Τεύχος 170

Page 1

ο γ ρ α φ ια

ΑΡΙΘ. 170 · 1.7.87 · ΔΡΧ. 250 8


Υπεραγορά βιβλίου σ τ ο ν π ε ι ρ α ι α Για Πρώτη Φορά στην Ελλάδα 50 χιλιάδες τίτλοι βιβλίων σε 5 ορόφους Για καλό και φθηνό βιβλίο

ισ ό γ ε ι ο Κ ο λ ο κ ο τ ρ ώ ν η

η μ ιό ρ ο φ ο ς Κ ολοκοτρώ νη

ελληνική και ξένη λογοτεχνία πα ιδικά - παιδαγω γικ ά βιβλία ισ ό γ ειο Ν ο τα ρ ά

ναυτικά - κομπιοΰτερς - αρχιτεκτονικά - ηλεκτρονικά - κλπ. τεχνικά βιβλία η μ ιό ρ ο φ ο ς Ν ο τα ρ ά

1ος όρ ο φ ο ς Ν οτα ρά

νέες εκδόσεις - γυν. θέματα - λευκώματα περιοδικά

ιστορία - πολιτική - φιλοσοφία κοινωνιολογία - ψυχολογία - ποίηση μελέτες

I. Μποστάνογλου & ΣΙΑ Ο.Ε. 1) Σωτήρος 13, τηλ. 41.71.330 2) Κολοκοτρώνη 92, τηλ. 41.12.2 ίδ 3) Νοταρά 75, τηλ. 41.12.258

Μ ΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛΙΑ - ΠΕΙΡΑΙΑΣ Μ ΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛΙΑ - ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΜΙΊ

ΜΕ ΕΥΚΟΑΙΕΣ ΠΑΗΡΩΜΗΣ

Εγκυκλοπαίδειες μισοτιμής

>

ΠΕΙΡΑΙΑΣ

ΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛΙΑ - ΠΕΙΡΑΙΑΣ Μ ΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛΙΑ - ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΜΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛΙΑ - ΠΕΙΡΑ

ΙΑΣ Μ ΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛΙΑ - ΠΕΙΡΑΙΑΣ Μ ΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ ΒΙΒΛ

νΐΣΟ υίΛ Ι IV IV d l3 U ~ V IV aiB AOVJONV-LIOUIAI ZVIVdIB U ~ VIVBIBl


ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΠΩΝ ΜΟΥ

(ΠΑΙΖΩ ΚΑΙ ΜΑΘΑΙΝΩ)

%wtmA mm

ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ ΑΝΝΑ ΑΓΓΟΥΡΑ-ΒΛΟΓΙΑΝΝΙΤΗ Εικονογράφηση: ΣΤΑΘΗΣΑΝΘΗΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ

m Tlt

ΔΙΑΚΡ7ΓΕΖ

Δώστε την ευκαιρία στο παιδί σας να παίξει αλλά και να μην ξεχύσει αυτά που μ ε τόσο κόπο έμαθε.

(Ά ε ζ η φ ρ ο ν ίώ α ζ ω ν

ixSdecov

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ ΤΗΛ. 3603234 & 3601331


ΟΙ ΕΚΔΟΤΙΚΕΣ ΕΚΠΛΗΞΕΙΣ Φίλοι αναγνώστες. Το βιβλίο, (πην χώρα μας, περνά κρίση. Οι Έλληνες, διαπιστώνουν οι στατιστικές, δεν διαβάζουν. I Ιού οφείλεται αυτό; Η αλήθεια είναι πως λόγοι υπάρχουν αρκετοί. Τον κυριόιερο, όμως, (ποιχειοθετεί το ότι αντιμετωπίζουμε το βιβλίο όπως και κάθε άλλο καταναλωτικό ιροϊόν. Απόδειξη η υπερβολική εκ­ δοτική δραστηριότητα μόνον κατά τις ημέρες των εορτών. «Χαρίστε ένα βιβλίο»... 'Οχι - διαβάστε ένα βιβλίο! Ας μην βλέπουμε το ύψκπο προϊόν πολιτισμού - τι άλλο μαςαπέμεινε αλήθεια; - σαν μια εύκολη λύπη για δώρο. Τ ο βιβλίο είναι σύν­ τροφος και πνευματικός σιυλοβάτης. Λς μη του ουμπεριφερόμαιπε

οαν διακοομητικό - το βιβλίο πρέιίει να διαβάζεται, πρέπει να διαδί­ δεται, πρέπει να γίνει κτήμα μας. Βιβλία, ναι - αλλά βιβλία κάθε η­

ΔΥΟ ΒΙΒΛΙΑ TOY ΚΩΣΤΗ ΙΊΑΓΙΑΠΩΡΓΗ

μέρα του χρόνου. Εμείς, οι ΡΟΕΣ, θα το τολμήσου­ με. Τ ο βιβλίο - ένα καλό βιβλίο ■δεν έχει τίποτε να φοβηθεί από τον μήνα της έκδοσής του. Κάθε μήνα βιβλία. Κάθε εποχή του έτους - και όχι μόνον τις γιορτές - οι ΡΟΕΣ θα βρίσκονται κοντά στους αναγνώ­ στες'μ ε ό,τι καλύτερο οταχυολογούν και επισημαίνουν από τον ε­ ξωτερικό και ημεδαπό πνευματικό πλούτο - με την ελπίδα να είναι αυ­ τό που εμείς εκδίδουμε εκείνο που εσείς θα διαλέγατε. Γιατί το βιβλίο είναι χρήσιμο, εί­ ναι αναγκαίο, ο’ όλη την διάρκεια « ίυ ΧΡ<',ν<,υ·

Καλό Καλοκαίρι!

ΟΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΗΝΑ: ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΤΟΥ ΜΗΝΑ I. Κ. Γ,Ι.Υ.ΥΕ.Ι: Η Ανοη και ο Ιμήικ. Κάψας. ΣΥΓΧΡΟΝΗΣΚΕΨΗ /. II. (ΛΙΙΟΜΙΠΙ: lloH.mii ιοι· οι,ψαιικ ‘1 X. ΔΗΜΟΥ: Mini w\ Μαμξ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ /. /. ΚΑΧΤΛΡΕ: //««κ, „Ι„Ι„ ιφ Χ,ο,,οη m. 'J. Κ ΧΕΜΙΧίνΥΕΐΟΚιμιανιψΕΊιφ. II.7 ΣΑΛΙΧ: Εηιιιψιφήιηη Ιη. ΠΡΟΤΑ­ ΣΕΙΣ / Mil. I I 11 /Ϊ.7Ύ.ΙΚ. Ιιιιιψία ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ I. Κ. lH.l V.li7 U/Ii. Ιιπιψίιν ΥικρΙΙοΙ,μ ·> I ΙΊΙΣΟΥ: Eiunfiuyij ιπη Μοναξιά .1. J. ΚΑΛΑΙΙΙΈΖΟΣ: Ενα ΙΙφιιπαιικο ιπα Χ/χίνια /#/«, Ληψ\ιαν. I. II. ΛΟΙΌΟΕΙΉΣ: Η Ιηιιίκα ιιμ ///.«)ικ ΔΟΚΙΜΙΑ Κ. ΙΙΑΙΙΛΙΊΩΙΊ Η: ΙΙιρίΜΜφ. Κ. II ΜΙ 1/717/77/. ΣιαμαίαmuΕιψοΙΙαΙι/. ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΕΛΛΑΔΑΣΕΚΙΊΣΗ. Ί ιόμοι. ΙΙίκΙίο<>//. ΟΙ ΕΙΙΙΣΙΊΙΜΕΣ ΣΙΙΜΕΙΆ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ II ΧύϊιιμιΟ: ΕοIWiAivoΚι\ί. Από τις εκδοοης SPICK ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΙΑΚΚΥVI ΕΥ·ΟΚοομονΔιικιι·lit*. (ΕψήΙΙηκι·οαν ιο mi \ιΊ ι [ηι μνΙΙιοιομημα ιιμ χρονιάνμι ια βμαβιία HI 1.0mu MM 1.1/. MilΉMl. 1HKIKCOCK: ΟΑιώνιον ΙΙρομα\ον. ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΓΝΩΣΗ/Mi 7. CAM>: IIliilkmmi!/« an· Botfa.

Η απολογητική της μέθης από τον Ό μ η ρ ο ως τον Λόουρυ.

Ρ Ο Ε Σ ΔΟΚΙΜΙΑ

Δοκίμια και αντιδοκίμια.

ΕΝΑΣ ΝΕΟΣ ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ

Ένα βιβλίο ούτε υπέρ ούτε κατά του Μαρξ. Ένα βιβλίο «μετά»...

ΚΟΙΤΗΣ

ΠΑΠΑΠΩΡΓΗΣ Σ ΙΑ Μ Α ΙΑ Κ ΑΙ ΕΤ Ε Ρ Ο Θ Α Λ Η

l l j j m

i

Ό σ ο ι ανα γνώ στες επ ιθυμ ούν να έχου ν μια πληρέστερη ενημέρω ση για τις εκδόσεις μας, μ π ο ρ ο ύ ν να μας τη λεφ ω νή σουν ή να μας γ ρ ά ψ ο υ ν για να του ς σταλεί ο γ ενικός κατάλογος


TOY

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ

ΤΕΣΣΕΡΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΠΟΥ Η ΠΡΟ ΣΦ Α ΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΑΜΕΡΙΚΗ ΕΓΙΝΕ ΔΕΚΤ Η ΜΕ ΕΝΘΟΥΣΙΑΣΜΟ

ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΑΥΡΙΟ ΘΑ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙ’ ΑΥΤΟΥΣ

συναισθήματα και προγράφειτην Τέχνη. καιρός για πόλεμο. Ο

ί Η ϊ ?2

U im fi

<πην Τεχνητή Νοημο-

Ένας έρωτας κάτω από την σκιά της απει­ λής. Μια πολιτική ίντριγκα που εξυφαίνεπαι γύρω από ένα Ημερολόγιο. Μια έκθεση για τον παραλογιομό της εξου-

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΒΙΒΛΙΟΡΟΕΣ Ιπποκράτους 59 Τ.Κ. 10680 ΤΗΛ.: 36.06.922-36.06.828


Συμπληρώστε τή σειρά των αφιερωμάτων του

ΔΙΑΒΑΖΩ Αντίσταση και Λογοτεχνία (No 58) Λατινοαμερικανική λογοτεχνία (No 59) Ονορέ Άε Μπαλζάκ (No 60) Δημήτρης Γληνός (No 61) Τζέιμς Τζόυς (No 62) Κώστας Χατζηαργύρης (No 63) Η γενιά των μπήτνικ (No 64) Οι επίγονοι του Φρόυντ (No 65) Ζαν Ζενέ (No 66) Επιθεώρηση Τέχνης (No 67) Άγιον Όρος (No 68) Νέοι λογοτέχνες (No 69) Γερμανόφωνο θέατρο (No 70) Σημειωτική (No 71) Αριστοφάνης (No 72) Ζακ Πρεβέρ (No 73) Μικρασιατικός ελληνισμός (No 74) Λογοτεχνία και κινηματογράφος (No 75) Ιταλική λογοτεχνία (No 76) Μαρκήσιος ντε Σαντ (No 77) Κ.Π. Καβάφης (No 78) Χ.Λ. Μπόρχες (No 79) Μίλαν Κούντερα (No 80) Μαργκερίτ Γιουρσενάρ (No 81) Αδαμάντιος Κοραής (No 82) Καρλ Μαρξ (No 83) Σύγχρονα ολλανδικά γράμματα (No 84) Μπορίς Βίαν (No 85) Αστυνομική λογοτεχνία (No 86) Νέοι λογοτέχνες (No 87) Κώστας Βάρναλης (No 88) Νεοελληνικό θέατρο (No 89) Τόμας Μαν (No 90) Φρειδερίκος Νίτσε (No 91) Κωνσταντίνος θεοτόκης (No 92) Ρολάν Μπαρτ (No 93) Παιδικό βιβλίο (No 94) Ναπολέων Λαπαθιώτης (No 95) Εμμανουήλ Ροίδης (No 96) Εμίλ Ζολά (No 97) Σταντάλ (No 98) Βιβλίο και φυλακή (No 99) Λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα (No 100) Μακρυγιάννης (No 101) Λουκιανός (No 102) Ντιντερό (No 103) ' Τέλλος Άγρας (No 104) Ιούλιος Βερν (No 105) Θεόφιλος Καΐρης (No 106) Αρχαία λυρική ποίηση (No 107) Περό. Γκριμ. Άντερσεν (No 108) Έρμαν Έσσε (No 109) Αλμπέρ Καμύ (No 110) Βίκτωρ Ουγκό (No 111) Έντγκαρ Άλαν Πόε (No 112)

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Φώτης Κόντογλου (No 113) Φιλανδικά γράμματα (No 114) Σάμουελ Μπέκετ (No 115) Κοσμάς Πολίτης (No 116) Το δοκίμιο (No 117) Αλέξανδρος Πάλλης (No 118) Κοινωνιολογία (No 119) Ελληνικός Υπερρεαλισμός (No 120) Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι (No 121) Ευγένιος Ιονέσκο (No 122) Κυπριακά γράμματα (No 123) Το χιούμορ (No 124) Μισέλ Φουκώ (No 125) Ζακ Λακάν (No 126) Ζαν-Πωλ Σαρτρ (No 127) Θεσσαλονίκη (No 128) Βυζάντιο (No 129) Ελληνικό παραμύθι (No 130) Ντοστογιέφσκι (No 131) Ντ. X. Λώρενς (No 132) Τ.Σ. Έλιοτ (No 133) Μαργκερίτ Ντυράς (No 134) Αριστοτέλης (No 135) Σιμόν ντε Μπωβουάρ (No 136) Γιώργος Θεοτοκάς (No 137) Φ.Σ. Φιτζέραλντ (No 138) Τένεση Ουίλιαμς (No 139) Ανδρέας Κάλβος (No 140) Φουτουρισμός (No 141) Γιώργος Σεφέρης (No 142) Γκυστάβ Φλωμπέρ (No 143) Γλωσσολογία (No 144) Ουμπέρτο Έκο (No 145) Βιβλίο και στρατός (No 146) Αλέξανδρος Δουμάς (No 147) Βιβλία για το καλοκαίρι (No 148) Άγκαθα Κρίση (No 149) Φρόυντ (No 150) Αντονέν Αρτώ (No 151) Όσκαρ Ουάιλντ (No 152) Βιρτζίνια Γουλφ (No 153) Γ.Β. Γκαίτε (No 154) Αυτοβιογραφία (No 155) Μετάφραση (No 156) Κώστας Καρυωτάκης (No 157) Κλωντ Λεβί-Στρως (No 158) Έρνεστ Χεμινγουέη (No 159) Ζαν Κοκτιίι (No 160) Μάρτιν Χάιντεγκερ (No 161) Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ (No 162) Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία (No 163) Σύγχρονοι Αγγλόφωνοι Φιλέλληνες (No 164) Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (No 165) Παναγής Λεκατσά: (No 166) Αίσωπος (No 167) Λουί Λοαγκόν (No 168) Αντόν Τσέχωφ (No 169)


ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ Τό τρίτο στεφάνι ' \

%*,

44 Δέ μπορώ, όχι, δέ μπορι Τί πληγή ειν’ αυτή πού μ άμαρτίες έχω κάνει γιά νά ρά; "Ως πότε θά τήν εχω ) πότε θάμαι υποχρεωμένη πω τή μούρη της, ν’ άκοΓ Δέ θά βρεθεί επιτέλους νός νά τήν πάρει, ν’ άπο μα τής φύσεως, πού μ’ I ! μ’ εκδικηθεί - πού χαμ εκείνοι πού δέν μ’ άφησ

πια!... μου; Τί όο

V

100 0 ΧΙΛΙΑΔΑ Εξάντας

σκλη-

χου; "Ως νά βλέ>ς πότε; αιστια’^κτρω; γιά νά | δουν τη!...

*



ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81

Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765

Τεύχος 170 1 Ιουλίου 1987 Τιμή: Αρχ. 250

ΠΕΡΙΕΧΟ Μ ΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Νένη Ευθυμιάδη, Βασίλης και Ευγενία Λαδά ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Ο «Φυσικός Κόσμος» στα... θρανία. (Γράφει η Αλί­ κη Παλιοδήμου)

8 9 11

Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Ηρακλής Παπαλέξης, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη, Κατερίνα Γρυπονησιώτου Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάξ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Στέρ. Φασουλάκης: Η Αλληλογραφία ως Ιστορική Πηγή Σιμόν Λεκαντρέί Λογοτεχνική Αλληλογραφία Αλαίν Παζ: Η κυκλική επικοινωνία Αμελί Σβάιγκερ: Ο επιστολικός χώρος: Ο Φλωμπέρ και η τοποθέ­ τηση του καλλιτέχνη Ζακ Μπρενγκ: Η Ερωτική Αλληλογραφία και το Ιερό Μισέλ Ραμόν: Η επιστολή ή ο παράφορος δεσμός Γεράσιμος Ζώρας: Η Αλληλογραφία του Κωστή Παλαμά Ανριέτ Μπεσίς: Το γράμμα στη Ζωγραφική Βιβλιογραφία νεοελληνικής Αλληλογραφίας

14 16 20 25 32 41 49 52 54

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφει ο Βαγγέλης Κάσσος ΠΑΙΔΙΚΑ: Γράφει ο Μάνος Κοντολέων ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ο Αντώνης Κάλφας ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει η Άλκηστις Σουλογιάννη ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Δ.Ι. Λοΐζος ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφουν οι Αντώνης Κάλφας και

55 56 58 60 62

Χρίστος Παπαγεωργίου

57

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

63

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

70


4 ■

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟ Υ Β ΙΒ Λ ΙΟ Υ ·

Α π ό 21 Μ α ΐο υ έ ω ς 2 Ιο υ ν ίο υ 198 7

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότέρα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα μ ε τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπ έντε βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο μ ε τις μ εγαλύτερ ες πωλήσεις σημειώ νεται μ ε τρ εις ά στερίσκους (**), το αμέσως μ ετά μ ε δύο (,*) και το

Επειδή όμως είνα ι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο τουλάχισ τον βιβλιοπώλες. Οσο για το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είνα ι να συμβουλεύ εσ τε τις σελίδες της "Επιλογής'»,

Παράμετρος - Αθ.

Libro - Αθ.

Μεθενίτης - Αθ.

§

ο

Λέσχη του βιβλίου - Αθ.

Εστία - Αθ.

Ιανός - Θεσσ.

Κατώι του βιβλίου - Θεσσ.

Εξαρχόπουλος - Αθ.

Δωδώνη - Αθ.

Ενδοχώρα - Αθ.

I <

Ελευθερουδάκης - Αθ.

α> <

Δοκιμάκης - Ηράκλ.

ΒΙΒΛΙΑ

Αναγέννηση - Άργος

1. Π. Ζισκίντ: Το άρωμα (Ψυχογιός) 2. Το Σύνταγμα της Ελλάδος (Ποντίκι) 3. Β. Αλεξανδράκη - Β. Θεοδωρόπουλου - Ε. Λαγάκου Το Κυπριακό 1950-1974 (Ευρωεκδοτική)

4. Λ. Κύρκου: Ποια αριστερά; (Θεμέλιο)

_

I

"λ

5. Μ. Ρενώ: Η μάσκα του Απόλλωνα (Καλέντης) 6. Ε. Φακίνου: Η μεγάλη πράσινη (Καστανιώτης) 7. Γκ. Μαρκές: 0 έρωτας στα χρόνια της χολέρας (Ν. Σύνορα) 8. G. Streiff: Η δυναμική Γκορμπατσώιρ (Γιαλελής)

9. Α. Ταρκόφσκι: Σμιλεύοντας το χρόνο (Νεφέλη) Ι0. Χρ. Γιανναρά: Καταφύγιο ιδεών (Δόμος) 11. F. Billetdoux: Φυλάξου από τη γλύκα των πραγμάτων (Νεφέλη)

u ■ Μu _ u u

*

u

Στο βιβλιοπωλείο Libro το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Α. Τρουαγιά: Α. Τσέχωφ (Libro) Συνδρομές εσωτερικού

25 τευχών 5500 δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 5200 δρχ. 15 τευχών 3500 δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 3200 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 6500 δρχ.

Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ευρώπη: 75 δολ. Κύπρος: 67 δολ. Αμερική κλπ. 85 δολ.

Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 65 δολ. (ΗΠΑ) - Σπουδαστική 25 τευχών 61 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 45 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 43 δολ. Κύπρος 25 τευχών 57 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 54 δολ. Κύρπος 15 τευχών 39 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 37 δολ. Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική

25 τευχών 72 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 68 δολ. 15 τευχών 50 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 47 δολ.

Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου - Περιοδικό «Διαβάζω» Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Τηλ. 36.42.765

Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 500 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 250 δρχ., και τα διπλά 300 δρχ.


