ΑΡΙΘ. 153 · 22.10.86 · ΔΡΧ. 200
ΝΕΑ ΕΤΝΟΡΑ - Δ. A. ΑΙΒΑΝΗ ΝΙ ΤΑ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» παρουσιάζουν στην ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ την κυρία του εγκλήματος
P.D. JAMES
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ · ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398
Σ Ε ΙΡ Α ΓΥ Ν Α ΙΚ ΕΙΟ Υ Β ΙΒ Λ ΙΟ Υ
Α λις Σ βαρτςερ Η »ΜΙΚΡΗ ΔΙΑΦΟΡΑ« ΚΑΙ Ο! ΜΕΓΑΛΕΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Α Λ ΙΣ ΣΒΑ Ρ Τ ΣΕ Ρ
ΕΦΗ Α Β Δ Ε Λ Α /Α Γ Γ Ε Λ ΙΚ Α Ψ Α Ρ Α
Η «μικρή διαφορά» και οι μεγάλες της συνέπειες
Ο φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου
Μετάφραση: λ ή δ α μ ο ς χ ο ν α
ΜΙΑ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ
: Ν τ ο ρ ις Λ ε ς ς ιν γ κ
...τραγουδάει το χορτάρι
Σ ΙΛ Α Ρ Ο Ο Υ Μ Π Ο Θ Α Μ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ 300 ΧΡΟΝΙΑ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΚΑΤΑΠΙΕΣΗΣ ΚΑΙ ΑΓΩΝΩΝ
ΝΤΟ ΡΙΣ ΛΕΣΣΙΝΓΚ
Σ ΙΑ Α Ρ Ο Ο Υ Μ Π Ο Θ Α Μ
... τραγουδάει το χορτάρι
Στο περιθώριο της ιστορίας
Μετάφραση: ΚΩΣΤΟΥΛΑ ΣΚΛΑΒΕΝΙΤΗ
Μετάφραση: ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΙΚΑ
εκδόσεις «γνώση» Κεντρική Διάθεση: ζωοδόχου Πηγής 29,106 81 Αθήνα, Tnfl. 362.0941 - 362.1194 · 778.6441
Συμπληρώστε τή σειρά των αφιερωμάτων του Τέλλος Ά γ ρ α ς (No 104) *
ΔΙΑΒΑΖΩ
Αντίσταση και Λογοτεχνία (No 58) Λατινοαμερικανική λογοτεχνία (No 59) Ο νορε ντε Μπαλζάκ (No 60) Δημήτρης Γληνός (N o 61) Τζέημς Τζόυς (No 62) Κιόστας Χατζηαργύρης (N o 63) Η γενιά των μπήτνικ (No 64) • Οι επίγονοι του Φρόυντ (No 65) Ζαν Ζενέ (N o 66) Επιθεύιρηση Τέχνης (N o 67) Ά γ ιο ν Ό ρ ο ς (N o 68) Νέοι λογοτέχνες (No 69) Γερμανόφωνο θέατρο (No 70) Σημειωτική (N o 71) * Αριστοφάνης (No 72) Ζακ Πρεβέρ (N o 73) Μικροασιατικός ελληνισμός (No 74) Λογοτεχνία και κινηματογράφος (No 75) Ιταλική λογοτεχνία (No 76) Μαρκήσιος ντε Σαντ (No 77) Κ.Π. Καβάφης (N o 78) Χ.Λ. Μ πόρχες.(Νο 79) Μιλάν Κούντερα (No 80) Μαργκερίτ Γιουρσενάρ (No 81) Αδαμάντιος Κοραής (No 82) Καολ Μαρξ (No 83) Σύγχρονα ολλανδικά γράμματα (N o 84) Μποοίς Βίαν (No 85) Αστυνομική λογοτεχνία (N o 86) Νέοι λογοτέχνες (N o 87) Κώστας Βάρναλης (No 88) Νεοελληνικό θέατρο (No 89) Τόμαν Μαν (N o 90) Φρειδερίκος Νίτσε (No 91) Κωνσταντίνος θεοτόκης (No 92) Ρολάν Μπαρτ (N o 93) Παιδικό βιβλίο (N o 94) Ναπολέων Λαπαθιιότης (N o 95) Ειιμανουήλ Ροίδης (No %) Εμίλ Ζολά (N o 97) Σταντάλ (N o 98) ΒιΟλίο και φυλακή (N o 99) Λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα (No 100) Μακρυγιάννης (N o 101) Λ ουκιανός (No 102) Ντιντερό (N o 103)
Ιούλιος Βερν (N o 105) Θ εόφιλος Καίρης (No 106) Αρχαία λυρική ποίηση (No 1 ίΙερό. Γκριμ. Ά ντερσεν (No 1 0 8 ^ Έ ρμαν Έ σσε (No 109) Αλμπέρ Καμύ (No 110) Βίκτωρ Ουγκό (No 111) Έντγκαρ Ά λ α ν Πόε (No 112) Φώτης Κόντογλου (N o 113) Φιλανδικά γράμματα (No 114) Σάμουελ Μπέκετ (No 115) Κοσμάς Πολίτης (N o 116) Το δοκίμιο (No 117) Αλέξανδρος Πάλλης (No 118) Κοινωνιολογία (N o 119) Ελληνικός Υπερρεαλισμός (No 120) Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι (No 121) Ευγένιος Ιονέσκο (No 122) Κυπριακά γράμματα (N o 123) Το χιούμορ (N o 124) Μισέλ Φουκώ (N o 125) Ζακ Λακάν (N o 126) Β υζάντιο (N o 129) Ελληνικό παραμύθι (No 130) /.αν-ΙΙω λ Σαρτρ (N o 127) θεσσα/.ονικη (N o 128) Ντοστογιέφσκι (N o 131) Ντ. X. Λώρενς (N o 132) Τ.Σ. Έ λιοτ (N o 133) Μαργκερίτ Ντυράς (No 134) Αριστοτέλης (N o 135) Σιμόν ντε Μπωβουάρ (No 136) Γιώργος θεοτοκ άς (No 137) Φ.Σ. Φιτζέραλντ (N o 138) Τένεση Ουίλιαμς (No 139) Ανδρέας Κάλβος (No 140) Φουτουρισμός (N o 141) Γιώργος Σεφέρης (N o 142) Γκυστάβ Φλωμπέρ (No 143) Γλωσσολογία (No 144) Ουμπέρτο Έ κο (No 145) Βι6λίο και στσ..τά:. (Slo 146) Αλέξανδρος Δ ουαάς (No 147) Βιολιά για το καλοκαίρι (No 148) Ά γ κ α θ α Κρίστι (No 149) Φρόυντ (No 150) Α ντονέν Αρτώ (No 151) Ό σκαρ Ουάιλντ (No 152)
ΜΕΔΟΥΣΑ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ Αστυνομικό Θρίλλερ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΩΝ 1. C. WOOLRICH: ΦΑΝΤΟΜ ΛΕΪΝΤΥ Μετάφραση: Γιάννης Χαραλαμπίδης Περίμενε να τον εκτελέσουν. Η μοναδική πιθανότητα να αποδείξει την αθωότητά του ήταν μια γυναίκα που είχε εξαφανιστεί από το πρόσωπο της γης. Ο καλύτερος του φίλος την ψάχνει και... Γυρίστηκε ταινία από τον Ρόμπερτ Σιόντμακ με πρωταγωνιστές τον Φράνσοτ Τόουν και την 'Ελλά Ρέϊνς.
L U O
2. W.R. BURNETT: ΧΑΪ ΣΙΕΡΑ
Μετάφραση: Ντίνα Σώτηρα Οι εφημερίδες τον είπαν «Λυσσασμένο Σκύλο». Τον Ρόι Ερλ τον είχαν πάρει τα χρόνια. Ξεκίνησε για το τελευταίο μεγάλο κόλπο πριν βγει στη σύνταξη. Συντάντησε τον έρωτα όταν... Γυρίστηκε ταινία από τον Ραούλ Γουώλ με πρωταγωνιστή τον Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ. 3. D. GOODIS: ΣΚΟΤΕΙΝΟ ΠΕΡΑΣΜ Α Μετάφραση: Νίκος Βα τό π ο υλο ς
θα κυκλοφορήσουν
0 Πάρρυ είχε φάει ισόβια για την δολοφονία της γυ ναίκας του. Ήταν αθώος και δεν είχε ιδέα ποιος θα μπορούσε να ήταν ο δολοφόνος. Δραπετεύει από το Σαν Κουέντιν. Μια γυναίκα που... Γυρίστηκε ταινία από τον Ντέλμερ Ντέιβις, με πρωταγωνιστές τον Χάμφρεϋ Μπόγκαρτ και την Λωρήν Μπακώλ.
1. Gordon de Marco Φθινοπωρινή Ζέστη Μετάφραση: Ντίνα Σωτήρα 2. D. Goodis Το φεγγάρι στον υπόνομο Μετάφραση: Αρίστος Γιαννόπουλος
4. F. BROWN: ΟΙ ΚΥΝΗΓΟΙ
Μετάφραση: Ανδρέας Αποστολίδης Ο Εντ Χάντερ είναι στο τέλος της εφηβίας του φλέγόμενος από τις ελπίδες ενός νέου, ικανός για πράξεις ενός άντρα ψάχνει για κάτι σημαντικό: τον άνθρωπο που σκότωσε τον πατέρα
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ: 1. Κάρεν Μπλίξεν: Επτά Γοτθικές Ιστορίες Μετάφραση: Κ. Κουντούρης
Κεντρική διάθεση: Δ. Μαραθιάς, Ζαλλόγγου 1, τηλ. 36 20 889 ΑΛΥΣΑΝΔΡΑΤΟΣ-ΠΙΤΟΥΡΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΙΑ Ε.Ε., ΣΟΛΩΝΟΣ114 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 36 45 822
ΔΙΑΒΑΖΩ Μην ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους: Μένη Κουμανταρέα (No 1)* Γιώργο Ιωάννου (No 9)* Διονύση Σαδβόπουλο (No 10)* Γαβριήλ Πεντζίκη (No 11)* Ιάκωϋο Καμπανέλλη (No 12) Νίκο Σβοριόνο (No 18) Μέντη Μποσταντζόγλου (No 19) Νίκο Πουλαντζά (No 27) Αλέξανδρο Κοτζιά(Νο 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Ά λκη Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Νίκο Καρούζο (No 48) Κ. θ . Δημαρά (No 53) Διόώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σπύρο Ασδραχά (No 61) Εμμανουήλ Κριαρά (No 62) Αλ. Φ ιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Πέτρο Αμπατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ (No 71) Λιλίκα Νάκου (No 72) Γιώργη Γιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δούκα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (No 77) Νάνο Βαλαωρίτη (No 79) Γιώργο Χειμωνά (No 80) Μαντιό Αραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαβούρη (No 85) Ασημάκη Πανσέληνο (No 88) Κώστα Μητρόπουλο (No 89) * Τα τεύχη -τοί’ <ιΐ|μπ<όνοντ(ΐι με uotcmioxo ύχοι·
Λο. Νικολαίδη (No 90) Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Νικηφόρο Βρεττάκο (No 97) Γιάννη Μανούσακα (No 99) Ανάστο Παπαπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μπουκουβάλα-Αναγνώστου (No 100) Φίλιππο Δρακονταειδή (No 102) Νάσο Δετζώρτζη (No 104) (No 136) Τάσο Αθανασιάδη (No 105) Jenn-Marie Drot (No 107) Λίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. Πετσάλη-Διομήδη (No 109) Ιωάννη Κακριδή (No 110) Σπύρο Πλασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρόιτσιώτη (No 115) Θανάση Βαλτινό (No 116) Γιάννη Δάλλα (No 117) Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου (No 118) Δημήτρη Τσαούση (No 119) Γ ιώργο Κατσίμπαλη (No 121) Ιωάννα Καρατζαφέρη (No 122) Κώστα Μόντη (No 123) Παναγιώτη Παπαδούκα (No 124) Αλέκο Σακελλάριο (No 124) Μανόλη Ανδρόνικο (No 125) Γ. Θ. Βαφόπουλο (No 126) Ναταλί Σαρότ (No 129) Δημήτρη Μαρωνίτη (No 130) Δημήτρη Παπαδίτσα (No 133) Νίκο Χουλιαρά (No 137) Ελένη Βακαλό (No 139) Χρηστό Γιανναρά (No 144) Ουμπέρτο Έ κο (No 145)
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Τάσος Καράναστάσης, Αριστοτέλης Νικολαίδης, Θανάσης Τζαβάρας και Άννα Ποταμιάνου ΕΡΕΥΝΑ: Παναγιώτης Κανελλόπουλος Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
6 9 12
Τεύχος 153 22 Οκτωβρίου 1986 Τιμή: Δρχ. 200 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Σοφία Γεμενάκη, Θεοδώρα Ζερβού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Πηνελόπη Βλάσση Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Έφη Λαμπαδαρίδου: Χρονολόγιο Βιρτζίνια Γουλφ Μαρία Θ. Αναστασοπούλου: Το λυρικό μυθιστόρημα και η Βιρτζί-νια Γουλφ Μαρία Κουτσουδάκη: Ποια είναι η κ. Ντάλλογουεϋ; Αφροδίτη Μ. Παναγή: Το θέμα του καλλιτέχνη στο «Προς το Φά ρο» της Γουλφ Έφη Λαμπαδαρίδου: Διάνοια και φαντασία στον Ορλάντο της Βιρτζίνια Γουλφ Λιάνα Σακελλίου - Schultz: Τα Κύματα και η «υπόγεια» μεταφορά τους Μαρία Κουτσουδάκη: Ο «Έλληνας» Ιάκωβος: Η Ελλάδα στο Δω μάτιο του Ιάκωβον (Jacob’s Room) Ολυμπία Καράγιωργα: Ο έρωτας στο έργο της Βιρτζίνια Γουλφ Σοφία I. Καζάκου: Η φεμινιστική άποψη της Β. Γ. μέσα από δύο δοκίμιά της Μαρία Τσάτσου: Ένα γράμμα της Βιρτζίνια Γουλφ για την Ελλάδα Σοφία I. Καζάκου: Κατάλογος ελληνικών εκδόσεων έργων της Βιρτζίνια Γουλφ
14 21 28 31 34 39 42 50 52 55 58
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Νίκος Δεμερτζής ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Μ. Γ. Μερακλής ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Κώστας Χωρεάνθης ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι: Χρίστος Παπαγεωργίου και Θ. Ψαλιδόπουλος ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Δ. I. Λοίζος
59 62 64
ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ο Αντ. Δελώνης
61
68 72
Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθαναοόπουλος. Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
73
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
78
στο επόμενο «Διαβάζω»
αφιέρωμσ στον Γ καίτε
6/χρονικα W
ΰ
ια λ ο γ ο ι
Όλα τα γράμματα, που απευθύνονται αποκλειστικά στο «Διαβάζω» και που παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο εν διαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (εφόσον είναι σύντομα) είτε αποσπασματικά (εάν είναι εκτενή). Για το λόγο αυτό, παρακαλούνται οι αναγνώστες που μας γρά
Βιβλιογραφικά της Α. Κρίστι Θεσσαλονίκη 5.9.86 Αγαπητό «Διαβάζω» Αγαπητέ κύριε Γαλάντη. Στην αξιόλογη προσπάθειά σας να βιβλιογραφήσετε τις ελληνι κές μεταφράσεις των έργων της Άγ κα θα Κρίστι (Διαβάζω τ. 149, 31/7/86, σ. 54-58) θα ήθελα να συμβάλω προσθέτοντας ορισμέ νου ς τίτλους από τη συλλογή μου. Αφορούν μεταφράσεις π ε ρισσότερο ή λιγότερο πιστές στο πρωτότυπο, με σ υντμήσεις κάπο τε ή σημεία εμφανώς διασκευα σμένα στου Γιώργου Τσουκαλά λ.χ. εύκολα διακρίνεται το χαρα κτηριστικό του ύφος. Στην κατά ταξη ακολουθώ τη χρονολογική σειρά του άρθρου σας και τον ίδιο αύξοντα α ριθμό των έργων: 8. The Big Four, 1927. Το αίνιγμα των τεσσάρων. Μετ.: Δ.Σ. < Α θ ή ν α > , Εκδό σ εις «Η νυχτερίδα». Εβδομα διαία βιβλία αστυνομικών π ε ριπετειών, χ.χ. < π ρ ο 1954>. Σελ. 50. - Αρκετές σ υντμή σ εις και διασκευές. Επιμελη τής της έκδοσης ο Στέλιος Ανεμοδουράς. Τιμή 2.000. 9. The Mystery of the Blue Train, 1928. Τρία ρουμπίνια... κι ένα ς φό νος.... Μετ.: Γ. ΤΣουκαλάς. < Α θ ή ν α > , Εκλεκτή Βιβλιο θήκη [ Παγκόσμιος αστυνομι κή φιλολογία 2], χ.χ. <1 9 6 6 ;> . Σελ. 138. - Εκδό της αναφέρεται ο Χριστόφο ρος Γεωργόπουλος. Αγίας Ζώνης 23, Κυψέλη.
φουν να είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν και να σημειώ νουν το πλήρες ονοματεπώνυμο και την ακριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, για να δημοσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στα γραφεία του περιοδικού τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν από την ημέρα κυκλοφορίας του τεύχους.
12. Murder at the Vicarage, 1930. Φόνος στο Αββαείο. Μετ.: Αλεξ. Ρόη. < Α θ ή ν α > , Ελικών, χ.χ. Σελ. 158. 22. The A B C Murders, 1935. α'. Το τρίγωνο του θανάτου. Μετ.: Φάνης Ανθής. < Α θήνα >, Εκδόσεις «Π», 1971. Σελ. 1 2 7 ^ - Εκδότης ο Σ. Κανέλλος, =ηρογιάννη 25. β'. Από τον Πάπυρο, αν δεν κάνω λάθος, κυκλοφόρησε μετάφραση του ίδιου έργου στη σειρά Βίπερ και με τίτλο «Φόνος (;) Α Β Γ ». Δ εν είναι δύσκολο, πιστεύω, να το εξα κριβώσετε. 30. Hercule Poirot’s Christmas, 1938. Το πιο σκοτεινό έγκλημα. Μετ.: Έ λ εν α Παρασκευαΐδου. Αθήναι, «Τα ωραιότερα αστυνομικά», 1957. Σελ. 158. - Έ κδ οσ η με κάποιες αξιώ σεις, αρκετά πιστή στο πρω τότυπο. Σας στέλνω φωτοτυ πίες των εξωφύλλων αυτής και τη ς επόμενης έκδοσης του ίδιου εκδότη. Π ροσέξτε την απόδοση του μικρού ο νόματος τη ς συγγραφέως. 57. Dead M an's Folly, 1956. Το μυστήριο του Νάσκομπ. Μετ.: Ανδρέα ς Γκιων. Α θ ή ναι, «Τα ωραιώτερα (sic) αστυνομικά», 1957. Σελ. 132. - Ακολουθεί στις σελ. 133 ώς 144 ένα «ντεντεκτιβικό διή γημα» άγνωστου συγγραφέα με τίτλο «Μια περίεργη κρύ πτη». 63. The Clocks, 1963. Το έγκλημα της οδού Κρέσεντ. Μετ.: Ε. Γονατοπούλου. < Α θ ή ν α > , Σκαραβαίος [Αστυνομικά αριστουργήμα τα 6], χ.χ. Σελ. 140. Τέλος, μια συλλογή διηγημά
των της Ά . Κρίστι με τίτλο: Το καρρέ του θανάτου. Μετ.: Στέλλα Βουρδουμπά. < Α θ ή ν α>, Ελικών, χ.χ. Σελ. 156, φέ ρεται ως μετάφραση από πρω τότυπο τιτλοφορημένο: Bewa re the King of Clubs. Συμμεριζόμενος τις διαπι στώσεις τη ς εισαγωγής του άρ θρου σας (σελ. 54) και ελπίζον τας ότι συνεισφέρω στο ελάχι στο σε μια μελλοντική όσο γί νεται πληρέστερη (και -γ ια τί ό χι;- αυτοτελή) παρουσίαση του θέματος, σας χαιρετώ φιλι κά. Τάσος Καραναστάσης ★
Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Τάσο Καραναστάση για τις πληροφορίες και τα καλά του λόγια. Το ενδιαφέρον του για τη συμπλήρωση της εργογραφίας της Κρίστι μας συγκίνησε. Θα άξιζε να ασχολη θεί κανείς με το ιστορικό των μεταφρασμένων βι βλίων της Κρίστι στον τόπο μας. Την ώρα που το αφιέρω μα της Κρίστι βρισκόταν στο τυπογραφείο, ανακαλύ ψαμε κι άλλες 5 μεταφρά σεις και τις δημοσιεύσαμε με τα βιβλιογραφικά τους στοιχεία στο τεύχος αριθ. 150. Σας αναφέρουμε τους τίτλους, ακολουθώντας τη χρονολογική κατάταξη και αύξοντα αριθμό που ακο λουθήθηκε στη δημοσιευ μένη μας καταλογογράφηση.
χρονικα/7 7. The Murder of Roger Ackroyd. (ελλ. τίτλος:. Ο φόνος του Ρότζερ Ακρόυντ. 8. The Big Four. (ελλ. τίτλος, Ο Δολοφόνος ήταν...). 22. The A BC Murders (ελλ. τίτλος: Φόνοι κατ’ αλφαβητική σειρά). 30. Hercule Poirot's, ή Murder for Christmas (ελλ. τίτλος Ιερο τελεστία Αίματος). 44. The Hollow (ελλ. Τίτλος Βήματα προς το θάνατο.)
Το 7 είναι πρόσφατη έκ δοση και ενώ διαφημίστηκε στο περιοδικό μας, στο αφιέρωμα της Κρίση, δεν είχε κυκλοφορήσει όταν κάναμε την καταγραφή. Το 22 από ό,τι μας βεβαίωσε ο εκδοτικός οίκος είναι και νούρια μετάφραση. Το ίδιο βιβλίο δεν εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο που ανα φέρετε, σύμφωνα με τις πληροφορίες που οι υπεύ θυνοι μας έδωσαν.
Απ’ το αφιέρωμα στον Φρόυντ Αθήνα, 20.9.1986 Αγαπητό «Διαβάζω», Οφείλω να συγχαρώ το επιτελείο του «Διαβάζω» που ανέλαβε την έκδοση του τεύχους (150) Φρόυντ. Ιδίως οι ερωτήσεις που υπεβλήθησαν στους τρεις «ειδι κούς και στοχαστές», είναι συνταγμένες και επιλεγμένες (από το «άπειρο» πλήθος των σχετι κών ερωτήσεων) με γνώση αλλά και ευνουχιστική πιθανώς έλλει ψη και πρόθεση, ούτως ώ στε-οι αλήθειες και οι πλάνες που συαπεριέχουν με αλχημική όντως αναλογία, να οδηγούν, όχι προ φανώς στην εύρεση του «φιλο σοφικού λίθου» των απαντή σεων, αλλά να ενεργούν οπωσ δήποτε ως προβλητικά τεστ στους «τρεις σοφούς» που απευ3ύνονται. Επιεικώς, η παραπληροφόρη ση, νομίζω, επέτρεψε στον κ. Γζαβάρα να χαρακτηρίσει έναν από τους μεγαλύτερους ψυχιά τρους του αιώνος, τον Ludwig
Binswanger ως ένα «συμπαθή συνοδοιπόρο-συνεχιστή» του Φρόυντ, προσθέτοντας - ε ξ ιδίων ίσως;- «αλήθεια πόσοι γνωρίζουν στην Ελλάδα αυτό το όνομα;», ωσάν η φράση αυτή να σήμαινε κάτι. Ο Μπίνσθάγκερ υπήρξε, βέ βαια μαζί με τον Γιουγκ, ένας από τους πρώτους και εξαιρετι κούς συνεργάτες (εκτός Βιέν νης) του Φρόυντ, με τον οποίον διετήρησε μάλιστα μια μακρο χρόνια και πολύτιμη αλληλογρα φία. Ό μ ω ς ήταν ασφαλώς ο πιο ριζοσπαστικός και βαθύς κριτι κός (και κατά συνέπεια αιρετι κός) ενός δογματικού φροϋδικού κυκλώματος, στηριζόμενος αρχικώς μεν στην Φαινομενολογία του Husserl, αργότερα δε στην οντολογία του Χάιντεγγερ. Ο Μπίνσθάγκερ, εκτός των άλλων, χαρακτήρισε π.χ. την φροϋδική σκέψη, ως αυτήν, του homo natu re. Είναι ο «πατήρ» της Daseinsanaluse ή της οντοαναλυτικής ψυ χιατρικής που (εκτός Ελβετίας και Γερμανίας κυριαρχούσε στην ψυχιατρική πρωτοπορία των Παρισίων κυρίως κατά τα έτη 1950 έως 1960, με στενούς θαυμαστές ή συνοπαδούς του τους Ε. Min kowski, Henrie Ey, Merleau-Ponty και μάλιστα τον Lacan, ο οποίος επηρεάσθηκε βαθύτερα, επίσης, από την ψυχιατρική οντολογία του Μπίνσθάγκερ). Ω ς φαινομε νολογική, οντοαναλυτική ψυχια τρική ή existential analysis, όταν το παλιρροϊκό ρεύμα ξανάφερνε από την Αμερική την ψυχανάλυ ση στην Ευρώπη ο Μπίνσθάγκερ με πρώτους μαθητές τον Rollo May, Η. Ellenberger, A.D. Weissman κ.λ.π. κατακτούσε όχι μό νον το βόρειο ημισφαίριο αυτής της ηπείρου αλλά και το νότιο: Αρκεί να αναφέρω το όνομα του Ε. Krapf. Η επίδραση της «Exi stential Analysus», όπως αναφέρεται συνήθως στην Αμερική ή Daseinsanalyse υπήρξε τεράστια για την εξέλιξη της ψυχανάλυσης και της όλης ψυχιατρικής. Ω ς «παρατσούκλι» τρόπον τινά δη μιούργησε επίσης την «αντιψυχιατρική» που εξεδηλώθη ως γνωστόν κυρίως στην Αγγλία με τους Cooper και Laing. Να προσ θέσω ότι αυτή τη στιγμή στη μετα-λακανική περίοδο, η παρουσία το υ Μπίνσθάγκερ γίνεται εκ νέου έντονα αισθητή με ποικίλες μεταφράσεις των έργων του όπως εξάλλου και του Χάιντεγ-
ΡΟΜΠΕΡΤ ΜΟΥΖΙΛ
ΔΕΣΜ ΟΙ
κών, τής Κλαουντίνε καί τής Βερονίκης, συνθέ τουν τήν ιστορία τής γυ ναίκας πού “παλεύει” νά σπάσει τά δεσμά της, άκόμα καί όταν αύτά τά δεσμά έχουν θεμελιωθεί πάνω στην άγάπη. Ό Μούζιλ, μέγας γνώστης τής γυναικείας ψυχολο γίας, μπαίνει στήν καρδιά καί τής πιό μικρής λεπτο μέρειας γιά νά δείξει στό τέλος δτι μέσα στη «τυχαιότητα» των πάντων τί ποτα δέν είναι τυχαίο. ’Αναμφισβήτητα πρό κειται γιά λογοτεχνία σέ μιάν άπό τίς καλές καί άκριβές της ώρες...
Εκδόσεις Νεφέλη Μ Α Υ Ρ Ο Μ ΙΧ Α Λ Η 9 Α Θ Η Ν Α 10 679 Τ Η Λ . 36.04.793
&. %
8/χρονικα
γερ; Μολονότι: «στραβοκατάλαβα τον Χάιντεγγερ και γι’ αυτό ίσως το έργο μου είναι καρποφό ρο». Αυτού του είδους βέβαια οι φράσεις δεν έχουν τη θέση τους μέσα στη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρεία που δια του Παρισινού τμήματός της εξόρισε τον διατεινόμενο «επιστροφή» στον Φρόυντ, Λακάν. Αλλά αν ο κ. Τζαθάρας είναι αμφίθυμος απέναντι της Δ.Ψ.Ε., που από τη μια μεριά τη χαρακτηρίζει ως ψυχαναλυτι κά ουδέτερη και λίγες γραμμές πιο κάτω χαρακτηρίζει επίσης τα πλαίσιά της ως μια χώρα του «υπαρκτού φροϋδισμού» (κι όχι μόνον της Βόρειας Αμερικής βέ βαια), η κ. Ποταμιάνου με μια μο νολιθική και «μοναρχική», θα έλεγα, πεποίθηση διατυπώνει με ευθύτητα τη σκέψη της, λέγουσα ότι η ψυχαναλυτική θεωρία και πράξη δεν μπορεί να αποστασιοποιηθεί από την «αρχή της» (Uhr) και τον «πόλο αναφοράς» που εί ναι ο «γενάρχης» Φρόυντ· με πρόσθετη μάλιστα την «έννοια της οφειλής» προς αυτόν. Δ ιευ κρινίζει δε, ότι πέραν του κυκλώ ματος αυτού καλύτερα να μην χρησιμοποιείται η λέξη ψυχανά λυση. Ο υποφαινόμενος μαζί με τους Γιουγκ, Ράιχ, Μπίσβάγκερ, Λακάν (αυτούς τουλάχιστον που αραδιάζει ο κ. Τζαβάρας ως «ανι στόρητη συγκατοίκηση») θα συμ φωνούσα απολύτως με την κ. Ποταμιάνου για τον περιορισμό του όρου «ψυχανάλυση» στα όριά του και όχι βέβαια στην φαντασιωτική «καταβρόχιση» όλης
σχεδόν της ψυχιατρικής και ψυ χοθεραπείας όπως φαντάζει στους εκλαϊκευτές και μεταπρά τε ς των ιδεών, στη σύγχυση των μαζών και των αδαών, πράγμα που έγινε αντικείμενο εκμετάλ λευσης και από πολλά μέλη ή μη τη ς «Εταιρείας», τους «ψυχανα λυτικούς ψ υχοθεραπευτές» (οποίος πλεονασμός!), τους «ψυ χαναλυτικά πεφωτισμένρυς», κα θώς «και από την γνωστή χορεία των τσαρλατάνων που ανθεί σε όλες τις χώρες του κόσμου», όπως λέγει προσφυώς ο κ. Τζα βάρας. Δ εν ξέρω αν η πρόταση αυτή της κ. Ποταμιάνου θα έλυε κανένα πρόβλημα του τελευταί ου, αλλά οπωσδήποτε θα συντε λούσε σε μια διάλυση της απερί γραπτης σύγχυσης των τριών Ψ., ή τοι της Ψυχιατρικής, της Ψ υχο λογίας και της Ψυχανάλυσης που δεν κατέχει μόνον τους αμύη τους αλλά και πολλούς από τους παθιάρικα μεμυημένους.
Το γράμμα αυτό δεν είναι απά ντηση στην επιστολή του κ. Αρι στοτέλη Νικολαΐδη, που εξάλλου αφορά κατά κύριο λόγο άλλον συνεργάτη. Είναι απλώς έκφρα ση ευχής: να εδραιωθεί κάποτε στην Ελλάδα επιστημονικός διά λογος που να απέχει από προσω πικούς χαρακτηρισμούς και ακα τανόητες οξύτητες. Εκτός αν δε χθούμε, ότι η επιθετικότης δεν ελέγχεται και ότι η «προβολή» είναι απαραίτητη ως μηχανισμός ψυχικής λειτουργίας. Ίσως θα μπορούσα να διατυ πώσω και άλλη μια ευχή: κάποτε να αφιερωθεί μια συζήτηση ή ένα δημοσίευμα στο θέμα «Διάλογος και διαλεκτική. Έ ν α πάθος και ένα πάθημα των Ελλήνων».
Το γράμμα του κ. Αριστοτέλη Νικολαΐδη θέσαμε υπόψη του κ. Θανάση Τζαβάρα και της κ. Αννας Ποταμιάνου, οι οποίοι μας έστειλαν τις ακόλουθες απαντήσεις. 1. Το κείμενό μου στο «Διαβά ζω» δεν απευθύνεται (μόνο) στον κ. Αριστοτέλη Νικολαΐδη και κατά
|! l |p § L
Φιλικά, Αννα Ποταμιάνου
© (F 3 M IW και τα χρ ώ μ α τα ΟάβΤϋ*»
( p
a
Θανάσης Τζαβάρας ★ Αγαπητό «Διαβάζω»,
Αριστοτέλης Νικολαΐδης
ϋ ΙΙΡ ΙΙΙ !!!ΙΙ!§ &
i
συνέπεια μου προκαλεί κατάπλη ξη το προσωποπαγές της «επι στολής» του. 2. Εάν αδικείται, κατά την κρίσιν του, η μνήμη του Binswanger ας την προστατεύσει με τα πρέπο ντα επιστημονικά επιχειρήματα. 3. Δ εν έχω τέλος, τίποτα να απαντήσω στον κ. Α. Νικολαΐδη, διότι αρνούμαι δημόσια μη επι στημονική διαμάχη με παραχρησιμοποίηση ψυχιατρικών με θόδων.
& e
a
s mmm
Κ
o
α
ΐ
Β
ΚΑΑΕΝΤΗΣ Τηλ. 3234.270
Β
β
·
Π α ν α γ ιώ τ η ς Κανελλόπουλος Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, που π έθανε στις 11 Σεπτεμβρίου 1986, είχε από το 1918 μια πλούσια δραστηριότητα και μια έντονη παρουσία στην πνευματική και πολιτική ζωή της χώρας μας. Ή τα ν ο στοχαστής, ο συγγραφέας, ο επιστήμονας, ο καθηγητής, ο ποιητής, ο φιλόσοφος, ο ιστορικός, ο κοινωνιολόγος, ο ακαδημαϊκός, ο πολιτικός... Μ ’ όποια όμως ιδιότητα κι αν εμφανιζόταν, η έκφρασή του χαρακτηριζόταν πάντα από την προσήλωσή του σ ε ό,τι πίστευε. Κι όπως ο ίδιος έγραψε: «Η εποχή μας χ ρειάζεται πίστη»... Τώρα, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος βρίσκεται πέρα από τα καθημερινά πάθη και τις καθημερινές τριβές. Είναι λοιπόν καιρός να εκτιμηθεί ψύχραιμα το έργο του και η ζωή του για να αξιοποιηθεί η προσφορά του. Μ ’ αυτή την έννοια το «Διαβάζω» συνεισφέρει αυτή τη στιγμή τα λίγα στοιχεία που ακολουθούν.
Βιβλία του Παναγιώτη Κανελλόπουλου • Ο Σταθμός. Έ ν α μονόπρακτο. Σελ. 16. • Ρυθ μοί στα Κύματα (ποιήματα). Αθήνα, 1920. Σελ. 48. • Η λυτρωμένη από το σόι που χάθηκε (μυθιστόρη μα). Μόναχο, 1923. Σελ. 115. • Evolution und Fortschriti. Athen, 1926. Pag. 30. • Η Κοινωνία των Εθνών. Αθήνα, 1926. Σελ. 105. • Π ερί των μεθόδων της κοινωνιολογίας. Αθήνα, 1926. • Π ερί της εννοίας του Δ ιεθνού ς δικαίου από κριτικοφιλοσοφικής απόψεως. Δοκίμιον. Αθήνα, 1926. Σελ. 32. • Κοινωνιολογία των ιμπεριαλιστικών φαινομένων. Αθήνα, 1927. • Soziologisches Denken und soziologische Wissenschaft. Kolner Vierteljahtshefte fur Soziologie, I. Jahrgang, Heft 3. 1928.
• Η Κοινωνία της Εποχής μας. Αθήνα, 1932. Σελ.
211 . • Die Grundrichtungen der Gesselschaftslehre Lorenz von Steins. (Archiv fur Geschichte der Philosophie und Soziologie, Band 39, Heft 3/4. 1932. • Ιστορία και Πρόοδος. Εισαγωγή εις την Κοινωνιολογίαν της Ιστορίας. 1933. • Ο Ανθρωπος και αι κοινωνικοί αντιθέσεις. Α θή να, 1934. Σελ. 228. • Observations historiques sur Γ idee de la societe. Pa ris, Rivista di Sociologia. 1934, Σελ. 11. • Η Πνευματική Νεοελληνική κοινωνία. Αθήνα, 1935. Σελ. 41. • Προβλήματα Φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας της Ιστορίας. Αθήνα, 1936. Σελ. 111.
• Ιστορία και κριτική των Κοινωνιολογικών Θεω ριών. (Μ έρος A', «Auguste Comte και Herbert Spen cer»). 1929. • Κοινωνιολογία. Αθήνα, 1930. Σελ. 50.
• Die Einsamkeit in ihrer gemeinschaftlichen und gesellschaftlichen Problematik. (Reine und angewandte Soziologie. Eine Festgabe fur Ferdinand Tonnis zu seinem achtzigsten Geburtstag). 1936.
• Κάρολος Μαρξ. Συμβολή εις την Ιστορίαν των Οι κονομικών και Κοινωνικών Θεωριών. Αθήνα, 1931. Σελ. 170.•
• Απλοί φθόγγοι. (Συλλογή ποιημάτων με το ψευ δώνυμο Αίμος Αυρήλιος). 1939.
• Das Individual als Grenze des Sozialen und der Erkenntnis: Soziologie contra Soziologismus. (Archiv fur angewarndte Soziologie, Band III, Heft 2). 1931.
• Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος. Τόμος πρώ τος. Αθήνα, Αετός, 1941. • Η Ελλάς και ο πόλεμος. Κάιρο, 1942. Σελ. 32.
10/χρονικα • To Ε.Ε.Κ. 1935-1942. Εξέλιξη και ιδεολογική θεμελίωση. Αθήνα, Μάρτης 1942. Σελ. 72.
Verlag, Miinchen - Ahbreck Hanover. 1962. (Ταυτό χρονη έκδοση στα αγγλικά).
• Θα σας πω την αλήθεια. Αθήνα, 1943.
• Από τον Μαραθώνα στην Πύδνα και ώς την κατα στροφή της Κορίνθου. 490-146 π.Χ. 1963.
• Επιστολές προς τους φίλους μου. Αθήνα, 1943. • Les causes et les buts de cette guerre. (L’ Egypte contemporainne. Revue de la Societe Fouad 1er d’ Economie politique, de Statistique et de Legislation, To me XXXIV) 1944. • Τι οφείλει στην Ελλάδα η Διεθνής Δικαιοσύνη. Αλεξάνδρεια, 1944. Σελ. 40. • 1935-1945. Έ να ς Απολογισμός. Αθήνα, 1945. Σελ. 68. • Θα σας πω την αλήθεια. Β ' έκδοση. Αθήνα, 1945. Σελ. 63. • Ο κύκλος των Σονέττων. 1945. • Ο Πόλεμος και το Μέλλον. Διδάγματα και αιτή ματα. Αθήνα, 1946. Σελ. 59. • Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, Β ' τόμος. Αθήνα, Οι φίλοι του βιβλίου, 1947. Σελ. 500. • Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος, Α ' τόμος (επανέκδοση). Αθήνα, Οι φίλοι του βιβλίου, 1947. Σελ. 492. • Ό λιβερ Κρόμβελ. Βιογραφικό χρονικό σε πέντε πράξεις. Αθήνα, Τυπογραφεία Μ. Μυρτίδη, 1947. Σελ. 113. • Ο Εικοστός Αιώνας. Η πάλη μεταξύ του ανθρωπι σμού και της απανθρωπίας. Αθήνα, 1951. Σελ. 238. • Ο Χριστιανισμός και η Εποχή μας. Από την Ιστο ρία στην Αιωνιότητα. Αθήνα, Πυρσός 1952. Σελ. 231.
• Athen Knorr und Hirth Verlag. 1964. (ταυτόχρονη έκδοση στα γαλλικά και στα αγγλικά). • Cinque dialoghi ateniesi. Capelli Editore, Roma, 1964. • Τα χρόνια του Μ εγάλου Πολέμου, 1939-1945. 1964. • Ιστορία του Ευρωπαϊκού Π νεύματος (σε νέα μορ φή). Πρώτο μέρος (δύο τόμοι): Από τον Αυγουστίνο στον Μιχαήλ Άγγελο. 1966. • Ascent to Faith. Exposition Press, New York. 1966. • Γεννήθηκα στο 1402. Β ' έκδοση, 1967. Γ ' έκδ. 1981. Αθήνα, Εστία. • Reflexions sur la Gr6ce et Γ Europe (στον τόμο «L’ heritage vivant de P Antiquitd’ grecque», Mouton and Co. La Haye, Paris, 1967. • Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος. Δεύτερο Μ έρος (δύο τόμοι): Από τον Λούθηρο στον Μπαχ. 1968. • Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος. Τρίτο Μ έ ρος (τόμοι τρεις): Από τον Βολταίρο στον Γκαίτε. 1970. • Five Men, Five Centuries (Solon, Sophocles, Dion, Cydias and Diaios). Weidenfeld and Nicolson, London, 1971.
• Μ εταφυσικής προλεγόμενα. Ο Άνθρω πος - ο Κόσμος - Ο Θεός. Αθήνα, 1956. Σελ. 338.
• Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος. Τέταρτο Μ έρ ος (τόμοι δύο): Από τον Μ πετόβεν στον Κητς. 1974.
• Πικροδάφνες. Ποιήματα. 1955.
• Ιστορικά Δοκίμια. 1975.
• Αγόρευσις κατά την Γ Συνεδρίασιν της Βουλής της 29ης Νοεμβρίου 1956. Περί του Κυπριακού περί των εν Ουγγαρία και Μέση Ανατολή γεγονότων. Αθήνα, 1956. Σελ. 19.
• Ημερολόγιο. 31 Μαρτίου 1942 - 4 Ιανουάριου 1945. 1977.
• Π έντε Αθηναϊκοί διάλογοι, 51 έως 529 μ ετά Χρι στόν. Ελλάς και Χριστιανισμός. Αθήνα, 1956. Σελ. 233.
• Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος. Αθήνα, Γιαλλελής. Β ' έκδοση. 1977. • Η Πάτρα της Μπελ Επόκ. (Ιστορικό και αυτοβιογραφικό δοκίμιο στον τόμο «Πάτρα 1900» του Α λέκου Μαρασλή). 1978.
• Προεκλογικός λόγος προς τον λαόν των Πατρών (16 Φεβρουάριου 1956). Πάτρα, 1956. Σελ. 29.
• Ιστορικά δοκίμια, Β ' έκδοση. 1979.
• Το τέλος του Ζαρατούστρα. Αθήνα, Πυρσός, 1956. Σελ. 277.
• Δοκίμια και άλλα κείμενα σαρανταπέντε ετών (1935-1980) 1980.
• Γ εννήθηκα στο 1402. Αθήνα, 1957. Σελ. 730. • Hyperion und der neugriechische Geist. (Siebenberg Verlag, Frankenau). 1959. • Flint Athener Dialoge. Walter Verlag, Olten und Frei burg im Breisgau, 1961.• • Mistra. Das byzantinische Pompeji. Knorr und Hirth
• Heidelberg, ο χρυσός κρίκος του πνευματικού δ ε σμού μας. (Αφιέρωμα στον Κωνσταντίνο Τσάτσο). 1980. • Γεννήθηκα στο 1402, Γ ' έκδοση. 1981. • Έ λληνες και Βούλγαροι. (Ιστορική εισαγωγή στο βιβλίο του Νικολάι Τόντορωφ «Η βαλκανική διάστα ση της Επανάστασης του 1821»), 1982.
χρονικα/11 • Ιστορία της αρχαίας Ελλάδος. Αθήνα, Γιαλλελής, 1982.
προσωπική μου ανιδιοτέλεια και την καλή μου πίστη.»
• Ο Χ ριστιανισμός και η Εποχή μας. Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» 1985. Σελ. 276.
(Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Η ζωή μου, σελ. 205,206).
• Η Ζωή μου. Η αλήθεια για τις κρίσιμες στιγμές τη ς Ιστορίας του Έ θ ν ο υ ς από το 1915-1980. Αθήνα, Διον. Γιαλλελής, 1985. Σελ. 210.
Αποσπάσματα, από βιβλία_____ του Π. Κανελλόπουλου Από τα πολλά γραφτά του Παναγιώτη Κανελλόπουλου δημοσιεύουμε πιο κάτω δυο παραγράφους που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφ έρον αυτή τη στιγμή. Η πρώτη ενδιαφέρει ιδιαίτερα το «Διαβάζω» μια και σ ’ αυτή μιλάει για το πώς έβλεπε ως συγγραφέας τη σχέση του με τον αναγνώστη του. Η δεύτερη είναι ένας μικρός απολογισμός της πολιτικής σταδιοδρομίας του. Και οι δυο αυτές παράγραφοι μαζί έχουν μια ιδιομορφία: Η μια είναι από τον πρόλογο ενός βιβλίου του, η άλλη είναι η τελευταία σ ’ ένα άλλο.
«Εγώ πάω αλλού» Υπάρχει μια λεπτομέρεια από τις τελευταίες στιγμές του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ασήμαντη για πολλούς, συγκινητική για άλλους, εύγλωττη και «σημαδιακή» κατά τη γνώμη μας. Είναι μια φράση που είπε ο ίδιος, λίγο πριν πεθάνει, στον οδηγό του: - Δ ε ν θα πάμε σ την Κηφισιά. - Γιατί, κύριε Πρόεδρε; - Νομίζω ότι πάω αλλού. Αυτό το «πάω αλλού» είναι μια φράση που ίσως συμπυκνώνει μ ’ έναν τρόπο συμβολικό την αποτίμηση του έργου και της ζωής του. Η φράση αυτή με τη ν κίνηση που εκφράζει, με την προοπτική και το δυναμισμό που περιέχει, βάζει μια σφραγίδα ζωής στο θάνατο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
«Δεν ξέρω ποιους και πόσους θα ωφελήσει το βιβλίο μου. Ξέρω, όμως, ότι δε θα βλάψει κανένα. Και ξέρω, επίσης, ότι δε θα παρασύρω συνειδήσεις στο δρόμο μου. Δ εν είναι τόσο πειστικά τα λόγια μου ώστε να παρασύρουν. Ακόμα και στο δρόμο τη ς αλήθειας δεν πρέπει να παρασύρεσαι, αλλά πρέπει να βαδίζεις μόνος σου. Έτσι, καλύτερα που τα λόγια μου δεν είναι πολύ πειστικά. Ό π ο ιος με διαβάσει, δε θέλω να πεισθεί από μένα και ν ’ ακολουθήσει το δρόμο μου. Θέλω, αφού με διαβάσει, να πείσει ο ίδιος τον εαυτό του και ν ’ ακολουθήσει το δικό του δρόμο, ένα δρόμο που μπορεί να τύχει - και θά ’μαι ευτυχής αν τύχει - νά 'ναι ο ίδιος με το δικό μου. Έ χ ε ι μεγάλη σημασία να γίνει ο καθένας οδηγός του εαυτού του. Δ ε θέλω νά 'μαι οδηγός των άλλων. Θέλω νά ’μαι ένα απλό παράδειγμα. Ό πω ς οδήγησα τον εαυτό μου, ας οδηγήσουν και άλλοι τον εαυτό τους.» (Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Ο Χριστιανισμός και η Εποχή μας, σελίδες 21,22). «Ανασκοπώντας τώρα ολόκληρη την πολιτική σταδιοδρομία μου από την πιο ψηλή κορυφή του βουνού, που από τη μια πλευρά του είναι η ζωή και από την άλλη το μέγα Αγνωστο, θα μου επιτραπεί, ελπίζω, να πω ότι ποτέ - ναι, π οτέ - η προσωπική φιλοδοξία δεν επηρέασε τις πράξεις μου ή οποιαδήποτε απόφασή μου. Από το 1935, που μπήκα στην ενεργό πολιτική, δεν αφήκα πόντιος να περάσει ούτε μια μοναδική μέρα - είτε είχαμε δικτατορίες είτε ήταν πόλεμος και εχθρική κατοχή είτε εμφύλια σύρραξη - χωρίς να λάβω υπεύθυνη θέση απέναντι στις δραματικές περιπέτειες που είχαν επιφυλαχθεί στην πατρίδα μας. Μου αρκεί ως αμοιβή η καλοσύνη εκείνων, που -έστω κι αν διαφωνούν με πολλά που, κατά καιρούς, μέσα σε πενήντα χρόνια, έπραξα ή είπα - αναγνωρίζουν την
ΕΑΡ ΤΟ ΕΡΧΟΜΕΝΟΝ ποίηση
Ν ά σ ου Ν ικ οπ ουλ ου
W
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ] 24 Σεπτεμβρίου έως 7 Οκτωβρίου 1986 Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες α π ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε ρισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο μ ε τις μ ε γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται μ ε τρεις α σ τε ρίσκους (ΛΑ το αμέσως μ ετά μ ε δύο (**) και το τελευταίο μ ε έναν (*).
2. I. Αλιέντε: Το σπίτι των πνευμάτων (Ωκεανίδα)
Σύγχρονη Εποχή - Αθ.
Ραγιάς - Θεσ.
5
Ρόμβος-Α θ.
..
Πλέθρον - Αθ.
..
I
| Πιτσιλάς - Αθ.
| Κατώι του βιβλίου - Θεσ.
1Κασαρτζής - Βόλος
| Εστία-Αθ.
| Ενδοχώρα - Αθ.
Λ
| Λέσχη του βιβλίου - Αθ.
Λ
k
1 1 1 I 1 < C
| Κοτζιά - Θεσ.
1. Μ. Κούντερα: Η αβάσταχτη ελαφρότητα του Είναι (Εστία)
<
IΑριστοτέλης - Αθ.
ΒΙΒΛΙΑ
Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του λάχιστον βιβλιοπώλες. Ό σ ο για το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είναι να συμβου λεύεσ τε τις σελίδες της «Επιλογής».
Λ
*
3. R. Billetdoux: Οι νύχτες μου είναι πιο όμορφες απ’ τις μέρες σας (Νεφέλη) 4. Ε. Βλάχου: Στιγμιότυπα (Καθημερινή) 5. Ε. Σάμπατο: Περί ηρώων και τάφων (Εξάντας)
Λ
5. X. Μίσσιου: ...Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς (Γράμματα) Στο βιβλιοπωλείο Κασαρτζής - Βόλος το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν Μ. Webb: Το ακριβό φαρμάκι (Νεφέλη). Στη Σύγχρονη Εποχή το βιβλίο: 0 Λένιν για την τοπική αυτοδιοίκηση (Σύγχρονη Εποχή)
Συνδρομές εσωτερικού 25 τευχών 4300 δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 4100 δρχ. 15 τευχών 2800 δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 2500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 5100 δρχ.
Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 55 δολ. (ΗΠΑ)- Σπουδαστική 25 τευχών 51 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 36 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 34 δολ. Κύπρος 25 τευχών 48 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 44 δολ. Κύπρος 15 τευχών 32 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 30 δολ. Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική 25 τευχών 61 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 58 δολ. 15 τευχών 40 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχώγ 38 δολ.
Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ευρώπη: 63 δολ. Κύπρος: 56 δολ. Αμερική κλπ. 70 δολ.
Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Περιοδικό «Διαβάζω» Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Τηλ. 36.42.765
Tc παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 500 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 200 δρχ., και τα διπλά 300 δρχ.
Ξεχωριστή φυσιογνωμία της σύγχρονης λογοτεχνίας η Βιρτζίνια Γουλφ, κατατάσσεται ανάμεσα στους μεγάλους καινοτόμους του μυθιστορήματος των αρχών του αιώνα μας. Κύριος εκφραστής του μοντερνισμού, η Γουλφ πρόβαλε μέσα από το έργο και τη ζωή της την αναγκαιότητα της ισότητας των δύο φύλων, γεγονός που αρκετό καιρό σκίασε το έργο της και την ουσιαστικότητα του περιεχομένου του. Τώρα, που έχουν περάσει 45 χρόνια από την αυτοκτονία της κι ο αγώνας για τα δικαιώματα των γυναικών δεν είναι υπόθεση μόνο λίγων, τώρα, που το έργο της διαβάζεται από μια σχετική απόσταση από την εποχή του, έχουμε τη δυνατότητα να εκτιμήσουμε το μέγεθος της συγγραφικής της προσφοράς παράλληλα με τις ριζοσπαστικές της, τότε, θέσεις. Ακόμα, πρέπει να τονιστεί ότι η Γουλφ είχε μια πολύμορφη σχέση με το βιβλίο, γιατί εκτός από τα δικά της έργα, πεζογραφήματα, δοκίμια, και κριτικές, ίδρυσε με τη συνεργασία του συντρόφου της εκδοτικό οίκο, ο οποίος υπήρξε το λογοτεχνικό στέγαστρο των καινοτόμων της εποχής, προωθώντας έργα σημαντικών, μέχρι σήμερα, συγγραφέων. Στη Γουλφ, λοιπόν, δημιουργό, λάτρι του ελληνικού πνεύματος, μαχόμενη γυναίκα και κυρίως ευαίσθητη και διεισδυτική καταγραφέα των ανθρώπινων σχέσεων, είναι αφιερωμένο το σημερινό μας τεύχος. Όπως θα διαπιστώσετε τα άρθρα του αφιερώματος έχουν συνταχθεί από 8 γυναίκες. Είναι η πρώτη φορά στα χρονικά του «Διαβάζω» που ένα ολόκληρο αφιέρωμα γράφεται μόνο από γυναίκες. Μένει στους αναγνώστες να αναρωτηθούν: η σύνθεση είναι συμπτωματική ή αναπόφευκτη; Για να υπάρξει όμως ένα μικρό ρήγμα στη γυναικοκρατία του αφιερώματος μας, σας συνιστούμε να διαβάσετε το άρθρο του Άρη Μπερλή: «Η Βιρτζίνια Γουλφ και το μυθιστόρημα», στο τεύχος αριθ. 56 και σελίδα 76 του περιοδικού μας, που είναι αφιερωμένο στην αγγλική λογοτεχνία. Οι φωτογραφίες που εικονογραφούν το αφιέρωμα είναι παρμένες από το βιβλίο του John Lehman: Virginia Woolf and her world, Thames and Hudson, Great Britain 1975.
To αφιέρωμα επιμελήθηκε ο Γιώργος Γαλάντης.
