ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
b
ε κ δ ό σ ε ις «νεα σ ύ ν ο ρ α »
ΚΥΚΛΟ Φ Ο ΡΕΙ στη νέα σειρά «ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» το βιβλίο της Π. ΤΖΑΙΗΜΣ «Ο ΜΑΥΡΟΣ ΠΥΡΓΟΣ»
Π ΛΗ ΡΟ Φ Ο ΡΙΕΣ · Π Α ΡΑ ΓΓΕΛ ΙΕΣ Ε Κ Δ Ο Σ ΕΙΣ Α.Α. Λ ΙΒ Α Ν Η «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» Σ Ο Λ Ω Ν Ο Σ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398
V + 'c * T ' 20 Α Π Ρ ΙΛ Η 1951 — 4 Α Υ Γ Ο Υ ΣΤ Ο Υ 1956
ΙΚΑΡΟΣ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Β Ο Υ Λ Η Σ 4 - ΑΘ Η Ν Λ 105 62 - Τ ΗΛ. 3 2 2. 51 5 2 Γ Ρ Α Φ Ε Ι Α : Β Ο Υ Λ Η Σ 1 4 - Α Θ Η Ν Α 105 63 - Τ Η Λ. 3 2 2. 9 3 1 1
Σ τα β ιβ λιο π ω λεία Α θ ή ν α ς Θ εσ σ α λ ο ν ίκ η ς κ α ι επ α ρ χ ιώ ν
Κυκλοφ ορεί σέ Γ ' έκδοση τό'γνωστό «Μ ΕΓΑ
Νίκος Άνδρουισόπουλος
ΠΕΜ ΠΤΗ ΕΠΟΧΗ
Α Γ Γ Λ Ο Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Ο Λ Ε Ξ ΙΚ Ο » Θ. ΤΣΑΒΕΑ 4 τόμοι - 4.000 σελίδες Εκδόσεις ΤΣΑΒΕΑ Σταδίου 48 - Αθήνα 131 - Τηλ. 3218257 Παπαδιαμαντοπούλου 13 - Α θή να 612 Τηλ. 7214931
ανοίξαμε το πιο όμορφο βιβλιοπωλείο στην Αθήνα, έχουμε ό,τι βιβλίο φανταστείτε, θαυμάσιες κάρτες και περιοδικά, έναν αναπαυτικά καναπέ, κερνάμε καφέ, χαρίζουμε αφίοες και οας δίνουμε φανταστικές ιδέες για δώρα. Ελάτε να γνωριστούμε
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ούπη 6-10 (είσοδος και από στοά Χατζηχρήστου) εμπορικό κέντρο ATRIUM (ΙΣΟΓΕΙΟ) ΤΗΛ. 3623144
(§>
ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣΤΟΝΦΙΛΟΝ Α θήνα: Τηλ. 36.lfc.705 - 20.21.553 Θεσ/κη: Τηλ. 516486
ΣΥΓΧΡΟ ΝΗ ΕΠΟΧΗ Κ αινούργιες εκ δ ό σ ε ις
Γ. ΣΕΜ ΙΟΝΟΦ: 17 ΣΤΙΓΜ ΕΣ ΤΗΣ Α ΝΟΙΞ Η Σ-ΔΙΑΤ Α ΣΣ ΕΣ Α Ι ΝΑ ΕΠΙΖΗΣΕΙΣ: Δ υ ο α υ τό ν ο μ α μ υ θισ το ρ ή μ α τα . Μια ζω ντα νή σ ύ νθ ε σ η τ η ς δ ρ ά σ η ς τό σ ω ν και τό σ ω ν ε π ώ νυ μ ω ν και α νώ νυ μ ω ν η ρ ώ ω ν το υ μ εγ ά λ ο υ α ντιφ α σ ισ τικ ο ύ π ο λ έ μ ο υ , π ο υ α ν α μ ετ ρ ή θ η κ α ν μ ε το ν .π ά νο π λ ο φ α σ ι σμ ό, ό χ ι σ τα π ε δ ία τ ω ν ε πικώ ν μα χώ ν το υ π ο λ έ μ ο υ ε κ ε ίνο υ , α λ λά μ έσ α σ τη ν ίδια τη φ ω λ ιά το υ : σ τα π ο λ εμ ικ ά και σ τα π ο λ ιτικ ά το υ ε π ιτελ ε ία .
ΤΟ ’48 ΧΩΡΙΣ ΦΕΓΓΑΡΙ. Μ. ΛΙΑΡΟΥΤΣΟΥ: Το βιβλίο περιέχει τρεις ιστορίες από την ζωή των παρανόμων κομμουνιστών στη Λέσβο, από το '48. Ο κομμουνιστής που δρα σ π ιν παρανομία παρουσιάζεται σε όλη του την ζωντάνια, σαν επαναστάτης που μέσα συγκρούονται, η ταλάντευση, η αμφιβολία, οι φόβοι, η καχυποψία από τη μια και η λεβεντιά, το φιλό τιμο, η αγαθότητα, η συντροφικότητα, και η αδιαλαξία από την/ άλλη.
Ο «ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ» ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΕΝΓΚΕΛΣ (Συλ λογικό): Σ αυτό το βιβλίο ο αναγνώστης θα συναντήσει το γιγάντιο ήρωα τη ς διάνοιας, που μαζί με τον Κάρλ Μάρξ θεμελίωσαν τον επιστη μονικό σοσιαλισμό και δίδαξαν την τακτική του, τον πνευματικό ηγέτη του προλεταριάτου που πάλ εψ ε μόνιμα στην πρώτη γραμμή του αγώνα, τόσο σαν στρατιώτης,'όσο και σαν επιτελικός τη ς επανάστασης.
ΟΙ ΔΕΚΕΜΒΡΙΣΤΕΣ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΘΝΙΚΟΑΠΕΛΕΥ©ΕΡΩΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ. I. ΙΟΒΒΑ: Η εργασία αυτή, βασισμένη σε υλικά αρχείων, δημοσ ιευμένες ή αδημοσίευτες πη γές, και ντοκουμέντα - συμ βάλλει στη μελέτη ε ν ό ς από τα πιο ενδιαφέροντα προβλήματα, στο πρόβλημα των σχέσεω ν των δεκεμβριστών - των πρωτοπόρων, επανα στατικών κύκλων τη ς ρωσικής κοινωνίας - με την πάλη του ελληνικού λαού για την εθνική του ανεξαρτησία κατά των Τούρκων υποδουλωτών.
ΕΝΑΣ ΥΠΑΣΤΥΝΟΜΟΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ. ΓΙΑΝΝΗ ΡΟΥΣΣΗ: Ο Γιάννης Ρούσσης περιγράφει προσωπικά τις εμπειρίες και τα γ ε γονότα που έζησε στην Ελλάδα, τη Μέση Ανατολή και στον εμφύλιο. Μια συνταρακτική μαρτυρία ε νό ς ανθρώπου που για τις δημοκρατικές του ιδ έ ες και τη στράτευσή του στους λαϊκούς αγώ νες διώχτηκε α π' την Αστυνομία και καταδικάστηκε σε θάνατο α π ' το καθεστώς τη ς μι σαλλοδοξίας.
Εκδόσεις Ζ ω οδόχου Π η γή ς 16, 1 0 6 81 Α θή να . Τηλ. 3 6 4 0 7 1 3 , 3 6 2 3 6 4 9
mm A. Κ Α Λ Ο Γ Ε Ρ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ Π. Α Ν Δ Ρ Ε Α Δ Η Σ Η πόλη μας Θεσσαλονίκη Κ Λ Ε Α Ν Θ Η Σ ΓΡ ΙΒ Α Σ Ψ υχιατρικός ολοκληρωτισμός
Π Ε Ρ ΙΟ Δ ΙΚ Ο Κ ΙΘ Α ΡΑ Σ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΤΟ 12°ΤΕΥΧΟΣ Αφιέρωμα στον Γ. ΣΤΕΦΑΝ1ΔΗ, επιμέλεια Π. ΚΟΥΝΑΔΗ ΣΤΑΘΗ ΓΑΛΑΤΗ:
Άραβες
και Τσιγγάνοι
στο flamenco
ΣΑΚΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Διαδρομές χωρίς τέρμα ΣΤΕΛΙΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: Περί ηχητικής ΣΤΑΘΗ ΓΑΛΑΤΗ: Ο μουσικός κόσμος του Paco de Lucia ΔΗΜΗΤΡΗ ΛΕΚΚΑ: Μερκατορική σκάλα ΔΗΜΗΤΡΗ ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗ: Ο Οδυσσέας και η Ιθάκη του στο ελληνικό τραγού δι. Συνεντεύξεις με τους Abel Carlevaio, Leidy, κατασκευαστές ηλεκτρικής και κλασσικής κιθάρας, και όπως πάντα Αρθρα, Σχόλια και Ειδήσεις για τη μουσική και την κιθάρα.
m
Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ
ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 9. ΑΘΗΝΑ 10679 ΤΗΛ. 3607744 - 3604793
ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΧΡ. Π. ΦΡΑΓΚΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΩΝ ΠΑΝ/ΜΓΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
• ABERCROMBLE Μ. Η ανατομία της σκέψης
• ΑΛΜΠΕΡΤΙ Α. Θέματα διδακτικής Λεξικό βασικών όρων σύγχρονης διδακηκής
• DEPLEUX Η. Κούκλες θεάτρου
• ΓΕΡΟΥ ΘΕΟΦΡ. Βαθιές τομές στην εκπαίδευση 1981-1985
• ΔΑΡΑΚΗ ΠΕΠΗ Κουκλοθέατρο
ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
• ΔΑΡΑΚΗ ΠΕΠΗ Λαϊκές βιβλιοθήκες
• ΜΠΟΥΖΑΚΗ Σ. Νεοελληνική εκπαίδευση (1821-1985)
• ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ X. Mix. Παπαμαύρος - Η ζωή, οι διώξεις, το έργο του
• ΦΡΑΓΚΟΥ X. Βασικές παιδαγωγικές θέσεις
• ΦΡΑΓΚΟΥ X. Ψυχοπαιδαγωγική
• ΦΡΑΓΚΟΥ X. Επίκαιρα θέματα παιδείας • ΦΡΑΓΚΟΥ X.
Σύγχρονη διδασκαλία
• ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΥ Β. Οργάνωση της διδασκαλίας και της μά θησης Γενικά
• ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΥ Β. Οργάνωση της διδασκαλίας και της μά θησης Ειδικά και κατά μάθημα
ε κ δ ό σ ε ις
GUTENBERG
ΣΟΛΩΝΟΙ 103 . ΤΗΛ. 3600.127
Λ
ΓΡΑΧΑΜ ΓΚΡΗΝ Βρετανικό Παράσημο Αξίας 1986 The Heart of the Matter
Monsignor Quixote
The Tenth Man
Εκδόσεις Ψ ΥΧΟΠ ΟΣ Μαυρομιχάλη 1 10679 Αθήνα Τηλ. 3602535-3618654 The Comedians
ΕΠΙΚΑΙΡΟ Γραμμένο τό 1965, τό μυθιστόρημα ΟΙ ΘΕΑ ΤΡΙΝΟΙ περιγράφει την ’Αϊτή τοΰ 1986 μέ προφητική ένόραση. Δεν υπάρχει πιά κανείς σήμερα πού νά μήν προσέχει τόν πλούτο καί τό βάθος τής σκέψης τού μεγάλου συγγρα φέα.
f f if lR S E N H A O IO ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ
ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΙ ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ: «Ή άβάσταχτη ελαφρότητα ιού είναι» Μτφ. Κ. Δασκαλάκη ΚΛΩΝΤ ΣΙΜΟΝ: «Μέλαθρον» - Μτφ. Φ. Δρακονταειδής ΚΛΩΝΤ ΣΙΜΟΝ: «Δρόμος τής Φλάνδρας» - Μτφ. Π. Παπαδόπουλος ΣΕΛΙΝ: «Ταξίδι στά βάθη τής νύχτας» - Μτφ. Ά. Γιατράκου - Fossi ΑΥΓ. ΣΤΡΙΝΜΠΕΡΓΚ: «Μαύρες σημαίες» - Μτφ. Π. Μάτεσης Κ. ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ: «Τεχνητοί παράδεισοι» - Μτφ. Ν. Φωκάς ΣΤΑΝΤΑΛ: «Τό κόκκινο καί τό μαύρο» - Μτφ. Π. Χάρης ΤΟΜΑΣ ΝΤΕ ΚΟΥΙΝΣΙ: «Εξομολογήσεις ενός Άγγλου όπιοφάγου» Μτφ. Ν. Φωκάς ΜΑΝΤΑΜ ΝΤΕ ΛΑΦΑΠΕΤ: «Ή Πριγκίπισσα ντε Κλέ6» Μτφ. Μ.Τ. Πεσμαζόγλου V f f l Y .
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» Ι.Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & ΣΙΑΣ Α.Ε. ΣόΑωνος 60, Αθήνα. Τ η λ 36 1 5 0 7 7
— *^
------------ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΜΠΑΫΡΟΝ Χαρ. Τρικούπη 24, Τηλ. 36.29.623 Ό ταν ο Πάλλης πρωτοείδε μεσ’ στη γραμματική μου, πως το τρελός γίνεται απ’ του Ησύχιου το τρηρόν = ελαφρόν και πρέπει να γράφεται μ’ ένα λ, μου έγραψε: «αχ αφτή την πατσαβούρα την Επιστήμη που μας γκρεμνά ένα ένα τα ιδανικά μας! τι ωραίος ο τρελλός με δύο λλ! κλπ»... ...Επειδή οι Αρχαίοι Αιολέοι είχανε λ.χ. κάπου τύπους δίχως τελικό ν πύργο, ειαρό, εγενόμα κλπ. οι Δωριέοι συχνά: α αντίς: η, λ.χ. σελάνα, ειρήνα κτλ. κ’ επειδής αφτά έτυχε να μοιάζουνε με τα δικά μας.βελόνα, δούλα κτλ. και με τα: πύργο, ιερό, γενόμου, τύπους που μορφωθήκανε δυο χιλιάδες χρόνια αργότερα και μόνο κατά τύχη συμπέσανε, οι λογάδες μας της πέρασμένης γενεάς είπανε τη νεοελληνική γλώσσα Αιολοδωρική, έτσι κοιμούνταν ήσυχα οι Ρωμιοί, πως μια που μιλούν Αιολοδωρικά, λόγος δεν υπάρχει να μη βαστάει η σκούφια τους γραμμή απ’ τους Ηρακλείδες, κι αφού είταν έτσι, το δίχως άλλο ο παπούς τους ο Ηρακλής πάνου απ’ τον Όλυμπο θα φρόντιζε να βολέψει και διαφεντέψει όλα τους τα εθνικά και κοινωνικά ζητήματα- και λοιπόν το ρίξανε στην αφροντισιά, που βαστάει ώς τα σήμερα. Το μόνο που κάνανε είτανε να κλίνουν τα ονόματά τους σύμφωνα με του Ηρακλέονς. Δηλαδή το τούρκικο Φιντικλής το είπανε στη γενική: του Φιντικλέονς. Έτσι λοιπόν και ο μερακλής του μερακλέους, ο σεβνταλής του σεβνταλέονς και να δα εμείς χωρίς πολύ κόπο στη δοξασμένη εποχή του Περικλέους...
ΤΝ MTAk IP
Γόμοι 3
Το έργο αυτό δεν είναι μια απλή προσθήκη στον όγκο των ελληνικών και ξένων - μεταφρασμένων - ιστορικών έργων για την περίοδο εκείνη του ελληνικού λαού, που μελετήθηκε όσο καμιά άλλη. Είναι, πραγματικά, κάτι το κ α ι ν ο ύ ρ γ ι ο , κάτι το πολύ διάφορο - οι λέξεις διατηρούν όλη τους τη σημασία που άξιζε να εκδοθεί, μα, επιπλέον, να μελετηθεί όχι μόνο από τους ειδικούς, αλλά και από το πλατύ μορφωμένο κοινό μας, που θέλει να κατατοπισθεί, να διαφωτισθεί για την περίοδο εκείνη, που έχει καλυφθεί τόσο από πάχνη επαίνων και άγνοιας.
Πριν εκατό περίπου χρόνια, στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη, κάποιοι φωτογράφος της εποχής, που έκρυβε μέσα του οπωσδήποτε καλλιτεχνική φλόγα και έβλεπε σίγουρα στο μέλλον, περιέσωσε με το φωτογραφικό του φακό κάποιες ιδιαίτερες φυσιογνωμίες, που είχαν το δικό τους μερίδιο στην πολυεθνική κοινωνική σύνθεση της τότε Θεσσαλονίκης. Στις φυσιογνωμίες αυτές καθρεφτίζονται χαρακτηριστικοί αντιπροσωπευτικοί τύποι των πλανόδιων επαγγελματιών της εποχής... ... Ετσι μπροστά απ’ το φακό πέρασε ο βαστάζος, εκπρόσωπος αρχαιότατου επαγγέλματος που βαστάει ώς τις μέρες μας, πέρασε ο πλανόδιος μανάβης, και αυτός υπάρχει ακόμα, πέρασε ο φροκαλοπωλητής, αυτός πάει πια χάθηκε, ο τενεκετζής, ο τσουκαλάς, ακόμη ο πλανόδιος εστιάτορας με το ατζέμ πιλάφ, ο αρκουδιάρης, οι μουζικάντηδες της ρούγας, μέχρι και ο ασήκης.
Ένα βιβλίο ιδανικό
MU' ZHIRMUNSKY
Linguistics Poetics T o β ιβλίο α υ τό α π ό το ν α κα δη μ αϊκό Ζ ιρ μ ο ύ νσκη , π α ρ ο υ σ ιά ζει δ ύ ο π λ ε υ ρ έ ς τω ν μ ελ ε τώ ν το υ , ε ρ γ α σ ίε ς πά νω σ τη ν γλ ω σ σ ο λ ο γία και τ η ν ποιη τικ ή . Οι ε ρ γ α σ ίε ς το υ στη γλ ω σ σ ο λ ο γία α ν α φ έ ρ ο ν τα ι στη θε ω ρ ία τ η ς γλ ώ σ σ α ς και στις γε ρ μ α ν ικ έ ς σ π ο υ δ έ ς , ε νώ οι π ο ιη τικ ές το υ α σ χ ο λ ο ύ ντα ι με τη ν θ ε ω ρ ία τη ς πο ίη σ η ς και τη μ ο ρ φ ή το ύ λ ό γο υ . Οι ειδ ικ ο ί γε ν ικ ή ς γλ ω σ σ ο λ ο γία ς, Γερμ α νικ ώ ν και πο ιη τικ ώ ν σ π ο υ δ ώ ν θ α β ρ ο υ ν το β ιβλίο ιδια ίτερ α ε ν δ ια φ έ ρ ο ν .
ΓΚΑΣΤΟΝΜΙΑΛΑΡΕ
T T T T IT T IJ
▼▼▼▼▼▼▼Τ ττ^νντ ▼τττττττ τττττνπ τ
Γ. X. ΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗ
ΕΛΕΝΗΣ I. ΣΚΟΥΡΑ
0 μύθος του Rimbaud, «Το μεθυσμένο καράβι» — οι μεταφράσεις του στην
ΚΥΡΙΑΚΟΣΣ. ΚΑΤΣΙΜΑΝΗΣ
Αναλύσεις και τομές σε θέματα παιδείας
W
ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ ΣΤΗΝΠΕΡΙΟΔΟ"ΤΟΥΚΑΠΟΔίΠΡΙλ
( ύ ϊ
Β ΙΒ Λ ΙΟ τ κ ς
.
ΘΡΗΝΗΙ
εκδόσεις επικαιρότητα Μαυρομιχάλη 60—τηλ. 3636083
ΔΙΑΒΑΖΩ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Τεύχος 142
ΧΡΟΝΙΚΑ
23 Απριλίου 1986 Τιμή: Δρχ.
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 10 ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΑΒΑΖΩ
12
13
350 ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Εκδότης: Άννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Σοφία Γεμενάκη, Θεοδώρα - Ζερβού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Πηνελόπη Βλάσση Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Λ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου
Μαρία Στασινοπούλου: Χρονολόγιο Γ. Σεφέρη Π. Α. Ζάννας: Γ. Σεφέρης Χφο Οκτ. ’68 Δ. Δασκαλόπουλος: Γ. Σεφέρης, Η ποίηση στον κινηματογράφο Ανέκδοτη αλληλογραφία του Γιώργου και της Μαρώς Σεφέρη Μαρία Στασινοπούλου: Ανέκδοτες ημερολογιακές σελίδες της Μα ρώς Σεφέρη Νάσος Βαγενάς: Έ ξι νύχτες στην Ακρόπολη Βασιλική Κοντογιάννη: Ο Γ. Σεφέρης και το ημερολόγιό του Γιώργου Δανιήλ: Τρεις «στιγμές» με τον Σεφέρη Δημ. Μαρωνίτης: Μύθος και ιστορία στο Ημερολόγιο Καταστρώ ματος Γ' του Γ. Σεφέρη Μιχάλης Πιερής: Συμβολή στο θέμα της κυπριακής εμπειρίας του Γ. Σεφέρη Μαρία Ιατρού: Στράτης Θαλασσινός και Στρατής Τσίρκας Μάκης Τρικούκης: Σεφέρης και Μοντάλε Δαν. Ιακώβ: Η «Ανδρομέδα» του Γ. Σεφέρη Δ. Δασκαλόπουλος: Βιβλιογραφικά Σεφέρη (1979-1986)
38 51 63 67 73 79 85 91 94 101 116 126 130 138
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει ο Μάνος Κοντολέων ΠΑΙΔΙΚΑ: Γράφει ο Αντ. Δελώνης ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ: Γράφει ο Ηλίας Κεφάλας
149 150 151
Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κστξιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Επιμέλεια εξωφύλλου: Γιώργος Γαλάντης
ΔΕΛΤΙΟ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
153
ΚΡΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΙΑ
158
στο επ ό μ εν ο «Διαβάζω»
αφιέρωμα στον Γκουστάβ Φλωμττέρ
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ]
19 Μ αρτίου έως 1 Α πριλίου 1986
Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του λάχιστον βιβλιοπώλες. Ό σ ο για το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είναι να συμβου λεύεστε τις σελίδες της «Επιλογής».
1. Χρ. Μίσσιου: ...Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς (Γράμματα)
Λ
..
ο 2
Χνάρι-Αθ.
& c
Πειραϊκή Φωλιά του Βιβλίου
§·
Λέσχη του Βιβλίου - Αθ.
Ενδοχώρα - Αθ.
Κατώι του βιβλίου - Θεσ.
| Εστία - Αθ.
| Ελευθερουδάκης - Αθ.
Γρηγόρης-Αθ.
Γ
| Δωδώνη - Γιάννινα
©
| Δωδώνη - Αθ.
| Αιχμή-Αθ.
Β ΙΒ Λ ΙΑ
| Βαγιωνάκης - Αθ.
|
Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες α π ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε ρισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο με τις μ ε γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται με τρεις α σ τε ρίσκους (Λ ), το αμέσως μ ετά μ ε δύο (**) και το τελευταίο μ ε έναν ( * ).
Λ
2. Ε. Λοράν: Ο ψύλλος και οι γίγαντες (Ροές) 3. Ν. Γκατζογιάννη: Ελένη (Ευρωεκδοτική)
**
4. X. Νούτσου: Ιδεολογία και εκπαιδευτική πολιτική (Θεμέλιο) 5. Π. Κανελλόπουλου: Η ζωή μου (Γιαλλέλης) Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Γρηγόρης - Αθήνα το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Π. Καρικόπουλου: 200 χρόνια ελληνικού τύπου (Γρηγόρης). Στον Ελευθερουδάκη - Αθήνα το βιβλίο Κ. Πίλσεν: Πέρα από την Αφρική (Κάκτος). Στην Πειραϊκή Φωλιά του Βιβλίου - Πειραιάς Η κατακτητική ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο (Πλέθρο).
Συνδρομές εσωτερικού 25 τε υ χ ώ ν 4300 δ ρ χ. - Σ πουδαστική 25 τε υ χ ώ ν 4100 δρ χ. 15 τε υ χ ώ ν 2800 δ ρ χ. - Σ πουδα στική 15 τε υ χ ώ ν 2500 δρ χ. Ο ργανισμώ ν, Τ ραπεζώ ν, Ιδρυμάτων: 5100 δρ χ.
Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τε υ χ ώ ν Ευρώπη 15 τε υ χ ώ ν Κύπρος 25 τε υ χ ώ ν Κύπρος 15 τε υ χ ώ ν
55 δολ. (ΗΠΑ)- Σπουδα στική 25 τε υ χ ώ ν 51 δολ. 36 δολ. - Σ πουδαστική 15 τε υ χ ώ ν 34 δολ. 48 δο λ. - Σ πουδα στική 25 τε υ χ ώ ν 44 δολ. 32 δο λ. - Σ πουδα στική 15 τε υ χ ώ ν 30 δολ.
Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική 25 τε υ χ ώ ν 61 δολ. - Σπουδα στική 25 τε υ χ ώ ν 58 δολ. 15 τε υ χ ώ ν 40 δολ. - Σπουδα στική 15 τε υ χ ώ ν 38 δολ.
Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ε υρώ πη: 63 δολ. Κ ύπρος: 56 δολ. Α μερική κλπ. 70 δολ.
Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Περιοδικό «Διαβάζω» Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Τηλ. 36.42.765
Τα πα λιά μ ηνιαία τε ύ χ η κοστίζουν 500 δ ρ χ., τα δ εκ α π ε ν θ ή μ ερ α 200 δ ρ χ., και τα δ ιπ λά 300 δ ρ χ.
“Αιαβάζω”: 10 χρόνια μετά «“Τόσα και τόσα περιοδικά. Άλλο ένα λοιπόν;” Καταλαβαίνουμε, φίλε μας, τη δυσπιστία σου, δε θα προσπαθήσουμε να δικαιολογήσουμε αυτή την έκδοση με μεγάλα λόγια. Θα σου πούμε απλά: θελήσαμε να βγάλουμε ένα περιοδικό χ ρ ή σ ιμ ο για τον άνθρωπο που διαβάζει ή θέλει να διαβάζει βιβλία.» Έτσι ξεκινούσε το πρώτο προλεγόμενο του πρώτου τεύχους του «Διαβάζω», πριν από 10 χρόνια. Με την αγωνία μπροστά στο φράγμα της δυσπιστίας για το καινούριο τότε περιοδικό μας. Με την αγωνία: «Πόσα τεύχη θα μπορέσουμε να βγάλουμε;» Να λοιπόν που το «Διαβάζω» συμπλήρωσε 10 χρόνια ζωής. Και που βγήκαν 142 τεύχη από τότε... 142 τεύχη που δε θά ’χαν βγει αν δεν είχε σηκώσει για χρόνια μεγάλο βάρος από την υπόθεση αυτή ο Περικλής Αθανασόπουλος που δεν είναι πια μαζί μας. 10 χρόνια ζωής. 142 τεύχη. Ίσως σημαίνουν πως, μ ’ όλες τις αδυναμίες του, το περιοδικό μπόρεσε να φανεί χρήσιμο, όπως τότε το φιλοδοξήσαμε, στο φίλο του βιβλίου. Που τον βλέπαμε «να βομβαρδίζεται από το πλήθος των νέων εκδόσεων» και αναρωτιόμασταν: « Έχει τον καιρό, έχει τη δυνατότητα να κάνει την εκλογή του βιβλίου που ταιριάζει στα κριτήρια, στις γνώσεις, στις ανάγκες του, την ώρα της εκλογής;»
Όμως τα χρόνια πέρασαν. Οι συνθήκες άλλαξαν. Η ενημέρωση για το βιβλίο σήμερα είναι περισσότερη. Το ίδιο το «Διαβάζω» έγινε 15ήμερο, άλλαξε μορφή. Μπαίνοντας σε μια νέα δεκαετία νιώθουμε πως οι μεταβαλλόμενες συνθήκες σηματοδοτούν νέες ανάγκες. Νιώθουμε λοιπόν ότι πρέπει να αναζητήσουμε αυτές τις ανάγκες. Και να προχωρήσουμε περισσότερο, να προχωρήσουμε σε βάθος. Γι’ αυτό θα αναρωτηθούμε ξανά αυτό που τότε φαινόταν δευτερεύον μπροστά στον βασικό σκοπό, μα τώρα πια μας φαίνεται πιο επίκαιρο, πιο ζωτικό, πιο χρήσιμο. Θα αναρωτηθούμε όπως τότε: «Μήπως... περνάει το βιβλίο χωρίς να μας αγγίζει, χωρίς να μας κάνει πιο συνειδητούς και πιο ευαίσθητους, σ’ ό,τι ξετυλίγεται γύρω μας;» Δέκα χρόνια μετά, είναι καιρός να εξετάσουμε μαζί, πόσο ουσιαστική είναι η σχέση όλων μας με το βιβλίο -μ ’ αυτό το συγκεκριμένο βιβλίο που ο καθένας μας παίρνει στα χέρια του και διαβάζειρωτώντας απλά και πρακτικά αλλά και με ε ι λ ι κ ρ ί ν ε ι α τους εαυτούς μας: Από το διάβασμά μας αλλάζει κάτι προς το καλύτερο; Ό,τι ώς τώρα πετύχαμε στις προσπάθειές μας στηρίχτηκε στην πολύτιμη βοήθεια των συνεργατών, των αναγνωστών, των φίλων μας. Τους ευχαριστούμε γι’ αυτήν. Και ελπίζουμε πως στην καινούρια περίοδο που ανοίγουμε, το βάθος, η ποιότητα και η ουσία που θέλουμε να τη χαρακτηρίζουν θα είναι ο καρπός της συνεργασίας μας.
14
1 ΧΡΟΝΙΑ i n
ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ | H ΧΡΟΝ
9 ΔΙΑΒΑΖΩ M W ΔΙΑΒΑΖΩ & W ΔΙΑΒΑΖΩ
Μ ε αφορμή τα 10 χρόνια τον «Διαβάζω» ζητήσαμε από τους εκδότες να μας
δώσουν τη γνώμη τους στο κατά πόσο το περιοδικό μας συνετέλεσε στη διάδοση τον βιβλίου. Επίσης ζητήσαμε από περιοδικά, που είχαν παράλληλη πορεία με το «Διαβάζω», ή συγγενεύουν ως προς το αντικείμενο, να πουν τη γνώμη τους για την προσφορά του. 'Οσους στείλανε απάντηση στα ερωτήματά μας ευχαριστούμε θερμά (ακόμα κι αυτούς που, ενώ την έστειλαν, δεν έφτασε... ακόμα).
Γ ν ώ μ ε ς ε κ δ ο τώ ν
Το ερώτημα που απευθύναμε στους εκδότες είναι: «Το “Διαβάζω ”, ως δεκαπενθήμερη επιθεώρηση τον βιβλίου, εκπλήρωσε τους σκοπούς τον; Ειδικότερα, η συνεχής εκδοτική τον παρουσία βοήθησε στη διάδοση τον βιβλίου;»
& Γ Ά γροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις συγγραφής, έκδοσης και βιβλιογραφίας, στα οποία ανατρέχουμε συχνά και τα χρησιμοποιούμε ως βοηθήματα και ως σημεία αναφοράς για ειδικές μελέτες. Η παρουσίαση (αφιερώματα) της άποψης πολλών ειδικών γύρω από ένα θέμα συγγραφής ή σχετικά με το έργο ενός συγγραφέα δίνουν στον αναγνώστη την ευκαιρία να δημιουργήσει Με την ειδική οργάνωση της ύλης, την αισθητική . κριτήρια και να συγκρίνει τις απόψεις του με τις της παρουσίασης και την επιλογή της θέσεις των ειδικών. θεματολογίας προσφέρει στον αναγνώστη ένα Μπορούμε, ίσως, να προτείνουμε την καθιέρωση πλαίσιο έρευνας και τον οδηγεί στη δημιουργία κριτηρίων. στήλης ή σελίδων των εκδοτών, όπου θα παρουσιάζεται η εκδοτική πολιτική, τα κριτήρια Το «Διαβάζω» διαβάζεται από πολλούς και των επιλογών κάθε οίκου και το εκδοτικό διαφορετικούς αναγνώστες. Απ’ αυτούς που πρόγραμμα. Ό λα αυτά θα είναι ενημερωτικά αναζητούν μια γενική επιμόρφωση, από τους και μόνο για το ευρύ κοινό και καθοδηγητικά αναγνώστες ειδικών θεμάτων, από νέους και για την εργασία των συγγραφέων και των από μεγάλους, από φοιτητές και από βιβλιοκριτικών. επιστήμονες. Ευχόμαστε κάθε επιτυχία στο έργο, που τόσο Στα χρόνια της διαδρομής του περιοδικού στον οργανωμένα και αποδοτικά κάνετε. έντυπο χώρο παρουσιάστηκαν μεγάλα θέματα ΤΟ «Διαβάζω», ως ειδικό περιοδικό, έχει διαγράψει μια διαδρομή πολύ ικανοποιητική και έχει καταφέρει να δημιουργήσει «το κοινό του» και να καθιερώσει την εκδοτική του άποψη. Είναι ένα εγχειρίδιο βιβλιογνωσίας προσιτό στο ευρύ κοινό.
15
ΙΑ f H
mm3mΧΡΟΝΙΑ m
IH
S
ΧΡΟΝΙΑ
ΧΡΟΝΙΑ | Ι ms m m II
ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘ Η ΝΩ Ν ΕΤΑΙΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΩ Ν Ε Κ ΔΟ Σ Ε Ω Ν
ΜΕ την ευκαιρία της επετείου των 10 χρόνων από την έκδοσή σου, θα θέλαμε να επισημάνουμε μερικά από τα βασικά σημεία της προσφοράς σου: Η εκδοτική σου παρουσία κάλυψε ένα πολύ μεγάλο κενό στην ελληνική βιβλιογραφία. Μέσω των στηλών σου, τόσο ο ειδικός ερευνητής, όσο και ο απλός αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει τις καινούριες εκδόσεις, καθώς και κριτική σε σημαντικά νέα έργα. Ειδικότερα για τον ερευνητή, πολύτιμα είναι τα αφιερώματα στους μεγάλους της λογοτεχνίας ή στις εθνικές λογοτεχνίες, και για το λόγο ότι συγκεντρώνεται
με θαυμαστή επιμέλεια η σχετική ελληνική βιβλιογραφία, με πολύτιμους βιογραφικούς και εργογραφικούς χρονολογικούς πίνακες. Εξάλλου, η ενημέρωση του κοινού, μέσω των στηλών σου, για τα νέα βιβλία και η κάποια παρουσίασή τους πιστεύουμε ότι ενισχύει την κυκλοφορία τους, γεγονός που ασφαλώς θα ενθαρρύνει και τους συγγραφείς, ώστε να μην εγκαταλείπουν τις λογοτεχνικές φιλοδοξίες τους, μπρος στα μεγάλα σημερινά εκδοτικά προβλήματα. Με τις ευχές μας για τη συνέχιση του τόσο γόνιμου έργου σου.
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ ΣΤΙΣ πανηγυριώτικες τελετές ευχόμαστε στον εορτάζοντα να συνεχίσει τον ευδόκιμο βίο του. Τι άλλο να του πεις; Απαριθμείς μεγαλόστομα τα επιτεύγματά του και μετά λες πως αν είχε και εκείνο θά ’ταν τέλειος. Δε βαριέσαι. Το γεγονός είναι ότι αφού επιζήσατε τόσα χρόνια και καταφέρατε να ξεφύγετε από το περιθώριο ενός περιοδικού για το ατομικό κέφι του εκδότη του, πάει να πει πως κάποιο σημαντικό, τουλάχιστον αριθμητικά, κοινό σάς χρειάζεται και δεν έχετε κανένα λόγο να μην θεωρείτε τον εαυτό σας επιτυχημένο. Κατά τα άλλα, επειδή υπήρξα κατά καιρούς συνεργάτης του περιοδικού, μπορώ να πω πως εμπιστευόμουν τα κείμενά μου, και γράφω πολύ λίγα, σε κάποιο έντυπο που δεν
στερούνταν σοβαρότητας. Σας θεωρώ λοιπόν σοβαρό έντυπο. Σας διαβάζω όταν προλαβαίνω, σας παρακολουθώ πάντα, ακόμα και αυτά τα, για πολλούς λόγους, αστεία γκάλοπ που εμφανίζονται σαν βιβλία του μήνα. Φυσικά ο βιβλιογραφικός σας οδηγός είναι πολύτιμος, όπως εξίσου πολύτιμα είναι και όλα τα αφιερώματα που έχετε φτιάξει. Όσον αφορά τώρα την συνεχή δεκαπενθήμερη εκδοτική σας παρουσία, αν μπορείτε κάντε το εβδομαδιαίο ή και ημερήσιο. Τόσες «άχρηστες» ημερήσιες φυλλάδες κυκλοφορούν ή τουλάχιστον βλακώδεις. Καλό είναι να βλέπεις κάθε μέρα σοβαρά παιδιά. Αυτά.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΙΟΛΟΣ
ΕΥΧΟΜΑΣΤΕ να συμπληρώσεις πολλές δεκαετίες έκδοσης καί πετυχημένης προσφοράς.
Η παρουσία σου, πραγματικά, κάλυψε ένα κενό που υπήρχε στο χώρο του βιβλίου.
16
ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ f H XPDN f ΔΙΑΒΑΖΑ 111 ΔΙΑΒΑΖΑ i l l ΔΙΑΒΑΖΑ 111 ΔΙΑΒΑ
I ΧΡΟΝΙΑ f H
Για μας τα αφιερώματα σου έχουν γίνει πολύτιμο βοήθημα. Το ίδιο πιστεύουμε ότι έχουν γίνει και για τους άλλους εκδότες και για τους αναγνώστες σου. Η εν γένει ενημέρωση που προσφέρεις, είναι αναμφισβήτητη και απ’ αυτή την πλευρά σίγουρα έχεις πετύχει το σκοπό σου, βοηθώντας με τις κριτικές σου τη βιβλιοπαρουσίαση που κάνεις, τις συνεντεύξεις που καταγράφεις και εν γένει με τα άρθρα σου. Ίσως θά ’πρεπε να υπάρχει ένας πιο ζωντανός διάλογος με το αναγνωστικό κοινό, δίνοντάς του τη δυνατότητα να έχει έναν δικό του λόγο μέσα απ’ τις σελίδες σου. Μια ιδέα μας γι’ αυτό αφορά τον τρόπο με τον οποίο αναδεικνύονται
***** *****
τα μπεστ σέλερ, γιατί είναι κοινό μυστικό πως τα περισσότερα βιβλιοπωλεία είναι και εκδοτικοί οίκοι που προτείνουν τα δικά τους βιβλία ή γιατί, για δικούς τους λόγους, προωθούν περισσότερο ορισμένα βιβλία, με αποτέλεσμα τα γκάλοπ σας να μην εκφράζουν πάντα την πραγματικότητα. Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν δυσκολίες για κάτι τέτοιο, αλλά τέτοιες στατιστικές θα μπορούσαν να γίνονται αραιά, 2-3 φορές το χρόνο. Τέλος, ευχόμαστε και σε μας, τους αναγνώστες σου, να συνεχίσουμε να χαιρόμαστε την παρουσία σου και την προσφορά σου.
ερμιε&ας
γ α λ α ξ ία ς ΑΣ αρχίσουμε με μια ευχή: είθε το αγαπητό «Διαβάζω» να τα εκατοστήσει, με μια γόνιμη δουλειά και ολοένα περισσότερους αναγνώστες. Είναι χαρά μας να συναντάμε τέτοιες προσπάθειες που και αντικειμενικές έχουν σταθεί και κινητήρια δύναμή τους έχουν το μεράκι, το πάθος, που σήμερα, δυστυχώς, εκλείπουν. Οι συνεργάτες του «Διαβάζω» εργάζονται με απέραντη αγάπη, αφοσίωση και ανιδιοτέλεια. Ασφαλώς είναι κέρδος για όλους, εκδότες και αναγνώστες, να υπάρχουν τέτοια περιοδικά, που χωρίς ασαφείς αοριστολογίες -και όλοι γνωρίζουμε ότι στις μέρες μας βρίθουν παντού-, κατατοπίζουν σωστά τον αναγνώστη και
προβάλλουν το καλό βιβλίο. Κέρδος, σημερινό, κέρδος μακροπρόθεσμο. Να, λοιπόν, που απαιτείται πάλι μια ευχή για να κλείσουμε το σημείωμά μας. Οι ακούραστοι συνεργάτες του να προσπαθήσουν ν’ αυξήσουν την εκτεταμένη και αναλυτική κριτική τους, αγκαλιάζοντας συχνότερα τους κλασικούς συγγραφείς -παλαιότερους και νεότερους- και τα έργα τους, ελληνικά και μεταφρασμένα. Επίσης, να κεντρίσουν με ακόμα περισσότερα αφιερώματα και κατατοπιστικές βιβλιογραφίες το ενδιαφέρον των αναγνωστών τους. Και τότε, ε, τότε, χωρίς αμφιβολία, θα τα χιλιάσει το «Διαβάζω».
οβόστης ΓΙΑ ΜΑΣ τους εκδότες το «Διαβάζω» είναι κάτι που μας γεμίζει χαρά αλλά και ζήλια. Χαρά γιατί είναι μια φωνή που μιλάει για λογαριασμό μας στο αναγνωστικό κοινό αλλά και ζήλια γιατί είναι αυτό που από χρόνια οι ίδιοι θά πρεπε νά ’χαμέ τολμήσει.
Λίγες προσπάθειες πού ’γιναν παλιότερα (μια απ’ αυτές του πατέρα μου), δεν κατάφεραν να καρποφορήσουν. Και να πού ’ρθατε σεις, νέα παιδιά (και μην το γελάμε), γεμάτα αυταπάρνηση για μια δίκιά μαε
17
ΙΑ 1 ϋ ΧΡΟΝΙΑ 1 ϋ ΧΡΟΝΙΑ 1 H ΧΡΟΝΙΑ ζίΐ 1 i f ΔΙΑΒΑΖΑ 1 & ΔΙΑΒΑΖΩ ί Ρ ΔΙΑΒΑΖΩ υπόθεση και το τολμήσατε. Μας βάλατε... τα γυαλιά. Στην προσπάθειά σας μονάχα συγχαρητήρια
ταιριάζουν -αρνιέμαι με κάθε τρόπο να κρίνω ή να κάνω συστάσεις για βελτίωση. Να τα κατοστήσετε.
ε κ δ ό σ ε ις 32§ « γ ν ώ σ η » ΕΙΝΑΙ ευτύχημα το γεγονός ότι κυκλοφορούν στον τόπο μας περιοδικά σαν το «Διαβάζω». Η συνεχής εκδοτική σας παρουσία συμβάλλει αποφασιστικά στην εξέλιξη και στη διαμόρφωση όχι μόνο των πολιτιστικών πραγμάτων στη χώρα μας, μα και στη σύνθεση ολόκληρου του πλέγματος των κοινωνικών μας δομών.
Με την ευκαιρία αυτή της επετείου της πρώτης δεκαετίας του «Διαβάζω» και με τη σκέψη μας να γυρνά πίσω στον ιδρυτή του τον Περικλή Αθανασόπουλο, σας ευχόμαστε νά ’χετε πάντοτε τη δύναμη να συνεχίσετε με την ίδια επιτυχία την προσπάθεια που άρχισε ο Περικλής.
gutenberg ΤΟ «Διαβάζω», ως δεκαπενθήμερη επιθεώρηση βιβλίου, εκπλήρωσε τους σκοπούς του; Ειδικότερα, η συνεχής εκδοτική του παρουσία βοήθησε τη διάδοση του βιβλίου; Αναμφισβήτητα ναι: Ιδιαίτερα σε μια χώρα που η προβολή του βιβλίου από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γίνεται αποσπασματικά και ευκαιριακά σε σύγκριση με άλλα... πολιτιστικά αγαθά, λόγου χάρη το ποδόσφαιρο· σε μια χώρα που το Υπουργείο Πολιτισμού έχει ξεχάσει ότι και το βιβλίο είναι μέσα στις υποχρεώσεις τουπου η ελληνική πολιτεία αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει τους φορείς του, άλλοτε με εχθρότητα κι άλλοτε με αδιαφορία, η κυκλοφορία ενός περιοδικού που το αφορά είναι οπωσδήποτε θετική και καλόδεχτη και για τον τομέα της ενημέρωσης και της παρουσίασης των
νέων εκδόσεων, και για τον τομέα της βιβλιοκριτικής. Ίσως θα μπορούσα να διατυπώσω κάποιες επιφυλάξεις, για τον πίνακα με τα εμπορικότερα βιβλία, για την ελάχιστη ειδησεογραφία από την εκδοτική κίνηση στην Ελλάδα και το εξωτερικό, για τις δραστηριότητες των συνδικαλιστικών οργάνων του βιβλίου και ειδικότερα της ΠΟΕΒ από τις στήλες του περιοδικού. Το γεγονός όμως, που κατά τη γνώμη μου κάνει το περιοδικό πάντα επίκαιρο και ποιοτικό είναι η σειρά των αφιερωμάτων του, ακόμα ξεχωρίζω τις συνεντεύξεις της Μ. Τρουπάκη. Τέλος θα ήθελα να τονίσω πως οι στήλες του περιοδικού «επιλογή» και «πλαίσιο» είναι ίσως μοναδικές από άποψη συστηματικής κριτικής βιβλίου στη χώρα μας.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΙΠΤΥΧΟ» ΤΟ «Διαβάζω» που συμπλήρωσε δέκα χρόνια αδιάκοπης εκδοτικής παρουσίας δεν είναι μόνο μια δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου με
μοναδικό σκοπό τη βιβλιογραφική παρακολούθηση της εκδοτικής κίνησης στη χώρα μας. Δεν είναι μόνο ένας άρτιος βιβλιογραφικός
18
1 ΧΡΟΝΙΑ I H
ΧΡΟΝΙΑ I H
ΧΡΟΝΙΑ m
XPDN
I ΔΙΑΒΑΖΑ I l f ΔΙΑΒΑΖΑ I H ΔΙΑΒΑΖΑ I I I ΔΙΑΒΑ οδηγός χρησιμότατός για τον καλλιεργημένο αναγνώστη, που αναζητά το καλό βιβλίο, για το συγγραφέα, που από τη συγγραφική παραγωγή των άλλων αντλεί κριτήρια και ερεθίσματα, για τον εκδότη, που ψάχνει για κεντρίσματα της εκδοτικής του δραστηριότητας, για τον ερευνητή που επιθυμεί να επιλέξει τις κατάλληλες πηγές για την αποτελεσματική του έρευνα. Είναι ταυτόχρονα και ένα έγκυρο όργανο πνευματικού προβληματισμού που ικανοποιεί ποικίλα πνευματικά ενδιαφέροντα. Με τα αφιερώματά του στις επιστήμες, τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, την κοινωνιολογία, την τέχνη και σε
®
κορυφαίες προσωπικότητες της πνευματικής ζωής στη χώρα μας και σ’ όλο τον κόσμο, με τις συνεντεύξεις και τις έρευνες,ενημερώνει, διαφωτίζει και συντελεί στο ανέβασμα και τον εμπλουτισμό της πνευματικής μας ζωής. Ανάμεσα στα άλλα περιοδικά, λογοτεχνικά, επιστημονικά, κοινωνιολογικά, φιλοσοφικά, εκπαιδευτικά, ιδιότυπο και ελκυστικό στην εμφάνιση, αναμφισβήτητα βοήθησε και βοηθά στη διάδοση του καλού βιβλίου, αναμφισβήτητα προάγει την πνευματική μας ζωή. Του ευχόμαστε να εκδίδεται απρόσκοπτα για πολλές ακόμα δεκαετίες
εκδόσεις επικαιροτητα
ΕΙΝΑΙ θετικό ένα περιοδικό όπως το «Διαβάζω» να βάζει παρόμοια ερωτήματα στους ανθρώπους που δουλεύουν για το βιβλίο. Αυτό που δεν καταλαβαίνουμε είναι, γιατί περιμένατε δέκα ολόκληρα χρόνια; Ανόητο ν’ αμφισβητηθεί απ’ οποιονδήποτε η γενικότερη προσφορά σας στο χώρο του βιβλίου, στρουθοκαμηλισμός όμως ν’ αποκρύψει κανείς τις αρνητικές σας πλευρές. Ό χ ι λίγες. Και για οικονομία και μόνο χώρου θα σταθούμε αποκλειστικά σ’ αυτές. Στα δέκα αυτά χρόνια, δεν κατορθώσατε να σπάσετε το φράγμα των βιβλιόφιλων, ή αν θέλετε να δημιουργήσετε καινούριους φίλους του βιβλίου, δεν φέρατε στην επιφάνεια -εκτός λίγων εξαιρέσεων- τα καθημερινά δυσβάσταχτα προβλήματα των ανθρώπων του βιβλίου και δεν αγωνισθήκατε γι’ αυτά. Οι στήλες για τα καίρια αυτά προβλήματα πιστεύουμε ότι θα έπρεπε νά ’χουν έναν γόνιμο και διαρκή χαρακτήρα. Αθέλητα ίσως, πέφτατε εδώ και δέκα χρόνια
θύματα κάποιων φτιαγμένων πληροφοριών γύρω από την κίνηση του βιβλίου, που δημοσιεύατε χωρίς κανένα έλεγχο (υπάρχουν στοιχεία γι’ αυτό και είναι στη διάθεση όποτε το θελήσετε). Ακολουθώντας τα σημάδια των καιρών περιορισθήκατε σ’ ατέλειωτες συζητήσεις και αναφορές για υποσημειώσεις των υποσημειώσεων... για βυζαντινισμούς δηλαδή που λίγη σχέση έχουν με τα πραγματικά προβλήματα του βιβλίου. Η κριτική σας γύρω από το βιβλίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί στην κύρια πλευρά της, επιλεκτική, φοβισμένη, ταμπουρωμένη, στο «αν δεν παινέψουμε το σπίτι μας θα πέσει και θα μας πλακώσει...». Μα τελικά βρε παιδιά η ιστορία γράφεται απ’ τις παρέες; ή εν πάση περιπτώσει μόνο απ’ αυτές; Εύχομαι ειλικρινά για το βιβλίο και το «Διαβάζω» η νέα δεκαετία να σας προβληματίσει πάνω σε μια καινούρια γραμμή πλεύσης.
ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΡΜΗΣ ΕΙΝΑΙ δύσκολο να απαντήσει κανείς και στα δύο σκέλη του ερωτήματος σας. Ωστόσο μερικές επισημάνσεις μπορούν να διατυπωθούν:
Χωρίς καμιά αμφιβολία η παρουσία ενός περιοδικού που να ασχολείται με το βιβλίο ήταν απαραίτητη για τον ελληνικό χώρο. Η απάντηση
19
ΙΑ f H ΖΩ
ΧΡΟΝΙΑ MmΔΙΑΒΑΖΩ
iH
ΧΡΟΝΙΑ f f i ΧΡΟΝΙΑ ||
M W ΔΙΑΒΑΖΩ Μ & ΔΙΑΒΑΖΩ
στο πρώτο σκέλος δεν είναι δυνατόν να διατυπωθεί από την πλευρά των εκδοτών. Φρονιμότερο θα ήταν να διατυπώσουν οι ίδιοι οι εκδότες του «Διαβάζω» την άποψή τους, επειδή α) και γνωρίζουν καλύτερα από μας τους σκοπούς τους και β) είχαν την δυνατότητα, πολύ καλύτερα από μας, να παρακολουθήσουν την πορεία του περιοδικού στα δέκα αυτά χρόνια. Πέρα από τις γνωστές φιλοφρονήσεις, θα ήταν παρακινδυνευμένο, τουλάχιστον από την πλευρά μου, να εκφέρω δίκαιη κρίση για κάτι το οποίο δεν έχω την δυνατότητα να ελέγξω.
11
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος και εδώ δεν υπάρχουν εξ αντικειμένου τεκμήρια για ορθή κρίση. Το μόνο θετικό και συγκεκριμένο είναι μια κατ’ αρχήν καταφατική απάντηση, επειδή πρόκειται για το μοναδικό σχετικό περιοδικό στον χώρο του βιβλίου. Μια τελευταία παρατήρηση, η οποία απευθύνεται προς τους εκδότες του περιοδικού, είναι η ακόλουθη: Μπορούν να μας πληροφορήσουν αν η στροφή που σημειώθηκε προς τα αφιερώματα εξυπηρέτησε αυτό καθ’ εαυτό το βιβλίο ή μάλλον το περιοδικό;
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» ΘΑ προσπαθήσω ν’ απαντήσω αντικειμενικά , στα ερωτήματά σου. Ομολογώ ότι μου είναι δύσκολο γιατί αισθάνομαι συναισθηματικά δεμένη μ’ ένα περιοδικό του οποίου παρακολούθησα τη γέννηση και την εξέλιξη. Ας αρχίσουμε λοιπόν με την πρώτη ερώτηση: Ό χι, δε νομίζω ότι το «Διαβάζω», ως δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου, εκπλήρωσε τους σκοπούς του. Γιατί αν τους
εκπλήρωσε δεν έχει πια λόγον υπάρξεως. Τους εκπληρώνει λοιπόν και ελπίζω ότι θα συνεχίσει με την ίδια ευσυνειδησία για όσο διάστημα θα υπάρχουν βιβλία με τη σημερινή μορφή. Η συνεχής του παρουσία βοήθησε πολύ τη διάδοση του βιβλίου, ιδιαίτερα σε μια εποχή που δεν υπήρχε (και δεν υπάρχει ακόμη, ίσως) κανένα άλλο έντυπο που να ασχολείται συστηματικά και με αγάπη με το τόσο παραμελημένο αυτό είδος. Καλή επιτυχία και στο μέλλον.
"ΙΚΑΡΟΣ,, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ Η ΕΞΟΙΚΕΙΩΣΗ μεγάλου μέρους του αναγνωστικού κοινού με τα πρόσωπα και τα ιτράγματα της Λογοτεχνίας είναι ένα από τα πιο 3ετικά στοιχεία της τακτικής παρουσίας του «Διαβάζω» στον εκδοτικό χώρο. Τα συχνά αφιερώματα λειτουργούν διπλά. Ως μια επίκαιρη υπόμνηση του συγγραφέα και του έργου του και ως μια παρακαταθήκη υλικού για το ίδιο θέμα στην οποία μπορεί να ανατρέξει ο
ερευνητής ή ο πιο συστηματικός αναγνώστης. Είναι ακόμη θετικότατη η βιβλιογραφική προσφορά του περιοδικού. Για δραστικότερη συμμετοχή στη λογοτεχνική κίνηση θα μπορούσε να ευχηθεί κανείς να φιλοξενεί στις σελίδες του εκτός από βιβλιοπαρουσιάσεις και κριτικές κλασικού τύπου.
20
1 ΧΡΟΝΙΑ f H ΧΡΟΝΙΑ I I I ΧΡΟΝΙΑ f f| ΧΡΟΝ
f ΔΙΑΒΑΖΑ I f f ΔΙΑΒΑΖΩ I l f ΔΙΑΒΑΖΩ I l f ΔΙΑΒΑ < [7 1 ^
Εκδόσεις Κ Α Λ Ε Ν Τ Η Σ
ΕΡΩΤΗΜΑ πρώτο: Αν συγκρίνουμε το «Διαβάζω» με τα ξενόγλωσσα παρεμφερή περιοδικά, θα δούμε ότι υστερεί σε πολλά σημεία, τόσο στην ποικιλία των θεμάτων, όσο και στον τρόπο που τα αντιμετωπίζει. Ωστόσο, κανείς δεν μπορεί ν’αρνηθεί ότι το «Διαβάζω» κάλυψε με αρκετά έντιμο τρόπο το κενό που υπήρχε στην ενημέρωση γύρω από το βιβλίο. Εκείνο που χρειάζεται σ’ αυτή τη φάση -υπάρχοντος πια ανταγωνισμού- είναι ένα ξεκαθάρισμα των στόχων και λίγο... θάρρος.
Ερώτημα δεύτερο: Τώρα, όσον αφορά στη βοήθεια που πρόσφερε στη διάθεση του βιβλίου η απάντηση είναι καταφατική. Τουλάχιστον, αν μη τι άλλο, έμαθε τους βιβλιοπώλες και τους εκδότες να παρακολουθούν «επιστημονικότερα» το χώρο τους και να ενημερώνονται για τις εξελίξεις του. Περισσότερο όμως χρήσιμο θα λέγαμε πως αποδείχτηκε για τον βιβλιόφιλο και τον συστηματικό αναγνώστη. Κι αυτό μας φέρνει στην προηγούμενη απάντηση: Το ξεκαθάρισμα των στόχων.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ ΜΑΣ ΠΡΟΚΑΛΕΙ μεγάλη χαρά το γεγονός ότι ένα περιοδικό που ασχολείται με το βιβλίο συμπληρώνει δέκα χρόνια ζωής. Και το πιο σημαντικό είναι ότι η πορεία του υπήρξε ανοδική. Φυσικά κάθε έντυπο που ασχολείται με το βιβλίο συμβάλλει στη διάδοσή του. Το δυσεπίλυτο πρόβλημα είναι, πώς να διαδοθεί το «καλό» βιβλίο, όταν σπάνια συμπίπτουν η ποιότητα με την εμπορικότητα. Οι προσπάθειες του «Διαβάζω» σ’ αυτόν τον τομέα είναι φιλότιμες, υπάρχει όμως πολύς δρόμος ακόμα να διανυθεί, για να φτάσουμε εκεί που πρέπει. Τα πολύτιμα για τους μελετητές αφιερώματά του στερούν πολύ χώρο που θα μπορούσε να διατεθεί για την παρουσίαση βιβλίων.
Καταλαβαίνουμε, όμως, ότι αποτελούν ένα σοβαρό κίνητρο για τον αγοραστή, που ίσως αλλιώς να μην αγόραζε το περιοδικό. Πιστεύουμε όμως ότι πολλά βιβλία που θ’ άξιζε να παρουσιαστούν, όχι βέβαια με εκτενέστατες βιβλιοκρισίες, τελικά δεν βρίσκεται χώρος για να παρουσιαστούν. Μήπως δεν υπάρχουν άνθρωποι κατάλληλοι για να τις κάνουν; Πάντως νομίζουμε ότι αν αυξηθεί ο αριθμός των βιβλίων που παρουσιάζονται με σύντομα, ίσως δέκα σειρών κατατοπιστικά σημειώματα, το «Διάβάζω» θα έχει αγγίξει τους στόχους του. Ευχόμαστε και πιστεύουμε ότι θα γιορτάσουμε και τη δεύτερη δεκαετία του «Διάβάζω» με μεγαλύτερη επιτυχία.
ΤΟ «Διαβάζω» έχει σίγουρα δημιουργήσει ένα δικό του κοινό. Τα διάφορα αφιερώματά του ενισχύουν κάθε φορά την ανάγνωση και την ακτινοβολία του. Δημιουργεί ζυμώσεις, εκπέμπει ερεθίσματα και μηνύματα, που κατευθύνουν τον αναγνώστη.
Βέβαια, το αναγνωστικό κοινό του «Διαβάζω» είναι κατ’ εξοχήν «το κοινό» του βιβλίου. Αυτό δε σημαίνει, φυσικά, πως το πρόβλημα τού να διαβάζουν περισσότεροι Έλληνες μπορεί να λυθεί μόνο από ένα περιοδικό. Ωστόσο, το «Διαβάζω» θα μπορούσε να επεξεργαστεί μια
21
ΙΑ f H Ζί)
ΧΡΟΝΙΑ f H
(ill ΑΙΑΒΑΖΑ
ΧΡΟΝΙΑ f H
ΧΡΟΝΙΑ 1 1
iVAMBAZfl llfAIABAZfl
πολιτική κινήτρων για τον υποψήφιο αναγνώστη, σε συνεννόηση με εκδοτικούς οίκους και συγγραφείς, που θα παραμέριζαν την αναβλητικότητα του υποψήφιου αναγνώστη. Κατά τη γνώμη μου, θα χρειαζόταν επίσης μεγαλύτερη τόλμη στην προβολή και ανάδυση από το σωρό κάποιων βιβλίων, που αντικειμενικά σημαδεύουν με την έκδοσή τους τη σύγχρονη γραμματεία. Αναγνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο - επειδή θα δημιουργούσε αντιρρήσεις, εντάσεις και γκρίνιες - πιστεύω ότι δε θα ήταν, ωστόσο, ακατόρθωτο. Στο κάτω κάτω, άνθρωποι «κοινής εμπιστοσύνης και εκτίμησης» θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτό το δύσκολο αλλά δίκαιο και απαραίτητο
11
έργο. Το μεγάλο λάθος του «Διαβάζω» είναι τα μπεστ-σέλερ. Γνώμη μου είναι, ή ότι πρέπει να καταργηθεί, ή ότι πρέπει να γίνεται με μεγαλύτερη δειγματοληπτική έρευνα, ώστε να μπορεί να προσεγγίζει με μικρή απόκλιση την πραγματικότητα. Διότι έχουμε παραδείγματα βιβλίων που πουλήθηκαν ή που θα πουληθούν τελικά σε 600-700 αντίτυπα να βρίσκονται στη δεύτερη ή και στην πρώτη θέση, ενώ την ίδια περίοδο κυκλοφορούν τίτλοι που έχουν πουλήσει 6.000-8.000 αντίτυπα. Τέλος, το περιοδικό θα πρέπει να ενισχυθεί από το σύνολο του εκδοτικού-συγγραφικού χώρου και από καλό που είναι να γίνει καλύτερο.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ ΤΟ περιοδικό «Διαβάζω» έκλεισε δέκα χρόνια δημιουργικής παρουσίας στο χώρο των γραμμάτων. Ό λα αυτά τα δέκα χρόνια συμπλήρωσε ένα κενό που υπήρχε. Πιστεύουμε ότι βοήθησε πολύ την υπόθεση του βιβλίου. Από τα πρώτα τεύχη έδειξε το πρόσωπο και τις κατευθύνσεις που ήθελε να ακολουθήσει. Χρόνο
το χρόνο, με τη βοήθεια των συνεργατών του, έγινε ένας ζωντανός οργανισμός (με κριτικές, μελέτες, βιβλιογραφίες και με τα αφιερώματα). Ακόμη πιστεύουμε ότι το περιοδικό διαβάζεται από τον μέσο αναγνώστη. Επίσης οι λίγες ελλείψεις που υπάρχουν, θα εκλείψουν στη συνέχεια της πορείας του περιοδικού.
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ ΚΡΥΣΤΑΛΟ ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ για την επέτειο των δέκα χρόνων από την έκδοση του «Διαβάζω». (Ας θυμηθούμε πως σ’ αυτά τα χρόνια έφυγαν δύο ιδρυτικά μέλη του περιοδικού, κοινοί μας φίλοι: ο Νίκος Λαμπρόπουλος και ο Περικλής Αθανασόπουλος.) Νομίζουμε πως το «Διαβάζω» πράγματι συνέβαλε στην κριτική και διάδοση του βιβλίου, ελληνικού και ξένου, και εξεπλήρωσε κατά το δυνατόν τους σκοπούς του. Ωστόσο, θα θέλαμε στο μέλλον να δούμε
λιγότερα τεύχη-αφιερώματα και περισσότερες κριτικές παρουσιάσεις βιβλίων, που με λύπη μας είδαμε τον τελευταίο καιρό να μειώνονται δραστικά. Ακόμη, θεωρούμε την έλλειψη επικριτικών σημειωμάτων ή και λιβέλων (την αντι-επιλογή) πραγματική έλλειψη και αδυναμία του περιοδικού. Ας μην ξεχνάμε πως τα κριτήρια των αναγνωστών, ειδικά των νέων, διαμορφώνονται όχι μόνο βάσει του τι και γιατί πρέπει να διαβάζουν, αλλά και του τι να αποφεύγουν. Καλή δουλειά και στην επόμενη δεκαετία.
22
1 ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ f £ | ΧΡΟΝΙΑ f H
ΧΡΟΝ
I ΔΙΑΒΑΖΩ I l f ΔΙΑΒΑΖΑ I l f ΔΙΑΒΑΖΩ l H ΔΙΑΒΑ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ “Μ ΕΛ ΙΣΣΑ ” Ο πρωθυπουργός κ. Α. Παπανδρέου είπε πριν πέντε χρόνια'ότι «το βιβλίο είναι το πρώτο όπλο της αλλαγής». Από τότε έγιναν μερικά σημαντικά βήματα, αλλά σήμερα το βιβλίο βρίσκεται σε βαθιά κρίση. Το «Διαβάζω», κατά κύριο λόγο, και μερικά άλλα έντυπα, έπρεπε να βρίσκονται σε κάθε ελληνικό σπίτι. Το κράτος πρέπει να αγοράζει το «Διαβάζω» και να το διανέμει δωρεάν σ’ όλους τους μαθητές του Γυμνασίου και του Λυκείου,
γιατί από εκεί πρέπει ν’ αρχίσει η αλλαγή. Το «Διαβάζω» με τη δεκαπενθήμερη έκδοσή του παίζει αποφασιστικό ρόλο στην κυκλοφορία του βιβλίου. Γνωρίζω τΐς δυσκολίες και την αγωνία για την έκδοση του κάθε φύλλου. Εύχομαι το «Διαβάζω» να βγαίνει πολλές δεκαετίες, να είναι μαχητικό, υπεύθυνο, αδέσμευτο και να εκφράζει πάντα όλες τις αγωνίες του καιρού του. Σας συγχαίρω.
MTTAPMTTOyMAKHl ΠΙΣΤΕΥΩ ότι είναι από όλους αποδεκτό ότι τα λογοτεχνικά περιοδικά στην Ελλάδα έχουν συμβάλει ενεργά στη διάδοση και προβολή του ελληνικού βιβλίου. Στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας του 70 είχαμε μια ευχάριστη έκπληξη, την κυκλοφορία της Επιθεώρησης Βιβλίου «Διαβάζω», που ομολογουμένως εντυπώσιασε τους ανθρώπους του πνεύματος με τη μορφή,
ταξινόμηση και παρουσίαση της ύλης. Η επιτάχυνση του ρυθμού έκδοσης σε δεκαπενθήμερη έκανε ακόμα πιο έντονη την παρουσία του «Διαβάζω» στα Γράμματα, η δε προσφορά των αφιερωμάτων του κάλυπτε ένα μεγάλο κενό που υπήρχε μέχρι τότε. Οι προσωπικές μου ευχές είναι να γιορτάσεις και στα εκατόχρονά σου «Διαβάζω».
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗ ΣΤΟΥΣ δύσκολους καιρούς που περνάει το βιβλίο, όποια προσπάθεια για την διάδοσή του δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Η προσφορά λοιπόν του «Διαβάζω» θα μπορούσε να είναι σημαντική -πιστεύουμε όμως ότι στη σημερινή του μορφή δεν εξυπηρετεί όσο θα μπορούσε στην διάδοση του βιβλίου. Κι αυτό διότι απευθύνεται, τελικά, σε ένα πολύ μικρό ειδικό κοινό, που έτσι ή αλλιώς θα
ενημερωνόταν για τις καινούριες εκδόσεις. Χρειάζεται να αλλάξει το «Διαβάζω» μορφή, έτσι ώστε να γίνει ενδιαφέρον στο πλατύτερο αναγνωστικό κοινό. Να παρουσιάζει και επίκαιρα θέματα και προβληματισμούς - να μεταμορφωθεί ίσως σε ένα καλλιτεχνικό-πολιτικό περιοδικό, έτσι ώστε να διαβάζεται από περισσότερο κόσμο και η προσφορά του, πια, στη διάθεση του βιβλίου να γίνει Λβιαστική.
23
ΙΑ f H
ΧΡΟΝΙΑ I H
ΧΡΟΝΙΑ f f i ΧΡΟΝΙΑ | Ι
ΖΑ I l f ΔΙΑΒΑΖΑ l H ΔΙΑΒΑΖΑ 111 ΔΙΑΒΑΖΑ I I ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ ΟΤΑΝ στη χώρα μας ονομάζουμε best-seller το βιβλίο που θα φτάσει τις 10.000 μόνο πωλήσεις, προσπάθειες σαν την έκδοση του περιοδικού σας είναι αναγκαίες. Το γεγονός αυτό προσδιορίζει τη σημαντικότητα της προσφοράς σας, αλλά και την ανάγκη για βελτίωση της. Τα αφιερώματά σας στους μεγάλους ξένους και έλληνες συγγραφείς πιστεύουμε ότι σίγουρα βοήθησαν τους σκοπούς σας. Όμως το μέγεθος και η πιεστικότητα του μεγάλου πια προβλήματος της διάδοσης του βιβλίου, απαιτεί, νομίζουμε, μεγαλύτερη ζωντάνια, άμεση και ακούραστη σχέση με την καθημερινή κίνηση του βιβλίου, συνεντεύξεις με ανθρώπους που συνθέτουν το χώρο του βιβλίου, γενικότερα μεγαλύτερη «επιθετικότητα» στις επιλογές σας αλλά και στο ύφος του περιοδικού.
Εύκολα παρατηρεί κανείς κάποια διάθεση να μη δυσαρεστηθεί ο κρινόμενος. Αυτό είναι εμφανές τόσο στις κριτικές των βιβλίων όσο και στο σχολιασμό σας. Το γεγονός αυτό, όπως και η αίσθηση που δημιουργείται ότι οι επιλογές των βιβλίων για κρίση γίνονται όχι τόσο με αυστηρά ποιοτικά κριτήρια αλλά περισσότερο με κριτήρια σχέσεων και ισορροπιών, κάνουν το περιοδικό σας υποτονικό. Η διερεύνηση των λόγων και των αιτίων που το αναγνωστικό κοινό παραμένει απελπιστικά περιορισμένο θά ’ταν ωφέλιμο ν’ αποτελέσει πιο συγκεκριμένο στόχο σας. Η μοναδικότητα του περιοδικού σας σας νομιμοποιεί να προχωρήσετε στην κατεύθυνση αυτή περισσότερο δυναμικά και ρηξικέλευθα.
’Εκδόσεις
Ν·ΤΟ$ ΤΟ «Διαβάζω» αποτελεί μια αξιοσημείωτη παρουσία στο χώρο του περιοδικού τύπου στην Ελλάδα. Γνωστή είναι η συνέπεια, με την οποία υπηρέτησε τους στόχους του και άξια κάθε αναγνωρίσεως η προσφορά του στη διάδοση του βιβλίου. Το γεγονός ότι συπλήρωσε ήδη 10 χρόνια αδιάλλειπτης εκδοτικής παρουσίας, αποτελεί την πιο εύγλωττη απόδειξη της εκτιμήσεως που έδειξαν και δείχνουν στο «Διαβάζω» αναγνώστες, εκδότες και βιβλιοπώλες. Με την είσοδό του στη νέα
δεκαετία οι ειλικρινείς φίλοι του εύχονται να αυξήσει την κυκλοφορία του, την εμβέλειά του και τη διάδοσή του σ’ ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Ό σοι εκδότες και συνεργάτες του, είχαν το αξιοθαύμαστο θάρρος, να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες μιας εκδοτικής προσπάθειας στο ξεκίνημά τους, μπορούν να είναι βέβαιοι, ότι θα έχουν τη συμπαράσταση των επώνυμων και ανώνυμων φίλων του και στη νέα περίοδο της εκδόσεώς του.
εκδόσεις οδυσσέας ΟΣΟΙ σε διαβάζουν ξέρουν τα θετικά σου κι άρα δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουμε,
ακολουθώντας τους κανόνες μιας ευγένειας που συνήθως ελάχιστα χρησιμεύει.
24
1 ΧΡΟΝΙΑ f H
βΔΙΑΒΑΖΩ
ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ f A
ΧΡΟΝ
ί » ΔΙΑΒΑΖΩ£9 ΔΙΑΒΑΖΩ
Ρωτάς αν βοήθησες στη διάδοση του βιβλίου. Αν κρίνουμε από τους αριθμούς όχι. Τα τεύχη που πουλάς ανταποκρίνονται στον κύκλο των παλιών καλών γνωστών όλων μας, των αναγνωστών μιας μέτρια πετυχημένης έκδοσης βιβλίου. Παράλληλα, με τις ισορροπίες που κρατάς αποφεύγεις να μπεις σε νέες δυναμικές, να πάρεις τα ρίσκα νεοτερισμών, να ρίξεις το βάρος σου σε κάποιες κατευθύνσεις, να παίξεις ρόλο κεντρικό, να γίνεις οργανωτής κουλτούρας με
έμπνευση κι οράματα, προτιμώντας αντ’ αυτών την ασφάλεια. Έτσι, στα δέκα σου χρόνια, είσαι βέβαια μια σταθερή και αξιοπρεπής παρουσία, πράγμα διόλου ευκαταφρόνητο οφείλω να πω, αλλά όχι μια ζωντανή γοητεία, ένας πόλος έλξης. Είσαι, για να το πούμε κι αλλιώς, κουρασμένος σύζυγος κι όχι ο εραστής... Ας είναι κι έτσι, θα συμβιώσουμε, όπως γίνεται άλλωστε σε τόσες περιπτώσεις.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ■ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΔΗΜ. Ν. Π ΑΠΑΔΗΜ Α ΤΟ «Διαβάζω» έχει συμβάλει στην διάδοση του Βιβλίου στα δέκα χρόνια της έκδοσής του με την επιλεγμένη ύλη των άρθρων του, τους συνεργάτες, τα αφιερώματα, το Βιβλιογραφικό Δελτίο, την Βιβλιοκριτική και τα Χρονικά, που θα πρέπει να αποκτήσουν περισσότερες σελίδες, να προβάλλουν περισσότερο τα προβλήματα του Βιβλίου και όλων αυτών που ασχολούνται με
αυτό, του συγγραφέα, του εκδότη και βιβλιοπώλη. Διότι κάθε χρόνο τα προβλήματα όλων αυτών των ανθρώπων γίνονται πολύ πιο δύσκολα και όταν όλοι αυτοί θα δυσκολεύονται στο έργο τους, η διάδοση του Βιβλίου στην Ελλάδα, όσες καλές και αν είναι οι προθέσεις του «Διαβάζω» και κάθε άλλου περιοδικού και εντύπου, θα γίνεται με βήμα σημειωτόν.
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ
π α ρ α τη ρ η τή ς «Διαβάζω» λειτουργούν ως λαμπρή εξαίρεση στον γενικό κανόνα της τσαπατσουλιάς και του αρπακολισμού. .Χωρίς καμιά διάθεση υπερβολής πιστεύω ότι το «Διαβάζω» είναι από τα ελάχιστα παραδείγματα εντύπων που μπορούν να πουν ότι δικαιώθηκαν οι αρχικοί τους στόχοι και οι προσπάθειές τους. Αρκεί να τις συνεχίσουν.
ΤΟ ΝΑ ασχολείται κανείς με τις εκδόσεις βιβλίων στην Ελλάδα μοιάζει από πολλές πλευρές με την αγωνία του τερματοφύλακα πριν από τα πέναλτι. Τις περισσότερες φορές βλέπει την μπάλα να καταλήγει στα δίχτυα, ανήμπορος να αντιδράσει. Σε μια τέτοια ειδυλλιακή περιρρέουσα ατμόσφαιρα, εκδοτικές παρουσίες όπως το
Εκδόσεις Σ.ΠΑΤΑΚΗ ΤΟ «Διαβάζω» οπωσδήποτε είναι ένα περιοδικό που δίνει την ευκαιρία για μια, περισσότερο βαθιά και λιγότερο ίσως πλατιά, γνωριμία με το
βιβλίο. Θεωρώ πολύ αξιόλογα τα αφιερώματά του, τις κριτικές, τις σύντομες ακόμα παρουσιάσεις βιβλίων.
25
ΙΑ f H
ΧΡΟΝΙΑ I H
ΧΡΟΝΙΑ f g } ΧΡΟΝΙΑ I I
ΖΩ 111 ΔΙΑΒΑΖΑ Μ Ι ΔΙΑΒΑΖΑ i l l ΔΙΑΒΑΖΑ 11 Αναρωτιέμαι όμως αν το περιοδικό φτάνει σε πλατιά στρώματα του κοινού ή μένει στα χέρια των ολίγων και πιο ειδικών. Πιστεύω ότι θα άξιζε τον κόπο να γίνει μια προσπάθεια να διαδοθεί ευρύτερα, ιδιαίτερα μάλιστα ανάμεσα
στους νέους ανθρώπους. Σ’ αυτό θα μπορούσε να συμβάλει ίσως η αλλαγή της μορφής και εν μέρει του περιεχομένου (ενδεχομένως μεγαλύτερο σχήμα, όχι τόσο πυκνό κείμενο, πιο σύγχρονα θέματα).
I. ΡΕΚΟΣ & Σια ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ANTΑΠΟΚΡΙΝΟΜΕΝΟΣ στο αίτημά σας αλλά και στην επιθυμία μου να βλέπω το «Διαβάζω» να παραμένει στην πρωτοπορία των προσπαθειών για τη διάδοση του βιβλίου^σας γνωρίζω ότι: 1. Όσον αφορά στον ελληνικό χώρο θα ήταν χρήσιμο να διαβάζουμε και να μαθαίνουμε μέσα από τις σελίδες του «Διαβάζω» απόψεις, α) των λογοτεχνών μας που να μας ενημερώνουν με τη γνώμη τους σε ό,τι αφορά τις τάσεις της σύγχρονης λογοτεχνίας, τους δικούς τους προσανατολισμούς και την, στο κοντινό μέλλον, δική τους συγγραφική παρουσία. 6) των πνευματικών ανθρώπων για τις διατριβές τους σε θέματα πνευματικών, πολιτιστικών, ηθικών αξιών και εθνικών αναζητήσεων του λαού μας. γ) των αρμόδιων κρατικών λειτουργών, βιβλιοθηκονόμων γύρω από τις επιλογές διαδόσεως του βιβλίου, τη δημιουργία βιβλιοθηκών, κ.ά. δ) των εκδοτών που έχουν σχέση με την εκδοτική τους δραστηριότητα και τις δικές τους προτάσεις για τη διάδοση του βιβλίου. 2. Θεωρώ θετική την ανά Ιόήμερο έκδοση του
«Διαβάζω» με προϋπόθεση την παρουσίαρη της ζωντανής δημιουργίας των ανθρώπων του χώρου μας. Ενδιαφέρει πολύ να γνωρίζουμε μέσα από 3-4 σελ. του «Διαβάζω» τι ακριβώς συμβαίνει τώρα στην Ιαπωνία, την Κένυα ή τη Σουηδία γύρω από εκδόσεις για ανήλικους και ενήλικους. Με μεγάλη διάθεση θα διαβάζουμε για να μαθαίνουμε πάντοτε ποιες είναι οι· εθνικές επιλογές όλων των χωρών του κόσμου για τη διάδοση του βιβλίου, τι κάνουν οι πνευματικοί τους άνθρωποι, και ποια είναι η εκδοτική τους δραστηριότητα. Πιστεύω λοιπόν πως ένα περιοδικό είναι δυνατό να μεταδώσει κάτι ζωντανό όταν το ίδιο είναι ζωντανό. Διαβάζοντας την ύλη του «Διαβάζω» διαπιστώνω πως οι περισσότερες σελίδες τού είναι αφιέρωμα σε κάποιον μεγάλο των γραμμάτων. Περιορίστε δραστικά τις σελίδες αυτές και πλημμυρίστε το περιοδικό σας με ρεπορτάζ στους χώρους δουλειάς των λογοτεχνών, των εκπαιδευτικών, των κρατικών παραγόντων, των εκδοτών, των βιβλιοθηκονόμων, των βιβλιοπωλών και κάθε άλλου παράγοντα που έχουν σχέση με τα επίκαιρα προβλήματα και κατευθύνσεις του βιβλίου.
στιγμή ΞΑΝΑΚΟΙΤΑΖΩ, με την ευκαιρία της επετείου των 10 χρόνων -αλήθεια, «πώς πέρασεν η ώρα»τα «Προλεγόμενα» του πρώτου τεύχους: «Θελήσαμε να βγάλουμε ένα περιοδικό χ ρ ή σ'ι μ ο , για τον άνθρωπο που διαβάζει ή
θέλει να διαβάζει βιβλία [...]. Να βοηθήσουμε τον αναγνώστη να διαλέξει το βιβλίο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του. [...] Το περιοδικό απευθύνεται στους β ι β λ ι ό φ ι λ ο υ ς μα είναι αφιερωμένο σ’ εκείνους που δεν
26
1
ΧΡΟΝΙΑ
in
ΧΡΟΝΙΑ I I I ΧΡΟΝΙΑ m
ΧΡΟΝ
I ΔΙΑΒΑΖΑ I I I ΔΙΑΒΑΖΑ I I I ΔΙΑΒΑΖΑ I H ΔΙΑΒΑ
διαβάζουν. Στους ανθρώπους της βιοπάλης, της συνοικίας, του χωριού, στους ίδιους τους πατεράδες και τις μανάδες μας, που δεν τό ’φερε η ζωή νά ’ρθουν σ’ επαφή με το βιβλίο...». Αυτοί ήταν οι σκοποί του Διαβάζω («δίμηνη επιθεώρηση του βιβλίου»). Αν και πόσο οι σκοποί αυτοί εκπληρώθηκαν, μόνο γενικά και αφηρημένα μπορούμε ν’ απαντήσουμε. Μας λείπουν τα στοιχεία. Τι κυκλοφορία (πραγματική, εννοώ) είχε τότε το Διαβάζω και πόση σήμερα-, Ποιο είναι το κοινό του; (αγρότες; εργάτες; φοιτητές;). Τι ρόλο παίζουν, στην κυκλοφορία των βιβλίων, οι βιβλιοκρισίες και οι συνεντεύξεις; Πόσοι βιβλιοπώλες, ανά την επικράτεια, το χρησιμοποιούν ως εργαλείο της δουλειάς τους; Και πλήθος άλλα στοιχεία, ούτως ώστε να ξέρουμε γιατί μιλάμε. Μερικές δειγματολειπτικές έρευνες, που έγιναν από το Διαβάζω, ελάχιστα είναι διαφωτιστικές. Και βέβαια δεν μας βοηθούν να γνωρίζουμε, αν και πόσο «η συνεχής εκδοτική παρουσία του περιοδικού βοήθησε στη διάδοση του βιβλίου». Τώρα, δράττομαι της ευκαιρίας (που έλεγαν και οι παλαιοί) να παρατηρήσω και τα εξής ολίγα: - Τα συνεχή «αφιερώματα» (κάθε τεύχος κι «αφιέρωμα»), μεταφράσεις (μέτριες κατά κανόνα) του γαλλικού -κυρίως- περιοδικού Magazine Litteraire, έγιναν πια κουραστικά, αν όχι και αδιάφορα. Η αύξηση, λόγω των «αφιερωμάτων», της κυκλοφορίας του
περιοδικού (αλήθεια πόση;) δεν αποτελεί επαρκή λόγο για τη συνέχισή τους μ’ αυτόν τον τρόπο και πνεύμα. Αποτελεί, νομίζω, έλλειψη σοβαρότητας νά ’χουμε κάθε δεκαπενθήμερο κι «αφιέρωμα». Θα πρέπει άλλωστε, φαντάζομαι, τα περιεχόμενα του τεύχους να αντιστοιχούν με τον υπότιτλο του περιοδικού, «Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου». - Οι βιβλιοπαρουσίες-κριτικές τα τελευταία χρόνια, εκτός από κακογραμμένες, ασαφείς και με φανερή την προσπάθεια «προσωπικού ύφους», ολοένα και λιγοστεύουν, έτσι ώστε να παρουσιάζονται βιβλία σημαντικά με καθυστέρηση ενός και δύο ετών, αφού εντωμεταξύ έχουν κριθεί από το αναγνωστικό κοινό. - Το πραγματικά πολύ χρήσιμο βιβλιογραφικό δελτίο καλόν είναι να γίνεται με μεγαλύτερη προσοχή, γιατί συχνά-πυκνά γίνονται λάθη τραγελαφικά. Οι λίγες αυτές παρατηρήσεις (με κάποια οξύτητα ίσως), ας εκληφθούν ως προερχόμενες από φίλο του Διαβάζω, που είχε την τύχη να ανήκει στους συνεργάτες δύο -πέραν του κόσμου τούτου πια- από τους πρωτεργάτες του περιοδικού. Άλλωστε, επαίνους μόνον μοιράζουν οι εχθροί. Σας εύχομαι καλή δουλειά, μπόλικο κουράγιο, και... «μην αμελήσετε. Πάρτε μαζί σας νερό. Το μέλλον μας έχει πολλή ξηρασία».
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ ΚΑΙ μόνο το ότι το «Διαβάζω» συμπλήρωσε μια δεκαετία ανελλιπούς παρουσίας, αποτελεί ένα μικρό πολιτιστικό γεγονός. Στην Ελλάδα η δεκαπενταετία που πέρασε ήτανε πλούσια σε εκδοτική δραστηριότητα. Όμως αυτό, κατά τη γνώμη μας, δεν είναι αρκετό, στο βαθμό που η δραστηριότητα αυτή έφερνε και εξακολουθεί να φέρνει όλα τα χαρακτηριστικά του εμπειρισμού και του χειροτεχνισμού. Η παρουσία λοιπόν εντύπων σαν το «Διαβάζω», που στόχος τους είναι να συμβάλλουν στη γνώση και οριοθέτηση του χώρου του βιβλίου είναι εξ ορισμού πολύτιμη. Πιστεύουμε ότι το περιοδικό σας συνεισέφερε με την παρουσία του στη διαμόρφωση των όρων μιας
πρωταρχικής συσσώρευσης υλικού που βοηθάει αναγνώστες και ειδικούς νά ’ρθουν σε μιαν ικανοποιητική επαφή με την εκδοτική μας πραγματικότητα. Στο σημείο αυτό νομίζουμε ότι επικεντρώνεται η κυρίως συμβολή του περιοδικού. Γιατί με βάση τη δική μας - φυσικά - οπτική, το «Δ ιαβάζω» δεν κατόρθωσε, ίσως και γιατί δεν ήτανε στις φιλοδοξίες του, να ξεπεράσει τη συμβατική λογική της «πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής». Πιο συγκεκριμένα εμείς πιστεύουμε ότι οι ριζοσπαστικές ιδέες και εκδοτικές πρακτικές που πρωτοεμφανίστηκαν στη διάρκεια της αντικοινοβουλευτικής περιόδου ’67-’74,
27
ΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ f H ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ f| Zfl WAIABAZfl MW ΔΙΑΒΑΖΩ MW ΔΙΑΒΑΖΩ i f υπέστησαν μεταπολιτευτικά μιαν ήττα. Σταδιακά ένα πολύ σημαντικό τμήμα της έκδοσης κυκλοφορίας βιβλίων κατάντησε να γίνεται μόνο αφού έχει προηγηθεί μια συστηματική άμβλυνση των οξείων γωνιών εμπλουτισμένη με πολλαπλά μυθολογικά στοιχεία και κομματικούς ή εστέτ σοβινισμούς. Αυτή την κυρίαρχη, πάντα κατά τη γνώμη μας, πραγματικότητα το «Διαβάζω» όχι μόνο δεν θέλησε να τη διατρήσει, αλλά την έχει εξ αντικειμένου αποδεχθεί και υιοθετήσει. Ένα δεύτερο στοιχείο, αντικειμενικής, ίσως, αδυναμίας είναι ότι το «Διαβάζω» δεν ανέδειξε στη δεκαετία που πέρασε μια ολιγάριθμη ομάδα ριζοσπαστών νέων κριτικών που θα συμβάλλανε με τη σταθερή παρουσία τους στο ξεπέρασμα του τέλματος - ανυπαρξίας πολιτικής και λογοτεχνικής κριτικής. Γι’ αυτό και οι βιβλιοκριτικές του περιοδικού, στην πλειοψηφία
τους, είναι-κατά τη γνώμη μας-εκτεταμένες βιβλιοπαρουσιάσεις που τις διακρίνει ο φόβος κι η ατολμία νά ’ρθουν σε ρήξη με τις κυρίαρχες συμβάσεις. Να ξεπεράσουν δηλαδή τα πλέγματα δουλείας που επιβάλλει η βασιλεία του μέσου όρου και να τολμήσουν να μπουν στο στόχαστρο. Οι παραπάνω κεντρικές αδυναμίες αποτυπώνονται στη φορμαλιστική διέξοδο των αφιερωμάτων και στην ολοένα και περισσότερο μειωμένη παρουσία των στηλών βιβλιοκριτικής. Με αυτή την έννοια φρονούμε ότι το «Διαβάζω» βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Έχοντας ένα κατά βάση θετικό παρελθόν θα πρέπει να ξεκαθαρίσει αν θα ακολουθήσει ένα δρόμο ριζοσπαστικότερης προσέγγισης των πραγμάτων ή αν θα προτιμήσει την αθανασία της Νέας Εστίας και κάθε φιλολογικού Παρνασσού.
ΣΥΓΧΡΟ ΝΗ m ΕΠΟΧΗ ΠΡΩΤΑ απ’ όλα θα θέλαμε να σας συγχαρούμε για τα ΙΟχρονα της έκδοσης του περιοδικού σας και να σας ευχηθούμε να τη συνεχίσετε με επιτυχίες. Είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς στο πρώτο ερώτημα που βάζετε. Κάθε έντυπο, ώστε και κάθε περιοδικό, δεν μπορεί παρά να έχει πολλούς σκοπούς -φυσικά με κάποιον απ’ αυτούς κυρίαρχο- και σε πολλά επίπεδα: μορφωτικό, ιδεολογικό, πολιτικό, καλλιτεχνικό κλπ. Ώστε, σε τελευταία ανάλυση, οι πιο αρμόδιοι για ν’ απαντήσουν στο ερώτημα, αν το «Διαβάζω» εκπλήρωσε τους σκοπούς του είναι οι ίδιοι οι εκδότες του. Θα σταθούμε λοιπόν στο δεύτερο ερώτημά σας, που βέβαια σε ένα μεγάλο μέρος καλύπτει και το πρώτο. Πιστεύουμε ναι. Το «Διαβάζω» με τη
συνεχή παρουσία του, βοήθησε γενικά στη διάδοση του βιβλίου. Και εννούμε του βιβλίου, σαν πνευματική-πολιτιστική έκφραση, σε διάκριση απ’ τα προϊόντα της υποκουλτούρας. Στα πιο πάνω θα θέλαμε να προσθέσουμε, σχετικά με το βαθμό προβολής των βιβλίων κατά κατηγορία, ότι, κατά τη γνώμη μας, σε μια εποχή που και τον τόπο μας και τη διεθνή κοινότητα απασχολούν πάρα πολλά και ζωτικά προβλήματα, θα έπρεπε να δίνεται μεγαλύτερη προβολή στα βιβλία κοινωνικού, οικονομικού, πολιτικού και ιδεολογικού προβληματισμού. Ίσως έτσι η έννοια του «καλού βιβλίου», που υπάρχει οπωσδήποτε στη δουλειά του «Διαβάζω», θα αποκτούσε πιο βαθύ, πιο ουσιαστικό και χρήσιμο περιεχόμενο.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Αφων ΤΟΛΙΔΗ ΧΩΡΙΣ καμιά αμφιβολία η δεκαετής παρουσία του «Διαβάζω» στον πνευματικό χώρο και η συνεχής ενασχόλησή του με το βιβλίο βοήθησε
αποφασιστικά στην προώθηση και τη διάδοση του είδους. Η ύπαρξη μόνιμων στηλών κριτικών επιλογών του βιβλίου, η λεπτομερής
28
1 ΧΡΟΝΙΑ i n
ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ i n
0ΔΙΑΒΑΖΩ MWΔΙΑΒΑΖΩ &W ΔΙΑΒΑΖΩ
ΧΡΟΝ
καταχώρησή του σε βιβλιογραφικό δελτίο παρουσίασης των εκδόσεων, αλλά και γενικότερα πλήρους αναγραφής των στοιχείων του κατά κατηγορίες σε ειδικές σελίδες αποτελεί επίσης χρήσιμο οδηγό για τον σύγχρονο αναγνώστη όσο και για τον ερευνητή του μέλλοντος, αφού είναι γνωστό πόσο ελλιπής είναι ο βιβλιογραφικός τομέας στη χώρα μας. Θα μπορούσε ίσως να έχει κανείς αντιρρήσεις για το δελτίο του «μπεστ-σέλερ» που δημοσιεύεται σε κάθε τεύχος τον «Διαβάζω», με
βάση τα στοιχεία δημοσκοπήσεων που γίνονται σε μικρό αριθμό βιβλιοπωλείων. Από την επαγγελματική μας πείρα συνάγεται ότι δεν είναι δυνατό να αποκομιστούν τα αληθή συμπεράσματα γιατί είναι φυσικό ότι στη δημοσκόπηση υπεισέρχεται αθέλητα το συμφέρον του πληροφορητή και έτσι αδικούνται βιβλία που πράγματι έχουν ευρεία διάδοση στην αγορά. Το καλύτερο θα ήταν κατά την κρίση μας, να μην υπάρχει ο επίμαχος πίνακας.
ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ από τα ερωτήματα που μου απευθύνετε, φοβάμαι πως δεν είμαι σε θέση να απαντήσω. Κι αυτό, γιατί μόνο οι άνθρωποι του «Διαβάζω» μπορούν να γνωρίζουν ποιοι ακριβώς ήταν οι εκδοτικοί τους στόχοι και, επομένως, αν εκπληρώθηκαν ή όχι. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, μια από μέρους μου απάντηση του τύπου «ασφαλώς και τους εκπλήρωσε» ή κάτι ανάλογο θα αποτελούσε απλή, συμβατική εκδήλωση αβρότητας και φιλοφροσύνης, πράγμα που σίγουρα δεν είναι στις προθέσεις σας ή στις επιδιώξεις σας. Σε ό,τι αφορά το αν η συνεχής παρουσία του βοήθησε στη διάδοση του βιβλίου, μπορώ να πω ότι γι’ αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Και μόνο μια σειρά από ενημερωτικές καθαρά στήλες
του, όπως, λ.χ. η καταγραφή των μπεστ-σέλερς (με όλους τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται και που είναι, νομίζω, γνωστοί στον καθένα μας), ο πλήρης κατάλογος των εκδόσεων κάθε δεκαπενθήμερου, η κωδικοποίηση των κριτικών που γράφτηκαν, κλπ., θα αρκούσαν για να θεμελιώσουν τη θετική του συμβολή στη διάδοση του βιβλίου. Έστω κι αν για τη δομή και διάταξη της ύλης του, καθώς και για πολλά από τα κείμενα που δημοσιεύονται, μπορούν να υπάρξουν -και υπάρχουν- αρκετές και σημαντικές αντιρρήσεις, αυτό δεν αίρει τον σε τελική ανάλυση θετικό, εποικοδομητικό του ρόλο σε ό,τι αφορά τόσο τη βελτίωση της ποιότητας του βιβλίου όσο και των όρων κυκλοφορίας του.
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ της συμπλήρωσης 10 χρόνων κυκλοφορίας του περιοδικού «Διαβάζω» σας συγχαίρω και σας εύχομαι την συνέχιση της δημιουργικής σας προσπάθειας στον χώρο της λογοτεχνίας. Το περιοδικό σας στην δεκαετία που πέρασε πρόσφερε πολλά στην σύγχρονη ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Αφ’ ενός μεν έδωσε την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους των
γραμμάτων να εκφραστούν μέσω αυτού και αφ’ ετέρου παρουσίασε κριτικά έλληνες και ξένους συγγραφείς και έτσι συνέβαλε στην καλύτερη γνωριμία του έργου των από το βιβλιόφιλο κοινό. Την σημερινή εποχή, που οι άνθρωποι συνωθούνται στα βιντεοκλάμπ και η χρήση βίντεο έχει ενσκήψει με επιδημική μορφή,
29
ΙΑ i n
ΧΡΟΝΙΑ I H
ΧΡΟΝΙΑ | H ΧΡΟΝΙΑ f l
Zfl 1 1 1 ΔΙΑΒΑΖΑ I l f AlABAZfl I l f ΔΙΑΒΑΖΩ I I περιοδικά όπως το «Διαβάζω» έχουν να προσφέρουν πολλά, τόσο στους συγγραφείς, εκδότες, βιβλιοπώλες όσο και στο αναγνωστικό κοινό. Με την ευκαιρία αυτή θα θέλαμε να σας προτείνουμε να γίνεται αναλυτική παρουσίαση περισσότερων βιβλίων σε κάθε τεύχος και να
δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στην δουλειά του μεταφραστή. Τέλος, εκφράζουμε την επιθυμία και ευχή την προσεχή δεκαετία το περιοδικό σας να μπορεί να απευθύνεται σε ευρύτερο κοινό, πράγμα που θα σημαίνει και καλύτερες εποχές για το βιβλίο στην Ελλάδα.
Εκδόσεις «ωκεανιδα» ΑΠΑΝΤΟΥΜΕ ανεπιφύλακτα ότι η δεκαπενθήμερη έκδοση της επιθεώρησης του περιοδικού «Διαβάζω» εκπλήρωσε τους σκοπούς της γιατί κάλυψε ένα κενό που υπήρχε σ’ αυτόν το χώρο. Το αναγνωστικό κοινό είχε τη δυνατότητα να ενημερώνεται διαρκώς για την εκδοτική παραγωγή, ελληνική και ξένη. Αυτό το γεγονός βοήθησε αναμφισβήτητα στη διάδοση του βιβλίου. Τα αφιερώματα επίσης που έγιναν ώς τώρα για Έλληνες και ξένους συγγραφείς επέτρεψαν στο
ελληνικό αναγνωστικό κοινό να γνωρίσει το έργο τους και να ενδιαφερθεί να διαβάσει και τα βιβλία τους. Με τη συμπλήρωση δέκα χρόνων από την έκδοση του «Διαβάζω», σας στέλνουμε τις θερμότερες ευχές μας για να συνεχίσετε το έργο που έχετε αναλάβει. Στις δύσκολες μέρες που αντιμετωπίζει για τους γνωστούς λόγους η εκδοτική προσπάθεια, θεωρούμε ότι η συμβολή του «Διαβάζω» θα εξακολουθήσει να είναι πολύ σημαντική.
ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΙΑ ΧΑΙΡΟΜΑΙ ειλικρινά που ένα περιοδικό στο χώρο του βιβλίου και μοναδικό στη βοήθεια «που προσφέρει στον αναγνώστη να διαλέξει το βιβλίο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του», συμπλήρωσε 10 χρόνια δημιουργικής πορείας.
Παρακολουθώ με ξέχωρο ενδιαφέρον την πορεία σου και βλέπω τις βελτιώσεις σου στην ενημέρωση όχι μόνο των αναγνωστών αλλά και των ανθρώπων του βιβλίου. Με τις ιδιαίτερες σχέσεις μου στο χώρο και μετά
30
1 ΧΡΟΝΙΑ f H § ΔΙΑΒΑΖΩ
ΧΡΟΝΙΑ 1|| ΧΡΟΝΙΑ f f i ΧΡΟΝ
MW ΔΙΑΒΑΖΩ
iU
ΔΙΑΒΑ
την ευγενική σου πρόταση σου αναλύω τις απόψεις μου. Σαν βιβλιοπώλη η σημερινή μορφή του (καρφίτσα) με καλύπτει. Περιμένω βελτίωση στα βιβλιογραφικά στοιχεία και δεν βλέπω απαραίτητο κάθε τεύχος να είναι αφιερωμένο σ’ ένα θέμα. Ειδικά τώρα που είναι δεκαπενθήμερο, κάνε πιο σπάνια τη μεγάλη σου προσφορά των ασυνήθιστα συχνών αφιερωμάτων. Με ενθουσιάζει και παρακολουθώ το «πλαίσιο». Σαν εκδότης όμως συμφωνώ με τη δεύτερη από τις τρεις περιόδους της ζωής σου. Μου άρεσε που ήταν μηνιαίο και επιπλέον η μορφή του βιβλιοφιλική. Σαν αναγνώστης κατατοπίζομαι από την «κριτικογραφία» σου. Θεωρώ χρήσιμες τις μικρές αγγελίες. Θέλω όμως περισσότερα πληροφοριακά άρθρα, περισσότερο πλαίσιο και περισσότερες ελληνικές ειδήσεις. Ό χ ι μόνο λογοτεχνικές αλλά βιβλιολογικές. Σημαντικό το άρθρο σου για τις καταστροφές του βιβλίου. Δυστυχώς από τα πλέον κακοποιημένα βιβλία θεωρούνται τα ελληνικά. Σαν υπεύθυνος της εφημερίδας «Εμείς και το
Βιβλίο» της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών - Βιβλιοπωλών Ελλάδας περιμένω περισσότερα πάνω στις πολιτιστικές και πολιτικές θέσεις των ανθρώπων του χώρου. Βέβαια ενωτικά θέματα. Θετική κριτική στους ανθρώπους που διαμορφώνουν την πολιτική του βιβλίου. Σύσφιξη των δεσμών των σχετικών φορέων. Σαν εκδότης του περιοδικού «Βιβλιοφιλία» στο χώρο του σπάνιου βιβλίου και της αναδρομικής βιβλιογραφίας, θα χαρώ να ασκηθούμε στη συνεργασία όπως περίπου επιτεύχθηκε στην πρώτη κοινή έκθεση πολιτιστικού περιοδικού Τύπου που οργάνωσε ο Δήμος Αθηναίων και που έτσι άδοξα πάγωσε και δεν είχε (ακόμη;) συνέχεια. Εύχομαι, λοιπόν, στην υλοποίηση όλων των οραματισμών, ελπίδων και επιδιώξεων όλων των αναγνωστών σου, και σε σένα συγχαρητήρια για την αξιέπαινη προσπάθειά σου. Σ’ αυτήν την ωραία πρωτοβουλία σας θα με βρείτε σύνεργό στην πλήρωση του απέραντου χώρου των ανθρώπων του «Διαβάζω».
ΔΕΚΑ χρόνια είναι σχεδόν μια ολόκληρη ζωή. Μια ζωή που το «Διαβάζω» είναι κοντά μας. Δέκα χρόνια εξαίσια μέσα από τον αγώνα για καθαρή σκέψη και γραφή. Ό ταν γύρω μας μαίνεται η θύελλα της αμφισβήτησης, και του ακαταλαβίστικου. Αλλά το «Διαβάζω» άντεξε και _ θ’ αντέξει. Αναμετρώ τα ξενύχτια, τους κόπους, τις θυσίες, τα οικονομικά προβλήματα, την προσπάθεια πάντα για κάτι καλύτερο. Αναμετρώ τις λευκές σελίδες και αισθάνομαι δέος. Γιατί όλα αυτά τόσα χρόνια συμβάδισαν με την ποιότητα, τη γνώση, την προσφορά. Πού ν’ αναζητήσεις λάθη και ελλείψεις και αρνητικά σημεία καταγραφής όταν από την άλλη μεριά υπάρχει ένας τέτοιος όγκος δουλειάς; Μια τέτοια πολλαπλότητα προσφοράς; Με μια σειρά αφιερώματα, που ολοκληρώνουν και που δεν δίνουν μόνο το στίγμα του θέματος ή της παρουσίασης τόσων και τόσων ανθρώπων της γνώσης, της τέχνης, του γραπτού λόγου. Με τόσα αφιερώματα, έλεγα, που μπορείς και ανατρέχεις^
σ’ αυτά, να αναγυρίζειςτις σελίδες τους... Γι’ αυτό το θεωρώ απαραίτητο για κάθε σχολική βιβλιοθήκη, σαν μοναδικό και αξεπέραστο για να δώσει στο παιδί τη δυνατότητα να ψάξει αλλά και να μάθει. Και με προβληματίζει που το αρμόδιο υπουργείο δεν στράφηκε προς αυτή την κατεύθυνση... Εγχειρίδιο μαζί και οδηγός βιβλίου, περιοδικό για τους βιβλιόφιλους αλλά και για όσους θέλουνε να έχουν μια σφαιρική αντιμετώπιση για το θέμα-πρόβληματου βιβλίου στην Ελλάδα, το «Διαβάζω» παρουσίασε μια μοναδικότητα στην ποιοτική του εμφάνιση έτσι καθώς τυλιγάδιζε τον χρόνο στην αρχή κάθε μήνα και σήμερα δεκαπενθήμερο. Δεν έφτασε ποτέ σε σημείο παρακμής. Διατήρησε την οντότητά του χωρίς ούτε να ξεπέσει σε λαϊκίστικο έντυπο ευρείας κυκλοφορίας, αλλά και ούτε να γεμίσει τις σελίδες του με ένα σωρό αρλουμπατζίδηκες, ακαταλαβίστικες προσπάθειες γραφής που πολλές φορές θα πρέπει να συνοδεύονται και από τά
31
ΙΑ
Ζίϊ
ΙΑ
ΧΡΟΝΙΑ i l l ΧΡΟΝΙΑ Μ ΧΡΟΝΙΑ f | ΔΙΑΒΑΖΩ MW ΔΙΑΒΑΖΩ11
Μ 9
ανάλογα λεξικά! Κριτικές βιβλίων, συνεντεύξεις, ακόμη και τεχνικά θέματα για τη διατήρηση των βιβλίων, γέμισαν κατά καιρούς τις σελίδες του. Από πού ν’ αρχίσεις και πού να τελειώσεις; Από τα θαυμάσια κολάζ του εξώφυλλου στο «ψαχνό» του χρονικού και από την «αγορά του βιβλίου» στο «Δελτίο» το «Διαβάζω»; Να πάω παρακάτω; Στην εκτύπωση, στο κασέ, στις θαυμάσιεςγκραβούρες, στη βιβλιοκριτική των τελευταίων του σελίδων κατά ενότητες;
Δέκα χρόνια είναι σχεδόν μια ολόκληρη ζωή. Επιμένουμε στις δεκαετίες εκείνες που μας βοηθάνε να νικήσουμε το χρόνο. Να «νικήσουμε» ίσως θά ’πρεπε να ερμηνευθεί να «κατακτήσουμε». Και σίγουρα αυτό κατάφερε να κάνει το περιοδικό «Διαβάζω». Και ό,τι νικάει ή κατακτά το χρόνο, αξίζει να συνεχίζεται. Και αυτή είναι η προσωπική μας ευχή στο κατώφλι της καινούριας του δεύτερης δεκαετίας.
ΤΌΔΕΝΓΓΡΟ Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ του «Διαβάζω» υπήρξε ένα γεγονός που συνέβη σε χρόνο εύλογο. Παρουσιάστηκε δυο μόλις χρόνια από την πτώση της δικτατορίας, όταν οι εκδόσεις, το αναγνωστικό κοινό και η πνευματική κίνηση, άρχιζαν να υπάρχουν και πάλι μετά το διάλειμμα της επταετίας. Σήμερα, μετά από δέκα χρόνια διαρκούς παρουσίας, έχει παγιώσει μια σταθερή αναγνωρίσιμη φυσιογνωμία. Είναι αυτή του προσιτού περιοδικού, που με κανέναν τρόπο δεν θέλει να αφορά ένα κοινό ειδικό και περιορισμένο. Μ’ αυτή την έννοια, φαντάζομαι ότι διεκδικεί τον επιτυχή ρόλο του ενημερωτικού-κριτικού εντύπου (συνεντεύξεις, επιστολογραφία, θέματα λογοτεχνικά και φιλολογικά, έρευνες, αφιερώματα), εμφανίζοντας όμως παράλληλα και την εικόνα της αγοράς του βιβλίου με διάφορα στατιστικά δεδομένα, τομέα δηλαδή που αφορά
αναπόφευκτα τους περιέργους, τους, εμπορευόμενους ή τους ηδονοβλεψίες του λογοτεχνικού σώματος. Πιστεύω, ότι η σημαντικότερη συνεισφορά του «Δ» είναι η πλούσια σχολιογραφική και κριτική αντιμετώπιση του βιβλίου. Δεν είναι υπερβολή να πω ότι η παρουσία του απάλλαξε τελεσίδικα τη λογοτεχνική ζωή από το μανδαρινισμό του μονοπωλιακού θεσμικού λόγου της κριτικής, που λειτουργούσε παντοδύναμος και μοναδικός. Το «Δ» εμφανίζοντας μια πλειάδα νέων προσώπων στην κριτική, άνοιξε ένα πεδίο νέων και πολλαπλών αναγνώσεων και προσκόμισε την οπτική νέων ανθρώπων στα σημερινά λογοτεχνικά πράγματα. Το «Δέντρο» που μετά δύο χρόνια γιορτάζει κι αυτό τη δεκαετή παρουσία του, σας εύχεται συνέχιση της επιτυχούς εκδοτικής σας πορείας. Με θερμούς φιλικούς χαιρετισμούς
ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΑΝ έχουμε σοβαρά -και πώς όχι;- κριτήρια του τι σημαίνει, τι προϋποθέτει και τι εκκαλεί η έκδοση ενός πνευματικού περιοδικού, είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε πως, τουλάχιστον στην Ελλάδα αυτής της περιόδου, μια τέτοια έκδοση είναι απλώς αδύνατη. Ούτε ο χώρος, ούτε ο χρόνος, ούτε η διάθεσή μου, επιτρέπουν να δώσω εξηγήσεις γι’ αυτό το αξίωμα.
Επιτέλους, ορισμένες καταστάσεις τις προσλαμβάνεις μέα’ από πληγές, κι όχι δια των εξηγήσεων. Αν η έκδοση είναι αδύνατη, η στέρησή της είναι πανίσχυρη. Γι’ αυτό και βγαίνουν περιοδικά -και μάλιστα όχι λίγα. Αλλά είμαι, δυστυχώς, σε θέση να γνωρίζω το πώς. Ο εκδότης παίρνει στα χέρια του το νέο τεύχος, καμαρώνει για λίγο, κι
32
1 ΧΡΟΝΙΑ i n I ΔΙΑΒΑΖΩ
III
ΧΡΟΝΙΑ
ΔΙΑΒΑΖΩ
έπειτα αρχίζει να μετρά πόσο κάτω των ελπίδων του είναι το αποτέλεσμα. Γνωρίζει πολύ καλά τι και πόσα θα έκανε αν είχε τις προϋποθέσεις. Αυτό, λοιπόν, σημαίνει η έκδοση πνευματικού περιοδικού στην Ελλάδα: κάθε τεύχος και μια προδοσία οραμάτων. Το «Διαβάζω» συμπλήρωσε κι αυτό δέκα χρόνια εκδόσεως, όπως και η «Εποπτεία». Καθένας από μας, επικαλούμενος τις αρχές και τα κριτήριά του -όπως έχει δικαίωμα-, θα μπορούσε να θριαμβολογήσει, ή να επισημάνει τις ελλείψεις του περιοδικού, τα τρωτά του σημεία. Θά ’χει δίκιο και για τα δυο. Το «Διαβάζω» είναι κι
in
ΧΡΟΝΙΑ
in
I I I ΔΙΑΒΑΖΩ l H
ΧΡΟΝ
ΔΙΑΒΑ
αυτό ένα κράμα προσφοράς κι ελλείψεων, επιτυχιών και απογοητεύσεων. Ας μου επιτρέψετε, φίλοι του «Διαβάζω», να μην «περάσω απ’ το γαϊδουροπάζαρο» της Μπερλίνας των παιδικών μας χρόνων. Θέλω μόνο να σας συγχαρώ, γιατί αντέχετε όλ’ αυτά τα χρόνια. Να σας συγχαρώ, γιατί καλλιεργείτε την ανάγκη για επικοινωνία. Να σας συγχαρώ, γιατί παλεύετε να θυμόμαστε πάντα το πνευματικό, να μην πέσει στη λήθη. Και ακόμη, να σας συγχαρώ γιατί αυτή σας η εμμονή είναι το καλύτερο μνημόσυνο του καλού εκείνου οραματιστή, του Περικλή Αθανασόπουλου.