χρονικα/y

Μια συμπλήρωση για λόγους συνέπειας Αγαπητό «Διαβάζω». Το υπ’ αριθμόν 163 τεύχος σου που αφιερώνεται στο θέμα «Λο­ γοτεχνία και Ψυχανάλυση» περι­ λαμβάνει το άρθρο του Φρόυντ «Ο Συγγραφέας και η Φαντασία», σε δική μου μετάφραση. Στο υπ’ αριθμόν 10 σχόλιό μου ανέφερα τις δυσκολίες που συ­ νάντησα στην απόδοση των γλωσσοπλαστικών φροϋδικών όρων «Verlockunspramie» και «Vorlust». Ακόμη, ανέφερα πως η δυσκολία μεγεθυνόταν από το γεγονός της μη κάλυψης των όρων «από τη γερμανική λεξικο­ γραφία». Ορθότερο θα ήταν να είχε χρησιμοποιηθεί η έκφραση από την τρέχουσα γερμανική λεξικ ο­ γραφία. Ήδη ο Dr. Η. Hartung κα­ θηγητής του Πανεπιστημίου της Erlangen - Nurnberg, που με βοή­ θησε στο ειδικό πρόβλημα, ανεκάλυψε (δυστυχώς μετά την κυ­ κλοφορία του τεύχους) τους όρους στο ειδικό λεξικό ψυχια­ τρικής Quelle: «Worterbuch der Psychiatrie, medijinischen Psychologie» von Uwe Hedrich Peters. Verlag Urban und Schwarjenberg. Munchen - Wien - Baltimore 19Θ4. 3. erweiterte Anflage. Φυσικά, ακόμη και αν οι όροι είχαν σταλεί έγκαιρα, σε τίποτα δε θα επηρέαζαν τη δυσκολία της απόδοσης και την τελική δια­ μόρφωση.

Ωστόσο, δε θα ήθελα να κατηγορηθώ για σχολαστικισμό, με τη σημερινή προσθήκη στην τότε σημείωσή μου. Γνωρίζω πολύ κα­ λά πως το «Διαβάζω» τροφοδοτεί τις βιβλιοθήκες Ελληνιστικών Σπουδών σε όλα τα Πανεπιστή­ μια του εξωτερικού, επομένως, το ειδικών γνώσεων αναγνωστικό κοινό στους διεθνείς πανεπιστη­ μιακούς χώρους ίσως θεωρούσε σημαντική, (ή ίσως ασήμαντη) τη βιβλιογραφική μου παράλειψη. Νένη Ευθυμιάδη

Διευκρινήσεις για τη ζωη ενός ποιητή Κύριε Διευθυντά, Σας ευχαριστούμε θερμά που επιλέξατε την ποιητική συλλογή «Αστροβατεί» του παιδιού μας, Νίκου Β. Λαδά, για παρουσίαση από το έγκριτο περιοδικό σας. Μείναμε όμως κατάπληκτοι διαβάζοντας αντί για κριτική των ποιημάτων μια φανταστική περι­ γραφή του χαρακτήρα του παι­ διού μας, η οποία αμαυρώνει τη μνήμη του. Για την ποίησή του είναι δικαίωμα κάθε κριτικού να εκφέρει τη γνώμη του, αρνητική ή θετική, για το χαρακτήρα και τη ζωή του όμως δεν επιτρέπον­ ται εικασίες χωρίς στοιχεία. Φράσεις όπως «δεν μπόρεσε

να ενταχθεί στο σύνολο, να δε­ χτεί τον κόσμο γύρω του και το λαό μας που αγωνιζόταν να βρει διέξοδο από τα όποια δεινά του» ή «Ζούσε το υποτιθέμενο εσωτε­ ρικό του δράμα, ενώ το δράμα των νέων που πάλευαν για ένα καλύτερο αύριο του τόπου, δεν άγγιξε την ευαισθησία της μού­ σας του, αλλά έμεινε έξω από την εποχή του, πίσω από την ώρα τη μεγάλη», είναι απαράδεκτες. Δε θα χρησιμοποιήσουμε δικά μας επιχειρήματα αφού είμαστε γονείς του. Θα επικαλεστούμε το κείμενο του καθηγητή Πανεπι­ στημίου Ιωαννίνων κ. Φάνη Κακριδή με τίτλο «Κάθαρσις» - τα πανεπιστήμια, η δικτατορία και η μεταπολίτευση - στο οποίο προ­ τάσσεται το ποίημα του παιδιού μας: «Κύριε, γιατί μ’ αυτούς;» από τη συλλογή «Αστροβατεί», σελ. 45, και τις αρχικές φράσεις του κειμένου. «Η «Προσευχή» εί­ ναι του Νίκου Β. Λαδά, φοιτητή τότε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών· την έγραψε στις 30.11.73 λίγες μέρες μετά το Πολυτεχνείο. Με την αυ­ τοκτονία του ο ποιητής επισφρά­ γισε αργότερα (1979) την τίμια στάση του απέναντι σε όρους ζωής απαράδεκτους για την ευ­ αισθησία του. (Περιοδικό «Η Λέ­ ξη». Αφιέρωμα «Διανοούμενοι και Δικτατορία», τεύχος 63-64, Απρίλης-Μάης 1987). Κι ακόμα θα αφήσουμε να μιλήσει το ίδιο το παιδί μας μέσα από αποσπά­ σματα του ημερολογίου του (δη­ μοσιευμένα στα περιοδικά «Η Λέξη» και «Περίπλους»). 6-12-1973: Τα «Νοεμβριανά» μια πρόσφατη πληγή κοντά στις


10/χρονικα

άλλες «κακοφορμισμένες» πλη­ το Πανεπιστήμιο με αγωνία και γές της Ρωμιοσύνης. Νιώθω πε­ το μέλλον «άδηλον παντί πλην ει ρήφανος που αγωνίστηκα. τω θεώ». Διάδρομοι, αίθουσες Αναδρομικά: Στην ταράτσα της παντού Ασφάλεια με πολιτικά. Νομικής - Μάρτης - με χιλιάδες Αυτή η παρατεινόμενη «Μεγάλη άλλους. Ξαστεριά, συνθήματα... Παρασκευή» των Ελλήνων σμπα­ Ουρανός και ήλιος της χαράς, ραλιάζει τα νεύρα μου. Δημο­ όλα σαν από Ελύτη. Και γύρω σιεύτηκε πόρισμα των ανακρί­ αστυνομικοί, ασύρματοι, κλού­ σεων. Αίσχος. Πασκίζω να ζω έν­ βες - η γκρίζα παγωνιά του φό­ τονα κάθε στιγμή αυτής της κρί­ βου. Γιατί έτσι, Θεέ μου; σιμης περιόδου της Ελλάδας. 10- 12-1973: Ταραγμένη φοιτη­ 13-12-1973: Η Ελλάδα: μια καρ­ τική ατμόσφαιρα. Σε μερικές διά κατατρεγμένου εφήβου. σχολές αποχή. Φόβος υπό τον 6- 1-1974: Μαχαίρια οι αγωνι­ Παρθενώνα. Η άγρια ευχαρίστη­ στικές στιγμές γύρω στο Πολυτε­ ση να συζητάς «πολιτικά» μέσα χνείο και με βασανίζουν. στο λεωφορείο. 7- 2-1974: Όλα καλά - πλην 11- 12-1973: Αγωνία και φόβος μιας προειδοποίησης να προσέ­ για το αύριο. Θεέ μου, βοήθα χω την Ασφάλεια. τους Έλληνες φοιτητές. 21-4-1974: Εφτά χρόνια φασι­ 1212-1973: Πρωί σμού. φεύγεις Ως για πότε; Έγραψα λίγους

στίχους. 11-5-1974: Έξω από το Πανεπι­ στήμιο με σταμάτησε ο «ψηλός» της Ασφάλειας και μαζί μ’ έναν άλλο μου τρίξανε λίγο τα δόντια και μου ’καναν ένα μάθημα κοι­ νωνικής αγωγής. Ευχαριστούμε πολύ για τη φιλοξενία Βασίλης και Ευγενία Λαδά Η Κα Ελένη Χωρεάνθη, υπόψη της οποίας θέσαμε τη ν επιστολή του Κου και της Κας Β. Λαδά, μας απάντησε ότι δεν έχ ει τίποτε να προσθέσει ή να αφαιρέσει από τα όσα είπε μ ε το κριτικό της σημείωμα.

Όλα τα γράμματα, που απευθύνονται αποκλειστικά στο «Διαβάζω» και που παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο ενδιαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (εφόσον είναι σύντομα) είτε αποσπαρματικά (εάν είναι εκτενή). Για το λόγο αυτό, παρακαλούνται οι αναγνώστες που μας γράφουν να είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν και να σημειώνουν το πλήρες ονοματεπώνυ­ μο και την ακριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, για να δημοσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στα γραφεία του περιοδικού τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν από την ημέρα κυκλοφορίας του τεύχους.

Μ Α Ρ ΙΑ Σ Λ Α Μ Π Α Δ Α Ρ ΙΔ Ο Υ -Π Ο Θ Ο Υ

«Π Ε Ρ Π Α Τ Ω Κ Α Ι Ο Ν Ε ΙΡ Ε Υ Ο Μ Α Ι»

Π ρω ινός Ρ αδ ιοφ ω νικ ός Μ ο νό λο γο ς Κ υκλοφορεί απ’ τις Εκδόσεις «ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΗ»

Μια ακόμη ραδιοφωνική επιτυχία σε βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί.

Προβλήματα θεολογίας καί παιδείας

__________


χρονικα/11

Ο «Φυσικός Κόσμος» πάντα στα... θρανία

Στην Ε λληνική Μ έση Ε κ πα ίδευσ η κ υ κ λο φ ο ρο ύ ν κατά κ α ιρ ού ς π ολ λά μαθητικά έντυπα. Έ ν α έντυ π ο , όμ ω ς, π ο υ έχει πο λ ύχρο νη κ αι διαρκή εμφ άνιση ανά μ εσα στου ς μαθητές είνα ι «Ο Φ υσικός Κ όσμος». Μ ας απ α σ χο λ εί εδώ σ α ν ένα εκδοτικό φ α ινόμ ενο σημαντικό, μιας κ α ι... εξέθρεψ ε γενιές κ αι γενιές νεοελλήνω ν. Θ εω ρήσαμε, λ ο ιπ ό ν , σκόπιμη μια σύντομη πα ρουσ ία ση αυτής της έκδοσης κ αι μια α ν α ­ φ ορ ά σ’ εκ είνα τα σ ημεία π ο υ ν ο μ ίζο υ μ ε π ω ς μ πορεί ν α εν δ ια φ έρ ου ν του ς ανα γνώ στες του π εριοδ ικ ού . Ο Φυσικός Κόσμος, είναι το περιοδικό της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, που απευθύνεται κύρια σε μαθητές γυμνασίων και λυκείων. Η έκ­ δοσή του είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη ζωή και τις δραστηριότητες της Ε.Ε.Φ . και ακολούθησε διάφορες άλλες εκδόσεις, οι οποίες κάλυψαν κα­ τά καιρούς την ενημέρωση, στον τομέα των θετι­ κών επιστημών. Είναι ένα περιοδικό με μακρό­ χρονη εκδοτική ζωή και ευρεία κυκλοφορία. Θέλοντας να παρουσιάσουμε μερικά από τα βασικά σημεία του περιοδικού, απευθυνθήκαμε στον κ. Γιώργο Μπουρίτσα, Γενικό Γραμματέα της Ε.Ε.Φ . Μιλήσαμε μαζί του για το χαρακτή­ ρα, τους στόχους και το περιεχόμενό του. Ο Φυσικός Κόσμος είναι χωρισμένος σε ενότη­ τες. Στη μια περιλαμβάνονται τα κύρια άρθρα, τα οποία καλύπτουν ευρύ φάσμα θεμάτων, με ευρύ κοινωνικό προβληματισμό. Υπάρχουν θέ­ ματα όπως: η εκπαιδευτική διαδικασία, οι ηλε­ κτρονικοί υπολογιστές, η πληροφορική, η οικο­ λογία, η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, η ειρήνη κ.τ.λ. Στην άλλη ενότητα, περιλαμβάνει ένα ένθετο ασκήσεων, το οποίο λειτουργεί σαν βοήθημα στις σημερινές απαιτήσεις του σχολεί­ ου. Έ να δεύτερο ένθετο, χρησιμοποιείται σαν

βήμα ελεύθερου διαλόγου και προβληματισμού και κυκλοφορεί μόνο στα μέλη της Ε.Ε.Φ. Πρόκειται για ένα περιοδικό που απευθύνεται στους νέους, που επιθυμεί να προβληματίσει για τη γνώση και την επιστήμη προβάλλοντας την άποψη πως αυτές οι δυο χρειάζονται πρώτα και κύρια για την προσωπική ευτυχία και τις ανθρώ­ πινες σχέσεις. Ο Φυσικός Κόσμος εκδίδεται με την εθελοντι­ κή προσφορά των μελών της Ε.Ε.Φ . που συμμε­ τέχουν στην ανοιχτή συντακτική του επιτροπή. Σημαντικά επίσης στοιχεία της έκδοσης είναι η εικονογράφησή του και η ποιότητα του χαρ­ τιού. Πιστεύουμε πως τέτοιες δραστηριότητες δεί­ χνουν τη δυνατότητα που έχουν οι επιστημονικοί φορείς για παρέμβαση σε θέματα για τα οποία πρέπει να έχουν λόγο. Ωστόσο, στη συγγραφή σχολικών βιβλίων και η πολιτεία, από τη μεριά της, πρέπει να δείξει την απαιτούμενη ευαισθη­ σία και είναι υποχρέωσή της, να εφαρμόσει στην πράξη τη συμμετοχική παρέμβαση των επιστημο­ νικών φορέων. Αλίκη Παλιοδήμου


Α π ό τις εκδόσεις της Ε θνική ς Τραπέζης της Ε λλά δος και του Μ ορφ ω τικού της Ιδρύματος

.mxm


«Το να γράφεις γράμματα σημαίνει να ξεγυμνώνεσαι μπρος στα φαντάσματα»* Τ ο γ ρ ά μ μ α του σ υ γγρ α φ έ α είν α ι της μ ό δ α ς, π ρ οσελκ ύ ει έν α όλο κ αι μ εγ α λύ ­ τερο κ ο ινό . Σ το εξή ς δ ια μ ο ρ φ ώ νο ντ α ι ανα γνώ σ τες γρ α μ μ ά τω ν, όπ ω ς υ π ά ρ ­ χ ο υ ν ανα γνώ σ τες μ υ θ ισ τορημ ά τω ν ή π ο ίη σ η ς. Για να π εισ θ ούμ ε, α ρκ εί να σ τρ έφ ο υ μ ε τη ν π ρ ο σ ο χ ή μ α ς σ τους εκ δότες, ο ι ο π ο ίο ι εδώ κ αι λ ίγ ο κ α ιρό π ο λ ­ λ α π λ α σ ιά ζο υ ν τις εκ δόσ εις α λλ η λο γρ α φ ιώ ν, π α ρ όλο το ν σ υ χνά μου σεια κ ό κ αι σ χ εδ ό ν α π ο θ α ρρυ ντικ ό χαρα κ τή ρα αυτώ ν τω ν π ρ οσ π α θ ειώ ν, π ου φ α ίν οντα ι πω ς δε θα τελειώ σ ουν π ο τέ. Π αρά λλη λα , π α ρ α κ ολου θ ού μ ε μια π ρ οφ α νή α ν ά ­ πτυ ξη τω ν α φ ιερω μ ένω ν στο γ ρ ά μ μ α του σ υ γγρ α φ έ α μελετώ ν. Σ την π ρ α γμ α τικ ό τη τα μ ια τέτοια επ ιτυ χία , που θα ’πρεπ ε ν α χ α ρ οπ οιή σ ει του ς λάτρεις τω ν α λλ η λο γρ α φ ιώ ν, π ερικ λείει έν α ν π ρ οφ α νή κίνδ υ νο: α ρ χ ίζει όντω ς ν α εκ δηλώ νετα ι, κι είν α ι ανη σ υχη τικ ό α υ τό, μ ια τάση α νεξα ρ τ η το π ο ίη ­ σης του γρ ά μ μ α το ς του σ υ γγρ α φ έ α ω ς είδ ο ς. Ε ννοώ πω ς ανα π τύ σ σ ετα ι σήμερα μ ία συνολικ ή π ρ ο σ έ γ γ ισ η , δ ιακ λαδ ικ ή , με στόχο να δ ια κ ρίνει κ αι να ορίσει κ αλύτερα τι είνα ι Γ ρά μ μ α , Va επ εξεργα σ τεί μ ια Γενική θ ε ω ρ ία του Ε πισ τολι­ κού κ ειμ ένο υ . Π ο λλο ί θεω ρητικοί ο μ ο λ ο γ ο ύ ν όλο κ αι π ιο ξεκ ά θα ρ α τη θέλησή του ς να β ά λο υ ν το γ ρ ά μ μ α στη θέση το υ , π ερ ιο ρ ίζο ντ ά ς το σε μ ια Μ ορφ ή. Μ’ α υ τό , δ ια κ ινδ υνεύ ει να εξ α λείφ ει κ α νείς α υτό π ο υ δ ίνει όλη τη ν α ξία στο γ ρ ά μ μ α του σ υ γ γ ρ α φ έ α , τη δύνα μ η πο υ έχει λόγω τη ς έσχατης μονα δ ικ ότη τά ς του ν α τα ρ ά ζε ι, τη δύνα μ ή του να ει/ο χ λεί, δ ύνα μ η α νά λ ο γη με τη λογοτεχνικ ή υ UAfitpujfxu. υ lviuyuc/v. 1^1iu y u v * (Φ. Κάφκα/Γοάμματα στηι Μίλενα)


14/αφιερωμα αλληλογραφία έχει από τη φύση της μια πρακτική αποστολή. Οι επιστολές, προορι­ σμένες να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες δυο ή πε­ ρισσοτέρων προσώπων, που δεν έχουν τη δυνα­ τότητα άμεσης επικοινωνίας μέσω του προφορι­ κού λόγου, αποτελούν μικρά κατά κανόνα κείμε­ να που αντικαθιστούν ακριβώς - ή σπλώς επικυ­ ρώνουν - την προφορική συνεννόηση, αλλά σε μορφή συνοπτική και με περιεχόμενο συνήθως από την καθημερινή ζωή.

Η

Πρόσθετα χαρακτηριστικά, όπως η μνεία απο­ στολέα και παραλήπτη, η προσφώνηση, η ημερο­ μηνία και η υπογραφή αποστολέα, είναι εντελώς εξωτερικά, αν και λίγο πολύ απαραίτητα και προσδιοριστικά του κειμένου που χαρακτηρί­ ζουμε ως επιστολή. Αυτός ο πρακτικός προορι­ σμός της επιστολής που αντικαθιστά τον προφο­ ρικό λόγο είναι εκείνος που δίνει στο κείμενό της κάποια αμεσότητα και αλήθεια. Φυσικά δεν μιλάμε εδώ για τη λογοτεχνική ή επιστημονική επιστολογραφία, δηλαδή για κεί­ μενα που έχουν απλώς τα εξωτερικά χαρακτηρι­ στικά μιας επιστολής, αλλά στην πραγματικότη­ τα είναι λογοτεχνικά ή φιλοσοφικά δοκίμια ή επιστημονικές μελέτες (επιστολιμαίες διατριβές). Τόσο στα πρώτα, όσο και στις δεύτερες έχουμε ένα λογοτεχνικό είδος, μια αισθητική άσκηση, δηλαδή ένα «μη πρακτικό» περιεχόμενο που ντύΛ νΐχόοτη επιστολή του Κ. Οικονόμου, 1813

;«*5 > * f * ^ J * s

1

I JU-JXfM. 1*3%,

«'

tft-

ft

: c J fiA J r a d ii . f

f' ,

γ) A.

/ i X»i

C/cM jx·)'*.

V t*·· ftΛ /» -

cri.

