: π ιθ ε π ρ ι
Β ιβ λ^τψ ά ιή \η ρ Λ Ϊίοδομ|ί< Ή μέχρι τό 1800 έλληνικη βιβλιογραφία Ι'Βργα παιδιά
■ W m • • •
Ή έκδοτική δραστηρχότη-|| τής Εταιρείας Σπουδών™ Ανταποκρίσεις άπό τό έξω] Κριτική παρουσίαση 35 νέοι ΔΙΑΒΑΖΩ γιά παιδιά™ ββΓ! Τά best-seller
Τί ζητάτε άττό μιά Τράπεζα;
Κάθε άνθρωπος τής ενεργού οικονομικής δράσεως, κάθε άποταμιευτής βρίσκει στήν Εμπορική Τράπεζα τής Ελλάδος όλα όσα περιμένει κανείς άπό μιά σύγχρονη Τράπεζα: τό κύρος, τό μεγάλο οικονομικό δυναμικό, τήν πρόθυμη έξυπηρέτηση σέ κάθε τραπεζική έργασία, τις έγκυρες συμβουλές, τήν άπόλυτη εχεμύθεια, τό εύρύ δίκτυο Υποκαταστημάτων καί Αύτοκινητοτραπεζών, τό έμπειρο προσωπικό, τις νέες μεθόδους όργανώσεως τού τραπεζικού μηχανισμού. Γι' αύτό καί οί φίλοι μας γίνονται όλο καί περισσότεροι. Γι' αύτό καί οι έργασίες μας άνεβαίνουν συνεχώς.
Εκατοντάδες'Υποκαταστήματα, δεκάδες Αύτοκινητοτράπεζες, χιλιάδες ύπάλληλοι εργάζονται γιά σάς.
Μ
ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ έμπιστευθεϊτε μ α ς !
Μαριάνα Αίνου-Κουτού ξη ΖΑΧΑΡΟΚΑΛΑΜΑ Πρώτες άναφορές «Μεσημβρινή» Τό βιβλίο τής εβδομάδας
... Αύτές οί άρετές μαζί μέ τό πρωτότυπο ταλέντο νά εικονογραφεί ή ίδια τά βιβλία της, τήν έκανε νά ξεχωρίσει... Είναι ένα βιβλίο γοητευτικό, καί ενδιαφέρον γιά τή θεματολογία του. ★ ★ ★ ★ Αντί ... Εικόνες - άποσπάσματα τής παιδικής ματιάς - μέ συγκίνηση καί παλλόμενο ρυθμό, άποδίδουν ένα κλίμα. ... άναπαριστά αύτό πού μόνο ένας ένήλικος, μέ έφηβική όμως διάθεση μπορεί νά κάνει. ... Ό καλύτερος δυνατός τρόπος διαχείρισης τής μνήμης κατά τή γνώμη μας. ★ ★ ★ ★
Λόγος, είκονογράφιση καί παλιές φωτογραφίες, σάν ένσταντανέ μνή μης. Είναι τό βιβλίο πού θά ’βρει θέση σέ κάθε σπίτι- γιατί οί ήλικιωμένοι θά θυμηθούν, οί γονείς θά έρωτηθοϋν, καί οί έφηβοι θά βρουν τό τότε, στό τώρα τους...
"Ενα έργο πού μέ άπλότητα μελετά στοιχεία καί μέ σωστή μεθοδολογική έπιχειρηματολογία, σύγκριση, άντιπαραβολή καί συλλογισμό, φτάνει σ’ ένα καυτό συμπέρασμα, τελείως άντίθετο μ’ έκεϊνο πού μάς έχουν συνηθίσει, πού διδαχτήκαμε κι άκατάπαυστα διδασκό μαστε. "Ενα έπαναστατικό έργο πού συμβάλλει άποφασιστικά στήν άπομυθοποίηση μιας έποχής ιδιαίτερα σημαντικής γιά τή χριστιανική παράδοση, ιστορία καί φιλολογία.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΥΣΗ ΤΟΜΗ Πανεπιστημίου 56, Αθήνα, Τηλ. 3600059
1
Ίπποκράτους 69α τπ λ. 3 6 3 4 9 32 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΛΗ τί φωνάζεις; μπήκαν κλέφτες στό μαντρί; "Αν σου βαστά, έμπα διώχτους! ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΛΗ Είσαι άνήθικη διότι θέλεις φράγκικοι στρατοί καί στόλοι νά σοΰ φυλάν τ’ άμπέλια σου! ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΥΛΗ Ό μεγαλύτερος εχθρός σου, είναι ό έαυτός Π. Γιαννόπουλος (1907)
Γιά ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ολόκληρο τό έργο τοϋ Λάτρη, τού Προφήτη, τοϋ Βάρδου τού ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ
Τώρα καί στήν Ελλάδα τό διεθνές ΜΠΕΣΤ-ΣΕΛΛΕΡ «ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ» τών Ρόκκο καί Ά ντό νια ★
«ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ»» Τό σεξουαλικό καί πολιτικό ήμερολόγιο δύο εφήβων...
Εκδόσεις / βιβλιοπωλείο ΑΣΤΕΡΙ Σόλωνος 121, τηλ. 3606597/3619802
Μιά πρωτοπορειακή μιά έπαναστατική θεώ ρηση τού προβλήματος τής ΑΤΛΑΝΤΙΔΑΣ. Μέσα άπό τόν ΠΡΟ ΜΗΘΕΑ ΔΕΣΜΩΤΗ
Γ ραμμένο άπό τόν Δημήτρη Λαζογιώργο 'Ε λληνικό
Κεντρική διάθεση Βιβλιοπωλείο ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ Ίπποκράτους 69α Τηλ. 3634932 Τηλεφωνεΐστε μας καί θά σάς τά στείλουμε στό σπίτι σας!
2
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ NIK. Κ. ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ
ΠΑΙΔΕΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΑΜΑΣΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ
• S. FREUD: ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗΣ. ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΦΡΟΫΝΤ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕ ΛΙΓΟ ΠΡΙΝ ΠΕΘΑΝΕΙ. ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΠΑΥΓΑΣΜΑ ΜΙΑΣ ΟΛΟΚΛΗΡΗΣ ΖΩΗΣ ΒΑΣΙ ΣΜΕΝΗΣ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΗ ΣΠΟΥΔΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ. • I. ΚΟΥΤΣΑΚΟΥ: Η ΑΠΟΞΕΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΚΕΨΗ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΑΜΑΣΟΣ Χαρ. Τρικούπη 13 - 4ος όροφος Τηλ. 3625464 - 3605228
"Ενα βιβλίο γιά κάθε "Ελληνα, γιά κάθε πολίτη, γιά κάθε άνθρωπο. "Ενα βιβλίο πού εμπνέει ελευθερία, άνθρωπισμό καί άγάπη γιά τήν 'Ελ λάδα. Είναι γραμμένο σέ άπλή γλώσσα καί τό περιεχόμενό του είναι βασισμένο στίς πίστεις καί τίς άντιλήψεις έκατοντάδων προσωπικοτήτων πού διακρίθηκαν στή φιλοσοφία, τίς έπιστήμες καί τίς τέχνες.
Πωλείται στά κεντρικά βιβλιο πωλεία των ’Αθηνών. Γιά ιδιαίτε ρες πληροφορίες στό τηλέφωνο
9345530. Νκ. Κ. Άντω νόπουλος Ομήρου 29 Νέα Σμύρνη Τπλ. 9345530
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Ασκληπιού 1 Τηλ. 3636083
ΣΤΕΦ ΑΝΟΣ Α ΙΑΛ Β ΣΜ Α Σ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ
Γραφ τείτε σ υ νδ ρ ο μ η τές Ε σ ω τ ε ρ ικ ο ύ 'Απλή (6 τευχών): 650 δρχ. » (12 τευχών): 1.200 δρχ.
Σπουδαστική* (6 τευχών): 550 δρχ. » (12 τευχών): 1.000 δρχ.
’Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτω ν (12 τευχών): 1.800 δρχ.
Ε ξ ω τ ε ρ ικ ο ύ
Ασία Κύπρος Εύρώπη ’Αφρική ’Αμερική Αυστραλία
'Απλή (6 τευχών): Δολ. » (12 τευχών): Σπουδαστική* (6 τευχών): Δολ » (12 τευχών): Σχολών Βιβλιοθηκών Ιδρυμάτων (12 τευχών): • ΟΙ σπουδαστές μέσης, άνώτερης καί άνώτατης έκπαίδευσης γράφονται συνδρομητές μέ τήν έπίδειξη ή τήν άποστολή φωτοτυπίας τής σπουδαστι κής τους ταυτότητας ή τής άστυνομικής (άν είναι μαθητές).
ΗΠΑ ΗΠΑ
20 38 33
25 47 22 41
28 52 24 45
29 55 25 47
34 65 30 56
46
54
59
62
72
18
Εμβάσματα στή διεύθυνση: Βάσω Σπάθή περιοδικό «Διαβάζω» Ομήρου 34 ’Αθήνα (135)
Σ υ μπ ληρ ώ σ τε τή σειρά Τιμή άπλών τευχών: 120 δρχ. Τιμή διπλών τευχών: 180 δρχ. Τά παλιά τεύχη τού «Διαβάζω» μπορείτε ή νά τά άγοράσετε άπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία, νά ζητήσετε νά σάς τά στείλουμε μέ άντικαταβολή.
Τώρα καί σε τόμους Κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν οι τόμοι: 1/ 2/ 3/ 4/ 5/ 6/
1976-77 1978 1979 Α 1979 Β 1980 Α 1980 Β
(τεύχη 1-9): 1.200 δρχ. (τεύχη 10-15): 900 δρχ. (τεύχη 16-21): 900 δρχ. (τεύχη 22-26): 850 δρχ. (τεύχη 27-32): 900 δρχ. (τεύχη 33-37): 850 δρχ.
·Σέ σπουδαστές έκπτωση 15%
Ζητείστε τούς τόμους τού «Διαβάζω» άπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία, ζητείστε νά σάς τούς στείλουμε μέ άντικαταβολή. Μπορείτε άκόμα νά άνταλλάξετε τά τεύχη πού έχετε μέ δεμένους τόμους, πληρώνοντας μόνο τή βιβλιοδεσία (240 δρχ. γιά τόν α ' τόμο, 180 δρχ. γιά τούς υπόλοιπους).
4
m m ia ΕΠΙΒΕΒΡΗΣΗ TBY ΒΙΒΛΙΟΥ
Γραφεία: Όμηρου 34, ’Α θήνα (135), τηλ. 360-3011. Διεύθυνση: Περ. Άθανασόπονλος. Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Αημήτρης Αεληπέτρος, Παύλος Πέζαρος, Βασίλης Τσάμης, Ντορίνα Ταοτσοροϋ. Γραμματεία: Γιώργος Σαρηγιάννης. Διαχείριση: ’Ηρακλής Παπαλέξής. Συνδρομές: Βάσω Σπάθή. Διορθώσεις: Πέ τρος Στεφανάκης. Σελιδοποίηση: Φούλη Καρύδα-Στασινάκη. Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 751-6333. ’Εκτύπωση: ΒαλααάκηςΆ γγελής Ο.Ε., Ταύρον 21, τηλ. 346-6927. Διαφάνειες: Δ. Π. Άγγελής, Πει ραιώς 1, τηλ. 324-4325. Βιβλιοδεσία: Νικόλαος Κατριβάνος & Σία Ο.Ε., Στυ λιανού Γόνατά 48, τηλ. 574-9951. Διανομή: Νέον Πρακτορεϊον Τύπου.
ΠΕΡΙΕΧΟΜ ΕΝΑ Τεύχος 43 ’Ιούνιος 1981
Π ΡΟ Λ Ε ΓΟ Μ Ε Ν Α
7
ΔΙΑ Λ Ο ΓΟ Ι
Τιμή: Δρχ. 120
Γράφουν οΐ Ξ. Κοκόλης, Κ. Δεμερτζής κ.ά., Κ. Δημαρά, Α . Δελώνης, Φ. Κάβειρος, Φ. Χατζιδάκη καί Β. Κοντογιάννη
8
Χ ΡΟ Ν ΙΚ Α
’Εξώφυλλο Γιώργον Γαλάντη
ΕΚΔΟΤΙΚΑ: Οί προσεχείς εκδόσεις Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΑ: Τά 5 χρόνια τού «Διαβάζω» - Ό Ά λ μ π ιν Αέσκυ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ: Libro ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ: Ε τα ιρ εία Σπουδών ΤΟ ΞΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ: ’Ανταποκρίσεις τοϋ Jose Hernandez καί τόϋ Βάσου Παπαπέτρου (Ν. ’Ύόρκη)
11 13 14 16 17 19
Α ΡΘ ΡΑ Θωμάς Παπαδόπουλος: Ή μέχρι τό 1800 έλληνική βιβλιογραφία
22
Ο Α ΗΓΟΙ Λάκης Κουρετζής: Τό θέατρο γιά παιδιά καί έργα «παιδικού θεάτρου» σέ βιβλία 28 Πάνος Λουκάκης: Πληροφορίες γιά την έλληνική βιβλιογραφία στήν πολεοδομία 34 Ε Π ΙΛ Ο ΓΗ
Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «Διαβάζω» 'Ομήρου 34 Τηλ. 360-3011 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά & Σία Τσιμισκή 78 Τηλ. 279-720, 268-940 Κύπρος: Πρακτορείο βιβλίου Χρ. Άνδρέον & Σία Ρηγαίνης 64 Λευκωσία
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: Γράφει ό "Αρης Κουτοϋγκος ΘΡΗΣΚΕΙΑ: Γράφει δ Ματθαίος Μουντές ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ό Ν ίκος Δεμερτζής ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν ή Μίνα Μ αχαιροπούλου, ή Λίτσα Λεμπέση, δ Δημήτρης Παναγιωτάτος καί ή Μ αρία Στασινοπούλου ΘΕΑΤΡΟ: Γράφει δ Θανάσης Φωτιάδης
43 45 47
52 60
Π Α ΡΑ ΡΤ Η Μ Α
63
ΔΙΑ ΒΑ Ζ Ω ΓΙΑ Π Α ΙΔΙΑ (Επιμέλεια: Ά θ η ν ά Παπαδάκη)
77
Κ ΡΙΤ ΙΚ Ο ΓΡ Α Φ ΙΑ
80
Π Ε ΡΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α Ζ Τ Ο Μ Ο Υ
83
Β ΙΒ Λ ΙΟ ΓΡ Α Φ ΙΚ Ο ΔΕ Λ Τ ΙΟ
89
5
«Δεν είμαι Θεός, έχω τόν ϊδιο τό Θεό μέσα μου» "Αγγελος Σικελιανδς
Ο συγγραφέας τής μελέτης αύτής, γνώστης τής σικελιανής ιδεο λογίας, μιλάει α πλά γιά τά γεγο νότα πού συγκλόνισαν τόν ποιητή, γιά τίς μεταφυσικές έπιδράσεις έπάνα) του, γιά τήν πίστη του στό Απόλυτο, ποό τουδαίσαν τήν εύκαιρία νά δημιουργήσει ένα τέτοιο έργο π ού θά μπορούσε κανείς νά ονομάσει Δεύτερο - ή κατά τόν ποιητή «Πέμπτο» - Εύαγγέλιο.
W Εκδόσεις Γλάρος
^_____________________________________> Κεντρική διάθεση ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ 31 . ΑΘΗΝΑ 141 . ΤΗΛ. 36 18 457 Κεντρικά πρατήρια ΑΘΗΝΑ : ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 15 · ΤΗΛ. 36 35 223/ 36 07 876 ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ / ΘΡΑΚΗ : ΠΕΤΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΗΡΙΟΥ 31 .(ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ . ΤΗΛ. 52 81 19 ΚΡΗΤΗ: ΕΛΕΝΗ ΠΑΠΑΔΑΚΗ ΕΟΚ 2 . ΗΡΑΚΛΕΙΟ . ΤΗΛ. 22 36 34 / 28 05 11
V __________________________________ ________________________________ 6
π ρο λε γό μ ε ν α Στό προηγούμενο τεύχος εκθέσαμε τίς βασικές γραμμές πάνω στις όποιες στηρίζεται ή όλη μεθοδολογία τής «’Αγοράς τού Βιβλίου», τής τακτικής δηλαδή έρευνας τού περιοδικού γιά τά έμπορικότερα βιβλία κάθε μήνα. Σ’ αύτό τό τεύχος θά άναλύσουμε διεξοδικότερα τό σύστημα τής έρευνας, έλπίζοντας νά καταδείξουμε τήν άντικειμενικότητα καί τών προθέσεών μας, άλλά καί τού πίνακα τής «’Αγοράς». Όσο γιά τή σκο πιμότητα τής έρευνας, πιστεύουμε ότι τό «Διαβάζω», ώς έπιθεώρηση τού βιβλίου, οφείλει νά παρέχει καί αύτή τήν πληροφόρηση. Πέρα δη λαδή άπό τά άξιόλογα βιβλία πού έκεΐνο προβάλλει, είναι άδιανόητο νά μή γνωρίζουμε τίς προτιμήσεις τού άγοραστικοϋ κοινού. Γιά όποιαδήποτε σκέψη, έκτίμηση ή κρίση πού άφορά τό χώρο τού έλληνικού βι βλίου, είναι πραγματικά άπαραίτητη αύτή ή πληροφορία. ’Αλλά νά πώς καταρτίζεται ό πίνακας μέ τά 12 έμπορικότερα βιβλία: 1) Στίς 20-25 κάθε μήνα, τό περιοδικό ζητάει άπό 40 βιβλιοπώλες όλης τής χώρας νά ύποδείξουν τά τρία βιβλία πού πουλήθηκαν περισ σότερο στό βιβλιοπωλείο τους κατά τή διάρκεια τού τελευταίου μήνα (δηλαδή 1ο τό Α, 2ο τό Β, 3ο τό Γ). 2) Τά βιβλιοπωλεία, μέ βάση τόν άριθμό τών άντιτύπων πού συνήθως πουλάνε άπό τό πρώτο βιβλίο τής τριάδας πού ύποδεικνύουν, έχουν χωριστεί σέ 4 κατηγορίες. 3) ’Ανάλογα μέ τήν κατηγορία στήν όποια άνήκει κάθε βιβλιοπωλείο, διαφοροποιείται καί ή βαθμολόγηση τών βιβλίων πού ύποδεικνύει. Π.χ. άν τό βιβλιοπωλείο έμφανίζει τέτοια δυναμικότητα ώστε νά άνήκει στήν Α κατηγορία, τότε τά βιβλία πού ύποδεικνύει παίρνουν 30, 24 καί 18 βαθμούς άντίστοιχα. ”Αν όμως τό βιβλιοπωλείο άνήκει στή Δ κατη γορία, τότε τά τρία βιβλία παίρνουν 6, 4 καί 3 βαθμούς. ’Επίσης, άν άνήκει στή Γ κατηγορία, ή βαθμολογία είναι 12, 8 καί 6, ένώ άν άνήκει στή Β κατηγορία, ή βαθμολογία είναι 24, 17 καί 12. 4) Γιά νά έρωτηθεΐ ένα βιβλιοπωλείο, πρέπει νά έμφανίζει πληρότητα καί έπάρκεια βιβλίων (άποκλείονται π.χ. βιβλιοπωλεία έξειδικευμένα ή καταστήματα πού δέν έχουν σαφή βιβλιοπωλικό χαρακτήρα). 5) Πέρα άπό τή διάκριση τών βιβλιοπωλείων σέ 4 κατηγορίες, ύπάρχει καί γεωγραφική κατανομή τους. ’’Ετσι, κάθε μήνα ζητάμε στοιχεία άπό 22 βιβλιοπωλεία τής εύρύτερης περιφέρειας Άθήνας-Πειραιά, άπό 7 τής Θεσσαλονίκης καί άπό 11 ισάριθμων έπαρχιακών πόλεων. Τό άποτέλεσμα αύτής τής γεωγραφικής κατανομής είναι τό έξής: Ο'ι βαθμοί πού προέρχονται άπό τά βιβλιοπωλεία Άθήνας-Πειραιά άποτ^λοϋν περίπου τό 71% τής συνολικής βαθμολογίας, οί βαθμοί τών βι βλιοπωλείων τής Θεσσαλονίκης άποτελοϋν σχεδόν τό 15% καί έκείνοι τών έπαρχιακών βιβλιοπωλείων περίπου τό 14%. Άν λάβουμε δέ ύπόψη ότι (σύμφωνα μέ όσα ύποστηρίζουν οί περισσότεροι έκδοτες) ένα καινούριο βιβλίο συνήθως πουλιέται κατά 70% στήν περιοχή Άθήνας-Πειραιά, κατά 15% στή Θεσσαλονίκη καί κατά 15% στήν ύπόλοιπη 'Ελλάδα, τότε ή «Αγορά τού Βιβλίου» δέν πρέπει νά άπέχει πολύ άπό τήν πραγματικότητα. 7
διάλογοι Όλα τά γράμματα, πού παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο ένδιαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (έφόοον είναι σύντομα) ε'ίτε άποσπασματικά (έάν είναι έκτενή). Γιά τό λόγο αύτό, παρακαλούνται οΐ άναγνώστες πού μάς γράφουν νά είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν καί νά σημειώνουν τό πλήρες ονοματεπώνυμο καί τήν άκριβή διεύθυνσή τους. 'Υπενθυμίζουμε δτι γιά νά δημοσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά ’χεί φτάσει ατά γραφεία τού περιοδικού τουλάχιστον έξι έβδομάδες πριν άπό τήν ήμέρα κυκλοφορίας τού τεύχους.
«Άντιδιαφήμιση» έκδοτων ή αύτοαντιδιαφήμιση; Αγαπητό «Διαβάζω», 'Αφορμή γιά τό γράμμα μου παίρνω άπό τήν έκτη παράγραφο τής έπιστολής του κ. Β. Κρεμμυδά, πού δημοσιεύτηκε ατό 39ο τεύχος σου μέ τίτλο: «Άντιδιαφήμιση» ένός έκδοτη. Έγραφε ό κ. Β. Κ.: «Στήν 'ίδια ή σέ άνάλογη μέ μένα θέση [δηλ. λειψής έκκαθάρισης τών οικονομι κών ύποχρεώσεων τού έκδοτη πρός τόν συγγραφέα], στίς σχέσεις τους μέ τόν "Εξάντα” , βρίσκονται άσφαλώς καί άλλοι συγγραφείς». 'Ασφαλέστατα. Καί όχι μόνο μέ τόν «Εξάντα». Είχα τήν «τύχη» νά τυπώσω βιβλία μου σέ τρεις έκδοτικούς οίκους. Μέ τούς δύο («Εξάντας» καί «Ερμής») συμβόλαια δέν ύπογράφτηκαν (είμαστε φίλοι -πού λέει ό λόγος). Κι άς πούμε πώς παίρνω όλο τό φταί ξιμο άπάνω μου. Παραπέρα: Τό ένα βιβλίο τού « Εξ άντα» τυπώθηκε τό Μάη τού 1975 («Λέξεις-Άπαξ»: Στοιχείο Ύφους). Τά δύο βιβλία τού «Ερμή», τό 75 καί τό 76 (Πίνακες Λέξεων γιά τά ποιήματα τού Σεφέρη καί τού Καβάφη). Ώς σήμερα δέν έχω καμία εί δηση άπό τούς δύο αύτούς έκδοτικούς οίκους. Από τίς έκδόσεις «Έγνατία» γύρεψα καί πήρα κά ποτε κάποιο ποσό γιά τό ένα μου βιβλίο (Μελέτες γιά Μεταφράσεις: Λόρκα, Άπολινέρ, Μορεάς, τού 1977)· μέ τήν εύκαιρία έκείνη ύπογράφτηκαν καί τά συμβό λαια (γιά τήν Ιστορία: συγγραφικά δικαιώματα 15% στή λιανική τιμή, έκκαθάριση τών πωλήσεων άνά έξάμηνο). Στήν «Έγνατία» έκδόθηκε κι ένα δεύτερο βιβλίο μου, τό 1979 (Δώδεκα Ποιητές. Θεσσαλονίκη 1930-1960). Δέν έχω νεότερα. Νομίζω πώς τό πιό ένδιαφέρον είναι νά μείνω, πρός τό παρόν, άπραγος (άν ύποτεθεί πώς κάποιος έχει στήν τσέπη του χρήματα πού μου άνήκουν, θά ’πρεπε νά φροντίσει νά μού τά δώσει). Περιορίζομαι, λοιπόν, στή δημόσια διαμαρτυρία -αύτο(α ν τ ι)διαφημιζόμενος. Ξ. Α. Κοκόλης Κονίτσης 181 - Α. Τούμπα Θεσσαλονίκη
Περιοδικά γιά παιδιά Αγαπητό «Διαβάζω», Μέ μεγάλο ένδιαφέρον διαβάσαμε τήν έρευνα τού κ. Α. Δελώνη, στό τεύχος 40, σχετικά μέ τά περιοδικά γιά παιδιά, καί τόν συγχαίρουμε γιά τίς εύστοχες
παρατηρήσεις καί τήν έποικοδομητική καί καλόπιστη κριτική του. Σταθήκαμε σκεφτικοί μονάχα σέ δύο σημεία, πού άφορούν τή Συντακτική Επιτροπή τού περιοδικού τού ΟΕΔΒ, «Χελιδόνια»: 1. Γράφει ό κ. Δελώνης: «Ή ’Επιτροπή, παρόλο ότι άποτελέστηκε άπό έγκυρα μέν άλλά τά ίδια καί τά ίδια πρόσωπα πού μονοπωλούν ήγετικές θέσεις σέ λογής λογοτεχνικά σωματεία...» Κι έμεΐς σημειώνουμε: Από τά έπτά μέλη τής Επι τροπής, τρία είναι ύπάλληλοι τού Δημοσίου καί, άπ’ 6,τι γνωρίζουμε, δέν προΐστανται σωματείων. ’Από τά ύπόλοιπα τέσσερα, τά τρία άνήκουν στό Διοικητικό Σϋμβούλιο τού Κύκλου τού Ελληνικού Παιδικού Βι βλίου καί δέν ήγοΰνται κανενός άλλου σωματείου. Ώς μέλη τού παραπάνω Δ. Σ. έπανεκλέχτηκαν έλεύθερα, άπό τά μέλη τού Κύκλου τού Ελληνικού Παιδι κού Βιβλίου, στίς έκλογές τού Απρίλη 1980, γιά δύο χρόνια. Άπό τό Δημόσιο είχαν γιά πρώτη φορά τήν τιμή νά κληθούν νά συνεργαστούν σέ προσπάθεια σάν αύτή τών «Χελιδονιών». Απορεί, λοιπόν, κανείς ποιά είναι «τά ίδια καί τά ίδια πρόσωπα» καί τίνων «λογής λογοτεχνικών σωμα τείων μονοπωλούν ήγετικές θέσεις». 2. Γράφει ό κ. Δελώνης: «Τά Χελιδόνια (...) άν άνοίξουν τίς πόρτες καί σέ άνθρώπους μέ προοδευ τικές άντιλήψεις γιά τό παιδί, μπορούν νά παίξουν ήγετικό ρόλο στό χώρο τού παιδικού περιοδικού». Χαρά, τιμή καί μεγάλη έπιθυμία τών μελών τής Συντακτικής ’Επιτροπής θά ήταν κάτι τέτοιο. Πώς όμως νά τό πετύχουν, άφοϋ παρά τίς έπίμονες προσπάθειές τους στάθηκε άδύνατο νά έγκριθούν κονδύ λια γιά νά πληρώνονται οί συνεργασίες; Καί έφόσον δέν πληρώνονται, πώς νά ζητήσουν «δωρεάν» δου λειά άπό συναδέλφους; Δέν είναι άραγε άρκετό πού κοπιάζουν δωρεάν τά ίδια, καί δέν θά είναι ύπερβολή νά ζητηθεί κάτι τέτοιο καί άπό άλλους; Γιατί θά πρέ πει νά σημειωθεί ότι τά παραπάνω 4 μέλη τής Συντα κτικής Επιτροπής, πού δέν είναι ύπάλληλοι τού Δη μοσίου, μοχθούν έδώ καί τρία χρόνια τώρα γιά τό περιοδικό, χωρίς νά έχουν άμειφθεΐ, έστω καί μέ μία δραχμή. Πάντως, τή συνεργασία άλλων, χωρίς πλη ρωμή, ούτε τήν άρνήθηκαν ούτε τήν άρνούνται, γι’ αύτό άλλωστε καί ύπάρχουν κείμενα διαφόρων συγ γραφέων στά 14 τεύχη τών «Χελιδονιών» πού έχουν ώς τώρα έκδοθεΐ. Εύχαριστούμε γιά τή φιλοξενία. Μέ φιλικούς χαιρετισμούς Κ. Π. Δεμερτζής Γαλάτεια Γρηγοριάδου-Σουρέλη Ρένα Καρθαίου Λότη Πέτροβιτς-Άνδρουτσοπούλου
Κύριοι, Μέ έκπληξή μας διαβάσαμε στό τεύχος Μαρτίου 1981 τού έγκριτου περιοδικού σας μία πληροφορία πού δέν άνταποκρίνεται στήν πραγματικότητα.
rs Συγκεκριμένα, στό άρθρο «Τά παιδικά περιοδικά», άναφέρεται τό περιοδικό «Ή 'Οδηγός» σαν έκδοση τού Σώματος Ελλήνων Προσκόπων μέ ψυχαγωγικό καί πληροφοριακό χαρακτήρα. Θέλουμε νά σάς πληροφορήσουμε ότι «Ή 'Οδη γός» ήταν περιοδικό τοϋ Σώματος Έλληνίδων 'Οδη γών, πού δυστυχώς έπαψε νά έκδίδεται άπό τόν ’Ιού λιο τοϋ 1973 γιά οικονομικούς λόγους. Αύτή τή στιγμή τό Σώμα Έλληνίδων 'Οδηγών έκδίδει τό Περιοδικό «Μηνύματα», γιά δλα τά ένήλικα μέλη του, μέ σκοπό νά τά βοηθήσει άμεσα άλλά καί έμμεσα στήν άποστολή τους κοντά στά παιδιά. Σάς στέλνομε τά 3 τελευταία τεύχη του γιά ένημέρωσή σας. Επίσης ό Κλάδος Μεγάλων Οδηγών τοϋ Σώματος Έλληνίδων 'Οδηγών έκδίδει ένα δίμηνο περιοδικό, πού άπευθύνεται σέ κοπέλες ήλικίας 14-17 χρόνων. Εσωκλείομε ένα τεύχος σάν δείγμα. Επειδή τό περιοδικό σας έχει μεγάλη κυκλοφορία καί -δικαιολογημένα- θεωρείται άξιόπιστο, παρακαλούμε θερμά στό προσεχές τεύχος νά δημοσιευτεί μία διόρθωση, ώστε νά μή μάς δημιουργηθοϋν προ βλήματα. Ή Γενική "Εφορος τοϋ Σώματος Έλληνίδων 'Οδηγών Καίτη Δημαρά Τά γράμματα τού Δ. Σ. τοϋ Κύκλου τού Ελλη νικού Παιδικού Βιβλίου καί τού Σ. Ε. 'Οδηγών θέσαμε υπόψη τοϋ κ. Δελώνη, ό όποιος μάς έστειλε τις παρακάτω, άντίστοιχα, άπαντή-
1. Φαίνεται πολύ ένοχλήθηκαν οί φίλοι (ή οί λοι»;) τοϋ Κύκλου καί έσπευσαν νά διαμαρτυρηθοϋν. Καλό κι αύτό! Σέβομαι κι άναγνωρίζω τό προσωπικό τους έργο. Σέβομαι καί άναγνωρίζω τήν πολύπλευρη προσφορά τοϋ Κύκλου τοϋ Ελληνικού Παιδικού Βι βλίου σέ έλληνική καί εύρωπαϊκή κλίμακα. Δέν δέχο μαι όμως ότι αύτοί, σώνει καί καλά, πρέπει νά είναι καί οί μοναδικοί συγγραφείς τών «Χελιδονιών», λές καί ή Παιδική Λογοτεχνία άρχίζει καί τελειώνει μέ τήν κ. Γαλ. Σουρέλη, τόν κ. Γ. Σουρέλη, τήν κ. Καρθαίου, τόν κ. X. Σακελλαρίου καί μέ τούς ίδιους πίσω άπό κάποια ψευδώνυμα. Άρνοϋμαι νά δεχτώ ότι, δήθεν, άνοιξαν τίς πύλες τών «Χελιδονιών» σέ νέους συγγραφείς, σέ νέους προβληματισμούς. Όσο γιά τή συμμετοχή τους στήν ϋλη, μιά πρόχειρη στατιστική δίνει συντριπτικά, σέ βάρος τους, άποτελέσματα. Κι έδώ είμαστε άν θέ λουν καί στατιστικές. Καί τώρα άς έρθουμε στό περίφημο έπιχείρημα τής έθελοντικής προσφοράς τους: νά μιλήσουν κι έδω οί άριθμοί... Όταν πάνω άπό 250.000 έλληνόπουλα διαβάζουν (καί ξαναδιαβάζουν... στήν περίπτωσή τους) τά κείμενα ένός συγγραφέα, τόν γνωρίζουν, τόν άγαποϋν, αύτό τό γεγονός δέν είναι δωρεάν δια φήμιση; δέν είναι άρα πληρωμή; καί δέν είναι κάπως φτηνό νά διεκδικοϋν οί συγγραφείς αύτοί πρόσθετη άμοιβή γιά ένα κείμενο πού άπλώς άντέγραψαν άπό κάποιο βιβλίο τους, τίς περισσότερες φορές; Είναι σκληρή ή γλώσσα μου, τό ξέρω. Άλλά κάποτε άς μάθουμε νά κάνουμε κάποιες θυσίες γιά χάρη τοϋ έλληνόπουλου - γιά τό όποιο, ύποτίθεται, κοπτόμεθα μέχρι δακρύων. Ά ς έλπίσουμε ότι ή άνάληψη τών «Χελιδονιών» άπό τόν κ. Χάρη Σακελλαρίου δέν θά
γίνει αίτια γιά έπανάληψη τέτοιων άνεπίτρεπτων θέ σεων, γιά πνευματικούς άνθρώπους έννοώ. Καί δλ’ αύτά γράφονται γιατί κάτι ξέρω άπ’ αύτή τήν ίστο-
2. Εύχαρίστως δέχομαι τή διόρθωση τοϋ Σ. Ε. 'Οδηγών -άν καί παλαιός πρόσκοπος, τελείως άτυχα συνέδεσα τό Σ.Ε.Π. καί τό Σ.Ε.Ο. Θά παρακαλοϋσα μάλιστα καί τά δυό Σώματα νά μοϋ στείλουν κάθε πληροφοριακό στοιχείο σχετικό μέ τήν Ιστορία τών περιοδικών τους. Άντ. Δελώνης Ζωγράφου (Τ.Θ. 39)
Λογοτεχνικά δάνεια Αγαπητοί φίλοι, Άπετέλεσε μάλλον «τραγική» γιά τόν ένδιαφερόμενο σύμπτωση ή ταυτόχρονη δημοσίευση στό «Δ» (τ. 40, Μάρτιος ’81) τοϋ άρθρου τής Βασιλικής Κοντογιάννη γιά τήν «Έλληνική Νομαρχία» (σελ. 46-50) καί τής κριτικής τοϋ Κώστα Γ. Παπαγεωργίου γιά τή «Συνοπτική Διαδικασία» τοϋ Πρόδρομου X. Μάρκογλου (σελ. 63-65). Γιατί έτσι έγινε κτυπητή ή άντιγραφή τών στίχων τού τελευταίου «Καί δέ θά άργήσει νά ξεπεταχτεί / ’Απ’ τά κόκκαλά μας κάποιος έκδικητής» άπό τόν στίχο τοϋ Βιργίλιου «Exoriare ali«φί quis nostris ex ossibus ultor» ή όπως τόν μεταφράζει ό ’Ανώνυμος «Άναφανήναί τις έκ τών όστέων ήμών έκδικος», πού σημαίνει άκριβώς «νά βγει ένας έκδικητής άπ’ τά κόκκαλά μας», κατά τήν άπόδοση στή νεοελληνική τής Β. Κοντογιάννη. Έδώ πιά δέν έχουμε άπλώς ένα έπηρεασμό ή μιά μίμηση ή έστω μιά άναφομοίωτη έπίδραση πάνω στόν ποιητή άπό ένα άλλο κείμενο, άλλά μιά αύτούσια μεταφορά φράσεως, πού τελικά δέν είναι (ή μετα φορά) παρά ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα πνευμα τικής ύποκλοπής, τό όποιο μάς βάζει στήν ύποψία ότι πιθανόν καί οί λοιποί στίχοι τοϋ Μάρκογλου νά άποτελοϋν «κειμενοκόλληση» φράσεων διαφόρων συγ γραφέων. Έχουν καταγραφεΐ καί παλιότερα τέτοια «δάνεια» πολλών λογοτεχνών μας (πολυγραφότατος πεζογράφος παραθέτει αύτούσιους στίχους τοϋ Σεφέρη μετατρέποντάς τους σέ πεζό, χωρίς νά τούς βάζει σέ εισαγωγικά -άντε Ζήτα νά βρεις άκρη!- άλλος ποιη τής παραφράζει είς τά «καθ’ ήμάς» τόν Whitman προσθέτοντας λίγο... Κολοκοτρώνη γιά νά γ ίνει... έλληνικότερος, φιλόλογος δοκιμιογράφος καταγγέλλε ται έπώνυμα άπό τόν Ήλία Πετρόπουλο ότι άντέγραψε -σέ πονηρή ψευτοπαραλλαγή- σχεδιαγράμ ματα άπό τό βιβλίο του «Έλύτης, Μόραλης, Τσαρούχης» καί άπήντησε γενικά καί άόριστα ότι «κάποιος γκρινιάζει», χωρίς ούσιαστικά νά άντικρούσει τίς κα τηγορίες, κλπ, κλπ...). Νομίζω ότι είναι καιρός νά καταλάβουν όρισμένοι ότι πρέπει νά σταματήσει αύτή ή άπαράδεκτη κατά σταση, οί δέ κριτικοί καί τό άναγνωστικό κοινό πρέ πει νά στηλιτεύουν κάθε τέτοια περίπτωση πού έν-
9
τοπίζουν: αυτή είναι ή αίτια αύτοΰ τού γράμματος, καί όχι καμιά προκατάληψη έναντίον τού, κατά τά άλλα, συμπαθέστατου καί προσωπικά άγνωστου μου ποιητη. Μέ φιλικούς χαιρετισμούς Φ. Κάθειρος 42, Αν. Kleber 75116, Paris
Γιά τήν «Ελληνική Νομαρχία» Αγαπητό «Διαβάζω», Όταν γράφει κανείς γιά ιστορικά θέματα καί γεγο νότα έχει, βέβαια, ό καθένας τό δικαίωμα νά δίνει Τήν έρμηνεία πού νομίζει πώς είναι ή πιό δρθή, όπότε έπακολουθεϊ διάλογος, πού, φυσικά, προϋποθέτει όρισμένες γνώσεις, καί πρώτα πρώτα τών γεγονότων στά όποία άναφερόμαστε. Γιατί πέρα άπό κάθε έρμη νεία η άποψη, ή κοσμοθεωρία, τά γεγονότα είναι γε γονότα. Γι’ αύτό θέλω μέ τούτο μου τό γράμμα νά έπισημάνω ένα λάθος της κυρίας Βασ. Κοντογιάννη ατό άρθρο της γιά τήν « Ελληνική Νομαρχία» (τεύχος 40), χωρίς μ,’ αύτό καθόλου νά ύποτίμώ τήν καλή της πρόθεση νά έκλαϊκεύσει γιά εύρύτερο κοινό τό έργο. Λέει ή Β. Κ. πώς τήν «'Ελληνική Νομαρχία» τήν άνακάλυψε ή νεοελληνική Ιστορική έπιστήμη γύρω στά 1950. Δέν είναι άκριβές αύτό (έκτος άν μέ έπιστήμη έννοούμε μόνο κάποιες καθηγητικές έδρες τού πα λιού Άθήνησι καί τής άμαρτωλής ’Ακαδημίας, πού κι αύτή τώρα δειλά δειλά σά νά θέλει νά κάνει τά mea culpa της!), γιατί κι έγώ, πού δέν έχω τίτλους ιστορι κού, μπορώ νά άναφέρω τά έξης δημοσιεύματα σχε τικά μέ τήν «Ε. Ν.»: 1) 1925, Κορδάτος (στά «Κοινωνική σημασία τής 'Ελληνικής ’Επανάστασης»). 2) 1931 ή 32 (δέν θυμάμαι άκριβώς), Φάνης Μιχαλόπουλος (στά βιβλίο του, τό τόσο ένδιαφέρον, γιά τά Γιάννενα). 3) 1947, ό Τωμαδάκης έπανεκδίδει τήν «'Ελληνική Νομαρχία». 4) 1948, Γ. Βαλέτας (όπου, άν θυμάμαι καλά, ύπάρ-
χει καί άρθρο τού Βέη). 5) 1948, στά περιοδικό «’Ανταίος», έκτενές άρθρο τού Τάσου Βουρνά (μέ τό ψευδώνυμο Ά. 'Ελευθε ρίου λόγω τών τότε διώξεων). Υποθέτω πώς θά υπάρχουν ίσως καί άλλα σχετικά κείμενα, άν καί αύτά δέν είναι λίγα, όταν μάλιστα λά βει κανείς ύπόψη του τήν έποχή έκείνη. Προσωπικά θυμάμαι πόσο είχα χαρεϊ τό βιβλίο τού Φ. Μιχαλόπουλου, όταν κατάφερα νά τό έχω στήν έξορία κατά τή μεταξική διχτατορία. Μέ φιλικούς χαιρετισμούς Φούλα Χατζιδάκη Τό γράμμα τής κ. Φ. Χατζιδάκη θέσαμε ύπόψη τής κ. Β. Κοντογιάννη, ή όποία μάς έστειλε τήν παρακάτω άπάντηση:
Αγαπητό «Διαβάζω», Θέλω νά εύχαριστήσω τήν κ. Χατζιδάκη γιά τό γράμμα της· οί ύποδείξεις της δίνουν τήν εύκαιρία νά παρουσιαστούν έδώ μερικές -άπαραίτητες ’ίσωςδιευκρινίσεις πάνω στό δημοσίευμα γιά τήν 'Ελλη νική Νομαρχία. Κράτησα τά χρόνια γύρω στό 1950 σάν όριο σημαν τικό γιά τή σχέση τής Νομαρχίας μέ τή νεοελληνική έπιστήμη, έπειδή νομίζω ότι τότε περίπου τό έργο πέρασε στήν κοινή συνείδηση μεγάλου άριθμού έλλήνων λογιών. Οί έπανεκδόσεις -τού Τωμαδάκη στά '48 καί τού Βαλέτα στά ’49- μάς φέρνουν πρός τό όριο αύτό, μαρτυρώντας γιά ένα ένδιαφέρον πού αυ ξάνει προοδευτικά, άλλά καί ύποδείχνοντας πότε τό ίδιο τό κείμενο έγινε ευρύτερα προσιτό. Αύτό είναι τό πύκνωμα πού θέλησα νά έπισημάνω. Αν έπρόκειτο νά δώσω τήν ιστορία τού ζητήματος, θά είχα βέβαια άναφέρει τόν Κορδάτο καί τό Μιχαλόπουλο καί άλλους παλαιότερους, μεταξύ τών όποιων προέχει ό Κ. Σάθας μέ τίς είκοσι σελίδες πού άφιερώνει στή Νομαρχία, κιόλας στά 1869, στό βιβλίο του Τουρκοκρατούμενη Ελλάς, σελ. 639 έως τέλος. Σάς εύχαριστώ Βασιλική Κοντογιάννη Κυκλοφορεί τό καινούριο τεύχος (5-6) τού περιοδικού «Δ ΙΑΛ Ε ΓΟ ΥΜ Ε Β ΙΒΛ ΙΑ ΓΙΑ Π ΑΙΔΙΑ». Σ τόχος τον είναι νά βοηθήσει γονείς, δασκάλους, βιβλιοθηκάριους κα ί γενικά κάθε ενδιαφερόμενο, στήν επιλογή τών βιβλίων πού άπευθύνονται στά π α ι διά. Ή πλούσια ϋλη του περιλαμβάνει τήν κρι τική παρουσίαση 56 τίτλων πού είναι τα ξινομημένοι ανάλογα μέ τήν ήλικία τών παιδιών πού μπορούν νά τά διαβάσουν, καθώς κα ί άρθρα κα ί ειδήσεις σχετικές μέ τήν κίνηση τού βιβλίου γιά πα ιδιά στό διεθνή χώρο κ α ί στον τόπο μας. ’Ε πίσης έχει κα ί βιβλιογραφική ενημέρωση γιά τίς άπό τό Νοέμβρη τού 1979 ώς τό Νοέμβρη τού 1980 εκδόσεις. Π ουλιέται στά βιβλιοπωλεία. Κεντρική διάθεση στό βιβλιοπωλείο Καστανιώτη, Ζωοδόχου Πηγής 3, ’Α θήνα (142). ’Α πό τίς επαρχίες μπορούν νά τό ζητήσουν κα ί στή δ Ιση: Β. Ά γγελοπούλου, Κανάρη 11, Α θή να (134), τηλ. 3618832.
10
ΧΡΟΝΙΚΑ Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
ΕΚΔΟΤΙΚΑ) Επειδή ή στήλη συναντά δυσκολίες ώς πρός τή συλλογή πληροφοριών, παρακαλοϋμε όλους τούς εκδότες νά μήν παραλείπουν νά μάς ενημερώνουν ταχτικά καί προπαντός ύπεύθυνα γιά τό τί πρόκειται νά έκδώσουν. ΓΤ αυτό τό μήνα αναγγέλλονται, όπως πάντα, άρκετά βιβλία γιά τούς φίλους τής λο γοτεχνίας. 'Επισημαίνουμε τις ποιητικές συλ λογές «Θαλασσινό ημερολόγιο» της Μαρίας Κέντρου-Άγαθοπούλου (Διαγώνιος), «Τά μα χαίρια της Κίρκης» τού Έκτορα Κακναβάτου (Κείμενα) καί «Τό τίμημα» τού Γιάννη Δάλλα (Κείμενα). 'Επίσης τά μυθιστορήματα «Γαβριέλα-κανέλα καί γαρύφαλλο» τού μεγάλου λατι νοαμερικανού συγγραφέα Χόρχε "Αμαντο (Νέα Σύνορα), «Ό βουβός προφήτης» τού Γιόσεφ Ρότ (Όδυσσέας), «Άγκοστίνο» τού Άλμπέρτο Μοράβια (Όδυσσέας), «Ό αιώνας τών φώτων» τού Καρτεντιέ (Εξάντας), «Μοχά ό τρελός» τού μαροκινού συγγραφέα Ταχάρ Μπέν Ζελούν (Εξάντας), «Τό μοναστήρι τής Πάρμας» τού Σταντάλ (Εξάντας), «Χαλασοχώρηδες» τού 'Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη σέ έπιμέλεια
Βασίλη Μάκη (Έπικαιρότητα), «Ό αρχαιολό γος» τού Άντρέα Καρκαβίτσα (Έπικαιρότητα), «Ή κόρη τού λοχαγού» τού 'Αλέξανδρου Πούσκιν (Μπάυρον), «Ό τυφλός μουσικός» τού Βησσαρίωνα Κορολένκο (Μπάυρον), «Οί λω τοφάγοι» τού Βασίλη Βασιλικού (Δωρικός), «Παιδιά τής έποχής τους» τού Κνούτ Χάμσουν (Δωρικός), «Πεθαίνουν καί οί άθάνατοι» τού Κώστα Άσημακόπουλου (’Εξάντας), «Παρασκευάς ή οί γαλήνες τού Ειρηνικού» τού Μισέλ Τουρνιέ (’Εξάντας), «Ό Κέρελ τής Βρέστης» τού Ζάν Ζενέ (Εξάντας) καί «Le ravissement de Lol. V. Stein» τής Μαργκερίτ Ντυρά σέ μετάφραση ’Ιωάννας Ζερβού (Νεφέλη). 'Επισημαίνουμε άκόμα τίς συλλογές διηγη μάτων «Ή ιστορία τής παρθενίας τής δεσποι νίδας Τάδε» τής Λιλίκας Νάκου (Δωρικός), «’Αδέσποτα παιδιά» τής Τζόυς Κάρολ Όουτς,
Σκίτσο του Κ. Μητρόπουλου
11
ΕΚΔΟΤΙΚΑ
σέ μετάφραση ’Αμαλίας Τσακνιά (Νεφέλη), «Ό ήλιος καί άλλα διηγήματα» τοϋ Ν. X. Λώρενς σέ μετάφραση Άλέξη Ζήρα (Νεφέλη) καί τό πεζογράφημα «Μά ποϋ πάνε δλοι;» τής ’Ιωάν νας Πετροπούλου (’Εξάντας). 'Ετοιμάζονται έξάλλου καί θά κυκλοφορή σουν σύντομα οί μελέτες «Νίκος Καχτίτσης, ό λεπιδόπτερος τής άγωνίας» τοϋ Γ. Δανιήλ (Νεφέλη), «Εισαγωγή στήν ποίηση τοϋ Γιάννη Ρίτσου» τοϋ Στέφανου Διαλησμά (Έπικαιρότητα) καί «Βιρτζίνια Γούλφ, μιά μεγάλη άγνω στη» τής ’Ολυμπίας Καράγιωργα (Έπικαιρότητα). Γιά τούς μικρούς άναγνώστες πρόκειται, δπως μαθαίνουμε, νά έκδοθοϋν: τό βιβλίο «Παραμύθια καί ιστορίες» τοϋ Λέοντα Τολστόι (Γλάρος) καί τό πολυδιαβασμενο έργο «Πώς ήλθα στόν κόσμο» τοϋ Πέτερ Μάιλ, σέ έπανέκδοση (Νέα Σύνορα). 'Αρκετές είναι καί οί αύτοβιογραφίες γνω στών καί άγνωστων προσώπων πού θά κυκλο φορήσουν σύντομα γιά τούς φίλους τοϋ εί δους. ’Επισημαίνουμε τό «Ημερολόγιο» τοϋ μεγάλου χορευτή Νιζίνσκυ σέ μετάφραση ’Ολυμπίας Καράγιωργα (Νεφέλη), τό «Χρονικό τής ζωής μου» τοϋ μεγάλου ρώσου μουσικο συνθέτη Ίγκόρ Στραβίνσκυ (Νεφέλη), τό βι βλίο «Τολμώ» τής ήθοποιοϋ Σπεράντζας Βρανά (Εξάντας), τό έργο «Ό έαυτός μου» τοϋ Βλαδίμηρου Μαγιακόφσκι (Μπάυρον) καί τήν αύτοβιογραφική μαρτυρία μιάς δεκατετράχρονης Γερμανίδας, τής Κριστιάνε ”Ες, πού έχει τίτλο «’Εμείς τά παιδιά τοϋ σταθμού τοϋ ζωολογικού κήπου» (’Εξάντας). Στό χώρο τώρα τοϋ κοινωνικοπολιτικοϋ βι βλίου έτοιμάζονται οί παρακάτω τίτλοι: τό έργο «Μάρξ-’Ένγκελς» τοϋ Άλέκου Κουτσούκαλη (Έπικαιρότητα), τό βιβλίο «Ή ιστορία τοϋ γερμανικού έργατικοϋ κινήματος» τής Χέλγκα Γκρέμπιν (Παπαζήσης), ή μελέτη «Ή γυναίκα στή μισθωτή έργασία» τοϋ Σταύρου Βουτυρά (Παπαζήσης), τό συλλογικό έργο «Οί πολυε θνικές έταιρείες στήν Ελλάδα» (Νέα Σύνορα) καί τό βιβλίο «Εύρωπαίκοί οργανισμοί» τοϋ Γιώργου Τενεκίδη (Παπαζήσης). Αύτό τό μήνα θά κυκλοφορήσει έπίσης, γιά όσους ένδιαφέρονται γιά τά σύγχρονα παιδα γωγικά προβλήματα, τό έργο «Τό σχολείο πού μοϋ άρέσει» τοϋ Τζών Ντιούι (Γλάρος), ένώ ή βιβλιογραφία τής ψυχολογίας θά πλουτιστεί μέ τά έργα: «Βασικές άρχές τής ψυχανάλυ σης» τοϋ Σίγκμουντ Φρόυντ (Ταμασός), «Νέοι δρόμοι στήν ψυχανάλυση» τής Κάρεν Χόρνεϋ (Ταμασός) καί «Οί ψυχικές δυνάμεις τών ζώων» τοϋ Μπίλ Σκάλ (Διόπτρα). Τέλος, άναμένεται νά έκδοθοϋν σύντομα οί 12
παρακάτω τίτλοι: τό βιβλίο «Προβλήματα πέ ψης - πρόληψη, θεραπεία χωρίς φάρμακα» τοϋ "Αλλαν Μόυλ (Διόπτρα), τό δοκίμιο «Γιά τόν έρωτα» τοϋ Σταντάλ (Γλάρος), τό έργο «Ό φί λος μου ό Θεόφιλος» τοϋ Στρατή Άναστασέλη (Κείμενα), τό βιβλίο «Παζολίνι. Δικαστικά χρο νικά, διώξεις, θάνατος» τής Λάουρα Μπέτι (Εξάντας), τό λεύκωμα «’Ακροκέραμα καί άλλα πηλοτεχνήματα» μέ κείμενα καί φωτο γραφίες τοϋ Απόστολου Γιαγιάνου (Εξάντας), ό γ’ τόμος τοϋ έργου «Ή Ιστορία τής έλληνικής έπανάστασης» τοϋ Τόμας Γκόρντον (Μπάυρον), μιά μελέτη τοϋ Γιάννη Τρουμπούνη γιά τίς έφαρμογές τής ήλιακής ένέργειας στήν άρχιτεκτονική, μέ τίτλο « Ηλιακή ένέργεια καί άρχιτεκτονική» (Εξάντας), τό τα ξιδιωτικό βιβλίο «Ή άκτή τών σκλάβων» τοϋ Δημήτρη Φωτιάδη, πού περιέχει άναμνήσεις τοϋ συγγραφέα άπό τήν ’Αφρική (Δωρικός), ό 6’ τόμος τής μελέτης «Οικονομικός προγραμ ματισμός έπενδύσεων» τών Μπίρμαν καί Σμίτ (Παπαζήσης), ένας όδηγός τοϋ "Αρνολντ Γκρέμιγκερ γιά τή σωστή έπιλογή τών παιδι κών βιβλίων, πού έχει τίτλο «Τό παιδί καί τό βιβλίο» (Νότος), τό βιβλίο έπιστημονικής φαν τασίας «Ταξίδι στό Κιριμπάτι» τοϋ Έριχ Φόν Νταίνικεν (Νότος) καί μιά συλλογή άπό τρία άνέκδοτα μελετήματα τοϋ Μενέλαου Λουντέμη, μέ τίτλο «Καραγκιόζης ό Έλληνας» (Δω ρικός).
Α φοί
ΜΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ
Τά πληρέστερα βιβλιοπωλεία στόν Πειραιά Λογοτεχνία Ποίηση Ιστορία Πολιτική Φιλοσοφία Μελέτες Κοινωνιολογία
Ψυχολογία Περιοδικά Παιδικά βιβλία Ναυτικά Τεχνικά Σχολικά Βοηθήματα
’Εγκυκλοπαίδειες σέ τιμές προσφοράς 1° Κολοκοτρώνη 92 τηλ. 4112258 2° Ν οταρά 59 τηλ. 4123234
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥΙ
Τόν ’Απρίλιο αγοράστηκαν περισσότερο τά έξης βιβλία: 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11. 12.
Όριάνα Φαλάτσι: "Ενας άντρας ('Εξάντας) Τζώρτζ Χόρτον: Ή κατάρα τής ’Ασίας (Εστία Ν. Σμύρνης) Μάρως Δούκα: Ή άρχαία σκουριά (Κέδρος) Γιώργου Σκούρτη: Μιά φορά ήταν ένας μόνος του (Κέδρος) Μίλαν Κούντερα: Τό βάλς τού άποχαιρετισμοϋ (Όδυσσέας) Χόρχε Άμάντο: Τερέζα Μπατίστα (Νέα Σύνορα) Σωτήρη Πατατζή: Μεθυσμένη πολιτεία (Εστία) Έντουαρντ Ρόζενταλ: ’Αναζητώντας ιδανικά (Σύγχρονη ’Εποχή) ’Αρθούρου Ρεμπώ: Εκλάμψεις (Ήριδάνος) Διονύση Ρώμα: ’Αντάτζιο καί φούγκα (Εστία) "Αγγέλου Σικελιανοϋ: Γράμματα στήν "Αννα (Ίκαρος) Γιώργου Χρονά: Ελληνορωμαϊκή πάλη ('Ύψιλον)
Ο πίνακας αυτός καταρτίστηκε μέ βάση τά στοιχεία πού μάς παραχώρησαν 22 βιβλιοπωλεία άπό τήν ’Αθήνα καί τόν Πειραιά, 7 άπό τή Θεσσαλονίκη καί 11 άπό Ισάριθμες έπαρχιακές πόλεις: 'Αφοί ΆΥΥελή, Σκουφά 30, "Αρτα 9 Β. Άγνόντης, Βασ. Πανός 8, Λάρισα 9 Αίολος, Σόλωνος 114, Αθήνα 9 Αιχμή, X. Τρικούπη 50, Αθήνα 9 Ανταίος, X. Τρικούπη 14, ’Αθήνα · ’Αριστοτέλης, Πανεπιστημίου 34, 'Αθήνα 9 'Αστέρι, Σόλωνος 121, Αθήνα · Σ. Βακιάνης, Βασ. Κων/νου 8, Ξάνθη 9 Βέγος, Ίπποκράτους 4, Αθήνα 9 Γνώση, Γρηγ· Αυξεντίου 26, Αθήνα 9 Γρήγορή, Σόλωνος 71, Αθήνα 9 Π. Διαμάντης, Θεοδ. Χαβίης 9, Αμφιλοχία 9 Γ. Δίβρης, Βασ. Κων/νου 2, “Αργος 9 Δωδώνη, Ασκληπιού 3, Αθήνα 9 Έγνατία, Έγνατίας 73, Θεσσαλονίκη · Ένδοχώρα, Σόλωνος 62, Αθήνα 9 Εστία, Σόλωνος 60, ’Αθήνα 9 Μ. Καρδαμίταα, Ίπποκρά τους 8, Αθήνα 9 Κέδρος, Γενναδίου 6, ’Αθήνα 9 Δ. Κελαϊδήτης, Όμονοίας 94, Καβάλα 9 Γ. Κλάδος, Πλατεία Έλ. Βενιξέλου, Ηράκλειο 9 Μ. Κοτζιά, Τσιμισκή 78, Θεσσαλονίκη 9 Α. Κουμπλομμάτης, 28ης 'Οκτωβρίου 8, ’Ιωάννινα 9 Γ. Κουρμούλης, Λεωφ. Κυδωνιάς 64, Χανιά · Αφοί Κωνσταντινίδη, Έγνατίας 125, Θεσσαλονίκη 9 Libro, Πατριάρχου Ιωακείμ 8, ’Αθήνα 9 Α. Μεθενίτης, Κανακάρη 178, Πάτρα · I. Μιχαλόπουλος, Έρμου 75, Θεσσαλονίκη 9 Μόλχο, Τσιμισκή 10, Θεσσαλονίκη 9 Ε. Μπαρμπουνάκης, Άριστοτέλους 4, Θεσσαλονίκη 9 ’Αφοί Μποοτάνογλου, Κολοκοτρώνη 92, Πειραιάς 9 Ν. Παππάς, Τοπάλη 21α, Βόλος 9 Πήτερ Πάν, Αλκυόνης 15, Π. Φάληρο 9 Πλέθρον, Τοσίτσα 1α, ’Αθήνα 9 Τ. Ραγιάς, Τσιμισκή 41, Θεσσαλονίκη 9 Ρόμβος, Καψάλη 6, Αθήνα 9 I. Σιδέρης, Σταδίου 44, Αθήνα 9 Σύγχρονη Εποχή, 'Ακαδη μίας 78, Αθήνα 9 Φωλιά τού Βιβλίου, Πανεπιστημίου 25, ’Αθήνα 9 Χνάρι, Κιάφας 5, ’Αθήνα.
έπόμενο τεύχος Κυκλοφορεί τόν Ιούλιο
•
Οί Έλληνίδες καί τό βιβλίο
•
Συνέντευξη του Τάκη Σινόπουλου
•
Βιβλία τοϋ Μεσεβρινοϋ
13
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Τά 5 χρόνια του «Διαβάζω» Τό «Διαβάζω», θέλοντας νά γιορτάσει τά πέντε χρόνια ζωής του μ’ έναν τρόπο περισσό τερο έποικοδομητικό καί λιγότερο κοσμικό, προσκάλεσε σέ μία κοινή συγκέντρωση όλους όσους έχουν συνεργαστεί μέχρι σήμερα μέ τό περιοδικό καί τούς συνδρομητές Αθήνας καί έπαρχιών, μέ σκοπό τήν άνταλλαγή ιδεών γιά τήν ποιοτική βελτίωση τής έκδοσης. "Ετσι, στις 9 ’Απριλίου, ήμέρα πού κυκλοφό ρησε, τό 1976, τό πρώτο τεύχος τού «Δια βάζω», στήν αίθουσα τού Συλλόγου 'Υπαλλή λων Τραπέζης τής 'Ελλάδος (Σίνα 16), κάπου 250 άτομα άνταποκρίθηκαν στήν πρόσκληση καί τίμησαν μέ τήν παρουσία τους τήν έορταστική έκδήλωση. Στήν αρχή τής βραδιάς ό διευθυντής τού περιοδικού, έκπροσωπώντας τήν έκδοτική όμάδα, έκανε μία άναδρομή στή γέννηση τού «Διαβάζω», στούς πρωτεργάτες τής ιδέας τής έκδοσης, στις δυσκολίες πού άντιμετώπισε ή πραγματοποίησή της, στήν έσωτερική δομή
καί όργάνωση τής έκδοτικης ομάδας, ή όποια έχει σαφή σωματειακό χαρακτήρα, καί στόν τρόπο πού έργάζεται ή Σύνταξη (κριτήρια έπιλογής ύλης καί συνεργατών, μεθοδολογία τής ’Αγοράς τού Βιβλίου κλπ.). ’Επίσης άναφέρθηκε διεξοδικά στήν οικονομική κατάσταση τού περιοδικού, παρουσιάζοντας μέ στοιχεία καί άριθμούς τις δυσχέρειες πού συναντά ή έκδοση. Τέλος, έπισήμανε τήν άγωνία τής έκδοτικής ομάδας γιά τό μέλλον τού «Διαβάζω» (όχι τόσο γιά τό οικονομικό, όσο γιά τό ούσιαστικό) καί τή μεγάλη προσπάθεια καί έπαγρύπνηση πού άπαιτοϋνται γιά νά μή χάσει κάποτε τό περιοδικό τήν έπαφή του μέ τήν πραγματι κότητα. Στή συνέχεια ύποβλήθηκαν έρωτήσεις καί ζητήθηκαν ορισμένες διευκρινίσεις άπό τούς παριστάμενους, στίς οποίες άπάντησαν τόσο ό Περ. Άθανασόπουλος όσο καί άλλα μέλη τής Σύνταξης (Γ. Γαλάντης, Δ. Δεληπέτρος, Η. Παπαλέξης, Π. Πέζαρος).
