εκδόσεις «νεα σύνορα» ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ δύο νέα βιβλία στη «ΜΙΚΡΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ»
ΙΠΠΟΛΙΤΑ ΑΒΑΛΙ π εριμένοντας την Κίττυ
Η βία και το περιθώριο στη σύγ χρονη Ιταλία π εριγράφονται από την Ιππόλιτα Αβάλι με τρ ό πο συγκλονιστικό.
ΗΛΙΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ
Βόλτα με πιτζάμες
Σ ύντο μ ες γλα φ υρ ές π ινελιές πάνω στην κα θημερ ινότητα της ν εο ελ ληνικής κοινωνίας.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ - ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ. ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΛΕΚΑΠΕΝΟΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Σινδρομές: 36.03.011 Διαφημίσεις: 36.26.910
Τεύχος 127
ΠΕΡΙΕΧΟ Μ ΕΝΑ
25 Σεπτεμβρίου 1985 Τιμή: Δρχ. 150 Εκδότης: Άννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σίνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Δτμήτρης Δεληπέτρος, Θεοδώρα Ζερ βού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Πιπαλέξης, Γιώργος Σαρηγιάννης, Βάσα' Σπάθή, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη
Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Δι« φημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σεί ιδοποίηση-Μοντάζ: Νενη Ράις Διι ρθώσεις: Πηνελόπη Βλάσση
ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Έρευνα: Στοιχεία για το βιβλίο στον αγγλοσαξονικό χώρο. Γράφει ο Διαμαντής Μπασαντής
2 3
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Πέτρος Παπαδόπουλος; Χρονολόγιο Σαρτρ Μαρσέλ Ντυράν: Ο υπαρξισμός του Ζαν-Πωλ Σαρτρ Μαρίνα Φανιουδάκη: Ο Σαρτρ και η ατομική ελευθερία Ζαν-Ζακ Μπροσιέ: Ο φάκελος Σαρτρ Ζαν-Κλωντ Ζιραρντέν: Ο Σαρτρ και ο μαρξισμός Πιερ Βικτόρ: Ο Σαρτρ και ο αριστερισμός Ζαν-Ζακ Μπροσιέ: Ο Σαρτρ κριτικός της λογοτεχνίας Έ ργα του Σαρτρ στα ελληνικά
12 26 34 37 48 54 59 62
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ Στι ιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάξ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Κεντρική διάθεση: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ: Γράφει η Δέσποινα Λάλα-Κριστ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Γράφει ο Μάριος Νικολινάκος ΠΑΙΔΙΚΑ: Γράφει η Νίκη Ντοΰζα ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει η Έ λενα Χ ουζούρη ΔΟΚΙΜΙΑ: Γράφει η Μαρία Λαμπαδαρίδου - Πόθου
63 65 67 68 69
ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ο Βάιος Παγκουρέλης και ο Α ντ. Δελώνης
65
ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
71
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
77
σ τ ο ε π ο μ ε ν υ « < α ·α ο α ςω »
αφιέρωμα στη Θεσσαλονίκη
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ! 21 Αυγούστου έως 5 Σεπτεμβρίου 1985 Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα μ ε τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπ έντε βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε ρισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο μ ε τις μ ε γα λύτερ ες πωλήσεις σημειώ νεται μ ε τρ εις α σ τε ρίσκους (**), το αμέσως μ ετά μ ε δύο (,*) και το τελε υ τα ίο μ ε ένα ν ( * ).
1. Μ. Ντυράς: 0 εραστής (Εξάντας) 2. 0. Έκο: Το όνομα του ρόδου (Γνώση)
**
Χνάρι-Αθ.
Χατζούλη - Λάρισα
1
Σύγχρονη Εποχή - Αθ.
5 ώ
Μεθενίτης - Πάτρα
3
Κοτζιά - Θεσ.
| Κατώι του βιβλίου - Θεσ.
| Εστία - Αθ.
| Ενδοχώρα - Αθ.
| Ελευθερουδάκης - Αθ.
*
> CL 3
I Δωδώνη - Αθ.
ι_
*
Ο
| Γρηγόρης - Αθ.
| Αίολος - Αθ.
Β ΙΒ Λ ΙΑ
I Βαγιονάκης - Αθ.
Επειδή όμως είνα ι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο το υ λάχισ τον βιβλιοπώλες. Ό σο για το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είνα ι να συμβου λ ε ύ εσ τε τις σελίδες της «Επιλογής».
**
3. Κ. Αξελού: Προς την Πλανητική Σκέψη (Εστία)
Λ
4. Μ. Α. Ντυράν: Τα παζαρέματα (Φλώρος)
*
* *
Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Γρηγόρης - Αθ. το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Λ. Ντάρελ: Αλεξανδρινό Κουαρτέτο (Γρηγόρης). Στη Σύγχρονη Εποχή - Αθ.: Μπ. Μπρεχτ: Για την τέχνη και την πολιτική (Σύγχρονη Εποχή).
Συνδρομές εσωτερικού 25 τευχών 34(H) δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 31(H) δρχ. 15 τευχών 20(H) δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 18(H) δρχ. Οργανισμιόν, Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 40(H) δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 41 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 38 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 27 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 25 δολ. Κύπρος 25 τευχών 36 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 33 δολ. Κύπρος 15 τευχών 24 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 22 δολ. Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική 25 τευχών 46 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 43 δολ. 15 τευχών 30 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 28 δολ
Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ευργιπη: 47 δολ. Κύπρος: 42 δολ. Αμερική κ.τ.λ. 52 όο)
Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Περιοδικό «Διαβάζω» -
χρονικα/3
Στοιχεία για το βιβλίο στον αγγλοσαξονικό χώρο I.
Το βιβλίο
Στα διαρκώς αυξανόμενα από την τεχνολογία μέσα επικοινωνίας της εποχής μας, το βιβλίο, εξακολουθεί να παραμένει από τα σπουδαιότερα στη διακίνη ση των ιδεών. Έστω κι αν κάπου έχει χάσει κάποιες αποκλειστικότητες που το συνόδεψαν για αιώνες, εντούτοις διατηρεί πάντοτε μια κυριαρχική θέση στην πνευματική επικοινωνία και ταυτόχρονα είναι από τους πιο χαρακτηρι στικούς συντελεστές καταγραφής φαινομένων μιας κοινωνίας. «Το τυπωμένο βιβλίο είναι το πρώτο σπουδαίο μέσο της σύγχρονης επικοινωνίας» θα διαπι στώσει ο Ραίημοντ Ουίλιαμς (στη μελέτη του Communications). Όμως το βιβλίο από τη φύση του και τη θέση του επηρεάζεται κι επηρεάζει όλες τις μορφές έντυπης επικοινωνίας και η διάδοσή του συναρτάται με τη συχνότητα των αντίστοιχων μορφών επικοινωνίας. Παραπέρα το σύνολο της παραγωγής του καταγρά φει σε έκταση τις αναγκαιότητες, αντιφάσεις, γεγο νότα, που μέσα τους παρήχθηκε και αναπαρήχθηκε. Έτσι, στο εύρος της ποικιλίας του, αποτυπώνει τμήματα από τις κοινωνικές συνισταμένες μιας κουλτούρας. Μ’ αυτή τη συλλογιστική, πριν προχωρήσω στην αποτύπωση και στα συμπεράσματα της διαδρομής του ελληνικού λογοτεχνικού βιβλίου στην αγγλική, κρίθηκε σκόπιμη μια σύντομη αναφορά στο πεδίο παραγωγής του βιβλίου στον αγγλοσαξονικό χώρο και στα προβλήματα, τις ιδιαιτερότητες, που πα ρουσιάζει αυτή η παραγωγή και επηρεάζει το πέρα σμα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Η παρούσα πρώτη καταγραφή αφορά κύρια τον αγγλικό χώρο, προχωρώντας και σε κάποιες συγκρίσεις και ανα φορές στις ΗΠΑ, μιας και η κοινή γλώσσα δημιουρ γεί μια παράλληλη αγορά για το βιβλίο-προϊόν.
II. Οι παραγωγοί του βιβλίου-προϊόντος Η πυραμίδα των εκδοτικών οίκων Μια σύντομη σκιαγράφηση του εκδοτικού χώρου,
αρκετά σχηματοποιημένη, είναι απαραίτητη για να δειχτούν οι δίαυλοι από όπου περνά η μετάφραση και κατ’ επέκταση η ξένη λογοτεχνία (η νεοελληνι κή στην προκειμένη περίπτωση) η οποία και θα μας απασχολήσει αμέσως μετά. Μεγάλοι εκδοτικοί. α) Στην κορυφή της πυραμίδας της μαζικής παρα γωγής οι μεγάλοι εκδοτικοί που απαρτίζουν βιομη χανικά συγκροτήματα καλύπτοντας όλα τα είδη βι βλίων και σε πολύ μεγάλους αριθμούς κυκλοφορίας (λεξικά, εγκυκλοπαίδειες, οδηγούς, λογοτεχνία, ιστορία, βιβλία γυμναστικής, διαίτης, μπεστ-σέλερ κ.ά.). β) Ακολουθούν αμέσως μετά οι παλιοί γνωστοί εκδοτικοί οίκοι με συγκεκριμένη δουλειά και παρά δοση στο λογοτεχνικό βιβλίο, στο δοκίμιο κλπ, οι οποίοι παρακολουθούν πια τις πιέσεις της αγοράς, συμπεριφερόμενοι ανάλογα στη ζήτηση της αγο ράς. Μικροί εκδοτικοί. α) Μικρότεροι εκδοτικοί περισσότερο εξειδικευμένοι στη λογοτεχνία ή σε άλλα είδη βιβλίων και κάπως περισσότερο ανεξάρτητοι στις πιέσεις της αγοράς, μιας και οι αριθμοί κυκλοφορίας δεν απευ θύνονται στο εύρος του κοινού των προηγουμέ νων. β) Ακολουθεί αμέσως μετά ο λεγόμενος, μικρός τύπος που έχει ένα μεγάλο εύρος και ποικιλία. Μι κροί εκδοτικοί απαρτιζόμενοι από ένα-δυο άτομα ή και μια ολιγάριθμη ομάδα οι οποίοι εκδίδουν κάποια
4/χρονικα σειρά βιβλίων είτε επειδή τους αρέσουν, είτε θέ λοντας να προωθήσουν κάποια ιδέα. Ουδέποτε κερδίζουν τα προς το ζην ή τα κεφάλαιά τους από αυτή την ιστορία. Το αντίθετο, χρηματοδοτούν τις εκδόσεις τους είτε με απλήρωτη εργασία, είτε με χρήματα κλπ. Λειτουργεί ανεξαρτήτως των πιέσεων της αγοράς. Κριτήριό του το προσωπικό γούστο του εκδότη. Συνήθως σ’ αυτό τον εκδοτικό χώρο πρωτοβγαίνουν οι νέοι συγγραφείς και οι πιο πολ λές μεταφράσεις. Το ύψος της κυκλοφορίας του κάθε αντίτυπου είναι από λίγες εκατοντάδες έως μια ή δυο χιλιάδες στην καλύτερη περίπτωση. Ο ρό λος του μικρού τύπου είναι καθοριστικός από πολ λές πλευρές και θα μας απασχολήσει παραπέρα στο θέμα της μετάφρασης. Παραπέρα υπάρχουν οι ειδικευμένοι εκδοτικοί που εκδίδουν βιβλία περιορισμένου ή αποκλειστι κού ενδιαφέροντος (ιατρικής, πολεμικής τέχνης, κλπ.). Οι πανεπιστημιακοί οίκοι Παράλληλα μέ τους προηγούμενους Οίκους δρουν οι πανεπιστημιακοί οίκοι. Πρόκειται στις περισσότε ρες των περιπτώσεων για εκδοτικούς σημαντικού μεγέθους, που καλύπτουν μια μεγάλη ποικιλία θε μάτων, είναι αυτόνομοι και εμπορικοί συνάμα. Συ νήθως εκδίδουν πανεπιστημιακά βιβλία επεκτεινόμενοι και στη λογοτεχνία. Στην Αμερική αυτή η κα τηγορία εκδοτικών έχει σημαντική δραστηριότητα, κύρια με βιβλία που αφορούν τη λογοτεχνική μετά φραση αλλά και την έκδοση περιοδικών συναφών με τη λογοτεχνία.
Σύγχρονη Ελληνική Ποίηση: τον Έντμουντ Κήλυ σε έκδοση του πανεπιστημίου Πρίνστον, ΗΠΑ. Ένα ακόμα βιβλίο από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις.
Τα χαρτόδετα
Το περιοδικό Παγκόσμια Λογοτεχνία Σήμερα - Βιβλία από το Εξωτερικό (World Literature Today - Books Abroad) όπου το φθινόπωρο του 1975 είχε εκτενές αφιέρωμα στον Οόνσσέα Ελντη. Έκδοση του πανεπιστημίου της Οκλαχόμα, ΗΠΑ. Πα νεπιστημιακός εκδοτικός.
Μια άλλη κατηγορία είναι τα χαρτόδετα ή βιβλία τσέπης (paperback). Οι εκδοτικοί σ’ αυτή την κατη γορία βγάζουν συνήθως δεύτερες εκδόσεις, δηλα δή αγοράζουν τα δικαιώματα από έναν από τους προηγούμενους εκδοτικούς και τα εκδίδουν σε μι κρό σχήμα. Οι προηγούμενοι εκδοτικοί εκδίδουν κατά κανόνα βιβλία δεμένα (με σκληρό εξώφυλλο). Βέβαια σε ορισμένες περιπτώσεις βγάζουν και χαρ τόδετα σε πρώτη έκδοση. Αυτό παρατηρείται κυ ρίως τα τελευταία χρόνια, λόγω των εμπορικών πιέ σεων της αγοράς, έτσι, δεν είναι ασυνήθιστη μια χαρτόδετη πρώτη έκδοση. Αυτή η κατηγορία εκδοτικών διακινεί μεγάλο αριθμό αντιτύπων και σκοπεύει στο κυκλοφοριακό κέρδος. Συχνά δε ένα βιβλίο, που σε πρώτη έκδοση δεν είχε μεγάλη απήχηση, έχει περισσότερες πιθα νότητες να επιζήσει σ’ αυτή την κατηγορία. Η έκδο ση αυτή ακολουθεί συνήθως 1-2 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση. Φυσικά σε ορισμένες περιπτώσεις εκδίδονται και στην κατηγορία των χαρτόδετων, κατ’ εξαίρεση, πρώτες εκδόσεις (τα penguin είναι από τους πιο γνωστούς και θα μας απασχολήσουν με στοιχεία τους πιο κάτω).*
' Σημείωση: Το κείμενο αυτό θα αποτελέσει το πρώτο κε φάλαιο μιας μ ελέτη ς που γίνεται από τον γράφοντα και αφορά την παρουσία της μετάφρασης της νεοελληνικής λογοτεχνίας στις δυο κύριες αγγλόφωνες χώρες, ήτοι τις Βρετανία και ΗΠΑ. Βασικά ο κεντρικός άξονας της έρ ευ νας αυτού του κεφαλαίου ήταν η Βρετανία, αλλά κρίθηκαν σκόπιμες κάποιες και αναφορές στις ΗΠΑ, μιας και τα πα ράλληλα φαινόμενα κουλτούρας που συνεπιφέρουν η κοι νή γλώσσα, οι παράλληλες πολιτισμικές καταστάσεις που αυτή συνεπάγεται, καθώς και οι στενές πολιτιστικές σχέ-
σεις των δυο χωρών έ διναν εξαρχής το υλικό της αλληλοτροφοδότησης στοιχείων που σημάδεψε το πέρασμα της νεοελληνικής λ ογοτεχνίας στις δυο χώρες. Στη συλλογή στοιχείων αυτού του σχεδίου-κεφαλαίου με βοήθησαν αποφασιστικά οι Γιάννης Σταθάτος και Νίκος Στάγκος, επίσης με συμβούλεψ ε σε πολλές περιπτώσεις ο Έ ντμουντ Κήλυ. Χωρίς τη συμβολή το υς και την ανάγνωση κα τ’ επανάληψη μέρους των χειρογράφων μου, οι τυχόν παραλείψεις ή λάθη, που ενδεχομένω ς υπάρχουν στην τε λική διαμόρφωση αυτού του σχεδίου και που βαρύνουν οπωσδήΤιοτε τον γράφοντα, θα ήταν σίγουρα περισσότερα.
W ORLD LITERATURE TO DA Y
_____
χρονικά/5 III.
Η ζωή του βιβλίου
Η ζωή του βιβλίου, η διάρκεια της κυκλοφορίας του, είναι ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Απ’ αυτό εξαρτάται εάν οι λιγότεροι καταρτισμένοι, οι λιγό τερο άμεσοι, οι νεότεροι αναγνώστες, θα μπορέ σουν να το βρουν ή όχι στη βιβλιαγορά. Στο παρελ θόν, ένα βιβλίο ζούσε στην αγορά μέχρι να εξαν τληθεί και το τελευταίο αντίτυπο. 4-1 παρουσία του κάλυπτε έτσι ένα σημαντικό χρονικό διάστημα. Σή μερα θα κυκλοφορήσει στην αγορά (την αγγλοσα ξονική και την αγγλόφωνη διεθνή) ένα δυο χρόνια και μετά αποσύρεται. Αποσύρεται χωρίς επανέκδοση και πολτοποιείται σε περίπτωση μη επιτυχημέ νης εμπορικά πορείας. Έτσι χάνεται ένα σημαντικό ίσως βιβλίο και όχι δια της φυσιολογικής οδού. Το λογοτεχνικό βιβλίο βρίσκεται στην καρδιά αυτού του φαύλου κύκλου του οποίου οι αιτίες είναι οικο νομικές. Το κόστος ενός βιβλίου συνίσταται στη διαδικα σία εκτύπωσης, στο χαρτί και στην αποθήκευση. Κάθε χρόνο κυκλοφορούν δεκάδες χιλιάδες νέοι τίτλοι στην αγορά. Η πολτοποίηση δίνει λύση μιας και μειώνει το κόστος του χαρτιού και της αποθή κευσης. Έτσι τα λιγότερο εμπορικά βιβλία, μετά από μια διαδρομή 1-2 χρόνων ή και λιγότερο, πολ τοποιούνται χωρίς να εξαντλήσουν το απόθεμά τους. Και λιγότερο εμπορικά βιβλία είναι τα νέα βι βλία, τα βιβλία μοντέρνας λογοτεχνίας, οι μετα φράσεις, ιδίως από τις μικρές εθνικές λογοτεχνίες και γλώσσες κλπ. Το να έχεις κάποιες χιλιάδες τίτ λους που να πουλούν μετά τον πρώτο χρόνο 300 αντίτυπα κατ’ έτος, είναι ασύμφορο για εκδοτικούς της α και β κατηγορίας, είτε ακόμα και της γ. Όπως επίσης ακόμα περισσότερο ασύμφορο στην κατη γορία των χαρτόδετων. Αυτό αφήνει μόνο ένα μέ ρος της γ κατηγορίας και την δ έξω από αυτό το παιχνίδι των αριθμών και της καθολικής εμπορευματοποίησης των ιδεών. Εάν υπολογίσουμε ότι οι μεγάλες εκδοτικές επι χειρήσεις χρειάζονται χώρους μεγάλους για αποθή κευση, διακίνηση, υπαλλήλους, για τα ήδη υπάρ χοντα βιβλία, και έρχονται κάθε χρόνο να προστε θούν νέες χιλιάδες τίτλοι στους ήδη υπάρχοντες, τότε η λογική της μαζικής παραγωγής και του κυκλοφοριακού κέρδους οδηγεί στην πολτοποίηση των λιγότερο διάκινούμενων. Τέλος κάποιοι από τους ενδιάμεσους εμπορικούς οίκους συχνά αντί να πολτοποιούν το απόθεμά τους το διαθέτουν σε ειδικά βιβλιοπωλεία μαζικά στο ένα τρίτο της τιμής τους. Έτσι είναι δυνατό, για ένα μικρό διάστημα να το βρίσκει ο αναγνώστης σε εξαιρετικά φτηνές τιμές, πριν χαθεί εντελώς το βιβλίο. Αλλά η πρακτική αυτή αφορά μόνο κάποιους τίτλους ενδιάμεσων εκδοτικών (π.χ. η γ κατηγορία ή οι πανεπιστημιακοί). Το φαινόμενο συντόμευσης της διάρκειας ζωής του βιβλίου γίνεται ολοένα και πιο ανησυχητικό και ιδιαίτερα στην Αμερική, όπου έχει υπολογισθεί ότι ο μέσος όρος ενός καινούριου βιβλίου είναι λιγότερος από ένα χρόνο. Αυτό φυσι κά πλήττει βιβλία που από τη φύση τους πουλάνε μικρότερες ποσότητες όπως προαναφέρθηκε. Αυτή η παρατήρηση δεν αφορούσε τις πανεπι στημιακές εκδόσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα
το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, που μια έκδοσή του της Βίβλου στα αιθιοπικά έφτασε κάποτε να πουλά ένα αντίτυπο το χρόνο ώσπου εξαντλήθηκε. Ό μως αυτό είναι το ακραίο παράδειγμα μιας άλλης εποχής. Τώρα έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν και οι πανεπιστημιακοί οίκοι αυτή τη νέα πρακτική της πολτοποίησης και της μαζικής εκποίησης παλαιών εκδόσεων. Θα σταθούμε στο χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός πολύ γνωστού και κλασικού συγγραφέα: του Σάμουελ Μπέκετ. Ο Μπέκετ εκδόθηκε από τον Τζον Κάλντερ (John Calder) ο οποίος ως εκδοτικός ανήκει στη γ κατηγορία, σύμφωνα με το προηγού μενο σχεδιάγραμμα. Για τα πρώτα δέκα χρόνια η έκδοσή του ήταν οικονομικά ασύμφορη, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο ίδιος ο Κάλντερ στο αφιέρωμα Μπέκετ του Φεστιβάλ Εδιμβούργου ’84. Ο Τζον Κάλντερ, πρέπει να σημειωθεί, δημοσιεύει με συγκεκριμένο στόχο λογοτεχνικά βιβλία. Μερικά από τα πιο δύσκολα και καλύτερα κείμενα του 20ου αιώνα στην αγγλική (είτε σε μεταφράσεις στην αγ γλική) τα έχει εκδώσει ο Κάλντερ. Ο Μπέκετ στάθη κε λοιπόν στη βιβλιαγορά γιατί ο Κάλντερ πλήρωσε το κόστος. Σήμερα ένα μέρος των έργων του Μπέ κετ εκδίδεται στους Faber and Faber (β' κατηγορία). Αν ολόκληρος ο Μπέκετ, που σήμερα διδάσκεται και στα σχολεία, εκδιδόταν από εκδοτικούς της α και της β κατηγορίας, ίσως για πολλά χρόνια να υπήρχαν στη βιβλιαγορά μόνο ένα ή δυο βιβλία του κι αυτά μετά τη δεκαετία που πλήρωσε ο Κάλντερ.
Nog Το περιοδικό Ζένος (Zenos) - Νότιγχαμ, Αγγλία. Με συχνές αναφορές στη νεοελληνική ποίηση. Μικρός τύπος.
Ας δώσουμε όμως το λόγο στον ίδιο τον Κάλντερ γι’ αυτόν τον απολογισμό: Ο Τζον Κάλντερ... μας μ ίλησ ε για τα σκαμπανεβά σματα της 35χρονης εκ δ οτικ ής καριέρας του. Καλ λ ιτεχ ν ικ ό ς υπήρχαν πολλά ανεβάσματα, από τον Μ π έκετ στον Ιονέσκο, από το ν Μπάροουζ στον Χάινριχ Μπελ. Ο ικονομικός ήτα ν μια κατρακύλα στο μ εγ α λύ τερ ο διάστημα του δρόμου. Είχε τοπο
6/χρονικα θετή σ ει όλα τα λεφ τά του σ τη ν εκδ οτική ετα ιρ εία ιαι στο τέλο ς αυτό κα τέληξε φιλανθρωπία. Για 25 χρόνια δημοσίευε τη Μ αρ γκερ ίτ Ντυράς: τώρα αυ τή γράφει ένα μπεστ-σ έλερ που π ρόκειται να εκδοθ ε ί στους Κόλινς (Collins). (Σημ. Δ.Μ.: α' κατηγορία εκδοτικών). Οι αγορές των βιβλιοθηκών έχουν πέ σει. Τα πανεπιστήμια έχουν γυρίσει εν α ν τίο ν της μοντέρ να ς, ξένης και π ειραματικής λογοτεχνίας, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας π ρόκειται προφανώς να επ ιβάλει φορολογία στα βιβλία, και τέλο ς το Συμβούλιο Τεχνών πιθανώς θα υποδιπλασιάσει την επιχορήγηση που του παρέχει. Παρ' όλα αυτά, και για τις περιστάσεις, φα ινότα ν εξα ιρ ετικ ά χ αρ ούμε νος. (Ρ. Μπόστον: Γκάρντιαν - Μετάφραση Δ.Μ .: Οδός Πανός).
Είναι μετά τα ανωτέρω εμφανές ότι η αυξανόμε νη εμπορευματοποίηση του κλάδου φέρνει πια με γάλες αλλαγές στη δομή του που ακολούθως επη ρεάζουν το προϊόν-βιβλίο. Στην τελευταία δεκαετία μεγάλες πολυεθνικές έχουν αγοράσει πολλούς εκ δοτικούς. Συγκροτήματα πετρελαίου από το Τέξας ή αντίστοιχου μεγέθους και επιχειρηματικότητας συμφέροντα, διορίζουν τους διευθυντές τους, που θα αποφανθούν π.χ. καλός ένας Μπέκετ αλλά δεν πουλάει όσο ένα βιβλίο γυμναστικής. Νέος λοιπόν προσανατολισμός στην εταιρεία. Έτσι, ιδίως στον αγγλικό χώρο, έχουμε ως αποτέλεσμα τη μοντέρνα λογοτεχνία ή τη μετάφραση, ακόμα και τους νεότε ρους Άγγλους συγγραφείς να τους εκδίδουν οι εκ δοτικοί κυρίως της δ κατηγορίας και κάπως της γ. Χαρακτηριστικά ο μικρός τύπος έχει αναλάθει περί που το 90% τέτοιων εκδόσεων, ήτοι ποίηση, μετά φραση, νέα αγγλική λογοτεχνία κλπ. Η διαδικασία έκδοσης των νέων, που εκδίδονται από τον μικρό τύπο, κάπου θυμίζει κάποιες αντί στοιχες εκδοτικές προσπάθειες ομάδων ή ατόμων και στην Ελλάδα. Τα βιβλία αυτής της κατηγορίας (του μικρού τύπου) εκδίδονται σε λίγες εκατοντά δες αντίτυπα και πουλιούνται σε συγκεκριμένα βι βλιοπωλεία. Μετά το πρώτο βιβλίο, κάπως δύσκολα, ένα μέρος συγγραφέων περνάνε σε εκδοτικούς της γ ' κατηγορίας, ήτοι Calder, Carcanet, Anvil, κλπ. Στην περίπτωση των γνωστών παραδοσιακών εκδοτικών (β' περίπτωση) περνάνε ελάχιστοι, μιας και οι οίκοι αυτοί βγάζουν λίγα και απ’ όλη την κλίμακα της λο γοτεχνίας. Πολλοί από τους σπουδαιότερους Ά γ γλους συγγραφείς μεταπολεμικά, δεν δημοσιεύθηκαν ποτέ από εμπορικό εκδοτικό οίκο αυτής της κατηγορίας. Ενδεικτικά: ο Ρόυ Φίσερ απ’ τους κα λύτερους Άγγλους μεταπολεμικούς ποιητές, που μόλις πριν 3 χρόνια εκδόθηκαν τα άπαντά του από την Οξφόρδη. Τέλος, χαρακτηριστικά είναι μια σει ρά στοιχείων που αφορούσαν τα penguin και που δημοσιεύθηκαν στον αγγλικό τύπο (περιοδικό Time out 3/5/74) και τα οποία προδιαγράφουν την αρχή της αυξανόμενης εμπορευματοποίησης του κλάδου τρυ βιβλίου. Τα πένγκουιν (penguin) εκείνη την εποχή αποφά σισαν να αποτραβήξουν τα ποιητικά βιβλία από την ποιητική σειρά Σύγχρονη Ποίηση, που δεν πουλού σαν 4.000 αντίτυπα το χρόνο. Οτιδήποτε κάτω από τα 4.000 δεν παρουσίαζε, σύμφωνα με το κόστος, κέρδος. Η απόφαση αυτή συνάντησε αντίδραση (χαρακτηριστικό άρθρο των Sunday Times εναντίον
αυτής της απόφασης την εποχή εκείνη) και έτσι δεν τηρήθηκε εκείνη την εποχή η απόφαση. Η απει λή παρέμεινε. Και εφαρμόσθηκε αργότερα άτυπα. Στη σειρά Σύγχρονης Ποίησης των penguin η δαμόκλεια σπάθη επικρέματο πάνω από τους λιγότε ρο γνωστούς ευρωπαίους ποιητές των οποίων τα βιβλία διαθέτονταν σε χαμηλές τιμές με στόχο τον μέσο αναγνώστη. Στη σειρά αυτή βρίσκουμε ονόμα τα όπως των Άσμπερυ, Ετσεσμπέργκερ, Άντριαν Μίτσελ, Γιεφτουσένκο. Κάποιοι από αυτούς δεν κινδύνεψαν βέβαια, π.χ. ο Γιεφτουσένκο που πού λησε μεταξύ του 1962-1974 πάνω από 103.000 αντί τυπα ή όπως οι Φωνές του Μέρζυ (Mersey Sounds) που έφτασαν τα 189.000 αντίτυπα μεταξύ 19671974. Αλλά πολλά βιβλία χαρακτηρίζονται από μια πτώση των πωλήσεων μετά τον πρώτο χρόνο και βέβαια αγγίζουν την επικίνδυνη ζώνη. Ας σημειώσουμε εδώ ότι η σειρά αυτή των pen guin πούλησε μέχρι το 1974 περισσότερα από 1.000.000 αντίτυπα αλλά κινδύνεψε να σταματήσει. Οι προτάσεις υπήρξαν πολλές, όπως να πουλήσουν το απόθεμα στο συμβούλιο τέχνης του Δήμου του Λονδίνου κ.ά. που όμως δεν απέδωσαν. Έκτοτε τα penguin ελάττωσαν το ρυθμό έκδοσης της σειράς. Η εμπορευματοποίηση χτύπησε τον κλάδο στο πιο ευαίσθητο σημείο του.
Οι κρ ιτικές του βιβλίου Ημερήσιος και περιοδικός τύπος Εδώ θα πρέπει να ξεκινήσουμε με τη βασική αρχή της διαφήμισης: δεν υπάρχει κακή δημοσιότητα. Πράγματι στους χιλιάδες τίτλους που κυκλοφορούν κάθε χρόνο στον αγγλοσαξονικό χώρο το θέμα εί ναι αν θα ακουστεί το βιβλίο. Και το αν θα ακουστεί ξεκινά από τις κριτικές που θα πάρει και φτάνει μέ χρι το τι διαφήμιση θα επιδιώξει ο εκδότης του. Ένα μέρος των αντιτύπων θα διακινηθούν στις αγορές των βιβλιοθηκών, αλλά δεν φτάνουν αυτές οι αγορές ή οι κάποιες επιχορηγήσεις των συμβου λίων τέχνης της αυτοδιοίκησης για να καλύψουν το κόστος και από αυτό το σημείο αρχινά ο αγώνας για την αύξηση των πωλήσεων. Ο εκδότης συνήθως πληρώνει για διαφημίσεις του βιβλίου ή των βι βλίων του. Παραπέρα έρχεται ο Τύπος με τις κριτι κές, τις παρουσιάσεις, τα σχόλια. Το βιβλίο πρέπει κάπως να ακουστεί για να επιπλεύσει στον ωκεανό των άλλων βιβλίων. Κριτικές δημοσιεύουν οι π ερ ισ σ ό "ο ες των λεγά μενων σοβαρών εφημερίδων στα ινυριακάτικα ή σαββατιάτικα κυρίως φύλλα τους. Επίσης τά περιο δικά ποικίλης ύλης, τα περιοδικά πολιτικής ή οικο νομικής ύλης, τα περιοδικά εβδομαδιαίας ενημέρω σης, καθώς επίσης και τα περιοδικά λογοτεχνίας που εκδίδονται κυρίως είτε από άτομα ή ομάδες με κάποια μικρή επιχορήγηση (στην Αγγλία) από το συμβούλιο της τοπικής αυτοδιοίκησης, είτε (στην Αμερική) από κάποιο πανεπιστήμιο. Ειδικά για την Αγγλία πρέπει να αναφέρουμε το Times Literary Supplement που περιέχει μόνο κριτικές βιβλίων και πάρα τη σχετικά περιορισμένη κυκλοφορία του έίναι από τα πιο έγκυρα του είδους (καλύπτει κριτική βιβλίου όλων των ειδών).
χρονικα/7 Μέσα σ’ όλο το πλέγμα πρέπει το κάθε βιβλίο να πορευτεί και να βρει τρόπους να προβάλει την ταυ τότητά του. Ο δρόμος δεν είναι καθόλου εύκολος και συντρέχουν διάφορες τυχαιότητες, σκοπιμότη τες, αναγκαιότητες, που κάποτε βοηθούν κι άλλοτε αποθαρρύνουν κάποιο βιβλίο.
IV.
Η μετάφραση
Επιλογή, κριτήρια, παρεμβάσεις τρίτων Για τον εκδοτικό χώρο πρέπει κανείς να ξεκινήσει από κάτι εμφανές σ’ ό,τι αφορά έναν εμπορευματικό κλάδο όπως είναι ο κλάδος του βιβλίου: η μετά φραση είναι λιγότερο εμπορική από τα αγγλόφωνα βιβλία. Σαν δεύτερη παρατήρηση σημαντική: η αγ γλική γλώσσα είναι σήμερα η διεθνής γλώσσα, έτσι όλες οι λογοτεχνίες των άλλων γλωσσών έχουν την τάση να θέλουν να μεταφράσουν τα καλύτερά τους κείμενα στην αγγλική. Τέλος, υπάρχουν μια σειρά περιφερειακές χώρες που έχουν επίσημη γλώσσα την αγγλική και μια σειρά λογοτέχνες άλλων χωρών που γράφουν κατ’ ευθείαν στην αγγλική. Έτσι, συν δυάζοντας όλα τα προηγούμενα, βλέπουμε ότι υπάρχει σημαντική πίεση στον αγγλόφωνο αναγνώ στη (Βρετανία, ΗΠΑ, Καναδάς) του κέντρου να ασχοληθεί με μεγάλη έκταση λογοτεχνικών κειμέ-
Επιλογή ποιημάτων τον Τάχη Σινόπονλον σε μετάφραση τον Γιάννη Σταθάτον (Λονδίνο, Σαν Φραντσίσχο, 1981). Έκδοση τον μικρού λεγόμενον τύπον σε Αγγλία, Ηνωμένες Πολιτείες.
Τέλος υπεισέρχεται και ένας καινούριος σημαντι κός διασχωρισμός που δεν έχει αναφερθεί έως Παραπέρα, στις προηγούμενες κατηγορίες πρέπει εδώ. Αυτός της πεζογραφίας και της ποίησης. Οι σαφώς να ξεχωρίσουμε τις μεταφράσεις από τις άλ εκδοτικοί που ασχολούνται με τη μετάφραση αντι λες διεθνείς γλώσσες στην αγγλική, ήτοι ισπανικά, γαλλικά, γερμανικά. Επίσης τις μεγάλες εθνικές λο -1 μετωπίζουν διαφορετικά το πεζό, μιας και το κό στος του είναι σημαντικότερο της ποίησης. Ακόμα γοτεχνίες που είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στους αγ και σε αντίστοιχες σελίδες βιβλίου, το πεζό είναι γλόφωνους, ήτοι ρώσικη, κατά κανόνα, ιταλική, αρ κετά λιγότερο. Τέλος, σαν κατάληξη των όποιων ακριβότερο. Πόσο μάλλον η διαφορά στο κόστος εξαιρέσεων, στις προηγούμενες κατηγορίες πρέπει V μεταξύ μυθιστορήματος και ποιητικής συλλογής. να προσθέσουμε τα κλασικά ονόματα της διεθνούς ι(Αυτό αντανακλά και στους μεταφραστές, καθώς ο λογοτεχνίας τα οποία δρουν έξω και πέρα από την „ ί,όγκος του πεζού συχνά δεν ενθαρρύνει έναν καλό εθνική τους γλώσσα. ίιεταφραστή, που δουλεύει συχνά χωρίς κέρδος. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους (όπως θα Μετά από όλα τα προηγούμενα και τις ιδιαίτερες δίδύμε σε επόμενο κεφάλαιο αυτής της μελέτηςεπισημάνσεις είναι εμφανές ότι μια γλώσσα πρέπει έρίευνας) που υπάρχει ένα άνοιγμα μεταξύ της με να ανταγωνισθεί με όλες τις άλλες γλώσσες και με τάφρασης της ελληνικής ποίησης και της πεζογρα τόσες ιδιαιτερότητες, ανταγωνιζόμενη συγχρόνως φίας. και σ’ ολόκληρη την κλίμακα, απ’ τον εμπορικό έως Στην πεζογραφία στον τομέα των μεταφράσεων τον καλλιτεχνικό ανταγωνισμό, με όλες τις άλλες όταν πρόκειται για μικρές χώρες (π.χ. Φιλανδία, για να σταθεί στο προσκήνιο η λογοτεχνία της. Γιουγκοσλαβία, Μεξικό κλπ.) η χώρα από την οποία Υπάρχουν πάντα Σουηδοί, Ολλανδοί, Δανοί, Γερμα προέρχεται το βιβλίο συνήθως βοηθάει οικονομικά, νοί, Γάλλοι, Ρώσοι, Ιταλοί, Ισπανοί, Λατινοαμερικα είτε με επιχορήγηση είτε με αγορά αριθμού αντιτύ νοί, Ασιάτες, Μεξικανοί κλπ. συγγραφείς που πρέ πων, είτε με το να αναλάβει την αμοιβή μεταφραπει να βρουν εκδότη και μεταφραστή στην Αγγλία στού κλπ. διαμέσου κάποιου ειδικού κρατικού ορ και την Αμερική. Και βέβαια οι υπόλοιπες γλώσσες, γανισμού ο οποίος άλλοτε είναι το Υπουργείο Πολι που όλες έχουν και κάποιο μερίδιο στη μετάφραση. τισμού, άλλοτε η Πρεσβεία κι ο μορφωτικός ακό Η πίεση λοιπόν μεγάλη και η εμπορικότητα σε σχε λουθος, άλλοτε δε κάποιος ειδικά συστημένος γι’ τικά χαμηλά επίπεδα για το είδος. Και το κοινό κά αυτό οργανισμός.Για παράδειγμα στην τελευταία που περιορισμένο. Έτσι οι μεγάλοι εκδοτικοί δεν περίπτωση οι Ολλανδοί έχουν ειδικό κρατικό οργα δείχνουν ενθουσιασμό, οι μεσαίοι εκδίδουν περιο νισμό για τη διάδοση του ολλανδέζικου βιβλίου σ’ ρισμένο αριθμό και οι μικρότεροι τις περισσότερες όλο τον κόσμο με μεταφράσεις. Στις δραστηριότη μεταφράσεις. Ό σο κατεβαίνουμε τη βαθμίδα της τες του οργανισμού αυτού είναι οι μεταφράσεις, η εμπορικότητας και φτάνουμε κοντά στον μικρό εκ εξεύρεση εκδοτικών, η επιχορήγηση βιβλίων, ακό δοτικό, τόσο ανεβαίνει το ποσοστό μεταφράσεων, μα και η αποστολή συγγραφέων όπου κρίνεται απα μιας και ο εκδότης, αν του αρέσει μια πρόταση για ραίτητο. Και φυσικά έχουν πετύχει εξαιρετικά απο κάποιους π.χ. Φιλανδούς, Γερμανούς, Έλληνες ή τελέσματα στην προώθηση της γνωριμίας του διε Μεξικανούς, τους εκδίδει, χωρίς να χρειάζεται να θνούς αναγνωστικού κοινού με το ολλανδικό βιβλίο δικαιολογήσει τις πωλήσεις τους σε τρίτους.
8/χρονικα και μέσω αυτού με τις ιδέες, τις αναζητήσεις κλπ. που αναπτύσσονται στη χώρα τους και στη γλώσσα τους. Από τη μεριά του ελληνικού βιβλίου δεν παρατηρείται κάτι αντίστοιχο ή τουλάχιστον δεν έχει συμβεί έως σήμερα. Η μετάφραση, το κοινό και το φράγμα της γλώσσας Το κοινό των μεταφράσεων, το κοινό που διαβάζει, παρακολουθεί και ασχολείται με τη λογοτεχνία των μεταφράσεων, αποτελείται συνήθως από ανθρώ πους που έχουν ένα γενικότερο ενδιαφέρον ερασι τεχνικό ή επαγγελματικό για το βιβλίο (Αγγλία). Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για συγκεκριμένους κύ κλους ανθρώπων. Παραπέρα ξεφεύγουν μόνο τα σημαντικά ονόματα, οι μεγάλες λογοτεχνίες κλπ. που αναφέραμε ως εξαιρέσεις πιο πάνω. Το γενικό ενδιαφέρον είναι σαφώς μικρότερο απ’ ό,τι για το αγγλικό βιβλίο. Η γλώσσα αποτελεί, εν προκειμένω, όχι μόνο τις αποτυπώσεις μιας άλλης κατάστασης, σκέψης, συναισθήματος, τοπίου, οι οποίες είναι μα κρινές στον αγγλόφωνο αναγνώστη και την κουλ τούρα του, αλλά αποτελεί συνάμα και ένα φράγμα, ένα όριο, το οποίο λίγοι λογοτέχνες περνάνε, ώστε να αναγνωρισθούν σαν ισότιμοι, εμπορικά και καλ λιτεχνικά, με τους αγγλόφωνους συγγραφείς. Ορι σμένοι σημαντικοί συγγραφείς κάποια στιγμή θα σπάσουν αυτό το φράγμα και θα αναγνωρισθούν ισότιμοι ή και καλύτεροι αλλά έως τα τότε ο δρό μος είναι μακρύς. Η αναφορά στη Μαργκερίτ Ντυράς προηγουμένως στο παράδειγμα του Κάλντερ ή ο Καβάφης για την λληνική περίπτωση, αποτελούν έξοχα παραδείγματα αυτής της πορείας. Σήμερα π.χ. ο Καβάφης είναι από τους πιο γνωστούς και δημοφιλείς ποιητές στην αγγλική (κυκλοφορούν Το κίτρινο σπίτι (The Yellow house) του Αλέξανδρον Μπάρα σε μετάφραση Γιάννη Γχονμα - Κυκλοφόρησε στο Λονδίνο (1974) από μικρό εκδοτικό.
αρκετές διαφορετικές μεταφράσεις του από τους μεγαλύτερους εκδοτικούς). Άλλο παράδειγμα είναι ο Χ.Λ. Μπόρχες που έφτασε σήμερα να μην θεωρεί ται καν σαν ξένος συγγραφέας στην αγγλική. Ένας Μπόρχες πουλάει σήμερα τόσα αντίτυπα όσα ο αν τίστοιχος καλλιτεχνικά Άγγλος συνάδελφός του. Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια με πολλούς Λατινοαμερικανούς συγγραφείς (δεκαετία 70). Μόλις δημοσιευθεί κάτι, στην ισπα νική, του Μαρκές μέσα σε έξι έως δώδεκα μήνες περνάει στην αγγλική. Αλλά τι γίνεται με τους λιγό τερο γνωστούς; Και η φήμη, εν προκειμένω, είναι ανεξάρτητη με την όποια δημοσιότητα δίνουν τα βραβεία κλπ. Υπάρχουν δεκάδες συγγραφείς με Νόμπελ που παραμένουν εντελώς άγνωστοι στην αγγλική. Το φράγμα που προαναφέραμε δεν έχει να κάνει με την απλή δημοσιότητα αλλά με κάτι πε ρισσότερο, πιο σύνθετο, που συντίθεται από διάφο ρες αιτίες. Κάποιοι συγγραφείς είναι πιο δύσκολο να μεταφραστούν, κάποιοι πολύ δύσκολοι, σε κά ποιους το στιλ βοηθά, μιας και έχει κοινά σημεία με την αγγλική κουλτούρα, κάποιοι έχουν σύμβολα οι κεία στον αγγλόφωνο αναγνώστη κλπ. Παραπέρα, κάποιοι συγγραφείς είναι εντελώς άγνωστοι και κα νείς δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτούς ανεξάρτητα αξίας, κάποιοι έχουν μια εμφάνιση σε άλλον τομέα και δευτερογενώς καθιερώνονται και συγγραφικά κλπ.Τόσες πολλές και διαφορετικές περιπτώσεις. Αν σταθούμε λίγο στο προηγούμενο παράδειγμα του Χ.Λ. Μπόρχες: πρωτοδημοσιεύθηκε από τον Κάλντερ στη Βρετανία και για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα υπήρχαν μόνο ένα δυο κείμενά του στη βιβλιαγορά. Μόνο όταν έγινε γνωστός (δεκαετία 70) εκδόθηκε από πιο μεγάλους οίκους και τέλος βγήκε και σε penguin. Ο μεταφραστής του Μπόρχες είχε στενές σχέσεις με την Αγγλία, στοιχείο υπέρ του μεταφραζόμενου ώστε να περάσει στους εκδο τικούς αρχικά. Αργότερα συνδυάζοντας κάποια σ τοιχεία-εκδοχές που προηγούμενα αναφέραμε, ο Μπόρχες πέρασε στο μεγάλο κοινό και έγινε ευ ρέως αποδεκτός. Η μετάφραση στην Αγγλία και την Αμερική Εδώ και πολλές δεκαετίες (περίπου από το τέλος του 2ου Παγκ. Πολέμου) υπάρχει ένας σαφής δια χωρισμός στην αγγλόφωνη αγορά του βιβλίου με ταξύ των δυο κεντρικών αγγλόφωνων χωρών, Αγ γλίας και ΗΠΑ, μιας και η κοινή γλώσσα δημιούργούσε δυσκολίες στη διακίνηση και μετάφραση του ίδιου βιβλίου. Το πρόβλημα αυτό επίσης αντανακλάτο και στις άλλες χώρες που μιλούν αγγλικά, όπως Καναδάς, Αυστραλία, κλπ. Το πρόβλημα της βιβλιαγοράς απόκτησε ιδιαίτε ρο ενδιαφέρον από τον καιρό που οι δυο χώρες άρ χισαν να συναγωνίζονται διεθνώς στις πωλήσεις και στις εξαγωγές των αγγλόφωνων βιβλίων. Για τους αγγλικούς εκδοτικούς, βάση συμφωνιών, πεδίο τους είναι η Βρετανία, η Ιρλανδία, τα κράτη μέλη της Κοινοπολιτείας, οι πρώην βρετανικές κτήσεις και συχνά με ειδική ρύθμιση ο Καναδάς. Για τους αμερικανικούς οίκους, οι ΗΠΑ και τα εξαρτημένα απ’ αυτές εδάφη, όπως Πόρτο Ρίκο, Τζαμάικα, Φι λιππίνες. Κι εδώ ισχύει μερικές φορές ειδική ρύθμι
χρονικα/9 ση για τον Καναδά. Παραπέρα η αγγλόφωνη αγορά της Ευρώπης είναι ένα ανοικτό πεδίο και για τους δυο παραγωγούς. Το ίδιο βιβλίο (ίδιος συγγραφέας ή αν είναι μετάφραση και ίδιος μεταφραστής) μπο ρεί να εμφανισθεί στην Ευρώπη σε αγγλική και σε αμερικάνικη έκδοση. Συνήθως εκείνο που θα που ληθεί είναι μάλλον το φθηνότερο. Για παράδειγμα στην Ελλάδα μπορεί να εμφανισθούν τα άπαντα του Σεφέρη στην αγγλική, είτε από τον αγγλικό εκ δοτικό Άνβιλ (Anvil) είτε από την αμερικανική έκδο ση (του πανεπιστημίου του Πρίνστον). Εξαρτάται από την οργάνωση και τους αντιπροσώπους των εκ δοτικών, η όλη διακίνηση και προώθηση του προϊόντος. Συχνά οι αγγλικοί εκδοτικοί έχουν πιο πεπειραμένες και οργανωμένες εξαγωγές. Αυτό δεν αποκλείει και ορισμένους εκδοτικούς της Αμε ρικής που έχουν και αυτοί καλοοργανωμένες εξα γωγές. Η διαφορά στάσης απέναντι στη λογοτεχνική με τάφραση μεταξύ Αμερικανών και Άγγλων είναι ση μαντική πολλές φορές. Στην Αμερική, λόγω του κύ ρους που έχουν οι πανεπιστημιακές σπουδές, η με! τάφραση περνά συνήθως μέσα από τα πανεπιστή μια και μεταφραστής είναι κάποιος καθηγητής ή ακαδημαϊκός που συχνά μπορεί να μην είναι και ο ίδιος λογοτέχνης. Στην Αγγλία επικρατεί μια διαφο ρετική παράδοση στην οποία λογοτέχνες μεταφρά ζουν λογοτεχνία χωρίς να έχουν σχέση με κάποια πανεπιστημιακή έδρα. Το αποτέλεσμα κρίνεται με βάση κάποιες πτυχές της ίδιας της μετάφρασης και του δημιουργού, μιας και το διαφορετικό περι βάλλον δημιουργεί διαφορετικά κριτήρια προσέγγι σης, επιλογής, κλπ. των μεταφραζόμενων κειμένων. Συχνά οι λογοτέχνες μεταφράζουν από διάθεση, οι κειότητα κλπ. ένα κείμενο, ένα δημιουργό, ένα ρεύμα, ενώ οι πανεπιστημιακοί είναι πιο «αντικειμε νικοί» και η μετάφραση είναι κάπως και μέρος της δημιουργικής τους παρουσίας στον ακαδημαϊκό χώρο. Άλλωστε μια καταρχήν παρατήρηση, που θα ανα πτυχθεί περισσότερο στα συμπεράσματα αυτής της εργασίας, αφορά τη μετάφραση της ελληνικής λο γοτεχνίας και τους λόγους της εξάπλωσής της στην Αγγλία και την Αμερική. Λόγοι διαφορετικοί που τα τελευταία χρόνια γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς στις δυο χώρες. Στη Βρετανία, σημαντικό στοιχείο είναι οι κοινές πολιτισμικές αναφορές των δυο χωρών, τα τέσσερα καλοοργανωμένα πανεπι στημιακά τμήματα νέας ελληνικής λογοτεχνίας (Οξφόρδη, Καίμπριτζ, Λονδίνο, Μπέρμινγχαμ) κα θώς επίσης και η σειρά τμημάτων κλασικών σπου δών, τέλος οι κοινότητες λογοτέχνη-μεταφραστή και λογοτέχνη-Αγγλίας. Αντίθετα στην Αμερική, η βιθλιαγορά στηρίζεται πολλές φορές στην ύπαρξη της μεγάλης ελληνοαμερικανικής κοινότητας και κύρια στα νεότερα μέλη της. Οι παλαιότεροι ξόδε ψαν τη ζωή τους δουλεύοντας, αλλά οι νεότεροι έχοντας χρήμα και χρόνο στρέφονται σιγά σιγά στις ρίζες τους. Οι νέοι ψάχνουν στοιχεία από το παρελθόν της καταγωγής τους σαν μέρος της δια δρομής τους στην αμερικανική ήπειρο. Διαφορετι κοί λόγοι, διαφορετικό ακροατήριο, διαφορετική προσέγγιση στο κύριο μέρος. Αυτό δεν αποκλείει
Το περιοδικό Ντεσκάντ <Descant) - Οντάριο, Καναδάς - με εκτενέστατο αφιέρωμα (100 σελ.) στη νεοελληνική λογοτεχνία (1977). Περιλαμβάνει μεγάλες ενότητες νεοελλήνων λογοτε χνών από το 1945 έως τα σήμερα. Προλογίζει η Καίη Τσιτσέλη. Περιοδικό του μικρού λεγόμενον τύπου.
εργασίες προσέγγισης με την αγγλική ταυτότητα, όπως π.χ. οι εργασίες του καθηγητή Εντ. Κήλυ που σπούδασε στην Οξφόρδη, πράγμα που άλλωστε συμβαίνει με τους περισσότερους αμερικανούς κα θηγητές, μιας και νεοελληνικές σπουδές δεν υπάρ χουν ολοκληρωμένες σε ακαδημαϊκό επίπεδο στην Αμερική. Έτσι, οι καθηγητές οι σχετικοί με αυτό το αντικείμενο πρέπει να βγουν από τα 4 αγγλικά πα νεπιστήμια, ήτοι Μπέρμινγχαμ, Λονδίνου, Οξφόρ δης, Καίμπριτζ. (Υπάρχει ένας αξιόλογος αριθμός Ελλήνων που διδάσκουν απλώς νεοελληνικά στα αμερικανικά πανεπιστήμια). Ό λες αυτές οι γενικές διαφορές, που αναφέραμε αρχικά και οι ειδικές που αναφέραμε δευτερευόντως για την Ελλάδα, δείχνουν κάποια πρώτα στοι χεία της διαφοροποίησης του αναγνωστικού κοι νού, της διαφοροποίησης στην προσέγγιση της νεοελληνικής λογοτεχνίας, στη δημιουργία διαφο ρών, συγκλίσεων και αποκλίσεων, στις δυο χώρες, στην ίδια γλώσσα, στις δυο κουλτούρες. Έτσι η εξερεύνηση της δικής μας διαδρομής αποκτά μεγα λύτερο ενδιαφέρον αλλά και δυσκολίες. Τέλος πρέπει σαν τελευταία παρατήρηση να προστεθεί το μέγεθος των δυο αγορών. Η αγγλική αγορά στην ίδια τη Βρετανία-Ιρλάνδία είναι της τάξεως των 60 εκατομμυρίων στην καλύτερη περί πτωση. Αντίθετα η αμερικανική φτάνει από μόνη της στα 300. Τα κέντρα στη Βρετανία είναι συγκε κριμένα και το εκδοτικό κέντρο είναι κύρια το Λον δίνο. Ο χώρος είναι περιορισμένος. Αντίθετα ο αμε ρικανικός χώρος είναι τεράστιος και το κοινό αρκε τά ετερόκλητο. (Όπως και οι λόγοι προσέγγισής του). Τούτος ο τεράστιος χώρος αν και έχει αρκετά κέντρα, εντούτοις, στη δίκιά μας περίπτωση μπο ρούμε κατ’ αρχή να τα προσδιορίσουμε, έστω και κάπως σχηματικά (εκδοτικά), στη Νέα Υόρκη, στο Σαν Φραντσίσκο, και σαν περιοδικές αναφορές στο
10/χρονικα
LABRYS
Περιοδικό Λάβρος (Labrys) - Φρομ και Λονδίνο, Αγγλία. Έκ δοση αφιερωμένη στον Γιώργο Σεφέρη (100 σελίδες) σε επιμέλεια-μετάφραση του Γιάννη Σταθάτον. Μικρός τύπος.
Σικάγο, Ουάσιγκτον, Οχάιο, ίσως και ένα δυο άλλα που διαφεύγουν του γράφοντος. Έτσι η έρευνα και η μελέτη της θα στηριχτούν υποχρεωτικά σ’ αυτές τις σχηματοποιήσεις για να δώσουν κάποια συμπεράσματα, αναφορές κλπ.