^

φ τ λ * * .<£►* r l* , ·

t& 'r y * TBnr/ ί ί λ *Λ ι ;

νεται τη μορφή της επιστολής, αλλά ουσιαστικά δεν είναι επιστολή με την αρχική της έννοια. Απεναντίας, επιστολές γραμμένες για να εξυ­ πηρετήσουν πρακτικές ανάγκες είναι δυνατό να έχουν και αισθητική αξία, όταν ο αποστολέας τους έχει και λογοτεχνικά χαρίσματα που απει­ κονίζονται χωρίς να το επιδιώκει στις επιστολές του. Τέτοια π.χ. είναι η περίπτωση πολλών επι­ στολών του Κοραή κ.ά. Η φροντίδα μάλιστα για μια επιτυχημένη και περίτεχνη επιστολή οδήγησε από τους αρχαίους χρόνους σε συλλογές επιστο­ λικών υποδειγμάτων, τα γνωστά επιστολάρια, που χρησιμέυσαν στο Μεσαίωνα και στους νεώτερους χρόνους ως εγχειρίδια γλωσσικής και υφολογικής καλλιέργειας· (« Ό μέν έπισταλτικός χαρακτήρ ποικίλος τε καί πολυσχιδής ύπάρχει, όθεν καί τφ γράφειν βουλομένψ προσήκει μή άπλώς μηδ’ ώς έτυχεν έπιστέλλειν, άλλά σύν άκριβείρ πολλή καί τέχνη», Πρόκλος, 5ος αι. μ.Χ.). ★

Ο λόγος όμως εδώ δεν είναι για τη λογοτεχνι­ κή ή επιστημονική επιστολογραφία, αλλά για την καθαυτό αλληλογραφία ή γραμματαλλαγή. Αυτή που αυθόρμητα - και όχι έντεχνα στημένη - εξυπηρετεί τις ανάγκες των ανθρώπων. Έ χει κάποια αξία για τον ιστορικό και πόση; Και μόνο η διαπίστωση της καθημερινής ανάγκης ως αιτίου γενέσεως της επιστολής μας δίνει μια γενική εντύπωση της ιστορικής αξίας της αλληλογραφίας. Η επιστολή, έτσι, δεμένη με τη ζωή, ενέχει το στοιχείο της αμεσότητας και συνεπώς αποτελεί πρώτης σημασίας ιστορική πηγή. Αποτυπώνει τη ζωή, τους θεσμούς της κοινωνίας, τις αντιλήψεις των ανθρώπων, χωρίς την ιδεολογική επεξεργασία που μπορεί να υφίστανται άλλες ιστορικές πηγές, π.χ. τα απομνη-


αφιερωμα/15

μονεύματα. Ό πω ς τα έγγραφα, οι επιστολές έχουν μιαν «αντικειμενικότητα», την οποία δεν βρίσκουμε σε άλλες πηγές της ιστορίας που ήλ­ θαν από απόσταση για να περιλάβουν με ψυ­ χραιμία το σήμερα. Στην αλληλογραφία υπάρχει κατά κανόνα μια «ταύτιση» του γίγνεσθαι με το περιεχόμενο των επιστολών. Α ν προσθέσουμε στην αμεσότητα τον ιδιωτικό χαρακτήρα της επι­ στολής, την ιδιότητα δηλαδή που έχουν τα γράμ­ ματα να απευθύνονται σε συγκεκριμένο πρόσω­ πο (ή πρόσωπα) και όχι στο ευρύ κοινό (εκτός βέβαια από τις «ανοικτές επιστολές» που προο­ ρίζονται για δημοσίευση), τότε αντιλαμβανόματε ότι η αξία τους σε αντικειμενικότητα και λεπτο­ μέρειες αυξάνεται. Φυσικά τόσο η ίδια η ανάγκη που γέννησε την αλληλογραφία όσο και πιο πολύ ο ιδιωτικός χα­ ρακτήρας των επιστολών έχουν και άλλες πλευ­ ρές που μειώνουν την ιστορική τους αξία. Η αμεσότητα μειώνει ενδεχομένως την πολλαπλή καταγραφή και ο ιδιωτικός χαρακτήρας περιορί­ ζει κατά περίπτωση την αντικειμενικότητα, αφού η έννοια του «ιδιωτικού» μπορεί να εκτραπεί εύκολα - συνειδητά ή ασυνείδητα - σε υπο­ κειμενισμό. Έπειτα, τα δυο αυτά στοιχεία, και ιδίως το δεύτερο, συχνά οδηγούν σε θελημένη παραποίηση της πραγματικότητας, επειδή ο προσωπικός χαρακτήρας εξασφαλίζει κάποιο περιορισμό του ελέγχου ειλικρίνειας και ακρί­ βειας των επιστολών, τόσο στον άμεσο αποδέκτη τους όσο και στο μεταγενέστερο μελετητή τους. Για όλ’ αυτά, πάντως, η ιστορική μεθοδολογία βρήκε τρόπους να προσδιορίζει τα ποσοστά αν­ τικειμενικότητας και συνεπώς την αξία κάθε αλ­ ληλογραφίας. Πρόσθετος κίνδυνος για τον ιστορικό είναι οι πλαστές επιστολές. Κείμενα που δεν γράφτηκαν

και δεν στάλθηκαν ποτέ αλλά ευφερέθηκαν - πιο σωστά: χαλκεύθηκαν - αργότερα για να εξυπη­ ρετήσουν σκοπιμότητες και συμφέροντα του πλαστογράφου. Ζημιωμένη εντούτοις η ιστορία από τέτοιες παραχαράξεις μερίμνησε, από την πικρή της πείρα, και για τέτοιου είδους περι­ πτώσεις και συχνά πέτυχε την αποκάλυψη της πλαστογραφίας, ακόμη και του πλαστογράφου. Αλλ’ αυτό είναι ένα σύμπτωμα που δεν περιορί­ ζεται στην αλληλογραφία μόνο αλλά και σε άλ­ λου είδους κείμενα. Γενικά, η αλληλογραφία είναι πολύ χρήσιμη στον ιστορικό. Α πό την αλληλογραφία δημοσίων προσώπων αντλεί η πολιτική και διπλωματική ιστορία, από την εμπορική αλληλογραφία απο­ κομίζει πολλά οφέλη η οικονομική και ποσοτική ιστορία, για την περιγραφική των συνόλων αλ­ ληλογραφία ενδιαφέρεται η κοινωνική ιστορία, από την εντελώς προσωπικού χαρακτήρα αλλη­ λογραφία κερδίζει η ιστορία των νοοτροπιών, ενώ από την αλληλογραφία λογίων και στοχα­ στών η ιστορία των ιδεών, της παιδείας κ.ο.κ. Εκείνο που έχει σημασία για τον ιστορικό είναι να αποκρυπτογραφεί την αλήθεια από τις επι­ στολές με την εξακρίβωση, τη διασταύρωση και όλα τα άλλα μέσα που του παρέχει ο προβλημα­ τισμός του και οι βοηθητικοί κλάδοι της επιστή­ μης του, να αξιολογεί την αλληλογραφία ως πη­ γή και να αξιοποιεί τις αντικειμενικές πληροφο­ ρίες της.

ΜΑΙΡΗ ΡΕΝΩ

Η ΜΑΣΚΑ ΤΟΥ ΑΠΟΛΛΩΝΑ


16/αφιερω μα

συμβολή στη διαμόρ

Η Κολέτ

Το ερώτημα αν η λογοτεχνική αλληλογραφία αποτελεί λογοτε­ χνικό είδος ήταν το θέμα συνε­ δρίου στο οποίο η συγγραφέας αυτού του άρθρου εξέθεσε τις παρακάτω απόψεις που έχουν σχέση με τρεις ανθρωπιστικές επιστήμες: την πραγματική1, τη σημειωτική και την ψυχανάλυση. Καταρχήν θα ήθελα να θίξω το θέμα της «λο­ γοτεχνικότητας» της αλληλογραφίας. Η λογοτε­ χνική αλληλογραφία αποτελεί το μόνο λογοτε­ χνικό είδος (αν τελικά πρόκειται για κάτι τέ­ τοιο), που δε συμπεριφέρεται σύμφωνα με την τέχνη της γραφής. Βρίσκεται έξω από το πεδίο της και προσαρτάται σ’ αυτήν μόνο εκ των υστέ­ ρων. Αυτό αποτελεί και το κέντρο ενδιαφέρον­ τος αυτού του συνεδρίου. Α πό υλική και κοινω­ νιολογική άποψη, η λογοτεχνική αλληλογραφία ανήκει στη λογοτεχνία αφού σύμφωνα με την κοινωνική συναίνεση της αναγνωρίζεται μια λο­ γοτεχνική ιδιότητα. Ποια είναι όμως αυτή η «λο­ γοτεχνικότητα»; Ελλείψει κάποιου άλλου ικανο­ ποιητικού κριτηρίου για να το κρίνουμε αυτό θα ζητήσουμε τη συνδρομή της ψυχανάλυσης.

Οι θέσεις του Φρόυντ πάνω στο θέμα είναι εν­ διαφέρουσες αλλά ασαφείς. Η έννοια λ.χ. «του συντελεστή απόλαυσης» δεν είναι αρκετά διαυ­ γής ως προς την ιδιαιτερότητα της «λογοτεχνικής γραφής». Η θεωρητική προσέγγιση του Φρόυντ ισοδυναμεί με κάτι αντίστοιχο του «είναι ωραίο και μ’ αρέσει», αλλά αυτό - και ελπίζω η οργή του δασκάλου να μη με κατακεραυνώσει - δε μας πάει και πολύ μακριά. Ας ανατρέξουμε, λοιπόν, σε άλλες θεωρίες πιο εξελιγμένες. Ό πω ς σ’ αυτήν της Julia Krist0va πάνω στην ποιητική, που έχει μεν άμεση σχέση με την ψυχανάλυση αλλά και προσπαθεί πα­ ράλληλα να αναλύσει σε βάθος το ίδιον της γλωσσικής διεργασίας που προϋποθέτει κάθε λο­ γοτεχνία. Σε μία πρώτη φάση της ανάλυσης η ανταλλαγή επιστολών διατηρεί στενές σχέσεις με την ανταλ­ λαγή στον προφορικό λόγο: ''δίες λειτουργίες, ίδιοι νόμοι, ίδιες αξίες. Αυτή η πρώτη διαπίστωση καθιστά αναγκαία την ανεύρεση «νόμων» που να διέπουν τη λογο­ τεχνική αλληλογραφία ξεχωριστών από τους «νόμους του λόγου». Για παράδειγμα, ενώ στην προφορική επικοινωνία ο λόγος βασίζεται κυ­ ρίως σε «φυσικές» εκδηλώσεις (μιμητική, κινή­ σεις, τρόπους συμπεριφοράς), στην αλληλογρα­ φία, ο γραπτός λόγος είναι αυτός που πραγμα­ τοποιεί ορισμένες πράξεις και μόνο αυτός. Α πο­ κτά, δηλαδή, μοιραία, μιαν αξία πραγμάτωσης. Πόσα γράμματα της G. Sand δεν αποτελούν αλη­ θινές απόπειρες ερωτικής κατάκτησης! Γιατί, «γράφω γράμμα» σημαίνει «κατακτώ». Κι αυτή η πράξη δεν μπορεί να γίνει με άλλο


αφιερωμα/17 ση κοινωνικής ψυχολογίας ή γλωσσολογικής αν­ θρωπολογίας. Η αλληλογραφία γίνεται η από­ πειρα μιας εμπειρίας του γραπτού λόγου κατά την οποία οι δυνάμεις της γραφής μπορούν να μετατρέψουν την αρχή της πραγματικότητας σε αρχή της ηδονής.

I Η αλληλογραφία: μια εμπειρία ι |_______________ γ ρ α φ ή ς _______________ |

φωση μ ια ς θεω ρία ς μέσο πέραν της γραφής αφού η φυσική παρουσία του συγγραφέα δεν υπάρχει. Υπάρχει μέσα στο κείμενο κάθε επιστολής κά­ τι από το σώμα παγιδευμένο μέσα στη γλώσσα, κάτι από την επιθυμία υφασμένο μέσα στη γλώσ­ σα. Μήπως αυτό δεν αποδεικνύεται από το μαρ­ τύριο που μας προκαλεί η σύνταξη ορισμένων γραμμάτων ή τη χαρά που μας δίνει η ανάγνωση ορισμένων άλλων; Ά ρ α , μέσα στους νόμους της αλληλογραφίας, Θγ έπρεπε να περιλάβουμε τα ασυνείδητα, δεδο­ μένα. Ά λλο παράδειγμα: όταν απαντάμε σε κά­ ποια επιστολή δεν απαντάμε στο εκφώνημά της, αλλά στις προθέσεις που ο παραλήπτης αποδίδει στον αποστολέα, όταν αυτός διεκπεραιώνει την εκφώνηση της επιστολής. Όμως το γράμμα σαν αντικείμενο υπαρκτό και σταθερό επιδέχεται (λόγω των πολλαπλών αναγνώσεων που επιτρέπει) πολλές ερμηνείες σε αντίθεση με την προφορική επικοινωνία, όπου η αναγνώριση της έννοιας γίνεται ακαριαία. Στην «Μεταψυχολογία» του ο Φρόυντ γράφει ότι το ασυνείδητο ενός ανθρώπου μπορεί να αντιδράσει απέναντι στο ασυνείδητο ενός άλλου, ξεπερνώντας το συνειδητό. Ιδωμένο μέσα απ’ αυτό το πρίσμα κάθε γράμμα είναι κατεξοχήν πολυφωνικό. Η ανάλυση, λοιπόν, της παραγωγής ή της πρόσληψης ενός γράμματος γίνεται εξαιρετικά δυσχερής ακόμα κι αν διαθέτουμε όλα τα στοι­ χεία που εντάσσσονται μέσα στο συμφραστικό περιβάλλον της γραφής, σαν πράξη. Η αλληλογραφία, λοιπόν, δεν εξαρτάται μόνο από μια θεωρία της συμπεριφοράς ή μιαν ανάλυ­

Θ’ αναφέρω μερικά στοιχεία από το συμφρα­ στικό περιβάλλον της εκφώνησης, που θεωρώ σημαντικά. Καταρχήν την ίδια την πράξη της γραφής στην εντελώς υλική της διάσταση: γρά­ φω, σημαίνει χαράζω πάνω στην άσπιλη επιφά­ νεια του επιστολόχαρτου αυτά τα σύμβολα που αποτελούν «φυσικά» παράγωγα. Μ’ αυτή την προωταρχική πράξη, στο «σημείο συνάντησης ψυχής και σώματος»5 εγγράφεται η επιθυμία. «Το μοναχικό φως της λάμπας», γράφει ο Μαλλαρμέ «...πάνω στο λευκό χαρτί που η ίδια η αγνότητά τον το προστατεύει». Λες και ο ποιη­ τής διστάζει τη στιγμή που πρόκειται να «βιά­ σει» αυτή την παρθενικότητα· τη στιγμή που η αγνότητα της λευκής κόλλας θα κηλιδωθεί από την εμφάνιση του απωθημένου μέσα από τα ανε­ ξίτηλα σημάδια που το σώμα θ’ αφήσει. Πιστεύω πως αυτός ο δισταγμός μπροστά στη λευκή κόλ­ λα είναι αναγκαίος για να πραγματωθεί η εμπει­ ρία της γραφής. Το Εγώ αποτυπώνεται πάνω στη λευκή σελίδα με ταραχή. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το ίδιο το αν­ τικείμενο που προορίζεται να δεχθεί το ανείπω­ το της επιθυμίας, δηλαδή το χαρτί αλληλογρα­ φίας, γίνεται συχνά αντικείμενο εκζήτησης. Κι αυτό γιατί πρόκειται για το μέσον μιας υπο­ χρεωτικής κατάκτησης. Κι αν το επιστολόχαρτο φέρει τυπωμένο το όνομά «μου»; Μέθοδος αναγνώρισης; Βέβαια, όχι όμως για τον παραλήπτη αλλά για μένα, τον ίδιο τον αποστολέα, με την έννοια ότι εγώ ασυνείδητα αναγνωρίζω τον εαυτό μου πά­ νω σ’ αυτό το χαρτί. Το υποσυνείδητό μου με ταυτίζει εκ των προτέρων μ’ αυτή τη λευκή κόλ­ λα που περιμένει ακόμα αυτά τα αναποφάσιστα στοιχεία που με καθορίζουν ως σημειωτική χώ­ ρα:3 και με καθιστούν υποκείμενο. Δεύτερο στοιχείο των συμφραζομένων της εκ­ φώνησης είναι η απουσία. Το κείμενο μιας επι­ στολής δεν παύει να τονίζει τη στενή σχέση ανά­ μεσα στον αποστολέα και τον παραλήπτη μέσα από διάφορους τρόπους. Π.χ. διεύθυνση παρα­ λήπτη και υπογραφή αποστολέα ορίζουν τους δύο πόλους της επικοινωνίας, αποτελούν το «φυσικό» αποτύπωμα των δύο συνομιλητών από τους οποίους ο ένας είναι πάντα απών. Αυτή η απουσία του παραλήπτη οδηγεί αυτόματα τον


18/αφιερωμα αποστολέα σε μια σειρά από φαντασιακές διαδι­ κασίες που μπορούμε να ονομάσουμε φαντασιώ­ σεις. Άλλωστε οι φαντασιώσεις δεν εκφράζουν την πραγμάτωση μιας επιθυμίας και μάλιστα μιας ασυνείδητης επιθυμίας; Η φαντασίωσή μου έχει σαν αντικείμενο την ανάγνωση της επιστολής μου από τον παραλή­

G. Sand (σχέδιο τον Musset)

πτη, καθώς και την απάντησή του. Η ερμηνεία δε της απάντησης που θα λάβω γίνεται σε συ­ νάρτηση με την αρχική μου φαντασίωση ή ακρι­ βέστερα, με την επιθυμία μου. Η ανάγνωσή μου δηλαδή, είναι με τη σειρά της φαντασιακή, συν­ δέεται με την επιθυμία μου, «Wunschphantasie». Αυτή η εισβολή του φαντασιακού αμφισβητεί την αρχή της πραγματικότητας στην αλληλογρα­ φία. Αυτό σημαίνει ότι κάθε αλληλογραφία έχει σαν αρχή τη «μίμηση»4 (mimesis). Η αλληλογραφία δεν παράγει, ούτε αναπαρά­ γει, ούτε καν ακολουθεί τους «νόμους του λό­ γου», αλλά τους αναπαριστά, τους ανάγει σε θέαμα ένα θέαμα που το θέμα, του σύμφωνα με τον Ρολάν Μπαρτ, είναι «η γλώσσα και μόνον αυτή, η περιπέτεια της γλώσσας που δεν παύου­ με να χαιρετίζουμε την άφιξή της». Αυτή η θέση ενισχύεται από την εξής παρατή­ ρηση. Α ν εξαιρέσουμε τις «ψυχασθένειες», που­ θενά αλλού δεν υπάρχει πλασματικός διάλογος χωρίς πραγματικό συνομιλητή ή χωρίς απάντηση του συνομιλητή. Αντίθετα, φανταστικές αλληλο­ γραφίες υπάρχουν, όπου ο αποστολέας φαντασιώνεται την ύπαρξη του παραλήπτη και τις απαντήσεις του. Η αρχή της γραπτής επικοινω­

νίας δε διαταράσσεται από το γεγονός ότι η αλ­ ληλογραφία είναι φανταστική. Δηλαδή υπάρχει ο αποστολέας-υποκείμενο και ο σκοπός-παραλήπτης. Η παράσταση είναι πλήρης. Θα παραθέσω εδώ δύο διαφορετικά παρα­ δείγματα επιστολών. Το πρώτο είναι ένα πολύ ωραίο ερωτικό γράμμα της George Sand: Γράμ­ μα της 20ης Απριλίου 1837. ...«η ψυχή μου είναι πάντα σκυμμένη πάνω στη δική σου σαν μια ιτιά που φιλά το νερό, και το πιο ακριβό μου όνειρο όταν αφήνομαι στην απα­ τηλή ελπίδα να ζω κοντά σου, είναι να φαντάζο­ μαι πώς θα φρόντιζα τα άχαρα γηρατειά σου. Οι χαρές της αγάπης δεν είναι μόνο οι λίγες στιγμές του πυρετού και της ηδονής που στέλνουν την ψυχή στους ουρανούς, αλλά και στις πρόθυμες και αθώες χειρονομίες της τρυφερότητας μέσα στην καθημερινή συνύπαρξη. Θέλω να σε φρον­ τίζω κάθε μέρα, να προλαβαίνω την παραμικρή σου επιθυμία, να σε νανουρίζω το βράδυ μέσα στη ζεστή αγκαλιά μου, ήρεμο, μαζεμένο γλυκά στον εαυτό σου, να γαληνεύω ακατάπαυστα την καταιγίδα του κορμιού σου για να σε σώζω απ’ την καταστροφή, κι όταν οι χυμοί μας θα ’χουν πια στερέψει, να γίνει η αγάπη μου για σένα ένα τόσο απαλό μαξιλάρι, μια τόσο σίγουρη φωλιά, μια τόσο σιωπηλή νύχτα, τόσο ζεστή και τόσο ήσυχη, που η σκέψη του τάφου που θα μας ενώ­ σει σε λίγο να ’ναι μια εικόνα χωρίς φρίκη και αηδία!» Το άλλο είναι ένα γράμμα πολύ διασκεδαστικό. Το γνωστό σημείωμα προς τον Buloz: «Buloz! - Ε! - Buloz!! - Ε; - Ά τιμε Buloz!!! Μαλλαρμέ


αφιερωμα/19 - Τι; - Λεφτά! - Δεν ακούω. - 500 φράγκα! - Πώς είπατε; - Να σας πάρει ο διάολος!» Βλέπουμε πολύ καλά και στις δύο περιπτώσεις πως η επεξεργασία της φόρμας του γράμματος μπορεί πράγματι να εξασφαλίσει την ηδονή της γραφής και της ανάγνωσης.