Άπό τήν έορταστική έκδήλωση γιά τά 5 χρόνια του περιοδικού
14
ΓΕΓΟΝΟΤΑ Τέλος, πήραν τό λόγο καί μίλησαν γιά διά φορα θέματα τοϋ περιοδικού πολλοί συνεργά τες, άλλά καί συνδρομητές. Δόθηκε έτσι ή εύKatpia νά άκουστοΰν ένδιαφέρουσες άπόψεις καί προτάσεις γιά τή βελτίωση τής ύλης τοϋ «Διαβάζω», μερικές άπό τίς όποιες έχουν μπει ήδη στό δρόμο τής πραγμάτωσης, ένώ άλλες τίς έπεξεργάζεται μέ ιδιαίτερη προσοχή ή Σύνταξη. Καί νά μερικές άπό τίς προτάσεις αύτές: 1) πληρέστερη κάλυψη άπό τό Βιβλιογραφικό Δελτίο τοϋ τομέα τών τεχνικών έγχειριδίων καί τών έπιστημονικών συγγραμμάτων 2) κατάργηση τών κωδικοποιημένων συντομογραφιών τής Κριτικογραφίας· 3) δημοσίευση βιβλιοκριτικών γραμμένων άπό παιδιά· 4) αύ
ξηση τοϋ άριθμοϋ τών βιβλίων πού κρίνονται στήν «’Επιλογή»· καί 5) σαφέστερη προβολή τών έκδοτικών στοιχείων τών βιβλίων πού πα ρουσιάζονται στό «Παράρτημα». "Οσο γιά τά μικροπαράπονα πού διατυπώθη καν γιά τήν τύχη ορισμένων βιβλίων, πού -άν καί καταγράφηκαν στό Βιβλιογραφικό Δελτίοδέν έτυχαν μεγαλύτερης παρουσίασης άπό τίς στήλες τοϋ «Διαβάζω» (στήν «’Επιλογή» ή στό «Παράρτημα»), διευκρινίστηκε στούς ένδιαφερόμενους ότι αύτή ή «μεγαλύτερη παρου σίαση» προϋποθέτει έπιλογή τοϋ συγκεκριμέ νου βιβλίου άπό μία πληθώρα άλλων έπιλογή, γιά τήν ορθότητα τής όποιας φέρει άκέραια τήν εύθύνη ή Σύνταξη τοϋ περιοδικού.
Ό ’Άλμπιν Λέσκυ "Ενας κορυφαίος έλληνιστής τοϋ καιρού μας, ό δάσκαλος καί έρευνητής’Άλμπιν Λέσκυ, έφυγε πρίν λίγο καιρό άπό τή ζωή, στά 85 του χρόνια. Γεννημένος στό Γκράτς τής Αύστρίας τό 1896, ό Λέσκυ σπούδασε στά πανεπιστήμια τοϋ Μάρμπουργκ καί τοϋ Γκράτς καί διακρίθηκε στόν τομέα τής κλασικής φιλολογίας. Άπό τά νεανικά του κιόλας χρόνια άσχολήθηκε μέ τή μελέτη τής άρχαίας έλληνικής γραμματείας καί έστρεψε τίς έρευνητικές του δραστηριότητες ιδιαίτερα στά όμηρικά έργα καί τήν τραγωδία. Υπήρξε καθηγητής τής κλασικής φιλολογίας στό πανεπιστήμιο τής Βιέννης καί έπίτιμο μέλος πολλών άλλων πνευματικών ιδρυμάτων σ’ όλόκληρο τόν κό σμο. Γιά τήν τεράστια συμβολή του έξάλλου στή μελέτη τής άρχαίας έλληνικής γραμμα τείας άνακηρύχτηκε μέλος τής 'Ακαδημίας ’Αθηνών καί έπίτιμος διδάκτορας τών φιλοσο φικών σχολών ’Αθήνας καί Θεσσαλονίκης. Δείγμα τής βαθύτατης γνώσης του στόν το μέα τής κλασικής μας φιλολογίας είναι ή ογ κώδης «Ιστορία τής άρχαίας έλληνικής λογο τεχνίας», δπου έξετάζεται άναλυτικά καί διεισδυτικά ή πορεία τής άρχαίας έλληνικής γραμματείας άπό τά όμηρικά έπη (μέσα τοϋ 9ου π.Χ. αιώνα) ως τόν Προκόπιο τής Γάζας (6ος μ.Χ. αιώνας). Τό έργο έγινε γνωστό στή χώρα μας χάρη στήν άψογη μετάφρασή του άπό τόν ’Αγαπητό Τσοπανάκη, καθηγητή τοϋ Άριστοτελείου Πανεπιστημίου. Ό "Αλμπιν Λέσκυ δημοσίευσε έπίσης τίς
"Αλμπιν Λέσκυ
παρακάνω έργασίες: «Ή έλληνική τραγωδία» (1938), «Alkestis, der Mythos und das Drama» (1925), «Der Kommos der Choephoren» (1943), «Thalatta: Der Weg der Griechen zum Meer» (1947), «Aristainetos» (1950), «Όμηρος» (1966) καί «Gottliche und menschliche Motivation im homerischen Epos» (1961). 15
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ
Τό Libro
Τό Libro, στήν όδό Πατριάρχου 'Ιωακείμ 8, δυό μόλις βήματα άπό τήν πολυθόρυβη πλα τεία τού Κολωνακίου, είναι ένα μικρό καί συμ παθητικό βιβλιοπωλείο πού άρχισε νά λει τουργεί ατά τέλη τού 1979 καί, παρά τις άντίθετες προβλέψεις, είχε μεγάλη άπήχηση στό άναγνωστικό κοινό τής περιοχής. ’Ιδιοκτήτης του είναι ό πρώην έκδοτης Δημήτρης Παντελέσκος καί στά ράφια του φιλο ξενούνται ταξινομημένοι κατά κατηγορίες 4.000 περίπου έλληνικοί καί άγγλικοί τίτλοι βι βλίων, οί όποιοι καλύπτουν άναλυτικά τούς παρακάτω τομείς: ψυχολογία, φιλοσοφία, παι δικό καί ταξιδιωτικό βιβλίο, τέχνη, παιδαγω γική, λογοτεχνία, Ιστορία καί κοινωνικοπολιτική σκέψη. Μέσα στά άμεσα σχέδια τού Libro είναι έξάλλου ή έπέκταση τής δραστηριότητάς του στούς τομείς τού σχολικού καί τού ιταλι κού λογοτεχνικού βιβλίου. Τό Libro (όπως άλλωστε καί ό «Ρόμβος», γιά τόν όποιο γράψαμε παλιότερα) βρίσκεται σέ μιά περιοχή-μεταίχμιο μεταξύ τού έμπορικοϋ κέντρου τής Αθήνας καί των συνοικιών. Αύτός 16
είναι ένας άπό τούς παράγοντες πού συνετέλεσαν πολύ στήν άνοδική του πορεία. Γιατί τά τελευταία χρόνια ή συμφόρηση τού κέντρου οδήγησε σέ μιά τάση μετατόπισης τής άγοραστικής κίνησης πρός τις γύρω κοντινές συνοι κίες- κι αύτό, σέ συνδυασμό μέ τήν οικονομική άνεση των κατοίκων τής περιοχής, έξασφάλισε στό Libro (καί στό «Ρόμβο») σταθερή καί έπαρκή πελατεία. Τό κοινό τού βιβλιοπωλείου είναι βασικά εύ πορο καί πολύ ένημερωμένο ώς πρός τίς έξελίξεις στό χώρο τού βιβλίου. Γιά τήν έξυπηρέτηση καί τήν ένημέρωσή του έχουν έπιστρατευτεΐ, έκτος άπό τόν ιδιοκτήτη τού Li bro, δυό άκόμα ύπάλληλοι. "Οσο γιά τά άγοραστικά του ένδιαφέροντα, στρέφονται κυρίως στή λογοτεχνία καί τά βιθλία-δώρα, μέ σαφή προτίμηση στήν ξενόγλωσση σχετική βιβλιο γραφία. Ή έπιλογή τών βιβλίων πού είσάγονται στό Libro γίνεται μέ κριτήριο τήν προσωπική άντίληψη τού ιδιοκτήτη του γιά τήν ποιότητα, ύπόκειται όμως οπωσδήποτε καί στούς νόμους τής ζήτησης. Γιά τήν καλύτερη δυνατή ένημέρωση τού βιβλιοπωλείου του καί τών πελατών του, ό Δημήτρης Παντελέσκος μάς πληροφο ρεί ότι παρακολουθεί στενά τήν κίνηση τού βιβλίου καί τίς έκδηλώσεις πού τό άφοροϋν. Τό έπίμαχο θέμα τής διακίνησης τού βιβλίου άπό έξωβιθλιοπωλειακά κέντρα βρίσκει άντίθετο τόν ιδιοκτήτη τού Libro γιατί, κατά τή γνώμη του, θίγει καίρια τά οικονομικά συμφέ ροντα τών βιβλιοπωλών. Γιά τήν κακή κατάσταση στό χώρο τού βι βλίου έξάλλου, έκτος άπό τή γνωστή αιτία τής κρατικής άδιαφορίας, μάς έπισημαίνει καί τίς εύθύνες τών έκδοτων, οί όποιοι «βλέπουν τό βιβλίο μόνο σάν έμπόριο, άκόμα καί στίς περι πτώσεις πού έχουν μεγάλες οικονομικές δυ νατότητες καί θά μπορούσαν άνετα νά άσχοληθοϋν μέ ποιοτικές έκδόσεις». Τέλος, ό κ. Δημήτρης Παντελέσκος, άπαντώντας σέ έρώτησή μας γιά τό θέμα τού ώραρίου τών βιβλιοπωλείων, διατυπώνει τήν άποψη ότι «θά διευκόλυνε πολύ τόν κόσμο ν’ άνοίγουν τά βιβλιοπωλεία πιό άργά άπό τά άλλα καταστήματα καί νά παρατείνουν τή λει τουργία τους τίς βραδινές ώρες, όπότε παρατηρείται μεγαλύτερη προσέλευση τού κοι-
ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ
Ή
Ε τα ιρ εία Σπουδών
Σ’ ένα τριώροφο παραδοσιακό σπίτι τής οδού Σίνα λειτουργεί έδώ καί έννιά περίπου χρόνια μιά άξιόλογη 'Εταιρεία Σπουδών, τής όποιας ή συμβολή στή μελέτη τού νεοελληνι κού μας πολιτισμού καί τής παιδείας θεωρεί ται, κατά κοινή όμολογία, σημαντική. Πρόκει ται γιά τήν πασίγνωστη πιά Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού καί Γενικής Παι δείας, οί έκδηλώσεις τής όποιας δλα αύτά τά χρόνια ήταν μιά όαση γιά τούς κατοίκους τής ύδροκέφαλης πρωτεύουσας. Ή Εταιρεία Σπουδών Ιδρύθηκε μέ πρωτο βουλία τής Σχολής Μωραΐτη καί τή συμπαρά σταση μιάς ομάδας έπιστημόνων, λογίων καί λογοτεχνών στις 16 ’Οκτωβρίου τού 1972. Λει τουργεί σέ βάση μή κερδοσκοπική, καί έχει σάν στόχο -σύμφωνα μέ τό καταστατικό τηςτήν προαγωγή τού παιδευτικού καί πολιτιστι κού έπιπέδου τής χώρας. Σάν μέσα γιά τήν έπίτευξη αύτοϋ τού σκοπού έχει έπιλέξει τήν έκδοση βιβλίων γενικής παιδείας, τήν όργάνωση πνευματικών καί καλλιτεχνικών έκδηλώσεων, τή μελέτη τών προβλημάτων τής έκπαιδευτικής θεωρίας καί πράξης, τήν όργάνωση όμιλιών καί σεμιναρίων καί τήν παροχή υπο τροφιών γιά πανεπιστημιακές σπουδές σέ άπόφοιτους τής Σχολής Μωραΐτη. Ιδρυτικά μέλη τής Εταιρείας είναι οί: Παν τελής Πρεβελάκης, Τάκης Παπατσώνης καί Μιχάλης Στασινόπουλος, άκαδημαϊκοί, Γ. Χαλκιόπουλος, Γιώργος Σαββίδης, Νίκος Χουρμουζιάδης, Γεράσιμος Λεγάτος καί Μιχαήλ Μερακλής, καθηγητές πανεπιστημίου, Κωστής Σκαλιόρας, δημοσιογράφος, Ε. X. Κάσδαγλης, έπιμελητής έκδόσεων, καί Βίκτωρ Μελάς, δι κηγόρος. Άπό τό διδακτικό προσωπικό τής Σχολής Μωραΐτη, ή Εϋα Βλάμη, ή Χρυσάνθη Μωραΐτη-Καρτάλη καί οί: Γιώργος Άλισανδράτος, Κώστας Γεωργουσόπουλος, Χρήστος Γιανναράς, Άλέξης Δημαράς, Βασίλης Κρεμμυδάς, Μάρκος Κυνηγός, Τάσος Λιγνάδης, Κώστας Μανιαδάκης, Ματθαίος Μουντές καί Άντώνης Μωραΐτης. Μέ στόχο τήν προαγωγή τής μελέτης τών θεμάτων πού συνδέονται άμεσα μέ τή νεοελ ληνική έκπαίδευση, τήν Ιστορία της, τήν άνάλυση τών χαρακτηριστικών της καί τά προβλή ματα τής καθημερινής σχολικής πράξης, ή Εταιρεία Σπουδών ίδρυσε τό Κέντρο ’Ερευ νών Νεοελληνικής Έκπαιδεύσεως καί άνέθεσε τήν εύθύνη γιά τήν έπιστημονική του δραστη-
’Εξωτερική άποψη τού κτιρίου τής 'Εταιρίας Σπουδών
ριότητα στόν Άλέξη Δημαρά. Τό Κέντρο ’Ερευνών προσφέρει συχνά τις ύπηρεσίες του σέ έρευνητές άπό τήν Ελλάδα καί τό έξωτερικό κι έχει διοργανώσει, σέ συνεργασία μέ τήν Εταιρεία Σπουδών, κύκλους όμιλιών καί σεμιναρίων γιά θέματα παιδείας. Στό Κέντρο λειτουργεί άξιόλογη βιβλιοθήκη, τής όποιας δλα τά βιβλία είναι καταλογογραφημένα καί ταξινομημένα. Ή Εταιρεία Σπουδών έχει άναπτύξει έπίσης πλούσια έκδοτική δραστηριότητα, ή όποια κα λύπτει τούς παρακάτω τομείς: σχολικά βοηθή ματα, λευκώματα, γενική παιδεία καί θέατρο. ’Ιδιαίτερο ένδιαφέρον παρουσιάζει ή θεατρική σειρά, πού περιλαμβάνει μερικά σημαντικά έργα τού παγκόσμιου δραματολογίου σέ δόκι μες μεταφράσεις καί μέ κατατοπιστικές εισ αγωγές. ’Αναλυτικότερα, σ’ άύτή τή σειρά έχουν έκδοθεΐ τά έργα: «Βάκχες» τού Εύριπίδη σέ μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη, «Ό δύσκολος» τού Μένανδρου σέ μετάφραση Θρασύβουλου Σταύρου, «Μουσαφιραΐοι στό Στεπαντσίκοβο» τού Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι 17
ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ
σέ διασκευή Παντελή Πρεθελάκη, «Νεράιδα» τοΰ Ζάν Ζιρωντού, σέ μετάφραση Όδυσσέα Έλύτη, «Βολπόνε» τού Μπέν Τζόνσον σέ μετάφραση "Αγγέλου Τερζάκη, «Ή Ντίαρντη τών θλίψεων» καί «Καβαλάρηδες στή θά λασσα» τοϋ Τζών Μίλλινγκτον Σύγκ σέ μετά φραση Δημ. Σταύρου, «Χριστός πάσχων» (άγνωστου ποιητή) σέ μετάφραση Θρασύβου λου Σταύρου, «Ντον Ζουάν» τοϋ Μολιέρου σέ μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη, «Μαρία Στούαρτ» τού Σίλλερ σέ μετάφραση Βασίλη Ρώτα, «Νεκρή βασίλισσα» τοϋ Μοντερλάν σέ μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη, «Ό κλήρος τοϋ μεσημεριού» τοϋ Κλωντέλ σέ μετάφραση Τάκη Παπατσώνη, «Πρίγκηπας τοϋ Χόμπουργκ» τοϋ Κλάιστ σέ μετάφραση Κ. Καρθαίου, «Ό γυρισμός» τοΰ Εύγένιου Ο’Νήλ σέ μετάφραση Παύλου Μάτεσι, «Ό κύκλος μέ τήν κιμωλία» τοϋ Μπέρτολτ Μπρέχτ σέ μετάφραση Όδυσσέα Έλύτη, «Ή ζωή είναι όνειρο» τοϋ Καλντερόν ντέ λά Μπάρκα σέ μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη, «Βασίλισσα καί επανα στάτες» τοϋ Οϋγκο Μπέτι σέ μετάφραση Μά ριου Πλωρίτη, «Τό τέλος τοϋ παιγνιδιού» καί «Πράξη χωρίς λόγια» τοϋ Σάμουελ Μπέκετ σέ μετάφραση Κωστή Σκαλιόρα, «Τρεις άδελφές» τοϋ "Αντον Τσέχωφ σέ μετάφραση Δέσποινας Δετζώρτζη, «Ίκέτιδες» τοϋ Αισχύλου σέ μετά φραση Κ. X. Μύρη, «’Άμλετ» τοϋ Σαίξπηρ σέ μετάφραση Κ. Θεοτόκη, «Δημιουργημένα συμφέροντα» τοϋ Μπεναβέντε σέ μετάφραση Παντελή Πρεβελάκη, «Άμφιτρύονας» τοϋ Πλαύτου σέ μετάφραση Τάσου Ρούσσου, «Κούκλας σπιτικό» τοϋ ’Ερρίκου Ίψεν σέ μετάφραση Ν. Γ. Πολίτη, «Ελένη» τοϋ Γκαΐτε σέ μετάφραση Θρασύβουλου Σταύρου, «Άχαρνής» τοϋ ’Αριστοφάνη σέ μετάφραση Λ. Ζενάκου, «’Αντιγόνη» τοϋ Σοφοκλή σέ μετά φραση Κ. X. Μύρη καί «Ό Καρδινάλιος τής Ισπανίας» τοϋ Μοντερλάν σέ μετάφραση Παν τελή Πρεβελάκη. Στόν τομέα τής γενικής παιδείας έχουν έκδοθεΐ τά έργα: «Διόνυσος» τοϋ Παναγή Λεκατσά, «Τό άξιον έστί τοϋ Έλύτη» τοϋ Τάσου Λιγνάδη, «Μορφές άπό τόν τέταρτο αιώνα μ.Χ.» τοϋ Μιχ. Στασινόπουλου, «Σατυρικά» τοϋ Ν. Χουρμουζιάδη, «Βυζαντινή φιλοσοφία» τοϋ Β. Τατάκη, «Ή θεωρία τής έλληνικής λαογρα φίας» τής "Αλκής Κυριακίδη-Νέστορος, «Προ βλήματα μεταγλωττισμοϋ» μέ κείμενα ομιλιών άπό εκδηλώσεις τής Εταιρείας, «Δαβίδ» άγνωστου χίου ποιητή, «Σάτιρα καί πολιτική στή νεώτερη Ελλάδα», μέ κείμενα ομιλιών άπό έκδηλώσεις τής Εταιρείας, «Κύκλος Σεφέρη» καί «Δυό πρωτοποριακές μελέτες» τοϋ Βάσου Βλαβιανοϋ. "Εχουν έκδοθεϊ έπίσης: τό 18
«Λεύκωμα αύτογράφων νεοελλήνων λογοτε χνών» σέ επιμέλεια Ε. X. Κάσδαγλη καί τό «Λεύκωμα Άπάρτη» σέ έπιμέλεια Δήμητρας Τσούχλου. Στήν έκδοτική δραστηριότητα τής Εται ρείας Σπουδών έντάσσεται καί τό δελτίο της, τό οποίο έκδίδεται κάθε χρόνο καί περιλαμβά νει ένα σύντομο άπολογισμό τοϋ έργου τής Εταιρείας καί μερικές άπό τίς πιό ενδιαφέ ρουσες ομιλίες πού διοργανώνονται στό έντευκτήριό της. Οί εκδηλώσεις τής Εταιρείας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού καί Γενικής Παι δείας κάλυψαν δλα αύτά τά χρόνια μιά τερά στια ποικιλία θεμάτων, άπό τό θέατρο καί τόν κινηματογράφο μέχρι τήν ιστορία καί τή λογο τεχνία. Μολονότι θά θέλαμε νά άναφέρουμε ένδεικτικά μερικές άπό αύτές, διστάζουμε, γιατί πραγματικά δέν ξέρουμε τί νά διαλέ ξουμε άνάμεσα σέ τέτοιο πλούτο. Σέ μιά χώρα σάν τή δική μας, όπου ή άδιαφορία γιά τήν παιδεία καί τήν πολιτιστική άνάπτυξη είναι έπίσημη κρατική πολιτική, ή ύπαρξη καί ή λειτουργία οργανισμών πού στη ρίζονται άποκλειστικά στήν ιδιωτική πρωτο βουλία, όπως ή Εταιρεία Σπουδών, άποτελοϋν όαση κι έλπίδα...
ΠΑΟ*Λ ΧΙΝΙΕΜΙΤ
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ Α Ρ Μ Ο Ν ΙΑ
Μετάφραση: Κώστας Γριμάλδης ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΑΝΙΑ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ - 146 ΑΘΗΝΑ
ΤΟ ΞΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ
Τό βιβλίο ΑΒΑΝΑ, Μάιος. ’Από τότε πού ό Φιντέλ κά στρο, μέ τούς άχώριστους συντρόφους του Έρνέστο Τσέ Γκεβάρα, Καμίλο Σιενφοτέγκος καί Ραούλ Κάστρο, έμπαινε στήν 'Αβάνα θριαμβευτής στόν άγώνα του έναντίον τού δι κτάτορα Μπατίστα καί έλευθερωτής μαζί, πάνε πιά 22 χρόνια. Ή έπανάσταση τού Κινήματος τής 26ης Ιουλίου έχει στεριώσει, ή Κούβα βα δίζει τό δικό της σοσιαλιστικό δρόμο καί ή έκδοτική καί πνευματική κίνηση, ύστερα άπό μιά μεγάλη περίοδο νάρκης, μπορούμε νά πούμε όίτι είναι μία πραγματικότητα. Πρίν άπό τό 1959, οί έκδόσεις ήταν κυρίως λογοτεχνικές καί τυπώνονταν μέ έξοδα τών ’ίδιων τών συγγραφέων. ’Επίσης έκδίδονταν, σέ περιορισμένο όμως άριθμό άντιτύπων, σχολικά βιβλία καθώς καί βιβλία κατάλληλα γιά ιδιαί τερα μαθήματα (φροντιστηριακά). Ταυτό χρονα, ό άναλφαβητισμός καί ή περιορισμένη φοίτηση στό σχολείο έκανε νά άτονε! κάθε προσπάθεια γιά διάδοση τού βιβλίου. Δύο χρόνια μετά τήν έπικράτηση τής έπανάστασης, τό 1961, άρχισε ένας συστηματικός άγώνας γιά τήν έξαφάνιση τού άναλφαβητισμοϋ. Τό άποτέλεσμα: ένώ τό 1959 ύπήρχαν 1.000.000 άναλφάβητοι καί ή έκδοτική παρα γωγή δέν ξεπέρναγε τίς 500.000 άντίτυπα (βι βλία καί περιοδικά), τό 1979 ό άναλφαβητισμός είχε μειωθεί στό έλάχιστο καί έκδόθηκαν πάνω άπό 6.000.000 βιβλία καί άλλα έντυπα. Σημαντική προώθηση στήν ύπόθεση τού βι βλίου έδωσε ή ίδρυση ένός άνώτερου συντο νιστικού όργάνου, τού ’Ινστιτούτου τού Κουβανικού Βιβλίου. Έτσι, άπό τότε πού Ιδρύθηκε τό ’Ινστιτούτο (1967) μέχρι σήμερα, έχουν έκδοθεΐ τουλάχιστον 16.000 τίτλοι σέ 65.000.000 περίπου άντίτυπα. Τό κύριο βάρος τής έκδοτικής παραγωγής πέφτει στά σχολικά καί, γενικότερα, έκπαιδευτικά βιβλία, τά όποια άποτελούν τό 34% τής έτήσιας βιβλιοπαραγωγής. ’Ακολουθούν τά λογοτεχνικά έργα (20%), οί κοινωνικοπολιτικές μελέτες (17%), τά έπιστημονικά καί τε χνικά έγχειρίδια (11%), τά βιβλία γιά παιδιά καί νέους (12%) καί, τέλος, διάφορες άλλες κατη γορίες (6%). ’Εδώ θά πρέπει νά σημειωθεί άτι τά δποια έπιτεύγματα τού κουβανικού βιβλίου βασίζον ται τόσο στή συνεργασία μέ τίς άλλες σοσιαλι στικές χώρες, καί κυρίως μέ τή Σοβιετική "Ενωση, δσο καί στή γενικότερα προσπάθεια
στήν Κούβα
«Obra Poetica 1958-1972», έκδοση τοϋ Ινστιτούτου τού Κουβανικού βιβλίου
τού κράτους γιά τήν πνευματική άνάπτυξη τής χώρας. Ή φροντίδα μέ τήν όποια προετοιμάζονται οί έκδόσεις, ή ύπαρξη κατατοπιστικών προλό γων καί σημειώσεων σέ δλα άνεξαιρέτως τά βιβλία καί ή άρτια αισθητική τους είναι άπό τά βασικά χαρακτηριστικά τοϋ κουβανικού βι βλίου καί ένας άπό τούς λόγους πού έχει με γάλη ζήτηση στις ίσπανόφωνες χώρες. ’Εξάλλου, ή χαμηλή τιμή τών κουβανικών έκδόσεων τίς κάνει προσιτές σ’ ολόκληρο τό λαό, χωρίς αύτό νά σημαίνει δτι υστερούν σέ καλλιτεχνική έμφάνιση καί ποιοτική έκτύπωση. Ήδη ύπάρχουν στή χώρα πολλά καλά τυπο γραφεία, καί ένα τεράστιο τυπογραφικό συγ κρότημα, πού άρχισε νά λειτουργεί πρίν άπό λίγα χρόνια στήν έπαρχία Γκουαντάναμο, δέν έχει τίποτα νά ζηλέψει άπό τά καλύτερα άνάλογα συγκροτήματα τής Εύρώπης. Αύτή είναι, σέ χοντρές βέβαια γραμμές, ή εικόνα πού παρουσιάζει σήμερα ή βιβλιοπαραγωγή στήν Κούβα. Μία είκόνα ριζικά διαφορε τική καί άσφαλώς μέ καλύτερες προοπτικές γιά τό μέλλον τοϋ κουβανικού βιβλίου, σέ σχέση μέ τήν προεπαναστατική πραγματικό τητα. JOSE HERNANDEZ
19
ΤΟ ΞΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ
'Η γάτα σας πέθανε;
νά χρησιμοποιήσετε τήν πεθαμένη γάτα σας»
ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ, Μάιος. Ο'ι ζωόφιλοι, καί πιό συγ κεκριμένα οί γατόφιλοι, οί όποιοι δέν είναι κα θόλου, μά καθόλου λίγοι σ’ αύτή τή χώρα, βρί σκονται αύτό τόν καιρό σέ άναστάτωση. «Οι δυνάμεις τής άντίδρασης», λένε χαρακτηρι στικά, «ορθώνονται πάλι μπροστά μας». Αλλά νά περί τίνος πρόκειται. ’Εδώ κι ένα χρόνο κυκλοφόρησε, μέ μεγάλη έπιτυχία είναι ή άλήθεια, ένα βιβλίο μέ τίτλο: «Μισώ τίς γά τες». Σά νά μήν έφτανε αύτό, τίς τελευταίες ήμέρες τού ’Απρίλη ήρθαν άπανωτά άλλα δύο σκληρά χτυπήματα γιά τούς γατόφιλους. Καί πρώτα πρώτα, ή άναγγελθείσα διακοπή τού «Ημερολόγιου τών γάτων» τού Kliban, ένός περιοδικού πού έκδιδόταν έδώ κι άρκετά χρόνια καί πού, διαπιστωμένα, είχε πολύ με γάλη κυκλοφορία. Φαίνεται δμως ότι άπό τότε πού ό έκδοτης τού περιοδικού, ό Kliban, άρ χισε νά τυπώνει φιγούρες γάτων πάνω σέ μπλουζάκια, τσάντες, δώρα γιά τήν ήμέρα τού
Αγίου Βαλεντίνου κλπ., άρχισε νά μήν ένδιαφέρεται καί πολύ γιά τό «Ημερολόγιο τών γά των». Κι έτσι τό περιοδικό θά περάσει σύντομα στήν ιστορία. Δεύτερο χτύπημα γιά τίς εύαίσθητες ψυχές τών γατόφιλων ήταν ή έκδοση ένός βιβλίου μέ τόν πρωτότυπο τίτλο «101 τρόποι γιά νά χρη σιμοποιήσετε τήν πεθαμένη γάτα σας». Πρό κειται γιά μιά συλλογή σκίτσων τού Simon Bond, ένός καλλιτέχνη πού γεννήθηκε στις ΗΠΑ, μεγάλωσε καί σπούδασε στήν Εύρώπη καί, σύμφωνα μέ δηλώσεις του, αισθάνεται άλλεργία γιά τίς γάτες. Μάλιστα σέ μία συνέν τευξη τύπου πού έδωσε, μέ τήν εύκαιρία τής έκδοσης τού βιβλίου του, έπισήμανε ότι ό άριθμός αύτών πού μισούν τίς γάτες καί τίς περι ποιήσεις πού δέχονται αύξάνεται γοργά σέ όλο τόν κόσμο. «Κι έπειδή κανένα, μέχρι σή μερα, βιβλίο δέν κατάφερε νά ικανοποιήσει τίς άνάγκες αύτών τών άνθρώπων, άποφάσισα νά προχωρήσω στό σχεδίασμά καί τήν έκδοση τού άλμπουμ αύτοϋ», πρόσθεσε ό Bond. ”Ας σημειωθεί ότι τό βιβλίο τού Bond, πού έχει ώς ύπότιτλο τή φράση «Ή καλύτερη χρήση», προτείνει μερικές Ιδέες γιά τό πόσο όμορφα μπορούν νά χρησιμοποιηθούν οί πε θαμένες γάτες: σάν κηροπήγια, ομπρελοθήκες καί άλλα χρήσιμα μικροαντικείμενα τού σπι τιού. Καί δυό λόγια γιά τό συγγραφέα. Ό Bond δέν είναι διόλου άγνωστος έδώ. ’Αντίθετα, θεωρείται πολύ δημοφιλής καί τά σκίτσα του κοσμούν μερικά άπό τά πιό μεγάλα έντυπα: The New Yorker, Esquire, Punch, The Saturday Evening Post κ.ά. ΒΑΣΟΣ ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ
Γιά τούς συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας Σάς παρακαλώ θερμά νά μοΰ στείλετε, τό συντομότερο δυνατό, πλήρη κατάλογο τών έργων σας που ανήκουν στό χώρο τής λογοτεχνίας γιά παιδιά, κατά είδος (μυθιστόρημα-διήγημα-ποίησηίστορίες γιά μικρά παιδιά-νουβέλα-παραμύθι-μελέτη-βιογραφία κ.ά.), μέ έτος έκδόσεώς τους (καί άνατυπώσεως) άπό τό 1945 έως τό 1980. Τά στοιχεία αυτά θά χρησιμοποιηθούν καί θά ένταχθοϋν άνάλσγα σέ βιβλίο μου μέ τίτλο «Ή μεταπολεμική παιδική λογοτεχνία» (ιστορία, προβλήματα καί προβληματισμοί) καί τό όποιο θά έκδοθεϊ φέτος. Μέ φιλικούς χαιρετισμούς ’Αντώνιος Δελώνης Μπισκίνη 44 - Ζωγράφου
20
ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ
ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ Α.Ε.Β.Ε. I ημοαιονομικοΐ θεσμοί
Ν ική τα ρ ά 2 , ’Αθήνα, τηλ. 36 . 22.496 - 36 . 38.020
21
Θωμάς Ί. Παπαδόπουλος
Η μέχρι τό 1800 ελληνική βιβλιογραφία Ή ελληνική βιβλιογραφία θά μπορούσε χρονολογικά νά διαιρεθεί σέ τρεις περι όδους. Στην πρώτη περιλαμβάνονται δσα βιβλία, τυπωμένα πρίν άπό τό έτος 1800, τής Ανήκουν. Στή δεύτερη εντάσσουμε δσα ελληνικά βιβλία, τυπωμένα μετά τήν παραπάνω χρονολογία, άποτελοϋν τό υπόλοιπο κομμάτι τής λεγάμενης άναδρομικής βιβλιογραφίας. Στήν τρίτη άνήκουν τά βιβλία τής τρέχουσας βιβλιογρα φίας, δηλαδή εκείνα πού τυπώνονται στή χώρα μέσα στό τρέχον έτος. 'Η τρίτη βιβλιογραφία, ή τρέχουσα, είναι σχεδόν ανύπαρκτη στή χώρα μας. Ή Ε λ λάδα, δυστυχώς, μαζί μέ τή γειτονική ’Αλ βανία, είναι τά μόνα κράτη τού ευρωπαϊκού χώρου πού άκόμα δέν δημοσιεύουν τήν εθνική τρέχουσα βιβλιογραφία τους, δπως κάνουν τά περισσότερα κράτη τού κόσμου, μερικά μάλιστα άπό πολλές τώρα δεκαετίες, τά όποια κάθε βδομάδα ή δεκαπενθήμερο ή μήνα πληροφορούν, μέ κατάλογο Αλφαβητικό καί ειδολογικό, γιά τά βιβλία πού κυ κλοφόρησαν στή χώρα. Σ’ εμάς, είναι άλήθεια, τή μεγάλη αυτήν έλλειψη έπάσχισαν καί φιλότιμα πασχίζουν νά τήν καλύψουν τόσο τό Γαλλικό ’Ινστιτούτο τών ’Αθηνών δσο καί ή λεγάμενη Ελληνική Βιβλιογρα φική Εταιρεία. ’Εντούτοις τό πρόβλημα παραμένει. Καί παραμένει, γιατί γιά τήν άποτελεσματική λύση του ό μόνος άρμόδιος είναι τό ίδιο τό κράτος. Σέ πολλά κράτη αυτή ή βιβλιογραφία άρχισε μέ ενέργειες ιδιωτών. Γρήγορα δμως, εκτός άπό ελάχι στες εξαιρέσεις, τό έργο αποτελεσματικά τό άνέλαβαν οί δημόσιοι φορείς. Μόνο τό κρά τος έχει τή δυνατότητα νά άπαιτεΐ διά νό μου τή συγκέντρωση δλων τών εντύπων τής εθνικής παραγωγής σ’ ένα χώρο, άπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν πληρέστερη κατα γραφή αυτής τής βιβλιογραφίας. Είναι αλήθεια πώς τέτοιος νόμος ύφίσταται καί σ’ εμάς. Είναι δμως τόσο ατελής καί παλαιωμένος, ώστε μικρός μόνο άριθμός άπό τά κατά τό έτος κυκλοφορούμενα βι 22
βλία Αποθηκεύονται στήν Εθνική μας Βι βλιοθήκη καί στή Βιβλιοθήκη τής Βουλής, ενώ τό ποσοστό πού διαρρέει είναι άρκετά υψηλό. Καί δμως, ή δημοσίευση τής εθνικής μας βιβλιογραφίας μέ κρατική ένέργεια δέν θά ήταν ιδιαίτερα δυσχερής, δπως θά προσπα θήσουμε νά Αποδείξουμε σέ προσεχές άρθρο μας άπό τίς στήλες τού «Διαβάζω». "Ωσπου νά άναλάβει λοιπόν τό κράτος υπεύθυνα αυτό τό έργο, είμαστε ύποχρεωμένοι νά άρκεσθοΰμε στίς πραγματικά φιλότιμες προσ πάθειες τού Γαλλικού ’Ινστιτούτου καί τής Βιβλιογραφικής Εταιρείας, πού μάς δίνουν ελλιπή εθνική βιβλιογραφία καί τόσο καθυ στερημένα, ώστε δέν ταιριάζει νά τή θεω ρούμε τρέχουσα, Αφού χρονικά έχει μπει στό χώρο τής Αναδρομικής. Ή Αρχή τής βιβλιογραφίας τής δεύτερης περιόδου συμπίπτει μέ τήν έναρξη τών Αγώ νων γιά τήν έθνική μας Ανεξαρτησία. Τότε κυρίως ή τέχνη τού Γουτεμβέργιου Αρχίζει νά Απλώνεται καί στόν έλλαδικό χώρο. Γιά τά έλληνικά βιβλία τών ετών 1800-1863, μέ προτροπή τής ’Ακαδημίας ’Αθηνών, συνέταξαν καί δημοσίευσαν τρί τομο κατάλογο οι Δημήτριος Γκίνης καί Βαλέριος Μέξας. Γιά τό υπόλοιπο κομμάτι τού αιώνα συνέταξε κατάλογο ό λόγιος ια τρός Νικόλαος Μαυρής. Τήν εργασία του βράβευσε ή ’Ακαδημία ’Αθηνών, ή όποια δμως δέν προχώρησε ώς τώρα στή δημο σίευσή της. Τέλος, ή ’Ακαδημία έχει προκη
ρύξει σχετικό διαγωνισμό γιά τή σύνταξη τής εθνικής βιβλιογραφίας τών έτών 1900-1940.* ’Αλλά οί Έλληνες έχουν εθνική βιβλιο γραφία παλαιότερη άπό τό έτος 1800, έστω καί άν ως τότε ή τυπογραφική τέχνη παρήγαγε ελάχιστα μόνο δείγματα επί τού κυ ρίως έλληνικοΰ χώρου. ’Ηταν ή περίοδος τής έθνικής συμφοράς. Οί ξένοι δυνάστες, χωρίς φανερά νά τό απαγορεύουν, δέν εύνοοΰσαν τήν έξάπλωση τής νέας τέχνης στή χώρα μας. ”Αν λοιπόν σάν εθνική βιβλιο γραφία θεωρήσουμε τό σύνολο τών βιβλίων πού τυπώθηκαν επί έθνικοϋ έδάφους, σέ μιά δεδομένη χρονική περίοδο, οί 'Έλληνες δέν έχουν πολλά νά παρουσιάσουν ώς τό τέλος ιού 18ου αιώνα. Γιατί, στούς τρεις πρώτους αιώνες τής παγκόσμιας τυπογραφικής ταραγωγής, ή κυρίως Ελλάδα δέν έχει συμ μετοχή. ’Αλλά καί στόν τέταρτο, τόν 18ο, ό άριθμός τών βιβλίων της είναι μικρός, σέ σχέση μέ τή σύγχρονη βιβλιοπαραγωγή τών άλλων έλεύθερων κρατών τού κόσμου. Λίγα μόνο βιβλία τυπώθηκαν στήν τότε έλληνική Μοσχόπολη καί λιγότερα στήν Κωνσταντι νούπολη, στά Επτάνησα, στή Σμύρνη καί στό Ά γιο ’Όρος. Οί λόγιοι δμως καί οί τυ πογράφοι βρήκαν καταφύγιο έξω άπό τήν Ελλάδα. Ε κεί τύπωναν οί "Ελληνες τής Διασποράς τά έργα τους, εκεί έστελναν οί λόγιοι τής τουρκοκρατούμενης Ελλάδας νά τυπώσουν τά δικά τους. Γιά τή βιβλιογραφική παραγωγή τών 'Ελ λήνων στά χρόνια εκείνα έκαναν λόγο στά δημοσιεύματά τους διάφοροι έλληνες μελε τητές, οί όποιοι δμως δέν μπορεί νά θεωρη θούν ώς βιβλιογράφοι μέ τήν άκριβή σημα σία τού δρου. Αυτοί συνέγραψαν προπαν τός νεοελληνικές βιογραφίες, στίς όποιες πρόσθεσαν καί πληροφορίες γιά τά έργα πού δημοσίευσαν οί βιογραφούμενοι, ίσως γιά νά δείξουν δτι ή πνευματική δραστηριό * Πολύ φοβόμαστε πώς ή προκήρυξη δέν θά βρεΙ αντα πόκριση. Ή χρονική περίοδος τών 40 έτών είναι υπερ βολικά μεγάλη κι ή προθεσμία τον ενός έτους, γιμ τήν υποβολή τού περιγραφικόν καταλόγου, υπερβολικά μι κρή. Καί άν ακόμα όλα τά βιβλία τής παραπάνω περι όδου (υπολογίζονται σέ περισσότερα άπό 60 χιλιάδες τί τλους) βρίσκονταν συγκεντρωμένα σ’ ’ένα χώρο, ή σύν ταξη τοϋ καταλόγου θά άπαιτουσε κοπιώδη εργασία ενός ατόμου επί μερικά έτη. Καλύτερο θά ήταν αν ή ’Ακαδημία μισθοδοτούσε επί 3-4 ετη τήν αποκλειστική προσπάθεια ομάδας ειδικών. Κάθε ζεύγος ειδικών, αλ λά άνεξάρτητα δ καθένας, θά ερευνούσαν γιά τήν άνεύρεση καί καταγραφή τών βιβλίων μιας μόνο πενταετίας. Μετά τήν ανάμιξη τών δελτίων τής αύτής πενταετίας θά αθροίζονταν τά δελτία γιά τά βιβλία τών 40 έτών.
τητα τών Ελλήνων δέν νεκρώθηκε κατά τούς αιώνες τής έθνικής ύποταγής. Μερικοί άπό τούς λόγιους αύτούς είναι οί Γεώργιος Ζαβίρας, ’Ιωσήφ Δεκιγάλας, Άνδρέας Παπαδόπουλος-Βρετός, Κωνσταντίνος Σάθας, Ανδρόνικος Δημητρακόπουλος, Νικόλαος Κατραμής, καί άλλοι. Ό συστηματικότερος δμως μελετητής τής ελληνικής βιβλιογραφίας εκείνων τών χρό νων ύπήρξε ό διαπρεπής γάλλος ελληνιστής Αιμίλιος Legrand (1841-1903). Έργάσθηκε περισσότερο άπό είκοσι χρόνια γιά νά καταγράψει δσα βιβλία άνήκουν κατά τή γνώμη του στούς Έλληνες. Αυτός καί οί διάδοχοί του δημοσίευσαν συνολικά 13 ογ κώδεις τόμους γιά τήν έλληνική , καί τήν επτανησιακή βιβλιογραφία. Καί δέν μάς έδωσε άψυχους μόνο τούς τίτλους τών βι βλίων. 'Ο επιφανής μελετητής άνέσυρε τά θαμμένα στίς βιβλιοθήκες τής Εύρώπης βι βλία τών Ελλήνων, τά μελέτησε, άπομόνωσε τά πιό χαρακτηριστικά άποσπάσματά τους καί τά αναδημοσίευσε. Ταυτόχρονα πλού τισε τήν περιγραφή τους μέ άνέκδοτο άρχειακό υλικό πού ανακάλυψε ό ίδιος σέ με γάλες ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες καί άρχεΐα. “Ετσι κατέστησε τά βιβλία τής βιβλιογρα φίας του μάρτυρες άψευδείς μιάς ενεργούς πνευματικής έλληνικής παρουσίας μέσα στό χώρο τής ευρωπαϊκής διανόησης. Ή βιβλιογραφία μας δμως, μέ τήν έρμηνεία πού τής έδωσε ό Legrand, άπέκτησε μιάν ιδιοτυπία πού τήν κάνει νά διαφέρει ριζικά άπό τίς σύγχρονες εθνικές βιβλιο γραφίες άλλων κρατών. Σ’ εκείνες πού ή τυ πογραφία έδρασε επί τού εθνικού έδάφους, τά βιβλία τής περιόδου αύτής περιγράφονται ώς απλά προϊόντα τής τυπογραφικής τέ χνης, χωρίς νά υπάρχει ιδιαίτερο ένδιαφέρον γιά τούς συγγραφείς καί τούς άλλους φορείς. Στή δική μας, πού δπως είπαμε ή τυπογραφία έλάχιστα δημιούργησε, ένδιαφέρουν περισσότερο οί φορείς καί ή δράση τους, δηλαδή οί συγγραφείς, οί μεταφραστές καί συνεργάτες, οί έκδοτες καί τυπογράφοι. Ά π ό τήν άποψη αύτή ή βιβλιογραφία μας έγινε ουσιώδης κλάδος τής ιστορικής έπιστήμης. Απόδειξη περί τούτου: Κανείς δέν καταπιάνεται μέ τήν έλληνική ιστορία τή μεταγενέστερη άπό τήν άνακάλυψη τής τυ πογραφίας, χωρίς νά άνατρέξει στό βιβλιο γραφικό έργο τού Legrand. Τό δλο έργο είναι ύπόδειγμα έπιστημονικής μεθοδολογίας. Ό σοφός γάλλος μελετη τής δίδαξε σ’ δλους τούς μεταγενέστερους 23
ερευνητές καί συνεχιστές τοϋ έργου του τή μέθοδο πού πρέπει νά ακολουθούν, γιά νά είναι οί συναφείς μελέτες τους επιστημονικά τεκμηριωμένες. Άπέφυγε όμως νά περιγράψει μέ σαφήνεια τά δρια αυτής τής ιδιότυ πης έθνικής βιβλιογραφίας. "Οσοι λοιπόν άσχολήθηκαν μετά τόν Legrand μέ τή συμ πλήρωση τής ελληνικής βιβλιογραφίας, τήν πλούτισαν μέ εύρήματά τους πού έχουν κοινά στοιχεία μέ όσα βιβλία ένέταξε έκείνος στή βιβλιογραφία του. 'Υπεύθυνοι ειδι κοί όρισμοί γιά τό περιεχόμενό τους ουδέ ποτε διατυπώθηκαν. ’Άν, λοιπόν, θελήσουμε νά δώσουμε τέτοιους ορισμούς, έχοντας πάντοτε υπόψη τά βιβλία πού ένέταξε ό ίδιος ό Legrand, θά μπορούσαμε νά πούμε, σέ γενικές γραμμές, πώς στήν έλληνική βι βλιογραφία τής περιόδου εκείνης άνήκουν: 1. Τά βιβλία τά γραμμένα (ή μεταφρα σμένα) σ’ όποιαδήποτε γλώσσα, πού τυπώ θηκαν οπουδήποτε τού κόσμου, άπό τίς σε λίδες τών όποιων προκύπτει πώς κάποιοι "Ελληνες (στή γέννηση ή στήν απλή κατα γωγή), πού έζησαν όμως άπό τήν εύρεση τής τυπογραφίας καί ύστερα, συνέβαλαν στή δημιουργία τους, ύπό όποιαδήποτε ιδιό τητα, δηλαδή ώς συγγραφείς, άλλά καί ως μεταφραστές, συνεργάτες, επιμελητές, τυπο γράφοι, έκδοτες. 2. Τά βιβλία πού προορίζονταν γιά τούς "Ελληνες τής κυρίως Ελλάδας, άλλά καί τών παροικιών στό εξωτερικό. 3. Τά βιβλία τών ξένων στά όποια γίνεται λόγος γιά τήν πνευματική ή όποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα Ελλήνων πού έζησαν μετά τήν τυπογραφία. ’Εδώ άς σημειωθεί ότι άποκλείονται τά βιβλία τών ξένων πού μιλούν γιά τήν Ελλάδα. ’Αντίθετα, τά βι βλία τών ξένων στά όποια γίνεται λόγος γιά τά Επτάνησα περιελήφθησαν στή λεγάμενη Ίσνική Βιβλιογραφία. 4. Τά βιβλία πού είναι συνταγμένα στή νεοελληνική γλώσσα ή κάνουν λόγο γι’ αυ τήν, έστω καί άν τά τελευταία γράφτηκαν ή έκδόθηκαν σέ ξένη γλώσσα κι άπό ξένους. Αυτοί όμως οί γενικοί όρισμοί, πού τούς άκολουθούν όσο γίνεται πιό πιστά εκείνοι πού άσχολούνται μ’ αυτή τή βιβλιογραφία, δημιουργούν προβλήματα, γιά τή λύση τών όποιων κάποιοι άρμόδιοι πρέπει ν’ άναλάβουν πρωτοβουλίες. Αύτά τά προβλήματα περιεχομένου καί τά άλλα πού έχουν σχέση μέ τήν προσπάθεια γιά τή συμπλήρωση καί ολοκλήρωση τής πρό τού έτους 1800 έθνι κής μας βιβλιογραφίας δημιουργούν κίν 24
δυνο γιά τήν πειστικότητα καί τό κύρος τής πνευματικής μας έντυπης παραγωγής. ”Ας έπισημάνουμε έδώ, έπιπόλαια έστω, μερικά άπό τά προβλήματα περιεχομένου. Πρώτα πρώτα ή έλληνική καταγωγή μερι κών φορέων τών βιβλίων τούτων είναι πολύ δύσκολο νά ύποστηριχθεΐ έπιστημονικά. "Εχει δηλαδή σχέση τό πρόβλημα τούτο μέ τό έρώτημα: Μέχρι ποιας γενεάς οί Έλληνες τής Διασποράς έξακολουθούν νά θεωρούν ται "Ελληνες, άφοΰ μπορεί νά μή γνωρίζουν ούτε λέξη ελληνικά ή μπορεί νά μήν έγρα ψαν ποτέ τους γιά τήν Ελλάδα ή γιά τούς "Ελληνες; Παράδειγμα: Αύτοαποκαλούμενοι διάδοχοι τών Κομνηνών ζούν καί συγ γράφουν στήν Ευρώπη άκόμα καί σ’ όλη τή διάρκεια τού 18ου αιώνα. Εναντίον τους δημοσιεύονται άπό άλλους βιβλία άλλα. Κατά τό παράδειγμα λοιπόν τού Legrand, θά πρέπει νά συμπεριλάβουμε καί τά πρώτα καί τά δεύτερα. Καί καλά μέν όταν πρόκει ται περί τών συγγραφέων. Ά ν όμως πρόκει ται περί φορέων μικρότερης σημασίας, όπως, άς πούμε, γιά κάποια άμφισβητήσιμης έλληνικότητας πρόσωπα πού δημοσίευ σαν μερικούς μόνο ξενόγλωσσους στίχους σέ κάποιο συλλογικό έργο; Άλλά καί ό βαθμός συμμετοχής τών φο ρέων, άκόμα καί τών πραγματικά Ελλήνων, δημιουργεί έρωτηματικά. Γιατί, καλώς ή κακώς, έντάξαμε στή βιβλιογραφία μας καί ογκώδη ξενόγλωσσα έργα, έπειδή περι έχουν, μεταξύ άλλων, καί λίγους μόνο άμουσους στίχους κάποιου "Ελληνα πού έζησε μετά τήν τυπογραφία. Επομένως ή έλληνική συμμετοχή σ’ αύτά είναι οπωσδή ποτε έπουσιώδης. Ά ν τύχει όμως αύτά τά βιβλία, μετά πάροδο πολλών έτών, ν’ άνατυπωθούν, είναι έπιστημονικά ορθό νά προσθέσουμε καί τήν άνατύπωσή τους, έπειδή καί σ’ αυτήν υπάρχουν οί λίγοι έκεΐνοι στίχοι; Καί στό θέμα τού κοινού γιά τό όποιο προορίζονταν τά βιβλία υπάρχουν δυσκο λίες. Γιά ένα μεγάλο μέρος αυτών δέν έχουμε άμφιβολίες. Λειτουργικά βιβλία, «φυλλάδες» καί παρόμοια σ’ έλληνική γλώσσα δέν μπορεί παρά σ’ έλληνικό κοινό ν’ άπευθύνονταν. Δέν είμαστε όμως καθό λου βέβαιοι καί γιά μερικά άλλα βιβλία, έστω καί άν δημοσιεύτηκαν σέ λόγια έλλη νική γλώσσα ή κάνουν λόγο γι’ αυτήν. Παράδειγμα οί ποικίλες σέ τίτλο γραμματι κές τής ελληνικής γλώσσας ή οί μεταφρά σεις, στήν ίδια γλώσσα, κάποιων ξένων κα
τηχήσεων. Πώς νά ύποστηρίξεις ότι τυπώ θηκαν τά έργα αυτά γιά τούς "Ελληνες καί δχι γιά τούς ξένους εκείνους πού φιλοδο ξούσαν νά σπουδάσουν τήν έλληνική; Καί παρατηρεϊται τό έξης φαινόμενο: ’Αρχίζοντας ό Legrand, δεν άπέφυγε κά ποιες βιβλιογραφικές υπερβολές. Ένέταξε δηλαδή καί μερικά βιβλία συγγραφέων πού πολύ δύσκολα θά μπορούσε νά τούς θεωρή σει κανείς Έλληνες. 'Απλή προγονική καταγωγή μπορεί νά είχαν, αλλά, μέ τά χρό νια, είχαν εθνολογικά άφομοιωθεϊ μέ τούς κατοίκους τής χώρας όπου γεννήθηκαν. Ούτε τά έλληνικά γνώριζαν ούτε γιά τούς "Ελληνες μιλούσαν στά έργα τους. Καί εί παμε πώς, αν οί άμφισβητούμενης έλληνικής εθνικότητας αυτοί άνθρωποι ήταν οί συγ γραφείς τών βιβλίων πού έντάξαμε, ή υπερ βολή δέν θά ήταν μεγάλη. ’Αλλά μερικές φορές πρόκειται γιά άπλούς συνεργάτες ή άκόμα καί γιά πρόσωπα στά όποια άφιερώθηκε ή έκδοση κάποιου βιβλίου. Ό Le grand, κατά τήν πορεία τής έργασίας του, φαίνεται ότι άντελήφθη πώς έτσι ή έλληνική βιβλιογραφία θά διογκωνόταν έπικίνδυνα, καταλήγοντας νά ιδιοποιηθεί πολλά βιβλία ξένων βιβλιογραφιών τά όποια στήν ουσία δέν τής άνήκουν. Γι’ αύτό άνέκοψε καί σιω πηρά απέκλεισε άλλα βιβλία τών αυτών συγγραφέων ή όλα τά έργα μερικών συγ γραφέων εξίσου άμφίβολης έλληνικής κατα γωγής, παρόλο πού είναι βέβαιο ότι τήν ύπαρξή τους δέν τήν άγνοούσε. "Αλλοτε πάλι, ξενόγλωσσα έργα πού άναφέρονται σέ έλληνικές προσωπικότητες μεταγενέστερες τού 15ου αιώνα τά περιέλαβε, άποφεύγοντας νά τά έντάξει όλα, άν καί τά έγνώριζε, άφού τά αναφέρει σέ υποσελίδιες σημειώ σεις άλλων φιλολογικών δημοσιευμάτων του. Ή ρθαν οί μετά τόν Legrand συνεχιστές τού έργου του. "Οσα έκεϊνος ήθελημένα άπέφυγε νά εντάξει, τά βρήκαν καί τά έν-, έταξαν αυτοί. "Ετσι ή βιβλιογραφία μας, μέ τήν προσ θήκη πολλών άσχέτων στά σχετικά βιβλία, γιγαντώθηκε έπικίνδυνα. Καί ή άνάπτυξή της συνεχίζεται. "Ολο καί νέα βιβλία προσ τίθενται σ’ αυτήν. Προτού λοιπόν λάβει διαστάσεις τέτοιες πού θά κλονίζουν τήν έπιστημονική της σοβαρότητα, χρειάζεται άπό τώρα νά γίνει κάποιο ξεκαθάρισμα σέ όσα έχουν θεωρηθεί ότι τής άνήκουν καί νά διαγραφούν σαφώς τά όριά της, ώστε νά πλουτίζεται στό μέλλον μόνο μέ όσα νέα βι βλία βρεθούν πού άναμφισβήτητα είναι
δικά της. ΓΓ αυτή τήν όριοθέτηση πιό άρμόδιο πνευματικό ίδρυμα είναι ή ’Ακαδημία ’Αθηνών. Αυτή οφείλει νά μάς πει τί άρμόζει νά εντάσσουμε στήν εθνική μας βιβλιο γραφία έκείνης τής περιόδου καί τί είναι υπερβολή νά τό θεωρούμε δικό της. Προηγουμένως όμως θά πρέπει νά ξεκα θαριστεί τό έξής: ’Εμείς τήν εθνική μας βι βλιογραφία τής παραπάνω χρονικής περι όδου τήν επιθυμούμε μέ τή στενή ή μέ τήν εύρύτερη σημασία τού όρου; Στήν πρώτη περίπτωση τά όριά της δέν είναι μεγάλα. ’Εντάσσουμε: Τά λίγα πού τυπώθηκαν τότε στόν έλληνικό χώρο, τά αυ τοτελή έργα τών Ελλήνων πού τυπώθηκαν στό έξωτερικό σέ έλληνική ή ξένη γλώσσα, τά σέ έλληνική επίσης γλώσσα βιβλία πού άναμφισβήτητα προορίζονταν γιά τούς "Ελ ληνες, τά σέ όποιαδήποτε γλώσσα βιβλία τών Ελλήνων τής Διασποράς πρώτης γε νεάς, ενώ άπό τά βιβλία τών άλλων, δεύτε ρης γενεάς ή μεταγενέστερης, μόνο όσα εί ναι γραμμένα στήν έλληνική. Μέ τό ξεκαθά ρισμα αύτό πολλά άπό τά μέχρι σήμερα ένταγμένα θά άποκλειστούν καί ή βιβλιογρα φία μας άριθμητικά θά μικρύνει. Θά κερδί σει όμως σέ ούσία. Θά πλησιάσει σέ περι εχόμενο τίς σύγχρονες έθνικές βιβλιογρα φίες άλλων κρατών, όπου υπήρχε ή τυπο γραφία καί δημιουργούσε. ’Αλλά, παρά τήν άφαίρεση, ή ξεκαθαρισμένη έθνική μας βι-
25
βλιογραφία είναι βέβαιο δτι αριθμητικά θά υπερέχει καί πάλι άπό τίς άντίστοιχες εθνι κές βιβλιογραφίες τών άλλων βαλκανικών λαών. Ά ν δμως τή θέλουμε τή βιβλιογραφία μας αυτή μέ την ευρύτερη σημασία τού δρου, τότε πρέπει νά εξηγήσουμε πώς γιά πολλά άπό τά βιβλία πού τής άποδώσαμε δεν διεκδικοϋμε τήν πατρότητα τής δημιουργίας τους. Τά θεωρούμε άπλό μέσο μέ τό όποιο θά σπουδάσουμε τήν έκταση τής νεοελληνι κής πνευματικής επίδρασης στή γενικότερη εύρωπαϊκή διανόηση. ’Άν, γιά παράδειγμα, θεωρούμε γιά βιβλίο «ελληνικό» τήν πρώτη έκδοση τής λατινικής μετάφρασης τού Ξενοφώντα άπό τόν ελληνικής καταγωγής Αι μίλιο Πόρτο, συγκαταλέγουμε στή βιβλιο γραφία μας αύτή καί τίς όσεσδήποτε μετα γενέστερες έπανεκδόσεις τού ’ίδιου έργου, μόνο καί μόνο γιά νά διαπιστώσουμε τό βα θμό στόν όποιο επηρέασε τήν εύρωπαϊκή κουλτούρα ή συγγραφή τού "Ελληνα εκεί νου. ’Αλλά τότε δέν πρέπει νά μιλάμε γιά άμιγή εθνική ελληνική βιβλιογραφία. Καλύ τερα θά ήταν άν μιλούσαμε γιά βιβλιογρα φία πού βοηθεϊ στήν πληρέστερη περιγραφή τής νεοελληνικής πνευματικής δραστηριότη τας, εδώ καί στό εξωτερικό. Μιά άλλη σειρά προβλημάτων έχει σχέση μέ τήν έκταση τής βιβλιογραφίας αύτής. Μέ άλλα λόγια: Πότε θά πούμε δτι αύτά μόνο τά βιβλία τής άνήκουν καί δχι άλλα; Δυστυ χώς, αύτό δέν θά τό πούμε ποτέ. Είναι βέ βαιο δτι γιά πολλές έκδόσεις θά πρέπει νά άρκεστούμε σέ έμμεσες πληροφορίες. Κατα στράφηκε καί τό τελευταίο άντίτυπό τους. Οί ιστορικές περιπέτειες τού τόπου συνετέλεσαν ώστε πολλά άπό τά κατ’ εξοχήν έλληνικά βιβλία, οι «φυλλάδες» άς πούμε, πού οπωσδήποτε προορίζονταν γιά τούς κατοί κους τής κυρίως Ελλάδας (κι επομένως δέν ύπήρχε ιδιαίτερος λόγος άντίτυπά τους νά άποθηκευτούν καί σ’ εύρωπαϊκές βιβλιοθή κες), έχουν όριστικά χαθεί. ’Εμείς δμως δέν άγνοούμε μόνον αύτά. Μάς διαφεύγουν καί πολλά πού λανθάνουν. Καί λανθάνουν προ παντός στά ράφια τών ελληνικών βιβλιοθη κών, γιά τό περιεχόμενο τών οποίων ή γνώση μας είναι άπελπιστικά περιορισμένη. ’Ακόμα καί τών μεγάλων ελληνικών βιβλιο θηκών δλα τά βιβλία δέν τά γνωρίζουμε. 'Η αιτία είναι διπλή: Ή πρώτη, γιατί ύστερούν φοβερά σέ όρ γάνωση οι βιβλιοθήκες μας, σχεδόν στό σύνολό τους. Καί θά έξακολουθούν νά 26
ύστερούν δσο θά συνεχίσουμε νά έχουμε τήν άντίληψη πώς γιά νά ύπηρετήσει κάποιος σέ βιβλιοθήκη άρκεί νά γνωρίζει γραφή καί άνάγνωση, δσο δέν θά οργανώνουμε άποτελεσματικά ειδικές σχολές άπό τίς όποιες θό προέλθουν στελέχη βιβλιοθηκών ενημερω μένα. Ή Τουρκία διαθέτει δυό άνώτατει σχολές βιβλιοθηκάριων. Εμείς μόλις πρόσ φατα άποκτήσαμε μιάν άνώτερη, ή όποιο δμως ύπολειτουργεϊ. Δεύτερη αιτία, ή έλλιπής έρευνά μας. Ποτέ δέν προσπαθήσαμε νά ψάξουμε συ στηματικά στίς έστω άνοργάνωτες βιβλιο θήκες μας. Μεμονωμένα μόνο άτομα πασχί ζουν. Κι αύτά χωρίς καμιά συμπαράσταση άπό μέρους τών έπίσημων φορέων κι άπό μέρους τών ίδιων τών βιβλιοθηκών. Ένώ εδώ χρειάζεται συλλογική εξονυχιστική έρευνα, επίσημα άναγνωρισμένη καί υπο στηριγμένη. "Οσο γιά τούς χώρους αύτής τής έρευνας, προσφέρονται περισσότερο οί δι κοί μας, οί ελληνικοί, παρά οί ξένοι. Σ’ αύτούς προπαντός τούς τελευταίους έρεύνησε ήδη ό Legrand. Κι εμείς άπευθυνόμαστε πάλι σ’ αύτούς, στίς ξένες δηλαδή βιβλιοθή κες, γιά τήν έρευνά μας, όχι γιατί είναι πιό άποτελεσματικοί άπό τήν άποψη τής βι βλιογραφικής άξίας τών εύρημάτων, άλλά γιατί ή άρτια οργάνωσή τους καθιστά εύκολότερη τήν έρευνά μας. Οί ελληνικές δμως βιβλιοθήκες είναι αύτές πού κρύβουν τούς μεγαλύτερους βιβλιογραφικούς θησαυρούς εκείνης · τής περιόδου. Οί μοναστηριακές μας μάλιστα, ιδιαίτερα έκείνες τού "Ορους, περιέχουν πολλά. Ποιος δμως έρεύνησε ποτέ συστηματικά σ’ αύτές; Οί λίγοι μονα χοί πού τίς φροντίζουν δέν επαρκούν. Οί δυνάμεις τους είναι λίγες καί οί γνώσεις τους περιορισμένες, σχετικά μέ τόν όγκο τών βιβλίων πού διαθέτουν. ’Έχουν άνάγκη άπό έξωτερική βοήθεια. Πρός τά έκεϊ πρέ πει νά στρέψουμε τίς άναζητήσεις μας, άλλά δχι τίς πρόχειρες καί επιπόλαιες. Τότε θά μπορούμε νά πούμε πώς άπό δσα ή τότε ελληνική πνευματική δραστηριότητα δημιούργησε, έφθασαν ώς εμάς μόνον αύτά. Καί είναι εθνικό χρέος μας νά εντοπίσουμε δλα δσα σώθηκαν. Μόνο άπό αύτά θά σχη ματίσουμε σαφή εικόνα τής δικής τους πνευματικής παρουσίας, μόνο έτσι θά μπο ρέσουμε νά εξετάσουμε τήν πνευματική τροφή ενός ολόκληρου ύπόδουλου λαού, ό όποιος γαλουχήθηκε μέ τό περιεχόμενο τών βιβλίων εκείνων κι άνδρώθηκε γιά νά διεκδικήσει τήν έθνική του άνάσταση. ■
επισκεφδείτε τήν
4Η
ΠΟΡΤΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ αφιερωμένη στον Έλληνα συγγραφέα
19 ΙΟΥΝΙΟΥ- 5 ΙΟΥΛΙΟΥ ΑΛΣΟΣ ΚΗΦΙΣΙΑΣ Ο ΡΓΑΝΩ ΣΗ: ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΚΔΟΤΩΝ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΣΥΝ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΔΗΜΟΥ ΚΗΦΙΣΙΑΣ
Ώ ρ ε ς λειτουργίας: 6-11 μ.μ · Κ υριακές: 10 π.μ -11 μ.μ.
