ΑΡΙΘ. 136 · 29.1.86 · ΔΡΧ. 200
k
εκδόσεις «νεα σύνορα» ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
ΤΟ ΑΝΤΙ-ΚΥΝΗΓΙ Του Κώστα Τσίπηρα
Ένα βιβλίο-διαμαρτυρία του ελληνικού οικολογικού κινήματος για την καταστροφή της ελληνικής φύσης από τους κυνηγούς.
L.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ■ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ) ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398
ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΙ Η ΑΒΑΣΤΑΧΤΗ ΕΛΑΦΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ
ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ: «Ή αβάσταχτη έλαφρότητα τού είναι» Μτφ. Κ. Δασκαλάκη ΚΛΩΝΤ ΠΜΟΝ: «Μέλαθρον» - Μτφ. Φ. Δρακονταειδής ΚΛΩΝΤ ΣΙΜΟΝ: «Δρόμος τής Φλάνδρας» - Μτφ. Π. Παπαδόπουλος ΣΕΛΙΝ: «Ταξίδι ατά 6άθη τής νύχτας» - Μτφ. Ά. Γιατράκου - Fossi ΑΥΓ. ΣΤΡΙΝΜΠΕΡΓΚ: «Μαύρες σημαίες» - Μτφ. Π. Μάτεσης Κ. ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ: «Τεχνητοί παράδεισοι» - Μτφ. Ν. Φωκάς ΣΤΑΝΤΑΛ: «Τό κόκκινο καί ιό μαύρο» - Μτφ. Π. Χάρης ΤΟΜΑΣ ΝΤΕ ΚΟΥΙΝΣΙ: «’Εξομολογήσεις ένός Άγγλου όπιοφάγου» Μτφ. Ν. Φωκάς ΜΑΝΤΑΜ ΝΤΕ ΛΑΦΑΠΕΤ: «Ή Πριγκιπισσα ντε Κλέβ» Μτφ. Μ.Τ. Πεσμαζόγλου Γ ^ \
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε. Σόλωνος 60, Αθήνα. Τηλ. 3615077
ΦΡΑΝΣΙΣ ΖΑΝΣΟΝ
ΑΝΤΩΝΗ ΚΑΛΦΑ
ΖΑΝ-ΠΩΛ ΣΑΡΤΡ λογοτέχνης - φιλοσοφος - αγωνιστής
πρωταθλητές
ΚΕΔΡΟΣ
μικρών rrp /'m j αποστάσεων
ΠΟΡΕΙΑ ΑΘΗΝΑ 1985
Κεντρική διάθεση: Διονύσιος Πομώνης Ζαλόγγου 1, Τηλ. 36.20.889
ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΣΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ
Βιβλιοπωλείο «ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ; Μ έτω νος 62, Χολαργός 1η παράλληλος της Μ εσογείων,
*£3 §
• • •
Κάτι νέο στο χώρο του βιβλίου Αναγνωστήριο Παιδική γωνιά
· · ·
Αυστηρή επιλογή βιβλίων Εκπτώσεις Ειδικές προσφορές
Έ να βιβλιοπωλείο στο Χ ολαργό που θα το ζήλευε το κέντρο ΚΑΛΕΝΤΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε. Γραφεία: Κολοκοτρώνη 15, τηλ. 32.34.270
ΔΙΑΒΑΖΑ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Α . Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 . Λογιστήριο: 36.40.488
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α Τεύχος 136 29 Ιανουάριον 1986 Τιμή: Δρχ. 200
Εκδότης: Άννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Σοφία Γεμενάκη, θεοδώρα Ζερβού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Πηνελόπη Βλάσση Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογ ραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 .Θεσσαλονίκη:' Βιβλιοπωλείο Μ. Κατξιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν η Ρόη Παπαγγέλου, ο Θανάσης Φωτιάδης και η Λιλίκα Νάκου Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
4 7
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Χρονολόγιο Σιμόν ντε Μπωβουάρ Κατρίν Κλεμάν: Οι φλούδες Ζορζέτ Ρομπέρ: Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ και ο φεμινισμός Ποιος φοβάται τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ; Κείμενα Σιμόν ντε Μπωβουάρ Μια γνώμη του Σαρτρ για την Μπωβουάρ Ελένη Κονδύλη: Αυτοτελείς εκδόσεις της Μπωβουάρ στα ελληνικά
10 25 28 32 37 45 46
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΓΛΩΣΣΑ: Γράφει η Έ λενα Χουξούρη ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Κώστας Χωρεάνθης ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Χάρης Βλαβιανός
49 50 54
ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ο Βάιος Παγκουρέλης
51
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Συνέντευξη με τον Νάσο Δετζώρτζη
62
ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
71
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
78
στο επ όμενο «Διαβάζω»
αφιέρωμα στον Γ. Θεοτοκά
4/χρονικα
διάλογοι Όλα τα γράμματα, που απευθύνονται αποκλειστικά στο «Διαβάζω» και που παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο εν διαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (εφόσον είναι σύντομα) είτε αποσπασματικά (εάν είναι εκτενή). Για το λόγο αυτό, παρακαλούνται οι αναγνώστες που μας γρά
Ο θεσμός της βιβλιοθήκης Αναφέρομαι στο πρώτο μισό της συνέντευξης του κ. Βαφόπουλου στο ΔΙΑΒΑΖΩ αρ. 126, 11/9/1985 (σσ. 64-72), σχετικά με τις βιβλιο θήκες. Διορθώνω μερικές αβλε ψίες - για τις οποίες θα φταίει ο υπερβολικός ζήλος. 1. Στη σ. 65 αναφέρεται:«στην Αγγλία (Σημ. προφανώς εννοεί Βρετανία) όποιος δανείζεται από βιβλιοθήκη ένα μυθιστό ρημα υποχρεούται να πάρει συγχρόνως ακόμα ένα βιβλίο είτε το θέλει είτε όχι» Διόρθωση: Η πληροφορία είναι εσφαλμέ νη (και ανήκουστη για χώρα η οποία υπερηφανεύεται πως κανένας δεν «υποχρεούται» σε οτιδήποτε). Πρόκειται πρό δηλα για παρεξήγηση από τη συμπεριφορά ίσιος κάποιου τοπικού υπεύθυνου. 2. Στη σ. 66 αναφέρεται: «...μελασπωμένες μπότες. Ξέ ρετε τι διάλεξε η νεαρή αγρό τισσα; Ένα βιβλίο του Τ.Σ. Έλιοτ» Παρατήρηση: Οι λασπωμένες μπότες δεν κατατάσσουν αυτόματα το άτομο που τις φόραγε, στην «αγροτική τάξη». Πολλοί ασχολούμενοι με τη γ,η είναι μεγαλοκτηματίες. (Μόνο ένα 2% του πληθυσμού της Βρε τανίας ασχολείται με τη γεωρ γία). Κι άλλωστε σε τι θα πα ραξένευε αν «μία» ελληνίδα (αγρότισσα ή μη) ζήταγε να διαβάσει Ρίτσο; Αν δινόντου σαν τα στοιχεία για το «ποια» βιβλία έχουνε «ζήτηση» στις
φουν να είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν και να σημειώ νουν το πλήρες ονοματεπώνυμο και την ακριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, για να δημοσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στα γραφεία του περιοδικού τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν από την ημέρα κυκλοφορίας του τεύχους.
βρετανικές βιβλιοθήκες, για το «ποσοστό» του πληθυσμού που τις χρησιμοποιεί, καθώς και το χρηματικό πρόβλημα των συγγραφέων των βιβλίων αυτών, η εικόνα θα ήταν πιο ισορροπημένη. 3. Στη σ. 66 αναφέρεται: «όταν δεν δίνουμε στον ελλη νικό λαό την ευκαιρία να πιάσει ένα βιβλίο στο χέρι του πώς έχουμε την αξίωση να διαβάζει βιβλία;»... «πώς μπο ρείτε να παίζετε τάβλι αν δεν έχετε το κουτί με τα πούλια και τα ζάρια;» Παρατήρηση: Το ελληνικό κράτος, δεν δια θέτει, νομίζω, κονδύλια για ζάρια, μήτε χαρίζει τάβλια! Κι όμως όλοι (;) οι ρωμηοί είναι ξεφτέρια στο είδος. Ο νοών νοείτο. 4. Στη σ. 65 αναφέρεται: «ποτέ δεν θα σας δώσουν (Σημ. στην Ελλάδα) τεύχος περιοδικού που κυκλοφορεί» Παρατήρηση: Τουλάχιστον στην Εθνική Βι βλιοθήκη αυτό δεν αληθεύει. Ειδικό τμήμα (χωριστό «δωμά τιο» στο βάθος) παρέχει τρέ χοντα φύλλα (εκτός αν τύχει νά ’ χουν σταλεί για βιβλιοδε σία - συνήθως κάθε τέλος χρονιάς). Κι ακόμα: πολλοί ιδιοκτήτες περιοδικών δεν αποστέλλουν αμέσως (ή και καθόλου) τα τεύχη τους στη βιβλιοθήκη φοβούμενοι... συ ναγωνισμό (αφού οι μετρημέ νοι αναγνώστες τους θα μπο ρούσαν να το προμηθευτούν από την Εθνική, χωρίς να χρειαστεί να τα αγοράσουν!) 5. Στη σ. 65 αναγράφεται: «Θα μείνει λοιπόν (Σημ. Η Εθνική Βιβλιοθήκη) ανοργά νωτη στον αιώνα τον άπαντα».
Παρατήρηση: Κρίνοντας από την ταχύτατη καταχώρηση σε καρτέλες των δικών μου 28 βιβλίων, μπορώ να βεβαιώσω πως τουλάχιστον η ταξινόμηση των νεοεισαγόμενων βιβλίων είναι ικανο ποιητική. 6. Στη σ. 66 αναγράφεται: «Αν ανοίξετε τη Βρετανική Εγκυκλοπαίδεια» Διόρθωση: Προφανώς πρόκειται για την Encyclopaedia Britannica η οποία δεν είναι Βρετανική! Η Britannica εκδίδεται από την Encyclopaedia Britannica, INC., και τυπώνεται στις ΗΠΑ (με αριθμό Κάρτας Καταλόγου Κογκρέσου: 77-75638). Σε αυ τή συνεργάζονται οι Σχολές του Πανεπιστημίου του Σικά γου, επιτροπή από πανεπιστη μιακούς των Πανεπιστημίων Οξφόρδης, Καίμπριτζ, Λονδί νου, και Εδιμβούργου, επιτρο πή από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, κι επιτροπές από τα Πανεπιστήμια του Τόκιο και Αυστραλίας (όπως άλλωστε αναγράφεται στο εσώφυλλο κάθε τόμου της). Για την ιστο ρία: Η πρώτη έκδοσή της έγι νε το 1768 από «Α Society of Gentlemen in Scotland». Η τρέ χουσα έκδοση είναι η 15η. 7. Στη σ. 66 αναγράφεται: «τις πληροφορίες της (Σημ. της Britannica) δέχονται ως ακριβείς και τα αγγλικά δικα στήρια» Παρατήρηση: Προφανώς κι εδώ εννοούνται τα βρετανικά δικαστήρια (μο λονότι υπάρχει διαφορετικό νομοθετικό πλαίσιο ανάμεσα π.χ. στα αγγλικά και σκοτσέζικα). Ανεξάρτητα απ’ αυτό: οποιοδήποτε υλικό/τεκμήριο
χρονικα/5 κατατεθεί σε δικαστήριο λαμβάνεται υπόψη στο βαθμό που (α) γίνεται δεκτό (admissible) και (β) δεν αμφισβητείται (con tested) από τους ενάγοντες/ εναγόμενους, είτε στο είδος (μαγνητοταινία, έγγραφο, βι βλίο, κλπ) είτε στο περιεχόμε νο. 8. Στη λέξη 66 αναγράφεται: «στη λέξη βιβλιοθήκη (Libra ries) (Σημ. της Britannica) θα
ΑΛΒΑΝΙΑ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ ΟΥΓΓΑΡΙΑ ΤΟΥΡΚΙΑ ΗΝ. ΒΑΣΙΛΕΙΟ (Βρετανία) ΕΛΛΑΔΑ
(Σημ. Οι αριθμοί σε παρένθε ση είναι από τον Τόμο X. Δια φέρουν επειδή αναφέρονται σε διαφορετικό έτος. Τα στοι χεία είναι γενικά από έτη πριν το 1970. Ακόμη: Το «Ηνωμένο Βασίλειο» περιλαμβάνει και τη Β. Ιρλανδία) Σε παραπλήσιο πίνακα στον Τόμο X, δίνονται πληροφορίες για τον αριθμό βιβλίων στις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες. (Για παράδειγμα το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο έχει 350.000 τόμους). Τέλος, στο λήμμα «Library science», τόμος 10, σ. 875, ση μειώνεται χαρακτηριστικά πως: «Ωστόσο υπάρχουν μεγαλύτε
Το «Δ» έθεσε υπόψη του κ. Βαφόπουλου τις παρατηρή σεις της κ. Παπαγγέλου. Δη μοσιεύουμε όμως την επι στολή χωρίς συγκεκριμένη απάντηση. Παραθέτουμε εντούτοις και μια διακήρυξη που διαβάσα
διαπιστώσετε ότι η Ελλάδα εί ναι ουραγός» Παρατήρηση: Θα πρέπει να αναφέρεται σε παλιά έκδοση της Britannica με πληροφορίες ακόμα πιο παλιές. Η τρέχουσα έκδοση της Britannica (ολότελα ανα θεωρημένη και διασκευασμέ νη σε ομάδες τόμων: Ευρετή ριο, Μικροπαιδεία, Μακροπαιδεία) δεν έχει συγκριτικά
στοιχεία για βιβλιοθήκες. Το πιο σχετικό για τις αναγνωστι κές τάσεις σε κάθε χώρα είναι οι συγκριτικοί πίνακες για την «κίνηση» των εφημερίδων (αντίστοιχα: στον τόμο 15 της Μακροπαιδείας, σ. 237 στο «λήμμα» History of Publishing, και στον τόμο X της Μικροπαιδείας, σ. 975). Να μερικά στοιχεία, όπως δί νονται:
αρ. εφημερ.
κυκλοφορία
αντίτυπα
(ημερήσιων)
(σε χιλιάδες)
ανά χίλιους κάτοικους
21 24 29 400 106 110(103)
105 1738 2336 1400 25609 705(920)
52 85 226 41 463 79(101)
αλφαβητισμός
71.0% 84.8% 98.2% 55.4% 100.0% ^ 82.2% '
ρες δυσκολίες στον καθορι σμό του ρόλου της Public libra ry» (όπου Public Library είναι η Δημόσια/Δημοτική/Κοινοτική βιβλιοθήκη. Το «Λαϊκή βιβλιο θήκη» δεν χρησιμοποιείται σαν όρος»)
από τις χιλιάδες «φορές» δα νεισμού των βιβλίων του. Χα ρακτηριστικά: το ρεκόρ δανει σμού βιβλίων του, είχε πέρσι κάποιος «άγνωστος» συγγρα φέας, που αν είχε πωλήσει τό σα βιβλία του θά χε γίνει... ζάμπλουτος. 9. Προσθέτω και μια πληροφο 10. Κριτική επισκόπηση του έρ ρία: Για την κατοχύρωση των γου του κ. Βαφόπουλου θα δικαιωμάτων Copyright των βρει ο αναγνώστης στο βι συγγραφέων (και την ενίσχυ βλίο του Θανάση Παπαθανασή τους) οι βρετανικές δανει σόπουλου: «Ο ποιητής Γ.θ. στικές βιβλιοθήκες χορηγούν Βαφόπουλος» («Οι εκδόσεις σ’ αυτούς ένα ποσό ανάλογο των Φίλων», Αθήνα 1977, σσ. με τις «φορές» δανεισμού κά 124) θε βιβλίου τους. Το ποσό αυ τό είναι ασήμαντο, μα είναι το Ρόη Παπαγγέλου παρά-καθόλου. Κι αν ένας 8, St. Georges Avenue συγγραφέας τυχαίνει νά χει London NW9 OJU «ζήτηση» τότε «κάτι» βγάζει Λονδίνο, Αγγλία
με στην εφημερίδα κι αφορά την Εθνική Βιβλιοθήκη: [...] Η Εθνική Βιβλιοθήκη προκη ρύσσει επαναληπτικό διαγω νισμό [...] με θέμα: «Καθορι σμός κατ’ αποκοπήν όλων των εντύπων (βιβλίων, περιο δικών, εφημ. κλπ.) που υπάρ
χουν σε διάφορους χώρους του κτιρίου ψ ς ΕΒΕ» [...] Αυ τά για ν' απαντήσουμε σε κά ποιο σημείο της επιστολής της κ. Παπαγγέλου σχετικό με την οργάνωση της Εθν. Βιβλιοθήκης.
6/χρονικα
Από τους δημιουργούς της Θεσσαλονίκης Αγαπητό «Διαβάζω», Ευχαριστώ εγκάρδια τον αδερφι κό μου φίλο στη Θεσσαλονίκη, Κλείτο Κύρου, για την προσπάθειά του, με αφορμή το σημείω μα του κ. Καρατζόγλου, να επα νορθώσει μερικά σημεία για την ταπεινότητά μου («Διαβάζω» τ. 128 και τ. 132). Η φράση του, «Αντίθετα, ο Θ.Φ. που έφυγε κάποια φορά απ’ αυτήν την πόλη όπου μεγάλωσε, τόσα πρόσφερε, κι αγάπησε, αγ νοείται συστηματικά», επανορ θώνει, επιτρέψτε μου, μια παρά λειψη στο σημείωμα του κ. Καρα τζόγλου, διόλου ασυνήθιστη στους «γραμματολόγους» της
μακεδονικής λογοτεχνίας. Κι αυ τό, κατά την άποψή μου, τόσο για την πολιτική μου ένταξη, όσο και την άρνησή μου να συμβιβα στώ με κάθε είδους κυκλώματα, κόμματα, καμώματα και άγονες απόψεις. Ασχετα, όμως, από την παρά λειψη αυτή, οφείλω χάριτες στον κ. Καρατζόγλου, για δυο εκτιμή σεις του αντικειμενικές, άσχετες με τη γνώμη του για τη λογοτε χνική μου προσφορά («Η Λογοτε χνία της Θεσσαλονίκης», Λευκω σία 1978): 1. Τοποθετεί τη δουλειά μου πρώτη χρονολογικά, πολύ σωστά, αφού προηγούμαι στην ηλικία και στην παραγωγή (κατά 3 συλλο γές...) από τους επόμενους. Και κατά συνέπεια, «πολύ αδύνατον» να επηρεαστώ απ’ αυτούς, όπως πιστεύουν τόσοι! 2. Μ’ εξαιρεί ρητά από τη λε-
Για την Elsa Morante Η τέχνη της λογοτεχνίας και η αξία της είναι να κατορθώνει να συνδέει πνευματικά και ψυχικά όλους τους ανθρώπους, σε όποια χώρα και αν ανήκουν. Έτσι, ο θάνατος της Ιταλίδας συγγραφέως Elsa Morante, με συνεκλόνισε, και ας μην την γνώριζα προσωπικά. Είναι σα να έχασα ένα προσφιλές μου πρόσωπο. Πέθανε τέλη Νοεμβρίου που μας πέρασε (1985) σε ηλικία 73 ετών, σε μια κλινική, γιατί τα δυο τελευταία χρόνια είχε μείνει παράλυτη, ύστερα από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτο κτονίας, τον Απρίλη του 1983. Το βιβλίο που την έκανε περισσότερο γνωστή στη Γαλλία, είναι το μυθιστόρημα «La Storia» που έφτασε σε κυκλοφορία τα 800 χιλιάδες αν τίτυπα, σε λαϊκή έκδοση. Η Elsa Morante, είναι από τις μεγαλύτερες μορφές της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Γεννήθηκε στη Ρώμη από φτωχή οικογένεια, και δούλεψε για να ζήσει. Η αγάπη της Morante για τον άνθρωπο και τα ζώα, είναι βαθιά. Η μεγάλη της αυτή αισθαντικότητα, την έσπρωξε ώς την αυτοκτονία, όταν έχασε ένα αγαπητό της ζώο. Την είχαν προτείνει να πάρει το βραβείο Νόμπελ, αλλά για παρασκηνιακούς και πολιτικούς λόγους, προτίμησαν ένα Γάλλο συγγραφέα, που κατέστρεψε για ένα διάστημα το γαλλικό μυθιστόρημα. Είχαν προτείνει επίσης για το βραβείο Νόμ
γόμενη «ποίηση της ήττας», κι αυτό σωστά. Δεν δέχομαι με κα νένα τρόπο, πως το προοδευτικό κίνημα ηττήθηκε στη μεταπολε μική Ελλάδα! Όποιος το σκέφτηκε κι όποιος συμβιβάζεται μ' αυ τό το «αξίωμα», μακριά ξενύχτησε. Και δείχνει, αφενός την προ σωπική τους ήττα, και αφετέρου, την άγνοια της ιστορικής διαδι κασίας, αλλά και των όρων «τα κτικός» και «στρατηγικός». Αυτά, κάποτε θα τα διατυπώσω συγκε κριμένα, βεβαιωμένα και προ παντός κάτω από τις εμπειρίες που προστέθηκαν αυτά τα 40 χρόνια! Και πάλι, ευχαριστώ το περιο δικό, τον Κλ. Κύρου και τον κ. Καρατζόγλου, για την ευκαιρία που μου δώσανε.
Θανάσης Φωτιάδης
πελ, τη γαλλίδα συγγραφέα Γιουρσενάρ, που η φήμη της είχε μεγαλώσει με το γνωστό της έρ γο «Τα τετράδια του Αδριανού». Αλλά η τέχνη της Γιουρσενάρ, βασίζεται στη γνώση του αρ χαίου κόσμου, ενώ της Morante, βασίζεται στην ποίηση της ζωής. Το τελευταίο μέρος του μυθιστορήματος «La Storia» περιγράφει τη ζωή και το θάνατο ενός παιδιού, που πεθαίνει πρόωρα. Σελίδες κατα πληκτικής ευαισθησίας και πόνου, που ανεβά ζουν τη Morante στο ψηλότερο σκαλοπάτι της τέχνης του λόγου. Οι ήρωες των μυθιστορημάτων της, είναι συ νήθως απλοί άνθρωποι, και προπαντός παιδιά. Οι ενήλικοι, γράφει σ’ έναν πρόλογό της, νοιά ζονται περισσότερο για τετριμμένα πράγματα, δίχως αξία. Ο κόσμος θα σωθεί - γράφει η Ιταλί δα συγγραφέας - από τα παιδιά. Ο Μοράβια είχε πει κάποτε γι’ αυτήν: «Στην πραγματικότητα, τα μυθιστορήματά της, δεν είναι μόνο καθρέφτης κάποιων εμπει ριών, όπως γίνεται με τα αυτοβιογραφικά έργα της, αλλά οι ήρωές της ζούνε μια γνήσια και ενστικτώδικη ζωή». Μου είναι αδύνατο να φαντα στώ την Elsa Morante τόσο ζωντανή, να κοιμάται τώρα σ’ ένα campo-santo της Ρώμης, που έχει περιγράφει άλλωστε, στο μυθιστόρημά της «Aracoeli». Αυτή είναι η δύναμη της αληθινής τέχνης του λόγου, που ο αναγνώστης σου σε θέλει πάντα ζωντανή και κοντά του. Λιλίκα Νάκου
24 Δ εκ εμ β ρ ίο υ 1985
Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε ρισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο με τις με γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται με τρεις αστε ρίσκους (**), το αμέσως μετά με δυο (**) και το τελευταίο με έναν ( * ) .
7 Ιανουάριου 1986
1
ρ
2
1. Κυρ: Για ακόμα καλύτερες νύχτες (Κάκτος)
Χνάρι - Αθ.
I 1
QC
Παράμετρος - Αθ.
1
Κοτζιά - Θεσ.
Ζ 3
Λέσχη του Βιβλίου - Αθ.
3 Ενδοχώρα - Αθ.
f
Γρηγόρης - Αθ.
I Αιχμή-Αθ.·
3
Κλάδος - Ηράκλειο
J Β ΙΒ Λ ΙΑ
Κατώι του βιβλίου - Θεσ.
Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του λάχιστον βιβλιοπώλες. Όσο για- το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είναι να συμβου λεύεστε τις σελίδες της «Επιλογής-.
Εστία - Αθ.
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΕΒΑΙΟΥ]
..
2. Ο. Ελύτη: Ο μικρός Ναυτίλος (Ίκαρος) 3. Γ. Ιωάννου: Ποιος τρίτος δρόμος: (Καστανιώτης)
*
4. Ιωάννη: Η Αποκάλυψη (Ύψιλον) 5. Φ. Γερμανού: Σαμ (Κάκτος)
*
Λ
6. Ο. Έκο: Το όνομα του ρόδου (Γνώση) 7. Μ. Ντυράς: Ο υποπρόξενος (Εξάντας)
**
Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Γρηγόρης - Αθ. το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: I. Πόποβιτς: Οδός θεο γνωσίας (Γρηγόρης). Στου Κλάδου - Ηράκλειο: Μ. Ντυράς: Ο Εραστής, και στο βιβλιοπωλείο Παράμετρος - Αθ Γ Σπανδωνή: Γραικοί (Καλέντης).
Συνδρομές εσωτερικού 25 τευχών 4300 δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 4100 δρχ. 15 τευχών 2800 δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 2500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 5100 δρχ.
Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 55 δολ. (ΗΠΑ)- Σπουδαστική 25 τευχών 51 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 36 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 34 δολ. Κύπρος 25 τευχών 48 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 44 δολ. Κύπρος 15 τευχών 32 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 30 δολ. Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική 25 τευχών 61 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 58 δολ. 15 τευχών 40 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 38 δολ.
Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ευρώπη: 63 δολ. Κύπρος: 56 δολ. Αμερική κλπ. 70 δολ.
Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Περιοδικό «Διαβάζω» Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Τηλ. 36.42.765
Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 500 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 200 δρχ., και τα διπλά 300 δρχ.
■ΣΙΜΟΝ ΝΤΕ ΜΠΩΒΟΥΑΡ· ΑΠΑΝΤΑ Μυθιστορήματα - Νουβέλες
Οι Μανδαρίνοι Η καλεσμένη Προδομένη γυναίκα Οι ωραίες εικόνες Το αίμα των άλλων Ό λοι οι άνθρωποι είναι θνητοί Ο μονόλογος μιας γυναίκας Ό ταν το πνεύμα κυριαρχεί Μελέτες - δοκίμια
Το δεύτερο φύλο Τα γηρατειά Μήπως πρέπει να κάψουμε τον Μαρκήσιο Ντε Σαντ Για μια ηθική της αμφισβήτησης Πύρρος και Κινέας Η σκέψη της δεξιάς σήμερα Ταξιδιωτικά - χρονικά:
Η Αμερική από μέρά σε μέρα Η μεγάλη πορεία (θα κυκλοφορήσει) Ένας πολύ γλυκός θάνατος Μπροστά στο φακό Η τελετή του αποχαιρετισμού Ημερολόγια:
Οι αναμνήσεις μιας καθωσπρέπει κόρης Η δύναμη της ζωής Η δύναμη των πραγμάτων Ό σα είπαμε κι όσα κάναμε Βιβλία για την Μπωβουάρ:
Με την καρδιά και το νου (Ά ξελ Μάντσεν) Οι γυναίκες θα νικήσουν (Εύα Νικολαΐδου) Ρ 3
Εκδόσεις Γλάρος
Θ εμιστοκλέους
31.
106
77 Αθήνα.
Τηλ.: 36 .1 8 .4 5 7 -3 6 .1 9 .1 6 7 .
ΣΙΜΟΝ ΝΤΕ
Για τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ όεν χρειάζονται ίσως ιδιαίτερες συστάσεις. Η διανοούμενη, η συγγραφέας, η σύντροφος του Σαρτρ, στην πορεία της πολυκύμαντης ζωής της πρόσφερε, μ ορισμένες μορφές της ιδεολογίας της και της δράσης της, ένα έργο σημαντικό που μπόρεσε να αλλάξει«. σε βάθος το ηθικό και πνευματικό μας πεδίο. Και μιλάμε ίσως εδώ περισσότερο για την τεράστια συμβολή της Μπωβουάρ στην υπόθεση της γυναικείας υπόστασης και στο φεμινιστικό κίνημα, με το περίφημο βιβλίο της το «Δεύτερο Φύλο». Α λλά και το δοκίμιό της για τα «Γηρατειά», τα άρθρα της στους «Μοντέρνους καιρούς» (Temps Modernes), η κατεύθυνση που πήρε η στήλη της «Ο συνήθης σεξισμός», συνέχεια των αναλύσεων του «Δεύτερου Φύλου», την έκαναν ένα από τα κινητοποιά στοιχεία της φεμινιστικής επανάστασης. Αυτή η όψη αναλύεται σ’ αυτό το αφιέρωμα, από άρθρο που τοποθετεί τη σχέση της Μπωβουάρ με το φεμινισμό και από μια συνέντευξη αρκετά πρόσφατη. Α λλά δεν πρέπει να ξεχνάμε το λογοτεχνικό έργο της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, της οποίας βιβλία όπως η «Καλεσμένη» και «Οι Μανδαρίνοι» δεν έχουν χάσει τίποτα από τη δύναμη και τη χάρη τους. Κ ι ακόμα, το βιβλίο που έγραψε για το θάνατο της μητέρας της, το ομορφότερο ίσως βιβλίο της. Τέλος, τα «Απομνημονεύματά» της, που μαρτυρούν μια ζωή πραγματικά γεμάτη, και π αρ’ ό,τι λέει εκείνη, επιτυχημένη. Τέτοιες μνήμες παρουσιάζονται εδώ αποσπασματικά στην εργοβιογραφία της, και το αφιέρωμα κλείνει πάνω σε μια επιλογή κειμένων της γαλλίδας συγγραφέως.
10/αφιερωμα
Χρονολόγιο Σιμόν ντε Μπωβουάρ 9 Ιανουάριου 1908 Γέννηση της Σιμόν ντε Μπωβουάρ.
Οκτώβριος 1913 Η Σ. ντε Μπωβουάρ αρχίζει να παρακολουθεί μαθήματα σ’ ένα ιδιωτικό σχολείο.
Οκτώβριος 1917 Γνωρίζει τη φίλη της Ζαζά.
Η Σιμόν όνόμιση χρονών. Ο πατέρας μου ήταν τριάντα χρονών, η μητέρα μόυ εικοσιενός, και ήμουν το πρώτο τους παιδί. Ξεφυλλίζω ένα άλμπουμ. Η μαμά κρατά ένα μωρό που δεν είμαι εγώ. Φοράω ένα μπερέ μια φούστα πλισέ, είμαι δύο χρονών, και η αδελφή μου μόλις έχει γεννηθεί. Την προηγούμενη της πρώτης μέρας στο σχολείο, πηδούσα από χαρά στο χολ. «Αύριο θα έχω σχολείο». - «Δεν θα το διασκεδάζετε πάντοτε» μου είπε η Λουίζ. Για μια φορά έπεφτε έξω, ήμουν σίγουρη γι’ αυτό. Η ιδέα της κατάκτησης μιας δικής μου ζωής μ’ ενθουσίαζε. Ο Σουρεαλισμός με κατέκτησε. Η ανησυχία ήταν ανούσια. Προτιμούσα τις υπερβολές της απόλυτης άρνησης. Καταστροφή της τέχνης, της ηθικής, της γλώσσας, συστηματική αποδιοργάνωση, απελπισία, που φτάνει στην αυτοκτονία: αυτές οι ακραίες θέσεις με γέμιζαν ευχαρίστηση.
Η Ζαζά και η Σιμόν ντε Μπωβουάρ.
1928 Διαβάζει Μπρετόν, Αραγκόν. Γνωρίζεται με τον Pierre Nodier, μέλος της ομά δας «Φιλοσοφίες» των Mohrange, Friedmann, Henri Lefebvre, Politzer. Στη Σορβόνη, στο μάθημα του Jean Baruzi, συ ναντά (χωρίς να μιλήσουν) τον Daumal και τον Roger Vailland. Δίπλωμα φιλοσοφίας, με τη συμβουλή του Brunschvicg: «Η έννοια της αντίληψης στον Λάϊμπνιτς». Φιλοσοφικές σπουδές, (για διδακτορική διατρι βή) και ποικιλία αναγνωσμάτων.
Έγραφαν για τα πρωτοποριακά περιοδικά. Ο πρώτος περνούσε για ένα πνεύμα βαθύ, και ο δεύτερος για μια ζωντανή ιδιοφυία. Ο Vailland διασκέδαζε με το να προκαλεί και το παρουσιαστικό του ακόμα έκανε εντύπωση. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν ένας ξανανιωμένος γέρος, χάρη σ’ ένα διαβολικό φίλτρο. Τον βλέπαμε συχνά με μια νεαρή γυναίκα, την οποία κρατούσε, αδιάντροπα, από το λαιμό. «Η φοράδα μου» έλεγε, παρουσιάζοντάς την. Μου έδωσε να διαβάσω στο περιοδικό «Το μεγάλο παιγνίδι» μια σκληρή κριτική, εναντίον ενός αξιωματικού που συνέλαβε ένα στρατιώτη με μια γουρούνα και τον τιμώρησε. Ο Vailland διεκδικούσε, για όλους τους άνδρες, πολίτες και στρατιωτικούς, το δικαίωμα της κτηνοβασίας. Έμεινα σκεφτική. Μια νύχτα, απαίτησα από το θεό να εμφανιστεί, αν υπήρχε. Έμεινε ατάραχος και ποτέ πια δεν του απεύθυνα το λόγο. Πήγαινα με τον Pierre Clairant και τον Pradelle για να εξεταστώ στη Σορβόννη, στα προφορικά, στο διαγωνισμό: σπρωχνόμαστε για ν ’ ακούσουμε το μάθημα του Raymond Aron, στον οποίο όλος ο κόσμος προέβλεπε έναν μεγάλο, μελλοντικά, φιλόσοφο. Με σύστησαν στον Daniel Lagache που προσανατολιζόταν στην ψυχιατρική. Προς γενική κατάπληξη, ο ΖανΠωλ Σαρτρ απέτυχε στα γραπτά. Μου άρεσε ο Francis Jammes, γιατί ζωγράφιζε την
αφιερω μα/11 ηδονή με απλά χρώματα, σαν το νερό ενός χείμαρρου. Μ’ άρεσε πολύ ο Κλοντέλ γιατί δοξάζει τη θαυμάσια, ευαίσθητη παρουσία της ψυχής στο σώμα. Απέρριψα χωρίς να το αποτελειώσω το «Ο θεός των σωμάτων» του Jules Romains, γιατί ο πόθος δεν περιγραφόταν στο βιβλίο του σαν μια άποψη του πνεύματος. Εξαγριώθηκα με τα μαρτύρια και την ευτυχία του χριστιανού του Μοριάκ. Τοποθετήθηκα ενάντια στον Clairant που απαντώντας σε μια έρευνα του «Nouvelles litt0raires», κατήγγειλλε «τη φθορά της σάρκας και τη τραγική της επικυριαρχία». Αλλά κι ακόμα ενάντια στον Nizan και τη γυναίκα του που διεκδικούσαν, μεταξύ των συζύγων, μια απόλυτη σεξουαλική ελευθερία.
Η Σιμόν (αριστερά) με τον πατέρα της και την αδελφή της.
1929 Συχνές επισκέψεις στην Ecole Normale και συ ναναστροφή με τους μαθητές της. Συνάντηση με τον Andre Herbaud, αρχή μιας φι λίας. Συλλογισμοί για το βιβλίο «Η ζωή μου» της Ισιδώρας Ντάνκαν, στον κήπο του Λουξεμβούργου. Ο Herbaud δίνει στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ ένα σκίτσο της, φτιαγμένο από τον Σαρτρ με την αφιέρωση «Ο Λάιμπνιτς στο μπάνιο, με τις Μο νάδες». Ο Herbaud γράφει στο τετράδιο της Σιμόν: «Beauvoir = Beaver». Ιούλιος. Ανάμεσα στα γραπτά και προφορικά για τη διδακτορική διατριβή, επίσκεψη στην πα ρέα. Η Σ. ντε Μπ. πετυχαίνει στα γραπτά της υφηγεσίας, το ίδιο και ο Σαρτρ και ο Nizan. Ο Her baud αποτυχαίνει. Θάνατος της Ζαζά.
Η τριανδρία που σχηματίστηκε από τους Σαρτρ, Nizan και Herbaud μου ήταν απροσπέλαστη. ... Είχαν κακή φήμη. Λέγαν γ ι’ αυτούς πως «δεν συμπαθούσαν τα πράγματα»· ο Nizan ήταν παντρεμένος, είχε ταξιδέψει, φορούσε πανταλόνια του γκολφ, και κάτω από τα χοντρά κοκκάλινα γυαλιά, ανακάλυπτα ένα βλέμμα πολύ εκφοβιστικό. Ο Σαρτρ δεν ήταν άσχημος αλλά, λέγαν, ότι ήταν ο πιο χοντρός από τους τρεις, και ακόμα τον κατηγορούσαν ότι έπινε. Μόνο ένας μου φαινόταν προσιτός: ο Herbaud. «Γιατί είμαι αναστατωμένη σα κάτι πραγματικά,να μου συνέβη;» κάτι μου συνέβη, που έμμεσα έπαιξε αποφασιστικό ρόλο για όλη τη ζωή μου: αλλά αυτό δεν θα το μάθαινα π αρά λίγο αργότερα. ... και ονειρευόμουνα τη δική μου ύπαρξη. Δ ε θα ήταν ούτε θορυβώδης, ούτε εκθαμβωτική. Επιθυμούσα μόνο τον έρωτα, να γράψω καλά βιβλία, να αποκτήσω μερικά παιδιά, «με φίλους στους οποίους αφιέρωνα τα βιβλία μου και που θα μάθουν τη σκέψη και την ποίηση στα παιδιά μου». «Είστε ένας κάστορας, της λέει. Οι κάστορες πηγαίνουν όλοι μαζί και έχουν δημιουργικό πνεύμα». Ή μουν λίγο φοβισμένη όταν έμπαινα στο δωμάτιο του Σαρτρ. Υπήρχε μεγάλη αταξία α πό βιβλία και χαρτιά, αποτσίγαρα σ ’ όλες τις γωνιές, ένα τεράστιο σύννεφο καπνού. Ο Σαρτρ μ’ υποδεχόταν, κόσμια. Κάπνιζε την πίπα του. Σιωπηλός, μ’ ένα τσιγάρο κολλημένο στο στόμα του με το λοξό του χαμόγελο, ο Nizan με κατασκόπευε μέσα από τα χοντρά γυαλιά του, με ύφος περισπούδαστο. Ό λη τη μέρα, μαρμαρωμένη από ντροπή, έκανα σχόλια στο «μεταφυσικό λόγο» και το βράδυ ο Herbaud με συνόδευσε σπίτι μου. «Από τώρα, θα σας αναλάβω εγώ» μου είπε ο Σαρτρ, όταν μου ανακοίνωσε ότι πέρασα. Του άρεσαν οι φιλίες με τις γυναίκες. Για δεκαπέντε μέρες που κρατούσαν τα προφορικά του διαγωνισμού, δεν εγκαταλείπαμε ο ένας τον άλλον παρά για να κοιμηθούμε. Συζητούσαμε για πολλά πράγματα, αλλά ειδικά για ένα θέμα που μ’ ενδιέφερε περισσότερο α π’ όλα: ο εαυτός μου. Ο Σαρτρ ανταποκρινόταν στο ιδεώδες των δεκαπέντε χρόνων μου, ακριβώς: ήταν ο δίδυμος μου εαυτός, στον οποίο εύρισκα ξανά, πυρακτωμένες, όλες τις μανίες μου. Μ’ αυτόν μπορούσα πάντα, να τα μοιραστώ όλα. Ό τα ν τον άφησα στην αρχή του Αυγόύστου, ήξερα ότι δε θα ξανάβγαινε ποτέ πια από
12/αφιερωμα τη ζωή μου. Αυτά τα δίδυμα σημάδια στα μέτωπά μας... Η αδελφοσύνη που ένωσε τις ζωές μας, έκανε περιττές και γελοίες όλες τις σχέσεις που θα μπορούσαμε να σφυρηλατήσουμε. Σε τι θα ωφελούσε για παράδειγμα, το να μέναμε κάτω από την ίδια στέγη, όταν ο κόσμος ήταν κοινό κτήμα μάς; Και γιατί να φοβηθούμε να θέσουμε αποστάσεις μεταξύ μας, που δε θα μπορούσαν ποτέ να μας χωρίσουν; Έ να μόνο σχέδιο μάς ενέπνεε: ν ’ αγκαλιάσουμε και να γνωρίσουμε τα πάντα. ... Και πίστεψα για πολύ καιρό ότι πλήρωσα την ελευθερία μου, με το θάνατό της.
Μασσαλία.
1930 Η Σιμόν Ντε Μπωβουάρ κερδίζει τη ζωή της δί νοντας μαθήματα και διδάσκοντας στο Λύκειο Victor Duruy λατινικά. Ο Σαρτρ πάει στο στρατό.
1931 Ο Σαρτρ γίνεται καθηγητής στη Χάβρη. Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ στη Μασσαλία. Στη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών, ταξί δι στην Ισπανία. Οκτώβρης. Η Σ. ντε Μπωβουάρ εγκαθίσταται στη Μασσαλία.
1932 Απόπειρα να γράψει μυθιστόρημα. Καλοκαίρι: νέο ταξίδι στην Ισπανία, η Σ. ντε Μπ. γίνεται καθηγήτρια στη Rouen. Γνωρίζεται με την Colette Audry. Ο Σαρτρ ανακαλύπτει τη γερμανική φαινομενο λογία.
1933 Διακοπές του Πάσχα στο Λονδίνο. Δυο φιλονικίες με τον Σαρτρ. Νέα απόπειρα για γραφή μυθιστορήματος. Ανα χώρηση του Σαρτρ για το Βερολίνο.
1934 12 Φεβρουάριου. Γενική αντιφασιστική απεργία. Συνάντηση με μια μαθήτρια: Όλγα Δ.
1935 Ταξίδι στο Βερολίνο (Φεβρουάριος) Διαβάζει Φώκνερ και Κάφκα. Τέλος Ιουνίου: δεύτερο ταξίδι στη Γερμανία με τον Σαρτρ, μετά διακοπές στην Κορσική.
Η Σιμόν με μαθήτριές της στο λύκειο της Μασσαλίας. Ό τα ν ο Raymond Aron ήρθε στο Παρίσι μίλησε στο Σαρτρ γι’ αυτήν. Περάσαμε μαζί μια νύχτα στο Bee du Gaz, στην οδό Montparnasse. Παραγγείλαμε τη σπεσιαλιτέ του μαγαζιού: κοκτέιλ με βερύκοκο. Ο Α ρόν αγγίζοντας το ποτήρι του: «Βλέπεις, μικρέ μου σύντροφε, αν είσαι φαινομενολόγος, μπορείς να μιλήσεις για το κοκτέιλ αυτό, και αυτό είναι φιλοσοφία!..» Ο Σαρτρ χλώμιασε από συγκίνηση, ή σχεδόν κάτι τέτοιο. Ή ταν ακριβώς αυτό που ευχόταν εδώ και χρόνια, να μιλά για πράγματα, όπως ακριβώς τ’ άγγιζε, και αυτό ήταν φιλοσοφία. Το βιβλίο που άξιζε περισσότερο για μας εκείνη τη χρονιά ήταν το «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» του Celine. ... ενδιαφερόμουνα κατ’ αρχήν για τη ζωή, και ο Σαρτρ κατ’ αρχήν για το γράψιμο. Παρ’ όλα αυτά, μια και ήθελα να γράψω εγώ, και αυτός διασκέδαζε με τη ζωή, αντιδικούσαμε σπάνια. Στο λύκειο της Rouen, μόνο οι Colette Audry, Simone Labourdin και μια στρατευμένη συνδικαλίστρια συμμορφώθηκαν με το αίτημα για απεργία. Δεν σκεφτόμουνα καν να ενωθώ μαζί τους, τόσο άσχετη ήμουν με κάθε πολιτική πρακτική. Υπήρχε ένας άλλος λόγος: Ντρεπόμουνα κάθε κίνηση που μ’ έκανε να επωμιστώ υπεύθυνα την κατάστασή μου. Αρνιόμουνα, όπως παλιά, να συνυπάρχω με την καθηγήτρια που ήμουνα. Το Αμβούργο ήταν γερμανικό και ναζιστικό, αλλά ήταν πάνω απ’ όλα ένα μεγάλο λιμάνι.
αφιερωμα/13 Στην επιστροφή, ιστορικές σπουδές και ανάγνω ση του έργου του Husserl. Γράφει αφηγήματα και διηγήματα.
1936
Ή ξερα ότι το τελευταίο μυθιστόρημά μου δεν άξιζε τίποτα, και δεν είχα το κουράγιο ν ’ ασχοληθώ με μιά νέα αποτυχία. Καλύτερα να διαβάσω, να οργανωθώ, περιμένοντας την κατάλληλη έμπνευση. Η ιστορία ήταν ένα από τ’ αδύνατα σημεία μου· αποφάσισα να μελετήσω τη Γαλλική Επανάσταση.
Το τρίο: Όλγα, Σαρτρ, Σιμόν Ντε Μπ. Γνωρίζεται με τον Jacques Bost (μαθητή του Σαρτρ). Καλοκαίρι: ταξίδι στην Ιταλία Καθηγήτρια στο Λύκειο Moliere στο Παρίσι. Ο Ζαν Πωλάν κριτικάρει το «Μελαγχολία», το μυθιστόρημα του Σαρτρ (που γίνεται μετά «η Ναυτία»).
1937 Αρρώστια. Η Σ. ντε Μπ. μεταφέρεται σε κλινι κή. «Η Μελαγχολία» γίνεται δεκτή από τον Γκαλιμάρ.
1938 Το χειρόγραφο του βιβλίου της Σιμόν ντε Μπωβουάρ «Τα πρωτεία του πνεύματος» δε γίνεται δεκτό από τους Γκαλιμάρ και Γκρασέ διαδοχικά. Καλοκαιρινό ταξίδι στο Μαρόκο. Γράψιμο της «Καλεσμένης» (Οκτώβριος).
1939 1η Σεπτεμβρίου. Ο Σαρτρ επιστρατεύεται. Η Σ. ντε Μπ. ξαναρχίζει τα μαθήματα.
1940 Ο Σαρτρ αιχμάλωτος. Θάνατος του Nizan.
1941 Ο Σαρτρ δραπετεύει. Προσπάθεια δημιουργίας ενός αντιστασιακού δικτύου με τον Σαρτρ, Cuzin, Desanti, Bost, Jean Pouillon, Merleau-Ponty, τη Σ. ντε Μπ. και μερικούς άλλους: «Σοσιαλισμός και ελευθερία». Γνωρίζεται με τον Τζιακομέτι.
1942 Οι Brice Parain και Paulhan δέχονται να εκδώσουν το μυθιστόρημα της Σ. ντε Μπ., αλλά δεν συμφωνούν με τον τίτλο «Νόμιμη άμυνα». Εκεί νη προτείνει το «Η Καλεσμένη».
1943 Ο Σαρτρ δέχεται να μπει στο Εθνικό Συμβούλιο Συγγραφέων και μετέχει στη σύνταξη τού «Γαλ λικά γράμματα».
Οτιδήποτε λοιπόν μπορούσε να μου συμβεί, όπως σ’ οποιοδήποτε. Τι επανάσταση! Ο Γκαλιμάρ είχε διαβάσει το βιβλίο και φ αινόταν ότι του άρεσε. Το μόνο που του μέμφοταν ήταν ο τίτλος. Θα του δώσει έναν άλλο: «Η ναυτία». Ή μουν κατά: άδικα, το κατάλαβα αργότερα. Αλλά φοβόμουνα μήπως το κοινό πάρει τη «Ναυτία» για ένα νατουραλιστικό μυθιστόρημα. Το πιο σημαντικό γεγονός ήταν, για το χειμώνα αυτό, η σουρεαλιστική έκθεση που άνοιξε στις 17 Ιανουάριου του 1938 στη Γκαλερί των Καλών Τεχνών. Να, τελικά αρχίζοντας ένα βιβλίο, είχα τη σιγουριά ότι θα το τέλειωνα, ότι θα το τυπώναν. Δείχνω το ημερολόγιο μου στον Σαρτρ. Μου λέει ότι πρέπει ν ’ αναπτύξω περισσότερο όσα λέω για μένα. Το θέλω. Αισθάνομαι ότι γίνομαι κάτι συγκεκριμένο: θα είμαι τριάντα δύο χρονών, νιώθω ολοκληρωμένη γυναίκα, θα ήθελα να ξέρω ποια γυναίκα.
14/αφιερωμα Τελειώνει το γράψιμο του «Το Αίμα των Ά λ λων». Με την πρόταση του Jean Grenier, η Σ. ντε Μπ. γράφει το «Πύρρος και Κυνέας». Το χειρόγραφο γίνεται δεκτό τον Ιούλιο από τον Γκαλιμάρ. Συγγραφή τρίτου μυθιστορήματος: «Όλοι οι άν θρωποι είναι θνητοί». Έκδοση της «Καλεσμένης». Ευνοϊκή υποδοχή της κριτικής. Γνωρίζεται με τον Αλμπέρ Καμύ.
1944
Δεν είχα ακόμα εκδώσει κανένα βιβλίο και δε τον ακολούθησα. Το μετάνιωσα λίγο, θα μου άρεσε να γνωρίσω ν έους ανθρώπους. Είχα ξοδέψει τέσσαρα χρόνια σ’ αυτό το βιβλίο, ριψοκινδύνεψα τα πάντα αλλά τώρα είχα ξεκοπεί απ’ αυτό. ... κωμωδίες, βιβλία, μια ωραία εικόνα, γίνονταν άνθρωποι με σάρκα και οστά, και εγώ επίσης υπήρχα λίγο, γι’ αυτούς. Πώς ο κόσμος είχε πλατύνει και εμπλουτίστηκε σε μερικούς μήνες!
!
Η Σ. ντε Μπ. παρεύρίσκεται στην ανάγνωση, στο σπίτι του Michel Leiris, ενός θεατρικού έρ γου του Πικάσσο, «Ο πόθος πιασμένος από την ουρά». Συνάντηση με Σαλακρού, Μπατάιγ, Georges Limbour, Sylvia Bataille, Λακάν, Πικάσσο, Μπρακ. } Μάρτης-Απρίλης: περίοδος διασκεδάσεων. Απρίλης-Ιούλιος: Συγγραφή του έργου «Άχρη στα στόματα». ^ Ί Αύγουστος: Περίπατοι, με τον Σαρτρ, στο απε λευθερωμένο Παρίσι.
Μου συνέβη συχνά στη ζωή μου να διασκεδάσω πολύ: αλλά μόνο στη διάρκεια εκείνων των βραδιών, κατάλαβα την πραγματική έννοια της λέξης «γιορτή». Α πό τότε που παρακολούθησα τις πρόβες του έργου «Μύγες», σκεφτόμουνα να γράψω ένα θεατρικό έργο. Μου λέγαν ότι το καλύτερο μέρος της «Καλεσμένης» ήταν οι διάλογοι. Ή ξερα ότι η γλώσσα της σκηνής διαφέρει από τη γλώσσα του μυθιστορήματος αλλά αυτό απεναντίας μεγάλωνε την επιθυμία μου να το δοκιμάσω. Έ πρεπε κατά τη γνώμη μου, να είναι προσεγμένο μέχρις υπερβολής: το κείμενο του έργου ήταν πολύ πλούσιο, προτιμούσα την ξηρότητα του ύφους και την πυκνότητα του «Κεκλεισμένων των θυρών». Ο ιδεαλισμός που διαποτίζει τα «Ά χρηστα στόματα» μ’ ενοχλεί, και μετάνιωσα για το διδακτικό ύφος μου. Είναι ένα έργο, από την ίδια φλέβα με το «Αίμα των άλλων» και «Πύρρος και Κυνέας», αλλά τα κοινά τους ελαττώματα γίνονται ακόμα λιγότερο υποφερτά στο θέατρο, από οπουδήποτε αλλού. Κάθε μέρα περπατούσα με τον Σαρτρ στο σημαιοστολισμένο Παρίσι, κοίταζα τις γυναίκες με τα πιο όμορφα στολίδια τους, που πηδούσαν στην αγκαλιά των στρατιωτών. Η σημαία έλαμπε ψηλά στον Πύργο του Ά ιφ ελ. Τι αναστάτωση στην καρδιά μου! Είναι πράγματι σπάνιο να συγχρονιστούμε με μια πολυπόθητη χαρά: αυτή η τύχη μου δόθηκε. Συναντήσαμε ανθρώπους που γνωρίζαμε, που ζάρωναν τα φρύδια: «Τώρα αρχίζουν οι δυσκολίες: Και τι δε θα δούνε τα μάτια μας». Τους μάλωνα. Αυτόν τον πυρετό, αυτό το πανηγύρι, το έχαναν γιατί δεν είχαν μάθει να το λαχταρούν. Δεν ήμαστε πιο τυφλοί απ’ αυτούς, αλλά ό,τι και να ερχόταν μετά, τίποτα δεν μπορούσε να μου αρπάξει αυτές τις στιγμές: τίποτα δε μου τις άρπαζε. Λάμπουν στο παρελθόν μου σαν μια αστραπή, που δεν διαψεύσθηκε ποτέ.
Φθινόπωρο: Έκδοση του «Πύρρος και Κυ νέας» στον Γκαλιμάρ. Γνωρίζεται με τον Χεμινγουέι. Φιλία με τον Καμύ. Σχέδια για περιοδικό. Από τον τίτλο «Θόρυ βος», που προτείνει ο Michel Leiris, προτιμάται το «Μοντέρνοι Καιροί». H διευθύνουσα επιτρο πή σχηματίζεται από τον Σεπτέμβρη. Ο Καμύ
Ο Bost ήθελε να δημοσιογραφήσει. Ο Καμύ διάβαζε το χειρόγραφο του βιβλίου που είχε γράψει κατά τη διάρκεια της εμπειρίας του σα φαντάρος: «Το έσχατο των επαγγελμάτων». Το κράτησε για τις εκδόσεις Γκαλιμάρ και έστειλε τον Bost στο μέτωπο σαν απεσταλμένο πολέμου. Ό τα ν του ζητούσαμε μια εξυπηρέτηση την έκανε με τόση απλότητα που δεν διστάζαμε να του ζητήσουμε μια άλλη. Πολλοί νέοι
αφιερωμα/15 δεν μπορεί να μετάσχει, καθόσον είναι πολύ απασχολημένος στην εφημερίδα «Μάχη». Ο Μαλρό αρνείται. Η επιτροπή συμπεριλαμβάνει: Aron, Leiris, Merleau-Ponty, Albert Ollivier, Paulhan, Σαρτρ και Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Νέες φιλίες. Ναταλί Σαρότ, Βιολέτ Λεντύκ.