14/αφιέρωμα
Έφη Λαμπαδαρίδου
Χ ρ ο νο λό γιο Ά ν τ ε λ ιν Β ιρτζίνια Σ τήβεν/Γονλφ 1882-1941
-
f P
V b a t
V
W
1882 Γεννήθηκε η Άντελιν Βιρτζίνια, τέταρτο από τα πέντε παιδιά του Λέσλη Στήβεν και της Τζούλια Πρίνσεπ Ντάκγουερθ (το γένος Τζάκσον), στο Κένσιγκτον στις 25 του Γενάρη.
1895 Πεθαίνει η μητέρα της και η Βιρτζίνια παθαίνει την πρώτη νευρική κατάπτωση το ίδιο καλοκαίρι.
1897 Αρχίζει, 3 του Γενάρη, να γράφει τακτικά το ημερολόγιό της. Της επιτρέπουν να ξαναρχίσει μαθήματα, αλλά ο γιατρός Σέτον της επιβάλλει να διακόψει τα μαθήματά της ξανά. Το Νοέμβριο αρχίζει να παρακολουθεί μαθήματα ελληνικών και ιστορίας στο Κινγκς Κόλετζ του Λονδίνου.
1898 Διακόπτει το ημερολόγιό της. Αρχίζει λατινικά και ελληνικά στο ίδιο κολέγιο και συνεχίζει τα μαθήματά της και το 1900.
1901 Η μεγαλύτερη αδελφή της, Βανέσσα, γράφεται στο Ρόγιαλ Ακάντεμι Σκουλς και η Βιρτζίνια ασχολείται με τη βιβλιοδεσία.
1902 Το Γενάρη αρχίζει ιδιαίτερα μαθήματα ελληνικών. Γνωρίζεται με τη Βάιολετ Ντίκινσον, η οποία παραμένει για πολλά χρόνια η πιο έμπιστη φίλη της.
Οι γονείς της Βιρτζίνια
αφιερωμα/15
1903 Τα μέλη της οικογένειας Στήβεν ξαναγυρίζουν στο παλιό τους σπίτι, στην 22 Χάιντ Παρκ Γκέιτ, όπου και απονέμεται ο τίτλος ευγενείας στον άρρωστο πατέρα της. Τον Οκτώβριο, η Βιρτζίνια τελειώνει τα ιδιαίτερα μαθήματα ελληνικών.
1904 Ο σερ Λέσλη Στήβεν πεθαίνει στις 22 Φλεβάρη. Τα αδέρφια πηγαίνουν στη Φλωρεντία, όπου τους συναντά αργότερα και η Βάιολετ Ντίκινσον και μαζί επισκέπτονται το Πράτο, τη Σιένα και τη Γένοβα και απ’ εκεί πηγαίνουν στο Παρίσι. Αρχίζει η δεύτερη νευρική κατάπτωση της Βιρτζίνια, από την οποία αρχίζει να αναρρώνει στο τέλος Αυγούστου. Οι Στήβεν μετακομίζουν στο 46 Γκόρντον Σκουέαρ, Μπλούμσμπερρυ. Αρχίζει να στέλνει άρθρα της στην κυρία Λύττελτον, συντάκτρια του περιοδικού Γκάρντιαν. Ο Λέναρντ Γουλφ γευματίζει με τους Στήβεν στις 17, πριν φύγει για την Κεϋλάνη. Δημοσιεύεται η πρώτη ανυπόγραφη κριτική της στο Γκάρντιαν.
1905
Χάιντ Παρκ Γκέιτ 22
Αναλαμβάνει να διδάξει για μια εβδομάδα στο Μόρλεϋ Κόλετζ. Γίνεται το πάρτυ για τα εγκαίνια του νέου σπιτιού τους. Με τον μικρότερο αδελφό της, Άντριαν, ταξιδεύουν με πλοίο στο Οπόρτο και επισκέπτονται τη Λισαβώνα, Σεβίλλη και Γρανάδα. Το φθινόπωρο και το χειμώνα του 1905 και 1906 η Βιρτζίνια γράφει, κάνει κριτικές και διδάσκει στο Μόρλεϋ Κόλετζ. Συνεχίζουν να δέχονται κάθε Πέμπτη βράδυ. Η πρώτη επίσκεψη της Βιρτζίνια με τη Βανέσσα και τη Βάιολετ στην Ελλάδα.
1906 Ο Γουόλτερ Χέντλαμ προσφέρεται να αξιολογήσει τα γραπτά της Βιρτζίνια και της ζητά την άδεια να της αφιερώσει τη μετάφρασή του του Αγαμέμνονα.
1907 Μετά το γάμο της Βανέσσας μετακομίζει στη Φιτζρόϋ Σκουέαρ 29 και αρχίζει να διδάσκει στο Μόρλεϋ Κόλετζ. Αρχίζει το μυθιστόρημά της, Μελνμπρόζια, και μαζί με τον αδελφό της συνεχίζουν να δέχονται κάθε Πέμπτη βράδυ.
1908-1909 Το καλοκαίρι τα δυο αδέρφια κάνουν μαθήματα γερμανικών. Πηγαίνει με τα αδέρφια της στη Φλωρεντία, στο Μπάιρόιτ για το Φεστιβάλ του Βάγκνερ, στη Δρέσδη και για λίγο στην Κορνουάλη μονάχη.
1910 Η Βιρτζίνια δέχεται να εργαστεί εθελοντικά για το κίνημα του
Βιρτζίνια Στήβεν. Σχέδιο του Francis Dodd, 1908
16/αψιερωμα δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες. Η υγεία της είναι κλονισμένη. Η Βανέσσα συμβουλεύεται το γιατρό. Μπαίνει σε ιδιωτική κλινική για θεραπεία. Το Δεκέμβριο δραστηριοποιείται ξανά για τη γυναικεία ψήφο.
1911 Το Γενάρη αγοράζει και αρχίζει να επιπλώνει το Λιτλ Τάλαντ Χάουζ στο Φερλ, για να μείνει μόνη. Στις 3 Ιουλίου ο Λέναρντ Γουλφ έρχεται με άδεια από την Κεϋλάνη και δειπνεί με τους Μπελ όπου ξανασυναντά τη Βιρτζίνια. Η Βιρτζίνια φιλοξενεί στο σπίτι της τον Λέναρντ και άλλους φίλους. Διαπραγματεύεται το Άσαμ Χάουζ στο Μπέντινγκαμ. Μετακομίζει στην Μπρούνσγουικ Σκουέαρ 38 με τρεις φίλους και τον Γουλφ. Διακόπτει το δεσμό της με τον Σίντνεϋ Γουότερλοου.
1912 Ο Λέναρντ Γουλφ έρχεται από το Σόμερσετ για να κάνει στη Βιρτζίνια πρόταση γάμου. Μετά από έντονη ζωή και πολλά γλέντια εισάγεται σε κλινική για ανάπαυση. Την εξετάζει ο ψυχολόγος, Δρ. Ράιτ. Γίνεται δεκτή η παραίτηση του Γουλφ από την Υπηρεσία Αποικιών. Η Βιρτζίνια Στήβεν παντρεύεται τον Λέναρντ Γουλφ στις 10 Αυγούστου. Περνούν το μήνα του μέλιτος στην Προβηγκία, Ισπανία και Ιταλία.
1913 Ο Λέναρντ ρωτά τους γιατρούς μήπως δεν πρέπει να κάνει η Βιρτζίνια παιδί, γιατί υποφέρει από πονοκεφάλους και έχει εφιάλτες. Δίνει το χειρόγραφό της Το εξωτερικό ταξίδι στον Τζέραλντ Ντάκγουερθ, το οποίο δημοσιεύεται στις 26 Μαρτίου 1916. Κάνει την πρώτη απόπειρα αυτοκτονίας, την οποία ακολουθεί μακρά ανάρρωση.
1914 Μπορεί, μετά την ανάρρωση, να διαβάζει και να γράφει. Αρχίζει να μαθαίνει δακτυλογραφία. Στις 4 Αυγούστου ξεσπά ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Φαινομενικά είναι καλά και αρχίζει να μαθαίνει μαγειρική και να βλέπει τους φίλους της.
1915 Αρχίζει ξανά να κρατά ημερολόγιο, αλλά δεν κοιμάται καλά και έχει πονοκεφάλους. Τον Απρίλιο και Ιούνιο αυτού του χρόνου, οι νευρικές της κρίσεις εντείνονται.
1916 Γνωρίζει τον Μπέρναρντ Σω. Δίνει διαλέξεις σε γυναικεία σωματεία.
1917 Το ζευγάρι Γουλφ παραγγέλνει την πρώτη του μηχανή
αφιερωμα/17 τυπογραφείου, και αργότερα μια μεγαλύτερη μεταχειρισμένη. Το πρώτο έργο που τυπώνεται από το «Χόγκαρθ Πρες», στο σπίτι τους, το Χόγκαρθ Χάουζ, είναι το διήγημά της Το σημάδι, στον τοίχο. Γνωρίζεται με την Κάθριν Μάνσφηλντ. Η Έμμα Βων της χαρίζει το βιβλιοδετικό της μηχάνημα.
1918 Στο Χόγκαρθ Χάουζ βοηθά στη στοιχειοθέτηση, και επισκέπτεται συχνά βιβλιοθήκες στο Λονδίνο. Έχει γράψει πάνω από 100.000 λέξεις από το Νύχτα και Μέρα. Βγαίνουν τα πρώτα αντίτυπα του Πρελούδιο της Μάνσφηλντ. Επισκέπτεται συχνά τη Μάνσφηλντ.
1919 Τυπώνονται από το «Χόγκαρθ Πρες» τα Ποιήματα του Τ.Σ. Έλιοτ, το Κιον Γκάρντενς της Βιρτζίνια, και Ο κριτικός δικάζεται του Τζ. Μάρρυ, ενώ το Νύχτα και μέρα δημοσιεύεται από τον Ντάκγουερθ. Οι Γουλφς αγοράζουν σε δημοπρασία το Μονκς Χάουζ. Κάθριν Μάνσφηλντ
1920 Ο Λέναρντ προτείνεται ως υποψήφιος του Εργατικού Κόμματος, και η Βιρτζίνια συναντιέται για τελευταία φορά στο Λονδίνο με τη Μάνσφηλντ. Γράφει Το δωμάτιο τον Ιάκωβον.
1921 Δημοσιεύεται το Δεντέρα ή Τρίτη. Η υγεία της ξανά κλονίζεται, αλλά εξακολουθούν να βλέπουν τον Τ.Σ. Έλιοτ και φίλους. Τελειώνει Το δωμάτιο τον Ιάκωβον. Υπάρχουν φόβοι φυματίωσης.
1922 Έχει επίμονο, υψηλό πυρετό, αλλά ο ειδικός γιατρός του Λονδίνου εντοπίζει πνευμονία. Ο Ε.Μ. Φόρστερ προστίθεται στους στενούς φίλους. Δημοσιεύεται Το δωμάτιο τον Ιάκωβον από το «Χόγκαρθ Πρες». Γνωρίζει τη Βίτα,
1923 Η Βιρτζίνια προσπαθεί να εξασφαλίσει τη θέση του λογοτεχνικού συντάκτη για τον Έλιοτ, αλλά αυτή προσφέρεται και γίνεται δεκτή από τον Λέναρντ Γουλφ. Η Βιρτζίνια αποσύρεται από την υπευθυνότητα να βρίσκει ομιλητές για το Συνεταιριστικό Σωματείο Γυναικών. Γράφει σε πρώτη γραφή το Πόσιμο νερό και το Οι ώρες (Η κυρία Ντάλλογουέη).
1924 Οι Γουλφς αγοράζουν σπίτι και μετακομίζουν στην Τάβιστοκ Σκουέαρ 52, Μπλούμσμπερυ και μοιράζουν το χρόνο τους ανάμεσα στα τρία σπίτια τους. Τελειώνει το Η κνρία Ντάλλογονέη, και δημοσιεύεται το 1925.
Βιρτζίνια Γουλφ. Σχέδιο του Wyndhcm Lewis. 192'1
18/αφιερωμα
1925 Αρχίζει να μοντάρει το έργο της Προς τον Φάρο. Αρρωσταίνει και μένει αδρανής στο σπίτι της στο Μπλούμσμπερυ. Βγαίνει σπάνια έξω.
1926 Ξαναρχίζει να γράφει το Προς τον Φάρο. Ο Λέναρντ παραιτείται από τη θέση του στο Έθνος. Σ’ αυτά τα χρόνια δημιουργείται ο κύκλος των διανοουμένων, που τώρα περιλαμβάνει τους Άλντους Χάξλεϋ, Τόμας Χάρντυ, Ε. Σάκβιλλ-Γουέστ Χ.Τζ. Γουέλς και Άρνολντ Μπένετ. Η Βιρτζίνια μεταφέρεται από το ένα σπίτι στο άλλο, για να βρει ηρεμία. Έχει πάλι κατάπτωση.
1927 Η Βιρτζίνια συλλαμβάνει την ιδέα του Οι νύφες του Τζέσαμυ. Δημοσιεύεται το Προς τον Φάρο. Υποφέρει από φρικτούς πονοκεφάλους, αλλά παρίσταται στην απονομή του Βραβείου Χώθορντεν στη Σάκβιλλ-Γουέστ. Παρουσιάζεται στο ραδιόφωνο. Περνά δυο εβδομάδες με τη Σάκβιλλ στο Λονγκ Μπαρν. Αρχίζει να γράφει τον Ορλάντο, «για πλάκα» όπως λέει. Ο Κλάιβ Μπελ της στέλνει το πρώτο μέρος του έργου του Πολιτισμός, για αξιολόγηση. Αλληλογραφεί με τον Φόρστερ γράφοντας κυρίως για την τέχνη και τη ζωή.
Βιρτζίνια Γουλφ. Φωτ. Man Ray, 1927
1928 Τώρα γράφει στα σοβαρά τον Ορλάντο. Αρρωσταίνει συχνά και απομακρύνεται από την κοσμική ζωή. Της απονέμεται το βραβείο Femina Vie Heureuse. Δημοσιεύεται ο Ορλάντο. Στο Κέμπριτζ δίνει δύο διαλέξεις, τις οποίες επεξεργάζεται και παρουσιάζει στο βιβλίο Ένα δικό σου δωμάτιο. Επακολουθεί μια σειρά πάρτυ που οργανώνει με τη Βανέσσα.
1929 Γράφει την τελική μορφή του Ένα δικό σου δωμάτιο και σχεδιάζει το Οι πεταλουδίτσες. Υποφέρει από περιοδικούς πονοκεφάλους και μελαγχολία. Δημοσιεύεται το Ένα δικό σου δωμάτιο.
1930 Στο Μονκς Χάουζ γράφει το Τα κύματα. Μια μέρα λιγοθυμά στον κήπο και μένει δέκα μέρες στο κρεβάτι, αλλά ξαναρχίζει την κοσμική ζωή της στο Λονδίνο.
1931 Ο Τζων Λήμαν γίνεται συνέταιρος στο «Χόγκαρθ Πρες». Η Βιρτζίνια κάνει την προσφώνηση στη συνδιάσκεψη της Εταιρίας για την Υπηρεσία των Γυναικών. Ποζάρει στον γλύπτη Στήβεν Τόμλιν. Τελειώνει τις διορθώσεις και τη δακτυλογράφηση του Τα κύματα, που ο Λέναρντ χαρακτηρίζει σαν το αριστούργημά της. Οι πονοκέφαλοι ξανάρχονται.
Η προτομή της Β.Γ. από τον Στήβεν Τόμλιν, 1931.
αφιερωμα/19
1932 Τελειώνει και δημοσιεύεται το Γράμμα σε νεαρό ποιητή, καθώς και το Ο κοινός αναγνώστης: Δεύτερη σειρά. Της προτείνουν να δώσει τις Διαλέξεις στο Κέμπριτζ, αλλά αρνείται. Υποφέρει από ταχυκαρδίες.
«Γράμμα σε νεαρό ποιητή». Σχέδιο εξω φύλλου τον John Banting
1933 Αρχίζει μαθήματα ιταλικών δύο φορές τη βδομάδα. Της προτείνουν τιμητικό διδακτορικό τίτλο του Πανεπιστημίου του Μάντσεστερ, αλλά δεν τον δέχεται. Επίσης δεν δέχεται να κάνει τις διαλέξεις προς τιμήν του πατέρα της στο Πανεπιστήμιο Κέμπριτζ. Το Ορμητικά νερά δημοσιεύεται.
1934 Υποφέρει από συνεχείς πονοκεφάλους. Αρχίζει μαθήματα γαλλικών και επεξεργάζεται Τα χρόνια. Συναντά τον W.B. Yeats. Ξαναγράφει Τα χρόνια.
1935 Ανεβάζει το έργο της Πόσιμο νερό σε φιλικό κύκλο. Ζει κοσμική ζωή.
1936 Τώρα εργάζεται σκληρά, η υγεία της είναι κλονισμένη και περιορίζει την κοσμική ζωή της. Καταρρέει με το τέλειωμα του έργου της και μένει αδρανής επί ένα μήνα. Αργότερα νιώθει
Βιρτζίνια Γουλφ, 1935
20/αφιερωμα τόσο εξαντλημένη που ούτε στο ημερολόγιό της γράφει. Αλλά σύντομα, αρχίζει να γράφει το Οι τρεις Γκινέες.
1937 Δημοσιεύονται Τα χρόνια. Κάνει εκπομπή από το ραδιόφωνο. Αρρωσταίνει ξανά στο τέλος του χρόνου.
1938 Η αρρώστια της εξακολουθεί, αλλά περνούν το καλοκαίρι τριγυρισμένοι από τους φίλους τους.
1939 Το Σεπτέμβριο, η Αγγλία κηρύσσει τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας. Η Βιρτζίνια είναι συνεχώς άρρωστη.
1940 Δίνει διάλεξη στον Εκπαιδευτικό Σύλλογο Εργατών στο Μπράιτον (The leaning tower). Οι Γουλφς μένουν στη Μέκλενμποροου Σκουέαρ. Το σπίτι τους όμως παθαίνει μεγάλες ζημιές από τους βομβαρδισμούς κατά τη μάχη της Αγγλίας. Μεταφέρουν το «Χόγκαρθ Πρες» από το σπίτι τους στο Λέτσγουερθ του Χάρτφορντσηρ.
1941 Οι Γουλφς πηγαινοέρχονται στο χωριό, αλλά μένουν στο Μονκς Χάουζ, όπου δέχονται πολλούς φίλους. Η Βιρτζίνια τελειώνει το Ανάμεσα στις πράξεις. Ο Λέναρντ είναι τρομοκρατημένος από την κατάσταση της Βιρτζίνια, που ολοένα χειροτερεύει. Την πηγαίνει στο Μπράιτον για να συμβουλευτούν τον Δρ. Γουίλμπερφορς στις 27 Μαρτίου, αλλά η Βιρτζίνια αυτοκτονεί την επομένη στα νερά του ποταμού Άουζ.
Η πρώτη τυπογραφική μηχανή του «Χό γκαρθ Πρες»
*ν ?ffo S k kerf* « e l v e r s a Η<m. By
Vo-f i n i c - W b o m
Έκδοση του «Χόγκαρθ Πρες». Εξώφυλ λο της Vanessa Bell. Η Βιρτζίνια στο Μονκς Χάουζ, το 1937. Φωτ. Λέναρντ Γουλφ.
αφιερωμα/21
Μαρία Θ. Αναστασοπούλου
Το λυρικό μυθιστόρημα και η
Το λυρικό μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται από μια έντονη προβολή προς τα μέσα της αντικειμενικής εμπειρίας, όηλ. παρουσιάζει την κοινωνία και τη φύση μέσα από μια εσωτερική προοπτική. Η αέναη αντίθεση μεταξύ του ατόμου και του εξωτερικού κόσμου παρουσιάζεται όχι σαν πράξη, αλλά σαν συμβολική παρουσίαση του «εγώ» του ατόμου. Στην προσπάθειά του ν’ αφομοιώσει έναν άγνωστο, και συχνά απειλητικό, εξωτερικό κόσμο, το άτομο σφυρηλατεί αυτή την εξωτερική πραγματικότητα με το δικό του εσωτερικό υλικό. Η στιγμή της γνώσης, όηλ. η στιγμή, που ένα εξωτερικό γεγονός γίνεται εσωτερική εμπειρία, είναι αυτή για την οποία ενόιαφέρεται, και την οποία εξερευνά το λυρικό μυθιστόρημα. Εισχωρεί κατ’ ευθείαν σ’ αυτή τη στιγμή της μετουσίωσης, τη φωτίζει και την παρουσιάζει με άμεσες εικόνες, μέσα από τις οποίες ελαφρά όιαφαίνονται χαρακτήρες, δράση και θεματικά ενδιαφέροντα. Ενώ, όμως, υπερτονίζεται η εικόνα και το ονειρικό στοιχείο, υποτονίζεται, όπως είναι φυσικό, ο χαρακτηρισμός. Το ενδιαφέρον που συχνά παρουσιάζει η πλοκή γενικά απουσιάζει, και γι’ αυτό κάθε προσπάθεια για ένα επιτυχημένο λυρικό μυθιστόρημα πρέπει να συνοδεύεται από το χάρισμα της αφήγησης. Η Γουλφ, η κατεξοχήν αντιπρόσωπος του λυρικού μυθιστορήματος στην Αγγλία, αποδείχτηκε, όπως θα δούμε αργότερα, όεξωτέχνις της λυρικής αφήγησης^.
22/αφιερωμα ΠΩΣ είναι γνωστό, το κλασικό, ρεαλιστικό μυθιστόρημα βασίζεται στην αιτιολογική σχέση των γεγονότων μέσα στη χρονική ροή. Οι χαρακτήρες, με τους οποίους ο αναγνώστης μπο ρεί να ταυτιστεί, κινούνται μέσα σ’ ένα γνωστό φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον και αντιμετω πίζουν πρακτικά και ηθικά προβλήματα, στις σχέσεις τους με τους άλλους ή με κοινωνικά σχή ματα, απέναντι στα οποία αναγκάζονται, από τη φορά των γεγονότων, να πάρουν μια θέση. Σ’ αυτό το είδος του μυθιστορήματος υπάρχει σα φής διαχωρισμός μεταξύ του αντικειμενικού κό σμου και του υποκειμένου, που βιώνει την εμπει ρία. Αντίθετα, το λυρικό μυθιστόρημα όπως η λυρική ποίηση, δίνει έμφαση στο συναίσθημα του υποκειμένου, το οποίο αφομοιώνει τον αντι κειμενικό κόσμο σε μια προσωπική εμπειρία, η οποία εκφράζεται μέσα από εικαστικά σχήματα ή συνδυασμούς εικαστικών σχημάτων. Η εσωτε ρική εμπειρία του ήρωα και τα θεματικά ενδιαφέροντα του συγγραφέα προωθούνται μέσα από μια συσχέτιση εικόνων πέρα από κάθε χρο νική αλληλουχία. Ο Κένεθ Μπερκ ονόμασε αυτή την κίνηση «ποιοτική αλληλουχία»,1 και ο Τζότζεφ Φρανκ «χωρική» (spatial), σε αντίθεση με τη χρονική ανάπτυξη στη μοντέρνα λογοτεχνία.2 Πιο επιτυχημένα, ο Βόλφγκανγκ Κάιζερ την ονόμασε «λυρική διαδικασία» (lyrical process).
Ο
Το διακριτικό χαρακτηριστικό αυτής της δια δικασίας είναι η αφηγηματική προοπτική, η οποία είναι γνωστή σαν «λυρική προοπτική» (ly rical point-of-view), και η οποία αντιστοιχεί στο πρώτο πρόσωπο της λυρικής ποίησης, δηλ. το λυρικό «εγώ». Η «λυρική προοπτική» αξιοποιεί αφηγηματικές τεχνικές, όπως ο «εσωτερικός μο νόλογος» (interior monologue) και η «ροή-τηςσυνείδησης» (stream-of-consciousness), κατά την οποία η προοπτική της αφήγησης είναι η περιο ρισμένη οπτική γωνία του πρωταγωνιστή χωρίς να είναι η δική του αφήγηση, δηλ. η αφήγηση γεγονότων της ζωής του σε πρώτο πρόσωπο και από μια χρονική απόσταση, που να του επιτρέ πει να διαχωρίζει το αφηγηματικό «εγώ» από το «εγώ» που έζησε τα γεγονότα. Στη «ροή-τηςσυνείδησης» έχουμε έναν ταυτοχρονισμό του αφηγηματικού «εγώ» και του εμπειρικού «εγώ», του «έξω» και του «μέσα» κόσμου. Ο αναγνώ στης έχει την ευκαιρία να παρακολουθεί την εξωτερική πραγματικότητα, την ίδια στιγμή, που συμβαίνει, όπως αυτή αντανακλάται στη συνεί δηση του πρωταγωνιστή, και ταυτόχρονα τις α ντιδράσεις του σ’ αυτή την πραγματικότητα. Η αφήγηση είναι σε τρίτο πρόσωπο, εφόσον, στην ουσία, ο αφηγητής είναι η συνείδηση του πρωτα γωνιστή, που χρωματίζει και συχνά μεταπλάδει τον κόσμο που βλέπει, σύμφωνα με τις πνευματι
κές και τις συναισθηματικές θέσεις, που παίρνει απέναντι στα γεγονότα. Η απουσία της επέμβα σης του αφηγητή, σαν ξεχωριστό «εγώ», δη μιουργεί μια αμεσότητα στην αφήγηση, που είναι γνωστή σαν «λυρική αμεσότητα» (lyrical imme diacy). Συχνά ο λυρικός διηγηματογράφος χρησιμο ποιεί τις συνειδήσεις περισσότερων χαρακτήρων, σαν «αντανακλαστές» της ιστορίας που περιγρά φει, για να ευρύνει την αφηγηματική προοπτική. Έτσι έχουμε μια «τμη ματισμένη» (divided) ή μια «πολλαπλή» (multiple) προοπτική. Η απευθείας παρουσίαση του περιεχομένου μιας ή περισσοτέ ρων συνειδήσεων σαν αφηγηματικό μέσο δεν εγγυάται αφ’ εαυτής τη λυρική μορφή. Η τεχνική της «ροής-της-συνείδησης» μπορεί, για παρά δειγμα, να γίνει μέσο της νατουραλιστικής αφή γησης, όπως συμβαίνει στο έργο του Ντος Πάσσος. Στη λυρική, όμως, χρήση της «ροής-τηςσυνείδησης» αυτό που προέχει δεν είναι η πα ρουσίαση των ρεαλιστικών λεπτομερειών του εξωτερικού κόσμου μέσα από τη συνείδηση του πρωταγωνιστή, αλλά οι σχηματισμοί εικόνων, που δημιουργούνται στη συνείδησή του, τη στιγ μή που βιώνει τα γεγονότα, από την ελεύθερη συσχέτιση των στοιχείων του «έξω» και του «μέ σα» κόσμου, σε ένα νέο σύνολο ή μια νέα πραγ ματικότητα, στην οποία το «εγώ» του πρωταγω νιστή και ο κόσμος εμφανίζονται σαν ένα αδια χώριστο όλο. Αν και το λυρικό μυθιστόρημα άνθησε στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, μπορεί κανείς να αναγνωρίσει τις ρίζες του στο ρομαντικό ή «αισθηματικό» μυθιστόρημα (sentimental novel or novel of sensibility) του δεκάτου ογδόου αιώ να, όπως το Βέρθερος του Γκαίτε, το Μυθιστόρημα της Λουίζας του Ρουσσώ, το Συναισθημα τικό Ταξίδι του Λώρενς Στερνς και το Κλαρίσσα του Ρίτσαρτσον, τα οποία είναι δημιουργήματα της επιθυμίας να αναλυθεί η ευαισθησία και το συναίσθημα κάτω από την εξωτερική συμπερι φορά των χαρακτήρων. Η έμφαση δηλ. μετατίθε ται από την εξωτερική δράση στο εσωτερικό «το πίο». Στο Τρίστραμ Σάντυ (1767) του Στερνς, παράλληλα με το συναίσθημα τονίστηκε η λει τουργία του μυαλού με την ελεύθερη συσχέτιση των γεγονότων της πραγματικότητας και το απο τέλεσμα ήταν μια διάσπαση της αιτιολογικής και χρονολογικής ροής των γεγονότων, μια διάσπα ση που χαρακτηρίζει και το λυρικό μυθιστόρη μα. Το «γοτθικό» μυθιστόρημα, με προδρόμους το Βάτεκ του Μπέκφορ (1786) και το Κάστρο του Οτράντο (1764) του Walpole, επίσης καλ λιέργησαν μια ανακατάταξη του εξωτερικού κό σμου σύμφωνα με τη ρομαντική φαντασία του υποκειμένου.
αφιερωμα/23 ΤΑΣΗ προς το λυρικό μυθιστόρημα πήγα σε αρχικά από ένα αίσθημα δυσαρέσκειας προς το ρεαλιστικό μυθιστόρημα, όπως αυτό αναπτύχθηκε στην Αγγλία τον δέκατο όγδοο αιώ να, όμως, οι αιτίες, που το έκαναν ν’ αναπτυ χθεί, είναι διαφορετικές σε κάθε χώρα. Στη Γερ μανία, με τις έντονα ριζωμένες ρομαντικές τά σεις, το λυρικό μυθιστόρημα βρήκε πρόσφορο έδαφος και έγινε καθιερωμένη παράδοση. Το έρ γο του Νόβαλις και του Ε.Τ.Α. Χόφμαν στον δέ κατο όγδοο αιώνα, του Έρμαν Έσσε, του Μπροχ, ή ακόμα του Μούξιλ και του Κάφκα στον εικοστό, είναι αντιπροσωπευτικό. Στη Γαλ λία, η ισχυρή παράδοση, που είχαν δημιουργή σει οι ρεαλιστές μυθιστοριογράφοι από τον Μπαλζάκ και τον Φλωμπέρ ώς τους Γκονκούρ και τον Ζολά, διασπάστηκε κάτω από την επί δραση των Συμβολιστών στις τελευταίες δεκαε-
Η
George Eliot
Jane Austen
τίες του δεκάτου ενάτου αιώνα. Η έμφαση των ρομαντικών στις διεργασίες του μυαλού και της φαντασίας στην επαφή τους με την πραγματικό τητα συνδυάστηκε τώρα πιο στενά με τις διεργα σίες της συνείδησης, και η απεικόνιση του ασυ νειδήτου έγινε συνηθισμένο μέσο χαρακτηρισμού στο συχνά αποκαλούμενο «ψυχολογικό» μυθι στόρημα. Μια ακόμα δυνατή επίδραση στον γαλ λικό λυρισμό υπήρξε το πεζό ποίημα, μια μονα δική γαλλική προσφορά στη λογοτεχνία, που αναπτύχθηκε από τις αρχές του δεκάτου ενάτου αιώνα και τόνισε τη σχέση της ποιητικής εικόνας με τη διάθεση του ποιητή ή της persona του. Αν και ο λυρισμός δεν υπήρξε ποτέ πολύ έντονος στο γαλλικό μυθιστόρημα, λειτούργησε πάντα σαν η εναλλακτική λύση από τον Σατωβριάνδο και τον Νερβάλ ώς τον Ντυζαρντέν και τον Προυστ και από τον Αντρέ Ζιντ ώς τον Μωρίς Μπλανσό. Στην Αγγλία, μέσα στην αφιλόξενη πνευματική ατμόσφαιρα του πραγματισμού, κα νείς δεν υπολόγισε σοβαρά τα παραδοσιακά είδη του ρομαντικού μυθιστορήματος σαν ισχύουσες λυρικές μορφές. Το ρεαλιστικό μυθιστόρημα, το
κατ’ εξοχήν επίτευγμα του αγγλικού πνεύματος, άπλωσε βαθιές ρίζες στη λογοτεχνική παράδοση του τόπου. Ο Φίλντιγκ, ο Θάκερυ και ο Τρόλοπ είχαν αυστηρά καθορίσει τις αρχές του. Χωρίς αμφιβολία, η Τζωρτζ Έλιοτ, ο Μέρεντιθ, ο Χάρντυ και ο Κόνραντ έδειξαν τάσεις απόκλισης από τη στενή πορεία αυτής της παράδοσης, αλλά κανείς τους τόσο, ώστε να αμφισβητηθούν οι βα σικές αρχές του είδους. Παρά τα ποιητικά ξε σπάσματα της Έμιλυ Μπροντέ και του Ντ. X. Λώρενς, ο αυστηρός ρεαλισμός υπήρξε πάντα ένα εμπόδιο στην ανάπτυξη του λυρικού μυθι στορήματος στην Αγγλία. Ο λόγος που το λυρικό μυθιστόρημα είδε μια έξαρση στην Αγγλία στις δεκαετίες του είκοσι και του τριάντα στον αιώνα μας, οφείλεται στο τυχαίο ίσως γεγονός, ότι η τεχνική της «ροήςτης-συνείδησης», που προωθήθηκε κάτω από τις
Emily Bronte
επιδράσεις του Συμβολισμού και την ανάπτυξη της ψυχανάλυσης στις αρχές του αιώνα, ήταν μια τεχνική, που ερέθισε πολλούς νέους μυθιστοριογράφους να πειραματισθούν. Όμως, η απλή χρήση αυτής της τεχνικής δεν έγινε πάντα μέσο για τη λυρική ανάπτυξη του μυθιστορήματος, όπως, για παράδειγμα, στην περίπτωση της Ντόροθυ Ρίτσαρντσον, για το έργο της οποίας πρωτοχρησιμοποιήθηκε ο όρος «ροή-της-συνείδησης» από τη δημοσιογράφο Μέι Σίνκλερ το 1918. Η νέα εντυπωσιακή ανάπτυξη του λυρισμού στο μυθιστόρημα οφείλεται ουσιαστικά στο καλλιτε χνικό παράστημα της Γουλφ και τη σπουδαιότητα του Τζέιμς Τζόυς. Το επίτευγμα της Γουλφ συνοψίζεται στο ότι κατάφερε να συνδυάσει, με έξοχο τρόπο, τον ποιητικό λυρισμό, που της υπαγόρευε η καλλιτεχνική της ευαισθησία, με ένα είδος αφήγησης, που διατήρησε, παρά την εισβολή των λυρικών στοιχείων, τις βασικές ιδιότητες του παραδοσιακού αγγλικού μυθιστο ρήματος. Στα δοκίμια της Γουλφ, μέσα από την κριτική για το έργο προγενεστέρων της, διαφαίνεται ο
24/αφιερωμα προβληματισμός της για την πορεία του αγγλι κού μυθιστορήματος στην εποχή της. Στο γνωστό δοκίμιό της με τον τίτλο «Ο Κος Μπένετ και η Κα Μπράουν» (1924),4 αναγνωρίζει την τελειό τητα, στην οποία έφερε το αγγλικό μυθιστόρημα η τέχνη της Jane Austen ή του Trollope, με το χειρισμό του χαρακτηρισμού και της περιγραφής στην εξωτερική, χρονολογική τους σχέση. Η δική της, όμως, πρόθεση ήταν να παρουσιάσει την ουσία του χαρακτήρα και της εμπειρίας του, κα θώς και την ποιότητα της περιγραφής, μέσα από συμβολικές εικόνες. Ο οραματισμός της ήταν για ένα «νέο μυθιστόρημα», το οποίο θα συνδύαζε την ταυτόχρονη παρουσίαση μιας εξωτερικής πραγματικότητας και συμπεριφοράς με τον τρό πο που η ανθρώπινη συνείδηση αφομοιώνει αυτή την πραγματικότητα, μια ταυτόχρονη δηλ. εικό να του κόσμου και των διεργασιών της ανθρώπι νης συνείδησης. Το οριακό αυτό άρθρο εκθέτει τις σκέψεις οης Γουλφ για τις δυνατότητες ανα νέωσης των παραδοσιακών τεχνικών της αφηγη ματικής τέχνης. Η περιγραφή του «νέου μυθιστο ρήματος» προϊδεάζει την εισβολή του λυρισμού στον αγγλικό αφηγηματικό λόγο και σφραγίζει τη Γουλφ σαν μυθιστοριογράφο και κριτικό. Την πίστη της ότι το αγγλικό μυθιστόρημα δεν μπο ρεί να προχωρήσει πέρα από την τελειότητα του έργου της Jane Austen χωρίς τη χρήση νέων τε χνικών, η Γουλφ εκφράζει και στο άρθρο της «Τα μυθιστορήματα του Τζωρτζ Μέρεντιθ».5 Έ να άλλο πρόβλημα, που απασχολεί την Γουλφ, είναι ο υποκειμενισμός στο μυθιστόρημα. Στο άρθρο της «Τι εντύπωση κάνει σ’ έναν σύγ χρονο», δείχνει ότι έχει βαθιά συνείδηση του κινδύνου που απειλεί το σύγχρονο μυθιστόρημα, από την ανικανότητα των συγγραφέων να διεισδύσουν σε οποιονδήποτε κόσμο πέρα από τον στενά προσωπικό τους. «Η πίστη», έγραφε η Γουλφ, «ότι οι εμπειρίες σου ισχύουν και για τους άλλους, εγγυάται την απελευθέρωση από τη φυλακή της προσωπικότητας».6 Στο άρθρο της «Η στενή γέφυρα της τέχνης» (1927) προτείνει τρόπους για μια «αποπροσωποποίηση» του «εγώ» στο μυθιστόρημα, όπως ακριβώς συμβαί νει στην ποίηση, δηλ. το ξεκίνημα από μια προ σωπική συνείδηση του κόσμου και το τελείωμα σε γενικές ιδέες και αξίες. Το «νέο μυθιστόρημα» της Γουλφ δεν θα αναπαράγει ακριβώς γεγονότα και συμπεριφορές μέσα στο χωροχρονικό ρεαλι στικό τους πλαίσιο, αλλά θα τα ανακατατάσσει σε αισθητικά σχήματα, που θα είναι παγκόσμια και συμβολικά. Ό πω ς η ποίηση, το «νέο μυθι στόρημα» θα δίνει «το περίγραμμα μάλλον παρά τη λεπτομέρεια» και θα «απομακρύνεται από τη ζωή» για να πετύχει αυτόν το γενικό συμβολι σμό. Έ να τέτοιο μυθιστόρημα θα δίνει «τη σχέ ση του μυαλού με γενικές ιδέες και το μονόλογό του στη μοναξιά».7 Η Γουλφ απορρίπτει το μυθι
στόρημα, που αναλύει ψυχολογικά ελατήρια, τις στενές σχέσεις του ατόμου με τον εαυτό του και τους άλλους, και προτείνει το μυθιστόρημα που θα ασχοληθεί με το άτομο στη σχέση του με τη ζωή σαν σύνολο. συνείδηση που αφομοιώνει τον κόσμο. Μ’ Σ αυτό το θέμα η Γουλφ ασχολήθηκε στο άρθρο ’ ΑΥΤΗ τη σχέση πρωταρχικό ρόλο παίζει η
της «Μοντέρνα πεζογραφία» (1919),8 όπου έδω σε τον γνωστό ορισμό της τεχνικής της «ροήςτης-συνείδησης» και επιχείρησε να αναλύσει τη δομή και τις προϋποθέσεις της συνείδησης, ώστε να καθορίσει τις επιδράσεις τους πάνω στο μυθι στόρημα που οραματιζότανε. Αν και το «νέο» της μυθιστόρημα θα βασιζότανε στο απεριόριστο πνεύμα του «εγώ», η Γουλφ δεν εννοούσε να ανάγει όλες τις σχέσεις με τον εξωτερικό κόσμο σε υποκειμενικά συμπτώματα, κάτι για το οποίο καυτηρίαζε τον Τζέιμς Τζόυς στο ίδιο άρθρο. Είναι αναπόσπαστο μέρος του πιστεύω της, ότι ο λογοτέχνης, είτε ποιητής είναι είτε μυθιστοριογράφος, οφείλει να στηρίζεται πάνω σε συγκε κριμένα γεγονότα, από τα οποία μόνο τότε απε λευθερώνεται, όταν συγκεντρώσει την προσοχή του στη σχέση του με τα συγκεκριμένα αυτά γε γονότα. Συνείδηση και κόσμος είναι εξίσου απα ραίτητα για τη δημιουργία ενός ευρύτερου το πίου με συμβολικές διαστάσεις. Τα γεγονότα του «έξω» κόσμου πρέπει να μεταλλαγούν σε συμβο λικό όραμα, επιμένει η Γουλφ, όμως, ο ποιητής οφείλει να αρχίσει με αυτά. «Αυτό που προτεί νω», μας λέει σ’ ένα άλλο άρθρο της, «είναι η μέθοδος του μεταξοσκώληκα: η δίαιτα, που δί νεται στο εργαστήρι -οτιδήποτε σχετικό με την ύλη, γάλα, για παράδειγμα. Αποκεί μπορεί κα νείς να προχωρήσει σε ηλιοβασιλέματα και διά φανα φύλλα και οτιδήποτε άλλο, το οποίο, με το μυαλό του ριζωμένο στα γεγονότα, θα αγκαλιάσω με εξαιρετική χαρά».9 Η σχέση μεταξύ του ατομικού «εγώ» και του εξωτερικού τοπίου παραμένει το βασικό στοιχείο στον προβληματισμό και τους οραματισμούς της Γουλφ. «Κάποιος συνδυασμός τους πρέπει να εί ναι δυνατός», γράφει στο ημερολόγιό της το 1928.10 Αυτή η σύνθεση του «εξωτερικού» με το «εσωτερικό» πραγματοποιείται τη στιγμή της συνειδητοποίησης ή τη στιγμή, κατά την οποία ο ποιητής ή η persona του μεταλλάσσει πραγματι κά γεγονότα ή αντικείμενα σ’ ένα μοναδικό σύ νολο γεμάτο νέο νόημα. «Αυτό, που θέλω να κά νω είναι... να δώσω τη στιγμή ολόκληρη, με οτι δήποτε περιέχει. Ας πούμε, ότι η στιγμή είναι ένας συνδυασμός της σκέψης, της αίσθησης, της φωνής της θάλασσας», συνεχίζει η Γουλφ. Η «στιγμή» γίνεται ο ακρογωνιαίος λίθος στις θεωρίες της για την ποίηση και το μυθιστόρημα. Είναι η στιγμή, που η προσωπική ευαισθησία
αφιερωμα/25 του ατόμου έρχεται σε επαφή με σημαντικά ή ασήμαντα γεγονότα του εξωτερικού κόσμου και δημιουργεί ένα νέο ποιητικό σύνολο, καμωμένο από συμβολικές εικόνες. Η διεργασία της συνεί δησης σ’ αυτή τη σύζευξη αποτελεί αναπόσπα στο μέρος της «στιγμής». Η «στιγμή» πρέπει, σύμφωνα με τη Γουλφ, να «μουλιάσει» από τα στοιχεία του εξωτερικού κόσμου, και πρέπει να είναι «διαφανής», δηλ. να δίνεται με σαφήνεια η κίνηση της συνείδησης, που παρακολουθεί τον εαυτό της, τη στιγμή που φωτίζει τον έξω κόσμο και τον μεταπλάθει δημιουργώντας τον σ’ ένα ξέχωρο σχήμα ύπαρξης, σε μια στιγμή φωτισμέ νης ενόρασης. Η κίνηση της «στιγμής» αποτελείται από τη στιγμή, που η συνείδηση αγγίζει και αντιλαμβάνεται, μέσω των αισθήσεων, τα γεγο νότα του έξω κόσμου, μέχρι τη στιγμή, που ανα γνωρίζει τις κοσμικές τους προεκτάσεις. Γεγονό τα και προεκτάσεις υφαίνονται σε μια συμπυ-
/
αντικειμενικής πραγματικότητας σε αφηρημένα ή συμβολικά σχήματα. «Στάσου στο παράθυρο», παροτρύνει το νεαρό ποιητή που ζητά τη συμ βουλή της το 1932, «και άφησε τη ρυθμική σου αίσθηση να ανοίξει και να κλείσει, ξανά και ξα νά, ελεύθερα και με θάρρος, μέχρις ότου τα πράγματα διαλυθούν τό ’να μέσα στ’ άλλο, μέχρις ότου τα ταξί χορέψουν με τους ασφοδέλους, μέχρις ότου όλα αυτά τα ξεχωριστά κομμάτια σχηματίσουν ένα όλο... Αυτή είναι, ίσως, η υπο χρέωσή σου -να βρεις τη σχέση μεταξύ πραγμά των, που φαίνονται αταίριαστα, πράγματα που έχουν όμως, μια μυστηριώδη συγγένεια, να απορροφήσεις κάθε εμπειρία χωρίς φόβο και να τη γεμίσεις τελείως, ώστε το δημιούργημά σου να είναι ολοκληρωμένο και όχι αποσπασματικό».12 Στη δημιουργία της «στιγμής», η ευαισθησία και η φαντασία του παρατηρητή παίζουν πρωταρχι κό ρόλο.
hat t JcX -fry
)
ΙχΗ
jf — \/1
^ t
[irt
0 Σάμουελ Κόλεριτζ
% 0
Χειρόγραφο της B. Γουλφ
κνωμένη εικόνα ή σκηνή, που παγιώνει μια διά θεση ή μια αποκαλυπτική εμπειρία σε μια συμ παγή ενότητα. Κατά τη διάρκεια της «στιγμής», ενώ τα αντικείμενα ελευθερώνονται από τη χωροχρονική τους σχέση με τον έξω κόσμο και γίνοναι εικόνες, που ενώνονται με το «εγώ» του ατόμου σ’ ένα σύνολο συσχετίσεων, αναμνήσεων και αναγνωρίσεων, κατά την ίδια διάρκεια, τα αντικείμενα αυτά διατηρούν την ανεξαρτησία τους σαν αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου στη συνείδηση που τα βιώνει, επιμένει η Γουλφ.11 Η υποχρέωση του συγγραφέα είναι, λοιπόν, να βρει τη σωστή σχέση μεταξύ του «εγώ», που βιώνει, και του έξω κόσμου. Τα γεγονότα και οι σχέσεις με τα γεγονότα γίνονται, για τη Γουλφ, «ρυθμική» και «σχηματική» αναπαραγωγή της
Βιρτζίνια Γουλφ, 1920
θέση που παίρνει η Γουλφ απέναντι στην Η έννοια της φαντασίας συχνά θυμίζει παρα δοσιακές θέσεις, όπως αυτές των ρομαντικών -τη συνειδητή ανάπλαση από τον ποιητή ασυνει δήτων εντυπώσεων, μέσω της ανάμνησης, σε στιγμές ηρεμίας του Ουίλιαμ Ουέντσουερθ, τη «συμπλαστική δύναμη» του Σάμουελ Κόλεριτζ, που ενώνει το ατομικό «εγώ» και τον εξωτερικό κόσμο, την «αθέλητη μνήμη» του Προυστ, που ενώνει τον χωροχρονικό κόσμο με τους διαχρο νικούς κόσμους της μνήμης, ή ακόμα τις θεωρίες του Μπεργκσόν. Η ώριμη θέση της Γουλφ για τη φαντασία γίνεται σαφής στο άρθρο της, του 1933, για τον Τουργκένιεβ. Μια πραγματικά συμβολική ενόραση, μας λέει, πρέπει να συνδυά ζει δύο πράξεις, εκείνη, που «παρατηρεί τα γε γονότα με αμεροληψία», και εκείνη που τα «ερ-
26/αφιερωμα
Το εξώφυλλο του βιβλίου «Οι κήποι του Κιου», σχέδιο της Va nessa Bell
μηνεύει συμβολικά».13 Από τη διπολική αυτή διαδικασία, που συνδέει «αταίριαστα πράγμα τα» σε μια μοναδική στιγμή αποκαλυπτικής σύλ ληψης, πηγάζουν τα «καυτά», όπως μας λέει η Γουλψ, αισθήματα, ένα είδος μαγνητικού κυματισμού, που εκπέμπονται από έναν κεντρικό συμβολικό χαρακτήρα, αντικαθιστούν τα γεγο νότα και δημιουργούν ένα συμβολικό σχήμα, που περιέχει τη ζωή σαν σύνολο και σαν παγκό σμια εμπειρία. Αυτός ο διπολισμός της συνείδησης, που έκα νε τη Γουλφ να παλινδρομεί μεταξύ της προβο λής του κόσμου σαν συμβολικής εικόνας και τη συνείδηση του κόσμου σαν ξέχωρη αντικειμενική πραγματικότητα, την οδήγησε στην επεξεργασία ενός συμβιβασμού μεταξύ της υποχρέωσης του μυθιστοριογράφου να παρουσιάζει έναν συγκε κριμένο αντικειμενικό κόσμο και της ανάγκης του ποιητή για μια συμβολική παρουσίασή του. Η τεχνική, που με έξοχο τρόπο αντανακλά αυτόν το συγκερασμό, είναι η οπτική γωνία, που χρη σιμοποιεί η Γουλφ στα μυθιστορήματά της. Η οπτική αυτή γωνία αποτελείται από τη σύντηξη της «λυρικής προοπτικής» και της προοπτικής του παντογνώστη αφηγητή του παραδοσιακού ρεαλιστικού μυθιστορήματος. Η νέα αυτή οπτική γωνία, μέσα από την οποία ο αναγνώστης παρα κολουθεί την ιστορία, δίνει έμφαση στην ποιοτι κή συνειδητοποίηση του κόσμου από τη μεριά του
παντογνώστη «ποιητή-συγγραφέα» και ταυτό χρονα παρουσιάζει την επιμέρους προοπτική των διαφόρων χαρακτήρων. Η σύνθεση αυτή επιτυγχάνεται με εικόνες, περιγραφές και motif, που είναι αποτέλεσμα της ευαισθησίας του «ποιητή-συγγραφέα», και με τους «εσωτερικούς μονόλογους» των διαφόρων χαρακτήρων, που αντανακλούν αυτή την ευαισθησία. Οι «εσωτερι κοί μονόλογοι» γίνονται το μέσο, με το οποίο οι «στιγμές», δηλ. το συνένωμα του εξωτερικού κό σμου με την ευαισθησία του παρατηρητή που ενεργοποιεί τη μνήμη και τη φαντασία για μια συμβολική σύλληψη του κόσμου, φωτίζονται και αντανακλούν το περιεχόμενο και τη συνοχή της λυρικής αφήγησης. Οι εσωτερικοί αυτοί μονόλογοι αντανακλούν πραγματικές εμπειρίες του έξω κόσμου, στιγμές της εξωτερικής πραγματικότητας, και ταυτόχρο να τις αποκαλυπτικές στιγμές της συνειδητοποίησης των συμβολικών προεκτάσεων αυτής της πραγματικότητας μέσα από τη ροή της συνείδη σης των χαρακτήρων. Ό πω ς ο Ραλφ Φρήντμαν παρατηρεί: «Είναι δραματικοί μονόλογοι, στους οποίους το ψυχολογικό δράμα και ο κοινός λό γος αντικαθίστανται από το λυρικό δράμα και τον εσωτερικό λόγο».14 Οι ατομικοί μονόλογοι, που παρουσιάζουν το ποικίλο περιεχόμενο δια φόρων συνειδήσεων, συνδέονται άμεσα μεταξύ τους, μέσα από εικόνες και μοτίβα, καθώς και με την εικόνα του κόσμου, όπως αυτή παρουσιάζε ται μέσα από τη συνείδηση του παντογνώστη «ποιητή-συγγραφέα», με αποτέλεσμα να χάνουν τη στενή προσωπική σημασία και να παίρνουν μια πλατύτερη και ταυτόχρονα μια πιο αντικει μενική υπόσταση. Η σχέση μεταξύ του ατομικού «εγώ» των χαρακτήρων και του «εγώ» του πα ντογνώστη «ποιητή-συγγραφέα» βρίσκεται στο κέντρο του έργου και της τεχνικής της Γουλφ. Μια πρώτη αποκρυστάλλωση αυτής της τεχνικής χρησιμοποιείται στη σύντομη ιστορία της Γουλφ με τον τίτλο «Οι κήποι του Κιου» (Kew Gardens),15 όπου διαφαίνονται όλα τα στοιχεία, τα οποία αργότερα αξιοποιήθηκαν στα μεγάλα της μυθιστορήματα. Στην τελειότητά της αυτή η τεχνική υλοποιείται στο κατ’ εξοχήν λυρικό της μυθιστόρημα «Τα κύματα» (The waves, 1931). Ν και το λυρικό μυθιστόρημα ατόνισε μετά τις δεκαετίες του είκοσι και του τριάντα, η επίδρασή του πάνω στην εξέλιξη του μυθιστορή ματος υπήρξε σημαντική. Σαν ένα στάδιο της εξελικτικής πορείας του μυθιστορήματος, το λυ ρικό μυθιστόρημα ενέργησε σαν μια δύναμη που γονιμοποίησε, όπως οραματίστηκε η Γουλφ, εποικοδομητικά το παραδοσιακό μυθιστόρημα και του έδωσε ένα νέο προσανατολισμό. Χωρίς αυτό το «ταξίδι αναζήτησης» στην «παράξενη, υποχθόνια θάλασσα»16 του τεχνικού πειραματι
Α
αφιερωμα/27 σμού, πολλά από τα μυθιστορήματα που ακο λούθησαν, δεν θα είχαν γραφτεί. Το «υπαρξιστι κό» (existentialist) και το «νέο-μυθιστόρημα» (nouveau-roman) στη Γαλλία δεν θα ήταν δυνατά χωρίς τη γονιμοποιητική επίδραση του λυρικού μυθιστορήματος. Στη Γερμανία, όπου το ρομαν τικό μυθιστόρημα υπήρξε πάντοτε μια έντονη παράδοση, οι τεχνικές της «ροής-της-συνείδησης» και του «εσωτερικού μονόλογου» έδωσαν μια νέα λυρική υφή στο είδος. Στην Αγγλία, το δυνατό ρεύμα του ρεαλισμού καλλιέργησε πάντα μια δυσπιστία για το «μυθιστόρημα-ποίημα», που ξέφευγε τελείως από τις παραδοσιακές φόρμουλες, όπως, για παράδειγ μα, το Finnegan’s Wake του Τζόυς. Το Νάιτγουντ της Ντζιούνα Μπάρνες που επαινέθηκε από τον Τ.Σ. Έλιοτ σαν το μυθιστόρημα που δί νει την εντύπωση του ποιήματος, είναι ίσως η πιο αξιόλογη προσπάθεια για ένα λυρικό μυθι στόρημα μέσα στα πλαίσια των επιτεύξεων της Γουλφ. Όμως και αυτό αντιμετωπίστηκε με δυ*1 Σημειώ σεις 1. As quoted by Ralph Freedman in The Lyrical Novel. Prince ton, N.J.: Princeton University Press, 1963. p. 7. 2. Joseph Frank, «Spatiai Form in Modern Literature», Sewanee Review, LIII (1945), pp. 221-246. 3. Das Sprachliche Kunswerk. Eine Einfiihrung in die Literalurwissenschaft. Bern: A. Francke, 1951. pp. 160-162ff. 4. «Mr Bennett and Mrs Brown» in The Captain’s Death Bed and Other Stories. London: Hogarth Press, 1950. 5. «The Novels of George Meredith» in The Common Reader, Second Series. London: Hogarth Press, 1948. p. 234. 6. «How It Strikes a Contemporary» in The Common Reader, First Series. 7th ed.; London: Hogarth Press, 1948. pp. 30031,302. 7. «The Narrow Bridge of Art» in Granite and Rainbow. New York: Harcourt Brace and Company, 1958. pp. 18-19.