■27
Λάκης Κουρετζής
Τό θέατρο γιά παιδιά καί έργα «παιδικού θεάτρου» σέ βιβλία Στην Ελλάδα -όπω ς γίνεται καί μέ πολλά άλλα πράγματα- έχουμε μιά δυσκολία στην άποσαφήνιση ορισμένων δρων καί στην κατανόηση επομένως τοϋ άληθινοΰ νοήματος τους. "Ετσι οί παρεξηγήσεις είναι άπειρες κι ή συνεννόηση προβλημα τική. Ό δρος π.χ. «παιδικό θέατρο», πού τόσο συχνά τόν χρησιμοποιούμε τώρα τελευταία, δέν έχει καμιά σχέση μέ τό είδος τού θεάτρου πού θέλουμε νά υποδη λώσουμε. Παιδικό θέατρο είναι τό θέατρο πού δημιουργούν τά παιδιά. Αυτό πού παράγουν καί παρουσιάζουν οί ενήλικες στά παιδιά πρέπει νά λέγεται «θέατρο γιά παιδιά», δπως «βιβλία γιά παιδιά», «λογοτεχνία γιά παιδιά», κι όχι δπως λέμε τώρα «παιδική λογοτεχνία», «παιδικά βιβλία» κλπ. Θεωρώ προσδιοριστική ορι σμένων παραγράφων πού άκολουθούν τήν παραπάνω διευκρίνιση. Ή επίδραση κάθε άναπαραστατικής τέ χνης -ιδιαίτερα πολυσύνθετης δπως τό θέα τρο- στό παιδί, σέ ένα άτομο δηλαδή μέ άδιαμόρφωτη άκόμα κρίση κι ανύπαρκτη κλίμακα αισθητικών αξιών, παίζει σπου δαίο ρόλο στήν πνευματική του άνάπτυξη καί τήν αισθητική του καλλιέργεια. Τό θέα τρο πού γίνεται μέ επίγνωση τής αποστολής του αύτής μπορεί νά άποτελέσει γιά τά παι διά μέσο προσέγγισης μέ τήν τέχνη, έπικοινωνίας καί χειραφέτησης. 'Υπάρχουν δυό βασικές μορφές θεατρι κού θεάματος γιά παιδιά: Τό θέατρο πού εντάσσεται μέσα στό σύνολο τής παιδαγω γικής πρακτικής καί τό παιδικό θέατρο πού γίνεται άπό έπαγγελματίες ήθοποιούς κι άποβλέπει κυρίως στήν ψυχαγωγία τού παι διού. Διαφορετικοί είναι καί οί τρόποι παραγωγής καί λειτουργίας: Τό πρώτο είναι ένα θέατρο άπό παιδιά, μέ παιδιά, γιά παι διά, πού βοηθούνται γιά τό σκοπό αυτό άπό έμπειρους έμψυχωτές (παιδαγωγούς, θεατρανθρώπους κλπ.), καί τό δεύτερο ένα θέατρο πού παράγεται άπό ενήλικες πού μι μούνται καί καμώνονται τά παιδιά, κι 28
άπευθύνεται όχι μόνο σέ παιδιά άλλά καί σ’ ενήλικες. Οί ενήλικες τούς ενδιαφέρουν εξί σου, γιατί αυτοί είναι πού θ’ άποφασίσουν νά πάνε τό παιδί στό παιδικό θέατρο, αυτοί διαλέγουν γιά λογαριασμό του τό έργο πού θά δει, αυτοί συνοδεύουν τό παιδί στήν παράσταση. 'Υπάρχει καί μιά ενδιάμεση μορφή θεάτρου γιά παιδιά πού γεφυρώνει τίς δυό προηγούμενες μορφές καί συνδυάζει τά θετικά στοιχεία καί τά μέσα καί τής μιάς καί τής άλλης. Τέτοια μορφή δέν έχει πα ρουσιαστεί άκόμα στόν τόπο μας. Μέ όποιοδήποτε πάντως τρόπο κι άν πλησιάσουμε τό παιδικό θέατρο, είναι άδύνατο νά τό άποσπάσουμε άπό τήν παιδαγω γική. ’Ιδιαίτερα τό κείμενο τού θεατρικού έργου γιά παιδιά πού παρουσιάζεται άπό ενήλικες, όποιες θεατρικές άρετές κι άν έχει, πρέπει νά είναι μέ προσοχή δομημένο, λογο τεχνικά καί γλωσσικά άρτιο, γιατί ό προφο ρικός καί κυρίως ό άναπαραστατικός λόγος έπηρεάζει σημαντικά τήν πνευματική κι αι σθητική καλλιέργεια τού παιδιού. Τό παιδικό θέατρο σέ παλιότερες εποχές δέν θεωρείται «άλλο είδος». Ά π ό τήν εποχή
ΐής ’Αναγέννησης ακόμα υπάρχουν έργα (κυρίως στήν ’Αγγλία, από την όποια νο μίζω ξεκίνησε τό θέατρο γιά παιδιά) βασι σμένα στόν Πλαΰτο, τόν Σενέκα κ.ά. "Εχουμε μιά μαρτυρία τού 1493 γιά ένα θίασο πού τόν αποτελούσαν τ’ αγόρια τού παρεκκλησίου τού 'Αγίου Παύλου. Τόν καιρό τής ’Ελισάβετ, οί παιδικοί θίασοι κά λυπταν ούσιαστικά δλο τό χώρο τού επαγ γελματικού θεάτρου. Νά ήταν τυχαίο άραγε πού ό Μάρλοου κι ό Σαίξπηρ ξεκίνησαν την καριέρα τους ώς μέλη παιδικού θιάσου; Γιά νά δώσω ακόμα ένα στοιχείο τής αντίληψης πού έπικρατούσε γιά πολλούς αιώνες σχε τικά μέ τήν έννοια παιδικό θέατρο, θ’ άναφέρω ενδεικτικά δτι τό πρώτο ίσως θεα τρικό έργο γιά παιδιά, πού γράφτηκε στό 1555, βασιζόταν στόν «Άμφιτρύονα» τού Πλαύτου καί είχε γιά τίτλο: «Νέο ίντερλούδιο γιά νά παίζουνε τά παιδιά». Θέλω δη λαδή νά πώ ότι τό θέατρο γιά παιδιά αν τλούσε τή θεματογραφία του άπό τήν ίδια πηγή πού άντλοΰσε καί τό θέατρο τών ένηλίκων· άπό τήν πνευματική παράδοση τής χώρας καί τίς πολιτιστικές της αξίες. Στόν τόπο μας τό παιδικό θέατρο δέν μάς άπασχόλησε ποτέ σοβαρά, γι’ αύτό καί δέν μπόρεσε νά δημιουργήσει καμιά «ιθαγενή» βάση, ώστε νά δημιουργήσει παράδοση καί αφετηρία. Γιά αιώνες μοναδική ψυχαγωγία τής μεγαλύτερης μερίδας τού λαού ήταν ό Καραγκιόζης, ένα είδος άπό τό όποιο τό θέατρο γιά παιδιά θά μπορούσε νά άντλήσει πολλά στοιχεία καί τεχνικές, αλλά δυστυχώς τό αγνόησε. "Επειτα άρχισε νά εμφανίζεται τό σχολικό θέατρο, πού παιζόταν μέσα στό σχολείο, στίς έθνικές γιορτές, τά Χριστού γεννα καί στή λήξη τού σχολικού έτους. "Εχουν γραφτεί χιλιάδες «έργα» -σκετσάκια, διάλογοι, μονόλογοι κλπ.— κι έχουν ανεβεί μέ τήν επίβλεψη κάποιου δασκάλου στή σκηνούλα τού σχολείου · πολλά άπό αύτά έχουν σχηματίσει τόμους βιβλίων πού τούς έχουν έκδώσει διάφοροι εκδοτικοί οί κοι. Τό 1931 μιά έκπαιδευτικός καί συγγρα φέας, ή Εύφρ. Λόντου-Δημητρακοπούλου, επιχειρεί νά φτιάξει ένα θέατρο άπό παιδιά. Δυό χρόνια άργότερα έχει άρχίσει κιόλας νά δίνει παραστάσεις έξω άπό σχολικούς χώρους, ώσπου έρχεται ή 4η Αύγούστου τού 1936 καί τήν άναγκάζει νά σταματήσει. ’Ακολουθεί ό πόλεμος, ή κατοχή, ό εμφύλιος καί τόσα άλλα γεγονότα. Θά περίμενε κα νείς πώς τό παιδικό μας θέατρο θά ώρίμαζε
Ά π ό τό Ιργο «Παπαρούνα - Παπαρούνα», τής Παιδι κής σκηνής τής Ξένιας Καλογεροπούλου
κάπως, κάτω μάλιστα άπ’ αυτές τίς έμπειρίες, τίς καινούριες παιδαγωγικές άπόψεις καί τήν έμφάνιση νέων θεατρικών συγγρα φέων πού στό «άλλο θέατρο», τό «θέατρο τών μεγάλων», είχαν άρχίσει νά κάνουν ση μαντική τήν παρουσία τους. ’Από τίς παραστάσεις πού έτυχε νά δούμε, αλλά κι άπό τά βιβλία παιδικού ή σχολικού θεάτρου πού κυκλοφορούν έκείνη τήν εποχή ή λίγο άργότερα, βλέπουμε δτι θεματολογικά τουλάχιστο κανείς άπό τούς συγγραφείς πού έγραψαν θεατρικά έργα γιά παιδιά ή έστω καί σκετσάκια δέν άγγιξε καί δέν άντλησε άπό τήν έλληνική πραγματικό τητα καί τή λαϊκή παράδοση τού έθνους, καί συγκεκριμένα άπό τήν περίοδο πού προαναφέραμε, τό ύλικό πού θά τού έπέτρεπε νά δομήσει ένα θεατρικό έργο γιά παιδιά πού νά εκφράζει κάτι άπό τούς χα ρακτήρες, τά συναισθήματα καί τά γεγονότα τής εποχής έκείνης. Μιά εξαίρεση μπορεί νά γίνει γιά τό θέα τρο γιά παιδιά πού προσπάθησε νά κάνει ό Βασίλης Ρώτας. Ξέροντας τή συμβολή τού θεάτρου στήν άγωγή τού παιδιού, γράφει κείμενα όπου ή γλώσσα κυρίως είναι ελλη νική, άνεπιτήδευτη, κι ή δράση άληθινή κι όχι προκατασκευασμένη. Στό θέατρο γιά παιδιά τού Β. Ρ. δέν υπάρχουν «καλά παι δάκια» πού κάνουν «καλές πράξεις» καί άταχτα πού τά τιμωρεί «ό καλός Θεού λης»... Δέν ύπάρχουν παιδάκια πού άκούνε στό όνομα Τιτί, Ντιντί, Τοτό, Νουνού, Κοκό. ’Εκεί γύρω στά 1950-60 άρχίζει ή παντοκρατορία τής θείας Λένας· όσα θετικά στοι χεία κι άν είχαν αύτά πού έδινε στά παιδιά, άλλα τόσα καί διπλάσια ήταν τά άρνητικά. Γιατί έγινε αιτία τό «θέατρο τής θείας Λέ νας» νά διαμορφώσει, μέ τό περιεχόμενό του καί τόν τρόπο πού προσφερόταν στό κοινό, 29
διών στό Δήμο Ζωγράφου
μιά «αισθητική» καί «παιδαγωγική» άποψη γιά τό «θέατρο τοΰ παιδιού» πού τό απο προσανατόλισε, τό αποδυνάμωσε καί τό με τέτρεψε (ίσως όχι σκόπιμα) σέ μέσο αναπα ραγωγής τής κατεστημένης ιδεολογίας καί περασμένων παιδαγωγικών συστημάτων. Τό χειρότερο είναι πώς τό είδος αύτό τού παι δικού θεάτρου δημιούργησε έπιγόνους καί κακούς μιμητές πού ταλανίζουν τά παιδά κια μέχρι σήμερα, άπό ραδιοφώνου μέχρι τηλεοράσεως καί σκηνής. Μετά τήν «έθνοσωτήριο» φάνηκαν μερι κές θετικές προσπάθειες: 'Η Ξένια Καλογεροπούλου, ό Δημ. Ποταμίτης καί οί «Δε σμοί» (πού δέν ξέρω γιά ποιό λόγο σταμά τησαν) έδειξαν πώς έχουν διάθεση νά υπη ρετήσουν σωστά κι υπεύθυνα τό θέατρο γιά παιδιά. Κάπου δμως μπερδεύτηκαν, κι έτσι γιά πολλούς κι ίσως δικαιολογημένους λό γους, οί άξιοι αυτοί έργάτες τού θεάτρου μας δέν μπόρεσαν νά προχωρήσουν παρα πέρα άπό τό σημείο εκκίνησης. Κοντά σ’ αυτές τίς προσπάθειες, θά έπρεπε νά άναφερθεί καί ή Ό μάδα Τέχνης Πάροδος, πού μέ τή συνεργασία ψυχολό γων, παιδαγωγών καί μελών τού θεατρικού της τμήματος παρουσιάζει σέ διάφορες συν οικίες τής ’Αθήνας καί τού Πειραιά καθώς καί στήν επαρχία τό «Θεατρικό Παιχνίδι» -μιά νέα άποψη γιά τό παιδικό θέατρο πού συνδυάζει τή δημιουργική μέ τήν ψυχαγω γική άπασχόληση τού παιδιού. "Οπως γιά τή δημιουργία ενός ιθαγενούς θεάτρου χρειάζονται συγγραφείς, έτσι καί γιά τή δημιουργία ένός γνήσιου ελληνικού θεάτρου γιά παιδιά χρειάζονται κι άνάλογοι συγγραφείς, πού δυστυχώς σήμερα δέν υπάρχουν, ή υπάρχουν άλλά δέν γράφουν θέατρο γιά παιδιά, συναισθανόμενοι ίσως 30
πόσο δύσκολο είδος είναι. Στό σημείο αύτό θά άναφέρω κάτι πού μού προκάλεσε μιά ευχάριστη έκπληξη. Διαβάζοντας τήν ύπ’ άριθ. Γ 8612/29.10.80 άπόφαση τού 'Υπουργείου Παιδείας πού συστήνει ποιά θεατρικά έργα μπορούν νά ψυχαγωγούν τούς μαθητές μέχρι λήξεως τού σχολικού έτους, είδα νά άναφέρει μεταξύ άλλων καί τό έργο κάποιου ’Ελευθερίου ’Αγνώστου, μέ τίτλο ό «Άνθρωπάκος», πού παρουσιάζει ό θίασος Βασ. Μαλούχου. Ή σύσταση δέν θά είχε κανένα ένδιαφέρον, άν δέν άποσαφήνιζε δτι ό συγγραφέας ’Ελευθέριος "Αγνω στος δέν είναι άλλος άπό τόν Δημήτρη Χόρν!... "Αν έχουν έτσι τά πράγματα, είναι πολύ ευχάριστο νά βλέπεις άνθρώπους μέ τήν καλλιτεχνική παιδεία καί άξία τού Δημ. Χόρν νά άσχολούνται μέ θέατρο γιά παιδιά. ’Ελπίζω νά μήν πρόκειται γιά λάθος. Κι δμως τήν έποχή τοΰ μεσοπολέμου 6ς τά 1950 περίπου είχαμε άξιόλογους λογοτέ χνες πού έγραφαν έργα καί σκετσάκια γιά παιδικό θέατρο. Εκτός άπό τό Β. Ρώτα, πού προαναφέραμε, μπορούμε νά προσθέ σουμε τό Γρ. Ξενόπουλο, τό Δημ. Σπεράντζα, τό Μιχ. Στασινόπουλο (τόν μετέπειτα πρόεδρο τής Δημοκρατίας μας) κ.ά. Ά πε τούς θεατρικούς συγγραφείς μπορώ νά άναφέρω τούς Δημ. Γιαννουκάκη, Σπ. Μελά, Γρ. Ευθυμίου κ.ά. Είναι άλήθεια πώς κανείς δέν ένδιαφέρθηκε νά συντάξει ένα ρεπερτόριο έργων θεάτρου γιά παιδιά. Θά έβγαιναν ένδιαφέροντα συμπεράσματα όχι μόνο γιά τή δομή καί τό περιεχόμενο τού παιδικού θεάτρου στόν τόπο μας, άλλά καί γιά τή θέση τοΰ παιδιού στήν κοινωνία, τήν οικογένεια καί τό σχολείο, συμπεράσματα πού θά μπορού σαν νά άποτελέσουν υλικό γιά κοινωνιολο γική, ψυχολογική καί θεατρολογική μελέτη κι άνάλυση. Παρακολουθώντας ορισμένες παραστά σεις θεάτρου γιά παιδιά καί διαβάζοντας όσα βιβλία έκδόθηκαν τά τελευταία 30 χρό νια τουλάχιστον στόν τόπο μας, μπορούμε νά πούμε μέ λίγα λόγια πώς τό παιδικό θέα τρο στήν Ελλάδα, στίς γενικές του γραμμές, συμβάδιζε πάντα μέ τό θέατρο πού «άρεσε» νά βλέπει ή άστική κυρίως τάξη, πού πή γαινε στό θέατρο. ’Έτσι είχαμε, κι ώς ένα βαθμό εξακολουθούμε νά έχουμε, ένα παι δικό θέατρο παιδιάστικο κι όχι παιδικό, συντηρητικό, βουλεβαρδιέρικο, φαρσοκω μικό ή δήθεν προοδευτικό, δήθεν πολιτικό, ένα παιδικό θέατρο όπου δεσπόζει ή παρα-
μυθολογία, τά διεθνή κόμικς καί μπέστσέλλερ, ένα παιδικό θέατρο γεμάτο χρωμα τιστά μπαλόνια καί οράματα, «πλούσια δώρα» καί διαφημίσεις. Έ ν α παιδικό θέα τρο άβάστακτα πληκτικό γιά τά παιδιά, αφόρητα διδακτικό άκόμα κι όταν προπα γανδίζει την ειρήνη, ένα θέατρο πού χρησι μοποιεί τά παιδιά σάν παθητικούς κατανα λωτές. "Ολα τά έργα καταλήγουν πάντα σέ κά ποιο ήθικό συμπέρασμα. Οί λύσεις άπλουστεύονται, ή φαντασία απουσιάζει. Τά δρώμενα αφήνουν συνήθως τά παιδιά αδιάφορα, γιατί τά πάντα πάνω στή σκηνή γίνονται χωρίς τή συμμετοχή τους, ή κά θαρση έρχεται ύστερα από μιά διαδικασία πού είναι έξω ή κάτω από τή νοηματική ή συνθετική τους ικανότητα. "Ετσι τά κάνει νά νιώθουν άπομονωμένα σ’ ένα «θέαμα» άνοίκειο καί πληκτικό. Στόν κατάλογο τών βιβλίων πού ακολου θεί δέν συμπεριλαμβάνονται δσα έκδόθηκαν άπό τό 1976 καί μετά. Είναι φυσικό επίσης ό κατάλογος αυτός νά παρουσιάζει πολλές έλλείψεις. Μέ τίς συμπληρώσεις όμως πού
ενδεχόμενα θά γίνουν, μπορεί νά άποτελέσει τήν άρχή γιά τή συγκρότηση ενός ρεπερτο ρίου έργων γιά παιδιά καί μιας βιβλιογρα φίας άπαραίτητης γιά κείνους πού θέλουΛ νά μελετήσουν καί νά άσχοληθοΰν διεξο δικά μέ τό θέατρο γιά παιδιά στήν Ελλάδα. Τά περισσότερα βιβλία μέ έργα θεάτρου γιά παιδιά προορίζονται γιά τό σχολικό χώρο. Είναι σχετικά μέ τίς διάφορες σχολι κές γιορτές τού έτους, κατάλληλα νά παι χτούν άπό παιδιά μέσα στό σχολείο, γιατί τήν έποχή πού γράφτηκαν πολλά άπ’ αύτά, όλη ή πολιτιστική δραστηριότητα τού παι διού ήταν περιορισμένη, ελεγμένη, εγκεκρι μένη άπό τό σχολείο. Υπήρχαν όμως καί μερικές μεμονωμένες περιπτώσεις πού ξέφευγαν άπό τόν κανόνα, όπως π.χ. τού Δημ. Μοναστηριώτη (ήθοποιοϋ, χορευτή, δάσκα λου σέ κωφάλαλα παιδιά), πού κατάφερε νά δημιουργήσει ένα ιδιότυπο είδος παιδικού θεάτρου σέ χώρους όπως λέσχες έργαζόμενων παιδιών, διαφόρων ιδρυμάτων κ.ά. κι άργότερα νά περάσει τά έργα του στό ρα διόφωνο καί στήν τηλεόραση: 1. Εύφρ. Λόντου-Δημητρακοπούλου, "Α παντα παιδικού κι εφηβικού θεάτρου. (Έκδ. Π. Ράνος, 1946).
τά βιβλία τής «γνώσης» ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑίΔΗΣ
ΤΑ ΚΟΥΡΕΛΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΑΝΕ ΑΚΟΜΑ
1
-
i t
g
ΑΚΗ ΠΑΝΟΥ
Ο ΚΟΣΜΟΣ Ο ΔΙΚΟΣ g
ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
ΝΙΚΟΣ Ν ΙΚΟ ΛΑΪΔΗΣ
ΑΚΗΣ 1ΙΑΝΟΥ
ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ
ΤΑ ΚΟΥΡΕΛΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΑΝΕ ΑΚΟΜΑ
0 ΚΟΣΜΟΣ 0 ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ
ε κ δ ό σ ε ις « γ ν ώ σ η » 26 - ΙΛΙΣΙΑ. ΤΗΑ. 7794879
γ ρ η γ . α υ :ΞΕΝΤΊΟΥ
31
2. Εύφρ. Λόντου-Δημητρακοπούλου, Παι δικό θέατρο, Α' τόμος (1926). 3. Εύφρ. Λόντου - Δη μητρακοπούλου, Παι δικό θέατρο, Β' τόμος (1927). 4. Εύφρ. Λόντου-Δημητρακοπούλου, Παι δικό θέατρο, Γ' τόμος (1932). Σέ χρόνια παλιότερα, δταν τό παιδικό θέατρο στήν Ελλάδα, δέν είχε τή διάδοση πού έχει τώρα, καί γενικά τό ενδιαφέρον γιά τό παιδί ήταν μειωμένο, υπήρχαν έκδοτικοί οίκοι πού ασχολούνταν συστηματικά μέ τήν έκδοση βιβλίων παιδικού καί σχολι κού θεάτρου, κάτι πού δέν γίνεται σήμερα. *Ηταν ή «Παιδική Θεατρική Βιβλιοθήκη» τού εκδοτικού οίκου Ν. Άλικιώτη, πού δέν ύπάρχει πιά, καί ό εκδοτικός οίκος Β. Γ. Δ. Λουκόπουλου, πού συνεχίζει άκόμα νά έκδίδει συστηματικά «Βιβλία Παιδικού Σχο λικού Θεάτρου». Στήν «Παιδική Θεατρική Βιβλιοθήκη Ν. Άλικιώτη» ανήκουν τά παρακάτω βιβλία: 5. Δημ. Μοναστηριώτη, Α πόψε έχουμε θέατρο. 6. Δημ. Μοναστηριώτη, Παίζουμε θέα τρο. 7. Δημ. Μοναστηριώτη, Τά παιδιά κά νουν θέατρο. 8. Δημ. Μοναστηριώτη, Ανοίγει ή αύλαία. 9. Δημ. Μοναστηριώτη, Έλεάζαρ (παραμυθόδραμα). 10. Στρατή Παπαδάκη, Σχολική σκηνή. 11. Στρατή Παπαδάκη, Τελειώνοντας τό σχολείο μας. 12. I. Μπουκουβάλα-Άναγνώστου, Γιά τήν λευτεριά. 13. I. Μπουκουβάλα-Άναγνώστου, Α νοίγει ή σκηνή μας. 14. I. Μπουκουβάλα-Άναγνώστου, Σχο λικές γιορτές. 15. Γ. Σακκά - Γ. Δογάνη, Θέατρο γιά παιδιά. 16. Ε. Άρκαδίτη, Τό σχολείο μας γιορ τάζει. 17. Λήδας Κροντηρά, Παιδικό θέατρο. 18. Τάκη Λάππα, Τό χάνι τής Γραβιάς. 19. Πην. Μαξίμου, Θέατρο γιά παιδιά. 20. Μ. Αύγερινού, Ή δίκη τής κυράΓραμματικής. 21. Μ. Αύγερινού, Ή Α. Μ. ό Γιαννάκης. 22. Μ. Αύγερινού, Οί εξετάσεις. 23. Μ. Αύγερινού, 'Η μικρούλα Μαρούλα. Στή σειρά «Βιβλία Παιδικού Σχολικού Θεάτρου» των έκδόσεων Β. Γ. Δ. Λουκό πουλου ανήκουν τά παρακάτω βιβλία: 24. Νικ. Σκόπα, Ή γιορτή μας. 32
25. Νικ. Σκόπα, Νέα Παιδική Σκηνή. 26. Νικ. Σκόπα-Νικολαίδη, Μορφωτικό παιδικό θέατρο. 27. Β. Μυλωνά, Ηρωική αύλαία. 28. Β. Κορομπόκη, Ή χαρά τών παιδιών. 29. Γ. Δρόση, Παιδικό θέατρο. 30. Γ. Δρόση, Ή ’Επανάσταση τού 21 (ιστορικό θέατρο). 31. Δ. Ζήση, Παιδικό θέατρο. 32. Αφ. Καρατατσίδου-Ψαρουδάκη, Τό σχολικό μας θέατρο. 33. Άντ. Λαμπρινίδη, Σχολικές γιορτές. 34. Ά ντ. Λαμπρινίδη, Τό σχολικό θέα τρο. 35. Στρατή Μπακογιώργου, Παιδικό σχολικό θέατρο. 36. Ά β. Ράλλη, Σχολικές κωμωδίες. 37. Β. Γεωργακούλια, Παιδικοί άντίλαλοι στή σκηνή. Ά λλα βιβλία πού έχουν έκδοθεί από διά φορους έκδοτικούς οίκους ή από τούς ίδιους τούς συγγραφείς: 38. Ελ. Βαλαβάνη, Αριστοφάνη: Ειρήνη. 39. Ελ. Βαλαβάνη, Μενάνδρου: Ασπίδα. 40. Τ. Σίσκου, Σχολικό θέατρο (Έκδ. I. Σιδέρη). 41. Άντ. Μεταξά, Τό θέατρο τού παιδιού (Έκδ. Δωρικός). 42. Σ. Μαυροειδή-Παπαδάκη, Ελληνικό σχολικό θέατρο (Έκδ. Κασταλία). 43. I. Μπουκουβάλα-Άναγνώστου, Παι δική θεατρική σκηνή (Έκδ. Σπανός). 44. I. Μπουκουβάλα-Άναγνώστου, Τό κρυφό σχολειό κ.ά. (Έκδ. Σπανός). 45. Θ. Γαλάνη, Ή ζωή στό σχολείο (Κνωσός, 1974). 46. Άθαν. Β. Νταουσάνη, Διευθυντή Σχολής Ελληνικής Παροικίας Λάγκος-Νιγηρία. Θέατρο γιά παιδιά (Θεατρική Σχο λική Αύλαία άπό τήν Αφρική). 47. Άθαν. Β. Νταουσάνη, Σχολικό θέα τρο - Παιδικές θεατρικές ώρες. 48. Νικ. Σκόπα, Ή γιορτή μας. 49. Ελληνική Παιδική Σκηνή (έπιμέλειαέκδοση Παν. Ά θ . Κλεισιούνη, 1962). Περι έχει έργα τών: Δημ. Γιαννουκάκη, Γρηγ. Εύθυμίου, Λίλας Καρανικόλα, Παν. Κλεισιούνη, Βούλας Μαγούλα, Κώστα Μαρίνη, Θύμιου Παϊνέση, Άλκη Παπαδήμα, I. X. Πούλου, Νίνας Ραΐση, Στέλιου Σπεράντζα, Μιχ. Στασινόπουλου, Θάνου Τράγκα, Άλκη Τροπαιάτη,Γ. Τσουκαλά. 50. Βασίλη Ρώτα, Τό θέατρο γιά παιδιά (Ά παντα, Α θήνα, 1975).
εκδόσεις «άμοργός*
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΝΤΟΡΡΟΣ ΣΤΟΥ ΓΛΙΤΩΜΟΥ ΤΟ ΧΑΖΙ
ΑΚΡΙΘΑΚΗΣ
Πρόλογος ’Αλεξ. ’Αργυρίου
★
® tosakias
ΤΖΩΝ ΛΕΝΝΟΝ - ΓΙΟΚΟ ΟΝΟ ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Μετάφραση: Σω τήρης Κακίσης ’Επιμέλεια: Δημήτρης Καλοκύρης
★ ΑΛΕΞΗΣ ΑΚΡΙΘΑΚΗΣ Ο ΤΟΞΑΚΙΑΣ
★ ΜΑΡΤΙΝ ΣΕΡΜΑΝ ΜΠΕΝΤ (Μετάφραση Γ. Θεοδοσιάδης) Τό γνωστό θεατρικό έργο πού άναφέρεται στις διώξεις των ομοφυλοφίλων στη ναζιστική Γερμανία
★ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΙΑΑΑΜΑΣ Ο ΝΥΧΤΕΡΙΝΟΣ ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ TOY PAUL REVERE
★ ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΗ ΕΛΙΣΣΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΤΡΥΓΟΝΙ
★ ΜΑΝΟΥΣΟΣ ΦΑΣΣΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗ ΜΟΥΣΑ (τραγούδια γιά την προσχολική καί σχολική ηλικία)
Ένας ζωγράφος βοηθάει τά παιδιά νά ζωγραφίσουν. Τούς φτιάχνει τά περιγράμματα τής ζωγραφιάς με μαύρο μολύβι καί τά παιδιά συμπληρώνουν τά χρώματα. Τό καλύτερο δώρο γιά παιδιά πού ψάχνουν καί γιά γονείς πού ελπίζουν. 'Ιστορίες με σχέδια, μέ χιούμορ, μέ εύρήματα καί μέ ποίηση.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΘΗΝΑ: Σόλωνος 114, Τηλ. 3630214 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Κ. Μελενίκου 34, Τηλ. 212610 33
Πάνος Λουκάκης
Πληροφορίες γιά τήν ελληνική βιβλιογραφία στήν πολεοδομία Ή βιβλιογραφική τεκμηρίωση αποτελεί στή χώρα μας ένα ιδιαίτερα σημαντικό πρόβλημα γιά δσους θέλουν νά ασχοληθούν επιστημονικά μέ διάφ ορα θέματα. Οι δυσκολίες πού προκύπτουν ξεκινάνε καταρχήν άπό τήν άνυπαρξία οργανωμένων κέντρων τεκμηρίωσης. "Ο,τι υλικό έχει συγκεντρωθεί βρίσκεται σέ ορισμένους χώ ρους, δπως οί διάφ ορες έδρες ή βιβλιοθήκες των Α.Ε.Ι., ή σέ ορισμένους κρατι κούς φορείς πού λόγω αρμοδιότητας άσχολούνται μέ τό θέμα. “Ομως άκόμη καί γιά τό ύλικό αυτό ύπάρχει τίς περισσότερες φορές μιά δυσκολία στήν προσέγγισή του, γιά διάφορους γραφειοκρατικούς λόγους. Αυτό αποτελεί μιά δεύτερη δυσκο λία. Μιά άλλη δυσκολία προέρχεται άπό τό γεγονός ότι πολλοί μέ πολλά άσχολούνται, ίσως όλοι μέ όλα, χωρίς όμως τελικά νά εί ναι άκόμη καί αυτό γνωστό, πόσοι δηλαδή, πού καί πόσο άσχολούνται μέ τά διάφορα θέματα. ’Έτσι ή άναζήτηση τών πηγών γίνε ται δυσχερέστατη, πολύ περισσότερο μάλι στα όταν ό «ειδικός» ή ό «αρμόδιος» οχυ ρώνεται πίσω άπό τό οχυρό τών γνώσεων καί τών προσβάσεών του στους διάφορους φορείς. Φυσικά τό πρόβλημα συνδέεται σέ σημαν τικό βαθμό μέ τόν τρόπο πού είναι οργανω μένη ή έρευνα καί μέ τήν ουσιαστική άνυ παρξία μεταπτυχιακών σπουδών. “Ολες αυτές οί δυσκολίες κάνουν μέ τή σειρά τους άκόμη πιό δύσκολο τον τρόπο πού δροΰν οί διάφοροι εκδοτικοί φορείς προκειμένου νά καλύψουν τίς συγκεκριμέ νες άνάγκες. , Σκοπός τού άρθρου αυτού είναι νά συμβάλει σέ μιά γενικότερη προσπάθεια, έφόσον υπάρξει, τεκμηρίωσης τού βιβλιογραφι κού ύλικού πού υπάρχει γύρω άπό τήν πο λεοδομία. 34
“Ετσι, άπό τή μιά μεριά ύποδεικνύονται οί βασικότερες βιβλιογραφικές πηγές στήν ελληνική γλώσσα καί άπό τήν άλλη παρου σιάζεται ένας συγκεντρωτικός κατάλογος τών ελληνικών έκδόσεων πού διατίθενται στήν έλεύθερη άγορά.1
Α. Βιβλιογραφικές πηγές 1.
Φορείς
1.1. Ε.Μ.Π. Στό Ε.Μ.Π. ή Σχολή Α ρ χι τεκτόνων διαθέτει σημαντικό ύλικό στόν τομέα τής πολεοδομίας. Τό ύλικό αύτό συν θέτουν οί σπουδαστικές έργασίες καί οί ση μειώσεις τού διδακτικού προσωπικού, κα θηγητών καί Ε.Δ.Π. Πέρα άπό τό ύλικό αύτό ύπάρχουν τά πρακτικά τών σεμινα ρίων πολεοδομίας καί οί έρευνες καί μελέ τες τού Σπουδαστηρίου Πολεοδομικών Ε ρευνών.2 1.2. Α.Π.Θ. Αντίστοιχο ύλικό μέ έκεϊνο τού Ε.Μ.Π. ύπάρχει καί στήν Πολυτεχνική Σχολή τού Α. Π. Θεσσαλονίκης.
1.3. Υπουργεία. 'Ορισμένα υπουργεία διαθέτουν πλουσιότατο υλικό. Ουσιαστικά αποτελούν τούς φορείς (μέσω τών ύπηρεσιών τους ή ιδιωτικών γραφείων) εκπόνη σης τού μέγιστου αριθμού ρυθμιστικών καί πολεοδομικών μελετών ή ακόμη καί έξειδικευμένων τομεακών μελετών. Τά ύπουργεΐα αυτά είναι: Συντονισμού, Δημοσίων Έ ρ γων, Χωροταξίας, Οικισμού καί Περιβάλ λοντος, Εσωτερικών, Συγκοινωνιών καί Κοινωνικών 'Υπηρεσιών. Δυστυχώς δλο αυτό τό υλικό τών 20 του λάχιστον τελευταίων χρόνων, είτε έχει χαθεί ή χάνεται, είτε βρίσκεται διάσπαρτο σέ διά φορα ντουλάπια, σέ πολύ περιορισμένο άριθμό τυπωμένο. 1.4. Δήμοι. Στούς φορείς αύτούς, πού κατά τεκμήριο νομιμοποιούνται νά άσχολοΰνται μέ την πόλη, πολύ λίγο ύλικό ύπάρχει. Ελάχιστοι δήμοι, καί μέ πολύ πενιχρά μέσα, έχουν οι ίδιοι εκπονήσει τίς πολεοδομικές μελέτες τής πόλης τους (Βόλος, Κα βάλα, Καλαμάτα καί μερικοί άλλοι). Φυ σικά ή άντίφαση αυτή οφείλεται στόν τρόπο οργάνωσης τής διοίκησης καί στόν υποβα θμισμένο γενικότερα ρόλο τής τοπικής αύτοδιοίκησης. 1.5. Κρατικοί ερευνητικοί φορείς. Σέ αυ τούς περιλαμβάνονται βασικά τό Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.) καί τό Κέντρο Οικονομικού Προγραμματι σμού καί Ερευνών (Κ.Ε.Π.Ε.). Μέσα στίς σειρές τών έκδόσεών τους βρίσκεται αρκετό ύλικό γύρω άπό τή διάρθρωση καί τή δομή τού οικιστικού ιστού τής χώρας. Άναφέρεται ειδικότερα ή τρίμηνη έκδοση τής «Ε π ι θεώρησης Κοινωνικών Ερευνών» τού Ε.Κ.Κ.Ε., στήν όποια ύπάρχουν πολλά άρ θρα πού σχετίζονται μέ τήν πολεοδομία. 1.6. Ν.Π.Δ.Δ. Σημαντική δουλειά, λόγω αρμοδιότητας, υπάρχει σέ όρισμένα Ν.Π.Δ.Δ., όπως ό Αυτόνομος ’Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας (Α.Ο.Ε.Κ.), ό Ελλη νικός 'Οργανισμός Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.), ή Εθνική Τράπεζα Βιομηχανικής Άναπτύξεως (Ε.Τ.Β.Α.), ή Γενική Γραμματεία 'Αθλητισμού (Γ.Γ.Α.). Οί πολεοδομικές αύτές μελέτες, πού έχουν μάλιστα πραγματο ποιηθεί σέ μεγάλο βαθμό, είναι χαμένες σέ κάποια ντουλάπια, σέ περιορισμένο άριθμό άντιτύπων καί μέ δύσκολη προσπελασιμότητα. Στούς φορείς αύτούς συγκαταλέγεται καί τό Τεχνικό ’ΕπιμελητήριοΈλλάδος(Τ.Ε.Ε.). Τό Τ.Ε.Ε., τόσο παλιότερα όσο καί πρόσ
φατα, δηλαδή τά τελευταία έξι χρόνια, δια θέτει σημαντική εργασία γύρω άπό τήν πο λεοδομία καί παραπέρα γιά τή χωροταξία καί τήν περιφερειακή άνάπτυξη. Στό Τ.Ε.Ε. ύπάρχουν μελέτες γιά τήν πολεοδομία πού εκπονήθηκαν είτε άπό ομάδες εργασίας, είτε στά πλαίσια ημερίδων, δημοσίων συζητή σεων, συνεδρίων καί συμμετοχών σέ διάφο ρες επιτροπές τής διοίκησης. Μεγάλος αρι θμός άπό τή δουλειά αύτή, όπως καί άτομικά άρθρα, έχουν δημοσιευτεί στίς επιστη μονικές εκδόσεις του. ’Ακόμη τό Τ.Ε.Ε. έχει έκδώσει όρισμένα βιβλία τά οποία καί πωλεϊ στό ταμείο του. 'Όλη ή δουλειά τού Τ.Ε.Ε. βρίσκεται ταξινομημένη στό Γραφείο Τεκμηρίωσης πού έχει οργανωθεί τά τελευ ταία χρόνια. Δυστυχώς, όσες έργασίες δέν έχουν έκδοθεί στίς επιστημονικές έκδόσεις, ύπάρχουν σέ πολύ περιορισμένο άριθμό άντιτύπων. 1.7. ’Επιστημονικοί σύλλογοι καί λοιποί φορείς. Ά π ό τούς συλλόγους αύτούς άναφέρονται ιδιαίτερα οι σύλλογοι πολιτικών μηχανικών καί αρχιτεκτόνων. Ειδικότερα τό ύλικό άπό τά πρακτικά τών πανελληνίων συνεδρίων, όπως καί ορισμένο άπό τά Δελ τία τού Συλλόγου ’Αρχιτεκτόνων, άποτελεϊ ούσιαστική συμβολή γιά τή γνώση τών προ βλημάτων πολεοδομίας στή χώρα μας. ’Εκτός όμως άπό τούς συλλόγους τών τε χνικών, καί άλλοι επιστημονικοί φορείς έχουν κατά καιρούς άσχοληθεϊ μέ θέματα πολεοδομίας. ’Ανάμεσα σέ αύτούς είναι ή Ελληνική 'Εταιρία καί ή Εταιρία Ελληνι κών Σπουδών. Διαλέξεις, συζητήσεις καί διάλογοι είναι δημοσιευμένα στά σχετικά δελτία πού εκδίδουν. 2.
Π εριοδικός τύπος 2.1. Έξειδικευμένος τύπος. Παράλληλα μέ τήν έπιστημονική έκδοση τών διαφόρων φορέων όπως τό Τ.Ε.Ε. καί τό Ε.Κ.Κ.Ε. ύπάρχει καί μιά σειρά περιοδικών έξειδικευμένων, όπως ή ετήσια επιθεώρηση «’Αρ χιτεκτονικά Θέματα», τό «Άνθρωπος + Χώρος», τά «Οικολογικά» καί ή «Τεχνοδομή». ’Ιδιαίτερα έπισημαίνεται τό φάσμα προβληματισμού γύρω άπό τήν πολεοδομία πού προσφέρουν τά «Αρχιτεκτονικά Θέ ματα» (βιβλιοκρισίες-παρουσίαση, άρθρα, έρευνες, μελέτες κλπ.). Στόν έξειδικευμένο τύάο θά πρέπει κανείς νά άναφέρει τήν «Αρχιτεκτονική», ένα περιοδικό πού δέν έκδίδεται πιά, άλλά πού ή παρουσία του στή δεκαετία τού ’60 ήταν έντονη. 35
2.2. Υπόλοιπος τύπος. Στην κατηγορία αστικού χώρου καί μέ ειδικότερα προβλή αυτή θά πρέπει νά περιληφθεϊ όλος ό ήμε- ματα δπως ή κατοικία. ρήσιος καί περιοδικός τύπος, γιατί τά προ Έξειδικεύοντας τήν κατηγορία αυτή θά βλήματα τής πόλης πού ζοϋμε καθημερινά διαπιστώσουμε δτι βασικά περιλαμβάνει τίς έξης ύποκατηγορίες: άποτελούν προσφιλές θέμα αναφοράς. Εντούτοις θά πρέπει νά σημειωθεί ή - μεταφράσεις κλασικών βιβλίων γύρω άπό ιδιαίτερη συμβολή ορισμένων περιοδικών τόν προβληματισμό καί τήν πρακτική πού δπως ό «Οικονομικός Ταχυδρόμος», τά άναπτύχθηκε στίς δεκαετίες τού ’60 καί στίς «Σύγχρονα Θέματα», ή «Οικονομία καί αρχές τού ’70 · Κοινωνία», ό «Πολίτης» καί τό «’Αντί». Τά - παρουσιάσεις, μέ προσωπικές κρίσεις τών άρθρα, οι μελέτες, ή κριτική καί πληροφό επιμελητών ή μεταφραστών τών εκδόσεων ρηση πού προσφέρουν, συμπληρώνουν τό καί κατά έπιλεκτικό καί όμαδοποιημένο υλικό πού προσφέρει ό έξειδικευμένος τύ τρόπο, διαφόρων θέσεων καί θεωριών πού πος. "Ως ένα βαθμό καλύπτουν τήν άμεση άναπτύχθηκαν στό εξωτερικό παλιότερα έπικαιρότητα πού δεν είναι δυνατόν νά κα άλλά κύρια στήν ίδια περίοδο πού πιό πάνω λυφθεί άπό τόν έξειδικευμένο, καί οπωσδή άναφέρεται· , ποτε άλλου χαρακτήρα, τύπο. - προσωπικές εργασίες έλλήνων πολεοδό Εντούτοις υπάρχει ένα γενικότερο πρό μων ή επιστημόνων άλλων ειδικοτήτων γιά βλημα επιστημονικών εκδόσεων πού μέχρις προβλήματα γενικότερα άλλά καί ειδικό ένα βαθμό συνδέεται μέ τό δλο σύστημα ορ τερα τού ελληνικού αστικού χώρου. γάνωσης τής έρευνας, λειτουργίας καί δρά 2. Ή δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει σης τών έπιστημονικών-έπαγγελματικών βιβλία πού σχετίζονται μέ τή λαϊκή άρχιτεφορέων, μέ τά προσωπικά ερεθίσματα καί κτονική καί ειδικότερα τούς οικισμούς τής τίς δυνατότητες συμμετοχής κάθε επιστή Ελλάδας. μονα στά γενόμενα. Τό πρόβλημα αύτό συν Πολλά άπό τά βιβλία αύτά, ενώ άπό μιά δέεται άκόμη μέ τίς συγκεκριμένες σχέσεις πρώτη ματιά φαίνεται δτι περιορίζονται στό θεωρίας καί πράξης πού υπάρχουν ή, καλύ στενότερο πεδίο τών μεμονωμένων κτισμάτερα, δέν ύπάρχουν σήμερα στή χώρα μας. των καί τού αρχιτεκτονικού τους χώρου, Μέσα άπό τή θεώρηση τού υλικού πού κρίθηκε άναγκαϊο νά περιληφθούν, γιατί γράφεται στον τύπο, διαπιστώνεται δτι κυ 'τελικά περιέχουν αναφορές γιά τόν άντίριαρχεί ή πληροφόρηση καί ή έκθεση άπό- στοιχο οικισμό ή παρέχουν συνολικές εικό ψεων. "Ομως ή διακίνηση καί αντιπαράθεση νες τού δομημένου χώρου. ’Ακόμη συμπεριάπόψεων, ό διάλογος πάνω σέ θέσεις καί λήφθηκαν γιατί, ειδικότερα στόν τομέα τής προβλήματα δέν ύπάρχει, τουλάχιστον στό λαϊκής παράδοσης καί στόν τρόπο ανάπτυ βαθμό πού τά προβλήματα είναι όξυμένα. ξης τών οικισμών κάθε χώρας, είναι πολύ δύσκολο νά διαχωριστεί ό άμεσος χώρος κατοικίας άπό τό συνολικό κέλυφος καί τό περιεχόμενο τού οικισμού. Β. Κατάλογος εκδόσεων 3. Μιά τρίτη κατηγορία βιβλίων πού ελεύθερης διάθεσης περιλαμβάνει ό κατάλογος άφορά στήν οι Μέ τον κατάλογο πού άκολουθεί έγινε κολογία. ’Ασφαλώς ό τομέας αυτός άλλά προσπάθεια νά συγκεντρωθούν τά βιβλία καί τά βιβλία αύτά έκτείνονται πέρα άπό πού έχουν έκδοθεί στήν ελληνική γλώσσα τόν τομέα τής πολεοδομίας καί έχουν ένα γύρω άπό τήν πολεοδομία, τή δομή καί τά γενικότερο ένδιαφέρον. Κρίθηκε έντούτοις προβλήματα τού χώρου στούς οικισμούς. σκόπιμο νά περιληφθούν στόν κατάλογο Περιλαμβάνει μόνο τά βιβλία εκείνα πού αύτό, γιατί τελικά ό άστικός χώρος σχετίζε πωλούνται στήν ελεύθερη άγορά, είτε στά ται άμεσα μέ τίς οικολογικές συνθήκες καί βιβλιοπωλεία είτε στούς φορείς πού τά επιδρά έντονα ώς πηγή καί δέκτης στήν οι έχουν έκδώσει. Στόν κατάλογο αύτό έχουν κολογική ισορροπία τού χώρου. Έκτιμήσυγκεντρωθεί τρεις βασικές κατηγορίες εκ θηκε δτι οι γενικότερες γνώσεις καί ό προ δόσεων: βληματισμός πού θίγεται στά βιβλία αύτά, 1. Ή πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει βιείναι αναγκαίο συμπληρωματικό στοιχείο βλία πού άναφέρονται κύρια στήν πολεοδο γιά μιά ολοκληρωμένη γνώση τών προβλη μία. Τά βιβλία αύτά σχετίζονται μέ τόν μάτων τού άστικού χώρου. τρόπο οργάνωσης, εξέλιξης καί δομής τού Στόν κατάλογο αύτό δέν περιλαμβάνονται 36
βιβλία πού σχετίζονται μέ τή χωροταξία. Μιά τέτοια συμπλήρωση, ενώ είναι αναγ καία, ήταν έξω από τίς αντικειμενικές δυνα τότητες αύτής τής βιβλιοπαρουσίασης. Μιά τέτοια βιβλιογραφία έξ άντικειμένου έκτείνεται πολύ πέρα από τό πεδίο τής χωροτα ξίας. Ή άρρηκτη σχέση της μέ τήν περιφε ρειακή καί γενικότερα τήν οικονομική καί κοινωνική ανάπτυξη, άκόμη δέ μέ τήν ιστο ρική εξέλιξη στό διεθνή καί έθνικό χώρο, έπιβάλλει μιά βιβλιογραφική αναζήτηση πολύ εκτεταμένη. Έδώ διατυπώνεται ή ευχή νά δημοσιευτεί μιά τέτοια έργασία πού θά συμπληρώσει τή βιβλιογραφική τεκμηρίωση καί στόν τομέα τής πολεοδομίας. ’Ισχύει τό ίδιο μέ τή χωροταξία καί γιά τόν τομέα τών άρχιτεκτονικών βιβλίων. Μιά βιβλιογραφική τεκμηρίωση γιά έξειδικευμένα ’έργά ή κατηγορίες έργων, π.χ. σχολεία, νοσοκομεία, θέατρα, ενδιαφέρει αντικειμε νικά σέ σημαντικό βαθμό καί τόν τομέα τής πολεοδομίας. Τονίζεται επομένως ή άνάγκη καί μιά δεύτερη ευχή γιά μιά βιβλιογραφική αναζήτηση καί πρός τήν κατεύθυνση αύτή. Κλείνοντας θά πρέπει νά τονιστεί δτι ό
κατάλογος πού παρουσιάζεται δέν άποτελεί τίποτε άλλο άπό μιά πρόσκληση γιά νά συμπληρωθεί μέ δσο γίνεται περισσότερο βιβλιογραφικό ύλικό καί μιά πρόθεση νά άνοίξσυν κάποιες διαδικασίες πληροφόρη σης καί κριτικής γύρω άπό αύτά πού γρά φονται γιά τήν πολεοδομία. Αύτό έχει ιδιαί τερη σημασία, γιατί οί θεωρητικές έργασίες πού έχουν γίνει στή χώρα μας, περισσότερο μάλιστα γιά τή σύγχρονη πολεοδομία, δέν έχουν άποτελέσει άντικείμενο συνολικής έξέτασης καί φυσικά άντικείμενο ευρύτερου διαλόγου καί έκλαΐκευσης. ’Ακόμη καί γιατί, παράλληλα μέ τήν άδυναμία στό θεω ρητικό προβληματισμό, ή εμπειρία άπό τήν πράξη χάνεται ή περιορίζεται στούς αντι συμβαλλόμενους κάθε φορά. Ή εμπειρία αύτή δέν περνάει στή καί δέν τροφοδοτείται άπό τή θεωρία, μέ αποτέλεσμα κι αύτή νά μένει στείρα καί νά άναμασάει ξένες τρο φές. 1. Άγοροπούλου-Μπιρμπίλη Α: «Ή άρχιτεκτονική τής πόλεως τής Κερκύρας κατά
τά βιβλία τής «γνώσης»
ΜΠΕΡΝΑΡΝΤ ΠΟΜΕΡΑΝΣ
ΧΙΟΥ ΑΕΟΝΑΡΝΤ
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΛΕΦΑΝΤΑΣ ΝΤΑ
ΜΑΡΙΟΣ ΠΟΝΤΙΚΑΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΑΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
εκδόσεις «γνώση» ΓΡΗΓ. ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ 26 - ΙΛΙΣΙΑ. ΤΗΑ. 7794879 37
τήν περίοδο τής Ενετοκρατίας». Διδακτο ρική διατριβή. Ε.Μ.Π., ’Αθήνα, 1977. 2. Άμπαδογιάννη Λ.: «Παραδοσιακοί οικισμοί ’Ανατολικής Μακεδονίας: Παγγαϊο». Έκδ. Υ. Δ. ’Έργων, ’Αθήνα, 1977. 3. Άνδρικοπούλου-Καυκαλά Ε. - Καυκαλάς Γ. - Λαγόπουλος Α.: «Θεσσαλο νίκη». Έκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1980. 4. Κάστελς- Κόπ - Μπέρι κ.ά. «Ή πόλη στό σοσιαλιστικό σύστημα». ΜεΤ. Άνδρικοπούλου Ε. - Άποστολάκος Γ. - Καυκαλάς Γ. - Παυλίδου Γ. 5. Άξαρλή Κλειώ — Άραχωβίτης Γ. — Βλάχος Ξεν. κ.ά.: «Μελέτες γιά τήν κατοι κία στήν Ελλάδα». ’Επιμέλεια Δ. Α. Φατούρου, Α. Παπαδόπουλου, Β. Τεντοκάλη. Έκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1979. 6. ’Αρχιτεκτονικά θέματα: «Οικισμοί στήν Ελλάδα». Επιμέλεια Ο. Δουμάνη καί Ρ. Oliver, 1974. 7. Aymonino Carlo: «Κυριαρχία καί ύποτέλεια. Ή έξέλιξη τής μοντέρνας πόλης». Έπιμέλεια-μετάφραση Παν. Γ. Λαζαρίδη. «Ή ζωή μέσα στό χώρο», άρ. 1. Έκδ. Νέα Σύνορα, ’Αθήνα, 1979. 8. Bakema-Van de Broek: «Δημόσιος καί ιδιωτικός χώρος». ’Επιμέλεια Π. Γ. Λαζα ρίδη. «'Η ολλανδική εκδοχή», Έκδ. Παρα τηρητής, ’Αθήνα. 9. Βασιλειάδης Δ.: α. «Εισαγωγή στήν αίγαιοπελαγίτικη αρχιτεκτονική». ’Αθήνα, 1955. β. «Αίγαιοπελαγίτικη άρχιτεκτονική υπό ανήσυχη γωνία». ’Αθήνα, 1971. γ. «’Οδοιπορία στίς μορφές καί τό ύφος τού έλληνικοΰ χώρου». ’Αθήνα, 1973. δ. «Τό κρητικό σπίτι». ’Αθήνα, 1976. ε. «Άγιονόρος». ’Αθήνα, 1979. 10. Βασιλείου I.: «Ή λαϊκή κατοικία». ’Αθήνα, 1944 11. Benevolo Leonardo: «Ή κοινωνική προέλευση τής σύγχρονης πολεοδομίας». Π. Λαζαρίδη: «Βιομηχανική έπανάσταση». Έκδ. Νέα Σύνορα, ’Αθήνα, 1977. 12. Benevolo L.: «Ή ιστορικότητα τού αρχιτεκτονικού έργου». Επιμέλεια Π. Λα ζαρίδη. Ή ζωή μέσα στό χώρο, άρ.4, Έκδ. Νέα Σύνορα, 1979. 13. Βοκοτόπουλος Π.: .«Ή εκκλησια στική αρχιτεκτονική άπό τήν Δυτ. Στερεόν Ελλάδα καί τήν ’Ήπειρον άπό τού τέλους τού 7ου μέχρι τού τέλους τού 10ου αίώνος». Διδακτορική διατριβή. Έκδ. Κέντρου Βυ ζαντινών Ερευνών, Θεσσαλονίκη, 1975. 14. Biirgel Guy: «’Αθήνα: ή άνάπτυξη $8
μιας μεσογειακής πρωτεύουσας». Έκδ. 'Εξ άντας, ’Α θήνα,1978. 15. Brolin Β.: «'Η αποτυχία τής σύγχρο νης αρχιτεκτονικής». Έκδ. Γ. Κατσούλης, 1978. 16. Γιαουτζή Μ. - Καυκαλάς Γ.: «Ή πόλη στό κεφαλαιοκρατικό σύστημα». Μάρξ, Ένγκελς, Βέμπερ, Πάρκ κ.ά. Έκδ. Όδυσσέας, ’Αθήνα, 1977. 17. Γκόρτς, Έντσενσμπέργκερ, Μάρκοβιτς: «Περιβάλλον καί ποιότητα ζωής. Οι κολογικές μελέτες». Έκδ. Επίκουρος, ’Αθήνα, 1975. 18. Castells Ε.: «Πόλη καί κοινωνία ’Ιδεολογία, κοινωνιολογική θεωρία καί σχεδιασμός». Επιμέλεια Π. Λαζαρίδης. Έκδ. Νέα Σύνορα, ’Αθήνα, 1980. 19. Δοξιάδης Κ. «Ή πρωτεύουσά μας καί τό μέλλον της». ’Αθήνα, 1960. 20. Ένγκελς Φρ.: «Τό ζήτημα τής στέ γης». Έκδ. Συλλόγου Σπουδαστών ’Αρχιτε κτονικής Ε.Μ.Π. ’Αθήνα, 1975. 21. Ένγκελς Φρ.: «Ή κατάσταση τής έργατικής τάξης στήν ’Αγγλία». Έκδ. Μπάυρον, ’Αθήνα, 1973. Α' καί Β'. 22. Ε.Μ.Π.: «Τό ελληνικό λαϊκό σπίτι». ’Αθήνα, 1960. 23. Ζήβας Διον.: α. «Ή άρχιτεκτονική τής Ζακύνθου». Διδακτορική διατριβή. Τ.Ε.Ε., ’Αθήνα, 1970. β. «Ζακυνθινά άρχιτεκτονικά σύμμικτα». Έκδ. Τ.Ε.Ε., 1976. 24. Ίακωβίδης Χρ.: «Χώρα Πάτμου: Τό άρχιτεκτονικό άποτέλεσμα μέσα άπό τούς παράγοντες πού τό διαμορφώνουν». ’Α θήνα, 1978. 25. Καλόγερός Νίκος: «Άνθρωπος Ικατοικία». Διδακτορική διατριβή. ’Αθήνα. 1979.
26. Κανδύλης, Josic, Woods: «Πόλη κατοικία - άρχιτεκτονική». Επιμέλεια Π. Λαζαρίδης. Έκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλοτ νίκη. 27. Κ.Ε.Π.Ε. α. «κατοικία». ’Αθήνα, 1976. β. «Πολεοδομική οργάνωση». ’Αθήνα, 1976. 28. Κλάδου-Μπλέτσα Αίμ.: «Τά Χανιά έξω άπό τά τείχη». Έκδ. Τ.Ε.Ε.-Τ.Δ.Κ., Χανιά, 1978. 29. Κόνρατς Ούλριχ: «Μανιφέστα καί προγράμματα τής άρχιτεκτονικής τού 20οϋ αιώνα». Έκδ. Επίκουρος, ’Αθήνα, 1977. 30. Κόντι Λάουρα: «Τί είναι οικολογία. Κεφάλαιο καί περιβάλλον». Έκδ. ’Αστέρι, Αθήνα, 1979. 31. Kopp Anatole: «Πόλη καί έπανά-
στάση»· καί Π. Λαζαρίδη: «Ή πτώχευση τής αρχιτεκτονικής». Έκδ. Νέα Σύνορα, ’Αθήνα, 1976. 32. Κυριακίδου-Νέστορος Α.: «Λαογραφικά μελετήματα». Έκδ. ’Ολκός, 1978. 33. Κωνσταντινίδης ’Άρης: α. «Στοιχεία αυτογνωσίας γιά μιά αληθινή άρχιτεκτονική». ’Αθήνα, 1975. β. «Σύγχρονη αληθινή άρχιτεκτονική». ’Αθήνα, 1978. γ. «Τά παλιά σπίτια τής ’Αθήνας». ’Αθήνα, 1950. 34. Λαγόπουλος Α.: «Δομική πολεοδο μία». Ύφηγεσία. Έκδ. Τ.Ε.Ε., ’Αθήνα, 1973. 35. Λαζαρίδης Π.: α. «Ή επικοινωνία μέ τήν αρχιτεκτονική». Έκδ. Ποσειδώνας, 1976. β. «Νέες πόλεις καί κατοικία». Έκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1979-1980. γ. «Ή έμπορευματοποίηση τής ποιότητας. Ή κοινωνική λειτουργία τής τέχνης καί τής αρχιτεκτονικής». Έκδ. Παρατηρητής, Θεσ σαλονίκη, 1979. 36. Lefebvre Η.: α. «Μαρξισμός καί πόλη». Έκδ. Όδυσσέας, ’Αθήνα, 1976. β. «Δικαίωμα στήν πόλη». Έκδ. Παπαζήση, ’Αθήνα, 1977. γ. «Ή καθημερινή ζωή στό σύγχρονο κόσμο». Έκδ. Ράππα, 1979. 37. Λυγίζος I.: α. «Διεθνής καί τοπική
αρχιτεκτονική». Έκδ. Τ.Ε.Ε., ’Αθήνα, 1967. β. «Ή λαϊκή στέγη στήν Ελλάδα καί στό εξωτερικό». Έκδ. Τ.Ε.Ε., 1974. 38. Μαρτίνου Σοφία: «’Απόψεις καί εφαρμογές γιά τήν πόλη καί τήν κατοικία τού άνθρώπου». Έκδ. "Ωρα, ’Αθήνα, 1975. 39. Mitscherlich Α1.: «Τό άξενο τών πό λεων. Ή πρωτουργός στήν ψυχική άποργάνωση τού πολίτη». Έκδ. Ήριδανός, ’Αθήνα, 1969. 40. Μουτσόπουλος Ν.: α. «Ή λαϊκή άρχιτεκτονική τής Βέρροιας». Έκδ. Τ.Ε.Ε., ’Αθήνα, 1967. β. «Θεσσαλονίκη 19001917». Έκδ. Μ. Μόλχο. γ. «Καστοριά». Έκδ. Γρηγόρη, ’Αθήνα, 1980. 41. Μπιόλά Γκύ: «Μαρξισμός καί περι βάλλον». Έκδ. Πανόραμα, ’Αθήνα, 1976. 42. Μπίρης Κ.: «Τά πρώτα σχέδια τών ’Αθηνών. 'Ιστορία καί άνάλυσίς των». Έκδ. 1933. «ΑΕ έκκλησίαι τών παλαιών ’Αθη νών», 1940. «Τοπωνυμικά τών ’Αθηνών», 1945. «Σχέδιον άνασυγκροτήσεως τής Πρωτευούσης», 1946. «ΑΕ Άθήναι». Έκδοση τού Καθιδρύματος Πολεοδομίας καί 'Ιστο ρίας τών ’Αθηνών, 1966. 43. Μπούκτσιν Μάρραιη: «Τά δρια τής πόλης». Έκδ. Ελεύθερος Τύπος, ’Αθήνα,
ό Μήτσος ’Αλεξανδρόπουλος στη «Σύγχρονη ’Εποχή»
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Μετά τό «Ψωμί καί τό Βιβλίο - ό Γκόρκι» μιά νέα βιογραφική μυθι στορία τοϋ Μήτσου ’ Αλεξανδρόπουλου μάς δίνει τό γεμάτο άγάπη γιά τόν άνθρωπο καί τήν ελευθερία έργο τοϋ Ά ν τ ό ν Τσέχωφ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ» ΑΘΗΝΑ: Ζωοδόχου Πηγής 16, τηλ. 3623.649 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: Άριστοτέλους 7, τηλ. 261.069 39
1979. 44. Μπούκτσιν Μ. - Ρόμπερτς Α.: «Ή οικολογία καί ή επαναστατική σκέψη». Έκδ. Ελεύθερος Τύπος. 45. Νικολαίδη Σήλεια: «Εισαγωγή στήν κοινωνιολογία τοϋ χώρου». Έκδ. 'Ερμής, ’Αθήνα, 1977. 46. Ντυμόν Ρενέ: «Μόνο μιά σοσιαλι στική οικολογία». Έκδ. Δωδώνη, ’Αθήνα, 1979. 47. Ξαναλάτου-Δεργκαλινέ, ΚούλογλουΠερβολαράκη Α.: «Μονεμβασία. ’Οχυρά, κυκλοφορία, σπίτια, εκκλησίες». ’Αθήνα, 1974. 48. Παπαδολαμπάκης Μαν.: α. «Ή πόλη, ή πάλη των τάξεων καί ή πολεοδομία». Έκδ. Καστανιώτης, 1976. β. «Οί δικτάτο ρες τών πόλεων». Έκδ. Καστανιώτη, ’Αθήνα, 1976. γ. «Γιά μιά κοινοτική δομή καί μιά αυτοδιαχείριση τοϋ χώρου». Έκδ. Καστανιώτη, ’Αθήνα, 1977. 49. Παπαϊωάννου Κ.: «Τά έλληνικά μο ναστήρια σάν άρχιτεκτονικές συνθέσεις: Διερεύνηση τών διατάξεών τους». Διδακτο ρική διατριβή. ΕΜΠ, ’Αθήνα, 1977. 50. Πασαδαϊος Α.: «Λαϊκή αρχιτεκτο νική τής Τμβρου». Έκδ. ’Ακαδημίας ’Αθη νών, ’Αθήνα, 1973. 51. Πατέλλης Ν.: «Ή συμμετοχή στήν πολεοδομία». Διδακτορική διατριβή. ’Αθήνα, 1977. 52. Πετρονώτης Α.: «Οικισμοί καί αρχι τεκτονικά μνημεία στήν ορεινή Γορτυνία (’Αρκαδία)». Έκδ. Τ.Ε.Ε., ’Αθήνα, 1975. 53. Προβελέγγιος ’Αριστομένης: «Τό πνεύμα τής πόλης». ’Αθήνα, 1974. 54. Rapoport Amos: «’Ανώνυμη άρχιτεκτονική καί πολιτιστικοί παράγοντες». ’Αρ χιτεκτονικά Θέματα, 1976. 55. Samuel Pierre: «Οικολογία: χαλά ρωση ή δαιμονικός κύκλος». Έκδ. Βέργος, ’Αθήνα, 1973. 56. ΣίνοςΣτ.: «’Αναδρομή στή λαϊκή άρχιτεκτονική τής Κύπρου». ’Αθήνα, 1976. 57. Τ.Ε.Ε.: «Ή κατοικία στήν Ελλάδα». Κρατική καί ιδιωτική δραστηριότητα. 2 τό μοι. ’Αθήνα, 1975. 58. Τζάκου ’Αναστασία: «Κεντρικοί οι κισμοί τής Σίφνου». Διδακτορική διατριβή. Ε.Μ.Π., ’Αθήνα, 1976. 59. Τζελέπη Ν. Π.: «Λαϊκή ελληνική άρχιτεκτονική». Θεμέλιο, 1977. 60. Tonka Η. - Aubert J. - Jungmann J. Ρ.: «Ή αρχιτεκτονική σά θεωρητικό πρό βλημα». Έκδ. β' έτους ’Αρχιτεκτονικής 40
Σχολής Ε.Μ.Π. ’Αθήνα, 1978. 61. Τραυλός I. — Κόκκου Α.: «Έρμούπολη». Έκδ. Εμπορικής Τράπεζας Ελλά δος, ’Α θήνα,1980. 62. Τριανταφύλλου Γ.: «Εργατική κα τοικία, λύση ή άδιέξοδο». Θεσσαλονίκη, 1975. 63. Φίλιας Β.: «Κοινωνικά συστήματα». 2 τόμοι. Έκδ. Νέα Σύνορα, 1978. 64. Φίλιππα-’Αποστόλου Μ.: «Τό κά στρο τής ’Αντιπάρου. Συμβολή στή μελέτη τών οχυρωμένων μεσαιωνικών οικισμών τοϋ Αιγαίου». Διδακτορική διατριβή. Ε.Μ.Π., ’Α θήνα,1978. 65. Χαρίσης Β.: «Ζαγοροχώρια». Έκδ. 'Υπουργείου Δημοσίων ’Έργων, 1979. 66. Χούπελ-Σκάρπια Ε.: «Ή μορφολογία τού γερμανικού κλασσικισμού (1789-1848) καί ή δημιουργική αφομοίωσή του από τήν ελληνική αρχιτεκτονική 1833-1897». Διδα κτορική διατριβή. Α.Π.Θ., 1976. 67. Χριστοφιλόπουλος Δημ.: «Τό Δί καιον τής ενεργού πολεοδομίας». Διδακτο ρική διατριβή. ’Αθήνα, 1979. 68. Χριστοφιλόπουλος Δημ.: «Ή πολεοδομική νομοθεσία». Τόμος Α. Έκδ. Σάκκουλα, 1980. Σημειώσείς: 1. 'Ορισμένες παλιές εκδόσεις, παρόλο πού δέν διατί θενται πλέον στήν άγορά, κρίθηκε σκόπιμο νά αυμπεριληφθοϋν στόν κατάλογο. 2. Στό ΣπΕ υπάρχει συγκεντρωμένη βιβλιογραφία καί οί ρυθμιστικές-πολεοδομικές μελέτες πού έχουν εκπο νηθεί μέχρι σήμερα στήν 'Ελλάδα. Φυσικά ορισμένος αριθμός βιβλίων υπάρχει καί στις άλλες έδρες τής Σχολής καθώς καί στήν Κεντρική Βιβλιοθήκη τον 'Ιδρύματος.
ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΕΜΠΟΥ Ο ΕΝΟΡΚΟΣ
Σέ δίκες γ ι’ άποπλάνηση, φόνο, άπάτη καί ναρκωτικά (τά καυτά προβλήματα τής έποχής μας), ένα ς ένορκος υποστηρίζει από ψεις, πού προκαλούν τήν έντονη άντίδραση τών άλλων δικαστών. ’Αργότερα, έξηγέϊ ότι οι άπόψεις του, γιά τά κοινωνικά καί ψυχολο γικά αϊίια τού έγκλήματος, πηγά ζουν άπό προσωπικές παρατηρή-' σεις κι έμπειρίες του, κατά τή δι άρκεια τής πολυκύμαντης ζωής του, πού τήν έξιστορεϊ μέ συναρ παστικό τρόπο. "Εχει κάνει καί ίδεΐ έγκλήματα πού δέν τιμωρήθηκαν, έχει καΐηγορηθεϊ καί άκούσει νά κατηγόροϋΨται άλλοι γιά έγκλή ματα πού δέν έγιναν. Καί κρίνει τόν έαύτό του μέ αύστηρότητα καί δικαιοσύνη καί τούς άλλους μέ άνθρώπινη κατανόηση.
ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ
Μυθιστόρημα
ΤΟ Χ Α Μ Ε Ν Ο Κ Ο Υ Μ Π Ι Μυθιστόρημα
Ε Π ΙΠ Λ Ω Μ Ε Ν Α Δ Ω Μ Α Τ ΙΑ Μυθιστόρημα
Μ Π Α Ζ Α Γ ΙΑ Ζ Ι Μυθιστόρημα
4— 2 = 0
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΩΔΩΝΗ» Ασκληπιού 3
Διηγήματα
Η ΖΩ Η ΣΕ 4 ΠΡΑΞΕΙΣ Διηγήματα
ΙΣΤΟΡΙΕΣ Γ Ι’ ΑΝΤΡΕΣ Τ Α Κ Ο Ρ ΙΤ Σ ΙΑ ΤΗ Σ ΕΡΕΧΘΕΙΟΥ
Στό Βιβλιοπωλείο «ΔΩΔΩΝΗ», ’Ασκληπιού 3, πωλείται „ καί τό προηγούμενο βιβλίο του Δ. Σέμπου· Η ΜΠΟΡΑ.
Μικρό μυθιστόρημα C73· j:>.·« I - ι« :Λ ΐι ',· m :i
41
Michael E. Tigar & Madeleine TO ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΚΑΠΙ ΤΑΛΙΣΜΟΥ (Law and the rise of Capitalism)
α K w n ! S f lt f
w
&
©
η
·
α ν ο ο ο ς
wo
καπιιαλιομου
C|
Μετάφραση: Φοίβος ’Αρβανίτης Δη μ. Δέδες ’Επιμέλεια: Στέφανος Λ. Κουνιάδος, Δικηγόρος Καθένας πού ένδιαφέρεται γιά τήν κοινωνική άλλαγή, είτε είναι νομικός είτε όχι, θά βρει τό βιβλίο αύτό έξαιρετικά ένδιαφέρον. Πραγματεύεται άπό μαρξιστική σκοπιά τήν μετάβαση άπό τόν φεουδαλισμό στόν καπιταλι σμό- μέ βάση τις συνεχώς μεταβαλλό μενες υλικές συνθήκες καί κοινωνικές σχέσεις καθώς καί τόν άνταγωνισμό τών ομάδων καί τών ιδεολογιών γιά ήγεμονία, μέ ιδιαίτερη έμφαση στό ρόλο πού έπαιξαν τό δίκαιο καί οί νο μικοί. Μελέτη άπλή, κατανοητή άλλά συγ χρόνως καί άπόλυτα ντοκουμενταρισμένη. 'Ένα άπ’ τά έλάχιστα έργα τής παγκόσμιας βιβλιογραφίας καί τό μο ναδικό στήν άγγλοσαξωνική. Έκδόθηκε γιά πρώτη φορά τό 1977 στις Η.Π.Α. κι έχει μεταφραστεί μέχρι σήμερα στά πορτογαλικά, Ισπανικά, ιταλικά καί γερμανικά. Τά βιβλία τών έκδόσεών μας άποστέλλονται μέ έξοδα δικά μας.
Κυκλοφόρησαν άπό τίς έκδόσεις ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ
το σχέδιο
Εκδοτικός οίκος ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ, Πρ. Κορόμηλα 38, τηλ. 264-958 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
42
επιλογή Στις σελίδες πού άκολουθοϋν οί συνεργάτες τοϋ «Διαβάζω» παρουσιάζουν καί κρίνουν, μερικά άπό τά π ιό ενδιαφέροντα βιβλία πού κυκλοφόρησαν τούς τελευταίους μήνες. Τά βιβλία επιλέγει ή Σύνταξη τοϋ περιοδικού.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
νά κρίνουμε πρώτα ώς άτομα καί μετά ώς οπαδοί ΚΑΡΑ ΠΟΠΠΕΡ: Ή ανοιχτή κοινωνία καί οί εχθροί της. Τόμος Α': Ή γοητεία τοϋ Πλάτωνα. Εισαγωγικό σημείωμα-μετάφραση Ειρήνης Παπαδάκη. Δωδώνη, ’Αθήνα, 1980. Σελ. 579. ΤΟ έργο τοϋ Popper έλειψε γιά πάρα πολύ καιρό άπό τήν Ελλάδα. Ή έμφάνιση τού βιβλίου του «Ή άνοιχτή κοινωνία καί οί εχθροί της» άπό τόν έκδοτικό οίκο Δωδώνη τό 1980, δηλαδή 35 χρό νια μετά τή πρώτη έκδοσή του καί άφοϋ έπί δε καετίες κυκλοφόρησαν στήν Ε λλά δα μεταγενέ στερα καί λιγότερο σημαντικά έργα, ένα πράγμα μπορεί νά σημαίνει: Ή εκδοτική πρωτοβουλία άάν άπό διαίσθηση «έπιασε» δτι οί περιπέτειες τής πολιτικής μας έλευθερίας, ή έλλειψη έπιστημονικής σοβαρότητας τοϋ προγραμματισμού μας καί μία παρακμή τών πολιτικών καί ιδεολογικών μας οραμάτων, έχουν ευαισθητοποιήσει τό άναγνωστικό κοινό σέ βαθμό πού νά μπορεί, πρώτον, νά άνεχθεϊ κάτι πού δέ φιλοδοξεί νά χαρακτηρι στεί φιλοσοφικό ύπερσύστημα καί, δεύτερον, νά συγκινηθεϊ ίσως άπό τό άπλό καί βαρύ καθήκον μέ τό όποιο μάς έπιφορτίζει τό μήνυμα αύτοϋ τοϋ βιβλίου: νά κρίνουμε καί νά ελέγχουμε πρώτα ώς
άτομα καί μετά ώς οπαδοί. Είναι άλήθεια πώς οί θέσεις τού Popper διατυ πώνονται μέ τρόπο πού προκαλούν ιδεολογική δυσφορία σέ διάφορες κατευθύνσεις. 'Οπωσδή ποτε δμως τό ενδιαφέρον τοϋ βιβλίου δέ βρίσκε ται στόν τρόπο μέ τόν όποιο ή φιλοσοφία του θά μπορούσε νά συνδεθεί μέ μιά συγκεκριμένη πολι τική ένταξη. Είναι εύκολο νά διαφωνήσει κανείς
Κάρλ Πόππε μαζί του ώς πρός τό χαρακτηρισμό «άντιδημοκρατικό» πού άπευθύνει άδιάκριτα σέ Ιδεολογίες καί κοινωνικά συστήματα. Δ έ θά ’πρεπε δμως αύτό νά έμποδίσει τήν κατανόηση μιας φιλοσοφι κής άνακάλυψης μέ άμεσες συνέπειες στά κριτή ρια τού δημοκράτη πολίτη γιά τήν άξιολόγηση τής ρευστής καθημερινής κοινωνικοπολιτικής του πραγματικότητας. Ή φιλοσοφική αύτή άνακάλυψη είναι πολυ διάστατη. Ό πυρήνας της βρίσκεται στό επιστη μολογικό έργο τοϋ Popper, δπου δεσπόζει ή περίφημη άρχή τής διαψευσιμότητας: έπιστημονική θεωρία είναι αύτή πού έπιτρέπει τή διά ψευσή της. Μία άμεση κοινωνικοπολιτική προέ κταση αύτής τής άρχής άγγίζει τή διάσταση τής ιδεολογίας καί άπστελεΐ θεμέλιο τού βιβλίου: μιά ιδεολογία ή ένα πολιτικό πιστεύω έχει νόημα μόνο άν έπιτρέπει στούς οπαδούς του νά προσ διορίζουν γεγονότα πού θά τούς έκανε νά τό έγκαταλείψουν. Γιά νά είναι δυνατόν νά διαψευσθεί μία θεωρία ή νά άντικατασταθεΐ ένα πολιτικό πιστεύατ, χρειάζεται μία άντικειμενική βάση, ένα εξωτερικό
43
σημείο άναφοράς γιά τήν ύπό κριτική δοκιμασία θεωρία ή ιδεολογία. Ή βάση αυτή, γιά τόν Pop per, είναι τό άτομο, πού πρέπει νά είναι σέ θέση νά κρίνει άνεξάρτητα άπό τήν παράλληλη ιδιό τητά του ώς όπαδοϋ. ’Αντίθετος πρός τήν ουσιαστική άνάγκη ένός τέτοιου διαχωρισμού είναι ό ίστορικισμός. Τόν «έχθρό» αυτό τής «άνοιχτής κοινωνίας» εξετάζει ό Popper ατό πρώτο κεφάλαιο τού βιβλίου του. Ώ ς ίστορικισμό θεωρεί τήν άποψη πώς «μιά άληθινά επιστημονική ή φιλοσοφική στάση άπέναντι στήν πολιτική καί μιά βαθύτερη κατανόηση τής κοινωνικής ζωής γενικά, πρέπει νά βασίζεται πάνω σέ μιά θεώρηση καί έρμηνεία τής άνθρώπινης ιστορίας...», καθώς καί ότι μέ βάση τή θεώ ρηση αύτή δ φιλόσοφος «...θά προσπαθήσει νά κατανοήσει τούς νόμους τής ιστορικής άνάπτυξης...» καί «... άν τό καταφέρει θά είναι άσφαλώς σέ θέση νά προλέγει τίς μελλοντικές άναπτύξεις» (σ. 44). Στή «Σκηνή» αύτή (δπως τή χαρακτηρίζει δ Popper) τής 'Ιστορίας, ό ρόλος τού άτόμου είναι πάντα υποδεέστερος, σχεδόν άνύπαρκτος, συγ κριτικά μέ αυτόν τού Μεγάλου Ηγέτη τού Μεγά λου Έ θνους, τής Μεγάλης Τάξης ή τής Μεγάλης ’Ιδέας. Υ πάρχει κίνδυνος νά παγιδευτεί κανείς άπό τήν κοινότυπη πιά άντίθεση τής ελευθερίας τού άτόμου καί τού νομοτελειακού χαρακτήρα τής ιστορικής έξέλιξης, μιά άντίθεση πού φαίνε ται νά κυριαρχεί σέ πολυάριθμα σημεία τού βι βλίου, καί νά θεωρήσει τή θέση τού Popper ώς άπλό άναμάσημα τών άπόψεων τού άτομικισμού. Τό άτομο τού Popper είναι ή βάση τής άντικειμενικότητας τής γνώσης γιατί, δπως άνέφερα πρίν, είναι ή μοναδική πηγή κριτικής τών θεωρητικών κατασκευασμάτων τού άνθρώπου. Τό ρόλο αύτό τού άτόμου χαρακτηρίζει ή έμπειριστική προέ λευση τών ιδεών τού Popper. Ή Αντικειμενικό τητα ΐής γνώσης προϋποθέτει κάποια άβίαστη κρίση πού τής έξασφαλίζει τό άτομο (καί όχι δ οπαδός) ώς κριτής τών θεωριών-έρμηνειών τής Ιστορίας. Τόν άνάλογο ρόλο τού εμπειρικού ου δέτερου δεδομένου στόν έλεγχο τών επιστημονι κών θεωριών έχει άπορρίψει ό Popper ώς ούτοπιστικό. Ή άντικειμενικότητα κρίσης τού άτόμου δμως δέ στηρίζεται σέ κάποια μεταφυσική έμπειριστική ούτοπία άλλά στή δυνατότητά του (κατά τόν Popper) νά εφαρμόζει στήν κοινωνικοπολιτική διάσταση τήν άρχή τής διαψευσιμότητας. Μία άκόμη γενικότερη διατύπωση τής προέ κτασης τής άρχής, ώστε νά εφαρμόζεται σέ κάθε έπικοινωνήσιμη ιδέα ή σύστημα ιδεών ή καί πρα κτική μέσα στό κοινωνικό πλαίσιο, είναι ή έξής: Δέ συνηγορώ γενικά γιά άπόψεις πού δέ μέ άφήνουν νά καταλάβω κάτω άπό ποιές συνθήκες θά τίς άπέρριπτα. Ή δυνατότητα άπόρριψης έδώ άντίπροσωπεύει τή δυνατότητα κριτικής στάσης, τήν δποία οφείλει νά άποζητά τό γνωστικό άτομο μέσα άπό τίς έκάστοτε άναπόφευκτες ιδεολογικές του εντάξεις στις όποιες όδηγείται άπό τήν κοι νωνική του ιδιότητα. ’Αλλά ένώ ή ένταξη είναι πράξη έλευθερίας, ή άπώλεια ελέγχου τών λόγων πού δδηγούν στήν ένταξη στερεί τήν έλευθερία. ’Ελάχιστοι θά διαφωνούσαν μ’ αύτό. Τόν Pop
44
per όμως χαρακτηρίζει τό επόμενο λογικό βήμα, πού άφορά τό τί σημαίνει διατήρηση τού έλέγχου. Διατήρηση τού έλέγχου γιά τόν Popper σημαίνει επίγνωση τών συνθηκών άπόρριψης, ένα άρνητικά ισχυρό κριτήριο συγκριτικά μέ τήν επίγνωση τής εξηγητικής π.χ. ικανότητας, ή άλλων θετικών ικανοτήτων ένός συστήματος ιδεών, δπως θά δεχόμασταν οί περισσότεροι. Έ να χαρακτηριστικό παράδειγμα στό θέμα αύτό είναι ή άνάλυσή του γιά τόν ψυχολογικό ή πνευματικό νατουραλισμό. 'Η άληθινή φύση τού άνθρώπου είναι ή πνευματική καί ή κοινωνική. ’Α πό τούς φυσικούς στόχους λοιπόν τού άνθρώ που πού άντιστοιχοΰν στήν πνευματική καί κοι νωνική του διάσταση άντλοϋνται καί οί φυσικοί κανόνες τής ζωής. 'Ο όπαδός δμως μιάς τέτοιας θέσης δέν μπορεί νά έλέγξει στήν πράξη τό τόσο εύρύ καί χαλαρό σημασιολογικά νόημά της. Τού είναι άδύνατο νά συλλάβει κάποιο άντιπαράδειγμα. Γιά τόν Popper ή θέση αύτή μπορεί «...νά συνδυαστεί μέ δποιαδήποτε ήθική άπόφαση -τόσο μέ μιά άνθρωπιστική στάση δσο καί μέ τή λατρεία τής δύνα μης...». « ...Ό πνευματικός νατουραλισμός έτσι έχει χρησιμοποιηθεί πολύ καί ιδιαίτερα άπό τόν Πλάτωνα γιά νά δικαιολογήσει τά φυσικά προτε ρήματα τού “εύγενοΰς” ή “έκλεκτοΰ” ή “σοφού” ή “φυσικού ήγέτη”... Ά π ό τήν άλλη μεριά σέ... άνθρωπιστικές μορφές ήθικής... γιά νά άξιώσει τήν άναγνώριση τών “φυσικών δικαιωμάτων” κάθε άνθρώπινου άτόμου» (σ. 136). Πίσω άπό κάθε τέτοια σημασιολογική χαλαρότητα συνήθως κρύβεται μία μεταφυσική ταυτολο γία. Ή ταυτολογία πού έπισημαίνει ό Popper στή συγκεκριμένη περίπτωση είναι ή έξής: «Δέν ύπάρχει τίποτα ά π’ δσα συνέβησαν ποτέ στόν άν θρωπο γιά τό όποιο νά μή μπορεί νά προβληθεί δ ισχυρισμός δτι είναι “φυσικό” : άν αύτό δέν ήταν κάτι πού πηγάζει άπό τή φύση του πώς θά ήταν δυνατόν νά τού έχει συμβεί;» (σ. 137). Μέ τό Ισχυρότατο άρνητικό κριτήριο (έπιδίωξη άρνησης) πού επιστρατεύει ό Popper γιά τό ξεπέ ρασμα παρόμοιων ταυτολογικών σχημάτων, έπιδιώκει τήν πραγμάτωση τής έλευθερίας τού γνω στικού άτόμου. Ή προσήλωση πρός τήν (Απέ ραντη πολλές φορές) έξηγητική ικανότητα μιάς θεωρίας διευκολύνει τήν άποδοχή της καί βοηθά τόν οπαδό της νά νιώθει άσφαλής. Ή έλευθερία δμως προϋποθέτει τή δυνατότητα έπέμβασης, καί ή έπέμβαση τή δυνατότητα κριτικής. Ή δυνατό τητα κριτικής δέ συμβιβάζεται μέ τήν παρουσία ένός πανεξηγητικού σχήματος. Ό Popper άντιπαραθέτει τό γνωστικό άτομικισμό του στόν κοινω νικό καί ιστορικό σχετικισμό. Στόν κοινωνικοπολιτικό τομέα δμως, δπως ώς ένα βαθμό καί στήν έπιστημολογία, ή φιλοσοφική άξια τής διαψευσι μότητας μειώνεται άπό τήν έλλειψη κάποιας διά κρισης έκ μέρους τού Popper· τή διάκριση άνάμεσα σέ ιδέες καί τά αποτελέσματα τής χρήσης τους άπό μετέπειτα συγκεκριμένους άποδέκτες. "Οπως μέ τό παράδειγμα τού νατουραλισμού, έτσι καί μέ άλλες περιπτώσεις «-ισμών», ή Αντιφατικότητα τών συνεπειών μιάς θέσης είναι άπόρροια τού διαλόγου όπαδών καί τής διαμάχης άντιπά-
λων, οπού πράγματι έπιόιώκεται κατά κανόνα ή άνευ δρων ύποστήριξη καί δικαίωση γενικών ή ειδικών άπάψεων. Μέσα άπ’ αυτή τή διαδικασία έπέρχεται αλλοίωση καί συχνά χαλάρωση καί ταυτολογικός εκφυλισμός τών άρχικών θέσεων (έως δτου πραγματοποιηθεί μιά νέα σύνθεση). Τό βιβλίο τού Popper προσφέρει μιά έξοχη εικόνα αύτοϋ τού ιστορικού διαλόγου τών ιδεών. Ά π ο φεύγοντας δμως αυτή τή διάκριση επιτρέπει τήν ταύτιση τής ουσίας τών θεωριών, δπως αύτή τού μαρξισμού, φροϋδισμοΰ, μέ τίς ταυτολογικές άλλοιώσεις πού πραγματοποιούνται στή διαδικασία τού ιστορικού διαλόγου άπό τήν έμφυτη άναζήτηση τής άσφάλειας μέ τή μορφή τής πανεξηγητι κής μανίας τών οπαδών. ’Αρκετά στοιχεία τής επιστημολογίας τού Pop per περιέχσνται σ’ ένα άξιόλογο εισαγωγικό ση μείωμα τής μεταφράστριας. ’Α πό ένα εισαγωγικό σημείωμα βέβαια δέ θά πρέπει νά περιμένει κα νείς νά συλλάβει τήν ιδιομορφία τού φιλοσοφικού έργου τού Popper. "Οπως πολύ σωστά παρατηρεί ται στά μεταφραστικό σημείωμα, ή κατανόηση μιας φιλοσοφίας δέν μπορεί νά στηριχθεί εξ ολο κλήρου στήν εσωτερική λογική τού κειμένου, άλλά χρειάζεται μελέτη «... σέ συνάρτηση μέ τό γύρω της κόσμο μέ τόν όποιο συναναπτύχθηκε καί συνδιαλέχτηκε» (σ. 10). "Ετσι, άκόμη καί επι τυχείς χαρακτηρισμοί δπως «έξελικτικός» καί «άναπτυσσόμενος» χαρακτήρας τής γνώσης ή τό «απρόβλεπτο» τών ευρημάτων της (σ. 17), δέν επαρκούν γιά νά ξεχωρίσουν τήν όντολογική καί γνωσιολογική διάσταση τής άρχής τής διαψευσιμότητας άπό τίς κοινωνικοπολιτικές της συνΌ ρόλος πάντως τού σημειώματος έκπληρώνει τό στόχο του προσφέροντας, άν όχι έναν αυστηρό διαχωρισμό τής φιλοσοφίας τού Popper, μία άρκετά όλοκληρωμένη εικόνα τών ερεθισμάτων πού προσφέρει τό διεπιστημονικό πνεύμα του. Σήμερα πάντως ό κλασικός ρασιοναλισμός τού Popper δοκιμάζεται άπό τήν κριτική νεότερων μεθοδολο γιών καί άντιλήψεων γιά τή φύση καί τά δρια τής επιστημονικής δραστηριότητας. ΑΡΗΣ ΚΟΥΤΟΥΓΚΟΣ
το καθημερινό ΘριΛερ ΔΙΟΝΥΣΗ ΓΡΗΓΟΡΑΤΟΥ
Γ
ΣΥΝ ΑΝ ΤΗΣΑ ΤΟ ΔΡΑΚΟ ΤΗ Σ Ζ Ω Η Σ ΜΟΥ ΚΕΔΡΟ Σ
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
βιβλίο τέχνης καί διδακτικής ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ: ’Έκφρασις τής ορθο δόξου εικονογραφίας. Τόμοι A + Β. Άατήρ, ’Α θήνα, 1979.
ΑΚΟΜ Α μιά φορά, ό έκδοτικός οίκος «Άστήρ» τών αύταδέλφων ’Αλεξάνδρου καί Ευαγγέλου Παπαδημητρίου μάς προσφέρει ένα θαυμάσιο βι βλίο: Τήν «Έκφρασι» τού Φωτίου Κόντογλου. Κυκλοφόρησαν (σέ δεύτερη έκδοση, γιατί ή πρώτη είχε εξαντληθεί άπό καιρό) οι δυό τόμοι καί θά επακολουθήσει καί ένας τρίτος. Τί είναι ή «Έκφρασις;» Είναι ένα βιβλίο μνή μης καί διδακτικής, μέσα άπό τό όποιο ξεπηδά ολόκληρη ή μυστική γοητεία τής βυζαντινής παράδοσης: «Βίβλος καλουμένη ΕΚΦΡΑΣΙΣ ήγουν ίστόρησις τής Παντίμου ’Ορθοδόξου 'Α γιογραφίας τής καί λειτουργικής καλουμένης: Περιέχουσα τήν τεχνολογίαν καί εικονογραφίαν τής είρηνοχύτου ταύτης τέχνης, ήτοι τήν έρμηνείαν τών τεχνικών τρόπων καί τούς ιερούς τύ πους τών εικόνων καθώς καί έξήγησιν περί τής λεπτότητος καί τού πνευματικού κάλλους καί περί τής τιμής αυτής. Συγγραφείσα παρά τού έν άγιογράφοις έλάχίστου Φωτίου Κόντογλου κάί περιλαβοΰσα δσα έκ παλαιών κωδίκων καί ειδή σεων ούτος έμελέτησε καί έξ ιδίας πείρας έξέμαθεν. Μετά πολλών σχεδίων καί εικόνων παλαιών τε καί διά χειρός. τού συγγραφέως φιλοτεχνημένων...» Αύτός είναι περίπου ό πλήρης τίτλος τής Βίβλου δπως τόν διατυπώνει στό εξώφυλλο μέ τό ύφος καί τόν τρόπο τών παλιών συναξαριστών ό ’ί διος ό κύρ Φώτης Κόντογλου. Καί δέν θά μπορούσε άλλος άπό τόν Κόντο γλου νά μάς δώσει ένα τέτοιο μεστό καί συγκινη τικό βιβλίο. Γιατί ό συγγραφέας τής «Βασάντας» καί τής «Πσνεμένης Ρωμιοσύνης» μάς προσφέρει εδώ τό ξεχύλισμα τής καρδιάς του. Ό Κόντογλου, βαθύς μύστης τής βυζαντινής μνήμης, μάς δίνει μέ τόν μοναδικά γλαφυρό του τρόπο ολη τή θεωρία καί τήν πράξη τής βυζαντινής άγιογραφίας. Στό «τεχνολογικό» μέρος τού α' τόμου μάς δείχνει τόν τρόπο μέ τόν όποιο έργάζεται ό άγιογράφος. Στό «είκονογραφικό» μέρος μάς δίνει άναλυτικά καί μέ λεπτομέρειες όλους τούς είκονογραφικούς τύ πους τής ’Ορθοδοξίας. Αύτά στόν α' τόμο. Στόν β ' τόμο (στήν καινούρια έκδοση) ό άγιογράφος καί διαλεκτός συνεχιστής τής παράδοσης τού δα-
45
πού συμπλήρωνε καί άναπλήρωνε πολλές φορές τή γραπτή γλώσσα. Διατηρούσε πιστά τούς εΐκονογραφικούς τύπους δπως μιά γραφή κρατά Αμε τάβλητα τά ιδεογραφικά ή τά φωνητικά της ση μάδια. Ή βυζαντινή τέχνη υπηρετούσε τήν Ανά γκη τής όμαδικής παιδείας καί θρησκευτικής Ανάτασης τών Απλών Ανθρώπων. Ή ταν τέχνη λαϊκή καί δραστική. Γράφει ένας μελετητής τοϋ Κόντογλου: «Στό σύγχρονο πνευματικό κίνημα
Αγιος Δημητριος διά χειρος Φ. Κοντογλου σκάλου του, Πέτρος Βαμπούλης, συγκέντρωσε δείγματα τής άγιογραφικής τέχνης τοϋ Κόντο γλου. Έ τσι καί διαφυλάσσονται, καί γίνονται γνωστά, πολλά άπό τά δυσεύρετα καί άγνωστα έργα τοϋ Κάντογλου. Ό β' τόμος περιλαμβάνει 224 πίνακες μονόχρωμους καί 16 έγχρωμους, κα θώς καί σχέδια τοϋ Κόντογλου. Θά άκολουθήσει καί τρίτος τόμος μέ σχέδια σχεδόν άγνωστα. Λέει ό άγιογράφος Πέτρος Βαμπούλης, στόν πρόλογο τοϋ 6' τόμου: «Μοναδικός μας σκοπός ήταν νά
δείξουμε πόσο μεγάλη υπήρξε ή προσφορά τον Φωτίου Κόντογλου στην άγιογραφία καί γενικό τερα στην ζωγραφική τον τόπου μας... Πολύς λό γος γίνεται τελευταία γύρω άπό τό έργο καί την προσωπικότητα τοϋ Κόντογλου. ’Ελπίζουμε δτι τό καινούργιο ύλικό -ατό μεγαλύτερο μέρος του άγνωστο- πού παρουσιάζουμε σ’ αυτό τόν τόμο θά βοηθήσει τούς μελετητές τοϋ είκονογραφικοϋ του έργου, άφοϋ πολλά άπό τά πρωτότυπα έχουν πιά καταστραφεί. Τελειώνοντας, ευχόμαστε νά δούμε σύντομα τυπωμένα τά σχέδια τοϋ Κόντο γλου, πού ουσιαστικά θά άποτελέσουν τόν τρίτο τόμο τής . ’'Εκφρασης καί πού θά συμπληρώσει τούς δύο προηγούμενους Νά λοιπόν πού ό Φώτιος Κόντογλου μάς ξανα παίρνει μέσα στην ιερή κιβωτό τής ’Ορθοδοξίας καί μάς γαλουχεϊ μέ τά νάματά της. Ή τέχνη του εκφράζει τήν επιστροφή στό καλλιτεχνικό συναί σθημα τής συλλογικής θρησκευτικότητας. Δη μιουργεί ένα λυρικό μύθο μέ όμφαλό τό Βυζάντιο καί μάς προσφέρει τόν κόσμο του, γεμά ον άπό οπτικά καί άκροαματικά σύμβολα τής συλλογικής εύαισθησίας τοϋ έλληνικοϋ λαού. Ό Κόντογλου πορεύτηκε ερημωμένος καί κατανυσσόμενος έν γή έρήμω καί άβάτω καί άνύδρω γιά νά μάς δώσει αύτό τό εκπληκτικό άποτέλεσμα. Δέν είναι εύ κολο νά κινηθεί μέσα στόν χώρο μιάς Ανανεωτι κής διάθεσης τής βυζαντινής άγιογραφίας. Ή βυ ζαντινή ζωγραφική ήταν ένα είδος ίδεογραφής
46
τοϋ μνστικισμοϋ τής χριστιανικής ορθοδοξίας, πού ξεκινά άπό τόν Ντοστογιέφσκι καί κυλά ως τά παράλια τοϋ Ατλαντικού, μέ τά κύματα τών στοχασμών τον Μπερντιάεφ καί τοϋ Σεστώβ, πο τίζοντας καί τούς κάμπους τής γαλλικής εξιστανσιαλιστικής φιλοσοφίας καί τέχνης, ό Κόντογλου ξεχωρίζει γιά τά παγανιστικά οπτικά τον σύμ βολα. Γιατί δ θεός άποκαλύφθηκε σ’ αυτόν, άπό τό όρος τής άντικειμενικότητας μέ πρόσωπο συλ λογικό, λουσμένος σ’ ένα φως αίγαϊο. Τοϋ πρόσφερε πειστικά στοιχεία γιά τήν ύπαρξή του, μέ καθαρογραμμένα ασπρα ξωκκλήσια, κιτρινισμένα Ευαγγέλια, κονίσματα μαϋρα καί φαγωμένα, τοι χογραφίες μαδημένες, μοσκοβολιές άπό τή θά λασσα, τό λάδι τής καντήλας καί τό ρετσίνι τοϋ πεύκου. Τό άτομικό πάθος τοϋ καλλιτέχνη ήρθε σέ επαφή μέ τήν πίστη καί τήν παράδοση τοϋ ελ ληνικού λαοϋ κι έγινε μαζί του σάρκα μία». (’Α πό τήν έξοχη μονογραφία τού Ά γγελσ υ Προ κοπίου, «Κόντογλου».) Νά καταθέσομε μικρό άπόσπασμα άπό τό βι βλίο τοϋ Φώτη Κόντογλου «Έκφρασις»:
«Ή Παναγία πού ζωγραφίζεται επί θρόνον, μέ τό ένα χέρι κρατεί τόν Χριστόν, καί μέ τό άλλο κρατεί τό μάκτρον, ήγουν τό μανδήλι της, σημείον σεμνότητος καί καθαρότητος. Πολλάκις κρατεί τόν Χριστόν μέ τό δεξιόν χέρι της καί τό άριστερό τό άκονμβά ελαφρά επάνω εις τόν ώμον του. Βλέπει δέ κατενώπιον καί πατεί επάνω εις υπο πόδιο ν... Ό Χριστός ευλογεί μέ τήν δεξιάν καί μέ τήν άριστεράν κρατεί εΐλητάριον. Τό ίμάτιόν τον είναι χρυσοκονδυλιστόν. "Οταν ιστορίζεις Πλατυ τέραν επί θρόνου, όόσε προσοχήν εις τό σχέδιον, διά νά μή φαίνεται κοντόσωμος, διότι τό σχέδιον παραμορφώνεται άπό τό βαθούλωμα τής χιβάδας καί κονταίνουν οί πόδες της. Είδέ καί ζωγραφί ζεις τήν Πλατυτέραν εν προτομή, μέ άνοικτάς τάς -χείρας,-πρόσεξε νά βάλεις τό κεφάλι εις τήν πρέ πουσα θέσιν, διότι εάν τό βάλεις πολύ υψηλά, τό γύρισμα τοϋ τοίχον τό δείχνει πλατύ. Σπούδασε δέ νά σχεδιάσεις καλά καί τάς χείρας, μακραίνον τας τά δάκτυλα, διότι τό γύρισμα τοϋ τοίχον τά κονταίνει παρά φύσιν... ’Άλλος τύπος τής Θεοτόκου είναι ή 'Οδηγή τρια. Παριστάνεται γυρισμένη ελαφρώς πρός τά άριστερά μέ τήν κεφαλήν όρθίαν. Μέ τό αριστε ρόν της χέρι κρρ,τεί τόν Χριστόν, καί τό δεξιόν τό έχει άκουμβισμένον σεμνώς επί τοϋ στήθους. Εις τάς άρχαιοτέρας εικόνας τό δεξιόν χέρι είναι περισσότερον δρθιον. Ό Χριστός ζωγραφίζεται ώς παιδίον τριετές, πλήν μέ έκφρασιν ώριμον άν-
όρος, κατά τόν λόγον τον Αποστόλου Παύλου όπου λέγει: “εις ανόρα τέλειον, εις μέτρον ήλικίας τον πληρώματος Χριστού” (Έφεσ. δ ' 13), φέρει όέ την επιγραφήν ΜΡ ΘΫ Η ΟΔΗΓΗΤΡΙΑ. Ο χαρακτήρ τής Θεοτόκον Όδηγητρίας είναι αυ στηρός, δογματικός καί ιερατικός. Οϋτος ό τύπος ζωγραφίζεται ιδία εις εικονίσματα, σπανίως όέ έίς τόν τοίχον. "Ετερος τύπος τής Παναγίας είναι ό λεγόμενος τής Γλυκοφιλούσης. Κατ’ αυτόν, ή Θεοτόκος παρίσταται βαστάζουσα μετά στοργής τόν Κύριον ώς νήπιον, ό όποιος την έναγκαλίζεται διά τής δεξιάς χειρός, ή τήν θωπεύει τρυφερώς εις την παρειάν. Ή Θεοτόκος κλίνει τήν κεφαλήν πρός τόν Υιόν της, ελαφρώς μειδιώσα, μετ’ ενπρεπείας. Ή επιγραφή ταύτης τής είκόνος είναι: ΜΡ ΘΫ Η ΓΑΥΚΟΦΙΛΟΥΣΑ. Ζωγραφίζεται όέ, έπί ξύλου»
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
γιά τό ρόλο τής νεολαίας στή σύγχρονη δυτική κοινωνία
(Έκφρασής, τόμος α', σελ. 80). Ή Γλυκοφιλούσα, ή 'Οδηγήτρια, ή Δεομένη, τό Ρόδο τό Ά μάραντον, ας γεμίζουν τόν πανικό τοΰ κενού πού συχνά μάς πολιορκεί. Θά μάς συμπα ρασταθούν νά παραβιάσομε τό τοιχογύρι τής Ασφυξίας καί θά μάς Αξιώσουν νά καταργήσομε μαχητικά τήν Αλλοτρίωση καί τήν έρημιά. Θά βά λουν στή θέση τής ερημιάς μας, τό μεγάλο παρά δοξο πού κινεί τήν καρδιά καί τό συμπαν. Τότε Ασφαλώς θά νικήσουν τά κίνητρα τής Αγάπης, διασταυρώνοντας τό μυστήριο μέ τόν καημό. ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΜΟΥΝΤΕΣ
Η Ε κδόσεις Γλάρος
MICHEL FIELD - JEAN-MARIE BROHM: Νεολαία καί επανάσταση. Μετ. Αημήτρη Πανα γιώταν ον - Ιουλίας Ραλλίδη. Λάππα, ’Α θήνα, 1980. Σελ. 192. ΤΟ βιβλίο τών Michel Field καί Jean-Marie Brohm «Νεολαία καί επανάσταση», πού κυκλο φόρησε πρόσφατα, είναι καί χρήσιμο καί έπίΧρήσιμο, γιατί Αποτελεί μιά πρώτη δλοκληρωμένη καί συγκεντρωμένη προσπάθεια Ανάλυσης δύο βασικών πραγμάτων: (α) τής όριοθέτησης καί τής στοιχειοθέτησης τής έννοιας «νεολαία» · καί (6) τής Αποκάλυψης τής λειτουργίας καί τής έπενέργειας μιάς σειράς θεμελιωδών κοινωνικών θε σμών πάνω στή νεολαία. ’Α π ’ αύτή τήν άποψη λοιπόν τό βιβλίο έρχεται νά καλύψει ένα πασιφανέστατο κενό στήν έλληνική βιβλιογραφία καί έρευνα, Αλλά καί νά συμβάλει παράλληλα στήν περαιτέρω διαφώτιση συναφών ζητημάτων πού ήδη έχουν Αναλυθεί καί δεί τό φώς τής έλληνικής δημοσιότητας, δπως π.χ. τό βιβλίο τής Ά ν ν α ς Φραγκουδάκη γιά τά έλληνικά Αναγνωστικά, οί Απόψεις τού Mandel γιά τούς φοιτητές, τούς δια νοούμενους καί τήν ταξική πάλη κλπ. Ά ν καί τό βιβλίο άναφέρεται κατά κύριο λόγο στά δεδομένα τής γαλλικής πραγματικότητας, τά γενικά του πο ρίσματα, τηρούμενων τών Αναλογιών, μπορούν κάλλιστα νά ίσχύσουν καί γιά τόν έλληνικό κοι νωνικό καί πολιτικό δρίζοντα. ’Επίκαιρο, όχι μόνο γιατί ό τρόπος Ανάλυσης πού Ακολουθούν οί συγγραφείς συμπλέει μέ τήν δλη προβληματική τού ρόλου καί τής λειτουργίας τών λεγομένων ιδεολογικών μηχανισμών τού κρά τους, πού τά τελευταία χρόνια έχει βρει στόν τόπο μας πρόσφορο έδαφος, Αλλά καί γιά τό λόγο δτι ή δλη οπτική τους συμμερίζεται τίς θέσεις πού Αναπτύχθηκαν στό πρόσφατο σεμινάριο Μ αρξι στικής 'Εβδομάδας Από πολλούς ομιλητές καί κύ ρια Από τήν Christine Buci-Glucksman. Τό βιβλίο χωρίζεται σέ τρεις βασικές ένότητες: Στήν πρώτη εξετάζεται ή ιστορική καί κοινωνική προέλευση τής έννοιας τής νεολαίας, ενώ παράλ ληλα Αναλύονται τά στοιχεία πού τή συναπαρτί
47
ζουν. Είναι χαρακτηριστικό δτι ή έννοια «νεο λαία», «νέος», «νεότητα» είναι μιά κατηγορία πού άρχισε νά διαμορφώνεται συνακόλουθα μέ τό σχηματισμό των πρώτων άστικοκαπιταλιστικών εννοιών καί παραστάσεων. Δέν είναι τυχαίο τό γεγονός δτι, στόν ευρωπαϊκό χώρο τουλάχιστον, άπό τήν αρχαιότητα μέχρι τήν εποχή τής άστικής άνέλιξης, έλειπε όλοκληρωτικά ή έννοια τής νεό τητας ή νεολαίας σάν μιά κατηγορία πού άντιστοιχεϊ σέ μιά συγκεκριμένη κοινωνική πραγμα τικότητα. Κι αυτό, γιατί αύτή ή πραγματικότητα, ή νεολαία δηλαδή σάν ιδιαίτερη κοινωνική δμάδα καί κατηγορία, δέν είχε θέση στήν οργάνωση τών προκαπιταλιστικών κοινωνικών σχηματισμών. «”Αν σήμερα μπορούμε νά πούμε γενικά δτι “νεό τητα ίσον εφηβεία”, είμαστε υποχρεωμένοι νά διαπιστώσουμε πώς αύτή ή ταύτιση είναι ιστο ρικά προσδιορισμένη» (σελ. 17). Είναι χαρακτη ριστικό τό σημείο πού οί συγγραφείς άναφέρουν, δτι άκόμα καί στό 17ο αιώνα τό παιδί άντιμετωπίζεται σάν «μικρός άνδρας». Καί είναι οί ιδιαι τερότητες τής άστικής κοινωνίας πού μορφοποίησαν τή νεολαία σάν μιά νέα κοινωνική κατηγορία, πού τά βασικά της χαρακτηριστικά είναι άφενός μέν ό άπαιτούμενος χρόνος επαγγελματικής έκπαίδευσης, αφετέρου δέ μιά πραγματική κατά σταση εγκλεισμού καί κοινωνικής άναμονής κατά τή διάρκεια τής όποιας συντελείται ή «κατάλ ληλη» κοινωνικοποίηση, πού σκοπό έχει όχι μόνο νά πραγματώσει καλύτερα τίς διδαχές τής έπαγγελματικής κατάρτισης άλλά καί νά χαράξει δσο τό δυνατό βαθύτερα τήν κυρίαρχη ιδεολογία, γιά νά άναπαραχθεϊ έτσι τό κοινωνικό status μέ δσο γίνεται μικρότερο κόστος. "Ας μάς έπιτραπεί νά σημειώσουμε παρεμπι πτόντως εδώ δτι καί ό Peter Hofstatter έχει ανά λογη γνώμη, δεδομένου δτι, δπως λέει, δέν είναι ή σεξουαλική ώρίμανση τό στοιχείο πού χαρακτη ρίζει τόν έφηβο καί τήν έφηβεία, άλλά αύτός κα θαυτός δ ρόλος του μέσα στή δυτική κοινωνία εί ναι ή αιτία πού άντιμετωπίζεται σάν «μισή» ύπαρξη. "Οπως λέει δ ίδιος ό Hofstatter «... γνω ρίζουμε πολιτισμούς στούς όποιους ή σωματική ώρίμανση συντελείται όπως περίπου καί στή δική μας νεολαία, άλλά εκεί ή φάση αύτή δέ χαρακτη ρίζεται άπό έλλειψη εμπιστοσύνης, σύγκρουση κλπ.».1 "Ετσι λοιπόν, μέ τή διαδοχική επικράτηση τού καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, άρχίζει νά ξεχωρίζει ένα μεταβατικό ήλικιακό στάδιο κατά τό όποιο ό νέος άνθρωπος «συγκροτείται», έκπαιδεύεται, περιχαρακώνεται, μ’ άλλα λόγια κοινωνικοποιείται μέ τέτοιο τρόπο, ώστε άργότερα, στή διαδικασία παραγωγής καί άνταλλαγής, νά λειτουργήσει προβάλλοντας τίς λιγότερες καί πιό άκίνδυνες γιά τό σύστημα άμφισβητήσεις. Παρόλο πού ή νεολαία σάν κοινωνική κατηγορία είναι σύστοιχο άποτέλεσμα τής καπιταλιστικής άνάπτυξης, άρα καί τών άντιφάσεών της, οπωσ δήποτε δέν άποτελεϊ μιά ιδιαίτερη τάξη.2 Είναι μάλλον μιά διαταξική κοινωνική πραγματικό τητα, μιά «θεσμική εγκάρσια τομή» μέσα στήν τα ξική δομή τής άστικής κοινωνίας, δπως χαρακτη
48
ριστικά τήν όρίζουν οί συγγραφείς. Είναι ένα σύμπλεγμα τάξεων, μιά διαταξική κοινωνική όλότητα τής όποιας βασικό στοιχείο συνοχής είναι μιά κοινή κατάσταση ίδιάζουσας καταπίεσης (σελ. 32). "Οπως ή γυναίκα, έτσι καί ό νέος δέν καταπιέζεται μόνο σάν έργαζόμενος, άνεργος κλπ., άλλά καί σάν τέτοιος αύτός καθαυτός, δη λαδή σάν νέος. Μέ άλλα λόγια, ό νέος δέν κατα πιέζεται μόνο άπό τήν κοινωνικοοικονομική κα πιταλιστική πραγματικότητα, άλλά καί άπό τίς νόρμες, τά πρότυπα καί τά αύτονόητα τής κοινω νικής ιεραρχίας αύτής καθαυτής, πέρα άπό τό παραγωγικό προτσές.3 Στά έπιμέρους κεφάλαια τού δεύτερου μέρους, πού τιτλοφορείται «θεσμική καταπίεση» καί πού περιλαμβάνει τίς περισσότερες σελίδες τού βι βλίου, έξετάζονται μιά σειρά κοινωνικών λει τουργιών μέσα άπό τό πρίσμα τής έπενέργειάς τους στή νεολαία. ’Ακριβώς γιατί τό βασικό διαφοροποιητικό στοιχείο τής νεολαίας άπό τίς άλ λες κοινωνικές κατηγορίες είναι μιά κατάσταση περιθωριοποίησης, έγκλεισμού, ιδεολογικής, πο λιτικής καί οικονομικής καραντίνας, άπαιτεΐται μιά σειρά κοινωνικά έπικυρωμένων διαδικασιών εκπαίδευσης καί κοινωνικοποίησης πού, κατά τό μεσοδιάστημα τής εφηβείας, θά άξιοποιήσουν δσο γίνεται περισσότερο τό «διαθέσιμο ύλικό». Τέτοιου είδους διαδικασίες έπιτελούνται, κατά τούς συγγραφείς, διά μέσου όρισμένων κοινωνι κών θεσμών δπως ή οικογένεια, τό σχολείο, τά σπόρ, τό πανεπιστήμιο, ό στρατός κλπ., θεσμών πού βέβαια δέν είναι άμοιροι ταξικών, ιδεολογι κών καί πολιτικών προδιαγραφών. Ή προσέγγιση σ’ αύτούς τούς θεσμούς γίνεται μέσα άπό τό άναλυτικό πρότυπο τών «ιδεολογι κών μηχανισμών τού κράτους», πού, μετά τήν υιοθέτησή του άπό τόν Louis Althusser, επικρα τεί σιγά σιγά στίς διάφορες άναλύσεις πολιτικής κοινωνιολογίας, κυρίως σέ θέματα ιδεολογίας, νο μιμοποίησης τής πολιτικής έξουσίας κλπ. Κατά τούς Field καί Brohm λοιπόν, ή οικογένεια σάν ιδεολογικός μηχανισμός τού κράτους είναι δ βα σικός πρωτογενής φορέας κοινωνικοποίησης καί έγχάραξης τής κυρίαρχης ιδεολογίας -λειτ ο υ ρ γίες πού άποτελούν χαρακτηριστικά τής άστικής οικογένειας. Οί συγγραφείς ύπογραμμίζουν τό γεγονός δτι ή οικογένεια δέν πρέπει νά άντιμετωπίζεται άνιστόρητα, άλλά σάν ένας «εδώ καί τώρα» κοινωνικός θεσμός, οί λειτουργίες τού όποιου παραλλάσσουν σέ σχέση μέ τό εύρύτερο οικονομικό καί πολιτιστικό περιβάλλον στό όποιο εντάσσεται. Έ τσι οί συγγραφείς έξετάζουν τήν άστικού-καπιταλιστικοΰ τύπου οικογένεια, υπο γραμμίζοντας τέσσερις βασικές της λειτουργίες: (α) τή σεξουαλική καταστολή καί άνάσχεση, (β) τήν καταπίεση τής γυναίκας, (γ) τό αύταρχικό πρότυπο συμπεριφοράς, (δ) τήν άνευθυνοποίηση τού νεαρού άτόμου μέσα άπό τίς παραδεδεγμένες νόρμες άνατροφής. Ή άστική οικογένεια είναι κατά κάποιον τρόπο μιά μηχανή πού προκαλεϊ νευρώσεις, δεδομένου δτι άπό τή μιά μεριά προ βάλλει τόν εξωτερικό καταναγκασμό στό παιδί,
ένώ άπό τήν άλλη προκαλεί τήν ένοχοποίηση διά μέσου τής έσωτερίκευσης τών κανόνων της έκ μέ ρους τοϋ νέου άνθρώπου. Καί δλα αυτά, μέ άπώτερο σκοπό τήν Αναπαραγωγή τών ύφιστάμενων σχέσεων παραγωγής καί άνταλλαγής. «Ή οικογέ νεια είναι ή ιδιωτική έκφραση τού κράτους» (σελ. 54). Στη συνέχεια εξετάζεται τό σχολείο σάν ένας άπό τούς έξουσιαστικούς θεσμούς τής άστικής κοινωνίας, καί μάλιστα άπό τούς πιό σημαντι κούς. Γίνονται άναφορές στόν Gramsci καί ιδιαί τερα στόν Ν. Πουλαντζά καί διευκρινίζονται όρισμένες κεντρικές όρίζουσες τής ιδεολογικοπο λιτικής λειτουργίας του: τό σχολείο δέν δημιουρ γεί πρωτογενώς τόν κοινωνικό καταμερισμό τής εργασίας άλλά συμβάλλει ενεργά στην άναπαρα γωγή του, δεδομένου δτι άναπαράγει τίς θέσεις πού κατέχουν οί φορείς τής κοινωνικής διαδικα σίας (δηλαδή άναπροσδιορίζει καί διαιωνίζει τίς συλλογικές καί ταξικές τοποθετήσεις μέσα στήν ίδια τήν κίνησή τους, τόν άνταγωνισμό τους) καί δτι παράλληλα συντελεί στήν άναπαραγωγή-άνακατανομή τών ταξικών φορέων αυτών καθαυτών, σάν άτομα, σ’ αύτές τίς θέσεις. Τό σχολείο βέβαια δέν άποτελεΐ τόν μοναδικό παράγοντα άναπαραγωγής τοϋ status quo, στίς έπιμέρους λειτουργίες του, πάντως, έγγράφεται ό εγκλεισμός τοϋ παι διού μέσα σ’ έναν περιορισμένο χώρο διαμονής καί διδασκαλίας, ή στρατιωτικού τύπου διάρ θρωση τών σχολικών έκδηλώσεων, ή έκ προοιμίου ύποταγή στό κτίριο-σημαίνον, στό κτίριο-έξουσία, ή δλη τελετουργία πού συντελειται (κου δούνι, διάλειμμα, άπουσιολόγιο κλπ.), πού δέν άναπαράγει άπλώς τίς κοινωνικές νόρμες άλλά, πιό συγκεκριμένα, άναπαράγει αύτή τήν ίδια τή σχολική πραγματικότητα. Σέ γενικές γραμμές, ή άνάλυση τού θεσμού τού σχολείου είναι ένα άπό τά πιό λαμπρά σημεία τού βιβλίου. Στή συνέχεια έκτίθεται ή Ιδιαιτερότητα τού ορ γανωμένου θεσμού τής σεξουαλικής καταστολής στή σύγχρονη κοινωνία. ”Α ν καί ή σεξουαλική καταστολή καί άνελευθερία καλλιεργείται έπιμελώς καί άπό τούς άλλους ιδεολογικούς μηχανι σμούς, έντούτοις, μέ τή συνεχή άνάπτυξη τοϋ κα πιταλισμού καί τήν όξυνση τών άντιφάσεών του στό ιδεολογικό καί οικονομικό επίπεδο, έχει, γι’ αυτόν άκριβώς τό λόγο, ξεπεράσει κάθε προη γούμενο «ευσεβές» δριο άνοχής καί άφομοίωσης καί άναδεικνύεται πλέον σέ ξεχωριστό θεσμό μέ μιά δική του εσωτερική λογική, πού άσφαλώς, μέ τή σειρά του, ενισχύει τό σημερινό κοινωνικό καί πολιτιστικό Αδιέξοδο. Ά ς θυμηθούμε τά λόγια τού Γκύ Ντεμπόρ: «ή έλλειψη ικανοποίησης έγινε ένα έμπόρευμα άπό τή στιγμή πού ή οικονομική άφθονία έγινε ίκανή νά έπεκτείνει τήν παραγωγή της μέχρι τήν έπεξεργασία μιας τέτοιας πρώτης ύλης».4 Ή ίδια ή Αλλοτρίωση έμπορευματοποιεί-
ταξική-συμφιλιωτική διελκυστίνδα, ένώ παράλ ληλα διαιωνίζουν τά άστικοκαπιταλιστικά αύταρχικά πρότυπα. Ό π ω ς σημειώνουν οί συγγρα φείς, «τά σπόρ στά μάτια τής άστικής τάξης ή τής γραφειοκρατίας διαθέτουν τό προνόμιο νά έμφυσούν στή νεολαία τήν έννοια τής τάξης, τής πει θαρχίας, τής έξουσίας, τής ύποταγής καί τής ιε ραρχίας» (σελ. 123). Είναι χαρακτηριστικό, δπως τονίζεται στό κείμενο, δτι πολλοί μεγάλοι γάλλοι παιδαγωγοί διέβλεψαν τή σημασία τών σπόρ καί συνέβαλαν στή διάδοσή τους κυρίως στά σχολεία. « Ό Πιέρ ντέ Κουμπερντέν ήταν άπό τούς πρώ τους πού κατάλαβαν τό ρόλο τών σπόρ καί τήν έπενέργειά τους “εις τόν κοινωνικόν κορμόν”. Σάν πιστός θεματοφύλακας πού άσχολείται μέ τό “κοινωνικό πρόβλημα”, ό Κουμπερντέν γυρεύει ένα μέσο γιά τήν εξασφάλιση τής κοινωνικής ει ρήνης -ϋψιστου έχέγγυου τής σταθερότητας τοϋ κράτους καί τής εύδαιμονίας τών χρηματοκιβω τίων τής άριστοκρατίας» (σελ. 127). Ά π ό τή με ριά μας σημειώνουμε δτι τόν συμφιλιωτικό ρόλο τών σπόρ τόν είχε εντοπίσει καί ό Π. Τολιάτι, Αναλύοντας τίς αιτίες τής φασιστικής επικράτη σης στή μεσοπολεμική ’Ιταλία. ’Αναφέρει συγκε κριμένα: «Οί βιομήχανοι... εύνοούν τή δημιουρ γία άθλητικών όμάδων στά έργοστάσια. Δη-
ΑΓΡΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ
ΓΡΑΠΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
ΥΨΙΚΑΜΙΝΟΣ ΕΝ ΔΟ ΧΩ ΡΑ ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΣΟ
ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ Κ Ο Ρ ΙΤΣ Α Κ ΙΑ Πλατεία Σταδίου 5, ’Αθήνα 501 — τηλ. 728.263 Διανομή στήν ’Αθήνα: τηλ. 32.45.332
Στό 4ο καί 5ο κεφάλαιο τού δεύτερου μέρους έξετάζονται μέ ένάργεια ό θεσμός τών σπόρ καί ό στρατός. Τά σπόρ, σάν μιά κοινωνική εκδήλωση μέ τεράστιο άντίκτυπο, λειτουργούν σάν μιά δια-
49
μιουργοϋνται τότε πολυάριθμοι Αθλητικοί σύλλο γοι εργοστασίων, οΐ όποιοι άφιερώνονται ειδικά στό ποδόσφαιρο... έχει Αρκετή Ανάπτυξη ή ένωση τής ΦΙΑΤ, πού άπαρτίζεται άπό τούς έργάτες αλλά μέ τή συμμετοχή καί τών Αφεντικών, γιά νά
άποτρέψονν τούς έργάτες άπό την ταξική πάλη».5 Ή άνάλυση τού στρατού παρουσιάζει μιά ιδιαιτερότητα, κατά τή γνώμη μας, γιατί έκτός τού ότι άποτελεϊ τόν σημαντικότερο ίσως κατα σταλτικό μηχανισμό, άκριβώς γι’ αύτό τό λόγο παρουσιάζει μιά ΐδιάζουσα βαρύτητα όσον άφορά τήν έκ παραλλήλου ιδεολογική του λει τουργία. νΑν καί όλοι οί μηχανισμοί τού κράτους έμπεριέχουν σέ παραλλάσσουσες άναλογίες βία καί ιδεολογία, γιά τήν περίπτωση τού στρατού εί ναι νομίζουμε δύσκολο νά άποφασίσει κανείς εάν καί κατά πόσο οί έσωτερικές του λειτουργίες διαπνέονται κατά κύριο λόγο άπό κατασταλτικές ή ιδεολογικές διαδικασίες. Πάντως ή ιδεολογική αποστολή τού στρατού είναι όχι μόνο πασιφανέστατη άλλά καί άπαραίτητη γιά τή «φρονίμευση» τών νέων καί τή διαμόρφωση «καλών κάγαθών» πολιτών. Στό στρατό συνεχίζονται καί διευρύνον ται όλες οί διεργασίες κοινωνικοποίησης πού άναλαμβάνονται άπό τούς υπόλοιπους ιδεολογι κούς μηχανισμούς, μέ τή διαφορά ότι τώρα έμπλουτίζονται καί άπό ένα έντονο εθνικιστικό καί μιλιταριστικό πνεύμα. 'Η περιχαράκωση έδώ Αγ καλιάζει όλες τίς εκδηλώσεις τού νέου άτόμου. Σχετικά μέ τό σύνολο τών αναπτύξεων τού δεύ τερου μέρους, έχουμε νά παρατηρήσουμε ότι, έκ τός άπό τίς διεισδυτικές καί πολλές φορές πρωτό τυπες αναλύσεις πού γίνονται, διαγράφεται μιά ύφέρπουσα τάση άπολυτοποίησης τών εξεταζόμε νων μεγεθών καί πραγματικοτήτων, πού, βέβαια, άπό τήν ίδια τή φύση τους, είναι ρευστές καί κυ μαινόμενες, άκριβώς γιατί έντάσσονται στά πλαί σια τής διαρκούς ανακατανομής τής κοινωνικής καί πολιτικής δύναμης καί Αμφισβήτησης τού concensus καί τής νομιμότητας τής έξουσίας. Μέ άλλα λόγια, γιατί εντάσσονται στήν όλη δυναμική τής ταξικής πάλης. Είναι λοιπόν κάπως παρακιν δυνευμένο τό ότι «ή οικογένεια είναι ένα αύταρχικό σύστημα, μιά κατασταλτική δομή γιά τό παιδί καί τόν νέο, Ανεξάρτητα άπό τή συνειδητή στάση τών γονέων» (σελ. 58) ή ότι τά σπόρ, καί γι’ αυτούς πού τά άσκούν καί γιά έκείνους πού τούς είναι θέαμα, Αποτελούν οπωσδήποτε παρά γοντες Αναπόφευκτης καπιταλιστικής Αφομοίω σης. Οί ιδεολογικοί μηχανισμοί τού κράτους, άφοΰ Αποτελούν πεδίο καί Αντικείμενο τής ταξι κής πάλης, δέν Αναπαράγουν δίχως τριβές τήν κυρίαρχη ιδεολογία ή δέν είναι καθόλου προδια γεγραμμένο ότι θά τήν Αναπαραγάγουν. Πρόκει ται μάλλον γιά τάσεις παρά γιά δομικά προσδιο ρισμένες καταστάσεις, τάσεις πού έγγράφονται στή δυναμική τού ταξικού Ανταγωνισμού. Έξαρτάται λοιπόν κάθε φορά άπό τό βαθμό τής επι κράτησης τής ήγεμονίας τής κυρίαρχης τάξης τό Αν θά λειτουργήσουν «κατάλληλα» οί ιδεολογικοί μηχανισμοί τού κράτους ή όχι. Ή ύποβόσκσυσα αυτή παρεκτροπή τών συγγραφέων οφείλεται,
50
νομίζουμε, στό στρουκτουραλιστικό μοντέλο Ανά λυσης πού υιοθετούν, πού όμως, τελικά, τά πολιτικά-στρατηγικά συμπεράσματά τους στό τρίτο μέρος, τήν Αμφισβητούν κατά πολύ.6 Τό τρίτο καί συντομότερο τμήμα τού βιβλίου Ασχολείται μέ τόν έν δυνάμει επαναστατικό ρόλο τής νεολαίας στή σύγχρονη κοινωνία, δεδομένου ότι Αντικειμενικά τά αίτήματά της παραλληλίζον ται μέ τά αιτήματα τής εργατικής τάξης καί τών κινημάτων. Γιά τήν υποστήριξη τών θέσεών τους, οί συγγραφείς τονίζουν τήν Ανάγκη Απόρριψης τής Αντίληψης πού θεωρεί τή νεολαία «μικροα στική» καί τής πάγιας πολιτικής τών Αριστερών κομμάτων νά τήν Αποκλείουν άπό τή στρατηγική τών συμμαχιών τους. Βασιζόμενοι στήν κρίση ήγεμονίας πού διέρχεται ό σύγχρονος καπιταλι σμός, προτείνουν μιά νέα στρατηγική συμμαχιών κινημάτων-κομμάτων, έτσι ώστε νά εξασφαλι στούν οί προϋποθέσεις γιά τή ρήξη τού συστήμα τος. Καί έδώ, παρά τίς πρωτοποριακές ίσως θέσεις τους, οί συγγραφείς, Αν καί ξεφεύγουν άπό τήν Ακαμπτη στάση τού δεύτερου μέρους, τελικά δέν τήν υπερβαίνουν. Διότι ή κινητοποίηση, καί Αρα συνειδητοποίηση, τής νεολαίας έντάσσεται στά πλαίσια μιας προδεδομένης Αντίληψης τού κοι νωνικού μετασχηματισμού. "Οσο κι Αν φαίνεται περίεργο, δέν ξεφεύγουν άπό έναν υπονοούμενο δογματογενή στρουκτουραλισμό πού τούς όδηγεί σέ μιά κλειστή Αντίληψη τού ιστορικού γίγνεσθαι. ΝΙΚΟΣ ΔΕΜΕΡΤΖΗΣ 1. Βλ. Peter Hofstatter, Εισαγωγή στήν κοινωνική ψυ χολογία, Νέα Σύνορα, σελ. 24. 2. Γιά μιά πολύπλευρη εξέταση τής νεολαίας βλ. τό ει δικό αφιέρωμα τής επιθεώρησης Current Sociology, vol. 27, 1979, Youth and Society. «Ή νεολαία είναι προϊόν τής κοινωνικής αναπαραγωγής άλλά καί δύ ναμη γιά τήν κοινωνική αλλαγή καί τόν κοινωνικό μετασχηματισμό. Ό βαθμός στόν όποιο οί νέοι άν θρωποι εντάσσονται σέ κανάλια άναπαραγωγής ή ακολουθούν δρόμους μετασχηματισμού έξαρτάται άπ’ τόν συγκεκριμένο κοινωνικό άστερισμό, άπ' τήν τα ξική δομή καί άπ’ τό βαθμό ελευθερίας πού είναι σέ θέση νά άποκτήσουν καί νά χειριστούν μέσα στά πλαίσια ένός δεδομένου κοινωνικού συστήματος». Op. cit. Leopold Rosenmayr, Conceptual Foundations, σελ. 17-36. 3. "Ας μάς έπιτραπεϊ έδώ ή παρατήρηση δτι άν καί ή αντίληψη τής «θεσμικής εγκάρσιας τομής» άποτελεϊ μιά sine qua non προϋπόθεση γιά τήν κατανόηση τής έννοιας τής νεολαίας, εντούτοις δέν τήν έξαντλεϊ. Άκριβώς διότι είναι μιά δια-ταξική, καί όχι παρα-ταξική, κοινωνική κατηγορία, ή νεολαία, σίγουρα, δέν παρουσιάζεται σάν μιά συμπαγής, ολοκληρωμένη καί οργανωμένη κοινωνική όλότητα, τόσο ατό πολιτικόίδεολογικό δσο καί στό στρατηγικό-όργανωτικό επί πεδο, δεδομένου δτι ή κοινωνική προέλευση τών νεο λαίων τούς επηρεάζει άναπόφευκτα στις τακτικές καί στρατηγικές τους έπιλογές. Προφανώς λοιπόν, σάν «εγκάρσια διαταξική τομή», ή νεολαία λειτουργεί μέσα άπό αντιφάσεις καί έσωτερικές άνακατατάξεις, γεγονός πού, κατά τή γνώμη μας, θά έπρεπε νά λάβουν υπόψη τους οί συγγράφεις και να μετριάσουν την
ύπεραιαιοδοξία πού εκφράζουν ατό τελευταίο μέρος τον βιβλίου όσον αφορά τόν επαναστατικό πολιτικό ρόλο των νέων. ’Α π’ τήν άλλη μεριά, έφόσον ή νεο λαία, ατό ευρύτερο κοινωνικό καί πολιτικό πεδίο, όριοθετεϊται μέσα άπ’ τό σχήμα των «ήλικιακών τά ξεων», είναι προφανές ότι οί νέοι, σάν πολιτική καί κοινωνική δύναμη, άποτελοϋν κάθε φορά μιά περιορι σμένη καί λίγο πολύ ευμετάβλητη πραγματικότητα. Διότι, άφοϋ οί συγκεκριμένοι φορείς πού συναπαρτί ζουν τή νεολαία άργά ή γρήγορα θά άπορροφηθοϋν άπό άλλες κοινωνικές ομάδες καί κατηγορίες, δέν εί ναι ποτέ σίγουρο ότι ή επόμενη γενιά θά ακολουθήσει τά ίχνη τής προηγούμενης. Αυτό θά έξαρτηθεί άπό τόν ευρύτερο ιστορικό συνασπισμό τών κοινωνικών καί πολιτικών δυνάμεων. Στό ερώτημα λοιπόν άν οί νέοι άποτελοϋν ιδιαίτερη πολιτική κατηγορία μέ ειδικό βάρος στη διαμόρφωση τών πολιτικών δυνάμεων καί τών κοινωνικών διαδικασιών, δ καθηγητής κ. Γ. Βλά χος θεωρεί ότι «ή Απάντηση είναι θετική άν μέ τήν ’έν νοια "νέοι" υποδηλώνεται Απλώς ένα Ανανεωτικό στοιχείο πολιτικής, τόσο άπό τήν άποψη τον πολιτι κού προσωπικού δσο καί άπό τήν άποψη τής Ανανέω σης τών θεσμών. Ή Απάντηση θά είναι όμως Αρνητική άν μέ τόν δρο “πολιτική κατηγορία” (ή τάξη ηλικιών) υπονοείται ή όποιαδήποτε ιδεολογική συγγένεια ή ταυτότητα πού θά μπορούσε νά μεταφραστεί σέ μό νιμη καί σταθερή οργάνωση καί σέ πολιτική δράστηριοποίηση πρός μιά συγκεκριμένη, ιδιότυπη καί αυτό- . νομή κατεύθυνση». Βλ. Γ. Βλάχος, Πολιτική, τόμ. 3, Μέρος 5, σελ. 378-79, 'Αθήνα, 1981. 4. Βλ. Γκύ Ντεμπόρ, Ή κοινωνία τού θεάματος, Διεθνής Βιβλιοθήκη, σελ. 39-40. 5. Βλ. Παλμίρο Τολιάτι, Μαθήματα γιά τόν φασισμό, Όδυσαέας, σελ. 95. ’Επίσης, Gerhard Vinnai, Τό πο δόσφαιρο σάν ιδεολογία, Διεθνής Βιβλιοθήκη.