1945 Ιανουάριος. Η Σ. ντε Μπ. μετέχει στη δίκη του Brasillach κι αρνείται να υπογράφει την αίτηση της απονομής χάριτος υπέρ αυτού. Μάρτης. Ταξίδι στην Ισπανία, συνεντεύξεις στην Πορτογαλία. Ρεπορτάζ για την Ισπανία και την Πορτογαλία στη «Μάχη». Σεπτέμβρης. Έκδοση του «Αίμα των άλλων». Ο «πάταγος του υπαρξισμού».
Με τον Σαρτρ χαι τον Βίαν.
Παραστάσεις του «Άχρηστα στόματα».Επιτυχία μέτρια.
1946 Ταξίδι στη Βόρειο Αφρική: Τυνησία, Αλγερία. Επιστροφή στο Παρίσι, γνωρίζει τον Μπορίς Βίαν από τον Κενώ, ολοκληρώνει το «Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί». Αρχίζει το «Για μια ηθική της αμφιλογίας». Μάης. Περιοδεία για συνέδρια στην Ελβετία με τον Σαρτρ. Ο Jean Can γίνεται γραμματέας του Σαρτρ Ιούνιος. Διάσπαση της διευθύνουσας επιτροπής των «Temps Modernes». Ταξίδι στην Ιταλία. Οκτώβρης. Συνάντηση με τον Koestler. Βραδιά στο σπίτι του Μπόρις Βίαν.
στο περιβάλλον μας επιθυμούσαν ν α μπουν στη «Μάχη»: τους προσέλαβε όλους. Α νοίγοντας το πρωί την εφημερίδα, μας φαινόταν σχεδόν ότι ξεφυλλίζαμε την προσωπική αλληλογραφία μας.
... Α ν και το πρωινό της εκτέλεσης δεν μπορούσα να το βγάλω από τη σκέψη μου, δε μετάνιωσα ποτέ για την άρνησή μου... Υπάρχουν πιο εγκληματικές λέξεις από ένα θάλαμο αερίων... Στην περίπτωση του Brasillach, δεν επρόκειτο για ένα «πταίσμα ιδεολογικό». Με τις καταδόσεις του, με τις εκκλήσεις στη δολοφονία και τη γενοκτονία, είχε άμεσα συνεργαστεί με τη Γκεστάπο. Η επιτυχία ξεπέρασε κατά πολύ τις προσδοκίες μου. Ή ταν πολύ πιο λαμπρή από αυτήν της «Καλεσμένης». Ό λ ο ι οι κριτικοί τοποθετούσαν το δεύτερο μυθιστόρημά μου πιο ψηλά από το πρώτο. Δέχτηκε σε πολλές εφημερίδες συγκινητικά σχόλια. Βομβαρδίστηκα με γράμματα και συγχαρητήρια. Ο Καμύ, αν και του άρεσε το βιβλίο, δε μου έκρυψε την έκπληξή του. Ό σ ο για τον Α ρόν, μου δήλωσε με την ειλικρίνεια της φιλίας μας: «Για να συνοψίσω, βρίσκω αηδιαστική αυτή την επιτυχία». Ή μουν συνηθισμένη στην ιδιότητά μου ως συγγραφέας και δε μου συνέβη καθόλου πια να κοιτάξω αυτό το νέο πρόσωπο λέγοντας στον εαυτό μου: είμαι εγώ. Αλλά με διασκέδαζε να βλέπω το όνομά μου στις εφημερίδες και, για λίγο καιρό, ο θόρυβος που γινόταν γύρω από μας, ο ρόλος μου της «παριζιάνικης φιγούρας», με διασκέδαζαν. Α πό πολλές πλευρές με δυσαρεστούσε. Η ευθιξία δεν μ’ ενοχλούσε. Είτε μ’ αποκαλούσαν «Η μεγάλη θηλυκιά Σαρτρ» ή «Καθεδρικό της Σαρτρ», εγώ γελούσα μ’ αυτά. Αλλά ορισμένα αντρικά βλέμματα με πλήγωναν. Πρόσφεραν μια ύποπτη συνενοχή στη γυναίκα υπαρξίστρια, συνεπώς ανήθικη, που ήμουν γι’ αυτούς. Σε μερικές φράσεις, πολύ αφελώς εμπνευσμένες από τον υπαρξισμό, οι φίλοι έκλειναν το μάτι ο ένας στον άλλο. Καθόμουν δίπλα στον Ζενέ, που ελέγχει ελάχιστα την αυστηρότητά του: «Το θέατρο, δεν είναι αυτό το πράγμα! καθόλου αυτό το πράγμα» μου ψιθύριζε. Αυτό με πείραξε πολύ. Α π ’ όλα τα βιβλία μου, σήμερα αυτό με εξαγριώνει περισσότερο. Η μαχητική πλευρά του μου φαινόταν αξιόλογη. Έ χασα χρόνο πολεμώντας γελοία πράγματα. Αλλά την εποχή εκείνη μεταχειριζόμαστε τον υπαρξισμό σα φιλοσοφία μηδενιστική αξιοθρήνητη, επιπόλαιη, ελευθερόστομη, απελπισμένη, απαίσια: έπρεπε να τον υπερασπιστώ. Σε μια συγκέντρωση στη Λωζάνη, ο Σάρτρ συνάντησε ένα νεαρό, τον Gorz, που γνώριζε το έργο του πολύ καλά και του μίλησε γι’ αυτό με τα καλύτερα λόγια. Τον ξανάδαμε στη Γενεύη. Δε δεχόταν ότι από το «Είναι και το μηδέν» μπορέσαμε να δικαιολογήσουμε μια εκλογή από μια άλλη και η στράτευση του Σαρτρ τον ενοχλούσε: «Είναι γιατί είστε Ελβετός» του είπε ο Σαρτρ. Στην πραγματικότητα ήταν Εβραίος από την Αυστρία, εγκαταστημένος στην Ελβετία μετά τον πόλεμο.
16/αφιερωμα Διαφωνία με τον Καμύ. Έκδοση του «Όλοι οι άνθρωποι είναι θνητοί».
1947 Ταξίδι στην Αμερική. (Μάιος) Συνάντηση με τον Nelson Algren. Ταξίδι στη Σουηδία με τον Σαρτρ. '*
Ή ταν καιρός ο Σαρτρ να βάλει λίγη τάξη στη ζωή του. Αλλά αναρωτιόμουνα μήπως χάσει την ελευθερία, αυτή την τόσο πλούσια στη νιότη μας. Η πρώτη μας μέρα έμοιαζε μ’ αυτήν που περνούσαν στο «Οι μανδαρίνοι», η Anne και ο Lewis: αμοιβαία συστολή, ανυπομονησία, κακή συνεννόηση, κούραση, και τέλος ο ίλιγγος μιας βαθιάς συμφωνίας. Έμεινα μόνο τρεις μέρες στο Σικάγο. Είχα δουλειές να διεκπεραιώσω στη Νέα Υόρκη. Έπεισα τον Algren να με συνοδεύσει. Ή ταν η πρώτη φορά που έπαιρνε το αεροπλάνο. Έκανα διάφορα διαβήματα, ψώνια, αποχαιρετούσα φίλους. Στις πέντε η ώρα περίπου γύρναγα στο δωμάτιό μας και μέχρι το πρωί δεν εγκαταλείπαμε ξανά ο ένας τον άλλο. Πάλι με ρώτησε ο Algren αν δεν ήθελα να μείνω οριστικά μαζί του και του εξήγησα ότι ήταν αδύνατο. Αλλά χωριστήκαμε λιγότερα οδυνηρά από το Μάη, γιατί την άνοιξη θα ξαναγύρναγα και θα κάναμε μαζί ένα ταξίδι για πολλούς μήνες, διασχίζοντας όλο το Μισισσιπή, στη Γουατεμάλα, στο Μεξικό.
ν Η Σιμόν με φίλους στη Ν. Υόρχη.
Σεπτέμβρης. Δεύτερο ταξίδι στις Ηνωμένες Πο λιτείες. Ραδιοφωνική εκπομπή του «Temps Μοdemes» (που διακόπηκε μερικές εβδομάδες αρ γότερα). Ρήξη με τον Raymond Aron και μετά με τον Arthur Koestler.
1948 Φεβρουάριος-Μάρτιος: Ίδρυση της δημοκρατι κής Επαναστατικής Ένωσης (RDR), με την προτροπή του David Rousset. Σύντομο ταξίδι στις Ην. Πολιτείες με τον Algren. Έκδοση του «Η Αμερική μέρα με τη μέρα». Η Σ. ντε Μπ. δουλεύει ένα δοκίμιο πάνω στην κατάσταση των γυναικών. Ταξίδι στην Αλγερία με τον Σαρτρ. Η Σ. ντε Μπ. εγκαθίσταται στην οδό de la Βύcherie. Δημοσίευση, το Μάη, στο «Temps Modemes» της μελέτης της, «Η γυναίκα και οι μύθοι».
1949 Η Σ. ντε Μπ. και ο Σαρτρ παρακολουθούν τη δίκη Kravtchenko (Ιανουάριος). Χειμώνας στο Νότο με τον Σαρτρ, για να γράψουν.
Ευχόμασταν ο Σαρτρ να μπει στη διοικητική επιτροπή. Φοβόμουν μήπως χάσει πολύ χρόνο σ’ αυτή την περιπέτεια. Μου παρατήρησε ότι δεν μπορούσε να προτείνει τη συμμετοχή του και να την απορρίψει όταν του δινόταν η ευκαιρία. Ακόμα κι αν ο Σαρτρ δεν υπήρχε, δε θα έμενα στο Σικάγο: ή, αν είχα δοκιμάσει, δεν θ’ άντεχα, σίγουρα, περισσότερο από δυο χρόνια, μια εξορία που ζημίωνε τους λόγους και τις δυνατότητες που είχα για να γράψω. Α πό τη μεριά του, αν και του είχα συχνά προτείνει, ο Algren δεν μπορούσε να εγκατασταθεί στο Παρίσι... είχαμε τακτοποιήσει έτσι τις ζωές μας που δεν υπήρχε περίπτωση να μεταφυτευτούμε αλλού. Παρ’ όλα αυτά τα αισθήματά μας, και για τους δυο, ήταν κάτι διαφορετικό από μια ψυχαγωγία ή φυγή: καθένας λυπόταν έντονα για την άρνηση του άλλου να τον πλησιάσει. Ο Leiris μου είπε ότι ο Levi-Strauss μου καταλογούσε κάποιες ανακρίβειες σε σχέση με τις πρωτόγονες κοινωνίες. Ο πρώτος τόμος τέλειωσε κατά το φθινόπωρο και αποφάσισα να τον πάω αμέσως στον Γκαλιμάρ. Πώς να το ονομάσω; Το σκεφτόμουνα καιρό με τον Σαρτρ. «Ariane et Melusine»: αυτός ο τίτλος δε μου πήγαινε, μιας και αρνιόμουνα τους μύθους. Σκεφτόμουνα το «Η άλλη, η δεύτερη»: ήταν ήδη χρησιμοποιημένο. Μια νύχτα στο δωμάτιό μου, περάσαμε ώρες προφέροντας λέξεις, ο Σαρτρ, ο Μποστ κι εγώ. Πρότεινα: Το άλλο φύλο; όχι. Ο Μποστ προτείνει «Το δεύτερο φύλο» και αμέσως, με το συλλογισμό του, αυτός ο τίτλος άρμοζε τέλεια. Ά ρ χισ α λοιπόν να εργάζομαι ασταμάτητα πάνω στον δεύτερο τόμο.
Ο Kravtchenko κέρδισε μια αποζημίωση, αλλά πολύ κατώτερη από αυτή που είχε ζητήσει και βγήκε από αυτή την υπόθεση αρκετά διαλυμένος. Παρ’ όλα αυτά, όποια και να ήταν τα ψέματά του και η αισχροκέρδειά του, και αν οι μάρτυρες ήταν το ίδιο ύποπτοι μ’ αυτόν, μια αλήθεια αναδυόταν από τις καταθέσεις τους:
αφιερω μα/17 Μάιος-Ιούνιος: Ρήξη με τον Rousset και διάλυση του RDR. Έκδοση του «Δεύτερου φύλου». Επίσκεψη του Algren στο Παρίσι. Ταξίδι με τον Algren στη Ρώμη, Νάπολη, Τυνησία, Αλγερία, Μαρόκο.
Η Σιμόν με τον Algren.
Νοέμβρης. Έκδοση του «Δεύτερου φύλου».
Με τον Σαρτρ στην Αφρική.
1950 Άνοιξη. Ταξίδι στην Αφρική μέσα από τη Σα χάρα, με τον Σαρτρ. Ταξίδι στις Η.Π.Α. για να ξαναβρει τον Algren. Χειμώνας μουσικός. Η Σ. ντε Μπ. αγοράζει ένα πικ-απ και εγχειρίζεται για ένα καλοήθες οίδη μα.
1951 Η Simone Berrian παρουσιάζει τη Σ. ντε Μπ. στην Κολέτ. Καλοκαιρινό ταξίδι με τον Σαρτρ: Νορβηγία, Ισλανδία, Σκοτία, Λονδίνο. Οκτώβρης στο Μίτσιγκαν με τον Algren.
τα στρατοπέδα εργασίας υπάρχουν. ... Αρχίσαμε ν ’ αναρωτιόμαστε αν η Ε .Σ .Σ .Δ και οι λαϊκές δημοκρατίες άξιζαν τον τίτλο των σοσιαλιστικών χωρών. Μου έφερνε σοκολάτα, ουίσκι, βιβλία φωτογραφίας, ένα φόρεμα με λουλούδια. Τον καιρό που ήταν στο στρατό, είχε περάσει δυο μέρες στο Παρίσι, στη γειτονιά Batignolles. Δεν είχε σχεδόν δει τίποτα. Ή ταν παράξενο να σκέφτομαι περπατώντας πλάι του, στην οδό Mouffetard: «Είναι η πρώτη εντύπωσή του για το Παρίσι. Πώς του φαίνονται αυτά τα σπίτια, αυτά τα μαγαζιά;» Ή μουν ανήσυχη. Δεν ήθελα να ξαναδώ αυτό το σκυθρωπό πρόσωπο, που κάποτε στη Νέα Υόρκη είχε στραφεί προς το μέρος μου. Η υπερβολική φροντίδα μου τον ενόχλησε τις πρώτες μέρες, μου εξομολογήθηκε αργότερα. Αλλά γρήγορα με καθησύχασε. Ακτινοβολούσε. Ά ρ χ ισ α να κοιτάζω τις γυναίκες με νέο μάτι και η μια έκπληξη μετά την άλλη ακολουθούσε. Είναι παράξενο και συναρπαστικό ν ’ ανακαλύπτεις ξαφνικά, στα σαράντα χρόνια σου, μια όψη του κόσμου που είναι ολοφάνερη, και την οποία δε βλέπαμε. Ο πρώτος τόμος έγινε ευνοϊκά δεκτός: πουλήθηκαν είκοσι δύο χιλιάδες αντίτυπα την πρώτη εβδομάδα. Και ο δεύτερος αγοράστηκε αλλά σκανδάλισε. Είχα ολοκληρωτικά παραγνωρίσει αυτή «τη γαλλική αγυρτεία», για την ο ποία μίλησε ο Julien Gracq σ’ ένα άρθρο όπου - αν και με συνέκρινε με τον Poincari που έβγαζε λόγους στα νεκροταφεία - με συνέχαιρε για το «κουράγιο» μου. Αυτή η λέξη μ’ εξέπληξε την πρώτη φορά που την άκουσα. Είναι μονότονο να γράφεις φράσεις στις τουαλέτες. Μπορούσα να καταλάβω το να προτιμούν οι μανιακοί του σεξ να μου στέλνουν τις βλακείες τους. Αλλά και ο Μοριάκ! 'Εγραφε σ ’ έναν από τους συνεργάτες του «Τ.Μ»; «Έ μαθα τα πάντα για το αιδοίο της εργοδότριάς σας»: πράγμα που δείχνει ότι κατ’ ιδίαν, δε φοβόταν τις λέξεις. Θα μ’ εξέπλητταν και θα μ’ εξέγειραν στα τριάντα μου χρόνια, αν μου έλεγαν ότι ασχολιόμουνα με τις γυναίκες και τα προβλήματά τους και ότι το πιο σοβαρό κοινό μου ήταν οι γυναίκες. Δε το μετανιώνω. Διχασμένες, σε απόγνωση, χωρίς προνόμια, γι’ αυτές περισσότερο από τους άντρες, υπάρχουν οι δύσκολες στιγμές, οι νίκες, οι ήττες. Μ’ ενδιαφέρουν και προτιμώ, μέσα απ’ αυτές, να έχω μια άποψη για τον κόσμο περιορισμένη αλλά σίγουρη παρά να αιωρούμαι μέσα στα οικουμενικά. Α υτό το σύντομο ταξίδι στην Αφρική ήταν μια αποτυχία. Στο Παρίσι, αυτό που υποπτευθήκαμε, επιβεβαιώθηκε: οι κομμουνιστικές απαγορεύσεις μέτρησαν για όλα τα μέλη του R .D .A και είχαν αποφασιστικά αποφύγει να συναντήσουν τον Σαρτρ. Ό λ ο το χρόνο ο Algren μου έγραφε τρυφερά και ευχάριστα γράμματα. Και ξαφνικά μου είπε ότι δε μ’ αγαπάει πια. Δεν αγαπούσε καμιά άλλη, τίποτα τέτοιο δε συνέβη: δε μ’ αγαπούσε π ια. «Θα περάσουμε όμως ένα πολύ καλό καλοκαίρι» μου είπε με μια τεχνητή ελαφρότητα. Η συγκατάβασή της για τον εαυτό της, η περιφρόνηση για τις άλλες γυναίκες, ο σεβασμός της στις παγιωμένες α ξίες δε μου ήταν συμπαθείς. Αλλά είχε ζήσει, είχε εργαστεί και το πρόσωπό της μου άρεσε.
18/αφιερωμα
1952 Αδικαιολόγητος πανικός για την υγεία της το φθινόπωρο. Η Σ. ντε Μπ. φοβάται καρκίνο. Στην πραγματι κότητα χειρουργείται για ένα καλοήθες λίπωμα. Ανάρρωση στο Νότο με τον Σαρτρ, Bost και Michelle Vian. Αρχή καλοκαιριού: Ο Σαρτρ έρχεται σε ρήξη με τον Καμύ και πλησιάζει τους κομμουνιστές. Η Σ. ντε Μπ. τελειώνει τη συγγραφή του μυθι στορήματος της «Οι Μανδαρίνοι». Γνωρίζεται με τον Claude Lauzmann σε μια βρα διά στο σπίτι του Bost. Ταξίδι στην Ιταλία με τον Σαρτρ. Δεκέμβρης. Μερικές μέρες με τον Lauzmann στην Ολλανδία.
1953 Ταξίδι στη Γιουγκοσλαβία με τον Lauzmann, με τά στην Ολλανδία με τον Σαρτρ. Φθινόπωρο. Η Σ. ντε Μπ. τελειώνει το μυθιστό ρημά της. Χειμώνας. Ταξίδι στην Αλγερία με τον Lauz mann.
1954 Ο Σαρτρ στη Μόσχα, το Μάη. Στο νοσοκομείο για μια κρίση υπέρτασης. Ταξίδι στην Ισπανία με τον Lauzmann. Ταξίδι στην Αυστρία και την Τσεχοσλοβακία με τον Σαρτρ. Οκτώβρης. Έκδοση του βιβλίου «Οι Μανδαρί νοι». 40.000 αντίτυπα πουλήθηκαν σ’ ένα μήνα. Βραβείο Γκονκούρ.
1955 Μετέχει με τον Σαρτρ στο συνέδριο του «Κινή ματος για την ειρήνη» στο Ελσίνκι. Ταξίδι στην Ισπανία με τον Lauzmann. Φθινόπωρο: Ταξίδι στην Κίνα με τον Σαρτρ. Έκδοση του «Προνόμια».
1956 Εργάζεται συνεχώς για το βιβλίο της πάνω στην Κίνα. Ταξίδι στην Ελλάδα, μέσω Ιταλίας και Γιουγ κοσλαβίας, με τους Lauzmann, Σαρτρ και Mi chelle Vian. Τέλος διακοπών, στη Ρώμη, με τον Σαρτρ. Ουγ γρική επανάσταση. Η Σ. ντε Μπ. και ο Σαρτρ υπογράφουν μια κα ταγγελία συγγραφέων κατά της ρώσικης εισβο λής.
1957 Ειδικό τεύχος του «Τ.Μ.» για την Ουγγαρία. Πόλεμος της Αλγερίας. Η Σ. ντε Μπ. και ο Σαρτρ μαθαίνουν από τρί-
Το πρωί το τηλέφωνό μου χτύπησε: «Θα ήθελα να πάμε σινεμά» μου είπε ο Lauzmann «Στο σινεμά; Για να δούμε ποιο φιλμ» - «Οποιοδήποτε». Δίσταζα. Οι τελευταίες μέρες μου ήταν πολύ φορτωμένες. Αλλά ήξερα ότι δεν έπρεπε ν ’ αρνηθώ. Δώσαμε ραντεβού. Για μεγάλη μου έκπληξη, μόλις έκλεισα το τηλέφωνο ξέσπασα σε κλάματα. Πέντε μέρες αργότερα, άφηνα το Παρίσι. Ό ρθιος, στην άκρη του πεζοδρομίου ο Lauzmann κουνούσε το χέρι, ενώ ανέβαινα. Κάτι συνέβη. Κάτι άρχιζε, ήμουν σίγουρη γ ι’ αυτό. Ξαναβρήκα ένα σώμα. Ταραγμένη από τη συγκίνηση του αποχωρισμού, τριγύρναγα στα προάστια, μετά έτρεχα στην Εθνική, ευτυχισμένη που είχα μπροστά μου αυτή τη μακριά κορδέλα από χιλιόμετρα για να θυμηθώ και να φανταστώ. Κατά τη διάρκεια αυτών των διακοπών, ο Lauzmann είχε κάνει ένα ταξίδι στο Ισραήλ, αλληλογραφήσαμε. 'Ηρθε στο Παρίσι δυο εβδομάδες μετά από μένα και τα σώματά μας ξανανταμώθηκαν στη χαρά. Αρχίσαμε να χτίζουμε το μέλλον και να μιλάμε για τα περασμένα. Στην επιστροφή μας στο Παρίσι, αποφασίσαμε να ζήσουμε μαζί. Είχα αγαπήσει τη μοναξιά μου, αλλά δε τη νοσταλγούσα. Μ’ ανησυχούσε ο τίτλος. Αρνήθηκα τον «Οι επιζήσαντες». Θα είχα διαλέξει ευχαρίστως τον «Οι ύποπτοι» αν η λέξη δεν είχε χρησιμοποιηθεί πρωτύτερα από τον Darbon... Ο Σαρτρ πρότεινε «Οι Μάγοι»· «Γιατί όχι «Οι Μανδαρίνοι» πρότεινε ο Lauzmann. ... Ξαφνικά συνειδητοποίησα ότι, όπως όλος ο κόσμος, έφερνε το θάνατό του, εντός του. 'Α κόυσα το αποτέλεσμα δίπλα στο ραδιόφωνο, με κάποια συγκίνηση, γιατί μου είχαν δώσει κουράγιο για σχέδια που δεν θα είχα εγκαταλείψει, χωρίς λύπη: το μεσημέρι ήξερα ότι κέρδισα το βραβείο. Γιορτάσαμε οικογενειακά μ’ ένα γεύμα στο σπίτι της Michelle (Vian) όπου ο Σαρτρ μου έκανε ένα δώρο περιστασιακό: ένα βιβλίο του Billy για τους αδελφούς Γκονκούρ, που μόλις είχε κυκλοφορήσει. Δεν ήταν αλητεία, ούτε περιπέτεια, ούτε μια εμπειρία, αλλά μια σπουδή βιωμένη επιτόπου χωρίς απερισκεψία... Αυτή η χώρα μου ήταν ριζικά ξένη... Στο θέατρο μερικές φορές, κάποτε στη γωνιά ενός δρόμου, τα πράγματα με κυρίευαν, ξεχνιόμουνα. Αλλά συνήθως, ήμουν εκεί, απέναντι σ’ έναν κόσμο που με πίεζε να καταλάβω, και στον οποίο δεν έμπαινα.
Στο Τουρίνο, η «Unitii», έχοντας δικαιολογήσει μια μέρα τη ρώσικη εισβολή, προκάλεσε τους εργάτες, που μπήκαν στην αίθουσα σύνταξης και διαμαρτυρήθηκαν. Η τιμιότητα των κομμουνιστών της Ιταλίας μας ετόνωσε κάπως. Δεν είναι από γούστο, ή από χαρά που άφησα τον πόλεμο της Αλγερίας να εισχωρήσει στη σκέψη μου, στον ύπνο μου, στις διαθέσεις μου...
αφιερωμα/19
τους πως ο Francis Jeanson βοηθά το Απελευθε ρωτικό Μέτωπο της Αλγερίας (F.L.N.) Έκδοση του «Η μεγάλη πορεία» (ταξιδιωτικό στην Κίνα).
1958 Ο Σαρτρ γράφει την «Κριτική του διαλεκτικού λόγου». Μάρτιος. Δίνει στον Γκαλιμάρ το χειρόγραφο του «Μνήμες μιας καθωσπρέπει νέας». Καλοκαίρι στη Ρώμη με τον Σαρτρ. Συμμετοχή στην αντιγκωλλική διαδήλωση της 4ης Σεπτεμβρίου και σε συγκεντρώσεις για το «Όχι» στο δημοψήφισμα. Νέα ανησυχητική κόπωση του Σαρτρ. Έκδοση των «Απομνημονευμάτων».
1959
Με είχαν θεωρήσει, ανάμεσα σ’ άλλους, εχθρό της Γαλλίας, το υπέθεσα. Δεν ανεχόμουνα πια τους συμπολίτες μου. Α πέναντι στην ανησυχαστική ερώτηση που μου έθετε η εκλογή τους (του Jeanson και των φίλων του), αντιπαρέθετα, για να υπερασπίσω τον εαυτό μου, αυτήν την επίδειξη που μισώ, τον ψυχολογισμό, χωρίς ν ’ αναρωτιέμαι αν η δυσπιστία μου υπαγορευόταν από υποκειμενικά κίνητρα. Δεν είχα καταλάβει ότι, βοηθώντας τη FLN, ο Jeanson δεν αρνιόταν την εξάρτησή του από τη Γαλλία. Ακόμα κι αν είχα, με μεγαλύτερη διαύγεια, εκτιμήσει τη δράση του, έφτανε και μόνο η συμμετοχή μου, για να συγκαταλέγομαι στα μάτια της πατρίδας μου, στο στρατόπεδο των προδοτών: κάτι μέσα μου -μια συστολή, κάποια απομεινάρια αξιοπρέπειας- μ’ εμπόδιζαν ακόμα να το αντιμετωπίσω. ... Στις ώρες της έμπνευσης, στιβαζόντουσαν το ένα φύλλο μετά το άλλο, χωρίς να ξαναδιαβαστούν, σαν να τον άρπαζαν με δύναμη οι ιδέες που η πένα του, ακόμα και καλπάζοντας, δεν μπορούσε να συγκρατήσει. Για να ενισχύσει αυτή την ορμή τον άκουγα να καταπίνει χάπια κορυντράν, από τα οποία έ π α ιν ε ένα σωληνάριο την ημέρα. Στα 1954 ο θάνατος μου είχε γίνει μια διακριτική παρουσία, αλλά από τότε με κατέκτησε. Αυτή η επιβολή του πάνω μου είχε ένα όνομα: γηρατειά. Ο τελευταίος δεσμός που με κρατούσε μακριά από την αληθινή μου κατάστ -η έσπασε: οι σχέσεις μου με τον Lauzmann τέλειωσαν. Λ α ν φυσικό, ακόμα και μοιραίο, για τον ένα όπως για τον άλλο, η σκέψη ενός επιθυμητού τέλους. Αλλά η στιγμή της περισυλλογής δεν είχε φθάσει ακόμα. Με μια παράξενη διάθεση τέλειωνα αυτή την εξαντλητική χρονιά.
Γράφει το «Η δύναμη της ηλικίας».
1960 Θάνατος του Καμύ. Φεβρουάριος. Αναχώρηση για την Κούβα με τον Σαρτρ μετά από πρόσκληση του Carlos Franqui. Σύντομο πέρασμα από τη Νέα Υόρκη. Μάρτη:. Ο Nelson Algren στο Παρίσι. Ταξίδι μαζί τ ■στην Ισπανία. Η Σ. νιι Μπ. γράφει έναν πρόλογο για το βιβλίο του Weil-Halld: «Οικογενειακός προγραμματι σμός» και έναν άλλο για το «Ο μεγάλος φόβος της αγάπης». Τέλος Μαίου. Η Σ. ντε Μπ. υπερασπίζει την Μπούπασα, αγωνίστρια που βασανίστηκε φρικτά. Άρθρο στην εφημ. Monde. Συνάντηση θυελλώδης με τον Patin, πρόεδρο της Επιτροπής Σωτηρίας. Το μανιφέστο των 121. Ταξίδι με τον Algren: Ισταμπούλ, Αθήνα, Κρή τη. Επιστροφή στο Παρίσι. Μέσα Αυγούστου. Αρχή ενός ταξιδιού, με τον Σαρτρ, δυο μηνών στη Βραζιλία. Έκδοση το Νοέμβρη του «Η δύναμη της ηλι κίας». Συναντήσεις με την Christiane Rochefort.
Δεν ήταν για τον πενηντάχρονο άντρα που λυπόμουνα. Δ εν ήταν γ ι’ αυτό τον δίκαιο χωρίς δικαιοσύνη άνθρωπο, με τη φιλύποπτη υπεροψία... ήταν ο σύντροφος στα χρόνια της ελπίδας, του οποίου το γυμνό πρόσωπο γέλαγε και χαμογελούσε τόσο καλά, ο νεαρός φιλόδοξος συγγραφέας, παθιασμένος για τη ζωή, τις απολαύσεις της, τους θριάμβους της, τη συντροφικότητα, τη φιλία, τον έρωτα, την ευτυχία... Ο Βίαν, ο Καμύ, ο Michel (Gallimard): η σειρά των νεκρών άρχισε, θα συνεχιζόταν μέχρι τον δικό μου θάνατο, που θά ’ρχοταν αναγκαστικά αργά ή γρήγορα. «Είναι ο μήνας του μέλιτος της επανάστασης» μου είπε ο Σαρτρ. Χωρίς κομματικό μηχανισμό, χωρίς γραφειοκρατία, μια άμεση σχέση των αρχών με τον λαό και ένα σμάρι ελπίδες, κάπως άτακτες. Δ ε θα διαρκούσε πάντα, αλλά ήταν κάτι παρήγορο. Για πρώτη <| υρά στη ζωή μας γίναμε μάρτυρες μιας ευτυχίας που προήλθε από τη βία. Α πό τον τρόπο που ξαναβρεθήκαμε, σβήσαμε 10 χρόνια, αλλά η γαλήνη του αποχαιρετισμού με ξανάφερε στην πραγματική μου κατάσταση: ήμουν γριά. Πολλές κριτικές με διαβεβαίωναν ότι είχα γράψει το καλύτερό μου βιβλίο. Υπήρχε κάτι το ανησυχητικό σ’ αυτή την κρίση: μήπως έπρεπε, όπως ορισμένοι
20/αφιερωμα πρότειναν, να κάψω όλα όσα είχα κάνει πριν; Κυρίως μετέστρεφα τους υπερβολικούς επαίνους σε απαίτηση. Τα γράμματα που δεχόμουνα και που με συγκινούσαν, σκεφτόμουνα ότι δε τα άξιζα ακόμα. Αυτός ο τελευταίος τόμος των αναμνήσεων με πονούσε και έλεγα στον εαυτό μου με μελαγχολία, ότι στην καλύτερη περίπτωση θα ήταν ισοδύναμος με τον άλλο, χωρίς την ίδια φρεσκάδα. Παρ’ όλα αυτά, η ικανοποίηση υπερτερούσε.
Η Σιμόν με την Gisile Halimi.
1961 Θάνατος του Merleau-Ponty. Καλοκαίρι στη Ρώμη. Συνάντηση με τον Franz Fanon. Επιστροφή στο Παρίσι. Συμμετέχει με τον Σαρτρ την 1η του Νοέμβρη σε μια διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στην αιμα τηρή καταστολή των διαδηλώσεων για την Αλγε ρία στις 17 του Οκτώβρη. Πρόλογος στο βιβλίο της Gisele Halimi για την Djamila Boupacha. Θάνατος του Franz Fanon. Δύσκολος χειμώνας.
1962 Καινούρια απόπειρα του OAS εναντίον του δια μερίσματος του Σαρτρ στην οδό Bonaparte. Ταφή των θυμάτων της διαδήλωσης της Charonne, στις 8 Φεβρουάριου. Στις Βρυξέλλες, με τον Σαρτρ, για μια συγκέν τρωση εναντίον του πολέμου της Αλγερίας. Ιούνιος. Στη Μόσχα, καλεσμένοι από την Ένω ση συγγραφέων. Η Σ. ντε Μπωβουάρ με τον Σαρτρ και τον σοβιετικό συγγρα φέα Constantin Simonov.
Μου άρεσε πολύ το «Τα μικρά παιδιά του αιώνα»... Αυτό το βιβλίο είχε σκανδαλίσει λιγότερο από το πρώτο, αλλά παρ’ όλα αυτά το είχαν στολίσει με ενάρετη κοπρολογία. «Τα ξέρω αυτά, της είπα, - θα πρέπει να ήταν πιο ενοχλητικό για σας, μου είπε με συμπάθεια, γιατί εγώ, είμαι μια αλήτισσα». Μπροστά της συνειδητοποιούσα την αστική καταγωγή μου. 'Ηταν ένα κορίτσι του λαού και είχε γνωρίσει όλες τις καταστάσεις. Είχε θράσος, μια ζέση, μια ελευθερία που τις ζήλευα: για την ώρα, δεν έγραφε: «Δεν μπορώ να ενδιαφερθώ για τις μικρές μου ιστορίες, αυτή τη στιγμή». Την καταλάβαινα. Η δολοφονία του Λουμούμπα, οι τελευταίες εικόνες του που είδαμε, οι φωτογραφίες της γυναίκας του που ζούσε το πένθος της με ξυρισμένο το κεφάλι, γυμνά τα στήθια· πλάι σ’ αυτό, ποιο μυθιστόρημα μπορούσε ν ’ αντέξει; «Αυτή η ιστορία που μου συμβαίνει, δεν είναι πια δική μου» σκέφτηκα. Δε φανταζόμουνα, σίγουρα περισσότερο απ’ ό,τι έλεγα στον εαυτό μου, με τον τρόπο μου, αλλά πίστευα ακόμα ότι μπορούσα να συνεισφέρω στον πόλεμο εναντίον του θανάτου. Στην πραγματικότητα, αυτή η ιστορία μου ξεγλιστρούσε. Παρακολουθούσα ανήμπορη το παιγνίδι των ξένων δυνάμεων: η ιστορία, ο χρόνος, ο θάνατος. Αυτή η μοιρολατρεία δε μου άφηνε ούτε την παρηγοριά των δακρύων. Λύπες, ανταρσίες, τις είχα εξαντλήσει, είχα νικηθεί, είχα χαλαρώσει. Εχθρική απέναντι στην κοινωνία στην οποία ανήκα, εξόριστη, λόγω ηλικίας, από το μέλλον, απογυμνωμένη, ίνα προς ίνα, από το παρελθόν, περιοριζόμουν στη γυμνή μου παρουσία. Τι αδιαφορία! Εαναβρεθήκαμε με τον Σαρτρ για φαγητό: η συζήτηση κράτησε μέχρι τις 2 το πρωί. Τη διέκοψα όσο πιο ευγενικά μπορούσα, εξηγώντας ότι ο Σαρτρ είχε ανάγκη ύπνου. Ο Fanon ήταν υπερβολικός: «Δε μ’ αρέσουν οι φειδωλοί άνθρωποι» είπε στον Lauzmann τον οποίο κράτησε ξύπνιο μέχρι τις 8 το πρωί. Το μοναδικό μας καταφύγιο ήταν η δουλειά. Ο Σαρτρ ξανάπιασε τη μελέτη για τον Φλωμπέρ, που είχε αρχίσει λίγα χρόνια πριν και έγραφε με μια πεισματική επιμέλεια... Εγώ έφτανα στα 57-60 μου και η ιστορία αυτής της αποτροπιαστικής εποχής, ταίριαζε πολύ, μόνο μ’ αυτόν τον αποτρόπαιο χειμώνα. Δεν έίχα πια διάθεση να διασκεδάσω. Έμεινα κρυμμένη μέσα στο πένθιμο σπίτι μου. Τη νύχτα της 31ης Δεκεμβρίου, ο ντε Γκωλ μίλησε και έκλεισα το ράδιο μετά από δυο λεπτά, κουρασμένη από τον νευρωτικό ναρκισσισμό του, από την κενή ευγλωττία του. Μέσα σ’ ένα φως καταιγίδας, ένας δυνατός άνεμος μαστίγωνε τα δέντρα, που ήσαν μαύρα κάτω από τον μαύρο ουρανό. Έπεφτε ένα λιωμένο χιόνι, που μας
αφιερωμα/21
1963 Ταξίδι στην Ε.Σ.Σ.Δ και την Τσεχοσλοβακία. «Η δύναμη των πραγμάτων», που τέλειωσε την άνοιξη, κυκλοφορεί το φθινόπωρο.
Η Σ. ντε Μπωβονάρ με τη μητέρα της.
Θάνατος της μητέρας της Σιμόν ντε Μπωβουάρ. (που διηγείται στο «Ένας πολύ γλυκός θάνα τος»).
1964 Ιούνιος. Ο Σαρτρ και η Σ. ντε Μπ. δέχονται, κα τόπιν δισταγμού (εξαιτίας της ουκρανικής μπρο σούρας «Ο Εβραϊσμός χωρίς φτιασίδια») να συμμετάσχουν στις γιορτές του Κίεβου προς τι μήν της 150ης επετείου του ποιητή Chevtchenko. Φθινόπωρο. Ο Σαρτρ και η Σ. ντε Μπ. δέχονται να συμμετάσχουν σε μια συζήτηση για τη λογοτε χνία, οργανωμένη από την Clarte (μηνιαίο πε ριοδικό των κομμουνιστών φοιτητών).
πάγωνε τα πόδια. Περπατάγαμε παγωμένοι, ζεσταμένοι α πό την τεράστια παρουσία, γύρω μας. (Το βιβλίο) έγινε δεκτό με θέρμη και διαβάστηκε πολύ. Παρ’ όλα αυτά ήμουν σε σύγχυση, από μερικά σχόλια που είχε προκαλέσει... Αρνήθηκα να χρησιμοποιηθεί, με την ευκαιρία της αυτοβιογραφίας μου, η ένδειξη «αριστούργημα», εξήγησα γιατί: είναι μια λέξη καταναλωτική, και το βρίσκω προσβλητικό το να την χρησιμοποιούμε στα γραπτά ενός δημιουργού. Αυτό δε σημαίνει ότι αποφάσισα στο εξής να μη φροντίζω το ύφος μου. Για την ώρα, δεν νοιαζόμουνα καθόλου για την τύχη του βιβλίου μου. Η μητέρα μου μόλις είχε μεταφερθεί σε μια κλινική: η αρρώστια της, η αγωνία της με είχαν μονοπωλήσει. Μερικές μέρες μετά την ταφή της, η απόφαση να τις διηγηθώ καρφώθηκε απότομα στο μυαλό μου, όπως και ο τίτλος του βιβλίου μου, το επίγραμμα και η αφιέρωση. Πέρασα το χειμώνα γράφοντάς το. Σχεδόν κάθε βράδυ έβλεπα τη μητέρα μου στον ύπνο μου. Ή ταν ζωντανή και μερικές φορές ευχαριστιόμουνα που είχε σωθεί. Πιο συχνά ήξερα ότι ήταν καταδικασμένη και φοβόμουνα (...). Δεν είχα προμελετήσει να γράψω το «Έ νας πολύ γλυκός θάνατος». Στις δύσκολες περιόδους της ζωής μου, το να γράφω βιαστικά κάποιες φράσεις - που δεν έπρεπε να διαβαστούν από κανένα - μου έφερνε την ίδια ανακούφιση όσο κι η προσευχή στον πιστό... Υπήρχαν έξι χιλιάδες άτομα στο αμφιθέατρο της Mutualite και σε διάφορες αίθουσες εφοδιασμένες με μεγάφωνα (...) Είχαμε όλοι δικαίωμα σε χαιρετισμούς. Ο Buin που προήδρευε, άνοιξε τη συζήτηση, μετά ο Semprun μίλησε για τις ευθύνες του συγγραφέα. Ο Ricardou διάβασε, μ’ έναν τόνο βαρυσήμαντο και επιθετικό, μερικές σελίδες, όπου επανέφερε το διαχωρισμό του Barthes ανάμεσα στον «συγγράφοντα» και τον «συγγραφέα» (...). Αυτοσχέδιασα μια απάντηση προτού εκθέσω μερικές ιδέες μου για τη λογοτεχνία. Στη συνέχεια ο Faye μίλησε με νωχέλεια, και ο Berger μ’ οργή. Ο Σαρτρ μίλησε τελευταίος. Στην ανάγνωση, το κείμενο του είναι το πιο ενδιαφέρον. Αλλά είχε σκάσει από τη ζέστη και την κούραση και μίλησε λίγο ανέκφραστα για πράγματα πάρα πολύ δύσκολα. Κανένας δεν έπεισε κανένα, είναι ο κανόνας: στην έκφραση αυτής της, ας πούμε, «ανταλλαγής» ιδεών, ο καθένας κρατάει τις δικές του. Αλλά το κοινό φάνηκε ικανοποιημένο και η «Clart6» επέζησε για λίγο καιρό.
Ο Σαρτρ αρνείται το βραβείο Νόμπελ.
Μόλις ξύπνησα. Είδα στο δρόμο φωτογράφους και ένα αυτοκίνητο της τηλεόρασης. Μόλις βγήκε ο Σαρτρ, αμέσως τον άρπαξαν. Δημοσιογράφοι και τεχνικοί της τηλεόρασης τον ακολούθησαν μέχρι το σπίτι του. Φθάνοντας μπροστά στην πόρτα του, τελείωσε απαντώντας τους: «Δεν έχω όρεξη να θαφτώ». Το απόγευμα, η αλλαντοπώλις που μένει δίπλα στο σπίτι του μου είπε με συμπάθεια: «Ο καημένος ο κύριος Σαρτρ! Πριν δυο χρόνια ήταν ο O.A .S.! Τώρα το Νόμπελ! δε θα τον αφήσουν ποτέ ήσυχο!».
1966
Έ νας κοινός φίλος πρότεινε να οργανώσει μια συνάντηση. Η Lena μας είπε μια μέρα ότι ο Σολτζενίτζιν της είχε τηλεφωνήσει: ήθελε να της
Άνοιξη. Πρόλογος για το «Treblinka» του JeanFrancois Steiner.
22/αψιερωμα Μάιος. Ταξίδι στην Ε.Σ.Σ.Δ. Ραντεβού απραγ ματοποίητο με τον Σολτζενίτοιν. Σεπτέμβριος. Ταξίδι στην Ιαπωνία με τον Σαρτρ.
μιλήσει. Σκεφτήκαμε ότι ήταν για να μας κλείσει ένα ραντεβού. Αλλά όταν η Lena γύρισε να μας βρει, μετά από μια ώρα συζήτηση μαζί του, είχε συγχισθεί πολύ: «Δε θέλει να σας δει» είπε στον Σαρτρ. Γιατί; Δεν εξηγήθηκε πολύ καθαρά. «Βλέπετε, είχε πει περίπου: ο Σαρτρ είναι ένας συγγραφέας, του οποίου όλο το έργο έχει εκδοθεί. Κάθε φορά που γράφει ένα βιβλίο ξέρει ότι θα διαβαστεί. Εγώ έχω πίσω μου μια ποσότητα έργων που δε θα δουν ποτέ το φως της μέρας. ΓΓ αυτό δεν αισθάνομαι ικανός να μιλήσω με τον Σαρτρ: αυτό θα μ’ έκανε να υποφέρω πολύ».
Νοέμβρης. Έκδοση του μυθιστορήματος: «Οι όμορφες εικόνες».
Έ μεινε δώδεκα εβδομάδες στη λίστα των μπεστ-σέλερς, πούλησε περίπου εκατόν είκοσι χιλιάδες αντίτυπα. Πολλοί κριτικοί, σχεδόν όλοι οι φίλοι μου και οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που αλληλογραφούσαν μαζί μου, το αγάπησαν. Οι νέοι, κυρίως, μου είπαν ή έγραφαν: «Ναι, είναι ακριβώς η ιστορία μας. Ζούμε σ’ αυτό το σύμπαν. Ό π ω ς ο Laurence αισθανόμαστε πιασμένοι σε παγίδα, στριμωγμένοι». Αναγνώστες με συνεχάρησαν για την ανανέωση της τεχνικής μου και του ύφους μου. Ά λλο ι όμως, όπως και μερικοί κριτικοί, με κατηγόρησαν γι’ αυτό: «Είναι ο κόσμος της Frangoise Sagan, δεν είναι ο δικός σας κόσμος. Δεν θυμίζει τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ». Σαν να τους είχα, δόλια, πλασάρει ένα εμπόρευμα διαφορετικό α π’ ό,τι έγραφε το κουτί.
Επίαχι ι,η στον Νάσερ με τον Claude Lauzmann.
1967 Φεβρουάριος-Μάρτιος. Η Σ. ντε Μπ., ο Σαρτρ, και ο Lauzmann προσκαλούνται στην Αίγυπτο από τον Χεϋκάλ (διευθυντής της «Αλ Αχράμ» και έμπιστο του Νάσερ). Πηγαίνουν μετά στο Ισραήλ. Ιούνιος. Πόλεμος των έξι ημερών. Ο Σαρτρ και η Σ. ντε Μπ. μετέχουν στην «Επι τροπή Russel» (επιφορτισμένη να «δικάσει» τα εγκλήματα πολέμου των Αμερικάνων στο Βιετ νάμ, το Μάιο στη Στοκχόλμη και το Νοέμβριο στην Κοπεγχάγη). Αρνηση συμμετοχής στο συ νέδριο Σοβιετικών Συγγραφέων για να μην κα λύψει με την παρουσία της την καταδίκη των Siniavski και Daniel, ούτε τη σιωπή στην οποία εί χε περιορισθεί ο Σολτζενίτοιν. Δίνοντας συνέντευξη στη Σ. ντε Μπ., στο «L’ Observateur», η Claire Etcherelli κερδίζει το βραβείο Femina για το «Ελίζα ή η πραγματική ζωή».
1968 Ιανουάριος. Έκδοση του «La femme rompue».
Ανακάλυψα, με λύπη, ότι σε ορισμένες συνοικίες του Παρισιού, χρησιμοποιόταν σα δικαιολογία για ένα τυφλό μίσος αντι-αραβικού ρατσισμού. Ακούγαμε ξανά συνθήματα και κλάξον που μόλις πριν λίγο είχαν χρησιμοιηθεί για να συνενώνουν τους οπαδούς της γαλλικής Αλγερίας: αυτοί ο ι θόρυβοι μου τρυπούσαν τ’ αυτιά. Η τραγική άτακτη οπισθοχώρηση των Αιγυπτίων στρατιωτών, μέσα στην έρημο, μου έσκισε την καρδιά. Αλλά όταν σήμανε η ώρα του «εγκαταλείψτε το παιγνίδι», γέμισα από χαρά που το Ισραήλ δεν είχε αιματοκυλιστεί.
θέλησα να γνωρίσω τη συγγραφέα: όμορφα μαύρα μαλλιά, όμορφα πράσινα μάτια, μια φωνή, μια παρουσία που τα συμπάθησα αμέσως... Μετά το Femina, έκανε διάφορα επαγγέλματα και έγραψε ένα δεύτερο μυθιστόρημα, για την κατάσταση των Ισπανών εξόριστων, «Α propos de Clim ence». Είπα σε μια εφημερίδα ό,τι αληθινά πίστευα. Η Clemence ήταν από το ίδιο είδος με την Ελίζα, γλυκιά και σκληρή, δινόταν και δεν άλλαζε. Εύθραυστες και φευγαλέες χαρές διαπερνούν τη θλιμμένη της ζωή και η ελπίδα ξεμυτίζει πίσω από τη μαυρίλα. Είναι ένα μυθιστόρημα συγκινητικό όσο και το προηγούμενο, αλλά δυστυχώς δε γνώρισε την ίδια επιτυχία. Ό τα ν το βιβλίο βγήκε στο τέλος του Ιανουάριου του ’68, το κοινό τού επιφύλαξε την ίδια επιτυχία πωλήσεων με το «Ωραίες εικόνες». Δέχτηκα έναν μεγάλο αριθμό γραμμάτων από συγγραφείς, φοιτητές, δασκάλους που είχαν καταλάβει πολύ καλά τις προθέσεις μου, και με συνέχαιραν γιατί, άλλη μια φορά, είχα ανανεωθεί. Ό μως στο σύνολό του το βιβλίο παρεξηγήθηκε πιο πολύ από το προηγούμενο
αφιερωμα/23 και αυτή τη φορά οι περισσότεροι κριτικοί με εκνεύρισαν.. Πήγα πολλές φορές (στη Σορβόνη) με φίλους να περιπλανηθώ στους διαδρόμους και στην αυλή. Συναντούσα πάντα γνωστούς μου. Περνούσαμε την ώρα μας, συζητούσαμε, ακούγαμε συζητήσεις: πολλές αφορούσαν τη διαμάχη Ισραήλ και Αράβων, το Παλαιστινιακό πρόβλημα. Από τις 15 Μαίου, γιόρταζαν και στην πλατεία Οάέοη: στο θέατρο που είχαν καταλάβει οι φοιτητές κυμάτιζε μαύρη σημαία. Εκεί επίσης, γινόντουσαν παθιασμένες συζητήσεις και ομιλίες. Ορχήστρες παίζαν τζαζ, χορευτικούς σκοπούς. Νέοι, γέροι, όλος ο κόσμος αδελφωνόταν. Παραδέχομαι ότι είμαι μια από τους διανοουμένους που δε συγκλόνισε σε βάθος ο Μάης του 68. Η Σ. ντε Μπωβουάρ με τον Σαρτρ πουλάν την εφημερίδα «Η υπόθεση του λαού».
Μάης του ’68. Νοέμβρης. Ταξίδι στην Πράγα με τον Σαρτρ (που είχε βίαια καταδικάσει τη σοβιετική εισβο λή) για τις παραστάσεις των έργων «Μύγες» και «Βρώμικα χέρια».
1970 Ιανουάριος. Έκδοση του «Τα γηρατειά». Μετά την καταδίκη των μαοϊκών ηγετών Le Bris και Le Dantec, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ δέχεται να διευθύνει με τον Michel Leiris «Τους φίλους της υπόθεσης του λαού», το όργανό τους. Για τον ίδιο λόγο δέχεται να διευθύνει το «L’ idiot international» (Ο διεθνής ηλίθιος) που ιδρύθηκε από τον Jean-Edem Hallier. Οκτώβρης. Μετέχει στην υπεράσπιση των μαθη τών (μητέρες ανύπαντρες). Νοέμβρης. Η Σ. ντε Μπ. ασχολείται με το γυναι κείο απελευθερωτικό κίνημα στην εκστρατεία υπέρ της ελεύθερης έκτρωσης και μετέχει στην παρισινή διαδήλωση της 20ης Νοεμβρίου.
1971 Ιανουάριος. Μετέχει σε μια συνάντηση των φί λων της «Υπόθεσης του λαού». Άνοιξη. Έκδοση του «Μανιφέστου των 343», στο Nouvel Observateur, για υποστήριξη των εκτρώσεων.
1972 Έκδοση του «Όσα είπαμε και όσα κάναμε».
1973 Υπογράφει εκκλήσεις υπέρ του Ισραήλ, για πρώ τη φορά χωρίς τον Σαρτρ.
1974 Μαγνητοφωνεί στη Ρώμη μαζί με τον Σαρτρ «διαλόγους».
Εγκαταλείψαμε την Πράγα πιο αισιόδοξοι απ’ ό,τι όταν φτάσαμε: πώς οι Ρώσοι θα μπορούσαν να τσακίσουν μια τόσο ομόφωνη αντίσταση; Το βιβλίο μου έφτασε τη στιγμή που το κοινό ήταν έτοιμο να το δεχτεί: αλλά το είχα αρχίσει, περισσότερο από δυο χρόνια πριν. Ή θελα να συγκινήσει όσο δυνατόν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων και αντίθετα από τη συνήθειά μου, δέχτηκα να δώσω δύο συνεντεύξεις στο Ράδιο Λουξεμβούργο: μου το ανταπέδωσαν με συγκινητικά γράμματα απόκληρων γέρων, που τις άκουσαν. Στο σύνολό της, η κριτική ήταν θερμή. Από τη δεξιά όπως και την αριστερά, παραδέχτηκαν ότι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα για τους γέρους είναι ένα σκάνδαλο. Αλλά οι κριτικοί της αριστερός μ’ επιδοκίμασαν επειδή τόνισα την οικονομική και κοινωνική πλευρά του προβλήματος. Οι δεξιοί προτιμούσαν να σκέφτονται ότι είναι μεταφυσικό και βιολογικό, ότι ο ρόλος της κοινωνίας είναι δευτερεύον. Στην πλατεία Nation, οι γυναίκες σκαρφάλωσαν στη βάση ενός αγάλματος και έκαψαν τις ποδιές, σύμβολα της γυναικείας μοίρας. Υπήρχαν καινούρια τραγούδια, λαϊκοί χοροί, ήταν μια γιορτή χαρούμενη και συναδελφική. Ο Michel Leiris διηύθυνε τη συγκέντρωση, στην οποία ο Σαρτρ δεν πήρε μέρος. Μίλησα για το θέμα της κυβερνητικής παρανομίας εν ονόματι μιας ψευδονομιμότητας, και διασκέδασα πολύ το κοινό διηγώντας τους τσακωμούς μας με την αστυνομία κατά τη διανομή της εφημερίδας «Η υπόθεση του λαού».