σπιστία σαν α-μυθιστορηματικό, σαν αποπαίδι μάλλον παρά σαν γνήσιος απόγονος της «μεγά λης παράδοσης». Μέσα σ’ αυτό το κλίμα της δυ σπιστίας, το λυρικό μυθιστόρημα στην Αγγλία έπεσε σε δευτερεύουσα θέση. Παρ’ όλ’ αυτά, η φυσιογνωμία και το έργο της Γουλφ είχαν μια βαθύτερη και διαρκέστερη επίδραση πάνω στους μεταγενέστερους, όπως γίνεται αντιληπτό στο «συμβολικό-επιστημολογικό» (symbolic-episte mological) μυθιστόρημα της Ά ιρις Μέρντοκ και του Ουίλιαμ Γκόλντιγκ, ή ακόμα στο Αλεξανδρι νό Κουαρτέτο του Λώρενς Ντάρελ. Ενάντια στις αντιστάσεις του πραγματισμού, οι ακάματες προσπάθειες και οι οραματισμοί της Βιρτζίνια Γουλφ μπόλιασαν το αγγλικό μυθιστόρημα με το μπόλι της ποιητικής φαντασίας. Σαν αποτέλε σμα, το όνομά της είναι αναπόσπαστα δεμένο με την ανανέωση και την εξέλιξη του μυθιστορήμα τος στην Αγγλία.
8. «Modern Fiction» in The Common Reader, First Series, op. 9. In a letter to her friend V. Sackville-West, included in Aileen Pippet’s biography, entitled The Moth and the Star. Bo ston: Little Brown, 1955. p. 209. 10. A Writer’s Diary, Nov 28, 1928. London: Hogarth Press, 1953. p. 139. 11. The Moment and Other Essays. New York: Harcourt Brace, 1948. pp. 3-8. 12. «Letter to a Young Poet» in The Death of the Moth and Other Essays. London: The Hogarth Press, 1942. pp. 140141. 13. «The Novels of Turgenev» in The Captain’s Deathbed and Other Stories, op. cit. 14. The Lyrical Novel, op. cit. p. 203. 15. Included in A Haunted House and Other Stories. New York: Harcourt Brace, 1944. 16. The Lyrical Novel, op. cit. p. 283.
Μαρία Κουτ
Η Κυρία Ντάλλογουεϋ (1925) είνα ι το τέτα ρτο μ υθιστόρ η μα της Β ιρ τ ζ ίνια Γ ου λφ κ α ι π ο λ λ ά έ χο υ ν λεχθ εί γ ια τη ν τα υτότη τα της ομ ώ νυ μ η ς η ρω ίδας: ότι α π ο κ α λ ύ π τει την ίδ ια τη σ υ γ γ ρ α φ έα , ότι ή τα ν ένα π ρ ό σ ω π ο α π ό το φ ιλικό κ α ι γνω στό π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν. Η α π άντη ση όμ ω ς, δ εν είνα ι τόσ ο εύ κολη , για τί η κ. Ν τά λλογ ου εϋ δ εν ε ίνα ι α π λ ό ς α λλά σ ύ νθ ετος χα ρ α κ τή ρ α ς, ίσως δ εν είνα ι μ όνο μ ια γ υ ν α ίκ α α λλά κ α ι έ να ς ά ντ ρ α ς, κ α ι π ο λύ π ε ρ ισ σ ότερ ο μια π όλη , έ να ς κ όσ μ ος π ο υ ζε ι κι ένα ς ά λλο ς π ο υ α ρ γ ο π ε θ α ίνε ι. Κ ι ό λ α α υ τά δ ίν ο ντα ι μ έσα α π ό την π ερίφ η μ η «χρονικ ή στιγμή» της Β ιρ τ ζ ίνια Γ ου λφ , ό π ο υ ο μηδέν χ ρ ό ν ο ς γ ίνετα ι όλ ο ς ο χ ρ ό ν ο ς κ α ι ό π ο υ σ υ μ β α ίν ο υ ν τα π ά ν τ α κ α ι τίπ οτα . ΑΙΝΟΜΕΝΙΚΑ, η διάρκεια του μυθιστο ρήματος είναι μια μέρα από τη ζωή της Κλαρίσσας Ντάλλογουεϋ, μια ασυνήθιστα ζεστή μέρα του Ιούνη του 1923, όταν η «τέλεια οικοδέ σποινα» οργανώνει ένα πάρτυ. Σ’ αυτή τη συγ κέντρωση εμφανίζονται φίλοι από το παρελθόν και αναγγέλλεται ότι κάποιος σκοτώθηκε. Η Κλαρίσσα, ευκατάστατη σύζυγος βουλευτή, ανήκει στον «beau monde», τη «βρετανική άρχουσα τάξη». Οι καλεσμένοι στο πάρτυ της προέρχονται από αυτή ακριβώς την τάξη στις πόρτες της οποίας γεννήθηκε και η ίδια η συγ γραφέας: «Σ’ αυτή την καλή κοινωνία υπήρχε κάτι που η Βιρτζίνια έβρισκε μισητό και φοβερό, αλλά όλο και υπήρχε κάτι που αγαπούσε πολύ. Το να είναι στο κέντρο των πραγμάτων, το να
Φ
γνωρίζει ανθρώπους που είχαν τρομερή δύναμη, το να θεωρεί χάρες και προνόμια σαν κάτι δεδο μένο... το ν’ ακούει τον αρχιυπηρέτη να ανακοι νώνει ένα όνομα τόσο παλιό από τότε που ακόμα ζούσε ο Σαίξπηρ, όλα αυτά ήταν πράγματα που δεν μπορούσε ν’ αγνοήσει. Ή ταν αληθινά μια ρομαντική σνομπ».1 Έτσι και η Κλαρίσσα αγα πούσε την «καλή κοινωνία» και την πλούσια ζωή του Λονδίνου, «να χορεύει, να ιππεύει, τα λά τρευε όλα αυτά», και δεν παντρεύτηκε τον Πήτερ Γουώλς γιατί «αν και η μέρα ήταν όμορφη και τα δέντρα και το γρασίδι, και το μικρό κορί τσι στα ροζ - ο Πήτερ ποτέ δεν είδε τίποτα από αυτά... ήταν η κατάσταση του κόσμου που τον ενδιάφερε- ο Βάγκνερ, η ποίηση του Πόουπ, οι χαρακτήρες των ανθρώπων αιώνια και τα ελατ
αφιερωμα/29 τώματα της δικής της ψυχής».2 Γι’ αυτό η Κλασίσσα παντρεύτηκε τον Ρίτσαρντ, «ένα βουλευτή που θα γινόταν πρωθυ πουργός». Εκείνος βέβαια, δεν έγινε ποτέ πρω θυπουργός, αλλά ο τελευταίος έρχεται στα πάρτυ της.
Σ
ΤΗΝ αρχή του μυθιστορήματος, η Κλαρίσσα φαίνεται να χαίρεται τη ζωή αυτού του επι πόλαιου Λονδίνου, τα ανάκτορα, τα πάρκα, τις λιμουζίνες του, τα σημαίνοντα πρόσωπα που επισκέπτονται το σπίτι της. Αλλά γύρω της, όπως και στην ψυχή της Γουλφ, περιφέρονται χι λιάδες συνειδήσεις. Μια απ’ αυτές είναι η δε σποινίς Κίλμαν η σκληρή ειρωνεία που κρύβε ται πίσω από την ετυμολογία του ονόματος της (σκοτώνει ανθρώπους) σκοτώνει και τις ψευδαι σθήσεις της Κλαρίσσας. Ήταν η καλύτερη φίλη της κόρης της Ελίζαμπεθ, η δεσποινίς Κίλμαν, αλλά «χοντρή, άσκημη, κοινή, χωρίς καλοσύνη ή χάρισμα, ήξερε το νόημα της ζωής» (σελ. 111)είχε σκοπούς, γνώριζε απέξω κι ανακατωτά τη σύγχρονη ιστορία, και κατέκρινε τους Ντάλλογουεϋ για τα πάρτυ και τη ματαιοδοξία τους και της είχε κλέψει τη μοναχοκόρη της πού ’φεύγε μαζί της τώρα, με την Κλαρίσσα να κρέμεται στα κιγκλιδώματα φωνάζοντας: «Μην ξεχύσεις το πάρτν! Μην ξεχύσεις το πάρτυ μας απόψε!» (σελ. 112). Αλλά γιατί τη μισεί τόσο τη δεσποινί δα Κίλμαν; Ίσως επειδή πάντα προσπαθούσε ν’ αρνηθεί πόσο ψεύτικη και κενή είναι η ύπαρξή της, πόσο μόνη νιώθει. Γιατί πέρα από τη γοη τεία των κοινωνικών επιτυχιών βρίσκεται η πραγματική Κλαρίσσα· άρρωστη και φοβισμένη από το θάνατο, συγκεντρώνει τις αγωνίες και τα απόκρυφα συναισθήματα της Γουλφ. Μακριά από την κίνηση, τα φώτα και τις φανταχτερές βιτρίνες, η Κλαρίσσα αποσύρεται εκεί που υπήρχε «ένα κενό για την καρδιά της ζωής», στο δικό της δωμάτιο. Όπως και στο Δωμάτιο τον Ιύκω6ου και σ’ άλλα έργα της συγγραφέως, ο προσω πικός χώρος και τα αντικείμενά του φανερώνουν την πραγματική ψυχή του κατόχου τους. Το δω μάτιο της Κλαρίσσας είναι γυμνό, το κρεβάτι στενό και διαβάζει μόνη το βράδυ («Στη Βουλή παραμένουν τόσο αργό που ο Ρίτσαρντ επέμενε μετύ την αρρώστια να κοιμύται μόνη της»). Έτσι όπως κοιμόταν άσχημα, «δεν μπορούσε ν’ αποόιώξει μια παρθενικότητα που είχε κρατήσει από παιδί και που κολλούσε πύνω της σαν το σεντόνι» (σελ. 29). Μ’ αυτή τη μοναξιά ξυπνούν οι λεσβιακές της αναμνήσεις, η πλατωνική της αγάπη για τη Σάλλυ Σήτον που επισφραγίστηκε μ’ ένα φιλί, μια μοναδική τρυφερή σκέψη από την εποχή που «δεν ήξερε τίποτα για σεξ -τίποτα για κοινωνικό προβλήματα· είχε δει μια φορά ένα γέρο να πέφτει νεκρός σ’ ένα χωράφι- είχε δει γελάδες που μόλις γέννησαν τα μοσχαράκια
τους». Τότε, συζητούσαν ώρες με τη Σάλλυ για «τη ζωή, για το πώς θ’ άλλαζαν τον κόσμο. Θέλαν να ιδρύσουν μια κοινωνία, να καταργήσουν την ιδιωτική περιουσία, και πραγματικά είχαν γράψει ένα γράμμα, αν και δεν το στείλαν ποτέ» (σελ. 31). Αυτή είναι η αλήθεια, ενώ οι «φαινο μενικοί εαυτοί μας» δεν αποτελούν παρά «στιγμιαία τεμάχια» όταν συγκρίνονται με το «αθέατο μέρος» που μας συμπληρώνει και επιζέί «συνδεδεμένο» με έναν άλλο άνθρωπο ή στοι χειώνει ένα γνωστό μέρος μετά το θάνατό μας.3 Και όταν κοιτάζεται στον καθρέφτη, η Κλαρίσ σα διακρίνει τα πολλά, ασυμβίβαστα κομμάτια της που «για τον κόσμο μόνο» συγκεντρώνονται σε «ένα κέντρο, ένα διαμάντι, μια γυναίκα» (σελ. 34). Οι ανείπωτοι φόβοι και οι κρυφές δειλίες αυ τής της αθέατης Κλαρίσσας θα συγκεντρωθούν σε ένα πρόσωπο που δεν θα συναντήσει ποτέ, τον Σέπτιμο Γουώρεν Σμιθ, του οποίου η αυτο κτονία αναγγέλλεται στο πάρτυ της. Εκείνος εί ναι το «είδωλο» της Κλαρίσσας, όπως λέει και η ίδια η συγγραφέας,4 κι έχει επιζήσει απ’ τον πό λεμο στον οποίο χάθηκε ο Ιάκωβος στο προηγού μενο μυθιστόρημά της'5 Ο Σέπτιμος είχε γνωρί σει το θέατρο της μάχης και τον στοίχειωνε το φάντασμα του αδικοχαμένου Ιάκωβου που εδώ φέρει τ’ όνομα Έβανς: «Έτσι υπήρχε ένας ά ντρας απέξω- πιθανόν ο Έβανς- και τα τριαντά φυλλα, που η Ρέτζια είπε ότι ήταν μισοπεθαμέ να, τα είχε μαζέψει στα λιβάδια της Ελλάδας» (σελ. 84). Πιο πριν ο Σέπτιμος είχε συγχαρεί τον εαυτό του που «ο πόλεμος τον δίδαξε» να μη λυ πηθεί για το θάνατο του φίλου του. Στον πανικό του ζήτησε από τη Λουκρητία να τον παντρευ τεί, αλλά δεν ήταν λύση, γιατί κανένας δεν μπο ρεί να ζήσει χωρίς συναίσθημα. Και το φάντα σμα του Έβανς τον στοιχειώνει τώρα όπως στοι χειώνουν την Κλαρίσσα οι αναμνήσεις της. Με τη μάσκα της αδιαφορίας που επιβάλλει η κοι νωνία, και οι δύο προσπάθησαν να κρύψουν «τρελές σκέψεις» για ειρήνη, αγάπη και επικοι νωνία. Η Κλαρίσσα έχει επίσης γνωρίσει το θά νατο κάποιου αγαπημένου (η αδερφή της έχει σκοτωθεί σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα) και η Γουλφ είχε χάσει τον αδερφό της μετά το ταξίδι τους στην Ελλάδα. Όταν στο πάρτυ, μέσα σ’ αυτό το θρίαμβο χα ράς και ζωής και υποθετικά ανθρώπινης επικοι νωνίας, γνωστοποιείται η αυτοκτονία του Σέπτιμου, η Κλαρίσσα τον νιώθει πολύ κοντά της: «Ο θάνατος είναι μια προσπάθεια επικοινωνίας, οι άνθρωποι που αισθάνονται ότι είναι αδύνατο να φτάσουν στο κέντρο που, μυστικιστικά, τους ξε φεύγει... καθένας ήταν μόνος. Υπήρχε ένα α γκάλιασμα στο θάνατο» (σελ. 163). Και έχει θε λήσει η Κλαρίσσα να αψηφήσει το θάνατο «γιατί ό,τι αγαπούσε ήταν η ζωή» (σελ. 108) παρ’ όλη
30/αφιερωμα την καθημερινή μονοτονία της: «Ό λα τα ίδια, η μια μέρα ακολουθούσε την άλλη · Τετάρτη, Πέμ πτη, Παρασκευή, Σάββατο ■που καθένας έπρεπε να ξυπνάει το πρωί, να βλέπει τον ουρανό· να περπατάει στο πάρκο· να συναντά τον Χίου Γουίτμπρεντ- μετά ξαφνικά ήρθε ο Πήτερ · μετά αυτά τα τριαντάφυλλα· ήταν αρκετά. Μετά από αυτά πόσο απίστευτος ήταν ο θάνατος -ό,τι πρέ πει να τελειώσει · και κανένας σ’ όλον τον κόσμο δεν θά ’ξερε πόσο τά ’χε αγαπήσει όλα αυτά· πό σο κάθε λεπτό...» (σελ. 109). Ίσως είναι η μόνη που καταλαβαίνει τον Σέπτιμο σ’ αυτή τη γιορ τή. Μαντεύει και με ποιο τρόπο αυτοκτόνησε, πηδώντας από ένα παράθυρο, έτσι όπως η ίδια η Γουλφ αποπειράθηκε να τελειώσει τη ζωή της το 1895, μετά το θάνατο της μητέρας της. ΡΙΝ ακόμα εκδοθεί Το Δωμάτιο του Ιάκω βου (1922), η συγγραφέας είχε σκεφτεί «μια μελέτη πάνω στην παράνοια και την αυτοκτονία, τον κόσμο, όπως φαίνεται από τρελούς και γνω στικούς πλάι-πλάι».*123456 Κατά συνέπεια, η Κλαρίσσα και ο Σέπτιμος συνθέτουν την προσωπικότη τα της Γουλφ και εκφράζουν τις ψυχολογικές της ανησυχίες. Γιατί και η Κλαρίσσα άκουγε, όπως ο Σέπτιμος, τα πουλιά να τραγουδούν ελληνικά «απ’ τα δέντρα στο λιβάδι της ζωής πέρα απ’ το ποτάμι που περπατούν οι νεκροί» (σελ. 24). Παρ’ όλες όμως τις νευρώσεις της θα παραμείνει ζωντανή, έστω και σ’ έναν ψεύτικο κόσμο, ενώ εκείνος θα αγκαλιάσει το θάνατο και την αλή θεια. Με το τέλος του, η Κλαρίσσα θα συνειδη τοποιήσει ακόμα πιο πολύ τη ματαιότητα που την περιτριγυρίζει, βλέποντας την ειλικρίνεια στα πρόσωπα αυτών που μισεί. Για παράδειγμα, η συμμετοχή του πρωθυ πουργού στα πάρτυ της είναι μια μεγάλη κοινω νική επιτυχία. Ό λοι τον θαυμάζουν και «αισθά νονται μέχρι το μεδούλι των κοκάλων τους την υψηλότητα να περνά· γιατί αυτό είναι το σύμβο λο που όλοι αντιπροσωπεύουν, η αγγλική κοινω νία». Βέβαια ο Πήτερ Γουώλς σχολιάζει ότι «ο καημένος έτσι όπως είναι τυλιγμένος σε χρυσή δαντέλα-θα μπορούσε πολύ καλά να σταθεί πίσω από έναν πάγκο και να αγοράζει μπισκότα». Και η Κλαρίσσα βλέπει ξαφνικά τι συμβαίνει πί σω από την κοινωνική ψευτιά όταν, κοιτάζοντας τον πρωθυπουργό να κατεβαίνει τη σκάλα, έρχε ται μπρος της η εικόνα της «απλής δεσποινίδας Κίλμαν: και αυτό ήταν ικανοποιητικό- αυτό ήταν αληθινό. Α, πόσο τη μισούσε».78 Πολλοί κριτικοί έχουν χαρακτηρίσει σαν τη μεγαλύτερη τεχνική δυσκολία στη γραφή του μυ θιστορήματος το «διαχωρισμό μιας προσωπικό τητας σε έναν άντρα και μια γυναίκα που δεν συναντήθηκαν ποτέ».9 Η παρθενικότητα της κ. Ντάλλογουεϋ και η αποστροφή του Σέπτιμου για τον σαρκικό έρωτα είναι ένα ακόμα σημείο επα φής παρμένο από τη ζωή της Γουλφ. Και οι δύ<
Π
μαζί συγκεντρώνουν ό,τι αποδέχεται και ό,τι κα τακρίνει για την αγάπη, το γάμο, τις σχέσεις των ανθρώπων. ΥΣΤΥΧΩΣ, η Βιρτζίνια Γουλφ ακολούθησε την τύχη του Σέπτιμου. Πάντα φοβόταν ότι μια δυνατή κρίση από τις τόσες πού ’χε περάσει θα την τρέλαινε πραγματικά, και στις 28 Μάρτη 1941 έδωσε τέλος στη ζωή της. Κατά τον τέταρτο και τελευταίο νευρικό κλονισμό της, άκουσε κά ποια φορά -όπως ο Σέπτιμος και η Κλαρίσσα«τα πουλιά να τραγουδούν ελληνικά έξω απ’ το παράθυρό της».9 Κατά παράδοξο τρόπο, αυτή η κατάσταση βοήθησε το γράψιμό της και η ίδια έκρινε τις στιγμές της παράνοιας σαν «μυστικι στικές», στιγμές που ο νους «γίνεται χρυσαλλί δα» και παράγει σκέψεις και δημιουργεί συναι σθήματα.101 Παρά το γεγονός ότι η Γουλφ είχε το τέλος του Σέπτιμου, που ένιωθε να πλησιάζει απειλητικά καθώς το Μπιγκ Μπεν χτυπούσε αλύπητα τις ώρες, στη μνήμη ζωντανεύει σαν την Κλαρίσσα Ντάλλογουεϋ, «όμορφη, κομψή... ενεργητική», να απολαμβάνει περιπάτους στην εξοχή και την πόλη, να ξενυχτάει στα πάρτυ, ν’ ασχολείται με τον κόσμο γύρω της, να χαίρεται με πάθος το Βασιλικό Λονδίνο, τις γιορτές του, «τα γελαστά παιδιά και τους σκίουρους στα φυλλωμένα πάρ κα, το φούντωμα των λουλουδιών, τις βιτρίνες των καταστημάτων και την ασταμάτητη κίνηση στους δρόμους».11 Παραμένει η Κλαρίσσα των τελευταίων φράσεων του μυθιστορήματος, να εμ πνέει ακαταμάχητη γοητεία: «‘‘Θα έρθω”, είπε ο Πήτερ, αλλά κάθισε για μια στιγμή. ‘‘Τι είναι αυ τός ο τρόμος; Τι είναι αυτή η έκσταση;” αναπό λησε. ‘‘Τι είναι αυτό που με γεμίζει με περίεργο ενθουσιασμό; Είναι η Κλαρίσσα”, είπε. Γιατί εκεί βρισκόταν εκείνη».
Δ
Σ ημειώ σεις 1. Quentin Bell, Virginia Woolf (London: Triad / Paladin, 1976), σελ. 79-80. 2. Virginia Woolf, Mrs. Dalloway (London: Triad Panther, Granada Publishing, 1976), σελ. 8. Οι υπόλοιπες αναφορές παρενθετικά στο κείμενο. 3. Susan Rubinow Gorsky, Virginia Woolf (Boston: Twayne Publishers, 1978), σελ. 77. 4. Wolf, «Introduction», Mrs. Dalloway (New York: Modern Library Edition, 1928), σελ. vi. 5. Βλ. Μαρία Κουτσουδάκη, «Q Έλληνας Ιάκωβος: η Ελλά δα στο Δωμάτιο τον Ιάκωβον της Βιρτζίνια Γουλφ» (Δια βάζω, βλέπε στο αφιέρωμα του τεύχους). 6. Wolf, A Writer’s Diary, ed. Leonard Woolf (New York: Harcourt Brace Jovanovich, 1954), σελ. 51. 7. Βλ. σχόλια A.D. Moody, Virginia Woolf (Edinburgh: Oli ver and Boyd, 1963), σελ. 23-24. 8. «Introduction by Claire Spragne», Virginia Woolf: A Collec tion o f Critical Essays, ed. Claire Spragne, 20th Century Views (New Jersey: Prentice - HaU, 1971), p. 9. 9. Gorsky, σελ. 23. 10. ibid, σελ. 24. 11. John Lehman, Virginia Woolf and her World (London: Tha mes and Hudson, 1975), σελ. 53.
αφιερωμα/31
Αφροδίτη Μ. Παναγή
Το θέμα του καλλιτέχνη στο
της Γουλφ Στο μυθιστόρημα Π ρος το Φ άρο, η Βιρτζίνια Γουλφ αποφεύγει να χρησιμοποιήσει την παραδοσιακή πλοκή, παρ’ όλο που έχουμε ίχνη μιας ιστορίας. Σαν αποτέλεσμα, τα γεγονότα δεν οδηγούν σε βαθμιαία αποκορύφωση της δράσης και η περιπλοκή παραμένει αξεδιάλυτη. Η συγγραφεύς διαλέγει σχετικά γεγονότα και περιγράφει το αποτέλεσμά τους στην επίγνωση των ποικίλων προσώπων που αφθονούν στο έργο. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Γουλφ ενδιαφέρεται να μεταδώσει τη ροή του χρόνου μάλλον, παρά τη λογική αλληλουχία των γεγονότων. Το ενδιαφέρον του αναγνώστη συγκεντρώνεται σε συναισθήματα, όπως χαρά, λύπη, ελπίδα ή απελπισία. Οι συγκινήσεις αυτές αναλύονται, απλώνονται και καταγράφονται με επιστροφές της μνήμης, γιατί σχηματίζουν το περιεχόμενο του μυθιστορήματος. Το διάβασμα αλληλένδετων εμπειριών επιτυχαίνει ένα συνολικό αποτέλεσμα, καθώς ο αναγνώστης ζει τις βασικές εμπειρίες αγάπης και θανάτου που σχηματίζουν το σχέδιο της ανθρώπινης ζωής.
32/αφιερωμα ΤΟ Προς το Φάρο, η Γουλφ δεν σκιαγραφεί παραδοσιακά τα πρόσωπα του έργου. Η κυ ρία Ράμσυ γίνεται ζωντανό πρόσωπο, το κέντρο ενός κύκλου ανθρώπων, καθώς αντιπροσωπεύει τη συμπόνια και την αγάπη. Ό λα τα πρόσωπα του μυθιστορήματος βλέπονται με τα μάτια της κυρίας Ράμσυ. Αλλά η Αίλυ Μπρίσκοου, η ζω γράφος, είναι εκείνη που στέκεται απομονωμένη και μοναχική και παρατηρεί την κυρία Ράμσυ, καθώς προσπαθεί να δώσει στο έργο της την ει κόνα της όσο πιο τέλεια γίνεται. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι το θέμα του μυθιστορήματος είναι η επίδραση της παρουσίας της κυρίας Ράμ συ στα πρόσωπα του έργου που την περιβάλλουν και ειδικότερα στη Αίλυ. Είναι ενδιαφέρον ότι η επιρροή της κυρίας Ράμσυ στα πρόσωπα του έρ γου συνεχίζεται ακόμα και μετά το θάνατό της, αφού παραμένει στο κέντρο της ιστορίας. Η κυ ρία Ράμσυ έχει την ικανότητα να δημιουργεί τά ξη και αρμονία από τις μπερδεμένες σχέσεις, όπου βρίσκεται ανακατεμένη. Και ειρωνικά, με το θάνατο της κυρίας Ράμσυ, η Αίλυ Μπρίσκοου συμπληρώνει το πορτρέτο της. Ό ταν θα έχει κα ταφέρει να οδηγήσει τη Αίλυ στην απόκτηση του καλλιτεχνικού της οράματος, η φυσική παρουσία της κυρίας Ράμσυ δεν είναι πια αναγκαία, γιατί θα ζει αιώνια στο πορτρέτο της που ζωγράφισε η Αίλυ. Η Γουλφ περιγράφει την εξέλιξη του πορ τρέτου της κυρίας Ράμσυ από «ένα τριγωνικό βυσσινί σχήμα» που είναι στην αρχή έως την τέ λεια, ολοκληρωμένη μορφή του στο τέλος. Η ζωγράφος Αίλυ προσελκύεται από την αγά πη της κυρίας Ράμσυ, η οποία παριστάνεται σαν κύκλος ζεστασιάς και φώτισης που τραβά όλους όσους έρχονται κοντά της. Ζεστασιά και αγάπη παρουσιάζονται να προέρχονται από την κυρία Ράμσυ. Η Αίλυ βλέπει την κυρία Ράμσυ καθώς παρατηρεί το φάρο, ο οποίος σκορπίζει φωτει νούς κύκλους και οδηγεί τα πλοία στην ασφά λεια του λιμανιού. Η κυρία Ράμσυ δείχνεται συμπονετική, ενδιαφέρεται για όλους τους αν θρώπους γύρω της και νοιάζεται για το καλό τους. Ο φάρος γίνεται ουσιαστικό σύμβολο, το οποίο αντιπροσωπεύει όλες τις ιδιότητες που συμβολίζει η κυρία Ράμσυ και ειδικότερα το φως. Μέσα από το χαρακτήρα της κυρίας Ράμ συ, η Γουλφ τονίζει την αξία των ανθρώπινων σχέσεων, πράγμα που φαίνεται καθαρά σε όλες τις σχέσεις που έχει η κυρία Ράμσυ με την οικο γένεια και τους φίλους της. Ματιές στην επίγνω ση των προσώπων αυτών, των σχέσεων, δίνονται από την κυρία Ράμσυ, αφού είναι εκείνη που τα βλέπει όλα, και ο αναγνώστης τα βλέπει με τα μάτια της.
Σ
ΤΖΟΑΝ Μπένετ στο βιβλίο της Βιρτζίνια Η τέχνη της στη μυθιστοριογραφία, Η Γουλφ:
λέει ότι «για την κυρία Ράμσυ το εναλλακτικό φως και σκιά από τη λάμψη του φάρου συμβολί ζουν το ρυθμό χαράς και λύπης στη ζωή του αν θρώπου, και η εναλλακτική λαμπρότητα με το σκοτάδι ακόμα και τις πιο στενές ανθρώπινες σχέσεις».1 Ο φάρος γίνεται τέλειο σύμβολο από αυτή καθ’ εαυτή τη φύση του και τη δυνατότητα εναλλαγής ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, τα οποία αντιπροσωπεύουν το πνεύμα και τη σάρ κα, το συναίσθημα και το λογικό. Επομένως γί νεται ένα σημαντικό σύμβολο για όλη την οικο γένεια και τη Αίλυ. Η Αίλυ αρχίζει να ζωγραφίζει την κυρία Ράμ συ, αλλά επειδή το όραμά της είναι ατελές, δεν είναι δυνατό να τελειώσει το πορτρέτο. Όταν όμως η οικογένεια κάνει το ταξίδι προς το φάρο, το πορτρέτο τελειώνει. Επομένως, το ταξίδι στο φάρο μπορεί να ερμηνευτεί σαν αναζήτηση γα λήνης, αφού αποκαθίσταται η αρμονία του κυ ρίου με την κυρία Ράμσυ, καθώς και του κυρίου Ράμσυ με τα παιδιά του. Ενότητα και γαλήνη βασιλεύουν στην οικογένεια Ράμσυ πριν το θά νατό της. Η Αίλυ προσπαθεί και καταφέρνει να συμπεριλάβει τη δύναμη της αγάπης και κατα νόησης που ήταν κτήμα της κυρίας Ράμσυ, και γι’ αυτό το πορτρέτο παρουσιάζεται στο τέλος τέλειο. Το ταξίδι προς το φάρο αντιπροσωπεύει για τη Αίλυ το κατόρθωμά της να σχηματίσει το καλ λιτεχνικό της όραμα. Η απόκτηση του οράματος τη βοηθά να συμπληρώσει το πορτρέτο της κυ ρίας Ράμσυ. Μονάχα μετά το ταξίδι, η Αίλυ, που ήξερε καλά τη θηλυκή αρχή, μαθαίνει και παρα δέχεται και την αρσενική αρχή, συμπληρώνοντας έτσι το όραμά της. Η Αίλυ, όπως και η Βιρτζίνια Γουλφ, έχει τη δυνατότητα να παρουσιάσει στο πορτρέτο το μί σος και την αγάπη, την ελπίδα και την απελπι σία, τα συναισθήματα δηλαδή που υπάρχουν στην οικογένεια Ράμσυ. Όταν το πορτρέτο τε λειώνει, φτάνει και το μυθιστόρημα στο τέλος του, γιατί τίποτε άλλο δεν μπορεί να συμβεί μετά την άφιξη της καλλιτέχνιδος στο όραμά της. Ο στοιχείο της αγάπης παίρνει μέγιστη ση μασία στη δημιουργία ενός έργου τέχνης. Η Αίλυ δέχεται την αγάπη, γιατί επεκτείνει το εγώ της και τη βοηθά να ξεφύγει από τον εγωιστικό της κύκλο. Η αγάπη είναι σημαντική για την αναγέννηση του ανθρώπινου εαυτού, και επομέ νως γίνεται στο μυθιστόρημα της Γουλφ ουσια στική προϋπόθεση δημιουργίας ενός έργου τέ χνης. Με την αγάπη, η κυρία Ράμσυ βοηθά τη Αίλυ να δει την αλήθεια για την ανθρώπινη φύ ση, και σε ανταπόδοση η Αίλυ καταφέρνει να καταλάβει τις συγκρούσεις που υπάρχουν στην ψυχή του ανθρώπου και να τις αποδώσει στην τέλεια σκιαγράφηση της κυρίας Ράμσυ.
Τ
αψιερωμα/33 Η Αίλυ, όπως και η Γουλφ, προσπαθεί να αιχ μαλωτίσει στον πίνακα της τη ρευστότητα των πράξεων της κυρίας Ράμσυ, των συναισθημάτων και των σκέψεων της. Η Γουλφ ενδιαφέρεται για την εντύπωση που αφήνουν τα φανταστικά της πρόσωπα στους άλλους. Αντίθετα, δεν νοιάζεται «να ορίσει την ταυτότητά τους ή να τη συνοψίσει σε ένα συγκεκριμένο περιστατικό, μας καλεί να το ανακαλύψουμε ζώντας στο μυαλό των χαρα κτήρων της, ή στο μυαλό των ανθρώπων που έρ χονται σε επαφή μαζί τους».*12 Και το πορτρέτο που ζωγραφίζει η Αίλυ είναι, στην τελευταία ανάλυση, ιμπρεσσιονιστικό. Παρ’ όλο που ο σκοπός της Αίλυ είναι να τε λειοποιήσει το πορτρέτο της κυρίας Ράμσυ, δεν το καταφέρνει πριν συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να στραφεί προς τα μέσα και να φτάσει το κέ ντρο του εαυτού της. Η στροφή της Αίλυ στην ψυχή της μοιάζει με το ταξίδι προς το φάρο, ο οποίος γίνεται σύμβολο του κέντρου από τη θέση που παίρνει στη ζωή των χαρακτήρων. Ο φάρος στο μυθιστόρημα γίνεται σημαντικό σύμβολο, και το ταξίδι-προσκύνημα γίνεται αναζήτηση για αυτο-ανάλυση. Ο Άρνολντ Κέτελ αρνείται να δει το φάρο σαν σύμβολο, γιατί δεν μπορεί να δει τι αντιπροσωπεύει. Αρνούμενος να παραδε χτεί τη σημασία του φάρου σαν σύμβολο, ο Κέ τελ δεν καταφέρνει να διακρίνει το θέμα των αν τίθετων, τα οποία υπογραμμίζουν την ανθρώπι νη ύπαρξη και τα οποία, όταν κατανοηθούν τέ λεια, οδηγούν στο τέλειο όραμα της ζωής.3 Έτσι, ο Κέτελ τελειώνει την ανάλυση του Προς το φάρο, λέγοντας ότι το μυθιστόρημα δεν έχει βασική σύγκρουση. γίνεται ένας μεγάλος μουσα όπου οι χαρακτήρες κατέχουν διάφορα Τ Ομάς,μυθιστόρημα σημεία είτε στο προσκήνιο ή στο φόντο του πορ τρέτου. Η προσοχή του αναγνώστη, εντούτοις, κινείται από ένα χαρακτήρα σ’ έναν άλλο και πιο πολύ προς το κέντρο, όπου βρίσκονται η κυ ρία Ράμσυ και ο φάρος. Μπορεί κανείς να πει, πως υπάρχουν δύο πίνακες που ζωγραφίζονται στο μυθιστόρημα: ο ένας από τη Γουλφ και ο άλ λος από την Μπρίσκοου. Αφού η Μπρίσκοου εί ναι προβολή της Γουλφ, και η αναζήτησή της εί ναι στην ουσία η αναζήτηση της Γουλφ, η γνώση που αποκτά η ζωγράφος είναι κι αυτή της Γουλφ. Αφού το μυθιστόρημα θεωρείται πίνακας, η Γουλφ βρήκε βολικό να χρησιμοποιήσει φως, απόχρωση και χρώμα για να περιγράψει τη διά θεση των χαρακτήρων της. «Η Βιρτζίνια Γουλφ προσπάθησε να πιάσει τις μπόρες αναρίθμητων καταιγίδων, το όραμα της ζωής, τον ιριδισμό, το αστραφτερό φωτοστέφανο»,4 που συμβολίζει η κυρία Ράμσυ και ο φάρος. Με το σύμβολο του φάρου, η Γουλφ κατάφερε να μεταδώσει το συ
νειδητό και ασυνείδητο, τις αντίπαλες ανθρώπι νες συγκινήσεις, όπως η αγάπη και το μίσος, η χαρά και η λύπη, και η αρσενική και θηλυκή αρ χή που υπογραμμίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη.
□ Μετάφραση: Έφη Ααμπαδαρίδου Σημειώσεις * Η μεταφράστρια του άρθρου επέλεξε αυτή την απόδοση του τίτλου ως πιστότερη στον πρωτότυπο. Πρέπει όμως να υπενθυμίσουμε ότι στις ελληνικές εκδόσεις έχει αποδοθεί «Στο Φάρο». 1. Joan Bennet, Virginia Woolf: Her A n as a Novelist (Cam bridge: Cambridge University Press, 1964), p. 103. 2. Bennet, p. 31. 3. Arnold Kettle, Introduction to the English Novel, vol. II (London: Hutchinson University Press, 1967), p. 91. 4. Leon Edel, The Modern Psychological Novel (Massachusetts: Peter Smith, 1972), p. 129-130.
R.D.LAING/D.G. COOPER ΛΟΓΟΣKA1BIA: 10ΧΡΟΝΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΤΟΥΣΑΡΤΡ, 1950-60
VALERIEWILMER ΣΟΒΑΡΟΟΣΟΚΙΗΖΩΗΣΟΥ. ΗΖΩΝΤΑΝΗΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΖΑΖ
GEORGES BATAILLE ΤΟΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΑΠΟΘΕΜΑ
PIERRENAVILLE ΟΧΡΟΝΟΣ, Η ΤΕΧΝΙΚΗ, ΗΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
εκδόσεις | P R A X I S ] Κ ε ν τ ρ ικ ή Δ ι ά θ ε σ η /Π α ρ α γ γ ε λ ίε ς : Μ Η Ν Υ Μ Α , Σ ό λ ω ν ο ς 8 3 , τ η λ . 3 6 2 .3 6 4 6
34/αφιερωμα
Το έργο Ο ρλά ντο - Μ ία β ιογρ α φ ία (1928), είναι το έκτο μυθιστόρημα της Άντελιν Βιρτζίνια Γονλφ, γραμμένο με το συμβολισμό ποιήματος σε πρόζα, και ανήκει στο «ψυχολογικό μυθιστόρημα». Χρονικά, βρίσκεται ανάμεσα στο Π ρ ος τον φ ά ρ ο (Ελλ. τίτλος Στο φάρο) (1927), του οποίου ο τίτλος συμβολίζει τις στιγμιαίες λάμψεις της ενόρασης, όταν η διάνοια αρχίζει να εισχωρεί στο ασυνείδητο σκοτάδι της ψυχής φέρνοντας το σε επίγνωση. Στο άλλο έργο που πλαισιώνει τον Ο ρλά ντο, Τ α κ ύματα (1931), ο τίτλος δίνει την αίσθηση του άπιαστου υγρού στοιχείου που είναι η φαντασία και αναγγέλλει ότι η διάνοια της συγγραφέως έχει πια φτάσει στο ασυνείδητο. Τα δίδυμα-αντίθετα, φως/σκοτάόι, άνεμος!θάλασσα, γίνονται στον Ο ρλά ντο τα γένη, αρσενικό!θηλυκό, στο ίδιο πρόσωπο. ΔΙΗΓΗΣΗ γίνεται από τον «βιογράφο», ο οποίος απλά παραθέτει στοιχεία της ζωής του πρωταγωνιστή, με εικόνες που περιμένουν τον αναγνώστη να βρει τις άξιες εξηγήσεις, τις σχέσεις και το νόημά τους. Στη ζωή του Ορλάν το, που έζησε σαν άντρας και γυναίκα, η Γουλφ καταγράφει με τη διάνοια και τη φαντασία τη δική της εμπειρία του ψυχολογικού ταξιδιού της αγγλικής κοινωνίας και λογοτεχνίας. Και υποδη λώνει ότι η ποίηση και ο συμβολισμός που υπάρ χει στην έκφραση με τη μέθοδο τού σύγχρονού της συνειδησιακού ρεύματος, είναι αποτέλεσμα της κελτικής κληρονομιάς. Η ποίηση που δημιουργήθηκε στις ρίζες της φυλής της διασπάσθηκε στη διάνοια που υπερέχει στο Διαφωτισμό και τη φαντασία στο Ρομαντισμό, αλλά ενώθηκε ξανά στις αρχές του 20ού αιώνα. Η ερμηνεία που επιχειρείται στο δοκίμιο αυτό, δεν συμφωνεί με την ερμηνεία του Κουέντιν Μπελ, βιογράφου της Γουλφ, που θεωρεί τον Ορλάντο τρυφερό αφιέ ρωμα στη σχέση της συγγραφέως με τη φίλη της, Βίτα.1 Ο πρωταγωνιστής Ορλάντο αρχίζει τη ζωή του στο μυθιστόρημα σαν έφηβος δεκάξι χρόνων το 1586* -όταν για πρώτη φορά οι Άγγλοι συσπει ρώθηκαν σαν έθνος γύρω από την Ελισάβετ Iκαι την τελειώνει σαν ευτυχισμένη γυναίκα, παν τρεμένη και με ένα γιο, το 1928, που είναι η χρο νολογία της δημοσίευσης του έργου. Πίσω από το προσκήνιο της παράδοξης ιστορίας του Ορ λάντο, κρύβεται η προσπάθεια της Γουλφ να φτάσει τις ρίζες της φυλής στο δικό της ασυνεί δητο, για να βρει την ποίηση στην έκφραση.3 Γιατί ο Ορλάντο καταγράφει την εμπειρία του ταξιδιού του από τις ρίζες της φυλής στα 358 χρόνια ζωής του στο ατελείωτο ποίημα «Η βελα νιδιά», το οποίο φυλάγει πάνω στο στήθος του κάτω από αντρικά και γυναικεία ρούχα. Και το ολοκληρώνει συμβολικά πάνω στο γυμνό γυναι κείο στήθος του μέ την ένωσή του με τις ρίζες, όταν τελειώνει το μυθιστόρημα Ορλάντο της Βιρτζίνια Γουλφ το 1928.
Η
Έφη Λαμπαδαρίδου
Διάνοια και φαντασία στον Ο ρ λά ντο
Είναι φυσικό, η ανεπάρκεια της γλώσσας να απασχολεί τον συγγραφέα ψυχολογικού μυθι στορήματος που προσπαθεί να εκφράσει την ψυ χή. Ο άνθρωπος και ο συγγραφέας έχουν δύο α ντίθετα μέσα για να μορφώσει την εμπειρία του και να εκφραστεί τις λέξεις με τις οποίες η διά νοια εκφράζει το συνειδητό, και τις εικόνες και τα σύμβολα με τις οποίες η φαντασία υποδηλώ νει το ασυνείδητο. Τα αντίθετα στην ψυχή κατα λήγουν σε δύο ατομικές και κοινωνικές στάσεις προς την εμπειρία, τη λογική και τη συμβολική/ μυθολογική. Η πρώτη βλέπει, αναλύει και εξηγεί την πραγματικότητα με θεωρίες, σκέψεις και αποδείξεις, η δεύτερη αντιλαμβάνεται το υπό-
αφιερωμα/35 πηρ και Τζόνσον. Στο σημείο αυτό, ο αναγνώ στης πρέπει να προσέξει το συμβολισμό του ονό ματος του ήρωα, που μας προειδοποιεί πως το έργο κινείται σε δύο επίπεδα. Ο «Ορλάντο», ο οποίος γράφει ακατάπαυστα στην αρχή του έρ γου και λιγότερο αργότερα, έχει σκοπό να οδη γήσει τον αναγνώστη στην επική ποίηση και στους ρομαντικούς θρύλους της εποχής των Ιπ ποτών του Καρλομάγνου, που έθρεψαν τη φαν τασία των ποιητών του Μεσαίωνα.5 Η ρομάντσα (romance) του Ρολάν6 ήταν δημοφιλής στη χρι στιανική Ευρώπη του Μεσαίωνα. Αλλά οι γνή σιες ρίζες του αγγλικού έθνους είναι οι θρύλοι του μεγάλου Κέλτη ήρωα, Βασιλιά Αρθούρου, που έζησε στην Ουαλία γύρω στα 500, και ενέ πνευσε την ποίηση της προφορικής παράδοσης της φυλής.7 Ο Ρολάν μετονομάστηκε Ορλάντο από τους Ιταλούς ποιητές του 15ου αιώνα, Μπόγιάρντο, Αριόστο και Πούλτσι.8 Μερικά θέματα και αντιλήψεις από τον Ρολάν σώζονται στον Σαίξπηρ, ο οποίος φαίνεται να συμφωνεί με τον άγνωστο ποιητή του Μεσαίωνα «πως η λυρική και η επική ποίηση δένονται αρμονικά και ότι ιστορικά γεγονότα μπορούν θαυμάσια να χρησι μοποιηθούν σαν σκηνικό για να αναπτύξει ο ποιητής πολιτικές και προσωπικές πεποιθήσεις του».9 Αλλά και ψυχολογικά, η επική ποίηση που υμνεί ηρωικά κατορθώματα αντρών εκφρά ζει το αρσενικό μισό της ψυχής, ενώ η λυρική, που εκφράζει κυρίως συναισθήματα, αντιπρο σωπεύει το θηλυκό δίδυμό της. ΕΤΑ το «θάνατο» της Ελισάβετ συμπεραί νουμε ότι ο Ορλάντο περιφέρει τον αντρισμό του στις πολιτικές αναταραχές και τον εμ φύλιο πόλεμο. Καμιά Αγγλίδα δεν κινεί το εν διαφέρον του στην Αυλή του Καρόλου Στιούαρτ. Το πνεύμα της Παλινόρθωσης, γεμάτο από γαλ λικές επιρροές στην κοινωνία, θρησκεία και λο γοτεχνία, παρομοιάζεται με τη «Μεγάλη Παγω νιά», που πάγωσε τα πάντα στα βρετανικά νη σιά. Πείνα, αδράνεια, προλήψεις, απολίθωση του λαού από το ένα μέρος του «μεταξωτού σκοινιού». Το έβαλε ο βασιλιάς, με μεγαλοψυ χία, πάνω στον παγωμένο Τάμεση, για να επι τρέψει στους υπηκόους του να βλέπουν το μεγα λύτερο καρναβάλι που διοργάνωσε έξω από το παλάτι, από το άλλο μέρος του σκοινιού (σσ. 2123). Μέσα στην αντίθεση του παλατιού με το λαό τον 17ο αιώνα, ο Ορλάντο γνωρίζει την «έκστα ση» του έρωτα με τη μυστηριώδη ρωσίδα πριγκίπισσα Σάσα, όταν οι δύο μαζί περνούν το σκοι νί και απομακρύνονται από τον ρηχό κύκλο του παλατιού. Το σμίξιμό τους είναι ο «ιερός γά μος», με την πρωταρχική σημασία της ελληνικής λέξης, που σημαίνει την ένωση του θεού του φω τός με τη σκοτεινή θεά. Γιατί η Σάσα περιγράφεται σαν ενσάρκωση του θηλυκού με τη διπλή του
Μ
Λεπτομέρεια από πίνακα που απεικονίζει τους όνο γιους του κόμη του Dorset. Αυτή χρησιμοποίησε η V. Woolf για την εικο νογράφηση του «Ορλάντο».