. Η ποιητική εκδοχή , Για την Julia Kristeva μια γραφή αποτελείται από άπειρους κώδικες και καταλήγει σε άπειρες ερμηνείες. Η ποιητική διεργασία που μοχθεί μέ­ σα στην πυκνότητα της γλώσσας ταράζει τον κοινωνικό κονφορμισμό. Η γλωσσική διεργασία προκαλεί ένα ατέλειωτο παιγνίδι διαφοροποίη­ σης, πολλαπλασιασμού και μουσικοποίησης της έννοιας, χωρίς όρια, οδηγώντας την ποικιλία δυ­ νατοτήτων της γλώσσας μέχρι τη ρήξη (όχι όμως και πέρα απ’ αυτήν) με την ανακατανομή των σημαινόντων: ηχητικοί ρυθμοί, επαναλήψεις, δι­ φορούμενα, παραλληλισμοί, ό,τι δηλ. με λίγα λό­ για αφορά το ύφος και που στρέφει το συμβολικό στο ασυνείδητο, εξασφαλίζοντας έτσι την ηδονή του εγώ μέσα στη γλώσσα. Το γράμμα, απελευθερωμένο από τις συμβάσεις που έχουν σαν ρόλο να δικαιολογούν την ύπαρξή του, απο­ τελεί τη γυμνή επιθυμία. Η ιδιαιτερότητα της γοητείας της Κυρίας ντε Σεβινιέ (Mme de Sevigne) συνίσταται στο ότι τα γράμματα που απευ­ θύνει στην κόρη της προορίζονται πραγματικά σ’ αυτήν και όχι στο κοινό. Η Κυρία ντε Σεβινιέ επειδή γράφει αυθόρμητα και όχι σαν συγγραφέας δε χρησιμοποιεί καμιά τεχνική. Αλλά επειδή είναι συγγραφέας, η τεχνι­ κή γεννιέται από μόνη της. Μέσα σ’ αυτή την τε­ χνική η σχέση της αλληλογραφίας, που είναι αν­ τικείμενο της γραφής, μιμείται την ίδια της τη λειτουργία. Αντίστροφα, σε μια αλληλογραφία όπου η λογοτεχνική συνείδηση του είδους δια­ φοροποιεί τις συνθήκες της γραφής, το κείμενο εντάσσεται (με λιγότερο ή περισσότερο συνειδη­ τό τρόπο) στις άλλες οικείες τεχνικές του συγ­ γραφέα. Έτσι, από κείμενο σε γράμμα και από γράμμα σε κείμενο εντοπίζουμε μια σχέση αλλη­ λεπίδρασης. Μέσα σ’ αυτό το «διάλογο» το κεί­ μενο του γράμματος είναι λιγότερο ή περισσότε­ ρο συνειδητά «λογοτεχνικό». Απομένει στους κριτικούς να μας πουν, μέσα από ατομικές κριτικές για τον κάθε συγγραφέα, αν η εσωτερικοποίηση της έννοιας «λογοτεχνική επιστολή: λογοτεχνικό είδος» επηρεάζει ή όχι αυτήν ή την άλλη λογοτεχνική αλληλογραφία.

. Συμπέρασμα . Η λογοτεχνική αλληλογραφία αποτελεί τελικά «λογοτεχνικό εί ->ος»; Ασφαλώς, όχι. Για να είναι αλληλογραφία πρέπει να σέβεται τους νόμους

της αλληλογραφίας, για να είναι όμως λογοτε­ χνία δε χρειάζεται a priori να έχει κάποια ορθό­ δοξη συμπεριφορά. Χαραχτηρίζεται από την απόλυτη ελευθερία απέναντι στις λογοτεχνικές συμβάσεις όσον αφορά το θέμα, την ατμόσφαι­ ρα, το ύφος. Δεν ανήκει σε καμιά «παράδοση». Τα ωραιότερα γράμματα της G. Sand είναι αυ­ τά στα οποία η συγγραφέας, ξεφεύγοντας από το

Η Κα ντε Σεβινιέ

ύφος της επιστολής καθεαυτής και αρνούμενη την κατάταξη σε οποιαδήποτε «λογοτεχνία», καλλιεργεί τη φαντασίωση μιας διαπροσωπικής σχέσης, προνομιούχας και ακατάπαυστης. Με την προβολή, λοιπόν, ως επιθυμίας και το» παρορμητικό πάθος που εισάγεται στο σημαινόμενο, το γράμμα ξεχειλίζει από συμβολικές ερμη­ νείες, φέρνει στο φως συστήματα αρμονίας και μουσικής, και τέλος παρουσιάζει αυτό το ασυνε­ χές πεδίο γραφής όπου ο λόγος γκρεμίζεται για να ανασυγκροτηθεί: την «ποιητική».

Απόδοση κειμένου - Μετάφραση: Ά ν ν α Χ ουρμουζιάδη 1. La Pragmatique 2. Jean Bellemin-Noel, Ψυχανάλυση και λογοτεχνία, Coll. «Que sais-je?» PUF, 1978. 3. Σημειωτική χώρα: με την έννοια της παρορμητικής φόρτι­ σης. 4. Με τη θεατρική έννοια. (Σημ. τ.μ.)


20/αφιερω μα

Alain Pages

Η κυκλική επικοινωνία •"Τ' εκινάμε με την ακόλουθη υπόθεση: σκεφτόl_ j μενοι το πραγματικό της επιστολικής επικοι­ νωνίας, μας δίνονται τα μέσα κατανόησης μιας άλλης μορφής που είναι συνόεόεμένη με το γράμ­ μα και συγχρόνως ανταγωνιστική του: το κριτικό άρθρο. Το γράμμα δε χρησιμεύει μόνο για να διαβιβά­ σει το μυστικό, το οικείο, αλλά μπορεί επίσης να είναι και απολογισμός, αφήγηση. Μεταδίδει με τον ίδιο τρόπο, ένα δημόσιο περιεχόμενο, ανοι­ χτό σ’ όλους, όπως κι ένα περιεχόμενο ιδιωτικό, προς χρήση ενός μόνον παραλήπτη: στην αρ­ χαιότητα, λόγου χάρη, (Κικέρωνας) ή στην κλα­ σική εποχή (Κυρία ντε Σεβινιέ). Και όταν γεν­ νιέται η εφημερίδα το 17ο και το 18ο αιώνα, η αφετηρία της εντοπίζεται στο γράμμα. Η ιστορία της εφημερίδας είναι μια ιστορία εξελικτικής εμ­ φάνισης της ύλης εκείνης στην οποία το γράμμα δε δίνει μορφή, η Gazette του 18ου αιώνα, δεν είναι παρά μια συλλογή «αλληλογραφιών». Το κριτικό άρθρο, λοιπόν, προήλθε από το γράμμα με την εξάλειψη των σημείων του παραλήπτη. Αυτός ο διαχωρισμός πραγματοποιήθηκε σιγά σιγά. Είναι ακόμη αβέβαιος το 19ο αιώνα. Τι άλλο μπορεί να είναι μια εφημερίδα αυτής της εποχής αν όχι μια συλλογή αντηχήσεων, σημειω­ μάτων, δηλαδή ανοιχτών γραμμάτων προς ευχα­ ρίστηση του μεγάλου κοινού; Αυτό το ομολογεί πολύ ξεκάθαρα ο εντός πλαισίου λόγος που απευθύνεται στον αναγνώστη· οι στήλες έχουν για τίτλο: «Θεατρικό ταχυδρομείο», «Ταχυδρο­ μείο θεαμάτων», «Ταχυδρομείο του Παρισιού», «Τηλεγραφήματα και αλληλογραφίες», «Ξένη αλληλογραφία» κ.τ.λ. Στην εφημερίδα του 20ού αιώνα, αργότερα, μόνο η «αλληλογραφία των αναγνωστών» θα θυ­

μίζει αυτή την επιστολική καταγωγή, αλλά δε θα είναι πια παρά η μαρτυρία μιας ξεπερασμένης γραφής, ενός χώρου ξένου μέσα σ’ ένα μετασχη­ ματισμένο στο εξής συλλογιστικό χώρο. Το άρ­ θρο προέρχεται απ’ το γράμμα και αυτό τίποτε δεν το αποδεικνύει καλύτερα απ’ αυτές τις εν­ διάμεσες μορφές, που βρίσκουμε στη λογοτεχνία του 19ου αιώνα, και που είναι το ανοιχτό γράμ­ μα και το γράμμα-πρόλογος. Α πό το γράμμα κρατούν αυτές οι ενδιάμεσες μορφές τις εντός πλαισίου διατυπώσεις και επίσης τον τόνο της προσωπικής επικοινωνίας, αλλά με τον τρόπο δημοσίευσής τους προσεγγίζουν το άρθρο. Θα έχει άδικο, λοιπόν, όποιος τις ξεκόψει από την αλληλογραφία ενός συγγραφέα γιατί κάνοντάς το δίνει μεγάλη σημασία στη διάδοση. Από τη διατύπωσή τους και από τη δομή τους, αυτά τα κείμενα είναι γράμμα, και, σαν τέτοια, έχουν τη θέση αποσπασμάτων που συνδέονται μ’ ένα γε­ γονός ή μ’ ένα συγκεκριμένο παραλήπτη. Γι’ αυτό είναι δυνατό ν ’ αναλύσουμε το γράμ­ μα και το άρθρο σαν δυο μορφές των οποίων η σημειωτική λειτουργία είναι παρεμφερής. Και στις δύο περιπτώσεις, όντως, υπάρχει η έκφραση ενός θέματος μπροστά σ’ έναν παραλήπτη και αυτή η έκφραση προκαλεί σ’ αντίλογο και άλλα κείμενα, απαντήσεις ή επικρίσεις. Ο παραλήπτης είναι, άλλωστε, διπλός: πρέπει να διακρίνουμε ένα συγκεκριμένο παραλήπτη από έναν εννοού­ μενο παραλήπτη, που είναι ο «αναγνώστης», αυ­ τός που συνδέει τα νήματα του μύθου και τους δίνει νόημα. Το γράμμα και το άρθρο δεν είναι μεμονωμέ­ νες σημειακές επικοινωνιακές πράξεις. Ακολου­ θεί και απαντάει το ένα στο άλλο, δεν τοποθε­ τούνται όμως σε μια κίνηση διακειμενικότητας αφού δεν πρόκειται να γραφεί ένα κείμενο πάνω


αφιερωμα/21

σ’ ένα άλλο που προϋπήρχε - αλλά σ’ ένα είδος «συν-κειμενικότητας». Το κείμενο γράφεται πα ­ ρουσία άλλων κειμένων σε σχέση μ’ αυτά που προηγούνται και μ’ αυτά που πρόκειται ν ’ ακο­ λουθήσουν. Τα διαβιβαζόμενα μηνύματα δεν χά­ νονται μόλις επιτελέσουν το σκοπό τους: επι­ στρέφουν τροποποιημένα και ξαναεμφανίζονται μ’ άλλες μορφές. Το θέμα γράφεται σε συνάρτη­ ση με τους παραλήπτες στους οποίους απευθύνε­ ται. Λαμβάνει υπόψη του την παρουσία τους. Προσπαθεί να επιδράσει πάνω τους χρησιμο­ ποιώντας πολλούς και ανάμικτους κώδικες, ρη­

τορικούς κώδικες - ας θυμηθούμε τα εγχειρίδια επιστολογραφικής τέχνης - αλλά επίσης και τυ­ πογραφικούς κώδικες - γνωρίζουμε το ρόλο που παίζει η παρουσίαση και η θέση του άρθρου στο χώρο της εφημερίδας το 19ο αιώνα. Ό λ ο ι αυτοί οι κώδικες σημειώνουν την παρουσία «άλλων», τη διαλεκτική του Υποκειμένου με τον Ά λλο: το γράμμα και το άρθρο καθορίζουν μια επικοινω­ νία με κυκλική λειτουργία. Θ ’ αναφερθώ αναλυτικά σ’ αυτή την κυκλική επικοινωνία και αρχικά στη θέση που κατέχει ο παραλήπτης στη συγγραφή ενός γράμματος ή ενός άρθρου. Θα παραμερίσουμε - κατά συνθή­ κη - τον εννοούμενο, απομακρυσμένο παραλή­ πτη και θα ενδιαφερθούμε μόνο για το συγκεκρι­ μένο, κοντινό παραλήπτη. Στο εσωτερικό του εν λόγω πολύπλοκου συστήματος της επικοινωνίας, θα τεθεί το ζήτημα της δυικής σχέσης που ενώνει τον πομπό με τον δέκτη. Ά ρ α γ ε είναι δυνατό να επεξεργαστούμε μια τυπολογία των διαφορετικών μορφών της σχέσης με τον άλλον που εκδηλώνονται; Ποιες α π’ αυτές είναι καταρχήν, γράμμα; Έ να γράμμα μπορεί να είναι μια ερώτηση απευθυνόμενη σε άλλους ή το αντίθετο, μια απάντηση σ’ αυτό που οι άλλοι ρώτησαν. Η σχέση επικοινωνίας που θεμελιώνε­ ται έχει την αφετηρία της ή, αντίθετα, την κατά­ ληξή της σ’ ένα γράμμα ή σε μια πράξη (ένα γε­ γονός) που απορρέει απ’ τον π:αραλήπτη. Ξεκι­ νώντας μ’ αυτά τα δύο κριτήρια ταξινόμησης που αναφέρονται στη φύση του γράμματος ή στο αποτέλεσμά του, είναι δυνατόν να ξεχωρίσουμε 4 κατηγορίες γραμμάτων, όπως δείχνει ο παρα­ κάτω πίνακας: Σχέση με τον άλλο

Αίτηση (ενεργητική κίνηση) Αποτέλεσμα εης επικοινωνίας

Απάντηση (παθητική κίνηση)

Γράμμα ερώτηση

ανταπάντηση

Γράμμα Γράμμα εντολή

αντίδραση

πράξη

Η ερώτηση είναι ένα απλό αίτημα, για παρά­ δειγμα, μια αναζήτηση πληροφοριών για κάποιο θέμα. Η εντολή είναι η επιθυμία του άλλου να ενεργήσει σύμφωνα μ’ αυτό που του δηλώνουν: ο παραλήπτης οφείλει να απαντήσει με μια πράξη (του δίνουν ένα ραντεβού στο οποίο θα πάει ή δε θα πάει). Η ανταπάντηση είναι μια απάντηση σε μια ερώτηση του άλλου (είναι, λοιπόν, η αρχή

της αλληλογραφίας). Η αντίδραση αποτελεί συ­ νέχεια ενός γεγονότος που συνδέεται με το άλλο: ενώ η ανταπάντηση προϋποθέτει ότι κάποιος, πρώτα α π ’ όλα, σας απηύθυνε το λόγο, η αντί­ δραση είναι μια προσωπική πρωτοβουλία (για παράδειγμα, να συγχαρείτε κάποιον που δέχτη­ κε κάποια κοινωνική επιβράβευση). Αυτό το σχήμα επικοινωνίας μπορεί να μετά-


22/αφιερωμα φερθεί στο κριτικό άρθρο. Ό πω ς το γράμμα εί­ ναι μια ερώτηση και μια απάντηση, έτσι το άρ­ θρο είναι μια προβολή ή μια ταύτιση. Στην πρώ­ τη περίπτωση, απευθυνόμαστε στον αντίπαλο επιβάλλοντάς του μια άποψη· στη δεύτερη περί­

πτωση, του απαντάμε, αποδεχόμενοι λίγο πολύ την προβληματική του. Ό πω ς το γράμμα έτσι και το άρθρο προκαλεί ένα άλλο άρθρο ή μια ενέργεια του αντιπάλου ή αποδεικνύεται εκ του αντιθέτου. Αυτό δείχνει ο πίνακας που ακολου­ θεί: Σχέση με τον άλλον

Αποτέλεσμα Γης επικοινωνίας

Προβολή (ενεργητική κίνηση)

Ταύτιση (παθητική κίνηση)

προσφώνηση

αιτιολόγηση

εντολή

αποσαφήνιση

Ά ρθρο Ά ρθ ρο Ά ρθρο πράξη

Η κριτική της προβολής είναι αυτή που κάνει τον απολογισμό των λογοτεχνικών γεγονότων: στρέφεται στο παρελθόν. Η κριτική της ταύτισης αναπτύσσει θεωρητικές ερμηνείες, κατευθύνεται προς το μέλλον στην προσφώνηση, ο κριτικός θέτει υπό αμφισβήτηση τον αντίπαλο και κάποια απάντηση εκ μέρους του- είναι η αρχή μιας ενδε­ χόμενης διαμάχης. Στην εντολή, αντίθετα, καλεί τον αντίπαλό του να συμμορφωθεί μ’ έναν αι­ σθητικό κώδικα που υπερασπίζεται και να ενεργήσει διαφορετικά. Η αιτιολόγηση είναι μια απάντηση κατά τη διάρκεια μιας ανταλλαγής διαξιφισμών. Η αιτιολόγηση εμφανίζεται σαν μια ανάγκη απ’ αυτόν που κατηγορήθηκε πνευ­ ματικά και ο οποίος έχει το «δικαίωμα», δηλαδή την υποχρέωση, να δώσει αυτή την απάντηση. Η αποσαφήνιση είναι η θεωρητική κατάθεση που επεμβαίνει σε συζητήσεις ιδεών και προκαλείται από το ένα ή το άλλο γεγονός που απορρέει απ’ τον αντίπαλο. Παραθέτω μερικά παραδείγματα, παρμένα από τις διαμάχες που συνέβησαν γύρω απ’ τον νατουραλισμό στα 1879. Ό τα ν ο Ζολά δημοσίευ­ σε τις πρώτες επιφυλλίδες της Νανά, το φθινό­ πωρο του 1879, οι κριτικοί που του επιτίθενται αρνούμενοι τη γνώση του γύρω από το θέατρο και τη συγγραφική του ικανότητα, ενεργούν στα πλαίσια της προσφώνησης. Προκαλούν, αναπό­ φευκτα, μιαν απάντηση του Ζολά, την αιτιολό­ γηση: ο μυθιστοριογράφος υπερασπίζεται το μυ­ θιστόρημά του, εξηγεί τις προθέσεις του σ’ ένα άρθρο, το οποίο θα προκαλέσει, εκ νέου, κι άλ­ λα άρθρα: δημιουργείται η αλυσίδα της διαμά­ χης. Περίπου την ίδια εποχή, ο Σαρλ Μπιγκό και ο Φερντινάντ Μπρινετιέρ στην Επιθεώρηση των Δύο Κόσμων, ο Έντμοντ Σερέρ στο περιοδι­ κό Ο Καιρός αναλύουν το νατουραλιστικό μυθι­

στόρημα, χωρίς όμως ν ’ απευθύνονται προσωπι­ κά στο Ζολά. Αρκούνται σε εντολές και τοποθε­ τούνται έξω απ’ τα πλαίσια της αυστηρής διαμά­ χης. Ό σ ον αφορά την αποσαφήνιση, το Εμπειρι­ κό Μυθιστόρημα είναι ένα καλό παράδειγμα: Τι άλλο μπορούσε να είναι αυτό το θεωρητικό κεί­ μενο αν όχι ένα «περιστασιακό» κείμενο, όπου ο Ζολά παίρνει θέση απέναντι στα λογοτεχνικά γε­ γονότα της εποχής του καί εξετάζει το σύγχρονο μυθιστόρημα για να προσδιορίσει σε σχέση μ’ αυτό τη δική του προβληματική; Ποιες είναι οι ιδεολογικές συνθήκες της προ­ βολής και της ταύτισης·, Η κίνηση της προβολής πραγματοποιείται σ’ ένα πλαίσιο συγκεκριμένο. Ο κριτικός μιλάει στο όνομα του κοινού, του κοινού τον: που είναι αυτός ο άλλος παραλήπτης του άρθρου, ο αναγνώστης, με τον οποίο συνδέε­ ται και του οποίου έχει αναλάβει την υποχρέωση να εκφράσει τα συναισθήματα. Γιατί δεν τίθεται θέμα να γράψει ενάντια σ’ αυτόν που τον διαβά­ ζει. Αυτό εκφράζεται θαυμάσια από την Φραντσίσκη Σάρσεϊ, θεατρικό κριτικό του Καιρού, στο δεύτερο μισό του 19ου αι. «Είμαστε η φωνή

του λαού και η πρώτη του κραυγή· βγαίνουμε από μια πρώτη παράσταση αναστατωμένοι απ’ τον ενθουσιασμό ή την οργή τον κοινού. Πρέπει μέσα στην κρίση μας ν’ αποτυπωθούν τα ίχνη των συγκινήσεων που μοιραστήκαμε εμείς οι ίδιοι. Αισθανόμαστε, και ο λόγος ακολουθεί. Εί­ μαστε τα πρόβατα του Πανούργου1 της κριτικής· το κοινό σκιρτά και σκιρτάμε- το μόνο πλεονέ­ κτημα που έχουμε σε σχέση με το κοινό είναι να γνωρίζουμε γιατί σκιρτά και να του το πούμε». Στη διαδικασία της ταύτισης, οι ιδεολογικοί καταναγκασμοί βαρύνουν όλο και περισσότερο. Αυτός που εξηγεί μια άποψή του απαντά σε μια επικρατόύσα άποψη την οποία οφείλει, τουλάχι-


αφιερω μα/23

στον εν μέρει, να παραδεχτεί: ακόμη κι αν επι­ χειρήσει να την αμφισβητήσει, εγγράφει το λόγο του σ’ ένα ιδεολογικό πεδίο που δε δημιούργησε αλλά που είναι αυτό του αντιπάλου. Η ανταλλα­ γή επικρίσεων πραγματοποιείται πάντοτε σ’ έναν πνευματικό ορίζοντα κοινό στους ανατιθέμε­ νους. Αυτή η διπλή τυπολογία που μόλις επεξεργα­ στήκαμε είναι εντελώς ικανοποιητική; Πρέπει να σημειωθούν οι ουσιαστικές μορφές της επικοι­ νωνίας που πραγματοποιείται κάτω απ’ την επιρροή του άλλου ως παραλήπτη-φίλου ή παραλήπτη-αντίπαλου. Προφανώς η πραγματικότητα απλοποιήθηκε. Μια ακριβής ανάλυση κάποιας σειράς γραμμάτων ή άρθρων θα έδειχνε ότι τα υπάρχοντα κείμενα είναι, ως επί το πλείστον, σύνθετα και συνδυάζουν τα χαρακτηριστικά που διακρίναμε. Έ να γράμμα μπορεί να είναι μια ανταπάντηση που ακολουθείται από μια ερώτη­ ση ή μια εντολή. Έ να άρθρο μπορεί να συνδυά­ σει την αιτιολόγηση και την προσφώνηση, την αποσαφήνιση και τη διαταγή κ.τ.λ. Ό λες οι συν­ θέσεις είναι πιθανές σε συνάρτηση με τη ρητορι­ κή που ξεκινάει. Α λλά όσο πολυσύνθετο κι αν είναι το μήνυμα, πάντα βρίσκονται αυτές οι στοιχειώδεις μορφές της επικοινωνίας. Γιατί δεν μπορεί ένα γράμμα ή ένα άρθρο να περιπλέκει επ’ αόριστο το σκοπό της πληροφορίας του με κίνδυνο να μην γίνει κατανοητό. Η κυκλική δομή που περιγράψαμε πρέπει να τοποθετηθεί επίσης και μέσα στη χρονική της διάσταση. Ποιος είναι ο ρυθμός αυτής της επι­ κοινωνίας; Ποικίλλει. Είναι συνεχής όταν η επι­ κοινωνία πραγματοποιείται με μια σειρά κειμέ­ νων: παραδείγματος χάρη, η ερωτική αλληλο­