6.
Είναι χαρακτηριστικό άτι παρόλο πού υπεραμύνον ται μιας παρέμβασης ατούς θεσμούς καί μιάς συνειδητοποίησης τής νεολαίας γιά τήν κοινωνική Αλλαγή, θέ τουν έντούτοις προδιαγεγραμμένα πλαίσια γιά τήν έκδίπλωση τής πολιτικής πράξης καί τοϋ ταξικού Αγώνα. Κι αυτό γιατί έκ προοιμίου υποτίθεται δτι ή θεσμική παρέμβαση δέν είναι τίποτε άλλο παρά μιά απλή τα κτική μέσα στό γενικό πλάνο τής προετοιμασίας τής τελικής επαναστατικής, οπωσδήποτε βίαιης, ρήξης τοϋ συστήματος, θεωρούμε λοιπόν ατυχείς τις θέσεις τών συγγραφέων δτι «όσοι εξακολουθούν νά πιστεύουν, νά τρέφουν Ακόμα αυταπάτες δτι ή Αστική τάξη θά παραιτηθεί ήρεμα κι ωραία Από τά προνόμιά της, δέν είναι παρά ούτοπιατές καί τυχοδιώκτες» (σελ. 158) καί δτι έτσι αποκλείεται έκ τών προτέρων μιά πολι τική «ειρηνικού περάσματος στό σοσιαλισμό». Καί τις θεωρούμε Ατυχείς: (α) διότι δέν διευκρινίζουν τι εν νοούν «ειρηνικό» πέρασμα, ενώ βέβαια αυτοί προϋ ποθέτουν τό «βίαιο», (β) διότι μιά τέτοια Αντιμετώ πιση είναι Ανιστόρητη καί Αντιδιαλεκτική, άφοϋ δέν εξετάζει τούς συγκεκριμένους κοινωνικούς συσχετι σμούς μέσα στά πλαίσια τής έν γένει κοινωνικοοικο νομικής εξέλιξης, συσχετισμούς πού ’όχι μόνο δέν είναι προδεόομένοι, Αλλά διαμορφώνονται μέσα Απ’ τήν τα ξική πάλη, καί πού κανείς δέν είναι σέ θέση νά προα ποφασίσει άν θά οδηγήσουν ή δχι στό σοσιαλισμό. Νομίζουμε τελικά δτι οί Field καί Brohm ’έ χουν συγ χύσει τή μορφή καί τό περιεχόμενο τής επαναστατικής διαδικασίας, Ανάγοντας τή δεύτερη έννοια στην πρώτη. Περιττό βέβαια νά Αναφέρουμε εδώ δτι δ ίδιος ό Engels στά 1895 υπογράμμιζε γιά τήν κατάσταση τής Γερμανίας δτι είχε περάσει Ανεπιστρεπτί ή έποχή τών δδοφραγμάτων. ( Βλ. Κ. Marx, Ταξικοί Αγώνες στή Γαλλία, Εισαγωγή F. Engels, σελ. 28, εκδόσεις Είρήνη.)
τά βιβλία τής «γνώσης» Νάσος Θεοφίλου
Ό Έρημόπολις
§m
Map'll
ΥΔΡΑΡΓΥΡΟ Ι
m
gg
W fillH lU llililB i
ΝΑΣΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΥ 0 ΕΡΗΜΟΠΟΛΙΣ
ΑΝΤΡΕΑΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ ΤΟ ΘΕΩΡΗΜΑ
. ·*&·
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ ΚΗΑΑΗΔΟΝΗΣ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΙ
έ κ δ ό σ εις « γ ν ώ σ η » ΓΡΗΓ. ΑΥΞΕΝΤΊΟΥ 26 - ΙΛΙΣΙΑ. ΤΗΑ. 7794879 51
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
κατασκευή ενός καινούριου μύθου; ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΔΕΑΗΓΙΩΡΓΗ: Άνόρόγνς. ’Ιδεολογικό ρομάντζο. Κέδρος, ’Αθήνα, 1980. Σελ. 148. «...ΟΙ δύο εκπρόσωποι τού είδους, τό άρσενικό καί τό θηλυκό, βρίσκονται ό ένας απέναντι στον άλλο σάν μπροστά σ’ ένα διπλό μοντέλο. Τό κα θένα άπό τά δύο φύλα οίκειοποιεΐται αύτό τό μοντέλο, όχι χάρις στό διφορούμενο πού ύπάρχει στό καθένα χωριστά, άλλά καί γιά τήν ενίσχυση αύτοϋ τού διφορούμενου».* Τό διφορούμενο αύτό έρχεται νά ένισχύσει καί ό «Ά νδρόγυς» τής ’Αλεξάνδρας Δεληγιώργη. Ή δη άπό τόν τίτλο: ό «Ά νδρόγυς», παρόλο ότι σάν λέξη δέν καταχωρεϊται τυπικά στό έλληνικό λεξικό, θά ’λεγα πώς βέν έπιλέχτηκε τυχαία. Βρί σκεται κάπου άνάμεσα στό «άνδρόγυνο», τό νό μιμο ζεύγος, καί τόν «άνδρογύνη», τόν έρμαφρόδιτο, τόν άρσενικό μαζί καί θηλυκό, τό διχασμένο σώμα καί ψυχισμό. Είτε στη μιά, είτε στήν άλλη περίπτωση, υποδηλώνει τό διπλό στοιχείο, διπλό καί άντιθετικό ταυτόχρονα. Ά ν δεχτούμε μάλι στα τόν τρόπο μέ τόν όποιο ό Σάντ άντιλαμβάνεται τό άρσενικό, δηλαδή ώς αυτόν πού καλείται νά δικαιώσει τό παράλογο (άρα άντιφατικό), επειδή άκριβώς άπό παράδοση άντιπροσωπεύει τό λογικό φύλο, τότε ό ρόλος τού άνδρό-γυνου κατά τόν Σάντ συνίσταται στήν αντιστροφή τών φύλων, στήν άπουσία ταυτότητας τών φύλων, άρα στή διαφορά. Καί αύτή ή διαφορά είναι ό Ά νδρ όγυς, ένα άπό τά τρία κεντρικά πρόσωπα τού «ιδεολογικού ρομάντζου», δπως θέλει νά τό άποκαλεϊ ή συγ γραφέας, ό άρσενικός τής ιστορίας: διπλός καί άντίστροφος ταυτόχρονα. Ή Μαριάνθη, ό Ά ν δρόγυς, ή Μινέα, τρία πρόσωπα πού μπλέκονται σ’ ένα ερωτικό έξουθενωτικό παιχνίδι. Μεταμορ φώνονται σέ διττά σχήματα. Γίνονται ΜαριάνθηΆ νδρ όγυ ς καί Μινέα ή Άνδρόγυς-Μ ινέα καί Μαριάνθη ή ή Μαριάνθη, δ Ά νδρόγυς, ή Μινέα. Τό έναυσμα τής ιστορίας θά μπορούσε νά δια γράφει μέ τό άκόλουθο άπόσπασμα, παρμένο άπό τήν πρώτη σελίδα τού «ιδεολογικού ρομάντζου»: «...άπ’ τή στιγμή πού θά τρυπώσει στό βλέμμα μας ή άπελπισία δέν αΰτοαναλώνεται παρά μόνο στά δύο πρώτα λεπτά. "Υστερα κατατρώγεταί' Πιέρ Κλοσόφσκι: Ή παρουσίαση τού άνδρό-γυνου κατά τόν Σάντ. «Μαρκήσιος ντέ Σάντ» (κείμενα γιά τόν Σάντ), εκδόσεις «Αίγόκερως».
52
Αλεξάνδρα Δεληγιώργη χάρη στίς συσκοτισμένες αιτίες πού τήν προκάλεσαν κι είναι αύτές πού έρχονται τώρα στό φώς, σά μέσα σ’ ομίχλη καί παραπαίουν ένώ έμείς μέ βαθιές άνάσες πού ένισχύουν τήν άντοχή μας, εί μαστε άναγκασμένοι ν ’ Αρχίσουμε τό σκληρό παι γνίδι τών ερωτήσεων. Γιατί ήρθε ή σειρά μας καί είμαστε τυχεροί». Ή ρθε λοιπόν ή σειρά τους καί είναι τυχεροί. Ά ρ χισ α ν τό έξσντωτικό παιχνίδι τής άντιπαράθεσης. Ή παθητικότητα τής ύπερβολικής καί άνασφαλούς Μαριάνθης, ή δυναμικότητα άλλά καί άδυναμία τής Μινέας καί ή μοναξιά τού Ά ν δρόγυ, κάποια στιγμή, σέ κάποιο συγκεκριμένο χώρο, συναντήθηκαν. Ό κοινός τόπος συνάντη σής τους άποκτά ιδιαίτερη σημασία, γιατί εκτός άπό ψυχολογικός καί συναισθηματικός τόπος εί ναι καί τόπος τού άνδρόγυνου, τό σπίτι τής Μαριάνθης καί τού Ά νδρ όγυ , «πού δημιουργεί σο βαρά προβλήματα γιατί μικραίνει τόν κόσμο κατατρώγοντας τίς περισσότερες άπ’ τίς πτυχές του καί μάς έμποδίζει νά έχουμε όλοκληρωμένη Τά τρία πρόσωπα συμμετέχουν, μ’ έναν άμεσο τρόπο, τό ένα στή ζωή τού άλλου, γιά ένα τουλά χιστον χρονικό διάστημα, πού γίνεται άφορμή νά τεθούν άπειρα ερωτηματικά καί αύτοαναιρέσεις, άμφισβητήσεις, εξάρσεις ερωτισμού ή επιθετικό τητας, οίκτου ή τρυφερότητας. Ή εγκατάσταση τού τρίτου προσώπου στή ζωή ένός άνδρόγυνου άναμοχλεύει Ανεκδήλωτες καί άφανείς «περιοχές τής ύπαρξης» προορισμένες στό νά δημιουργούν άντιφατικά καί πρωτόγνωρα συναισθήματα, μιά καί σκοπός τους είναι ή κατά μέτωπο Αντιπαρά θεση μέ τό θάνατο. Αύτές λοιπόν οί «περιοχές τής ύπαρξης» περιμένουν τήν εξώθηση ένός τέτοιου μοιράσματος γιά νά καταδείξουν τήν ισχύ τους. Διαφορετικά θά παρέμεναν «μυστικές καί άπάτητες». Ή συγγραφέας προσπαθεί νά πάρει τή θέση ένός τέταρτου προσώπου, μυθοπλάστη καί σκη νοθέτη, πού παρακολουθεί τά έξελισσόμενα γεγο νότα, μή μπορώντας ώστόσο νά παρέμβει, γιατί ήδη έχει ταυτιστεί, εναλλακτικά, μέ δλους τούς
ήρωες σ’ δλους τούς ρόλους. Μέσα άπό κάθε πρόσωπο μιλάει ή συγγραφέας, παραθέτοντας τά δικά του προσωπικά βιώματα, τίς δικές του ξεχωριστές μνήμες. 'Ωστόσο τά βιώ ματα των τριών ήρώων μπλέκονται, καί παρ’ δλη τή διαχρονική τους ύφή, ή συγγραφέας τά συγ χρονίζει άφήνοντας άπροσδιόριστα τά δριά τους, έτσι ώστε νά συγχέεται ή άρχή τού ένός μέ τό τέ λος τοΰ άλλου, καί άντίστροφα. Ή Μαριάνθη, τό άδρανές καί δεκτικό πρό σωπο τής τριπλής σχέσης, είναι καταδικασμένη σ’ ένα είδος συντήρησης τοΰ «σπιτιού», καί κυρίως τών μύθων πού είναι συνυφασμένοι μ’ αυτό τό σπίτι. ’Ανασφαλής, κυνηγημένη άπό θανάσιμες άγωνίες, εγκλωβισμένη σέ δίχτυ, γίνεται ύπερβο λική δίνοντας πάντα τήν τραγικότερη διάσταση στις καταστάσεις. Ό Ά ν δ ρ όγυ ς γιά τή Μαριάνθη είναι άντρας της καί έραστής της ταυτόχρονα, καί δχι μόνον αύτό. Γιατί ή Μαριάνθη ύπάρχει μόνο μέσα άπ’ τόν Ά νδρ όγυ , αυτός τήν καθορίζει, καί άν κατόρθωσε νά μετατρέψει τό πάθος της γι’ αύτόν σέ «πηγή σοφίας, ήταν γιατί εκείνος τήν είχε ύποτάξει». Οί φυγές της πραγματοποιούνται μόνο στίς φαντασιώσεις της, ίσως καί στήν τέλεια γνώση πού άναζητά μαζί μέ τόν Ά νδρ ό γυ ή στίς λέξεις - ή Μαριάνθη άναζητά τίς λέξεις καί τίς φ οβά ται- πού δλο καί περισσότερο τήν άπειλούν. Παρόλο πού ή Μαριάνθη είναι ένα όλότελα ξε χωριστό πρόσωπο άπό τή Μ ινέα, συχνά χάνουν καί οί δυό τό πρόσωπό τους. Γίνονται ή Μαριάνθη Μινέα καί ή Μ ινέα Μαριάνθη, δημιουρ γώντας κι αύτές ένα διττό-άντιθετικό ζευγάρι πού άνταλλάσσει τίς μνήμες τους καί τά χαρα κτηριστικά τής προσωπικότητάς τους. Ά π ο δ εικνύουν έτσι ή μιά στήν άλλη καί προσπαθούν νά οϊκειοποιηθοΰν τή «σύγχυση τοΰ μυαλού», προΙκαλώντας την άπροκάλυπτα. Ή Μινέα δανείζει |στή Μαριάνθη τή δυναμικότητά της -ή Μαριάνθη λειτουργεί δυναμικά μ’ ένα μυστικό, μή έξωτεριίιευμένο τ ρ όπ ο- καί δανείζεται τήν άνασφάλεια τής Μ αριάνθης, πού μετατρέπεται στή διάθεσή της νά «σώζει» ένα πρόσωπο. Παράλληλα δμως ή Μινέα συναρπάζεται άπό τό κακό καί ή άντοχή της στήν άπομόνωση καί τό σκοτάδι, «δταν όλό|κληρη άποζητάει τό φώς τοΰ ήλιου, τής λάμπας, τών φαναριών πού άνάβουν τ’ αύτοκίνητα καί λι γοστεύουν τή νύχτα», μεταφράζεται στό άμφίβολό, τό άγνωστο καί τό άποδιοργανωμένο πού άνατρέπει μιά στημένη στήν εντέλεια ζωή. Παρ’ δλα αύτά δ Ά ν δ ρ όγυ ς είχε άφιερώσει τόν έαυτό του στήν καλλιέργεια τοΰ άγνωστου. Π ο λυμήχανος, καινοτόμος καί πλασματικός, διατη ρούσε τόν έαυτό του στήν άσάφεια, τό άκαθόριστο καί τό διφορούμενο. «Ζοΰσε γιά νά πλάθει τό μύθο του.» Έ ν α ς άνθρωπος χωρίς πρόσωπο, πού γι’ αύτό άκριβώς τό λόγο άγάπησε καί τή Μαριάνθη, «γιατί έβλεπε σ’ αύτή τό άνύπαρκτο πρόσωπό του». Οί άπειρες δυνατότητές του, ό πολυδιάστατος χαρακτήρας του, οί θαυματοποιές πράξεις του, δέν είναι συμπτωματικό πώς άνθοΰσαν σέ μιά μήτρα πού κατασκεύασε ή ύποταγή τής Μαριάνθης. Τρεφόταν άπό τήν ύποταγή τής ]
Μαριάνθης, γιατί αύτή έριχνε τό λιπαντικό λάδι στήν πολύπλοκη μηχανή μέ' τούς άπειρους συν δυασμούς, λειτουργίες καί παραγωγές πού ήταν ό Ά νδρ ό γυ ς, δείχνοντάς του -είνα ι μέσα στό π αι χνίδι τής ύ ποταγής- πώς αυτός είναι πού τήν κιΆ ν ό Ά ν δ ρ ό γυ ς έπλαθε τό μύθο του, ή Μαριάνθη ζούσε γιά νά συντηρεί άκριβώς τό μύθο αύτό. Τό μύθο μιάς ζωής γεμάτης εικόνες καί ύποσχέσεις, ύπομονές καί άναμονές, τής ζωής τοΰ Ά νδρ ό γυ καί τής Μαριάνθης πού διατάραξε ή Μινέα. Έ πειτα τόν διέλυσε, γιά νά τόν άναπλάσει ώστόσο καί νά τόν κάνει ισχυρότερο. Ά λλω στε, στά μάτια τής Μ αριάνθης ό Ά νδρ ό γυ ς είναι ό μόνος πού τήν άπειλεΐ -άκριβώ ς έπειδή είναι καί ό μόνος πού μπορεί νά τής προσφέρει συγκινή σ εις- γι’ αύτό καί ή άπειλημένη Μαριάνθη ύπερθεματίζει στή μυθοπλασία, δταν εγκαταλειμμένη σκοτώνει τό παιδί πού φέρνει στά σπλάχνα της «γιατί πώς μπορούσε αύτό τό παιδί νά έχει π α τέρα τό γιό τής μάνας του;». Ή γραφή τής Α λεξά νδ ρ ας Δεληγιώργη είναι νευρική, έλικοειδής, μέ εικόνες πού έπιτρέπουν στή φαντασία νά έναποθέσει τίς σαρκοφάγες, αύτο-φάγες φαντασιώσεις της. Α διαχώ ριστες άπό τό στοιχείο τής πραγματικότητας έκφράζουν μ’ αύτό τόν τρόπο τήν άλλη διάσταση τής πραγματι κότητας. Τό ονειρικό στοιχείο έμφανίζεται έν τονο, δέν είναι δμως ονειρικό μέ τήν έννοια τής άπολαυστικής φυγής άλλά μέ τήν έννοια τού άποπνικτικοΰ, θανατερού καί αιματηρά βίαιου στοιχείου. Έ τσι ή Μ αριάνθη, τίς στιγμές πού εί ναι περιττή, μπαίνει στήν «κρεατομηχανή στά μέ τρα τού άνθρώπου πού μηχανεύτηκε ό Ά ν δ ρ ό γυς», «ικανή νά χωνεύει τά πρόσωπα καί νά συν θέτει άπ’ τά διαλυμένα κομμάτια τους κάποιο θεσπέσιο». Καί ή Μ ινέα «δσο αίμα κι άν ήπιε κι δσα μάτια κι άν άφησε νά τής περάσουν χάντρες στό κολιέ πού έχει κρεμάσει στόν ώραΐο της λαιμό, είναι κι αύτή άδύναμη δταν έγκαταλείπεται νά έλπίζει». Π αρ’ δλη τήν έμμονή στόν ψυχισμό τών προσώπων, στόν περιορισμένο χώρο ένός σπιτιού, οί διαστάσεις πού ή συγγραφέας δίνει θίγουν γε γονότα πού συγκλονίζουν δλη τήν ύπόλοιπη χώρα καί μαζί δράματα καί άπογοητεύσεις πού συν δέονται μ’ αύτήν. Ή κοινωνική καί ή πολιτική προοπτική δίνον ται μ’ έναν τρόπο έμμεσο, άφαιρετικό καί διακρι τικό, πού δμως άκολουθεί τούς ήρωες σ’ δλη τους τήν πορεία σάν είδος σκιάς πού πλαισιώνει τήν προσωπική άλλά καί τή κοινή τους ιστορία. Τά δημόσια σκάνδαλα «πού μένουν έσαεί θαμμένα στό σάκο τού κρατικού μηχανισμού», πάντοτε χωρίς τιμωρό, τό σχέδιο Μάρσαλ καί άλλα «πα ρόμοιας ύφής» πού έφταιγαν γιά τό διώξιμο τού πατέρα τής Μινέας ά π ’ τή δουλειά του ή ή πολι τική τού Παπάγου τή χρονιά τοΰ ’52, πού καθό ρισε τήν παιδική της συμπεριφορά, είναι δλα άποτυπωμένα στίς μνήμες τών ήρώων, πού τώρα συνοψίζονται στίς διηγήσεις τους μαζί μέ μιά ώριμότητα πού τούς κρατά έγκλειστους στίς άνα-
53
ζητήσεις τους. Οί μνήμες, κάθε είδους έγγραφες καί άναγωγές υπερβαίνουν τελικά τά πρόσωπα καί τά καθορίζουν. "Ολοι είναι θύματα μιας πλεκτάνης πού τούς δίνει τήν ψευδαίσθηση τού πει ραματισμού καί τής καινοτομίας. Τά πρόσωπα τής ιστορίας μετά άπό τίς έπώδυνες εξωθήσεις λυτρώνονται. Καί μετά άπό τό ξεκαθάρισμα των άνοιχτών λογαριασμών δλοι έπιζοΰν, «μέ λιγότερα φούμαρα» αυτή τή φορά. Κα τορθώνουν νά εξοικειωθούν μέ τήν άνασφάλειά τους, τήν έπιδιώκουν μάλιστα. Καί αύτή ή έξοικείωση μπορεί νά έκδηλώνεται μέ μιά υποβολή παραίτησης στόν καταπιεστικό διευθυντή, έτσι, «γιά τή μιζέρια τού άφραγκου, τήν άνασφάλεια τού ξεκρέμαστου έστω καί άπό ένα ταβάνι, τον τρόμο τού άλήτη πού ονειρεύεται, κάτω άπό τό κιόσκι τής γέφυρας...» ή μεθοδεύουν τήν τέλεια οργάνωσή τούς «άποκτώντας σίγουρο βλέμμα πού δέν χαμηλώνει καί στήν πιό ξυστή ματιά έπικείμενου δολοφόνου». Μέ άλλα λόγια, μεταμορ φώνονται, μεταμορφωνόμαστε, ψάχνοντας τρό πους όσο είναι καιρός, μήν «έρθει καί μάς βρει τό κακό χωρίς νά ’χουμε προγραμματίσει τήν προσ αρμογή μας στήν έπερχόμενη κατάσταση τού λι μού». Πρόκειται γιά τήν κατασκευή ένός καινούριου μύθου; ΜΙΝΑ Μ ΑΧΑΙΡΟΠΟΥΛΟΥ
54
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ιδιότυπο χιούμορ καί ειρωνεία ΦΑΙΔΡΟΥ ΜΠΑΡΛΑ: Άπαντα. Έκδιδόμενα άπό τήν Ρόζα Μπαρλά μέ γενική επιμέλεια καί εισαγωγή άπό τόν Ρένο 'Ηρακλή Άποστολίδη. Τά Νέα 'Ελληνικά,'Αθήνα, 1980. Σελ. XL +320. Η ΕΚΔΟΣΗ τώγ «'Α πάντων» τού Φαιδρού Μπαρλά καί ή «πίκρα ένός πόνου χωνεμένου» μέ έκαναν μέ συγκίνηση νά δεχτώ, όταν μού προτάθηκε, νά γράψω δυό λόγια γιά τόν άγαπημένο φίλο πού έπαψε, έδώ καί πέντε χρόνια, νά είναι άνάμεσά μας. ’Α ξίζει νά προσεχθεί τό στίγμα του, ό στοχασμός του, ή οξυδερκέστατη περιγραφή τού κοινωνικού χώρου πού κάνει καί πού μ’ αύτόν τόν τρόπο, τόν δικό του, έγινε άντίμαχος τής εποχής του. Έ μφυτο ιδιότυπο χιούμορ τόν διέκρινε καί ει ρωνεία χωρίς καμιά κακία. Τούς άνθρώπους τούς μελέταγε βαθιά μέ κάθε τρόπο. Μεταχειριζόταν κάθε μέσο: παραδοξολογίες, άλήθειες πού δέν λέ γονται, εντυπωσιακές φράσεις, τολμηρές λέξεις, μαύρο χιούμορ. 'Ό λα γιά νά σέ ξυπνήσει. "Ολα γιά νά νιώσει ότι ζείς. "Ολα γιά νά καταλάβεις.. "Ολα γιά νά ρωτηθείς. "Ολα γιά νά ξύσεις τήν επιφάνεια. "Ολα γιά νά δεις τήν πίκρα. Τήν πίκρα τή δική σου. Τήν πίκρα τή δική του. Τήν πίκρα τών γύρω σου. Τήν πίκρα άπό τή βαθιά άπογοήτευση γιά όλα. Τήν πίκρα τής μοναξιάς. Τήν πί κρα τού όχι λογισμένου, τού όχι άπαισιόδοξου, τού άπλώς σκεπτόμενου άνθρώπου. Δέν βρίσκω καταλληλότερα λόγια νά πώ γ ι’ αυ τόν, άπό τά ίδια τά δικά του, αύτά πού έχει γρά ψει γιά τό Ροίδη σ’ ένα δοκίμιό του: «Μένει έτσι μονάχος μέσα στήν άπιστία του, στήν άμείλικτη πνευματική του καθαρότητα καί στήν εκλεκτή του καλαισθησία. Ξέρει, όμως, καλά πώς διαθέτει ένα παντοδύναμο όπλο, πού καθιστά τή μόνωσή του όχι μόνο άπρόσβλητη, άλλά κ’ επικίνδυνη: τήν ει ρωνεία». 'Ο Φ. Μ. ήταν άπό τούς πρώτους τής γενιάς μας πού προείδε καί κατέγραψε τήν τεράστια μο ναξιά, τή μοναξιά πού έμελλε νά μάς τυλίξει άσφυκτικά, όπως τυλίγουν οΐ παχιές μαύρες γραμμές σχεδίου τού Ρουώ, πού σφίγγει, πνίγει τά πορτραΐτα μέ τά χτυπητά χρώματα, γιά νά διακριθεί, νά ξεχωρίσει, νά φανεί καθαρότερα, εντο νότερα τό τραγικό πρόσωπο τού παλιάτσου. Σάν τά πράσινα χρώματα τού Μούνκ πού πνίγουν τήν άφωνη κραυγή. 'Ο Φ. Μ. προείδε καί κατέγραψε τή φθήνεια τής ποιότητας τής ζωής, τήν κακία πού γενικεύ-
τήκε σά φυσική ψυχική κατάσταση σέ δλους μας, πού βγαίνει άπό τήν πλήρη αδιαφορία γιά τόν διπλανό. Προεϊδε καί κατέγραψε δτι ή μετριό τητα καί ή βλακεία έχουν όργανωθεΐ μέ άψογο τρόπο στις μέρες μας, γράφοντας, στό ίδιο δοκί μιο γιά τόν Ροϊδη, σελ. 223: «Σήμερα, τό άντικοινωνικό φαινόμενο τής εύφυΐας χτυπιέται στίς ρί ζες του». Ή επιλογή τών θεμάτων του άπό τήν καθημε ρινή ρουτίνα ζωής τής αστικής τάξης θά μπο ρούσε νά δώσει θαυμάσια θεατρικά μονόπρακτα. Σκέφτομαι τό διήγημα «Ή έπίσκεψις», σελ. 32-37. Στό έργο τού Φ. Μ. σκηνές άσήμαντες άποχτοϋν νοήματα, στιγμές άσήμαντες άπό τήν πρα γματικότητα μάς τίς άναμεταδίδει μέ τέτοιο τρόπο πού νά ζωντανεύουν άνθρώπινες συμπερι φορές πού μέ τήν έπανάληψή τους γίνονται τρα γικές. Έ χω στό νοϋ «Τό ποτόν καί τό γλύκισμα», σελ. 89-91. Έ δώ πρέπει νά ύπενθυμίσω, νομίζω, δτι έχει γραφτεί πρίν είκοσι πέντε χρόνια, δπως καί τά περισσότερα άπό τά διηγήματά του. Ή ταν ή εποχή πού έγραψε τό ποίημά του «Τό τέρας»: «Τό τέρας έχει νύχια, τό τέρας έχει ούρά, τό τέ ρας (...) μά εγώ άγαπώ τό τέρας, τό τέρας, τό τέ ρας...». Τήν ίδια έποχή περίπου έγραφε ό Μ. Σαχτούρηςτό «Θηρίο». Τό «Τέρας» τού Φ. Μ. έγινε μεγάλη προσωπική επιτυχία τού Γ. Μαρίνου, με λοποιημένο άπό τόν Δασκαλόπουλο, τήν έποχή τού Νέου Κύματος στήν Πλάκα. Γυρίστηκε καί σέ δίσκο. Ή ταν ή πρώτη φορά πού μπήκε τό μαύρο χιούμορ στό έλαφρό τραγούδι. Λίγο άργότερα έγραφε «...άνοίγω τά πατώματα βρίσκω σαράντα πτώματα, άνοίγω τή βαλίτσα βρίσκω νεκρή τή ΛίΆ νοίγοντα ς τό βιβλίο του βρίσκεις ζωντανό τό Φαιδρό. Τό Φαιδρό πού άγαπούσε δσο κανένας τή ζωή καί ήξερε νά τή ζεϊ, γεμάτος μυστική αι σιοδοξία. Τό Φαιδρό πού λάτρευε τίς γυναίκες. Τό Φαιδρό πού έγραψε «Τό δεύτερο φύλο», τό διήγημα πού, κάνοντας μιά άντιστροφή, θεωρώ σάν τό πιό φεμινιστικό κείμενο. Θά ήθελα νά τό πώ ύβρεολόγιο παραινετικό. Είναι τόσο συντα ρακτικά σαρκαστικός, πού θά έκανε καί τήν πιό ανυποψίαστη γυναίκα νά νιώσει ταπεινωμένη, άγανακτισμένη άπό τό κείμενο αύτό, καί έπιτέλσυς νά κάνει κάτι, νά άντιδράσει, νά βρίσει, νά φωνάξει, νά άμυνθεί, νά επιτεθεί ίσως κάποτε επιτέλους. Α ύτό πάντα περιμένει ό συγγραφέας Φ. Μ. άπό μάς. Χτυπάει καμουτσκιές σέ δ,τι ιε ρότερο τήν έχουν πείσει δτι έχει μέσα της ή γυ ναίκα. ’Ανελέητος, δέν άφήνει τίποτα. Τή λέει άνόητη, γελοία, θρησκευόμενη, μέ τό μυαλό μόνο στό γάμο, δν πού δέν έχει θέση πουθενά, ούτε στόν Παράδεισο ούτε στήν Κόλαση. Κάνει ό Φ. Μ. δ,τι κάνουν δλοι οί άντιμιλιταριστές ειρηνιστές άς πούμε: γιά νά μάς άποτρέψουν άπό ένα πόλεμο, δείχνουν δσο γίνεται φρι χτότερα τόν ίδιο τόν πόλεμο. Αύτό πού έκανε ό Κιούμπρικ γιά τή βία μέ τό «Κουρδιστό Πορτο κάλι» ή ό Παζολίνι μέ τά «Σόδομα καί Γόμορα» στόν χώρο τού κινηματογράφου.
Φαιδρός Μπαολας Βρίζει λοιπόν ό Φ. Μ. καί περιμένει. Περιμένει νά διεκδικήσουμε τή θέση πού μάς άνήκει δχι στήν Κόλαση ή στόν Παράδεισο, άλλά «έδώ καί Στά δοκίμιά του έπαινεϊ μέ θέρμη νεοέλληνες λογοτέχνες δπως τήν Ε. Βλάμη, τόν Ν. Κάσδαγλη, τόν Α. Κοτζιά, τόν Μ. Καραγάτση. Τελείως άλλο κλίμα, σάν άπό άλλον άνθρωπο γραμμένη ή ποίηση τού Φ. Μ. Εύαισθησία, λυρι σμός, άγγιγμα θά έλεγες ρομαντισμού, πού τόσο στόν π εζό λόγο συστηματικά άποδιώχνει. Φρά σεις σάν «’Ατάραχη ευωδιά θαμμένης λύπης» στή σελίδα 16, σέ κάνουν νά διακρίνεις ψυχή έφηβου. Ή βροχή θεματικά επανέρχεται ολοένα, καθώς ή θάλασσα, τά άπογεύματα καί ό έρωτας γιά δλες τίς γυναίκες:
«...θαυμάζοντας πώς είναι δυνατό γυναικείο δέρμα νά ’ναι κι δχι αχνός ονείρου·» (σελ. 28). ’Α νήσυχος καί άνικανοποίητος άλλού γράφει:
«'Ό,τι αγγίζω δέν υπάρχειθανάσιμα ώραϊο δ,τι μοϋ λείπει.» “Ενα άπό τά τελευταία ποιήματά του είναι τό «Μιά γυναίκα»:
«"Ολη μέρα φορούσε τή ρόμπα της κ’ έκανε διάφορες δουλειές τού σπιτιού. "Ομως σάν ήρθε ό καιρός νά πεθάνει, προσευχήθηκε μέ θέρμη στό Θεό: Νά φορέσει άκόμη λίγο τή ρόμπα της, νά κάνει άκόμη λίγες δουλειές τού σπιτιού.» Ή μαστοριά τεχνίτη καλού φαίνεται δχι μόνο στήν επιλογή τών θεμάτων, άλλά καί στόν τρόπο πού χειρίζεται τή γλώσσα, στήν άνεση μέ τήν όποια περνά άπό τήν άπλή καθαρεύουσα στή δη μοτική καί μπλέκσντάς τις φτάνει στό δικό του προσωπικό ύφος γραψίματος. Ή έφευρετική δημιουργική φαντασία του τόν έκανε καινοτόμο στόν τρόπο έλέγχου τής κοινω νίας τού καιρού του, προκαλώντας τόν κλαυσίγελο. Τά διηγήματά του, εγκεφαλικά δομημένα,
55
μοιράζουν χή δόση γέλιου καί κλάματος τόση, δση άκριβώς τού χρειαζότανε γιά νά φτάσει στό στόχο του, πού ήταν νά έχει στό σύνολο τής δου λειάς του μιά ένότητα μορφής, ύφους καί περι εχομένου. Ό Φ. Μ. δμως κατάφερε μέ'τό έργο πού άφησε νά συνεχίσει ένα βαθύτερο στόχο του: νά λιγοστεύει τή μοναξιά μας. ΛΙΤΣΑ ΛΕΜΠΕΣΗ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
εκφραστής μιας γνήσιας ιδιοτυπίας ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΠΙΤΤΑ: Τό κίνημα των γνμνών κι άλλα διηγήματα. Πλέθρον, 'Αθήνα, mo. Σελ. 98. ΜΕΤΑ τό έργο «Τά τέρατα θά έρθουν» (1969, έξαντλημένο) καί τή «Μαγεία στό λόφο Μουσών» (1979), δ Τριαντάφυλλος Πίττας εμφανίζεται μέ μιά τρίτη συλλογή διηγημάτων, «Τό κίνημα των γυμνών» (1980), άφοϋ έντωμεταξύ δέν άφησε Ανεκμετάλλευτο ούτε τόν χώρο τής ποίησης («Γυ μναστική», 1973) ούτε αυτόν τής νουβέλας («Ή μετακόμιση», 1978). Δυστυχώς, οί περιστάσεις δέν μοϋ έπέτρεψαν μέχρι σήμερα νά άναφερθώ διεξοδικά στό προηγούμενο έργο τού Πίττα. "Όν τας υποχρεωμένος νά κινηθώ βασικά στά πλαίσια τής πρόσφατης δουλειάς του -ή , καλύτερα, τής δουλειάς του πού είδε πρόσφατα τό φώς τής δη μοσιότητας-, επιφυλάσσομαι νά έπανέλθω μέ τήν εύκαιρία μιάς νέας έκδοσης τών ιδιαίτερα σημαν τικών «Τεράτων». Τά πέντε διηγήματα πού άπαρτίζουν «Τό κί νημα τών γυμνών» καλύπτουν τό χρονικό φάσμα μιάς δεκαετίας (1971-1979). Τά τρία πρώτα συν δέει ένας ένιαΐος χαρακτήρας, ένώ τά δύο τελευ ταία -χω ρίς νά συνδέονται άμεσα μεταξύ τους διαφοροποιούνται. Πραγματικά, τό «Κίνημα τών γυμνών», ή «Μυστική συνάθροιση» καί τό «Γιά τήν ποίηση καί τό θάνατο τού Ά ν δ ρ έα Καλαμά» (γραμμένα, άντίστοιχα, τό 1973, τό 1971 καί τό 1972) μπορούν νά προσδιοριστούν σάν διηγή ματα δοκιμιακού χαρακτήρα: σ’ αύτά ενσωματώ νεται ένας θεωρητικός λόγος, άλλοτε μέσα άπό τό διάλογο, άλλοτε μέσα άπό τό μονόλογο κι άλλοτε μέσα άπό τήν ίδια τήν άφήγηση σέ τρίτο πρόσωπο. "Ηδη ό κίνδυνος ένός τέτοιου έγχειρήματος γίνεται φανερός: μήπως ό θεωρητικός λό
56
γος άνατρέψει τήν πλαστικότητα τού λογοτεχνή ματος μετατρέποντάς το σ’ ένα ψυχρό διανόημα; Τό τελικό άποτέλεσμα δέν άφήνει ενδοιασμούς. Ή επιτυχία είναι άναμφισβήτητη καί στηρίχτηκε, πρωταρχικά, στήν άπουσία κάθε έπιτήδευσης, στή διατήρηση τής άναγκαίας έλλειπτικότητας τού λόγου, μέ τρόπο δμως πού νά μήν τού στερεί τήν άμεσότητά του, καί στή ζωντάνια τής γλώσ σας: μιάς γλώσσας μέ πλατιά γκάμα άποχρώσεων πού περικλείνει άπό φιλοσοφικούς δρους μέχρι άγροτική δημοτική, στοιχεία άργκό ή έκφράσεις μέ έντονη σεξουαλική σημασιοδότηση. Ή «Μυστική συνάθροιση» δομείται πάνω στή συνομιλία ένός νέου (ίδεολόγου τής τεχνοκρατίας καί άρχηγοΰ μιάς οργάνωσης μέ δλοκληρωτικό χαρακτήρα) μ’ ένα γέρο φιλόσοφο (ούμανιστή πού ύποστηρίζει σάν κύριο αίτημά του τήν άποδέσμευση τής κρυμμένης δημιουργικότητας τού άνθρώπου): «Ή δημιουργικότητα δέν είναι χάρι σμα θεϊκό -δπ ω ς άποφαίνονταν ώς τώρα τά κα τεστημένα- άλλά δύναμη κρυμμένη στήν ψυχή τού καθενός μας. Κοιτάχτε τά παιδιά. "Οταν π αί ζουν, έκφράζουν αύθόρμητα τόν έσωτερικότερο έαυτό τους». Καί πιό πάνω: «Τό μαρξιστικό όνειρο νά καταργηθεϊ ή εκμετάλλευση άνθρώπου άπό άνθρωπο -τ ό εύγενέστερο όνειρο πού σή κωσε ό 19ος α ιώ νας- έχει ξεπεραστεί άπό τήν εποχή μας. "Οχι γιατί χάθηκε ή εκμετάλλευση άπό τόν πλανήτη -ίσ α ίσα έγινε πιό άπέραντη, πιό τρομαχτική. ’Αλλά γιατί οί έπιστημσνικές καί τε χνολογικές βάσεις τής παγκόσμιας κοινωνίας, στά πρωτοπόρα της τμήματα, είναι άλλες σήμερα, κι δ αιώνας μας, πιστός στόν έαυτό του, πρέπει νά διατυπώσει ένα πιό άπαιτητικό όνειρο: νά βγάλει τον άνθρωπο άπό τήν άλλοτρίωση τής εργασίας καί νά τόν τοποθετήσει στό πεδίο τής έλεύθερης δημιουργίας. ’Ονειρευόμαστε όχι πιά μιά κοινω νία έλεύθερων έργατών, άλλά μιά κοινωνία έλεύθερων δημιουργών. Ό χ ι μιά μειοψηφία μονάχα, άλλά τό σύνολο τών άνθρώπων θά είναι δη μιουργοί» (σελ. 62-63). Παρέθεσα ένα χαρακτηριστικό άπόσπασμα άπό τό διήγημα, γιά ν ά δείξω τήν άμεσότητά τού θεω ρητικού λόγου τού Πίττα. Ά λ λ ά καί γιά νά διευ κρινίσω δτι οί προσωπικές μου άντιρρήσέις έντοπίζονται άποκλειστικά στό χώρο τού ιδεολογικού περιεχομένου. Γιατί δ μαρξισμός -σ ά ν μέθοδος άνάλυσης κοινωνικών σχέσεων καί δχι σάν δο γματική, τρομοκρατική καί άφοριστική πρακτική μέ οίκονομίστικο χαρακτήρα- δέν άντιτίθεται μέ κανένα τρόπο στό όνειρο τής άπελευθέρωσης τής άνθρώπινης δημιουργικότητας· τό άντίθετο μά λιστα: άποτελεϊ τήν προϋπόθεση έκείνη γιά νά μήν καταλήξει ένα τέτοιο όνειρο καθαρή ουτοπία. Τό διήγημα «Τό κίνημα τών γυμνών» χαρακτη ρίζεται άπό τό συγγραφέα «άφήγημα πολιτικής φαντασίας». Είδος πού στηρίζεται σέ μιά πολι τική υπόθεση (έδώ: τήν ύπαρξη τού κινήματος τών γυμνών) βασισμένη σέ μιά συγκεκριμένη κοινωνικο-πολιτική συγκυρία (τά τελευταία χρόνια τής δικτατορίας), ή πολιτική φαντασία χρησιμο ποιήθηκε ελάχιστα στή νεοελληνική πεζογραφία.
Τριαντάφυλλος Πίττας Ό Πίττας δείχνει νά κινείται άνετα στά πλαίσια τοϋ είδους, συνδυάζοντας τήν άφήγηση σέ τρίτο πρόσωπο μέ μιά έκτενή δμιλία τοϋ βασικού εκ πρόσωπου τοϋ κινήματος, Ά ν δ ρ έα Καλαμά, μπροστά σ’ ένα πυκνό φοιτητικό άκροατήριο. Νά όρισμένα στοιχεία τής ταυτότητας τοϋ κι νήματος τών γυμνών, έτσι δπως προσδιορίζονται στήν δμιλία τοϋ Καλαμά: «Είμαστε τό κίνημα τών νέων πού βγήκε μές άπό τήν πιό βαθιά άνταρσία άντίκρυ σέ μιά κοινωνία δπως τήν έφτιαξαν οί γέροι μας, οί πρόγονοί τους καί οί ξένοι» (σελ. 32). «Κι έτσι δέν έχουν άδικο δσοι (...) βρίσκουν πώς τό κίνημά μας είναι περισσότερο κίνημα ερωτικό, θά έλεγα υπερβατικό, παρά πολιτικό. Φτάνει νά παίρνουν τό νόημα τοϋ έρωτικοϋ μέ κάποια εύρυχωρία γιά νά περιλαμβάνει δχι μο νάχα τήν όριστική χειραφέτηση τοϋ πολύτροπου σεξουαλικού βίου, άλλά καί τό άπλωμα τής άγάπης μέσα στήν ψυχή, μιας νέας μεταχριστιανικής άγάπης πού έγκολπώνεται καθετί πού ζεϊ καί άναπνέει άπάνω στή γή» (σελ. 33). «Δέν καταρ γούμε τήν εργασία, άλλά μεταφέρουμε τό κύριο βάρος άπό τή μηχανικότητα στή δημιουργικό τητα, άπό τόν σωματικό αυτοματισμό στήν πνευ ματική συμμετοχή» (σελ. 36). «Τό πρόγραμμα γιά τήν έλληνική άνάπτυξη δέ θέλουμε νά πάρει ώς μοντέλο μιά καταναλωτική κοινωνία δυτικού ή άνατολικοϋ τύπου. Γιά μάς ό έλληνισμός, πού έμ φυτα κατευθύνει τή σκέψη μας, είναι έννοια σύ στοιχη πρός τήν έλευθερία καί τήν πνευματικό τητα» (σελ. 37). Κι εδώ, βέβαια, θά μπορούσαν νά διατυπωθούν άντιρρήσεις γιά τό ιδεολογικό περιεχόμενο, όσον άφορά τό έφαρμόσιμο τών δηλώσεων τού Κα λαμά. Ά λ λ ά πέρα ά π ’ αύτές τίς άντιρρήσεις -κ ι αύτό είναι, ίσως, τό σημαντικότερο-, ό Πίττας άποδεικνύεται ένας συγγραφέας πού, συλλαμβάνοντας καίρια αιτήματα τοϋ καιρού του (τή συνειδητοποίηση τής εθνικής μας ιδιαιτερότητας, τήν
άναγκαιάτητα νά άντισταθούμε ενάντια σέ κάθε είδους άλλοτρίωση ή νά διαμορφώσουμε ένα νέο τρόπο ζωής άντίθετο στόν κυρίαρχο μικροαστι σμό), τά μετουσιώνει μέσα στά έργα του σέ εκ φράσεις μιάς γνήσιας ιδιοτυπίας. Αύτή τήν άναγωγή τού συλλογικού σέ άτομικό υπογραμμίζει καί δ Γιώργος Στεφανάκης, δταν χαρακτηρίζει μέ οξυδέρκεια τόν Πίττα σάν συγγραφέα μέ «δραμα προσωπικό». Ή διαμόρφωση ένός νέου τρόπου ζωής περνάει καί μέσα άπό τό χώρο τής τέχνης. Στό διήγημα «Γιά τήν ποίηση καί τό θάνατο τοϋ Ά ν δ ρ έα Κα λαμά» —πού παρουσιάζεται σάν «δοκίμιο πού δημοσιεύτηκε στή λογοτεχνική έπιθεώρηση “Οί φυσικοί” » - δ Πίττας δίνει σ’ ένα κίνημα λογοτε χνικό διαστάσεις γενικότερα πολιτιστικές οί όποιες, έπιδρώντας στό εποικοδόμημα, έπηρεάζουν τόν καθημερινό τρόπο ζωής. Κύριος έκπρόσωπος τού κινήματος είναι ό (γνωστός ήδη άπό τό «Κίνημα τών γυμνών») Ά ν δ ρ έα ς Καλαμάς. ’Εδώ τονίζονται οί άντιφάσεις άνάμεσα στήν προσωπική ζωή τοϋ Καλαμά καί τήν ιδεολογία πού άντανακλά τό δνομά του σάν σύμβολο τοϋ κινήματος. Τά δύο τελευταία διηγήματα -γραμμένα πρόσ φ α τα - φανερώνουν κυρίως τήν περιγραφική ικα νότητα τού Πίττα, άλλά καί τή συγκινησιακή δύ ναμη πού μπορούν νά έχουν τά κείμενά του. Στό «Σχολιάζοντας ένα νεανικό του διήγημα» -δπ ο υ στήν άφήγηση ένσωματώνεται δχι πιά ένας θεω ρητικός άλλά ένας λογοτεχνικός λόγος, μέ τή μορφή άποσπασμάτων άπό άλλα διηγήματα- ένας συγγραφέας έπιχειρεΐ μιά άναδρομή στό παρελ θόν του, γιά νά έντοπίσει στήν παιδική του ήλικία τά αίτια μιάς τραυματικής εμπειρίας πού θά τόν σημαδέψει σ’ δλη του τή ζωή: «Στά χρόνια τής παιδικής του ήλικίας, έκεΐ βρίσκεται ή μεγάλημεγάλη άποτυχία. Κι δλες οί άλλες καταστροφές πού άκολούθησαν δέν είταν παρά άπλές άναπαραγωγές αύτής τής πρωταρχικής άποτυχίας. (...) Ό νοΰς του πήγε καί στάθηκε στό παιχνίδι τών παιδικών του χρόνων, στά Ά νθρω πούδια του, πού πολλές φορές άρχισε νά τό παίζει, άλλά ποτέ δέν μπόρεσε νά τό άποσώσει» (σελ. 84). «Μέσα στά Ά νθρω πούδια του χαράχτηκε τό πρόσωπο τής κατοπινής του μοίρας. Ό νοϋς του άργότερα θά ’ταν άξιος νά σηκώνει μές άπό τήν ψυχή του ένα "Οραμα καί νά τό όδηγεϊ ώς τό κατώφλι κά ποιας πραγμάτωσης. Ά λ λ ά ξαφνικά, έκεΐ στήν παραμονή τής νίκης, ΰψωνόταν τό χέρι μέ τή σκούπα καί σκόρπαγε τά πάντα σέ συντρίμμια» (σελ. 89). Τό χέρι μέ τή σκούπα άνήκει σέ μιά καταπιεστική μητέρα, πού θά όδηγήσει τό συγγραφέα-παιδί «στήν έσχατη ταπείνωση». Στό διήγημα «Μιά άπλή έπίσκεψη» περιγράφεται ή έμπειρία ένός συγγραφέα τής πόλης πού περνάει λίγες μέρες σ’ ένα χωριό. Ή γνησιότητα τής παράδοσης χάνεται -ά λ λά ή παράδοση έχει πάντα θετική σημασιοδότηση; Πολλές φορές δέν χρησιμοποιείται γιά νά διαιωνίζει τίς πιό παρω χημένες καί άντιδραστικές άπόψεις; Ό συγγρα φέας φοβάται τό πλήθος -ά λ λά δχι άπό δποιαδή-
57
ποτέ διάθεση περιφρόνησης. Ά ποστρέφεται ορι σμένες συνήθειες καί δοξασίες -κ ι δμως δέν είναι μέ κανέναν τρόπο δ καλλιτέχνης ό έρμητικά κλει σμένος στό δικό του κόσμο, πού άδιαφορεϊ γιά τούς άλλους. ’Αντίθετα, προσπαθεί μάταια νά άποκαταστήσει μιά σχέση άνάμεσα στόν έαυτό του καί τόν περίγυρο: «Βλέπει καθαρά καί μέ κάποια άπογοήτευση πώς οί σχέσεις πού άναπτύχθηκαν άνάμεσά του καί στόν κόσμο τού τόπου αύτοϋ, σίγουρα δέν προκάλεσάν μέσα του δονή σεις άπό εκείνες πού στό ξετύλιγμά τους διαγρά ψουν σχήματα μυθικά. Τότε τί άπομένει γι’ αύτόν; Ίσω ς ή διάθεση γιά μιά απλή λογοτεχνική περιπέτεια. Νά σκύψει μπροστά σέ μιά λευκή σε λίδα καί νά προσπαθήσει νά μεταστοιχειώσει αύτό τό άτονο βίωμα σέ φράσεις» (σελ. 97). Είναι ολοφάνερο πώς πρόκειται γιά κάτι πολύ πιό σημαντικό άπό μιά «απλή έπίσκεψη». Σπά νια, σέ όχτώ σελίδες, έχουν άναλυθεϊ άντιφάσεις μέ τέτοια περιγραφική καί συγκινησιακή δεινό τητα. ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝ ΑΠΩΤΑΤΟΣ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
«πετριά στά λιμνασμένα νερά» ΚΑΤΕΡΙΝΑΣ ΠΛΑΣΣΑΡΑ: Ή τελευταία ’Ιθάκη. Διηγήματα. "Ελληνες Πεζογράφοι, άριθ. 13. Φιλιππότης, ’Α θήνα, 1980. Σελ. 104. «Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ’Ιθάκη» είναι τό δεύτερο σέ σειρά βιβλίο μέ διηγήματα τής Κατερίνας Πλασσαρά. Τό πρώτο ήταν ή «Μάγισσα» (Κέδρος, 1977, 21980). ’Εκτός δμως άπό τό διήγημα, ή συγγραφέας έχει θητεύσει μέ τήν ίδια επιτυχία στό μυθιστόρημα: «Πέτρινο καλοκαίρι» (Φέξης, 1965), «Μικρός ιδιωτικός φόνος» (Έ ρμείας, 1972), «Παρένθεση» (Κέδρος, 1976). Έ χει άσχοληθεί άκόμα μέ τή βιβλιογραφία τού Στρατή Τσίρκα, καί άπό τό 1978 έπιμελείται τή σειρά «Μαρτυρίες» στίς εκδόσεις «Πλέθρον». Ή «Τελευταία ’Ιθάκη» περιέχει έννιά διηγή ματα, πού άποτελούν δλα πολύκεντρες συνολικές θεωρήσεις τής ζωής. Χωρίς βαρύγδουπα θέματα καί «μοναδικά» γεγονότα, περνάνε άπό τίς σελί δες της οί περισσότεροι προβληματισμοί τής έποχής μας καί ή εικόνα της, όχι ξεκάρφωτη, άλλά γερά δεμένη στή χρονική κλωστή τής άλληλουχίας καί τής εξέλιξης καί διαθλασμένη πάνω άπό τήν τρύπα-καθρέφτη τής ΕΟΚ. Ή «Τελευταία ’Ιθάκη» εξάλλου είναι αυτή ή
5'8
Κατερίνα Πλασσαρά ένταξη στήν ΕΟΚ, δέν έχει άλλη. Κι δμως ούτε καί κεΐ υπάρχει ή λύση, «άλλου πονάμε». Μάς λείπουν τά θεμέλια, καί διαλέγουμε τά γύψινα καί τά μάρμαρα γιά τίς σκάλες. Τήν Πλασσαρά διακατέχει μιά άγωνία γιά τούτο τόν τόπο, πού τόν πάνε δπου θέλουν. Καί γιά τούς ανθρώπους του, πού οδηγούνται σ’ ένα χάος. Πού άρνιοΰνται τούς έαυτούς τους καί αγωνίζονται νά μοιάσουν κάπου. Τά άποτελέσματα δμως είναι άποκαρδιωτικά. Ή άφομοίωση είναι άδύνατη, δταν λείπει ή αυτογνωσία καί τό αυτοδύναμο. Καί φτάνουμε στήν άλλοτρίωση, πού τήν προκαλούν δυνάμεις εσωτερικές καί εξω τερικές, οπωσδήποτε δμως πέρα άπό μάς. Προσ παθεί μέ τά γραφτά της νά βάλει άπέναντί μας έναν καθρέφτη, μήπως τρομάξουμε καί προσπα θήσουμε ν ’ άλλάξουμε ή έστω, άπλά, νά προβλη ματιστούμε. Στό πρώτο διήγημα, μέ τίτλο «Αίτηση γιά τήι ένταξη στήν ΕΟΚ», ή συγγραφέας κινείται σέ δι πλό επίπεδο. Τό ένα, δεμένο μέ τό μεγάλο ξεση κωμό τού ’21 καί τήν άρχή τού αιώνα μας, μάς πάει στήν παράδοση καί τή ρίζα, τό άλλο, φρούτο τού έξευρωπαϊσμού μας, κινείται σέ κλίμα άνάλογο. Ή διπλή γραφή είναι ένα τέχνασμα γιά νά δείξει τό πέρασμα άπό τή μιά έποχή στήν άλλη, άπό τή μιά κατάσταση στήν έπόμενη, πού μάς τήν επιβάλανε, δέν ήρθε φυσικά καί εξελικτικά. 'Η διαφορά στό ύφος των δύο κομματιών, τεράστια καί ενδεικτική τής θαυμάσιας ικανότητας πού έχει ή Πλασσαρά νά υποδύεται ρόλους. Τό δεύτερο διήγημα, «Τρομοκρατική ένέργεια», λειτουργεί κυρίως συμβολικά. Αύτή ή καμπουρίτσα, ή Γεωργία, πού τής ορίσανε ώς έργο νά φυλάει ένα σκύλο καί πού συνέχεια έπαναλαμβάνει: «μωρέ άς μήν ήμουν μιά σταλιά ά ν θρωπος...», κρύβει μέσα της δλη τή δύναμη τής άντίστασης πού λείπει άπό τούς περισσότερους. Ό καθημερινός άνθρωπος άδυνατεϊ νά άντιδράσει σέ γεγονότα πού συμβαίνουν γύρω του καί τόν άφορούν. Τά πράγματα μάς ξεπερνάνε. Κι δμως ή καμπουρίτσα, μέ δλη τήν έλλειπτικότητα τής μορφής, τολμάει, στά μέτρα της βέβαια. Ή τρομοκρατική της ένέργεια (σκοτώνει τό
σκύλο πού τήν είχαν νά προσέχει) δεν έχει καμιά σημασία, μπορεί νά φαίνεται καί άστεία σάν γε γονός, δεν διορθώνει τίποτα, ούτε Αλλάξει, άπλώς ταρακουνάει γιά λίγο. Χρησιμοποιεί τό σκύλο σάν μέσο δπως κάποιος βάζει, άς πούμε, μιά βόμβα. Στίς «Διακοπές» φαίνεται ή άστικοποιημένη άντίδραση. Ή Ε Δ Α πού βολεύτηκε καί κάνει τίς άστικές διακοπές της στό Ξυλόκαστρο. Τό «Γούμενσλιμπ», τό ώραιότερο κατά τή γνώμη μου διήγημα τής συλλογής, είναι μιά άπό τίς ώριμες στιγμές τής νεότερης πεζογραφίας. Τό παίξιμο τού ύφους δείχνει δλη τή γλωσσική μα στοριά τής Πλασσαρά. "Αλλο είναι τό ύφος τού Σωτηράκη, τού μάγκα τού ύδραυλικοΰ μέ τή μη χανή, άλλο τής μικρής άπό τό Δερβένι, άλλο στή σελίδα άπό τό βιβλίο τής θείας. Στό «Ρεπορτάζ», πού θά μπορούσε νά ήταν καί μονόπρακτο θεατρικό έργο, περνάει ή άθλιότητα τής επαρχίας. Στό «Έ ξω άπό τά τείχη» έχουμε μιά άντιπαράθεση κοινωνιών. "Ενα χάος άνάμεσά τους. Μέσα άπό τά τείχη, τό Κολωνάκι, τόπος τών περισσότε ρων διηγημάτων τής συλλογής, έξω άπό τά τείχη, ό Πειραιάς. Στό «Μεγάλο κρεβάτι» καί στό «Σάν πρωτα γωνιστής» ή άνία καί τό Αχόρταστο, παρά τίς ποικίλες δραστηριότητες, σεξουαλικό ένστικτο. Ψάχνει ή Πλασσαρά γιά κάποιο ίχνος ελπίδας
στά νιάτα, θέλει νά τό πιστέψει μά δέ δείχνει νά πείθεται, ούτε καί έμάς πείθει. Στήν «Ά φετηρίά», τέλος, φαίνεται τό ξεκίνημα άπό τήν επαρχία, τό ρίζωμα στήν ’Αθήνα, ή άλλοίωση τής φυσιογνωμίας, ή στιγμή τής συνειδητοποίησης μέ τίς «καταλήψεις» καί ή ώρα πού στέκεται άντιμέτωπη σέ δλα, «Καί στόν Πατέρα καί στή Μάνα καί στήν "Αρρωστη (γιαγιά) ΚΑΙ στό Μάριο», ή στιγμή τής άποδέσμευσης. Ή Πλασσαρά λειτουργεί μέ εικόνες. Ή γραφή της είναι θεατρική. Ξέρει νά μεταμορφώνεται. Εί ναι αύτό πού λέμε γιά τούς καλούς ηθοποιούς «μπαίνει στό πετσί τού ρόλου». Τούς ήρωές της τούς ντύνει γλωσσικά. Σέ κάθε διήγημα άλλος θαρρείς πώς είναι δ συγγραφέας. Κάποιες φορές έχουμε άλλαγή γραφής μέσα στό ίδιο γραφτό («Αίτηση γιά τήν ένταξη στήν ΕΟΚ», «Γούμεν σλιμπ»). Δ έν μπορεί νά κρύψει τίς θεατρικές της καταβολές ή Πλασσαρά, άλλά καί δέ θέλει, π ι στεύω. Ή φράση της κοφτή καί δουλεμένη. Τό λεξιλό γιο βγαίνει άπό τήν καθημερινή χρήση τής γλώσ σας. "Ολα τά διηγήματα είναι χρονολογημένα. Ή «Τελευταία Ιθάκη» τής Κατερίνας Πλασ σαρά είναι άπό τά βιβλία έκείνα πού τά άρχίζεις καί τά τελειώνεις αύθημερόν. ΜΑΡΙΑ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ
τά βιβλία τής «γνώσης» ΛΙΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΝΤΙΓΝΩΣΗ ΤΑ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ
«Τό βιβλίο πού άποκαθιστά τήν λεηλατη μένη — άπό δικούς καί ξένους — ιστορική άλήθεια καί έθνική άξιοπρέπεια, τού Ε λ ληνικού λαού καί τού Ελληνόφωνου Πολι τισμού του» ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΝΩΣΗ», ΓΡΗΓ. ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ 26, ΙΛΙΣΙΑ, ΑΘΗΝΑ 621 ΤΗΛ. 7794879 59
ΘΕΑΤΡΟ
υπόδειγμα γιά πολύπλευρη μελέτη παραδοσιακού θεάτρου ΧΡΗΣΤΟΥ ΣΑΜΟΥΗΑΙΔΗ: Τό λαϊκό παραδο σιακό θέατρο τον Πόντου. Διδακτορική δια τριβή. Αθήνα, 1980. Σελ. 269. ΟΙ θησαυροί τοϋ παραδοσιακού μας πολιτισμού είναι τόσο άνεξάντλητοι που κι δταν άκόμα άρκεστούμε σέ τομείς περιορισμένους καί μάλιστα άνασκαμμένους σοβαρά, δπως λ.χ. τό λαϊκό θέα τρο τών «δρωμένων» (τελετών), τών Μωμόγερων ή τού Καραγκιόζη, θαμπωνόμαστε κάθε φορά πού μιά καινούρια «άνασκαφή» πλαταίνει τή γνώση μας. Υ π άρ χει όμως καί άλλος λόγος νά ευδαιμονούμε, δταν ξεφυλλίζουμε έλληνικές ερ γασίες πάνω στό θέμα αύτό, λ.χ. τού τύπου «Προαισθητικές μορφές θεάτρου» (1946) καί «Προϊστορία τού θεάτρου» (1974) τής Κατερίνας Κακούρη ή τόν «Διόνυσο» (1971) καί τίς άλλες σχετικές μελέτες τού Παναγή Λεκατσά: δτι σ’ αυτή τή γωνιά τής Μεσογείου, δπου τό παγκόσμιο θέατρο έκανε τά πρώτα του, άνεπανάληπτα, βή ματα, βρίσκουμε μέχρι σήμερα χειροπιαστές συν δέσεις μέ τίς πιό άρχαϊκές του πηγές. "Ενα άκόμα σοβαρό εργαλείο γιά τή δουλειά αύτή είναι καί τό πρόσφατο βιβλίο τού λογοτέχνη καί λαογράφου Χρ. Σαμουηλίδη. Διονυσιακά «δρώμενα», ή «τελετές», δπως τίς προτιμούμε, διασώθηκαν ώς τίς μέρες μας άρκετά, ιδιαίτερα στόν θρακομακεδσνικό χώρο. Έ γινα ν μερικές εργασίες σχετικά, δχι δσο άξιζε τό μοναδικό αύτό εύρημα 3.000 περίπου χρόνων, σέ ζωντανή επιβίωση. Ε κ τό ς άπό μία, τού μακα ρίτη Κ. Α. Ρωμαίου στίς «Λαϊκές λατρείες Θρά κης» (1944), πού σωστά τονίζει τήν παρωδιακή μορφή τών Μωμόγερων καί τούς συγκαταλέγει στήν πλατύτερη οικογένεια τών «λατρευτικών» δρώμενων. Μάλιστα προτιμάει τή γραφή Μομόεροι, μιά καί προέρχεται (δπως δέχεται καί δ Χρ. Σ., σελ. 130) δχι άπό τό άρχαϊο Μώμος, άλλά άπό τό ποντιακό μωμός = βλάκας. Τό πόσο λίγο πρόσεξαν δικοί μας καί ξένοι τή σημασία τού προαισθητικού, λαϊκού θεατρικού αύτού είδους, άποδείχνεται άπό τό δτι ή πρώτη γραφτή μαρτυ ρία γιά τήν ύπαρξή του εντοπίζεται μόλις στά 1927, ενώ στόν Πόντο παιζόταν τουλάχιστον άπό τά βυζαντινά χρόνια σέ πάνω άπό 55-60 παραλ λαγές. "Ετσι ή τιμή στό συγγραφέα γίνεται μεγα λύτερη, μιά πού πρόλαβε νά στήσει τό άντάξιο στή σημασία τους τρόπαιο ατούς Μωμόγερους.