24/αφιερωμα
1978 Γυρίζεται ταινία μεγάλου μήκους για τη Σ. ντε Μπ. Θα προβληθεί το 1979.
1975
Στην Πορτογαλία με τον Σαρτρ. Στην επιστροφή τους, αναλύουν στη Liberation τη νέα κατάσταση. Αφιέρωμα του «Arc» στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Συζητά με τον Σαρτρ για το φεμινιστικό πρό βλημα.
1980 20 Μ αρτίου-15 Απριλίου. Κοντά στον ετοιμοθά νατο Σαρτρ. 19 Απριλίου: Στην κηδεία του Σαρτρ στο κοιμητήριο Μονπαρνάς.
1981 Κυκλοφορεί «Η τελετή των αποχαιρετισμών». Η Μπωβουάρ περιγράφει τα τελευταία δέκα χρό νια της ζωής του Σαρτρ και, στο δεύτερο μέρος, συζητά μαζί του.
1983 Δημοσιεύονται τα γράμματα του Σαρτρ στην Μπωβουάρ, με τίτλο «Γράμματα στον Κάστο ρα». Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Ηλίας Κουντής
αφιερωμα/25
Σ το δοκίμ ιό της γ ια τα γηρ α τειά , όπ ω ς κα ι στη θαυμ άσια π ερ ιγρ α φ ή π ο υ έκα νε γ ια το θ άνατο της μ ητέρα ς της στο « Έ να ς π ο λύ γλυ κ ό ς θάνατος», η Σ ιμ ό ν ντε Μ π ω βουάρ δ είχ νει την α ξιοθ αύμ ασ τη ηρεμία τω ν γ υ να ικ ώ ν τω ν Ινδ ιά νω ν π ο υ είνα ι οι φ ο ρ είς της π αρά δοσ η ς καθώ ς κα ι μ ια προσήλω ση στην πραγμ ατικότη τα, τόσο λεπ τή , ώστε να α φ α ιρ εί τις φ λ ο ύ δ ες της χω ρίς π ο τέ να τη γδέρνει. ΥΤΟ που μ’ εντυπωσιάζει κατ’ αρχήν, εί νους τους. Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ είναι λίγο η ναι η αδιάκοπη συμμαχία, που δε χαλαρώ δική μας Ινδιάνα. Για πολύ καιρό, για ολόκλη νει ποτέ, ανάμεσα σε μια ορισμένη συγγραφική ρες περιόδους, είχε ξεχαστεί σ’ αυτή την επιφύ ξηρότητα και μια κρυφή τρυφεράδα. Καθόλου λαξη μέσα στην οποία συνεχιζόταν η ζωή της, χειμαρρώδης, ελάχιστα συναισθηματική, κατά βγαίνοντας να κάνει μια βόλτα με κάθε καινού την άποψη εκείνου που καταδικάζει το σύνολο ριο βιβλίο, και ακολουθώντας ξανά τον ελεύθε σχεδόν της συγγραφικής παραγωγής: καθόλου ρο δρόμο της. Σήμερα, είναι καιρός για μια έξο βαρύγδουπες λέξεις, λίγα θαυμαστικά. Μια επι δο, και κοιτάζουμε με θαυμασμό αυτή την Ινδιά φύλαξη που προσφέρεται κρυφά. Αυτή η λέξη να με το συγκρατημένο βλέμμα, το όμορφο επιφύλαξη της ταιριάζει πολύ: περιγράφει τη αναλλοίωτο πρόσωπό της, πάνω στο οποίο η συμπεριφορά, που δεν εγκατέλειψε ποτέ, της ηλικία χάραξε μόνο αυτό που λέμε «εκφραστικές παλιάς καθωσπρέπει κόρης. Τοποθετεί στη σω ρυτίδες»: αυτές που υπογραμμίζουν το χαμόγε στή της θέση την τεράστια εργασία που ανακό λο, τα ανασηκωμένα ζυγωματικά, το ζάρωμα πηκε για κάποια χρόνια, στο περιθώριο του κυ των ματιών, και τη ζωή μιας γυναίκας που μας κλώματος του εκδοτικού μάρκετινγκ, στο περι καρφώνει, κατάματα. Από τα ινδιάνικα χαρα θώριο όλων των πανεπιστημιακών επετηρίδων, κτηριστικά, η Σ. ντε Μπ. έχει πάρει την ηρεμία εργασία, συγχρόνως μοναχική και δημόσια. Αλ της πείρας και τη γαλήνη μιας σκέψης που δεν λά αυτή η λέξη επι-φύλαξη, προβάλλει, σε μια διαψεύδεται. Αλλά αυτό είναι η κατάληξη μιας απομακρυσμένη γωνιά της μνήμης μου, τον κλει μεγάλης ιστορίας. Οι Ινδιάνες έχουν το αισθητήριο ν’ αφηγούν στό χώρο όπου οι Λευκοί φυλάγουν τους Ινδιά
Α
26/αφιερωμα ται κάτι με συντομία. Είναι αυτές που κρατούν τα μυστικά που μεταδίδονται, προφορικά, για να συνεχίσουν, παρ’ όλες τις προσπάθειες εξόν τωσης, μια κουλτούρα χωρίς γραφή. Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ έχει αυτό το αισθητήριο. Και η γρα φή της σμίγει, αξιοθαύμαστα, σ’ ένα χώρο χωρίς προετοιμασίες και φτιασίδια, το λόγο που ξετυ λίγει, για τους ανθρώπους μιας παρόμοιας κουλ τούρας, την κλωστή ενός κουβαριού, την κλωστή της ζωής της, και συνεπώς και της δικής μας. Σ’ ορισμένες περιπτώσεις, από λάθος στην καλύτε ρη περίπτωση, διακινδυνεύουμε το χαρακτηρι σμό του «μάρτυρα». Όταν, πραγματικά, δεν έχουμε τίποτα άλλο να πούμε, θα πούμε για κά ποιο χρονικογράφο ότι υπήρξε ο «μάρτυρας» της εποχής του. Ναι, αν κρατήσουμε στη λέξη «μάρ τυρας» τις δικανικές της καταβολές, γιατί είναι αλήθεια ότι δε σταματά ν’ ακολουθεί την πορεία της εποχής της. Αλλά πρόκειται ακόμα για κάτι άλλο. Ένας μάρτυρας δεν είναι γυναίκα. Και η λέξη μάρτυρας, στο θηλυκό γένος, δεν υπάρχει, ευτυ χώς. Αυτό που μας μαθαίνει, επιπλέον, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, είναι μια αφηγηματικότητα εν τελώς γυμνή, όπου ξαναβρίσκουμε την αίσθηση του χρόνου της ζωής, με τα επίπεδά της, τις ιε ροτελεστίες της μύησης που περιγράφει με μια καινούρια αθωότητα, και τα προβλήματα της γυ ναίκας. Και όλο το έργο της παρακολουθεί απλά ό,τι συνέβη σ’ αυτήν. Και συνεπώς, στις άλλες. ΓΑΛΗΝΗ, η ηρεμία της γυναίκας: ναι, και πρέπει γι’ αυτό να χαιρόμαστε. Η ηρε Η μία της γυναίκας, κληρονομιά της εξαίσιας και παραγνωρισμένης ηρεμίας των μαγισσών, για τις οποίες ο Michelet έλεγε τόσο σωστά, ότι ήταν, μέσα στον μεσαιωνικό σκοταδισμό, οι πρώτοι γιατροί. Αρωγοί σ’ όλους, δίνοντας προσοχή στον Αλλο, μ’ όλες τους τις τραγικές όψεις, οι γυναίκες, οι φλύαρες, οι μάγισσες, θεραπεύουν τις πληγές της ψυχής και του σώματος. Τις αποκάλεσαν φλύαρες, γιατί μεταδίδουν τη ζωή της κοινότητας. Τις αποκάλεσαν φορείς αταξίας και είναι αλήθεια, γιατί σπέρνουν την αταξία στη μικρή μηχανική τάξη των αντρών, παρηγοριούνται μεταξύ τους και αλληλοστηρίζονται. Με το αιώ νιο τουρμπάνι που της σφίγγει το μέτωπο, και μ’ αυτό τον χωρίς επιτήδευση τρόπο, να «φλυαρεί» για τη ζωή, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ μπορεί να θεωρηθεί ένα είδος μάγισσας. Και είναι ο καλύ τερος φόρος τιμής που μπορεί να της αποτίσει κανείς. ΤΑ 1964, δημοσιεύει το «Ένας πολύ γλυκός θάνατος». Στα 1963, η μητέρα της πέθανε, Σ από ένα κάταγμα του αυχένα, που έκρυβε έναν καρκίνο των εντέρων. ΓΓ αυτή την εμπειρία έγραψε ένα αφήγημα. Ό χ ι δεν είναι μυθιστόρη
μα. 'Αλλοι, άντρες ή γυναίκες, θα διάλεγαν μυ θιστορηματική αφήγηση του θανάτου της μητέ ρας. Αυτό γίνεται και θα γίνεται ακόμα. Μια αφήγηση, είναι άλλο πράγμα εντελώς. Είναι η λεπτομερής περιγραφή γεγονότων που συνέβησαν, στην πραγματικότητα. Και είναι η πραγμα τικότητα, την οποία ψάχνει μ’ όλες τις δυνάμεις της συγκεντρωμένες. Μια αφήγηση, είναι επίσης, στη μουσική, το μέρος που παίζει ένα μοναδικό όργανο, που διηγείται μια μελωδία, χωρίς αρμο νική υποστήριξη. Χρειάζεται για μια αφήγηση, πολλή ευστάθεια και μνήμη και η φιλαλήθεια δεν είναι τόσο εύκολο πράγμα. Το «Ένας πολύ γλυ κός θάνατος» δε θα «σήκωνε» τη μορφή του μυ θιστορήματος. Μπορούμε να σκεφτούμε ότι η συγγραφέας του δεν θ’ άντεχε μια μυθοπλασία που θα παρεμπόδιζε την πένθιμη διεργασία που περιγράφεται σ’ αυτό το βιβλίο, με το βάρος του ναρκισσισμού. Παρομοίως, τα γεγονότα είναι ανελέητα και γυμνά. «Την Πέμπτη 24 Οκτωβρίου 1963, στις τέσσερις το απόγευμα, βρισκόμουνα στη Ρώμη, σ’ ένα δωμάτιο στο ξενοδοχείο Μινέρβα. Έπρε πε την άλλη μέρα να γυρίσω στο σπίτι μου, με το αεροπλάνο, και έσχιζα χαρτιά, όταν χτύπησε το τηλέφωνο. Ο Bost μου τηλεφωνούσε από το Πα ρίσι: “Η μητέρα σας είχε ένα ατύχημα” μου είπε. Σκέφτηκα: την κτύπησε ένα αμάξι». Απλή ανα φορά. Τα γεγονότα έγιναν έτσι. Είναι αυτή, αλ λά κι εσείς, κι εγώ. Τα γεγονότα είναι γυμνά. Γυμνό επίσης, για πρώτη φορά, το σώμα της γριάς γυναίκας, που ήταν πολύ άρρωστη, και που δεν ήθελε να το μάθει, μέχρι την τελευταία στιγμή, στην οποία η Σιμόν ντε Μπωβουάρ δε θα είναι παρούσα. Το σώμα είναι, κατ’ αρχήν, το πρόσωπο με τα χαρακωμένα μάτια. Γρήγορα, εί ναι η κοιλιά «ζαρωμένη με μικρές ρυτίδες, και το άτριχο εφηβαίο της». Είναι η κοιλιά, που κλείνει όλο το κακό, και ο τόσο κοντινός θάνατος, αλλά θα το μάθουμε μόνο αργότερα, όταν η συγγρα φέας το ανακαλύπτει, ξετυλίγοντας το κουβάρι της μνήμης της. Κι αυτή η γύμνια είναι το πρώτο σημάδι του πένθους. Ό ταν μια καθωσπρέπει κόρη μπορεί να δει το φύλο της μητέρας της και πέφτει το ταμπού, σημαίνει ότι το γεγονός είναι απειλητικό. «Για πρώτη φορά, διέκρινα σ’ αυ τήν, ένα πτώμα με αναστολή». Λίγο λίγο, αλλά επίσης και πολύ γρήγορα, με μικρές συγκρατη μένες πληροφορίες, η ιστορία γίνεται πιο σοβα ρή. Πρέπει να εγχειριστεί: πρέπει, είναι ανάγκη; Ανοίγουν, βάζουν ράμματα, χαμένος κόπος. Η κοιλιά έχει εντελώς σαπίσει εσωτερικά. Βάζουν μηχανήματα που, στον κόσμο μας, συνοδεύουν τον νοσοκομειακό θάνατο: ο ορρός καρφωμένος στο χέρι, τα σωληνάκια στη μύτη, η ακινησία, οι πληγές, η αδυναμία, και η αδιαφορία των για τρών και των νοσοκόμων, που γι’ αυτούς, ο θά νατος αυτός, ο τόσο τρομερός για τους συγγε-
αφιερωμα/27 νείς, είναι «ένας πολύ γλυκός θάνατος». Και, πιέζοντας τον εαυτό της να σκεφτεί, αυτό το κο ρίτσι που πενθεί, καταλαβαίνει πως αυτός ο θά νατος ήταν ένας προνομιακός θάνατος: χωρίς το τοποθετημένο παραβάν στον κοινό θάλαμο, που δίνει στον ετοιμοθάνατο να καταλάβει ότι είναι η σειρά του, χωρίς ατέλειωτους πόνους. Πάντα με την πεισματωμένη εγκράτεια, οι λέξεις λένε τις τύψεις που συνυπάρχουν σε κάθε πένθος. Η ενοχή που αρχίζει να λειτουργεί, μετά σβήνει, ενώ «χτίζεται» με μικρές πινελιές το ήπιο πορ τρέτο της νεκρής και η τελική εικόνα. μετά από μερικά χρόνια, στα 1970, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, εκδίδει ένα δοκίμιο Α ΛΛΑ, για τα γηρατειά. Όταν πεθάνει η μάνα, αρχίζει η ηλικία, στην οποία δεν είμαστε το παιδί κανενός. Και αυτό το βιβλίο γεννά, όπως όλα τα βι βλία της Σ. ντε Μπ., μια ταυτόχρονη σκέψη για τη δική της ζωή. Όπως όλα τα δοκίμιά της, όπως το «Δεύτερο Φύλο», του οποίου η σημασία η ιστορική, όλο και γίνεται μεγαλύτερη, όσο αναπτύσσεται η ιστορία της απελευθέρωσης της γυναίκας, τα «Γηρατειά» αποτελούνται από πολ λές αφηγήσεις. Εθνολογικές, ιστορικές, φιλοσο φικές. Αφηγήσεις, ιστορίες αλληλοσυμπλεκόμενες, υπέροχα αφηγημένες, μικρά αριστουργήμα τα ακριβόλογης γραφής. Η εποποιία «ναρτ» από τη φυλή των Οσσετών του Βορρά, και η φιλονι κία ανάμεσα στο γεράκο και τη γριούλα, για να μάθουν ποιος από τους δυο πρέπει να πεθάνει πρώτος, και τα δόντια της γυναίκας που δεν έχουν πέσει ακόμα, «πήραν το γέρο που γκρινιάζει συνέχεια, θα του δώσουν να πιει μπίρα, και θα τον πετάξει στην κοιλάδα». Τ’ ακόλαστα και υγιή γηρατειά του γερο-Ουγκό, και ο παράξενος θάνατος του Σατομπριάν, με τη συντροφιά της Juliette Recamier, και ας ήταν κουφός και εκείνη τυφλή, κρατούσαν ο ένας το χέρι του άλλου... Η ιστορία του γηραλέου εκείνου κυρίου, που ονο μαζόταν Durand, όπως όλος ο κόσμος, και ονει ρευόταν μόνο τα περιττώματά του. Μια δεσποι νίς συνοδείας, η Δεσποινίς G. περνούσε πολύ καιρό μαζί του και τον αυνάνιζε. Όταν πέθανε, έμεινε ξαπλωμένη για είκοσι-τέσσερις ώρες πάνω στον τάφο του. Οι μεγάλοι, οι μικροί, οι διάση μοι, οι άσημοι, συγκεντρώνονται στη μνήμη της, που διηγείται και διηγείται ξανά. Μικρές επο ποιίες παίρνουν θέση εκεί μέσα, πολύ μικρά δραματάκια βρίσκουν περίεργους χώρους όπου η έσχατη τρέλα παίρνει τη μορφή της ιερής έμ πνευσης. Όπου ο παραγνωρισμένος και απωθημένος κόσμος των γερόντων, ανακαλύπτει τα με γαλεία του, τις μυστικές του εκρήξεις, τους θυ μούς του και τις χαρές του. Όπου, με τους όρους της απλής ηθικής, της γυναίκας που δεν εγκατέλειψε ποτέ την ενασχόλησή της με την ηθι κή, κατανομάζεται η αδικία ενός τερατώδους
πνιγμού, το ίδιο εκτεταμένου μ’ αυτόν των γυ ναικών, αλλά πιο σημαντικού, πολύ μακριά από την απελευθέρωσή του. Αυτό είναι επίσης το αφήγημα: παράγει, όπως το παραμύθι, το επιμύ θιό του, και προκαλεί το στοχασμό. ΠΑΡΧΟΥΝ λίγες γυναίκες φιλόσοφοι. Αυ τό μ’ εκνεύριζε, αρχίζω ν’ αναρωτιέμαι αν, αντίθετα, θα πρέπει να μ’ ευχαριστεί. Και να καταφύγουμε, όπως το έπραξε εκείνη, σ’ αυτή την αφηγηματική οδό, που ενώ αφηγείται την πραγματικότητα, λέει περισσότερα γι’ αυτή από το μυθιστόρημα, περισσότερα από τη νοητική κατασκευή. Αλλά, αν έπρεπε να ορίσουμε τη φι λοσοφία της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, θα έλεγα ότι πρόκειται για τη φιλοσοφία, κάποιας γυναίκας που ξεφλουδίζει. Ξεφλουδίζει, ήσυχα, τις φλού δες του κρεμμυδιού του κόσμου, τη μια μετά την άλλη. Μ’ αυτό το μαχαίρι του νοικοκυριού που ονομάζουμε στην κουζίνα μας, το μαχαίρι της «οικονομίας», γιατί καταφέρνει να κόψει πολύ λεπτές φλούδες. Έχετε ποτέ δει έναν άντρα να ξεφλουδίζει τις πατάτες; Θα σας κόψει τερά στιες και γελοίες φλούδες, όπου φλούδα και καρπός μπερδεύονται, καταστρέφοντας τα λαχα νικά. Δεν έχει την αίσθηση της φλούδας καθό λου, της λεπτότητάς της και της απαραίτητης ακρίβειας για να πραγματοποιηθεί ο αποχωρι σμός της φλούδας από το υπόλοιπο. Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, έχει, στο υψηλότερο σημείο, την αί σθηση των πολλαπλών στρωμάτων που μας απο τελούν. Αλλά, όταν τα αποχωρίζει, γι’ αυτή και για τις άλλες, το κάνει με τρυφερότητα και ακρί βεια. Με το αξιομνημόνευτο ταλέντο όλων αυ τών των γυναικών, που ξεχασμένες δημιούργη σαν την υλική γαστρονομία. Κάνει το ίδιο στο χώρο της κουλτούρας, αλλά στη θέση της υπηρέ τριας ή της νοικοκυράς, διακρίνουμε σ’ αυτή, τη συγγραφέα, τη φιλόσοφο, την αφηγηματοποιό που «μαγειρεύει» την κουλτούρα για τις γυναί κες και τους άντρες. Και που δε θα οπισθοχωρή σει μπροστά σε κανένα δέρμα, ακόμα και μιας ετοιμοθάνατης μάνας ή ενός γέρου.
Υ
Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Ηλίας Κουντής
®
28/αφιερω μα
Ζορζέτ Ρομπέρ
Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ και ο φεμινισμός Α π ό τη ν επ ο χή τ ο ν « Δ εύ τερ ο υ φ ύ λ ο υ » , το φ εμ ινισ τικ ό κ ίνη μ α έ γ ιν ε ρ ιζ ο σ π α σ τ ικ ό τερο, κ α ι μ α ζ ί τ ο ν η Σ ιμ ό ν ντε Μ π ω β ο υά ρ . Το ά ρ θ ρ ο στο «T em ps M odern es», «Ο σ υνή θ η ς σεξισ μός» (L e sexism e ordinaire), α π ο τ ε λ ε ί τη ν α π ό δ ειξ ή του. Κ α ι η Σ ιμ ό ν ντε Μ π ω β ο υ ά ρ α ν α γ γ έ λ λ ε ι τη ν έκδοσ η του υ σ τ ερ ό γρ α φ ο υ του « Δ εύ τερ ο υ φ ύ λ ο υ » . ' / Λ ΠΩΣ οι φτωχοί πρέπει ν’ αρπάξουν '' την εξουσία από τους πλούσιους, έτσι και οι γυναίκες πρέπει να αρπάξουν την εξουσία από τους άντρες». Αυτή η δήλωση, σχετικά με τη μάχη των δυο φύλων, δε βρίσκεται στο «Δεύτερο φύλο», γιατί είναι σχετικά πρόσφατη. Στην πραγματικότητα, μόλις από το 1970, και αφού είχε δώσει είκοσι χρόνια νωρίτερα την πιο περίπλοκη και ανελέητη εικόνα της γυναικείας αλλοτρίωσης στις αστικές κοινωνίες, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ έγινε φεμινίστρια. Δηλαδή συνειδη τοποίησε ότι, φθάνοντας σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο, ο αγώνας των γυναικών για αυτονομία και ανεξαρτησία, δεν μπορούσε να γίνει με τους άντρες αλλά εναντίον τους, με τη συνένωση «όλων των γυναικών εναντίον όλων των αντρών».
Μέχρι τότε πίστευε σε μια συμμαχία, εφικτή και αποτελεσματική, με τους «καταπιεστές». Μήπως επειδή ήταν, όπως το έχει πει, μια προ νομιούχα, δηλαδή κάποια που είχε το προνόμιο της εξυπνάδας, κατά πολύ ανώτερη στο πνεύμα και στη γνώση από τους περισσότερους αρσενι κούς «συντρόφους» της; Μήπως γιατί ποτέ δεν ένιωσε το συναίσθημα της ανάγκης του αγώνα για ανεξαρτησία, μια και την υποβάσταζε ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ; Πίστευε όμως ότι ο αγώνας για την απελευθέρωση της γυανίκας περνούσε αναγκαστικά από τους άντρες. Ό τι ήταν και δι κός τους αγώνας. Και ότι δεν μπορεί οι άντρες να μην το συνειδητοποιούσαν. Εξάλλου, ο Σαρτρ το είχε συνειδητοποιήσει. Διαβάζουμε στο «Δεύτερο φύλο»: «Η γυναίκα έχει τόσο μεγάλη βαρύτητα για έναν άντρα, γιατί
αφιερωμα/29 της απαγορεύουν να επαναπαύεται στον εαυτό της: θ’ απελευθερωθεί, απελευθερώνοντας την» και ακόμα: «Το πρόβΛημα της γυναίκας ήταν πάντα ένα αντρικό πρόβλημα». Δε διστάζει λοιπόν να δηλώσει: «Εάν οι γυ ναίκες δε θέλουν να καταδεχτούν να δώσουν στο πρόβλημά τους μεμονωμένες λύσεις, πρέπει να αγωνισθούν στο πλευρό των αντρών, που θέλουν μια γρήγορη λύση του προβλήματος αυτού». Για τί θα το επιθυμούσαν αυτό οι άντρες; Από «πο λιτική γνώση» της δικής τους κατάστασης: «Το γεγονός ότι η γυναίκα είναι υποδουλωμένη στον άντρα, οδηγεί σε μια υποδούλωση του άντρα στην κοινωνία... Ο φεμινισμός είναι κοινό αίτη μα αντρών και γυναικών, και οι άντρες δεν θα καταφέρουν ποτέ να ζήσουν σ’ έναν πιο δίκαιο, καλύτερα οργανωμένο κόσμο, παρά μόνο όταν οι γυναίκες αποκτήσουν μια δικαιότερη και αξιολογότερη κοινωνική υπόσταση». Σήμερα, ο τόνος είναι ριζοσπαστικά διαφορο ποιημένος. Έπαψε να πιστεύει, φαίνεται, ότι οι άντρες μπορούν να καταλάβουν καί ότι αξίζει ο κόπος να προσπαθήσεις να τους κάνεις να κατα λάβουν οτιδήποτε. «Η ουσία του γυναικείου αγώνα κατά των αντρών, βρίσκεται στον αγώνα κατά της καταπίεσης, γιατί ο άντρας προσπαθεί να περιορίσει τη γυναίκα σε μια δευτερεύουσας σημασίας θέση». 'Ενας έποικος, ένα «ανώτερο αρσενικό, ένας καταπιεστής. 'Αραγε οι άντρες χαλάρωσαν ποτέ την ασφυκτική χρήση των προ νομίων τους, από γενναιοδωρία και αυθορμητι σμό; «Ένας άντρας σήμερα δεν κτίζει το πα τριαρχικό σύστημα, το περιορίζει... Πρέπει να χτυπήσουμε συγχρόνως το σύστημα και τους άν τρες, ακόμα κι αν ο άντρας είναι φεμινιστής». ΕΞΕΛΙΞΗ είναι εκπληκτική: από τον και ρό του «Δεύτερου φύλου», η γυναίκα ήταν η αδελφωμένη σύμμαχος της αρσενικής νοοτρο πίας, που δεν είχε ενδοιασμούς για να χρησιμο ποιεί τα παραδοσιακά προνόμια, ώστε να την μεταμορφώνει σε «αντικείμενο». Αλλά αυτή η κατάσταση χάριζε και στους δυο ευχαρίστηση και ηδονή: αυτό που έχανε σε ελευθερία, η γυ ναίκα το κέρδιζε σε ανευθυνότητα και ασφά λεια. Και οι άντρες σε σιγουριά. Φυσικά, οι άν τρες έχουν ανάγκη, για ν’ αποκτούν αξία, να βλέπουν τη γυναίκα σαν κατώτερή τους, αλλά εάν τους δείξουμε τη ματαιοδοξία, τον παιδισμό και την αντιδραστική πλευρά μιας τέτοιας νοο τροπίας, θα αρνιόντουσαν από μόνοι τους να κρατήσουν τις γυναίκες στη δουλεία. Σήμερα, δεν υπάρχει πια περίπτωση για την Σιμόν ντε Μπώβουάρ, να ενδιαφερθεί γι’ αυτό που συμβαίνει στη συνείδηση του άλλου, ούτε να προσπαθήσει ν’ αναλύσει μ’ επιείκεια τον άλλο. Ο άντρας αντιμετωπίζεται αποκλειστικά σαν ένας αδίσταχτος εκμεταλλευτής, ταυτόσημος με
Η
τον αποικιοκράτη και τον καπιταλιστή, από τον οποίο πρέπει η γυναίκα ν’ αρπάξει την εξουσία«ο αγώνας μόλις άρχισε, θα είναι σκληρός». Τι συνέβη; Ίσως η Σιμόν ντε Μπώβουάρ εξη γήσει τις απόψεις της σε βάθος σ’ ένα «έσχατο» βιβλίο αναμνήσεων και ενθυμημάτων, αλλά ήδη έχει δώσει τις ουσιαστικές εξηγήσεις για τις επι λογές της, που στηρίζονται κυρίως σε γεγονότα και συμβάντα πολιτικής φύσεως: «Πίστευα ότι αρκούσε μια τέλεια αλλαγή εου πολιτεύματος και η ανατροπή του καπιταλισμού για να εξισω θεί η θέση της γυναίκας με του άντρα, και αντιλήφθηκα ότι είχα πέσει πολύ έξω. Ούτε στη Ρω σία, ούτε στην Τσεχοσλοβακία, σε κανένα σοσια λιστικό κόμμα, ούτε ειδικά στο κομμουνιστικό κόμμα, ούτε στα συνδικάτα, ούτε στ’ αριστερίστικα κινήματα, τα θεωρούμενα πρωτοποριακά σήμερα, η μοίρα της γυναίκας δεν είναι ίδια με τη μοίρα του άντρα, και αυτό μ’ έκανε να απο φασίσω να γίνω αυτό που θ’ αποκαλέσω ξεκά θαρα, φεμινίστρια και μάλιστα αρκετά στρατευμένη». Με άλλα λόγια, είδε τι συνέβη εδώ και είκοσι χρόνια, από την έκδοση του «Δεύτερου φύλου», σε ό,τι έχει σχέση με την κατάσταση των γυναι κών. Κατ’ αρχήν στη Σοβιετική Ένωση, όπου δουλεύοντας ισοδύναμα με τους άντρες, κι ακό μα περισσότερο απ’ αυτούς, μια κι οι εργαζόμε νες γυναίκες εργάζονται διπλά, οι Ρωσίδες δεν κλήθηκαν ποτέ να καταλάβουν θέσεις με πολιτι κή βαρύτητα ή πραγματικές εξουσίες. Άλλο παράδειγμα, το παράδειγμα της Αλγε ρίας: στη διάρκεια του αγώνα για την ανεξαρτη σία της χώρας, οι γυναίκες πολέμησαν πλάι στους άντρες. Αμέσως μετά την εγκαθίδρυση του νέου πολιτεύματος, οι γυναίκες ξαναβρήκαν την μειονεκτική θέση τους, περιορίστηκαν ξανά στο σπίτι, κάτω από την αυστηρή διαφύλαξη της πα τριαρχικής εξουσίας των αντρών των οικογένειών τους. Όσον αφορά τη Γαλλία, είδε επίσης, από το 1949 και αντίθετα από τις ελπίδες που γέννησε η παραχώρηση του δικαιώματος της ψήφου στις γυναίκες (1946), να σχεδιάζεται μια κίνηση, που δε δίσταζε να προτείνει, για την επαναφορά της γυναίκας στον «οίκο» της, τον περιορισμό της στο ρόλο της μητέρας και της νοικοκυράς. Και όταν ψάχνουν τρόπους να καλυτερεύσουν τη θέ ση των γυναικών, ψάχνουν πάντα να «μειώσουν τη γυναικεία εργασία, τη γυναικεία παραγωγι κότητα, αλλά ποτέ δεν ψάχνουν να βρουν τρόπο να τις ελαφρύνουν από τα οικογενειακά καθή κοντα». ? ΑΥΤΟ το σημείο η Σιμόν ντε Μπώβουάρ είναι πάντα απόλυτη και ριζοσπαστική: δεν πρέπει ποτέ να δεχτούν οι γυναίκες, ακόμα κι αν τώρα είναι πιο δύσκολο, τη μείωση της γυ-
Σ
30/αφιερωμα
ναικεία απελευθέρωση».
ναικείας εργασίας, χωρίς την αντίστοιχη αντρική μείωση - για παράδειγμα η ημιαργία, η ημιαπασχόληση - γιατί αυτό οδηγεί αναπόφευκτα στη μείωση της αξίας της γυναικείας εργασίας και της ίδιας της γυναίκας, συνεπώς. Αυτό που πρέ πει να γίνει, είναι μια σοβαρότερη ενασχόληση του Κράτους για την παιδεία και φροντίδα των παιδιών ((παιδικοί σταθμοί κτλ.) και το μοίρασμα των ασχολιών του νοικοκυριού με τους άν τρες. Ό ,τι γενικά «μειώνει» τη γυναίκα σε σχέση με τον άντρα, με το πρόσχημα της απαλλαγής της, είναι αντιφεμινιστικό. Ενώ συσσωρεύονταν όλα αυτά τα γεγονότα, τα συμπεράσματά της γίνονται με τα χρόνια, όλο πιο ξεκάθαρα και ριζοσπαστικά: «Οι πατριαρχι κές αξίες μένουν ανέπαφες και εκεί, όπως εδώ... Στο μέτρο που η γυναίκα υπόκειται σε μια διπλή καταπίεση, η πάλη των φύλων έχει την προτε ραιότητα. Η μικρότερη αντίφαση βρίσκεται στην πάλη των τάξεων. Η πάλη των φύλων περικλείει την πάλη των τάξεων, αλλά η πάλη των τάξεων δεν περικλείει την πάλη των φύλων». Παύει να πιστεύει ότι η απελευθέρωση των γυ ναικών, περνά από την απελευθέρωση του προ λεταριάτου, και ότι αποτελεί την αναπόφευκτη συνέπειά της: «Παραδόξως, το προλεταριάτο καταλήγει πάντα να σχηματίζεται από άντρες». Ένας λευκός, ένας μαύρος, ένας βορειοαφρικανός, που απελευθερώνονται, δεν προχωρούν στην απελευθέρωση των γυναικών τους. Ένας αριστερός διανοούμενος κάνει το ίδιο επίσης: «Οι αριστεροί είναι πασάδες!» Με άλλα λόγια,
μια γυναίκα για να απελευθερωθεί δεν πρέπει να υπολογίζει παρά στον εαυτό της και στις άλλες γυναίκες. Είναι κατ’ αρχήν ο τελικός αγώνας των φεμι νιστικών οργανώσεων με τις οποίες η Σιμόν ντε Μπωβουάρ συντάσσεται στο πεδίο δράσης. Ή καλύτερα, γιατί είναι ιστορικά η πρώτη - τα φε μινιστικά κινήματα είτε γαλλικά ή αλλοδαπά γεννήθηκαν και ανατράφηκαν με το «Δεύτερο φύλο» - που οι φεμινίστριες ακολουθούν και συ σπειρώνονται γύρω της. Δημιουργείται λοιπόν ένα είδος ενίσχυσης ανάμεσα στη δράση τους, στην ανάλυση της εδραιωμένης εμπειρίας των γυναικείων νεότερων γενεών, και στη δύναμη της σύλληψης και της θεωρητικής διαμόρφωσης της Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Σαν αποτέλεσμα έχουμε δηλώσεις όλο και πιο σποραδικές (συνεντεύξεις, συζητήσεις), οι οποίες θα εκδοθούν συνολικά σ’ ένα βιβλίο με τίτλο «Υστερόγραφο του Δεύτερου Φύλου» (στις εκδόσεις Γκαλιμάρ), και που αποτυπώνουν τη σκέψη της, με βάση τις τελευταίες εξελίξεις, πά νω στο θεμελιώδες θέμα, που γύρω του περιστράφηκε όλη η ζωή της και το έργο της: ο φεμι νισμός. Ποτέ δε «μάσησε» τα λόγια της, και τώρα που δεν πιστεύει πια στην ειρηνική και αυθόρμητη συνεισφορά των αντρών στην πορεία των γυναι κών γι’ αυτονομία, δεν μένει με τα χέρια σταυ ρωμένα: «Στο οικονομικό πεδίο, η γυναίκα είναι θύμα μιας διάκρισης, το ίδιο απαράδεκτης με τη ρατσιστική διάκριση που καταδικάζεται από την κοινωνία στο όνομα των Δικαιωμάτων του Αν θρώπου». «Αφαιρούν με τη βία από τη γυναίκα τη δου λειά του σπιτιού που δεν αμείβεται, την απασχο λούν στις πιο άχαρες δουλειές, και ο μισθός της αυξάνεται λιγότερο από το μισθό των αντρών συναδέλφων της». «Νομίζω ότι μια γυναίκα δεν πρέπει ν’ αφεθεί στην παγίδα των παιδιών και του γάμου... Μια γυναίκα 35 ετών, στο σπίτι, εί ναι λιγότερο ή περισσότερο χαμένη». «Πρέπει μια γυναίκα να δουλεύει, η οικονομι κή ανεξαρτησία είναι απαραίτητη, πάνω απ’ όλα...». «Η μητρότητα; Α! όχι, δεν την αρνούμαι, πι στεύω μόνο ότι είναι μια περίεργη παγίδα για τις γυναίκες». «Η δουλειά του σπιτιού, και η φροντίδα των παιδιών αρμόζουν ολοκληρωτικά στις γυναί κες». «Ο ταξικός αγώνας, για να το πούμε ξεκάθα ρα, δεν χειραφετεί τη γυναίκα. Η κατάργηση του καπιταλισμού δεν σημαίνει κατάργηση της πα τριαρχικής παράδοσης, εφόσον διατηρείται η οι κογένεια: νομίζω ότι πρέπει να καταργηθεί η οι κογένεια. Πιστεύω ότι ο γάμος είναι επικίνδυνος για τις γυναίκες».
αφιερωμα/31 «Όλο το γυναικείο προλεταριάτο, αμείβεται λιγότερο από τον άντρα, οι εργάτριες, οι μικροπωλήτριες, οι μικροϋπάλληλοι». « Αντρες που μπορεί να έχουν αριστερές θέ σεις στο πρόβλημα της πάλης των τάξεων, δεν είναι λιγότερο διαποτισμένοι από τις πατριαρχι κές αξίες, από τις αντρικές αξίες, και είναι απο φασισμένοι να τις επιβάλλουν στις γυναίκες». ΑΙ δεν παύει να επαναλαμβάνει ότι εάν μπόρεσε να τα βγάλει πέρα, αυτή, προσω πικά, στην κοινωνία αυτή, που οι άντρες συμπεριφέρονται σαν δυνάστες, είναι αναμφίβολα για τί συνάντησε τον Σαρτρ, που την υποστήριξε στον αγώνα της και τη δέχτηκε σαν ίση -εδώ πά λι θα μπορούσαν να παρεμβληθούν ίσως μια καινούρια ανάλυση και ερμηνεία, αλλά αυτό εί ναι άλλη ιστορία!... Και επίσης, γιατί εθελοντι κά και φανερά αρνήθηκε τη μητρότητα και το νοικοκυριό, για να μπορέσει να γράψει, ζώντας μόνη ακόμα και σε ξενοχοδείο όταν χρειαζόταν. Ο αγώνας πρέπει να γίνει σκληρός. Είναι πε πεισμένη γι’ αυτό και επιμένει σ’ αυτό. Αλλά όχι χωρίς ανησυχία, γιατί έχει συνείδηση της αύξη σης της επιθετικότητας και της βίας σ’ ορισμέ νους άντρες: «Πιστεύω ότι υπάρχει περισσότερη βιαιότητα στους άνδρες απ’ ό,τι την εποχή της νιότης μου». Βία στο δρόμο, στη δουλειά, έξαρ ση των βιασμών. Είναι, κατά κάποιο τρόπο,
Κ
ιστορικά φυσιολογικό· ο αγώνας κάνει τη ζωή δυσκολότερη, στην πρώτη του φάση· «Όσο πε ρισσότερο η συνειδητοποίηση των γυναικών κερ δίζει έδαφος, τόσο περισσότερο οι άντρες θα εί ναι επιθετικοί και βίαιοι, αλλά στο μέτρο που οι άντρες γίνονται βίαιοι, οι γυναίκες έχουν πε ρισσότερο ανάγκη τις άλλες γυναίκες για να αγωνισθούν - δηλαδή η μαζική δράση γίνεται ολοένα και περισσότερο αναγκαία». Σε ποιο μέλλον βαδίζουμε; Είναι, μετά από μια συζήτηση με τον Ζαν-Πωλ Σαρτρ, που δόθη κε ο κοινός ορισμός: «Φαίνεται ότι στους μελ λοντικούς αιώνες θα αντικρίζουμε με την ίδια έκπληξη, τον τρόπο με τον οποίο οι γυναίκες υφίστανται μια τέτοια μεταχείριση σήμερα στην κοινωνία μας, όπως αντικρίζουμε τη δουλεία στην αθηναϊκή δημοκρατία για παράδειγμα». Η ολοκλήρωση της γυναικείας απελευθέρωσης είναι φανερό ότι δεν μπορεί να είναι παρά ένα βήμα και για την απελευθέρωση των παιδιών, για τα οποία οι καταπιεσμένες γυναίκες γίνονται μερικές φορές, και αναγκαστικά, οι καταπιεστές. Γιατί, αδιάκοπα, ένας αγώνας προκαλεί έναν άλλο αγώνα.
■ Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Ηλίας Κουντής
ΑΓΝΩΣΤΑ ΝΟΜΠΕΑ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Κυκλοφορούν Επίσης: • Μ. Πάστερνακ: Προσωπική Μαρτυρία (Β' ίκδοση) • Λ. Πιραντέλο: Η αποδιωγμένη (Ρ ίκδοση) • Ρ. Καβαμπάτα: Το πανδοχείο των απομάχων (γ- ίκδοση) • I. Άντριτς: Η Δεσποινίς (β' ίκδοση) • Ε. Χεμινγουαίη: Στα δύσκολα χρόνια • Σ. Μπίκετ: Συριγμοί • Α. Ζιντ: θησέας • Π. Μπακ: Ο Νέος χρόνος • Π. Χέιζε: Αντρία Ντίλφιν • Φ. Μοριάκ: Τερίζα Ντεκερού • Γ. Χάουπτμαν: Ο Αιρετικός
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ» ΑΛ. ΣΤΑΥΡΟΥ 15, ΤΗΛ. 938427
ΑΘΗΝΑ ΔΙΔΟΤΟΥ 39 ΤΗΛ. 3600658
32/αφιερωμα
Ποιος φοβάται τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ; Π α ρ ίσ ι · σ ’ ένα μ ικ ρ ό δρόμο π ο ν δια σ τα υρώ νετα ι μ ε το Μ π ο υλ β ά ρ Ρ α σ π ά ιγ ό π ο υ γεννή θ η κε, α νάμ εσ α στην π λα τ εία Ν τ α νφ έρ-Ρ οσ ρό κα ι το κοιμητήριο του Μ ο νπ α ρ νά ς ό π ο υ είνα ι θαμ μένος ο Σ αρτρ, η Σ ιμ ό ν ντε Μ π ω βουά ρ μ α ς δέχετα ι στο δ ιαμ έρισ μ ά της ό π ο υ μ έν ει εδώ κ α ι 25 χρ ό νια , μ ε μ ο να δ ικ ή π ο λυ τέλ εια τις εκα τοντά δες α ναμ νή σ εις της ( ...) Δ ε ν είνα ι ούτε ψ υχρή ούτε β λοσ υρ ή όπ ω ς ισ χυρ ίζ ο ντα ι μ ερ ικ ές κ α κ ές γλώ σ σ ες ( ...) Γ ύρ ευα να συνα ντή σω μ ια γ υ ν α ίκ α κ α ι ό χι κ ά π ο ιο μ ύ θ ο , κ α ι τη συνά ντη σ α, ακριβώ ς όπ ω ς ήτα ν η γ υ ν α ίκ α π ο υ είχ α σ υνα ντή σ ει μ έσ α στο έρ γο της, ζω ντανή, απαιτη τική , ν ’ α νή κει ο λότελα σ τον κόσμο ( ...) Το «Δ εύτερ ο φ ύλο » έκ λεισ ε 35 χ ρ ό νια και η Σ ιμ ό ν ντε Μ π ω βουά ρ τα 76 της. Τι ζει, τι κ ά νει, τι λ έει κα ι τι σκέφ τετα ι γ ια τον εα υτό της τώρα;
Το φ εμινιστικό πρόβλη μα Στο κύκλωμα της επίσημης πληροφόρησης, στη Γαλλία, πώς αντιμετωπίζεται το θέμα των γυναικών: ΠΟΛΥ λίγο ασχολούνται μ’ αυτό. Γιατί στο σύνολό του, ο Τύπος ανήκει στους άντρες· και το κυριότερο, εξαιτίας των καπιταλιστικών συμφερόντων, ανήκει στους ανθρώπους της
δεξιάς που δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τα καθαρά γυναικεία προβλήματα. Και ο Τύπος της αριστερός; ΑΥΤΟΣ, όσο νά ’ναι, υποστηρίζει τα φεμινιστικά κινήματα. Υποστηρίζει, π.χ. τον αντισεξιστικό νόμο. Αλλά δεν μπορούμε να πούμε τελικά πως δείχνουν και τόσο ζήλο και πάθος για το γυναικείο ζήτημα, που γι’ αυτούς
αφιερωμα/33 είναι αρκετά δευτερεύον. Αλλά στο σύνολό τους, και όσο είναι αναγκασμένοι να το συνειδητοποιήσουν, είναι φυσικά υπέρ των γυναικών. Είπατε πολλές φορές πως γλυτώσατε από το μειονέκτημα της γυναικείας μοίρας γιατί είσαστε οικονομικά ανεξάρτητη και ως συγγραφέας είχατε το σεβασμό των αρσενικών συντρόφων σας. Αλλά δεν υπάρχουν μειονεκτήματα μόνο οικονομικά ή πολιτικά. Υπάρχουν και ψυχολογικά μειοκτήματα. Θα λέγατε πως γλυτώσατε και απ’ αυτά; ΠΟΙΑ εννοείτε; Σκέφτομαι για παράδειγμα τις διαφορές συμπεριφοράς στις ερωτικές σχέσεις. Στην αρχή του δεσμού σας με τον Σάρτρ συναντούσατε δυσκολίες για ν’ αφοσιωθείτε στο γράψιμο. Ήταν κάτι που δεν εμπόδιζε τον Σαρτρ να γράφει... ΝΑΙ, αλλά όταν πράγματι θέλεις να γράψεις ή να κάνεις κάτι, αυτό το κώλυμα δεν μπορεί να κρατήσει και πολύ. Δεν ήταν μόνο ο Σαρτρ που με απασχολούσε, ήταν και η ελευθερία μου. Αφού εργάστηκα αρκετά σκληρά, όπως όταν ετοιμαζόμουν να πάρω την υφηγεσία μου (αυτό συμβαίνει σε πολλούς ανθρώπους, ακόμα και στους άντρες), είχα διάθεση να ξανασάνω για ένα ή δυο χρόνια και δεν είχα τόση όρεξη να ξαναριχτώ στη δουλειά. Κάτι τέτοιο έζησα στα 21 μου, νομίζω. Ήμουν ευχαριστημένη που πέρασα την υφηγεσία μου, που βρήκα έναν καινούριο κύκλο ανθρώπων, όχι μόνο τον Σαρτρ, αλλά φίλους, έναν κύκλο διανοουμένων με τους οποίους μπορούσα να συνεννοηθώ. Και πράγματι για δύο χρόνια δεν με τραβούσε και τόσο το γράψιμο. Αλλά αυτό δεν κράτησε και πολύ. Λένε πολλοί σήμερα πως ο φεμινισμός πέθανε. Εσείς τι λέτε; ΝΟΜΙΖΩ πως ο φεμινισμός δεν πέθανε καθόλου. Δεν έχει πια τον επιθετικό τόνο που είχε παλιά, τουλάχιστο στη Γαλλία (...) οι γυναίκες προσπαθούν τώρα να επηρεάσουν την κατάσταση και να διεισδύσουν όπου μπορούν, αντί να οργανώνουν μεγάλα κινήματα, μεγάλες εκδηλώσεις. Αυτές οι εκδηλώσεις δεν δικαιολογούνται πια και τόσο, αφού έχουμε πετύχει πια τη δωρεάν άμβλωση, μια τεράστια κατάκτηση, και η αντισύλληψη έχει γενικευτεί. Και υπάρχουν πράγματι νόμοι που επιμένουν πολύ στην ισότητα των δικαιωμάτων, των μισθών, της πρόσληψης σε εργασία, και στον
αντισεξισμό στο σχολείο. Και αυτό μου φαίνεται πολύ σημαντικό. Νομίζω πως το φεμινιστικό κίνημα δεν εντυπωσιάζει και τόσο σήμερα, αλλά πως πάει πιο βαθιά. Νομίζω πως κέρδισε από μέσα τις γυναίκες που δεν θα ήθελαν, ας πούμε, και για κανένα λόγο μάλιστα, να λέγονται φεμινίστριες: κι όμως τις έχει πια κατακτήσει το κίνημα (...). Υπάρχει μια μεγάλη αλλαγή στις νοοτροπίες. Δηλαδή οι μη φεμινίστριες γυναίκες είναι πιο φεμινίστριες απ’ όσο πιστεύουν. Έχουν μια οξεία αίσθηση της αξιοπρέπειάς τους, των δικαιωμάτων τους και της πάλης που χρειάζεται, απ’ ό,τι πριν είκοσι χρόνια. Όταν λέμε στις γυναίκες, που παίρνουν ενεργό μέρος στους αγώνες για την εθνική απελευθέρωση, όπως στο Σαλβαδόρ για παράδειγμα, πως η πάλη των τάξεων δεν περιλαμβάνει την πάλη των φύλων όπως λέγατε και σεις, αυτές μας απαντούν πως εκείνες και οι άντρες έχουν έναν κοινό εχθρό, τον ιμπεριαλισμό ή τη δικτατορία, και αυτή τη στιγμή προέχει η ενότητα. Είναι ένα παλιό πρόβλημα, αυτό το ζήτημα της ενότητας, οπωσδήποτε... ΝΟΜΙΖΩ πράγματι πως αυτή τη στιγμή στην Νικαράγουα ή στο Σαλβαδόρ, προέχει ο κοινός αγώνας όπου οι γυναίκες και οι άντρες πρέπει να είναι ενωμένοι, αυτό είναι βέβαιο. Οι φεμινιστικές διεκδικήσεις θ’ ακολουθήσουν σίγουρα. Φυσικά, αυτό που είναι για μένα επικίνδυνο, είναι που πάντα λένε «οι φεμινιστικοί αγώνες θ’ ακολουθήσουν μετά». Πρέπει να δούμε σε ποια στιγμή μετά. Αλλά όσο νά ’ναι υπάρχουν στιγμές, όταν είναι τόσο καυτό και δύσκολο να νικήσεις τον ιμπεριαλισμό, που νομίζω πως είναι φυσικό να αγωνίζονται οι γυναίκες κοντά στους άντρες. Αλλά μόλις σταθεροποιηθεί η κατάσταση, πρέπει αμέσως αυτές να προβάλλουν τις γυναικείες διεκδικήσεις τους. Αλλιώς, θα γίνει ό,τι και στην Αλγερία, όπου οι γυναίκες αγωνίστηκαν μαζί με τους άντρες, νομίζοντας πως μ’ αυτό τον τρόπο θα μπορέσουν να χειραφετηθούν. Στην πραγματικότητα οι γυναίκες στο σύνολό τους δεν απελευθερώθηκαν καθόλου γιατί το Ισλάμ επιβλήθηκε και οι Αλγερινές είναι πάλι ολότελα καταπιεσμένες. Κι αυτό το είδα, κι εγώ δεν ξέρω σε πόσες άλλες χώρες, όπου μου έλεγαν: Α! ναι, ο αγώνας των γυναικών, σύμφωνοι, αλλά έχουμε άλλες προτεραιότητες». Αλλά ακόμα κι όταν έρχεται η σταθεροποίηση, όπως στη Νικαράγουα για παράδειγμα, συνεχίζουν να λένε πως δεν μπορούν ν’ απαιτούν κάποια διεκδίκηση για τις γυναίκες γιατί ο
34/αφιερωμα αμερικάνικος ιμπεριαλισμός συνεχίζει να απειλεί. Πάντα υπάρχει κάτι... ΕΙΝΑΙ αλήθεια αυτό, πάντα υπάρχει κάτι. Υπάρχει ένα παράδειγμα απόλυτα καταπληκτικό, συναρπαστικό και φρικτό, εκείνη η ιστορία του Ιράν, όπου οι γυναίκες αγωνίστηκαν κατά του Σάχη, υπέρ του Χομεϊνί. Κι ύστερα βλέπουμε πώς τις μεταχειρίζονται, είναι φρικτό. Σε ορισμένες χώρες, οι φεμινίστριες περνούν ομαλά στο ειρηνιστικό κίνημα, όπως στη Γερμανία και την Ολλανδία. Τι έχετε να πείτε; ΝΟΜΙΖΩ πως κι εδώ άντρες και γυναίκες πρέπει να ενώσουν τις προσπάθειές τους για την ειρήνη. Αυτό δεν είναι θέμα καθαρά γυναικείο. Και δεν είναι, επειδή είναι μητέρες, που οι γυναίκες πρέπει να θέλουν την ειρήνη... Προσπαθούν πολλές φορές να τις κλείσουν μέσα σ’ ένα γκέττο, λέγοντας: «Είναι επειδή είστε μητέρες». Εδώ θα διαφωνήσω. Είναι επειδή είναι ανθρώπινα Ελάσματα που πρέπει να αγωνίζονται για την ειρήνη. Και γι’ αυτό πρέπει να συμμαχήσουν με τους άντρες που πρέπει κι αυτοί να θέλουν την ειρήνη. Εγώ είμαι απόλυτα, αποφασιστικά ειρηνόφιλη. Δεν είμαι εναντίον της πυρηνικής ενέργειας στη βιομηχανία, δεν μπορούμε να σταματήσουμε την πρόοδο. Αλλά ήμουν εναντίον του επεμβατισμού και είμαι εναντίον της πυρηνικής βόμβας.
Η πορνογραφία Θα θέλαμε να είχαμε την άποψή σας για μερικά μεγάλα θέματα του φεμινισμού: την πορνογραφία για παράδειγμα. ΕΙΝΑΙ ένα θέμα για το οποίο δεν είμαι πολύ ενημερωμένη. Αν υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να είναι πορνοκράτες, ας είναι. Είμαι υπέρ της ελευθερίας ώς το σημείο που δεν επιβάλλεται η πορνογραφία. Φυσικά, η πορνογραφία στρέφεται γενικά κατά των γυναικών, αφού τις μεταχειρίζεται σαν αντικείμενα ερωτισμού και μόνο έτσι. Αλλά δε νομίζω πως είναι ένα μεγάλο πρόβλημα για την κατάσταση των αντρών και των γυναικών. Η πορνογραφική διαφήμιση ωστόσο είναι ολότελά κάτι άλλο: αγγίζει και τα παιδιά, μπορεί αργότερα να έχουν προκαταλήψεις δυναμικού ανδρισμού, και επιπλέον είναι μια προσβολή για τιςγυναίκες(...)