Φ ΐ) ΔΕΚΑ χρόνια «Διαβάζω». Θα μπορούσε να ήταν πενήντα ή εκατό, μόνο που δεν θα είμαστε εμείς που θα τα γιορτάζαμε. Κι όπως λέει ο Φωστιέρης, δεν είναι πια για να προβλέπουμε τι θα σκεφτόμαστε αλλά πώς θα μας σκέφτονται. Το περιοδικό περισσότερο από κάθε άλλο έντυπο μέσον παράγει, δημιουργεί χρόνο, δίνει στο χρόνο μια άλλη σημασία χάρη στην σχετικά εύκολα εξακριβώσιμη ταυτότητά του. (Ποιος και πότε έγραψε το τάδε ή το δείνα κείμενο, τι έλεγε σ’ αυτό, σχετιζόταν με κάτι άλλο κ.τ.λ.). Ένα χρόνο που γεμίζει όχι μόνο με το διάβασμα του περιοδικού, αλλά και την αναμονή του. Τι καινούριο θα έχει, πώς θα είναι, θα συνυπάρξουν άνθρωποι που διαφέρουν ώς την εχθρότητα, πού θα πέσει έξω, πού μέσα. «Ήμουν στο τρόλεϊ όταν είδα το καινούριο τεύχος να κρέμεται στο περίπτερο», ή «γύριζα αργά στενοχωρημένος σπίτι όταν πήρε το μάτι μου τον τίτλο του κι είδα πως ήταν το τεύχος που μόλις είχε βγει και δεν το είχα». Μια επικοινωνία ανόμοιων και άγνωστων ανθρώπων μεταξύ τους που δεν την συνειδητοποιούν κι αυτό την κάνει ακόμη περισσότερο επικοινωνία, γιατί ο καθένας έχει την προσωπική του σχέση με το περιοδικό. Όπω ς με τον έρωτα που το ερώμενο πρόσωπο γίνεται μοναδικό, ενώ την ίδια στιγμή όπως η ποιότητά του θα ήταν επιθυμητή από χιλιάδες άλλους, είναι σα να το κατέχουν κι αυτοί έστω και με ίο να το
φαντάζονται κι ας το χαίρεται μόνον ένας. Το περιοδικό κι όταν δεν ξέρεις τους ανθρώπους που το γράφουν, δημιουργεί μιαν οικειότητα έτσι όπως τα κείμενά του φαίνεται να έχουν αποκλειστικούς αποδέκτες -κι ας μην ισχύει κάτι τέτοιο. Είναι και η οργάνωσή του που κάνει τη σχέση προσωπική. Μπορεί και να θυμώσεις ακόμη με κείμενά του, αλλά δεν παύει να παραμένει «δικό σου πράγμα». Στην εφημερίδα χάνονται λίγο τα πράγματα. Έπειτα το περιοδικό σού τακτοποιεί το παρελθόν σου γιατί μένει και μένει μέσα από μια ποικιλία που, αν και πνευματική, έχει σχέση με τη ζωντανή καθημερινότητα. Οι εφημερίδες λίγο δύσκολο να αρχειοθετηθούν μέσα στα σπίτια, άρα δεν μπορούν να σου υπενθυμίζουν το παρελθόν σου. Το βιβλίο είναι μια μοναχική απόλαυση, η αναπόληση του παρελθόντος όπως το ζήσαμε μόνοι μας. Κάθε φορά που πιάνω ένα περιοδικό στα χέρια μου ή το σκέφτομαι -πολύ περισσότερο το «Διαβάζω» με το σφρίγος, τη ζωντάνια, την αμεσότητα που έχει κατορθώσει να δίνει στα πιο πνευματικά, τα πιο διαχρονικά, ακόμη και τα πιο δυσκίνητα θέματα, σα να μας αφορούν «εδώ και τώρα»- συλλογίζομαι κείνο τον άνθρωπο που μετά τέσσερις-πέντε αιώνες θα ξεφυλλίζει σε κάποια βιβλιοθήκη σημερινά τεύχη περιοδικών. Σίγουρα κανένα όνομα δεν θα του λέει τίποτε, θα προσπαθεί να διακριβώσει με δυσκολία την πραγματικότητα που τα τεύχη
i 3
ΙΑ Ι Α ΖΩ
ΧΡΟΝΙΑ i H ΧΡΟΝΙΑ MWΔΙΑΒΑΖΩ MMΔΙΑΒΑΖΩ
fϋ
ΧΡΟΝΙΑ f f
l*
αυτά απεικονίζουν. Καμιά τοτινή αναφορά του, όσο εμβριθής κι αν είναι, δεν θα τον βοηθάει να φτάσει στις πεθαμένες καταστάσεις και τα πρόσωπα. Συλλογίζομαι το σύγκρυο, την ανατριχίλα, το παράπονο αλλά και την έξαρση γιατί αυτός ζει ενώ κάποιοι άλλοι που σκέφτονταν όπως -περίπου- αυτός έχουν ήδη
πεθάνει και ξεχαστεί. Δεν πειράζει! Κάτι μου λέει πως μέσα σ’ αυτό το σύγκρυο, σ’ αυτή την ανατριχίλα αλλά και την έξαρση θα είμαστε όλοι μαζί. Και μόνο γι’ αυτή την προκαταβολική αίσθηση μιας πραγματικότητας που δεν μας αφορά, ευγνωμονώ το «Διαβάζω». Θανάσης Θ. Νκ' χος
ΔΕΚΑ χρόνια «Διαβάζω». Ιδού λοιπόν και μία εορταστική επέτειος για κατιτί το ζωντανό. (Συνήθως πανηγυρίζουμε επετειακώς για τους θανάτους -και ίσως αυτό να εξηγεί αποκαλυπτικά το όαθύτερο νόημα αυτών των εκδηλώσεων: τη δική μας επιβίωση είναι που εορτάζουμε, την αντοχή και τη μνήμη μας). Μελαγχολώ όταν σκέφτομαι αυτή τη δεκαετία. Φοβάμαι μήπως κάποτε αποδειχτεί πως υπήρξε το πιο έντονο κομμάτι της ζωής μας, μιας κοινής ζωής πολλών νέων ανθρώπων, που πριν από δέκα τόσα χρόνια όλοι μαζί κινήσαν συρφετός κι άλλοι χαθήκαν κι άλλοι χάνονται κι άλλοι σε λίγο θα χαθούν. Το «Διαβάζω» μπήκε στη ζωή μας και πρέπει να το ευγνωμονούμε που μας έκανε να το αγαπήσουμε. Για τον εαυτό του διάλεξε μια δύσκολη μοίρα: να γίνει το
μαγνητικό πεδίο έλξεων κι απωθήσεων, διακινδυνεύοντας πάντα το ζωντανό του σώμα να λογαριαστεί από τους αδαείς ως ένα ακόμη ψυχρό γρανάζι του επονείδιστου «πνευματικού πολιτισμού». Ένα περιοδικό πετυχημένο στο είδος του, σημαίνει σχέση αισθητική με χιλιάδες μοναχικούς ανθρώπους. Είναι αδύνατο, από τη φύση του, να γίνει κατεστημένο ή εξουσία. (Να εξουσιάσει τι; και ποιους; και για πόσο;) Η ψήφος εμπιστοσύνης των αναγνωστών του ανανεώνεται σε κάθε τεύχος, στις κάλπες των βιβλιοπωλείων και των περιπτέρων. Και χωρίς την ψήφο αυτή παύει αυτοστιγμής να υπάρχει. Το «Διαβάζω» με φουσκωμένα μάγουλα σβήνει σήμερα τα δέκα κεριά των γενεθλίων του. Ας μη ντραπούμε να ομολογήσουμε το τσίμπημα μιας πρόωρης νοσταλγίας. Αντώνης Φωστιέρης
ΟΔΟΣ ΓΙΑΝΟΣ ΟΤΑΝ ένα περιοδικό - όπως το «Διαβάζω» κλείνει δέκα χρόνια κυκλοφορίας σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, όπου όλες οι κυκλοφορίες - των εφημερίδων, των περιοδικών και των βιβλίων -εξαρτώνται από τη «λαϊκοποίηση» και την «τουρκοποίηση» των περιεχομένων τους, δεν μπορείς παρά να του ευχηθείς να τα εκατοστήσει, να τα χιλιάσει. Όταν μάλιστα βρει τους ανθρώπους που θα παρουσιάζουν τα καινούρια -των ενδιαφερόντων του- που θα συμβαίνουν όχι μόνο εδω αλλά και έξω θα έχει προχωρήσει ό,τι το περιέχει.
Στο «Διαβάζω» το ευχάριστο είναι ότι είναι ελεύθερο και ανοιχτό σε ό,τι καινούριο βγαίνει στα βιβλία και η παρουσίασή τους πολλές φορές φέρνει και βιβλία νέων προσώπων - πολύ νέων. Επειδή ξέρω τι σημαίνει ν»α βγάλεις ένα περιοδικό στην Ελλάδα σήμερα, τι προετοιμασία και τι έξοδα περιέχει αυτή η δουλειά εύχομαι στο «Διαβάζω» να βρίσκει πάντα περιεχόμενα που να το βοηθάνε να βγάλει το φως, το νερό, το τηλέφωνο, το ενοίκιο, το μισθό των υπαλλήλων που μόνιμα διατηρεί, του διορθωτή του και να κρατάει κάτι στην άκρη για την συνεχή βελτίωσή του σ’ ό,τι το περιέχει και το γοητεύει.
34
1 ΧΡΟΝΙΑ m
ΧΡΟΝΙΑ
ΙΑ
ΧΡΟΝΙΑ
ΙΑ
ΧΡΟΝ
f ΛΙΑΒΛΖΟ I l f ΛΙΑΒΑΖβ I I P ΔΙΛΒΑΖΩ i f f ΛΑΒΑ
πορφύρας Ο ΑΞΕΧΑΣΤΟΣ ιδρυτής του περιοδικού «Διαβάζω» Περικλής Αθανασόπουλος και οι συνεργάτες του, είχαν συλλάβει σωστά το αίτημα για ένα περιοδικό που θα ήταν: α) κατατοπιστικός οδηγός για το ευρύτερο βιβλιόφιλο κοινό και β) «εργαλείο» δουλειάς για τους πνευματικούς (κι όχι απαραίτητα συγγραφείς) εργάτες. Οπωσδήποτε, το θαύμα προήλθε, μια ακόμη φορά, από το όραμα και την αυτοθυσία κάποιων μεμονωμένων ανθρώπων (ας μη γίνει σύγχυση με την εντελώς διαφορετική έννοια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας), κι όχι από το όραμα των φορέων της πολιτιστικής πολιτικής. Κι ακόμη, αν και μιλάμε για 10 χρόνια πριν, για τότε που το Ιο τεύχος του «Διαβάζω» είχε προκαλέσει την ευχάριστη έκπληξη, η αν θέλουμε, και την εύγλωττη αμηχανία ή δυσπιστία, η σημασία της ύπαρξής του εξακολουθεί να ισχύει στο ακέραιο και σήμερα. Μάλιστα, από τη στιγμή που η ίδια η εμβέλεια και η «ανεξιθρησκεία» (ο όρος δεν είναι δικός μας), του περιοδικού έγιναν μαγνήτης και για τους συγγραφείς που υφίστανται την απερίγραπτη περιπέτεια των ιδιωτικών, και τόσο κακομεταχειρισμένων από τα περισσότερα περιοδικά ή εφημερίδες, εκδόσεων, το «Διαβάζω» προσφέρει στους αναγνώστες του έναν σχεδόν πλήρη βιβλιογραφικό οδηγό ανά 15/νθήμερο. Το βιβλιογραφικό δελτίο, λοιπόν, του περιοδικού, η στήλη της κριτικογραφίας, η έγκυρη κριτική κατατόπιση για τα κατά τεκμήριο πιο αξιόλογα βιβλία, οι συνεντεύξεις και τα αφιερώματα συνθέτουν ήδη το ανεκτίμητο πνευματικό αρχείο που οφείλουμε στο «Διαβάζω». Ειδικότερα, τα αφιερώματα του περιοδικού, για τα οποία θα έλεγε κάποιος ότι, τουλάχιστον κάποια απ’ αυτά, αφαιρούν από το ενδιαφέρον του αναγνώστη, νομίζουμε ότι θα κριθούν μελλοντικά και, κυρίως αθροιστικά. Αυτή είναι και η μεγάλη αναγνώριση του «Διαβάζω», αφού με τον όλο και ιιεγαλύτερο
αριθμό τευχών θα μπορεί κανείς ν’ απλώσει το χέρι του στη βιβλιοθήκη του και να προσποριστεί όσα στοιχεία χρειάζεται, μια δεδομένη στιγμή, για πρόσωπα και θέματα του παρελθόντος και του παρόντος της πνευματικής μας ζωής και της πνευματικής ζωής του ευρύτερου χώρου. Ο «Πορφύρας», περιοδικό που θέλει κατ’ εξοχή να εκφράσει, ή να πυργώσει, την αυτοδυναμία της πνευματικής περιφέρειας, χωρίς όμως και να πάψει να βιώνει τη μοίρα του κέντρου (που τη θεωρεί μοίρα όλων), ή να ξεκόβεται από την εποχή και τον καιρό μας, αυτό που θα είχε να προτείνει στο «Διαβάζω», αφού ρωτήθηκε, θα ήταν να ξαναμπεί στις σελίδες του περιοδικού η στήλη με τις ετήσιες ανταποκρίσεις γύρω από την εκδοτική κίνηση της περιφέρειας. Αν και οι περισσότερες εκδόσεις της περιφέρειας καταχωρούνται ήδη στο βιβλιογραφικό δελτίο, η συγκεκριμένη εικόνα από τα διάφορα περιφερειακά κέντρα θα αποτελούσε έναν δίκαιο έπαινο για την «ξεχασμένη Ελλάδα» και θα κινητοποιούσε, ενδεχομένως, και κάποιους μηχανισμούς εκεί. Παράλληλα, θα ήταν και μια απάντηση του ίδιου του κεντρικού αθηναϊκού τετραγώνου -που συχνά αναπαράγει την αυταρέσκειά του- προς τον εαυτό του. Ανεξάρτητα απ’ αυτό, η σημασία του «Διαβάζω» με τον διττό του χαρακτήρα, όπως προσπαθήσαμε να τον περιγράφουμε παραπάνω, είναι ανυπολόγιστης σημασίας και το περιοδικό αυτό πρέπει να επιζήσει πάση θυσία. Η απουσία του θα δημιουργούσε ένα αληθινό κενό στον τομέα της ευθύνης του, πράγμα πολύ δυσάρεστο, ιδιαίτερα για τους όσους ανθρώπους ταύτισαν τη μοίρα τους με το βιβλίο. Ασφαλώς και το γνωρίζουν αυτό οι άνθρωποι που επιμελούνται σήμερα, ποιος ξέρει με πόσες θυσίες και πίκρες, το «Διαβάζω». Ο «Πορφύρας» εύχεται από καρδιάς δύναμη και καρποφορία.
35
ΙΑ i n Zfl
ΧΡΟΝΙΑ I H
ΧΡΟΝΙΑ | g | ΧΡΟΝΙΑ | | MW ΔΙΑΒΑΖΩ11
ί & ΔΙΑΒΑΖΩ
ΜΙΑ απλή ματιά σ’ ένα ενημερωμένο βιβλιοπωλείο φτάνει για να δείξει, αφενός τον τεράστιο αριθμό των νέων εκδόσεων και αφετέρου την ανυπαρξία θα έλεγα, με κίνδυνο να θεωρηθώ από ορισμένους υπερβολικός, οποιουδήποτε προγραμματισμού εκ μέρους των εκδοτών. Υπάρχουν, βέβαια, πολλές εξηγήσεις του φαινομένου αυτού, που δεν είναι της παρούσης στιγμής, αλλά όλες αυτές καταλήγουν σ’ ένα αίτημα: μέσα στην πλημμυρίδα των κυκλοφορούντων βιβλίων είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός «οργάνου» που θα καθοδηγήσει τον υποψήφιο αναγνώστη στη σωστή επιλογή και θα του αφαιρέσει το άλλοθι της πνευματικής του οκνηρίας και απραξίας. Που θα τον προφυλάξει από τις ανάξιες εκδόσεις και θα τον προστατεύσει από την πονηρή αποσιώπηση των γνήσιων αναζητήσεων και επιτεύξεων και τη σκόπιμη φίμωση της ουσιαστικής σκέψης. Το να καταγράφεις την πνευματική παραγωγή ενός τόπου και να την εξηγείς έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός πλέγματος ζωντανών αντιδράσεων προς όφελος του συγγραφέα και του αναγνώστη. Η πληροφόρηση σήμερα είναι ανεπαρκής, γιατί δεν υπάρχει πλέον, όπως υπήρχε σε άλλες εποχές, περιθώριο για να μεσολαβήσει ούτε η παραμικρή εκείνη απόσταση που είναι απαραίτητη για μια σωστή αξιολόγηση και έτσι η όλη κατάσταση βραχυκυκλώνεται κάτω απ’ το φόρτο του προσφερόμενου υλικού. Η σωστή πληροφόρηση έγινε κατά συνέπεια ένα στοιχείο αναφαίρετο από την πνευματική μας ζωή. Καλά ενημερωμένοι σημαίνει ότι δεν παραπαίουμε αναζητώντας ένα στήριγμα ή μια ερμηνεία μέσα στη σύγχυση και στον διαρκή αποπροσανατολισμό, αλλά κατέχουμε το
αντικείμενό μας όσο γίνεται πληρέστερα. Το σημαντικό ρόλο του «οργάνου», που σύντομα σκιαγραφήθηκε παραπάνω, ήρθε να διαδραματίσει το περιοδικό «Διαβάζω» πριν από δέκα χρόνια. Ξεκινημένο με αποστολισμό, σχεδιάστηκε και πήρε σταδιακά την παρούσα μορφή του από μια ομάδα νέων ανθρώπων, με κύρια πρόθεση να καλλιεργήσει και να εμπεδώσει την αγάπη του υποψήφιου αναγνώστη στο βιβλίο. Κατόρθωσε, όχι χωρίς «αγώνες και αγωνίες» φαντάζομαι, σε σύντομο διάστημα να εδραιωθεί στη συνείδηση των αναγνωστών του, ώστε, από διμηνιαίο που ήταν στην αρχή, να γίνει μηνιαίο και τελικά δεκαπενθήμερο, με αποτέλεσμα να διευρύνει το αντικείμενό του και τις αναζητήσεις του στο χώρο της ελληνικής και ξένης γραμματολογίας. Τα αφιερώματά του, τα κριτικά κείμενά του, οι επιλογές του, οι συνεντεύξεις με τους ανθρώπους των γραμμάτων, η κριτικογραφία του (σημαντικότατο κατά την άποψή μου τμήμα του περιοδικού), εκτός από την άμεση βοήθεια που προσφέρει στον σύγχρονο αναγνώστη, θα αποτελέσει τεράστιο απόθεμα πολύτιμης πρώτης ύλης για τον μελλοντικό ιστορικό της λογοτεχνίας μας. Κλείνοντας το σύντομο αυτό σημείωμα για τη δεκαετία του «Διαβάζω», θα ήθελα να προσθέσω, μαζί με τις εγκάρδιες ευχές μου για μακροημέρευση προς το συμφέρον όλων μας, ότι στο περιοδικό διακρίνουμε μια κοινή προσπάθεια της εκδοτικής ομάδας και των συνεργατών του για υψηλά κριτήρια σκέψεως και εκφράσεως και έναν παλλόμενο και άμεσα αναγνωρίσιμο τόνο, που προέρχεται, πιστεύω, από την αντίληψη ότι η έκδοσή του είναι αποστολή και λειτούργημα.
χά ρτης «ΔΙΑΒΑΖΩ»· πρέπει να είναι το πρώτο ελληνικό περιοδικό-ρήμα. Ακούγεται ως
σθεναρή απάντηση στην τετριμμένη ερώτηση: «Τι κάνεις;». Στα περίπτερα εμφανίστηκε όμως,
36
1 ΧΡΟΝΙΑ | H ΧΡΟΝΙΑ | g i ΧΡΟΝΙΑ f λιαβλζω m3mm κατά καιρούς, με την επιτακτικότερη (και φευ, αλμυρότερη) προσωπίδα «Διάβασε με», ως πρόδρομος μάλιστα του «Παιζόπαιδος» (Playboy). Ως ρήμα σχετίζεται με το διαβιβάζω, ενώ ως περιοδικό με το, επίσης δεκαετές, απαρέμφατο «Lire». Το όνομά του υποβάλλει επίσης και ταξικούς διαχωρισμούς· κυκλοφορώντας με το ρηματικό περιοδικό υπό μάλης διακηρύσσεις ευθαρσώς μια θέση, μια ιδιότητα (ή ιδιοτροπία) σου: «Ανήκω στους αναγνώστες» - δήλωση που συχνά μετατάσσει το ρήμα στα ανώμαλα. Αλλά «Διαβάζω» σημαίνει και «κατηχώ», «νουθετώ» ή «παραινώ»· επί ιερέως, «εξορκίζω». Λέγεται ότι ο τίτλος αυτός έχει επίτηδες επιλεγεί για να δηλώνει την επόμενη ενέργεια του αναγνώστη του («Διαβάζω»: «Το Δέντρο» π.χ.), ή ότι πρόκειται για κρυπτική αρκτικόλεξη τηλεγραφική εξαγγελία του τύπου Δ(ιαρκής) Ι(κανοποίηση) Α(ναγνωστών) Β(εβαίως) Α(ποτελεί) Ζ(ήτημα) Ω(ρών).
Ε γνα τίας 1 50
ΤΟ ΚΑΤΩΙ ΤΟΥ Β ΙΒ Λ ΙΟ Υ Α ρ ιο τ ο ιέ λ ο υ ς 6
Τ ηλ. 2 7 .1 8 .5 3
ΤΟ ΣΠΙΤΑΚΙ ΤΟΥ Π Α ΙΔΙΟ Υ Κ αρόλου Ντηλ 3
ΛΙΑΒΛ
Θεωρητικά, το περιοδικό αυτό χαρακτηρίζεται από σύνδρομο ανοδικού συντελεστή συχνότητας (Σ.Α.Σ.Σ.). Ξεκίνησε από όίμηνη επιθεώρηση, περιέπεσε σε μηνιαία και κατέληξε δεκαπενθήμερη. Εύκολα διαβλέπει (=διαβάζει) κανείς την συνέχεια: Εβδομαδιαία προσεχώς και γρήγορα ημερήσια επιθεώρηση τον βιβλίου. (Φημολογείται πάντως ότι ήδη η σύνταξη του περιοδικού μελετά την τεχνική υποδομή ώστε να τυπώνεται κάθε πρωί ταυτόχρονα σε όλες τις ανθούσες παροικίες του απόδημου ελληνισμού). Προτάσεις: - Μια επιτομή της ύλης να εκδίδεται ανά τρίμηνο και σε σύστημα Μπράιγ. - Απολύστε τους μεταφραστές (ου γαρ οίδασι -συνήθως- τι ποιούσι). - Διατηρήστε μεν το μονοτονικό, αλλά κρατήστε για μοναδικό τόνο την περισπωμένη. - Αιέν αριστεύειν, φίλοι.
Ο Μ ανώ λης Μ π α ρμπουνάκης κ α ι ο ι σ υ ν ε ρ γ ά τ ε ς το υ σ α ς π ε ρ ιμ έ ν ο υ ν σ τα β ιβ λ ιο π ω λ ε ία Α ρ ισ τ ο ιέ λ ο υ ς 4
ι ΧΡΟΝ
Τ ηλ. 2 3 .9 7 .4 6
Τ ο μ ο ν α δ ικ ό π α ιδ ικ ό β ιβ λ ιο π ω λ ε ίο
27 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Με β ιβ λ ία χ ιλ ιά δ ε ς , φ θ η ν ά κ α ι κ α λά β ιβ λ ία γ ια σ α ς κ α ι τα π α ιδ ιά σ α ς
ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ
Χαρακτικό Π. Γράββαλον
Γιώργος Σεφέρης Δεκαπέντε χρόνια συμπληρώνονται φέτος από κείνο το «μαρμαρωμένο βασίλεμα κάποιου Σεπτεμβρίου», που ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης έφευγε από κοντά μας. Τον συνόδευε, ξετρυπώνοντας από «το λαγούμι του φόβου», ο πόνος και το τραγούδι ενός ολόκληρου λαού. Άλλαξαν από τότε πολλά · μα ο χρόνος κατακυρώνει ολοένα τη μεγαλοσύνη του ποιητή. Το έργο του, πλουτισμένο με τις σελίδες του προσωπικού του ημερολογίου, στέκει πάντα δίπλα μας «ανοιχτό» και «κλειστό», αποκαλυπτικό κι ανθρώπινο, επίκαιρο όλο και περισσότερο, «καθώς περνούν τα χρόνια και κουβεντιάζεις με λιγότερες φωνές» και «βλέπεις τον κόσμο μ’ άλλα μάτια». Η στοργική και άγρυπνη φροντίδα της Κυρίας Μαρώς Σεφέρη μάς εμπιστεύθηκε να παρουσιάσουμε, στο αφιέρωμα του «Διαβάζω», σημαντικά, άγνωστα και ανέκδοτα κείμενα του ποιητή. Κείμενα που αποτελούν νέα τεκμήρια για το πάθος και το ήθος της γραφής και του ανθρώπου. Παράλληλα οι συνεργάτες του τεύχους, μελετητές οι περισσότεροι του Σεφέρη, εμπλουτίζουν με ουσιαστικές συμβολές την σεφερική φιλολογία. Το «Διαβάζω» έχει την πεποίθηση ότι με το αφιέρωμά του αυτό τιμά έναν δημιουργό από τους πιο συνεπείς που έχει να επιδείξει ο αιώνας μας. Ευχαριστούμε θερμά την Κυρία Μαρώ Σεφέρη για τον πολύτιμο χρόνο που μας διέθε σε και για την αγάπη που μας έδειξε. Το εικονογραφικό υλικό του αφιερώματος προέρχεται από το Αρχείο του ποιητή, το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης. Τους ευχαριστούμε πολύ.
Το αφιέρωμα επιμελήθηκε η Μαρία Στασινοποΰλου
3 8 /α φ ιε ρ ω μ α
Μαρία Στασινοπούλου
Χρονολόγιο Γιώργου Σεφέρη 1900 29 Φεβρ./13 Μαρτίου: Ο ποιητής γεννιέται στη Σμύρνη. Είναι πρωτότοκος γιος του Στέλιου και της Δέσπως Σεφεριάδη. Ο πατέρας του Στέλιος Σεφεριάδης (γεν. 1873) έχει σπουδάσει νομικά στη Γαλλία και είναι διδάκτωρ της Νομικής Σχολής του Παρισιού. Την εποχή της γέννησης του ποιητή δικηγορεί στη Σμύρνη. Πέρα από τις άριστες νομικές του σπουδές ασχολείται και με τα γράμματα. Θα μεταφράσει Μίμνερμο, Ανακρέοντα, Σοφοκλή (Οιδίποδα τύραννο, Ηλέκτρα), Τα τραγούδια του Μπάυρον για την Ελλάδα, Σαπφώ, Οράτιο και πολλούς Γάλ λους ποιητές. Χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Στέφανος Μύρτας. Η μητέρα του ποιητή Δέσπω (γεν. 1874) ήταν το γένος Γ. Τενεκίδη. Στον πατέρα της Γιωργάκη Τενεκίδη, έμπορο σταφίδων και κτηματία από τη Νάξο, ανήκε το κτήμα στη Σκάλα στα Βουρλά (αρχαίες Κλαζομενές) όπου ο Σεφέρης περνούσε τα καλοκαίρια του, όταν ήταν παιδί.
Οι γονείς τον Στέλιος και Δέσπω Σεφε-
1902 Ο Στέλιος Σεφεριάδης βραβεύεται σε ποιητικό διαγωνισμό. Γεννιέται η Ιωάννα, το δεύτερο παιδί της οικογένειας.
1905 8
Ιουλ.: Γεννιέται ο αδελφός του Άγγελος.
1906 (;) Ο Σεφέρης μαθαίνει τα πρώτα γράμματα στο Λύκειο X. Αρώνη.
1910 Ηλικίας δέκα χρονών ο ποιητής παρακολουθεί για πρώτη φορά στο Σπόρτιγκ Κλαμπ της Σμύρνης την παράσταση του Οιδίπο δα Τυράννου, με την Κυβέλη και τον Παπαγεωργίου. Θυμάται «τα σφυρίγματα και τους γλωσσαμύντορες να χτυπιούνται με τους άλλους θεατές». Η μετάφραση σε ριμαρισμένους δεκαπε ντασύλλαβους είναι του πατέρα του.
1912 Σεπτ.: Ο Στέλιος Σεφεριάδης συνοδεύει, ως νομικός σύμβου λος, στην επαναστάτημένη Σάμο, τους Γενικούς Προξένους Γαλλίας, Αγγλίας και Ρωσίας.
1914
Πρώτες ποιητικές απόπειρες του Σεφέρη. Το καλοκαίρι, μόλις αρχίζει ο παγκόσμιος πόλεμος, η οικογένεια Σεφεριάδη εγκα θίσταται στην Αθήνα, Κοδριγκτώνος 10.
Ο Γιώργος, η Ιωάννα και ο Άγγελος Σεψεριάδης.
α φ ιε ρ ω μ α /3 9
1917 Ο Σ. αποφοιτά από το Πρότυπο Κλασικό Γυμνάσιο Αθηνών, όπου είχε καθηγητές τον Δ. Γουδή και τον Δημήτρη Γληνό. Ο Δ.Ν. Γουδής, στη σειρά των φυλλαδίων Α ι εκθέσεις των μαθη τών μου δημοσιεύει μετά δέκα χρόνια εκθέσεις του Γιώργου και του 'Αγγέλου Σεφεριάδη.
1918 14 Ιουλίου: Η Δέσπω Σεφεριάδη με τους δυο γιους της και την κόρη της Ιωάννα (αργότερα σύζυγο Κων. Τσάτσου) πηγαίνουν στο Παρίσι όπου εργάζεται ο Στέλιος Σεφεριάδης ως δικηγό ρος. Νοέμβρ.: Ο Σ. ανακαλύπτει την ποίηση του Jules Laforgue. Δεκ.: Ο Στέλιος Σεφεριάδης, μέλος της Εθνικής Επιτροπής Αλυτρώτων Ελλήνων, εκλέγεται έκτακτος καθηγητής του Διε θνούς Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
1919 Η οικογένεια επιστρέφει στην Αθήνα. Ο Σ. θα μείνει στο Πα ρίσι ώς το 1924 σπουδάζοντας νομικά στη Σορβόνη και μελε τώντας τη γαλλική λογοτεχνία. Μάιος: Η Σμύρνη υποδέχεται με παραλήρημα ενθουσιασμού τον Ελληνικό Στρατό.
Στέλιος Σεφεριάδης Ο Γ.Σ. στο Λονδίνο (1924)
1920 Ο πατέρας του, νομικός σύμβουλος του Υπουργείου Εξωτερι κών και μέλος του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου, προάγεται σε τακτικό καθηγητή. Παύεται όμώς σχεδόν αμέσως για τα δημοκρατικά του φρονήματα (είναι βενιζελικός). 28 Ιουλ./10 Αυγ.: Ο Βενιζέλος υπογράφει τη Συνθήκη των Σε βρών. Δύο μέρες αργότερα, πέφτει θύμα δολοφονικής απόπει ρας. Στις εκλογές του Νοεμβρίου ο Βενιζέλος καταποντίζεται και εκπατρίζεται.
1921 Συνεργάζεται, με το ψευδώνυμο Γιώργος Σκαλιώτης, στο φοι τητικό περιοδικό Βωμός, που βγαίνει στο Παρίσι. Δίνει την πρώτη του διάλεξη: «Ο Jean Moreas», στο σύλλογο Ελλήνων σπουδαστών του Παρισιού. Προσανατολίζεται σταθερά στη λογοτεχνία. Η οικογένειά του εγκαθίσταται στην οδό Κυβέλης 2.
1922 Σχεδιάζει ένα βιβλίο με ποιήματα, «Νυχτιάτικο». 13-14 Σεπτ.: Η Σμύρνη, η πατρίδα του Σεφέρη, παραδίδεται στις φλόγες. Αρχίζει η δραματική μετακίνηση των προσφύγων.
1923
Γράφει μερικά ποιήματα γαλλικά. Αποκαθίσταται στο Πανεπι στήμιο ο πατέρας του.
1924 Καλοκαίρι: Ο Σ., πτυχιούχος της Νομικής, πηγαίνει για πρώτη φορά στο Λονδίνο για να τελειοποιήσει τα αγγλικά του. Θα μείνει εκεί ώς τα τέλη του 1925.
1925 Χειμώνας: Επιστρέφει στην Αθήνα. Αρχίζει το ημερολόγιο που μας έγινε γνωστό το 1975.
9 Αυγ. 1925: «Υπάρχουν, φαντάζομαι, άνθρωποι που δεν τολμήσανε να ζήσουν, από υπερβολική ευαισθησία. Η ευαισθησία, για να είναι χρήσιμη, πρέπει να συντροφεύεται από ανάλογη δύναμη. Μια χώρα που έχει ανθρώπους που πασχίζουν για την αρετή είναι πολιτισμένη.»
‘ 'αφιέρωμα 1Σ26
1 Μάρτη 1927:
1927
«Φρίκη· πάντα οι δύο αφεντάδες. Απ’ εδώ όλες μου οι αντιφάσεις. Δε θέλω να γίνω μήτε δικηγόρος, μήτε δημοσιογράφος, μήτε μποέμ. Η μόνη κλίση που έχω είναι να θέλω να φτιάξω ποιήματα, υπομονετικά, πεισματάρικα, δουλεύοντας μήνες και χρόνους, σαν Κινέζος ή μανιακός χειροτέχνης. Η εξωτερική υποτέλεια θα με πληγώνει σ’ όλη μου τη ζωή· θα με κρατά εντειχισμένο. Κι όμως η παραμικρή σταγόνα ζωής φέρνει μια τέτοια διαστολή στην ψυχή μου.»
Διαβάζει για πρώτη φορά τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, που μόνιμα τον συντροφεύουν μετά. Αρχίζει σε μια πρώτη φάση το πεζό που πήρε τελικά τον τίτλο Εξι νύχτες στην Ακρόπολη. 9 Σεπτ.: Θάνατος της Δέσπως Σεφεριάδη στην Κηφισιά. 29 Δεκ.: Διορίζεται ακόλουθος του Υπουργείου Εξωτερικών. Ο Στέλιος Σεφεριάδης κοσμήτωρ της Νομικής Σχολής.
1928 Ιούλιος: Δημοσιεύεται, στη Νέα Εστία, η μετάφραση του Σ. «Μια βραδιά με τον κ. Τεστ» του Βαλερύ· υπογραφή Γ. Σεφε ριάδης. Ο πατέρας του διδάσκει για πρώτη φορά στην Ακαδη μία Διεθνούς Δικαίου της Χάγης. Ο Βενιζέλος κερδίζει θριαμ βευτικά τις εκλογές και σχηματίζει την τελευταία του κυβέρνη ση (1928-1932).
1929
2 Μάρτη 1928: «Εξασκώ το επίπονο επάγγελμα του ανθρώπου.»
Αύγ.: Συνοδεύει τον Εδουάρδο Ερριό, πρώην Πρωθυπουργό της Γαλλίας και τότε δήμαρχο της Λυών, στο ταξίδι του στην Ελλάδα. Ο πατέρας του Σύμβουλος Επικράτειας. Ο Σ. με τον Κ. Τσάτσο επισκέπτεται τον Κωστή Παλαμά.
1930 Αρχίζει να γράφει μιαν «Αιολία» που αφήνει ατελείωτη. Ο πα τέρας του Πρόεδρος Δ.Σ. της Παντείου. Γάμος της αδελφής του Ιωάννας με τον Κ. Τσάτσο.
1931 Μάιος: Εκδίδει την Στροφή σε 200 αντίτυπα με το ψευδώνυμο Γιώργος Σεφέρης. Η κριτική διχάζεται. Καλοκαίρι: Υποπρόξενος και έπειτα πρόξενος στο Γενικό Προξενείο Λονδίνου, όπου θα μείνει ώς το 1934. Σεπτ.: Επιστολή του Παλαμά στη Νέα Εστία για τη Στροφή. Ο Σ. διαβάζει Έλιοτ. Ο Ανδρέας Καραντώνης εκδίδει το Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης.
1932 Ιαν.: Δημοσιεύει στη Νέα Εστία το «Παντούμ» με τίτλο «Μια νύχτα στην ακρογιαλιά». Οκτ.: Έκδοση, εκτός εμπορίου, της Στέρνας, σε 50 αντίτυπα. Είναι αφιερωμένη στον Γ[ιώργο] Α[ποστολίδη], τον άνθρωπο που ο Σ. δεν δίστασε να τον ονομάσει ως τον καλύτερό του φίλο.
1933 Δεκ.: Αρχίζει η σύνθεση του Μυθιστορήματος που θα τελειώ σει το Δεκέμβριο του 1934. Άρθρο του Τέλλου Ά γρα για τον Σ. στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Ο Άριστος Καμπάνης μνημονεύει τον Σ. στην γ' έκδοση της Ιστορίας της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας. Ο Στέλιος Σεφεριάδης εκλέγεται πρύ τανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακαδημαϊκός.
1934 Στις αρχές του χρόνου επιστρέφει στην Αθήνα και εγκαθίστα ται στην οδό Κυδαθηναίων 9 στην Πλάκα, όπου ήδη έχει εγκα-
Κ. Παλαμάς
30 Απρίλη 1932: [...] «Εκείνο που κάνει τις σχέσεις μοναδικές είναι η επικοινωνία. Και όσο βαθύτερη είναι η επικοινωνία, τόσο κάνει τον άνθρωπο γενικότερα ανθρώπινο.» Ο Γ.Σ. στο Piccadilly Circus τον Λονδί νου (Φεβρ. 1932)
α φ ιε ρ ω μ α /4 1
τασταθεί η οικογένεια του από την προηγούμενη χρονιά. Ο Ανδρέας Εμπειρικός του δείχνει για πρώτη φορά πίνακες του Θεόφιλου.
1935 Ιαν.: Αρχίζει τη συνεργασία του στα Νέα Γράμματα, αναδημο σιεύοντας τη Στέρνα. Μέσα στην ίδια χρονιά δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα τις μεταφράσεις: «Δυσκολίες πολιτευομένου» Έλιοτ, δύο χρονικών από το Φονικό στην εκκλησία Έλιοτ και «Γράμμα ξενιτεμένου» του Ριχακού από την απόδοση του Πάουντ. Μάρτιος: Έκδοση του Μυθιστορήματος σε 150 αντίτυπα. Οκτ.: Τελειώνει η σύνθεση της Γυμνοπαιόίας.
18 Σεπτέμβρη 1935: «Σκέψη του παροδικού που σε παραλύει. Σπίτια, θάνατοι, χωρισμοί. Η ζωή του ανθρώπου είναι καμωμένη από καιρούς: καιρός να σπείρεις, καιρός να θερίσεις, καιρός της θλίψης, καιρός της χαράς, καιρός της αγάπης, καιρός της μοναξιάς. Αν το σκεφτείς έτσι, θα μπορέσεις και στη χαμηλότερη στιγμή να στηριχτείς, γιατί κι αυτή θα ανήκει σ’ έναν από τους καιρούς της ζωής σου.»
1936
Αύγουστος 1936:
27 Μαρτίου: Κηδεία Βενιζέλου στα Χανιά. «Μπροστά στο λι μάνι, με το απόμακρο μερμήγκιασμα του κόσμου στα μουρά για... Ο νεκρός γέροντας, σα θαλασσινό εύρημα, απλώνει κύ κλους μυθολογίας: Αιγέας, Θησέας, μαύρα πανιά: Οι Κρητικοί τα έχουν όλα μαύρα. Οι μαύρες βάρκες πηγαίνουν κι έρχουνται...» (Μέρες Γ'). Ιούλ.: Εκδίδεται το βιβλίο Θ.Σ. Έλιοτ («Δοκίμιο εισαγωγής». Μετάφραση: «Η έρημη χώρα», «Οι κούφιοι άνθρωποι, I», «Μαρίνα», «Δυσκολίες πολιτευομένου», «Τρία χορικά») σε 120 αντίτυπα, αφιερωμένο στον Γ.Κ. Κατσίμπαλη. Το φθινόπωρο αρχίζει στην Αίγινα ο δεσμός του με τη Μαρώ. Νοέμβρ.: Τοποθετείται Πρόξενος στην Κορυτσά, όπου θα μεί νει ώς το τέλος του 1937.
[...] «Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό.»
1937 13 Φεβρ.: Δημοσιεύεται στα Νεοελληνικά Γράμματα επιστολή του Σ. σχετικά με τον καθορισμό της δημοτικής. Απρ.: Δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα επιμνημόσυνο άρθρο «Για τον Κωνσταντίνο Κατσίμπαλη», και το «Η σκοτεινότητα της κριτικής», σε δύο συνέχειες (Αύγ.-Οκτ. και Νοέμβρ.), όπου ο Σ. με το ψευδώνυμο Λάμπης Παπαβασίλης σχολιάζει απόψεις του Αιμ. Χουρμούζιου για τον υπερρεαλισμό (βλ. Εργογραφία σελ. 223-224). Νοέμβρ.: Δημοσιεύεται στα Νέα Γράμματα η μετάφραση «Σας γράφω από έναν τόπο μακρινό» του Henri Michaux. Δημοσίευ ση στη Revue Internationale des itudes Balkaniques της πρώτης γαλλικής μετάφρασης ποιήματος του Σ. από την Έλλη Λαμπρίδη.
Ο Γ.Σ. στην Κορυτσά (1937)
1938 Στις αρχές του χρόνου ο Σ. μετατίθεται στην Αθήνα, ως προϊ στάμενος της Διευθύνσεως Εξωτερικού Τύπου του Υφυπουρ γείου Τύπου και Πληροφοριών, κι αφήνει μισοτελειωμένο ένα δοκίμιο για τον Καβάφη. Δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα μετα φράσεις (Archibald MacLeis, Roland de Reneville, Eluard) και ποιήματά του. Δημοσιεύεται στο The Link της Οξφόρδης, η πρώτη αγγλική μετάφραση ποιημάτων του από τον Nicholas Bachtin σε συνεργασία με τον Samuel Baud-Bovy. Αύγ.: Τελειώνει τη δοκιμή «Διάλογος πάνω στην ποίηση» που απευθύνεται στον Κ. Τσάτσο για το δοκίμιό του «Πριν από το ξεκίνημα» δημοσιευμένο τον Απρίλιο. Δεκ.: Ο Στέλιος Σεφεριάδης υποχρεώνεται, από ειδικό νομο-
2 Αυγούστου 1938: [...] «Σε άλλους τόπους, ο κόσμος που προσπαθεί να μιλά σωστά μορφώνει τη λαλιά του από τη λογοτεχνία. Αυτό δε γίνεται στην Ελλάδα· η γλώσσα του λογοτέχνη δεν επηρεάζει κανέναν (ή ελάχιστους). Ο κόσμος επηρεάζεται από τις εφημερίδες ή από τη διοίκηση, σα να λέγαμε από το Esperanto.»
4 2 /α φ ιε ρ ω μα
θετικό μέτρο, να εγκαταλείψει την πανεπιστημιακή του έδρα πέντε χρόνια πριν από το νόμιμο όριο ηλικίας.
1939 Εκδίδονται τα ποιήματα του Στέλιου Σεφεριάδη Από το συρ τάρι μου (1895-1912). Απρ.: Ο Σ. συναντιέται με τον Andre Gide στο σπίτι του Κ.Θ. Δημαρά. Μάιος: Ταξιδεύει με τον Τ.Κ. Παπατσώνη στη Ρουμανία. Κά νει παρέα στην Αθήνα με τον L. Durrell και τον Η. Miller, που μιλά γι’ αυτόν στο βιβλίο του The Colossus of Maroussi (1941). Δημοσιεύει στα Νέα Γράμματα μεταφράσεις (Pierre Jean Jouve, Pound, D.H. Lawrence, Marianne Moore) και ποιήματά του. Στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύονται ταυτόχρονα με τίτλο «Το τέλος ενός διαλόγου» δύο επιστολές του Σεφέρη και του Τσάτσου ( ο δεύτερος βρίσκεται εξόριστος σε νησί).
1940 Μάρτ.: Εκδίδει το Τετράδιο Γυμνασμάτων (1928-1937), σε 356 αντίτυπα. Απρ.: Εκδίδει το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Α 'σ ε 317 αντί τυπα. Επτά από αυτά τυπωμένα σε ειδικό χαρτί, αριθμημένα και υπογραμμένα από τον ποιητή περιέχουν σε ένθετο τετρασέ λιδο αυτόγραφο το ποίημα η «Τελευταία μέρα» που δεν το άφησε να δημοσιευτεί την προηγούμενη χρονιά η μεταξική λο γοκρισία. Μάιος: Εκδίδει τα Ποιήματα, I (περιλαμβάνουν: Στροφή, Η Στέρνα, Μυθιστόρημα, Γυμνοπαιόία) σε 525 αντίτυπα. Υπογράφει μαζί με 33 άλλους νέους συγγραφείς μανιφέστο κα τά του ιταλικού φασισμού.
1941 6 Απρ.: Γερμανική εισβολή. 10 Απρ.: Γάμος του Σεφέρη με τη Μαρώ Ζάννου. Απρ.-Σεπτ: Ακολουθεί την ελληνική κυβέρνηση στην Κρήτη, Αλεξάνδρεια, Νότιο Αφρική (Γιοχάνεσμπουργκ, Πρετόρια). Στην Πρετόρια μένει ώς τον Απρίλιο 1942, γραμματέας Πρε σβείας. Απομονωμένος εκεί γράφει ποιήματα και άρθρα. Ασχολείται με τον Καβάφη. Γράφει το Χειρόγραφο Σεπτ. 41. «Έγραψα αυτές τις σελίδες χωρίς άλλο σκοπό παρά να βάλω τάξη στη συνείδησή μου».
1942 Μάρτ.: Έκδοση στην Αλεξάνδρεια, της Λύρας του Κάλβου με πρόλογο του Σεφέρη. Απρ.: Μετατίθεται στο Κάιρο, στη Διεύθυνση Τύπου και Πλη ροφοριών της Ελληνικής Κυβέρνησης.
1943 10 Μάρτ.: Διάλεξη του Σ. στο Κάιρο για το θάνατο του Παλαμά. 16 Μαίου: Διάλεξη στην Αλεξάνδρεια για τον Μακρυγιάννη. Ο κόσμος εντυπωσιάζεται: «Ποτέ δεν μας μίλησαν έτσι», λένε. 19 Μαίου: Επανάληψη της διάλεξης για τον Μακρυγιάννη στο Κάιρο. 12 Ιουνίου: Διπλασιασμένη η ομιλία για τον Παλαμά στην Αλε ξάνδρεια. «Ύστερ’ απ’ τη διάλεξη για τον Μακρυγιάννη που ήταν σαν αποκάλυψη εδώ, τό πλήθος γέμισε την αίθουσα ώς
Παρασκευή [17 Νοέμβρη 1939] [...] «Σήμερα ο λαϊκός τύπος μιλάει περισσότερη “καθαρεύουσα” από τον πραγματικά μορφωμένο, κι ας λέει καμιά φορά λ.χ. “εμείς οι υπάλληλοι”. Έτσι που πάμε η αστική (γλώσσα των αστών) καθαρεύουσα θα προστυχέψει τόσο, που θα μας φαίνεται καθαρεύουσα η σωστή δημοτική.» Μαρώ και Γιώργος Σεφέρης στην Αλε ξάνδρεια (1941)
α φ ιε ρ ω μ α /4 3
την άκρη. Μου φαίνεται πως δε μίλησα όπως λογάριαζα. Ορ θός, πίσω από ένα υπερβολικά χαμηλό τραπέζι, με ελεεινό φως, δεν ένιωθα βολικά», γράφει στο Ημερολόγιό του (Μέρες
ΔΊ·
Συνεργάζεται στην έκθεση «Δύο χρόνια σκλαβιάς - Δύο χρό νια αγώνα (1941-1943)» που οργάνωσε ο Ελληνικός Απελευθε ρωτικός Σύνδεσμος (ΕΑΣ). Τότε γνωρίζεται και με τον Στρατή Τσίρκα που ήταν καθοδηγητικό στέλεχος του ΕΑΣ.
1944 Φεβρ.: Εκδίδονται στο Κάιρο οι Δοκιμές σε 600 αντίτυπα. Δί νει διάλεξη στο Κάιρο, γαλλικά, με θέμα τις ελληνογαλλικές πνευματικές ανταλλαγές. Μάρτ.: Φωτολιθογραφική έκδοση, στο Κάιρο, της χειρόγρα φης έκδοσης των Ακριτικών του Σικελιανού με ξυλογραφίες του Σπ. Βασιλείου και αυτόγραφο πρόλογο του Γ. Σεφέρη. Επανάληψη της γαλλικής διάλεξης στην Αλεξάνδρεια. Δημο σιεύεται στη La Reforme της Αλεξάνδρειας γαλλική επιστολή του Σ. για την ελληνική γλώσσα. Καλοκαίρι: Εκδίδει στην Αλεξάνδρεια, σε ιδιωτική φωτολιθογραφική έκδοση το χειρόγραφο του Ημερολογίου Καταστρώ ματος, Β σε 75 αντίτυπα. «Το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β', είναι η σπανιότερη σεφερική έκδοση. Ας αθροίσουμε τα χαρακτηριστικά της: «Αποκλειστικά ιδιωτική», όπως αυτοχαρακτηρίζεται, τυπώνεται σε 75 μόνον αντίτυπα, αριθμημένα και υπογραμμένα με το χέρι του ποιητή. Κοσμείται με σχέδια του Σεφέρη, που αποτελούν ζωγραφικά σχόλια στο τέλος κάθε ποιήματος και σχηματίζουν πρωτογράμματα στην αρχή του πρώτου στίχου, «πλουμίδια» κατά τον ποιητή.» (Δ. Δασκαλόπουλος: Εργογραφία Σεφέρη). Σεπτ.: Ο Σ. ακολουθεί την ελληνική κυβέρνηση εθνικής ενότη τας (Γ. Παπανδρέου) στην Ιταλία (Cava dei Tirreni). 23 Οκτ.: Επιστροφή στην ελευθερωμένη Αθήνα. 6 Δεκ.: «Μαύρη μέρα. Από την αυγή ο αλληλοσπαραγμός. Τα προαισθήματά μου και οι βραχνάδες, εδώ και δυόμιση χρόνια βγαίνουν αληθινά» (Μέρες Δ ή. 21 Δεκ.: «Αεροπλάνα πολυβολούν. Η Ελλάδα, αλίμονο η Ελ λάδα: ένα σταυρωμένο κορμί και όλοι το καρφώνουν, λυσσα σμένοι.» (Μέρες Δ ή.
«10 Μαΐου 1944... Νομίζω πως κράτησα την ψυχραιμία μου γιατί τις λίγες ώρες που έμεινα σπίτι, τις ώρες της αγρύπνιας, μπόρεσα να προσηλωθώ σε μια χειροτεχνική δουλειά: την αντιγραφή του Ημερολογίου Καταστρώματος β' σε χειρόγραφο για φωτοτυπία με σχέδια και πλουμίδια. Μου είναι ακόμη -και ίσως να μείνει- ένα ψυχολογικό μυστήριο το πώς μπόρεσα να κάνω αυτό το πράγμα... Άμυνα του οργανισμού ίσως, μπροστά σ’ εκείνη και σε τούτη την αηδία, και τώρα κάτι άλλο που δυνάμωσε, φαντάζομαι, αυτή την άμυνα: το γεγονός ότι δεν ξέρω να σχεδιάσω. Έπρεπε, φτιάχνοντας αυτές τις εικόνες, να τραβήξω πάνω στο χαρτί όλες τις πιθανές γραμμές και να ξεχωρίσω εκείνη που έπρεπε, σβήνοντας τις άλλες. Ίσως να ήταν αυτή η άφεση, αυτή η εμπιστοσύνη στο άγνωστο, αυτό το βάδισμα στα σκοτεινά, που σημειώνει ο Ιωάννης του Σταυρού, που ανακούφιζε σάν ένα λουτρό τα νεύρα μου.»
/-/^Λ ^ο\ό^νο «Α.?α.βζοοi^ L a i
Φ’
1945 Ιαν.: Ο Σ. διευθυντής του πολιτικού γραφείου του αντιβασιλέα Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού ώς το 1946. Φεβρ.: Σύμβουλος του Εθνικού Θεάτρου ώς τον Απρ. 1946. Αύγ.: Απαντά στην έρευνα της Νέας Εστίας «Η τέχνη και η εποχή». Νοέμβρ.: Εκδίδεται από το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών το βι βλίο του Robert Levesque Seferis (ποιήματα του Σ. σε γαλλική μετάφραση). Δεκ.: Αναδημοσιεύεται στο Τετράδιο και στη συνέχεια εκδίδεται από τον εκδοτικό οίκο «Ίκαρος» το Ημερολόγιο Κατα στρώματος, Β', σε 313 αντίτυπα (είχε κυκλοφορήσει χειρόγρα φο στην Αλεξάνδρεια το 1944).
1946 11 Μαρτ.: Ο Σ. διαβάζει στον «Παρνασσό» το μεγαλύτερο μέ ρος της εργασίας του για τον Ερωτόκριτο. Απρ.: Αρχίζει τη συνεργασία του με την Αγγλο ελληνική Επι-
4 Ιουνίου 1946 [...] «Αλλά για να πεις αυτό που θέλεις να πεις, πρέπει να φτιάξεις μιαν άλλη γλώσσα και να τη θρέψεις για χρόνια και χρόνια με ό,τι αγάπησες, με ό,τι έχασες, με ό,τι δε θα ξαναβρείς ποτέ.»
4 4 /α φ ιε ρ ω μ α
θεώρηση με τη μετάφραση «Η Δευτέρα Παρουσία» του W.B. Yeats. Μάιος: Γνωριμία στην Αθήνα με τον Paul Eluard. Οκτ.: Τυπώνεται ο «Ερωτόκριτος» από τις εκδόσεις «Άλφα» του Ι.Μ. Σκαζίκη. Παύει η απόσπαση του Σ. στο Πολιτικό Γραφείο του Δαμασκηνού. Παίρνει άδεια δύο μήνες, «την πρώτη από το καλοκαίρι του ’37», και την περνά στον Πόρο στην έπαυλη «Γαλήνη» της οικογένειας Δραγούμη. Τελειώνει τη σύνθεση της «Κίχλης». 3 Δεκ.: Επιστροφή στην Αθήνα. 17 Δεκ.: Διαβάζει στο Βρετανικό Συμβούλιο της Αθήνας τη δοκιμή «Κ.Π. Καβάφης- Θ.Σ. Έλιοτ· παράλληλοι».
1947 26 Φεβρ.: Βραβεύεται με το Έπαθλο Παλαμά, γεγονός που προκαλεί έντονες αντιδράσεις σε ορισμένους λογοτεχνικούς κύ κλους. Μάρτ.: Δημοσιεύει στο Τετράδιο τον «Τελευταίο σταθμό». Εκδίδεται από τον «Ίκαρο» η Κίχλη σε 300 αντίτυπα. 2 Μαΐου: Ομιλία για τον Θεόφιλο στα εγκαίνια έκθεσης έργων του ζωγράφου που έγινε στο Βρετανικό Συμβούλιο Αθηνών. Αύγ. και Οκτ.: Ο Σ. δημοσιεύει στη Νέα Εστία δύο επιστολές απαντώντας σε επίθεση του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου. Μετα φράζει το ποίημα «Η Ερημιά» του Sidney Keyes. Γνωριμία με τον Ζησ. Λορεντζάτο.
6 Ιουλίου 1947 [....] «Κι όμως ο επαρκής αναγνώστης έχει τα δικαιώματα
1948 2 Φεβρουάριου: Ο Σ. με πολλούς άλλους γνωστούς συγγραφείς υποβάλλουν παραίτηση από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών (Ε.Ε.Λ.) «[...] Επειδή φρονούμε ότι η “Ε.Ε.Λ.” όσο και τα λοιπά λογοτεχνικά σωματεία έχουν φθαρεί ανεπανόρθωτα και δεν μπορούν πια να εκπληρώσουν τον προορισμό τους και ότι επιβάλλεται να γίνει μια νέα, ενιαία και απάνω σε υγιείς βά σεις οργάνωση του λογοτεχνικού κόσμου, υποβάλλουμε τις πα ραιτήσεις μας από μέλη της “Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών” για να ευκολύνουμε το έργο αυτό». Φεβρ.: Ο Σ. σύμβουλος στην Πρεσβεία της Άγκυρας, όπου θα μείνει ώς το 1950. Ιούλ.: Εκδίδεται από τον John Lehmann, London, το: The King o f Asine and other poems σε μετάφραση Bernard Spencer, Νά νου Βαλαωρίτη, Lawrence Durrell και με πρόλογο του Rex Warner. Σεπτ.: Δημοσιεύεται στον τιμητικό τόμο T.S. Eliot: A Sympo sium το «Γράμμα c' ένα ξένο φίλ >σε αγγλική μετάφραση Νά νου Βαλαωρίτη.
1949 Αύγ.: Εκδίδεται από τον «Ίκαρο» το βιβλίο Θ.Σ. Έλιοτ, Η Έρημη Χώρα και άλλα ποιήματα, με εισαγωγή, σχόλια και με τάφραση του Σ. σε 400 αντίτυπα. Δημοσιεύονται στη La Rassegna d’ Italia, τέσσερα ποιήματα του Σ. μεταφρασμένα από τον F.M. Pontani.
1950 19 Ιαν.: Πεθαίνει στην Αμερική ο αδελφός του Άγγελος. Ιαν.: Δημοσιεύεται στο Life and Letters άρθρο του Kenneth Young για την επίδραση του Σ. στους Άγγλους ποιητές Law rence Durrell και Bernard Spencer.
Ο Γ.Σ. στην Ά γκυρα (1948)
5 Ιουνίου 1949 «Δεν τον φανταζόμουν τόσο επίπονο αυτόν τον γυρισμό στο ημερολόγιο, που γράφονταν μόνο για να κρατήσω τη συνήθεια της πένας (κυρίως στα πιο βαριά χρόνια της δημόσιας υπηρεσίας) και για να θυμάμαι τους δασκάλους μου.» 27 Δεκ. 1949 (Δοκιμές Β') [...] «Και το φως δεν το εξηγεί κανείς, το βλέπει.»
α φ ιε ρ ω μ α /4 5
Φεβρ.: Δημοσιεύεται στον τιμητικό τόμο Ezra Pound: A Colle ction of Essays, Peter Nevill Ltd. London, αγγλική μετάφραση του σημειώματος του Σεφέρη για τα Κάντος του Έζρα Πάουντ. Δημοσιεύονται στο Prisma έξι ποιήματα του Σ. μεταφρασμένα από τον Hjalmar Gullberg στα σουηδικά. 26Ιου ν.:Ο Σ . στη Λάβρανδα, παρακολουθεί επί τρεις μέρες τις ανασκαφές του Axel Persson που ήταν επικεφαλής της σουη δικής αρχαιολογικής ομάδας που ενεργούσε τις ανασκαφές· «[...] είδα ν’ αναστυλώνουν ένα κομμάτι από ιωνική κολόνα· πόσο πιο αλαφριά από μύθο είναι αυτά τα ελληνιστικά απομεινάρια» (Μέρες τον 1945-1951). Ιούλ.: Επισκέπτεται τη Σμύρνη, τη Σκάλα, το Αϊβαλί και την Καππαδοκία. Εκδίδονται από τον «Ίκαρο» τα Ποιήματα, 1924-1946, σε 2.000 αντίτυπα. Αύγ.: Ο Σ. στην Πόλη. Δεκ.: Επιστροφή στην Αθήνα.
15 Μάρτη 1950 [...] «Μέρα με τη μέρα ζούμε τη ζωή μας· δεν τη γράφουμε - το γράψιμο, ό,τι και να κάνεις, είναι μόνο ένα μέρος της ζωής.»
1951 Μάιος: Μετατίθεται στην Πρεσβεία του Λονδίνου ως σύμβου λος, όπου θα μείνει ώς το 1952. Εκδίδεται στην Αλεξάνδρεια το βιβλίο του Τίμου Μαλάνου Η ποίηση του Σεφέρη. Ιούν.: Γνωριμία με τον Γ.Π. Σαββίδη. 7 Ιουλ.: Ραδιοφωνική ομιλία του Σ. για τον Σικελιανό από τον σταθμό του Λονδίνου. 6 Αυγ.: Θάνατος του Στέλιου Σεφεριάδη στο Ezanville της Γαλλίας. Σεπτ.: Ο Σ. στις «Ευρωπαϊκές Ποιητικές Συναντήσεις» του Knokkele-Zoute. Νοέμβρ.: Στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης του Λονδίνου ο Louis MacNeice, ο Rex Warner και ο ίδιος ο Σ. διαβάζουν ποιήματά του. Στο Βρετανικό Ινστιτούτο Αθηνών ο Ph. Sherrard δίνει διάλεξη με θέμα: «Η ποίηση του T.S. Eliot και του Γ. Σεφέρη - μια αντίθεση» [κυκλοφόρησε και αυτοτελώς από τις εκδόσεις «Άλφα» του I. Μ. Σκαζίκη].
1952 Απρ.: Ομιλία του Σ. στον ραδιοφωνικό σταθμό Λονδίνου για τον Νίκανδρο Νούκιο στην Αγγλία. Ομιλία του Σ. στους «Δειπνοσοφιστές» του Λονδίνου, για τις εκκλησίες της Καππαδο κίας. Νοέμβρ.: Ο Σ. μετατίθεται ως πρεσβευτής στο Λίβανο, τη Συ ρία, την Ιορδανία και το Ιράκ και φθάνει από το Λονδίνο στην Αθήνα με δεκαήμερη ενδιάμεση παραμονή στη Βενετία.
1953 Ιαν.: Ο Σ. στη Βηρυτό, όπου θα μείνει ώς το 1956. Απρ.: Εκδίδεται το Τρεις μέρες στα μοναστήρια της Καππαδο κίας, στη σειρά του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών του Γαλλικού Ινστιτούτου. Το βιβλίο κυκλοφορεί και σε γαλλική μετάφραση χωρίς όνομα μεταφραστή [Σεφέρης και Μερλιέ;]. Νοέμβρ.: Το ζεύγος Σεφέρη ταξιδεύει για πρώτη φορά στην Κύπρο. Γνωριμία με τον ζωγράφο Διαμαντή.
1954 Ιαν.: Δημοσιεύεται στα Κυπριακά Γράμματα συνέντευξη του Σεφέρη με τον Κ. Χρυσάνθη. Καλοκαίρι: Δημοσιεύεται στην Αγγλοελληνική Επιθεώρηση η
19 , ,,τρίλη 1951 [...] «Θεέ μου, δώσε να γεράσω και να πεθάνω στον τόπο μου.»
Στον Ά γιο Μάρκο της Βενετίας (1952}
4 6 /α φ ιε ρ ω μ α
μετάφραση του: Η Ερημιά του Sidney Keyes. Φθινόπωρο: Δημοσιεύει στη Νέα Εστία και στα Κυπριακά Γράμματα ποιήματα της κυπριακής εμπειρίας (από τη συλλο γή... Κύπρον ον μ ’ έθέσπισεν...). Δημοσιεύεται στην Ελευθε ρία (Λευκωσίας) συνέντευξη του Σ. με τον Γ. Μπουκουβάλα. Δεύτερο ταξίδι του ζεύγους Σεφέρη στην Κύπρο.
1955 Εκδίδεται στη Λευκωσία το βιβλίο του Ν. Κρανιδιώτη Ο ποιη τής Γ. Σεφέρης. Δημοσιεύονται στα Κυπριακά Γράμματα σελί δες «Από το ημερολόγιο του ’46». Σεπτ.: Τρίτο ταξίδι του ζεύγους Σεφέρη στην Κύπρο. Σύντομη διαμονή στη Ρόδο (γνωριμία με τον Νίκο Κάσδαγλη) και την Πάτμο. Οκτ.: Δημοσιεύεται στη Νέα Εστία η «Ελένη». Δεκ.: Εκδίδεται από τον «Ίκαρο» το ... Κύπρον ού μ ’ έθέσπισεν... σε 1030 αντίτυπα. Δεύτερη, συμπληρωμένη έκδοση στην Αλεξάνδρεια της μελέτης του Τίμου Μαλάνου, Η ποίηση του Σεφέρη.
1956 Μάιος: Εκδίδεται το βιβλίο του Στέλιου Σεφεριάδη Η θυσία του Αβραάμ. Δράμα σε δύο πράξεις. Πριν από τον κλφ.: «Το βιβλίο αυτό γράφτηκε από τον Στέλιο Σεφεριάδη λίγο προ του θανάτου του. Τα παιδιά του, Γιώργος Σεφέρης και Ιωάννα Κ. Τσάτσου, ακολουθώντας την τελευταία επιθυμία του, το εκδί δουν όπως τους το παρέδωσε. Ίσως αν ζούσε ο ίδιος, θα έκανε μερικές διορθώσεις.» Καλοκαίρι: Ο Σ. διευθυντής της Β' Πολιτικής Διευθύνσεως του Υπουργείου Εξωτερικών, στην Αθήνα, όπου θα μείνει ώς το 1957. 29 Σεπτ.: To Figaro Litteraire σημειώνει πως ο Σεφέρης έχει κι αυτός πιθανότητες για το Νόμπελ.
1957 Φεβρ.: Στα Ηνωμένα Έθνη για τη συζήτηση του Κυπριακού. Γνωριμία με τον Saint-John Perse. Μάιος: Διορίζεται πρεσβευτής στο Λονδίνο, όπου θα μείνει ώς το 1962. Δεύτερη, σχεδόν διπλάσια έκδοση του βιβλίου του Α. Καραντώνη, Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης.
1958 Δημοσιεύεται στην Καινούρια Εποχή η μελέτη του Αλέξ. Αρ γυρίου «Διάγραμμα εισαγωγής στην ποίηση του Γιώργου Σεφέ ρη» και επιλογή ποιημάτων του από τους Α. Αργυρίου και Γ. Π. Σαββίδη. Ο Σ. εμφανίζεται στη μορφωτική ταινία «Eternal Greece» του Basil Wright.
Από αριστερά Γ. Π. Σαββίδης, Γ. Κατσίμπαλης, Μ. Σεφέρη, Ρόδος (1955)
1959 9 Ιαν.: Παρίσταται σε ανεπίσημο πρόγευμα του King’s College, Cambridge, για τα ογδοντάχρονα του Ε.Μ. Forster. Οκτ.: Ενεργεί για την ανεύρεση των οστών του Κάλβου.
1960 9 Ιαν.: Το Πανεπιστήμιο του Cambridge απονέμει στον Σ. τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα της φιλολογίας.
Κάλβος, 1960 «Είναι απίστευτο πόσα μετατοπίσματα χρειαζόμαστε για να προσεγγίσουμε, κάπως, την αλήθεια.»
α φ ιε ρ ω μ α /4 7
19 Μαρτ.: Ο Σ. φροντίζει για τη μετακομιδή των οστών του Κάλβου στην Ελλάδα. 14 Αυγ.: Παρίσταται στα αποκαλυπτήρια της αναμνηστικής πλάκας του Κάλβου στην εκκλησία του κοιμητηρίου του Λάουθ. 20 Αυγ.: Αναχώρηση του ζεύγους Σεφέρη για διακοπές στην Αθήνα. 3 Σεπτ.: Δημοσιεύεται στον Ταχυδρόμο το «Στο κοιμητήριο του Κάλβου». Εκδίδονται στο Λονδίνο τα Poems σε μετάφρα ση Rex Warner. Δημοσιεύεται στο Panorama Moderner Lyriker γερμανική μετάφραση του «Ελένη» από τον J. W. Rieger. Δη μοσιεύεται στην Antologuia na novata gretzka poesia, Σόφια, βουλγαρική μετάφραση τεσσάρων ποιημάτων του Σ.
1961 3 Μαρτ.: Το βραβείο Foyle απονέμεται στον Σ. (για πρώτη φο ρά σε ξένα ποιήματα). 23 Ιουλ.: Ανάγνωση ποιημάτων του Σ. στο Mermaid Theatre του Λονδίνου, σε αγγλική μετάφραση και (από τον ίδιο) ελλη νικά. Αύγ.: Επιστροφή στην Ελλάδα για διακοπές, πρώτα στους Δελφούς και ύστερα στην Αμοργό. Οκτ.: Δημοσιεύεται στη Revista de la Universidad de Mexico το «Ελένη» σε ισπανική μετάφραση του Jaime Garsia Terres. To βραβείο Guinness απονέμεται στη μετάφραση του Rex Warner «Ο βασιλιάς της Ασίνης». 13 Νοεμβρ.: Πρώτη δημόσια εκτέλεση των «Επιφανίων» του Μίκη Θεοδωράκη πάνω σε τέσσερα ποιήματα του Σεφέρη.
1962 Ιαν.: Εκδίδεται ο τόμος Για τον Σεφέρη, τιμητικό αφιέρωμα στα τριάντα χρόνια της «Στροφής», με επιμέλεια Λέων. Ζενάκου και Γ.Π. Σαββίδη, ο οποίος είχε και την πρωτοβουλία για την έκδοση. Πολλές και ενδιαφέρουσες συνεργασίες. Φεβρ.: Δημοσιεύεται στο The London Magazine απάντηση του Σ. στην έρευνα «Ποίηση 1962». Απρ.: Κυκλοφορεί η τρίτη έκδοση των Ποιημάτων από τον «Ίκαρο». Αύγ.: Ο Σ. επιστρέφει οριστικά στην Αθήνα και εγκαθίσταται στο σπίτι της οδού Άγρας 20. Οκτ.: Εκδίδεται στη σειρά του «Γαλαξία» Ο Ερωτόκριτος του Κορνάρου, με εισαγωγή το δοκίμιο του Σ. Νοέμβρ.: Εκδίδονται σε γερμανική μετάφραση Ισιδώρας Ro senthal - Καμαρινέα οι Δελφοί. Το ελληνικό κείμενο δημοσι εύεται στον Ταχυδρόμο 10 και 17 Νοεμβ. Δεκ.: Δεύτερη, αυξημένη έκδοση των Δοκιμών από τον οίκο Φέξη. Έκδοση των Poesie σε γερμανική μετάφραση του Chri stian Enzensberger.
1963 Μάιος: Σύμβουλος του περιοδικού Εποχές έως τον Μάρτιο του 1966. Οκτ.: Βραβείο Νόμπελ για τη λογοτεχνία. Δεκ.: Δημοσιεύονται στις Εποχές «Τέσσερα ποιήματα». Ταξίδι στη Στοκχόλμη για την απονομή του βραβείου. Ομιλία με θέμα «Quelques points de la tradition grecque modernc».
Απονομή του διπλώματος και του μετάλλιου για το βραβείο Nobel (1963)
Ομιλία στη Στοκχόλμη, 1963 [...] «Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται κάθε τι ζωντανό αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Αλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης, είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη.»
4 8 /α φ ιε ρ ω μ α
1964 16 Απρ.: Επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με εισήγηση των καθηγητών Λί νου Πολίτη και Βασ. Τατάκη. Ομιλία του Σ. με θέμα «Η γλώσ σα στην ποίησή μας». Μάιος: Δημοσιεύονται στο Παρίσι τα Poimes (1933-1955), σε μετάφραση Jacques Lacarriere και Egerie Mavraki, πρόλογο του Yves Bonnefoy και επίλογο Gaetan Picon. Ιούν.: Δημοσιεύεται στις Εποχές το «Παραλλαγές πάνω στο βι βλίο», ομιλία που έκανε ο Σ. στη Βαρκελώνη τον Σεπτ. του 1964. (Η ομιλία έγινε στα γαλλικά και την ελληνική μετάφραση έκανε ο Γ.Π. Σ[αββίδης]). Εκδίδεται από τον «Ίκαρο» το Φο νικό στην εκκλησιά του Θ. Σ. Ελιοτ, μεταφρασμένο από τον Σ. Κυκλοφορεί το βιβλίο του Ι.Α. Σαρεγιάννη Σχόλια στον Καβάφη με πρόλογο του Σ.
1965 Φεβρ.: Δημοσιεύεται στις Εποχές το «Θ.Σ. Έ[λιοτ]. Σελίδες από ένα ημερολόγιο», με αφορμή το θάνατο του Άγγλου ποιη τή. Μάρτ.: Τυπώνεται το Άσμα Ασμάτων σε μετάφραση Γ. Σεφέρη και ξυλογραφίες Α. Τάσσου, σε 465 αντίτυπα, καλλιτεχνική έκδοση σπάνια σήμερα. Απρ.: Εκδίδονται από τον «Ίκαρο» οι Αντιγραφές. Ιούν.: Επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Princeton. Νοέμβρ.: Συνάντηση στην Αθτ-'α με τον Ezra Pound. Τυπώνονται τα Ποιήματα, σε «...τη έκδοση, με ζωγραφικά σχό λια του Γιάννη Μόραλη· είναι έκδοση καλλιτεχνική σε 300 α ντίτυπα. Δεκ.: Δημοσιεύεται στην Ιταλία, με επιμέλεια του F.M. Pontani, μια επιλογή από τις Δοκιμές και άλλα πεζά κείμενα του Σ. με τον τίτλο Le parole e i marmi. Εκδίδεται από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης το: Ο Γ. Σεφέρης επίτιμος διδάκτωρ της φιλοσοφικής σχολής· περιέ χει τα κείμενα που σχετίζονται με την αναγόρευσή του. (Βλ. έτος 1964).
Ο Γ.Σ. στην αυλή του σπιτιού του (1965)
1966 Μάρτ.: Δημοσιεύεται στις Εποχές «Ο άλλος κόσμος» (Από τις μέρες του 1950). Ιούν.: Επίτιμο μέλος της American Academy of Arts and ScienΝοέμβρ.: Δημοσιεύεται στην Αμερ,κή μια επιλογή από τις Δο κιμές με τον τίτλο On the Greek style, Selected Essays in Poetry and Hellenism, με μια εισαγωγή του Rex Warner, που έχει κά νει και τη μετάφραση, σε συνεργασία με τον Θ.Δ. Φραγκόπουλο. Δημοσιεύεται στις Εποχές το «Στα 700 χρόνια του Δάντη»· κεί μενο ομιλίας που δόθηκε στο Πανεπιστήμιο της Θεσ/νίκης (12 Μαΐου) και επανελήφθη στο Βρετανικό Συμβούλιο Αθηνών (18 Οκτ.). Δεκ.: Κυκλοφορούν στην Αθήνα τα Τρία κρυφά ποιήματα, από τα τυπογραφικά εργαστήρια του Γαλλικού Ινστιτούτου, σε 2050 αντίτυπα. Εκδίδεται από τον «Ίκαρο» Η αποκάλυψη του Ιωάννη, μετα γραφή Γιώργου Σεφέρη μαζί με το πρωτότυπο.
Νοέμβρης 1966 [...] «Τις προάλλες ένας μεσόκοπος λογοτέχνης μου έφερε να υπογράψω ένα μανιφέστο. Αρνήθηκα. “Θ’ αφήσουμε λοιπόν να γίνει η δικτατορία;” με ρώτησε. Του είπα: “Η δικτατορία θα είναι η χαριστική βολή για τον τόπο. Αλλά πιστεύω πως τις δικτατορίες δεν τις σταματούν μανιφέστα διανοουμένων”. Η αποστροφή που αισθάνομαι για τους ελλαδικούς κομματικούς τρόπους είναι ανείπωτη. Κι επειδή το καθετί έχει γίνει εκμεταλλεύσιμο κομματικά, δεν εννοώ να κάνω τίποτε που θα μπορούσε να ενισχύσει αυτόν τον ανεκδιήγητο κολλυβισμό. Είναι άραγε τούτο κλείσιμο στον εαυτό μου; Δεν το πιστεύω.»
α φ ιε ρ ω μ α /4 9
Κυκλοφορεί το βιβλίο: Δημήτρης Μητρόπονλός. Η αλληλογρα φία του με την Καίτη Κατσογιάννη, με πρόλογο του Σεφέρη.
1967 Ιαν.: Δημοσιεύεται στις Εποχές «Η συνομιλία με τον Φαβρίκιο», με αφορμή το θάνατο του Γιώργου Θεοτοκά. Δημοσιεύει στο περιοδικό Ο Ταχυδρόμος με το ψευδώνυμο Ιγνάτης Τρελός το δοκίμιο: Οι Ώρες της «Κυρίας Έρσης». 21 Απρ.: Σημειώνει υπαινικτικά στο σημειωματάριό του: «Προκόβουμε καταπληκτικά». Ιούλ.: Εκδίδεται από τον «Ίκαρο» με φροντίδα και σημειώμα τα του Σ., το τεύχος Σήμα, συναγωγή κειμένων του αδελφού του 'Αγγέλου Σεφεριάδη.
1967 «Τα τανκ και τα κανόνια της στρατοκρατίας μαράνανε τα πάντα εκτός από τον χαφιεδισμό.»
1968 Άνοιξη: Ταξίδι στην Ιταλία και συνάντηση με τον Enzo Crea, εκδότη των καλλιτεχνικών εκδόσεων Elefante. To Institute for Advanced Studies του Princeton εκλέγει τον Σ. ως μέλος. Φθινόπωρο: Ταξίδι στην Αμερική, όπου του ζητούν να διδάξει στο Harvard, στην ίδια έδρα που είχαν διδάξει παλιότερα ο Eliot και ο Stravinsky. Ο Σ. αρνείται, τη στιγμή που οι άλλοι Έλληνες λογοτέχνες δεν μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα. (Ανέκδοτες ημερολογιακές σημειώσεις από την παραμονή του Σ. στην Αμερική με τίτλο «Χειρόγραφο Οκτ. ’68» παρουσιάζει στο αφιέρωμά μας ο Παύλος Ζάννας). Δεκ.: Δίνει συνέντευξη στον Edmund Keeley. Κατά το διάστη μα της παραμονής του στην Αμερική, ο ποιητής διαβάζει ποιήματά του στο Harvard, στο Princeton, στο Rutgers, στο Pit tsburgh, στην Washington, στη Νέα Υόρκη. 29 Δεκ.: Επιστροφή στην Ελλάδα.
Στη βιβλιοθήκη τον γραφείον τον στην Αθήνα.
1969 Ιαν.: Δίγλωσση έκδοση στην Αμερική του: Τρία κρυφά ποιήμα τα, σε μετάφραση Walter Kaiser. ■ 29 Μαρτ.: Ο Σ. δίνει στη δημοσιότητα τη Δήλωση με την οποία καταγγέλλει τη δικτατορία. «Μετά τη δήλωση ο Παν. Πιπινέλης, Υπουργός Εξωτερικών της Χούντας, αφαίρεσε από τον Γ.Σ. τον τίτλο του ‘Πρέσβη επί τιμή’ και την χρήση του διπλω ματικού διαβατηρίου, με την υπ’ αρ. Π.7 Σ-5965 πράξη του, με αιτιολογικό πως η δήλωση του Γ.Σ. εκπέμφθηκε από σοβιετι κούς και άλλους σταθμούς της Ανατολικής Ευρώπης, και απο τελούσε έτσι ‘αντεθνική προπαγάνδα’» (Πολιτικό ημερολόγιο Β ' , επιμέλεια Αλεξ. Ξύδης). Κυκλοφορεί στην Αγγλία ο τόμος Collected Poems (1924-1955) σε δίγλωσση έκδοση και σε μετάφραση Edmund Keeley και Philip Sherrard.
1970 Δημοσιεύονται στα Δεκαοκτώ κείμενα «Οι γάτες τ’ Αη Νικό λα». Δημοσιεύεται αγγλικά το «Προλόγισμα» στη Μουσική ποιητική του Igor Stravinsky. Φεβρ.-Μάρτ.: Πολλά δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο και αρκετές εκδόσεις για τα 70χρονα του ποιητή: Ο Λίνος Πολίτης τυπώνει στη Θεσ/νίκη, εκτός εμπορίου, τη μελέτη του: Ενάργεια και κατάφαση στην ποίηση του Σεφέρη· ο Ξενοφών Κοκόλης το: Πίνακας λέξεων των ποιημάτων του Γ. Σεφέρη· ο Peter Levi το: Ο τόνος της φωνής τον Σεφέρη (σε μετάφραση Στρ. Τσίρκα) και ο F.M. Pontani και οι μαθητές του στο Πανε-
28 Μαρτίου 1969 [...] «Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει αναπότρεπτη στο τέλος...»
5 0 /α φ ιε ρ ω μ α
πιστήμιο της Πάντοβας κυκλοφορούν το' Omaggio a Seferis, αφιερώνοντάς το στον «διδάσκαλο τέχνης και τίμιας ζωής». Περιλαμβάνει μεταφράσεις ποιημάτων, μελετήματα και βιβλιο γραφία. Γράφει το «“Γλώσσες” στον Αρτεμίδωρο τον Δαλδιανό» για τον Ιταλό εκδότη Enzo Crea. Πρώτη ελληνική δημοσίευση στα Κυπριακά Χρονικά, καλοκαίρι 1970. Στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύονται τον Νοέμβρ.-Δεκ. τα «Ξεστρατίσματα από τους ομηρικούς ύμνους», δοκίμιο του Σ. ανέκδοτο στα ελληνικά που είχε μπει ως πρόλογος της ιταλικής μετάφρασης των Ομηρικών Ύμνων από τον F.M. Pontani.
1971 7 Φεβρ.: «Πάντα πλήρη θεών» (Η τελευταία δοκιμή του Σ.). 31 Μαρ.: Γράφει το τελευταίο του ποίημα «Επί ασπαλάθων». 11 Μαΐου: Τελευταία ημερολογιακή εγγραφή του Σ. για το Κυ πριακό (βλ. άρθρο Μιχ. Πιερή). 22 Ιουλίου: Μπαίνει στον «Ευαγγελισμό». Χειρουργείται στο δωδεκαδάκτυλο. 27 Αυγ.: Δημοσιεύεται στην παρισινή εφημερίδα Le Monde (η τελευταία) συνέντευξή του με την Anne Philipe. (Πρώτη ελλη νική δημοσίευση «Το Βήμα», 29 Αυγ. 1971). Πεθαίνει στις τρεις το απόγευμα στις 20 Σεπτεμβρίου. Η κη δεία του, που έγινε στις 22 Σεπτεμβρίου, πήρε το χαρακτήρα πάνδημης αντιδικτατορικής εκδήλωσης.
Για τη σύνθεση του Χρονολογίου στηρίχτηκα κυρίως στο θεμελιακό μέχρι σήμερα Σχεδίασμα Χρονολογίας Γιώργον Σεφέρη (1873-1962) του Γ.Π. Σαββίδη, Αθήνα 1963 (Ανάτυπο, με προσ θήκες και διορθώσεις, από τις Εποχές, τεύχος 8, Δεκ. 1963). Για τα χρόνια 1963-1971 πήρα στοιχεία: 1. Από τη Χρονολογία Γ. Σεφέρη, των Π.Α. Ζάννα και Κωστή Σκαλιόρα· περιέχεται στον κατάλογο της Έκθεσης που έγινε τον Νοέμβριο του 1979 στην Εταιρεία Σπουδών της Σχολής Μωραΐτη. 2. Από τον Mario Vitti: Φθορά και λόγος· εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργον Σεφέρη. Βιβλιοπωλείον της “Εστίας” , 1978. Στοιχεία Χρονολογίας. Η ξωή και το έργο του Σεφέρη, σελ. 255-262. 3. Από τον κατάλογο του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέξης «Μια περιδιάβαση», Έκθεση για τη ζωή και το έργο του Γιώργου Σεφέρη (1900-1971), που έγινε στην Πύλη της Αμμοχώστου 24 Μαίου - 8 Ιουνίου 1984. Η φροντίδα της έκθεσης και η σύνταξη του καταλό γου είναι του Ε.Χ. Κάσδαγλη. Αρκετά στοιχεία άντλησα ακόμα: 1. Από τα Ημερολόγια του ποιητή με τον γενικό τίτλο Μέρες (Α ' Β', Γ', Δ ', Ε') και Πολιτι κό Ημερολόγιο, A ' Β '. 2. Από την Εργογραφία Σεφέρη 1931-1979, του Δημήτρη Δασκαλόπουλου. Ελληνικό Λογο τεχνικό και Ιστορικό· Αρχείο. Αθήνα, 1979. 3. Από το βιβλίο της Ιωάννας Τσάτσου «Ο αδελφός μου Γιώργος Σεφέρης». Βιβλιοπωλείον της “Εστίας” , Αθήνα, (1973).
α φ ιε ρ ω μ α /5 1
Γιώργος Σεφέρης Χφο Οκτ. ’68 Έ να ανέκδοτο σχεδίασμα του Γ. Σεφέρη Παρουσίαση και σημειώσεις: Π.Α. Ζάννας
Το Γενάρη του 1967 ο Γιώργος Σεφέρης δημοσίευσε στο περιοδικό Εποχές ένα κείμενο στη μνήμη του Γιώργου Θεοτοκά με τίτλο Η συνομιλία με τον Φαδρίκιο} Ή ταν ένα κείμενο αποκαλυπτικό, γιατί φανέρωνε κάποιες από «τις πολιτικές [του] ροπές» αλλά και πόσο ήταν «απαυδισμένος για τά πολιτικά της πατρίδας μας», λίγους μήνες πριν από την 21 Απριλίου 1967. Παρέπεμπε όμως και σε μια παλαιότερη κρίσιμη για τον τόπο περίοδο (1940-1941): «Σ’ ένα κοντοστάσιμο της ζωής μου, Τράνσβαλ ’41, κάθησα να κάνω έναν έλεγχο της πολιτικής συνείδησής μου, έπειτα από κάμποσα δύσκολα χρόνια.»2 Και ο Σεφέρης παραθέτει μια παράγραφο από το κείμενο που μας είναι τώρα γνωστό με τον τίτλο Χειρόγραφο Σεπ. ’41 και πρωτοδημοσιεΰτηκε το 1972, μετά το θάνατο του ποιητή.3 Από τότε ώς σήμερα έχουν δημοσιευτεί τα ημερολόγια (Μέρες) του Σεφέρη που καλύπτουν σε πέντε τόμους την περίοδο 1925-19514 και που θα συμπληρωθούν με τις μέρες της τελευταίας εικοσαετίας της ζωής του. Παράλληλα δημοσιεύτηκαν δύο τόμοι από το Πολιτικό Ημερολόγιο του Σεφέρη της περιόδου 1935-1944 και 1945-1947, 1949, 1952.5
5 2 /α φ ιε ρ ω μ α
ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ που δημοσιεύεται για πρώτη φο ρά εδώ6 πρέπει να συσχετιστεί τόσο με το Χειρό γραφο Σεπ. ’41, στο οποίο παραπέμπει αμέσως ο τίτλος του, όσο και με τη Συνομιλία με τον Φαβρίκιο, που μνημονεύεται ρητά· αλλά και με τις (ανέκδοτες ακόμη) Μέρες του 1967 και του 1968,7 που σελίδες τους έχουν ενταχθεί σ’ αυτό το χειρόγραφο το οποίο ο Σεφέρης χρονολογεί με ακρίβεια και το οποίο έτσι τοποθετείται στη διάρκεια της παραμονής του ποιητή στο εξωτε ρικό, μακριά από την «Ελλάδα των Ελλήνων Χριστιανών». Το 1968 ο Σεφέρης δέχτηκε την πρόσκληση του Ινστιτούτου Προχωρημένων Σπουδών του Prin ceton να παραμείνει εκεί ως εταίρος του Ινστι τούτου για μια τρίμηνη περίοδο. Ήταν η πιο μα κρόχρονη επίσκεψή του στις Ηνωμένες Πολι τείες. Έφθασε, μαζί με την κυρία Μαρώ Σεφέρη, τη νύχτα της 26 προς την 27 Σεπτεμβρίου, και αναχώρησε από τη Νέα Υόρκη, για να επι στρέφει στην Αθήνα, στις 29 Δεκεμβρίου 1968. Ένα χρόνο νωρίτερα ο Σεφέρης είχε αρνηθεί πρόσκληση του Franklin L. Ford, κοσμήτορα της Σχολής Τεχνών και Επιστημών του Πανεπιστη μίου του Harvard, να δεχθεί «έναν ετήσιο διορι σμό ως καθηγητής της ποιήσεως της έδρας Char les Eliot Norton, για το ακαδημαϊκό έτος 19691970 με μισθό 28.000 δολλάρια» και είχε εξηγή σει τους λόγους της άρνησής του.9 Στο τρίμηνο του 1968 ο Σεφέρης περιορίστηκε στη μελέτη και το γράψιμο, αλλά δέχτηκε να πραγματοποιήσει «μια σειρά αναγνώσεις ποιη μάτων -στο Harvard, στο Princeton, στο Rutgers, στο Pittsburgh, στη Washington και στο Ποιητικό Κέντρο του ΥΜΗΑ, στη Νέα Υόρκη».10 Για την περίοδο αυτή, και πιο γενικά για την περίοδο της δικτατορίας, διαθέτουμε τα πρόχει ρα προσωπικά ημερολόγια και τις μικρές ετήσιες «ατζέντες» που κρατούσε ο Σεφέρης. Στις «ατζέντες» καταγράφονται σχεδόν μονο λεκτικά οι προγραμματισμένες συναντήσεις ή με τακινήσεις, κάποια πληροφορία χρήσιμη ή κά ποιο σχόλιο. Έτσι λ.χ. την 21 Απριλίου 1967 υπάρχει μόνο η εγγραφή: «Προκόβουμε κατα πληκτικά!» Το προσωπικό ημερολόγιο αποτελείται από λυτά διάτρητα φύλλα (με διαστάσεις συνήθως 15.3 X 10 εκατοστά) που μπορούν να τοποθετη θούν σε ειδικό μπλοκ με σκληρό μαύρο δέσιμο ή και να αφαιρεθούν για να μεταφερθούν αλλού. Τα φύλλα αυτά αποτελούσαν τη βάση όχι μόνο για το πιο αναπτυγμένο ημερολόγιο (τις Μέρες) αλλά και για κάθε άλλο κείμενο που ίσως να ξε κινούσε από τις πρώτες αυτές σημειώσεις. Τότε, μεταφέροντας τις σημειώσεις σε λυτά φύλλα με γαλύτερου σχήματος (συνήθως 18 x 22.8 εκατο στά), άλλοτε αντιγράφοντάς τες κι άλλοτε κολ λώντας τα μικρότερα φύλλα στα πιο μεγάλα, άρ
χιζε η κοπιαστική δουλειά με τις πολλαπλές γρα φές, διαγραφές και διορθώσεις, που θα μπορού σαν να καταλήξουν σ’ ένα δαχτυλόγραφο , που κι αυτό θα δεχόταν άλλες πολλές διορθώσεις πριν φτάσει στο τυπογραφείο. Για την περίοδο 1967-1971 διαθέτουμε δύο μπλοκ με φύλλα μικρών διαστάσεων που αποτε λούν τα ημερολόγια του Σεφέρη για τα χρόνια αυτά. Το πρώτο έχει την ένδειξη «Ημερολόγιο 1967 1968» και καλύπτει την περίοδο 22.2.67 ώς 29.12.68. Το δ ύτερο αρχίζει με μια εγγραφή του Αυγούστου 1968 (που μαζί με άλλη μία της 9.9.68 είναι οι μόνες που θα έπρεπε λογικά ν βρίσκονται στο προηγούμίενο μπλοκ) και καλύ πτει κυρίως το 1969 και τα δύο επόμενα χρόνια, για να κλείσει με την εγγραφή της 11.5.71 που είναι η τελευταία ημερολογιακή εγγραφή του Σε φέρη (αναφέρεται αποκλειστικά στην υπόθεση της Κύπρου). Για την παραμονή του Σεφέρη στο Princeton υπάρχουν, στο πρώτο απ’ τα δύο αυτά «ημερο λόγια», έντεκα εγγραφές, ένα σχέδιο επιστολής προς το γερουσιαστή Eugene McCarthy και άλ λες σημειώσεις (ένα σύνολο από 61 φύλλα) που καλύπτουν την περίοδο 2.10.68 - 29.12.68 Το Χφο Οκτ. ’68 είναι ανεξάρτητο από τις ημερολογιακές αυτές εγγραφές και σημειώσεις, προσδιορίζεται από τον τίτλο του αλλά και το μέγεθος των φύλλων στα οποία είναι γραμμένο. Στο Χφο. Οκτ. ’68 ο Σεφέρης έχει μεταφέρει ημερολογιακές εγγραφές της ίδιας περιόδου (της 26.10.68,11 τοποθετημένες μάλιστα πριν από την εγγραφή της 20.10.68), ή παλαιότερες (της 28 και 29 Απριλίου 1967) καθώς και ξένα κείμενα και αποσπάσματα άρθρων εφημερίδων, που αντέ γραψε ο ίδιος, ή και αποκόμματα. Ό ,τι έγραψε ο Σεφέρης απ’ ευθείας στα φύλλα του μεγαλύτε ρου σχήματος δεν έχουν καμία ημερολογιακή έν δειξη, κι έτσι μπορούμε να υποθέσουμε πως γρά φτηκαν ειδικά για το Χφο Οκτ. ’68, που κλείνει με ένα ολοκληρωμένο ποίημα, καθαρογραμμένο και χρονολογημένο με ακρίβεια: Χριστούγεννα 1968, το τέλος της διαμονής του Σεφέρη στο Prin ceton. Οι συγγένειες που υπάρχουν και οι συσχετι σμοί που μπορούν να γίνουν ανάμεσα στο Χφο Οκτ. ’68 και το Χειρόγραφο Σεπ. ’41 ξεκινούν βέβαια από τον παράλληλο τίτλο αλλά προχω ρούν πολύ βαθύτερα. Ό πω ς και στην περίπτωση του κειμένου του 1941 έτσι κι εδώ πρόκειται για ένα «κοντοστάσιμο» της ζωής του Σεφέρη: μακριά τότε από την κατεχόμενη Ελλάδα (γεγονός που μνημονεύεται και εξηγείται στο κείμενο του 1968) και σχεδόν εξόριστος στην Πρετόρια της Νότιας Αφρικής, -μακριά και τώρα από την κατοχή της δικτατο ρίας, αλλά τούτη τη φορά προσωρινά μακριά
α φ ιε ρ ω μ α /5 3
από τον τόπο του κι αποφασισμένος να ξαναγυρίσει. Τότε όπως και τώρα ο Σεφέρης ανοίγει ένα διάλογο με κάποιο μελλοντικό αναγνώστη, για να του προσφέρει μια προσωπική εξομολό γηση και μια εξήγηση της πολιτικής του στάσης, για να του επιτρέψει να γνωρίσει κάποτε τις σκέ ψεις του και πώς οδηγήθηκε σ’ αυτές (τελικά και πού τον οδήγησαν αυτές οι σκέψεις). «Έγραψα αυτές τις σελίδες χωρίς άλλο σκοπό παρά να βάλω τάξη στη συνείδησή μου», ση μειώνει ο Σεφέρης το 1941.12 Τα ίδια λόγια ισχύουν και το 1968. Μόνο που τώρα η σκέψη του Σεφέρη δεν έχει την παλαιότερη διαφάνεια. Ίσως γιατί το κείμενο δε δουλεύτηκε, είναι μια πρώτη συγκέντρωση υλικού, συχνά ετερόκλητου, με αλλού κάποιες νύξεις μόνο κι αλλού μια σκέ ψη πιο ολοκληρωμένη. Και είναι ένα κείμενο που πάνω του βαραίνει η ηλικία, όπως ομολογεί ο ίδιος ο Σεφέρης. Γράφοντας το Χφο Οκτ. ’68 ο Σεφέρης παρα πέμπει μόνο στην ήδη δημοσιευμένη Συνομιλία με τον Φαβρίκιο. Και από μιαν άποψη το και νούριο κείμενο αποτελεί συνέχεια, προέκταση της Συνομιλίας και καλύπτει έτσι τη διετία 19671968. Στη Συνομιλία (γραμμένη το Νοέμβρη 1966) ο Σεφέρης απαντά, όταν του επισημαίνουν τον κίνδυνο της δικτατορίας, «η δικτατορία θα είναι η χαριστική βολή για τον τόπο. Αλλά πιστεύω πως τις δικτατορίες δεν τις σταματούν μανιφέ στα διανοουμένων».13 Η «χαριστική βολή» δόθη κε έξι μήνες αργότερα και ύστερα από άλλον ενάμιση χρόνο ο Σεφέρης δεν μπορεί να μην τη σχολιάσει. Και δεν μπορεί να μην απαντήσει σε όσους του προσάπτουν πως δεν πήρε θέση με κά ποια «μανιφέστα διανοουμένων». Πρέπει στο σημείο αυτό να τονιστεί πως το Χφο Οκτ. ’68 είναι ένα πρόχειρο κείμενο, είναι σημειώσεις, σκέψεις, στίχοι που καταγράφονται για να μπορέσουν κάποτε να διατυπωθούν πλη ρέστερα, πιο συγκροτημένα, πιο καθαρά. Είναι ένα σχεδίασμα που, καθώς φαίνεται, ο Σεφέρης δεν το ξαναπήρε στα χέρια του. Το Χφο Οκτ. ’68 πρέπει όμως να κοιταχτεί και σε σχέση με όσα ακολούθησαν. Ο Σεφέρης επι στρέφει στην Αθήνα στο τέλος του χρόνου. Στην τελευταία του ημερολογιακή εγγραφή από το Princeton διαβάζουμε: «29 Δεκ. 1968 πρωί. -Χτές πρωί: ό τελευταίος σκίουρος πάνω στό χιόνι. Τελείωσε ή έδώ περιοδεία· ήρθαμε σ’ αύτό τό σπίτι τού Princeton N.J. (11 Hardin Road) τή νύχτα τής 26 πρός 27 Σεπ. Τό καλύτερο τρίμηνο τού χρόνου· αύτό καί ό μήνας στοΰ Βιτσέντσου1* στή Ρώμη. Διαπιστώνω τώρα άνάγκη νά ταξιδεύω στό έξωτερικό, άφοΰ δέν μπορώ πιά νά μιλώ στόν τόπο μου. Τελευταία μου προηγούμενη
όμιλία στό Κάστρο, στήν Κρήτη, άρχές ’Απρίλη ’67. Έδώ έξι όμιλίες. Εϊταν κάπως σάν τούς άστροναύτες πού βλέπουν γιά πρώτη φορά τό άγνωστο πλευρό τής σελήνης (σκόπιμα άποφεύγω τήν έκφραση τό σκοταδερό πλευρό. Αύτό τό πλευρό μπορεί νά είναι στήν περίπτωσή μου τό «φωτεινότερο»). Στενά, τό πράγμα πού μ’ ένδιέφερε σ’ αύτές τίς όμιλίες είναι οί δυνατότητες τής άγραφης, τής αύθόρμητης όμιλίας [...].» Ο Σεφέρης παίρνει και πάλι, στο κείμενο αυτό τουλάχιστο, τις αποστάσεις του από τα πολιτικά πράγματα. Όταν όμως επιστρέφει στην Αθήνα η στάση του αλλάζει, κάτι έχει πια ωριμάσει. Πα ραθέτω κάποια στίγματα της πορείας του ώς το θάνατο. 5.2.69 Ολοκληρώνει τις Γάτες τ’ Ά ιΝικόλα. 28.3.69 Δήλωση του Σεφέρη κατά της δι κτατορίας.
5 4 /α φ ιε ρ ω μ α
Ιούνιος 1969. Ταξίδι στην Ιταλία. 1.2.70 «Γλώσσες» στον Αρτεμίδωρο τον Δ αλδιανό. Μάης 1970 Ίππιος Κολωνός Ιούλιος 1970 Κυκλοφορούν τα Δεκαοχτώ Κείμε να που περιλαμβάνουν τις Γάτες τ’ Άι-Νικόλα. Την ίδια εποχή η κυ βέρνηση αρνείται να ανανεώσει το διπλωματικό διαβατήριο του Σεφέ 7.2.71 31.3.71 11.5.71 26.5.71 15.6.71 22.7.71 20.9.71
ρη·
.«Πάντα πλήρη θεών» (η τελευταία δοκιμή του Σεφέρη). «Επί ασπαλάθων....» (το τελευταίο ποίημα του Σεφέρη). Τελευταία ημερολογιακή εγγραφή του Σεφέρη. Η τελευταία συνέντευξη του Σεφέ ρη, στην Anne Philippe. Η κιβωτός τον Νώε (άρθρο γραμ μένο γαλλικά, δημοσιεύεται στο Fi garo Litt£raire της 9.7.71). Ο Σεφέρης μεταφέρεται στον «Ευαγγελισμό». Θάνατος του Γιώργου Σεφέρη.