V. Η ελληνική λογοτεχνία κι ο αγγλοσαξονικός χώρος Στην παράγραφο αυτή, που είναι περισσότερο μια αποτίμηση και λιγότερο μια προσθήκη στα όσα μέ χρι τα τώρα παραθέσαμε για τον εκδοτικό χώρο, θα αναφερθούν μερικές διαπιστώσεις ώστε να φανεί η συνολική σύνδεση του προβλήματος που διαπραγ ματευτήκαμε μέχρι εδώ με τη μετάφραση της ελλη νικής λογοτεχνίας. Πρώτη παρατήρηση: οι απαρχές της μετάφρασης και οι δυο βιβλιαγορές. Οι πρώτες μεταφράσεις με συστηματικότητα και συγκεκριμένη κατεύθυνση πρέπει να θεωρηθούν αυτές της αγγλικής πλευράς. Κι αυτό γιατί η ύπαρξη από παράδοση Βυζαντινών εδρών στα αγγλικά πανεπιστήμια και η προέκταση
των σπουδών αυτών αργότερα σε τμήματα νεοελ ληνικής λογοτεχνίας των πανεπιστημίων ευνόησαν τις σχέσεις των Άγγλων διανοουμένων με τους Έλληνες. Επίσης στη διάρκεια του πολέμου ήρθαν πιο κοντά κάποιοι εκπρόσωποι των δυο εθνοτήτων και αποτέλεσαν τα πρώτα αφετηριακά σημεία αλληλογνωριμίας. Η αμερικανική αγορά, απ’ την άλλη, είχε μιαν άλλη πορεία η οποία εξαρτήθηκε από άλ λους όρους και που στην εξέλιξη (δεκαετίας 70 και ’80), διαφοροποιείται διαρκώς από την αντίστοιχη αγγλική, παρουσιάζοντας δικό της δυναμισμό και αυτονομία. (Η ανάπτυξη της παραγράφου αυτής περιέχεται στο κεφάλαιο των συμπερασμάτων αυ τής της εργασίας). Παρατήρηση δεύτερη: ενώ το ελληνικό βιβλίο (η μετάφρασή του) είναι σταγόνα στον ωκεανό στην αγγλόφωνη αγορά, και ενώ ουδέποτε από πλευράς ελληνικής πολιτείας δεν έγιναν προσπάθειες για τη συστηματική προώθησή του, η θέση που κατέχει η ελληνική λογοτεχνία είτε στο ακαδημαϊκό πεδίο, εί τε στο επίπεδο της εκδοτικής παρουσίας, είτε στο αναγνωστικό κοινό, είναι αρκετά ικανοποιητική. Ο μέσος ασχολούμενος Άγγλος ή και κάποιοι πιο στενά ασχολούμενοι Αμερικανοί θα έχουν ακούσει κάποιους Έλληνες, θα έχουν διαβάσει κάτι σε κά ποιο βιβλίο ή σε κάποιο αφιέρωμα του περιοδικού τύπου. Θα ξέρουν κάτι για τους πιο γνωστούς κα δημοφιλείς συγγραφείς μας στον αγγλοσαξονικό χώρο, δηλ. τον Καζαντζάκη, τον Καβάφη, τον Σεφέ ρη. Ίσως λιγότερο τους Ρίτσο, Ελύτη. Αντίθετα το επίπεδο φαντάζει σημαντικό εάν γίνει μια σύγκριση με τη γνωριμία συγγραφέων από άλλα κράτη, όπως τα Βαλκανικά κράτη, την Ελβετία, το Μεξικό, την Ινδία, κλπ. Κι όμως τούτη η σύγκριση είναι άνιση για την ελληνική λογοτεχνία, μιας κι ο αγγλόφωνος γε νικά έχει να διασχίσει πολύ δρόμο μέχρι την προ σέγγιση της λογοτεχνίας μας, καθώς και η γλώσσα μας είναι δύσκολη, σ’ αντίθεση με τις λατινογενείς γλώσσες κλπ. Έχει όμως κάπου την κοινότητα συμ βόλων, ιστορικών αναφορών κλπ. που βοηθούν αποφασιστικά την εξοικείωσή του. Η παρουσίαση λοιπόν της νεοελληνικής καταγρα φής θα ακολουθήσει τούτη τη σχηματικά παρουσια σμένη εικόνα του εκδ. χώρου και των ιδιαίτερων προβλημάτων της μετάφρασης, που καταγράφτη καν σε τούτο το πρώτο μέρος αυτής της εργασίας. ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΜΠΑΣΑΝΤΗΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣΙΛΗΣΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ
ΗΑΔΙΑΧΩΡΗΤΗΚΟΙΝΩΝΙΑ
fifty
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ Η ΑΔΙΑΧΩΡΗΤΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΘΗΝΑ .ΠΟΛΥΤΥΠΟ» Δεινοκράτους 131, τηλ. 72.29.237
Ζαν-Πωλ Σαρτρ Ο Σαρτρ πέθανε πριν πέντε χρόνια. Αλλά από το 1945 ώς το θάνατό του εόέσποζε στην πνευματική σκηνή, και όχι μόνο της πατρίδας του, με τη φιλοσοφία του, το λογοτεχνικό του έργο, τα δοκίμιά του, την αρθρογραφία του. Πιο πολύ όμως με τη μόνιμη παρουσία του σ’-όλα τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν εκείνη την εποχή. Μόνιμα στρατευμένος, είχε γίνει μια από τις συνειδήσεις του καιρού μας. Ξεκινώντας από τη φαινομενολογία, αντιμετώπισε σοβαρά το μαρξισμό που στάθηκε και η έμμονη ιδέα της πιο ώριμης σκέψης του. Αυτό το αφιέρωμα δεν περιορίζεται στον «υπαρξιστή» φιλόσοφο, γιατί θέλει κυρίως να προσεγγίσει τον «τελευταίο» Σαρτρ που δεν προσέχτηκε ακόμα όσο έπρεπε. Την επιμέλεια του αφιερώματος είχε ο Πέτρος Παπαδόπουλος Σημείωση: Υπενθυμίζουμε στους αναγνώστες μας ότι στο τεύχος 33 του «Διαβά ζω» έχει δημοσιευθε ' άρθρο της Βίκυ Ταμπάκη για το έργο του Σαρτρ «Οι δρό μοι της Ελευθερίας».
12/αφιερωμα
Πέτρος Παπαδόπουλος
Χρονολόγιο Σαρτρ 1905
(21 Ιουνίου): Γεννιέται στο Παρίσι. Ο πατέρας του είναι αξιω ματικός του Ναυτικού. Η οικογένεια της μητέρας του είναι από τη γερμανοκρατούμενη τότε ακόμα Αλσατία (το γένος Σβάιτσερ).
1906
(17 Σεπτεμβρίου): Πεθαίνει ο πατέρας του από πυρετούς που είχε αρπάξει υπηρετώντας στην Ινδοκίνα.
1908 Γεννιέται η Σιμόν ντε Μπωβουάρ και ο Μωρίς Μερλώ-Ποντύ.
1906-1915
Ως τα δέκα μον χρόνια, ζούσα μόνος ανάμεσα σ’ ένα γέρο και δυο γυναίκες. Γύρω στα 1909, ο μικρό Σαρτρ μαθαίνει να δια βάζει συλλαβίζοντας το Χωρίς Οικογένεια του Έκτορα Μαλό. Μεταξύ πέντε και εφτά χρονών, έντονο άγχος θανάτου: Ζούσα τρομοκρατημένος, ήταν μια αυθεντική νεύρωση. Στα εφτά του περίπου, διαβάζει Κυρία Μποβαρύ, Κορνέιγ, Ραμπελαί, Βολταίρο, Ουγκό, κλπ. Τον εντυπωσιάζει ο κινηματογράφος, συλ λέγει εικονογραφημένα περιοδικά και παθιάζεται για τους Μι χαήλ Στρογγώφ και τον Παρνταγιάν (παιδικό ηρώα). Γύρω στα 1912-1913, αρχίζει να γράφει: αλληλογραφεί με στίχους με τον παππού του, ξαναγράφει σε δωδεκασύλλαβο στίχο τους μύθους του Λαφονταίν, συνθέτει «μυθιστορήματα», μέσα απ’ όσα διαβάζει. Τον Οκτώβριο του 1914 γράφει την «Ιστορία του στρατιώτη Περέν» που απαγάγει τον Κάιζερ και τον προκαλεί σε μονομαχία.
1915 (Οκτώβριος). Εξωτερικός στο λύκειο Ανρί IV. Αφομοιώνεται εύκολα και είναι λαμπρός μαθητής. Ένα χρόνο αργότερα γνω ρίζεται με τον Πωλ Νιζάν.
1917 (26 Απριλίου): Η μητέρα του Σαρτρ ξαναπαντρεύεται με τον Ζοζέφ Μανσύ, μηχανικό και διευθυντή εργοστασίου.
1917-1919 Το ζεύγος Μανσύ πηγαίνει στη Λαροσέλ όπου ο πατριός του διορίστηκε διευθυντής ναυπηγείων. Αν και καλός μαθητής περνά για Παριζιάνος εξεζητημένος και παραμυθάς. Δεν τον
Ακόμα και σήμερα, παραξενεύομαι για τα λίγα που ξέρω γι’ αυτόν. Αγάπησε, ωστόσο, θέλησε να ζήσει, έβλεπε να τον πλησιάζει ο θάνατος· αυτό φτάνει για να ολοκληρωθεί ένας άνθρωπος. Αλλά γι’ αυτόν εδώ τον άνθρωπο, κανένας, στην οικογένειά μου, δε φρόντισε να ξυ πνήσει την περιέργειά μου. Για πολλά χρόνια, μπορούσα να βλέπω, πάνω απ’ το κρεβάτι μου, το πορτρέτο ενός μικρό σωμου αξιωματικού με μάτια αγαθά, μ’ ένα στρογγυλό και φαλακρό κρανίο, με μουστάκες: όταν ξαναπαντρεύτηκε η μη τέρα μου το πορτρέτο εξαφανίστηκε. [...] Είμαι μικροαστός, γιος αξιωματικού του ναυτικού, ορφανός από πατέρα, μ’ έναν παππού γιατρό κι έναν άλλο καθη γητή· μου έδωσαν μια αστική παιδεία όπως την ξεφούρνιζαν μεταξύ 1905 και 1929, τότε που τέλειωσαν επίσημα οι σπουδές μου.
Μέσα στα βιβλία ανιαμωσα την οικουμένη[...]. Είχα βρει τη θρησκεία μου: τί ποτα δεν ήταν τόσο σημαντικό όσο ένα βιβλίο [...]. Χωρίς αδελφό μήτε αδελφή και χωρίς συντρόφους, αυτοί (οι μεγά λοι συγγραφείς) στάθηκαν οι πρώτοι μου φίλοι. Είναι βέβαιο πως η μητέρα μου δεν παν τρεύτηκε το πατριό μου από έρωτα. Άλλωστε δεν ήταν και πολύ αγαπητός. Ήταν ένας ψηλός αδύνατος άντρας με μαύρα μουστάκια... μια πολύ μεγάλη μύτη, με ωραία μάτια, μαύρα μαλλιά. Πρέπει να ήταν σαράντα χρονώ. Το δεύτερο γάμο της μητέρας μου τον ένιωσα σαν προδοσία, έστω κι αν δεν της το είπα ποτέ μου.
αφιερωμα/13 δέχονται εύκολα οι συμμαθητές του και τον ταλαιπωρούν με καψόνια· ο μαθητής Σαρτρ δε μένει με δεμένα τα χέρια. Εκεί γνωρίζει και συναισθηματικές αναποδιές, συνειδητοποιεί την ασχήμια του, κλέβει χρήματα και βιβλία απ’ το σπίτι του για να τα μοιράζει στους συμμαθητές του. Οι πολιτικές συζητήσεις με τον πατριό του είναι ζωηρές και επιπόλαιες. Η εφηβεία εί ναι μια ταλαίπωρη περίοδος για τον Σαρτρ, εξαιτίας κυρίως των ψυχολογικών και πολιτιστικών διαφορών του με τον πα τριό του. Αυτός πιστεύει πως δεν είναι υποχρεωμένος να παί ζει το ρόλο του πατέρα, αλλά να ασκεί, από μακριά, μια καλο προαίρετη εξουσία. Ετοιμάζει τον Σαρτρ ν’ ακολουθήσει τη σταδιοδρομία καθηγητή μαθηματικών ή φυσικής, χωρίς όμως και να θέλει να υποτάξει τις αντιδράσεις που προβάλλει ο πρό γονός του, με αρκετή μάλιστα αυθάδεια.
1918-1919 Στην απονομή των βραβείων της 12ης Ιουλίου 1919, ο Σαρτρ παίρνει, Ιο βραβείο στην έκθεση και στη μετάφραση λατινικού κειμένου, 2ο βραβείο στο λατινικό θέμα καί μαθηματικά, και το βραβείο της μετάφρασης από τα αρχαία ελληνικά.
Στη Λαροσέλ άρχισα ya μαθαίνω τι εί ναι 6ία. Ό λα αυτά τ’ αγόρια είχαν, κα τά κάποιο τρόπο, εσωτερικεύσει τη βία που λυσσομανούσε έξω από μας, τη βία του πολέμου. Ο πατριός μου ήταν δεξιός όπως κι όλος ο κύκλος του, εγώ ήμουν δημοκρά της σαν τον παππού μου... Με τον τρόπο του, ήταν ένας εντάξει άνθρωπος, στο κάτω-κάτω έκανα πάντα ό,τι ήθελα. Σκεφτόμουν συστηματικά το αντίθετο απ’ ό,τι έλεγε και σκεφτόταν, και για να δείξω την αντίθεσή μου απέ ναντι του, αποφάσισα να σπουδάσω φι λοσοφία. Ένιωθα να είναι πολύ αμφι λεγόμενες οι σχέσεις μας, δεν ήμουν κα θόλου ο στοργικός γιος γι’ αυτόν, υπήρ χε ανάμεσά μας μία βασική εχθρότητα [...] αλλά επιφανειακά οι σχέσεις μας ήταν φιλικές. Τον σεβόμουνα [...]. Του αναγνώριζα μια κάποια εξουσία. Αλλά ένιωθα ξένος μέσα στο σπίτι μου.
1919-1920 Στην προτελευταία τάξη είναι ο μόνος ελληνιστής. Αν και τα σχολικά αποτελέσματα είναι ικανοποιητικά, οι γονείς του απο φασίζουν να τον στείλουν την επόμενη χρονιά στο Παρίσι, για να τον απομακρύνουν από τις «κακές επιρροές». Ο Σαρτρ πε ριγράφει τα χρόνια που πέρασε στη Λαροσέλ σαν τα τρία ή τέσσερα χειρότερα χρόνια της ζωής [τον]. Ένας από τους συμ μαθητές του θυμάται: «Ή ταν κάτι συναρπαστικό να τον ακούς, ήξερε να προκαλεί τη συζήτηση και να μη την αφήνει να τελειώνει, για ώρες συνέχεια. Ή ταν φιλόδοξος και είχε ένα πρωτότυπο μυαλό, με μια πληθωρική φαντασία».
Είμαι πεπεισμένος πως μου έκαναν πο λύ καλό. Πολύ έμμεσα αλλά συγκεκριμέ να. Ήταν με λίγα λόγια μια εμπειρία για να γνωρίσω τι σημαίνει πάλη των
1920 Ξαναγυρίζει στο λύκειο Ανρί IV όπου ξαναβρίσκει τον Νιζάν και όπου θα μείνει ώς το 1922. Αρχίζει να λατρεύει βαθιά τη γιαγιά του, παίζει για πολλές ώρες πιάνο, διαβάζει Ντοστογιέφσκι και Τολστόι. Ο Νιζάν, πιο προχωρημένος, του γνωρί ζει τα βιβλία του Ζιραντώ, του Ζιντ, του Βαλερύ Λαρμπώ, του Πωλ Μοράν κλπ. Ανακαλύπτουν μαζί τον Προυστ, τον διαβά ζουν με πάθος και μιλάνε για τους ήρωές του, σα να ήταν αλη θινά πρόσωπα. Αυτή την εποχή, ο Σαρτρ δεν υποφέρει τον Φλωμπέρ. Οι συμμαθητές του τον διορίζουν «Ε.Σ.» («Επίσημο Σάτυρο» για να οργανώνει την ψυχαγωγία και φάρσες). Ή θε λε να γίνει τότε τραγουδιστής τζαζ. Αυτή τη χρονιά ο Σαρτρ και ο Νιζάν είναι αχώριστοι.
1921-
1922
Ετοιμάζει τις απολυτήριες εξετάσεις του. Ο καθηγητής φιλο σοφίας παρατηρεί: Εξαιρετικός μαθητής: γερό ήδη μυαλό, ικα νό να χειρίζεται ένα θέμα, αλλά δεν πρέπει να βασίζεται και τόσο στον εαυτό του.
1922-
1923
Ετοιμάζει τις εισαγωγικές εξετάσεις για την Εκόλ Νορμάλ (Ανωτάτη Σχολή για καθηγητές Λυκείων), μαζί με τον Νιζάν, στο λύκειο Σαιν-Λουί.
Στο λύκειο Α νρί IV όπον ξαναβρίσκει τον Πωλ Νιζάν.
14/αψιερωμα
1923-
1924
Αδιαφορεί κάπως για τα μαθήματα. Αρχίζει να τον ενδιαφέρει η φιλοσοφί^ αφού διάβασε το Δοκίμιο για τα άμεσα δεδομένα της συνείδησης του Μπέρξον. Αυτή την εποχή, όπως αργότερα ο Αυτοδίδακτος της Ναυτίας, σημειώνει συστηματικά σ’ ένα ευρετήριο τις ιδέες του για την Τέχνη, την Ομορφιά, κλπ. Δια βάζει Κόνραντ, Βαλερύ, Λαφόργκ, Σοπενχάουερ, Νίτσε, Χόφμανσταλ. Ένας συμφοιτητής του θυμάται: Δεν είχε τη θλιβερή σοβαρότητα που χαρακτηρίζει τους σπασίκλες [...]. Γοήτευε .τους συμμαθητές του με το χιούμορ του, πέθαινε για καλαμ πούρια και καζούρα. Μπαίνει 7ος στην Εκόλ Νορμάλ.
1924-
Είπα στον εαυτό μου: μα είναι κάτι κα ταπληκτικό η φιλοσοφία, σου μαθαίνει την αλήθεια! [...]. Μπροστά στην αλή θεια που κατεβαίνει απ’ τον ουρανό μέ σα σ’ ένα βιβλίο, είχα πει στον εαυτό μου: πρέπει να κατέβουνε κι άλλες.
1928
Με μερικούς συμμαθητές του σχηματίζουν μια βίαιη ομάδα, ωμή στο λεξιλόγιο και τους τρόπους της· τρομοκρατούν κατά κάποιο τρόπο τη Σχολή και ρίχνουν στους κοσμικούς και κά πως νιτσεϊκούς συμμαθητές τους μπόμπες με νερό, φωνάζοντας: «Τάδε κατουρούσε Ζαρατούστρας!». Γύρω στα 1926 και κυρίως αφού έφυγε ο Νιζάν για το Αντέν, ο Σαρτρ με δυο πολύ στενούς φίλους του βλέπει συχνά την κυρία Μορέλ, μια σαραντάρα, στην οποία θ’ αφιερώσει αργότερα το θεατρικό του έργο Κεκλεισιιένων των Θυρών. Με τον πατριό του, ο οποίος τον θεωρεί «επίσημο εκπρόσωπο του κομμουνιστικού κόμματος», ο Σαρτρ έχει ανιαρές κι ατέλειωτες πολιτικές συζητήσεις. Συμ παθεί το Κομμουνιστικό κόμμα, αλλά οι απόψεις του είναι ατομιστικές και κάπως αναρχικές και ο ίδιος τις χαρακτηρίζει σα μια «αντιπολιτευτική αισθητική». Στην Εκόλ Νορμάλ δου λεύει σκληρά και συστηματικά. Διαβάζει με ιδιαίτερο ενδιαφέ ρον Ντεκάρτ, Σπινόζα και Ρουσσώ, αλλά και Μαρξ (που δεν τον καταλαβαίνει και πολύ), Φρόυντ (ο ντετερμινισμός του τον αποθαρρύνει) και Σταντάλ (που τον βάζει πάνω απ’ όλους). Μεταξύ 1925 και 1926 περνά τα μαθήματα ψυχολογίας, ηθικής ναι κοινωνιολογίας, λογικής και μεταφυσικής, αλλά όχι τα λα τινικά. Γράφει πολύ λίγο: Από το «'Ασμα της συντυχίας» θυ μάται τον πρώτο στίχο: «Φέρνω την πλήξη, φέρνω τη λήθη». Ένα μυθιστόρημα, «Μια ήττα» (Εμπεδοκλής), ένα μυθολογικό δοκίμιο «Ερ ο Αρμένης», και ένα άρθρο με νομικό θέμα που δημοσιεύτηκε το 1927 στη Διεθνή Πανεπιστημιακή Επιθεώρη ση. Με τον Νιζάν συνεργάζεται στη μετάφραση της Γενικής Ψυχοπαθολογίας του Γιάσπερς. Δεν δέχεται να ετοιμαστεί για έφεδρος αξιωματικός.
1925 Γνωρίζεται με την Καμίλλη («Τουλούζ» στα απομνημονεύματα της Μπωβουάρ), πρώτος μεγάλος του έρωτας.
1927 Με την εποπτεία του καθηγητή Ανρί Ντελακρουά παρουσιάζει ένα δίπλωμα ανωτέρων σπουδών: «Η εικόνα στην ψυχολογική ζωή: ρόλος και φύση» (παίρνει άριστα). 24 Νοεμβρίου: Μαζί με το συμφοιτητή του Ραιημόν Αρόν, κουμπάρος στο γάμο του Νιζάν.
1928 Αποτυχαίνει στα γραπτά της υφηγεσίας. Φτάνει 5ος. Ύστερα απ’ αυτή την αποτυχία αναθέτει στους γονείς του να τον παν τρέψουν με μια κοπέλό που είχε γνωρίσει στις διακοπές.
Η Εκόλ Νορμάλ ήταν για μένα από την πρώτη μέρα, η αρχή/της ανεξαρτησίας. Πολλοί μπορούν να πούν, όπως εγώ, πως γνώρισαν τέσσερα χρόνια ευτυχίας. Είχα προσπαθήσει να πρωτοτυπήσω, κι αυτό δεν άρεσε [...]. Αυτό μου έγινε μάθημα για την επόμενη χρονιά: έπρεπε να γράψω κοινοτυπίες με πρωτότυπο Δε την πολυσυμπαθούσα [...]. Ήταν καλή, τα είχε βάλει κάπως με το περι βάλλον της. Είχαμε αρραβωνιαστεί. 'Οταν το έμαθε ο παππούς μου αυτό, εξοργίστηκε: «Ό χι και να παντρευτεί ο εγγονός μου την κόρη ενός μπακάλη!» Δεν μου άρεσε η ατμόσφαιρα του λυ κείου. Θυμάμαι την πρώτη μέρα που εί χα φτάσει εκεί, ήμουνα στο γραφείο του λυκειάρχη, υπήρχε μια ηλιαχτίδα που έμπαινε από το παράθυρο, ολόισια και χρύσωνε το πάτωμα· κοίταζα αυτή την ηλιαχτίδα κι έλεγα μέσα μου: «Είμαι κα θηγητής» κι αυτό μου ήταν πολύ δυσά ρεστο. Κι ο λόγος ήταν ακριβώς πως υπήρχε ένας τομέας πειθαρχίας, ιεραρ χίας, τάξης, που θεωρούσαν οι άλλοι σαν αναπόσπαστο τμήμα της διδασκα λίας και που δεν μπορούσα εγώ να υπο-
αφιερωμα/15
1929 Σε μια έρευνα για τους «φοιτητές σήμερα» ο Σαρτρ απαντά: «.Είμαστε mo δυστυχισμένοι, αλλά πιο συμπαθητικοί (για να θυμηθούμε την πρώτη φράση του Νιζάν στο βιβλίο του «Αντέν-Αραβία» (1932): Ήμουνα είκοσι χρονώ. Δεν θα επιτρέψω σε καν έναν να πει πως είναι η πιο όμορφη ηλικία της ζωής.) (Ιούλιος). Γνωρίζεται με τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ, για να τη βοηθήσει να περάσει τα προφορικά της υφηγεσίας. Ο Σαρτρ και η Μπωβουάρ περνάν στις εισαγωγικές της υφηγεσίας, εκεί νος πρώτος, εκείνη δεύτερη, με θέμα στα γραπτά: «Ελευθερία και συντυχία». «'Οταν χωρίσαμε στις αρχές Αυγούστου, γρά φει η Μπωβουάρ, ήξερα πως ποτέ πια δεν θα έβγαινε από τη ζωή μου... Μεταξύ μας, πρόκειται για έναν αναγκαίο έρωτααρμόζει να γνωρίζουμε κι έρωτες τυχαίους. Ο Σαρτρ βάζει υποψήφιότητα για μια θέση λέκτορα στην Ιαπωνία, χωρίς απο τέλεσμα όμως. (Νοέμβριος). Αρχίζει μια δεκαοκτάμηνη στρα τιωτική θητεία στη μετεωρολογική υπηρεσία, έχοντας για εκ παιδευτή τον Ραιημόν Αρόν. Απολύεται στις 28 Φεβρουάριου 1931 με πιστοποιητικό καλής διαγωγής. Τον καιρό της θητείας του γράφει πάρα πολύ: ποιήματα, ένα κεφάλαιο μυθιστορήμα τος, το Θρύλο της αλήθειας και δυο θεατρικά έργα: τον Επιμη θέα και Θα έχω μια όμορφη κηδεία.
1930 Πεθαίνει η γιαγιά του Λουίζα Σβάιτσερ και του αφήνει για κληρονομιά 100.000 φράγκα περίπου. Ευκαιρία για να ταξιδέ ψει ο Σαρτρ και να τα ξοδέψει σε δυο τρία χρόνια μέσα.
1931
Διορίζεται καθηγητής φιλοσοφίας στο λύκειο της Χάβρης. Η Μπωβουάρ διορίζεται στη Μασσαλία. (Ιούνιος). Ο Νιζάν φροντίζει να δημοσιευτεί ο Θρύλος της αλήθειας και τον πα ρουσιάζει σα «νέο φιλόσοφο που ετοιμάζει έναν τόμο κατα στρεπτικής φιλοσοφίας». (12 Ιουλίου). Στην απονομή των βρα βείων μιλά για τον κινηματογράφο. Η Μπωβουάρ γράφει: Υπήρχε ένα εκφραστικό μέσο που ο Σαρτρ τοποθετούσε εξίσου ψηλά σχεδόν με τη λογοτεχνία: ο κινηματογράφος. (Καλοκαί ρι). Ταξίδι στην Ισπανία με την Μπωβουάρ. (Φθινόπωρο). Αρ χίζει ένα προσχέδιο, για τη «συντυχία» που αφού τροποποιη θεί σημαντικά, θα καταλήξει στη Ναυτία. (Φτάνοντας στη Χάβρη, έχοντας πίσω μου κάτι μικρά γραφτά, έλεγα μέσα μου: Τώρα είναι η στιγμή ν’ αρχίσω να γράφω. Κι εκεί πράγματι άρχισα να γράφω, αλλά αυτό πήρε πολύ καιρό).
1931-1932 Δίνει διαλέξεις για τους Γερμανούς φιλόσοφους και για θέμα τα λογοτεχνίας (Τζόυς).
1932
Βιβλία που τον σημαδεύουν: Ταξίδι στην άκρη της νύχτας, του Σελίν (ο Σαρτρ διδάχτηκε πολλά), τα Τετράδια του Μάλτε Λάουριτς Μπρίγκε, του Ρίλκε, ο 43ος παράλληλος, του Ντος Πάσσος. Σιμόν ντε Μπωβουάρ: Ακόμα κι εκείνη τη χρονιά πο λύ λίγο μας ενδιέφερε τι γινόταν στον κόσμο [...). Στις εκλογές του Μάη, [οι κομμουνιστές] έχασαν τριακόσιες χιλιάδες ψή φους- ο Σαρτρ δεν είχε ψηφίσει: τίποτα δεν μπορούσε να μας απομακρύνει από την απολιτική μας επιλογή. Ο Σαρτρ και η
Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Ζαν-Πωλ Σαρτρ.
16/αφιερωμα Μπωβουάρ παθιάζονται για τα μικρογεγονότα των εφημερί δων. Ενδιαφέρονται για την ψυχανάλυση, αλλά προτιμούν τον Άντλερ από τον Φρόυντ γιατί έδινε λιγότερη σημασία στη σε ξουαλικότητα.
1933 Ο Σαρτρ ανακαλύπτει τη φαινομενολογία από τον Αρόν και τον διαδέχεται άλλωστε σαν υπότροφος στο Γαλλικό Ινστιτού το του Βερολίνου. Εκεί μελετά τον Χούσσερλ, συνεχίζει να γράφει τη Ναυτία. Παρακολουθεί από κοντά την άνοδο του ναζισμού, αλλά όπως και οι άλλοι συνάδελφοι, είναι πεπεισμέ νος πως σύντομα θα καταρρεύσει. Στην αρχή της χρονιάς δια βάζει Χεμινγουέη. Λέει η Μπωβουάρ: Το παράδοξο είναι πως ιιας τραβούσε η Αμερική που την καταδικάζαμε σαν καθεστώς, και η ΕΣΣΔ, όπου ξετυλιγόταν ένα πείραμα που θαυμάζαμε, μας άφηνε ψυχρούς.
1934 Στο Βερολίνο, τελειώνει μια δεύτερη μορφή της Ναυτίας και γράφει την Υπερβατικότητα του Εγώ. Διαβάζει Φώκνερ και Κάφκα, ταξιδεύει στη Γερμανία και την κεντρική Ευρώπη μαζί με την Μπωβουάρ. (Οκτώβριος). Ξαναβρίσκει τη θέση του στο λύκειο της Χάβρης. Γνωρίζεται με την Ό λγα Κοζάκιεβιτς, πα λιά μαθήτρια της Μπωβουάρ, και αρχίζει μια μελέτη για τη φαντασία.
Ραιημόν Αρόν (σκίτσο Jacky Redon).
1934-1936 Ένας παλιός μαθητής του τον θυμάται: Ήταν τρομερά καλός, απλός, καταπληκτικά αστείος. Έπαιρνε πολλά πράγματα στα σοβαρά, αλλά δεν έπαιρνε στα σοβαρά ούτε το καθηγητιλίκι ούτε εμάς σα μαθητές. Είχαμε μαζί του σχέσεις που δεν είχαμε γνωρίσει με άλλους μεγάλους. Απότομα, ένας δάσκαλος δη μιουργούσε μια ανθρώπινη σχέση που δεν έμοιαζε ούτε στην οικογένεια ούτε σ’ όποιαν άλλη εξουσιαστική κατάσταση, μια σχέση απογυμνωμένη από τους συνηθισμένους φραγμούς. (Φε βρουάριος 1935). Στις έρευνες του για την αντίληψη, ο Σαρτρ κάνει ενέσεις μεσκαλίνης· πέφτει για έξι μήνες σε μια κατάστα ση όλο παραισθήσεις.
1936 Δημοσιεύεται το πρώτο του έργο, η Φαντασία (μέρος έργου που θα είχε για τίτλο «η Εικόνα» ή «οι φανταστικοί κόσμοι»), Ο Σαρτρ και η Μπωβουάρ ενσωματώνουν στη συμβίωσή τους την Ό λγα Κοζάκιεβιτς. Η αποτυχία αυτού του «τρίο» θα εμπνεύσει στην Μπωβουάρ το μυθιστόρημά της η «Καλεσμένη». Ο Σαρτρ καταθέτει στον εκδότη Γκαλιμάρ το χειρόγραφο της «Μελαγχολίας» (πρώτος τίτλος της Ναυτίας). Δεν γίνεται δε κτό. Κάτι με πείραξε: είχα βάλει όλο τον εαυτό μου μέσα σ’ αυτό το βιβλίο και το είχα δουλέψει πολύ καιρό· όταν το απορρίψανε ήταν σα να απορρίπτανε εμένα τον ίδιο, ήταν σα να αποκλείανε την εμπειρία μου. Δεν ψηφίζει στις εκλογές αλ λά ζει με ενθουσιασμό τη νίκη του Λαϊκού Μετώπου. (Ιού λιος). Αρχίζει ο πόλεμος στην Ισπανία που για δυόμιση χρόνια κυριάρχησε στη ζωή μας (Μπωβουάρ). (Καλοκαίρι). Ταξίδι στην Ιταλία. (Οκτώβριος). Ο Σαρτρ διορίζεται στη Λαν και η Μπωβουάρ στο Παρίσι. Στη Α αν είχα για μαθητές γιους πλού σιων αγροτών για τους οποίους μια δεκάρα είναι μια δεκάρα, ένα τραπέζι ένα τραπέζι, ένας ταύοοσ rvnr ταύοος.
Η μεσκαλίνη δεν ήταν φυσικά παρά μια περιστασιακή αιτία. Το βαθύτερο νόημα των νευρωτικών ταραχών που γνώρισα εκείνη τη χρονιά, ήταν, πιστεύω, η δυ σκολία που ένιωθα να δεχτώ τη μετάβα σή μου στην ενηλικίωση- ήταν κάτι σα μια κρίση ταυτότητας.
αφιερωμα/17
1937 Η Μελαγχολία γίνεται τελικά δεκτή, μόνο που ο εκδότης του ζητά να αφαιρέσει μερικά τολμηρά κομμάτια και να γίνει ο τίτλος «Ναυτία». (Ιούλιος): Δημοσιεύεται το διήγημα Ο Τοίχος. Ο Ζίντ γράφει στο διευθυντή του περιοδικού: Όσο για το διή γημα τον Σαρτρ, το θεωρώ αριστούργημα. Πάει καιρός που δεν διάβασα κάτι που να μ ’ ευχαρίστησε σε τέτοιο βαθμό. Ποιος είναι λοιπόν αυτός ο νέος Ζαν-Πωλ; Μου φαίνεται πως μπορούμε να περιμένουμε πολλά απ’ αυτόν. Ύστερα από διακοπές στην Ελλάδα, ο Σαρτρ διορίζεται καθη γητής στο Λύκειο Παστέρ στα προάστια του Παρισιού. Γνωρί ζεται με τη Βάντα Κοζάκιεβιτς, την αδελφή της Όλγας που αργότερα θα παίξει στα περισσότερα έργα του Σαρτρ με το ψευδώνυμο Μαρία-Ολιβιέ.
1938 Τον Απρίλιο κυκλοφορεί η Ναυτία. Οι κριτικές είναι πολύ επαινετικές και λίγο έλειψε να πάρει ένα από τα μεγάλα λογο τεχνικά βραβεία. Γράφει άρθρα για τους Ντος Πάσσος, Φώκνερ, Νιζάν. Γράφει 400 σελίδες για ένα πόνημα φαινομενολο γικής ψυχολογίας η Ψυχή. Ένα απόσπασμα θ’ αποτελέσει τη Σκιαγραφία μιας θεωρίας των συγκινήσεων. (Ιούλιος). Τελειώνει την Παιδική ηλικία ενός αρχηγού και σχε διάζει ένα μυθιστόρημα σε δυο μέρη, τον Εωσφόρο που θα γί νει Οι Δρόμοι της ελευθερίας. Διακοπές στο Μαρόκο.
1939 Στις αρχές του φθινόπωρου, αρχίζει την «Ηλικία της λογικής». Η συλλογή ο Τοίχος κυκλοφορεί τον Φεβρουάριο και τον Δε κέμβριο το Σχεδιάγραμμα μιας θεωρίας των συγκινήσεων. Ά ρ θρα για τον Χούσσερλ, τον Μωριάκ κλπ. Αρχίζει να συχνάζει στο καφενείο Λεφλόρ, στη συνοικία Σαιν Ζερμαίν ντε Πρε. (Μάιος). Παρακολουθεί τη διεθνή αντιφασιστική συνδιάσκε ψη. Γνωρίζεται με τον Ιλία Έρεμπουργκ. Μπορούμε να εφαρ μόσουμε στον Σαρτρ, όσα γράφει η Μπωβουάρ για τον εαυτό της: Η άνοιξη του 1939 αποτελεί μια τομή για τη ζωή μου. Απαρνήθηκα τον ατομικισμό μου, τον αντιουμανισμό μου... Δι δάχτηκα την αλληλεγγύη [...]. Το 1939, η ζωή μου έγειρε ριζι κά: η ιστορία με άδραξε κι από τότε δε με παράτησε. (2 Σεπτεμβρίου). Ο Σαρτρ επιστρατεύεται. Φεύγω με την πε ποίθηση πως ο πόλεμος δε θα κρατήσει πολύ. Σ’ όλη αυτή την περίοδο του «αλλόκοτου πολέμου» ο Σαρτρ εργάζεται εντατικά: συνεχίζει το μυθιστόρημά του, γεμίζει μια σειρά τετράδια με σημειώσεις για μια «ηθική» και συγκεντρώ νει φιλοσοφικούς στοχασμούς που θα καταλήξουν στο Είναι και το Μ ηδέν διαβάζει Κίρκεγκωρ, Χέγκελ και Χάιντεγκερ.
1940
Σκέφτεται να καθυστερήσει την έκδοση του Φαντασιακού, για να ετοιμάσει μια διατριβή, Ένιωθα τον πειρασμό για μια πανε πιστημιακή σταδιοδρομία [...]. (10 Μαΐου). Αρχίζει η γερμανική επίθεση. Στις 23 σκοτώνεται στο μέτωπο ο φίλος του Νιζάν (μέλος του Γαλλικού Κομμουνι στικού κόμματος από το 1927· δεν είχε συμφωνήσει με το γερμανο-σοβιετικό σύμφωνο, οπότε και διαγράφτηκε).
(6 Ιανουαρίου): Γράφει στην ΜπωΑπό τότε που τσάκισα το σύμπλεγμά μου κατωτερότητας απέναντι στην άκρα αριστερά, αισθάνομαι να σκέφτομαι ελεύθερα, όσο ποτέ άλλοτε. Το ίδιο κι απέναντι στους φαινομενολόγους. Νομί ζω πως πήρα το μονοπάτι [...] για ν’ ανακαλύψω τον εαυτό μου. (15 Ιανουαρίου): (Η φιλοσοφία) έχει σα ρόλο στη ζωή μου να με προστατεύει από τις μελαγχολίες, ακεφιές και στενα χώριες του πολέμου, κι έπειτα, αυτή τη στιγμή δεν δοκιμάζω να προστατέψω τη ζωή μου εκ των υστέρων με τη φιλοσο φία, κάτι βρωμερό, ούτε να συμμορφώ σω τη ζωή μου με τη φιλοσοφία μου/κάτι σχολαστικό, αλλά πράγματι ζωή και φιλοσοφία αξεχώριστες πια. (Φεβρουάριος). Γράφει στον Μπρις Παραίν: Όσο για την πολιτική, να μη φο βάσαι, θα τραβήξω μόνος σ’ αυτό το κα κό, δεν θ’ ακολουθήσω κανένα, κι όσοι θα θελήσουν να μ’ ακολουθήσουν, θα μ’ ακολουθήσουν. Αλλά αυτό που χρειάζε ται να γίνει πριν απ’ όλα, είναι να εμπο δίσουμε τους νέους που μπήκαν σ’ αυτό τον πόλεμο, στην ηλικία που μπήκες κι εσύ στον άλλο, να βγούνε απ’ εκεί μέσα με δυστυχισμένες συνειδήσεις. (27 Μαΐου): Ο Σαρτρ στην Μπωβουάρ: Αυτό το μυθιστόρημα (Η Ηλικία της Λογικής) μέσα από τόσες αλλαγές, την ειρήνη, τον «αλλόκοτο πόλεμο» και τον πραγματικό πόλεμο, οδεύει ήρεμα προς το τέλος του. Υπάρχουν στιγμές που με κάνει [...] μανιακό κι επίμονο για να το γράψω, όταν οι τύποι τα τινάζουν σα μύγες στο Βορρά, κι όταν η μοίρα όλης
18/αφιερωμα (21 Ιουνίου). Χωρίς να έχει πολεμήσει, ο Σαρτρ αιχμαλωτίζε ται στη Λορένη, στα 35 του ακριβώς χρόνια. Τον στέλνουν στο ιατρείο κι εκεί σχετίζεται με πολλούς παπάδες (στους οποίους εξηγεί τον Χάιντεγκερ). Του αναθέτουν να γράψει και να σκη νοθετήσει ένα χριστουγεννιάτικο μυστήριο (Μπαριούα ή ο Γιος της Βροντής), όπου παίζει ο ίδιος το ρόλο του μάγου-βασιλιά Βαλτάζαρ.
της Ευρώπης όιακυβεύεται, αλλά τι μπορώ να κάνω; Κι έπειτα αυτή είναι η μοίρα μου, η στενή ατομική μου μοίρα και κανένα συλλογικό σκιάχτρο δεν πρέπει να με κάνει ν’ απαρνηθώ τη μοί-
1941 Στα μέσα Μαρτίου καταφέρνει να δραπετεύσει μ’ ένα ψεύτικο ιατρικό πιστοποιητικό. (Απρίλιος). Ξαναβρίσκει τη θέση του στο λύκειο Παστέρ. Ιδρύει μαζί με τον Μερλώ-Ποντύ και άλλους μια αντιστασιακή ομάδα διανοουμένων: «Σοσιαλισμός και Ελευθερία». Συντάσ σει ένα ιδρυτικό σχέδιο κι ένα σχέδιο μεταρρύθμισης του Πα νεπιστημίου. Τα αποτελέσματα είναι μικρά και η ομάδα δια λύεται τον Οκτώβριο. Οι κομμουνιστές διαδίδουν πως είναι προβοκάτορας και τον γράφουν σε μια μαύρη λίστα. (Φθινόπωρο). Αρχίζει να γράφει τις Μύγες. Τελειώνει την Ηλικία της Λογικής και αρχίζει το Είναι και το Μηδέν.
Για την περίοδο αιχμαλωσίας, ο Σαρτρ λέει: Ξαναβρήκα στο στρατόπεδο μια μορφή ομαδικής ζωής που δεν ξαναγνώρισα μετά την Εκόλ Νορμάλ και μπορώ να πω πως γενικά ήμουν ευτυχισμένος. [... ] Δεν είχα τόσο όρεξη να δραπετεύσω αλλά έλεγα μέσα μου: πρέπει, για να εί σαι μέσα στα πράγματα. Αυτό που μ’ άρεσε στο στρατόπεδο είναι η αίσθηση πως ανήκα σε μια μάζα. Μια επαφή χω ρίς κενά, μέρα νύχτα, όπου μιλούσε ο ένας στον άλλο απευθείας και χωρίς κα μιά διάκριση. Αυτό μου έμαθε πολλά.
1942 Εργάζεται εντατικά (κυρίως στο καφενείο Λεφλόρ όπου υπήρ χε θέρμανση)· τελειώνει τις Μύγες και το Είναι και το Μηδέν (τον Οκτώβριο).
1943 Προσχωρεί στο Εθνικό Συμβούλιο Συγγραφέων και συνεργά ζεται στα παράνομα Γαλλικά Γράμματα. (2 Ιουνίου). Πρωτοπαίζονται οι Μύγες με σκηνοθεσία του Σαρλ Ντυλέν. Γνωρίζεται με τον Αλμπέρ Καμύ. Μέσα σε λίγες μέρες γράφει το Κεκλεισμένων των Θυρών.
1944 (Μάιος). Γνωρίζεται με τον Ζαν Ζενέ. (Αύγουστος). Ο Σαρτρ συμμετέχει στην ομάδα που απελευθε ρώνει το Εθνικό Θέατρο. Ζητά από το Πανεπιστήμιο άδεια αορίστου διάρκειας.
1945 Όπω ς και ο Καμύ, ο Σαρτρ αρνείται το παράσημο της Λεγεώ νας της Τιμής. (12 Ιανουάριου). Ειδικός απεσταλμένος των εφημερίδων Κομπά και Φιγκαρό στις Ηνωμένες Πολιτείες. (21 Ιανουάριου) πεθαίνει ο πατριός του Ζοσέφ Μανσύ. (Φθινόπωρο) ο υπαρξισμός γίνεται της μόδας. Κυκλοφορούν οι δυο πρώτοι τόμοι των Δρόμων της ελευθερίας και το πρώτο τεύχος (15 Οκτωβρίου) του περιοδικού Μοντέρνοι Καιροί. Ο Σαρτρ δίνει την περίφημη διάλεξή του «Ο υπαρξισμός είναι ένας ουμανισμός;». Το πήραμε απόφαση να επωμιστούμε το επίθετο (υπαρξιστές) που χρησιμοποιούσε όλος ο κόσμος για λογαριασμό μας. Ο Σαρτρ δέχεται με αρκετή δυσφορία όλο αυτό το θόρυβο. (12 Δεκεμβρίου). Για να ξαναδεί τη Ντολόρες Β. που είχε γνω ρίσει στο πρώτο του ταξίδι, ο Σαρτρ ξαναφεύγει για την Αμε ρική, όπου δίνει διαλέξεις και όπου παραμένει ώς τον Μάρτιο του 1946.
Δεν είναι ευχάριστο να σου φέρονται, όσο ζεις, σα να ήσουν ένα δημόσιο μνη μείο... Όταν σε διαβάζουν εκατοντάδες χιλιάδες αναγνώστες που δεν είχες στο νου σου καθόλου όταν έγραφες το βι βλίο, τότε γίνεσαι κάτι ολωσδιόλου άλ λο που πρέπει να υπολογίζεις. Μετά το 1945 είμαι διπλός, μ’ αυτή την έννοια. Υπάρχει αυτό το πρόσωπο, αυτός ο Άλλος που κουβαλάς όλη την ώρα μαζί
αφιερωμα/19
1946 Κυκλοφορεί ο Υπαρξισμός είναι ένας σαμανισμός· (το μόνο έρ γο του που ώς ένα σημείο θα απαρνηθεί). Άταφοι νεκροί, η Ευσεβής πόρνη, Σκέψεις για το ιουδαϊκό πρόβλημα. (Ιούνιος). Πρώτη διάσπαση στη συντακτική επιτροπή των Μοντέρνων Καιρών με την αποχώρηση του Ραιημόν Αρόν. Στο τεύχος του Ιουλίου, ο Σαρτρ δημοσιεύει το άρθρο «Υλισμός και Επανάσταση»: οι σχέσεις του με τους κομμουνιστές σε έν ταση. Ο Σαρτρ πάει να μείνει με τη μητέρα του, στο 42 της οδού Βοναπάρτου, στη συνοικία του Σαιν Ζερμαίν ντε Πρε, «καρδιά» του υπαρξισμού.
Αυτό ήταν για μένα μια μεγάλη θυσία. Ώ ς τότε ζούσα στο ξενοδοχείο, έγραφα στο καφενείο, έτρωγα στο εστιατόριο, κι ήταν κάτι πολύ σημαντικό για μένα, που δεν είχα τίποτα δικό μου. Ήταν ένας τρόπος προσωπικής σωτηρίας.
1947 (Φεβρουάριος). Αρχίζει να δημοσιεύεται στους Μοντέρνους Καιρούς η μελέτη του Τι είναι η λογοτεχνία; - Η πολιτική του σταλινικού κομμουνισμού είναι ασυμβίβαστη με την έντιμη άσκηση της λογοτεχνικής εργασίας. Απαντά σε επιθέσεις της Πράβντα. (Απρίλιος-Ιούνιος). Υπερασπίζεται τον Νιζάν που συκοφαν τούν οι κομμουνιστές.
1948 Ιδρύει μαζί με άλλους τον «Επαναστατικό Δημοκρατικό Συνα γερμό», σαν μια προσπάθεια μεσολάβησης μεταξύ ΕΣΣΔ και ΗΠΑ. (2 Απριλίου). Πρωτοπαίζονται τα Βρώμικα Χέρια. Μεγάλη επιτυχία αλλά και εχθρική στάση των κομμουνιστών. Η Ουμανιτέ γράφει: Ερμητικός φιλόσοφος, εμετικός συγγραφέας, δρα ματουργός των σκανδάλων, δημαγωγός τρίτης σειράς, αυτοί εί ναι οι σταθμοί της σταδιοδρομίας του κ. Σαρτρ. (Αύγουστος). Στο συνέδριο του Βερολίνου, ο Φαντέγιεφ τον χαρακτηρίζει σαν «ύαινα με στυλογράφο». (30 Οκτωβρίου). Το Βατικανό με διάταγμά του απαγορεύει όλο το έργο του Σαρτρ.
1949 Κυκλοφορεί ο τρίτος τόμος των Δρόμων της ελευθερίας («Με το θάνατο στην ψυχή»)· (Φθινόπωρο). Δημοσιεύεται στο περιοδικό του ένα μέρος από τον τέταρτο τόμο («Περίεργη φιλία»). Εγκαταλείπει την «Ηθι κή» κι αρχίζει έναν πρόλογο για τα έργα του Ζενέ (580 περίπου σελίδες).
1950 Γράφει διάφορους προλόγους. Σχεδόν καμιά πολιτική δραστη ριότητα. Μελετά ιστορία και οικονομία, ξαναδιαβάζει Μαρξ. (Ιανουάριος). Διαμαρτύρεται μαζί με τον Μερλώ-Ποντύ για τα σοβιετικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. (Μάιος). Δεν υπογράφει την έκκληση της Στοκχόλμης. Αργό τερα θα πει: Δεν είχα δίκιο. (Ιούνιος). Αρχίζει ο πόλεμος της Κορέας. Σοβαρές διαφωνίες με τον Μερλώ-Ποντύ. Πολιτικά, ο Σαρτρ κολυμπά μέσα στην αβεβαιότητα αλλά αντίθετα από τον Καμύ, δεν πιστεύει καθό λου σε μια ρωσική κατοχή και δεν αντιμετωπίζει να γίνει εμιγκρές.
Ο Σαρτρ μετά τον πόλεμο, στο διαμέρι σμα της μητέρας του, στο Σαιν Ζερμαίν
20/αφιερωμα
1951 Γράφει τον Αιάβολο και το Θεούλη, θέλοντας να λύσει την αν τίφαση ανάμεσα στο διανοούμενο και τον άνθρωπο της δρά σης.
1952 Κυκλοφορεί ο Ά γιος Ζενέ, θεατρίνος και μάρτυρας. (Ιανουάριος). Πρώτη προσέγγιση με το Κομμουνιστικό Κόμμα: ζητά από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να δώσει χάρη στον Ανρί Μαρτέν που δε δέχτηκε να πολεμήσει στην Ινδοκίνα. (Αρχές Ιουνίου). Μετά τη σύλληψη του κομμουνιστή ηγέτη Ζαν Ντυκλό κι αφού διάβασε το Πραξικόπημα της 2 τον Δεκέμβρη (1851) του Ανρί Γκυγμέν (όπου είδε στα διάφορα ντοκουμέντα του ιστορικού τι σκατά μπορεί να κλείνει μέσα της μια καρδιά αστού), ο Σαρτρ αρχίζει να γράφει το Κομμουνιστές και η Ειρήνη. (Αύγουστος). Διαμάχη και ρήξη με τον Καμύ μέσα από τις σε λίδες των Μοντέρνων Καιρών [ο Σαρτρ βλέπει αναγκαία τη συ νεργασία με τους Γάλλους κομμουνιστές για την υπεράσπιση της ειρήνης, ενώ ο Καμύ επιμένει στον αντισοβιετισμό του]. Στα τέσσερα επόμενα χρόνια η πολιτική θα κατακλύσει την ζωή του Σαρτρ. Είχα διαβάσει τα πάντα· έπρεπε να ξαναδια βάσω τα πάντα· δεν είχα παρά έναν, αλλά επαρκή, μίτο της Αριάδνης: την ανεξάντλητη και δύσκολη εμπειρία της πάλης των τάξεων. (19 Νοεμβρίου). Απαγορεύει να παιχτούν τα Βρώμικα Χέρια στη Βιέννη. (12 Δεκεμβρίου)., Εντυπωσιακή επέμβαση στο Συνέδριο των λαών για την Ειρήνη, στη Βιέννη. Συναντά τον Χάιντεγκερ στο Φράιμπουργκ του Μπρισγκάου.
(...) η ματιά μου μεταμορφώθηκε: ένας αντικομμουνιστής είναι ένα σκυλί, δεν μου το βγάζετε από το μυαλό [...]. Για να χρησιμοποιήσω τη γλώσσα της εκ κλησίας, ήταν μια αλλαγή θρησκείας ].··)· Στο όνομα των αρχών που με είχε διαποτίσει, στο όνομα του ουμανισμού της και της κλασικής παιδείας της, στο όνομα της ελευθερίας, της ισότητας και αδελφότητας, έταζα να μισώ την αστική τάζη ώς το τέλος της ζωής μου. Οι αδυναμίες τού Κομμουνιστές και η Ειρήνη προέρχονται από το γεγονός ότι τελικά δεν μπορώ να πάρω μια πολιτική θέση χωρίς να θεωρητικοποιώ (...) Δεν ήμουν ακόμα ενήμερος σχετικά με τη διαλεκτική (1973).
1953 Κυκλοφορεί η Υπόθεση Α νρί Μαρτέν. - Ήταν η διάλυση των σχέσεων ενός αστού με την τάξη του. Σχεδιάζει να γράψει μια αυτοβιογραφία: Χρειάστηκε να περά σει καιρός για να δώσω σημασία στην παιδική μου ηλικία.
1954 (Φεβρουάριος). Παίρνει μέρος σε μια συνάντηση συγγραφέων από την Ανατολική και τη Δυτική Ευ.ρώπη. (Βέλγιο). Εκεί συ ναντά τον Μπρεχτ. (24-25 Μαίου). Πρώτο ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση. Τον Δε κέμβριο ονομάζεται αντιπρόεδρος του Συνδέσμου ΓαλλίαςΕΣΣΔ.
1955 Το θεατρικό του έργο Νεκράσωφ αντιμετωπίζει αντικομμουνιστικές αντιδράσεις και δεν έχει μεγάλη επιτυχία. (26 Ιουνίου). Επέμβαση στο Συνέδριο του Κινήματος της Ειρή νης στο Ελσίνκι, όπου συναντά τον Λούκατς: Δυο φιλόσοφοι που συζητούν μεταξύ τους δεν δίνουν σχεδόν ποτέ τον καλύτε ρο εαυτό τους [...] Στη φιλοσοφία κυρίως, οι συζητήσεις είναι άγονες: πρέπει να γράφουμε. (Ιούνιος). Στις Περιπέτειες της διαλεκτικής, ο Μερλώ-Ποντύ προσάπτει στον Σαρτρ τον «ουλτραμπολσεβικισμό» του. (Σεπτέμβριος-Νοέμβριος). Ταξίδι στην Κίνα.
Μωρίς Μερλώ-Ποντν.
αφιερωμα/21
1956 Στις εκλογές ψηφίζει για τον κομμουνιστή υποψήφιο της εκλο γικής του περιφέρειας. Δραστηριοποιείται εναντίον του πολέ μου των Γάλλων στην Αλγερία. Η Μπωβουάρ γράφει: μας κα τηγορούσαν, πως υπονομεύαμε το ηθικό του έθνους.(Ιούλιος). Γνωρίζεται με την Αρλέτα Ελκαΐμ που θα υιοθετήσει το 1965. (Νοέμβριος). Αντίθετος στην επέμβαση του Σουέζ από τους αγγλο-γάλλους. Καταδικάζει τη σοβιετική επέμβαση στην Ουγ γαρία και διακόπτει τις σχέσεις του με το Κομμουνιστικό Κόμ-
1957 Ταξίδι στην Πολωνία όπου πρωτοπαίζονται οι Μύγες. Δημο σιεύει σ’ ένα πολωνικό περιοδικό τη μελέτη «Υπαρξισμός και μαρξισμός» που θα γίνει το Μεθοδολογικό πρόβλημα. Αρχίζει την Κριτική του διαλεκτικού λόγου. Καταδικάζει συνεχώς τα βασανιστήρια και τον πόλεμο στην Αλγερία.
1958 Συνεχίζει με μανία την Κριτική: Για ώρες συνέχεια βυθιζόταν από σελίδα σε σελίδα χωρίς να τις ξαναδιαβάζει, σα να τον αγκίστρωναν ιδέες που η πένα του, όσο και να κάλπαζε, δεν κατάφερνε ν’ αόράξει. (Μπωβουάρ). (27 Απριλίου). Οι Μαλρώ, Μωριάκ, Μαρτέν ντυ Γκαρ, Σαρτρ, ζητάν επίσημα από το κράτος να «καταδικάσει απερίφραστα τη χρήση βασανιστηρίων» στην Αλγερία. (Άνοιξη). Δέχεται να γράψει για τον Τζων Χιούστον ένα σε νάριο πάνω στη ζωή του Φρόυντ. (Μάιος-Ιούνιος). Καταδικάζει την άνοδο στην εξουσία του Ντε Γκωλ. (Οκτώβριος). Η υγεία του αρχίζει να κλονίζεται από την κατά χρηση φαρμάκων που παίρνει για να γράφει πέρα από τις δυ νάμεις του.
1959 (24 Σεπτεμβρίου). Πρωτοπαίζονται οι Έγκλειστοι της Αλτόνα.
1960
(Μάιος). Κυκλοφορεί η Κριτική του διαλεκτικού λόγου και ο πρόλογος στο βιβλίο του Νιζάν Αντέν-Αραβία (ένας ύμνος στον παλιό του φίλο και τον κατασυκοφαντημένο άνθρωπο). (22 Φεβρουάριου - 20 Μαρτίου). Ταξίδι στην Κούβα. Φιλία με τον Κάστρο.
(Από το γράμμα στη Μπωβουάρ) [...] Πάω στο καφενείο και βρίσκω τη Μαρτίν Μπουρντέν. «Λοιπόν, της λέω -ή κάτι τέτοιο- θέλεις να κοιμηθείς μαζί μου». Μ’ αρέσει να της μιλάω στον ενι κό γιατί είναι από την Προβηγκία και της πάει έτσι που είναι μαυρούκα. «'Οχι, δε θέλω πια. Γιατί τρελαίνομαι για σένα». Ας είναι. Αν θέλετε να πιάσετε καλά το νόημα αυτής της απάντη σης πρέπει να ξέρετε πως η μικρή Μπουρντέν ταλαντεύεται ανάμεσα σε δυο αντιλήψεις, πολύ διαφορετικές, για την παρθενιά της. Η πρώτη και φυσική, [...] είναι το τοτέμ της, το μάννα της, το πρωταρχικό και τελικό όριο των συμ πλεγμάτων της, το πιο ωραίο δώρο που μπορεί να κάνει σ’ έναν άντρα. Τότε λοιπόν, πρέπει κι ο άντρας να της δώσει τα πάντα κι αυτός. Συνέπεια: φυλάει απεριόριστα την παρθενιά της και δε θέλει να το γλεντά καθόλου. Α! αν δεν ήμουνα πια παρθένα, τότε θα πετούσα από μαραφέτι σε μαραφέτι, πανάλαφρη και γελαστή. Από αυτή την αντίφαση γεννιέται η δεύτερη αντίληψη της παρ θενιάς: η ανακλαστική αντίληψη. Υψω νόμαστε πάνω από το σύμπλεγμα, είμα στε έξω απ’ αυτό και λέμε: «Τι είναι πά λι αυτή η παρθενιά; μια φωλιά όλο συμ πλέγματα και μπελάδες. Να δίνω τόση σημασία σ’ αυτή τη μεμβράνη, αυτό εί ναι ακριβώς το σύμπλεγμα. Ας πηδηχτούμε μάνι-μάνι και μ’ όποιον νά ’ναι. Αφού ξεφορτωθώ την παρθενιά, θα ξε φορτωθώ συνάμα το σύμπλεγμα και την απατηλή πεποίθηση στην αξία trfg παρ θενιάς». Όταν με γνώρισε κι επειδή της άρεσα, σκέφτηκε: «Γιατί όχι αυτός;» -επίπεδο ανακλαστικό και αντίληψη ανακλαστική της παρθενιάς. Αλλά όσο σοβάρευαν τα πράματα, παρατούσε αναγκαστικά το χώρο της λογικής και βυθιζόταν βαθιά μέσα στο σύμπλεγμα: αν μ’ αγαπούσε, αναγκαστικά, μου έδινε πάρα πολλά, πλαγιάζοντας μαζί μου· ο έρωτάς της άλλαζε απότομα το νόημα και την αξία της παρθενιάς της. Kat πο λύ δικαιολογημένα, αφού όσο πιο πολύ με ήθελε, δεν μπορούσα πια να είμαι το καθαρό, κοτσονάτο και ηθικό παιδί που τη γλύτωνε από μια κάπως δυσάρεστη κατάσταση, όπως όταν σου βγάζουν ένα
Ο Σαρτρ με την Μπωβουάρ και τον Φιντέλ Κάστρο στην Αβάνα το 1960.