οτρωμα της πραγματικότητας σαν αξίες, σχέσεις και το βαθύτερο νόημα της ύπαρξης.4 Η λογική στάση συνδυάστηκε στην πρώτη φά ση της εθνικής αγγλικής λογοτεχνίας με τη συμ βολική στάση του μυστικισμού που είχε επικρα τήσει τον Μεσαίωνα. Στο έργο, η παλιά μυστικι στική διάθεση των Ελισαβετιανών ποιητών προσωποποιείται με τη γερασμένη βασίλισσα Ελισά βετ, που αιχμαλωτίζεται από την «αθωότητα, την ποίηση, τα νιάτα, τον αντρισμό, τη ρομάντσα» (σ. 16) του δεκαεξάχρονου Ορλάντο και τον φέρνει στην Αυλή και τον κοιτώνα της. Από την ένωση αυτή πήγασε η ποιητική δημιουργία των γιγάντων δραματουργών, Μάρλοου, Σαίξ-
36/αφιερωμα όψη. Αναγνωρίζει την αξία και το νόημα του Ορλάντο, όταν τον παρομοιάζει με το φως της διάνοιας στην εικόνα, «σαν ένα Χριστουγεννιά τικο δένιρο, φορτωμένο με ένα εκατομμύριο κε ριά και κρεμασμένες κίτρινες μπάλες. Πυρακτω μένες. Τόσο που να φωτίζουν έναν ολόκληρο δρόμο» (σ. 34). Η σύντομη ένωση των αντιθέτων, συμβολίζει την έκσταση στην ποίηση των Μετα φυσικών ποιητών, που ξεπήδησε στην «παγω νιά» της Παλινόρθωσης από την σλάβικη φλέβα μυστικισμού της φυλής. Η ιδέα αυτή υποδηλώνε ται προς το τέλος του έργου, όταν αναφέρεται το όνομα του Τζων Ντον σε σχέση με την επίγνωση στην οποία έχει φτάσει ο Ορλάντο, ότι δηλ. ζωή και λογοτεχνία είναι σφιχτά δεμένες, αλλά για να γράψει κανείς λογοτεχνία πρέπει πρώτα να γνωρίσει τη ζωή (σσ. 179-180). Στο τέλος, η Σάσα δείχνει την άλλη, την πρωτόγονη όψη του θη λυκού ασυνείδητου, όταν τον προδίνει με κά ποιον ναύτη και τον εγκαταλείπει βυθισμένο σε απόγνωση (σσ. 24-41). Μετά την «εξαφάνιση» της Σάσα, ο μεγάλος πόνος του Ορλάντο γίνεται αιτία να απομονωθεί στο αρχοντικό του. Ένας παράξενος λήθαργος που κρατά επτά ημέρες, φέρνει μια νέα στροφή στη ζωή του, «είχε περάσει από τις πύλες του Θανάτου κ’ είχε γνωρίσει την Κόλαση» (σ. 47). Αηδιασμένος από την απιστία της γυναίκας, ο Ορλάντο στρέφεται στους προγόνους του, όταν τα βράδια κατεβαίνει στις κρύπτες των προγονι κών τάφων στο πατρογονικό σπίτι των 365 δω ματίων (σ. 67). Είναι φανερό ότι προσανατολί ζεται στην υπεροχή του πνεύματος, όταν αρνιέται τη ζωή για να βρει τη σοφία στα βιβλία. Όμως, όταν βλέπει τα σκόρπια κόκαλα των προγόνων του στις κρύπτες, εσφαλμένα οδηγεί ται από τον φιλόσοφο Τόμας Μπράουν10 να πι στέψει ότι το πνεύμα του ανθρώπου είναι ανώτε ρο από το κορμί του: «τα κατορθώματα των προ γόνων του ήταν σκόνη και στάχτη, αλλά αυτός ο άνθρωπος (ο Μπράουν) και τα λόγια του ήταν αθάνατα» (σ. 51). Έτσι, ο Ορλάντο μυείται στην υπεροχή του πνεύματος ή της διάνοιας και φιλο δοξεί «να κερδίσει την αθανασία ενάντια στην αγγλική γλώσσα». Μεστώνοντας σαν άντρας -είναι 25 χρόνων αυτήν την εποχή (σ. 48)- αποκτά και τα χαρα κτηριστικά που διακρίνουν το αρσενικό: «Φιλο δοξία, Ποίηση και Επιθυμία για Φήμη» (σ. 50). Ο επιτυχημένος συγγραφέας της εποχής Νίκολας Γκρην, που τρέχει στην πρόσκληση του Ορλάντο για να τον μυήσει στη λογοτεχνία, είναι καθ’ όλα αντίθετος με τη φύση του Ορλάντο, αλλά τον επηρεάζει. Ξέρει διασκεδαστικές ιστορίες, προσ φέρει το τελευταίο κουτσομπολιό της πόλης, αλ λά είναι λανθασμένος κριτικός. Δεν αναγνωρίζει την αξία των Ελισαβετιανών δραματουργών, του Τόμας Μπράουν και του Ντον, λατρεύει τη βρο
μιά της πόλης και μισεί την εξοχή. Κατάπληκτος και ντροπιασμένος, ο Ορλάντο σχίζει όλα τα χει ρόγραφά του εκτός από το ποίημα «Η βελανι διά». Αλλά και ανακουφίζεται όταν ο Γκρην φεύγει και έτσι ξεφορτώνεται «εκείνη την εριστι κή φωνή» (σ. 59), που ολοφάνερα ενσαρκώνει τη σάτιρα του 18ου αιώνα. Η ολοκληρωτική στροφή του Ορλάντο στο πνεύμα του Διαφωτισμού φαίνεται στη ριζική αλλαγή επίπλωσης που κάνει στο αρχοντικό των 365 υπνοδωματίων, μετά την αναχώρηση του Γκρην. Το σπίτι θυμίζει την τελειότητα του ηλια κού κύκλου ζωής σαν γέννηση-θάνατος-αναγέννηση. Η Γουλφ το ονομάζει «το σπίτι και η ρά τσα του» (σ. 67), και φαίνεται πως η εμπειρία του ιδιοκτήτη θα ολοκληρωθεί με το κλείσιμο του κύκλου. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ο τρόπος με τον οποίο η Γουλφ χειρίζεται το Χρόνο σε με γέθυνση και σμίκρυνση: γιατί η ζωή του Ορλάν το στο τέλος του βιβλίου έχει διαρκέσει 358 χρό νια, όταν ο ίδιος «είναι 36 χρόνων» (σ. 189), που θα μπορούσαν να είναι ίδια σε αξία με τα «τριμήμισι δευτερόλεπτα» μέσα στα οποία όλα άλλα ξαν με το γάμο του (σ. 165). ΕΜΠΕΙΡΙΑ του Ορλάντο καταγράφεται, όπως πάντα, στο «Η βελανιδιά - Ένα ποίημα». Αλλά η Γουλφ, φαίνεται να βλέπει πως ο Διαφωτισμός οδηγεί προς τα πίσω αντί να προωθεί την έρευνα της φυλής της για την ποίη ση, όταν γράφει: «αλλά στο τέλος κάθε χρόνου οι στίχοι γίνονταν πιο λίγοι απ’ ό,τι ήταν στην αρχή, σαν να μην επρόκειτο ποτέ να συμπληρω θεί» (σ. 70). «Η βελανιδιά» θυμίζει τις κελτικές ρίζες του αγγλικού έθνους, την Δρυιδική βελανι διά και τους Δρυίδες που μυούσαν τους βάρδους/ποιητές στην προφορική παράδοση της ποίησης των θρύλων της φυλής τους. 1 Είναι φα νερό ότι η συγγραφεύς πιστεύει πως ο ποιητής πρέπει να αντλεί από τις ρίζες της φυλής του, για να ταιριάσει τη φαντασία με τη διάνοια. Εί χε, άλλωστε, πρόσφατο το παράδειγμα της ποίη σης στα έργα Πορτρέτο τον καλλιτέχνη στη νεα νική τον ηλικία (1916) και του Οδνσσέα (1921) του Τζόυς, του Ιρλανδού βάρδου που άντλησε από την κελτική κληρονομιά, συνδέοντάς τη δια χρονικά με την κοινή Ά ρεια κληρονομιά των Ελλήνων στις ρίζες του δυτικού πολιτισμού. Στην Κωνσταντινούπολη, ο μυστικός γάμος του Ορλάντο με την Ισπανίδα λαϊκή χορεύτρια, Ροζίνα Πεππίτα, και οι τρεις γιοι που αποκτά μαζί της, υποδηλώνουν κάποια αρχή ποιητικής δημιουργίας. Ο παράξενος λήθαργος τον βοηθά για δεύτερη φορά στη ζωή του να περάσει το κα τώφλι του θανάτου. Αυτή τη φορά όμως, στο χώρο της Μεσογείου, ο ύπνος που καταλήγει στην αλλαγή του Ορλάντο σε γυναίκα, συμβολί ζει τη μύησή του στη Μεγάλη Μεσογειακή Μητέ
Η
αφιερωμα/37 ρα. Το τελευταίο από τα επτά στάδια μύησης ήταν ο πλασματικός θάνατος σαν προμήνυμα αναγέννησης. Ο χώρος του Βυζαντίου και της Ελλάδας, όπου γυρίζει με τη φυλή των γύφτων που «ακολουθούσαν το γρασίδι» (σ. 88), έχει σκοπό να μας θυμίσει την επιρροή του στην ποίηση του Γέητς, την «Έρημη Χώρα» του Τ.Σ. Έλιοτ και στους Ρομαντικούς. Η προσχώρηση του Ορλάντο στη νομαδική φυλή των γύφτων, «απογόνων των Αιγυπτίων» (σ. 92), γίνεται με την ελπίδα να βρει το μυστικισμό στη θρησκεία των Μεσογειακών, αλλά ο γερο-Ράστουμ Ελ Σάντι υποπτεύεται ότι «Θεός της είναι η Φύση» (σ. 90). Και στο Άγιον Ό ρος (σ. 94), συμβολικά δηλαδή στο κέντρο του αυστηρού ασκητισμού της Ορθοδοξίας, ο Ορλάντο προκαλεί την έχθρα των γύφτων, όταν αποκαλύπτει την αισθησιακή του φύση που απολαμβάνει το φαγητό, «πόσο καλό είναι να τρως» (σ. 98), ενώ οι γύφτοι ξέ ρουν πως η Φύση και ο Θεός είναι τιμωροί. Αφού ο μυστικισμός της Ελληνικής Ορθοδοξίας δεν συμπίπτει με την αισθησιακή αντίληψη της ζωής στις θρησκείες της φύσης, που άνθισαν στην Ελλάδα και Μικρά Ασία κατά την αρχαιό τητα, ο Ορλάντο απογοητευμένος γυρνά στην Αγγλία του 18ου αιώνα. Αυτή τη φορά, όμως, σαν γυναίκα γνωρίζει προσωπικά τους Άντισον, Ντράιντεν, Ποπ και Σουίφτ και αρχίζει να αναθεωρεί τις απόψεις που του είχε εμπνεύσει ο Γκρην: «χάνω μερικές ψευδαισθήσεις», λέγει, «ίσως για να αποκτήσω άλλες» (σ. 108). Και ενώ ο 18ος αιώνας χαρα κτηρίζεται με τη φράση «όλα ήταν φως, τάξη, γαλήνη» (σ. 140), ο 19ος αιώνας του Ρομαντι σμού και της Βικτωριανής Εποχής αναγγέλλεται με «σύννεφα», με «μεγάλη σκοτεινιά», και «ένα μικρό αεράκι που σηκώθηκε» -προφανώς με το Ρομαντισμό- αλλά κατέληξε να γίνει στη Βικτω ριανή Εποχή ένας ολόκληρος «συρφετός από σύννεφα που σκέπασαν την πόλη» (σσ. 140-141). Και το μεγάλο σύννεφο έμεινε πάνω από το Λον δίνο «τόσο όσο χρειαζόταν για να έχει καταπλη κτικές συνέπειες σ’ αυτούς που έζησαν κάτω από τη σκιά του» (σ. 142), είναι ο χαρακτηρισμός της Γουλφ για τις δύο εποχές του 19ου αιώνα. Στην εμπειρία του Ορλάντο τώρα συγκρούεται ο Ρο μαντισμός με το αντίθετό του, το Διαφωτισμό, αλλά η αρμονία της ένωσης προφανώς καταστρέφεται από την ηθικολογία της Βικτωριανής Επο χής που καταπνίγει τη ζωή και τη δημιουργία. Ο συγγραφέας δεν ακολουθεί πια το «πνεύμα της εποχής», αλλά πρέπει να βρει μονάχος του την ποίηση. ΤΗ Βικτωριανή εποχή, ο Ορλάντο σαν γυ ναίκα νιώθει τον κλοιό της «βέρας» επιτα κτικό γύρω του και παντρεύεται τον Μάρμαντιουκ Μπόνθροπ Σέλμερντιν, εμποροπλοίαρχο
Σ
«Ο Ορλάντο γύρω στα 1840», από το «Ορλάντο, μια βιογρα φία», 1928. Στην πραγματικότητα είναι μια φωτογραφία της Βίτα Σάκβιλλ-Γονέστ.
στη γραμμή του Ακρωτηρίου Χορν, που αρμενί ζει στον ωκεανό όταν φυσά ο άνεμος. Ο ποταμός και ο άνεμος είναι πανάρχαια σύμβολα του γονι μοποιού αρσενικού12 και το Ακρωτήριο Χορν αντηχεί ακριβώς όπως το «Horn», ένα από τα τρία κύρια θέματα των Αρθουριανών θρύλων. Ό ταν ο Ορλάντο τον φωνάζει «Σελ», η μνήμη μας τον σχετίζει με τον αγαπημένο ποιητή της Γουλφ, Σέλλευ, και την «Ωδή στον δυτικό άνε μο», σύμβολο γονιμότητας. Το όνομα του Σελ συμβολίζει την ποίηση στην κληρονομιά του αγ γλικού έθνους. Η προσωπικότητα του «άντρα» είναι διγενής, όπως του Ορλάντο, και υποδηλώ νει τη διπλή κληρονομιά διάνοιας και φαντασίας από την πατριαρχική φυλή των Κελτών και τη μητριαρχική των ντόπιων. Η συνάντηση των εραστών είναι γεμάτη παραδοσιακά σύμβολα. «Ανύπαντρη, αζευγάρωτη και μόνη» (σ. 154) και ντυμένη με το βαρύ κρινολίνο της και τους κορ σέδες ανεβαίνει με κόπο στο λόφο προς τη βελα νιδιά. Στο δρόμο μαζεύει επτά φτερά που πετούν, και ξαπλώνει σε μια «ασημένια λιμνούλα,
38/αψιερωμα μυστηριώδη σαν τη λίμνη, όπου ο Σερ Μπήβιντηρ πέταξε το σπαθί του Αρθούρου» (ο. 154). 'Οταν Εκείνη γυρίζει στις ρίζες της, Εκείνος έρ χεται με το άλογο. Η αναγνώριση γίνεται με την κραυγή του Ορλάντο: «Είσαι γυναίκα, Σελ», και τη δική του κραυγή, «Είσαι άντρας, Ορλάντο» (ο. 157). Και οι δύο βλέπουν τη ζωή από το ίδιο πρίσμα, μόνο που την εκφράζουν διαφορετικά και ανάλογα με τα ρούχα που φορούν. Τόσο, που κάθε λίγο ξαναρωτιούνται για να βεβαιω θούν, αν ο Ορλάντο είναι πράγματι γυναίκα, ή αν ο Σελ είναι πράγματι άντρας (σ. 161). Στον 20ό αιώνα, ο Ορλάντο σαν γυναίκα αρχί ζει να δημιουργεί όταν γεννά τον γιο του Σελ, «η πίστη μου στο μαγικό ξαναγυρνά» (σ. 188), δια πιστώνει με αγαλλίαση. Κι όταν βρίσκει την έκ σταση στα μύχια του γυναικείου εαυτού του, την ταυτίζει με τη Σάσα και τον Τζων Ντον. Στα βα θύτερα στρώματα του ασυνείδητου βρίσκεται η μυθολογική μητέρα-θεά η φαντασία που περιμέ νει το γιο της, τη διάνοια, να την αναστήσει. Και ο Σελ έρχεται σαν τον «άνεμο που βρυχιέται στ’ αυτιά της» (σ. 205), με το αεροπλάνο που βγαί νει ξαφνικά από τα σύννεφα και στέκεται πάνω από το κεφάλι της: «Εδώ, Σελ, εδώ», του φωνά ζει γυμνώνοντας το στήθος της στο φεγγάρι, (σ. 205). Ο Ορλάντο βρίσκει επιτέλους την ποίηση στον εαυτό του που φορά όλα τα σύμβολα της μητέρας-θεάς όταν σμίγει με το γιο. Η ένωση γί νεται σίγουρα, γιατί «το φεγγάρι τώρα έδειχνε φωτεινό» (σ. 205). Το τελευταίο σύμβολο της ένωσης, η αγριόχηνα, συμβολίζει την έκσταση του σάμαν, ή του βάρδου της φυλής του.13 Η Βιρτζίνια Γουλφ διυλίζει την εμπειρία της από τη γνώση της λογοτεχνικής ιστορίας της φυ λής της. Είναι φανερό ότι η αναζήτηση της ποίη σης γίνεται μέσα στην ψυχή της συγγραφέως. Η αρχή του 20ού αιώνα διακρίθηκε για την υλιστι
ο Μανώλης Μπαρμπουνάκης και οι συνεργάτες του σας περιμένουν στα βιβλιοπωλεία ΛΠΙΤΟΤΕΛΟΥΣ 4, ΤΜΛ. 228682 ISfr ΕΓΤ1ΛΤΙΛ 190. ΤΜΛ. 235916 rarL το ΚΛται του βιβλίου ιΐ Ι ΛΠΣΤΟΤΕΛΟΥΣ6. ΤΜΛ. 271 853
κή στάση του ανθρώπου προς τη ζωή. Σαν αντί δραση, όμως, γεννήθηκε το ενδιαφέρον των καλ λιτεχνών να ξεθάψουν τις ξεχασμένες ιερές εικό νες και να γοητευθούν από τη φαντασία που έπλασε τους μύθους. Τα ιερά σύμβολα παρου σιάζουν την αιώνια πραγματικότητα της ανθρώ πινης ψυχής, όχι με την περιορισμένη νοηματικότητα της λέξης, αλλά με πλούσιες, πολυδιά στατες εικόνες. Πολύ λίγοι συγγραφείς, όμως, μπορούν να γράφουν με τον τρόπο αυτό. Η Βιρτζίνια Γουλφ είναι μία από τους ποιητές που εί χαν αναπτυγμένη τη φαντασία όσο και τη διά νοια.*1
Σημειώσεις 1. Quentin Bell, Virginia Woolf, 2 vols. (London: Granada, 1982)Π, 132. 2. Virginia Woolf, Orlando - A Biography (London: Triad Grafton Books, 1985), p. 148. Οι πολλές αναφορές στο έρ γο σημειώνονται στο σώμα του δοκιμίου με τον αριθμό σε λίδας αυτής της έκδοσης σε παρενθέσεις. 3. Leon Edel, The Modem Psychological Novel (Gloucester, Mass: Peter Smith, 1972), p. 126. 4. Tom Chetwynd, A Dictionary o f Symbols (London: Grana da, 1982), pp. 159-160. 5. Thomas Bulfinch: The Age o f Chivalry and Legends o f Charlemagne (New York: New American Library, 1962), pp. 377-443. 6. Norma Lorre Goodrich, Medieval Myths (New York: Men tor Book, 1977), pp. 77-102. 7. Ibid., p. 14. 8. Th. Bulfinch, The Age o f Chivalry, p. 385. 9. N. L. Goodrich, Medieval Myths, p. 79. 10. The Norton Anthology o f English Literature, 2 vols. (Lon don: W. W. Norton & Co., 1979), pp. 1672-1690. 11. Thomas Bulfinch, Mythology o f Greece and Rome with Ea stern and Norse Legends (New York: Collier Book, 1962), pp. 332-337. 12. Robert Graves, The Greek Myths, vols. 2 (Middlesex: Peli can Books, 1982), I, 14. 13. T. Chetwynd, A Dictionary o f Symbols, p. 51.
αψιερωμα/39
rbe WfoveSi Vir^miaw
Λιάνα Σακελλίου-Schultz
Τα Κ ύ μ α τα
και η «υπόγεια» μεταφορά τους Το εξώφυλλο τον βιβλίου «Τα κύματα», σχεδιασμένο από τη Vanessa Bell
4
# O x§
X ψ "i
Η Γουλφ στο ημερολόγιό της περιγράφει το σχεδίασμά της για Τ α Κ ύμα τα . Τη μέρα που σύνθεσε τις τελευταίες λέξεις τον μυθιστορήματος έγραφε: «Λυτό που μ ’ ενδιαφέρει στο τελευταίο στάδιο είναι η ελευθερία και η τόλμη της φαντασίας μου που άρπαξε, χρησιμοποίησε και πέταξε στην άκρη όλες τις εικόνες και τα σύμβολα που είχα ετοιμάσει. Είμαι σίγουρη πως αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να χρησιμοποιηθούν -όχι σαν διαμορφωμένα κομμάτια σε ενότητες, όπως προσπάθησα να κάνω αρχικά, αλλά απλά σαν εικόνες· προσπαθώντας πάντα να μην καθορίσω την εξέλιξή τους· να τις αφήσω μόνο να υποβάλουν. Μ’ αυτόν τον τρόπο κράτησα παρόντα τον ήχο της θάλασσας και των πουλιών, της αυγής και του κήπου να λειτουργεί υποσυνείδητα, να κάνει τη δουλειά του υπογείως.»1 Στα λόγια της Γουλφ βρίσκουμε τον προβληματι σμό της που έχει σχέση με τη δομή του βιβλίου της. Πρωταρχικά ήθελε να χρησιμοποιήσει εικό νες και σύμβολα «σαν διαμορφωμένα κομμάτια» ή σε «ενότητες», σε δεύτερο στάδιο όμως αποφά σισε να τα χρησιμοποιήσει απλά σαν «εικόνες» -δηλαδή ξεχωριστά το ένα από το άλλο και «ασύνδετα». Η τελική απόφασή της μας δείχνει ένα σπουδαίο χαρακτηριστικό: η Γουλφ πίστευε πως η λειτουργία των εικόνων- των πουλιών, της αυγής και του κύματος -θ α ήταν «υποσυνείδητη» ή «υπόγεια». Άραγε, η γραφή της λειτουργεί έτσι; Η ίδια, σε κάποιο άλλο σημείο, του ημερο λογίου της αμφισβητούσε την επιτυχία του βι βλίου. Αλλά η τελική της γνώμη ήταν θετική. Τα βασικά μέρη του μυθιστορήματος καθορί ζουν τη χρήση της θάλασσας. Εννιά κείμενα δη μιουργούν μια συμμετρικότητα στη δομή του έρ
γου με τα τέσσερα κείμενα να προηγούνται και άλλα τέσσερα να διαδέχονται ένα κεντρικό που σχηματίζει την κορυφή του κύματος. Το πρώτο εισαγωγικό αναγγέλλει πως «Ο ήλιος δεν είχε ανατείλει ακόμα», ενώ στα κείμε να 2, 3 και 4 ο ήλιος ανατέλει ώσπου να φθάσουμε εκεί που «Ο ήλιος είχε σηκωθεί στο ψηλότερο σημείο του». Στα κείμενα 6, 7, 8, ο ήλιος «βου λιάζει» ώς την αρχή του εισαγωγικού 9 όπου «Ο ήλιος είχε δύσει». Ο αριθμός των σελίδων για το κάθε κείμενο είναι 19, 42, 31, 36, 13 (και στο οποίο ο ήλιος βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο του), 14, 16, 25 και 59. Η ακριβής συμμετρία των ηλιακών θέσεων και των εισαγωγικών κειμένων, που αρχίζουν με την αναφορά στη θέση του ήλιου, δίνει στο λόγο της Γουλφ μια άμπωτι και μια παλίρροια, μια συνεχή ροή και μας τονίζει πως το μυθιστόρημα, όπως και το κύμα, έχει κο
40/αφιερωμα ρυφή- πως τα κύματα και το κείμενο περνούν το είναι σταθερός και η απόσταση μεταξύ τους επί μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους πριν ή μετά από σης σταθερή· όμως ό,τι είναι το ένα κύμα, αποαυτή την κορυφή. τραβιέται και γίνεται το περιεχόμενο για το επό μενο, έτσι ώστε τα κύματα στην πραγματικότητα Μια εικόνα-πίνακας, τυπωμένη με πλάγια δεν διαφοροποιούνται με το περιεχόμενό τους στοιχεία, προηγείται των οκτώ κειμένων. Το τε λευταίο κείμενο, που είναι η περίληψη της ζωής αλλά με τη ρυθμική σχέση τους με τα άλλα κύμα τα που τα διαδέχονται. του Μπέρναρντ από τον ίδιο, ολοκληρώνεται με Κάποιο άλλο χαρακτηριστικό της μεταφοράς μια πρόταση (με πλάγια στοιχεία): «Τα κύματα έσπασαν στην όχθη». Μέσα σε κάθε ανώνυμο ει του κύματος βρίσκεται στην έλλειψη ανάπτυξης σαγωγικό κείμενο, η Γουλφ ζωγραφίζει μια θα των συζητήσεων. Ένα κύμα προηγείται του δεύ λασσινή εικόνα σε διαφορετικές ώρες της ίδιας τερου και το δεύτερο προηγείται κάποιου άλλου· μέρας. Αυτά τα «προκείμενα» χρησιμεύουν σαν αλλά το ένα δεν είναι το συνολικό αποτέλεσμα λεκτικές προμετοπίδες που οι αναγνώστες της των κυμάτων που πέρασαν πριν δημιουργηθεί, γιατί τα κύματα απλά κυλούν το ένα μέσα στο πρέπει να θυμούνται και να τοποθετούν πάνω τους τα γεγονότα από το κάθε κείμενο. Η αντι άλλο. Την ίδια σχέση παρατηρούμε και στους μονόλογους: παράθεση αυτή προσφέρει αντί για ένα σημείο αναφοράς για τη δράση στο χώρο και στο χρόνο, «Η γριά κυρα-Κονστάμπλ σήκωσε το σφουγ ένα άλλο κοινό σημείο αναφοράς - την ηλικία γάρι της κι η ζεστασιά ξεχύθηκε πάνω μας», των χαρακτήρων. Οι αναγνώστες συσχετίζουν είπε ο Μπέρναρντ. «Ντυθήκαμε μ’ αυτό το την ώρα της μέρας, που υποδηλώνεται στο εισα ευαίσθητο ρούχο από σάρκα π’ αλλάζει.» γωγικό, με τη χρονική ζωή των χαρακτήρων. «Ο λουστράκος ερωτοτροπούσε με την πλύ Έτσι, το πρώτο εισαγωγικό αρχίζει με την πρό στρα στο λαχανόκηπο», είπε η Σούζαν, «ανά ταση «Ο ήλιος δεν είχε ανατείλει ακόμα» και σ’ μεσα στην μπουγάδα που την έπαιρνε ο αέ εκείνη τη χρονική στιγμή οι χαρακτήρες είναι ρας».2 σχεδόν παιδιά. Δε μιλούν για ιδέες μα για χρώ ματα, ήχους, ώρες παιχνιδιού και σχολικές αί Η μόνη σχέση μεταξύ των λόγων του Μπέρ θουσες. Το τελευταίο εισαγωγικό που αρχίζει με ναρντ και της Σούζαν είναι οι λέξεις «σάρκα» το «Ο ήλιος είχε δύσει», εισάγει το κείμενο του και «ερωτοτροπούσε». Η Ρόντα μετά λέει: «Η Μπέρναρντ που μιλά για τη ζωή του. Πενήντα ανάσα τ’ ανέμου ήταν σαν τίγρη που ξεφύσαγε». ανθρώπινα χρόνια πέρασαν σε μια κοσμική μέρα Έτσι, οι λέξεις «έπαιρνε ο αέρας» που ανέφερε με τη γραφή της Γουλφ. η Σούζαν λεκτικά ρέουν προς «την ανάσα του Ό πω ς η αλληλουχία των κειμένων, η σχέση αέρα» της Ρόντας. Μετά έρχεται ο Νέβιλ που μι τους με τα εισαγωγικά τους, έτσι και οι συνομι λάει για τον άνθρωπο που «κείτονταν πελιδνός λίες των χαρακτήρων εκφράζονται δομικά με το με το λαιμό κομμένο μες στο χαντάκι. Κι ανεβαί σχήμα του κύματος. Η σχέση ανάμεσα στους συ νοντας πάνω δεν μπορούσα να σηκώσω το πόδι ζητητές είναι χαρακτηριστικά ασαφής. Ο Νέβιλ μου ενάντια στην αμείλικτη μηλιά με τ’ αλύγιστα λέει: «Η πόρτα ανοίγει, η πόρτα ανοίγει συνέ ασημένια της φύλλα».3 Η τίγρη που ανέφερε η χεια κι αυτός όμως δεν έρχεται». Η Σούζαν Ρόντα μπορεί να ξεσκίσει τον ανθρώπινο λαιμό, απαντά: «Να η Τζίνυ. Στέκει στην πόρτα. Όλα γεγονός που ανέφερε ο Νέβιλ. Τέλος ο Νέβιλ μοιάζουν να έχουν σταματήσει». Αν και η λέξη αναφέρει τα «ασημένια φύλλα» και στην αρχή «πόρτα» αναφέρεται κι από τους δύο χαρακτή του λόγου της η Τζίνυ μιλά για κάποιο φύλλο, ρες δεν έχει σημασιολογικό περιεχόμενο γιατί ο έτσι ακριβώς και οι επόμενες συζητήσεις αποΝέβιλ και η Σούζαν δεν επικοινωνούν μεταξύ τραβιούνται, μεγαλώνουν και μετά τινάζονται σε τους. Ο Νέβιλ δεν αναγνωρίζει πως η Τζίνυ εί καινούριες σαν την άμπωτι και την παλίρροια. ναι παρούσα ούτε σχολιάζει τα λόγια της Σού Κατ’ αυτόν τον τρόπο η σχέση ανάμεσα στους ζαν. Ύστερα συμπληρώνει. «Δεν ήρθε. Η πόρτα συζητητές είναι «υπόγεια», όπως και η σχέση ανοίγει και εκείνος δεν έρχεται». Είναι αρκετά ανάμεσα στις έννοιες στους διαφορετικούς μονό σαφές πως ο Νέβιλ και η Σούζαν δεν επικοινω λογους. νούν μεταξύ τους. Η επανάληψη της λέξης «πόρ Η χρήση της μεταφοράς του κύματος είναι τα» είναι μια απλή επινόηση και όχι μια κυριο θελκτική μα μυστηριώδης. Για παράδειγμα, στο λεκτική σχέση. Το ίδιο συμβαίνει και με τα κύ κείμενο 1, ενώ η Ρόντα είναι ακόμα παιδί λέει: ματα. Αν σαν παρατηρητές από την ακτή βλέπουμε «Όλα μου τα καράβια είναι άσπρα. Δε θέλω μια σειρά από κύματα να ’ρχονται προς το μέρος κόκκιν’ ανθοπέταλα από δεντρομολόχες και μας το ένα μετά το άλλο, δεν καταλαβαίνουμε γεράνια... Εδώ θα στήσω ένα φάρο, ένα μια σταθερή σχέση του ενός κύματος με αυτό ακρωτήρι με πράσινο. Και τώρα θα κουνήσω που προηγείται ή με αυτό που αναδύεται ακο την καφετιά λεκάνη πέρα δώθε, έτσι που τα λουθώντας το. Ο χρόνος ανάμεσα στα κύματα καράβια μου ν’ αρμενίσουν στα κύματα»...4
αφιερωμα/41 Δεν υπάρχει αρκετή συνοχή μεταξύ της πρώ της και της δεύτερης πρότασης. Η τρίτη πρόταση υποδηλώνει με παράθεση τη μεταφορική σχέση ενός αντικειμένου στο θαλασσινό τοπίο με κά ποιο στη στεριά. Η αλλαγή από την πρώτη στη δεύτερη πρόταση είναι «υποσυνείδητη» ή «υπό γεια». Το «λευκό» της πρώτης πρότασης γίνεται «κόκκινο» ενός συγκεκριμένου λουλουδιού στη δεύτερη. Έτσι η Γουλφ «μπερδεύει» προτάσεις με αισθητήριους συνειρμούς και η συνοχή τους είναι σκοτεινή. Σ’ όλο το έργο, η κεντρική μεταφορά του κύ ματος με την ανθρώπινη ζωή δεν αλλάζει, δεν εξελίσσεται. Στο τέλος των κειμένων, η Γουλφ γράφει πως «και το ίδιο μέσα μου ψηλώνει το κύμα». Στην αρχή των κειμένων μας τονίζει πως «Ο παφλασμός της ζωής μου ήταν άσκοπος». Η σύγκριση δεν αναπτύσσεται ούτε και αλλάζει με τα γεγονότα -η ίδια δεν έχει ζωή. Και επειδή η μεταφορά του κύματος έχει μόνο «υπόγεια» σχέση, η οργανική ενότητα των εικό νων δεν είναι φανερή, δηλαδή δεν μπορούμε να δούμε πώς η αρχική εικόνα εξελίσσεται. Η μεταφορά του κύματος επικεντρώνει όλες τις βασικές έννοιες του έργου. Η Γουλφ αντι βουίζει κυμάτινους συνειρμούς στα ρήματά της και έτσι το κύμα γίνεται σημασιολογική επινόη ση. Γράφει: «Χορεύω. Κυματίζω. Ρίχνομαι πάνω σου σα δίχτυ από φως. Κι απομένω να ριγώ ξαπλω μένη πάνω σου». «Η μέρα κυματίζει κίτρινο μ’ όλες τις σοδειές της» «Ο πόθος σου πρέπει να κυμαίνεται» «Τ’ άχυρα κυματίζουν στους αγρούς» «Οι αχτίδες τρεμουλιάζουν πάνω μας» «Ο Μπέρναρντ μας χαιρέτησε κουνώντας κυ ματιστά το χέρι».5 Και σ’ όλη τη γραφή της Γουλφ, χέρια γνέφουν κυματιστά, ενώ πόθοι «μας χτυπούν βίαια με τα κύματά τους». Το κύμα σαν μελωδία αντηχεί στις περισσότερες εκφράσεις της και γίνεται: «Κελάρισμα της ζωής μου», «Μια ροή, μια ζωή», «Σπάζει. Είμαι ο αφρός», και τελικά «η ζωή αναδύεται σηκώνοντας τη σκοτεινή της κορυφή απ’ τη θάλασσα».5 Πόσο τέλεια, πόσο αμείλικτα εφάρμοσε η Γουλφ τη μεταφορά του κύματος στη δομή Των Κυμάτων. Τα μέρη του έργου της μοιάζουν πα νέμορφα κινέζικα κουτιά που είναι το ένα μέσα στο άλλο κι έχουν το ίδιο σχήμα και θέμα σχε δίου: ο αριθμός των κειμένων, η σχέση των εισα γωγικών με τα κύρια κείμενα, η σειρά των «μο νόλογων», η σχέση μεταξύ δύο «συνομιλιών» και
η δομή των ξεχωριστών προτάσεων, ακόμα και το περιεχόμενό τους, είναι καθορισμένα από το πρότυπο ενός κύματος. Η Γουλφ εκτίμησε σωστά την επιτυχία του σχεδιάσματος του έργου της: Το κύμα υπάρχει σαν δομή, σαν χαρακτήρας, σαν θέμα. Και ο ήχος του, ο ρυθμός του, ο κύκλος του είναι τα βασικά στοιχεία που δημιουργούν τη μελωδία της θάλασσας. Ό ταν η Γουλφ μπλέκει αναπό σπαστα αυτή τη θάλασσα στους ήχους της πρό ζας της, η αισθησιακή ρευστότητα των δικών της κυμάτων μας ταξιδεύει.*1 Σημειώσεις 1. Το Ημερολόγιο της Βιρτζίνιας Γουλφ, εκόότρια Αν Όλιβερ Μπελ (Νέα Υόρκη: Χάρκορτ Μπρέις Γιοβάνοβιτς, 1982), 10-11. 2. Τα Κύματα, μεταφράστρια Μίνα Ααλαμάγκα (Αθήναι: Οδνσσέας, 1984), 106. Όλες οι αναφορές μου από Τα- Κύ ματα θα αναφέρονται σ ’ αυτή την έκδοση. 3. Τα Κύματα, 106. 4. Τα Κύματα, 15. 5 & 6. Αποσπάσματα από διάφορα μέρη του έργου. Η μετά φραση είναι δική μου.
Μαρία Κουτσουδάκη
Ο «Έλληνας» Ιάκωβος: η Ελλάδα σχο Δ ω μάτιο τον Ιάκω βον (Jacob's Room ) Άγαλμα τον Δ ιός ή τον Ποσειόώνα από το Αρτεμίσιο. 460 π.Χ . περ. Χαλκός ύψ. 2,09 μ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μονσείο.
αφιερωμα/43 καιρίες να ασχοληθεί με τις κλασικές σπουδές και ο ελληνικός κόσμος βρίσκεται διαρκώς στο μυαλό του. Κατά τη λειτουργία στην εκκλησία του κολεγίου Κινγκ, ενοχλείται από τις γυναίκες «θεοσεβούμενες και εξασφαλισμένες από τη θεο λογία, τα μαθηματικά, τα λατινικά και αρχαία των συζύγων τους» (σελ. 30). Μετά από μια απογοητευτική συνάντηση με 4 φοιτητές, αναζητεί ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ κόσμος, και πολύ περισσό την αλήθεια διαβάζοντας Όμηρο ή Σαίξπηρ: τερο τα κλασικά ιδεώδη της αρχαίας Ελλά «Αυτοί δεν είχαν διαβάσει ποτέ Όμηρο, Σαίξ δας πάντοτε μαγνητίζανε τη Βιρτζίνια Γουλφ. Το 1898, άρχισε να μαθαίνει ελληνικά: «είχε πά πηρ ή τους Ελισαβετιανούς;» (σελ. 33), ξεσπάει θος για τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη και έβλε στον Τίμοθυ Ντουρράν. Ο Ιάκωβος, σχολιάζει η πε τη σχέση τους με τη δική της εποχή».2 Αυτό συγγραφέας, είναι πράγματι ένας άνθρωπος με το έντονο ενδιαφέρον για την αρχαία ελληνική βάθος και η ιδιοσυγκρασία του εναρμονίζεται παράδοση αντικατοπτρίζεται σε πολλά από τα απόλυτα με μία ελληνικά προσανατολισμένη ελευθερία πνεύματος: «Είμαι ό,τι είμαι και σκο έργα της. πεύω να είμαι αυτό για το οποίο δεν θα υπάρξει Ο τίτλος «Μελυμβροσία», που αρχικά είχε δώ σει σε ένα από τα πρώτα της μυθιστορήματα σχήμα στον κόσμο μέχρις ότου ο Ιάκωβος φτιά γνωστό σαν Το Εξωτερικό Ταξίδι (The Voyage ξει ένα για τον εαυτό του» (σελ. 33). Μεταξύ των Out) (1915), «αποπνέει με ρομαντισμό τις συνή αντικειμένων στο δωμάτιο του Ιάκωβου βρίσκε θειες μιας βουκολικής ελληνικής αρχαιότητας».3 ται «ένα ελληνικό λεξικό με πέταλα από παπα Το όνομα του πλοίου είναι ελληνικό («Ευφροσύ ρούνες πιεσμένα ολομέταξα μεταξύ των σελί νη») και ο κ. Αμβρόσιος ένας αφηρημένος «Έλ δων» και «φωτογραφίες από τους Έλληνες» ληνας καθηγητής», ενώ αρκετά μακρύ απόσπα (σελ. 36). Η ελληνική παρουσία είναι πράγματι σμα (στα ελληνικά) από την Αντιγόνη του Σοφο πολύ αισθητή στο πανεπιστήμιο: «Εάν καίει κά κλή μιλά για την καταπίεση των γυναικών και ποιο φως στο Καίμπριτζ, πρέπει να προέρχεται «θα παίξει σπουδαίο ρόλο στα μεταγενέστερα από τρία τέτοια δωμάτια· το ελληνικό φως καίει έργα όπως Τα Χρόνια (The Years) και οι Τρεις εδώ, η επιστήμη εκεί, η φιλοσοφία στο ισόγειο» (σελ. 37). Ο καθηγητής Σόπγουιθ, θα συνεχίζει Γκινέες (Three Guineas)».* Αλλά από τα μυθιστορήματα της Γουλφ, εκεί να μιλά «μέχρις ίσως να γεράσει... οι ασημένιοι νο που μπορεί ανεπιφύλακτα να χαρακτηριστεί δίσκοι θα δώσουν ένα κούφιο κουδούνισμα... σαν «ελληνικό» είναι το Δωμάτιο του Ιάκωβον και το αποτύπωμα θα παραμένει πάντα το ίδιο (Jacob’s Room) (Χ922). Σ’ αυτό το έργο όχι μόνο το κεφάλι ενός Ελληνόπαιδα» (σελ. 39). Το τε υπάρχει αναφορά σε θέματα ελληνικά, αλλά και λευταίο έχει ιδιαίτερη σημασία γιατί καθώς προ μεγάλο μέρος των γεγονότων λαμβάνει χώρα χωρεί το μυθιστόρημα, ο Ιάκωβος αντικατοπτρί ζεται στα μάτια των φίλων του σαν ελληνικό στην Ελλάδα. Ο πρωταγωνιστής επισκέπτεται την Αθήνα και άλλες ιστορικές τοποθεσίες και, άγαλμα. Θα αποκαλυφθεί αργότερα, κατά την ήδη πλασμένος με τα ελληνικά ιδεώδη όπως τά επίσκεψή του στην Ελλάδα, ότι μοιάζει με Έ λ ’χε γνωρίσει από το διάβασμα βιβλίων, φτάνει σε ληνα, όχι μόνο στη μορφή, αλλά και στην ψυχή. Φεύγοντας από το Καίμπριτζ και πηγαίνοντας μια τελείωση του «είναι» του, μέσα στη διαφά νεια του αττικού ουρανού πάνω στον οποίο στο Λονδίνο, ο Ιάκωβος δεν παραιτείται από την αγάπη του για την Ελλάδα. Στον καθεδρικό του ακτινοβολεί εντυπωσιακή η φιγούρα του Παρθε Αγ. Παύλου κουβαλάει ττ\ Βυζαντινή Αυτοκρα νώνα. Το μυθιστόρημα αρχίζει με τον Ιάκωβο παιδί τορία του Φίνλεϋ και όταν επιθυμεί να καθίσει στην Κορνουάλη. Εκεί γνωρίζει τα ελληνορω δίπλα στη βασίλισσα της Αγγλίας, σκέπτεται με μαϊκά γράμματα και τέχνες. Επισκέπτεται το λοποιημένα κομμάτια από τον Σοφοκλή. Γνω μουσείο όπου θαυμάζει «Ρωμαϊκό γυαλί και στοί και φίλοι τον βλέπουν σαν ελληνικό άγαλ τσιμπίδα χαλκοπράσινη απ’ τα χρόνια»,5 όπως μα: είναι «υπερκόσμιος» κατά την Κλάρα βρέθηκαν στις ανασκαφές του αιδεσιμότατου Ντουρράν και ένας «σιωπηλός νέος» κατά την Γάσπαρ Φλόυντ στο ρωμαϊκό στρατόπεδο του Τζούλια Έλιοτ, και οι δύο αέναες αξίες του Ντοτζ Χιλ (σελ. 17): Ο κ. Φλόυντ είναι και ο άφωνου μυστήριου των ελληνικών γλυπτών (σελ. δάσκαλος λατινικών του Ιάκωβου, ενώ ακόμα 68). Και ακόμα, είναι στο Λονδίνο που μια λαμ και το σκυλάκι της κας Τζάρβις συμμετέχει στη περή εικόνα, εμπνευσμένη από την ελληνική μυ «μύηση περί τα κλασικά» αφού ακούει στο όνο θολογία, φωτίζει το νου του: «Σαν άρπαξαν τα ξύλα, η πόλη του Λονδίνου άναψε για ένα δευτε μα «Νέρων». ρόλεπτο· στις άλλες πλευρές της φωτιάς υπήρχαν Ό ταν, σε ηλικία 19 χρονών, ο Ιάκωβος φοιτά δέντρα. Μέσα από τα πρόσωπα που αναπήδησαν στο Καίμπριτζ έχει πλέον πολύ περισσότερες ευ φρέσκα και ζωντανά ξεχώριζε το πρόσωπο ενός Ο Ιάκωβος είναι από φυσικού του «Έλληνας»: μοιάζει με ελληνικό άγαλμα, είναι ευτυχισμένος στην κορυφή του βουνού Όλυμπος, ενώ στο Καίμπριτζ, αυτός και ο Τίμμυ Ντουρράν νομί ζουν ότι είναι οι μόνοι που ξέρουν τι πράγματι εννοούσαν οι Έλληνες.1
Ο
44/αφιερωμα κοριτσιού. Με ένα παιχνίδι της φωτιάς το σώμα της χανόταν. Το μακρόστενο πρόσωπο και τα μαλλιά κρέμονταν δίπλα στη φωτιά με ένα σκο τεινό κενό για φόντο. Σα ζαλισμένα από τη λάμ ψη τα πρασινογάλαζα μάτια της κοίταζαν ολά νοικτα τις φλόγες. Κάθε μυς στο πρόσωπό της ήταν τεντωμένος. Υπήρχε κάτι τραγικό σ’ αυτό το κοίταγμά της -η ηλικία της μεταξύ είκοσι και εικοσιπέντε...» (σελ. 71). Μια περιγραφή καθα ρά ομηρική:6 μέσα από την πόλη του Λονδίνου και στο πρόσωπο της Φλορίντας μπορεί κάποιος να δει την Τροία να φλέγεται και μια μορφή σαν της Κασσάνδρας που κοιτάζοντας τη φωτιά να προφέρει κάποιο τρομερό χρησμό για τη μοίρα του Ιάκωβου. Η σχέση τους είναι πλούσια σε ει κόνες από την ελληνική αρχαιότητα. Εκείνη τον βλέπει σαν το κλασικό ιδεώδες της ομορφιάς: «είσαι ο πιο ωραίος άντρας που έχω δει ποτέ» (σελ. 72). Και εκείνος ακτινοβολεί στο λαμπρά φωτισμένο δωμάτιο του ξενοδοχείου σαν σύμβο λο αντριοσύνης: «Και έτσι τον έστεψαν με χάρ τινα λουλούδια. Μετά κάποιος έφερε μια χρυσόασπρη καρέκλα και τον έκανε να καθίσει πά νω της. Καθώς περνούσαν οι άνθρωποι, κρεμού σαν γυάλινα σταφύλια στους ώμους του μέχρι που έμοιαζε σαν ξόανο ναυαγισμένου πλοίου. Κατόπιν η Φλορίντα ανέβηκε στο γόνατό του και έκρυψε το κεφάλι της στο γιλέκο του. Με το ένα χέρι την κρατούσε: με το άλλο την πίπα του...» (σελ. 72). Σαν δαφνοστεφανωμένος αθλητής των Ολυ μπιακών Αγώνων, ο Ιάκωβος χαίρεται τα δικά του επινίκια κατά βακχικό τρόπο, με μιαν εταί ρα καθισμένη στα γόνατά του: «Τον έλεγε Ιάκω βο χωρίς να ζητήσει την άδειά του. Είχε καθίσει πάνω στο γόνατό του. Έτσι έκαναν όλες οι κα λές γυναίκες στις μέρες των Ελλήνων» (σελ. 74). ΤΗ συνέχεια, η Ελλάδα και τα ιδεώδη της Σ αρχίζουν να παίρνουν συγκεκριμένο σχήμα στο νου του Ιάκωβου: «Οι Έλληνες -ναι, αυτό ήταν εκείνο για το οποίο μιλούσαν... η ελληνική γεύση που παραμένει. Ο Ντουρράν απάγγελνε Αισχύλο - ο Ιάκωβος Σοφοκλή» (σελ. 73). Και «στις σκιές του Λονδίνου, οι δύο άντρες αποφά σισαν υπέρ της Ελλάδας. Πολιτισμοί στάθηκαν γύρω τους σαν λουλούδια έτοιμα για κόψιμο. Εποχές έγλειφαν τα πόδια τους σαν κύματα κα τάλληλα για απόπλου» (σελ. 73). Τώρα είναι ολοφάνερο πόσο βαθιά ριζωμένη είναι η Ελλάδα στην ψυχή του, «αυτή η αγάπη για την Ελλάδα, ανθισμένη σε τέτοιο σκοτάδι», και η ειρωνεία εί ναι ότι «ο Ιάκωβος ήξερε τόσα ελληνικά όσα του επέτρεπαν κουτσά-στραβά να τα βγάλει πέρα με ένα θεατρικό έργο· από αρχαία ιστορία δεν ήξε ρε τίποτα» (σελ. 73). Ο Ιάκωβος βρίσκεται ήδη νοερά στην Αθήνα: «... σαν περιπλανιόταν στο Λονδίνο του φαινό
ταν ότι οι πλάκες ηχούσαν στο δρόμο για την Ακρόπολη και ότι, αν ο Σωκράτης τους έβλεπε νά ’ρχονται θα κινιούνταν ζωηρά λέγοντας “κα λοί μου μαθητές”» (σελ. 74). Είναι πράγματι ώριμος να πραγματοποιήσει το ταξίδι στην Ελ λάδα: «όλο το συναίσθημα της Αθήνας κυριαρ χούσε στην καρδιά του: ελεύθερος, ριψοκίνδυ νος, ενθουσιασμένος...» (σελ. 74). Περιμένει με τόση ανυπομονησία αυτό το ταξίδι που όλα γύ ρω του προφητεύουν τον πηγαιμό του. Το όνομα της Φλορίντας, «το λουλούδι της παρθενιάς της ακόμα άκοπο», ακούγεται σαν όνομα νύμφης που περνώντας στην αθανασία μέσα από έναν πίνακα ζωγραφικής, στέκεται αντάξια πλάι στον Έλληνα θεό, τον Ιάκωβο: «Ά γρια και εύθραυ στη και ωραία φαινόταν και έτσι ήταν οι γυναί κες των Ελλήνων, σκέφτηκε ο Ιάκωβος· και έτσι ήταν η ζωή· και αυτός άντρας και η Φλορίντα αγνή» (σελ. 75). Οι περιγραφές της Φλορίντας θυμίζουν πράγματι λυρική ομορφιά ομηρικής αφήγησης. Σύμφωνα με τη συναισθηματική του διάθεση, μεταμορφώνεται σε μυστηριώδη Κασ σάνδρα, ή νύμφη ή ωραία Ελένη: «χρυσή και λευκή με λαμπρές χάντρες αναδυόταν, το πρό σωπό της ανθούσε από το σώμα της» (σελ. 77). Η ομορφιά πρέπει να είναι πιστή στα κλασικά πρό τυπα και η Φλορίντα είναι «ζωντανή» και «χρυ σαφένια» και «δροσερή». Αντίθετα, η ρομαντική εξιδανίκευση μιας χλωμής ηρωίδας στον τύπο της Μαργαρίτας Γκωτιέ, δεν έλκει τη συγγραφέα που σχολιάζει αποδοκιμαστικά την Κλάρα Ντουρράν σαν «λίγο χλωμή». Εκτός από τους αφηρημένους συλλογισμούς του, υπάρχει και ένα συγκεκριμένο μέρος στο Λονδίνο που αναπόφευκτα καλεί τον Ιάκωβο, εξαιτίας της άμεσης σχέσης του με την Ελλάδα: το Βρετανικό Μουσείο, γεμάτο με ελληνικούς θησαυρούς. Τα έργα του Πλάτωνα και του Αρι στοτέλη βρίσκονται στη βιβλιοθήκη (σελ. 105), ενώ στις μεγάλες αίθουσες πραγματοποιείται η πρώτη επαφή με την Ακρόπολη και την ελληνική μυθολογία: «Και εδώ βρίσκονται τα Ελγίνεια μάρμαρα και όλη τη νύχτα το φανάρι του γεροΤζόουνς θυμίζει μερικές φορές τον Οδυσσέα ή το κεφάλι ενός αλόγου» (σελ. 106). Το μουσείο τού δίνει τη δυνατότητα να εκτιμήσει καλύτερα την κλασική αρχαιότητα. Τα Ελγίνεια μάρμαρα είναι μια αισθητική εμπειρία, μια καλλιτεχνική εκτίμηση και βεβαιώνουν το σεβασμό που έτρε φαν οι Έλληνες για τη φυσική ομορφιά· πα ράλληλα, τα φιλοσοφικά έργα, και ιδιαίτερα ο Φαιδρός του Πλάτωνα, παρέχουν μια μεταφυσι κή εμπειρία, μια φιλοσοφική εκτίμηση και βε βαιώνουν το σεβασμό των Ελλήνων για τον πνευματικό πλούτο. Σ ’ αυτό το στάδιο έχει ει σχωρήσει στο κλασικό σώμα και πνεύμα: «Τα επιχειρήματα του Πλάτωνα έχουν ωριμάσει στο
αφιερωμα/45 νου του Ιάκωβου και για πέντε λεπτά το μυαλό του συνεχίζει μόνο, εμπρός, μέσα στο σκοτάδι» (σελ. 106). Αναζητεί το φως ο Ιάκωβος, αλλά δεν θα το βρει παρά μόνον στο αντίκρισμα της εκτυφλωτικής λαμπρότητας των μαρμάρων του Παρθενώνα. Έτσι, απ’ αυτόν του τον πόθο στρέφεται ολοκληρωτικά προς την Ακρόπολη. Ό ταν ακόμη βρίσκεται στην Ιταλία, σχεδιάζει να μιλήσει στο Μπόναμυ «πάνω στον Παρθενώ να» (σελ. 131) και όταν βλέπει έναν κομψό Ιταλό να περπατά μέσα στο πρωινό φως, πάλι «όλη η ιδέα του Παρθενώνα τον κυριαρχεί διαμιάς» (σελ. 132). Στο φέρι-μπόουτ Ιταλία-Πάτρα, αρχίζει να θυμάται το «ελληνικό παρελθόν» του και πώς εί χε ανατραφεί με την ελληνική μυθολογία από παιδί: «είναι οι γκουβερνάντες που σ’ αρχίζουν με τους ελληνικούς μύθους». Επαινούν την ελλη νική ομορφιά (“ ... οι Έλληνες που ενδιαφερό ντουσαν τόσο για το σώμα όσο και για το πρό σωπο”), την τέχνη (“οι Έλληνες μπορούσαν να ζωγραφίζουν τα φρούτα κατά τέτοιον τρόπο που τα πουλιά τα τσιμπούσαν”), και το πνεύμα στην Ιστορία (“πρώτα διαβάζεις Ξενοφώντα”) και το θέατρο (“κατόπιν Ειριπίδη”)» (σελ. 133). Ν όμως αυτές οι σκέψεις είναι εύκολες σε μια χώρα γεμάτη αρχαιολογικούς θησαυ ρούς, ο Ιάκωβος βρίσκεται στη σύγχρονη και όχι στην αρχαία Ελλάδα· πρέπει λοιπόν, κατά κά ποιο τρόπο να προσαρμόσει τις ψευδαισθήσεις του στη μοντέρνα πραγματικότητα. Με μια ανε ξέλεγκτη ροή σκέψεων και συλλογισμών, βαθιά επηρεασμένων από το ελληνικό τοπίο, συγκρίνει Ελλάδα και Αγγλία με αναμνήσεις κλασικών χρόνων. Σχολιάζει την «ετοιμόρροπη κατάσταση της μοντέρνας Ελλάδας» (σελ. 134), ενώ ο πηγαι μός του στην Ολυμπία διεγείρει τις πολιτικές του φιλοδοξίες, τον κάνει να επιθυμεί να εκφωνήσει ωραίους λόγους στην αγγλική Βουλή και να δι καιωθεί όπως οι νικητές των Ολυμπιακών αγώ νων όπου ο αθλητισμός, τα γράμματα, η πολιτι κή εκδηλώνονταν στην πιο δυνατή και εκλεπτυ σμένη τους μορφή. Δεν είναι όμως, μόνο το πνεύμα του αλλά και τα αισθήματά του επηρεάζονται arfo το ελληνικό περιβάλλον. Ο Μπόναμυ σκεφτόταν ότι «θα ερωτευότανε... κάποια Ελληνίδα με ίσια μύτη» (σελ. 135). Βέβαια, η Σάντρα Γουέντγουερθ Ουίλιαμς δεν είναι Ελληνίδα, αλλά αποκτά ελληνικά χαρίσματα, τόσο στη φαντασία του Ιάκωβου όσο και στη δίκιά της: «ωραία, τραγική και εξυψω μένη... έτσι όπως στεκόταν περιτυλιγμένη μ’ άσπρα πέπλα... στην Ολυμπία» (σελ. 135). Ακό μα και το όνομά της, Κασσάνδρα, θυμίζει ομηρι κά έπη και η ομορφιά της δένει στη σαγήνη του ελληνικού τοπίου, με τόνο λυρικότατο: «Πόσο όμορφο ήταν το βράδυ! Και η ομορφιά της ήταν
Α
Ο Ερμής του Πραξιτέλη
ομορφιά του. Η τραγωδία της Ελλάδας ήταν η τραγωδία όλων των μεγάλων ψυχών» (σελ. 137). Η Σάντρα κοιτάζεται στον καθρέφτη και ρεμβά ζει: «Είμαι πολύ ωραία, ενώ ο σύζυγός της συμ φωνεί ότι “η ομορφιά είναι σημαντική”» (σελ. 138). Η καλαισθησία όμως δεν ήταν γυναικείο προνόμιο στην αρχαία Ελλάδα: η αντρική ρώμη έχει επίσης αποθανατιστεί από μεγάλους γλύπτες και στο μουσείο της Ολυμπίας, η Σάντρα συγ κρίνει καινούριο Έλληνα θεό, τον Ιάκωβο, με τον Ερμή του Πραξιτέλη. Ό σο δε γνωρίζει ο Ιάκωβος το ελληνικό το πίο, τόσο επηρεάζεται και η στάση του προς την κοινωνία. Γράφει στον Μπόναμυ: «Σκοπεύω νά ’ρχομαι στην Ελλάδα κάθε χρόνο όσο ζω... είναι η μόνη ευκαιρία που βλέπω να προστατεύω τον εαυτό μου από τον πολιτισμό» (σελ. 142). Ό ταν επισκέπτεται την Ακροκόρινθο, θυμάται ότι είχε δει «τη Σαλαμίνα και το Μαραθώνα σε απόστα ση... υπήρχε κάτι περίεργο σχετικά μ’ αυτό. Δεν μπορούσε να γράψει στον Μπόναμυ» (σελ. 143). Αυτό που αισθάνεται είναι ένα προαίσθημα θα νάτου που δεν μπορεί να περιγράψει καθαρά. Αν είχε κοιτάξει κατά το Σούνιο, η μυθική ανα φορά στο χαμό του Αιγέα θα σήμαινε αυτοκτο νία, αλλά εκείνος κοίταξε προς Μαραθώνα και Σαλαμίνα, τοποθεσίες της μάχης και ναυμαχίας που για τους Έλληνες σήμαινε νικηφόρο τέλος πολέμου. Ακόμη και η μορφή της Σάντρας αλλά ζει στην Ακροκόρινθο, προμηνύοντας ένδοξο
46/αφιερωμα θάνατο σε πεδίο μάχης. Δεν είναι πια Αφροδίτη ή Άρτεμη ή νύμφη, όπως και η Φλορίντα στις παλιές του εμπειρίες, αλλά γίνεται πολεμικό σύμβολο, «σα Νίκη που ετοιμάζεται να πεταχτεί στον αέρα» (σελ. 143). Τέλος, ο Ιάκωβος φθάνει στην Αθήνα, σταθμό υπέρτατης σημασίας κατά τη διάρκεια του ταξι διού του στην Ελλάδα. Η Ακρόπολη, που «υψώ νεται πάνω από την πόλη σαν ένα μεγάλο κινού μενο κύμα», τα διάφορα μνημεία και ιδιαίτερα «ο Παρθενώνας στέρεα φυτρωμένος πάνω της» (σελ. 144), ξεσηκώνουν το πνεύμα του. Αυτό το μνημείο είναι το σύμβολο της αιωνιότητας, αι σθητικής και πνευματικής συνειδητοποίησης, όραμα των ματιών και της ψυχής: «Ίσως είναι μόνο η ομορφιά που είναι αθάνατη, μια οριστικότητα..., μια αντοχή..., μια πνευματική ενέργεια... που μπορεί να επιζήσει όλου του υπόλοιπου κόσμου» (σελ. 144). Οι συλλογισμοί του ανάμεσά στα ερείπια αποδεικνύνουν για μια ακόμη φορά τον ελληνικό εαυτό του: «Προτιμούσε τα γλυπτά από τη ζω γραφική» (σελ. 145) και από την αρχαία Ελλάδα δεν παρέμειναν μνήμες φημισμένων ζωγράφων και έργων ζωγραφικής παρά μόνον τοιχογρα φίες. Οι αρχαίοι 'Ελληνες αγαπούσαν τα γλυπτά Οι Καρυάτιδες. Η δεύτερη από τ’ αριστερά μορφή της εικόνας είναι τσιμεντένιο εκμαγείο της Καρυάτιδας που αφαίρεσε από το κτίριο ο λόρδος Έλγιν και βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο.