Οι αμβλώσεις Σας ικανοποιεί τελείως αυτό που πέτυχε ο
φεμινιστικός αγώνας στον τομέα των αμβλώσεων; ΟΧΙ φυσικά! Είμαι πολύ ικανοποιημένη από τους νόμους: οι δωρεάν αμβλώσεις είναι κάτι το εξαιρετικό. Αλλά δε με ικανοποιεί η εφαρμογή των νόμων. Επειδή τα ήθη είναι πάντα πιο δυνατά από τους νόμους, πολλοί γιατροί αρνούνται να προβούν σε αμβλώσεις. Θα έπρεπε να ψηφιστούν άλλοι νόμοι - και νομίζω πως θα γίνει αυτό - που να εμποδίζουν τους γιατρούς ν’ αρνούνται την έκτρωση όταν τους το ζητάνε. Θα έπρεπε να μπορούν να τους μηνύσουν, για άρνηση παροχής βοήθειας σε πρόσωπο που κινδυνεύει π.χ., όταν αρνούνται (...) Υπάρχουν ακόμα πολλές αντιστάσεις κι αυτό αναγκάζει πολλές γυναίκες να αποβάλλουν στα κρυφά, δηλαδή μ’ έναν τρόπο επικίνδυνο και που καμιά φορά οδηγεί και στο θάνατο.
Ο έρωτας Το ζευγάρι που αποτελούσατε με τον Σαρτρ στάθηκε κάτι το ιδανικό για πολλές γυναίκες. Αλλά ποτέ δεν άκουσα έναν άντρα να αναφέρει το ζευγάρι σας, σαν κάτι το ιδανικό. Πώς το εξηγείτε αυτό; ΝΟΜΙΖΩ πως τους είναι πολύ πιο εύκολο να ερωτευτούν και να λένε ψέματα απ’ ό,τι οι γυναίκες. Συνεπώς δεν καταδέχονται να έχουν μια ξεκάθαρη σχέση. Πιστεύουν πως δεν πρέπει να μιλάνε για τις περιπέτειές τους και πότε πότε τα παρεκτρέπουν όλα αυτά. Αλλά έχουν έναν τρόπο να λένε στη γυναίκα τους τα κατορθώματά τους, που τις προσβάλλει ακόμα περισσότερο- και αυτό δεν είναι η διαφάνεια που θέλει η γυναίκα. Θα έπρεπε να δέχονται κι εκείνοι να έχει και η γυναίκα τους περιπέτειες και να τους τις λέει. Αυτό πια πάρα πολύ λίγοι άντρες είναι σε θέση να το δεχτούν. Ούτε που θέλουν κάτι τέτοιο. Θα ήταν σαν να επιβεβαίωναν την ελευθερία της γυναίκας. Εκείνοι, όπως και νά ’ναι, έχουν τον καλύτερο ρόλο και ανήκουν στην προνομιούχα κάστα: μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν και μπορούν να σωπαίνουν.
Οι γυναίκες και η δημιουργία Στο Δεύτερο φύλο λέγατε πως η δημιουργία είναι κάτι αδύνατο για τη γυναίκα, αν δεν ολοκληρωθεί σαν άνθρωπος. Λέγατε π.χ. και αναφέρω τη φράση σας «πως μια γυναίκα δεν μπορούσε να γράψει το Πόλεμος και Ειρήνη, και πως τα Ανεμοδαρμένα Ύψη υστερούν μπροστά στους Αδελφούς
αφιερωμα/35 Καραμαζόφ. Θα λέγατε το ίδιο σήμερα; Μήπως οι γυναίκες κατακτήσανε το δημιουργικό τους έργο; ΝΟΜΙΖΩ πως το κατακτήσανε πιο πριν, και πως ήμουν ίσως κάπως αυστηρή. Τελικά, ξαναδιαβάζοντας τη Γεωργία Έλιοτ, βρίσκω πως τα βιβλία της αξίζουν όσο και του Ντίκενς, και είναι ίσως επειδή ήταν γυναίκα που δεν την ξεχώρισαν όσο εκείνον. Γενικά νομίζω πως είναι κάπως δύσκολο για τις γυναίκες -και η Βιρτζίνια Γουλφ το είπε πριν από μένα- να μην έχουν «ένα δικό τους δωμάτιο». Και ακόμα, η λογοτεχνική δημιουργία είναι η πιο εύκολη αφού δεν χρειάζεται παρά ένα τραπέζι, λίγο χαρτί κι ένα στυλό. Ενώ η καλλιτεχνική δημιουργία, να είσαι γλύπτρια ή ζωγράφος, είναι για μια γυναίκα κάτι το τρομερά δύσκολο. Αλλά κι εδώ ακόμα πολλές γυναίκες ξεφεύγουν όλο και περισσότερο: για παράδειγμα, υπάρχουν τώρα στη Γαλλία πολλές γυναίκες σκηνοθέτες(...) Πιστεύετε, όπως ισχυρίζονται, πως υπάρχει πράγματι μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο γράψιμο των ανδρών και το γράψιμο των γυναικών; ΚΑΘΟΛΟΥ. Και μάλιστα δεν συμφωνώ με τις γυναίκες που γυρεύουν έναν «γυναικείο» τρόπο γραφής. Η γλώσσα είναι ένα εργαλείο σαν όλα τ’ άλλα, το έπλασε αυτός ο κόσμος και τυχαίνει αυτός ο κόσμος να είναι αρσενικός. Αλλά τώρα, πρέπει μάλλον να κλέψουμε αυτό το εργαλείο παρά να το μετατρέψουμε. Αυτό που διαφέρει είναι η μοίρα της γυναίκας, που δεν είναι ίδια, όπως του άντρα. Ένα βιβλίο εκφράζει πρώτα μια μοίρα: οπότε, πράγματι, ένα γυναικείο γραπτό δεν είναι το ίδιο μ’ ένα ανδρικό, σε σχέση με το περιεχόμενο και το ύφος. Αλλά δεν νομίζω πως υπάρχει πράγματι μια γραφή, μια γλώσσα που πρέπει να είναι διαφορετική^..).
Η ψυχανάλυση (,,.)Φαίνεται να δίνετε μεγάλη σημασία στην παιδική ηλικία για να εξηγήσετε τι γίνεται κάποιος και διαβάζετε πολλά βιβλία γύρω από την ψυχανάλυση... ΒΕΒΑΙΑ. Δίνω μεγάλη σημασία στην παιδική ηλικία, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δίνω και τόση σημασία στην ψυχανάλυση. Η ψυχανάλυση είχε δίκιο να επισημάνει τη σημασία της παιδικής ηλικίας για την εξέλιξή μας: δεν κατανοούμε καλά κάποιον, δεν τον κατανοούμε από κοντά, παρά μόνο αν τον έχουμε γνωρίσει σαν παιδί, ή αν έχουμε γνωρίσει από κοντά την παιδική του ηλικία. Αλλά δεν δίνω αναγκαστικά πολλή σημασία στην ψυχανάλυση σαν μέθοδο,
σαν επάγγελμα και χειραγώγηση των ανθρώπων. Είναι κάτι άλλο. Υπάρχουν ένα σωρό πράγματα που δεν μ’ αρέσουν στον Φρόυντ, αλλά πιστεύω πως η ανακάλυψή του, της παιδικής σεξουαλικότητας, της σημασίας της παιδικής ηλικίας, είναι βασικά πράγματα(...)
Το δεύτερο φύλο Έχετε πει πως το Δεύτερο φύλο είναι ένα βιβλίο που για κανένα λόγο δεν θα παύατε να υπερασπίζεστε... ΕΙΝΑΙ αλήθεια. Υπάρχουν τόσα να πεις γι’ αυτό το βιβλίο, αλλά το δίνω έτσι όπως είναι, με τη χρονολογία του. Και δε θέλω να το ξαναγράψω σήμερα, επειδή, φυσικά, οι παραπομπές θα ήταν τελείως διαφορετικές. Τα βιβλία που αναφέρω, για παράδειγμα, είναι πια ξεπερασμένα. Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, αναρωτιέται κανείς πού βρήκατε όλο αυτό το υλικό σχετικά με τη σεξουαλικότητα και την ομοφυλοφιλία των γυναικών. Το 1949, όπως και νά ’χει το πράγμα, δεν υπήρχαν και πολλά βιβλία γύρω απ’ αυτά τα θέματα... ΜΑ τι λέτε! Υπήρχαν, και μάλιστα πολλά. Διατυπώσατε τις υποθέσεις σας ξεκινώντας από προσωπικές παρατηρήσεις; Είχατε πάρει συνεντεύξεις από γυναίκες; ΔΕΝ πήρα καμιά συνέντευξη. Διάβασα πολλά
36/αφιερωμα βιβλία, έκανα παρατηρήσεις πάνω σε γυναίκες που γνώριζα, φυσικά. Αλλά όχι σε θέματα όπως η αναφροδισία, η σεξουαλικότητα, γιατί οι γυναίκες δεν μιλούσαν τότε γι’ αυτά.
Σήμερα Τη διασημότητα που ονειρευόσασταν μέσα από το γράψιμο, την κατακτήσατε από καιρό, με όλες τις αναποδιές της. Παρόλα αυτά, επιθυμούσατε να σας κατεβάσουν από το βάθρο, όπου σας είχαν στήσει οι άλλοι. Δεν υπάρχει εδώ κάποια αντίφαση; ΟΧΙ, καμιά. Είναι παράλογο να μιλάμε για βάθρα. Ούτε ο Σαρτρ, ούτε εγώ ονειρευτήκαμε κάτι τέτοιο. Μερικοί είπαν, όταν δημοσίευσα τα γράμματα του Σαρτρ, πως το έκανα για να τον κατεβάσω από το βάθρο του. Μα εκείνος ποτέ του δεν ήθελε κανένα βάθρο. Ο Καμύ το ζητούσε. Ο Σαρτρ όμως κι εγώ θέλαμε να μας κρίνουν γι’ αυτό που είμαστε, μέσα στην πραγματικότητά μας, στην καθημερινή μας ανθρώπινη υπόσταση, έτσι όπως ήμαστε, έτσι όπως ζούσαμε, με ό,τι κάναμε και ό,τι δεν κάναμε. Μέσα στην αλήθεια μας, με άλλα λόγια. Ά ρα, κανένα βάθρο. Έχετε πει στα Απομνημονεύματα μιας καθωσπρέπει κόρης πως ο Σαρτρ θα σας έκανε να πονέσετε, μόνο αν πέθαινε πριν από σας. Από τότε που πέθανε, πώς τα βγάζετε πέρα με την απουσία του, ποια είναι η ζωή σας χωρίς εκείνον; Ε! ΛΟΙΠΟΝ, τα βγάζει πέρα κανείς. Ασχολείται με κάτι. Συγκεκριμένα, εργάζομαι, ασχολούμαι με το γύρισμα του Δεύτερον Φύλου, ο φεμινισμός μ’ ενδιαφέρει πολύ, τελικά...(...) Πώς ζείτε τα γηρατειά σας; Πέρασαν τόσα χρόνια μετά το ’70, όταν κυκλοφόρησε η μελέτη σας Τα Γηρατειά. Τα γηρατειά, όπως τα ζείτε, ανταποκρίνονται σε ό,τι φοβόσασταν τότε; ΔΕΝ φοβήθηκα ποτέ τα γηρατειά. Μίλησα για τα γηρατειά κυρίως για τους άλλους, είπα πως ήταν κάτι φρικτό όταν ανήκεις πράγματι στα αδικημένα στρώματα της κοινωνίας. Για μένα που δεν αδικήθηκα από τη ζωή, τα γηρατειά δε μ’ ενοχλούν πολύ. Είμαι μια χαρά, ζω άνετα, έχω ακόμα πολλά ενδιαφέροντα στη ζωή. Απλούστατα, νομίζω πως δεν τονίζουμε ποτέ αρκετά αυτό που είναι και το πιο σημαντικό, στα γηρατειά: δεν υπάρχει μέλλον. Δεν μπορείτε πια να καταπιάνεστε με μακρόπνοα σχέδια, ξέρετε πως πρέπει να ζείτε με ια κεκτημένα σας μέρα με τη μέρα, και να ζΙίτε πια μέσα στο
μέλλον. Κι αυτό είναι, για μένα, το πιο ουσιαστικό μέσα στα γηρατειά. Όλος ο κόσμος δεν αισθάνεται έτσι: υπάρχουν ένα σωρό άνθρωποι που έζησαν διαφορετικά από μένα, και άλλοι που είναι άρρωστοι. Εγώ δεν έχω αυτά τα μειονεκτήματα. Απλούστατα, αυτό που μ’ ενοχλεί -τελικά, ούτε καν που μ’ ενοχλεί, ξέρω πως έτσι είναι- αυτό που αλλάζει τη ζωή μου, αν θέλετε, είναι πως τότε μπορούσα να ζήσω μέσα σ’ ένα σχεδόν απεριόριστο μέλλον. Στα πενήντα σου, λες: «Έχω τριάντα χρόνια μπροστά μου» Νομίζεις πως έτσι θα είναι πάντα. Αλλά στην ηλικία μου, όταν κοιτάζεις δέκα χρόνια μπροστά... Έχετε γράψει στα Γηρατειά: «Αντίθετα απ’ ό,τι συμβουλεύουν οι ηθικολόγοι, πρέπει να ευχόμαστε να διατηρήσουμε στην προχωρημένη ηλικία, πάθη αρκετά δυνατά που να μας εμποδίζουν να κλεινόμαστε στον εαυτό μας. Η ζωή κρατά την αξία της όσο δίνουμε αξία στη ζωή των άλλων μέσα από τον έρωτα, την αγάπη, την αγανάκτηση, τη συμπόνια». Προσέχω τη συμπόνια, γιατί διαβάσαμε πρόσφατα άρθρα σας γύρω από τους σεξουαλικούς ακρωτηριασμούς, τον αντισεξιστικό νόμο, και δεν μασάτε καθόλου τα λόγια σας... ΟΧΙ, βέβαια! (γέλια). Αν είμαι καλά στα γηρατειά μου, είναι σίγουρα επειδή είμαι ακόμα ικανή για πάθη, για αγανάκτηση, για φιλία. Νομίζω πως είναι κάτι πολύ σημαντικό(...). Είπατε επίσης: «Δεν θέλω να γίνω μια γηραιά κυρία». Τι εννοούσατε; ΗΘΕΛΑ να πω ένα πολύτιμο μπιμπελό... (γέλια). Έτσι γίνεσαι, όταν αρχίσουν οι άλλοι να σε βλέπουν σαν κανένα εθνικό μνημείο, σαν μπιμπελό. Έρχονται και σου ζητάνε υπογραφές ή να προεδρεύσεις εδώ κι εκεί και τελικά, ό,τι σκέφτεσαι, ό,τι λες, ό,τι κάνεις, δεν έχει πια καμιά σημασία. Δεν θέλουν απλούστατα παρά το όνομά σου. Αυτό σημαίνει για μένα μπιμπελό. Ενώ εσείς ζείτε μέσα στο σήμερα και πάντα αναθεωρείτε ό,τι είπατε και κάνατε; ΑΚΡΙΒΩΣ.
Από μια συζήτηση με την Helene Pedneault και τη Marie Sabourin Copyright: La Vie en rose (Μάρτιος, 1984) Μετάφραση: Πέτρος Παπαδόπουλος
αψιερωμα/37
ΙΑΤΙ διάλεξα το γράψιμο; Ό ταν στα δεκαπέντε μου έγραψα στο λεύκωμα μιας φίλης μου τις απόψεις, τα σχέδια που υποτίθεται ότι χαρακτήριζαν την προσωπικότητά μου, απαντώντας στην ερώτηση: «Ποια είνάι τα σχέδιά σας για το μέλλον;» απάντησα με μια μόνο φράση: «Να γίνω γνωστή συγγραφέας». Ο βασικός λόγος ήταν ο θαυμασμός που μου ενέπνεαν οι συγγραφείς· ενώ βιβλία διάβαζε όλος ο κόσμος- τα βιβλία άγγιζαν τη φαντασία, την καρδιά, χάριζαν στο συγγραφέα την πιο παγκόσμια και απόκρυφη δόξα. Κι επιπλέον σαν γυναίκα έβλεπα τις κορυφές αυτές πιο προσιτές απ’ τις πεδιάδες· οι πιο διάσημες αδελφές μου είχαν διαπρέψει στη λογοτεχνία (...) Γράφοντας ένα έργο με θέμα τη δική μου ιστορία θα δημιουργούσα πάλι από την αρχή τον εαυτό μου και θα δικαίωνα την ύπαρξή μου. Και συγχρόνως θα υπηρετούσα την ανθρωπότητα: τι καλύτερο δώρο να προσφέρεις στους ανθρώπους από τα βιβλία;
Γ
Σιμόν ντε Μπωβουάρ: Οι αναμνήσεις μιας καθωσπρέπει κόρης. (Εκδ. Γλάρος. Σελ. 167-168).
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ πήρε στη ζωή μου τη θέση που είχε άλλοτε η θρησκεία: με κατάπιε και με μεταμόρφωσε. Δεν ένιωθα πια ότι με δικαιώνει το γράψιμο αλλά χωρίς αυτό θα έμενα αδικαίωτη. Υπάρχουν τόσο όμορφες μέρες που θέλει κανείς να λάμπει σαν τον ήλιο, δηλαδή να πιτσιλάει τη γη με λέξεις. Υπάρχουν ώρες τόσο μαύρες που δε σου μένει ελπίδα από αυτή την κραυγή που θες να βγάλεις. Όμως από πού πηγάζει στα 55 χρόνια μου αυτή η δύναμη του λόγου, τόσο δυνατή όσο και στα 20 μου χρόνια; Λέω π.χ. «Τίποτα δεν
Η
38/αφιερωμα υπάρχει εκτός απ’ το χώρο». Ή «ένα κι ένα κάνουν δυο, τι παρεξήγηση!» Στο λαιμό μου ανάβει τότε μια φωτιά που οι φλόγες της με καταβροχθίζουν. Ασφαλώς είν’ οι λέξεις, παγκόσμιες, αιώνιες, ενσάρκωση του απόλυτου μες στον άνθρωπο, είναι η μόνη υπέρβαση στην οποία πιστεύω. Πάλλουν μέσα στο στόμα μου και μ’ αυτές επικοινωνώ με την ανθρωπότητα. Αφαιρούν βίαια απ’ το στιγμιαίο και τυχαίο, τα δάκρυα, τη νύχτα, το θάνατο, για να τα μεταμορφώσουν. Ίσως η πιο βαθιά μου επιθυμία σήμερα είναι να επαναλαμβάνουν σιωπηλά κάποιες λέξεις που θά ’χω ταιριάξει εγώ. Σιμόν ντε Μπωβουάρ: Η δύναμη των πραγμάτων.
ΓΛΩΣΣΑ μάς ενσωματώνει και πάλι στην ανθρώπινη κοινότητα. Μια δυστυχία που βρίσκει λόγια να ειπωθεί δεν είναι πια ένας ριζικός αποκλεισμός, γίνεται λιγότερο αφόρητη.
Η
Σ.ντ.Μπ. Οι αναμνήσεις μιας καθωσπρέπει κόρης.
Ν συχνά οι συγγραφείς μνημονεύουν φρικτές ή θλιβερές εμπειρίες τους αυτό δεν το κάνουν γιατί έτσι νιώθουν καμιά περίεργη ηδονή, ούτε από επιδειξιομανία, ούτε για προβοκάτσια: αλλά γιατί, με τη βοήθεια των λέξεων, μετατρέπουν αυτές τις εμπειρίες από προσωπικές τους σε κοινές και έτσι επιτρέπουν στους αναγνώστες τους να ξεφύγουν από την απομόνωση της δικιάς τους ατομικής δυστυχίας και να νιώσουν την παρηγοριά που τους χαρίζει η επικοινωνία με το συγγραφέα και η συμμετοχή μαζί του στην κοινή ανθρώπινη μοίρα. Κατά τη γνώμη μου αυτός είναι ένας από τους βασικούς στόχους της λογοτεχνίας και είναι αυτός που την κάνει αναντικατάστατη: ο στόχος της κατανίκησης αυτής της μοναξιάς που είναι κοινή σε όλους μας και που όμως αυτή ακριβώς μας κάνει μεταξύ μας ξένους.
Α
(Ό σ α είπαμε κι όσα κάναμε, σελ. 136).
ΚΡΙΒΩΣ επειδή μισώ τη δυστυχία δεν μου είναι και πολύ εύκολο να την προβλέπω και όταν τη συναντώ με κάνει να αγανακτώ ή με αναστατώνει: νιώθω τότε την ανάγκη να μεταδώσω τη συγκίνησή μου. Για να καταπολεμηθεί πρέπει κατ’ αρχήν να ξεσκεπαστεί, να διαλυθούν επομένως οι ψευτιές πίσω από τις οποίες την κρύβουν για να μας εμποδίσουν να τη σκεφτόμαστε. Αν με κατηγορούν για απαισιοδοξία είναι γιατί αρνούμαι τη φυγή και τα ψέματα· αλλά αυτή η άρνηση περιέχει μια ελπίδα: την ελπίδα που μπορεί να στηριχτεί στην αλήθεια· αυτή είναι μια πιο αισιόδοξη αντιμετώπιση, παρά η επιλογή της αδιαφορίας, της άγνοιας, της προσποίησης. Να ξεσκεπάσω την απάτη, να πω την αλήθεια, είναι ένας από τους στόχους, που με τη μεγαλύτερη ισχυρογνωμοσύνη προσπάθησα να πετύχω μέσα από τα βιβλία μου.
Α
(Ό σ α είπαμε κι όσα κάναμε, σελ. 508).
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ειλικρίνεια δεν είναι αυτό που φαντάζεται συνήθως ο κόσμος: το θέμα δεν είναι να μεταγράψουμε τις συγκινήσεις, τις σκέψεις που μας διαπερνούν κάθε στιγμή, αλλά να δείξουμε τους ορίζοντες που δεν αγγίζουμε, που μόλις τους διακρίνουμε κι όμως είναι εκεί. ΓΓ αυτό και χρειάζεται πολλή προσπάθεια για να καταλάβει κανείς τη ζωντανή προσωπικότητα ενός συγγραφέα μέσα απ’ τα έργα του. Όσο για τον ίδιο, το έργο που αναλαμβάνει δεν έχει τέλος, γιατί καθένα απ’ τα βιβλία
Η
του λέει πάρα πολλά ή πολύ λίγα. Όσο κι αν επαναλαμβάνεται κι αν διορθώνεται για δεκάδες χρόνια, ποτέ δε θα καταφέρει να πιάσει πάνω στο χαρτί, όπως και μέσα στη σάρκα του και την καρδιά του, την πολλαπλή αλήθεια που τον κατοικεί. Συχνά η προσπάθεια που κάνει για να την πλησιάσει, δημιουργεί, στο εσωτερικό του έργου του, ένα είδος διαλεκτικής: στη δική μου περίπτωση φαίνεται καθαρά. (Η Δύναμη της Ζωής, σελ. 536).
Α δοκίμιά μου αντανακλούν τις πρακτικές επιλογές μου και τις διανοητικές μου πεποιθήσεις. Τα μυθιστορήματα, την έκπληξη στην οποία με υποχρεώνουν και η καθολική άποψη και οι λεπτομέρειες της ανθρώπινης ζωής. Ανταποκρίνονται σε δύο διαφορετικές τάξεις εμπειρίας που δεν μπορούν να μεταδοθούν με τον ίδιο τρόπο. Όμως για μένα και τα δυο αυτά είδη εμπειρίας είναι ισοδύναμα και το ίδιο αυθεντικά. Βρίσκω ότι με αντιπροσωπεύουν εξίσου, το Δεύτερο φύλο και οι Μανδαρίνοι. Αν χρησιμοποίησα δυο διαφορετικούς τρόπους για να εκφραστώ, ήταν επειδή δεν μπορούσα να κάνω διαφορετικά.
Τ
(Η Δύναμη των Πραγμάτων, σελ. 316).
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ έχει όμως την ευκαιρία να ξεφεύγει από την απολίθωση τις στιγμές που γράφει. Κάθε καινούριο μου βιβλίο είναι ένα νέο ξεκίνημα. Αμφιβάλλω, απογοητεύομαι, η δουλειά των προηγούμενων χρόνων καταρρέει, τα πρόχειρά μου χειρόγραφα είναι τόσο χαώδη ώστε μου φαίνεται αδύνατον να συνεχίσω: ώς τη στιγμή -κ ι εδώ επίσης υπάρχει τομή- που σου είναι πια αδύνατο να μην το τελειώσεις. Κάθε σελίδα, κάθε φράση, απαιτεί μια νέα έμπνευση, μια απόφαση χωρίς προηγούμενο.
Ο
(Η Δύναμη των Πραγμάτων, σελ. 629).
40/αψιερωμα ΤΑΝ νιώθω πως είμαι έτοιμη, γράφω τριακόσιες ή τετρακόσιες σελίδες μονορούφι. Αυτό είναι σκληρή δουλειά. Θέλει μεγάλη συγκέντρωση και το άχρηστο υλικό που μαζεύεις τελικά σε κάνει να θες να βάλεις τα κλάματα. Φτάνεις σ’ ένα σημείο απ’ όπου δεν μπορείς να συνεχίσεις, τα μουντζώνεις όλα και ξαναρχίζεις απ’ το άλφα. Το χαρτί είναι ακόμη λευκό, δεν μπορείς να συνεχίσεις. Ξαναρχίζω συνήθως άσχημα, έχοντας χάσει την υπομονή μου. Θέλω να τα πω όλα μαζί, η αφήγησή μου χωλαίνει, είναι χαοτική, χωρίς ζωή. Σιγά σιγά συνηθίζω στο ρυθμό του δικού μου χρόνου. Βρίσκω τον τόνο, το ρυθμό, το χρώμα που θέλω. Τότε αισθάνομαι πια άνετα. Με τη βοήθεια του πρώτου χειρογράφου, κάνω το σχέδιο του πρώτου κεφαλαίου. Αρχίζω απ’ τη σελίδα νούμερο ένα, την ξαναδιαβάζω και την ξαναγράφω λέξη προς λέξη. Διορθώνω κάθε φράση ώστε να ταιριάζει στο σύνολο, κάθε σελίδα ώστε να ταιριάζει στο κεφάλαιο. Αργότερα θα ξαναεξετάσω κάθε λέξη, σελίδα ή κεφάλαιο σε σχέση με το σύνολο του έργου. Έτσι το κάθε βιβλίο μου χρειάστηκε τρία ή τέσσερα χρόνια δουλειάς, τέσσερα οι Μανδαρίνοι, όπου δούλευα καθισμένη στο γραφείο μου έξι ή εφτά ώρες κάθε μέρα. Οι άνθρωποι έχουν συνήθως πολύ ρομαντική ιδέα για τη λογοτεχνία. Απαιτεί όμως αυτήν τη σκληρή πειθαρχία ακριβώς επειδή αποτελεί κάτι περισσότερο από επάγγελμα: είναι ένα πάθος, ή καλύτερα να πει κανείς, μια τρέλα. Βέβαια χρειάζεται κι η έμπνευση. Χωρίς αυτήν, η σκληρή δουλειά δε χρησιμεύει σε τίποτα. Όταν προκύψει ο βασικός σκελετός του βιβλίου, αφήνω τη σκέψη μου ελεύθερη. Σκέφτομαι, όχι μόνο την ώρα που κάθομαι στο γραφείο μου, αλλά όλες τις ώρες, ακόμα και τη νύχτα. Όταν τελικά μετά ένα ή δύο χρόνια υποβάλω το τελικό αποτέλεσμα στην κρίση του Σαρτρ, δεν είμαι ακόμα ικανοποιημένη αλλά ξέρω ότι οι κόποι μου πλησιάζουν στο τέλος τους. Για να ξαναβρώ την ενεργητικότητά μου χρειάζομαι και την αυστηρότητα όσο και την ενθάρρυνσή του (...). Σταματώ όταν καταλάβω, όχι βέβαια ότι το βιβλίο είναι τέλειο, αλλά ότι δεν έχω να προσθέσω σ’ αυτό ούτε λέξη.
Ο
(Η Δύναμη των Πραγμάτων, σελ. 271-273).
★ ★ ★ ★ ΠΗΡΞΑΝ και άνθρωποι που υπερασπίστηκαν το Δεύτερο φύλο: ο Φρανσί Ζανσόν, ο Ναντό, ο Μουνιέ. Προκάλεσε δημόσια αντίδραση, συζητήσεις, με φόρτωσε με απίθανο όγκο αλληλογραφίας. Λάθος διαβασμένο, λάθος κατανοητό, έφερνε αναστάτωση στα μυαλά των ανθρώπων. Όταν κλείσουν οι λογαριασμοί οριστικά, θα είναι το βιβλίο που θα μου αφήσει πιστεύω το μεγαλύτερο «ενεργητικό» ικανοποίησης. Αν με ρωτήσει κανείς αν πιστεύω ακόμα στην αξία του, δε θα διστάσω ούτε λεπτό ν’ απαντήσω: Ναι, πιστεύω πέρα για πέρα. Δεν είχα ποτέ αυταπάτες για μια μεμονωμένη αλλαγή της κατάστασης των γυναικών στον κόσμο. Το παν εξαρτάται από τη μορφή που θα πάρει η εργασία. Και η μορφή της εργασίας θ’ αλλάξει μόνο με τίμημα μια επανάσταση στην παραγωγή. Να γιατί απέφυγα να πέσω στην παγίδα του «φεμινισμού». Ούτε πρόσφερα σωτήρια φάρμακα, πανάκεια για κάθε πρόβλημα που ανέφερα. Βοήθησα όμως τουλάχιστον τις γυναίκες της εποχής μου και της γενιάς μου να αποκτήσουν συνείδηση του εαυτού τους και της κατάστασής τους. (...). Αν το βιβλίο μου βοήθησε τις γυναίκες, είναι γιατί τις εξέφρασε, κι εκείνες με τη σειρά τους του απέδωσαν τις αλήθειες του. Χάρη σ’ αυτές δεν είναι πια θέμα σκανδάλου. Τα τελευταία δέκα χρόνια κατέρρευσαν οι αντρικοί μύθοι και πολλές γυναίκες συγγραφείς με ξεπέρασαν, δείχνοντας πολύ περισσότερο θάρρος από εμένα. Πάρα πολλές κατά τη γνώμη μου περιορίζουν το θέμα τους απλώς στη σεξουαλικότητα. Τουλάχιστον τώρα, όταν γράφουν γι’ αυτήν, παρουσιάζονται σαν παρατηρήτριες, σαν ελεύθερα ενσυνείδητα υποκείμενα.
Υ
Για το Δ εύτερο Φ ύλο Simone de Beauvoir: Le Deuxieme Sexe. Paris, Gallimard, 1949.
ΑΝΑΓΚΗ να γράψω έφτανε μέχρι τις άκρες των δάχτυλων μου αλλά δεν ήξερα ούτε από πού να αρχίσω ούτε τι να γράψω. Ο Τζιακομέττι παρατήρησε ότι είχα «άγριο» ύφος. «Είναι γιατί θέλω να γράψω αλλά δεν ξέρω τι», είπα εγώ. «Άρχισε να γράφεις, και ό,τι βγει!». Ήθελα να γράψω για τον εαυτό μου. Μου είχε αρέσει Ο αιώνας τον ανθρώπου του Λεϊρίς (στην Αμερική τυπώθηκε με τίτλο Ανθρωπότητα), σπαραχτικά αυτοβιογραφικό κείμενο, που ο συγγραφέας του απογυμνωνόταν μπροστά στον αναγνώστη χωρίς να κρύβει τίποτα. Άφησα την ιδέα να ωριμάσει μέσα μου, έκανα ένα πρόχειρο σχέδιο και μίλησα γι’ αυτό στον Σαρτρ. Συνειδητοποιούσα ότι το πρώτο ερώτημα που μου τέθηκε ήταν: «Τι σημαίνει να είσαι γυναίκα;» Αρχικά πίστευα ότι η απάντηση θα ήταν εύκολη. Δεν είχα κανένα σύμπλεγμα κατωτερότητας για το φύλο μου, κανείς δε μου είχε πει: «Σκέφτεσαι έτσι γιατί είσαι γυναίκα». Η γυναικεία μου ιδιότητα μέχρι τώρα δε μου είχε γίνει ποτέ εμπόδιο ή βάρος. «Για μένα είναι σα να μη μετράει», είπα στον Σαρτρ. «Κι όμως, δε σε μεγάλωσαν όπως θα μεγάλωναν ένα αγόρι», επέμενε εκείνος. «ΙΙρέπει να σκεφτείς βαθύτερα». Σκέφτηκα και πραγματικά έγινε μέσα μου μια ανακάλυψη: ο κόσμος τούτος είναι φτιαγμένος για τους άντρες, η παιδική μου ηλικία πέρασε μέσα σε μύθους· φτιαγμένους από άντρες και δεν αντέδρασα σ’ αυτούς όπως θα είχα αντιδράσει αν ήμουν αγόρι. Με ενθουσίασε τόσο αυτή η ανακάλυψη που τροποποίησα το αρχικό μου.σχέδιο να γράψω μια προσωπική εξομολόγηση, προκειμένου να στρέψω την προσοχή μου στο ζήτημα της κατάστασης γενικότερα των γυναικών. Πήγα στην Εθνική Βιβλιοθήκη για να διαβάσω ορισμένα πράγματα και ό,τι μελέτησα εκεί ήταν οι μύθοι της θηλυκότητας.
Η
(Η Δύναμη των Πραγμάτων, σελ. 98- 99).
ΡΧΙΣΑ λοιπόν απ’ τους μύθους που έχουν δημιουργήσει οι άντρες γύρω από τη γυναίκα, σ’ όλες τις κοσμολογίες, θρησκείες, ιδεολογίες, τέχνες. Προσπάθησα να βάλω σε μία τάξη το υλικό μου που σχημάτιζε μία εικόνα ακατανόητη ακόμα για μένα. Παντού ο άντρας θεωρούσε τον εαυτό του σαν υποκείμενο και θεωρούσε τη γυναίκα σαν ένα αντικείμενο, το Άλλο. Αυτό βέβαια μπορούσε να εξηγηθεί από τις ιστορικές συνθήκες και ο Σαρτρ με συμβούλεψε να κάνω επίσης μερικές τομές στο φυσιολογικό υπόβαθρο. Η άποψή μου όμως για τους μύθους θα έμενε μετέωρη, αν δεν εξηγούσα στον κόσμο την πραγματικότητα που είχαν σαν σκοπό να κρύψουν αυτοί οι μύθοι. Βυθίστηκα
Α
42/αφιερωμα λοιπόν στη μελέτη της φυσιολογίας και της ιστορίας. Δεν περιορίστηκα σε ένα απλό απάνθισμα. Ακόμη και επιστήμονες, και των δύο φύλων, υποκύπτουν πολλές φορές στις προκαταλήψεις υπέρ του άντρα. Έπρεπε να ερευνήσω μόνη μου λοιπόν, για να βρω την αλήθεια κάτω από την επιφάνεια των ψεύτικων ερμηνειών. Από την καταβύθισή μου στα έγκατα της ιστορίας έβγαινα έχοντας σχηματίσει μερικές απόψεις που δεν είχα δει γραμμένες μέχρι τότε πουθενά: συνέδεα την ιστορία της γυναίκας με το θεσμό της κληρονομιάς, γιατί τη θεωρούσα υποπροϊόν της οικονομικής ανάπτυξης του αντρικού κόσμου. [...] Ο Λέβι-Στρος με κατηγορούσε για μερικές ανακρίβειες στα σημεία όπου μιλώ για τις πρωτόγονες κοινωνίες. Τέλειωνε μόλις το έργο του Οι δομές της συγγένειας και του ζήτησα να μου επιτρέψει να το διαβάσω. Επιβεβαίωνε τη δική μου θεωρία για τη θέση της γυναίκας σαν Άλλον. Αποδείκνυε ότι οι άντρες ήταν το κυρίαρχο φύλο, ακόμα και σ’ εκείνες τις κοινωνίες μητρικής γραμμής διαδοχής που ονομάζονται μητριαρχικές. [...] Άρχισα να βλέπω τη γυναίκα με άλλα μάτια και βάδιζα από ανακάλυψη σε ανακάλυψη. Είναι παράξενο αλλά και ερεθιστικό να ανακαλύπτεις ξαφνικά στα σαράντα σου μιαν άποψη του κόσμου που δεν είχες υποψιαστεί ώς τότε. Μία από τις παρεξηγήσεις που γέννησε το βιβλίο μου ήταν ότι αρνιόμουν την ύπαρξη κάθε διαφοράς ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα. Αντίθετα, το γράψιμο αυτού του βιβλίου με έκανε να συνειδητοποιήσω ακόμη περισσότερο τα πράγματα που τους χωρίζουν. Εκείνο που αποδείκνυα ήταν ότι οι διαφορές τους αυτές δεν προέρχονται απ’ τη φύση αλλά από τον πολιτισμό. Καταπιάστηκα να εξηγώ με λεπτομέρειες πώς είναι οι γυναίκες, από την παιδική τους ηλικία ώς τα γεράματα. Εξέταζα τις δυνατότητες που δίνει ο κόσμος στις γυναίκες, τις δυνατότητες που τους αρνείται, τα όριά τους, την καλή ή κακή τους μοίρα, τη φυγή και την αποτυχία τους. Αυτό ήταν το περιεχόμενο του δεύτερου τόμου που είχε τον τίτλο Η βιωμένη εμπειρία. Μου χρειάστηκαν μόνο δυο χρόνια για να ολοκληρώσω το έργο. Ήξερα ήδη στοιχειώδη κοινωνιολογία και ψυχολογία. Χάρη στην πανεπιστημιακή μου παιδεία, ήξερα επίσης και τη μέθοδο της επιστημονικής εργασίας. Έφτιαξα ένα εξαντλητικό ευρετήριο του τι είχε γραφεί πάνω στο θέμα, στην αγγλική και γαλλική γλώσσα. Όταν έφτασα στο δεύτερο τόμο, επωφελήθηκα επίσης και από την επαφή μου με λογής λογής ανθρώπους. Η μνήμη μου με εφόδιαζε με άφθονο υλικό. [...] Το φθινόπωρο είχα τελειώσει τον πρώτο τόμο και αποφάσισα να τον δώσω όπως ήταν στον Γκαλιμάρ. Τι τίτλο θα έβαζα όμως; Σκέφτηκα πολύ με τη βοήθεια του Σαρτρ. Αριάν, Μελονζίν: αυτός ο τίτλος δεν πήγαινε, γιατί η εργασία μου σκόπευε να καταρρίψει τους μύθους. Ένα βράδυ, ο Μποστ, ο Σαρτρ κι εγώ, στο δωμάτιό μου, σπάγαμε ώρες ολόκληρες το κεφάλι μας προτείνοντας διάφορους τίτλους. Εγώ πρότεινα Το άλλο φύλο. Ο Μποστ το διόρθωσε σε Δεύτερο φύλο, πράγμα που βρήκαμε πολύ καλό. Άρχισα λοιπόν να δουλεύω σαν την υφάντρα την καλή το δεύτερο τόμο. Ο πρώτος τόμος είχε καλή υποδοχή. Την πρώτη βδομάδα πουλήθηκαν είκοσι δύο χιλιάδες αντίτυπα. Και ο δεύτερος τόμος πούλησε καλά αλλά σόκαρε πολύ κόσμο. Το σοκ από τις αντιδράσεις και τη σύγχυση που προκάλεσαν τα κομμάτια που δημοσίευσα στους Temps Modemes, με είχε όμως σμπαραλιάσει. Δεν μπορούσα με κανέναν τρόπο να χωνέψω το χαρακτηριστικό «γαλλική σκύλα» που μου απέδιδε σε ένα άρθρο του ο Ζυλιέν Γκρακ, όπου με συνέκρινε με τον Πουανκαρέ, όταν έβγαζε λόγους στα νεκροταφεία, συγχαίροντάς με όμως συγχρόνως για το θάρρος μου. Η λέξη «θάρρος» με εξέπληττε πάντα. «Πόσο θαρραλέα είστε», μου είπε κάποτε γεμάτη θλίψη η Κλοντίν Σονέ. «Θα χάσετε όλους τους φίλους σας». Δεν πειράζει, σκέφτηκα. Αν τους χάσω, σημαίνει ότι δεν ήταν φίλοι μου. Εγώ πάντως έγραψα αυτό το βιβλίο ακριβώς όπως ήθελα αλλά χωρίς να έχω σκεφτεί ποτέ ότι έκανα κανέναν ηρωισμό. Οι άνθρωποι που ήξερα καλα, ο Σαρτρ, ο Μποστ, ο Μερλό-Ποντύ, ο Λεϊρίς, ο Τζιακομέττι και το. προσωπικό των Temps Modernes ήταν γνήσιοι δημοκράτες και σ’ αυτόν τον τομέα όπως σε όλα τ’ άλλα. Αν έγραφα μόνο γι’ αυτούς, υπήρχε φόβος να καταλήξω αραδιάζοντας ανοιχτές πόρτες. Πάντως με κατηγόρησαν ότι αυτό ακριβώς έκανα, όπως επίσης ότι παραποιούσα, παρωδούσα, παραληρούσα, παραπλανούσα. Με κατηγορούσαν για τόσα πολλά πράγματα, με κατηγορούσαν για τα πάντα! Πρώτα απ’ όλα για ασυνέπεια. Το τεύχος του Ιουνίου των Temps Modernes πουλήθηκε σαν φρέσκο ψωμάκι. Το διάβαζαν όμως με μισό μάτι. Λες και δεν είχε υπάρξει ποτέ ο Φρόυντ. Τι φεστιβάλ χυδαιότητας,
αφιερωμα/43 με το πρόσχημα ότι απαντούσαν στη δική μου δήθεν χυδαιότητα. Το παλιό εκείνο «γαλατικό πνεύμα» έτρεχε ποτάμι. Λάβαινα επώνυμες και ανώνυμες επιστολές, σάτιρες, υποδείξεις και προτροπές που μου έστελναν «πολύ δραστήριοι εκπρόσωποι του πρώτου φύλου». Ανικανοποίητη, ψυχρή, φαλλοφόρος, νυμφομανής, λεσβία, όλα αυτά ήμουν εγώ, ακόμη και ανύπαντρη μητέρα. Γίνονταν θυσία οι καημένοι, για να γιατρέψουν την ψυχρότητά μου ή να κατασιγάσουν τις εξάψεις του αιδοίου μου ή με απειλούσαν με «αποκαλύψεις» βρίζοντάς με ταυτόχρονα με τις χυδαιότερες εκφράσεις κι όλα αυτά στο όνομα του αληθινού, του καλού, του ωραίου, στ’ όνομα της υγείας και της ποίησης που είχα, λέει, τσαλαπατήσει φρικτά! Βέβαια, καταλαβαίνω πόσο βαριούνται όσοι γράφουν χυδαίες φράσεις στους τοίχους των δημόσιων αποχωρητηρίων. Καλό είναι κάπου κάπου γι’ αλλαγή να μου τις στέλνουν εμένα, ανώνυμες! Αυτά για τους φρενοβλαβείς. Εκείνος που με εξέπληξε όμως ήταν ο Μοριάκ. Έγραψε στους Temps Modernes μια επιστολή όπου ανάμεσα σε άλλα, έγραφε: «“Το πράμα” της εκδότριάς σας δεν έχει πια κανένα μυστικό από μένα τώρα που έχω διαβάσει το βιβλίο της». Αυτό δείχνει ότι στην ιδιωτική του ζωή δε φοβόταν να χρησιμοποιεί τολμηρές λέξεις. Ό ταν είδε όμως να τις χρησιμοποιώ εγώ, σοκαρίστηκε τόσο πολύ που άρχισε εκστρατεία ολόκληρη άρθρων στη Figaro litteraire, παροτρύνοντας τους νέους της Γαλλίας να καταδικάσουν την πορνογραφία και ιδιαίτερα τα βιβλία μου. Αν και οι απαντήσεις του Πουγιόν και του Κο, που έσπευσαν να με υποστηρίξουν, δε δημοσιεύτηκαν ποτέ - όπως και τόσων άλλων - βρήκα εντούτοις πολλούς υπερασπιστές. Ανάμεσα στους άλλους και τον Ντομενάχ. Οι χριστιανοί εξέφρασαν τις αντιρρήσεις τους με μαλακότερο τρόπο και νομίζω ότι η νεολαία γενικά δε φάνηκε να ενοχλήθηκε πολύ από την ελευθεροστομία μου. Ο Μοριάκ λυπήθηκε τότε πάρα πολύ. Μια αγγελική νεαρή κυρία του έστειλε, ακριβώς την κατάλληλη στιγμή, το γράμμα που του έλειπε για να κλείσει τη σειρά των άρθρων του, τόσο τέλεια υπολογισμένο για να ταιριάζει με τις απόψεις του, που το θεωρήσαμε σαν «θείο δώρο» σταλμένο σ’ αυτόν και γελάσαμε πάρα πολύ. [...]. Η βιαιότητα αυτών των επιθέσεων με έβαλε σε σκέψεις. Στους λατινικούς λαούς, ο Καθολικισμός ενθαρρύνει πάντα την αντρική τυραννία μέχρι σαδισμού πολλές φορές. Οι Ιταλοί συνήθως τη συνδυάζουν με τραχύτητα, οι Ισπανοί με αλαζονεία, η γουρουνίσια συμπεριφορά όμως, είναι αποκλειστικό προνόμιο των Γάλλων. Γιατί; κυρίως επειδή ο άντρας στη Γαλλία νιώθει τον ανταγωνισμό της γυναίκας σαν οικονομική απειλή. Η απλούστερη μέθοδος για να διασφαλίσει μια υπεροχή που δεν εγγυώνται πια τα ήθη της χώρας, είναι να εξευτελίζει τη γυναίκα. Μια ολόκληρη παράδοση χυδαιολογιών προμηθεύει ένα οπλοστάσιο υποβιβασμού της γυναίκας στο επίπεδο αποκλειστικά σεξουαλικού αντικειμένου: ανέκδοτα, φωτογραφίες, το ίδιο το λεξιλόγιο. Η γουρουνίσια συμπεριφορά είναι η παλιά γαλλική ελευθεριότητα των πικραμένων και απογοητευμένων αρσενικών. Το Νοέμβρη οι κριτικοί εξαγριωμένοι ύψωσαν πάλι τα σπαθιά τους. Καμιά διαφωνία μεταξύ τους: οι γυναίκες ήταν πάντα ίσες με τους άντρες, ποτέ δεν ήταν κατώτερες, όλα όσα έλεγα ήταν κοινοτυπίες, δεν υπήρχε κόκκος αλήθειας σ’ ολόκληρο το βιβλίο. Στην Ελευθερία τον Πνεύματος ο Μπουαντέφφρ και ο Νιμιέ συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλο σε ανοησίες: Ήμουν ένα καημένο νευρωτικό κορίτσι, καταπιεσμένο, απελπισμένο, απογοητευμένο από τη ζωή, μια αντρογυναίκα που ποτέ δεν της έτυχε ένας εραστής της προκοπής, ζηλιάρα, πικραμένη, γεμάτη συμπλέγματα απέναντι στους άντρες, φθονερά απέναντι στις γυναίκες. Ο Ζαν Γκυττόν έγραψε με μεγάλη χριστιανική κατανόηση ότι το Δεύτερο φύλο τον πόνεσε ψυχικά, γιατί μπορούσε να διακρίνει καθαρά μέσα από τις γραμμές του την πορεία της δυστυχισμένης ζωής μου. Ο Αρμάν Χουγκ προχώρησε ακόμη περισσότερο: «Ταπεινωμένη απ’ τη γυναικεία της κατάσταση, συνειδητοποιώντας με αγωνία το γεγονός ότι στα μάτια των αντρών ήταν αιχμάλωτη της κατάστασής της, απέρριπτε τόσο τα μάτια τους όσο και την κατάστασή της». Αυτό το θέμα της ταπείνωσής μου απασχόλησε πολλούς κριτικούς, τόσο σίγουρους για την αρσενική ανωτερότητά τους, που δεν μπορούσαν να χωνέψουν ότι η κατάστασή μου δεν ήταν ποτέ επαχθής. Ο άντρας που εγώ τοποθετούσα πάνω από όλους τους άλλους δε με θεωρούσε κατώτερη απ’ τους άντρες. Είχα πολλούς φίλους του αντίθετου φύλου στα μάτια των οποίων όχι μόνο δεν ήμουν αιχμάλωτη αλλά με αναγνώριζαν σαν ανθρώπινο πλάσμα με δικαιώματα. Αυτή η ομολογουμένως καλή τύχη με είχε προφυλάξει από την πικρία και τα οργισμένα συναισθήματα άλλων γυναικών. Οι αναγνώστες μου θα ξέρουν
44/αφιερωμα επίσης ότι τέτοια συναισθήματα δεν είχα ούτε στην παιδική ή την εφηβική. Λιγότερο προικισμένοι αναγνώστες πίστευαν ότι έπασχα από μισογυνισμό κι ότι, ενώ υποτίθεται ότι υπερασπιζόμουν τις γυναίκες, στην πραγματικότητα τους έσκαβα το λάκκο. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Δεν τις ανεβάζω βέβαια στα ουράνια κι έχω ανατομήσει όλα τα ελαττώματα εκείνα που γεννά η φύση τους, έχω όμως προβάλει επίσης τα προτερήματα και τις χάρες τους. Αφιέρωσα στοργή σε πάρα πολλές γυναίκες και δεν μπορώ να τις προδώσω τώρα θεωρώντας τον εαυτό μου ένα είδος «επίτιμου αρσενικού». Ούτε ποτέ με πλήγωσαν οι ματιές τους. Στην πραγματικότητα μέχρι την έκδοση του Δεύτερον φύλου δε με αντιμετώπισαν ποτέ με σαρκασμό. Μετά απ’ αυτό, με χτυπούσαν σαν γυναίκα, γιατί πίστευαν οι εχθροί μου ότι αυτό το σημείο ήταν η «αχίλλεια πτέρνα» μου. Ήξερα όμως πάρα πολύ καλά ότι αυτή η επίθεση στρεφόταν εναντίον των ηθικών και κοινωνικών μου πεποιθήσεων. [...]. Ακόμα κι ανάμεσα στους φίλους μου σήκωσα σωστή θύελλα. Ο Καμύ με κατηγόρησε ότι εμφανίζω τον άντρα στη Γαλλία γελοίο. Μεσογειακός, με σπανιόλικη υπεροψία, θα ανεχόταν την ισότητα της γυναίκας μόνο όσο περιοριζόταν στο δικό της ιδιαίτερο πεδίο δράσης. Ο άντρας για κείνον ήταν, όπως είχε πει και ο Τζορτζ Όργουελ, πιο ίσος απ’ την ίση του γυναίκα. Κάποτε ομολόγησε αδίστακτα μπροστά μας ότι δεν του άρεσε η ιδέα να τον κρίνει, να τον ζυγίσει μια γυναίκα: εκείνη έπρεπε να είναι αντικείμενο, εκείνος το μάτι και η συνείδηση. Γελούσε μ’ αυτά, αλλά είναι αλήθεια ότι δε δεχόταν την αμοιβαιότητα. Τελικά μου είπε με μια ξαφνική θέρμη στη φωνή του: «Ξέρεις, σου ξέφυγε ένα σπουδαίο επιχείρημα: κι ο ίδιος ο άντρας πάσχει επειδή δε βρίσκει έναν αληθινό σύντροφο στη γυναίκα. Κι ο ίδιος επιζητά την ισότητα». [...]. Η Δεξιά δεν μπορούσε παρά να μισήσει αυτό το βιβλίο, που φυσικά το Βατικανό περιέλαβε αμέσως στη μαύρη λίστα του. Είχα την ελπίδα ότι η άκρα Αριστερά τουλάχιστον θα το υποδεχόταν καλά. Η Μαρί-Λουίζ Μπαρρόν περιορίστηκε να πει από τις στήλες των Lettres fraiwjaises ότι το Δεύτερο φύλο θα μπορούσε τουλάχιστον να αποτελέσει ένα ερέθισμα για τις εργάτριες του Μπιλιανκούρ, πράγμα το οποίο, κατά την Κολέτ Οντρύ στην «επιθεώρηση της κριτικής» που έγραφε για την Combat, αποκάλυπτε μια πολύ χαμηλή εκτίμηση για τις εργάτριες του Μπιλλιανκούρ. Όσο για την Action, αυτή μου αφιέρωσε ένα ανώνυμο ελεεινό άρθρο, δίπλα στη φωτογραφία μιας γυναίκας στην αγκαλιά ενός πιθήκου. Οι μη σταλινικοί μαρξιστές δεν κράτησαν πολύ καλύτερη στάση. Έδωσα μια διάλεξη στην Εκόλ Εμανσιπέ όπου άκουσα την εξής άποψη: «Όταν θριαμβεύσει η Επανάσταση, το πρόβλημα της γυναίκας δε θα υπάρχει πια». Στο μεταξύ όμως φαίνεται ότι το παρόν δεν τους απασχολούσε. Οι εχθροί μου καλλιεργούσαν πλήθος σκόπιμες παρεξηγήσεις και παρερμηνείες του βιβλίου μου. Πάνω απ’ όλα μου επιτέθηκαν για τις απόψεις που εξέφραζα στο κεφάλαιο για τη μητρότητα. Πολλοί μου έγραφαν ότι δεν έχω δικαίωμα να μιλάω για τις γυναίκες μια κι εγώ δεν είχα γίνει μητέρα. Ούτε εκείνοι όμως. Πάντως υποστήριζαν τις απόψεις τους ενάντια στις δικές μου. Είπαν ότι αρνιόμουν να αποδώσω την πρέπουσα αξία στο μητρικό ένστικτο και στην αγάπη. Αυτό δεν ήταν αλήθεια. Ζητούσα απλώς να τ’ ασκούν οι γυναίκες με ειλικρίνεια και ελευθερία, αντί να τα χρησιμοποιούν, όπως γίνεται συχνά, σαν πρόσχημα και καταφύγιο. Με κατηγορούσαν ότι προπαγάνδιζα τη σεξουαλική αποχαλίνωση. Μα εγώ δε συμβούλεψα ποτέ κανέναν να κοιμηθεί με οποιονδήποτε, οποτεδήποτε. Η γνώμη μου πάνω στο θέμα αυτό ήταν ότι κάθε επιλογή, κατάφαση και άρνηση πρέπει να γίνεται ανεξάρτητα από θεσμούς, προκαταλήψεις και κίνητρα προσωπικού συμφέροντος. Αν οι αιτίες του δεν είναι της ίδιας κατηγορίας με την πράξη, τότε το μόνο αποτέλεσμα είναι ψεύδος, διαστροφή, ακρωτηριασμός της προσωπικότητας. Αφιέρωσα ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο πρόβλημα της άμβλωσης. Ο Σαρτρ είχε γράψει γι’ αυτό στην Ηλικία της λογικής κι εγώ στο Αίμα των άλλων. Άνθρωποι έφταναν κάθε μέρα στα γραφεία των Temps Modernes και ενοχλούσαν τη κ. Σορμπέ, τη γραμματέα μας, ζητώντας της «διευθύνσεις». Θύμωνε τόσο πολύ ώστε μια μέρα σκάρωσε ένα πρόχειρο πόστερ και το κρέμασε στον τοίχο: «Το κάνουμε εδώ “αυτό” , επιτόπου, μόνες μας». Αποσπάσματα απ’ το βιβλίο: Η Δύναμη των Πραγμάτων Μετάφραση: Επιλογή κειμένων: Μαρίνα Λώμη
Μια γνώμη του Σαρτρ για την Μπωβουάρ «Τη βρίσκω όμορφη, πάντα την έβρισκα όμορφη, ακόμα κι όταν φορούσε στο κεφάλι της ένα φριχτό καπέλο, τότε που τη γνώρισα. Ήθελα οπωσδήποτε να τη γνωρίσω γιατί ήταν όμορφη (...). Το θαυμαστό πράγμα στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ είναι πως έχει την εξυπνάδα του άντρα (και το βλέπετε από τον τρόπο που μιλάω εδώ πως είμαι λιγάκι δουλέμπορος) και την ευαισθησία της γυναίκας. Βρήκα δηλαδή στη Σιμόν ντε Μπωβουάρ ό,τι μπορούσα να επιθυμήσω (...). »Είναι πολύ δύσκολο να πει κανείς το τι χρωστάει σε κάποιον άνθρωπο. Από κάποια άποψη μπορώ να πω πως της χρωστάω τα πάντα. Από μια άλλη άποψη, φυσικά, θα έγραφα ακόμα κι αν δεν είχε υπάρξει, γιατί το ήθελα. Αλλά πώς γίνεται η απόλυτη εμπιστοσύνη που είχα πάντοτε σ’ εκείνην να μου δίνει πάντα μιαν απόλυτη ασφάλεια, μιαν ασφάλεια που θά ’πρεπε να είμαι τρελός από μεγαλομανία (...). για να την έχω μόνος μου; Όταν της δείχνω ένα γραφτό, πράγμα που κάνω πάντοτε, και με κριτικάρει, στην αρχή θυμώνω και τη βρίζω. Μετά όμως δέχομαι πάντα την κριτική της. »Όταν μου έχει δώσει κατά κάποιο τρόπο την “άδεια τυπώματος” , της έχω απόλυτη εμπιστοσύνη και ποτέ οι κριτικές των άλλων δε μ’ έκαναν ν’ αλλάξω γνώμη πάνω σε κάτι που έχω κάνει. Σε κάποιο μέτρο μπορεί να πει κανείς πως γράφω για κείνην, ή καλύτερα για να φιλτράρει αυτό που γράφω (...). »Η σχέση της με τον εαυτό της είναι πολύ δίκαιη. Αυτή η απόσταση από τον εαυτό της δεν είναι απλώς θέμα λογοτεχνίας, είναι θέμα ζωής (...). Σκέφτεται αυτό που βρίσκεται απέναντι της. Μπορεί να είναι η έρημος και τότε θα νιώσει την έρημο. Ο Κάστορας έχει έναν αυθορμητισμό όσο γίνεται πιο απαλλαγμένο από οποιαδήποτε αλλοτρίωση, από την επιθυμία να επιδειχτεί ή να διατηρήσει, να κρατήσει κάτι. Με άλλα λόγια έναν αυθορμητισμό που πάει προς τον άλλον γιατί είναι ελεύθερη με τον εαυτό της». (Συνομιλία καταγραμένη από τη Madeleine Gobeil για το περιοδικό Vogue, Ιούλιος 1965, αμερικανική έκδοση και χρησιμοποιημένη από τον Francis Jeanson στο βιβλίο του «Ο Σαρτρ στη ζωή του» εκδόσεις Le Seuil, 1974, σελ. 235-237). «Όταν γνώρισα τη Σιμόν ντε Μπωβουάρ, είχα την εντύπωση ότι είχα μαζί της την καλύτερη σχέση που μπορούσα να έχω με κάποιον. Την πιο ολοκληρωμένη σχέση... Αυτή η ολοκληρωμένη σχέση δημιουργούσε μια βαθιά ισοτιμία στις επαφές μας. Είμαστε ίσοι ο ένας για τον άλλον, και δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε κάτι διαφορετικό. Είχα βρει μια γυναίκα ίση μ’ αυτό που ήμουν εγώ σαν άνδρας (...). «Νιώσαμε ο ένας τον άλλο σα να είμαστε ιδιαίτερα όμοιοι.... Στην πραγματικότητα, δεν έχω μιλήσει για τις θεωρίες μου παρά σε κείνην».