22/αφιερωμα (Μάιος). Ταξίδι στη Γιουγκοσλαβία. Συναντά τον Τίτο. (Αύγουστος - Νοέμβριος). Ταξίδι στη Βραζιλία. (Αύγουστος). Υπογράφει το μανιφέστο των «121» κατά του πο λέμου στην Αλγερία. (Οκτώβριος). Παλαιοί πολεμιστές φωνάζουν στους δρόμους: «Τουφεκίστε τον Σαρτρ». (Νοέμβριος). Ό ταν γυρίζει στη Γαλλία δεν του απαγγέλλεται κατηγορία ύστερα από επέμβαση του στρατηγού Ντε Γκωλ: «Αφήστε τους διανοουμένους να κάνουν το κέφι τους [...]. Ένας Βολταίρος δεν συλλαμβάνεται».
1965 (Καλοκαίρι). Συναντά στη Ρώμη τον Φραντς Φανόν. Προλογί ζει το βιβλίο του Της Γης οι Κολασμένοι. (Δεκέμβριος). Διάλεξη στο Ινστιτούτο Γκράμσι (Ρώμη) με θέμα «Υποκειμενισμός και μαρξισμός».
1962 (7 Ιανουάριου). Δεύτερη δολοφονική απόπειρα εναντίον του: σημαντικές ζημιές στο διαμέρισμά του. Σε λίγο καιρό ο Σαρτρ θα μετακομίσει στο 222, Μπουλβάρ Ρασπάιγ, σ’ ένα στούντιο στον δέκατο όροφο. (Ιούνιος). Ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση. Συναντά Σιμόνωφ, Φεντίν, Βοζνιεσένσκι, Έρεμπουργκ κ.ά. Τον δέχεται ο Κρουστσώφ.
1963 Ταξίδι στη Μόσχα με σκοπό να συσταθεί μια Διεθνής κοινότη τα συγγραφέων. (Αύγουστος - Σεπτέμβριος). Στο Λένινγκραντ (ανακοίνωση για το μυθιστόρημα). Ταξιδεύει στην Κριμαία, τη Γεωργία και την Αρμενία. (Οκτώβριος - Νοέμβριος). Δημοσιεύονται οι Λέξεις στους Μοντέρνους Καιρούς (Το βιβλίο θα κυκλοφορήσει τον Ιανουά ριο 1964). Η μητέρα του Σαρτρ λέει σε δικούς της: «Ο Πουλού δεν κατάλαβε τίποτα από την παιδική του ηλικία». (12-24 Νοεμβρίου). Ταξίδι στην Τσεχοσλοβακία.
1964 (18 Απριλίου). Η δήλωσή του: «μπροστά σ’ ένα παιδί που πε θαίνει, η Ναυτία δεν βαραίνει καθόλου», προκαλεί πολλές πα ρεξηγήσεις. (Ιούνιος - Ιούλιος). Ταξίδι στο Κίεβο, Μόσχα, Εσθονία, Λέ νινγκραντ. (Αύγουστος). Άρθρο στη μνήμη του Τολιάτι με τον οποίο συν δεόταν ο Σαρτρ από πολύ καιρό. (22 Οκτωβρίου). Η Σουηδική Ακαδημία του απονέμει το βρα βείο Νόμπελ. Ο Σαρτρ δεν το δέχεται.
1965 (10 Μαρτίου). Οι Τρωάδες πρωτοπαίζονται σε διασκευή Σαρτρ και σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη. (2 Μαϊου - 6 Ιουνίου). Ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση- οι συζη τήσεις του στρέφονται γύρω από την καταδίκη του Σινιάφσκι και του Ντανιέλ. Ο Σολζενίτσιν δεν δέχεται να τον συναντήσει. (Ιούλιος). Μαζί με τον Μπέρτραντ Ράσσελ σχηματίζουν το «δι
δόντι. Αλλά από την άλλη, αν μ’ αγα πούσε τρελά ώστε να με παρακαλέσει να παίξω το χειρούργο, δεν μ’ αγαπούσε ακόμα αρκετά ώστε να μου δοθεί ολότελα. Φυσικά, σ’ αυτή τη μεταβατική πε ρίοδο, με αιχμές ερωτικού παροξυσμού, με αναδρομές σας ανακλαστικές εκτιμή σεις και τη λογική, ήταν ανυπόφορη, κι όλη νύχτα δεν ήξερε τι ήθελε, τινάζον τας τα πόδια της από δω κι από κει, λες και το κρεβάτι ήταν κανένα πεδίο μά χης. Όσο για μένα, φυσικά δεν έβγαζα τσιμουδιά για όλη αυτή την ιστορία. Εκείνο το βράδυ μου «τον» φίλησε, κι όχι μια φορά, κι επειδή εγώ τα είχα χά σει: «Μα δε σιχαίνεσαι το ανδρικό μό ριο;» «Και πώς, το σιχαίνομαι. Αλλά όχι το δικό σου. Έτσι τώρα καταλαβαί νω πως σ’ αγαπάω». Γιατί έχει την τάση να μετρά το αίσθημά της για κάποιον από τα εμπόδια που μια αυθόρμητη ορ μή τη βοηθά να ξεπεράσει: «Πρέπει πράγματι να τον αγαπάω αφού του φι λάω το μαραφέτι»... Παρ’ όλα αυτά κοι μηθήκαμε [...] από τις πέντε ώς τις εννιά Σαλιαρίσαμε λιγάκι φυσικά, ώς τις έντεκα, ύστερα πήγε να βρει κάτι «τύπους»... κι εγώ γύρισα σπίτι, όπου έμεινα ώς τις τρεις περίπου, αποβλακω μένος και πολύ ασήκωτος απ’ αυτή τη νύχτα, χωρίς να μπορώ μήτε να θέλω και τόσο να φτιάξω, νιώθοντάς την γύ ρω μου σα μια βαριά και μαύρη μυρου διά από τρούφα... (Λίγες μέρες αργότερα, έτσι τελειώνει ένα άλλο γράμμα του στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ). [...] Σας αγαπώ... θά ’θελα νά ’μουνα μαζί σας, αγάπη μου, εσείς μόνο μπο ρείτε να μου δώσετε την εντύπωση πως ζω μέσα σ’ ένα καινούριο σήμερα, ώ χάρμα της καρδιάς και των ματιών μου, αρματωσιά της ζωής μου, συνείδηση και λογισμέ μου. Σας αγαπώ με τόσο πάθος και σας χρειάζομαι.
αφιερωμα/23 καστήριο» που θα δικάσει τα εγκλήματα πολέμου των Αμερι κανών στο Βιετνάμ. (18 Σεπτ. - 16 Οκτ.). Ταξίδι και διαλέξεις στην Ιαπωνία.
1967 (Φεβρουάριος - Μάρτιος). Ταξίδι στην Αίγυπτο και το Ισραήλ. Επίσημες επαφές με τον Νάσερ και τον Λέβι Εσκόλ για ν’ ανα γνωριστεί το Ισραήλ σαν έθνος και το δικαίωμα των Παλαιστι νίων να επιστρέφουν στην πατρίδα τους.
1968 (6 Μαίου). Υποστηρίζει το φοιτητικό κίνημα και καταδικάζει την αστυνομική βία. Στις 11 Μαίου δηλώνει: Η μόνη σχέση που μπορούν να έχουν οι φοιτητές μ ’ αυτό το Πανεπιστήμιο, είναι να το διαλύσουν και για να γίνει αυτό δεν υπόίρχει παρά μια λύση: το πεζοδρόμιο. (20 Μαίου). Μιλά με τους φοιτητές μέσα στην επαναστάτημένη Σορβόννη. Συζήτηση με τον Κον-Μπεντίτ. (Ιούλιος). Σε μια συνέντευξη κατηγορεί το Κομμουνιστικό Κόμμα πως πρόδωσε την επανάσταση του Μάη. (24 Αυγούστου). Καταδικάζει τη σοβιετική επέμβαση στην Τσεχοσλοβακία.
1969 (30 Ιανουάριου). Πεθαίνει η μητέρα του. (10 Φεβρουάριου). Συμμετέχει, μαζί με τον Μισέλ Φουκώ, σε μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας για την έξωση τριαντατεσσάρων φοιτητών από το Πανεπιστήμιο. Στη θέση του βρίσκει ένα χαρτάκι: «Σαρτρ, όχι πολυλογίες». Για πρώτη φορά, βλέπει να τον αμφισβητούν αυτή η συγκέντρωση σημαδεύει την παραπέ ρα πορεία του Σαρτρ. (Νοέμβριος). Μαζί με τον Μαλρώ και τον Μωριάκ ζητά την απελευθέρωση του Ρεζί Ντεμπρέ. Καταγγέλλει τις καταδιώξεις στην Τσεχοσλοβακία και διαμαρτύρεται για την αποπομπή του Σολζενίτσιν από την Ένωση Σοβιετικών Συγγραφέων.
1970 (Απρίλιος). Αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Υπόθεσης του λαού κι αρχίζει μια νέα περίοδος μαχητικής δράσης στο πλευρό των αριστεριστών. (20 και 26 Ιουνίου). Μοιράζει την Υπόθεση του λαού στους δρόμους και συλλαμβάνεται για λίγο από την αστυνομία. (Σεπτέμβριος). Αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Όλα!, μαοϊκών-ελευθεριακών τάσεων. Σε μια συνέντευξή του, εκθέτει την αντίληψή του για ένα διανοούμενο νέου τύπου που πρέπει να καταπνίξει τον διανοούμενο μέσα του και να υπηρε τήσει άμεσα τις μάζες. (21 Οκτωβρίου). Πάει να μιλήσει στους εργάτες των εργοστα σίων Ρενώ. Όλες οι εφημερίδες δημοσιεύουν μια φωτογραφία με τον Σαρτρ σκαρφαλωμένο πάνω σ’ ένα βαρέλι και μια ντουντούκα στο χέρι.
1971
Κυκλοφορούν οι δυο πρώτοι τόμοι της μελέτης του για τον Φλωμπέρ (Ο Ηλίθιος της οικογένειας) (Ιούνιος). Αναλαμβάνει τη διεύθυνση της εφημερίδας Επανάσταση! (16 Ιουνίου). Η δεξιά εφημερίδα «Μινύτ» βγαίνει με τίτλο:
24/αφιερωμα «Φυλακίστε τον Σαρτρ» και τον αποκαλεί «το κόκκινο καρκί νωμα του έθνους». (19 Ιουνίου). Μηνύεται για τα άρθρα του στις αριστερίστικες εφημερίδες. Ο Σαρτρ ζητά λαϊκό δικαστήριο για την αστυνο μία. (7 ώς 27 Νοεμβρίου). Παίρνει μέρος σε διαδηλώσεις κατά του ρατσισμού.
1972 Κυκλοφορεί ο τρίτος τόμος του Ηλίθιον της οικογένειας. (14 Φεβρουάριου) ο Σαρτρ διώχνεται με επέμβαση της αστυνο μίας από τα εργοστάσια Ρενώ. Ερευνά για τη δολοφονία του Πιερ Βερνέ και στις 4 Μαρτίου ακολουθεί την κηδεία του μαοϊκού αγωνιστή.
1973 (Μάρτιος). Πρώτο κρούσμα αποπληξίας- αναγκάζεται να πε ριορίσει τις δραστηριότητές του. Αρχίζει να μη βλέπει καλά και δεν μπορεί πια να γράψει και να διαβάσει.
1974 Κυκλοφορεί ένα βιβλίο με συζητήσεις του Σαρτρ γύρω από την πολιτική (Έχουμε δίκιο να επαναστατούμε). (4 Δεκεμβρίου). Ο Σαρτρ πηγαίνει στη Στουτγάρδη για να συ ζητήσει μέσα στη φυλακή με τον Αντρέας Μπάαντερ που βρί σκεται στην τέταρτη εβδομάδα απεργίας πείνας. Σε μια συνέν τευξή του μαζί με τον Κον Μπεντίτ δηλώνει πως δεν συμφωνεί με τη δράση της φράξιας του Ερυθρού στρατού, αλλά κα ταγγέλλει τις συνθήκες διαβίωσης των φυλακισμένων μελών της. Βίαιες αντιδράσεις του γερμανικού τύπου.
1975
(21 Ιουνίου). Ο Σαρτρ είναι εβδομήντα χρονώ. Μ’ αυτή την ευκαιρία κάνει ένα πρόχειρο απολογισμό της ζωής του, σε μια μεγάλη συνέντευξη. Μη μπορώντας πια να διαβάσω και να γράψω, δεν είμαι πια σε θέση να δραστηριοποιηθώ, σα συγ γραφέας: η συγγραφική μου δουλειά είναι τελείως καταστραμ μένη. Ακόμα πιο ξεκάθαρα τονίζει την απόστασή του από το μαρξισμό και παρουσιάζεται σαν οπαδός ενός «ελευθεριακού σοσιαλισμού». (Ιούλιος). Η βελτίωση της υγείας του του επιτρέπει ν’ ασχολη θεί μ’ ένα φιλοσοφικό δοκίμιο για την «Εξουσία και Ελευθε ρία».
1976 (27 Οκτωβρίου) προβάλλεται η ταινία ο Σαρτρ μιλά για τον Σαρτρ. Εκφράζει τη «φρίκη του μπροστά στο τραγικό τέλος» της Ούλρικε Μάινχοφ, σε μια γερμανική φυλακή. Άρθρο του για τη δολοφονία του Παζολίνι.
1977 (21 Ιουνίου). Τη στιγμή της υποδοχής του Μπρέζνιεφ στο προεδρικό μέγαρο, ο Σαρτρ και άλλοι Γάλλοι διανοούμενοι υποδέχονται στο θέατρο Ρεκαμιέ τους «διαφωνούντες» από την Ανατολική Ευρώπη. (Οκτώβριος - Νοέμβριος). Αν και διαφωνεί με την τακτική
Ο Σαρτρ μπροστά από τα εργοστάσια της Ρενώ.
αφιερωμα/25 τρομοκρατίας της γερμανικής φράξιας του Ερυθρού στρατού, διαμαρτύρεται για τη «δολοφονία του Μπάαντερ και των συν τρόφων του».
1978 (2-7 Φεβρουάριου). Με δική του πρωτοβουλία, πηγαίνει στο Ισραήλ όπου συναντά και Παλαιστίνιους στα κατεχόμενα εδά φη. (3 Ιουνίου). Ζητά με μήνυμά του να επιτρέψουν στον Κον Μπεντίτ να γυρίσει στη Γαλλία.
1979 (17 Μαρτίου). Παίρνει μέρος σ’ ένα ισραηλοπαλαιστινιακό σε μινάριο στο σπίτι του Μισέλ Φουκώ. (26 Ιουνίου). Μαζί με τον παλιό του συμφοιτητή Ραιημόν Αρόν πηγαίνει στο προεδρικό μέγαρο για το θέμα των προσφύγων από το Βιετνάμ. (26 Σεπτεμβρίου). Παρ’ όλη του την εξάντληση, ο Σαρτρ πη γαίνει στην κηδεία του Πιέρ Γκολντάμ που δολοφονήθηκε στις 20 Σεπτ.
1980 Συνεχίζει τις μαγνητοφωνημένες συζητήσεις του για το βιβλίο «Εξουσία και ελευθερία». (Ιανουάριος). Διαμαρτύρεται για την απομόνωση του Ζαχάρωφ. (Μάρτιος). Δημοσιεύεται η τελευταία του συνέντευξη «Η ελπί δα τώρα». (20 Μαρτίου). Μπαίνει επειγόντως στο νοσοκομείο για πνευμονικό οίδημα. Στις 13 Απριλίου πέφτει σε κωματώδη κατά(15 Απριλίου). Στις 9 το βράδυ ο Σαρτρ κλείνει για πάντα τα μάτια του χωρίς να έχει συνέλθει. Οι εφημερίδες αναγγέλλουν το θάνατό του στις πρώτες τους σελίδες. (19 Απριλίου). Πενήντα χιλιάδες περίπου πρόσωπα συνοδεύ ουν τον νεκρό ώς το κοιμητήριο Μονπαρνάς. Ο Σαρτρ πέθανε χωρίς ν’ αφήσει διαθήκη. Είχε μόνο ζητήσει ν’ αποτεφρωθεί. Έτσι κι έγινε. Η τέφρα του βρίσκεται τριακόσια μέτρα από την τελευταία κατοικία του, στο 31 Μπουλβάρ Εντγκάρ-Κινέ. Στην πλάκα πάνω διαβάζουμε: «Ζαν-Πωλ Σαρτρ, 1905-1980». Σημείωση: Το χρσνολόγιο συντάχτηκε με βάση το χρονολόγιο των Contat και Rybalka των εκδόσεων P10iade.
26/αφιερωμα
Μαρσέλ Ντυράν
Ο υπαρξισμός του Ζαν-Πωλ Σαρτρ
Ο υπαρξισμός παρουσιάζεται σαν ένας νέος τρόπος του φιλοσοφείν. Ο άνθρωπος δεν είναι πλέον η κατάληξη ενός συστήματος και ο φραγμός του, δεν είναι πλέον το πέρας της έρευνας, αλλά, αντίθετα, δίνεται σαν η μοναδική δυνατή πηγή κάθε γόμιμης σκέψης. Ο υπαρξισμός είναι μια φιλοσοφία που αρνείται την εύκολη προσφυγή στο σύστημα, για ν’ αφήσει να εκδηλωθούν οι σκέψεις με τις βαθιές ρίζες τους μέσα στη συγκεκριμένη ύπαρξη, «με τον ομφάλιο λώρο του πρώτου ζήλου». Αυτές οι τελευταίες λέξεις είναι του Κίρκεγκωρ, που θεωρείται από το σύνολο των υπαρξιστών σαν ο πρόδρομος αυτού του νέου τρόπου του φιλοσοφείν. Ο Κίρκεγκωρ είναι ο πρώτος στοχα στής που διεκδίκησε την προτεραιότητα της ύπαρξης πάνω στη θεωρητική οδό που είχε ανοί ξει η ελληνική φιλοσοφία. Κατά τον Κίρκεγκωρ, το σύστημα, στην καλύτερη περίπτωση, δεν είναι παρά ένα μέσο για να ξεφεύγεις. Αλλά ανάμεσα στη βεβαιότητα που εξασφαλίζει και την πραγ ματικότητα του ανθρώπου, υπάρχει ένα χάσμα ανυπέρβλητο. Αυτό που ο Κίρκεγκωρ προσάπτει στο φιλόσοφο είναι ότι τοποθετεί την αλήθεια
των όντων και των πραγμάτων μέσα σ’ έναν κό σμο ιδεών και ότι προσαρτά όπως όπως αυτό τον κόσμο ιδεών στον κόσμο όπως πορεύεται, στον κόσμο της ύπαρξης που του φαίνεται παραπλή σιος και απογοητευτικός, απλό δοκίμιο σε σχέση με την αλήθεια του συστήματος. Αυτός ο διπλός υπολογισμός κάνει το φιλόσοφο ένα είδος εξόρι στου ανάμεσα στους ανθρώπους, «ένα φαντασιό πληκτο των αόρατων κόσμων», κατά την έκφρα ση του Νίτσε. Έτσι, για τη μοντέρνα φιλοσοφία, είναι το καρτεσιανό cogito, το «σκέπτομαι, άρα υπάρ χω», που είναι το θεμέλιο της ύπαρξης, που εμ
αφιερωμα/27 φανίζεται σαν υπο-προϊόν, σαν απλό συμπέρα σμα και χωρίς να έχει κατανοηθεί στη ζώσα της πραγματικότητα. Όμως, για τον Κίρκεγκωρ «η θεωρητική σκέψη είναι ένα φάντασμα» και το «σκέπτομαι, άρα υπάρχω» δεν μας μαθαίνει τί ποτα πάνω στη συγκεκριμένη ύπαρξη: «Εάν, λοιπόν, καταλαβαίνουμε από το «εγώ», που εγ καθίσταται μέσα στο cogito, έναν μοναδικό ξε χωριστό υπάρχοντα άνθρωπο, η φιλοσοφία φω νάξει: Τρέλα, τρέλα, δεν πρόκειται εδώ για το δικό σου «εγώ» ούτε για το δικό μου «εγώ», αλ λά για το «καθαρό εγώ». Αλλά αυτό το «καθαρό εγώ» δεν μπορεί ωστόσο να έχει άλλη ύπαρξη από μια ύπαρξη εννοιολογική.»' Έτσι, η θεωρητική οδός δεν οδηγεί πουθενά. Η πραγματικότητα που η σκέψη ανακτά στο πέ ρας της μελέτης (η ύπαρξη) χρειάστηκε πρώτα να καταργηθεί: «Το να συμπεράνεις από τη σκέ ψη την ύπαρξη είναι έτσι μια αντίφαση, γιατί αντίθετα η σκέψη τραβά ακριβώς την ύπαρξη από την πραγματικότητα και τη σκέπτεται κα ταργώντας την και μεταθέτοντάς την σε πιθανό τητα.»2 Σε αντίθεση με τους αντικειμενικούς και συ στηματικούς στοχαστές, ο υπαρξιακός φιλόσο φος πρέπει ν’ αναλαμβάνει το καθήκον να κατα λάβει ο ίδιος τον εαυτό του μέσα στη συγκεκρι μένη ύπαρξη. Πρόκειται για μια ριζική αντιστροφή των αξιών και για μια συστηματική αποδοκιμασία της γνώσης, ανίκανης να κατανοήσει την ύπαρξη ή να τη μετασχηματίσει: «Ο φιλόσοφος κατα σκευάζει ένα παλάτι από ιδέες και μένει σε μιαν καλύβα.» (Κίρκεγκωρ). Για τον υπαρξιακό φιλόσοφο, σε πρώτο πλάνο μπαίνει η αγωνία του υπάρχοντος που γι’ αυτόν τα συστήματα πάντα φθάνουν πολύ αργά. Έναν αιώνα μετά τον Κίρκεγκωρ, ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ θα πει το ίδιο τονίζοντας ότι «η ύπαρξη προη γείται της ουσίας». Είναι η ανακάλυψη του Κίρκεγκωρ, καθυστε ρημένη, είν’ η αλήθεια, σε σχέση με τη γερμανική σκέψη ήδη ευαίσθητη στο έργο του πριν το τέλος του 19ου αιώνα, που όχι μόνο προαναγγέλλει αλλά πραγματικά θεμελιώνει αυτό που ονομά ζουμε υπαρξισμό και που ο Σαρτρ ήταν ο κύριος εκπρόσωπός του στη Γαλλία. Βέβαια, δεν μπορούμε να περιορίσουμε τον σύγχρονο υπαρξισμό στον υπαρξισμό'του Σαρτρ. Όμως πρέπει να του αναγνωρίσουμε την υψηλή προνομιακή θέση που του πρέπει. Δεν υπάρχει υπαρξιακή φιλοσοφία στη Γαλλία που να μην αναφέρεται στο έργο του Σαρτρ και να μην το ποθετείται σε σχέση μ’ αυτό. «Η ύπαρξη προηγείται της ουσίας»· αφού «αυ τή είναι η πρώτη αρχή του υπαρξισμού», σε τι λοιπόν αποτελεί μιαν αντιστροφή της κλασικής προβληματικής;
Για την κλασική φιλοσοφία, είναι η ουσία που προηγείται της ύπαρξης. Ο Δημιουργός-Θεός παράγει υπάρξεις ακολουθώντας μιαν προηγού μενη ιδέα που έχει για τον κόσμο και τον άνθρω πο. Τά πρότυπα βρίσκονται στην αρχή της δη μιουργίας και η ιδιαίτερη ύπαρξή τους δεν είναι παρά μια ενεργοποίηση και η αξία τους προσμετράται ανάλογα με τη μεγαλύτερη ή μικρότερη ομοιομορφία που παρουσιάζουν σε σχέση με την a priori ουσία. Έτσι ο κάθε άνθρωπος πραγμα τοποιεί μιαν ορισμένη έννοια που βρίσκεται μέ σα στη θεϊκή νόηση, κατά τον ίδιο τρόπο που ο χαρτοκόπτης που βρίσκεται εμπρός μου πραγμα τοποιεί την έννοια του χαρτοκόπτη που ο δη μιουργός του έβαλε όλες του τις δυνάμεις να ενεργοποιήσει για το καλύτερο αποτέλεσμα: «Όταν παρατηρούμε ένα κατασκευασμένο αντι κείμενο, όπως για παράδειγμα ένα βιβλίο ή ένα χαρτοκόπτη, πρέπει να σκεφτούμε πως το αντι κείμενο αυτό κατασκευάστηκε από ένα χειροτέ χνη, που εμπνεύσθηκε από μιαν έννοια· ξεκίνησε έχοντας στο μυαλό του την έννοια «χαρτοκό πτης», καθώς επίσης και μια προϋπάρχουσα τε χνική παραγωγής που αποτελεί μέρος της έν νοιας, και που, στο βάθος, είναι αυτό που λέμε «μια συνταγή». Έτσι, ο χαρτοκόπτης είναι ταυ τόχρονα ένα αντικείμενο που παράγεται κατά ένα συγκεκριμένο τρόπο και που, απ’ την άλλη πλευρά, έχει μια καθορισμένη χρησιμότητα· δεν μπορούμε ούτε υποθετικά να φανταστούμε έναν άνθρωπο, που θα κατασκεύαζε έναν χαρτοκόπτη χωρίς να ξέρει σε τι πρόκειται το αντικείμενο αυτό να χρησιμεύσει. Θα πούμε λοιπόν, συμπε ρασματικά, πως, για τον χαρτοκόπτη, η ουσία -δηλαδή το σύνολο των συνταγών και των ιδιο τήτων που επιτρέπουν την παραγωγή και τον προσδιορισμό του- προηγείται της ύπαρξης.»3 Έτσι η έννοια του ανθρώπου για το Θεό, εί ναι όπως η έννοια του χαρτοκόπτη στο πνεύμα του χειροτέχνη. Κι αν, κατά τον 18ο αιώνα, οι φιλόσοφοι καταργούν το Θεό, παρόλ’ αυτά δεν καταργούν την αρχή ότι η ουσία προηγείται της ύπαρξης. Ο άνθρωπος είναι κύριος μια ανθρώ πινης φύσης, που βρίσκεται σ’ όλους τους αν θρώπους, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε ιδιαίτε ρη ύπαρξη δεν είναι παρά ένα παράδειγμα μιας καθολικής έννοιας. Ο Θεός αντικαταστάθηκε με την ανθρώπινη φύση, αλλά η θέση του ανθρώ που δεν άλλαξε· είναι ο τελευταίος κρίκος της αλυσίδας. Ο αθεϊσμός του 18ου αιώνα σταμα τάει στη μέση: απλά υποτάσσει την ύπαρξη σε μιαν έννοια που δεν έχει πια λόγο να είναι. Αν τίθετα, ο υπαρξισμός αναλαμβάνει υπεύθυνα το θάνατο του Θεού με όλες του τις συνέπειες: «Διακηρύσσει ότι, αν ο Θεός δεν υπάρχει, υπάρ χει ένα τουλάχιστον ον, στο οποίο η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, ένα ον που υπάρχει προ τού να μπορέσει να προσδιοριστεί από καμιά έν
28/αφιερωμα νοια και πως αυτό το ον είναι ο άνθρωπος ή, όπως λέει ο Χάιντεγκερ, η ανθρώπινη πραγματι κότητα. Τι σημαίνει εδώ ότι η ύπαρξη προηγεί ται της ουσίας; Αυτό σημαίνει πως ο άνθρωπος πρώτα υπάρχει, απαντιέται με τον εαυτό του, ξεπετάγεται μέσα στον κόσμο, και ύστερα προσ διορίζεται. Ο Άνθρωπος, όπως τον συλλαμβά νει ο υπαρξιστής φιλόσοφος, αν δεν είναι προσδιορίσιμος, αυτό σημαίνει πως στην αρχή, από τα πριν, δεν είναι τίποτα. Θα γίνει μετά, και θα γίνει αυτό που ο ίδιος θα φτιάξει τον εαυτό του. Έτσι, δεν υπάρχει ανθρώπινη φύση, αφού δεν υπάρχει Θεός για να τη συλλάβει. Ο άνθρωπος είναι, όχι μόνον η αντίληψη που ο ίδιος έχει για τον εαυτό του, αλλά κι αυτός που θέλει να είναι, κι όπως συλλαμβάνει τον εαυτό του, μετά την ύπαρξη, κι όπως θέλει τον εαυτό του μετά απ’ αυτή την ορμή προς την ύπαρξη· ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτό που ο ίδιος φτιά χνεται.»4 Είναι λοιπόν, επειδή η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, που ο καθένας μπορεί να βάζει ελεύθερα τους ολόδικούς του κανόνες του αληθινού. Ά λ λωστε δεν διαλέγουμε ποτέ την αξία: βγαίνει απ’ αυτή την ίδια την εκλογή. Είναι αυτή η εκλογή. Οποιοσδήποτε κανόνας συμπεριφοράς ή οποια δήποτε κανονιστική ηθική δεν έχουν κανένα νόημα για μια φιλοσοφία που δε δέχεται την ύπαρξη του Θεού και που, απ’ την άλλη πλευρά, αρνείται να γεμίζει το νοητό ουρανό με a priori αξίες. Έτσι, η εμπειρία που έχει ο άνθρωπος απο την ύπαρξη, είναι αυτή της ελευθερίας. Στον Δία, που θέλει να τον επαναφέρει στην υπακοή, απαντά ο Ορέστης στις «Μύγες»: «...δεν έπρεπε να με δημιουργήσεις ελεύθερο(...) Μόλις με δημιούργησες, έπαψα να σου ανήκω(...)- και δεν υπάρχει πια τίποτε στον ουρανό, ούτε Καλό, ούτε Κακό, ούτε κανείς που να μπο ρεί να με διατάξει(...) Δεν θα ξαναμπώ κάτω από το νόμο σου: είμαι καταδικασμένος να μην έχω άλλο νόμο από τον δικό μου(...) γιατί είμαι άνθρωπος, Δία, και κάθε άνθρωπος πρέπει να χαράζει το δρόμο του.»5 Η ελευθερία'δεν προστίθεται στην ύπαρξη. Η καθαυτό ύπαρξη είναι ελευθερία. Η ελευθερία δίνεται ως θεμελιώδης εμπειρία της ύπαρξης: σε σχέση μ’ αυτή δεν υπάρχει κανένα προνομιούχο φαινόμενο. Για τον άνθρωπο, το να υπάρχει ση μαίνει να είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθε ρος: «Ακόμα, αν δεν υπάρχει Θεός, δεν βρί σκουμε απέναντι μας αξίες ή επιταγές που να νο μιμοποιούν τη διαγωγή μας. Έτσι, δεν έχουμε ούτε πίσω μας, ούτε μπροστά μας, στη φωτεινή περιοχή των αξιών, ούτε δικαίωση ούτε δικαιολόγηση. Είμαστε μόνοι, ασυγχώρητα μόνοι. Αυ τό θα εκφράσω λέγοντας πως ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος. Καταδικα σμένος, γιατί δεν εδημιούργησε, δεν έπλασε μό
νος του τον εαυτό του, κι ωστόσο ταυτόχρονα ελεύθερος, γιατί απ’ τη στιγμή που πετάχτηκε στον κόσμο, είναι υπεύθυνος για ό,τι κάνει.»6 Μην έχοντας στη διάθεσή του καμιά βοήθεια, κανένα σήμα που να μπορεί να τον προσανατο λίσει, ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να επι νοείται μέσα στην αγωνία. Η αγωνία και η σύγ χυση εκδηλώνουν την κατάσταση του ανθρώπου πού ’χει πέσει στην παγίδα της ίδιας του της ελευθερίας. Ο Ορέστης συνειδητοποιεί την ελευ θερία του την ίδια στιγμή που καταλαμβάνεται από έναν απερίγραπτο πανικό: «Τώρα είμαι εδώ, δεν ξεχωρίζω πια το καλό από το κακό κι έχω ανάγκη να μου χαράξουν το δρόμο μου. Δία, πρέπει πραγματικά ένας γιος βασιλιά, διωγμένος από την πόλη που τον γέννησε, να υποταχθεί σαν άγιος στην εξορία; Δε ξέρω πια τι λέω, σε ικετεύω: εάν η υποταγή και η άθλια τα πεινότητα είναι οι νόμοι που μου επιβάλλεις, φανέρωσέ μου τη βούλησή σου, γιατί δε βλέπω πια καθόλου καθαρά.»7 Είναι, επίσης, η περίπτωση ενός προσώπου μυθιστορήματος, του Ματιέ στο «Η Αναστολή», εγκαταλειμμένου μπροστά στην ελευθερία του, που, κατά βάθος, δεν είναι παρά μια αγωνία πέ ρα για πέρα: «...και μια χαρά πελώρια σαν τη θάλασσα· ήταν μια γιορτή. Ακούμπησε τα χέρια στα γόνατά του- ήθελε να είναι ήρεμος· ποιος μου λέει πως δε θα ξαναγίνω αύριο αυτό που ήμουνα χτες; Αλλά δε φοβόταν. Η εκκλησιά μπορεί να καταρρεύσει, μπορεί να πέσω σε κα μιά τρύπα από οβίδα, να πέσω πάλι στη ζωή μου- τίποτα δε μπορεί να μου αφαιρέσει αυτή την αιώνια στιγμή. Τίποτε: θα είχε υπάρξει για πάντα, αυτή η στεγνή αστραπή που θα πυρπο λούσε τις πέτρες κάτω από τον μαύρο ουρανό· το απόλυτο, για πάντα· το απόλυτο δίχως αιτία, χωρίς λογική, χωρίς σκοπό, χωρίς άλλο παρελ θόν, χωρίς άλλο μέλλον απο τη διάρκεια, αυθαί ρετο, τυχαίο, μεγαλειώδες. “Είμαι ελεύθερος” συλλογίστηκε άξαφνα. Και η χαρά του άλλαξε αυτοστιγμί σε εξοντωτική αγωνία.»8 Η αγωνία είναι η ελευθερία πε υνειδητοποιεί τον εαυτό της, που καταλαβαίνει ότι μόνη αυ τή είναι το θεμέλιο των αξιών, ότι απ’ αυτή γεν νιέται η αξία. Η ελευθερία είναι το μοναδικό θε μέλιο των αξιών και η αγωνία εκφράζει ότι αυτό το θεμέλιο είναι το ίδιο χωρίς θεμέλιο. Η αγωνία αποκαλύπτει ότι κάθε εκλογή είναι σε κάθε στιγ μή αδικαιολόγητη: «Αναδύομαι μόνος και γεμά τος αγωνία αντίκρυ στην πρώτη και μοναδική προβολή που συνιστά το είναι μου, κι όλοι οι φραγμοί, όλα τα μέσα προστασίας γκρεμίζονται, μηδενισμένα από τη συνείδηση της ελευθερίας μου: δεν έχω ούτε μπορώ να λάβω βοήθεια από καμιά αξία ενάντια στο γεγονός ότι εγώ ο ίδιος είμαι που κρατώ τις αξίες στο είναι τους· τίποτε
αφιερωμα/29 δεν μπορεί να με ασφαλίσει ενάντια στον εαυτό μου, αποκομμένος καθώς είμαι από τον κόσμο και την ουσία μου, εξαιτίας του μηδενός που με σννιστά, έχω να πραγματώσω το νόημα του κό σμου και της ουσίας μου: αποφασίζω μόνος, αδικαίωτος και δίχως πρόσχημα.»9 Όσο χρόνο υπάρχει μια συνείδηση, υπάρχει σαν ελευθερία που αυτοανακαλύπτεται μέσα στην αγωνία. Αυτό που δείχνει την αγωνία σ’ όλο της το μέγεθος είναι ότι είναι ολόκληρη μέσα στην υπευθυνότητα. Διαλέγω σημαίνει πραγμα τοποιώ την ουσία μου, αλλά επίσης: «πραγματο ποιώ μια συγκεκριμένη εικόνα του ανθρώπου που διαλέγω»: «...ο άνθρωπος που εκλέγει και δεσμεύει και που έχει τη συναίσθηση ότι είναι όχι μόνο αυτό που διάλεξε να είναι, αλλά κι ένας νομοθέτης που εκλέγει ταυτόχρονα για τον εαυ τό του και την ανθρωπότητα ολόκληρη, δεν είναι δυνατό να ξεφύγει απ’ το συναίσθημα της πλή ρους και βαθιάς του ευθύνης. Βέβαια, πολλοί άνθρωποι δεν είναι καθόλου αγχώδεις· ισχυρι ζόμαστε, όμως, πως απλούστατα κρύβουν το άγ χος τους από τον εαυτό τους, προσπαθούν να του ξεφύγουν βέβαια, πολλοί πιστεύουν πως, ενεργώντας, δεν δεσμεύουν παρά τον εαυτό τους κι όταν τους λέει κανείς: μα αν όλος ο κόσμος έκανε το ίδιο; σηκώνουν τους ώμους και απαν τούν: όλος ο κόσμος δεν κάνει το ίδιο. Ωστόσο, πρέπει ν’ αναρωτιέται κανείς: τι θα συνέβαινε αν όλος ο κόσμος έκανε το ίδιο;»10 Η ελευθερία συνεπάγεται λοιπόν μια δέσμευση μέσα στον κόσμο, μια πράξη που αφήνει ίχνη. Η ελευθερία δεν είναι μέσα στην πρόθεση αλλά στην εκδήλωση της πράξης: «Ο άνθρωπος στρα τεύει τον εαυτό του στη ζωή, σχεδιάζει ο ίδιος τη φυσιογνωμία του, την προσωπικότητά του και πέρα απ’ αυτή την προσωπικότητα δεν υπάρχει τίποτα. [...] Αυτό που θέλουμε να πούμε είναι πως ο άνθρωπος δεν είν’ άλλο από μια σειρά εγ χειρημάτων, πως είναι το άθροισμα, η οργάνω ση, το σύνολο των σχέσεων που συνθέτουν αυτά τα εγχειρήματα.»11 Ο Ματιέ, στο «Οι Δρόμοι της Ελευθερίας», με την απόφασή του να δεσμευτεί, ξεφεύγει από την ανυπαρξία. Ιούνιος 1940 -Πόλεμος: είναι μόνος, οι σύντροφοί του όλοι είναι νεκροί. Ψηλά στο καμπαναριό, δίνει στον εαυτό του διορία 15 λε πτών για να συντελέσει την πράξη του: «Ζύγωσε το παραπέτο κι άρχισε να πυροβολεί όρθιος. Ή ταν μια πελώρια εκδίκηση· κάθε ντουφεκιά τον εκδικιόταν για έναν παλιό δισταγμό. Μια ντουφεκιά στη Λόλα, που δεν τόλμησα να κλέ ψω, μια ντουφεκιά στη Μαρσέλ που θά ’πρεπε να παρατούσα, μια ντουφεκιά στην Οδέττη που δε θέλησα να φιλήσω. Αυτή για τα βιβλία που δεν τόλμησα να γράψω, τούτη δω για τα ταξίδια που δεν έκανα, ετούτη σ’ όλους μαζί τους τύπους που ήθελα να μισήσω και που πάσκιζα να κατα-
Ο Σαρτρ το 1960.
λάβω. Έριχνε, οι νόμοι τινάζονταν στον αέρα, αγαπήσης τον πλησίον σου ως σεαυτόν, μπαμ! στο μούτρο αυτού του ηλίθιου, ου φονεύσης, μπαμ! σ’ αυτόν εδώ τον κάλπη απέναντι. Έριχνε απάνω στον άνθρωπο, απάνω στην Αρετή, απά νω στον Κόσμο: η Ελευθερία, είναι η Τρομοκρα τία· η φωτιά έκαιγε μέσα στο δημαρχείο, έκαιγε μέσ’ στο κεφάλι του- οι σφαίρες σφύριζαν, λεύ τερος σαν τον άνεμο, ο κόσμος θα τιναχτεί, κι εγώ μαζί, έριξε, κοίταξε το ρολόι του: δεκατέσ σερα λεπτά και τριάντα δευτερόλεπτα· δεν είχε τίποτ’ άλλο να ζητήσει εξόν από προθεσμία μι σού λεπτού, όσος καιρός χρειαζόταν ακριβώς για να ρίξει σ’ αυτόν τον ωραίο αξιωματικό, τον τόσο περήφανο, που έτρεχε κατά την εκκλησιά· έριξε στον ωραίο αξιωματικό, απάνω σ’ όλη την Ομορφιά της Γης, στο δρόμο, στα λουλούδια, στους κήπους, σ’ ό,τι είχε αγαπήσει. Η Ομορφιά έκανε μιαν αισχρή βουτιά κι ο Ματιέ πυροβο λούσε ακόμη. Πυροβόλησε· ήταν αγνός, ήταν παντοδύναμος, ήταν ελεύθερος. Δεκαπέντε λε πτά.»12 Δεν υπάρχει ελευθερία παρά μόνο σε μια συγ κεκριμένη κατάσταση κι αυτή η ελευθερία είναι αυτό που ο Σαρτρ ονομάζει «στράτευση». Η στράτευση είναι η σφραγίδα της αυθεντικής ύπαρξης, δηλαδή μιας ελευθερίας που αναγνω-
30/αφιερωμα ρίξει τον εαυτό της μέσα στην αγωνία και. την ευθύνη, χωρίς δικαιολογία. Η κακή πίστη, αντίθετα, είναι το σήμα μιας ελευθερίας που διαφεύγει από τον εαυτό της σαν Ελευθερία, που θέλει ν’ αποφύγει την αγωνία και ν’ αποποιηθεί τις ευθύνες της. Μπορούμε να ορί σουμε την κακή πίστη σαν το ψέμα στον εαυτό μας, αλλά για να υπάρχει κακή πίστη πρέπει ακόμα η ίδια μου η συνείδηση να έχει εξαπατηθεί: η κακή πίστη είναι κι αυτή πίστη. Στην κακή πίστη, είμαι ταυτόχρονα απατεώνας κι απατημένος, όπως είναι στο «Το Είναι και το Μηδέν» η νεαρή γυναίκα που πάει στο πρώτο της ερωτικό ραντεβού: «Είναι βαθύτατα ευαίσθητη στην επι θυμία που εμπνέει, ωστόσο, αν η επιθυμία φανε ρωνόταν γυμνή και ωμή θα την ταπείνωνε και θα της προκαλούσε τρόμο. Κι όμως αν της φέρονταν με σεβασμό θα ήταν απλά και μόνο σεβασμός, δε θα τό ’βρίσκε χαριτωμένο. Για να ικανοποιηθεί θα πρέπει να της δείξουν ένα συναίσθημα, που να απευθύνεται ολόκληρο στο πρόσωπό της, δη λαδή στην πρώτη της ελευθερία και να είναι μια αναγνώριση αυτής της ελευθερίας. Ταυτόχρονα όμως αυτό το συναίσθημα θα πρέπει να είναι πέ ρα για πέρα επιθυμία, δηλαδή να σκοπεύει το σώμα της σαν αντικείμενο. Αυτή τη φορά, λοι πόν, αρνείται να συλλάβει το πραγματικό νόημα της επιθυμίας, δεν την ονομάζει καν, δεν την αναγνωρίζει παρά μόνο στο μέτρο που υπερβαί νει τον εαυτό της προς το θαυμασμό, την εκτίμη ση, το σεβασμό και όπου απορροφιέται ολοκλη ρωτικά μέσα στις ψηλότερες μορφές που παρά γει, σε σημείο μάλιστα που να εμφανίζεται πια σαν ένα είδος θέρμης και πυκνότητας. Να όμως που της πιάνει το χέρι. Αυτή η πράξη του συνο μιλητή της κινδυνεύει να μετατρέψει την κατά σταση, απαιτώντας μια άμεση απόφαση: αν δε χτεί αυτό το χέρι είναι σα να συγκατατίθεται στις ερωτοτροπίες, σα να δεσμεύεται. Αν το αρνηθεί, τότε σπάζει την ασταθή και διαταραγμένη αρμονία που αποτελεί τη γοητεία της στιγμής. ΓΓ αυτό θα αναβάλλει όσο περισσότερο γίνεται τη στιγμή της απόφασης. Είναι γνωστό τι συμ βαίνει τότε: Η νεαρή γυναίκα αφήνει το χέρι της, δίχως όμως να αντιλαμβάνεται ότι το αφήνει. Και δεν το αντιλαμβάνεται γιατί δεν είναι τυ χαίο που αυτή τη στιγμή είναι ολόκληρη πνεύμα. Παρασύρει το συνομιλητή της ώς τις πιο υψηλές περιοχές της συναισθηματικής θεώρησης, μιλά για τη ζωή, για τη ζωή της, δείχνει την ουσιαστι κή της όψη: ένα πρόσωπο, μια συνείδηση. Μέσα σ’ αυτές τις στιγμές ο χωρισμός του σώματος από την ψυχή έχει ολοκληρωθεί· το χέρι μένει ουδέ τερο μέσα στις ζεστές παλάμες του συνοδού της: δίχως να συγκατατίθεται, μήτε όμως και να αν τιστέκεται -λες και είναι πράγμα.»13 Με το να γίνει πράγμα, η νέα γυναίνα από κ.ιυιΐ>Ρ ηπ ’ τον εαυτό της το κατεπείγον της δέ
σμευσής της. Βρίσκεται απογυμνωμένη από την ελευθερία της. Δε θα της απομείνει παρά να πά ρει ανάμεσα στους άλλους και τα πράγματα τη θέση που θα της επιβληθεί να πάρει. Το πνεύμα του σοβαρού για τον Σαρτρ, είναι αυτή η εκλογή της ύπαρξης σύμφωνα με μια έννοια που δεν εί ναι αυτή της ελευθερίας αλλά του πράγματος και που οδηγεί κατευθείαν στο μη-αυθεντικό. Το να είμαι σοβαρός, είναι να δέχομαι να παίξω ένα ρόλο και να ενσωματωθώ σ’ έναν κόσμο που δεν είναι πια ο δικός μου. Είναι αυτό που κάνει ο σερβιτόρος του καφενείου όταν παίζει το σερβι τόρο του καφενείου: «Οι κινήσεις του είναι ζωη ρές και σταθερές, λιγάκι υπερβολικά κοφτές, λι γάκι υπερβολικά γοργές, έρχεται προς τους πε λάτες μ’ ένα βήμα λιγάκι υπερβολικά ζωηρό, υποκλίνεται με μια φούρια λιγάκι υπερβολική, η φωνή του, τα μάτια του εκφράζουν μια φροντί δα για την παραγγελία του πελάτη λιγάκι υπερ βολική, τέλος νάτον πάλι που ξανάρχεται δοκι μάζοντας να μιμηθεί με τη βηματισιά του την άκαμπτη μηχανική κίνηση κι εγώ δεν ξέρω ποια νού αυτόματου, φέρνει το δίσκο του με μια τόλ μη σχοινοβάτη, τον κρατά σε μια ισορροπία αδιάκοπα ασταθή και διακοπτόμενη, κι όταν χρειάζεται τον ξαναζυγιάζει με μια ελαφρή κί νηση του μπράτσου ή της παλάμης. Όλη του η συμπεριφορά μάς φαίνεται ένα παιχνίδι. Κατα πιάνεται να συνδέσει τις κινήσεις του σαν να ήταν μηχανισμοί που αλληλοεξαρτώνται, ακόμη κι η φωνή του κι η μιμική του μοιάζουν να είναι μηχανισμοί: κινείται με την ευκινησία και την αδυσώπητη ταχύτητα των πραγμάτων. Παίζει, διασκεδάζει. Τι παίζει όμως; Δε χρειάζεται να τον προσέξουμε πολλή ώρα για να το καταλά βουμε: παίζοντας κάνει πως είναι σερβιτόρος. Σ’ όλα αυτά δε βρίσκουμε τίποτε που να μας ξαφ νιάζει: το παιχνίδι είναι ένα είδος επισημείωσης και έρευνας. Το παιδί παίζει με το κορμί του για να το ψάξει, για να κάνει την απογραφή του· το παιδί του καφενείου παίζει με τη συνθήκη του για να την πραγματώσει.»14 Το να κρύβεσαι παίζοντας είναι συγχρόνως να δικαιολογείς μια ύπαρξη που διαφορετικά θά ’ταν τελείως αδικαιολόγητη. Είναι ν’ απορρί πτεις το άσκοπο και τη συντυχία της ύπαρξης, για να γλιστρήσεις σε μιαν αναγκαιότητα γλυκιά και καθησυχαστική: «Σήκωσε το χέρι του και το έφερε στο μέτωπό του κι αμέσως οι λέξεις τού ήλθαν στο νου: «Έχω το δικαίωμα». Αυτή η φράση αντήχησε μέσα στην ψυχή του. Το δι καίωμα είναι σαν μαθηματικό αντικείμενο, σαν ένα θρησκευτικό δόγμα. Για πολύ καιρό πίστευε πως υπήρχε έτσι στην τύχη. Δεν είχε όμως δίκιο. Ήρθε στον κόσμο για να πάρει μια θέση κάτω από τον ήλιο; «Υπάρχω, σκέφτηκε, γιατί έχω το δικαίωμα να υπάρχω». Και, ίσως για πρώτη φο ρά, είδε το όραμα του πεπρωμένου του.»15
αφιερωμα/31 Ο Ροκαντέν, στο «Η Ναυτία», ξεπέρασε το στάδιο της κακής πίστης. Κατάλαβε ότι όλα εί ναι περιττά και . ότι το να υπάρχεις σημαίνει απλά να είσαι εδώ. Είναι από μια άλλη ράτσα. Ξέρει καλά αυτός ότι «ο άνθρωπος δεν είναι πα ρά ένα πάθος άχρηστο»: «Ωστόσο κανένα ον αναγκαίο δεν μπορεί να εξηγήσει την ύπαρξη: η σύμπτωση δεν είναι μια απατηλή φαινομενικότη τα, μια επίφαση που μπορούμε να τη διαλύσουμε- είναι το απόλυτο, άρα το τέλεια άσκοπο. Ό λα είναι αναίτια, αυτός ο κήπος, αυτή η πόλη και εγώ ο ίδιος. Σαν έρχεται η στιγμή να δώσει κάποιος λογαριασμό γι’ αυτά, έρχεται η αψιθυμία κι όλα αρχίζουν να κλυδωνίζονται: ιδού η Ναυτία· ιδού αυτό που οι άθλιοι προσπαθούν να σκεπάσουν με την ιδέα τους του δικαιώματος. Τι άθλιο όμως ψέμα: κανένας δεν έχει δικαίωμα· εί ναι ολότελα άσκοποι, όπως οι άλλοι άνθρωποι, δεν μπορούν να μην αισθάνονται άσκοποι και περιττοί.»16 Το να ζεις στην κακοπιστία, σημαίνει ν’ απο φεύγεις την ελευθερία σου, χωρίς, ωστόσο, να μπορείς να πάψεις να είσαι ελευθερία. Δεν μπο ρείς να ξεφορτωθείς την ελευθερία σου κι' εκεί είναι η δυστυχία: «Η δυστυχία είναι ότι είμαστε ελεύθεροι». Στην κακοπιστία, η ελευθερία είναι σαν κυ ριευμένη από τον πανικό μπροστά στην αγωνία της εκλογής και προτιμά να καταφύγει μέσα στην καθησυχαστική ύπαρξη των πραγμάτων. Προσδοκά τη γαλήνη των πραγμάτων, που αγνοούν την αγωνία, που αναμένουν από άλλους ν’ αποφασίσουν γι’ αυτά. Στην κακοπιστία, όπως στη Ναυτία ή ακόμη μπροστά στο βλέμμα του άλλου, ο άνθρωπος γλι στράει σ’ έναν τρόπο ύπαρξης πού ’ναι αυτός των πραγμάτων. Ξεχνιέται μέσα στη συντυχία και την πλασματικότητα των πραγμάτων. Είναι η ώρα για τα πράγματα να εκδικηθούν. Τη στιγ μή που ο άνθρωπος έχει πάνω τους την υπεροχή να μπορεί να τα υπερβαίνει, να τα υπερπηδά, να που αυτά αρχίζουν να υπάρχουν ολομόναχα, να τον απειλούν ακόμα, να τον προσκαλούν ν’ αφεθεί να ζήσει από την ύπαρξή τους σαν πράγμα τα. Η ναυτία είναι αυτή η απολιθωμένη μέσα στα πράγματα συνείδηση, που δεν διατηρεί τίπο τε από την υπέρβασή της παρά μονάχα αυτή την απροσδιόριστη παρουσία στον εαυτό που επι πλέει μάταια πάνω στην επιφάνεια των πραγμά των και που γ ι' αυτή μιλάει ο Ροκαντέν: « Ήμουν η ρίζα της καστανιάς. Ή πιο καλά ήμουν ολότε λα η συνείδηση της ύπαρξής της. Αποσπασμένος από αυτή (αφού είχα συνείδηση αυτού του πράγ ματος) κι όμως χαμένος μέσα της, μη όντας τίποτ’ άλλο παρά αυτή. Μια συνείδηση στενόχωρη που ωστόσο κατευθυνόταν μ’ όλο το βάρος της, ετεροκίνητη, σ’ αυτό το κομμάτι του άνεργου ξύ λου. Ο χρόνος είχε σταματήσει: ένα μικρό μαύρο
Σαρτρ: Είμαστε χαταόιχασμένοι να είμαστε ελεύθεροι.
έλος στα πόδια μου· ήταν αδύνατο νά ’ρθει κάτι μετά από εκείνη τη στιγμή. Θα ήθελα να ξεριζώ σω τον εαυτό μου από αυτή την αδυσώπητη από λαυση, αλλά ούτε φανταζόμουν καν πως κάτι τέ τοιο ήταν δυνατό" ήμουν μέσα· το μαύρο κού τσουρο δεν έφευγε, έμεινε εκεί, στα μάτια μου, καθώς ένα υπερβολικά μεγάλο κομμάτι μένει στο λαιμό.»17 Στη ναυτία, η συνείδηση προσπαθεί ν’ ανακα λύψει τον εαυτό της πάνω στον τρόπο ύπαρξης των πραγμάτων. Αλλά, συγχρόνως, αποκλείεται να μπορέσει να το κατορθώσει: «Να τι υπάρχει: τοίχοι και ανάμεσά τους μια μικρή διαφάνεια ζώσα και απρόσωπη. Η συνείδηση υπάρχει σαν ένα δέντρο, σαν ένα φυλλαράκι χορταριού. Βρί σκεται μισοναρκωμένη και ανιά... Και ιδού η αί σθηση της ύπαρξής της: είναι η συνείδηση του ότι είναι περιττή. Διασκορπίζεται, ζητάει να χα θεί στο σκούρο τοίχο, στο μάκρος του φαναριού ή εκεί κάτω, στον καπνό της βραδιάς. Αλλά ποτέ δεν ξεχνάει τον εαυτό της· έχει τη συνείδηση πως είναι μια συνείδηση που λησμονιέται. Είναι ο κλήρος της.»18 Για τη συνείδηση δεν υπάρχει απουσία στο εαυτό ούτε και καθαρή παρουσία στο εαυτό. Η ναυτία δεν είναι ένα ατύχημα που συμβαίνει στη συνείδηση όπως μια αρρώστια, είναι αποκάλυψη μιας συνθήκης ύπαρξης: «Η Ναυτία είμαι εγώ.» Στη ναυτία, η συνείδηση απορροφάται από το πράγμα που αξίωνε να οικειοποιηθεί, κατά τον
32/αφιερωμα ίδιο τρόπο που, κάτω από το βλέμμα του άλλου, η ελευθερία μου απολιθώνεται, γίνεται πράγμα. Υπερβαίνω τον άλλο σαν ένα καθαρό αντικείμε νο και είμαι συγχρόνως το αντικείμενο του βλέμ ματός του. Το βλέμμα του άλλου είναι σαν αυτό της Μέδουσας: «Μόλις που την άκουγε· την έβλεπε. Έ να βλέμμα! Ένα τεράστιο βλέμμα, ένας άδειος ουρανός· εκείνη φτεροκοπούσε μέσα στο βλέμμα τούτο, όπως ένα έντομο στο φως ενός φάρου... Με βλέπει. Του φάνηκε πως σκλήραινε και μίκραινε μεμιάς. Πίσω από αυτά τα μάτια είν’ ένας ουρανός χωρίς άστρα, υπάρχει επίσης ένα βλέμμα. Με βλέπει, όπως βλέπει το τραπέζι και το ουκουλέλε. Και γι’ αυτήν υπάρ χω: μόριο μετεωρισμένο σ’ ένα βλέμμα, ένας μπουρζουάς. Είν’ αλήθεια πως είμαι ένας μπουρζουάς. Κι ωστόσο δεν κατόρθωνε να το νιώσει.»19 Οι σχέσεις μου με τους άλλους δεν μπορούν παρά να είναι σχέσεις εχθρότητας, ανταγωνιστι κότητας. Ήταν το συμπέρασμα στο «Κεκλεισμένων των Θυρών»: «Η Κόλαση είναι οι άλλοι άν θρωποι.» Αλλά δεν μπορώ να λιώσω τελείως κάτω από το βλέμμα του άλλου στην κατάσταση του πράγ ματος. Είμαι κι εγώ ασύλληπτος και μπορώ να υπερπηδήσω το βλέμμα του. Κάτω από το βλέμ μα του άλλου, όπως στη ναυτία, αιωρούμαι ανά μεσα σ’ έναν τρόπο ύπαρξης οικείο στο πράγμα και σε μια καθαρή ελευθερία. Ο άλλος μου επι τρέπει να συλλάβω τον εαυτό μου. Είναι σα τη ναυτία μια συνθήκη ύπαρξης, συνθήκη της ύπαρξής μου, μεσολαβητής ανάμεσα σε μένα και τον εαυτό μου: «Θα με καταλάβεις άραγε αν πρώτα πρώτα σου πω ότι δεν έμαθα ποτέ αυτό που είμαι; Τα ελαττώματά μου, τα προτερήματά μου, όσο και να κολλάω τη μύτη μου επάνω τους, δεν κατορθώνω να τα ιδώ, ούτε και μπορώ να σταθώ σ’ απόσταση αρκετή για να έχω μια συνολική άποψη του εαυτού μου. Κι έπειτα, δεν ξέρω τι αίσθημα είναι αυτό, έχω την εντύπωση πως είμαι μια πλαδαρή και κινούμενη μάζα που σ’ αυτή μέσα βουλιάζουν οι λέξεις· μόλις δοκι μάσω να προσδιορίσω τον εαυτό μου, ήδη αυτός που προσδιορίστηκε μπερδεύεται μ’ αυτόν που προσδιορίζει κι όλα ξαναμπαίνουν σ’ αμφισβή τηση. Πολύ συχνά έχω ευχηθεί να μισήσω τον εαυτό μου και ξέρεις πως είχα αρκετούς λόγους για να το κάνω. Αλλ’ αυτό το μίσος, μόλις που το δοκίμαζα επάνω μου, πνιγόταν στην αστάθειά μου, δεν ήτανε πια παρά μια ανάμνηση... Για μια στιγμή, εκείνο το βράδυ του Ιουνίου που μού ’ρθε να ξομολογηθώ σε σένα, θάρρεψα πως άγγι ζα τον εαυτό μου μέσα στα έκπληκτα μάτια σου. Μ’ έβλεπες, μέσα στα μάτια σου ήμουνα στέρεος και ικανός για να με προβλέψει κανείς· οι πρά ξεις μου και τα κέφια μου δεν ήτανε παρά οι συ νέπειες μιας σταθερής οντότητας. Αυτή την ον
τότητα τη γνώριζες μέσω εμού, σου την είχα πε ριγράφει με τις δικές μου λέξεις, σου αποκάλυ ψα γεγονότα που αγνοούσες και που σου επέτρε ψαν να τη διακρίνεις. Ωστόσο εσύ μονάχα την έβλεπες κι εγώ σ’ έβλεπα απλώς να τη βλέπεις. Μια στιγμή ήσουνα ο μεσάζοντας ανάμεσα σε μένα και στον εαυτό μου, το πολυτιμότερο πρά μα που ήμουνα, που ήθελα να ήμουνα, το διέκρινες τόσο απλά και τόσο κοινά όσο σε διέκρινα κι εγώ. Γιατί επιτέλους, υπάρχω, είμαι, ακόμη κι αν δεν αισθάνομαι πως υπάρχω- και είναι σπά νιο μαρτύριο να βρίσκεις μέσα σου τέτοια βε βαιότητα χωρίς το παραμικρό έρεισμα, μια τέ τοια υπεροψία χωρίς υλικό περιεχόμενο. Κατά λαβα τότες πως δε μπορείς να νοήσεις τον εαυτό σου παρά με την κρίση ενός άλλου· με το μίσος ενός άλλου. Ίσως και με την αγάπη ενός άλλου· αλλά δεν γίνεται εδώ λόγος γι’ αυτή. Γι’ αυτή την αποκάλυψη διατήρησα μια μετρημένη ευ γνωμοσύνη.»29 Το μονοπάτι της εσωτερικότητάς μου περνάει από τον άλλο και δεν είμαι τελικά παρά, όπως ο Αίγισθος στο «Οι Μύγες», η εικόνα που οι άλλοι έχουν για μένα: «Θέλω καθένα από τα υποκείμε νά μου να φέρει την εικόνα μου μέσα του, και να νιώθει, μέχρι μέσα στη μοναξιά, το αυστηρό μου βλέμμα να βαραίνει πάνω στις σκέψεις του τις πιο απόκρυφες. Αλλά είμαι εγώ που είμαι το πρώτο θύμα μου: δε με βλέπω πια παρά μόνο όπως με βλέπουν, σκύβω πάνω από το ανοιχτό πηγάδι των ψυχών τους, και η εικόνα μου είναι εκεί, κάτω στο βυθό του, με αηδιάζει και με μα γεύει. Παντοδύναμε Θεέ, ποιος είμαι, αν όχι ο φόβος που οι άλλοι έχουν για μένα;»21 Το βλέμμα του άλλου με πραγματοποιεί και με κάνει να είμαι, αλλά συγχρόνως με περιορίζει σ’ ένα μέσο προς σκοπούς που αγνοώ. Από το βλέμμα του άλλου βρίσκομαι διαρκώς σε κίνδυ νο. Η ντροπή είναι η αναγνώριση αυτού του βλέμματος που με κρίνει σαν ένα αντικείμενο. Στη ντροπή, περιορίζομαι στο σώμα μου, στα όργανά μου: «Ο Κάρολος ένιωθε μέσα του βρώ μικος, ένα πακέτο γλυτσερά και μουλιασμένα έν τερα: τι ντροπή αν έπρεπε να ζητήσει την πάπια μπροστά στα κορίτσια. Μανταλώθηκε, σκέφθηκε: “Θα κρατήσω ώς το τέλος” .»22 Η ουσία της σχέσης ανάμεσα στις συνειδήσεις είναι η σύγκρουση και ο έρωτας δεν αποτελεί εξαίρεση. Το ιδανικό που φιλοδοξεί να επιτύχει ο έρωτας είναι να κατακτήσει τον άλλο χωρίς να πάψει αυτός να είναι μια ελευθερία που χωρίς αυτή δεν θα υπήρχε πια και εκείνος θα περιορι ζόταν σ’ ένα πράγμα και εγώ στην απομόνωσή μου. Στον έρωτα, κανένα από τα δυο όντα δεν πρέπει να είναι ένα πράγμα για τον άλλο και ωστόσο αυτές οι δυο ελευθερίες δεν είναι πραγ ματικά ελεύθερες γιατί κάθε μια απ’ αυτές έχει καταντήσει την άλλη. Ή δη από τον ίδιο τον ορι
αφιερωμα/33 σμό του, ο έρωτας φέρει το σπόρο της καταστρο<(>'|: του .