και εκφράζανε τα συναισθήματά τους, όπως και ο Ιάκωβος, μέσα από αυτά. Η Σάντρα, για πα ράδειγμα, παίρνει στο νου του μορφές διαφόρων αγαλμάτων κάποτε υπήρξε πτερωτή Νίκη στην Κόρινθο- τώρα στην Ακρόπολη, μεταμορφώνε ται σε Καρυάτιδα, σύμβολο ομορφιάς και αρμο νίας: με «τη Σάντρα στο μυαλό του» (σελ. 147) σχεδιάζει μια ίσια ελληνική μύτη. Κάνει επίσης σκέψεις για την ανθρωπότητα και το πολίτευμα της αρχαίας Ελλάδας τον εμπνέει να γράψει «για τη σημασία της ιστορίας στη δημοκρατία» (σελ. 146) . Ιδεώδη αρμονίας και σταθερότητας στην τέχνη και πολιτική τον κυριαρχούν: «ο Ιάκωβος ίσιωσε το κορμί του ελαφρά- γιατί η σταθερότη τα και η ισορροπία επιδρούν πρώτα στο σώμα. Αυτά τα αγάλματα μας εκμηδένιζαν τόσο!» (σελ. 147) . Γνωρίζοντας, μπροστά στον Παρθενώνα, μια αισθητική και πνευματική τελειότητα, ο Ιάκωβος προαισθάνεται ότι πλησιάζει το τέλος του γήινου ταξιδιού του: «το πέταγμα του χρόνου που μας βιάζει τόσο τραγικά» (σελ. 149). Η παρουσία της Σάντρας εξακολουθεί να είναι σημαντική. Όπως η αρχαία μούσα ενέπνεε τη δημιουργία μεγαλουργημάτων, έτσι και η δίκιά του τον συγκινεί πολύ: «Η Σάντρα πλέοντας από το επί μέρους στο καθολικό» (σελ. 149). Το φιλοσοφικό ερώτημα, αν πράγματι έχει φτάσει στο ιδεώδες που αντιπροσωπεύουν ο Παρθενώνας και η Ακρόπολη, βασανίζει την ψυχή του: «Υπήρχε η Ακρόπολη- αλλά την είχαν φτάσει; Οι κίονες και ο Ναός παραμένουν- το συναίσθημα των θνητών τα ξαναζωντανεύει χρό νο με το χρόνο- και απ’ αυτό τι απομένει; Όσο για να φτάσουμε την Ακρόπολη ποιος μπορεί να πει αν θα τα καταφέρουμε ποτέ;...» (σελ. 157). Η σύλληψη της αιωνιότητας στο όραμα μιας στιγ μής, αποκτά σταδιακά μια καθολικότητα στο νου του. Η θέα του Παρθενώνα τον οδηγεί σ’ όλα τα μεγάλα μνημεία, σε κάθε γωνιά της γης, όπου άνθισαν πολιτισμοί όπως την Αίγυπτο, την υπόλοιπη Ελλάδα, τη Ρώμη, για να καταλήξει στις δικές του ρίζες στην Αγγλία: «εν τέλει οι κολόνες και οι ναοί ασπρίζουν, κιτρινίζουν, ροζίζουν- και οι πυραμίδες και ο ναός του Αγ. Πέ τρου και τέλος-τέλος ο νωθρός καθεδρικός του Αγ. Παύλου υψώνεται απειλητικά» (σελ. 158). Επιστρέφοντας στο Λονδίνο είναι εμποτισμέ νος από τον ελληνικό κλασικισμό και σε αντίθε ση με τον ευρωπαϊκό μυστικισμό, όπως αποκα λύπτεται στη συνομιλία του με τον Μπόναμυ (σελ. 161). Στο Χάιντ Παρκ σχεδιάζει τον Παρ θενώνα στο χώμα και διαβάζει συνέχεια το μα κρύ γράμμα της Σάντρας που μιλάει για τη στιγ μή που φτάσαν (ή όχι;) «τη μνήμη κάτι ειπωμέ νου ή προσπαθημένου, κάποια στιγμή στο σκο τάδι, στο δρόμο για την Ακρόπολη που (έτσι πί
αφιερωμα/47 στευε) θα είχε τόση σημασία για πάντα» (σελ. 165). ΛΛΑ ο κύκλος της ζωής του έχει συμπλη ρωθεί. Και ίσως δεν είναι σύμπτωση το γε γονός ότι το Δωμάτιο τον Ιάκωβου τελειώνει το 1922, μια τραγική χρονιά για τους Έλληνες που ζήσαν με πόνο τη Μικρασιατική καταστροφή: «πέντε φορές χτύπησε το ρολόι του Μπιγκ Μπενο Νέλσων έλαβε το χαιρετισμό... ο στόλος ήταν στο Γιβραλτάρ... εκατοντάδες εργαζόμενοι... συγκεντρώνοντας τις δυνάμεις τους στα ύψη της Αλβανίας, όπου οι λόφοι έχουν το χρώμα της άμμου και τα κόκαλα παραμένουν άθαφτα» (σελ. 168). Οι τελευταίες σελίδες του μυθιστορή ματος είναι διαποτισμένες από την αγωνία του πολέμου. Μια πονεμένη κραυγή, «ΙάκωβεΙάκωβε», αντηχεί παντού, μια κραυγή που θυμί ζει μοιρολόι χορού σε αρχαία ελληνική τραγω δία. Η οπτασία του Παρθενώνα δεσπόζει τα πάντα και βάφει κατακόκκινο το αγγλικό τοπίο. Η κ. Πάσκο, μέσα στο λαχανόκηπό της κοιτάζει προς τη θάλασσα και ξαφνικά σαν αστραπή εκτοξεύεται «το κόκκινο φως στις κολόνες του Παρθενώνα» (σελ. 171). Η θάλασσα της Μάγχης ταυτίζεται με τη Μεσόγειο: «από τα πλοία στον Πειραιά πυροβόλησαν» (σελ. 171), έτσι ακριβώς όπως ο Ιάκωβος τα είχε ακούσει στην Ακρόπο λη. Και «οι Ελληνίδες που πλέκανε τις κάλτσες τους φωνάζοντας μερικές φορές σε κανένα παι δί», ξαναεμφανίζονται όπως ακριβώς τις είχε δει στην Ακρόπολη το δείλι: «Όταν από τα πλοία πυροβολούν και οι γυναίκες διπλώνουν τις μαύ ρες κάλτσες που πλέκουν στη σκιά των κιόνων, φωνάζουν τα παιδιά τους...» (σελ. 144). Είναι πράγματι, ο σκληρός αντίλαλος το Πρώτου Παγ κόσμιου Πόλεμου που αντηχεί σ’ όλη την Ευρώ πη: «Ο ήχος απλώθηκε αμβλύς και με σπασμωδι κές εκρήξεις βρήκε το δρόμο του μέσα από τα κανάλια των νησιών. Το σκοτάδι έπεσε σα μα χαίρι πάνω στην Ελλάδα» (σελ. 171). Κάθε πό λεμος είναι η στιγμή που η ζωή συναντά το θά νατο, η στιγμή της αιωνιότητας, η στιγμή του Παρθενώνα. Άνθρωποι συνεχίζουν και χάνον ται όπως ο πατέρας του Ιάκωβου, ο ίδιος ο Ιά κωβος, αλλά οι μητέρες θα συνεχίζουν να πλέ κουν τις κάλτσες τους και να φωνάζουν τα παι διά τους όπως οι τρεις Μοίρες των Ελλήνων που υφαίνονται ακατάπαυστα όλο και καλούν νέους θνητούς να συνεχίσουν το νήμα της ζωής. Ο. Ιάκωβος «“τα άφησε όλα όπως ήταν” , θαύμασε ο Μπόναμυ... “ νόμιζε άραγε ότι θα επέστρεφε;” μονολόγησε ρεμβάζοντας στη μέση του δωμάτιου του Ιάκωβου». Και πράγματι, ο Ιάκωβος θα επιστρέφει και θα ξαναεπισκεφτεί την Ελλάδα, όπως είχε προγραμματίσει. Το δω μάτιό του θα παραμείνει άδειο, αλλά συγχρόνως γεμάτο ζωή και αναμνήσεις περίμένοντάς τον να
Α
Η Βιρτζίνια με το φουστάνι της μητέρας της, Φωτ. Μαριάννα Μπεχ, 1927
γυρίσει, έτσι ακριβώς όπως οι αρχαίοι θεοί πάν τα επιστρέφουν στην ιερή τοποθεσία του Παρθε νώνα. Σε πάμπολλα σημεία του μυθιστορήματος, η σκιαγράφηση του Ιάκωβου θυμίζει μετεμψύχω ση Έλληνα θεού περιτριγυρισμένου από σύμβο λα που θυμίζουν αρχαίες μαντείες και Δελφι κούς χρησμούς: πάνω στην πόρτα του βρίσκεται κρανίο από κριάρι και «ξαφνικά όλα τα φύλλα (φαίνεται) να ξεσηκώνονται» (σελ. 172), μετά το θάνατό του, έτσι όπως φύσαγε ο άνεμος στην Κορνουάλη, ή «στη θάλασσα του Μαρμαρά με ταξύ της Ελλάδας και των πεδιάδων της Τροίας» (σελ. 156). Αυτός είναι ο άνεμος που «κατρακυ λώντας το σκοτάδι στους δρόμους της Αθήνας... απαγορεύει την ανάλυση των συναισθημάτων κάθε ατόμου ξεχωριστά, ή την επιθεώρηση των χαρακτηριστικών προσώπου» (σελ. 158). ΓΓ αυ τό «όλα τα πρόσωπα -ελληνικά, λεβαντίνικα, τούρκικα, αγγλικά- φαίνονται όμοια στο σκοτά δι» (σελ. 158). ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ Γουλφ βλέπει το θέμα του πο λέμου με καθολικό τρόπο και το Δωμάτιο του Ιάκωβον είναι ένα κυκλικό μυθιστόρημα συ νεχούς κίνησης που αντιμετωπίζει την ανθρώπι νη ύπαρξη πιο υλιστικά από την ευθύγραμμη πο ρεία της ζωής ενός ατόμου. Και ο Ιάκωβος πάν τοτε φαίνεται να συμμετέχει σε μια κυκλική αέ ναη κίνηση: σαν παιδί παίζει με έναν κάβουρα που έχει την άνεση να κινείται και προς τις δυο κατευθύνσεις. Κατόπιν συλλαμβάνει ένα σκόρο που συμβολίζει «τη μεταμορφικότητα και παροδικότητα ύπαρξης του ανθρώπινου όντος».8 Επι πλέον η δομή του μυθιστορήματος είναι μάλλον
Η
48/αφιερωμα
κυκλική παρά ευθύγραμμη. Αρχίζει με τον ήχο της καμπάνας «που ήταν η φωνή του Σήμπρουκ -η φωνή των νεκρών», όταν ο Άρτσερ ρωτά, «“Δεν θα ήθελες το μαχαίρι μου, μητέρα;” και ακούγεται την ίδια ώρα με την καμπάνα η φωνή του γιου της ανακατεύοντας ζωή και θάνατο» (σελ. 14). Και τελειώνει με τον ίδιο αντίλαλο: «το σκοτάδι έπεσε σαν μαχαίρι πάνω στην Ελλά δα» (σελ. 171). «Ιάκωβε-Ιάκωβε», η κραυγή του Άρτσερ, «μοναχική, αναπάντητη, σπάζοντας πάνω στους βράχους» (σελ. 7) συναντά την κραυγή του Μπόναμυ, «Ιάκωβε! Ιάκωβε» που προξενεί το θρόισμα των Δελφικών φύλλων στο τέλος (σελ. 173). Όπω ς παρατηρεί η Ερμιόνη Δη, ο Ιάκωβος «κινείται σε μια ζωή που κινείται μαζί του· η ρυθμική επανάληψη φράσεων και ει κόνων δημιουργεί ένα συνδυασμό συγκίνησης και ακινησίας που αντικατοπτρίζεται στο συναί σθημα του αναγνώστη, που διαβάζοντας το μυ θιστόρημα νιώθει τον Ιάκωβο να βρίσκεται παν τού χωρίς να είναι πουθενά, να διαφεύγει συνέ χεια».9 Επίσης, μια λεπτομερειακή μελέτη του Δωμά των του Ιάκωβον αποκαλύπτει πολλά χαρακτη ριστικά της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, που η Βιρτζίνια Γουλφ γνώριζε πολύ καλά!10 Αυτό φαίνεται τόσο από την τεχνική όσο και τη θεμα τική ανάλυση του μυθιστορήματος. Οι συνεχώς επαναλαμβανόμενες κραυγές, οι πυροβολισμοί, οι θόρυβοι, οι αντίλαλοι και άλλα, είναι τεχνικά μέσα που χρησιμοποιούνταν 'στις παραστάσεις του αρχαίου δράματος. Εξάλλου, η ζωή του Ιά κωβου δεν περιορίζεται στη ματαιότητα, όπως την αισθάνεται ο πρωταγωνιστής του σύγχρονου θεάτρου. Η τραγωδία του δεν αφορά τόσο το προσωπικό και κοινωνικό δράμα ενός ατόμου, αλλά το «είναι του ανθρώπου». Από τους βασι κούς σκοπούς της αρχαίας τραγωδίας ήταν να διδάξει τον άνθρωπο «πώς να ζει σωστά», σαν γενναίος πολεμιστής και πολίτης, χωρίς να τον αποστερήσει της ατομικότητάς του. Όλες αυτές οι απαιτήσεις βρίσκουν ικανοποίηση στο πρόσω πο του Ιάκωβου. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, η ιδιωτική του ζωή ήταν γεμάτη από ευαισθησίες, αλλά συγχρόνως είχε βαθιά συνείδηση των δια φόρων πολιτικών και κοινωνικών προβλημάτων του καιρού του, ένα από τα οποία ήταν ο πόλε
μος όπου και έπεσε ηρωικά. Κατά συνέπεια, το δράμα του Ιάκωβου είναι εκείνο κάθε τελειωμένου ανθρώπου του οποίου τη μοίρα υπαγόρευε η αρχαία ελληνική τραγωδία. 'Ενα άλλο σημείο άξιο παρατήρησης είναι το πόσο οι τοποθεσίες σχετίζονται με τη ζωή της συγγραφέως. Στην Κορνουάλη και τις αμμουδιές της η Βιρτζίνια Γουλφ είχε αξέχαστες αναμνή σεις από την παιδική της ηλικία: «Γι’ αυτήν η Κορνουάλη ήταν η Εδέμ της νιότης της, ένας αξέχαστος παράδεισος και έτρεφε πάντοτε ευ γνωμοσύνη για τους γονείς της που είχαν εγκα τασταθεί σ’ αυτό το σημείο».11 Ενώ στο Καίμπριτζ, η ζωή διανοούμενου που πέρασε ο Ιάκω βος με το «παράλογο συνδυασμό λογοτεχνικών επιρροών και την υπακοή στην Ελισαβετιανή κουλτούρα»,12 έχει τη σφραγίδα της συναισθη ματικής και πνευματικής επιρροής που ασκού σαν πάνω της ο αδερφός της Θόμπι Στήβεν και η παρέα του που αποτέλεσαν το περίφημο Μπλούμσμπερι Γκρουπ (Bloomsbury Group). Εξάλλου και το ταξίδι του Ιάκωβου στην Ελλά δα είναι αυτοβιογραφικό: είναι το ταξίδι που η Βιρτζίνια Γουλφ ποθούσε να πραγματοποιήσει από τα νιάτα της, όταν είχε αρχίσει να μαθαίνει ελληνικά και λατινικά. Και το 1906, που οι Στήβενς αποφάσισαν ότι «πρέπει» να επισκεφτούν την Ελλάδα, όπως και στην περίπτωση του Ιά κωβου, «ο πηγαιμός στην Ελλάδα δεν ήταν τόσο διακοπές, όσο μια αποστολή».13 Έχοντας σαν υπόβαθρο την κλασική τους μόρφωση, έκαναν ακριβώς το ίδιο δρομολόγιο που ακολούθησε και ο Ιάκωβος.14 Πήγαν με το τρένο στο Μπρίντεζι και από εκεί με το πλοίο στην Πάτρα· επισκέφτηκαν την Ολυμπία και την Κόρινθο με το τρένο και φύγαν με πλοίο να δουν την Επίδαυ ρο, την Τίρυνθα και τις Μυκήνες. Τελικά φτάσαν στην Αθήνα, απ’ όπου ο Θόμπι επέστρεψε στο Λονδίνο, ενώ οι υπόλοιποι κατευθύνθηκαν προς την Κωνσταντινούπολη. Ο Δωμάτιο του Ιάκωβου θεωρείται από πολλούς κριτικούς σαν μια ελεγεία της Γουλφ για τον αδερφό της που πέθανε από τυ φοειδή πυρετό, μετά από το ταξίδι τους στην Ελ λάδα. Η κραυγή «Ιάκωβε-Ιάκωβε», θα μπορούσε να είναι η κραυγή της απελπισμένης αδερφής για το χαμό εκείνου που ποτέ δεν γνώρισε ολοκλη ρωτικά. Ο Θόμπι, σαν τον Ιάκωβο, ήταν για τη Γουλφ παντού και πουθενά «γιατί δεν εκδήλωνε την αγάπη της αδερωής του φανερά, με στοργή και εκμυστηρεύσεις»16 και ακόμα, όταν βρισκό ταν εκεί, το δωμάτιό του ήταν άδειο γι’ αυτήν. Το πόσο τα ελληνικά πράγματα επηρέασαν τη Βιρτζίνια Γουλφ εξακολουθεί να φαίνεται και σε μεταγενέστερα μυθιστορήματά της. Στην Κυρία Νταλογονέι (Miss Dalloway) (1925) οι πρωταγω-
Τ
αφιερωμα/49 νιστές γνώριζαν ελληνικά. Η Σάλλυ διαβάζει Πλάτωνα και τα πουλιά τραγουδούν στα ελληνι κά για τον Σέπτιμο.17 Στο Προς το Φάρο (ελλ. τίτλος «Στο Φάρο») (To the Lighthouse 1927) η κ. Ράμσυ είναι μια κλασική ομορφιά που περιπλα νιέται στα Ηλύσια Πεδία («Οι Χάριτες μαζεμέ νες έμοιαζε νά ’χάνε ενώσει χέρια σε λιβάδια από ασφοδέλους για να φτιάξουν αυτό το πρό σωπο»18 πλέκοντας συνέχεια -σαν τις Μοίρεςτις κοκκινοκαφετιές κάλτσες της, φωνάζοντας στα παιδιά της, όπως ακριβώς οι μητέρες στην Ελλάδα του Ιάκωβου. Η αγάπη της για την Ελλάδα συνόδευε τη Βιρτζίνια Γουλφ μια ολόκληρη ζωή. Διάβαζε πάντα τους Έλληνες συγγραφείς, και το 1932, δέκα χρόνια μετά το Δωμάτιο του Ιάκωβου, ξαναεπισκέφτηκε την Ελλάδα με τον Ρότζερ Φράι. Βρή κε τη χώρα αλλαγμένη, αλλά η Ακρόπολη ήταν ακόμα εκεί, ριζωμένη όπως και μέσα στην ψυχή της, καθώς ψιθύριζε: «Ναι, αλλά τι μπορώ να πω για τον Παρθενώνα -ότι με συνάντησε το δι κό μου φάντασμα, το κορίτσι των 23 χρόνων, με όλη τη ζωή στα πόδια του...».19*1
Νέες Εκδόσεις ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΤΣΟΥΡΕΑΣ
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΕΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ, ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ, ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ. ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗΣ. ΑΝΩΜΑΛΑΡΗΜΑΤΑ. ΛΕΞΙΚΟ
Vη
* Το κείμενο της Δρ. Μαρίας Κουτσουδάκη - μεταφρασμένο από την ίδια για το περιοδικό μας- είναι η εισήγησή της στο 3ο Ετήσιο Συνέδριο Συγκριτικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Brown, στην πόλη Providence του Rhode Island, Η.Π.Α.. Επί σης, δημοσιεύτηκε στην περιοδική έκδοση του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον «Papers in Romance», το 1980.
Σημειώσεις 1. Hermione Lee, The Novels o f Virginia Woolf (London: Me thuen, 1977), σελ. 85. 2. Quentin Bell, Virginia Woolf (London: Triad/Paladin, 1976), σελ. 68. 3. Lee, σελ. 31. 4. Lee, σελ. 41. 5. Virginia Woolf, Jacob’ s Room (London: Triad Panther, Granada Publishing, 1976), σελ. 16. Οι υπόλοιπες αναφο ρές παρενθετικά στο κείμενο. 6. Η Βιρτζίνια Γουλφ διάβαζε την Οδύσσεια το 1908· 6λ. Bell, σελ. 133. 7. Η Βιρτζίνια Γουλφ διάβαζε επίσης Πλάτωνα το 1908. Βλ. Bell, σελ. 139. 8. Margaret Church, «Joycean Structure in Jacob’ s Room and Mrs Dalloway», International Fiction Review (July 1977), 103. 9. Lee, σελ. 31. 10. To 1909 είχε διαβάσει Ίωνα, Αίαντα και Βατράχους, πάνω στα οποία έγραφε εκτενή σχόλια. Βλ. Bell, σελ. 139. 11. Bell, σελ. 32. 12. Lee, σελ. 31. 13. Bell, σελ. 107. 14. Bell, σελ. 107-109. 15. Lee, σελ. 73. 16. Bell, II, σελ. 112. 17. Woolf, Mrs Dalloway (London: Triad Panther, Granada Pu blishing, 1976) σελ. 31, 23-24. 18. Woolf, To the Lighthouse (London: Triad Panther, Granada Publishing, 1976), σελ. 35. 19. BeU, II, σελ. 167.
ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ Γιατους μαθητές του Λυκείου και τους υποψηφίους για τα Α.Ε.Ι.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ
Ιπιιοκράτους 8 τηλ. 36.27.318
50/αφιερωμα Τι σημαίνει, τι μπορεί να σημαίνει ο ανθρώπινος έρωτας σε μια γυναίκα που υπήρξε ερωτευμένη με το συμπαν; «“Υπάρχει κάτι σε σένα που δεν μπορώ να το πιάσω, δεν μπορώ να το κάνω δικό μου. Δε με θέλεις όπως σε θέλω. Θέλεις πάντα κάτι άλλο!” Της φάνηκε τώρα πως αυτό που της είπε ήταν απόλυτα αληθινό, πως ήθελε πολύ περισσότερα πράγματα απ’ την αγάπη ενός ανθρώπινου πλάσματος-τη θάλασσα, τον ουρανό. Γύρισε ξανά και κοίταξε το μακρινό γαλάζιο που ήταν τόσο απαλό, γαλήνιο, εκεί που ο ουρανός συναντούσε τη θάλασσα. - Ό χι, ήταν αδύνατο να θέλει μόνο ένα ανθρώπινο πλάσμα. “Με ξέχασες εντελώς” , λέει σε μια στιγμή ο άντρας στη γυναίκα. “ Ό χ ι” , ψιθύρισε. Ό χ ι δεν τον είχε ξεχάσει, μόνο... τ’ άστρα... η νύχτα... το σκοτάδι...» Μιας γυναίκας που μέσα απ’ τα χείλη της Rhoda στα «Κύματα», ομολογεί: «Το μονοπάτι μον ήτανε πάντα ένα μονοπάτι που πήγαινε όλο πιο ψηλά για να φτάσει σ’ ένα μοναχικό δέντρο με μια ακίνητη λίμνη πλάι του στην κορφή. Έχω κόψει φέτες με μαχαίρι το νερό της ομορφιάς το δειλινό όταν οι λόφοι κλείνονται στον εαυτό τους σαν διπλωμένα φτερά πουλιών». Και σαν την κα Ramsay, της αρέσει να μένει μόνη. Της αρέσει να είναι ο εαυτός της. «Η κα Ramsay ξαφνικά απομακρύνεται από τους καλεσμένους της, απ’ τις γύρω ομιλίες, απ’ τις κινήσεις της καθημερινής ζωής, για να βρεθεί μπρος σ’ αυτή τη φοβερή παρουσία, σ’ αυτή την άλλη ζωή, αυτή την αλήθεια, αυτή την πραγματικότητα. Της αρέσει να μένει μόνη. Της αρέσει να είναι ο εαυτός της. Γιατί, όπως λέει, “μέσα στον καθένα μας” κι ο καθένας τώρα είναι κι η Γυναίκα, “υπάρχει ένα παρθένο δάσος, ένας κάμπος από χιόνι όπου ακόμα και τ’ αχνάρια των πουλιών είναι άγνωστα. Εδώ, περπατάμε μόνοι. Και μας αρέσει”». ΓΓ αυτό και πολλές ηρωίδες της είναι μοναχικές, δεν παντρεύονται. Η σκηνοθέτις La Trobe, η ζωγράφος Lily Briscoe... Η αιτία της μοναξιάς τους, η έντονη προσωπικότητά τους, είναι και η σωτηρία τους. Δεν είναι δυστυχισμένες, δεν τις λυπόμαστε. Μιλάει όμορφα, με συγκίνηση γι’ αυτές, η Virginia Woolf στο «Ταξίδι»: «Καθώς την άκουγε να μιλά, ο Terence διέκρινε τα ίχνη μιας νιότης πού ’φεύγε στο πρόσωπό της. Δεν ένιωσε όμως λύπη, συμπόνια. Κοιτάζοντας αυτά τα λαμπερά, κάπως σκληρά
και πολύ θαρραλέα μάτια, είδε πως η ίδια δεν ένιωθε καμιά ανάγκη ν’ ανταλλάξει τη ζωή της με μιαν άλλη πιο σίγουρη, πιο οργανωμένη όπως των άλλων ανθρώπων. - Μόνο που... μ ε το πέρασμα του χρόνου, η πάλη θα γινόταν όλο και πιο σκληρή.» Όμως η Virginia Woolf ξέρει πως υπάρχει μια άλλη ελευθερία, μια τέλεια ελευθερία που φτάνει με τον ερχομό της σωστής αγάπης. Της αγάπης που δένει τον κύριο και την κυρία Ramsay. «Ταξίδι στο Φάρο». Της αγάπης που λέει: “Α ς ζήσομε ελεύθεροι, μαζί. ” Της αγάπης που ποτέ δεν προσπάθησε ν’ αρπάξει δικό της το αντικείμενό της μα γεννιόταν, υπήρχε, για ν’ απλωθεί σ’ όλο τον κόσμο, “να γίνει μέρος του ανθρώπινου κέρδους” . “Η αλήθεια είναι πως κανείς δεν είναι ποτέ μόνος, και κανείς ποτέ δεν είναι συντροφευμένος” , κατέληξε. “Που σημαίνει;” “Που σημαίνει; Α, κάτι σχετικό με φυσαλλίδες, φωτοστέφανο, πώς να το πει κανείς; Δεν μπορείς να δεις τη δική μου φυσαλλίδα, δεν μπορώ να δω τους δικούς σουτο μόνο που βλέπουμε ο ένας απ’ τον άλλο είναι μια ελάχιστη κηλίδα, σαν το φυτίλι σε κείνη τη φλόγα... Κι αν κάποια στιγμή η δίκιά μου φυσαλλίδα μπορούσε να σμίξει με κάποιου άλλου “Κι έσπαγαν κι οι δύο;” πείραξε ο Hirst. “Τότε-τότε-τότε” συνέχισε σκεφτικά ο Hewet, σα να μιλούσε στον εαυτό του “θά ’ταν ένας τε-ρά-στιος κόσμος”». Της αγάπης που δίνει το θάρρος και τη
Ολυμπία Καράγιωργα
Ο Έ ρ ω τα ς σ το έρ γο τη ς Virginia W o o lf
αφιέρωμα/51 γαλήνη και τη σιγουριά να είμαστε πιο πολύ από πριν η αλήθεια του εαυτού μας. Σ’ αυτήν πιστεύει απόλυτα η Virginia Woolf. Αυτήν πιστεύω, έχουμε απόλυτη ανάγκη σήμερα και μεις. Ο Orlando που μετά πεντακόσια χρόνια ζωής κι αφού έχει ζήσει και σαν άντρας και σαν γυναίκα συναντάει την ιδανική αγάπη και παντρεύεται, νιώθει πως τώρα επιτέλους ήτανε «ένας κι ολοκληρωμένος», αποτελειώνει τα ποιήματά του, παραδέχεται τον εαυτό του, μπορεί να γράψει, γράφει, γράφει, γράφει κι αναφωνεί: «Ζήτω η Ευτυχία!» Ξέρει όμως και την άλλη αγάπη. Την αγάπη έρωτα. Διαλέγω από τα «Κύματα»: «Εσύ είσαι εσύ. Είναι ό,τι με παρηγορεί για την έλλειψη τόσων πραγμάτων -είμαι άσχημη, είμαι αδύναμη- για τη φτήνια του κόσμου και το πέρασμα της νιότης και το θάνατο του Percival, και την πίκρα και το μίσος, και τη ζήλια. Μ’ αν κάποια μέρα σε δω σ ’ έναν καθρέφτη να κοιτάς μιαν άλλη, αν το τηλέφωνο κτυπάει, κτυπάει στο άδειο σου δωμάτιο -τότε, μετά από τρομερή αγωνία, τότε- γιατί δεν έχει άκρη η τρέλα της \ ανθρώπινης καρδιάς- θα ψάξω ένα άλλο, θα βρω ένα άλλο Εσύ. Για την ώρα, ας σταματήσουμε το ρολόι του χρόνου με μια γροθιά. 'Ελα κοντά μου.» Και παρακάτω: «Γιατί τώρα το σώμα μου, ο σύντροφός μου, μου στέλνει μηνύματα ασταμάτητα, το τραχύ, μαύρο “Ό χι”, το χρυσαφένιο “Έ λα”, σε γρήγορες αισθήσεις αστραπής, αρχίζει να καλεί. Κάποιος κουνήθηκε. Ύψωσα το χέρι; Κοίταξα;
Η κίτρινη σάρπα μου με τις κόκκινες βούλες κυμάτισε, έστειλε μήνυμα; Ξεχώρισε απ’ τον τοίχο. Ακολουθεί. Έρχεται πίσω μου μέσα απ’ το δάσος. Ό λα είναι ακίνητα, νυχτερινά, κι οι παπαγάλοι στα κλαριά στριγγλίζουν, στριγγλίζουν όλο και πιο δυνατά... Τώρα ας τραγουδήσομε το δικό μας τραγούδι του έρωτα. - Έλα, έλα, έλα κοντά. Τώρα το χρυσαφένιο μήνυμά μου γίνεται αγέρωχος χαρταετός, χάρτινος δράκος που πετάει τεντωμένος να σπάσει. Τζαγκ, τζαγκ, τζαγκ, τραγουδώ σαν τ ’ αηδόνι με το τραγούδι πνιγμένο, πνιχτό στο στενό του λαρύγγι. Τώρα ακούω σπάσιμο, σχίσιμο κλαριών, κέρατα ελαφιών να κτυπούν, ν’ ακουμπιούνται, σαν όλα τα ζώα του δάσους να βγήκαν και να κυνηγούν, να υψώνουν τα πόδια και να πέφτουνε από ψηλά στ’ αγκάθια. Ένα τους με διαπερνά. Ένα τους μπήχτηκε μέσα μου. Βαθιά.» Κι αλλού: «Μ’ αρέσει, αυτό που μπορείς ν’ αγγίξεις, αυτό που μπορείς να γευτείς... Η φαντασία μου είναι ή φαντασία του κορμιού.» Κι απ’ το «Δώμάτιο του Jacob»: «Το μαύρο ζαρωμένο γάντι της έπεσε στο πάτωμα. Ό ταν ο Jacob έσκυψε και της το έδωσε, κοίταξε αλλού θυμωμένα. Γιατί ποτέ δεν έγινε πάθος πιο παράλογο. Κι ο Jacob τη φοβήθηκε για λίγο -τόσο βίαιο, τόσο επικίνδυνο είναι όταν οι νέες γυναίκες μένουν ακίνητες, χουφτώνουν το κάγκελο, “είμαι χαμένη” λένε, “Τον αγαπώ”.» Με τον Leonard, αυτή, η Virginia Stephen έζησε ελεύθερη μαζί. Ο κόσμος σίγουρα έγινε «τε-ρά-στιος» απ’ την κοινή αυτή ζωή που γέννησε όχι παιδιά, αλλά βιβλία. Βιβλία που θα αιωρούνται στις ζωές των ανθρώπων της Δύσης, φωτεινά αντίδοτα στο θάνατο της ευαισθησίας. Όμως μαζί του η φαντασία της δεν έγινε ποτέ «φαντασία του κορμιού», τα χέρια της δεν χούφτωσαν ποτέ το κάγκελο, καθώς εκείνη που, «είμαι χαμένη», έλεγε, «τον αγαπώ». Όμως, η κα Ramsay, η κα Dalloway, η Jinny, η Rhoda, η Susan, ο Percival, ο Jacob, ο Septimus, ο Orlando, η La Trobe, πλάσματα αυτού του αγέννητου έρωτα περπατούν ανάμεσά μας, ανασαίνουν στη σκέψη μας, περιμένουν ξαφνικά στη γωνία, δείγματα δυνατά της νίκης της έκστασης ενάντια στη στέρηση του Έρωτα.
□ * Τα αποσπάσματα των έργων της Woolf που δημοσιεύονται στο κείμενο της Ολυμπίας Καράγιωργα είναι μεταφρασμένα από την ίδια.
52/αφιερωμα Η Βιρτζίνια Στέφεν Γουλφ, μεγάλη μορφή της αγγλικής λογοτεχνίας του μεσοπολέμου, υπήρξε αναμφισβήτητα όχι μόνο μια απλή γυναίκασυγγραφέας, αλλά μια συγγραφέας με κοινωνική δράση. Κατάφερε να καταγράψει τη θέση της γυναίκας στην κοινωνία και συγχρόνως να κα ταγγείλει τις διακρίσεις που γίνονταν σε βάρος της. Σε πολλά γραφτά της μπορούμε να διακρί νουμε την επίδραση που άσκησε πάνω στο νεοφεμινιστικό κίνημα του σήμερα. Στην πραγματι κότητα μας εντυπωσιάζει το γεγονός ότι αιτήμα τα και θέσεις, που μέχρι σήμερα εκφράζουν το φεμινιστικό κίνημα, βρίσκονται ήδη σκόρπια στα γραφτά της Β.Γ.
Η φεμινιστική άποψη της Βιρτζίνια Γουλφ μέσα από δύο δοκίμιά της
Η Β.Γ. άφησε πίσω της ένα αρκετά ογκώδες λο γοτεχνικό έργο. Καταπιάστηκε με διάφορα λογο τεχνικά είδη, όπως μυθιστορήματα, διηγήματα, δοκίμια, κριτικές, βιογραφίες. Στα μυθιστορήματά της αναπτύσσει μια ολόκληρη φιλοσοφία πάνω στα δύο φύλα. Στα δοκίμιά της όμως, και ιδίως στις Τρεις Γκινέες (1938) και στο Ένα δικό σου δωμάτιο (1928) είναι που αναπτύσσει ξεκά θαρα τις θεωρητικές της απόψεις πάνω στο γυ ναικείο ζήτημα. Κατ’ αρχήν πετυχαίνει να δώσει μια ακριβή ει κόνα της γυναίκας της μέσης αστικής τάξης στην εποχή της. Η Β.Γ. δεν πέφτει σε παγίδες: δεν προσπαθεί να μιλήσει για τις γυναίκες άλλων κοινωνικών τάξεων, π.χ. για τις εργάτριες. Πε ριγράφει τις γυναίκες της δικής της κοινωνικής τάξης, γιατί έχει συνείδηση των ταξικών διαφο ρών που χωρίζουν την εργάτρια απ’ τη μεσοαστή, παρ’ ότι και οι δύο ανήκουν στο καταπιεζόμενο γυναικείο φύλο. Στις Τρεις Γκινέες, η Β.Γ. πετυχαίνει να δώσει μια εύστοχη απάντηση σε κάποιο γνωστό νομικό της εποχής της, που ζητάει τη γνώμη της για το πώς μπορεί να αποφευχθεί ο πόλεμος. Παράλλη λα καταφέρνει μέσ’ απ’ αυτή την απάντηση να καταγγείλει ολόκληρο το πατριαρχικό σύστημα, που θεωρεί τη γυναίκα κατώτερη απ’ τον άντρα. Κατ’ αρχήν αποδεικνύει ότι το ερώτημα που της απευθύνεται είναι ουσιαστικά ένα ψευδο πρόβλημα. Γιατί τι σχέση έχουν αλήθεια οι γυ ναίκες με τον πόλεμο; Μήπως είναι οι γυναίκες που κηρύττουν πολέμους; Μήπως είναι οι γυναί κες που επωφελούνται ή χάνουν απ’ αυτούς; Ό χι, οι γυναίκες δεν έχουν καμιά σχέση με τον πόλεμο, «ο πόλεμος ήταν πάντα αντρική συνή θεια και ποτέ γυναικεία».1 Εδώ αναγνωρίζουμε τη σημερινή άποψη του φεμινιστικού κινήματος ότι το γυναικείο κίνημα είναι στη βάση του ειρηνιστικό. Κατόπιν η Β.Γ. προχωρά στην προσεκτική ανάλυση της θέσης των μεσοαστών γυναικών στην κοινωνία του τότε. Οι διακρίσεις σε βάρος τους αρχίζουν με τη διαπαιδαγώγηση απ’ την οι
αφιερωμα/53 κογένεια. Φανερά επηρεασμένη απ’ τη φροϋδική θεωρία, η Γουλφ μιλάει για «παιδική καταπίε ση», δίνοντας όμως το βάρος στην καταπίεση του μικρού κοριτσιού. Εκεί άλλωστε έχει και τις ρίζες της η γυναικεία δειλία και παθητικότητα. Αυτή η σύνδεση της διαπαιδαγώγησης απ’ την οικογένεια σαν ένα αίτιο της γυναικείας δειλίας και παθητικότητας είναι ένα θέμα με το οποίο ακόμη και σήμερα ασχολούνται οι γυναικείες ομάδες αυτοσυνείδησης. Στη συνέχεια, το κορίτσι έχει ν’ αντιμετωπίσει καινούριες διακρίσεις στη μόρφωσή του. Ελάχι στες απ’ τις γυναίκες της εποχής εκείνης ήταν μορφωμένες. Η Β.Γ. καταγγέλλει την έλλειψη ευκαιριών για τη γυναίκα, τον αποκλεισμό της απ’ την ανώτατη μόρφωση, αλλά με μία διαφο ρά: δεν ξεχνάει ούτε στιγμή τη μη ουδετερότητα της μόρφωσης, ότι σ’ έναν αντρικό κόσμο και αυτή η μόρφωση δίνεται απ’ τους άντρες, είναι φτιαγμένη γι’ αυτούς.2 Γι’ αυτό και οραματίζε ται μια άλλη μόρφωση, που δε θα μαθαίνει στους ανθρώπους πώς να διεξάγουν πολέμους ή πώς να εξουσιάζουν τους άλλους. Ανάγκη γι’ αυτό είναι να βγει η γυναίκα απ’ τη φτώχεια της. Μ’ αυτό δεν εννοεί μόνο την υλική φτώχεια. Βέ βαια η Γουλφ θεωρεί την οικονομική ανεξαρτη σία μια πρώτη προϋπόθεση για τη γυναικεία απελευθέρωση. Αλλά δε σταματά εκεί. Με την έννοια «γυναικεία φτώχεια» εννοεί και την έλ λειψη κοινωνικής επιρροής, την έλλειψη πολιτι κών δικαιωμάτων και γενικά την περιθωριο ποίηση της γυναίκας απ’ την κοινωνία. Βέβαια από τότε μέχρι σήμερα, η γυναίκα έχει καταφέ ρει να κάνει πολλά βήματα προς τη χειραφέτησή της. Όμως πολλά απ’ τα θέματα που θίγει η Β.Γ.: ανισότητα πληρωμής γυναικών-αντρών, οικογενειακό δίκαιο, ακόμα και σήμερα συμπεριλαμβάνονται στους γυναικείους αγώνες. Έ να άλλο σημαντικό σημείο που θίγει η Β.Γ. είναι η θέση της πάνω στη γυναικεία οικιακή ερ γασία. Με εξαιρετική διορατικότητα αποδεικνύει ότι η απλήρωτη οικιακή εργασία των γυ ναικών στηρίζει ολόκληρο το αντρικό σύστημα. Ό τι ο τεχνητός χωρισμός της δημόσιας απ’ την ιδιωτική ζωή, απ’ τη μια φυλακίζει τη γυναίκα στο σπίτι κι απ’ την άλλη δίνει την ευκαιρία στον άντρα ν’ ασχολείται με την πολιτική και τα δη μόσια πράγματα ανενόχλητος.3 Είναι η ίδια άποψη που εκφράζει η σημερινή φεμινίστρια Ά νια Μέιλεμπελτ στο βιβλίο της Φεμινισμός και Σοσιαλισμός.4 Η Β.Γ. δεν διστάζει να ονομάσει τον αποκλεισμό της γυναίκας στο σπίτι φασισμό. Γιατί με τον ίδιο τρόπο που οι φασίστες δικτάτο ρες της εποχής εκείνης προσπαθούσαν να επι βληθούν στους άλλους λαούς, είτε με το πρόσχη μα της διαφορετικής φυλής είτε της διαφορετι κής θρησκείας, έτσι και το πατριαρχικό σύστημα αποκλείει τις γυναίκες στο σπίτι με το πρόσχημα
Η Βιρτζίνια και η αδελφή της Βανέσσα, παίζουν κρίκετ. 1894
του φύλου τους.5 Παρ’ όλ’ αυτά η Β.Γ. πιστεύει στον κοινό αγώ να αντρών-γυναικών. Γιατί έχει συνείδηση του ότι το πατριαρχικό σύστημα καταπιέζει και τους δύο. Άλλωστε η άποψή της αυτή καθρεφτίζεται και στη φιλοσοφία πάνω στα δυο φύλα, που αναπτύσσει στα μυθιστορήματά της. Πιστεύει πως μέσα σε κάθε άνθρωπο υπάρχουν δύο ειδών στοιχεία: ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό, που πρέ πει να βρίσκονται σε πλήρη αρμονία μεταξύ τους ώστε να επιτυγχάνεται η ολοκληρωμένη προσω πικότητα. Η άποψή της αυτή μεταφέρεται, στο κοινωνικό επίπεδο, στην πίστη της στην κοινό τητα του αγώνα γυναικών-αντρών. Παρ’ όλ’ αυ τά δεν ξεχνάει τη μειονεκτική θέση των γυναι κών, γι’ αυτό και υποστηρίζει τη δημιουργία ξε χωριστών γυναικείων οργανώσεων για την απο φυγή του πολέμου στην προκειμένη περίπτωση. Με σαφήνεια και ευστροφία πνεύματος εξηγεί τους λόγους για τους οποίους οι γυναίκες πρέπει να φτιάξουν τις δικές τους ξεχωριστές οργανώ σεις πάνω σε νέα πρότυπα, αρνούμενες τις αν τρικές δομές που ίσχυαν μέχρι τότε. Το ζήτημα των ξεχωριστών γυναικείων οργανώσεων ή ομά δων, είναι ένα θέμα που ακόμα και σήμερα τίθε ται πολλές φορές σε αμφισβήτηση μέσα στο γυ
54/αφιερωμα ναικείο κίνημα. Έτσι, η άποψη της Β.Γ. είναι σίγουρα πρωτοπόρα για την εποχή της. Στο δεύτερο σημαντικό δοκίμιό της, το Έ να δικό σου δωμάτιο, η Β.Γ. ασχολείται περισσότε ρο με τη γυναίκα-συγγραφέα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, εκφράζοντας όμως κι άλλες πρωτοποριακές απόψεις πάνω στο γυναικείο ζή τημα. Πρώτα-πρώτα καταρρίπτει το μύθο της μεγαλοφυίας, εξετάζοντάς τον σχετικά με τις υλικές συνθήκες διαβίωσης του κάθε ατόμου. Κατά τον ίδιο τρόπο που μια μεγαλοφυία σπάνια προέρχε ται απ’ την εργατική τάξη, λόγω των άσχημων υλικών συνθηκών διαβίωσης αυτής της τάξης, έτσι και οι μεγαλοφυίες σπάνια είναι γυναίκες λόγω των συνθηκών διαβίωσης των γυναικών. Γιατί ποια ήταν η ζωή των περισσότερων γυναι κών τότε; Τον περισσότερο καιρό τους ήταν κλεισμένες στο σπίτι, κάνοντας το νοικοκυριό ή Φροντίζοντας κάποιον άρρωστο ή ηλικιωμένο. Πώς θα μπορούσε μια γυναίκα να γίνει συγγρα φέας, έστω κι αν είχε κάποιο ταλέντο, κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες; Και ναι μεν οι συνθήκες δια βίωσης των γυναικών άλλαξαν από τότε μέχρι σήμερα, αλλά το γυναικείο δυναμικό εξακολου θεί να σπαταλιέται συχνά ανάμεσα στους τέσσε ρις τοίχους του σπιτιού. Η καλλιέργεια του τα λέντου προϋποθέτει υλική ευημερία και ελευθε ρία κινήσεων, πράγματα που δεν έχουν οι πε ρισσότερες γυναίκες. Πιο κάτω η Β.Γ. αναπτύσσει την άποψή της για την ύπαρξη γυναικείας λογοτεχνίας. Συγκε κριμένα μιλάει για «επίδραση του φύλου πάνω στον μυθιστοριογράφο».6 Πιστεύει δηλαδή, ότι οι γυναίκες γράφουν διαφορετικά απ’ ό,τι οι άν τρες και διεκδικεί με πείσμα αυτή τη διαφορετι κότητα. Οποιαδήποτε προσπάθεια της γυναίκας να γράψει σύμφωνα με τα αντρικά πρότυπα κα ταλήγει σε αποτυχία, γιατί «αλλοιώνει τις αξίες
Σημειώσεις 1. Virginia Woolf, Τρεις Γχινέες, μετάφραση Μυρτιό Αναγνωστοπούλου -Π ισσαλίδου (Θεσσαλονίκη: Μπαρμπουνάκης), σ. 20. 2. Ibid., Σ. 46 «Αλλ’ όμως, όπως αποδεικνύεται συχνά, τα γε γονότα αυτά έχουν διπλή σημασία διότι παρ’ όλο που ενι σχύουν την άποψη ότι η αξία της μόρφωσης είναι τεράστια, εν τούτοις δείχνουν και πως η αξία αυτή δεν είναι καθόλου θετική. Δεν κάνει για όλες τις περιπτώσεις και για όλους τους ανθρώπους, κάνει για ορισμένους ανθρώπους και για ορισμένους σκοπούς. Κάνει για το ένα φύλο και για ορι σμένα επαγγέλματα, αλλά δεν κάνει για το άλλο φύλο και για κάποιο άλλο επάγγελμα.» 3. Ibid., σσ. 261-263, σημ. 31. 4. 6λ. Anja Meulenbelt, Φεμινισμός και Σοσιαλισμός, μετά φραση Αγγέλα Βερυκοκάκη-Αρτέμη (Αθήνα: Νέα Σύνορα, 1983) σσ. 47-53. 5. Virginia Woolf, Τρεις Γχινέες, σ. 152. «Νιώθετε τώρα κι
της για να συμμορφωθεί με τη γνώμη των άλ λων».7 Έ να ακόμα πολύ σημαντικό θέμα που θίγει η Β.Γ. όσον αφορά τη λογοτεχνία, είναι οι σχέσεις των γυναικών όπως παρουσιάζονται μέσα στην αντρική λογοτεχνία. Ή δη από τότε η Β.Γ. διαπι στώνει τη διαστρεβλωτική ματιά των αντρών πά νω στις σχέσεις μεταξύ γυναικών. Οι γυναίκες παρουσιάζονται πάντα σε σχέση με τους άντρες και ποτέ μόνες τους. Οι σχέσεις των γυναικών μεταξύ τους είναι περιορισμένες: είναι φίλες ή εχθρές, ζηλεύουν η μια την άλλη, είναι μητέρες ή κόρες. Ό π ω ς και νά ’ναι, οι γυναίκες κλείνονται μέσα σε στεγανά και απομονώνονται η μια απ’ την άλλη: είναι ο ασφαλέστερος τρόπος για να κρατηθούν υποταγμένες. Όμω ς, πόση διαφορά έχει η γυναικεία ματιά απ’ την αντρική. ΓΓ αυτό και η Β.Γ. προτιμά ν’ αφήσει τις γυναίκες να μιλήσουν για τις γυναί κες και κανέναν άλλον. Η αντρική ματιά θα εί ναι μοιραία παραποιητική και διαστρεβλωτική. Προχωρώντας κι άλλο αυτή την άποψή της, φτάνει σε μια πρώτη σύλληψη της ιδέας της γυ ναικείας αυτοσυνείδησης.8 Μόνη της η γυναίκα πρέπει να ψάξει μέσα της και να καθορίσει απ’ την αρχή τις έννοιες και τα πράγματα, να βρει μόνη της τον εαυτό της, να δώσει έναν ορισμό στον κόσμο γύρω της. Ανακεφαλαιώνοντας τα συμπεράσματα που βγάλαμε εξετάζοντας τα δύο αυτά δοκίμια της Β.Γ., βλέπουμε καθαρά τη συγγένεια των απόψεών της με τις απόψεις του σημερινού φεμινι στικού κινήματος. Άλλωστε, η ίδια δεν διστάζει να ονομάσει το γυναικείο κίνημα εμπροσθοφυ λακή κάθε κινήματος που μάχεται ενάντια σε τύ ραννους και δικτάτορες, είτε αυτοί βρίσκονται στη δημόσια είτε στην ιδιωτική ζωή.
εσείς όπως και οι μητέρες σας όταν τις αποκλείανε στο σπί τι και τις αποστόμωναν γιατί ήταν γυναίκες. Τώρα απο κλείεστε και αποστομώνεστε κι εσείς γιατί είστε Εβραίοι, γιατί είστε δημοκράτες, γιατί ανήκετε σε διαφορετική φυλή, γιατί έχετε μια άλλη θρησκεία». 6. Virginia Woolf, Ένα δικό σου δωμάτιο, μετάφραση Μίνα Δαλαμάγκα (Αθήνα: Οδυσσέας, 1980), σ. 95. 7. Ibid., σ. 100. 8. Ibid., σ. 120 «Πάνω απ’ όλα, πρέπει να φωτίσεις τη δική σου ψυχή με τις αβύσσους και τη ρηχότητά της, με τις ματαιοδοξίες και τη γενναιοδωρία της, και να πεις τι σημαίνει για σένα η ομορφιά και η ασχήμια σου, και ποιες οι σχέσεις σου με τον σε διαρκή κίνηση και εναλλαγή κόσμο των γαντιών, των παπουτσιών και των υφασμάτων που λικνίζονται πάνω κάτω, ανάμεσα· στα βαριά αρώματα που βγαίνουν από φαρμακευτικά μπουκάλια μέσα σε στοές ολόκληρες με υφάσματα για φορέματα πάνω σ’ ένα πάτωμα από ψευτο μάρμαρο».