γραφία που είναι μια σειρά ερωτήσεων και αν­ ταπαντήσεων, η διαμάχη που είναι μια εναλλαγή προσφωνήσεων και αιτιολογήσεων. Είναι διακε­ κομμένη όταν η επικοινωνία βασίζεται σε κινδύ­ νους που προκαλούν εντολές ή αντιδράσεις, δια­ ταγές ή αποσαφηνίσεις. Εκτός αυτής της ρύθμισης, σε βιογραφικό επί­ πεδο, που συνδέεται με τις προσωπικές υπάρ­ ξεις, εισέρχονται στοιχεία εξωτερικού διακανο­ νισμού, τα οποία είναι κοινωνικά και ξεφεύ­ γουν, εν μέρει τουλάχιστον, απ’ τα άτομα. Η επι­ στολογραφία ανταποκρίνεται στις κοινωνικές υποχρεώσεις, όπως ο σεβασμός των οικογενεια­ κών ιεραρχικών σχέσεων, ο σεβασμός των επίση­ μων στιγμών (γιορτές, επέτειοι...). Η κριτική επίσης ασκείται σ’ ένα πλαίσιο: μέσα σ’ αυτό ή στο άλλο δημοσιογραφικό πεδίο, μ’ εκείνη ή με την άλλη περιοδικότητα (επιφυλλίδα, χρονι­ κ ό...). Α λλά όποιες κι αν είναι οι συνθήκες της χρο­ νικής της μέτρησης, η κυκλική επικοινωνία υπάρχει καταρχήν μέσα στη διάρκεια. Συνηθίζε­ ται τον τελευταίο καιρό για να καταλάβουμε ένα γράμμα να το τοποθετούμε μέσα σε μια χρονολο­ γική συνέχεια, δηλαδή να συγκροτούμε «γενικές» αλληλογραφίες - συνήθεια πολύ πρόσφατη - στο 19ο αιώνα, προτιμούσαν τις τμηματικές ή απο­ σπασματικές αλληλογραφίες. Ό μω ς αυτή η μέ­ θοδος της χρονολογικής γενικότητας χρησιμο­ ποιείται πολύ λιγότερο στα κριτικά άρθρα. Και εντούτοις, θα ήταν αναγκαίο να προτείνουμε εκ­ δόσεις άρθρων που σέβονται τη συνέχεια του δη­ μοσιογραφικού πεδίου και την κανονικότητα της δημοσίευσης. Είναι αλήθεια ότι οι ίδιοι οι κριτι-


24/αφιερω μα κοί είναι οι πρώτοι υπαίτιοι, γιατί συχνά μπερ­ δεύουν τη χρονολογία του έργου τους, συνθέτον­ τας, κατόπιν εορτής, θεματικές συλλογές που βασίζονται στη συνάθροιση μερικών προνομιού­ χων κειμένων και τον αποκλεισμό άλλων. Έτσι όμως συγκροτούνται εσφαλμένες ενότητες. Έ να τέτοιο παράδειγμα είναι το έργο του Μωπασάν. Εδώ κι έναν αιώνα προσπαθούν να συγκεντρώ­ σουν σε δυο ξεχωριστές συλλογές, απ’ τη μια, αυτά που ονομάζονται Διηγήματα κι α π’ την άλ­ λη τα Χρονικά- ενώ πρόκειται για μια και μονα­ δική λογοτεχνική σειρά, δοσμένη παράλληλα και μέσα στο Gil Bias και το Le Gaulois. Οι δισταγμοί των εκδοτών των Διηγημάτων εί­ ναι τελείως αποκαλυπτικοί: Ο Ε .Ν . Σαλιβάν και ο Φ. Στιγκμίλερ κι έπειτα ο Γ. Ντελεσμάν και τέλος ο Λ. Φορστιέρ αναζήτησαν επανειλημμένα μέσα στο συγκεχυμένο σύνολο των χρονικών, καινούρια «διηγήματα» που αύξησαν τη συλλογή (corpus) που είχε συλλέξει αρχικά ο Μωπασάν. Δ εν ήταν προτιμότερο απ’ το να προσπαθούμε να κάνουμε κάποιο διαχωρισμό, σίγουρα προ­ βληματικό, να παραδεχτούμε την ενότητα αυτού του έργου, διηγήματα και χρονικά ανάμικτα και να τα εκδόσουμε όπως είναι; Εφόσον το γράμμα, το άρθρο και το χρονογράφημα είναι κείμενα

που πρέπει να διαβάζονται με τη χρονολογική σειρά που τα προσδιόρισε. Αυτά, λοιπόν, τα κείμενα γεννημένα απ’ το εφήμερο, είναι διπλά σημαδεμένα α π’ το χρόνο: μέσα σε μια διάρκεια που τά ενώνει και σε σχέση με μια ημερομηνία που τα διαφοροποιεί. Αυτός ο χρονολογικός προσδιορισμός τα κάνει ευανά­ γνωστα και συγχρόνως περιορίζει το σημασιολογικό τους μυστήριο: ένα γράμμα κι ένα άρθρο δεν είναι παρά αυτό που οι περιστάσεις θέλησαν να είναι. Το χρονολογημένο κείμενο εξηγείται από τη χρονική του αναφορά και ολισθαίνει πιο δύσκολα από άλλα στην αυτονομία του νοήματος και στην πολλαπλότητα των ερμηνειών. Το γράμμα και το άρθρο παρουσιάζονται, λοι­ πόν, ως κείμενα γραμμένα κάτω απ’ το βλέμμα του παραλήπτη τους. Προσπαθήσαμε να συλλάβουμε μέσα από μια συγχρονική θεώρηση, στα τέλη του 19ου αιώνα, τις παραστάσεις αυτής της δυικής επικοινωνίας που ασκείται διαμέσου των λέξεων και διέρχεται από πράξεις ή γεγονότα. Α ς προσθέσουμε ότι η ένταση που φέρνει αντιμέ­ τωπους το θέμα και τον παραλήπτη δεν είναι μό­ νο φανταστικής υφής, μπορεί να καταλήξει στην πραγματικότητα: στο κριτικό άρθρο αυτή η δυική επικοινωνία κατέληγε συχνά στη «μονομαχία» και μερικές φορές στο θάνατο... Το γράμμα και το άρθρο, συνδεδεμένα καθώς είναι με τις παραστάσεις που τα προσδιορίζουν και τοποθετημένα μέσα στη διάρκεια, δεν μπο­ ρούν να γίνουν κατανοητά παρά μέσα από σει­ ρές κειμένων στις οποίες ενσωματώνονται. Ο αποκλεισμός τους από τη σειρά αυτή και η τμη­ ματική τους χρησιμοποίηση θα κατέληγε να τους αποδώσει έναν ψευδή, απατηλό λόγο. Η σύγχρο­ νη δουλειά της έκδοσης - ή πιο απλά της κριτι­ κής ανάγνωσης - οφείλει ν ’ αγωνιστεί, αντίθετα, για ν ’ αποκαταστήσει μ’ επιμέλεια ένα χρονολο­ γικό πλαίσιο και τις συνθήκες μιας επικοινω­ νίας. Δεν πρόκειται να αναζητηθεί η εξαιρετική εξομολόγηση ή η εκπληκτική αναφορά, όμως πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να διαβλέπουμε πίσω απ’ την καθημερινότητα των στερεότυπων λόγων - λακωνικά ραβασάκια που καθορίζουν ραντεβού, γελοίες και επαναλαμβανόμενες κρί­ σεις αισθητικής - την πυκνότητα ενός λόγου που προσεγγίζει το πραγματικό, τη δροσιά ενός, πα ­ ρά τα χρόνια, πάντα παρόντος μηνύματος, τη συγκίνηση μιας επαφής πέρα απ’ τη λήθη. 1 1. Πανούργος: Είναι δημιούργημα του Ραμπελαί στο έργο του «Πανταγκρυέλ». Ο Πανούργος είναι ο πιστός φίλος του Παν­ ταγκρυέλ. Στο τέταρτο βιβλίο βρίσκουμε το επεισόδιο με τα πρόβατα. Σ’ ένα ταξίδι που πήγε ο Πανταγκρυέλ με τον Πα­ νούργο, ο Πανούργος μάλωσε μ’ έναν έμπορο. Για να τον εκδι­ κηθεί, λοιπόν, αγόρασε ένα από τα πρόβατα του εμπόρου, και το πέταξε στη θάλασσα. Τα βελάσματά του, όμως, παρέσυραν και τ’ άλλα πρόβατα και τον ίδιο τον έμπορο! (Σημ.τ.μ.).

Μετάφραση: Ντόρα Αλιβάνιστου


αφιερωμα/25

Amelie Schweiger To γράμμα από την Ανατολή

Ο επιστολογραφικός χώρος: Ο Φλωμπέρ και η τοποθέτηση του καλλιτέχνη Το να είσαι συγγραφέας σημαίνει ότι δουλεύεις στον τομέα της γλώσσας. Καταπιά­ νεσαι μ ’ αυτή, και σαν ύλη και σαν εργαλείο, και την επιστρέφεις μεταμορφωμένη στο τελειωμένο έργο. Αυτό είναι κάτι το φανερό, και επειδή είναι φανερό, δύσκο­ λα επιτυγχάνεται. Πράγματι, στην περίπτωση της ζωγραφικής και ιδιαίτερα της μουσικής π .χ., η δημιουργική κίνη­ ση γίνεται σ’ έναν τομέα κλειστό, αυτόνομο, έξω από το χρήσιμο και το καθημερινό. Η γλώσσα, αντίθετα, ανήκει στον καθένα, χρησιμοποιείται από όλους και καθημερινά. Βέβαια, το ίδιο του συγγραφέα είναι να γράφει. Αλλά δεν γράφεις αναγκαστικά για να κάνεις έργο τέχνης, κάθε άλλο. Έτσι γράφεις π.χ. γράμματα. Αλλά αυτά τα γράμματα, στην περίπτωση του συγγραφέα, αποτελούν όλο και περισσότερο αντικείμενο δη­ μοσιεύσεων, και κατά συνέπεια διαβάζονται δη­ μόσια, σαν να προέρχονται από το ίδιο εργαλείο που έφτιαξε το έργο, από την ίδια «πένα». Τόσο για ’κείνον που τη γράφει όσο και για ’κείνον που τη διαβάζει, η επιστολή ενός συγγραφέα πα­ ρουσιάζει, με την πρώτη, μια ιδιαίτερη και πο­ λύπλοκη οντότητα: από άποψη υλική είναι, όπως και το έργο, μια γραφή. Α πό άποψη ανά­ γνωσης υπάρχει μια σχεδόν ταυτότητα· η στάση του αναγνώστη είναι σχεδόν η ίδια, ας πούμε,

όταν διαβάζει τα μυθιστορήματα του Φλωμπέρ και την αλληλογραφία του που έχει δημοσιευθεί: και στις δυο περιπτώσεις διαβάζει «Φλωμπέρ»... Αντίθετα, από την πλευρά του συγγραφέα υπάρ­ χει διαφοροποίηση και μάλιστα σαφέστατη επι­ θυμία διαχωρισμού:

Διαπιστώνω, φονκαριάρα μου, ότι σε βομ­ βαρδίζω με μια αλληλογραφία αρκετά ανού­ σια. Αυτά- εκτός αν βάλω τα δυνατά μου να παρουσιάσω ύφος συγγραφικό, μου είναι αδύνατο να σου πω οτιδήποτε.1 Αν και το επάγγελμά μου απαιτεί να έχω λο­ γοτεχνικό ύφος, δεν ξέρω τι να σου πω.2 Συνεπώς μια επιστολή, έστω και γραμμένη από συγγραφέα, δεν αποτελεί «λογοτεχνία»... Α π ’ αυτό φαίνεται ότι το να γράφεις επιστολές δεν είναι πράγμα απλό για το συγγραφέα και του δημιουργεί ένα διπλό πρόβλημα. Κατά πρώ­ το λόγο, πώς θα γράψει ένα γράμμα όταν το επάγγελμά του είναι να καλλιεργεί προσωπικό


26/αψιερω μα ύφος, χωρίς, όμως, γ ι’ αυτό το λόγο, να γράφει επιτηδευμένα; Έ τσι, όταν, στην εποχή του Φλωμπέρ, πας ταξίδι στην Ανατολή, πώς να τα καταφέρεις ώστε η αλληλογραφία σου να μην πάρει την όψη των παραδοσιακών πια «ταξιδιω­ τικών αφηγήσεων»;

δεν είναι ο συγγραφέας, είναι απλά ο γιος σου που βρίσκεται περίπου «στο επίπεδο μηδέν», αφού χρησιμοποιεί την έκφραση «αρκετά ανού­ σια». Α ς ακούσουμε τον Φλωμπέρ να το λέει καθα­ ρά και ξάστερα:

Ο Enault πρέπει να είναι θαυμάσιος από τότε που επέστρεψε από την Ανατολή. Πάλι θα απολαύσουμε ανατολίτικο ταξίδι. Εντυπώ­ σεις από τα Ιεροσόλυμα. Περιγραφές για ναρ­ γιλέδες και σαρίκια. Πάλι θα μας πληροφο­ ρήσει τι εστίλουτρό κ.τ.λ.3

Μου κάνεις τόσους επαίνους για τα γράμματά μου που πιστεύω ότι η μητρική αγάπη σε τυ­ φλώνει τελείως. Διότι εμένα μου φαίνεται ότι σου στέλνω μόνο πολύ άνοστα και κακογραμ­ μένα κείμενα. Το ίδιο και τα γράμματα που στέλνω στον Biget. Αισθάνομαι αναγούλα όταν τα ξαναδιαβάζω. Όσο για σένα, επειδή ξέρω ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι η αξία τους αλλά η ποσότητα, σου στέλνω όσα μπορώ περισσότερα.6

Φυσικά αυτό θα κάνει ο Φλωμπέρ, θα αποφύγει να μετατρέψει την εμπειρία αυτή σε κείμενο που προορίζεται για δημοσίευση. Α λλά πώς να αποφύγει να γράψει έστω στο άλφα πλαίσιο ή στο βήτα «μερικές εντυπώσεις από τα Ιεροσόλυ­ μα» και «περιγραφές». Δ εν είναι τυχαίο εάν οι αφηγήσεις ταξιδιών παίρνουν συχνά όψη επι­ στολής, ακριβώς σαν να ήταν μερική ή ολική φαντασία και σαν να απαιτούσαν ιδιαίτερο ρυθ­ μό. Άλλω στε, έστω και αν δεν το παραδέχεται, ο Φλωμπέρ δεν ξεφεύγει από την παράδοση. Έ τσι π.χ. στις 27 Δεκεμβρίου 1850 δίνει τον τί­ τλο «Ταξιδιωτικές σημειώσεις»4 σ’ ένα μέρος από ένα γράμμα που στέλνει στη μητέρα του. Ή ακόμη γράφει:

Λες ότι οι ταξιδιωτικές αφηγήσεις είναι πολύ μακριά από μας. Ε, λοιπόν για να σου απο­ δείξω το αντίθετο, θα σου στείλω τώρα την αφήγηση του ταξιδιού μου από το Παρίσι στη Μασσαλία.5 Κατά δεύτερο λόγο και αντίστροφα, πώς μπο­ ρεί ένας συγγραφέας να καταδεχθεί, ακριβώς χωρίς να επιδιώξει να κάνει λογοτεχνικό έργο, να γράψει με τρόπο κάπως τετριμμένο, ξεστρατί­ ζοντας έτσι από την ίδια τη δημιουργία, χρησι­ μοποιώντας τη γλώσσα σε κάτι που δεν θα είναι δημιουργικό έργο; Αυτήν ακριβώς τη δυσάρεστη κατάσταση εκφράζουν οι πρώτες φράσεις του Φλωμπέρ που αναφέρονται εδώ. Πράγματι, λένε σαφέστατα: εάν δε χρησιμοποιήσω λογοτεχνικό ύφος, δεν έχω τίποτε να πω. Με άλλα λόγια, δεν ξέρω να γράψω αν δεν κάνω τέχνη, δεν ξέρω να χρησιμοποιήσω την πένα μου έξω από τη δη­ μιουργική κίνηση. Αλλά αυτό αποτελεί φαύλο ' κύκλο, γιατί η αλληλογραφία του Φλωμπέρ, στη συγκεκριμένη περίπτωση τα γράμματα από την Ανατολή, υπάρχει, και είναι μάλιστα αρκετά πλούσια για έναν άνθρωπο που ισχυρίζεται ότι δε βρίσκει τίποτε να πει. Γι’ αυτό και οι φράσεις «υτές που απευθύνει ο Φλωμπέρ στη μητέρα του σαν σε διαφάνεια και με τρόπο σωστότερο και βασικότερο μπορούν να διαβαστούν σαν να λέει: Μη συγχέεις τα πράγματα, μην παρεξηγείς την αξία των επιστολών μου. Α υτός που σου γράφει

Αυτή την αυστηρή αυτοκριτική τη βρίσκει κα­ νείς να επανέρχεται κάθε λίγο καί λιγάκι στην αλληλογραφία του Φλωμπέρ:

Α, μα για να σου πω! Εάν περιμένεις ένα γράμμα κάπως ικανοποιητικό, απατάσαι.7 Φαίνεται τόσο σαν προειδοποίηση που απευ­ θύνεται στον αναγνώστη του γράμματος όσο και σαν ένα προστατευτικό μέτρο που παίρνει ο επι­ στολογράφος. Αποτελεί για το συγγραφέα ένα είδος διεκδίκησης για να ’χει το δικαίωμα να γράφει και αλλιώτικα, και όχι μόνο σαν λογοτέ­ χνης. Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο εκείνον που γράφει τα γράμματα, αλλά και εκείνους που τα διαβάζουν. Με ποιο τρόπο πρέπει να συμπεριφερθεί η κριτική αν θέλει να δείξει όσο το δυ­ νατό περισσότερη διορατικότητα, για να κατα­ πιαστεί με κείμενα κάπως περιθωριακά, όπως αλληλογραφίες, εφημερίδες, σημειώσεις, προσω­ πικά ημερολόγια κ.τ.λ., δηλαδή κείμενα που δεν υπάγονται απευθείας στη λογοτεχνία. Επιπλέον, πώς μπορούμε να διαβάσουμε ένα κείμενο που δεν απευθύνεται σε μας. Πράγματι, αν το έργο προορίζεται για έναν αναγνώστη πολλαπλό, δη­ μόσιο και ανώνυμο, το γράμμα αντίθετα γράφε­ ται για ένα μοναδικό παραλήπτη ιδιωτικό και επώνυμο. Εμείς όταν διαβάζουμε τα γράμματα του Φλωμπέρ είναι περίπου σαν να κάνουμε διάρρηξη.