δυστυχία του, είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος: «Είμαι ελεύθερος: δε μου μένει πια κανένας λόγος να ζω, όλοι οι λόγοι, όσους προσ πάθησα να αξιοποιήσω, με εγκατέλειψαν και δεν μπορώ να ξαναρχίσω. Αλλά γιατί πρέπει να ξα ναρχίσω; Το πόσο, στους πιο δυνατούς τρόμους μου, στις πιο δυνατές ναυτίες μου, είχα υπολογί σει στην Άννυ, για να με σώσει, το βλέπω μονά χα τώρα. Το παρελθόν μου είναι νεκρό, ο κ. ντε Ρολμόν είναι νεκρός, η Άννυ επέστρεψε για να μου πάρει την κάθε ελπίδα. Είμαι μόνος σ’ αυτό τον λευκό δρόμο που τον πλαισιώνουν οι κήποι. Μόνος και ελεύθερος. Όμως η ελευθερία αυτή μοιάζει κάπως με θάνατο.»24
Το να παραδίνεσαι στον έρωτα ή στην κακοπιστία, είναι να συντηρείς την ψευδαίσθηση μιας ύπαρξης όπου δεν θα υπήρχε πλέον ευθύνη για να την αναλάβεις, όπου δεν θα είχες πια να επεμβαίνεις στα πράγματα, όπου όμως θ’ αρκούσε ν’ αφεθείς να γλιστρήσεις σαν σ’ έναν ύπνο: «Νά ’μαι από πέτρα, ακίνητος, αναίσθητος, κα μιά χειρονομία, κανένας θόρυβος, τυφλός και κουφός, οι μύγες, τα ζουζούνια, τα σκαθάρια θ’ ανεβοκατέβαιναν επάνω στο κορμί μου, ένα βλο συρό άγαλμα με άδεια μάτια, χωρίς κανένα σχέ διο, χωρίς καμιά φροντίδα, ίσως να πετύχαινα να συμπέσω με τον εαυτό μου.»23 Ο άνθρωπος όμως δεν μπορεί να ξεφύγει από την ελευθερία του, εκτός κι αν απαρνηθεί και Μετάφραση: Κόριννα Κωνσταντοπούλου την ύπαρξη μαζί. Ο άνθρωπος, κι αυτή είναι η Σημειώσεις 1. Κίρκεγκωρ: «Υστερόγραφο στα φιλοσοφικά Αποσπάσμα2. Κίρκεγκωρ: «Υστερόγραφο στα φιλοσοφικά Αποαπάσμα3. Σαρτρ: «Ο Υπαρξισμός είν’ ένας Ανθρωπισμός», μτφρ. Κώστα Σταματίον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίόη, Αθήνα 1965. 4. Σαρτρ, ό.π. 5. Σαρτρ: «Οι Μύγες». 6. Σαρτρ: «Ο Υπαρξισμός είν’ ένας Ανθρωπισμός», μτφρ. Κώστα Σταματίον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη, Αθήνα 1965. 7. Σαρτρ: «Οι Μύγες». 8. Σαρτρ: «Η Αναστολή», μτφρ. Αιμ. Χουρμούζιον, εκδόσεις Ι.Δ. Αραενίδης και Σια, Αθήνα. 9. Σαρτρ: «Το Είναι και το Μηδέν», μτφρ. Κωστή Παπαγιώργη, εκδόσεις Παπαζήση. 10. Σαρτρ: «Ο Υπαρξισμός είν’ ένας Ανθρωπισμός», μτφρ. Κώστα Σταματίον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη, Αθήνα 1965. 11. Σαρτρ: ό.π. 12. Σαρτρ: «Με το θάνατο στην Ψυχή», μτφρ. Αιμ. Χονρμού-
ζισν, εκδόσεις Ι.Δ. Αραενίδης και Σια, Αθήνα·. 13. Σαρτρ: «Το Είναι και το Μηδέν», μτφρ. Κωστή Παπαγιώργη, εκδόσεις Παπαζήση. 14. Σαρτρ: ό.π. 15. Σαρτρ: «Ο Τοίχος», μτφρ. Οθ. Αργνρόπονλον, εκδόσεις Σ. Δάρεμα. 16. Σαρτρ: «Η Ναυτία», μτφρ. Κ. Μιχαήλ, εκδόσεις Εγνατία, 1981. 17. Σαρτρ: «Η Ναυτία», μτφρ. Κ. Μιχαήλ, εκδόσεις Εγνατία, 18. Σαρτρ: «ό.π.». 19. Σαρτρ: «Η Αναστολή», μτφρ. Αιμ. Χουρμούζιον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη και Σια, Αθήνα. 20. Σαρτρ: «Η Αναστολή», μτφρ. Αιμ. Χουρμούζιον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη και Σια, Αθήνα. 21. Σαρτρ: «Οι Μύγες». 22. Σαρτρ: «Η Αναστολή», μτφρ. Αιμ. Χουρμούζιον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη και Σια, Αθήνα. 23. Σαρτρ: «Η Αναστολή», μτφρ. Αιμ. Χουρμούζιον, εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδη και Σια, Αθήνα. 24. Σαρτρ: «Η Ναυτία», μτφρ. Κ. Μιχαήλ, εκδόσεις Εγνατία,
'ίύοίλο^ J
ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΗΜΙΟΡΟΦΟ
Φ ΩΛΙΑ ΤΦΎ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 25-29 ΣΤΟΑ ο 3231703-0229560 Α3ΗΝΑ 10564
Προσοχή! Υπενθυμίζουμε στους φίλους κι αναγνώστες τον περιοδικού ότι τα γραφεία του «Διαβάζω» μεταφέρθηκαν στην Λ. Μεταξά26, Εξάρχεια, 1ος όροφος.
34/αφιερωμα
Τον τρόπο σκέψης τον Σαρτρ μπορεί κανείς να τον πλησιάσει παίρνοντας όνο διαφορετικούς όρόμονς: ο ένας είναι φιλοσοφικός και εκφράζεται στα έργα τον «Το είναι και το μηδέν», «Το φανταστικό», «Οι καταστάσεις», ο άλλος είναι λογο τεχνικός και βρίσκεται στο μνθιστορηματικό και θεατρικό τον έργο. Στο μνθιστό ρημα τον Σαρτρ «η Ναντία» και στα όνο θεατρικά «οι Μύγες» και «τα Βρώμικα Χέρια», βλέπει κανείς με ποιο τρόπο ο λογοτέχνης Σαρτρ αντιμετωπίζει το θέμα της πάλης τον ανθρώπον ενάντια στο πεπρωμένο, δηλαδή πώς βλέπει το θέμα της ελενθερίας τον ατόμον. Η «Ναυτία» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Σαρτρ, γράφτηκε στα 1938, και περιγράφει την αναστάτωση που κυριεύει τον σκεπτόμενο άν θρωπο όταν συνειδητοποιεί ότι η ύπαρξή του στον κόσμο αυτό δεν έχει νόημα, και κατά συνέ πεια βρίσκεται αντιμέτωπος με την απεριόριστη ελευθερία που έχει για την επιλογή των πράξεών του και τον τρόπο της ζωής που θα διαλέξει, καθώς και της ευθύνης του. Αυτή η ανακάλυψη συνοδεύεται από μια αξεπέραστη ανησυχία, από ένα βαθύ άγχος ενάντια στο οποίο δεν βρίσκει κανένα καταφύγιο. Παρ’ όλα αυτά το καταφύγιο υπάρχει: είναι η επιλογή που θα κάνει ο καθένας για να στρατευθεί σε μια γραμμή ζωής που θα τη διαλέξει εντελώς ανεπηρέαστα από τη γνώμη των άλλων. Αυτή η στράτευση, αυτή η επιλογή, θα δώσουν νόημα στη ζωή του. Έτσι σ’ έναν κήπο της Μπουβίλ (όνομα που δίνει στη Χάβρη ο Σαρτρ) ο Αντουάν Ροκαντέν,
φιλόλογος και κεντρικός ήρωας του μυθιστορή ματος, καταλαμβάνεται από ναυτία και γνωρίζει μια απ’ αυτές τις στιγμές οξυδέρκειας που επι τρέπουν στον άνθρωπο να εισχωρήσει στις βαθύ τερες εσωτερικές του καταστάσεις. Είναι καταθλιπτικό να αισθάνεσαι ότι είσαι περιττός, χω ρίς λόγο ύπαρξης, χωρίς σκοπό σ’ έναν κόσμο παράλογο. Ο Σαρτρ καταφέρνει να βρει εικόνες υποβλητικές για να μεταδώσει στον αναγνώστη το αίσθημα του γλοιώδους και να περιγράφει την ανησυχία που νιώθει όποιος συνειδητοποιεί ότι είναι ξένος προς όλα. Ακόμη και η παρουσία του ίδιου του του κορμιού τού φαίνεται αφόρη τη. Το αίσθημα της ύπαρξης παίρνει μια μορφή αγωνίας που ο συγγραφέας την αποκαλεί ναυ τία. Για τον Σαρτρ, εκείνο που κατακυριεύει και πνίγει τον σκεπτόμενο άνθρωπο δεν είναι ο θά νατος, όπου θα καταλήξει αναπόφευκτα κάποτε, αλλά το βάρος της λασπερής και χυδαίας ύπαρ
αφιερωμα/35 ξής του- είναι τα πράγματα, είναι η φύση που είναι μαζί γεμάτη και άδεια· γεμάτη από ύπαρξη και άδεια από λογική.Και αυτό ακριβώς αποτε λεί το στοιχείο του παράλογου για το οποίο ο Σαρτρ λέει στο βιβλίο του: «Το παράλογο δεν ήταν μια σκέψη στο κεφάλι μου, ούτε μια ανε παίσθητη φωνή, αλλά ένα τεράστιο ερπετό απλωμένο νεκρό στα πόδια μου... Καταλάβαινα ότι είχα βρει το κλειδί της ύπαρξης, το κλειδί της ναυτίας μου. Πράγματι οτιδήποτε καταφέρνω να καταλάβω μετά, αυτή με ξαναφέρνει σ’ αυτή τη βασική αίσθηση του παράλογου της ύπαρξης». Επιμένει στην περιγραφή του κόσμου και του σκεπτόμενου ανθρώπου, ενός κόσμου γεμάτου παραλογισμού, στον οποίο ο άνθρωπος βρίσκε ται κατά τύχη όπως άλλωστε και όλα τα πράγμα τα, αλλά με τη διαφορά αυτή που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο: τη συνείδηση του παράλογου. Για τον Σαρτρ, εκείνο που έχει σημασία, είναι να μπορέσει να βγει ο άνθρωπος από το αδιέξο δο· αλλά πρώτα πρέπει να μάθει να αναγνωρίζει πού βρίσκεται· είναι μια πράξη που απαιτεί, από τον άνθρωπο, ξεκαθάρισμα και επανάσταση στη σκέψη. Ο Σαρτρ μισεί εκείνους που εθελοτυ φλούν μπροστά στο παράλογο της σκέψης. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν, κατά τη γνώμη του, οι λεγόμενοι ανθρωπιστές, αυτοί που βρίσκουν στην ύπαρξη του ανθρώπου επί της γης μια λογι κή που προϋποθέτει μια προσχεδιασμένη τάξη πραγμάτων, η οποία δίνει νόημα στη ζωή και στην ιστορία. Το πιστεύω αυτό πηγάζει είτε από τη χριστιανική πίστη είτε από κάποια ανίερη φι λοσοφία που έχει τις ρίζες της στο διαφωτισμό. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις οι θεωρητικοί, κατά τον Σαρτρ, μας απατούν και αυταπατώνται· κρύβουν το βάραθρο της μοίρας πίσω από μια πλανερή εξήγηση. Αυτούς τους εθελοντές τυ φλούς τους ονομάζει ο Σαρτρ παλιανθρώπους (salauds). Κατά τη γνώμη του προβάλλουν, μπροστά στον τρόμο της ύπαρξης, ένα σωρό ψεύτικες κοινωνικές αξίες: το χρήμα, τη δόξα, την υπόληψη, τις παραδόσεις, την αρετή. Έτσι παίξουν για τους εαυτούς τους και για τους άλ λους την ποταπή κωμωδία της αξιοπρέπειας. Όταν νιώσουν ότι απόκτησαν το σεβασμό μέσα στον κύκλο της μικρής τους πόλης, αυτό τους βοηθά να ξεχάσουν ότι είναι όντα χωρίς λόγο ύπαρξης, βουτηγμένα στην κακοπιστία. Στο ηθι κό σύστημα που έχει επινοήσει ο Σαρτρ, η κακοπιστία είναι η αρχή όλων των σφαλμάτων και παίζει -κατά κάποιον τρόπο- το ρόλο που έπαι ζε το προπατορικό αμάρτημα. Το πρόβλημα που τίθεται, κατά τον Σαρτρ, στον άνθρωπο που συνειδητοποιεί το παράλογο της ύπαρξής του, είναι είτε η τάση να σβήσει την απελπισία και να καταφύγει στην αυτοκτονία εί τε να βρει με οποιονδήποτε τρόπο κάτι για να βγει απ’ αυτή τη ιιηδαμινότητα στην οποία έχει
συνειδητοποιήσει ότι βρίσκεται. Ο δρόμος αυτός, όπως παρουσιάζεται στο πρώτο μυθιστόρημα του Σαρτρ, είναι η τέχνη. Πράγματι, στις τελευταίες σελίδες της «Ναυτίας» αυτό που σώζει τον Ροκαντέν είναι η δημιουργι κή ικανότητα. Ο άνθρωπος αυτός μπορεί να γράφει, μπορεί να γίνει ποιητής. Δεν το αποτολ μά γιατί δεν έχει αρκετή αυτοπεποίθηση. Για τον Σαρτρ φιλόσοφο όμως, η δημιουργία τέχνης είναι σωστή διέξοδος, είναι τρόπος ν’ αποφύγουμε την άβυσσο και να υπερνικήσουμε το θάνατο. Η υπαρξιακή λύση είναι να πάρει ο καθένας τη μοίρα του στα χέρια του και να φτιά ξει με τις πράξεις του, με τις δημιουργίες του τη δική του μοίρα, το δρόμο που διάλεξε ο ίδιος και δεν του τον επέβαλαν άλλοι. Όλη η φιλοσο φική προσπάθεια του Σαρτρ από τη «Ναυτία» και μετά είναι μια συνεχής προσπάθεια να ανα καλύψει «τους δρόμους της ελευθερίας» που οδηγούν σ’ έναν ατομικό τρόπο ύπαρξης για τον οποίο ο κάθε άνθρωπος είναι μόνος υπεύθυνος. Η ίδια αυτή φιλοσοφική προσπάθεια βρίσκε ται επίσης στο θεατρικό έργο «οι Μύγες», γραμ μένο το 1942. Εκεί ξαναβρίσκουμε τα πρόσωπα του Ευριπίδη. Ο Ορέστης φθάνει στο Άργος την ημέρα που είναι αφιερωμένη στους νεκρούς. Συ ναντά την αδελφή του Ηλέκτρα που του υπενθυ μίζει το καθήκον του. Ο Σαρτρ περιγράφει τον νεαρό σαν απαλλαγμένο απ’ όλες τις προκαταλή ψεις, μεγαλωμένο χωρίς οικογένεια, χωρίς πα τρίδα, χωρίς θρησκεία, απόλυτα αδέσμευτο στη σκέψη. Ο Ορέστης είναι, κατά τον Σαρτρ, ελεύ θερος άνθρωπος. Η Ηλέκτρα προσπαθεί να τον πείσει να τιμωρήσει τον Αίγισθο και την Κλυται μνήστρα. Η τροχοπέδη για τον Ορέστη δεν είναι τόσο η σκέψη του φόνου αλλά η ευθύνη του να αποφασίσει ο ίδιος αν θα κάνει ή όχι την πράξη αυτή. Ο Δίας κάνει ό,τι μπορεί για να δώσει στον Ορέστη πρώτα ενδοιασμούς, και μετά από το φόνο, τύψεις. Όμως ο νεαρός σκοτώνει και λέει στον Δία: «Δεν μπορείς να με κάνεις να μετανιώσω για κάτι που δεν το θεωρώ έγκλημα. Εγώ είμαι η ίδια μου η ελευθερία. Δεν αναγνω ρίζω νόμο άλλο από τον δικό μου». Κατά τον Σαρτρ ο κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να διαλέγει ο ίδιος το δρόμο που θ’ ακολουθήσει. Η Ηλέκτρα, πιο αδύναμη, ζητάει βοήθεια και εν θάρρυνση από τον Δία, ενώ ο Ορέστης φεύγει από το Άργος σέρνοντας ξοπίσω του τις Ερινύες που ο Σαρτρ τις περιγράφει σαν νέφη από μύγες, εξού και ο τίτλος του έργου, αλλά όπως τονίζει ο συγγραφέας, οι μύγες αυτές δεν σκοτί ζουν τον Ορέστη γιατί τύψεις δεν έχει. Διάλεξε την πράξη του και την ολοκλήρωσε. Η ελεύθερη επιλογή της πράξης είναι, στο έρ γο του Σαρτρ, η απάντηση του ανθρώπου στη μοίρα. Το να είσαι ελεύθερος, κατά τον Σαρτρ, σημαίνει να αρνείσαι τους κοινωνικούς και θρη
36/αφιερωμα σκευτικούς νόμους και να διαλέγεις δικούς σου. Το να στρατευθείς με τη μεριά του Αίγισθου ή με εκείνη του Δία σημαίνει ότι τοποθετείσαι ενάντια στη δική σου ατομική ελευθερία, συμβι βάζεσαι με τη μοίρα και χάνεις τους δρόμους της ελευθερίας, αυτούς που μπορούν να εξασφαλισθούν μόνο με την ατομική επανάσταση και προσπάθεια. Σύμφωνα με τον Σαρτρ καμιά θεωρία δεν λέει αλήθεια επάνω στο νόημα που έχει η ζωή του κάθε ανθρώπου. Οι θρησκείες είναι ανθρώπινες επινοήσεις που σκοπό έχουν να καλύψουν το παράλογο της ύπαρξης και να οργανώσουν την κοινωνική ζωή διασφαλίζοντας την υπεροχή των εκάστοτε αρχηγών. Ο άνθρωπος έχει ανθρώπινη υπόσταση μόνο εφ’ όσον διατηρεί την εσωτερική ελευθερία του. Είναι ελεύθερος όταν είναι στρατευμένος σε μια επαναστατική κατάσταση. Έτσι, κατά τον Σαρτρ, ο Ορέστης σκοτώνοντας ένα βασιλιά, βρίζοντας τους θεούς και αδιαφορώντας για τις Ερινύες, γίνεται ολοκληρωμένος υπαρξιακός άν θρωπος, αδέσμευτος από ξένες επιρροές. Είναι
JL
περιπλους
M m m Τετραΰκ) γιοταγραμματοκαι τις τεχνες
φανερό ότι ο Σαρτρ δίνει μεγάλη σημασία στο θέμα της ελευθερίας του ατόμου. Δεν παραλείπει να επισημαίνει ότι η ηθική της ελευθερίας είναι δύσκολη, διαπίστωση που δίνει στη σκέψη του Σαρτρ έναν τόνο τραγικό. Η τραγικότητα αυτή είναι φανερή στο θεατρι κό του έργο «Τα Βρώμικα Χέρια». Το ουσιαστι κό πρόβλημα που τίθεται σ’ αυτό το θεατρικό έργο είναι ψυχολογικό και μεταφυσικό. Και εδώ ο άνθρωπος, κατά τον Σαρτρ, είναι ελεύθερος αλλά διαλέγει μόνος του τη στάση του, διαλέγει τις πράξεις του και ανακαλύπτει τον εαυτό του διαλέγοντας. Το να είναι ο άνθρωπος αγνός ση μαίνει να ενεργεί σαν ελεύθερος άνθρωπος- το αντίθετο σημαίνει ότι προσπαθεί να βρει λανθα σμένα κίνητρα και συχνά ενεργεί από φόβο, από ανάγκη ή από καπρίτσιο. Στο θεατρικό έργο, «Τα Βρώμικα Χέρια» έχουμε τρεις ομάδες αν θρώπων- στην πρώτη ανήκουν εκείνοι για τους οποίους το πρόβλημα της ελευθερίας δεν τίθεται διότι δεν το έχουν συνειδητοποιήσει. Εκτός απ’ αυτούς υπάρχουν οι «δυνατοί»· ο Χαίντερερ, ο Λουί και η Όλγα- αυτοί έχουν διαλέξει με από λυτη συνείδηση το πολιτικό κόμμα που τους αν τιπροσωπεύει και νιώθουν ελεύθεροι άνθρωποι. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο ομάδες υπάρχει και μια τρίτη- την αποτελούν οι άβουλοι, αυτοί που «παίζουν», που διασκεδάζουν ενεργώντας, όπως π.χ. ο Ούγκο, κεντρικός ήρωας του έργου. Ο Ούγκο είναι ένας διανοούμενος αστός, συνηθι σμένος να αυτοαναλύεται, ένας νευρωτικός. Εί ναι ένας ψευτοεπαναστάτης που ξεσηκώνεται, αλλά μόνο συναισθηματικά, ενάντια στην κοινω νική τάξη στην οποία ανήκει- δεν έχει εμπιστο σύνη στον εαυτό του- αισθάνεται ανασφάλεια. Έρχεται σε αντίθεση με τον Χαίντερερ, αρχηγό του κόμματός του και τον σκοτώνει. Αλλά ο φό νος αυτός γίνεται από καθαρά κίνητρα ζήλιας, όταν ο Ούγκο βρίσκει μια μέρα τη γυναίκα του Τζέσικα στην αγκαλιά του Χαίντερερ. Έτσι, ενώ ο φόνος θα μπορούσε να είχε αίτια πολιτικά, αποδεικνύεται ότι έγινε από κίνητρα ερωτικά. Ο Ούγκο φυλακίζεται. Μετά την αποφυλάκισή του μαθαίνει ότι η θέση του Χαίντερερ για την πολι τική του κόμματος έχει αποκατασταθεί και ο Ούγκο βρίσκεται ένοχος για το φόνο του Χαίν τερερ από το κόμμα. Ο Ούγκο επαναστατεί, υποστηρίζει ότι αποκτά ξανά την ελευθερία του αλλά το κόμμα φροντίζει να απαλλαγεί απ’ αυ τόν. Το θεατρικό αυτό έργο του Σαρτρ θεωρήθηκε πολιτικό και κρίθηκε μάλιστα από πολλούς σαν αντικομμουνιστικό. Ο Σαρτρ απορρίπτει το εί δος του κομμουνισμού που στερεί τους οπαδούς του από το μόνο πράγμα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο: την αυτονομία της συνείδησης, την ελευθερία, Γι’ αυτή πάλεψε σ’ όλη του τη ζωή με τα έργα του και τις πράξεις του.
αφιερωμα/37
Ζαν-Ζακ Μπροσιέ
Ο φάκελος «Σαρτρ» Υπάρχουν λογοτεχνικές διαμάχες, που χαροποιούν τους επιφνλλιόογράφους, υπάρχουν φιλοσοφικές διαμάχες, που αναθεωρούν τον κόσμο. Υπάρχουν παρισι νές διαμάχες, που δεν διασκεδάζουν κανένα. Η διαμάχη γύρω από τον Σαρτρ εντάσσεται και στα τρία αυτά είδη. Λς πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά. Τα τρία γεγονότα, πολύ μετά τη δημοσίευση της Ά γριας σκέψης του Κλωντ Λεβί-Στρως, που ήρ θαν ν’ αμφισβητήσουν τον Σαρτρ, ήταν: - Η δημοσίευση των Λέξεων και των Πραγμά των του Μισέλ Φουκώ. - Η δημοσίευση των Κειμένων του Ζακ Λακάν. - Το ειδικό τεύχος του περιοδικού L ’ Arc, όπου ο Σαρτρ τοποθετούσε τον εαυτό του χωρίς απο χρώσεις απέναντι στα καινούρια κινήματα σκέ
ψης· Οι «Συνωμότες» Η δημοσιότητα προκάλεσε την οξύτητα. Πρέπει να προσπαθήσουμε να δούμε καθαρά τα πράγ ματα. Επικρατεί η γνώμη πως οι «στρουκτουραλιστές» είναι διαμετρικά αντίθετοι με τον Σαρτρ. Είναι δύσκολο να δοθεί ο ορισμός της λέξης αυ τής γιατί ανακατεύει τα πάντα και ό,τι νά ’ναι. Πάντα είναι κανείς ο «στρουκτουραλιστής» κά ποιου άλλου. Ο Ζακ Λακάν, γιατρός, ψυχανα λυτής με ρωμαλέο και δύσκολο στοχασμό, ανα καλύπτει κυρίως πως το «ασυνείδητο είναι δομη μένο όπως μια γλώσσα», και μελετά αυτή τη δο μή. Ο Λεβί-Στρως, καθηγητής στο Κολέγιο της Γαλλίας, μελετά τους μύθους των «πρωτόγονων» κοινωνιών της Αμερικής και ανακαλύπτει πως υπάρχουν ανάμεσά τους αντιστοιχίες και διαφο ρές, κοντολογίς ένα σύστημα, που του επιτρέπει να μιλάει κι αυτός για δομή. Η γλωσσολογία, καινούρια επιστήμη που την ίδρυσε πριν από με ρικές δεκαετίες ο Φερντινάν ντε Σωσύρ, στοχεύ
ει στη μελέτη των δομών της γλώσσας -κ ι όχι της εξέλιξής της- διακρίνοντας τη γλώσσα ως οργα νωμένο σύστημα σημείων, και το λόγο ως ομιλία. Το κοινό σημείο αυτών των τριών σκέψεων, αυτών των τριών επιστημών είναι η χρήση του όρου «δομή», και η ανακάλυψη μη ταυτόσημων, αλλά ανάλογων δομών. Αν υπάρχουν ανάμεσά τους συγγένειες, θα ήταν, ωστόσο, λάθος να τις ταυτίσουμε απόλυτα, κολλώντας σ’ όλες την ετι κέτα «στρουκτουραλισμός». Παράλληλα, έχουμε άλλες δυο διερευνήσεις. Τη διερεύνηση του Λουί Αλτουσέρ, και της ομά δας του, που ξαναδιαβάζει τον Μαρξ και το Κε φάλαιο με σκοπό, σε αντιδιαστολή προς τους άλ λους μαρξιστές στοχαστές, να αναζητήσει ένα επιστημονικό σύστημα, και μάλιστα το σύστημα όλων των πιθανών επιστημών. Τέλος, η διερεύνηση του Φουκώ, ολωσδιόλου ξένη προς το μαρ ξισμό, ο οποίος, στις Λέξεις και τα Πράγματα, επιδιώκει τη σύνθεση μιας αρχαιολογίας της γνώσης, τον καθορισμό των διαφόρων πολιτιστι κών συστημάτων που επέτρεψαν τέτοιου τύπου γνώση. Οι μαθητές Πάνω στ’ αχνάρια κάθε αντίπαλου του Σαρτρ βαδίζουν οι μαθητές τους. Θαρρώ πως ο Ταλλεϋράνδος προσευχόταν έτσι: «Θεέ μου, γλύτωσέ με από τους φίλους μου· τους εχθρούς μου τους αναλαμβάνω εγώ!» Ο Λακάν δήλωνε πρόσφατα πως η διδασκαλία του και ο στοχασμός του απέ
38/αφιερωμα κλειαν την ίδια την ιδέα του μαθητή. Κι όμως έχει και μαθητές και σχολιαστές, όπως άλλωστε και οι Αλτουσέρ, Φουκώ και Λεβί-Στρως. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του σχολιασμού των μαθητών είναι πως απορρίπτουν το συγκεκριμέ νο αντικείμενο και το ερευνητικό πλαίσιο του δάσκαλου, πως γενικεύουν, πως συστηματοποι ούν και πως, απλουστεύοντας, γελοιογραφούν. Ο Λακάν δηλώνει: Εγώ δεν είπα πως εξαφανίζε ται το υποκείμενο παρά μόνο στην αναπόδιση της έκλειψής του μέσα στην επιθυμία: πράγμα που έχει τόσο περιορισμένη φιλοσοφική σημασία ώστε να καταντάει κλασική. Όμως θα το μετα τρέψουν αυτό σε μια μεταφυσική αρχή: δεν υπάρχει πια υποκείμενο, τους ακούμε να λένε· ο άνθρωπος είναι νεκρός. Ο Λεβί-Στρως μιλάει για τους μύθους και δεν μιλάει παρά μόνο γι’ αυτούς: τότε ολόκληρη η ιστορία θα καταντήσει μυθολογία, κ.λ.π. Μετά τον Αλτουσέρ, ο Φρανσουά Σατελέ ορί ζει έτσι το μαρξισμό: ο ρόλος του δεν είναι να θυμίζει πως υπάρχει μια πραγματική ιστορία και εμπειρικοί άνθρωποι, αλλά να καθορίζει έννοιες. Κατά συνέπεια ο μαρξισμός δεν επιτρέπει πια την «αλλαγή του κόσμου» όπως ήθελε ο Μαρξ, αλλά την κατανόηση του παρόντος και του μέλ λοντος στα πλαίσια μιας καθαρής θεωρίας! Επικρατεί η γνώμη πως ο Σαρτρ βρίσκεται στην άλλη όχθη αυτής της «στρουκτουραλιστικής συνωμοσίας». Αν έπρεπε να την καθορίσουμε, θα μπορούσαμε, σ’ ένα πρώτο στάδιο, να συν δυάσουμε αυτά τα δυο αποσπάσματα. Αυτό που αναφέρει η Σιμόν ντε Μπωβουάρ στη Δύναμη της Ηλικίας, όταν θυμίζει τη σκανδαλώδη απο χαλίνωση των δημοσιογράφων μετά την Απελευ θέρωση: Εμείς είμαστε σε πλεονεκτική θέση γιατί θα μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε: κι αυτό δεν θα είναι ποτέ χειρότερο απ’ όσα λένε. Κι αυ τή την ανέκδοτη σημείωση του ίδιου του Σαρτρ: Αν δεν μιλήσουμε σ’ αυτόν που δεν μπορούμε να πείσουμε, (τον Ινδό που πεθαίνει από πείνα), τό τε ολόκληρη η επικοινωνία διακινδυνεύει. Βε βαιότατα αυτή, ακριβώς, είναι η έννοια της εξέ λιξής μου και της αντίφασής μου. Το «βάρος» των βιβλίων Εκστομίζονται τα μεγάλα λόγια: μάχη και επι κοινωνία. Ο Σαρτρ, ως συγγραφέας, ορίζει τη λογοτεχνία ως βούληση για επικοινωνία. Ως λογομάχος, μάχεται σε όλα τα μέτωπα επιδιώκον τας το θρίαμβο αυτού που εννοεί με τον όρο επαναστατική «πράξη»: την αλλαγή του κόσμου. Αρχίζει με το μυθιστόρημα (Η Ναυτία το 1938), ύστερα γράφει ένα ογκώδες φιλοσοφικό βιβλίο, Το Είναι και το Μηδέν. Αυτό το βιβλίο, για το οποίο έχει δίκιο να λέει ο Σατελέ πως είναι πα ραδοσιακό ως προς τη μορφή του, μοιάζει σήμε
ρα ξεπερασμένο, ύστερα από την εξέλιξη του φι λοσοφικού στοχασμού του Σαρτρ, που μια από τις πιο αναγκαίες αρετές του είναι πως δεν μένει ποτέ αμετακίνητος, πως πάντα εμβαθύνει τη σκέψη του, προχωρεί. Το βιβλίο πουλήθηκε, και μερικές φορές και διαβάστηκε. Η «κοινή συνεί δηση» συγκρότησε απ’ αυτό κυρίως κάποια απο φθέγματα: «Ο άνθρωπος είναι ένα άχρηστο πά θος», για το λογοτεχνικό χαρακτήρα του οποίου μετάνιωσε ο Σαρτρ· και μια αποφασιστική βού ληση να θεμελιώσει τον άνθρωπο μέσα στην ελευθερία του. Ο πάπας Πώς έγινε αυτός ο τεχνίτης της φιλοσοφίας, αυ τός ο δύσκολος στοχαστής που μεταφύτευσε στη Γαλλία τις πιο λεπτές και τις πιο καινούριες έν νοιες της γερμανικής φιλοσοφίας (Χούσερλ, Χάιντεγκερ), ο δημόσιος και σκανδαλώδης, διά σημος, μισητός και ζηλεμένος άνθρωπος της δε καετίας του 1940, ο «πάπας του υπαρξισμού», ο ήρωας του Σαιν Ζερμαίν ντε Πρε που η εφημερί δα Σαμεντί-Σουάρ έλουζε με λάσπη; Κυρίως χά ρη στο θέατρο: Κεκλεισμένων των θυρών, Η ευ σεβής πόρνη. Άταφοι νεκροί. Κι επίσης χάρη στις π ο λιτ ικ ές δ ια μ ά χ ε: του. Ο Σαρτρ μισούσε την αστική τάξη, η οποία κατά τη γνώμη του ταυτίστηκε με τη συνεργασία (με τους Γερμανούς)· τότε, δεν αγαπούσε το μαρξισμό, κυρίως τον γαλλικό μαρξισμό, και το έγραψε σε ένα περιοδικό που είχε βγάλει μαζί με τους Μερλώ-Ποντύ, Σιμόν ντε Μπωβουάρ και μερικούς άλλους, τους Μοντέρνους Καιρούς. Το άρθρο του Υλισμός και Επανάσταση, το 1946, μπορούσε σχεδόν να θεωρηθεί σαν ένα μανιφέ στο αντικομμουνιστικό: «Τόσο ο ιδεαλισμός όσο και ο υλισμός εξαφανίζουν το πραγματικό, ο πρώτος γιατί καταργεί το πράγμα, ο δεύτερος γιατί καταργεί την υποκειμενικότητα». Είναι αλήθεια πως την ίδια εποχή οι Γάλλοι κομμουνι στές πολεμούσαν τον Σαρτρ με κάθε μέσο. Ά ν θιζε τότε ο σταλινικός δογματισμέ ;αι ο Σαρτρ, που αναζητούσε έναν «τρίτο δρόμο» μεταξύ υλι σμού και ιδεαλισμού, φαινόταν σαν ο πιο επι κίνδυνος, καθότι ο πιο κοντινός, εχθρός. Άλλω στε, κι αυτός ανταπέδιδε το κάθε χτύπημα, χω ρίς κανένα αίσθημα κατωτερότητας, μ’ αυτό το ταλέντο για πολεμική κι αυτά τα μορφολογικά ευρήματα που τον έκαναν να γράψει μια μέρα: «Όπως δεν φτάνει ένα χελιδόνι για να φέρει την άνοιξη, έτσι δεν φτάνει κι ένας Καναπά1 για να ατιμάσει ένα κόμμα». Η υπόθεση των Βρώμικων Χεριών δεν τακτο ποίησε τα πράγματα. Εκεί όπου ο Σαρτρ είχε πι στέψει πως έγραψε ένα θεατρικό έργο που υπε ρασπίζει τον πολιτικό άνθρωπο ο οποίος αντιμε τωπίζει τη δράση και αναλαμβάνει τις ευθύνες
αφιερωμα/39 του, το κοινό, με επικεφαλής τους κομμουνιστές, είδε ένα αντικομμουνιστικό έργο. Και ο Κλωντ Σιμόν, στο «Εξπρές» της 28ης Μαίου του 1946, προσάπτει ακόμα στον Σαρτρ πως άφησε να παι χτούν τα Βρώμικα Χέρια σ’ ένα βουλεβαρδιέρικο θέατρο, όπου όλοι οι εθνικόφρονες αστοί έρχον ταν καθημερινά, για μήνες, για να φάνε με θρη σκευτική κατάνυξη τους κομμουνιστές σαν να ήταν επιδόρπιο. Ο Σαρτρ εξακολουθεί να είναι πολύ διάσημος. Θεωρείται ως ο υπ’ αριθμόν ένα λογομάχος, ως ο σπουδαιότερος μεταπολεμικός Γάλλος συγγρα φέας, ως ο εκπρόσωπος ενός στοχασμού που αναζητά μια πολιτική λύση αντίθετη τόσο στο μαρξισμό όσο και στη χριστιανική δημοκρατία. Ταξιδεύει, δίνει διαλέξεις (κυρίως την αδέξια Ο υπαρξισμός είναι ένας ουμανισμός, που σχημα τοποιεί τη σκέψη του σε τέτοιο σημείο ώστε να την καθιστά ανόητη), γράφει διάφορα ρεπορτάζ. Στρατευμένος στοχαστής, προβληματίζεται με την πολιτική, τη στιγμή που όλοι οι Γάλλοι, μετά την απελευθέρωση, παθιάζονται για την πολιτι κή. Ο Μ.-Α. Μπυρνιέ έχει δίκιο όταν δείχνει πως ο πιο ισχυρός συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους «υπαρξιστές» ήταν η πολιτική. Ο Μερλώ-Ποντύ ήταν, ως προς αυτό το θέμα, η σκεπτόμενη κεφαλή των Μοντέρνων Καιρών, και ο Σαρτρ «δέχεται πολύ εύκολα» οτιδήποτε προτείνει εκείνος. Όμως, το 1952 επέρχεται η ρήξη. Μια από τις σταθερές θέσεις των Μοντέρ νων Καιρών ήταν η αντιαποικιοκρατία· ομόφω να, το επιτελείο του περιοδικού καταδικάζει τις σφαγές της Μαδαγασκάρης και τον πόλεμο της Ινδοκίνας. Ο Σαρτρ βλέπει σιγά σιγά την ανάγκη να προσεγγίσει τους κομμουνιστές, τη στιγμή μά λιστα που ο πόλεμος της Κορέας απομάκρυνε τον Μερλώ-Ποντύ απ’ αυτούς. Ο Σαρτρ γράφει το Οι Κομμουνιστές και η Ειρήνη, το οποίο ο Μερλώ θα χαρακτηρίσει, στις Περιπέτειες της Διαλεκτικής, ως «υπερμπολσεβίκικο». Την ίδια εποχή, ο Καμύ, που είχε προσβληθεί από ένα άρθρο του Ζανσόν στους Μοντέρνους Καιρούς, διαλύει με τη σειρά του τη φιλία του με τον Σαρτρ. Η σκέψη του Σαρτρ δεν θα πάψει πια (εκτός από ένα σύντομο διάλειμμα κατά τη διάρκεια των γεγονότων της Ουγγαρίας, 1956) να προσεγ γίζει το μαρξισμό και τις μαρξιστικές διερευνήσεις. Άλλωστε, όχι χωρίς δυσκολίες. Το πιο σπουδαίο είναι πως η σκέψη και τα κείμενα του Σαρτρ δεν θα πάψουν, από την Απελευθέρωση και μετά, να είναι στην ημερήσια διάταξη. Δημοσιεύει τις Συζητήσεις γύρω από την Πολιτική, με τους Νταβίντ Ρουσέ και Ζεράρ Ροζεντάλ, κατά τη διάρκεια του εφήμερου Επα ναστατικού Δημοκρατικού Συναγερμού, την εποχή που οι διανοούμενοι της αριστερός ανα ζητούν τον «τρίτο δρόμο». Αυτός, επίσης, συν-
«7α βρώμικα χέρια» στο θέατρο Αντονάν το 1948.
τάσσει ολόκληρο τον τόμο για την υπόθεση Α νρί Μαρτέν, την ιστορία αυτού του κομμουνιστή ναυτικού που καταδικάστηκε το 1950 γιατί αντιτάχτηκε στον πόλεμο της Ινδοκίνας. Διαμαρτύ ρεται για την καταστολή στην Τυνησία και το Μαρόκο. Αργότερα, θα υπογράψει το «Μανιφέ στο των 121» για να συνηγορήσει υπέρ των κατη γορουμένων της δίκης Ζανσόν. Σ’ ένα πιο θεω ρητικό, αλλά συνυφασμένο μ’ αυτή τη συνεχή δράση, επίπεδο, η Απάντηση στον Αλμπέρ Κα μύ, οι πρόλογοι στο Άντεν της Αραβίας του Νιζάν, στους Κολασμένους της Γης του Φανόν, Οι Κομμουνιστές και η Ειρήνη και Το Φάντασμα του Στάλιν προσπαθούν να θέσουν τους κανόνες μιας σωστής πολιτικής ανάλυσης και δράσης. Η φήμη του Σαρτρ και το γεγονός ότι είναι ο Γάλ λος συγγραφέας που έχει περισσότερο από κάθε άλλον διαβαστεί στο εξωτερικό και τη Γαλλία, χαρίζουν στις θέσεις του και τα κείμενά του πά ρα πολύ μεγάλη απήχηση. Σημαντικός μάρτυρας, που παίρνει συχνά ενεργό μέρος σε όσα συμβαί νουν, ο Σαρτρ ήταν τότε ο μεγαλύτερος από τους διάσημους συγγραφείς μας. Οι Λέξεις και ο Κόσμος Δεν έχουν επισημανθεί αρκετά τα κοινά σημεία ανάμεσα στα δυο βιβλία του Σαρτρ, που τιτλο φορούνται Οι Λέξεις και η Κριτική του Διαλε κτικού Λόγου: αυτοβιογραφία του συγγραφέα, αυτοβιογραφία του φιλοσόφου γιατί το θεωρητι κό έργο μερικές φορές συνδυάζεται με την ανεκ δοτολογία: «Είχαμε σχηματίσει την πεποίθηση ότι ο ιστορικός υλισμός παρείχε τη μόνη έγκυρη ερμηνεία της ιστορίας και συνάμα, ότι ο υπαρξι σμός παρέμενε η μόνη συγκεκριμένη προσέγγιση
40/αφιερωμα της πραγματικότητας», και: Σαν θαμπωμένο σκουλήκι χωρίς πίστη ή νόμο, χωρίς λογική και χωρίς σκοπό, έβρισκα τη φυγή μέσα στην οικογε νειακή κωμωδία, γυροφέρνοντας, τρέχοντας, πετώντας από κατεργαριά σε κατεργαριά... 'Αλλα ξα. Θα όιηγηθώ αργότερα ποια οξέα διάβρωσαν τις παραμορφωτικές διαφάνειες που με περικά λυπταν, πότε και πώς συνειδητοποίησα την ασκήμια μου -που ήταν για πολύ καιρό η αρνητική αρχή μου, ο άσβηστος ασβέστης όπου διαλύ θηκε το θαυμαστό παιδί- τι με έκανε να σκέπτο μαι συστηματικά εναντίον του εαυτού μου, ως το σημείο που να έχω σαν μέτρο για την ορθότητα μιας ιδέας, τη δυσαρέσκεια που μου προκαλούσε. Και τα δυο βιβλία είναι η αφήγηση μιας διά πλασης -μέσα στην ιστορία- του ατόμου, των ανθρώπων. Οι Λέξεις είναι συνάμα η ιστορία της παιδικής ηλικίας ενός αστού μέσα σ’ αυτή την οικογένεια Σβάιτσερ την οποία αντιμετωπίζει ο Σαρτρ χω ρίς καμιά επιείκια και η γέννηση ενός συγγρα φέα, αλλοτριωμένου απ’ αυτή την παιδική ηλι κία, το θαυμασμό των δικών του, την ίδια του τη μυθολογία. Προσποιείται πως διαβάζει Κορνέιγ, αλλά κρύβει κάτω από τους χοντρούς τόμους τεύχη του «Ατσίδα». Θα γίνει ένας μεγάλος δια νοούμενος, καθηγητής στο Ωριγιάκ, ο προφήτης του, όμως, είναι ο Μισέλ Ζεβακό, ο ήρωάς του, ο Παρνταγιάν και αναπαράγει ατέλειωτα τις περιπέτειές τους. Για το παιδί, γράφω σημαίνει γί νομαι κάτοχος των πραγμάτων, δημιουργώ τον κόσμο και τον οικειοποιούμαι: Σαν τρομοκρά της, γράφει, δεν έβαλλα παρά κατά του είναι (των πραγμάτων)· φανταζόμουνα πως το θεμε λίωνα με το λόγο. Σαν ρήτορας, δεν αγαπούσα παρά τις λέξεις: θαρρούσα πως έχτιζα εκκλησίες, κάτω από το γαλάζιο μάτι της λέξης ουρανός. Οι λέξεις, όμως, δεν είναι παρά ηχηρές σαπουνό φουσκες, τα πάντα εξαφανίζονται, η λέξη ουρα νός δεν είναι γαλάζια. Κι ο ουρανός, άλλωστε, εξαφανίζεται: Σε λίγο, προσθέτει, δεν ήξερα πια τι να σκαρφιστώ για να διασκεδάσω και αποφά σισα να σκεφτώ τον Παντοδύναμο. Την ίδια στιγμή κατρακύλησε μέσα στον αιθέρα και χάθη κε χωρίς να δώσει καμιά εξήγηση: δεν υπάρχει, είπα στον εαυτό μου, με κάποια έκπληξη όλο ευ γένεια και πίστεψα πως το θέμα έληξε. Για το Θεό, πράγματι, είχε λήξει. Τότε το παιδί γράφει για να δικαιολογηθεί στα μάτια των άλλων, για τον 'Αλλο, τον Αόρα το, το Άγιο Πνεύμα, αυτόν που εγγυόταν την αποστολή μου και κυβερνούσε τη ζωή μου με με γάλες ανώνυμες και ιερές δυνάμεις. Από μαγεία, το γράψιμο γίνεται ασφάλεια, αυτοδημιουργία. Μπέρδευα τα πράγματα με το όνομά τους: αυτό σημαίνει πιστεύω. Είχα μια θολούρα στο μυαλό. Κι αυτή η θολούρα θα εξαφανιστεί, αργότερα, μετά τη Ναυτία, όταν ανακαλύπτει ο Σαρτρ την
ιστορία και τη διαλεκτική, την πολιτική. Ο συγ γραφέας και το παιδί πεθαίνουν για να γεννηθεί ένας άλλος συγγραφέας, ενήλικος, υπεύθυνος, αλληλέγγυος και μοναχικός ταυτόχρονα. Η απο στολή του συγγραφέα, ο προορισμός για την αθανασία, τα ωραία λευκά και κενά μνημεία του Ωριγιάκ, όλες οι μπουρμπουλήθρες έγιναν κα πνός. Το λέει ο ίδιος: Η αυταπάτη που έτρεφα στο παρελθόν διαλύεται· μάρτυρας, σωτηρία, αθανασία, όλα γίνονται σκόνη, το οικοδόμημα καταρρέει, τσάκωσα το Άγιο Πνεύμα μέσα στα υπόγεια και το ξαπόστειλα · ο αθεϊσμός είναι ένα σκληρό και μακροπρόθεσμο εγχείρημα: πιστεύω πως το έφερα σε πέρας. Ο Σαρτρ δεν αγαπάει την παιδική του ηλικία, γιατί τη θεωρεί σαν την ηλικία της αλλοτρίωσης, του προσποιητού, της κωμωδίας. Δεν αγαπάει τη λογοτεχνική μυθολο γία του, αυτή την αυταπάτη της δημιουργίας ενός κόσμου, του κόσμου, με τις λέξεις. Ωστόσο, αναγνωρίζει πως κανένας δεν είναι συγγραφέας αν δεν έχει θρέψει αυτή την αυταπάτη, αν δεν εξακολουθεί να την τρέφει με ντροπή μέσα στα φυλλοκάρδια του. Λέει: Ο Παρνταγιάν παραμέ νει μέσα μου. Και ο Στρογγώφ. Ανήκω σ’ αυτούς που δεν ακουμπάνε παρά πάνω στο Θεό, και δεν πιστεύω σε Θεό. Ά ντε να βρείτε λογαριασμό μέ σα σ’ όλα αυτά. Υπαρξισμός και Μαρξισμός Αυτή η «περιφρονητική εξομολόγηση», είναι η ανακάλυψη του λόγου σε δράση, της λογοτεχνίας που αλλάζει τον κόσμο, του στρατευμένου, επα ναστατικού έργου. Η Κριτική του διαλεκτικού Λόγου θα προσπαθήσει να αποσαφηνίσει τις μορφές της σκέψης που συνδέεται με τη δράση, τις κατηγορίες της δράσης, τη λειτουργία της διαλεκτικής της ιστορίας και τη θέση του ατό μου. Η προσέγγιση του υπαρξισμού και του μαρ ξισμού, που άρχισε από το Οι Κομμουνιστές και η Ειρήνη, ολοκληρώνεται. Βρίσκουμε, μας λέει ο Σαρτρ, μια και μόνη μεγάλη φιλοσοφία που εκ φράζει και πληροφορεί κάθε εποχή. Τον 17ο και 18ο αιώνα, τον καρτεσιανισμό, τον 19ο, τους Καντ και Χέγκελ, τον 20ο, τον Μαρξ. Κάθε φι λοσοφία, διευκρινίζει, είναι πρακτική, ακόμα κι αυτή που μας φαίνεται στην αρχή ως η πιο θεω ρητική· η μέθοδος είναι ένα κοινωνικό και πολι τικό όπλο. Ο μαρξισμός, εργαλείο για την κατα νόηση του καιρού μας, είναι επίσης κι ένα όπλο για την αλλαγή του. Όμως, μέσα στα πλαίσια αυτού του ορίζοντα που διαγράφεται από το μαρξισμό, υπάρχει θέση για επιμέρους, «παρά σιτα», συστήματα, που βελτιώνουν, αποσαφηνί ζουν, κάνουν πιο αποτελεσματική τη γενική θεω ρία, και μάλιστα είναι αναγκαία, τη στιγμή που για τον Σαρτρ, το 1960, ο μαρξισμός «έπαψε να κινείται». Ένα από τα συστήματα αυτά, τα
αφιερωμα/41 οποία ο Σαρτρ ονομάζει «ιδεολογίες» είναι ο υπαρξισμός. Ο ίδιος αυτοορίζεται έτσι: Οι άν θρωποι με μια παιδεία πον έρχονται μετά από τις μεγάλες γόνιμες περιόδους και πον επιχει ρούν να διευθετήσουν τα συστήματα ή να κατα κτήσουν, με τις νέες μεθόδους, περιοχές σχεδόν άγνωστες ακόμα, αυτοί που δίνουν στη θεωρία πρακτικές λειτουργίες και τη χρησιμοποιούν σαν ένα εργαλείο για να γκρεμίσουν και χτίσουν, <5εν ταιριάζει να ονομάζονται φιλόσοφοι- εκμεταλ λεύονται το χώρο, τον καταγράφουν, χτίζουν κάποια χτίρια, και καμιά φορά τους τυχαίνει να επιφέρουν και κάποιες εσωτερικές αλλαγέςόμως εξακολουθούν να τρέφονται από τη ζωντα νή σκέψη των μεγάλων νεκρών. Αυτή η σκέψη, έχοντας για στυλοβάτη το πλήθος που προχωρεί, αποτελεί το πολιτιστικό περιβάλλον τους και το μέλλον τους, καθορίζει το πεδίο των εξερευνήσεών τους και της «δημιουργίας» τους ακόμα. Αυτούς τους σχετικούς ανθρώπους, προτείνω να τους αποκαλέσουμε ιδεολόγους. Ο όρος ιδεολο γία δεν έχει εδώ την ίδια έννοια που θα έχει στον Αλτουσέρ, για τον οποίο ιδεολογία είναι κάθε προμαρξιστική, προεπιστημονική σκέψη. Η Κριτική του διαλεκτικού λόγου αποβλέπει, λοιπόν, στον καθορισμό, πάνω στη βάση μιας μαρξιστικής ανθρωπολογίας, των μεθοδολογι κών στοιχείων που θα επιτρέψουν να συμπεριληφθούν μέσα στο μαρξισμό και άλλες τεχνικές -ψυχανάλυση, κοινωνιολογία- και μια άλλη προσέγγιση της ατομικής, βιωμένης πραγματικό τητας, ο υπαρξισμός. Για τον Σαρτρ δεν πρόκει ται για ένα παιχνίδι εννοιών, αλλά για την πραγ ματική Ιστορία. Γιατί πρέπει να υποθέσουμε πως η Ιστορία δεν έχει θέση σε ένα μαρξισμό που έχει καταντήσει μια καθαρή γνώση. Το βάρος των πραγμάτων Κι αυτό, επειδή, για τον Σαρτρ, η θεμελιακή διάσταση είναι, σε τελευταία ανάλυση, το μέλ λον. Η γνώση αποτελματώνει το χρόνο σε αιω νιότητα· η πρακτική, ο άνθρωπος, το σχέδιο κι νητοποιούν το χρόνο προς ένα μέλλον που πρέ πει να κατακτηθεί και να δημιουργηθεί. Ο απο τελματωμένος μαρξισμός διαχώριζε το πραγμα τικό από τη θεωρία: Ο υπόγειος της Βουδαπέ στης ήταν πραγματικός μέσα στο κεφάλι του Ράκολι- αν το υπέδαφος της Βουδαπέστης δεν επέ τρεπε την κατασκευή του, είναι γιατί αυτό το υπέδαφος ήταν αντεπαναστατικό. Αυτή η σύνδε ση της θεωρίας και του πραγματικού δεν πραγ ματοποιείται παρά σε μια συγκεκριμένη κατά σταση του ανθρώπου, στο σχέδιο που πραγμα τώνεται με βάση τα βιώματά του και τις γνώσεις του, σ’ αυτή τη συνεχώς ατελή ολότητα που είναι η ζωή του. Ο άνθρωπος βρίσκεται μέσα σ’ ένα σύμπάν, όπου το μέλλον είναι ένα πράγμα, όπου
Ο Σαρτρ με τη Σιμόν ντε Μπωβονάρ.