Το γράμμα που ακολουθεί γράφτηκε από την Βιρτζίνια Γουλφ το 1932, όταν ταξίδευε στην Ελλάδα, για δεύτερη φορά, μαζί με τον άντρα της Λέναρντ Γουλφ, τον Ρότζερ Φράι και την αδελφή του Μάρτζερυ. Η ομάδα έφτασε στη Βενετία σιδηροδρομικός και από κει με ατμόπλοιο, μέσω Μπρίντιζι, στον Πειραιά. Το ταξίδι κράτησε από τις 11 Απριλίου ώς τις 12 Μαΐου. Ο Ρότζερ Φράι (1866-1934), ζωγράφος και αισθητικός της τέχνης, ήταν από τα πρόσωπα που περισσότερο εκτιμούσε και αγαπούσε η Βιρτζίνια Γουλφ. Εισήγαγε το αγγλικό κοινό στον γαλλικό ιμπρεσσιονισμό και υπήρξε η ψυχή του Εργαστηρίου Ωμέγα στο Μπλούμζμπερυ. Η αδελφή του είναι ο κλασικός τύπος βικτωριανής δεσποινίδος, εκκεντρικής, κάποιας περασμένης ηλικίας. Η ΈθελΣμυθ (1858-1944) ήταν συνθέτης, συγγραφεύς, αφοσιωμένη φίλη και θαυμάστρια της Βιρτζίνια και λάτρις της Ελλάδας, την οποία είχε επισκεφθεί παρά το ότι περπατούσε με μπαστούνι (A three-legged tour of Greece, 1927). Η Βιρτζίνια Γουλφ είχε έρθει στην Ελλάδα για πρώτη φορά το 1906, 24 χρονών τότε, μαζί με τ’ αδέλφια της Βανέσσα, Τόμπυ και Έϊντριαν, και την αγαπημένη φίλη των νεανικών της χρόνων Βάιολετ Ντίκινσον. Το ημερολόγιο του ταξιδιού αυτού είναι ανέκδοτο και δυσπρόσιτο. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το ότι, ενώ κατά το πρώτο της ταξίδι η Βιρτζίνια, μαγεμένη από το αρχαίο κάλλος των ναών και τη ζωντανή αρχαιότητα της Ελλάδας, δεν είχε μάτια για τίποτα άλλο σχεδόν, στο δεύτερο ταξίδι, 50 ετών πια, συγκινείται και εμβαθύνει στο ιόιάζον μυστικιστικό κλίμα του ελληνικού Πάσχα και της άνοιξης, όπου συναντιόνται ο θρήνος και η χαρά, με φόντο μια οργασμική, συχνά αντιφατική, φύση. Το γράμμα αυτό περιλαμβάνεται στον Ε' τόμο της αλληλογραφίας της (The Sickle Side of the Moon: The Letters of Virginia Woolf, Volume V, 1932-1935, Chatto & Windus, 1979), με αύξοντα αριθμό 2579, και θα περιληφθεί σε μια συνολική έκδοση των επιστολών και εγγραφών ημερολογίου από και για την Ελλάδα, που θα κυκλοφορήσει, στα ελληνικά, από τις Εκδόσεις Κρύσταλλο.
56/αφιερωμα
Γράμμα της Βιρτζίνια Γονλφ στην Εθελ Σμνθ Τετάρτη, 4 Μαίου 1932 μ.Χ. Ξενοδοχείο Ματζέστικ, Αθήνα Λοιπόν, πού είναι το λάθος στη χρονολογία; Τι σχέση έχει εδώ ο Αϊνστάιν; Για πληρέστερη ενημέρωσή σου προσθέτω 11.35, ένα καυτό πρωινό. Είμαι καθισμένη στο κρεβάτι μου, με το μελανοδοχείο πάνω στο κομοδίνο, έναν τεράστιο καλόγερο στο πηγούνι μου, προϊόν του αέρα και του ήλιου, πονόλαιμο, προϊόν του κρύου και της σκόνης, αλλά κατά τα άλλα πανευτυχής. Γιατί δεν μου είπες ποτέ ότι η Ελλάδα είναι όμορφη; Γιατί δεν ανέφερες ποτέ τη θάλασσα και τους λόφους, τις κοιλάδες και τα λουλούδια; Μόνο εγώ έχω μάτια και βλέπω; 'Εθελ, σου το αναγγέλλω επισήμως, η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα του κόσμου. Ο Μάιος είναι η πιο όμορφη εποχή του χρόνου. Ελλάδα και Μάης μαζί! Ας πάρουμε για παράδειγμα τ’ αηδόνια που τραγουδούσαν κρυμμένα στα κυπαρίσσια όταν καθόμασταν στη ρεματιά. Και γέμισα την ποδιά μου κατακόκκινες ανεμώνες. Ναι, αλλά εσύ θέλεις γεγονότα, Μπέντεκερ. Ωραία λοιπόν: από την Αθήνα εις Κόρινθον ανοικοδόμηση πόλεως μετά από σεισμόν· κόλπος [διώρυγα] κλειστός λόγω πτώσεως βράχων έξι γάιδαροι απασχολούνται δια την απομάκρυνσιν των βράχων με κάρα· αυτό θα πάρει έξι μήνες ή ένα χρόνο· στο μεταξύ παρακώλυσις συγκοινωνιών Δελφοί απεκόπησαν· πορτοκάλια αδύνατον να βρεθούν εις ξενοδοχείον από Κόρινθον (αυτά όλα μέσα σ’ ένα μεγάλο ανοιχτό αυτοκίνητο του Γκιόλμαν που οδηγούσε τέλεια πάνω σε δρόμους που έμοιαζαν με σβησμένους κρατήρες ένας γοητευτικός οδηγός) εις Μυκήνας· με μια λέξη, υπέροχα. Βόμβος μελισσών στον τάφο του Αγαμέμνωνα. (Πώς είναι ο στίχος; «Η περικεφαλαία του έγινε κυψέλη μελισσών»;)1Τσάι στην Ωραία Ελένη,2 μες στους κάμπους, βατράχια που κοάζουν το βράδι στο Ναύπλιο· α, και την άλλη μέρα ανεβήκαμε ένα πέρασμα που μας τσάκισε τα νεύρα, τιναζόμασταν στα ύψη σαν βέλος στην κόψη ενός ξυραφιού, σπηλιές μέσα σε βράχους σε αβύσσους χίλια πόδια κάτω από το αριστερό μας μάτι, και γάιδαροι που ξεπρόβαλλαν στις στροφές προς τη Μητροβίτσα· κι από κει Μυστράς· Βυζαντινή εκκλησία εξαίσια· χωρικοί αξιαγάπητοι· καφές σε χωριάτικο καφενείο· κι από κει πίσω στην Αθήνα· κι όλο ν’ ανεβαίνει η ζέστη και να δυναμώνει ο αέρας, και τα δέντρα ν’ ανθίζουνε μπροστά στα μάτια μας, θύσανοι βιολετοί, άσπροι, πορφυροί (μη μου ζητάς να τεκμηριώσω αυτά τα στοιχεία) με φόντο έναν ουρανό σε Ο Ρότζερ άσπιλο γαλάζιο. Ύστερα μια μέρα στην Αθήνα, Μεγάλη Παρασκευή 1932 σύμφωνα με τους βαρβαρικούς τους υπολογισμούς, αλλά Θε μου, 'Εθελ, πόσο προτιμώ τους βαρβαρικούς τους υπολογισμούς από την προτεσταντική μας ορθοδοξία! Τη νύχτα, ενώ όλα σιγούσαν μέσα στη ζέστη, σταθήκαμε στο μπαλκόνι και είδαμε να περνάει η πομπή. 'Εψελναν, σε ελάσσον κλειδί, ένα θρηνητικό τραγούδι, που μου φάνηκε επιβλητικό και επίσημο, γύρω από ένα φέρετρο· κι οι παπάδες με μακριά μαλλιά και επίσημες επικήδειες εσθήτες έψελναν, και σε βεβαιώνω πως ό,τι το θρησκευτικό υπάρχει μέσα μου, βουβό και παραμορφωμένο, ανθοβόλησε κάτω απ’ αυτή τη θερμή αισθησιακότητα, τόσο απτή, κίτρινη, απαλή. Και μου ήρθαν στο νου τα φώτα των δικών μας ψαράδικων στ’ ανοιχτά· όλοι περπατούσαν στο δρόμο κρατώντας ένα κίτρινο κερί αναμμένο, και σ’ όλα τα παράθυρα έλαμπαν φωτάκια. Στ’ αλήθεια, μόνο που δεν μας πήραν τα κλάματα εμάς τους ειδωλολάτρες. Και μετά Δελφοί- άλλο ατέλειωτο ταξίδι· είδαμε κι έναν πελαργό που έχει τη φωλιά του στο κεφάλι του πέτρινου λιονταριού που θυμίζει τη μάχη της Χαιρώνειας, όπου οι Έλληνες, καθώς γνωρίζεις, νικήθηκαν
Φράυ στο Καίμπριτζ,
αφιερωμα/57 για πάντα, και ο Λέναρντ διάβασε στα ελληνικά μια περιγραφή της μάχης, διότι ο σύζυγός μου είναι εξαιρετικά καλλιεργημένος άνθρωπος # Ϊ Γ ~ / f l* -το ίδιο και ο Ρότζερ. Ο Ρότζερ, μπροστά στον οποίο πρέπει να στέκεσαι προσοχή, και ο οποίος τρέφει έναν επιφυλακτικό θαυμασμό για τα ελληνικά αγάλματα στα μουσεία, είναι παρασάγγες ο καλύτερος θαυμαστής της ζωής και της τέχνης που μου έτυχε ποτέ να ταξιδέψω μαζί· ζεστός, ανθρώπινος, ακαταμάχητος. Μόνο που, δυστυχώς. .'να μέοος από το έντερό του κρέμεται έξω κι ένα άλλο είναι στριμμένο μέσα, και δεν μπορεί ούτε να καβαλήσει ούτε να περπατήσει, επομένως οι περιπλανήσεις μας πρέπει να είναι περιορισμένες. Πάντως, καθώς έλεγα, δεν έχει ποτέ ενδοιασμούς προκειμένου για μια σπουδαία αποστολή, σαν αυτή που κάναμε χτες, κι έχει ξετρυπώσει όλες τις ΗΛη Hturu jlit t*, £ βυζαντινές εκκλησίες και τους ελληνικούς ναούς (τους οποίους θεωρεί υπέροχους· μόνο τα αγάλματα στα μουσεία που παριστάνουν μυώδεις fa n * , ή νεαρούς και γυναίκες σαν αγελάδες του θυμίζουνε Βασιλική Ακαδημία) και μπορεί να νιώσει μια κολόνα, ένα σκάλισμα ή ένα μωσαϊκό με τόση | <ί/ύ ευαισθησία και δύναμη που σου φέρνει στο μυαλό μια πολύ γόνιμη αράχνη, εκεί που εμείς είμαστε μυρμήγκια, σκληρά, γυαλιστερά, χωρίς Ο Ρότζερ Φράν γελοιογράφεί κεραίες. Αυτή του η ικανότητα είναι για μένα μόνιμη αιτία θαυμασμού, τον στριμώχνω λοιπόν και λέω, όπως στην Αίγινα, «Τώρα, Ρότζερ, εξήγησέ μου γιατί», και το μάτι του παίζει και σου εξηγεί ότι αυτό είναι ζήτημα διαστάσεων - είναι η ζωή του, η προσωπικότητά του· γι’ αυτό διαφέρει απ’ το Σούνιο, έξι ίντσες διαφορά απ’ την άλλη πλευρά, όσο διαφέρει ένας Άραβας από ένα άλογο. Στο μεταξύ η αδελφή του, η Μάρτζερυ, έχει εντοπίσει με τα κυάλια ένα πουλί. Ένας αετός! φωνάζω. Ανοησίες. Γύπας, λέει εκείνη, ή μπορεί και μελισσοφάγος. Σημειώσεις Μετά φωνάζει ο Ρότζερ, ε, ελάτε να δείτε κάτι! Λόγω τιμής, σπουδαίο 1. «His helmet now shall make a -σπουδαίο, σου λέω- και κοιτάμε όλοι προς τα πάνω (η σκηνή αυτή hive for bees» («Η περικεφα εκτυλίσσεται στη βυζαντινή εκκλησία του Δαφνιού) κάποιον λαία του τώρα θα γίνει κυψέ Ευαγγελισμό ή Σταύρωση. Και γω ξεγλιστράω προς τη μαρμάρινη λη μελισσών»), George Peele, 1558-1597, Polyhymnia. είσοδο και βλέπω τις ελιές και τα πεύκα να γυμνώνουν τα κεφάλια τους 2. Το ξενοδοχείο Hotel de la και ν’ αφήνουν τον ήλιο και τη σκιά να τα σκοτεινιάζει και να τα Belle-Hiline et du Roi Μέηέφωτίζει και σκέφτομαι πόσο μοιάζουν με κύματα στη γκρίζα las στις Μυκήνες. Τα ονόμα βουνοπλαγιά. Αλλά είπαμε Μπέντεκερ. Φτάσαμε λοιπόν... [η τελευταία τα των τεσσάρων ταξιδιωτών (Leonard Woolf, Virginia σελίδα λείπει] Μετάφραση Μαρίας Τσάτσου. Copyright Quentin Bell & Angelica Garnett, 1979. Για την ελληνική γλώσσα Εκδόσεις Κρύσταλλο, 1986.
Woolf, Roger Fry, Margery Fry) υπάρχουν ακόμη στο βι βλίο επισκεπτών.
Το βιβλίο επισκεπτών τον ξενο δοχείου «Belle-ΗέΙέηε» στις Μυ κήνες. Διακρίνουμε τις υπογρα φές των τεσσάρων επισκεπτών. Φωτ. Ά ρη Μπερλή.
58/αφιερωμα
Σοφία I. Καζάκου
Κατάλογος ελληνικών εκδόσεων έργων της
Β ιρ τζίν ια
1 Η κυρία Νταλλογουέη. Μετάφραση Κωστούλας Μητροπούλου. Αθήνα. Εκδόσεις ΓαλαξίαςΕρμείας. Α' έκδοση 1967, Β' έκδοση 1978. Γ' έκδο ση 1983. Σελ. 227. 2. Μια ωραία ημέρα της κυρίας Νταλλογουαίη. Με τάφραση Βασίλη Λ. Καζαντζή. Αθήνα 1973. Εκδό σεις Πάπυρος Πρες Ε.Π.Ε. - Σειρά Ξένης Λογοτε χνίας. Σελ. 202 3. Ένα δικό σου δωμάτιο. Μετάφραση Μίνας Δαλαμάγκα. Αθήνα. Εκδόσεις Οδυσσέας. Α' έκδοση 1980. σελ. 153. Β' έκδοση 1982, σελ. 153. 4. Μέχρι το φάρο. Μετάφραση Έλλης Μαρμαρά. Αθήνα. Εκδόσεις Οδυσσέας, Α' έκδοση 1981. σελ. 213. Β' έκδοση 1982. σελ. 213. 5. Στο φάρο. Μετάφραση Άρη Μπερλή. Αθήνα, Εκ
η νέα
ΟΙ ΚΟΛΟΓΙ/
Γουλφ
δόσεις Οδυσσέας. Α' έκδοση 1982. Β' έκδοση 1985, σελ. 231. 6. Τα κύματα. Μετάφραση Μίνας Δαλαμάγκα. Αθήνα 1984. Εκδόσεις Οδυσσέας. Σελ. 254. 7. Τα κύματα. Μετάφραση Ρίτας Κολαίτη. Αθήνα 1984. Εκδόσεις Νεφέλη. Σελ. 287. 8. Ορλάντο. Μετάφραση Αναστασίας Λιναρδάκη. Αθήνα 1984. Εκδόσεις Αστάρτη. Σελ. 242. 9. Τρεις Γκινέες. Μετάφραση Μυρτώς Αναγνωστοπούλου-Πισσαλίδου. Θεσσαλονίκη 1982. Εκδόσεις Μπαρμπουνάκη. Σελ. 271.
Μελέτες για τη Virginia Woolf Καράγιωργα Ολυμπία: Virginia Woolf, μια μεγάλη άγνωστη. Αθήνα 1981. Εκδόσεις Επικαιρότητα. Σελ. 64.
ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ Συζήτηση μεταξύ Σ. Αυγερινού, Π. Βελησάρη, Ν. Γιατράκου, Λ. Λουλούδη, Μ. Μοδινού και Μ. Παπαγιαννάκη Θωμά Ψύρρα: Η Λάρισα κερδίζει τη μάχη ΕΝΟΙΚΙΑ Μιχάλης Μοδινός: Κρίση στέγης ή κοινωνική κρίση; ΘΕΜΑΤΑ Γκυ-Φρανσουά Φριοονί: Οικολογία των λιμνοθαλάσσων και σύγχρονες υδατοκαλλιέργειες Κώστας Κρυστάλλης: Τρεις Δρακολίμναι επί ίων Κορυφών ιης Πίνδου Μισέλ Κρετζέρ: Το τραγούδι των πουλιών Μισέλ ντε Σερτό: Το σώμα και οι μουσικές ίου πνεύματος ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΤΕΥΧΟΣ 23, ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 1986 ΟΖΟΝ_________________________________ Ιωάννα Κιούση: Τρύπες στην ομπρέλα ιης Γης Δημήτρης Παπαϊωάννου: Η καταστροφή του κλίματος
Μιχάλης Μοδινός: Ανάστροφος Δαρβινισμός Ευάγγελος Κουλουμηής: Επιστολή στη Νέα Οικολογία Πολιτ(ο)ικολόγος: Τα σχόλια ίου μήνα Κι’ ακόμα: Σεισμοί και κησμαια στην άμμο. Νόμος-πλαίσιο για το περιβάλλον. Μπριζίτ Μπορντό εναντίον Σαριζειάκη. Νο μοσχέδιο για τους βοσκοτόπους. Η ηχώ της φύσης Ειδήσεις από την περιφέρεια. Πρακηκή οικολογία. Μαυρομιχάλη 39, Αθήνα 10680, τηλ. 3619837
Γ r
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
-------
------- 1
επ ιλ ο γ ή
όψεις νεοελληνικής αλλοτρίωσης ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗ: Η Αδιαχώρητη Κοινωνία. Ένας διά λογος της Κοινωνιολογίας με την Λογοτεχνία. Αθήνα, Πολύτυπο, 1985. Σελ. 205.
Ώ ς ένα βαθμό το βιβλίο αυτό του κ. Καραποστόλη αποτελεί συνέ χεια των Μορφών Κοινωνικής Δράσης (Θεμέλιο, Αθήνα, 19841). Ενώ σ’ εκείνη τη μελέτη, επηρεασμένος απ’ τους θεωρητικούς της «σχετικής στέρησης» (relative deprivation) και τις αναλύσεις του Σαρτρ, κατέληγε στη διατύπωση μιας θεωρίας της κοινωνικής δράσης μεσ’ απ’ το τετράπτυχο Ανάγκη - Στέρηση - Πρόσβλεψη Πρακτική, τώρα προσπαθεί να δείξει τη λειτουργικότητα των συμ περασμάτων του, επιχειρώντας μια ιδιαίτερη προσέγγιση της ελ ληνικής κοινωνίας. Ιδιαίτερη, πρώτον γιατί δεν ενδιάφέρεται να αναλύσει αυτή την κοι νωνία δομο-λειτουργικά ή ποσοτι κά αλλά εκ των έσω, φαινομενολο γικά, χρησιμοποιώντας ποιοτική μεθοδολογία, την ερμηνευτική. Θέ λει να ερμηνεύσει την ατομική και συλλογική εμπειρία της στέρησης, τη νοηματική εσωτερίκευση το υ . κοινωνικού κόσμου που την προκαλεί, όχι όμως και τις δομές ως δομές αυτού του κόσμου. Δεύτε ρον, γιατί η όλη προσέγγιση γίνε ται μέσ’ από μια ανάγνωσηδιάλογο ενός μυθιστορήματος, το Διπλό Βιβλίο του Δημήτρη Χατζή. Μια ανάγνωση, που δεν θα πρέπει να θεωρηθεί λογοτεχνική κριτική2 αλλά ως αίτημα - πρόταση για τον επαναπροσδιορισμό της κοινωνιολογίας της λογοτεχνίας. Επιπολλάζει στη χώρα μας η άποψη που θέ λει το αντικείμενο της κοινωνιολογίας της λογοτεχνίας να κείτεται πέρα απ’ τον αξιακό ορίζοντα του μελετητή, ως αντικαθρέφτισμα των κοινωνικών διεργασιών, ως επι φαινόμενο. Αντίθετα, ο συγγρα
φέας δεν βλέπει το λογοτεχνικό έρ γο σαν περιγραφική αντανάκλαση αλλά ως συνδιαμορφωτικό στοιχείο της κοινωνικής πραγματικότητας, που σημαίνει ότι ο μελετητής θα πρέπει να το προσεγγίσει με τους όρους που εκείνο υποβάλλει, ως έναν ιδιαίτερο κόσμο νοημάτων που διαμεσολαβούν, καθορίζουν και καθορίζονται απ’ τον περιρρέοντα χώρο των ευρύτερων κοινωνικών σημασιών. Η σχέση του λογοτέχνη με το κοινό δεν είναι σχέση «ιδιωτική», εξω-πραγματική, ή τέλος πάντων μια, εμ πλουτισμένη απ’ το καλλιτεχνικό φίλτρο, διαδικαστική αλληλοαναγνώριση και κατάφαση ήδη δεδο μένων αξιών και νοηματικών πε ριεχομένων. Μάλλον είναι μια σχέ ση αλληλο - ανακάλυψης, αλληλο θέσμισης και συν - ανάδυσης αυ τών των ίδιων των περιεχομένων. Η λογοτεχνική εμπειρία θέτει και τίθεται απ’ την κοινωνική, ή, για να αναφέρουμε τη θέση του R. Wil liams3 -τον οποίο παραδόξως ο συγγραφέας δεν μνημονεύει- η λο
γοτεχνία είναι η ίδια κοινωνική πρακτική. Ο κοινωνιολόγος λοιπόν δεν καλείται να αναλύσει έναν χώ ρο ουδέτερο αλλά να στοχαστεί πά νω σ’ ένα πεδίο νοημάτων και ση μασιών που τον αφορούν και τον εγκαλούν όχι απλώς ως άτομο αλλά και ως ερευνητή. Δεν είναι μόνον ο κοινωνιολόγος που θέτει τους όρους της μελέτης αλλά και το ίδιο το αντικείμενό του που του υπο βάλλει ή του υπενθυμίζει τις συν θήκες της επιστημονικής προσέγγι σης στις οποίες εκ των προτέρων ο ίδιος ο μελετητής εμπεριέχεται. Υπάρχει δηλαδή, μια σύγκλιση νοηματικών οριζόντων ανάμεσα στον λογοτέχνη και τον κοινωνιο λόγο, μια τομή κύκλων εμπειρίας που μόνον ερμηνευτικά μπορεί να γίνει αντικείμενο συστηματικού στοχασμού. Αυτό ήδη μας οδηγεί μακριά απ’ τον αντικειμενισμό και το θετικι σμό, κάτι που πέρα από οτιδήποτε άλλο αποτελεί και το θεμελιακό επιστημολογικό και μεθοδολογικό προτέρημα του βιβλίου. Μήπως μας οδηγεί παρ’ όλ’ αυτά σ’ έναν μεθοδολογικό υποκειμενισμό ή ατομισμό; Ό χι, γιατί το υποκειμε νικό βίωμα, η ατομική εμπειρία εί ναι συμπύκνωση συλλογικών διερ γασιών και κοινωνικών καταστά σεων ή, όπως θα έλεγε ο Goldmann, σύστοιχο κοινωνικών δομών συναισθήματος. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου ο
60/οδηγος κ. Καραποστόλης τεκμηριώνει ερ μηνευτικά την άποψη ότι η στέρη ση δεν αποτελεί μια απλή οικονο μική και βιολογική κατάσταση ανέ χειας, έτσι ώστε η σχέση της με τον δράστη να είναι εξωτερική. Η υλι κή στέρηση δεν υπάρχει ή δεν του επιβάλλεται αφήνοντας κατά τα άλλα ανεπηρέαστο τον εσωτερικό του κόσμο. Ούτε ότι η επιρροή που ασκεί είναι ευθέως ανάλογη με το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την ικανοποίηση της υλικής ανάγκης. Μάλλον, η στέρηση είναι μια ολική κοινωνική εμπειρία που αφορά το σύνολο των προσωπικών και συλλογικών διαθέσεων, προσα νατολισμών και κινήτρων. Η στέ ρηση ως βιολογικό γεγονός εννοηματώνεται πάντα, έτσι ώστε να αποτελεί κοινω νικό γεγονός, μια κοινωνική εμπειρία μέσω της οποίας εσωτερικεύεται ο εξωτερι κός κόσμος. Η εμπειρία της στέρη σης ως τρόπος βίωσης της κοινωνι κής πραγματικότητας, άρθρωσης κοινωνικού λόγου και επικοινωνιακής προσπάθειας, διαμορφώνει στάσεις και συμπεριφορές, η ποιό τητα και η συνοχή των οποίων υπερβαίνουν τα όρια της υλικής ανέχειας παραπέμποντας στον ίδιο τον τρόπο ύπαρξης και λειτουργίας της κοινωνίας εαυτής καθ’ αυτής. Αυτό σημαίνει ότι τόσο αυτοί που «προέρχονται» από τη στερητική κατάσταση, όσο κι εκείνοι που την υφίστανται, καθορίζονται έμμεσα ή άμεσα απ’ αυτήν σε κάθε συγκεκρι μένο πεδίο κοινωνικής και ατομι κής δραστηριότητας (situated expe rience), στην οικογένεια, το επάγ γελμα, την πολιτική, τον έρωτα, τη φιλία κ.λπ. Σημαίνει όμως και κάτι άλλο, που έχει να κάνει με τη φυ σιογνωμία της ελληνικής κοινω νίας. Είτε ως δυσάρεστο παρόν, εί τε ως αποφευκτέο παρελθόν, η εμ πειρία της στέρησης προεικάζει ένα ανεύρετο και αλλοτριωτικό μέλλον στο βαθμό που οι προσβλέψεις των δραστών υποσκάπτονται άλλοτε εξαιτίας της απόλυτης και σχετικής έλλειψης προοπτικών, προταγμάτων και οριζόντων, και άλλοτε, εξαιτίας του ενδόμυχου φόβου των ήδη επιτυχημένων να επιστρέφουν στην παλιά κατάστα ση της υλικής στέρησης από την οποία προέρχονται. Εμφανής λοι πόν ή όχι, η στέρηση είναι παρού σα, εισάγοντας στην ελληνική κοι νωνία μια αίσθηση αδιαχώ ρητου που παρά ή ίσως και εξαιτίας του προσωποπαγούς της χαρακτήρα
τείνει να την εξατομικεύσει τόσο ώστε σε μεγάλο βαθμό να αποσυν τίθεται η ίδια η συνοχή της. Το αδιαχώρητο της ελληνικής κοινω νίας -έννοια η οποία θα πρέπει στο μέλλον να απασχολήσει σοβαρά τους μελετητές- λειτουργεί για τα μέλη της ακυρωτικά. Από τη μια διότι μειώνει το εύρος των προσβλέψεων, με αποτέλεσμα να υπάρ χει σε εκτεταμένα κοινωνικά στρώ ματα μια αίσθηση α νεκπλήρω του α ιτήμα τος για κοινωνική άνοδο και προσωπική εξασφάλιση. Το κοινω νικό πεδίο δράσης βιώνεται απ’ τους «χαμένους» ως ήδη κατειλημένο, κάτι που οδηγεί είτε στη ντρο πή, είτε στην παραίτηση αλλ’ ακό μα και στην αναχώρηση. Ο ήρωας του Χατζή μεταναστεύει σε άλλη χώρα με άλλες, απρόσωπες δομές, αλλά μεταφέρει το πάτριο βίωμα της στέρησης, γεγονός που τον φέρνει σε σύγκρουση με τα νοήμα τα και τις εμπειρίες του νέου περι βάλλοντος. Μια σύγκρουση ακυ ρωτική κάθε ευχαρίστησης, δι καίωσης, δικαιολόγησης, απολα βής ή μετοχής στη νέα κοινωνία καθόσον αυτή εσωτερικεύεται δια μέσου των παλιών σχημάτων σκέ ψης και αντίληψης. Απ’ την άλλη μεριά, για όλους εκείνους που έχουν ξεφύγει από την κατάσταση της άμεσης και τρέ χουσας στέρησης, το συναίσθημα του αδιαχώρητου λειτουργεί ως απειλή υπεξαίρεσης των ήδη κεκτημένων (94). Ο φόβος της επι στροφής ή και η ανάμνηση του νω πού παρελθόντος τούς αναγκάζει να συμπεριφέρονται διχαστικά: ως άλλοι από αυτό που οι ίδιοι μέχρι πρότινος ήταν και που στην ουσία εξακολουθούν να είναι(69). Το κοινωνικό τους στίγμα χαρακτηρί ζεται από εγγενή ανασφάλεια και απειλή, το φόβο του «επιτυχημέ νου». Νομίζουμε ότι το πεδίο κοι νωνικής διαχω ρικότητας, απαραί τητο για την ιδεολογική και οικο νομική ανέλιξη των μεσαίων στρω μάτων στην Ελλάδα κατά τα τελευ ταία είκοσι χρόνια τουλάχιστον εκδοχή του προβλήματος την οποία ο συγγραφέας δεν θίγει- εξασφαλί ζεται σε βάρος και κατ’ αντιπαρά θεση με την κατάσταση του α δια χώ ρητου απ’ την οποία τα ίδια αυ τά στρώματα προέρχονται και στην οποία οι υπόλοιποι ήδη κινούνται και υπάρχουν. Διαφορετικά λοι πόν, βιώνεται το αδιαχώρητο απ’ τους χαμένους και τους τυχερούς του παιχνιδιού.4 Θα μπορούσαμε
να πούμε ότι για τους πρώτους, με όρους εσωτερικευμένου χρόνου, βιώνεται ως παρελθόν - παρόν μέλλον, ενώ για τους δεύτερους ως παρελθόν - παρόν - παρελθόν. Το αδιαχώρητο της νεοελληνικής κοινωνίας εκφέρεται από τα μέλη της ως αίσθηση αντιπαλότητας που τείνει να γενικευθεί σε κοινωνική «α-συνάφεια», η οποία στο πολιτι κό επίπεδο εκφράζεται ως αυθαι ρεσία της εξουσίας, δεδομένου ότι ο εμφύλιος, σαν ακραίο σχήμα, αποκτά μια ξεχωριστή κοινωνική σημασία: οι κάθετες κοινωνικές δι χοτομήσεις που προσδιορίζονται από το κοινωνικό αδιαχώρητο, το κόστος της υλικής και βιωμένης στέρησης, τέμνονται δραματικά απ’ τις οριζόντιες πολιτικές διχοτομή σεις όπως αυτές προέκυψαν από τον εμφύλιο. Έτσι, όπως αναφέρει (98 αλλά και 24-25) ο συγγραφέας η «πολιτική από δραστική (δηλ. θέσμιση κοινωνικών σχέσεων Ν.Δ.) έχει γίνει βίαιη, η εμπόλεμη κατά σταση εκτραχύνει, απολυτοποιεί, το κοινωνικό αδιαχώρητο: υπάρχει χώρος μόνο για τους νικητές, για τους ηττημένους αρμόζει η φυσική, η οικονομική, η κοινωνική έξωση. Φτωχός και πολιτικά ηττημένος: να ποιο ήταν για χρόνια το κύριο θύ μα του αδιαχώρητου της ελληνικής Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, ο συγγραφέας επεξηγεί τη μεθοδολο γική του προσέγγιση η οποία όπως ήδη αναφέραμε είναι ερμηνευτική κατανοητική. Ερμηνευτική - κατανοητική, όμως, όχι με την έννοια της «εναίσθησης» ή της αναβίωσης του πρωταρχικού λογοτεχνικού νοήματος -πράγμα που θα οδηγού σε σε ψυχολογισμό- αλλά με την έννοια της σύγκλισης των νοηματι κών οριζόντων του λογοτεχνικού έργου και της κοινωνιολογικής σκέψης. Η κοινωνιολογική προσέγ γιση πάντως θα πρέπει να είναι η προσήκουσα με την έννοια ότι α) θα αντιμετωπίζει το λογοτεχνικό έργο ως ατομική συμπύκνωση ενός ευρύτερου κόσμου κοινωνικών νοημάτων και ως ταυτόχρονη ανακα τα σκευή αυτού του κόσμου.5 6) η κοινωνιολογική αναπραγμάτωση του νοηματικού κόσμου του λογο τεχνικού έργου θα γίνεται μέσα απ’ την ερμηνεία της «έκφρασης» του καλλιτεχνικού λόγου και όχι μέσα από μια επιστημονίζουσα γλωσσολογική ανάλυση των σημείων του. Και αυτό γιατί, αν ο κοινωνιολό γος περιορισθεί στη μονοσημία του
οδηγος/61 σημείου ως θεμέλιο της λογοτεχνι κής γραφής, δεν θα κάνει τίποτα άλλο παρά να μεταφέρει αναγωγι κά τον αποφαντικό μονο-σή μαντό επιστημονικό λόγο στο σώμα του λογοτεχνικού έργου. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως, χάνεται η αμφι σημία και η πολυσημία της καλλι τεχνικής έκφρασης που είναι και η ειδοποιός διαφορά του λογοτεχνι κού από τον επιστημονικό / αναλυ τικό λόγο. Μάλλον ο κοινωνιολό γος θα πρέπει να ενσκήψει στην πολυσημία του έργου, γιατί είναι αυτή ακριβώς που ανακατασκευά ζει την κοινωνική πραγματικότητα διαμεσολαβώντας την. Θα πρέπει να εντοπίσει το φάσμα των νοημά των στην «ομιλία», στην έκφραση και όχι στη γλώσσα ως σύνολο γλωσσολογικά καθορισμένων ση μείων. Πρέπει να πάρει δηλαδή στα σοβαρά το μύθο, τη μυθοπλα σία του λογοτέχνη, που δεν αποτε λεί ουτοπία, φαντασίωση ή αντα νάκλαση, αλλά στοιχείο συναντίληψης και συνδιαμόρφωσης του κοι νωνικού νοηματικού ορίζοντα απ’ τον οποίο εκπηγάζει και στον οποίο επιστρέφει μέσα από μια διαδικασία αμοιβαίου εμπλουτι σμού· διαδικασία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο διάλογος του καλλιτέ χνη με το κοινό όπου ο ένας εγκαλεί τον άλλο ως κοινωνικό εαυ τό. Θα θέλαμε στο σημείο αυτό να παρατηρήσουμε ότι θα ήταν καλύ τερα αν ο συγγραφέας αντιδιέστειλε το σημείο από το σύμβολο, αντί τη «γλώσσα» από την «ομι λία». Και αυτό γιατί στις σύγχρο νες σημειολογικές αναλύσεις το ση μείο είναι ο γλωσσολογικός χώρος του καθορισμένου νοήματος, ενώ το σύμβολο είναι ο χώρος της αμ φισημίας της μετα-γλώσσας, είναι ο χώρος του πολύπτυχου και του πολύτροπου νοήματος.6 Τελειώνοντας, θα πρέπει να πού με ότι το βιβλίο του κ. Καραποστόλη είναι πολλαπλώς χρήσιμο τόσο όσον αφορά την ανάλυση της νεοελληνικής κοινωνίας όσο >και τη σύγχρονη θεωρία της κοινω νίας όσο και τη σύγχρονη θεωρία της κοινωνικής επικοινωνίας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί απ’ τις ερ γασίες του Habermas κατά κύριο λόγο. Αναγνωρίζοντας ότι είναι σπάνιο για τα ελληνικά δεδομένα ένας κοινωνικός επιστήμονας να εμφανίζεται σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα με δυο βιβλία εξίσου υψηλής ποιότητας, θα πρέπει να
υπογραμμίσουμε ότι η ανάλυση της ελληνικής κοινωνίας μέσα από την προσπέλαση στην κοινωνική εμπει ρία, δίδεται από το συγγραφέα με ένα κείμενο πλήρες και μεθοδικό το οποίο δεν θα πρέπει να αγνοη θεί από κανένα μελετητή που ενδιαφέρεται για την κατανόηση της νεοελληνικής αλλοτρίωσης.
πλαίσιο ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ
ΝΙΚΟΣ ΔΕΜΕΡΤΖΗΣ*1 Σημειώσεις 1. Βλ. τη βιβλιοκριτική μας στο τεύχος 115, 27.3.85 του Διαβάζω. 2. Πράγματι, έχω την εντύπωση ότι η όλη μελέτη κινδυνεύει να αναχθεί απ’ τον μέσο αναγνώστη σε μια κοι νωνιολογικά πληροφορημένη λογοτε χνική κριτική. Γιατί στην κυριολε ξία, δεν πρόκειται για έναν «διάλογο της κοινωνιολογίας με την λογοτε χνία», όπως αναφέρεται στον υπότιτ λο, αλλά για ένα διάλογο της κοινω νικής θεωρίας με την κοινωνιολογία της λογοτεχνίας, έτσι ώστε η ανα βάθμιση της δεύτερης να καθορίσει την ποιότητα της πρώτης. Αιτούμενο είναι μιας νέας ποιότητας κοινωνιο λογική σκέψη πάνω στην ελληνική κοινωνία και όχι η ανάλυση της ελ ληνικής λογοτεχνίας.. 3. βλ. Raymond Williams, Marxism and Literature, Oxford, 1977, σελ. 158-64. 4. Σκόπιμα το διατυπώνουμε έτσι για να υπογραμμίσουμε ότι η ερμηνευτι κή ανάλυση του αδιαχώρητου εκ μέ ρους του κ. Καραποστόλη θα μπο ρούσε, τηρούμενων των αναλογιών και των επιφυλάξεων, να παραλληλισθεί με τη θεωρία των παιγνίων (ga me theory), ιδιαίτερα με την περί πτωση του διλήμματος του φυλακι σμένου (prisoner’s dilemma). Ο φυ λακισμένος ελπίζει ότι θα πετύχει στην απόδραση, αν όλοι οι υπόλοι ποι δεν την επιχειρήσουν ταυτόχρο να μ’ αυτόν. John Elster, Logic and Society. Contradictions and possible worlds, John Wiley and Sons LTD, 1978, κεφ. 5. Δεν είναι τυχαίο ότι ο συγγραφέας μιλά για «προσδοκία της εξαίρεσης» (49) όταν συζητά την αμοιβαία κακοπιστία στις διυποκειμενικές σχέσεις που εμποτίζονται απ’ την εμπειρία του αδιαχώρητου. 5. βλ. ενδεικτικά Κάρελ Κόσικ, Η Δια λεκτική τον Συγκεκριμένου, εκδ. Οδυσσέας, 1975, σελ. 119-137. 6. βλ. Jean Boudrillard, For a critique of the political economy o f the sign, Telos Press, 1981, σελ. 130-49 κλπ. Ro land Barthes, Μάθημα και Μυθολο γίες, εκδ. Ράππα, Αθήνα, 1979, Zygmund Bauman, Culture as Praxis, RKP, Λονδίνο, 1973, σελ. 46-51. R. Williams, ibid, σελ. 165-172. John Beattie, Other Cultures, RKP, Λονδί νο, 1964, σελ. 69-73. T. Todorov, Thiories du symbole, Παρίσι, 1977, σελ. 291.
ΜΑΝΟΥ ΚΟΝΤΟΛΕΟΝΤΑ: Γάντι σε ξύλινο χέρι. Εικονογράφηση: Διατσ. Παρίση. Αθήνα, Γνώση, 1986. Σελ. 64. Ο γνωστός συγγραφέας μας δίνει μια άλλη διάσταση της ευαίσθητης γραφής του. Μας αποκαλύπτεται ένας προικισμένος διηγηματογράφος. Εμπειρίες, αναμνήσεις, βιώματα καθοριστικά δένονται αρμονικά και στεγάζονται κάτι :· από μια ουσιαστική γραφή, χαρακτηριστικό της οποίας είναι ένας συγκρατημένος λυρισμός που ποτίζει ακόμα κι όταν ο Μ.Κ. δίνει ρεαλιστικές περιγραφές. Οι ήρωές των έξι ιστοριών είναι παιδιά, αλλά σίγουρα οι θέσεις, οι ιδέες και ο μύθος ξεπερνούν την παιδική ηλικία· ενδιαφέρουν, εξίσου και τους ενήλικους. Η ζωή μιας παλιάς γειτονιάς τοιχογραφείται θαυμάσια και ζωντανεύει, στη σημερινή εποχή, μέσα από μια γραφή πολύ προσεγμένη, μέσα από τύπους-ήρωες φωτισμένους εσωτερικά και μέσα από την εξαίρετη ζωγραφική δουλειά της Δ. Παρίση, που άλλη μια φορά αποδεικνύει πόσο σημαντική παρουσία είναι στην εικονογράφηση βιβλίων για παιδιά.
BERNARD BENSON: Το βιβλίο της Ειρήνης. Αθήνα, Επικαιρότητα, 1986. Σελ. 222. ΕΝΑ αποκαλυπτικό βιβλίο δοσμένο με κεφαλαιογράμματη γραφή σε διάφορα χρώματα, το
62/οδηγος
εμπνευσμένη ανθρωπολογία ΓΙΑΝΝΗ ΚΙΟΥΡΤΕΑΚΗ: Καρνα βάλι και Καραγκιόζης. Οι ρίζες και οι μεταμορφώσεις τον λαϊκού γέλιου. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 576.
Νομίζω πως ο κ. Κιουρτσάκης πρόσφερε τη μεγαλύτερην ως τώρα υπηρεσία στον ελληνικό Καραγκιόζη, παρά την ύπαρξη τόσων φί λων και θαυμαστών του τελευταίου: τον ενέταξε σ’ ένα παγκό σμιο, διαχρονικό σύστημα ανθρώπινης συμπεριφοράς και μόνο έτσι, μετά τη βασική αυτή τοποθέτησή του, εξέτασε και φώτισε τό φαινόμενο ως μιαν ειδική περίπτωση, όπως εκδηλώθηκε σε μια συγκεκριμένη εποχή και περιοχή· αυτή της νεοελληνικής κοινω νίας. Το γενικό σύστημα συμπεριφοράς είναι το καρναβαλικό, με βασικό και κύριο γνώρισμά του την τάση για ανατροπή των υφι στάμενων αξιών, το αναποδογύρισμα του υφιστάμενου κάθε φορά κόσμου. Ο Καραγκιόζης είναι μια από τις παραλλαγές αυτού του ανατρεπτικού συστήματος, το οποίο λειτουργεί με βάση το γέλιο, τη γελοιοποίηση των αναγνωρισμένων αξιών. Βάθρο της προσπά θειας του κ. Κ. αποτέλεσε το έργο του Μιχαήλ Μπαχτίν για τον Ραμπελαί και το λαϊκό πολιτισμό του Μεσαίωνα. Ο συγγραφέας αναγνωρίζει με ιδιαίτερην έμφαση τις οφειλές του στον σημαντικό αυτόν Ρώσο στοχαστή, ενώ δίνει και δικές του προεκτάσεις, όχι μόνο θεματικές -φυσικά δικό του είναι το δεύτερο και τρίτο μέρος του βιβλίου, όπου ο λόγος για τον Καραγκιόζη-, αλλά και ιδεολο γικές, που είναι, θα έλεγα, γενικά, πιο ιδεαλιστικές. Ο Μπαχτίν, αφήνοντας στην άκρη τις ώς ένα βαθμό μάταιες πια ανα ζητήσεις των πρωτόγονων, αρχαϊ κών καταβολών του καρναβαλιού, αρχίζει την εξέτασή του από το Μεσαίωνα, όταν το καρναβάλι, ενώ κρατάει τις αρχαϊκές του μορ φές, τις γεμίζει εντούτοις με ν . ι περιεχόμενα, αυτά που προσδιορί ζουν γενικά τη νεότερη εποχή. Μέ σα στο πλαίσιο αυτό, το κωμικό, το γέλιο, χαρακτηρίζουν καίρια μια λαϊκή κουλτούρα, η οποία αντιτίθεται, de facto, στην άλλη, που εκ φράζεται με το σοβαρό. Το λαϊκό αυτό γέλιο τρέφεται με τη γελοιο ποίηση του σοβαρού, με τη μετα τροπή του «πάνω» σε «κάτω» φτά νει να γίνει και μια επαναστατική, έστω και ασύνειδη, πράξη και μετουσιώνεται τελικά, καθεαυτό, σε σοβαρό, σε μια σοβαρότητα, η οποία αναρριπίζεται παραδοσιακά
από τις καταγωγικές ρίζες του γέ λιου, όπως επιβιώνουν σε αγροτικά έθιμα και δρώμενα, όπου αυτό ήταν διαλεκτικά ενωμένο με το σο βαρό και το επίσημο· εδώ ο Μπα χτίν προσφεύγει και σε εθνολογικό υλικό! Αλλά τη βαθύτερη σημασία του γέλιου θα αναγνωρίσει στη νεότερη λειτουργία του, που «όχι μόνο επέτρ ψε την έκφραση της λαϊκής αντιφεουδαρχικής αλή θειας, αλλά και βοήθησε στην ανα κάλυψή της, στην εσωτερική της διατύπωση». «Έτσι η παράδοση του καρναβαλιού και του λαϊκού γέλιου εξελίχτηκε προοδευτικά στον Μεσαίωνα σε κάτι παρόμοιο με αυτό που ονομάστηκε στα χρό νια μας “αντικουλτούρα”: μια αντικουλτούρα δίχως άλλο εθιμικά αναγνωρισμένη (αν και ολοένα πε ρισσότερο κυνηγημένη), αλλά δυ νάμει αντιστασιακή. Πολύ πε
ρισσότερο που η άκμή της θα συμπέσει με την ανάπτυξη των πό λεων, της αυτονομίας τους και της νεοσχηματισμένης αστικής τους τά ξης, στην οποία θα προσφέρει και νούριες δυνατότητες έκφρασης, συμβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στη διαμόρφωση μιας νέας κουλ τούρας -αστικής, κοσμικής και, με την ευρύτερη έννοια, λαϊκής- και συμμετέχοντας αντικειμενικά σ’ έναν πολιτισμικό αγώνα εναντίον της εκκλησιαστικής και φεουδαρχι κής ιδεολογίας». Στο πρώτο μέρος, ο κ. Κ. παρα κολουθεί, μέσω του Μπαχτίν και των παράλληλων προσωπικών ερευνών του, τη διαδρομή της πα ράδοσης του καρναβαλιού, την οποία εξετάζει αναλυτικά σε επιμέρους κεφάλαια (γκροτέσκα αντίλη ψη για το σώμα, σωματικό δράμα στο καρναβάλι, μεταφορά των δρωμένων του γέλιου στη γλώσσα, καταρτισμός ενός κώδικα του καρ ναβαλιού, μετάβαση από την αγο ρά στη λογοτεχνία). Στο δεύτερο μέρος, επιχειρείται η σύνδεση του Καραγκιόζη με το καρναβάλι. Στα επιμέρους κεφάλαια (μια νεοελλη νική εκδοχή του γκροτέσκου, ίχνη του σωματικού δράματος, το «πά νω» και το «κάτω», ο καραγκιοζικός λόγος ως έκφραση ενός κόσμου από την ανάποδη κ.ά.) γίνεται η πιστοποίηση των εγγενών ομοιοτή των του είδους προς το γένος. Και στο τρίτο μέρος, δίνεται η διαδικα σία της «μεταμόρφωσης» του καρνα χλικού, όπως διαπιστώθηκε πως είναι, γέλιου του Καραγκιόζη •nic προσαρμογής τόυ στα δεδομένα της συγκεκριμένης νεοελληνικής ζωής. Για να μιλήσω κάπως σχημα τικά, στο πρώτο μέρος εξετάζεται το γ Λ>ς, στο δεύτερο μέρος το εί-
οδηγος/63 δος (ο Καραγκιόζης), και στο τρίτο το είδος ειδικότατον (Καραγκιόζης ο νεοέλληνας). Έτσι, ό,τι εκφράζει ο νεοελληνικός Καραγκιόζης δεν είναι αφοριστικά μονοσήμαντο (όπως γινόταν συνήθως ως τώρα), αλλά οργανικά σημαντικό, μεσ’ από το συνδυασμό του παρελθό ντος και του παρόντος του. Αν υπάρχουν ορισμένες υπερβο λές στις εκτιμήσεις του συγγραφέα, αυτές οφείλονται στον εύλογο εν θουσιασμό του για την ανακάλυψη και το εύρημά του, αλλά και στην ιδιοσυγκρασία του, στον ίδιο το χαρακτήρα του ανθρώπου, που ένας βαθύτερος ιδεαλισμός, -που τον εννοώ κάτι σαν: ιδανισμό, ενισχυμένος με θεωρία και μελέτη, τον κινεί και τον συγκινεί, ιδίως σε ό,τι έχει σχέση μ’ έναν κόσμο που αναγνωρίζει ότι πέθανε πια, αλλά γνωρίζει κιόλας ότι πήρε μαζί του πράγματα, σήμερα, δυσεύρετα (στην αντιστοιχία τους): «Αν ακούω πάντα, γράφει, εδώ ή εκεί, κάποια θραύσματα της παλιάς καρναβαλικής γλώσσας, δεν βλέπω ωστόσο -τώρα που ο παραδοσια κός λαϊκός πολιτισμός, κοντεύει να γίνει για μάς μια προϊστορία- τι αντικαθιστά ή προορίζεται να αν τικαταστήσει τη λαϊκή γιορτή, το λαϊκό θέατρο ως λειτουργία της ομάδας. Κομματικές φιέστες , συ ναυλίες ροκ, τρελό ή μαύρο χιού μορ των «κόμικς», της τηλεόρασης, του κινηματογράφου, «μαγεία» ενός κόσμου ηλεκτρονικού και διαπλανητικού, όπου το παιχνίδι ξα νακερδίζει απροσδόκητα μια προ νομιακή θέση, αμήχανη αναζήτηση του ιερού σε πολιτισμούς εξωτι κούς ή παρωχημένους, φυγή μέσω των παραισθησιογόνων, απύθμενη βία των γηπέδων: ιδού, χωρίς άλ λο, κάποια υποκατάστατα του «πρωτόγονου» καρναβαλιού στη «μετα-μοντέρνα», καθώς τη λένε '.ιόλας, εποχή μας. Κι όλα τούτα
έχουν ασφαλώς κάτι να μας πουν, κάτι γυρεύουν ν’ αρθρώσουν. Όμως, κι όταν ακόμα δεν χτίζουν καινούρια τείχη ανάμεσα στους ήδη διασκορπισμένους ανθρώπους· κι όταν ακόμα γεννούν νέες μορφές οικειότητας και επικοινωνίας (ρο κανίζοντας λίγο πιο πολύ τις αξίες και τις ιεραρχίες της παλιάς αστι κής κοινωνίας, όπως τη γνώρισε η Ευρώπη -μιας κοινωνίας που δίνει συχνά την εντύπωση ότι ξεψυχάει, χωρίς ν’ σφήνει πίσω της άξιους κληρονόμους), δεν βλέπω πώς μπο ρούν να ξαναφτιάξουν μια κοινό τητα». Ο κ. Κ., παρουσιάζοντας εισα γωγικά την προβληματική του Μπαχτίν, σημειώνει ότι, ενώ μας χάρισε «μια ιδιοφυή ανθρωπολογική σύλληψη της γλώσσας του λαϊ κού γέλιου», η γλώσσα αυτή έμει νε δυστυχώς ανεκμετάλλευτη (μο λονότι οι παραπομπές στον Μπα χτίν είναι πια άφθονες στη διεθνή βιβλιογραφία)· πιθανώς επειδή ο Μπαχτίν δεν ήταν ένας “ειδικός” και η ουσιαστική επίδραση των ιδεών του στους αρμόδιους επιστη μονικούς χώρους εμποδίστηκε από τα στεγανά της σύγχρονης έρευ νας». Και ο κ. Κ. δεν είναι ένας «ειδικός» εθνολόγος και ανθρωπο λόγος. Θέλω όμως να πω ρητά την άποψή μου πως, ανιχνεύοντας ανθρωπολογικά το λαϊκό γέλιο και κωμικό, όπως υπάρχει στην περιο χή του Καραγκιόζη, πορεύτηκε σε δρόμους που κανένας από τους ει δικούς, σ’ εμάς εδώ, δεν είχε πο ρευτεί. Βασικά και κύρια, ας το ξαναπώ, με τη σύνδεση του Καρα γκιόζη με το πλέγμα των ομοειδών φαινομένων. Και ακόμα με τις επιμέρους εμβαθύνσεις στα γνωρίσμα τα του ελληνικού Καραγκιόζη, φω τισμένα πια από τη σκοπιά των δρωμένων του γέλιου και της κοινωνιολογίας τους. Μ.Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ
οποίο δίνει μ’ έναν τεκμηριωμένο τρόπο όλο το πρόβλημα της παγκόσμιας ειρήνης. Αυτό το βιβλίο, γραμμένο από έναν επιστήμονα που συνειδητοποίησε τη μοιραία κατάληξη των πυρηνικών ανταγωνισμών -δηλ. την καταστροφή του πλανήτη μας- κίνησε, σε παγκόσμια κλίμακα τους φίλους της ειρήνης κι έγινε αφορμή για μια παγκόσμια κίνηση γι’ αυτήν. Αξίζει να διαβαστεί, *. τόσο για το αισιόδοξο τέλος, όσο γιατί οι νέοι θα γνωρίσουν τα λογής προβλήματα που συνυφαίνονται σ’ αυτόν τον τρομακτικό κίνδυνο που λέγεται «πυρηνικός αφανισμός». «Ένα θεμελιώδες βιβλίο για όλους εκείνους που θέλουν να ζήσουν», λέει ο Α. Καστλέρ, βραβείο Νόμπελ Φυσικής.
Ι.Δ. ΙΩΑΝΝΙΑΗΣ: Η ιστορία με το γαλάζιο μολύβι.
Εικονογράφηση: Στάθης Στανρόπουλος. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 98. ΜΙΑ πολύ αξιόλογη παρουσία του γνωστού πεζογράφου για παιδιά. Δεκαπέντε μικρές ιστορίες, χαρακτηριστικοί πίνακες ζωής, όπου συναντιόνται η οξύτατη πραγματικότητα, το λεπταίσθητο χιούμορ -απίθανος τύπος αυτή η Ραφαέλα Φουκαρά!- η σωστή ψυχογράφηση των ηρώων, η προσεγμένη γραφή αλλά και η νοσταλγία, η ρέμβη, ο λυρισμός. Ο Ι.Δ. Ιωαννίδης αναδεικνύεται έτσι από τους σημαντικότερους διηγηματογράφους για παιδιά και, θα έλεγα, και για μεγάλους. Το παρελθόν και το παρόν δένονται και δίνονται μέσα από αναφορές σε πρόσωπα και πράγματα γνωστά, έτσι που η όλη
64/οδηγος
ο ιδεαλισμός της ερωτικής συμβίωσης ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΥ, Ε ρ ω τ ι κ ό ς . Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια Μ.Γ. Μερακλής. Αθήνα, Γνώση, Αθήνα 1985. Σελ. 151 + 1 λευκή.