60
Ό Κατής (δικαστής), μέ γούνα καί πανάκριβο κάλυμμα, πάμπλοντος άπό τίς δωροδοκίες τον φεουδάρχη Άλογά, τόν όποιο πάντα άθωώνει γιά τά έγκλήματά του (άπό τήν παράσταση τοϋ Κ.Ο.Π.Α. στήν Καλλιθέα, 'Αθήνα 5-1-75) Είθε ν ’ άξιώνονταν καί τά επίλοιπα λαϊκά μας δρώμενα παρόμοια τύχη καί νά μπορούσαν οί σπουδαστές καί οί θιασώτες τής θεατρικής τέχνης νά δοΰν χεροπιαστά (κι δχι άερολογικά) τίς πανάρχαιες κι άνθεκτικές ρίζες αύτής τής τέχνης. Τί είναι οί Μωμόγεροι, λοιπόν, δπως μονολε κτικά ονομάζεται τό λαϊκό παραδοσιακό θέατρο τού Πόντου; Τήν παραμονή τής Πρωτοχρονιάς, άφοΰ τά παιδιά τραγουδήσουν τά κάλαντα, μπαί νουν στό σπίτι μεταμφιεσμένοι κωμικά, καί δί νουν τήν παράστασή τους, αύτοσχεδιαστικά ή πάνω σ’ ένα ύποτυπώδικο σενάριο -άνά λο γα μέ τήν παραλλαγή. Ή υπαίθρια έκτέλεσή τους δέν άποκλειόταν, άνάλογα μέ τίς συνθήκες. Ή ουσία τους είναι ενετηριακή, παναπεϊ καλοχρονίτικη, μέ τήν έννοια δτι μέ τήν τελετή αύτή (καί τίς παρόμοιές της) «ό άγροτικός λαός βοηθάει τή φύση νά διώξει τόν κακό χειμώνα καί νά φέρει μιάν άνοιξη πλούσια σέ τροφές καί σοδειά», δπως ΐιποστηρίζει ό Κ. Α. Ρωμαίος. Στό μεθοδικό βιβλίο τού Χρ. Σ. παρουσιάζον ται τά παρακάτω συστατικά τών Μωμόγερων, πού προέρχονται άπό τόν άρχαϊκό, εύετηριακό, μαγικό σκοπό τής τελετουργίας τους: Ό χρόνος τής παράστασης (δηλ. τό Δωδεκάμερο) συμπίπτει μέ τίς άρχαϊες λαϊκές διονυσια κές γιορτές. Ή σκευή τών μεταμφιεσμένων, μά σκες δερμάτινες, δορές τράγου, άλεποουρές, κέ ρατα, λαγοουρές κλπ., δμοιες μέ τίς διονυσιακές. Τά ζώα, τράγος, καμήλα, άρκούδα, γάιδαρος, άγριόγιδο, τό κουτάβι. Τά αισχρόλογα, δ χορός καί ή μουσική, οί Άσεμνες κινήσεις, τό συμβολικό όργωμα (ό άρχαϊος «ιερός άροτος», κατά τήν Κ. Κακούρη), ή νεκρανάσταση, ή εγκυα γυναίκα
κλπ. Δέν χρειάζεται καί τίποτε παραπάνω, γιά νά πείσει δ συγγραφέας ποιές είναι οί καταβολές τοΰ ποντιακού αυτού δρώμενου. Πού πρέπει νά τονίσουμε δτι είναι τό μοναδικό σ’ όλόκληρη τή Μικρασία, εκτός Ισως άπό μικροεξαιρέσεις... Παρατηρούμε δηλ. τό φαινόμενο δτι διατηρήθηκε μόνο στόν Πόντο τό έλληνικό λαϊκό θέατρο. Γιά τήν εξήγηση τού φαινομένου ό συγγραφέας δια τυπώνει τήν παρακάτω άποψη, πού τήν τεκμη ριώνει καί μέ τίς σχετικές άπόψεις τούρκων ερευ νητών, όπως τοΰ φημισμένου θεατρολόγου Metin And:
«Σέ περιοχές, εξάλλου, άνατολικότερες καί νο τιότερες τής Τραπεζούντας, καί τού Πόντου, 'όπου οί εξισλαμισμοί των χριστιανικών πληθυ σμών ήταν πιό εκτεταμένοι καί οί εκτουρκιομοί πιό ολοκληρωτικοί, τό έλληνικό λαϊκό παραδο σιακό θέατρο συνεχίστηκε άπό τούς Τούρκους καί ακολούθησε τή δική του εξέλιξη. Δέν υπάρχει αμφιβολία πώς οί δύο λαοί, οί όποιοι έζησαν κοντά-κοντά καί μαζί αιώνες ολό κληρους, θά δέχτηκαν καί θά έδωσαν πολιτιστικά στοιχεία. Ποιος δμως έδωσε πρώτος καί πόσο, καί ποιός πήρε καί πόσο, αυτό αποτελεί κάθε φορά τό πρόβλημα, όταν πρόκειται μάλιστα γιά λαϊκά δημιουργήματα. Πάντως, αν λάβει κανείς υπόψη του τόν τόπο, ό όποιος άνήκε πρώτα ατούς γηγενείς καί ατίς ελληνικές Αποικίες τού Ενξείνου Πόντου, μετά ατούς Βυζαντινούς °Έλληνες καί εξελληνισμένους κατοίκους τού Πόντου, καί τελευταία, μετά τό 1461 ατούς έπήλυόες Τούρ κους, θά δώσει τήν προτεραιότητα στόν έλληνικό πληθυσμό. Πρέπει, εξάλλου, νά σημειωθεί δτι οί Μωμόγεροι Ανήκουν σέ κατηγορία δρώμενων πού χαρακτηρίζουν λαούς εγκατεστημένους γεωργικά -κάτι πού δέν ήταν άρχικά οί Τούρκοι. ’Επίσης δέν πρέπει νά ξεχνάμε δτι οί μουσουλμάνοι, γιά λόγους θρησκευτικούς, άπέφευγαν κάθε εϊόορς Απεικόνιση προσώπων, ακόμα καί σκηνική » (σελ. 158). Στήν παραπάνω διατύπωση τοΰ Χρ. Σ. χρειά ζονται δυό παρατηρήσεις: 1. Γιατί αύτοί οί εξισλαμισμοί έβλαψαν μόνο τά δρώμενα, καί μάλιστα μόνο στή Μικρασία (άφήνοντας άπείραχτα δεκάδες παρόμοια σ’ δλη τή Θράκη καί Μ ακεδονία), καί δέν εξαφάνισαν
ΒΙΒΛΙΑ· ΒΙΒΛΙΑ· ΒΙΒΛΙΑ
άλλες παρόμοιες τελετές, «δημόσιες» σέ μεγάλο βαθμό καί σέ πανελλήνια (γιά νά μήν πούμε παμ βαλκανική) κλίμακα· δπως λ.χ. τίς τελετές τοΰ γάμου, τά πολύτροπα πανηγύρια, τίς τελετές τών Ά πόκρεω καί άλλα πολλά. 2. Γιατί δέν επεκτείνει τίς δυό τελευταίες του προτάσεις καί στόν Καραγκιόζη μας, πού άπό χρόνια υποστηρίζω δτι, γιά τούς ίδιους καί άλ λους λόγους, δέν ήταν δυνατό νά είναι στήν καταγωγή του τουρκικός, παρά μικρασιατικός («Καραγκιόζης ό Πρόσφυγας», 1977). Παράλειψα προηγούμενα, στήν άπαρίθμηση τών συστατικών τών Μωμόγερων, τό κεφάλαιο «Ή Νύφη καί δ Γάμος». Χρειάζονται δυό λόγια περισσότερα γ ι’ αυτό τό σπουδαίο μέρος τής πον τιακής έθνογραφίας, έτσι σάν έλάχιστη άναπλήρωση γιά τήν παράλειψη κάθε σχετισμοΰ τών Μωμόγερων μέ τή γυναικοκρατική προϊστορία τού Πόντου. Γράφει σχετικά ό Χρ. Σ.: «Τό πρόσωπο τής Νύφης δέ λείπει παρά μόνο σέ 6 άπό τίς 55 παραλλαγές. Συμβολίζει τά πνεύμα τής βλάστησης, τής γονιμότητας τής γής καί είναι άπό τά πιθανότερα άρχαϊκά κατά7 λοιπά» (σελ. 115). «’Αλλά καί ή άρπαγή τής Ν ύ φης φαίνεται άρχαιότατο κατάλοιπο, στοιχείο τού έποχικού βλαστικοΰ δράματος» (σελ. 116). Θά συμφωνούσαμε άπόλυτα, άν βλέπαμε κα( τήν επεξήγηση, τήν αυθόρμητη μετά τίς μαρτυρίες αυτές, γιά τό πρόσωπο πού ύπηρετεΐ αύτό τό πνεύμα τής βλάστησης ή τό βλαστικό δράμα: εΙ<ναι ή Γυναίκα, ή Πόντια Νύφε, ή άλλοτε πανί ι σχυρή ’Α μαζόνα τού Πόντου, πού σήμερα τήν άρπάζουν ή τήν άγοράζουν στήν πλούσια άνδρο} κρατική (πιά) λαογραφία τής πατρίδας του. Μέ δλ,α αύτά, τά σύντομα δυστυχώς, θέλω νά τονίσω πόσα πλούσια έρεθίσματα, πόση καρπο|φόρα γνώση καί τί πόρτες άνοίγει τό υποδειγμα τικό βιβλίο τού Χρ. Σαμουηλίδη. Πού, τουλάχι στον οί άνθρωποι γύρω στό θέατρό μας, πρέπέι νά προσέξουν καί νά άξιοποιήσουν. Δίνοντας στόν εαυτό τους πλούσια γεύση τής λαογραφικής γνώσης, πάνω σέ συγκεκριμένα, καταξιωμένα πειδία, κι δχι, έπαναλαμβάνω, στά Εδεοκρατικά, υπερβατικά σύννεφα τής νεοελληνικής άσημαντοι-
Όλων των εκδοτικών οί κων στέλνονται με «αντικατα βολή» στην Ελλάδα και στο Ε ξωτερικό. Απαραίτητο στις παραγγελίες-σας να αναφέρεται ο τίτλος του βιβλίου και ο εκδοτικός οίκος. Η τιμή κά θε βιβλίου είναι αυτή που κα θορίζουν οι εκδοτικοί οίκοι. Η επιβάρυνση στα έξοδα απο στολής είναι μόνο 65 δραχμ. κατά παραγγελία. Γράψτεμας ή τηλεφωνήστε-μας.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΡΒΑΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ 8 - ΑΘΗΝΑ 122 ΤΗΛ. 32.29.303 (6-8 μ.μ.)
Χαρειτε τον τοπο μας
Ταξιδεψτε φέτος στην Ελλαδα Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού Α μερικής 2 Αθήνα τηλ. 3223111 62
παράρτημα Στίς σελίδες τοϋ «Παραρτήματος» σχολιάζονται δσα ένδιαφέροντα βιβλία δέν παρουσιά ζονται στην «’Επιλογή». Τά βιβλία επιλέγει ή Σύνταξη τοϋ περιοδικού. Γράφουν οι Κώστας Καλημέρης, 'Ελένη Κοροντζή, Χαρά Λουκάκου, Γλύκα Μαρκοπουλιώτου, Βασίλης Παπαβασιλείου καί Κατερίνα Ρούφου.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Ή αισθητική κοινωνία ΤΟ «αισθητικό δοκίμιο» τοϋ Ε. Ν. Πλατή «Ή αι σθητική κοινωνία» κυκλοφόρησε σέ 6' έκδοση (σελ. 164). Στήν εισαγωγή δ συγγραφέας γράφει: «Τό θέμα τοϋ βιβλίου αϋτοΰ είναι, δπως δηλώνε ται καί στόν τίτλο, ή αισθητική κοινωνία: ή κοι νωνία μέ τό καλλιτέχνημα ώς καλλιτέχνημα κα θαρά. Οί έρευνες μας ώστόσο στό ειδικό αϋτό θέμα χρειάστηκε νά θεμελιωθούν καί σέ μερικά άπό τά συμπεράσματα ένός ευρύτερου κύκλου αισθητικών έρευνών μας, πού έλπίζουμε δτι θά μπορέσουμε νά τούς δώσουμε κάποτε άντικειμενικήν υπόσταση φιλοσοφική. Βασική θέση μας εί ναι δτι αυτό πού λέγεται αισθητική εμπειρία δια φέρει ουσιαστικά άπό τήν κοινή εμπειρία -δπ ω ς, μ’ έναν άνάλογο σχετικά τρόπο διαφέρει καί ή λεγάμενη μυστική εμπειρία. Γιά τούτο θ’ άποφύγουμε αυτόν τάν δρο καί θά μιλούμε γιά αισθη τική βίωση -δπ ω ς ενδεχομένως καί γιά μυστική
βίωση».
κτρονικές μέθοδοι πειραματισμού. Στά τέλη τού 1969 ή ’Αμερικανική Ε τα ιρ εία γιά τήν Πρόοδο τής Επιστήμης δέχτηκε στούς κόλπους της τήν παραψυχολογία σάν ισότιμη μέ τίς άλλες επιστή μες καί άπό τότε ή ψυχική έρευνα άναπτύχθηκε στίς περισσότερες πολιτισμένες χώρες, γράφει ό εκδότης τού βιβλίου τού John Randall, «Παραψυ χολογία καί ή φύση τής ζωής» (Σύμπαν, σελ. 411). Τώρα, τό άν ή παραψυχολογία είναι ή δχι ισό τιμη μέ τίς άλλες έπιστήμες καί τό πόσο άναπτύ χθηκε στίς περισσότερες πολιτισμένες χώρες, ξε περνάει χωρίς άμφιβολία τά δρια μιάς σύντομης παρουσίασης. ’Εκείνο δμως πού θά μπορούσαμε νά πούμε άνεπιφύλακτα είναι δτι δ John Randall, πού χρόνια τώρα διεξάγει έρευνες καί πειράματα στήν παραψυχολογία καί δημοσιεύει μελέτες στό περιοδικό «Journal» τής Ε τα ιρ εία ς Ψυχικών Έ ρευνών, προσφέρει στούς θιασώτες τού είδους τόσο μιά «ελεύθερη θεώρηση γύρω άπό τή φύση τών πραγμάτων» δσο καί «έπιστημονικά τεκμη ριωμένες Επιτεύξεις τής παραψυχολογίας». "Οσο γιά τούς άμύητους, αύτοί, έξω άπό κά ποιο -«εξω τικό»- ενδιαφέρον πού παρουσιάζουν τέτοια βιβλία, βρίσκονται μπροστά σ’ ένα μυστη ριώδες πάντρεμα επιστήμης καί μεταφυσικής. Γ. Μ.
Τό άπόσπασμα αύτό μάς φαίνεται χαρακτηρι στικό: σηματοδοτεί τό κλίμα καί τό ύφος τής προβληματικής πού διαπερνά δλόκληρο τό βι βλίο. Β. Π.
ΠΑΡΑΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
Παραψυχολογία καί ή φύση τής ζωής Η ΠΑΡΑΨΥΧΟΛΟΓΙΑ, ή κάποτε περιφρσνημένη επιστήμη, έκανε μεγάλες προόδους άπό τό 1968 καί δώθε, δταν άρχισαν νά είσάγονται ήλε-
ΚΟΙΝΩΝΙΟΑΟΓΙΑ
Σημειωτική καί κοινωνία ΚΑΙ νά πού τόν Ίούνη τού ’79 όργανώθηκε στή Θεσσαλονίκη τό πρώτο συνέδριο άπό τήν Ε λ λη νική Σημειωτική Ε ταιρεία, μέ στόχο του τή διερεύνηση τής συμβολής τής σημειωτικής στούς χώ ρους τής ανθρωπολογίας, τού χώρου, τής τέχνης, τών mass media καί τής λογοτεχνίας. Ή μαγική λέξη «σημείο» πού κυριάρχησε -ά τ υ π α - στήν προηγούμενη πενταετία, στούς κόλπους κάποιας λιγότερο ή περισσότερο ένήμερης μερίδας έλλήνων διανοουμένων, άποκτά έπιτέλους καί στή
63
χώρα μας κάποιο πιό σταθερό επιστημονικό υπό βαθρο. Ή συγκεκριμένη έκδοση (Ό δυσσέας, σελ. 272) έχει σάν τίτλο της «Σημειωτική καί κοινωνία» καί περιλαμβάνει τίς έπεξεργασμένες άνακοινώσεις που παρουσιάστηκαν άπό διαφορετικές έπιστημονικές κατευθύνσεις στά πλαίσια τοϋ συνεδρίου, μέ στόχο τη διερεύνηση των σχέσεων τής σημειω τικής μέ τό κοινωνικό γίγνεσθαι. Γιά μάς ή χρη σιμότητα ένός τέτοιου βιβλίου είναι άναμφισβήτητη. Πρώτα γιατί όριοθετεΐ μέ περιληπτική σα φήνεια τίς ύφιστάμενες γνώσεις γύρω άπό τό «σημειωτικό έργαλεϊο». “Υστερα γιατί δίνει νύξεις-άφορμές γιά τίς πιθανές έφαρμογές του σέ επάλληλους τομείς έρευνας πού όλοι τους έχουν σχέση μέ τόν άνθρωπο σάν κοινωνικό όν καί τήν ικανότητά του νά επιβιώνει επικοινωνώντας καί έπιβεβαιώνοντας τήν κοινωνική του ένταξη. Κι άκόμα γιατί (έπιτέλους) υιοθετεί μιά εύληπτη καί λογική σειρά νέων έλληνικών σημειωτικών όρων γλιτώνσντάς μας άπό τήν άσάφεια τών άντίστοιχων πρωτοεμπειρικών μεταφράσεων (τού τύπου τής «καταδήλωσης Φ συμπαραδήλωσης»). Λίγα λόγια γιά τή σημειωτική σάν έπιστήμη τώρα. Είναι ή επιστημονική περιοχή πού μελετά τά συστήματα τών σημείων, τών στοιχείων δη λαδή πού είναι φορείς νοήματος. Τέτοια συστή ματα σημασίας πού παράγουν «κείμενα άναγνώσιμα», ικανά νά όδηγοϋν σέ «άμοιβαϊες έπικοινωνιακές σχέσεις» τά άτομα όποιασδήποτε κοι νωνικής όμάδας (μέ δλους τούς δυνατούς συν δυασμούς), είναι, έξω άπό τά τυπικά καί γνωστά (γλώσσες, κώδικες άλλων μορφών κλπ.), καί όλα τά υπόλοιπα συστήματα πού ορίζουν συγκεκριμέ νες κοινωνικές πρακτικές δπως: οΐ χειρονομίες, ή συμπεριφορά, τό ντύσιμο, οί τελετουργίες, δ χο ρός, ή τέχνη, τά άντικείμενα, ό δομημένος χώρος κλπ. Σ’ αύτά τά πλαίσια ή χρησιμότητα τής ύπαρ ξης ένός σαφούς δομημένου μεθοδολογικού εργα λείου άνάλυσης τών εκδηλώσεων σημείων τής κοινωνικής πραγματικότητας είναι, νομίζουμε, αυταπόδεικτη. Γ. Μ.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Λέχ Βαλέσα στάτωσαν καί άναστατώνουν τή χώρα αύτή. Μιά ιστορική παρουσίαση καί κριτική άνάλυση τών άγώνων αύτών τής δεκαετίας πού πέρασε άποτελεί τό βιβλίο «Ή πάλη τών τάξεων στήν Πολωνία 1970-1980» (Ε λεύθερος Τύπος, σελ. 256). Τό βιβλίο περιλαμβάνει τρία μέρη: α) τό κεί μενο «Καπιταλισμός καί πάλη τών τάξεων στήν Πολωνία, 1970-71», πού είναι άποτέλεσμα συλ λογικής δουλειάς τής γαλλικής όμάδας I.C.O. (Εργατικές Πληροφορίες καί ’Αλληλογραφία), β) τήν μπροσούρα τού ’Ανρί Σιμόν «Ή 25η ’Ιουνίου 1976 στήν Πολωνία» καί γ) τό «Χρονικό τοϋ κι νήματος τοϋ 1980» πού συντάχτηκε ά πό τόν Θέμη Μιχαήλ, μεταφραστή καί τών δυό πρώτων μερών. Τό χρονικό αύτό καλύπτει τό άπεργιακό κίνημα τού ’Ιουλίου καί Αύγούστου καθώς καί τίς κατο πινές εξελίξεις μέχρι τίς άρχές Νοεμβρίου τού 1980. Στό τέλος τοϋ βιβλίου υπάρχει ένα πλήθος ση μειώσεων καί σχολίων, καθώς καί τά πλήρη στοι χεία τών άποσπασμάτων άπό έφημερίδες καί περιοδικά πού περιέχονται στά κείμενα. Παρά τίς δποιες άντιρρήσεις πού σίγουρα θά έχουν πάρα πολλοί άναγνώστες στό ιδεολογικό καί μεθοδολογικό έπίπεδο, τό βιβλίο αύτό άπό τήν καθαρά ιστορική του πλευρά παρουσιάζει μιά συγκροτημένη διαχρονική εικόνα τοϋ πολω νικού ζητήματος. Γ. Μ.
Ή πάλη τών τάξεων στην Πολωνία ΔΕ Ν είναι ή πρώτη φορά πού οί κινητοποιήσεις τών έργατών στήν Πολωνία βρίσκονται στό επί κεντρο τής πληροφόρησης. Κατά τήν τελευταία δεκαετία μιά σειρά τέτοιων γεγονότων άπό μικρές άπεργίες μέχρι αιματηρές έξεγέρσεις, άπό άσήμαντες μέχρι σημαντικές πολιτικές άλλαγές, άνα-
64
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ
Γενική παιδαγωγική θεωρία ΜΙΑ σειρά παραδόσεων πού δόθηκαν άπό τή συγγραφέα στή Σχολή Έπιμορφώσεως Λειτουρ γών Μέσης Έκπαιδεύσεως (ΣΕΛΜΕ) κατά τά έτη 1977-81 άποτελούν στό μεταλύτερό του μέρος τό βιβλιαράκι τής Σοφίας Μ. Γεδεών «Γενική π αι δαγωγική θεωρία» (σελ. 139). Τά κείμενα τών παραδόσεων άναθεωρήθηκαν σέ όρισμένα έπιμέρους σημεία ή άναπτύχθηκαν καί άναδιατυπώθηκαν κομμάτια τους, γιά τά όποια ή διδακτική πείρα είχε δείξει αυτή τήν άνάγκη. Προστέθηκε επίσης κι ένα έπιπλέον κεφάλαιο. «Ή δημοσίευση τής Γενικής Παιδαγωγικής Θεωρίας άρχίζει άπό τό μέρος της πού επιγράφε ται Τελολογία. Προτάχθηκε, επειδή καλύπτει άμεσες άνάγκες τής επιμόρφωσης στήν πράξη καί επειδή τό περιεχόμενό του ενδιαφέρει πολύ πιό άμεσα δσους άσχολοϋνται μέ τήν πράξη τής σχο λικής παιδείας, ά π’ δτι ή Επιστημολογία τής Παιδείας πού θά έπρεπε κανονικά νά προηγηθεϊ, ώς δ εισαγωγικός λόγος στήν επώνυμη επιστήμη», γράφει ή Σ. Γεδεών. Σ’ άλλο σημείο: «Ή Τελολογία άπό τή λέξη τέ λος καί πού σημαίνει στήν άρχαία γλώσσα καί σκοπός, έξετάζει τό πρόβλημα τού σκοπού τής παιδείας. Πρόβλημα καίριο καί θεμελιακό γιά τήν δλη διαμόρφωση τής πράξης της». Συμπληρωματικά πρός τή διερεύνηση τού σκο πού, ή συγγραφέας διαγράφει τίς περιοχές καί τά μέσα πού διαθέτει τό σχολείο γιά τήν πραγμά τωσή του καί καθορίζει έπίσης τίς βασικές άρχές πού δδηγούν σ’ αύτήν. Πρόκειται, άναμφίβολα, γιά ένα βιβλιαράκι πού άπευθύνεται σ’ έκείνους πού μέ τόν ένα ή τόν άλλο τρόπο άσχολούνται μέ τήν παιδεία. Νομί ζουμε δμως δτι θά μπορούσε κάλλιστα νά διαβα στεί άπό τόν καθένα, καί μόνο γιά τά σωστά του έλληνικά. Γ. Μ.
ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ
Ευτράπελες διηγήσεις ΔΕ νομίζω νά χρειάζονται ιδιαίτερες έξηγήσεις γιά τό ρόλο τού γέλιου στή ζωή μας. Τό «άστεΐο» εισχωρεί άκόμα καί σέ τραγικές καταστάσεις ή
άλλοτε τό σοβαρό μετατρέπεται σέ άστεΐο, άνάλογα μέ τίς συνθήκες καί τό σκοπό. Τά κωμικά άνέκδοτα καί οί ιστορίες τού λαού έχουν έκτος τών άλλων καί τήν πρόθεση νά διδάξουν ή νά σωφρονίσουν. Ό Μ. Γ. Μερακλής στό έργο του «Εύτράπελες διηγήσεις - Τό κοινωνικό τους περιεχόμενο» (Ε σ τία , σελ. 122) επιχειρεί μιά μελέτη αύτής τής τόσο άξιόλογης πλευράς τού λαϊκού πολιτισμού. Ή κουταμάρα τών άνθρώπων, ή συζυγική άπιστία, ή ύπερβολική καί γελοία άπαισιοδοξία, οί σχέσεις νύφης καί πεθεράς, ή ερωτική δρεξη τών γέρων, ή άγραμματοσύνη τών παπάδων, ό τυχο διωκτισμός καί ή πονηριά τού φτωχού πού στό τέλος τά καταφέρνει, είναι μερικά άπό τά θέματα πού εξάπτουν τήν ευτράπελη διάθεση τού λαού καί δίνουν άφορμή γιά κωμικές διηγήσεις. Οί περισσότερες ξεπερνούν κατά πολύ τό ρεαλισμό, δείχνοντας μιά παιδιάστικη ή σουρρεαλιστική φαντασία μέ έντονο τό στοιχείο τού γκροτέσκου. Κι ίσως εκεί άκριβώς νά βασίζεται ή παράξενη, παραμυθένια γοητεία πού άσκούν πάνω μας αύτές οί διηγήσεις, πού συνήθως προχωρούν πολύ βαθιά στό χρόνο ή είναι κοινές σέ πολλούς λαούς. "Ισως αύτό νά έξηγεί τήν άπήχησή τους άκόμα καί σήμερα, μιά καί τά βασικά στοιχεία πού διασκεδά ζουν τόν άνθρωπο μένουν άναλλοίωτα, δπως άλ λωστε στό βάθος κι ό ίδιος ό άνθρωπος. Ε. Κ.
ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ
Τά νομίσματα τής νεότερης Ε λλάδας ΠΟΛΥ ένδιαφέρον τό βιβλίο «Τά νομίσματα τής νεώτερης Ε λ λά δα ς 1828-1979» τού ’Αναστασίου Τζαμαλή (Νούμμιο, σελ. 255). Ό Λ. Τζαμαλής έξετάζει τό νόμισμα σάν μέσο γιά νά άντιληφθεϊ δ άναγνώστης τήν ιστορική, καλλιτεχνική καί οίκονομική-τεχνική άτμόσφαιρα τής περιόδου. Έ τσι, δέν πρόκειται γιά βιβλίο πού ένδιαφέρει στενά τούς συλλέκτες, άλλά γιά μελέτη σημαντική γιά πολλούς λόγους. Τό βιβλίο άρχίζει μέ εύρετήριο νομισματικών δρων καί περνά στήν ιστορία τού νομίσματος «άπ’ τίς χαραυγές τού πολιτισμού μέχρι τήν άλωση τής Κωνσταντινουπόλεως». Ό συγγρα φέας άναφέρεται στίς νομισματικές συνθήκες πού επικρατούσαν στήν Τουρκοκρατία καί τή σημα σία πού έδιναν οί έπαναστατημένοι Έ λληνες στήν άπόκτηση δικού τους νομίσματος. Τό σύντομο ιστορικό διάγραμμα περιόδου καί νομισματικών στοιχείων, ό κατάλογος μέ τήν ονομαστική άξία, τό έτος κοπής, τό νομισματοκοπείο, ό χαράκτης καί άλλα στοιχεία, βοηθούν στή συγκριτική
65
ερευνά καί στή συνολική τοποθέτηση τοϋ θέμα τος. 'Υπάρχει επίσης εύρετήριο κυρίων ονομάτων καί βιβλιογραφία γιά τήν άρχαία, ρωμαϊκή, βυ ζαντινή καί νεοελληνική νομισματική. Στό τρίτο μέρος τοϋ βιβλίου ύπάρχει άφιέρωμα στά νομί σματα τής Κρητικής Πολιτείας καί τής Κυπρια κής Δημοκρατίας. Συνολικά, άπεικονίζονται περί τά 500 νομίσματα, δίνονται 21 σχετικές εικόνες, 10 χάρτες καί πλήθος πίνακες νομισματικών περιόδων. "Ενα άπό τά σημαντικά στοιχεία τής δουλειάς τοϋ Α. Τζαμαλή είναι ή καλοδουλεμένη γλώσσα ποϋ χρησιμοποιεί, πολύ θετικό στοιχείο γιά τήν καλή άνάγνωση τέτοιου βιβλίου. Κ. Κ.
ΧΙΟΥΜΟΡ
Ό κόσμος σέ σκίτσα
ρίς λόγια. ’Ανίατη περίπτωση δ γάμος. Τουλάχι στον σήμερα. Είδατε; Μιλάμε γιά τίς γελοιογρα φίες τού Ά ντώ νη Καλαμάρα «Βίοι άνθόσπαρτοι» (Καστανιώτης) καί, παράδοξα, μιλάμε σοβαρά. "Ισως γιατί δέν είδαμε άκόμη τή γυναίκα πού παίζει τυφλόμυγα στό σούπερ μάρκετ, νά περπα τάει μ’ άπλωμένα χέρια στό λαβύρινθο τών παρα ταγμένων προϊόντων καί νά βρίσκει, μέ κλειστά μάτια καί μύτη λαγωνικού, τό φετίχ πού «τής έχουν βάλει στό μάτι»! Πού νά δείτε καί τό χαμό γελο τής έπιτυχίας της! Στόχος τού Καλαμάρα όλος ό Ή σαία χόρευε γύρω άπ’ τόν γάμο. Τό θύμα κι ή μέγαιρα ή γυ ναίκα κι δ πετυχημένος, δλοι ιδωμένοι μέ άγάπη, κατανόηση πού άλλοτε γέρνει πρός τή μιά κι άλ λοτε πρός τήν άλλη. ’Ακόμη καί λίγη κακία γιά νά βγούν τ’ άπωθημένα. Γελάς μέ τήν καρδιά σου, μόνο πού κάπου κάπου παγώνει τό γέλιο. Γελοιογραφώντας τήν πραγματικότητα δέ σημαίνει κα λαμπούρι. 'Υ πάρχουν καταστάσεις πού μόνο δταν τραβηχτούν στήν υπερβολή άντιλαμβάνεσαι τή διάστασή τους- καταστάσεις πού μέ τό κωμικό στοιχείο έρχονται κοντότερα, χάνουν τή σοβαρότητά τους, διασκεδάζονται, γίνονται πιό άνεκτές. "Οπως καί νά ’ναι, έχουμε άνάγκη άπό γέλιο,
«ΧΙΟΥΜΟΡ ύπάρχει δταν κανείς, παρ’ δλα αυτά, γελάει.» "Ετσι ορίζει τό χιούμορ ό διευθυντής τής βιεννέζικης εφημερίδας «Die Presse», Thomas Chorherr, σχολιάζοντας τά σκίτσα τού BAS, τού Βασίλη Μητρόπουλου δηλαδή, πού δημοσιεύθηκαν στόν ξένο τύπο καί συγκεντρώνουν σήμερα οί εκδόσεις «"Αγκυρα» σ’ ένα λεύκωμα μέ τίτλο « Ό κόσμος σέ σκίτσα». Ό Β. Μητρόπουλος, πολύ γνωστός καί στήν Ε λλά δα , βλέπει τή διεθνή πολιτική έπικαιρότητα μέ τό δικό του τρόπο καί τή σχολιάζει μέ τό τα λέντο του. Ή Περσία, ή ’Αμερική, τά πρόσωπα καί τά γεγονότα καυτηριάζονται στά έξυπνα σκί τσα του, πού άσκούν πολιτική κριτική πιό λιτά καί πιό εύγλωττα άπό τά πολιτικά σχόλια τών εφημερίδων. Πόλεμοι, πετρέλαιο καί τά άπό αύτό άπορρέοντα προβλήματα, οικονομική κρίση, θλιβερή διεθνής κατάσταση, είναι τά θέματά του. Καί... παρ’ δλα αύτά, γελάμε. Ε. Κ,
ΧΙΟΥΜΟΡ
Βίοι άνθόσπαρτοι ΧΩΡΙΣ λόγια λοιπόν. Γέλιο χωρίς λόγια γίνεται; Έ , γίνεται. "Οταν μάλιστα ή γελοιογραφία είναι άπάντηση στόν βερμπαλισμό πού ’χει εξαντλήσει τά δριά του μέ τό πρόβλημα, όπως ή ιατρική στίς άνίατες περιπτώσεις, τότε ναί, τό γέλιο πάει χω
66
Σκίτσο τοϋ Άντ. Καλαμάρα άπό τό βιβλίο τον «Βίοι Αν θόσπαρτοι»
6ξυπνο ή χοντρό, γιά νά βγούμε άπ’ τή ρουτίνα, νά δούμε την άστεία πλευρά. Τό γέλιο άλλωστε καί τό ψυχαγωγικό στοιχείο είναι θεμέλιο τού λαϊκού θεάματος, κι ό γελοιογράφος, πέρα άπ’ τό γέλιο πού αποσπά άκόμη κι ά πό άνθρώπους πού γελούν μόνο μέ τή γελοιογραφία τής μεσημεριά τικης εφημερίδας, είναι καί σκηνοθέτης τής κα θημερινής ζωής. Πόσες φορές δέν κάναμε κάτι πού ’ναι γκροτέσκο άπό μόνο του, πόσες φορές δέν τό παίξαμε τό άστεΐο πού διαβάσαμε, άλλοτε κάνοντας καί παντομίμα, έξελίσσοντας τή γλώσσα, τήν κίνηση, πλουτίζοντας τήν έκφραση! Ή γελοιογραφία πάει καιρός πού χωρίστηκε άπ’ τό σατιρικό στίχο. Τώρα, πέρα ά π ’ τό σκίτσο, πού πρέπει παραμορφωτικά-έλλειπτικά νά δίνει τήν καρικατούρα τής έποχής, τού προσώπου, τών τύπων, χρειάζεται μιά κουβέντα νά σέ βάλει στό νόημα. Ή χωρίς λόγια δμως γελοιογραφία, τότε δηλαδή πού βγάζεις έσύ ό ίδιος τήν κουβέντα, πού σκαρώνεις στή φαντασία σου άνάλογες σκη νές, ή χωρίς λόγια έχει τή μαγεία τής άνακάλυψης, δταν πιάνεις τ’ άστεΐο πού έστησε δ γελοιο γράφος. Ό γελοιογράφος, ό άλλοτε φτηνός καλαμπουριτζής τής πλάκας κι άλλοτε δ μακρινός συγγενής τής άριστοφανικής πλάκας, πού τό γέ λιο, χωρίς νά χάνει σέ πόντους, είναι μέσο γιά νά φανεί κάτι, δπως τότε π;ού ήταν δπλο πολιτικό καί βάση γιά γνήσιο λαϊκό θέατρο. Κ. Κ.
ΜΟΥΣΙΚΗ
Ή έντεχνη μουσική στην Ε λλάδα Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ παράδοση σ’ αύτό πού λέγεται έντεχνη, «δυτική», μουσική, δέν είναι μεγάλη. "Ομως στό σύντομο διάστημα άπό τήν άπελευθέρωση καί μετά, έγινε πολύς δρόμος καί στά τελευ ταία χρόνια ή έλληνική μουσική ιστορία άνάδειξε όυνθέτες μέ διεθνή άκτινοβολία. Τήν ιστορία τής έλληνικής έντεχνης μουσικής έγραψε καί άνάλυσε δ Δημ. Α. Χαμουδόπουλος στό βιβλίο του «Ή άνατολή τής έντεχνης μουσι κής στήν Ε λ λά δα καί ή δημιουργία τής έθνικής σχολής». Μ ουσικός ό ίδιος κι άπό μουσική οικο γένεια, ένιωσε καλύτερα άπό τόν καθένα τίς άντιξοότητες πού συνάντησε στό ξεκίνημα καί τήν πορεία της ή προσπάθεια γιά έντεχνη μουσική, καθώς καί τή δυσκολία νά συνταιριαστεί τό έλληνικό ύφος, ή έλληνική ψυχή, μέ μιά μουσική έκ φραση ξένη πρός τή μουσική παράδοση τού τόΜετά τούς αιώνες τής σκλαβιάς, ή έπτανησιακή μουσική σχολή προσπάθησε, άκολουθώντας τά
Μανώλης Καλομοίρης. (Ή φωτογραφία παραχωρήθηκε άπό τό περιοδικό *Θέατρο*)
εύρωπαϊκά πρότυπα, ιταλικά συνήθως, νά δώσει μιά ώθηση στή μουσική ζωή τής νέας 'Ελλάδας. Κι άπό έπτανήσιους συνθέτες δημιουργεΐται ή εθνική σχολή. Τό δημοτικό τραγούδι κι ή έλληνική ποίηση εί ναι πηγές έμπνευσης γιά τήν έλληνική έκφραση τής έντεχνης μουσικής. Αυτή ή άνάπτυξη τής μουσικής τά τελευταία χρόνια έδωσε καί νέους δημιουργούς άνεξάρτητους ή ιδιότυπους. Έ λειπ ε άπό τόν τόπο μας ένα βιβλίο αυτού τού είδους, πού, έκτός άπό τήν ιστορία, έξετάζει τό ξεκίνημα τής μουσικής κριτικής, τίς προϋποθέ σεις, τά ρεύματα πού έπέδρασαν καί τίς ρίζες τής μουσικής ζωής μας. Κι δταν τό βιβλίο είναι, έκτός άπό ένημερωμένο, γραμμένο εύχάριστα καί ου σιαστικό στίς παρατηρήσεις, τίς άναλύσεις, τίς σκέψεις πού περιέχει, άποτελεϊ πραγματική προσφορά. Ε. Κ.
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
'Ιστορία κινηματογράφου καί ταξική πάλη Ο ΓΚΥ Έ νεμπέλ είναι ένας άπό τούς πιό γνω στούς κριτικούς-θεωρητικούς τού κινηματογρά φου. Μέλος τής συντακτικής επιτροπής τού περι
67
οδικού Ecran, έχει ταχθεί ενεργά υπέρ τής προώ θησης μιας άγωνιστικής κινηματογραφίας καί έχει υποστηρίξει άμεσα τίς προσπάθειες κινημα τογραφικής έκφρασης πού εκδηλώνονται σέ χώ ρες τού Τρίτου Κόσμου. Στό βιβλίο του «Ιστορία κινηματογράφου καί ταξική πάλη» (Προοδευτικός Κινηματογράφος, σελ. 91) έπιχειρεϊ, δπως γράφει στόν πρόλογο, «νά άναλύσει τά μεγάλα φαινόμενα τού παγκό σμιου κινηματογράφου άπό τή δεκαετία τού ’60 μέχρι τίς μέρες μας, δπου ή κρίση, έξαιτίας τών επιδράσεων πού θά έχει πάνω στούς ίδιους τούς κινηματογραφιστές καί έξαιτίας τής γενικότερης ανακατάταξης δυνάμεων σέ παγκόσμια κλίμακα, θά προκαλέσει δπωσδήποτε μιά νέα ρήξη στήν ιστορία τού κινηματογράφου». 'Η έκδοση τού βιβλίου τού Έ νεμπέλ στή γλώσσα μας θά ολοκληρωθεί σέ τέσσερις τόμους. Α ύτός πού κυκλοφορεί είναι ό πρώτος καί φέρει τον ειδικό τίτλο «Χολυγουντιανός ιμπεριαλι σμός». ’Αντικείμενό του είναι ή σχέση τού άμερικανικοΰ καπιταλισμού μέ τήν κινηματογραφική παραγωγή, δπως εκφράζεται μέσα άπό τή χολυγουντιανή «αύτοκρατορία», άλλά καί άπό τον «διαφορετικό» κινηματογράφο (άγωνιστικόunderground) πού άναπτύσσεται στίς ΗΠΑ. Β. Π.
ΠΟΙΗΣΗ
Οί ψαλμοί τού Δαβίδ «Η ΚΑΡΔΙΑ μου έταράχθη, μοϋ έλειψεν ή δύναμίς μου, καί τό φώς τών οφθαλμών μου όέν είναι μετ’ εμέ. Οί φίλοι μου, καί οί πλησίον μου ειδον άργώς τήν θλϊψιν μου καί οί συγγενείς μου έστάθησαν μακράν άπό εμέ. Καί οί ζητοϋντες τήν ψυχήν μου μέ επαγίδευσαν, καί οί ζητοϋντες νά μέ ζημιώσωσιν έλάλησαν πονηριάς, καί εμελέτησαν πονηριάς δλην τήν ημέραν.» Οί ψαλμοί τού Δαβίδ σέ μετάφραση Ά νδρ έα Κάλβου πρωτοεκδόθηκαν τό 1820 στό Λονδίνο στό «Βιβλίον τών δημοσίων προσευχών καί τής υπηρεσίας τών Μυστηρίων καί άλλων εκκλησια στικών θεσμών καί τελετών κατά τό έθος τής Η νω μένης Εκκλησίας ’Αγγλίας καί Ίβερνίας, ώ προσετέθη τό Ψαλτήριον τού Δαβίδ καί αί μετά τάς Συναπτός Έ πιστολαί καί Εύαγγέλια...». Τώρα παρουσιάζονται -αυτόνομ ο κείμενο π ιά άπό τίς έκδόσεις «Κείμενα» καί μέ σημαντική συμβολή στήν κατανόηση τού έργου τήν εισαγωγή καί τά σχόλια τού Γιάννη Δάλλα (σελ. 333). Ό Ά νδρ έα ς Κάλβος -μορφή άνήσυχη καί τυ χοδιωκτική- είναι ίσως, παρά τό ρομαντισμό καί τόν κλασικισμό του, ό πρώτος «μοντέρνος» έλλη
68
νας ποιητής. Τό ύφος του, ή γλώσσα του, ή με τρική του, οί ιδέες του καί οί επιδράσεις πού δέ χτηκε άπασχολούν σήμερα περισσότερο άπό άλ λοτε. Έ χοντα ς μιά αυστηρή, άγγλικανική άντίληψη γιά τή θρησκεία καί τόν άνθρωπο καί έχον τας επηρεαστεί βαθιά άπό τήν Παλαιό Διαθήκη στή σκέψη καί τή γλώσσα, βρήκε στούς Ψαλμούς τού Δαβίδ ένα έντονο ερέθισμα γιά μιά δημιουρ γία πού ταίριαζε στήν ιδιοσυγκρασία του καί πού άντηχήσεις της βρίσκουμε άργότερα στίς ωδές Ή μετάφρασή τών Ψαλμών άπό τόν Ά νδρ έα Κάλβο κρατά βέβαια τή δύναμη καί τή βιβλική μεγαλοπρέπεια τού πρωτότυπου -πράγματα άλ λωστε συγγενικά στόν π οιητή- άλλά γιά τό σύγ χρονο άναγνώστη είναι πολύτιμη, γιατί ερμηνεύει πολλές πτυχές άπό τήν ποίηση τού Κάλβου. Ε. Κ.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Συνάντησα τό δράκο τής ζωής μου Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ τής ταινίας «Παράσταση γιά ένα ρόλο» πρωτοπαρουσιάστηκε στό χώρο τής πεζογραφίας μέ τά «Πουκάμισα έκστρατείας» άποκομίζοντας πολλές καλές κριτικές καί γιά τόν τρόπο γραφής καί γιά τή βαθιά του ευαισθησία. Ό «Κέδρος» δημοσιεύει τώρα τό δεύτερο μυθι στόρημα τού Διονύση Γρηγοράτου, «ένα καθημε ρινό θρίλερ», δπως χαρακτηρίζεται, μέ τίτλο «Συνάντησα τό δράκο τής ζωής μου» (σελ. 139). Τό θέμα του είναι ή άγωνιώδης υπαρξιακή περιπλάνηση μιας γυναίκας στόν κόσμο τών σχέ σεων καί τής συμβίωσης. Στήν περιπλάνηση αύτή ό χρόνος καί δ χώρος γίνονται άπειρα σπασμένα κομμάτια πού άλλοτε ένώνονται καί άλλοτε άπομακρύνονται τό ένα άπό τό άλλο. Οί λεπτομέρειες παίρνουν διαστάσεις πότε πότε εφιαλτικές, ένώ άντίθετα τά πιό «ουσιαστικά γεγονότα» μοιάζουν νά περνούν άπαρατήρητα. Ό άφηγηματικός αύτός τρόπος δίνει έντονη τήν εντύπωση τής σύγχυσης καί τής κρίσης τών άνθρώπινων σχέσεων, μέ κύριο ύπεύθυνο πάντοτε αύτή τήν άργή, άλλά σταθερή καί πολύ έπικίνδυνη άπονέκρωση τών συναισθημάτων. Κ. Ρ.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
θαλασσινοί πυράκανθοι ΜΠΟΡΕΙ νά πει κανείς δτι οί «Θαλασσινοί πυ ράκανθοι» (Μαυρίδης, σελ. 80), ή νουβέλα πού υπογράφει δ Πάνος Ξένος, εντάσσεται στό «εί δος» τής θαλασσινής πεζογραφίας. Ό συγγρα φέας, παρουσιάζοντας τό δεύτερο βιβλίο του γράφει: «Λεν είμαστε πιά Ροβινσόνες ή Σεβάχ.
'Έπεσαν τά κοράλια καί οί αστερίες που στόλιζαν τά γένια μας. Σκοτώσαμε τό θρύλο. Είμαστε άν θρωποι άπλοι, εργαζόμενοι, πού Αρμενίζουμε ατά πέλαγα τή στεριά μας, πού σέρνουμε μαζί μας τά πάθη μας καί τις μνήμες μας.(...) Τούτο τό βιβλίο περιέχει μιά ιστορία φτιαγμένη άπό πολλές αλη θινές ιστορίες. Κάθε επεισόδιο, κάθε ήρωας είναι Αληθινά. Είναι ιστορίες πού εζησα εγώ ή έζησαν άλλοι καί μοϋ τίς αφηγήθηκαν. Μέ τόν Γεράσιμο τόν θερμαστή είμαστε μαζί σ' ένα καράβι. Πήρα όλες τίς Αληθινές ιστορίες καί έφτιαξα μιά άλλη. Μέ τούτο τό βιβλίο θέλω λίγο νά γνωριστούμε. ’Εμείς οί θαλασσινοί κι εσείς οί στεριανοί.» Β. Π. Ρόδης Ρονφος (1924-1972)
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Ή χάλκινη εποχή Ο ΠΑΡΑΛΛΗΛΙΣΜ ΟΣ τής «χάλκινης εποχής» τού Ροντέν μέ τά ρωμαλέα, φλογερά νιάτα τής Κύπρου τού 1955 δίνει τόν τίτλο στό μυθιστό ρημα «Χάλκινη έποχή» τού Ρόδη Ρούφου. Τό έργο κυκλοφόρησε πρόσφατα ή «Εστία» (σελ. 112) άλλά έχει γραφτεί έδώ καί πολλά χρόνια καί έκδόθηκε γιά πρώτη φορά στήν ’Αγγλία τό 1960. Πρόκειται γιά ένα συγκλονιστικό χρονικό τού κυπριακού άγώνα κατά τής άγγλικής κυριαρχίας, δπως τόν έζησε γιά ένα διάστημα δ ίδιος δ συγ γραφέας. Ή ρω ες τού έργου είναι ό καθηγητής Ά λέξη ς Μ παλαφάρας, πού φτάνει στήν Κύπρο λίγο πριν άπό τό ’55 Αποφασισμένος νά μήν Ανακατευτεί στις πολιτικές διαμάχες. Ό ένθουσιασμός των μαθητών του δμως καί δλου τού κυπριακού λαού τόν συνεπαίρνει σιγά σιγά σά γοητευτικός στρό βιλος, γιά νά τόν δδηγήσει σέ μιά θάλασσα βίας, πάθους, καταστροφής καί τέλος στό θάνατο. Μαζί του πεθαίνουν ή δολοφονούνται ψυχρά Αγωνιστές, νέα παιδιά, προδότες ή Αμέτοχοι π ο λίτες, μιά καί ή έξέγερση παρασύρει στήν όρμή
της τά πάντα χωρίς σκέψη. Μέ άμεροληψία π α ρουσιάζονται οί ώμότητες καί τών δυό παρατά ξεων, δπως καί οί γενναιόψυχες πράξεις. Ή γλώσσα, πλούσια, ζωντανή, σπαραχτική στις περιγραφές της, δίνει δλη τή φρίκη άλλά καί τήν άγρια ομορφιά έκείνων τών ήμερών. Μπορεί σή μερα τά ιδανικά πού κινούσαν εκείνους τούς Αν θρώπους νά φαίνονται ξεπερασμένα, μά ίσως πάλι αύτά νά ήταν τά ιδανικά πού δδήγησαν τούς λαούς σέ πράξεις μπορεί τρομαχτικές, άλλά π άν τως παραμυθένιες καί έξωπραγματικές. Ε. Κ.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
"Οταν τραγουδούσαν τά δέντρα ΓΙΑ τήν κατοχή καί τήν Αντίσταση, τούς άντάρτες καί τά Τάγματα ’Ασφαλείας, τήν παλικαροσύνη καί τήν προδοσία έχουν γραφτεί καί θά συνεχίσουν ίσως νά γράφονται πολλά βιβλία. Τό μυθι στόρημα άρα τού Στρατή Χαβιαρά «'Όταν τρα γουδούσαν τά δέντρα» (Ερμής, σελ. 259) θά μπορούσε νά θεωρηθεί ένα άκόμα βιβλίο γιά τά
69
χρόνια αύτά. "Ομως υπάρχει ένα στοιχείο πού τό κάνει νά ξεχωρίζει. Ή άφήγηση εδώ δεν γίνεται άπό έναν ενήλικα, ήρωα ή μή, άλλά άπό ένα μι κρό παιδί. "Ενα παιδί πού δλος ό κόσμος του εί ναι τό φτωχό χωριό του, καί δλα τ' άλλα μοιά ζουν άπόμακρα καί δυσνόητα. Ό θάνατος, ή πείνα, ή άγριάδα τού κατακτητή, οί δοσίλογοι καί οί άνώνυμοι ήρωες, ή ίδια ή ιστορία τελικά, δλα είναι ιδωμένα μέ τή ματιά ενός παιδιού καί καταγράφονται μέ τήν ίδια έν ταση μέ τό παιχνίδι τού γάτου, τό πέταγμα τού χαρταετού, τήν περιέργεια γιά τόν έρωτα. Τό μυθιστόρημα ξεκινά άπό τό ξέσπασμα τού πολέμου, περνάει άπό τήν κατοχή, τήν άντίσταση, τήν άπελευθέρωση, άπό τούς άντάρτες, καί τε λειώνει δταν οί «σύμμαχοι» έδραιώνουν τήν π ο λιτική κατάσταση τής άρεσκείας τους. Τό παιδί πού άγαπά νά φτιάχνει φιγούρες τού Καραγ κιόζη, ζεΐ τήν έκτέλεση τού πατέρα του, τή σύλ ληψη τής μάνας του, γνωρίζει τά μπλόκα καί τό «βουνό», μπλέκεται στήν άντίσταση χωρίς τό ίδιο νά ξέρει πώς, γνωρίζει τούς άλλους κατακτητές, καί εγκαταλείπει τή χώρα του, δταν τό «παρα μύθι» αύτό έχει τελειώσει. Τό παιδί δέν κάνει κρίσεις, δέν άξιολογεϊ, βλέ πει καί καταγράφει. Στό πρώτο του αύτό μυθιστόρημα ό Χαβιαράς έδωσε στίς τραυματικές μνήμες τής δικής του παιδικής ήλικίας ένα τόσο έντονο ποιητικό στοι χείο, ώστε τό «έπος» νά διαβάζεται σάν «ειδύλ λιο» καί ή ιστορία σάν παραμύθι. Οί δύο δυνατό τερες κι άρτιότερες στιγμές τού βιβλίου είναι ά π’ τή μιά ή έκτέλεση τού πατέρα του καί άπό τήν άλλη ή «διονυσιακή» γιορτή τών νέων τό βράδυ τού καρναβαλιού. 'Η άπόλυτη ίσοπέδωση δμως, καί ή μέ τήν ίδια βαρύτητα δοσμένη εικόνα τού πολέμου καί τού παιχνιδιού, τού θανάτου καί τού έρωτα, είναι συγχρόνως τό θετικό καί τό άρνητικό στοιχείο τού μυθιστορήματος. Δέκα δλόκληρες σελίδες γιά τήν περιγραφή τού άγώνα τών παιδιών μέ τούς χαρταετούς, άν καί λογοτεχνικά είναι άρτια δοσμένη, θεματολογικά μοιάζει ξε κομμένη άπό τόν κύριο δγκο τού βιβλίου. Ό Χαβιαράς θέλησε νά καταγράψει όλες τίς μνήμες τής ζωής του τά χρόνια έκείνα. Αύτό άκριβώς είναι πού άλλοτε κουράζει, άλλοτε πάλι είναι τό στοι χείο πού προσδίδει μιά εύρύτητα άσυνήθιστη στά μυθιστορήματα πού καταπιάνονται μ’ αύτό τό θέμα. X. Λ.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Πατέρας άφέντης ΤΗ μοναδική του εμπειρία άφηγείται καί άναλύει, γιά τόν άναγνώστη του άλλά καί γιά τόν
70
Σκηνή άπό τήν ταινία «Πατέρας άφέντης»
έαυτό του, δ Γκαβίνο Λέντα στό βιβλίο του «Πα τέρας άφέντης» (’Ανδρομέδα, σελ. 269). Γνωρίσαμε τό βοσκό άπό τό Σίλιγκο τής Σαρ δηνίας, άναλφάβητο μέχρι τά είκοσι του χρόνια, πού παίρνει πτυχίο γλωσσολογίας, πρό καιρού, δταν προβλήθηκε καί συζητήθηκε ή θαυμάσια ταινία τών άδελφών Ταβιάνι. Αύτό δέ σημαίνει δτι δσοι είδαν τήν ταινία θά πρέπει νά διαπράξουν τό σφάλμα νά μή διαβάσουν τό βιβλίο τού Λέντα, μιά πού άλλο κινηματογραφική κι άλλο λογοτεχνική άφήγηση. Ό Γκαβίνο Λέντα περιγράφει τή σύγκρουση πατέρα καί γιοΰ άλλά καί τή βαθύτερή τους σχέση, καθώς καί τόν τρόπο πού ή γλώσσα γίνε ται μέσο άπομόνωσης καί ύποταγής στόν π α τριαρχικό τρόπο σκέψης. Ή σύγκρουση πατέρα καί γιού άναλυμένη κάτω άπό μιά φροϋδική όπτική άποκτά ιδιαίτερη σημασία στό βαθμό πού διαδραματίζεται σ’ ένα σχεδόν πρωτόγονο επίπεδο, φορτισμένο μ’ δλη τήν άμεσότητα καί τή σκληρότητα τής τραχιάς αγροτικής ζωής, καθώς βιώνεται στό άνελαστικό καί κλειστό σύστημα τής πατριαρχικής οικογέ νειας. Παράλληλα δμως οί κοινωνικές δομές τής άγροτικής κοινωνίας μεταβάλλονται. ’Έτσι ή επι βολή τού πατέρα-πατριάρχη, τού πατέρα-άφέντη, δέν έπαρκεΐ γιά νά καταπνίξει τίς γεμάτες άγωνία προσπάθειες τού γιού νά χειραφετηθεί καί νά ξεφύγει άπό τή φτώχεια, τή μιζέρια καί τήν άμορφωσιά. Μέ δυό λέξεις, πρόκειται γιά ένα συναρπα στικό βιβλίο πού άξίζει τόν κόπο νά διαβαστεί τόσο σά λογοτέχνημα δσο καί σάν ντοκουμέντο. ’Αξιοσημείωτη ή μεταφραστική δουλειά τής Τασούλας Καραϊσκάκη. Γ. Μ.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Ίουλιέτα
Τά παραμύθια
Ο ΜΟΡΙΣ Μ πλανσό, στόν πρόλογο τής Ίουλιέτας, γράφει γιά τό έργο τοϋ Μαρκήσιου ντέ Σάντ: «Μπορούμε νά δεχτούμε δτι σέ καμιά λογοτεχνία όποιασδήποτε έποχής δέ βρίσκεται ένα τόσο σκανδαλώδες έργο, δτι κανένα βιβλίο δέν πλή γωσε βαθύτερα τά αισθήματα καί τίς σκέψεις τών άνθρώπων... άκόμη καί μετά άπό έκατόν πενήντα χρόνια ή Ίουστίνη καί ή Ίουλιέτα έξακολουθεΐ νά μάς φαίνεται τό πιό σκανδαλώδες άνάγνωσμα γιατί είναι σχεδόν άδύνατο νά διαβαστεί...» Ή «Ίουλιέτα», τ. Α ', τού Σάντ (Ε ξάντα ς, σελ. 239) δέν είναι έργο πού μπορείς νά τό διηγηθεϊς. Ό Σάντ πετυχαίνει κι εδώ τή δύναμη, στή μονα ξιά του άπέναντι στόν άναγνώστη. Ή «Ίουλιέτα» είναι κορυφαίο έπίτευγμα τής παγκόσμιας λογο τεχνίας δπως καί τής φιλοσοφίας τού συγγραφέα, άφού συνοψίζει τά αίτήματά του καί είναι χαρα κτηριστικό γιά τό λογοτεχνικό ύφος του. Πανταχοΰ παρόντες λογοκρισία καί δικαστές, ούσιαστικά δέν άντιτίθενται στή «χυδαιότητα» ή τίς άκόλαστες φαντασιώσεις τού Μαρκήσιου. ’Αντίθετα, τρέμουν, παντού καί πάντα, τή συγ κροτημένη καί άπόλυτη συγγραφική ποιότητα τού φιλοσόφου. Γι’ αύτό καί μέ τήν παρέμβασή τους κάθε φορά προσπαθούν νά επηρεάσουν ύποσυνείδητα ή συνειδητά τήν άνάγνωση τού έργου τού ντέ Σάντ. Τό θέλουν πορνογράφημα, κι έτσι τό καταδικάζουν. Ό ίδιος ό Σάντ δέν έπιβάλλει κάποια υπερβα τική ιδέα. Υ π ονομ εύει τήν ήθική τού Καλού χω ρίς δμως νά τό άντικαταστήσει μέ τό Εύαγγέλιο τού Κακού· «"Ολα είναι ωραία, φτάνει νά είναι ύπερβολικά.» Μπορεί, δπως γράφει δ Μπλανσό, νά κατηγορήσουμε τάν Σάντ γιά άσάφεια στό παραπάνω σημείο, ώστόσο σέ κανένα μέρος τού έργου του δέ θεμελιώνει τήν κυριαρχία καί τή δύ ναμη τού άνθρώπου σέ άρχές άνώτερες άπό αύτόν. Καμιά συμπεριφορά δέν εύνρείται· μπο ρούμε νά διαλέξουμε δποια θέλουμε. « Ό Σάντ είχε τήν τόλμη νά ύποστηρίξει δτι μέ τήν άφοβη άποδοχή τών έξαιρετικών του προτιμήσεων, πού έβαλε στήν άφετηρία καί στή βάση κάθε λογικής, έδωσε στή φιλοσοφία τό πιό στέρεο θεμέλιο καί κατάφερε νά έρμηνεύσει βαθιά τήν άνθρώπινη μοίρα στό σύνολό της.» Τό έργο, πού τήν ύποδειγματική μετάφρασή του έκανε ό Βασίλης Παπαβασιλείου, θά δλοκληρωθεί σέ άλλους τρεις τόμους.