η ιδέα είναι ένα αντικείμενο, όπου οι βιαιότητες της ύλης γίνονται «μαμές» της Ιστορίας. Όμως, εκείνος είναι που έχει εναποθέσει στα πράγματα την «πράξη» του, το μέλλον του, τις γνώσεις τουαν μπορούσε να συναντήσει την άγρια ύλη στην εμπειρία, αυτό θα σήμαινε πως θα εξακολουθού σε να είναι ένας Θεός ή ένα χαλίκι. Ο άνθρωπος, μη όντας ούτε Θεός ούτε χαλίκι, σημαδεμένος από τα πράγματα κι από την Ιστορία, δημιουρ γεί την ιστορία, σημαδεύοντας τα πράγματα, παίρνοντας στα χέρια του τη ζωή του και μετα σχηματίζοντας τον κόσμο. Σίγουρα, ο μαρξισμός, που κάθε άλλο παρά έχει εξαντληθεί, είναι ακόμα πολύ νέος, σχεδόν σε παιδική ηλικία. Είναι ζήτημα αν μόλις και με τά βίας έχει αρχίσει να αναπτύσσεται. Παραμέ νει, λοιπόν, η φιλοσοφία του καιρού μας, είναι αξεπέραστος, γιατί οι συνθήκες που τον γέννη σαν δεν έχουν ακόμα ξεπεραατεί. Απομένει, λοι πόν, μέσα στα ίδια τα πλαίσια του μαρξισμού, να τον πλουτίσουμε με άλλες μεθόδους -ψυχανά λυση, κοινωνιολογία, που άλλοτε οι μαρξιστές τις θεωρούσαν «αστικές επιστήμες»- να του ξαναδώσουμε μιαν αναγκαία «υπαρξιστική» διά σταση, να ξαναδημιουργήσουμε μια θέση για το άτομο, θέση που του χάρισε ο Μαρξ, αλλά που την αγνόησε ο δογματισμός, διαχωρίζοντας τη θεωρία από το πραγματικό. Ο σκοπός είναι με τα μέσα που διαθέτουμε να φροντίσουμε να ξανασαλπάρει ο «αποτελματωμένος μαρξισμός».
42/αφιερωμα Σ’ αυτή τη σύντομη ανασκόπηση, λησμόνησα μια από τις καλύτερες πλευρές του σαρτρικού έργου, τη λογοτεχνική κριτική. Κι όμως, όπως δηλώνει ο Πιέρ Νταίζ, η λογοτεχνική κριτική κατέχει μια πρωτεύουσα θέση στα προβλήματα, που μας απασχολούν σήμερα. Η μελέτη για τον Μπωντλαίρ, ο έξοχος Ά γιος Ζενέ, θεατρίνος και μάρτυρας, αναζητούν τους λόγους για τους οποίους έγιναν συγγραφείς ο Ζενέ και ο Μπων τλαίρ, το πώς γεννήθηκε και αναπτύχτηκε μέσα τους αυτή η ανάγκη, αυτή η απόφαση να ασχο ληθούν με το γράψιμο. Βιογραφική, κοινωνιολο γική, ψυχαναλυτική, η σαρτρική κριτική είναι διαμετρικά αντίθετη από τη «δομική κριτική», έτσι όπως την αναπτύσσουν ο Μπαρτ και η «Νέα Κριτική», και δεν μπορεί παρά να θέτει θεωρη τικά και μεθοδολογικά προβλήματα. Ωστόσο, η συμβολή της είναι σημαντική, και τη σπουδαιότητά της τη μαρτυρά το ίδιο το έργο του Σαρτρ. Το Ασυνείδητο Πρώτα απ’ όλα,πρέπει να εξαλείψουμε «τη λακανική υποθήκη» για να πούμε πως η αντίθεση Σαρτρ-Λακάν ανήκει περισσότερο στη σφαίρα του τυχαίου και του μύθου παρά μιας σοβαρής αντίθεσης. Και πρώτα πρώτα, γι’ αυτό τον απλό λόγο μας λέει ο Ζακ Λακάν, ότι «ποτέ δεν αντι μετώπισα τη σκέψη του Σαρτρ παρά τελείως πα ροδικά και μάλιστα τελείως συμπτωματικά και μόνο στο επίπεδο της ηθικής του». Και συνεχίζει η σκέψη τον Σαρτρ είναι από εκείνες, ακριβώς, στις οποίες δεν οφείλω τίποτα, όποια και να εί ναι η ευχαρίστηση -και είναι έντονη- που μου δίνουν οι κάθε λογής αναλύσεις του. Ο Λακάν επιμένει πως οι έρευνές του και η σκέψη του εί ναι απόλυτα συνυφασμένες με την ψυχαναλυτική πρακτική και πως δεν έχουν καμιά σχέση με τη γενική φιλοσοφία. Ο Λακάν ενστερνίζεται τη θέ ση του Σαρτρ σύμφωνα με την οποία τα πάντα είναι ιστορία, έχοντας δηλώσει πως «το βίωμα το σημαδεύει μια πρώτη ιστορικότητα». Ο Σαρτρ, στη συζήτηση γύρω από την Ανθρω πολογία, συμφωνεί πως η δομή του ασυνείδητου είναι μια γλωσσολογική δομή, όπως το απέδειξε ο Λακάν. Το σημείο της μεταξύ τους διαφωνίας αφορά τη λειτουργία κι όχι την ύπαρξη του υπο κειμένου. Αν το ασυνείδητο είναι γλώσσα, λέει ο Σαρτρ, πρέπει να θεωρήσουμε ως θεμελιακή τη προθεσιακότητα. Δεν υπάρχει διανοητική διαδι κασία που να μην είναι προθεσιακή· και που να μην παγιδεύεται, να μην μεταστρέφεται, να μην προδίδεται από το λόγο· αντίστοιχα, όμως, κι εμείς είμαστε συνένοχοι γι’ αυτές τις προδοσίες που αποτελούν το βαθύτερο είναι μας. Ασφα λώς, το πρόβλημα παρουσιάζεται στο ηθικό πε δίο: για τον Σαρτρ είμαστε συνένοχοι για το λό γο του ασυνείδητου, για τον Λακάν το «εγώ»
που μιλάει το λόγο του ασυνείδητου δεν είναι το «εγώ» που έχει συνείδηση του εαυτού του. Ολό κληρη η φιλοσοφία του Σαρτρ, γράφει, θέλει αξεχώριστα δεμένα το υποκείμενο και τη συνεί δηση και αμφισβητεί αυτή τη σύνδεση, στην πε ρίπτωση των ενεργειών του ασυνείδητου: Πρέπει να απαλλαγούμε από την αυταπάτη της αυτονο μίας του υποκειμένου αν θέλουμε να συγκροτή σουμε μια επιστήμη του υποκειμένου. Κρίσιμη διαφωνία, δίχως άλλο, γιατί για τον Σαρτρ: η ψυχανάλυση δεν έχει αρχές, δεν έχει θεωρητική βάση: μόλις και μετά βίας συνοδεύε ται, στον Γιούγκ και σ’ ορισμένα βιβλία του Φρόυντ, από μιαν ολωσδιόλου ανώδυνη μυθολο γία. Όμως, η διαμάχη των γιγάντων, με τον Σαρτρ να ανατρέπει τον Λακάν, είναι ανόητη. Ο Λακάν διαμαρτύρεται δικαιολογημένα για την εναντίον του «επίθεση», και για το βιαστικό ξεφύλλισμα των κειμένων μου, θα έλεγα κάτι ακό μα χειρότερο: για μια προσοχή που περιορίζεται στους πιο θολούς απόηχους. Οι δυο στοχασμοί παραμένουν ξένοι μεταξύ τους. Πρέπει, απλούστατα, να το διαπιστώσουμε. Αν κατατάξουμε τις μεταξύ του Σαρτρ και των αντιπάλων του διαφορές μπορούμε να κατονο μάσουμε τέσσερις, σημαντικές: το λόγο, τη γνώ ση και την επιστήμη, τον άνθρωπο και την αν θρωπολογία, την Ιστορία και την πολιτική. Ποια είναι η έννοια της ομιλίας Ο Σαρτρ αποσαφήνισε τη θεωρία του για το λό γο σε μια συζήτηση του «περιοδικού Αισθητι κής», διαφωνώντας με τους γλωσσολόγους. Οι τελευταίοι διακρίνουν το λόγο ως ομιλία και τη γλώσσα ως σύστημα σημείων που θεωρείται πως είναι η γλώσσα μείον η ομιλία. Συνεχίζοντας την ανάλυσή τους για τη λέξη, σημείο αυθαίρετο που χρησιμεύει για να ορίζει, διακρίνουν το σημαί νον (την ίδια τη λέξη), το σημαινόμενο (το περιε χόμενο) και το αντικείμενο αναφοράς (υλικό αν τικείμενο στο οποίο παραπέμπει η λέξη). Ο Σαρτρ απορρίπτει τη διάκριση ανάμεσα σε σημαινόμενο και αντικείμενο αναφοράς -γ ι’ αυτόν, το σημαινόμενο είναι το πράγμα, γιατί πιστεύει απόλυτα πως ο λόγος δεν υπάρχει παρά με δύο τρόπους: ως αισθητικό αντικείμενο και ως λει τουργία επικοινωνίας. Υπάρχουν οι λέξεις -α ι σθητική- και τα πράγματα -που μεταδίδονται. Είμαστε, λέει, μέσα στο λόγο, και μόνο σε μια δεύτερη φάση ανακαλύπτουμε την επικοινωνιακή λειτουργία τους. Αλλά, αν από τους γλωσσο λόγους ώς τον Σαρτρ, μετατοπίζεται η ορολογία, μπορούμε να αναρωτηθούμε αν είναι τόσο θεμε λιακή η διαφορά. Απλούστατα, ο Σαρτρ δύσκο λα αντιλαμβάνεται τον αρχικό διαχωρισμό της γλώσσας και της ομιλίας. Γι’ αυτόν, όπως άλλω στε και για τους γλωσσολόγους, η γλώσσα δεν
αφιερωμα/43 είναι παρά ένα ον λογικό αφού δεν υπάρχει, αφού δεν τη συναντάμε παρά μόνο ως ομιλία. Ο ιστορικός λόγος είναι ενεργούμενο του ανθρώ που, ο οποίος τον χρησιμοποιεί και ταυτόχρονα τον δημιουργεί: Η λέξη είναι μια ύλη επεξεργα σμένη, η οποία, δηλαδή, έχει παραχθεί ιστορικά και έχει μεταπλαστεί από εμένα. Ωστόσο, ο Φουκώ γράφει: Αν αποσυνδεθεί ο λόγος από την απεικόνιση όεν υπάρχει πια για μας, και μέχρι ακόμα κι εμάς, παρά αποδιαρ θρωμένη: για τους φιλοσόφους, οι λέξεις είναι σαν τόσα και τόσα αντικείμενα που συνθέτει και παρέχει η ιστορία · γι’ αυτούς που θέλουν να τυπολογούν, η ομιλία πρέπει να απογυμνωθεί από το συγκεκριμένο περιεχόμενό της και να μην αφήνει πια να διαφαίνονται παρά μόνο οι καθο λικά έγκυρες μορφές του λόγου · αν θέλουμε να ερμηνεύσουμε, τότε οι λέξεις γίνονται κείμενο που πρέπει να το σπάσουμε για να μπορέσουμε να δούμε να αναδύεται στο φως της μέρας, αυτή η άλλη έννοια που κρύβουν τέλος τυχαίνει στο λόγο να αναδύεται για τον ίδιο τον εαυτό του σε μια συγγραφική πράξη που όεν ορίζει τίποτα άλ λο πέρα από τον εαυτό της. Ο Σαρτρ αρνείται κατηγορηματικά ότι μπορεί να υπάρξει η λέξη έξω από το υποκείμενο που τη χρησιμοποιεί. Χρησιμοποιώντας τη λέξη, ξαναπαίρνω αυτή την έννοια που έχει συνθέσει η ιστορία και τη μετα σχηματίζω. Και το απογύμνωμα της ομιλίας από το συγκεκριμένο της περιεχόμενο του φαίνεται, επίσης, αθέμιτο. Και ο λογοτεχνικός λόγος που δεν είναι επικοινωνία, που δεν χρησιμεύει για να μεταδώσει στους άλλους αυτό το μήνυμα όσον αφορά την πραγματικότητα, δεν είναι παρά μια αφηρημένη ματαιοδοξία. Από μια στιγμή και πέ ρα, γράφει ο Σαρτρ, ξέρουμε πως όεν κατα σκευάστηκε η λέξη για να οικειοποιηθεί κανείς το τραπέζι, αλλά για να το αποδείξει στον άλλο. Επίσης ξέρουμε, θα μπορούσε να προσθέσει, πως δεν κατασκευάστηκε η λέξη για να υποδεί ξει τον εαυτό της. Μέσα απ’ αυτή τη διαμάχη, που δεν είναι φαιδρή παρά μόνο όταν περιορίζετι σε λεξιλογικές σχολαστικότητες, εκείνη που πράγματι διακυβεύεται είναι ολόκληρη η θεωρία της επικοινωνίας και της λογοτεχνίας. Το ζήτη μα είναι αν το λογοτεχνικό έργο γράφεται γι’ αυ τό καθεαυτό και μόνο ή και για να επικοινωνή σει με τον αναγνώστη. Λέξεις Ωστόσο, δεν υπάρχει λογοτεχνία παρά μόνο όταν η λέξη εκλαμβάνεται ως αυτή καθεαυτή, το λογοτεχνικό έργο για την απόλαυση της συγγρα φής του. Μόνο για τον βιαστικό ή κακόπιστο αναγνώστη του Σαρτρ ήταν αμφιλεγόμενη η έν νοια της «στρατευμένης λογοτεχνίας» (ποιο ήταν το σημαντικότερο: να υπάρχει έργο ή να υπάρχει
στράτευση;). Ο Σαρτρ ποτέ δεν είπε πως η στρά τευση έσωζε το έργο, πως δεν μπορούσε να γίνει καλή λογοτεχνία παρά μόνο με καλά αισθήματα· το στρατευμένο έργο ήταν έργο και στράτευση, άρρηκτα συνδεδεμένα. Κι αν δηλώνει ο Σαρτρ πως δεν μπορούμε, ώς ένα όριο, να φτιάξουμε ένα καλό μυθιστόρημα που να είναι σαφώς αντισημιτικό ή φασιστικό, είναι γιατί, ακριβώς, ρητό περιεχόμενο και λογοτεχνική ποιότητα είναι αξεχώριστα, γιατί η λογοτεχνία είναι συγγραφι κή πράξη με τη διπλή αυτή σημασία: αυτό που γράφεται και πώς γράφεται. Γι’ αυτόν, ακριβώς, το λόγο, δεν θα μπορούσε να προσυπογράφει ο Σαρτρ αυτή την ανάλυση του Φουκώ: Το μήνυμα, που δίνεται από το εσω τερικό του λόγου, που τον αισθανόμαστε και τον διεξερχόμαστε ως ομιλία, στη λειτουργία των μέγιστών δυνατοτήτων του, είναι πως ο άνθρωπος έχει «τελειώσει», και πως, έχοντας φτάσει στην άκρα τελειότητα της κάθε πιθανής κουβέντας, δεν φτάνει στην καρδιά του εαυτού του, αλλά στο χείλος αυτού που τον περιχαρακώνει, σ’ αυ τή την περιοχή όπου πλανιέται ο θάνατος, όπου σβήνει ο στοχασμός, όπου η αρχική επαγγελία αναστέλλεται συνεχώς. Τι μπορεί να σημαίνει για τον Σαρτρ ο λόγος χωρίς τον άνθρωπο που τον μιλάει, που του επιτρέπει να υπάρχει, που του δίνει το νόημά του; Χωρίς τον άνθρωπο δεν είναι παρά ένα λεξικό, αντικείμενο νεκρό, και τίποτα το ανθρώπινο, το ενεργητικό, δεν θα μπορούσε να υπάρξει πριν από τον άνθρωπο, ή έξω απ’ αυτόν, ούτε καν ένα λεξικό. Επιστήμη χωρίς συνείδηση Έτσι, ακριβώς, δεν έχουν πραγματική υπόσταση η επιστήμη, η θεωρητική γνώση παρά μόνο όσο
44/αφιερωμα τις ανακαλύπτει, τις διοχετεύει και τις εφαρμό ζει ο άνθρωπος. Αυτή τη δυσπιστία προς την επιστήμη, της οποίας η αφαίρεση, η καθαρότητα φαίνονται ύποπτες, αντίθετα, όπως έδειχνε ο Φρανσουά Σατελέ, απ’ ό,τι πίστευε ο Μπασελάρ, για τον οποίο η επιστήμη είχε μια πραγμα τική υπόσταση καθεαυτή και αφεαυτής, και απέρρεε μάλλον από έναν οργανωμένο θαυμαστό κόσμο παρά από μιαν αφαίρεση, αυτή τη δυσπι στία ο Σαρτρ τη μοιράζεται με τη γαλλική φιλο σοφία της εποχής του σαν αντίδραση στον γαλλι κό «επιστημονισμό» αυτόν το μισοεπιστημονικό, μισοφιλοσοφικό στοχασμό που επεδίωκε να περιστείλει τη φιλοσοφία κατά το πρότυπο των επιστημών της φύσης. Ο Ωγκύστ Κοντ απέρριπτε την ενδοσκόπηση γιατί, όπως έλεγε, δεν μπορώ να σταθώ στο παράθυρο για να δω τον εαυτό μου να περνάει στο δρόμο. Ωστόσο, η αυτοπα ρατήρηση και η αυτογνωσία είναι μια βιωμένη πραγματικότητα. Ο Σαρτρ, μαζί με τη γαλλική φιλοσοφία του 20ου αιώνα, επιλέγει τις βεβαιό τητες του βιώματος, εν ανάγκη σε αντίθεση μ’ εκείνες της επιστημονικής συλλογιστικής. Γι’ αυ τόν ακριβώς το λόγο εξακολουθούν να παίζουν έναν τόσο μεγάλο ρόλο στη σαρτρ ική σκέψη οι συγκεκριμένες αναλύσεις καταστάσεων: Το φιλο σοφικό πεδίο είναι ο άνθρωπος, πράγμα που ση μαίνει πως κάθε άλλο πρόβλημα δεν μπορεί να νοηθεί παρά μόνο σε σχέση με τον άνθρωπο και ο αληθινός ρόλος των «υπαρξιστικών ιδεολο γιών» δεν είναι να περιγράφουν μιαν αφηρημένη «ανθρώπινη πραγματικότητα» που δεν υπήρξε ποτέ αλλά να θυμίζουν συνεχώς στην ανθρωπο λογία την υπαρξιακή διάσταση των εξεταζόμε νων διαδικασιών. Έτσι δεν μπορεί να υπάρξει επιστήμη παρά μόνο ανθρωπολογική, και η ίδια η ανθρωπολογία, επιστήμη του ανθρώπου, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει πως είναι δημιούργημα του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος είναι το αντικεί μενο της ανθρωπολογίας, είναι, επίσης, και το υποκείμενό της. Αυτή η ανάλυση, ή αυτή η αίσθηση, είναι δια μετρικά αντίθετη από εκείνη των επιστημών του ανθρώπου σήμερα. Ο Αλτουσέρ απορρίπτει κα τηγορηματικά την περιστολή του μαρξισμού σε μιαν ανθρωπολογία. Ο μαρξισμός είναι μια επι στήμη, η πρώτη, και ο σκοπός είναι, ξαναδιαβά ζοντας Το Κεφάλαιο, να καθορίσουμε τις θεμε λιακές θεωρητικές έννοιές της. Πριν από Το Κε φάλαιο, δεν υπήρχε παρά μόνο προεπιστημονική ιδεολογία. Αναζητήστε τον άνθρωπο Για τον Φουκώ, ο άνθρωπος δεν είναι το υποκεί μενο του στοχασμού παρά μόνο για μια ιστορικά καθορισμένη περίοδο της σκέψης που το τέλος της έχει ήδη αρχίσει. Ο άνθρωπος είναι μια πτυ
χή μέσα στη γνώση, ο άνθρωπος είναι μια ανα κάλυψη που η αρχαιολογία της σκέψης μάς δεί χνει άνετα πόσο πρόσφατη είναι. Κι ίσως το προσεχές τέλος της. Όπως πριν από λίγο είδαμε το λεξικό, έτσι τώρα βλέπουμε τη σκέψη, τη γνώ ση να προϋπάρχουν του ανθρώπου: Πριν από κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, κάθε ανθρώπινο στο χασμό, φαντάζομαι πως υπήρχε ήδη μια γνώση, ένα σύστημα που ξαναανακαλύπτουμε... για να σκεφτούμε το σύστημα, ήδη μου επιβαλλόταν ένα σύστημα πίσω από το σύστημα, το οποίο δεν γνωρίζω και το οποίο όλο και υποχωρεί όσο το ανακαλύπτω. Ο Σαρτρ αρνείται ριζικά αυτόν τον «κάποιο» που υπήρχε πριν από τον κάθε άν θρωπο, αυτή τη σκέψη χωρίς υποκείμενο, που υπήρχε πριν από την κάθε σκέψη, επειδή βλέπει σ’ όλα αυτά μια ύπουλη νεκρανάσταση του Θεού. Τι θα ήταν αυτός ο «κάποιος», αν όχι ο Θεός, κρυμμένος μέσα στη γνώση, μέσα στη θεω ρία; Κι εκεί όπου δέχεται αυτό το λόγο, αυτή τη σκέψη χωρίς υποκείμενο, στην ανάλυση του ασυ νείδητου έτσι όπως την κάνει ο Λακάν, νιώθει την ανάγκη να προσθέσει τη συνείδηση του συνέ νοχον, δηλαδή του υπεύθυνου, ανθρώπου. Τίπο τα δεν μπορεί να υπήρχε πριν από τον άνθρωπο, παρά μόνο τα πράγματα που πρέπει να γνωρίζει και να σκέφτεται ο άνθρωπος, τα οποία, όμως, δεν σκέφτονται. Απορρίπτω το στρουκτουραλι σμό γράφει ο Σαρτρ, γιατί είναι πίσω μου: δεν έχω τίποτα πίσω μου... Δεν υπάρχει τίποτα πριν από τον άνθρωπο, παρά μόνο τα ζώα, κι ο άν θρωπος όημιουργείται αφ' εαυτού, δεν προϋπάρ χει τίποτα που να είναι πίσω του και για το οποίο ο άνθρωπος θα έπρεπε να καταθέσει τη μαρτυρία του. Γιατί υπάρχουν φιλόσοφοι Καμιά γνώση πριν από τον άνθρωπο, καμιά γνώση χωρίς τον άνθρωπο για τη γνώση. Το ίδιο το γλωσσολογικό πρότυπο, δηλώνει ο Σαρτρ, εί ναι ακατανόητο αν δεν το παραπέμψετε στον ομιλούντα άνθρωπο. Η πραγματική νοητότητα της γλωσσολογίας μας παραπέμπει αναγκαστικά στην πράξη, σ’ αυτή την πρακτική εφαρμογή του λόγου που αποτελεί η ομιλία. Κι εκεί που οι αν θρωπιστικές επιστήμες μιλάνε για «γνώση», ο Σαρτρ μιλάει για «μαρτυρία», γιατί, σαν ηθικιστής που είναι, πιστεύει απόλυτα πως η κάθε γνώση είναι ταυτόχρονα θέση του ανθρώπου στον κόσμο, επιλογή και δράση. Σ’ αυτή τη διαμάχη, όσον αφορά τη γνώση, διακυβεύεται η ίδια η έννοια της φιλοσοφίας, το πεδίο εφαρμογής της, η περιοχή όπου ασκεί νό μιμα τη δικαιοδοσία της. Για τον Σαρτρ το φιλο σοφικό πεδίο είναι ο άνθρωπος, και καθώς δεν υπάρχει γνώση χωρίς υποκείμενο για να τη στη
αφιερωμα/45 ρίξει, όλες οι γνώσεις, όλες οι επιστήμες υπάγον ται στη φιλοσοφία. Γιατί η φιλοσοφία, προβλη ματισμός σ’ ό,τι αφορά την πράξη, είναι ταυτό χρονα προβληματισμός σ’ ό,τι αφορά τον άνθρω πο, δηλαδή το ανακεφαλαιωτικό υποκείμενο της ιστορίας, καμιά επιστήμη δεν μπορεί να αντικα ταστήσει τη φιλοσοφία. Στοχασμός σ’ ό,τι αφορά όλες τις επιστήμες, επιτρέπει στον άνθρωπο να τις συγκεντρώνει μέσα στα πλαίσια αυτής της «ανακεφαλαιωτικής» κίνησης, να δρα χρησιμο ποιώντας τις, να τις κάνει δικές του. Χωρίς αυτή την ενεργητική ανάκτηση, οι επιστήμες παραμέ νουν άγονα πεδία. Αντίθετα, για τον Λεβί-Στρως και για τον Φουκώ, η φιλοσοφία είναι ένας ιστορικά χρονο λογημένος τρόπος της ανθρώπινης σκέψης, που η «ιμπεριαλιστική» βούλησή της δεν ανταποκρίνεται πια στην πραγματικότητα. Ο Λεβί-Στρως καταγγέλλει τη «θεολογική» στάση της φιλοσο φίας όταν θέλει και απαιτεί ό,τι μπορεί να είναι αληθινό για μας να είναι αληθινό για όλους και στον αιώνα τον άπαντα. Και αποδοκιμάζει την προβληματική της φιλοσοφίας ως προς τις ερευ νάς της. Πρέπει να θεωρούμε πως οι επιστημονι κές έρευνες, ιδίως των επιστημών του ανθρώ που, ξεφεύγουν έτσι από την αρμοδιότητα της φιλοσοφίας, η οποία εκτοπίζεται στη σφαίρα της μερικής γνώσης, και ο ρόλος της καθίσταται λίγο ή πολύ ασήμαντος, για τον απλό λόγο ότι δεν είναι πια επιστημονική. Ο Λεβί-Στρως συμπεραίνει: Δεν νομίζω πως είχε η φιλοσοφία, σε κάθε εποχή, καθολική δι καιοδοσία. Ο Φουκώ, από τη μεριά του, ορίζει την αμφι σβήτηση έτσι: Η ατελεύτητη διαμάχη ανάμεσα στη φιλοσοφία που μέμφεται τις επιστήμες του ανθρώπου για την αφέλεια με την οποία προσπα θούν να αυτοθεμελιωθούν, και σ’ αυτές τις επι στήμες του ανθρώπου που διεκδικούν σαν δικό τους αντικείμενο αυτό που άλλοτε λογιζόταν πως αποτελούσε τον τομέα της φιλοσοφίας. Αν, σαν τον Σαρτρ, διατηρήσουμε την πρωτοκαθεδρία του υποκειμένου, οι επιστήμες εμπίπτουν, φυσι κά, στη δικαιοδοσία της φιλοσοφίας. Αν, σαν τον Φουκώ, εγκαθιδρύσουμε την αυτονομία των γνώσεων, η φιλοσοφία δεν διαφεντεύει τίποτα. Στην αρχή ήταν η Ιστορία Αυτό το θέμα της πρωτοκαθεδρίας δεν είναι μά ταιο, ούτε καθαρά τεχνικό. Γιατί αν δεσπόζει η φιλοσοφία, αν βασιλεύει παντού το υποκείμενο, είναι γιατί, όπως δηλώνει ο Σαρτρ, ο κόσμος εί ναι ολότελα ενεργούμενο της Ιστορίας. Τότε, η Ιστορία δεν είναι μόνο μια αρχή εξήγησης, αλλά και μια αρχή δράσης. Αντίθετα, αν υπάρχουν αυτόνομες γνώσεις, όπως υποστηρίζουν οι ΛεβίΣτρως και Φουκώ, η Ιστορία δεν είναι πια παρά
Στη Λιθουανία το 1964.
μια κατηγορία, ανάμεσα σ’ άλλες, περιστασιακή και μεταβατική. Για τον Σαρτρ, ο Φουκώ αρνείται την ιστορία αφού οικοδομεί όχι μια αρχαιολογία, αλλά μια γεωλογία της γνώσης, χωρίς περισσότερους με τασχηματισμούς μεταξύ των διαφόρων στρωμά των απ’ όσους αναφέρει η αληθινή γεωλογία: Αντικαθιστά την κίνηση με μια διαδοχή ακινη σιών. Το ίδιο κι ο στρουκτουραλισμός, μελετών τας όχι την εξέλιξη (διαχρονία) των συστημάτων της ομιλίας ή του μύθου, αλλά τις καταστάσεις (συγχρονία) αυτών των συστημάτων, παραγνω ρίζει την πραγματικότητα του κόσμου, αφήνει να του ξεφύγει η απαραίτητη χρονική διάσταση. Για τον Σαρτρ αυτή η παραγνώριση είναι ένα λογικό, αλλά και ηθικό σκάνδαλο· διαχωρίζει τον άνθρωπο και τη δράση από τη σκέψη, καθι στά τον άνθρωπο ασήμαντο από επιστημονική άποψη και τη δράση αποξηραντικά αφαιρετική. Ο μαρξισμός, γράφει, <5εν είναι ένα αποτελματω μένο σύστημα · είναι μια προσπάθεια, ένα σχέδιο που πρέπει να επιτευχθεί. Μετασχηματιζόμαστε συνεχώς: ο άνθρωπος είναι πάντα κάτι άλλο απ’ αυτό που τον κάνει να είναι ό,τι είναι. Η σκέψη, αδιαχώριστη από τη δράση, εκδηλώνεται στο «σχέδιο» κι αυτό το σχέδιο είναι αδιαχώριστο από την Ιστορία. Το ουσιώδες δεν είναι τι τον έχουν κάνει οι άλλοι τον άνθρωπο, αλλά τι κάνει αυτός έτσι που τον έχουν κάνει. Σ’ αυτό απαντά ο Λεβί-Στρως καταγγέλλοντας το μυστικισμό και τον ανθρωποκεντρισμό των οπαδών της «ιστορίας πάση θυσία». Ο ίδιος με λετά αποτελματωμένες «ψυχρές» κοινωνίες (δη λαδή χωρίς ιστορία με την κυριολεκτική έννοια του όρου, σ’ αντιδιαστολή προς τις «θερμές» κοι νωνίες), όπου η λειτουργία του μύθου είναι, βέ βαια, να κρυσταλλώσει τα πράγματα στη μορφή που τους δίνει τελικά μετασχηματίζοντάς τα αυ τά καθεαυτά η αιωνιότητα, να εμποδίσει την ιστορία. Ο Σαρτρ αντιτάσσει πως δεν υπάρχουν «ψυχρές» κοινωνίες, χωρίς ιστορία, αλλά κοινω νίες με «βραδυκίνητη ιστορία», και πως η ίδια η έννοια της ψυχρής κοινωνίας είναι μια ιστορική
46/αφιερωμα έννοια, πως ο μύθος, κοινωνική μεθόδευση γ ια 1 την παρεμπόδιση της ιστορίας, είναι κι αυτός μια ιστορική μεθόδευση, ένας τρόπος με τον οποίον βιώνεται η ιστορία. Πολιτικός άνθρωπος Όμως, η βαθύτατη διαφωνία εκδηλώνεται σε σχέση με τον Φουκώ, όταν ο τελευταίος μιλάει για τη μέγιστη βλακεία αυτών που δηλώνουν πως δεν υπάρχει φιλοσοφία χωρίς πολιτική επι λογή, πως η οποιαδήποτε σκάφη είναι αντιδρα στική ή προοδευτική. Η ανοησία τους είναι ότι πιστεύουν πως κάθε σκάφη «εκφράζει» την ιδεο λογία μιας τάξης· η ακούσια βαθύνοιά τους είναι που δακτυλοδείχνουν τον τρόπο που επιτράπει στη σκάφη να είναι νεοτερική. Αυτή η πρόταση έρχεται σε αντίθεση προς όλες τις φιλοσοφικές αρχές του Σαρτρ, για τον οποίον η οποιαδήποτε σκέψη, επειδή συνδέεται με μια ιστορική ή κοι νωνική πρακτική, δεν μπορεί παρά να είναι πο λιτική. Από το Είναι και το Μηδάν, δεν έπαψε να υποστηρίζει την πολιτική σημασία και τις πο λιτικές συνέπειες των ανθρώπινων πράξεων (άρα η σκέψη είναι μια δράση), κι αυτή η πολι τικοποίηση αποδείχτηκε ολοσχερής, στο σημείο που να μπορέσει να δείξει η κυρία Γκλυκσμάν πως για τον Σαρτρ η θεωρία της λογοτεχνίας ήταν κι αυτή μια πολιτική θεωρία και μια θεω ρία της πολιτικής..Η επιλογή, η στράτευση, το σχέδιο, η ιστορία, όλα αυτά είναι τρόποι τους οποίους διαθέτει ο άνθρωπος για να βιώνει την πολιτική του κατάσταση, να διαμορφώνει αυτή την πολιτική που τον προσδιορίζει. Γι’ αυτόν, ακριβώς, το λόγο είναι απαράδεκτη, για τον Σαρτρ, η υπόθεση μιας γνώσης έξω από τη δρά ση, ξένης προς την ιστορία, που δεν θα είχε επί πτωση στην πολιτική και στον άνθρωποστυλοβάτη της γνώσης. Εγκατάλειψη του υπο κειμένου, αφαίρεση του χρόνου, όλα αυτά είναι απιθανότητες και σκάνδαλα. Το σύστημα είναι νεκρό αν δεν υπάιρχει κάποιος που να το θάτει σε λειτουργία. Είναι εντελώς αδιανόητο για τον Σαρτρ να σταματήσει το χρόνο έστω και σαν υπόθεση έρευνας. Ο στρουκτουραλισμός επιτρέπει στον εαυτό του να αποτελματώνει τα πράγματα σε μια ορισμένη κατάσταση της ανάπτυξής τους, αλλά, για τον Σαρτρ, αυτό και μόνο, η παγίωση, πραμορφώνει και σκοτώνει το αντικείμενο. Παρόλο που ο Πιερ Νταίζ έδειξε πως μπορούμε επίσης να αντιμετωπίζουμε τη μετάβαση από τη μια δο μή στην άλλη, ο Σαρτρ δεν πείστηκε: κατά τη γνώμη του, δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε την κατάσταση χωρίς να αντιμετωπίζουμε ταυτό χρονα τη μετάβαση, το μετασχηματισμό. Κι αυτό γιατί θεωρεί την ιστορία, καθώς και την πολιτική, όχι στις δυο διαστάσεις (παρελθόν
και παρόν) μιας ερμηνευτικής αρχής, αλλά στις τρεις της διαστάσεις: η επιλογή, το σχέδιο, η στράτευση, όλα αυτά είναι τρόποι για να συμπεριληφθεί το μέλλον στην απεικόνιση και τη γνώ ση, είμαστε διαβατάρηδες- ο Πασκάλ έλεγε: μπαρκάραμε για καλά. Για τον Σαρτρ, η θεωρία της γνώσης δεν θα μπορούσε να διαχωριστεί από μια θεωρία της δράσης, από μια ηθική. Όταν ο Φουκώ απορρίπτει μια κι έξω το πρόβλημα του ανθρώπου και του κόσμου, της πραγματικότη τας, της καλλιτεχνικής δημιουργίας, της ευτυ χίας, κι όλες τις ιδεοληφίες που δεν τους αξίζει να είναι θεωρητικά προβλήματα, ο Σαρτρ απαν τά πως αυτά που δεν υπάρχουν και που δεν μπο ρούν να υπάρξουν είναι τα θεωρητικά, απάν θρωπα προβλήματα, γιατί είναι ριζικά ξάνα προς τον άνθρωπο. Για άλλη μια φορά αυτό που εν διαφέρει είναι τι κάνει ο άνθρωπος άτσι που τον άχουν κάνει. Οι δρόμοι της ελευθερίας Ο Φουκώ γράφει ακόμα: Για τη σύγχρονη σκά φη, δεν είναι δυνατό πια να υπάρξει ηθική: γιατί από τον 19ο αιώνα, η σκάφη άχει ήδη «βγει» από τον εαυτό της μάσα στο ίδιο της το είναι, δεν εί ναι πια θεωρία· μόλις αρχίσει να σκάφτεται πλη γώνει ή συμφιλιώνει, προσεγγίζει ή απομακρύ νει, διασπά, διαχωρίζει, συνδάει ή αποσυνδάειδεν μπορεί να αποφύγει να ελευθερώνει ή να υποδουλώνει. Όμως, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, για τον Σαρτρ, όχι μόνο είναι δυνατό αλλά και αναγκαίο να υπάρχει μια ηθική· γιατί η σκέψη δεν είναι -ή δεν είναι πια- καθαρή θεωρία, αλλά έχει επανασυνδεθεί με την πράξη, γιατί η ηθική θεωρία που δεν επηρέαζε τη βιωμένη ύπαρξη, είναι πια αδύνατη. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι, ως προς αυτό το σημείο, ενδεικτική η σαρτρική θεωρία της λογοτεχνίας: βούληση για επανασύλληψη της πρόθεσης του συγγραφέα, του Φλωμπέρ ή του Ζενέ, μέσα στο έργο, αποκατά σταση της πρωταρχικής λειτουργίας της επικοι νωνίας του λόγου, ορισμός της λέξης που παρα πέμπει στην πραγματικότητα, πολιτική και κοι νωνική παρέμβαση του συγγραφέα και του έρ γου, η λογοτεχνία αλλάζει τον κόσμο και αλλά ζει τη ζωή: 'Οταν καταπιάνεστε με σημεία που παραπάμπουν σε πραγματικότητες, τότε μπορού με να σας ζητήσουμε ευθύνες, δήλωνε ο Σαρτρ στον Ύβ Μπυέν. Δεν υπάρχει τυπική άσκηση ούτε στη σφαίρα της γραφής, ούτε στη σφαίρα της γνώσης, δεν υπάρχουν παρά μόνο άνθρωποι που δρουν και που αντιδρούν. Πρέπει να θάψουμε τον Σαρτρ; Αν αξίζουν κάτι οι καυγάδες και οι μαχητικοί αντίλογοι που μόλις αναφέραμε είναι που, αν όχι τίποτ’ άλλο, θέτουν το πρόβλημα, μας κάνουν να αντιλη-
αφιερωμα/47 φθούμε πόσο επίκαιρη παραμένει η σαρτρική σκέψη. Τι απομένει απ’ αυτές τις διαμάχες; Πολ λή φλυαρία, κάποιες βαθιές πραγματικές διαφω νίες. Χρησιμοποίησαν, και πρώτος και καλύτε ρος ο Σαρτρ, και σκέψεις που δεν είχαν και με γάλη σχέση μ’ αυτή τη διαμάχη· όμως, είναι λο γικά αναπόφευκτο ότι δεν ανατρέπουμε έναν αν τίπαλο, αλλά το σύστημα που του αποδίδουμε, για τις ανάγκες της διαμάχης, και που στο τέλος αυτός επωμίζεται, όχι χωρίς να σας φορτώνει αυτό που τον βολεύει. Μια πιο προσεχτική και πιο διεισδυτική ανά γνωση επιτρέπει την απάλειψη των ψευδοπρο βλημάτων. Μας επιτρέπει επίσης να απορρίψουμε αυτό το τρομοκρατικό σύστημα που θέλει να αναγκά σει τον καθένα να σκέφτεται αν είναι αποκλει στικά «υπέρ» του τάδε, ή «εναντίον» του δείνα. Οι λογοτεχνικές μέθοδοι κριτικής του Σαρτρ και του Μπαρτ εμφανίζουν σημαντικές διαφορές· μήπως, όμως, δεν είναι πιο σωστό να τις θεω ρούμε μάλλον συμπληρωματικές παρά αντιφατι κές; Θα μπορούσαμε να πολλαπλασιάσουμε τα παραδείγματα. Ωστόσο, υπάρχουν πραγματικές διαφωνίες και μάλιστα σημαντικές τη στιγμή που αμφισβη τούνται σε μικρότερο βαθμό τα πραγματικά επι στημονικά κριτήρια. Λόγου χάρη, εμφανίζονται πιο θεμελιακές ανάμεσα στον Σαρτρ και τον Φουκώ παρά ανάμεσα στον Σαρτρ και τον ΛεβίΣτρως. Μήπως εξαιτίας τους πρέπει να καταδι κάσουμε τον Σαρτρ; Ο Πιέρ Νταίζ του προσά πτει πως θέλησε να σταματήσει τις νέες διερευνήσεις. Πώς θα το μπορούσε!
Γι’ αυτό ο Σαρτρ παραμένει σημαντικός για μας. Είναι δύσκολο να δικαιολογήσουμε ακρι βώς αυτή την εντύπωση πως, αν σφάλλει στις λε πτομέρειες, έχει δίκιο στο σύνολο. Ίσως γιατί μιλάει για μας όταν μιλάει για τον εαυτό του, γιατί είναι αξεδιάλυτα μπλεγμένος στην καθημε ρινή εμπειρία των αναγνωστών του, γιατί τους έμαθε να διαβάζουν και να βλέπουν, να δρουν. Συγγενεύοντας τόσο με τον Μονταίνι όσο και με τον Χέγκελ, παραθέτει αυτή τη φράση του Μαρξ: Η Ιστορία δεν κάνει τίποτα... εκείνος που κάνει τα πάντα είναι ο άνθρωπος, ο πραγματι κός και ζωντανός άνθρωπος· η Ιστορία δεν είναι παρά η δραστηριότητα τον ανθρώπου πον επι διώκει τους δικούς του σκοπούς. Θα ήταν τελείως ανώφελο να του αντιτείνου με, όπως θα μπορούσε να κάνει ο Φουκώ, πως «ο πραγματικός άνθρωπος» δεν έχει θεωρητικό καθεστώς, ούτε και δικαίωμα στην αιωνιότητα. Ο Σαρτρ ποτέ δεν επεδίωξε να στοχαστεί, να δουλέψει, στα πλαίσια της αιωνιότητας και κα θώς ξέρουμε καλά, το θεωρητικό καθεστώς, ο άνθρωπος το κατακτά όντας εδώ και τώρα, όπως αποδείχνεται η κίνηση περπατώντας. Τι απομένει από τον Σαρτρ; Αυτό που λέει ο ίδιος στις Λέξεις: «Ένας οποιοσδήποτε άνθρω πος, δημιούργημα όλων των ανθρώπων, που αξί ζει όσο όλοι και όσο ο καθένας».
Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Βενετία Σταυροπούλου
26 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Με χιλιάδες βιβλία ιστορικά, λογοτεχνικά, πολιτικά, οικονομικά, λεξικά κ.ά. από 30 δραχμές
ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ Αριστοτέλους ‘Ρ^Εχνατίας 150
ΤΟ ΚΑΤΩΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Αριστοιέλους 6*Τηλ. 27.18.53
ΤΟ ΣΠΙΤΑΚΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ Καρόλου Ντηλ 3*Τηλ. 23.97.46 Το μοναδικό παιδικά βιβλιοπωλείο
ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ
48/αφιερωμα
Ζαν-Κλωντ Ζιραρντέν
Ο Σαρτρ και ο μαρξισμός
Σχέδιο Ophilie.
Οι σχέσεις του Σαρτρ με το μαρξισμό ξεκαθάρισαν σιγά σιγά, καθώς ο Σαρτρ προ χωρούσε στη φιλοσοφική του αναζήτηση, ώσπου έφτασαν ν’ αποτελέσουν το αντι κείμενο αυτής της αναζήτησης στην «Κριτική του διαλεκτικού λόγου». Ο Σαρτρ τονίζει ξανά, κυρίως στο Μεθοδολογι κό πρόβλημα πως δεν σκοπεύει να «κατασκευά σει» μια εναλλακτική, για το μαρξισμό, φιλοσο φία. Αυτοαποκαλείται ταπεινά «ιδεολόγος», ένας εργάτης στο χώρο του μαρξισμού τον οποίο αναγνωρίζει και τον θεωρεί φιλοσοφικά αξεπέ ραστο, όσο οι άνθρωποι παραμένουν δέσμιοι της «αναγκαιότητας». Άραγε απορρίπτει ο συγγρα φέας του Είναι και το Μηδέν τα νεανικά του έρ γα, όπως θέλουν μερικοί να πιστεύουν, για να προσχωρήσει στην κομμουνιστική φιλοσοφία, ή μήπως πρόκειται για την ίδια πάντα σκέψη που στη γόνιμη ανάπτυξή της αναθεωρήθηκε, αφού ήρθε σε επαφή με την ιστορία, θέτοντας ταυτό χρονα στο μαρξισμό ορισμένα ερωτήματα που οδηγούν σε μια επανεξέταση των θεμελιωδών θεωρημάτων που επικαλείται αυτός; Μπορούμε να θέσουμε το ερώτημα μ’ έναν πιο απότομο τρόπο. Μήπως το έργο του Σαρτρ δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά μια γοητευτική, αλλά όχι ουσιαστική έρευνα του «βιώματος» που δεν είναι σε θέση να δώσει λόγο για τις βαθύτερες εξωτε ρικές δυνάμεις που «δρουν» πάνω στους ανθρώ πους, και μάλιστα μια ιστορία βασανισμένη και
αντιφατική; ή μήπως είναι ο Σαρτρ ο θεωρητικός που μας αποκαλύπτει τη βαθύτερη έννοια του μαρξισμού, αποδίδοντάς του εκείνα τα θεωρητι κά στοιχεία που ώς τώρα φαίνεται να του λεί πουν; Αν προσπαθήσουμε να δώσουμε μια απάντηση -έστω και μερική- σ’ αυτή την προβληματική, θα τοποθετήσουμε τον σαρτρικό λόγο στη μαρξιστι κή προοπτική, δηλαδή σ’ ένα ρεαλισμό που να απαιτεί και να συμπεριλαμβάνει την ίδια του την κριτική, όχι σαν πιθανότητα, αλλά σαν θεωρητι κή ανάγκη και σαν εσωτερική πρακτική. Αυτός ο ρεαλισμός διαγράφει ένα «χώρο κριτικής» όπου η σκέψη του Μαρξ και εκείνη του Σαρτρ μπο ρούν να αποσαφηνιστούν στον αμοιβαίο τους προσωπικό τόνο και στις διαφορές τους. Έτσι η προοπτική που διαλέξαμε αποφεύγει, νομίζομε, το ψευδοπρόβλημα «μαρξισμός ή υπαρξισμός» και μας προστατεύει από τους πει ρασμούς μιας πρόχειρης ψευδο-σύνθεσης των δύο σκέψεων. Ωστόσο είναι απαραίτητες ορισμένες προκα ταρκτικές παρατηρήσεις. Μπορούμε να διαβά σουμε τον Μαρξ εξωτερικά (ας πούμε με τη νόη
αφιερωμα/49 σή μας, για έναν επιστημονικό στόχο) και ν’ ανακαλύψου με την ίδια την αλλοτρίωση σαν ένα αντικειμενικό φαινόμενο που δημιουργούν οι εμπορευματικές σχέσεις, όπως τις δείχνει καθαρά ο Μαρξ στο Κεφάλαιό του, χωρίς ωστόσο να νιώ θουμε ότι αμφισβητείται ριζικά ο τρόπος που υπάρχουμε και αντιμετωπίζουμε τη ζωή. Με λί γα λόγια, η αναγνώριση της αλλοτρίωσης μέσα στο μαρξισμό δεν οδηγεί αναγκαστικά και στην αναθεώρησή της, δηλαδή στην επαναστατική επιλογή, τα βαθύτερα κίνητρα της οποίας απο μένει ν’ ανακαλύψουμε με «υποκειμενικό» τρό πο. Μια αυστηρά επιστημονικοφανής ανάγνωση του Σαρτρ δείχνει να είναι πολύ πιο ύποπτη, και μάλιστα αδύνατη, στο μέτρο που το έργο του αναθεωρεί την εσωτερική διαλεκτική του ανα γνώστη, δηλαδή αυτόν σαν καθορισμένο πρόσω πο στη σχέση του με τον εαυτό του και τον «κό σμο». Μ’ αυτές τις προϋποθέσεις, όταν θέλομε να καταλάβουμε τον Σαρτρ, ίσως αυτό να σημαί νει πως θέλομε να κατανοήσουμε τον εαυτό μας: δηλαδή να δεχτούμε ν’ αυτοαμφισβητηθούμε. Καταλαβαίνει κανείς ότι οι αναγνώστες του Σαρτρ δεν είναι όλοι φίλοι του και ότι το έργο του προκάλεσε μερικά μνησίκακα γραπτά, κυ ρίως κομμουνιστών διανοουμένων που μυήθηκαν στη σταλινική θρησκεία του «διαλεκτικού υλι σμού». Σ’ αυτόν ακριβώς τον διαλεκτικό υλισμό επιτίθεται σκληρά ο Σαρτρ το 1946 στο άρθρο του Υλισμός και επανάσταση, κείμενο όπου απευθύνεται για πρώτη φορά στους μαρξιστές. Αρνείται στον διαλεκτικό υλισμό το δικαίωμα να αντιποιείται το θεωρητικό υπόστρωμα της κομμουνιστικής δράσης στην οποία προσχωρεί ο φιλόσοφος. Μ’ αυτή την έννοια αυτό το κείμενο, στο πρώτο του μέρος, μένει αφηρημένα φιλοσο φικό και εισάγει με ατελή τρόπο σ’ ένα δεύτερο μέρος όπου ο Σαρτρ μιλά για την αναγκαιότητα μιας φιλοσοφίας της επαναστατικής δράσης. Σ’ αυτό το κείμενο λοιπόν, ο Σαρτρ επιχειρεί να δείξει ότι ο διαλεκτικός υλισμός είναι μια οφθαλμαπάτη που υιοθετούν οι μαρξιστές όταν οικειοποιούνται τους προβληματισμούς στους οποίους αυτός οδηγεί. Το αξίωμα του υλισμού είναι πασίγνωστο: «η υλιστική αντίληψη του κόσμου σημαίνει την αν τίληψη της φύσης, έτσι όπως είναι, χωρίς καμιά ξένη προσθήκη». Ο Σαρτρ αποκαλύπτει μέσα σ’ αυτό το a priori σχήμα μια προσπάθεια απόκρυ ψης και δείνχει πως η «ξένη προσθήκη» που υποτίθεται ότι θέλουν να εξαφανίσουν (η υπο κειμενικότητα φυσικά) είναι κατά κάποιο τρόπο διχοτομημένη. Από τη μια μεριά τη μεταμορφώ νουν σε αντικείμενο που, όντας τέτοιο, επιδέχε ται επιστημονική μελέτη· από την άλλη αποδί δουν σ’ αυτή την «υποκειμενικότητα-πράγμα πια» «την απόλυτη αξία μιας ματιάς απαλλαγμέ
νης από τις υποκειμενικές αδυναμίες», δηλαδή της αναγνωρίζουν την ιδιότητα κάποιου είναι ικανού για γνώση άρα και για ν’ αποστασιοποιηθεί από τα πράγματα. Έτσι έχουμε ένα σχε δόν δυαδικό σχήμα υποκείμενο-αντικείμενο, απαραίτητο για την παραγωγή των γνώσεων, που όμως λειτουργεί στις χειρότερες συνθήκες, αφού στερηθήκαμε τη ριζική ετερότητα της σκέ ψης σε σχέση με τα πράγματα, έτσι όπως την πα ραδέχονταν οι μη υλιστικές φιλοσοφίες. Πού θεμελιώνοντα λοιπόν ρι παραγόμενες γνώσεις; Οι μαρξιστές απαντούν στον Σαρτρ πως οι πα ραγόμενες γνώσεις στηρίζονται στην επιστήμη, που τα αποτελέσματά της δεν τα ερμηνεύουν πα ρά «διαλεκτικά». Μ’ αυτό τον τρόπο, οι ποσοτι κά εντοπιζόμενες δυνάμεις (φυσικές, φυσικο-χημικές π.χ.) επενεργώντας πάνω σ’ άλλες δυνά μεις παράγουν δυναμικές ανασυνθέσεις ποιοτικά διαφορετικές από το αντιφατικό παιχνίδι των ποσοτήτων, θέλοντας έτσι να τις ξεπεράσουν. Η αρχή της διαλεκτικής αιτιοκρατίας δεν κάνει τίποτ’ άλλο παρά να γίνουν κατανοητές. Έτσι η υλιστική αναδόμηση προχωρά από το απλό στο περίπλοκο και με προοδευτικές ανασυνθέσεις της κινούμενης ύλης οδηγεί στο κατώφλι της ιστορίας, χώρο ερμηνείας του ιστορικού υλι σμού. Ανταπαντά ο Σαρτρ: μήπως στις προηγούμε νες περιπτώσεις πρόκειται για «διαλεκτικές ανα συνθέσεις» και δεν υπάρχει μάλλον μια σύγχυση στη σκέψη των μαρξιστών όταν αυτές οι ανασυν θέσεις προβάλλονται καταχρηστικά πάνω στα πράγματα; Είναι σωστό να χρησιμοποιούμε το επίθετο «διαλεκτικός» για να χαρακτηρίσουμε μεταβολές που παραπέμπουν σε μια αιτιολογία επιστημονικού τύπου; Ο Σαρτρ αρνείται στους μαρξιστές το δικαίω μα να επικαλούνται συνάμα την επιστημονική αιτιολογία και τη διαλεκτική σκέψη που συνεπά γεται την ανεμπόδιστη δράση ενός φορέα οντο λογικά ικανού ν’ ανασυνθέτει. Γράφει: «Η μαρ ξιστική αιτιολογία αιωρείται. Δεν μπορεί ούτε να στηριχτεί στην επιστήμη, ούτε να κρέμεται από τη διαλεκτική». Έτσι που παίζει με δυο αν τιφατικούς τύπους λογικότητας, ο διαλεκτικός υλισμός δεν είναι για τον Σαρτρ παρά ένας ύπο πτος και απαράδεκτος συγκρητισμός (συνδυα σμός χωρίς καμιά συνοχή). Μπορούμε να δούμε αυτή τη συζήτηση σαν ξε περασμένη και χωρίς ενδιαφέρον· δεν είναι όμως τόσο σίγουρο κάτι τέτοιο, αν θυμηθούμε πως θα επαναληφθεί στο ίδιο σχεδόν πνεύμα το 1962 στα πλαίσια μιας δημόσιας συζήτησης χωρίς να με τακινηθούν οι πρωταγωνιστές της από τις από ψεις τους (ο Γκαρωντύ με τον Βιζιέ από τη μια και ο Σαρτρ με τον Ιππολύτ από την άλλη). Παρό λα αυτά, αν το πρόβλημα δεν οδηγεί σε καμιά
50/αφιερωμα θετική λύση και οι αντιθέσεις παραμένουν ακλό νητες, αυτό δεν εμποδίζει τον Σαρτρ να υιοθετή σει όλες τις «υποθέσεις» του ιστορικού υλισμού, στον οποίο βλέπει τη μόνη «αλήθεια της ιστορίας συνάμα με την ολική της ακαθοριστικότητα». Αντιθέτοντας τον ιστορικό υλισμό στον διαλε κτικό υλισμό, ο Σαρτρ άνοιξε μια ρωγμή στην καρδιά του μαρξισμού, ρωγμή που θα του επι τρέψει να δια-γράψει τη δική του απόπειρα, που αρχικά στράφηκε προς τη «συνείδηση» για να ξεπεραστεί αργότερα προς την «πράξη» και την ιστορία, στην Κριτική τον διαλεκτικού λό γον. Το Είναι και το Μηδέν αποσκοπούσε να θε μελιώσει θεωρητικά την ψυχολογία, καθορίζον τας την πραγματική σχέση που διατηρεί η συνεί δηση με τον εαυτό της και τον κόσμο. Ας θυμί σουμε πως εκείνο το βιβλίο δεν αμφισβητήθηκε σοβαρά από κανέναν, κι αν ο Σαρτρ επέκρινε ορισμένες δευτερεύουσες πλευρές του, συνέχισε ώς το τέλος ν’ αποδέχεται τα θεμελιακά του σχή ματα μέσα από τα οποία ξαναπερνούσε η σκέψη του, σαν από μια αναγκαία στιγμή, για να επω μιστεί τον εαυτό της και να προχωρήσει προς τη διαλεκτική του συγκεκριμένου. 'Οταν στη δεκαετία του ’30 ο Σαρτρ συναντά τη γερμανική φαινομενολογία, αυτή επιβεβαιώ νει τις διαισθήσεις του σχετικά με τη φύση της συνείδησης. Φτάνει στη βεβαιότητα πως η συνεί δηση δεν είναι μια πραγματικότητα προικισμένη με τον πλούτο μιας άυλης υπόστασης. Αντίθετα, δεν είναι παρά μια απρόσωπη, μη ουσιώδης αυ θόρμητη κατάσταση. Ο Σαρτρ δείχνει ότι αυτό το Εγώ που χειρα γωγεί από μέσα τη συνείδηση και που ξαναβρί σκουμε, με τη μια ή την άλλη μορφή, σ’ όλους τους φιλοσόφους, και στον Χούσσερλ ακόμα, δεν είναι το απερίσταλτο ενοποιητικό κέντρο της συνείδησης, γιατί η ενότητα της συνείδησης πη γάζει, κατά παράδοξο τρόπο, από ένα μη-είναι. Η συνείδηση είναι μηδέν, ή μάλλον η εκμηδενοποίηση του Είναι, σημείο φυγής, και η ανθρώπι νη πραγματικότητα, υλικό στήριγμα αυτού του μηδενός, δεν θα μπορούσε να περισταλεί σ’ ένα αντικείμενο, γιατί είναι καταδικασμένη να υπάρχει. Ο άνθρωπος δεν είναι, υπάρχει, και το ζεύγος αυτοσυνειδησία-συνείδηση κάποιου πράγματος προσφέρεται με μια ίδια κίνηση που ταυτίζεται με τη σχέση μας με τον κόσμο. Αυτή η προοπτική που ορίζει τη συνείδηση σαν να είναι από τη φύση της ριζικά διαφορετι κή από κάθε υπόσταση, μας επιτρέπει να ξαναδούμε, κάτω από ένα νέο φως, τις αντιφάσεις που παραλύουν κάθε ρεαλισμό· ο διαλεκτικός υλισμός δεν είναι παρά η πιο δοκιμασμένη εκδή λωσή του. Και πρώτα λοιπόν, αφού τίποτα δεν θα μπο ρούσε να προέλθει από το μηδέν, ο Σαρτρ δεί χνει πως δεν μπορούν να υπάρχουν παρά οντο
λογικά πρωτεία του Είναι, στο χώρο του οποίου έχει εγκατασταθεί ύπουλα και «εκ των πραγμά των» το μηδέν σαν παρουσία-απουσία, πηγή κά θε πρωταρχικής σημασίας. Ύστερα, αναλύοντας τις δομές αυτού του «αρνητικού» είναι με τη με σολάβηση της φαινομενολογικής ανάλυσης, ο Σαρτρ μπορεί να ξαναθέσει το πρόβλημα της γνώσης χωρίς να αναφέρεται σ’ ένα μεταφυσικό αξίωμα, είτε ιδεαλιστικό είτε υλιστικό. Τελικά, σαν πραγματικότητα μη-υποστασιακή, η συνείδηση δεν μπορεί να καθοριστεί γραμμικά, δηλαδή ξεφεύγει από την αλυσίδα της αιτιολο γίας που διέπει τις σχέσεις των πραγμάτων μετα ξύ τους. Δεν υφίσταται παθητικά τις εξωτερικές δυνάμεις που επενεργούν πάνω τους, αλλά γίνε ται ο απερίσταλτος αυτοκαθορισμός αυτών των δυνάμεων. Δεν μπορεί παρά να είναι αιτιολογη μένη: Σε κάθε συνείδηση, η διάσπαση αυτής της αιτιολογικής αλυσίδας που εμφανίζεται ταυτό χρονα με την εισαγωγή της αρνητικότητας «εγ γράφει» ακριβώς μέσα στο Είναι τη δυνατότητα μιας σκέψης-δράσης που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ξεπερνά, ενώ ξεπερνά συνάμα τη δεδο μένη τάξη των πραγμάτων. Θα αναγνωρίσουμε σ’ αυτά όλα, παρόλο που είναι τόσο επιφανεια κές αυτές οι λίγες γραμμές, τη δυνατότητα ύπαρ ξης μιας διαλεκτικής σκέψης. Αυτή τη σκέψη, ο Σαρτρ δεν τη θεωρητικοποιεί στο Είναι και το Μηδέν, αλλά περιγράφει σχεδόν άθελά του τη βαθύτατη δομή της. Για να τελειώνουμε μ’ αυτό το θεμελιακό έργο', δεν πρέπει να ξεχνάμε το αντικείμενο που μελε τά: τη συνείδηση στη συγκεκριμένη της κίνηση, καθώς τη συλλαμβάνει, από μέσα, στις σχέσεις της μ’ ένα άμεσο πρακτικό πεδίο που δεν δέχτη κε κανένα ιστορικό προσδιορισμό. Αυτή η απου σία της ιστορίας περιορίζει την προβληματική στα σύνορά της «κατάστασης» και της «διυποκειμενικότητας». Καταλαβαίνομε εύκολα πως ο πολλαπλασιασμός των συγκεκριμένων συ νειδήσεων που περιγράφει ο Σαρτρ δεν αποτελεί παρά μια αόριστη πολλότητα των ατόμων μιας πραγματικής ιστορίας. Ο κόσμος των πραγμά των, για παράδειγμα, σπάνια συλλαμβάνεται ως επεξεργασμένη ύλη, αλλά τις περισσότερες φορές ως μια υπερ-υποκειμενική πραγματικότητα που ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται στην οργανική της λειτουργία. Με λίγα λόγια, άνθρωποι και πράγ ματα συνυπάρχουν βέβαια «υπό ένταση», αλλά σ’ ένα αδόμητο πεδίο, ακριβώς στην αντιπέρα όχθη της μαρξιστικής προοπτικής. Η εξέλιξη του Σαρτρ μετά το 1945 μας είναι πιο οικεία· η σκέψη του έχει προσκρούσει πάνω στην ιστορία, μεταβάλλεται και γίνεται ένας χώ ρος έντασης που διαθλά τις παγκόσμιες αντιφά σεις· η πολιτική κυρίως υποβάλλει τον φαινομενολόγο σε μια διαρκή δοκιμασία που τον κάνει πιο ριζοσπαστικό. Ανάλυση της μοίρας των
αφιέρωμα/'51
Ο Σαρτρ και ο Λεβί-Στρως
Εβραίων και των νέγρων, της αποικιοκρατίας, προσέγγιση του σταλινισμού, ένα σωρό θέματα που καταθέτουν κατά του παλαιότερου προσα νατολισμού της φιλοσοφίας του. Ο Σαρτρ είναι πια εκείνος που σ’ αυτή ή την άλλη περίσταση πρέπει να μιλήσει. Όλοι περιμέναμε να μιλήσει, κι ας κινδύνευε να τον κατηγορήσουμε γι’ αυτό. Ωστόσο, ο σεβασμός γι’ αυτόν και η φήμη του δεν πρέπει να ξεγελούν. Έχουν σαν αντιστάθμι σμα, εκτός από την πολιτική απομόνωση (μετά τη Βουδαπέστη, 1956), τη θεωρητική απομόνωση που ύπουλα ενορχήστρωνε το Πανεπιστήμιο. Από τον Λεβί-Στρως ως τον Αλτουσέρ, ο στρου κτουραλισμός γνωρίζει μεγάλες επιτυχίες και οι θεωρητικοί συνενοούνται θαυμάσια μεταξύ τους για να εξουδετερώσουν το δεύτερο βασικό έργο του Σαρτρ, την Κριτική τον διαλεκτικού λόγον. Πρέπει να πούμε λίγα λόγια γι’ αυτό το έργο: η προσπάθεια είναι λεπτή με την έννοια πως η κριτική λειτουργία του βιβλίου συγχέεται με την ανθρωπολογική διερεύνηση. Θέλοντας να συνο ψίσουμε την Κριτική υπάρχει ο κίνδυνος να πα ρουσιάσουμε με μερικό τρόπο το έργο, άρα και να το ακρωτηριάσουμε. Ύστερα απ’ αυτές τις επιφυλάξεις, ας σημειώσουμε πως το έργο αρχί ζει με το Μεθοδολογικό πρόβλημα που εισάγει στην Κριτική, ενώ ταυτόχρονα προβάλλει κιόλας κάποια συμπεράσματά της. Στην αρχή της Κριτικής ο Σαρτρ ασχολείται
ξανά με την προβληματική που σκιαγράφησε παλαιότερα στο άρθρο του Υλισμός και Επανάστα ση. Αυτή τη φορά, τα θεωρητικά μέσα, που ο Σαρτρ έχει στη διάθεσή του, του επιτρέπουν να περάσει στο φίλτρο της κριτικής τις έννοιεςκλειδιά της «δογματικής διαλεκτικής», όπως την αποκαλεί· είναι η διαλεκτική των μαρξιστών που κατά το πρότυπο του Ένγκελς μετέτρεψαν τη διαλεκτική της ευρετικής μεθόδου σ’ έναν υπερ βατικό νόμο, ανίκανο να περιγράψει τον εαυτό του και να αποδείξει τις ημι-αλήθειες που εκ φράζει. Σ’ αυτή τη διαλεκτική της «εξωτερικότητας», ο Σαρτρ αντιπαραθέτει τη δική του σκέψη που καταπιάνεται να θεμελιώσει. Γι’ αυτόν, αν υπάρχει κάτι σα μια διαλεκτική Ορθολογικότητα, πρέπει να δοκιμαστεί σαν σύλληψη του πραγματικού, στο μέτρο που αυτό το πραγματι κό (η τρέχουσα εμπειρία) διαμορφώνεται διαλε κτικά. Η προοπτική είναι φιλόδοξη, κι όμως δεν σκοπεύει ν’ αναπλάσει τη συγκεκριμένη πορεία της ιστορίας, αλλά μόνο ν’ ανακαλύψει την ορθολογικότητά της. Θα πρέπει λοιπόν πρώτα πρώτα να μελετηθούν οι «τυπικές» μεταβολές, μέσα από τις οποίες συναλλάσσονται οι ανθρώ πινες πράξεις. Αυτές οι μεταβολές θα επιτρέ ψουν να συλλάβουμε τη νοητότητα των πρακτι κών δομών που ενώνουν μ€ταξύ τους τα ανθρώ πινα ετερογενή σύνολα. Πρέπει να εξάγουμε τις συνισταμένες που διέπουν αυτά τα «πρακτικά σύνολα», όπως τα λέει ο Σαρτρ.