Σ’ ένα άρθρο του με τίτλο «Οι δισταγμοί του Σεφέρη» ο Κώστας Ταχτσής αναρωτήθηκε «τι ήταν αυτό που τον έκανε τελικά να πάρει την απόφαση να μιλήσει» (να κάνει δηλαδή τη δήλω ση τις 28 Μαρτίου 1969) κι έδωσε την ακόλουθη απάντηση: «Το ταξίδι του στην Αμερική έπαιξε αναμφισβήτητα σημαντικό ρόλο. Οι επιθετικές ερωτήσεις μερικών ξένων φοιτητών για τη στάση του απέναντι στο στρατιωτικό καθεστώς, πρέπει να τον έβαλαν σε μεγάλη σκέψη αλλά συγχρόνως τον βοήθησαν να συνειδητοποιήσει την ίδια του τη δύναμη, και συνεπώς το χρέος που του υπα γόρευε. Αλλά κι η γεωγραφική απόσταση κα θαυτή, πρέπει να τον βοήθησε πολύ. Από μα κριά είδε πιο ανάγλυφα και σ’ όλη του την ανατριχιαστική καθαρότητα το κακό που γινόταν στη χώρα του. Η αηδία του για κάθε λογής κα κώς κείμενα, παραχώρησε έτσι τη θέση της σ’ έναν απέραντο οίκτο για ολόκληρη τη φυλή».15 Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται, νομίζω, από την ανάγνωση του Χφον Οκτ. ’68, όπως και η άλλη διαπίστωση του Κώστα Ταχτσή πως η δήλωση (η «χειρονομία») του Σεφέρη πραγματοποιήθηκε «ύστερα από πολλή σκέψη κι εσωτερικό αγώνα -γ ι’ αυτό και σε μια πιο πρόσφορη στιγμή παρ’ ότι αν είχε μιλήσει απ’ την αρχή....» Αυτή την «πολλή σκέψη» και τον «εσωτερικό αγώνα» πιστεύω πως φανερώνει, ώς ένα σημείο, το Χφο Οκτ. ’68. Ως ένα σημείο μόνο, γιατί ο Σεφέρης δεν καταγράφει ποτέ όλες του τις σκέ ψεις, καθώς διαμορφώνονται. Μπορεί να κατα γράφει κάποιες φράσεις που δεν πρέπει να ξεχαστούν, οι σκέψεις του όμως που γράφονται πάνω
στο χαρτί είναι πολύ πιο κατασταλαγμένες, πε ρασμένες από αυτή την αδιάκοπη εσωτερική επε ξεργασία. Είναι φανερό όμως πως το πιο ξεκάθαρο, το πιο δουλεμένο κομμάτι του Χφον Οκτ. ’68 είναι η κατάληξη, το ποίημα, που χρειάστηκε έξι περί που μήνες για να βρει την τελική του μορφή. Και ίσως το ποίημα να επισημαίνει την πρόθεση του Σεφέρη να προχωρήσει στην πραγματοποίηση της «χειρονομίας» του. Πρέπει, ωστόσο, να επισημανθούν και κά ποιες επίμονες ιδέες, κάποιες σταθερές, που από το 1941 ώς το 1968 προσδιορίζουν τις απόψεις του Σεφέρη για τα πολιτικά μας πράγματα. Πρώτ’ απ’ όλα ένα αίσθημα «μεγάλης αηδίας» για την πολιτική ζωή του τόπου. Και μιας ανη συχίας «για την καταπληκτική διαφορά του λαού και της συντεχνίας των αρχόντων του, σ’ όποιο κόμμα κι αν ανήκουν».16 «Η αποστροφή που αι σθάνομαι για τους ελλαδικούς κομματικούς τρό πους είναι ανείπωτη».17 Η αποστροφή αυτή εί ναι διάχυτη και στο κείμενο του 1968. Σε συνάρτηση μ’ αυτό το αίσθημα τονίζονται δυο άλλες πληγές .του τόπου: η ρητορεία και ο χαφιεδισμός. Στη Συνομιλία γίνεται λόγος για «τη δυσφορία που μας έδιναν ο εξευτελισμός.κάθε άξιου και τίμιου πράγματος από τις ελεεινές ρητορείες μας».18 Και τα δείγματα γραφής των αρχηγών της Απριλιανής δικτατορίας αυτή την άθλια ρη τορεία καταγγέλλουν, επισημαίνοντας ταυτόχρο να πως οδηγούν στον ξεπεσμό της παιδείας και στην καταστροφή της γλώσσας. Ο χαφιεδισμός επισημαίνεται το 1941 σε σχέση με τον Μεταξά: «Είχε προαγάγει ανάμεσα στην παρέα του την περιφρόνηση και το φόβο της ανεξάρτητης γνώμης, τη χλεύη για την ελευθε ρία, τη συνήθεια των μεθόδων του αστυνομικού κρατητηρίου, το χαφιεδισμό·...»1® Το 1967 «τα τανκ και τα κανόνια της στρατοκρατίας μαράνα νε τα πάντα, εκτός από το χαφιεδισμό», διαπι στώνει ο Σεφέρης. Kt αλλού σημειώνει πως ο τό πος, έτσι που τον κατάντησαν, «έχει βαλθεί να γεννά χαφιέδες, καταδότες...» Κι απέναντι σ’ αυτές τις πικρές, απελπισμένες διαπιστώσεις, η συνείδηση πως δεν μπορεί, ο ίδιος ο Σεφέρης, να έχει «κανέναν πολιτικό σύν τροφο» συνδυάζεται με τη σκέψη πως στην Ελ λάδα (κι όχι στο εξωτερικό) πρέπει να παραμεί νουν «άνθρωποι που γνώρισαν τις σημερινές συνθήκες και είναι σε θέση να τις κρίνουν πραγ ματικά», για «να υπάρξουν άνθρωποι που σκέ πτονται προτού κάνουν ή πούνε κάτι.» Το Χειρόγραφο Σεπ. ’41, Η συνομιλία με τον Φαβρίκιο και το Χφο Οκτ. ’68 εντάσσονται σε μια συνέχεια, στην ίδια προσπάθεια αναζήτησης μιας τάξης στη συνείδηση του ποιητή. Μόνο που αυτή τη φορά η κατάληξη δεν είναι η ίδια απελ
α φ ιε ρ ω μ α /5 5
πισμένη διαπίστωση πως «είμαστε ο τόπος των αστόχαστων πολιτικών πράξεων.» Η κατάληξη (προσωρινή ίσως, αλλά γι’ αυτό όχι λιγότερο ση μαντική) σ’ αυτό το κείμενο, είναι ένα ποίημα, 0 που κλείνει με μια ερώτηση-καταγγελία. Κάποι οι είναι ένοχοι γι’ αυτό το φονικό των λέξεων. Ο Σεφέρης δεν περιμένει απάντηση. Την απάντηση θα τη δώσει ο ίδιος τρεις μήνες αργότερα με τη
Δήλωσή του που ωρίμασε σιγά σιγά στη διάρκεια της τρίμηνης παραμονής του στην Αμε ρική και καθώς σχεδίαζε αυτό το ακατάστατο ακόμη και αινιγματικό Χφο Οκτ. ’68. 2 Φεβρουάριον 1986 Π.Α. ΖΑΝΝΑΣ
Χ φ Οκτ. 1968 21 (Σά[66ατο] Τ’ Ά η Δημήτρη). Βρίσκομαι, πάει ένας μήνας, στό σημείο X τοϋ κόσμου, μιά όαση, μέσα σέ μιάν όαση, μέσα σέ μιάν όαση, όπως έλεγε χτές, ένας μαθηματικός. Τό σπίτι μας καί τό γραφείο μου είναι μέσα στό δάσος· τριγύρω άλλα τέτια σπιτάκια άνθρώπων τής μελέτης· κανένα δέν έχει περισσότερα από δυό πατώματα. Στό βάθος πέρα άπό ένα χωράφι -παίρνω κάθε πρωί τό μονοπάτι του- ή μικρή βιβλιοθήκη, περισσότερο πλούσια παρά 6,τι μού χρειάζεται, καί πέρα 25 λεπτά τής ώρας μέ τά πόδια ή Πανεπιστημιούπολη τοϋ Princeton γεμάτη φοιτητές - γένεια καί κορίτσια μέ πολύ κοντά φουστάνια. Ποιό πέρα άκόμη ή βοή ή νοερά άκουσμένη τής άπέραντης ’Επικράτειας σέ κατάσταση πυρετού (περιμένουμε έκλογές στίς 5 τοϋ έρχόμενου μήνα). Βλέπω λίγα άπ’ όλα αύτά: λίγες ματιές στήν τηλεόραση φίλου - έμείς δόξα στό Θεό, δέν έχουμε τέτιο φονικό μηχάνημα -. Δέν πήγα άκόμη ούτε μιά φορά στή Νέα Ύόρκη. Τίς προάλλες μέγας τρανταγμός μάς έφερε κοντά στόν τόπο: γάμος τού ’Ωνάση μέ τή χήρα τοϋ Κέννεντυ, τού άδικοσκοτωμένου προέδρου τής ’Αμερικάνικης Δημοκρατίας. Μιά στιγμή πήρε τό μάτι μας τήν τελετή στό βροχερό εκείνη τη μέρα νησάκι τοϋ Σκορπιού, κι’ ακούσαμε λίγα άτόφια ρωμέικα επιφωνήματα. Έπειτα έκλεισε ή επιφάνεια πάνωθέ μας in fin che il mare fu sopra noi richiusoi22 καθώς έλεγε ό Όδυσσέας τού Δάντη. Αισθάνομαι διωγμένος καί άποκλεισμένος άπό παντού. Ξαναγυρίζει στό μυαλό μου ή έπιγραφή πού έβαλα στά 1939 στό 'Ημερολόγιο Καταστρώματος a άπό τόν Χέλντερλιν· καί τότε, όπως σήμερα, τά χρόνια εΐτανε σκληρά:
...Στό μεταξύ πολλές φορές μοϋ φαίνεται πώς είναι πιό καλά νά κοιμηθείς π α ρ ά νά β ρ ίσ κ ε σ α ι έτσ ι χ ω ρ ίς σ ύ ν τ ρ ο φ ο και νά έπιμένεις τόσο. Καί τί νά κάνεις μέσα στήν αναμονή, καί τί νά πεις; Δέν ξέρω. Κ ι ’ ο ί π ο ι η τ έ ς τ ί χ ρ ε ι ά ζ ο ντα ι σ ’ έν α ν μ ικ ρ ό ψ υ χ ο κ α ιρ ό ; 'Υπογράμμισα τίς λέξεις πού μέ καίνε άκόμη καί σήμερα. Μή μοϋ πήτε πώς είναι άλαζονεία πού σκέπτομαι ότι ποιητές αύτοκολακευόμενοι μέ πολιτικές ή κομματικές ρητορείες δέν άξίζουν τόν κόπο. 'Ολόκληρη τή σκέψη μου πάνω σ’ αύτό τό θέμα τή δείχνουν τά μέχρι σήμερα γραπτά μου. Έδώ, περιστοιχισμένος άπό πολλούς φυσικομαθηματικούς, λιγότερους άρχαιολόγους ή φιλόσοφους καί έλάχιστους ιστορικούς τής τέχνης[,] συνεχίζω τήν παλιά προσπάθειά μου -τήν άρχισα Γενάρη 1929- πάνω στούς μύθους τού Πλάτωνα.23 Έπειτα άπό τά καμώματα τής 21ης τού ’Απρίλη, αφού πήρα τήν άπόφαση νά μήν τυπώνω πιά στήν Ελλάδα όσο βασιλεύει ή λογοκρισία (τά μόνα γραπτά μου πού άφησα νά συνεχιστεί τό τύπωμά τους είναι αύτά πού βρίσκονται στό Σήμα τού άδερφοϋ μου “Αγγέλου24 - δουλειά πού σήκωσα μέσα μου 17 χρόνια καί πού ήταν προβληματικό άν θά έβγαινε ποτέ, άν δέν έβγαινε τότε), τέλος τού Νοέμβρη 1967, ξανάπιασα εκείνη τή νεανική δουλειά στούς μύθους τού Πλάτωνα (τήν έχω στό νού άπό τό Γενάρη τού 1929). Ξαναρχίζοντας σημείωνα: «’Όταν δλα σ’ άφήνονν καί σου φαίνονται άνάξια, γελοία, καί παράτονα,
5 6 /α φ ιε ρ ω μ α
γύρισε τρεις φορές τό κλειδί καί ξανάρχισε νά διαβάζεις Πλάτωνα» (Ημερολόγιο, ’Αθήνα, Πα. 30. IX. 1938)25 «Πάλι τά ίδια καί τά ίδια, θά μοϋ πεις, φίλε. δμως....» (Cava dei Tirreni, 5.Χ. 44)26 Είναι βαρύ νά τα ξανασυλλογίζεται κανείς αύτά, καί νά τ’ άντιγράφει, έπειτα άπό τόσα χρόνια, τόσα βάσανα, καί τόσα άλλα. Τό τελευταίο κείμενό μου πού φάνηκε στόν άττικό ήλιο, έλεύθερα, εϊταν οί ώρες τής κυρίας ’Έρσης1' γιά τόν Νίκο Γαβριήλ· μοϋ κακοφαίνονταν ή σιωπή, μέ τήν οποία τόν είχαν περιμαντρώσει οί καλαμαράδες μας. Τό είχα υπογράψει μέ τό ψευδώνυμο Ίγνάτης Τρελός -μέ τήν έννοια τού βουνού, τού 'Υμητοΰ, καί τού άνθρώπου πού κάνει μιά πράξη τρέλας. Ψευδώνυμο στά χρόνια μου θά φανεί άτοπο. Μέ βοήθησε ώστόσο· τό γράψιμό μου δέ θά εϊταν τό ίδιο, αν είχα υπογράψει μέ τό γνωστό όνομά μου, μήτε ή θέα τού βιβλίου. Έπειτα είχα καί τό δώρο ενός νέου χαρακτήρα πού μοϋ πρόσφερνε ό I. Τρελός. Μέ διασκέδαζε. Εϊταν ό καιρός πού είχα κέφι, άκόμη. Τό συλλογίζομαι όταν σκέφτομαι τήν τελευταία (άλογόκριτη κι’ αύτή) ομιλία πού έκανα στό Ηράκλειο τής Κρήτης χωρίς χειρόγραφο. Αίγες μέρες αργότερα τά τάνκ καί τά κανόνια τής στρατοκρατίας μαράνανε τά πάντα, εκτός άπό τό χαφιεδισμό· αυτός φούντωνε σέ βαθμό όλωσδιόλου άνυποψίαστο. Ξαφνιάζεται κανείς όταν συλλογιστεί πώς έχουμε τέτιες ικανότητες γιά τούτο τό επιτήδευμα. Κυ[ριακή] 20.Χ.1968. - Παρά τίς Άμερικ[άνικες] έκλογές (5 Νοε[μβρίου]) άπό τήν Παρασκευή οί εφημερίδες, δίνουν σελίδες . όλόκληρες στούς γάμους τής χήρας τού John F. Kennedy καί τού ’Αριστοτέλη Σωκρ. ’Ωνάση τού Καππαδόκη Σμυρνιού ζάπλουτου. Έγιναν σήμερα στό Σκορπιό, τό ιδιόκτητο νησί του, άνάμεσα Λευκάδα καί στεριά. 'Όλα, πλούτη, έπιδιώξεις, ψυχολογικά συμπλέγματα είναι συμπτώματα τής έποχής. ’Αντιγράφω άπό τό σημερινό New York Times (Δές verso):28 Much Excitement Shown Greeks remained in a state of high excitement about the wedding today. The press and people were saying it should help Greece’s reputation, which was tarnished when the armybacked junta seized power last year. “This is the biggest thing that has hit Greece in
a long time,” the newspaper Acropolis said. “The best public-relations man in the world could not have dreamed up such a thing to help publicize Greece.” Αύτές είναι οί σημερινές «μεγάλες ιδέες» τών Ελλήνων. Τό βράδι μετά τό δείπνο στού Keeley ή τηλεόραση είχε κιόλας τίς πρώτες ματιές άπό τή γαμήλιο τελετή στό Σκορπιό: Έβρεχε. Φωνές έλληνικές: «Ώ-νά-σης, Ώ-νά-σης.» καί καθώς ξεκινούσε, ένα είδος τζιπ, όδηγός ό Ώ . μέ τή Jacqueline στό πλευρό του: «Τράβα ρέ άπό κεΐ εμποδίζεις τήν κυρία νά ΐδεΐ.»29 - ’Απόμακρη πού είναι ή Ελλάδα στόν τόπο τών Ελλήνων Χριστιανών[.] - Ή όδός Πατησίων ειτανε δρόμος εξοχικός τά χρόνια εκείνα [.] Εϊμουν έφηβος τότε [.] Ν.Υ. Times Ζ.Χ. ’68: τό δημοψήφισμα τής 29/ΙΧ Ναί: 91,87% ’Αποχή εγγεγραμμένων 22,5% Ό χι: ’Αθήνα καί Πειραιάς 22,7% "Υπαιθρο: 3,6%30 Μ[εγάλη] Παρ.[ασκευή] ’67. -Σήμερα κλείνει μιά βδομάδα. Μπορεί νά έχουν δίκιο: πιθανότατα, δπως εκείνοι οί άλλοι τού ’44, είναι γεμάτοι φόβο γιατί κρατούν τά κουμπούρια καί δέ θέλουν δπως έκείνοι νά τούς φύγουν άπό τά χέρια. Πιθανότατα έχουν δίκιο. ’Αλλά, παρακαλώ τό θ εό νά μή γίνω ποτέ σάν αυτούς, μήτε σάν τούς άλλους. Νά πάρει ό διάβολος τούτες τίς μέρες δλα τά παλιά τραύματα, άπό τόν τόπο, άνοιξαν πάλι, καί πέρασαν τά χρόνια. Μ.[εγάλο] Σα.[ββατο]. Οί φτενοί πολιτικατξήδες· οί ρητοροδιδάσκαλοι πρός τό άκουσθήναι, οί μάμοι άγκάστρωτων γυναικών. Τούτα γιά τή χτεσινή τηλεφωνική έμπειρία. Χτές, ένας άνέμπειρος καί άσπούδαχτος στά πολιτικά «’Αφού τούτοι μέ καταναγκάζουν στό δίλημμα: τή δική τους δικτατορία ή....» άλλά έδώ χρειάζεται άνάπτυξη. - Όκτώβρης. “Έπήγα εις τό δάσος καί είδαν τάν φύλλαν τού φθινοπώρου^” , έγραψε ένα κοριτσάκι στήν έκθεσή του (11 χρονώ). Ό δάσκαλος τούς είχε ζητήσει νά γράψουν μιά έκθεση σέ άπλή καθαρεύουσα. Στό σπίτι τού έξήγησαν δτι άπλή καθαρεύουσα σημαίνει νά προσθέτεις ένα ν στό τέλος τής λέξης. - Βήμα 10.XI.67 “Ήλθομεν έδώ διά νά άναβαπτισθώμεν άπό τό όλοκαύτωμα τού Άρκαδίου, τό οποίον διδάσκει στόν άνθρωπο
α φ ιε ρ ω μ α /5 7
την οδόν πρός τήν έλευθερίαν” (Σπαντιδάκης άπαντών σε προσφώνηση τοϋ Δημάρχου Ρεθύμνης).31 - ό τόπος πού άγαπήσαμε κάνει τώρα δ,τι μπορεί γιά νά μάς κλωτσήσει. - Έ χω μιά πατρίδα πού γιά νά «σωθεί», δπως λένε (άλλά άπό τί;), έχει βαλθεΐ νά γεννά χαφιέδες, καταδότες, Μοίραρχους Πτολεμαίους (δές Μακρυγιάννη) κτλπ. κτλπ.32 - Διαφορά33 τοϋ 67 μέ τά χρόνια 38-39. - Τί σημασία έχει ένας λογοτέχνης πού παύει νά γράφει, άν είναι γιά τό καλό τού τόπου. Μά αν είμαι έναντίον τοϋ κομμουνισμού είναι γιατί νομίζω πώς έχει σημασία. - Παιδεία [.] Τί μπορεί νά κάνει κανείς [.] Παθητική άντίσταση ο altra cosa [.] - Παιδάκια καί νέα ζευγάρια πού μοιάζουν ν’ αγαπιούνται άκόμη. - Τά δέντρα τού δάσους πού κοκκινίζουν όλοένα περισσότερο καθώς προχωρούμε πρός τά Χριστούγεννα], Παιδάκια πού δείχνουν τήν ευφορία τής άγάπης. Ζώ σέ μιά τέλεια άπομόνωση, θά εϊταν πιό σωστό νά πώ άποστείρωση, δπως λένε ^αποστειρωμένο» ένα χειρουργικό] έργαλεΐο. Μέ παίρνει πίκρα τούτα τά παιδάκια, τί; έπειτα λέω είναι άγαθό ή ζωή.34 - «Ημείς οί Έλληνες άξιωματικοί πού έδώσαμεν τό Ελληνικόν ΠΑΡΩΝ τήν 21ην ’Απριλίου 1967» (Πατακός στήν Κοζάνη - Βήμα Κυ. 9/7/67) [.] - «’Απίθανοι (sic) δημαγωγοί κατέλυον μέ τήν άναισχυντίαν των καθημερινώς καί έποδοπάτησαν δ,τι ιερόν σύμβολον ύπήρχεν διά τό Έθνος» (ib [id]) [.'] - «Ουδέποτε ό λαός αυτός τών ήρώων καί ήμιθέων έπανεύρεν τόσον ταχέως τόν έαυτόν του...» (ib [id])[.] - «Ή έπανάστασις τής 21ης ’Απριλίου -διεκήρυξε χθές εις Σάμον ό ’Αντιπρόεδρος τής Κυβερνήσεως κ. Γρ. Σπαντιδάκης- είναι ή συνέπεια μιάς ιστορίας πού άρχίζει άπό τάς Θερμοπύλας, φθάνει είς τό έπος τού 1940 καί όλοκληρώνεται είς τόν Γράμμον καί τό Βίτσι.» (Ά θ. Νέα 7.8.67) [,]35 Μά γιά νά είμαστε έλεύθεροι νά σκαρώνουμε
Ο Γ.Σ. με τον Ε. Keeley
τέτιες ρητορείες έγίναμε ή άνωμαλία τού δ.[υτικοΰ] κόσμου; Ξαφνικά όλοι στήν Ελλάδα γενήκαμε ύποπτοι Τό στρ.[ατιωτικό καθεστώς(;)] θέλει νίκη [,] γιά μάς τούς άλλους καί μιά ήττα μπορεί νά συμφέρει καλύτερα: Είναι φαίνεται γραφτό μας νά είμαστε ό τόπος τών αστόχαστων πολιτικών πράξεων [·] στά ’43, όταν ή ’Ιταλία έγινε συνεμπόλεμος καί οί αριστεροί (ΕΑΜ) άντάρτες μπόρεσαν νά μαζέψουν δπλα άπό τούς παραδιδόμενους ’Ιταλούς, νόμισαν πώς τούς δόθηκε συνάμα ή ευκαιρία γιά νά εξοντώσουν τούς άντιπάλους των [.] - Δημοψήφισμα: πλειοψηφία -Δέν είναι αύτό [,] είναι ό σεβασμός τής μειοψηφίας. Ελλάδα είναι ένα σύνολο δχι μιά πλειοψηφία.36 - «Συλλογιστείτε τήν υστεροφημία...» μού έλεγε λίγο προτού φύγω άπό τήν ’Αθήνα ένας λογοτέχνης γιά νά μέ πείσει νά εκδηλωθώ έ- αντίον τής χούντας. Φυσικά τήν υστεροφημία τήν συλλογιζόταν αύτός· δσο γιά μένα τίς πράξεις μου δέν τίς προσδιορίζει ή υστεροφημία, μήτε άνθρωποι πού μέ ξέρουν περιμένουν, καθώς ελπίζω, έκδηλώσεις είδους Ελένης Βλάχου, ή Μελίνας, ή άκόμη Άνδρέα Παπανδρέου, γιά νά καταλάβουν τίς πολιτικές μου ροπές (Δές λ.χ. ’Εποχές, Γενάρης 1967, «Ή συνομιλία μέ τόν Φαβρίκιο» (στό τέλος σελ. 6.) καί γράμμα μου στόν κ. Franklin Ford, The Dean. Faculty of Arts and Sciences του
5 8 /α φ ιε ρ ω μ α
Πανεπιστημίου τού Harvard τής 27.ΧΙΙ. 1967, δπου άρνιέμαι τήν προσφορά του νά γίνω Charles Eliot Norton Professor of Poetry).37 - Έ δώ πού φτάσαμε ή Εθνική Επέτειος θά σημαίνει όχι πανηγυρισμούς άλλά μεταμέλεια γιά όσα αστόχαστα κάναμε στά χρόνια τής λευτεριάς μας [.] - Οί τραυματισμοί μας ολοένα [.] - Οί έλπίδες τού καιρού τού πολέμου. - Ή χώρα μας, χώρα τού Καραγκιόζη [.] Re / Jaspers pp 35:38 Νόμισα πώς τόσες προσπάθειες καί τόσες θυσίες μάς είχαν φέρει έπί τέλους στην ώριμότητα (;)· είχα γελαστεί: Ή τάξη τών στρατιωτικών θέλει καί κάνει δικτατορία, καί σήμερα άκόμη, 1967-1968,- ή τάξη τών άντιστρατιωτικών θά κάμει κι’ αύτή άναπόφευκτα δικτατορία [.] -Έ τσ ι θά πηγαίνει ό τόπος στό άέναο. - Τούτες τίς μέρες έπισκέφθηκα τόν Karl Kaysen, διευθυντή τούτου τού ιδρύματος, οικονομολόγο. ’Αποχαιρετιστήρια. Ή ρθε ό λόγος νά τόν ρωτήσω άν είταν ευχαριστημένος άπό τίς εργασίες τού Σεμιναρίου γιά τήν ’Ελευθερία τής Κουλτούρας πού συνήλθε έδώ άρχές τού μήνα [.] -«Πολλά λόγια» είπε κλπ. «καλά κάματε καί δέν ήρθατε» (εννοούσε τήν πρόσκληση σέ μιά κοσμική δεξίωση τών μελών) [.] -«Νά έρθω τό βρήκα άντιφατικό τού είπαέγώ ένας άνθρωπος πού δέν μπορεί νά τυπώσει έλεύθερα τά έργα του νά έρθω σ’ αύτή τή συγκέντρωση τών λεγάμενων έλεύθερων άνθρώπων. ’Αλλωστε άναρωτιέμαι άν αύτός ό διατυμπανισμός τής έλευθερίας, δέν είναι καμουφλάρισμα.» -«Δέν τυπώνετε στήν Ελλάδα», είπε μέ έκπληξη σά νά τό άκουε γιά πρώτη φορά [.] -«Ναί δέν τυπώνω, τυπώνω στό έξωτερικό.» -«Μά γιατί;» είπε, «είχαμε ένα ’Ινδονήσιο πού έκαμε 9 χρόνια φυλακή καί όμως ήρθε.» -« ’Απέδρασε, ρώτησα, ή άλλαξε τό καθεστώς;» - «Ά ! ναί, άλλαξε τό καθεστώς», διευκρίνησε. -«'Ωραία» τού είπα «άλλά έγώ θέλω νά πάω πίσω στόν τόπο μου καί δέ θέλω νά δώσω σέ κανέναν τόν τρόπο νά μ’ έμποδίσει νά πάω στόν τόπο μου.» Τί νά πεις αύτή είναι ή σοβαρότητα μέ τήν όποια μάς κοιτάζουν καί μάς κρίνουν [.] - Τό βράδι τής Δευτέρας 2 Δεκ[εμβρίου] στήν Νέα Ύόρκη, μετά τήν ομιλία μου, ένας άπό τήν ορχήστρα μού έδωσε ένα φάκελο πού περιείχε τό «Έλληνοκαναδικόν Βήμα» τής Παρασκευής 29
Νοε[μβρίου] έτος Ε (άριθ. 238). Είναι όπως λέει «Εβδομαδιαία έφημερίδα τού ’ΑπόδημουΕλληνισμού». Στήν 3η Σελίδα, 6 στήλη, πλαισιωμένη μέ κόκκινο: «’Ανοιχτή έπιστολή // στόν Γ. Σεφέρη // (Βραβείο Νόμπελ τής Λογοτεχνίας) // Νέα ’Υόρκη», τήν υπογράφει ένας Παντελής Τρωγάδης καί τήν χρονολογεί «Μοντρεάλη 27 Νοεμ. 1968», ό άνθρωπος μοιάζει νά είναι σπουδαίος παράγοντας στήν έφημερίδα: υπογράφει καί τό κύριο άρθρο (δές καί είδηση στήν σελ. 8 πρώτη στήλη γιά τήν ομιλία μου στή Ν. ’Υόρκη τής 2 Δεκ. όπου: «Σημειούται ότι ένώ ό κ. Μακάρθυ έχει έκφρασθεί έναντίον τής έλληνικής στρατιωτικής, χούντας, ό κ. Σεφέρης κατηγορείται άπό τούς έκτος39 τής Ελλάδας Έλληνες διανοουμένους γιά τό γεγονός ότι τηρεί άδικαιολόγητη σιωπή όταν εκατοντάδες συνάδελφοί του κρατούνται φυλακισμένοι ή έξόριστοι καί ή πνευματική ζωή στήν Ελλάδα έχει άπονεκρωθεί έντελώς άπό τούς συνταγματάρχες.» Τότε ρωτώ πώς ό Μακάρθυ, συνεργάζεται μέ τόν Σεφέρη,40 ένα τέτιο υποκείμενο;) - Άρθρο όλο καμουφλαρισμένο φαρμάκι, λ.χ. «Εντούτοις, σείς τότε διαφύγατε στήν Αφρική γιά νά μήν τά βλέπετε (τά καμώματα τών Γερμανών)» - Ό χι [.] πήγα μέ τήν Ελεύθερη Κυβέρνηση (Κρήτη, Αίγυπτο, Ν. Αφρική)· γιατί εΐμουν πληροφορημένος (άπό Von den Stein41) ότι εΐμουν στή μαύρη λίστα τών Γερμανών (θυμήσου καί κουβέντα Bronnaire πού συνάντησα στή Γαλλ.[ική] Πρεσβεία άμέσως μόλις γύρισα πρό τού κινήματος τού Δεκεμ[βρίου] καί μού άνέφερε στιχομυθία του μέ Schwobel τό ’41). Δυστυχώς, καθώς φαίνεται, ή χούντα δέ μάς γιάτρεψε άπό τή ρητορεία, άλίμονο. - Τό πράγμα πού μέ άπασχολεί άπό τήν 21 Απρίλη -. Τή μέρα έκείνη ένιωσα τή μεγάλη φρίκη πώς μπαίναμε σέ μιά κατάσταση χωρίς διέξοδο Ανοιγότανε μπροστά μας, πάλι, ένας έμφύλιος πόλεμος χειρότερος άπό όσους γνωρίσαμε στά λιγοστά άλλά τόσο βαρειά περασμένα μας. Και μπροστά σ’ αύτό τό άδιέξοδο είχα τήν άτυχία νά βρίσκομαι σωματικά βαρύς άπό τήν ήλικία καί άπαυδισμένος γιά τά πολιτικά τής πατρίδας μας, όπως πρόλαβα νά τό δημοσιέψω στις ’Εποχές τού Γενάρη ’67 («Ή συνομιλία μέ τόν Φαβρίκιο») στό κείμενο πού έγραψα γιά τό θάνατο τού Γιώργου Θεοτοκά (Δές τίς τρεις τελευταίες στήλες, σελ. 5-6).42 "Οπως κι άν είναι, τό θέμα γιά μένα δέν είναι νά συμμαχήσω ή νά βοηθήσω τούτο ή εκείνο τό κόμμα στήν Ελλάδα άλλά νά βοηθήσω νά μήν έχουμε ξανά ένα καινούργιο λουτρό αίματος, άν μπορώ. Ή πείρα μιάς μακριάς δημόσιας υπηρεσίας μού δείχνει πώς δεν μπορώ νά έχω κανέναν πολιτικό σύντροφο.43 Τόν περασμένο χειμώνα ζήτησε νά μέ ΐδεί ό
α ψ ιε ρ ω μ α /5 9
Μίκης Θεοδωράκης, ό μουσικός καί βουλευτής τής ΕΔΑ. Είχα χρόνια νά τόν ίδώ. Τόν δέχτηκα σπίτι μου. Έφερε μαζί του μιά ταινία τών ήχογραφημένων μελοποιήσεων ποιημάτων μου πού είχε συνθέσει στή φυλακή. Μετά τήν άκρόαση μοϋ έκανε τήν πρόταση νά πάμε μαζί στόν Παπαδόπουλο ή τόν Παττακό καί νά ζητήσουμε άπό κοινού τό Στάδιο γιά εκτέλεση τών συνθέσεων του. Πρίν άπό τήν έπίσκεψη μοϋ έρχουνταν φήμες πολλών επαίνων του γιά μένα. Δέν υπήρχε καμιά ελπίδα άποδοχής άπό τίς άρχές μιας τέτιας αίτησης. ’'Αλλωστε κι’ άν υπήρχε δέ θά δεχόμουνα. - «Μά δέ θά τό δεχτούν ένα τέτιο πράγμα», τού είπα. - «Μά πώς; σ’ ένα Νόμπελ; άδύνατο», άποκρίθηκε. - «Τώρα πρόκειται νά ταξιδέψω στό έξωτερικό. Άφησε νά τό σκεφτώ» τού είπα τότε. Είδε ώστόσο δτι δέν είχε τό σχέδιό του τίποτε τό έλκυστικό γιά μένα. Ά μ α γυρίσαμε άπό τή Ρώμη δέν έδωσε άπολύτως κανένα σημείο ζωής. Ούτε τίς ταινίες τής ήχογράφησης μού έστειλε δπως είχε ύποσχεθεΐ. Άναρωτήθηκα τί είχε στό νού κάνοντας αυτή τήν πρόταση. Απάντηση α': καθαρή έπιπολαιότητα. Απάντηση β': είτε είναι ή άπάντηση τής εξουσίας θετική είτε είναι άρνητική, κερδισμένος είμαι: θετική: γιατί θά είναι μιά προσωπική επιτυχία πρώτου μεγέθους γιά μένα καί ώς μουσικού καί ώς κομματάρχη. Άρνητική: ή άπόπειρά μου πάλι όφελος θά μού φέρει καί θά έχω μπλέξει, έπί πλέον τόν Σ. Λίγες μέρες προτού φύγουμε άπό τήν Αθήνα, ένα πρωί ήρθε νά μέ ίδεϊ μιά λογοτεχνιζόμενη κυρία (Κα 100),44 γυναίκα πρώην υπουργού, τήν είδα μόνο μιά φορά στήν Αθήνα, στού Τσάτσου, καί μού άνιστόρησε τήν τραγική κατάσταση τής υγείας τού Ρίτσου, τού ποιητή. Μού είπε πώς πρέπει νά κάνει έγχείρηση, καθώς συμβουλεύουν οί γιατροί, άλλά τό καθεστώς δέν έπιτρέπει στή γυναίκα [του] νά είναι παρούσα στήν έγχείρηση (τώρα τής επιτρέπουν νά τόν επισκέπτεται κάθε 15 μέρες) [.] Αυτός δέν εννοεί νά ύποστεΐ τήν έγχείρηση χωρίς τή συμπαράσταση τής γυναίκας του. Μού ζήτησε λοιπόν νά παρακαλέσω τούς κρατούντες ν’ άφήσουν τή γυναίκα νά συμπαρασταθεί τού άντρα της. Τόν Ρίτσο δέν τόν συνάντησα ποτέ, άλλά βρίσκω πώς φέρθηκε τίμια άπέναντι στήν ιδεολογία του.45 'Ομολογώ ότι έμπρός στό άπάνθρωπο αυτό φέρσιμο τών άνθρώπων τού καθεστώτος, ένιωσα μέσα μου πώς λύγιζα. Σκέφτηκα μόνο ότι άπό τήν άρχή δέν είχα ποτέ κανενός είδους έπαφή μαζί τους καί ότι άν τούς πλησίαζα ποιός ξέρει τί άνταλλάγματα θά μού ζητούσαν. Αυτά τής είπα. Τότε έκείνη μού είπε «άφήστε νά ρωτήσω καί σάς τηλεφωνήσω: Πάντως νά είστε βέβαιος ότι κανείς δέν ξέρει τή σημερινή έπίσκεψή μου.» Μετά δυό μέρες μού τηλεφώνησε νά λησμονήσω
τά όσα είπαμε. Σ’ αύτή τήν κατάσταση πού φτάσαμε μού έρχεται κάθε τόσο στό νού ή προσφυγιά τής Μέσης Ανατολής. Τότε βαρυγκομούσα κάθε τόσο πού είχα άναγκαστεϊ νά φύγω άπό τόν τόπο. Ή δοκιμασία έκείνη μέ μαραίνει. Καί γι’ αυτό, έπειδή γνώρισα τίς άηδίες τού έλληνικοΰ έμιγκρεδισμού, συμβουλεύω όσους τύχει νά μέ ρωτήσουν γνώμη, νά μή φύγουν, θέλω νά πώ άν άξίζουν τόν κόπο. Κι’ άν άκόμη προσπαθήσω νά βγάλω άπό τό νού μόυ έκείνη τήν έμπειρία, καί ξελαγαρίσω όλες της τίς διαφορές μέ τό σημερινό καιρό βρίσκω πραγματικά ότι πιό χρήσιμο είναι νά μείνουν έδώ - έκτος άπό ειδικές άνάγκες ή σκοπιμότητες πού βαρύνουν- όσοι περισσότεροι άντίθετοι πρός τή στρατοκρατία Έλληνες παρά νά πάνε νά έξευτελίζονται σέ ξένα χώματα. Τό δυστύχημα τής σημερινής κατάστασής μας είναι πώς δέν υπάρχει άρχηγός. Είναι πιό χρήσιμο νομίζω νά ύπάρχουν στήν Ελλάδα άνθρωποι πού γνώρισαν τίς σημερινές συνθήκες καί είναι σέ θέση νά τίς κρίνουν πραγματικά, όχι μέ
6 0 /α φ ιε ρ ω μ α
άφηρημένα στοιχεία πού ναυαγούν στό εξωτερικό ή μέ άφηρημένες ιδέες πού έχουν μορφώσει στό εξωτερικό. Είναι καλό νά μπορούν νά λογαριάσουν οί Έλληνες καί νά προτιμήσουν άποφασιστικά τήν ελληνική τυραννία ή τήν έλληνική ελευθερία, δπως κάνουμε αύτά τά πράγματα έμεϊς, όχι οί Γάλλοι ή οί Άμερικάνοι. "Οπωσδήποτε, εύχομαι στή δεινή κατάσταση όπου έχει φτάσει ό τόπος μας νά ύπάρξουν άνθρωποι πού σκέπτονται προτού κάνουν ή πούνε κάτι. Μιά φορά λίγες μέρες μετά τό πραξικόπημα τού Απρίλη συνάντησα μιά γυναίκα υπουργού, μεσόκοπη καί μορφωμένη. «Βλέπετε τί μάς έκαναν», μού λέει. «Βλέπω, τής άποκρίθηκα κι’ έλπίζω πώς τούτα τά καμώματα θά μάς δώσουν τήν ευκαιρία ν’ άναλογιστούμε τίς άνοησίες πού κάναμε.» ’Απάντηση: «Νά φύγουν πρώτα αυτοί κι έπειτα σκεπτόμαστε.» Τί [νά] τής πεις· παρεκτός ότι δέν έχουμε πιά περιθώρια γιά τέτιες πολυτέλειες. Χρειαζόμαστε έπί τέλους κάποια τιμιότητα καί κάποια διάκριση, όχι έκδηλώσεις μέ κενά έπιφωνήματα. «Πώς μπορείτε καί μένετε στήν Ελλάδα μέ τή σημερινή κατάσταση» εϊταν ένα άπό αύτά· τό άκουσα δύο-τρείς φορές στίς όμιλίες μου. Τήν τελευταία στή Νέα Ύόρκη - έξω άπό τό κτίριο τού Poetry Center διαλαλούσαν τήν «Ελεύθερη Ελλάδα» - άποκρίθηκα: «Κύριε, δέν ξέρω ποιές είναι οί οικογενειακές σας συνθήκες, άν όμως τίς ήξερα, θά μού έπιτρέπατε νά σάς ρωτήσω πώς μπορείτε νά ζήτε μέ τήν οίκογένειά σας;» Πώς μπορώ νά ζήσω στόν τόπο μου: Είναι ό τόπος Σημειώσεις 1. Εποχές, τεύχος 45, Ιανουάριος 1967, σελ. 3-6. Περιλαμβά νεται τώρα στις Δοκιμές, Γ' έκδοση, δεύτερος τόμος. Ίκα ρος, 1974, σελ. 292-305, όπου και γίνονται οι παραπομ πές. Το κείμενο είναι χρονολογημένο «Νοέμβριος 1966». 2. Ό .π., σελ. 298. 3. Γιώργος Σεφέρης, Χειρόγραφο Σεπ. ’41. Ίκαρος 1972. 4. Γιώργου Σεφέρη, Μέρες A ', 16 Φεβρουάριου 1925 - 17 Αυγούστου 1931. Ίκαρος, 1975. Γιώργου Σεφέρη, Μέρες Β'. 24 Αυγούστου 1931 - 12 Φεβρουάριου 1934. Ίκαρος 1975. Γιώργου Σεφέρη, Μέρες Γ', 16 Απρίλη 1934 - 14 Δεκέμβρη 1940. Ίκαρος, 1977. Γιώργου Σεφέρη, Μέρες Δ \ 1 Γενάρη. 1941 - 31 Δεκέμβρη 1944. Ίκαρος, 1977. Γιώργου Σεφέρη, Μέρες τον 1945 - 1951. Ίκαρος, 1973. 5. Γιώργος Σεφέρης, Πολιτικό Ημερολόγιο, A 25 Νοεμ βρίου 1935 - 13 Οκτώβρη 1944. Ίκαρος 1979, και Πολιτι κό Ημερολόγιο, Β', 1945 - 1947, 1949, 1952. Ίκαρος, 1985. Επιμέλεια-Σημειώσεις Αλέξανδρου Ξύδη. 6. Μια πρώτη παρουσίαση του Χφον Οκτ. ’68 έγινε στις 17 Απριλίου 1983 στο Φεστιβάλ Ποίησης του Καίμπριτζ. Αποσπάσματα από το χφ διαβάστηκαν τότε σε μετάφραση της Καίης Τσιτσέλη. Ολόκληρο το κείμενο παρουσιάστηκε σε διάλεξη που οργανώθηκε από τη Μακεδονική Καλλιτε χνική Εταιρία «Τέχνη» στις 26 Φεβρουάριου 1986 στη Θεσσαλονίκη. Ευχαριστώ θερμά την κυρία Μαρώ Σεφέρη που μου έδωσε τόσο πρόθυμα και φιλικά το δικαίωμα να μελετήσω και να παρουσιάσω το χειρόγραφο αυτό. Πολλά οφείλω στις προσωπικές της παρατηρήσεις και αναμνή σεις, που με βοήθησαν να συμπληρώσω ορισμένα κενά,
μου καί τόν άγαπώ καί δέν άναγνωρίζω σέ κανέναν τό δικαίωμα νά μ’ εμποδίσει νά ζώ στόν τόπο μου καί ν’ άκούω νά μιλούν τή γλώσσα μου είτε στρατηγός είναι είτε συνταγματάρχης. "Οσο γιά τίς κατηγορίες είναι εύκολο νά γίνονται άπό αύτούς πού στρογγυλοκάθουνται στό εξωτερικό, ή ψιθυρίζουν φθονερά στόν τόπο. - «Οί στρατιωτικοί (οί έδώ, τής ’Αμερικής) προκάλεσαν τό πραξικόπημα στήν Ελλάδα» (φίλος γερουσιαστής Wask) [.] - «Ύστερα άπό τό Βιετνάμ, τούτος ό τόπος, γιά πολύ καιρό δέν πρόκειται νά έπέμβει σέ ξένη χώρα» (22 Δεκ.) [.] - Γράμμα άπό λογοτέχνη τής επόμενης γενεάς. «Ή μόνη λύση στό τέλος είναι ή άποχή ή φυγή»... «’Αρχίζω ν’ άηδιάζω μ’ όλα αύτά. ’Αλλά δέν ξέρω άν ή Ελλάδα θά σωθεί πότε μόνο μέ τήν άηδία. "Ισως τό μόνο πού μένει είναι νά σώσουμε δσο γίνεται τώρα πιά τόν έαυτό μας» (’Από τό Λονδίνο) [.] Ά π ό Βλακεία46 Ελλάς- πϋρ! Ελλήνω ν πϋρ! Χριστιανών πϋρ! Τρεις λέξεις νεκρές. Γιατί τίς σκοτώσατε; Αθήνα καλοκαίρι - Princeton Ν. J., Χγεννα 1968
■ καθώς και στη δυνατότητα που μου έδωσε να εξετάσω κι άλλα χειρόγραφα του Σεφέρη της ίδιας εποχής. 7. Πέντε, ωστόσο, ημερολογιακές σημειώσεις της περιόδου 1967-1968, δημοσιεύτηκαν στο «Αφιέρωμα στον Γ. Σεφέ ρη» του περιοδικού Αντί. Περίοδος Β, Χρόνος 4ος, τεύ χος 64, σελ. 19. 8. Βλ σχ. Edmund Keeley, Συζήτηση με τον Γιώργο Σεφέρη. Μετάφραση Λίνα Κάσδαγλη. Άγρα, 1982. σελ. 7 9. Βλ. σχ. Παύλου Ζάννα «Η θέση μιας άρνησης (ένα άγνω στο γράμμα του Σεφέρη)» στο «Αφιέρωμα στον Γ. Σεφέ ρη» του περιοδικού Αντί, ό.π., σελ. 24-25. 10. Edmund Keeley, ό.π., σελ_ 7-8. 11. Η ημερολογιακή αυτή εγγραφή έχει και την ένδειξη «Χφ Οκτ. 1968», που ίσως υποδηλώνει και τη χρονολογημένη απόφαση του Γ.Σ. να συνθέσει ένα τέτοιο κείμενο. 12. Χειρόγραφο Σεπ. ’41, σελ. 61. 13. Δοκιμές, <5.π., σελ. 304. 14. Του Enzo Crea, ιταλού εκδότη και φίλου του Γ.Σ. 15. Κώστα Ταχτοή, «Οι δισταγμοί του Σεφέρη» στο «Αφιέρω μα στον Γ.Σεφέρη» του περιοδικού Αντί, ό.π., σελ. 23. 16. Χειρόγραφο Σεπ. ’41. σελ. 61-62. Πρβ. και σελ. 14. 17. Δοκιμές, ό.π., σελ. 304. 18. Δοκιμές, ό.π., σελ. 297. 19. Χειρόγραφο Σεπ. ’41, σελ. 50. 20. Τον τίτλο του ποιήματος -Από Βλακεία- νομίζω πως θα πρέπει κι αυτόν να τον συνδέσουμε με το Χειρόγραφο Σεπ. ’41 όπου, συνδυάζοντας στη σκέψη του την απόπει ρα του 1933 κατά του Βενιζέλου και τη μικρασιατική κα ταστροφή, ο Γ.Σ. γράφει: «Αν σηκωνότανε ο κόσμος, άρ παζε τους πέντε δέκα υπουργούς από τις πολυθρόνες τους, τους κατέβαζε στην εξέδρα του Φαλήρου και τους
α φ ιε ρ ω μ α /6 1 πετούσε στη θάλασσα, θα τό ’βρισκα πολύ σωστό, όπως νόμισα πως ήταν σωστός ο τουφεκισμός των Έ ξι την επο χή της μικρασιατικής καταστροφής που είτε από βλακεία είτε από κακοήθεια κυβέρνησαν όπως κυβέρνησαν το Έθνος στον καταποντισμό του». Χειρόγραφο Σεπ. '41, σελ. 19. Εγώ υπογραμμίζω. 21. Το χφο αποτελείται από 14 φύλλα με διαστάσεις 18X22,8 εκατοστά, δεμένα μαζί με συρραπτικό μηχάνημα στην πά νω αριστερή γωνία. Το κάθε φύλλο έχει πέντε διατρήσεις αριστερά και είναι ριζωμένο οριζόντια και κάθετα, σε τετραγωνάκια. Το πρώτο φύλλο είναι λευκό και μόνο στην πάνω άκρη υπάρχει ο τίτλος: Χφο Οκτ. ’68 Στο μισό πάνω μέρος του δεύτερου φύλλου έχουν συρραφτεί 9 φύλλα από μικρότερο μπλοκ διαστάσεων 15,3X10, διάτρητα αριστερά και ριγωμένα σε τετραγωνάκια. Ο τίτλος (Χφο Οκτ. 1968) επαναλαμβάνεται με κόκ κινα γράμματα στο 2 φύλλο μεγάλου μεγέθους, πάνω από τα συρραμμένα μικρότερα φύλλα (όπου τον ξαναβρίσκου με πριν από την πρώτη ημερολογιακή εγγραφή), ενώ η γραφή στο φύλλο 2 συνεχίζεται και στο κάτω μέρος της σελίδας, ύστερα από τα συρραμμένα φύλλα. Τα 9 μικρότερα φύλλα είναι γραμμένα μόνο στο recto, εκτός από τα φύλλα 5 και 7 που έχουν στο verso συμπλη ρωματικό κείμενο με παραπομπές από το recto. Στο τε λευταίο φύλλο υπάρχει στο verso απόκομμα εφημερίδας και συνέχεια του κειμένου από το recto. Στο τρίτο φύλλο (μεγάλο σχήμα) έχουν κολληθεί δυο φύλλα διαστάσεων 7,6X12,7, διάτρητα αριστερά αλλά και στο πάνω μέρος. Το πρώτο φύλλο είναι γραμμένο και από τις δυο του όψεις. Η γραφή συνεχίζεται στο κάτω μέρος του μεγάλου φύλλου. Το τέταρτο φύλλο είναι γραμμένο από τις δυο όψεις, το κείμενο όμως του recto και το πάνω μέρος του verso έχει διαγράφει (ξαναγραμμένο έχει τοποθετηθεί, με μικρές αλ λαγές, σε άλλο σημείο του χφου). Στο πέμπτο φύλλο έχουν κολληθεί δυο φύλλα με δια στάσεις 15,3X10,2, διάτρητα αριστερά, χαρτί χωρίς ρίγες. Το πρώτο φύλλο γραμμένο από τις δύο όψεις. Στο έκτο φύλλο έχει κολληθεί απόκομμα εφημερίδας. Τα υπόλοιπα φύλλα γραμμένα κανονικά στη μια μόνο όψη εκτός από τα φύλλα 10 και 13 που στο verso τους έχουν γραφεί παραπομπές από το επόμενο, κάθε φορά, Τα φύλλα του χφου δεν έχουν αρίθμηση. Το χφο δημοσιεύεται χωρίς ορθογραφικές ή άλλες διορ θώσεις. Διορθώθηκαν μόνο σιωπηρά κάποιες αβλεψίες (επανάληψη λέξεων ή φανερά λάθη όπως λ.χ. «πλάλι» αν τί «πάλι»). Το κείμενο αραιώθηκε σε παραγράφους, όπου κρίθηκε απαραίτητο, για να διευκολυνθεί η ανάγνωση και προστέθηκαν εισαγωγικά και κεραίες όπου ο Σ. δεν τήρη σε τη στίξη πολύ συστηματικά. Κάθε άλλη προσθήκη του επιμελητή συμειώνεται σε αΤο κείμενο αρχίζει στο δεύτερο φύλλο μικρών διαστά σεων. Στο πρώτο φύλλο ο Γ.Σ. έχει αντιγράψει ένα από σπασμα από αμερικάνικη εφημερίδα. Το φύλλο αυτό έχει συρραφτεί με τρόπο ώστε να εμφανίζεται το recto λευκό και το κείμενο στο verso. Το παραθέτω: «Winter 1968 The Massachusett’s Review George Papandreou sat pontificating with others. “We must be ready for any eventuality.” he said. “To be set free in half an hour or to face the firing squad. It’s a time to be frank. We would not be here if I could have controlled my hot-headed son.” Αυτά στο Γουδί την πρώτη νύχτα. (Robert McDonald, Greece, April 21 1967) (αν είναι αυτός ακριβής;)» 22. «Infin che’ 1 mar fu sopra noi richiuso... «ώσπου το πέλαο εκλείστη απάνωθέ μας.» Δάντη. Η θεία κωμωδία, Κόλα ση. Τραγούδι ΚΣΤ', στίχος 142. Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη.
23. Πρόκειται για τη «μεταγραφή» των μύθων του Πλάτωνα. Δημοσιεύτηκαν στον τόμο: Γιώργος Σεφέρης, Μετιιγηιιφές. Λέσχη Αθήνα, 1980, σελ. 58-189. Στο επίμετρο (Με ταφραστική θεωρία και πρακτική τον Σεφέρη) ο επιμελη τής της έκδοσης Γιώργης Γιατρομανωλάκης επισημαίνει πως στο παλαιότερο χφο («Η μέρα της κρίσης» από τον Γοργία) υπάρχει η χρονολογία «Γενάρης 27». Βλ. σχ. ό.π. σελ. 285. Για τη χρονολόγηση των μεταγραφών των μύθοον του Πλάτωνα βλ. ό.π. σελ. 284-289, καθώς και σελ. 299308 όπου διαπιστώνεται η πρόθεση του Σεφέρη να δημο σιεύσει τις «μεταγραφές» αυτές. Στο τέταρτο φύλλο του Χφο Οκτ. ’68, που το κείμενό του έχει διαγράφει από τον ίδιο τον Γ.Σ, διαβάζουμε: «Μύθοι και θρύλοι; και παρα βολές; στον Πλάτωνα (Ξανάπιασα: μια στιγμή τέλος Νοε. 64 κι έπειτα: τέλος Νοε. 1967. κι’ έχει ο Θεός)» [Οι λέξεις «και θρύλοι; και παραβολές;» έχουν προστεθεί στον υπογραμμισμένο τίτλο.] 24. Πρόκειται για τον τόμο: Σήμα του 'Αγγέλου Σεφεριάδη. Με σημειώματα του Γιώργου Σεφέρη. Ίκαρος [Αθήνα, Ιούλιος] 1967. Στο περιθώριο του κειμένου που βρίσκεται σε παρένθεση, η λέξη: «Υποσημείωση.» 25. Βλ. Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ', σελ. 105, όπου ο δεύτερος στίχος είναι λίγο διαφορετικός: «...γύρισε τρεις φορές το κλειδί, μαζέψου και ξανάρχισε να διαβάζεις Πλάτωνα». 26. Στίχος 64, και η πρώτη λέξη του στίχου 65 από το ποίημα Τελευταίος Σταθμός (Ημερολόγιο καταστρώματος, Β'). 27. Πρώτη δημοσίευση, με το ψευδώνυμο Ιγνάτης Τρελός, στο περιοδικό Ο Ταχυδρόμος (ΙΓ'. 679, σελ. 42-48) στις 15 Απριλίου 1967. Βλ. τη μεταγενέστερη έκδοση: Ιγνάτης Τρελός: Οι Ώρες της “Κυρίας Έρσης". Ένα ψευδώνυμο δοκίμιο του Γιώργου Σεφέρη και ένα ανέκδοτο γράμμα του Νίκου Καχτίτση, φροντισμένα και σχολιασμένα από τον Γ.Π. Ευτυχίδη [= Γ.Π. Σαββίδη]. Ερμής, Αθήνα, 1973. Ο Σ. χρησιμοποιεί εδώ μόνο το όνομα του Πεντζίκη. 28. Ο Γ.Σ. δεν «αντιγράφει», αλλά τοποθετεί στο κείμενό του ένα απόκομμα εφημερίδας. 29. Στο σημείο αυτό τελειώνουν οι ημερολογιακές εγγραφές που καταγράφηκαν στα 9 φύλλα μικρού σχήματος. 30. Ακολουθούν οι παλαιότερες ημερολογιακές εγγραφές, γραμμένες σε 2 φύλλα μικρότερου σχήματος, που έχουν τοποθετηθεί πάνω στο τρίτο φύλλο του χφου. Μεγάλη Παρασκευή του 1967 ήταν η 28 Απριλίου. 31. Οι δυο αυτές εγγραφές (Οκτώβρης και 10.ΧΙ.67) είναι γραμμένες με μολύβι. Ακολουθούν δυο παράγραφοι στο κάτω μέρος του τρίτου φύλλου του χφου. 32. Πρβλ. το ποίημα Μνήμη του Μακρυγιάννη, στον τόμο Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Γ', σελ. 127-128, που παραπέμ πει, σχεδόν κατά λέξη, στο κείμενο του Μακρυγιάννη που παραθέτει ο Βλαχογιάννης. Βλ. Στρατηγού Μακρυγιάννη, Απομνημονεύματα. Κείμενον, εισαγωγή, σημειώσεις Γιάν νη Βλαχογιάννη. Έκδοσις Β', Ε.Γ. Βαγιονάκη, Αθήναι 1947, τόμος πρώτος, σελ. 57-58 και τόμος δεύτερος, σελ. 231 όπου ο Μακρυγιάννης μνημονεύει ρητά τον μοίραρχο Πτολεμαίο σ’ ένα αυτόγραφο αχρονολόγητο σημείωμά 33. Δημοσιεύουμε μόνο το κείμενο (στο verso του τέταρτου φύλλου) που δεν έχει διαγράψει ο Γ.Σ. ,από το σημείο αυ τό ώς την επόμενη υποσημείωση. 34. Ακολουθούν δυο φύλλα, μικρότερου σχήματος, κολλημένα στο πέμπτο φύλλο του χφου. 35. Ο Γ.Σ. γράφει «Αθ[ηναϊκά] Νέα», τον παλαιότερο τίτλο της εφημερίδας Τα Νέα. 36. Στο έκτο φύλλο χφου, που ακολουθεί, ο Γ.Σ. έχει τοποθε τήσει απόκομμα εφημερίδας των New York Times της 4 Οκτωβρίου 1968 με άρθρο του C.L. Sulzberger που έχει τον τίτλο «Foreign Affairs: Greece and the U.S.A.». Τα υπόλοιπα οκτώ φύλλα του χφου είναι όλα στο μεγά λο σχήμα και χωρίς παρεμβολές από φύλλα άλλου σχήμα τος ή αποκόμματα. 37. Βλ. σχ. Παύλου Ζάννα, ό.π., σελ. 24-25.
6 2 /α φ ιε ρ ω μ α
Ο S. μαζί. Μου εξηγεί: - Αν ήμουν είκοσι χρόνια νεότερος, θα πήγαινα να πο λεμήσω στην Ήπειρο, αλλά είναι κωμικό στην ηλικία μου. Θέλω να υπηρετήσω τον ελληνικό αγώνα· βοηθήστε με. Ο πατέρας μου ήταν καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Βερο λίνου, η μητέρα μου Εβραία. Δε θέλω να έχω καμιά σχέση με τους Γερμανούς, όπως κατάντησαν. - Μα ξέρετε πως μ’ αυτά που θέλετε να κάνετε, θα κα κοπεράσετε αν τύχει κι έρθουν οι Γερμανοί εδώ. - Και σεις το ίδιο μου αποκρίνεται. Σας μισούν, θα ήθε λαν να σας κατασπαράξουν. Λένε στη γερμανική πρεσβεία πως είστε το άκρον άωτον της αγγλοφιλίας και της βυζα-
den Steinen ι u 1940 κ den Stein της ανάμνησης υ 1968 είνα ισ i6to πρόσωπο. Τα άλλα δύο ονόματα διπλωματών __ Τ_ αναφέρονται ούτε στις Μέρες, ούτε στο Πολιτικό Ημερολόγιο. 42. Βλ. Δοκιμές, ό.π., σελ. 301-305. 43. Βλ. ωστόσο τη μεταγενέστερη (26.5.71) δήλωση του Γ.Σ. στην A w Φιλίπ σχετικά με τις Γάτες τ’ Αι-Νικόλα και τα Δεκαοχτώ Κείμενα·. «Μου ζήτησαν ένα ποίημα, τους είπα ότι το βιβλίο τους ήταν υπόθεση νέων ανθρώπων κι ότι δεν έπρεπε να κοιτάζουν τους γέρους, παρά να τραβήξουν μπροστά. Τελικώς όμως το ποίημά μου το πήραν, το έβα λαν πρώτο-πρώτο στο βιβλίο τους κι ευχαριστήθηκα πολύ. Δε μπορώ να πω ότι είμαι απομονωμένος στη χώρα μου, αλλά τέλος πάντων ευχαριστήθηκα πολύ που είδα ότι είχα συντρόφους, είναι πολύ δυναμωτικό το να έχει κανείς συν τρόφους. Επί πλέον, η προσοχή των νέων ανθρώπων για τον τρόπο που πήρα εγώ τη ζωή μου, με συγκινεί πολύ.» Το Βήμα, 29 Αυγούστου 1971. Η συνέντευξη πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Le Monde στις 27 Αυγούστου 1971. 44. Ο Αλέξανδρος Ξύδης, επιμελητής της έκδοσης του Πολιτι κού Ημερολογίου του Σεφέρη, παρατηρεί πως σε ορισμέ νες περιπτώσεις «..Ο Γ.Σ. για να αποκρύψει μερικά ονό ματα, μεταχειρίζεται αριθμούς με την αντιστοιχία τους στην ελληνική αλφαβητική αρίθμηση.» (Γιώργος Σεφέρης, Πολιτικό Ημερολόγιο, Β', σ. 226). Η κυρία 100 θα μπο ρούσε να είναι, κατά την άποψη αυτή, κάποια κυρία Ρ..., που όμως παραμένει άγνωστη. 45. Αργότερα, στις 2.4.69, ο Γ.Σ. θα καταγράψει στο ημερολό γιό του ένα σύντομο μήνυμα του Γιάννη Ρίτσου: «Μόνη χαρά μου τούτο τον καιρό τ’ αντρίκιο και τίμιο μήνυμα του Σ. Έδειξε ακόμη μια φορά τι ποιητής και τι άνθρωπος είναι -αυτά τα δύο ποτέ δεν πάνε χωριστά. Μπράβο του. Του σφίγγω τα χέρια και τον φιλώ αδελφικά στο στόμα. Νάτη η παρηγοριά που μπορεί να δώσει στους ανθρώπους ο αληθινός ποιητής. Μπορεί να καμαρώσει πάλι η χώρα μας που όλα μπορεί να της λείπουν μα δεν της λείπουν οι ποιητές. Κι αυτό δεν είναι διόλου λίγο. Ίσως αυτό να φέρει κι όλα τ’ άλλα. Γ. Ρίτσος.» 46. Το ποίημα αυτό πρωτοδημοσιεύτηκε από τον Γ.Π. Σαββίδη στην επιφυλλίδα του «Ο σατιρικός Σεφέρης» στην εφη μερίδα Το Βήμα, 28 Σεπτεμβρίου 1974. Αναδημοσιεύτηκε στον τόμο: Γιώργος Σεφέρης, Τετρά διο Γυμνασμάτων, Β’, Ίκαρος, Αθήνα, 1976, με φιλολογι κή επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδη, που σημειώνει πως το κείμενο προέρχεται «από ημερολογιακές σημειώσεις στο Αρχείο Σεφέρη.» Θεωρεί, ωστόσο, πως ο στίχος «... Λέξεις νε κρές. Γιατί τις σκοτώσατε;..» με τους διαδοχικούς τίτλους Ερειπωμένη στήλη, Ερειπωμένη επιγραφή, Φθαρμένη επι γραφή, αποτελεί μεταγενέστερη μορφή αυτού του επιγράμ-
Εδώ γυρεύει, καθώς μιλά τα ελληνικά του με βαριά γερ μανική προφορά, τη λέξη· στο τέλος τη βρίσκει: - ... και της βυζαντινής subtility. - Κατά βάθος, του λέω, είμαι σίγουρος πως εκτιμούν έναν άνθρωπο που αγωνίζεται για τον τόπο του. - Οι αληθινοί Γερμανοί θα σας εκτιμούσαν, μου λέει, αυτοί όμως όχι.» Μέρες Γ (σελ. 261-262) Στις 3 Δεκέμβρη υπάρχει η ακόλουθη εγγραφή: «Την άλλη μέρα ο von den Steinen στο γραφείο μου. Έχει πάρει μια θέση στο ραδιόφωνο κι έρχεται αφού μου έστει λε το πρωί μια γερμανική μετάφραση του «Βασιλιά της Ασίνης». Με ρωτά τι εννοώ με το στίχο: «κι η νέα γυναίκα που έφυγε να παίξει με τα σκυλόδοντα του καλοκαιριού». Συζητούμε λίγο κι έπειτα γυρίζει την κουβέντα: - Και τώρα, για να ιδούμε τα δικά μας σκυλόδοντα τι θα φάνε. Μου ξεσκεπάζεται ξαφνικά μια αλληλουχία ιδιοτέλειας. Υπάρχουν Άγγλοι που υποστηρίζουν πως είναι κατάσκο πος. Η ανθρωπότητα έχει γίνει ολωσδιόλου αξεδιάλυτη.» Ακολουθεί, με παραπομπή, η εξής υποσημείωση: «Σημ. μετά τον πόλεμο: Είχα άδικο· ο Helmut von den Steinen έμεινε πρώτης τάξεως ώς το τέλος.·» Μέρες Γ', σ. 264. Δε νομίζω πως μπορεί να υπάρχει αμφιβολία πως ο von
Προσωπικά πιστεύω πως η καταγραφή από τον Σεφέρη του χρόνου σύνθεσης του ποιήματος (4 ώς 6 μήνες) βε βαιώνει πως αυτή ήταν η οριστική, τελική μορφή του ποιή ματος. Στη συζήτηση άλλωστε του Edmund Keeley με τον Γιώργο Σεφέρη, «που πραγματοποιήθηκε στα τέλη Δεκεμ βρίου 1968 στο Princeton», και στο ερώτημα αν, στη διάρκεια της παραμονής του εκεί «έκανε'καθόλου δου λειά», ο Γ.Σ. απάντησε: «Ναι, νομίζω ότι έκανα. Δεν μπο ρώ να πω. Δεν ξέρω πώς να μιλήσω για τη δουλειά που έχω κάνει. Έχω την εντύπωση ότι μπορεί να μιλήσει κα νείς για τη δουλειά που έχει κάνει μόνον όταν το έργο έχει τελειώσει. Δεν έχω διάθεση να μιλήσω για τη δουλειά μου στην περίοδο της επεξεργασίας. Αλλά οπωσδήποτε, υπάρ χει ένα βαθύτερο αίσθημα ότι δεν έχασα τον καιρό μου. Κι αυτό είναι κάτι. Ewoa> ότι θέλω να είμαι εντάξει μαζί σου: δεν μπορώ να αναφέρω κάτι που να έκανα πραγματι κά. Το μόνο πράγμα που μπορώ να αναφέρω σε σένα - και δεν πρόκειται να αναφέρω την ουσία του - είναι πως έγραψα ένα ποίημα με δυο στίχους.» ό.π., σελ. 119. Είναι περίεργο ότι ο Γ.Σ. δεν αναφέρει το μακροσκελέστατο (78 στίχοι) Γράμμα στον Rex Warner, πάροικο του Storrs, Connecticut, U.S.A., για τα εξήντα του χρόνια, που έχει την ένδειξη «Νέα Υόρκη, Ν.Υ., Ιούνιος 1965Princeton, N.J., χειμώνας 1968». Η παράλειψη δίνει ακόμη μεγαλύτερο βάρος στο «ποίημα με δυο στίχους».
38. Στην «ατζέντα» του Γ.Σ., στις 25.10.68 υπάρχει η σημείω ση: «Παράγγειλα Jaspers». Στη βιβλιοθήκη του Γ.Σ. υπάρ χει το βιβλίο του Karl Jaspers The question of German Guilt, σε αγγλική μετάφραση του Ε.Β. Ashton, Capricorn Books, New York, 1961. Στο εσώφυλλο ο Γ.Σ. έχει σημειώ σει το όνομά του, τη διεύθυνσή του στο Princeton και την ημερομηνία 1.ΧΙ.68. Ο τόμος έχει πολλές υπογραμμίσεις ή κάθετες γραμμές στο περιθώριο. Δεν υπάρχει καμία στη σελ. 35, όπου γίνεται λόγος για τη διάκριση πολιτικής ελευθερίας και πολιτικής δικτατορίας (που ανάγεται στον Ηρόδοτο) και το συσχετισμό της διάκρισης αυτής με το 39. Η λέξη «εκτός» υπογραμμισμένη δύο φορές. 40. Ο Γ.Σ. στη διάρκεια της παραμονής του στις Η.Π.Α., συ ναντήθηκε συχνά με τον γερουσιαστή Eugene McCarthy, υποψήφιο αντιπρόεδρο των δημοκρατικών στις προεδρι κές εκλογές της 5 Νοεμβρίου 1968. Βλ. οχ. Edmund Keeley, ό.π., σελ. 7-8. Όπως σημειώνει ο Edmund Keeley, στην ανάγνωση ποιημάτων του Σεφέρη, από τον ίδιο ελλη νικά και από τον Keeley σε μετάφραση, που πραγματο ποιήθηκε στη Νέα Υόρκη, προηγήθηκε εισαγωγή από τον γερουσιαστή Eugene McCarthy. Βλ. σχ. και το ποίημα του Eugene J. McCarthy Jumping Ship από τη συλλογή And Time Began, North Central Chri stmas Book, 1968, που μεταφράστηκε από τον Σεφέρη με τον τίτλο θα φύγω απ' το καράβι μου και πρωτοδημοσιεύτηκε στο Τετράδιο Γυμνασμάτων, Β', Ίκαρος, Αθήνα, 1976. 41. Την Τρίτη 5 Νοέμβρη 1940 ο Γ.Σ. γράφει στο ημερολόγιό Συναγερμός καθώς έμπαινε στο γραφείο μου ο von den Steinen. Κατεβαίνουμε όλοι στην «Αργεντίνα» -το χτίριο της οδού Φιλελλήνων είναι λένε ετοιμόρροπο- και μαζευό μαστε ένα πλήθος κάτω από μια γυμνή γύψινη χορεύτρια, σαν τ’ αρνιά την ώρα της καταιγίδας κάτω από μεγάλο
α φ ιε ρ ω μ α /6 3
Γ ιώ ρ γ ο ς Σ ε φ έ ρ η ς
Ή ποίηση στον κινηματογράφο Έ ν α άγνωστο κείμενο του ποιητή παρουσιασμένο από τον -------------------------------------------Δημήτρη Δασκαλόπουλο. _ Το βιβλιογραφικός άγνωστο κείμενο τον Σεφέρη που παρουσιάζεται εδώ, με την ευγενική συγκατάθεση της Κυρίας Μαρώς Σεφέρη, σώζεται στα χαρτιά τον ποιητή σε δυο μορφές: χειρόγραφη και δακτυλογραφημένη. Και οι όνο μορφές εμφανί ζουν έκόηλα ίχνη επίμονης επεξεργασίας: προσθήκες ή διαγραφές φράσεων, περι θωριακές σημειώσεις, φραστικές διορθώσεις. Το κείμενο που δημοσιεύω εδώ, στη ρίζεται στο δακτνλόγραφο, που είναι προφανές ότι έπεται χρονολογικός. Έχει γίνει, βεβαίως, παραβολή με τη χειρόγραφη μορφή. ΤΟ ΑΥΤΟΓΡΑΦΟ του ποιητή (σε ριγωτό χαρτί διαστάσεων 23 x 18), εκτείνεται σε οκτώ αριθμημένες σελίδες και φέρει στο επάνω δεξιό μέρος της πρώτης σελίδας, με κόκκινο μελάνι, την ιδιό χειρη ένδειξη: BBC 1.4.52. Ο αρχικός τίτλος του, και στις δύο μορφές που ανέφερα, είναι: «Το Murder in the Cathedral στον κινηματογρά φο». Μεταγενέστερη διορθωτική επέμβαση του Σεφέρη, του προσδίδει τον τίτλο με τον οποίον δημοσιεύεται εδώ: «Η ποίηση στον κινηματογρά φο». Για τη ραδιοφωνική δραστηριότητα του Σεφέ ρη στο B.B.C., κατά το διάστημα της σχετικά σύντομης (Μάιος 1951 - Νοέμβριος 1952) υπηρε σιακής παραμονής του στο Λονδίνο, είχαμε έως τώρα δύο, τουλάχιστον, γνωστά τεκμήρια. Πρό κειται για την ομιλία του για τον θάνατο του Σικελιανού και την ομιλία για τον Νίκανδρο Νούκιο (βλ. σήμερα Δοκιμές, τόμ. Β', σελ. 94-100 και 101-111, αντιστοίχως). Το «Η ποίηση στον
κινηματογράφο» ολοκληρώνει, πιθανότατα, τον κύκλο των ραδιοφωνικών εκπομπών του. Αφορμή για τη γραφή του κειμένου στάθηκε η κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού δρά ματος του T.S. Eliot Murder in the Cathedral, που έγινε από τον σκηνοθέτη George Hoeliering σε συνεργασία με τον ίδιο τον Eliot. Στην ταινία, που γυρίστηκε το 1951, ακουγόταν και η φωνή του Eliot να διαβάζει τους στίχους του Τέταρτου Πειρασμού. (Βλ. και: Θ.Σ.Ε. Σελίδες από ένα Ημερολόγιο, Δοκιμές, ό.π., σελ. 200). Το επόμε νο έτος κυκλοφόρησε η έκδοση: The Film o f Mur der in the Cathedral by T.S. Eliot and George Hoellering. Faber and Faber Limited, όπου δημο σιεύεται το (ελαφρώς τροποποιημένο) κείμενοσενάριο του δράματος και πλούσιο φωτογραφι κό υλικό από την ταινία. Σε εκτενές προλογικό σημείωμά του (σελ. 7-10 του βιβλίου) ο Eliot πε ριγράφει και αναλύει την κινηματογραφική ε μπειρία του και τα προβλήματα μεταφοράς του
6 4 /α φ ιε ρ ω μ α
θεατρικού έργου στον κινηματογράφο. Το βιβλίο υπάρχει στη βιβλιοθήκη του Σεφέρη και διασώ ζεται, συνημμένο στις πρώτες σελίδες του, το οκτασέλιδο, καλαίσθητο και μικρόσχημο πρό γραμμα της πρώτης προβολής της ταινίας, με ει σαγωγή του Eliot. Απόσπασμα αυτής της εισα γωγής ενσωματώνει ο Σεφέρης στο γραφτό του. Το παράθεμα του Eliot που μεταφράζει ο Σε φέρης πριν από την καταληκτική παράγραφο, προέρχεται από τη σελίδα 27 του βιβλίου: T.S. Eliot: Poetry and Drama. The Theodore Spencer Memorial Lecture. Harvard University. Novem ber 21, 1950. Faber and Faber Ltd. 1951. Και η έκδοση αυτή υπάρχει στη βιβλιοθήκη του Σεφέ ρη, με αρκετά σημάδια προσεκτικής ανάγνωσης. Το «περιλάλητο Quo vadis», που τρομάζει τον Σεφέρη με την επίδειξη χολιγουντιανής πολυτέ λειας, είναι η ομώνυμη -πολύ γνωστή και στην Ελλάδα- κινηματογραφική υπερπαραγωγή του μυθιστορήματος του Ερρίκου Σιένκεβιτς, που επιχείρησε σε πολλοστή κινηματογραφική μετα φορά η εταιρεία Metro-Goldwyn-Mayer. Παρα γωγός ο Sam Zimbalict, σκηνοθέτης ο Mervyn LeRoy και πρωταγων ,στές οι: Robert Taylor, Deborah Kerr, Peter Ustinov. Η εκτίμηση των ειδικών για την ταινία των Hoellering-Eliot δεν είναι πολύ ευμενής (βλ. Halliwell’s Film Guide, 21933, σελ. 737), παρά το γε γονός ότι απέσπασε δύο βραβεία στο Φεστιβάλ Βενετίας του 1951, για την καλλιτεχνική διεύ θυνση και τα κοστούμια. Υποθέτω, πάντως, ότι πρέπει να αποτέλεσε σημαντικό καλλιτεχνικό γε
γονός, τουλάχιστον για τα αγγλικά πράγματα. Θυμίζω, επίσης, την τότε πρόσφατη βράβευση· του Eliot με το Nobel (1948). Ο Σεφέρης δεν είχε ακόμη καταπιαστεί με τη μετάφραση του δράμα τος, το οποίο θα πρωτοεμφανιστεί ως βιβλίο στη γλώσσα μας το 1949, σε μετάφραση Αντ. Ζαχαρόπουλου και με τίτλο «Φόνος στη Μητρόπολη». Μόλις το 1961 ο Σεφέρης συζητά το ενδεχόμενο δικής του μετάφρασης, σε συνεργασία με τον Νί κο Γκάτσο. Έτσι, οι στίχοι του δράματος που αναφέρονται στο σεφερικό κείμενο, μπορούν να θεωρηθούν ως η πρώτη, μα καθόλου πρόχει ρη, μεταφραστική απόπειρα. Για το ?όγο αυτό θεώρησα σκόπιμο να μην τους αντικαταστήσω με την οριστική μορφή που έχουν στην ολοκληρω μένη σεφερική μετάφραση. Ο αναγνώστης μπο ρεί να ανατρέξει στο σχετικό βιβλίο (Φονικό στην Εκκλησιά, «Ίκαρος», σελ. 83-84) για να διαπιστώσει τις ελάχιστες διορθώσεις που έχει προτιμήσει ο Σεφέρης. Η τελική εντύπωσή μου είναι πως τούτο το κείμενο, που ο Σεφέρης το κράτησε (πιθανώς λό γω του περιστασιακού χαρακτήρα του) στο περι θώριο του κύριου δοκιμιακού έργου του, μπορεί κάλλιστα να βρει τη θέση του στον τρίτο τόμο των Δοκιμών. Πρόκειται για ένα κείμενο που ανήκει στην κατηγορία των σκόρπιων δοκιμίων του ποιητή και που, όπως παρατηρούσε για ανά λογες περιπτώσεις ο Γ.Π. Σαββίδης, «με κανένα τρόπο δεν μπορούν όλα να θεωρηθούν εφήμερα ή πάρεργα, και πάντως είναι απαραίτητα στονς μελετητές του Σεφέρη». .
ΙΝΑΙ γνωστό πώς ό ποιητής Έλιοτ προσπά θησε νά θέσει μέ τή μεγαλύτερη δυνατή σα φήνεια τό πρόβλημα τής ποίησης στό θέατρο· Τώρα, μέ τό γύρισμα τής ταινίας τού δραματικού έργου του «Φονικό στήν Εκκλησιά», έρχεται νά θέσει τό πρόβλημα τής ποίησης στόν κινηματο γράφο. Τό «Φονικό στήν ’Εκκλησιά» είναι ένα σταυ ροδρόμι στήν έξέλιξη τού ποιητή: είναι τό πρώτο έργο πού γράφει γιά τό θέατρο -παίχτηκε στά 1935- άλλά είναι άκόμα καί τό έργο πού τόν όδηγεί πρός τήν πολύ σημαντική ποίηση τών Κουαρτέτων. Ή ύπόθεσή του είναι πολύ άπλή· ό ίδιος ό Έλιοτ τήν διατυπώνει μέ τ’ άκόλουθα λόγια: «'Ένας άνθρωπος γυρίζει στήν πατρίδα του προβλέποντας πώς θά τόν σκοτώσουν καί τόν σκοτώνουν». Αυτό είναι όλο. 'Ο άνθρωπος αυτός είναι ό ’Αρχιεπίσκοπος τής Καντερβουρίας Θωμάς Μπέκετ. Στενός φίλος καί καγγελάριος, κάποτε, τού Βασιλιά Ερρίκου τού Β' τής ’Αγγλίας, έρχεται σέ σύγκρουση μέ τό θρόνο, ύπερασπίζοντας τήν άνεξ τησία τής Εκκλη σίας. "Υστερα άπό έφτά χρόνια θεληματική εξο
ρία γυρίζει ανάμεσα στό ποίμνιό του· λίγες έβδομάδες άργότερα τόν σκοτώνουν τέσσερις ιπ πότες μπροστά στήν "Αγια Τράπεζα τής Εκκλη σίας του, στά 1170, 29 Δεκεμβρίου. Οί πρωταγωνιστές τού δράματος είναι ό χορός καί ό άρχιεπίσκοπος. ’Αξίζει νά σημειωθεί ότι τό ρόλο τού τελευταίου τόν υποδύεται ό Πατήρ John Groser, έφημέριος σέ μιά φτωχή άνατολική συνοικία τού Λονδίνου καί ξακουστός στά σκλη ρά χρόνια τού πολέμου γιά τή χριστιανική δράση του. Σ’ αύτούς πρέπει νά προστεθούν τέσσερα πρόσωπα πού υποδύονται τούς πειρασμούς -τούς άκούει ό Θωμάς καθώς προσεύχεται- καί οί τέσσερις φονιάδες. Έτσι ή δράση περιορίζε ται στήν κίνηση τού χ ε ^ ύ , στήν πάλη τής συνεί δησης τού Θωμά, καί στήν έκτέλεση τού φόνου. Είναι φανερό πώς ό κινηματογρά )ος βρέθηκε άρκετά στενόχωρα μέσα σ’ ένα τόσο άπλό ύλικό, άφού ένιωσε τήν άνάγκη νά προσθέση, γιά καλό ή γιά κακό δέν ξέρω, έναν πρόλογο όπου παρασταίνεται τό ιστορικό τής διαμάχης τού Βασιλιά καί τού ’Αρχιεπίσκοπου στήν αύλή τού Nor thampton.
Ε
α φ ιε ρ ω μ α /6 5
’Αλλά καί μέ την προσθήκη αυτή ή προσοχή μας μένει ευτυχώς συγκεντρωμένη στό πρόσωπο τοΰ Θωμά καί στό χορό. Έ χω μάλιστα τήν έντύπωση πώς, μέ τήν ευχέρεια πού μάς δίνει ό φα κός νά συλλάβουμε μέ κάποιο τρόπο τίς φυσιο γνωμίες καί τίς κινήσεις τών σωμάτων, ό χορός παίρνει άκόμη μεγαλύτερη σημασία στό κινημα τογραφικό έργο. Είναι ένας χορός άπό χωριάτισσες άπλές γυ ναίκες. Τόν κατέχει ό φόβος κι’ έπειτα ή φρίκη. Θά συλλογιζότανε κανείς πώς ό ποιητής είχε ύπ’ όψη του όταν τόν έγραφε, τά χορικά τοΰ ’Αγα μέμνωνα καί τήν υστερία τής Κασσάνδρας. ’Αλ λά ό φόβος τών γυναικών αυτών είναι τυπικά μεσαιωνικός: έχει κάτι άπό τήν υπομονή τοΰ ζώου, τή διαίσθησή του, τήν άγνότητά του, τό ούρλιασμά του, τήν έκστασή του. Είναι ένα εύ ρημα τό πονεμένο σώμα αύτοϋ τού χορού πού μιλά καί παραμιλά καθώς έρχεται σέ άντίθεση μέ τήν πνευματική άγωνία ένός μάρτυρα, λ.χ. έτσι: «...Είδα τό φώς νά κατεβαίνει δαχτυλιδωτά, οδηγώ ντας στή φρίκη τού πιθήκου. Μή δέν τό γνώριζα, μή δέν τό γνώριζα τί θά γινόταν; Εΐταν έδώ, στό μαγειριό, στό στενορύμι, στό στάβλο, στό σιτοβολώνα, στήν άγορά στίς φλέβες μας, στά σπλάχνα μας, στά καύ καλά μας, τό ίδιο τό ίδιο καθώς καί στίς έπιβουλές τών μεγι στάνων, τό ίδιο καθώς καί στά συνακούσματα τών δυ νάμεων. Ό ,τ ι είναι ύφασμένο στό ύφάδι τής μοίρας δ,τι είναι ύφασμένο στά συμβούλια τών πρι γκίπων είναι ύφασμένο καί στίς φλέβες καί στό νοϋ μας είναι ύφασμένο σά διασίδι ζωντανών σκουληστ’ άντερα τών γυναικών τής Καντερβουρίας.
'Ο George Hoellering, ό σκηνοθέτης τής ται νίας, προσπάθησε νά υποτάξει στό έργο τά μέσα πού τού παρείχε ή τεχνική τού κινηματογράφου. Πρέπει νά τόν συγχαρεί κανείς πού τά χρησιμο ποίησε μέ τόν πιό άπέριττο τρόπο, πού άπέφυγε τήν επίδειξη τής πολυτελείας· αύτής τής πολυτε λείας πού μάς προσφέρει πλουσιοπάροχα τό Hollywood, καί πού πρέπει νά ομολογήσω πώς μέ τρόμαξε όταν τήν είδα, μέ όλη της τήν εύρωστία, στό περιλάλητο Quo vadis. Τό κύμα τής θάλασσας, τό ξερό χορτάρι στό χειμωνιάτικο βο ρεινό κάμπο, τή χειρονομία ένός χωρικού ή ένός χειροτέχνη, πέτυχε τίς περισσότερες φορές νά τά τοποθετήση έκεϊ πού έπρεπε, μέ άδρότητα. Πέ τυχε άκόμη κάτι πολύ πιό σημαντικό, γιά ένα τέ τοιο έργο: τήν ένότητα τής άτμόσφαιρας. Ή ήθοποιία είναι στόν τόνο της, μέ σαφείς άποχρώσεις· οί φυσιογνωμίες τών γυναικών τοΰ χο ρού άξιοπρόσεχτα διαλεγμένες. ’Εκεί πού άρχίζω νά έχω άμφιβολίες είναι άν μπόρεσε ν’ άποφύγει τή μονοτονία. Έ χω τήν έντύπωση ότι χρησιμοποίησε μέ κάποιαν ύπερβολή τό μέσο τού οπτικού γυρίσματος, τής οπτικής
Σχέδια τον Peter Pendrey από το βιβλίο «The film of murder in the cathedral» by T.S. Eliot and George Hoellering.
έπωδοϋ, πού δέ νομίζω νά εύχαριστεΐ τό μάτι, όπως συμβαίνει άντίστοιχα μέ τό αύτί. Ή όραση μεταδίνει τά άντικείμενα στή συνείδησή μας μέ σα σέ πιό σκληρά, λιγότερο κυμαινόμενα πλαί σια άπό τήν άκοή. Έ ν α μουσικό μοτίβο τό επα ναλαμβάνει ό μουσικός χωρίς νά κουράσει· ό ποιητής μπορεί νά τελειώσει πολλές στροφές μέ τήν ίδια φράση καί νά γοητέψει. Ή έπανάληψη τών όπτικών εικόνων δέν μπορεί νά έπιτύχει τό ίδιο άποτέλεσμα -τουλάχιστο έως δτου βρούμε τήν τεχνική πού θά δώση σ’ αύτή τήν έπανάληψη τήν εύλυγισία ή τήν άρμονική μετατόπιση πού μάς προσφέρει ό μουσικός ήχος ή ό ποιητικός
6 6 /α φ ιε ρ ω μ α
λόγος. Έτσι μέ κούρασε κάπως ή ταχτική έπάνοδος πάνω στό πανί μεσαιωνικών άνάγλυφων ή μοτίβων από τόν εκκλησιαστικό διάκοσμο, δπως άκόμη καί ό τρόπος τής κίνησης τών προσώπων, πού δίνει πολύ συχνά τήν έντύπωση δτι βρίσκο νται πάνω σ’ ένα περιστρεφόμενο δίσκο. ’Αλλά, πιθανώτατα, δεν είναι αύτό τό σημείο δπου θά έπρεπε νά έπιμείνει κανείς. Τό σημαντι κό ζήτημα πού θέτει ή παραγωγή μιας τέτιας ταινίας είναι άν ό κινηματογράφος μπορεί νά χρησιμοποιηθεί γιά τή μετάδοση τού ποιητικού λόγου. Τό πρόβλημα, άν θέλουμε νά τό πάρουμε στά σοβαρά, θέλω νά πώ όχι βιομηχανικά, εν διαφέρει καί γιά λόγους γενικούς πού μπορούν εύκολα νά ίδούν όσοι πιστεύουν στήν ποίηση, άλλά καί ιδιαίτερα γιατί ή λύση ένός τέτιου προ βλήματος θά λογάριαζε πολύ γιά τό άνέβασμα στόν κινηματογράφο τού κλασικού ελληνικού θεάτρου, πού έχει αρχίσει νά άπασχολεί, άπό τήν καλή του όψη, φίλους καί τής Ελλάδας καί τής ποίησης. “Ολοι θά συμφωνήσουμε, έλπίζω, πώς ή κινηματογράφηση ένός κλασικού δράμα τος πού θά ήτανε νά παραστήση ένα άρχαίο πε ριστατικό μαζί μέ όρισμένες τουριστικές καλλο νές χωρίς νά μεταδώση τόν παλμό τού λόγου, θά είταν ένας πολύ άτυχος φενακισμός. Στά λίγα εισαγωγικά λόγια πού έχει γράψει ό Έλιοτ γιά τό πρόγραμμα αυτής τής ταινίας, πα ρατηρεί, ότι «μιά ταινία όπου τό οπτικό στοιχείο
πρέπει νά ύποστηρίζει τό λόγο χωρίς νά άποστρέφει τήν προσοχή άπό αύτόν, χωρίς νά ύποτάζει τό λόγο στις εικόνες, καί χωρίς νά έπιβάλλει στόν θεατή διπλή προσπάθεια τής προσοχής του, δημιουργεί νέα προβλήματα γιά τό σκηνο θέτη». ’Ασφαλώς, καί σχεδόν άλυτα προβλήματα θά έλεγε κανείς: γιατί μάς υποχρεώνει νά ζητήσουμε άπό τόν κινηματογράφο κάτι άντίθετο άπ’ δ,τι τού ζητούσαμε ως τώρα. "Ως τώρα ό κινηματο γράφος σήμαινε τήν παντοδυναμία τής εικόνας, ως τό άποκοίμισμα τής συνείδησης τού θεατή.
Μέ τό πείραμα τής προβολής τού «Φονικού στήν Έκκλησιά» γυρεύουμε νά ύποτάξουμε τήν κι νούμενη εικόνα στον πνευματικότερο λόγο πού ξέρουμε, τόν ποιητικό λόγο. Αύτό θά έλεγα, Ισο δύναμε! μέ μιά προσπάθεια νά σώσουμε τόν κι νηματογράφο, μέ μιά προσπάθεια νά καταπολε μήσουμε τίς άποναρκωτικές συνέπειές του· όμως άναρωτιέμαι μήπως σημαίνει καί τήν άναίρεση τού κινηματογράφου: τό κυνήγημα μιας χίμαι ρας. Πάντως ό δρόμος είναι δύσκολος καί μα κρύς. ’Από αύτή τήν άποψη τό φιλμ πού μάς απασχόλησε μπορεί νά χαρακτηρισθεϊ πρωτοπο ριακό. Ά ν έχει κανείς έπιφυλάξεις γιά τήν όπτική έρμηνεία, δέν μπορεί παρά νά θαυμάσει τή μετάδοση τού λόγου. 'Υπάρχουν στιγμές τών χο ρικών πού είναι λαμπρές, καί τό μέρος τού τέ ταρτου πειρασμού πού λέγει ό ίδιος ό ποιητής -ή άλησμόνητη έκείνη άπαγγελία πού ξέρουν όσοι τουλάχιστο έτυχε ν’ άκούσουν τούς δίσκους τών Κουαρτέτων- είναι διαπεραστικό μέ τήν ζυγια σμένη θέρμη του. Γι’ αύτή τήν έλπίδα, όσο άμυδρή κι άν είναι, πού μάς δίνει, πρέπει νά χρωστάμε χάρη στό σκηνοθέτη· πρέπει νά χρωστάμε χάρη άκόμη πε ρισσότερο καί στόν Έ λιοτ πού έστρεψε τήν προ σεχτική μέριμνά του σ’ αύτή τήν κατεύθυνση. Καί τούτο θά πρέπει νά τό συσχετίσει καί νά τό φωτίσει κανείς μέ τά λόγια πού έγραψε ό ίδιος μιλώντας γιά τήν προσπάθειά του νά ξαναφέρει τόν ποιητικό λόγο στή σκηνή: «Εκείνο πού έχουμε νά κάνουμε» -έλεγε σέ μιά πρόσφατη διάλεξή του- «είναι νά φέρουμε τήν ποίηση στόν κόσμο όπου ζεί τό άκροατήριο καί δπου ξαναγυρίζει όταν άφήσει τό θέατρο, όχι νά μεταφέρουμε τό άκροατήριο σέ κάποιο κόσμο τής φαντασίας, όλωσδιόλου διαφορετικό άπό τό δικό του, έναν κόσμο έξω άπό τήν πραγ ματικότητα όπου ή ποίηση είναι ύποφερτή. Εκείνο πού έλπίζω πώς μπορεί νά κατορθώσει μιά γενιά δραματουργών, πού θά είχε έπωφεληθεϊ άπό τή δική μας πείρα, είναι νά κάνει τό άκροατήριο, τή στιγμή πού νιώθει πώς άκούει τήν ποίηση, νά πει μέ τόν εαυτό του:“άλλά κι’ έγώ θά μπορούσα νά μιλήσω έτσι.” Τότε δέ θά είμαστε πιά μετατοπισμένοι σ’ έναν τεχνητό κό σμο. Απεναντίας ό δικός μας κόσμος, ό ρυπα ρός, ό θλιβερός, ό καθημερινός θά έχει ξαφνικά φωτιστεί καί μεταμορφωθεί.» Τά λόγια αύτά μπορεί νά φανούν παράξενα στό στόμα ένός ποιητή σάν τόν Έλιοτ, πού οί πολλοί συνήθισαν νά βλέπουν σάν άπομονωμένο καί σημαδεμένο μέ τό θανάσιμο άμάρτημα τού έρμητισμού. 'Ωστόσο τά λόγια αύτά δείχνουν μιά σταθερή γραμμή τής ποιητικής του πού μπο ρεί ό προσεχτικός μελετητής νά παρακολουθήση, κοιτάζοντας τό έργο του έδώ καί τριάντα ή τριάντα πέντε χρόνια: τή σταθερή βούληση τής άνθρώπινης άλληλεγγύης.
α φ ιε ρ ω μ α /6 7
Ανέκδοτη αλληλογραφία
Στο Προξενείο της Κορυτσάς (1937)
του Γιώργου και της Μαρώς Σεφέρη Στο ανέκδοτο υλικό τον αρχείου Σεφέρη σημαντικό μέρος κατέχει η πολυσέλιδη αλληλογραφία τον ποιητή με τη γυναίκα του. Μερικά γράμματα από τον πρώτο καιρό της γνωριμίας τους (χειμώνας 1936-1937, ενώ ο Σεφέρης βρίσκεται στην Κορντσά, και πριν ακόμα παντρευτούν), μας εμπιστεύτηκε η κ. Μαρώ Σεφέρη. Οι διευκρινιστικές σημειώσεις, που ακολουθούν κάθε γράμμα, και η μέσα σε αγκύλες χρονολόγηση προέρχονται από την ίδια.
Τρίτη [17 Νοεμβρίου 1936] 107/2 βράδι Ή ρθα έδώ1 άργά τό άπόγεμα. Ταχτοποίησα δπως μπορούσα την τρύπα μου. Αύριο θά ίδώ καί τό χωριό μου. Είναι ot πρώτες ώρες πού άνασαίνω. Είναι καλό νά σού γράφει κανείς. Θά ήθελα ν’ άρχίσω άπό την αρχή: Τό ταξίδι. "Αμα βρέθηκα μόνος μέσα στό κινούμενο εκείνο κουτί, δπου μ’ άφησες μέ τίς πολλές βαλίτζες καί τόν έαυτό μου, είδα πώς είχε άπειρες μύγες στό ταβάνι. Μπορείς νά μού εξηγήσεις γιατί νά
ταξιδεύουν οί μύγες; Έπειτα έκανα τά νύχια μου καί λογαριασμούς. Τήν ώρα πού έτοιμαζόμουνα νά κοιμηθώ άρχισε νά χτυπούν τό τζάμι ορμητικές στάλες βροχής. Τίς δέχτηκα κι’ αύτές δπως τόσα άλλα, αύτές τίς τελευταίες μέρες: μέ υπομονή. Κοιμήθηκα άρκετά άνάποδα ώς τήν αύγή. Μέσα στό συννεφιασμένο φώς κοίταξα μιά κορδέλα νερό δπου σταματούσε ό όρίξοντας. Ρώτησα τόν άγουροξυπνημένο
6 8 /α φ ιε ρ ω μ α
έπιθεωρητή άν ήταν αύτό ή θάλασσα. Μοϋ άπάντησε μέ άδιαφορία «Oui c’ est la mer» σά νά μην καταλάβαινε πολύ-πολύ τί είδος άνθρωπος ήταν αύτός πού τού έκανε τέτοιες παράδοξες έρωτήσεις. Στό Πλατύ έβρεχε καλά. Κατέβηκα μέσα στίς λάσπες. Τέσσερις μακεδόνες μέ γουρουνοτσάρουχα καί μάλλινες κάλτσες πήρανε τά πράγματά μου. Έπρεπε να περιμένω δυό ώρες. Πήγα στό καφενείο τού σταθμού νιώθοντας πώς μάζευα τήν ύγρασία σά στουπόχαρτο. Πήρα ένα διπλό κονιάκ κι’ έναν διπλό καφέ. Τό μικρό καφενείο ήταν άκόμη σκοτεινό. Δυό χωρικοί μιλούσαν πλάι μου γιά τίς σοδειές τους. Έ νας χωροφύλακας έλεγε άστεία μ’ έναν σιδηροδρομικό. Στήν άλλη γωνιά κάποιος διάβαζε τραβώντας μολυβιές στό περιθώριο. Στήν άλλη γωνιά μιά κοκοβρασμένη ταξιδιώτισσα περίμενε, άπολιθωμένη. ’Από τά τζάμια τής πόρτας κοίταζα ένα κόκκινο φορτηγό βαγόνι. Βγήκα. Έβρεχε. Ή αύγή ώστόσο ήταν όμορφη μ’ ένα χρώμα μολυβί καί μιά ιδέα ρόζ πού περνοδιάβαινε. Θά ήταν καλά έτσι στή θάλασσα μ’ αύτή τή συννεφιά. Έ νας κόκορας λάλησε. Ή θάλασσα χάθηκε. Έ νας κακόμοιρος σκύλος έδειξε τό τριγωνικό του κεφάλι καί χάθηκε κι’ αύτός. Μπρός καί πίσω ό κάμπος μέ κλωνάρια λιγνά πού γαντζώνουν τήν όμίχλη, μέ βάλτους κίτρινους καί πράσινους, στερεοποιημένους. Πέρασαν οί ώρες δπως μπορούσαν. Ξαναπήρα τό τραίνο. Στήν άρχή τό θέαμα μέ διασκέδαζε. Ά ν ήσουν πλάι μου θά έβλεπες ένα σωρό χρώματα πού θά σέ γέμιζαν χαρά· άπό τό σκούρο χρώμα τού κατραμιού ως άνοιχτό κίτρινο τού φθινοπώρου. "Ολα αυτά δέ μοιάζουν διόλου μέ τήν ’Αττική, όπου ή ζωή είναι τόσο δύσκολη, όπου πρέπει νά βάλει κανείς όλη του τή δύναμη γιά νά κρατήσει μπροστά σ’ ένα τοπίο. ’Εδώ είναι ένας τόπος σάν κάθε άλλο τόπο, μέ τήν παχειά γή, μέ νερά καί μέ γεννήματα. Έ νας φθινοπωρινός τόπος γεμάτος καλαμπόκια. Συλλογίζομαι τόν πύργο σου στή Γαλλία.2 Ά π ό τήν Έδεσσα καί πέρα άρχισα νά κουράζομαι. "Επειτα πρός τό τέλος, όταν άρχισαν τά βουνά μέ τίς κορυφές χαμένες στά σύννεφα, είχα τήν άκράτητη έπιθυμία νά φωνάξω ή νά κάνω τοΰμπες άπό τήν πλήξη. Ή Φλώρινα ευτυχώς. Βρήκα τόν κλητήρα πού μέ περίμενε καί τ’ αύτοκίνητο μέ τή σημαία. Ξεκινήσαμε άμέσως. Γιατί νά μήν είσαι μαζί μου. Τό φώς είχε σημαντικά χαμηλώσει. Σπάνια είδα τέτοια όμορφιά. Έ να τοπίο πού είχε τό χρώμα σου πέρα ως πέρα. Δεξιά κι’ άριστερά βουνά. Προχωρούσαμε μέσα σέ μιά χαράδρα. Ά π ό τίς δυό μεριές ό άνήφορος γεμάτος όξιές πού είχαν τό χρώμα τού καπνού ολοένα πιό σκούρο. Πού καί πού κάτι μεγαλύτερα δέντρα σάν αρχηγοί ξεχωρίζανε. Είχε πιά νυχτώσει όταν φτάσαμε στά σύνορα. Τά πέρασα μέ όλες
τίς τιμές. Έδώ πέρα μέ περίμεναν. Μού είχαν έτοιμάσει φαγητό καί είχαν κάνει ό,τι μπορούσαν γιά νά ζεστάνουν αύτό τό σπίτι πού μισεί τή ζέστη. Ά ς είναι, τά τού σπιτικού μου θά σού τά γράψω άργότερα. Γιά τήν ώρα προσπάθησα νά κάνω ένα δωμάτιο υποφερτό γιά νά έργάζομαι καί νά ξαναβρίσκω τά πράγματα πού άγαπώ τό βράδι. Ά π ό αύτό τό δωμάτιο σού γράφω. Έ χει ένα άπέραντο κρεβάτι, πού μού θυμίζει τό κρεβάτι πού βρήκε ό κοντορεβυθούλης σάν πήγε στό σπίτι τού δράκου. Έ χει τρία παράθυρα. Τά δυό εύτυχώς καταδικάστηκαν κι’ έγιναν ράφια γιά βιβλία. Φτάνει τό μεσαίο. Έ χει καί μιά σόμπα. Βρήκα κι’ ένα μεγάλο τραπέζι πού είναι τό συμπαθέστερο άπό δλα τά άλλα. "Οσο γιά τό γούστο τού διάκοσμου, φτάνει νά πολλαπλασιάσεις έπί πέντε τό γούστο ένός έπαρχιώτη όδοντοϊατρού. Κατά καλή μου τύχη έμαθα άπό καιρό νά βρίσκω κάποιο χιούμορ στό κακό γούστο. Αύτά. Αύριο θ’ άρχίσω έπισκέψεις. Σού είπα ένα σωρό πράγματα άλλά εκείνο πού ήθελα νά πώ καί μ’ έκανε νά μουντζουρώσω τόσο χαρτί δέν τό είπα. Είναι σκληρή ή ζωή χωρίς έσένα καί άδικη. Γ. Σημειώσεις 1. Στήν Κορυτσά τής ’Αλβανίας. Ξεκίνησε Δευτέρα τό βράδι στίς όκτώ. Τόν συνόδεψα ώς τό σταθμό. Τά τραίνα τότε Άθήνα-Γαλλία ήταν γαλλική έταιρία Simplon. Γι’ αύτό μιλά στόν Έπιθεωρητή γαλλικά. 2. Ή μάνα μου ήταν Γαλλίδα, τό γένος Pascal. Είμουνα τό τέταρτο παιδί της. Πέθανε σάν μέ γεννούσε- δ πατέρας μου τρελός άπό τόν πόνο δέν θέλησε νά μ’ άντικρίσει. Ή Γαλλίδα γιαγιά μέ πήρε καί φύγαμε στή Γαλλία όπου καθ σαμε στό σπίτι της. Τόν πύργο σου. Ό πύργος, λεγότανε Chateau du Mouchet, περιστοιχιζότανε άπό ένα πολύ μεγάλο κτήμα μέ άμπέλια, δάση, λιβάδια- άνάμεσα περνούσε ένα ρυάκι. Έκεϊ τά καλοκαίρια βουτοΰσα μέ τά παιδιά τών έργατών, έκεϊ έμαθα τό πρώτο μου κολύμπι. Τό χειμώνα τρύπωνα στούς σταύλους μέ τίς άγελάδες, στά μεγάλα υπόστεγα μέ τό ξερό χορτάρι, τροφή τών ζώων, έκεϊ ήταν ό άγαπημένος μου κρυψώνας. ’Ακόμη τώρα θυμάμαι τήν κάθε γωνιά τών περιβολιών, τίς μυρωδιές τού χόρτου καί τών λουλουδιών. Στά 7 μου χρόνια έμαθε ό πατέρας δτι ή καθολικιά γιαγιά μου μέ προόριζε γιά καλόγρια, κΓ ήρθε καί μέ έφερε στήν Ελλάδα. Γιά μένα ήταν ένα ξερίζωμα. “Ως τά 12 μου χρόνια τά καλοκαίρια πήγαινα μέ τή γαλλίδα δασκάλα στή γιαγιά μου. Συχνά μιλούσαμε μέ τόν Γιώργο γιά τίς παιδικές μας άναμνήσεις. Εκείνος γιά τή Σκάλα του καί τή μάνα του πού λάτρευε, καί γώ γιά τό Mouchet μου καί τήν γιαγιά μου. ’Εκείνος τά έχασε στήν καταστροφή τής Σμύρνης, καί γώ στά 1924 δπου ό μεγάλος διαχειριστής τής περιουσίας τής γιαγιάς μου τά έκανε δλα γυαλιά καρφιά καί μετά αύτοκτόνησε.
α φ ιε ρ ω μ α /6 9
Σάββατο 21 [Νοεμβρίου 1936] Τό γράμμα σου τής Τρίτης τό έλαβα σήμερα. Πολύς καιρός. "Ας μή γκρινιάζουμε όμως. Είναι ή πρώτη χαρά πού είχα σέ τούτα τά βουνά. Κι’ έπειδή σήμερα είναι ή μέρα τού παζαριού βγήκα νά ίδώ τό παζάρι γιά νά γλεντήσω τή χαρά μου: θά σ’ άρεσε, άν ήσουν μαζί μου, νά κοίταζες τά παράξενα χρώματα καί τίς παράξενες όψεις τών άνθρώπων. Ό καιρός ήταν βροχερός, τριγύρισα άνάμεσα σ’ όλους αυτούς τούς χωρικούς, πού μοιάζουν τόσο μεταξύ τους, ρουφημένα μάγουλα, καμπουρωτές μύτες, μάτια πονηρά, λιγνοί καί κάπως σκυμμένοι. Γιά μιά στιγμή σκέφτηκα τί ήρθα νά κάνω μέσα σ’ αύτούς τούς βουνίσιους, έγώ ό νησιώτης. Θυμήθηκα τό γέρο κρητικό πού βρήκαμε πρός τό τέλος τού καλοκαιριού πηγαίνοντας στό σπίτι τού Καζαντζάκη.1 Πόσο εύκολα τού κουβέντιαζα. "Αν είχα νά μιλήσω μ’ αύτούς τούς άνθρώπους τί θά είχα νά τούς πώ, πώς θά τούς έκανα νά μοΰ μιλήσουν. ’Αλλά καί πάλι αισθάνομαι πώς δέ θά μού ήταν άκατόρθωτο μέ λίγη άσκηση, άκατόρθωτο όσο μέ τόσους άλλους πού βλέπω κάθε μέρα. «Ίσως καί νά σέ συλλογίζομαι», λές. Καλή μου, κοίταζα σήμερα στό παζάρι ένα σωρό πράγματα πού δέν έχω τί νά τά κάνω άψοΰ δέ μπορώ νά τά μοιραστώ μαζί σου. Τά περίφημα λάχανα καί τά πράσα πού τόσες φορές μιλήσαμε γι’ αύτά. Τά πράσα είναι μακρυά σά δοκάρια πράσινα καί κατάσπρα. Τά λάχανα μεγάλα καί χρωματισμένα, όπως στό Μίκι-Μάους. Τ’ άγόραζαν οί χωριάτες γιά νά τά θάψουν πάλι μέσα στό χώμα. Ά π ’ αύτά θά τρώνε όλο τους τό χειμώνα. Προχωρούσα καί μ’ άκολουθούσε ό άρειμάνιοςκλητήρας μου. Είχε κάτι χιουμοριστικό όλόκληρη ή υπόθεση, τό ούρανοκατέβατο ύφος μου πού καταλάβαινα άπό τίς ξαφνισμένες ματιές τών άνθρώπων, τό μουντό φώς πού έδειχνε τόσο καλά τό τριανταφυλλί χρώμα τών κρεμμυδιών. Τά ζώα πού περίμεναν κοπαδιασμένα καί υπομονητικά ν’ άλλάξουν άφέντη, κι’ ή έπιθυμία μου νά δώσω ένα γερό κλώτσο νά ύψωθώ σά μπαλόνι καί νά βρεθώ σέ μιά άγαπημένη άκρογιαλιά2 κάτω άπό τό ’Όρος3 πού μού έμεινε πάντα τόσο μυστηριώδες, τόσο άπόμακρο, κι’ ωστόσο τόσο συγγενικό, σάν ένας άγγελος φύλακας. Πόσα πράγματα σέ τόσο λίγο καιρό. Μιά όλόκληρη ζωή πού μαζεύτηκε δσο μπορούσε γιά νά χωρέσει άνάμεσα στά στιλωμένα μάτια καί τά δυό μπροστινά πόδια τού Χατζή-Μουράτ.4 Πάλι καλά. Σταμάτησα τό γράμμα μου. Ή ταν έτοιμο τό φαγητό. Τώρα είμαι πάλι μόνος στην
τραπεζαρία κΓ άκούω τό ρουχάλισμα τής σόμπας. Έ να γκρίζο φώς μπαίνει άπό τά δυό παράθυρα άριστερά μου. Έ να μήλο άπομένει στή φρουτιέρα πάνω στόν μπουφέ άπέναντί μου. Έ δώ, στήν κρεβατοκάμαρά μου καί στό μικρό γραφείο τό υπηρεσιακό θά περάσω τόν καιρό μου- τό σπίτι είναι έτσι πάνω-κάτω.5 [άκολουθεΐ σχέδιο τοΰ σπιτιού]
Είναι μεγάλο καί δύσκολο νά ζεσταθεί. Έ χει κι’ ένα είδος pavilion πού μένει γιά τήν ώρα άχρησιμοποίητο. Ή έμφάνισή του δέν είναι άσχημη μέ τό μικρό περιβολάκι πού άπλώνεται μπροστά τού, άλλά τό έχει ρημάξει τό άθλιο γούστο τών άνθρώπων πού τό έπίπλωσαν. Αύτά δέν έχουν φυσικά σημασία. Εκείνο πού έχει σημασία είναι δτι τό μόνο άγαθό πού περιμένω άπό έδώ -δηλαδή ή δουλειά- δέν ήρθε άκόμη. "Ολες αύτές οί μέρες στάθηκαν πολύ βαρετές. Μιά προέκταση τού έκνευρισμού τού ξεκινήματος. Κι’ δπως ξέρεις μισώ τόν έαυτό μου δταν είναι νευρωμένος. Αύτά δμως πρέπει νά περάσουν. Θά περάσουν. Γειά σου καλή μου. Φριχτά πολύ.6 γ:
Σημειώσεις 1. Στήν Αίγινα. Είχε τότε ό Καζαντζάκης ένα σπίτι δικό του, στή βόρεια μεριά τοΰ νησιού, άπέναντί στόν Πειραιά. 2. ’Εννοούσε βέβαια, στήν άκρογιαλιά τής Αίγινας. 3. Τό ' Ορος είναι τό ψηλότερο βουνό τής Αίγινας. Δέν θέλησε ποτέ νά τό άνεβούμε - ”Ας ’το άπάτητο, έλεγε, θά μάς προστατεύει καλύτερα. "Ως τό τέλος τό Ό ρος είχε μείνει στή ζωή μας ένα σύμβολο. Τό άναφέρει στά Τρία Κρυφά ποιήματα, «Θερινό Ήλιοστάσι: ΙΑ'» Ή θάλασσα πού όνομάζουν γαλήνη πλεούμενα κ ι’ άσπρα πανιά μπάτης όσιό τά πεύκα κα ί τ’ Ό ρ ο ς τής Α ίγινας
[...] 4. Χατζή-Μονράτ: Έ νας περίφημος πολεμιστής Καυκάσιος πού έγραψε τή ζωή του ό Λ. Τολστόι. "Ετσι είχε όνομάσει μιά μικρή μάλλινη τίγρη πού είχε πάντα πάνω στό κρεβάτι του. Τής είχε βάλει ένα περιδέραιο άπό πολύχρωμες χάντρες κι’ ένα μαύρο δέσιμο στό δεξί της μάτι σάν τούς κουρσάρους. Σάν έφυγε γιά τήν ’Αλβανία άργότερα μού τόν έδωσε τόν Χατζή-Μουράτ νά μέ φυλάει. Τόν έχω άκόμα. 5. Έ χει κάνει τό σχέδιο τοΰ σπιτιού πού άποτελείται άπό όκτώ δωμάτια. 6. Μεταχειριζόμουνα πολύ τότε τή λέξη φριχτά, φριχτός, φρίκη. Κάποτε είχε μουρμουρίσει: «πώς άραγε νά-μ’ άγαπάς;» Χωρίς νά πολυσκεφτώ πέταξα: «Φριχτά πολύ!». Σιγά σιγά δμως πήρε τή σημασία δπως άλλοι λένε: «Σ’ άγαπώ».
7 0 /α φ ιε ρ ω μα
Τρίτη [8 Δεκέμβρη 1936] Θυμάμαι μιά εικόνα πού άκουσα πρίν πολλά χρόνια στό Παρίσι, σέ κάποιο θέατρο. Νερολούλουδα όταν άνεβαίνουν τά νερά. Τό κοτσάνι τους τεντώνει, όλο τεντώνει, προσπαθούν νά κρατήσουν. Θά κρατήσουν άραγε. Έ χω μεγάλο καημό σήμερα. “Ημουνα τ’ άπόγεμα στού μοναδικού άγγλου πού βρίσκεται έδώ. 'Απλοϊκοί άνθρωποι, σάν δλους τούς άγγλους, άντρόγυνο μ’ ένα παιδάκι σάν παιχνίδι χριστουγεννιάτικο. Τσάι κι’ έπειτα cocktails. ’Αγγλικά τσιγάρα καί ραδιόφωνο. Κουβέντα κοινή. 'Ωστόσο δλα αυτά τά πράγματα μοΰ φέρνουν άπό κάτω ένα ρεύμα νοσταλγίας. Γυρίζοντας βρήκα τό γράμμα σου. ’Ελπίζω νά έχεις λάβει τό γράμμα μου τής Πέμπτης ή Παρασκευής γιά νά σωθούν οί τύποι. Βρήκα τό γράμμα σου. Συνηθίζεις, λές. Έγώ δέ συνηθίζω διόλου. Συμπάθα με. Δέν έχω υπομονή σήμερα. Αισθάνομαι πατημένος σά χαλκομανία σ’ ένα τζάμι. Σκέφτηκες ποτέ σου τά φαντάσματα. Δηλαδή τά φαντάσματα άπό τή δική τους άποψη, δταν περνάν άπό μιά πόρτα κλειστή, χοροπηδούν πάνω σέ άναμμένα κάρβουνα, χάνουνται μέσα στό καπέλο ένός διαβάτη. ’Ανάμεσα στήν ύπαρξη καί στήν άνυπαρξία, θά ύποφέρουν, φαντάζομαι πολύ. Κάποτε σέ στιγμές μοναξιάς αύτό αισθάνομαι, δταν χάνεται ή άφή, ή ματιά είναι λιγότερο σίγουρη καί τό αύτί άκούει διπλά. ’Αγαπητή μου φίλη, ή φίλε, γιατί σάν σ’ ένα φίλο παλιό σού γράφω τώρα, βρίσκομαι σέ μιά στιγμή πού αύτό τό άνεβοκατέβασμα, άπό τή σκληρότητα στήν τρυφερότητα, μ’ έχει λαχανιάσει. Καί θά προτιμούσα νά μή σού τά έγραφα δλα αύτά. “Ας πούμε πώς είναι τό άλκοόλ, τό κρύο, κι’ έπειτα ή ζέστη πού μέ φέρανε στήν κατάσταση νά φλυαρώ τόσο άκαιρα. - Δέν κάθησα άκόμη νά γράψω τίποτε. Πρέπει δλα νά τά ξαναρχίσω άπό τήν άρχή. Κι’ αύτό άκόμη μέ κάνει νά θλίβομαι γιά τήν κουταμάρα τών άνθρώπων καί τών περιστάσεων. Ετοιμάζεις μιά άτμομηχανή τή λαδώνεις, τή γυαλίζεις, βάζεις φωτιά στά
καζάνια ως τή μπούκα, φορτώνεις τά βαγόνια άντρες, γυναίκες, παιδιά, κότες, άλογα, άντικείμενα πολυτέλειας, σπάνια κρασιά, έκρηκτικές ύλες καί λαουτζίκο πού παίζει φυσαρμόνικα. Πατάς τό κουμπί, τήν άμολάς μέ διακόσα χιλιόμετρα τήν ώρα, κι δπου πέσει. ’Εκεί πού θά πέσει έρχουνται οί νοσοκόμοι κΓ οί πυροσβέστες νά μαζέψουν τά συντρίμμια. Πάντα ύπάρχουν νοσοκόμοι καί πυροσβέστες μέ τά καμπανάκια τους, πολλή αύταπάρνηση καί πολύ κουράγιο. Νοστάλγησα δμως σήμερα τό βράδυ έναν τόπο χωρίς σιδηροδρόμους, δπου δέν τυχαίνουν τέτοια παράδοξα δυστυχήματα. "Οπου λές πάμ παραπάμ, παραπάμ, πάμ, καί δλα λύνουνται διά μαγείας. - Δέ βαριέσαι, δλοι οί άνθρωποι έχουνε τά βάσανά τους. - Ά ς πάρουμε κάτι πιό εύθυμο. Οί έγγλέζοι μου έχουνε δυό γάτες, τή μιά τή λένε «Κυρώσεις», έπειδή γεννήθηκε τήν εποχή τών κυρώσεων, καί τήν άλλη «Αράχνη». Ή Αράχνη ήρθε νά παίξει πάνω στά γόνατά μου, μέ τήν καλύτερη διάθεση τού κόσμου- μέ γρατσούνισε, -ήθελε, ύποθέτω, κι’ αύτή τό καλό μου.- Συμπέρασμα: νά έπιμένεις νά βλέπεις έκεί πού δέ βλέπει κανείς είναι μεγάλη τρέλα καί μεγάλο βάρος, αγαπητέ μου φίλε. Φαντάζομαι στήν Α θήνα θά έχουν πέσει χαλάζι οί άσχολίες. Θά έγραψα σέ καμιά δεκαριά άνθρώπους. Κανένας δέν άπάντησε. Μέσα σ’ αύτούς, φυσικά, δέ λογαριάζω τήν άδελφούλα σου, τή φευγαλέα αύτή ύπαρξη. Τής τά έχω συγχωρήσει δλα έκ τών προτέρων. Έγραψα γιά τά Χριστούγεννα. Γειά σου Γ. Υ.Γ. Μή λογαριάζεις τίς γκρίνιες μου. Θά πρέπει ν’ άρχίσω νά σού γράφω τό πρωί. Έχω περισσότερο κέφι. Δέ σέ ρώτησα άκόμη άν διαβάζεις τά δυσανάγνωστα γράμματά μου.
Πέμπτη [7 Γενάρη 1937] "Ενας φίλος μου1πού έχει τό δώρο νά εκφράζεται μέ μονοσύλλαβα μού έγραφε: «άς ευχηθούμε ή ζωή νά είναι όχι δπως δέν τή θέλουμε.» Ά ς τό εύχηθοΰμε αύτό. Είναι πολύ. ’Αδύνατα πράγματα, γράφεις, πώς νά τά
ζητήσει κανείς. Πόσο θά ήθελα νά ήξερα πώς είσαι τώρα,2 νά καταλάβαινα, μόνος μου τί θά σού έκανε καλό. Είναι δύσκολο άπό μακριά. Αισθάνομαι πώς γίνουνται διάφορα πράγματα έκεϊ κάτω, καθημερινές μεταλλαγές, κλονισμοί.
α φ ιε ρ ω μ α /7 1
’Αλλά τί ακριβώς; Οΰτε καί σύ μπορείς νά μοϋ τό πεις. Τό χειρότερο άπ’ όλα είναι όταν σε χάνω, όταν δεν ξέρω πιά τίποτε. Σέ νιώθω κουρασμένη, εκνευρισμένη. ”Αν τουλάχιστο μπορούσε νά σταματήσει αύτό, θά τό προτιμούσα καί θά τό ήθελα ίσως περισσότερο παρά νά σέ ξαναβρώ παρ’ όλη την άβάσταχτη λαχτάρα πού έχω. Τί μπορεί νά γίνει; Γράφεις όλοένα λιγότερο καί σύ καί πιό βιαστικά. Καί αύτό μέ κάνει κάποτε νά σκέπτομαι πώς χάνεις πιό συχνά τώρα τελευταία τόν έαυτό σου. Τί περίεργο, έσύ πού έχεις τόση χαρά γιά τη ζωή νά βουλιάζεις καί νά φθάνεις στό σημείο τής άπελπισίας καί νά πρέπει έγώ, πού έχω κοιτάξει τά πράγματα τόσο γυμνά, νά σού θυμίζω πώς όσο ζεί ένας άνθρωπος, τίποτε δέν είναι χαμένοόσο δέν έχει άφεθεϊ. Τί κάθομαι καί σού γράφω; ’Αλλά τί μπορεί νά γράψει κανείς. Μιά λέξη κάποτε βαραίνει περισσότερο άπό έκατό χιλιάδες γράμματα. Μιά μονάχα λέξη πού είναι άδύνατο τώρα νά ειπωθεί. Δέν έχουμε τίποτε άλλο όμως στά χέρια μας, σήμερα, παρά σκέψεις και μαυρισμένα χαρτιά καί τή θέληση νά γίνει ή ζωή «όχι όπως δέν τή θέλουμε». Ά ς συλλογιστούμε πώς είναι κάτι πού δέν τό βλέπουμε καί τόσο συχνά, δυό άνθρωποι πού γυρεύουν μ’ όλη τους την καρδιά νά δώσουν δ,τι έχουν καλύτερο γιά νά βοηθήσει ό ένας τόν άλλον. Καί συλλογίζομαι άκόμη, τώρα ξαφνικά, τί χάλια είχα κι έγώ χθές δλη τήν ήμέρα καί πόση άπελπισία. Τό γράμμα σου, αύτό τό δύστυχο γράμμα πού ήρθε ύστερα από 7 μέρες άναμονή, μέ ξύπνησε. Καί βλέπεις, παιδί μου, τίποτε δέ λογαριάζεται τώρα ούτε ή σκέψη, πού μέ βασάνισε τόσο αύτό τόν τελευταίο καιρό, πώς έχεις στή ζωή σου ένα-δυό πράγματα πού δέ γίνεται νά μήν περνούν πρίν άπό μένα. Κουράζεται κανείς νά υποφέρει.3 Τώρα σέ βλέπω, άγάπη μου, (αφού ή λέξη αύτή γράφτηκε μιά φορά, δέν μπορεί πιά νά μήν τή γράφω κάθε τόσο) μέ περισσότερη γαλήνη καί άφήνω τόν έαυτό μου νά όνειρευτεί πώς θ’ άξιωθώ νά σού δώσω κάτι περισσότερο άπό έναν πρόσκαιρο ένθουσιασμό, κάτι πού νά λογαριάζει. Έπειτα
γιατί νά μή γίνει κι αύτό. "Οταν άρχισες νά μού λες τή ζωή σου είχα νά νικήσω πολύ περισσότερα εμπόδια άπό αυτά [πού] βρίσκουνται τώρα μπροστά μου. Έπρεπε νά σού τα πώ κάποτε δλα αύτά. Φρόντισέ τα αύτά τά γράμματα. Καλύτερα είναι ίσως νά τά καταστρέφεις. Θά τό προτιμούσα. Φθάνουν δσα έχουμε, δέ χρειάζουνται περισσότερα. Μέ ρωτούσες κάποτε γιά τά οικονομικά μου. Καλά. "Ως τό τέλος αύτού τού μηνός θά έχω ξεπληρώσει καί τά χρέη μου, καμιά 30.000. Έ πειτα θά είμαι πιό άνετα. Τό μόνο άγαθό έδώ πέρα- καί άπαραίτητο άν πρόκειται νά μείνω στήν ’Αθήνα, ύστερα άπό τούτη τή θητεία. Έσύ ξανάπιασες πάλι νά βασανίζεις τήν τύχη σου. Μά δέ θά τήν άφήσεις ήσυχη αύτή τή γυναίκα. Τά χαρτιά σ’ έκνευρίζουν άκόμη περισσότερο. Τί σού χρειάζουνται; Άφησέ τα καί βρές τό κέφι καί τόν τρόπο νά κλείνεσαι λίγη ώρα κάθε τόσο γιά νά μού στέλνεις δυό λόγια. «Ποιος ξέρει πότε θά σού ξαναγράψω». Είναι ό χειρότερος λόγος πού κατάφερες νά'μοΰ πεις καί θά στόν ξεπληρώσω κάποτε. Δέν έτυχε νά γνωρίσω καλά τον Κ.4 άλλά, σά λογοτέχνης δέ μού γέμισε πολύ τό μάτι. Γιά τήν έκδρομή σού έγραψα. Τά «δυό λόγια» γράφτηκαν σέ μιά στιγμή άπόγνωσης. ’Αλλά λέγουνται όλοένα. Γ. Σημειώσεις 1. Ό καπετάνιος ποιητής Μίμης ’Αντωνίου. 2. Εϊμουνα τά μαύρα μου τά χάλια. Ή ταν γιορτές, έπομένως μέρες άγριας χαρτοπαιξίας. Πρωτοχρονιά εϊμασταν σέ φιλικό σπίτι άπό τίς 8 τό βράδι δλη τήν νύχτα, δλη τήν μέρα ως τίς 4 τό πρωί τής μεθεπομένης. Τό βράδι ό άνδρας μου είχε καλέσει δλη την παρέα στό σπίτι μας. Πώς νά γράψω; Τί νά γράψω; 3. Έτρεμα πάντα αύτή του τήν κούραση. "Ηξερα πόσο είχε άνάγκη χαράς, καί πόσο τήν άγαποΰσε δταν τού τήν έδινα. Δέν τό κατόρθωνα πάντα. 4. Καρανικολός. Τότε μετέφραζε Ρίλκε, πολύ φίλος τού Π. Κανελλόπουλου καί τού Κ. Τσάτσου, συχνά δταν μαζευόμασταν μάς διάβαζε τήν έργασία του.