Εννοείται ότι το γράμμα αυτό απευθύνεται μόνο σε σένα και όσα περιέχει δεν πρέπει να πάνε παραπέρα.8 Κι όμως ας το προσέξουμε αυτό, διότι αυτό δεν είναι πολύ απλό. Πράγματι, ένας συγγρα­ φέας στην εποχή του Φλωμπέρ ξέρει ότι η αλλη­ λογραφία του έχει πολλές πιθανότητες να δημοσιευθεί κάποια μέρα. Ακόμη κι αν δεν το έχει αυτό κατά νου σε κάθε λέξη που γράφει, σε κάθε γράμμα, αυτή η υπολανθάνουσα βεβαιότητα δεν


αφιερω μα/27 μπορεί παρά να έχει κάποια επιρροή στην επι­ στολογραφία του. Ως προς τούτο, η χειρονομία που έκαναν ο Γ. Φλωμπέρ και ο Maxime du Camp μόλις δημοσιεύτηκε η αλληλογραφία του Merimee, μετά το θάνατό του, είναι χαρακτηρι­ στική- διότι έκαψαν και οι δυο τα γράμματα που είχαν ανταλλάξει μέχρι τότε. Αυτή η συνειδητοποίηση ήταν όμως τελείως συμβολική, μια και ο Φλωμπέρ κατέστρεψε μόνο αυτό το μέρος της αλληλογραφίας του - πράγμα που ισοδυναμεί, χωρίς να το λέει καθαρά, με την αποδοχή της δημοσίευσης των άλλων του επιστολών. Α π ’ αυ­ τή τη διπλή αποστασιοποίηση το θέμα παραμένει ανοικτό και ολόκληρο, πώς πρέπει να διαβασθεί η αλληλογραφία ενός συγγραφέα: το κείμενο σαν ντοκουμέντο ή το ντοκουμέντο σαν κείμενο; Πράγματι, ως επί το πλείστον, τα γράμματα αυτά χρησιμοποποιούνται από την κριτική και σαν πηγή και σαν επικύρωση εκ των υστέρων των όσων έχει πει. Αυτό παρατηρείται κυρίως σε δυο τομείς: στον τομέα της ζωής και στον τομέα του έργου, δηλαδή στο πλαίσιο της βιογραφίας και πλαίσιο της αισθητικής. Στην πρώτη περίπτωση, η αλληλογραφία χρησιμεύει στην εκπόνηση ενός είδους «βιογραφίας σε εσωτερικό επίπεδο», εγχείρημα που το υλικό αυτό επιτρέπει να κα­ ταστήσει ' σχετικά πιστό.9 Στη δεύτερη περίπτωση η αλληλογραφία επιτρέπει σχολιαστεί το έργο όταν βρίσκονται μέσα σ’ αυτό ΦΙω^ ορισμένες καλλιτεχνικές αντιλήψεις. Μ οιάζει τό­ τε σαν ένα έργο πνευματικού περιθωρίου του έρ­ γου τέχνης, πράγμα που δεν είναι χωρίς σημα­ σία, εφόσον ο Φλωμπέρ ισχυριζόταν ότι ο κριτι­ κός έπρεπε να κρίνει το έργο σε συνάρτηση με το σχέδιο που είχε εμπνεύσει τη δημιουργία του. Η αλληλογραφία μιλάει, λοιπόν, για το συγγραφέα και για το έργο του και επιτρέπει στον κριτικό να μιλήσει και αυτός για τα δυο με πιο σωστό τρόπο. Αυτοί οι δυο τρόποι του να καταπιασθεί κανείς με την αλληλογραφία ενός καλλιτέχνη δε στερούνται ούτε ενδιαφέροντος ούτε ορθότητας. Αλλά απλώς χρησιμοποιείται το κείμενο, δεν αν­ τιμετωπίζεται αυτό καθεαυτό. Καθώς στερείται αυτονομίας καλείται να παίξει το ρόλο του μόνο σε συνάρτηση με την αναφορική ή την πληροφο­ ρική του αξία. Γι’ αυτό χρειάζεται επίσης να διερωτάται κανείς αν υπάρχει δυνατότητα να γί­ νει λογοτεχνική ανάλυση της αλληλογραφίας,

όπως γίνεται για ένα φιλολογικό κείμενο, και κυρίως όταν πρόκειται για την αλληλογρ<«ι ία ενός συγγραφέα, και ιδιαίτερα στην περίπτωση του Φλωμπέρ, μια και λέγεται συχνά ότι τα γράμματά του είναι από τα πιο ωραία του αιώ­ να. Ό μω ς, όποιος προσπαθεί να πλησιάσει ένα τέτοιο κείμενο δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάει ότι η επιδεξιότητά του έχει όρια: εάν ακολουθήσει υπερβολικά συστηματική ή αποκλειστική γραμμή θα ήτανε - μεθοδολογικά - σφάλμα. Στην περί­ πτωση αυτή θα ήταν σα να μη θέλει να λάβει υπόψη τις διαβεβαιώσεις του Φλωμπέρ ως προς «τον επιτυχή χειρισμό» του λογοτεχνικού ύφους, δηλαδή θα ήταν σαν να πραγματευόταν ένα αν­ τικείμενο - την αλληλογραφία - απαλείφοντας το θέμα που είχε σταθεί η απαρχή τον. Αυτοί οι δυο τρόποι ανά­ γνωσης κειμένου παρουσιά­ ζουν συνεπώς το μειονέκτη­ μα ότι ο καθένας τους είναι αποκλειστικός και μονομε­ ρής. Συνεπώς έτσι όπως εί­ ναι δεν μπορούν να επεξηγήσουν πραγματικά το σώμα του έργου με το οποίο συγκρίνονται. Θα ήταν μάλλον προτιμότερο να αποφεύγον­ ται οι καταχρηστικοί διαχω­ ρισμοί και να μελετιόνται μαζί το περιεχόμενο και η έκφραση, διότι όπως το υπογραμμίζει ο Φλωμπέρ:

Κατά τη γνώμη μον, όσο δε θα μου έχουν σε μια δεδομένη πόταση διαχω­ ρίσει το λεγόμενο από τρόπο με τον οποίο λέγεται, θα ισχυρίζομαι ότι οι λ έ ξ ε ις α υ τές π ιριεχόμενο και έκφραση - είναι χωρίς νόημα. Δεν υπάρχουν ωραίες σκέψεις χωρίς ωραίες προτάσεις και αντίστροφα. Είναι φανερό ότι η σκέψη αυτή δεν έχει πια τίποτα το πρωτότυπο ούτε το ιδιαίτερο- σάμπως έτσι δεν προβαίνει κανείς στην ανάλυση του έρ­ γου ενός συγγραφέα; Στην πραγματικότητα, στην περίπτωση των επιστολογραφικών κειμέ­ νων είναι λιγότερο σημαντικό να τονίσει κανείς μια ριζική διαφορά σε σχέση με όλο το έργο από το να συνειδητοποιήσει κάποια μετατόπιση, κά­ ποια διαφοροποίηση- σ’ ένα γράμμα το θέμα εί­ ναι λιγότερο «ο καλλιτέχνης» απ’ ό,τι ο «άνθρω­ πος» - χρησιμοποιεί μια «καλλιτεχνική γλώσσα» ενώ χρησιμοποιεί «καθημερινή γλώσσα» στο γράμμα. Αυτός ο διαχωρισμός, αν και καθαρά «θεωρητικός», μπορεί να φανεί αυθαίρετος. Κι όμως, η ενότητα μεταξύ του ανθρώπου και του


28/αφιερω μα καλλιτέχνη δεν είναι πράγμα τόσο απλό όσο θα μπορούσε κανείς να το φανταστεί.

Τότε ξεχώρισα καθαρά για δική μου χρήση δυο μεριές και στον κόσμο και μέσα μου: από τη μια μεριά το εξωτερικό στοιχείο που επιθυ­ μώ να είναι ποικίλο, πολύχρωμο, αρμονικό απέραντο και από το οποίο δέχομαι μόνο την απόλαυση που μου δίνει, από την άλλη μεριά το εσωτερικό στοιχείο που το συγκεντρώνω για να το κάνω πιο πυκνό και μέσα στο οποίο αφήνω να μπουν με πλούσιες αναθυμιάσεις, οι πιο καθαρές ακτίνες του Πνεύματος, από το παράθυρο της νόησης.11 Κατά βάθος, αν ο Φλωμπέρ βρίσκει την εσω­ τερική του ενότητα, το πετυχαίνει ακριβώς χάρη σ’ αυτό το διαχωρισμό. Εκείνο που πραγματο­ ποιεί την ενότητα στον άνθρωπο είναι η ικανό­ τητά του να υιοθετεί στην καθημερινή ζωή στα­ θερά μια ορισμένη «θέση» που θα μπορούσε κα­ νείς να την ονομάσει «καλλιτεχνική θέση». Ο ίδιος ο Φλωμπέρ δημιούργησε μάλιστα μια ειδι­ κή λέξη για να κατονομάσει τη στάση αυτή: «καλλιτεχνισμός»12. Την ονομάζει επίσης «κατά­ σταση καλαισθητικοποίησης».

Όσο για μένα δεν ξέρω πώς τα καταφέρνουν και μπορούν να ζουν οι άνθρωποι που δε βρί­ σκονται από το πρωί έως το βράδυ σε μια κα­ τάσταση καλαισθητικοποίησης3 Πίσω από την προκλητική της υπεροψία, η πρό­ ταση αυτή εκφράζει επίσης κάποια ένταση και μάλιστα ένα κάποιο άγχος. Διότι το ερώτημα εξακολουθεί να τίθεται εξίσου πραγματικά κ'αι ταπεινά για τον Φλωμπέρ: πως να καταφέρει να ζει κανείς συνεχώς σε «κατάσταση καλαισθητικοποίησης». Ακριβώς σ’ αυτό το σημείο μοιάζει να παίζει η αλληλογραφία σημαντικότατο ρόλο, γιατί αποτελεί ένα είδος ενωτικού κρίκου ανάμε­ σα στη ζωή και στην τέχνη. Εάν το να είσαι καλ­ λιτέχνης είναι να ζεις και να δημιουργείς συνά­ μα, η αλληλογραφία δεν είναι μόνο ο τόπος όπου διατυπώνονται οι σχέσεις αυτές· είναι και ο χώρος όπου εκδηλώνονται, όπου βρίσκονται σε πλήρη δράση, σε «έργο». Τα γράμματα είναι το κείμενο της εμπειρίας αυτής. Πράγματι, με το να γράφεις ένα γράμμα, κάνεις μια πράξη που σχετίζεται με αυτά που ζεις- όμως, η υλικότητα του γράμματος αποτελείται από τη γραφή, όπως η υλικότητα του έργου. Επιπλέον το γράμμα αναμεταδίδει ένα κάποιο γεγονός που το έζησε ο γράφων και ως εκ τούτου το περνάει από κόσκι­ νο κατά κάποιο τρόπο, όπως ακριβώς γίνεται με το άλφα ή βήτα μέσο - για το έργο, ακόμη κι αν σ’ αυτή την τελευταία περίπτωση η αναμετά­ δοση γίνεται αργότερα. Γι’ αυτό και προτείνουμε να διαβάζεται το γράμμα του συγγραφέα Φλωμ­

πέρ σαν να είναι ο χώρος14 πειραματισμού της θέσης του ως καλλιτέχνη, δηλαδή σαν το χώρο όπου εκφράζεται αλλά και εκπονείται, ωριμάζει, μετατρέπεται, διερωτάται τόσο ως προς το πε­ ριεχόμενο όσο και ως προς την έκφραση. Ό τα ν έγραφε γράμματα ο Φλωμπέρ ήταν ίσως μια δο­ κιμή, αλλά και μια απόδειξη της προσωπικότη­ τάς του ως συγγραφέα.

Το γράμμα από την Α νατολή ή η αναζήτηση της συγγρα φικής τον προσωπικό τη τας Φέρνω μέσα μου τη μελαγχολία των βαρβά­ ρων φυλών με τα αποδημητικά τους ένστικτα και την έμφυτή τους αηδία για τη ζωή, που τους ωθούσε να αφήνουν τη χώρα τους σαν να ήθελαν να εγκαταλείπουν τον ίδιο τους τον εαυτό.15 Προτείνουμε τώρα μια μελέτη της αλληλογρα­ φίας που έστειλε από την Ανατολή ο Φλωμπέρ, διότι αυτό το σύνολο από επιστολές, γραμμένες ανάμεσα στον Οκτώβριο 1849 και το Μάιο 1851, νομίζουμε πως θα βοηθήσει να διευκρινίσουμε με τρόπο πιο συγκεκριμένο τα όσα είπαμε παρα­ πάνω. Κατά τη διάρκεια της ατομικής τροχιάς του Φλωμπέρ, το ταξίδι του στην Ανατολή φαί­ νεται πράγματι σαν μια φάση της συγκρότησης της καλλιτεχνικής του τοποθέτησης: θέση κατά γράμμα - δηλαδή πώς να τοποθετηθεί μέσα στην πραγματικότητα και περισσότερο απέναντι της, διότι βρίσκεται σ’ ένα ξένο περιβάλλον, τελείως καινούριο και άγνωστο, - αλλά ήταν επίσης και τοποθέτηση αισθητική και ηθική - διευθέτηση της ζωής του σε συνάρτηση με την τέχνη και διευθέτηση της τέχνης σε συνάρτηση με τη ζωή. Το ταξιδιωτικό γράμμα στην περίπτωση του Φλωμπέρ μας προσφέρει κάτι σαν διάγραμμα για τα θέματα που αναφέραμε, διότι αντιστοιχεί σε μια περίοδο «μαθητείας», και επειδή ο Φλωμ­ πέρ, εκτός από μερικές ταξιδιωτικές σημειώσεις που δεν τις προόριζε για δημοσίευση, δηλαδή να τις μετατρέψει σε έργο έτσι όπως ήταν, γράφει μόνο γράμματα την εποχή εκείνη. Αυτό μας επι­ τρέπει να θεωρήσουμε την ανατολική αυτή αλλη­ λογραφία σαν ένα ακραίο και ως εκ τούτου πολύ σημαντικό παράδειγμα μιας συγγραφικής αλλη­ λογραφίας. Πράγματι, όταν επιστρέψει ο Φλωμ­ πέρ θα βαλθεί στη συγγραφική για καλά, δηλαδή θα δουλέψει το έργο του «Madame Bovary», και στο εξής μέσα στα γράμματά του γίνεται λόγος κυρίως γι’ αυτή τη δημιουργική δουλειά. Ό τα ν ταξίδευε στην Ανατολή όμως, η θέση του ως καλλιτέχνη ήταν κάτι σαν να λέμε το έμμεσο- δεν ακολουθούσε στενά την κίνηση μιας συγκεκριμέ­ νης απτής και ρητής δημιουργίας. Ακριβώς γι’ αυτό τα γράμματα του Φλωμπέρ από την Ανατο­


αφιερω μα/29 λή μας φαίνεται να φανερώνουν μια στάση καλ­ λιτεχνική που μοιάζει να είναι ακόμη ακατέργα­ στη. Ο πειραματισμός αυτός διαγράφεται μέσα στην επιστολή, αλλά και διαμορφώνεται επίσης εκτεταμένα. Εάν ο Φλωμπέρ δεν γράφει τίποτε άλλο από σημειώσεις και επιστολές, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του, αυτό δε σημαίνει ότι έχει βάλει σε παρένθεση την τέχνη· κάθε άλλο μάλιστα, μια και το να είσαι καλλιτέχνης σημαίνει να ζεις συ­ νέχεια σε μια «κατάσταση καλαισθητικοποίησης», δηλαδή να εξασκείς ένα συνεχή «καλλιτεχνισμό». Και ακριβώς στην Ανατολή δημιούργη­ σε ο Φλωμπέρ τον όρο αυτό. Πρόκειται για μια στάση που συνίσταται στο να αντιλαμβάνεται κανείς με την πρώτη την πραγματικότητα σαν τομέα της αισθητικής.

Πρέπει να συνηθίσουμε να βλέπουμε στο πρό­ σωπο των ανθρώπων που μας περιβάλλουν μόνο βιβλία. Ο κόσμος για τον πραγματικό καλλιτέχνη εί­ ναι ένα είδος πιάνου16 Αντίστροφα πρέπει να μετατρέπει σε αισθητι­ κή ομορφιά την ίδια του τη ζωή, πρέπει να της προσδίδει κατά κάποιο τρόπο «ένα καλλιτεχνικό ύφος». Το να είσαι συγγραφέας δεν απαιτεί μόνο να συνθέτεις κάποιο έργο, απαιτεί και να ασκείς μια κάποια «τέχνη ζωής». Θα δούμε παρακάτω ότι η σχέση είναι διττή και μπορεί να διατυπω­ θεί με αυτό τον τρόπο: Α . Τα πράγματα τα ζω έτσι, άρα «είμαι καλλιτέχνης». (Αντίληψη που κληρονομήθηκε από τον ρομαντισμό). Β. Είμαι καλλιτέχνης συνεπώς ζω έτσι. Α υτό διαφαίνεται, ανάμεσα σε άλλα, στις επιστολές. Ο Φλωμπέρ συνεπώς όταν βρίσκεται στην Ανατολή δε γράφει, ταξιδεύει. Η έκφραση που χρησιμοποιεί πάνω σ’ αυτό το θέμα έρχεται να δικαιώσει τα όσα λέγαμε γύρω από «τη στάση του καλλιτέχνη». Η πρόθεση αυτή είναι άλλωστε παλιά αφού από το 1845 κιόλας, τότε που βρι­ σκόταν στην Ιταλία, ο Φλωμπέρ έγραφε:

Το ταξίδι που έκανα μέχρι τώρα ήταν εξαίρε­ το από υλική άποψη, αλλά υπερβολικά άξε­ στο από ποιητική άποψη έτσι που να μη θέλω να το παρατείνω. Το ν α τ α ξ ι δ ε ύ ε ι ς π ρ έ π ε ι να θ ε ω ρ η θ ε ί σ αν σ ο β α ρ ή δ ο υ λ ε ι ά . Αν το πάρεις αλλιώς - εκτός κι αν μεθάς ολόκληρη την ημέρα - είναι ένα από τα πιο πικρά και συνάμα από τα πιο χαζά πράγματα της ζωής.13 Πρέπει να αντιληφθεί κανείς ότι αν ο Φλω­ μπέρ επιδίδεται σε τέτοιες εκδηλώσεις αρχών, και μάλιστα από το 1845, αυτό συμβαίνει διότι εντάσσεται εντελώς στην παράδοση της Α νατο­ λής, παράδοση που ακολουθεί τόσο λογοτεχνικά όσο και κατά γράμμα. Έ να ς συγγραφέας δεν

αρκείται να περιγράφει μόνο τις εξωτικές χώρες, αλλά πηγαίνει πραγματικά σ’ αυτές. Είναι ένα είδος αναγκαίου και εθιμικού σταθμού στη ζωή του καλλιτέχνη.

Κατά τη δεύτερη περίοδο της ζωής ενός καλ­ λιτέχνη είναι χρήσιμα τα ταξίδια... Σκέψου τι μπορεί να αντιπροσωπεύσει για σένα μετά από λίγα χρόνια μια μεγάλη πορεία που να διασχίζει την Ανατολή. Ακολουθώντας τη γραμμή αυτής της παράδο­ σης, εκείνο που ο Φλωμπέρ εννοεί να υπογραμ­ μίσει, όταν μιλάει για ταξίδι καλλιτεχνικό, είναι ακριβώς αυτό που αντιπαραθέτει τη στάση αυτή με εκείνη του μικροαστού ταξιδιώτη, τον οποίο πάλι αποκαλεί «μπακάλη».

Όχι, μη με κοροϊδεύεις που θέλω να δω την Ιταλία. Εάν και οι μπακάληδες την προτιμούν, τόσο το καλύτερο γι' αυτούς. Υπάρχουν εκεί


30/αφιερω μα κάτω κάτι παλιά τείχη κατά μήκος των οποίων θέλω να περπατήσω».19 Τι χαζόπραμα είναι ο ταξιδιώτης! Μελετώ όσους βλέπω να ’ρχονται στο μουσείο. Στους πεντακόσιους ούτε ένας δεν το φχαριστιέται, σίγουρα. Έρχονται, όμως, επειδή έρχονται και οι άλλοι. Φορούν τα γυαλιά τους, κάνουν το γύρο των αιθουσών και ύστερα κλείνουν τον κατάλογο κι αυτό είναι όλο. Ο καλλιτέχνης όμως δεν αρκείται στο να στα­ ματάει στην επιφάνεια των πραγμάτων και η «σοβαρή δουλειά», ως ταξιδιώτη, υλοποιείται στο να παίρνει σημειώσεις. Λέμε «υλοποιείται» και όχι «έγκειται», διότι για τον Φλωμπέρ προ­ παντός το να κρατά κανείς σημειώσεις είναι ένα τεκμήριο, ίσως και ένα μέσο που πιστοποιεί μια αυθεντική εσωτερική εμπειρία περισσότερο πα ­ ρά μια ωφελιμιστική πράξη, που γίνεται π.χ. με σκοπό να δημοσιευθεί αργότερα ένα ταξιδιωτικό διήγημα:

Το ξέρετε, αγαπητέ φίλε, ποιο θα είναι για μένα το αποτέλεσμα του ταξιδιού μου στην Ανατολή; Θα είναι να μ ’ εμποδίσει να γράφω ποτέ έστω και μια γραμμή πάνω στην Ανατο­ λή21. Συνεπώς το να παίρνεις σημειώσεις, όταν τα­ ξιδεύεις, είναι συμπεριφορά καλλιτέχνη.

Κι ύστερα τα ερείπια! Τα ερείπια! Τι ερείπια! Τι άνθρωποι ήταν αυτοί οι Έλληνες! Τι καλ­ λιτέχνες! Εμείς διαβάζουμε, κρατάμε σημειώ­ σεις. 'Οσο για μένα, βρίσκομαι σε μια ολύμ­ πια κατάσταση, ρουφάω αρχαιότητα μ ’ όλο μου το μυαλό. Ό,τι κι αν λένε, η τέχνη δεν είναι ψέμα. Ας είναι ευτυχισμένοι οι μικροα­ στοί, δεν τους φθονώ για τη βαριά τους ευτυ­ χία22· Θα δούμε σε λίγο ότι θα πρέπει να τηρήσουμε μια κάποια επιφύλαξη μπροστά σ’ αυτά που λέει ο Φλωμπέρ και να μην βιαστούμε να τον πιστέ­ ψουμε, ιδιαίτερα όταν οι δηλώσεις του είναι τό­ σο επιδοκιμαστικές και τόσο πομπώδεις,διότι συχνά αγγίζουν τα όρια της ειρωνείας. Ό π ω ς και να ’νάι, ο Φλωμπέρ κρατούσε πράγματι ση­ μειώσεις στο ταξίδι του. Λ ίγους μήνες νωρίτερα όμως έγραφε στον Louis Bouilhet σκέψεις πολύ διαφορετικές: ι

Παίρνουμε σημειώσεις, κάνουμε ταξίδια, χα­ ράς το πράγμα! Γινόμαστε σοφοί, αρχαιολό­ γοι, ιστορικοί, γιατροί, λάτρεις του ωραίου. Προς τι όλα αυτά; Αλλά η καρδιά; Ο οίστρος; Το σφρίγος;»23.