52/αφιερωμα Έτσι λοιπόν, πριν μελετηθούν οι πολύπλοκες, ζωντανές και υπερ-ατομικές πραγματικότητες, όπως είναι οι κοινωνικές τάξεις, πρέπει, με μια παλινδρομική πορεία, να φέρομε στο φως τους αόριστους και σημαίνοντες δεσμούς που τις φω τίζουν από μέσα, δηλ. -την ατομική «πράξη»- το πρακτικό-αδρανές που περιγράφουν, τις εσωτε ρικές συνθήκες των «ομάδων» και των «σειρών» (υπο-κατηγοριών). Και πρώτα-πρώτα, τι είναι η ατομική «πρά ξη»; Στο Είναι και το Μηδέν, ο Σαρτρ είχε συλλάβει τη συνείδηση από μέσα, σα σχέση που αφορά τον Εαυτό με το Είναι. Εδώ η ανθρώπινη πραγματικότητα είναι πρώτα: ανάγκες που πρέ πει να ικανοποιηθούν. Αυτές οι πιο στοιχειώδεις ανάγκες (τροφή, αναπνοή), εξαρτώνται, για να ικανοποιηθούν, από το μη οργανικό πλαίσιο που περιβάλλει τον οργανισμό. Ο οργανισμός λοιπόν είναι θεμελιακά «δεμένος» με τα πράγματα που τον αμφισβητούν ακόμα και στην ίδια του την επιβίωση. Αυτή η ανάγκη είναι «έλλειψη» (πρώ τα άρνηση) για τον οργανισμό που αρνείται (δεύτερη άρνηση) αυτή την «έλλειψη», ξεπερνών^ας την για να επιβιώσει. Έτσι η «πράξη» είναι καθεαυτή άρνηση της άρνησης. Οπλίζεται με δικούς της σκοπούς μέσα στο μη-οργανικό· ο οργανισμός εξωτερικεύεται εκεί μέοα και την εσωτερικεύει, με την ίδια κίνηση. Αυτή η διπλή κίνηση παράγει την «πράξη» σαν πραγματικότη τα με την οποία εσωτερικότητα και εξωτερικότητα ταιριάζουν σαν πρακτικό σχέδιο. Πράγματι δεν υπάρχει παρά μια αμοιβαία μεταβολή της «αντικειμενικότητας», αφού ο άνθρωπος γίνεται ο ίδιος υλική δύναμη για να προσαρμοστεί στα πράγματα που μεταβάλλει. Μόνο που σ’ αυτή την αναδιοργάνωση μεσολαβεί η «εσωτερικότη τα», δηλαδή υπάρχει συνθετικό σχέδιο που αδιάκοπα επαναλαμβάνεται μέσα από τις προ σωρινές ανασυνθέσεις που αυτό ξεπερνά. Υπάρ χει εδώ μια πρωταρχική διαλεκτική κίνηση, δη λαδή: τρέχουσα υλοποίηση. Αντίστροφα όμως, η πολλαπλότητα των «πράξεων» που εξωτερικεύονται, «εγγράφοντας» τα σχέδιά τους στα πράγματα, αφήνουν ίχνη που αποτελούν την «επεξεργασμένη υλικότητα» σε μια αποκρυστάλ λωση ανώνυμων «πράξεων». Έτσι η κάθε μας ελεύθερη «πράξη» συναντά εκείνη των άλλων, όχι πια σ’ ένα παρθένο πεδίο, αλλά μέσα από ένα πεδίο που ο καθένας συμβάλλει στη δόμησή του. Αυτό το αντικειμενικό πλέγμα «πράξεωνπραγμάτων πια», ο Σαρτρ το ονομάζει πρακτι κό-αδρανές. Σ’ αυτό, η ελεύθερη «πράξη» αλλο τριώνεται, όχι επειδή αντικειμενοποιείται στα πράγματα μέσα, αλλά γιατί αυτό γίνεται κινού μενη ανασύνθεση των πολλαπλών «πράξεων»: καθεμιά απ’ αυτές βλέπει τους σκοπούς της να παρεκκλίνουν, από τη μαγεμένη ύλη που της επι
στρέφει τις ενέργειές της σαν αποτέλεσμα διαφο ρετικό από τους σκοπούς που επεδίωκε. Αυτή την αντιστροφή, που ισχύει για τον καθένα, σα μια ξένη δύναμη, ο Σαρτρ την ονομάζει αναγκαιότητα. Η επεξεργασμένη ύλη στρέφεται κατά των δημιουργών της και επηρεάζει τη δια φάνεια της «πράξης» τους με μια αδράνεια αντί στροφη που τη φθείρει. Αυτή η απόμακρη δράση χειραγωγεί τον καθέ να μας σαν άτομο αδύναμο, μέλος των υποκατη γοριών (σειρών). Η υποκατηγορία δεν είναι λοι πόν παρά ο νόμος των πραγμάτων που επιβάλλε ται στους ανθρώπους, η θεωρητική αναγκαιότη τα της καταστατικής τους θέσης, ως μεμονωμένα άτομα. Για παράδειγμα, όταν βλέπομε τηλεόρα ση, αυτό σημαίνει πως αυτο-οριζόμαστε παθητι κά μέσα στο πρακτικο-αδρανές πεδίο σαν ανώ νυμοι τηλεθεατές, δηλαδή σαν άτομα μιας υπο κατηγορίας, μέλη του συλλογικού (τηλεόρασητηλεθεατές). Διαπιστώνομε έτσι εύκολα πως η υφή της κοινωνικής ζωής βασίζεται σ’ αυτά τα συλλογικά που οι δομές τους δεν εμφανίζονται αυτές καθεαυτές. Απ’ αυτά προκύπτει όχι η απλή συνύπαρξη μεμονωμένων ατόμων, αλλά, πιο βαθιά, μια αρνητική δόμηση που εξατομι κεύει και που αντιτίθεται ύπουλα στη θετική συγχώνευση των ομαδοποιημένων ατόμων. Η εμφάνιση της ομάδας έρχεται να κλονίσει την παράλυση των υπο-κατηγοριών. Η ομάδα αποσπάται από την υποκατηγορία μέσα στην επαναστατική συγχώνευση, η δράση γίνεται υλοποιητική ενοποίηση, διαλύοντας την ετερότητα της υποκατηγορίας. Καθένας ανακαλύπτει με πλήρη αμοιβαιότητα την ελευθερία του ως νόημα της δράσης όλων των άλλων. Η διαλεκτική ανα κτά τα δικαιώματά της και η ομάδα γίνεται ο εσωτερικευμένος χώρος όπου μεταμορφώνονται οι ελεύθερες «πράξεις». Καθένας μπορεί να ανα φερθεί στις προσωπικές του εμπειρίες: η ανορ γάνωτη απεργία, η αυθόρμητη διαδήλωση είναι επαρκείς μαρτυρίες γι’ αυτές τις προνομιούχες στιγμές και γι’ αυτό είναι περιττό να επιμείνουμε. Ο Σαρτρ μας δίνει μόνο τα μέσα για να φτά σουμε, «από μέσα», στη νοητότητά τους. Θά ’πρεπε τώρα να εξακολουθήσουμε την προσπάθειά μας και να δείξουμε πώς η «εν δρά σει» ομάδα θα δομηθεί, θα βρει αρχηγούς, με μια λέξη πώς θα οργανωθεί για να μπορέσει να ξεφύγει από την απολίθωση της υπο-κατηγορίας που παραμονεύει μόλις υποχωρήσει η επείγουσα κατάσταση που τη δημιούργησε. Ας αρκεστούμε εδώ σε μερικές γενικές παρατηρήσεις. Η ομάδα, υποταγμένη σε αντιφατικές εντάσεις, μπορεί να εξαφανιστεί ή να θεσμοποιηθεί. Στη δεύτερη πε ρίπτωση, η στιγμή της ατομικής ελευθερίας θα τείνει να εξαφανιστεί προς όφελος της αντικει μενικής ύπαρξης της ομάδας. Όπως και νά ’ναι,
αφιερωμα/53 η ομάδα δεν θα μπορέσει να γίνει ένα «πράγμα», αλλά ούτε κανένας υπερ-οργανισμός προικισμέ νος με μια υπερ-συνείδηση: είναι στο εσωτερικό αυτών των ορίων που θα παιχτεί η μοίρα της ομάδας, αν επιζήσει αυτή. Τελικά, θα πάρει μορφή υπο-κατηγορίας, ξαναδημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ανάδειξη καινούριων ομά δων. Ο Σαρτρ μας αποδίδει έτσι τις μεταμορφώ σεις της «πράξης», των υποκατηγοριών και των ομάδων που όταν συνδυάζονται και αλληλοεξοντώνονται, υφαίνουν την πολυπλοκότητα της κοινωνικής δομής και αποτελούν το αόρατο υφάδι της συγκεκριμένης ιστορίας των ανθρώ πων της σπανιότητας. Υπάρχει λοιπόν διαλεκτι κή ανακύκληση που διέπει η ατομική «πράξη» επηρεασμένη από το πρακτικό-αδρανές. Μιλήσαμε για «σπανιότητα». Αυτή η έννοια μπορεί να μοιάζει με προ-μαρξιστική κοινοτυπία και να εξοργίζει όσους σκέφτονται ότι η σπανιό τητα δεν είναι παρά μια συνέπεια του καπιταλι στικού τρόπου παραγωγής. Ο Σαρτρ δεν αμφι σβητεί αυτή την ιδέα. Μόνο που, δίνοντάς της μια ανθρωπολογική διάσταση, της επιτρέπει να εγγραφεί σα «χώρος», μέχρι τώρα αξεπέραστος, όπου οι άνθρωποι δημιούργησαν την ιστορία. Είμαστε όλοι άνθρωποι της «σπανιότητας» που έχομε εσωτερικεύσει. Η πολιτική οικονομία που ασχολείται μ’ αυτά δεν είναι λοιπόν παρά η επι στημονική κωδικοποίησή τους. Αυτό σημαίνει πως το «οικονομικό» δεν θα μπορούσε να είναι καθοριστικό, ούτε στην «έσχατη ανάγκη». Μή πως δεν υπάρχει εδώ δυνατότητα για μια δεύτε ρη ανάγνωση του Κεφαλαίου μέσα από τα σαρτρικά σχήματα, μια νέα ανάγνωση που να μας αποδώσει το βαθύτερο νόημα της απόπειρας του Μαρξ; Θέτουμε το ερώτημα μ’ όλες τις επιβαλλό μενες επιφυλάξεις. Το παλινδρομικό πείραμα τέλειωσε, μας οδή γησε ώς τη νοητότητα των πρακτικών δομών ζη τά λοιπόν ο Σαρτρ, σ’ ένα δεύτερο στάδιο, μια συνθετική προώθηση που ν’ αποδίδει τη «διπλή συγχρονική και διαχρονική στιγμή με την οποία η ιστορία υλοποιείται η ίδια αδιάκοπα». Ξεκινώντας από τη «συνείδηση», ο Σαρτρ τελι κά ξαναβρήκε την ιστορία και την πάλη των τά ξεων. Και ακόμα, ξαναφέρνοντας την αρνητικότητα στην καρδιά του ιστορικού υλισμού, τον προίκισε με τη νοητότητά του. Ίσως μ’ αυτό το έργο να έχουμε έναν συγχρονισμένο «Λόγο περί μεθόδου», φυσικά ένα λόγο περί μαρξιστικής με θόδου.
Copyright: Magazine litteraire Μετάφραση: Κώστας Τσιταράκης
ΣΙΜΟΝ ΝΤΕ
ΜΠΩΒΟΥΑΡ ΑΠΑΝΤΑ Μυθιστορήματα - νουβέλες Οι Μανδαρίνοι Η καλεσμένη Προδομένη γυναίκα Ωραίες εικόνες Το αίμα των άλλων Ό λ ο ι οι άνθρωποι είναι θνητοί Ο μονόλογος μιας γυναίκας Ό τ α ν το πνεύμα κυριαρχεί
Μελέτες - δοκίμια: Το δεύτερο φύλο Τα γηρατειά Μήπως πρέπει να κάψουμε τον μαρκήσιο ντε Σαντ Για μια ηθική της αμφισβήτησης Πύρρος και Κινέας Η σκέψη της δεξιάς σήμερα
Ταξιδιωτικά Η Αμερική από μέρα σε μέρα Η μεγάλη πορεία
Χρονικά - συνεντεύξεις Έ νας πολύ γλυκός θάνατος Μ προστά στο φακό Η τελετή του αποχαιρετισμού Οι γυναίκες θα νικήσουν
Ημερολόγια:
0
Οι αναμνήσεις μιας καθωσπρέπει κόρης Η δύναμη της ζωής Η δύναμη των πραγμάτων Ό σ α είπαμε κι όσα κάναμε Σε όλα τα βιβλιοπωλεία
54/αφιερωμα
Πιέρ Βικτόρ
Ο Σαρτρ και ο αριστερισμός Ο Μάης του 1968 ήταν ένα σημαδιακό γεγονός της ιστορίας καθώς και του στοχα σμού του Σαρτρ. Εδώ ο Πιερ Βικτόρ, πρώην ηγετικό στέλεχος της «Προλεταριακής Αριστερός», μας αφηγείται πώς άλλαξε γνώμη ο Σαρτρ σχετικά με το λειτούργημα του διανοουμένου. 1.
Η κυριαρχία
Ακούγοντας κανείς τον Σαρτρ, δεν θα καταλά βαινε τίποτα ή σχεδόν τίποτα σχετικά με το Κί νημα του Μάη του 68. Ήταν επειδή είχε συνηθί σει τόσα χρόνια να έχει δεμένα τα χέρια; Ή ταν η ηλικία; Το ιδεολογικό ενδιαφέρον -τον μονοπω λεί ο Φλωμπέρ;- δίχως άλλο, όλα αυτά, αλλά επίσης και το προαίσθημα πως τα πάντα θα ξα ναρχίσουν. Τα πάντα πρέπει να ξαναγίνουν. Θα πρέπει να ξανασκεφτούμε το μαρξισμό, να ξανασκεφτούμε τον άνθρωπο. Να ξανασκεφτούμε τον εαυτό μας. Κι αρχίζει κιόλας να νυχτώνει... Μερικές βδομάδες αργότερα, τα σοβιετικά τανκς τίναζαν στον αέρα ό,τι απέμενε από το σο σιαλισμό, «που είχε έρθει από το κρύο». Αυτή τη φορά, τέρμα: δεν μπορεί πια να γίνεται λόγος για μεταρρυθμίσεις: Δεν θα επισκευάσουμε τη μηχανή, πρέπει να την αρπάξουν οι λαοί και να την πετάξουν στα σκουπίδια. Πόσο το περίμενε αυτό το γεγονός! Δεν έλπιζε πια τίποτα από αυτό το ψοφίμι που βρωμούσε -την αριστερά- κι είχε παλέψει γι’ αυτή την «καινούρια ιδέα του Μάη: την κυριαρχία»: Στη δημοκρατία, όλοι οι άνθρωποι πρέπει να είναι κυρίαρχοι, δηλαδή να μπορούν να αποφασίζουν, όχι μόνοι τους, καθένας στη γωνιά του, αλλά όλοι μαζί, για ό,τι κάνουν. Στις δυτικές χώρες,
αυτή η κυριαρχία υπάρχει στα χαρτιά: όλοι οι Αμερικάνοι, ακόμα και οι Μαύροι, είναι κυριάρχοι αφού έχουν το δικαίωμα της ψήφου. 'Ομως είναι ανέφικτη στην ουσία και γι’ αυτό εμφανίζε ται η διεκδίκηση μιας «εξουσίας» -της μαύρης, της φοιτητικής, της εργατικής εξουσίας. Αυτό και μόνο είχε θελήσει να εμφυσήσει στο μαρξι σμό. Γι’ αυτό κι είχε γίνει μια σταλιά μπροστά του: ο μαρξισμός «αξεπέραστο πλαίσιο της γνώ σης», έλεγε. Προσθέτοντας: πρέπει να τον για τρέψουμε από τη μηχανιστική κράμπα από την οποία υποφέρει, από την αναιμία του. Ήταν η γλώσσα κάθε εσωτερικής πάλης μέσα στα πλαί σια του μαρξιστικού θεσμού: πάλης που καταλή γει, ακριβώς, στο Μάη. Ένα νέο κίνημα απαιτεί μια θετική θεωρία της κυριαρχίας: ο σκοπός πια δεν είναι η διαμαρτυρία, η ανίσχυρη επαγρύπνη ση, αλλά η επινόηση, η διευθέτηση ανέκδοτων περιεχομένων της ελευθερίας-κυριαρχίας. Το πε δίο των δυνατοτήτων διευρύνεται ξαφνικά. Η ίδια η ιδέα του δυνατού επαναστατικοποιείται: Οι φοιτητές κατάλαβαν πως υπήρχαν δυνατό τητες που παραμέναν άγνωστες. Ό χι πως είναι δυνατά τα πάντα, αλλά πως δεν μπορούμε να ξέ ρουμε αν ένα πράγμα είναι αδύνατο αν δεν έχει δοκιμαστεί και αποτύχει. Πρωτύτερα -πριν από το Μάη- το πεδίο των εφικτών ήταν περιχαρα κωμένο από το Κ.Κ.: αυτός ο μέγας χειριστής
αφιερωμα/55 των συγκυριών, υποβίβαζε σε «ουτοπία» κάθε άλλη δυνατότητα. Πρωτύτερα, ο Σαρτρ, κατά βάθος, έδινε στο Κ.Κ. το δικαίωμα να ορίζει τη σοσιαλιστική επανάσταση- πίστευε πως δεν μπο ρούσε να κάνει αλλιώς, από φόβο μήπως θεωρη θεί «ουτοπιστής». Περιοριζόταν να προστατεύ σει την ελευθερία από τη βασιλεία του πράγμα τος που κρυβόταν πίσω από το σοσιαλισμό. Στο Κ.Κ. η επανάσταση, σ’ εμάς η ελευθερία. Όμως, η ελευθερία οπλίστηκε, κι ο σοσιαλισμός του Κ.Κ. παλινδρόμησε τότε και στήθηκε από την άλλη πλευρά του οδοφράγματος. Η σοσιαλιστική επανάσταση δεν ήταν αυτή που νόμιζε κανείς. 2.
Η συνωμοσία
Το Μάη, κι ακριβώς μετά το Μάη, τίποτα δεν μοιάζει να έχει αλλάξει στις απόψεις του Σαρτρ. Του ζητάνε να πάρει μέρος σε μια επιτροπή αγώ να ενάντια στην καταστολή, στη Γαλλία αυτή τη φορά. Υπογράφει εκκλήσεις, για τον Κριβίν, λό γου χάρη, με την ευκαιρία των προεδρικών εκλο γών. Συνεχίζει ακόμα να δίνει οικουμενικό πε ριεχόμενο στο λόγο του, αυτόν που κάποτε έκανε θαύματα και που τον νομίζαμε τώρα πια ξεπε ρασμένο. Σκέφτεται αόριστα να βοηθήσει τους «επαναστάτες» να ενωθούν, αλλά καθώς αυτοί έχουν άλλες έγνοιες, δεν πάει πιο πέρα. Κι έπει τα, έρχεται η άνοιξη του 1970, η εφημερίδα Η Υπόθεση του Λαού. Δεν είναι ο Σαρτρ αυτός που διάλεξε τους «μαοϊκούς» -τους ήξερε ελάχι στα-, ούτε και οι μαοϊκοί ήταν αυτοί που διάλε ξαν τον Σαρτρ -μερικές βδομάδες πρωτύτερα δεν έδιναν έναν παρά για την αφεντιά του. Η αλήθεια είναι πως τον Σαρτρ τον διάλεξε η κα τάσταση. Ας τη θυμίσουμε: δυο διευθυντές της Υπόθεσης τον Λαού είχαν μόλις συλληφθεί ο ένας μετά τον άλλο. Τι να κάνουμε; Να ζητήσου με από τον Σαρτρ να πάρει τη θέση τους. Δέχε ται αμέσως. Υπήρχε στη Γαλλία ένα σημείο όπου συνταυτίζονταν οι τυπικές ελευθερίες, «ή μάλλον η*τυπική ελευθερία» και οι συγκεκριμένες ελευ θερίες· αυτό το σημείο ήταν ο Σαρτρ. Ένα ση μείο, όχι μια γραμμή. Δεν γυρεύαμε μια γραμμή. Κι αυτό το σημείο ήταν αναγκαστικά το σημείο όπου αγκυροβόλησε ο Σαρτρ στον αριστερισμό. Ο Σαρτρ έγινε αριστεριστής. Γίνεται αριστεριστής μετατρέποντας τη συστα τική του αντίφαση σε συνωμοσία. Ο Σαρτρ ήταν πλεμπάγια και ελίτ- η οικουμενική και η ιδιωτι κή του πλευρά. Ριζοσπάστης και συνάμα κατε στημένο: ο Βολταίρος που μια κυβέρνηση δεν μπορούσε να συλλάβει. Αυτή η αντίφαση μπο ρούσε να γεννήσει την ένοχη συνείδηση. Ή να οδηγήσει, τότε, σε ανατρεπτικές ενέργειες. Ο Σαρτρ πουλά την απαγορευμένη εφημερίδα στο δρόμο- η αστυνομία δεν τον συλλαμβάνει. Απο λογισμός: διαδίδονται οι ιδέες των συγκεκριμέ
νων ελευθεριών ενάντια στην εξουσία, στο εργο στάσιο, την πόλη...- η τυπική ελευθερία και οι συγκεκριμένες ελευθερίες, στενά δεμένες, ξανα βρίσκονται στο Αλευρό της επανάστασης. Η εξουσία είναι γυμνή. Η πρώτη αριστερίστικη πράξη του Σαρτρ είναι ένα ολόκληρο πρόγραμμα -αυτό που υπεράσπιζε μάταια ενάντια στο Κ.Κ.: Μια σοσιαλιστική κοινωνία δεν θα καταργήσει την αφηρημένη ελευθερία και τις εγγυήσεις της: θα την ολοκληρώσει, θα εγκαθιδρύσει τη συγκε κριμένη ελευθερία η οποία, όχι μόνο δεν θα αντιταχθεί στις ελευθερίες έκφρασης, συνάθροισης, τύπου ή στο habeas corpus αλλά θα τους δώσει μια γνήσια θεμελίωση, τη μόνη έγκυρη γιατί δεν είναι άλλη από την ολοκληρωτική ελευθερία του λαού. Αυτό το πρόγραμμα είναι σήμερα η προϋ πόθεση κάθε αυθεντικού αριστερισμού. Το πρό βλημά του είναι να ενώσει τη μορφή της ελευθε ρίας και τα πολλαπλά πιθανά περιεχόμενά της. Αν δεν φτάσει σ’ αυτό το σημείο ο αριστερισμός δεν μπορεί παρά να είναι η σκιά του Κ.Κ., όπως το βλέπουμε αρκετά καθαρά στην Πορτογαλία. Βλέπουμε να διαγράφεται η ακριβής λειτουργία της σκέψης του Σαρτρ σε σχέση με τον αριστερι σμό: είναι μια σκέψη-ενδιάμεσος σταθμός. 3.
Ο θάνατος του διανοουμένου
Το καταλάβαμε: ο Σαρτρ δεν είναι πια ολότελα μια ένοχη συνείδηση. Τι απογίνεται τότε η έν νοια του διανοουμένου; Να πώς όριζε ο Σαρτρ, πριν από το ’68, στις διαλέξεις του στην Ιαπω νία, τον διανοούμενο: ένας τεχνικός της (πρακτι κής) γνώσης που παίρνει συνείδηση της συστατι κής του αντίφασης: αντίφασης ανάμεσα στην οικουμενικότητα της έρευνας και τη μερικότητα της κυρίαρχης ιδεολογίας την οποία υπηρετεί. Διχασμένος, μαρτυρά το διχασμό του κοινωνι κού ιστού. Ένοχη συνείδηση, αλλά: Ο διανοού μενος είναι μόνος γιατί δεν είναι ο εντολοδόχος κανενός. Κατά συνέπεια αυτή είναι μια από τις αντιφάσεις του -δεν μπορεί να απελευθερωθεί αν ταυτόχρονα δεν απελευρωθούν και οι άλλοι. Πολύ απέχουμε από τα «σκατά», όπως αποκαλούσε ο Λένιν, σε στιγμές ειρωνικής διάθεσης, τους μικροαστούς διανοουμένους. Πολύ καλύτε ρα: μια ουσιώδης ιδιότητα της επαναστατικής τάξης μεταβιβάζεται από την εργατική τάξη στους διανοουμένους: γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, μόνο η εργατική τάξη μπορούσε, αφού απελευθερωθεί, να απελευθερώσει την αν θρωπότητα. Μάλιστα, αυτό ακριβώς ήταν η αποστολή της. Να, όμως, που την προσεγγίζουν οι διανοούμενοι, δηλαδή οποιοσδήποτε. Η παρε κτροπή του Σαρτρ πηγαίνει ακόμα πιο πέρα: οι εργάτες διατηρούν την αποστολή τους, γιατί εμ μένουν σ’ αυτή: αλλά ο διανοούμενος χάνει κάθε
56/αφιερωμα εντολή· επιλέγει τον αθεϊσμό. Πρέπει να το τονί σουμε: ο Σαρτρ δεν αφαιρεί τίποτα από την ερ γατική τάξη, παρά μόνο την αποκλειστικότητα της επαναστατικής ιδιότητας. Αντίθετα μάλιστα «παραλληλίζει» τα κινήματα που οικουμενικοποιούν τους διανοουμένους και την εργατική τά ξη. Κι έτσι έχουμε αμοιβαιότητα, και, κατά συ νέπεια, αναγκαιότητα της οργανικής ενότητας. Ο διανοούμενος είναι αντίθετος σε κάθε εξουσία γιατί αποβλέπει στο οικουμενικό- η εργατική τά ξη αποβλέπει στο οικουμενικό γιατί είναι απογυ μνωμένη, από την πρώτη στιγμή από κάθε εξου σία. Τίποτα δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη «βά ση»· όμως μόνη η βάση δεν σχηματίζει την «ολό τητα»· χρειάζεται αυτό το συμπλήρωμα: η θέση του διανοουμένου, κορυφή που κατεβαίνει κατά κάποιο τρόπο στη βάση, σχηματίζοντας μιαν εν τελώς καινούρια «ολότητα»: μια νέα κοινωνική οικουμενικότητα. Ο Σαρτρ, πάντα το ’65, δείχνει πώς θα επιτευχθεί αυτό από την πλευρά του δια νοουμένου: Δουλεύει για να γίνει μια μέρα δυνα τή μια κοινωνική οικουμενικότητα, όπου όλοι οι άνθρωποι θα είναι «πραγματικά» ελεύθεροι, ίσοι και αδελφωμένοι, όντας σίγουρος πως εκείνη την ημέρα, αλλά όχι πριν, ο διανοούμενος θα εξαφα νιστεί. Βλέπει κανείς πως η ένοχη συνείδηση εμ περιέχει μια τεράστια δύναμη. Η οποία, ακρι βώς, θα συγκλονίσει τον κόσμο, λίγο αργότερα. Η ιδέα του διανοουμένου, που έγινε δύναμη, με τασχηματίζεται τότε· βλέπουμε πώς λειτουργεί η σκέψη-ενδιάμεσος σταθμός. Πρέπει από δω και πέρα να ξετρυπώσουμε την ήσυχη συνείδηση που έχει τρυπώσει μέσα στην ένοχη. Ο Σαρτρ υπογραμμίζει τη «βλαβερή», «ανακτήσιμη» πλευρά του διανοουμένου: Στην πραγματικότητα, η στιγμή της ένοχης συνείδησης-δηλαδή του διανοουμένου στην κυριολεξίαδεν αντιπροσωπεύει καθόλου ένα σταμάτημα αλ λά μια προσωρινή στάση στη διολίσθηση που με τασχηματίζει τον τεχνικό της πρακτικής γνώσης σε έναν ριζοσπαστικοποιημένο σύντροφο των λαϊκών δυνάμεων «υπό τον όρο» -πράγμα που δεν το έλεγα (το 1965)- ότι θα αποστασιοποιηθεί ακόμα περισσότερο σε σχέση με το επάγγελμά του, δηλαδή το «κοινωνικό του είναι», και ότι θα καταλάβει πως καμιά «πολιτική καταγγελία» δεν θα μπορούσε να αντισταθμίσει το γεγονός πως αντικειμενικά είναι ο εχθρός των μαζών. Μ’ άλλα λόγια, το ’65, ο Σαρτρ είχε επιτελέσει ένα μικρό ιδεαλιστικό εγχείρημα: είχε πολύ γρή γορα απαλλάξει τον διανοούμενο από τη γνώσηεξουσία του, ως τεχνικού. Ή καλύτερα, τον είχε απαλλάξει ιδεαλιστικά. Πρέπει στο εξής να κα ταλάβουμε πως ο διανοούμενος πρέπει να εξα φανίσει την ιδιαιτερότητά του υλιστικά· πρέπει να απαλείψει τη συστατική του αντίφαση. Από τώρα. Δεν πρέπει να περιμένει τη μελλοντική καθολικευμένη κοινωνία. Καταλαβαίνει κανείς
την αποφασιστική επίδραση του αριστερισμού στη σκέψη του Σαρτρ. Γιατί τι άλλο ήταν αυτή η μεταφορά, στο μέλλον, του συγκεκριμένου οι κουμενικού, αν όχι ο μύθος της επανάστασης του Κ.Κ., ο μύθος της επανάστασης σαν να ήταν η Μεγάλη Νύχτα, που προμηνά την οριστική αυγή. Μύθος, με την έννοια του Σορέλ, αυτή η ιδέα της επανάστασης κινητοποιούσε. Αποθαρρύνοντας κάθε δραστική ιδέα της επανάστασης, ήταν η σκέψη της αναβαλλόμενης επανάστασης. Ο θά νατος του διανοουμένου μαρτυρά έτσι τη νέα ιδέα της επανάστασης. 4.
Μια αρρώστια: η πέτρα
Τι το πιο απλό, το πιο γοητευτικό για, να εξαλεί ψει κανείς τον διανοούμενο που φωλιάζει μέσα του, από την αυτοκτονία; Ήταν ο πειρασμός των πρώτων διανοουμένων που μπήκαν στην πα ραγωγή. Έπρεπε να κρύβουν την προέλευσή τους, μήπως και τους αναγνωρίσει κάποιος επι κεφαλής του προσωπικού ή της Γ.Σ.Ε. Έπρεπε να καταπολεμήσουν τη «γνώση» τους για να μπορέσουν να τους καταλάβουν οι σύντροφοί τους. Άλλωστε, ήθελαν να την εξαφανίσουν αυ τή τη διαχωριστική γνώση, πιάνοντας δουλειά. Θα αρκούσε μια μικρή προσπάθεια. Θα γίνον ταν εργάτες. Στην πραγματικότητα, τέρατα. Έπρεπε να μη λησμονούν: Είμαι ένας μικροα στός αν, προσπαθώντας να λύσω την αντίφασή μου, έχω ταχθεί στο πλευρό της εργατικής και της αγροτικής τάξης, δεν έχω πάψει ωστόσο να είμαι ένας μικροαστός. Φυσικά, ο πειρασμός της αυτοκτονίας ήταν μια μορφή μίσους του εγώ. Πώς, όμως, να κατα στρέφεις χωρίς μίσος; Και πώς μέσα, στο μίσος, να διακρίνεις τον διανοούμενο και το εγώ; Στο μεταξύ, την εποχή εκείνη το Εγώ δεν το ευνοού σε ούτε το Πανεπιστήμιο ούτε ο μαρξισμός (που έτειναν να συγχωνευτούν). Η υποκειμενικότητα διώκεται. Αμέσως, ξαναρχίζει η βασιλεία του Πράγματος. Το κράτος της βλακείας: Είναι αλή θεια: η ευφυΐα βρωμάει. Όμως όχι περισσότερο από τη βλακεία: υπάρχουν οσμές για όλα τα γού στα. Η τελευταία αναδίνει την οσμή του θηρίου, η πρώτη, του ανθρώπου. Συμφωνώ, μας λέει ο Σαρτρ, δεν πάω πολύ μακριά: βασικά, συνεχίζω να είμαι ένας «κλασι κός» διανοούμενος. Όμως, περιμένω πως κά ποιοι άλλοι θα προχωρήσουν παραπέρα κι όχι πως δεν θα φτάσουν κάν στο σημείο που έφτασα εγώ. Όμως, το μίσος του Εγώ, το Πράγμα, είναι το παρελθόν, είναι η Ε.Σ.Σ.Δ., έχει λήξει. Στην ανάγκη, να μη συνεχίσεις να γράφεις για τον Φλωμπέρ -αν και τίποτα δεν είναι λιγότερο σί γουρο- αλλά όχι να γράφεις και βλακείες. Από την πλευρά του, ο Σαρτρ είχε αποφασίσει: να
αφιερωμα/57 προχωρείς όσο μπορείς μακρύτερα προς μια κα τεύθυνση, αλλά, προς μιαν άλλη, να τελειώσεις ό,τι έχεις να κάνεις. Ο Σαρτρ πιστεύει πως αυτή η ιδέα της «ανάμι ξης» των δύο καταστάσεων: του κλασικού δια νοούμενου και -του λαϊκού- του καινούριου διανοούμενου, ισχύει για τους ηλικιωμένους δια νοούμενους. Στις κοινωνίες μας, όμως, κάθε δια νοούμενος, ακόμα και ο εικοσάρης, είναι κιόλας γέρος. Η ιδέα ισχύει για όλους. Αυτή η ιδέα της ανάμιξης θα μπορούσε να εφαρμοστεί πιο πλα τιά. Δείχνει, στην περίπτωση του διανοουμένου, πως θα μπορούσε να συνδυάσει τις δύο κατα στάσεις για να γεννήσει αυτό που μπορούμε να κατονομάσουμε με έναν όρο που επινοήθηκε το Μάη: επαναστατικοποίηση. Μήπως, όμως, αυτό δεν συμβαίνει σε κάθε κίνημα επαναστατικοποιημένο; Ο Σαρτρ το είχε προαισθανθεί στην Κριτική του διαλεκτικού λόγου: μήπως ένα αυ θεντικό κίνημα εργατικής χειραφέτησης δεν συν δυάζει αναγκαστικά τη στιγμή της άναρχης ομά δας και αυτή της θεσμοποίησης; Πρέπει, λοιπόν, να προσέχουμε, σα να ήταν πανούκλα, τον «κα θαρά» καινούριο διανοούμενο, καθώς και μια «καθαρά» αντιθεσμική εργατική οργάνωση. Πρέπει να υποπτευόμαστε την «καθαρότητα». Που γεννά τέρατα: τον καινούριο διανοούμενουπηρέτη-του Πράγματος· ή τη νέα -γραφειοκρα τική- οργάνωση. Και τη «νέα» σκέψη, που έχει αρρωστήσει: το μυαλό τους υπέφερε από μιαν αρρώστια που εντοπίζουμε συνήθως στην κύστη: είχε πέτρα. Στο μεταξύ, ο Σαρτρ μας ξαναμαθαίνει πως, αφού σκεφτόμαστε με τον ίδιο τρόπο που είμαστε οργανωμένοι, μια άρρωστη σκέψη δείχνει μιαν άρρωστη δομή. Πρέπει, λοιπόν, να θεραπευτούμε και από την αρρώστια των δομών. Ο Σαρτρ συμβάλλει έτσι στη διάλυση μιας δο μής, που έχει αρρωστήσει, τη δομή της πρώην Προλεταριακής Αριστερός (τέλη του ’73).
Ο Σαρτρ σε διαδήλωση με τον Μισέλ Φονκώ χαι τον Κλωντ Μωριάχ.
κός», όπως είναι ο σοσιαλισμός των δασκαλάκων ή των μεγάλων Δασκάλων νέτα σκέτα. Είναι ακριβώς, το προϊόν μιας διαδικασίας για την εξάλειψη των τάξεων. Ο άνθρωπος είναι «ο απώτερος σκοπός ενός πρακτικού καθημερινού εγχειρήματος». Ποιο είναι αυτό το εγχείρημα; Η επαναστατικοποίηση. Το έργο του διανοουμένου που καταργεί μέσα του τη συστατική του αντί 5. Η επανάσταση μέσα στην «επανάσταση» φαση, εδώ και τώρα. Και παράλληλα (αφού επισημάναμε έναν παραλληλισμό στα κινήματα οικουμενικοποίησης της εργατικής τάξης και των Φαινομενικά, λοιπόν, η συνάντηση του Σαρτρ με διανοουμένων), η εργατική τάξη πρέπει να αυτοτους αριστεριστές δεν παράγει παρά μόνο ερεί καταργηθεί σαν τάξη, από σήμερα. Πρέπει να πια: κονιορτοποιεί τον κλασικό διανοούμενο, αρνηθεί την «αυτονόμησή της», αυτό τον εργατι την αριστερίστικη οργάνωση. Αμοιβαιότητα στο κό απομονωτισμό, που αποκόβει τόσο καλά, θάνατο; Στην πραγματικότητα, αρχή μιας ανα ιδιαίτερα τους ανόητους, όταν υπηρετεί τα συμ γέννησης. Και πρώτα πρώτα, αυτή της ιδέας της φέροντα των «κομμάτων-της-εργατικής-τάξης». επανάστασης. Για την αποσαφήνισή της, η σκέ Για να δημιουργήσουμε τον άνθρωπο, πρέπει να ψη του Σαρτρ μπορεί ακόμα να χρησιμεύσει ως ξεκάνουμε τον διανοούμενο, να ξεκάνουμε τον ενδιάμεσος σταθμός. εργάτη, να ξαναπλάσουμε το Λαό. Ο Μαρξ έλε Γιατί ποιος είναι άραγε ο «άνθρωπος» που οι γε: κάθε αυθεντική επανάσταση είναι μια λαϊκή δασκαλάκοι προσάπτουν στον Σαρτρ, αυτός ο επανάσταση. άνθρωπος που δεν υπάρχει, αλλά που πρέπει να Ο άνθρωπος του Σαρτρ είναι ο λαός των αλη δημιουργηθεί; Μπορούμε να απαντήσουμε: η ου θινών επαναστάσεων. Αυτός ο λαός που υπερ τοπική μορφή, χωρίς την οποία η επανάσταση βαίνει τις τάξεις. Γιατί κάθε άνθρωπος μπορεί είναι αδιανόητη. Σίγουρα δεν είναι «επιστημονι-
58/αφιερωμα να κάνει την επανάσταση. Ό χι πως θα την κάνει οπωσδήποτε. Αλλά εκείνοι που την κάνουν πρέ πει να έχουν έναν τέτοιο στόχο. Άλλωστε, πώς γεννιέται αυτός ο άνθρωπος μέσα στο τεράστιο βιβλίο -την Κριτική-, Στη διαδικασία της Αποκά λυψης, δηλαδή στη συγκρότηση της ενοποιημέ νης ομάδας. Η ενοποιημένη ομάδα είναι η πλεμ πάγια που κάνει έφοδο στη Βαστίλη. Και η Βαστίλη, είναι το Κράτος. Η γέννηση της κοινωνι κής οικουμενικότητας σημαίνει το μαρασμό του Κράτους. Υπάρχει ένα εμπόδιο σ’ αυτό το δρό μο: «η δικτατορία του προλεταριάτου». Η δικτατορία τον προλεταριάτου ήταν μια αι σιόδοξη έννοια που σφνρηλατήθηκε πολύ βιαστι κά παραγνωρίζοντας τους τυπικούς νόμους τον διαλεκτικού Λόγου. Το πραγματικό πρόβλημα που μπαίνει είναι αυτό τον προοδευτικού μαρα σμού του Κράτους, προς όφελος όλο και πιο πλατιών συσπειρώσεων των ετεροκαθοριζόμενων μαζών. Και ο λόγος για τον οποίο δεν εμφανί στηκε σε καμιά στιγμή η δικτατορία του προλε ταριάτου (ως πραγματική άσκηση της εξουσίας από το σύνολο της εργατικής τάξης), είναι το ότι αυτή η ίδια η ιδέα είναι παράλογη, σα νόθος συμβιβασμός ανάμεσα στην ενεργητική και κυ ρίαρχη ομάδα και την παθητική μάζα... Κατά την άποψή μας, η σαφής απόδειξη της αδυνα μίας του προλεταριάτου να ασκήσει μια δικτατο ρία είναι η αδυναμία της ομάδας, κάτω από την οποιαδήποτε μορφή, να αποτελέσει έναν υπεροργανισμό. Ο Tat Γχεβάρα δίνει φωτιά στον Σαρτρ. Κούβα, 1960.
Είναι φανερό, πως η θεωρία των πρακτικών συνόλων κατασκευάστηκε για να ενδυναμώσει το δογματισμό της τάξης και του Κράτους. Χωρίς αμφιβολία, η Κριτική χρησιμέυσε στη διαιώνιση του υποκειμένου (cogito) στη φιλοσοφία: εντάσ σεται σε ένα καθορισμένο πρακτικό σχέδιο: τον μέχρι θανάτου αγώνα ενάντια στον απανθρωπισμό που κρυβόταν πίσω από τις γαλήνιες δομές. Αν έβλεπε πίσω από τη δομή, τη διαδικασία, πί σω από τη διαδικασία, την πράξη, πίσω από την πράξη το «υποκείμενο» (cogito), αυτό, δεν ήταν η ιδεοληψία ενός φιλοσόφου που αρνιόταν να εγκαταλείψει την παλιά μεταφυσική, ήταν, πρώ τα απ’ όλα, ο αγώνας ενός επαναστάτη ενάντια στο Κ.Κ., ενός διανοουμένου, που ανήκε στην πλεμπάγια, ενάντια στο Κράτος. Ο «φορμαλι σμός» της Κριτικής ήταν ένα θεωρητικό εργαλείο για να διασωθεί η τυπική ελευθερία και κατά συνέπεια για να διατηρηθεί σε κάθε δημοκρατία η «λειτουργική» αλήθεια της ελευθερίας. Ο αριστερισμός απελευθερώνει όλα αυτά μέσα στο στοχασμό του Σαρτρ. Πρέπει να επανεξετά σουμε το θέμα της εξουσίας, από την αρχή. «Ένας αρχηγίσκος δαμάζεται», να πώς ξαναρχί σαμε να παλεύουμε ενάντια στην εξουσία. Έπρεπε, πρώτα πρώτα, να την κονιορτοποιή σουμε. Μετά την εξαφάνιση της ιδέας της τάξης και του Κράτους που έχουν φετιχοποιηθεί, μπο ρούμε να ξανασκεφτούμε από την αρχή την ιδέα της επανάστασης, που ενυπάρχει στο Κίνημα. Αυτό είναι δουλειά του Κινήματος. Θα αναλάβει, ίσως, να συνθέσει την «Ηθική» που δεν μπό ρεσε να συντάξει ο Σαρτρ· γιατί ξαναανακάλυψε την ηθικότητα στην αυτόνομη πράξη, που κρύβε ται πίσω από την «πολιτική», που συνθλίβεται πίσω από τις υπερδομές. Θα πρέπει να βρει την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα που τον βασανί ζει: τι πρέπει να γίνει για να μην αποτελματωθεί μια ομάδα; Πώς να εξαφανίσουμε τα πρόσωπα που δεσπόζουν και που μοιάζουν να ξαναγεννιούνται αδιάκοπα; Έτσι αναρωτιόταν ο Σαρτρ στη συζήτησή του με Το (ιταλικό) μανιφέστο-.Ομολογώ πως δεν βλέπω πώς θα μπορούσαν να λυθούν τα προβλή ματα που μπαίνουν σε κάθε σταθεροποιημένη δομή. Ο Σαρτρ συμβάλλει στην επίλυση αυτών των προβλημάτων. Ό χι σαν Δάσκαλος. Σαν μέτοχος της συνωμοσίας των Ίσων που πυροδοτεί ο αρι στερισμός.
■ Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Βενετία Σταυροπούλου
αφιερωμα/59
Ζαν-Ζακ Μπροσιέ
Ο Σαρτρ κριτικός της λογοτεχνίας Από τη μελέτη τον για τον Μπωντλαίρ (1971) ώς τον «Ηλίθιο της οικογένειας» (1971-1972), την τεράστια εργασία τον Σαρτρ για τον Φλωμπέρ, πον τόσο περίεργα αμφισβήτησαν μερικοί, είναι ξεκάθαρη η ενότητα των αρχών και της στάσης τον. Αλλά η μέθοδος έδεσε κι έγινε πιο διαπεραστική από βιβλίο σε βιβλίο. Από τον Μπωντλαίρ ώς τον Φλωμπέρ, περνών τας από τον Ζαν Ζενέ ή τον Μαλλαρμέ, η μοίρα του συγγραφέα δεν τραβά την προσοχή του Σαρτρ παρά μόνο αν η αναγκαιότητά του να γράψει, αποτελεί μια απάντηση σε μια νεύρωση. Από δω ξεκινά η παρεξήγηση που θα δούμε να διαλύεται όταν επιχειρήσει την εσωτερική κριτι κή της «Κυρίας Μποβαρύ» στον Ηλίθιο της οικο γένειας (δεν πρόλαβε να τη γράψει, σημ. μετ.). Γιατί ο Σαρτρ μελετά λιγότερο στην κριτική ένα έργο και περισσότερο τον άνθρωπο. Το έργο υπάρχει για μια καλύτερη γνωριμία με το δη μιουργό του. Οριακά, η κριτική του Σαρτρ δεν ενδιαφέρεται για τον συγγραφέα παρά μόνο για λόγους ευχέρειας: ο συγγραφέας μιλά για τον εαυτό του, το υλικό είναι λοιπόν διαθέσιμο. Αλ λά όταν μιλά ο Σαρτρ για τον Τιντορέτο και τη ζωγραφική του, μιλά σαν να μιλούσε για τον Μπωντλαίρ και την ποίησή του. Αυτό άλλωστε ήταν κυρίως φανερό στα πρώτα κριτικά κείμενα του Σαρτρ. Στον Ηλίθιο της οι κογένειας, αντίθετα, δίνει πολύ περισσότερες διευκρινιστικές εξηγήσεις, μετά τις αναλύσεις που έκανε στην Κριτική τον διαλεκτικού λόγον, σχετικά με τις περίπλοκες σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και το έργο. Είναι τελικά η μέθοδος που καθορίζει το αντικείμενο, μέθοδος άλλωστε που επινοεί η ίδια τον εαυτό της, όσο προχωρού σε στη γνωριμία του αντικειμένου. Η εκλογή του να μελετήσει τον Φλωμπέρ θα μπορούσε να καταπλήξει, όταν ξέρουμε με πόση δηκτικότητα κατηγόρησε τη στάση του απέναντι
στους Κομμουνάρους. Αλλά ο Σαρτρ εξηγεί αυτή την εκλογή και προβάλλει τρεις λόγους. Πρώτος πρώτος είναι ακριβώς αυτή του η αντιπάθεια. Ύστερα είναι που ο «Φλωμπέρ αντικειμενοποιήθηκε μέσα στα βιβλία του. Όποιος νά ’ναι θα σας το πει: ο Γουσταύος Φλωμπέρ είναι ο συγ γραφέας της Κνρίας Μποβαρύ. Ποια είναι λοι πόν η σχέση του ανθρώπου με το έργο του; Δεν το είπα ποτέ ώς τώρα. Ούτε κανένας άλλος, απ’ ό,τι ξέρω. Θα δούμε πως είναι διπλή: Η Κνρία Μποβαρύ είναι ήττα και νίκη: ο άνθρωπος που αυτοπεριγράφεται μέσα στην ήττα δεν είναι ο ίδιος που αυτή απαιτεί μέσα στη νίκη της. Θα πρέπει να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό». Ο τρίτος λόγος τέλος: τα νεανικά γραφτά και η αλληλογραφία του Φλωμπέρ προσφέρουν πάμπολλες πληροφορίες που δύσκολα θα βρίσκαμε για έναν άλλο συγγραφέα. Αξίζει τον κόπο να δώσουμε δυο μεγάλα απο σπάσματα από μια συζήτηση για τη λογοτεχνία που είχε ο Σαρτρ με τρεις Γιαπωνέζους κριτι κούς το 1966, όταν ταξίδεψε στην Ιαπωνία. Αφού μίλησε πολλή ώρα για τον Προυστ, που ήταν τεράστια η σημασία του γι’ αυτόν -πολύ πιο μεγάλη κι από του Ζιντ, του οποίου ο Σαρτρ δεν αναγνωρίζει το λογοτεχνικό έργο- μιλά για τον Μαλλαρμέ και τον Φλωμπέρ. Κι όταν ένας κριτικός τον ρώτησε: Γιατί είπατε πως ο Μαλ λαρμέ ήταν ένας στρατευμένος ποιητής, ο Σαρτρ απάντησε: «Ήθελα να πω μ’ αυτό, όχι πως ήταν στρατευ μένος με την πολιτική έννοια του όρου, αλλά
60/αφιερωμα πως είναι ένας από τους πολύ σπάνιους συγγρα φείς για τους οποίους η. αυτοκτονία και η ποίηση είναι ένα και το αυτό. Αυτό που τον εμπόδισε ν’ αυτοκτονήσει, είναι τα ποιήματα του, που είναι μια παρατεινόμενη αυτοκτονία. Αλλά δεν του έλειψε ποτέ η βούληση για αυτοκτονία και βρι σκόταν συνεπώς πάντα πάνω στην κόψη του ξυ ραφιού. Ό ταν πήγαινε από το σπίτι του στο λύκειο Κοντορσέ όπου ήταν καθηγητής, περνούσε πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές. Και κάθε φο ρά, δηλαδή κάθε μέρα, του ερχόταν να ριχτεί πάνω στις γραμμές. Δεν το έκανε και έγραφε. Δεν φαντάζομαι πιο ολική στράτευση: δεν μπο ρούμε να πούμε πως ζούσε για να γράφει, αλλά επιζούσε γράφοντας. Ο συγγραφέας που είναι ικανός να βάζει αδιάκοπα τη ζωή του πάνω στη ζυγαριά, είναι ο ολότελα στρατευμένος συγγρα φέας. Έχω άλλωστε την εντύπωση, χωρίς αυτό να έχει ποτέ αποδειχτεί, πως αυτοκτόνησε. Είχε έναν περίεργο θάνατο. Κατάπιε τη γλώσσα του. Έσκασε, ύστερα γλίτωσε μόνος του. Την άλλη μέρα ήταν μια χαρά, αλλά όσο νά ’ταν φέρανε ένα γιατρό. Ο Μαλλαρμέ έδειξε στο γιατρό τι έπαθε, ξανακατάπιε τη γλώσσα του κι αυτή τη φορά πέθανε από ασφυξία. Μπροστά στο για τρό. Και κάτι πάντα μ’ έκανε να σκέφτομαι πως όλο του το σώμα είχε εκείνη τη στιγμή αποδεχτεί το θάνατο. Νομίζω πως το έκανε κάπως για να μείνει ατέλειωτο το περίφημο ποίημά του που δεν το έγραψε ποτέ και που έχουμε μερικά απο σπάσματα. Ήθελε όχι την ολοκλήρωση αλλά την ανολοκλήρωση, μέσα από το θάνατο, σαν ένα εί δος ανώτερης σιωπής». Για την εργασία του για τον Φλωμπέρ -που δούλευε τότε ακόμα- ο Σαρτρ είπε τότε: «Αυτό που προσπαθώ, είναι να περιγράψω μια ολόκληρη κοινωνία μέσα από έναν άνθρωπο. Την αστική κοινωνία του 1848. Αλλά και να δο κιμάσω να λύσω αυτό το πρόβλημα: η κοινωνία μιλά για έναν άνθρωπο, ώς ένα σημείο, αλλά και αυτός ο άνθρωπος, συνάμα, ξεπερνά το επίπεδο όπου η κοινωνία μιλά γι’ αυτόν. Είναι αυτό που έγραψα στο Μεθοδολογικό πρόβλημα: Ο Βαλερύ είναι ένας μικροαστός, αλλά όλοι οι μικροα στοί δεν είναι Βαλερύ». «Προσπαθώ να δω ώς πού μπορούμε να φτά σουμε για την κατανόηση κάποιου ανθρώπου, έχοντας για αφετηρία τα δεδομένα που είναι ο ιστορικός υλισμός, η ψυχανάλυση, η κοινωνιολογία. Για τον Ζενέ δεν είχα παρά τα βιβλία του. Τον συναντούσα, αλλά κάθε φορά που μου έλεγε κάτι, ήμουν βέβαιος πως δεν ήταν αλήθεια. Ενώ για τον Φλωμπέρ έχουμε όχι μόνο ένα σωρό ση μαντικές μαρτυρίες, αλλά και μια τεράστια αλ ληλογραφία. Δεν πέρασε σχεδόν μέρα που να μην έγραψε κάτι. Υπάρχει λοιπόν μια ολόκληρη
εργασία που πρέπει να γίνει για τη γλώσσα του ως αποκαλυπτικό δείγμα, κάτι σα μια ψυχανα λυτική εργασία, όταν μάλιστα, στην αλληλογρα φία του, όταν έγραφε γρήγορα, ένα σωρό σφάλ ματα παραδρομής τού ξεφεύγανε. Λέει αλλόκοτα πράγματα, γράφει ανακρίβειες, περίεργες για έναν μεγάλο συγγραφέα, αλλά που όλες τους κά τι θέλουν να πούν». Αυτές οι δυο απόψεις απεικονίζουν καλά τους δυο άξονες της σαρτρικής κριτικής: η γραφή ως νεύρωση από τη μια, από την άλλη η κριτική ως ολική γνώση του ανθρώπου. Αυτό σημαίνει πως η κριτική του Σαρτρ ενδιαφέρεται όλο και πε ρισσότερο, από το βιβλίο του για τον Μπωντλαίρ ώς το βιβλίο του για τον Φλωμπέρ, για τη σύσταση του προσώπου ως νευρωτικού κι ύστε ρα ως συγγραφέα: ο συγγραφέας και ο νευρωτι κός λογοδοτούν ο ένας για τον άλλο. Στον Άγιο Ζενέ, ο Σαρτρ γράφει: «Δεν επιτρέπεται σε κανέναν να λέει αυτές τις απλές λέξεις: είμαι εγώ. Οι καλύτεροι, οι πιο ελεύθεροι, μπορούν να λέ νε: υπάρχω. Κι αυτό είναι πάρα πολύ. Για τους άλλους, προτείνω να χρησιμοποιούν εκφράσεις όπως: είμαι αυτός, ή είμαι ο τάδε αυτοπροσώ πως». Η σύσταση της νεύρωσης και η απόφαση να ξεπεραστεί αυτή η νεύρωση με το γράψιμο, αυτή η κάπως αυτοκτονική σχέση (όπως όταν μιλούσε ο Σαρτρ για τον Μαλλαρμέ) ανάμεσα στη ζωή και τη σκέψη, είναι μια ιστορική σχέση, που κλείνεται απερίσταλτα σε μια στιγμή. Δεν είναι σα ν’ αλλάζει θρησκεία ένας άνθρωπος που γίνε ται συγγραφέας, όπως ο Κλωντέλ έγινε μια μέρα καθολικός. Ο ρόλος λοιπόν της κριτικής είναι να μελετή σει με τη μεγαλύτερη σχολαστικότητα τη σύστα ση της νεύρωσης. Δεν είναι τυχαίο που τα βιβλία κριτικής του Σαρτρ γίνονται πιο ογκώδη, από τον λιγοσέλιδο «Μπωντλαίρ» στον τεράστιο «Φλωμπέρ». Είναι επειδή σε κάθε νέο στάδιο, η έννοια της λεπτομέρειας γίνεται πιο απαιτητική, η μέθοδος απαιτεί να τραβήξει όσο πιο μακριά μπορεί. Εχλεύασαν πολύ αυτές τις τρεις χιλιάδες σελίδες. Κάποιος έφτασε να γράψει πως εκεί που ο Σαρτρ χρειάστηκε τόσες σελίδες, για τον Λαροσφουκώ θα έφτανε μια παράγραφος. Εκτός από τον παραλογισμό αυτής της κουβέντας, εί ναι σα να μην κατάλαβαν τίποτα απ’ αυτή τη δι πλά περιγραφική μέθοδο της σύστασης του εγώ του Φλωμπέρ, και λέμε διπλά περιγραφική, γιατί μελετά τα ίδια φαινόμενα προς την κατεύθυνση της εσωτερίκευσης και της εξωτερίκευσης. Παραξενεύτηκαν επίσης που έγραψε ο Σαρτρ ύστερα από μια μεγάλη ανάλυση του νήπιου Φλωμπέρ: «Το ομολογώ: είναι ένα παραμύθι. Τίποτε δεν αποδεικνύει πως έτσι ήταν. Και κάτι χειρότερο: η έλλειψη αποδείξεων -που θα ήταν
αφιερωμα/61 αναγκαστικά ιδιαίτερα γεγονότα- μας παραπέμ πει, έστω κι αν συνοψίζουμε, στη σχηματική πε ριγραφή, στη γενικότητα: η αφήγησή μου ταιριά ζει σε βρέφη, όχι στον Γουσταύο ειδικά. Δεν έχει σημασία· θέλησα να την ολοκληρώσω γι’ αυτό και μόνο το λόγο: η πραγματική ερμηνεία, μπο ρώ να φανταστώ, χωρίς την παραμικρή αγανά κτηση, πως είναι ακριβώς το αντίθετο απ’ αυτή που επινοώ: όπως και νά ’ναι, θα πρέπει να πε ράσει από τα μονοπάτια που δείχνω και να έρθει ν’ αντικρίσει τη δίκιά μου στο πεδίο που καθόρι σα». Αυτό που έχει κεφαλαιώδη σημασία πράγματι, με τη μελέτη του για τον Φλωμπέρ, είναι που ο Σαρτρ κατάφερε να τοποθετήσει τελικά μια μέ θοδο που αναστατώνει δίχως άλλο το χώρο της κριτικής. Είχε εκθέσει τα πλαίσια και τις θεωρη τικές αρχές αυτής της μεθόδου στο πρώτο μέρος της Κριτικής του διαλεκτικού λόγον: Μεθοδολο γικό πρόβλημα. Στοιχεία της βρίσκομε ήδη στον Μπωντλαίρ και κυρίως στον Άγιο Ζενέ. Αλλά σ’ αυτά τα δυο βιβλία τα μέσα κατανόησης και έκ θεσης ήταν πιο φτωχά και λιγότερα. Ο Μπων τλαίρ ήταν ουσιαστικά ψυχολογικός, ο Άγιος Ζενέ ζητούσε περισσότερο τη βοήθεια της κοινωνιολογίας και της ψυχανάλυσης. Ο Φλωμπέρ του πλουτίστηκε από τις μαρξιστικές θέσεις, όχι εκείνου του «οκνηρού μαρξισμού» που είχε κα ταγγείλει ο Σαρτρ στην Κριτική και που κατα πιάνεται ακριβώς να καθορίζει τον Βαλερύ με βάση τη μικροαστική του ζωή, αλλά εκείνου του μαρξισμού που ζωντανεύει από την ψυχανάλυση και άλλες επιστήμες και είναι ιδιαίτερα αποτελε σματικός. Ο Σαρτρ μπορεί λοιπόν να λέει πως έστω σ’ ένα κάποιο σημείο της ανάλυσης μπορεί να γε λιέται, αυτό δεν αλλάζει σε τίποτα την εγκυρότητα της μεθοδολογικής του πορείας και πως οι αντίπαλοι πρέπει να τον ανακρούσουν πάνω στο δικό του έδαφος. Αλλά σε σχέση με το Μεθοδολογικό πρόβλημα υπάρχει μια πολύ σημαντική συνεισφορά: ο ίδιος ο Φλωμπέρ. Ξαναπαίρνοντας τα πράγματα από μιαν άλλη άκρη, ο Σαρτρ αποδεικνύει την κίνηση περπατώντας, και την κριτική του θεω ρία γράφοντας μια κριτική μελέτη. Έτσι που οι θεωρητικές του αρχές, που είχε εκφράσει παλαιότερα, αντιπαραβάλλονται με την πραγματι κότητα κάποιου συγγραφέα, διευκρινίζονται, διαφοροποιούνται, προσαρμόζονται, λειτουρ γούν. [...] Είναι εύκολο να μελετάμε πώς γίνεται κά ποιος αυτό που είναι, όταν πρόκειται για ένα συγγραφέα, γιατί επαγγελματικά ο συγγραφέας προσφέρει πολύ περισσότερα τεκμήρια και η κριτική θεωρία του Σαρτρ απαριθμεί τους λό γους για τους οποίους κάποιος, Ζενέ ή Φλωιι-
πέρ, έγινε συγγραφέας. Αλλά το πρόβλημα είναι να μάθουμε γιατί και πώς έγραψε ό,τι έγραψε κι όχι κάτι άλλο [...] Το σημαντικό στον Ηλίθιο της οικογένειας είναι που διευρύνει σημαντικά τη σαρτρική κριτική από τη μια, και τις κριτικές με θοδολογίες μας από την άλλη. Ο Άγιος Ζενέ, καταπληκτικός ήδη, ήταν ένα βιβλίο πιο λυρικό, που καταπιάστηκε, όταν γράφτηκε, μ’ ένα έργο που είχε να δώσει κι άλλα: το θέατρο του Ζενέ, ύστερα η πολιτική, ήρθαν να το συμπληρώσουν. Ο Ηλίθιος της οικογένειας, αντίθετα, έχει εκείνη την αδυσώπητη όψη της σαρτρικής θεωρίας, που θέλει να πηγαίνει ώς τα άκρα των επαγωγών της. Χωρίς την αποκλειστικά θεωρητική αποστέγνωση του Μεθοδολογικού προβλήματος. Ο Σαρτρ ο ίδιος είχε πει: «θα ήθέλα να διαβάσουν τη μελέτη μου σαν ένα μυθιστόρημα, αφού είναι η ιστορία πράγματι μιας μαθητείας που οδηγεί στην αποτυχία μιας ολόκληρης ζωής. Αλλά θα ήθελα συνάμα να τη διαβάσουν έχοντας στο νου πως είναι η αλήθεια, πως είναι ένα αληθινό μυ θιστόρημα».
Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Πέτρος Παπαδόπουλος
ΣΥΓΧΡΟΝΗ Φ ΕΠΟΧΗ ΟΡΕΣΤΗ ΜΑΚΡΗ:
Ο ΕΛΑΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ Η Αθήνα μάχεται. Αντιστέκεται. Αδούλωτη! Κι ο ΕΛΑΣ της στην Ο ΕΛΑΣ πρωτοπορία. Χρονικό; Ένα 6ι- της Α θήνας του λαού της Αθήνας την ηρωική
Καταχτητή. Απ' την Καισαριανή θέα και την Κοκκινιά ως την Κυ— ψέλη και τα Τουρκοθούνια. Μάχη με τους γερμανούς φασίστες, με τους Άγγλους του Τσώρτσιλ, με τους εθνοπροδότες. Ο συγγραφέας του - -ο Καπετάν Γιάννης» - από παιδί ακόμη στον αγώνα, και από τους πρωτοκαπετάνιους της Αθήνας, ξετυλίζει σελί δα με σελίδα την ηρωική εποποιία. Συγκίνηση - δύ ναμη - ντοκουμέντα - φωτογραφίες - χάρτες.... Εκδόσεις Ζωοδόχου Πηγής 16, 106 81 Αθήνα. Τηλ. 3 6 4 0 713: 3623 649
62/αφιερωμα
Έργα του Ζ.-Π. Σαρτρ στα ελληνικά (Μια πρώτη καταγραφή) α. Π εζογραφ ία 1. Τα Γρανάζια. Σενάριο, Μυθιστόρημα. Μετ. Γιάν νη Μαγκλή. εκδ. Δίφρος, Αθήνα 1956. χ.χ. 2. Οι δρόμοι της ελευθερίας. Τόμος Α': Η ηλικία της λογικής Τόμος Β': Η αναστολή. Τόμος Γ': Με το θάνατο στην ψυχή. Μετ. Αιμ. Χουρμούζιου. Εκδόσεις Ι.Δ . Αρσενί δης & Σία. Αθήνα χ.χ. Σελ. 482+562+458 3. Δρόμοι της ελευθερίας. Τόμοι 1-2 I. Η ηλικία της λογικής (Μυθιστόρημα). II. Η Αναστολή (Μυθιστόρημα). Μετ. Μάριου Λαέρτη. Εκδ. Αλ. X. Ρούγκα. Αθήνα.
χ·χ·
φυλακισμένοι της Αλτόνα. Μετ. Ελένη Γερογιάννη. Πορεία, Αθήνα 1964. 12. Η πόρνη που σέβεται. Νεκροί χωρίς τάφο. Οι καταδικασμένοι της Αλτόνα. Μετ. Δ.Ν . Χαρτουλάρης. Παραδόσης. χ.χ. Σελ. 78. 13. Ο Δ ιάβολος κι ο καλός θεός. Μετ. Ελένης Γερογιάννη. Εκδόσεις Πορεία, Αθήνα 1965.
γ . Δοκίμια - Μελέτες Φιλοσοφίας, Πολιτικής, Αισθητικής, Ψυχολογίας 1. Εγκζιστανσιαλισμός. Μετ. Σ.Π. Αθήνα 1948.
4. Η ναυτία. Μετ. Κ. Μιχαήλ. Θεσσαλονίκη. Εγνατία, 1981. Σελ. 228.
2. Τι είναι η λογοτεχνία. Μετ. Μαρίας Αθανασίου. «Εκδόσεις 70», Αθήνα 1971. Σελ. 206.
5. Η ναυτία. Μετ. Θ. Κωστόπουλου. Ν. Μπογιάτη. Αθήνα 1982. Σελ. 226.
3. Οι λέξεις. Μετ. Κ. Σταματίου. Α θήνα, Αρσενίδης. Σελ. 296.
6. Η ναυτία. Μετ. Μάριου Λαέρτη. Εκδ. Ελικών. Αθήνα, χ.χ.
4. Ο υπαρξισμός είναι ένας ανθρωπισμός. Μετ. Κ. Σταματίου. Α θήνα, Αρσενίδης. Σελ. 139.
7. Ο Κύβος ερρίφθη. Μετ. Παύλου Παπασιώπη. Νέα Πορεία, Θεσσαλονίκη, 1978. Σελ. 164.
5. Οι λέξεις και Ο υπαρξισμός είν’ ένας ανθρωπι σμός. Μετ. Κώστα Σταματίου. Εκδόσεις Ι.Δ . Αρσενίδη, Αθήνα 1965. Σελ. 584.
8. Ο Τοίχος. Μετ. Οθ. Αργυρόπουλου. «Το βιβλίο του μηνός. Τυποποιημένη έκδοσις Ελλήνων και ξένων αριστουργημάτων», αριθ. 4. Εκδ. Δέλτα, Αθήνα 1961.
6. Ο Υπαρξισμός είναι ανθρωπισμός. Μετ. Μαρίας Πολίτη. Εκδ. Αλ. X. Ρούγκα, Αθήνα, χ.χ.
9. Ο Τοίχος. Μετ. Ο- Αργυρόπουλου. Σ. Δαρεμάς, Αθήνα 1979. Σελ. 195. '
7. Καταστάσεις. Μετ. Κώστα Σταματίου. Εκδόσεις Ι.Δ . Αρσενίδη, Αθήνα, χ.χ. Σελ. 498.
β .θ έ α τ ρ ο 1. Τα βρώμικα χέρια. Μετ. Αλέξανδρου Ρόη. Εκδό σεις Θέσπις. Α θήνα, 1965. Σελ. 116. 2. Τα βρώμικα χέρια. Μετ. Ελένης Γερογιάννη. Πο ρεία, Αθήνα 1965. 3. Ο ιμυίγες. Μετ. Μάριου Λαέρτη. Θεατρικές εκδό σεις, Αθήνα 1965. Σελ. 88. 4. Ν εκροί χωρίς τάφο. Μετ. Σ.Ν . Φιλόπουλου. Κνωσός. Αθήνα, 1966. Β' έκδοση: Νέος Παλμός, Αθήνα, 1976. Σελ. 64. 5. Κεκλεισμένων των θυρών. Μετ. Μάριου Λαέρτη. Κόσμος, Αθήνα. Σελ. 56. 6. Κεκλεισμένων των θυρών. Μετ. Ελένη Γερογιάννη. Εκδόσεις Πορεία, Αθήνα 1965. 7. Κεκλεισμένων των θυρών. Μετ. Μάριου Λαέρτη. Εκδόσεις Κόσμος, Αθήνα 1967. Σελ. 56. 8. Το ευλαβικό γύναιο. Μετ. Δημ. Ν. Χαρτουλάρη. Εκδόσεις θεατρικός κόσμος, χ.χ. Σελ. 56. 9. Η πόρνη που σέβεται. Μετ. Νίκου Σπάντα. Αθή10. Η πόρνη που σέβεται (Το Ευλαβικό γύναιο). Μετ. Δ.Ν . Χαρτουλάρη. Αθήνα, 1966. Σελ. 40. 11. Η πόρνη που σέβεται. Νεκροί χωρίς τάφο. Ο ι
8. Ο ρόλος του διανοούμενου στο επαναστατικό κί νημα. (Μαζί με άρθρα των Β. Pingant - D. Mascolo) Μετ. Αν. Βεντουράτου - Γ. Λύγγου. Επιμέλ. Γ. Λόγ γου (συλλογή άρθρων-Σύγχρονη Σκέψη. Κοινωνιολογία) Εκδ. Μπάιρον, Αθήνα 1973. 9. Πολιτικά και αυτοβισγραφικά κείμενα. (Επιλογή από τις «Καταστάσεις». Ο Σαρτρ για τον Σαρτρ - Ο σοσιαλισμός που ερχόταν από το κρύο - Το δικαστή ριο Ρ ά σσ ελ- Οι διανοούμενοι). Μετ. Δ . Δημητριάδης. Εξάντας, Αθήνα 1975. Σελ. 358. 10. Το πρόβλημα της μεθόδου. Εισαγωγικό δοκίμιο Χάουαρντ Πάρσον. Μετ. Λουκά Θεοδωρακόπουλου. Εξάντας, Αθήνα 1975. Σελ. 224. 11. Το Είναι και το Μηδέν. Τόμος Α '. Εισαγωγήμετάφραση-σχόλια Κωστή Παπαγιώργη. Παπαζήσης, Αθήνα, 1977. Σελ. 336. 12. Η φαντασία μιας θεωρίας των συγκινήσεων. Τρία δοκίμια. Μετ.-Σημ. Αιμ. Χουρμούζιου. Εκδόσεις Ι.Δ . Αρσενίδης & Σία χ.χ. Σελ. 374. 13. Η φαντασία. Μετ. Αιμ. Χουρμούζιου. Αθήνα, Αρσενίδης, 1981. Σελ. 178. 14. Το φανταστικό. Μετ.-Σημ. Αιμ. Χουρμούζιου. Εκδόσεις Ι.Δ. Αρσενίδης & Σία. Αθήνα, χ.χ. Σελ. 398. 15. Το Φανταστικό. Φαινομενολογική ψυχογραφία της φαντασίας (κείμενο ακέραιο). Μετ. Γιάννη Λο Σκόκκο. Ελικών-Α.Χ. Ρούγκας. Αθήνα, χ.χ.
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
επιλογή η γυναίκα από την αρχαιότητα ώς την τεχνολογική επανάσταση ΝΤΙΝΑΣ ΤΑΚΑΡΗ: Η γυναίκα απ ’ την αρχαιότητα ώς την τεχνολογική επανάσταση. Αθήνα, 1984. Σελ. 390.
Το βιβλίο της έρευνας είναι ίσως το πιο απαιτητικό βιβλίο που μπορεί να γραφτεί. Είναι το έργο που απαιτεί χρόνο για τη συγ κέντρωση των στοιχείων, απαιτεί χρόνο για την ταξινόμησή τους, και τέλος απαιτεί ικανότητα συγγραφική, ταλέντο, για να μπορέ σει ο συγγραφέας να περάσει στον αναγνώστη το θέμα και τη γνώση κατά τρόπο επιτυχή. Η Ντίνα Τάκαρη στο έργο της «Η γυ ναίκα από την αρχαιότητα ώς την τεχνολογική επανάσταση» έχει συμπληρώσει με μεγάλη επιτυχία και τις τρεις αυτές απαιτήσεις του βιβλίου έρευνας. Το βιβλίο δοσμένο σε τρία μέρη και επιμέρους κεφάλαια δεν αφήνει πτυχή της γυναικείας ιστορίας και εξέλιξης που να μην αναφερθεί. Στο πρώτο μέρος δίνει την κοινωνικοπολιτική θέση της γυναίκας, και αρχίζει από την προϊστορική εποχή για να φθάσει και να καλύ ψει τη δράση της μέχρι τις συνδι καλιστικές οργανώσεις του 1983. Στο δεύτερο μέρος δίνει με την ίδια λεπτομέρεια την οικονομικοεπαγγελματική θέση της γυναίκας, ενώ στο τρίτο μέρος, στη βιολογική και κοινωνική κατάσταση της γυναίκας εξηγεί πώς η γυναίκα κατατάχθηκε σε κατώτερη θέση κοινωνικά και όχι βιολογικά. Οργανικές βιολογι κές διαφορές δεν έχουν επισημανθεί. Η βιβλιογραφία της, ελληνική και ξένη, δείχνει την επιστημονικό-
τητα της συγγραφέως και τη σοβα ρότητα με την οποία χειρίζεται το θέμα της. Το κυριότερο χαρακτηρι στικό του έργου είναι ο πλούτος της ύλης του. Ο τίτλος του βιβλίου επαληθεύεται μέσα στις 384 σελίδες του. Το έργο είναι μια μικρή εγκυ κλοπαίδεια που καλύπτει όλη την γυναικεία ιστορία σε όλους τους τομείς της δράσης της. Είναι μια πηγή πλούτου όχι μόνον για τον κοινό αναγνώστη αλλά και βοήθη μα για τον ερευνητή θέματος που αφορά τη γυναίκα. Η γυναίκα στη λογοτεχνία, στην αντίσταση, στην πολιτική κτλ. Η γραφή της, αφηγηματική, επι τρέπει στο βιβλίο να κυλάει με την άνεση του διηγήματος. Η εξέλιξη της γυναικείας ιστορίας από χώρα σε χώρα και από εποχή σε εποχή παρουσιάζεται όλο και με περισσό
τερο ενδιαφέρον και με περισσότε ρη κυρότητα και βάθος που απαι τεί ένα τόσο παρεξηγημένο ζήτημα, αυτό της γυναικείας χειραφέτησης. Διαβάζοντας τόσες πληροφορίες εποχών και πολιτικών συστημά των, ο αναγνώστης φθάνει σε σο βαρά συμπεράσματα ως προς τη νομοθεσία και νοοτροπία της κάθε χώρας. Οι σοσιαλιστικές χώρες π.χ. δίνουν και με νομοθετικά μέσα και με εκπαιδευτικά την ισοτιμία στη γυναίκα, ενώ τα δικτατορικά συστήματα εμποδίζουν την εξέλιξή της, ενώ συγχρόνως την εξευτελί ζουν ως άνθρωπο. Επί Χίτλερ η γυναίκα χάνει όλα της τα δικαιώ ματα, εκτός από το δικαίωμα να κάνει παιδιά -δολοφονικές μηχα νές για τα σχέδια του αρχηγού. Ο Χομεϊνί της φοράει το φερεντζέ και οι νόμοι εναντίον της είναι πολύ βαρύτεροι απ’ ό,τι για τον άνδρα. Η μοιχεία τιμωρείται με ραβδισμούς για τον άνδρα, με θάνατο για τη γυναίκα. Η αξιοπρέπεια της γυναίκας υποφέρει, όταν κατατάσσεται και νομοθετικά και με τη νοοτροπία που επακολουθεί, στη δεύτερη κα τηγορία και σπρώχνεται από οικο νομικές συνθήκες στα πιο εξευτελι στικά επαγγέλματα, στη λιγότερη
64/οδηγος
βιβλία του
ΝΙΚΟΥ ΔΗΜΟΥ
ιε οριστική τυποποιημένη έκδοση
Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Φιλοσοφία. Τέταρτη έκδοση. 2
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΓΑΤΩΝ
Ποίηση. Τρίτη έκδοση. 3
ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΠΑΝΤΑ
Σάτιρα. Τέταρτη έκδοση.
ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Φιλοσοφία. Τρίτη έκδοση.
Η ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΛΛΗΝΑΣ Σάτιρα. Δέκατη τρίτη έκδοση. 8
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
Φιλοσοφία. Τέταρτη έκδοση.
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΚΑΙ ΤΟ ΤΑΒΛΙ Φιλοσοφία.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη9 - Τηλ. 3607.744
πληρωμή, και τέλος στην πορνεία. Στην Ταϊλάνδη 700.000 γυναίκες βρίσκονται καταδικασμένες στο επάγγελμα της πορνείας και όποια απόδρασή τους τιμωρείται με βασανισμούς από τους «προστάτες» με τη βοήθεια της αστυνομίας. Ό σ ο για την Νοτιοανατολική Ασία υπάρχουν «γυναίκες» πόρνες ηλι κίας 6-12 χρόνων. Στις Ινδίες οι γυναίκες καίγονται ζωντανές αν εί ναι δυνατόν να αντικατασταθούν με άλλες μέ μεγαλύτερη προίκα. Στην Αφρική και στη Μέση Α νατο λή σήμερα 25 εκατομμύρια γυναί κες υποβάλλονται σε ακρωτηρια σμό των γυναικείων οργάνων. Το απαιτεί το έθιμο, και στην Ελλάδα ένα άλλο έθιμο απαιτεί τα 40% των εργαζόμενων γυναικών να εργά ζονται χωρίς μισθό στις επιχειρή σεις πατεράδων και συζύγων. Αυτά τα λίγα γι’ αυτούς που ακόμη νομίζουν ότι το κίνημα της απελευθέρωσης γυναικών έχει να κάνει με το πλύσιμο των πιάτων και με την ποδιά της κουζίνας. Η απαίτηση του δικαιώματος της γυ ναίκας είναι το ανθρώπινο δικαίω μα και η δράση της δείχνει την εξέ λιξή της και την υπόστασή της. Πολλές και δυνατές υπήρξαν πάν τα οι δυνάμεις που καταπιέζουν τη γυναίκα. Τον 6ον αιώνα μ.Χ. συ νήλθε Σύνοδος για να συζητήσουν όχι τη θέση της γυναίκας αλλά την ψυχή της γυναίκας. Το ερώτημα ήταν «Η γυναίκα έχει ψυχή;» και αργότερα στο τέλος του αιώνα συ νήλθε πάλι σύνοδος για να αποφασιστεί αν «η γυναίκα είναι άνθρω πος». Τον 15ον αιώνα δυο απε σταλμένοι τον Παπά συνέγραψαν το λεγόμενο Hexenhammer όπου περιέγραψαν πώς μπορεί να αναγνωρισθεί η γυναίκα-στρίγγλα που «κοντά της αρρωσταίνουν άνθρω ποι και ζώα, ξεσπούν κακοκαιρίες, ξετρελαίνουν τους άνδρες, γιατί έχουν ερωτικές σχέσεις μέ τον διά βολο». Έ να εκατομμύριο στρίγγλες κάηκαν ζω ντανές... το κόστος δεύτερας κατηγορίας πολίτη. Μέσα από το βιβλίο της Τάκαρη ο αναγνώστης βγάζει π ολλά συμπε ράσματα. Είναι φανερό το παρά δοξο που κυριαρχεί στην πράξη και στη σκέψη του ανθρώπου. Εμ πιστεύεται π.χ. ο άνδρας και η π ο λιτεία την κηδεμονία και την εκ παίδευση των παιδιών στη γυναί κα, ενώ της απαγορεύει τη μόρφω ση. Με πολλούς αγώνες και με πολ λές θυσίες έφθασε η γυναίκα στο πανεπιστημιακό θρανίο.
Ά λ λ ο παράδοξο: χρησιμοποιεί τα παιδιά της και ως στρατιωτικό υλικό και ως άλλο πολιτικό δυνα μικό ενώ στην ίδια απαγορεύει τη συμμετοχή στα κοινά. Πόσο πρόσ φατο είναι το δικαίωμα της ψήφου και η συμμετοχή της στην πολιτική δραστηριότητα! Στο πλούσιο αυτό υλικό που κα λύπτει όλους τους αιώνες, και όλο τον κόσμο, καταλαβαίνει κανείς τη σοβαρότητα του θέματος, καθώς και την ανθρώπινη αδυναμία που δημιουργεί η μυϊκή δύναμη και η δύναμη της εξουσίας. Καταλαβαί νει κανείς ότι η χειραφέτηση της γυναίκας σημαίνει ανθρώπινη χει ραφέτηση. Σημαίνει χρήση ανθρώ πινου υλικού για μια καλύτερη κοι νωνία. Η απελευθέρωση της γυναί κας σημαίνει την απελευθέρωση του άνδρα. Α ν ήθελε κανείς να επισημάνει παράλειψη στο καταπληκτικό αυτό γραπτό θα μπορούσε να πει για την έλλειψη στοιχείων γύρω από την ιστορία του γυναικείου βιασμού. Δεν ξέρω αν είναι παράλειψη ή αν είναι η επιστημονικότητα που χα ρακτηρίζει το βιβλίο, και δεν μπο ρεί να αναφερθεί σε καταστάσεις για τις οποίες δεν υπάρχουν επίση μα στοιχεία της. Η Ντίνα Τάκαρη, καθηγήτρια κοινωνιολογίας σε σχολές του Υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, καθώς και εμπειρογνώμων στην UNESCO για διεθνή γυναικεία θέ ματα, με το έργο της η γυναίκα από την αρχαιότητα ώς την τεχνολογική επανάσταση έκανε μια σημαντική προσφορά όχι μόνον στο γυναικείο κίνημα αλλά και στον κόσμο των γραμμάτων. Yj ΔΕΣΠΟΙΝΑ Ιλ ΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ
οδηγος/65
πλαίσιο
επιστημονική θεώρηση των οικονομικών σχέσεων στον υπαρκτό σοσιαλισμό Σ. Μ Π ΑΜ ΠΑΝ ΛΣΗ - Γ. Σ Α Μ Α ΡΑ: Εισαγωγή στην Πολιτική Ο ι κονομία τον Σοσιαλισμόν. Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση, 1985. Σελ. 209.
Το βιβλίο τούτο είναι πραγματικά, όπως τονίζεται στον πρόλογο, «ένα χρήσιμο και αξιόπιστο βοήθημα, γιατί περιέχει μια αντικει μενική θεώρηση των οικονομικών σχέσεων του υπαρκτού σοσιαλι σμού» (σελ. 11). Σήμερα, όπου στη χώρα μας μια άκριτη μαρξολογία, στηριζόμενη σε μια «χυδαία» αποδοχή και κατανόηση της μαρξιστικής συμβολής, έχει οδηγήσει σε μια χοντροκομμένη μυθο λογία και σε πλήρη σύγχυση, ως προς τις έννοιες, την ιστορικότη τα και την έννοια του ματεριαλισμού, βασικής αρχής της μαρξιστι κής φιλοσοφίας. Σήμερα, όπου είναι εύκολο στον καθένα να επι καλείται, χωρίς κίνδυνο και χωρίς ευθύνη ή άμεση συνέπεια, ένα μαρξισμό που έχει αναχθεί σε ένα ιδεαλιστικό θεωρητικό κατα σκεύασμα αντίθετο προς το ματεριαλιστικό του περιεχόμενο και ξένο προς την άλλη βασική αρχή, τη διαλεκτική, το έργο τούτο, αν και πανεπιστημιακό βοήθημα, αποτελεί πραγματικά συμβολή. Πρώτα, επειδή είναι γραμμένο από δυο επιστήμονες μαρξιστές οι κονομολόγους που έδρασαν και έγραφαν μέχρι πριν λίγο καιρό σε μια σοσιαλιστική χώρα, την Ουγγαρία. Δεύτερον, επειδή, ακρι βώς γι’ αυτό έχουν την ωριμότητα και το ήθος να βλέπουν την πραγματικότητα κριτικά, που σημαίνει επιστημονικά, όχι με τα μεγεθυντικά μάτια μιας στείρας ιδεολογίας ή της σκοπιμότητας. Και τούτο, -για να μην υπάρξει παρεξήγηση- χωρίς να κλονίζον ται στην πεποίθησή τους στο Σοσιαλισμό, ως δίκαιου κοινωνικού συστήματος. Στα πρώτα κεφάλαια συζητούνται μερικά θεωρητικά γενικά προβλήματα (Κεφ. 1, 2, 3 και 4), καθώς
και το θεσμικό πλαίσιο (Κεφ. 5 και 6), ενώ τα υπόλοιπα κεφάλαια, που είναι πιο δύσκολα, διαπραγ-
Σαρακατσαναίοι. (Τόμος A % Θεσσαλονίκη, Πανελλήνια Ομοσπονδία Σ νλλόγω ν Σαρακατααναίων, 1984. Σελ. 270. Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ των Σαρακατααναίων στον ελληνικό χώρο, (ιδιαιτερότητα που δεν υποδηλώνει συγχρόνως και μη-ελληνικότητα), τους έφερε στο κέντρο ζωηρής λαογραφικής και εθνογραφικής έρευνας, κυρίως στις μέσες δεκαετίες του αιώνα. Μια νέα ώθηση ανάλογης έρευνας αχνοφαίνεται τελευταία, και στα πλαίσιά της μπορεί να ενταχθεί και τούτη η έκδοση, (προερχόμενη άλλωστε από τον πιο άμεσα «ενδιαφερόμενο» φορέα). Έκδοση, που - με προοπτική μάλιστα μελλοντικής επέκτασης - περιλαμβάνει αξιολογότατα μελετήματα για τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και τις δραστηριότητες των Σαρακατααναίων μέσα στην ευρύτερη εθνική ζωή.
ΜΙΣΕΛ TOP: Ο Δείκτης Νοημοσύνης. Μετ. Αλεξάνδρα Βονδούρη - Φώτης Καλλίας. Αθήνα, Ράππα, 1984. Σελ. 220. ΣΕ μια κοινωνία, η οποία αναζητά με κάθε τρόπο τα μέσα που θα της επιτρέψουν να αναπαράγεται και να επιβιώνει, η δυνατότητα «διαίρεσης» - με επιστημονικό μάλιστα «άλλοθι» - σε νοήμονες και μη, αποτελεί ισχυρότατο όπλο. (Κι αυτή τη δυνατότητα δίνουν τα διάφορα τέστ, που η χρήση τους πληθαίνει, ειδικά στα σχολεία,
66/οδηγος ματεύονται τα βασικά θέματα λει τουργίας της οικονομίας (τιμές, χρήμα, αναπαραγωγή, διανομή ει σοδήματος, κλπ., Κεφ. 7, 8, 9 και 10). Ορθά οι συγγραφείς χρησιμοποι ούν τον όρο «κοινωνικοποίηση» σαν έννοια γένους σε αντίθεση με την ατομική ιδιοκτησία (σελ. 14 επ.). Έ τσι, η κοινωνικοποίηση εμ φανίζεται με διάφορες μορφές στην πράξη, από την εθνικοποίηση και την κρατικοποίηση έως τη συνεταιριστικοποίηση, την αυτοδιαχείριση κ.ο.κ. Θα διαφωνήσω κάπως, αν και εδώ δεν είναι ο χώρος ν α ανοί ξει κανείς μια πλατιά συζήτηση, στο θέμα της μεικτής οικονομίας που οι συγγραφείς τη θεωρούν σαν χαρακτηριστική της μεταβατικής περιόδου (σελ. 20 επ.). Η προσέγ γιση που κάνουν οδηγεί λογικά στην παράδοξη άποψη ότι οι σύγ χρονες καπιταλιστικές οικονομίες, που είναι μεικτές οικονομίες, βρί σκονται στο στάδιο μετάβασης προς το Σοσιαλισμό, πράγμα που και λαθεμένο θα ήταν, και ούτε, πιστεύω, εννοούν οι συγγραφείς. Θα συνιστούσα εντούτοις σε μερι κούς υπεύθυνους στη χώρα μας που ασχολούνται με την οικονομι κή πολιτική να διαβάσουν τις λί γες, όμως μεστές σελίδες (21-25) πάνω στο θέμα της σοσιαλιστικής εκβιομηχάνισης. Θα συνιστούσα επίσης, σε όσους στη χώρα μας ταυτίζουν τους συνεταιρισμούς με τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό να διαβάσουν τις βασικές διαφορές ανάμεσα στους συνεταιρισμούς στον καπιταλισμό και στον σοσια λισμό στο 2ο κεφάλαιο (σελ. 3538). Ομολογώ την άγνοιά μου, ότι για πρώτη φορά συναντώ τον όρο
«σχεδιομετρική» ανάπτυξη (σελ. 45 επ.) και θα είχα να κάνω πολλές παρατηρήσεις και στον ορισμό που δίνεται (σελ. 46), αν το επέτρεπε ο χώρος. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ιδιαίτερα τις σημαντικές παρατη ρήσεις σχετικά με τη μετάβαση στον αποκεντρωτικό μηχανισμό, με βάση κύρια τις εμπειρίες της Ουγ γαρίας (σελ. 74-77). Ά ξιες υπογράμμισης είναι ακό μη οι αναλύσεις σχετικά με τη ζή τηση εργατικού δυναμικού κατά την εκτατική περίοδο (σελ. 162 επ.) που οδήγησαν στη λανθάνουσα ανεργία στο σοσιαλισμό, στην «ανεργία εντός των πυλών» (σελ. 163), που μέχρι τώρα οι μαρξιστές του υπαρκτού σοσιαλισμού την αρνιόνταν. Δεν θα συμφωνήσω βέβαια στην άποψη, ότι η εργασία «δεν είναι εμπόρευμα» στις χώρες του υπαρ κτού σοσιαλισμού, και πως ο μι σθός εκφράζει «τη συμμετοχή των εργατών και υπαλλήλων στο μέρος εκείνο του εθνικού εισοδήματος που προορίζεται για προσωπική κατανάλωση» (σελ. 180). Έτσι θα έπρεπε να είναι θεωρητικά, στην πρακτική εντούτοις των σοσιαλι στικών χωρών ο μισθός εξακολου θεί μέχρι τώρα να αποτελεί «τιμή της εργασίας» και η συζήτηση βέ βαια δεν έχει λήξει ως προς το θέ μα των ταξικών σχέσεων και της μορφής της εξουσίας στις χώρες αυτές. Στο σημείο αυτό οι συγγρα φείς έμειναν οε μια θεωρητική πα ρουσίαση. Πιστεύω εντούτοις πως η πολιτική οικονομία του υπαρ κτού σοσιαλισμού πρέπει να απο δεχθεί την ταξική ανάλυση στις χώ ρες αυτές, έτσι όπως εκφράζεται από τον γραφειοκρατικοποιημένο κρατικό μηχανισμό και την καθαρά
ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΞΕΝΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ ΤΑΧΥΡΥΘΜΗ ΔΙΔ ΑΣΚΑΛΙΑ ΑΓΓΛΙΚΠΝ-ΓΑΛΛΙΚΩΝ-ΙΤΑΛΙΚΩΝ- ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ-ΙΣΠΑΝΙΚΩΝ
• από πεπειραμένους ξένους και Έλληνες καθηγητές. • λειτουργούν τμήματα 5-7 σπουδαστών σε όλα τα επίπεδα. • η ύλη κάθε τάξης καλύπτεται σε 4 μήνες λόγω του αποτε λεσματικά δοκιμασμένου συστήματος διδασκαλίας που εφαρμόζουμε. 3
------Τ Μ Η Μ A Τ Α —-------------------Οκ-υω βρπ εω ς 10 Γ εν ά ρ η ·
• Πληροφορίες για εγγραφές: ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ: Σινώπης 6 - Τηλ. 77Ι5 2 2 8 (Πίσω από τον «Πύργο Αθηνών»)
τυπική εκπροσώπευση της εργα σίας, αν πρόκειται τα υπάρχοντα συστήματα να βελτιωθούν σύμφω να με το πνεύμα του Μαρξ, αν όχι με το πνεύμα ενός ανθρωποκεντρι κού Σοσιαλισμού. Θα συνιστούσα επίσης στους υπεύθυνους της οικονομικής πολι τικής στη χώρα μας να διαβάσουν τις σελίδες σχετικά με την πολιτική μισθών και τη σχέση συσσώρευσηςπαραγωγικότητας και μισθών (σελ. 183 επ.). Αποτελεί πρωτοτυπία η σύνδεση παραγωγικότητας και μι σθών στο σοσιαλισμό (σελ. 184), πρωτοτυπία σε εγχειρίδιο σαν το παρόν και επιθυμώ να υπογραμμί σω την ορθότητα της ανάλυσης, που ξεφεύγει επιτέλους από τα αδιέξοδα μιας δογματικής και επο μένως μη ρεαλιστικής θεώρησης, στην οποία είχαμε συνηθίσει μέχρι τώρα. Αποτελεί δείγμα μιας σω στής αντιμετώπισης ακόμη η διαπί στωση της αντιφατικότητας των στόχων «ισότητας» και «ευημε ρίας» και η ανάγκη διαφοροποίη σης των αποδοχών για να δοθούν κίνητρα προς αύξηση της παραγω γικότητας, η οποία οδηγεί στην ευημερία (σελ. 189). Δ εν κρίνω σκόπιμο να κουράσω τον αναγνώστη με πολλές τεχνικές παρατηρήσεις που θα είχα να κάνω σε τεχνικά θέματα, όπως π.χ. στο θέμα των τιμών, της αναπαραγω γής, κλπ. Λίγες, από όσες γνωρίζω, Πολι τικές Οικονομίες του Σοσιαλισμού έχουν γραφεί με τέτοια αντικειμε νικότητα και επιστημονικότητα, όπως το εγχειρίδιο των Μπαμπανάση και Σαμαρά. Εύληπτο, σύν τομο, περιεκτικό, μεθοδολογικό, κριτικό και σαφές, αποτελεί παρά δειγμα για το πώς πρέπει να γρά φονται πανεπιστημιακά εγχειρίδια και κραυγαλέα αντίθεση στα πλη κτικά, μονότονα, άδεια από κάθε στοιχείο πνεύματος, κακά αντίγρα φα ξένων εγχειριδίων, που παρου σιάζουν οι οπαδοί της κατεστημέ νης νεοκλασικής θεωρίας στα ελλη νικά πανεπιστήμια. Παρά το ότι οι ερωτήσεις που συνοδεύουν κάθε κεφάλαιο αποβλέπουν στην εξυπη ρέτηση των φοιτητών, είναι χρήσι μες και για τον κοινό αναγνώστη που θέλει να ελέγξει το βαθμό στον οποίο κατανόησε την ανάλυση που διάβασε. ΜΑΡΙΟΣ ΝΙΚΟΛΙΝΑΚΟΣ
οδηγος/67
με καθημερινό λεξιλόγιο και ευαισθησία ΑΓΓΕΛΙΚΗΣ ΒΟΡΝΙΝΓΚ. Η Αθη νά των Αμπελιώ ν. Αθήνα, Κέδρος, 1984, Σελ. 68.
παρ’ ότι η αποτελεσματικότητά τους αμφισβητείται). Μόνη, λοιπόν, αποτελεσματική άμυνα, η κατάρριψη του «μύθου», η επιστημονική επίδειξη της κρυμμένης πίσω από τη «διαίρεση» ιδεολογίας. Πράγμα που κάνει - πολύ πειστικά - ο Μισέλ Τορ, εξετάζοντας εδώ και καταγγέλλοντας το σύστημα μετρήσεων του δείκτη νοημοσύνης. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ
Η Α θ η ν ά τω ν Α μ π ελ ιώ ν , της Αγγελικής Βόρνινγκ, είναι ένα καλο γραμμένο βιβλίο, που απευθύνεται κυρίως σε παιδιά από δέκα ώς δεκατεσσάρων χρονών, ή και σ’ εμάς, «αν είμαστε απ’ αυτούς που περισσεύουν στον κόσμο των μεγάλων...». Η Αθηνά ζει σήμερα στην Αθήνα. Μιλά με απλότητα. Χρησιμοποιεί ιο καθημερινό λεξιλόγιο, χωρίς με γαλόσχημες ιδέες ή φράσεις, για να αφηγηθεί τη ζωή της, γεμάτη πλη ροφορίες, συμβάντα, και σκέψεις που έχουν άμεση σχέση με την πραγματικότητα των μεγαλουπόλεων, και τις φυσικές και κοινωνι κές ανάγκες των σημερινών παι διών. Η πραγματικότητα της Αθηνάς αντανακλά, πιο συγκεκριμένα, τη συμβατική υλική εγκατάσταση των μεσαίων στρωμάτων σε μια κα ταναλωτική κοινωνία, όπου οι ο ι - . κογενειακές δομές έχουν αρχίσει να είναι ρευστές... Οι λεπτομέρειες των περιστατι κών και τα αντιφατικά απρόοπτα αποδίδουν στο κείμενο μια ποιητικότητα που δεν είναι παρά η εμφα νής εκδήλωση μιας βαθιάς εσωτερι κής αρμονίας. Έρχεται, σχεδόν όταν δεν την περιμένει ο αναγνώ στης, να ισοσταθμίσει την έλλειψη εξωτερικής συνέπειας, ακριβώς όπως και στο προηγούμενο βιβλίο Ούτε Α ντιγόνη ούτε Ελένη, που απευθυνόταν σε ενήλικους ανα γνώστες. Το παιδί αναζητά τη σιγουριά στην ευαισθησία του, μια εμπειρία μέσα του τόσο ευρεία, όσο στενός και χαώδης είναι ο εξωτερικός πε ρίγυρος. Μέσα σ’ αυτή την προσω πική ευαισθησία απλώνει τις ρίζες του, με την αυθόρμητη εμπιστοσύ
νη ότι τίποτα δεν μπορεί να εξαν τλήσει το δυναμισμό ενός τέτοιου υποστρώ'ΐατος. Παράλληλα όμως μ’ αυτό, ένας άλλος μηχανισμός μπαίνει σε λειτουργία. Το πεδίο της ζωτικής αναγκαιότητας περιο ρίζεται σιγά σιγά από ένα καθορι σμένο οικοδομικό υλικό συσσωρευμένων εμποδίων, ανάλογο με τις δυνατότητες του παιδιού. Αυτό το υλικό υπακούει στις ανάγκες της Αθηνάς, στο βαθμό που εκείνη δέ χεται να κινηθεί και να καθορίσει η ίδια την ελευθερία της, μέσα από τα στενά αυτά, αυθαίρετα, πλαί σια. Έτσι φτάνει σε μια ιδιότυπη χειραφέτηση, μια καλλιέργεια που εκλεπτύνει κοινότυπα, συχνά ανια ρά γεγονότα, κι ελέγχει μια διαρκή άσκηση αντιφάσεων, όπως αγάπημίσος, προσκόλληση-απαγκίστρωση. Η δύναμη αυτή, που η Αθηνά ασυνείδητα επιβάλλει στον εαυτό της, λειτουργεί με τη λάμψη της και στο κοινωνικό κύτταρο, μέσα στο οποίο ζει, και προσδίδει γύρω της μια ακτινοβολία φυσικής διάθεσης που κατευθύνει τις καθημερινές σχέσεις. Η Αθηνά αποφασίζει να επιβιώ σει με τους δικούς της όρους σ’ ένα σοβαροφανή κόσμο μεγάλων που έχει ξεγράψει την παλινδρόμηση μέσα στον ακατάστατο συνδυασμό των γεγονότων. ΝΙΚΗ ΝΤΟΥΖΑ
ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΟΦ ΙΑΣ Μ ΑΝ ΤΟ ΥΒΑΛ Ο Υ: Σειρά: Τον κόσμου τα μαγικά: 1. Ο κόσμος είναι φωτεινός - και 2. Ο κόσμος είναι παρδαλός. Αθήνα, Κέδρος, 1984. Σελ. 30 και 48 αντίστοιχα. ΔΥ Ο πολύ ενδιαφέροντα βιβλία για να αισθητοποιήσουν και συνειδητοποιήσουν τα παιδιά, κάτω των 10 ετών, τι είναι το φως, τις ιδιότητές του, τις ιδιοτροπίες του, την ανάλυση και σύνθεσή του, τα βασικά χρώματα και άλλα στοιχεία οπτικής. Ό λ ’ αυτά, δίνονται μέσα από μια πολύ λιτή γλώσσα -απορίες, ερωτήσεις, απαντήσεις- αλλά και αρκετές φορές διασκεδαστική. Πρέπει όμως ιδιαίτερα να επαινέσουμε τη θαυμάσια ζωγραφική δουλειά που έκανε η Υβέτ Παπαδοπούλου για να υλοποιήσει τις ιδέες της συγγραφέως. ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΕΛΩΝΗΣ
68/οδηγος
η τραγικότητα του ανολοκλήρωτου ΑΝ ΤΕΙΑΣ ΦΡΑΝΤΖΗ: Μεταγρα φή ημερολογίου. Αθήνα, Εστία, 1984. Σελ. 68.
Μια αίσθηση ανολοκλήρωτου διατρέχει τις περισσότερες ποιητι κές καταθέσεις του τελευταίου βιβλίου της Άντειας Φραντζή «Μεταγραφή Ημερολογίου». Ερωτική κι έντονα βιωματική και εδώ, όπως σε προηγούμενα βιβλία της, «Η περιπέτεια μιας περι γραφής» (1979), «Μεταποίηση Υλικών» (1983), φτάνει το ερωτικό της βίωμα μέχρι την τραγικότητα αυτού που δεν αντέχεται να εκ φραστεί παρά σαν αποσπασματική κραυγή μιας εσώτερης οδύνης για ό,τι διαψεύστηκε, θρυμματίστηκε, διαμελίστηκε. Μιάς οδύνης που δημιουργεί την ανάγκη για αυτοτιμωρία, «Πόσο βαθειά θέλω να δαγκώσω το μήλο α πόσο πολύ να τιμωρηθώ», ή εξα γνισμό της υλικής υποστασίωσης του έρωτα, του σώματος και των αντίστοιχων επιθυμιών τις οποίες εκπέμπει προς τον άλλον, βασανι στικών έως και «κολασμένων». Έτσι ώστε η ποιήτρια να προχωρεί στην «τέλεση του μυστικού δεί πνου» για να μετουσιωθεί το σώμα και το αίμα σε «ψωμί και κρασί» και να είναι ικανό να δεχτεί «το φίλημα». Άλλωστε όπως γράφει «Να αμαρτάνεις με τον πιο ενάρετο τρόπο/ είπε/ και εξαγνισμός να εί ναι η ακολασία σου», μοτίβο το οποίο εμφανίζεται και πάλι στην ενότητα «Αυτή η εκδρομή δεν έχει τέλος» (στ'). «Να αμαρτάνεις με τον πιο ενάρετο τρόπο / να κλείνεις την κουρτίνα I να φεύγεις. I Να εξαγνίζεσαι στην ακολασία σου...» Ο απόηχος μιας «προπατορικής» αμαρτίας στη συνείδηση της ποιήτριας δημιουργεί την αιδώ απέναν τι σ’ ό,τι αφορά το σώμα και τις επιθυμίες του, με αποτέλεσμα να ανάγεται ο ερωτικός σύντροφος και ο έρωτας προς αυτόν στη σφαί ρα του θείου και των ανάλογων συμβόλων και παραστάσεων. «Να γίνει αυτή την ώρα / το θαύμα σου Κύριε» ή «Και βίαια εισβάλλω στον Παράδεισο» ή «... να δοξάζεις/ Να προσεύχεσαι I Δος ημίν σήμερον» ή
«Ο θ εό ς πάνω στο άλογο- / μελαγ χολικός ωραίος κι απρόσιτος / τον φωνάζω / δεν ακούει». Έ ντονο έως τραγικό εμφανίζε ται το συναίσθημα του ανολοκλή ρωτου στη δεύτερη, «Το Αίμα», και τρίτη ενότητα «Αυτή η εκδρομή δεν έχει τέλος». Τα μοτίβα του θα νάτου, της ερωτικής στέρησης, της βιολογικής και ψυχολογικής φθο ράς κυριαρχούν εδώ. «Κι ας μου καρφώσεις και το πέμπτο κα ρφ ί / να υποδεχθώ το Χάρο διαιτητή / της νυχτερινής μου ορφάνιας» ή «Κατάλαβα κάρως αργά / τι σήμαιναν οι κίτρινες και κόκκινες κηλίόες / που έβλεπα από μικρή εγχά ρακτες στο στήθος μ ου / τώρα που τα γονίδια άρχισαν να γερνούν / και οι κηλίδες να σκουραίνουν.» Η οδύνη της ποιήτριας, χέρι που σφίγγει το λαιμό και εμποδίζει την κραυγή να ορμήσει προς τα έξω και να φέρει την ανακούφιση. Χω ρίς να συμφωνούμε γενικά με το χαρακτηρισμό, σ’ αυτές τις ενότη τες, η Ά ντεια Φραντζή εκφράζει έναν ποιητικό Λόγο ακέραια κι απελπισμένα γυναικείο. «Τα λόγια σου ήχοι / να με ζώνουν τις νύχτες / Φίδια να εισβάλλουν στη μήτρα μου / να κατατρώγουν / λεωφορεία αυτοκίνητα και μικρά παιδάκια / αγέννητα ακόμη I τα δικά μου παι διά 1 στο ορφανοτροφείο της νύ χτας.» Κι εδώ βέβαια συναντάμε
την τάση γι’ αυτοτιμωρία του σώ ματος, όμως η αφετηρία εκκίνησης είναι η λειτουργία της μήτρας, όχι σαν φυτώριον ζωής -που οδηγεί στην πλήρωση και κάθαρση της γυ ναικείας ύπαρξης, αλλά αντίθετα σαν καταστρεπτικό της ζωής όργα νο αφού δεν τη γονιμοποιεί. «Το σπέρμα σου χάνεται / μέσα σ’ αυτή τη σπηλιά που ορμάει- / το σκοτάδι μου / δηλητηριάζει το νέο φυτό / Ζηλεύω τις γυναίκες / που σα μή τρες I καλλιεργούν τα βρέφη χορτά ρια / έστω και σε θερμοκήπια.» Το ποιητικό τοπίο και κλίμα δια φοροποιείται στις δύο επόμενες ενότητες «Οι φωτογραφίες» και «Ά γρα φ ος Έρωτας». Θα λέγαμε ότι θα μπορούσαν και ν ’ αποτελέσουν μια ξέχωριστή, έστω ολιγοσέ λιδη, συλλογή. Αντίθετα με τις ποιητικές καταθέσεις των πρώτων ενοτήτων, οι δύο τελευταίες, ιδιαί τερα «Οι φωτογραφίες», φοβούμα στε ότι δικαιολογούν αρκετά τον τίτλο τους. Σε κάποια σημεία μάλι στα υπερτερεί το πεζολογικόπεριγραφικό στοιχείο σε βάρος του ποιητικού Λόγου. «Χαρταετούς έφτιαχνε ο μεγάλος μου αδελφός I με μπλε κόλλα γκλασέ και / άσπρα σκουλαρίκια που έκοβα / εγώ ως βοηθός / κι ένα δικέφαλο αετό μαύ ρο για μάτια». Βεβαίως η νοσταλγία μιας χαμέ νης παιδικότητας και η προσπά θεια να διασωθούν μέσα στο ποίη μα στιγμές, χειρονομίες, φωνές ενδύονται μια φρεσκάδα και μια δροσιά, έτσι ώστε οι ενότητες αυ τές να προβάλλουν τη δική τους ταυτότητα. Οπωσδήποτε όμως η Ά . Φραντζή μας έχει συνηθίσει στον ποιητικό Λόγο των πρώτων ενοτήτων. ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ
οδηγος/69
αναγωγή σε δημιουργία του κριτικού λόγου ΠΕ ΤΡΟ Υ ΧΑΡΗ: Νεοελληνικός Κριτικός Λόγος. Θεσσαλονίκη, Νέα Πορεία, 1985. Σελ. 130
«Δεν θέλω να δω την κριτική σαν ιστορία αλλά σαν δύναμη» γρά φει ο Πέτρος Χάρης στο τελευταίο δοκιμιακό βιβλίο του «Νεοελ ληνικός Κριτικός Λόγος». Σαν δύναμη, λοιπόν, δύναμη σύνθετη που μπορεί να είναι αποκαλυπτική, αναλυτική, προφητική ακόμα, ή επαναστατική. Δύναμη δημιουργίας, συν-δημιουργίας. Καιρός να πάρει ο κριτικός λόγος τη θέση που του αρμόζει στα Γράμματά μας. Να μη μείνει ο στείρος εκείνος διανοητισμός των αποτυχημέ νων ως δημιουργών. Γιατί, σίγουρα, η κριτική είναι μια αυτόνομη δημιουργία. Είναι μια προσωπική διαίσθηση για τον κόσμο. Και ο κριτικός, ο γνήσιος, ο φωτισμένος κριτικός, είναι όχι μόνο ισότι μος με τον ποιητή ή τον πεζογράφο αλλά, πολλές φορές, υψώνε ται, γίνεται ο προφήτης, ο οραματιστής, ο ανανεωτής της εποχής του. Και είναι πέρα για πέρα ώριμος και σοφός ο λόγος του Πέτρου Χά ρη, όταν λέει πως «Το επίπεδο του κριτικού δοκιμίου προσδιορίζει και το επίπεδο του πολιτισμού μιας χώρας». Και συνεχίζει: «Ό π ου το δοκίμιο, λογοτεχνικό, καλλιτεχνι κό, φιλοσοφικό, ιστορικό, όπου παρουσιάζεται άρτιο, εκεί και η αληθινή, η ώριμη πια, η πολυδύνα μη πνευματική ζωή». Σε δέκα τόμους ανέρχονται τα κριτικά δοκίμια του Πέτρου Χάρη. ΓΓ αυτό το μικρό, το τελευταίο, εί ναι το ώριμο καταστάλαγμα, είναι η σταγόνα της λάμψης, η πνευματι κή πεμπτουσία μιας μακριάς πο ρείας μόχθου. Δικαιωματικά λοι πόν παίρνει θέση για μιαν ιστορική αποτίμηση του κριτικού λόγου στη χώρα μας- για μιαν ανάγκη αναγω γής του σε δημιουργία.