Δευτέρα [1 Φλεβάρη 1937], μετά τό Χτές ταχτοποίησα παλιά χαρτιά. Τί ζεΐ ένας άνθρωπος πού ζεί. Μ’ έφεραν πίσω πέντε χρόνια. Τό Λονδίνο, τά καλοκαίρια μου, ή Ελλάδα. Έκεΐ μέσα βρήκα κι ένα γράμμα τού περασμένου φθινοπώρου. Σού τό ταχυδρόμησα σήμερα τό πρωί- μού μοιάζει, δπως ένα μικρό παιδί μοιάζει στόν πατέρα του. Πόσος καιρός πέρασε άπό τότες. Τί έγίναμε άπό τότες. Συλλογιζόμουνα αύτή τή ροπή πού έχω σέ
κάποιες στιγμές νά κλείνω τα μάτια καί νά τραβώ μπροστά κι άς είναι ό γκρεμνός. "Ετσι ήμουν άπό πολύ μικρό παιδί. Τώρα πού έφυγαν τά χρόνια, λέω πώς μού συμβαίνει αύτό, σάν κουραστώ νά κοιτάζω καθαρά- καί μέσα μου καί έξω. Είναι ένα γύρισμα τής ζωής πού γυρεύει τό δίκιο της, δταν κοιτάζοντας άπό πολύ κοντά δλα, τήν άπελπίζουμε. Καί δέν άπελπίζεται ή ζωή δσο ύπάρχει, κι άς άπελπίζεται ό
7 2 /α φ ιε ρ ω μα
άνθρωπος. Συλλογιζόμουνα έσένα, ζωή μου. Καμιά φορά όταν μοϋ ξεφεύγουν κάτι τέτοια λόγια, στέκομαι καί λογαριάζω (ό άλλος πού σέρνω πάντα κοντά μου σάν ίσκιο, ό άλλος ό •ψυχρός παρατηρητής πού δέ συγκινεΐται, είναι πάντα έτοιμος νά μιλήσει), λογαριάζω τί κάνω, ζυγιάζω τήν εύτυχία πού μπορώ νά δώσω καί τόν πόνο πού έχω δώσει κιόλας, όχι μοναχά σ’ έσένα. Λογαριάζω τό κόστος αύτής τής ευτυχίας. Σταματώ μιά δύσκολη στιγμή. Κι έπειτα: «άς γίνει δ,τι γίνει»1-έτσι τελειώνω πάντα άμα έρθω σέ άντιπαράσταση μαζί σου. Καί τό τρομερό είναι ότι τά ξέρω όλα. Αύτή είναι ή αγάπη μου. Και δέν πρέπει νά σοΰ τη λέω. “Ομως βλέπεις αύτά τά πράγματα πού είναι μεγαλύτερα άπό μάς έχουν τό κακό νά μάς δίνουν τήν εντύπωση ότι βρίσκουνται πάντα σέ κίνδυνο, ότι άν μάς τυραννούν τόσο «φριχτά πολύ» σήμερα, αύριο μπορεί νά έχουν χαθεί μιά γιά πάντα. Καί τό περίεργο είναι πώς ένώ τόσο πολύ βασανιζόμαστε, θά προτιμούσαμε νά χάσουμε ό,τι δήποτε άλλο παρά αύτό τό βασάνισμα. Καί τότες λέμε «πώς δέν έχουμε καιρό» καί δίνουμε ό,τι μπορούμε νά δώσουμε. Καί δέν έχω τίποτε άλλο νά σοΰ δώσω τώρα, παρά αύτές τίς ανόητες λέξεις. Καί πάλι δέ θά σοΰ τίς έγραφα, άν δέ μέ παρακινούσε ή έλπίδα πώς κάποτε, έστω καί γιά μιά στιγμή, όταν σοϋ κρατήσω τό χέρι, δυό άνθρωποι, μέσα σ’ αύτόν τόν ψόφιο κόσμο πού μάς τριγυρίζει, θά μπορέσουν νά νιώσουν ότι άνασαίνουν έπί τέλους, έξω άπό όλα - κάποτε, όταν αύτά πού λέμε τώρα πάρουν μιά άνθρώπινη υπόσταση καί πάψουν νά τριγυρνοΰν σά φαντάσματα. Μέσα στά χτεσινά χαρτιά μου βρήκα σημειωμένα σέ μιά γωνιά καί τούτη τή φράση: «Κι όταν βασίλεψε ό ήλιος τά πόδια μου άρχισαν νά κρυώνουν». Θυμάμαι τήν ώρα τό φώς καί τό ύφος σου άμα μοϋ τήν είπες. Τώρα άκόμη βλέπω τό χαμηλό κοίταγμά σου καί τά χείλια σου. Μιά φράση πού δέν τήν πρόσεξες· πού σοϋ τήν
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
έκλεψα σχεδόν. “Εμεινε έκεΐ πέρα στό συρτάρι μου συμμαζεμένη καί πετάχτηκε ξαφνικά τρελή καινούρια. Είπα πώς έτσι θά είναι λιγάκι άμα σέ ξαναβρώ. Ή ζωή. ’Ηρθε τό γράμμα σου. Μήν τό λές φριχτό. "Οταν δέ μοϋ τά γράφεις είναι χειρότερα, γιατί τά ξέρω καί φοβάμαι όταν τ’ αποσιωπάς. Είναι λίγο σά νά σέ χάνω. Κάθησε λίγο ήσυχη. Άκουσέ με. “Ετσι, όπως είμαστε, τό δύσκολο είναι νά μή σού λέω τήν άγάπη μου. Βλέπεις πόσο άσχημα τά καταφέρνω. -«Κάτι κοντά μας, άς είναι κι ένα γατί». Ξέρεις τί περνώ κι’ εγώ μ’ αύτό τό έστω κι’ ένα γατί πού λείπει. Τά Φώτα, μοϋ χάρισαν οί φίλοι μου οί γάλλοι μιά πεταλουδίτσα. “Ενα κρύο μπλέ τό σώμα της καί φτερά άπό celluloid. Τήν κάρφωσα πλάι στό κρεβάτι μου τήν έβάφτισα nada δηλ. Τίποτε. “Αμα δέ βοηθεΐ μήτε τό διάβασμα, μήτε ή δουλειά, μήτε οί άνθρωποι, άμα αισθάνομαι ένα κορμί πού δέν άντέχει πιά τήν κοιτάζω. Προσπαθώ νά τής μοιάσω, νά γίνω τίποτε, καί είναι σά νά μπαίνεις σ’ ένα μακρύ τουνέλι όπου δέν ύπάρχει φώς ούτε σάν τό κεφάλι μιάς καρφίτσας. Είναι δύσκολο, γιατί τότε ξέρω πώς δέν έχω καμιά έλπίδα. Τώρα όμως πού σοϋ γράφω, ξέρω πώς είσαι εσύ καί τό γατί καί ή Nada καί τό πιό χαριτωμένο κορίτσι τού κόσμου καί ή άγάπη μου πού γι’ αύτή άξίζει νά παίξει κανείς τή ζωή του κορώνα γράμματα. Κι όλα αύτά είναι μπερδεμένα λόγια πού θέλουν νά πούν τούτο μονάχα: μή σταματάς στά άσχημα πράγματα, μήν άφήνεις τήν απελπισία νάρχεται κοντά σου, γι’ αυτό τόν καιρό τουλάχιστο πού πρέπει νά περάσει. Πρέπει νά πολεμήσουμε μέ τόν έχθρό πού έχουμε τώρα μπροστά μας. "Αμα τόν διώξουμε θά ίδούμε. Γ. Σημειώσεις 1. "Ο,τι βάζει σέ εισαγωγικά είναι δικά μου λόγια.
α φ ιε ρ ω μ α /7 3
Ανέκδοτες ημερολογιακές σελίδες της Μαρώς Σεφέρη
παρουσιασμένες από την Μ αρία Στασινοπούλου Τα κείμενα που ακολουθούν προέρχονται από προσωπικές ημερολογιακές σημειώσεις της κ. Μαρώς Σεφέρη. Μας τα παραχώρησε με πολλή δυσκολία -δεν τα προόριζε για δημοσίευση- ύστερα από συνεχείς και ενοχλητικές δικές μας πιέσεις. Την ευχαριστούμε θερμά. Δυστυχώς ο περιορισμένος χώρος του περιοδικού μάς υποχρεώνει να μεταφέρουμε αποσπάσματα μόνο από το σύνολο των σημειώσεων της κ. Σεφέρη. Η επιλογή δική μας, οπωσδήποτε αυθαίρετη και καθόλου αξιολογική, αναλαμβάνει το βάρος του προσωπικού κριτηρίου. Επιλέξαμε κυρίως κομμάτια που σχετίζονται με κάποιους στίχους του ποιητή -με μνήμες καλύτερα που λανθάνουν πίσω από στίχους- ή που δείχνουν στιγμές ανθρώπινες καθημερινές, που και οι ποιητές δικαιούνται να έχουν. Τα αποσπάσματα αρχίζουν με την πρώτη και τελειώνουν με την τελευταία ημερολογιακή εγγραφή. Το σύνολο των σημειώσεων της κ. Μαρώς Σεφέρη αναφέρονται στην κοινή ζωή τηι, με τον ποιητή στα χρόνια 1941-42 στην Πρετόρια. Τα χρόνια δύσκολα, οι τόποι ξένοι και συχνά αφιλόξενοι, οι άνθρωποι γύρω μικρόψυχοι. Η κ. Σεφέρη καταγράφει την καθημερινότητα -χωρίς να διεκόικεί φιλολογικές δάφνες- σε μια προσπάθεια επιβίωσης και ανθρώπινου αγώνα.
7 4 /α φ ιε ρ ω μ α
Παρασκευή, 12 Σεπτεμβρίου 1941, Πρετόρια Μετά τό βραδινό φαγητό κουβεντιάζουμε- τά λόγια μας άργά, τό βλέμμα του παίζει μιά δεξιά μιά άριστερά, μέ κοιτάζει άνέκφραστα. Λέμε τα ίδια καί τά ίδια, ξεκάρφωτες φράσεις- ό πόλεμος, ό κόσμος πού άφήσαμε, ή άπέραντη τούτη κηπούπολη πού μάς έριξαν. Τίς προάλλες, ένας Άγγλος, περαστικός από δώ, την παρομοίασε μέ «ένα άπέραντο νεκροταφείο». Ξαφνικά σέρνει μιά καρέκλα-πολυθρόνα, πού αγοράσαμε πρόσφατα, μπροστά στό γραφειάκι του κι άρχινά νά γράφει. Μοϋ κάνει νεύμα νά κάτσω δίπλα του. Ή πένα του τρέχει, κάθε τόσο μέ τό δάχτυλο τού άριστεροΰ του χεριού χτυπά ρυθμικά τό ξύλο, σά νά μετρά συλλαβές. (Είναι άριστερός. Μέ τό άριστερό χέρι κρατά τό ψαλίδι, τούς σουγιάδες σάν σκαλίζει τά άνθρωπάκια πού κάνει ή τό σφυρί σάν καρφώνει καί μαστορεύει. Τήν πένα όμως πάντα μέ τό δεξί). Μά... γίνεται ποίημα! Πόσα χρόνια έχουν περάσει πού δέν ζήσαμε τέτοιες στιγμές! Δέν σβήνει τίποτε, σιγά-σιγά τό λευκό φύλλο μαυρίζει. Έ χω έπιθυμία τσιγάρου- έκεΐνος καπνίζει άσταμάτητα. Δέν τολμώ νά κάνω τήν παραμικρή κίνηση. Μέ τό άριστερό του χέρι μού πετά στά γόνατα τό γραμμένο φύλλο. Παίρνει άλλο, γράφει, κάποτε σηκώνει τό κεφάλι του, κοιτά ίσια μπροστά -καταλαβαίνω πώς ψάχνει γιά τή σωστή διατύπωση τής σκέψης του-, τό δεξί χέρι στέκει άνάερο μέ τήν πένα, τό κεφάλι κουνάει πάνω κάτω, κάτι ψιθυρίζει, γράφει, πέφτει άλλο χαρτί στά γόνατά μου: 'Αλλά έχουν τά μάτια κάτασπρα χωρίς ματόκλαδα Καί τά χέρια τους είναι λιγνά σάν τά καλάμια Καί τά δάχτυλά τους διπλώνουν σά διαβήτες Κύριε, δχι μ ’ αυτούς -γνώρισα Τή φωνή των παιδιών τήν αυγή Πάνω σε πράσινες πλαγιές ροβολώντας Χαρούμενα σάν τές μέλισσες καί σάν Τίς πεταλούδες, μέ τόσα χρώματα. Κύριε, δχι μ ’ αύτούς ή φωνή τους Δ έ βγαίνει κάν άπό τό στόμα τους Στέκεται έκεΐ κολλημένη σέ κίτρινα δόντια. Κύριε, δική σου ή θάλασσα κΤ ό άγέρας ’Α γέρας χρώμα τού κρασιού σά σκοτεινιάζει Μ ’ ένα άστρο κρεμασμένο στό στερέωμα, Κύριε Δέν ξέρόυν πώς είμαστε δ,τι μπορούμε νά είμαστε Γιατρεύοντας τές πληγές μέ τά βότανα Πόύ βρίσκουμε πάνω σέ πράσινες πλαγιές "Οχι άλλες. ’Ετούτες τές πλαγιές, κοντά μας.
Πώς άνασαίνουμε δπως μπορούμε ν’ άνασάνουμε Μέ μιά μικρούλα δέηση κάθε πρωί Πού βλέπει τ ’ ακρογιάλι ταξιδεύοντας Στά χάσματα τής μνήμης Κύριε δχι μ ’ αύτούς -ά λλ’ άς γενεϊ τό θέλημά σου.1 Οί κουβέντες μας όλες βαλμένες έδώ σέ τούτους τούς στίχους, δπως τίς πετούσαμε χωρίς ειρμό, οί άναμνήσεις άπό μέρες τής ζωής μας. "Ολα χοροπηδούν γύρω μου. Πώς νά τά χωρέσω, νά τά στοιβάσω μέσα μου. Στόν περίπατο ή φράση του: «Μαρώ, δέν θά ’θελα νά πεθάνω έδώ πέρα. "Ολοι αυτοί οί ντόπιοι λευκοί είναι άπαίσιοι!» [...]
Σάββατο, 13 Σεπτεμβρίου 1941 Ξύπνησε μόνος του στίς όχτώμισι. Ζητά ένα ποτήρι νερό- λέει: «Δρόσισέ μου τό πρόσωπο». Βρέχω ένα πανί καί μουσκεύω τό μέτωπο, τά μάτια, τά χείλια του. « Ά ... εύχαριστώ καλή μου! Πώς κοιμήθηκα τόσο βαριά!» Τού δίνω τίς έφημερίδες καί πάω νά έτοιμάσω τό τσάι μας. Παίρνοντας τό πρωινό μού μεταφράζει στά γαλλικά τίς κυριότερες ειδήσεις. Φεύγει στίς δέκα καί μισή. Ευτυχώς, μέ καλό περπάτημα, ως νά φτάσει στήν πρεσβεία θέλει μισή ώρα. "Ετσι προφταίνει περπατώντας νά έτοιμαστεΐ γιά τήν κακή άτμόσφαιρα πού βρίσκει έκεϊ. Τόν κοιτάζω άπό τό παράθυρο. "Εχει όμορφη ελαφριά περπατησιά, τό σώμα λίγο κυρτό πρός τά δεξιάκαί ή πλάτη του, ή τόσο έκφραστικιά πλάτη του... «Κύριε, δχι μ’ αυτούς...». Οί άνθρωποι σέ τούτο τόν τόπο είναι άχαροι, άσχημοι, άντιπαθητικοί. «Δέ θά ’θελα νά πεθάνω σέ τούτο τόν τόπο», μού είπε στόν περίπατο. «Τή φωνή τών παιδιών...». Τό καλοκαίρι, πήγαινα σ’ ένα χωριό τής Πελοπόννησος, ερχόταν κι έμενε μερικές μέρες μαζί μας. Τό χωριό, Τράπεζα λέγεται, βρίσκεται ένα σταθμό πρίν τό Διακοφτό. Είναι ψηλά πάνω άπ’ τή θάλασσα- προεξέχει ένας μεγάλος βράχος σάν τραπέζι, έκεϊ χτίστηκαν τά πρώτα σπίτια τού χωριού, πού σιγά-σιγά μεγάλωσε πρός τά μέσα, τραβώντας πρός τό βουνό. Ά π ό τά πρώτα σπίτια ήταν τού θείου μου ’Αριστόβουλου Ζάννου. Είχε έξι κορίτσια κι ένα άγόρι, αυτά παντρεύτηκαν, κάναν παιδιά συνομήλικα μέ τά δικά μου κι έτσι μαζεύονταν καμιά εικοσαριά δλα μαζί. Τό σπίτι πού νοίκιαζα εγώ ήταν τό τελευταίο πρός τό βουνό- έτσι τό πρωί έπαιρνα τήν κατηφόρα πρός τή θάλασσα μέ τά δικά μου
α φ ιε ρ ω μ α /7 5
παιδιά καί στό δρόμο ξετρύπωναν τά άνηψάκια μέ φωνές καί γέλια. Τή φωνή τών παιδιών την αυγή Πάνω σέ πράσινες πλαγιές ροβολώντας Χαρούμενα σάν τές μέλισσες καί σάν Τίς πεταλούδες, μέ τόσα χρώματα. Ή θέα ήταν καταπληκτική άπό παντού. Ή δύση τού ήλιου έπαιρνε χρώματα άναπάντεχα, καθρεφτίζοντας τόν Κορινθιακό καί την άπέραντη άκτή. Τό βράδι (τό χτίσιμο τού σπιτιού δέν είχε τελειώσει), στην κρεβατοκάμαρά μου, τό στρώμα ήταν στήν άκρη τής μπαλκονόπορτας, τό μπαλκόνι άχτιστο, νόμιζες πώς βρίσκεσαι μετέωρος άνάμεσα γης καί ουρανού. Μ’ ένα άστρο κρεμασμένο στό στερέωμα, Κύριε [...] Γιατρεύοντας τές πληγές μας μέ τά βότανα [...] Μέ διάφορα βότανα πού γνώριζα, έτριβα τά τσιμπήματα άπό τά έντομα ή έφτιαχνα ροφήματα γιά βαρυστομαχιές καί άλλα στά παιδιά καί στούς μεγάλους. [...]
Τρίτη, 16 Σεπτεμβρίου [...] Κάθεται στό γραφειάκι του πού άγοράσαμε εδώ στό Johannesburg. Είναι παλιό έγγλέζικο. Στό κλείσιμό του έχει άπάνω μέ άλλο ξύλο ένα κοχύλι. ’Ηταν άρκετά δεινοπαθημένο. Τό ’κάνε σάν καινούριο. Έβγαλε τίς καρφάρες πού τού είχαν μπήξει, εφάρμοσε τά συρτάρια του, τό λούστραρε. "Οταν τελείωσε τό καμάρωνε καί είπε: «Μπορείς νά λές ότι έδωκα τόσες λίρες νά τ’ άποχτήσω έπειδή είχε τούτο τό κοχύλι!». Τά χέρια του, δ,τι πιάσουν, είτε ξύλο, είτε κόμπους, είτε χαρτί, τό αποτέλεσμα είναι πάντα θαυμαστό. Λέει πώς τούτη τήν τέχνη τήν έμαθε άπό μικρός μέ τούς άνθρώπους στή Σκάλα, τά καλοκαίρια πού πήγαιναν άπό τή Σμύρνη. Ό τα ν μιλά γιά τούς καραβοκύρηδες καί τούς άνθρώπους τού χωριού του, ή φωνή του καί ή ματιά του παίρνουν μιά ιδιαίτερη έκφραση· έτσι καί σάν διηγείται κάτι γιά τή μητέρα του, πού νομίζω πώς ήταν ό άνθρωπος πού άγάπησε τό περισσότερο στή ζωή του. [...]
Κυριακή, 28 Σεπτεμβρίου Κάναμε ένα μακρύ περίπατο. Κάθε τόσο λέει στίχους στά γαλλικά. Ή μνήμη του είναι καταπληκτική... - Μέ συγκινούν όλοι οί νέοι μας ποιητές, άς
Στην Ερυθρά θάλασσα ταξιδεύοντας για τη Νοτιοαφρικανική Ένωση (1941)
πούμε αύτοί πού άνακάλυψαν τό Αιγαίο. Θά έβαζα μέσα καί τόν Μυριβήλη· κάτι έκανε κι αυτός... άλλά... βέβαια ό ’Ελύτης, ό ’Αντωνίου καί, ξέρεις, ό Κόντογλου, νομίζω άδικα έμεινε άρκετά άγνωστος καί... - Σού έχω πει πόσο ένθουσιάστηκα μέ τό βιβλίο του γιά τά κάστρα, δπως καί τό σχέδιό του. Πάντα θυμάμαι έκείνο τό βουνό- τόν Ταΰγετο. - Μπράβο, έχεις δίκιο, καί μένα έκείνο τό βιβλίο του μού είχε κάνει έντύπωση. Τί νά γίνουνται δλοι αύτοί οί άνθρωποί μας; Φρίκη νά ζείς τόσο μακριά, παλιοκερατάδες, πού μάς πέταξαν εδώ πέρα! Τούς θυμάσαι πώς μάς φέρθηκαν; - Γιώργο, δέν τούς άξίζει νά τούς σκέφτεσαι· ψείρες, ψείρες δλοι τους! Στό δρόμο συχνά μέ σφίγγει φιλώντας με. Ξαφνικά μιά ροδιά· μαζί άρχίζουμε νά λέμε τήν «Τρελή ροδιά».2 Είναι τό άγαπημένο μου ποίημα· έχει τόσο κέφι. Θυμάμαι τότε πού μίλησε στά παιδιά στήν ’Αλεξάνδρεια.3 Τή δασκάλα πού τόν άκουγε καί τρέχαν τά μάτια της χωρίς καμία σύσπαση στό πρόσωπο. Τόν καλό μας φίλο Νάνη4 μέ τό χαρακτηριστικό του χαμόγελο. ’Αφού φάγαμε κάθισε στό γραφείο του γιά δυό ώρες. ’Απότομα σηκώθηκε: «Μού πόνεσε ή ραχοκοκαλιά μου! Πάμε νά πλαγιάσουμε». Ξαφνικά μοιάζει τόσο ήρεμος!
7 6 /α φ ιε ρ ω μα
Τετάρτη, 8 ’Οκτωβρίου 1· J
Μοΰ διάβασε άρκετή ώρα ποιήματα του. Στό Piazza San Nicolo' με ρωτά γιά τό στίχο 26: άφοϋ κυλάνε τά νερά καί δε φοβούνται νά σταματήσουν - Τί καταλαβαίνεις; -Πώς άν καί κυλάνε τά νερά αυτοί εξακολουθούν νά τρέχουν. Λέει: Νά, την έπαθα, θέλω νά πώ τό ενάντιο. Παίρνει τό μολύβι καί τό αλλάζει: άφοϋ κυλάνε τά νερά καί δέ φοβούνται μή σταματήσουν. ^ Νομίζω πώς μπερδεύτηκα, κάτι μοΰ διέφυγε, κάτι δέν κατάλαβα. Μετά τού λέω γιά τό ποίημα ’Αφήγηση τό μίζερο αίσθημα πού σ’ άφήνει. Τήν trouvaille πού τελειώνει μέ τό προσκυνώ. «Τό περίεργο καί σέ μένα είναι δτι ήθελα νά έχει.αύτό τό άνυπόφορο. Είναι μιά παρωδία... Τόν συνηθίσαμε δέν άντιπροσωπεύει τίποτε σάν δλα τά πράγματα πού έχετε συνηθίσει...». - Βρέ Γιωργή, αυτό πού βρίσκω άνεξήγητο, είναι πώς ό Κατσίμπαλης νόμισε πώς τούτος ό δυστυχισμένος, ό μίζερος, ήταν ή περιγραφή σου. - Δέν ξέρω, φοβούμαι πώς ό Κατσίμπαλης δέ μέ καταλαβαίνει, γενικά δέν καταλαβαίνει πολλά πράγματα άπό τά γραφόμενά μου.
,6
είπε δτι στήν Πρεσβεία ξαφνιάστηκαν κι έγινε φασαρία. Ή κυρία Νικολούδη έλεγε: «Baud-BoVy; Baud-Bovy; Εβραίος θά ’ναι!» Ζήτησε άπό τόν πρέσβη τό περιοδικό γιά νά μού τό φέρει. Ό Νικολούδης11 τόν ρώτησε: -Μά καλά, δέν τό ξέρετε τό άρθρο;- Ναί, τού άπάντησε, τό έχω διαβάσει σ’ ένα έγγλέζικο περιοδικό καί θά ’θελα νά κάνω τήν παραβολή. "Αλλη έκπληξη. Σάν κάθεται νά γράψει τόν άκούω πού μιλά. Μέσα σ’ δλα λέει: «Αύτός ό Καβάφης μού ’χει στραβώσει τή γλώσσα μου, τήν έκφρασή μου. Τί είναι αύτά πού λέει κάποτε!» Μετά τή σιέστα μας πιάνει χαρτόνια, μέτρο, διαβήτες καί σχηματίζει τό βιβλίο πού θέλει νά τυπώσει. Σημειώνει καί τά στοιχεία πού θά ’θελε νά χρησιμοποιηθούν.
Θυμήθηκα τότε, στήν ’Αθήνα, πού κάθονταν μέ τίς ώρες καί λογάριαζε καί τήν πιό μικρή λεπτομέρεια, δταν τύπωνε τά ποιήματά του..., τήν άδημονία μου, γιατί, άπειρη καθώς ήμουν, έβρισκα δτι παρακαταγινόταν μ’ αύτά, κι’ εγώ τόν ήθελα δικό μου. Κάτι τού είχα πει, λίγο άπότομα... Πώς μέ κοίταξε! Πόσα έμαθα άπό τότε.,.Ό ί άδελφοί Ταρουσόπουλοι, πόσο θαυμασμό τού είχαν!.. ’Αμέσως, μέ μιά ματιά του, έβλεπε τό παραμικρό λάθος στό τύπωμα, στίς άποστάσεις, στήν πίεση τών γραμμάτων... Σήμερα είχε νταλαβέρια μέ τή χωροφυλακή γιά κάποιον Έλληνα πού δέν τού έπέτρεπαν νά έρθει στήν περιοχή. Πήγε ένας μικρούπάλληλος Τετάρτη, 5 Νοεμβρίου τής Πρεσβείας μέ κάποιον τσιτσερόνο καί τόν έδιωξαν άσχημα. Τότε άναγκάστηκε νά πάει ό Γράφει πάντα. Χθές μού διάβασε μέ άπειρη Γιώργος πού τό καταδιασκέδασε. Αύτός ό συγκίνηση τό σχόλιό του γιά τό «Νέοι τής Ρωμιός πήγαινε στίς φυλές τών μαύρων καί τούς Σιδώνος»·7 μετά τό διάβασμα τόν ξεσήκωσα νά παρακινούσε νά διαμαρτυρηθούν γιά τήν κακή βγούμε. Δέν ήθελε. «Έλα, άκουσέ με, θά κάνει μεταχείριση πού τούς έκαναν καί νά ζητήσουν καλό καί στούς δυό μας, σέ παρακαλώ!». Στό ίσα δικαιώματα μέ τούς λευκούς. -Φανταστείτε δρόμο, σ’ ένα χωράφι, ήταν μαζεμένος κόσμος. κύριε!, τού έλεγε σουφρώνοντας τά μάτια του Ρωτήσαμε καί μάς είπαν πώς οι Ζουλού άπό άγανάκτηση ό άρχηγός τής χωροφυλακής. χορεύουν. - Πάμε νά δούμε; ρώτησα. - Ξέρεις ’Αφού μίλησαν κάμποση ώρα, όλα ησύχασαν καί πόσο μονοκόμματος είμαι, είπε. Τώρα είμαι ό Ρωμιός ήταν έλεύθερος νά πάει στό όλόκληρος χωμένος στόν Καβάφη, πώς θέλεις νά Johannesburg. Σάν γύρισαν στήν Πρεσβεία ό δώ νέγρικους χορούς; Θά τιναχτούν δλα στόν Τομάζος (ό ύπάλληλος τής Πρεσβείας) είπε στόν άέρα, τρέχα πιάσε με μετά. Έπειτα, ξέρεις πόσο Νικολούδη: -Δέν ξέρω τί τούς είπε ό κύριος μέ τραβούν αύτοί οί χοροί τους. Ό χ ι, πάμε! Φοβάμαι όταν τόν νιώθω έτσι. Μονοκόμματο κι Σεφεριάδης, καί άπό κεΐ πού μάς έδιωξε μέ τόν πιό βάναυσο τρόπο, φύγαμε φίλοι... λέγοντάς όρμητικό. "Ολα, τούτες τίς μέρες, τά προσπερνά μας πώς θά ’ναι πάντα πρόθυμος νά μάς άφηρημένα. Ή σκέψη του είναι πολλά χρόνια βοηθήσει σ’ δ,τι χρειασθεί ή ελληνική πίσω. Πρεσβεία.- Ή κυρία Νικολούδη, πού πάντα βρίσκεται στή μέση, σ’ δλες τίς ύποθέσεις καί σ’ Τετάρτη, 12 Νοεμβρίου δλες τίς συζητήσεις, έδειχνε τό θυμό της, πού ένας "Ελληνας ήταν σέ οργάνωση γιά τήν ’Απόγευμα. άπελευθέρωση τών μαύρων. Τής είπε τότε ό ’Ηρθε τό μεσημέρι κρατώντας τή «Semaine Γιώργος κεφάτα καί ειρωνικά: -Μά γιατί, κυρά figyptienne»8 11-12 ’Ιουνίου. Μέσα άρθρο τού S. μου, δέ θέλετε ποτέ σας νά έχει κανένας Baud-Bovy:9 Un poet noegrec G. Seferis, φιλελεύθερες ιδέες! φωτογραφία του πολύ καλή, τού Apkar.10 Μού Σκέφτηκα τότε, τό ’36 ήταν; στήν Αίγινα,
α φ ιε ρ ω μ α /7 7
έκείνη τή στρίγγλα στό σπίτι τού Ροδάκη13 πού μάς πήρε μέ τίς πέτρες σάν πήγα με τόν Ν. Ά μ ποτ14καί πώς μάς δέχτηκε όταν πήγα μέ τόν Γιώργο. Στό τέλος μάς έδωσε κι ένα ψωμί ζεστό! Περίεργο τρόπο πού έχει νά έξημερώνει τούς άπλούς ανθρώπους!
7 "? 4
0>\
Τρίτη, 18 Νοεμβρίου Τούτες οί μέρες είναι οδυνηρές. Χθές, έργάζουνταν δώδεκα ώρες άσταμάτητα. Μιά στιγμή τόν ρώτησα, μιά πού ή δουλειά του είναι τόσο ικανοποιητική γιατί τόν αισθάνομαι τόσο άνήσυχο;- Αισθάνομαι χαρά μόνο όταν γράφω ένα καλό ποίημα, καί τά ποιήματα έχουν κόπο καί πόνο. Μή νομίζεις πώς βγαίνουν έτσι· έρχονται όταν θέλουν αύτά. Δέν είναι νά πεις: Τώρα θά κάτσω νά γράψω ένα ποίημα. Εκείνο είναι πού σέ καθίζει κάτω καί σοϋ λέει: Κέρατά, τώρα θά μέ γράψεις, θά μέ βγάλεις, αλλιώς θά τρελαθείς! Καί κάποτε είσαι κοντά στήν τρέλα, κι άν δέν κάνεις... άς είναι, δέ θέλω νά σέ τρομάξω. Μά πρέπει νά ’χεις υπομονή κι άγάπη μαζί μου Μαρώ, άν θέλεις νά ζήσουμε μαζί δηλαδή... 'Υπομονή καί άγάπη έχω. Μά αύτή ή άγάπη είναι δύσκολο πράγμα. Οί περισσότεροι πετοϋν αύτή τή λέξη στό βρόντο, άστόχαστα. Μοϋ διάβασε τή «Μάχη τής Μαγνησίας»15 μέ τά σχόλιά του. Νομίζω πώς είναι ό μόνος ως τά τώρα πού ένιωσε τόν ποιητή Καβάφη. ’Ακούω τό βήμα του. "Ερχεται.
Δευτέρα, 26 Γενάρη Ούτε στιγμή γιά χάσιμο· νοικοκυριό, γραφομηχανή, ετοιμασία γιά νά πάμε στό Κέιπ-Τάουν. Τό καλοκαίρι, ή κυβέρνηση καί όλες οί Πρεσβείες μετακομίζουν εκεί γιά τέσσερις-πέντε μήνες. Οί Νικολούδηδες έχουν πάει εκεί οίκογενειακώς εδώ καί είκοσι μέρες. Ή Πρετόρια τώρα κατοικεΐται σχεδόν άποκλειστικά άπό νέγρους. Πόσο πιό συμπαθής έγινε! Ήρθαν τά νέα άπό τήν ’Αλεξάνδρεια γιά τόν πρόλογο τού Κάλβου.16 Τούς άρεσε πολύ, τούς κατέπληξε μάλλον. Βγαίνουμε πολύ καί κάνουμε μακρινούς περιπάτους. Τά λουλούδια έδώ είναι πολύ διαφορετικά άπό τά δικά μας· σαρκώδη καί μέ . έντονα χρώματα, όμως σχεδόν χωρίς καθόλου μυρωδιά. Καί τά πουλιά είναι διαφορετικά, κι αύτά μέ έντονα χρώματα. Πλήθος τσαλαπετεινοί... καί ήμερα. Ποτέ δέν έχω άκούσει τουφεκιά. Ό Γιώργος τούτο τόν καιρό είναι πολύ
V*
*
ΐψ
ο
4
«ο i
Τ
•Καλλιγράφημα του Γ.Σ. από το «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β'»
νευρικός. Είναι όλο σέ κίνηση. Θέλει νά βγάλει καί περιοδικό, σχεδόν τό ’χει έτοιμάσει. Τηλέφωνο: -Μαρώ, τηλεγράφημα Τσουδερού άπό ’Αγγλία σέ μένα κρυπτογραφημένο. Ά π ’ δ,τι ως τώρα άποκρυπτογράφησα φεύγουμε γιά Κάιρο. Θά σέ ξαναπάρω ή καλύτερα έλα έσύ έδώ, ώς νά ’ρθεις θά τό ’χω έτοιμο. -Μ ά Γιωργή, λούζομαι, πώς νά ’ρθω; -Τότε θά σέ ξαναπάρω.Σέ μισή ώρα μοΰ ξανατηλεφωνεϊ: -Μέ ζητούν ν* άναλάβω τό Γραφείο Τύπου Μέσης ’Ανατολής.. Γρήγορα νά φύγουμε γιά Κέιπ-Τάουν νά δούμε μέ τόν Πρέσβη πώς καί πότε φεύγουμε. Είσαι ευχαριστημένη;- Τά ’χω χαμένα... βέβαια κι είμαι εύχαριστημένη. -Μπράβο! Κι έγώ!! Σέ λίγο έρχομαι. ’Αναστάτωση στή ζωή μας. Είναι γιά καλό όλα τούτα; Χάσαμε τόν ύπνο μας. Δέν μπορούμε νά μείνουμε καθόλου μόνος του ό καθένας. Πάω μαζί του στήν Πρεσβεία καί γυρίζουμε μαζί. Χτές κάθισε κι έγραψε· ήρέμησε κάπως. Σάν νά ’γίνε τό τέλος τού έπιλόγου γιά τόν Καβάφη. Τού έλεγα τουλάχιστον νά τέλειωνε αύτή τήν έργασία. Ή ρθε καί μού διάβασε. - Νομίζω πώς πάει καλά. Σέ προλαβαίνω τούτη τή φορά μέ τούς ένθουσιασμούς σου. Τό είχα άπό καιρό στή σκέψη μου. ’Από καιρό ξεφύτρωνε σάν τό καμπαναριό ενός χωριού. Έπρεπε νά τό βγάλω άπό πάνω μου. Έτσι καί τό τέλος τής «Στέρνας» τό ήξερα ένα χρόνο πρίν τήν τελειώσω. Μαρώ μου, άσε, μήν τά στοιβάζεις αύτά μές στό κεφάλι σου, αύτά είναι τά παραμιλητά μου.-
7 8 / α φ ιε ρ ω μ α
18 Φλεβάρη Γυρίσαμε από τό Κέιπ-Τάουν. Μείναμε έχει δεκαέξι μέρες. Κρίμα πού δέν μπόρεσα να γράψω. Ή ταν όμορφες καί παράξενες μέρες. Κι δ Γιώργος έλαφρύς, κεφάτος, άξιαγάπητος. Μόλις φτάσαμε καί μάς άδειασε τό κατεψυγμένο αύτό κουτί17 δπου μάς είχαν κλείσει τόσες ώρες, μάς χτύπησε ό άέρας τής θάλασσας, τόν έπιασε ενθουσιασμός. Μ’ άγκάλιασε καί μέ φιλούσε λέγοντας: «Θάλασσα*1234567890 Σημειώσεις 1. Είναι το ποίημα «Υστερόγραφο», στην πρώτη του γραφή, από το Ημερολόγιο Καταστρώματος Β'. Βλ. και Ποιήμα τα. Όγδοη έκδοση, Ίκαρος 1972, σελ. 192. 2. Ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη από τους Προσανατολισμούς. 3. Ομιλία που έκανε ο Σεφέρης στην Αλεξάνδρεια 10 Ιουνίου 1941, για τους μαθητές του Ελληνικού Γυμνασίου. Το κεί μενο με τίτλο «Σημειώσεις για μια ομιλία σε παιδιά» περιέχεται στις Δοκιμές. Τρίτη έκδοση, Α ' τόμος (19361947), Ίκαρος 1974, σελ. 166-178. Βλ. και την οικεία εγ γραφή στο Μέρες Δ Ίκαρος 1977, σελ. 98. 4. Νάνης Παναγιωτόπουλος: Αλεξανδρινός λόγιος και φιλό τεχνος πέθανε το 1965. Φίλος του ζεύγους Σεφέρη. Ο ποιητής τού έχει αφιερώσει το ποίημα «Ένας γέροντας στην ακροποταμιά». 5. Ποιήματα, ό.π. σελ. 159-160. 6. Ποιήματα, ό.π. σελ. 177-178. 7. Ποίημα του Κ.Π. Καβάφη. 8. Γαλλόφωνο περιοδικό του Κάιρου που εξέδιδε ο Σταύρος Σταυρινός από την 1 Δεκ. 1926. 9. Ο γνωστός Ελδετός ενθομουσικολόγος και ελληνιστής· από τους πρώτους που έγραψαν εκτενή μελέτη για την ποίηση του Σεφέρη (1938). 10. Γνωστός Αλεξανδρινός φωτογράφος, αρμενικής καταγω γής (Απκαριάν).
μυρίζει παιδί μου! δέν είμαι έγώ γιά νά ξώ στούς λαγκαδότοπους». [...]
Μαρτίου
Κυριακή,
Χάθηκε ένας μήνας μέ ξεσηκώματα κι έκνευρισμούς. Δέν μπορούμε νά κάνουμε τίποτ’ άλλο παρά νά περπατάμε άτέλειωτα κουβεντιάζοντας καί καπνίζοντας σάν τά φουγάρα τών ορυχείων. Καλή μας μοίρα, προστάτεψέ μας! 11. Θεολόγος Νικολούδης: Δημοσιογράφος, λόγιος και πολι τικός (1890-1946). Υπουργός Παιδείας (1928), Υπουργός Τύπου και Τουρισμού επί Μεταξά (1936-1941). Την εποχή αυτή πρέσβης στην Πρετόρια. 12. Αδελφοί Ταρουσόπουλοι: Διατηρούσαν το ομώνυμο τυπο γραφείο στο Ν. Φάληρο, όπου ο Σεφέρης τύπωσε πολλά βιβλία του. 13. Περιώνυμο σπίτι στο Μεσαγρό της Αίγινας, γνωστό ως «το σπίτι με τ’ αγάλματα». Το είχε φτιάξει με πολύ μεράκι, μόνος του, ο ιδιοκτήτης, ένας χωρικός. Βλ. και Γιώργος Κανδύλης. Ζωή και Έργο. Ερμής 1985, σελ. 5-9. 14. Γουλιέλμος Άμποτ: Μυθιστοριογράφος της γενιάς του ’30. 15. Ποίημα του Κ.Π. Καβάφη. 16. Πρόκειται για το βιβλίο: Κόλβον: Η Λύρα, με πρόλογο Γιώργου Σεφέρη. Εκδόσεις Νεοαλεξανδρινών <Αλεξάνδρεια> 1942. Το κείμενο με τον τίτλο «Πρόλογος για μια έκδοση των Ωδών» περιέχεται στις Δοκιμές, ό.π. σελ. 179-210. 17. Πρόκειται για το μπλε τρένο, όπως το έλεγαν, της γραμμής Πρετόρια - Κέιπ Τάουν. Ήταν πρωτοποριακό και υπερ μοντέρνο για την εποχή του, με σύστημα κλιματισμού και πολλές ανέσεις. Για το διάστημα της παραμονής του ζεύγους Σεφέρη στην Πρετόρια, ο αναγνώστης μπορεί να ανατρέξει και στον χρονο λογικά αντίστοιχο τόμο των Ημερολογίων του Σεφέρη, Μέρες
Ϊ Μ Δ Ϊ » ηΐΧΜ Χ® ΓΕ Υ έΚ A P M Y m i
.
° S( f
Φ Ω Λ ΙΑ Τ©Υ Β ΙΒ Λ ΙΟ Υ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 25-29 Π Ο Α ο 3201703-0229560 ΑΘΗΝΑ 10564
I .
:
JtJLA § β ψ ϊ 7
!
α φ ιε ρ ω μ α /7 9
Νάσος Βαγενάς
Έξι νύχτες στην Ακρόπολη: Το ημερολόγιο ως μυθιστόρημα Επιχειρώντας να προσδιορίσει κανείς τις αιτίες της αποτυχίας τού Έ ξ ι ν ύ χ τ ε ς σ τ η ν Α κ ρ ό π ο λ η , του μόνου μυθιστορηματικού κειμένου που προσπάθησε να ολο κληρώσει ο Σεφέρης,1 οδηγείται αναπόφευκτα στο ημερολογιακό στοιχείο του. Γιατί στο κείμενο αυτό είναι ορατά τα ίχνη της ημερολογιακής γραφής. Για την ακρίβεια, το Έ ξ ι ν ύ χ τ ε ς σ τ η ν Α κ ρ ό π ο λ η είναι περισσότερο ημερολόγιο και λιγότε ρο μυθιστόρημα, και αυτός είναι, πιστεύω, ο λόγος για τον οποίο δεν κατορθώνει να σταθεί ως δημιουργική λογοτεχνία. Αλλά πριν εξηγήσω γιατί, κατά τη γνώμη μου, το ημερολόγιο δεν μπορεί να είναι δημιουργική λογοτεχνία, θα προσπαθήσω να περιγράφω την ημερολογιακή κατασκευή τού Έ ξ ι ν ύ χ τ ε ς σ τ η ν Α κ ρ ό π ο λ η : 2 ΙΣ βασικές πληροφορίες για τον τρόπο της συγγραφής του έργου μάς τις δίνει ο ίδιος ο Σεφέρης με δυο σημειώματα του που συνοδεύουν το πρώτο τα δύο δακτυλόγραφα του κειμένου και το δεύτερο το χειρόγραφό του.3 Από τα ση μειώματα αυτά, που έχουν την ίδια χρονολογία (15 Αυγούστου 1954), μαθαίνουμε ότι αυτό το «μυθιστορηματικό πεζογράφημα», όπως προσε χτικά το χαρακτηρίζει ο Γ.Π. Σαββίδης,4 γρά φτηκε σε δύο φάσεις. Η πρώτη, που «άρχισε κα λοκαίρι 1926 (νύχτα 26 Μάη)» και «έσβησε περί το 1930», κατέληξε σε «κομμάτια από μια αφή γηση αρκετά προχωρημένη», την οποία ο Σεφέ ρης ξαναδούλεψε από την 9η Γανουαρίου ώς την 15η Αυγούστου 1954. Αυτή η δεύτερη γραφή συνίσταται στην «παράτολμη», όπως τη χαρακτηρί ζει ο ίδιος ο Σεφέρης, ιδέα να «συναρμολογήσει» και να «συγκολλήσει» αυτά τα κομμάτια «με τρό πο που να μπορούν να διαβαστούν». Ο «καιρός της δράσης», γράφει ο Σεφέρης, «είναι τα χρόνια ’25-27»· «οι ημερομηνίες, οι μέρες της εβδομάδας και τα φεγγάρια είναι του ’28»· «υπάρχουν περι
Τ
στατικά αργότερα, αλλά τίποτε μετά το ’30»· «η •ψυχολογία μένει στα χρόνια ’25-’28». «Προσπά θησα», προσθέτει ο ποιητής, «να μείνω αυστηρά πιστός στα χαρτιά εκείνα και ν’ αποκλείσω ιδέες και αισθήματα, που θα μου είχαν δημιουργήσει πρόσωπα ή πράγματα ύστερα από τα ’30». Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το 1954 ο Σεφέρης δεν φαίνεται να θεωρεί το Έξι νύχτες στην Ακρόπο λη μυθιστόρημα («ή μυθιστόρημα») όπως το χα ρακτήριζε το 1926-30 («Ήταν κομμάτια [...] από ένα μυθιστόρημα” , όπως το έλεγα τότε»). Πάν τως το έκρινε άξιο για δημοσίευση.6 Ξέρουμε ότι ο Σεφέρης επεξεργαζόταν τα ημε ρολόγιά του πριν τους δώσει την τελική μορφή τους. Η επεξεργασία αυτή αφορούσε τη διατύ πωση,7 όπως συμβαίνει σε κάθε πραγματικό ημε ρολόγιο, και δεν προχωρούσε σε εμπλουτισμό των εγγραφών με στοιχεία από τη μεταγενέστερη εμπειρία του. Η απόφαση, λοιπόν, του Σεφέρη να μείνει πιστός, κατά την επεξεργασία του πε ζογραφήματος του στην ψυχολογία του τέλους της δεκαετίας του 1920, είναι μια απόφαση ημε
8 0 /α φ ιε ρ ω μ α
ρολογιακής υφής. Ούτε η ιδέα του να συναρμο λογήσει τα «μυθιστορηματικά» του κομμάτια σ’ ένα αναγνώσιμο σύνολο αποτελεί μιαν επαρκή επέμβαση μυθιστοριογραφικής φύσεως. Και τού το γιατί η επέμβαση αυτή δεν κατορθώνει να υπονομεύσει στο πεζογράφημα μια καθηλώτική αίσθηση ημερολογιακής γραφής: πολλά από τα κομμάτια που συναρμολόγησε ο Σεφέρης τα βρί σκουμε ακέραια ή παραλλαγμένα, ως εγγραφές στο Μέρες, A ' (1925-1931),8 ενώ ο ημερολογια κός βηματισμός απλώνεται και στα υπόλοιπα μέ ρη του πεζογραφήματος. Ημερολογιακός είναι και ο τίτλος του έργου, τα έξι κεφάλαια του οποίου επιγράφονται με μιαν αριθμούμενη νύχτα («Πρώτη νύχτα», «Δεύτερη νύχτα» κ.τλ.), που αντιστοιχεί με τη νύχτα μιας πανσελήνου. Η όλη σύνθεση αποτελείται από αφηγηματικά μέρη που περιέχουν ή εναλλάσσονται με ημερολογιακές εγ γραφές του πρωταγωνιστή της Στράτη Θαλασσι νού. Μολονότι στις εγγραφές αυτές δεν υπάρ χουν ημερομηνίες (αναφέρονται μόνο τα ονόμα τα των ημερών), ο Σεφέρης αισθάνεται την ανάγκη να δομήσει το υλικό της εμπειρίας του, που καλύπτει σχεδόν μια πενταετία, σε μια χρο νολογική κλίμακα που αρχίζει από τις 7 Μαίου και τελειώνει στις 2 Σεπτεμβρίου 1928.9 Ενδει κτικά είναι, ακόμη, και δύο στοιχεία, από τα οποία διαπιστώνουμε ότι ο Σεφέρης αναρωτιό ταν μήπως έπρεπε να περιλάβει το πεζογράφημα στα ημερολόγιά του. Το πρώτο είναι μια φράση του πάνω από το προλογικό σημείωμα του πρώ του δακτυλόγραφου του κειμένου: «Τούτο αλλά ζει αν ενσωματωθεί στις Μέρες»· φράση η οποία συμπληρώνεται από μιαν άλλη, στη σελίδα τίτ λου του δεύτερου δακτυλόγραφου: «Επίμετρο στα ημερολόγια;».10 Βέβαια τα κοινά χωρία ανάμεσα στο Έξι νύ χτες στην Ακρόπολη και στο Μέρες του 19251931 δεν εγγράφονται σε κοινές ημερομηνίες· πράγμα εύλογο, άλλωστε, αφού ο Σεφέρης συμ πτύσσει τα βιώματα μιας περίπου πενταετίας στο χρονικό πλαίσιο τεσσάρων περίπου μηνών. Αυτή η πύκνωση είναι, υποπτεύομαι, η μόνη μυθιστοριογραφικής φύσεως ενέργειά του πάνω στο υλι κό του. Και όπως δεν υπάρχει ανάπλαση στο εσωτερικό των χωρίων που προέρχονται από το ημερολόγιο, ή η ανάπλαση είναι ανεπαρκής, έτσι και οι διαφορές -οι πραγματολογικές ή οι υφολογικές- ανάμεσα σ’ αυτά τα χωρία και στις υπόλοιπες σελίδες του πεζογραφήματος είναι ελάχιστες. Αυτό το γεγονός σε συνδυασμό με την -αναλογικά προς την έκταση των άλλων ημερο λογίων του Σεφέρη- ισχνότητα του Μέρες του 1925-1931 μας οδηγεί στην υπόθεση ότι και αρ κετές από τις υπόλοιπες σελίδες του Έξι νύχτες στην Ακρόπολη θα πρέπει να προέρχονται από εγγραφές που ο Σεφέρης αφαίρεσε από το ημε ρολόγιό του για να τις χρησιμοποιήσει στο «μυ
θιστόρημα».11 Είναι, όπως είπαμε, ο ημερολογιακός ρυθμός, που κάνει το πεζογράφημα του Σεφέρη να μην μπορεί να κινηθεί επαρκώς λογοτεχνικά. Ίσως χρειάζεται να το υπογραμμίσουμε αυτό, γιατί έχουμε την τάση ν’ αντιμετωπίζουμε όχι μόνο το Έξι νύχτες στην Ακρόπολη αλλά και τα ημερο λόγια του Σεφέρη ως κείμενα που περιέχουν, εκτός από τη σοφία του και κάτι περισσότερο από την εκφραστική ακρίβεια και καλλιέπεια. Αισθάνομαι πως σ’ αυτή την κατηγορία τα κατα τάσσει ο Κ.Θ. Δημαράς, όταν, μιλώντας για τα ημερολόγια, γράφει ότι «η συμβολή του Σεφέρη στην πεζογραφία εστάθηκε πιο αποφασιστική από την προσφορά του στην ποίηση»,12 γνώμη που πολύ δύσκολα θα μπορούσε να την ασπαστεί κανείς. Ν συμφωνούμε ότι ένα λογοτέχνημα πρέπει να έχει οργανική μορφή, ν’ αναπτύσσεται δηλαδή εξελικτικά σ’ ένα σχήμα που να περιέχει αρχή, μέση και τέλος (αδιάφορο αν η μέση είναι στην αρχή ή η αρχή στο τέλος), τότε το ημερολό γιο (το ημερολόγιο με λογοτεχνικές βλέψεις, όπως εκείνο του Gide, του Pavese ή του Σεφέ ρη), δεν μπορεί να είναι λογοτέχνημα, γιατί του λείπει η οργανική μορφή. Το υλικό ενός έργου τέχνης παίρνει την καλλιτεχνική του υπόσταση χάρη στη συγχώνευσή του σ’ ένα οργανωμένο και αρμονικό σύνολο. Για να συμβεί αυτό ο συγ γραφέας πρέπει να έχει μπροστά του όλο το υλι κό του, ολόκληρη την εμπειρία του, από τήν οποία θα επιλέξει τα στοιχεία που αισθάνεται απαραίτητα για να ορχηστρώσει την αρμονία του. Το ημερολόγιο είναι το μόνο είδος γραφής που δεν μπορεί να έχει λογοτεχνική μορφή εξαιτίας του τρόπου της συγγραφής του. Γιατί ο ημερολογιογράφος γράφει πριν ακόμη ολοκληρωθεί η εμπειρία από την οποία θα συντεθεί το κείμενό του, και είναι αδύνατο να συνθέσει κανείς μιαν οργανική μορφή από ένα σύνολο που δεν το γνωρίζει ολόκληρο.13 Αυτό δεν σημαίνει ότι από το ημερολόγιο λεί πει η λογοτεχνικότητα. Όμως η λογοτεχνικότητα που μπορεί να έχει είναι μειωμένη και ανεπαρ κής για να του δώσει καλλιτεχνική υπόσταση, εί ναι λογοτεχνικότητα συνεχώς ανατρεπόμενη. Γιατί, όπως είπαμε, προσπαθεί να οικοδομηθεί μόνο με το γνωστό μέρος του υλικού, που είναι έρμαιο των βουλήσεων ενός απρόβλεπτου άγνω στου. Το ημερολόγιο είναι το μόνο είδος του λό γου που, εκτός από το παρόν και το παρελθόν της στιγμής της συγγραφής, περιέχει και το μέλ λον. Έτσι όσο και αν ο ημερολογιογράφος κα τορθώσει να συνάψει οργανικά το σήμερα με το χθες, όσες διασυνδέσεις και αν ανακαλύψει ή εγκαθιδρύσει ανάμεσα στην εμπειρία του της ημέ ρας που γράφει και την περασμένη του εμπειρία, υπάρχει πάντοτε η άδηλη εμπειρία του μέλλο-
Α
α φ ιε ρ ω μ α /8 1
ντος, η οποία πρέπει να εγγραφεί και η οποία έρ χεται να πλήξει την οργάνωση του υλικού και να το επαναφέρει σε μιαν ακατέργαστη κατάσταση. Για την ακρίβεια, κάθε εγγραφή περιέχει ταυτό χρονα τη διασύνδεσή της με το προηγούμενο κεί μενο και την αποσύνδεσή της. Αυτή είναι η λο γοτεχνική μοίρα του ημερολογίου. Η κάθε κίνη ση προς τα εμπρός είναι και μια κίνηση προς τα πίσω, το κάθε βήμα προς τη μορφή είναι και μια επιστροφή στην αμορφία. Για το λόγο αυτό η λο γοτεχνικότητα του ημερολογίου δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει επαρκώς παρά μόνο μέσα στα όρια της μεμονωμένης εγγραφής, αφού μόνο η μεμονωμένη εγγραφή, η αποκομμένη από τις προηγούμενες και τις επόμενες, μπορεί να υπερβεί την ημερολογιακή της φύση. Πολύ επιτυχη μένα ο γερμανός κριτικός Arno Schmidt παρα βάλλει το ημερολόγιο με μια συλλογή από πέ τρες, στην οποία βρίσκει κανείς κάποτε έναν πο λύτιμο λίθο, η οποία όμως, σε τελευταία ανάλυ ση, δεν είναι παρά «ένα ημιχάος». «Αλλάξτε τη θέση των κομματιών», λέει ο Schmidt, «δεν θα σχηματιστεί ποτέ ένα άγαλμα, ούτε καν ένα σπίτι[...]. Το ημερολόγιο είναι ένα από τα αδιέξοδα της λογοτεχνίας».14 Αλλά υπάρχει κάι ένας άλλος σύμφυτος λόγος, για τον οποίο το ημερολόγιο δεν μπορεί να εντα χθεί στη δημιουργική λογοτεχνία: το γεγονός ότι
ο τρόπος της γραφής του ελάχιστα οδηγεί πέρα από το επίπεδο της συνείδησης· πράγμα παρά δοξο, αν δεχτούμε την επικρατούσα άποψη ότι το ημερολόγιο είναι το πιο αποκαλυπτικό κείμε νο ενός συγγραφέα. Όσο και αν ο ημερολογιογράφος προσπαθήσει να περιγράφει τις βαθύτε ρες σκέψεις και τα πιο ενδόμυχα αισθήματά του, δεν μπορεί παρά να αποδώσει τον εαυτό του στο ημερολόγιο με μιαν εικόνα αναγνωρίσι μη. Γιατί ο τρόπος της σύνθεσης του ημερολο γίου, που ματαιώνει ακατάπαυστα την επίτευξη μιας εσωτερικής εκφραστικής αρμονίας, η οποία είναι μια λειτουργία του βάθους, τον οδηγεί ν’ αποτυπώσει σ’ αυτό περισσότερο εκείνο που πι στεύει ότι είναι και λιγότερο εκείνο που κατά βάθος είναι. Έτσι στην ημερολογιακή γραφή κυ ριαρχεί μια επιδίωξη ταυτιστική, η προσπάθεια για την πιστή απόδοση μιας φυσιογνωμίας, πράγμα που κάνει ακόμη πιο χαλαρή την ενεργοποίηση του ασυνειδήτου. Το γεγονός ότι είναι το αποτέλεσμα μιας λειτουργίας περισσότε ρο συνειδητής στερεί από το ημερολόγιο το στοι χείο της αποκάλυψης, δηλαδή της ανακάλυψης του πραγματικού μας εαυτού, που είναι το κύριο χαρακτηριστικό της λογοτεχνίας. Υπάρχει λοιπόν μια ανικανοποίητη λογοτεχνι κότητα που δίνει στο ημερολόγιο μιαν ειρωνική ιδιοσυστασία. Από τη μια ορισμένες από τις
8 2 /α ψ ιε ρ ω μ α
Οι ήρωές του δεν αποχτούν ζωντανή μορφή· εξαφανίζονται κάτω από τη βαριά σκιά του πρωταγωνιστή, η εγωκεντρική διάθεση του οποί ου δεν του επιτρέπει ν’ αποκολληθεί από κατα στάσεις που εμποδίζουν τη μυθιστορηματική ανάπτυξη της αφήγησης. Αλλά ακόμη και οι διάλογοι του Έξι νύχτες στην Ακρόπολη έχουν ανεπαρκή μυθιστορηματικό χαρακτήρα. Θηρεύοντας την έξυπνη παρατήρηση, ή το λαϊκό αξιοπερίεργο, διακρίνονται από μιαν ανεκδοτολογική υφή, που συχνά τους εμποδίζει να εντα χθούν φυσιολογικά στην υπόθεση του έργου· πράγμα που μας κάνει να υποπτευόμαστε ότι και ένα μέρος από τις διαλογικές σελίδες του πεζο ΕΝ είναι απαραίτητη, βέβαια, όλη αυτή η γραφήματος είναι παρμένο από το πρώτο ημερο ημερολογιογραφία για ν’ αντιληφθεί κανείς λόγιο του Σεφέρη. Την υπόθεση αυτή ενισχύει το ότι το Έξι νύχτες στην Ακρόπολη είναι ένα απο γεγονός ότι αρκετοί από τους διαλόγους βρί τυχημένο μυθιστόρημα ή ότι δεν είναι μυθιστό σκονται σε ημερολογιακές εγγραφές του Στράτη ρημα. Ακόμα και αν δεν γνωρίζαμε τον τρόπο Θαλασσινού, και, ακόμη, το ότι, σε αντίθεση συγγραφής του, ακόμα κι αν δεν υπήρχε το αντί προς το Μέρες του 1925-1931, που περιέχει ψήγ στοιχο ημερολόγιο του Σεφέρη για να επιβε ματα μόνο διαλόγου, τα υπόλοιπα λογοτεχνικά βαιώσει την υποψία μας ότι η βιωματική του ύλη ημερολόγια του Σεφέρη (εκτός από εκείνο των δεν είναι ικανοποιητικά επεξεργασμένη, θα αι ετών 1931-1934) που αποτελείται κατά ένα με σθανόμασταν ότι έχουμε μπροστά μας ένα κείμε γάλο μέρος από γράμματα) περιλαμβάνουν πολ νο με μυθιστοριογραφικές φιλοδοξίες ανεκπλή- ' λές διαλογικές σελίδες. ρωτες. Θα αισθανόμασταν, επίσης, ότι οι φιλο Αλλά για ποιο λόγο ένας ποιητής γράφει ημε δοξίες αυτές μένουν ανεκπλήρωτες, γιατί ο συγ γραφέας δεν κατορθώνει να ελευθερωθεί όσο ρολόγιο, αφού η ποίηση είναι, από τη φύση της, έπρεπε από μια κεντρομόλο δύναμη που τον το αυθεντικότερο ημερολόγιο της ανθρώπινης ψυχής; Και ακόμη: για ποιο λόγο ένας ποιητής κρατάει προσκολλημένο στον εαυτό του, από μιαν έλξη ανάλογη μ’ εκείνη που τον τραβάει στο που γράφει και ημερολόγιο αισθάνεται την ημερολόγιο και που προσιδιάζει λιγότερο στον ανάγκη να εκφραστεί και με το μυθιστόρημα; Η μυθιστοριογράφο και περισσότερο στον ποιη γνώμη μου είναι πως κάθε φορά που ένας ποιη τή.15 Γιατί το ημερολόγιο, με τη συνεχή απόπειρα τής αποφασίζει να στραφεί και προς την πεζο ενδοσκόπησης του συγγραφέα του, συντίθεται γραφία, θα πρέπει να βρίσκεται σε μιαν εκφρα από μια συγκινησιακή ύλη περισσότερο συγγενι στική κρίση· να νιώθει πως οι ποιητικοί του τρό κή με την ποιητική, μιαν ύλη που απορρέει από ποι είναι ανεπαρκείς για ν’ αποδώσουν όλο το προσωπικότερα συναισθήματα και καταστάσεις, πλάτος και την πολυπλοκότητα της συγκίνησής παρά με τη μυθιστορηματική, που βασίζεται σε του. Και πράγματι, δεν είναι δύσκολο να διασυλλογικότερα βιώματα και αντικειμενικότερα γνώσουμε στον Σεφέρη ήδη του τέλους της δε γεγονότα. Δεν είναι χωρίς σημασία ότι ο Στρά- καετίας του ’20 την ισχυρή εκδήλωση ενός ποιη της Θαλασσινός του Έξι νύχτες στην Ακρόπολη τικού διχασμού, που θα τον συνοδεύει σε όλη είναι, όπως ο Σεφέρης εκείνης της εποχής, ένας την ποιητική του πορεία. Πρόκειται γι’ αυτό που ποιητής που επιχειρεί να γράψει ένα μυθιστόρη θα μπορούσαμε να περιγράφουμε ως ταλάντευση μα με θέμα έξι νυχτερινές επισκέψεις στην Ακρό του Σεφέρη ανάμεσα σε δύο εκφραστικές ροπές, πολη,16 χωρίς να το κατορθώνει.1’ Δεν είναι, ανάμεσα σε μια «μουσική» και σε μια ρεαλιστική ακόμη, χωρίς σημασία, ότι ο ποιητής αυτός γρά τάση.20 Η πρώτη, την οποία αισθάνεται οικεία, φει ημερολόγιο, ότι το ημερολόγιό του (που ένα. αλλά ταυτόχρονα έχει συνειδητοποιήσει την εκ μέρος του ταυτίζεται με το ημερολόγιο του Σεφέ φραστική της περιοριστικότητα, καθοδηγείται ρη), αποτελεί μέρος του δομικού υλικού του Έξι από τη μαθητεία του στην τεχνοτροπία του γαλ νύχτες στην Ακρόπολη, και, τέλος, ότι τον Στρά- λικού Συμβολισμού, και κυρίως στην πιο εκλε τη Θαλασσινό, που ομολογεί ότι τον κατέχει το πτυσμένη εκδοχή της, εκείνη της καθαρής ποίη σύνδρομο του Νάρκισσου,18 τον προβληματίζει σης του Πωλ Βαλερύ. Η δεύτερη πηγάζει από τις δεδηλωμένα η έννοια της ημερολογιακής γρα ενορμήσεις της πραγματιστικής ιδιοσυγκρασίας φής.19 Παρ’ όλα τα πρόσωπα που κινούνται στο του, που αναζητούν, ιδίως έπειτα από την επι Έξι νύχτες στην Ακρόπολη παρ’ όλες τις προ στροφή του στην Ελλάδα των μέσων της δεκαε σπάθειες του Σεφέρη να γυρίσει το βλέμμα του τίας του ’20, μιαν αμεσότερη ποιητική έκφραση. προς τα έξω, το κείμενο δεν κατορθώνει να χει Ο διχασμός αυτός, που η έντασή του, πολύ σύν ραφετηθεί από τον προσωπικό χαρακτήρα του. τομα, θα μειωθεί, μ’ έναν, στο εξής, αυξομειού-
απαιτήσεις της γραφής -κυρίως οι ανάγκες της καταγραφής του συναισθηματικού του κόσμουοδηγούν τον ημερολογιογράφο προς κάποια μυθιστοριοποίηση της εμπειρίας του φέροντάς την κοντά στη λογοτεχνία· και από την άλλη ο τρό πος της συγγραφής, που αρνείται στο κείμενό του τη λογοτεχνική οντότητα. Για να χαρακτηρί σω καλύτερα την ημερολογιογραφία θα έλεγα ότι το ημερολόγιο είναι για την πεζογραφία ό,τι το λυρικό πεζοτράγουδο για την ποίηση: ένα νόθο είδος που διεκδικεί μια γνησιότητα, την οποία του αρνείται η πραγματική του φύση.
Δ
α φ ιε ρ ω μ α /8 3
μενο συγκερασμό των δύο τάσεων, θα καταλήξει την περίοδο αυτή με την κατίσχυση της «καθα ρής» κατεύθυνσης του Σεφέρη, όπως το δείχνει η σύνθεση της πρώτης του ποιητικής συλλογής (Στροφή, 1931). Το μεγαλύτερο τμήμα εκείνου του μέρους της ρεαλιστικής του επιδίωξης που δεν κατόρθωσε να βρει μιαν ικανοποιητική ποιητική μορφή, θα διοχετευθεί στο ημερολόγιο για να μεταπηδήσει από εκεί στο Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, αναζητώντας καταλληλότερη καλλιτεχνική έκφραση. Είναι τόση η ένταση της ρεαλιστικής επιθυμίας, ώστε ένα από τα θέματα του πεζογραφήματος, όπως διατυπώνεται με την περιγραφή της συγγραφικής δραστηριότητας του Στράτη Θαλασσινού, είναι ο ίδιος ο ποιητικός διχασμός του Σεφέρη και η απόπειρα εκτόνωσής του με την καταφυγή στο μυθιστόρημα. Το Έξι νύχτες στην Ακρόπολη θα γίνει έτσι ένα κείμενο αυτοαναφορικό, μια απόπειρα μεταμυθιστορηματικής γραφής, κι αυτό είναι ίσως το μόνο μον τέρνο στοιχείο του. Προχωρώνττας ακόμη περισσότερο θα έλεγα ότι αισθάνεται κανείς πως ο ποιητικός διχασμός του Σεφέρη είναι το κατάλοιπο ενός βαθύτερου διχασμού, όχι ανάμεσα σε δύο διαφορετικές κα τευθύνσεις ενός λογοτεχνικού είδους αλλά ανά μεσα σε δύο διαφορετικά είδη. Σήμερα μιλάμε κυρίως για τον ποιητή Σεφέρη, γιατί το δημιουρ γικό του έργο, που έχουμε μπροστά μας, είναι έργο ποιητικό. Αν όμως μας ζητούσαν να μιλή σουμε για τον Σεφέρη του δεύτερου μισού της δεκαετίας του ’20, έχοντας στα μάτια μας τη λο γοτεχνική του δραστηριότητα μόνο εκείνης της εποχής, θα ήταν δύσκολο να μην καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η πεζογραφία τον διεκδικούσε εξίσου επίμονα με την ποίηση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, αν το κύριο ποιητικό πρότυπο του Σεφέρη είναι αυτόν τον καιρό ο Βαλερύ, ο άλλος μεγάλος του δάσκαλος είναι ο Αντρέ Ζιντ. 1 Από την άποψη αυτή η ενασχόληση του Σεφέρη με το ημερολόγιο αποχτά μιαν ιδιαίτερη σημασία. Το ημερολόγιο φαίνεται να λειτουργεί σαν μια πράξη συμβιβαστική ανάμεσα στην ποίηση και το μυθιστόρημα, σαν ένας τρόπος γραφής που του επιτρέπει να ικανοποιεί αρκετές από τις πεζογραφικές του ανάγκες χωρίς τον φό βο ότι προδίδει την ποιητική του ιδιοσυγκρα σία.22 Ένα ίχνος του ειδολογικού διχασμού του Σε φέρη, αυτή την εποχή, είναι η απόπειρά του να γράψει και ποιήματα με μυθιστορηματική επίχρωση· αυτό μαρτυρεί το «Γράμμα του Μαθιού Πασκάλη» (1928), όπου ο Σεφέρης χρησιμοποιεί το όνομα του πρωταγωνιστή ενός μυθιστορήμα τος του Πιραντέλλο ως προσωπείο23 για να εκφράσει αντικειμενικότερα συναισθήματα. Μυθι στορηματικής τεχνικής είναι και η παρουσία του Στράτη Θαλασσινού σε ποιήματά του των αρχών
της δεκαετίας του ’30. Αλλά το πιο εύγλωττο υπόλειμμα της κατεσταλμένης επιθυμίας του Σε φέρη για μυθιστόρημα είναι η ονομασία του δεύ τερου βιβλίου του (1935), που είναι και το ση μαντικότερο έργο του ελληνικού μοντερνισμού. Το ποιητικό αυτό έργο έχει τον τίτλο Μυθιστό-
* Ανακοίνωση στο Συμπόσιο «Το ελληνικό μυθιστόρημα 1 μ.Χ. - 1985» που έγινε στο King’s College του παν/μίου του Λονδίνου 24 - 26 Μαρτίου 1986. 1. Εκτός από το Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, ο Σεφέρης επι χείρησε να γράψει άλλα δυο μυθιστορήματα: Στο πρώτο του ημερολόγιο (Μέρες, A 16 Φεβρουάριον 1925 - 17 Αύγουστον 1931, Αθήνα 1975) περιέχονται, ως επίμετρο του 1925, σημειώσεις για ένα μυθιστόρημα, γραμμένες στο Λονδίνο το 1924, με τίτλο Στο απέραντο σκάκι της «Κονκόρντας». Ακόμη, στο αρχείο του ποιητή σώζονται τα σχεδιάσματα ενός μυθιστορηματικού «χρονικού της Κύπ ρου», που γράφτηκαν από τις 18 Αυγούστου 1954 ώς την πρωτοχρονιά του 1955 στη Βηρυττό (Γ.Π. Σαββίδης, «Ένας άγνωστος Σεφέρης: ‘Βαρνάβας Καλοστέφανος’ το ατέλειωτο κυπριακό μυθιστόρημα του Σεφέρη», Βήμα, 25 Απριλίου 1982). Στο Μέρες του 1925-1931 υπάρχουν επίσης δυο εγγραφές που αναφέρονται σε δυο ακόμη ιδέες του Σεφέρη για μυθιστόρημα. Η πρώτη (31 Αυγούστου 1925) έχει ως θέμα «τις αντιδράσεις του δυτικού περιβάλ λοντος πάνω σ’ ένα άτομο της φυλής μας, των παραδό σεων μας», θέμα που θα διατυπωνόταν μέσα από ένα βυ ζαντινό πλαίσιο του 11ου αιώνα. Η δεύτερη (31 Αυγού στου 1926) φαίνεται να είναι μια μυθιστοριογραφική παρόρμηση της στιγμής εμπνευσμένη από την ανάγνωση ενός βιβλίου. 2. Την ημερολογιακή φύση του πεζογραφήματος υπογραμμί ζει ο Απ. Σαχίνης, για τον οποίο όμως το ημερολογιακό στοιχείο του έργου παρέχει «τις κύριες αρετές του» (Τε τράδια κριτικής, Αθήνα 1978, σ. 175-177). Για τον Θαν. Παπαθανασόπουλο ο Σεφέρης κατορθώνει, «παρ’ όλο τον συχνά ημερολογιακό χαρακτήρα του μυθιστορήματός του [....] να χαρίζει στην αφήγησή του μια άνετη κοίτη και να περιγράφει με αρκετή επιτυχία τα συμπτώματα της ‘αρρώ στιας της Αθήνας και της αρρώστιας από την Αθήνα’, κα θώς ο ίδιος ορίζει τη βασική άρθρωση του έργου του» (« Έξι νύχτες στην Ακρόπολη - Κριτικές προσεγγίσεις σ’ ένα βιβλίο-κλεψύδρα του Σεφέρη», Νέα Εστία, τ. 103, 1978, σ. 721). 3. Γιώργος Σεφέρης, Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, φιλολογική επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδης, Αθήνα 1974, σ. 255-256. 4. Ό ,π ., σ. 260. 5. Ό .π ., σ. 255-256.. 6. Ό .π ., σ. 255 και 260-261. 7. Κ.Θ. Δημαράς, «Ημερολόγιο», Βήμα, 24 Φεβρουάριου 1978. Πρβλ. του ίδιου, «Μέρες του 1945-1951», Βήμα, 11 Ιανουάριου 1974. Βλ. και την πληροφορία των Γ.Π. Σαββίδη και Μιχ. Πιερή στο φιλολογικό τους υπόμνημα του Λεωνή του Θεοτοκά (Γιώργου Θεοτοκά, Σημαίες στον ήλιο, Αθήνα 1985, σ. 271). 8. Βλ. και Σαββίδης, Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, σ. 258. 9. Βλ. τον πίνακα με τις ημερομηνίες και τα φεγγάρια του 1928, ό.π., σ. 268-270. 10. Ό .π., σ. 260. 11. Ένα παράδειγμα τέτοιας αφαίρεσης παραθέτει ο Σαββί δης, ό.π., σ. 258-259.
8 4 /α φ ιε ρ ω μα Δημαράς, «Ημερολόγιο». Πρβλ. του ίδιου, «Μέρες του 1945-1951». Βλ. και Παπαθανασόπουλο (σ. 728) για το Έξι νύχτες στην Ακρόπολη: «Το μυθιστόρημα τούτο του Σεφέρη [....] σίγουρα προσθέτει και στο έργο του ειδικά και στην πεζογραφία μας γενικότερα»· και Κώστα Σταματίου, «Με τον Σεφέρη στη Μ. Ανατολή», Νέα, 7 Ιανουά ριου 1978 (για τα ημερολόγια). Φυσικά άλλο πράγμα είναι το μυθιστόρημα με ημερολο γιακή μορφή, όπως άλλο πράγμα είναι η αυτοβιογραφία, αφού και τα δυο συντίθενται από βιωμένη εμπειρία. Μια αυτοβιογραφία μπορεί να γίνει μυθιστόρημα χωρίς να πάψει να είναι αυτοβιογραφία· το ημερολόγιο δεν μπορεί να γίνει μυθιστόρημα παρά μόνο αν αρνηθεί την ημερολογια κή του φύση. Le Journal intime et ses formes littiraires: Actes du Coloque de Septembre 1975. Textes r6nuis par. V. Del Litto, G0nevc-Paris 1978, a. 219. «Το μυαλό που εργάζεται εδώ είναι το μυαλό ενός ποιητή και όχι ενός μυθιστοριογράφου», γράφει ο Roderick Bea ton («Η εμπλοκή του Ποιητή: Ο Μυθιστοριογράφος Γ. Σεφέρης», μετάφραση Αλέξης Ζήρςις. Γράμματα και Τέ χνες, τεύχ. 38, Φεβρουάριος 1985, σ. 8: πρωτοδημοσιεύτηκε στα αγγλικά με τον τίτλο «The Poet’s Predicament», Ti
mes Literary Supplement, 14 Νοεμβρίου 1975, σ. 1364). 16. Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, σ. 35. 17. «Δοκίμασα [να γράψω μυθιστόρημα], αλλά νομίζω πως δεν μπορώ να διηγηθώ» (ό.π., σ. 7). Πρβλ.: «Δεν είμα> -άνθρωπος του μυθιστορήματος» (Μέρες τον 1945-1951 Αθήνα 1973, σ. 171). 18. Ό .π., σ. 227. 19. Ό .π., σ. 12, 13, 41 και 105. 20. Βλ. Τάκης Σινόπουλος, «Το ‘κλειστό’ και το ‘ανοιχτό’ ποίημα στον Γιώργο Σεφέρη», Βραδιά Σεφέρη, Αθήνα 1972, σ. 42-55 (Τέσσεραμελετήματα για τον Σεφέρη, Αθή να 1984, σ. 109-124)· και Νάσος Βαγενάς, Ο ποιητής και ο χορεντής, Αθήνα 1979, σ. 134-140. 21. Βλ. και Μέρες, A ', σ. 12. 22. Μέσα από τι πρίσμα αυτό και η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Σεφέρη (1928), με το «Η βραδιά με τον κύριο Τεστ» του Βαλερύ, είναι ίσως ενδεικτική: πρόκειται για τη μετά φραση ενός πεζογραφήματος ενός ποιητή (δηλωμένου αρ νητή του μυθιστορήματος), μια ενέργεια ειδολογικά ουδέ τερη για τον Σεφέρη, αφού δεν δήλωνε μια προτίμηση ού τε προς την ποίηση ούτε προς την πεζογραφία. 23. Βλ. σημείωση του Γ.Π. Σαββίδη στο γλωσσάρι των Ποιη μάτων του Σεφέρη (Αθήνα, 12 1979, σ. 319).
φροντιστήριο ξένω ν γλωσσών Ε. ΠΕΤΡΙΔΗ Διαθέτουμε: • μοναδικό πρόγραμμα με 6 εκπαιδευτικά μέσα • εξαμελή τμήματα • βιντεομαθήματα • ηλεκτρονικό εργαστήριο προφοράς • σλάιτς προβολής • ασκήσεις με κομπιούτερ • καθηγητές έλληνες και ξένους • τμήματα όλων των επιπέδων • ειδικά τμήματα για ενήλικες και ελεύθερους επαγγελματίες
ακόμα αυτό το μήνα • Keith Richards • Bronski Beat • Χαριτοδιπλωμένος • Efvis Costello • Jullian Lennon
• S. S. Sputnik • William Hurt • Sam Shepard • Peter Goss • Λεωνίδας Ντε Πιαν • To video σήμερα.
Ε γγραφές και έναρξη νέων τμημάτων καθημερινά
Χαλκοκονδύλη 9 - 2ος όροφος. Τηλ. 36.29.785
α φ ιε ρ ω μ α /8 5
Βασιλική Κοντογιάννη
Ο Γ. Σεφέρης και το ημερολόγιό του Το κείμενο που ακολουθεί παρουσιάζει τις γενικές γραμμές μιας εργασίας, η οποία υποστηρίχθηκε ως διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης (Παρίσι TV), το Μάρτιο του 1983. Κινητήρια δύναμη γι’ αυτή την εργασία στάθηκε κυρίως η μόνιμη συγκίνηση και οι σκέψεις, που μου έδιναν τα έργα του Σεφέρη * αυτή, ας πούμε, η «αγάπη» στήριξε τη δουλειά σε όλη τη διάρκειά της. Κοντά σ’ αυτά απαιτήθηκε επίμονη, συνεχής επαφή με τα κείμενα του Γ.Σ., η οποία ενιαχύθηκε με τη μελέτη συναφών έργων και της σχετικής βιβλιογραφίας. Αντικείμενο της αναζήτησής μου δεν υπήρξε η ποίηση. Πίσω από αυτήν και από τον ποιητή θέλησα να βρω τον άνθρωπο. ΠΟΙΟΣ είναι από τα μικρά του χρόνια και πώς εξελίσσεται ο Γ. Σεφεριάδης, αυτός που γίνεται ο ποιητής Σεφέρης· ποια είναι, σε διαφορετικές εποχές η πραγματικότητά του και πώς αυτός την ζει- ποιες είναι οι αδυναμίες και η δύναμή του, ποια η εσωτερική του ζωή· ακόμα, πώς συντελείται η άνοδος του συγκεκριμένου ανθρώπου προς ένα υψηλό επίπεδο καλλιτεχνικής δημιουργίας· και πώς αυτή η δημιουργία επιδρά στην όλη του υπόσταση. Τέτοιου είδους ερωτήματα διαμορ φώθηκαν με την πρόοδο της μελέτης. Το έργο που προσφερόταν περισσότερο να δώσει απαντήσεις σ’ αυτήν την αναζήτηση ήταν το προσωπικό ημερολόγιο του ποιητή Μέρες Α'-Ε' (1925-1951), πλαισιωμένο οπωσδήποτε από τα υπόλοιπα σεφερικά γραπτά. Μέσα από αυτό μπορούσε να επιχειρηθεί μια πρόσβαση στο άτο
μο πιο ομαλή και, πιθανότατα, πιο άμεση απ’ ό,τι θα γινόταν με τα ποιήματα. Γιατί το ημερο λόγιο παρουσιάζει κάπως την προσωπική, καθη μερινή ζωή· αλλά επίσης έχει μια διάρκεια η οποία επιτρέπει να παρακολουθήσουμε την εξέ λιξη, να διακρίνουμε δηλαδή την τροχιά. Το ημερολόγιο του Γ. Σεφέρη ανήκει σ’ ένα εί δος γραφής που δεν έχει ιδιαίτερα καλλιεργηθεί στην Ελλάδα· ή τουλάχιστον τέτοια είναι η εικό να που σχηματίζουν τα εκδοτικά δεδομένα. Όμως το είδος έχει σημαντική ιστορία σε χώρες όπως η Γαλλία, η Αγγλία, η Ιταλία. Μπορεί κα νείς να πει ότι για τον Σεφέρη, με τη γαλλική, παιδεία την οποία γνωρίζουμε, η επίδραση των γαλλικών προτύπων πρέπει να ήταν καθοριστι κή. Προς την ίδια κατεύθυνση δείχνουν και οι αναγνώσεις του, που σημειώνονται συχνά στο
8 6 /α φ ιε ρ ω μ α
ημερολόγιο. Αρκεί να υπενθυμίσουμε εδώ τη μα κρόχρονη επαφή του με το έργο του A. Gide.1 Μέσα στο είδος, μ’ όλες τις παραλλαγές που παρουσιάζει, ο Σεφέρης διαλέγει να κρατηθεί σε μια ισορροπία εσωτερικών και εξωτερικών στοι χείων, η οποία μας δίνει ένα μικτό ημερολόγιο.2 Δεν περιγράφει δηλαδή μόνο γεγονότα που συμ βαίνουν στο περιβάλλον του ή πράξεις δικές του - ό,τι ονομάζεται απ’ αυτή τη σκοπιά, «εξωτερι κά στοιχεία»· ούτε όμως ακολουθεί ώς την παρα μικρή λεπτομέρεια την εσωτερική του ζωή, όπως συμβαίνει με όσους συγγραφείς είχαν κύριο στό χο τους την ενδοσκόπηση. Δική του επιδίωξη μοιάζει ότι είναι να καταγράφει τη ζωή του στην πολυμορφία της, όπως και όποτε του δημιουργείται η επιθυμία, χωρίς ένα συγκεκριμένο πρό γραμμα που να ακολουθείται με αυστηρή τάξη. Υπάρχει μια ελευθερία και μια άνεση, νομίζω, στην πρώτη καταγραφή αυτού του ημερολογίου, για ένα μεγάλο μέρος των σημειώσεων. Αυτό υποσημαίνουν και τα κενά του κειμένου -σημαν τικά χρονικά διαστήματα για τα οποία δεν γρά φεται τίποτα- οι παραλείψεις γεγονότων που θα μπορούσαν να θεωρηθούν σημαντικά, η ανάλυση άλλων που θα φαίνονταν ίσως δευτερεύοντα. Ο χαρακτήρας του έργου αρμόζει καλά στο πλαίσιο των ημερολογίων του 20ου αιώνα, που έχουν συνήθως αυτήν ακριβώς την ισορροπημένη μίξη εσωτερικών και εξωτερικών στοιχείων. Την ίδια εποχή συναντάμε θεσμοθετημένη τη λογοτε χνική επεξεργασία στο είδος: επέμβαση που γί νεται εκ των υστέρων στα κείμενα και μάλιστα δηλώνεται από τον συγγραφέα. Αυτή διαμόρφω σε οριστικά και το ημερολόγιο του Σεφέρη. Εί ναι φυσικό, για κείμενο που έχει υποστεί μια κά ποια «λογοκρισία», να προκύπτει θέμα εμπιστο σύνης. Παρ’ όλα αυτά η εργασία μου χρησιμο ποιεί ως βάση το ημερολόγιο· επειδή, από συγ κρίσεις με ανέκδοτες αλληλογραφίες του αρχείου Σεφέρη, έγινε φανερό ότι το έργο βρίσκεται κο ντά στην πραγματικότητα, ακόμα κι αν κάποτε έχει την τάση να την εξωραΐζει, κυρίως με απο σιωπήσεις. Από το πλήθος των στοιχείων που περιέχει το ημερολόγιο του Γ. Σεφέρη κράτησα στη μελέτη αυτή ως κεντρικό άξονα όσα αφορούν στην εν δοσκόπηση. Είναι αναμφισβήτητο ότι για το θέ μα αυτό διαθέτουμε πλούσιο υλικό.3 Με τη γραμμή της ενδοσκόπησης, η έρευνα μένει στα θερά στο επίπεδο της συνείδησης του συγγραφέα και δεν καταπιάνεται καθόλου με θέματα υποσυ νειδήτου (όπως θα ήταν, ας πούμε, μια ανάλυση και ερμηνεία των. ονείρων που καταγράφονται στο κείμενο του Γ.Σ.). Αυτή τη συνειδητή εσωτε ρική ζωή θέλησα να παρακολουθήσω, χρησιμο ποιώντας για την προσέγγιση τρόπους φιλολογι κούς και όχι ψυχολογικούς ή ψυχαναλυτικούς. Έτσι στάθηκα στις συχνότητες των φαινομένων
-την πύκνωσή τους σε ορισμένες εποχές ή την απουσία τους-, τις σταθερές τις οποίες παρου σιάζουν, ή στις μεταμορφώσεις τους. Ακόμα προσπάθησα να διακρίνω τους πολλαπλούς δε σμούς, όσους ενώνουν τα φαινόμενα της εσωτε ρικής ζωής με την εξωτερική πραγματικότητα, τόσο την προσωπική του ποιητή όσο και τη συλ λογική. Μια εργασία που γίνεται πάνω σ’ ένα υλικό τόσο ρευστό όσο είναι η εσωτερική ζωή του αν θρώπου δεν μπορεί να στηριχτεί σε ενδείξεις -μεγάλο αριθμό ενδείξεων- και να προχωρήσει με αλλεπάλληλους συσχετισμούς. Τη συλλογιστι κή, σε όλα τα στάδιά της, τη βρίσκει ο ενδιαφε ρόμενος αναγνώστης στη διατριβή μου. Στα πλαίσια του άρθρου αυτού παρουσιάζονται μόνο ορισμένες γενικές παρατηρήσεις από ένα σύνολο που απέδωσε η μελέτη μου. Πρόκειται για μια διαδοχή περιόδων μέσα από τις οποίες επιχειρώ να διαγράψω την εξέλιξη της εσωτερικής ζωής του Γ.Σ. Όσο για τα όρια των περιόδων, αυτά τα υποδεικνύει το ίδιο το ημερολόγιο, αφού ο συγγραφέας συνήθως σημειώνει τις καίριες μετα βολές που επέρχονται στον εσωτερικό του κό σμο.
Πρώτη νεότητα ώς τον Φεβρουάριο του 1925 Πρόκειται για μια περίοδο την οποία δεν καλύ πτει το έργο, μια κι ο ποιητής αποφασίζει να δη μοσιεύσει μόνο καταγραφές που έγιναν μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 1925, δηλαδή, μετά το τέλος των σπουδών στη Γαλλία. Η ίδια η απόφαση δείχνει ότι ο Σε φέρης θεωρεί την επιστροφή σταθμό στην εξέλι ξή του.4 Πώς αισθανόταν, ποιος ήταν προηγουμένως στη Σμύρνη, στην Αθήνα, στο Παρίσι, διαφαίνεται από άλλα κείμενα, δικά του πάλι, σύγχρονα με τις εποχές αυτές ή μεταγενέστερα. Δίνουν οπωσδήποτε όλα αυτά μια εικόνα αρκετά σαφή και συγκροτημένη. Γιος πλούσιας αστικής οικογένειας στη Σμύρ νη, ο Γ. Σεφεριάδης έχει απ’ τη μητέρα του ρίζες αγροτικές, τις οποίες αισθάνεται ώς το τέλος της ζωής του- είναι ένα στήριγμα: η αγάπη και η γνώση ενός κόσμου πλούσιου, αλλά συγχρόνως απλού στα συστατικά του. Απ’ τη μεριά του πα τέρα ο Σεφέρης μοιάζει να κρατάει αξίες όπως η διανοητική δύναμη και η κοινωνική άνοδος, μ’ όλες τις σκοπιμότητες και τους εξαναγκασμούς, τους οποίους συχνά προϋποθέτουν. Ένα ζευγάρι όπου οι τάσεις των συζύγων αποκλίνουν, το ξεκίνημα μιας ζωής όπου ο χρό νος μοιράζεται ανάμεσα στην πόλη με το αυστη ρό πρόγραμμα προόδου -χώρος του πατέρα κυ
α ψ ιε ρ ω μ α /8 7
ρίως- και την εξοχή, τη θάλασσα στα Βούρλα· εκεί, τα καλοκαίρια, αποκτά ο μικρός εμπειρίες οι οποίες θα καθορίσουν την ανάπτυξη του εσω τερικού του κόσμου. Ο διαχωρισμός, που αρχί ζει νωρίς, θα κρατήσει μέχρι το τέλος. Στην Αθήνα, αγόρι που γράφει στο γυμνάσιο συντηρητικές εκθέσεις καλού μαθητή·5 κατόπιν νέος που ακολουθεί στο Παρίσι τις επιταγές και επιλογές της πατρικής εξουσίας, ο Σεφέρης ανα πτύσσεται και φτάνει ως την ανδρική ηλικία μέ νοντας πάντοτε κάτω από την πίεση την οποία ασκεί ο Στέλιος Σεφεριάδης. Ενήλικος, θα αντι στρέφει το σχήμα σύμφωνα με το οποίο ζούσε ο πατέρας: για κείνον η δικηγορία ήταν πραγματι κή δράση, ενώ η λογοτεχνία -έγραφε στίχουςείχε ρόλο δευτερεύοντα. Ο γιος θα εκφράσει με την τέχνη τον πιο αξιόλογο εαυτό του, την ου σιαστική προσφορά στους άλλους, ενώ η διπλω ματία θα γίνει το επάγγελμα που αντιμετωπίζει με συναισθήματα ανάμικτα, συχνά άπωσης. Στο Παρίσι διαπιστώνει ο νεαρός Σεφεριάδης ότι κύρια επιθυμία του είναι να γράψει λογοτε χνία- εκεί διχάζεται ανάμεσα στη νομική και την ποίηση· εκεί οραματίζεται μια ζωή μεγάλου ποιητή που να τολμάει να σπάσει τα δεσμά της πρακτικής καθημερινότητας. Ήδη στα 1921, με τη διάλεξη για τον J. Moreas, φανερώνει το πρό τυπό του. Η μόνωση, το αίσθημα της μετριότητας και η απελπισία μοιάζουν να συνθέτουν το κλίμα μέσα στο οποίο ζει- βρίσκονται άλλωστε σε άμεση σχέ ση με τις μεγάλες απαιτήσεις -δημιουργίας και κοινωνικής αναγνώρισης- οι οποίες διαφαίνονται στα κείμενά του της εποχής αυτής. Πρόκει ται για φαινόμενα που έχουν τη ρίζα τους στη ναρκισσιστική τάση, την οποία εκδηλώνει τότε. Περίοδος ανάπτυξης και σταθεροποίησης του εγώ, ο ναρκισσισμός αυτός, παραμένει στα πλαί σια του φυσιολογικού. 'Αλλωστε συνδέεται με τον άκρατο ιδανισμό που συχνά συμπορεύεται με τη νεότητα.7 Η Μικρασιατική καταστροφή του 1922, που έρχεται να ταράξει αυτά τα νερά, είναι γνωστή για τις αρνητικές κυρίως επιπτώσεις που είχε στην εσωτερική ζωή του ατόμου. Εδώ θα επισημάνουμε μόνο τη θετική πλευρά, την οποία άλ λωστε ο ποιητής αναγνωρίζει: το βάρος της ιστο ρικής συγκυρίας τον αναγκάζει να βγει κάπως από τον περιορισμένο εσωτερικό χώρο. Η προ σοχή του, το βλέμμα, στρέφονται προς τα έξω.8 Από τότε κι έπειτα, η αγάπη για τον χαμένο Ελ ληνισμό, συνδυασμένη με πόνο, θ’ αποτελέσει ένα από τα στηρίγματα της ύπαρξής του. Με τέτοιες προϋποθέσεις και εμπειρίες στο παρελθόν του, αρχίζει ήδη απ’ το Παρίσι ο Σε φέρης να προσπαθεί να δημιουργήσει μέσα του έναν πιο ισχυρό άνθρωπο· αυτόν που θα ήταν ικανός να δέχεται χτυπήματα κι όμως να συνεχί
ζει με σταθερότητα την πορεία του- που θα μπο ρούσε να επιμένει χωρίς ν’ απελπίζεται. Στο επί πεδο της λογοτεχνίας μια παρόμοια θέληση δη λώνεται με αφαίρεση: πρέπει να ελευθερωθεί η έκφραση από το υπερβολικό και δακρύβρεχτο συναίσθημα, έτσι ώστε να λειτουργήσει με πιο γερά, αρτιωμένα στοιχεία. Απ’ το ρομαντισμό προς τον κλασικισμό, θα μπορούσε να πει κα νείς. Θα χρειαστεί όμως ακόμα πολύς δρόμος για να πραγματοποιηθεί η στροφή.
Α πό το 1925 ώς το 1929 Η Ελλάδα στην οποία επιστρέφει ο Γ. Σεφεριά δης είναι τόπος συγκρούσεων αυτά τόσο στην πολιτική όσο και την κοινωνία. Έχοντας πρόσ φατη την κατάρρευση του 1922, με όλα τα' ιδεο λογικά και πρακτικά επακόλουθά της, οι Έλλη νες βλέπουν το παρόν τραχύ και το μέλλον σκο τεινό. Ο νεαρός ποιητής θ’ αντιδράσει, για αρκετό καιρό, αρνητικά στην πραγματικότητα. Αρνείται, και στρέφεται προς τον εσωτερικό κόσμο. Διαχωρίζει αποφασιστικά τον εαυτό του απ’ τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν, λαϊκούς ή διανοούμενους -κατηγορίες που ο ίδιος ανα φέρει- με την παιδεία ή τις συνήθειές τους. Όσο για τους αστούς, ούτε κι αυτούς μοιάζει να τους αγαπά -παρ’ όλο που αναμφισβήτητα ανήκει στην τάξη τους-, όπως άλλωστε κι ο Στράτης, ο ήρωας του μυθιστορήματος Έξι νύχτες στην Ακρόπολη όπου περιγράφονται τα χρόνια εκεί να. Τα προβλήματα των άλλων δε φαίνεται να τον απασχολούν κοιτάζει τα δικά του: σε ποια παι δεία ανήκει, ποιες δυνάμεις τον συναποτελούν, πώς θα εναρμονίσει τις διαφορετικές πλευρές της προσωπικότητάς του. Ο έρωτας παρουσιάζε ται σε ρομαντική έξαρση συνοδευμένη από θλί ψη και μεγάλη νοσταλγία· άλλωστε τοποθετείται στο παρελθόν, στο Παρίσι. Επάνω στον άξονα του χρόνου, η συχνή φορά προς τα οπίσω χαρα κτηρίζει την εποχή αυτή. Ανάμεσα από ποικίλες δυσκολίες προσαρμο γής στον καινούριο χώρο, ενωμένες με όσα προσκόμματα δημιουργεί ο ναρκισσισμός, θα προχωρήσει ο Γ. Σεφέρης προς τα 1929, έχοντας όλο και περισσότερο συνείδηση των κινδύνων που ακολουθούν την εσωστρέφεια. Γύρω στα ’28 τοποθετεί ο ίδιος την έξοδό του απ’ το «θάλα μο», όπως γράφει στον Τίμο Μαλάνο πολύ αργό τερα. Ο «θάλαμος» είναι εδώ σύμβολο όχι μόνο μιας συγκεκριμένης θεματικής και γραφής, αλλά τρόπου ζωής· η λέξη δείχνει καλά το κλειστό. «Τα πράγματα που προσπαθώ να εκφράσω, με τα μέσα που ψάχνω να αντλήσω από τον εαυτό μου, είναι οι περιπέτειές μου μέσα σ’ έναν κόσμο
8 8 /α φ ιε ρ ω μ α
που έχει κι αυτός τις περιπέτειες του, αρκετά τραγικές την εποχή που έτυχε να ζω. Η διαφορά μας, αν θέλεις, είναι λ.χ. στους τίτλους των βι βλίων μας. Εσύ έγραψες Ρόδα Θαλάμου, εγώ έγραψα Ημερολόγιο Καταστρώματος. Ο θάλα μος είναι ένα dotnaine δικό σου, όπως λες· το κατάστρωμα δεν είναι δικό μου, καθόλου δικό μου, είναι μια κινούμενη πλατεία, όπου πέρασα κι εγώ αλλά και πολύς κόσμος, και ο αγέρας, και η βροχή, και τ’ ανθρώπινα σώματα»... «Από το θάλαμο πέρασα κι εγώ, όπως τόσοι της γενιάς μου, αλλά βγήκα γύρω στο 1928 περίπου, ενώ εσύ μου φαίνεται ότι έμεινες. Αν προσέξεις το τέλος του «Ερωτικού λόγου» και της Στέρνας, που είναι σύγχρονα ποιήματα (του ’30), με καλή προαίρεση, θα παρατηρήσεις ότι σημειώνουν την έξοδο που σου λέω».9 Σύμφωνα με το ημερολόγιο τα σαφέστερα δείγματα αλλαγής παρουσιάζονται γύρω στα 1929, σαν ένα άνοιγμα- είναι μια όραση διαφο ροποιημένη· αρχίζει ο Γ. Σεφέρης να «βλέπει» καλύτερα την Ελλάδα, μέσα από τη φύση· απ’ αυτήν θα διακρίνει προοδευτικά κάποια ουσία, μερικούς βασικούς χαρακτήρες, σαν γραμμές που διατρέχουν το χώρο και τους ανθρώπους. Εδώ είμαστε ακόμα στο ξεκίνημα αυτής της μα τιάς.10
Α πό το 1930 ώς το 1939 Ανάμεσα στο 1930 και το 1939, όριο που καθορί ζει η έναρξη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, η δεκαετία δείχνει τη σταδιακή ωρίμανση του Γ.Σ. Πρώτο σταθμό θα μπορούσε κανείς να κρατή σει το 1931, όταν με την έκδοση της Στροφής ση μαδεύεται η απόφαση του Σεφέρη να δοκιμάσει τις δυνάμεις του ως ποιητής· η πράξη αυτή προϋποθέτει ένα αξιόλογο άνοιγμα προς τους άλλους ανθρώπους, αφού ο Σεφέρης τους δίνει πρόσβαση σε μια δημιουργία που είναι ουσια στική για την ύπαρξή του- κι αυτό το κάνει ξεπερνώντας αναστολές που διάρκεσαν πολύ. Εν τούτοις η Στροφή παραμένει, στο μεγαλύτερο μέρος της, συλλογή με θέματα καθαρά προσωπι κά.11 Απ’ αυτήν ώς το Μυθιστόρημα, που τελειώνει στις αρχές του 1935, η εξέλιξη είναι φανερή· άλ λωστε την επισημαίνει κι ο ίδιος ο συγγραφέας στο γράμμα του προς τον Τίμο Μαλάνο, το οποίο αναφέρθηκε πριν. Το «κατάστρωμα» είναι η λέξη που χαρακτηρίζει αυτή την ποίηση και αναφέρεται στις συλλογικές εμπειρίες τις οποίες εκφράζει η θεματική της. Ανάμεσα στις δυο συλλογές μεσολαβεί η εποχή του Λονδίνου, η οποία, σύμφωνα με το ημερολό γιο, είναι χρόνος εξαιρετικής μόνωσης και επί
μονης αναδίφησης του εγώ.12 Μια υπαναχώρη ση, θα έλεγε κανείς με την πρώτη ματιά, ως προς αυτά που δηλώνονταν γύρω στο 1930. Όμως στο Λονδίνο, με τη μόνωση, την απόσταση απ’ την Ελλάδα και τη νοσταλγία, αποκτά ο Γ. Σεφέρης μια συνείδηση πιο ξεκάθαρη της χώρας του, αλ λά και της δικής του ελληνικότητας· σα να κατα καθίζουν μέσα του και να παίρνουν σχήμα όσες εμπειρίες συγκεντρώθηκαν στα χρόνια που έμει νε στην Ελλάδα. Παρενθετικά μπορεί να σημειωθεί εδώ ότι, την εποχή του Λονδίνου, εμφανίζεται στο ημερολό γιο ο Στράτης Θαλασσινός. Αυτό το κατεξοχήν προσωπείο του Σεφέρη αποκρίνεται στη μόνωση -ο συγγραφέας συζητά μαζί του- αλλά και πα ρουσιάζει όψεις της προσωπικότητας του ατό μου, οι οποίες δεν μπορούν να εκδηλωθούν μέσα στις συνθήκες της καθημερινής του ζωής· για παράδειγμα, ο Στράτης έχει πλήρη ελευθερία γνώμης και πράξεων, έτσι ώστε αντιδρά με βιαι ότητα σε όσα τον ενοχλούν. Άλλωστε είναι θα λασσινός, δηλαδή άνθρωπος των ταξιδιών και των ανοιχτών χώρων, αντίθετα με τον ποιητή που περνά τις μέρες του σε γραφεία και καλά κλεισμένα, κρύα, δωμάτια. Όμως το σχήμα της ψυχικής ζωής του Στράτη, έτσι όπως το συλλαμ βάνει ο Γ. Σεφέρης στα 1932, ανταποκρίνεται καλά στα προβλήματα και τις επιδιώξεις του ίδιου του ποιητή. «Φαντάζομαι ένα τέτοιο τέλος του ανθρώπου αυτού, που έχει πολύ από μένα, μα που δεν είναι αυτοβιογραφικός. Θα ήθελα να δώσω αυτό το πράγμα, αυτή την έννοια» ... «ενός ανθρώπου αρκετά σκοτεινού και vague στην αρχή, πολύ βαριού από μια μεγάλη αισθη ματικότητα (πραγματικά φυσιολογική, όχι ρο μαντική) που γυμνώνεται σιγά σιγά, τα δίνει όλα και βρίσκει το βράχο, όπου αφήνει να λυγίσει το κορμί του».13 Γυρίζοντας στην Ελλάδα στα ’34, ο Σεφέρης έχει ν’ αντιμετωπίσει εξωτερικές δυσκολίες, ό μως ο ίδιος είναι ισχυροποιημένος. Έχει τακτοποιήσει την πρακτική πλευρά της ζωής -το επάγγελμα που εξασφαλίζει οικονομι κή ανεξαρτησία- έχει βρει μερικές λύσεις στο πρόβλημα του εσωτερικού διχασμού, πετυχαίνει κάποια ισορροπία. Άλλωστε ο διχασμός δεν εί ναι τώρα μόνο η σύγκρουση ανάμεσα στη λογο τεχνία και τη διπλωματία, αλλά κάτι αρκετά πο λύπλοκο που βρίσκεται πίσω απ’ αυτή την πρό σοψη· ο Σεφέρης το διακρίνει πια καλά. Στο Λονδίνο, στα ’33, έγραψε: «Στην άκρη, στο βάθος είμαι δύο: ένα νέο παι δί τρομερά ευκίνητο, κι ένας γέρος γυμναστής πολύ σοφός που διδάσκει στον πρώτο τις ακρο βασίες του. Κάποτε ο γερο-δάσκαλος κλείνει τα μάτια κι αφήνει το μαθητή του πάνω στα σκοι νιά. Είναι βέβαιος πως θα ξυπνήσει τη σωστή ώοα νια να τον εμποδίσει να πέσει. Ο μικρός,
α φ ιε ρ ω μ α /8 9
μόλις δει τα βλέφαρα του γέρου να βαραίνουν, ρίχνεται στις πιο επικίνδυνες ακροβασίες, βέ βαιος πως ο δάσκαλος δε θ’ ανοίξει τα μάτια πα ρά όταν θα έχει περάσει ο κίνδυνος. Ποιος έχει δίκιο;».14 Στα 1936 τοποθετείται η γνωριμία του με τη Μαρίκα Ζάννου· θα παντρευτούν στα 1941 και θα ζήσουν μαζί ώς το θάνατο του ποιητή. Έχου με δηλαδή την αρχή μιας σχέσης πολύ σημαντι κής, η οποία υποδηλώνει και ένα αντίστοιχο άνοιγμα προς τον άλλο άνθρωπο. Γίνεται φανε ρό ότι όσο πάει λιγοστεύουν τα φράγματα και δυναμώνει η επικοινωνία με το περιβάλλον. Μαζί μ’ αυτήν όμως, στο πλησίασμα του δεύ τερου παγκοσμίου πολέμου, εντείνεται η αγωνία για την τύχη της Ελλάδας και του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Το ήθος που εκφράζουν οι ολοκλη ρωτικές ιδεολογίες ανησυχεί βαθιά τον Σεφέρη· παράλληλα, ο ποιητής μοιάζει ν’ αναρωτιέται ποιο θ’ αποδειχτεί το ελληνικό ήθος στην κρίσι μη ώρα που έρχεται. Ο οραματισμός της ιδανι κής Ελλάδας, που συναντάμε αυτή την περίοδο στα κείμενα, συνδέεται άμεσα με αισθήματα αγωνίας.15 Η μετάβαση από προσωπικά προς συλλογικά προβλήματα είναι φανερή στα χρόνια 1930-1939.
1940-1946 Τα χρόνια αυτά θα μπορούσαν να ονομαστούν «η εποχή της στράτευσης», αφού ο ίδιος ο ποιη τής τοποθετεί στα 1946 την αρχή της στράτευσής του.16 Το αίσθημα της «στράτευσης» βέβαια δεν το συναντάμε ξαφνικά στα 1940, αλλά το βλέ πουμε να δυναμώνεται προοδευτικά από το 1938 ήδη· εντούτοις εδώ συμβατικά κρατάμε το 1940, με την έναρξη του ελληνο-ιταλικού πολέμου, σαν πρώτο όριο για μια περίοδο κατά την οποία ο Σεφέρης συμμετέχει εξαιρετικά στα γεγονότα. Στον πόλεμο, η λογοτεχνία που ήταν ώς τότε ο κύριος δημιουργικός χώρος του Γ. Σεφεριάδη, μπαίνει σε δεύτερο επίπεδο. Η συμμετοχή του από λόγος γίνεται πράξη, δηλαδή ενέργειες που τείνουν να μεταβάλλουν μια ορισμένη πραγματι κότητα. Κι όσο κι αν αυτές οι ενέργειες κάποτε αποτυγχάνουν, υπάρχει ένα αίσθημα χρέους, κα θήκοντος, που στηρίζει μόνιμα τον ποιητή. Ο πόλεμος αυτός είναι δικαιολογημένος· ο Σεφέρης συμμερίζεται τους στόχους όσων μάχονται τον Άξονα, παρ’ όλο που είναι ικανός να διακρίνει τις μικρότητες και τα λάθη τόσο των Συμμάχων όσο και των Ελλήνων. Αρκετά πριν απ’ τον πόλεμο, το θέμα των επι λογών τις οποίες έκαναν οι αρχηγοί των δυτικών δημοκρατιών -της ηθικής τους αντίστασης θα λέγαμε- απασχολούσε εναγώνια τον ποιητή. Ο ανθρωπισμός του καθενός και η μόνιμη επαγρύ
πνηση έμοιαζαν να είναι απαραίτητα για να κρατηθούν ζωντανές οι αξίες τις οποίες έτεινε να καταστρέψει ο ολοκληρωτισμός. Έτσι ο πό λεμος είναι για τον Σεφέρη αποτέλεσμα της ηθι κής έκπτωσης πολιτικών και διανοουμένων. Μ’ αυτά τα προηγούμενα, την εποχή του αγώνα, δυ ναμώνει στην ψυχολογία του ποιητή η συνείδηση της ατομικής ευθύνης, της δικής του πια· κι αυτή η ευθύνη συνδυάζεται με το αίσθημα ενοχής του ανθρώπου που δεν συμμετέχει στις μάχες ούτε υφίσταται κατοχή.17 Είναι χαρακτηριστικό για τον Σεφέρη αυτών των χρόνων ότι σαν κύρια ηρωική φυσιογνωμία ανυψώνεται στη σκέψη του ο στρατηγός Μακρυγιάννης- είναι ο αγωνιστής που προέρχεται από το λαό, έχει μια ξεκάθαρη εικόνα για τις αληθι νές αξίες και ακολουθεί ανεπιφύλακτα τους στό χους του. Ο Μακρυγιάννης γίνεται έτσι το σύμ βολο του Έλληνα, που δίνει τον εαυτό του για το σύνολο. Σε μια εποχή όπου η ηθική δύναμη του πολίτη αλλά και του κράτους δοκιμάζεται καί ρια, ο Σεφέρης ζει με το όραμα μιας Ελλάδας αυθεντικής, αγωνιζόμενης· αντιπαραθέτει αυτό το ιδανικό στη διάλυση του πολιτικού κόσμου μέσα στον οποίο ο ίδιος κινείται. Επειδή ένα τέτοιο ιδανικό απαιτεί και αντί στοιχες προσπάθειες, τα προσωπικά συναισθή ματα του ποιητή παραμερίζονται για να αφήσουν τη θέση τους σε εμπειρίες, ανάγκες, συναι σθήματα συλλογικά. Όσο κι αν η απώθηση γίνε ται κάποτε επώδυνη, ο συγγραφέας τη θεωρεί αναπόφευκτη. Έτσι το κείμενο του ημερολογίου φανερώνει μια ένταση, μια αγωνία μόνιμη, συν δυασμένη με δράση.
1946-1951 Ό πω ς γράφτηκε και προηγουμένως, με τη χρο νιά 1946 ανοίγεται για τον Σεφέρη μια περίοδος, την οποία μπορούμε να ονομάσουμε «η εποχή της αποστράτευσης». Τον όρο «αποστράτευση» χρησιμοποιεί ο ίδιος αρκετές φορές στο ημερο λόγιο, πρώτα για να εκφράσει μια επιθυμία, έπειτα για να δείξει μια απόφαση και τέλος για να περιγράψει μια πραγματικότητα. Προοδευτι κά και ηθελημένα, ο ποιητής αποκόβεται απ’ τον πόλεμο, παγκόσμιο αλλά και εμφύλιο, για να ξαναβρεί τον ιδιωτικό χώρο, όπου κύρια αξία δίνε ται στην προσωπική ζωή και τη λογοτεχνική δη μιουργία. Η επιθυμία της αποστράτευσης συνδέεται άμε σα, στην ψυχολογία του Σεφέρη, με την κόπωση, το ψυχικό βάρος που προκάλεσε ο πόλεμος· κυ ρίως όμως εξηγείται από τις απογοητεύσεις που δοκίμασε ο ποιητής στην επαφή του με τον κό σμο της πολιτικής τα προηγούμενα χρόνια.18 Η στροφή προς τα έσω, η οποία αρχίζει να
9 0 /α φ ιε ρ ω μ α
πραγματοποιείται στα 1946, μπορεί να φανεί, με την πρώτη ματιά, σα μια ακόμη εκδήλωση του ναρκισσισμού που αναφέρθηκε ήδη. Είναι όμως κάτι διαφορετικό: ο Γ.Σ. συνειδητοποιεί τις ου σιαστικές δυνάμεις του και τις οργανώνει προς την κατεύθυνση της λογοτεχνίας· γιατί πιστεύει πια ότι αυτή είναι η μοναδική διάσταση στην οποία μπορεί να λειτουργήσει με ελευθερία,αλλά και προς όφελος του συνόλου. Βέβαια, αυτά συμβαίνουν όταν οι άμεσες αναγκαιότητες, που έθετε ο πόλεμος, έχουν υποχωρήσει. Πέρα απ’ τα προηγούμενα, η «αποστράτευση», τουλάχιστον στην πρώτη φάση της, είναι απα ραίτητη για ν’ αφομοιωθούν οι εμπειρίες του πο λέμου. Ο Γ. Σεφέρης ανήκει σ’ έναν χαρακτηρολογικό τύπο ο οποίος χρειάζεται χρόνο για να δεχτεί την εμπειρία και να διακρίνει όσες προε κτάσεις, διακλαδώσεις, μεταμορφώσεις αυτή κερδίζει προχωρώντας στην εσωτερική του ζωή. Οι δυο μήνες των διακοπών στον Πόρο το 1946 πρώτες διακοπές μετά τον πόλεμο- του δίνουν την ευκαιρία να κοιτάξει όσα πέρασαν, μέσα από απόσταση, με κάποια ηρεμία, και να τα συνθέ σει. Σαν αποτέλεσμα έχουμε μια νέα σύλληψη του κόσμου κι όχι μια σειρά γεγονότων. Τις εξη γήσεις, τις αιτίες για όσα πέρασαν, δεν μπορούν να τις δώσουν μόνα τα γεγονότα. Στη σύνθεση του ποιητή, η οποία φαίνεται τόσο στην Κίχλη όσο και στο ημερολόγιο της εποχής, το υπερβα
Σημειώσεις Σημειώνονται εδώ μόνο όσα βιβλιογραφικά στοιχεία θεωρήθη καν εντελώς απαραίτητα. Οι παραπομπές σε κείμενα του Γ.Σ. περιορίστηκαν σε ολίγες ενδεικτικές. 1. Για τα σχετικά με το είδος 6λ.: Β. Didier, Le Journal lntime, Paris P.U.F. 1976, R.A. FothergiU Private Chronicles: A Study of English Diaries, London, Oxford Univers. Press 1974, M. Leleu Les Joumaux Intimes Paris P.U.F. 1952· επίσης τα πρακτικά των συνεδρίων Intime, Intimiti, Intimisme, Presses Univers. de Lille 1975 και Le journal intime et ses formes littiraires, V. Del Litto, Droz, Gineve-Paris 1978. 2. O G. Gusdorf στη μελέτη του La Decouverte de soi, Paris P.U.F. 1948, φαίνεται να είναι ο πρώτος που διαχωρίζει προσεκτικά τα ημερολόγια σε αυτά όπου παρουσιάζεται κυρίως η εξωτερική ζωή και αυτά όπου ο συγγραφέας πε ριγράφει τον εσωτερικό του κόσμο. 3. Για την ενδοσκόπηση στα ημερολόγια συναντάμε οπωσδή ποτε στοιχεία σε όσα έργα αναφέρθηκαν πιο πάνω· ειδι κότερα όμως θα μπορούσε να προσθέσει κανείς και τα ακόλουθα: G. Blin, Stendhal et les prohlemes de la personnaliti, Corti 1958, A. Girard Le journal intime et la notion depersonne (διδακτορική διατριβή) Paris 1963, D. Moutote Le journal de Gide et les problemes du moi (1889-1925) Paris P.U.F. 1968, και S. Pfister Expansion et concentration dans la pensie d’ Amiel, ed. Herbert Lang et cie, Zurich 1971. 4. Την απόφαση αυτή νομίζω ότι ο Σεφέρης πρέπει να την πήρε ανάμεσα στα χρόνια 1940-1950· άλλωστε, προς το τέ λος της δεκαετίας αρχίζει να καταπιάνεται σοβαρά με την επεξεργασία ημερολογιακών κειμένων του. Χαρακτηριστι κά 6λ. Μέρες Ε', σσ. 135-136, 151, 152.