Η αλληλογραφία, σαν κείμενο που αποτελείται από ένα σωρό ασυνάρτητα αποσπάσματα (η κάθε επιστολή) δεν αποτελεί συνεπώς ένα κείμε­

νο απλό. Σ ’ αυτή την περίσταση μια χρονολογική απόσταση και μια αλλαγή του παραλήπτη, μπο­ ρεί και να τροποποιήσουν το περιεχόμενο σε ίέτοιο σημείο που να λέει το αντίθετο. Εκτός από αυτή τη διαπίστωση, ένα άλλο πράγμα που μας φαίνεται ιδιαίτερα ενδιαφέρον εδώ είναι οι αβε­ βαιότητες του Φλωμπέρ, που μπορεί κανείς να τις μαντέψει δια μέσου των επιστολών που προαναφέραμε. Ως προς τη διαπίστωση βρί­ σκουμε και στις δυο περιπτώσεις συντακτικές και συνεπώς ρυθμικές δομές, που είναι εντελώς συμμετρικές. Και στα δυο παραδείγματα που εί­ ναι αντιφατικά ως προς το περιεχόμενο, υπάρ­ χουνε οι ίδιες αλυσιδωτές επαναλήψεις λέξεων και σύντομων φράσεων, που είναι εδώ επιφωνή­ ματα και εκεί ερωτηματικά:

«Κι ύστερα τα ερείπια! Τα ερείπια! Τι ερεί­ πια! Χαράς το πράγμα [...]. Αλλά η καρδιά; Ο οί­ στρος; Το σφρίγος;» Πέραν απ’ αυτόν ΐο ν επιστολογραφικό οίστρο, που είναι ίσως υπερβολικά τυπικά αντιπροσω­ πευτικός του Φλωμπέρ, για να μπορεί κανείς να βγάλει πολύ σημαντικά συμπεράσματα α π’ αυτό το περιορισμένο παράδειγμα φαίνεται καθαρά ότι το να ταξιδεύει σαν καλλιτέχνης του δη­ μιουργεί μερικές δυσκολίες, προπαντός ως προς τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να πορεύεται. Ταιριάζει εδώ να αναφέρουμε μια άλλη φράση του Φλωμπέρ που την έγραψε τρία χρόνια μετά που είχε γυρίσει από την Ανατολή:

Τι ταξίδι καλλιτεχνικό θα κάνετε εσείς οι δυο Guerard! Πόσο λίγο θα μελετήσετε τα μνη­ μεία! Τι πενιχρές σημειώσεις θα κρατήσετε! Πόσο ο ChimeI θα αγανακτούσε! ή ακόμη και ο Du Camp. Το ταξίδι σας θα είναι μια συνεχής κρασοποσία»24 Αυτό το κείμενο πρέπει να διαβαστεί σε αντιπα­ ράθεση προς το κομμάτι που αναφέραμε προη­ γουμένως, δηλαδή πριν από το ταξίδι στην Ανατολή. Το ίδιο το ταξίδι εμφανίζεται τότε σαν μια εμπειρία που κατέληγε διαλύοντας τις νεανι­ κές αυταπάτες: τελικά το να ταξιδεύεις δεν απο­ τελεί «σοβαρή εργασία»: ο μοναδικός «ανεκτός» τρόπος του να ταξιδεύεις είναι να μεθάς όλη την ημέρα. Η μόνη δυνατή λύση είναι «το ταξίδιοινοποσία». Βέβαια, ο κυνισμός που αρέσκεται ο Φλωμπέρ να επιδεικνύει είναι κατά μέγα μέρος προσποιητός, διότι «η προσποίηση» ήταν μια στάση και μια λέξη που άρεσαν στον Φλωμπέρ. Α λλά η «πόζα» και «η απογοήτευση» αποτελούν, και οι δυο, αναπόσπαστα μέρη τόσο της προσω­ πικότητας όσο και του τύπου που θέλει να παρι­ στάνει ο Φλωμπέρ και ως επιστολογράφος και ως συγγραφέας. Με άλλα λόγια το ν α προσποιεί­ ται κανείς ότι έχει απογοητευθεί αποτελεί ένα εί-


αφιερωμα/31 δος αναδρομικής τελετουργίας, αλλά παίρνει κα­ νείς πόζα ίσως για να κρύψει μια πραγματική απογοήτευση. Και στις δυο περιπτώσεις ενυπάρ­ χουν στενοχώρια και δισταγμοί. Ο Φλωμπέρ δε μετατρέπει σε πράξη για τον εαυτό του τη λύση του ταξιδιού-οινοποσία και παρόλο το αποδοκιμαστικό ύφος που παίρνει προς τις ίδιες του τις επιστολές και προς τις ταξιδιωτικές του σημειώ­ σεις, εξακολουθεί όμως να τις γράφει παρόλ’ αυ­ τά και μάλιστα σε αφθονία. Ξεκινώντας α π’ αυ­ τό το δεδομένο θα θέλαμε να θέσουμε την ακό­ λουθη ερώτηση. Πώς τοποθετεί ο καλλιτέχνης τον εαυτό του σε σχέση με την πραγματικότητα 1

και πώς προβάλλει τον εαυτό του σαν πραγματι­ κότητα; Ή με άλλα λόγια πώς εκείνος που διά­ λεξε σαν έργο να απεικονίσει τον κόσμο (ή κά­ ποιο κομμάτι του κόσμου) διαλέγει να τοποθετη­ θεί στον κόσμο αυτό; Η αλληλογραφία, που δεν είναι ούτε πραγματικό συγγραφικό έργο ούτε αληθινή ζωή σε ατόφια κατάσταση, φαίνεται να είναι όχι μόνο ένα υλικό εκλεκτό που επιτρέπει να πραγματεύεται κανείς τέτοια θέματα, αλλά και ένα προνομιούχο έδαφος όπου αυτά τα θέ­ ματα παίζονται.

1. Οι αναφορές στις σελίδες, εκτός αν υπάρχει αντίθετη έν­ δειξη και μέχρι το 1858, παραπέμπουν στην έκδοση της αλληλογραφίας του Γ. Φλωμπέρ που έγινε από τον J. Bruneau, έκδοση Gallimard, Pleiade, 1973 (τόμος I) και 1980 (τόμος II). Γράμμα στη μητέρα του 8 Μαρτίου 1850,1, σελ. 596. 2. Γράμμα στη μητέρα του, 27 Οκτωβρίου 1849, I, σελ. 515. 3. Γράμμα στη Louise Colet, 28 Δεκεμβρίου 1853, II, σελ. 494. 4. Γράμμα στη μητέρα του, 27 Δεκεμβρίου 1850, I, σελ. 735. 5. Γράμμα στη μητέρα του, 2 Νοεμβρίου 1849,1, σελ. 519. 6. Γράμμα στη μητέρα του 4 Δεκεμβρίου 1850, I, σελ. 716. 7. Γράμμα στον Louis Bouilhet, 13 Μαρτίου 1850,1, σελ. 601. 8. Γράμμα στον Maxime du Camp, 25 Μαρτίου 1846, I, σελ. 259. 9. Σ’ αυτή την εργασία επιδόθηκε ο Ζ.Π. Σαρτρ σχετικά με τον Φλωμπέρ στον «Ηλίθιο της Οικογένειας», εκδόσεις Gallimard. 0. Γράμμα στη Louise Colet, 18 Σεπτεμβρίου 1846, I, σελ. 350. 1. Γράμμα στη Louise Colet, 31 Αυγοΰστου 1846,1, σελ. 322.

12. Γράμμα στο Louis Bouilhet, 13 Μαρτίου 1850,1, σελ. 605. 13. Γράμμα στη Louise Colet, 3 Οκτωβρίου 1846, I, σελ. 372. 14., Θα υπήρχε ένας επιστολογραφικός χώρος με την έννοια που ο Μ. Blanchot μιλάει για λογοτεχνικό χώρο. 15. Γράμμα στη Louise Colet, 13 Αυγοΰστου 1846, I, σελ. 300. 16. Γράμμα στον Ernest Chevalier, 24 Φεβρουαρίου 1842, I, σελ. %. 17. Γράμμα στον Alfred Le Poitevin, 1η Μαίου 1845, I, σελ. 226, η υπογράμμιση δική μου. 18. Γράμμα στον Alfred Le Poitevin, 13 Μαίου 1845, I, σελ. 229. 19. Γράμμα στον Louis Bouilhet, 19 Δεκεμβρίου 1850, I, σελ. 732. 20. Γράμμα στη μητέρα του, 9 Μαρτίου 1851, I, σελ. 760. 21. Γράμμα στον Frddiric Baudry, 21 Ιουλίου 1850,1, σελ. 652. 22. Γράμμα στη μητέρα του, 26 Δεκεμβρίου 1850,1, σελ. 733-4. 23. Γράμμα στον Louid Bouilhet, 2 Ιουνίου 1850,1, σελ. 628. 24. Γράμμα στον Louis Bouilhet, 19 Αυγοΰστου 1854, II, σελ. 565. 25. Γράμμα στον Alfred Le Poitevin, 10 Αυγοΰστου 1855, I, σελ. 226.

Μετάφραση από τα γαλλικά: Μαρίνα Φανιουδάκη

ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΙ ΩΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ Το «ΔΙΑΒΑΖΩ», μετά από παρά­ κληση αναγνωστών, συνεργατών και φίλων του, αποφάσισε να πα­ ραμένουν τα γραφεία του ανοιχτά κάθε ΔΕΥΤΕΡΑ από το ΠΡΩΙ ώς το ΒΡΑΔΥ.


32/αφιερω μα ριν να διεισδύσω στο μαγικό κύκλο του θέματός μου - κύκλο από κιμωλία, από μελάνι ή από λέξεις - μου φαίνεται απαραίτητο να προσδιορίσω μερικά ουσιώδη σημεία: Πρόκειται, κατ’ αρχήν, εδώ για τη μελέτη των ερωτικών αλληλογραφιών, οι οποίες, πριν από οποιαδήποτε αναφορά στην επιστολική λογοτε­ χνία, που κατά περίπτωση, θα χρησιμέψει στο φωτισμό ή την υποστήριξη των λόγων ή των προτάσεών μου, εξετάζονται σ’ ένα γενικό επί­ πεδο. Λέω προτάσεις γιατί η επικοινωνία μου βασί­ ζεται σ’ έναν ορισμό του ιερόν, τον οποίο πρέπει ευθύς εξαρχής να αποδεχτούμε - προσωρινά τουλάχιστον - κατά σιωπηρή σύμβαση, σύμβαση που χαρακτηρίζει κάθε διάλογο, ικανό in fine να την κρίνει ή να την απορρίψει. Αυτή η περί­ σκεψη δεν είναι ρητορική παρά εφόσον επιτρέ­ πει μια καλύτερη πρόσληψη ολόκληρης της από­ δειξής μου, η οποία στηρίζεται σ’ αυτόν τον ορι­ σμό. Προσθέτω πως, κατά τη δική μου άποψη, το γράμμα - ερωτικό ή όχι - απαρτίζει ένα σύνολο: σαν αντικείμενο είναι βέβαια γραφή, ή μάλλον γραφισμός.2 Είναι όμως επίσης και χαρτί, μελά­ νι, σχήμα, χρώμα, ακόμα και άρωμα. Η - λιγότε­ ρο ή περισσότερο συνειδητή - επιλογή αυτών των στοιχείων από τους αλληλογραφούντες, σαν χαρακτηριστικά των γραμμάτων τους, είναι πιο σημαντική απ’ ό,τι σε άλλα κείμενα. Έ να γράμ­ μα είναι πάντα πιο πολλά απ’ αυτό που είναι. Το ιερό είναι της μόδας. Πολλοί συγγραφείς ενδιαφέρονται γι’ αυτό. Ά λλο ι για να δηλώσουν πως, σαν το Θεό, έχει πια πεθάνει. Ά λ λ ο ι για ν ’ αναγγείλουν την παρακμή του. Ά λλο ι, τέλος, για να το ξετρυπώσουν εκεί που μπορεί ακόμη να βρίσκεται. Σαν απόδειξη αυτού του ενδιαφέ­ ροντος δε μου χρειάζεται τίποτ’ άλλο εκτός από το συλλογικό έργο Corps icrit (Σώμα γραμμένο, αρ. 2, εκδ. P.U .F .). Σύμφωνα, λοιπόν, με τα επιχειρήματα ενός από τους συν-γράψαντες, είμαι ιερόσυλος, αφού «ένα ιερό το οποίο αναλύεται δεν είναι πια ιερό μα ανόσιο^ (Ουγκ Ντιντιέ). «Βεβηλωτής του εσώτατου», κατά το Ζαν Μπρεν, «καταστροφέας του ιερού», κατά τον Ροζέ Νταντούν. Τη δέχομαι λοιπόν αυτή την πρόκληση, μπροστά σ’ όλους σας, έχοντας όμως ένα σύμμαχο του αναστήμα­ τος του Πιερ Εμμανυέλ, που βλέπει μέσα στον αιώνια αναπαραγόμενο σχηματισμό του ζευγα­ ριού την εις το διηνεκές ανα-δημιουργία του ιε­ ρού. «Είμαστε οι πρώτοι που ονειρευόμαστε να πετάξουμε μαζί και το σύμπαν μας ακολουθεί», έλεγε ο Πωλ Ελυάρ, που υπήρξε τόσο ευαίσθη­ τος στη γονιμοποιημένη από τον έρωτα κοσμογο­ νία. Α π ’ αυτή τη στιγμή, λοιπόν, πώς μπορεί η

Π

ερωτική αλληλογραφία να μη συμμετέχει σ’ αυ­ τήν την κοσμογονία; Η αλληλογραφία - ιδιαίτερα η ερωτική - απο­ τελεί μια θετική πράξη η οποία για να επισυμβεί και να εκφραστεί, βασίζεται σε μια διπλή άρνη­ ση. 1. Η, αλληλογραφία είναι θετική πράξη, γιατί η προθετικότητά3 της είναι η προσέγγιση των δύο όντων που κάποιες περιστάσεις - συνήθως ονομάζονται ανώτερα βία - τα κρατάνε μακριά το ένα από το άλλο. Υποκαθιστά, λοιπόν, την άμεση επικοινωνία που στο εξής καθίσταται αδύνατη, είτε πρόκειται για την προφορική επι­ κοινωνία είτε για την επιδερμική ή τη σεξουαλι­ κή επικοινωνία. Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς λειτουργεί: το γράμμα χαρτί δεν επιτρέπει τάχα την πραγματοποίηση τής τόσο σημαντικής στον έρωτα πράξης της αφής; Το χαρτί κρατάει κάτι από την προγονική φύση της περγαμηνής ή της διφθέρας: είναι το δέρμα του γράφοντος, το δέρμα του απόντος άλλου. Οι δύο χωρισμένοι εραστές είναι σαν τους τυφλούς: δεν μπορούν να ιδωθούν και, στερημένοι από την αίσθηση της όρασης, πρέπει να αισθανθούν με άλλο τρόπο. Ό π ω ς ο Σάντερσον στο Γράμμα για τους Τν-


ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Α' ΕΞΑΜΗΝΟΥ 1987 (ΤΕΥΧΗ 158-170) Μ Ο Ν ΙΜ Ε Σ ΣΤΗΛΕΣ

Η αγορά του βιβλίου, 158/10, 159/10, 160/8, 161/8, 162/6, 163/4, 164/ 8, 165/16, 166/16, 166/4, 167/8, 168/4, 169/14. Βιβλιογραφικό δελτίο, 158/63, 159/73, 160/71, 161/73, 162/73, 163/ 71, 164/171, 165/135, 166/73, 167/73, 168/73, 169/71 Κριτικογραφία, 158/70, 159/78, 160/77, 161/78, 162/78, 163/78, 164/ 77, 165/142, 166/79, 167/78, 168/78, 169/78

ΧΡΟ Ν ΙΚ Α

Έρευνα

τα για την εκδοτική πορεία της αυστριακής λογοτε­ χνίας στην Ελλάδα, 168/5

Ηλιανός Ορέστης: Μετά τον πυρηνικό πόλεμο, 161/ 12 Λάζος Χρήστος: Ένα βιβλιογραφικό Κενό: η αρχαία ελληνική τεχνολογία, 160/9 Νέοι: Διάθεση χρόνου, διαπροσωπικές σχέσεις και αξίες, 167/9 Πελτίκογλου Β.: Η παθολογία του βιβλίου στην Ελ­ λάδα του σήμερα, 163/5 Στάντλερ Ρόμπερτ: Οι τελευταίες μέρες του αν­ θρωπισμού και η διαμάχη των γενεών, 165/17 Στάντλερ Ρόμπερτ: Διαπιστώσεις και συμπεράσμα­

Αργύρης Παντελής: Το συμπόσιο για την Κοινωνική Ανθρωπολογία, 164/9 Ηλιανός Ορέστης: 1η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου και Τύπου. Γενεύη 1987, 169/12 Μαμαλάκη Ζερμαίν: Το Μουσείο Καζαντζάκη, 162/9 Στάθη-Schoorel Ανδριέττα: Μνήμη G.H. Blanken, 166/6 Χατζοπούλου-Καραβία Αία: Εκδόσεις Ραδιοφωνι­ κών Έργων στην Αγγλία, 169/9

Ρεπορτάζ

ΣΥΝ ΕΝ ΤΕΥ ΞΕ ΙΣ Ιακωβίδου Κατερίνα, 166/14 Πέτρουλα Δήμητρα, 165/29 Φώουλς Τζων, 164/54 Χάρης Πέτρος, 161/66


ΙΙ/Α ' εξάμηνο

ΑΦ ΙΕΡΩΜ ΑΤΑ

Κλωντ Λεβί-Στρως, 158/11

Αυτοπαρουσίαση, 158/13 Λεβί-Στρως Κλωντ: Ό ταν ο μύθος γίνεται ιστορία, 158/36 Ο Λεβί-Στρως σε 33 λέξεις, 158/24 Παπαγεωργίου Χρίστος: Βιβλιογραφία Λεβί-Στρως, 158/54 Dibie Pascal: Γύρω από τους Τροπικόύς, 158/32 Clement Catherine: Η πρόοδος του καθολικού, 158/ 40 Grissoni A. Dominique: Μαθήματα ιστορίας, 158/49 Izard Michel: Λεβί-Στρως: Η γέννηση ενός ήρωα, 158/28 Luc de Heusch: Η καινούρια εθνολογία, 158/44 Meunier Jacques: Τροπικές, 158/34 Pouillon Jean: Φύση-Πολιτισμός, 158/47 Sperger Dan: Ο ψυχολόγος Levi-Strauss, 158/51 Έρνεστ Χεμινγουέη, 159/1 Αναστασοπούλου Θ. Μαρία: Έρνεστ Χεμινγουέη: Ο άνθρωπος και ο μύθος, 159/12 Αναστασοπούλου Θ. Μαρία: Ο «κώδικας» και ο «κω­ δικός ήρωας» στο «Αποχαιρετισμός στα Όπλα», 159/32 Γερμανός Φρέντυ: Ο Χεμινγουέη στην Ελλάδα..., 159/21 Κουτσουδάκη Μαρία: Ο Χεμινγουέη στους πράσι­ νους λόφους της Αφρικής, 159/48 Λαμπαδαρίδου Έφη: Ο ήρωας του Έρνεστ Χεμινγουέη, 159/24 Λαμπαδαρίδου Α. Έφη: Ο λογοτέχνης και το θέμα του: «Ο γέροντας στη γέφυρα» του Ε. Hemingway, 159/52 Μαγκανιώτη Αικατερίνη: Ελληνική βιβλιογραφία Έρνεστ Χεμινγουέη, 159/64 Παναγή Μ. Αφροδίτη: Η ήττα του γέρου από τη Μητέρα-Θάλασσα, 159/45 Ποταμιάνου Α.: Αναζήτηση, 159/58 Σακελλίου - Schultz Λιάνα: «Ο Ήλιος Ανατέλλει Ξα­ νά για τις Χαμένες Γενιές του», 159/41 Τσιμπούκη Ντόρα: Ο Χεμινγουέη και η αγωνία των λογοτεχνικών επιρροών, 159/28 Ζαν Κοκτώ, 160/15 Βαλούκος Στάθης: Ο παλιός του «νέου κύματος», 160/48 Μαγκανιώτη Αικατερίνη, Ελληνική βιβλιογραφία Ζαν Κοκτώ, 160/50 Παπαδόπουλος Πέτρος: Χρονολόγιο Ζαν Κοκτώ, 160/16 Galey Mathieu: Ανατέμνοντας το θέατρο του Κοκτώ, 160/40 Genet Jean: Ζαν Κοκτώ, 160/26 Godard Henri: Ένας βιαστικός μυθιστοριογράφος, 160/34 Millecam Jean-Claude: Ο Πρίγκιπας των Παικτών, 160/28 Roy Claude: Ζαν Κοκτώ, 160/23 Weyergans Frangois: Για εφήβους αποκλειστικά, 160/4