Ανάγκη αναγωγής του κριτικού λόγου σε δημιουργία. Και έτσι εί ναι. Εκείνος που ανάλωσε εξήντα τόσα χρόνια από τη ζωή του στην κριτική της πνευματικής ζωής του τόπου μας, έζησε από κοντά την πολυδυναμία του ιδιαίτερα ευαίσθη του αυτού λειτουργήματος, τούτη τη βιωμένη ώρα της ωριμότητάς του μιλά για την ύψιστη σημασία της αναλυτικής κριτικής, για την ύψιστη θυσία του κριτικού δοκι μιογράφου. Με την κοφτερή του ματιά δια χωρίζει τη φιλολογική κριτική, την ανέπνοη, που σταματά στη στεγνή επιστημονική έρευνα και στην εξω τερική καταγραφή του έργου, από την άλλη, τη φωτισμένη, τη φλογε ρή, που επισημαίνει το άξιο έργο, το διαχρονικό, αλλά και ανιχνεύει στο άγνωστο και στο αδιαμόρφωτο
ΙΣΩΣ ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ ΠΕΡΙΜΕΝΑΤΕ Η τριλογία ΓΥΜΝΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΤΟΥ ΒΙΚΤΩΡΑ ΚΥΠΡΑΙΟΥ
Σας μιλάει κατευ θείαν στην καρδιά ΕΛΒΙΡΑ Η τραγική «Ωραία» που δεν γνώρισε ποτέ αγάπη ΜΑΓΓΥ Το θύμα μιας άτυχης μοίρας ΛΟΤΓΑ Η γυναίκα που δυστύ χησε σαν μάνα Μια ιστορία για 3 γυ ναίκες πλεγμένη απ’ το 1936 έως το 2000 με μυστήριο και αγωνία. Χαρείτε το, προσφέρτε το! Πωλείται σ’ όλα τα βιβλιοπωλεία και κιόσκια. Γ. πράκτωρ ΧΡΥΣΗ ΠΕΝΝΑ Στοά Κοραή και Στα δίου 30 Τηλ.: 3234321, 3234710.
70/οδηγος να βρει την αυριανή αξία, να προφητέψει την πρωτοπορία. «Τις Δοκιμές του Σεφέρη δεν τις θεωρώ μόνο προσφορά ισότιμη με τα ποιήματά του. Αυτός ο πεζός λόγος, μαζί με τις σελίδες δύοτριών άλλων δοκιμιογράφων μας, δείχνει ώς πού έχει ανέβει η στάθ μη της πνευματικής μας ζωής», γράφει ο Πέτρος Χάρης στο βιβλίο του. Και ανενδοίαστα, με τη σιγου ριά της δοκιμασμένης πνευματικής πείρας του, τοποθετεί το δοκίμιο στη λογοτεχνική πεζογραφία, προσδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στη λειτουργικότητα του ρόλου του για τη διαμόρφωση του πνευματι κού επιπέδου μιας χώρας. Γιατί, σίγουρα, η κριτική είναι διαίσθηση ζωής. Είναι συν-είδηση του υπάρχειν μέσα στον κόσμο, αφού συνδέεται με τον αναλυτικό στοχασμό και αναζητά τις πηγές της δημιουργίας. Αναζητά τις πη γές των οραματισμών του ποιητή ή του πεζογράφου για να φτάσει ο ίδιος ο μελετητής στις πηγές της δι κής του ανησυχίας· της προσωπι κής του υπαρξιακής περιπλάνησης. Αυτός είναι και ο λόγος που το δοκίμιο προϋποθέτει ωριμότητα και γνώση. Και αυτό το επισημαί νει ιδιαίτερα ο Πέτρος Χάρης στο κείμενό του. Ο κριτικός λόγος προϋποθέτει νου το ίδιο δημιουρ γικό με του ποιητή και του πεζόγράφου. Σε μια πρόσφατη ραδιοφωνική συνέντευξή μου, στη σειρά «Οι θεατρικοί μας συγγραφείς», με ρώ τησαν τι πιστεύω για την κριτική στον τόπο μας. Απάντησα πως μό νον όταν ο κριτικός είναι ο ίδιος δημιουργός μπορεί να κρίνει το δη μιουργικό έργο. Ακριβώς γιατί η
Ί
ομ ες
Ε1
αναλυτική κριτική σκέψη είναι δη μιουργία. Διαφορετικά είναι ένας στείρος διανοητισμός που πε ρισσέυσε στις μέρες μας. Το δοκίμιο αυτό του Πέτρου Χά ρη με φέρνει τόσο κοντά στην αλή θεια μου. Και φωτίζει ένα χώρο της πνευματικής μας ζωής, διανοίγει δρόμους σωστής τοποθέτησης του πνευματικού τούτου λειτουρ γήματος. Ό μως, αν ο Πέτρος Χάρης είναι ένας άριστος δοκιμιογράφος είναι γιατί υπήρξε ο ίδιος και δημιουρ γός. 'Εγραψε τόμους διηγημάτων, τη «Μεγάλη Νύχτα», τα «Φώτα στο πέλαγος», το «Ρεμβασμό στο Χάρ τη», έγραψε το έξοχο μυθιστόρημα «Μέρες οργής» και τόσα άλλα, που έχουν μια γνήσια μυθιστορηματική δύναμη, μια εμπνευσμένη τεχνική. Και σε όλα σχεδόν περισσεύει ο πόνος και η αγάπη για τον τόπο του. Η θυσία. Ολόκληρο το μη δοκιμιακό έργο του είναι θα έλεγα μια ποίηση του απλού, του ανθρώ πινου. Αυτή η ποίηση του καθημε ρινού που περνά και χάνεται, παίρνοντας μαζί της το χρόνο, τον βιωμένο μέσα στις απλές στιγμές χρόνο. Α πό το έργο του ολόκληρο αναδύεται μια ποίηση του χαμέ νου. Τα περισσότερα από τα έργα του μιλούν για πρόσωπα σιωπηλά, βασανισμένα, που έμειναν με τα χέρια τους άδεια. Τα περισσότερα από τα πρόσωπα των έργων του έχουν αποδεχτεί τη μοίρα τους. Και ζούνε σε κλειστά δωμάτια, σε πολυκαιρισμένα έπιπλα. Ο βιωμένος χρόνος είναι μέσα στο παρελ θόν τους ένα πάθος άδειο. Τα πε ρισσότερα πρόσωπα των έργων του είναι το καταστάλαγμα της σοφίας από την εμπειρία της εγκόσμιας
1
Τό αφιέρωμα μέ τό αναμφισβήτητο γραμ ματολογική ένδιαφέπο καί τούς λογοτεχνι κούς κύκλους. "Ενα διπλό τεύχος πού Απο τελεί μιά πρωτότυπη φιλολογική Ερευνα καί κωδικοποιεί τήν αυτο τέλεια τής σχεδόν παρασιωπημένης δεύτε ρης μεταπολεμικής ποι ητικής γενιόις ανθολο γώντας 55 ποιητές, πού δίνουν τό στίγμα καί τόν ψυχισμό της.
μοίρας τους. Και όσα πρόσωπα συμβαίνει να είναι ορμητικά και αγωνιζόμενα μέσα στον κραδασμό ενός πάθους ή μιας ιδέας, σε λίγο θα αποδεχτούν κι αυτά τη μοίρα τους. Θα σωπάσουν μέσα στη γνώ ση που είναι η σοφία της βιωμένης τους ύπαρξης. Ό τα ν διαβάζεις ένα διήγημα του Πέτρου Χάρη, έχεις την αίσθηση ότι ζεις ένα τοπίο ήρεμο. Και σιγά σιγά παγιδεύεσαι μέσα στην ψυχα ναλυτική του λόγου. Μια βαθιά διείσδυση στην ανθρώπινη ζωή. Στην απλή καθημερινή ζωή. Σιγά σιγά ανακαλύπτεις πως κάτω από την ήρεμη επιφάνεια, κρύβονται τα πάθη. Και η ζωή πάλλεται από τον κραδασμό εκείνου που δε λέγεται. Κι ύστερα, μέσα σ’ όλο το έργο του διαφαίνεται αυτή η βαθιά αγά πη για τον τόπο του. Έ νας βαθύς δεσμός, οργανικός, με ό,τι είναι γνήσια ελληνικό. Με ό,τι είναι πληγή και πόνος της γης μας. Αυτή η βαθιά αγάπη είναι μια άλλη ποίηση. Ο πόνος και οι πλη γές του τόπου γίνονται δικές του, καθώς ξεδιπλώνει, μέσα από τις σελίδες του, τη ζωή εκείνων που θυσιάζονται, που αγωνίζονται να κρατήσουν όρθια την ιδέα. 'Αλλωστε, στα περισσότερα διη γήματα του Πέτρου Χάρη, υπάρχει σχεδόν πάντα ένας τρόμος από τον αόρατο ή ορατό εχθρό. Τόσο βαθιά βίωσε ο ίδιος τον τρόμο αυτόν στην πλατύτερη, την πολυανθρώπινη έννοιά του, που πέρασε μέσα σε όλο σχεδόν το έργο του. Τα χρόνια της Κατοχής, με τη συντριπτική εκμηδένιση της ανθρώπινης αξιοπρέ πειας, τα χρόνια εκείνα τα γεμάτα ερείπια και πόνο στιγμάτισαν θα έλεγε κανείς τη ζωή του και το μετέπειτα έργο του. Ύστερα, υπάρχει και ο ανθρώ πινος κάματος. Κι όταν ακόμα μι λά για τη χαρά ή για τη νεότητα, ο ανθρώπινος πόνος σχηματίζει έναν κύκλο μαγνητικό γύρω από το μύ θο του. Εκεί επικοινώνησε με τον Ά ν θρωπο. Μέσα από τον πόνο του, από τα ανθρώπινα βάσανά του. Μέσα από την αγωνία και το φόβο του για τα απλά καθημερινά πράγ ματα, που αποτελούν, τις περισσό τερες φορές, την ουσία της ζωής, αποτελούν ήσυχα εκείνη τη μοναδι κή ποίηση του απλού. ΜΑΡΙΑ ΛΑΜ ΠΑΔΑΡΙΔΟΥΠΟΘΟΥ
ΔΕΛΤΙΟ 7 Αυγούστου 3 Σεπτεμβρίου 1985
βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. 127
Τψη Απάκή
• Το Βιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται μ ε την πολύτιμη συνερ γασία τον βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό τον οποίον ευχαρι στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίω ν γίνε ται μ ε βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο γραφία. • Σε κάθε κατηγορία βιβλίω ν προηγούνται αλφαβητικά οι έλ-
ληνες συγγραφείς και ακολου θούν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι αία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη ρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ δόσεις τους.
ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
εικοστός αιώνας. Μετ. Κωστής Παπαγιώργης. Φιλοσο φική και Πολιτική Βιβλιοθήκη, αριθ. 8. Αθήνα, Γνώ ση, 1985. Σελ. 389. Δρχ. 900.
ΣΥΝΕΔΡΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Actes du lie Colloque International D ’ Histoire. Econo mies Mediterraneennes Equilibres et Intercommunica tions. Tome I. Athfenes, 1985. Σελ. 545. Δρχ. 2000.
ΟΔΗΓΟΙ Ελλάδα και θάλασσα. Σύντομος οδηγός. Αθήνα, 1985. Σελ. 138.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΔΑ Ν ΙΗΛΙΔΗΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ. Η νεοελληνική κοι νωνία και οικονομία. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1985. Σελ. 296. Δρχ. 650.
ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΓΙΑΓΚΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. Μελέτη συγκριτικής νησιολογίας, Αθήνα, Σπανός, 1985. Σελ. 63.
ΝΕΟΤΕΡΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΑΤΕΛΕ ΦΡΑΝΣΟΥΑ. Η φιλοσοφία. Τόμος Δ '. Ο
ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. Υπαρκτός πολιτι-
72/δελτιο κός λόγος. Αθήνα, 'Επαλξη, 1985. Σελ. 93. ΚΑΡΛΙΑΦΤΗΣ ΛΟΥΚΑΣ. Τα Ιουλιανά στο φως της πόλης των τάξεων. Αθήνα, Εργατική Πρωτοπορία. Σελ. 141. Δρχ. 400. 300+24 Βουλής - Ευρωβουλής. Αθήνα, Καθημερινή, 1985. Σελ. 170. Δρχ. 800. ΚΟΛΜΑΝ ΜΑΡΣΑΛ. Πολιτική και προσωπική ζωή. Μετ. Χάρης Πατσός. Αθήνα, Κομμούνα, 1985. Σελ. 179. Δρχ. 350. ΚΟΛΜΕΡ Κ. Ο εξ Ανατολών κίνδυνος και η ελληνική υποανάπτυξη. Αθήνα. Σελ. 40. Δρχ. 350. ΦΕΡΑΓΙΟΛ1 ΛΟΥΙΤΖΙ. Βία και πολιτική. Εισ.-μετ. Δημήτρης Δεληολάνης. Αθήνα, Στοχαστής, 1985. Σελ. 137. Δρχ. 300.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ-ΠΑΙΔ/ΓΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΒΑΚΑΛΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Κ. Η Ορθοδοξία εμπνέει την παιδαγωγική πράξη. Β' προσάρτημα. Ιωάννινα, Ελληνικός Αστήρ, 1985. Σελ. 32. Δρχ. 100.
ΤΕΧΝΕΣ
ΧΟΤΖΑ ΕΝΒΕΡ. Δύο φίλοι λαοί. Αθήνα, Πλανήτης. Σελ. 280. Δρχ. 700.
ΓΕΝΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ Ε. - ΚΑΥΚΑΛΑΣ Γ. Η ρύθμιση του περιφερειακού χώρου. Θεωρία και πρακτική. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 284. Δρχ. 650. ΚΟΡΙΑ ΜΠΕΝΖΑΜΕΝ. Ο εργάτης και το χρονόμε τρο. Μετ. Γιώργος Δαγιάννης. Αθήνα, Κομμούνα, 1985. Σελ. 268. Δρχ. 450. ΚΟΡΙΑ ΜΠΕΝΖΑΜΙΝ. Επιστήμη τεχνική και κεφά λαιο. Αθήνα, Α/συνέχεια, 1985. Σελ. 250. Δρχ. 380. ΡASSET REN fi. Οικονομία και περιβάλλον. (Μία βιοοικονομική προσέγγιση). Επιμ.-θεώρηση Γιώργος Θ. Χατζηκωνσταντίνου. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1985. Σελ. 271. Δρχ. 650.
ΔΙΚΑΙΟ ΡΑΛΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Μ. Ποινικόν δίκαιον της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας. Θεσσαλονίκη, Πουρναράς, 1985. Σελ. 627. Δρχ. 2000.
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΜΑΤΣΙΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Μ. (Π ΡΕΣΒΥ Τ). ΠωγώνιΔερόπολη. Ήθη-έθιμα-τραγούδια. Αθήνα, Δωδώνη, 1985. Σελ. 326. Δρχ. 1000. ΠΑ ΠΑΖΗ ΣΗ-ΠΑΠΑΘΕΟ ΔΩΡΟΥ ΖΩΗ. Τα τραγού δια των βλάχων. Δημοτική και επώνυμη ποίηση. Αθή να , Gutenberg, 1985. Σελ. 196. Δρχ. 650. ΦΑΛΤΑΪΤΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ. Τα σκυριανά τσεμπεράκια. Α θήνα, συλλογές, 1985. Σελ. 38. Δρχ. 200.
ΜΟΥΡΕΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ I. Θέματα αισθητικής και φιλοσοφίας της τέχνης. Αθήνα, Νεφέλη, 1985. Σελ. 272. Δρχ. 700.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΟΥΣΟΥΜΙΔΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ, θ εές της οθόνης. Αθή να , Βασδέκης, 1985. Σελ. 223. Δρχ. 1500.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ BARRATT MIKE. Φωτογραφικές μηχανές. Απόδοση Θωμάς Γκινούδης. Αθήνα, Μωρεσόπουλος/Φωτογραφία, 1985. Σελ. 113. Δρχ. 300. KRUYT W. Μακροφωτογραφία. Απόδοση Κώστας Κολοκυθάς. Α θήνα, Μωρεσόπουλος/Φωτογραφία, 1985. Σελ. 77. Δρχ. 300. ZEEMEIZER PETER. Δημιουργική φωτογραφία γυ μνού. Μετ. Γιάννης και Τία Βανίδη. Αθήνα, Μωρεσό πουλος/Φωτογραφία, 1985. Σελ. 71. Δρχ. 300.
ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΑ ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Γλωσσολογικές σχο λές. Ευρωπαϊκός και αμερικανικός δομισμός. Α θήνα, 1985. Σελ. 98. Δρχ. 300.
δελτιο/73
ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
ΑΥΤΙΑ-Π ΑΠ ΑΪΩΑΝΝΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ. Νάια. Έ να πορτρέτο της προσφυγιάς του ’22. Αθήνα, Βασιλόπουλος, 1985. Σελ. 224. Δρχ. 400.
Αισχύλου αποσπάσματα. Μετ.-σχολ. Τάσος Ρούσσος. Αθήνα, Κείμενα, 1985. Σελ. 139. Δρχ. 600.
ΓΚΡΙΝΤΖΟΣ ΣΠΥΡΟΣ. Γκύρκας. Αθήνα, Δωρικός, 1985. Σελ. 256.
Μυθιστόρημα.
ΚΑΚΙΣΗΣ ΣΩΤΗΡΗΣ. Μέρη που χάσανε τη μαγεία τους. Αθήνα, Ερατώ, 1985. Σελ. 103. Δρχ. 200. ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΣ Η ΑΙΑΣ. Βόλτα με πιτζάμες. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1985. Σελ. 94. Δρχ. 200.
ΜΕΛΕΤΕΣ
ΜΑΛΑΜ ΑΣ ΦΟΙΒΟΣ. Οι χωρικοί. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 373. Δρχ. 550.
ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ Κ.Γ. Η Κρήτη μέσα από τον Ό μηρο. (Ανάτ. από το περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεύχος 1388). Α θήνα, 1985. Σελ. 13. Δρχ. 120.
ΜΑΥΡΕΛΗΣ ΣΑΚΙΣ. Μαννεκέν. Αθήνα, Νέα Σύνο ρα, 1985. Σελ. 296. Δρχ. 600. ΜΗΛΙΩΝΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ. Καλαμάς κι Αχέρον τας. Α θήνα, στιγμή, 1985. Σελ. 135. Δρχ. 450. ΞΕΝΟΠΟ ΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Η άπιστη. Μυθιστό ρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 383. Δρχ. 500.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Ο γιος μου κι η κόρη μου. Κοινωνικό μυθιστόρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 453. Δρχ. 500.
ΓΕΝΙΚΑ
ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Γκιοβάννα. Μυθιστό ρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 193. Δρχ. 250.
ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑΚΗΣ. Στοχασμοί. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 191. Δρχ. 350.
ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Λίζα. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 200. Δρχ. 250. ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Πιστή στον έρωτα. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 203. Δρχ. 250.
ΠΟΙΗΣΗ ΒΕΚΡΑΚΟΥ-Φ ΩΤΟΠΟΥΛΟΥ ΣΟΦΙΑ. Στοχασμοί και εικόνες. Τρίκαλα, Έκφραση, 1985. Σελ. 54.
ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Οι σύζυγοι της Νίνας. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 185. Δρχ. 250.
ΒΡΕΤΤΟΣ ΣΠΥΡΟΣ. Ως αζτέκοι στις Α ζόρες. Αθήνα, Πλέθρον, 1985. Σελ. 39.
ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ. Τυχεροί και άτυχοι. Κοινωνικό μυθιστόρημα. Αθήνα, Βλάσσης, 1984. Σελ. 325. Δρχ. 400.
ΓΚΑΝΑΣ ΜΙΧΑΛΗΣ. Ακάθιστος δείπνος. Αθήνα, Κείμενα, 1985. Σελ. 48. Δρχ. 300.
ΦΑΩΡΑΤΟΥ-ΠΑΪΔΟΥΣΗ ΕΛΕΝΗ. Τα παιδιά του Κρόνου. Αθήνα, Σύγχρονη εποχή, 1985. Σελ. 93.
ΔΙΠΛΑΣ ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ. Προς Αρκαδίαν. Αθήνα, Σημείον, 1985. Σελ. 31.
ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ. Μαρτυρική πορεία. Γ έκδοση. Έλληνες πεζογράφοι, αριθ. 26. Αθήνα, Φιλιππότης, 1985. Σελ. 112.
ΖΗΒΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Σελ. 49.
Φράχτες. Σέρρες, 1985.
ΚΑΚΑΡΟΥΜΠΑΣ ΑΝΔΡΕΑΣ. Δαμασκηνιάς ανθοί. Ποίηση, αριθ. 7. Πάτρα, Μικρά Ό στρακα, 1985. Σελ. 22.
AVALLI IPPOLITA. Περιμένοντας την Κίττυ. Μετ. Νίκος Αλιβιζάτος. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1985. Σελ. 167. Δρχ. 300.
1985.
ΓΚΑΡΥ ΡΟΜΑΝ. Ο άνθρωπος με το περιστέρι. Μετ. Α νδρέας Βαχλιώτης. Αθήνα, Χατζηνικολή, 1985. Σελ. 118. Δρχ. 300.
ΠΑΣΣΙΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ I. Αλαμάνα. Ποιήματα και μονόλογοι. Αθήνα, 1985. Σελ. 48.
ΓΚΕΩΡΓΚΙΟΥ ΒΙΡΓΚΙΛ. Ο δερμάτινος χιτώνας. Μυ θιστόρημα. Μετ. Βάσω Γουνέλα. Α θήνα, Ακρίτας, 1985. Σελ. 372. Δρχ. 550.
ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΗΡΩ. Ρέκβιεμ. Αθήνα, Σελ. 37.
ΠΙΤΣΙΛΙΔΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ. Κυθέρεια. Ποιήματα. Αθή να, Gutenberg, 1985. Σελ. 85. ΦΩΤΙΑΔΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. « Ό φ ις γυρεύει σπήλαιον». Αθήνα, συλλογές, 1985. Σελ. 40. Δρχ. 250.
ΚΑΝΕΤΤΙ ΕΛΙΑΣ. Η τύφλωση. Μετ. Τζένη Μαστο ράκη. Γράμματα/Λογοτεχνία, αριθ. 122. Α θήνα, γράμ ματα, 1985. Σελ. 549. Δρχ. 1000. LEBLANC M AURICE. Αρσέν Λουπέν. Η κούφια βε-
74/δελτιο λόνα. Μετ. Αλεξάνδρα Φραγκιά. Αθήνα, Ά γρ α , 1985. Σελ. 333. Δρχ. 600.
ΘΕΑΤΡΟ
ΑΕΜΠΛΑΝ ΜΩΡΙΣ. Αρσέν Λουπέν. Ο αριστοκράτης λωποδύτης. Μετ. Χαρά Κίττου. Αθήνα, Ερατώ, 1985. Σελ. 253. Δρχ. 350. SVEVO ITALO. Η ιστορία του καλού γέρου και της όμορφης κόρης. Μετ. Παύλος Γερένης. Αθήνα, Το Δέντρο, 1985. Σελ. 91. Δρχ. 200.
ΜΕΛΕΤΕΣ
FLAUBERT GUSTAVE. Τρεις ιστορίες. Μετ. Γιώρ γος Σπανός. Αθήνα, Πλέθρον, 1985. Σελ. 136. Δρχ.
ΠΕΡΕΛΗ-ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ ΡΕΝΑ. Η μάσκα και το πρόσωπο. Αθήνα, Θεωρία, 1985. Σελ. 179. Δρχ. 400.
ΧΕΣΣΕ ΧΕΡΜΑΝ. Ταξίδι στην Ανατολή. Μετ. Νίκος Μάρκογλου. Γράμματα/Λογοτεχνία, αριθ. 121. Αθήνα, γράμματα, 1985. Σελ. 94. Δρχ. 200.
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΥ Θ ΥΜΟΓΡΑΦΙΚΑ
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ
ΣΑΧ ΙΝΤΡΙΣ. Οι ιστορίες του απίστευτου Μουλλά Νασρεντίν. Μετ. Νίκος Αναγνώστου. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1985. Σελ. 219. Δρχ. 500.
ΠΕΤΡΑΚΗΣ ΕΜ ΜΑΝΟΥΗΔ-ΚΑΡΑΜΗΝΑΣ ΠΕΡΙ ΚΛΗΣ. Ο δίσκος της Φαιστού. Α θήνα, Ηλίανθος. Σελ. 48. Δρχ. 150.
ΚΟΜΙΚΣ
ΒΑΛΤΕΡ ΧΑΝΣ. Ο κόσμος της Αρχαίας Α ίγινας, 3000-1000 π.Χ . Μετ. Μαριλένα Κασιμάτη. Αθήνα, Τρία Φύλλα, 1985. Σελ. 155. Δρχ. 450.
BARR MIKE W. Η ιστορία της Μοργκάνα λε Φάι. Μετ. Τάτη Παπαβασιλείου. Αθήνα, Star-Comics, 1985. Σελ. 48. BARR MIKE W - BOLLAND BRIAN. Η προδοσία. Μετ. Τάτη Παπαβασιλείου. Αθήνα, Star-Comics, 1985. Σελ. 47.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΡΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ X. Αναθυμήματα από την εφηβεία του φίλου μου Γιώργου Σεφέρη, Εκδόσεις Ενώσεως Σμυρναίων, αριθ. 24, Αθήνα, 1984. Σελ. 48. Δρχ. 200.
LAWRENCE D. - ΜΑΤΕΝΑ D. Storm. Ο άνθρωπος της ερήμου. Μετ. Γιάννης Περδικογιάννης. Αθήνα. Star-comics, 1985. Σελ. 46.
ΜΑΚΡΗΣ ΟΡΕΣΤΗΣ. Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 327. Δρχ. 600.
LAWRENCE DON - ΜΑΤΕΝΑ DICK. Η πράσινη κόλαση. Μετ. Γιάννης Περδικογιάννης. Αθήνα, StarComics, 1985. Σελ. 46.
ΠΑΠΠΑ ΕΛΛΗ. Σελίδες από τον τύπο της Αντίστα σης. Μαρτυρίες, αριθ. 10. Α θήνα, Φιλιππότης, 1985. Σελ. 60. Δρχ. 180.
REDING R - HUGUES F. Ερίκ Καστέλ. Η αποβολή. Μετ. Χρήστος Χρηστίδης. Αθήνα, Star-Comics, 1985. Σελ. 48.
LEMONNIER Α.Μ. Η μαρτυρία ενός κατάδικου. Μετ. Σωτηρία Κροντήρη. Α θήνα, Καλός Τύπος. Σελ. 115. Δρχ. 250.
REDING RAYMOND - HUGUES FRANCOISE. Ο ημιτελικός. Μετ. Χρήστος Χρηστίδης. Αθήνα, StarComics, 1985. Σελ. 46.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΜΕΛΕΤΕΣ
ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. Ρουμλούκι. Ιστορία και τυπογραφία. Τεύχος Ιο. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 101.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Γ. Ο Νίκος Καζαντξάκης και το αντικείμενο αναζήτησής του. Ηράκλειο, Δήμος Ηρακλείου, 1985. Σελ. 172.
ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ηρωικά της Εύβοιας. Α θήνα, 1985. Σελ. 118. Δρχ. 350.
ΣΠΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Μάθημα περιπέτειας. Δοκίμιο. Αθήνα, 1985. Σελ. 29.
ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΕΤΡΟΣ. Το μοναστήρι της Παναγίας της Μακεδονίτισσας στη Λευκωσία. Λευκωσία, 1985. Σελ. 75.
δελτιο/75 ΤΣΕΛΙΚΑΣ ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ. Μαρτυρίες από τη Σαν τορίνη. (1573-1819). Έκθεση ιστορικών εγγράφων. Αθήνα, 1985. Σελ. 111. Δρχ. 300.
BRUEL CHRISTIAN - BOZELLEC ANNE. Η ιστο ρία της Λιλής που είχε ίσκιο αγοριού. Μετ. Κατερίνα Νησίκα. Αθήνα, Καλέντης, 1985. Σελ. 48. Δρχ. 330.
ΦΟΥΡΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Π. Η πρώτη σύγκρουση ελλήνων-εβραίων. Αθήναι, 1985. Σελ. 379. Δρχ. 600.
ΠΟΥΣΚΙΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Η δεσποινίς χωριάτισσα. Μετ. Μίρα Δημητρίου. Θεσσαλονίκη, Α .Σ .Ε ., 1985. Σελ. 42. Δρχ. 400.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΒΟΡΡΕΣ ΙΩΝΑ. Η τελευταία των Τσάρων. Β' έκδοση. Μετ. Ιωάννης Δ. Βορρές. Αθήνα, Anglo-Hellenic Pub, 1985. Σελ. 367. Δρχ. 700.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 297. Δρχ. 70. ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ. Έκδοση της νεολαίας ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τεύ χος 195. Δρχ. 80.
ΠΑΙΔΙΚΑ
ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ ΤΗΣ ΑΡΝΑΙΑΣ. Φύλλα 77 και 78. ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Μηνιαία έκδοση. Τεύχος 15-16. ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ. Τεύχος 6. Δρχ. 150.
ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ Παραμύθια γραμμένα από τα παιδιά. Παλλήνη, Σύλ λογος Γονέων και Κηδεμόνων Εκπαιδευτηρίων Κωστέα-Γείτονα, 1985. Σελ. 55. Δρχ. 350.
ΤΟ ΒΗΜΑ. Δημοσιογραφικό όργανο της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης. Φύλλο 189. ΒΟΡΕΙΟΕΛΛΑΔΙΚΑ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 43ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ. Μηνιαία επιθεώρηση τέ-
Eiaipcia Ισπανικών Σπουδών •ΜΙΓΚΕΛ ΝΤΕ ΘΕΡΒΑΝΤΕΕ· Καποδιστρίου 2, Τηλ. 3628880
Πρόγραμμα Σπουδών: Βασικός Κύκλος Γλώσσας (Κανονικά & Εντατικά Τμήματα)·Ανώτερος Κύκλος Ισπανόφωνου Πολιτισμού. Ειδικά τμήματα: Προφορική άσκηση - Σεμινάρια και τμήματα επεξεργασίας ειδικών θεμάτων. ΤΜΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΙΣΠ ΑΝΟΦ ΩΝΩΝ
Διδάσκουν Ισπανοί καθηγητές πτυχιούχοι ισπανικών πανεπιστημίων. Πληροφορίες-εγγραφές: Από 9 Σεπτεμβρίου πρωί: 10.00-1.30 απόγευμα: 5.30-8.30 καθημερινά
76/δελτιο χνης κριτικής και κοινωνικού προβληματισμού. Τεύχος 51. Δρχ. 150.
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Τρίμηνη έκδοση μελέτης εκπαιδευτικών θεμάτων. Τεύχος 1. Δρχ. 250.
ΓΥΝΑΙΚΑ. 15μερο γυναικείο περιοδικό. Τεύχη 926 και 927. Δρχ. 120.
ΟΜΠΡΕΛΛΑ. Γράμματα-τέχνες-πολιτισμός. 19-20. Δρχ. 150.
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχη 46, 47, 48. Δρχ. 100.
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. Επιθεώρηση προ βληματισμού για οργάνωση και διοίκηση. Τεύχος 18. Δρχ. 200.
ΔΕΛΤΙΟ. Σύνδεσμος βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος. Τεύχος 3-4-5/227-228-229. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ. Φύλλο 62. Δρχ. 1, 50.
Τεύχη
ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Διμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 3. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΝΕΑ. Φύλλο 30-31.
ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 125. Δρχ. 150.
ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση. Δρχ. 50.
ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Τεύχος 8. Δρχ. 450.
ΠΑΝΘΕΟΝ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχος 835. Δρχ. 120.
ΔΡΩΜΕΝΑ. Δίμηνο θεατρικό περιοδικό. Τεύχος 7-9. Δρχ. 250. ΔΩΜ Α. Περιοδική έκδοση για τις τέχνες του λόγου. Τεύχος 5. Δρχ. 450. ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Διμηνιαίο περιοδικό του Εμ πορικού Συλλόγου Αθηνών. Τεύχος 19. ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 44. Δρχ. 100. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ. Τεύχος 55. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ. Δίμηνη επιθεώρηση κοι νωνικών επιστημών. Τεύχος 23. Δρχ. 200. ΕΡΜΑΡΧΟΣ. Μηνιαία περιοδική φυλλάδα. Τεύχος 1. ΕΥΒΟΪΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Φύλλο 36. ΕΥΝΟΣΤΟΣ. Τριμηνιαία περιοδική έκδοση. Τεύχος 1. Δρχ. 200. ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ. Τεύχος 149. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 148. Δρχ. 100. ΘΕΣΕΙΣ. Αναλύσεις-κριτική-προβλήματα της πάλης των τάξεων. Τεύχος 12. Δρχ. 200. ΘΟΥΡΙΟΣ. Κεντρικό όργανο της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος. Τεύχος 199. Δρχ. 50. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου δών. Τόμος 46, τεύχη 5 και 6. ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Τεύχος 204. Δρχ. 200. ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ. Περιοδική έκδοση ιστορικών σπου δών. Τόμος 2, τεύχος 3. Δρχ. 400. Η ΛΕΞΗ. Ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Τεύχος 46. ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ. Φύλλο 31. Δρχ. 30.
Φύλλο 89.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Μηνιάτικη εφημερίδα γνώμης Ν. Κο ζάνης. Φύλλο 8. Δρχ. 25+ειδική έκδοση. ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ. Φιλολογικόν περιοδικόν κατά τριμη νίαν εκδιδόμενον. Τόμος ΚΖ', αρ. 2. Δρχ. 300. ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ. Περιοδικό του Συλλόγου Ελλήνων Φοιτητών Μινέρβά. Τεύχος 4. ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ. Τετράδιο για τα γράμματα και τις τέ χνες. Διπλό τεύχος 5-6. Δρχ. 230. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ. Μηνιαία επιθεώρηση τέχνης. Τεύχος 21. Δρχ. 150. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 77. Δρχ. 200. ΠΟΡΦΥΡΑΣ. Περιοδική έκδοση γραμμάτων-τεχνών. Τεύχος 29-30. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ. Ό ργα νό της «Κίνησης για τη νεότη τα». Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος Β/20. Δωρεάν. ΣΠΑΡΜΟΣ. Δίμηνο περιοδικό τέχνης. Τεύχος 42. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμμάτων και τεχνών. Φύλλο 105. Δρχ. 7. ΣΥΜΒΟΛΗ. Περιοδική έκδοση Επιμορφωτικού Συλ λόγου Παιανίας. Τεύχος 22. ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ. Τεύχος 29. Δρχ. 130. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΤΩΝ. Φύλλο 107. 4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχος 179. Δρχ. 130. ΤΟΤΕ... Μηνιαίο περιοδικό για την ελληνική ιστορία. Τεύχος 27. Δρχ. 190. Ο ΤΥΠΟΣ. Μηνιαία δημοσιογραφική επιθεώρησις. Τεύχος 13. Δρχ. 100. ΥΔΡΙΑ. Τεύχος 54. Δρχ. 200.
MARKETING AGE. Ελληνική επιθεώρηση marketing και επικοινωνίας. Τεύχος 9. Δρχ. 150.
ΦΑΡΟΣ ΤΑΥΡΙΟΥ. Εφημερίδα της Ά νδρ ου. Φύλλο 11 και 12.
ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Διμηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 14. Δρχ. 20.
ΦΘΙΩΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. Περιοδική έκδοση. Τεύ χος 2.
ΝΕΑ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΣ. Τεύχος 149-150. Δρχ. 1500.
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΣΤΕΓΗ. Τεύχη 32,33.
ΝΕΑ ΗΓΕΣΙΑ. Τεύχος 6-7. Δρχ. 100.
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Βιβλιογραφική ενημέρωσις εκδόσεων «Τήνος». Φύλλο 55.
ΤΑ ΝΕΑ ΤΩΝ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ. Μηνιαία έκδο ση. Τεύχος 36.
ΧΡΟΝΙΚΑ. Ό ρ γα νο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου της Ελλάδος. Τεύχος 78.
δελτιο/77 24 Ιουλίου6 Αυγού στου 1985
κριτικογραφία
Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊ κό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του . κριτικού και ο' τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.
- Υ π ό μ ν η μ α -------ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΘ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χαχζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαδβίδης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμποΰκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: θ . Μ. Πολίτης ΘΥ: Θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου
ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παιονίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή ΓΙ: Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΙ: Εικόνες ΕΘ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδόμη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Επσπτεία
' ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη 'Ωρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης ΠΘ: Πολιτικά Θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πορφύρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική
Οδηγοί
Πολιτική
Γεωργικός οδηγός ’85 (Κ. Λατίφης, ΟΤ, 25/7)
Μακρίδης Ρόυ: Η ελληνική πολιτική στο σταυροδρόμι (Κ. Στυλιδιώτης, ΟΤ, 25/7) Μπυσί-Γκλυκσμάν Κ. - Τέμπορν Γ.: Η σοσιαλδημοκρατική πρόκληση (Ν. Δεμερτζής, ΔΙ, 124) Revel J.F.: Πώς οι δημοκρατίες εξαφανίζονται (ΑΘ, ΗΜ, 26/ 7)
Φιλοσοφία Νίτσε Φ.: Γέννηση της τραγωδίας (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) θρησκεία Τριανταφυλλίδης Γ.: Εκλάμψεις θείου φωτός (Ν.Β.Τ. Χρι στιανική Βιβλιογραφία, 55) Χριστόπουλος Π.: Η αλήθεια κριτής (X. Χαραλαμπόπουλος, Ναυπακτιακή, 14)
Κοινωνιολογία Κυριακίδης Π.: Αίτια της επιτυχίας και αποτυχίας των ατό μων που μετακινούνται α*ό τα χωριά στις πόλεις (Κ. Λατίφης, ΟΤ, 1/8)
78/δελτιο Μιχαηλίδης Μ.: Χτίσε γερά τη φωλιά σου (Ν.Β.Τ., Χριστιανι κή Βιβλιογραφία, 55) Μουσούρου, Λ.: Η οικογένεια και το παιδί στην Αθήνα (Ε. Δημητρίου, ΔΠ, 47) Κάουτσκυ, Κ.: Η κοινωνική επανάσταση (Δ. Κυρτάτας, ΔΠ, 47) Οικονομία Lepage Η.: Αύριο ο καπιταλισμός (Α θ, ΗΜ, 26/7) Λαογραφία Αλεξάκης Ε.Π.: Η εξαγορά της νύφης (ΣΤ, ΕΛ, 25/7) Μέλλιος Λ.Α.: Για τα παιδία παίζει (ΑΦ, ΑΚ, 27/7) Παιδαγωγική Φον Κούμπε Φέλιξ: Η επιστήμη της αγωγής (ΛΑ, ΠΕ, 77) θ ετικέ; και εφαρμοσμένες επιστήμες Ο ελληνικός ορυκτός πλούτος (ΑΠ, ΠΕ, 77) Τσούρκας Π.: Χημεία και τεχνολογία πολυμερών (ΛΑ, ΠΕ, 77) Χάκετ, Ερλ.: Το αίμα (ΛΑ, ΠΕ, 77) Τέχνες Ζωγράφου - Κόρρε Κ.: Εκκλησιαστική χρυσοκεντητική (ΣΤ, ΕΛ, 25/7) Ιωάννου Γ.: Ο τρίτος δρόμος... δεξιά (ΒΠ, ΔΙ, 124) Καραμπελιάς Γ.: Για το Σαββόπουλο (Π. Μπουκάλας, ΔΠ. 46) Κουτουρίδης, Β.: Έλλη Καπαϊτζή - Παπαεμμανουήλ. Ζωγρα φική (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) Σπηλιάδη Β.: Απέργης (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 4/8) Αθλητισμός Μπάντλ Σ.: Αυτή είναι η ιππασία (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) Κλασική φιλολογία Μητσόπουλος Θ.: Ιστορία και Ανθολογία της Αρχαίας Ελλη νικής Σκέψης (Φ.Κ. Βώρος, Δ1, 124) Ποίηση Αναγνωστάκης Μ.: Ποιήματα 1941-1971 (Α. Λαμπρία, ΜΕ, 3/ 8) Γιαγκουλλή X.: Βουλοκίρια (ΒΠ, ΔΙ, 124) Ιωαννίδης Γ.: Ρομφαία (Α.Α. Ζαρίφης, ΦΣ, 33) Καρβελάς Λ.: Ακμαίο ύψος (Α.Α. Ζαρίφης, ΦΣ, 33) Κουτσοχέρας Γ.: Καλάβρυτα ’43 (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) Λειβαδίτης Τ.: Βιολέτες για μια εποχή (ΚΤ, ΕΘ, 28/7) Λιδωρίκης, Α.: Κραυγή σε 24 τόνους (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) Μακρυγιάννης Ν.: Ζωή ευλογημένη (X. Χαραλαμπόπουλος, Ναυπακτιακή, 14) Μανιτάρα-Πετράκου Κ.: Το τελευταίο οχυρό (Α.Α. Ζαρίφης, ΦΣ, 33) Μοσκόβης Β.: Προσκομιδή (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) θεοφάνους Κ.: Το νήμα της ψυχής μου (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) Παπουτσίδης, Ν.: Ο πτεροφόρος (NY, ΕΟ, Αυγ. ’85) Παυλέα Ρ.: Γεωμετρικά πουλιά (ΑΦ, ΑΚ, 27/7) Πετρούλας Τ.: Θρύψαλα με αποχρώσεις (NY, CO, Αυγ. ’85) Πόθος Δ.: Ψυχής βίος (Ν.Β.Τ., Χριστιανική Βιβλιογραφία, 55) Πρατικάκης Μ.: Γενεαλογία (Γ. Μαρκόπουλος, ΔΙ, 124) Πύρπασος X.: Πειραιώτικα (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) Σιεττός, Γ.: Συνειδησιακή πορεία (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33)
Σταύρακας Π.: Αντιθέσεις συγκλίνουσες (Α.Α. Ζαρίφης, ΦΣ, 33) Ερωτική ποίηση (NY, CO, Αυγ. ’85) Τρακλ Γ. - Έσσε Ε.: Ποιήματα (NY, CO, Αυγ. ’85) Πεζογραφία Αντωνιάδη Κ.: Προς Τεύκρον (ΒΠ, ΔΙ, 124) Βογιατζόγλου Σ.: Το τσιφτετέλι (ΒΠ, ΔΙ, 124) . Γεράνης Σ.: Ένας ευαίσθητος μποξέρ που έγινε αστυφύλακας (Γ. Χατξημανωλάκης, ΦΣ, 33) Καραθάνος, Σ.: Το παραμύθι της κυράς (Ν.Β. Τυπάλδος, Χρι στιανική Βιβλιογραφία, 55) Καρατζαφέρη I.: Ζευγάρια της Αθήνας (Δ. Λάλα - Κριστ, ΑΝ, 296) Καχτίτσης Ν.: Ο εξώστης (ΣΤ, ΕΛ, 25/7) Κυραρίνη - Φραγκάκη, Μ.: Κάπου στο Αιγαίο (Ν.Β.Τ., Χρι στιανική Βιβλιογραφία, 55) Μαξίμου Π.: Στα χρόνια του Αλέξιου Κομνηνού (ΘΥ, ΕΙ, 24/ 7) Μετσόλης Γ.: Ένας Έλληνας στην Τουρκία (Γ. Χατξημανω λάκης, ΦΣ, 33) Μούλιος Φ.: Η φαμίλια των Λιστινών (ΕΛ, ΓΎ, 24/7) Μουστάκας Β.: θεομηνία (Σ. Αποστολάκης, ΦΣ, 33) Μπασιάς Ε.: Οι τρεις πίνακες (Ν.Β.Τ., Χριστιανική Βιβλιο γραφία, 55) Παπαδόπουλος Θ.: Το κυκλικό διήγημα (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) Πλασκοβίτης Σ.: Το τρελό επεισόδιο (Κ. Σουέρερ, ΠΡ, 29-30) Πολυδωροπούλου Π.: Η φθορά (ΕΛ, ΓΎ, 24/7) Ρίτσος Γ.: Εικονοστάσια ανωνύμων αγιών (Ν. Κοντράρου Ράσια, ΕΘ, 28/7) Φύτρας Π.: Εφτά διηγήματα (Α.Α. Ζαρίφης, ΦΣ, 33) Χουδρόπουλος Σ.: θάλαμος Οκτώ (Ν.Β.Τ., Χριστιανική Βι βλιογραφία, 55) Άουελ Τ.: Η κοιλάδα των αγγέλων (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 4/8) Απολλιναίρ Γ.: Έντεκα χιλιάδες βέργες (Ν. Βαγενάς, ΝΕ, 27/ 7) Γκεϊγερστάμ Γ.: Το βιβλίο του μικρού αδερφού (ΘΥ, ΕΙ, 31/7) Γκόλντεμπεργκ Ν.: Ο μπαμπάς Κλώσα (ΘΥ, ΕΙ, 31/7) Γουέστ Μ.: Ο θαλασσοπόρος (ΘΥ, ΕΙ, 31/7) Έκο Ο.: Το όνομα του ρόδου (Τ. Χατζηαναγνώστου, ΝΕ, 3/8) Ίρβινγκ Ο.: Ριπ Βαν Ουίνκλ (ΘΥ, ΕΙ, 31/7) Καλβίνο I.: Πάλομαρ (Α. Λαμπρία, ΜΕ, 27/7) Κόζακ Γ.: Μαριάνα Ραντβάκοβα (ΕΖ, ΡΙ, 28/7) Μαρξ, Γ.: Κρεβάτια (ΒΠ, ΔΙ, 124) Μίλλερ X.: Πρώτες εντυπώσεις από την Ελλάδα (Α. Λαμπρία, ΜΕ, 27/7) Μπουλγκακόφ Μ.: Η καρδιά ενός σκύλου (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) Μπουτσάτι Ν.: Ο σκύλος που είδε το θεό (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) Ντεόν Μ.: Έ να ταξί μοβ (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 4/8) Ντύρας Μ.: Ο εραστής. (X. Ντουνιά, ΑΝ, 296), (Κ, ΚΑ, 25/7) Ρόμπλες Ε.: Τα μαχαίρια (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) Σουήρι Μ.: Το γυμνό ψωμί (Ε.Κ., ΡΙ, 4/8) Τυμπόρ Μίκι Passeport (ΘΥ, ΕΙ, 24/7) Μελέτες Βαρβέρης Γ.: Η κρίση του θεάτρου, 1976-1984 (Κ. Χριστοφιλόπουλος, ΑΓ, 195) Δημήτρης Γληνός, παιδαγωγός και φιλόσοφος (Τ. Αναστασιάδης, ΟΤ, 25/7) Λορεντξάτος Ζ.: Το τετράδιο του Μακρυγιάννη (ΣΤ, ΕΛ, 25/ 7) Μακράκης Μ.: Ο Ντοστογιέφσκι και η επανάσταση των νέων (Ν.Β.Τ., Χριστιανική βιβλιογραφία, 55) Ο Μπόρχες στην Κρήτη (Α. Λαμπρία, ΜΕ, 3/8) Ροντάρι, Τ.: Η γραμματική της φαντασίας (ΜΚ, ΔΙ, 124) Δοκίμια Καστρίτης Α.: "Αφραστο θαύμα (Ν.Β.Τ., Χριστιανική Βιβλιο γραφία, 55) Κούσουλας Δ.: Τα μεγαθέματα της εποχής μας (ΑΘ, ΗΜ, 26/ 7)
δελτιο/79 Μάργαρης Β.: Περί συνήθειας. (ΒΠ, ΔΙ, 124) Αλληλογραφία
Gabe Mirkin, M .D
Αδαμάντιος Κοραής: Αλληλογραφία, τόμ. A - ΣΤ' (Χριστο δούλου Γ, ΔΙ, 124) Παλαμάς Κ.: Γράμματα στη Ραχήλ (Α.Κ., ΡΙ, 4/8)
Marshall Hoffman
Παιδικά Lepscky I.: 1) Λεονάρντο Ντα Βίντσι 2) Πάμπλο Πικάσσο (Μ.Ξ. Κασιμάτη, ΔΙ, 124) Νεστλινγκέρ Κ.: 1) Προσοχή ο Βράνεκ φαίνεται τελείως ακίν δυνος. 2) Το παιδοκέλαρο. 3) Ένας άντρας για τη μαμά. 4) Γιούχα στον κολοκυθοβασιλιά (ΘΥ, ΕΙ, 31/7) Τζάστερ Ν.: Τα διόδια της φαντασίας (ΘΥ, ΕΙ, 31/7)
Α Θ Λ Η Τ ΙΑ Τ Ρ ΙΚ Η
Ιστορία Διζικιρίκης Γ.: Ο νεοελληνικός διαφωτισμός και το ευρωπαϊ κό πνεύμα 1750-1821 (Γ.Μ. Κωνσταντίνου, ΡΙ, 28Π) Ενισλείδης X.: Αμφίκλεια (Τ. Παναγιώτου, Φθιώτικη Δη μιουργία, 2) Ιστορικά - Λαογραφικά Ηγουμενίτσας 1500-1950 (Κ. Λαζαρίδης, Πανηπειρωτική, 89) Μακρυγιάννης Ν.: Κοινοβουλευτική ιστορία της Ναυπακτίας (X. Χαραλαμπόπουλος, Ναυπακτιακή, 14) Σαμπαζιώτης, Δ.: Δημιουργικός ιστορισμός (Γ. Χατζημανωλάκης, ΦΣ, 33) Τζαμτζής, Α.Ι.: Τα λίμπερτυ και οι Έλληνες (Γ. Χατζημανωλάκης, ΦΣ, 33) Μαρξ Κ. - Ένγκελς Φ.: Η Ελλάδα, η Τουρκία και το ανατολι κό ζήτημα (Α. Λαμπρία, ΜΕ, 27/7) Σολζενίτσιν Α.: Ο Λένιν στη Ζυρίχη (Α θ, ΗΜ, 26/7) Τοπόλσκι Γ.: Προβλήματα Ιστορίας και ιστορικής μεθοδολο γίας (Τ. Αναστασιάδης, .ΟΤ, 1/8), (ΘΥ, ΕΙ, 24/7)
Βιογραφίες - Μαρτυρίες Βσγάσαρης Α.: Πωλ Νορ (Γ. Χατζημανωλάκης, ΦΣ, 33) Γρηγοριάδου - Σουρελή Γ.: Καυτές μνήμες από τη Σμύρνη (Ν. Νικόπουλος, ΑΥ, 28/7) Μποροβίλος Γ.: (επιμ.). Από τον Μαρξ στον Λένιν (Ν.Β.Τ., Χριστιανική Βιβλιογραφία, 55) Πανταζής Π.Δ.: Μίλτος Κουντουράς (Γ. Χατζημανωλάκης, ΦΣ, 33) Παπαλίλης Γ.: Εθνική Αντίσταση στην Αργολίδα (ΒΠ, ΔΙ, 124) Παχυγιαννάκης Ε.: Το πορτραίτο του Μαρξ (Ν.Β.Τ., Χριστια νική Βιβλιογραφία, 55) Πλακαντωνάκης Σ.: Οι αμέτοχοι (Γ. Χατζημανωλάκης, ΦΣ, 33), (ΒΠ, ΔΙ, 124) Ράντσιος Τ.: Ο καθένας τους ήτανε και μια ιστορία (ΒΠ, ΔΙ, 124) Γκόγκολ Ν.: Η εξομολόγηση του συγγραφέα (Ε.Κ., ΡΙ, 28/7) Κολόμβος X.: Η ανακάλυψη της Αμερικής (ΚΤ, Ε θ , 4/8) Μπάρτζιν Ρ.: Συνομιλίες με τον Χ.Λ. Μπορχές (Α. Λαμπρία, ΜΕ, 3/8) Το ημερολόγιο του Μπόμπυ Σαντς (Π. Μπουκάλας, ΔΠ, 46) Ταξιδιωτικά Αργυράκης Μ.: Ο γύρος της Ελλάδας (Τ.Π. Σπητέρης, ΔΙ, 124) Μενούνος Γ.: Η Αυστραλία σήμερα (Ν.Β.Τ., Χριστιανική Βι βλιογραφία, 55) Περιοδικές εκδόσεις Ορθόδοξη παρουσία. Τεύχ. Ι θ ' (Ν.Β.Τ. Χριστιανική Βιβλιο γραφία, 55)
AHMOLOKNHθλ
f
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ I P. ΠΛΡΙΣΙΑΝΟΣ
80/μικρες αγγελίες
μικρές αγγελίες ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ, πτυχιούχος Harvard, με μεταπτυχιακές σπουδές και πείρα διδασκα λίας, παραδίδει μαθήματα αγ γλικών σε αρχαρίους και προ χωρημένους Τηλ.: 69.30.259 ΓΚΟΥΡΤΖΙΕΦ - ΟΥΣΠΕΝΣΚΥ κέντρο δέχεται μαθητές. Τηλ.: 81.32.262
ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ Νηπιαγωγικής αναλαμβάνει να προσέχει τα παιδιά σας κατά τις ώρες της απουσίας σας. Τηλ.: 82.20.871.
ΓΝΩΡΙΖΩ πολύ καλά γαλλικά (λογοτεχνία/κοινωνικές επιστή μες) και καλά ισπανικά (Λατ. Αμερικής). Έχω πείρα στη δι δασκαλία και θα μπορούσα να σας φανώ χρήσιμη και στις με ταφράσεις σας. Τηλ.: 72.46.665(3-5) ή 65.18.864.
ΑΓΚΑΛΗ: Παιδικός Σταθμός Νηπιαγωγείο • ολιγομελή τμήματα • ειδικά εκπαιδευμένο προσω πικό • κατάλληλα διαμορφωμένοι χώροι • ρυθμική - αγγλικά - ζωγρα φική • παιδαγωγικό πρόγραμμα Σας περιμένουμε να γνωρι στούμε και να συζητήσουμε για το παιδί σας. Πληροφορίες: τηλ. 92.25.192 92.27.629. ★
ΕΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ το βιβλίο του Αριστοφάνη Σαββίδη «Η αρχαία προσφορά», η περιγρα φή αυτής από τον Διον. τον Αλικαρνασσέα και «Η ποντια κή διάλεκτος». Σελ. 477. ΕΠΙΘΥΜΩ να έρθω σ’ επαφή με υπεύθυνους λογοτέχνες και σεναριογράφους, γνώστες ξένης γλώσσας, για τη μετάφραση της γνωστής τριλογίας μου «Γυμνές Αλήθειες». Ελλ. κοινωνιολ. μυ θιστόρημα. Οι ενδιαφερόμενοι ας γράψουν: Victor Kypreos Skebokvarnsvagen 51 III, 124 33 Bandhagen sth Sverige. Tel.: 0046.8.998882.
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ αγγλικής με δεκατετράχρονη πείρα παραδίδει μαθήματα σε σοβαρά ενδιαφε ρομένους ενήλικες προχωρημέ νου επιπέδου. Τηλεφωνήστε στο 36.00.573, Κον Κάλφογλόυ.
(Κάθε λέξη στις «μικρές αγγελίες» στοιχίζει 10 μόνο Οραχμές)
Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΖΑΝ-ΠΩΛ ΣΑΡΤΡ
Τό έργο τού Σάρτρ πού ρπορεΐτε νά αποκτήσετε • Ο ΥΠΑΡΞΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΟΙ ΑΕΞΕΙΣίβραβεϊο Nobel Λογοτεχνίας) • ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ • ΟI ΔΡΟΜΟΙ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ • Η ΗΛΙΚΙΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ • Η ΑΝΑΣΤΟΛΗ • ΜΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ • Η ΦΑΝΤΑΣΙΑ • ΣΚΙΑΓΡΑΦΙΑ ΜΙΑΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΩΝ ΣΥΓΚΙΝΗΣΕΩΝ • ΔΟΚΙΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ • ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟ (ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ) • ΕΧΟΥΜΕ ΔΙΚΙΟ ΝΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΟΥΜΕ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ι.Δ. ΑΡΣΕΝΙΔΗ Ακαδημίας 57, Αθήνα. Τηλ. 3629538, 3618707, 3633923