Κάθε βιβλίο που περιέχει έργα ενός αρχαίου συγγραφέα και κυ κλοφορεί στην εποχή μας με μια προσιτή μορφή για το πλατύ ανα γνωστικό κοινό, είναι οπωσδήποτε ενδιαφέρον από πολλές από ψεις. Η αρχαιότητα έδωσε ένα πολιτιστικό μέγεθος πολύ σημαντι κό για την εξέλιξη της ανθρωπότητας. Η γεωμετρική, η αρχαϊκή, η κλασική, η αλεξανδρινή εποχή σφράγισαν με τη μοναδική τους δυναμική τα πεπρωμένα της ανθρώπινης ιστορίας στην περιοχή του πνεύματος. Η προχωρημένη αρχαιότητα των αυτοκρατορικών χρόνων μπορεί να μην έχει τη λάμψη των προηγουμένων εποχών (και είναι φυσικό να μην την έχει μέσα στο ισοπεδωτικό κλίμα της ρωμαιοκρατίας), ωστόσο, αφού «ο κατακτητής κατακτήθηκε απ’ τον κατακτημένο» (Οράτιος), δεν μπόρεσε να επιβάλει το δικό του πολιτιστικό σχήμα. Η ιστορία του ελληνικού πνεύμα τος δεν σημείωσε καμιά στασιμότη τα -πάντα μέσα στα οριοθετημένα πλαίσια των συμβατικών ιστορικών περιόδων- αντίθετα, περνώντας ατραπούς, πλαγιοδρομήσεις και συχνά αντίξοες συνθήκες, συνέχισε την πορεία της -πηγαίο νερό, που πότε πέφτει ορμητικά στον κα ταρράχτη, πότε προχωρεί παφλά ζοντας, πότε κυλάει ήρεμα, πότε χάνεται προς στιγμή για να ξανα φανεί πιο κάτω. Και, σύμφυτη με την πνευματική υπόσταση, είναι η γλώσσα του ελληνισμού, η έκφραση αυτού του πνευματικού περιεχομέ νου, που γίνεται στο τέλος ένα μ’ αυτό και συνιστά το πολυτιμότερο αγαθό της ιστορίας του, τό μοναδι κό μέσο της επιβίωσής του και το όπλο της άμυνάς του, η ιδιαιτερό τητα και το πεπρωμένο του. Η γλώσσα η ελληνική, με την αντοχή, τα ριζώματα και τα ξεπετάγματά της, που θάλλει πάνω σε τούτη τη φρυγμένη γη των αγώνων, των κατακτήσεων, των αλώσεων, των επαναστάσεων, της στέρησης, της φτώχειας, του αιώνιου καημού και της «ολιγοδρανούς αυταρκείας» (Πλούταρχος), παίρνει κάθε φορά στα χέρια των άξιων δημιουργών
καινούρια λάμψη, καινούριο βά θος, και προσθέτει το χαρακτηρι στικό της κρίκο στην άκοπη αλυσί δα των τριών χιλιετιών της. Για τον Πλούταρχο μπορούμε να πούμε πως είναι από τους πιο επι δέξιους χειριστές αυτής της γλώσ σας. Μπορεί ως στοχαστής και ως φιλόσοφος, ως ιστορικός ακόμα, να μην έχει τη δύναμη άλλων, προ γενέστερων ή μεταγενέστερων, στα χέρια του όμως η γλώσσα παίρνει έναν ασυνήθιστο χρωματισμό. Και μόλο που ήταν βαθύς~γνώστης της αττικής κοινής, αλλά, φυσικά, και της ελληνιστικής, δεν έκανε κατά χρηση ούτε της μιας ούτε της άλ λης, αλλά κρατήθηκε σ’ ένα μέτρο γλωσσικό, όπου ο ρυθμός της εκ φοράς αντικαθιστά την παλαιά προσωδία και η μακροπερίοδη φράση σημαδεύει μια πύκνωση του λόγου, σε μια γλώσσα που η εξέλι ξή της την οδηγούσε αναπόφευκτα στην ανάλυση. Η γλώσσα του Πλουτάρχου έτσι, δεν έχει τη στιλ πνότητα της αττικής ούτε το λεπτουργημένο και συναισθηματικό της αλεξανδρινής, έχει όμως τη δύ ναμη να εμβαθύνει τις έννοιες και τις αποχρώσεις τους, η εκφραστική της παίρνει μια ξαφνική ζωντάνια
και αγγίζει την αφηρημένη σκέψη μ’ έναν τρόπο αρκετά τολμηρό. Κι αυτό φαίνεται, περισσότερο ίσως απ’ όποιο άλλο έργο του, στον «Ερωτικό», διάλογο κατά μίμηση του πλατωνικού «Συμποσίου» (στην τεχνική του διάρθρωση και ανάπτυξη), που, ωστόσο, διατηρεί τη ζωντάνια και την πρωτοτυπία του -πάντα μέσα στα δοσμένα όρια της εποχής που γράφτηκε. Ο «Ερωτικός» («Amatorius») εί ναι ένα από τα λεγάμενα «Ηθικά» συγγράμματα του Πλουτάρχου1 και αγγίζει το θέμα του άμεσα, μ’ όλη την ηθική και την ηθικότητα που ο συγγραφέας αντιμετωπίζει τις διά φορες ανθρώπινες εκδηλώσεις και συμπεριφορές, τις αξίες της εποχής του και τις θεωρίες εκείνων που ταυτίζονται με τον ιδεαλισμό του κι εκείνων που -με τόλμη, αποφαστικότητα και αρετή- προσπαθούν να ερμηνεύσουν τον κόσμο, αναγνώθοντάς τον με τα στοιχεία που ο κόσμος αυτός τους προσφέρει. Στην εποχήν εκείνη της έκλυσης των ηθών, όπου η ρωμαϊκή οικου μένη κουβαλούσε μέσα της το σπέρμα της καταστροφής της, και το υπόγειο ρεύμα της νέας θρη σκείας αργά, αλλά σταθερά, κατάτρωγε τα θεμέλιά της, ο Πλούταρ χος στέκεται πάνω σ’ αυτό το με ταίχμιο και προσπαθεί να συμβιβά σει τ’ ασυμβίβαστα, να εξιδανικεύσει τα ταπεινά και ν’ ανεβάσει στο επίπεδο του ιδεατού όσα η ίδια η ζωή περιβάλλει με την υλική της ορμή. Γιατί ο «Ερωτικός» είναι μια απολογία, μια θεωρητική καταξίω ση του ετεροφυλοφιλικού έρωτα (του συζυγικού), αν και δεν αρνείται παντάπασι (ή τουλάχιστο φαί νεται να μην αρνείται) τον ομοφυλοφιλικό. Ο τελευταίος αυτός είχε πάψει στην εποχή του Πλουτάρχου να είναι θεσμός,2 ωστόσο ως ροπή
οδηγος/65 και ως παρόρμηση δεν ήταν ακόμα άξια καταδίκης -μόλο που ο Πλού ταρχος, με το να δίνει την ένωση του Βάκχωνα με την Ισμηνοδώρα ως γεγονός συντελεσμένο προτού μπει στη θεωρητική ανάπτυξη και υπεράσπιση του ετεροφυλοφιλικού έρωτα, φαίνεται να τον απορρίπτει ως θεωρητικό σχήμα, ως ιδέα και ως μέσο ψυχικής επαφής- άλλο που πολλά από τα επιχειρήματά του αντλούνται από περιπτώσεις ομοφυλοφιλικού έρωτα. Η όλη ανάπτυξη που γίνεται από έναν από τους συνομιλητές στην αναδιήγηση της συζήτησης και που, προφανώς, αντιστοιχεί με το Σωκράτη στο πλατωνικό «Συμπό σιο», πολύ απέχει, φυσικά, από το να δίνει τις προεκτάσεις και το βά θος του πλατωνικού έρωτα, και εί ναι μια επίπεδη, μπορεί να πει κα νείς, θεωρία, που στέκεται στο βιο τικό μόνο επίπεδο της ετεροφυλοφιλικής σχέσης και στην ευχαρί στηση και ευδαιμονία που αυτή φέρνει σ’ εκείνους που υπηρετούν τον Έρωτα μ’ έναν ιδανισμό απαλ λαγμένο από τα υλικά ωφέλη μιας πρόσκαιρης απόλαυσης. Ο Πλού ταρχος εδώ επιστρατεύει πλήθος επιχειρημάτων είτε από τη μυθολο γική περιοχή είτε από την ιστορική (με την αναπόφευκτη πάντα ανεκδοτολογική υφή των περιστατικών και των προσώπων) είτε από τις θεωρίες της εποχής του, τις ιδεαλιστικές, εννοείται, μόλο που δεν δι στάζει να χρησιμοποιήσει και στοι χεία θεωριών που συστηματικά κα ταπολεμά. Έτσι, ο συζητητής, για να πείσει τους ακροατές του, φτά νει ν’ αναφερθεί και στην ερωτογό νο ιδιότητα των ατόμων, που τότε κυριαρχούσε ως θεωρία των Επι κούρειων, προς τους οποίους ο Πλούταρχος με ιερό πάθος ανατά χθηκε, καταπολεμώντας, αυτός ο ουτοπιστής της ηθικής, τους πραγ ματιστές της επιστήμης, δηλαδή αυτούς που έβλεπαν με τα μάτια τους και άγγιζαν με τα σώματά τους την πραγματικότητα, που οι ιδεαλιστές αρνιούνταν να δουν και να κατανοήσουν. Μολαταύτα δεν αφήνει ευκαιρία που να μην προ βάλει την πικρή του αιχμή εναντίον των Επικούρειων.3 Πέρ’ από την αντίφαση, που και ο μεταφραστής επισημαίνει στην «Εισαγωγή» του (σελ. 15 κ.ε.) για την υποστήριξη της ύπαρξης των θεών με την αλογία και το άτοπο του μύθου, στον «Ερωτικό» υπάρ
χει, νομίζω, κάτι βαθύτερο: η απε γνωσμένη προσπάθεια να εξιδανικευθεί και να στηθεί σ’ ένα βάθρο ιδεαλιστικό ένα φαινόμενο καθαρά ζωικό και υλικό, ο Έρωτας, όπως τουλάχιστον τον είδε όλη η Αρ χαιότητα πριν απ’ τον Πλούταρχο και που εκείνος την παραδεχόταν ως αυθεντία. Η Αρχαιότητα είδε τον Έρωτα στην υλική του υπό σταση και στην κοινωνική του διά σταση, μέσα στο σχήμα της ανθρώ πινης συμπεριφοράς και της αν θρώπινης -όχι της θεϊκής- του κα ταξίωσης. Η μυθολογική αφετηρία του στοιχείου αυτού, που το βλέπει ως γενεσιουργό αίτιο των όντων, δεν περιέχει -κ ι αυτό είναι σύμφυ το του μύθου- κανενός είδους εξιδανίκευση και ιδεαλιστική θεώρη ση. Ο «Ερωτικός», που στηρίζει την επιχειρηματολογία του σε με γάλο μέρος στις αυθεντίες των παλαιότερων ποιητών (αρχαϊκών και κλασικών) -τρόπος κοινός περίπου των ηθικών συγγραφέων της επο χής εκείνης, που θεωρούσε τα ρή ματα αυτά ως απαρασάλευτες αλή θειες- δεν καταφέρνει τελικά να πείσει για το ιδεαλιστικό περιεχό μενο στην ερωτική σχέση δύο ατό μων. Στον Πλάτωνα ο Έρως είναι κάτι πολύ βαθύτερο, είναι «τόκος έν τψ καλφ» και «πόθος άθανασίας», είναι «τόκος ψυχής», που περνά τους αναβαθμούς της μύη σής της ώσπου ν’ αντικρύσει το κάλλος του απόλυτου. Στον ιδεαλι σμό του Πλάτωνα δεν έχει καμιά θέση η καθημερινή ευχαρίστηση και η πετυχημένη εκλογή του συν τρόφου, πράγματα που στη βιοσο φία μόνο του Πλουτάρχου έχουν τη θέση τους. Ο «Ερωτικός» είναι μ’ άλλα λόγια ένα έργο λαϊκής φιλο σοφίας, όπου εκείνο που έχει την πρώτη θέση είναι το άμεσο παρά δειγμα, το ανεκδοτολογικό υλικό, αυτό που ως επιχείρημα πείθει πο λύ περισσότερο και με αμεσότητα παρά μια βαθυστόχαστη φιλοσοφι κή ανάπτυξη. Γιατί, όσο κι αν ο συγγραφέας μας προσπαθεί να εμβαθύνει στο φαινόμενο και να το ανεβάσει με τον τρόπο αυτόν στο ύψος μιας φιλοσοφικής θεώρησης, η ανάπτυξή του μένει σ’ ένα επίπε δο παράθεμα περιπτώσεων, κι ακόμα, με όλο του τον θαυμασμό προς τον Πλάτωνα, φανερώνεται ένθερμος οπαδός των Στωικών,4 που οι φιλοσοφικές τους θέσεις εύρισκαν ανταπόκριση στην ψυχοσυστασία του. Ποια είναι, ωστόσο, η σημασία
ατμόσφαιρα να μας είναι οικεία και άμεση, δική μας. Έ να βιβλίο που έχει πολλά να πει.
ΖΩΡΖΣΑΡΗ: Η αποθήκη. Εικόνες: Βουβονλας Σκούρα. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 36. Η Σαρή μένει στο χώρο αυτό που ξέρει τόσο καλά, που βίωσε και αγάπησε και .που προσπαθεί χρόνια τώρα να τον φωτίσει απ’ όλες τις πλευρές για να μην τον ξεχάσουμε· την Κατοχή εννοώ, την Αντίσταση, τις μεταπολεμικές περιπέτειες της χώρας. Χρωστάμε πολλά στη συγγραφέα γιατί κρατάει ζωντανή μια εποχή που τα παιδιά μας π ρ έ π ε ι να ξέρουν. Σ’ αυτό το βιβλίο μας δίνει την ιστορία μιας Αποθήκης που έχει γνωρίσει, με τον τρόπο της, την ιστορία αυτής της περιόδου και που εκεί, γύρω στα 1960, δίνεται αντιπαροχή. Ο συμβολισμός έχει τεράστια σημασία. Μια χώρα ξεπουλάει την προσωπικότητά της στη σειρήνα της «προόδου», το ανθρώπινο σπίτι γίνεται τσιμεντένια πολυκατοικία, το αίσθημα γίνεται μόδα, χρήμα! Η μάνα σε λίγα χρόνια φεύγει. Τι μένει; ας το προσέξουν αυτό το βιβλίο όλα τα παιδία. Για να μαθαίνουν και να μην ξεχνούν.
ΑΝΔΡΕΑ ΑΓΓΕΑΑΚΗ: Ανεβάζουμε ένα έργο;
Σκην.ιδέεςΕΜονογράφηση: Ντ. Λελούόα. Αθήνα, Γνώση, 1985. Σελ. 100. ΤΟ ελληνικό θέατρο για παιδιά και νέους έχει μεγάλη ανάγκη από θεατρικά έργα. Τα τρία μονόπρακτα του νέου ποιητή, δοκιμασμένα σε θεατρικές σκηνές αθηναϊκών σχολείων, έχουν σημαντικά πράγματα να
66/οδηγος του έργου αυτού; Μέσα σε μιαν εποχή, που ο υλισμός, αυτός που ο Μαρξ θα τον χαρακτήριζε «χυ δαίο», είχε ως θεωρία κατακτήσει μεγάλα κοινωνικά στρώματα (μόνο το κίνημα του Χριστιανισμού προσπαθούσε να δώσει ένα πνευ ματικό περιεχόμενο στην ισοπεδω μένη ζωή της ρωμαϊκής οικουμένης και ο Επικουρισμός έναν βαθύτερο προβληματισμό στο φιλοσοφικό στοχασμό) και που η λαμπρότητα της κλασικής εποχής ήταν πια αρ κετά μακριά, ώστε να δώσει ένα περιεχόμενο ποιότητας στη ζωή, με τον ανεπανάληπτο πολιτισμό της, ο Πλούταρχος αντιτάσσει μιαν ηθι κότητα βίου απέναντι σ’ αυτή την έκλυση, χωρίς ωστόσο να παραβλέ πει και χωρίς να έχει την πρόθεση να κρίνει τις εκδηλιίχ ε.ς του ειδωλολατρικού κόσμου και τη συμπε ριφορά του, που κρατούσε από μια μακραίωνη παράδοση και, ως στοι χείο πολιτισμικό, ενδεχομένως να παρουσιαζόταν αντίθετο προς την κοσμοαντίληψη του Πλουτάρχου, περιζωσμένο μ’ όλες τις ζωικές ορ μές των προϊστορικών του καταβο λών. Ο σοφός, ο ηθικός συγγρα φέας, δεν προβληματίζεται ούτε στο ελάχιστο πάνω στη θρησκευτι κή πίστη των πατέρων του και θεω ρεί τις εθιμικές και εορταστικές εκ δηλώσεις πράγματα απαρασάλευ τα, που δεν επιδέχονται κριτική. Μόνο που τα ντύνει με το φόρεμα της ιδεαλιστικής του θεωρίας -η βαθύτερή του αντίφαση- και προσ παθεί να σπονδυλώσει τη φιλοσο φική του αντιμετώπιση με τη βαθύ τερη υπόστασή τους. Κι εδώ, σ’ όλο το έργο, όπως και σ’ όλα σχε δόν τα «ηθικά» του, το χαρακτηρι στικό στοιχείο είναι ο διδακτισμός, πράγμα που απετέλεσε πολύ αργό τερα, ύστερ’ από δεκάξι αιώνες, στην εποχή του Διαφωτισμού, μό νιμη επιδίωξη, για να γίνει μέσο «συνεργόν πρός άρετήν καί πρός εύδαιμονίαν». Οί θεοί είναι οι θεοί, και είναι πολύ μεγάλη ασέ βεια να συμβολίζουμε τα πάθη με τους θεούς -«όρρς δήπου τόν ύπολαμβάνοντα βυθόν ήμάς άθεότητος, άν εις πάθη καί δυνάμεις καί άρετάς διαγράφωμεν έκαστον τών θεών» (757C). Γι’ αυτό ο Πλούταρ χος αποχωρίζει τη θρησκευτική του νομιμοφροσύνη από τη φιλοσοφική του θεώρηση και καταφεύγει στο μεγάλο του πνευματικό πρόγονο, τον Πλάτωνα, για να παραθέσει στην περιοχή του ιδεατού τα γένη της φιλίας (που είναι μια εξιδανι-
ένα πραγματικό περιστατικό και κλείνει μ’ αυτό, κι ανάμεσα στην αρχή και στο τέλος του ερωτικού επεισοδίου γίνεται η ανάπτυξη για το κάλλος του έρωτα και για τον ιδεαλισμό της ερωτικής συμβίωσης. Αλλά περισσότερο από όλα τ’ άλ λα, όπως σημειώθηκε και στην αρ χή, εκείνο που ανεβάζει πιο πολύ τη σημασία του έργου (και όλων των πλουτάρχειων και ψευδοπλουτάρχειων κειμένων) είναι η γλώσ σα, που ο συγγραφέας τη χειρίζε ται με μια τέλεια γνώση, και που μ’ αυτήν εισχωρεί ώς τις βαθύτερες πτυχές του ψυχισμού και της νόη σης και που η λάμψη της -το είπα με- παίρνει μια καινούρια φρεσκά δα.
★ ★ ★ Φυσικά, διαβάζοντας τον «Ερω τικό», δε σημαίνει πως γνωρίσαμε τον Πλούταρχο. Ο συγγραφέας κευμένη μορφή της αρχαίας «φιλόπου έγραψε διακόσια τόσα έργα τητος», δηλαδή του πρωταρχικού (και τους περιλάλητους «Παραλλή έρωτα) και να τα καλύψει με την λους βίους») παραμένει ακόμα προστασία του οικείου για το κα άγνωστος στη νεότερη Ελλάδα, θένα θεού (758 C-D), όπως επίσης όπως μένουν άγνωστοι πλήθος συγ και τις μανίες, που παίρνουν κι αυ γραφείς εκείνης της σημαδιακής τές το θεϊκό τους μεράδι μέσα στην_ περιόδου -για να μην πούμε όλοι. πανθεϊστική προστασία του κό-’ Δε μας ενδιαφέρει εδώ ποιος είναι σμου και των πεπρωμένων του ο βαθύτερος λόγος που ο μεταφρα (759D). Κάπου εδώ γίνεται μια στής διάλεξε απ’ όλο το θησαυρό προσπάθεια να εμβαθύνει στον του Πλουτάρχου5 το έργο αυτό, έρωτα της ψυχής, αλλά και πάλι ωστόσο η επιλογή αυτή, σε μιαν καταφεύγει σε παραδομένες και αντικειμενικήν αποτίμηση, συνιστά καθιερωμένες απόψεις: τα είδη της μιαν αντιμετώπιση οπωσδήποτε ψυχής ο Πλάτων τα χώρισε τελεσί ορθή. Ένα περισσότερο, που από δικα -«Πλάτων διεΐλε τής ψυχής κάποιους το έργο θεωρήθηκε ψευ είδη», σε «οίκειωτικήν πρός τό κα δεπίγραφο και προτάθηκε ο εξοβε λόν» και σε «άντιτακτικήν πρός τό λισμός του. Είναι, όμως, όπως ση αισχρόν» (759Ε), ωστόσο η εμβά μειώνει ο Γάλλος εκδότης του θυνση αυτή σταματά εδώ. Τα ανεκΠλουτάρχου Robert Flaceliere, «ο δοτολογικά περιστατικά παίρνουν πιο σταθερά ελκυστικός και ζωντα τη θέση των αποληκτικών συμπε νός διάλογος απ’ όλους, όσους μας ρασματικών κρίσεων. Όμως, τελι έχει αφήσει ο Πλούταρχος».6 κά, το έργο το σώζει μια ποίηση Ο Μ.Γ. Μερακλής έχει εργαστεί που το διαπερνά και που η αφετη φιλότιμα και δημιουργικά πάνω σ’ ρία της βρίσκεται στην αρχή του αυτό το πλουτάρχειο έργο κι έχει έργου, όταν η συζήτηση για τον δώσει μια μετάφρασή ζωντανή, Έρωτα τοποθετείται στον ιερό χώ σωστή και στρωτή όσο γίνεται,7 ρο των Μουσών, στον Ελικώνα, συνοδεύοντάς την με πλήθος ση όπου γίνεται η εορτή των Θεμειώσεων, που κρίνονται απαραί σπιέων, τα «Ερωτίδεια». Ο Πλού τητες για την κατανόηση των χω ταρχος, που έχει ένα οικουμενικό ρίων, για τους συσχετισμούς περι πνεύμα στο έργο του, μένει ταυτό στατικών και προσώπων, για την χρονα αρκετά προσκολλημένος στη ταύτιση πλήθους στίχων και χω στενότερή του πατρίδα, που είναι ρίων, που παραθέτει ως επιχειρη συνάμα και η κοιτίδα της ποίησης ματικό υλικό ο συγγραφέας και συ και της μουσικής. Κι ακόμα ο διά νάμα τα διασώζει. Ενδεχομένως να λογος έχει μια δραματική υφή -με χρειάζονταν κι άλλες παρόμοιες τη θεατρική έννοια- δημιουργεί σημειώσεις, ίσως και μια πιο εκτε δηλαδή ένα καλλιτεχνικό αποτέλε ταμένη εισαγωγή, για μια στενότε σμα καθόλου ασήμαντο: αρχίζει μ’ ρη επαφή με το πνεύμα της εποχής Προτομή που πιστεύεται ότι ειχονίζει τον Πλούταρχο (Μουσείο Δελφών).
οδηγος/67 και τα διαφέροντά της, έτσι που ο αναγνώστης να μεθέξει σ’ εκείνο το κλίμα του συγκρητισμού και της φθοράς. Αλλά και πάλι οι προε κτάσεις από τις ποιητικές παραθέ σεις έτσι κι αλλιώς θα γίνουν, εφό σον βέβαια το έργο λειτουργήσει μέσα στο κατάλληλο πλαίσιο που διαθέτει ο επαρκής αναγνώστης. Όμως, είπαμε, μ’ ένα έργο μόνο δε γνωρίζει κανείς τον Πλούταρχο, όπως δε γνωρίζει και το Λουκια νό.8 Ο εκδότης βέβαια είναι αξιέ παινος που προγραμματίζει και εκ δίδει έργα αρχαίων συγγραφέων. Όμως για τους αρχαίους συγγρα φείς -κ ι αυτό «ού παύσομαι λέγων»- πρέπει να ενδιαφερθεί η πο λιτεία, για να γνωρίσει στο λαό τα
έργα που του ανήκουν. Κι αυτή η γνωριμία θα πρέπει να γίνει με σύ στημα, με συνέχεια και με συνέ πεια, με το κύρος των επιστημό νων, που τώρα μόλις μπορούν να χαράξουν τον κλειστόν ορίζοντα των ανησυχιών τους με τα ελάχιστα μέσα που τους προσφέρει η ιδιωτι κή πρωτοβουλία. Και είναι ανάγκη να γίνει αυτό για χάρη μιας γλώσ σας που δεν έπαψε να μιλιέται και να γράφεται εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια, να βαθαίνει και να πλου ταίνει, να συνιστά, γενικά, ένα μο ναδικό φαινόμενο μακραίωνης ιστορίας μέσα στην παγκόσμια πνευματική κληρονομιά.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
δόση του «διακεκριμένου μελετητή του Πλουτάρχου» Robert Flaceliere στη γνωστή σειρά Collection des Uni v erses de France της Association Guillaume Bud£ (σελ. 17, σημ.) Ακό μα πολλές σημειώσεις στηρίζονται πάνω σε ανάλογες του εκδότη του Πλουτάρχου. Η μετάφραση, πολύ σωστά, συνοδεύεται από το πρωτό τυπο -τρόπος που τείνει να καθιερω θεί στις μεταφράσεις των αρχαίων συγγραφέων. 6. Την άποψη παραθέτει ο Μ.Γ. Μερακλής στην Εισαγωγή του, σελ. 18. 7. Ας μου επιτραπεί εδώ, ωστόσο, ν · επισημάνω κάποια σημεία από τη με ταφραστική τοπογραφία του κειμέ νου: 753C (σελ. 44-45): -άμυνε διά πλειόνων νϋν αύτούς [τφ] έράν έτι δέ τφ πλούτφ βοήθησον φ μάλιστα δεδίττεται Πεισίας ήμΐν» -«να υπε ρασπίσεις με περισσότερα λόγια την αγάπη· βόηθα ακόμα και τον πλού το, γιατί μ’ αυτόν προπάντων ο Πει σίας θέλει να μας τρομάξει». Ίσως «βόηθα ακόμα και με τον πλούτο (να τον φέρεις δηλαδή ως επιχείρημα) θά ’ταν πιο σωστό. -Στο 753Β (σελ. 4243), το «παρακλαυσίθυρον» μετα φράζεται «κλαψάρικες καντάδες». Έχει βέβαια αυτή την έννοια (βλ. Ιωάννου Συκουτρή, Μελέται και Άρθρα, Αιγαίον, Αθήναι 1956, σελ. 346 κ.ε.) ωστόσο η λ. «καντάδα» ως νε'τερη και ξενικής προέλευσης ίσως δε θά ’πρεπε να μπει. Προτιμότερο να έμενε «παρακλαυσίθυρον» και με αστερίσκο να εξηγηθεί σε υποσελίδια σημείωση, όπως γίνεται στη σελ. 59 με τη λ. «ζείδωρη». -Στο ίδιο, η γυ ναίκα που «σωφρονεΐ» γίνεται «μια κυρία καθώς πρέπει». Νομίζω πως η μετάφραση εδώ πρέπει να κυριολε κτήσει. «Στο 756Β (σελ. 56-57), η έκ φραση «έπισφαλής γίνεται πάσα καί ύποπτος» μεταφράζεται «κλονίζεται και πέφτει στην υποψία ολόκληρη». Ίσως θά ’πρεπε να μεταφραστεί αμε σότερα. -Στη σελ. 61 η έκφραση του μεταφραστή: «της άξιας να λοιδορή
| ■ | ]
σουν. Σημαντικές είναι και οι σκηνοθετικές απόψεις και θέσεις του για το ανέβασμά τους. Είναι μονόπρακτα για νέους πάνω από 16 χρόνων, προβληματισμένους και με ώριμη σκέψη. Ο Κ. Γεωργουσόπουλος σ’ έναν αξιοπρόσεκτο πρόλογό του δίνει τις συνιστώσες του έργου αυτού καλά και ανησυχεί για την ένδεια, γενικότερα, του θεάτρου για παιδιά.
ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ ΕΦΗΣ ΑΝΑΝΙΔΟΥ: Ο
1. Κατάλογο των πλουτάρχειων έργων 6λ. στην «Ιστορία της αρχαίας ελλη νικής λογοτεχνίας» του Albin Lesky, μετάφραση Αγαπητού Γ. Τσοπανάκη, Θεσσαλονίκη 21972, σελ. 11191120. 2. Βλ. σχετικά με το θέμα και ιδιαίτερα για την παιδεραστία και τη σημασία της στην αγωγή και παιδεία των νέων κατά την αρχαιότητα, Πλάτω νος Συμπόσιον, Κείμενον μετάφρασις και ερμηνεία υπό Ιωάννου Συκουτρή, έκδοσις δευτέρα, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήναι 1949, σελ. 39 κ.ε. Βλ. ακόμα το φερόμενο ως έργο του Πλουτάρχου «Περί παίδων άγωγής», ειδικά 10A-11C, όπου φαίνεται και η αντιμετώπιση του πράγματος στην εποχή του: «δταν μέν γάρ άποβλέψω πρός τούς πατέ ρας τούς αύθεκάστους καί των τρό πων όμφακίας καί στρυφνούς, οϊ τών τέκνων ϋβριν ούκ όνεκτήν νομίζουσι τήν τών έρώντων όμιλίαν, εύλαβοϋμαι ταύτης εισηγητής γενέσθαι». Για το έργο αυτό βλ. Κώστα Χωρεάνθη, (Πλουτάρχου), Περί παίδων άγωγής, «Σχολείο και Ζωή», 23 (1975), σελ. 3-10 και 58-64. 3. Εναντίον του επικουρισμού ο Πλού ταρχος αφιερώνει τρεις πραγματείες: «Ό τι ούδέ ζήν έστίν ήδέως κατ’ ’Επίκουρον», «Πρός Κολώτην», «Εί καλώς εΕρηται τό, Λάθε βιώσας». Βλ. σχετικά μ’ αύτά, το μοναδικό βιβλίο του X. Θεοδωρίδη, «Επίκουρος, η αληθινή όψη του αρχαίου κόσμου», Εκδόσεις του Κήπου, Αθήνα 1954, κυρίως σελ. 176 κ.ε. 241 κ.ε., 248 κ.ε. 4. Ο Πλούταρχος έχει γράψει αρκετά έργα σχετικά με τους Στωικούς: «Πε ρί στωικών έναντιωμάτων», «"Οτι παραδοξότερα οί Στωικοί τών ποιη τών λέγουσι», «Περί τών κοινών έννοιών πρός τούς Στωικούς». 5. Ο μεταφραστής δηλώνει πως η μετά φρασή του βασίστηκε πάνω στην έκ-
Κυρ Συμιγόαλένιος.
Εικόνες: Δέσποινας Τσάτσου-Μυλωνά. Ελενθερονόάκ ης. Σελ. 30. ΜΙΑ βασιλοπούλα πο. δεν βρίσκει ταίρι άξιό της, αποφασίζει να φτιάξει έναν άντρα ζαχαρένιο! Μια άλλη βασίλισσα τής τον κλέβει και πάνω σ’ αυτό τον καμβά κυλάει το παραμύθι αυτό. Ένα παραμύθι που μοιάζει σε πολλά με τα λαϊκά και που έχει μια εικονογράφηση εντυπωσιακή σε χρώματα- ένα παραμύθι το οποίο σίγουρα θ’ αρέσει στα μικρά παιδιά. ΑΝΤ. ΔΕΛΩΝΗΣ
68/οδηγος θεί αμάθειάς μας» έρχεται από το χώρο της λογιοσύνης, ενώ το κείμενο είναι πιο απλό: «ούδείς έκπέφευγεν τήν εύλοιδόρητον άμαθίαν». -Στο ίδιο, γίνεται κάπως μια προσπάθεια ν’ αποδοθεί το λογοπαίγνιο με τον Άρη, που φυσικά παραμένει αμετά φραστο: «Άναίρην γάρ τόν Ά ρην φησιν...». -757D (σελ. 64-65): «’Αλ λά δορκάδας μέν θηρεύουσι καί λαγωούς καί έλάφους Άγροτέρα τις συνεπιθωύσσει καί συνεξορμρ θεός» - «Όμως μαζί μ’ αυτούς που κυνη γάνε ζαρκάδια και λαγούς κι ελάφια τρέχει κι ορμάει κάποιος αγροτικός θεός». Φυσικά πρόκειται για την Άρτεμιν Αγροτέραν, που δεν είναι «αγροτικός θεός», αλλά «κυνηγάρισσα», όπως και ο Απόλλων στο αισχυλικό απόσπασμα (67, 200Ν) που πα ρατίθεται πιο κάτω και μεταφράζε ται σωστά «ο Κυνηγάρης Απόλλω νος». -Στο 764D (σελ. 96-97), η έκ
φραση «οϊδ’ όπως βίρ σαυτόν άπάγεις» μεταφράζεται: «κι όμως αυτοαπάγεσαι στανικά». Το επίρρημα μ’ αυτή τη μορφή είναι πιθανώς αταί ριαστο. -764D-F (σελ. 100-101): «έξοίχεται πάντα τής ψυχής τά καθ’ ύπνους φανέντα καί διαπέφευγεν» -«βγαίνουν τα πάντα της ψυχής, που φανερώθηκαν στον ύπνο μας, και φεύγουν». Σωστότερα ίσως θά ’ταν να επισυναφθεί το «πάντα» με το «τά φανέντα καθ’ ύπνους». -Στο ίδιο, ο στίχος που αποδίδεται στον Καλλί μαχο: «άμφί δέ οϊ δολόεντα φιλόφρονα χεύεν όνειρα» μεταφράζεται «τόν έλουσε στα δολερά γλυκά όνει ρα». Καλύτερα θά ’ταν: «τον έλουσε με δολερά γλυκά όνειρα». - 767Ε (σελ. 114-115): η έκφραση, «‘τόν έμόν’ έξει καί τόν ‘ούκ έμόν’», που είναι έτσι άμεσα κατανοητή, μετα φράζεται «θα πάρει... ‘το δικό μου’, ‘όχι δικό μου’». -768C (σελ. 118-
119): «Ήν δέ τή Κάμμη καταφυγή καί παραμυθία τού πάθους ίερωσύνη» - «καταφύγιο και παρηγοριά για το πάθημά της στην Κάμμα στάθηκε η ιεροσύνη». Απλούστερα, ίσως: «Η Κάμμα βρήκε καταφύγιο και παρη γοριά για το πάθημά της στην ιερο σύνη». -Θ ά ’θελα ακόμα να επισημάνω ένα λάθος στο πρωτότυπο, 755Ε (σελ. 52): όχι, «τίς πέρας έσται τής άποτρεπούσης τήν πόλιν ήμών έλευθερίας», αλλά «τί πέρας έσται...». -Ακόμα ο στίχος του Ευριπίδη 203 από τις «Βάκχες», που παρατίθεται στο 756Β (σελ. 56), «ούδ’ εί δι’ άκρας τό σοφόν εΰρηται φρενός», στην έκ δοση Murray έχει έτσι: «ούδ’ εί δι’ άκρων τό σοφόν εΰρηται φρενός». 8. Ο ίδιος εκδοτικός οίκος έχει εκδώσει από το Λουκιανό το έργο «Λούκιος ή Όνος» (με το αρχαίο κείμενο), Μετάφραση-Εισαγωγή-Σημειώσεις Τάκης Καρβέλης.
μεταλλαγή και θυσία βωμό της ελπίδας ΑΛΕΞΗ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΥ: Η Με γάλη Πομπή. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 398
1. Πριν από οτιδήποτε άλλο που θα μπορούσε να γραφτεί ή να συζητηθεί σαν εξαγόμενο, από το τεράστιο σε όγκο μυθιστόρημα του Αλέξη Πανσέληνου «Η Μεγάλη Πομπή», είναι η έμμονη ιδέα που διακατέχει το συγγραφέα στο εγχείρημά του (στη σύνθεση δη λαδή της κλασικής φιλολογίας με το σύγχρονο μυθιστόρημα και όλα αυτά μαζί με μια υφολογικών διαστάσεων «παραλογοτεχνία» χωρίς ιδιαίτερο βάρος πέρα απ’ την ακρίβεια της γραφής), ιδέα που δικαιώνεται μόνον εν μέρει καθώς το ύψος των στόχων της στέκεται συνάμα και η πιο ευάλωτη πλευρά της. Ακόμα και χωρίς αυτό να αποτελεί ένα καινούριο βιαστικό συμπέρασμα, κάθε στοι χείο (μυθολογικό - ιστορικό - εντυπωσιασμού) που ενσωματώνε ται στον κορμό της αφήγησης με μια όχι και τόσο αληθοφανή περιβολή, λειτουργεί ανασταλτικά όσον αφορά τις επιμέρους αντι δράσεις και ταυτόχρονα ισοπεδωτικά για την περιπλάνηση του αναγνώστη, καθώς το μπλέξιμο και των εννοιών και της δράσης που δημιουργείται είναι μάλλον οριστικό και σχεδόν αναπότρε-2 2. Τα δυο πεδία, στο έδαφος των οποίων συντελείται η ένωση τόσων ετερόκλυτων δοκιμών γνώσης αλλά
και φανταστικών «συμβάντων», διατηρούν παρ’ όλ’ αυτά μια καθαρή αυτονομία κι ένα είδος αυτοτέ
λειας μεταξύ τους. Μόνο το γεγο νός ότι ο ήρωας παρακολουθεί τη σειρά ενός περιοδικού κόμικς, το οποίο δεν κρύβει, φτάνοντας μέχρι την απόλυτη αλλά απατηλή ταύτι ση, στη προσπάθειά του για κάτι το εξωπραγματικό, στέκεται ο κρί κος εξάρτησής τους σ’ ολόκληρη την πορεία του βιβλίου. Η εναλλα γή των πρωθύστερων επιπέδων και των μεγαλόπνοων κατηγοριών, που επιλέχτηκαν με βάση την ανομοιο γένειά τους, είναι μια εξ αρχής σα φής προειδοποίηση για το τεχνικό κομμάτιασμα που θα ακολουθήσει και στο δημιουργικό και κατά συ νέπεια πρωταρχικό αλλά και στο συναισθηματικό στάδιο. Έτσι κα θώς ο αναγνώστης ωθείται προς μια κατεύθυνση παρακολούθησης δυο τελείως διαμετρικών μονόδρο μων γραπτού λόγου (μερικές φορές όμως εφαρμοζόμενων ως δια μα-
οδηγος/69 γειας πάνω στη μια ή στην άλλη παράμετρο των υπό εξέτασιν μύ θων), στενεύει κατά πολύ η δυνα τότητα εντοπισμού των όρων που θα στεκόταν ο πυρήνας για μια δραματική διεργασία του κειμένου. 3. Κοντά όμως στη σχεδιασμένη διακοπή στην πλοκή και της πραγ ματικής αλλά και της κατασκευα σμένης μυθοπλαστικής ιδέας, οι λόγοι που επιβάλλουν την πυραμι δικών προθέσεων εξέλιξη ως την πλήρη μεταλλαγή, είναι αρκετά εν δεικτικοί όσον αφορά την αξία που ο συγγραφέας χορηγεί στις εκάστοτε συνθήκες, που άλλοτε στέκονται φραγμός κι άλλοτε διαμελίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη. Κάτω απ’ αυτό το πρίσμα, ο κοντινός μας Νότης Σεβαστόπουλος προσκρούει σ’ ένα αντικειμενικό τείχος το οποίο τον απενεργοποιεί μέχρι του σημείου της ολικής πια καθίζησής του στο χώρο του παρασιτισμού. Το άλλοθι του στρατού είναι βέβαια αρκετά πειστικό, καθώς το καταπιεστικό και συνάμα απονευρωτικό αυτό πολιτικό σχεδίασμα, υποβοηθά ακόμη περισσότερο μια κατηφορι κή προς την πλάνη διαδρομή και ταυτόχρονα αντικαθιστά όχι λίγες φορές και σε μεγάλο βαθμό την ίδια την κοινωνία, μέρος της οποίας και μάλιστα το πιο υπόδι κο, αποτελεί. Παρ’ όλ’ αυτά τίποτα δεν θα ήταν τόσο σημαντικό στη ζωή ενός νέου ανθρώπου (ζωή που σπαταλιέται άδοξα και άσκοπα πε ριφέροντας τα αδιέξοδά της στους ώμους του), ώστε η προδιαγεγραμ μένη αλλαγή να είχε άλλη μορφή απ’ αυτήν που ο συγγραφέας εύ στοχα δρομολογεί. Γι’ αυτήν την αιτία, αν η ιστορία επιζούσε απλά μόνη της, δίχως δηλαδή την τεμασιχμένη συνεισφορά του Ιππότη που μάχεται για κάτι το ιδανικό, δεν θα διέφερε και πολύ από ένα καίριο ρεπορτάζ σαν κι αυτά που συναντάμε σχεδόν ανελιπώς και τα οποία καταγράφουν την παντοδυ ναμία του πολιτικοκοινωνικού συ στήματος και την αναχαίτιση των σωστών διανθρώπινων σχέσεων. Έτσι, η τεχνική της αλλεπάλληλης διαστρωμάτωσης των επεισοδίων, στέκεται το θεμέλιο πάνω στο οποίο τα μηνύματα βρίσκουν δια φυγή, προς μια αρχική συνειδητοποίηση και στη συνέχεια προς μια αποτροπή, που στην ουσία εμφανί ζεται μάλλον αδύνατη. 4. Στη «Μεγάλη Πομπή», τη βασι κότερη επεξεργασία έπρεπε κατά τη γνώμη μου να δεχτεί η συγκεκρι
μένη και βασανιστική υπόθεση της ριζικής μέσω στρατού μεταστροφής ενός ατόμου, από τα άκακα και ακίνδυνα μικροκολπάκια της εφη βείας και των πρώτων νεανικών χρόνων, σ’ ένα καθαρόαιμο από βρασμα, το οποίο θα υπάρχει και θα επιβιώνει επειδή θα προσφέ ρουν σ’ αυτό κάποιοι άλλοι παρά γοντες, όχι και τόσο νόμιμοι ή ηθι κοί. Αυτό όμως δεν ισχύει. Το εν διαφέρον του συγγραφέα πέφτει σχεδόν με όλη του τη δύναμη, στην ανάλυση κάποιων παραστάσεων (που από μόνες τους δεν θα μπο ρούσαν να πουν τόσα πολλά) και κατ’ αυτό τον τρόπο ουδετεροποιείται μια περίπτωση, που ο στόχος της δεν είναι απλά να συγκινήσει αλλά το αντίθετο, να προβληματί σει, αφού ό,τι εξάγεται έχει σοβα ρότατο και σημαντικότατο αντί κτυπο, τόσο για το μέλλον των νέων, που η αποτυχία τους είναι φυσικότατη συνέπεια των άλογων ενεργειών τους, όσο και για τις συγκεκριμένες δομές που κυριαρ χούν πάνω τους και τους διαβρώνουν. Η γραφή με τον τρόπο που παρακολουθεί τον ήρωα και τους γύρω του είναι κάτι παραπάνω από χαλαρή, αγκομαχά όταν πρό κειται να ανυψωθεί, δεν είναι αρ κετά ζωντανή στην αντιμετώπιση φρέσκων -λόγω ηλικίας- εμπει ριών, αδυνατεί να δώσει σαν άμεση τέχνη και την εσωτερικότητα αλλά και τις διαθέσεις όσων έστω και υποτυπωδώς δρουν, στις σχέσεις εμφανίζεται «παγερή» αφού λείπει η φλόγα που θα τις ζέσταινε, τέλος κάπου χάνεται σε ασήμαντα μικροσυμβάντα χωρίς ειδικό κό στος για τη ποιότητα της εξέλιξης. Αυτές οι παρατηρήσεις σε καμιά περίπτωση δεν αναιρούν τις γνω στές ικανότητες του συγγραφέα στον γραπτό λόγο, ικανότητες που μας είναι ήδη οικείες από το «Ιστο ρίες με σκύλους» και από την απί θανα μεγάλων δυνατοτήτων εικονοπλασία στο άλλο σκέλος του βι βλίου, όπου δημιουργείται μια φανταστική ατμόσφαιρα καθόλου προσγειωμένη και απ’ όπου πηγά ζουν όλες οι οξύτατες στιγμές και τα άπιαστα ιδεώδη της ανθρώπινης έπαρσης. Γίνονται απλά και μόνο γιατί η πρόθεση, αντί να έχει στόχο την αφύλακτη διάβαση που καιροφυλακτεί να συντρίψει τη νέα γε νιά, με την «Μεγάλη Πομπή» παίρ νει το ελεύθερο για να τη διασχί σει, με όλη την επικινδυνότητα που αυτή η πράξη περικλείει, καθώς η
περιπέτεια της σκέψης είναι σαφώς συγκυριακή και ταυτόχρονα «επα ναστατική» μόνον ως προς την απόγνωσή της. 5. Η ανατομία ενός μυθιστορήμα τος της εξειδίκευσης της «Μεγάλης Πομπής», είναι λογικό να συναρτάται σχεδόν καθοριστικά από την ιδιόμορφη κλίση του αναγνώστη απέναντι στην καινούρια αντίληψη για τα προβλήματα της νεολαίας, τις επιδώξεις και τις προσδοκίες της, και τη δραματική παραφωνία τις διαδοχικές της εκφάνσεις. Απ’ αυτή την άποψη, και καθώς η συ ναισθηματική αλλά και αισθητική του απόχρωση υπάρχει πιθανότητα να γίνει αντικείμενο αρνητικής κρί σης για μια αποκρυστάλλωση που αδιάλειπτα αναμένεται και προφα νώς δεν έρχεται, συμπαρασύροντας και τις τελευταίες κοινωνικές και μοναχικές ανεκπλήρωτες ελπίδες, το έργο δεν καταφέρνει να κινήσει ψυχικές δραστηριότητες τέτοιες ώστε η λειτουργία του να είναι πραγματικά συγκινησιακή. Μένει για μια ακόμα φορά να πούμε πως το πιο μαγευτικό και συνάμα παγιδευτικό κομμάτι -το κόμικ-, είναι το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα της λογοτεχνικής του αξίας. ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
70/οδηγος
το εποικοδόμημα και ο πόνος ΑΝΤΡΕ ΜΠΑΓΙΟΝ: Ιστορία μιας Μαρί. Αθήνα, εκδόσεις Εστία, 1985. Σελ. 271.
Η «Ιστορία μιας Μαρί» είναι ένα έργο ελκυστικό, τόσο μορφολογικά, όσο και από την άποψη του περιεχομένου του. Δεν αποτελεί βέβαια ένα βιβλίο «αριστουργηματικής έμπνευσης» και το θέμα του, η ιστορία μιας γυναίκας που είναι πόρνη «και μετά γίνεται ασπρορουχού», δεν αναπτύσσεται με τα στοιχεία της «βαθιάς κοι νωνιολογικής ερμηνείας». Ο Μπαγιόν, θεωρείται πως καταγράφει μια προσωπική του εμπειρία, εκφράζοντας στο βιβλίο του δικές του ανησυχίες και προβληματισμούς. Εκδηλώνει τα «πάθη» και τις αδυναμίες του, με ειλικρίνεια, καθαρότητα και, μερικές φορές, με ιδιαίτερη σκληρότητα για τον εαυτό του. Δύο είναι, ίσως, οι μεγάλες αρετές •ίου βιβλίου: η επιλογή και η επε ξεργασία των εκφραστικών του μέ σων, συνυφασμένες με τη διείσδυ ση στον κόσμο των λεπτών ψυχι κών και ιδεολογικών ισορροπιών που γνωρίζει ο συγγραφέας στο κοινωνικό περιβάλλον του. Ο Μπαγιόν στηρίζει ολόκληρο το έρ γο του σ’ αυτές τις σχέσεις που δια μορφώνονται μέσα στο κοινωνικό εποικοδόμημα, χωρίς να παρέχει ευκαιρίες ανάπτυξης των ερμηνευ τικών συνειρμών του αναγνώστη.
Αν και συχνά η διατύπωση των περιγραφόμενων καταστάσεων επι τρέπει κάποιες γενικεύσεις στο επί πεδο των κοινωνικών αιτίων, η απασχόληση του συγγραφέα με τον κόσμο των αιτιατών είναι τόσο βα θιά και αναλυτική -κάποτε απο κλειστική- ώστε η «Ιστορία μιας Μαρί» να γίνεται ένα χρονικό συ μπεριφορών. Οι κοινωνικές συνθήκες που οδήγησαν τη μικρή έγκυο και ανύ παντρη Μαρί, από το περιβάλλον της επαρχίας και της ανέχειας,
Βιβλίο και Μουσική
V>'V ,< __ΤΗΙΝ , ν
π λ α κ α · Β ύ ρ ω ν ο ς 9 ·τ π λ . 3 2 2 2 39 4
στην πορνεία, την απογοήτευση, την αδικία, τόσο κοντά στη δια φθορά και το περιθώριο, θεωρού νται φυσιολογικά δεδομένες και δεν στιγματίζονται. Και τούτο, παρ’ όλο το γεγονός ότι ο Μπαγιόν γράφει σε μια ιστορική περίοδο (στην πρώτη εικοσαετία του αιώνα μας) κατά την οποία οι καλλιτέχνες μορφοποίησαν την κοινωνική τους ευαισθησία σε συγκεκριμένα καλλι τεχνικά και πολιτικά ρεύματα. Εί ναι, ωστόσο, βέβαιο πως αυτή η προσέγγιση του Μπαγιόν, αποτελεί συγκεκριμένη επιλογή, η ρίζα της οποίας μπορεί ν’ αναζητηθεί πε ρισσότερο στο χαρακτήρα της ηρωίδας του και λιγότερο σε κά ποια δική του αδιαφορία, καθώς μάλιστα ο συγγραφέας είναι ένας ήδη ταλαιπωρημένος λογοτέχνης. Πράγματι, η Μαρί διακρίνεται για την παρατηρητικότητά της, αρ γότερα, για τη διαισθαντικότητα των σκέψεών της, για την αφοσίω ση, την τρυφερότητα και τον έρωτα που μπορεί, με πλήρη ανιδιοτέλεια, να παραχωρήσει χωρίς μέτρο, όριο και δισταγμό. Ό ,τ ι συνέβαινε γύ ρω της ήταν φυσικό, άμεσα και απόλυτα συναρτημένο με την ύπαρξή της, αδύνατο να έχει δια φορετικά. Ουδέποτε θέλησε και σκέφτηκε να εκλογικεύσει το περι βάλλον της, να υπερασπιστεί τη ζωή της βάσει κάποιου μελετημέ νου σχεδίου. Η Μαρί, είναι ένας κώδικας συμπεριφοράς, η αποκρυ πτογράφηση του οποίου μπορεί να γίνει από τον αναγνώστη· ο Μπα γιόν παρέχει το σύνολο των ση μείων αυτού του κώδικα, δεν επι χειρεί, όμως, να τον ερμηνεύσει. Κι αυτό διότι η γοητεία της Μαρί, φαίνεται πως είναι αυτή ακριβώς η κίνηση μεταξύ φυσικής κλίσης και ενστίκτου. Το τελευταίο ενεργοποι είται τη στιγμή που σε οιονδήποτε άλλον άνθρωπο θα παρενέβαινε η λογική ως προτροπή ή απαγόρευ ση.