46/αψιερωμα
Ελένη Κονδύλη
Αυτοτελείς εκδόσεις της Μπωβουάρ στα ελληνικά 6. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Το αίμα των άλλων. Μυθι στόρημα. Μετάφραση Γεωργίας Αλεξίου. Γλάρος. <Ξένη Πεζογραφία - 7 > . Α θήνα, 1978. 21 X 14. σελ. 236. 7. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Οι ωραίες εικόνες. Μετά φραση Νταίζης Εξαρχοπούλου-Καγκελάρη. Γλά ρος. <Ξένη Πεζογραφία - 8 > . Αθήνα, 1978. 21 X 14. σελ. 174. 8. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Έ νας πολύ γλυκός θάνα τος. Μετάφραση Γεωργίας Αλεξίου. Γλάρος. <Ξένη Πεζογραφία - 9 > . Α θήνα, 1979. 20 X 14. σελ. 98. 9. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Ο μονόλογος μιας γυναί κας. Μετάφραση Ευδοκίας Παπαγκίκα. Γλάρος. <Ξένη Πεζογραφία - 10>. Α θήνα, 1979. 21X 14. σελ. 40.
1. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Το δεύτερο φύλο. Μετά φραση Κυριάκου Σιμόπουλου. Κυψέλη. Συνεται ρισμός εκδόσεως και διαθέσεως βιβλίου. Ο.Ε. Αθήνα 1958. 23,5 χ 15,5. σελ. 687 (+ 3 με πρόλογο του Κ.Θ. Σιμόπουλου). 2. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Οι Μανδαρίνοι. Μυθιστό ρημα. Μετάφραση Παναγιώτη Μελέτη. Μ αίαν δρος. Αθήνα, 1961. 22 X 16 σελ. 602. *3. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Τα άχρηστα στόματα. Θεα τρικό έργο σε δύο πράξεις και οχτώ σκηνές. Μετά φραση Αθηνάς Γιόκαρη. Ερμείας. Αθήνα, 1970. *4. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Το δεύτερο φύλλο [(sic)]. Μετάφραση Κυριάκου Σιμόπουλου. Γενική επιμέ λεια ύλης και καλλιτεχνική Τάσσου Μιχαλακέα. Επιλογή εγχρώμων εικόνων Χρήστου Παπαγεωργίου. Εκδόσεις Πάνου Σμυρνιώτη. Α θήνα, 1972. 5.
Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Προδομένη γυναίκα. Δια κριτική ηλικία. Δύο νουβέλες για τη γυναίκα. Με τάφραση Γεωργίας Αλεξίου. Γλάρος. <Ξένη Π εζο γραφία - 5 > . Αθήνα, 1977. 20 X 14. σελ. 197.
10. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η καλεσμένη. Μυθιστόρη μα. Μετάφραση Γεωργίας Αλεξίου. Γλάρος. <Ξένη Πεζογραφία - 11>. Α θήνα, 1979. 21 x 14. σελ. 467. 11. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Το δεύτερο φύλο. Μετά φραση Κυριάκου Σιμόπουλου. Επιμέλεια Απόστο λου Χρυσόπουλου. Γλάρος. < Ανθρωπιστικές Επι στήμες - 3 > . Αθήνα, 1979. 20 X 14. σελ. 743. 12. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Οι αναμνήσεις μιας καθωσ πρέπει κόρης. Ο πρώτος τόμος μιας μεγάλης αυ τοβιογραφίας. Μετάφραση Λέανδρου Πολενάκη. Γλάρος. < Αυτοβιογραφίες - 1>. Αθήνα, 1979. 20 χ 19. σελ. 424 (Σελ. 424: Αναφορές). 13. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Ό λ ο ι οι άνθρωποι είναι θνητοί. Μυθιστόρημα. Μετάφραση Μαρίνας Λώμη. Γλάρος. <Ξένη Πεζογραφία - 17>. Αθήνα, 1979. 21 χ 14. σελ. 358. 14. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Μπροστά στο φακό. Μια ταινία της Ζοζέ Νταγιάν και της Μάλκα Ριμπόβκα. Μετάφραση Ευδοκίας Παπαγκίκα. Γλάρος. <Τηλεπαρουσιάσεις - 1> . Αθήνα, 1979. 21 χ 14. σελ. 87. (Το κείμενο είναι πλήρης καταγραφή της ηχητικής
αφιερωμα/47 αποτύπωσης της ταινίας των Νταγιάν, Ριμπόβκα που γυρίστηκε τον Απρίλη του 1978 στο Παρίσι, τη Ρώμη, τη Βενετία, τη Ρουέν και τη Μασσαλία. Σελ. 88-96: φωτογραφίες).
τερος τόμος μιας μεγάλης αυτοβιογραφίας. Μετά φραση Μαρίνας Λώμη. Γλάρος. < Αυτοβιογραφίες - 2 > . χ.χ. 20 X 14. σελ. 536 (+5: ΒιβλιογραφίαΑναφορές).
15. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Μήπως πρέπει να κάψουμε τον Μαρκήσιο ντε Σαντ; Μετάφραση Εβελίνας Χατζηδάκη. Γλάρος. < Δ οκίμ ια -1 > . Α θήνα, 1980. 21 X 14. σελ. 139. .
27. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Πύρρος και Κυνέας. Δοκί μιο Φιλοσοφίας. Μετάφραση Εβελίνας Χατζηδά κη. Γλάρος. <Σειρά Φιλοσοφίας - 3 > . χ.χ. 20 x 13,5. σελ. 101.
16. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Ό τα ν το πνεύμα κυριαρχεί. Μυθιστόρημα. Μετάφραση Αλίκης Βρανά. Γλά ρος. <Ξένη Πεζογραφία-18>. Αθήνα, 1980. 20 X 14. σελ. 215.
28. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η μεγάλη πορεία. Μετά φραση Δημήτρη Κωστελένου. [Υπό έκδοση].
17. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Τα γηρατειά. Μετάφραση Έλη Έμκε. Γλάρος. <Ανθρωπιστικές Επιστήμες 9 > . Α θήνα, 1980. 21 X 14. σελ. 569.
Σημείωση
18. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η Αμερική από μέρα σε μέ ρα. Μετάφραση Αλίκης Βρανά, Ντίνου Κουμπάτη. Γλάρος. <Ταξιδιωτικά - 1>. Α θήνα, 1981. 21 x 14. σελ. 328. 19. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Οι Μανδαρίνοι. Μετάφρα ση Ζωρζ Σαρή. Γλάρος. <Ξένη Πεζογραφία 19>. Αθήνα, 1982. 20 X 14. σελ. 683. 20. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η δύναμη των πραγμάτων. Μετάφραση Λέανδρου Πολενάκη. Γλάρος. <Αυτοβιογραφίες - 3 > . Α θήνα, 1982. 20 χ 14. σελ. 632. 21. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Ό σ α είπαμε κι όσα κάναμε. Μετάφραση Εβελίνας Χατζιδάκι. Γλάρος. <Αυτοβιογραφίες - 4 > . Αθήνα, 1982. 21 χ 14. σελ. 509. 22. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η τελετή του αποχαιρετι σμού. Μετάφραση Δημήτρη Κωστελένου. Πρόλο γος Κώστα Σταματίου. Γλάρος. <Χρονικά/Εκτιμήσεις - 4 > . Α θήνα, 1982. 21 χ 14. σελ. 485. (Μέρος Α '. Σελ: I-V: «Τα στερνά του Ζαν-Π ωλ Σαρτρ ή τα όρια της Ελευθερίας» του Κ. Σταμα τίου. Σελ. VI-XV: «Ζαν-Π ωλ Σαρτρ: Η συνείδηση της εποχής του» του Κ. Σταματίου. Σελ. 9-138: Η τελετή του αποχαιρετισμού). Μέρος Β'. Σελ: 143-485: Οι συνομιλίες της Σιμόν ντε Μπωβουάρ με τον Ζαν-Π ωλ απομαγνητοφωνη μένες. Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1974. Σελ. 487-490: Σημειώσεις-Αναφορές). 23. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Για μια ηθική της αμφισβή τησης. Μετάφραση Καρίνας Λάμψα. Γλάρος. < Ξένο δοκίμιο - 3 > . Αθήνα, 1984. 20 X 14. σελ. 138. 24. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η σκέψη της δεξιάς σήμερα. Δοκίμιο. Μετάφραση Εβελίνας Χατζηδάκη. Γλά ρος. <Φιλοσοφία, ιδεολογία - 1 > . Α θήνα, 1985. 20 X 13,5. σελ. 121. 25. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Οι γυναίκες θα νικήσουν. Συνέντευξη στην Εύα Νικολαίδου και μήνυμα στις Ελληνίδες. Γλάρος. <Συνεντεύξεις/μαρτυρίες 1> . Αθήνα, 1985. 20 x 14. σελ. 91. 26. Σιμόν ντε Μπωβουάρ. Η δύναμη της ζωής. Ο δεύ
Στα βιβλία των οποίων τα λήμματα σημειώνονται με αστερίσκο δεν έχει γίνει αυτοψία. Ε.Κ.
26 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Με χιλιάδες βιβλία ιστορικά, λογοτεχνικά, πολιτικά, οικονομικά, λεξικά κ,ά. απά 30 δραχμές
ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ Αριστοτέλους ^Εγνατίας 150
ΤΟ ΚΑΤΒΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Αριστοτέλους 6*Τηλ. 27.18.53
ΤΟ ΣΠΙΤΑΚΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ Καρόλου Νιηλ 3*Τηλ. 23.97.46 Το μοναδικό παιδικά βιβλιοπωλείο
ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ
α ν ο ίξ α μ ε το π ιο όμορφο β ιβλιοπω λείο οτη ν Α θ ή ν α , έ χο υ μ ε ό,τι βιβλίο φ α ν τ α σ τ ε ίτ ε , θ α υ μ ά σ ιες κ ά ρ τ ε ς και π ε ρ ιο δ ικ ά , έ ν α ν α να π α υ τικ ό κ α ν α π έ , κ ερ νά μ ε κ α φ έ, χα ρ ίζο υ μ ε α φ ίσ ες και Οας δ ίνουμ ε φ α ν τ α σ τ ικ έ ς ιδ έ ε ς γ ια δώρα. Ε λ ά τε ν α γνω ριστούμ ε .
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Χαρ. Τρικούπη 6-10 (είσοδος και από στοά Χατζηχρήστου) Μέσα στο εμπορικό κέντρο ATRIUM (ΙΣΟΓΕΙΟ) ΤΗΛ. 3623144
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
επιλογή δείγματα δουλικού μιμητισμού και υποτέλειας Γ1ΑΝΝΗ ΚΑΛΙΟΡΗ: Ο γλωσσικός αφελληνισμός. Πέραν τον μισοξενισμον και της υποτέλειας. Αθήνα, Πολντνπο, 1984. Σελ. 100.
Σε καιρούς όπου ενεδρεύει η έκπτωση, με εφόδους κάθε τόσο, ιδιαίτερα, δυστυχώς, νικηφόρες και οι κώδωνες του κινδύνου ακούγονται όλο και λιγότερο ηχηροί και σπάνιοι, πονήματα σαν του γνωστού φιλόλογου και μελετητή Γιάννη Καλιόρη έρχονται αφενός να ανακουφίσουν, αφετέρου να προβληματίσουν και να προκαλέσουν βαθιές ανησυχίες. Και αναφερόμαστε στο τελευταίο του βιβλίο «Ο γλωσσικός αφελληνισμός -Πέραν του μισοξενισμού και της υποτέλειας». Ο Γιάννης Καλιόρης καταπιάνεται μ’ ένα επίμαχο και άξιο, όχι απλά προσοχής, αλλά και αγωνίας θέμα, αφού εγγράφεται στους κινδύνους εκείνους οι οποίοι συνεχώς προλει αίνουν το έδαφος της γενικότερης περιρρέουσας έκπτωσης των ηθών μας, σ’ όλα τα πεδία του κοινωνι κού μας γίγνεσθαι. Της αλλοίωσης της νεοελληνικής γλώσσας λόγω της βάρβαρης, ανελέητης, α νέξο δης και σταδιακά, αλλά γοργά, επερχόμενης άλωσής της από τις ξένες γλώσσες και προπαντός από την αγγλική. Έχοντας πλήρη συ νείδηση ο συγγραφέας τι σημαίνει γλώσσα, ως έναν από τους βασι κούς ιστούς, οι οποίοι συνιστούν την ιδεολογία και το καθ’ ημέραν ήθος ενός λαού, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τις επιπτώσεις της αποσυνάρτησής της από την εθνική συνείδηση με την αποπτώχευση και τον αφελληνισμό της, προχωρεί σε
μια εκτεταμένη «Περιδιάβαση στην περιπτωσιολογία» -όπω ς τιτλοφο ρείται το δεύτερο κεφάλαιο του 6ιΕκεί πραγματικά ο αναγνώστης θαυμάζει το ζήλο και την υπομονή του συγγραφέα να παρατηρήσει και περισυλλέξει δείγματα περι πτώσεων που αντιπροσωπεύουν όλο το φάσμα του φαινομένου το οποίο εξετάζει. Τα δείγματα αυτά ο συγγραφέας ταξινομεί και κατα τάσσει σε πέντε υποκατηγορίες με τους ανάλογους σχολιασμούς. Έ τσι στην «Αβασάνιστη λεξιλογι κή δανειοληψία» παραθέτονται δείγματα τα οποία καταδείχνουν τον αφελληνισμό ο οπ οίος εκδηλώ νεται «είτε με αδικαιολόγητη εκνίκηση της ελληνικής λέξης από την ξένη, είτε με εξίσου αδικαιολόγητη παράζευξη της ξένης και της ελλη νικής σε έννοια ταυτόσημη». Στη «Μορφολσγική ανυποταξία» ο συγ-
γραφέας παραθέτει τύπους με μορφολογικές ενεργητικές αποκλίσεις. Στη «διατήρηση, ή αναπαραγωγή εν παραλλαγαίς της ξένης προφο ράς» θίγεται η ενεργητική μορφή του αφελληνισμού στη φωνητική της υφή. Ιδιαίτερο βάρος δίνει ο συγγραφέας - από εδώ και τα π ε ρισσότερα παραδείγματαστο υποκεφάλαιο «Διατήρηση της λατι νικής γραφής των ξένων κυρίως ονομάτων, όρων, λέξεων κλπ», πα ρουσιάζοντας την έκταση που έχει πάρει το φαινόμενο, σε σημείο ώστε να αιτείται από ορισμένους διανοούμενους η αντικατάσταση του ελληνικού αλφαβήτου από το λατινικό. Τα παραδείγματά του εδώ ο Καλιόρης αντλεί όχι μόνον από τον δρόμο και την αγορά, όπου βρίθουν, αλλά κι από συγ γράμματα σοβαρών επιστημόνων, δοκίμια λογοτεχνών, εγχειρίδια σχολικά μέχρι και διατάγματα κυ βερνητικά δημοσιευμένα στην Εφη μερίδα της Κυβέρνησης. Και τέλος στο υποκεφάλαιο «Ποικίλοι ανώ φελοι ξενισμοί» ο συγγραφέας ωθείται από τα ίδια του τα στοι χεία να επισημάνει ότι «αυτή τη στιγμή έvαc καταιγιστικός κι ακα τάσχετος αγγλολεόαντινισμός, ό πως προσφυώς τον έχουν χαρακτη ρίσει, εκτοπίζει τον παλιό φράγκο-
50/οδηγος λεβαντινισμό...» Το κεφάλαιο αυτό του βιβλίου του Καλιόρη και τα όσα περιέχει αποκαλύπτουν τον βαθμό της υποτέλειάς μας μέσω του δουλικού μι μητισμού και της συμπλεγματικής αντιμετώπισης των ξένων γλωσσών - βλέπε ηθών. Ο Καλιόρης κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, γρά φοντας χαρακτηριστικά ότι η κα τάσταση δεν φαίνεται να απασχο λεί τους ιθύνοντες «που νομίζουν πως η ουσία βρίσκεται στα ελγίνεια μάρμαρα, μη βλέποντας πως αν κά ποτε ευοδωθεί ο επαναπατρισμός τους δεν θα έχουμε ούτε γλώσσα δική μας ούτε δικό μας πρόσωπο να τα οικειωθούμε, γιατί όταν θα περιέλθουν σε μας, εμείς θα έχουμε πλέον μεταναστεύσει στην Αγγλία
αποβαίνοντες κατάλληλοι μόνον για την τουριστική τούς αξιοποίη ση». Αλλά ο Καλιόρης επισημαίνοντας τον ραγδαίο αφελληνισμό της νεολληνικής και ανατρέχοντας σε συγκεκριμένες ενέργειες που έγιναν πρόσφατα στη Γαλλία για τη διά σωση της γαλλικής από τον εξαγγλισμό της, δεν φτάνει στην ακρό τητα και στην επίσης επικίνδυνη άποψη της καθαρότητας της γλώσ σας και της στεγανοποίησής της από κάθε δημιουργική πρόσμειξή της με ξένα γλωσσικά στοιχεία. Στο τρίτο και τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του «Πέραν του μισοξενισμού» γράφει: «Το μέγεθος του κινδύνου δεν πρέπει να οδηγήσει στην υπερβολή μιας βιαστικής και
άκρατης ξενηλασίας που δεν είναι ούτε εφικτή, ούτε ευκταία, αλλ’ ού τε δείγμα εθνικής υγείας. Γιατί αν η άκριτη ξενομανία και ο αβασάνι στος μιμητισμός αποτελούν εκδη λώσεις του πλέγματος εθνικής μειο νεξίας, η ξενηλατούσα πρωχοαλαζονεία μιας αγέρωχης αυτάρκειας συνιστά την άλλη όψη του ίδιου ακριβώς νομίσματος και αποκαλύ πτει έλλειψη βαθύτερης αυτοπεποί θησης». Τέλος ο συγγραφέας, κλείνοντας το πόνημά του, επιχειρεί μια σειρά προτάσεων-προσκλήσεων προς την ίδια την Πολιτεία για την αντιμε τώπιση του φαινομένου, με τη δια μόρφωση μιας υπεύθυνης γλωσσι κής πολιτικής και με ενέργειες ανά λογες με της γαλλικής. ΕΛΕΝΑ ΧΟΥΖΟΥΡΗ
ο θαυμαστός Καππαδόκας Βασίλειος Ακριτης Βασίλειος Διγενής Ακριτης (κατά το χειρόγραφο τον Εσκοριάλ) και Το άσμα τον Αρμονρη. Κριτική έκ δοση, Εισαγωγή, Σημειώσεις, Γλωσσάριο Σ τνλιανός Αλέξιον,
Καθηγητής τον Πανεπιστημίον Κρήτης. Φιλολογική Βιβλιοθήκη-5, Ερμής, Αθήνα 1985, σσ.ρμβ' II σχέόιο/1 λενκή/292 18 εικόνεςΙΙ χάρτης. 8ο.
Ανάμεσα στα έργα της άγνωστης μεσαιωνικής γραμματείας μας -γνωστής μόνο στους ειδικούς επιστήμονες κατά το μεγαλύτερο μέρος- σημαντική θέση κατέχει το έπος «Βασίλειος Διγενής Ακρι της», που εκδόθηκε πρόσφατα, μια πρόδρομη δημώδης ποιητική εξιστόρηση του βίου και των κατορθωμάτων του μυθικού ήρωα της ακραίας βυζαντινής αυτοκρατορίας. Το έργο, συνταγμένο τον 12.αι. από άγνωστο ποιητή, κινείται μέσα στο ιστορικό πλαίσιο του 10 αι. και διασώζει στοιχεία σημαντικά των ελληνοαραβικών σχέσεων εκείνου του καιρού, όταν οι Ρωμαίοι, δηλαδή οι ελληνό φωνοι Χριστιανοί της βυζαντινής Μικράς Ασίας, και προπαντός εκείνοι των ακραίων περιοχών της Ευφρατησίας, βρίσκονταν σε μια συνεχή συμφιλιωτική, με τις αναπόφευκτες εκροές, πολιτιστι κές, φυλετικές, ιστορικές κι από τις δυο πλευρές. Το έπος, ξεπερνώντας αυτές τις διαφορές, αλλά και τις επιδράσεις, διαμορφώνει έναν καλλιτεχνικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης ιστορικής στιγ μής και του ιστορικού χώρου και, ενσωματώνοντας τα στοιχεία της εποχής που συντάχθηκε, ανατρέχει με φυσικότητα στο παρελ θόν του επικού μύθου. Η σημασία του ποιήματος είναι από κάθε άποψη βαρύνουσα: ιστορική, γλωσσική, κοινωνική, γραμματολο γική. Κι όχι μόνο αυτού, αλλά κυρίως, και περισσότερο από λογο τεχνική άποψη, του τραγουδιού «Του Αρμούρη», που συνάπτεται στην έκδοση και αποτελεί μια θαυμάσια ποιητική σύνθεση, που ο δημιουργός της παραμένει και γι’ αυτήν άγνωστος.
Κι όμως, αυτά τα σημαντικά έργα καθώς και τα άλλα της μεσαιωνι κής μας γραμματείας, τα πριν και τα μετά, ποιητικά και πεζά, τα έρ γα της εποχής της Τουρκοκρατίας και τα έργα των διδασκάλων του Γένους, που είναι «λίθοι εις κεφα λήν γωνίας» του πνευματικού μας πολιτισμού, - είναι άγνωστα στο λαό. Α πό την πολιτεία, που αναλί σκεται σε εκδηλώσεις που δεν αγγί ζουν ούτε προωθούν την αισθητική παιδεία του λαού, δεν υπάρχουν ενδείξεις πως έχει προγραμματιστεί μια έκδοση των κεφαλαιωδών κει μένων της γραμματείας μας. Περι μένουμε μόνο την πρωτοβουλία και τον πατριωτισμό κάποιων επιστη μόνων και τη συγκατάβαση κά ποιων εκδοτών ή αφήνουμε την κληρονομιά μας στη μελέτη των ξέ νων, που τόσες φορές την έχουν παρεξηγήσει, σκόπιμα ή μη, και που χρειάζεται ύστερα τόσος κό πος για ν ’ αποκατασταθούν τα πράγματα, αν αυτό κατορθώνεται
οδηγος/51 κάποτε. Ή , ακόμα χειρότερα, επα ναπαυόμαστε στη χορηγία κάποιου ξένου ιδρύματος για να γνωρίσου με τα έργα της παλιότερης γραμμα τείας μας μέσ' από βραχύβιες κατά κανόνα προσπάθειες. Κι όλ’ αυτά γίνονται χωρίς την κατάλληλη πο λιτιστική υποδομή και χωρίς πρό γραμμα και σχεδίασμά από μέρους του μόνου αρμόδιου φορέα, της πολιτείας. Η Αθήνα πολιτιστική πρωτεύουσα για φέτο -η Ευρώπη μας έκαμε αυτή τη μεγαλόψυχη π α ραχώρηση! Μα η Αθήνα, η ενδοξό τερη πόλη του κόσμου, που τώρα κατάντησε η πιο απάνθρωπη, θαμ μένη κάτω απ’ το τσιμέντο, τυλιγ μένη σ’ ένα φριχτό όραμα της έσχα της αποκάλυψης, ως κέντρο μιας πανάρχαιης και πολυδύναμης χώ ρας με τεράστιο καλλιτεχνικό και ιστορικό πλούτο, που παραμένει άγνωστος- «αξιοποιείται» μόνο τουριστικά, δηλαδή κερδοφόρα, άρα καταστροφικά -η Α θήνα, λοι πόν, θα μπορούσε να ήταν για π άν τα η πολιτιστική πρωτεύουσα του κόσμου. Τώρα, πολιτιστική πρω τεύουσα, χωρίς καν την έκδοση ενός συγγραφέα της αρχαιότητας, που ωστόσο στα δημιουργήματά της σκοντάφτουμε κάθε μέρα κι έχουν γίνει υπόθεση λόγου στην καθημερινή μας ζωή... Σ’ αυτόν τον παραλογισμό έχου με φτάσει και μέσα στη δίνη του τε χνολογικού πολτού που βυθιζόμα στε κάθε μέρα χάνοντας την ψυχή μας για να κερδίσουμε την εξευρωπαϊσμένη μας αστικοποίηση, ξανα βρίσκουμε τον εαυτό μας όταν κά ποιο έργο, που ξεκινά από τις αφε τηρίες του ψυχισμού μας, έρχεται να κουρταλήσει τις θύρες μας. Και τέτοιο είναι το μεσαιωνικό έπος «Βασίλειος Διγενής Ακριτης και Το άσμα του Αρμούρη», σε κριτική έκδοση από τον καθηγητή του Πα νεπιστημίου Κρήτης Στυλιανό Α λε ξίου -π ου μας έδωσε και το θαυμά σιο «Ερωτόκριτο» πριν από πέντε χρόνια (1980) αποκαταστημένον και αποκαθαρμένον από λογής παραναγνώσεις, παρερμηνείες και παρεμβολές- και που περιλαμβάνε ται ως πέμπτο βιβλίο στη σειρά της φιλολογικής βιβλιοθήκης των εκδό σεων «Ερμής». Ό π ω ς και στον «Ερωτόκριτο», έτσι κι εδώ, ο κριτικός εκδότης, με επιστημονικήν ευθύνη και εγκυρότητα, ξεκαθαρίζει το κείμενο, αποκαθιστά το στίχο στη μετρική του διάρθρωση -φ αίνεται ν α κατέχει σε βάθος τα μυστικά του ιαμβικού δε
καπεντασύλλαβου, του στίχου που σ’ αυτόν εκφράστηκε η ψυχή του Έ θνους και που ο ιαμβικός του ρυθμός συνιστά και τον τόνο της καθημερινής μας ομιλίας- αναγνώθει σωστά το χειρόγραφο και ερμη νεύει το κείμενο όσο γίνεται αντι κειμενικότερα, χωρίς παρεμβο/.ί: και προσωπικές προβολές, .too ·,· ματα ξένα προς την επιστιμίιηιχιι αντιμετώπιση των έργων. Γιατί πρέπει να πούμε πως το κείμενο του «Ακριτη» που εκδίδεται, είναι η μορφή που έχει στο λεγόμενο χει ρόγραφο του Εσκοριάλ (Ε), και που ο εκδότης, τόσο με έμμεσα επι χειρήματα όσο και με την άμεση λειτουργία του ίδιου του κειμένου, αποδεικνύει πως είναι το εγκυρό τερο από τα r.-τόλοιπα, δηλαδή τα χειρόγραφα της Grottaferrata (G), της Τραπεζούντας (Τ) και το χει ρόγραφο Ά νδρου-Α θηνώ ν (Α). Το χειρόγραφο Ε είναι του 15.αι. κι ο γραφέας που το φιλοπόνησε, ένας άγνωστος Κρητικός, αντέγραφε από παλιότερο φθαρμένο χειρό γραφο και «εργαζόταν μηχανικά, επαγγελματικά και απρόσωπα, χω ρίς να προσπαθεί να κατανοήσει και να αποκαταστήσει το παλιό κείμενο» (κβ'). Κι εδώ πρέπει να τονιστεί αυτό που ο κριτικός εκδό της επισημαίνει στην εισαγωγή του (λ'), πως οι διάφορες συντάξεις του έπους (και κάθε σχετικού δη μιουργήματος) δεν είναι οι προφο ρικές παραλλαγές του, όπως συμ βαίνει με τα δημοτικά τραγούδια, τους θρύλους και τις παραδόσεις, και όπως υπέθεταν ή υποστήριζαν παλιότερα, αλλά διαδοχικές αντι γραφές ενός αρχέτυπου του έργου «άνισης αξίας», σε μιαν εποχή που ακόμα δεν είχε εφευρεθεί η τυπο γραφία και το βιβλίο κυκλοφορού σε χειρόγραφο από χέρι σε χέρι, διαβαζόταν το ίδιο αντίγραφο από πολλούς και δεχόταν την ασταμά τητη φθορά της χρήσης, ώσπου κα ταντούσε αδιάβαστο. Και οι γρα φείς, οι περισσότεροι καλόγεροι («ρακενδύτες» ή «θυτορακενδύτες») με λίγη μόρφωση, πάσχιζαν μέσα στα scriptoria ν ’ αντιγράψουν τα κείμενα. Η δραματική ιστορία της διάσωσης των έργων της γραμ ματείας μας είναι βαθιά συγκινητι κή. Στην εισαγωγή του ο εκδότης συ ζητά τα πολλά και μεγάλα προβλή ματα του κειμένου, κάνει λόγο για τις διάφορες φιλολογικές εκδόσεις από Έλληνες και ξένους (κβ'-κη') (Krumbacher [αποσπάσματα από
πλαίσιο Γ
1
D OM INIQUE SIMONNET: Τ ι είναι οικολογία; Μετ. Φοίβου Πιομπίνον. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1985. Σελ. 87. Η σαφής κατεύθυνση της εποχής προς τη βαθμιαία μεταβολή (και υποβάθμιση) του φυσικού περιβάλλοντος, άνδρωσε τα τελευταία χρόνια και την αντίδραση-απάντηση, που συμπυκνώνεται πια στο παγκόσμιο οικολογικό κίνημα, ι Κι ακριβώς βασικά στοιχεία της επιστημονικής «εκκίνησης» και της διαδρομής του κινήματος δίνει τούτο το βιβλίο. Αναλύοντας, με απλό τρόπο, από τη μια μεριά το σκέλος της γνώσης γύρω από τις λειτουργίες της φύσης και τις καταστροφικές διαταραχές που επιφέρει ο άνθρωπος, και από την άλλη το ιστορικό (κυρίως στον γαλλικό χώρο) των συγκροτημένων αντιδράσεων. ΤΑΚΗ ΣΤΑ Μ ΑΤΟ Π Ο ΥΑΟ Υ: Ανδρέας Λόντος. Α θήνα, Κάλβος, 1985. Σελ. 120. ΟΣΟ περνάει ο καιρός, τόσο πιο ξεκάθαρα α ρχίζουν να δείχνονται τα γεγονότα και τα πρόσωπα των νεότερων στιγμών του τόπου. Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η μονογραφία του Τάκη Σταματόπουλου για τον κοτζάμπαση αγωνιστή και πολιτικό Α νδρέα Λόντο, που κυκλοφορεί τώρα στην οριστική της έκδοση. (Η πρώτη είχε κυκλοφορήσει το 1960 και τον επόμενο χρόνο βραβεύτηκε -πα ρ α δόξω ς- από την Ακαδημία). Στο κείμενο, λοιπόν, με ιστορική σαφήνεια και λογοτεχνική εκφραστικότητα, φωτίζονται
52/οδηγος το κείμενο Ε, 1904], Hesseling [κεί μενο Ε, με πολλές παραναγνώσεις και παρερμηνείες, 1911], Καλονάρος [ερασιτεχνική έκδοση ενός αρχαιόγλωσσου αρχετύπου, απ’ όπου εκφυλίστηκαν οι διάφορες γραφές, 1942], Trapp [κείμενα Ε και G σε συνδυασμό με τα κείμενα Τ και Α , 1971]), εκθέτει τον τρόπο που ερ γάστηκε (κη'-λς'), παραθέτει μια κατατοπιστική περίληψη του έπους (λζ'-νδ'), εντάσσει τα δρώμενά του στο ιστορικό και γεωγραφικό τους πλαίσιο (νδ'-ξη'), επισημαίνει το γραμματολογικό χαρακτήρα του κειμένου (ξη'-οζ'), μιλάει για τη γλώσσα και τη στιχουργία του ποιήματος (οζ'- '), συγκρίνει τη σύνταξη Ε με τις άλλες συντάξεις και καθορίζει τη χρονολόγησή της (α'-ρβ'), συζητά τα προβλήματα των πηγών του έργου σε σχέση με τους αρχαίους επιχώριους θρύλους και την προφορική και γραπτή πα ράδοση που αναφέρεται στην πε ριοχή και συγκρίνει το έπος με άλ λα συναφή γειτονικών λαών, Α ρά βων, Αρμενίων, Τούρκων, Σλά βων, ακόμα και με έργα της δυτι κής Ευρώπης (ρβ'-ρμ'). Το κείμενο, που συνοδεύεται από λαμπρό κριτικό υπόμνημα (ap paratus criticus), είναι τυπωμένο με τονικό σύστημα κι αυτό βοηθά ση μαντικά στην κατανόησή του -σ ε τονικό σύστημα είναι και όλα τα κείμενα του εκδότη- αντίθετα, σε σύστημα μονοτονικό, θα προξενού σε δυσχέρειες στις φιλολογικές αποκαταστάσεις, περισσότερο σε κείμενο ποιητικό, όπου ο τόνος δί νει το σίγουρο περπάτημα του στί χου.1 Ακολουθείται από σημειώ σεις, που συζητούν τα διάφορα θέ ματα και προβλήματα που ανα φύονται κατά την ανάγνωσή του. Το ίδιο γίνεται και στο δεύτερο μέ ρος του βιβλίου, που περιέχει το άσμα του «Αρμούρη» (157-194) και τα κείμενα συνοδεύονται από γλωσσάρια και πίνακες ονομάτων, όλ’ αυτά χρήσιμα στο μελετητή αλ λά και στον επαρκή αναγνώστη. Επιπλέον στον Αρμούρη συνάπτεται και η περίφημη μετάφραση του ποιήματος στα γαλλικά από το Βέλγο βυζαντινολόγο Gregoire, που τόσο μαγεύτηκε απ’ αυτό το «admirable morceau epique» (163), αλλά που οι εκτιμήσεις του σχετικά με την ιστορική αφετηρία του ποιή ματος αποδείχνονται τώρα λανθα σμένες (165 κκ). Ωστόσο, αυτοί οι λανθασμένοι συνδυασμοί του Βέλ γου μελετητή, που στη ανέχεια σχε
τική του μονογραφία βλέπει τον Ακριτη ως κεντρικό ήρωα της αίρε σης των Παυλικιανών, στάθηκαν επαρκές σημείο αναφοράς για τον Ά γγελο Σικελιανό, να ξετυλίξει γύρω απ’ αυτή την ιδέα την αριστουργηματική του τραγωδία «Ο θάνατος του Διγενή» και να χαρί σει στη νεοελληνική λογοτεχνία ένα κορυφαίο ποίημα.2 Έ τσι, αποκαταστημένα τώρα τα κείμενα προσφέρονται για μια σω στή εκτίμηση της αξίας τους και για την οριρτική ένταξή τους στο σώμα της λογοτεχνίας μας ως θεμε λιωδών ποιητικών δημιουργημά των και από την άποψη της γλώσ σας ως σημαντικών σταθμών, αφού βρίσκονται στο μεταίχμιο της αρχαϊστικής μορφής και της λαϊκής απλούστευσης. Γιατί θα πρέπει εδώ να προσεχτεί ο λαϊκός χαρα κτήρας των ποιημάτων. Μπορεί βέ βαια ο ποιητής του Ακριτη ν ’ απευθύνεται στους άρχοντες (1673: μήν τό δοκεΐτε οί άρχοντες δτι ψευ δής υπάρχει [ο τάφος του Διγενή]), ωστόσο το λαϊκό στοιχείο στο ποίημα είναι εμφανές. Πρώτα στο ίδιο το πρόσωπο του Ακριτη: ο Διγενής, όπως σωστά λέει ο εκδότης, δεν είναι «ένα ιστορικό πρόσωπο, αλλά μια ιδανική προσωποποίηση των Ακριτών» (ξη'), είναι δημιούρ γημα του λαού, όπως και τα κατορθώματά του -ό χ ι βέβαια τα φαντα στικά κατορθώματα του Διγενή, που αναφέρονται στα διάφορα ακριτικά τραγούδια- λαϊκά δη μιουργήματα μεταγενέστερα από τη σύνθεση του έπους - αλλά αυτά που έχει διασώσει η λαϊκή μνήμη κι έχουν περάσει στην ποιητική σύν θεση. Γιατί είναι βέβαιο πως το Βυζάντιο είχε την προφορική -επ ο μένως λαϊκή- ηρωική του ποίηση, που πάνω σ’ αυτήν στηρίχθηκε ο άγνωστος ποιητής του 12.αι. για να συνθέσει το ποίημά του. Κι αυτό φαίνεται από τη χρησιμοποίηση λαϊκών εκφραστικών μέσων, όπως είναι οι «λογότυποι» -τυπικές ποιητικές εκφράσεις που επανέρ χονται στα αφηγηματικά ποιήματα αυτούσιες ή λίγο παραλλαγμένεςτα στερεότυπα ημιστίχια ή και ολό κληροι στίχοι, ακόμα και οι επανα λήψεις, στοιχεία όλ’ αυτά που η προσωπική ποίηση χρησιμοποιεί ως αρθρώσεις των πολύστιχων ποιημάτων όταν απευθύνεται σε λαϊκό ακροατήριο ή αναγνωστή ριο. Α πό την άποψη αυτή, της τε χνικής, ο «Ακριτης» έρχεται να ενωθεί με τα ομηρικά έπη, που
όπως είναι γνωστό, αφομοίωσαν μια μακρόχρονη επική παράδοση για να φτάσουν στην εκπληκτική τους τελειότητα. Έ τσι, το ποίημα δεν έχει καμιά καλλιτεχνική συνά φεια προς το έμμετρο ιπποτικό μυ θιστόρημα, που μιμείται ανάλογες δυτικές συνθέσεις χωρίς να μπορεί να τις αφομοιώσει για ν ’ αποχτήσει αυτοδύναμη λογοτεχνική οντότητα. Ύστερα και προπαντός η γλώσσα, που, μ’ όλο που διατηρεί ακόμα αρκετά λόγια στοιχεία, δεν παύει νά ’ναι δημοτική στη δομή της, γλώσσα λαϊκή -η ρευστή και ακαταστάλαχτη ακόμα γλώσσα των υστεροβυζαντινών χρόνων, που συνεχίστηκε έτσι και ώς τα πρώτα χρόνια του δέκατου ένατου αιώνα, όπως δείχνουν τα σχετικά κείμενα (Ελληνική νομαρχία, Χρονικό του Σκουζέ, φυλλάδες και ευαγγελικά κηρύγματα, ακόμα οι Ωδές του Κάλβου, τόσα άλλα), γλώσσα που, περνώντας από τον Σολωμό, έφτα σε με τον Παπαδιαμάντη, τον Καβάφη, τον Καρυωτάκη ώς τον αιώ να μας. Ό μω ς με τη σολωμική δη μιουργία η γλώσσα κατασταλάζει σε μια οριστική μορφή - όχι πως ο Σολωμός δημιούργησε αυτή τη μορφή, αλλά αφού «υποτάχθηκε» πρώτα στη γλώσσα του λαού, την «κυρίεψε» ύστερα με «καιρό και με κόπο» και την ανύψωσε σε εκφρα στικό όργανο υψηλής στάθμης. Έ τσι, το ποίημα, ξεπερνώντας το γλωσσικό αρχαϊσμό της εποχής, ξεπέρασε και το δυαδισμό που το Βυζάντιο συντηρούσε στο τεντωμέ νο σκοινί της κοινωνικής ανισότη τας ανάμεσα στους άρχοντες και τους δυνατούς και στο φτωχό λαό, ανάμεσα δηλαδή στο θεοκρατικό και φεουδαρχικό του πρόσωπο, που το εξέφραζε το σχήμα της εξουσίας του απ’ τη μια κι απ’ την άλλη στο ταπεινό και καταφρονεμένο σώμα του λαού, που ζούσε στην αμάθεια, την αγνωσία και την πνευματική υποδούλωση. Ό μω ς ο ψυχισμός αυτού του λαού των Ρω μαίων, των κατοπινών και σημερι νών Ρωμιών, εκφραζόταν και εκ φράζεται με συμπάθεια προς εκεί νους που τον προστάτευαν και αναγνώριζαν τα δικαιώματά του κι ανέβαζε σ’ ένα μονιμότερο σχήμα την υπόστασή τους με την έκφραση του ψυχισμού του, δημιουργούσε δηλαδή τον πολιτισμό του, ανεξάρ τητα απ’ το επίσημο -άρ α και πα ροδικό- πολιτιστικό σχήμα της εξουσίας. Και είναι γνωστό, πως ο λαϊκός πολιτισμός είναι ό,τι μονι-
οδηγος/53 μότερο και διαρκέστερο διαθέτει ένα έθνος. Κι. αυτό φαίνεται κι από τον κοι νωνικό προβληματισμό που υποβό σκει στο έργο, όταν ο Διγενής συ νειδητοποιεί την ταπεινή του κατα γωγή (745 κκ) και εκφράζει τον π ό θο να εξισωθεί με τους άρχοντες. Είναι βέβαια πρώιμο να μιλήσουμε εδώ για κοινωνική ισότητα, ωστό σο όταν ο Διγενής, ως λαϊκός ήρωας κάνει αυτή τη συνειδητοποίηση, δείχνει πως μέσα στη λαϊ κή συνείδηση γίνεται ένα ξεπέρα σμα αυτής της ανισότητας, που για το Βυζάντιο είναι χαρακτηριστική, αφού ο λαός είν’ εκείνος που κα ταργεί τις ανισότητες και το δυαδισμό στην πολιτική, κοινωνική και πνευματική του μορφή, αποκρυ σταλλώνοντας έτσι το ιστορικό του πρόσωπο μέσα στη σίγουρη προο πτική του πολιτισμού του. Ο λαϊκός χαρακτήρας του ποιή ματος -κα ι το ίδιο ισχύει φυσικά και για το «Ά σμ α του Αρμούρη»φαίνεται ακόμα κι από το ρεαλισμό που μ’ αυτόν ο άγνωστος ποιητής περιγράφει και εξωτερικεύει τα αι σθήματα των προσώπων του έργου του, που δεν είναι ένας ρεαλισμός χυδαίος ή απωθητικός: είναι ένας καλλιτεχνικός τρόπος έκφρασης, που δεν αγνοεί την πραγματικότη τα, αλλά την αφομοιώνει και την μετουσιώνει σε πνευματικό γεγο νός, της δίνει δηλαδή πολιτιστικό σχήμα με τη δύναμη της ποίησής του. Αλλά κι αν ακόμα ονομάζει τα πράγματα με τ' όνομά τους, έχει αυτή την αφομοιωτική δύναμη, κα θώς ο ρυθμός του ποιήματος ανε
ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΗΜΙΟΡΟΦΟ
βάζει σε μιαν άλλη σφαίρα τα εκφραζόμενα (λ.χ. 1574 κκ, όπου ο ήρωας αφηγείται στην καλή του πως ξεπαρθένεψε τη Μαξιμού) -το να ονομάζεις τα πράγματα με τ’ όνομά τους είναι χαρακτηριστικό εκείνων που κατέχουν σε βάθος το εκφραστικό τους όργανο. Ο ποιη τής μας φαίνεται να έχει βαθύ το αίσθημα του ρυθμού κι ο δεκαπεν τασύλλαβός του έχει μια θαυμαστή ευλυγισία με τις συνιζήσεις, που του δίνουν ένα κυμάτισμα κι ένα συναισθηματικό βάθος, καθώς οι τόνοι του ακούγονται σε καίρια σημεία του στίχου,3 και μερικές φορές αρθρώνεται πάνω στο ρυθμό του αναπαίστου για λόγους έμφα σης και αισθητικής αποτελεσματικότητας. Ο Διγενής στο ποίημα πεθαίνει νέος -όπω ς όλοι οι λαϊκοί ήρωες, που δεν τους αλλοιώνει το πέρα σμα του χρόνου. Ο ποιητής, φυσι κά, δεν αναφέρεται στην αιτία του θανάτου του ήρωα, αρκείται μόνο στην οικουμενική διαπίστωση (1695-1697): ’Επειδή πάντα τά τερπνά τον πλά νου τούτου κόσμον/ θάνατος τά ύποκρατεί κα ί °.Άδης τά κερδαίνει,/ κατέφθασε κα ί σήμερον τοϋ Αιγενή Άκριτη. Ωστόσο το θεωρεί φυσικό, κα θώς αισθάνεται και λειτουργεί ως λαϊκός ραψωδός, ένας ποιητάρης του καιρού του, να σβήσει ο Ακρι της πάνω στη νιότη του κι έτσι η δραματικότητα μεγαλώνει και η συμπάθεια προς τον ήρωα παίρνει
ΦΩΛΙΑ Τ©Υ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΠΑΝΕΠΙΠΗΜΙΟΙ' 25-29 ΠΟΑ ο 3231703-0229560 ΑΘΗΝΑ 10564
όλες οι πτυχές -θετικές και I αρνητικές- του Λόντου, για να j τοποθετηθεί η προσωπικότητα ι και η προσφορά του στις σωστές της διαστάσεις. ΑΠ ΟΣΤΟΛΟΥ ΚΩΣΤΙΟΥ: Λ . Μητρόπουλος. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1985. Σελ. 336. | Ο Δημήτρης Μητρόπουλος I υπήρξε αναμφισβήτητα μια I κορυφαία μορφή της ! παγκόσμιας μουσικής ζωής. Και μια ουσιαστική προσέγγιση ; του ανθρώπου και του ; μουσικού, (κατά βάση του μαέστρου, αφήνοντας για κάποιο άλλο ίσως μελέτη μα τις πλευρές του πιανίστα, του συνθέτη και του «δάσκαλου») επιχειρεί τώρα ο Απόστολος Κώστιος σε τούτο το συγκροτημένο βιβλίο ί -προσωπογραφία. Καταγράφοντας λεπτομερώς τα ί βήματά του ώς το τέλος, όταν ι είχε φτάσει πια στον κολοφώνα | της διεθνούς αναγνώρισης, αλλά και αναλύοντας την τεχνική του, τις ερμηνευτικές θέσεις του, κλπ., για να καταλήξει σε μια συνολική εκτίμηση της προσφοράς του. ΣΛΑΒΟΜ ΙΡ ΜΡΟΖΕΚ: Λεύτερη Υπηρεσία. Μετ. Γιάννης Βαρβέρης. ! Αθήνα, Δωδώνη, 1985. Σελ. 84. Α ΠΟ τα πιο χαρακτηριστικά -αλλά ίσως όχι και από τα πιο «δυνατά» έργα του Μρόζεκ η «Δεύτερη Υπηρεσία». (Η οποία κυκλοφόρησε σε πολύ ισορροπημένη μετάφραση, του Γιάννη Βαρβέρη). Γιατί, εμφανέστατα, σκιαγραφεί την τάση που έδωσαν στο .«Παράλογο» τόσο ο ίδιος, όσο και άλλοι -μικρότερου βεληνεκούςανατολικοευρωπαίοι θεατρικοί συγγραφείς. Τάση, που δεν είναι άλλη παρά η συγχώνευση
54/οδηγος διαστάσεις που απλώνονται σε πα ραμόνιμα ερείσματα, αφού ο θάνα τος είναι ο κοινός δρόμος. Ο θάνα τος του Διγενή είναι μέγα ποιητικό γεγονός από το σημείο αυτό και πέρα: η ελληνική ποίηση βρήκε σ’ αυτό μια από τις καλύτερες ώρες της -κ ι από την άποψη αυτή η αξία του ποιήματος γίνεται ακόμα μεγα λύτερη. Και στα δυο ποιήματα οι δη μιουργοί τους ως άτομα χάνονται μέσα στην ανωνυμία. Το φαινόμενο είναι χαρακτηριστικό των βυζαντι
νών καλλιτεχνών: υπηρετούσαν το θεό ως ταπεινοί και ανάξιοι δούλοι του, επομένως τ’ όνομά τους δεν εί χε καμιά ιδιαίτερη θέση στο έργο που προσφερόταν σ’ αυτόν. Έτσι και στα ποιήματά μας οι δημιουρ γοί τους -ποιητές με φλέβα και δύ ναμη- έκριναν περιττό να βάλουν τ’ όνομά τους: η αντίληψη ήταν πο λύ διαφορετική από την προσωποκεντρική εποχή μας, και γι’ άλλη μια φορά επιβεβαιώνεται η λαϊκή αφετηρία και ο προορισμός συνά μα του έργου. Ό μως το έργο τους
μένει σε μιαν εποχή που ο Ελληνι σμός, απλωμένος στην καρδιά του Βυζαντίου, τη Μικρασία, γινόταν ο παλμός του και δημιουργούσε το στέρεο πολιτισμό του, που και μ’ όλους τους κατατρεγμούς, τους διωγμούς και τους αφανισμούς, έζησε στα χώματά του ώς προχτές και που η επίδρασή του στη δια μόρφωση της νεοελληνικής μας φυ σιογνωμίας στάθηκε καθοριστική... ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ
έλλειψη του τόνου σε μονοσύλλαβες λέξεις που έχουν καίρια μετρική θέ ση στο στίχο, δυσκολεύει ακόμα πε 3. ρισσότερο τα πράγματα. 1. Πέρ’ από τις δυσκολίες που παρου 2. Βλ. Α. Σικελιανού, Θυμέλη, τόμος σιάζονται στην ανάγνωση από την δεύτερος. Χριστός λυόμενος Ο θάνα εφαρμογή του μονοτονικού συστήμα τος του Διγενή. Ξυλογραφίες Σπύτος, στην ποίηση, και μάλιστα τη λε ρου Βασιλείου, Αθήνα 1950 (έκδ. γάμενη «παραδοσιακή» (καλώς!) η του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών).