τικό στοιχείο βρίσκεται συνεχώς δίπλα στην «πραγματικότητα» και τη διαμορφώνει. Καίρια έκφραση αυτού του διαφορετικού επίπεδου ζωής είναι το φως· ο Γ. Σεφέρης, το φως βλέπει καθα ρότερα απ’ οτιδήποτε άλλο γυρνώντας στην Ελ λάδα μετά τον πόλεμο. Το «ανακαλύπτει», σύμ φωνα με τον δικό του λόγο.19 Στην ποίησή του, το φως θα παραμείνει κεντρικός άξονας ώς την τελευταία συλλογή, τα Τρία Κρυφά Ποιήματα. Το ημερολόγιο που ετοίμασε ο Γ. Σεφέρης για έκδοση σταματά τον Απρίλιο του 1951. Αλλά ο συγγραφέας συνεχίζει να κρατά ημερολογιακές σημειώσεις για πολλά χρόνια μετά. Το υλικό αυ τό, όταν παρουσιαστεί, θα είναι χρήσιμο και εν διαφέρον κάτω από τον καινούριο φωτισμό που θα ρίξει, θα μπορέσουμε ίσως να δούμε πιο σω στά, σε μια πορεία ολοκληρωμένη, τον άνθρωπο. Με όσα προηγήθηκαν -πολύ σύντομα και σχη ματικά για τέτοιο θέμα- θέλησα να δείξω ορι σμένα σημεία της εξέλιξης του Γ. Σεφέρη: ότι περνάει από την εσωστρέφεια προς τη διάθεση να κατανοήσει σε βάθος όλα όσα τον περιβάλ λουν ότι πετυχαίνει, ξεκινώντας απ’ τη μόνωση, να καλλιεργήσει ένα μέσο ουσιαστικής επικοινω νίας, τη λογοτεχνία· ότι, ξεπερνώντας το νεανικό όνειρο της ποιητικής δόξας, φθάνει να επιδιώξει πριν απ’ όλα το έργο, αυτό που θα μπορεί να επιδράσει θετικά στη ζωή των ανθρώπων.
5. Εφημερ. «Το Βήμα», 20 Σεπτ. 1981· ο Ν. Καρΰδης στο άρ θρο του, «Μνήμη Γ. Σεφέρη», παρουσιάζει τέσσερις εκθέ σεις. 6. Το χειρόγραφο της διάλεξης βρίσκεται στο αρχείο Σεφέρη, στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη. 7. Για το ναρκισσισμό στα ημερολόγια 6λ. G. Giboulot, Narcissisme et littirature autobiographique (διδακτορική δια τριβή), Paris 1979. 8. Βλ. I. Τσάτσου Ο αδερφός μου Γιώργος Σεφέρης, 6ι6/ λείον της «Εστίας» (1973), σσ. 182-183. 9. Γ. Σεφέρη Δοκιμές, Ίκαρος 1974, τ. Β', σσ. 353-356. 10. Βλ. Μέρες Α ', σ. 130. Σχετικά με την αλλαγή αυτή, όπως φαίνεται από τ’ αποτελέσματα της στην ποίηση, βλ. D. Kohler L'aviron d’Ulysse, I’itineraire poetique de G. Seferis, Paris, Les Belles Lettres 1985, σσ. 224-227. Ο συγγραφέας δίνει πρωτεύουσα σημασία στην επίδραση του ταξιδιού που έκανε ο Γ. Σεφέρης συνοδεύοντας τον Ε. Herriof ένας γύρος στην Ελλάδα, που έγινε στα 1929. 11. Για το «άνοιγμα» που προϋποθέτει η δημοσίευση της Στρο φής βλ. «Από την ανέκδοτη αλληλογραφία Γ.Κ. Κατσίμπαλη - Γιώργου Σεφέρη», επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδη, περ. Νέα Εστία, αφιέρωμα στον Γ.Κ. Κατσίμπαλη, τ. 108, Οκτ. 1980, σ. 1370 κ.εξ. 12. Η αναδίφηση φτάνει κάποτε στο σημείο να γίνει οδυνηρή για τον συγγραφέα, που γνωρίζει πια καλά τις συνέπειες του εγκλωβισμού στο εγώ. Βλ. Μέρες Β', σ. 137 και κυ ρίως σ. 139. 13. Αυτ. σ. 70. 14. Αυτ. σ. 106. 15. Μέρες Γ', σσ. 33, 95. 16. Για την «αποστράτευση» βλ. Μέρες Ε ', κυρίως σα. 46, 47, 17. Μέρες Δ ', σσ. 138-139, 275. 18. Βλ. χαρακτηριστικά, Μέρες Ε ', σ. 14. 19. Αυτ. σ. 83.
α φ ιε ρ ω μ α /9 1
Γιώργου Δανιήλ
Τρεις «στιγμές» με τον Σεφέρη I . Τον Σεφέρη δεν γνώρισα ποτέ από κοντά, μίλησα μονάχα μαζί του μια φορά απ’ το τηλέφωνο. Τον είχα πάρει να τον ευχαριστήσω για τα καλά λόγια πού ’γράφε στο Νίκο Καχτίτση σχετικά με μια ποιητική μου συλλογή που ο δεύτερος είχε τυ πώσει κι είχε στείλει αντίτυπό της στον Σεφέρη.
Ο ΕΠΑΙΝΟΣ του διάσημου τότε πια μα κι ιδιαί τερα φειδωλού στην επιδοκιμασία του ποιητή μπορεί να μ’ έβλαψε πρακτικά (κάποιοι απ’ τους λογοτέχνες που το πληροφορήθηκαν δεν φαίνε ται να μου τό ’χουν συγχωρήσει), ηθικά όμως με στήριξε σε μιαν εποχή που ο κόσμος που έφερνα μαζί μου απ’ την Ελλάδα μπολιαζόταν, κάποτε δύσκολα, απ’ τον καινούριο πού ’χα βρει στη Βόρεια Αμερική. Το γράμμα πάντως εκείνο του Σεφέρη (που τόπος γραφής του ήταν η Καρδαμύλη της Μάνης, κι ειδικότερα το σπίτι του Πάτρικ Λη Φέρμορ), ήταν, μου φάνηκε, χαρακτηρι στικότερο του γραφέα του από μιαν άλλη άπο ψη. Πλάι στον έπαινο («Καιρούς και ζαμάνια εί χα να διαβάσω τόσο ατόφια ποιήματα») ήταν κι η επίκριση της κάπως βυζαντινίζουσας γλώσσας ορισμένων ποιημάτων. Μια λέξη μάλιστα του χτύπησε πολύ και με το χιούμορ του Σμυρνιού
την χαρακτήρισε «εγγλεζοχιώτικη». Τέλειωνε το γράμμα του αναφέροντας σαν παράδειγμα γλωσ σικής βαρβαρότητας κάτι πού ’χε πάρει τ’ αυτί του στην Πλατεία Συντάγματος: «Βρε, μονονουχί να μη σε συναντήσω» και με το ρώτημα πού πάει η γλώσσα και πόσο μπορεί ν’ αντέξει. Το ρώτημα τούτο δεν είναι ανεπίκαιρο αν λογαριά σει κανείς τις «φανταστικές» ελευθερίες που παίρνει η δημοσιογραφική γλώσσα στα ποικίλα έντυπα που κυκλοφορούν στις μέρες μας. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι τόσο το λεξιλόγιο που μπορεί επιτέλους, για ειδικούς λόγους κι ανάλογα με το θέμα, να ποικιλθεί με κάποια εξωτικά στοιχεία, μα το αίτημα της σαφήνειας, συντακτικής και νοηματικής, που φαίνεται ν’ απουσιάζει απ’ τα περισσότερα κείμενα που δια βάζουμε, και διαβάζουμε αναγκαστικά, αφού αυτά τυπώνονται. Τρανό πρότυπο πειθαρχίας
9 2 /α φ ιε ρ ω μ α
και καθαρότητας λόγου έχει δώσει ο Σεφέρης στα δοκίμιά του. Όσο σκοτεινή είναι συχνά η ποίησή του, αφού πηγάζει απ’ ένα πλούσιο και δαιδαλώδες υποσυνείδητο, τόσο διαυγής είναι ο κριτικός του λόγος χωρίς παράλληλα να θυσιά ζεται το βάθος. Αυτόν τον συνδυασμό βάθους και γλαφυρής και κάθαρής έκφρασης βρήκα σε πρόσφατα χρόνια και σ’ έναν άλλον συγγραφέα μεγάλης παιδείας, τον Παντελή Πρεβελάκη, κι ειδικότερα στην εκτενή του θεώρηση της ποίησης του Ρίτσου. Οι «θεοί» αλληλοσυμπληρώνονται. Ο έντεχνος λόγος συχνά «διονυσιάζεται», αλλά η κρίση μας του ίδιου αυτού «βεβακχευμένου» λό γου δεν μπορεί παρά να εμφορείται απ’ ένα «απολλώνειο» ήθος. Αλλιώς, μπερδεύουμε επι κίνδυνα τους «θεούς» και τις αντίστοιχές τους δικαιοδοσίες. Για να γυρίσω όμως σ’ εκείνη την σύντομή μου τηλεφωνική συνομιλία με τον Σεφέρη, μου είπε πως διάβαζε τότε κάποιον ξένον περιηγητή της Ελλάδας και πως τον είχε σταματήσει στο εν λό γω κείμενο η σύγκριση των νησιών του Αιγαίου με μια σειρά από σκέψεις που ακολουθούν από κοντά η μια την άλλη. Γιατί όχι νότες, είπα εγώ. Αυτό, είπε εκείνος, δεν μπορούμε να το πούμε. Κι αργότερα σκέφτηκα πως είχε δίκιο. Το σχήμα «Συμφωνία του Αιγαίου» θα πήγαινε καλύτερα σε τουριστικό έντυπο. ν.
Ήθος δείχνει κι η παραδοχή λάθους. Δράστης του λάθους μα και φορέας του ήθους ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, που τον τίτλο τού (βρα βευμένου, θαρρώ) βιβλίου του δοκιμίων, Τ ο Δ ί χ τ υ κ α ι τ ο Μ έ λ ι , μα και το ίδιο το κεί μενο που δάνεισε τον τίτλο του στο βιβλίο, βάσι σε σε μια παρεξήγηση στίχου του ποιήματος «Λεπτομέρειες στην Κύπρο» του Σεφέρη. Το ποίημα τούτο, πού ’ναι αφιερωμένο στο ζωγρά φο Διαμαντή, αρχίζει έτσι: Η μικρή κουκουβάγια είτανε πάντα εκεί σκαρφαλωμένη στ’ ανοιχτάρι τ’ Άγιου Μάμα, παραδομένη τυφλά στο μέλι του ήλιου Στον τρίτο στίχο, ο Σεφέρης αντικατάστησε τη λέξη «δίχτυ» που είχε αρχικά χρησιμοποιήσει με τη λέξη «μέλι». Ο Ν.Δ.Τ. είδε στην αλλαγή τούτη και μια αλλαγή διάθεσης: ο μεμψίμοιρος ή τρα γικός ποιητής Σεφέρης προτίμησε σε δεύτερη σκέψη να υποδηλώσει τη «γλύκα» της ζωής και ν’ αποσιώπήσει τις παγίδες της. Οι λέξεις «δί χτυ» και «μέλι» γίνονται έτσι αντίθετες, κι έτσι (σαν δηλωτικές, δηλαδή, αντίθετων σΐοιχείων της πραγματικότητας, του άσπρου και του μαύ
ρου, να πούμε) λειτουργούν και στον τίτλο και στο πνεύμα του εν λόγω βιβλίου δοκιμίων ή ση μειωμάτων, όπου κουβεντιάζονται πρόσωπα και φαινόμενα του σύγχρονου πνευματικού βίου. Δεν είναι όμως έτσι. Όποιος έχει δει ζωύφια να πιάνονται θανάσιμα στο μέλι ή ανθρώπινα σώ ματα να παραδίνονται στον ήλιο μέχρι τέλειας σχεδόν νάρκωσης, κι ακόμη παρατηρήσει το μη χανισμό της ποιητικής σκέψης του Σεφέρη αλλά και τη βούλησή του να χρησιμοποιεί λέξεις κοι νές με πρωτότυπο τρόπο (Πρβλ. «άγγελος», «μυ θιστόρημα», «άγαλμα», κ.ά.), θά καταλάβει πως το «μέλι» στον επίμαχο στίχο μπήκε σαν ποιητι κό συνώνυμο της λέξης «δίχτυ». Την λανθασμένη ανάγνωση του στίχου είχα επισημάνει σε μια ξενόγλωσση παρουσίαση που έκανα, σε περιοδικό, του βιβλίου του Ν.Δ.Τ., κι ο αθόρυβος και σεμνός αναστυλωτής του έργου του Παπαδιαμάντη παραδέχτηκε το λάθος του και μάλιστα μού ’γράψε πως η σχετική επανόρ θωση μπορούσε κι άξιζε να γίνει απ’ τις στήλες κάποιου ελληνικού περιοδικού. Μια μικρή νίκη για την ελληνική φιλολογική επιστήμη, που συ χνά αλαζονεύεται και μασκαρεύει τις αδυναμίες της πίσω από υπερτροφικά εγώ κι υπερφίαλους λεκτικούς αγώνες που θυμίζουν Αριστοφάνη. III Ό πω ς η γραφή, έτσι κι η πρόσληψη της ποίη σης πρέπει να βασίζεται σε μιαν ισορροπία ανά μεσα στην κυριολεξία και τη μεταφορά. Ανισόρ ροπη είναι εκείνη η διάθεση του αναγνώστη που δεν θέλει ή δεν μπορεί να παρακολουθήσει το ποίημα στις προεκτάσεις ή εμβαθύνσεις του (για τί «Οδός άνω και κάτω μια και ωυτή» καθώς πρώτος είπε ο Εφέσιος), αλλ’ ανισόρροπη είναι, αντίστροφα, κι η ιδέα πως ένα ποίημα πρέπει να συμβολίζει ή συνδηλώνει κάτι ακόμα και στην πιο μικρή του λεξούλα. Ό χι, η ποίηση δεν είναι κατά κανόνα (γιατί βέβαια μπορεί να υπάρξουν και, σκόπιμες, καμιά φορά, εξαιρέσεις) ζεύξη, μ’ εμφανή την άρθρωσή της, του κυριολεχτικού και του μεταφορικού, μα ένας «άρραφος χιτώνας» κι απ’ τα δυο στοιχεία, ένας χορός κυριολεξίας και μεταφοράς όπου τα σύνορα ανάμεσα στα δυο καταλύονται κατά την ιδανική ανάγνωση, ακρό αση, ή σιωπηλή πρόσληψη του ποιήματος -όσο κι αν κατόπιν παίρνει ο κριτικός ή ο δάσκαλος έναν ιδεατό μαρκαδόρο και τα ξαναχαράζει αυ τά τα σύνορα στην προσπάθειά του ν’ αναλύσει το ποίημα. Σε τέτοιες σκέψεις μ’ οδήγησε η τυχαία επανε ξέταση των πολυσυζητημένων στίχων του Σεφέρή απ’ το Μυθιστόρημα: «Όταν ξυπνήσαμε τα ξιδέψαμε κατά το βοριά, ξένοι / βυθισμένοι μέσα σε καταχνιές από τ’ άσπιλα φτερά των κύκνων που μας πληγώναν.» Ο Τίμος Μαλάνος είχε γρά-
α φ ιε ρ ω μ α /9 3
ψει πως με την έκφραση «άσπιλα φτερά των κύ κνων» ο Σεφέρης θα πρέπει να εννοεί τα χιόνια. Ο ποιητής είχε αντιδράσει με το ειρωνικό σχόλιο πως ακόμα δεν είχε σκεφτεί ν’ αποκαλέσει τα χιόνια έτσι. Ο Μαλάνος είχε επανέλθει δριμύτερος, υποστηρίζοντας την ιδέα του, ύστερα απ’ την σύνοψη που έκανε της σχετικής συζήτησης ο Π. Μαστροδημήτρης. Ο τελευταίος πρόσθεσε στην συζήτηση και το ενδιαφέρον χωρίο του Ηρόδοτου (IV, 31-32), όπου οι Σκύθες έβλεπαν τα χιόνια σαν φτερά, και άλλα χωρία απ’ την αρ χαία και σύγχρονη γραμματεία (μελέτη «Ο Σεφέ ρης και οι Αρχαίοι»), που ενισχύουν την εκδοχή «άσπιλα φτερά των κύκνων» = χιόνια. Ο αναγνώστης ή κριτικός μπορεί, σίγουρα, να δει μέσα σ’ ένα ποίημα πράγματα που δεν είχε στο μυαλό του ο ποιητής (ένα έργο τέχνης είναι κι ένας ζωντανός οργανισμός που λειτουργεί διαφορετικά στους δέκτες του). Γι’ αυτό, κι οι ερμηνείες του επίμαχου στίχου από τους Μαλάνο και Μαστροδημήτρη είναι βασικά νόμιμες. Εδώ, όμως, το θέμα είναι και ποια ήταν η ποιητική βούληση του Σεφέρη όταν έγραφε τον στίχο του. Ένα, ακόμα ανέκδοτο, γράμμα του Σεφέρη στον Γ. Αποστολίδη απ’ το Λονδίνο, με ημερομηνία 14 Ιουλίου 1933, επαληθεύει την υποψία μου πως οι παραπάνω ερμηνείες είναι υπερβολικά φορτι σμένες και πως ο Σεφέρης κυριολεκτούσε, όταν είπε πως δεν είχε υπόψη του τα χιόνια στον εν λόγω στίχο. Η σχετική περικοπή (που δημοσιεύω με την άδεια της κας Μ. Σεφέρη) απ’ το γράμμα στον Αποστολίδη λέει: Η Μούσα [μου] έχει πάθει νεκροφάνεια. Στοχάζομαι πως έχω πάθει στην Αγγλία εκείνο που έπαθα κάποτε στη Γενεύη, μο λονότι είχα μείνει εκεί μόλις ένα μήνα και με χίλιες απασχολήσεις. Το κλίμα με είχε αρρωστήσει. Είχα καταντήσει να θεωρώ προσωπικούς μου εχθρούς τους κύκνους, και τα ποδήλατα... Φαντάζομαι πως αν αγαπώ το ποτάμι [τον Τάμεση], θα είναι γιατί πηγαίνει προς την θάλασσα - τη θά λασσα που ξεπλένει τις αμαρτίες μας, όπως λέει ο ήρωάς μου [ο Στράτης Θαλασ σινός]. Θαρρώ πως η περικοπή φωτίζει καλά τον επί μαχο στίχο, όπου το μεταφορικό στοιχείο περιο ρίζεται στο ρήμα «πληγώναν», ενώ η εικόνα με τους κύκνους κρατά την αισθητική της αυτοτέ λεια. Άλλο αν, γενικεύοντας, μπορούμε να πού με συνεκδοχικά την έκφραση «άσπιλα φτερά των κύκνων» σαν σύμβολο του βόρειου κλίματος όπου ο ποιητής ένιωθε ξένος. Δεν περιττεύει να δει κανείς και τα σχετικά που λέει για τους κύ κνους ο Σεφέρης στα Ημερολόγιά του, Β' και Γ'.
Νέες Εκδόσεις JOHN Η. FINLEY
|
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
!
DOUGLAS Μ. Ma c D O W E L L
ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΤΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ
9 4 /α φ ιε ρ ω μ α
Δη μ. Μαρωνίτης
Μύθος και ιστορία στο Η μ ε ρ ο λ ό γ ιο Κ α τ α σ τ ρ ώ μ α τ ο ς , Τ '
του Γιώργου Σεφέρη ι
Ήδη στα 1935 ο Γιώργος Σεφέρης συνέταξε για λογαριασμό τον τις όνο επίμαχες λέξεις «μύθος» και «ιστορία» σε μία, τιτλοφορώντας Μ υ θ ισ τ ό ρ η μ α την πρώτη νεοτερική τον ποιητική σύνθεση. Εκεί βρίσκεται και η γνωστή εξήγηση του ίδιον για την επιλογή ενός τίτλου πον μεταφέρθηκε επίτηδες από την περιοχή της πεζογρα φίας στον κύκλο της ποίησης. Ο Σεφέρης γράφει: «Είναι, τα δύο συνθετικά του πον μ’ έκαναν να διαλέξω τον τίτλο αυτής της εργασίας: Μύθος, γιατί χρησιμο ποίησα αρκετά φανερά μια ορισμένη μυθολογία· Ιστορία, γιατί προσπάθησα να εκφράσω με κάποιο ειρμό μια κατάσταση τόσο ανεξάρτητη από μένα όσο και τα πρόσωπα ενός μυθιστορήματος». Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ της εξηγηματικής αυτής πρότασης δεν είναι, όσο φαίνεται, εύκολη. Αποκλείοντας όμως ό,τι πρέπει να αποκλειστεί, μπορούμε να δούμε τι περισσεύει. Προφανώς η λέξη «μύθος» εξυπακούει μια παράδοση, την οποία ο ποιητής υποδέχεται, παραπέμπει σ’ αυτήν και την οικειοποιείται με τον τρόπο του. Εννοείται
καταρχήν ο αρχαιοελληνικός μύθος, όπως τον μόρφωσαν προπάντων τα ομηρικά έπη και τα δράματα του 5. προχριστιανικού αιώνα. Αλλά εμπεριέχεται και ο νεοελληνικός μύθος, εκείνος λ.χ. που μετέφερε τον Μεγαλέξαντρο στα νερά του δικού μας Αιγαίου και τον έδεσε με τις λαβωμένες γοργόνες.
α φ ιε ρ ω μ α /9 5
Στο ίδιο σχόλιο ο Σεφέρης ορίζει την ιστορία ως δοκιμή να δοθούν ειρμός και έκφραση σε μια κατάσταση, που αντιστοιχεί σε γεγονότα και βιώματα προσωπικά ή συλλογικά, και μάλλον αδιαίρετα. Ιστορία λοιπόν είναι η διήγηση κά ποιων περιστατικών, τα οποία συστήνουν την εποχή και τα πρόσωπα του ποιήματος, κοιτά ζοντας ωστόσο και προς την μεριά του ποιητή. Αν στο σεφερικό Μυθιστόρημα του 1935 μύθος και ιστορία συντάσσονται και φιλιώνουν, τούτο δεν σημαίνει ότι εξαφανίζεται κιόλας ολότελα η διακριτική τους ένταση. Γιατί ο μύθος ριζωμέ νος και παλιός, μοιάζει να έχει πια αφήσει πίσω του το χρόνο. Ενώ η ιστορία αγωνίζεται ακόμη μέσα στο δικό μας χρόνο, ψάχνοντας και αλλά ζοντας ονόματα και πρόσωπα για να εκφραστεί. Πλησιάζοντας ο Σεφέρης την ιστορία του στο μύθο, συντάσσοντας δηλαδή το ποιητικό του Μυθιστόρημα, θέλησε να ενώσει δύο στοιχεία, τα οποία εξ ορισμού δεν σμίγουν ποτέ ολότελα, γιατί ανάμεσά τους μένει πάντα ένα κενό, ορατό ή αδιόρατο, που υπήρξε όμως από παλιά ο γόνι μος και παραγωγικός χώρος της λογοτεχνίας· τουλάχιστον όπως συνέλαβαν εξαρχής την τέχνη λόγου οι αρχαίοι Έλληνες και μας την κληροδό τησαν, για να μας παρηγορεί και να μας απελπί ζει. Σ’ αυτήν την αρχαία κληρονομιά θα καθυ στερήσω λίγο, προτού προχωρήσω στα κυπριακά ποιήματα του Σεφέρη, που αποτελούν και το κέντρο της μελέτης μου. 2 ΠΟΙΑ υπήρξε η προλογοτεχνική, καθαρά λα τρευτική, μορφή του μύθου στην αρχαία Ελλά δα, ελάχιστα το γνωρίζουμε. Πάντως τα ομηρικά και τα ησιόδεια έπη προϋποθέτουν ήδη ένα λογοτεχνημένο μύθο και υπακούουν στις βασικές εντολές του. Ο Ηρόδοτος βέβαια ισχυρίζεται ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος ευθύνονται τουλάχι στον για τη σύνταξη του θεολογικού μύθου· υπο θέτω όμως ότι ο Αλικαρνασσέας ιστορικός σκέ φτεται περισσότερο τις κρίσιμες επιλογές των δύο ποιητών στο κεφάλαιο αυτό, με τις οποίες ένα υλικό παλιό, ντόπιο και ξένο, και πάντως διάσπαρτο, μορφώθηκε σε σύστημα περιγραφής και ερμηνείας του κόσμου, που έγινε εφεξής αποδεκτό, γιατί κρίθηκε βάσιμο. Όπω ς κι αν έχει το πράγμα με τους θεούς, ο Όμηρος επέμεινε περισσότερο στα έργα και τα πάθη των ηρώων, ο Ησίοδος στα ονόματα που φέρουν τα στοιχεία που συνέχουν τον κόσμο. Έτσι το παλιό χάος κοσμήθηκε με τον διπλό αυ τόν μύθο, και προπαντός εξανθρωπίστηκε.Πόσο και πώς, αυτό είναι μια μεγάλη ιστορία, που δεν έχει εδώ τη θέση της. Πάντως με τη λογοτεχνική εργασία του Ομήρου και του Ησιόδου, φυσικά και των εταίρων τους, ο παλιός μύθος έκρυψε τις
λατρευτικές ρίζες του βαθιά στο χώμα και ανέ λαβε τώρα να διδάξει και κυρίως να τέρψει τους ανθρώπους. Κάπου εδώ αρχίζει η ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, εκεί δηλαδή που η ιστορία του ανθρώπου των γεωμετρικών χρόνων, δοκιμάζοντας να βρει τον ειρμό και την έκφρασή της, χρησιμοποίησε, κατά την έκφραση του Σε φέρη, τον αρχαίο μύθο. Στα χρόνια της επικής ποίησης ο λογοτεχνικός μύθος επισκιάζει ακόμη τη λογοτεχνημένη ιστο ρία, αργότερα όμως (με τη λυρική ποίηση, την ιωνική επιστήμη, την πρώιμη λογογραφία και φιλοσοφία, και το αττικό δράμα), καθώς η ιστο ρική συνείδηση ωριμάζει και εγγράφεται στο χώ ρο της λογοτεχνίας, ο διάλογος μύθου και ιστο ρίας ακμάζει και οξύνεται. Στον Ευριπίδη η δραματική αυτή ένταση κορυφώνεται, και λίγο αργότερα ο Πλάτων αναγνωρίζει επίσημα τη ρή ξη μύθου και λόγου στο σώμα της ποίησης. Στο μεταξύ όμως η αρχαία ελληνική λογοτεχνία έχει βρει τους δρόμους και τους τρόπους της, ιστο ρώντας συνεχώς τον παλιό μύθο, και μυθο ποιώντας την εξελισσόμενη ιστορία. Όταν, λοιπόν, ο Σεφέρης στην εξήγησή του για το δικό του Μυθιστόρημα μιλά για ορισμένη μυθολογία, που τη χρησιμοποίησε αρκετά φανε ρά, έχει στο νου του αυτήν την αρχαία κληρονο μιά, μ’ όλες τις περιπέτειές της. Γιατί για τον Σε φέρη μύθος δεν είναι η προλογοτεχνική, λατρευ τική και θρησκευτική, μυθολογία, αλλά η προβο λή και η επεξεργασία της σε κορυφαία έργα της αρχαϊκής και κλασικής λογοτεχνίας: ο αγώνας δηλαδή μύθου και λόγου, που κράτησε στην αρ χαία Ελλάδα πάνω από πεντακόσια χρόνια, προτού κριθεί οριστικά η έκβασή του. Και έχω την αίσθηση ότι αυτόν τον αγώνα μύθου και λό γου, μύθου και ιστορίας, δοκιμάζει ο Σεφέρης να μεταφέρει στους καιρούς μας με σπαραγμένο και νεοτερικό τρόπο, επιγράφοντας τη σύνθεσή του του 1935 Μυθιστόρημα. Βέβαια στο Μυθιστόρημα υπάρχουν και άλλες μυθικές ρίζες: δικές μας και ξένες. Δεν έχει νόη μα για τη μελέτη αυτή να καθυστερήσουμε σ’ αυτές.Θα θυμίσω μόνο, σύντομα και σχηματικά, τις περιπέτειες ενός άλλου ποιητή μας με το μύθο, περιπέτειες που ο Σεφέρης ίσως δεν τις αγνοού σε ολότελα,ακόμη κι όταν έγραφε και επέγραφε το δικό του Μυθιστόρημα. Εννοώ τον αλεξαν δρινό Καβάφη και τη δική του μυθολογία. Αν δεχτούμε ότι ο Σεφέρης από νωρίς συνέτα ξε σε μια λέξη την ιστορία και το μύθο, δοκιμάζοντας το βίαιο σχεδόν ζευγάρωμά τους, ο Καβάφης, πιο υπομονετικός ή πιο ανυποψία στος, προτίμησε στο κεφάλαιο αυτό μάλλον τη μέθοδο της προοδευτικής παράταξης. Ξεκίνησε από τον προλογοτεχνικό μύθο, προχώρησε στην αρχαιοελληνική (ομηρική και τραγική) λογοτε χνική του μόρφωση, για να καταλήξει στην ποιη
9 6 /α φ ιε ρ ω μ α
τική μεταμόρφωση της ρωμαϊκής, αλεξανδρινής και βυζαντινής ιστορίας.Είχα και άλλοτε την ευ καιρία να υποδείξω τη χαρακτηριστική αυτή κα βαφική κλίμακα, που βεβαιώνει την πρόοδο του ποιητή από το μύθο στην ιστορία. Θυμίζω και εδώ, σχηματικά πάντα, τους πάραδειγματικούς σταθμούς της. Η Χαλδαϊκή Εικών λ.χ. επισημαίνει την προλογοτεχνική (ή την προϊστορική) μυθολογική φάση του Αλεξανδρινού. Η Κηδεία τον Σαρπηδόνος και το 'Οταν ο φύλαξ είδε το φως ορίζουν τη θητεία του στον λογοτεχνημένο αρχαιοελληνι κό μύθο. Τέλος, οι Αλεξανδρινοί βασιλείς ή η Άννα Δ αλασσηνή παραδειγματίζουν τον ιστο ρικό σταθμό της ποιητικής του πορείας. Με άλλα λόγια: προτού ο Καβάφης, με τη βοήθεια της ιστορίας, μυθοποιήσει τη δική του Αλεξάνδρεια και τα περίχωρά της, περιπλανήθηκε στη μυθο λογία της ανατολής και προπαντός του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η περιπλάνηση αυτή κράτησε ώς το 1903· εφεξής ο Καβάφης γύρισε πλάτη στον παλιό μύθο και προτίμησε να δώσει ειρμό στα περιστατικά της ζωής και της εποχής του, μικροσκοπώντας ιστορικά στιγμιότυπα που τα αναζητούσε, ή και τα επινοούσε, ψάχνοντας σε γραμματειακές πηγές με μεταλογοτεχνικό χα ρακτήρα.Αυτή ακριβώς η ώριμη καβαφική επι λογή ενδιαφέρει ιδιαίτερα, γιατί προφανώς την προσέχει και με τον δικό του τρόπο την εφαρμό ζει και ο Σεφέρης, κυρίως στα κυπριακά του ποιήματα. 3 ΤΟ Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γ', διορθω μένος τίτλος που επίσκιασε τον προηγόύμενο Κύπρον ού μ ’ έθέσπισεν, απέχει από το Μυθι στόρημα είκοσι ολόκληρα χρόνια. Στο μεταξύ ο Σεφέρης δοκίμασε πολλές φορές και με διαφορε τικούς τρόπους, στη ζωή και την ποίησή του, τη σύνταξη μύθου και ιστορίας, όπως την είχε άλ λοτε φανταστεί και επιχειρήσει. Αποφασιστική σημασία για τη διάμεση αυτή δοκιμασία έχουν δημόσια γεγονότα μεγάλης ακτίνας, στον τόπο μας και στην Ευρώπη, αλλά και προσωπικά βιώ ματα ιδιωτικής αντανάκλασης.Τα δημόσια δρώ μενα είναι γνωστά και πρόχειρα: μεσοπολεμικός φασισμός και δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος- δι κή μας κατοχή και πείνα- αντίσταση πάνω στα βουνά και στις ρημαγμένες πόλεις- ηρωισμοί και παζάρι στη Μέση Ανατολή- απελευθέρωση, και σχεδόν αμέσως τα φριχτά Δεκεμβριανά- ύστερα ξανά η βασιλεία, η αμερικανική επιρροή και ο τραγικός εμφύλιος- τέλος το «ανθρώπινο δράμα της Κύπρου» κατά την έκφραση του ποιητή. Ό σο για τις προσωπικές εμπειρίες, που εδώ παραλείπονται, αναγνωρίζονται τώρα πια (τουλά χιστον οι ομολογημένες) στις αντίστοιχες Μέρες.
Δεν έχει νόημα να επιμείνω, δείχνοντας πώς στιγματίζουν δημόσια και προσωπικά γεγονότα όλη την ενδιάμεση ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Φτάνει να τονιστεί ότι ανάμεσα στο Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β ' και Γ ' μεσολαβεί η Κίχλη, που δημοσιεύεται το 1947. Πρόκειται ακριβώς για τη σύνθεση όπου η δραματική σύγκρουση μύθου και ιστορίας κορυφώνεται και οδηγείται σχεδόν σε αδιέξοδο.Στο τέλος όμως, ο Οδυσσέας και ο Οιδίπους, στη σεφερική τους εκδοχή, σμί γοντας τον κάτω με τον πάνω κόσμο, επιβάλλουν τη μυθολογική τους δικαιοσύνη στο ιστορικό ναυάγιο της μεταπολεμικής Κίχλης. Ύστερα από την Κίχ^η κάτι αλλάζει, προπα ντός στη σύσταση της σεφερικής μυθολογίας. Ό χ ι μόνο γιατί η ιστορική πραγματικότητα, και μάλιστα στη σύγχρονη και πολιτική της διάστα ση, διεκδικεί και παίρνει μεγάλο μερτικό. Αλλά προπάντων γιατί σε όσα ποιήματα αυτής της συλλογής επαναπροβάλλεται ή υποβάλλεται ο αρχαιοελληνικός μύθος (στα οκτώ από τα δέκα επτά), συζητείται η προηγούμενη διδακτική του αγωγή, και κάποτε, με τρόπο μελαγχολικό ή ει ρωνικό, δοκιμάζεται η διόρθωσή της. Για να φα νεί τι εννοώ, παραθέτω και σχολιάζω σύντομα την Άγιάναπα, A ' με την οποία και ανοίγει η συλλογή: Καί βλέπεις τό φως τού ήλιου καθώς έλεγαν οί παλαιοί. Ωστόσο νόμιζα πώς έβλεπα τόσα χρόνια περπατώντας ανάμεσα στά βουνά και στη θά λασσα σνντυχαίνοντας ανθρώπους μ έ τέλειες πανοπλίες· παράξενο όέν πρόσεχα πώς έβλεπα μόνο τη φωνή τους. Ή ταν τό αίμα πού τούς άνάγκαζε νά μιλούν, τό κριάρι πού έσφαζα κι έστρωνα στά πόδια τουςμά δέν ήταν τό φως εκείνο τό κόκκινο χαλί. °Ο,τι μοϋ λέγαν έπρεπε νά τό ψηλαφήσω δπως όταν σέ κρύψουν κυνηγημένο νύχτα σέ στάβλο ή φτάσεις τέλος τό κορμί βαθύκολπης γυναί κας κι είναι γεμάτη ή κάμαρα πνιγερές μυρωδιές· δ, τι μοϋ λέγαν δορά καί μετάξι. Παράξενο, τό βλέπω έόώ τό φώς τού ήλιουτό χρυσό δίχτυ δπου τά πράγματα σπαρταρούν σάν τά ψάρια πού ένας μεγάλος άγγελος τραβά μαζί μέ τά δίχτυα των ψαράδων. Ό πω ς έγραψα και αλλού, η Άγιάναπα, A ' ανήκει στα αποκαλυπτικά ποιήματα που περιέ χει το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γ', συστή
α φ ιε ρ ω μ α /9 7
νοντας μάλιστα ένα νέο τύπο ποιήματος που χά ρισε η Κύπρος στον Σεφέρη. Υπογραμμίζω τον αποκαλυπτικό χαρακτήρα του ποιήματος, γιατί αν, όπως αισθάνομαι, διορθώνεται εδώ η προη γούμενη μυθολογική πείρα του ποιητή, η διόρ θωση πρέπει να θεωρηθεί φώτιση του Σεφέρη στο νησί αυτό που ο ίδιος το είδε τόπο όπου λει τουργεί ακόμη το θαύμα. Ό τι το ποίημα με τον πρώτο του στίχο συνεχί ζει την Κίχλη είναι προφανές και το υπογράμμι σαν πολλοί μελετητές ήδη. Το κρίσιμο όμως ερώ τημα είναι πώς τη συνεχίζει; Το άγγελικό καί ιιαϋρο φώς της Κίχλης μεταφράζεται τώρα σ’ ένα απολογισμό, που θα τον έλεγα γνωμικό αλλά ταυτόχρονα και ειρωνικό: Καί βλέπεις τό φως τού ήλιου καθώς έλεγαν οί παλαιοί. Ειρωνικό, γιατί ο αμέσως επόμενος στίχος (ωστόσο νόμιζα πώς έβλεπα τόσα χρόνια) αμφισβητεί με τον τρό πο του το κύρος ακριβώς μιας έμμονης προηγού μενης αίσθησης του Σεφέρη, που του την έθρεφε χρόνια ολόκληρα προπάντων ο αρχαιοελληνικός μύθος: οι παλαιοί. Ο ποιητής πάντως αισθάνεται πως πρέπει να ξαναδιαβάσει τώρα την παλιά, μυθολογικά κατοχυρωμένη, πείρα για το άγγελι κό καί μαύρο φως, με το μέτρο, όπως δείχνει η συνέχεια του ποιήματος, μιας νέας (σύγχρονης και πραγματικής) ανθρωπογεωγραφικής εμπει ρίας, που του προσφέρει ο θαυμαστός κόσμος της Κύπρου. Τα επόμενα πάντως στοιχεία του ποιήματος αποφασίζουν, νομίζω, οριστικά για την αλλαγή της μυθολογικής στάσης του Σεφέρη. Στους στί χους 5-8 συντάσσονται δύο επίμονες ιδέες του ποιητή, εντολές της αρχαιοελληνικής του μαθη τείας: ο διάλογος με τους νεκρούς κατά το πρό τυπο της οδυσσειακής Νέκυιας, και ο αμήχανος θαυμασμός μπροστά στην ανεξάντλητη θάλασσα η οποία με την πορφύρα της έβαψε κάποτε το κόκκινο χαλί που έστρωσε στον Αγαμέμνονα η αισχυλική Κλυταιμνήστρα. Αυτά όμως τα δύο μυθολογικά μοτίβα επανέρχονται εδώ, για να δηλωθεί τώρα η οξύμωρη κατά κάποιον τρόπο διαδοχή τους στον ποιητή: Παράξενο, όέν πρόσεχα πώς έβλεπα μόνο τή φωνή τους. τΗταν τό αίμα πού τούς άνάγκαζε νά μιλούν, τό κριάρι πού έσφαζα κι έστρωνα ατά πόδια τουςμά δεν ήταν τό φώς έκεϊνο τό κόκκινο χαλί. Προτείνω νά διαβαστεί η Άγιάναπα, A ' ως πρόοδος του Σεφέρη από τη μυθολογική ακοή και αφή του φωτός στην πραγματική και ιστορι κή όρασή του.Η ακοή και η τυφλή αφή ανήκουν κάπως στη λειψή και στραβή ανάγνωση του πα λιού μύθου για το φως· η όραση αντίθετα σημα τοδοτεί μια νέα εμπειρία, σύγχρονη και εντοπι
σμένη στον γεωγραφικό χώρο της Κύπρου. Η καινούρια πείρα αφήνει πίσω της την παλιά και, αν δεν την ακυρώνει, πάντως τη διορθώνει: Πα ράξενο, τό βλέπω έδώ τό φώς τού ήλιου. Το φως επομένως δεν βρίσκεται πια εκεί, αλλά εδώ- όχι ως ακοή και αφή, αλλά επιτέλους ως όραση.Στην παλιά ανάγνωση του μύθου αντιστοιχεί μια μυ θική δόξα, που αποκαλύπτεται μπροστά στην καινούρια γνώση δορά καί μετάξι. Και γενικότε ρα: πλάι στον αρχαίο μεγάλο άγγελο, υπάρχουν τώρα ταπεινοί ψαράδες που τραβούν με το δίχτυ τους τά πράγματα, τα οποία σπαρταρούν σάν τά ψάρια. Αν στην Άγιάναπα, A ' ο αρχαίος μύθος για το φως διορθώνεται, καθώς εγκοσμιώνεται στο οραματικό παρόν της Κύπρου, το ίδιο αυτό νη
σί, σε άλλα ποιήματα της συλλογής, συμπληρώ νει και βαθαίνει τη μυθολογική φώτιση του Σε φέρη. Τούτο συμβαίνει προπαντός στην πασί γνωστη Ελένη, η οποία δανείζεται από τη ομώ νυμη ευριπιδική τραγωδία όχι μόνο τις τρεις επι γραφές της, αλλά και την ειρωνική της διάθεση καθώς και τον έκδηλο λυρικό της τόνο. Στο Ημερολόγιο Καταστρώματος, Γ' ο Σεφέρης επιμένει ιδιαίτερα στον Ευριπίδη,ύστερα από τον Όμηρο, τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή, που τον απασχόλησαν σε προηγούμενα χρόνια. Τρία τουλάχιστον ποιήματα της κυπριακής συλ λογής, και ανάμεσά τους η Ελένη σε πρώτη θέ ση, μαρτυρούν την ώριμη αυτή ευριπιδική προτί μηση του ποιητή. Συνοψίζοντας στην αρχή αυτής της μελέτης τον δραματικό διάλογο μύθου και ιστορίας στην αρχαιοελληνική τραγωδία, υποδήλωσα ότι ο Ευ ριπίδης, με τη ζωή και τα δράματά του, οξύνει στο έπακρο την. ένταση των δύο όρων που μας
9 8 /α φ ιε ρ ω μ α
ενδιαφέρουν, καθώς με τον έναν ή τον άλλον τρόπο προσβάλλει συνεχώς το παραδοσιακό κύ ρος της ηρωικής παράδοσης, προχωρώντας συ χνά ώς την απομυθοποίησή της. Τούτο συμβαίνει κατεξοχήν στην ευριπιδική Ελένη. Γιατί στην τραγωδία αυτή, με το ευτυχές τέλος, κυριολεκτι κά ξηλώνεται ολόκληρος ο τρωικός μύθος, που μετά και μέσα από τον Όμηρο τροφοδότησε τα περισσότερα δράματα του 5. αιώνα. Κατά την ευριπιδική Ελένη ο δεκάχρονος πόλεμος των Ελ λήνων στην Τροία,με τα προηγούμενα και τα πα ρεπόμενά του, υπήρξε φιάσκο: η διαβόητη γυ ναίκα του Μενελάου δεν πάτησε ποτέ το πόδι της στην Τροία· όλα αυτά τα χρόνια ξέμεινε στην Αίγυπτο, στο ακροθαλάσσι του Πρωτέα, όπως μεταγράφει ο Σεφέρης. Έλληνες και Τρώες, λοι πόν, έχυναν το αίμα τους δέκα χρόνια μόνο για το είδωλό της.Η μέθοδος, με την οποία ο Ευρι πίδης επιχειρεί την ανατροπή του τρωικού μύ θου είναι πράγματι ιδιοφυής: χρησιμοποιεί ένα παραμύθι, για να δείξει την κουφότητα του πα ραδοσιακού μύθου. Πιστεύω πως ο Σεφέρης στη δική του Ελένη συμμερίζεται τις υποψίες του αρχαίου τραγικού για τη διδακτική αξία του παλιού μύθου και αυ τές μεταγράφει με δικό του τρόπο. Δεν ισχυρίζο μαι ότι εδώ βρίσκεται η μοναδική αιτία για τη σεφερική σύνθεση· η διδακτική της όμως αιχμή οφείλεται στη συμφωνία του σύγχρονου ποιητή με τον αρχαίο εταίρο του ως προς την ανατρε πτική ανάγνωση του τρωικού μύθου. Στη σεφερική Ελένη μιλά ο Τεύκρος, εξόρι στος από τη δική του Σαλαμίνα, γυρεύοντας στη Σαλαμίνα της Κύπρου μια νέα πατρίδα, κατά τη μαντική σύσταση του θεού Απόλλωνα. Και εδώ ανακαλύπτει, ύστερα από την πολεμική του πε ριπέτεια και τη μεταπολεμική του περιπλάνηση, ότι ο τρωικός πόλεμος, στον οποίο θυσιάστηκε μαζί με τόσους άλλους και ο αδελφός του, υπήρ ξε ένας μάταιος μύθος.Θα πει: Στην Κύπρο τη θαλασσοφίλητή πού έταξαν γιά νά μοΰ θυμίζει την πατρίδα, άραξα μοναχός μ ’ αύτό τό παραμύθι, αν είναι άλήθεια πώς αύτό είναι παραμύθι, άν είναι άλήθεια πώς οί άνθρωποι δέ θά ξαναπιάσουν τόν παλιό δόλο των θεών. Ο Τεύκρος είναι μέσα στο ποίημα ασφαλώς η persona του ποιητή, και από την άποψη αυτή η μυθολογική πείρα εκείνου αναλογεί και στον ίδιο. Ο Τεύκρος-Σεφέρης λοιπόν ομολογεί: Έ ζησα τή ζωή μου άκούγοντας όνόματα πρωτάκουστα: καινούριους τόπους, καινούριες τρέλες των άνθρώπων
ή των θεών
ή μοίρα μου πού κυματίζει άνάμεσα στό στερνό σπαθί τοϋ Αϊαντα καί μιάν άλλη Σαλαμίνα μ ’ έφερε εδώ σ’ αύτό τό γυρογιάλι.
Συμπεραίνω σχηματοποιώντας: Ο σεφερικός Τεύκρος, όπως και ο ευριπιδικός, στοχάζεται πως ολόκληρη η μυθολογική παρά δοση, που της χαρίστηκε τόσα χρόνια, μπορεί και να ήτανε ένα πουκάμισο άδειανό. Ό πω ς ο Τεύκρος, έτσι και ο Σεφέρης συλλογίζεται εδώ στην Κύπρο για πρώτη φορά μήπως το παραμύθι είναι κάποτε σοφότερο από το μύθο, μήπως η μυθολογική αλήθεια αποδεικνύεται όψιμα εντε ταλμένο ψέμα, δόλος τών θεών, που υπηρετεί τα δικά τους σχέδια και προγράμματα, αδιαφορώ ντας για τις ζωές των ανθρώπων. Γιατί ο έγκυρος τρωικός μύθος γέννησε έναν δεκάχρονο πόλεμο, που γέμισε τον Σκάμαντρο κουφάρια, ενώ το πα ραμύθι έμεινε απόλεμο και γίνεται τώρα μελαγ χολικό τραγούδι που το τραγουδούν τ’ αηδόνια στις Πλάτρες, και δεν σ’ αφήνουνε να κοιμηθείς. Μ’ ένα τέτοιο όμως παραμύθι θα μπορούσε κάποιος ποιητής, όπως το έκανε ο Ευριπίδης, να παρακάμψει ολόκληρο τον κύκλο της εμπόλεμης μυθολογίας και της ανάλογης λογοτεχνίας. Να βρεθεί κατευθείαν από την αρχή στο τέλος της, καταγγέλλοντας τις ενδιάμεσες πλάνες και ζη μιές. Η Κύπρος φαίνεται πως ευνόησε τέτοιες θαυμαστές και ώριμες υποθέσεις και, όπως έδει ξε στον ποιητή επιτέλους το πραγματικό φως του ήλιου, τον δίδαξε και το κόστος της προηγούμε νης μυθολογικής του μαθητείας. 4
ΩΣ τώρα δοκίμασα να δείξω πώς και σε ποιον βαθμό η ανθρωπογεωγραφία της Κύπρου άλλαξε τη μυθολογική απόφαση του Σεφέρη, χαρίζοντάς του και ένα νέο τύπο ποιήματος με αποκαλυπτι κό χαρακτήρα. Η έκλαμψη όμως που έφερε η πραγματική Κύπρος στο νου του Σεφέρη διόρ θωσε, πιστεύω, και την ιστορική ματιά του ποιη τή. Τρία τουλάχιστον ποιήματα της συλλογής ( Ό δαίμων τής πορνείας, Οί τρεις Μούλες και το Νεόφυτος ό έγκλειστος μιλά) δείχνουν απο φασιστική αλλαγή και στο κεφάλαιο αυτό. Το κοινό γνώρισμα των τριών αυτών ποιημά των είναι πως εκμεταλλεύονται ποιητικά κάποια περιθωριακή ιστορία, που τη δανείζονται από Χρονικά της Φραγκοκρατίας, συνεπαίρνοντας μάλιστα αυτούσιες, ή σε παράφραση, φράσεις ολόκληρες από τη χρονογραφική πηγή τους. Στο σημείο αυτό αναγνωρίζεται εύκολα η καβαφική μέθοδος που παραδειγματίζει τον ώριμο Σεφέρη. Για συντομία και συνεννόηση ονομάζω τα ποιή ματα αυτά χρονογραφικά και υπογραμμίζω ότι η προτίμηση του Σεφέρη για τη χρονογραφική
α φ ιε ρ ω μ α /9 9
ποίηση συστηματοποιείται για πρώτη φορά στην Κύπρο, πρέπει επομένως να θεωρηθεί και αυτή, δεύτερη τώρα, δωρεά του νησιού στον ποιητή. Πρόκειται για ποιήματα που τα χαρακτηρίζει, όπως προσπάθησα και αλλού να δείξω: η αφη γηματική άνεση και ο αλληγορικός τρόπος· η πά λη του κακού με το καλό· η πολιτική ραδιουργία και η σεξουαλική μανία· η χριστιανική πίστη και ο ασκητισμός- τέλος ένας τόνος αντικειμενικός, ο οποίος όμως δεν καταργεί ολότελα το πρόσωπο και το ρόλο του αφηγητή-ποιητή. Το Χρονικό, ως μορφή και περιεχόμενο, είναι είδος παλιό: αναπτύχθηκε στο διάμεσο της μυθο λογίας και της ιστορίας ήδη κατά την ελληνική αρχαιότητα. Προέχει σ’ αυτό η διήγηση, η οποία με τη μέθοδο της εξήγησης και της έκφρασης (της περιήγησης δηλαδή και της εικαστικής απο τύπωσης), δίνει κατά κανόνα την ανθρωπογεω γραφία ενός κλειστού χώρου σ’ έναν ορισμένο χρόνο.Οι σχέσεις του Χρονικού με τη λογοτεχνία είναι κάπως χαλαρές. Ανάλογα με τις συνθήκες θα μπορούσε να ονομαστεί είδος παραλογοτεχνι κό, προλογοτεχνικό ή και μεταλογοτεχνικό, που με το ύφος και το ήθος του απευθύνεται σε ένα ευρύ κοινό, σκοπεύοντας στη μόρφωση και τη διδαχή του μέσα από περιστατικά συλλογικής σημασίας. Στις καλύτερες εφαρμογές του αποκα λύπτει τη φύση των ανθρωπίνων πραγμάτων σε καιρούς δύσκολους, κάτω δηλαδή από εξαιρετι κές και παραδειγματικές συνθήκες. Έχω την εντύπωση πως ο Σεφέρης βρήκε στο Χρονικό έναν καινούριο τρόπο για να σωφιλιάσει το μύθο με την ιστορία. Θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ, επιμένοντας τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενο του γραμματολογικού αυτού τύ που, καταπώς τα είδε και τα εκτίμησε ο ποιητής. Όπω ς είναι γνωστό, στην ιστορική έκθεση (άπόόεξιν, θα έλεγε ο Ηρόδοτος), ο χώρος μπο ρεί να ανοίξει πολύ, χάνοντας σχεδόν τα πραγ ματικά του όρια, και ο χρόνος να γίνει αριθμητι κός και σχεδόν αφηρημένος. Οι ανθρώπινες εξάλλου μορφές, με την εξαίρεση κάποιων πρω ταγωνιστών, καταλήγουν και αυτές στη συναίρε ση και συχνά στην ανωνυμία, αποβάλλοντας τη βιολογική τους ταυτότητα. Στο Χρονικό, αντίθε τα, ο τόπος είναι, όπως το υποδήλωσα ήδη, πάν τοτε ορισμένος και κλειστός, ο χρόνος μοιράζε ται σε περιστατικά συγκεκριμένα που τον γεμί ζουν και τον μετρούν. Τέλος οι άνθρωποι, επώ νυμοι και χαρακτηρισμένοι, αναλαμβάνουν τις τύχες του τόπου και του χρόνου τους, τις ορί ζουν και συνάμα ορίζονται από αυτές. Τα τρία χρονογραφικά ποιήματα της συλλογής δανείζο νται από τη χρονογραφική πηγή τους αυτές ακρι βώς τις πρόσφορες για την ποίηση αρετές. Κάτι περισσότερο: τα Χρονικά που χρησιμοποιεί' ο Σεφέρης, για να συντάξει τα τρία αυτά ποιήμα τα, μιλούν για την πρόσφατη ιστορία της Κύ πρου με τέτοιο τρόπο, ώστε τα χθεσινά γεγονότα
Αγ. Μάμας (Αάλι) · η πόρτα με το χερούλι «μικρή κουκουβά για».
καλύπτουν θαρρείς τα σημερινά και προλέγουν τα αυριανά περιστατικά. Έτσι ο ποιητής δεν χρειάζεται να μεταμορφώσει ή και να παραμορ φώσει καταστάσεις της σύγχρονης πραγματικό τητας, αφού τις βλέπει να σχηματίζονται καθαρά σ’ αυτόν τον χρονογραφικό καθρέφτη, που δεν πρόλαβε ακόμη να θολώσει από τον καιρό, παραμένοντας οικείος, ένα σπιτίσιο σκεύος. Οι σχέσεις εξάλλου χρονογραφικής αφήγησης και μυθολογικής διήγησης, η κλίση και η από κλισή τους, βοήθησαν τον Σεφέρη εξίσου στην ανασύνταξη του παλιού ζεύγους που χρόνια τον βασάνισε. Εξηγούμαι: όπως ο μύθος έτσι και το Χρονικό δεν αποκρούει στο όνομα της ψυχρής λογικής το θαυμαστό και το ασυνήθιστο ή και το παραμυθικό ακόμη στοιχείο, όταν και όπου χρειάζεται. Ό πω ς ο μύθος έτσι και το Χρονικό προκρίνει από την απρόσωπη έκθεση γεγονότων την εμπρόσωπη διήγηση, με την οποία οι άνθρω ποι εύκολα συνεννοούνται μεταξύ τους, διδά σκονται και συγχρόνως τέρπονται, δηλαδή ψυ χαγωγούνται. Τέλος, όπως ο μύθος έτσι και το Χρονικό μιμείται τον προφορικό λόγο, αντιγρά
1 0 0 /α φ ιερ ω μ α
φει την ανθρώπινη λαλιά, προφέρει τη γραφή του. Ό λα αυτά τα στοιχεία αναγνωρίζονται στα τρία χρονογραφικά ποιήματα του Σεφέρη για τα οποία μιλώ. Το τελευταίο μάλιστα με παραδειγ ματική έμφαση. Έτσι στον Δαίμονα τής πορ νείας, όταν το ποίημα φτάνει στο αυτούσιο πα ράθεμα από το Χρονικό του Μαχαιρά, ο ποιητής εξηγεί: λέει ο χρονογράφος, όχι: γράφει ο χρονο γράφος. Ο προφορικός εξάλλου λόγος προβάλ λεται ακόμη και στον τίτλο του τρίτου ποιήματος της σειράς, που είναι ίσως και το σημαντικότερο για το θέμα πρυ συζητώ: Νεόφυτος ό έγκλειστος μιλά, το επιγράφει ο Σεφέρης. Ανακεφαλαιώνω: Ό ταν στον καιρό του Μυθιστορήματος μίλησε ο ποιητής για μυθολογία, είχε στο νου του προ πάντων τα έργα του Ομήρου, του Σοφοκλή και του Αισχύλου. Η αναμέτρηση ενός σύγχρονου τεχνίτη μ’ ένα μύθο τόσο σπουδασμένο, που βρή κε ήδη και την εντελέστατη μορφή του, είχε τις δυσκολίες της: η αντιγραφή και η αυτούσια με ταφορά του θα αποτελούσαν αφέλεια· έμενε η λύση των νπαινιγμών και των σπαραγμένων υποδηλώσεων. Γράφοντας ο Σεφέρης στο Μυθιστόρημα για ιστορία, συλλογιζόταν μια κατάσταση πολύ εξαρτημένη ακόμη από τον εαυτό του και το πε ριβάλλον του, που δεν ήθελε να τη μεταφέρει
στο ποίημα ως βιογραφικό υλικό. Προτίμησε λοιπόν, για να αποφύγει τη μαλακή αισθηματο λογία, την υπόκρισή της πίσω από διάφορα προ σωπεία που του εξασφάλιζαν ιστορικό άλλοθι. Συντάσσοντας στα 1935 ο Σεφέρης τον παλιό σπαραγμένο μύθο με την υποκρινόμενη σύγχρο νη ιστορία, ήξερε πως δημιουργούσε μια αφύσι κη σχεδόν ένταση, που αργότερα έφτασε σε δρα ματικό αδιέξοδο. Ώσπου ήρθε ο καιρός της Κύ πρου: τώρα και στο χώρο αυτόν ο παλιός μύθος μπόρεσε να διορθωθεί, καθώς έγινε ορατός μέσα σε μια σύγχρονη πραγματικότητα και θυμήθηκε το παραμύθι. Όσο για την ιστορία, που γύρεψε παλιά ο ποιητής τον ειρμό και την έκφρασή της, εδώ στην Κύρπο την είδε να παίζεται ζωντανό δράμα του ανθρώπου, παρόμοιο με εκείνο που είχε παιχτεί κάποια χρόνια πριν, και οι άνθρω ποι του νησιού το ήξεραν στη δική τους γλώσσα και από πρώτο χέρι. Έχω την αίσθηση ότι μπρο στά στο διπλό αυτό θαύμα ο Σεφέρης ταπεινώ θηκε, και ο ποιητικός του λόγος γύρεψε και βρή κε καινούριους δρόμους, χωνεύοντας το μύθο και την ιστορία μέσα στον καημό της Ρωμιοσύ νης, όπως του τον αποκάλυψε η Κύπρος κινδυ νεύοντας και γυρεύοντας το ζύγιασμα της καλο σύνης, δηλαδή της δικαιοσύνης, που ακόμη δεν το βρήκε.
βιβλία που θα κυκλοφορήσουν το Πάσχα Κατερίνας Ζαρόκωστα ΤΟ ΑΕΚΑΝΤΩ
Χουάν Ζοζέ Σάερ Ο ΕΚΘΕΤΟΣ (Μυθιστόρημα με θέμα την ανθρωποφαγία) Μετάφραση: Κλαίτης Σωτηριάδου-Μπαράχας
Υμπέρ Μύσσεν Η ΕΑΕΟΝΟΡΑ ΣΤΗ ΔΡΕΣΔΗ (Η ιστορία μιας μεγάλης σταρ που γερνάει) Μετάφραση: Ιωάννας Χατζηνικολή
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ Σόλωνος 76, 106.80 Αθήνα - Τηλ. 36.29.923
α ψ ιε ρ ω μ α /1 0 1
Μιχάλης Π ιερής
Συμβολή στο της κυπριακή εμπειρίας του Γιώργου Σεφ «- Αλλά η Κυπροκαπηλεία είναι η νέα πραμάτεια που σερβίρεται σ’ όλες τις γωνιές της πολιτικής Αθή νας...» Σεφέρης (1956)
Τούτη η εργασία, στη μορφή που διαβάστηκε στο Πολιτιστικό Κέντρο τον Δήμον Λευκωσίας (Πύλη Λμμοχώστον), στις 25 Μαΐον 1984, στα πλαίσια ενός ευρύτερου κύκλον Σεφερικών Εκδηλώσεων,2 αποτελούνταν από δύο μέρη. Στο πρώτο, το ει σαγωγικό μέρος, μαζί με όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για το ιστορικό της γνω ριμίας του Σεφέρη και του Διαμαντή, την ποσοτική και την ειδολογική περιγραφή της αλληλογραφίας τους, τη χρονολόγηση και την περιγραφή τον περιεχομένου της, είχα παρουσιάσει συνοπτικά και ορισμένα άλλα, συμπληρωματικά στοιχεία που αναφέρονται στο θέμα της κ υ π ρ ι α κ ή ς ε μ π ε ι ρ ί α ς του Σεφέρη και, διευρύνοντας την προοπτική μας, το φωτίζουν από άλλες ενδιαφέρουσες σκοπιές. Πρόκειται για στοιχεία που προέρχονται κυρίως από τη βιβλιοθήκη του ποιητή, όπως λ.χ. βιβλία και ποικίλα άλλα έντυπα που αφορούν την Κύπρο και στα οποία απαντούν πλήθος σημειώσεων καθώς και διάφορα σημάδια από προσεκτικές αναγνώσεις του ποιητή. Στο δεύτερο μέρος της ομιλίας, είχα επιλέξει και διαβάσει (περιορίζοντας την πα ρέμβασή μου σε ελάχιστα απαραίτητα επεξηγηματικά σχόλια), 20 από τις 70 τόσες επιστολές που αποτελούν το σώμα της αλληλογραφίας Σεφέρη-Δ ιαμαντή. Στη σημερινή της μορφή, η εργασία περιορίζεται στην αδημοσίευτη δεύτερη ενότητα του πρώτου μέρους, δηλαδή στα συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία εμπλουτίστηκαν με νέα στοιχεία που προέκυψαν από μια πρόσφατη, δεύτερη ερευνη τική προσπάθεια στο Αρχείο Σεφέρη. Περιέκοψα, δηλαδή, όσα στοιχεία του εισαγωγικού μέ
ρους αφορούσαν αποκλειστικά την αλληλογρα φία Σεφέρη-Διαμαντή, και τα οποία βρήκαν, εντωμεταξύ, οργανική θέση στο φιλολογικό ση μείωμα που συνοδεύει την έκδοση της αλληλο γραφίας αυτής.3 Επίσης, θεώρησα φυσικό να παραλείψω και ολόκληρο το δεύτερο μέρος της ομιλίας (ανάγνωση και σχολιασμός μιας επιλο
1 0 2 /α φ ιερ ω μ α
γής επιστολών), αφού τα κείμενα που αποτελούν την αλληλογραφία Σεφέρη-Διαμαντή, έχου,ν γί νει, στο σύνολό τους, προσιτά στο πλατύ κοινό. ΠΕΡΝΩ, λοιπόν, στο καθαυτό θέμα της σημερι νής εργασίας -όπως αυτό περιορίστηκε με τούτες τις αναγκαίες προκαταρκτικές διευκρινήσεις. Και ξεκινώ με μια μικρή μεθοδολογική πρόταση. Αν θέλουμε, κατά τη γνώμη μου, να προσεγγί σουμε μ’ έναν συνθετότερο τρόπο και, συνεπώς, πιο υποψιασμένα, την πολύμορφη και πολυδιά στατη κυπριακή εμπειρία του Σεφέρη, οφείλουμε να εξετάσουμε προσεχτικά και τον ευρύτερο κύ κλο των βασικών στοιχείων που την ορίζουν. Τον κύκλο αυτό τον έχει ήδη περιγράφει σχημα τικά ο Γιώργος Σαββίδης, πριν από τέσσερα χρόνια. Συγκεκριμένα, ανακοινώνοντας τότε (Απρίλιος 1982), στα πλαίσια του Β' Κυπρολογικού Συνεδρίου το ατελείωτο κυπριακό μυθιστό ρημα του Σεφέρη, Βαρνάβας Καλοστέφανος, ση μείωνε: [...]εκτός από τα γνωστά μας ποιήματα του Σεφέρη, άλλα άμεσα ίχνη της Κυπριακής εμπειρίας του είναι: α) Πολλές εγγραφές του προσωπικού του ημερολογίου καθώς και αντίστοιχες εγγραφές του λεγάμενου πολιτικού ημερολογίου. β) Πολυάριθμες φωτογραφίες που ετράβηξε είτε συνέλεξε ο ίδιος κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του στην Κύπρο, καθώς και πλείστα έντυπα της βιβλιοθήκης γ) Επιστολές προς φίλους στην Ελλάδα, στην Κύπρο και στην Αγγλία, δ) Λίγοι αθυρόστομοι στίχοι του, και ε) Τα σχεδιάσματα του μυθιστορήματος Βαρνάβας Καλοστέφανος.4 Το μεγαλύτερο μέρος του υλικού που απαριθμείται στον κατάλογο αυτό, παραμένει ακόμη αδη μοσίευτο και εν πολλοίς αδιερεύνητο. Ευχάριστο είναι πάντως ότι οι σεφερικές εκδηλώσεις της Λευκωσίας, έγιναν αφορμή για την πρώτη δημό σια έκθεση των κυπριακών φωτογραφιών, του Σεφέρη, με την έμπειρη και καλαίσθητη φροντί δα του κ. Εμμανουήλ Κάσδαγλη, ενώ, σε λίγες μέρες κυκλοφορεί και ο έκτος τόμος του προσω πικού ημερολογίου του Σεφέρη, ο οποίος καλύ πτει χρονικά και το διάστημα που ο ποιητής επισκέφθηκε τρεις φορές απανωτά την Κύπρο (1953, 1954, 1955). Τη ζωντανή εικόνα της έκθεσης των φωτογρα φιών και την υποχρεωτικά σχηματική του κατα λόγου Σαββίδη, θα προσπαθήσω τώρα να τη συμπληρώσω με κάποια πρόσθετα στοιχεία που αφορούν στο θέμα και τα οποία προέρχονται, καθώς το έχω ήδη αναφέρει, από πρόσφατες
έρευνές μου στο αρχείο και τη βιβλιοθήκη του ποιητή.
1. ΞΕΚΙΝΩ από τον Βαρνάβα Καλοστέφανο, η ευθύνη της έκδοσης του οποίου με βαραίνει προ σωπικά από τον Απρίλιο του 1982.6 Μπορώ, λοι πόν, ν’ ανακοινώσω εδώ ότι η μεταγραφή και η μελέτη των c 'μειώσεων, των σχεδιασμάτων και των αλλεπάλληλων επεξεργασιών του μυθιστο ρήματος, έχει προχωρήσει σε ικανοποιητικό βαθμό, και ότι σύντομα θα είναι έτοιμο για να τυπωθεί. Για την ώρα, ας μου επιτραπεί να πα ρουσιάσω μιαν άμεση μαρτυρία σχετική με το ξε κίνημα του μυθιστορήματος, η οποία προέρχεται από αδημοσίευτη επιστολή του Σεφέρη προς την κ. Μαρώ Σεφέρη. Έτσι θα φανεί κιόλας ότι το υλικό που προσφέρουν οι πέντε διαφορετικές ενότητες του καταλόγου, συχνά διασταυρώνεται και υποβοηθεί τον ερευνητή κατά τη μελέτη ενός συγκεκριμένου θέματος. Η περικοπή που ενδια φέρει ανήκει σε επιστολή γραμμένη στις 18 Αυγούστου 1953, και, πέρα από το ότι επαναλαμ βάνει τη γνωστή από αλλού πληροφορία για την επακριβή μέρα που ξεκίνησε το γράψιμο του μυ θιστορήματος, καθώς και τον αρχικό του τίτλο,7 μας παρέχει και την άγνωστη, όσο ξέρω, πληρο φορία ότι ο Σεφέρης λογάριαζε (άραγε κάτω από το βάρος της έμπνευσης και της απόφασης για τη σύνθεση ενός νέου μυθιστορηματικού έρ γου;) να κάψει τα χειρόγραφα του Έξι νύχτες στην Ακρόπολη του οποίου η δεύτερη και τελική επεξεργασία είχε τελειώσει μόλις τρεις μέρες πρίν: [,..]Για την Κύπρο. Έγραψα στον Παπά ότι αποφασίσαμε να πάμε εκεί και εφέτος. Τώρα το θέλω και εγώ για τον εξής λόγο. Σήμερα μετά το φαί στις 3 ακριβώς το απόγευμα (το άλλο που θα καεί το τέλειωσα ανήμερα της Παναγίας) μου ήρθε μια ιδέα που μ’ έκανε να χοροπηδώ μόνος μου στην κάμαρα (από τότες που έφυγες κατάργησα τον απογευματινό ύπνο). Η ιδέα είναι τούτη: Ο Στράτης Θαλασσινός στην Κύπρο Το βράδυ μετά το φαΐ έκανα την προσευχή μου (σοβαρά) κι έγραψα τις δυο πρώτες σελίδες. Το μυαλό μου φούντωσε. Αυτά παθαίνουν οι γέροι. Λοιπόν πρέπει να πάω στην Κύπρο για να γράψω το βιβλίο μου. [...]
2. ΠΕΡΝΩ τώρα σε μια γενική αναφορά στο έν τυπο υλικό που αποτελεί το «κυπριακό σώμα» της βιβλιοθήκης του ποιητή, αφού σημειώσω με χαρά ότι τα οποιαδήποτε τυχόν κενά της σχετικά
α φ ιε ρ ω μ α /1 0 3
σπασμωδικής έρευνας μου, θα μπορούν σύντομα να ελεγχούν με ευκολία και με ακρίβεια χάρη στον κ. Νίκο Γιανναδάκη, ο οποίος ετοιμάζει με κέφι και γνώση τον αναλυτικό κατάλογο της βι βλιοθήκης του Σεφέρη. Το υλικό αυτό διακρίνεται, νομίζω, σε δύο με γάλες κατηγορίες. Την πρώτη κατηγορία αποτε λούν βιβλία, περιοδικά, εφημερίδες και φυλλάδια τα οποία σχετίζονται με τις σύγχρονες πολιτικές εξελίξεις του Κυπριακού, και τη δεύτερη βιβλία και επιστημονικές ή λογοτεχνικές εκδόσεις που αφορούν την αρχαία και ιδίως τη μεσαιωνική ιστορία, καθώς επίσης και την αντίστοιχη γραμ ματεία της Κύπρου. (α) Η πρώτη κατηγορία αποτελείται από ένα πραγματικά ετερόκλητο υλικό, αφού τις πε ρισσότερες φορές πρόκειται για ενημερωτικές εκδόσεις του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερι κών σε διάφορες γλώσσες, ή για προπαγανδιστι κό υλικό των ελληνικών, των τουρκικών και των βρετανικών υπηρεσιών πολιτικής διαφώτισης. Η σημασία του υλικού αυτού, για το οποίο έχω ετοιμάσει, ωστόσο, αναλυτικό κατάλογο, είναι μάλλον περιορισμένη. Φτάνει, συνήθως, στα χέ Εξώφυλλο από φωτογραφικό άλμπουμ φτιαγμένο από τον Γ.Σ. ρια του Σεφέρη δια της υπηρεσιακής οδού και Περιέχει φωτογραφίες του πρώτου ταξιδιού στην Κύπρο. στο σύνολό του σχεδόν, δεν περιέχει ίχνη ανα Ένα άλλο κείμενο που επίσης αφορά την αγ γνώσεων. Υπάρχει, εντούτοις, ένα τμήμα του υλικού αυ γλική πολιτική γραμμή στο Κυπριακό την εποχή τού, το οποίο παρουσιάζει αυξημένο ενδιαφέρον εκείνη, και στο οποίο απαντούν άφθονα ίχνη εξαιτίας των πολλών υπογραμμίσεων, καθώς και από προσεχτική ανάγνωση του Σεφέρη (κυρίως των άλλων σημαδιών που φέρει και τα οποία υπογραμμίσεις και ερωτηματικά), είναι το άρ μαρτυρούν προσεχτικές αναγνώσεις εκ μέρους θρο του γνωστού και αμφιλεγόμενου στην Ελλά του Σεφέρη, ο οποίος κάποτε σημειώνει στα πε δα Άγγλου ιστορικού C. Μ. Woodhouse, «Cy ριθώρια και ορισμένα σύντομα σχόλια που αφο prus and the Middle Eastern Crisis», που δημο σιεύτηκε τον χειμώνα του 1955-56 στο καναδικό ρούν το περιεχόμενο συγκεκριμένων περικοπών. Την πιο σημαντική ενότητα της τελευταίας αυ περιοδικό International Journal,8 Τα τελευταία αυτά κείμενα, αξίζουν, νομίζω, τής ομάδας, αποτελούν 34 τεύχη από τα επίσημα πρακτικά των συζητήσεων του Βρετανικού Κοι συστηματική παρουσίαση από την σκοπιά των νοβουλίου. Στα περισσότερα από αυτά, τα αναγνωστικών σημειώσεων και των άλλων σημα ο'ποία κλιμακώνονται από 14 Σεπτεμβρίου 1956 διών του Σεφέρη. Η χωριστή αυτή εργασία θα έως 25 Ιουλίου 1960 για τη Βουλή των Λόρδων, δώσει απτά στοιχεία για την πορεία της υπηρε και από 5 Μαίου 1955 έως 13 Ιουλίου 1960 για τη σιακής σχέσης του Σεφέρη με το Κυπριακό πρό Βουλή των Κοινοτήτων, ο Σεφέρης έχει κα- βλημα. Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό και με ταρχήν σημαδέψει, με κόκκινο χρώμα, στον πί άλλα τεκμήρια που ενδέχεται να δημοσιευτούν, νακα περιεχομένων του εξωφύλλου όλες τις συ όπως λ.χ. ορισμένες ημερολογιακές εγγραφές ζητήσεις που αφορούν στο Κυπριακό, ενώ στα των αντίστοιχων ετών, θα μας δώσουν μιαν αντι περισσότερα κείμενα έχει αφήσει ίχνη από προ κειμενικότερη και πληρέστερη εικόνα της πολιτι σεκτικές και κάποτε θα έλεγα ιδιαίτερα παθια κής σχέσης του διπλωμάτη Σεφέρη με την Κύ σμένες αναγνώσεις. Το ενδιαφέρον, επομένως, προ. Καθώς, όμως, έχω διεξέλθει όλο το σχετικό των εντύπων αυτών, εντοπίζεται στο ότι παρέ υλικό, σε μια προσπάθεια καταλογογράφησης χουν άφθονα στοιχεία στον μελετητή που θα θε και μιας πρωτοβάθμιας περιγραφής του, επιτρέλήσει να σκιαγραφήσει την καθημερινή σχεδόν ψετέ μου να καταθέσω εδώ τη γενική μου εντύ συναναστροφή του Σεφέρη με το θέμα της Κύ πωση για τα αναγνωστικά ίχνη που περιέχονται πρου στην πολιτική του όψη, καθώς και τον συ σ’ αυτό. Στον Σεφέρη υπήρχε κατά τη γνώμη μου ένα γκεκριμένο διάλογό του με κάποια κείμενα τα οποία φαίνεται ότι επηρέαζαν σημαντικά τη θε σύνδρομο τουρκικού φόβου. Σε όλα τούτα τα τική ή την αρνητική -για την ελληνική πλευρά- κείμενα υπογραμμίζει με συστηματικό τρόπο εξέλιξη των συζητήσεων του Κυπριακού στο όλες τις αναφορές στον τουρκικό παράγοντα· ξε χωρίζει ό,τι αφορά τον τρόπο που η τουρκική Βρετανικό Κοινοβούλιο.
1 04 /α φ ιερ ω μ α
πολιτική άποψη για την Κύπρο διοχετεύεται και προωθείται στο Αγγλικό Κοινοβούλιο· προσπα θεί να διακρίνει, ιδίως μέσα από τα Πρακτικά των Συζητήσεων, τη δύναμη που κερδίζουν ή τις μάχες που χάνουν τα τουρκικά επιχειρήματα. Αρκετά ενωρίς, καθώς το δείχνουν σημειώσεις του ήδη σε Πρακτικά Συζητήσεων του 1956, ο Σεφέρης είχε οσμιστεί τον τουρκικό κίνδυνο ο οποίος είχε αρχίσει να ξεμυτίζει σιγά σιγά, με μικρές και πλάγιες αναφορές στην αρχή, ως ο κυριότερος παράγοντας στο τέλος για τη λύση του Κυπριακού (που τότε βέβαια εσήμαινε για την ελληνική πλευρά, απόδοση της Κύπρου στην Ελλάδα). Επρόκειτο, καθώς φαίνεται, για ένα επικίνδυνο χαρτί (αυτό του τουρκικού παράγον τα) που η αγγλική πολιτική της εποχής εκείνης το έπαιζε με σταθερό τρόπο στην αρχή, έως ότου βέβαια απέκτησε ο μηχανισμός αυτός την αυτο δυναμία του και ξέφυγε ακόμη κι από τον έλεγχο της δύναμης που τον έθεσε σε λειτουργία, κατορ θώνοντας έτσι να προωθήσει, σε μεταγενέστερο χρόνο, τα στενά μικροπρόθεσμα και, καθώς αποδεικνύουν οι εντελώς πρόσφατες εξελίξεις, τα μακροπρόθεσμα σχέδιά του.9 Ας δούμε όμως ένα τέτοιο παράδειγμα από υπογραμμισμένες περικοπές που δείχνει ότι ο Σεφέρης είχε αρκετά έγκαιρα προσανατολιστεί στην αναζήτηση επιχειρημάτων που να ανατρέ πουν ή να αδυνατίζουν την επικίνδυνη αυτή τα κτική της αγγλικής πολιτικής. Μεταφράζω πρό χειρα μια σημαδεμένη και σε αρκετά σημεία υπο γραμμισμένη περικοπή στο κείμενο του Woodhouse του 1955, το οποίο έχω ήδη αναφέρει: [...] Η σύμβαση για την Κύπρο του 1878 όριζε ότι η Μεγάλη Βρετανία θα κατείχε και θα διοικούσε (αλλά δεν θα προσαρτούσε) το νησί εξ ονόματος του Σουλτάνου, του οποίου η επίτιμη επικυριαρχία θα έμενε άθικτη, κάτω από ορισμένες συνθήκες για τις οποίες δεν είναι αναγκαίο να πω περισσότερα παρά μόνο ότι μερικές από αυτές δεν έπαυσαν να ισχύουν ακόμη. Σε αντάλλαγμα, η Μεγάλη Βρετανία έδωσε στον Σουλτάνο ορισμένες εγγυήσεις εναντίον της ρωσικής επιθετικότητας, οι οποίες επίσης δεν είναι, με κανένα τρόπο, εντελώς άσχετες σήμερα. Ωστόσο, το νομικό καθεστώς άλλαξε στην πραγματικότητα εντελώς το 1914 με το ξέσπασμα του Βρετανο-Τουρκικού Πολέμου, οπότε η Μεγάλη Βρετανία προσάρτησε οριστικά το νησί (το οποίο και έγινε επίσημη αποικία του [Βρετανικού] Στέμματος το 1925). Η προσάρτηση αυτή, αναγνωρίστηκε από την Τουρκία με την συνθήκη της Λωζάνης το 1923, η οποία υπογράφηκε επίσης και από την Ελλάδα. Σ’ αυτήν τη συνθήκη στηρίζεται το σημερινό νομικό
καθεστώς. Τώρα πια το επιχείρημα της Βρετανικής Κυβέρνησης ότι δεν μπορεί να παραχωρήσει την Κύπρο [στην Ελλάδα] χωρίς την τουρκική συγκατάθεση, δεν έχει καμιά νομική βάση, όπως συνέβαινε πριν από το 1914. Εξάλλου, προκύπτει κι ένα ενδιαφέρον πρόβλημα από το γεγονός ότι, με τη Γαλλο-Βρετανική συμφωνία του 1920, η Βρετανική Κυβέρνηση ανέλαβε την υποχρέωση να μην παραχωρήσει την Κύπρο ούτε να απομακρυνθεί από αυτή χωρίς τη συγκατάθεση της Γαλλικής Κυβέρνησης «εξαιτίας της γεωγραφικής και στρατηγικής θέσης της Κύπρου, η οποία γειτονεύει με τον Κόλπο της Αλεξανδρέττας». Ο Κόλπος της Αλεξανδρέττας ήταν τότε κάτω από τον γαλλικό έλεγχο και τώρα είναι κάτω από τον τουρκικό. Εντούτοις, η υπόσχεση που δόθηκε τότε στους Γάλλους δεν ανανεώθηκε ποτέ επίσημα προς όφελος της Τουρκίας. [...]10 Για να αλλάξουμε, ωστόσο, κάπως πεδίο προσα νατολισμού, με κατεύθυνση τώρα τα κυπριακά ποιήματα του Σεφέρη, θα παρουσιάσω δύο ακό μη υπογραμμισμένες από τον ποιητή περικοπές στο κείμενο του Woodhouse, οι οποίες νομίζω ότι αν συνδυαστούν και με ορισμένες περικοπές από το υπό έκδοση προσωπικό ημερολόγιο του ποιητή που αφορά την εποχή εκείνη, φωτίζουν με άμεσο τρόπο την πολιτική διάσταση του ποιή ματος «Σαλαμίνα της Κύπρος».12 Ας δούμε πρώτα τις σημαδεμένες στον Woodhouse περικοπές. [...] Πολύ λίγα ή σχεδόν τίποτα δεν ειπώθηκε εδώ για τους ίδιους τους Κύπριους ως έθνος. Αυτό έγινε επειδή οι Κύπριοι, ως έθνος, δεν υπάρχουν ακόμη. Μια από τις κακοτυχίες της σημερινής κατάστασης, είναι το ότι η βρετανική πολιτική απέτυχε στο να δημιουργήσει μιαν κυπριακή εθνική συνείδηση ως κάτι το ξεχωριστό από την ελληνική ή την τουρκική εθνική συνείδηση. Το [...] επιχείρημα είναι ότι η βρετανική πολιτική για δημιουργία ενός κυπριακού έθνους, οικονομικά ανθηρού, με συνείδηση ότι δεν είναι ούτε ελληνικό ούτε τουρκικό, αλλά κυπριακό και ικανοποιημένου από τη θέση του ως ανεξάρτητου μέλους της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, είχε πράγματι ξεκινήσει πολύ, μα πολύ αργά. Το 1925 δεν θα ήταν πολύ ενωρίς, το 1955 είναι σχεδόν σίγουρα πολύ αργά. [,..]14 Αυτό που ο Άγγλος ιστορικός περιγράφει ως αποτυχημένη ή καθυστερημένη προσπάθεια αλ-
α φ ιε ρ ω μ α /1 0 5
λαγής της εθνικής συνείδησης του κυπριακού λαού, ο Σεφέρης το εντοπίζει πιο ειδικά στο θέ μα της παιδείας και θεωρεί ως «ανόητη» την προσπάθεια εξαγγλισμού της (εγγραφή 1ης Δεκ. 1953). Και ότι βέβαια με «εξαγγλισμό» δεν εν νοεί απλώς το εκπαιδευτικό σύστημα, το δείχνει η ακόλουθη φράση από μεταγενέστερη εγγραφή: «Ήθελαν ν’ αλλάξουν πολιτική όσον αφορά παι δεία -να σφίξουν τα μέτρα προς τον εξαγγλισμό» (εγγραφή 1ης Οκτ. 1954). Και αργότερα μάλιστα συνοψίζει ως εξής τη γενική του εντύπωση για την τότε πολιτική δράση των Βρετανών στο νησί (εγγραφή 30ης Απρ. 1956): Από τον εκτόπισμά του Μακαρίου, οι κυ ρίαρχοι της Κύπρου σκέπτονται τρεις λύσεις: (α) να βάλουν φυλακή όλο το νησί (β) να διώξουν όλους τους Κυπρίους (γ) (ανομολόγητο) να τους ξεκάμουν. Η τελευταία φράση της προηγούμενης περικοπής (να τους ξεκάμουν) μας οδηγεί αμέσως στους ακόλουθους στίχους, από το ποίημα «Σαλαμίνα της Κύπρος», οι οποίοι και νομίζω ότι φωτίζο νται με καίριο τρόπο απ’ όλα τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν πιο πάνω: Και τούτα τα κορμιά πλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν, έχουν ψυχές. Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν, δε θα μπορέσουν · μόνο θα τις ξεκάμουν αν ξεγίνονται οι ψυχές. Δε γνωρίζω τι είδους υλικό από την ιστορική πραγματικότητα (όχι μόνο της εποχής κατά την οποία γράφτηκε το ποίημα, αλλά γενικότερα αυ τής που αφορά την τύχη της Κύπρου), υποβα στάζουν οι συγκεκριμένοι αυτοί στίχοι, ή πόσα πράγματα μπορεί να σημαίνουν για τον καθένα οι φράσεις «Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλά ξουν, δε θα μπορέσουν»·15 όμως βρίσκω πολύ ταιριαστό να κλείσω τη σύντομη αυτή παρέκβα ση στην πολιτική όψη του σεφερικού αυτού ποιήματος με την ακόλουθη περικοπή από ένα κείμενο του T.S. Eliot, το οποίο εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται, μα είναι ωστόσο βαθύτατα πολιτικό: Πιο εύκολα σκέφτεσαι παρά αισθάνεσαι σε μια ξένη γλώσσα. Γι’ αυτό καμιά τέχνη δεν είναι με τόσο πείσμα εθνική όσο η ποίηση. Μπορείς ν’ αφαιρέσεις από ένα λαό τη γλώσσα του, να την καταπιέσεις, και να του επιβάλεις μιαν άλλη γλώσσα στα σχολειά· αλλά αν δεν μάθεις αυτό το λαό να αισθάνεται σε μια καινούργια γλώσσα, δεν έχεις ξεριζώσει την παλιά, και θα ξαναφανεί
Λάμπουσα Κύπρον. Ο Σεφέρης με τον ζωγράφο Διαμαντή στο μοναστήρι (1953)
στην ποίηση που είναι το αμάξι του συναισθήματος.16 β) Περνώ τώρα στη δεύτερη κατηγορία των κυπριακών βιβλίων και των άλλων εντύπων της βιβλιοθήκης του Σεφέρη, αυτά που αναφέρονται στην ιστορία και τον πολιτισμό της. Από την ομάδα των βιβλίων ξεχωρίζει ο δεύ τερος τόμος της Μεσαιωνικής βιβλιοθήκης του Σάθα, ο οποίος και περιέχει τους «Χρονογρά φους του βασιλείου της Κύπρου». Ο τόμος φέρει τη σφραγίδα του γνωστού παριζιάνικου βιβλιο πωλείου Maisonneuve, τη σφραγίδα του Σεφέρη με τη γοργόνα και έχει δεθεί κατά τον προσφιλή στον Σεφέρη τρόπο της ενσωμάτωσης λευκών φύλλων στο τέλος, κάτι που μαρτυρεί και την πρόθεσή του να διαβάσει το έργο συστηματικά κρατώντας σημειώσεις μόνιμου χαρακτήρα. Έτσι, στο πρώτο λευκό φύλλο, ο Σεφέρης έχει φτιάξει ένα ιδιόχειρο συνοπτικό πίνακα περιε χομένων, κάτι που ως γνωστό δεν παρέχει η έκ δοση Σάθα. Επιπλέον, σε τέσσερα ένθετα φύλλα έχει καταρτήσει έναν λεπτομερέστερο πίνακα στον οποίο δηλώνεται και το θέμα των διαφόρων ενοτήτων της πολυσέλιδης εισαγωγής του Σάθα. Στο δεύτερο ενσωματωμένο λευκό φύλλο, ο Σε φέρης έχει κρατήσει τις πρώτες αναγνωστικές του σημειώσεις, οι οποίες αφορούν θέματα του κειμένου του Μαχαιρά τα οποία του προκάλεσαν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τις παραθέτω: Τεμπλιώτες: 58-62 Φόνος Ιωάννη Lusignian σελ. 343 ελλειπές. Μούλα Μαργαρίτα σελ. 289 D § 234 Ο δαίμων της πορνείας σελ. 164 έπ[εται] Φόνος ρήγα Πιέρ τ’ Αγ. Αντωνίου Τε[τάρτη] 17 Ιαν. 1368-σελ. 190-192
1 0 6 /α ψ ιε ρ ω μ α
Φυσικά το ίδιο το κείμενο του Μαχαιρά, αλλά και αυτό του Νεόφυτου του Έγκλειστου, καθώς και το Μαρτύριον Κυπρίων, περιέχουν άφθονα σημάδια από προσεκτικές αναγνώσεις. Τον Μαχαιρά ο Σεφέρης τον κατέχει και στην ανατύπω ση της έκδοσης του Dawkins στις εκδόσεις L ’ οϊ· seau, Famagouste, Chypre, τις οποίες οφείλουμε στον Ευάγγελο Λουίζου. Πάντως, στην έκδοση αυτή, το κείμενο του Μαχαιρά δεν φέρει κανένα σημάδι. Αντίθετα, η εισαγωγή του Dawkins φέ- . ρει άφθονα ίχνη από πολύ προσεχτική ανάγνω ση, ενώ σ’ ένα ένθετο δελτίο, σφραγισμένο με τη σεφερική γοργόνα, ο ποιητής έχει σημειώσει με μολύβι το ακόλουθο σχέδιο τηλεγραφήματος προς τον Ευάγγελο Λουίζο: Ηρ[α]κλείου 14 Λεόντιος 6 ημέρα στοπ Τον εχάρηκα μπράβο Όσον αφορά τα υπόλοιπα «κυπριακά» βιβλία του Σεφέρη, κρίνω σκόπιμο να μην παραθέσω εδώ τον αναλυτικό κατάλογό τους τον οποίο ετοίμασα για τις ανάγκες της εργασίας αυτής. Και τούτο επειδή, πέρα από τον γενικό κατάλο γο της βιβλιοθήκης Σεφέρη που ετοιμάζει ο κ. Γιανναδάκης και ο οποίος μας καλύπτει πλήρως και ως προς αυτό το θέμα, έναν ειδικότερο κα τάλογο για τα «κυπριακά» βιβλία που μελέτησε (ή που σχεδίαζε να μελετήσει) μας παρέχει ο ίδιος ο Σεφέρης στον υπό δημοσίευση έκτο τόμο του προσωπικού του ημερολογίου. Ωστόσο, αξίζει να αναφερθεί εδώ χωριστά ο Οδηγός του Rupert Gunnis Historic Cyprus (Λονδίνο 21947), ο οποίος φαίνεται ότι στάθηκε ο αχώριστος σύντροφος του Σεφέρη κατά τις εκ δρομικές εξορμήσεις του στην Κύπρο, αλλά και για την οργάνωση των κυπριολογικών του μελε τών. Το βιβλίο αυτό, εκτός από τις πολλές υπο γραμμίσεις, τις ποικίλες σημειώσεις, τις παρα πομπές σε άλλα κείμενα για διασταύρωση πλη ροφοριών, κτλ., περιέχει ένθετο ένα χάρτη της Κύπρου όπου σημειώνονται διάφορες τοποθε σίες του νησιού, καθώς και δύο φύλλα μικρού σχήματος τα οποία ο Σεφέρης φύλαξε προσεχτι κά μέσα σε επικολλημένο στο τέλος του βιβλίου αυτοσχέδιο φάκελο. Το πρώτο περιέχει αυτόγραφο και το πρόγραμμα μιας διήμερης εκδρο μής η οποία υποθέτω ότι πρέπει να έγινε σ’ ένα από τα δύο πρώτα ταξίδια του Σεφέρη στην Κύ προ. Το εκδρομικό εκείνο πρόγραμμα, όπως το σημείωσε ο Σεφέρης, είχε ως εξής: Λευκωσία Κακοπετριά (εκκλησίες) - Γαλάδκια - Πλατάνια (τοποθεσία) - Αμίαντος - Τρόοδος (μεσημέρι) Πλάτρες (βράδυ) - Τροοόίτισσα (2η μέρα) τσικουδιά - Πρόδρομος - Κόκκος (μεσημέρι) - Πεδουλάς - Λεύκα - Καλοχώριο - Λευκωσία. Το δεύτερο φύλλο δεν ανήκει στον Σεφέρη, μα ο ποιητής το φύλαξε προσεκτικά ως μνημόνιο, μου
φαίνεται, της συγκίνησης που του προξένησε ένας άνθρωπος του νησιού με μιαν απλή χειρο νομία του. Πρόκειται για ένα σημείωμα κάποιου άγνωστού μου Πασχάλη Ανδρέα από την Αγία Νάπα, ο οποίος βρήκε το βιβλίο του Gunnis που ο Σεφέρης το ξέχασε κάπου και το έστειλε στον Λουίζο. Παραθέτω και αυτό το σημείωμα, στο οποίο, άλλωστε, ο Σεφέρης πολύ φυσικά έχει πολιτογραφηθεί στα κυπριακά ως «ο Κύριος Γιώρκος»: Κύριε Εβάγκελε, Το βιβλίον το ήβρα πάνω στο Σιεντρουβάνιν το έβαλεν ο Κύριος Γιώρκος και το εξεχάσεται και το ήβρα εγό και το ήχα σπίτην μου και ήταν για να έλθω την Δευτέραν να σας το φέρω σπίτιν σας Πασχάλης Ανδρέα πελεκάνος Αγίαν Νάπαν Θα πρέπει μόνο να σημειώσω ότι πελεκάνος ονο μάζεται στην Κύπρο ο ξυλουργός και, κατ’ επέ κταση, ο μαραγκός, και ότι ο Σεφέρης καταγρά φει στο προσωπικό του ημερολόγιο (εγγραφή 30ης Σεπτ. 1954) μιαν ακόμη συνάντησή του με τον Πασχάλη Ανδρέα. Πριν τελειώσω με τη συ νοπτική αυτήν αναφορά στα κυπριακά έντυπα της βιβλιοθήκης του Σεφέρη, κρίνω σκόπιμο ν’ αναφερθώ εδώ σ’ ένα μεθοδολογικό πρόβλημα που αφορά τον τρόπο της μελλοντικής παρου σίασης όλων ή έστω ορισμένων σημαδεμένων ή σχολιασμένων απ’ τον Σεφέρη περικοπών στα έντυπα αυτά. Γνωρίζουμε, φυσικά, ότι η γνωστή συνήθεια του Σεφέρη να δηλώνει ο ίδιος σε ση μειώσεις ορισμένες πηγές στίχων του, ή να παρα πέμπει σε κάποια κείμενα που έχουν λειτουργική σχέση με τη γένεση κάποιων ποιημάτων του, μειώνει αρκετά την όποια αξία μιας αυστηρός φιλολογικής παρουσίασης των σημαδεμένων χω ρίων. Εντούτοις η επαφή μου με το υλικό αυτό, με έπεισε ότι η αξία μιας τέτοιας παρουσίασης δεν μηδενίζεται εξαιτίας των σημειώσεων και των άλλων παραπομπών του ποιητή. Θα δώσω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Είναι γνωστό ότι ο Σεφέρης συνόδευε την πρώτη έκδοση του ποιήματος «Οι Γάτες τ’ Ά ιΝικόλα» με την εξής σημείωση: Δες, ανάμεσα σε άλλους ταξιδιώτες (1483-1750), Estienne de Lusignan, Description de toute Γ isle de Cypre (Παρίσι 1580 και φωτοτυπική έκδοση: Les Editions L’ oiseau, Αμμόχωστος, 1968): [...] Για να μην ξεχαστεί πως τούτα τα φαρμακερά ζώα ξεριζώθηκαν από τον κάβο που είπαμε, πρέπει να σημειωθούν τα εξής: (...) ο πρώτος δούκας της Κύπρου έβαλε και έχτισαν ένα μοναστήρι καλογέρων του τάγματος του Αγίου Βασιλείου, αφιερωμένο στον Ά γιο
α φ ιε ρ ω μ α /1 0 7
Νικόλαο, και έδωσε όλον αυτόν τον κάβο στο μοναστήρι, με τον όρο να ταΐζουν καθημερινά εκατό γάτες τουλάχιστο, δίνοντάς τους λίγο κρέας καθημερινά πρωί και βράδυ, χτυπώντας μια μικρή καμπάνα, έτσι που να μην τρώνε πάντα φαρμάκι, και την υπόλοιπη μέρα και νύχτα να βγαίνουν να κυνηγούν τούτα τα φίδια. Ακόμη και στα χρόνια μας το μοναστήρι έτρεφε πάνω από σαράντα γάτες. Γι’ αυτό και ονομάζεται σήμερα ακόμα Κάβο-Γάτα.17 Είναι φανερό, βέβαια, ότι το περιεχόμενο της περικοπής από τον γάλλο περιηγητή, μας καλύ πτει με επάρκεια ως προς την ιστορική υποδομή του ποιήματος για την οποία ο ποιητής θέλησε να μας παραπέμψει με άμεσο τρόπο. Εντούτοις, η συστηματική εξέταση των κυπριακών βιβλίων του Σεφέρη, έδειξε ότι υπάρχουν αναγνωστικά ίχνη που μας βοηθούν να εντοπίσουμε πρόσθετα στοιχεία που αφορούν την ιστορική και τη λογο τεχνική υποδομή του ποιήματος, σε άλλα τρία βιβλία. Πρόκειται για τον Οδηγό του Gunnis που ήδη αναφέραμε, το θεμελιακό βιβλίο του Cl.D. Cobham Excerpta Cypria, στο οποίο νομί ζω ότι ο Σεφέρης οδηγήθηκε από τα παραθέματα και τις παραπομπές του Gunnis και η Χρονολο γική Ιστορία της Νήσου Κύπρον του Αρχιμαν δρίτου Κυπριανού. Ξεκινώ απ’ τον Οδηγό του Gunnis, ο οποίος σίγουρα αποτελεί την πρώτη πηγή του Σεφέρη. Ήδη στο ευρετήριο του βιβλίου ο ποιητής έχει υπογραμμίσει τη σχετική με το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου εγγραφή και έχει σημειώσει με μολύβι στο κάτω μέρος της ίδιας σελίδας (492): «of the cats: Ακρωτήρι σ. 155 ε», ενώ στις σχετι κές σελίδες, όπου και το λήμμα για το χωριό Ακρωτήρι, έχει κλείσει μέσα σε βέλη το χωρίο που αναφέρεται στο μοναστήρι του Αγίου Νικο λάου. Από το χωρίο αυτό θα παραθέσω αμέσως πιο κάτω σε μετάφραση τις περικοπές που αφο ρούν στο θέμα των γάτων, αφού σημειώσω πρώ τα ότι εκτός από τα βέλη, ο ποιητής έχει υπο γραμμίσει με μολύβι τη φράση «all are maimed by the snakes» (σ. 159)· έχει, επίσης, σημαδέψει με μια μικρή κάθετη μολυβιά στο περιθώριο τις φράσεις «He suggests that they may be a special breed like the sacred cats of Egypt» (σ. 157) και «but best of all is his sight, which can pierce the shades of night, hence he is called cat: for cattus means cunning, and the ancients thought that cats were akin to the Genii or Lares, saying that Genii, though unseen by men, could not remain invisible to cats» (σ. 158). Επίσης, στο κάτω μέρος της σε λίδας αυτής (158), ο Σεφέρης έχει αντιγράψει με μολύβι την ακόλουθη φράση του Δομηνικανού μοναχού Felix Faber, ο οποίος επισκέφθηκε την Κύπρο το 1483: «because we have it by tradition
Πεόουλάς Κύπρου - Εκκλησία Αρχάγγελου.
from our elders that the air of the island is pestife rous to Germans», Exc. Cypria p. 36. Ακόμη πρέ πει να σημειώσω ότι τα τρία χωρία απ’ τους με σαιωνικούς περιηγητές Villamont, Faber και Suriano τα οποία ο Gunnis αποσπά από το βιβλίο του Cl.D. Cobham, Excerpta Cypria και τα πα ραθέτει στο δικό του κείμενο, ο Σεφέρης τα έχει σημαδέψει και στο προσωπικό του αντίτυπο των Excerpta Cypria. Στην περίπτωση, μάλιστα, του Faber και του Suriano το κείμενο που σημαδεύει ο Σεφέρης, είναι εκτενέστερο απ’ αυτό που πα ραθέτει ο Gunnis. Έτσι, για να έχουμε μια πλή ρη εικόνα των σημαδεμένων περικοπών, τόσο στον Gunnis όσο και στον Cobham, και για να αποφύγω την παράθεση των επικαλυπτόμενων χωρίων, παραθέτω, μέσα σε αγκύλες, στο κείμε νο του Gunnis και τις επιπλέον φράσεις που ο Σεφέρης έχει σημαδέψει στο αντίτυπό του των Excerpta Cypria. Ιδού, λοιπόν, σε μετάφραση, το κείμενο του Gunnis:18 Ο κ. Enlart έχει κάνει κάποιες ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις πάνω στο θέμα των Γάτων.
1 0 8 /α φ ιερ ω μ α
Υποθέτει ότι θα πρόκειται για μιαν ειδική ράτσα, όπως οι ιερές γάτες της Αίγυπτου. Υπάρχει ένα περίφημο ιερό του Pasht κοντά στο Zagazig, στην Αίγυπτο, όπου λατρευόταν ·. η γατόμορφη Θεά, πρωτότυπο της κλασσικής Άρτεμης, χίλια χρόνια προ Χριστού, και είναι πιθανόν ότι ένα τέμενος της γατόμορφης Θεάς στήθηκε κάποτε στην Χερσόνησο του Ακρωτηρίου. Τόσοι πολλοί περιηγητές αναφέρονται στο μοναστήρι και στις γάτες, ώστε το μόνο δυνατό είναι να δώσουμε μερικά αποσπάσματα από τα πιο ενδιαφέροντα μεσαιωνικά γραφτά: «Και έτσι, κουβεντιάζοντας παρέα, φτάσαμε στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Βρίσκεται κοντά στη θάλασσα και σώζεται σχεδόν ανέπαφο, καθώς δεν έπαθε καταστροφές από τους Τούρκους όταν κατέλαβαν την Κύπρο το 1570. Αλλά εκδιώχθηκαν οι μοναχοί του τάγματος του Αγίου Βασιλείου που το κατείχαν (ή το εγκατέλειψαν από μόνοι τους) και από τότε οι Τούρκοι δεν επέτρεψαν σε κανένα να διαμείνει εκεί -τόσο σκληρά μισούνε την χριστιανική πίστη. Ο σύντροφός μου μου είπε ότι οι εν λόγω μοναχοί φύλαγαν ένα αριθμό από γάτες με σκοπό να πιάνουν τα φίδια, τα οποία ήσαν σε τούτο τον κάμπο πολύ περισσότερα από οποιοδήποτε άλλο σημείο του νησιού. Αυτά τα φίδια είναι μαύρα και άσπρα, το λιγότερο εφτά πόδια μάκρος και χοντρά όσο το πόδι του ανθρώπου, έτσι που δύσκολα θα πίστευα ότι μια γάτα θα μπορούσε να νικήσει ένα τόσο μεγάλο θηρίο, ή ότι θα είχαν την υπομονή οι γάτες να βγαίνουν να τα κυνηγούν και να μην επιστρέφουν έως ότου να κτυπήσει η καμπάνα για το μεσημέρι, και μόλις τελειώσουν το φαγητό τους να επιστρέφουν στο κυνήγι των φιδιών μέχρι το βράδυ. Δύσκολα θα το πίστευα αν ο μοναχός δεν μου ορκιζόταν ότι το είχε δει ο ίδιος. Η ιστορία του, πάντως, επιβεβαιώθηκε αργότερα κι από άλλα άτομα εμπιστοσύνης, τα οποία είχαν δει το ίδιο πράγμα. Το μοναστήρι παρέμεινε έρημο και οι γάτες χάθηκαν από έλλειψη φαγητού. Όμως η μνήμη τους διασώζεται στο όνομα του Ακρωτηρίου Καβογάτα, το Ακρωτήριο δηλαδή των Γάτων.» (Villamont, 1589, Excerpta Cypria, a. 171) «Πιο πέρα από τη Λεμεσό είναι ένα ασφαλές δασώδες μέρος τόσο πολύ γεμάτο από φίδια και άλλα βλαβερά ζώα, ώστε κανείς δεν μπορεί να ζήσει εκεί. Παρ’ όλα αυτά, στη μέση του δάσους, έκτισαν κάποιοι παλαιοί Πατέρες ένα μοναστήρι, έτσι ώστε,
όντας περιτριγυρισμένοι από φίδια, να είναι λιγότερο εκτεθειμένοι σε επισκέψεις ρουτίνας, οι οποίες είναι γνωστό ότι ενοχλούν τους πραγματικά ευσεβείς μοναχούς. Από την άλλη όμως, και από το φόβο μήπως τα φίδια ενοχλούν τα τρόφιμα της μονής, διατηρούν ένα αριθμό από γάτες, οι οποίες από τη φύση τους κυνηγούν φίδια, ποντικούς, αρούραίους και άλλα τρωκτικά και δεν τα αφήνουν να πλησιάσουν τον μανδρότοιχο. Έτσι, ένας ημερήσιος πόλεμος διεξάγεται ανάμεσα στις γάτες και τα φίδια για να διώξουν τα τελευταία από το μανδρότοιχο. Τη νύχτα πάλι, μένουν μέσα και περιτριγυρίζουν στα γραφεία, μήπως και κρύβεται εκεί κανένα ερπετό. Κατά τη διάρκεια όμως της μέρας κυνηγούν στο δάσος, κι όταν έρθει η ώρα του δείπνου ο καλόγερος που είναι υπηρεσία κτυπά μια καμπάνα, στον ήχο της οποίας τρέχουν όλες στο μέρος που τους βάζουν την τροφή. Για το πιάσιμο των ποντικών η γάτα έχει πολύ καλή ακοή και καλύτερη όσφρηση. Όμως το καλύτερο χάρισμά της είναι η όραση, χάρη στην οποία μπορεί να διαπερνά το σκοτάδι της νύχτας, γι’ αυτό, άλλωστε, ονομάζεται και γάτα, από το cattus που σημαίνει πανούργος. Οι Αρχαίοι πιστεύουν ότι η γάτα έχει μια συγγένεια με τους δαίμονες ή και τους εφέστιους Θεούς και λέγουν ότι οι δαίμονες, μολονότι αόρατοι στους ανθρώπους, δεν μπορούν να παραμείνουν αόρατοι και στις γάτες. [Μου λένε ότι ο Βρούτος καταγινόταν με κάτι στο σπίτι του μια νύχτα, μ’ ένα φως, όταν είδε μια μαύρη φιγούρα. Ρώτησε τι ήταν. “Είμαι ο κακός δαίμονας” του απάντησε και εξαφανίστηκε. ] Για τους Αρχαίους, ήταν καθορισμένο ότι για τον κάθε άνθρωπο υπάρχει ένα ζευγάρι δαιμόνων, ο ένας είναι ο καλός και ο άλλος ο κακός δαίμονας. Οι εφέστιοι Θεοί λέγεται ότι ήσαν γιοι του Ερμή και της Νύμφης Λάρας. Ζούσαν στα σπίτια των ανθρώπων και τα προστάτευαν. Οι θέσεις τους ήταν στην κοινή αίθουσα του σπιτιού, κοντά στη φωτιά και εκεί οι άνθρωποι τους πρόσφεραν την οφειλόμενη ευλάβεια, ένα έθιμο που δεν έχει περιπέσει σε απόλυτη αχρησία. Και επειδή οι γάτες έχουν αστραφτερά μάτια και αγαπούν να ξαπλώνουν στις στάχτες κοντά στη φωτιά, λένε ότι είναι οι πλησιέστεροι συγγενείς των δαιμόνων και των σπιτικών Θεών (εφέστιων και πατρόων). (Felix Faber, 1483, Excerpta Cypria, σ. 46) «[Μείναμε εδώ (στη Λάρνακα) δυο μέρες, και έπειτα την αφήσαμε ταξιδεύοντας συνεχώς κογτά στην ακτή και την επόμενη
α φ ιε ρ ω μ α /1 0 9
μέρα φτάσαμε στη Λεμεσό, μια πόλη εντελώς καταστρεμμένη και γκρεμισμένη από πολέμους και σεισμούς. Αφήνοντας την φτάσαμε στον Καβογάτα, δεκαοχτώ μίλια μακρυά: λένε το μέρος Ακρωτήριο των Γάτων. Και εδώ είδα ένα μεγάλο και παράξενο θαύμα. Περί τον θαύματος των γάτων στην Κύπρο] 'Ακόυσα ένα θαυμαστό πράγμα. Από την προαναφερθείσα πόλη της Λεμεσού και έως το ακρωτήρι αυτό, το έδαφος παράγει τόσα πολλά φίδια, ώστε οι άνθρωποι δεν μπορούν να το καλλιεργήσουν, ούτε καν να περπατήσουν σ’ αυτό χωρίς να πάθουν κακό. Και δεν ήταν για τη θεραπεία τους που ο Θεός εγκατεστάθηκε εκεί, γιατί σε σύντομο χρονικό διάστημα αυτά θα επολλαπλασιάζονταν τόσο πολύ ώστε το νησί θα μπορούσε να μείνει χωρίς ανθρώπους. Σε τούτο τον τόπο υπάρχει ένα ελληνικό μοναστήρι το οποίο εκτρέφει ένα πολύ μεγάλο αριθμό από γάτες, οι οποίες διεξάγουν έναν ασταμάτητο πόλεμο με αυτά τα φίδια. Είναι θαύμα να τις βλέπεις, γιατί όλες σχεδόν είναι λαβωμένες απ’ τα φίδια: άλλη έχει χάσει τη μύτη· άλλη ένα αυτί· μιας άλλης το δέρμα είναι κουρελιασμένο· μια άλλη είναι κουτσή· μια άλλη είναι στραβή απ’ το ένα μάτι, μια άλλη κι απ’ τα δυο. Και, πράγμα παράξενο, την ώρα του φαγητού, στον ήχο μιας καμπάνας, όλες αυτές που είναι σκορπισμένες στα χωράφια μαζεύονται στο εν λόγω μοναστήρι. Κι όταν φάνε αρκετά, φεύγουν όλες μαζί κοπάδι για τη μάχη με τα φίδια.» (Suriano, 1484, Excerpta Cypria, ο. 48)
Στο προσωπικό του αντίτυπο της Χρονολογικής Ιστορίας της Νήσου Κύπρου του Κυπριανού, ο Σεφέρης έχει, κατ’ αρχήν, σημειώσει με μολύβι, στην άνω αριστερή γωνία του τελευταίου λευκού φύλλου: «Κάβο Γάτα, σ. 30»· και έχει περικλείσει, στις σχετικές σελίδες (30-31), μέσα σε βέλη, την περικοπή του βιβλίου που αφορά στον Κάβο-Γάτα, ενώ έχει, επίσης, υπογραμμίσει στο κείμενο τις λέξεις: ακρωτήριου των Γάτων, Καλόκαιρος και κουφή. Ιδού η συγκεκριμένη περι κοπή:'9 [...] Εκαλέσθη αυτός ο τόπος ακρωτήριον των Γάττων, δια τοιαύτην αιτίαν· επειδή η Νήσος δια τας ανομβρίας ερημώθη και έφυγαν οι κάτοικοι αυτής σχεδόν το περισσότερον μέρος, και εβάσταξεν εις πολλά μέρη αυτής παντελώς ακατοίκητος, άλλοι μεν ως λέγουσι τριάκοντα εξ χρόνους, άλλοι δε, και πλέον με πιθανότητα, δεκαεπτά χρόνους, εστάλθη υπό του μεγάλου Κωνσταντίνου εις την Νήσον,
Ο Γ.Σ. στο Βουνί της Κύπρου (1953).