οδηγος/71 Το ζήτημα είναι ότι αυτή η εικό να της Μαρί είναι απαραίτητη στο Μπαγιόν: του χρειάζεται μια γυ ναίκα που η θητεία της στα επαγ γέλματα της πόρνης και της «τί μιας» εργαζόμενης, η αδυσώπητη εναλλαγή ανάμεσα στους δύο πό λους, δεν θα την έχει καταστήσει αρνητή αυτού του τρόπου ζωής. Δεν θα της έχει σκληρύνει τα χαρα κτηριστικά της αδίστακτης προσω πικής άμυνας. Δεν θα την έχει «ωριμάσει» σε συμπεράσματα αυ τοπροστασίας. Μετά τη διαδοχή των ατιμώσεων, των απογοητεύ σεων και των αδικιών, η «ωριμότη τα» που καθένας θα περίμενε, δεν είναι τίποτε περισσότερο από τον πολλαπλασιασμό των ίδιων ποιο τήτων της Μαρί, είτε αυτές εκφρά ζονται από τη στάση της, γενικότε ρα, είτε από τις ιδιαίτερες επιθυ μίες της. Η αναγκαιότητα αυτής της Μαρί είναι εμφανής ακόμη και από την οικονομία του έργου: όταν ο Ανρύ Μπουλάν εμφανίζεται πε ριθωριοποιημένος, έχοντας εγκα ταλείψει τον εαυτό του στην απώ λεια και την αδυναμία, αισθανόμε νος πόσο του είναι απαραίτητη η έκφραση της καλλιτεχνικής του κλίσης, πόσο είναι στερημένος από την αγάπη, τη στοργή και την τρυ φερότητα, τότε ακριβώς η Μαρί έχει κάθε προϋπόθεση να συνενω θεί μαζί του. Οι δύο ήρωες βαρύνονται ανάλογα και η συνεύρεσή τους είναι σχεδόν φυσιολογική. Ο γάμος τους, ένα επακόλουθο δύο τεμνόμενων διαδρομών. Ο Ανρύ στρέφεται στην τρυφε ρότητα και την αφοσίωση της Μα ρί, οδηγημένος από την εξαθλίωση και την παράλυση της δυναμικής του. Είναι ο διανοούμενος που αδυνατεί να εκδηλώσει τη διανοητικότητά του. Σ’ ένα αδιέξοδο συ μπυκνωμένων στερήσεων, στροβι λίζεται γύρω από τον εαυτό του, χωρίς προοπτική. Στην ουσία, ανα ζητά το μέσο της επανένταξης, που δεν είναι άλλο από τη Μαρί. Ο ήρωας θα χρησιμοποιήσει τα χαρα κτηριστικά της· θα τα εκμεταλλευθεί χωρίς έλεος αλλά και ιδιοτέ λεια, χωρίς ίχνος κακότητας και θα την εγκαταλείψει με αγάπη, για μιαν καλλιτέχνιδα. Έτσι, «το βι βλίο ξαναγυρίζει στο βιβλίο», κα θώς η ιστορία των δύο ηρώων γίνε ται το έργο που θα καταξιώσει τον Ανρύ ως συγγραφέα και τον Μπα γιόν ως στυλίστα. Η «Ιστορία μιας Μαρί» θεωρεί
ται προσωπική εμπειρία του συγ γραφέα της και ο Ανρύ, ο ήρωας που εκφράζει τον Μπαγιόν. Δεν θα επιχειρήσει να δικαιολογήσει γι’ αυτό τη στάση και τη συμπεριφορά του. Αντίθετα, ο Μπαγιόν είναι σκληρός στην περιγραφή του Αν ρύ, αν και δεν υποχωρεί σε εύκο λες, ηθικολογικές καταδίκες, επι θυμώντας να σταθεί στο επίπεδο μιας έρευνας που δεν θα μπορούσε να αποδείξει ούτε μία πράξη σκο πιμότητας. Ο Ανρύ, όπως και η Μαρί, έχουν τα σημάδια μιας μοι ραίας πορείας πάνω στο τεντωμένο σχοινί των ισορροπιστών. Ο συγ γραφέας δίνει την εικόνα: κανείς από τους ήρωές του δεν ευθύνεται ως αίτιος γι’ αυτήν. Η κατάληξη εί ναι αισιόδοξη ιδεολογικά και μάλ λον συγκινητική. Τα εκφραστικά μέσα του Μπα γιόν είναι αρκετά ικανοποιητικά προσαρμοσμένα σ’ αυτό το περιε χόμενο. Μοιάζει ο λόγος του μερι κές φορές με ένα ρεπορτάζ, μια συ νέντευξη που αλλάζει τα πρόσωπα της αφήγησης για να προσδώσει τις κάθε φορά διακυμάνσεις των περιγραφόμενων καταστάσεων. Ο συγ γραφέας μας παρουσιάζει ένα συγ κεκριμένο στυλ: μικρές προτάσεις που δεν αποκλείουν τις μεγάλες πε ριόδους, έγκαιρες και προσεγμένες διατυπώσεις. Το βιβλίο αποδεικνύεται αρκετά καλά επεξεργασμέ νο, από την άποψη του λόγου, γε γονός που επιβεβαιώνεται από τη χαρακτηριστική μερικές φορές ακρίβεια των εκφράσεων. Έκδηλη είναι επίσης η επιρροή της γαλλι κής κουλτούρας του συγγραφέα. Η «Ιστορία μιας Μαρί» προλογί ζεται στην ελληνική της έκδοση από τον Υμπέρ Ζουέν. Το κείμενό του είναι εξαιρετικό για την κατα νόηση του έργου κι ίσως η πε ρισσότερο ολοκληρωμένη έκθεση του περιεχομένου του. Αν χρειαζόταν ένα καταληκτικό σχόλιο γι’ αυτό το βιβλίο, θα έπρε πε ν’ αναδεικνύει την ικανότητα του Μπαγιόν να περιγράφει εκεί νες τις αδιόρατες μερικές φορές σχέσεις των δομών της κοινωνίας με την ανθρώπινη προσωπικότητα και συμπεριφορά. Την ιδιότυπη, λογοτεχνική ψυχολογία του και την ελευθερία που παρέχει στον ανα γνώστη. Άλλωστε, «ο καλλιτέχνης δεν είναι το φάρμακο, αλλά ο πό νος». Θ. ΨΑΛΙΔΟΠΟΥΛΟΣ
ΒΙΡΤΖΙΝ1Α ΓΟΥΛΦ Τά κύματα
B1PTZINIA ΓΟΥΛΦ
Τά κύ μα τα
Μιά μουσική άφήγηση δπου οί σύντομες σκέψεις πάνω στή παι δική ήλικία,οί μνήμες τής νιότης καί τής πιστής συντροφικότητας παραχωρούν τή θέση τους σέ αχανείς μονολόγους γιά τή μονα ξιά καί τήν ώριμότητα. "Ενας στοχασμός γιά τή ζωή, ένα δοκί μιο γιά τήν άνθρώπινη άπομόνωση καί μιά προσωπική άπάντηση στά έρωτήματα πού θέτει ή ίδια ή ϋπαρξη. έκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ Μανρομιχάλη 9 - 'Αθήνα 10679 Τη,I. 3607744 - 3639962
< _________ >
® ΟΜΚΠΠ? ατπθάλασ σα
72/δελτίο
ο Καποδίστριας και τα γαλλικά συμφέροντα ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΘΙ \IEAH-KATHΦΟΡΗ: Το Γαλλιχ" Ενδιαφέρον για την Ελλάδα στην Περίοδο τον Καποδίστρια. Αθήνα, Επιχαιρότητα, 1985 σ. 200.
Ο Πόλεμος της Ελληνικής Ανεξαρτησίας είναι στενά συνδεδεμένος με το ρόλο και την εκάστοτε πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων σε σχέση με τα συμφέροντά τους στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εποχή της διακυβερνήσεως του Καποδίστρια εντάσσεται από τους ιστορικούς στο τέλος του Πολέμου της Ανεξαρτησίας και στις απαρχές της οργανώσεως Ελληνικού κράτους. Είναι, δηλαδή, μια μεταβατική περίοδος κατά την οποία απαιτούνταν λεπτοί και πο λύπλοκοι χειρισμοί σε επίπεδο εσωτερικής και εξωτερικής πολιτι κής. Αυτός ακριβώς ήταν και ο ρόλος του Καποδίστρια: να ανα διοργανώσει την οικονομία και να χρησιμοποιήσει τις ικανότητές του για να εξασφαλίσει καλές σχέσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δημιούργησε τις κατάλληλες προϋποθέσεις για τον σχηματισμό εθνικών βαλκανικών κρατών κατά τον 19ο αιώνα. Τα νέα βαλκανικά κράτη ήταν φυσικό να αποτελέσουν πόλο έλξης για τις Μεγάλες Δυνάμεις γιατί μόνο έτσι θα εξυπηρετούσαν καλύτερα τα συμφέροντά τους από οικονομική και πολιτική άποψη. Μέσα σ’ αυτό το πλέγμα των ευρωπαϊκών αντικρουομένων πολιτικών στα Βαλκά νια εντάσσεται και η γαλλική προσπάθεια για μια πιο στενή επα φή με τον ελληνικό χώρο στο τέλος του απελευθερωτικού αγώνα. Η Δέσποινα Θεμελή-Κατηφόρη εξετάζει κάθε πλευρά του γαλλικού ενδιαφέροντος. Εξετάζει την υπό θεση της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής και το ενδιαφέρον των Γάλλων για πιστωτικές και παρα γωγικές επενδύσεις. Στη μελέτη αυ τή, δηλαδή, εξετάζονται πολιτικές και οικονομικές προτάσεις από τη γαλλική πλευρά, με κυρίαρχο πρό σωπο τον Ελβετό κεφαλαιούχο Έιχταλ και το ενδιαφέρον της γαλλι κής εξωτερικής πολιτικής. Καθόλο τον 18ο αιώνα και φυσι κά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου, οι Γάλλοι έδειξαν το εμπορικό τους ενδιαφέρον για τον ελληνικό χώρο.
Ό ταν μάλιστα αντελήφθησαν την ανάγκη των Ελλήνων για στρατιω τική βοήθεια εξαιτίας των προβλη μάτων που είχε ο Καποδίστριας για να συγκροτήσει τακτικό στρα τό, έστειλαν στρατιωτική αποστο λή. Η αποστολή αυτή, όπως ήταν φυσικό, βρισκόταν εκεί για να εξυ πηρετήσει τα γαλλικά συμφέροντα και είχε σαν απώτερο σκοπό την μόνιμη εγκατάσταση των μελών της σαν αγρότες στον ελληνικό χώρο. Στο μεταξύ, η Γαλλία, την περίοδο αυτή περνάει η ίδια μια μεταβατι κή εποχή από τον τελευταίο βουρβώνο Κάρολο I' στον αστό -βασι λιά Λουδοβίκο- Φίλιππο. Έτσι, υπάρχει μια αμηχανία και μια αντιφατικότητα στην πολιτική του Ελληνικού θέματος μεταξύ των ετών 1828-1831. Το δύσκολο αυτό θέμα του γαλ λικού ενδιαφέροντος, σε συνδυα σμό πάντα με το αντίστοιχο ενδια φέρον της Αγγλίας και της Ρωσίας, εξετάζεται από γαλλικές και ελλη νικές πηγές που προσδιορίζουν και το ειδικό βάρος της μελέτης. Η ει σαγωγή θέτει το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται τα γαλλι κά συμφέροντα. Η ανάλυση προχωράει σε βάθος, αλλά λείπει μια ανακεφαλαίωση με τα συμπερά σματα στο τέλος κάθε ενότητας. Ο
αναγνώστης περνάει από το ένα κεφάλαιο στο άλλο ακολουθώντας μια διήγηση συνεχή, η οποία αρχί ζει με την εισαγωγή και τελειώνει με τις τελευταίες λέξεις. Στο τέλος μόνο βρίσκονται ορισμένα συμπε ράσματα κάτω από τον τίτλο «Επι λεγόμενα». Οι πληροφορίες είναι ελεγμένες και διασταυρωμένες, όσο το επιτρέπουν οι συνθήκες και οι πηγές καθώς και τα βοηθήματα. Η βιβλιογραφία είναι περιεκτικότατη και το γράψιμο σε σωστή δημοτική. Το ύφος όμως σε όλο το κείμενο και ειδικά στα «Επιλεγόμενα» εί ναι λίγο χαλαρό. Ήταν επιβεβλη μένο να χωριστεί το βιβλίο σε επιμέρους υποενότητες για να γίνει πιο εύκολη η συγγραφή και η ανά γνωση. Ακόμη, στην αρχή κάθε κε φαλαίου μερικές παράγραφοι που θα εισήγαγαν τον αναγνώστη στο επιμέρους θέμα του συγκεκριμένου κεφαλαίου, θα ήταν πολύ χρήσι μες. Το βιβλίο της Δ. ΘεμελήΚατηφόρη είναι αξιολογότατο από απόψεως επιστημονικής, πράγμα που ενδιαφέρει απόλυτα τον ειδι κό, αλλά χωλαίνει λίγο στον τρόπο γραφής του, κάτι που αφορά το μέ σο αναγνώστη. Επιβάλλεται οι σύγχρονοι ιστορικοί να έχουν ανα πτύξει έναν τρόπο γραφής που να απευθύνεται στο πλατύ κοινό χω ρίς το ζήτημα που διαπραγμα τεύονται να χάνει την αυστηρή επι στημονική υφή του. Αυτό όμως εί ναι ζήτημα μακρόχρονης μαθη τείας, συγγραφικής εργασίας και ταλέντου. Οι παρατηρήσεις αυτές δεν πρέπει να αφαιρέσουν τη μεγά λη επιστημονική αξία της μελέτης των Ελληνο-γαλλικών σχέσεων την εποχή του σχηματισμού του Ελλη νικού κράτους. Δ.Ι. ΛΟΪΖΟΣ
ΛΙΚΑΤΙ Ο 3 Σεπτεμβρίου
Ρ
Ρ >\
,
c
.
,
„
- _ _
Επιμέλεια:
24Σεπτεμβρίου1986 οιολιογραφ ικο οελtio αριθ. 153 ^ κη • Ίο βιβλιογραφικό Δελτίο σνντάσσεται με την πολ.ύτιμη σ ννεργαοία τον βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση κι προσωπικό τον οποίον εν χαρυ στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνεται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο γραφία. * Σε κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλφαβητικά οι έλ-
ληνες συγγραφείς και ακολονθούν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων σνγγραφέων γίνεται αύμφω\να με το ελληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνοντα I εβδομαδι» Γία την ακόμη μεγαλύτερη πλη ρότητα τον Δελτίου, παρακαλ,ούνται οι εκδότες να μας στέλ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ δόσεις τους.
ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
ΟΔΗΓΟΙ
ΕΦΑΡΜ ΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟ ΓΙΑ
Η Κρήτη όλο το χρόνο. Παγκρήτιος ετήσιος τουριστι κός οδηγός. Χανιά, 1986. Σελ. 288. Δρχ. 400.
NATZEMY ΡΟΜΠΕΡΤ. Η ψυχολογία της ευτυχίας. Ομαδική μετάφραση. Αθήνα, Αρμονική Ζωή, 1986. Σελ. 447. Δρχ. 800. -
TOFALIS KYPROS. Greece and Cyprus. A year-book. Nicosia, 1986. Σελ. 138. Δρχ. 400.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΒΑΤΣΙΓ1ΑΝΑ. Κάμα Σούτρα. Μετ. Γιάννης Μικεδάκης. Θεσσαλονίκη, Μπαρμπουνάκης. Σελ. 255.
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΓΕΝΙΚΑ ΔΕΛΗΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ I. Ορθοδο ξία. Β' έκδοση. Αθήνα, Άλφα Δέλτα, 1986. Σελ. 494 Δρχ. 900.
74/δελτιο κοολισμός. Αθήνα. Σελ. 88.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ X. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Τοπική αυτοδιοίκη ση και κοινωνία. Αθήνα, Κοχλίας, 1986. Σελ. 118. Δρχ. 450. ΜΑΡΑΓΚΟΣ ΝΙΚΟΣ. Τουρκία, ο αδίσταχτος προβο κάτορας των Βαλκανίων. Αθήνα, 1986. Σελ. 304. Δρχ. 750. ΓΚΟΡΖ ΑΝΤΡΕ. Οι δρόμοι του παραδείσου. Μετ.επιμ. Χριστίνα Σταματοπούλου. Αθήνα, Κομμούνα/ Θεωρία, 1986. Σελ. 193. Δρχ. 600.
ΔΙΚΑΙΟ
ΓΕΝΙΚΑ ΚΡΗΤΙΚΟΣ ΛΕΥΤΕΡΗΣ. Ελληνικά θέματα στη λονδρέζικη ανακατωσούρα... Αθήνα, συλλογές, 1986. Σελ. 64. Δρχ. 300.
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ ΜΑΝΟΛΗΣ. Ο κρητικός ζωγράφος Θεοφάνης. Οι τοιχογραφίες της I. Μονής Σταυρονική τα. Άγιον Όρος, Ιερά Μονή Σταυρονικήτα, 1986. Σελ. 326. Δρχ. 8.000.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΚΩΣΤΑΣ Μ. Κριτική της καθαρής θεω ρίας του δικαίου. Αθήνα, Σάκκουλας, 1986. Σελ. 180.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΣΩΧΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Η λαϊκή τέχνη στην Τήνο. Λαογραφία-Παράδοση, αρ. 9. Αθήνα, Φιλιππότης, 1986. Σελ. 79. Δρχ. 300. ΦΑΛΤΑΪΤΣ ΜΑΝΟΣ. Τα διακοσμητικά αντικείμενα του σκυριανού σπιτιού. Αθήνα, συλλογές, 1986. Σελ. 93. Δρχ. 400.
ΕΚΠΑΙΛΕΥΣΗ-ΠΑΙΛ/ΓΙΚΗ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΣΤΑΛΩ Α. Η μουσική και ο πρωτό γονος άνθρωπος. Λευκωσία, 1986. Σελ. 61.
ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ ΟΙΚΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Οι μακαρονάδες της mama-Leone. Μετ. Σάντρα Συμεωνίδου. Αθήνα, Φυτράκης. Σελ. 241. Δρχ. 2500.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ ΣΠΥΡΟΣ. Παιδεία και ζωή. Αθήνα, Γρηγόρης, 1986. Σελ. 211. Δρχ. 500.
ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΡΑΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Κ. Ο αλ-
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΠΟΙΗΣΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΤΑΚΗΣ. Δόκτωρ Βλαχούστους. Αθήνα, Εποπτεία, 1986. Σελ. 107. ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΑΣΟΥΛΑ. Fragmentum αριθμός 53. Αθήνα, Πλέθρον, 1986. Σελ. 37. ΚΕΦΑΛΑΣ ΗΛΙΑΣ. Τα φύλλα του νερού. Αθήνα, Θεωρία, 1986. Σελ. 45. ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ. Σημεία κι επιφάνειες.
δελτιο/75 (Χωρίς εκδοτικά στοιχεία). Σελ. 60. ΚΟΓΚΟΥΛΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. Μια μέρα στο αρχιπέλα γος της νύχτας. Αλεξανδρούπολη, 1986. Σελ. 14. ΜΠΑΡΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ. Προσεγγίσεις στη γαλλική ποίηση. Αθήνα, Πρόσπερος, 1986. Σελ. 80. Νορβηγοί ποιητές 1900-1985. Εισ.-μετ. Γιώργος Χριστογιάννης. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 157. ΟΣΥΡΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ. Στη νοσταλγία του ψυχιατρεί ου. Αθήνα, Νεφέλη, 1986. Σελ. 48. Δρχ. 200.
του Ρότζερ Ακρόυντ. Μετ. Βασίλης Βασικεχαγιόγλου. Αθήνα, Ά γρα, 1986. Σελ. 365. Δρχ. 800.
ΠΑΤΡΙΚΙΟΥ ΕΛΕΝΑ. Μυήσεις. Αθήνα, Γνώση, 1986. Σελ. 45. Δρχ. 200.
ΤΖΑΙΗΜΣ ΧΕΝΡΥ. Το στρίψιμο της βίδας. Μετ. Κο σμάς Πολίτης. Αθήνα, γράμματα, 1986. Σελ. 141. Δρχ. 350. ΧΑΑΑΧΑΝ ΓΟΥΙΛΙΑΜ. Αναζητώντας τον Ιωσήφ Τάλυ. Μετ. Ιζαμπέλλα Σασλόγου. Αθήνα, γράμματα, 1986. Σελ. 239. Δρχ. 600. ΧΕΣΣΕ ΧΕΡΜΑΝ. Πέτερ Κάμεντσιντ. Μετ. Ιάκωβος Μόρφης. Αθήνα, γράμματα, 1986. Σελ. 158. Δρχ. 400. ΧΕΣΣΕ ΧΕΡΜΑΝ. Ροσάλντε, Μετ. Λεωνίδας Καρατζάς. Αθήνα, γράμματα, 1986. Σελ. 160. Δρχ. 400.
ΠΑΥΛΕΑΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ. Αναφορά στον Ηρακλή για τον καθαρμό της οικουμένης.· Τόμος Β', Θεσσαλονίκη, 1986. Σελ. 444. Δρχ. 1000. ΡΕΓΚΟΥ-ΣΓΟΥΡΟΥ ΕΥΓΕΝΙΑ. Σωρείτες. Πάτρα, 1986. Σελ. 61. ΛΟΡΚΑ ΦΕΔΕΡΙΚΟ ΓΚΑΡΘΙΑ. Σονέτα του σκοτει νού έρωτα. Μετ. Μάγια-Μαρία Ρούσσου. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1986. Σελ. 76. Δρχ. 700. MECKEL CHRISTOPH. Οξύ. Ποιήματα. Μετ. Αντρέα Γκαμπριέλα Καψάσκη. Αθήνα, Σαρακίνα, 1985. Σελ. 61.
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΓΑΖΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Το ρήγμα. Αθήνα, Γλάρος, 1985. Σελ. 354. ΚΑΣΟΛΑΣ ΜΗΤΣΟΣ. Το σάπιο νερό. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 1986. Σελ. 259. Δρχ. 800. ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ Μ. Ιστορίες από τον Σαίξπηρ. Λευκωσία, Όμπερον, 1986. Σελ. 31. Δρχ. 500. ΠΟΛΙΤΗΣ ΝΙΚΟΣ. Ά δεια οφθαλμοφορίας. Κατάθε ση. Αθήνα, Ίκαρος, 1986. Σελ. 126. Δρχ. 650. ΡΑΣΟΥΛΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ. Ο μεγάλος αιρετικός Θεό φιλος Καϊρης. Ροκ μυθιστόρημα-ευαγγέλιο. Αθήνα, Το Αυγό, 1986. Σελ. 324. Δρχ. 700. ΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ. Κραυγές. Διηγήματα. Αθήνα, 1986. Σελ. 147. Δρχ. 500. ΡΙΤΣΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Λιγοστεύουν οι ερωτήσεις. Μυθι στόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 1986. Σελ. 97. Δρχ. 400. GIBRAN KAHLIL. Ο περιπλανώμενος. Μετ. Θανά σης Γιαπιτξάκης. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1986. Σελ. 111. Δρχ. 300. WOOLRICH C. Φάντο Λέιντυ. Μετ. Γιάννης Χαραλαμπίδης. Αθήνα, Μέδουσα. Σελ. 257. Δρχ. 480. ΚΙΠΛΙΝΓΚ ΡΑΝΤΓΙΑΡΝΤ. Το ωραιότερο διήγημα του κόσμου. Μετ. Κοσμάς Πολίτης. Αθήνα, γράμματα, 1986. Σελ. 143. Δρχ. 350. CHRISTIE AGATHA. Ηρακλής Πουαρό. Ο φόνος
BURNETT W.R. Χάι Σιέρα. Μετ. Ντίνα Σώτηρα. Αθήνα, Μέδουσα. Σελ. 267. Δρχ. 480 ΜΠΡΥΚΝΕΡ ΠΑΣΚΑΛ. Το μέγαρο των χαστουκιών. Μετ. Λόισκα Αβαγιανού. Αθήνα, Αστάρτη, 1986. Σελ. 123. Δρχ. 350. ΣΙΛΙΤΟΟΥ ΑΛΑΝ. Σάββατο βράδυ Κυριακή πρωί. Μετ. Γιάννης Ευαγγελίδης. Αθήνα, γράμματα, 1986. Σελ. 239. Δρχ. 600.
ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΗΜΑΡΑΣ Κ.Θ. Κ. Παπαρρηγόπουλος. Η εποχή του - η ζωή του - το έργο του. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυ μα Εθνικής Τραπέζης, 1986. Σελ. 524. Δρχ. 1200. ΕΛΥΤΗΣ ΟΔΥΣΣΕΑΣ. Η μαγεία του Παπαδιαμάντη. Γ' έκδοση. Αθήνα, Γνώση, 1986. Σελ. 149. Δρχ. 700. ΠΙΚΡΑΜΕΝΟΥ-ΒΑΡΒΗ ΔΗΜΗΤΡΑ. Θανάσης Πετσάλης-Διομήδης. Η «πνευματική οδοιπορία» του και «Οι Μαυρόλυκοι». Αθήνα, Εταιρεία Ελληνικού Λογο τεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, 1986. Σελ. 316. Δρχ. 1500. ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΘΕΟΔΟΥΛΟΣ Μ. Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Η ζωή και τα έργά του. Λευκωσία, Όμπερον, 1986. Σελ. 40. Δρχ. 500. ΧΑΡΗΣ ΠΕΤΡΟΣ. Σαράντα χρόνια κριτικής ελληνι κού πεζού λόγου. Τόμος Β': 1950-1956 (α' ημίτομος). Αθήνα, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, 1985. Σελ. 405. Δρχ. 800.
ΘΕΑΤΡΟ
ΕΡΓΑ ΧΑΣΑΠΟΓΛΟΥ ΓΙΩΡΓΗΣ. Οι κουραμπιέδες. Αθή να, Μπογιάτης, 1986. Σελ. 110. Δρχ. 400
76/δελτιο ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ. Τεύχος 11. Δρχ. 200.
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΒΥΖΑΝΤΙΑΚΑ. Τόμος 5ος. Δρχ. 600. ΓΥΝΑΙΚΑ. 15ήμερο γυναικείο περιοδικό. Τεύχη 954955. Δρχ. 170.
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 72. Δρχ. 130. ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ. Τεύχος 23-24. Δρχ. 250.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Δ. Στέφος Θάνος. Αγώνες στη Θεσσαλία και Ευρυτανία. Αθήνα, 1986. Σελ. 152. Δρχ. 400.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 150. Δρχ. 200. ΔΩΜΑ. Περιοδική έκδοση για τις τέχνες του λόγου. Τεύχος 7. Δρχ. 400. ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΑ. Τόμος 4-5. Δρχ. 3000. ΕΚΚΥΚΛΗΜΑ. Τρίμηνη επιθεώρηση για το θέατρο. Τεύχος 11. Δρχ. 250.
ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α. Νεότερη ιστορία της Μακεδονίας. (1830-1912). Θεσσαλονίκη, Μπαρμπουνάκης, 1986. Σελ. 326. Δρχ. 1000.
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΚΑΡΠΑΣΙΑ. Φύλλο 12.
Συνέδριο: «Οι φυσικές επιστήμες στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Θεσσαλία πριν την Επανάσταση». Πρα κτικά. Λάρισα, Μάρτιος, 1985. Σελ. 188.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΕΣΠΕΡΟ ΦΩΣ. Τεύχη 32-33, 3435.
ΕΛΛΕΒΟΡΟΣ. Τεύχος 2. Δρχ. 150.
ΕΛΛΗΝΟΒΟΥΛΓΑΡΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Τεύχος 2. ΕΛΛΗΝΟΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΦΙΛΙΑ. Τεύχος 35.
ΤΑΞΙΔΙΑ
ΕΝΕΔΡΑ. Περιοδική έκδοση για τη σύλληψη του ενεδρεύοντος πόθου. Τεύχος 2. Δρχ. 200. ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ. Περιοδική έκδοση της Νομαρχιακής Επιτροπής Λαϊκής Επιμόρφωσης Ν. Λέσβου. Φύλλο 2. Δωρεάν.
ΚΟΣΜΟΣ ΛΙΟΥΛΙΑ-ΦΑΚΑΡΟΥ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ. Ταξίδι σ’ έναν αλλιώτικο κόσμο. Αθήνα, 1986. Σελ. 187. Δρχ. 500.
ΕΠΙΛΟΓΕΣ. Τεύχος 3. Δρχ. 180. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΗ. Περιοδικό της χριστιανι κής αλήθειας. Τόμος 3, τεύχος 2. Δρχ. .125. ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Μηνιαίο πολιτικό περιοδι κό. Τεύχος 115. Δρχ. 300. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 162. Δρχ. 150.
ΠΑΙΔΙΚΑ
ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ. Δίγλωσση έκδοση. Τόμος 1, 1986. Δρχ. 450. ΘΗΤΕΙΑ. Τεύχος 10. Δρχ. 100.
ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜ ΑΤΑ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ ΜΕΝΕΛΑΟΣ. Ηρακλής. Ελληνική μυθολογία. Αθήνα, Σίγμα, 1986. Σελ. 120. ιρχ. 720.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΝΑΚΥΚΛΗΣΗ. Δίμηνη έκδοση τέχνης του Πρόσπερου. Αριθ. 5. Δρχ. 100. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχη 323-326. Δρχ. 70.
ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου δών. Τόμος 49, τεύχος 6. ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Τεύχος 218. Δρχ. 300. Ο ΚΥΚΛΟΣ. Διμηνιαία έκδοση τέχνης και προβλημα τισμού. Τεύχος 19-20. ΚΥΠΡΙΑΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Τρίμηνη επιθεώρηση της κυ πριακής ζωής. Τόμος Α, τεύχος 4. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Τριμηνιαία επιθεώρη ση κυπριακού βιβλίου. Τεύχος 4. ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ. Τόμος ΛΓ', 1982-1984. Δρχ. 1000. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 7-8. Δρχ. 150.
ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ ΤΗΣ ΑΡΝΑΙΑΣ. Φύλλο 82.
ΜΕΘΑΥΡΙΟ. Το περιοδικό του 2.000. Τεύχος 3. Δρχ. 300.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ- Τεύχος 30.
ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Διμηνιαία εφημερίδα ενημέρωσης
δελτιο/77 της Ομοσπονδίας Συλλόγων Ναυπακτίας. φύλλα 20,21. Δρχ. 20. ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ. Τριπλό τεύχος 176-178. Η ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Τεύχη 21-22, 23. Δρχ. 200. ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ. Κείμενα παιδευτικού προβληματι σμού. Τεύχος 39. Δρχ. 350. ΝΕΕΣ ΤΟΜΕΣ. Στη σκέψη, στα γράμματα, στις τέ χνες. Τεύχος 6. Δρχ. 200. ΟΣΤΡΑΚΟ. Τεύχος 1. Δρχ. 200. ΠΑΑΙΜΨΗΣΤΟΝ. Περιοδική έκδοση της «Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης. Τεύχος 2/1986. Δρχ. 600. ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Διμηνιαίο περιοδικό του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Ελλήνων. Τεύχος 9. ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας. Φύλλα 99, 100. ΠΑΝΘΕΟΝ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχη 862-863. Δρχ. 170. ΠΑΡΟΥΣΙΑ. Ε.Δ.Π. Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπι στημίου Αθηνών. Τόμος Γ/1985. ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ. Τετράδιο για τα γράμματα και τις τέ χνες. Τεύχος 9-10. Δρχ. 250. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Έκδοση της «Ένωσης Πνευματικών Δημιουργών Χανίων». Τεύχος 10. Δρχ. 100. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ. Τρίμηνη επιθεώρηση. Τεύχος 72. Δρχ. 250. ΠΟΛΥΠΤΥΧΟΝ. Πεζογραφία-ποίηση-ιστορία-κριτική-δοκίμιο. Αθήνα, Δρυμός, 1986. Σελ. 519. Δρχ. 800. ΠΟΛΥΤΕΚΝΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ. Φύλλο 30. Δωρεάν. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Τεύχος 27. Δρχ. 200. ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ. Τεύχος 3. Δρχ. 100. ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ. Περιοδικό που βγαίνει κάθε δύο μήνες από νέους. Τεύχος 1. Δρχ. 60. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Δίμηνη επιθεώρηση εκ παιδευτικών θεμάτων. Τεύχος 29. Δρχ. 250. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Φύλλο 116. Δρχ. 7. ΣΧΟΛΙΑΣΤΗΣ. Τεύχη 41, 42, Δρχ. 160. ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ. Δίμηνη περιοδική έκδοση. Τεύχος 69-70. Δρχ. 300. > ■ 4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχη 190, 191. Δρχ. 150. ΦΘΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Ετήσια φιλολογική έκδοση. 1986. Δρχ. 700. ΦΙΛΥΡΕΣ. Φύλλο 2. ΩΡΙΜΑΓΔΟΣ. 'Ατακτο λογόπλοκο φυλλάδιο. Τεύχος 5/6. Δρχ. 200. AEGEAN REVIEW. Τεύχος 1. Δολ. 4. BRITISH BOOK REVIEW. August 1986. VIEWFINDER. Τεύχος 6.
78/δελτιο 4 Σεπτεμβρίου 23 Σεπτεμβρίου 1986
κριτικογραφία
Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμέ νες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.
- Υ π ό μ ν η μ α --------ΚΡΙΤΙΚΟΙ Α θ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χατζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίδης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόοχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: θ . Μ. Πολίτης ΘΥ: θ . Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος. ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος
ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΚ: Π. Κουνενάκη ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παιονίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΧΝ: X. Ντουνιά ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π: Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΙ: Εικόνες Ε θ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδόμη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία
Φιλοσοφία Μαρξ Κ.: Διαφορά της Δημοκρίτειας και Επικούρειας φυσι κής φιλοσοφίας (ΛΑ,ΠΕ, 88)
θρησκεία Η αποκάλυψη του Ιωάννη, (θ . Παπαλιβερίου-Φήμη, ΜΑΖΙ, 25)
Οικονομία Λάμπος Κ.: Συνεταιρισμοί και ανάπτυξη (ΧΝ,ΑΝ, 326) Μοδινός Μ.: Μύθοι της ανάπτυξης στους τροπικούς (Π.Λ-Ρ, ΟΤ, 4/9), (Σ. Τσαγκαρουσιάνος, ΑΥ, 23/9)
ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη Ώρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία NT: Νέες Τομές ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης ΠΗ: Η Πρώτη Π θ: Πολιτικά θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση Σ θ: Σύγχρονα θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική
Μπαμπανάσης Σ.: Ιδιομορφίες της ανάπτυξης στη Νότια Ευ ρώπη (Δ. Δαούλας, Σοσιαλιστική θεωρία και Πράξη, 4) Robinson S.: Δοκίμιο για την οικονομική του Μαρξ (ΘΥ, ΕΙ, 17/9) Fine Β. - Harris L.: Ξαναδιαβάζοντας το Κεφάλαιο (ΘΥ, ΕΙ, 17/9)
Πολιτική Ζουράρις Κ.: Μισγάγκεια απερινόητα (ΠΑ, ΟΤ, 4/9) Καραμπελιάς Γ.: Ένοπλη πάλη και εναλλακτικό κίνημα (ΔΑ, ΠΚ, 19/9) Ροζάκης X.: Η Ελληνική εξωτερική πολιτική 1974-1981 (ΧΝ,ΑΝ, 326)· Τρικούκης Μ. : Πολιτική και φιλοσοφία στον Γκράμσι (Ρ. Τσαγκαρουσιάνου-Σ. Σοφός, ΔΙ, 150)
δελτιο/79 Οικολογία Τσίπηρας Κ.: Αντι-χυνήγι (ΛΑ,ΠΕ, 88)
Κοινώνιολογ ία Mills C.: Η κοινωνιολογική φαντασία (ΛΑ, ΠΕ, 88)
Εκπαίδευση Γκακουμής Π.: (Επιμ.) Διδακτική και αξιολόγηση των εκθέ σεων (ΘΥ, ΕΙ, 17/9)
Ιατρική Καγγελάρης Φ.: Η διαδικασία της αποπροσωποίησης στη σχι ζοφρένεια (ΛΑ, ΠΕ, 88) Mervyn L.: Τα μεταλλικά άλατα και η υγεία σας (ΛΑ, ΠΕ, 88)
Τέχνες Μπακιρτζής X.: Η βασιλική του Αγίου Δημητρίου (ΚΣ, ΝΕ, 6/9) Παζαράς θ .: Η ροτόντα του Αγίου Γεωργίου Θεσσαλονίκης (ΚΣ, ΝΕ, 6/9) Παπασπύρου-Καραδημητρίου Ε.: Ο Α. Διάκος στην τέχνη (ΚΝ, ΚΑ, 4/9) Τσιτουρίδου Α.: Η Παναγία των Χαλκέων (ΚΣ, ΝΕ, 6/9) Καντίνσκυ Β.: Τέχνη και καλλιτέχνες (Α. Γριμάνη, ΠΗ, 18/9)
Γλώσσα Καργάκος Σ.: Αλαλία (ΛΑ, ΠΕ, 88)
Κλασική φιλολογία Μπούρας Ν.Γ.: Αριστοφάνης και Αθήνα (Λ. Ζενάκος, Βήμα, 21/9) Παπαδίτσας Δ.Π. - Λαδιά Ε.: Ομηρικοί Ύμνοι (ΛΑ, ΠΕ, 88)
Ποίηση Αστρινάκη Ε.: Εργοστάσια οδύνης (ΘΥ, ΕΙ, 17/9) Κοντός Γ.: Ανωνύμου μοναχού (Ε. Χουζούρη, ΠΗ, 5/9) Λεντζής Δ.: Λόγος ζωγραφισμένος δια χειρός (Α. Παπάϊωάνου, ΔΙ, 150) Μιχαήλ Μ.: Αγχιβασία (ΘΠ, ΕΣ, 564) Ραυτόπουλος Λ.: Νεκρή ζώνη (ΘΠ, ΕΣ, 565) Ταχτσής Κ.: «Καφενείο το Βυζάντιο» και άλλα ποιήματα (ΒΧ, ΠΗ, 5/9) Λάιτσν I.: Εδώ αγάπησε φλέγόμενη η Σαπφώ (Γ.Κ. Καραβασίλης, ΔΙ, 150) Νορβηγοί ποιητές 1900-1985 (ΓΜ, ΠΗ, 12/9) Πέννα Σ.: Λίγος πυρετός (ΔΑ, ΠΗ, 12/9)
Πεζογραφία Αλεξάκης Β.: 1) Τα κορίτσια του Σίτυ Μπουμπ-Μπουμ 2) Έλεγχος ταυτότητας (ΚΣ, ΝΕ, 20/9) Βαμβουνάκη Μ.: Ο αντίπαλος Εραστής (ΚΣ, ΝΕ, 13/9), (ΚΝ, ΚΑ, 11/9) Δαράκη Ζ.: Μάρθα Σόλγκερ (ΚΣ, ΝΕ, 20/9) Δρακονταειδής Φ.: Η διπλωματούχος του πιάνου (ΚΣ, ΝΕ, 13/9) Ζακόπουλος Ν.: Ώ ρα πλην δύο (ΑΦ, ΑΚ, 20/9) Ζαρόκωστα Κ.: Το Λεκαντώ (ΔΑ, ΠΗ, 5/9) Ιωάννου Γ.: Η πρωτεύουσα των προσφύγων (Θ. Παπαλιβεί ρίου-Φήμη, ΜΑΖΙ, 25) Καλαμβρέζος Δ.: Η μηχανή σταμάτησε (ΔΑ, ΠΗ, 5/9) Καραπάνου Μ.: Ο υπνοβάτης (ΚΣ, ΝΕ, 20/9) Κάσδαγλης Ν.: Η Νευρή (ΚΣ, ΝΕ, 20/9) Κασόλας Μ.: Το σάπιο νερό (Τ. Μενδράκος, ΠΗ, 5/9), (ΣΤ, ΕΛ, 18/9)
Κρανάκη Μ.: Το τσίρκο (ΚΣ, ΝΕ, 13/9) Λάμπρου Π.: Έρωτας στη Σελήνη (Γ. Γιάνναρης, Εξόρμηση, 21/9) Μακρής Γ.Β.: Γραπτά (ΧΝ, ΑΝ, 12/9) Μεγάλου-Σεφεριάδου Λ.: Το ξένο σώμα (ΒΧ, ΠΗ, 12/9) Μήτσορα Μ.: Η περίληψη του κόσμου (ΒΧ, ΠΗ, 19/9) Παπαδογιάννης Μ.: Γύρω από την Κρήτη και τον κόσμο της (Χ.Λ, Μακεδονία, 12/9) Παπακυριάκης Γ.: Ο τυφλός Ταξιδιώτης (ΚΣ, ΝΕ, 20/9) Πράσινος Λ.: Ο Σομάλης (ΚΣ, ΝΕ, 13/9) Ραπτόπουλος Β.: Τα τζιτζίκια (Κ. Χουρμουζιάδης, ΑΝ, 326) Σαράντη Γ.: Επιστροφή (ΚΣ, ΝΕ, 13/9) Σκαρτσής Σ.: Το δημοτικό τραγούδι, τ. α' (ΘΥ, ΕΙ, 10/9) Σφυρίδης Π.: Τίμημα χωρίς αντίκρισμα (ΚΣ, ΝΕ, 13/9) Χατζιδάκι Ν.: Ιβίσκοι, Νάρκισσοι (ΚΣ, ΝΕ, 20/9) Alfrou S.M.: Η εξαφάνιση του μπαμπά (ΠΚ, ΤΑ, 4/9), (ΧΝ, ΑΝ, 326) Αραγκόν Λ.: Οι καλές συνοικίες (ΠΚ, ΤΑ, 4/9) Ερμαρί-Βιέιγ Κ.: Ο Μεγάλος Βεζύρης της νύχτας (ΧΝ, ΑΝ, 326) (ΠΚ, ΤΑ, 4/9) Κένεντυ Ο.: Γκάνγκστερ (ΠΚ, ΤΑ, 4/9) Κούντερα Μ.: Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι (X. Λουκάκου, ΜΙΑ, 17/9) Le Clezio J.M. G.: Ο γυρευτής του χρυσού (ΠΚ, ΤΑ, 4/9) Μαν Τ.: Μπούντεμπρουκ (ΔΑ, ΠΗ, 12/9) Μπακ Π.: Το ψωμί των ανθρώπων (ΚΤ, Ε θ , 14/9) Σάμπατο Ε.: Περί ηρώων και τάφων (ΕΑ, ΕΛ, 11/9) Σιλίτοου Α.: Σάββατο βράδυ-Κυριακή πρωί (ΤΣ, ΠΗ, 19/9) Σταντάλ: Ιταλικά χρονικά. Α ' τομ. (ΘΥ, ΕΙ, 10/9) Τόντοβεντς Β.: Η ζωή στον παλιό ρωμαϊκό δρόμο (ΔΑ, ΠΗ, 19/9) Τριολέ Ε.: Χίλιοι θρήνοι (Κ. Κριτσάνης, ΑΥ, 14/9) Φερναντέζ Ν.: Εγώ ο Πιερ Πάολο στα χέρια του αγγέλου (Θ. Ψαλιδόπουλος, ΔΙ, 150), (Γ. Κακουλίδης, Εξόρμηση, 21/9)
Μελέτες Γιάνναρης Γ.: Οι Έλληνες μετανάστες και το Ελληνοαμερικανικό μυθιστόρημα (..1. Παπανάγνου, ΠΗ, 5/9) Πικραμένου Βάρφη Δ.: Θανάσης Πετσάλης Διομήδης (ΣΤ, ΕΛ, 18/9) Σέρρας Δ.: Ντίνος Κονόμος (ΔΝ, ΑΝ, 326) (ΔΑ, ΠΗ, 5/9) Τέχνη - Τριάντα χρόνια (ΚΣ, ΝΕ, 6/9) Ροντάρι Τ.: Η γραμματική της φαντασίας (Κατερίνα Ζ, Σταυ ροδρόμι, 1)
Δοκίμια Αλιβιζάτος Ν.: Κράτος και ραδιοτηλεόραση (Σ. Παπασπηλιόπουλος, ΟΤ, 11/9) Καργάκος Σ.: Το πλοίο των τρελών. Η άγονη γραμμή (ΔΑ, ΠΗ, 5/9) Σταύρου Α.: Πλίνθοι και Κέραμοι (ΔΑ, ΠΗ, 12/9) Χατζηβασίλης Β.: Σχέσεις Ελλαδιτών και Κυπρίων (ΔΑ, ΠΗ, 19/9) Αρόν Ρ.: Τα τελευταία χρόνια του αιώνα (ΠΑ, ΟΤ, 11/9) Καίσλερ Α.: Ο λωτός και το ρομπότ (ΛΑ, ΠΕ, 88) Σμωλ Κ.: Μουσική-κοινωνία-παιδεία (ΛΑ, ΠΕ, 88)
θεατρική έργα Καρράς Σ.: θέατρο Α ' (ΣΤ, ΕΛ, 18/9)
Παιδικά Βαλάσης Δ.: Μια περιπέτεια χωρίς τέλος (Β. Αγγελοπούλου, ΔΙ, 150) Συλλογή: Διαβάζουμε και χρωματίζουμε (ΘΥ, ΕΙ, 17/9)
Ιστορία Αθανασόπουλος Β.: Η ιεροτελεστία της Επανάστασης (ΣΤ, ΕΛ, 18/9)
80 /μικρες
αγγελίες
μικρές αγγελίες
ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ την επιμέλεια έκδοσης των βιβλίων σας. Εγγύηση για σας, η δεκαε τής πείρα μας στις εκδόσεις βι βλίων, εφημερίδων, περιοδι κών και κάθε είδους εντύπων. Ευσυνείδητη εργασία, γρήγορη παράδοση, λογικές τιμές. Τηλ.: 88.10.558 (5-9 μ.μ.)
ΚΛΑΣΙΚΗΣ κιθάρας μαθήμα τα πραδίδονται Τηλ.: 69.12.372
ΑΓΓΛΙΚΑ κατ’ οίκον από αγ γλόφωνη καθηγήτρια, πτυχιούχο φιλολογίας, πεπειραμένη, Β.Α. Hons. Τηλ. 15 18.794.
Αντωνίου Ν.: Αφνείος Κόρινθος (Σ.Σ, ΑΥ, 7/9) Γιαννακόπουλος Κ.: Βυζάντιο και δύση (ΚΤ, ΕΘ, 7/9) Δετοράκης Θ.: Ιστορία της Κρήτης (ΣΤ, ΕΛ, 18/9) Κολιού Ν.: Άγνωστες πτυχές κατοχής και Αντίστασης 19411944 (ΣΤ, ΕΛ, 4/9) Κραντονέλλη Α.: Ιστορία της πειρατείας στους πρώτους χρό νους της τουρκοκρατίας (Α. Κουμαριανού, ΟΤ, 18/9) Μιχαλόπουλος Δ.: Σχέσεις Ελλάδας και Αλβανίας 1923-1928 (ΠΑ, ΟΤ, 18) Οικονομίδης Φ.: Οι προστάτες (ΔΑ, ΠΗ, 12/9) Πιζάνιας Π.: Μισθοί και εισοδήματα στην Ελλάδα (1842-1923) (Δ.Ι. Λοίζος, ΔΙ, 150) Κορτές Φ.: Η κατάκτηση του Μεξικού (ΔΑ, ΠΗ, 19/2) Λας Κάζας Β.: Σύντομη ανασκόπηση της καταστροφής των Ιν διών (ΛΑ, ΠΕ, 88) Μπεναρόγια Α.: Πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλετα ριάτου (ΔΑ, ΠΗ, 19/9) Τάλμποτ-Ράις Τ.: Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των βυζαντι νών (Σ.Σ, ΑΥ, 21/9)
Μαρτυρίες Βογάσαρης Α.: Πωλ Νορ (ΒΠ, ΔΙ, 150) Δάλκου Γ.: Κ.Γ. Καρυωτάκης (ΧΝ, ΑΝ, 326) (ΔΑ, ΠΗ, 5/9) Κανελλόπουλος Π.: Η ζωή μου (Ε.Ν. Μόσχος, ΚΑ, 18/9) Καψάλης Γ.: Μαρίνος Αντύπας (ΔΑ, ΠΗ, 12/9) Κεπέσης Ν.: Θυμάμαι (Γ.Μ, ΠΗ, 12/9) Κλάρας Μ.: Η περιπέτεια ενός ανθρώπου του 20ου αιώνα (ΣΤ, ΕΛ, 4/9) Κουρτιάν Α.: Φράγμα σιωπής (ΜΠ, ΝΕ, 20/9), (ΠΚ, ΤΑ, 4/9) Πετσάλης-Διομήδης Θ.: Διαφάνειες (ΧΝ, ΑΝ, 326) Σανουδάκης Α.: Αντάρτικες στράτες (ΣΤ, ΕΛ, 4/9) Σεφέρης Γ. Μέρες ΣΤ' (Φ. Κακριδής, Βήμα, 7/9) Κλάιβ Ν.: Εμπειρία στην Ελλάδα (ΣΤ, ΕΛ, 4/9) Τέρνερ Ν.: Κυριάκος (ΣΤ, ΕΛ, 4/9)
Ταξιδιωτικά Διακοπές. Τουριστικός οδηγός Ελλάδας (Ν. Στερεό, ΟΤ, 4/9) Ζερβονικολάκης Ν.: Δώδεκα κείμενα στην άμμο (ΚΣ, ΝΕ, 20/
9) Περιοδικές εκδόσεις
ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ γερμανικών με πείρα, απόφοιτος γερμανικού πανεπιστημίου, παραδίδει μα θήματα. Τηλ.: 41.33.831 45.34.821
Η Θεσσαλονίκη. Τόμ. Α ' (ΚΣ, ΝΕ, 6/9)
ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ ΤΡΙΑΡΙ ορόφου ζητώ στον Πειραιά για να στεγαστώ. Νοί κια μπροστά. Τηλ. 36.42.789 ί πρωινά).
Κάθε λέξη στις μικρές αγγελίες στοιχίζει 20 δραχμές
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Α' περίοδος 1964-1967, τ. 1-7 Β ' περίοδος 1976-1986, τ. 8-46
Περιοδικό φιλολογικού και εκπαιδευτικού προβληματισμού
Α Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Ε Δ Ρ Ο Σ Γ. Γενναδίου 3 - τηλ. 36.02.007
Α λ έ ξ α ν δ ρ ο ς Κ ο τ ζ ιά ς Δοκιμιακά καί άλλα
Λ Ο Κ ΙΜ ΙΑ Κ Α Κ Α Γ ^ ^ Κ ΡΙΤΙΚ Α
ΚΕΙΜΕΝΑ Γ
Ο τρίτος τόμος με κριτικά κείμενα, που εξετάζει το έργο 43 δοκιμιογράφων και πεζογράφων, όπως οι: Γ. Θεοτοκάς, Π. Καννελλόπουλρς, Δ. Καπετανάκης, Δ. Ν. Μαρωνίτης, Δ. Νικολαρείζης, I. Κ. Παπατσώνης, Μάριος Πλωρίτης, Π. Πρεβελάκης, Γ. Σεφέρης κ.ά.
| m
Μ ήτσ ο ς Α λ εξα ν δ ρ ό π ο ν λ ο ς Η
ΕΝΑΤΗ ΠΛΗΓΗ
Δώδεκα ιστορίες, που μέσα από πολλές διαφορές στα θέματά τους, τόνο, τόπο και χρόνο, καταλήγουν στο κοινό τους πρόβλημα: Ο κύκλοε της καλλιτεχνικής δημιουργίας, έμφυτη διάθεση, η αναζήτηση, η πρακτική προσπάθεια με την ψυχική ικανοποίηση και το πολλαπλό μαρτύριο - του Λνναριού τα Πάθη, όπως είναι ο τίτλος του τελευταίου διηγήματος.
Μ ίκ η ς Θ εο δ ω ρ ά κ η ς
μικιιε
ΘΒΛ*ΟΒ\ΚΗΣ CHΔΡΟΜΟΙ
ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟ*
ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ TOV ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ Η πορεία του Μίκη προς τη Μουσική. Μια συναρπαστική κατάδυση στο χρόνο και στις μνήμες του. Παιδικά χρόνια, εφηβεία, Κατοχή. Γεγονότα και συναισθήματα που τον συγκλόνισαν και τον διαμόρφωσαν σ’ αυτό που είναι σήμερα στον κόσμο της Μουσικής.
Ζ α ν -Π ιε ρ Σ α ν ζ έ JEAN-PIERRE CHANGEIJX 0 ΝΕΥΡΩΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
0 ΝΕΥΡΩΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΙ Ποιός είναι ο ρόλος των νευρώνων στη λειτουργία του εγκεφάλου; Πού έχουν φτάσει οι γνώσεις μας για το νευρικό σύστημα του εγκεφάλου; Απάντηση επιστημονική μας δίνει ο Σανζέ στον Νευρωνιχό Άνθρωπο, με μια γλώσσα γλαφυρή και κατανοητή και από τους μη ειδικούς.
Παύλος Λάμπρος
Έρωτας στη Σελήνη
Εκδόσεις «Δ ω δώ νη»
Σύμψωναχμε τη θεω ρία του διαστελλόμενου και του συστελλόμενου Σύμπαντος (Big Bang), 'όλο το Σόμ πα ν, όλη η ύλη που βλέπουμε γύρω μας, οι γαλαξίες, τα άστρα και οι πλανήτες τους, θα σ υρρικνω θούν μέχρι το απόλυτο μηδέν. Α πό την ίδια τη δομή της ύλης εξυπακούεται κάτι τέτοιο δεδομένου ότι. το ένα ηλεκτρόνιο απέχει απ ό το άλλο 50.000 φορές τη διάμετρό του και το ίδιο συμβαίνει αναλογικά και με τη δομή του, τα κουώ ρκς και τα γλυόνια τους, π .χ. κ.ο.κ. Ή δ η απ ό το 1968 αποδείχθηκε πω ς η συρρίκνωση αυτή θα φθάσει μέχρι το αδιά σ τατο και άχρονο μαθηματικό σημείο. Α υτό δεν είναι αδιανόητο για τί ήδη υπάρχουν οι μαύρες τρύ πες του χά ους που αποτελούν τρομακτική πύκνωση της ύλης. Α π ό άλλη, πά λι, άποψ η η ύλη υ π οδιαιρ είτα ι α δ ιά κ ο π α , ο απειροστικός όμως λογισμός διδάσκει πω ς όταν κάτι συνεχώς υ π οδιαιρ είτα ι καταλήγει στο μηδένισμά του. Επομένω ς, κάποτε όλη η συμαντική μάζα θα καταλήξει σε ένα αδιά σ τατο και άχρονο μαθη ματικό σημείο, κάτι απόλυτα λογικό για τί μονάχα στην α νυπ α ρ ξία πρυτανεύει η τελειότητα. Πώς, όμως, θα συσταθεί αυτή η α νυπ α ρ ξία αν δεν ανταγω νισ θεί δ ια λεκτικά με το αντίθετό της, που να ι η ύπαρξη (της ύλης, του κόσμου μας); Ε ξαιτία ς αυτού του διαλεκτικού μηχανισμού, που αποτελεί μια αγω νιώ δη υπαρξιακή στροφορμή του κενού, γεννιέται το πρώ το ανθυπομικροσ ω μ ατίδιο της μικροφυσικής. Η ολοκληρωτική, όμως, συμπαντική επανασυστολή συναντά πολλά εμπόδια. Οι δυο νουβέλες αυτού του βιβλίου κάνουν τις πρώ τες νύξεις πά νω σ' αυ τά τα θέματα και η πλοκή του μύθου τους δεν είναι τίποτε άλλο πα ρ ά η δυναμική α ν τί δραση τω ν ηρώων μετά τόν κλονισμό που υπέστησαν απ ό την πλατύτερη διάδοση τω ν σύγχρονω ν αυτώ ν επιστημονικώ ν ανακαλύψεω ν.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΩΔΩΝΗ» Ασκληπιού 3