Ο ΕΡΝΕΣΤΟΣ Χόφμαν (1776-1822) άνήκει στη γενιά τής τελευταίας περιόδου τού γερμανικού ρομαντισμού, καί ή φήμη του, πού ξεπέρασε τά σύνορα τής πατρίδας καί τού αιώνα του, τόν έφερε σέ μάς σάν τό συγγραφέα τών φαντασμά των, τόν αινιγματικό μάγο πού επηρέασε άκόμα καί τόν Έ ντγκαρ "Αλαν Πόε. ’Ανώτατος δικαστι κός καί συγχρόνως συγγραφέας, συνθέτης, σκη νοθέτης, πέρασε τό δυαδισμότής προσωπικής του ζωής (άπό τή μία εύσυνείδητος δικαστικός καί άπό τήν άλλη εκκεντρικός καλλιτέχνης) μέσα στό συγγραφικό του έργο. Στό έργο του συνυπάρχουν ή πραγματικότητα τής καθημερινής άστικής ζωής καί τά όνειρικά φαντάσματα τού καλλιτέχνη. Καί αυτός ό δυαδισμός είναι πού δίνει στό έργο του ρεαλιστικά καί φανταστικά όνειρικά στοιχεία, καί τοποθετεί τόν ίδιο άνάμεσα στό ρομαντισμό καί τό ρεαλισμό τού τέλους τού 19ου αιώνα. Τά «Παραμύθια» (γνωστά, άπό τή βασισμένη σ’ αύτά όπερα τού ’Όφ ενμπαχ, σάν «Παραμύθια τού Χόφμαν») κυκλοφόρησαν έφέτος άπό τίς εκ δόσεις «Υ άκινθος» στήν παλιά προπολεμική μετάφραση τού Νίκου ’Αδάκρυτου, άλλά μέ γλωσσική επιμέλεια τής Μαρίας Κυρτζάκη (σελ. 104). Τά «Παραμύθια» άπαρτίζονται άπό τρεις νουβέλες: « Ό άνθρωπος μέ τήν άμμο» είναι ή άγωνιώδης καί τελικά μάταιη προσπάθεια ένός νέου νά ξεφύγει άπό τό δαίμονα, πού φοβίζει, μπερδεύει καί τελικά έξολοθρεύει καί τήν ίδια του τή ζωή. « Ό βαρελάς τής Νυρεμβέργης» είναι μιά μάλλον χιουμοριστική ίστοριούλα τριών νέων πού προτιμούν νά άπαρνηθούν τήν κοινωνική τους ύπόσταση γιά τήν καρδιά μιας όμορφης λαϊ κής κοπέλας, καί τό «Χαμένο είδωλο» είναι ή φανταστική διήγηση ένός τραγικού άνθρώπου πού κυνηγώντας τό πάθος του γιά μιά γυναίκα όδηγήθηκε στόν άφανισμό. Στά «Παραμύθια» τά πράγματα καί τά πρό σωπα άντιμετωπίζονται μέ μία ρεαλιστικότητα πού δέν συναντάμε συχνά στό ρομαντισμό, άλλά συγχρόνως ύπάρχει ό κόσμος τού τρομακτικού παραμυθιού καί τής φαντασίας, πού ή σοβαρή καθημερινότητα δέν έχει καμιά έξουσία πάνω του. Τό σύμπαν έμφανίζεται πλημμυρισμένο άπό μυστικές δυνάμεις πού κυβερνούνται άπό μία έξωλογική δαιμονική όρμή. Αυτές οί καταστρο φικές δυνάμεις εμφανίζονται στά «Παραμύθια» πίσω άπό τό προπέτασμα τού πάθους πού προκαλεί ή «μοιραία» γυναίκα. Μ όνο στό δεύτερο άπό τό τρία διηγήματα δ έρωτας είναι λυτρωτικός καί δχι καταστροφικός. Τά «Παραμύθια» μπορεί νά διαβάζονται καί σήμερα λόγω τής ρέουσας γραφής τους, άλλά θά
Κ. Κ.
71
ήταν τουλάχιστον υπερβολή νά πεϊ κανείς ότι βρίσκει μέσα «άπαντήσεις» σέ σημερινά του έρωτήματα.
ΜΕΛΕΤΕΣ
X. Λ.
ΜΕΛΕΤΕΣ
Ή μεταλογική τών πραγμάτων Η «ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ» είναι μία άπό τίς πολλές μεθόδους τής «νέας κριτικής» γιά τή με λέτη τής λογοτεχνίας. Ά σχολεϊται άποκλειστικά καί μόνο μέ τό κείμενο τού συγγραφέα, χωρίς νά χρησιμοποιεί στοιχεία άπό τή ζωή ή τήν εποχή του. Στηρίζεται στή μελέτη των εικόνων τοϋ έρ γου που άφοροϋν τόν εξωτερικό κόσμο, γιατί, δπως ισχυρίζονται οί θεωρητικοί της, «κάθε άντικείμενο, κάθε μορφή υλική, άπό τή στιγμή πού είναι άποτέλεσμα επιλογής προδίδει βαθύτα τες ψυχολογικές καταστάσεις». Τή μέθοδο αυτή έχει έπιλέξει ή Λ. Λυχνάρα γιά τή μελέτη της τοϋ έργου τοϋ Ό δυσσέα Έλύτη μέ τίτλο «Ή μεταλογική τών πραγμάτων: Ό δυσσέας Έλύτης» (“Ικαρος, σελ. 122). Ή «περιπέτεια τοϋ τοπίου», τόσο έντονη στό έργο τοϋ ποιητή, καθώς καί ή τόσο ιδιόμορφη σχέση τής αίσθησης μέ τήν ΰλη εύνοοϋν, δπως πιστεύει ή Λ. Λ., τήν εφαρ μογή αυτής τής μεθόδου. ’Α ναλύοντας τίς εικό νες, καί κυρίως αυτές πού επανέρχονται μέ έπιμονή, ή Λ. Λ. άναζητά τήν πρώτη αίσθηση τοϋ δημιουργού ποιητή, τή σχέση τοπίου καί χρόνου καί τήν πορεία τής συνείδησης. Καί τά τρία αύτά στοιχεία μέ τή σειρά τους συνθέτουν τό «μύθο τού ποιητή» πού διατρέχει δλο τό έργο τοϋ Ό δ . Έλύτη, χωρίζοντάς το ταυτόχρονα σέ τρεις περι όδους, τήν πρώτη μέ τούς «Προσανατολισμούς», τή δεύτερη μέ τό «“Ασμα ήρωικό καί πένθιμο γιά τόν χαμένο Ά νθυπ ολοχα γό τής ’Αλβανίας», τίς «Έ ξι καί μία τύψεις γιά τόν ουρανό» καί τό «“Α ξιόν έστί» καί τήν τρίτη μέ τό «Φωτόδεντρο». “Ενας άλλος στόχος τής μελέτης είναι καί ή άναζήτηση τοϋ θρησκευτικού στοιχείου, πού είναι τόσο διάχυτο στό έργο τοϋ ποιητή Έλύτη, αύτού τού «πνευματικού τής αίσθησης», δπως πολύ σω στά τόν άποκαλεϊ ή Λ. Λ. Κ. Ρ.
72
Μεταμορφώσεις τού Έ λπήνορα ΕΛΠΗΝΩΡ-Σεφέρης, Έλπήνωρ-Ρίτσος, Έ λπήνωρ-Σινόπουλος. Γιά τήν πορεία καί τήν τύχη τοϋ συντρόφου τού Ό δυσσέα μέσα άπό τούς τρεις αύτούς νεοέλληνες ποιητές, είναι τό βιβλίο τοϋ καθηγητή Γ. Σαββίδη, «Μεταμορφώσεις τοϋ Έ λ πήνορα» (σελ. 61), πού κυκλοφόρησε πρόσφατα άπό τίς εκδόσεις «Ερμής» καί βασίζεται σέ παλιότερη όμιλία του στό Πανεπιστήμιο τού HarΌ παθητικός καί άμοιρος Έλπήνωρ, αυτός ό άντιήρωας πού στή ραψωδία λ τής ’Οδύσσειας εμφανίζεται νεκρός νά εκλιπαρεί τόν Ό δυσσέα γιά ταφή, άπασχόλησε, σέ άλλη ένταση, άλλο μέ τρο καί άλλο τόνο, καί τούς τρεις αύτούς ποιητές μας. Καί καταρχήν ό Σεφέρης. Ό ίδιος, στό περί φημο γράμμα στόν Κατσίμπαλη γιά τήν «Κίχλη», σημειώνει δτι, είτε σάν άτομικός είτε σάν όμαδικός χαρακτήρας, ό Έλπήνωρ έμφανίζεται στήν ποίησή του πολύ πριν άπό τήν «Κίχλη» καί επι σημαίνει τή «Στροφή» («Σύντροφοι στόν "Αδη»), τό «Μυθιστόρημα» («’Αργοναύτες») καί τό «Ημερολόγιο καταστρώματος Β'» («’Αφήγηση»), Πριν άπό τόν άτομικό «Η δονικ ό Έλπήνορα», λοιπόν, οί όμαδικοί Έ λπήνορες έμφανίζονται σάν «...άνίδεοι καί χορτάτοι» ή «..κανείς δέν τούς θυμάται... Δικαιοσύνη», γιά νά καταλήξει ό ποιη τής: «’Αλήθεια, τά συντρίμμια / δέν είναι έκείνα · εσύ ’σαι τό ρημάδι· / σέ κυνηγούν μέ μιά παρά ξενη παρθενιά/ στό σπίτι στό γραφείο στίς δεξιώ σεις / τών μεγιστάνων, στόν άνομολόγητο φόβο τοϋ ύπνου - » («Η δονικός Έλπήνωρ») ’Εδώ είναι πού ό Σαββίδης θά προσπαθήσει νά ψάξει πιό βαθιά. Καί μέ άναφορά, εκτός τών παραπάνω ποιημάτων, καί στά«Α ΐολία», «’Αλλη λεγγύη», «Ά γιά να π α Α'» καί «Ή ταν καλό τό χοιροστάσι», καταλήγει στό συμπέρασμα δτι δ Σεφέρης ταυτιζόμενος μέ τόν μοναχικό καί εξόρι στο Ό δυσσέα «κρυστάλλωσε δλα τά άρνητικά στοιχεία τού δικού του χαρακτήρα (συμπεριλαμ βανομένου καί τοϋ όξύτατου αισθησιασμού του) στήν άντίστροφη persona τοϋ Έλπήνορα ώς τοϋ κατεξοχή “μοιραίου” , ένδοτικού καί συνεπώς άποδιοπομπαίου συντρόφου». Τήν ένασχόληση τοϋ Γ. Ρίτσου μέ τόν Έ λπή νορα, δ Σαββίδης τή βλέπει κυρίως σάν μιά δια λεκτική άντιπαράθεσή του στόν Γ. Σεφέρη. Ό μύθος τού Έ λπήνορα δπως καί τά όμηρικά συμφραζόμενα, λίγο καί δευτερεύοντα ρόλο παίξανε πάντα στό έργο τού στρατευμένου αύτού ποιητή. Καί ήταν ό τελευταίος άπό τούς τρεις ποιητές πού άπασχολούν τό Σαββίδη σ’ αύτό τό βιβλίο πού
υιοθέτησε τή «μυθική μέθοδο». Μεταξύ ’64-65 γράφει 11 ποιήματα, έπηρεασμένος άπό τήν ’Οδύσσεια (περιλαμβάνοναι στίς «Μαρτυρίες»), καί άπό αύτά τρία μόνο, «Εύρύλοχος», «Συ γνώμη» καί «Μή-ήρωας», έχουνε σχέση μέ τό θέμα τού δοκιμίου. «...καί ύστερα σοΰ λέει ό άλλος δειλοί, άπερίσκεπτοι...» («Εύρύλοχος»), «πήγανε μιά φορά χορτάτοι, ποιος θά τούς κατηγορήσει» («Συ γνώμη»). Καί μιά φορά άν έχει διαβάσει κανείς τούς «Συντρόφους στόν "Αδη» θά πειστεί μέ τήν άποψη τού Σαββίδη δτι τά τρία αύτά έλάσσονος σημασίας, μέσα στήν ποίηση τού Ρίτσου, ποιήματά του, έχουν στόχο τόν Σεφέρη. Καί στήν ήθική άξίωση αύτοϋ ό Ρίτσος άντιπαραθέτει τό μπρεχτικό: «Πρώτα έρχεται ή μάσα, ύστερα έρχε ται ή ήθική!» 'Όλο τό έργο τού Τ. Σινόπουλου είναι «μιά συνεχής μελέτη θανάτου ένός έπιζώντα, μιά Νέκυια έν προόδω μέ ζωτικό πυρήνα τόν Έ λπήνορα» γράφει στήν άρχή τού τρίτου καί τελευ ταίου κεφαλαίου τού βιβλίου του ό Σαββίδη ς. Καί παραθέτει δλη τήν ποιητική ζωή τού Σινό πουλου άπό τό 1944 μέχρι σήμερα. Τό όμηρικό πρόσωπο έδώ άλλάζει όνομα, μορφή, φύλο —Φίλιππος, Μάξ, Ε λένη, ’Ιάκωβος κτλ.-, τό σκηνικό δέν είναι πάντα τό ίδιο, καί τε λικά ή ποίησή του καταλήγει νά είναι μιά Νέκυια τών «άφανών». Ό μύθος τού Έλπήνορα, κατά τό Σαββίδη, στάθηκε γιά τό Σινόπουλο ένας «καταλύτης» μέ τήν έννοια πού δίνουμε στή χημεία, παρ’ δλο πού στό έργο του, άκόμα καί στό ποίημα πού άναγράφεται «Έλπήνωρ», οί διαφορές άπό τόν "Ομηρο είναι σημαντικές. Διαφορές πού ύποδηλώνουν τήν άνάγκη τού ποιητή νά παρουσιάσει μιά νέα εκδοχή τού μύθου, πού θά άνταποκρινότανε περισσότερο σ’ ένα προσωπικό του όραμα. Στήν εισαγωγή του ό συγγραφέας παρακινεί τούς Αναγνώστες νά θυμηθούν ξανά τή ραψωδία λ τής ’Οδύσσειας καί τό πρώτο άπό τά Cantos τού Πάουντ, γιά νά μπορέσουν νά παρακολουθήσουν τά γραφόμενά του. ’Εμείς προσθέτουμε καί τήν ποίηση τού'Σεφέρη, μιά πού, γιά συντομία, τό βι βλίο στό κεφάλαιο αύτό δέν παραθέτει ούτε ένα ποίημα, σέ άντίθεση μέ τά κεφάλαια γιά τόν Ρίτσο καί τόν Σινόπουλο. Ή δουλειά τού Γ. Σαββίδη είναι συνήθως σο βαρή, χωρίς έκζήτηση καί προχωράει σέ βάθος. Τό δοκίμιο αύτό δέν άποτελεί έξαίρεση. X. Λ.
ΜΕΛΕΤΕΣ
Τά σχόλια τού Τρίτου ΤΗΝ ώρα πού όλα είναι πακεταρισμένα καί δίνε ται ιδιαίτερη προσοχή στό χαρτί περιτυλίγματος
Μάνος Χατζιόάκις
καί τό φιογκάκι, είναι συνηθισμένη ή ρήση: «μωρέ, φορές-φορές, νά..., άνάλσγα μέ τή διάθεση νά πούμε, τή βρίσκω καί μέ τό λυρικό... στό τζάκι (πού δέν ύπάρχει ποτέ), στήν άκροθαλασσιά, όταν ό ήλιος γέρνει... (rtov ποτέ δέν τόν κοιτά ζουμε, ένώ στό βάθος εννοούμε τό κεφάλι νέου ή νέας άνάλογα)». Ή πολυσχισματική καί άνταγωνιστική διάρ θρωση τών άναγκών μας, οί ενοχές πού ξεκινούν πουριτανικές καί γίνονται προοδευτικά προοδευ τικότερες, βάζουν τίς συναισθηματικές εκδηλώ σεις, σάν κάτι ξέχωρο, στήν άποθήκη. Τά έπιφωνήματα κι ό χρωματισμός κατάσχονται, ή σιωπή χάνει τή σημασία της, καί όταν μιλούμε, βγαίνει κάτι διαφορετικό άπό ό,τι «άρχικά» θέλαμε. Αύτά άπαιτεί τό παιχνίδι. Ό χ ι τό παιχνίδι-παιχνίδι, μακάρι νά ήταν έτσι. Γιατί ή επικρατούσα άποψη είναι ή χυδαιοποιημένη λογική, ή τέχνη τού εκβιασμού, ή εξήγηση τού τύπου «γιά νά μή σοΰ καεί τό κρέας, μήν τ’ άφήσεις νά καεί». Σάς φαίνεται παράδοξο κι ίσως αύθαιρεσία νά μιλώ γιά τά «Σχόλια τού Τρίτου» τού Μάνου Χατζιδάκη (Ε ξάντα ς, σελ. 209), καί νά μή μένω στό κείμενο. ’Αλλά, πώς νά τό κάνουμε. Ή δασκάλα μου στό σχολείο όταν βαριόταν φώναζε: «τό νόημα, τό νόημα». Κι εμείς, πλούσιοι καί φορτω μένοι νοήματα, κάναμε άπονενοημένες προσπά θειες νά σωθούμε, μέ διαλείμματα στό έπάγγελμα τού μεταφορέα. Είναι λοιπόν προτιμότερο νά δεί χνεις πώς αϊσθάνθηκες ένα κείμενο, παρά νά τό βάζεις στό προκρούστειο κρεβάτι, όταν μάλιστα τά κείμενα τών «Σχολίων», σέ ύφος άπλής κου βέντας, τόσο προσιτής δσο σουρρεαλιστική είναι ή καθημερινή έπικοινωνία, δέ φιλοδοξούν άλλά είναι μιά Νεοελληνική Μυθολογία. Μυθολογία μέ θεούς καί νεράιδες καλές καί κακές, πού εκμε ταλλεύονται τήν ερωτική μας άνεπάρκεια δσο καί τήν άνασφάλειά μας, γιά νά παίξουν χοντρά ή λεπτά άστεία μαζί μας. Α ύτό πού μένει ώστόσο, είναι δτι καί στήν περίπτωση τού Τρίτου, «γιά μιάν άκόμη φορά ή
73
ποιητική συνείδηση καί ή έκφρασή της καταδιώχθηκε καί εξαναγκάστηκε στή σιωπή». Έ τσι ή έκδοση αυτών των σχολίων θά μπορούσε νά τι τλοφορηθεί: ή άθλιότης καί αί όδυνηραί έρωτικαί σχέσεις τής ζωής εις τόν ιερόν αυτόν τόπον. Ή αίσθηση τών «Σχολίων» σάν κειμένων είναι άνεπανάληπτη καί σουρρεαλιστική. Μόνο πού τά σχόλια τού Μάνου Χατζιδάκη έχουν σαφή νεορεαλιστική καί νεοελληνική άναφορά. Μόνο πού άκούστηκαν. Καί μόνο πού τό κοινό τά δέχτηκε μαζί μέ τά ύπόλοιπα. Γι’ αύτό καί ή μονοδιά στατη θεότης οργίστηκε καί άπαγόρευσε στά ερ τζιανά τέτοιους κυματισμούς. Κι εμάς, μάς έλειψε τό άεράκι, κι ανακαλύψαμε τό βιβλίο τού Μάνου. Κ. Κ.
ΘΕΑΤΡΟ
'Υβόννη - 'Ο γάμος Ο ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ οίκος «’Ιθάκη» κυκλοφόρησε, στή σειρά «Θέατρο», δυό θεατρικά έργα τού Βίτολντ Γκομπρόβιτς: τήν «'Υβόννη, πριγκίπισσα τής Βουργουνδίας» (σελ. 76) καί τό «Γάμο» (σελ. 122), σέ μετάφραση Κωστή Σκαλιόρα. Ό Γκομπρόβιτς δέν είναι άγνωστος στό έλλη-
νικό κοινό. 'Ως δραματουργό μάς τόν γνώρισε ό Κούν, παρουσιάζοντας τήν «’Οπερέτα» του, καί ώς πεζογράφο οί εκδόσεις «Βιβλιοθήκη», έκδΐδσντας τήν «Πορνογραφία» του. Ή «'Υβόννη» γράφτηκε τό 1934 καί ό «Γάμος» τό 1944. Στό πρώτο άπό τά έργα αυτά έχουμε νά κάνουμε μέ τήν ιστορία τής πανάσχημης Ύ βόννης πού τή μνηστεύεται ό πρίγκιψ Φίλιππος, γιατί, καθώς γράφει ό Γκομπρόβιτς, «αισθάνεται νά θί γεται ή άξιοπρέπειά του άπό τήν άπαίσια όψη τής κοπέλας». "Ο,τι άκολουθεϊ, θά μπορούσαμε νά πούμε ότι άποτελεϊ τή φυσική συνέπεια αυτής τής «παράλογης» εμπλοκής. Στό «Γάμο» παρακολου θούμε τήν «ιστορία» τού ’Ερρίκου, τού «γιού καί πρίγκιπα», πού έπιστρέφει σ’ ένα τοπίο κατα στροφής. Ό Γκομπρόβιτς γράφει γιά τό θέατρό του: «Τό
θέατρό μου παρωδεί τόν Σαίξπηρ. (...) "Αν στηρί ζομαι στις παραδοσιακές μορφές, τό κάνω επειδή είναι τελειότερες καί επειδή ό άναγνώστης τις έχει συνηθίσει. ’Αλλά μήν ξεχνάτε παρακαλώ -τό πράγμα είναι σημαντικό- δτι σέ μένα ή μορφή εί ναι πάντα παρωδία τής μορφής. Τή χρησιμοποιώ, άλλά ξεκόβω άπ’ αυτήν. Ψάχνω νά βρώ πώς δέ νονται τά άλλοτινά λογοτεχνικά είδη, πού είναι αναγνώσιμα, μέ τήν πιό νέα, τήν πιό πρόσφατη αντίληψη τού κόσμον. Περιφέρω τό πιό επίκαιρο κοντραμπάντο μέσα σέ παλιούς άραμπάδες». Β. Π.
ΘΕΑΤΡΟ
Τό αυριανό θέατρο
Βίτολντ Γκομπρόβιτς
74
Ο ΓΝΩΣΤΟΣ ήθοποιός, σκηνοθέτης καί θιασάρχης Στέφανος Ληναϊος συγκέντρωσε στάν τόμο «Τό αύριανό θέατρο» (Φιλιππότης, σελ. 140) διάφορες σημειώσεις, σκέψεις, συνεντεύξεις, δμιλίες του τής τελευταίας εΐκοσιπενταετίας. Τό βι βλίο παρουσιάζει ενδιαφέρον γιατί είναι γραμ μένο άπό τή σκοπιά ένός πρακτικού τής σκηνής πού εννοεί νά στοχάζεται πάνω στό άντικείμενο τής δουλειάς του. Στό πρώτο κεφάλαιο ό συγ γραφέας εκθέτει τό «πιστεύω» του γιά τό αύριανό θέατρο γενικά. Κατόπιν προχωρεί σέ μιάν έξέταση τού σημερινού έλληνικού θεάτρου, παρου σιάζει ένα υπόμνημα γιά τήν καλύτερη όργάνωση τής θεατρικής παιδείας, προτείνει ένα προσχέδιο καταστατικού γιά μιά «Ελληνική Δραματική Σχολή», εξετάζει τίς σχέσεις θεάτρου-τοπικής αύτοδιοίκησης, παραθέτει άποσπάσματα άπό συζη τήσεις γύρω άπό θεατρικά ζητήματα καί κλείνει τό βιβλίο του μέ ένα κείμενο γιά τό δάσκαλό του, τό Σωκράτη Καραντινό. Ά ν σκεφτεί κανείς τό θόρυβο πού γίνεται τούτο τόν καιρό στον τόπο μας γιά τό θέμα τής
εκπαίδευσης τού ήθοποιοΰ (βλ. θέμα «άδειας» κτλ.) θά άντιληφθεΐ δτι τό βιβλίο τοϋ Ληναίου αποκτά ιδιαίτερη έπικαιρότητα -τ ό σ ο γιά τούς άνθρώπους τού θεάτρου δσο καί γιά τούς φίλους
Κ υκλοφόρησε άπό τις έκδόσεις
Β. Π.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ
Ή έξοδος ΤΟ Κέντρο Μ ικρασιατικών Σπουδών κυκλοφό ρησε πρόσφατα τόν α' τόμο τής πολύχρονης συλ λογικής δουλειάς του πάνω στή μικρασιατική τραγωδία. «Ή έξοδος», δπως τιτλοφορείται τό έργο αύτό (α' τόμος, σελ. 359), συγκεντρώνει άφηγήσεις άπό αύτόπτες μάρτυρες τής κατα στροφής. Ή ταξινόμηση τοϋ ύλικοϋ έχει γίνει μέ βάση τό γεωγραφικό χώρο, καί αύτό γιατί οί διω γμοί είχαν διαφορετική ένταση στίς περιοχές κοντά στό μέτωπο ά πό αύτές δπου δέν έγιναν στρατιωτικές έπιχειρήσεις, ή άπό τίς άπομακρυσμένες στά βάθη τής Μικρασίας, τών όποιων τό ξερίζωμα ξεκίνησε μέ τήν άπόφαση τής άνταλλαγής τών πληθυσμών. Τήν έκδοση έχει προλογίσει ό Γ. Τενεκίδης. Τήν εισαγωγή, πού άποτελεΐται άπό μιά σύντομη άνασκόπηση τών ιστορικών καί πολιτικών γεγονότων πού προηγήθηκαν τής καταστροφής καί ά πό τή σκιαγράφηση τής παρουσίας τοϋ έλληνισμοϋ στή Μικρασία, έχει κάνει ό άείμνηστος Φ. Δ. Ά π ο στολόπουλος. Ή άξια τοϋ βιβλίου αύτοϋ άπορρέει άπό τίς «μοναδικές» μαρτυρίες τών άνθρώπων πού έζησαν τή φρίκη καί τήν ταπείνωση αύτής τής άσβη στης τραγωδίας, καί δχι ά πό τή δημοσίευση επί σημων κυβερνητικών πηγών, διπλωματικών έγγράφων, εκθέσεων ή άνταποκρίσεών τών εφημε ρίδων τής εποχής. Κ. Ρ.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: Εκδοτικός οϊκος ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ, ΠΡ.
ΚΟΡΟΜΗΛΑ 38, τηλ. 277-350 264-958 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΑΘΗΝΑΣ: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ, ΣΟΛΩΝΟΣ 96, τηλ. 3610589
75
πρόσφατες εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραττέζης Βιβλιοθήκη Γενικής Παιδείας Δ.Ρ. Θεοχάρη, Νεολιθικός Πολιτισμός (17x24), σσ. Βάσου Καραγιώργη, Αρχαία Κύπρος - Από τή Νεολιθική έποχή ώς τό τέλος τής Ρωμαϊκής (17x24), σσ. 151 + πίν.? ε'ικ. έγχρ. 21, Α/Μ 250 Δρχ. 250 Wolfgang Schadewaldt, Από τόν κόσμο καί τό έργο τοϋ 'Ομήρου Α' Τό ομηρικό ζήτημα Μετ. Φάνης I. Κακριδής (14x21), σσ. 284 + 28 Α/Μ είκ. Δρχ. 300 C. Μ. Bowra, Αρχαία έλληνική λυρική ποίηση Α' 'Αλκμάν, Στησίχορος, Αλκαίος, Σαπφώ Μετ. Γιάννης Καζάζης (14x21), σσ. 408 Δρχ. 400 Paul Lemerle, Ό πρώτος βυζαντινός ουρανισμός Μετ. Μ. Νυσταζοπούλου - Πελεκίδου «Encyclopedia de la Pieiade», Ιστορία καί μέθοδοί της: - Γενικά προβλήματα Μετ. Ελένη Στεφανάκη (14x21), σσ. 475 Δρχ. 450 - ΟΙ μαρτυρίες καί ή κριτική τους άξιοποίηση Μετ. Χρίστος Παπάζογλου (14x21), σσ. 354 Δρχ. 350 - Παραδοσιακές βοηθητικές επιστήμες. Γραπτές μαρτυρίες Μετ. Ελένη Στεφανάκη «Encyclopedia de la Pieiade», Ιστορία τής Φιλοσοφίας: Α' Ή Καντιανή Επανάσταση Μετ. Κυριάκος Σ. Κατσιμάνης (14x21), σσ. 305 Δρχ.200 Β' 19ος αιώνας: Ρομαντικοί - Κοινωνιολόγοι Μετ. Τίτος Πατρίκιος Παύλος Χριστοδουλίδης (14x21), σσ. 379 Δρχ.300 Γ 19ος-20ός αίώνας: Ή ’Εξελικτική Φιλοσοφία. Εθνικές Φιλοσοφικές Σχολές Μετ. Μαριλίζα Μητσοϋ - Παππά (14x21), σσ. 334 Δρχ.300
W. Wlndelband & Η. Heimsoeth, Εγχειρίδιο Ιστορίας τής Φιλοσοφίας: Α' Ή φιλοσοφία των άρχαίων Ελλήνων. Ή φιλοσοφία των έλληνιστικών καί ρωμαϊκών χρόνων Μετ. Ν.Μ. Σκουτερόπουλος (14x21), σσ. 342 Δρχ. 350
Μελέτες Οικονομικής Ιστορίας Γιώργου Δερτιλή, Τό ζήτημα τών τραπεζών (1871-1873). Οικονομική καί πολιτική διαμάχη στήν Ελλάδα του ΙΘ' αίώνα (14x21), σσ. κα' + 355 + 37 είκ. Δρχ. 350 Ι.Α. Βαλαωρίτου, Ιστορία τής Εθνικής Τραπέζης τής Ελλάδος (1842-1902) (20x28), σσ. 10 + 352 + η' + πίν. Δρχ. 600 Εύρετήριο τοΰ Γενικού Αρχείου τής Εθνικής Τραπέζης (17x24), σσ. 224 + είκ. Α/Μ 33 Δρχ. 250
Νεοελληνική Προσωπογραφία Ε.Π. Παπανούτσου, Α. Δελμοϋζος (Ή ζωή του Επιλογή άπό τό έργο του) (14x21), σσ. 299+ είκ. Α/Μ 6 Δρχ. 250
Λευκώματα Κάρλ Κρατσάιζεν, Προσωπογραφίες 'Ελλήνων καί φιλελλήνων άγωνιοτών (Προλεγόμενα Π. Πρεβελάκη) (33x44), σσ. 16 + 14, σχέδια 16, λιθογραφίες 28 Δρχ. 1.200 Πινακοθήκη καί Γλυπτοθήκη τού Μορφωτικού Ιδρύματος τής 'Εθνικής Τραπέζης στή Θεσσαλονίκη 31 έγχρωμοι πίν. 35x39 έκ. Δρχ. 400 Χρίστου καί Σέμνης Καρούζου, Θησαυροί τοΰ Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών (25 X 30), σσ.
Σημείωση: Τά βιβλιοδετημένα άντίτυπα έπιβαρυνονται μέ 150 δραχμές
Πωλοϋνται σέ όλα τά βιβλιοπωλεία Κεντρική Διάθεση: Πλατεία Μητροπόλεως 3, 2ος όροφος (τηλ. 32.21.337) Πρατήριο: Εθνική Τράπεζα, Καραγεώργη Σερβίας 2 (Πλατεία Συντάγματος)
Τά έσοδα άπό τις πωλήσεις διατίθενται γιά πολιτιστικούς σκοπούς
76
διαβαζω
για παιδια
Επιμέλεια: Άθηνά Παπαδάκη
Μέ τον κόσμο τού μόχθου καί τούς αγώνες του ΜΑΡΟΥΛΑΣ ΚΑΪΑΦΑ: "Ενα δέντρο στην αυλή μας. Εικονογράφηση: Αιονύσης Βαλάσης. Αθήνα, Κέδρος, 1980. Σελ. 181. «ΤΑ χρόνια εκείνα ό πατέρας μου είχε μιά άλωνιστική μηχανή καί κάθε καλοκαίρι βγαίναμε στ’ άλώνια. Έ τσι, γιά χρόνια έζησα μαζί μέ τους καραγκούνηδες καί κοντά σ’ αυτούς έμαθα καί έγώ ν ’ αγαπώ τή γή. Στά 1975 θέλησα νά κάνω μιά συλλογή μέ λαϊκά παραμύθια. "Αρχισα λοιπόν νά τριγυρίζω τον κάμπο. Στά χωριά πού πήγαινα μαζί μέ τά παραμύθια άκουγα καί παλιές ιστο ρίες. Οί γέροι, οί πιό πολλοί παλιοί κολίγοι, παρακεντέδες, ξωμάχοι, κουβέντα τήν κουβέντα, ξανοίγονταν καί θυμόνταν τά παλιά. “Τότες, άπού λές, άπού ήμασταν κουλιγάδες” ». Έ τσι περιγράφει τούς δεσμούς της μέ τή Θεσ σαλία ή Κλιάφα, στόν έπίλογο τού βιβλίου της. Σχέσεις πού άγγίζουν κατάσαρκα τό λαό τής ύπαίθρου. Μέ τέτοια προίκα γλώσσας, καί εθί μων, καί μαζί μέ Ιστορικές πηγές, ή συγγραφέας γράφει ένα βιβλίο πού μιλά γιά τό θεσσαλικό άγροτικό πρόβλημα τού περασμένου αίώνα καί φτάνει μέχρι τό Κιλελέρ. Ό Γιάννης Σταμούλης είναι ό βασικός ήρωας τής ιστορίας, ένα παιδί φτωχών άγροτών, πού δέν είχαν στόν ήλιο μοίρα. Δουλεύει κοντά στόν πα τέρα του, άνθρωπο σκληρό άπό τίς δυσκολίες τής ζωής, σύμβολο τής πατριαρχικής οικογένειας. Ή μάνα τόν λέει «Κύρη» καί τόν βοηθά στό χωράφι μέ άγάπη καί ύπακοή. Τήν ίδια στιγμή μεγαλώνει καί προετοιμάζει γιά γάμο τίς κόρες της. “Ομως στά «θηλυκά» τού σπιτιού ύπάρχει καί ή γιαγιά, πού μέ τά παραμύθια καί τή συμπεριφορά της προσφέρει στά παιδιά, μέσα άπό μιά γλώσσα που χάνεται, τόσο διαφορετική άπό τού έγγονοϋ, ένα λαϊκό θησαύρισμα γνώσης, εύαισθησίας καί άνθρωπιάς. Νά πώς μιλά στόν μικρό άγρότη, γιά τόν Βελεστινλή: «’Ηταν παλικαράκι, καλή ώρα σάν κι
έσένα. Ού κάμπους τούν γένν’σι κι αύτόνε. Μά δέν έγινε τσιφτσής. “Αλλα έργα, τρανότερα, τόν είχε τάξει ή μοίρα τ’ γιά νά κάνει...» Αύτά είναι τά φυλακτά τού μικρού άγρότη πού μαζί μέ τά παγανιστικά σαλέματα τής ύπαίθρου, καί τή βοήθεια τού κλήρου καί τού δασκάλου, τού Κωσταντή, ό Γιάννης καταφέρνει νωρίς νά πάρει μιά θέση σταθερή στά γεγονότα. Οί Τούρκοι σέ λίγο θά φύγουν, διαδόσεις καί έπαναστατικές ενέργειες τό φανερώνουν. 'Ολό κληρη ή άγροτιά τής Θεσσαλίας περιμένει τόν έλληνικό στρατό σάν λυτρωτή, μά εκείνος φτάνει μέ τή μορφή τού τσιφλικά, νά κάνει άκτήμονες τούς ανθρώπους πού ήταν οί ρίζες τούτης τής γής. «Σού χαρίζω τό χωράφι μου» λέει φεύγοντας ή γειτόνισσα Τουρκάλα στόν πατέρα τού Γιάννη. Μά οί άρχές καταπατούν τήν έντιμη συμπεριφορά πού τόσο άνάγλυφα φανερώνει τήν ποιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων ανάμεσα ατούς έχθρούς. «Δέν έχεις χαρτιά πού ν ά δείχνουν τήν δωρεά». Γιά μιά φορά άκόμα, ή οικογένεια τού Γιάννη πεινά, καί τό παιδί φεύγει γιά τήν πόλη νά πάει σχολειό. Θέλει νά γίνει δάσκαλος. Έ δώ άρχίζει ένας άλλος άγώνας. “Αλλοι άνθρωποι, άλλιώς τά πράγματα. Τό παζάρι, δ τελάλης, ό γύφτος μέ τήν άρκούδα, μαζί μέ τά έθιμα τών Τούρκων πού περιγράφονται, άναδεικνύουν τήν άτμόσφαιρα τής εποχής. “Ομως ό φούρναρης, τού Γιάννη τό άφεντικό, δ μικρός μαθητής του, δ λαϊκός τεχνί της πού τό σπίτι του στεγάζει έπαναστάτες, είναι τό άνθρώπινο δυναμικό πού πατά πάνω του δ ήρωας γιά ν ’ άναρριχηθεί στίς έπάλξεις τού κινή ματος. Ό Γιάννης, δάσκαλος πιά, πρωτοστατεί στό Κιλελέρ. Τούτο τό άγροτόπαιδο έχει μιά με γάλη διαθεσιμότητα ψυχής, καί καταφέρνει μέ τή στάση του νά ύψώσει τό πεσμένο ήθικό τού πα τέρα του. Έ τσι κάποιο πρωί, δ άκτήμονας Θεσσαλός πού δλο έλεγε: Ραγιάς γεννήθηκες, ραγιάς θέ νά μείνεις, φυτεύει, παρά τήν άπαγόρευση, ένα δέντρο στήν αύλή του. Ξεκινά πιά ό άγώνας. Τό βιβλίο τής Κλιάφα είναι γιά μεγάλους καί γιά έφηβους. Ή συγγραφέας ρίχνει μιά πέτρα στά κύματα μιάς εποχής, κι έχοντας καλό σημάδι γεννά πολλούς κύκλους στά νερά, πού άπλώνονται καί μεγαλώνουν τό στόχο, δίνοντάς του μιά πολύμορφη διάσταση κοινωνική, θεσμική, γλωσ σική. Κι αύτό συμβαίνει γιατί μιλά γιά τούτο τόν κόσμο τού μόχθου, μέ τή συγκίνηση τής προσωπι κής ύπόθεσης.
77
’Α πό ένα σημείο καί πέρα, τό βιβλίο πρός τό τέλος μοιάζει νά συντομεύει άιμσα, δμως μπορεί κανείς νά αιτιολογήσει τούτο τό γεγονός. Ή Κλιάφα δέν άφιερώνει μεγάλο μέρος τού κειμένου της στην άγροτική εξέγερση πού κορυφώνεται μέ τά γεγονότα τού Κιλελέρ. "Ομως γίνεται αύτό, γιατί ή συγγραφέας θέλει, μέσα άπό τήν περι γραφή τής ζωής καί τών άναγκών τών ήρώων της, νά πείσει τόν άναγνώστη γιά τό δέσιμο τού χωρι κού μέ τή γή του. Καί τό καταφέρνει. Έ τσι οί άπαιτήσεις τών άγροτών καί οί νεκροί στό Κιλε λέρ δέν περιορίζονται στά πλαίσια τής «ιδιοκτη σίας» άλλά ξανοίγονται σέ μεγάλες έκτάσεις. Ε κ εί όπου ό άνθρωπος σκύβει καί δουλεύει μέ άγάπη τή γενέθλια γή. Ε κ εί δπου δέν μεσολαβεί τρίτος γιά τήν άνταμοιβή τής δουλειάς, άλλά ή πληρωμή γίνεται άπό τόν ίδιο τό σπόρο καί τό χώμα. Διαβάζοντας λοιπόν, ιδιαίτερα τά παιδιά τής πόλης, γιά τούτον τό λησμονημένο θεσσαλικό άγώνα, εύκολα θά καταλάβουν δτι καί τό παλιό κέντημα ή ή ρόκα πού βρίσκεται στό σπίτι τους μουσειακά, βγήκε άπό χέρια πού μάτωσαν γιά ν ’ άποκτήσουν ένα κομμάτι γής. Α. Π.
'Η φωνή τών παιδιών Πέρα άπό τήν όποια άξια καί χρησι μότητα τών βιβλιοκριτικών πού δημο σιεύουμε γιά «παιδικά» βιβλία (καί πού, φυσικά, γράφονται άπό πρόσωπα εν ήλικα), πιστεύουμε ότι δέν θά ’πρεπε νά άγνοοϋμε τή γνώμη καί τίς σκέψεις τών άνήλικων άναγνωστών, στούς όποιους καί άπευθύνονται τελικά τά βιβλία αυτά. ’Ασφαλώς πολλά θά μαθαίναμε (συγ γραφείς, εκδότες, γονείς, δάσκαλοι κλπ.), άν άκούγαμε πιό συχνά καί, κυ ρίως, πιό προσεχτικά τήν κριτική πού άσκοΰν τά παιδιά... Γι’ αύτό, άποφασίσαμε νά «θεσμοποιήσουμε», κατά κάποιον τρόπο, τήν επικοινωνία μέ τούς μικρούς μας φίλους, δίνοντάς τους ταυτόχρονα τήν ευκαιρία νά έκφράσουν, μέσα άπό τίς στήλες τού περιοδικού, τή γνώμη τους γιά βιβλία πού διάβασαν, γιά θέματα πού τούς άπασχολοΰν καί δέν τά βρίσκουν σέ βι βλία, γιά τήν εικονογράφηση τών βι βλίων, γιά συγγραφείς πού προτιμούν ή όχι (καί γιά ποιούς λόγους), καί γενικά γιά όποιοδήποτε θέμα γύρω άπό τό βι βλίο καί τούς άνθρώπους του. Ελπίζοντας νά βρούμε άνταπόκριση, περιμένουμε μέ άνυπομονησία τίς συνερ γασίες τών παιδιών. 78
Μήνυμα ειρήνης σ’ δλο τόν κόσμο ΤΖ1ΑΝΝ1 ΡΟΝΤΑΡΙ: Ή τούρτα στον ουρανό. Μετ. Νάσας Μπαμπάκον. Εικονογράφηση: Bruno Munari. 'Αθήνα, Τεκμήριο, 1980. Σελ. 110. ΕΝΑ άνοιξιάτικο πρωινό, σ’ ένα λόφο κάποιου ρωμαϊκού προάστιου, προσγειώνεται ένα στρογ γυλό άντικείμενο. 'Ιπτάμενος δίσκος; Ά ρειανοί; Κανείς δέν ξέρει τί νά πει. Οί άρχές τό ύποδέχονται μέ προσταγές: « Ό πληθυσμός παρακαλεϊται νά διατηρήσει τήν ψυχραιμία του. Ή στρα τιωτική διοίκηση έλέγχει πλήρως τήν κατάσταση. Κηρύσσεται κατάσταση συναγερμού. Κανείς δέν μπορεί νά μπει ή νά βγει άπό τή συνοικία μέχρι νεωτέρας διαταγής. ’Επιστρέφετε στά σπίτια σας, κατεβεϊτε στά υπόγεια καί περιμένετε μέ εμπιστο σύνη νέες οδηγίες». "Ομως τά δυό άδέλφια, ό Πάολο καί ή Ρίτα, πετούν στό άντικείμενο ένα χαρταετό, σινιάλο φιλίας. Μ’ αύτή τήν καθοριστική διαφορά άρχίζει τήν ιστορία του ό Ροντάρι, πού, καθώς λέει στήν εισ αγωγή τού βιβλίου, δημιουργήθηκε άπό τά παιδιά ένός δημοτικού σχολείου. ’Α πό δώ κι έπειτα, ό μύθος χωρίζεται σέ δυό παράλληλους δρόμους. Ό ένας είναι ή κατάκτηση καί ή έξερεύνηση τού «πράγματος» μ’ έναν τρόπο βίαιο, λογικό, τού συμβολοποιεϊται στις μορφές τών καθηγητών, τών στρατιωτικών, τών άρχών γενικά. Τό άλλο πλησίασμα τό εκφράζουν τά παιδιά, μέ τήν άγάπη καί τήν πίστη τους. Ά π ’ τή μεριά τής πολιτείας, άεροπλάνα καί τζιπ βγήκαν νά έπισημάνουν τόν κίνδυνο. "Ομως ό Πάολο κρα τώντας μόνο ένα φτυαράκι καταφέρνει ν ’ άνακαλύψει πώς δ ουράνιος επισκέπτης δέν είναι τίποτ’ άλλο παρά μιά ύπέροχη τούρτα. ’Αργότερα ό έπιστήμονας πού κρύβεται μέσα της θά έξηγήσει στά δυό άδέλφια πώς τούτο τό γλύκισμα ήταν στήν άρχή βόμβα σέ πειραματικό στάδιο. "Οταν έγιναν τά έγκαίνια τού μηχανισμού της, δ υπουργός έριξε δίχως νά τό καταλάβει λίγο σαντιγύ, ά π ’ τό γλυκό πού έτρωγε, μέσα στή σύσταση τής βόμβας. Καί νά πώς μετατράπηκε τό δπλο σέ τούρτα. 'Ωραιότατο εύρημα πού μηδενίζει τούτο τό φο βερό εχθρό τού άνθρώπου. Φυσικά τά παιδιά δλο καί θέλουν πιό πολύ νά μένουν μέσα στό θαυμα στό γλυκό πού είναι καμωμένο ά π’ όλες τίς ζαχα ρένιες λιχουδιές τού κόσμου. Μά οί μεγάλοι κά ποια στιγμή τά πιάνουν, τά θεωρούν προδότες καί τά φέρνουν μπροστά στούς στρατηγούς. Τότε ή Ρίτα άποκαλύπτει τό φοβερό μυστικό. Είναι μιά τούρτα, λέει, μέ τόν ίδιο άφοβο τρόπο πού τή δο κίμασε γιά πρώτη φορά στό μπαλκόνι της. Μετά άπό τούτη τήν άποκάλυψη, άποφασίζουν νά γευτούν καί οί ίδιοι τούτο τό εξωγήινο «πρά γμα» πού τόσο άναστάτωσε τή ζωή τους.
οχυρό άπέναντι στούς έξοπλισμούς, τίς κατοπινές γενιές. Τό μήνυμα τής ειρήνης είναι ένας στόχος δύσ κολος. Καί συχνά κινδυνεύει νά πέσει στό χωνευτήρι τής άπλής πληροφορίας ή, τό χειρότερο, τής διδαχής. "Ομως 6 Ροντάρι φαίνεται νά έχει χαρα χτεί άπό μιά βαθιά άντιπολεμική άνάγκη. "Ετσι μέ τ’ άφομοιωμένα του σύμβολα καί τό ταλέντο του κατορθώνει ν ’ άπομακρύνει τήν ειρήνευση άπό τό «γραφικό» καί νά τή σαλπίσει στά πέρατα τής γής μ’ ένα γενναίο σκόρπισμα ψυχής. Καλή ή μετάφραση τής Ν άσας Μπαμπάκου. "Οσο γιά τό ζωγράφο Munari, μπορεί νά πεϊ κα ν είς πώς άρπάζοντας κυριολεκτικά τά Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τών ήρώων, τούς άπόδωσε μέ λί γες, άλλά πυκνές γραμμές. Τό άποτέλεσμα ήταν νά γίνει μιά εικονογράφηση πού τή χαρακτηρίζει ιδιαίτερη ικανότητα καί ευαισθησία. Α. Π. 'Η κυρα-Τσετσίλια. ( Από τήν εΐκσνογράφιση τού βι βλίου «Μία τούρτα στάν ούρανό») «’Ηρεμία, ήρεμία, είπε ό καθηγητής Τερέντσιο. ”Α ς τό δώσουμε καλύτερα γι’ άνάλυση σ’ ένα χη μικό. ”Α ν είναι εξωγήινης προέλευσης, θά περι έχει κάποιο στοιχείο άγνωστο σέ μάς». Μά ό πατέρας τής Ρίτας λέει πώς ή κόρη του έφαγε μισό κιλό καί είναι ξεχωριστής ποιότητας καί ευκολοχώνευτο. Μεγάλη πρόκληση τούτα τά λόγια. Οί καθηγη τές άναγκάξονται νά δοκιμάσουν, άφοΰ πρώτα βγάλουν λόγους θυσίας, συχνά άναφέροντας τόν Νεύτωνα, τόν Δάντη, τόν Κοπέρνικο, τόν Γαλι λαίο, τόν ’Αϊνστάιν. Ό Ροντάρι, μέ μιά μεγάλη ικανότητα γελοιο ποιεί στά μάτια τού νεαρού άναγνώστη του όλόκληρο τόν κρατικό γραφειοκρατικό μηχανισμό. Ό φόβος φωλιάζει στά σκουριασμένα γρανάζια του, ή άτολμία στις άχρηστες δραστηριότητες του. Οί επιστήμονες Ρόσι καί Τερέντσιο σάν δο κιμάσουν τήν τούρτα μεταφέρονται στό νοσοκο μείο άπ’ τόν τρόμο τους. Μ αζί τους παίρνουν καί τό κορίτσι. Κανείς δέν έπαθε στήν πραγματικό τητα τίποτα. Μ όνο ή δειλία σάν τέλμα στέκει πάνω άπό τήν έπιστήμη πού τής λείπει τό πάθος τής έρευνας. Τελικά τά παιδιά νικούν. Ή Ρίτα μέσα άπ’ τό νοσοκομείο ειδοποιεί δλους τούς φίλους της γιά τήν τούρτα. 'Αλυσιδωτά φτάνει τό νέο σ’ δλη τήν πόλη. Έ ν α πλήθος παιδιών τρέχει στάν τρούλο νά γευτεί τό γλυκό. Καταρρέει ή συμβατικότητα καί ή άκαμψία τών μεγάλων. ’Ακόμα καί ό έπιστήμονας τής βόμβας, πού ήθελε νά τήν καταστρέφει μιά κι έχασε τό σκοπό της, χαίρεται γιατί στή με γάλη άλλαγή πού τής έτυχε άπόκτησε έναν άλλο προορισμό, νά θρέφει παιδιά. Δέν θά μπορούσε νά ’ναι άλλιώς, γιατί ή τόση πίστη τών άδελφιών απέναντι στον άνθρωπο, δύσκολα θά μπορούσε νά προδοθεί. "Οπως καί εύκολα δέν γίνεται νά προδοθεί τό όνειρο τού συγγραφέα, πού κάπου κρατά, σάν τελευταίο
’Α π ρ ίλ ιο ς 1981
ΤΑ Ν Ε Α Β ΙΒ Α ΙΑ Ε π ιμ έλ εια : Ε. Ά π ά κ η ______________ __________________ / Ή ταξινόμησι/ τών βιβλίων γιά παιδιά γίνεται μέ βάση to γνωστό Δεκαδικό Σύστημα ταξινόμησης, προσαρμο σμένο στήν ελληνική βιβλιογραφία καί στίς ιδιομορφίες αύτής τής κατηγορίας βιβλίων. Κατά, τά άλλα ισχύουν όσα άναφέρονται προλογικά στό Βιβλιογραφικό Δελτίο.
ΓΝΩΣΕΙΣ ΠΑ ΠΑ ΔΑΚΗ-ΚΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗ ΣΤΕΛΛΑ. Ο μικρός έπιστήμονας. ’Α θήνα, 1981. Σελ. 159. Δρχ. 250.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΟΥΛΙΜ Η ΑΛΚΗ. Οί τρεις φίλοι. Β' έκδοση. Εικονογράφηση Τάσου Κούφου. ’Αθήνα, Δω δώνη, 1980. Σελ. 54. Δρχ. 180. ΠΕΡΙΣΤΕΡΑΚΗ-Ψ ΥΧΟΓΙΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ. Ή φεγγαροαχτίδα. ’Αθήνα. Δρχ. 160. ΦAKINΟΥ ΕΥΓΕΝΙΑ. Τά έλληνάκια. ’Αθήνα, Κέδρος, 1980. Σελ. 29. Δρχ. 250.