δια να την κατοικήση, μετά την επιστροφήν της αγίας Ελένης από την Ιερουσαλήμ, ένας Δούκας ονόματι Καλόκαιρος. Βλέπων δε αυτός εις την Νήσον, ότι επολλαπλασιάσθησαν τόσον τα οφίδια, ώστε οπού οι άνθρωποι και τα ζώα συνεχώς εδαγκάνοντο και απέθνησκον, και μάλιστα υπό της λεγομένης κουφής, φαρμακερόν τω όντι και θανατηφόρον οφίδιον και μέχρι της σήμερον (λέγουσι διότι, πως έχει τόσον δυνατόν φαρμάκι, οπού είναι αρκετή να αναλύση ένα σωστόν κριάριον και να το καταπίη ως υγρόν), εστοχάσθη λοιπόν ο ρηθείς Δούκας ένα τρόπον διά να αφανίση εις αυτά τα μέρη του ακρωτηρίου τα πολλά οφίδια- όθεν έστειλεν εις τον άγιον Νικόλαον του ακρωτηρίου, μοναστήριον των μοναχών Ρωμαίων εκ της τάξεως του αγίου Βασιλείου, ως χιλίρυς γάττους και γάττας, των οποίων διώρισε και την τροφήν εξ οικείων εξόδων. Λοιπόν αυγήν και βράδυ εσυνήθισαν αυτοί οι γάττοι, ακούοντες τον κτύπον των καμπάνων, να συνάζονται εις κάποιας γούρνας ξυλίνας, ένθα ήτον το φαγί των, και αφ’ ου έτρωγαν, έτρεχαν εις τα δάση και εκυνήγουν τα οφίδια το επίλοιπον της ημέρας. ΔΓ αυτήν την αιτίαν ωνομάσθη ακρωτήριον των Γάττων, και έως εις κάποιον καιρόν μετά ταύτα οι πατέρες του Μοναστηριού εκράτουν έναν
110 /α φ ιε ρ ω μ α
ματα το θάνατο, /μέρες ολόκληρες μέσα στο χιόνι της ΑνατολήςΙστον παγωμένο ήλιο/κατάματα μέ ρες ολόκληρες ο μικρός εφέστιος θεός.), όσο κι αν αφορούν εμπειρίες πραγματικές που ο ποιη τής τις έχει καταγράψει στο ημερολόγιό του, 1 δεν αποκλείεται να οφείλουν κάτι από τη γένεσή τους στις περικοπές όπου ο Enlart τις συσχετίζει με τις ιερές γάτες της Αιγύπτου, ή -ιδίω ς- με την περικοπή του Faber, ο οποίος μιλά ειδικά για την όρασή τους και για τα “αστραφτερά τους μάτια” και για τη συγγένειά τους με τους σπιτι κούς θεούς, περικοπές που καθώς είδαμε ο ποιη τής τις έχει σημαδέψει ξεχωριστά στον Οδηγό του Gunnis.22 Ο στίχος 32 (χοντρά σαν το ποδάρι ανθρώπου) οφείλεται στη σχετική πληροφορία του Villamont: «These snakes are black and whi te, at least 7 feet long, and thick as a man’ s leg». Οι στίχοι 36-37 {κι ούτε μπορούσαν να δουλέ ψουν τα χωράφια!κι ούτε να βγάλουν τα κοπά δια στη βοσκή), είναι πιθανόν ότι στηρίζονται στο εξής χωρίο του Suriano: «the soil produces so many snakes that men cannot till it, or walk with out hurt thereon». Ο στίχος 40 {και ξεκινούσαν τσούρμο για τη μάχη) ίσως στηρίζεται στην εικό Ένα εξωτερικό στοιχείο που συνηγορεί στη να της ομαδικής εξόρμησης που παράδίδει ο Su συνδυαστική, συνειδητή (είτε και ασύνειδη ώς riano: «And when they have eaten enough, at the ένα βαθμό) χρήση των πιο πάνω κειμένων που sound of the bell they all leave together and go to παραδίδουν οι Cobham, Gunnis και Κυπριανός, fight the snakes». Οι στίχοι 45-47 και 50 {Ήτανε είναι το ότι ο Σεφέρης απέκτησε το κείμενο του θαύμα να,τις βλέπεις,!λένε, άλλη κουτσή, κι άλλη Lusignan (στο οποίο και μας παραπέμπει ο στραβή, την άλλη/χωρίς μύτη, χωρίς αυτί, προ ίδιος), στις εκδόσεις L’ oiseau του Ευάγγελου βιά κουρέλι και Ά γρια πεισματικές και πάντα Λουίζου, το 1968 (χρονιά που ολοκλήρωνε το λαβωμένες), είναι προφανές ότι παραφράζουν ποίημα -δημοσιεύτηκε το 1970 στα Δεκαοχτώ πιστά την ακόλουθη περικοπή του Suriano, στην Κείμενα, αλλά είναι χρονολογημένο 5 Φεβρουά οποία ο Σεφέρης υπογράμμισε, καθώς είδαμε, τη ριου 1969), ενώ οπωσδήποτε τον Gunnis, πιθα φράση “όλες τους είναι λαβωμένες απ’ τα φί νότατα τον Cobham και ενδεχομένως και τον δια”: «It is wonderful to see them, for nearly all Κυπριανό,20 τους κατείχε και τους μελετούσε are maimed by the snakes: one has lost a nose, ήδη από το 1953, από την εποχή, δηλαδή, κατά another an ear; the skin of one is torn, another is την οποία συνέθετε τα υπόλοιπα κυπριακά του . lame; one is blind of one eye, another of both.» ποιήματα και στην οποία πιστεύω ότι ανάγεται To θέμα της τελικής εξαφάνισης των γάτων, στ. και η σπερματική σύλληψη του ποιήματος αυ 51-52 {μα στο τέλος χαθήκανε), το οποίο, βέ τού. βαια, ο ποιητής εκμεταλλεύεται προς άλλη κα Το κυριότερο, ωστόσο, στοιχείο που συνηγο τεύθυνση (και εδώ είναι το σημείο όπου το ποίη ρεί ότι η έμπνευση του Σεφέρη γονιμοποιήθηκε μα παύει να παρακολουθεί πιστά τις γραμμα και από την ανάμνηση των περικοπών που είχε τειακές πηγές του και αποκτά τη δική του αυτο σημαδέψει σε τούτα τα κείμενα, είναι το γεγονός δυναμία και τη συγχρονική του εμβέλεια: βλ. ότι κάποια μοτίβα και αρκετά θεματικά στοιχεία τους στίχους 50-60), απαντά στο χωρίο που ο του ποιήματος, δεν απαντούν στο κείμενο του Gunnis απέσπασε από το κείμενο του Villamont: Lusignan, αλλά μόνο σ’ αυτά. Το μοτίβο λ.χ., της «The abbey is left deserted, and the cats are dead ξηρασίας και της ερήμωσης, στίχοι 27-29 (τον for want of food but their memory lives in the na καιρό της μεγάλης στέγνιας, -σαράντα χρόνια me Gape delle Gatte, the Cape of Cats». αναβροχιά- ρημάχτηκε όλο το νησί), ενδέχεται Η παρουσίαση όλων των παραπάνω κειμένων, να ξεκινά από το ακόλουθο χωρίο του Κυπρια στα οποία οδηγηθήκαμε από μια πρωτοβάθμια νού: «επειδή η Νήσος δια τας ανομβρίας ερημώ- επαφή μας με τα κυπριακά βιβλία της βιβλιοθή θη και έφυγαν οι κάτοικοι αυτής σχεδόν το’ πε κης του Σεφέρη, νομίζω ότι ευρύνουν αισθητά το ρισσότερο μέρος και εβάσταξεν εις πολλά μέρη θέμα των γραμματειακών πηγών του σεφερικοί αυτής παντελώς ακατοίκητος».. Οι στίχοι 7-11 ποιήματος «Οι Γάτες τ’ Αι-Νικόλα», και στο ση {Είχε τα μάτια της Σαλώμης η γάτα που έχασα μείο αυτό θα μπορούσε να κλείσει το συγκεκρι τον άλλο χρόνο/κι ο Ραμαζάν πώς κοίταζε κατά μένο σχόλιό μας. Ωστόσο, και μολονότι ο στόχοι αρκετόν αριθμόν γάττων δι’ αυτήν την αιτίαν εις το Μοναστήριον· λέγουσι προς τούτοις, πως αυτή η κουφή ένα μήνα να είναι τυφλή και άλλον μήνα κουφή, αλλά χρειάζεται απόδειξιν. Στέφανος δε Λουζινιανός, Ιστορικός της Νήσου, Κύπριος, λέγει, ότι εις τον καιρόν του ευρισκόμενος εις Λεμεσόν διά κήρυκας του Ευαγγελίου, έμαθεν από έναν πρωτοπαπάν της Γερμασώγιας, ότι αυτός ο ίδιος εθανάτωσεν ένα όφιν με κέρατα, όχι τόσον μικρόν, το οποίον λέγουσι, να είναι ένα άλλο είδος κουφής. Δεν απαντιόνται, ουδέ γίνονται όμως κατά τους παρόντας χρόνους, οπού δεν είναι μήτε τόσον πλουτισμένος ο τόπος από ανθρώπους, τα τοιαύτα κερατοφόρα οφίδια. Δεν είναι όμως έξω λόγου, ότι η φύσις να αρνήται και εις τους όφεις μίαν τοιαύτην παραφυάδα, διατί από τας Ιστορίας βλέπομεν, να ευρίσκονται τοιαύτα οφίδια εις τα ενδότερα μέρη της Αφρικής και εις άλλους θερμούς τόπους και κλίματα. [...]
α φ ιε ρ ω μ α /1 11
της παρούσας εργασίας δεν είναι να εμβαθύνει περισσότερο στη μελέτη του ποιήματος αυτού, νομίζω ότι θα ήταν βασική παράλειψη εάν δεν σημείωνα ότι η σημασία των περικοπών που εί δαμε πιο πάνω απ’ τους μεσαιωνικούς περιηγη τές, δεν εξαντλείται στην επισήμανση των ανα λογιών τους με κάποιους στίχους του ποιήματος· αλλά εκτείνεται και στο θέμα της γενικότερης οφειλής του Σεφέρη στα κείμενα αυτά ως προς τη σύλληψη της σκηνοθεσίας, της αφηγηματικής οργάνωσης και της κατασκευαστικής τεχνικής του ποιήματος. Αναφέρομαι σε δύο κύρια στοι χεία. Κατ’ αρχήν στην «εν πλω» σκηνοθεσία του ποιήματος23 και στο γεγονός ότι η βασική ιστο ρία του ποιήματος (η ιστορία με τις γάτες) διεκπεραιώνεται από τον φίλο καπετάνιο προς τον οποίο την αφηγήθηκε κάποιος καλόγερος. Και τα δύο αυτά στοιχεία θα έλεγα ότι προβάλλονται στα κείμενα των περιηγητών. Κυρίως η εν πλω επαφή τους με την Κύπρο, αφού αρκετοί απ’ αυ τούς γνώρισαν το νησί απ’ το καράβι τους το οποίο έπλεε παρακτίως, χωρίς να σταθμεύει πε ρισσότερο από δυο-τρεις μέρες σε κάθε λιμάνι. Ως κυριότερος λόγος αυτής της εν πλω επαφής με το νησί και της αποφυγής να κατέβουν στην ξηρά, αναφέρεται από τον Villamont, ο φόβος μήπως αρρωστήσουν από τον αέρα του νησιού. Πρόκειται για την περικοπή που είδαμε ότι ο Σεφέρης αντέγραψε στο κάτω μέρος της σελίδας 158 του Gunnis: “επειδή το έχουμε σαν παράδο ση από τους μεγαλυτέρους μας ότι ο αέρας αυ τού του νησιού προκαλεί στους Γερμανούς λοιμι κές αρρώστιες” . Το θέμα του καλογέρουαφηγητή προβάλλεται πάλι στο κείμενο του Vil lamont, όπου μάλιστα τίθεται και το θέμα της αμφισβήτησης της ιστορίας του κάτι που θα μπορούσε, ενδεχομένως, να συσχετιστεί με το στίχο 26 του ποιήματος (ένας μισότρελος, ένας ονειροπόλος).24 Το θέμα της αμφισβήτησης υπάρχει στην περικοπή του Villamont που παρα θέτει ο Gunnis και την οποία είδαμε πιο πάνω (πρόκειται για τη φράση “Δύσκολα θα το πί στευα αν ο μοναχός δεν μου ορκιζόταν ότι το είχε δει ο ίδιος”). Αυτό που πρέπει να προσθέ σουμε εδώ, είναι ότι ο καλόγερος αυτός ήταν ελ ληνοκύπριος και ότι πέρα από τις εν πλω αφηγή σεις του προς τον Villamont, ήταν και ο συνοδός του κατά τις περιηγήσεις του στο νησί: «I had dined with a Greek monk, a native of Cyprus, with whom i used often to talk on the ship -he spoke very good Italian, and was well disposed to wards me- and begged him to take me to see what was most remarkable in the island. He agreed to do so, and we hired each an ass. The next mor ning we landed...» [μεταφράζω: «Είχα δειπνήσει μ’ έναν Έλληνα καλόγερο, ντόπιο Κυπριώτη, με τον οποίο συχνά συνήθιζα να κουβεντιάζω επά νω στο καράβι -μιλούσε πολύ καλά ιταλικά και ήταν φιλικός με μένα- και τον παρακάλεσα να με
1Ι§§Μ
Μονή Κύκχου. Κεφαλόβρνσο
πάρει να δω τα πιο αξιόλογα πράγματα στο νη σί. Συμφώνησε, και έτσι νοικιάσαμε δύο γαϊδού ρια. Το επόμενο πρωί αποβιβαστήκαμε, κτλ.»] ★
3. Η ΕΝΟΤΗΤΑ Αλληλογραφία (“επιστολές προς φίλους στην Ελλάδα, στην Κύπρο και στην Αγγλία” , σύμφωνα με τον κατάλογο Σαββίδη), νομίζω ότι μπορεί να διακριθεί (α) γενικά σε επιστολές του Σεφέρη που στάλθηκαν τη χρονι κή περίοδο που η σχέση του με την Κύπρο και το Κυπριακό βρισκόταν σε έξαρση (1952-1960) και (β) σε επιστολές που ο Σεφέρης αντάλλαξε με Κυπρίους. Από την πρώτη ενότητα, αναμένεται ότι ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα πρέπει να έχει η αδημοσίευτη ακόμη αλληλογραφία του ποιητή με τη γυναίκα του,23 καθώς επίσης με τους Γιώργο Κατσίμπαλη, Ζήσιμο Λορεντζάτο, καθώς και άλλους φίλους του. Ήδη, η δημοσιευμένη αλλη λογραφία του ποιητή με τον Θεοτοκά, περιέχει δύο εξαιρετικά ενδιαφέρουσες επιστολές, το πε ριεχόμενο των οποίων φωτίζει καίρια το θέμα της κυπριακής εμπειρίας του Σεφέρη στην πολι τική του όψη, ενώ, καθώς το έχω σημειώσει και παλαιότερα, άφθονα στοιχεία, ιδίως για τη γέ νεση αρκετών κυπριακών ποιημάτων του Σεφέ ρη, περιέχει η ανέκδοτη αλληλογραφία του με τον Γιώργο Σαββίδη των ετών 1954-1962.
1 1 2 /α φ ιε ρ ω μα
Όσον αφορά, τώρα, τη δεύτεηρ ενότητα (αλ ληλογραφία του ποιητή με Κυπρίους), γνωρίζου με ότι έχουν δημοσιευτεί τρεις επιστολές του Σεφέρη προς τον Κύπρο Χρυσάνθη, μία προς τον Παντελή Μηχανικό, μία προς το περιοδικό Κυ πριακά Χρονικά και, φυσικά, ολόκληρη η αλ ληλογραφία του ποιητή με τον Διαμαντή. Επί σης, σε υπό δημοσίευση εργασία μου στο περιο δικό Λέξη με αντικείμενο τη σχέση ΣεφέρηΜακαρίου, δημοσιεύονται μία επιστολή κι ένα τηλεγράφημα του Μακαρίου προς Σεφέρη κι ένα προσχέδιο επιστολής κι ένα αντίγραφο τηλεγρα φήματος του Σεφέρη προς Μακάριο. 9 Από την άλλη, μία πρόσφατη έρευνα σε δύο μεγάλες ενότητες του αρχείου Σεφέρη που βρί σκεται στο σπίτι του, μου απέδωσε αρκετά χρή σιμα στοιχεία αναφορικά με την αδημοσίευτη αλληλογραφία του ποιητή με Κυπρίους. Οι ενό τητες που υπαινίσσομαι είναι, αφενός, οι επι στολές που έλαβε ο Σεφέρης από ένα μεγάλο αριθμό γνωστών και άγνωστων ανθρώπων των γραμμάτων και της τέχνης ή, απλώς, από διάφο ρους φίλους του και οι οποίες έχουν εν μέρει τα ξινομηθεί από την κ. Σεφέρη και τον κ. Παύλο Ζάννα· και αφετέρου, τα αντίγραφα ενός μεγά λου αριθμού επιστολών του Σεφέρη τα οποία έχουν ταξινομηθεί χρονολογικά από τον ίδιο τον ποιητή. Η υποχρεωτικά, λοιπόν, δυσχερής πρόσ βασή μου στην αταξινόμητη, γενικά, πρώτη ενό τητα και η συστηματική και άνετη στη δεύτερη, μου πρόσφερε τα εξής στοιχεία: α) Αλληλογραφία Σεφέρη - Ευάγγελου Λουί ζου.30 Αποτελείται από 25 επιστολές και δύο κάρτες του Λουίζου και 39 αντίγραφα επιστολών του Σεφέρη τα οποία και κλιμακώνονται χρονο λογικά ως εξής:
,28
1. Επιστολές του Λουίζου: 1952 [;], 6.5.1953, 16.12.1953, 14.1.1954, 9.2.1954, 10.2.1954, 18.3.1954, 15.4.1954, 27.7.1954, 4.8.1954, 20.8.1954, 14.12.1954, 15.1.1955, 22.1.1955, 12.2.1955, 27.2.1955, 23.3.1955, 10.4.1955, 11.5.1955, 13.6.1955, 4.7.1955, 5.8.1955, 14.8.1955, 21.2.1959, 28.2.1969. 2. Αντίγραφα επιστολών του Σεφέρη: 24.4.1953, [Γεν. 1954], 14.6.1954, 12.8.1954, 29.8.1954, 13.11.1954, 4.12.1954, 11.1.1955, 22.1.1955, 20.2.1955, 9.3.1955, 8.5.1955, 14.7.1955, 1.8.1955, 10.8.1955, 14.9.1955, 17.10.1955, 5.1.1956, 12.2.1956, 26.2.1956, 10.4.1956, 17.6.1956, 4.12.1957, 22.2.1959, 5.4.1959, 28.7.1960, 20.2.1962, 11.3.1962, 2.5.1962, 4.6.1962, 2.7.1962, 5.4.1964, 11.5.1964, 4.4.1965, 17.2.1969, 18.7.1969, 12.12.1969. β) Αλληλογραφία Σεφέρη-Χρυσάνθη. Αποτελείται από έξι επιστολές και δύο κάρτες του Χρυσάνθη (4. 2. 1954, 18. 4. 1954, 2. 10. 1955, 25. 10. 1955, 7. 5. 1969, 10. 7. 1969, 21. 7. 1969) και τρία προσχέδια / αντίγραφα επιστολών του
Σεφέρη (12. 3. 1954, 6. 7. 1969,.16. 7. 1969). Στον αριθμό αυτό πρέπει να προσθέσουμε, φυσικά, και δύο από τις τρεις επιστολές του Σεφέρη, ποτ καθώς είδαμε, δημοσίευσε ο Χρυσάνθης και των οποίων δεν βρήκα τα αντίγραφα (η μία είναι χρονολογημένη Πάσχα 1963 και η άλλη 25. 7. 1964). γ) Αλληλογραφία Σεφέρη-Κρανιόιώτη. Αποτελείται από έξι αντίγραφα επιστολών του Σεφέρη (19. 8. 1954, 24. 1. 1955, 20. 2. 1955, Μεγ. Παρα σκευή 1955, 21. 6. 1955 και 24. 8. 1955). Είναι πιθανό ότι θα υπάρχουν και οι επιστολές του Κρανιδιώτη προς Σεφέρη, τις οποίες όμως δεν μπόρεσα να εντοπίσω κατά την πρώτη μου αυτή έρευνα. δ) Αλληλογραφία Σεφέρη -Ή βης Μελεάγρου. Αποτελείται από δύο αχρονολόγητα σημειώματα σε επισκεπτήρια και εφτά επιστολές της Μελεά γρου (7. 7. 1970, 8. 8. 1970, 29. 9. 1970, 5. 10. 1971, 18. 1. 1971, 10. 5. 1971 και 28. 6. 1971) και από τέσσερα αντίγραφα επιστολών του Σεφέρη (25. 6. 1970, 30. 10. 1970, 5. 6. 1971 και 14. 7. 1971). Ακόμη υπάρχουν: δύο αντίγραφα επιστολών του Σεφέρη προς Κωνσταντίνο Σπυριδάκη (13. 12. Γ953 και 6. 2. 1956), ένα αντίγραφο επιστο λής του ποιητή προς Παντελή Μηχανικό (19. 6. 1969)31 ένα τηλεγράφημα των Κυπριακών Χρονι κών προς Σεφέρη της 1. 11. 1969, μία επιστολή της Χρυσάνθης Κληρίδη της 30. 4. 1969 και μία του Αντρέα Χριστοφίδη της 25. ;. 1969. Από την άλλη, καθώς με πληροφόρησε ο κ. Σάββας Παύλου, ο οποίος μελέτησε πρόσφατα το τμήμα του Αρχείου Σεφέρη στη Γεννάδειο, υπάρχουν εκεί κάποια πρόσθετα στοιχεία που αφορούν τις επισκέψεις του Σεφέρη στην Κύπρο, καθώς επίσης και μερικές άλλες επιστολές που έλαβε ο ποιητής από Κυπρίους. Έτσι, χωριστά στο φάκελο 168 βρίσκεται ό,τι αφορά την πρώτη επίσκεψη του Σεφέρη στην Κύπρο (1953), όπως λογαριασμοί ξενοδοχείων και άλλα στοιχεία, καθώς επιστολές είτε σημειώ ματα σε επισκεπτήρια από τους Κωνσταντίνο Σπυριδάκη (29. 12. 1953), Κύπρο Χρυσάνθη (8. 12. 1953), Χαριτίνη Σακκαδά (14. 11. 1953), Φρίξο Βράχα (8. 11. 1953), Αθηναίδα και Δομνίκη Λανίτη (9. 11. 1953), Ζήνωνα Ρωσσίδη (25. 11. 1953) και από το Λύκειο Ελληνίδων Αμ μόχωστου (24. 11. 1953)· ενώ, σποραδικώς σε άλλους φακέλους υπάρχουν άλλες ένδεκα επι στολές Κυπρίων από τις οποίες δημοσιευμένη εί ναι μόνο μία του Διαμαντή.32 Οι υπόλοιπες δέκα είναι οι εξής: Φρίξου Βράχα (3. 3. 1963), Αντώνη Ιντιάνου (23. 8. και 8. 10. 1959), Γιάννου Κρανιδιώτη (26. 5. 1964), Νίνου Φένεκ Μικελλίδη (31. 5. 1962 και 13. 5. 1963), Λένιας Γ. Πιερίδου (11. 5. 1964), Κ.Ε. Χατζηστεφάνου (15. 12.
α φ ιε ρ ω μ α /1 13
1963) και Κύπρου Χρυσάνθη (4. 3. 1963 και 15. 7. 1964). Ελπίζω πως η παρουσίαση όλων των παραπάνω στοιχείων δεν θα θεωρηθεί ως περιττός, σχολαστικισμός, αλλά ως βοη θητικό υλικό και ερευνητικό ιδίως πλαίσιο για τον μελετητή που θέλει να ολοκληρώσει την εικόνα του τη σχετική με την επαφή του Σεφέρη με την Κύ προ. Πρόκειται για στοιχεία τα οποία μας βοηθούν, εν τελεί, να αντιληφθούμε ευκολότερα και να παρακολουθήσουμε ανετότερα και κάποια από τα μη εμφανή νήματα της ανθρώ πινης, της πνευματικής και της καλλιτεχνικής σχέσης του Σε φέρη με την ιστορία, τον πολι τισμό, το χώρο και τον κόσμο της Κύπρου. Η Μαρώ Σεφέρη στην Αγία Μαύρα. Ριζοκάρπασο (1953)
ΘΑ ΚΛΕΙΣΩ τώρα τούτη την πρωτοβάθμια παρουσίαση βασικών στοι χείων που ορίζουν την πολυσύνθετη και πολυ διάστατη κυπριακή εμπειρία του Γιώργου Σεφέ ρη με μιαν αδημοσίευτη γραπτή μαρτυρία, στην ύπαρξη της οποίας είχα αναφερθεί σε παλαιότερο δημοσίευμα, μιλώντας κυρίως για τη διάρκεια της σχέσης του ποιητή με την Κύπρο: “Δεν είναι υπερβολή, σημείωνα, να πούμε ότι τα τελευταία δεκαεφτά χρόνια ο Σεφέρης συνδέεται στενά και πολύτροπα με την Κύπρο. Ό χι, δηλαδή, μόνο κατά την κρίσιμη εφταετία 1953-1960, οπότε η σχέση του με την Κύπρο ήταν άμεση και στενή εξαιτίας της προσωπικής επαφής του με τον τό πο και την επαγγελματική από το 1057 και πέρα ασχολία του με το Κυπριακό, το οποίο είχε ήδη εισέλθει στη δραματικότερη και την κρισιμότερη φάση της νεότερης τύχης του· αλλά καθώς ίο μαρτυρούν πλήθος τεκμήρια, και κατά την τε λευταία δεκαετία της ζωής του η Κύπρος παρέμεινε η κύρια έγνοια της σκέψης του Σεφέρη, μια πεισματική αγάπη, καθώς λέει κάπου για τα «Τζιυπριώτικα» σε μιαν επιστολή του προς τον Διαμαντή. Γνωρίζουμε, λ.χ., από πληροφορία της κ. Σεφέρη, ότι η τελευταία ημερολογιακή εγ γραφή του Σεφέρη, γραμμένη στις 11 Μαίου 1971, αφορά την Κύπρο και τις πρόσφατες τότε θλιβερές εξελίξεις στο νησί.33 Αυτήν ακριβώς, την τελευταία περικοπή που ο ποιητής αξιώθηκε να γράψει στο ημερολόγιό coo, δύο μήνες πριν από τη μοιραία είσοδό του xcov Ευαγγελισμό, την παραθέτω εδώ, όπως τη δακτυλογράφησε η κ. Σεφέρη πριν από τέσσερα
χρόνια και την εμπιστεύθηκε στον Γιώργο Σαββίδη, στον σεφερικό φάκελο του οποίου τη βρή κα πριν από λίγες μέρες, καταχρώμενος, για μιαν ακόμη φορά, τη γενναιόδωρη φιλοξενία και την εμπιστοσύνη του. Τα σχόλια επί του περιε χομένου της νομίζω ότι περιττεύουν, και φυσικά η ευθύνη της δημοσίευσής της βαραίνει αποκλει στικά εμένα. Τρίτη 11. 5. ’71. - Χρόνια τώρα δεν αγγίζω την καθημερινή μολυντήρα που κάθε απόγεμα βγαίνει έξω να λερώσει. Καμιά φορά ο Γιώργος Κ[ατσίμπαλης], τακτικός αναγνώστης της, μου στέλνει κανένα υβριστικό απόκομμά της για να λάβω γνώση. Έτσι και σήμερα έλαβα δια χειρός τα χτεσινά καμώματά της: Βρίζει το σύμπαν εκτός φυσικά από τον Γρίβα που φωνασκεί, ακόμη, για ένωση κτλ. μολονότι ξέρει πολύ καλά ότι ένωση σημαίνει διαμελισμός. Όσο για μένα ξέρουν πολύ καλά, -όσοι δεν το νομίζουν σκοπιμότερο να μην το ξέρουν- ότι υπάρχει υπηρεσιακό σημείωμά μου γραμμένο στο Παρίσι, στο ξενοδοχείο Bristol, τη νύχτα της 18-19 Δεκεμβρίου 1958. Το έδωσα εγώ ο ίδιος στα χέρια του Υπουργού Εξωτερικών (Αβέρωφ) στις 19 το πρωί προτού αναχωρήσει για την Αθήνα. Τότε είχα λάβει γνώση πρώτη φορά ορισμένων παραχωρήσεων που ετοιμαζόμασταν να κάνουμε στη Ζυρίχη (εκτός από τους στρατιωτικούς όρους).
1 1 4 /α φ ιε ρ ω μ α
Επίσης πρέπει να υπάρχει, αν έχουν φυλάξει και δεν τον έχουν καταστρέφει το φάκελο της εποχής εκείνης, επιστολή μου, από την Πρεσβεία μου στο Λονδίνο, στον Αβέρωφ της Πέμπτης 25 Δεκ. 1958 με αριθμό εμπιστευτικοΰ πρωτοκόλλου 357.918. Αυτός ο αριθμός θεωρήθηκε από τον Αβέρωφ μεγάλη προδοσία, υποθέτω γιατί τον εμπόδιζε να ξεχάσει το γράμμα μου στην τσέπη του. Αυτά για τις πρώτες αντιδράσεις μου, οι οποίες είχαν αποτέλεσμα να αποκλεισθώ από τη συνδιάσκεψη της Ζυρίχης. Υπήρχαν όμως και χειρότερα: οι στρατιωτικοί όροι προς όφελος των Τούρκων. Γι’ αυτούς κάτι έμαθα εξ ακοής στο Λονδίνο από συνάδελφο που είχε περάσει από τη συνδιασκεπτόμενη Ζυρίχη.
Σημειώσεις 1. Αρχικά η εργασία αυτή είχε τίτλο, «Τα γράμματα ΣεφέρηΔιαμαντή» και υπότιτλο, «Συμβολή στο θέμα της κυπρια κής εμπειρίας του Σεφέρη». Την αλλαγή του τίτλου επέβα λε η συντόμευση της αρχικής εργασίας για λόγους που εξηγώ στις πρώτες παραγράφους του παρόντος κειμένου. 2. Τις εκδηλώσεις αυτές είχε οργανώσει ο Δήμος Λευκωσίας σε συνεργασία με το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης Ελλάδος και το Γραφείο του Προέδρου της Κυπρια κής Δημοκρατίας για να τιμηθούν τα τριαντάχρονα από την πρώτη επίσκεψη του Σεφέρη στην Κύπρο. 3. Βλ. Αδαμάντιος Διαμαντής και Γιώργος Σεφέρης, Αλληλο γραφία (1953-1971), φιλολογική επιμέλεια Μιχάλης Πιερής, Αθήνα, Στιγμή 1985, σ. 179 κεξ. 4. Βλ. Γ. Π. Σαββίδης, «Ένας άγνωστος Σεφέρης. Βαρνάβας Καλοστέφανος - το ατέλειωτο μυθιστόρημα του ποιητή», Το Βήμα, 25 Απριλίου 1982. 5. Οι κυπριακές αυτές φωτογραφίες του Σεφέρη ήσαν ενταγ μένες σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο εκθεμάτων που αφορούσε τη ζωή και το έργο του Σεφέρη. Βλ. τον Κατάλογο της έκθεσης που σύνταξε και επιμελήθηκε ο Ε. X. Κάσδαγλης: «Μια περιδιάβαση», έκθεση για τη ζωή και το έργο τον Γιώργου Σεφέρη (1900-1971), έκδοση Μορφωτικού Ιδρύ ματος Εθνικής Τραπέζης. 6. Η ευθύνη της ετοιμασίας της έκδοσης αυτής, μου ανατέθη κε από τον καθηγητή και δάσκαλό μου Γ. Π. Σαββίδη (βλ. 8. Βλ. International Journal, τεύχ. 1, τόμ. 11, Τορόντο, Χει μώνας 1955-56, σ. 1-15. 9. Για το θέμα αυτό διαφωτιστικά είναι τα όσα σημειώνει ο Α. Ξύδης στο μελέτημά του «Ο πολιτικός Σεφέρης». Πρβλ., ανάμεσα σ’ άλλα, και τα ακόλουθα ενδεικτικά: «Μου εξομολογούνταν την πικρία τού μπρος στις πιέσεις που εδέχσνταν από όλες τις πλευρές οι Κύπριοι, την ενδοτικότητα και το αντι-κυπριακό μένος ορισμένων συναδέλ φων του, και τη διάθεσή του να παραιτηθεί. Ήταν προ φητική η ανησυχία του: “Με τη βιασύνη μας να επιτύχου με μια λύση που θα ικανοποιεί Άγγλους και ΝΑΤΟ, ξε χνούμε τους Τούρκους... οι Τούρκοι θα είναι πάντα ο κίν- ! δυνός...” (Βλ. Κύκλος Σεφέρη, Εταιρεία Σπουδών Νεοελ ληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 1980, σ. I 118). 10. Ό . π., σημ. 8, σ. 8-9. 12. Η πολιτική διάσταση γενικά των κυπριακών ποιημάτων, του Σεφέρη (ως αντιπαράθεση του Ελληνισμού με τη Δύ ση), έχει μελετηθεί από τον Γιάννη Κιουρτσάκη στο άνισο βιβλίο του Ελληνισμός και Δύση στο στοχασμό του Σεφέ ρη, Κέδρος 1979, σσ. 185-203. Ενδιαφέρον θεωρώ, από
Τότε σκέφθηκα σοβαρά να παραιτηθώ. Έμεινα δυο νύχτες άγρυπνος. Ο λόγος που βάρυνε τελικά στην κρίση μου και μ’ εμπόδισε να το πράξω είταν ότι εκεί που είχαμε καταντήσει, θα ωφελούσα μόνο το Κ.Κ. και την «Εστία». Από τα χρόνια εκείνα ώς τώρα και κύριος οίδε για πόσον καιρό ακόμη η ένωση δεν μπορεί να σημαίνει παρά διαμελισμό του νησιού. Αυτό το αποσιωπούν και ο Γρίβας και οι διάφορες «Εστίες» και άλλοι δήθεν υπερπατριώτες που προσπαθούν να κάμουν τις δουλίτσες τους ρίχνοντας στάχτη στα μάτια του απλοϊκού κοσμάκη.-
την άποψη αυτή, το κείμενο του Αργυρίου «Γιώργος Σε φέρης. Ποιητική τέχνη και ιστορία», (βλ. Κύκλος Σεφέρη, ό.π., σημ. 9, ιδίως στις σελίδες 84-96), ενώ περίμενα ότι θα ήταν πιο ενδιαφέρουσα η ενότητα για τα κυπριακά ποιήματα στο πρόσφατο βιβλίο του Νίκου Ορφανίδη Η πολιτική διάσταση της ποίησης του Γιώργου Σεφέρη, Αστήρ, Αθήνα 1985. 11. Πρόκειται για τον έκτο τόμο, ο οποίος καλύπτει και τ τρία πρώτα ταξίδια του Σεφέρη στην Κύπρο. Οι περικο πές που παραθέτω εδώ, προέρχονται από φωτοαντίγραφα των τυπογραφικών δοκιμίων του ημερολογίου αυτού, τα οποία έθεσε υπόψη μου ο καθ. Γ. Π. Σαββίδης, τον οποίο θερμά ευχαριστώ και για τις γενικότερες παρατηρήσεις 13. θ ” π , σημ. 8, σ. 12. 14. Ό . π„ σ. 14. 15. Ο Αργυρίου (ό.π., σημ. 12, σ. 94), θεωρεί ότι η φράση Μαζεύουν σύνεργα παραπέμπει στην προετοιμασία των Άγγλων για το στήσιμο των κρεμάλων στο νησί. Η προ σωπική μου εντύπωση είναι ότι τα σύνεργα δεν παραπέ μπουν σε κάτι τόσο συγκεκριμένο όπως οι κρεμάλες, αλλά γενικά στους αποικιοκρατικούς μηχανισμούς (ιδίως σε θέ ματα γλώσσας, παιδείας, πολιτισμού, συνείδησης), οι οποίοι στόχευαν στο “μπαστάρδεμα” ενός ολόκληρου 16. Βλ. Τ. Σ. Έλιοτ, Επτά δοκίμια για την ποίηση, μτφρ. Μα ρία Λα'ίνά, Γράμματα, Αθήνα 21982, σ. 12. 17. Βλ. Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, Ίκαρος 9810974, σ. 345-46. Η μετάφραση της γαλλικής περικοπής είναι του Γ. Π. Σαββίδη. 18. Βλ. Rupert Gunnis, Historic Cyprus. A Guide to its Towns and Villages, Monastries and Castles, Λονδίνο 21947 (T936), σ. 157-59. 19. Βλ. Αρχιμανδρίτου Κυπριανού, Ιστορία Χρονολογική της Νήσου Κύπρου, Λευκωσία Κύπρου, 41933 (31902, 21880, '1788), σ. 30-31. Το αντίτυπο της Βιβλιοθήκης του Σεφέ ρη, είναι χαρισμένο από τον Νίκο Κρανιδιώτη και περιέ χει την εξής αφιέρωση: «Του αγαπημένου ποιητή Γιώργου Σεφέρη, φιλικός χαιρετισμός. Ν. Κρανιδιώτης». 20. Ένα εξωτερικό στοιχείο που συνηγορεί ότι ο Σεφέρης απέκτησε τον Κυπριανό την εποχή που συνέθετε τα κυ πριακά του ποιήματα (1953-55), είναι ίσως και το ότι το δέσιμο του βιβλίου είναι πανομοιότυπο μ’ εκείνο του δεύ τερου τόμου της Μεσαιωνικής Βιβλιοθήκης του Σάθα, βι βλίο που ο Σεφέρης κατείχε και μελετούσε από την εποχή εκείνη.. 21. Βλ. Γιώργος Σεφέρης, Μέρες Ε': 1 Γενάρη 1945-19 Απρίλη 1951, Ίκαρος 1973, σσ. 87-88 (εγγραφή 22 Γεν. 1947), σ.
α φ ιε ρ ω μ α /1 15 142 (εγγραφή 22 Αυγ. 1949) και σσ. 147-48 (εγγραφές 14 και 16 Οκτ. 1949). 22. Αξίζει, βέβαια, να όιερευνήσει κανείς και την ενδεχόμενη σχέση του θέματος της γάτας στον Σεφέρη με τη γενικότε ρη πλούσια λογοτεχνική τύχη του. Σημειώνω, επ’ ευκαι ρία, ότι κάποιες αναλογίες διακρίνονται ανάμεσα στους στίχους του σεφερικού ποιήματος που αφορούν το θέμα και στα γνωστά ποιήματα του Baudelaire για τις γάτες («Les Chats» και «L’ Horloge»), ενώ ενδιαφέρον παρου σιάζει και η παράλληλη ανάγνωση του περίφημου διηγή ματος του Poe «The Black cat». Ακόμη, για τη συσχέτιση των ματιών της γάτας του Σεφέρη Τούτης με αυτά της Σα λώμης (σύμβολο πεισματικής, αδίσταχτης και ηδονικής συγχρόνως διάθεσης), αξίζει να δει κανείς κάποιες περι κοπές από το θεατρικό έργο του Oscar Wilde Σαλώμη (1891/93 και ελληνική μτφρ. από τον Ν. Ποριώτη, 1916, 1925), όπου και περιγράφεται το ιδιάζον βλέμμα της ομώ νυμης ηρωίδας και φυσικά ν’ ανατρέξει και στους αρκε τούς άλλους ευρωπαίους συγγραφείς τους οποίους ενέ πνευσε το βιβλικό αυτό θέμα. 23. Εύστοχες παρατηρήσεις για την εν πλω σκηνοθεσία τούτου του κατά βάση ασχολίαστου ποιήματος, συναντώ στη με λέτη του Δ. Ν. Μαρωνίτη «Η μέθοδος της πρόσθεσης και της αφαίρεσης» (6λ. στου ίδιου, Η ποίηση του Γιώργον Σεφέρη. Μελέτες και μαθήματα, Ερμής 1984, σσ. 136-140)πρβλ., επίσης, την αξιοσημείωτη σύνδεση του ποιήματος αυτού με τις «Ινδίες» του Δ. I. Αντωνίου, την οποία έχει προτείνει ο Ξ. Α. Κοκόλης (Σεφερικά, 1, Ίκαρος 1982, σσ. 44-45). 24. Για την παρουσία γενικά των καλογέρων στη σεφερική ποίηση, 6λ. Χρήστος Αντωνίου Ο Κόσμος της Γοργόνας.
25.
26. 27. 28. 29.
30.
31.
32. 33.
θέματα και Μορφές της Λαϊκής παράδοσης στο έργο του Σεφέρη, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα 1981, σ. 84-89. Δύο περικοπές που αφορούν στην Κύπρο και προέρχονται από την ανέκδοτη αλληλογραφία του ποιητή με την κ. Σε φέρη, δημοσίευσα στο περ. Λέξη, 36, Ιούλ.-Αυγ. 1984, σσ. 495-96. Βλ. Γιώργος Θεοτοκάς και Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογρα φία (1930-1966), Αθήνα 1981, φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης, σσ. 156-162. Βλ. περ. Λέξη, 36, Ιούλ-Αυγ. 1984, σ. 503, σημ. 8. Βλ. ό.π., σημ. 3, σ. 180-81. Η επιστολή του Μακαρίου είναι γραμμένη στις 30 Ιουνίου 1955 και το προσχέδιο του Σεφέρη στις 29 Μαρτίου 1956. Το τηλεγράφημα του Μακαρίου στάλθηκε στις 13 Μαρ τίου 1970 και το αντίγραφο τηλεγραφήματος του Σεφέρη είναι της 10ης Μαρτίου της ίδιας χρονιάς. Καθώς πληροφορούμαστε από πρόσφατη συνέντευξ·' του Ευάγγελου Λουίζου προς τον Σάββα Παύλου (εφ. Ο Κήρυκας Λευκωσίας, 1 Ιαν. 1983, σ. 11), οι επιστολές του Σεφέρη παρέμειναν στην Αμμόχωστο. Οπωσδήποτε, τούτο “το μικρότερο κακό” αναπληρώνεται από τα αντίγραφά τους που ο ποιητής είχε την πρόνοια να κρατήσει. Καθώς είδαμε και πιο πάνω, έχει ήδη δημοσιευτεί μια επι στολή του Σεφέρη προς Μηχανικό της 19.6.1955 στο περ. Ο κύκλος (Λάρνακας), τεύχ. 1, Γεν. Φεβρ. 1980, σ. 13. Από την άλλη, καθώς με πληροφορεί ο φίλος Φοίβος Σταυρίδης, στο αρχείο Παντελή Μηχανικού σώζεται αντί γραφο επιστολής του Μηχανικού προς Σεφέρη της 14ης Οκτωβρίου 1954. Την επιστολή αυτή δεν μπόρεσα να την εντοπίσω στο Αρχείο Σεφέρη. Βλ. ό.π., σημ. 3, σ. 214-18. Βλ. ό.π., σημ. 23, σ. 494.
Εκδόσεις Γκοβόστη
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΜΑΛΑΚΗ
Σολωμού 12 - 10683 Αθήνα Τηλ. 64.10.039 - 36.15.433
ΤΟ ΚΡΑΤΙΔΙΟ
Καλβοκορέσσι: Φ ρ α ν τ ς Λ ισ τ Λαντορμύ: Σ ο ύ μ π ε ρ τ Ρολλάν: Μ π ε ρ λ ι ό ζ Ρολλάν: Μ π ε τ ό β ε ν Ρολλάν: Γ κ α ίτ ε - Μ π ε τ ό β ε ν Ρολλάν: Μ ίσ σ α Σ ο λ έ μ ν ι ς Ίψεν: Έ ν τ α Γ κ ά μ π λ ε ρ Ίψεν: Ο ι κ ο δ ό μ ο ς Σ ό λ ν ε ς Ίψεν: Η Κ υ ρ ά τ η ς Θ ά λ α σ σ α ς Ίψεν: Τ ζ ω ν Γ α β ρ ιή λ Μ π ό ρ κ μ α ν Ίψεν: Κ ο υ κ λ ό σ π ι τ ο 1 Μπαλξάκ: Χ ω ρ ιά τ ε ς Κ. Μητροπούλου: Ν τ α λ ίκ α Κ. Μητροπούλου: Π ε ρ ι θ ω ρ ι α κ ο ί Αλεξ. Τολστόη: Ο Δ ρ ό μ ο ς τ ο υ
Λ/ΪΙΕΝΗ
Μ α ρ τ υ ρ ίο υ
Ομάρ Καγιάμ: Ρ ο υ μ π α γ ι ά τ Στάινμπεκ: Ν α υ ά γ ι α Στάινμπεκ: Τ ο ρ τ ίλ α Φ λ α τ Χεμινγουέη: Η Φ ιέ σ τ α
Διάθεση: Βιβλία το πατάρι Χαρ. Τρικούπη 31 Αθήνα Τηλ. 36.11.201
1 1 6 /α φ ιε ρ ω μα
Μ αρία Ιατρού
Στράτης Θαλασσινός και Στρατής Τσίρκας Ένα δείγμα της παρουσίας τον Σεφέρη στις «Ακυβέρνητες Πολιτείες»
Η σχέση τον Τσίρκα με τον Σεφέρη είναι ένα θέμα που πρέπει να αποτελέσει αντι κείμενο εκτεταμένης μελέτης. Η παρουσία του ποιητή στο πεζογραφικό έργο τον Τσίρκα -και εννοώ τον ώριμο Τσίρκα των «Ακυβέρνητων Πολιτειών»- δεν εξαν τλείται στην απλή λογοτεχνική αναφορά,1 ούτε μπορεί να ερμηνευτεί μονοδιάστα τα ως σχέση επίδρασης-μίμησης. Οφείλεται μάλλον σε μια βαθύτερη συγγένεια στάσης απέναντι στην τέχνη του λόγου αλλά και απέναντι στη σύγχρονη ιστορία, που πρέπει να αποδοθεί ώς ένα βαθμό σε κοινές εμπειρίες (βιβλιακές και πολιτι κές) δύο ατόμων κατά τα άλλα διαφορετικών, τόσο στην κοινωνική προέλευση όσο και στην ιδεολογική τοποθέτηση. ΟΛΥ διαφωτιστικό προς την κατεύθυνση αυτή είναι το ακόλουθο απόσπασμα από ένα σχέδιο επιστολής του Τσίρκα προς τον Σεφέ ρη, τον Ιανουάριο του 19632: «Ξαναδιαβάζοντας με προσοχή το μεγάλο αυτό βιβλίο [εννοεί τις Δοκιμές, εκδ. 19623] άκουσα μέσα μου, λίγο ξαφνιασμένος τ’ ομολογώ, ορισμένους αντίλα λους. Σιγά σιγά κατάλαβα πως όλα τα χρόνια, από το 1936 των “Νέων Γραμμάτων”4 και το 1943 της αίθουσας του Ριάλτο, η φωνή σας δεν έπαψε να υπάρχει μέσα μου και να δουλεύει: Το
Π
άσπρο άλογο της ποίησης, η ανθρώπινη αξιο πρέπεια, ο αμίλητος Κάλβος, το πραγματικό ανάστημα του Παλαμά, ο πολιτισμός και το ρωμέικο μεράκι του Μακρυγιάννη.6 Δεν μιλώ εδώ για τις άτυχες απόπειρές μου να δανειστώ ή να μεταγράψω κάποιες εικόνες και κάποιους τρό πους σας. Αυτές τις επεσήμανε ήδη χαιρέκακα κάποιος κριτικός.7 Μιλώ για κάτι πιο βαθύ, μια ηθική και αισθητική συνείδηση που ήρεμα μου ψιθύρισε το “Μηδέν Ά γαν” , την εποχή ακριβώς που εγώ πίστευα φανατικά πως η αλήθεια η δική
α φ ιε ρ ω μ α /1 17
μου ήταν πιο ισχυρή από τη δική σας». Δεν είναι μέσα στα όρια της εργασίας αυτής ο λεπτομερής σχολιασμός της παραπάνω περικο πής· την επικαλούμαι μόνο στο μέτρο που προσ διορίζει τη φύση της επίδρασης που άσκησε ο Σεφέρης στον συγγραφέα της Τριλογίας. Πέρα δηλαδή από την έκτυπη «μεταγραφή εικόνων και τρόπων», η παρουσία του ποιητή στο έργο του Τσίρκα ανάγεται σε κοινή «ηθική και αισθητική συνείδηση». Εξάλλου ενδιαφέρον παρουσιάζει ο υπαινιγμός στο τέλος του αποσπάσματος: «[...] πίστευα φανατικά πως η αλήθεια η δική μου ήταν πιο ισχυρή από τη δική σας [...]». Είναι γνωστός ο διχασμός του Τσίρκα ανάμεσα στο αί τημα για αντιφασιστική λογοτεχνία ( που πήγαζε από τις γενικότερες ιστορικές συνθήκες και από την πολιτική του ένταξη), και τις προσωπικές του «αιρετικές» αισθητικές αναζητήσεις. Τα Ημερολόγια της Τριλογίας είναι πολύ εύγλωττα από την άποψη αυτή.9 Ο στρατευμένος Τσίρκας αντιστέκεται, όπως φαίνεται, στην πρόκληση της «αστικής» τέχνης,10 ώσότου τα γεγονότα τον οδηγούν σε μια κριτική στάση απέναντι στην Αριστερά.11 Στο λογοτεχνικό πεδίο η στροφή αυ τή εκφράζεται με την Τριλογία.12 Ήδη το 1963, οπότε γράφεται το γράμμα από το οποίο προέρ χεται το απόσπασμα που παρέθεσα, έχουν εκδοθεί η Λέσχη και η Αριάγνη· ο Τσίρκας έχει δε χτεί την επίθεση της αριστερής κριτικής και έχει διαγράφει από το Κομμουνιστικό Κόμμα.13 Έχει προηγηθεί εξάλλου η μακροχρόνια ενασχόλησή του με το καβαφικό έργο, που σίγουρα σημαδεύ ει μια αλλαγή στις αντιλήψεις του για την «παρακμιακή» τέχνη,14 καθώς και το άρθρο του «Μιά άποψη για το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β'» στο αφιέρωμα για τα τριάντα χρόνια της «Στροφής» (1961).15 Κάτω από το φως αυτό, η παραδοχή της βαθιάς επίδρασης του Σεφέρη, και μάλιστα αναδρομικά («[...] η φωνή σας δεν έπαψε να υπάρχει μέσα μου και να δουλεύει [...]»), παίρνει το χαρακτήρα εξομολόγησης. Ο Τσίρκας γνώρισε τον Σεφέρη στην Αλεξάν δρεια τον καιρό του Πολέμου. Η παλιότερη μαρ τυρία που μπόρεσα να εντοπίσω για την προσω πική σχέση των δύο λογοτεχνών ανάγεται στον Ιανουάριο του 1943, οπότε ο Σεφέρης συνεργά στηκε με τον Ελληνικό Απελευθερωτικό Σύνδε σμο (ΕΑΣ), του οποίου ο Τσίρκας ήταν καθοδηγητικό στέλεχος, για τη διοργάνωση της έκθεσης «Δύο χρόνια σκλαβιάς, δύο χρόνια αγώνα (19411943)». Ο Σεφέρης έθεσε στη διάθεση των διορ γανωτών της έκθεσης υλικό από τα αρχεία της Κεντρικής Υπηρεσίας Τύπου της εξόριστης Ελ ληνικής Κυβέρνησης.16 Η σχέση τους φαίνεται ότι έγινε στενότερη μόνον μετά το 1963, οπότε ο Τσίρκας εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα.17 Ωστόσο οι απαρχές της «συγγένειας» του Τσίρκα με τον Σεφέρη πρέπει να αναζητηθούν
παλιότερα, στα χρόνια του πολέμου, της προσ φυγιάς και της Μέσης Ανατολής, τότε που ο Τσίρκας φαίνεται πως αντιστεκόταν ακόμα στη φωνή του ποιητή, οχυρωμένος στην «ορθοδοξία» του. Γράφει ο Τσίρκας στην «Άποψη για το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β'»: «Έτυχε να ζούμε στο ίδιο κλίμα τις μέρες που οι δύο Ελλά δες, η πραγματική, της Αντίστασης, και η άλλη, της Μέσης Ανατολής, πασχίζανε πάνω από τις λόγχες και τα σύρματα εχθρών και φίλων, να δώσουνε το χέρι, να σμίξουν σ’ έναν αγωνιστικό εναγκαλισμό». Η κοινή λοιπόν εμπειρία του κλί ματος της Μέσης Ανατολής και η κοινή εκτίμηση κάποιων γεγονότων αποτέλεσαν πιθανότατα το έναυσμα για μια στενότερη προσέγγιση του σεφερικού έργου από τον Τσίρκα, ένα έναυσμα που, σίγουρα συντέλεσε, μαζί με άλλους παρά γοντες, στο ξεπέρασμα των ιδεολογικών του αναστολών. Το κλίμα αυτό της Βαβέλ των γλωσ σών και των φυλών, του πανικού, του τέλματος, της ραδιουργίας («δόλος και απάτη») αλλά και του «αίματος των άλλων» και των «συντρόφων απ’ τον αντίπερα γιαλό» είναι το κλίμα που διαποτίζει τόσο τις Ακυβέρνητες Πολιτείες όσο και το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β ',18την πιο πο λιτική, την πιο «ανοιχτή»19 ποιητική συλλογή του Σεφέρη. Νομίζω ότι το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β ' (που πρωτοεκδίδεται χειρόγραφο, σε εκτύπωση όφσετ, το 1944 στην Αλεξάνδρεια20 και τυπώνε ται στην Αθήνα την επόμενη χρονιά, εποχή δη λαδή που έχει ήδη αρχίσει η κυοφορία της Τρι λογίας)21 πρέπει να θεωρηθεί η συλλογή-κλειδί για τη σχέση Τσίρκα-Σεφέρη και συγκεκριμένα για τη σχέση των Ακυβέρνητων Πολιτειών με το σεφερικό έργο. Άλλωστε το γεγονός και μόνο ότι τα motto και των τριών τόμων της Τριλογίας αντλούνται από ποιήματα αυτής της συλλογής είναι αρκετά ενδεικτικό. Επιπλέον το Ημερολό γιο Καταστρώματος, Β ' δεν είναι το σημείο της «συνάντησης» των δύο δημιουργών μόνο στο επίπεδο της ιστορικής συγκυρίας αλλά (όπως θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια) και στο επίπεδο της σύγκλισης κάποιων λογοτεχνικών προτιμήσεων. Καρπός αυτής της συνάντησης μπορεί να θεωρηθεί ώς ένα βαθμό η Τριλογία. Βέβαια η χρονική απόσταση ανάμεσα στην έκδο ση του Ημερολογίου και την κυκλοφορία του μυ θιστορήματος είναι αρκετά μεγάλη, ωστόσο φαί νεται ότι όλον αυτόν τον καιρό η φωνή του Σε φέρη «δουλεύει» μέσα στον Τσίρκα. Η πρώτη άλλωστε σεφερική αναφορά της Τριλογίας (το motto της Λέσχης) απαντά ήδη σε ημερολογιακή εγγραφή του Τσίρκα το 1946. Προέρχεται από το ποίημα «Ο Στράτης Θαλασσινός στη Νεκρή Θάλασσα» του Ημερολογίου Καταστρώματος, Β'. Στόχος της εργασίας αυτής είναι να δώσει ένα
1 1 8 /α ψ ιε ρ ω μ α
δείγμα μόνο της παρουσίας του Σεφέρη στο έργο του Τσίρκα, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα τη Λέσχη και τη σχέση της με το ποίημα από το οποίο προέρχεται το motto της, κάνοντας πα ράλληλα κάποιες νύξεις γενικότερου χαρακτήρα, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο. ΣΧΕΣΗ αυτή είναι καταρχήν ιστορική και γεωγραφική. Το μυθιστόρημα διαδραματί ζεται στον ίδιο τόπο (Ιερουσαλήμ) και κατά την ίδια εποχή (1942)23 στην οποία αναφέρεται και το ποίημα του Σεφέρη «Ο Στράτης Θαλασσινός στη Νεκρή Θάλασσα». Οι συγκλίσεις ωστόσο δεν περιορίζονται στον ιστορικό περίγυρο. Επεκτείνονται και γενικότερα στο πεδίο των κοινών λο γοτεχνικών προσανατολισμών. Ο Μ. Vitti βλέπει στο σεφερικό ποίημα μια «απόπειρα νέων δομών και νέων τρόπων έκφρασης [...] όπου εναλλάσ σονται σχηματισμοί λιγοσύλλαβων στίχων με σχηματισμούς πλατύτερων στίχων [...]». Το πα ραπάνω μπορεί να συνδυαστεί με τη διαπίστωση του Ν. Βαγενά για μια αυξανόμενη επίδραση του Έλιοτ στο Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β ' και ειδικότερα σε ποιήματα όπως «Ο Στράτης Θα λασσινός στη Νεκρή Θάλασσα» και «Ένας Γέ ροντας στην Ακροποταμιά».25 Ανάλογες παρα τηρήσεις κάνει και ο Τ. Μαλάνος, ο οποίος απο δίδει τη στροφή του Σεφέρη «απ’ το ατομικό στο γενικό, κι απ’ το εκτός χρόνου στο άμεσο» (που χαρακτηρίζει ολόκληρο το Ημερολόγιο), σε ελιοτική επίδραση,26 όπως εξάλλου και τη χρήση ψευδωνύμων και την παρουσία του «κουβεντιαστού» στίχου.27 Σ’ αυτά τα στοιχεία θα μπορού σαν να προστεθούν, ειδικά όσον αφορά τον «Στράτη Θαλασσινό στη Νεκρή Θάλασσα», η εναλλαγή στη στιχουργία που επισημαίνει ο Μ. Vitti, η ειρωνική παρεμβολή «αγοραίων» στοι χείων (this is the place, gentlemen) και η σαφής αναλογία του νεκρού τοπίου του ποιήματος με το σκηνικό της Έρημης Χώρας. Οι παραπάνω διαπιστώσεις δεν μπορεί παρά να παραπέμπουν στη συχνή μνεία του Έλιοτ τό σο στη Λέσχη όσο και στα άλλα δύο βιβλία της Τριλογίας. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι υπάρχει απαραίτητα μηχανική σχέση αιτίου-αποτελέσματος ανάμεσα στον ελιοτισμό του Στράτη Θαλασσινού και στις ελιοτικές αναφορές της Τριλογίας.28 Το πιο πιθανό είναι ότι ο ελιοτισμός του Σεφέρη λειτούργησε ως ερέθισμα που ενεργοποίησε κάποιες προϋπάρχουσες λογοτε χνικές τάσεις του Τσίρκα. 9 Βέβαια, στα Ημερο λόγια της Τριλογίας, ο Έλιοτ δεν αναφέρεται παρά μόνο μία φορά και μάλιστα με κάποια αρ νητική φόρτιση (διανοουμενισμός «αλά Έλιοτ» του Μάνου, Ημερολόγια, σ. 39). Ωστόσο είναι σαφές ότι ο Τσίρκας γνωρίζει τον Έλιοτ τουλά χιστον από το 193630 και ούτε βέβαια είναι τυ,χαίός ο τίτλος «Ο Απρίλης είναι πιο σκληρός»
Η
της συλλογής διηγημάτων που ο Τσίρκας εκδίδει το 1947. Ώ ς τώρα αναφέρθηκαν οι γενικότερες παρά μετροι που ορίζουν τη σχέση του «Στράτη Θα λασσινού» με τη Λέσχη: οι εξωτερικές περιστά σεις (χώρος-χρόνος) και οι λογοτεχνικές αναφο ρές (Έλιοτ). Στη συνέχεια θα γίνει μια πιο ανα λυτική αντιπαραβολή των θεμάτων του «Στράτη Θαλασσινού στη Νεκρή Θάλασσα» με τα αντί στοιχα θέματα της Λέσχης και παράλληλα μια προσπάθεια ανίχνευσης του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν αυτά στο κείμενο του Τσίρκα. Το ποίημα αρχίζει με την αποστροφή που αποτελεί το motto της Λέσχης: «Ιερουσαλήμ, ακυβέρνητη πολιτεία / Ιερουσαλήμ, πολιτεία της προσφυγιάς». Η αποστροφή επανέρχεται επίμο να στη συνέχεια, σημειώνοντας τομές στο κύριο σώμα του ποιήματος. Ο πρώτος αυτός στίχος, εκτός του ότι χαρίζει στην Τριλογία τον γενικό τίτλο της, απαντά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και μέσα στο κείμενο της Λέσχης, στα σημεία όπου ο Τσίρκας σκιαγραφεί την ατμόσφαιρα της πόλης. Ο Χανς λέει στην Έμη, ήδη στο πρώτο κεφάλαιο της Λέσχης, σ. 13: «Δεν είναι Ευρώπη εδώ, Φράου Μπόμπρετσμπεργκ, κατάλαβέ το. Είναι ανατολή. Όταν θα δεις την παλιά πόλη και μάθεις τα μίση και τις δολοπλοκίες που σπα ράζουν αυτή την ακυβέρνητη πολιτεία, θα νιώσεις πόσο σοφά...». Και αμέσως στη συνέχεια αναφέρεται η υποθήκη του Πάπα προς τον Χανς («[...] στα χρόνια της μεγάλης δοκιμασίας που έρχονται, η πρώτη χριστιανική αρετή θα είναι η σιωπή»), μια συμβουλή «όπως τα τάλαρα της Μαρίας Θηρεσίας, που τους λέγαν στο σκολειό πως έχουν πέραση σ’ όλα τα πλάτη, σ’ όλους τους καιρούς. Κι ο Χανς την πήρε. Μα δεν μπο ρεί να είναι τόσο αφελής». Είναι φανερό εδώ ότι η αναφορά του Χανς στην «ακυβέρνητη πολιτεία», που γίνεται με άμε σο σκοπό να βγάλει την Έμη από τη μακαριότητά της, λειτουργεί, σε σχέση πια με τον αναγνώ στη, με δύο τρόπους: α) Αποτελεί μια πρώτη εισαγωγή στο κλίμα του μυθιστορήματος. β) Αποτελεί την αφορμή, για να δοθεί στη συ νέχεια, με την αναφορά στον Πάπα, το στίγμα της ιδεολογίας και του χαρακτήρα του Χανς. Μια άλλη ανάλογη περιγραφή, πιο αναλυτική αυτή τη φορά, απαντά στο κεφάλαιο VI, σ. 67: «Κι ο γέρος [δηλ. ο Χατζηβασίλης] μου εξήγησε πως χίλιες μυστικές εξουσίες κυβερνούν τούτη την ακυβέρνητη πολιτεία. 'Ασε τις Αρχές, άσε τους συμμάχους, άσε τους Άραβες και τους Μπεντουβίνους, που έχουν κι αυτοί τις οργανώ σεις τους, άσε τους Ναίτες, τους προτεστάντες, τους Κατόλικους, τους Αρμενέους, τους δικούς μας, τους Ρώσους, τις λογής λογής αποστολές που σφάζονται με τα μαχαίρια για να κερδίσουν
α φ ιε ρ ω μ α /1 19
■ψυχές, οπαδούς στον άλλο κόσμο. Οι πιο καλά οργανωμένοι είναι οι Οβριοί. Αυτοί βαλθήκαν στα σοβαρά να κάνουν δική τους την Παλαιστί νη·» Η ενημέρωση αυτή σχετικά με τα μυστικά της «ακυβέρνητης πολιτείας» γίνεται σε μια κρίσιμη στιγμή για τον Μάνο και για την εξέλιξη της πλοκής. Το μυστικό του έχει διαρρεύσει και εί ναι εξαιρετικά ανήσυχος. Ακολουθεί μια συνάν τηση με το Ανθρωπάκι, που θα προσπαθήσει μά ταια να τον πείσει να επιστρέψει στη δράση. Ο λόγος του Χατζηβασίλη έρχεται σαν απάντηση στην απορία του Μάνου για το ποιος μπορεί να τον πρόδωσε, και έρχεται πολύ φυσικά, εφόσον ο Χατζηβασίλης είναι ο σύνδεσμος του Μάνου ιε τον έξω κόσμο σε όλη τη διάρκεια της απομό νωσής του. Εξάλλου η απομόνωση αυτή προβάλ λεται και συνειδητοποιείται εντονότερα σε αντι παράθεση με την εικόνα της πόλης που σπαράζε ται από «χίλιες μυστικές εξουσίες». Στο κεφ. XI, σ. 135, ο Ρον κάνει ανάλογες δια πιστώσεις, από διαφορετική όμως, πιο δυσοίωνη σκοπιά: «Τα Γεροσόλημα, λέω, είναι στ’ αλήθεια η πιο αλλόκοτη πολιτεία. Κάθε καμπαναριό και μια αίρεση. Κάθε χαύρα, κάθε τζαμί. Έ να κουίάρι πνευματικές ανησυχίες, που ετοιμάζεται να ο ξεμπλέξει ο Χίτλερ με μια κλοτσιά». ΤΗ συνέχεια του κεφαλαίου ακολουθεί η συνάντηση Μάνου, Έμης, Ρον και Νάνου στον κήπο της πανσιόν (σ. 141 κ.ε.), ενώ την ίδια ώρα μέσα στο σπίτι χαροπαλεύει η Ραχέλ. Το κλίμα της επικείμενης καταστροφής, η οσμή του θανάτου, αντιπαρατίθεται στην ερωτικά φορτι σμένη σκηνή και τη βαραίνει αποπνικτικά. Είναι η νύχτα που η Έμη θα συναντήσει τον Αδάμ και ο Μάνος θα τη χάσει για πάντα. Οι στίχοι της Έρημης Χώρας (από την πρώτη μορφή της με τάφρασης του Σεφέρη31) που παρατίθενται (σ. 144), ολοκληρώνουν το σκηνικό της λεηλατημέ νης γης και του ανέφικτου έρωτα, και παράλλη λα συμπληρώνουν το πνευματικό πορτρέτο των ηρώων και γίνονται οι φορείς της επικοινωνίας τους. «Ιερουσαλήμ Αθήνα Αλεξάντρεια Βιέννη Λόντρα απάγγειλε η Νάνου.
Σ
νες ορδές που μερμηγκιάζουν/πάνω σ’ ατέλειω τους κάμπους, σκοντάφτοντας στη σκασμένη γης/ζωσμένες από τον ορίζοντα το χαμηλό μονάχα/ποια είναι η πολιτεία πάνω απ’ τα βουνά/που σκάει και ξαναγίνεται και σκορπάει στο μενεξεδένιο πέρα/Πύργοι πέφτουν». Μετά από την παράθεση αυτών των στίχων, τα λόγια της Νάν συ που ακολουθούν αποκτούν μια διάσταση τρα γική: «Ω, είπε, πάμε κάπου να χορέψουμε. Θέλω φώτα, μουσική. Και να μεθύσω». Και η ειρωνική χρήση του στίχου «You! Hypocrite lecteur»33 (σ. 145) από τον Ρον κλείνει την ελιοτική φάση της σκηνής. Η σχέση της «unreal city» του Έλιοτ με την ακυβέρνητη πολιτεία του Σεφέρη34 και του Τσίρκα είναι προφανής. Το ότι ο Τσίρκας γνώρισε τον Έλιοτ μέσω του Σεφέρη είναι μια εύλογη υπόθεση. Όμως κι αν ακόμη αυτό δεν συμβαί - Ανύπαρχτες! συμπλήρωσε ο Μάνος. Έλιοτ,- νει, γεγονός παραμένει ότι χρησιμοποιεί τον λό γο του Σεφέρη ως διάμεσο ανάμεσα στον ανα το πάθος του Ρίτσαρντς». γνώστη και στο πρωτότυπο κείμενο. Επιπλέον ο Στο διάλογο που ακολουθεί («οι στίχοι τούτοι γράφτηκαν για μας») οι ήρωες ταυτίζουν τη μοί τρόπος με τον οποίο ο συγγραφέας εντάσσει το ρα τους με τις ανύπαρκτες πολιτείες του ποιήμα ποιητικό κείμενο μέσα στο πεζό ανακαλεί τις πατος, για να καταλήξουν στη διαπίστωση: «Δια- - ρατηρήσεις του Σεφέρη σχετικά με το δραματικό χαρακτήρα της ποίησης του Έλιοτ: «[...] θα έλε νυκτερεύουμε ένα λείψανο». Και ο λόγος του Έλιοτ, μεταγραμμένος από τον Σεφέρη, επανέρ γα ότι τα ποιήματα του Έλιοτ, είναι δράματα χεται σημαδιακά: «Μέσα στη διάφανη βραδιά γραμμένα, όχι για να παιχτούν στο θέατρο, αλλά υψώθηκε η φωνή της Νάνσυ: Ποιος είναι αυτός για να απαγγελθούν από ένα αφηγητή». 5 Αυτός ο ήχος αψηλά στον αγέρα/μουρμούριασμα μητρι ο θεατρικός χαρακτήρας του ποιήματος προβάλ κού ολολυγμού/ποιες είναι αυτές οι κουκουλωμέ λεται, καθώς τα πρόσωπα της σκηνής συνδιαλέ
1 2 0 /α φ ιερ ω μ α
γονται και επικοινωνούν μεταξύ τους είτε με αυ τούσιους στίχους είτε με παραλλαγμένες προβο λές των στίχων στη δική τους πραγματικότητα, εναλλάσσοντας το διάλογο με την απαγγελία. Ακόμα και το παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Σεφέρης για να στηρίξει την άποψή του βρίσκει το αντίστοιχό του στην εκδοχή του Τσίρκα. Ο Σεφέρης βλέπει στη λέξη «ανύπαρχτη» ένα «σύν θημα μεταξύ δύο προσώπων, [...],που το ακού σαμε στην πρώτη πράξη, και γυρίζει στην τελευ ταία πράξη πριν από την καταστροφή».36 Στο κείμενο του Τσίρκα τα δύο πρόσωπα (ΝάνσυΜάνος), και ο συνθηματικός χαρακτήρας που αποκτά η λέξη μπροστά στην επικείμενη κατα στροφή (πόλεμος) είναι παρόντα (βλ. το χωρίο που παρατέθηκε λίγο παραπάνω). Οι παρατηρήσεις αυτές δεν οδηγούν υποχρεω τικά στο συμπέρασμα ότι ο Τσίρκας εφαρμόζει συνειδητά οδηγίες. Το βέβαιο είναι πάντως ότι γνωρίζει τις απόψεις του Σεφέρη για την ποίηση του Έλιοτ και ότι ο τρόπος με τον οποίο ενσω ματώνει τα ελιοτικά χωρία στο κείμενό του θυμί ζει αρκετά τις απόψεις αυτές, χωρίς αυτό να αποκλείει τη δυνατότητα να είναι και προσωπι κές του απόψεις ή να πρόκειται απλώς για προ σαρμογή στις ανάγκες του μυθιστορήματος (π.χ. ψυχογράφηση των ηρώων). Άλλωστε η ανίχνευ ση της επίδρασης ενός λογοτέχνη πάνω σε έναν ομότεχνό του μέσω ενός τρίτου μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε παραπλανητικά συμπεράσματα. Σε ό,τι αφορά το δεύτερο στίχο του ποιήματος («Ιερουσαλήμ, πολιτεία της προσφυγιάς»), δε νομίζω ότι απαιτείται ιδιαίτερος σχολιασμός για να φανεί η σχέση του με τη Λέσχη. Όλοι οι βα σικοί ήρωές της είναι πρόσφυγες, ο καθένας από διαφορετικό τόπο και με διαφορετική ιστορία, όλοι όμως κυνηγημένοι από τον πόλεμο. Ο αέρας της φυγής και του ξεριζωμού διαπνέει ολόκληρο το μυθιστόρημα. Χαρακτηριστική είναι η περι γραφή του ετερόκλητου πλήθους των προσφύ γων (σ. 188) και η αφήγηση της Ρόζας (σ. 99), για την οποία θα γίνει ιδιαίτερος λόγος παρακά τω. Οι δύο πρώτοι στίχοι του ποιήματος αποτε λούν ένα είδος εισαγωγής στο θέμα που ανα πτύσσεται στη συνέχεια και στην ατμόσφαιρα όπου εκτυλίσσεται το προσωπικό δράμα του ποιητή αλλά και το συλλογικό δράμα των αν θρώπων του Πολέμου. Ανάλογη είναι και η λει τουργία του θεματικού στοιχείου της «ακυβέρνη της πολιτείας» στο κείμενο του Τσίρκα (με τρόπο βέβαια πιο αναλυτικό και συγκεκριμένο από ό,τι στον Σεφέρη, όπως άλλωστε επιβάλλει και η φύ ση του μυθιστορηματικού πεζού λόγου): δη μιουργεί τον κάναβο όπου διαπλέκονται οι προ σωπικές ιστορίες των ηρώων σε συνεχή διάλογο με την Ιστορία. Η παρουσία της «Ακυβέρνητης Πολιτείας» έχει, όπως φάνηκε στην εξέταση που
προηγήθηκε, πολλά πρόσωπα. Μπορεί να παίρ νει τη μορφή της έντονης προειδοποίησης (ο Χανς στην Έμη), της ενημέρωσης (ο Χατζηβασίλης στον Μάνο), της δυσοίωνης πρόβλεψης (ο Ρον) ή ακόμα και της λογοτεχνικής αναφοράς (η Έρημη Χώρα). Όμως ο ρόλος της είναι σε τε λευταία ανάλυση πάντα ο ίδιος: να πλέξει ένα ιστορικό δίχτυ γύρω από τα πρόσωπα, ένα δίχτυ συχνά μοιραίο. Το «κοπάδι μαύρα φύλλα»37 και τα «διαβατά ρικα πουλιά» (μετά το τυπογραφικό κενό που παρεμβάλλεται) είναι ακόμη μια αναφορά στον κυνηγημένο και περαστικό κόσμο της Ιερουσα λήμ, ενώ η παθητική αντίδραση «μα δε σηκώνεις το κεφάλι» παραπέμπει σε ένα είδος αμυντικής εσωστρέφειας, που θυμίζει αόριστα τις περιό δους μόνωσης και φυγής κάποιων προσώπων της Λέσχης. Στη συνέχεια, και ύστερα από την επα νάληψη της αποστροφής, δίνεται η εικόνα μιας Βαβέλ άγνωστων και άψυχων γλωσσών («[...] κολλημένες σαν αποτσίγαρα σβηστά σε χαλασμέ να χείλια»), Η Βαβέλ αυτή βρίσκει το ακριβές αντίστοιχό της στην Ιερουσαλήμ της Λέσχης, και πιο ειδικά στην πανσιόν της Φράου Φέλντμαν. «Σωστός Πύργος της Βαβέλ», λέει ο Χανς στο πρώτο κεφάλαιο (σ. 20), περιγράφοντας με δυσ φορία την κατάσταση που επικρατεί στην πανσιόν-μικρογραφία της πόλης. Και γενικότερα ολόκληρη η Λέσχη χαρακτηρίζεται από ένα ανακάτωμα φυλών και γλωσσών, που έχουν ως κοι νό παρονομαστή την αποξένωση, τόσο από τον άλλο όσο και από τις προσωπικές ρίζες: «[...] χωρίς συγγένεια με τη γραμματική / το συναξάρι μήτε το ψαλτήρι / που σ’ έμαθαν να συλλαβίζεις το φθινόπωρο / σαν έδεναν τις ψαροπούλες στα μουράγια».3®Η παιδική ηλικία, η χαμένη πατρί δα και η θάλασσα αναδύονται από τη μνήμη σαν σπαράγματα μιας «άλλης ζωής». Η ίδια νοσταλ γία βασανίζει συχνά και τον Μάνο στη Λέσχη. Οι εικόνες της Κηφισιάς (σ. 69), η αναζήτηση της Ελλάδας στα τοπία της Παλαιστίνης (σσ. 177-178), η δίψα του Αιγαίου «πολλές οργιές κά τω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου», η Αγία Γρα φή (σε αντιστοιχία με το «συναξάρι» και το «ψαλτήρι» του Σεφέρη) και κυρίως το Άσμα Ασμάτων39 (ο Σεφέρης το διαβάζει την ίδια πε ρίπου εποχή40) έρχονται για να θυμίσουν στον εξόριστο πως κάποτε η ευτυχία ήταν χειροπια στή. Η μαρτυρία της προσφυγιάς συνεχίζεται στους στ. 17-29. Εδώ ο σωματικός πόνος, η φρίκη και ο θάνατος παρουσιάζονται ως οι μοναδικοί συ νεκτικοί κρίκοι του ανθρώπινου κοπαδιού41 («αλλά τα μάτια τους μιλούν όλα τον ίδιο λόγο», σε αντίθεση με τις ασυνεννόητες γλώσσες τους). Οι στίχοι 26-29: «είναι και τα καράβια που τους ταξιδεύουν / ολόρθους σαν μπαλσαμωμένους δε σποτάδες / μέσα στ’ αμπάρια, για ν’ αράξουν ένα
α φ ιε ρ ω μ α /1 2 1
βράδυ / στα φύκια του βυθού απαλά» έχουν εμ φανή κοινή θεματική αφετηρία με την ιστορία της Πολωνοεβραίας Ρόζας στο κεφ. VIII (σ. 99) της Λέσχης: «Κι η Ρόζα είπε για το φορτηγό ένα σκυλοπνίχτη σα νεκροσέντουκο που τους πήρε από το Γαλάτσι κι όταν βγήκαν στ’ ανοιχτά τους κατεβάζαν στ’ αμπάρια τάχα μου μόνο όσο για να περάσουν το Βόσπορο κι ύστερα τα Δαρδανέλλια μ’ από κει και πέρα τους κατεβάζαν πάν τα μόλις χάραζε και τους ανεβάζαν μόνο τη νύ χτα. Όρθιους κυρία μου οχτακόσιες ψυχές αλ λιώς δε μας χώραγε [...] Κι όποιος πέθαινε απόμενε κειδά σα μπαρσαμωμένη μούμια πώς να σα λέψουμε». Ι ομοιότητες στις λεπτομέρειες της ιστορίας είναι τόσο χαρακτηριστικές, ώστε δεν αφή νουν περιθώρια αμφιβολίας. Πρόκειται για συ νειδητή παραπομπή του Τσίρκα στον «Στράτη Θαλασσινό στη Νεκρή Θάλασσα». Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι ο Τσίρκας γνώριζε όπως και ο Σεφέρης την ιστορία του καραβιού «Στρούμα» που παρατίθεται στις Μέρες Δ ',42 και πάλι η αναφορά στους συγκεκριμένους στίχους είναι αναμφισβήτητη. Ενσωματωμένη στο μυθιστορη ματικό κείμενο η αφήγηση αυτή, εκτός του ότι συμβάλλει στην ολοκλήρωση του «προσώπου» της Ρόζας, πλέκει επιπλέον έναν ιστό επικοινω νίας ανάμεσα στην ίδια και στην Έμη και προε τοιμάζει το έδαφος για την κατοπινή στενότερη σχέση τους. Ιδωμένη μάλιστα από την οπτική γωνία της Φράου Άννας, και σε συνδυασμό με το κλίμα οικειότητος που δημιουργεί μεταξύ Ρό
Ο
ζας και Έμης, προκαλεί μια έξαρση αισθημάτων σνομπισμού, περιφρόνησης και αντιζηλίας. Συγ χρόνως επισημαίνει τη διαφορά ανάμεσα στα βάσανα των απλών ανθρώπων και στο είδος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν η Ά ννα και η Έμη ως εκπρόσωποι (έστω και έκπτωτοι) μιας άλλης τάξης. Ο πυρήνας της ιστορίας, που προέρχεται αναμφίβολα από το ποίημα, εμπλου τίζεται με νέα στοιχεία και μπολιάζεται υφολογικά στο λαϊκό λόγο της Ρόζας, ώστε να ενσωμα τωθεί απόλυτα στα συμφραζόμενα. Στο σημείο αυτό σημειώνεται μια τομή στο ποίημα, τόσο στο ύφος όσο και στη στιχουργία. Οι στίχοι γίνονται ολιγοσύλλαβοι και παραδο σιακά έμμετροι, ο τόνος της φωνής αποκτά μιαν απατηλή ελαφρότητα και γίνεται σε ορισμένες περιπτιόσεις χρήση μιας ειρωνικής ομοιοκαταλη ξίας, ενώ η παρεμβολή του «This is the place, gentlemen» ηχεί παράφωνα, «σε τόνο [...] φάρ σας».4' Πρώτα εμφανίζεται απρόοπτα ένα αυτό νομο στιχούργημα σε ύφος δημοτικής αφηγημα τικής «ρίμας». Στον ποταμό Γιορδάνη τρεις καλογέροι φέραν και δέσανε στην όχτη κόκκινο τρεχαντήρι. Τρεις από τ’ Αγιονόρος αρμένισαν τρεις μήνες και δέσαν σ’ ένα κλώνο στην όχτη του Γιορδάνη του πρόσφυγα το τάμα. Πεινάσανε τρεις μήνες
1 2 2 /α φ ιερ ω μ α
διψάσανε τρεις μήνες, ξαγρύπνησαν τρεις μήνες κι ήρθαν απ’ τ’ Αγιονόρος απ’ τη Θεσσαλονίκη οι σκλάβοι καλόγεροι. Πηγή του παραπάνω χωρίου είναι ένα πραγμα τικό επεισόδιο, που το αναφέρει ο Σεφέρης στις Μέρες Δ ',45 Μέσα στο ποίημα φέρνει έναν αέρα ελληνοορθόδοξης παράδοσης και ελευθερίας και λειτουργεί ως αντίβαρο στο νεκρό τοπίο της ξένάγησης-παρωδίας που ακολουθεί. Η ίδια ακρι βώς ιστορία, όμοια ως την τελευταία λεπτομέ ρεια, μεταγράφεται από τον Τσίρκά στο κεφ. XIII της Λέσχης, όπου ο Μάνος και το Ανθρω πάκι επισκέπτονται το ελληνικό μοναστήρι του Αγίου Σάββα, για να κρύψουν πυρομαχικά, με τη βοήθεια του Παντελή, ενός καλόγερου, φίλου και συμπατριώτη του Ανθρωπάκι. «Ήταν [ο Νεχτάριος] ένας από αυτούς που ήρθαν με το κόκκινο τρεχαντήρι και τό ’χάνε τώρα δεμένο κάτω, στον Ιορδάνη. [...] “Κινδυνέψαμε και τα λαιπωρηθήκαμε κάπου τρεις μήνες” , μου έλεγε ο Νεχτάριος. “Μα όλα τα ξέχασα όταν είδα εδώ κάτι δικούς μας φαντάρους να σκαλίζουνε με το σουγιά τους τις χαραμάδες της βάρκας, να μα ζεύουν το χώμα και να το φιλούνε”» (σ. 183). Το επεισόδιο εντάσσεται λειτουργικά στην αφήγηση και στην ατμόσφαιρά της. Μέσα σε ένα σκηνικό που θυμίζει ελληνικό νησί («Μόνο που εκεί ανάσαινε πλατειά μπροστά μας το Αιγαίο», σ. 178), οι τρεις αγιορείτες μοναχοί φέρνουν στην ξενιτιά του Μάνου (όπως ακριβώς και στην ξενιτιά του Στράτη Θαλασσινού) ένα μήνυμα της μαχόμενης Ελλάδας, που αποκτά ακόμη μεγαλύ τερη σημασία στο βαθμό που ανατρέπει τις ιδεο λογικές του προκαταλήψεις (ό Μάνος είχε προη γουμένως εκφράσει στο Ανθρωπάκι τις επιφυλά ξεις του για την αξιοπιστία του καλόγερου Παν τελή, ενός ανθρώπου «σαρσεμιασμένου από τις νηστείες και το λιβάνι»). Ο Μάνος έχει μόλις επανέλθει στην ενεργό δράση μετά από ένα με γάλο διάστημα απομόνωσης, αδράνειας και αμ φιβολιών, που δεν τον έχουν εγκαταλείψει ακό μα. Ως αντιστάθμισμα στην αποστροφή που του προκαλεί το Ανθρωπάκι, οι τρεις μοναχοί, που ιδεολογία τους είναι «η ελληνική ορθοδοξία», δίνουν στον Μάνο ένα μάθημα ευψυχίας και ενότητας. Η αντίθεση αυτή γίνεται συγκεκριμένη στο σημείο όπου οι τρεις μοναχοί εμπλέκονται στις διαφωνίες του Μάνου με το Ανθρωπάκι, όταν ο δεύτερος καλεί τον Μάνο να μην τους εμ πιστεύεται, γιατί μπορεί να «τους στείλαν επί τούτου οι Γερμανοί». ΥΓΚΕΦΑΛΑΙΩΝΟΝΤΑΣ και συμπληρώ νοντας τις παρατηρήσεις που προηγήθηκαν, Σ σημειώνω τα ακόλουθα:
1. Τα ίχνη του Σεφέρη και ειδικότερα του Ημερολογίου Καταστρώματος, Β ' στις Α κυ βέρνητες Πολιτείες μπορούν να καταταχθούν χονδρικά σε τρεις κατηγορίες. α) Σε αυτά που πρέπει να αποδοθούν σε πα ράγοντες καθαρά εξωλογοτέχνικούς και δεν εί ναι απαραίτητο να ερμηνευτούν ως «αναφορές». Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να είναι αντικειμε νικοί (ίδιος τόπος, ίδιος χρόνος, ίδια γεγονότα) ή υποκειμενικοί (κοινές αντιλήψεις πάνω σε ορι σμένα θέματα, π.χ. διάσταση ανάμεσα στον αγωνιζόμενο λαό και τη διεφθαρμένη ηγεσία, αντι πάθεια προς το δογματισμό, τις «ορθοδοξίες»). β) Σε αυτά που αποτελούν κοινές λογοτεχνικές αναφορές σε τρίτους (π.χ. Έλιοτ) και μπορούν να αποδοθούν τόσο σε κοινές αναγνωστικές εμ πειρίες όσο και στη μεσολαβητική επίδραση του Σεφέρη πάνω στον Τσίρκα. γ) Στις εσκεμμένες παραπομπές σε συγκεκρι μένους σεφερικούς στίχους, που πρέπει οπωσδή ποτε να ερμηνευτούν ως συνειδητή επιλογή του συγγραφέα.4’ 2. Οι σεφερικές αναφορές που απαντούν στο έργο του Τσίρκα δεν αποτελούν μοτίβα «δυναμι κά», δεν προωθούν δηλαδή τον μύθο.48 Ο ρόλος τους είναι κυρίως να συμβάλλουν στη δημιουρ γία κλίματος και εν μέρει να συμπληρώνουν την «ηθοποιία» και να προωθούν την επικοινωνία μεταξύ των προσώπων. 3. Ο Τσίρκας σε κανένα σημείο του κειμένου της Τριλογίας (δε συμπεριλαμβάνονται εδώ τα motto) δε μνημονεύει τον Σεφέρη επώνυμα. Οι διανοούμενοι ήρωές του αναφέρονται πολύ συ χνά στις συζητήσεις τους σε Έλληνες και ξένους λογοτέχνες (ο Holderlin, ο Βάρναλης, ο Καβάφης, ο Έλιοτ, ο Μπωντλέρ, ο Φλωμπέρ, ο Μπαλζάκ είναι από τους πιο προσφιλείς τους),49 όμως το όνομα του Σεφέρη δεν εμφανίζεται που θενά, ούτε ακόμα και όταν τα πρόσωπα του έρ γου μιλούν κυριολεκτικά με τη φωνή του (π.χ. με τη μετάφραση της Έρημης χώρας ή με τον στίχο «στα σκοτεινά πηγαίνουμε στα σκοτεινά προχω ρούμε», που επανέρχεται σχεδόν αυτούσιος στις σελίδες της Νυχτερίδας.50 Μια εξήγηση του φαι νομένου αυτού θα μπορούσε να είναι το γεγονός ότι, στα χρόνια που διαδραματίζονται τα περι στατικά της Τριλογίας, ο Σεφέρης δεν ήταν ακό μα ευρύτερα γνωστός, και ενδεχομένως η μνεία του ονόματος του σε προφορικές συζητήσεις θα φαινόταν υπερβολική. Όμως μια τέτοια εξήγηση έχει πολύ σχετική αξία. 'Αλλωστε ούτως ή άλλως η λογιοσύνη των ηρώων της Τριλογίας προκαλεί συχνά την αίσθηση της υπερβολής, επομένως μάλλον δεν έχουμε ενδείξεις για να υποθέσουμε ότι ο Τσίρκας θα παραιτούνταν από την επώνυ μη αναφορά στον Σεφέρη για λόγους αληθοφά
α φ ιε ρ ω μ α /1 2 3
νειας. Η αιτία λοιπόν πρέπει να αναζητηθεί αλ λού, πιθανότατα στο μέγεθος της οφειλής της Τριλογίας στον Σεφέρη51 και σε ένα είδος βαθύ τερης συγγένειας που αισθάνεται μαζί του ο Τσίρκας. Η παρουσία του ποιητή στο έργο είναι αρκετά έντονη και υπογραμμίζεται επιπλέον και από τα motto. Κάθε άλλη αναφορά θα ήταν πλεοναστική. Ίσως ο Τσίρκας δηλώνει έτσι έμ μεσα ότι ο Σεφέρης κατέχει μια θέση ιδιαίτερη ανάμεσα στους υπόλοιπους «δασκάλους» του, των οποίων άλλωστε οι επώνυμες αναφορές δεν ενσωματώνονται στην πλοκή με τον τρόπο που ενσωματώνονται οι σεφερικές αναφορές. Γι’ αυ τό το λόγο άλλωστε οι σεφερικές αναφορές παύ ουν να είναι απλές «αναφορές». Είναι πια οργα νικά στοιχεία ενός καινούριου έργου και συγ χρόνως συνειδητός φόρος τιμής στον ποιητή. Σημειώσεις Θα ήθελα να εκφράσω τις πιο θερμές μου ευχαριστίες στη Μ. Θωμαίδου-Μώρου, στον Γ. Κεχαγιόγλου, στον Ξ. Α. Κο κόλη, στον Μ. Κοπιδάκη και στην Ε. Παχίνη-Τσαντσάνογλου, που διάβασαν το χειρόγραφο της εργασίας αυτής και μου έκα ναν χρήσιμες παρατηρήσεις και βελτιωτικές προτάσεις. Είναι αυτονόητο ότι τα κενά, τα λάθη και οι παραλείψεις βαραίνουν αποκλειστικά εμένα. 1. Η Τριλογία είναι πολύ πλούσια σε λογοτεχνικές αναφορές, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο λειτουργικές. 2. Η επιστολή μου είναι γνωστή από την έκθεση «Στρατής Τσίρκας, 1911-1980», που διοργάνωσε η Εταιρεία Σπου δών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας στην Αθήνα, Ιανουάριος-Μάρτιος 1986. 3. Γ. Σεφέρη, Δοκιμές, Φέξης, Αθήνα2 1962. 4. Στο περ. 7α Νέα Γράμματα, χρ. Β', 1936, ο Σεφέρης δημο σιεύει για πρώτη φορά θεωρητικά κείμενα: πρόκειται για τις «δοκιμές» «Τ. S. Eliot» (628-651) και «Ο θαλασσινός φίλος μας» (936-937). Βλ. και Γ. Σεφέρη, Δοκιμές, τ. Α', Αθήνα, Ίκαρος 31974, σσ. 17-46 και 47-49. Πάντως η «Ει σαγωγή στον Θ.Σ. Έλιοτ» δε συμπεριλαμβάνεται στη δεύ τερη έκδοση των Δοκιμών, στην οποία αναφέρεται ο Τσίρ κας (Βλ. Δοκιμές, τ. Β', ό.π. σ. 285). Βλ. και σημ. 5 και 6. 5. Κινηματογράφος της Αλεξάνδρειας όπου δόθηκε η διάλε ξη του Σεφέρη για τον Μακρυγιάννη στις 16.5.43. Βλ. Γ. Σεφέρη, «Ένας Έλληνας - Ο Μακρυγιάνγης», Δοκιμές, τ.Α ', ό.π. σημ. 4, σσ. 228-263. 6. Πρόκειται για αναφορές στις Δοκιμές, τ. Α ', ό.π. σημ. 4, «Ο θαλασσινός φίλος μας» (σ. 49), «Πάνω σε μια φράση του Πιραντέλλο» (σ. 55), «Απορίες διαβάζοντας τον Κάλβο» (σ. 63), «Κωστής Παλαμάς» (σ. 215) και «Ένας Έλ ληνας - Ο Μακρυγιάννης» (σ. 237). 7. Δεν μπόρεσα μέχρι στιγμής να εντοπίσω τον κριτικό τον οποίο εννοεί ο Τσίρκας. Από τη διατύπωση θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι ίσως πρόκειται για τον Τίμο Μαλάνο, τον οποίο άλλωστε αναφέρει ο Τσίρκας στη συνέ χεια της ίδιας επιστολής, ανώνυμα βέβαια αλλά με τρόπο που δεν αφήνει αμφιβολία. 8. Ο ίδιος ο Τσίρκας φαίνεται ότι αντιλαμβανόταν την επί δραση αυτή ως «διδασκαλία», με την ευρεία φυσικά έν νοια. Βλ. τη δήλωσή του για το θάνατο του Σεφέρη, Στήλη 20-9-71, τ. Α ', Αθήνα, Ερμής 1972, σ. 54: «Εκείνος μας δίδαξε πως το σήμερα και το χθες είναι ένα και το αυτό, το ζούμε μέσα μας και ευθυνόμαστε και για τα δύο. Εκεί νος μας δίδαξε να διαβάζουμε σωστά Μακρυγιάννη, Ερωτόκριτο, Κάλβο, Καβάφη, Παλαμά και Σικελιανό». Βλ. και την αφιέρωση που επιλέγει ο Τσίρκας στον τόμο Ο πολιτικός Καβάφης, Αθήνα, Κέδρος 1971: «Στη μνήμη του Γιώργου Σεφέρη που μαζί με πολλά άλλα μ’ έμαθε να δια βάζω σωστότερα τον Καβάφη».
Βέβαια η παρουσία του Σεφέρη στη Λέσχη και πολύ περισσότερο σε ολόκληρη την Τριλογία δεν εξαντλείται κατά κανέναν τρόπο στην εργασία αυτή, που έχει χαρακτήρα ενδεικτικό και υπαι νικτικό. Εκτός από το ίδιο το έργο του Σεφέρη, που εμπνέει το έργο του Τσίρκα, οι σχέσεις τους μπορούν να διερευνηθούν, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και σε ένα μεγαλύτερο φάσμα κοι νών «εκλεκτικών συγγενιών» (π.χ. Έλιοτ, Μπωντλέρ, Άγιος Ιωάννης του Σταυρού, Άσμα Ασμάτων), που πρέπει να αναλυθούν χωριστά. Το ίδιο ισχύει και για μια σειρά χωρίων του Τσίρκα, όπου ακόμη και η επιλογή του λεξιλο γίου ή των εικόνων και η δομή της φράσης κρα τούν σεφερικούς «αντίλαλους». 5 Ό λα αυτά όμως απαιτούν χώρο και χρόνο περισσότερο από εκείνον που αφιερώθηκε στη δοκιμή αυτή. 9.
10.
11. 12:
13. 14.
15.
Σ. Τσίρκα, Τα ημερολόγια της Τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες», Αθήνα, Κέδρος 31981. Βλ., ενδεικτικά, σ. 12: «[...] νιώθω να πνίγομαι από τους περιορισμούς που έβα λα στον εαυτό μου μ’ εκείνα τα μικρά διηγήματα του αντι φασιστικού αγώνα στη Μέση Ανατολή» και στη συνέχεια «[...] ένιωσα να με κυριεύει μια πλήξη, μάλλον αηδία, με τα δύο τούτα απριόρι. Συντομία και απεικόνιση οπωσδή ποτε του αντιφασιστικού αγώνα». Πρβ. και Μ. Αναγνωστάκη, «Το ποιητικό έργο του Στρατή Τσίρκα», εφ. Η Αυγή, 10.2.85: «Τά χρόνια που γράφονται τα ποιήματα αυτά [δηλ. οι Φελλάχοι], ο πρεσβύτερος Σε φέρης, αλλά και οι ομήλικοι ή σχεδόν Ελύτης, Ρίτσος, Βρεττάκος, Οικονόμου, Σαραντάρης και ο όψιμος Δρίβας πειραματίζονται σε νέους εκφραστικούς τρόπους, άλλος περισσότερο τολμηρά, άλλος λιγότερο - και για πολλούς η περίοδος εκείνη υπήρξε η πιο δημιουργική και πάντως κα θοριστική της μετέπειτα πορείας τους. Ο Τσίρκας βρίσκε ται μακριά. Ανυποψίαστα ή ηθελημένα;». Βλ. τον πρόλογο της Χρύσας Προκοπάκη στον τόμο Οι «Ακυβέρνητες Πολιτείες» τον Στρατή Τσίρκα και η κριτι κή, 1960-1966, Αθήνα, Κέδρος 1980. Σχετικά με τη σημασία του μυθιστορήματος για τα ελληνι κά γράμματα αναφέρω, ενδεικτικά, μόνο την κρίση του Α. Κοτζιά,. εφ. Καθημερινή, 16.1.1977: «Το αυθεντικότερο μυθιστόρημα με την κυριολεξία του όρου, στη μυθιστορη ματικά φτωχή γραμματολογία μας...» [Παρατίθεται στο άρθρο του Π. Α. Ζάννα, «Για τον Στρατή Τσίρκα», περ. Ο Πολίτης, τευχ. 32, (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1980), 48], Για την υπόλοιπη βιβλιογραφία βλ. παραπάνω σημ. 11. Βλ. X. Προκοπάκη, ό.π. σημ. 11. Βλ. Μ. Αναγνωστάκη, ό.π. σημ. 10. Για τη σχέση της κα βαφικής έρευνας με την Τριλογία βλ. Π. Α. Ζάννα, «Όλα δένονται», εφ. Η Αυγή, 3.2.80: «[...] το. κριτικό του έργο περπάτησε παράλληλα με το μυθιστορηματικό. Έθρεψε τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες», και ύστερα πορεύτηκε μαζί τους ανάμεσα στις επιθέσεις και τις συκοφαντίες και τον κατατρεγμό». Βλ. Για τον Σεφέρη: τιμητικό αφιέρωμα, στα τριάντα χρό νια της Στροφής, Αθήνα, Ερμής 1981 (ανατύπωση), σσ. 243-249. Βλ. και Σ. Τσίρκα, «Η πνευματική αντίσταση στη Μ. Ανατολή», περ. Επιθεώρηση Τέχνης, τευχ. 87-88, 1962, 498-500. Φαίνεται πάντως ότι ο Τσίρκας είχε ασχοληθεί τουλάχι στον ακόμη μια φορά στο παρελθόν με το έργο του Σεφέ ρη. Ο Τ. Μαλάνος, Οι αναμνήσεις ενός Αλεξανδρινού, Αθήνα, Μπουκουμάνης 1971, σ. 339, αναφέρεται σε μια κριτική του Τσίρκα, στο περιοδικό Ο Έλλην, για τον πρό λογο του Σεφέρη στην αλεξανδρινή έκδοση των Ωδών του Κάλβου (Κάλβου, Η Λύρα, Εκδόσεις Νεοαλεξανδρινών, Αλεξάνδρεια, 1942). Πρόκειται μάλλον για το άρθρο του
1 2 4 /α φ ιερ ω μ α
16.
17.
18.
19.
20.
21.
Τσίρκα «Ανδρέας Κάλβος», περ. Ο Έλλην, τευχ. 4, 15.5.1942, 15-18. (Βλ. Κ. Πλασσαρά, Στρατής Τσίρκας: Βιβλιογραφία 1926-1978, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α. 1979, σ. 34). Δεν έχω διαβάσει το δημοσίευμα αυτό. Αν πάντως αλη θεύει η πληροφορία του Μαλάνου ότι πρόκειται για αρνη τική κριτική, το γεγονός θα παρουσίαζε αναδρομικά ακό μη μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην «Άποψη για το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β'», ό.π., ο Τσίρκας παραθέτει (εύφημα βέβαια) αποσπάσματα αυτού ακριβώς του προλόγου. (Βλ. Γ. Σεφέρη, «Πρόλογος για μία έκδοση των Ωδών», Δοκιμές, τ. Α', ό.π. σημ. 4, σσ. 179-210). Βλ. Σ. Τσίρκα «Μια άποψη για το Ημερολόγιο Καταστρώ ματος, Β'», ό.π. σημ. 15, σ. 245 και Σ. Τσίρκα, «Η πνευ ματική αντίσταση στη Μέση Ανατολή», ό.π. σημ. 15, σ. 489. Βλ. και Ε. Παλαιολόγου-Πετρώνδα, «Ο Γ. Σεφέρης στην Αίγυπτο», Στήλη 20-9-71, ό.π. σημ. 8, σσ. 193-194. Για τις προσωπικές τους σχέσεις βλ. Σ. Τσίρκα, «Οι τελευ ταίες μέρες», Στήλη 20-9-71, ό.π. σημ. 8, σσ. 156-161. Βλ. και Α. Τσίρκα - Κ. Πλασαρά, «Ας θυμηθούμε τα λίγα που ξέρουμε - Βιογραφικό διάγραμμα για τον Στρατή Τσίρ κα», περ. Ο Πολίτης, ό.π. σημ. 12, 44, και τη συνέντευξη του Τσίρκα στο περ. Διαβάζω, τεύχ. 29 (Μάρτιος 1980), σ. 66. Σχετικές πληροφορίες (με αρκετή δόση εμπάθειας βέ βαια) δίνει και ο Τ. Μαλάνος, ό.π. σημ. 15. Ο Α. Αργυρίου, «Γιώργος Σεφέρης. Ποιητική Τέχνη και Ιστορία», Κύκλος Σεφέρη, Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, 1980, σ. 70, παραπέμπει στις Ακυβέρνητες Πολιτείες για το κλίμα της Μέσης Ανατολής στα χρόνια του Πολέμου. Επίσης δί νει την πληροφορία ότι ο Τσίρκας αποκρυπτογράφησε στον Γ. Π. Σαββίδη το ποίημα «Αντάρτες στη Μ.Α.», ενώ ήδη το 1961 είχε κάνει ανάλογες παρατηρήσεις για το Ημε ρολόγιο Καταστρώματος, Β ', χωρίς να γνωρίζει, τότε, το παραπάνω ποίημα, που δημοσιεύεται στο Τετράδιο Γυ μνασμάτων, Β 'τ ο 1976. Βλ. και Π.Α.Ζ (άννα), «Οι Ακυ βέρνητες Πολιτείες και το Πολιτικό Ημερολόγιο του Σεφέ ρη», εφ. Η Αυγή, ό.π. σημ. 14, όπου παρατίθεται σημείω μα του Τσίρκα σχετικά με τα αισθήματα που του προκάλεσε η ανάγνωση του ημερολογίου αυτού, που αναφέρεται στα χρόνια 1942-43: «[...] Για μένα αυτή η δέσμη των χαρ τιών αποτέλεσε μια από τις πιο μεγάλες, αλλά και τις πιο κρυφές ικανοποιήσεις της ζωής μου. Τώρα μόνο μπόρεσα να εξηγήσω τα δύο εκείνα που μου φαίνονταν ασυμβίβα στα: Τη μεγάλη αγάπη και εμπιστοσύνη που μου έδειχνε και την επιφυλακτικότητά του να μιλήσει ή να εκφραστεί δημόσια για την Τριλογία. Δεν ήθελε να νομιστεί πως εκείνος μου είχε προμηθέψει τα -πολλά- στοιχεία». Για τον όρο βλ.Τ.Σινόπουλο, «Το “κλειστό” και το “ανοι χτό” ποίημα στον Γιώργο Σεφέρη», Τέσσερα Μελετήματα για τον Σεφέρη, Αθήνα, Κέδρος 1984, σσ. 111-124. Τα ποιήματα του Τετραδίου Γυμνασμάτων, Β ' με ανάλογα θέ ματα δεν πρέπει μάλλον να ήταν γνωστά στον Τσίρκα την εποχή που γραφόταν η Τριλογία, βλ. και Α. Αργυρίου ό.π. σημ 18. Ο Α. Αργυρίου, «Η κατάργηση της τυπογραφίας», περ. Η Συνέχεια, τευχ. 1 (Μάρτιος 1973), 4-5, και «Μια διαφορε τική εκτίμηση», ό.π., τεύχ. 7 (Σεπτέμβριος 1973), 329, δί νει μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία του ιδιωτικού χαρακτήρα της έκδοσης αυτής: την παράκαμψη της λογοκρισίας. Επί σης, στο άρθρο του «Η κατάργηση της τυπογραφίας», ό.π., τεύχ. 5 (Ιούλιος 1973), 200-201, ερμηνεύει την επι γραφή (motto) του Ημερολογίου Καταστρώματος, Β ' («Κάποτε συλλογίζομαι πως τούτα εδώ που γράφω δεν εί ναι άλλο παρά εικόνες που κεντούν στο δέρμα τους φυλα κισμένοι ή πελαγίσιοι») ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τους φυλακισμένους αγωνιστές της αντίστασης. Οι απόψεις του Αργυρίου φέρνουν τον Σεφέρη πιο κοντά προς τους προ σανατολισμούς του Τσίρκα. Βλ. πάντως και τις αντίθετες απόψεις του Γ. Π. Σαββίδη, «Γύρω σε μια φράση του Σε φέρη», περ. Η Συνέχεια, τευχ. 7 (Σεπτέμβριος 1973), 232. Βλ. την πρώτη εγγραφή (8 Αυγούστου 1945) στα Ημερολό για της Τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες», ό.π. σημ. 9. σ. 11.
22. Βλ. Σ. Τσίρκα, ό.π. σημ. 21, σ. 27. 23. Η δράση της Λέσχης αρχίζει περίπου έναν μήνα πριν (7.6.42) από τη χρονολογική ένδειξη γραφής του ποιήμα τος (Ιούλιος 1942). Ο Σεφέρης και ο Τσίρκας βρίσκονται την ίδια εποχή στην Ιερουσαλήμ, όπου έχουν καταφύγει ως πρόσφυγες. Βλ. σχετικά Γ. Σεφέρη, Μέρες Δ ' Αθήνα, Ίκαρος, 1977, σσ. 219 κ.ε. 24. Μ. Vitti, Φθορά και λόγος: Εισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, Αθήνα, Εστία, 1978, σ. 157. 25. Ν. Βαγενάς, Ο ποιητής και ο χορευτής, Αθήνα, Κέδρος 1979, σ. 181. Ο Βαγενάς σημειώνει επίσης (ό.π. σ. 236) στην ίδια συλλογή μια εντονότερη παρουσία του Καβάφη και ειδικότερα αναφέρεται σε ποιήματα με καβαφικούς τίτλους. Η παρατήρηση αυτή, αν συνδυαστεί με τα κατο πινά καβαφικά ενδιαφέροντα του Τσίρκα, ενισχύει την άποψη για την ξεχωριστή σημασία της «συνάντησής» του με το Ημερολόγιο. Βλ. και παρακάτω σημ. 29. 26. Τ. Μαλάνος, «Στον αστερισμό του Έλιοτ», Η ποίηση του Σεφέρη και η κριτική μου, Αθήνα, Πρόσπερος, 1982, σ. 24. 27. Τ. Μαλάνος, «Το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β ’», ό.π. σημ. 26, σσ. 74, 78. 28. Εδώ πρέπει να διευκρινιστεί ότι το είδος της επίδρασης που άσκησε ο Έλιοτ στον Σεφέρη δεν μπορεί βέβαια να θεωρηθεί φαινόμενο της ίδιας τάξης με τις αναφορές του Τσίρκα στον Έλιοτ. Η αναλογία σταματά στο πρόσωπο του ποιητή και σε κάποια θεματική αντιστοιχία (το νεκρό τοπίο της Έρημης Χώρας). 29. Ο Τ. Μαλάνος, Οι αναμνήσεις ενός Αλεξανδρινού, ό.π. σημ. 15, σ. 312, 314, αποδίδει τις απόψεις του Τσίρκα για την κοινωνική διάσταση της ποίησης του Καβάφη στο έναυσμα που του έδωσε η σεφερική αντίληψη για τη σχέση Καβάφη και Έλιοτ με την Ιστορία. (Βλ. Γ. Σεφέρη, «Κ. Π. Καβάφης, Θ. Σ. Έλιοτ· παράλληλοι», Δοκιμές, ό.π. σημ. 4, σσ. 324-363). Ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο θέλει να παρουσιάσει το γεγονός ο Μαλάνος, η αφιέρωση του Πολιτικού Καβάφη, ό. π. σημ. 8, είναι αρ κετά ενδεικτική. Πρβ. και Π. Α. Ζάννα, ό.π. σημ. 14, σχε τικά με την «Άποψη για το Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β ’»: «[...] Ακολουθεί [ο Τσίρκας] το παράδειγμα του ίδιου του Σεφέρη, που την εποχή ακριβώς εκείνη [δήλ. την επο χή που γράφτηκε το Ημερολόγιο] ανακάλυπτε την ιστορι κή αίσθηση στον Καβάφη [...]». 30. Βλ. απόσπασμα επιστολής που παρατίθεται παραπάνω. 31. Βλ. Γ. Σεφέρη, Η έρημη χώρα (Θ. Σ. Έλιοτ), περ. Τα Νέα Γράμματα, ό.π. σημ. 4, σ. 665. 32. Στην οριστική μορφή της μετάφρασης οι στίχοι αυτοί έχουν τροποποιηθεί. Βλ. Θ. Σ. Έλιοτ, Η έρημη χώρα, Με τάφραση Γιώργου Σεφέρη, Αθήνα, Ίκαρος 41967, σ. 79. 33. Βλ. Θ. Σ. Έλιοτ, ό.π. σημ. 32, σ. 63, στ. 76. 34. Ο Ν. Βαγενάς, ό.π. σημ. 25, τοποθετεί την απώτερη κατα γωγή και των δύο στη fourmillante citi του Μπωντλέρ. (Βλ. Les fleurs du Μαί, αρ. XC, «Les sept vieillards», Paris, Gallimard 1972, σσ. 120-122). Ο ίδιος ο Έλιοτ στις ση μειώσεις για την Έρημη Χώρα παραπέμπει στο παραπά νω ποίημα του Μπωντλέρ (βλ. θ . Σ. Έλιοτ, Η έρημη χώ ρα, ό.π. σημ. 32, σ. 109), πράγμα που είναι γνωστό στον Τσίρκα τουλάχιστον από το 1936 (βλ. απόσπασμα επιστο λής που παρατίθεται). Άλλωστε μνεία του Μπωντλέρ γί νεται αμέσως παρακάτω με αφορμή τον στίχο You! Hy pocrite lecteur.... 35. Βλ. Γ. Σεφέρη, «Εισαγωγή στον Θ. Σ. Έλκη», Δοκιμές, ό.π. σημ. 4, σ. 39. 36. Βλ. Γ. Σεφέρη, ό.π. σημ. 35. 37. Για τη σεφερική εξεικόνιση των ανθρώπων με φύλλα πρβ. Γ. Σεφέρη, Ποιήματα, Αθήνα, Ίκαρος,121979, «Σαντορί νη», σσ. 75-78, στ. 21-23: «Βωμοί γκρεμισμένοι / κι οι φί λοι ξεχασμένοι / φύλλα της φοινικιάς στη λάσπη». 38. Για τους στίχους αυτούς πρβ. και Ε. Keeley, Συζήτηση με τον Γιώργο Σεφέρη, Αθήνα, Άγρα, 1982, σσ. 29-31. 39. Η Αγία Γραφή είναι το μόνο βιβλίο που συντροφεύει τον Μάνο κατά τη διάρκεια της απομόνωσής του. (Βλ. Η Λέ σχη, σσ. 75, 138, 208, 229). Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο Άσμα Ασμάτων (βλ. Η Λέσχη σσ. 29, 41, 51, 65). Πάντως
α φ ιε ρ ω μ α /1 2 5 οι βιβλικές αναφορές της Τριλογίας (λ.χ. Ψαλμοί, Η Λ έ σχη, σσ. 7,99, Αποκάλυψη, Η Λέσχη, α. 58) και γενικότε ρα οι αναφορές σε ιερά κείμενα (π.χ. Ιωάννης Δαμασκη νός, Η Λέσχη, σσ. 181, 182, 185) αποτελούν ξεχωριστό αν τικείμενο μελέτης. 40. Βλ. Γ. Σεφέρη, Μέρες Δ ', ό.π. σημ. 23, σ. 44, την ημερολο γιακή εγγραφή της 24.4.42. 41. Πρβ. και Σ. Τσίρκα, Η Λέσχη, κεφ. 11, σ. 27: «Τόσοι άν θρωποι, ναυάγια της καταιγίδας που σαρώνει τον κόσμο, κι αντίς η δυστυχία να τους σμίγει, τους χωρίζει. Λες κι ο καθένας τους φοβάται μην κολλήσει από τον άλλο αρρώ στια πιο βαριά απ’ αυτή που τον λιώνει [...] καθένας τους ζει τυλιγμένος μέσα σ’ ένα κύλινδρο μοναξιάς. Ό που πά νε περπατάει μαζί τους. Ο χιτώνας του Νέσσου». Βλ. και μια ανάλογη σκέψη του Σεφέρη στις Μέρες Δ ’, ό.π. σημ. 23, σ. 251, εγγραφή της 30.9.1942: «Είμαστε όχι μια ξενι τιά, είμαστε τόσες ξενιτιές όσοι νομάτοι είμαστε· το τσούρμο ενός βουλιαγμένου καραβιού, που χαροπαλεύει, ο καθένας χωριστά, καβάλα σ’ ένα ιδιαίτερο ναυάγιο». Η ομοιότητα των δύο χωρίων είναι ενδεικτική για την κοινή ευαισθησία των συγγραφέων τους, δεδομένου ότι ο Τσίρκας κατά πάσα πιθανότητα δεν γνώριζε το κείμενο του Σεφέρη την εποχή που γραφόταν η Λέσχη. Οι περιπτώσεις ιδιωτικών κοινοποιήσεων ανέκδοτων κειμένων του Σεφέ ρη προς τον Τσίρκα που μου είναι γνωστές [Πολιτικό Ημε ρολόγιο, ό.π. σημ. 18, και Μέρες του 1945-1951, βλ. «Ο Στρατής Τσίρκάς γράφει στον Σεφέρη για τις Μέρες του 1945-1951», περ. Γράμματα και Τέχνες, τεύχ. 10 (Οκτώ βριος 1982), 8], ανάγονται σε μεταγενέστερες χρονολογίες και πάντως μετά την εγκατάσταση του Τσίρκα στην Αθή να το 1963. 42. Βλ. Γ. Σεφέρη, Μέρες Δ ,' ό.π. σημ. 23, σ. 228, εγγραφή της 18.7.1942. Ό πως και στο κείμενο του Τσίρκα πρόκειται και εδώ για Εβραίους. 43. Βλ. Γ. Σεφέρη, Μέρες Δ ', ό.π. σημ. 23, σ. 237, εγγραφή της 24.7.1942: «Αυτό το Gentlemen, που συνήθισε κανείς να το βλέπει γραμμένο σε άλλα μέρη στην Αγγλία και να τ’ ακούει σε άλλες περιστάσεις, ήτανε λίγο σαν μια κοτρσνιά στο κεφάλι. Ήτανε συνάμα σαν ένα σύμβολο της αξεδιά λυτης σύγχυσης που ζούμε τώρα σε τόνο πολύ χοντρής φάρσας». 44. Βλ. και τη σχετική σημείωση του Γ. Π. Σαββίδη στα Ποιή ματα του Σεφέρη, ό.π. σημ. 37, σ. 331, για τους δημοτι κούς στίχους «Τρεις καλογέροι κρητικοί...». 45. Βλ. Γ. Σεφέρη, Μέρες Δ ', ό.π. σημ. 23, σ. 235, εγγραφή της 24.7.1942. 46. Διατηρώ την κλίση που χρησιμοποιεί ο Τσίρκας (το Ανθρωπάκι-του Ανθρωπάκι). 47. Βλ. Γ. Σεφέρη, «Εισαγωγή στον θ . Σ. Έλιοτ», ό.π. σημ. 35, σ. 43, για τη λειτουργία της λογοτεχνικής αναφοράς. 48. Βλ. Β. Thomachevski, «Th0matique», Thiorie de la littirature, επιμ. T. Todorov, Paris, Seuil, 1965, σ. 272. 49. Βλ. Σ. Τσίρκα, Τα ημερολόγια της Τριλογίας «Ακυβέρνη τες Πολιτείες», ό.π. σημ. 9, σ. 38: «[...] με παρασύρει μια φιλολογίτιδα (π.χ. Χαίλντερλιν ή 'Ασμα Ασμάτων). Χρειάζεται πολύ τακτ, πραγματική μαεστρία μυθιστοριγράφου. Δεν είμαι καθόλου ικανοποιημένος». 50. Βλ. Σ. Τσίρκα, Η Νυχτερίδα, Αθήνα, Κέδρος, 41973, σσ. 212, 221. Πρβ. και X. Προκοπάκη, «Επιστροφή», εφ. Η Αυγή, ό.π. σημ. 14: «Γιατί έριξες πάνω στο στίχο του Σε φέρη τα μάτια σου, “οι ήρωες προχωρούν στα σκοτεινά”, και τους τον χάρισες αλλιώς ». 51. Πρβ. και Π. Α. Ζάννα, «Όλα δένονται», ό.π. σημ. 14: «Τις οφειλές του δεν τις ξεχνούσε. [....] Πάνω απ’ όλους τον Καβάφη και τον Σεφέρη. Το χρέος του το ξεπλήρωσε. Ο Καβάφης και η εποχή τον (1958), συμπληρωμένο με τον Πολιτικό Καβάφη (1971) και το «Μια άποψη για το Ημε ρολόγιο Καταστρώματος, Β '» (1961, στον τόμο για τον Σε φέρη) άνοιξαν καινούριους δρόμους στην καβαφική και στην σεφερική μελέτη και κριτική». 52. Παραθέτω ενδεικτικά ένα από αυτά: «Τι γύρευα, τι κυνη γούσα σε τούτες τις ακρογιαλιές με τα θρυμματισμένα μάρμαρα ενός άλλου κόσμου;» (Σ. Τσίρκα, Αριάγνη, Αθή να, Κέδρος, 41973, σ. 16).