Σημειώσεις:
ον'ν
Για τη θέση του Σικελιανού, βλ. σ. 95 Βλ. την καίρια διαπίστωση του Κάλ6ου: «Οι στίχοι τους οποίους εμεταχειρίσθην εις την κατασκευήν των ωδών μου συνίστανται εκ συνιζή σεων και τόνων» (Ανδρέου Κάλβου, Ωδαί, κριτική έκδοση Filippo Maria Pontani, Ίκαρος 1970, σ. 168).
πολλαπλή και τεκμηριωμένη ιστόρηση μιας δεκαετίας Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950. 'Ενα έθνος σε κρίση. Edited by John Iatrides. Επιμέλεια Γιάννη 1ατρίδη. Αθήνα, θεμέλιο, Ιστορική Βιβλιοθήκη, 1984. Σελ. 600 + 210.
Ε ΙΣ Α Γ Ω Γ Η
Η παρουσίαση της σύγχρονης ιστορίας είναι από τη φύση της δύσκολη και διαμφισβητούμενη. Εξελί ξεις τόσο απότομες όσο εκείνες της δεκαετίας του 1940 γεννούν οπωσδήποτε στον μελετητή της ιστο ρίας αμφιβολίες και αβεβαιότητες. Η δεκαετία αυτή αποτέλεσε για την Ελλάδα ορόσημο. Ιδωμένη από την σωστή προοπτική, η δεκαετία αυτή προτείνει ερμηνευτικά κλειδιά για πολλά θέματα, τα οποία περέμειναν επί μακρόν ατελώς τεκμηριωμένα και αόριστα αναλυμένα. Από την άλλη μεριά, είναι δύσκολο να αναληφθεί συστηματική μελέτη μιας τέτοιας περιόδου καθότι περιλαμβάνει πολλά ιδιαίτερα σύνθετα ζητήματα τα οποία πρέπει να προσεγγιστούν από πολλές οπτικές και διαμέσου της αντίληψης διαφορετικών επιστημονικών κλάδων. Ορθά ο καθηγητής Γιάννης Ιατρίδης στην εισαγω γή του βιβλίου, «Η Ελλάδα στη δεκαετία 1940-1950: Ένα Έθνος σε Κρίση» (την έκδοση του οποίου και επιμελήθηκε) παρατηρεί ότι «παρά την αξιόλογη πρόοδο σε ορισμένους τομείς, η βασική έρευνα και οι πρωταρχικές πηγές παραμένουν ελλιπείς και ανεπαρκείς. Πάνω απ’ όλα ωστόσο, η δεκαετία συνίσταται από ιδιαζόντως ευαίσθητα και πλήρη συγκινησιακής φόρτισης στοιχεία. Είναι μια περίο δος που δεν μπορεί να εξετασθεί χωρίς προσωπικές εμπειρίες και πολιτικές απόψεις που παρεισφρύουν από μόνες τους στην ανάλυση και την ερμηνεία.» Παρά τις δυσκολίες αυτές, τα τελευταία χρόνια σημαντικός όγκος τεκμηρίων, ειδικότερα κυβερνητικών εγγράφων έχει έρθει στο φως (Βρετα νικά και Αμερικάνικα Κρατικά Αρχεία) καθιστώντας δυνατή την επανεξέταση προγενέστερων περι γραφών ή ερμηνειών.
οδηγος/55 Επίσης οι πολιτικές συνθήκες στην Ελλάδα μετά το 1974 έδωσαν την δυνατότητα σε πολλούς αγωνιστές και μάρτυρες των κρίσιμων γεγονότων της εποχής εκείνης να δημοσιεύσουν τις αναμνήσεις τους, οι οποίες αποτελούν πρωτογενή πηγή για την ιστοριογραφία της περιόδου. Μολονότι η μελέτη της σύγχρονης ιστορίας της χώ ρας μας είναι οπωσδήποτε ελλιπής και ανομοιογενής, έχει επιτευχθεί, ωστόσο, αξιόλογη πρόοδος τα τελευταία χρόνια. Η διαπίστωση αυτή αποτέλεσε τον κύριο λόγο για τον οποίον η Εταιρία Νεοελληνικών Μελετών (MGSA: Modern Greek Studies Associa tion) αποφάσισε τον Νοέμβριο του 1978 να οργανώσει συμπόσιο στην Washington D.C. με θέμα «Η Ελλάδα στη δεκαετία του 19401950». Τα αποτελέσματα αυτού του συμποσίου -στη μορφή είκοσι κειμένων και τριών εισηγήσεων του Γιάννη Ιατρίδη- περιέχονται στο βιβλίο που εδώ εξετάζουμε. Ανασκόπηση Στην πραγμάτευση των γεγονότων που σφράγισαν την ελληνική ιστο ρία κατά την περίοδο 1940-1950 (κατοχή, αντίσταση, εμφύλιος) οι διάφοροι ερευνητές στέκονται κυ ρίως σε δύο παράγοντες. Πρώτο, στον πολιτικό εσωτερικό παράγον τα (στάση των ελληνικών πολιτι κών και κοινωνικών ομάδων στον πόλεμο, αντιστασιακές οργανώσεις και σχέσεις τους με τα διάφορα κόμματα και μεταξύ τους) και δεύ τερο, στον εξωτερικό παράγοντα, στις επεμβάσεις δηλαδή των Μεγά λων Δυνάμεων στα Ελληνικά πράγματα. Ο Καθηγητής Νίκος Σβορώνος στην έκθεση του «Τα Κύρια Προ βλήματα της Περιόδου 1940-1950 στην Ελληνική Ιστορία» παρατηρεί ότι οι περισσότεροι μελετητές δί νουν ιδιαίτερο βάρος στην δεύτερη αυτή διάσταση σε σημείο ώστε να θεωρείται ο κυριότερος παράγον τας στην εξέλιξη της πρόσφατης ελ ληνικής ιστορίας. Κατά συνέπεια οι μελέτες τους «δημιουργούν την εντύπωση, την τόσο διαδομένη στην ελληνική ιστοριογραφία και στην ελληνική πολιτική, ότι η Ελ λάδα είναι μια σκηνή από άψυχες μαρισνέτες, τα νήματα των οποίων κινούνται από ξένους δακτύλους». Οι ερευνητές αυτοί υποστηρίζει ο Σβορώνος διαπράττουν σοβαρό με θοδολογικό λάθος. Με βάση αυτήν την διαπίστωση ο Σβορώνος προτείνει μία αντι στροφή στις προτεραιότητες και την επιλογή μιας άλλης ιστορικής σκοπιάς για την μελέτη αυτής της περιόδου. Η σκοπιά αυτή τονίζει ο Έ λληνας ιστορικός «δεν μπορεί να είναι παρά η μελέτη της εξέλιξης των εσωτερικών δομών της ελλην-
κής οικονομίας και κοινωνίας, όχι για ν α εξηγηθεί η πολιτική απέναν τι στα ελληνικά πράγματα της μιας ή της άλλης ξένης δύναμης, αλλά ο τρόπος με τον οποίο κατέστη δυνα τή η επιτυχία ή η αποτυχία των στόχων μιας τέτοιας πολιτικής στην Ελλάδα». Η ιστορική περίοδος 1940-1950 αποτελεί την κατακλείδα μιας με γαλύτερης ιστορικής ενότητας, που αρχίζει με το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, με συμβατι κή χρονολογική αφετηρία για την Ελλάδα το 1922. Μέσα σ’ αυτήν την περίοδο, 1922-1940, συντελούνται βασικές μεταβολές στην οικο νομία και στην κοινωνική ζωή της χώρας, που επενεργούν βαθμιαία στην αποδιάρθρωση των παλαιοτέρων κοινωνικών και πολιτικών δο μών και την απαρχή νέων διαρ θρώσεων που θα εμφανιστούν κα θαρότερα στην περίοδο 1940-1950 -κ α ι θα αποτελέσουν την αφετηρία μιας νέας ιστορικής περιόδου. Επομένως, είναι αδύνατη κατά τον Σβορώνο η κατανόηση και εξήγηση των φαινομένων της περιόδου αυ τής χωρίς την σύντομη διαγραφή των βασικών εξελίξεων που συντελούνται στην περίοδο του μεσοπο λέμου και που βρίσκονται στη βά ση των γεγονότων αυτών. Οι εξελί ξεις αυτές εξετάζονται από τον Σβορώνο μέσα από το πρίσμα των οικονομικών μεταβολών που λαμ βάνουν χώρα στην Ελλάδα την πε ρίοδο 1922-1940, ειδικότερα μέσα από τις σχέσεις και επιδράσεις των οικονομικών αυτών διαδικασιών στις κοινωνικές και πολιτικές ελλη νικές δομές. Τα δύο βασικά στοιχεία που χα ρακτηρίζουν την οικονομική κατά σταση της χώρας την εποχή του με σοπολέμου είναι η επιτάχυνση του
γ
! I ! I |
(εδώ μέσα α πό ένα σχεδόν σκακιστικής υφής «παιχνίδι» άμπωτης και παλίρροιας αλληγορικών θέσεων) του «αδικαίωτου» της ύπαρξης με τη «δυσαρμονία» της κοινωνικής ζωής, με τις διάφορες πολιτικές της διαστάσεις. ΘΑΝ Α ΣΗ Π Α ΡΑ ΣΚ ΕΥ ΑίΔΗ : Μ ια γάτα φωνάζει για το δίκιο της. Μυτιλήνη, 1985. Σελ.52. ΣΕ πρώτη θέα, το -γλα φ υρ όαφήγημα τούτο, του Θανάση Παρασκευαΐδη, μοιάζει να απευθύνεται σε παιδιά: Μιλάει για τις «περιπέτειες» μιας γάτας, όπως προβάλλουν μέσα από τις παιδικές του αναμνήσεις στη Μυτιλήνη του ’20. Αλλά γρήγορα διαπιστώνεται ένα δεύτερο επίπεδο, ακόμη πιο ενδιαφέρον. Μια παραβολή κοινωνική για τις σχέσεις ζωής, αδύνατου και δυνατών, υποταγμένων και ελεύθερου, η οποία -σ ε συσχετισμό και με τις φανερές αιχμές- κάνει το αφήγημα κείμενο για αναγνώστες «πάσης ηλικίας». (Αρκεί να προσέχουν αυτό που δια βά ζουν...).
( |
j |
ΓΙΑΝΝΗ ΜΟΥΤΑΦΗ: Φώτης Αγγονλές. Αθήνα, 1985. Σελ. 86.
'
I I ί
I
Ο Φώτης Αγγουλές υπήρξε μια από τις πιο γνήσια λαϊκές φωνές του τόπου, έστω κι αν τα ποιήματά του, (λόγω και των «κοινωνικών φρονημάτων» του, αποδιοπομπαίων κατά τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες), δεν βρήκαν την προσοχή που τους άξιζε. Και μια εικόνα της ποιητικής τροχιάς του δίνει εδώ σ’ αυτό το βιβλίο ο συντοπίτης του (Χίος) λογοτέχνης Γιάννης Μουτάφης, ανθολογώντας και παρουσιάζοντας τρεις πλευρές του έργόυ του: Τη σατιρική, τη λυρική και -λιγότερο π αρ’ ότι είναι ίσως η περισσότερο γνωστή- την αγωνιστική. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ
J j
I
ι
ί I
56/οδηγος ρυθμού της ανάπτυξης της ελληνι κής βιομηχανίας που υπερδιπλα σιάζεται σε σχέση με το 1920 και η αγροτική μεταρρύθμιση με την κα τανομή στους ακτήμονες καλλιερ γητές της μεγάλης γαιοκτησίας. Η Ελλάδα παραμένει χώρα αγροτική αλλά το ουσιαστικά καινούριο στοιχείο που προστίθεται κατά την περίοδο αυτή είναι η δημιουργία ενός πυρήνα εργατικής βιομηχανι κής τάξης, αδύναμης ακόμα και ασυνειδητοποίητης, π ο * πρόκειται όμως, όπως παρατηρεί ο Σβορώνος, «να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο τις πολιτικές διαφοροποιή σεις που θα ακολουθήσουν». Εξετάζοντας τη σχέση ανάμεσα στην κοινωνική σύνθεση της χώρας και στις πολιτικής της δομές, δια πιστώνουμε όμως μια αναντιστοιχία ανάμεσα στις κοινωνικές της δομές και στην πολιτική της εκπρο σώπηση: Η Ελλάδα, χώρα αγροτι κή, σε αντίθεση με άλλες βαλκανι κές χώρες με ανάλογη σύνθεση, δεν παρουσίασε ποτέ ένα αγροτικό κόμμα που να μπορέσει να διαδρα ματίσει κύριο ρόλο στην πολιτική ζωή. Πού οφείλεται η αντίφαση αυτή. Ο Σβορώνος υποστηρίζει ότι «οι σχέσεις, άμεσες ή έμμεσες, ανά μεσα στις κοινωνικές και πολιτικές δομές όεν εξαρτώνται από τις πο σοτικές αναλογίες ανάμεσα στις διάφορες τάξεις αλλά από την δυ ναμική της καθεμιάς». Η πλέον δυ ναμική τάξη, που από το 1909 ώς το 1940 κυριαρχεί στην πολιτική ζωή, ήταν η αστική τάξη. Αυτός ο δυναμισμός της ελληνικής αστικής τάξης εξηγεί κατά τον Σβορώνο το γεγονός ότι η Ελλάδα, μια χώρα αγροτική με χαμηλό βαθμό οικονο μικής ανάπτυξης «παρουσίασε πο λιτικές δομές ανάλογες με εκείνες που είχαν διαμορφωθεί στις σύγ χρονες και προηγμένες χώρες της ΙίΓρώ.τ,,ς... Περνώντας στην περίοδο της κα τοχής ο Σβορώνος υποσηρίζει ότι το ΕΑΜ, η πρωτοβουλία για την ίδρυση του οποίου ανήκει στο ΚΚΕ, κατόρθωσε με το πολιτικό, κοινωνικό και στρατιωτικό του πρόγραμμα να συγκεντρώσει γύρω του τη μεγάλη πλεισψηφία του Ελ ληνικού λαού. «Με την διεύρυνση και την ισχυροποίηση της κοινωνι κής του βάσης, το ΕΑΜ έβαλε τα θεμέλια για την δημιουργία ενός ανεξαρτοποιημένου από τα παλαιά κόμματα και αυτόνομου πολιτικού σχηματισμού». Ποια όμως ήταν η θέση των πα
ραδοσιακών αστικών κομμάτων απέναντι στο ΕΑΜ; Κατά τον Σβο ρώνο «οι εκπρόωσποι των ηγετι κών ομάδων της άρχουσας ελληνι κής τάξης, οι οποίοι... είχαν επιβά λει ή ανεχθεί τις δικατορικές λύ σεις (το 1936), δεν ήταν δυνατό να δεχθούν ούτε καν σαν βάση συζή τησης, πολύ λιγότερο συμβιβασμού και σύμπραξης, ένα πρόγραμμα που άφηνε ελεύθερη δράση στους παράγοντες εκείνους που, από την ίδια τη δυναμική της ιστορίας, προετοίμαζαν άλλες κοινωνικές λύΗ ελληνική αστική ηγεσία θέλον τας να διατηρήσει την εξουσία οδηγήθηκε στην αναζήτηση της ξέ νης προστασίας. Υπ’ αυτό το πρίσμα βλέπει ο Σβορώνος την ξενική επέμβαση στην Ελλάδα καθώς επίσης και την ένοπλη αναμέτρηση του Δεκεμ βρίου του 1944. Τα δεκαεννιά κείμενα που ακο λουθούν την γενική αυτή ανασκό πηση του Καθηγητή Νίκου Σβορώνου είναι περιορισμένης προοπτι κής. Σκοπός των ερευνητών είναι η προσφορά ερμηνειών με βάση αρ χειακό υλικό, σε ορισμένα μόνο ζη τήματα και γεγονότα της περιόδου αυτής. Η παρουσίαση αυτών των κειμένων θα γίνει σε βάση θεματι κή. Δεν θα προσπαθήσω εδώ να «εξισορροπήσω» τις αντίθετες ιδεολογικές τοποθετήσεις των ερευνητών. Επιφυλάσσομαι ως προς αυτό στην κρίση του αναγνώ στη. Σκοπός μου είναι η συμπερα σματική παρουσίαση και κριτική των αποτελεσμάτων αυτών των με λετών. Κατοχή-Αντίσταση και Βρετανοί Οι ανακοινώσεις που παρουσιά ζονται σε αυτό το τμήμα δεν απο τελούν πλήρη και λεπτομερή ανα σκόπηση της ελληνικής ιστορίας στα χρόνια του πολέμου. Πρόκει ται για μεμονωμένες προσπάθειες ανάλυσης ορισμένων σημαντικών θεμάτων είτε με εξέταση των σημαντικοτέρων κινημάτων είτε με λεπτομερή περιγραφή συγκεκριμέ νων γεγονότων. Επειδή οι επιπτώσεις της στρα τιωτικής σύγκρουσης έγιναν αισθη τές παντού, η απεικόνιση του πολι τικού πλαίσιου είναι ίσως το δυ σκολότερο εγχείρημα. Ο Ιωάννης Πετρόπουλος στην έκθεσή του «Τα Ελληνικά Παραδοσιακά Κόμματα κατά την Περίοδο της Κατοχής»
ασχολείται με τα διλήμματα και τους κινδύνους που αντιμετώπισαν οι παραδοσιακοί πολιτικοί ηγέτες του έθνους στην διάρκεια του π ο λέμου. Υποστηρίζει ότι τα ελληνι κά παραδοσιακά κόμματα διαδρα μάτισαν στην πολιτική έκβαση της κατοχικής περιόδου ρόλο πολύ ση μαντικότερο απ’ όσο μέχρι τώρα πιστεύεται. Υποστηρίζοντας αυτήν την βασική άποψη προσπαθεί να δείξει πρώτον, ότι η έμφαση την οποίαν έδιναν τα κόμματα στο συν ταγματικό ζήτημα είχε πολύ μεγα λύτερες διαστάσεις απ’ ό,τι επιφα νειακά φ αινόταν δεύτερον, ότι η στάση τους έναντι των Βρετανών και του Βασιλιά, ως προς το θέμα αυτό, δεν συνεταγόταν ότι, αν χρειαζόταν, δεν θα έκαναν κάποιο συμβιβασμό με τον ένα ή με τον άλ λο ή και με τους δύο· και τρίτον, ότι η αντίθεσή τους κατά του Εθνι κού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) οφειλόταν όχι τόσο στο φό βο τους για κομμουνιστική δικτα τορία όσο στην ανησυχία τους μή πως εκδηλωθεί ευρεία λαϊκή κινη τοποίηση που δεν θα ήταν υπό την έλεγχό τους. Ό π ω ς αποδείχτηκε, τα παραδοσιακά κόμματα δεν μπό ρεσαν να εξασφαλίσουν την οριστι κή αποκατάσταση και επιβίωσή τους, και, στην προσπάθειά τους να αναπλασθούν, αναγκάστηκαν να ελιχθούν υπό διπλή απειλή, του ΕΑΜ , αφενός, και της Βρετανίας, αφετέρου. Τελικά, προτίμησαν την ξένη υποστήριξη για να αντιμετω πίσουν αυτό που θεωρούσαν εσω τερική απειλή και σ’ αυτόν τον βαθμό, τουλάχιστον, διευκόλυναν την στρατηγική της Βρετανίας να διατηρήσει την ηγεμονία της στην Ελλάδα. Η αντίσταση κατά των αρχών κατοχής έμελλε να έχει βαθιές συ νέπειες για την Ελλάδα. Ο Ιωάννης Χόνδρος, χρησιμοποιώντας στοι χεία από τα γερμανικά και τα συμ μαχικά αρχεία, αναλύει στην έκθε σή του «Η Ελληνική Αντίσταση 1941-1944» τσν στρατιωτικό και πολιτικό χαρακτήρα του αντιστα σιακού κινήματος και την συμβολή του στην πολεμική προσπάθεια. Ο Χόνδρος υποστηρίζει ότι το ΕΑΜΕΛΑΣ εκμεταλλεύτηκε γρήγορα τις καταπιεστικές συνθήκες της κατο χής από τις δυνάμεις του Ά ξο ν α και ίδρυσε μία εθνική οργάνωση που εξελίχθηκε στην πιο δραστήρια και αποτελεσματική α π’ όλες τις υπόλοιπες οργανώσεις της ελληνι κής αντίστασης (ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ).
οδηγος/57 Τρεις είναι οι λόγοι που εξηγούν αυτό το φαινόμενο: Πρώτον, εξαιτίας της χρεοκοπίας του Βασιλιά, της κυβέρνησής του στο εξωτερικό και των παραδοσιακών πολιτικών ηγετών δεύτερον, εξαιτίας της αποτυχίας της SOE και του Βρετα νικού Υπουργείου Εξωτερικών να καταλήγουν σε συμφωνία για μια συντονισμένη στρατιωτικο-πολιτική γραμμή προς την Ελλάδα- και τρίτο, εξαιτίας της επιδέξιας κινη τοποίησης του αστικού και αγροτι κού πληθυσμού που πέτυχε το ΚΚΕ. Ο Χόνδρος τελειώνει με μία εκτί μηση των πολιτικών στόχων του ΕΑΜ -ΕΛΑΣ την στιγμή της απε λευθέρωσης. Κατά την άποψή του «σκοπός του ΕΑΜ -ΕΛΑΣ τον Δ ε κέμβριο του 1944 δεν ήταν η βίαιη κατάληψη της εξουσίας». Η άποψη αυτή ενισχύεται από την ανετοιμότητα του ΕΛΑΣ για τις μάχες που ακολούθησαν τη σύγκρουση της 3ης Δεκεμβρίου στην Πλατεία Συν τάγματος. Α πό τα πολλά ερωτήματα που έχουν προκύψει σχετικά με τις διά φορες αντιστασιακές οργανώσεις, κανένα δεν είναι τόσο ευαίσθητο όσο το ζήτημα των σχέσεών τους με τους ξένους κατακτητές. Ο X. Φλάισερ (Hagen Fleisher), στην έκ θεσή του «Επαφές μεταξύ των Γερ μανικών Αρχών Κατοχής και των Κυριοτέρων Οργανώσεων της Ελ ληνικής Αντίστασης» εξετάζει το θέμα της υποτιθέμενης συνεργα σίας με τον εχθρό αντλώντας στοι χεία από τα αρχεία της στρατιωτι κής και πολιτικής υπηρεσίας αντι κατασκοπίας της Γερμανικής Κυ βέρνησης και συνεντεύξεις και αλ ληλογραφία με Γερμανούς και 'Ελ ληνες που πήραν μέρος. Υποστηρί ζει ότι ο ΕΔΕΣ και διάφορες άλλες δεξιές οργανώσεις συνεργάσθηκαν με τους Γερμανούς κατά την διάρκεια της κατοχής διότι πί στευαν ότι οι κομμουνιστές αποτε λούσαν για την χώρα κίνδυνο με γαλύτερο απ’ αυτόν των Γερμανών. Ωστόσο το ΕΑΜ -ΕΛΑΣ δεν είναι τελείως άσπιλο. Κατά τον Fleisher φέρει επίσης σημαντικό ποσοστό έμμεσης ευθύνης λόγω της επιθετι κής πολιτικής του απέναντι στις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις. «Είναι αμφίβολο», υποστηρίζει ο Γερμανός ιστορικός, «αν ο Ζέρβας (αρχηγός του ΕΔΕΣ) θα είχε εμπλακεί στις δοσοληψίες με τους Γερμανούς, αν δεν είχε εξαναγκα στεί να το κάνει για λόγους αυτοά
μυνας». Η επίδραση της Κατοχής στην οικονομία εξετάζεται από τον Σταύρο Β. Θωμαδάκη στην έκθεσή του «Μαύρη Αγορά, Πληθωρισμός και Βία στην Οικονομία της Κατεχόμενης Ελλάδας», με βάση κυρίως τις εκθέσεις αμερικανικών υπηρε σιών πληροφοριών στην διάρκεια του πολέμου. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στον τρόπο με τον οποίο οι γερμανικές αρχές εκμεταλλεύονται την ελληνική οικονομία. Επίσης, εξετάζονται οι σχέσεις μεταξύ των κυβερνήσεων κατοχής και των κερδοσκόπων της μαύρης αγοράς κα θώς και οι συνέπειες του κατα στροφικού πληθωρισμού, των πραγματικών ή ηθελημένων ελλεί ψεων και της μαύρης αγοράς για τις διάφορες κοινωνικο-οικονομικές ομάδες. Τέλος, εξετάζονται οι τρόποι με τους οποίους η αρι στερά αντίσταση κατόρθωσε να απαλύνει κάπως τις δυσκολίες που προκλήθηκαν από την οικονομία της μαύρης αγοράς. Ο C.M. Woodhouse εξάλλου, ο οποίος μετείχε στα γεγονότα της εποχής ως Αρχηγός της Βρετανικής Αποστολής ασχολείται στο άρθρο του «Το ΕΑΜ και η Σχέση του με τη Βρετανία», με την εξέλιξη της πολιτικής της Βρετανικής Κυβέρ νησης απέναντι στο ΕΑΜ -ΕΛΑΣ. Ο Ά γγλο ς ιστορικός εξετάζει τους λόγους για τους οποίους το Βρετα νικό Υπουργείο Εξωτερικών (F.O.) καθυστερούσε ώς τα μέσα του 1943 να καθορίσει την θέση του απέναντι σ’ αυτήν την αντιστασια κή οργάνωση, δεδομένου ότι είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ΕΑΜ αποτελούσε σοβαρό κίνδυνο για την βρετανική πολιτική στην Ελλάδα. Το περίεργο είναι ότι τον πρώτο καιρό που οι Βρετανοί ήρ θαν σε επαφή με την ελληνική αντί σταση, θεωρούσαν τον ΕΔΕΣ με γαλύτερο κίνδυνο για την πολιτική τους, απ’ ό,τι το ΕΑΜ. Κι αυτό διότι ο αρχηγός του ΕΔΕΣ, συν ταγματάρχης Ν. Ζέρβας (εκπρόσω πος του πιστού στις δημοκρατικές ιδέες Νικολάου Πλαστήρα) απει λούσε να εμποδίσει την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου. 'Οταν τελι κά το Βρετανικό Υπουργείο Εξω τερικών και η Υπηρεσία Ειδικών Επιχειρήσεων (SOE) συνειδητο ποίησαν πως το ΕΑΜ αποτελούσε μεγαλύτερη απειλή από τον ΕΔΕΣ για τα βρετανικά μεταπολεμικά σχέδια, αυτό ισχυρίζεται ο Woodhouse «οφειλόταν περισσότερο στα
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΟΜΑΣ MAN Επιλογή άπό την άλληλογραφία (1901-1955) τού μεγάλου Γερμανού συγγραφέα. Ή ζωή, τό έργο καί τά σημαντικώτερα γεγονότα τού πρώτουμισοΰ τού εικοστού αιώνα περνάει μέσα άπό τίς σελίδες αύτού τού βιβλίου.
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
ΕΚ Δ Ο ΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛ Η Μ Α Υ Ρ Ο Μ ΙΧ Α Λ Η 9 Α Θ Η Ν Α 106 79 Τ ηλ. 3607744-3639962
58/οδηγος επεισόδια που σημειώθηκαν έξω και όχι μέσα στην Ελλάδα» (οι αν ταρσίες ξέσπασαν στον ελληνικό στρατό στη Μέση Ανατολή την άνοιξη του 1943, τις οποίες οι βρε τανικές αρχές απέδιδαν σε κομμου νιστική συνωμοτική δράση). Τότε η βρετανική πολιτική είχε να διαλέ ξει ανάμεσα σε «δύο κακά». Αφού η παλινόρθωση της μοναρχίας ήταν ο ακρογωνιαίος λίθος της βρετανι κής πολιτικής και εφ’ όσον ο Ζέρβας απέταξε τον δημοκρατισμό του, εμφανιζόταν σαν ο λιγότερο κακός, και το F.O . πήρε έτσι την οριστική θέση: απρόθυμη υποστή ριξη του 7.έρβα και αποφασιστική iivtiHi oi| κατά του I ΛΜ Μια άλλη σημαντική πλευρά της βρετανικής πολιτικής εξετάζει ο Richard Clogg στην έκθεσή του «Η SOE στην Ελλάδα», όπου περιγρά φει την δράση της SOE στην Ελλά δα. Η SOE, αν και ασχολούνταν κυρίως με συλλογή πληροφοριών και αντιστασιακές ενέργειες, αναμείχθηκε έντονα και στην πολιτική, προκαλώντας συχνά την αγανάκτη ση του Foreign Office. Ο Clogg υποστηρίζει πως «η SOE με τους πράκτορές της στην Ελλάδα ήταν πάντα καλύτερα πληροφορημένη και πολύ λιγότερο συντηρητική ιδεολογικά από το F.O. Είχε συνει δητοποιήσει εξαρχής τους ενυπάρχοντες κινδύνους στην αδιάλειπτη ενίσχυση του F.O. προς το ζήτημα του Βασιλιά Γεωργίου και τη μα ταιότητα της πολιτικής της προσ πάθειας να διαφημιστεί ο βασιλιάς σε έναν απρόθυμο λαό· όσο λοιπόν διατηρούσε τη σχετική του αυτονο μία, μπορούσε, στην πράξη, να με τριάζει και τις συνέπειες αυτής της πολιτικής». Καθώς όμως η στιγμή της απελευθέρωσης πλησιάζει και οι στρατιωτικές προτεραιότητες πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, η δρά ση της SOE συνδέθηκε άμεσα με την μακρόπνοη βρετανική πολιτική στην Ελλάδα. Ο Προκόπης Παπαστράτης στο άρθρο του «Ο Παπανδρέου και το Συνέδριο του Λιβάνου» εξετάζει την ελληνική πολιτική κατάσταση από τους πρώτους μήνες του 1944 ώς το Συνέδριο του Λιβάνου. Ο Έλληνας ιστορικός θεωρεί τη Σύ σκεψη του Λιβάνου, τον Μάιο του 1944, ως απόπειρα εξουδετέρωσης του ΕΑΜ (και της πολιτικής του επιτροπής ΠΕΕΑ), με την ενσωμά τωσή του σε νέα κυβέρνηση εθνικής ενότητας, όπου τα παραδοσιακά κόμματα θα υπερτερούσαν. Η επι
τυχία αυτού του σχεδίου οφειλόταν στην «αποφασιστική βρετανική υποστήριξη» της Ελληνικής Κυβέρ νησης στο Κάιρο, αλλά και στην απρόθυμη απόφαση του ΕΑΜ να μετάσχει στην κυβέρνηση ως υπο δεέστερος εταίρος για να μην επωμισθεί την ευθύνη ότι δήθεν παρεκώλυε την εθνική ενότητα. Ό πω ς τονίζει ο Παπαστράτης «η παρου σία του ΕΑΜ στο Συνέδριο του Λι βάνου ήταν το πρώτο βήμα στην επιτυχία της βρετανικής πολιτι κής». Στην τελευταία έκθεση αυτού του τμήματος, ο Lars Baerentzen τονίζει ένα από τα πρώτα σημάδια ρήξης και επικείμενης κρίσης μετά την σταδιακή αποχώρηση των γερ μανικών στρατευμάτων, τις συρρά ξεις δηλαδή ανάμεσα στον ΕΛΑΣ και τα Τάγματα Ασφαλείας στην Πελοπόννησο, και την άρνηση των Βρετανών να επέμβουν στις συγ κρούσεις αυτές. Το αποτέλεσμα αυτών των μαχών της Πελοποννήσου ήταν ότι «το μίσος ανάμεσα στις δύο ελληνικές παρατάξεις έγι νε ακόμη βαθύτερο και οδήγησε, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, σε ένα κύμα βάρβαρων αντεκδική σεων». Αυτή η «λευκή τρομοκρα τία» πήρε μεγάλη έκταση και αποτέλεσε μια από τις πολλές αιτίες του εμφυλίου πολέμου που ακο λούθησε τα Δεκεμβριανά. Απελευθέρωση, Εμφύλιος Πόλεμος και Αμερικάνοι Επίσημα η απελευθέρωση ήρθε στην Ελλάδα στις 18 Οκτωβρίου 1944. Οι τελετές και ο πανηγυρι σμός των επομένων λίγων ημερών φάνηκε να σήμαναν το τέλος της ταλαιπωρίας και της διάσπασης. Η σκληρή πραγματικότητα όμως δεν άργησε να φανεί. Τα «Δεκεμβρια νά» -η σύγκρουση στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 1944 μεταξύ του ΕΛΑΣ και Βρετανών και κυβερνη τικών στρατευμάτων- έδειξαν ότι η χώρα είχε διασπαστεί καίρια ως προς τα θεμελιώδη ζητήματα και ότι η πολιτική βία βρισκόταν στην ημερήσια διάταξη. Η Συμφωνία της Βάρκιζας τον Φεβρουάριο του 1945, αποτέλεσε την βάση όχι για έναν πολιτικό συμβιβασμό αλλά για έναν προσωρινό τερματισμό των εχθροπραξιών ανάμεσα στις δύο αντίπαλες πλευρές. Η πολιτική αστάθεια συνεχίστηκε, οι προσπά θειες για ανασυγκρότηση αποδεί
χτηκαν εντελώς ανεπαρκείς, και ο εθνικός διχασμός πήρε μορφή βεν τέτας, όπου η πρωτοβουλία ανήκε στη Δεξιά. Η ηγεσία της Αριστε ρός, που τώρα αποτελούνταν σχε δόν αποκλειστικά από κομμουνι στές, αντέδρασε βίαια στην συστη ματική «λευκή τρομοκρατία» που επικράτησε σ όλη την χώρα μετά την Συμφωνία της Βάρκιζας. Για μια ακόμη φορά η χώρα κατρακύ λησε σε νέα φάση διχασμού και βίας. Ο «Τρίτος Γύρος» του Εμφύ λιου είχε αρχίσει. Ο George Alexander στο άρθρο του «Η Κρίση Αποστράτευσης του Νοεμβρίου 1944» εξετάζει το κλίμα της αμοιβαίας καχυποψίας και του φόβου που κυριαρχούσε στην χώρα μετά την απελευθέρωση και που περιέβαλλε τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση του πιο ακανθώδους προβλήματος που σύντομα θα εμ φανιζόταν: του αφοπλισμού των αντιστασιακών ομάδων του πολέ μου και της αντικατάστασής τους με έναν εθνικό στρατό. Ο συγγρα φέας υποστηρίζει ότι η κατάρρευ ση στα τέλη Νοεμβρίου του 1944 της συμφωνίας μεταξύ του πρωθυ πουργού Γ. Παπανδρέου και του ΕΑΜ σχετικά με τον αφοπλισμό, ήταν η αφορμή για το ξέσπασμα των «Δεκεμβριανών». Ό μω ς τα αί τια της κρίσης του Δεκεμβρίου ήταν βαθύτερα από το θέμα του αφοπλισμού. Ό πω ς τονίζει ο A le xander «η εξέγερση (του Δεκέμβρη) δεν ήταν το αποκορύφωμα της κρί σης αφοπλισμού αλλά μάλλον της ευρείας κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής που από καιρό υπόβοσκε σε ολόκληρη την Ελλάδα». Τα «Δεκεμβριανά» έληξαν επί σημα με την Συμφωνία της Βάρκι ζας. Ο Heinz Richter στο άρθρο του ανασκοπεί τον τρόπο με τον οποίο οι διατάξεις και το πνεύμα της Συμφωνίας της Βάρκιζας κα κοποιήθηκαν ή διαστρεβλώθηκαν ακόμη από την Κυβέρνηση, που επέτρεπε σε ακροδεξιά στοιχεία να καταδιώκουν παλαιούς αγωνιστές του ΕΑΜ -ΕΛΑΣ και γενικά την δημοκρατική Αριστερά. Στην εισή γησή του ο Γερμανός ιστορικός αποσκοπεί να ανατρέψει έναν από τους πιο ανθεκτικούς μύθους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, συγκεκριμένα ότι το ΚΚΕ άρχισε να σχεδιάζει τον «Τρίτο Γύρο», δη λαδή τον εμφύλιο του 1946-1949, ήδη από τον Φεβρουάριο του 1945, όταν υπογραφόταν η Συνθήκη της Βάρκιζας. Ο Richter υποστηρίζει
οδηγος/59 ότι, ενώ μεν ο μακροπρόθεσμος σκοπός του ΚΚε ήταν να καταλά βει την εξουσία, το άμεσο αντικεί μενό του ήταν να ενσωματωθεί στο πολιτικό σύστημα της χώρας και να διευρύνει την βάση του. Αντιδρώντας όμως στη «λευκή τρομοκρα τία», το ΚΚΕ πέρασε από την παθητικότητα στην μαχητικότητα και βία. θεω ρεί λοιπόν πως «τα αίτια του εμφυλίου πολέμου πρέπει να αναζητηθούν βασικά στο πολιτικό κλίμα, σε παράγοντες όπως η τρο μοκρατία, η στέρηση, η απελπισία και η απόγνωση, που ήταν αποτέ λεσμα του παρελθόντος και της εξουσίας του Παρακράτους». Ο συγγραφέας τονίζει ότι «εκτός από τους πρώην φασίστες και δοσίλογους και άλλους αδιάλλακτους δε ξιούς κανείς δεν ήθελε ευθέως τον εμφύλιο πόλεμο. Ο φόβος όμως του κομμουνιστικού κινδύνου ήταν διάχυτος παντού και ενισχύθηκε από την άκρα Δεξιά». Προκειμένου να εξουδετερωθεί αυτή η εξου σία του πρακράτους, θα χρειαζό ταν μια πολύ μεγάλη προσπάθεια για εκκαθάριση του κράτους από όλα τα ακροδεξιά του στοιχεία. Ούτε μια όμως από τις μεταπολεμι κές ελληνικές κυβερνήσεις δεν ήταν διατεθειμένη ή ικανή να αναλάβει μια τέτοια εκκαθάριση, εκκαθάρι ση, που κατά τον Richter, μόνο με την βοήθεια των Βρετανών θα μπο ρούσε να πραγματοποιηθεί -βο ή θεια η οποία όμως δεν προσφέρθηκε. Γι’ αυτό τον λόγο ο συγγραφέας θεωρεί την Βρετανία ως «μόνη υπεύθυνη» για την δημιουργία αυ τού του κλίματος με την πολιτική (μετά τον Φεβρουάριο του 1945) της μη αναμείξεως (laisser-faire). Αυτό το συμπέρασμα είναι σε ένα ποσοστό σωστό. Ό μ ω ς αν η Βρε τανία ευθύνεται για την πολιτική και οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα μετά την Βάρκιζα, άλλο τόσο και οι ελληνικές κυβερνήσεις της εποχής. Η αποτυχία της Βρετα νικής πολιτικής είναι άμεσα συνυφασμένη με την αποτυχία της πολι τικής των κυβερνήσεων Πλαστήρα, Βούλγαρη. Κανελλόπουλου και Οι εκλογές του Μαρτίου 1946, από τις οποίες απέσχον οι περισσό τερες αριστερές οργανώσεις, έγιναν μέσα σε κλίμα πόλωσης, εκφοβι σμού και βίας που, όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων, προοιώνι ζαν τον εμφύλιο πόλεμο. Κατά τον ίδιο τρόπο, το δημοψήφισμα για τον Βασιλιά, τον Σεπτέμβριο του
1946, έγινε από μια κυβέρνηση (Τσαλδάρη) που είχε δεσμευτεί για την παλινόρθωση της μοναρχίας. Και τα δυο αυτά γεγονότα θεωρή θηκαν συχνά σαν περιστατικά ήσσονος σημασίας ή απλώς συμπτώ ματα σπουδαιότερων εξελίξεων στην πολιτική της μεταπολεμικής Ελλάδας. Η σημασία τους μοιάζει σήμερα να χάνεται μέσα στην βία του εμφυλίου πολέμου. Ο Γιώργος θ . Μαυρογορδάτος στο άρθρο του «Οι εκλογές και το Δημοψήφισμα του 1946. Προοίμιο του Εμφυλίου Πολέμου» καταλήγει στο συμπέρα σμα ότι και τα δυο αυτά γεγονότα ήταν πραγματικά σημαντικοί σταθ μοί στην κλιμάκωση του εθνικού διχασμού και του εμφυλίου πολέ μου που ακολούθησε. Μαζί, αλλά και χωριστά «αποτέλεσαν την τε λευταία χαμένη ευκαιρία ειρηνικής πολιτικής εξέλιξης και υπήρξαν ουσιώδης καταλύτης για την έκρη ξη του εμφυλίου πολέμου». Η απο χή της Αριστεράς από τις εκλογές έδωσε συντριπτική πλειοψηφία στην βασιλόφρονα Δεξιά. Με αυ τόν τον τρόπο, η έκβαση των εκλο γών προκαθόρισε επίσης το αποτέ λεσμα του δημοψηφίσματος, αφού όπως τονίζει ο συγγραφέας, η Δ ε ξιά είχε «ουσιαστικά απεριόριστη ελευθερία να “προετοιμάσει” επει γόντως το δημοψήφισμα για την επιστροφή του Βασιλιά. Τέλος, οι εκλογές και το δημοψήφισμα του 1946 υπήρξαν καθοριστικής σημα σίας στο μέτρο που πρόσφεραν την ύστατη και πιο πειστική αιτιολόγη ση της τελικής επιλογής του ένο πλου αγώνα από το ΚΚΕ. Ό π ω ς σωστά υποστηρίζει ο Μαρογορδάτος «χωρίς τις συνθήκες που δη μιούργησαν (εκλογές - δημοψήφι σμα), μια τέτοια επιλογή θα φαινό ταν αδιανόητη και, αν είχε τυχόν υιοθετηθεί από την κομματική ηγε σία, θα είχε καταλήξει πιθανότατα σε άμεση αποτυχία». Ο «Τρίτος Γύρος» αποτέλεσε θέ μα πολλών συζητήσεων και εκτετα μένων συγγραμμάτων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό και η καθαρά στρατιωτική του πλευρά έχει πλή ρως ερευνηθεί. Τα κίνητρα, όμως, και ο αντικειμενικός σκοπός της εξέγερσης, η στρατηγική και η τα κτική της ηγεσίας του ΚΚΕ, καθώς και η ανάμειξη των γειτονικών κομμουνιστικών κρατών, εξακο λουθούν να παραμένουν ασαφή και διαφιλονικούμενα. Ίσως αυτό να εξηγεί και το γεγονός ότι μόνο μια εισήγηση στο βιβλίο, αυτή του
ΑΝΤΡΖΕΪ ΚΟΥΣΝΙΕΒΙΤΣ
Ο ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΔΥΟ ΣΙΚΕΛΙΩΝ
Φ Έ νας μεγάλος Πολωνός συγγραφέας πού τό έργο του θά μπορούμε νά παραλληλισθεϊ με τό έργο τού Κάφκα τού Μούζιλ ή τού Τζόϋς. Γιά πρώτη φορά στή γλώσσα μας σε μετάφραση τής Ρενέ Ψυρούκη. Έ να μυθιστόρημα πού ξεχειλίζει άπό ποιητική φαντασία, θαυμάσια Εναρμονισμένο με μιάν οικονομία, με μιά πειθαρχία παραδειγματική άναφορικά μέ τη μορφή. Γιά μιάν άκόμη φορά, τό ούσιαστικό δε βρίσκεται καθόλου στή μυθιστορηματική δράση.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 9 ΑΘΗΝΑ 10679 ΤΉΛ. 3607744-3604793
60/οδηγος Γιάννη Ιατρίδη «Εμφύλιος Πόλε μος 1945-1949», προσπαθεί να ανα λύσει όλη την περίοδο του εμφυ λίου πολέμου, ενώ οι εισηγητές των άλλων εργασιών προτίμησαν να σταθούν σε ορισμένα πιο ειδικά προβλήματα και γεγονότα της επο χής. Στο άρθρο του Ο Ιατρίδης ανιχνεύει την εξέλιξη της εξέγερσης και σκιαγραφεί τα κίνητρα και την τακτική του ΚΚΕ κατά του κρά τους. Ξεχωρίζει τρεις διαφορετικές φάσεις στην κλιμάκωση της σύγ κρουσης: «Απρογραμμάτιστη Εξέ γερση» από τον Φεβρουάριο του 1945 μέχρι τον Φεβρουάριο του 1946· μια «Μεταβατική Φάση» που διήρκησε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1947· και τέλος την «Προγραμματι σμένη Εξέγερση», που τέλειωσε τον Αύγουστο του 1949. Διερευνά τις αιτίες για την ήττα του «Δημοκρα τικού Στρατού» και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «παρά τις αρχικές τους επιτυχίες, οι αντάρτες δεν απέκτησαν ποτέ ισχυρή λαϊκή βάση ούτε την απαραίτητη στρατιωτική δύναμη, ώστε να έχουν την δυνατό τητα για μια τελική νίκη». Επίσης, σε όλη την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, η βοήθεια από το εξωτε ρικό παρέμεινε ανεπαρκής για τις ανάγκες των ανταρτών, και όπως τονίζει ο συγγραφέας «δεν μπόρεσε να μεταβάλει την ισορροπία των δυνάμεων η οποία, μετά το 1947, ευνοούσε την κυβέρνηση». Η εξέ γερση δεν μπορούσε να πετύχει χω ρίς ουσιαστική βοήθεια από το εξωτερικό, κι αυτή η βοήθεια ποτέ δεν υλοποιήθηκε. Σ’ αυτό το πλαί σιο θα πρέπει να προσθέσουμε ότι η διένεξη Τίτο-Στάλιν, η εκδίωξη της Γιουγκοσλαβίας από την Κομινφόρμ τον Ιούνιο του 1948, και η θέση του ΚΚΕ υπέρ της Μόσχας σ’ αυτήν την διένεξη, καταδίκασαν τον «Δημοκρατικό στρατό» σε πρώιμη ήττα. Τέλος, ο Ιατρίδης, ανασκοπεί περιληπτικά την κυβερ νητική τακτική για την αντιμετώπι ση της κρίσης και αξιολογεί την επέμβαση των ΗΠ Α στις στρατιω τικές υποθέσεις και στην ήττα του ΚΚΕ. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις και τα μέτρα ασφαλείας ήταν μόνο μια πλευρά του κατασταλτικού προ γράμματος, γιατί το νομικό και διοικητικό σύστημα της χώρας επιστρατεύθηκαν και αυτά για τον ίδιο σκοπό. Ο Νίκος Αλιβιζάτος στην εισήγησή του «Καθεστώς “ Έκτακτης ανάγκης” και Πολιτι
κές Ελευθερίες, 1946-1949» ερευνά σωρεία εκτάκτων ή αναγκαστικών διαταγμάτων που σχεδιάστηκαν για να τιμωρηθούν όλοι όσοι ανα μειγνύονταν σε αντικυβερνητικές δραστηριότητες, καθώς και όσοι έτρεφαν ανατρεπτικές ιδέες. Ό π ω ς υποστηρίζει ο συγγραφέας «από την ανάλυση των μέτρων που πήρε το ελληνικό κράτος στο χώρο των πολιτικών ελευθεριών προκύπτει ότι όσο και αν δεν επιβλήθηκε ανοιχτή δικτατορία κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, η κομμουνιστική εξέγερση δεν αντι μετωπίστηκε αποκλειστικά με φιλε λεύθερες συνταγματικές μεθό δους». Πίσω από το προσωπείο της δημοκρατικής νομιμότητας, μια αυθαίρετη δικαιοσύνη, εμπνευσμέ νη από μια «εθνικόφρονη» ιδεολο γία, έγινε το κύριο όπλο εναντίον όλων εκείνων των οποίων η αφο σίωση προς το καθεστώς βρισκόταν υπό αμφισβήτηση. Είναι ίσως πιο σημαντικό για την ανάλυση της εξέλιξης της πολι τικής της χώρας, το γεγονός, ότι τα «έκτακτα» αυτά μέτρα επιβίωσαν στην Ελλάδα επί 25 περίπου χρό νια μετά το τέλος του εμφυλίου πο λέμου, για να καταργηθούν ουσια στικά με την νομιμοποίησηση του ΚΚΕ τον Σεπτέμβριο του 1974 και τυπικά τον Δεκέμβριο του 1975 από την πρώτη μεταδικτατορική Βουλή. Ό π ω ς τονίζειο Α λιβιζάτος, «για πρώτη φορά από την πε ρίοδο του μεσοπολέμου, οπότε εκ δηλώθηκαν τα πρώτα στοιχεία συν ταγματικού δυϊσμού (σύνταγμαπαρασύνταγμα), η Ελλάδα ζει σή μερα χωρίς το “παρασύνταγμα”» (δεύτερο σύνταγμα που αφορά τους μη εθνικόφρονες). Ο κυρίαρχος ρόλος που διαδρα ματίζει η Βρετανία στα ελληνικά πράγματα, στο πρώτο μισό της δε καετίας, αντικαταστάθηκε σταδια κά από την επιρροή και τον έλεγχο των Αμερικανών. Ο Lawrence Wittner στο άρθρο του «Η Αμερικανι κή Πολιτική Απέναντι στην Ελλά δα» εξετάζει την εξέλιξη της αμερι κανικής επέμβασης στην Ελλάδα στη δεκαετία του ’40. Ο Wittner υποστηρίζει ότι αυτή αποτέλεσε την επικύρωση και συνέχεια της βρετανικής πολιτικής προς την Ελ λάδα κατά την διάρκεια του πολέ μου. Στόχος αυτής της πολιτικής ήταν να περιορίσει την δύναμη και την επιρροή της ελληνικής Αριστε ρός. Με αυτόν τον στόχο, τονίζει ο συγγραφέας, «η αμερικανική κυ
βέρνηση υποστήριξε την εξουσία του Βασιλιά, συνέπραξε στην βρε τανική στρατιωτική παρέμβαση, απέκλεισε την Αριστερά από την κυβέρνηση, ακόμη και από την εκ προσώπησή της στο Κοινοβούλιο, έθεσε τους αμερικανικούς οικονο μικούς και στρατιωτικούς πόρους στη διάθεση της Δεξιάς, τήρησε τη στρατιωτική δικτατορία, και πε ριόρισε πολύ τις πολιτικές και ατο μικές ελευθερίες». Έ τσι, «η αμερι κανική κυβέρνηση διευκόλυνε την εδραίωση συντηρητικών, αντιδρα στικών, ακόμη και φασιστικών στοιχείων στην Ελλάδα». Κατά την Ουάσιγκτον, το ΕΑΜ και οι οπαδοί του απειλούσαν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε κομ μουνιστικό κράτος που, μαζί με τους άλλους δορυφόρους της Μό σχας, θα έθεταν σε κίνδυνο τα γαιοπολιτικά συμφέροντα της Αμε ρικής. Η απόφαση της Αμερικής να δώσει στην Ελλάδα τεράστια οικο νομική βοήθεια πήγαζε από την πε ποίθηση ότι η Ελλάδα είχε γίνει στόχος κομμουνιστικής επιθετικό τητας σκηνοθετημένης από την Σο βιετική Ένωση. Έ τσι ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος αποτέλεσε ένα από τα κυριότερα πεδία μάχης του ψυχρού πολέμου. Ο Αργύρης Α . Φατούρος στο άρθρο του «Πώς κα τασκευάζεται ένα Επίσημο Πλαί σιο Διείσδυσης: Οι ΗΠΑ στην Ελ λάδα 1947-1948», επιχειρεί να ανα λύσει την αρχική επεξεργασία και την εγκαθίδρυση των επίσημων δο μών που επέτρεψαν, και μάλιστα κατοχύρωσαν νομικά, την αμερικα νική διείσδυση στην Ελλάδα. Ο συγγραφέας τονίζοντας ότι η επέμ βαση αυτή των ΗΠ Α «ήταν πρωτο φανής, σχεδόν μοναδική για χώρα μη αποικιακή» εντοπίζει ως κύριο αίτιο αυτής της διείσδυσης το γεγο νός ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις ενθάρρυναν την αμερικανική εποπτεία στα ελληνικά πράγματα. Ό π ω ς υποστηρίζει ότι «η ενεργη τική συνεργασία της ελληνικής κυ βέρνησης, ήταν απολύτως απαραί τητη για να επιτραπεί, να επικυρω θεί νομικά και σχεδόν να νομιμο ποιηθεί η αμερικανική διείσδυση». Συνεχίζοντας πάνω στο ίδιο θέ μα της αμερικανικής ανάμειξης στην Ελλάδα, η Αδαμαντία Πόλλις στην εισήγησή της «Επέμβαση των ΗΠ Α στα Εργατικά Σωματεία, 1947-1950», περιορίζεται σε μια και μοναδική περίπτωση: το συνδι καλιστικό κίνημα. Ό π ω ς υποστη ρίζει, στα τέλη της δεκαετίας του
οδηγος/61 ’40, εκπρόσωποι αμερικανικών ερ γατικών οργανώσεων διαδραμάτι σαν σημαντικό ρόλο οχην αναδιάρ θρωση του ελληνικού συνδικαλι στικού κινήματος, με αποτέλεσμα «τα εργατικά σωματεία να διατη ρήσουν ισχυρά στοιχεία του πελα τειακού συστήματος, ενώ η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), αντί για ελεύθερη αυτόνο μη συνομοσπονδία των ελληνικών εργατικών σωματείων, να γίνει υπέρμαχος της καθεστηκυίας τά ξης». Έ τσι, οι εργατικές ενώσεις κάτω από τον κρατικό έλεγχο, ευ θυγραμμίστηκαν προς τον αμερικα νικό στόχο της δημιουργίας και προώθησης στην Ελλάδα σταθερών αντικομμουνιστικών θεσμών. Τέλος ο Βαγγέλης Κουφουδάκης, στο άρθρο του «Το Ελληνκό Ζήτη μα στον ΟΗΕ», εξετάζει μια ιδιαί τερη διάσταση της αμερικανικής πολιτικής κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Συγκεκριμένα την πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στο αποκαλούμενο ελληνικό ζήτη μα στα Ηνωμένα Έ θνη. Ο συγγρα φέας ισχυρίζεται ότι ο ΟΗΕ, αντί να αποτελέσει συνέλευση όπου θα διερευνούνταν αμερόληπτα τα αί τια της σύγκρουσης στην Ελλάδα, κατάντησε όργανο των ΗΠΑ στον ■ψυχροπολεμικό αγώνα τους ε ναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.
Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς αναπτύσσει το ίδιο θέμα, συγκεν τρώνοντας την προσοχή του στις πολιτικές, ιδεολογικές και πολιτι στικές συνέπειες του εμφυλίου π ο λέμου. Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως το βαθύτατα αυταρχικό καθε στώς που οικοδομήθηκε στις δε καετίες του ’50 και ’60 υπό την αι γίδα ενός δημοκρατικού οργανωμέ νου κοινοβουλευτικού κράτους επέβαλε στην ζωή της χώρας μια στείρα αστική νοοτροπία, που επέ δρασε ασφυχτικά στην πνευματική, λογοτεχνική και καλλιτεχνική έκ φραση. Εξάλλου και ο όγκος των διανοουμένων της Αριστερός που απόμειναν, μετά την εκατόμβη του 1946-1949, υποβλήθηκαν στον αυ στηρό έλεγχο του ακέφαλου κομμα τικού μηχανισμού. Έ τσι επικράτη σε για πολλά χρόνια στη χώρα έλ λειψη ανεξάρτητης πνευματικής παραγωγής. Ό π ω ς χαρακτηριστι κά τονίζει ο Τσουκαλάς «οι απλο ποιήσεις του αριστερού δογματι σμού ήταν εν πολλοίς συμπληρω ματικές της αντίστοιχης γενικευμένης απολίθωσης της αστικής δια νόησης». Η δημοκρατική «ρήξη» που οδήγησε στον ιδεολογικό πολυκεντρισμό συνέβη μόνο μετά την πτώση των συνταγματαρχών. Ίσως θα μπορούσε να λεχθεί ότι ως προς
τις ιδεολογικές του συνέπειες ο εμ φύλιος πόλεμος έληξε μόνο το 1974. Επιστήμονες, μελετητές, ιστορι κοί και αναγνώστες θα βρούνε στο βίβλίο αυτό μια προσεγμένη επι στημονική ανάλυση του Εμφυλίου Πολέμου. Οι εισηγήσεις που περι λαμβάνονται σ’ αυτό τον τόμο απο τελούν μια ευπρόσδεκτη προσφορά στην ιδεολογικά φορτισμένη και «ταλαιπωρημένη» ιστοριογραφία της εποχής αυτής. Α ν οδηγούν σε κάποιο γενικό συμπέρασμα, αυτό είναι ίσως, ότι οι υπεραπλουστεύ σεις και τα άλλοθι που χαρακτηρί ζουν μεγάλο αριθμό μελετών της περιόδου, και που προέρχονται από την μηχανική εφαρμογή ορι σμένων θεωριών ή από την υιοθέ τηση μιας κάποιας ιδεολογίας, αποτελούν αρρώστια θανάσιμη για την ιστορία. Μια τελευταία παρατήρηση: Η ελλιπής και ανομοιογενής μελέτη της σύγχρονης ιστορίας οφείλεται και στο γεγονός ότι οι ελληνικές κρατικές πηγές παραμένουν κλει στές για τους μελετητές. Ή ρθε η ώρα η Κυβέρνηση να προσφέρει τις υπηρεσίες της στην ιστορική έρευ να με την απόφαση ν ’ ανοίξει τα Κρατικά Αρχεία. ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ
Η Συγκρότηση της Νέας Αστικής Τάξης και η Ιδεολογική Επίδραση του Εμφύλιου Οι δυο τελευταίες ανακοινώσεις του βιβλίου επιχειρούν να αναλύ σουν την επίδραση που είχαν τα γεγονότα της δεκαετίας του ’40 στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή της Ελλάδας εν γένει. Ως προς την μεταπολεμική πολιτική και’ οικονομική κρίση, ο Κώστας Βεργόπουλος βρίσκει ότι η Ελληνική Κυβέρνηση, με την βοή θεια της Αμερικής, επέφερε βαθιές αλλαγές στην δομή της εξουσίας στις ηγετικές ομάδες της χώρας. Η ενσωμάτωση της Ελλάδας στο νέο διεθνές καπιταλιστικό σύστημα Bretton-Woods) είχε σαν αποτέλε σμα την δημιουργία ενός είδους κρατικού καπιταλισμού και ευνόη σε την ανάδυση μιας νέας μεσαίας τάξης, περιστρεφόμενης γύρω από την δημόσια διοίκηση. Α πό την δύ ναμη της νέας αυτής τάξης εξαρτιόταν η σταθερότητα του πολιτι κού συστήματος και η επιτυχία του αμερικανικού προγράμματος.
Επανόρθωση Στο τεύχος 135 (αφιέρωμα στη Μ. Ντυράς) από αβλεψία μας αναγράφηκε λανθασμένα η προέλευση ορισμένων κειμένων, (ότι δηλ., ήταν δημοσιεύματα του Magazine Litteraire). Ό μ ω ς, το κείμενο της Κλερ Ντεβαριέ: «Μ. Ντυράς, το τε λευταίο τέλειο είδωλο», ήταν δημοσίευμα της εφημ. Monde (1/11/84). Το κείμενο της Μ. Μαρτίνι: «Μια γυ ναίκα που δεν εξομολογείται» προέρχεται από το περιοδικό Arc (No 58, σελ. 6-15) όπως επίσης και το «Κινηματογράφος-Γραφή» της Μ. Μποργκομάνο (No 58, σελ. 77-80). Ζητάμε συγγνώμη.
62/συνεντευξη
Συνέντευξη περί Μπέκετ ^ με τον (__“7! Νάσο Δετζώρτζη Ο B eckett α νή κει σ τους μ εγά λ ο υ ς σ υ γγ ρ α φ είς π ο υ έρ χοντα ι και ξ α ν ά ρ χ ο ντ α ι κ α ι στην ελλη νική επ ικα ιρ ότη τα . Μ έσ α Ν οεμ βρ ίου είδα μ ε στο Ε θ νικ ό α π ό το A b b ey Theatre του Δ ο υ β λ ίν ο υ δ ύο έρ γα του B eckett σ υγκ λ ο νισ τικ ά . Α π ό μ ια ν α ξ ιό λο γη ο μ ά δα νέω ν π α ίχτη κ ε σ την Α θ ή ν α το «Λ ίκνισ μα», π ο υ μ α ς το έδω σα ν κ α ι οι Ιρ λ α ν δ ο ί. Το 1982, γ ια να π ά μ ε π α λιό τερ α , είχαμε, σ ’ έν α ν εντυπ ω σ ια κό χώ ρο στη λεω φ . Β ου λια γμ έν η ς το π ο λυ θ έα μ α Beckett, μ ε κεντρικό κείμ ενο το «Ε κείνη τη φορ ά». Τελευταία, κ υ κ λο φ ό ρ η σ α ν στα ελλ η νικ ά τρία κείμ ενα του B eckett, δύο π εζο γρ α φ ή μ α τ α το «Χ ω ρίς» κα ι ο «Π ρώ τος 'Ερωτας» κ α ι η μ ετά φ ρα σ η α π ό τον Ν ά σ ο Δ ετζώ ρζη του «Ε κείνη τη φ ορ ά », μ ε τόν τίτλο «Τότες π ου». Ε πειδή είν α ι το τρίτο κείμ ενο του B eckett π ο υ μ ετα φ ρ ά ζει ο Ν ά σ ος Δ ετζώ ρ τζη ς (έχ ο υ ν π ρ ο η γ η θ εί ο «Ερημωτής» κ α ι η «Σ υντροφ ιά ») κι
επ ειδ ή είνα ι γνω στή η έγ νο ια του γ ια την ελλη νική γλώ σ σ α κ α ι η μ ετα φ ρα σ τικ ή του δεινότη τα, το «Δ ια βά ζω » σ κέφ τη κε ότι μ ια κ ουβ έντα μ α ζ ί του γ ια το ν B eckett κα ι το έρ γο του, γ ια την π α ρ ο υ σ ία του στα εκδοτικά κ α ι τα θεα τρικά μ α ς π ρά γμ α τα , δ εν θα ή τα ν άκα ιρη . Κ α τά τη ν π ο ρ εία της σ υνέν τευ ξ η ς σ υζη τή θ η κα ν κα ι ειδικ ά μ ετα φ ρ α σ τικ ά π ρ οβλή μ α τα τα ο π ο ία π α ρ ο υ σ ιά ζ ο υ ν ιδια ίτερ ο ενδ ια φ έρ ο ν. Τη σ υνέντευξη π ή ρ ε η Μ α ρ ία Σ τ α σ ιν ο π ο ύ λ ο υ .
συνεντευξη/63 Κύριε Δετζώρτξη, πρόσφατα κυκλοφόρησε το Τότες που, ένας ακόμη Beckett μεταφρασμένος από σας. Σε συνάρτηση και με μια πλούσια γενικώς παρουσία του Beckett στα εκδοτικά και τα θεατρικά μας πράγματα θα θέλατε να μιλήσουμε σχετικά ; ΠΟΛΥ ευχαρίστως. Αλλά - σχετικά με τι ακρι βώς ; Για τον Beckett και το έργο του ; Ευθύς εξαρχής δηλώνω αναρμοδιότητα. Ό πω ς είχα ήδη τρεις φορές την ευκαιρία να ξεκαθαρίσω, όταν παρουσίασα στην Εταιρεία Σπουδών της Σχολής Μωραΐτη τις τρεις μεταφράσεις μου, δεν είμαι μελετητής του Beckett. Είμαι απλώς ένας περιπαθής αναγνώστης του. Και συνεπώς δεν θα ανταποκρίνονταν σε υποκειμενικές δυνατότητες άξιες του θέματος το να σας μιλήσω γι’ αυτό το τόσο ιδιότυπο και ανεπανάληπτο έργο. Την ίδια αναρμοδιότητα οφείλω να δηλώσω και αν μου ζητάτε προσωπική ερμηνεία αυτού που ονομάσατε « πλούσια παρουσία του Beckett στα εκδοτικά και τα θεατρικά μας πράγματα ». Δεν αλωνίζω ευχαρίστως σε τέτοιες γενικότερες θεωρήσεις. Θα μπορούσε βέβαια... ενδεχομέ νως... να πει ίσως κανείς ότι το υπαρξιακό άγ χος που εκφράζει με τόση, και τέτοια, δύναμη κρούσεως ο Beckett, βρίσκεται σε κάποιαν αντα πόκριση (που ίσως να είναι και ασυνείδητη, ή, αν θέλετε, ακόμη ασυνείδητη) με το άγχος που διακατέχει σήμερα κάθε άνθρωπο όταν λίγοπολύ - για να χρησιμοποιήσω μια κοινότατη, αλ λά φορτισμένη με πολύ νόημα, φράση του Bec kett - « αντιλαμβάνεται την κατάσταση ». Ή , όπως λέει αλλού, « όταν κάνει την απόπειρα να ιδεί τι διαφορά θα μπορούσε τάχα να έκανε το να μην είχε ποτέ υπάρξει ». Με άμεση λογική συ νέπεια την αμείλικτη διαπίστωση του παράλογου αυτής της ύπαρξης, αφού, όπως λέει ο Beckett για τον άνθρωπο, « sa naissance fut sa perte », « η γέννησή του υπήρξε και ο χαμός του », ή, όπως είπε από άλλη σκοπιά ο Sartre, αφού « nous sommes tous des morts en sursis », « όλοι μας είμαστε νεκροί υπό αναστολήν ». Επίσης, ίσως νά ’χει παίξει κάποιο ρόλο και κάτι άλλο : Ό τι σήμερα έχουμε όχι μόνο κατα λάβει λογικά, όπως βέβαια από παλαιότερα, αλ λά και συνειδητοποιήσει υπαρξιακά, και μάλι στα με οξύτητα εξοντωτική, πόσο μόνος, τελικά, είναι ο καθένας μας, δεσποτικά, δυναστικά, αμάχητα μόνος. Σε σημείο μάλιστα που θα μπο ρούσε ίσως κανείς, αναθυμούμενος το γνωστό απόφθεγμα πάλι του Sartre : « l’enfer c’est les autres », « η κόλαση είναι οι άλλοι », να πει, παραλλάζοντάς το νομίζω επί το ζοφερότερον, ότι « κόλαση είναι ο μη-άλλος». Σας θυμίζω τη φράση του Beckett από το Τότες που : « ή μιλού σες δυνατά μοναχός σου, με ποών άλλονε », και παρακάτω : « κουβαριασμένος στον κόρφο σου,
ποιανού αλλουνού», και πάλι παρακάτω : « μουρμουρώντας στον εαυτό σου, σε ποιον άλ λονε », - φράση που την ξαναβρίσκουμε και στο Νανούρισμα, όπως τιτλοφορώ εγώ το Λίκνισμα : « ώς την ημέρα εν τέλει, τέλος ατελείωτης μέρας, που είπε από μέσα της, σε ποιον άλλονε... » . Το αγχώδες αυτό ερώτημα, που το βρίσκουμε στο Νανούρισμα εφτά φορές ! επανέρχεται, είτε κα τά λέξιν είτε (να πω έτσι :) « κατά πνεύμα », σε όλο το έργο του Beckett. Οπότε ανακύπτει, επαγωγικά, το άλλο, το μείζον ερώτημα: Προς τι ; Φοβούμαι... ναι... να τολμήσω να το πω ; ... ότι πρ έπ ει... ναι... νάσαι πολύ μεγάλος ποιητής (η λέξη εδώ με την πρώτη σημασία της : κατασκευαστής) για να μπορείς να φτάσεις στο ε π ι ν ό η μ α ότι η ζωή είναι « μέγα καλό και πρώτο ». Πελαγώνουμε όμως, φοβούμαι, πολύ πελαγώ νουμε. Και βατταρίζομεν. Εγώ φταίω. Ας περάσουμε λοιπόν στα ειδικότερα. Γιατί εσείς μας ξαναδίνετε Beckett ; ΜΑ σας είπα ήδη : είμαι ένας περιπαθής ανα γνώστης του. Είναι, μαζί με το άλλο “ τέρας ” , τον Proust (“ τέρας ” βέβαια αυτός για τα intra muros carceris), το δεύτερο (εννοώ, φυσικά, χρο νολογικά) μεγάλο πάθος της ζωής μου. θ α έχουμε δηλαδή από σας και άλλους Beckett ; ΟΧΙ, φευ ! Αν ήσαστε Κερκυραία, θα συνέχιζα, μετά το επιφώνημα, με μια φράση ιταλίζουσα, και θα « πιάνατε » αμέσως το « χρώμα » της. θ α σας έλεγα: « Voleva quaranta anni ft. » (Μη μου πείτε να σας το πω ελληνικά, - θά ’βγαίνε πολύ « μελό ».) Παρ’ όλ’ αυτά όμως, και μια και το ρωτάτε, - ναι. Υπάρχει ακόμα έτοιμος, και θα βγει πολύ γρήγορα, κι ένας τέταρτος Beckett, το θαυμάσιο Νανούρισμα, που παρενέπεσε ήδη στην κουβέντα μας. Ναι... και ήθελα από πριν να ρωτήσω. Αυτό έχει μεταφραστεί ελληνικά, και τυπωθεί « πειραματικά » όπως αναφέρεται στην έκδοση, με τον τίτλο Λίκνισμα, με τον οποίο και παίζεται. Γιατί εσείς το λέτε Νανούρισμα ; Ό πω ς επίσης θέλω να ρωτήσω γιατί το Εκείνη τη φορά εσείς το είπατε Τότες που ; Ο τίτλος Εκείνη τη φορά δεν είναι καλύτερος ; Και ακόμα κάτι : Γιατί Τότες, μ’ αυτό το σίγμα ; ΝΑ ΣΑΣ εξηγήσω. Ας αρχίσουμε από το Τότες που. Ο ξένος τίτλος είναι στο αγγλικό πρωτότυ πο That time και στο γαλλικό Cette fois, και, πράγματι, σημαίνει κατά λέξιν και στις δύο
64/συνεντευξη γλώσσες Εκείνη τη φορά. Αυτήν όμως την από δοση εγώ τη βρίσκω μιαν απλή σωστή κατά λέξιν μετάφραση, μετάφραση « με το λεξικό », άμοιρη από κάθε ουσιαστικήν « αλήθεια », που ποτέ δεν θα μου ’ρχότανε στο στόμα ως εισαγωγικός χρο νικός προσδιορισμός αν, βυθισμένος στις ανα μνήσεις μου, ήθελα να εντοπίσω μια συγκεκριμέ νη στιγμή της ζωής μου. Ξέρετε... σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις εγώ « παίζω » τις διατυπώσεις που μου έρχονται στο νου για τη μεταγραφή μιας ξέ νης φράσης, - και όχι μόνο νοερά, αλλά και μιλητά, και πολλές φορές και περπατώντας απάνω-κάτω. (Με συγχωρείτε για όλ’ αυτά τα ασή μαντα περιαυτολογικά, αλλά τι να γίνει : ορι σμένες μεταφραστικές επιλογές απαιτούν, για μένα τουλάχιστον, πολλή συμμετοχή προσωπι κή...) Αν λοιπόν, σ’ ένα κλίμα σαν του Αναθυ-
ο Beckett είναι δίγλωσσος... γράφει αδιαφόρως πότε γαλλικά πότε αγγλικά, πρωτογράφει, επίσης αδιαφόρως, τα κείμενά του πότε στη μία πότε στην άλλη από τις δυο γλώσσες του, και τις περισσότερες φορές αυτομεταγλωττίζεται μούμενου του Τότες που, - αλλά και χωρίς αυτό, απλώς μονο-λογώντας, - αναθυμόμουνα κι εγώ στιγμές της ζωής μου, δεν θά ’λεγα ποτέ, π.χ. : « Εκείνη τη φορά που είχα πάει στη Χαλκίδα με τη φίλη μου », ή « Εκείνη τη φορά που είχα πάει στην Κέρκυρα για την κηδεία του πατέρα μου », ή « Εκείνη τη φορά που πρωτάκουσα τον Συκουτρή », ή « Εκείνη τη φορά που έπεσε στα χέρια μου η Στροφή ». Αλλά θά ’λεγα, από μέσα μου ή μιλητά, « Τότες που είχα πάει στη Χαλκίδα...», ή « Τότες που είχα πάει στην Κέρκυρα για την κηδεία του πατέρα μου », ή « Τότες που πρωτοάκουσα τον Συκουτρή », ή « Τότες που έπεσε στα χέρια μου η Στροφή, στα 31 ». Κατέληξα λοιπόν να προτιμήσω τον τίτλο Τότες που, θεω ρώντας τη διατύπωση αυτή πολύ πιο ζωντανή, και πολύ φυσικότερη έτσι όπως ξεπηδάει κάθε τόσο ως « ατάκα » της λογόρροιας που απομανδαλώνει η μνημονική διαδικασία. Γιατί τώρα το σίγμα. Γιατί έτσι θα τύ "λεγσ εγώ. Αλλά και για τί το Τότε που το αισθάνομαι εντελώς συμβατι κό, και ταιριαστό πολύ περισσότερο σε μια νη φάλια διήγηση ενός κυρίου καθώς πρέπει προς
μια συντροφιά καθώς πρέπει, ενός επιφανούς γιατρού π.χ. που θα έλεγε σ’ ένα Συνέδριο : « Τότε που ανεκαλύφθη η πενικιλλίνη εγώ ήμουν επιμελητής του Τάδε », και όχι σ’ έναν ενδόμυχο αναμηρυκασμό αναμνήσεων, που επιστέφεται μάλιστα στο τέλος από τον ίδιο τον συγγραφέα με τη σκηνική οδηγία : « Χαμόγελο, κατά προτίμησιν χωρίς δόντια ». Για το Νανούρισμα τώρα. Λοιπόν. Ο αγγλικός τίτλος είναι Rockaby. Η λέξη, που είναι, όσο ξέ ρω, λέξη του Beckett, είναι φτιαγμένη από το ρήμα to rock, που ως αμετάβατο σημαίνει κου νιέμαι, ταλαντεύομαι, λικνίζομαι, κουνιέμαι σε κουνιστή πολυθρόνα (rocking-chair), και ως με ταβατικό σημαίνει ό,τι ακριβώς και το γαλλικό bercer, κουνάω την κούνια του παιδιού, νανου ρίζω. Ό τι στον αγγλικό τίτλο το βάρος πέφτει όχι στο λικνίζομαι, αλλά στην ειδικότερη σημα σία νανουρίζω, φαίνεται από την κατάληξη, που τον συσχετίζει ηχητικά με τη λέξη lullaby, η οποία σημαίνει ακριβώς νανούρισμα. Ο γαλλι κός τίτλος εξάλλου, Berceuse, σημαίνει επίσης, κατά τον ορισμό του Robert, « τραγούδι που κοιμίζουν τα π α ιδ ιά », και, κατ’ επέκτασιν, « μουσικό κομμάτι που ο ρυθμός του μιμείται το ρυθμό αυτών των τραγουδιών » (σ’ αυτή τη ση μασία το λεξικό δίνει το παράδειγμα « berceuse του Schumann »), είναι δηλαδή και ονομασία ιδιαίτερου μουσικού είδους, που ελληνικά λέγε ται επίσης νανούρισμα. Αν είχα υιοθετήσει κι εγώ τον τίτλο Λίκνισμα, θα είχα κρατήσει μια λέξη αναφερόμενη σε μιαν από τις γενικότερες σημασίες της ρίζας της αγγλικής λέξης, και θα είχα έτσι επιλέξει έναν τίτλο που απλώς θα εδήλωνε μία κίνηση, λικνιστική έστω βέβαια, η οποία όμως δεν ενέχει κατ’ ανάγκην την έννοια του νανουρίσματος, ούτε τη σκοπιμότητά του και την πραγμάτωσή της, την επέλευση του ύπνου. Τέλος, το κείμενο είναι και στις δύο γλώσσες τυπωμένο στιχηδόν, πράγμα που φέρνει ακριβώς στο νου μακρόσυρτο τραγούδι, και αποτελείται από μιαν αλληλουχία επαναλήψεων με μικρές παραλλαγές από τη μια στην άλλη, όπως συμβαίνει στα νανουρίσματα. Τώρα βέ βαια... θα μπορούσα να επιλέξω για τον ελληνι κό τίτλο την ακριβώς συνώνυμη με το Νανούρι σμα αρχαία λέξη βαυκάλημα, παραλλάζοντάς την ίσως σε Βαυκάλισμα. Πράγματι, τα ρήματα βαυκαλώ και βαυκαλίζω σημαίνουν ακριβώς στην πρώτη σημασία τους - ν’ ανοίξουμε μια στιγμή τον Δημητράκο ; - « αποκοιμίζω άδων μονοτόνως, νανουρίζω ». Αλλά πώς να απορρυπάνω τη λέξη από τις σκωρίες (ίνα μη τι χείρον είπωμεν) που σπιλώνουν τα δύο ρήματα στις με ταγενέστερες και τις σημερινές σημασίες τους, όπως αυτές εκφράζονται τόσο ζωντανά από τα παραδείγματα που παραθέτει ακριβώς το λεξι κό ; Να σας διαβάσω το ένα τουλάχιστον ; « Οι
συνεντευξη/65 υποψήφιοι κατά κανόνα βαυκαλίζουσι τους εκλογείς δι’ υποσχέσεων » ! Με βάση λοιπόν όλο αυτό το σκεπτικό, κατέ ληξα στον τίτλο Νανούρισμα, που αντιστοιχεί απόλυτα στους δύο ξένους τίτλους, εκφράζει και το νόημα και το ήθος του κειμένου, και ηδύνει κάπως, όπως ακριβώς και οι ξένοι τίτλοι, την πορεία προς το τέλος. Πριν απ’ όλη αυτή την ανάλυση, σκόπευα να σας διατυπώσω σαν απορία την ερώτηση για ποιο λόγο - όπως αναφέρεται στην αρχή και των τριών σας μεταφράσεων - μεταφράζετε τον Beckett και από τα δύο του, όπως λέτε, πρωτότυπα, και πώς εργάζεστε. Η αναμέτρησή σας - ας πω έτσι - με τους δύο ξένους τίτλους του συγκεκριμένου αυτού κομματιού μού έδωσε βέβαια μιαν απάντηση, με παρακινεί όμως να σας ζητήσω να μου εξηγήσετε το πράγμα από περισσότερες πλευρές. ΠΟΛΥ ΩΡΑΙΑ. Κι εγώ ήθελα πάντα να πω κά ποτε μερικά πράγματα για τις επιπτώσεις αυτού του τρόπου εργασίας στη μεταφραστική πράξη. Η ιστορία ξεκινάει· βέβαια από το δεδομένο ότι ο Beckett είναι δίγλωσσος. Γράφει αδιαφόρως πότε γαλλικά πότε αγγλικά, π ρ ω τ ο γ ρ ά φ ε ι, επίσης αδιαφόρως, τα κείμενά του πότε στη μία πότε στην άλλη από τις δ ύ ο γ λ ώ σ σ ε ς τ ο υ , - και τις περισσότερες φορές α υ τ ο μεταγλωττίζεται. Αυτό, όπως βεβαίως αντιλαμ βάνεστε, έχει ως συνέπεια να δημιουργούνται εκάστοτε δύο ετερόγλωσσα πρωτότυπα απολύ τως ισόκυρα. Το ότι είναι ισόκυρα δεν χρειάζε ται, νομίζω, να αποδειχθεί, αφού, άσχετο από ποια γλώσσα χρησιμοποιεί ο συγγραφέας όταν πρωτογράφει το συγκεκριμένο εκάστοτε κείμενο,^ η μεταγραφή του ύστερα στην άλλη γλώσσα γίνε-1 τια από την ίδια συνείδηση και από την ίδια διά νοια, χωρίς καμία μεσολάβηση τρίτου. Η ύπαρ ξη, τώρα, των δύο αυτών γλωσσικών εκφάνσεων του ίδιου διανοήματος του ίδιου διανοητή είναι για τον τρίτον τινά μεταφραστή μεγάλη βοήθεια. Διότι, όταν ο Beckett γράφει αγγλικά π.χ., στο Τότες που ακριβώς, τη φράση : « to look was the ruin still there where you hid as a child », όπου o τύπος του ρήματος, hid, προβληματίζει αν είναι παρατατικός ή αόριστος, δεν έχεις δε ούτε την όσφρηση να καταλάβεις από τα συμφραζόμενα τι χρόνος είναι, ούτε την ευσυνειδησία να ανα ζητήσεις την απάντηση διατρέχοντας το όλο κεί μενο· και όταν, ύστερα, βλέπεις ότι ο ίδιος αυτός Beckett, αυτομεταγλωττιζόμενος, γράφει γαλλι κά : « voir si elle 6tait Ιέ toujours la ruine ou en fant tu te cachais , με -ais, δηλαδή σε χρόνο πα ρατατικό, - δεν μπορεί παρά να αντιληφθείς,
αφού δεν το είχες καταλάβει, ο ανόσφρητος, άλλοθεν (ως όφειλες και θα μπορούσες), ότι εδώ ο συγγραφέας, και το νόημα, θέλουν χρόνο που να σημαίνει επανάληψη της πράξεως στο παρελθόν, και δεν θα μεταφράσεις (όπως έγινε), ούτε « εκεί που κρύφτηκες όταν ήσουν παιδί » (δηλαδή μία φορά), ούτε « εκεί που έκρυψες... » (δηλαδή πά λι μια φορά, και με^το ρήμα σε ενεργητική φωνή μ’ ένα απίθανο αντικείμενο), αλλά « όπου κρυ βόσουνα μικρός » (δηλαδή επανειλημμένως ή συ νήθως). Πρώτη λοιπόν ωφέλεια για τον μετα φραστή από την ύπαρξη των δύο ετερόγλωσσων κειμένων είναι ότι, αν σ’ ένα χωρίο του ενός το τυπικό της γλώσσας του μπορεί να οδηγήσει σε
είμαι ένας περιπαθής αναγνώστης του Beckett εσφαλμένη ανάγνωση, ή το χωρίο είναι - ή ο με ταφραστής το νομίζει - ασαφές, το άλλο πρωτό τυπο μπορεί να οδηγήσει (όπως στο παράδειγμα που σας έφερα) σε σωστή ανάγνωση, ή να δώσει, ενδεχομένως, τη λύση μιας αντικειμενικά υπαρ κτής ή υποθετικής ασάφειας. Αλλά βέβαια ! Ό λ’ αυτά... Γιατί όταν ο συγ γραφέας, περιγράφοντας κάπου δυο ανθρώπους (ένα ζεύγος) καθισμένους σε μια πέτρα, τους πα ρουσιάζει πάντα « παράλληλους » και πάντοτε ασυνέγγιχτους « όπως στις δύο άκρες ενού αξονιού », χωρίς ποτέ ούτε καν να κοιτάζονται, αλ λά πάντα να κοιτάζουνε μπροστά τους, οπότε βέβαια, όπως γράφει, είναι και οι δυο τους για τον καθένα τους « just blurs on the fringes of the field » (δηλαδή τον field of vision τους), ή, γαλλι κά, « rien que deux taches floues aux limites du champ » (δηλαδή του champ visuel τους), που θα πει απλούστατα : « απλώς δυο κηλίδες θολές στα όρια [ο καθένας] του [οπτικού] πεδίου [του άλ λου] », και ο μεταφραστής αυτό το λέει : « σαν δυο κηλίδες τίποτ’ άλλο εκεί στην άκρη του αγρού », - τι θέλετε ! Φταίνε οι αβέβαιοι τυχόν τύποι ορισμένων ρημάτων ; Καλά, - αλλά αυτά τα δύο πρωτότυπα, τα ετερόγλωσσα, είναι δυνατόν να μην παρουσιάζουν και αποκλίσεις γλωσσικές, φραστικές ; Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο μεταφραστής δεν έχει να αντιμετωπίσει πρόσθετα προβλήματα ; ΔΕΝ νομίζω. Ούτε και αφού προσθέσω στις επι φυλάξεις σας το ότι παρουσιάζονται συχνά και άλλες αποκλίσεις, ουσιαστικότερες : Π.χ., στις εικόνες που συγκροτούν μια τρέχουσα μεταφορι
66/συνεντευξη κή έκφραση, ή και μια πρωτότυπη μεταφορά, όταν το εικονικό τους υλικό διαφέρει από γλώσ σα σε γλώσσα. Ή ακόμα και αποκλίσεις πραγ ματικές, υπαγορευόμενες από ετερότητες επιχώ ριες. Ό χι, δεν νομίζω. Αντιθέτως. Αυτά όλα μπορούν να είναι για τον μεταφραστή ποικιλοτρόπως γόνιμα. Πρώτον, του παρέχουν τη δυνα τότητα (αλλά και το δικαίωμα) να διαλέξει την έκφραση, ή την εικόνα, ή και το πράγμα, που είναι συμβατότερα με τις ιδιομορφίες της γλώσ σας του ή με τα δικά του επιχώρια πραγματικά δεδομένα. Δεύτερον, του δείχνουν σε τι πεδία και ώς ποιο σημείο ο συγγραφέας επιβάλλει ή επιτρέπει στον εαυτό του να υποτάσσεται, περ νώντας από γλώσσα σε γλώσσα, σ’ αυτές τις ετερομορφίες, κι έτσι τον καθοδηγούν ώς ποιο ση μείο ομόλογης ελευθερίας μπορεί και αυτός να φθάσει, εφ’ όσον έχει να κάμει με μια τρίτη, τη δική του γλώσσα, με μιαν άλλη πολιτισμική κλη ρονομιά, και, γενικά, με άλλα επιχώρια δεδομέ να, που του επιβάλλουν να μην αγνοήσει τις ιδιομορφίες τους. Π.χ. : Στο αγγλικό κείμενο του Τότες που ο συγγραφέας κάνει λόγο για ένα φέρρυ. Υπάρχει πράγματι στο μνημονικό του απόθεμα και στα βιώματα του Αναθυμούμενου ένα πορθμείο, αυτό που ζευγνύει μεσ’ το κέντρο του Δουβλίνου τις δύο όχθες του ποταμού που το διασχίζει. Στο γαλλικό κείμενο δεν γίνεται λόγος για φέρρυ, αλλά για κρηπίδωμα, αποβά θρα, quai, προφανώς επειδή για ένα Γάλλο, και δη τον Παριζιάνο, η λέξη και το πράγμα δεν θα είχαν βιωματικό αντίκρισμα, ενώ αντίθετα τα quais, του Σηκουάνα π.χ., είναι μέσα στη ζωή
ορισμένες μεταφραστικές επιλογές απαιτούν, για μένα τουλάχιστον, πολλή συμμετοχή προσωπική του. Αφού στο γαλλικό κείμενο το φέρρυ αγνοεί ται, θα πει πως ο Beckett κρίνει ότι το κείμενό του μπορεί άριστα να σταθεί και χωρίς μνεία του φέρρυ. Θα πει όμως συγχρόνως και ότι ο έλληνας μεταφραστής μπορεί ν’ αγνοήσει την απο σιώπηση του φέρρυ στο γαλλικό κείμενο, και να το επαναφέρει, αφού για μας και η λέξη και το πράγμα είναι οικεία, είναι μέσα στη ζωή μας. Εξάλλου, η ελευθερία που διατηρεί ο συγγρα φέας όσον αφορά τη μνεία ή την μη μνεία του φέρρυ, μου επιτρέπει εμένα να κάμω χρήση ομό λογης ελευθερίας σε μιαν άλλη περίπτωση. Π.χ.. : Σε δύο σημεία ο Αναθυμούμενος αναθυμάται πώς ήτανε ο κόσμος τότες που ήσαστε to gether on the towpath, ensemble sur le halage, και
αρκετά παρακάτω πώς ήταν η ζωή τότες που ήταν alone on the towpath with the ghosts of the mules, seul sur le halage avec les mules fantdmes. Και εδώ το μόνιμο ερώτημα : Πώς να μεταφέρεις από μια γλώσσα σε άλλη πράγματα και εικόνες που για τους χρήστες της πρώτης είναι οικειότατα, ενώ οι χρήστες της άλλης τα αγνοούνε. Με τις λέξεις towpath και halage (ελλειπτική διατύ πωση του chemin de halage) δηλώνονται οι παρό χθιοι δρόμοι ή τα παρόχθια μονοπάτια όπου, στις χώρες με τα πλωτά ποτάμια και τα κανάλια, βαδίζουν τα άλογα ή τα μουλάρια που ρυμουλ κούνε τα ποταμόπλοια. Εμείς όμως δεν έχουμε στη ζωή μας τέτοια ποτάμια ή κανάλια, ούτε μας είναι οικεία η εικόνα από ρυμουλκούμενα ποτα μόπλοια. Για να αντιληφθεί δε το πράγμα ο έλληνας αναγνώστης ή θεατής, θά ’πρεπε να χρησι μοποιηθεί « νερουλή περίφρασις », όπως έλεγε ο Συκουτρής, γιατί βέβαια τα μεταφράσματα που δίνει ο Ηπίτης : « οδός παρολκής » ή « οδός ρυμουλκίας », που θα μπορούσαν έστω να κα ταντήσουν ρυμουλκόδρομοι - φαντάσου ! - δεν θα έλεγαν σε μας τίποτα. Ακολουθώντας λοιπόν το παράδειγμα του Beckett, που αγνόησε στο γαλλικό του κείμενο το φέρρυ, εγώ αγνόησα την παρολκήν. Αρκέστηκα σε μιαν ανάκληση (evoca tion) παρόχθιου τοπίου, και απέδωσα τις δυο συνώνυμες ξένες εκφράσεις με την εικόνα « στο στρατί του ακροπόταμου », που δεν νομίζω να υπολειτουργεί ούτε συναισθηματικά ούτε αισθη τικά. Μένουν βέβαια, έτσι, ξεκρέμαστα τα « φαντάσματα των μουλαριών » που αναφέρονται στο δεύτερο χωρίο, όταν πια εκείνη έχει φύ γει και ο Αναθυμούμενος έμεινε μόνος. Αλλά μουλάρια, επιτέλους, μπορεί να περνούσαν από το παρόχθιο εκείνο στρατί και χωρίς να « παρέλκουν », και να είχαν εγγραφεί έτσι, απλώς περα στικά, στη μνήμη του Αναθυμούμενου. Μη σας αραδιάσω άλλα παραδείγματα. Η συνέντευξη θα καταντούσε φροντιστήριο του ΚΕΜΕΔΙ ! Παρ’ όλ’ αυτά, θέλω ακόμα να ρωτήσω κάτι. Αναφέρατε δύο φορές τώρα-δα τη λέξη Αναθυμούμενος. Και στις σκηνικές οδηγίες του Τότες που είδα ότι ονομάζετε έτσι το μοναδικό πρόσωπο του έργου. Στο αγγλικό όμως κείμενο που έτυχε να έχω, ο Beckett ονομάζει αυτό το πρόσωπο Listener, που θα περίμενε κανείς να αποδοθεί Ακροατής, Ακουστής, ή κάπως έτσι. Πώς φτάσατε στο Αναθυμούμενος ; ΩΡΑΙΟ θέμα ! Έφτασα λοιπόν στο Αναθυμού μενος χρώμενος ακριβώς της ελευθερίας επιλο γής που παρέχεται στον μεταφραστή από την ύπαρξη των δύο ετερόγλωσσων ισόκυρων κειμέ νων. Αλλά και με κάποιο σκεπτικό ουσιαστικό-
συνεντευξη/67
Τέσσερις Μπέχετ από το Γάλλο ακιτσογράφο Ζαν Ρεντόν: Ο Μπέχετ που γράφει γαλλικά· ο Μπέκετ πον γράφει ιρλανδικά (μάλλον εγγλέζικα)· ο Μπέκετ μέσα στο ακουπιόοτενεκέ, ήρωας τον έργου τον «Το τέλος τον παιχνιδιού»· ο Μπέκετ με το βραβείο Νόμπελ υπό μάλης.
τερο, που θα σας το πω αμέσως ύστερα. Λοι listener), που ονοματίζει εκεί τον ακονστή πάλι πόν : Η γαλλική γραφή του Τότες πον (που εί και εκεί μιας Φωνής με ομόλογο ρόλο. παμε : είναι του ίδιου του Beckett) δεν χρησιμο Έχουμε λοιπόν εδώ, μεταξύ των δύο λέξεων : ποιεί μεταγλωττισμένη την αγγλική λέξη Liste listener / ακροατής και souvenant / αναθνμούμε ner, Ακροατής, όπως είπατε, αλλά μια λέξη εντε νος, ουσιώδη διαφορά εννοιολογική. Χαι με αυ λώς άλλη, τη μετοχή Souvenant, γαλλικό νεολογι τά τα δεδομένα δεν είναι δυνατόν ο φιλόλογος σμό στη χρήση της ως ουσιαστικού, που σημαίνει _τουλάχιστον - αλλά και ο παραφιλόλογος - να ακριβώς, μ’ έναν αντίστοιχο ελληνικό νεολογι μη συμπεράνει ότι η ετερότης αυτή στους όρους σμό, Αναθνμούμενος. δεν μπορεί να είναι τυχαία. Και μάλιστα ότι δεν Όπω ς ήταν φυσικό, η ουσιαστική αυτή δια θα ήταν αθέμιτο και να θεωρηθεί όχι άμοιρη κά φορά μ’ έκαμε να αναρωτηθώ ποια λέξη θά ’πρε- ποιας πρόθεσης ερμηνευτικής. Ό τι, δηλαδή, τα πε να προτιμήσω : της αγγλικής γραφής, εγκυρό όσα λέει η Φωνή (που ορίζεται μάλιστα ρητώς τερης ενδεχομένως ως πλησιέστερης χρονικά ότι είναι η φωνή του) δεν είναι απλώς (όπως θα στην αρχική σύλληψη του έργου (το Τότες πον μπορούσε να θεωρήσει κανείς βάσει της λέξης li πρωτοτυπώθηκε αγγλικά το 1977), ή της γαλλι stener / ακροατής) ένα ενδόμυχο ακρόαμα από κής, πιο απομακρυσμένης (παρουσιάστηκε το ιστορίες χωρίς προσωπικό αντίκρισμα, οι οποίες 1982), ίσως όμως - μήπως ; - για να νεολογήσω λειτουργώντας ως κοινά παραμυθήματα βοηθούν κι εγώ : περισσότερο « στοχασμένης » ; Αλλά εί απλώς τον Listener « να βγάλει την ημέρα του » παμε : ο συγγραφέας είναι δίγλωσσος. Δεδομέ κατά τη φράση της Γουίνης, « αναχαιτίζοντας το νου δε ότι στην προκειμένη περίπτωση η διαφο κενό », όπως διαβάζουμε στο Τότες πον, « να ρά των δύο λέξεων δεν υπαγορεύεται από συγκε μην πλακώσει, σουδάριο απέραντο, και τον τυ κριμένη λεξιλογική απόκλιση ανάμεσα στις δύο λίξει, τον σαβανώσει », - αλλά είναι μια αλλη γλώσσες, ο συγγραφέας, αν ήθελε να μείνει σε λουχία προσωπικών βιωμάτων που ακριβώς έκφραση ταυτόσημη με την αγγλική, μπορούσε α ν α θ υ μ ά τ α ι ο Αναθνμούμενος. Η δε Φωνή άριστα να διαλέξει ένα από τα τρία γαλλικά συ είναι απλώς ένα τέχνημα απαραίτητο για τη σκη νώνυμα που είχε στη διάθεσή του : auditeur / νική πραγμάτωση του έργου, που « υλοποιεί », ακροατής, icouteur / ακονστής και entendeur / να πω έτσι, τη μνήμη του Αναθνμούμενον, πάλι ακονστής, - λέξη μάλιστα, αυτή την τελευ - αφού δεν θα υπήρχε άλλος τρόπος να παρακο ταία, entendeur, που την είχε ακριβώς χρησιμο λουθήσει και .ο τρίτος (ο θεατής) την ενδόμυχη ποιήσει στη γαλλική γραφή της Σνντροφιάς για ροή της, να παρακολουθήσει δηλαδή αυτό τούτο να αποδώσει το αγγλικό hearer (συνώνυμο του το έργο.
68/συνεντευξη Συνέπεια όλων αυτών, και φιλολογική και λο γική, ήταν να επιλέξω από τις δύο ξένες λέξεις τη γαλλική : Souvenant / Αναθνμούμενος. Τώρα και κάτι άλλο. Στην ίδια σημείωση, όπου γίνεται λόγος για τα δύο πρωτότυπα, αναφέρετε ακόμη ότι έχετε προσθέσει στο ελληνικό σας κείμενο και ορισμένα σημεία στίξεως. Αυτό, αν μου επιτρέπετε την έκφραση, δεν είναι αυθαιρεσία ; ΝΑΙ. Είναι. Και όταν παρουσίασα στην Εται ρεία Σπουδών τα δύό μου πρώτα μεταφράσματα, « έκαμε την culpa μου » κατά το δη (και αδοκίμως) λεγόμενον, και εξήγησα τους λόγους. Είχα
πώς να μεταφέρεις από μια γλώσσα σε άλλη πράγματα και εικόνες που για τους χρήστες της πρώτης είναι οικειότατα, ενώ οι χρήστες της άλλης τα αγνοούνε πει τότε, περίπου, ότι όταν διαβάζει κανείς (είτε δυνατά είτε ενδομύχως) και άστικτα ακόμη κεί μενα, τα διαβάζει, αναπόδραστα, με κάποια νοερή στίξη (λογική, απαγγελτική, αναπνευστι κή, - πείτε την όπως θέλετε). Μια δοκιμή θα έπειθε ότι το αντίθετο, μια γραμμική και όλως άστικτη εκφορά, θα αποτελούσε ένα ακρόαμα ανυπόφορο, που θα καταντούσε δε μάλιστα, προκειμένου για τα κείμενα του Beckett, - κατά σύστημα ελλειπτικά και όχι βέβαια ιδιαιτέρως λαγαρά, - πολλές φορές και ακατανόητο. Ναι, αλλά... ΝΑΙ, ξέρω. 'Εχουν γίνει έξω τέτοιες απόπει ρες... Ο περίφημος David Warrilow, έμπλεος τύ ψεων επειδή είχε δώσει στο Παρίσι, αγγλικά και γαλλικά, τον Ερημωτή « εφευρίσκοντας κόμμα τα », όπως είπε, « και συνεπώς ερμηνεύοντας », τον ξανάδωσε, μαζί με το Τότες που, όσο μπο ρούσε πιο μονόχορδα και πιο άστικτα. Αλλά αυ τά τα « άστικτα » μπορούν να αποτολμώνται σε άλλα κλίματα... Και σε μας εδώ, το 1982, στο διαβόητο εκείνο Πολνμπέκετ, η φωνή του Δημήτρη Μαρωνίτη, που « εδίδαξε » μαγνητοφωνημέ νη τη φωνή του Αναθυμούμενού, ήτανε μεν μο νόχορδη το κατά δύναμιν (αλλά και τι καταπλη κτική, τι εξαίσια υποβλητική φωνή !), - ο φιλό
λογος όμως Μαρωνίτης δεν μπόρεσε (και πολύ φυσικά) να εκφέρει το κείμενο και άστικτα. Η culpa μου λοιπόν είναι, είχα πει, ότι τη νοερή αυτή στίξη πήρα την ευθύνη να την περάσω και στο τυπωμένο ελληνικό κείμενο, με τη δέουσα φυσικά δήλωση. Είχα δε προσθέσει, και εριστι κά κάπως, θυμάμαι : Ο Beckett, e tutti quanti άστικτοι, ας με καταδικάσουν. Χαρακτηρίσατε πριν το Πολνμπέκετ διαβόητο. Γιατί ; A ! ΦΟΒΟΥΜΑΙ ότι θα πάθουμε, κι εσείς κι εγώ, ό,τι ο Μαθητευόμενος Μάγος ! Η ερώτησή σας θα μας πάει πολύ μακριά. Γιατί όμως όχι ; Είπα λοιπόν διαβόητο το Πολνμπέκετ γιατί εκείνη η παράσταση παρουσίασε το κείμενο του Τότες πον πρώτον σε πολύ κακά ελληνικά, και δεύτερον με τραγικά μεταφραστικά λάθη. Για τα κακά ελληνικά πρώτα. Θ’ αρκεστώ σε μερικά στοιχειώδη : Ελληνικά λέμε « κάθομαι στον ήλιο ». Δεν λέμε « κάθομαι μέσα στον ήλιο » επειδή το αγγλικό λέει « in the sun ». To in εκ φράζεται με το σ του στον. Ελληνικά λέμε απλώς « στην πέτρα », ή, αν χρειάζεται, « εκεί στην πέ τρα ». Δεν λέμε « πάνω στην πέτρα » επειδή το αγγλικό λέει« on the stone ». To on είναι κι αυτό μέσα στο σ του στην. (Θα πούμε « πάνω στην πέ τρα » όταν το απαιτεί κάποια ειδική παρατήρη^ ση : « ασάλεντοι πάνω στην πέτρα », « still on the stone ».) Ελληνικά δεν λέμε « με το μικρό δά σος πίσω από την πλάτη μας ». Λέμε « με τη ρά χη γυρισμένη στο δασάκι ». Δεν λέμε, όταν η πρόταση δεν είναι τελική αλλά απλώς περιγρα φική, « γύρισες για να ιδείς » κτλ. Λέμε « γύρι σες να ιδείς ». Δεν είναι ελληνικά να πεις « Κα νένα κοίταγμα στο πρόσωπο ή σε κάποιο άλλο μέρος του κορμιού », όταν το κείμενο λέει « ποτέ ούτε ματιά να την κοιτάξεις στο πρόσωπο ή αλ λού ». Δεν είναι ελληνικά, και είναι και παρα νόηση, να πεις « ούτε λίγο ούτε πολύ σκιές εάν έλειπαν και οι όρκοι», όταν το κείμενο λέει « διόλου καλύτερα απ’ ό,τι δυο ίσκιοι, διόλου χειρότερα αν δεν ήτανε οι όρκοι ». Προς τι τα περισσότερα ; Τα τραγικά λάθη τώρα. Θα σας επισημάνω δύο-τρία από τα βαρύτερα, - και όχι για να κά μω το δάσκαλο, αλλά γιατί πιστεύω ότι δεν επι τρέπεται να καταπιάνεται κανείς « χωρίς περίσκεψιν », τουλάχιστον, με τα ιερά και τα όσια, όπως θεωρώ ότι είναι τα μεγάλα έργα της λογο τεχνίας. α/ Σε τρία σημεία του κειμένου αναφέρονται επωνύμως τα ερείπια ενός κτίσματος όπου ο Αναθυμούμενος, όπως είπαμε ήδη, κρυβότανε μικρός. Στο αγγλικό, το κτίσμα αυτό ονομάζεται Foley’s Folly και στο γαλλικό Folie Fourier, δη λαδή, κατά λέξιν, αντίστοιχα : Τρέλα του Foley
συνεντευξη/69 και Τρέλα του Fourier. Εδώ όμως οι λέξεις folly και folie δεν σημαίνουν βέβαια τρέλα. Λέγονται έτσι, τουλάχιστον από τον 17ο αιώνα, οι πολυτε λείς εκείνες επαύλεις, οι εξωφρενικά πολυδάπα νες και πολλές φορές και εξωφρενικής αρχιτε κτονικής, που έχτιζαν για το κέφι τους μεγαλό σχημοι πλούσιοι, ή ανώτεροι δημόσιοι λειτουρ γοί με εύκολες προσβάσεις στα δημόσια ταμεία. Για ειδική χρήση δε, ως επι το πλείστον : για να σπιτώσουν τις ερωμένες τους, ή και γενικότερα για τα σκαμπρόζικα γλέντια τους. Αυτά τα βρί σκει κανείς σε όλα τα ξένα λεξικά, ακόμα και στο μικρό Larousse, και βρίσκει επίσης τη λέξη και το πράγμα και στον Balzac, και στον Proust, και πού δεν τα βρίσκει. Κι ωστόσο αυτά όλα τα πασίγνωστα ξέρετε πώς εσφαγιάστηκαν ; Ακού στε : Στα σχετικά χωρία το κείμενο λέει, - σας δια βάζω από το δικό μου ελληνικό (χωρίς να σας διαβάσω αποδεικτικά τα αντίστοιχα χωρία του γαλλικού και. του αγγλικού για να μην παραμα κραίνουμε) : « να ιδείς αν ήταν ακόμα στη θέση του το ερείπιο της παλαβής εκείνης βίλλας, της Βίλλας... τι όνομα είχε [...] Παλαβρέντζου ίσως, Βίλλα Παλαβρέντζου » κ.τ.λ. Αυτά λοιπόν μετα φράστηκαν ως εξής : «[...] να δεις υπήρχαν ακόμα τα χαλάσματα εκεί που έκρυψες όταν ήσουν παιδί την τρέλα κάποιον [...] ήταν το Τρώλονς Τρώλονς Τρέλα » κ.τ.λ. Πού βρέθηκε τώρα εδώ αυτό το Τρώλονς Τρώλονς Τρέλα, το απίθανης άγνοιας γέννημα, είναι υπεράνω παν τός σχολίου. β/ Και αμέσως παρακάτω (διαβάζω πάλι από το κείμενό μου) : « ...που είχες κουρνιάσει, ούτε φίλος πια κανένας ούτε και κονάκι, ίσως σ’ εκεί νο το μπουρδέλο εκεί στην παραλία » κ.τ.λ. Και αυτά πάλι μεταφράστηκαν ως εξής : « ... που κοιμήθηκες κανένας φίλος όλα τα σπίτια γκρεμι σμένα ήταν εκείνο το τομάρι στην πρόσοψη » κ.τ.λ. γ/ Αλλά όχι. Δεν χρειάζεται κι άλλο παράδειγ μα... Τώρα, εδώ, ίσως θα είχε ενδιαφέρον, νομίζω, για το περιοδικό και για τους αναγνώστες μας, να μου αναλύατε με ποιο σκεπτικό, όπως λέτε, φτάσατε εσείς στις μεταφραστικές λύσεις που δώσατε. ΠΑΡΑΜΑΚΡΑΙΝΟΥΜΕ όμως. Πάρα πολύ. Δεν πειράζει. ΕΝΓΠΜΩΣ - και δεσμευτικώς ; Εντίμως και δεσμευτικώς. ΚΑΛΑ λοιπόν. Ας υποθέσουμε ότι έχει πράγμα
τι κάποιο ενδιαφέρον αυτή η ανάλυση... Ξέροντας λοιπόν., κατά τύχην... αυτά τα περί follies και folies, φυσικό ήταν, βέβαια, να μη με ταφράσω τις λέξεις αυτές κατά λέξιν, γιατί σε μας η λέξη τρέλα δεν πήρε ποτέ τη σημασία, ας πούμε έτσι : όρου αρχιτεκτονικού. Ποτέ δεν ονο μάσαμε « τρέλα », π.χ. το Αστέρι, ξέρετε, θυμά στε, « εκεί ψηλά στον Υμηττό », ούτε το οχυρό εξοχικό στην Πάρνηθα του άλλου εκείνου Ό ξ ’από-δω. Θα μπορούσα ίσως να πω φωλιά, που θα είχε και κάποιαν ηχητική αντιστοιχία, με αναφορά στην κοινότατη έκφραση « ερωτική φωλιά ». Αυτό όμως μπορεί να είναι και μια γκαρσονιέρα στην οδό Σόλωνος. Σκέφθηκα μια στιγμή να χρησιμοποιήσω καθαρεύουσα - συνηθέστατη άλλοτε στις ονομασίες επαύλεων, και να πω, π.χ., Φωλεά Φωλέλλη ή Φωλεά Φωλάτον (οι καταλήξεις ως ενδεικτικές καταγωγής από νησιά που πολλοί εφοπλιστές είναι τέκνα τους, και υπαινικτικές επομένως μεγάλης « οικονομικής επιφάνειας »). Στο σχετικό όμως χωρίο οι λέξεις folly και folie είναι ενσωματωμένες πρώτα ως απλοί όροι, με f πεζό, και όχι ως μέλη της διώνυ μης ονομασίας του κτιρίου, η οποία με κάποια προσπάθεια και αμφιβολία επανέρχεται τελικά στη μνήμη, οπότε η λέξη παίρνει αρχικό κεφα λαίο. Δεν μπορούσα συνεπώς να πω « το ερείπιο εκείνης της φωλιάς... τι όνομα είχε... Φωλέλλη ίσως, Φωλεά Φωλέλλη »'. Ούτε μπορούσα βέβαια να αρκεστώ να πω « το ερείπιο εκείνης της βίλ λας... » κλπ., γιατί η λέξη βίλλα δεν είναι φορτι σμένη κατ’ ανάγκην, εξ ορισμού, με όλα εκείνα τα περί εξωφρενικής πολυτέλειας και εξωφρενι-
δεν επιτρέπεται να καταπιάνεται κανείς «χωρίς περίσκεψιν», τουλάχιστον, με τα ιερά και τα όσια, όπως θεωρώ ότι είναι τα μεγάλα έργα της λογοτεχνίας κής πολλές φορές αρχιτεκτονικής. Έπρεπε λοι πόν να βρεθεί κάποιο επίθετο που να τα υποδη λώνει όλ’ αυτά χρωματίζοντας προς αυτή την κατεύθυνση την ουδέτερη λέξη βίλλα. Είχα όμως να αποδώσω και τη διπλή παρήχηση των δύο λέ ξεων και στις δύο ξένες γλώσσες, Foley’s Folly και Folie Fourier, καθώς και την εννοιολογική αντιστοιχία τους, που ο συγγραφέας μάλιστα θέ λει οπωσδήποτε να τη διατηρήσει και στη δεύτε ρη γλώσσα, όπως φαίνεται από το ότι στο γαλλι κό κείμενο επιλέγει για όνομα του κτήτορος το όνομα Fourier, που αδυνατίζει μεν τη διπλή πα-
70/συνεντευξη ρήχηοη, αφού δεν περιέχει το δεύτερο λάμβδα, διασώζει όμως την εννοιολογική αντιστοιχία αφού η πρώτη συλλαβή του, Fou, λαμβανόμενη ως λέξη αυτοτελής, σημαίνει ακριβώς : τρελός. Για το χρωματισμό της βίλλας σε folie προσφο ρότερο έκρινα το επίθετο παλαβός. Ό ταν κανείς καταξοδεύεται για ένα καπρίτσιο τον λέμε παλα βό, και τα μεγάλα περιττά έξοδα τα λέμε παλαβωμάρες. Και είπα να καταλήξω εν τέλει στη λύ ση παλαβή βίλλα Παλαβέλλη, λύση ικανοποιητι κή αφού θα διέσωζε και την εννοιολογική αντι στοιχία και τις παρηχήσεις. Ναι, αλλά στο ελληνικό σας κείμενο... ΝΑΙ, πήγα αλλού... Τι να κάμω όμως, που ήρθε ξαφνικά να προσφέρει - δεν ισχυρίζομαι προσ φυέστερη, αλλά πάντως - προσφιλέστερη λύση το « εξαίσιο βασιλικό εκείνο πλούτος » που λέει ο Rilke, - ο θησαυρός των παιδικών αναμνή σεων ! Θυμήθηκα ότι στην Κέρκυρα υπήρχε μια σπουδαία έπαυλη, όχι βέβαια παλαβή, αλλά οπωσδήποτε υπερπολυτελής και ως χτίσιμο και ως τοποθεσία, που όταν πήγαινα μικρός περίπα το από κει μεριά, και χάζευα το μεγάλο της κήπο και τον τετράγωνο πυργίσκο του εσωτερικού φωταγωγού της, το « αναμινάλε » της, όπως λένε στη Ζάκυνθο, με τα τέσσερα ανοίγματα προς τη γύρω απερίγραπτη θέα, - μου ξεσήκωνε τη φαν τασία. Ανήκε σ’ έναν κύριο πολύ πλούσιο, πολύ θεωρητικό, με πολύ περιποιημένα μεγάλα μου στάκια εκείνου του καιρού, ελαφρά σκυφτόν πάντα σα να είχε ένα ευγενέστατο lumbago, έναν Κύριο Καλαβρέντζο που δεν θυμάμαι το μικρό του όνομα, - και τη λέγαμε στην Κέρκυρα Βίλλα Καλαβρέντζου. Ο πειρασμός ήταν μεγάλος. Μ’ ένα μόνο γράμμα που θ’ άλλαζα θα διατηρούσα τις παρηχήσεις, όλα τα άλλα θα συνήδαν, - το εμφανώς πολυδάπανο της κατασκευής της, τα πάντοτε σχεδόν κλειστά της παράθυρα, σημάδι ότι εκεί συνηθέστατα « δεν πατούσε ποτέ κανέ νας », η θέση της σε βατή απόσταση από την πό λη και συγχρόνως εξοχική,- και επιτέλους θα υπήρχε και η αντιστοιχία ότι αυτή η λύση θα προέρχονταν από ένα παράλληλο αναβίωμα, της δικής μου παιδικής ηλικίας. Έτσι κατέληξα να γράψω : « ... το ερείπιο της παλαβής εκείνης βίλλας... τής Βίλλας... τι όνομα είχε... Παλαβρέντζου ίσως, Βίλλα Παλαβρέντζου... » κ.τ.λ. Ο πρώτος μήποτε αμαρτήσας & la recherche du temps perdu, ψάχνοντας να ξαναβρεί το χαμένο χρόνο, τον λίθον βαλέτω. Και ας περάσουμε τώρα στο δεύτερο μαργαρι τάρι. Εδώ όμως θα χρειαστεί εκ των πραγμάτων να σας διαβάσω και τα ξενόγλωσσα κείμενα. Το αγγλικό λέει : « was it that kip on the front » και το γαλλικό : « peut-etre cette taule sur la mer ». Η φράση αυτή μεταφράστηκε, όπως ακούσαμε : « ήταν εκείνο το... τομάρι στην πρό
σοψη » ! Ποιο τομάρι ; Ποια πρόσοψη ; Ας νε τάρουμε πρώτα με τη δεύτερη λέξη : front. Αγ γλικά υπάρχει συναφής έκφραση : house on the front, που θα πει ακριβώς σπίτι φάτσα στη θά λασσα, και υπάρχει και η σύνθετη λέξη seafront, που σημαίνει μέρος μιας πόλης που αντικρίζει τη θάλασσα. Ακόμη, υπάρχει γαλλικά η έκφραση front de mer, που σημαίνει λεωφόρος κατά μήκος της θάλασσας, - το δε γαλλικό κείμενο λέει, όπως είδαμε, « cette taule sur la mer ». Υπάρχει τέλος και η κοινή λογική, που λέει ότι εδώ η ξε κρέμαστη λέξη πρόσοψη είναι αυτόχρημα παραλογισμός. Η πρώτη λέξη τώρα, kip στο αγγλικό, taule στο γαλλικό. Η λέξη kip σημαίνει και δορά, τομάρι, - το πρόχειρο Λεξικό Divry το ορίζει « δέρμα μόσχου ακατέργαστο » και το Webster « ακατέρ γαστη δορά μοσχαριού », - αλλά σημαίνει κυ ρίως κατάλυμα, κρεβάτι, γιατάκι· στο Webster πάλι σημαίνει και πορνείο και κακόφημο σπίτι· εις δε τον Roget, τον άγγλο Βοσταντζόγλου, βρί σκουμε τη λέξη στο λήμμα impurity, συναναφερόμενη με τις συγγενείς της λέξεις brothel, baw dy-house, house o f ill fame, bordel, αντίστοιχες όλες των ελληνικών κακόφημος οίκος, πορνείο, μπορντέλο. Ανάλογη σημασιολογική διαδρομή βρίσκουμε και στη γαλλική λέξη taule. Που αρχικά σημαίνει στη λαϊκή γλώσσα δωμάτιο, ύστερα δωμάτιο σε κακό ξενοδοχείο, ύστερα ξενοδοχείο κατωτάτης υποστάθμης, και καταλήγει να σημαίνει και τρώ γλη, και φυλακή, και πορνείο. Θα μου πείτε για τί δεν αρκέστηκα στη λέξη τρώγλη, αλλά κατέλη ξα στη σημασία πορνείο. Γιατί ακολουθεί εκείνο το « where you I no I she was with you then », και γαλλικά : « oil tu! non / la elle etait avec toi », και ελληνικά : « όπου είχες, ψέματα, τότες εκείνη ήταν μαζί σου ». Η αιδήμων αποσιώπηση και η εκ των υστέρων διάψευση : « όπον είχες..., ψέ ματα, τότες εκείνη ήταν μαζί σον » επιβάλλει να δοθεί στην επίμαχη ξένη λέξη όχι η ήπια σημα σία τρώγλη (όπου θα μπορούσαν επιτέλους να διανυκτερεύσουν και μαζί) αλλά η αποκλειστέα πορνείο. Και μια και φαίνεστε ότι δεν βαρεθήκατε ακό μη, να σας επισημάνω και κάτι από τα απίθανα εκείνα της ζωής και των σχέσεων των λέξεων : Στο λήμμα kip το αγγλογαλλικό λεξικό Harrap’s λέει (μεταφράζω πρόχειρα) : « Λέξη λαϊκή : κρε βάτι », και δίνει τις αντίστοιχες γαλλικές λαϊκές λέξεις «plumard (= κρεβάτι) και pieu (= πάλι κρεβάτι) ». Και στο λήμμα pieu το Robert γρά φει : « τέλη του 18ου αι.· πικαρδική μορφή της λέξης peau (προβιά) [που την έστρωνες και πλά γιαζες]). Λέξη της λαϊκής : κρεβάτι. » Σύμπτω ση ; Εννοιολογική αντιστοιχία ; Ή κρίκος στην εξέλιξη των σημασιών ; Και εδώ, - δεν νομίζετε ; Ας τελειώσουμε.