79
κριτικογραφία Σ τή ν κρ ιτικο γρα φ ία α υ τό ν το ϋ τεύ χο υ ς περιλα μβά νοντα ι β ιβ λιο κρ ιτικές πο ύ δη μο σιεύτηκα ν τόν Φ εβ ρονάριο στόν ημερήσιο ά θηναϊκό τύπο. Π εριλαμβάνονται, επίσης, κ α ί κρ ιτικές δη μοσιευμένες στον περιοδικό κ α ί επα ρχια κό τύπο , όσες φυ σικά φρό ντισα ν νά μ ά ς στείλο υν οι σ υ ν τά κ τες τους. Γιά κάθε βιβλίο σημειώ νονται, μέσα σέ παρένθεση: τό όνομα το ϋ κρ ιτικο ύ κ α ί δ τίτλ ο ς τοϋ εντύπ ο υ (βλ. Υ π ό μνημα), καθώ ς κ α ί ή ημέρα δημοσίευσης τή ς κριτικής, αν πρό κ ειτα ι γιά εφημερίδα, ή δ ά ριθμός έκδο σης, αν π ρόκ ειται γιά περιο δικό έντυπο. (\Επιμέλεια: Κατερίνα Παπαλιβερίου)
' Υπόμνημα ΚΡΓΤΙΚΟΙ ΑΑ: Α. ’Αργυρίου ΑΚ: Α. Καλογεροπούλου ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Άγγελοπούλου ΒΠ: Β. Παπαβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΣ: Δ. Σιατόπσυλος ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΚ: Ε. Κοροντζή ΕΡ: Ε. Ρόζος ΖΒ: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΚΑ: Κ. Άνδρονίκας ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΚ: Κ. Καλημέρης ΚΡ: Κ. Ρούφου ΚΣ: Κ. Σταματίου
ΚΤ Κ. Τσαούσης ΚΧ Κ. Χρυσάνθης ΜΓ Γ. Μαρκοπουλιώτου ΜΠ Μ. Παπαδοπούλου ΟΠ Ό Παρατηρητής ΣΑ Σ. Άρτεμάκης ΣΤ Δ. Σταμελος ΤΑ Τ. Λειβαδίτης ΤΜ Τ. Μενδράκος ΦΜ Φ. Μπουμπουλίδης ΧΛ X. Λουκάκου XX X. Χειμώνας ΕΚΙΧνΓΤΔ ΑΚ: Άκρόπολις ΑΝ: Α ντί ΑΠ:: ’Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΗ: Τό Βήμα ΒΡ: Ή Βραδυνή
Γενικά έργα Ηπειρωτικό ήμερολόγιο (ΚΣ, ΝΕ, 21) Κεφαλληνιακά χρονικά (Μ. Μ. Παπαϊωάννου, ΡΙ, 6) Πανσερραϊκό ήμερολόγιο (Β. Τζανακάρης, Γιατί, 67) Φ ιλοσοφία- Ψυχολογία- ’Αποκρυφισμός Δεσποτόπουλος Κ. I.: Πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνος (ΚΤ, ΕΛ, 5), (ΤΜ, ΕΠ, 655) Δεσποτόπουλος Κ. I.: Μελετήματα φιλοσοφίας (ΤΜ, ΕΠ, 655) Kierkegaard S.: Φόβος καί τρόμος (Ε. Δαμβουνέλη, ΚΑ, 12) Μίχας Π.: 'Η παρεμβολή τών γάλλων «νέων φιλοσόφων» (ΤΜ, ΙΣ Μπαλογιάννης Σ. I.: Ποιμαντική ψυχολογία (ΣΤ, ΕΛ, 12) Μπιτσάκης Ε.: Ή δυναμική τοϋ έλάχιστου (ΣΤ, ΕΛ, 5) Νοϋτσος Π. X.: Ό νομιναλισμός (ΕΚ, ΔΙ, 40) Τζαρά Τ.: Μανιφέστα τοϋ ντανταϊσμού (Δ. Άρμάος, Κανάλι 14, Κοινωνικές επιστήμες βΥ
η0η
'πσυλος, ΟΤ, 5 /1395)
ΔΕ: Τό Δέντρο ΔΙ: Διαβάζω ΕΛ: ’Ελευθεροτυπία ΕΟ: Έποπτεία ΕΠ: ’Επίκαιρα ΕΣ: ’Ελεύθερος (Στερ. Έλλ.) ΙΣ: 'Ιστορία ΚΑ: Καθημερινή ΚΑ: Κυπριακός Λόγος ΚΟ: ’Ελεύθερος Κόσμος ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τά Νέα ΟΚ: Οικονομία καί Κοινωνία ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΟ: Ό Πολίτης ΡΑ: Ραδιοτηλεόραση ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΚ: Σκιάθος ΤΕ: Τριφυλλιακή Εστία ΤΟ: Τομές
Δράκος Γ. Π.: Ή βιομηχανία στήν Ελλάδα (Σ. Μ. Εύλάμπιος, Ηνίοχος, 47) Ελληνική Σημειωτική Εταιρεία: Σημειωτική καί κοινωνία (ΤΜ, ΕΠ, 652) Elvy Β. Η.: Τεχνική τών πωλήσεων (Λ. Παπανδρόπουλος, ΟΤ, 5 /1395) Εύαγγελάτος Δ. Γ.: Προβλήματα δικαιοσύνης (Χ.Θ., ΜΕ, 10) Ζήγκλερ Ζ.: Ή ’Αφρική στό στόχαστρο (W., ΟΤ, 5/1395) Θεοδωρακοπούλου Λ. - Μυλωνάκη Δ.: ’Εφαρμογή τής κοινής όργάνωσης τών άγορών άγροτικών προϊόντων στήν 'Ελ λάδα (W., ΟΤ, 9/1399) Καράγιωργας Δ.: Οί οικονομικές λειτουργίες τού κράτους (ΚΚ, ΔΙ, 40) Κατσούλης Η.: ’Επιστημολογικά προβλήματα τής σύγχρονης πολι τικής έπιστήμης (Ν. Δεμερτζής, ΔΙ, 40) Κόλμερ Κ. -Τσώρης Ν. - Χρηστίδης Κ.: Ή άντιμετώπιση τού οι κονομικού προβλήματος τής χώρας (Λ. Παπανδρόπου λος, ΟΤ, 9/1399) Κόρς Κ.: Γιατί είμαι μαρξιστής (ΚΚ, ΔΙ, 40) Πουρναράκης Ε. Δ.: Μακροοικονομική θεωρία καί πολιτική (Δ. Στεργίου, ΟΤ, 8/1398) Σανγκουινέτι Τ.: Περί τής τρομοκρατίας καί τού κράτους (ΓΜ, ΔΙ, 40) Στράσσερ Ν.: Τά δημόσια οικονομικά τής Εύρώπης (ΚΤ, ΕΛ, 5) Τσακλαγκάνος A. Λ.: Θεωρία καί λογιστική κόστους γιά τή λήψη
Δικταίος Α.: Τό ταξίδι γιά τά Κύθηρα (Θ. Θ. Νιάρχος, Ή Λέξη,
5Εκπαίδευση -Παιδαγωγική Α' Συνέδριο Παιδείας ΟΙΕΛΕ: Προβλήματα τής έλληνικής έκπαίδευσης (X. Σακελλαρίου, ΚΑ, 12) Γεωργίου-Νίλσεν Μ.: Ή οικογένεια στά άναγνωστικά τού δημοτι κού (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 68) Μπαλάσκας Κ.: Νεοελληνική ποίηση (ΕΚ, ΔΙ, 40) Μπαρμπής Κ.: Υποτροφίες (Σ. Χαϊκάλης, ΟΤ, 5/1395) Νοΰτσος X.: Προγράμματα μέσης έκπαίδευσης καί κοινωνικός έλεγχος (Κ. Τσουκαλάς, Σύγχρονα Θέματα, 9) Παρίσης Ν. I.: Μεθοδική έρμηνεία νεοελληνικών κειμένων (ΚΡ, ΔΙ, 40) Συστήματα έκπαιδεύσεως στό χώρο τής χειροτεχνίας (Ν. Σ., ΟΤ, 8/1398) Λαογραφία Λιάπης Β.: Άρβανίτικος γάμος δ Κουντουργιώτικος (Κ. Π., Συμ βολή, 11-12) Μουτσόπουλος Ν. Κ.: Καστοριά (ΚΣ, ΝΕ, 7) Μουτσόπουλος Ν. Κ.: Θεσσαλονίκη 1900-1917 (ΣΤ, ΕΛ, 12) Παπαθανάση-Μουσιοπούλου Κ.: Λαογραφικά Θράκης (ΤΜ, ΙΣ, 150) Πασχάλης Α.: Καστοριά (ΣΤ, ΕΛ, 12) Πετρόπουλος Η.: Ελληνικές σιδεριές (ΚΣ, ΝΕ, 7) Ρωμαίου-Καρασταμάτη Ε.: Ή ποδιά τής Καραγκούνας (ΣΤ, ΕΛ, 19) Στανωτάς Γ. Σ.: Τό δημοτικό μας τραγούδι (Ν. Α. Παπαδάκης, Τσενόγλσυ Ν. - Νομικός Σ.: Καστελλόριζο (ΚΣ, ΝΕ, 7) Χαραλαμπόπουλος X.: Ναυπακτιακά μελετήματα (ΘΠ, ΕΣ, 1) θετικές επιστήμες Καρατζίνης Δ.: Σύμπαν-χορός-ύλη-κίνησις (Β. Τζανακάρης,
Μπότσαρης Μ. (έπιμ. Τ. Γιοχάλας): Έλληνο-αλβανικό λεξικό (ΓΜ, ΔΙ, 40), (ΣΑ, ΡΑ, 574) Τέχνες Αίγαιοπελαγίτικα καράβια (Γιάν. Καρ., Πλοιαρχική Ήχώ, 152) Βαλληνδράς Α.: Ή καταγωγή τής βυζαντινής μουσικής (Σ. ’Αλε ξίου, ΚΑ, 12) Θεοδωρίδης Μ.: ’Ανθολογία κλασικής μουσικής (ΕΚ, ΔΙ, 40) Καντίνσκι Β.: Σημείο - γραμμή - έπίπεδο (ΕΚ, ΔΙ, 40) Μήλιος I. Μ.: Κοινωνιολογία τού άθλητισμοϋ (ΚΤ, ΕΛ, 19) Ούέστραπ Τ.: Πηγές καί παράγοντες τής μουσικής (Γ.Μ., ΝΕ, 21) Richard L.: Ναζισμός καί κουλτούρα (ΤΜ, ΙΣ, 150) Κλασική παιδεία Γκούμας Ν. Α.: ’Επιγράμματα τού Μαρτιάλη (ΚΚ, ΔΙ, 40) Ποίηση Άγγελάκης Α.: Ή δδός Θρασυβούλου (ΤΜ, ΕΠ, 652) Άναγιωτός Π.: Πορεία (Α. Πανάτος, Νέα ’Εποχή, 144) ’Αποστόλου Σ.: Άπογραφή μενόντων (ΣΑ, ΡΑ, 574) Βλαβιανού-Άρβανίτη Α.: Στοχασμοί (Β. Σπ., ΚΑ, 19) Δημητριάδης Δ.: Κατάλογοι 1-4JX. Λιοντάκης, ΔΙ, 40)
Δούκαρης Δ.: Ποιήματα τού σώματος (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 68) Έγγονόπουλος Ν.: Στήν κοιλάδα μέ τούς ροδώνες (Μ. Μόσχος, ΚΑ, 19) ’Ελευθερίου Μ.: Μαθήματα μουσικής (ΚΚ, ΔΙ, 40) ’Ελευθερίου Μ.: Ξόρκια (ΚΚ, ΔΙ, 40) ’Εμπειρικός Α.: Όκτάνα (Ε. Κακναβάτος, ΔΙ, 40) Ήσαΐα Ν.: Μορφή (Σ. Κατσίμης, ΚΑ, 19), (ΤΜ, ΕΠ, 653) Κανάκης Α.: Τό καράβι (Π. Παιονίδης, Νέα ’Εποχή, 114) Κατσιγιάννης X.: Άφωτες καί άφωνες στιγμές (ΘΠ, ΕΣ, 22) Κολυβός Α.: Γράμμα στον Κάρολο (Φ. Μούλιος, ΤΟ, 68) Κοντός Γ.: Στή διάλεκτο τής έρήμου (Γ. Κ. Κ., ΚΑ, 12) Δαγγουρέλη Μ.: Τά άλογα (Γ. Κ. Κ., ΚΑ, 19), (ΤΜ, ΕΠ, 654) Μαγγανάρης Α.: Ή άλλη γραφή (ΔΣ, ΒΡ, 10) Μάρκογλου Π. X.: Συνοπτική διαδικασία (Κ. Γ. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 40) Μασκάρο Β.: Ό Αίολος τών όνείρων (ΔΣ, ΒΡ, 17) Μαυρής X.: Οί θέσεις τού ’Απρίλη (Α. Πανάτος, Νέα ’Εποχή, 114) Μ. Γ. Α.: Διαγενομένηςτής άγωνίας (Α. Βασιλείου, Ηνίοχος, 46) Μετσόλης Γ.: Μικρασία-Πατρίδα (ΔΣ, ΒΡ, 10) Περάνθης Μ.: ’Ανθολογία νεοελληνικής ποιήσεως (ΣΑ, ΡΑ, 576) Σκουρλάτος Ν.: Persona non grata (Ν. Γεωργιάδης, Νέα ’Εποχή, 114) Στεφανίδη Α.: Κορμοράνοι (Γιάν. Καρ., Πλοιαρχική Ήχώ, 152) Στεφανόπουλος Κ.: ’Αναζητώντας έσένα (Γιάν. Καρ., Πλοιαρχική Ήχώ, 152) Τζούλης Θ.: ’Αμφίβια (ΕΚ, ΔΙ, 40) Τσίκουλα Μ.: ’Αλλαγές (Β. Τζανακάρης, Γιατί, 67) Τσώνη Β.: Διαδρομή (Δ. Σέρρας, Ζακυνθινό Βήμα, 23) Πεζογραφία Άλεξανδρόπουλος Μ.: Μικρό όργανο γιά τόν έπαναπατρισμό (Κ. Κουλουφάκος, ΔΙ, 40) Άναγνωστίδης I. Κ.: Ό Σείριος σκοτεινιάζει (ΑΦ, ΑΚ, 17) Βάζας Ν.: Σέ τρεις διαστάσεις (ΑΦ, ΑΚ, 17) Βακαλόπουλος X.: 'Υπόθεση μπέστ-σέλλερ (ΧΛ, ΔΙ, 40) Βέργης Α.: Μέ τό φώς τής νύχτας (ΔΣ, ΒΡ, 10) Γιαννόπουλος Α.: Ή συνέλευση (ΑΦ, ΑΚ, 17), (ΣΑ, ΡΑ, 574) Δανέλλη Τ.: ’Αντιπερισπασμός (ΑΦ, ΑΚ, 17) Δενδρινός Γ.: Ό άνθρωπος πού τά δέχονταν δλα (ΚΤ, ΕΛ, 19) Δούκα Μ.: Ή πηγάδα, κάτι άνθρωποι, κλιμακτήριος (ΤΜ, ΕΠ, 652) Ζόμπολας Τ.: ’Απόρρητος φάκελος (Ν. Δ. Παπαδάκης, Ανένδο τος, 12) Καρατζαφέρη I.: Ιστορία γι’ άντρες (ΑΦ, ΑΚ, 17) Κατσούρης Γ.: Δός ήμϊν σήμερον (Α. Πανάτος, Νέα ’Εποχή, 114) Κλιάφα Μ.: Ένα δέντρο στήν αύλή μας (ΤΜ, ΕΠ, 655) Κσυλούρης X. Ν.: Ό ρεπόρτερ (ΣΤ, ΕΛ, 5) Κούντερα Μ.: Τό 6άλς τού άποχαιρετισμοΰ (Ή. Παπαλέξης, ΜΕ, 10) Λάγκε Ε.: Στά γεγονότα πολίτη (Γ. Παναγουλόπουλος, ΤΟ, 68) Λαδιά Ε.: Χάλκινος ύπνος (ΑΦ, ΑΚ, 17) Λέσινγκ Ν.: Τό χρυσό σημειωματάριο (ΤΜ, ΕΠ, 653) Λοϊζίδης Σ.: Άτυχη Κύπρος (ΑΦ, ΑΚ, 17) Λώρενς Ν. X.: ’Ερωτευμένες γυναίκες (Ε. Δαμβουνέλη, ΔΙ, 40) Μανούσακας Γ.: Ή αίθουσα (ΚΤ, ΕΛ, 12), (ΑΦ, ΑΚ, 17) Μανούσακας Γ.: Ό φυγόδικος (ΚΤ, ΕΛ, 19) Μπίκος Π.: Εύτυχία μέ μπαλώματα (ΚΤ, ΕΛ, 19) Νεγρεπόντης Γ.: Ένας μπόμπος πολύ άριστερός (ΕΚ, ΔΙ, 40) Νικολαίδης Α.: Στήν κίτρινη ώρα (Μ. Στασινοπούλου, ΔΙ, 40) Νικολαίδης Ν.: Τά τρία καρφιά (ΚΤ, ΕΛ, 19) Ξένος Π. Β.: Θαλασσινοί πυράκανθοι (Γιάν. Καρ., Πλοιαρχική Ήχώ, 152) Ούγκώ Β.: Οϊ έργάτεςτής θάλασσας (ΤΜ, ΕΠ, 653) Πανταζής Π.: ’Εθελοντές τής κακουχίας (ΧΛ, ΔΙ, 40) Πανσελήνσυ Ε.: Ό τελευταίος τρύγος (ΘΠ, ΕΣ, 8) Παπαδημητρακόπουλος Η. X.: Θερμά θαλάσσια λουτρά (Σ. Τσακνιάς, ΚΑ, 5) Παπαπάνος Κ.: Σάν έφευγαν οϊ πελαργοί (ΣΤ, ΕΛ, 5) Πρωτόπαπας Γ. Κ.: Κυνηγετική Βαβυλωνία (ΔΣ, ΒΡ, 10) Ροδάκης Π.: Άναστρη νύχτα (Π. Κλαυδιανός, ΟΤ, 8/1398) Σαββίδης Γ.: Τό σπέρμα (ΜΠ, ΝΕ, 7) Σάντος Λ. Μ.: Ή έποχή τής σιωπής (W., ΟΤ, 5/1395) Σέλμπυ X.: Τελευταία στάση στό Μπρούκλιν (ΤΜ, ΕΠ, 655) ΣταμάτηςΣ.: Ίάσσνας ό Ξένος (ΚΤ. ΕΛ, 5)
81
Τρκρύλιος Θ.: Ή λαβωμένη πέρδικα (ΔΣ, ΒΡ, 10) Τροπαιάτης Α.: Ή σκυτάλη (ΤΜ, ΕΠ, 653) Φράνς Α.: Θαίς (ΤΜ, ΕΠ, 652) Χατζιδάκι Ν.: Συνάντησέ την, τό βράδυ (ΤΜ, ΕΠ, 654)
Σαραντίτη-Παναγιώτου
μέ τ’ άγάλματα (ΤΜ, ΕΠ,
' Ιστορία-Β ιογραφίες-Μαρτυρίες Δοκίμια-Μελέτες-Κ ριτική-Θ εωρία-Χιούμορ Άγρας Τ.: Καβάφης-Παλαμάς (Ν. Στερεό., ΟΤ, 8/1398) Άφιέρωμα στον Ε. Παπανοΰτσο (ΚΤ, ΕΛ, 5) Βάρναλης Κ.: Φιλολογικά άπομνημονεύματα (Π. Γ. Α., ΜΕ, 17) Βασιλείου Α.: Κριτικές σελίδες (ΘΠ, ΕΣ, 15) Γερμανός Φ.: Εύρω-λεξικό (ΤΜ, ΕΠ, 655) Δασκαλόπουλος Δ.: Γ. Κ. Κατσίμπαλης (ΧΛ, ΔΙ, 40) Δήμου Ν.: Οί Έλληνες (ΣΑ, ΡΑ, 576) Καλαμάρας Α.: Βίοι άνθόσπαρτοι (ΤΜ, ΕΠ, 654) Κλάρης Μ. Δ.: Γνωριμία παλαιών καί σύγχρονων ποιητών (ΔΣ, ΒΡ, 17), (ΤΜ, ΕΠ, 654) Κύκλος Σεφέρη (ΧΛ, ΔΙ, 40) Μαρωνίτης Δ. Ν.: Όροι τού λυρισμού στόν Όδυσσέα Έλύτη (Κ Ρ, ΔΙ, 40) Μηλιώρης Ν. Ε.: Απόηχοι τού μικρασιατικού όλέθρου στήν ποίηση (Β. Τζανακάρης, Γιατί, 67) Μνήμη Σουλίου (ΚΣ, ΝΕ, 21) Μουσόπουλος Θ.: Προσεγγίσεις 2 (Β. Τζανακάρης, Γιατί, 67) Μπόρχες X. Λ.: Ό δημιουργός καί άλλα κείμενα (ΜΠ, ΝΕ, 21) Ξανθουδίδης Σ.: Μελετήματα (Γ. Κ. Μαυρομάτης, ΔΙ, 40) Παπανικολάου Μ.: Κριτικά (ΤΜ, ΕΠ, 653), (ΕΚ, ΔΙ, 40) Χατζιδάκις Μ.: Τά σχόλια τού τρίτου (Κ. Ρωμανού, ΚΑ, 12)
Βάις Π.: Ή δολοφονία τού Μαρά (ΕΚ, ΔΙ, 40) Κωτσόπουλος Θ.: Θεατρικά έργα (Α. Βασιλείου, Ηνίοχος, 46) Ληναΐος Σ.: Τό αύριανό θέατρο (ΝΣ, ΝΕ, 14) Παπαδημητρίου-Κλεάνθους Μ.: Τό άρχαίο δράμα (ΚΣ, ΝΕ, 14) Σολομός Α.: Βίος καί παίγνιον (ΤΜ, ΕΠ, 655) Στανισλάβσκι Κ.: 'Η ζωή μου στήν τέχνη (ΚΣ, ΝΕ, 14) Φωτόπουλος Δ. Δ.: Μάσκες, θέατρο (ΤΜ, ΕΠ, 652) Χάρτνολ Φ.: 'Ιστορία τού θεάτρου (ΚΣ, ΝΕ, 14), (ΤΜ, ΕΠ, 654) Χουρμούζης Μ.: Διάλογοι έπτά (ΚΣ, ΝΕ, 14) Παιδικά Γουλιμή Α.: Τά ταξίδια τού Όδυσσέα (Α. Βασιλείου, Ηνίοχος,
82
Άγουρίδης Σ.: 'Ιστορία τών χρόνων τής Καινής Διαθήκης (ΓΜ, ΔΙ, 40) ’Αλίκη: Δίψα γι’ άέρα, λευτεριά (ΚΤ, ΕΛ, 12) Βαλιούλης Σ.: Τό ήμερολόγιο τού Ίάσσνα (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 68) Βουρνάς Τ.: Ποιοι καί γιατί σκότωσαν τό Νίκο Μπελογιάννη καί τούς συντρόφους του; (ΤΜ, ΕΠ, 655) Γεωργοβασίλης Δ. Γ.: Εύάγγελος Παπανούτσος, ό παιδαγωγός (ΣΑ, ΡΑ, 575) Ζαούσης A. Α.: ’Αναμνήσεις ένός άντιήρωα (Α. Π. Κ., ΚΑ, 19) Θεοδωρακόπουλος I. Ν.: ’Αγαπημένη μου Χαϊδελβέργη (Γ. Πέγκλη, ΤΟ, 68) Θεοδωρίδης X.: Ό χειμώνας τού 1941-1942 (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 68), (ΓΜ, ΔΙ, 40) Κραψίτης Β.: Τής Λευτεριάς... (ΚΣ, ΝΕ, 21) Μάργαρης Ν.: 'Ιστορία τής Μακρονήσου (ΚΤ, ΕΑ, 12) Μάτσας Ν.: Τό χειρόγραφο τής Βαβυλώνας (ΔΣ, ΒΡ, 17) Μινώτος Σ.: Ή έποποιία τού 40-41 (γ.γ., ΝΕ, 7) Meulenbelt Α.: Τό τέλος τής ντροπής (Β. Γεωργακοπούλου, ΔΙ, 40) Μπαλέρμας Ε.: Τό ήμερολόγιο ένός βαρυποινίτη (Φ. Δ. Δρακσνταειδής, Ή Λέξη, 1) Παξιμαδοπούλου-Σταυρινού Μ.: ΟΙ έξεγέρσεις τής Κεφαλληνίας κατά τά έτη 1848 καί 1849 (ΓΜ, ΔΙ, 40) Σαράντα χρόνια άργάτερα (ΚΚ, ΔΙ, 40) Σπηλιωτάκης Κ. Κ.: Ό ’Αναγνώστης Σπηλιωτάκης είς τό πολιτι κόν προσκήνιον (ΕΚ, ΔΙ, 40) Σταμάτης X. Θ.: Κωστής Παλαμάς (ΣΤ, ΕΛ, 12) Σταμέλος Δ.: Κατσαντώνης (ΣΑ, ΡΑ, 575) Τσιμπουκίδης Δ.: ’Αρχαία Ελλάδα καί ’Ανατολή (I. Σβεντσίτσκαγια, ΤΟ, 68) Γεωγραφία-Τ αξίδ ια Βασιλείου I.: Κοντινά καί μακρινά ταξίδια (ΚΡ, ΔΙ, 40) Γιαλουράκης Μ.: 'Οδοιπορικά στοχασμού (Ν. Α. Παπαδάκης, ’Ανένδοτος, 12) Μάλαμας Λ.: Μάνα τού Βορρά (ΕΖ, ΡΙ, 6) Μανουσάκης Γ.: 'Οδοιπορικό τών Σφακιών (ΚΚ, ΔΙ, 40) Πρίφτη Κ.: Lutetia - Ταξίδι στό Παρίσι (ΕΖ, ΡΙ, 6) Στογιαννίδης Γ. Ξ.: ’Αφήγηση ξεναγού (Κ. ’Ανδρονίκας, ΡΙ, 6)
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΕΡΙ ΕΧΟΜΕΝΩΝ Α' ΕΞΑΜΗΝΟΥ 1 981 (ΤΕΥΧΗ 38-43)
>ί προσεχείς έκδ 3/11 Ιρολεγόμενα, 38/
83
ΑΡΘΡΑ Ζήρας 'Αλέξης: Ό Λούκατς καί ή νέα έλληνική άριστερά, 41/40 Καρπόζηλου Μάρθα: Τά «άφιερώματα» των περιοδικών, 39/28 Κοκκίνης Σπάρος: Τά άποκαλυπτήρια τού χάους τών έλληνικών βιβλιοθηκών, 41/22 Κουμάντος Γιώργος: Υποσχέσεις καί άπειλές γιά τήν πνευμα
τική ιδιοκτησία, 39/24 Πάνου Σταύρος: Ιστορία καί μάθηση, 38/24 Παπαδοπούλας Θωμάς: Ή μέχρι τά 1800 έλληνική βιβλιογρα φία, 43/22 Παπακώστας Γιάννης: Ψευδώνυμα τού Ν. Γ. Πολίτη, 38/28
ΟΔΗΓΟΙ ΒΙΒΛΙΩΝ
Γιαννουλόπουλος Κώστας: Γύρω άπό τά βιβλία τής τζάζ, 40/34 Δελβερούδιη Έλίζα-Άννα: Ελληνικά θατρικά έργα 1901-1920, δημοσιευμένα σέ περιοδικά, 39/34 Δελώνης Άντ.: Τά έλληνικό παιδικό περιοδικό (1970-1980), Ζεβελάκης Γιώργος: Ή ζωή τών περιοδικών τό 1980, 40/24 Ζήρας 'Αλέξης: Έλληνική βιβλιογραφία Γκέοργκ Λούκατς (1933-19811.41/42
Κουρετζής Λάκης: Τό θέατρο γιά παιδιά καί έργα «παιδικού θεάτρου» σέ βιβλία, 43/28 Λαμπρίδης Μανόλης: Πρώτη είσαγωγή στό έργο τού Γκέοργκ Λούκατς, 41/26 Λουκάκης Πάνος: Πληροφορίες γιά τήν έλληνική βιβλιογραφία στήν πολεοδομία, 43/34
ΞΑΝΑΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ
Δρακονταειδής Φίλιππος: Ό Φ. Μ. Ντοστογιέφσκι καί τό «Έγ κλημα καί τιμωρία», 38/33 Κοντογιάννη Βασιλική: Ξαναδιαβάζοντας τήν «Έλληνική Νο
μαρχία», 40/46 Πλάκας Δημήτρης: =αναδιαβάζοντας τή «Μαντάμ Μποβαρύ» τού Γουσταύου Φλωμπέρ, 42/32
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Τσαρούχης Γιάννης: "Αλλο ξέρω νά διαβάζω κι άλλο συνήθισα νά διαβάζω, 42/26
ΕΠΙΛΟΓΗ
Βιολογία Ντομπζάνσκυ Θεοδόσιος: Ή γενετική τής έξελικτικής πο ρείας, 38/52 Γλυπτική Ρήντ Χέρμπερτ: 'Ιστορία τής μοντέρνας γλυπτικής, 41/61
Κώνστας Δημήτρης Κ.: Ή συμμετοχή τών έργαζομένων στή διοίκηση τών έπιχειρήσεων κατά τό κοινοτικό δίκαιο, 42/47 Εκπαίδευση Νεοελληνικά κείμενα γιά τό γυμνάσιο, άπό όμάδα έργασίας. Τόμος Β', 39/55
Γλώσσα
'Ελληνική ιστορία
Μπαμπινιώτης Γεώργιος: θεωρητική γλωσσολογία, 38/54
Σταυρόπουλος Θεόδωρος: Ιστορική άνάλυση τού άγροτικοϋ
84
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Βιβλιοθήκες
Ιΐ^ Χ Ζ Γ ·· 41/79 85
86
ΔΙΑΒΑΖΩ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ
87
’Απρίλιος
UEEE1B
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ Α ΡΙΘ . 43
“
~ Άπάκη
Σνντάσσεται μέ την πολύτιμη συνεργασία τού βιβλιοπωλείου τής «Εστίας» • Ή ταξινόμηση των βιβλίων γίνεται μέ βάση τό γνωστό Δεκαδικό Σύστημα ταξινόμησης, προσαρ μοσμένο στήν έλληνική βιβλιογραφία.
ΚΕΛΕΣΙΔΟΥ-Γ Α ΛΑ Ν Ο Υ Α ΝΝΑ. Πρόσωπα φιλοσοφικής οικογένειας. ’Αθήνα, Μαυρομμάτης, 1980. Σελ. 38.
• Σέ κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται Αλφαβη τικά οί ΐλληνες σνγγραφεΐς καί άκολονθοϋν οί ξέ-
Κοσμοθεωρία καί ζωή. Τιμητική προσφορά στή μνήμη τού καθηγητοΰ ’Α λεξάνδρου Ν. Τσιριντάνη. Ά θ ή ν α ι, Χριστιανική "Ενωσις ’Επιστημό νων, 1980. Σελ. 303. Δρχ. 300.
• Ή κατάταξη των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμ φωνα μέ τό έλληνικό άλφάβητο. • Στήν κατηγορία των περιοδικών δέν περιλαμβά νονται έντυπα πού έκδίδονται δύο ή περισσότερες φορές τό μήνα. • Τά εκδοτικά στοιχεία κάθε βιβλίου αναγράφονται όπως τά παραδίνει ό εκδότης. • Γιά την άκόμη μεγαλύτερη πληρότητα τού Δελτίου κάθε εκδότης ας μάς στέλνει τά πλήρη βιβλιογρα φικά στοιχεία των καινούριων έκδόσεών τον. θά καταχωρηθοϋν όπωσόήποτε.
MOUTSOPOULOS Ε. La critique du platonisme chez Bergson. Publications de la Societe Hellenique des fitudes Philosophiques. «Recherches» N o 3. A thenes, Grigoris, 1980. Σελ. 73. Drs. 300. MOUTSOPOULOS E. Le probleme de l’imaginaire chez Plotin. Publications de la Societe Hellenique des fitudes Philosophiques. «Recherches» N o 4. A thenes, Grigoris, 1980. Drs. 600. ΡΑΜΦΟΣ ΣΤΕΛΙΟΣ. Μελέτη θανάτου. ’Αθήνα, Κέδρος, 1980. Σελ. 146. Δρχ. 220.
ΔΗΜ ΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΝΩΣΙΣ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΕΦΗ ΜΕΡΙΔΩΝ ΑΘΗΝΩΝ. ’Ιωάννης ’Ιάκωβος Μάγερ. Κείμενα: Βάσος Βασιλείου - Ζαχαρίας Παπαντωνίου - «Ελληνικά Χρονικά». Ά θ ή ν α ι, 1980. Σελ. 84. Δρχ. 220.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗΣ ΠΑΥΛΟΣ. Ή φιλοσοφία των μαθηματικών. ’Α π ό τόν Frege ώ ςτό ν Kreisel: 1884-1979. ’Επιλογή άρθρων. Τόμος Α'. Φιλοσο φική Βιβλιοθήκη, άριθ. 8. Θεσσαλονίκη, Έ γνα τία. Σελ. 242. Δρχ. 300.
ΜΗΛΙΩΡΗ ΠΟΛΥ. Γράμμα στη Μαργαρίτα. Χρονογραφήματα. ’Αθήνα, Πύλη, 1981. Σελ. 158.
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΒΛΑΧΟΠ ΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Πορεία τής δημιουργίας. ’Α θήνα, 1981. Σελ. 15. ΔΗΜ ΗΤΡΑΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Φιλοσοφία καί πολιτική. Μελέτες καί άρθρα. ’Αθήνα, Λύχνος, 1981. Σελ. 250. Δρχ. 250.
ΓΑΛΑΝΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. Δοκίμια κοινωνικής ψυχολογίας. ’Αθήνα, Μ πουκουμάνης, 1980. Σελ. 170. Δρχ. 200. ΦΟΡΝΤΑΜ ΦΡΙΝΤΑ. Τί είπε πραγματικά ό Γιούνγκ. Μετ. Μ αρίνας Λώμη. ’Ανθρωπιστικές ’Επιστήμες, άριθ. 10. ’Αθήνα, Γλάρος, 1981. Σελ. 157.
ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗΣ ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ. Κείμενα 3. Σύγ χρονη επιστήμη καί φιλοσοφική διερώτηση. Μετ. Βασίλη Τομανά. Θεσσαλονίκη. Σελ. 87. Δρχ. 75.
89
ΠΑΡΑΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ Α ΝΔΡΕΑΣ. Ή έννοια τής έπαναστάσεως. Α θ ή να , Ελεύθερη Σκέψις, 1980. Σελ. 308. Δρχ. 350.
ΙΝΑΡΝΤΙ ΜΑΣΣΙΜΟ. Τό άγνωστο μέσα μας. Μετ. Μ άνιας Πολίτη. Ά θ ή ν α ι, Μακρίδης, 1980. Σελ. 258. Δρχ. 300.
ΕΓΓΛΕΖΟΣ ΤΑΣΟΣ. Α φ γανιστάν. "Ενα άλλο σταυροδρόμι. Α θ ή να , Objob, 1981. Σελ. 262.
ΜΠΕΝΕΜΕΛΙΟ ΣΤΕΦΑΝΟ. Δυναμική ϋπνωση. Μετ. Σταύρου Δήμα. Ά θ ή να ι, Μακρίδης, 1980. Σελ. 253. Δρχ. 300.
ΦΑΤΟΥΡΟΣ Δ . Α. Πέρα άπό τήν ένταξη. Διοίκηση-πολιτισμός-έκπαίδευση. Μιά καταγραφή. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1980. Σελ. 73. ΧΑΡΗΣ ΜΑΝΟΣ. Στόν άστερισμό τής κόμπρας. Α θ ή ν α , Γραμμή, 1980. Σελ. 126. Δρχ. 250.
ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΚΑΡΑΦΟΥΛΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Πώς νά γίνεις μέντιουμ. Α θ ή να , Βασδέκης, 1981. Σελ. 287. Δρχ. 350.
Οΐκολόγοι καί πολιτική. Οί Ρενέ Ντυμόν, Μπρίς Λαλόντ, Σέρζ Μοσκοβιτσί συζητούν μέ τόν Ζάν Πώλ Ρίμπς. Οικολογία καί Ποιότητα Ζωής, άριθ. 1. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής. Σελ. 215. Δρχ. 250.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΣΕΡΒΑΝ-ΣΡΕΜΠΕΡ ΖΑΝ-ΖΑΚ. Παγκόσμια πρόκληση. Μετ. Μάριου Βερέττα, Α θ ή να , Ώ ρ ό ρ α, 1980. Σελ. 551. Δρχ. 460.
ΤΥΠΑΛΔΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Β. Τό Δωδεκάορτον. Ποιητική ίστόρησις τών άγιων εικόνων. Ά θ ή να ι, Κέντρο Μελέτης ’Ορθοδόξου Πολιτισμού, 1980. Σελ. 87. Δρχ. 200. MAURIAC FRANCOIS. Ή ευτυχία τού χρι στιανού. Μετ. Ε λ ένη ς Βαλληνδρά-Καντή. Α θ ή ν α , Τήνος. Σελ. 54. Δρχ. 50.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Α. Εισ αγωγή στή δημόσια οικονομική. Ά θ ή να ι, Καραμπερόπουλος, 1980. Σελ. 494. Δρχ. 500.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΣΙΜ ΑΤΗ ΚΟΥΛΑ. Τάσεις κινητικότητας ερ γασίας στήν έλληνική βιομηχανία. Α θ ή να , Ε θ ν ικ ό Κέντρο Κοινωνικών Ε ρευνώ ν, 1980. Σελ. 192. ΡΗΝΤ ΕΒΕΛΥΝ. Προβλήματα τής πάλης γιά τήν άπελευθέρωση τής γυναίκας. Μιά μαρξιστική προσέγγιση. Μετ. Μ άνιας Τσελέντη. Α θ ή να , Πύλη, 1980. Σελ. 171.
Μ ΑΡΙΑΔΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ. Ή κοινή άγροτική π ο λιτική τής ΕΟΚ άπό μιά άλλη πλευρά. Θεσσαλο νίκη, Παρατηρητής, 1981. Σελ. 77. Δρχ. 80.
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΛΟΜΟΝΟΣΟΦ ΜΟΣΧΑΣ. Πολιτική οικονομία. Τόμος Ε'. Μετ. Γ. Στεργίου. Α θ ή ν α , Gutenberg, 1980. Σελ. 795. Δρχ. 400. ΦΡΑΓΚΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ. Ό οικονομικά ενεργός πληθυσμός τής Ελλά δος. Α θ ή ν α , ’Εθνικό Κέν τρο Κοινωνικών ’Ερευνών, 1980. Σελ. 216.
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΛΑΧΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. Πολιτική. Τόμος Γ . Α θ ή ν α , 1981. Σελ. 542. Δρχ. 750.
90
SELVESTRE JEAN JACQUES. Οί άνισότητες τών μισθών. ’Επιμέλεια Μαρίας Νεγρεπάντη-Δελιβάνη. Οικονομία, άριθ. 1. Θεσσαλονίκη, Παρα τηρητής, 1980. Σελ. 360.
ΔΙΚΑΙΟ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Β. Ή λογική τού πολιτεύματος καί ή δομή τής έκτελεστικής εξου σίας στό Σύνταγμα τού 1975. Διατριβή. Θεσσα λονίκη, Παρατηρητής, 1980. Σελ. 159. Δρχ. 200. ΣΚ ΑΛΙΔΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ. Τό πτωχευτικό δι καστήριο. Διατριβή. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1980. Σελ. 192. Δρχ. 400.
Θεσσαλίας. Ά νθρω πολογική 1980. Σελ. 143.
έρευνα.
’Α θήνα,
ΓΛΩΣΣΑ ΒΗ ΛΑΡΑΣ - Ψ Α Λ Λ ΙΔΑ Σ - ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ κ.ά. Ή δημοτιστική άντίθεση στήν κοραϊκή «μέση όδό». Νεοελληνική Λογοτεχνία, άριθ. 2. ’Αθήνα, Ό δυσσέα ς, 1981. Σελ. 242. ΖΩΣΗΣ Μ ΙΧΑΛΗΣ. Συντακτικό τού άρχαίου λόγου. Πρακτική προσέγγιση στή σύνταξη. Β' έκ δοση. ’Αθήνα. Σελ. 216.
ΕΚΠΑΙΑΕΥΣΗ-ΠΑΙΛΑΓΩΓΙΚΗ ΔΗΜ ΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Γ. Ή έκπαιδευτική άξιολόγηση. Μ έρος Α'. Θεσσαλονίκη, 1981. Σελ. 113. ΛΟΝΤΙ ΜΑΡΙΟ. Τά θρανία τής άνοιξης. ’Αθήνα, Ό δυσσέας, 1980. Σελ. 288. Δρχ. 240. ΜΟΝΤΕΣΣΟΡΙ Μ ΑΡΙΑ. Ε κπαίδευση γιά έναν καινούργιο κόσμο. Μετ. Μ αρίνας Λώμη. Παιδα γωγικές ’Επιστήμες, άριθ. 15. ’Α θήνα, Γλάρος, 1981. Σελ. 96.
ΣΧΟΛΙΚΑ
ΚΟΥΜ ΑΝΟΥΔΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Α. Συναγωγή νέων λέξεων. Νεοελληνικά Μελετήματα, άριθ. 4. ’Αθήνα, Ε ρμ ής, 1980. Σελ. 1166. Δρχ. 1000. ΚΡΙΑΡΑΣ ΕΜ ΜΑΝΟΥΗΛ. Λεξικό τής μεσαιω νικής έλληνικής δημώδους γραμματείας 1100-1669. Τόμος Ζ'. Θεσσαλονίκη, 1980. Σελ. 414. Δρχ. 1000. ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΟΣ ΓΡΉ ΓΟΡΌΣ Γ. Ή γένεσις τού γλωσσικού ζητήματος. ’Α νάτυπο έκ τού περι οδικού «’Εκπαιδευτική ’Έ ρευνα». Τόμος Γ' (1980). ’Αθήνα, 1980. Σελ. 12. Δρχ. 50. ΣΤΑΒΡΑΚΑΚΙΣ ΣΤΕΛΙΟΣ I. I φονιτικί ορθο γραφία. (Ατομική βόμβα στιν παλιά ορθογρα φία). Αθίνα. Σελ. 79.
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Ή μεθοδολογία τής έκθεσης. Γιά τούς μαθητές τών Λυκείων καί τίς Πανελλήνιες εξετάσεις. ’Α θήνα, 1980. Σελ. 207.
ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ
ΛΑ Ο ΓΡΑΦ ΙΑ
’Αϊνστάιν. Οί διαλέξεις τού Πρίνστον. Μετ. Πόπης Ά ρ α π ίνη . ’Α θήνα, Κοροντζής. Σελ. 147. Δρχ. 200.
ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΣ. Τό Πυργί τής Χίου. Μέ τούς λαογραφικούς θησαυρούς του. Χίος, Φιλοτεχνικός Ό μ ιλ ο ς Χίου, 1980. Σελ. 159. Δρχ. 300.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ X. Μ αθη ματικά γιά τούς σπουδαστές τών οικονομικών σχολών. Τόμος Α'. Πειραιάς, Καραμπερόπουλος, 1980. Σελ. 245. Δρχ. 500.
ΚΑΡΑΝΙΚΟΛΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΑΛ. - ΚΑΡΑΝΙΚΟΛΑΣ ΑΛΕΞ ΑΝ ΔΡΟ Σ Σ. Παροιμίες καί φρά σεις άπό τή Σύμη. Συμαϊκή Βιβλιοθήκη, άριθ. 3. ’Α θήνα, ’Επιτροπή Συμαϊκών ’Εκδόσεων, 1980. Σελ. 365. Δρχ. 400. ΤΣΙΩΛΗ ΖΩΗ. Βλάχοι καί καραγκούνηδες τής
ΦΥΤΟΛΟΓΙΑ STRIO ARNE. Φυτά τού Ό λύμπ ου. Προσαρμογή έκ τού άγγλικού καί μετάφραση Εύαγγελίας Οίκονομίδου. Μ ουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ισ τ ο ρίας. Σελ. XXIX + 402.
91
ΙΑΤΡΙΚΗ
ΤΣΙΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ Ε. Ρομανική ζωγρα φική. Βυζαντινή ζωγραφική. Θεώρηση τών ρομα νικών τοιχογραφιών τής Ισ πα νίας. ’Αθήνα, Ά στή ρ, 1980. Σελ. 216. Δρχ. 1300.
ΤΣΟΥΡΑΣ ΣΩΤΗΡΙΟΣ I. Μαθήματα ιστορίας τής ιατρικής. Τεϋχος Α': Προϊστορική - άρχαία καί μεσαιωνική ιατρική. Θεσσαλονίκη, Παρατη ρητής, 1980. Σελ. 242. Δρχ. 300.
ΚΙΝΗΜ ΑΤΟΓΡΑΦ ΟΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΑΡΣΕΝΤΗΣ ΒΑΣ. Ν. Χρηματοοικονομική λο γιστική. Τόμος Α' (μέρος I καί II). Πειραιάς, Καραμπερόπουλος, 1980. Σελ. 420. Δρχ. 500.
ΤΕΧΝΗ ΣΑΒΒΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Οί ρίζες τής τέχνης. ’Αθήνα, Θυμέλη, 1980. Σελ. 129. Δρχ. 160.
ΑΪΖΕΝΣΤΑΪΝ ΣΕΡΓΚΕΪ. Ή μορφή τού φίλμ. Τόμος Β'. Μετ. Κώστα Σφήκα. Αϊγόκερως. Σελ. 140. Δρχ. 180.
ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ ΠΛΑΚΩΤΑΡΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Υ λικ ά καί τεχνική στή ζωγραφική καί διακοσμητική. Γ' έκδοση. ’Αθήνα, "Ωρα, 1980. Σελ. 147. Δρχ. 250.
ΠΟΛΕΟΔΟ Μ ΙΑ ΚΛΑΣΙΚΗ Π Α ΙΔΕΙΑ Δ ημόσιος καί ιδιω τικό ς χώρος. Ή όλλανδική έκδοχή: Bakem a-V an den Brock. ’Ε πιμέλεια: Π. Γ. Λ αζαρίδης. Θ έματα ’Α ρχιτεκτονικής Π ολεοδο μίας, άριθ. 4. Θ εσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1980. Σελ. 250.
ΒΛΑΧΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. Πολιτικές κοινωνίες στόν "Ομηρο. Μετ. Μάχης Παΐζη-’Αποστολοποΰλου - Δημήτρη Γ. ’Αποστολοπούλου. ’Αθήνα, Μορφωτικό "Ιδρυμα ’Εθνικής Τραπέζης, 1981. Σελ. 352. Δρχ. 400.
ΣΧΕΔΙΟ Μ ΑΝ ΩΛΕΔΑ ΚΗ-ΛΑ ΖΑ ΡΙΔΗ ΙΩΑΝΝΑ. Τό σχέδιο. Θεωρία καί πρακτική. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1980. Σελ. 152.
ΠΟΙΗΣΗ ΑΡΒΑΝΙΤΗ -BA ΑΒI ΑΝ ΟΥ ΑΓΝΗ. Στοχασμοί. Ποιήματα. 1980. Σελ. 63. Δρχ. 120.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
ΒΕΣΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ. Ποιήματα. Ά θήναι, 1981. Σελ. 27. Δρχ. 200.
ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ ΦΩΤΗΣ ΝΙΚ. Ή θεσσαλική ζω γραφική 1500-1980. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 351. Δρχ. 500.
ΒΟΚΟΒΙΤΣ ΝΙΚΟΣ. ’Εκείνοι πού έφυγαν. Με γάλες μορφές τοΰ έλληνικοΰ θεάτρου. Ποιήματα. ’Α θήνα, 1980. Σελ. 77. Δρχ. 150.
92
ΖΑΓΚΑΒΙΕΡΟΥ-ΒΟΥΡΒΟΥΛΗ ΒΙΚΥ. Ή γκρίζα μεμβράνη. Ποιήματα. ’Α θήνα, 1980. Σελ. 30.
Καλοκύρη. Οί Ποιητές τού Κόσμου, άριθ. 7. Θεσσαλονίκη, Μικρή Έ γνατία, 1980. Σελ. 63. Δρχ. 100.
ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑΚΗΣ. Τού έρωτα καί τής άγάπης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής. Δρχ. 150.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Τελευταία προειδο ποίηση. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 29. ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ ΑΝΔΡΕΑ Σ. Τά ποιήματα. Είσαγωγή-έπιμέλεια: Έμμ. Μοσχονά. ’Αθήνα, Ό δυσσέας, 1981. Σελ. 536. Δρχ. 400. Μ ΑΣΤΟΡΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙΡΗΝΗ Σ. Αυτά πού άγαπήσαμε. Ποιήματα. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 71. Δρχ. 150. ΝΑΥΠΛΙΩΤΗ ΜΙΡΕΛΛΑ. Τά τραγούδια τής ’Αριάδνης. Ποιήματα. Νάξος, 1980. Σελ. 35. Δρχ.
100. ΠΑΣΙΑΡΔΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ. Πέντε κύκλοι. Κύ προς, 1981. Σελ. 55. ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ ΜΑΡΙΑ. Ή χώ στό χάος. ’Α θήνα, Δημακαράκος, 1981. Σελ. 128. Δρχ. 180. ΤΙΝΤΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Erotica - 1. (Σταλαγμοί). Προλογίζει δ Δημήτρης 'Αρμάος. ’Αθήνα, "Ιαμ βος, 1980. Σελ. 33. ΤΣΑΤΣΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ. Ποιήματα άλλων καιρών καί άλλων τόπων. Μεταφράσεις. ’Α θήνα, Εκ δόσ εις των Φίλων, 1980. Σελ. 82. Δρχ. 150. ΧΑΣΙΑΚΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Α. Γενέθλια γή. Ποιή ματα. Ρουμελιώτικη Βιβλιοθήκη, ΓεωγραφίαΤστορία-Λαογραφία-Ποίηση, άριθ. 6. ’Αθήνα, Πριόβολος, 1980. Σελ. 72. Δρχ. 200. Μπουκόβσκι. ’Επιλογή άπό τό έργο του. Μετ. Ά λέξη Τραϊανού. Οί Ποιητές τού Κόσμου, άριθ. 6. Θεσσαλονίκη, Μικρή Έ γνατία, 1980. Σελ. 65. Δρχ. 100. Ντίκινσον. ’Επιλογή άπό τό έργο της. Μετ. Μελισσάνθης. ΟΕ Ποιητές τού Κόσμου, άριθ. 5. Θεσσαλονίκη, Μικρή Έ γνατία, 1980. Σελ. 59. Δρχ. 100. Πρεβέρ. ’Επιλογή άπό τό έργο του. Μετ. Δημήτρη
Α ΔΑ Μ ΟΣ ΤΑΚΗΣ. Γιά μιά άσπρη μέρα. Διηγή ματα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1981. Σελ. 130. Δρχ. 150. ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ ΝΑΝΟΣ. Ό διαμαντένιος γαληνευτής. Έκδιηγήσεις. ’Αθήνα, 'Ύψιλον, 1981. Σελ. 62. Δρχ. 80. ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ό άνθρωπος πού τά δέχονταν δλα. ’Αθήνα, Κείμενα, 1981. Σελ. 133. Δρχ. 200. ΔΙΛΜΠΟΗΣ ΓΕΩΡΓΗΣ. Ή δημοκρατία των ούρανών. 'Ιστόρημα. ’Αθήνα, Φιλοτεχνικός "Ομιλος Χίου, 1980. Σελ. 154. Δρχ. 200. 20 νέα διηγήματα τού Β' διαγωνισμού τής Καθη μερινής. ’Αθήνα, Καθημερινή, 1980. Σελ. 216. Δρχ. 300. ΖΟΥΜ ΠΟΥΛΑΚΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑ. Λογικό καί παράλογο. ’Αθήνα, Καραβίας, 1981. Σελ. 128. Δρχ. 200. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΝΕΛΛΗ. Ό ’Ιωάννης τής νέας εποχής. ’Αθήνα, Κσνιδάρης, 1981. Σελ. 189. Δρχ. 200 . ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ ΓΑΛΑΤΕΙΑ. "Ανδρες. Θεσσα λονίκη, Πρόοδος. Σελ. 139. Δρχ. 200. ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Στολίδια γ ι’ άλογα. Σύγχρονοι Πεζογράφοι, άριθ. 6. Θεσσαλονίκη, Μικρή Έ γνατία, 1980. Σελ. 137. Δρχ. 140. ΚΑΛΦΕΛΗΣ ΠΕΤΡΟΣ I. ’Αναμνήσεις άπό τήν άξέχαστη πατρίδα. ’Α θήνα, 1980. Σελ. 247. Δρχ. 400. ΚΑΡΑΣΤΑΘΗΣ ΚΩΣΤΑΣ Β. Λαχτάρα γιά ήλιο. Διηγήματα. ’Α θήνα, 1980. Σελ. 88. Δρχ. 150. ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ ΜΕΝΗΣ. Σεραφείμ καί Χε ρουβείμ. ’Αθήνα, Κέδρος, 1981. Σελ. 243.
93
Λογοτεχνικά κείμενα. Πάτρα, Ετα ιρεία Λογοτε χνών Νοτιοδυτικής Ελλά δος, 1980. Σελ. 130. Δρχ. 250.
ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ
ΝΙΡΒΑΝΑΣ ΠΑΥΛΟΣ. Τό έγκλημα τού Ψ υχι κού. (Σατυρικόν μυθιστόρημα). ’Α θήνα, Πέλλα. Σελ. 155. Δρχ. 140.
Βαλαωρίτης ’Αριστοτέλης. Τόμος Α': Βίος-έπιστολές καί πολιτικά κείμενα. ’Αθήνα, "Ικαρος, 1980. Σελ. 515.
ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΥ-ΠΛΙΑΤΣΙΚΑ ΕΦΗ. Ό τελευ ταίος τρύγος. Μυθιστόρημα. ’Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1980. Σελ. 217. Δρχ. 220.
ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΦΩΤΗΣ. 9 άνέκδοτα γράμματα. ’Εκδόσεις τών «Κριτικών Φύλλων». Δρχ. 80.
ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΤΑΣΟΣ. Χρόνια δύσκολα. ’Αθήνα, Δημακαράκος. Σελ. 220. Δρχ. 200. ΠΡΟΓΓΙΔΗ ΕΛΕΝΗ. Στό λημέρι τής Γκιώνας. ’Α θήνα, Πύλη, 1980. Σελ. 50. ΣΙΜΙΤΖΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Ό καπιταλιστής. Μ υθι στόρημα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1980. Σελ. 172. Δρχ. 200. BACH RICHARD. Ψευδαισθήσεις. Οί περιπέ τειες ένός διατακτικού Μεσαία. Μετ. Ό μηρου Ά βραμίδη. ’Α θήνα, Διόπτρα, 1980. Σελ. 158. Δρχ. 220.
EARECKSON JONI. Joni. Μετ. Χλόης Κωνσταντινοπούλου. ’Αθήνα, 'Ελληνική Ιερα π οστο λική Ένωση. Σελ. 215. Δρχ. 200. ΚΑΣΤΙΓΙΟ ΚΑΡΜΕΝ. Μιά νύχτα στό Σαντιάγο. Θεσσαλονίκη, Πράξη, 1981. Σελ. 219.
Παπαδιαμάντης ’Α λέξανδρος. ’Αλληλογραφία. Σημειώσεις Ο. Merlier. Εισαγωγή - επιμέλεια Έ μμ. Μ οσχονά. ’Αθήνα, Ό δυσσέας, 1981. Σελ. 231. Δρχ. 220.
ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΚΟΡΠΑΣ ΘΩΜΑΣ. Περιπετειώδες κοινωνικό καί μαύρο νεοελληνικό άφήγημα. Είσαγωγή-βιογραφικά-άνθολόγηση (1850-1950). Τόμος Α': 1850-1908. ’Α θήνα, Σίσυφος, 1981. Σελ. 227. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΝΙΚΟΣ. ’Αποδελτίωση έργασιών γιά νεοέλληνες λογοτέχνες (τής Κύπρου καί τού εύρύτερου έλληνισμοΰ) πού δημοσιεύτηκαν στούς πρώτους είκοσι τόμους τού περιοδικού «Πνευματική Κύπρος» (1960-1980). Λευκωσία, 1980. Σελ. 15. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΝΙΚΟΣ. ’Αποδελτίωση τών βι βλιοκρισιών πού δημοσιεύτηκαν στούς πρώτους είκοσι τόμους τού περιοδικού «Πνευματική Κύ προς» (1960-1980). Λευκωσία, 1980. Σελ. 29.
ΚΟΡΟΥΤΖΙΕΦ ΝΤΗΜΗΤΑΡ. Τό ήσυχο νησί Διηγήματα καί νουβέλες. Μετ. Θωμά Σερμπίνη ’Α θήνα, Καστανιώτης, 1981. Σελ. 163. Δρχ. 200.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΝΙΚΟΣ. Ή εισβολή μέσα άπό τήν Κυπριακή Λογοτεχνία. (Μιά πρώτη προσέγ γιση.) ’Α νάτυπο άπό τό τεύχος 237-238 τής «Πνευματικής Κύπρου». Λευκωσία, 1980. Σελ. 11.
ΜΠΡΕΤΟΝ ΑΝΤΡΕ. ’Α νθολογία τού μαύρου χιούμορ. Τόμος Τ'. Λογοτεχνία, άριθ. 6. Αίγόκερως, 1980. Σελ. 137. Δρχ. 200.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΝΙΚΟΣ. Κύπρος Χρυσάνθης. Βιβλιογραφία (1932-1980). Τόμος Α'. Λευκωσία, 1980. Σελ. 99.
ΧΑΡΑΣΤΙ ΜΙΚΛΟΣ. Μισθός μέ τό κομμάτι. Μετ. Λευτέρη Ρούσσου. Πρόλογος Χάινριχ Μπέλλ. ’Αθήνα, Στοχαστής, 1980. Σελ. 150.
ΧΙΟΝΙΔΗΣ ΧΑΡΡΥ Γ. Γιάννης Μαγκλής. Μετ. Ίφιανάσας Χατζηδημητριού. ’Αθήνα, Δωρικός. Σελ. 256. Δρχ. 280.
ΧΑΣΕΚ ΓΙΑΡΟΣΛΑΒ. Γιά γέλια καί γιά κλά ματα. (Διηγήματα). Μετ. Λάμπρου Πέτσινη. ’Α θήνα, Καστανιώτης, 1980. Σελ. 178. Δρχ. 200.
Τό «Κίνημα τών Ε κ α τό Λουλουδιών» στήν Κίνα καί ή λογοτεχνία του. Εισαγωγή, έκλογή καί μετάφραση Βασίλη Καραβίτη. ’Ανάτυπο άπό τό
94
περιοδικό «Διαγώνιος» Σελ. 14.
1980/4. Θεσσαλονίκη.
ΘΕΑΤΡΟ ΙΨΕΝ ΕΡΡΙΚΟΣ. Έ ν α ς εχθρός τοΰ λαού. Μετ. Πέλου Κατσέλη. Παγκόσμιο Θέατρο, άριθ. 72. ’Αθήνα, Δωδώνη. Σελ. 204. Δρχ. 180.
ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ν. Οί Έ λληνες τής Βενετίας καί ’Ιλλυρίας (1768-1797). Δ ια τριβή. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 254. Δρχ. 500. Συμφορά καί αιχμαλωσία Μωρέως. Στιχολογηθεϊσα παρά Μάνθου Ίωάννου τού έξ Ίωαννίνων. Βιβλιοθήκη 'Ιστορικών Μελετών, άριθ. 149. ’Αθήνα, Καραβίας, 1980. Σελ. 120. Δρχ. 200. ΠΕΤΡΙΔΗΣ ΠΑΥΛΟΣ Β. Ξενική εξάρτηση καί εθνική πολιτική 1910-1918. Δίκαιο καί Πολιτική, άριθ. 4. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1981. Σελ. 486. Δρχ. 550.
ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ-ΤΑΞΙΛΙΑ ΚΟΥΤΣΑΡΗ ΓΕΩΡΓΙΑ I. 'Οδοιπορία στή Μάνη. ’Αθήνα, Οι ’Εκδόσεις τών «Κριτικών Φύλλων», 1981. Σελ. 151. Δρχ. 300.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ. 1940-41. Ε λ λη νικά διπλωματικά έγγραφα. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 244. Δρχ. 500.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΓΙΑΣΟΣ. Διμηνιαΐο περιοδικό τού «Φιλοπρόο δου Συλλόγου 'Αγιασωτών». Τεύχος 2. Δρχ. 30. Βενετσιάνικα μνημεία τού νομού Ρέθυμνου. Φω τογραφικό ύλικό. Ρέθυμνο, Πανεπιστήμιο Κρή της, 1980. Σελ. 149.
ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. ’Ανεξάρτητη μη νιαία άεροδιαστημική εφημερίδα. Φύλλο 13. Δρχ. 20 .
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
ΑΛΩΝΙ. Διμηνιαΐο περιοδικό. Τεύχος 6. Δρχ. 15.
Μ ΠΕΝΕΤΑΤΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ. Ή άντίσταση χωρίς πέπλα. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1981. Σελ. 150.
ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ ΤΗΣ ΑΡΝΑΙΑΣ. Εφημερίδα τής Εκπολιτιστικής καί Επιμορφω τικής Ε τα ιρεία ς Ά ρ να ία ς. Φύλλο 43. ΓΙΑΤΙ. Μηνιάτικη έπιθεώρηση. Τεύχος 69. Δρχ. 40.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Α Ν ΔΡ ΕΑ ΔΗ Σ ΜΑΤΘΑΙΟΣ X. Ή Κορινθία μετά τό 1821. Τόμος Α': 1823-1833. ’Αθήνα, Κο ρινθιακή Βιβλιοθήκη, 1980. Σελ. 406. Δρχ. 500. ΚΟΥΜΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Μ. ’Επιστολή πρός Φραγκίσκον Κ. Μ αϋρον. Βιβλιοθήκη 'Ιστο ρικών Μελετών, άριθ. 150. ’Αθήνα, Καραβίας, 1980. Σελ. 67. Δρχ. 300.
Μνήμη Σουλίου. Έ κδοση τού πνευματικού συλ λόγου ’Αθηνών «Οί φίλοι τοΰ Σουλίου». Τόμος Ε \ ’Αθήνα, 1980. Σελ. 212. Δρχ. 850.
ΔΕΛΤΙΟ ΣΥΝΔΕΣΜ ΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΩΝ ΒΟ ΡΕΙΟΥ ΕΛ ΛΑ ΔΟΣ. Μ ηνιαία έκδοση. Τεύχος 2/182. Δωρεάν. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ. ’Ανεξάρτητη δίμηνη έκ δοση δημοτικού προβληματισμού μέ ιδιαίτερο ένδιαφέρον στόν δήμο 'Α γίων ’Αναργύρων ’Αττι κής. Φύλλο 36. Δρχ. 1,50. ΔΙΑ ΒΑ Ζ Ω . Μ ηνιαία έπιθεώρηση τοΰ βιβλίου. Τεύχος 40. Δρχ. 120. ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Τρίμηνη έκδοση τής Μορφωτικής "Ενωσης Λεχαινών « Ό Ά ν δ ρ έα ς Καρκαβίτσας». Τεύχος 11. Δρχ. 50.
95
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Γιά τόν άδέσμευτο δασκαλικό συνδικαλισμό - γιά τήν δημοκρατική παιδεία. Φύλλο 1. ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Ό ρ γα ν ο τής Πανελλή νιας 'Ομοσπονδίας Έκδοτών-Βιβλιοχαρτοπωλών. Φύλλο 28. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ Τεύχος 38. Δρχ. 200.
Ο ΔΡΟΜΟΣ. Μηνιαίο δωδεκανησιακό περι οδικό. Τεύχος 2. Δρχ. 40. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΟΣ. Μηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό. Τεύχος 244. ΠΟΡΦΥΡΑΣ. Περιοδική έκδοση γραμμάτων-τεχνών. Τεύχος 5.
ΕΡΕΥΝΩΝ.
ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Μηνιαίο περιοδικό φιλοσοφίας καί παιδείας. Τεύχος 56. Δρχ. 150. Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΣΑΝΤΟΡΙΝΗΣ. Δημοσιογραφι κόν όργανον Θήρας. Φύλλο 14. ΗΧΟΣ HI-FI. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 97. Δρχ. 50. Η ΜΑΧΗ. Εφημερίδα Άχαρνών-Κάτω Πατη σίων. Φύλλο 42 καί 43. Δρχ. 10. ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ. Δίμηνη έκ δοση τού Κέντρου Συλλογικής Καλλιτεχνικής Δραστηριότητας «ΣΥΝ». Τεύχος 6. Δρχ. 20. ΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑΤΑ. Περιοδικόν τού Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών καί Μεταβυζαντινών Σπουδών. Τόμος 17. Δρχ. 800.
ΣΥΜΒΟΛΗ. Μηνιαία έκδοση γιά τίς περιοχές Πατησίων - Λαμπρινής - Ριζούπολης - Κυψέλης. Φύλλο 4. Δρχ. 10. ΣΥΜΒΟΛΗ. Περιοδική έκδοση Επιμορφωτικού Συλλόγου Παιανίας..Τεύχος 13. Δρχ. 50. ΣΧΟΛΙΚΑ ΝΙΑΤΑ. Περιοδική μαθητική φυλλάδα γιά τή σχολική ζωή καί τή λογοτεχνία τού δημοτικού σχολείου 'Α γίου Γεωργίου Φερών Νο μού Μαγνησίας. Φύλλο 20. ΤΑ Ν ΕΑ ΜΑΣ. Ενημερωτικό δελτίο γιά τό προσωπικό τής Γενικής Τραπέζης τής 'Ελλάδος. Τεύχος 19. ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 40. Δρχ. 50. ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ. Μηνιαία έκδοση Τμήματος Κεντρικής Μ ακεδονίας τού Τεχνικού ’Επιμελητηρίου τής Ε λλάδος. Τεύχος 21. Δω-
ΚΑΡΠΑΘΟΣ. Τριμηνιαία δωδεκανησιακή έπιθεώρηση λόγου καί τέχνης. Τεύχος 3. ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Τόμος 24. Δρχ. 550.
ΤΡΑΠΕΖΓΓΙΚΗ. Μηνιαίο όργανο τού Συλλόγου τών 'Υπαλλήλων τής Εθνική ς Τραπέζης τής Ε λ λάδος. Φύλλο 418. Δρχ. 1.
ΚΟΣΜΟΣ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό γιά συλλέκτες. Τεύχος 4 καί 5. Δρχ. 50.
ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ. Δίμηνη περιοδική έκ δοση. Τεύχος 37-38. Δρχ. 100.
ΜΑΖΙ - TOGETHER. Διμηνιαία έκδοση έκπαιδευτικού οργανισμού «"Ομηρος». Τεύχος 3. Δρχ. 15.
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Βιβλιογρα φική ένημέρωσις εκδόσεων «Τήνος». Φύλλο 48.
ΜΗΝΥΜΑΤΑ. Μηνιαία έκδοση. Τεύχη 1, 2 καί 3. Δρχ. 12. ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΛΛΑΣ. Μηνιαία εικονογραφημένη έπιθεώρησις. Τεύχος 570. Δρχ. 20. Ν ΕΑ ΕΠΟΧΗ. Διμηνιαίο περιοδικό σύγχρονης σκέψης. Τεύχος 146.
96
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Μηνιαίο δελτίο επικοινωνίας τού κινήματος X. Δ. Φύλλο 1. ΧΡΟΝΙΚΑ. "Οργανο τού Κεντρικού Ίσραηλιτικού Συμβουλίου τής Ελλά δος. Τεύχος 37.
ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 1980 Στίς 30 ’Απριλίου 1981 έγινε ή Τακτική Γενική Συνέλευση τών μετόχων τής Ύραπέζης τής 'Ελλάδος, όπου ό Διοικητής της ’Ακαδη μαϊκός κ. Ξενοφών Ζολώτας άνακοίνωσε τήν έκθεσή του γιά τόν ’Ισολογισμό τού 1980. ‘Από τήν έκθεση αυτή δημοσιεύουμε τό τμήμα πού άναφέρεται στήν άμοιβή τής έργασίας.
1. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ
2. Η ΔΑΠΑΝΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Ή επιβράδυνση του άνρδικοϋ ρυθμού τής οικονομικής δραστηριότητας, πού άρχισε στά μέσα περίπου τού 1979, συνεχίστηκε καί στή διάρκεια τού 1980, μέ συνέπεια ό ρυθμός άνόδου τού έθνικοϋ εισοδήματος νά περιορισθεϊ στό μισό περίπου σέ σύγκριση μέ τό προηγού μενο έτος. Ή έξέλιξη αύτή οφείλεται κυρίως στή χαλάρωση τής έσωτερικής ζητήσεως, δε δομένου δτι ή ζήτηση άπό τό έξωτερικό, παρά τή διεθνή ύφεση, φαίνεται δτι διατηρήθηκε σέ σχετικά Ικανοποιητικά έπίπεδα. Ή έξασθένιση τών αύξητικών τάσεων τής έσωτερικής ζητή σεως συνδέεται κυρίως μέ τή διαμόρφωση τού πραγματικού διαθέσιμου Ιδιωτικού εισοδήμα τος, ύστερα άπό τίς έπιπτώσεις πού είχαν ή μεγάλη άνατίμηση τών καυσίμων καί ή δημο σιονομική άπορρόφηση σέ συνδυασμό μέ τίς νέες φορολογικές άπαλλαγές. Σημαντική άνασχετική έπίδραση είχε καί ή άσκηθεΐσα περι οριστική νομισματική, πιστωτική καί δημοσιο νομική πολιτική. Άπό τήν πλευρά τής προσ φοράς, ουσιώδη θετική συμβολή είχε ή έξαιρετικά μεγάλη αύξηση τού γεωργικού εισοδή ματος. "Ετσι, τό άκαθάριστο έγχώριο προϊόν, σέ σταθερές τιμές, αύξήθηκε κατά 1,9% (1979: 3,7%). Άπό τούς τρεις βασικούς τομείς, τό πραγματικό εισόδημα τού γεωργικού τομέα σημείωσε αύξηση κατά 11,5% (1979:-5%) καί τό εισόδημα τών ύπηρεσιών κατά 2,5% (1979: + 4,7%), ένώ κάμψη κατά 2,9% (1979: +6% ) εμφάνισε τό εισόδημα τού δευ τερογενή τομέα.
Ή άκαθάριστη δαπάνη τής οικονομίας, σέ σταθερές τιμές, διαμορφώθηκε τό 1980 στά ίδια περίπου έπίπεδα τού 1979 (1979:4,1%). Τόσο ή ιδιωτική καί δημόσια κατανάλωση δσο καί οί συνολικές έπενδύσεις πάγιου κεφαλαίου μειώθηκαν. Αντίθετα, αύξηση σημείωσε ή σώρευση άποθεμάτων. Ό συνδυασμός στασιμό τητας τής δαπάνης τής οικονομίας μέ αύξηση τού άκαθάριστου έθνικοϋ προϊόντος είχε ώς άποτέλεσμα τό έλλειμμα τού ισοζυγίου άγαθών καί ύπηρεσιών, δπως όρίζεται ατούς 'Εθνικούς Λογαριασμούς, νά μειωθεί σημαν τικά, ώς ποσοστό δέ τού άκαθάριστου έθνικοϋ προϊόντος νά περιοριστεί τό 1980 σέ 1,9% άπό 3,4% τό 1979. Ή συνολική κατανάλωση τό 1980 μειώθηκε κατά 0,3% (1979: +3,5%). Ειδικότερα, ή ιδιω τική κατανάλωση μειώθηκε κατά 0,2% (1979:+3,1 %) καί ή κατανάλωση τού δημό σιου τομέα κατά 0,4% (1979: + 5,9%). Οί έξελίξεις στήν Ιδιωτική καταναλωτική δαπάνη καί στό ιδιωτικό διαθέσιμο εισόδημα πού παρατη ρήθηκαν τό 1980 είχαν ώς άποτέλεσμα τή δια τήρηση τής μέσης ροπής πρός άποταμίευση στό έπίπεδο πού κυμαίνεται τά τελευταία χρό νια, δηλαδή γύρω στό 20%. Οί συνολικές άκαθάριστες έπενδύσεις πά γιου κεφαλαίου τό 1980 μειώθηκαν κατά 8,3% (1979: + 7,9%). Ειδικότερα, οί 'ιδιωτικές έπενδύσεις έκτιμάται δτι μειώθηκαν κατά 9,9% καί οί έπενδύσεις τού δημόσιου τομέα κατά 3%. Ή έξέλιξη αύτή οφείλεται κυρίως στήν κάμψη κατά 16,1% τών έπενδύσεων σέ κατοικίες καί λοιπά κτίρια (1979: +6,7%). Αντίθετα, αύ ξηση 4,2% (1979:13,6%) σημειώθηκε στίς έπενδύσεις σέ μηχανικό έξοπλισμό καί μετα φορικά μέσα, πού έν μέρει συνδέεται μέ τήν άνάκαμψη πού φαίνεται νά σημειώνεται στίς βιομηχανικές έπενδύσεις.
Παρά τή σημειωθείσα έπιβράδυνση ό ρυ θμός άνόδου τής έλληνικής οικονομίας ήταν ύψηλότερος σέ σύγκριση τόσο μέ τό μέσο ρυ θμό άνόδου στίς χώρες τού ΟΟΣΑ ( + 1%) δσο μέ τόν άντίστοιχο ρυθμό στίς χώρες τής ΕΟΚ (1,3%).
ΚΕΔΡΟΣ: ΜΕΛΕΤΕΣ
Δ.Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ ΟΡΟΙ ΤΟΥ ΛΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ ΕΛΥΤΗ
ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΧΟΡΕΥΤΗΣ
ΗΛΙΑΣ Φ. ΗΛΙΟΥ ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ
Δ.Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ ΣΟΝΙΑΙΛΙΝΣΚΑΓΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Η ΜΟΙΡΑ ΜΙΑΣ ΓΕΝΙΑΣ ΗΘΙΚΗ (πρώτη μεταπολεμική γενιά)
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΙΟΥΡΤΣΑΚΗΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΥΣΗ ΣΤΟ ΣΤΟΧΑΣΜΟ ΤΟΥ ΣΕΦΕΡΗ
ΠΑΝΟΣ ΘΑΣΙΤΗΣ 7 ΔΟΚΙΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ
MARIO VITTI ΟΙ ΑΚΥΒΕΡΝΗΤΕΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ
ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ
ΝΟΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ Η ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΝΤΟΜΙΜΑΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ 6 (Πάροδος ’Ακαδημίας) Τηλ. 3615783