— ΕΚΔΟ ΣΕΙΣΟΔΥΣΣΕΑΣ ΣΟ ΛΩ Ν Ο Σ 116 - ΑΘΗΝΑ 106.81 ΤΗΛ. 36.24.326 - 36.19.724
ΤΟΜ ΑΣ MAN
ΜΠΟΥΝΤΕΝΜΠΡΟΚ Ενας μ ε γ ά λ ο ς σ υ γ γ ρ α φ έ α ς φ α ίν ε τ α ι αττο τ ο ν τρ ό ττο π ο υ α υ τ ο κ α τ α λ ύ ε τ α ι. Οι «Μ π ο υν τενμ π ρ ο κ » είναι τ ο χ ρο ν ικό μιας ο ικ ο γέ νε ια ς η π α ρ α κ μ ή τ η ς « α ν ώ τερ η ς μ εσ α ία ς τά ξ η ς τ ο υ π ε ρ α σ μ έ ν ο υ α ιώ να , π ο υ ο Τ ό μ α ς Μ αν π ε ρ ιγ ρ ά φ ε ι με ο ξ ύ τ η τ α , ειρ ω νεία και διεισδυ τικ ό τη τα . Για π ρ ώ τ η φ ο ρ ά σ τ α ελλη νικά , σι θ α υ μ ά σ ια μ ε τ ά φ ρ α σ η τ η ς Τ ο ύ λ α ς Σ ιετή , οι « Μ π ο ύ ντενμ π ρ ο κ » , τ ο π ρ ώ τ ο μ ε γ ά λ ο έ ρ γ ο ε ν ό ς α ξ ε π έ ρ α σ τ ο υ κλασικού, π ρ ο σ φ έ ρ ε ι τη γ ο η τ ε ία τ η ς π α ρ α κ μ ή ς και τ η μ α γ ε ία τ η ς μ ε γά λ η ς λ ο γ ο τε χ ν ία ς .
ΤΖΩ Ν ΜΠΕΡΤΖΕΡ
Η Ε ΙΚ Ο Ν Α ΚΑΙ ΤΟ ΒΛΕΜ Μ Α «Η ό ρ α σ η έ ρ χ ε τ α ι π ρ ιν α π ό τις λ έξ ε ις και ε ί να ι ε π ίσ η ς α υ τ ή π ο υ εγκ α θ ιδ ρ ύ ε ι τ η θ έ σ η μ α ς σ το ν .π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν τα κόσμο" ε ξ η γ ο ύ μ ε α υ τ ό ν τ ο ν κό σ μ ο μ ε λ έξ εις, α λ λ ά οι λ έξ ε ις δ εν μ π ο ρ ο ύ ν π ο τ έ ν α α ν α τ ρ έ ψ ο υ ν τ ο γ ε γ ο ν ό ς ό τι π ε ρ ιβ α λ λ ό μ α σ τ ε α π ’ α υ τό ν... Ο τ ρ ό π ο ς π ο υ βλέπουμε τα πρ ά γμ α τα ε π η ρ εά ζ ε τα ι α π ό τ ο τι γ ν ω ρ ίζο υ μ ε ή τ ο τι π ι σ τ ε ύ ο υ με.» Το βιβλίο π ο υ έ φ τ α ξ ε ο Τ ζω ν Μ π έρ τζε ρ , ξ εκ ιν ώ ν τα ς α π ό μια σ ε ιρ ά ε κ π ο μ π ώ ν τ ο υ BBC, είνα ι γ ε μ ά τ ο α π ό ε ικό νές, κλασικές και σ ύ γ χ ρ ο ν ε ς , ό π ο υ τ ο κορμί ή τ ο π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν ε κ τίθ ετ α ι και τ ο βλέμ μ α ε ρ ε υ ν ά . Μια γ ο η τ ε υ τική α ν α ζ ή τ η σ η τ η ς σ χ έ σ η ς υ π ο κ ε ιμ έ ν ο υ και α ντικ ε ιμ έ νο υ μ έσ α σ τ η ν τ έ χ ν η και τις ε ικ ό ν ες π ο υ μ α ς π ε ρ ιβ ά λ λ ο υ ν κ α θ η μ ερ ινά . (Μ ετ ά φ ρ α σ η Ζ α ν Κ ο ντα ρ ά το υ ).
1 2 6 /α φ ιε ρ ω μ α
Μάκης Τρικούκης
Σεφέρης και Μοντάλε Ανάμεσα στην ποίηση τον Σεφέρη κι εκείνη του Μοντάλε υπάρχουν πολλά κοινά σημεία, όπως υπάρχουν άλλωστε στην ίδια τη ζωή τους και την πνευματική και καλλιτεχνική τους πορεία, πράγμα που κάνει σκόπιμη και χρήσιμη τη συγκριτική μελέτη τους. Ωστόσο ένας παραλληλισμός μεταξύ τους δεν πρέπει, νομίζω, να στηριχθεί τόσο στις όμοιες εκφράσεις και τα σύμβολα που συχνά θα απαντήσουμε και στους δυο, όσο στην κοινότητα που υπάρχει στη στάση τους απέναντι στη ζωή, την τέχνη και τα προβλήματα της εποχής μας, ακόμη κι όταν εκφράζονται με διαφορε τικό ο καθένας ποιητικό τρόπο. 'Οχι βέβαια πως ο εντοπισμός των κοινών εκφρά σεων, των στίχων τους που μοιάζουν είναι χωρίς σημασία.1 Ενδεικτικά θα αναφέρω εδώ πως το μεσογειακό θαλασσινό τοπίο με την πανίδα και τη χλωρίδα του, το ταξίδι, η περιπλάνηση, το ναυάγιο, το βούλιαγμα και άλλα πολλά αποτελούν κοινό τό πο στην ποίησή τους. Και στους δυο επίσης θα βρούμε το αγγελικό και μαύρο φως (luce-intenebra), τα σείστρα του ανέμου (sistro al vento), το χυμένο μολύβι (piombo fuso), τη νεκρή φωνή του φωνογράφου, όπως ακόμη θα δούμε να μας μιλούν με τον ίδιο τρόπο λόγου χάρη για την ανεξέλεγκτη ροή του χρόνου και το αίσθημα της χαμένης ζωής. Σεφέρης: Λυπάμαι γιατί άφησα να περάσει ένα πλατύ ποτάμι μέσα από τα δάχτυλά μου (Μυθιστόρημα ΙΗ'). Μοντάλε: brividi / d’una vita che fugge / come l’acqua tra le dita [ανατριχίλες / ζωής που φεύγει / σαν το νερό μέσα απ’ τα δάχτυλα. (Uagave su Ιο scoglio)
ή ακόμη για τη νοσταλγική εποχή των παιδικών χρόνων, σα μιαν εποχή χαμένης γαλήνης. Σεφέρης: Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν («Κίχλη») Μοντάλε: la casa delle mie estati lontane [το σπίτι των αλλοτινών καλοκαι ριών μου] (Mediterraneo II)2. Πιστεύω πάντως πως καθήκον της κριτικής εί ναι να αναζητήσει τα ουσιαστικότερα στοιχεία που συσχετίζουν τους δυο μεγάλους αυτούς Ευ ρωπαίους ποιητές του αιώνα μας, όπως αυτά εκ φράστηκαν με τον ιδιαίτερο στην ποίηση καθενός πρωτότυπο τρόπο, να εντοπίσει συνεπώς τις ομοιότητες μαζί με τις διαφορές, να ψάξει τις αι τίες τους. Καταρχήν οποιαδήποτε επίδραση μεταξύ τους πρέπει να αποκλεισθεί. Μπορεί να θεωρηθεί σχεδόν σίγουρο ότι κανένας τους δεν γνώρισε την ποίηση του άλλου πριν τη δεκαετία του ’60,
α φ ιε ρ ω μ α /1 2 7
όταν στα 1962, με την ευκαιρία ενός ταξιδιού όταν ακόμη δεν περνούσε με τη μεριά της επανά του Μοντάλε στην Ελλάδα, το Ιταλικό Ινστιτού στασης, δεν μείωνε τον κριτικό της τόνο στη σύγτο της Αθήνας τυπώνει ένα μικρό βιβλιαράκι με χρονή της πραγματικότητα. Σ’ αυτή μάλιστα την ποιήματά του στα ιταλικά και με ελληνική μετά εσωτερική αντίφαση εκείνης της μερίδας της φραση, ενώ στην Ιταλία την επόμενη χρονιά κυ ποίησης, που, ενώ συνειδητοποιεί τα αδιέξοδα κλοφορεί η πρώτη μετάφραση ποιημάτων του της αστικής πραγματικότητας, παραμένει στα Σεφέρη.3 Βέβαια είχαν προηγηθεί μεταφράσεις ίδια τής τα πλαίσια θεωρώντας την καθολική ποιημάτων τους σε τρίτη γλώσσα κι αυτές όμως πραγματικότητα και αδυνατώντας να την υπερκυκλοφόρησαν μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, βεί ιδεολογικά, μπορεί κανείς να αποδώσει την σε μια εποχή όπου η ποιητική και των δυο τους ιδιαίτερη τραγική διάσταση που τη χαρακτηρί ήταν ήδη ολοκληρωτικά διαμορφωμένη,4 ενώ οι ζει. ομοιότητες ανάγονται στην παραγωγή τους του Το γεγονός ότι ο Τ.Σ. Έλιοτ εξέφρασε πληρέ μεσοπολέμου. Δεν μπορούμε ασφαλώς με βε στερα ποιητικά την κατάσταση αυτή, τον ανέδειβαιότητα να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο να είχε ξε ως μια από τις κορυφαίες μορφές της παγκό διαβάσει ο Σεφέρης σε αγγλική μετάφραση το σμιας ποίησης της εποχής. Την ίδια ακριβώς θέ ποίημα του Μοντάλε «Arsenio», που είχε δημοση, στις γενικές της γραμμές, αντιπροσωπεύουν, σιευθεί στα 1928 στο περιοδικό του Έλιοτ The ο καθένας με τον τρόπο του, οι δυο μεσογειακοί Criterion, κι αυτό φυσικά αρκετά χρόνια αργότε αυτοί ποιητές, οι οποίοι άλλωστε είναι και οι ρα, αφού και του Έλιοτ η ποίηση του είναι σημαντικότεροι, έξω τουλάχιστον από τον αγ άγνωστη ώς τα τέλη του 1931. Αλλά ακόμη και γλοσαξονικό χώρο, που δέχθηκαν την επίδρασή μια τέτοια εκδοχή δεν αρκεί για να αναιρέσει του. Θα πρέπει όμως να πούμε πως τον Έλιοτ τον αποκλεισμό της επίδρασης. Αλλού λοιπόν θα τον συνάντησαν στα μισά του δρόμου, όπως συ πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια των κοινών, ου νήθως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Δέ σιαστικών και εκφραστικών, σημείων τους. χθηκαν την επίδρασή του επειδή ήταν ήδη προε Ο Εουτζένιο Μοντάλε, γεννημένος στα 1896, τοιμασμένοι γι’ αυτό. Κι εκείνο που έχει σημα ήταν τέσσερα μονάχα χρόνια μεγαλύτερος του σία για το θέμα μας είναι πως σ’ αυτόν έφτασαν Γιώργου Σεφέρη, που γεννήθηκε στα 1900, ώστε ακολουθώντας και οι δυο την ίδια πορεία. Μέσω να μπορεί κανείς να τους κατατάξει στην ίδια του γαλλικού συμβολισμού· του Μαλλαρμέ, του γενιά. Γεννήθηκαν κι οι δυο τους σε μεσογειακά Βαλερύ αλλά και του Λαφόργκ. λιμάνια, τη Γένοβα και τη Σμύρνη, έζησαν δε τα Είναι ακόμη χαρακτηριστικό ότι στο εσωτερι παιδικά τους χρόνια στις κοντινές σ’ αυτά ακρο κό της εθνικής λογοτεχνικής ζωής, όπου ο καθέ γιαλιές. Βέβαια, αν αυτή η πρώιμη οικειότητα με νας τους δρούσε, είχαν να αντιμετωπίσουν κατα το θαλασσινό τοπίο κάνει φυσιολογική τη στάσεις σε πολλά σημεία παρεμφερείς. Μια φιλε διαρκή παρουσία του στην ποίησή τους, δεν αρ λεύθερη αστικο-λαϊκή παράδοση, την οποία κεί για να αιτιολογήσει και τους παρόμοιους σε στην Ελλάδα αντιπροσώπευε ο Παλαμάς και πολλά σημεία τρόπους με τους οποίους αυτό στην Ιταλία ο Καρντούτσι, τη ρητορική λυρική χρησιμοποιείται, τη συγγένεια που αναμφισβή μεγαλοστομία ενός Σικελιανού κι ενός Ντ’ τητα υπάρχει, πέρα από τις διαφορές, στη με Ανούντσιο, αντίστοιχα, τέλος ένα κλίμα παρακ τουσίωσή του σε ποιητικό τοπίο. Χρειάζεται και μής και συναισθηματικής εξάντλησης, όπως κάτι άλλο, μια συγγένεια στη στάση ζωής, σε εκείνο του καρυωτακισμού και των crepuscolari. ό,τι θα αποκαλούσαμε «ποιητική φιλοσοφία», Με δεδομένα όλα αυτά μοιάζει τώρα λιγότερο που δεν αρκούν οι εμπειρίες της παιδικής ηλι τυχαίο και συμπτωματικό το ότι και οι δυο τους κίας για να τη διαμορφώσουν. αντέδρασαν με τον ίδιο τρόπο, διαλέγοντας τον Γεννημένοι, λοιπόν, οι δυο ποιητές στο με ίδιο τόνο για να εκφραστούν ποιητικά, εκείνον ταίχμιο του περασμένου και του τωρινού αιώνα, τον συγκρατημένο τόνο τους που μετουσιώνει έζησαν, σε μια μάλιστα περίοδο που οι ίδιοι δια τον πόνο σε στοχασμό. μορφώνονταν πνευματικά και καλλιτεχνικά, Άλλωστε με παρόμοιο τρόπο αναζήτησαν μια συγκλονιστικά γεγονότα, όπως ο Α ' Παγκόσμιος ισορροπία ανάμεσα στις ξένες επιδράσεις και Πόλεμος και η Οκτωβριανή Επανάσταση, τα την εθνική τους παράδοση, αφομοιώνοντας τις οποία προκάλεσαν μια ριζική μεταμόρφωση του πρώτες στη δεύτερη. Και πραγματικά ο καθένας κόσμου. Η κοινωνική και πολιτική κρίση, της τους κυριολεκτικά ανασκάλεψε την παράδοσή οποίας τα γεγονότα εκείνα υπήρξαν εκδηλώσεις, του. Από τον Ερωτόκριτο, τον Σολωμό, τον βαθαίνοντάς την παραπέρα, είχε τις επιπτώσεις Κάλβο ώς τον Καβάφη, ο πρώτος· κι από τον της και στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή Δάντη, τον Πετράρχη, το dolce stil nuovo, τον θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις ίδιες τις παραδο Λεοπάρντι ώς τον Πάσκολι, ο δεύτερος. σιακές αξίες του αστικού πνευματικού πολιτι Την παρουσία τους στα γράμματα την έκαναν σμού. Η ποίηση αναζητούσε τώρα μια νέα τοπο την ίδια περίπου εποχή, στα 1925 ο Μοντάλε με θέτηση και νέες μορφές για να την εκφράσει. Κι την ποιητική του συλλογή Ossi di seppia (Κόκαλα
1 2 8 /α φ ιερ ω μ α
σουπιάς) και στα 1931 ο Σεφέρης με τη Στροφή. Εποχή κρίσιμη και για τις δύο χώρες. Στην Ιτα λία τον πόλεμο διαδέχεται μεγάλη κοινωνική αναταραχή και πολιτική αστάθεια. Στα 1925 ο φασισμός βρίσκεται ήδη εδώ και τρία χρόνια στην κυβερνητική εξουσία, για να γίνει την επό μενη χρονιά καθεστώς. Στην Ελλάδα ο πόλεμος δεν τελειώνει το 1918. Συνεχίζεται ώς τη μικρα σιατική καταστροφή, οι συνέπειες της οποίας θα τη συγκλονίζουν για χρόνια. Τα στρατιωτικά κι νήματα διαδέχονται το ένα το άλλο. Οι δικτατο ρίες εναλλάσσονται μ’ έναν ασταθή κοινοβου λευτισμό ωσότου αργότερα η δικτατορία του Μεταξά τον καταλύσει οριστικά. Η κρίση των αδύναμων έστω φιλελεύθερων αστικών θεσμών, η κοινωνική και πολιτική αστάθεια, ο πολιτικός αυταρχισμός αποτέλεσαν έναν ακόμη κοινό πα ρονομαστή στη ζωή των δυο ποιητών, στην πρώ τη μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο περίοδο της ποιητικής τους δημιουργίας. Διευθυντής ενός μορφωτικού οργανισμού ο Μοντάλε, διπλωματικός υπάλληλος ο Σεφέρης, ήταν φυσικό να ζουν όλες αυτές τις καταστάσεις γεμάτοι αγωνία και αβεβαιότητα για το ίδιο το επαγγελματικό τους μέλλον. Μετριοπαθείς φιλε λεύθεροι και οι δυο τους, απεχθάνονται το φασι σμό και τον αυταρχισμό, χωρίς όμως να τον πο λεμούν ανοιχτά. Ό λα αυτά τα κοινά σημεία στην κοινωνική και καλλιτεχνική τους ζωή διαμόρφωσαν μια πα ρεμφερή και στους δυο στάση ζωής, η οποία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εκφράστηκε και στο ποιητικό τους έργο. Πλάι στην ελιοτική εικόνα της στειρότητας της ζωής στη σύγχρονη κοινωνία, με φόντο τη μεγα λούπολη του Λονδίνου, προσθέτει ο καθένας τους τη δίκιά του εκδοχή μιας ζωής στείρας, με φόντο τώρα τη Μεσόγειο. Μιας ζωής δύσκολης όπου οι άνθρωποι: δεν ξέρουν πια πώς να πεθάνουν Σεφέρης (Μυθιστόρημα ΙΘ') ove e negato/pur morire [όπου τους έχουν αρνηθεί / και να πεθά νουν] Μοντάλε (Carnevali di Gerti) Μια ζωή που την κυβερνά μια μοίρα αδυσώ πητη. Σεφέρης: Ένα σημείο που δεν το ορίζω και με κυβερνά ( Ένας λόγος για το καλοκαίρι). Μοντάλε: if giro che govema / la nostra vita [ο γύρος που κυβερνά / τη ζωή μας]· Στα πλαίσια μιας τέτοιας ζωής ο ποιητής νιώθει αποδυναμωμένος.
Σεφέρης: δεν ξέρω πια να μιλήσω μήτε να συλλογιστώ (Επιφάνια, 1937) Μοντάλε: Senso non ho, ne sensi. Non ho limite. [Δεν έχω νόημα ούτε κι αισθή σεις. Δεν έχω όριο] (Mediterraneo VIII). Παρ’ όλα αυτά διατηρούν κι οι δυο τους πάντα μιαν ελπίδα. Ό πω ς λέει ο Μοντάλε στο ποίημά του «Οίνο»: Βρίσκει θέση στην καρδιά η ελπίδα (trova stanza in cuore la speranza). Κι ο Σεφέρης πάντα ελπίζει να βρεθεί ένας ποταμός πλωτός ή ν’ ανθίσουν οι αμυγδαλιές. Κι αυτήν ωστόσο την ελπίδα τη διαδέχεται σχεδόν πάντα η διάψευση, η στάχτη. Σεφέρης: Αγαπήσαμε και βρήκαμε τη στά χτη Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγράφει έναν άν θρωπο. Μοντάλε:, ma una storia non dura che nella cenere [αλλά μια ιστορία δεν διαρκεί παρά ώς τη στάχτη] (Piccolo testamento). Είναι επίσης κοινό και στους δυο το αίσθημα της θυσίας για τους άλλους. Εγώ τελείωσα· να γινότανε τουλάχιστο να αρχίσει κάποιος άλλος από εκεί που τελείω σα εγώ (Ο κ. Στράτης Θαλασσινός περιγρά φει έναν άνθρωπο) θα πει ο Σεφέρης, κι ο Μοντάλε: Scoutare / la vostra gioia con la mia coudanna [να ξεπληρώσω / τη δική σας χαρά με την καταδίκη μου] (Crisalide). Συνοψίζοντας, θα μπορούσαμε να πούμε πως το βασικό χαρακτηριστικό της ποίησής τους εί ναι πως κινείται μόνιμα μεταξύ δύο πόλων, ανα ζητώντας μια ισορροπία ανάμεσά τους, χωρίς ποτέ ο ένας να αναιρεί τελικά τον άλλο. Ζωή και θάνατος, απόγνωση κι ελπίδα, ελπίδα και διά ψευση, μοίρα κι ελευθερία, αναγκαιότητα και θαύμα, άνθρωπος και φύση. Ολόκληρη άλλωστε η ποίησή τους κινήθηκε επίσης ανάμεσα στον ερμητισμό και την επικοι νωνία, το ύφος τους ανάμεσα στο μονόλογο και την επιθυμία για διάλογο, το έργο τους ανάμεσα στην αριστοκρατική απομόνωση και τη στράτευ ση. Αποστρεφόμενοι και οι δυο, από ιδιοσυγ κρασία και πεποίθηση, την πολιτική στράτευση της ποίησης, δεν πίστεψαν ταυτόχρονα ποτέ σ’
α φ ιε ρ ω μ α /1 2 9
20 Σεπτεμβρίου 1971. Μνήμη Γ. Σεφέρη. Χαρακτικό Α. Τάσσου.
αυτή σαν αυτοσκοπό και, σε κρίσιμες στιγμές για την ανθρωπότητα, τον πολιτισμό και την πατρί δα τους, στιγμές όπως ο αντιφασιστικός πόλεμος και στην περίπτωση του Σεφέρη κι η πρόσφατη στρατιωτική δικτατορία, δεν δίσταζαν να εκφράσουν τη θέση τους και με την ποίησή τους. Εδώ ακριβώς όμως πρέπει να εντοπίσουμε και τη βασικότερη διαφορά που υπάρχει στην ποίη σή τους και που ανάγεται στη διαφορετική σχέ ση που έχει στον καθένα η ποίηση με την Ιστο ρία. Διαφορά θεμελιακή που έχει τις επιπτώσεις της και στα επιμέρους ώστε, κι όταν ακόμη μι λούν με τον ίδιο τρόπο για κάποιο θέμα, να υπάρχει πάντα στο βάθος μια διαφορετική χροιά. Ο Σεφέρης, την ανθρώπινη περιπέτεια, την ανθρώπινη μοίρα, την είδε κυρίως δεμένη μ’ εκείνη της Ελλάδας. Αυτό συνεπάγεται τη συνε χή παρουσία της Ιστορίας, παλιότερης και νεότε ρης, στο έργο του. Ο Μοντάλε αντίθετα, την ανΒρώπινη μοίρα την είδε σ’ ένα επίπεδο καθαρά υπαρξιακό. Ακόμη κι όταν η Ιστορία εισβάλλει
κάποτε στο έργο του, σχεδόν πάντα έμμεσα είναι αλήθεια, και τότε πάλι τα προβλήματα που προκαλεί μετουσιώνονται σε υπαρξιακά. Τη διαφο ρά αυτή τη συνοδεύει μια άλλη. Η πλήρης σχε δόν ανυπαρξία πραγματικού θρησκευτικού συ ναισθήματος στον Σεφέρη, ενώ στον Μοντάλε αυτό είναι σχεδόν πάντα παρόν, κι ας είναι μετουσιωμένο σε μια μορφή κοσμικής (laica όπως λεν οι Ιταλοί), θρησκευτικότητας. Πραγματικό βάθρο αυτών των διαφορών είναι οι διαφορές, πέρα από τα κοινά σημεία που προανέφερα, της ίδιας της σύγχρονης ιστορίας των δυο χωρών, της παιδείας και του πολιτισμού τους. Σ’ αυτές τις γενικές κατευθύνσεις που περιέ γραψα κινήθηκε με συνέπεια το έργο τους ώς το τέλος. Ο θάνατος που έκλεισε οριστικά το έργο τους (Σεφέρης 1971 - Μοντάλε 1981), ήρθε όταν πια τα έργα τους έγιναν παγκόσμια γνωστά, όταν κατέκτησαν κι οι δυο μια θέση σημαντική στην παγκόσμια λογοτεχνία και μαζί τη διεθνή αναγνώριση της αξίας τους με την απονομή του βραβείου Νόμπελ.
Σημειώσεις
3) Έκδοση Mondadori σε μετάφραση F.M. Pontani. 4) Το ενδεχόμενο αυτό αναφέρεται κυρίως στον Montale που θα μπορούσε να είχε διαβάσει μεταφράσεις του Σεφέρη στα αγγλικά, η πρώτη από τις οποίες είχε γίνει το 1948, αν και ουσιαστικά αυτές πληθύνονται στη δεκαετία του 1960. Με ταφράσεις ποιημάτων του Μοντάλε, απ’ ό,τι γνωρίζω, πρωτοεμφανίζονται στα αγγλικά και γαλλικά πάλι στη δεκαετία
1) Βλ. χαρακτηριστικά Amalia Corri, Seferis e Montale: pa rallel! στο Omaggio a Seferis εκδ. University di Padova, Studi Bizantini e neogreci. 2) οι μεταφράσεις των πιο πάνω στίχων του Μοντάλε είναι του Δ. Νικολαρείζη από το βιβλιαράκι Eugenio Montale, Ποιήματα. Έκδοση του Ιταλικού Ινστιτούτου, Αθήνα 1962.
Δοκιμή ανάγνωσης 1 Στο στήθος μον η πληγή ανοίγει πάλι 2 όταν χαμηλώνουν τ’ άστρα και συγγενεύουν με το κορμί μου 3 όταν πέφτει σιγή κάτω από τα πέλματα των ανθρώπων. 4 Αυτές οι πέτρες που βουλιάζουν μέσα στα χρόνια ώς πού θα με παρασύρουν; 5 Τη θάλασσα τη θάλασσα, ποιος θα μπορέσει να την εξαντλήσει; 6 Βλέπω τα χέρια κάθε αυγή να γνέφουν στο γύπα και στο γεράκι 7 δεμένη πάνω στο βράχο που έγινε με τον πόνο δικός μου, 8 βλέπω τα δέντρα που ανασαίνουν τη μαύρη γαλήνη των πεθαμένων 9 κι έπειτα τα χαμόγελα, που δεν προχωρούν, των αγαλμάτων.
α φ ιε ρ ω μ α /1 3 1
1. Ο τ ί τ λ ο ς
Το ποίημα «Ανδρομέδα», εικοστό της συλλογής Μυθιστόρημα, που η σύνθεσή της διάρκεσε έναν χρόνο (Δεκέμβρης 1933 - Δεκέμβρης 1934) και που τυπώθηκε τον Μάρτη του 1935, αρχικά ήταν άτιτλο, όπως άλλωστε και τα περισσότερα ποιή ματα της ίδιας συλλογής. Σύμφωνα με πληροφορία του καθηγητή Γ. Π. Σαββίδη (Γ. Σεφέρης, Ποιήματα, Αθήνα 91974, σ. 318), ο τίτλος απαντά στις μεταφράσεις του ποιήματος από τον R. Levesque (1945) και τον Rex Warner (1960), οι οποίες είχαν εγκριθεί από τον ίδιο τον ποιητή. Έτσι, η μεταφορά του τίτ λου, μέσα σε ορθογώνιες αγκύλες, και στην ελλη νική έκδοση από τον επιμελητή της είναι απόλυ τα νόμιμη, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι η τιτλοφόρηση ενός ποιήματος με το όνομα κάποι ου μυθικού ήρωα κάθε άλλο παρά ασυνήθιστη είναι στον Σεφέρη.1 Υπάρχει, εξάλλου, και μια ρητή αναφορά του ποιητή, που πιθανότατα σχετίζεται άμεσα με το υπό εξέταση ποίημα: «Ο Δρ. Ρωθλάουφ, η Κα Ζεν, η Ανδρομέδα, ο Βασιλιάς της Ασίνης έγι ναν χτες ένας σωρός πάνω στο έπιπλο που μου χρησίμευε για βιβλιοθήκη» (Μόρες Ε', Αθήνα 1977, σ. 83). Η περικοπή που παρατέθηκε ανήκει στην ημερολογιακή εγγραφή της Δευτέρας 2.12.1946· η αναφορά είναι, επομένως, μεταγενέ στερη από την κυκλοφόρηση της μετάφρασης του Levesque. Κατά την ανάγνωση του ποιήματος, η κυριότε?η και, εκ πρώτης όψεως, η μόνη ένδειξη που κατευθύνει τη σκέψη μας προς αυτή τη μυθική ΐρωίδα είναι η γυναικεία μορφή η «δεμένη πάνω στο βράχο» (στ. 7). Πραγματικά, σύμφωνα με cov μυθογράφο Απολλόδωρο (Βιβλιοθήκη II ΐν 5), ο Άμμων έδωσε χρησμό ότι η Αιθιοπία θα γλίτωνε από τις πλημμύρες και την καταστροφι κή δραστηριότητα κάποιου κήτους, αν η Ανδρο μέδα προσφερόταν τροφή στο κήτος αυτό. Έτσι 3 πατέρας της, ο Κηφεύς, υποχρεώθηκε να τη δέσει σ’ έναν βράχο. Ό πω ς είναι γνωστό, η ΐρωίδα απελευθερώθηκε από τον Περσέα, ο 3ποίος σκότωσε το κήτος. Παρόμοια τύχη είχε και η Ησιόνη (βλ. Απολλόδωρο Βιβλιοθήκη II ν 9), με τη διαφορά δμως ότι αυτή η ηρωίδα δεν μεταμορφώθηκε σε ιστερισμό, όπως ξέρουμε ότι έγινε με την Αν δρομέδα. Για την ταύτιση της γυναικείας μορφής ■ίναι αποφασιστικός, επομένως, ο στίχος 2: <όταν χαμηλώνουν τ’ άστρα και συγγενεύουν με :ο κορμί μου», γιατί διαφοροποιεί τους δύο μύ)ους. Από την άλλη πλευρά, η συνειδητή αποφυγή πτλοφόρησης του ποιήματος στην ελληνική έκ δοση από τον ίδιο τον Σεφέρη δεν μπορεί να εί/αι χωρίς σημασία. Ο ποιητής δεν επιθυμεί να
προκαταλάβει τον μυθολογικά ενήμερο αναγνώ στη του και να κατευθύνει την προσοχή του κατό την ανάγνωση του ποιήματος σε κάποιον συγκε κριμένο μύθο,3 και αυτό γιατί, όπως θα δούμε, r; ανάγνωσή του δεν προϋποθέτει υποχρεωτικά τη γνώση της αρχαίας μυθολογίας.
2. Σ χ ο λ ι α σ μ ό ς 1
Σ το σ τή θ ο ς μ ο υ η π λ η γή α ν ο ίγ ε ι π ά λ ι. Ο
αταύτιστος ακόμη ομιλητής* αναφέρεται σε μια πληγή που ανοίγει περιοδικά (βλ. «πάλι»), κάθε φορά που νυχτώνει και «πέφτει σιγή κάτω από τα πέλματα των ανθρώπων» (στ. 3). Το ουσια στικό «πληγή» και το ρήμα «πληγώνω» απα ντούν αρκετά συχνά στην ποίηση του Σεφέρη και χρησιμοποιούνται, κατά κανόνα, μεταφορικά. Πόσο απασχολούν τον ποιητή ορισμένες λέξεις το δείχνει το γεγονός ότι, έξι χρόνια μετά τη δη μοσίευση του Μυθιστορήματος, επισημαίνει τη μοναδικότητα στη χρήση της λέξης «πληγή» από τον Αισχύλο (Αοκιμές Α ', σ. 189): «... ή ακόμη, η μεγάλη κραυγή του Αγαμέμνονα ώμοι πέπληγμαι καιρίαν πληγήν έσω... Τις λέξεις «κύμα», «θρήνος», «πληγή»5 τις λέει τρεις χιλιάδες χρόνια τώρα ο ελληνισμός με την ίδια έννοια. Αλλά τις είπε μια φορά και μόνο, έ τ σ ι , ο Αισχύλος. Πουθενά περισσότερο από την ποίηση δεν εφαρμόζεται καλύτερα το ρητό έν αργή ήν ό λόγος.» Ο Σεφέρης δεν προσδιορίζει ακριβέστερα την αιτία αυτής της βασανιστικής εμπειρίας, δη μιουργώντας έτσι στον αναγνώστη την προσδο κία ότι θα πάρει κάποια απάντηση στην εύλογη απορία του με τους επόμενους στίχους. Τον στίχο αυτόν ο ποιητής τον είχε συλλάβει ήδη το 1929, όπως μας πληροφορεί η Ιωάννα Τσάτσου στο βιβλίο της Ο αδερφός μου Γιώργος Σεφέρης, Αθήνα 21975, σ. 280: «Η σκέψη της Jacquelin τον βασάνιζε. Όλο και με ρωτούσε γι’ αυτήν. Οι εντυπώσεις μου από το Παρίσι του ήταν οδυνηρές. Ό ,τι ξεκούραζε τον ερωτικό τόυ καημό ήταν να του δώσει μορφή. Ένα καλό ποίημα. Πόσες φορές μου έλεγε φράσεις που έμειναν. - στο στήθος μου η πληγή ανοίγει πάλι.» Η μαρτυρία αυτή φαίνεται να μας οδηγεί στον κλειστό χώρο της ιδιωτικής ζωής του ποιητή. Πι στεύω, ωστόσο, και θα προσπαθήσω να το δείξω, ότι ο στίχος λειτουργεί διαφορετικά, όταν αντι μετωπιστεί στο πλαίσιο του ποιήματος. 2 ό τ α ν χ α μ η λ ώ ν ο υ ν τ’ ά στρ α κ α ι σ υ γ γ εν εύ ο υ ν με το κ ο ρ μ ί μ ο υ . Επισημάναμε ήδη τη σημα
σία του στίχου για τον προσδιορισμό της ταυτό τητας του ομιλητή και για την επιλογή του τίτ λου. Ο Σεφέρης στο «Μια σκηνοθεσία για την Κίχλη» (Αοκιιιές Β '. σσ. 41-42) παραβάλλει, χω
1 32 /α φ ιερ ω μ α
ρίς όμως και να τους σχολιάζει, τους στίχους «... η νύχτα που άνοιξε, γαλάζιο ρόδι,/ σκοτεινός κόρφος, και σε γέμισε άστρα» (Ποιήματα, σ. 221, 18-9) με τον Ερωτικό Λόγο {Ποιήματα, σ. 29, 20) «ανθρώπινο άγγιγμα στον κόρφο μου τ’ αστέρια» και το Χάι-κάι (Ποιήματα, σ. 92· «Νέα Μοίρα») «Γυμνή γυναίκα /το ρόδι που έσπασε ήταν/γεμάτο αστέρια». Ο Σαββίδης συσχετίζει αυτά τα τρία χωρία με τον στίχο του Μυθιστορή ματος που συζητούμε.6 3 όταν πέφτει σιγή κάτω από τα πέλματα των ανθρώπων. Πρβ. Η Στέρνα {Ποιήματα, σ. 35, 13): «Εδώ στρ χώμα ρίζωσε μια στέρνα /μονιά κρυφού νερού που Θησαυρίζει./Σκεπή της βήμα τα ηχερά.» Το 1941 ο ποιητής σχολιάζοντας τους στίχους του Ελύτη «Όλα τα κυπαρίσσια δείχνουνε μεσά νυχτα /Ό λα τα δάχτυλα /Σιωπή» σημειώνει: «Το μόνο που θα μπορούσα να σας πω είναι ότι έχουμε εδώ μια ωραία εικόνα της νυχτερινής σι γής» {Δοκιμές Α ', σ. 175). Η παρατήρηση αυτή μοιάζει σαν ακούσιο αυτοσχόλιο στον στίχο που συζητούμε. 4 Αυτές οι πέτρες που βουλιάζουν μέσα στα χρόνια ώς πού θα με παρασύρουν; Δεν είναι, ασφαλώς, χωρίς σημασία το γεγονός ότι στη γει τονική χρονολογικά Γνμνοπαιόία επανέρχεται το θέμα του βουλιάγματος και της πέτρας. «Σαντο ρίνη» {Ποιήματα, σ. 76, 44): «βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες». «Μυκήνες» {Ποιή ματα, σ. 77, 12-5): «Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες·/τούτες τις πέτρες τις σήκωσα όσο βάσταξα/τθύτες τις πέτρες τις αγάπησα όσο βάσταξα/τούτες τις πέτρες, τη μοίρα μου». Η διαφορά, βέβαια, έγκειται στο γεγονός ότι στην «Ανδρομέδα» οι πέτρες παρασύρουν τον άνθρω πο, που δεν παρουσιάζεται, τουλάχιστον ρητά, ως φορέας τους· οι πέτρες είναι εκείνες που βου λιάζουν μέσα στα χρόνια. Η εικόνα «βουλιάζω μέσα στα χρόνια» απαντά σ’ έναν στίχο-σχεδίασμα της Κίχλης, ο οποίος, παραλλαγμένος, αποτέλεσε τον στίχο 49 του τρί του μέρους του ποιήματος στην οριστική του μορφή: «σώματα γυμνά βουλιάζοντας μέσα στα χρόνια» {Μέρες Ε', σ. 53) «σώματα γυμνά βου λιάζοντας μέσα στο μαύρο φως» {Ποιήματα, σ. 228). Ένα παρόμοιο αίσθημα νιώθει ο Σεφέρης, όταν επισκέπτεται την Κυριακή 23.4.39 τις Μυ κήνες: «Στην ακρόπολη· “αίθουσα του θρόνου”. Αυτές οι πέτρες· αγκωνάρια, ανώφλια, παρα στάτες -με τόση απλότητα μετακινημένα, με τόση ευκολία. Όπως θα ακουμπούσαμε μια καρέκλα. Αίσθημα πως μόνο το φυσικό τους βάρος μπορεί να κάνει αυτά τα πράγματα να μετακινηθούν. Το βάρος που μας βουλιάζει εμάς, μέσα στον καιρό, μαζί τους» {Μέρες Γ', Αθήνα 1977, σ. 117). Αυτό το αίσθημα καταποντισμού ανακαλεί, όπως είναι φυσικό, τη θάλασσα, όπου το βούλιαγμα χρησι
μοποιείται με την κυριολεκτική του σημασία. Έτσι εξασφαλίζεται η ομαλή μετάβαση στον επόμενο στίχο. 5 Τη θάλασσα, τη θάλασσα, ποιος θα μπο σει να την εξαντλήσει; Ο στίχος προέρχεται από ένα αχρησιμοποίητο σχέδιο για το Μυθιστόρημα και περιέχεται στην ημερολογιακή εγγραφή της 1.4.1935 {Μέρες Γ', σ. 14). Αντιγράφω τους σχε τικούς στίχους: «Ένα παραλλαγμένο παραμύθι ξεπληρώνουμε κι εμείς/όπως κι οι αποτεφρωμέ νοι γέροντες/που είχαν ραβδιά στα χέρια και μι λούσαν ήρεμα./Το ματωμένο λουτρό, το δίχτυ, το μαχαίρι,/η πορφύρα, κι η φωνή που ρωτούσε δίγνωμα/“ποιος θα την εξαντλήσει τη θάλασσα;” /θρέψανε τη ζωή μας./...Τρεις χιλιάδες χρόνια/ πληρώνουμε τούτο το παραμύθι·/με τον καθένα μας αλλάζει/κι όμως μένει πάντα το ίδιο/πεισματικά.» Ο στίχος της «Ανδρομέδας», όπως σημειώνει ο Σαββίδης {Ποιήματα, σ. 318), μπορεί να παρα βληθεί με τα λόγια της Κλυταιμήστρας στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου (από αυτήν την τρα γωδία, άλλωστε, αντλεί ο Σεφέρης, όταν γράφει το σχεδίασμα που παραθέσαμε): έστιν θάλασσα, τις δέ νιν κατασβέσει; (958). Τον στίχο αυτόν τον ερμηνεύει ο ίδιος ο Σεφέρης το 1946 {Δοκιμές A ', σ. 290): «Όταν λ.χ. ο Αγαμέμνονας μπαίνει στο παλάτι πατώντας απάνω στην πορφύρα που τον οδηγεί στο σκοτωμό, ενώ η Κλυταιμήστρα λέει τους φοβερούς στίχους: Είναι η θάλασσα -και ποιος θα την καταλύσει; που θρέφει πάντα ολοκαίνουργια πορφύρα. *Έστιν θάλασσα- τίς δέ νιν κατασβέσει; αισθάνομαι πως ο Αισχύλος βλέπει καθαρά μπροστά του αυτήν την ατελείωτη συνέχεια από το φονικό στο φονικό, αυτήν την ανεξάντλητη πορφύρα.» Είναι αξιοσημείωτο ότι ήδη στις «Μυκήνες», που γειτονεύουν χρονολογικά με το Μυθιστόρη μα, συναντούμε περίπου την ίδια εικόνα: «Ξέρω πως δεν ξέρουν, αλλά εγώ/που ακολούθησα τό σες φορές/το δρόμο απ’ το φονιά στο σκοτωμένο/ από το σκοτωμένο στην πληρωμή/κι από την πληρωμή στον άλλο φόνο,/ψηλαφώντας/την ανε ξάντλητη πορφύρα» {Ποιήματα, σσ. 77-78). Τα χωρία που παραθέσαμε συμβάλλουν, όπως πιστεύω, στην καλύτερη κατανόηση του αισχύλειου στίχου που απομονώνει ο Σεφέρης στην «Ανδρομέδα». Όποιος εξετάζει την τρισχιλιό-' χρονη ελληνική ιστορία διαπιστώνει την αέναη, όμοια με την ανεξάντλητη θάλασσα, επανάληψη των φονικών, γιατί, όπως λέει ο Θωμάς στο Φο νικό στην εκκλησιά (μετάφραση Γ. Σεφέρη, Αθή να 1971, σ. 33): «Δεν ξέρουμε πάρα πολλά για το μέλλον, μόνο / Πως από γενεά σε γενεά τα ίδια
α φ ιε ρ ω μ α /1 3 3
πράγματα / Γίνουνται πάλι και πάλι. / Λίγα μαθαίνουν οι άν θρωποι απ’ την πείρά των άλ λων». Ας μη ξεχνούμε ότι ο ποιητής έχει ζήσει ήδη τη φρί κη του πρώτου παγκόσμιου πο λέμου και της Μικρασιατικής καταστροφής. 6 . Β λέπ ω τα χ έρ ια κά θ ε α υ γ ή ν α γ ν έ φ ο υ ν σ το γ ύ π α κα ι στο γε ρ ά κ ι. Πρβ. «Οι γάτες
του Άι-Νικόλα» (Ποιήματα, σ. 272, 39): «Την κάθε αυγή χτυ πούσε μια καμπάνα.» Ό πω ς σημειώσαμε σχολιά ζοντας τον πρώτο στίχο, η αι τία που δημιουργεί την πληγή μένει απροσδιόριστη. Γι’ αυτόν τον λόγον έχει προταθεί να θεωρήσουμε την πληγή ως απο τέλεσμα της επιθετικής δραστη ριότητας των δύο αρπακτικών πτηνών που μνημονεύονται εδώ. Συγκεκριμένα, ο Χριστο δούλου7 συνδέει στενά τον στί χο 6 με το χωρίο λ 576-9 της Οδύσσειας, όπου περιγράφεται το μαρτύριο του Τιτυού στον Ά δη. Παραθέτω το σχετικό χωρίο σε μετάφραση Καζαντζάκη-Κακριδή: «Το γιο της Γης της πολυδόξαστης, τον Τιτυό, είδα ακόμα,/ στρέμματα Σκίτσο του Κώστα Μητρόπουλου με αφορμή ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα τον Σεφέεννιά να πιάνει, ως βρίσκουν- ρη, τον Απρίλιο του 1966, ενώ κατευθννόταν με τη γυναίκα τον και το ζεύγος Σαββίταν στο χώμα ξαπλωμένος·/ δε- δη στην Ιταλία μέσω Πατρών. ξόζερβα δύο αγιούπες έστεκαν και τού ’τρωγαν αλλά και του Προμηθέα.8 Όπω ς παρατηρεί ο το σκώτι / μέσ’ απ’ τη σκέπη, κι ουδέ σάλευε τα ίδιος ο Σεφέρης (Δοκιμές A ', σ. 514), «Αυτός ο χέρια να τους διώξει.» Η σύνδεση αυτή δεν μου σχηματισμός αμαλγαμάτων από ολοένα και πε φαίνεται, ωστόσο, απόλυτα πειστική για τους ρισσότερο ετερόκλητα πράγματα είναι ένα τυπι εξής λόγους: Στον Όμηρο δεν έχουμε γύπα και κό χαρακτηριστικό της σύγχρονης ποιητικής γεράκι αλλά δύο γύπες· ο ήρωας είναι ξαπλωμέ ιδ ιοσυγκρασί ας.» Εκείνο όμως που έχει, κατά τη γνώμη μου, νος στο χώμα και όχι δεμένος σε βράχο· στον Όμηρο δεν γίνεται λόγος για περιοδικό μαρτύ ιδιαίτερη βαρύτητα είναι το γεγονός ότι στο ριο αλλά για αδιάλειπτο μαρτύριο· στον Όμηρο ποίημα δεν γίνεται πουθενά λόγος για επιθετική η πληγή βρίσκεται στο συκώτι και όχι στο στή δραστηριότητα- απλώς ακούμε ότι η δεμένη γυ θος. Η παρουσία του σαρκοβόρου πτηνού οδηγεί ναικεία μορφή βλέπει κάποια χέρια να γνέφουν τη σκέψη μας μάλλον στο μαρτύριο του Προμη στα δύο πτηνά. Κατ’ αρχήν θα πρέπει να καθο θέα. Βέβαια, η ένσταση του Χριστοδούλου ότι ρίσουμε, όσο μπορούμε, σε ποιον ανήκουν τα χέ στην περίπτωση του Τιτάνα έχουμε αετό και όχι ρια. Προσωπικά πιστεύω ότι δεν πρόκειται γκ γύπα είναι κατ’ αρχήν ορθή αλλά όχι καθοριστι τα χέρια της αιχμάλωτης, γιατί θεωρώ ότι, γι< κή, γιατί υπάρχουν περιθωριακές μαρτυρίες που να έχει κάποιο νόημα η οπτική λειτουργία, θ< συνδέουν τον γύπα με το βασανιστήριο του Προ πρέπει να αναφέρεται σε πράγματα έξω από τί μηθέα (βλ. π.χ. Βαλέριου Φλάκκου Αργοναντικά υποκείμενο που τα βλέπει. 'Επειτα, όχι μόνο 7, 359), και δεν αποκλείεται ο ποιητής να έχει απουσιάζει κάποια κτητική αντωνυμία, αλλά προβεί σ’ ένα «αμάλγαμα» και να δανείστηκε τον αποφεύγεται και η χρήση οποιοσδήποτε περιορι γύπα από το μαρτύριο του Τιτυού ενώ την καθή στικού αριθμού. Με βάση αυτά τα δεδομένα θα λωση στον βράχο από τον μύθο της Ανδρομέδας πρότεινα να δεχτούμε ότι τα χέρια είναι πολλά
1 3 4 /α φ ιερ ω μ α
και ανώνυμα. Μια δεύτερη δυσκολία δημιουργείται από τη χρήση του ρήματος «γνέφω». Το ρήμα έχει ουδέ τερη σημασία («κάνω νεύμα, σημείον συνεννοήσεως δια της κεφαλής, των χειρών ή των οφθαλ μών»· Λεξικό της «Πρωίας»), η οποία καθορίζε ται ακριβέστερα με τη βοήθεια των εκάστοτε συμφραζομένων. Εδώ θα ταίριαζε ίσως το νόημα «προσκαλώ» ή «χαιρετώ». Το επόμενο ερώτημα που θέτει αυτός ο στίχος αφορά την επιλογή των συγκεκριμένων πτηνών. Ο γύπας, όπως είναι γνωστό, τρέφεται αποκλει στικά με άταφα πτώματα.9 Ο Σεφέρης γνωρίζει τη σαρκοφαγική επίδοση των γυπών όχι μόνο από τη γενική του μόρφωση αλλά και από ένα κείμενο που αγαπούσε πολύ και ήξερε καλά, την Ιλιάόα του Ομήρου. Παραθέτω το ακόλουθο χω ρίο σε μετάφραση Καζαντζάκη-Κακριδή: «...κι έσερναν βροντώντας τ’ άδεια αμάξια/ πλήθος αλόγατα μακρολαίμα στα διάβατα της μάχης,/ τους άψεγους αμαξολάτες τους ζητώντας· όμως τούτοι/ στη γη χαρά των όρνιων κείτουνταν, καημός των γυναικών τους» (Λ 159-62· πρβ. και Δ 237).10 Δέκα χρόνια αργότερα, στην ημερολο γιακή εγγραφή της 17.12.1944 (Μέρες Δ ', Αθήνα 1977, σ. 377), ο ποιητής καταγράφει ένα σχετικό προσωπικό του βίωμα: «Γυρίζοντας σπίτι, μπρο στά στην πόρτα, ένα τζιπ· στο πίσω κάθισμα ένα σώμα αναγερτό με το ξανθό κεφάλι κρεμασμένο, όθε έτρεχε το αίμα... Η μύτη και το στόμα ήταν ένα κομμάτι κρέας, σα να τα είχε οργώσει με τα νύχια του αρπαχτικό όρνιο.» Το γεράκι, από την άλλη πλευρά, διακρίνεται για τη μεγάλη επιθετικότητά του. Δύο χωρία εί ναι εν προκειμένω διαφωτιστικά: (α) Έξι νύχτες στην Ακρόπολη, Αθήνα 1974, σ. 126: «- Μα για τί τον ονομάζεις Γέρακα τον Λογκομάνο; τη ρώ τησα. Η αλλαγή της κουβέντας την κλόνισε· με κοίταξε απειλητικά: -Γιατί είναι αρπαχτικός, σαν το γεράκι· όχι σαν κάτι ψόφιους.» (β) Έλιοτ, Φονικό στην εκκλησιά, σ. 31: «Για λίγο ακόμη το πεινασμένο γεράκι/ Θ’ απλώνει τις φτερούγες του, θα ζυγιάζεται/ Σε γύρους πιο χαμη λούς, πιο χαμηλούς, γυρεύοντας/ Την πρόφαση, την περίσταση, την ευκαιρία.» Ο Σεφέρης θα γνώριζε, ασφαλώς και τις παρομοιώσεις της Ιλιάδας Φ 493-6 και X 139-43, όπου το γεράκι ορμά με λύσσα πάνω σε μια περιστέρα. Ο γύπας, όπως είδαμε, προϋποθέτει απαραί τητα άταφα πτώματα, ενώ η παρουσία του γερα κιού πρέπει να προηγηθεί, για να ακολουθήσει το εκκαθαριστικό έργο του γύπα. Δεν θα ήταν, επομένως, υπερβολική η πρόταση ότι κάποιοι, στους οποίους ανήκουν, προφανώς, τα χέρια που γνέφουν, προσκαλούν τον πόλεμο με όλες τις μοιραίες συνέπειές του. Από το σημείο αυτό και πέρα μόνο εικασίες, λιγότερο ή περισσότερο πιθανές, μπορεί να γίνουν. Μήπως π.χ. το γνέ ψιμο παραπέμπει συγκαλυμμένα στον φασιστικό
χαιρετισμό; Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι ι Σεφέρης από πολύ νωρίς επισημαίνει τα προμηνύματα του δεύτερου μεγάλου πολέμου. Ήδη στην ημερολογιακή εγγραφή του Σαββάτου 11.3.1933, εννιά μήνες δηλαδή πριν αρχίσει τη σύνθεση του Μυθιστορήματος, διαβάζουμε (Μέ ρες Β', Αθήνα 1975, σ. 114): «Στη Γερμανία οι Ναζί, στην Αμερική οι τράπεζες· τι μας περιμέ νει ακόμη, ένας θεός το ξέρει. Σ’ έναν τέτοιο κό σμο, μόνο ο Φανατισμός μπορεί να βλαστήσει, κι όταν βλαστήο ι ο φανατισμός, η φωτιά δεν είναι μακριά.» Λίγους μήνες μετά το τύπωμα της συλ λογής, ο Σεφέρης σημειώνει στην ημερολογιακή εγγραφή της 6.9.1935 (Μέρες Γ \ σ. 28): «Γενιά θυσιασμένη. Γενιά που έχει τη νιότη της ακου μπισμένη σ’ έναν πόλεμο. Που προσμένει έναν άλλο πόλεμο για την ώριμή της ηλικία... Γενιά που κληρονόμησε από τον πρώτο πόλεμο μια άγνωστη πριν ανησυχία... που ξέρει... πως δεν έχει τον καιρό ώς τον άλλο πόλεμο που έρχε ται.»11 7
δ εμ έν η π ά ν ω στο β ρ ά χ ο π ο υ έ γ ιν ε μ ε τ ο ν
π ό ν ο δ ικ ό ς μ ο υ . Είδαμε ήδη τη σημασία αυτού του στίχου για την τιτλοφόρηση του ποιήματος. Ο Χριστοδούλου12 υπερβάλλει, όταν υποστηρί ζει τη σχέση του στίχου 7 με τη μοίρα της Νιόβης (Ιλιάδα Ω 617· πρβ. Απολλόδωρο Βιβλιοθήκη III ν 6), γιατί εδώ δεν πρόκειται για μεταμόρφωση της ηρωίδας σε πέτρα, όπως έγινε με την άτυχη μητέρα των δεκατεσσάρων παιδιών. Ο βασανι σμένος άνθρωπος αποκτά μια οικειότητα με την άψυχη φύση που τον περιβάλλει (στην προκειμέ νη περίπτωση με τον βράχο) κατά τον ίδιο τρό πο που νιώθει δική του την ερημική Λήμνο ο τα λαιπωρημένος από την αρρώστια Φιλοκτήτης στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή (πρβ. ιδιαίτερα τους στίχους 952-3 και 1453-68). Από την άλλη μεριά, ο βράχος γίνεται για τη δεμένη γυναίκα ένα είδος ρούχου. Από αυτή την άποψη δεν είναι χωρίς σημασία το γεγονός ότι ο Σεφέ ρης στις «Μυκήνες», ποίημα που γειτονεύει χρο νολογικά με το Μυθιστόρημα, αναφέρεται στην τυραννία από το δικό του πουκάμισο (Ποιήμα τα, σ. 77,17) ή ότι ο Στράτης στις Έξι νύχτες στην Ακρόπολη (σ. 103) λέει: «Ελλάδα σε κράτη σα πάνω μου κατάσαρκα». Βέβαια, η διατύπωση υποβάλλει ενδεχομένως την εντύπωση κάπίοιας ερωτικής περίπτυξης, το επίρρημα «κατάσαρκα» όμως παραπέμπει στον μοιραίο χιτώνα που προκάλεσε τον μαρτυρικό θάνατο του Ηρακλή (πρβ. Ποιήματα, σ. 99,2 και σ. 133, 21, καθώς και Μέ ρες Γ', σ. 181 για το πουκάμισο του Αγαμέμνονα).13
Έτσι δημιουργείται μια αξιοσημείωτη πα ραλληλία ανάμεσα στη φωνή της γυναίκας και τη φωνή του ποιητή αφενός, και του βράχου με την Ελλάδα αφετέρου.14 Για τον χαρακτηρισμό της Ελλάδας ως βραχότοπου -χαρακτηρισμό κοινό
α φ ιε ρ ω μ α /1 3 5
χρηστό, άλλωστε, στη χώρα μας- βλ. και τα ακό λουθα χωρία του Σεφέρη: «ξερός βραχότοπος» (Μέρες Δ ', σ. 37)· «πετρένια γύμνια της ελληνικής γης» (Μέρες Ε', σ. 20)· «πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο» (Δοκιμές Β ' , σ. 159). 8 βλέπω τ α δ έντ ρ α π ο υ α να σ α ίν ο υ ν τη μ α ύ ρ η γ α λ ή ν η τω ν π ε θ α μ έν ω ν . Ο ποιητής, μετά την
παρεμβολή του στίχου 7, επαναλαμβάνει το ρήμα «βλέπω» (σχήμα αναφοράς), από το οποίο εξαρτάται συντακτικά και ο τελευταίος στίχος. Το σχήμα αναφοράς με το ίδιο ρήμα επανέρχεται και στις «Μυκήνες», όπου έχουμε τριπλή επανά ληψη του «είδα» (Ποιήματα, σ. 77, στ. 2, 4, 6). Για τα δέντρα που ανασαίνουν βλ. Μυθιστό ρημα ΙΕ', (Ποιήματα, σ. 60, 2): «ανάσαινες, σαν ένα δέντρο, μέσα στο ήσυχο φως»· Μέρες Ε', σ. 201: «Οι ευκάλυπτοί του ανασαίνουν ακόμη γερασμένοι και φτενοί.» Στη «μαύρη γαλήνη» αντιπαράθεσε το χωρίο κ 93-4 από την Οδύσσεια: ον μέν γάρ ποτ’ άέξετο κϋμά γ ’ έν αύτω (εννοεί το λιμάνι),/ ούτε μέγ’ οϋτ’ όλίγον, λ ε υ κ ή δ’ ήν άμφίγαλήνη.15 Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Σεφέρης αναφέρει τον στίχο κ 94 στο «Μια σκηνοθεσία για την Κίχλη» (Δοκι μές Β', σ. 33), ενώ παραπέμπει στις σημειώσεις του για τον πέμπτο στίχο του Μυθιστορήματος ΚΔ' στο κ 528 και για τον δέκατο έκτο στίχο του Μυθιστορήματος ΙΒ' στο κ 552 (βλ. Ποιήματα, σσ. 318 και 317), γεγονός που δηλώνει το ιδιαί τερο ενδιαφέρον του για τη ραψωδία αυτή της Οδύσσειας κατά τη σύνθεση της συλλογής.1® Ο στίχος συγγενεύει με τον δεύτερο στίχο του ποιήματος «Raven» (Ποιήματα, σ. 143) «τι θυ μούνται οι πεθαμένοι κοντά στις ρίζες των δέν τρων;» Μήπως πρόκειται για εικόνα νεκροταφεί ου; Αν ο στίχος αυτός συνδυαστεί με την ερμη νεία που προτάθηκε για τον στίχο 6, τότε δεν αποκλείεται να γίνεται εδώ λόγος για τα πολυά ριθμα θύματα του πολέμου, και μάλιστα όχι μό νο του αναμενόμενου αλλά και όλων των προη γούμενων, αφού, όπως είδαμε, η επανάληψη των φονικών είναι αδιάλειπτη. 9 κι έπ ειτ α τ α χ α μ ό γ ε λ α , π ο υ δ εν π ρ ο χ ω ρ ο ύ ν , τ ω ν α γ α λ μ ά τ ω ν . Ο τελευταίος στίχος πα ρουσιάζει δυσκολίες εξαιτίας της πολυσημίας της λέξης «άγαλμα».17 Το «έπειτα», πάντως, φαίνεται να παραπέμπει σε μια διεύρυνση της οπτικής εμπειρίας από τα δέντρα που ανασαί νουν με τις ρίζες τους τη γαλήνη των πεθαμένων στα ακινητοποιημένα χαμόγελα των ίδιων των νεκρών. Ενισχυτικό στοιχείο προς αυτή την κα τεύθυνση αποτελεί ένα χωρίο του ίδιου του Σε φέρη που αναφέρεται στην ποίηση του Καβάφη (Δοκιμές A ', σσ. 396-397= 0 Καβάφης του Σεφέ ρη, Αθήνα 1984, σ. 174): «Θαρρείς πως τα καβα φικά πρόσωπα έχουνε μέσα τους μια τέτοια κα ταδίκη, που μόλις πιάσουν κάτι αλλοιώνεται και χαλνά, τόσο που αναρωτήθηκα μήπως όλοι αυ
τοί οι νεκροί με το σταματημένο χαμόγελο και τη χειρονομία της οικειότητας...»
3. Σ ύ ν ο ψ η Ανακεφαλαιώνοντας μπορούμε να παρατηρή σουμε τα εξής: Το ποίημα διαιρείται σε δύο άνισες ενότητες (στ. 1-3 και 4-9) που χωρίζονται τυ πογραφικά με τη μεσολάβηση ενός κενού και που αντιστοιχούν σε εμπειρίες δύο επαναλαμβα νόμενων χρονικών στιγμών, της νύχτας και της αυγής. Για την επιλογή της αυγής πρβ. και την ημερολογιακή εγγραφή της 1.1.1940(Λίέρες Γ \ σ. 159): «Γιατί το δειλινό τραβάει περισσότερο ορι σμένους ποιητές από τις άλλες ώρες;... Η αυγή είναι πολύ πιο τραγική, αλλά έντονη.Τούτο, φαν τάζομαι, τους ενοχλεί.» Στο ποίημα συναντούμε λέξεις υψηλής συχνό τητας στο σεφερικό έργο, γεγονός που εξασφαλί ζει την ιδιαιτερότητα της φωνής του ποιητή. Συγκεκριμένα σημειώνω: βλέπω (102), άνθρωπος (81), θάλασσα (80), χέρι (61), κορμί (47), μαύρος (42), πέτρα (35), πέφτω (34), δέντρο (33), ανοί γω (31), αυγή (27), πόνος (22), άγαλμα (21), άστρο (21), βουλιάζω (19), ανασαίνω (16), γαλή νη (16), προχωρώ (15), πληγή (13), σιγή (11), χα μηλώνω (10), βράχος (9), χαμόγελο (8). Έχοντας κατά νου αυτά τα δεδομένα, η προσοχή μας εστιάζεται σε δύο «λέξεις-άπαξ»:18 γύππΓ
1 3 6 /α φ ιε ρ ω μ α
γεράκι (οι λέξεις «συγγενεύω» και «πέλμα» είναι επίσης άπαξ, αλλά δεν δημιουργούν ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο τους μέσα στο ποίημα). Ο Σεφέρης, φαίνεται λοιπόν, ότι με τον στίχο 6 μας προσφέρει την αιχμή του ποιήματος. Ο ισχυρι σμός αυτός δεν ανατρέπεται, ακόμη και αν απο δεχτούμε τον τίτλο. Το γεγονός ότι ο ποιητής αποσιωπά ορισμένα καίρια στοιχεία του μύθου της Ανδρομέδας, όπως είναι η απειλή της ζωής της από το θαλάσσιο κήτος και η απελευθέρωσή της από τον Περσέα19 και το γεγονός ότι τη θέση του επικίνδυνου κήτους την παίρνουν τα δύο σαρκοβόρα πτηνά, ενώ δεν διαγράφεται καμιά προοπτική σωτηρίας δεν μπορεί, ασφαλώς, να είναι χωρίς βαρύτητα για την ανάγνωση του ποιήματος, στην περίπτωση που ο τίτλος θεωρη θεί δεδομένος. Από μια άλλη άποψη είναι σημαντικός και ο γειτονικός στίχος 5. Ό χ ι μόνο διχοτομεί το εννεάστιχο ποίημα, αλλά είναι και ένας στίχος ιδιαίτερα αγαπητός στον Σεφέρη.20 Αν, λοιπόν, ο στίχος 6 σχετίζεται με ένα αναμενόμενο γεγο νός, ο στίχος 5 προσφέρει την ιστορική, τη δια χρονική διάσταση του γεγονότος αυτού. Γύρω από αυτούς τους δύο αξονικούς στίχους πιστεύω ότι οργανώνεται η ύλη του ποιήματος. Ο Σεφέρης οραματίζεται τα «προσιόντα» με τη διορατικότητα του πολιτικού και την ευαισθησία του ποιητή.21 Δεν είναι, άλλωστε, η μοναδική φορά που επενδύει ποιητικά μια δυσοίωνη διαί σθηση για την επικείμενη συμφορά. «Η τελευ ταία μέρα», γραμμένη στις 12.2.1938,22 αποτελεί ακόμη ένα εύγλωττο δείγμα των βάσιμων ανησυ χιών του για την εύθραυστη ειρήνη.23 Γενικά, τα χρόνια του μεσοπολέμου κάθε άλλο παρά ει δυλλιακά ήταν, όπως διαπιστώνει ο ποιητής στην ημερολογιακή εγγραφή της Παρασκευής 16.5.1941 (Μέρες Δ ’, σ. 35): «Θα καταλάβει καΣημειώσεις 1. Ενδεικτικά αναφέρω τις ακόλουθες περιπτώσεις: «Αστυάναξ», «Ελένη», «Ο ηδονικός Ελπήνωρ», «Πενθεύς» (6λ. Ποιήματα, σσ. 64, 239, 221, 258)· «Αριάδνη», «Φιλοκτή της» (6λ. Γ. Σεφέρης, Τετράδιο Γυμνασμάτων Β', Αθήνα 1976, σσ. 93 και 32). Πρβ. και Μ. Vitti, Φθορά και λόγοςεισαγωγή στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, Αθήνα 1978, σ. 70. Θυμίζω ότι τραγωδία με θέμα την Ανδρομέδα έγραψαν ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. 2. Στον μύθο της Ησιόνης παραπέμπει και ο A. Κ. Χριστο δούλου, Η Στροφή του Σεφέρη Β', Αθήνα 1982, σ. 83. 3. Διαφορετικά ο Vitti, ό.π., σ. 74: «η υπόδειξη “Ανδρομέ δα”, που έγινε γνωστή αργότερα, λειτουργεί σαν σηματο δότης και δε μας βγάζει μόνο από την απορία και την αοριστία, αλλά κατευθύνει εκ των προτέρων την ανάγνω σή μας σ’ ένα χώρο μυθολογικό, όπου όσα υπερφυσικά γεγονότα αναφέρονται γίνονται πιστευτά και αποδεκτά.» 4. Μόνο όποιος γνωρίζει ότι η λέξη «στήθος» στον Σεφέρη συνάπτεται κατά κανόνα με γυναικείες μορφές θα έτεινε να υποθέσει ευθύς εξαρχής ότι ο ομιλητής είναι γυναίκα. Ο Σεφέρης επισημαίνει την επίμονη παρουσία της λέξης στις Ωδές του Κάλβου (δοκιμές Α ’, Αθήνα 1974, σ. 192). 5. Οι λέξεις αυτές απαντούν 20, 2 και 13 φορές αντίστοιχος στην ποίηση του Σεφέρη. Για τα αριθμητικά δεδομένα
νένα από τα παιδιά μας πως δεν είχαμε ποτέ διάλειμμα, μήτε στα λεγάμενα “χρόνια της ειρή νης;”». Για την ανάγνωσή μας δεν είναι συμπτωματικά ούτε ασήμαντα δύο στοιχεία που θα ήθελα να προσκομίσω τελειώνοντας τη σύντομη δοκιμή μου: (α) Ο Σεφέρης μετέφρασε το ποίημα «Δευ τέρα Παρουσία» του Yeats, το οποίο αρχίζει με τους στίχους: «Γυρίζοντας ολοένα σε κύκλους που πλαταίνουν/ Το γεράκι δεν μπορεί ν’ ακού σει πια το γερακάρη» (Αντιγραφές, Αθήνα 1965, σ. 11). Στις σημειώσεις του ο Σεφέρης κρίνει διαφωτιστικό να παραθέσει ένα απόσπασμα επι στολής του Ιρλανδού ποιητή προς την Ethel Mannin με ημερομηνία 8.4.1936, όπου υποστηρί ζει ότι το ποίημά του «γράφτηκε εδώ και δεκαέξη ή δεκαεφτά χρόνια και προείπε αυτά που γίνουνται» (εννοεί την άνοδο του φασισμού· Αντι γραφές, σ. 149).24 (β) Τα δύο σαρκοβόρα πτηνά επανέρχονται στην ωδή θ' από το Ά ξιον Εστί του Ελύτη, ωδή που έχει αναμφισβήτητα ιστορι κή χροιά και διάσταση.25 Με αυτά τα δύο παράλληλα κλείνω την εργα σία αυτή, που ο υπότιτλός της προϋποθέτει τους εξής όρους και περιορισμούς: α) Αυθεντική ερ μηνεία ενός ποιήματος δεν υπάρχει- β) οποιαδή ποτε πρόταση κατανόησης του ποιήματος δεν εί ναι δεσμευτική για κανέναν κάθε ποίημα είναι ένας ανοιχτός οργανισμός που επιδέχεται πολλα πλές προσεγγίσεις· γ) απώτερος σκοπός και τελι κός προορισμός κάθε ανάγνωσης είναι το ίδιο το ποίημα· δ) το ποίημα είναι κάτι το ζωντανό και συναιρεί όλη την ανθρώπινη πείρα ώς τη σημερι νή στιγμή.26 Αυτός ο τελευταίος όρος προσδίδει και στο ποίημά μας την εκρηκτική του επικαιρότητα.
εδώ, καθώς και παρακάτω, 6λ. Ξ. Α. Κοκόλης, Πίνακας λέξεων των «Ποιημάτων» του Γ. Σεφέρη, Αθήνα 1975. 6. Γ. Π. Σαββίδης, Μια Περιδιάβαση, Αθήνα 1962, σ. 32.
7. Ό.π., σ..83.
8. Τον γύπα τον συνδέει με το μαρτύριο του Προμηθέα ο Αλ. Κοτζιάς στο μυθιστόρημά του Η απόπειρα, Αθήνα 1964, σσ. 136-137. Την ανάμιξη μστίβων από τον μύθο του Προ μηθέα και της Ανδρομέδας υποστηρίζει η C. Capri-Karka, Love and the Symbolic Journey in the Poetry of Cavafy, Eliot and Seferis, Νέα Υόρκη 1982, σ. 264 και ο Ν. Ορφανίδης, Η πολιτική διάσταση της ποίησης του Γιώργου Σε φέρη, Αθήνα 1985, σσ. 39-40, ο οποίος πιστεύει ότι το ποίημα σχετίζεται με τη Μικρασιατική καταστροφή. 9. Χαρακτηριστική είναι η τολμηρή διατύπωση του σοφιστή Γοργία (απ. 5α D.-K.): Γϋπες έμψυχοι τάφοι. 10. Πολλοί δ’ έριαύχενες Ίπποι! κείν’ δχεα κροτάλιζον άν πτολέμοιο γεφύρας,Ι ήνιόχους ποθέοντες άμύμονας- οί δ’ έπί γαίη! κείατο, γ ν π ε ο σ ι ν πολύ φίλτεροι ή άλόχοισιν. Πρβ. επίσης τη λέξη όρνεα στην Αποκάλυψη του Ιωάννη 19, 21 (μετάφραση Γ. Σεφέρη, Αθήνα 1975, σ. 155) καθώς και τη χρήση της λέξης οιωνός σε χωρία όπως Ιλιάδα Α 5 και Σοφοκλή Αντιγόνη 29-30 και 205. Βλ. και Κορνούτου Επιδρομή των κατά την ελληνικήν θεολογίαν παραδεδομένων, σ. 41, 15-17 Lang: γύπα δ’ Ιερόν φασιν αύτον (δηλ. του Άρη) δρνιν είναι διά τό πλεονάζειν βπου
α φ ιε ρ ω μ α /1 3 7 ποτ’ άν πτώματα πολλά άρηίφθορα fj (=όπου υπάρχουν πολλά Θύματα πολέμου). 11. Για τον αναμενόμενο πόλεμο στο έργο του Σεφέρη 6λ. Γ. Κιουρτσάκης, Ελληνισμός και Δύση στο στοχασμό του Σεφέρη, Αθήνα 1979, σσ. 149-151 και Μ. ΘωμαίδουΜώρου, Οι Μαντατοφόρόι του Σεφέρη. Σχόλιο στο ποίη μα «Ο δικός μας ήλιος», Αντίχαρη (Αφιέρωμα στον καθ. Στ. Καρατζά), Αθήνα 1984, σσ. 131-138. 12. Ό .π., σ. 83. 13. Για τη χρήση του επιρρήματος σημειώνω παρεκβατικά τα ακόλουθα χωρία: . α) Μέρες A ', Αθήνα 1975, σ. 8: «Όμως ποιος από τους παρόντες διανοουμένους μας μοιάζει να έχει πάθει τίποτε από τη σκέψη του, αρρωστήσει απ’ αυτή, απελπιστεί, σιχαθεί τον εαυτό του: να την έχει ζήσει κατάσαρκα.» 6) Χειρόγραφο Σεπτ. 41, Αθήνα 1972, σ. 12: «Ανήκω στη γενιά του Διχασμού, αλλά δεν είμαι φανατικός. Την κρί ση εκείνη την έζησα κατάσαρκα.» γ) Αλληλογραφία Γ. θεοτοχά & Γ. Σεφέρη (1930-1966) (φιλ. επιμ. Γ. Π. Σαββίδη), Αθήνα 1975, σ. 40: «Και τώ ρα, αφού πέρασα μια ολόκληρη ζωή κλυδωνισμένη από στρατιωτικά κινήματα, δικτατορίες, μεταπολιτεύσεις, εξάρσεις, ολέθρους και απογνώσεις, αφού τα έζησα όλα αυτά κατάσαρκα, θα μπορούσα να πω...» 14. Αστήρικτη μου φαίνεται η άποψη του Τ. Μαλάνου, Η ποίηση του Σεφέρη και η κριτική μου, Αθήνα 1982, σ. 34: «Αυτές οι πέτρες που βουλιάζουν μέσα στα χρόνια ώς πού θα με παρασύρουν, ρωτάει άλλη Ανδρομέδα, δεμένη στο βράχο, κι εκτεθειμένη σε χίλιους κινδύνους, η Ελλά δα.» Διαφορετική είναι η προσέγγιση της Σ. Άντζακα, Η «άλλη ζωή» στην ποίηση του Γ. Σεφέρη, Αθήνα 1974, σ. 27: «Η ίδια πορεία της βαθμιαίας απολίθωσης συνεχίζε ται στο ποίημα “Ανδρομέδα”. Εδώ η θάλασσα είναι το αντίθετο της πέτρας, των αγαλμάτων, και ο ποιητής δεμέ νος στο βράχο του, στην πέτρινη ύπαρξή του, σαν άλλη Ανδρομέδα, νοσταλγεί τη θάλασσα, την κίνηση, το ταξί δι, την αναζήτηση του άλλου χώρου.» Ο Τ. Λιγνάδης στο βιβλίο του Διπλή επίσκεψη σε μια ηλικία και σ’ ένα ποιη τή, Αθήνα 1983, σ. 174, σχολιάζοντας την πέμπτη στροφή από το «Τραγούδι του παλιού καιρού», που ο Ν. Γκάτσος αφιέρωσε στον Σεφέρη («Μα τώρα που η Μεγάλη φτάνει Τρίτη/ κι Ανάσταση θ’ αργήσει να φανεί/ θέλω να πας στη Μάνη και την Κρήτη/ με συντροφιά σου εκεί παντοτινή/ το λύκο, τον αητό και τον αστρίτη»), παραπέμπει στον Ιο, 6ο και 7ο στίχο της «Ανδρομέδας» και παρατηρεί: «Σε “αποσαφηνισμένα” και “σκληρά” της παράδοσης τοπία (Μάνη ή Κρήτη) η συναναστροφή η προμηθεϊκή με την παιδεία της ερημιάς και με τα απροσκύνητα πλάσματά της» (πρβ. αυτόθι, σ. 176). Για άλλες προσεγγίσεις βλ. Α. Καραντώνη, Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, Αθήνα 51980, σσ. 127-128 και Capri-Karka, ό.π. 15. «... τι η θάλασσα ποτέ δε φούσκωνε κει μέσα, μήτε λίγο / μήτε πολύ, μόν’ γύρω απλώνουνταν γαλήνη στραφταλούσα» (μετάφραση Καζαντζάκη-Κακριδή). 16. Θυμίζω ότι ο Σεφέρης διάβασε ολόκληρη την Οδύσσεια (έκδοση Berard) στη Σκιάθο το 1930 (βλ. Μέρες Α', σ. 125). Για την εντατική ενασχόληση του ποιητή με τις ρα ψωδίες κ και λ της Οδύσσειας 6λ. Γ. Σεφέρης, Μεταγρα φές (φιλ. επιμ. Γ. Ν. Γιατρομανωλάκη), Αθήνα 1980, σ. 254. 17. Βλ. σχετικά Α. Αγγέλου, Η φόρτιση της λέξης στην ποίηση του Σεφέρη, Χρονικό 1972, σσ. 16-20. Για την ερμηνεία της λέξης βλ. και Καραντώνη, ό.π., σ. 157: «... ο Σεφέρης είδε σ’ αυτά (δηλ. τα αγάλματα) το απτό, κρύο και ακίνη το σύμβολο του θανάτου των ζωντανών σωμάτων.» 18. Για τον όρο και την καταγραφή των λέξεων-άπαξ βλ. Ξ. Α. Κοκόλης, «Λέξεις-άπαξ»: στοιχείο ύφους, Αθήνα 1975, σσ. 27-29 και 91. 19. Βλ. σχετικά U. Hetzner, Andromeda und Tarpeia, Meisenheim 1963 και M.A. Αλεξιάδης, Οι ελληνικές παραλλαγές για τον δρακοντοκτόνο ήρωα, Ιωάννινα 1982. 20. Βλ. Ποιήματα, σσ. 124, 16 και 129, 32-3. 21. Για την διορατικότητα του Σεφέρη βλ. Μέρες Δ’ , σσ. 378, 379· πρβ. Α. Αργυρίου, Κύκλος Σεφέρη, Αθήνα 1980, σ.
22. 23.
24.
25.
26.
52. Για 'την προφητική δύναμη των ποιητών βλ. Δοκιμές Α ’, σ. 261 και Μέρες Ε', σσ. 160-161. Περισσότερο επιφυ λακτική είναι η στάση του 'Ελιοτ, όπως περιγράφεται σ’ ένα παράθεμα του Γ. Ιωάννου, Εφήβων και μη, Αθήνα 1982, σ. 213: «Ποτέ δεν αποτολμώ να ερμηνεύσω την ποίησή μου και θα δίσταζα να κάνω τον εαυτό μου προ φήτη. Οπωσδήποτε, βλέπετε, το προφητικό στοιχείο στην ποίηση πολύ συχνά δεν είναι συνειδητό μέσα στον ίδιο τον ποιητή. Μπορεί να προφητεύει, χωρίς να το ξέρει. Τα όσα απορροφά από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα δεν εί ναι εντός του απολύτως συνειδητά.» Για τη χρονολόγηση αυτού του ποιήματος, βλ. Ξ. Α. Κο κόλης, Σεφερικά 1, Αθήνα 1982, σσ. 40-41. Βλ. Δ. Ν. Μαρωνίτης, Η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη, Αθήνα 1984, σ. 117· Κοκόλης, Σεφερικά 1, ό.π., σ. 35· Ν. Αναγνωστάκη, Για τον Σεφέρη, Αθήνα 1961 (ανατ. 1981), σ. 237. Παραθέτω το σχόλιο του Σ. Ηλιόπουλου στους πρώτους στίχους του ποιήματος (W.B. Yeats, Μυθολογίες και ορά ματα, Αθήνα 1983, σ. 108): «Όπως στον Jung η απομά κρυνση από το κέντρο αντιστοιχεί στο ψυχικό χάος, έτσι και στο ποίημα του Yeats οι επάλληλοι κύκλοι που όλο μεγαλώνουν (widening gyre) αντιστοιχούν στο χάος και τη βία...» Βλ. επίσης την εισαγωγή του Ηλιόπουλου, ό.π., σ. 33, καθώς και όσα λέει ο ίδιος ο Σεφέρης στη συζήτησή του με τον Ε. Keeley (μετάφραση Λ. Κάσδαγλη), Αθήνα 1982, σσ. 63 και 65: «Ή γράφει τη “Δευτέρα Παρουσία” . Ούτε και αυτό είναι προπαγάνδα. “Το κέντρο δεν μπορεί να κρατήσει” κτλ., που επιτέλους έχει την αρχή του σε κάποιο σημείο της ιρλανδέζικης πολιτικής ζωής· αλλά πάει πιο βαθιά, κι αυτό είναι το σημαντικό νομίζω.» Τον Yeats τον γνώρισε ο Σεφέρης κατά την πρώτη του υπηρε σιακή παραμονή στην Αγγλία (1931-34), όπως δηλώνει στη συνέχεια της συζήτησής του με τον Keeley (σ. 113): «Νομίζω ότι κάποιος που είχε μεγάλη διδακτική επίδρα ση πάνω μου, όπως ανακάλυψα αργότερα, ήταν ο W. Β. Yeats.» Βλ. σχετικά Ξ. Α. Κοκόλης, Για το Άξιον Εστί του Ελύτη, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 159. Σημειώνω ότι η παρουσία των βράχων και των αγαλμάτων συμπλησιάζουν ακόμη πε ρισσότερο τα δύο ποιήματα. Τους όρους αυτούς τους προτείνει ο ίδιος ο Σεφέρης· βλ Δοκιμές Α', α. 57 και Μέρες Ε', σσ. 168-170.
ΔΗ ΜΗΤΡΗΣ ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕΦΕΡΗ (1931-1979) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΔΟΚΙΜΗ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΑΘΗΝΑ 1979
Δημήτρης Δασκαλόπουλος
Με τον περιστασιακό τίτλο «Βιβλιογραφικά Σεφέρη (1979-1986)» δημοσιεύεται εδώ μια επιλογή από το συνολικό υλικό τού υπό έκδοση δεύτερου τόμου της «Εργογραφίας Σεφέ ρη». Ο χρηστικός χαρακτήρας της επιλογής υπαγόρευσε τη μορφή και τη διάρθρωση των λημμάτων που ακολουθούν. Στο πρώτο μέρος καταγράφονται οι εκδόσεις νέων έργων του ποιητή, που εμφανίστηκαν κατά το διάστημα 1979-1986. Αποκλείστηκαν, δηλαδή, οι αρκετές ανατυπώσεις γνωστών βιβλίων του. Δεν παρουσιάζονται, επίσης, οι αυτοτελείς μεταφράσεις σεφερικών έργων σε ξένες γλώσσες, κεφάλαιο που είχε αγνοήσει η «Εργογραφία» του 1979, αλλά καλύπτει πλέον ο υπό έκδοση δεύτερος τόμος. Στο δεύτερο μέρος έχουν υπαχθεί σε ιδιαίτερη κατηγορία τα αυτοτελή, ελληνικά και ξένα, βιβλία για τη ζωή και το έργο του Σεφέρη. Οι 25 σχετικοί τίτλοι της εξαετίας κατα δεικνύουν την απήχηση και την εμβέλεια του έργου του. Στο τρίτο μέρος έχουν επιλεγεί μελέτες, άρθρα και αφιερώματα περιοδικών, ενώ έχει αποκλειστεί η ειδησεογραφία και τα σχόλια για εκδηλώσεις, για επετειακούς εορτασμούς, καθώς και τα περιστασιακά δημοσιεύματα που θα επιβάρυναν τον περιορισμένο χώρο του περιοδικού. Στην οριστική της μορφή, η παρούσα εργασία θα ακολουθήσει τη διάρθρωση και τη μορφή που είχε η «Εργογραφία Σεφέρη» του 1979. Είναι ευνόητο, αλλά δε βλάπτει να το θυμήσω, ότι τα λήμματα που ακολουθούν έχουν χρονική αφετηρία τα μέσα του 1979, το χρονικό δηλ. σημείο, όπου σταματούσε ο τόμος του 1979. Χρησιμοποιούνται οι πιο κάτω συντομογραφίες. Βιβλιογραφία: Γ. Κ. Κατσίμπαλης, Βιβλιογραφία Γιώργου Σεφέρη, 1961. Εργογραφία: Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Εργογραφία Σεφέρη. Βιβλιογραφική Δοκιμή. Ε.Λ.Ι.Α. 1979. Ε 1.
κ δ ό σ ε ις
Ε
ργω ν
Σ
ε φ ε ρ η
Γιώργος Σεφέρης: Πολιτικό Ημερολόγιο. Α '. 2ί Νοέμβρη 1935-13 Οκτώβρη 1944. Επιμέλεια· Σημειώσεις Αλέξανδρου Ξύδη. Ίκαρος<1979>. Σχ. 21,5 X 14,5. Σελ. 324. Προδημοσίευση: Το «Πολιτικό Ημερολόγιο» του
Γιώργου Σεφέρη, «Το Βήμα», 23, 25 και 27 Δεκ. 1979. Κρίσεις-Σχόλια: 1. Σούλα Αλεξανδροπούλου: Ο Σεφέρης της πολιτικής. Το πολιτικό του Ημερολό γιο ’35-’44 που κυκλοφορεί, αποκαλύπτει μια
άγνωστη πτυχή του ποιητή, «Κυριακάτικη Ελευθε ροτυπία», 2 Δεκ. 1979. (Συνομιλία με τον επιμελη τή της έκδοσης Αλέξ. Ξύδη). 2. Νικηφόρος Βρεττάκος: 'Ενα πολυσήμαντο εθνικό ντοκουμέντο, «Ελευθεροτυπία», 24 και 31 Ιαν. 1980. 3. Μαν. Ανδρόνικος: Μνήμες χρήσιμες, «Το Βήμα», 7 Φεβρ. 1980. 4. Αλέξ. Αργυρίου: Το πολιτικό ημε ρολόγιο ενός ποιητή, «Το Βήμα», 22 Φεβρ. 1980 (Βλ. και διευκρινιστική επιστολή Αλέξ. Ξύδη για το άρθρο Αργυρίου, «Το Βήμα», 5 Μαρτ. 1980). 5. Κ.Σ[ταματίου]: Οι Έλληνες «άθλιοι» στη Μέ ση Ανατολή. Πολύτιμο και αποκαλυπτικό το «Πο λιτικό Ημερολόγιο» του Γ. Σεφέρη, «Τα Νέα», 26 Απρ. 1980. 6. Προκόπης Παπαστράτης: Κάτω από τη σκιά της εξάρτησης, «Η Καθημερινή», 2 Οκτ. 1980. Βλ. και τον αριθ. 64. 2. Γιώργος Σεφέρης: Μεταγραφές. <Φιλολογική επι μέλεια Γιώργης Γιατρομανωλάκης>. Λέσχη <1980>. Σχ. 21,5 X 14,5. Σελ. 344. Κρίσεις: 1. Κ. Τσαούσης, «Ελευθεροτυπία», 24 Απρ. 1980. 2. Κλασική παιδεία, Διαβάζω, 35, Οκτ. 1980, σελ. 117. Βλ. και τους αριθ. 64 και 73. 3. Ο Καβάφης τον Σεφέρη. A '. Επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδης. Ερμής. 1984. Σχ. 17 X 12,5. Σελ. ιβ + 300. Κρίσεις: 1. Πέτρος Κυπριωτέλης: Η προσέγγιση του Γ. Σεφέρη, «Μεσημβρινή», 21 Φεβρ. 1984. 2. Δημ. Σταμέλος: Ο Σεφέρης μιλάει για τον Καβάφη. «Ελευθεροτυπία», 22 Μαρτ. 1984. 3. Χάρης Μεγαλυνός: Βιβλία, Οδός Πανός, 14, Ιούλ.-Σεπτ. . 1984, σελ. 35-36. 4. Κώστας Μ. Προυσής: Τέσσερα νέα βιβλία για τον Καβάφη, Πνευματική Κύπρος Λευκωσίας, Χρ. ΚΕ', Μάης-Ιούλ. 1985, σελ. 43-47. 5. Peter Mackridge, World Literature Today Okla homa, Vol, 59, Winter 1985, σελ. 138. 4. Γιώργος Σεφέρης: Σαντορίνη. Με ένα σχέδιο του Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα. Αρχείο Θηραϊκών Με λετών - Συλλογή Δημήτρη Τσίτουρα. Αθήνα 1984. Σχ. 24,5 X 17,5. Σελ. 24 (12 λυτά φύλλα μέσα σε φάκελλο). Περιλαμβάνει το ελληνικό πρωτότυπο του ποιή
Β
ιβ λ ία
Γ
ια
Τ
ο ν
Σ
ε φ ε ρ η
7. Νάσος Βαγενάς: Ο ποιητής και ο χορευτής. Μια εξέταση της ποιητικής και της ποίησης του Σεφέ ρη. Κέδρος 1979. Σελ. 352. Προδημοσίευση: Βλ. Εργογραφία αριθ. 1014. Κρίσεις: 1. Κ.Σ[ταματίου], «Τα Νέα», 19 Ιαν. 1980. 2. Χρήστος Αλεξίου: Ο πιο Ευρωπαίος από τους ποιητές μας, «Η Καθημερινή», 31 Ιουλ. 1980. 3. Θανάσης Νάκας: Σεφέρης και Έλιοτ, «Η Κα θημερινή», 7 Αυγ. 1980. (Σχολιάζει την κριτική Αλεξίου). 4. Χρήστος Αλεξίου: Σεφέρης και Έλιοτ, «Η Καθημερινή», 21 Αυγ. 1980. (Απαντά στον Νάκα). 5. Θανάσης Νάκας: Σεφέρης και Έλιοτ, «Η Καθημερινή», 25 Σεπτ. 1980.(Ανταπάν τηση Νάκα). 6. Αλέξης Ζήρας: Ο ρυθμός του λό γου και ο ρυθμός του σώματος, Διαβάζω, 35, Οκτ. 1980, σελ. 101-107. 7. Γιώργος Δανιήλ: Έ να βι βλίο ορόσημο, Εποπτεία, 52, Δεκ. 1980, σελ. 989-
ματος «Σαντορίνη» [= Εργογραφία αριθ. 6] και μετάφρασή του σε 8 ευρωπαϊκές γλώσσες. Σχόλια: Μαρία Θερμού: In folio, «Η Καθημερι νή», 20 Σεπτ. 1984. 5. Αδαμάντιος Διαμαντής & Γιώργος Σεφέρης: Αλλη λογραφία. 1953-1971. Φιλολογική επιμέλεια: Μιχάλης Πιερής. Στιγμή. 1985. Σχ. 20 X 14,5. Σελ. 232. Προδημοσιεύσεις - Σχόλια: 1. Μιχάλης Πιερής: Τα γράμματα Σεφέρη-Διαμαντή. (Συμβολή στο θέ μα της Κυπριακής εμπειρίας του Γ. Σεφέρη), «Τα Νέα» Λευκωσίας, 6 Ιουν. 1984. Ξανατυπ. στο περ. Η Λέξη, 36, Ιούλ.-Αύγ. 1984, σελ. 493-503. 2. Ανέκδοτες επιστολές του Γιώργου Σεφέρη. Η κυ πριακή εμπειρία του Ποιητή, «Το Βήμα της Κυ ριακής», 22 Ιουλ. 1984. 3. Γιώργος Σεφέρης Αδαμάντιος Διαμαντής: Δεκαπέντε επιστολές από την ανέκδοτη αλληλογραφία τους. Παρουσίαση: Μιχάλης Πιερής, Η Λέξη, 36, Ιούλ.-Αύγ. 1984, σελ. 475-492. 4. Μαρία Θερμού: Γ. Σεφέρης: «Αν ήμουν ζωγράφος...». Η αλληλογραφία του με τον ζωγράφο Αδ. Διαμαντή, «Τα Νέα της Κυριακής», 2 Ιουν. 1985. 5. Δ.Ν. Τριανταφυλλόπουλος: Ψυχο παίδι στο θαύμα, «Το Βήμα», 10 και 25 Σεπτ. 1985. 6. Χριστίνα Ντουνιά: Βιβλιοπαρουσίαση, Αντί, 305, 6 Δεκ. 1985, σελ. 56. Βλ. και αριθ. 193. Πρβλ. και τον αριθ. 158. 6. Γιώργος Σεφέρης: Πολιτικό Ημερολόγιο. Β'. 19451947, 1949, 1952. Επιμέλεια - Σημειώσεις Αλέξαν δρου Ξύδη. Ίκαρος <1985>. Σχ. 21,5 X 14,5. Σελ. 244. Σχόλια-Κρίσεις: 1. Α. Γριμάνη: Γιώργου Σεφέ ρη: «Το Β' Πολιτικό Ημερολόγιο». Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ίκαρος» στα τέλη Δεκέμβρη, «Τα Νέα της Κυριακής», 8 Δεκ. 1985 . 2. Β. Αγγελικόπουλος: Ο «πολιτικός» Σεφέρης. Εκδόθηκε ο β' τόμος του «Πολιτικού Ημερολογίου», «Τα Νέα», 7 Ιαν. 1986. 3. Κώστας Σταματίου: «Στις εποχές του ξεπεσμού...», «Τα Νέα», 25 Ιαν. 1986. 4. Μανόλης Ανδρόνικος: Αναγνώσεις παράλλη λες, «Το Βήμα της Κυριακής», 2 Φεβρ. 1986.
1 4 0 /α φ ιερ ω μ α στοχασμό τον Σεφέρη. Κέδρος 1979. Σελ. 304.
Βλ. και Εργογραφία αριθ. ΑΚ.52. Βλ. εδώ τον αριθ. 85. Κρίσεις: 1. Κ. Τσαούσης: Ο Σεφέρης χωρίς κο σμοθεωρία, «Έθνος», 10 Νοεμ. 1982. 2. Ευγ. Αρανίτσης: Μια συνομιλία του Σεφέρη με τον Ed mund Keeley, «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία», 14 Νοεμ. 1982. 3. Τάκης Θεοδωρόπουλος: Η παρου σία του Γ. Σεφέρη, «Μεσημβρινή», 7 Δεκ. 1982. 4. Σ. Γ. Γ. Παναγιωτάτος: «Ο Σεφέρης χωρίς κο σμοθεωρία», Τριφυλιακή Εστία, 49-50, Γεν.-Μάρτ. 1983, σελ. 31-32. (Ελέγχει τις απόψεις Κ. Τσαού ση).
Προδημοσίευση: «Η Καθημερινή», 6 Δεκ. 1979. Κρίσεις: 1. Κ.Σ[ταματίου], «Τα Νέα», 19 Ιαν. 1980. 2. Β. Π. [απαβασιλείου]. Διαβάζω, 32, Ιούν. 1980, σελ. 97-98. 3. Γεωργία Γ. Φαρίνου: Δυναμική προσέγγιση της παράδοσης, «Η Καθη μερινή», 25 Δεκ. 1980. Βλ. και τον αριθ. 64. 10. Γιώργος Τενεκίδης: Ο Σεφέρης και το Αιγαίο. 1980. Σελ. 24. 11. Βιβλιοθήκη Γενικής Παιδείας. 10. Κύκλος Σεφέρη. Γράφουν: Αλέξ. Αργυρίου, Α. Ξύδης, Δ.Ν Μαρωνίτης, Μάριο Βίττι. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνι κού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας. Ιδρυτής: Σχολή Μωραΐτη. 1980. Σελ. 208. Περιέχει: 1. Αλέξ. Αργυρίου: Γιώργος Σεφέρης. Ποιητική τέχνη και ιστορία. 2. Αλέξανδρος Ξύ δης: Ο πολιτικός Σεφέρης. 3. Δ.Ν Μαρωνίτης: Προβλήματα γραφής και ανάγνωσης στον Σεφέρη. [Ξανατυπ. στον αριθ. 24]. 4. Mario Vitti: «Επιφά νεια» και «Νεκυομαντεία» στην ποίηση του Σεφέ ρη. [Ξανατυπ., ελαφρώς τροποποιημένο, στον αριθ. 75]. Σχόλια: 1. Δ. Σταμέλος: Ποιητικές αναδρομές, «Ελευθεροτυπία», 11 Δεκ. 1980. .2. X. Λ[ουκάκου], Διαβάζω, 40, Μάρτ. 1981, σελ. 94. 12. A. Κ. Χριστοδούλου: «Η Στροφή » του Σεφέρη. Πρώτος τόμος. Ζώδιο. 1981. Σελ. 128. Σχόλια: Νίκος Κ., «Θεσσαλία» Βόλου, 26 Απρ. 1981. 13. Χρήστος Αντωνίου: Ο Κόσμος της Γοργόνας. Θέ ματα και μορφές της λαϊκής παράδοσης στο έργο του Σεφέρη. (Ερμηνευτική προσέγγιση). Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. 1981. Σελ. 184. Προδημοσίευση: «Η Καθημερινή», 3 Δεκ. 1981. 14. Α.Κ. Χριστοδούλου: Η «Στροφή » του Σεφέρη. Δεύτερος τόμος. Ζώδιο. 1982. Σελ. 160. Κρίσεις: Μ.Γ. Μερακλής: Ένα σημαντικό έργο για το Σεφέρη, Υδρία Πάτρας, 43, Ιούν. 1983, σελ. 31-33. 15. Ξ.Α. Κοκόλης: Σεφερικά. 1. Ίκαρος <1982>. Σελ. 168. Περιλαμβάνει τους αριθ. Εργογραφίας 28.25, 28.27, 16.8, τμήμα του 943, 28.30, 972 (θ), 18.3. Επίσης τον αριθ. 43 της παρούσας εργασίας. Για πρώτη φορά δημοσιεύεται η τελευταία μελέτη, με τίτλο: Κι άλλα σημειώματα στο περιθώριο. 16. C. Capri-Karka: Love and the Symbolic Journey in the Poetry o f Cavafy, Eliot and Seferis. An Interpre tation with detailed poem-by-poem analysis. Pella Publishing Company. New York. 1982. Σελ. 374. Προδημοσιεύσεις: 1. Love and the symbolic jour ney in Seferis’ Mythistorema, Journal o f the Hellenic Diaspora, Vol. VIII, αριθ. 3, Fall 1981, σελ. 25-75. 2. Seferis’ Turning Point: A Textual Analysis, Jour nal o f the Hellenic Diaspora, Vol. IX, αριθ. 2, Summer 1982, σελ. 7-35. 17. Edmund Keeley: Συζήτηση μ ε τον Γιώργο Σεφέρη. Μετάφραση: Λίνα Κάσδαγλη. A Conversation with George Seferis. Άγρα. 1982. Σελ. 144. Δίγλωσση έκδοση.
18.
Τίμος Μαλάνος: Η ποίηση του Σεφέρη και η κριτι κή μου. Πρόσπερος. 1982. Σελ. 134. Περιλαμβάνει τους αριθ. Εργογραφίας 700, 16.3. και 765. Κρίσεις: Δημ. Κ. Παπακωνσταντίνου, Νέα Εστία, Τόμ. 115, 15 Μαρτ. 1984, Σελ. 406-412.
*19. Richard Burns: Black Light. Poems in Memory of George Seferis. 1983. Σχόλια: Ωτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. Ποιή ματα στη μνήμη Γιώργου Σεφέρη, «Τα Νέα», 8 Ιουλ. 1983. 20. Τάκης Λαγάκος: Ο Σεφέρης και η Κύπρος. < Ίκαρος> 1983. Σελ. 64. Σχόλια: Βλ. τον αριθ. 193. 21. Μ.Ζ. Κοπιδάκης: «Αριάδνη». Μια σπονδή στον ερωτικό Σεφέρη. Εκδόσεις «Πολύτυπο». 1983. Σελ. 56. Αναθεωρημένη και συμπληρωμένη μορφή του αριθ. 110 (3). Σχόλια: Βλ. τον αριθ. 193. 22. Μήτσος Αλεξανδρόπουλος: Μια συνάντηση. Σ εφέ ρης - Μακρυγιάννης. Εκδόσεις Πολύτυπο. 1983. Σελ. 152. Προδημοσίευση: Αντί, 249, 16 Δεκ. 1983, σελ. 43-47. 23. Τάκης Σινόπουλος: Τέσσερα μελετήματα για τον Σεφέρη. <Πρόλογος: Νάσος Βαγενάς>. 1984. Σελ. 144. Περιέχει τους αριθ. Εργογραφίας: 655 [= Βι βλιογραφία, αριθ. 279], 1.35, 839 και 889. Προδημοσίευση (του προλόγου): Νάσος Βαγενάς: Ο Τάκης Σινόπουλος κριτικός του Γιώργου Σεφέρη, «Η Αυγή», 13 Νοεμ. 1983. Κρίσεις: 1. Ε.Γ.: Διεισδυτικά και εύστοχα, «Η Καθημερινή», 10 Μαίου 1984. 2. Ν.Λ.: «Δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά...», «Εξόρμη ση», 24 Αυγ. 1984. 3. Κωστής Λιοντής, Γράμματα και Τέχνες, 33, Σεπτ. 1984, σελ. 33. Βλ. και τον αριθ. 193. 24. Δ.Ν. Μαρωνίτης: Η ποίηση του Γιώργον Σεφέρη. Μελέτες και μαθήματα. Ερμής. 1984. Σελ. 160. Περιέχει τους αριθ. Εργογραφίας 19.25 και 10.5. Επίσης, τους εδώ αριθ. 11 και 52. Σχόλια: Βλ. τον αριθ. 193. 25. Α.Κ. Χριστοδούλου: Η «Στροφή» τον Σεφέρη. Τρίτος τόμος. Ζώδιο. 1984. Σελ. 132. Σχόλια: Βλ. τον αριθ. 193.
α φ ιε ρ ω μ α /1 4 1 26. Εκδόσεις Ενώσεων Σμυρναίων. 24. Νικολάου X. Αρώνη: Αναθνμήματα από την εφηβεία τον φ ίλον μ ο ν Γιώργον Σεφέρη. 1984. Σελ. 48. 27. Νίκος Ορφανίδης: Η πολιτική διάσταση της ποίη σης τον Γιώργον Σεφέρη. <Πρόλογος: Κ. Μητσάκτις>. Εκδοτικός Οίκος «Αστηρ». Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου. <1985>. Σελ. 232. *28. Rachel Hadas: Form, Cycle, Infinity. Landscape Imagery in the Poetry of Robert Frost and George Seferis. Lewisburg. Bucknell University Press. <1985>. Σελ. 222. Μ 32.
ε α ε τ ε ς
-Α
ρ θ ρ α
-Α
30. Ξ.Α. Κοκόλης: Ποιητική Πράξη και Σύμπραξη. (Σεφερικά, 2). University Studio Press. <θεσ/νίκη 1985>. Σελ. 62. Περιλαμβάνει τους αριθμ. 81, 89 και 91 (1). 31. C. Capri-Karka: War in the Poetry o f George Sefe ris. A poem-by-poem analysis. Pella Publishing Company Inc. New York. 1985. Σελ. 236. Προδημοσίευση: Βλ. τον αριθ. 204 (10).
φ ιε ρ ω μ α τ α
John Ε. Rexine: The Classical Tradition in the Poe 42. Νίκος Δήμου: Π ροσεγγίσεις. Ελύτης, Έλιοτ, Σκυtry of George Seferis, Indiana Social Studies Quar θίνος, Σεφέρης, Σουλτς. Διαχρονική <1979>, σελ. terly, Vol. XXXI(, 1, Spring 1979. 61-67 (όπου το μελέτημα: Κι αλλάξαμε ζωή = Εργογραφ ία αριθ. 1.41).
33. Katerina Krikos-Davis: On Seferis’ «Helen», B y zantine and Modern Greek Studies, Vol. 5, 1979, σελ. 57-76. 34. Ο ποιητής Γ. Παυλόπουλος κουβεντιάζει με το κοινό, Δ ιά λογος Λεχαινών, 7, Ιούλ.- Αύγ.-Σεπτ. 1979, σελ. 23-25. 35. Μέμος Παναγιωτόπουλος: Ν εοελληνική Ποιητική Α νθολογία . Τόμ. Τ', 1979, σελ. 308-337. 36. Γιώργης Γιατρομανωλάκης: Μια διάλεξη του Γιώργου Σεφέρη. Ηράκλειο (Κρήτης) 6.4.1967, Ο Πολίτης, 28, Αΰγ.-Σεπτ. 1979, σελ. 10-11. 37. Πάνος Κ. Θασίτης: 7 δοκίμια για την ποίηση. Επι λογή. Κέδρος 1979, σελ. 21-34 (όπου το δοκίμιο: Ο ερμητισμός στην ποίηση = Βιβλιογραφία αριθ. 714). 38. Victor Ivanovici: Νεοελληνικό τρίπτνχο. ΚαβάφηςΣεφέρης-Σικελιανός, Εξάντας <1979>, σελ. 34-54 (όπου το μελέτημα: Σεφέρης. Μπαρόκ μεταφορά και μουσικό νόημα). 39. Γιώργος Σαββίδης: Γιώργος Σεφέρης, [στον τόμο:] Βιβλιοθήκη Γενικής Παιδείας. 9. Σάτιρα και π ο λι τική στη Νεώτερη Ελλάδα. Α π ό τον Σολωμό ώς τον Σεφέρη. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πο λιτισμού & Γενικής Παιδείας. Ιδρυτής: Σχολή Μωραίτη. 1979, σελ. 275-304. Και ανάτυπο. Απόσπασμα πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφ. «Το Βήμα», 4 Νοεμ. 1979, με τίτλο: Ο σα τιρικός Σεφέρης. 40. Αναστάσιος Στέφος: Γ. Σεφέρη: «Επί ασπαλά θων...». Ερμηνευτική προσέγγιση του ποιήματος, Φιλόλογος Θεσ/νίκης, 18, Δεκ. 1979, σελ. 245-253. 41.
29. Denis Kohler: L ’ aviron d ’ Ulysse. L’ itiniraire ροέtique de Georges Seferis. Paris. Sociitd d’ Edition «Les Belles Lettres». 1985. Σελ. 848. Σχόλια: Βλ. τον αριθ. 92.
43. Ξ. Α. Κοκόλης: Σημειώματα στο περιθώριο των «Ποιημάτων» του Γ. Σεφέρη, [στον τόμο:] Αφ ιέρω μα στον καθηγητή Λ ίνο Πολίτη. Θεσσαλονίκη. 1979, σελ. 313-318. Ξανατυπ. στον αριθ. 15. 44. Φάνης I. Κακριδής: «Ευριπίδης, Αθηναίος» του Γ. Σεφέρη. Πρώτη προσπάθεια συστηματικού σχο λιασμού, [στον τόμο:] Αφιέρωμα στον καθηγητή Λ ίνο Πολίτη. Θεσσαλονίκη. 1979, σελ. 319-334. 45. Παναγιώτης Σ. Πίστας: Προβλήματα εκτίμησης του λεξιλογικού πλούτον των ποιητικών κειμένων, [στον τόμο:] Αφιέρωμα στον καθηγητή Λ ίνο Π ολί τη. Θεσσαλονίκη. 1979, σελ. 403-425. 46. Αντρέας Καραντώνης: Για τον Οδνσσέα Ελύτη. Εκδόσεις Δημ. Ν. Παπαδήμα. 1980, σελ. 92-110 (όπου η μελέτη; Η Σαντορίνη στην ποίηση του Σε φέρη και του Ελύτη = Β ιβλιογραφία αριθ. 575 = Ε ργογραφία αριθ. 6.2) και σελ. 143-160 (όπου,η μελέτη: Η ελληνική αίσθηση στην ποίηση του Σε φέρη και του Ελύτη). 47. Τάσος Λιγνάδης: Το ποτάμι με τη μια όχθη - Το ποτάμι με τη μια όχθη, και το παράθυρο - Στην άλλη όχθη, «Μεσημβρινή», 30 Ιαν., 1 Φεβρ. 1980, και 8 Φεβρ. 1980. 48. Βασιλική Κοντογιάννη: Το Ημερολόγιο του Γιώρ γου Σεφέρη, Διαβάζω , 28, Φεβρ. 1980, σελ. 35-41. 49. Costas Ε. Hadjistephariou: Seferis on the «Homeric World» of Cyprus, Δελτίον Στασινού Λευκωσίας, Τόμ. Ζ', 1979-1980, σελ. 27-36. 50. Αλέξης Ζήρας: Ιστορική βίωση και μύθος, «Η Κα θημερινή», 21 Φεβρ. 1980. (Κριτική για το βιβλίο του Mario Vitti: Φθορά και Λόγος. Εισαγωγή στην ποίηση του Γ. Σεφέρη = Εργογραφία αριθ. 999).
Αγγελική Λέλλου: Μύθος και Νεοελληνική Ποίη 51. Σοφία Μαλτέζου: Ο Σεφέρης μένει στη μνήμη μας ση. Μια προσπάθεια για την προσέγγιση του Μύ σαν «πρωτομάστορας» της ποίησης. Με την ευκαι θου μέσα στο έργο μερικών Νεοελλήνων ποιητών ρία των 80 χρόνων από τη γέννησή του μιλούν για μας, Σπουδή, (φοιτητών Φιλοσοφικής Αθηνών), 1, τον ποιητή οι: Άγγελος και Λητώ Κατακουζηνού, Δεκ. 1979, σελ. 27-32. Ανδρέας Καραντώνης και Δημήτρης Αντωνίου,
1 4 2 /α φ ιερ ω μ α Ο Σεφέρης και η αρχαία Ελλάδα, Εποπτεία, 50, Οκτ. 1980, σελ. 717-726. Ξανατυπ. στο περ. Λ όγος και Πράξη, 18, Φθινόπωρο 1982, σελ. 66-84.