ΔΕΛΤΙΟ 7 Ιανουάριου
lm βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. 136 SU • Το Βιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνερ γασία τον βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό τον οποίον ευχαρι στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνε ται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ μοσμένο στην ελλ.ηνική βιβλιο γραφία. • Σ ε κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλφαβητικά οι έλ-
ληνες συγγραφείς και ακο/,ουθονν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι αία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη ρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ-
ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
Α ΠΟ Κ ΡΥ ΦΙΣΜ ΟΣ
ΒΙΒΛ ΙΟ ΓΡΑΦ ΙΑ
Θιβετιανή γιόγκα και μυστικές διδασκαλίες. Μετ. Αναστασία Νάνου. Α θήνα, Τηλορητής, 1985. Σελ. 417. Δρχ. 1.200.
ΚΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Τα ελληνικά έντυπα του Πρωτά του και της Αθωνιάδος. Αθήνα, Κέντρον Νεοελληνι κών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, 1985. Σελ. 113. Δρχ. 450. ΣΤΑΣΙΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. Βιβλιογραφία για την ειδική αγωγή (1924-1984). Γιάννενα, Πανεπιστήμιον Ιωαννίνων, 1985. Σελ. 166.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΡΑΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Ο αλ κοολισμός. Αθήνα. Σελ. 87. ΚΟΡΙΤΑΤΖΗ - ΜΑΡΙΟΥ ΕΥΑ. Βοήθεια! Μετ. Ερμιόνη Σφηρή. Α θήνα, Ο Τύπος, 1985. Σελ. 183. Δρχ. 480.
ΓΕΝΙΚΑ Π ΟΛ ΙΤΙΚΗ ENOLA JULIUS. Το δόγμα των αρίων για τον αγώνα και τη νίκη. Α θήνα, Ελεύθερη Σκέψις. Σελ. 32. ΤΟΉ GIANNI. Ο ελεύθερος χρόνος. Β' έκδοση. Αθή να, Μνήμη, 1985. Σελ. 396. Δρχ. 700.
ΚΑΤΣΑΡΙ ΜΑΣΙΜΟ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Η έννοια της αρι στερός. Μετ. Μυρσίνη Ζορμπά. Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 150.
72!δελτίο ΤΣΕΡΟΝΙ ΟΥΜΠΕΡΤΟ. Θεωρία του πολιτικού κόμ ματος. Μετ. Τάσος Δαρβέρης. Θεσσαλονίκη, Παρατη ρητής, 1986. Σελ. 113. HORKHEIM ER MAX. Οι Εβραίοι και η Ευρώπη. Μετ. Θ. Γεωργίου. Α θήνα, Έρασμος, 1985. Σελ. 39. Δρχ. 150.
τισμοί των εν χρήσει εν νήσω Ζακύνθω 1820. Αθήνα, Περίπλους, 1985. Σελ. 16. Τούρκικες παροιμίες. Επιλογή-μετάφραση. Θωμάς Κοροβίνης. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1985. Σελ. 76.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΠΑΙΔ/ΓΙΚΗ Ο ΙΚΟ Ν ΟΜ ΙΑ ΒΕΡΓΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Εθνισμός και οικονομι κή ανάπτυξη. Η Ελλάδα στο μεσοπόλεμο. Αθήνα, Εξάντας. Σελ. 249. Δρχ. 700.
ΕΚ Π Α ΙΔ Ε Υ Σ Η
ΚΑΡΝΤΕΛΛΙ ΕΝΤΒΑΡΝΤ. Ο κοινωνικός προγραμ ματισμός στην .αυτοδιαχείριση. Μετ. Αντώνης Τσιρίγος. Αθήνα, Αιχμή, 1985. Σελ. 201. Δρχ. 400.
ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ I. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Οι εκπαιδευτικές και επαγγελματικές αποφάσεις των μαθητών της Γ' Λυκείου. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 140. Δρχ. 350.
Λ Α ΟΓΡΑ Φ ΙΑ ΘΩΜΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Τα «υψωμένα» δέντρα της Θεσ σαλίας. (Ανάτ. από τον Ζ' τ. του Αρχείου Θεσσαλικών Μελετών). Βόλος, 1985. Σελ. 207-225. ΚΟΜΟΥΤΟΣ ΑΝΤ. Παροιμίαι, γνωμικά και ιδιωμα
ΜΟΥΧΑΓΙΕΡ Χ.Σ. Συγκρούσεις ρόλων στο έργο του εκπαιδευτικού. Παιδαγωγικές Μελέτες, αριθ. 5. Θεσ σαλονίκη, Κυριακίδης, 1985. Σελ. 90. Δρχ. 250. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ ΑΠ. Η τραγωδία της εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Αθήνα, Τολίδης, 1985. Σελ. 142. Δρχ. 400. ΤΡΟΥΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Μ. Η διαρκής επιμόρφωση των Ελλήνων εκπαιδευτικών. Αθήνα, Δίπτυχο, 1985. Σελ. 212. Δρχ. 600.
Σπόρος Κουκοότσης
ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΟ για ανθρώπους
ΒΙΒΛΙΟΠΟΛΕΙΟΝ
δελτιο/73
ΤΕΧΝΕΣ ΓΕΝΙΚΑ ΝΤΥΠΟΥΖΙ Ζ.Φ. (ΡΑΟΥΛ ΒΕΝΕΓΚΕΜ). Η αντιισχορία του σουρρεαλισμού. Μετ. Νίκος Κούρκουλος. Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος, 1985. Σελ. 115. Δρχ. 300.
των κλασικών χρόνων. Αθήνα, Παπαδήμας, 1986. Σελ. 432.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΠΑΠΑΔΙΑΜ ΑΝΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Ά παντα. Τό μος Δ '. Αθήνα, Δόμος, 1985. Σελ. 723. Δρχ. 2.200.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΟΣ ΔΗΜΟΣ. Εικόνες. Α θήνα, Αιγόκερως, 1985. Σελ. 60. Δρχ. 250. ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ ΝΙΚΟΣ. Σαράντα σχέδια. Β' έκδοση. Αθήνα, Νεφέλη, 1985. Δρχ. 700.
ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ ΟΙΚΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜ ΙΑ ΑΛΕΞΙΑΔΟΥ ΒΕΦΑ. Πρόσκληση σε τσάι. Αθήνα, 1985. Σελ. 159. Δρχ. 600.
ΓΛΩΣΣΑ
Π Ο ΙΗ ΣΗ Ανθολογία Κερκυραίων ποιητών. Οι μεταπολεμικοί. (1944-1984). Αθήνα, Πορφύρας, 1985. Σελ. 147. Δρχ. 500. ΒΟΥΡΛΑΚΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Νυχτερινό σώμα. Πει ραιάς, Εταιρία Γραμμάτων και Τεχνών, 1985. Σελ. 36. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ. Κεραυνοί. Αθήνα, Διογένης, 1985. Σελ. 39. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΝΙΚΟΣ. Η απουσία και ο λόγος. Α θήνα, Κώδικας, 1985. Σελ. 45. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Π. Ο χρυσός λύχνος. Αθήνα, Μαυρίδης, 1986. Σελ. 62. ΚΑΛΦΑΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Πρωταθλητές μικρών αποστά σεων. Αθήνα, Πορεία, 1985. Σελ. 44. ΚΕΝΤΡΟΥ - ΑΓΑΘΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ. Μετανά στες του εσωτερικού νερού. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1985. Σελ. 24. ΚΡΟΥΣΤΑΛΙΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Ωλέανδροι. Αθήνα, Δωδώνη, 1985. Σελ. 55.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
ΛΕΚΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Α. Απάνθισμα. Αθήνα, Ιωλκός, 1985. Σελ. 46. ΛΕΥΚΑΔΙΤΗΣ ΠΑΝΑΓΗΣ. Αναστάσιμο ορατόριο. Αθήνα, Διογένης, 1985. Σελ. 21.
ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΑΛ. Νεότατο μονοτονικό γενικό λεξικό δημοτικής. Αθήνα, Τηλέθριον. Σελ. 690. Δρχ. 1200.
ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ Μ ΕΛΕΤΕΣ ΓΙΟΥΡΣΕΝΑΡ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ. Το στεφάνι και η λύρα. Μέτ. Ιωάννα Χατζηνικολή. Αθήνα, Χατζηνικολή, 1985. Σελ. 274. Δρχ. 800. MACDONELL DOUGLAS Μ. Το δίκαιο στην Αθήνα
ΝΤΟΥΦΕΞΗΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ. Σημεία δια-φυγής. Αθή να, Δωδώνη, 1985. Σελ. 101. ΝΟΒΑΛΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Ναναρίσματα. Αθήνα, Ρώσσης, 1985. Σελ. 62. ΜΙΣΣΙΟΥ - ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΕΙΡΗΝΗ. Σκόρ πια φύλλα. Ποιήματα. Αθήνα, 1985. Σελ. 62. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ ΕΙΡΗΝΗ. Γεννηθήτω φως. Ποιήμα τα. Αθήνα, 1985. Σελ. 126. ΠΑΡΑΜΕΡΙΤΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Παράλληλοι. (Ποίη ση). Α θήνα, Μαυρίδης, 1985. Σελ. 61. ΠΑΡΘΕΝΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ, θητεία ξενιτιάς. Ποιήματα. Βιβλίο πρώτο. Αθήνα, Πιτσιλάς, 1986. Σελ. 93. ΠΡΙΠΑΚΗ ΜΑΡΙΑ. Αφιερώματα. Χανιά, 1986. Σελ. 36.
74/δελτιο ΠΛΑΚΩΤΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Τα ποιήματα. Αθήνα, Φιλιππότης, 1985. Σελ. 331. Δρχ. 750.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Ο λαβύρινθος. Μυ θιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 164. Δρχ. 450.
ΣΕΡΕΦΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. Αυτή που γλεντάει στο φως. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1985. Σελ. 25.
ΑΪΤΜΑΤΟΒ ΤΣΙΝΓΚΙΖ. Πρώιμοι πελαργοί. Μετ. Γιώργης Πολιτόπουλος. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1985. Σελ. 144. Δρχ. 200.
ΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΡΙΣ. Επιθαλάμια. Αθήνα. Ίκα ρος, 1985. Σελ. 117. ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Ο διάβολος τραγούδησε σωστά. Β' έκδοση. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 35. Δρχ. 150. ΦΩΣΤΙΕΡΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Σκοτεινός έρωτας. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 73. Δρχ. 200. ΦΩΤΙΑΔΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. Μητρώον. 1937-1977. Ποίη ση. Αθήνα, συλλογές/»1985. Σελ. 205. Δρχ. 500.
ANDRZEJEWSKI JERZY. Στάχτες και διαμάντια. Μετ. Αγγέλα Βερυκοκάκη-Αρτέμη. Αθήνα, Νέα Σύνο ρα. Σελ. 318. Δρχ. 480. ΓΟΥΩΡΤΟΝ ΗΝΤΙΘ. Οι αντίζηλες. Μετ. Μαρία Λαϊνά. Αθήνα, γράμματα, 1985. Σελ: 126. Δρχ. 300. ΚΕΡΟΥΑΚ ΤΖΑΚ. Τριστέσσα. Μετ. Γιάννης Τζώρτζης. Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος, 1985. Σελ. 78. Δρχ. 200. ΛΕΣΙΝΓΚ ΝΤΟΡΙΣ. Έ νας καλός γάμος. Μετ. Τοσού λα Καραϊσκάκη. Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 479. Δρχ. 650.
Π ΕΖΟ ΓΡΑ Φ ΙΑ ΑΛΕΞΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Η κατεδάφιση προετοίμαζε την ανέγερση. Αθήνα, Πλέθρον, 1985. Σελ. 42. ΑΝΔΡΙΑΝΟΥ ΛΟΥΪΖΑ. Α πό το ημερολόγιο μιας θερμής γυναίκας. Μυθιστόρημα. Αθήνα, 1986. Σελ. 157. Δρχ. 430. ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Διάλογοι με την γραφομηχα νή μου. Αθήνα 8V2, 1985. Σελ. 127. Δρχ. 400.
ΜΕΛΒΙΛ ΧΕΡΜΑΝ. Μπόμπυ-Ντικ ή η φάλαινα. Τό μος Β'. Μετ. Α.Κ. Χριστοδούλου. Αθήνα, Ζώδιο, 1985. Σελ. 481. Δρχ. 1.500. ΜΟΥΖΙΛ ΡΟΜΠΕΡΤ. Τρεις γυναίκες. Μετ. Γιώργος Κεντρωτής. Αθήνα, Νεφέλη, 1985. Σελ. 188. Δρχ. 400. ΜΠΕΡΝΕΤ ΓΟΥΪΛΙΑΜ. Μικρός Καίσαρ. Μετ. Β. Παραμπούκης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1985. Σελ. 206. Δρχ. 350.
ΔΑΡΑΚΗ ΖΕΦΗ. Μάρθα Σόλγκερ. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 72. Δρχ. 300.
ΠΑΖΟΛΙΝΙ ΠΙΕΡ-ΠΑΟΛΟ. Έ να όνειρο. Μετ. Γιάν νης Λαμπιδώνης. Αθήνα, Θεωρία, 1985. Σελ. 229. Δρχ. 350.
ΚΑΤΖΟΥΡΑΚΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ Δ. Εξόριστοι στη γη τους. Αθήνα, 1985. Σελ. 189. Δρχ. 300.
ΦΕΡΡΕΪΡΑ ΒΕΡΖΙΛΙΟ. Σύντομη χαρά. Μετ. Μαρία Φερρέιρα-Χιδίρογλου. Αθήνα, Στοχαστής, 1985. Σελ. 248. Δρχ. 500.
ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΦΩΤΗΣ. Ευλογημένο Α θήνα, Ακρίτας, 1985. Σελ. 374.
καταφύγιο.
ΚΟΤΖΙΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Φανταστική περιπέτεια. Μυθιστόρημα. Αθήνα. Κέδρος, 1985. Σελ. 268. Δρχ. 650 ΛΑΖΟΥ ΜΑΡΙΑ. Η διάρρηξη. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 73. ΜΑΝΟΥΣΟΥ MAPI. Λεπτομέρειες. Αθήνα. Μήνυμα, 1985. Σελ. 104. Δρχ. 320.
ΧΑΜΕΤ ΝΤΑΣΙΕΛ. Το γυάλινο κλειδί. Μετ. Βαγγέ λης Παραμπούκης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής. 1985. Δρχ. 400. HESSE HERMANN. Η επιστροφή του Ζαρατούστρα. Μετ. Τούλα Λουκάτου. Αθήνα, Λυχνάρι, 1985. Σελ. 171. Δρχ. 400.
ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ
ΜΠΟΣΙΝΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡ. Μονόδρομος. Διη γήματα. Αθήνα, Δωδώνη, 1985. Σελ. 104. ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ο τυφλός ταξιδιώτης. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 90. Δρχ. 250.
ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΗΣ ΦΑΙΔΩΝ Κ. Νεοελληνική επι στολογραφία. Τόμος Α '. Αθή^α, Ίδρυμα Νεοελληνι κών Σπουδών, 1985. Σελ. 121. Δρχ.500.
ΠΟΛΕΝΑΚΗ ΜΑΡΙΑ. Τα απόκρυφα σε δράση. Αθή να, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 191. Δρχ. 500. ΡΙΤΣΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Ό χ ι μονάχα για σένα. Μυθιστό ρημα. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 132. Δρχ. 450. ΡΙΤΣΟΥ ΑΛΕΚΑ. Οι τελευταίοι δεινόσαυροι. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 120. Δρχ. 300. ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ Γ. Κουρασμένος α π’ τον έρωτα. Γ' έκ δοση. Αθήνα, Εκλεκτή Βιβλιοθήκη, 1985. Σελ. 150. ΦΙΛΙΠΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΟΣ. Καθρέφτες του Σύμπαντος. Μυθιστόρημα. Αθήνα, 1985. Σελ. 169. Δρχ. 400.
ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΛΕΞΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ. Η κρητική λογοτεχνία και η εποχή της. Αθήνα, στιγμή, 1985. Σελ. 90. Δρχ. 300. ΘΕΟΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Στοιχεία ύφους και προσωπικής τεχνοτροπίας του Αντώνη Αναπλιώτη. Β' έκδοση. Νίκαια, 1986. Σελ. 28. ΤΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Γλώσσα και λογο
οελτιο/75 τεχνία. Μετ. Αλ. Παπαθανασοπούλου. Αθήνα, Κου τσουμπός, 1985. Σελ. 208. Δρχ. 600.
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΔΙΟΜΑΤΑΡΗ ΟΥΡΑΝΙΑ. Ο ποιητής γράφει την ιστορία του κόσμου. Α θήνα, Πιτσιλός, 1985. Σελ. 422. Δρχ. 1000. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ ΣΠΥΡΟΣ Α. Προς την αλήθεια για τον Βιτσέντζο Κορνάρο. Αθήνα, Κάκτος, 1985. Σελ. 181 + πίνακες. Δρχ. 1000.
Μ ΑΡΤΥΡΙΕΣ
ΠΑΟΥΝΤ ΕΖΡΑ. Ποιητική τέχνη. Μετ. Βαγγέλης Αθανασόπουλος. Αθήνα, Αστρολάβος / Ευθύνη, 1985. Σελ. 171. Δρχ. 400.
ΣΤΙΝΑΣ Α . Αναμνήσεις. Β' έκδοση. Αθήνα, ύψιλον / βιβλία, 1985. Σελ. 509. Δρχ. 800.
ΘΕΑΤΡΟ ΕΡΓΑ ΒΛΑΣΣΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ, θ έτρο Στ'. Αθήνα, Ίκαρος, 1985. Σελ. 119.
Μ ΕΛ ΕΤΕΣ ΠΟΥΧΝΕΡ ΒΑΛΤΕΡ. Οι βαλκανικές διαστάσεις του Καραγκιόζη. Α θήνα, στιγμή, 1985. Σελ. 109. Δρχ. 350.
Σαλβαντόρ Νταλί. Το ημερολόγιο μιας μεγαλοφυίας. Μετ. Νίκος Πλατής - Μαίρη Γιαμαλή. Αθήνα, Εξάν τας, 1985. Σελ. 266. Δρχ. 700. ΣΑΜΠΣΟΝ ANTONY. Το κυρίαρχο κράτος της ITT. Μετ. Γιάννης Δυριώτης. Αθήνα, Αρσενίδης. Σελ. 405. Δρχ. 760. Το μικρό χρονικό της Ά ν να ς Μαγδαληνής Μπαχ. Μετ.-σημ. Απόστολος Βαλληνδράς. Α θήνα, Δαμα σκός. Σελ. 205. Δρχ. 500.
ΕΛΛ Η Ν ΙΚΗ ΙΣΤΟ ΡΙΑ Αθήνα μια πρωτεύουσα της Ευρώπης. Αθήνα, Δωδώ νη, 1985. Σελ. 147. Δρχ. 1200. ΤΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Κοινωνική ιστο ρία της Α ρχαίας Αθήνας. Α θήνα, Κουτσουμπός, 1985. Σελ. 263. Δρχ. 600.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ» ΑΛ. ΣΤΑΥΡΟΥ 15, ΤΗΛ. 938427
ΑΘΗΝΑ ι ΔΙΔΟΤΟΥ 39 ΤΗΛ. 3600658
76/δελτιο ΚΑΨΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ Β. Προϊστορία της Ελληνικής Χερσονήσου. Τόμος Α': Προανθρώπινη ζωή. Αθήνα, 1985. Σελ. 325. Δρχ. 2.300. ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΠ. Π. Ο αυτονομιακός αγώνας της Βορείου Ηπείρου. 1914. Αθήνα, 1985. Σελ. 124. Δρχ. 250. ΠΙΖΑΝΙΑΣ ΠΕΤΡΟΣ. Μισθοί και εισοδήματα στην Ελλάδα. (1842-1923). Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1985. Σελ. 324. ΣΤΥΛΙΑΔΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ I. Μακεδονική ιστο ριογραφία. Θεσσαλονίκη. Σελ. 439. Δρχ. 1500.
ΠΑΓΚΟΣΜ ΙΑ ΙΣΤΟ ΡΙΑ ΚΟΛΟΜΒΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ. Η ανακάλυψη της Αμερικής. Ταξιδιωτικές αφηγήσεις 1493-1504. Μετ. Γιάννα Νικολίτσα. Αθήνα, Αίολος, 1985. Σελ. 150. Δρχ. 450.
ΠΑΙΔΙΚΑ ΕΛ ΕΥΘ ΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜ ΑΤΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ Α ΝΝΑ - ΒΑΡΔΙΚΑΣ ΝΙΚΟΣ. Η Φωφώ στο δάσος με τις ακακίες. Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 32. ΑΝΑΝΙΔΟΥ ΕΦΗ. Ο κυρ Σιμιγδαλένιος. Αθήνα, Ελευθερουδάκης. Σελ. 26. Ελληνική λαϊκή παράδοση. Αινίγματα. Εικόνες Υβέτ Παπαδοποΰλου. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1985. Σελ. 26. Δρχ. 400. Ελληνική λαϊκή παράδοση. Παραμύθια. Εικόνες: Υβέτ Παπαδοποΰλου. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1985. Σελ. 26. Δρχ. 400. Ελληνική λαϊκή παράδοση. Παροιμίες. Εικόνες: Υβέτ Παπαδοποΰλου. Αθήνα. Ζαχαρόπουλος, 1985. Σελ. 26. Δρχ. 400. Ελληνική λαϊκή παράδοση. Τραγούδια. Εικόνες Υβέτ Παπαδοποΰλου. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1985. Σελ. 26. Δρχ. 400. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ Ι.Δ. Τα τρία παιδιά. Νεανική Βιβλιοθή κη, αριθ. 41. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 157. Δρχ. 400. ΜΙΧΑΗΛ - ΔΕ ΔΕ ΜΑΡΙΑ, θρύλοι των ιθαγενών της Αυστραλίας. Νεανική Βιβλιοθήκη, αριθ. 34. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 172. Δρχ. 400. ΠΕΤΑΛΑ - ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΛΕΛΑ. Καρτερών τας την άνοιξη. Αθήνα, Μίνωας, 1985. Σελ. 321. Δρχ. 500.
ΠΟΤΑΜΙΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Ιστορίες του παππού Αριστοφάνη. Αθήνα, Ντουντούμης. Σελ. 81. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΧΑΡΗΣ. Μυθικά χαμόγελα. Αθήνα, Πατάκης, 1985. Σελ. 116. Δρχ. 325. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΧΑΡΗΣ. Η φωτιά που δεν σβήνει. Νεανική Βιβλιοθήκη, αριθ. 36. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 117. ΤΖΩΡΤΖΟΓΛΟΥ ΝΙΤΣΑ. Σ.Ο.Σ. - Κίνδυνος. Νεανι κή Βιβλιοθήκη, αριθ. 39. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 143. ΤΙΓΚΑ ΤΟΥΛΑ. Οδός Γραβιάς. Αθήνα, Μίνωας, 1985. Σελ. 252. Δρχ. 400. ΦΙΛΝΤΙΣΗ ΣΟΦΙΑ. Ορέστης. Νεανική Βιβλιοθήκη, αριθ. 52. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 151. ANANIDES EFFIE. Smack-smack paddlejwack. At hens, Eleftheroudakis, 1985. P. 28. ΚΙΠΛΙΝΓΚ PANTTIAPNT. To ωραιότερο διήγημα του κόσμου. Μετ. Στάθης Σταυρόπουλος. Νεανική Βι βλιοθήκη, αριθ. 37. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 183.
ΣΧΟΛΙΚΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Β. Η διαλεκτική της έκθεσης Ιδεών. Α θήνα, Ντουντούμης. 1984. Σελ. 381.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΘΗΝΑ. Σύγγραμμα περιοδικού της εν Αθήναις Επι στημονικής Εταιρείας. Τόμος 79. Δρχ. 1.350. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 307. Δρχ. 70. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 17. Δρχ. 400. ΤΟ ΒΗΜΑ. Δημοσιογραφικό Ό ργα νο της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης. Φύλλο 192. ΓΥΝΑΙΚΑ. 15μερο γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 936. Δρχ. 150. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 57. Δρχ. 100. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ. Φύλλο 64. Δρχ. 1,50. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 134. Δρχ. 150. ΕΙΡΗΝΗΣ ΒΟΜΒΑ. Φύλλο 22. ΕΚΚΥΚΛΗΜΑ. Τρίμηνη Επιθεώρηση για το θέατρο. Τεύχος 8/9. Δρχ. 300. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 6. Δρχ. 400.
δελτιο/77 ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ. Περιοδικό της Χριστιανι κής Αλήθειας. Τόμος 2, τεύχος 6. Δρχ. 100. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ. Δίμηνη Επιθεώρηση Κοινωνικών Επιστημών. Τεύχος 25. Δρχ. 200. ΕΥΘΥΝΗ. Φυλλάδιο νεοελληνικού προβληματισμού. Τεύχος 168. Δρχ. 230. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία Έκδοση Σπουδών. Τόμος 47, τεύχος 6.
Εταιρείας
Ιατρικών
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Μηνιαίο Περιοδι κό Ιστορικής Ύλης. Τεύχος 209. Δρχ. 250. Η ΛΕΞΗ. Ελληνική και Ξένη Λογοτεχνία. Τεύχος 50. Δρχ. 180.
-- ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ— A. Μ. ΚΩΤΣΙΟΠΟΥΛΟΣ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
ΜΑΖΙ - TOGETHER. Τεύχος 22. ΜΝΗΜΗ ΣΟΥΛΙΟΥ. Τόμος 6ος, 1985. Δρχ. 1200. ΝΑΞΙΑΚΑ. Επιθεώρηση της Ομοσπονδίας Ναξιακών Συλλόγων. Τεύχος 4/5. Δρχ- 200. ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ. Διπλό τεύχος 173-174. ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ. Τριάντα χρόνια. Τεύχος ειδικό, αριθ. 2. Δρχ. 850. ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ. Δεκαπενθήμερη Εφημερίδα Κεφαλονιάς - Ιθάκης. Φύλλο 4. Δρχ. 20. ΝΕΕΣ ΤΟΜΕΣ. Στη Σκέψη στα Γράμματα στις Τέ χνες. Τεύχη 2,3. Δρχ. 150. ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Τρίμηνη Έκδοση Μελέ της Εκπαιδευτικών Θεμάτων. Τεύχος 3. Δρχ. 250. ΟΤΟΘΗΚΗ. Περιοδική έκδοση τέχνης. Τόμος 3, τεύ χος 1. Δρχ. 300. ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Διμηνιαίο Περιοδικό του Συνδέ σμου Αιγυπτιακών Ελλήνων. Τεύχος 6. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΝΕΑ. Φύλλο 36.
η ετηστημολογική οριοθέτηση της αρχιτεκτονικής σκέψης
ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ .Τεύχος 4. Δρχ. 200. ΠΑΝΘΕΟΝ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχος 904. Δρχ. 140. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 81. Δρχ. 230. ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ. Μηνιαία Επιθεώρηση Τέχνης. Τεύχη 26, 27. Δρχ. 180. ΠΟΡΦΥΡΑΣ. Τεύχος 32. Δρχ. 150. ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο Περιοδικό για Συλλέκτες. Τεύχος 61. Δρχ. 100. ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ. Τεύχος 34. Δρχ. 160. 4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχος 184. Δρχ. 130. ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ. Μηνιαίο επιστημονικό εκλαϊκευ μένο περιοδικό. Τόμος Α ', Τεύχη 1-12/1984. (Δεμένα μαζί). Δρχ. 1800. ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 1986. Ετήσια λογο τεχνική και καλλιτεχνική έκδοση. Τόμος 43. Δρχ. 1000. ΧΡΟΝΙΚΑ. Τεύχος 82. THE NEW HUNGARIAN XXVI, No 100.
QUARTERLY.
Vol.
κριτική της τρέχουσας αρχιτεκτονικής θεωρίας η άρθρωση θεωρίας και πρακτικής στην αρχιτεκτονική ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΣΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ ΚΑΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ UNIVERSITY STUDIO PRESS Κων/νου Μελενίκου 15, Θεσσαλονίκη Τηλ. 031/209 837
*
78/δελτιο
31 Δεκεμβρίου 1985
κριτικογραφία
Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμέ νες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.
- Υ π ό μ ν η μ α -------ΚΡΙΤΙΚΟΙ Α θ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χατζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίδης ΔΚ: Δ. Κονιδάρηξ ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: θ . Μ. Πολίτης ΘΥ: Θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΔ: Κ. θ . Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμσνίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου
ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παιονίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος Τ θ: Τ. θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π : Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΙ: Εικόνες Ε θ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδόμη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία
ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ ) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη Ώρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης Π θ: Πολιτικά θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση Σ θ: Σύγχρονα θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική
Γενικά έργα Ζαγκλαβήρας Ν.: Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας και νεώτερης σοφίας (ΚΣ, ΝΕ, 21/12)
Παπαδοπούλου-Συμεωνίδου Π.: Στεγαστική πολιτική (ΒΠ, ΔΙ, 133).
θρησκεία
Κοινωνιολογία
Μουστάκης Γ.: Οι πέντε μεγάλες θρησκείες του κόσμου (ΕΛ, ΓΥ, 936).
Δήμου Ν.: Η χαμένη τάξη (AM, ΕΝΑ, 26/12). Οικονομία
Πολιτική Δελαστίκ Γ.: Αφγανιστάν (Θ. Αποστολάς, ΕΨ, 25). Κοντογιώργης Γ.: Η Ελλάδα στην Ευρώπη (Ν. Αντύπας, Κέ ρδος, 29/12).
Κλήμης Α.: Οι συνεταιρισμοί στην Ελλάδα (Γ. Λαμψίδης, ΟΤ, 19/12). Sraffa Ρ.: Εισαγωγή στο «Παραγωγή μέσω εμπορευμάτων». (Τ. Αναστασιάδης, ΟΤ, 26/12).
δελτιο/79 Δίκαιο Σταθέας Γ.: Το διαζύγιο κατά τον Αστικό κώδικα (Σ.Γ. Τσί ρος, ΚΑ, 25/12). Χωροταξία Ανδρικοπούλου Ε. - Καυκαλάς Γ.: Η ρύθμιση του περιφερεια κού χώρου (ΛΑ, ΠΕ, 81). Λαογραφία Μερακλής Μ.Γ.: Παροιμίες ελληνικών και άλλων βαλκανικών λαών (ΚΝ, ΚΑ, 19/12). Baud-Bovy S.: Δοκίμιο για το ελληνικό δημοτικό τραγούδι (Γ. Αμαργιανάκης, ΔΙ, 133). Παιδαγωγική Ανθούλιας Τ.: Παιδιά και κομπιούτερς (ΛΑ, ΠΕ, 81), (ΘΥ, ΕΙ, 18/12). Μπέλλας Θ.: Ψυχοκοινωνιολογία της αγωγής (ΛΑ, ΠΕ, 81). Τεχνολογία Οικονόμου Ε.: Μικροεπεξεργαστές-Μικροϋπολογιστές (ΛΑ, ΠΕ, 81). Τέχνες ΑναΟτήλωση-Συντήρηση-Προστασία Μνημείων και Συνόλων. Τ. α ' (ΒΠ, ΔΙ, 133). Ανδρέου Ε.: Γιάννης Σκαρλάτος (ΚΣ, ΝΕ, 28/12) Θεσσαλονίκη 23 αιώνες (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Ιωάννου Γ.: 1) Το θαύμα. 2) Ποιος τρίτος δρόμος; (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Κυρ: Για ακόμα καλύτερες νύχτες (ΣΚ, ΕΛ, 19/12), (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Λογοθέτης Γ.: Αν είχα... (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Μαζαράκη Δ.: Το λαϊκό κλαρίνο (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Μιτίδης Γ.: Ό σα παίρνει ο άνεμος της αλλαγής (ΚΣ, ΝΕ, 21/ 12). Μουζάκης Σ.: Αγ. Παντελεήμονας Τήλου (ΒΠ, ΔΙ, 133). Πατρικολάκις Φ.: Ταξιδεύοντας ζωγραφικά (Η. Κεφάλας, Νέες Τομές, 3). Τριανταφυλλόπουλος Μ.: Δυναστεία (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Τσαβολάκης Ν.: Η ζωή εν τάφω (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Τσούχλου Δ. - Μπαχαριάν Α.: Η σκηνογραφία στο ελληνικό θέατρο (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Φασιανός Α.: Σχέδια (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Χίντεμιθ Π.: Σύστημα βασικής μουσικής εκπαίδευσης (Κ. Ρω μανού, ΚΑ, 25/12). Γλώσσα Υπερλεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (ΠΑ, ΟΤ, 19/12). Κλασική φιλολογία (Μελέτες) Λαμψίδης Γ.: Αριστοφάνης (ΘΥ, ΕΙ, 25/12). Σηφάκης Γ.: Προβλήματα μετάφρασης στον Αριστοφάνη (ΒΠ, ΔΙ, 133). Γιουρσενάρ Μ.: Το στεφάνι και η λύρα (Κ.Π.Κ., ΚΑ, 19/12).
Κωσταβάρας Θ.: Ιστορήματα (Γ.Κ. Καραβασίλης, ΔΙ, 133), (Β. Κάσσος, Νέες Τομές, 3). Λυσιώτης Ξ.: Δκεπαντασύλλαβοι του Δεκαπενταύγουστου (Α. Βασιλείου, ΝΗ, 173-174). Μελίτα Ρ.: Η γέννηση της ωραίας ώρας (Η. Κεφάλας, ΔΙ, 133). Μεντζελόπουλος X.: Απογειώσεις (ΒΠ, ΔΙ, 133). Μουζάκη Μ.: Γράμμα στον Μπένζαμιν (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 27). Μπολέτσης Σ.: Το δάσος της βροχής (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 26). Νικολιτσέας Δ.Ε.: Κύκλιο αίμα (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 27). Τριβυζάς Σ.: Το κέλυφος (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 26). Φυτσιλής Β.: θρήνος και τραγούδι για το μικρό καπετάνιο (Δ Πανουσάκης, ΠΛ, 26) Χρονάς Π.: Ειδωλοσκόπιο (ΔΚ, ΠΡ, 32). Χωρεάνθη Ε.: Οι εποχές της Εύας (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 26) Ποιητές του Λίβερπουλ (ΒΠ, ΔΙ, 133). Πεζογραφία Αμπατζοπούλου Φ.: Δεν άνθησαν ματαίως (θ. Παπαλιβερίου, Φήμη, ΜΑΖΙ, 22). Αξιώτης Δ.: Καβαλιώτες πεζογράφοι (Ν. Παππάς, ΠΛ, 26). Γερμανός Φ.: Σαμ (ΣΚ, ΕΛ, 19/12). Δαμιανίδη Α.: Σκεύος ηδονής (ΒΧ, ΑΥ, 24/12). θεοδωρίδης Μ.: Φθινοπωρινό ταξίδι (ΘΥ, ΕΙ, 25/12). Κονδύλης Φ.: Το νησί του ονείρου (ΕΛ, ΓΥ, 936). Μεσολογγίτης Β.: Η μαούνα των ονείρων (Ν. Παππάς, ΠΛ, 26). Μήτσορα Μ.: Η περίληψη του κόσμου (ΕΛ, ΓΎ, 936). Μολέσκης Γ.: Τα κλεμμένα σταφύλια (Π. Παιονίδης, ΝΗ, 173174). Ξανθούλης Γ.: Ο Σόουμαν δεν θάρθει απόψε (ΝΜ, CO, Γεν. ’86). Σαμουηλίδης X.: Σκληρές ιστορίες (Α. Πανάτος, ΝΗ, 173174). Τατσόπουλος Π.: Κινούμενα σχέδια.(ΑΦ, ΑΚ, 28/12). Τριανταφυλλόπουλος Ν.Δ.: Τρία θαλασσινά ειδύλλια (X. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 133). Τριανταφύλλου Κ.: Πατρινά διηγήματα (ΚΝ, ΚΑ, 19/12). Τσιτσέλη Κ.: Το χαμένο πάτωμα (ΤΣ, ΛΕ, 50). Χαριτόπουλος Δ.: Δέσποινα (ΒΠ, ΔΙ, 133). Χουλιαράς Ν.: Ζωή την άλλη φορά (Α.Μ, ΕΝΑ, 26/12). Γκιουνέι Γ.: Σάλπα ο βρομιάρης (ΘΥ, ΕΙ, 25/12). Κέρουακ Τ.: Τριστέσσα (ΕΑ, ΕΛ, 19/12). Μακ Γιούαν I.: Πρώτος έρωτας (ΝΜ, CO Γεν. ’86). Πουίγκ Μ.: Το φιλί της γυναίκας αράχνης (ΝΜ, CO, Γεν. ’86). Χάσσεη Γ.: Για τα πανηγύρια (ΒΠ, ΔΙ, 133). Μελέτες - Δοκίμια - Αλληλογραφία Από την αλληλογραφία των πρώτων δημοτικιστών (ΚΝ, ΚΑ, 19/12). Ευαγγελάτος Σ.: Προς την αλήθεια για το Βιντσέτζο Κορνάρο (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Ιωάννου Γ.: Ο της φύσης έρως (Μ. Θερμού, ΝΕ, 29/12). Πολίτης Λ.: Γύρω στο Σολωμό (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Αραγκόν Λ.: Περί του ύφους (Α.Μ, ΕΝΑ, 26/12).
Παιδικά Ποίηση Αρβανιτίδου Σ.: Ηλιοτρόπιο (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 27). Ασημακοπούλου Μ.: Επίκοινα (Δ.Κ, ΚΑ, 25/12). Βάρναλης Κ.: Πυθμένες και κηρήθρες (Ε.Χ, ΕΝΑ, 26/12). Γουλιάμος Κ.: Νευρασθενικά τοπία (ΔΚ, ΠΡ, 32). Εγγλέζος Τ.: 100 σκόρπια ποιήματα (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 26). Ζαφειράτος Ν.: Ποίηση (ΒΠ, ΔΙ, 133). Κανάτσης Τ.: Ρυμουλκό (Δ. Πανουσάκης, ΠΛ, 26). Κοντός Γ.: Ανωνύμου μοναχού (ΒΧ, ΑΥ, 31/12), (Ε.Χ, ΕΝΑ, 26/12).
Αγγελάκης Α.: Ερωτευμένος Τρίτωνας (ΝΜ, CO, Γεν. ’86). Ιωαννίδης Ι.Δ.: Καράβι στη βιτρίνα (ΘΥ, ΕΙ, 18/12). Καλιότσος Π.: Τα ξύλινα σπαθιά (θ. Παπαλιβερίου - Φήμη, ΜΑΖΙ, 22). Κοντολέων Μ.: Ανδρομάχη (Α. Δελώνης, ΔΙ, 133). Λοΐζου Μ.: Το τελευταίο ινδιάνικο καλοκαίρι (Α. Δελώνης, ΔΙ, 133). 1) Οι τρόποι 2) Ο χρόνος (ΘΥ, ΕΙ, 18/12). Ποταμίτης Δ.: Ιστορίες του παππού Αριστοφάνη (ΚΤ, Ε θ , 22/ 12). Τζώρτζσγλου Ν.: Σ.Ο.Σ. (ΘΥ, ΕΙ, 18/12).
80/μικρες αγγελίες
μικρές αγγελίες ΣΕ δεύτερη έκδοση κυκλοφό ρησε η ποιητική συλλογή «Κε ραυνοί» του νεαρού Νίκου Γιαννάκη. Έχοντας κερδίσει το Α' βραβείο Παμεσογείτικου διαγωνισμού ποίησης 1985, με το ποίημα «πού θα βρεις τη δύ ναμη», και επίσης Έπαινο Πα νελλήνιου Ποιητικού διαγωνι σμού 1985 για το ποίημα «όνει ρο» του Πανελλήνιου Συνδέ σμου Γραμμάτων και Τεχνών, βρίσκεται στην έκδοση μιας νέας ποιητικής δουλειάς του με τίτλο «Οι Μυλόμετρες». Στους Κεραυνούς την επιμέλεια είχε ο Κωστής Σπανόπουλος και κυ κλοφόρησε από τις εκδόσεις «Διογένης». ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙ ΑΣ ιδιαίτερα μαθήματα παραδίδει στον Πει ραιά καθηγητής με φροντιστη ριακή πείρα. Τηλ.: 45.34.033 (4-6 μ.μ.). ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ γερμανικής φιλο λογίας του Παν/μίου Αθήνας (πτυχιακά) παραδίδει μαθήμα τα γερμανικών σε προχωρημέ νους και προετοιμάζει για δι πλώματα διαφόρων επιπέδων (μόνο σοβαρά ενδιαφερόμενους). Ακόμη αναλαμβάνει μεταφρα στικές εργασίες (ιατρικά θέμα τα, βιολογία, λογοτεχνικά κεί μενα κτλ.). Πληροφορίες, τηλ.: 82.38.880. ΤΕΛΕΙΟΦΟΙΤΟΣ μαθηματι κών παραδίδει μαθήματα. Αρ κετή πείρα και λογικές τιμές. Τηλ.: 72.46.228, 20.10.563. ΡΑΔΙΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΟ αυ τοκινήτου PIONEER ΚΕΗ9000 άθικτο, αξίας 140.000 δρχ., πωλείται 100.000 δρχ. Τηλ.: 36.42.789 (πρωινά 10-12). ΓΚΟΥΡΤΖΙΕΦ - ΟΥΣΠΕΝΣΚΥ κέντρο δέχεται μαθητές. Τηλ.: 81.32.262 Κάθε λέξη στις μικρές αγγελίες στοιχίζει 20 δραχμές
Χρωματίζω-διαβάζω-μαθαίνω (ΘΥ, ΕΙ, 18/12). Άντερσεν Χ.Κ.: Το αηδόνι (ΘΥ, ΕΙ, 18/12). Ιστορία-Βιογραφίες-Μαρτυρίες-Απομνημονεύματα Γκοΰτος X.: Εργασιακές σχέσεις των οικοδόμων στη Χερσαία Ελλάδα μετά το 1800 (ΒΠ, ΔΙ, 133). Καιροφύλας Γ.: Η Αθήνα του ’40 (ΑΦ, ΑΚ, 21/12), (ΚΣ, ΝΕ, 28/12). Κανδύλης Γ.: Ζωή και έργο (ΚΣ, ΝΕ, 28/12). Κόντης Β.: Η αγγλοαμερικάνικη πολιτική και το ελληνικό πρόβλημα 1945-1949 (X. Λάζος, ΔΙ, 133). Μακρυγιάννης: Οράματα και θάματα (ΚΣ, ΝΕ, 21/12). Μιχελή Λ.: Πλάκα (Π. Κατημερτζή, ΑΥ, 22/12), (ΚΣ, ΝΕ, 21/ 12). Παπαγιαννάκης Λ.: Οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι 1882-1910 (Σ. Βρετός, ΟΤ, 19/12). Τριανταφυλλίδης X.: Η Μικρασιατική εκστρατεία και το ημε ρολόγιο ενός οπλίτη (Ν. Φορόπουλος, ΔΙ, 133). Φακίνος X.: Το πρωινό της ντροπής (Γ. Καράγιωργας, ΚΑ, 25/12). Γιάνους Γ.: Κουβεντιάζοντας με τον Κάφκα (Γ. Κεντρωτής, ΔΙ, 133). Iorga Ν.: Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο (Π.Κ, ΑΥ, 29/12). Γκιλς Φ.: Μαίρυλιν Μονρόε (Ν. Αντύπας, Κέρδος, 29/12). Καρλ Μαρξ. Βιογραφία εικονογραφημένη (ΚΣ, ΝΕ, 28/12). Klee Ρ.: Ημερολόγια 1898-1918 (Α.Μ, ΕΝΑ, 26/12). Ντε Κίρικο Τ.: Αναμνήσεις από τη ζωή μου (Λ.Π, ΕΝΑ, 26/ 12). Ταξιδιωτικά Γκίκας Γ.: Κάστρα (ΚΝ, ΚΑ, 19/12). Σαμουηλίδης X.: Οδοιπορικό στον Πόντο (Α. Πανάτος, ΝΗ, 173-174).
εκκύκλημα τρίμηνη επιθεώρηση για το
9εατρο
SIMON ΝΤΕ ΜΠΟΒΟΥΗΡ
το δεύτερο φυϋο Η Σιμόν ντε Μπωβουάρ εξετάζει τη γυναίκα από βιολογική, ιστορική κοινωνιολογική, φιλολογική, ψυχαναλυτική και μυθολογική πλευρά, για νά καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κατωτερότητά της δεν είναι φυσικό χαρακτη3ΐστικό, αλλά «κοινωνική κατάσταση» ου κατασκευάστηκε από τους άντρες
Εκδόσεις Γλάρος
Θ εμιστοκλέους
31.
106
77
Αθήνα.
Τηλ.: 3 6 .1 8 .4 5 7 -3 6 .1 9 .1 6 7 .