«Μεσημβρινή», 29 Φεβρ. 1980. 52. Δ. Ν. Μαρωνίτης: Ο Φιλέταιρος Οδυσσέας στην Οδύσσεια και στο Σεφέρη, Το Δέντρο, 12, Ιαν.Φεβρ. 1980, σελ. 3-16. Ξανατυπ. στον αριθ. 24. 53. Δ.Ν. Μαρωνίτης: Ο τύπος του εθνικού ποιητή και ο αντίκτυπος του Αλβανικού Έπους στη λογοτε χνία μας, Ο Πολίτης , 32, Ιαν.-Φεβρ. 1980, σελ. 8391. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Μαρωνίτη: Ό ρ ο ι του λυρισμού στον Οόυσσέα Ελύτη, 1980, σελ. 55-80. 54. Kimon Friar (μετάφρ. Θωμάς Στραβέλης): Οι ποιητές κι εγώ, Τομές, 58, Μάρτ. 1980, σελ. 5-16. 55. Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Η πρώτη έκδοση των «Ποιημάτων» του Κ.Π. Καβάφη και μια ανέκδοτη σελίδα του Γ. Σεφέρη, Διαβάζω , 29, Μάρτ. 1980, σελ. 30-33. 56. Μ.Μ. Παπαϊωάννου: Γ. Σεφέρης, «Ριζοσπάστης», 23 Μαρτ. 1980. 57. Αρχίλοχος Ναβίδης: Ο «Τελευταίος Σταθμός» του Γ. Σεφέρη, Διά λογος Λεχαινών, 8, Γεν.-Φλεβ.Μάρτ. 1980, σελ. 28-29. Ξανατυπ. στην Ηπειρωτι κή Εστία Ιωαννίνων, Απρ.-Μάιος 1980, σελ. 314316. 58. Μαν. Ανδρόνικος: Όπου και να ταξιδέψω η Ελ λάδα με πληγώνει, «Το Βήμα», 3 Απρ. 1980. Ξανα τυπ. στο βιβλίο του Ανδρόνικου: Ιστορία και Ποίηση. Ερμής 1982. 59. Γ. Παπαγεωργίου: Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης, Τέχνη & Πολιτισμός, 5, Απρ.-Μάης 1980, σελ. 6972. 60. Κώστας Σταματίου: Ο Σεφέρης για τον Εμφύλιο. Ανέκδοτη επιστολή στον Χένρυ Μίλλερ, «Τα Νέα», 5 Μαίου 1980. (Βλ. και: Η αλληλογραφία Σεφέρη-Μίλλερ. Συμπληρωματικά στοιχεία από τον Π. Ζάννα, «Τα Νέα», 9 Μαΐου 1980). 61. Γιώργος Αράγης: Ζητήματα λογοτεχνικής κριτι κής.. Γιάννινα 1980. (Διάσπαρτες αναφορές στον Σεφέρη). Βλ. και τον αριθ. 100. 62. Peter Levi: The Hill o f Kronos. Collins. St. James’s Place, London. 1980. (Πολλές αναφορές στον Σε φέρη και αναμνήσεις).
68. Νίκος Ε. Μηλιώρης: Απόηχοι του Μικρασιατικού Ολέθρου στην ποίηση. Γιώργος Σεφέρης. (Επίμε τρο). Ιωλκός, 1980, σελ. 30-33 και 121-143. 69. Γ.Π. Σαββίδης: Μεταμορφώσεις του Ελπήνορα στη νέα ελληνική ποίηση. (Από τον Έζρα Πάουντ στον Τάκη Σινόπουλο), Εποπτεία, 51, Νοέμ. 1980, σελ. 787-800. Και αυτοτελώς: Ερμής, 1981. 70. Ιωάννα Κωνσταντουλάκη-Χάντζου: Το τρίγωνο της σελήνης, Ευθύνη, 107, Νοέμ. 1980, σελ. 594597. (Για τις Έ ξι νύχτες στην Ακρόπολη, για την «Εκάτη» του P.J. Jouve και την Εκάτη του Κοσμά Πολίτη). 71. Μήτσος Παπανικολάου: Κριτικά. Επιμέλεια Τά σου Κόρφη. Πρόσπερος. 1980, σελ. 121-127 (όπου η κριτική Παπανικολάου για τα Ποιήματα, 1 του Σεφέρη = Βιβλιογραφία αριθ. 269 = Εργογραφία αριθ. 9.13). 72. Ζήσιμος Λορεντζάτος: Η έννοια της λογοτεχνικής κριτικής, Εκηβόλος, 5, Φθινόπωρο 1980, σελ. 323354. Και ανάτυπο, εκτός εμπορίου, σελ. 40. 73. John Ε. Rexine: The Poet George Seferis and his Greek Critics. (Review Essay), Journal of the Helle nic Diaspora, Vol. VII, αριθ. 3-4, Fall-Winter 1980, σελ. 145-154. (Κρίσεις και σχόλια για τους αριθ. 2, 7, 8 και για τα περί Σεφέρη βιβλία των: Α. Καραντώνη και Μ. Vitti). 74. Άννυ Χέρρα: Η Μαρώ Σεφέρη θυμάται, Cosmo politan, Δεκ. 1980, σελ. 97-99 και 118-119. 75. Mario Vitti: «Επιφάνεια» και «Νεκυιομαντεία»: βαθύτερες λειτουργίες της μυθολογίας στην ποίηση του Σεφέρη, Το Δέντρο, 17, Δεκ. 1980, σελ. 341347. (Τροποποιημένη μορφή του ομότιτλου άρθρου του αριθ. 11). 76. Ξ.Α. Κοκόλης: Αντιστασιακή Ποίηση. Πρόσωπο και Προσωπείο, Αντί, 169, 16 Ιαν. 1981, σελ. 3739. 77. Ανδρέας Παστελλάς: Προβλήματα ερμηνείας της νεότερης ποίησης, Φ ιλόλογος Θεσ/νίκης, 23, Ιαν. 1981, σελ. 296-308.
63. John Ε. Rexine: From Lincolnshire to Zakynthos. Two Greek Poets in England: Andreas Kalvos and * 78. George Seferis, Journal o f the Hellenic Diaspora, Vol. VII, αριθ. 2, Summer 1980, σελ. 51-64. 64. Θ.Δ. Φραγκόπουλος: Στερεότητα της πνευματικής μας ζωής, «Η Καθημερινή», 4 Σεπτ. 1980. (Κρίσεις και σχόλια για τους αριθ. 1, 2, 7, 8 και 9). 65. Από την ανέκδοτη αλληλογραφία Γ.Κ. Κατσίμπαλη - Γιώργου Σεφέρη. Παρουσίαση και σημειώ σεις: Γ.Π. Σαββίδης, Νέα Εστία, Τόμ. 108, 1 Οκτ. 1980, σελ. 1354-1378. 66. Έντεκα χειρόγραφες αφιερώσεις του Σεφέρη στον Κατσίμπαλη. Ανακοίνωση: Γ.Π. Σαββίδης, Νέα Εστία, Τόμ. 108, 1 Οκτ. 1980, σελ. 1417-1418. 67. Robert Jouanny (μετάφρ. Αναστάσιος Α. Στέφος):
Τάσος Λιγνάδης: Δύο αρνήσεις - μία κατάφαση, Η Λέξη, 2, Φλεβ. ’81, σελ. 94-101. (Για το ποίημα
«Άρνηση»),
79. Θανάσης Νάκας: Πώς χρησιμοποιεί τη μετοχή ο Σεφέρης (και ορισμένοι άλλοι λογοτέχνες), Τομές, 70, Μάρτ. 1981, σελ. 37-43. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Νάκα: Γλωσαοφιλολογικά. Μελετήματα για τη Λογοτεχνία και τη Γλώσσα. Κάλβος 1985. 80. Σπύρος Πλασκοβίτης: Η νεοελληνική παράδοση κι ο πεζός λόγος, Η Λ έξη, 3, Μάρτ.-Απρ. ’81, σελ. 180-186. (Πολλές αναφορές στον Σεφέρη). 81. Ξ.Α. Κοκόλης: Για τη λειτουργία του ποιήματος. Βασικές διαπιστώσεις με οδηγό τα πεζά του Οόυσ σέα Ελύτη, Φιλόλογος Θεσ/νίκης, 24, Απρ. 1981, σελ. 358-366. Ξανατυπ. στον αριθ. 30.
α φ ιε ρ ω μ α /1 4 3 82. Κώστας Σταματίσυ: Ο Λώρενς Ντάρρελ εξομολο γείται: Είχα πνευματικούς «θείους» τον Σεφέρη και τον Κατσίμπαλη. Ανέκδοτο αυτοβιογραφικό κείμενο του Άγγλου συγγραφέα, «Τα Νέα», 18 Απρ. 1981. Πρβλ. τον αριθ. 140. 83. Μεταφράζοντας Καβάφη, Σικελιανό, Σεφέρη, Ρίτσο και Ελύτη. Μια συνέντευξη του Edmund Keeley στον Warren Wallace, To Πρίσμα , 3, Άνοιξη 1981, σελ. 87-104. Πρβλ. τον αριθ. 205. 84. Μάνος Χωριανόπουλος: Γιώργος Σεφέρης. Ήταν ένας ερημίτης σκλάβος της πέννας. Η γυναίκα του Μαρώ Σεφεριάδη σκιτσάρει το «μυστικό πορτρέ το» του νομπελίστα. «Απέφευγε τις παρέες, έγρα φε όλη τη νύχτα, και τ’ άγρια χαράματα μ’ έπαιρνε για βόλτα στους άδειους δρόμους», «Ακρόπολις της Κυριακής», 24 Μαίου 1981. 85. Αφιέρωμα στο Σεφέρη. Δέκα χρόνια από το θάνα τό του. 1971-1981, Α ιολικά Γράμματα, 64, Ιούλ.Αυγ. 1981. Περιέχει: 1. Οι συνεντεύξεις του Σεφέρη: Εισαγωγή-συγκέντρωση Γ. Βαλέτα. (Αναδημοσιεύονται οι συνεντεύξεις με Edmund Keeley = Εργογραφία αριθ. ΑΚ. 52 και με A w Φιλίπ = Εργογραφία αριθ. ΑΚ.56. Για την πρώτη βλ. εδώ τον αριθ. 17.). 2. Γ. Βαλέτας: Ο Σεφέρης στη Σκιάθο. 3. Γ. Βαλέτας: Η κληρονομιά του Σεφέρη. 4. Γ. Μολυβιάτης: Μια μελέτη γϊα το Σεφέρη. (Για το βιβλίο του Π. Γραικού = Ε ργογραφία, αριθ. 32.2). 86. Μαν. Ανδρόνικος: Μνημόσυνο, «Το Βήμα», 16 Σεπτ. 1981. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Ανδρόνικου: Ιστορία και Ποίηση. Ερμής 1982. 87. Θανάσης Νάκας: Σχέσεις ποίησης και γλώσσας, «Η Καθημερινή», 17 Σεπτ. 1981. Ξανατυπ. στον τόμο: Πρακτικά τον A ' Συμποσίου Νεοελληνικής Ποίησης. Β' τόμ. Εκδόσεις Γνώση, 1983, σελ. 6586. Επίσης στο βιβλίο του Νάκα: Γλωσσοφιλολογικά. Μελετήματα για τη Λογοτεχνία και τη Γλώσ σα. Κάλβος 1985. 88. Κώστας Γ. Παπαγεωργίου: Α π’ αφορμή κάπ'οια χειρόγραφα του Γ. Σεφέρη. Για την ακρίβεια της ελληνικής έκφρασης, «Η Αυγή», 20 Σεπτ. 1981. 89. Η.Α. Κοκόλης: «Επί ασπαλάθων...». 1971-1981, «Η Αυγή», 20 Σεπτ. 1981.Ξανατυπ. στον αριθ. 30. Σχόλια: 1. Χρύσα Προκοπάκη: Η πρώτη δημοσίευ ση του «Επί ασπαλάθων...», «Η Αυγή», 27 Σεπτ. 1981. 2. Ξ.Α. Κοκόλης: Και πάλι για το «Επί ασπαλάθων...» του Σεφέρη, «Η Αυγή», 18 Οκτ. 1981. 90. Νίκος Καρύδης: Μνήμη Γιώργου Σεφέρη, «Το Βή μα της Κυριακής», 20 Σεπτ. 1981. (Δημοσιεύει τρεις σχολικές εκθέσεις του Σεφέρη). 91. (Αφιέρωμα στον Γ. Σεφέρη), «Θεσσαλονίκη» Θεσ/ νίκης, 22 Σεπτ. 1981. Περιέχει: 1. Ξ.Α. Κοκόλης: Η ποιητική πράξη: ποιητής/αναγνώστης. (Σημειώσεις σε α' πρόσωπο). [Ξανατυπ. στον αριθ. 30]. 2. Ηλίας Κουτσούκος: Μέσα από τη σκιά ενός ημερολογίου... 3. Γ. Ζιαμπάκας: Το φως μιας συνείδησης. 4. Χρονολογία .Γ. Σεφέρη.
92. Κ.Θ.Δημαράς: Παρουσία του Σεφέρη, «Το Βήμα», 25 Σεπτ. 1981. (Με αφορμή τη σεφερική εργασία του Denis Kohler, βλ. τον αριθ. 29). 93. W.B. Stanford (μετάφρ. και πρόσθετες σημειώσεις: Βενετία Αποστολίδου): Ο Οδυσσέας του Du Bellay («Le beau voyage») και του Σεφέρη («Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο»), Φιλόλογος Θεσ/νίκης, 25, Σεπτ. 1981, σελ. 426-431. Πρβλ. τον αριθ. 2.2 Εργογραφίας.
94. P.S.: Jorgos Seferis dieci anni dopo, «II Popolo» Ρώμης, 1 Οκτ. 1981. 95. Enzo Palmezano: Le «radici» come verity, «Secolo d’ltalia», 2 Οκτ. 1981. 96. Κίτσα Μπόντζου: Η Μαρώ Σεφέρη μιλάει για τον Γιώργο Σεφέρη. Θα μπορούσα να πω: Ήμουν ένας σωματοφύλακας στη ζωή του..., «Μεσημβρινή», 13 Οκτ. 1981. 97. Λουκάς Κούσουλας: Μια φράση του Σεφέρη για την κριτική, Το Δέντρο, 23, Οκτ. 1981, σελ. 89-91. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Κούσουλα: Μετά τα φ ι λολογικά. Δοκίμια. Εκδόσεις Καστανιώτη. 1983, σελ. 121-124. 98. Πέγκυ Κουνενάκη: Ζωγραφικές εικονογραφήσεις του Σεφέρη, Ταχυδρόμος, 45 (1434), 5 Νοεμ. 1981, σελ. 106-108. (Για τα έργα ζωγραφικής που κο σμούν ορισμένες εκδόσεις του Σεφέρη). 99. Άγγελος Πετρουλάκης: Γιώργος Σεφέρης, Επι θεώρηση Χωροφυλακής, Νοέμ. 1981, σελ. 698-701. 100. Γιώργος Αράγης: Η έννοια της λογοτεχνικής κρι τικής, Εκηβόλος, 6, Χειμώνας 1981, σελ. 415-435. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Αράγη: Ζητήματα λ ο γο τεχνικής κριτικής. Δεύτερη έκδοση [του αριθ. 61] αναπληρωμένη. «Δωδώνη» 1982, σελ. 67-92. 101. Δ.Ν.Μαρωνίτης: Οι Δοκιμές του Γ. Σεφέρη: ένας τρόπος παιδείας, «Το Βήμα», 19 Δεκ. 1981. 102. Βαγγέλης Μαρκόπουλος: Δέκα χρόνια από το θά νατο του Γ. Σεφέρη, «Ο Παρατηρητής» Σύρας, Δεκ. 1981. (Εκτενές μελέτημα σε συνέχειες. Αυτο ψία μόνον στην τρίτη κατά-σειρά συνέχεια, μηνός Δεκ. 1981.) 103. Δημήτρης Φωτιάδης: Ενθυμήματα. Τόμος πρώ τος Κέδρος 1981, σελ. 98-99. 104. Νίκος Κάσδαγλης: Η πνευματική κίνηση μέσα στη δικτατορία, Κάρπαθος Καρπάθου, 7-8, Φθινόπωρο-Χειμώνας 1981, σελ. 3-8. 105. Λουκάς Κούσουλας: Ποιητικό δίπτυχο 1936, Η Λ έξη, 11, Γεν. ’82, σελ. 35-39. (Για τα ποιήματα «Φθινόπωρο 1936» του Σικελιανού, και «Ένας λόγος για το καλοκαίρι» του Σεφέρη, που δημο σιεύτηκαν ταυτόχρονα στο περ. Τα Νέα Γράμμα τα τον Ιαν. του 1937). Ξανατυπ. στο βιβλίο του Κούσουλα:Μετά τα φ ιλολογικά. Δοκίμια. Εκδό σεις Καστανιώτη. 1983, σελ. 111-118. 106. Φάνης I. Κακριδής: Ξεφυλλίζοντας, «Το Βήμα» 13 Ιαν. 1982.
1 4 4 /α φ ιερ ω μ α 107. Πολλαπλή συνέντευξη του ποητή Νίκου Καρούζου στον Ανδρέα Μπελεζίνη, Πολιτεία, 3, 1982, σελ. 45-51. (Βλ. για Σεφέρη, σελ. 47-48). 108. Ρόδης Ρούφος: Πάνω στην άμμο την ξανθή. (Ση μειώσεις ενός πρώην συγγραφέα), Ευθύνη, 122, Φεβρ. 1982, σελ. 67-74 109. Γ.Π. Σαββίδης: Ένας άγνωστος Σεφέρης. «Βαρ νάβας Καλοστέφανος». Το ατελείωτο κυπριακό μυθιστόρημα του ποιητή, «Το Βήμα της Κυρια κής», 25 Απρ. 1982. 110. (Αφιέρωμα στον Γ. Σεφέρη), Ο Πολίτης, 50-51, Απρ.-Μάιος 1982, σελ. 83-101. Περιέχει: 1. Μάρθα Θωμαίδου-Μώρου: Στοι χεία από τη Βίβλο και τη χριστιανική εικονογρα φία σε ποιήματα του Σεφέρη. 2. Laurie Hart (μετάφρ.-επιμέλεια: Γιώργης Γιατρομανωλάκης): Σεφέρης: μυθολογικό και κοσμικό σύστημα. 3. Μ.Ζ. Κοπιδάκης: Σχόλια στο ποίημα «Αριάδνη» του Γ. Σεφέρη [= αριθ. 21]. 111. Πέτρος Κολακλίδης: Η αρχαία κληρονομιά στη νεοελληνική ποίηση. (Μερικά δείγματα), Εκηβόλος, 11, Άνοιξη 1982, σελ. 861-874. 112. Έκτορας Καμονάχος: Κωστής Παλαμάς-Γιώργος Σεφέρης. «Βίοι παράλληλοι», Πόρφυρας Κέρκυ ρας, 11, Ιούν. 1982, σελ. 13-18. 113. Έλενα Χουζούρη: Η ποιητική και η συνείδηση στην ποίηση του Γ. Σεφέρη, Τέχνη και Πολιτι σμός, 13, Ιοΰλ.-Αύγ.-Σεπτ. 1982, σελ. 56-58. 114. Ομάδα λογοτεχνίας της Π[ανελλήνιας]. Π ολιτι στικής], Κ[ίνησης]: Με τον τρόπο του Σεφέρη, Τέ χνη και Πολιτισμός, 13, Ιούλ.-Αύγ.-Σεπτ. 1982, σελ. 59-66. 115. Dimitris Daskalopoulos: Georges Seferis, [μετάφρ. στα γαλλικά: Michel Grodent, στον τόμο:] Pano rama de lettres Greques, Europalia ’82, σελ. 67-69. 116. Ο Στρατής Τσίρκας γράφει στον Σεφέρη για τις Μέρες τον 1945-1951. (Μια επιστολή), Γράμματα και Τέχνες, 10, Οκτ. 1982, σελ. 8. 117. Ο Στρατής Τσίρκας γράφει στον Γιώργο Σεφέρη για την κηδεία του Μπεράτη [επιστολή: 12 Δεκ. 1968], Γράμματα και Τέχνες, 10, Οκτ. 1982, σελ. 118. Μανόλης Λανάρης: Θ.Σ. Έλιοτ «Δυσκολίες πο λιτευόμενου» (μετάφραση Γ. Σεφέρη, Νεοελ. Αναγνώσματα Γ' Λυκείου, ΟΕΔΒ, 1981) Φιλόλο γος Θεσ/νίκης, 29, Οκτ. 1982, σελ. 185-200. 119. Κ. Μητσάκης: Πορεία μέσα στο χρόνο. Μελέτες Νεοελληνικής Φιλολογίας. Εκδόσεις Φιλιππότη. 1982, σελ. 249-253 (όπου η μελέτη :Οι αγγλικές με ταφράσεις του Σεφέρη). 120. Κωνσταντία Δασκαλάκη: Από το Ημερολόγιο του Σεφέρη. Για την τέχνη και τους κριτικούς, Συν, Δεκ. 1982, σελ. 22-25. 121. Στέφανος Διαλησμάς: Σχόλια πάνω σε στίχους του Σεφέρη, Παρουσία (του Συλλόγου Ε.Δ.Π.
Φιλοσοφικής Αθηνών), Α ', 1982, σελ. 1-12. Και ανάτυπο. 122. Γιάννης Σταθάτος: Ο φωτογράφος Γιώργος Σεφέ ρης, Χάρτης, 4, Ιαν. 1983, σελ. 475-486. 123. Λουκάς Κούσουλας: Τί, μάλλον, δεν είναι η ποίη ση, Γράμματα και Τέχνες, 13, Ιαν. 1983, σελ. 811. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Κούσουλα: Μετά τα φιλολογικά. Δοκίμια. Εκδόσεις Καστανιώτη. 1983, σελ. 13-27. 124. Μαθητικές σελίδες του Σεφέρη. Πόλεμος [σχολι κή έκθεση]. Παρουσίαση Στέργιος Δημούλης, Νέα Εστία, Τόμ. 113, 1 Φεβρ. 1983, σε. 145-146. 125. Ι.Μ. Χατζηφώτης: Ταξιδεύοντας με τον Σεφέρη στις θάλασσές μας, Ναυτική Ελλάς, 592, Φεβρ. 1983, σελ. 19-20. 126. Σπ. Νόνικας: Γιώργος Σεφέρης. Ένας γενάρχης της ελληνικής γραμματείας, Νέα Σκέψη, 238-239, Γεν.-Φλεβ. 1983, σελ. 20-23. 127. Νάσος Βαγενάς: Για έναν ορισμό του μοντέρνου στην ποίηση, Ο Πολίτης, 57-58, Ιαν.-Φεβρ. 1983, σελ. 100-109. Και ανάτυπο. Και αυτοτελώς, εκδό σεις Στιγμή 1984. 128. Σεφέρης Γεώργιος, [λήμμα στην:] Μεγάλη Σ οβιε τική Εγκυκλοπαίδεια, Τόμ. 30, «Ακάδημος» Α.Ε. <1983>, σελ. 288-289. 129. Θεόδωρος Ξύδης: Ο Παλαμάς κριτής και κρινόμενος, Νέα Εστία, Τόμ. 113, 1 Μαρτ. 1983, σελ. 287-303. (Για τις κρίσεις Παλαμά περί Σεφέρη, και αντιστρόφως). 130. Μιχάλης Κοπιδάκης: Ομόνοια: Έ να χάικου του Γ. Σεφέρη, Α ντί, 226, 4 Μαρτ. 1983, σελ. 38-39. 131. Γιώργος Σεφέρης (παρουσίαση: Γ. Π. Σαββίδης): Υστερόγραφο στη δοκιμή «Κ.Π. Καβάφης, Θ.Σ. Έλιοτ· παράλληλοι», Η Λέξη, 23, Μάρτ.-Απρ. 1983, σελ. 19Q-197. Και ανάτυπο. Ξανατυπ. στην εφ. «Η Αυγή», 30 Απρ. 1983 και στον αριθ. 3. Σχόλια: Τίμος Μαλάνος: Ακόμη μια φορά ο Κα βάφης με δικαιώνει, Η Λ έξη , 32, Φλεβ. ’84, σελ. 142-145. [= Τ. Μαλάνος: Ο Καβάφης έλεγε. Πρόσπερος 1986, σελ. 27-38, με τίτλο: Ένα ακό μη υστερόγραφο στη δοκιμή «Κ.Π. Καβάφης, Θ.Σ. Έλιοτ· παράλληλοι»]. 132. (Αφιέρωμα στον Γιώργο Σεφέρη), Labrys Λονδί νου, 8, April 1983, σελ. 1-98. Περιέχει: 1. John Stathatos: Introduction. 2. Poems in new translations by John Stathatos. 3. G. Seferis: Three last poems, translated by Peter Thompson. 4. Patrick Leigh Fermor: Men of the Marmion Class. A Personal Memoir of Seferis. 5. Roderick Beaton: The Poetic Quest of George Se feris. 6. G. Seferis (translated by Peter Thom pson): Language in our Poetry. 7. Steven Ranciman: Some Personal Memories. 8. George Seferis: Letters to Henry Miller. Edited by John Stathatos. 9. A Selection of Letters to Friends and Family. Edited and Translated by John Stathatos. 10. Takis Siiiopoulos: The Open and Closed Poem in George
α φ ιε ρ ω μ α /1 4 5 Seferis. Translated by John Stathatos. 11. Peter Thompson: Seferis against the Colonels. 12. Nassos Vayenas: George Seferis-T.S. Eliot: Parallels [απόσπασμα του αριθ. 7]. 13. Bibliographical No te. 33. Γιάννης Δάλλας:. Δύο καταβολές του Καβάφη στη νεότερη ποίηση. Γ. Σεφέρη: Πραματευτής από τη Σιδώνα - Μ. Αναγνωστάκη: Νέοι της Σιόώνας, 1970, Χάρτης, 5/6, Απρ. 1983, σελ. 701710. 34. Άλκηστη Χιδίρογλου: Πρότυπα των «Καλλιγραφημάτων» του Σεφέρη, Εκηβόλος, 12, Άνοιξη 1983, σελ. 969-984. 35. Μ.Ζ. Κοπιδάκης: «Και τούτο του Σεφέρη...», Εκηβόλος, 12, Άνοιξη 1983, σελ. 985-990. 36. Ερατοσθένης Γ. Καψωμένος Εκλογή βιβλιογρα φίας Γιώργου Σεφέρη, Φιλολογικά Ιωάννίνων, 7, Άνοιξη-Καλοκαίρι ’83, σελ. 67-72. 37. Χρήστος Δ. Αντωνίου: Προσπάθεια για μια ερ μηνευτική προσέγγιση του ποιήματος «Πάνω σ’ έναν ξένο στίχο» του Γιώργου Σεφέρη, [στην πε ριοδική έκδοση της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλο λόγων:] Σεμινάριο 2, Νέα Ελληνικά, Ιούν. 1983, σελ. 156-165. 38. Π.Δ. Μαστροδημήτρης: Εισαγωγή στη Νεοελλη νική Φιλολογία. Τέταρτη έκδοση. Εκδόσεις Δό μος. 1983, σελ. (κυρίως) 155-156, 281, 338-339, 375-377. 39. Εριφύλη Σαμουηλίδη-Βλάχου: Τα σχόλια του Γ. Σεφέρη, Λ όγος και Πράξη, 21, Φθινόπωρο ’83, σελ. 9-15. 40. Piero Sanavio: Ντάρρελ: Ο Σεφέρης ήταν «θείος» μου... «Έχοντας ξήσει πρώτα στην Ινδία και με τά στην Ελλάδα, μου φαίνεται σα να έζησα με το ένα πόδι στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση», «Το Βήμα της Κυριακής», 2 Οκτ. 1983. Πρβλ. τον αριθ. 82. 41. Ο Κατσίμπαλης περιγράφει τον Καβάφη στον Σε φέρη. Μια ανέκδοτη γραπτή μαρτυρία του 1932 παρουσιασμένη από τον Γ.Π. Σαββίδη, Διαβάζω, 78, 5 Οκτ. 1983, σελ. 37-40.
Θεσ/νίκης, 1 Φεβρ. 1984. 2. Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Δώμα, 4, Καλοκαιρι-Φθινόπωρο 1984, σελ. 147150. 146. Ελένη Λαδιά: Ποιητές και Αρχαία Ελλάδα. (Σικελιανός-Σεφέρης-Παπαδίτσας). Οι Εκδόσεις των Φίλων. 1983, σελ. 73-93 (όπου τα μελετήματα: Ο Γιώργος Σεφέρης και η Αρχαία Ελλάδα Ο μνησιπήμων πόνος μέσα από τα αρχαία αγάλ ματα - Οι Μυκηναϊκές ρίζες στη σεφερική ποίη ση). 147. Νίκος Β. Λαδάς: Ημερολογιακές Σημειώσεις 6.12-31.12.1973. (Από τα φοιτητικά χρόνια), Η Λέξη, 29-30, Νοέμ.-Δεκ. ’83, σελ. 940-949. 148. Αθηνά Γεωργαντά: Μονότροπος μονόλογος μπροστά σ’ έναν καθρέφτη. Οι παράλληλοι μονό λογοι στην ποίηση του Σεφέρη· ο Λαφόργκ και ο Έλιοτ, Ο Πολίτης, 64-65, Νοέμ.-Δεκ. 1983, σελ. 94-98. 149. Σάββας Παύλου Τζιόνης: Αφιερώματα κυπρια κών περιοδικών στον Γ. Σεφέρη. Ανάτυπο από τη «Φιλολογική Κύπρο» 1983. Λευκωσία 1983, σελ. 20.
150. Σπύρος Νόνικας: Ο δοκιμιογράφος Γιώργος Σε φέρης, Δαυλός, 25, Ιαν. 1984, σελ. 1173-1175. 151. Γιώργος Γ. Αλισανδράτος: Οι συμπτώσεις στη λογοτεχνία και η «Άρνηση» του Σεφέρη, [στον τόμο:] Αντίχαρη. Αφιέρωμα στον καθηγητή Σταμάτη Καρατζά. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστο ρικό Αρχείο. 1984, σελ. 25-43. Και ανάτυπο. 152. Μάρθα Θωμαΐδου-Μώρου: Οι «Μαντατοφόροι» του Σεφέρη. Σχόλιο στο ποίημα «Ο δικός μας ήλιος», [στον τόμο:] Αντίχαρη. Αφιέρωμα στον καθηγητή Σταμάτη Καρατζά. Ελληνικό Λογοτε χνικό και Ιστορικό Αρχείο. 1984, σελ. 131-138. Και ανάτυπο: 153. Παναγιώτης Σ. Πίστας: Σταθερότητα και εξέλιξη στο βασικό χρωματικό λεξιλόγιο των «Ποιημά των» του Σεφέρη, [στον τόμο:] Αντίχαρη. Αφιέ ρωμα στον καθηγητή Σταμάτη Καρατζά. Ελληνι κό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. 1984, σελ. 369-379. Και ανάτυπο.
154. Γιώργος Δανιήλ: Σεφέρης και Πεντζίκης, φίλοι αντίθετοι, Τομές, 89, Ιαν.-Μάρτ. 1984, σελ. 40Αλέξ. Αργυρίου: Η επίδραση του Καβάφη στους 41. ποιητές του Μεσοπολέμου. (Σχεδίασμα), Διαβά ζω, 78, 5 Οκτ. 1983, σελ. 114-121. 155. Θ.Δ. Φραγκ[όπουλος]: Δυο φάκελοι του Αρχείου Σεφέρη στη Γεννάδειο, Νέα Εστία, Τόμ. 115, 15 43. Φίλιπ Σέρραρντ: Ξανακοιτάζοντας τον Καβάφη, Απρ. 1984, σελ. 553-554. Διαβάζω, 78, 5 Οκτ. 1983, σελ. 137-140. 156. John Ε. Rexine: Nobel Laureate George Seferis 44. Τάκης Καρβέλης: Η νεότερη ποίηση. Θεωρία και and the Continuity of the Greek Tradition, Journal πράξη. Κώδικας 1983, σελ. 67-92. of Modern Hellenism, 1, April 1984, σελ. 33-54. 45. Γ.Θ. Βαφόπουλος: Ποίηση και Ποιητές. Μελετή157. Maria Kakava: Seferis and the Homeland, Journal ματα. Ρέκος <Θεσ/νίκη 1983>, σελ. 279-284 of Modern Hellenism, 1, April 1984, σελ. 55-62. (όπου κεφάλαιο με τίτλο: Μια τραγική αντινο μία). 158. Ο ζωγράφος Διαμαντής γυρίζει 30 χρόνια πίσω, Σχόλια: 1. Όπως αποκαλύπτει ένας ποιητής. θυμάται και μιλά για τον φίλο του ποιητή Γ. Σε Μια «μελανή σελίδα» της λογοτεχνίας μας. Βασι φέρη. «Ό ,τι και να πω είναι ελάχιστο μπροστά κά πρόσωπα: Σεφέρης, Κατσίμπαλης, Ι.Μ. Παναστη μεγαλοσύνη του Γιώργου», «Τα Νέα» Λευκω γιωτόπουλος, Ανδρ. Καραντώνης, «Μακεδονία» σίας, 27 Μαίου 1984. (Ολοσέλιδη συνέντευξη). 43.
1 4 6 /α φ ιερ ω μ α 159. Σωτήρης Τριβυζάς: Ο μύθος των Ατρειδών στη σεφερική ποίηση, Πόρφνρας Κέρκυρας, 23, Ιούν. 1984, σελ. 237-247. 160. Ανδρέας Παναγόπουλος: Επισημάνσεις. Αρχαιογνωστικά δοκίμια. 1984, σελ. 48-57 (όπου το μελέτημα: Αρχαία λογοτεχνία και σύγχρονη δη μιουργία. Μια ιδιαίτερη περίπτωση: Γ. Σεφέρης). 161. Θ.Δ. Φραγκόπουλος: Ιδεολογικοί προσανατολι σμοί της Γενιάς του Τριάντα, Δώ μα , 4, Καλοκαι ρι-Φθινόπωρο 1984, σελ. 93-106. 162. Katerina Krikos-Davis: Notes on Seferis’ Last Poem, Scandinavian Studies in Modern Greek, 7-8, 1984, σελ. 101-106. 163. Κώστας Π. Μιχαηλίδης: (Κρίσεις για Αποκάλυψη Ιωάννη= Εργογραψία , αριθ. 46), Ευθύνη, 152, Αύγ. 1984, σελ. 420. 164. Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Τα Ημερολόγια του Σεφέρη, Εμείς, ο κόσμος της Εθνικής Τράπεζας, 1, Σεπτ. 1984, σελ. 24-26. 165. Τ.Κ. Παπατσώνης-Γιώργος Σεφέρης: Εννιά ανέκ δοτες επιστολές, Η Λέξη, 37, Σεπτ. ’84, σελ. 587597. 166. Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Σεφέρης. 20 Σεπτεμ βρίου 1971, «Το Βήμα», 20 Σεπτ. 1984. 167. Γιώργος Στεφανάκης: Μαρτυρία. (Γ. Σεφέρης), «Η Καθημερινή», 25 Σεπτ. 1984. 168. Π.Δ. Μαστροδημήτρης: Νεοελληνικά. Μελέτες και άρθρα. Τόμ. Α'. Δεύτερη έκδοση επαυξημέ νη. Εκδόσεις «Γνώση». 1984, σελ. 225-259 (όπου το μελέτημα: Ο Σεφέρης και οι Αρχαίο \.=Εργογραψία, αριθ. 759). 169. Άρτεμις Λεοντή: Η ελληνική ποίηση στην εποχή της μηχανικής αναπαραγωγής. Μια μελέτη της απώθησης του Μοντερνισμού, Χάρτης, 13, Νοέμ. 1984, σελ. 100-111. 170. Νάσος Βαγενάς: Ο Σεφέρης ως μεταφραστής της αγγλικής ποίησης, Ο Πολίτης, 67-68, Οκτ.-Δεκ. 1984, σελ. 65-66. 171. Katerina Krikos-Davis: Cats, Snakes and Poetry: A Study of Seferis’ «The Cats of Saint Nicholas», Journal o f Modern Greek Studies, Vol. II, αριθ. 2, 1984, σελ. 225-240. 172. Γιώργης Γιατρομανωλάκης: Ο τραγικός ήρωας. Προαίρεσις και Πάθος, [στην περιοδική έκδοση:] Σεμινάρια 4, Αρχαία Ελληνικά, 1984, σελ. 53-74. (Βλ. σελ. 71-73, όπου Παράρτημα: Δύο ποιήματα του Γ. Σεφέρη για τον τραγικό ήρωα). 173. Γιάννης Ρηγόπουλος: «Οφειλές» Γ. Σεφέρη, Π τρι πλούς Ζακύνθου, 3, Σεπτ.-Οκτ.-Νοέμ. 1984, σελ. 145-146. 174. Θανάσης Νάκας: Τρεις παρεμβάσεις για τον Καβάφη. II. Ο Καβάφης ήξερε ελληνικά; Τομές, 92, Οκτ.-Δεκ. 1984, σελ. 33-37. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Νάκα: Γλωσσοφιλολογικά. Μελετήματα για τη Λογοτεχνία και τη Γλώσσα. Κάλβος 1985.
175. Cristina Stevanoni: II vuoto del poeta al centre Note per Solstizio d ’ estate VII-IX, [στον τόμο Lirica Greca da Archiloco a Elitis. Studi in onot di Filippo Maria Pontani. Liviana Editrice-Padovi 1984, σελ. 421-436.
176. Τάσος Κόρφης: Επίδραση των κειμένων το στρατηγού Μακρυγιάννη στη νεοελληνική λογοτι χνία, Πόρφυρας Κέρκυρας, 26, Δεκ. 1984, σε) 59-67.
177. Pedro Bddenas de la Pena: Un poema cretense d Yorgos Seferis, [στον τόμο:] Apophoreta Philolog, ca. Μαδρίτη 1984, σελ. 59-68. (Για το ποίημ «Μπαλάδα»),
178. Απόστολος Σαχίνης: Τετράδια κριτικής, Ν έ Εστία, Τόμ. 117, 1 Φεβρ. 1985, σελ. 155-15 (όπου κρίσεις για το Μέρες 1945-1951).
179. (Αφιέρωμα στον Γ. Σεφέρη), Γράμματα και Τι χνες, 38, Φεβρ. 1985, σελ. 3-10. Περιέχει: 1. Αλέξης Ζήρας: Τρία κείμενα γι< τον Γιώργο Σεφέρη. [Εισαγωγικό στα επόμενα] 2. Ρομπέρ Λεβέκ (μετάφρ. Αλέξης Ζήρας): ( Γιώργος Σεφέρης. 3. Ρόντερικ Μπήτον (μετάφς Αλέξης Ζήρας): Η εμπλοκή του ποιητή: Ο Μυθι στοριογράφος Σεφέρης [ = Εργογραψία, αριθ 70.2]. 4. Ρόντερικ Μπήτον (μετάφρ. Αλέξης Ζή ρας): Η επικυριαρχία του Παρελθόντος.
180. T.S. Eliot (μετάφρ. Νίκος Φωκάς): Ανέκδοτη επι στολή στον Γιώργο Σεφέρη, Η Λέξη, 43, Μάρτ. Απρ. ’85, σελ. 179-181.
181. Γιώργος Σεφέρης (εισαγωγή Αλέξανδρος Ξύδης) Μια ανέκδοτη επιστολή γύρω απ’ τον Έλιοτ, 1 Λέξη, 43, Μάρτ.-Απρ. ’85, σελ. 182-183.
182. Γ.Π. Σαββίδης: Ο Έλιοτ: Ευρωπαίος και Ελλη νικός, Η Λέξη, 43, Μάρτ.-Απρ. ’85, σελ. 186-193
183. Μαρώ Σεφέρη: Προσωπικές αναμνήσεις από τσ Τ.Σ. Έλιοτ, Η Λέξη, 43, Μάρτ.-Απρ. ’85, σελ 195-198.
184. Θανάσης Νάκας: Προσωπική κατάθεση για τοδοκιμιογράφο Τ.Σ. Έλιοτ. Γ. Σεφέρης και Τ.Σ Έλιοτ· παράλληλοι, Η Λέξη, 43, Μάρτ.-Απρ ’85, σελ. 271-277. Ξανατυπ. στο βιβλίο του Νάκα Γλωσσοφιλολογικά. Μελετήματα για τη Λογοτε χνία και τη Γλώσσα. Κάλβος 1985. .
185. Γιώργος Α. Παναγιώτου: Ο Τόμας Σ. Έλιοτ στη1 Ελλάδα (1966-1984). Βιβλιογραφική δοκιμή, Λ Λ έξη, 43, Μάρτ.-Απρ. ’85, σελ. 332-345.
186. Νάνος Βαλαωρίτης: Ο «μοντερνισμός» και τα πα ρακλάδια του στον ελληνικό χώρο, Σχολιαστής 24,25 και 26, Μάρτ., Απρ. και Μάης 1985, σελ 53-55, 53-55 και 54-·55, αντιστοίχως. 187. Απόστολος Σαχίνης: Τετράδια κριτικής, Νέι Εστία, Τόμ. 117, 15 Μαΐου 1985, σελ. 652-65(όπου κρίσεις για το Μέρες, Τ'). 188. Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Οι λογοτέχνες και δικτατορία. Πρώτη παρουσίαση μιας έκδοσηι όπου ο συγγραφέας του «Εξώστη» δίνει πληρ(
α φ ιε ρ ω μ α /1 4 7 φορίες για τη στάση των συγγραφέων απέναντι στην απριλιανή χούντα, [ο τίτλος ανήκει στην εφημερίδα, αντί του αρχικού: Μνήμη Καχτίτση], «Το Βήμα της Κυριακής», 26- Μαίου 1985. (Πα ρουσιάζεται σεφερική έκδοση του Νίκου Καχτί τση). 189. Φ.Α. Δημητρακόπουλος: Ο νεοελληνωμός στη λογοτεχνία. 19ος-20ος αι. Με θεωρία λογοτεχνίας και αντιπροσωπευτικά κείμενα. Επικαιρότητα. 1985, σελ. 335-344. 190. Γιώργος Ιωάννου: Ψήγματα δημοτικής ποίησης στην ποίηση του Γ. Σεφέρη, [στον τόμο:) Πανεπι στήμιο Πατρών. Πρακτικά Τετάρτου Συμποσίου Ποίησης. Αφιέρωμα στο δημοτικό τραγούδι. Επι μέλεια Σωκρ. Λ. Σκαρτσής. Εκδόσεις «Γνώση». Αθήνα 1985, σελ. 407-410. 191. Χρήστος Μουχάγιερ: «Ο γυρισμός του ξενιτεμέ νου» του Γ. Σεφέρη, (Προσπάθεια για μια προ-^ σέγγιση), Φιλόλογος Θεσ/νίκης, 39, Άνοιξη 1985,' σελ. 23-31. 192. Πέτρος Χάρης: Νεοελληνικός Κριτικός Λόγος. Εκδόσεις Νέας Πορείας! Θεσσαλονίκη 1985, σελ. 41-58 (όπου εκτενής σχολιασμός του διαλόγου Τσάτσου-Σεφέρη). 193. Κώστας Σταματίου: «Περιδιαβάσεις» στον Γ. Σε φέρη, «Τα Νέα», 29 Ιουν. 1985. (Κρίσεις-σχόλια για τους αριθ. 5; 20, 23, 24, 25 και 21). 194. Wim Bakker: Jorgos Sefdris en de mythos, De tweede ronde Άμστερνταμ, 1, 1985, σελ. 78-89.
slated by Mary Keeley), Grand Street Νέας Υόρ κης, Vol. 5, αριθ. 2, Winter 1986, σελ. 187-200. (Μετάφραση του αριθ. 934 Εργογραφίας). 204. George Seferis. Special Issue, The Charioteer Νέας Υόρκης, 27, 1985. Περιέχει: 1. Editorial. 2. «Αργώ» - «Ο τελευταίος χορός», translated by Edmund Keeley. 3. «AU things are full of Gods», translated by Peter Bien. 4. Nobel acceptance speech, translated by John E. Rexine. 5. From Six·Nights on the Acropolis, tran slated by Athan Anagnostopoulos. 6. From Days “B ” (August 24, 1931-February 12, 1934), transla ted by Athan Anagnostopoulos. 7. Alexandros Argyriou: Suggestions about «The Thrush» [= με τάφρ. του αριθ. 720 (κ) Εργογραφίας ]. 8. Costas G. Papageorgiou: Notes on the «Three Secret Poems» [μετάφρ. του αριθ. 47.12 Εργογραφίας ]. 9. Costas G. Papageorgiou: In Seferis’ Poetic Workshop [μετάφρ. του αριθ. 47.14 Εργογρα φίας ]. 10. Carmen Capri-Karka: War in the Poetry of George Seferis [6λ. εδώ τον αριθ. 31). 205. Edwin Honig: The Poet’s Other Voice. Conversa tions on Literary Translation. The University of Massachusetts Press. Amherst, 1985, σελ. 133-149 (όπου συνομιλία με τον Edmund Keeley για τις μεταφράσεις Καβάφη και Σεφέρη στα αγγλικά). Πρβλ. τον αριθ. 83. 206. Χριστίνα Ντουνιά: Μια ξεχασμένη συζήτηση για τη γλώσσα πάνω σε μια ιδέα του Γ. Σεφέρη, Το Δέντρο, 19-20, Φεβρ.-Μάρτ. 1986, σελ. 80-83. Πρβλ. Εργογραφία, αριθ. ΑΚ. 6.
195. Δ. Κηλαϊδίτης: Μια σκηνογραφία για την Ελένη, «Η Αυγή», 25 Αυγ. 1985. 196. Θ.Δ. Φραγκόπουλος: Γιατί «φοβήθηκε» ο Σεφέρης τις «Νύχτες στην Ακρόπολη», «Έθνος», 31 Οκτ. 1985.
ΘΑΝΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
197. Eugene J. McCarthy: Reflections on George Seferis, Modern Greek Studies Yearbook, University of Minnesota, Vol 1, 1985, σελ. 145-151. 198. Στέλιος Καραγιάννης: Σαιξπηρικός Σεφέρης, Νέες Τομές, 3 (95), Δεκ. 1985, σελ. 43-46 199. Dimitris Dimiroulis: The «Humble Art» and the Exquisite Rhetoric: Tropes in the Manner of Geor ge Seferis, [στον τόμο:] The Text and its Margins. Post Structuralist Approaches to TwentiethCentury Greek Literature. Edited by Margaret Alexiou and Vassilis Lambropoulos. Pella Publis hing Company Inc. New York, 1985, σελ. 59-84.
Ο ΜΑΕΣΤΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΤΛΟΣ ΣΤΙΣ ΚΟΡΥΦΕΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ
200. Κώστας E. Ευαγγελίδης: Γ. Σεφέρης-T.S. Eliot, Διαβάζω, 133, 18 Δεκ. 1985, σελ. 60-65. 201. George Ρ. Savidis: The Tragic Vision of Seferis, Grand Street Νέας Υόρκης, Vol. 5, αριθ. 2, Win ter 1986, σελ. 153-174. 202. Henry Gifford: George Seferis During tl>e War, Grand Street Νέας Υόρκης, Vol. 5, αριθ. 2, Win ter 1986, σελ. 175-186. 203. Kostas Taktsis: My Short Life with Seferis (Tran
ΚΕΝ ΤΡΙΚΗ ΔΙΑ Θ Ε ΣΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9 τηλ. 3639962
TjXtli7 ίλλη»«ή x«<«*η l*rmp<*
Γιώργος Σεφέρης Γιώργος Σεφέρης: ’Ανέκδοτες σελίδες ημερολογίου (1958-1960) ’Ά γγελος Σικελιανός * Στρατης Τσίρκας * Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας Κ .θ . Δημαράς * Γ. Χειμώνας * Γ. Μπαμπινιώτης * Κ.Γ. Κατσίμπαλης Γιώργος Σεφέρης: Γράμμα στον Όδυσσέα Έλύτη Δ .Ι. ’Αντωνίου * Νίκος Καρύδης * Γ.Π . Σαββίδης * Γιώργης Παυλόπουλος Τΐμος Μαλάνος * Μ.Γ. Μερακλής * Κλείτος Κόρου * Νάσος Βαγενάς Γιώργος Σεφέρης: Δυό άγνωστα νεανικά ποιήματα Δ.Ν. Μαρωνίτης * Νάνος Βαλαωρίτης * θάνος Μικρούτσικος Ε.Χ . Κάσδαγλης * Θανάσης Κωσταβάρας * Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος Γιώργος Σεφέρης: Τρία γράμματα στη Μαρώ Ν. Καββαδίας * Μάνος ’Ελευθερίου * Δημήτρης θ . Τσάτσος * Ν. Δήμου Αουκάς Κούσουλας * Καίη Τσιτσέλη * Ε.Γ. Άσλανίδης * Ά νρί Ρόνς ________ Γιώργος Σεφέρης: Γράμμα στον Ν. Χατζηκυριάκο-Γκίκα Νάνης I Ιαναγιωτόπουλος * Θανάσης Νάκας * Νίκος Γιανναδάκης Ά ρ . Νικολαΐδης * Γιώργος Δανιήλ * Τάκης Καρβέλης * Μιχάλης ΙΙιερής Μαρώ Σεφέρη: ’Αναμνήσεις άπό τή ζωή μου μέ τόν Γιώργο Σεφέρη (συνομιλία μέ τόν Άντώνη Φωστιέρη καί τόν Θανάση Νιάρχο) Σχέδια καί ζωγραφική Χρίστου Καρά, ’Αρχιμήδη Κυριακίδη, Γιάννη Μιγάδη, Φαίδωνα Πατρικαλάκη, Ντίνου Πετράτου, Σωτήρη Σόρογκα, Παναγιώτη Τέτση, Γιάννη Τσαρούχη, Διονύση Φωτόπουλου, Γιάννη Μ’υχοπαίδη
53 μάρτης - άπρίλης ’86
ν*
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
επιλογή η ζεστασιά της προσωπικής εξομολόγησης Ρ ΙΤΣΑ Σ Φ Ρ Α Γ Κ Ο Υ - ΚΙΚΙΛΙΑ: Κολοζαμέντε. Διηγήματα. Αθήνα, Θεωρία, 1984. Σελ. 95.
Η λογοτεχνική κατάθεση προσωπικών βιωμάτων αποκτά μια ου σιαστική υπόσταση, αν το υποκειμενικό στοιχείο καταφέρνει να οράται και σαν αντικειμενικό. Αν -μ ’ άλλα λόγια- το άτομο, ενώ κρατά τις ιδιαιτερότητες του, παράλληλα παρουσιάζεται σαν μέ ρος του όλου. Η Ρ.Φ.-Κ. με τα κείμενά της αυτά, πετυχαίνει απόλυτα τούτο το στό χο. Μια ολάκερη περίοδος όπως αυτή που αρχίζει από τα μέσα της δεκαετίας του ’40 και φτάνει ώς τις μέρες μας, μια πόλη όπως ο Βόλος, μια ολάκερη τάξη ανθρώπων -ο μέσος Έλληνας- υπάρχουν και κι νούνται κάτω από τη σκιαγράφηση μερικών προσώπων. Μα, συνάμα, η σκιαγράφηση αυτή έχει την αμε σότητα και τη ζεστασιά της προσω πικής εξομολόγησης, την απλότητα ιης καθημερινότητας, το πάθος τιας ζωής. Τα κείμενα -προσωπικά τα θεω}ώ περισσότερο πεζογραφήματα, ταρά διηγήματα- είναι γραμμένα ιε μια στρωτή γλώσσα, χωρίς εντυτωσιακές εξάρσεις, με ελεγχόμενη ηιγκίνηση, ίσως -μερικά- με κάιοια απλοϊκότητα, άλλα με ευρηιατική σύνδεση του τώρα με το τό:ε. Ό λα μαζί, αποτελούν μια ενόητα που αφορά ένα άτομο και ην πορεία του, ένα έθνος και την ιξέλιξή του. Έ να βιβλίο που, αν και δεν προείνει νέους τρόπους λογοτεχνικής κφρασης, διαθέτει, όμως, έναν δια
κριτικό προβληματισμό. Έγραψα, πιο πάνω, πως όλα τα κείμενα αποτελούν μια ενότητα. Κάτι τέτοιο -αν και θα έπρεπε- δεν είναι κάτι το συχνά συναντώμενο στις συλλογές διηγημάτων. Στην περίπτωση, όμως, του «Κολοζα μέντε» υπάρχει. Έτσι το βιβλίο αυ τό θα μπορούσε να θεωρηθεί και σαν ένα μυθιστόρημα γραμμένο με αποσπασματική δομή. Η ηρωίδα του -που η συγγρα φέας δεν το κρύβει πως είναι το ίδιο μ’ αυτήν πρόσωπο- παρακολουθείται από τα παιδικά της χρό νια μέχρι την εφηβεία της, για να προχωρήσει -η παρακολούθησηστη νεότητά της και να καταλήξει στην ωριμότητα των σαράντα χρό νων της. Από διήγημα σε διήγημα, η θε ματολογία αποκτά το αντίστοιχο βάθος. Από τις παιδικές απορίες, στις αναμνήσεις τις θολές από το πέρασμα των χρόνων. Από κάποια πρόσωπα που τα παιδικά μάτια τους έδιναν μυθικές διαστάσεις, στις πρώτες -μισοαθώες, μισοσυνειδητοποιημένες- πολιτικοποιή σεις. Από τις οικογενειακές εξε
ρευνήσεις, στις κοινωνικές ενδο σκοπήσεις. Από την πρώτη επαφή με το θάνατο, στην πρώτη επαφή με τον έρωτα. Κι έπειτα η ματιά τού τώρα να ζητά να ξαναδεί τα πράγματα του τότε. Η περισυλλογή, τη στιγμή που ο άνθρωπος έχει βρεθεί στο μέσο της ζωής του. Αντίστοιχη εξέλιξη παρουσιάζει και η γραφή. Το απλό μετατρέπεται σε σύνθετο. Πάντα, όμως, ο τό νος είναι διακριτικός· του περιθώριου. Μα η ίδια η Ρ.Φ.-Κ. δηλώνει ξε κάθαρα στη σελίδα 9: «Αυτές τις ιστορίες τις κουβάλαγα μέσα μου. Ήθελα κάπου να τις πω... Ανάμε σα Jacques Privert, Eluard και Σικελιανό, ανάμεσα μαγείρεμα και μπουγάδα, ανάμεσα μεταφυσική αγωνία και υπερρεαλιστική πραγ ματικότητα - κάθησα και τις έγρα ψα». Ίσως κάπου στα ίδια αυτά «ανά μεσα» και ο αναγνώστης πρέπει να διαβάσει το «Κολοζαμέντε». Ό χι μόνο γιατί αυτά τα «ανάμεσα» (της γραφής και της ανάγνωσης) καθο ρίζουν την ακριβή θέση του στη λο γοτεχνική παραγωγή μας, αλλά -κυρίως- γιατί βοηθούν στο πληρέ στερο πλησίασμά του. Κι ένα λογο τεχνικό κείμενο το πρώτο που επιζητά είναι ένα όσο πιο πλήρες και σωστό πλησίασμα. Μια επαφή. ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ
1 5 0 /ο δ η γ ο ς
αστυνομικό μυθιστόρημα για παιδιά ENID BLYTO N : Πέντε φίλοι δια σκεδάζουν. Πέντε φ ίλοι καλοπερ νούν. Πέντε φίλοι πηγαίνουν στη θάλασσα. Πέντε φίλοι πηγαίνουν στο βάλτο του μυστηρίου. Πέντε φ ί
Η Enid Blyton έχει γράψει τη δική της ιστορία στο είδος του αστυ νομικού μυθιστορήματος για παιδιά -και όχι μόνο! Καταρχήν η τυγγραφέας αυτή έχει μια εκπληκτική άνεση στην ανέλιξη της αφήγησης μιας υπόθεσης, διαθέτει ευρηματικότητα και πλούτο ιδεών, ώστε να παρουσιάζει τρεις διαφορετικές σειρές αστυνομι κών μυθιστορημάτων! Έτσι εγγράφονται στο ενεργητικό της οι σειρές: α. Οι Μυστικοί Εφτά (με δεκαπέντε διαφορετικούς τίτ λους), β. Οι πέντε φίλοι (με είκοσι ένα τίτλους) και γ. Τα πέντε λαγωνικά (με δεκαπέντε τίτλους). Δηλ. εδώ έχουμε ένα καθαρά επαγγελματικό φαινόμενο παραγωγής αστυνομικών μυθιστορημά των, μια, αν θέλετε, βιομηχανία. «Κάθε βιβλίο είναι και μια αυτοτε λής συναρπαστική ιστορία, μια συγκλονιστική περιπέτεια» - όχι πάντα κατά τη γνώμη μας, αλλά αυτό δε σημαίνει τίποτα. Η Blyton, ακολουθώντας τα χνάρια της Αγκάθα Κρίστι, πλάθει φανταστικές περιπέτειες στα μέτρα των δυνατο τήτων των παιδιών, στα μέτρα της φαντασίας και της νοημοσύνης παιδιών 10-16 χρόνων. Η συγγρα φέας έχει μελετήσει καλά την ψυ χολογία του παιδιού. Ξέρει πολύ καλά τι του αρέσει, τι όχι. Δεν ωραιολογεί, ούτε και αναπτύσσει μεγάλες ιδέες ή σπουδαιοφανή ιδα νικά. Θέλει απλά να ψυχαγωγήσει το παιδί. Να το ταξιδέψει στην πε ριπέτεια και στο μαγικό της κόσμο. Χωρίς να ξεπέφτει στην παραφιλο λογία τού περίπτερου, γνωρίζει τον τρόπο να κρατά τη χρυσή ισορρο πία ανάμεσα στο απραγματοποίητο και το εφικτό, στη σαχλαμάρα και το ποιοτικό χιούμορ, στην υπερβο λή και την αδράνεια της δράσης. Δεν υποβιβάζει τη λογική των παι διών στην ευκολία αλλά ούτε και ζητά απ’ αυτά υψηλούς δείκτες οξυδέρκειας. Κοινωνιολογικά αν εξεταστεί θα πρέπει να πούμε πως οι μικροί της ήρωες ανήκουν στη μεσοαστική τά ξη, δεν κατατρέχονται από πολιτι
κά ή άλλα απωθημένα, δεν αντιμε τωπίζουν αυτό που λέμε «πάλη των τάξεων». Υπάρχουν απλά και ενεργοποιούνται για την εξάλειψη των κακοποιών στοιχείων ή στρα τεύονται στη δίωξή τους. Διαμορ φώνονται περισσότερο από την εξέλιξη των γεγονότων της υπόθε σης και ελάχιστα από την περιρρέουσα κοινωνικοπολιτική α τμόσφαιρα. Είναι πολιτικοποιημέ νοι με την ευρεία έννοια του όρου και ενεργούν ως πολίτες της πόλης παρά ως πολίτες μιας ορισμένης παράταξης. Πολλοί θα τους έλεγαν α-πολιτικούς, αλλά δε θα συμφω νήσω αφού οι ήρωες αυτοί ενδιαφέρσνται ενεργητικά για τα κοινά, έστω κι αν είναι προσανατολισμέ νοι σε μια ορισμένη πλευρά δρα στηριότητας. Σε καθαρά ψυχολογικά επίπεδα κυρίαρχα στοιχεία είναι: η εξυπνά δα, η βούληση, η φαντασία, το χιούμορ, η κριτική ικανότητα και η εκλογίκευση. Ιδιότητες οι οποίες βοηθούν να δημιουργούνται ανά μεσα στους ήρωες η συντροφικότη τα, η συνεργασία, η εθελοντική θυ σία, κάποιοι ηρωισμοί -τηρουμένων των αναλογιών της ηλικίαςκαι μια διάθεση για ορθολογιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Απουσιάζουν η κακία, η εκδικητι-
λ ο ι σε μυστικά ίχνη. Μετ.: Βόλια Καραγιάννη - Μαρία Αημοπούλου. Αθήνα, Gutenberg, 1985. Σελ. 166, 191, 168, 159, 162.
κότητα, η κακεντρέχεια, ο φθόνος. Στο επίπεδο του μύθου πρέπει να πούμε πως συνήθως είναι απλός και κάποτε απλοϊκός. Στην εξέλιξή του αποκτά ενδιαφέρον χάρη στην ευρηματικότητα της συγγραφέως και την ατμόσφαιρα που φτιάχνει. Ατμόσφαιρα πάντως που δεν μπο ρεί να συγκριθεί με της Αγκάθα, Κρίστι. Στοιχείο που πρέπει να προσεχθεί είναι πως σε κάθε Ομά δα που φτιάχνει, η συγγραφέας θεωρεί απαραίτητο να εντάξει κι ένα σκύλο! Ένα ζώο που εύκολα αγαπιέται, εύκολα γίνεται σημείο αναφοράς για τους μικρούς ανα γνώστες -κάτι ανάλογο, μαθαίνω, γίνεται και στις εκπομπές των αγ γλικών καναλιών που απευθύνον ται σε παιδιά. Στο επίπεδο της μορφής θα επισημάνουμε το χωρισμό σε μικρά κεφάλαια με τίτλους που αφήνουν περιθώρια για πολλές σκέψεις και εξάπτουν το ενδιαφέρον του ανα γνώστη· τη βατή και χωρίς νοημα τικές δυσκολίες γλώσσα· την απλο χεριά με την οποία ντύνει την περι πέτεια με χιούμορ -ένα χιούμορ που χωρίς να είναι ιδιότυπο και δύσκολο, ποτίζει με ευφορία τις χι λιάδες των σελίδων της· τον πλού σιο διάλογο, που διατηρεί έντονο το ενδιαφέρον. Η Αγγλία, είν’ αλήθεια, έχει πα ράδοση στο καλό αστυνομικό μυθι στόρημα. Η Ε. Blyton συνεχίζει αυτή την παράδοση. Αν θέλαμε να κάνουμε κάποιες αναφορές στον ελληνικό χώρο, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, κυρίως, τη Γιολάντα Πατεράκη («Οι Ατρόμητοι», 6 τίτ λοι), την Άλκη Γουλιμή («Το μυ στικό του κόκκινου σπιτιού»), τον Αντώνη Δελώνη («Το Μεγάλο Σχέ διο» και «Επιχείρηση: Άσπρη Αράχνη»), κ.ά. χωρίς όμως να
έχουμε ακόμα ένα συγγραφέα στα μέτρα της Enid Blyton, ίσως γιατί εμείς εδώ πάσχουμε ακόμα από ηθικισμό, σοβαροφάνεια, καθωσ πρεπισμό και μας λείπει, δυστυ χώς, το χιούμορ. Ίσως γιατί περά σαμε από άλλες συνθήκες (κοινωνι κές, πολιτικές, οικονομικές, πολι
ο δ η γ ο ς /T b l τιστικές, εκπαιδευτικές). Αν έγινε αυτή η αναφορά είναι γιατί έχουμε στα χέρια μας και δια βάζουμε τα βιβλία της Ε. Blyton: 1. Σε μυστικά ίχνη. 2. Πηγαίνουν στο βάλτο του Μυστηρίου, και χρόνια τώρα μας απασχολεί το πρόβλημα του αστυνομικού βιβλίου για παι
ΑΝΤ. ΔΕΛΩΝΗΣ
Φασιανός τα παιχνίδια της λευκής μαγείας ΦΑΣΙΑΝΟΣ: «Σχέδια». Φόρκυς - Galerie La Hune, Αθήνα, 1985. Σελ. 128.
Γο αξιοθαύμαστο στην περίπτωση του Φασιανού είναι η δυνατότη τα να τροφοδοτεί την τέχνη του με τις εμπειρίες ενός μόνιμου καθη μερινού βιώματος. Η διατήρηση του βιώματος αυτού συνεπάγεται τη διαφύλαξη μιας σταθερής μυθολογίας, η οποία εξέρχεται πάντοτε αναλλοίωτη από τις ανέφικτες και ζωτικές προστριβές της με την καθημερινότητα. Γο βίωμα αυτό, που συνίσταται rtov μοναδικό τρόπο επαφής και Ιέασης της μυστικής υφής των ιραγμάτων, επέρχεται ως άμεση ιυνέπεια της διεισδυτικότητας και ης ικανότητας για ανάλυση του ίλέμματός του. Διαστάσεις και ό’κοι υποχωρούν στην αιφνίδια κριική ματιά, εξαϋλώνονται και απο;ωρούν, αφήνοντας ως τεκμήριο ης ύπαρξής τους τις σταθερές ραμμές μιας κινούμενης φόρμας. Το σχήμα είναι πάντα προϊόν κίησης. Η κινητικότητα ενυπάρχει >ς πηγαία δύναμη μιας διαρκούς ,εταλλαγής· ως ώθηση των περιεομένων νοημάτων προς το άφθορ ο μυστικό διάστημα. Η εισαγωγή στην απόλυτη διά ταση των πραγμάτων υποβοηθείαι από την αντιθετική εκδοχή της ννοίας του χρόνου. Το πρωταρχιό και κυρίαρχο σχήμα είναι συάρτηση της γενικής κοσμικής κίησης. Το φόντο, όπου προβάλλεαι η παράσταση, εξυπονοεί ολοΙιηρωτικά τις διαδικασίες ενός ιάσιμου χρόνου. Πρόκειται για το
διά, επειδή από όσες έρευνες κάνα με αε παιδιά του Δημοτικού Σχο λείου έρχεται στις πρώτες θέσεις του ενδιαφέροντός τους.
αιώνιο παρόν, το σταθερό χρονικό διάνυσμα, που περικλείει μέσα του το παραμύθι και το όνειρο- την ανεξάντλητη ανάταση της γοηΚίνηση, λοιπόν, και στασιμότη τα. Η ζωηράδα της πραγματικότη τας και η χαλαρότητα του ονείρου. Το πέρασμα, η ροή και η μόνιμη προοπτική. Η στιλπνότητα και η αχνάδα. Η έξαψη και η νοσταλγία. Αλλά, η συνύπαρξη των αντιθέ των ορισμών πραγματοποιείται και ακτινοβολεί στο μυθικό χώρο της αφαίρεσης των περιττών στοι χείων. Η κατάληξη του Φασιανού στο απλό περίγραμμα, στη δόξα της γραμμής, είναι μια ενδογενής ροπή της προβληματικής του. Ο κόσμος του Φασιανού είναι μια συ νεχής γραμμή. Μια τεθλασμένη, που με τους γρήγορους κυματισμούς της αποδίδει χαριτωμένες φιγούρες και σταθερά σύμβολα του περιβάλλοντος. Τα σύμβολα αυτά, επειδή βρί σκονται μέσα στον θελκτικό μύθο μιας καθολικά αποδεκτής επιθυ
μίας, δεν χάνουν τη δροσιά και την επικαιρότητά τους. Η επανάληψή τους, ως κλασικά πλέον μοντέλα μέσα στο εργαστήρι του Φασιανού, δεν αφαιρεί τη λειτουργική τους δύναμη, η επαναπροβολή τους δεν τα αφοπλίζει από την υπερσυναισθηματική τους εξάρτηση. Το σχέδιο επαφίεται στη δομική λειτουργία της γραμμής, που από μόνη της εμβαθύνει και πληροί. Οργανώνει το χώρο, προβάλλοντας συνήθως τις φιγούρες πάνω σε αν τίθετα φόντα Ασυνείδητες παρορμήσεις, που πηγάζουν από μια καθαρά νοσταλγική διάθεση του Φασιανού, οδηγούν την έκφραση των σχημάτων σε μια αυστηρά και εικαστικά δομημένη γλώσσα. Στοι χεία του Καραγκιόζη και της βυ ζαντινής αγιογραφίας εμφιλοχωρούν συνειρμικά και προωθούν την άποψή τους. Τα χρώματα εισβάλλουν μέσα στο χώρο των σχεδίων σαν άνεμοι εξουσιαστικοί. Τονίζουν την ακε ραιότητα του περιεχομένου, τη στιλπνότητα της απόδοσης, το βά θος ενός άμωμου και θρυλικού κό σμου. Η μετάβαση προς τις δονούμενες εξάρσεις του θυμικού είναι ο ενδόμυχος στόχος της καλλιτεχνι κής σύλληψης. Ο Φασιανός, ερωτολάτρης και ονειρογράφος, μοναχικός και απο μακρυσμένος, εστιάζεται ως έξαρ
1 5 2 /ο δ η γ ο ς ση παραπόνου, ως εγγύηση αγνό τητας, ως διάθεση, κυρίως, για πα ράταση μιας ξεχασμένης σημαντι κής, πάνω στις μικρές λεπτομέρειες των παραστάσεών του. Ο γυμνός γλόμπος του ηλεκτρι κού, η ψάθινη καρέκλα, το ποτήρι με το κρασί στο τραπέζι, το κλειδί, το μαξιλάρι, ο καπνός του τσιγά ρου, είναι αυτά τα μικρά στίγματα της αμβλυμένης θαλπωρής, της έσχατης οιμωγής των πραγμάτων. Από την άλλη πλευρά, θύσσανοι ανεμοδαρμένων μαλλιών, κυματι στά φουλάρια, φοινικόκλαδα, κα θρέφτες και δίκυκλα, απηχούν μια μυστηριακή αίσθηση μεταφοράς σε χώρους πρωτογενούς ελευθερίας, σε καταστάσεις προσκείμενες εγγύ τερα προς τις ανταποδοτικές συ ναισθηματικές λειτουργίες. Ο Φασιανός παρών, με περισσό τερα των 100 σχεδίων, ακούραστος και ονειροπόλος, μας πείθει για την ατελεύτητη διάρκεια της ομορ φιάς και του έρωτα, για την τελική επικράτηση του καλού, για το δί καιο του φωτός και την ενστικτώδη στροφή των πραγμάτων προς την αναζήτηση του φωτογενούς προ σώπου των. Ο Φασιανός ή οι αμφισημίες του καιρού, ή τα παιχνίδια της λευκής
μαγείας κατά τον Ζαν Μαρί Ντρο. Ο Φασιανός και το μάταιο της προοπτικής, και οι σκιές των φυ λακισμένων του Πλάτωνα και η επιθετική επιστροφή ενός αταβι στικού πολιτισμού κατά τον Μπερνάρ Γκεερμπράντ. Ο Φασιανός ή η αλήθεια μέσα στο μύθο κατά τον Δημήτρη Γιακουμάκη. Τρία εισαγωγικά σημειώματα μας βάζουν στον πειρασμό των πολλαπλών ερμηνειών. Κατατοπι στικά, αναλυτικά και παραγωγό συμπληρωματικών ιδεών, μας οδη γούν στην ηδονή των αποκαλυπτι κών κοιταγμάτων. Ο Ζαν Μαρί Ντρο μας χαρίζει μια τρυφερή σκιαγράφηση του Φασιανού, ως αδύνατου και αγέλαστου ανθρώ που, που δεν έχει το ταίρι του. Με εύθυμο στυλ, χαριτωμένες εικόνες και ευρηματικές εκφράσεις μιλάει για τον ζωγράφο-πουλί, που έπεσε από τη φωλιά του και βλέπει συνέ χεια τα φτερά του να μεγαλώνουν κάτω απ’ το τεράστιο παλτό. Ο Δημ. Γιακουμάκης ανασύρει τα επαναλαμβανόμενα αρχέτυπα του Φασιανού από το ιδιόρρυθμο σμίξιμο του φυσικού πανθεϊσμού και της μεταφυσικής, από το ισχυ ρό αίσθημα ευεξίας καθώς κάνει
Μ α ρ ιά ν ν α ς Α ΙΝ Ο Υ - Κ Ο Υ Τ Ο Υ Ζ Η
*”
'■Ί'5
Αγάπης
εφέτος ένα π ροσχολικό Πασχαλιάτικο
παραμύθι αγάπης για τα παιδιά σας
ΚΕΔΡΟΣ Μη ξεχάσετε τα «Ζαχαροκάλαμα»
της ίδιας (Βραβείο Πεζογραφίας Ακαδημίας Αθηνών) τηλ. 3624081 7.30-3 MJ
ορατή τη φύση χωρίς να την αντι γράφει. Ο Μπερνάρ Γκεερμπράντ, σε μια ευρύτερη παρουσίαση της σχεδία σης του Φασιανού, ξεκινά από την αρχαία μυθολογία, την πλατωνική διδασκαλία και τη βασική γραμμα τολογία της χριστιανικής θρησκείας και φτάνοντας στις κατασταλαγμέ νες ιστορικές εμπειρίες των πρόσ φατων χρόνων, όπως έχουν περάσει στο χώρο της λογοτεχνίας και της γενικότερης αντίληψης, ανατέμνει και διχοτομεί τα αφετηριακά ερεθίσματά του. Ο Γκεερμπράντ αναλύει αισθητικά την εικονοπλαστική αφή γηση του Φασιανού. Ανακαλύπτει τις αρχαίες μνήμες, τις πιθανές αντι στοιχίες, τις μη ορατές εξόδους, σε ένα προς ένα από τα πιο γνωστά και πιο θεαματικά σχέδια του ΦασιαΟι εκδόσεις «Φόρκυς» τηρούν τις πιο σοβαρές προδιαγραφές, ως προς την έκδοση των καλλιτεχνικών λευ κωμάτων. Σημειώνουμε ότι η έκδο ση είναι δίγλωσση, με μια θαυμάσιο μεταφραστική δουλειά της ποιήτριας Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ από τα γαλλικά στα ελληνικά και αντιστρόφως. ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ
<1
.
Κ Λ Τ ΙΟ
is®, βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. 142 • Ιο β ιβλιογρα φικό Δελτίο συντάοοεται μτ την πολύτιμη συνερ γασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη ΑιιυΗυνση και το προσω πικό του οπ οίον ευχαρι στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίω ν γίνε ται μ ε βάση το γνωστό Δ εκαβικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ μοσμένο στην ελληνική β ιβλιο γραφία. • Σ ε κάθε κατηγορία βιβλίων π ροηγούνται αλφαβητικά οι έλ-
ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
Επιμέλεια: Έφη Απάκη
ληνες συγγραφ είς και ακολου θούν οι ξένοι.
• Η κατάταξη των ξένων συγγρα φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοβικών όεν περιλαμβάνονται εββομαόιαία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη ρότητα τον Δ ελτίου, παρακαλούνται οι εκόότες να μας στέλ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ βάσεις τους.
Δ. Η φιλοσοφική κατανόηση του Θείου στην Ελλάδα. Αθήνα, 1985. Σελ. 209. Δρχ. 500. ΔΕΛΗΒΟΓΙΑΤΖΗΣ ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Ζητήματα διαλε κτικής. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1985. Σελ. 193. Δρχ. 450.
Ο ΔΗ ΓΟ Ι Δ ΙΓΚΑΒΕΣ ΚΩΣΤΑΣ. Αλμανάκ 1986. Αθήνα, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1986. Σελ. 530. Δρχ. 750. .
SHERRARD Ρ. Ο απανθρωπισμός του ανθρώπου. Μετ. Αποστολίδης Α.-Γουνελάς Σ. Περί επιστήμης ή «κενής απάτης». Δύο κείμενα περί επιστήμης. Αθήνα, Σύναξη, 1986. Σελ. 106.
Α Π Ο Κ Ρ Υ Φ ΙΣ Μ Ο Σ Ο Ρ Γ Α Ν ΙΣ Μ Ο Ι ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ. Ε ' Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο. Πρακτικά. Θεσσαλονίκη, 1984. Σελ. 257. Δρχ. 400.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΝΑΤΖΕΜΥ ΡΟΜΠΕΡΤ. Ο μυστικός κύκλος της ζωής. Μετ. Σάσα Παναγοπούλου. Αθήνα, Κάκτος, 1985. Σελ. 320. Δρχ. 400.
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Α Τ Ο Μ ΙΚ Η Ψ Υ Χ Ο Λ Ο Γ ΙΑ
Γ Ε Ν ΙΚ Α ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ-ΝΙΚΟΛΑΚΑΚΟΥ ΝΙΚΟΛΙΤΣΑ
ΜΕΣΗΜΕΡΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ. Ψυχικός πόνος. «Μια δυναστεία χωρίς όρια...». Αθήνα, Ειρήνη, 1986. Σελ. 125. Δρχ. 500.
ΐϋ4/δελτιο
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΣΑΧΝΑΖΑΡΟΦ ΓΚ. Τι περιμένει η ανθρωπότητα. Μετ. Δημήτρης Κηπουρός. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 78. Δρχ. 150. SORMAN GUY. Η φιλελεύθερη λύση. Μετ. Μ. Σακκή. Αθήνα, Ροές, 1986. Σελ. 311. Δρχ. 350.
Γ Ε Ν ΙΚ Α Ο ΙΚ Ο Ν Ο Μ ΙΑ ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ ΓΡ. Ιστορία των σχέσεων εκκλησίας-πολιτείας στην Ελλάδα. Θεσσαλονίκη, Πουρναράς, 1985. Σελ. 156. Δρχ. 400.
ΜΑΤΣΟ ΥΚΗΣ ΘΑΛΗΣ. Γεγονότα, επιχειρήσεις, πρόσωπα στην οικονομία. 1985. Σελ. 527. Δρχ. 1600.
Θ Ε Ο Λ Ο Γ ΙΑ Λ Α Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ ΠΡΩΤΟΠΑΠΑΔΑΚΗ-ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΕΛΕΝΗ. Τα θαύματα του Κυρίου και οι μετά την Ανάστασιν εμφανίσεις. Αθήναι, 1985. Σελ. 244. Δρχ. 4000.
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ ΧΑΡΑΛ. Δ. Ιστοριολαογραφικά Ναυπακτίας. Αθήνα, Σύλλογος Δορβιτσωτών Ναυπακτίας, 1985. Σελ. 255. Δρχ. 500.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΙΔ/ΓΙΚΗ Δ Η Μ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ ΕΜΚΕ-ΠΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΗΡΑ. Προβλήματα μετα νάστευσης παλιννόστησης. Αθήνα, ΙΜΕΟ/ΕΔΗΜ, 1986. Σελ. 638. Δρχ. 1400.
Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ Σ Η ΤΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Κίνητρα για μά θηση. Μετ. Γιώργος Μπαρουξής. Αθήνα, Κουτσουμ πός, 1985. Σελ. 191. Δρχ. 600.
Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΟ Λ Ο Γ ΙA ΚΙΤΣΑΚΗΣ ΑΘ. Κ. Κοινωνικά δοκίμια. Αθήνα. Σελ. 244. Δρχ. 600. ΛΑΓΑΚΟΥ ΝΕΛΛΗ Β. Κοινωνική αγωγή. Ανθρώπι νες σχέσεις. Αθήνα, 1985. Σελ. 69. ΤΣΑΟΥΣΗΣ Δ.Γ. Κοινωνική δημογραφία. Αθήνα, Gutenberg, 1986. Σελ. 221. Δρχ. 700. Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ Γ. Το μήνυμα των εκλογών της 2ας Ιούνη 1985. Αθήνα, Αχαϊκές Εκδό σεις, 1986. Σελ. 231. Δρχ. 600. ΦΩΤΕΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Στα ίχνη της ελευθερίας. Πολιτικά δοκίμια. Αθήνα, Σιδέρης, 1985. Σελ. 123. Δρχ. 400. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ. Πώς μπορεί να κυ βερνά η αριστερά. Αθήνα, Στοχαστής, 1986. Σελ. 126. Δρχ. 320. ΓΚΟΡΜΠΑΤΣΟΦ Μ. Ομιλίες και άρθρα. Επιλογή. Μετ. «Πολιτιζντάτ». Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1986. Σελ. 300. Δρχ. 400.
ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Γ Ε Ν ΙΚ Α ΤΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ιστορία της γης. Μετ. Γιώργος Μπαρουξής. Αθήνα, Κουτσουμπός, 1985. Σελ. 93. Δρχ. 500. ΓΟΥΝΑΡΗΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Γ. Καρκινογόνο αίτια. Αθή να, 1985. Σελ. 52. Δρχ. 200.
ΕΦΑΡΜΟΣΜ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΙΑ Τ Ρ ΙΚ Η MAISEY MICHAEL. Πυρηνική ιατρική. Κλινική
δελτιο/155 σκευάς. Αθήνα, 1985. Σελ. 138. Δρχ. 3500.
ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ
Τ Ε Χ Ν Ο Λ Ο Γ ΙΑ Ο ΙΚ ΙΑ Κ Η Ο ΙΚ Ο Ν Ο Μ ΙΑ Υπολογιστές. Το πρώτο βιβλίο. Ρωτάς-μαθαίνεις. Με ταμόρφωση, Παπαδόπουλος, 1986. Σελ. 31.
ΤΕΧΝΕΣ
ΚΟΚΚΙΝΟΥ Μ. - ΚΟΦΙΝΑ Γ. Σαρακοστιανά. Αθή να, Ακρίτας, 1986. Σελ. 253.
ΓΛΩΣΣΑ
Ζ Ω Γ Ρ Α Φ ΙΚ Η Γ Ε Ν ΙΚ Α ΛΑΠΠΑΣ Γ. Ζωγραφιές. Αθήνα, 1985. Δρχ. 300. ΜΑΚΡΗΣ ΚΙΤΣΟΣ Α. Επιδράσεις του νεοκλασσικισμού στην ελληνική λαϊκή ζωγραφική. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1986. Σελ. 53. ΜΑΚΡΗΣ ΚΙΤΣΟΣ Α. Οι τοιχογραφίες των σπιτιών της Εράτυρας-Σέλιτσας. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1986. Σελ. 45. ΣΙΝΙΚΗ-ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ ΝΙΤΣΑ. Παλιά Γιάννινα. Σχέδια-σχόλια. Αθήνα, Μέλισσα, 198ή. Σελ. 215. Δρχ. 2000.
ΚΡΙΑΡΑΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ. Πρόσωπα και θέματα από την ιστορία του δημοτικισμού. Τόμος Α'. Αθήνα, Καστανιώτης, 1986. Σελ. 215. Δρχ. 600.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Π Ο ΙΗ Σ Η
Κ ΙΝ Η Μ Α Τ Ο Γ Ρ Α Φ Ο Σ
ΚΡΑΝΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. «Ίχνη». (Ποιήματα 1981-1984). Στόμιο, 1985.
Ο Μπέργκμαν μιλάει για τον Μπέργκμαν. Μετ. Ε. Φρυδά. Αθήνα, Ροές, 1985. Σελ. 351. Δρχ. 750.
ΑΡΩΝΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ. Μήτρα-5. Αθήνα, Πλέθρον, 1985. Σελ. 46.
BURCH NOEL. Ακίρα Κουροσάβα. Μετ. Μάκης Μωραΐτης. Κινηματογραφικό Αρχείο, αριθ. 24. Αθήνα, Αιγόκερως, 1985. Σελ. 95. Δρχ. 200.
ΒΙΣΒΙΚΗ ΓΙΑΝΝΑ. Ανατομίες. Αθήνα, 1985. Σελ. 45. ΚΑΛΛΙΣΤΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Συμφωνία των μικρών συνόλων. Ποιήματα. Αθήνα, Το Ελληνικό Βιβλίο, 1986.
BURCH NOEL. Ναγκίσα Οσίμα. Μετ. Δημήτρης Κολιοδήμος. Αθήνα, Αιγόκερως, 1986. Σελ. 94. Δρχ. 200. ΡΕΝΟΥΑΡ ΖΑΝ. Ο κανόνας του παιχνιδιού. Μετ. Γιώργος Καραβασίλης Κ. Αθήνα, Αιγόκερως, 1985. Σελ. 127. Δρχ. 250.
ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ-ΤΣΕΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Απ’ τον απέ ραντο κήπο. Αθήνα, 1986. Σελ. 55. ΜΟΥΖΑΚΗΣ ΤΑΣΟΣ. Υπεραφθονίες. Αθήνα, Ό μ βρος, 1986. Σελ. 48. ΠΑΠΑΔΑΚΗ ΑΘΗΝΑ. Γη και πάλι. Αθήνα, Υάκιν θος, 1986. Σελ. 95.
Μ Ο Υ Σ ΙΚ Η
ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΩΣΤΑΣ Θ. Στο μάρμαρο του κρίνου. Πάτρα, Κλειώ, 1986. Σελ. 141. Δρχ. 400.
ΡΟΛΛΑΝ ΡΟΜΑΙΝ. Μπετόβεν. Μετ. Γ. Τουρνάισσεν. Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 403.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ ΡΩ. Γυμνάσματα. Αθήνα, Διογένης, 1985. Σελ. 36.
Χ ΙΟ Υ Μ Ο Ρ
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ
ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Αν είχα... Αθήνα. "«»έλη, 1985. Δρχ. 250.
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Στοχασμοί και αφορισμοί. Αθήνα, Δρυμός, 1986. Σελ. 30.
1 5 6 /δ ελ τιο ΔΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ ΘΕΟΔΟΣΗΣ. Γεννηθήτω άν θρωπος. Κοινωνικό μυθιστόρημα. Αθήνα, Μαυρίδης, 1985. Σελ. 155. Δρχ. 500. ΔΗΜΟΥ ΝΙΚΟΣ. Μικρά βήματα. Χρονογραφήματα. Αθήνα, Νεφέλη, 1986. Σελ. 205. Δρχ. 500. ΚΑΤΣΙΡΕΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ. Ο κύριος Ραημόν. Αθήνα, Νέα Σκέψη, 1985, Σελ. 250. Δρχ. 500. ΠΑΠΑΔΕΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛ. Η σπασμένη βιτρίνα. Μυ τιλήνη, 1986. Σελ. 158. Δρχ. 360.
Μ ΕΛΕΤΕΣ KLEE PAUL. Τα ημερολόγια. 1898-1918. Μετ. Γιώρ γος Κεντρωτής. Τόμος Β'. Αθήνα, Νεφέλη, 1986. Σελ. 445. Δρχ. 1000. ΛΑΜΠΕΛΕΤ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Ο εθνικισμός στην τέχνη και η ελληνική δημώδης μουσική. Αθήνα, Το Ρόδον, 1986. Σελ. 57. Δρχ. 150.
ΠΑΠ ΑΘ ΑΝΑΣΟΠΟ ΥΛΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. Έγκατα. Διηγήματα. Αθήνα, 1986. Σελ. 62. Δρχ. 150. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΩΣΤΑΣ Θ. Ο αιμοστάτης και το τίμιο ξύλο. Πάτρα, Κλειώ, 1985. Σελ. 398. Δρχ. 900. ΦΙΛΝΤΙΣΗ ΣΟΦΙΑ. Οι κουβαρίστρες. Διηγήματα. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 73. Δρχ. 150. Η φιλοσοφία του Άντυ Γουώρχόλ. Από το Α στο Β και πάλι απ’ την αρχή. Μετ. Ιουλία Ιατρίδη. Αθήνα, Σέλας, 1986. Σελ. 237. Δρχ. 580. VOLF CHRISTA. Κασσάνδρα. Μετ. Θωμάς Νικο λάου. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1986. Σελ. 186. Δρχ. 500. GIBRAN KAHLIL. Ιησούς ο γιός του ανθρώπου. Μετ. Θανάσης Γιαπιτζάκης. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1985. Σελ. 251. Δρχ. 550. ΓΚΟΡΚΙ ΜΑΞΙΜ. Θωμάς Γκορντιέγιεφ. Μετ. Αντρέας Σαραντόπουλος. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1986. Σελ. 363. Δρχ. 400. ΜΙΤΣΕΝΕΡ ΤΖΑΙΗΜΣ. Χαβάη. Μετ. Γιούρι Κοβαλένκο. Αθήνα, Τέρζόπουλος, 1985. Σελ. 1079. Δρχ. 2000.
DICK PHILIP Κ. Το ηλεκτρικό πρόβατο. Μετ. Δημήτρης Αρβανίτης. Αθήνα, Ars Longa, 1985. Σελ. 203. Δρχ. 340. ORIOL LAURENCE. Τερέζα. Μετ. Τ. Καββαδία. Αθήνα, Ροές, 1986. Σελ. 228. Δρχ. 450. SPINRAD NORMAN. Ο Τζακ Μπάρον και η αιωνιό τητα. Τόμοι Α '+ Β '. Μετ. Δημήτρης Αρβανίτης. Αθή να, Ars Longa, 1984. Σελ. 366. Δρχ. 500 (οι δύο τόμοι). JENNINGS GARY. Ο ταξιδευτής. Τόμος Α'. Μετ. Κώστας Μπαρμπής. Αθήνα, Bell. 1986. Σελ. 572. Δρχ. 500. ΤΟΛΣΤΟΗ ΑΛ. Ο δρόμος του μαρτυρίου. Τόμοι Α '+ Β '+ Γ '. Μετ. Σ. Βουρδουμπά. Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 307+ 340+335. Δρχ. 1500.
ΙΣΤΟΡΙΑ
Μ Α Ρ Τ Υ Ρ ΙΕ Σ ΒΟΥΡΒΟΥΛΗ-ΝΕΡΟΥΤΣΟΥ ΑΝΝΑ. Αξέχαστες... ιωνικές σελίδες. Αθήνα, 1985. Σελ. 311. Δρχ. 900. ΓΕΝΙΚΟΝ ΕΠΙΤΕΛΕΙΟΝ ΣΤΡΑΤΟΥ. Κατάθεσις «Φάνη» ταγματάρχου Α2 γραφείου γενικού αρχηγείου συμμοριτών. Αθήνα, Ελεύθερη Σκέψις, 1986. Σελ. 61. Δρχ. 150. ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Η ζωή μου. Αθήνα, Γιαλλελής, 1985. Σελ. 206. Δρχ. 700. ΜΠΑΛΤΟΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Γ. Εθνική Αντί σταση. ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ. Όλη η αλήθεια. Αθήνα, 1986. Σελ. 496. Δρχ. 1300. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ Γ. Ευθυμήματα. Τόμος Β'. Αθήνα, Λίνος, 1985. Σελ. 303. Δρχ. 500. ΤΡΟΧΑΝΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ-ΦΙΛΙΠΠΟΣ. Παιδικές, εφηβικές και νεανικές αναμνήσεις ενός αθηναίου δικη γόρου. Αθήναι, 1986. Σελ. 87. Δρχ. 300. ΤΣΑΡΟΥΧΑΣ ΚΩΣΤΑΣ. Η Μασονία στην Ελλάδα. Γ' έκδοση. Αθήνα, Δωδώνη, 1986. Σελ. 420. Δρχ. 1200.
ΦΩΤ1ΑΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Ενθυμήματα. Τόμος Γ'. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 367. Δρχ. 1300.
Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ
Ε Υ Θ Υ Μ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΚ Α
ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ Γ.Α. Ποιοι ήθελαν τα Δεκεμβριανά. Μαρτυρίες, αριθ. 12. Αθήνα, Φιλιππότης, 1986. Σελ. 165. Δρχ. 600.
Ανθολογία γέλιου. Ανθολόγηση-επιμέλεια Αρ. Κεσόπουλος. Αθήνα, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1986. Σελ. 190. Δρχ. 400.
ΝΕΡΑΝΤΖΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ. Ο Μακεδονικός Αγώνας. Τόμοι Α '+ Β '. Αθήνα, Μορφωτικός Κόσμος. Σελ. 830. Δρχ. 1800.
Ανθολογία χιούμορ. Ανθολόγηση-επιμέλεια Αρ. Κεσόπουλος. Αθήνα, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1986. Σελ. 190. Δρχ. 400.
ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΝΙΚΟΣ. Το κίνημα του Π. Ναυ τικού. Μάιος 1973. Αθήνα, Ελληνική Ευρωεκδοτική, 1985. Σελ. 726. Δρχ. 1500.
δ ε λ τ ιο / 1 5 7 ΤΣΙΡΠΑΝΛΗΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ Ν. Κατάστιχο εκκλησιών και μοναστήρίων του κοινού. Ιωάννινα, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 1985. Σελ. 488. Δρχ. 2000. DAMBASSINA-KAMARA KATERINA. Le regime du «4 Aout 1936» en Grece. Paris, 1985. Σελ. 129.
ΠΑΙΔΙΚΑ ΕΛΕΥΘ ΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩ ΣΜ ΑΤΑ ΚΟΡΟΒΕΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Το άσπρο μπαλονάκι. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1985. Σελ. 32. Δρχ, 450. ΚΕΤΕ ΟΥΡΣΟΥΛΑ. Παιδικές ιστορίες απ’ όλο τον κόσμο. Μετ. X. Ορφανίδης. Αθήνα, μετά τη βροχή, 1986. Σελ. 69.
ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ. Κείμενα παιδευτικού προβληματι σμού. Τεύχος 37. Δρχ. 350. ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ. Δεκαπενθήμερη εφημερίδα Κεφαλονιάς-Ιθάκης. Φύλλο 9. Δρχ. 20. ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Τρίμηνη έκδοση μελέτης εκπαιδευτικών θεμάτων. Τεύχος 4. Δρχ. 250. ΠΑΛΙΜΨΗΣΤΟΝ. Περιοδική έκδοση της Βικελαίας Δημ. Βιβλιοθήκης. Τεύχος 1. Δρχ. 400. ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας. Φύλλο 96. Δρχ. 50. ΠΑΝΘΕΟΝ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχος 851. Δρχ. 150. ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Μηνιάτικη έκδοση γνώμης Ν. Κοζά νης. Φύλλο 16. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Τεύχος 26. Δρχ. 200.
Ρούσικα παραμύθια. Μαρία Μόρεβνα. Μετ. Ανδριάνη Μπλάνα. Σελ. 12. Δρχ. 250.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμμάτων και τεχνών. Φύλλο 112. ΣΥΝΑΞΗ. Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθοδο ξία. Τεύχος 17. Δρχ. 300. ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ. Τεύχος 38.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ
ΦΑΡΟΣ ΤΟΥ ΤΑΥΡΙΟΥ. Φύλλο 15-16.
ΑΝΟΙΧΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Τεύχος 7. Δρχ. 130.
ΧΡΟΝΙΚΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ. Ετήσιο δελτίο της Ελληνι κής Εταιρείας Αισθητικής. Τόμος 21ος-22ος / 1982, 1983. Δρχ. 800. BALKAN STUDIES. A biannual publication of the In stitute for Balkan Studies. Vol. 24, No 2. Drs. 1000.
ΧΑΡΤΗΣ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 19. Δρχ. 250. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 313. Δρχ. 100. ΑΡΧΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ. Περιοδική έκ δοση της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών. Τόμος Ζ ', 1985. ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Μηνιαία έκδοση της Γ.Γ. Δημ. Τάξης. Τεύχος 23-24. ΑΥΤΟ. Μηνιαία εφημερίδα περιοδικό πολιτικού δια λόγου. Τεύχος 12. Δρχ. 50. ΓΥΝΑΙΚΑ. 15μερο γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 942. Δρχ. 150. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 51. Δρχ. 180. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 140. Δρχ. 200. ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ. Μηνιαίο περιοδικό για την αυτοδιοίκηση. Μάρτης 1986. ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας. Τεύχη 10, 11-12/85. ΕΥΒΟΪΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Φύλλο 40. ΤΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ. Περιοδική έκδοση ιστορικών σπου δών. Τεύχος 4. Δρχ. 600. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 5. Δρχ. 120.
ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ. Περιοδική έκδοση Εταιρείας Ναυπακτιακών Μελετών. Τόμος 2ος, 1984-1985. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχη 1408, 1409. Δρχ. 200. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Αφιέρωμα στη Θεσσαλονίκη. Τεύχος 1405. Δρχ. 950.
1 5 8 /δ ε λ τ ιο
12 Μαρτίου25 Μαρτίου 1986
κριτικογραφία
Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
Στην Κριτικογρα φία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπ αρονσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων π ου δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, κα ι κριτικές όημοσιευμέ, νες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά- φροντίζουν να μα ς στέλνουν ο ι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, α ν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.
ΚΡΙΤΙΚΟΙ Αθ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χαχζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίδης ΔΚ: Δ. Κσνιδάρης ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαβές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: θ. Μ. Πολίτης ΘΥ: θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρονικάς ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΔ: Κ. θ. Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμσνίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου
ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παισνίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος Τθ: Τ. θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π: Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΙ: Εικόνες Εθ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδόμη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία
Τύπος
ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ;) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη Ώρα ΗΜ: Ημερησίά ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan
ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης Πθ: Πολιτικά θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση Σθ: Σύγχρονα θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική
Πολιτική
Κοφίνης Λ.: Η κρίση του ελληνικού τύπου (Κ. Γιούργος, Play boy, Μαρτ. ’86)
Η έννοια της Αριστερός (ΘΥ, ΕΙ, 19/3) Φερλινγκέτι Λ.: Εφτά μέρες στην ελεύθερη Νικαράγουα (ΘΥ, ΕΙ, 19/3)
Φιλοσοφία
Διοίκηση
Τσάτσος Κ.: Η ζωή σε απόσταση (Ε.Ν. Μόσχος, ΝΣ, 1408) Σατελέ Φ.: Η φιλοσοφία (ΠΑ, ΟΤ, 13/3)
Πανταζόπουλος Σ.: Περί δημόσιας διοικήσεως (Δ. Στεργίου, ΟΤ, 13/3)
θρησκεία
Κοινωνιολογία
Ιωάννης.: Αποκάλυψη 1) Μεταγραφή Γ. Σεφέρη 2) Μορφή στα ελληνικά Οδυσσέα Ελύτη (Α.Μ. ΕΝΑ, 13/3)
Αξελός Α.: Η εκδοτική δραστηριότητα και η κίνηση των ιδεών στην Ελλάδα (Κ. Καλημέρης, ΔΙ, 139)
δ ε λ τ ιο / 1 5 9 Κωστόπουλος Σ.: Αυτοδιαχείριση (ΘΥ, ΕΙ, 19/3) Υγεία Κοινωνία Πολιτική (Γ. Προκόβας, ΔΠ, 63) Υφαντόπουλος Γ.Ν.: Ο προγραμματισμός του τομέα υγείας στην Ελλάδα (Π. Λινάρδος-Ρολμόν, 13/2) Meney Ρ.: Κλεπτοκρατία (Ν. Ιγγλέσης, Ελεύθερος, 12/3)
Οικονομία ΕΛΚΕΠΑ: Οι εξαγωγικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις της βό ρειας Ελλάδας (Α.Χ.Π., ΟΤ, 13/3) Θεοφίλου Μ.: Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και Ελληνι κή Κοινωνία (Μ.Μ., ΔΑ, 51) Λουλούδης Λ, κ.ά. Διερεύνηση κοινωνικών αναγκών και προοπτική ανάπτυξης (Μ. Μοδινός, Νέα Οικολογία, 11) Παναγιωτακόπουλος Δ.Χ.: Αποκέντρωση και παραγωγικότη τα (Μ. Μοδινός, Νέα Οικολογία, 17)
Οικολογία Βαλκανάς Γ.: Οικολογία (Μ. Μοδινός, Νέα Οικολογία, 13)
θετικές και εφαρμοσμένες επιστήμες Σπανός Μ.,-Σπανός Α: Φύση και άνθρωπος (Ν. Ιγγλέσης, Ελεύθερος, 12/3) Χρυσάνθης Α.: Από την ιστορία της οδοντιατρικής στην Κύ προ (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 51) Αωράν Ε.: Ο ψύλλος και οι γίγαντες (ΚΤ, ΕΘ, 12/3) Σπάρκς Τ.: Άγριο ζευγάρωμα (Κ. Γιούργος, Play boy, Μάρτ. ’8ή1
Τέχνες Δήμος Θεσσαλονίκης: Η παλαιολόγεια ζωγραφική στη Θεσσα λονίκη (Λ.Π., ΕΝΑ, 13/3) Ζαμβακέλλη Π.: Εισαγωγή στη βυζαντινή ζωγραφική (ΚΝ ΚΑ, 13/3) Κυριακίδης Α: Η συνέχεια επί της οθόνης (Κ. Κωτούλας, ΔΙ, 139) Σινίκη-Παπακώστα Ν.: Παλιά Γιάννινα (ΣΤ, ΕΛ, 21/3) Στάθης: Ο Αιθεροβάμων (Δ. Μητσαντής, ΔΙ, 139) Φασιανός Α.: Σχόλια (ΒΧ, ΑΥ, 25/3)
Γλώσσα Αθανασόπουλος Κ.: Η γλώσσα του στρατού (Γ.Ε.Δ, ΝΕ, 22/3)
Κλασική φιλολογία Αμανατίδης Δ.: θεσσαλονικείς επιγραμματοποιοί (Γ. Καρα βασίλης, ΔΙ, 139) Διοματάρη Ο.: Ο ποιητής γράφει την ιστορία του κόσμου (Σ. Μακρής, ΝΣ, 1408) Μαγγίνας Σ.: Ορφικά (ΑΦ, ΑΚ, 25/3)
Ποίηση Βοζίκης Π.: Καθ’ οδόν... (Κ.Π.Μ., ΔΠ, 51) Γαρίδης Κ.: Κάτι να μείνει (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 51) Γερολυμάτου Ε.: Αχρονομέτρηση (Η.Λ.Τ., ΔΑ, 51) Δημούλης Σ.: Οδός Ευθύνη Β' (ΓΜ, ΑΥ, 23/2) Εφραίμ του Αινίου.: Χρονογραφία (Κ. Χωρεάνθης, ΔΙ, 139) Ζαφειριού Λ.: Ανθολογία σύγχρονης κυπριακής ποίησης (ΘΥ, ΕΙ, 12/3) Κάββουρας Δ.: Συμφιλίωση (ΑΦ, ΑΚ, 22/3) Καρούζος Ν.: Συντήρηση ανελκυστήρων (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 23/ Κάσου Μ.: Τοπίο κατάβασης (Μ. Κεφάλας, ΔΙ, 139) Κάλλιας Σ.: Υπαρξιακός λόγος (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 51) Κοροπούλης Γ.: Γεσθημανή (Δ. Μπασαντής, ΔΙ, 139) Κουλούρης Γ.Χ.: Γόρδιος δεσμός (ΑΦ, ΑΚ, 22/3) Μπουζάνης Φ.: Παγά λαλέουσα (Ε.Γ.Ρ., ΔΑ, 51) Παπακωνσταντίνου Δ.Κ.: Φωτοσκιάσεις μεταιχμίου (Ε.Ν., Μόσχος, ΝΣ, 1408)
Παπαδοπούλου Θ.: Ιριδισμοί (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 51) Περικλέους-Παπαδοπούλου Ε.: 1) Χωρίς ήρωες 2) Υστερό γραφα (ΚΣ, ΝΕ, 22/3) Τσακνιάς Σ.: Ονειροσκόπιο (ΘΕΠ, ΕΣ, 542, 54")) Φουρτούνης Μ.: Η πληγή και το αλάτι (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 23/3) Φωτίου-Βλάχου Μ.: Κρατήρες (ΝΜ, ΡΙ, 23/2) Μπονφουά Υ.: Ποιήματα (ΘΥ, ΕΙ, 12/3) Τσέρτα Ρ.: Το χαμόγελο της κόρης (ΜΣ, ΑΚ, 20/3)
Πεζογραφία Βαλτινός Θ.: Μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο (Ε.Χ., ΕΝΑ, 13/3) Βογιατζόγλου Σ.: Το τσιφτετέλι (ΓΜ, ΑΥ, 23/2) Δαμιανίδη Α.:. Σκεύος ηδονής (Κ. Γιούργος, Play boy, Μαρτ. ’86) Δεληολάνης Δ.: Pusher (ΘΥ, ΕΙ, 12/3) Δοξιάδης Α.: Βίος παράλληλος (AM, ΕΝΑ, 13/3) Καλιότσος Π.: Το συμπόσιο (X. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 139) Κοτζιάς Α.: Φανταστική περιπέτεια (Μ Μόσχος, ΚΑ, 13) (Ε.Χ., ΕΝΑ, 13/3) Λάζου Μ.: Η διάρρηξη (ΓΜ, ΑΥ, 23/2) Μάρρα Ε.: Μια ιστορία για δυο (ZB, ΡΙ, 23/2) Μίσσιος X.: Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς (Γ. Φασούλας, αυ τό, 12) (ΚΣ, ΝΕ, 15/3) Παπαδάτου Β.: Η τελευταία πόρτα της νύχτας (Θ.Δ. Φραγκόπουλος, ΕΘ, 13/3) Παπακυριάκης Γ.: Ο τυφλός ταξιδιώτης (Ε.Χ., ΕΝΑ, 13/3) Παπανάγνου Μ.: Λαζογερμανοί (ΓΜ, ΑΥ, 23/2) Περδίκης Γ.: Ήμεροι θάνατοι (Η.Λ.Τ., ΔΑ, 51) Ραπτόπουλος Β.: Τα τζιτζίκια (X. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 139) Σουρούνης Α.:. Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι (ΜΚ, ΔΙ, 139) Φραγκιάς Α.: Το πλήθος (ΚΤ, ΕΘ,. 19/3) Αβερλαντί Φ.: Τίποτα στην Κάζα (ΘΥ, ΕΙ, 19/3) Λόορι Μ.: Κάτω από το ηφαίστειο (ΘΥ, ΕΙ, 19/3) Μπέκετ Σ.: Πρώτος έρωτας (Γ. Καραβασίλης ΔΙ, 139) Πούζο Μ.: Ο Σικελός (Κ. Γιούργος, Play boy, Μάρτ. ’86), (ΚΤ, ΕΘ, 12/3) Ρενουάρ Ζ.: Ο κανόνας του παιχνιδιού (ΚΤ, ΕΘ, 12/3) Τζέννινγκς Γ.: Ο ταξιδευτής (Κ. Γιούργος, Play boy, Μάρτ. ’86) Chaudler R.: Αντίο, γλυκιά μου (Δ. Μπασαντής, ΔΙ, 139) Φερναντέζ Ν.: Εγώ, ο Πιερ-Πάολο στα χέρια του αγγέλου (Κ. Γιούργος, Play boy, Μάρτ. ’86) Φιτζέραλντ Φ.: Ο παράδεισος του Πατ Χόμπυ (Δ. Μπασαν τής, ΔΙ, 139) Φλωμπέρ Γ.: Βιβλιομανία (Γ. Καραβασίλης, ΔΙ, 139)
Μελέτες Αθανασόπουλος Β.: Η θεωρία και η πράξη της αφηγηματικής τέχνης του Φώτη Κόντογλου (ΣΤ, ΕΛ, 21/3) Βασαρδάνης Σ.: Σκέψεις για την «Κοιλάδα των ρόδων» του Πάουλ Ντήνεχ (Ν. Ιγγλέσης, Ελεύθερος, 12/3) Βενιαμίν Λέσβιος (Ρ.Α., ΝΣ, 1408) Βρέλλης Γ.: Κώστας Κρυστάλλης (Μ.Μ, ΔΑ, 51) Γιάνναρης Γ.:. Οι έλληνες μετανάστες και το ελληνοαμερικανικό μυθιστόρημα (ΓΜ, ΑΥ, 23/2) Καλογιάννης Γ.Χ.: Ο Νουμάς και η εποχή του (ΣΤ, ΕΛ, 21/3) Σαχίνης Α.: Τετράδια κριτικής (Μ·Β·, Ραΐζης, ΝΣ, 1409)
Δοκίμια Καρυδογιάννη X.: Στους δρόμους του πνεύματος (Ε.Γ.Ρ., ΔΑ, 51) Λεβέντης Μ.: Το πρόσωπο (Ν. Ιγγλέσης, Ελεύθερος, 12/3) Μαλεβίτσης X.: Φιλοσοφία και θρησκεία (Η.Λ., Τσατσόμοιρος, ΔΑ, 51)
Αλληλογραφία Κοραής Α.: Αλληλογραφία (Φ. Ηλιού, Τα Ιστορικά, 4)
160/μικρες αγγελίες Παιδικά
μικρές αγγελίες ΖΗΤΟΥΝΤΑΙ από συγγραφέα, παντός είδους ελληνικά κείμε να (εφημερίδες, θεατρικά, νο μικά, επιστολές) του 8ου αιώ να. Τηλ.: 36.40.487. ★
ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ σε λογικές τιμές μεταφράσεις από γαλλικά και αγγλικά καθώς και επιμέ λεια κειμένων. Τηλ.: 68.13.428
ΑΓΓΛΙΑΑ καθηγητρια παραδίδει ιδιαίτερα μαθήματα. Τι μές προσιτές. Τηλ.: 76.50.754 πρωινά.
Αντωνίου-Αντωνάκου Ε.: Παραμύθια της Στερεάς Ελλάδας (ΘΥ, ΕΙ, 12/3) Δελώνης Α.: Ας παίξουμε τους μεγάλους (Γ. Καραβασίλης, ΔΙ, 139) Λόίζου Μ.: Το σκανταλιάρικο διαβολάκι (ΑΠ, ΑΥ, 13/3) Μανθόπουλος Δ.: Δρόμοι της Άνοιξης (Α. Δελώνης, ΔΙ, 139) Άντερσεν Χ.Σ.: 1) Ο χοιροβοσκός 2) Η τοσοδούλα 3) Το αη δόνι (ΑΠ, ΑΥ, 13/3) Perrault C.: Τα παραμύθια (ΕΑ, ΕΛ, 13/2)
Ιστορία Βάρφης Κ.: Η Κύπρος και τα νησιά Αιγαίου στόχος της Λεοπολδιανής Αποικιοκρατικής πολιτικής (ΚΣ, ΝΕ, 22/3) Κρανιδιώτης Γ.: Το κυπριακό πρόβλημα (ΚΣ, ΝΕ, 22/3) Λιβιεράτος Δ,: Κοινωνικοί αγώνες στην Ελλάδα (ΓΜ, ΑΥ, 23/ 2) Οι συμφωνίες Λίβανου-Γκαζέρτας-Βάρκιζας (ΓΜ, ΑΥ, 23/2) Παναγιωτόπουλος Β.: Πληθυσμός και οικισμοί της Πελοπσννήσου (13ος-18ος αιώνας) (Δ.Ι. Λόίζος, ΔΙ, 139) Στυλιανού Π.: Το κίνημα του Οκτώβρη του 1931 στην Κύπρο (ΚΣ, ΝΕ, 22/3) Φιλοπούλου-Δεσύλλα Κ.: Ταξιδιώτες της Δύσεως (X. Λάζος, ΔΙ, 139) Χατζηδημητρίου Κ.: Ιστορία της Κύπρου (ΚΣ, ΝΕ, 22/3) Χρυσάνθης Κ.: Αλέκτορα οφείλουμε στον Ασκληπιό (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 51) Baynes N.H.-MOSS H.ST.L.B. Βυζάντιο (ΠΚ, ΑΥ, 16/3)
Βιογραφίες-Μαρτυρίες Κόκκορη Μ.:Γ. Παπανικολάου. Μέσα από τη ζωή και το έργο του (ΚΤ, ΕΘ, 19/3) Φωτιάδης Δ.: Ενθυμήματα (ΣΤ, ΕΑ, 21/3) Χαραλαμπόπουλος Σ.: Η γενιά μου (ΚΤ, ΕΘ, 12/3)
Ταξιδιωτικά Κατράκης Π.: Ταξιδεύοντας στη Σοβιετική Ένωση (Η.Λ.Τ., ΔΑ, 51)
Περιοδικές εκδόσεις
ΣΚΙΤΣΟΓΡΑΦΟΣ με πείρα, που έχει δουλέψει στην Ελλά δα, και στο εξωτερικό, ζητάει συνεργασία, με εφημερίδες και περιοδικά. Τηλ.: 76.50.754 (92.30). ★
ΓΚΟΥΡΤΖΙΕΦ - ΟΥΣΠΕΝΣΚΥ κέντρο δέχεται μαθητές. Τηλ.: 81.32.262
Κάβε λέξη στις μικρές αγγελίες στοιχίζει 20 δραχμές
Ιωάννου Γ.: Φυλλάδιο 7,8 (Σ.Κ., ΕΛ, 13/2) Κοινωνία Οικονομία και Υγεία (Γ. Προκόβας, ΔΠ, 63) Παλίμψηστον (ΚΝ, ΚΑ, 13/3) Σύναξη (Α.Χ.Π., ΟΤ, 13/3)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Κ ΕΔΡΟΣ
Λ
τ ρ ία β ιβ λ ία γ ι α το Σ ε φ έ ρ η Νάσος Βαγενάς 0 ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ 0 ΧΟΡΕΥΤΗΣ
'Α λλα βιβλία τον
•
ίδιου στον Κέδρο:
Η Συντεχνία Βιογραφία Ο Λαβύρινθος της σιωπής Τα γόνατα της Ρωξάνης
Γιάννης Κιονρτσάκης
ιι.. ΠΌΧΑΣΜΟ ΤΟ* ΟΝ»
SiSSS” "®··" 'Αλλα βιβλία του ίδιου στον Κέδρο: Καρναβάλι και Καραγκιόζης Προφορική παράδοση και ομαδική δημιουργία
Τάκης Σινόπουλος ΤΕΣΣΕΡΑ ΜΕΛΕΤΗΜΛΤΛ
)
Αλλα βιβλία του ίδιου στον Κέδρο:
S
Νυχτολόγιο Ο χάρτης Πέτρες Το γκρίζο φως • · Τα χρονικό
Ολοκληρώθηκε η έκδοση του συλλογικού έργου των MAURICE DEBESSE - GASTON MIALARET
ΟΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Για τ ο υ ς εκπαιδ ευτικ ο ύς όλω ν τω ν β αθ μιδώ ν
Σύγχρονη θεματική Εγκυκλοπαίδεια των Παιδαγωγικών Επιστημώ ν
1 ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ (θεωρία και Φιλοσοφία της Παιδείας)
2 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩ ΓΙΚΗΣ
3 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ
5 ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
6 Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΟ Λ Ο Γ ΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ (Κοινωνικές πλευρές της Αγωγής)
7 ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑ ΚΑΙ Η Μ Ο Ρ Φ Ω Σ Η ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚ ΩΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΩΝ
4 Ψ ΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
8 Η ΔΙΑΡΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ Η Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Ο Π Ο Λ ΙΤ ΙΣΤΙΚΗ ΕΜΨΥΧΩΣΗ
Για την α να β ά θ μ ισ η τω ν π α ιδ α γ ω γ ικ ώ ν σ π ο υ δ ώ ν και σ τη χ ώ ρ α μ α ς
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΙΠΤΥΧΟ» Γ.Α. Β Α ΣΔ ΕΚ Η Σ και Σ ΙΑ Ο.Ε. Σ Ο Λ Π Ν Ο Σ 51, 106 72 Α Θ Η Ν Α ΤΗ Λ: 3613992 - 3610318