Χάιντεγκερ Μάρτιν, 161/17

Ζανικώ Ντομινίκ: Η τεχνική: το ζήτημα του μέλλον­ τος, 161/36 Μανώλος Δ ηιήτρης: Συνοπτική βιβλιογραφία Μ. Χάιντεγκερ, 161/44 Μαριόν Ζαν-Λυκ: Φαινομενολογικά, 161/29 Μπασέ Γκυ: Η επιστροφή στους Έλληνες, 161/32 Φεντιέ Φρανσουά: Το πολιτικό ζήτημα, 161/40 Φρεντερίκ ντε Τοβαρνίκι: Χρονολόγιο Μάρτιν Χάιντεγκερ, 161/18 Χάιντεγκερ Μάρτιν: Γιατί μένουμε στην επαρχία;, 161/26 Χάιντεγκερ Μάρτιν: Η προέλευση της τέχνης και ο προορισμός της σκέψης, 161/42 Ναμπόκοφ Βλαντιμίρ, 162/15

Γκατενιό Ζαν: Ανάμεσα σΐην Αλίκη και στη Λολίτα, 160/32 Καρλίνσκυ Σιμόν: Τα ρώσικα παιγνίδια, 162/42 Κουτυριέ Μωρίς: Το φαινόμενο Λολίτα, 162/35 Μπαρμπεντέτ Ζυλ: Μεταξύ εξορίας και παρωδίας, 162/21 Νιβά Ζωρζ: Τα πρώτα βήματα της Λολίτας, 162/29 Πλεϊνέ Μαρσελέν: Ο καθηγητής Ναμπόκοφ, 162/39 Συνοπτική βιβλιογραφία Β. Ναμπόκοφ, 162/47 Χρονολόγιο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ, 162/16 Λογοτεχνία και Ψυχανάλυση, 163/1 Γκρην Αντρέ: Προκαταρκτικά σε μια ψυχαναλυτική ανάγνωση της τραγωδίας, 163/30 Κρανιδιώτης Παντελής: Ο επιστημονικός λόγος της λογοτεχνίας, 163/48 Μπελεμάν - Νοέλ Ζαν: Διάβασμα μαζί με τον Φρόυντ, 163/43 Τυτέλ Παμέλα: Η λογοτεχνία στο ντιθάνι του ψυχα­ ναλυτή, 163/5 Υπερρεαλισμός και Ψυχανάλυση, 163/39 Φρόυντ Σίγκμουντ: Ο Συγγραφέας και η Φαντασία, 163/12 Bachelard και ψυχανάλυση, 163/40 Belaval Yves: Ψυχανάλυση και λογοτεχνική κριτική, 163/19 Gradiva: Η ενδοψυχική γνώση του ποιητή, 163/35 Σύγχρονοι Αγγλόφωνοι Φιλέλληνες, 164/11 Γιαννή Μάρα: Η Ελλάδα του James Merrill: πρόσωπα και πράγματα, 164/4 Καστανάς Δ. Κώστας: Το ελληνικό πνεύμα στη λο­ γοτεχνία της πέμπτης ηπείρου, 164/45 Κριστ Ρόμπερτ: Απέραντη ψυχή: Το ελληνικό πνεύ­ μα στο έργο «Ο Κολοσσός του Μαρουσιού», 164/26 Λαμπαδαρίδου Α Έφη: Ελληνικοί μύθοι και πραγμα­ τικότητα, 164/17 Λαμπαδαρίδου Α. Έφη: Πάτρικ Γουάιτ: Έ νας Αυ­ στραλός Οδυσσέας, 164/40 Λαμπαδαρίδου Α. Έφη: Ο αρχαίος ελληνικός μύθος στη σύγχρονη αγγλόφωνη δραματουργία, 164/50 Παναγή Μ. Αφροδίτη: Η ελληνική κληρονομιά στην αγγλική λογοτεχνία από τον Μεσσαίωνα μέχρι τον 20ό αιώνα, 164/12 Παναγή Μ. Αφροδίτη: Ο ελληνικός μύθος στην


A ' εξα μ η ν ο /ΙΙΙ ποίηση του Ρόμπερτ Γκρέηβς, 164/2 Σακελλίου-Schultz Λιάνα: Ο Λώρενς Ντάρελ και η Ελλάδα, 164/30 Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, 165/20 Αθανασόπουλος Βαγγέλης: Ο Παπαδιαμάντης και το Κακό, 165/ Ανδρεάδης Γιάγκος: Η Φόνισσα, 165/109 Δαμθουνέλη I. Ελένη: Στοιχεία γενικής παιδείας και γλωσσομάθειας του Παπαδιαμάντη, 165/105 Κολυβάς Ιωακείμ-Κίμων: Η ορθόδοξη προοπτική στο έργο του Παπαδιαμάντη, 165/80 Μαρκίδης Μάριος: Ο ηδονικός λόγος του Αλέξαν­ δρου Παπαδιαμάντη, 165/97 Πολίτου-ΜαρμαρινοΟ Ελ.: Η ποιητικότητα του Παπαδιαμαντικού έργου, 165/49 Σταυροπούλου Έρη: Χρονολόγιο Αλεξ. Παπαδιαμάντη, 165/22 Στεργιόπουλος Κώστας: Η «ραρμακολύτρια του Παπαδιαμάντη, 165/59 Τριανταφυλλόπουλος Δ.Ν.: Για τα αυτόγραφα του Παπαδιαμάντη, 165/91 Χειμώνας Β. Χρήστος: Συμβολή στην περί Παπαδιαμάντη βιβλιογραφία, 165/113 Χωρεάνθης Κώστας: «Δεσμά παιδαγωγικής δουλοσύνης» στον Παπαδιαμάντη, 165/43 Saunier Guy: Μερικές μεθοδολογικές παρατηρήσεις και προτάσεις για τη μελέτη του Παπαδιαμάντη, 165/34 Παναγής Λεκατσάς, 165/7 Αλεξίου Χρίστος: «Η ψυχή». Ένα μνημειώδες έργο συγκριτικής εθνολογίας και θρησκειολογίας, 166/27 Ανδρεάδης Γιάγκος: Ο Διόνυσος του Λεκατσά, 166/ 34 Βουρνάς Τάσος: Ο Λεκατσάς επιφυλλιδογράφος, 166/23 Γεωργούδη Στέλλα: Η διαιώνιση του «μητριαρχικού μύθου» στο έργο του Παναγή Λεκατσά, 166/2 Η επιστολή του Α. Λεντάκη προς τον Π. Λεκατσά, 166/20 Μπουλώτης Χρήστος: Ο Λαβύρινθος. Απ’ το δημο­ τικό τραγούδι στις πανάρχαιες ιερουργίες, 166/47 Περσείδης Βασίλης: Λίγα λόγια, σαν μνημόσυνο στη μνήμη του Παναγή Λεκατσά, 166/18 Σημείωμα για τις δίκες γύρω από τα δικαιώματα στα έργα του Παναγή Λεκατσά, 166/25 Χωρεάνθης Κώστας: Χρονολόγιο Παναγή Λεκατσά (1911-1970), 166/8 Χωρεάνθης Κώστας: Βιβλιογραφία Παναγή Λεκα­ τσά, 166/157

Αίσωπος, 167/19

Καραγιάννης Θαν.: Βιβλιογραφία των νεοελληνικών μεταφράσεων και διασκευών του Αισώπου, 167/62 Κλιάφα Μαρούλα: Οι μύθοι του Αισώπου και η λαϊκή παράδοση, 167/46 Κοντολέων Μάνος: «Αισώπου Μύθοι». Μια ανάγνω­ ση, 167/59 Μερακλής Γ. Μ.: Το αισώπειο ζήτημα, 167/23 Μητσόπουλος Θανάσης: Σε ποιους απευθύνεται ο Αίσωπος, 167/56 Μπενέκος Π. Αντώνης: Ο Αίσωπος εικονογραφημέ­ νος, 167/39 Σακελλαρίου Χάρης: Αίσωπος, βιογραφικό διάγραμ­ μα, 167/20 Σακελλαρίου Χάρης: Οι κοινωνικές δομές του αρ­ χαίου ελληνικού κόσμου μεσ’ απ’ τη ζωή και τους μύθους του Αισώπου, 167/30 Τροβάς Α. Διονύσιος: Οι μύθοι του Αισώπου κι οι συλλογείς, μεταφραστές και διασκευαστές τους, 167/0 Χωρεάνθη Ελένη: Η διαχρονική λειτουργία των αισώπειων μύθων, 167/5 Λουί Αραγκόν, 168/9

Δημητρούλια Τιτίκα: Χρονολόγιο 1897-1982,168/10 Παπαγεωργίου Χρίστος: Βιβλιογραφία Λουί Αραγκόν, 168/57 Bougnoux Daniel: Μικρό Παράλογο Ευρετήριο, 168/ 51 Daix Pierre: Aragon, Picasso, Matisse ή η απόδειξη μέσα από τη ζωγραφική, 168/34 La defense de I’infini, 168/48 Marcenac Jean: Η διαρκής κίνηση, 168/31 Ravis Suzanne: Ένα πρόσωπο που τ’ όνομά του εί­ ναι Χρόνος, 168/41 Ristat Jean: Είκοσι έξι ερωτήσεις στον Αραγκόν, 168/21 Αντόν Τσέχωφ, 169/15 Βαρβέρης Γιάννης: Πορεία προς τον Φιρς, 169/30 Βογιάζος Αντώνης: Ο Τσέχωφ για το θέατρο και τη δραματουργία, 169/42 Κρητικός Γιάννης: Χρονολόγιο Αντόν Πάβλοβιτς Τσέχωφ, 169/16 Μπάκας Κώστας: Οι ανεπαίσθητες αλλαγές των ποιητικών σκιών, 169/138 Νάσιουτζικ Ζωή: Α.Π. Τσέχωφ (1860-1904), 169/34 Παπαγεωργίου Χρίστος: Κατάλογος ελληνικών εκ­ δόσεων έργων του Αντόν Τσέχωφ, 169/49 Σουσάνινα Σοφία: Αντόν Τσέχωφ: Πορτραίτα γυναι­ κών, 169/46

ΕΠΙΛΟΓΗ

161/53 Αρχιτεκτονική

Βασιλειάδης Δ.: Ψηφίδες του νεοελληνικού μύθου, 163/56 Μουτσάτσος Γιώργος: Αυλόπορτες Κάμπου Χίου,

Βιογραφία

Δημαράς Θ.Κ.: Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Η εποχή του - η ζωή του - το έργο του, 167/71


IV /Α ' εξάμηνο Εκπαίδευση

Lange Ο. - Brus W. - Kowalik Τ. - Sachs I.: Οικονομική Επιστήμη: Κύριες τάσεις, 165/119

Κουντουράς Μίλτος: Κλείστε τα σχολειά, 160/51 Παιδικά Θέατρο

Πατρικαρέας Θόδωρος: Πέτα τη φυσαρμόνικα Πεπίνο, 169/66 Πούχνερ Βάλτερ: Οι βαλκανικές διαστάσεις του Καραγκιόζη, 160/53 Σπάθης Δημήτρης: Ο Διαφωτισμός και το νεοελλη­ νικό θέατρο, 169/67 Χατζηπανταζής Θοδ.: Η εισβολή του Καραγκιόζη στην Αθήνα του 1890, 160/53

Παπαδημητρίου Ρούλα: Θεσσαλονίκη, φωτεινές μνήμες, 158/57 Σίνου Κίρα - Χουκ - Αποστολοπούλου Ελ.: Το χέρι στο βυθό, 158/57 Σοφοκλή: Αντιγόνη, 158/57 Χωρεάνθη Ελένη: Ο άλλος κόσμος, 164/69 Ψαράντη Λίτσα: Ένα καλοκαίρι στη σκιά του Βού­ δα, 158/57 Πεζογραφία

Ιστορία

Αρεταίος Λυκούργος: Η φιλοσοφία της Ιστορίας και η Ιστορία της, 160/69 Η Ελληνική Διασπορά στη Δυτική Ευρώπη, 161/64 Μπεναρόγιας Αβραάμ: Η πρώτη σταδιοδρομία του ελληνικού προλεταριάτου, 162/70 Πετρίδης Παύλος: Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Ιστορία 1821-1940, 162/72 Κλασική Φιλολογία

Φίνλεϋ X. Τζων: Θουκυδίδης, 162/51 Κοινωνιολογία

Αρέντ Χάννα: Η Ανθρώπινη Κατάσταση, 168/59 Λαογραφία

Βαλλιάνος Χριστόφορος - Παδουβά Μαρία: Τα Κρη­ τικά αγγεία του 19ου και 20ου αιώνα, 169/56 Μαρτυρίες

Κορτές Φερνάντο: Η κατάκτηση του Μεξικού, 161/ 62 Πικιώνης Δημήτρης: Κείμενα, 163/66 Ψαράς Λευτέρης: Ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, 19401941, 166/72 Μελέτες

Έμκε-Πουλοπούλου Ήρα: Προβλήματα μετανάστευσης-παλιννόστησης, 166/66 Καζάζη Σοφία: Έλληνες καλλιτέχνες, δέκα χρόνια κριτική, 1974-1984, 166/68 Καλογιάννης Χ.Γ.: Ο Νουμάς και η εποχή του, 166/ 70 Κριαράς Εμμανουήλ: Πρόσωπα και θέματα από την ιστορία του Δημοτικισμού, 166/70 Σκούρα I. Ελένη: Ο μύθος του Rimbaud, «Το Μεθυ­ σμένο Καράβι» και οι μεταφράσεις του στην Ελλά­ δα, 168/67 Οικονομία

Τσοτσορός Ν. Στάθης: Οικονομικοί και Κοινωνικοί Μηχανισμοί στον Ορεινό Χώρο Γορτυνία <17151828), 167/65

Γουέμπ Μαίρη: Το ακριβό φαρμάκι, 164/68 Γκρην Γκράχαμ: Ένα όπλο για πούλημα, 163/61 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα: Χρονικό ενός εφιάλτη, 163/59 Ζατέλη Ζυράννα: Στην ερημιά με χάρη, 167/69 Ζίσκιντ Πατρίκ: Το Άρωμα, 165/122 Κανέττι Ελίας: Η Τύφλωση, 166/64 Κοτζιάς Αλέξανδρος: Φανταστική περιπέτεια, 160/ 64 Κόχουτ Πάβελ: Έ νας θηλυκός δήμιος, 169/63 Λαδιά Ελένη: Χι ο λεοντόμορφος, 164/63 Μεγαπάνου Αμαλία: «Φιλαρέτης: Ελπινίκη», 168/64 Πανσέληνου Έφη: Δρόμοι της Αθήνας, 161/58 Ποταμιάνος Γιώργος: Αμαράνθεα, 161/60 Πράσινος Λύσανδρος: Ο Σόμαλης, 160/68 Σελίν Λουί Φερντινάν: Ταξίδι στα βάθη της νύχτας, 165/126 Σεμιόνωφ Πούλιαν: Δεκαεφτά στιγμές της άνοιξης, 163/64 Σολωμού - =ανθάκη Βάσα: Λίγες χρυσές μαργαρί­ τες για την Ασπασία, 166/62 Σπανδωνής Γιάννης: Προς άγνωστη κατεύθυνση, 161/60 Σφυρίδης Περικλής: Τίμημα χωρίς Αντίκρυσμα, 162/ 68

Φωτεινός Άγις: Φυγή, 164/65 Theroux Paul: Η ακτή των κουνουπιών, 169/61 Ποίηση

Βαβούρης Σταύρος: Πού πάει, πού με πάει αυτό το ποίημα, 162/1 Βαγενάς Νάσος: Περιπλάνηση ενός μη ταξιδιώτη, 164/61 Βαρβέρης Γιάννης: Ο θάνατος το στρώνει, 162/3 Κεφάλας Ηλίας: Τα φύλλα του νερού, 158/59 Κοντός Γιάννης: Ανωνύμου μοναχού, 160/57 Λαδάς Β. Νίκος: Αστροβατεί, 168/65 Μελισσάνθη: Οδοιπορικό, ποιήματα, 1930-1984, 169/58 Νικολαΐδης Αριστοτέλης: Προσωπική σημειολογία, 159/69 Νικολόπουλος Νάσος: Έαρ το ερχόμενον, 162/66 Νοβάλις: Ύμνοι στη Νύχτα και άλλα ποιήματα μετα­ φρασμένα από τον Γ.Ν. Πολίτη, 160/60 Παπαδίτσας Π.Δ.: Το Προεόρτιον, 162/67 Πέζαρος Παύλος: Γεύση αρμύρας (Ποιήματα 19721980), 160/59 Πλακωτάρη Αλεξάνδρα: Τα Ποιήματα, 161/55


αφιερω μα/33

φλούς, βλέπουν με το δέρμα. Θα μπορούσαμε, ίσως, να αποδώσουμε στο μοναχικό μας επιστο­ λογράφο αυτό που λέει ο Ντιντερό: «Τι πόνος για έναν εραστή, που όντως πολύ τρυφερά αγαπάει, να περπατάει τα χέρια του σε χάρες που τις αναγνωρίζει, όταν η ψευδαίσθηση, που προφανώς επιδρά πιο πολύ στους τυφλούς α π’ ό,τι σ’ αυτούς που βλέπουν, τις ξαναζωντα­ νεύει. Ίσως όμως όσο πιο πολλή ηδονή υπάρχει σ’ αυτήν την ανάμνηση, τόσο να υπάρχει λιγότερη θλίψη». (Φιλοσοφικά Έργα, Gamier). ΨΕΥΔΑ ΙΣΘ Η ΣΗ , Η ΔΟ Ν Η , ΑΝΑΜ ΝΗΣΗ, ΘΛΙΨΗ, τέσσερις δυνατές λέξεις, τέσσερις λέ­ ξεις κλειδιά, - τετράγωνο μαγικό - που θα μπο­ ρούσαν από μόνες τους να συνοψίσουν ολόκληρη την ψ υχολογία που εμψυχώνει την πράξη της ερωτικής αλληλογραφίας, είτε αυτή αποστέλλεται είτε λαμβάνεται. Το να παρομοιάσεις το χαρτί με το δέρμα αυ­ τού που γράφει σημαίνει να επιτρέψεις στον άλ­ λον «την απόμακρη επανάληψη (...) του δάχτυ­ λου σ’ ένα μάγουλο, σ’ ένα στήθος που συγκι­

νούν». (Ζαν Μπελλεμέν-Νοέλ, Ψυχανάλυση κάι Λογοτεχνία, P.U .F.) Υποκαταστασιακή μορφή που συμβάλλει στην κατάλυση της απουσίας μέ­ σα από την, καλώς ή κακώς, αποδοχή ενός επι­ βαλλόμενου από τις περιστάσεις συμβιβασμού. Η ψευδαίσθηση ισοδυναμεί με την ικανοποίηση. Η αληθινά σεξουαλική ηδονή, που γεννιέται από το άγγιγμα του λαμβανομένου γράμματος, είναι πραγματική. Α ν και αποτελεί μια ευτελή παρη­ γοριά της απουσίας, είναι ωστόσο γεννήτωρ αναμνήσεων, άρα θλίψης. Θα δούμε παρακάτω πώς η ίδια η υλικότητα του γράμματος, ως λειτουργικό στοιχείο στην επιστολική σχέση, μπορεί να είναι ακόμα πιο διευρυμένη. Είπαμε όμως πως η αλληλογραφία είναι μια θετική πράξη που βασίζεται σε μια διπλή άρνη­ ση. Την άρνηση του χώρου και την άρνηση του χρόνου. 2: Το ν ’ αγαπάς από μακριά, κι όμως, ν ’ αγα­ πάς, αυτή είναι η έννοια της επιστολικής επικοι­ νωνίας ανάμεσα στους εραστές. Αυτή η απόστα­ ση τους έχει επιβληθεί από διάφορες περιστά­ σεις, ή διαφορετικές αιτίες: την απλή απομά­ κρυνση, αρχικά, την οποία η εποχή σχετικοποιεί ανάλογα με την περισσότερο ή λιγότερο γρήγορη ή εύκολη μετακίνηση, παίρνοντας υπόψη τα υπάρχοντα μεταφορικά μέσα (για παράδειγμα, η έλλειψη ασφάλειας των δρόμων, άλλοτε). Ο Ουσμπέκ στα Περσικά Γράμματα, θα είναι λό­ γου χάρη παραπάνω από εννιά χρόνια μακριά από τις γυναίκες «που δεν μπορεί να τις σκεφτεί δίχως η θλίψη να τον κατατρώει», όπως γράφει (γράμμα VII). Την Πορτογαλίδα Μοναχή τη χω­ ρίζουν από τον άπιστο ιππότη της «πεντακόσιες λεύγες κι ο κίνδυνος των ναυαγίων» (Γράμμα Η)· Πρόκειται όμως κυρίως για εμπόδια που το επιστολικό μυθιστόρημα πολλαπλασιάζει προκειμένου να χωρίσει τους εραστές: το πιο προ­ φανές είναι το σύμβολο του τοίχου. Ο τοίχος ενός μοναστηριού για τη Μαριάννα - άσχετα αν ο ιππότης της μπαινοβγαίνει αρκετά εύκολα. Έ νας τοίχος φυλακής για την Αλίν, που την κρατάει μακριά από τον Βαλκούρ μια οικογένεια δεσμωτών. Μιας αληθινής φυλακής (της Βενσέν - ανάμεσα σ’ άλλες) για το Μαρκήσιο ντε Σαντ, ο οποίος γράφει από το κελί του, ερωτικά, με το δικό του τρόπο, γράμματα, στη γυναίκα του που τη ζηλεύει. «Εγώ που ζω και υπάρχω μόνο για σένα», θα του απαντήσει αυτή (Ζιλμπέρ Λελύ, Η Ζωή του Μαρκήσιου ντε Σαντ, J.J. Pauvert 1965). Γράμματα φοβερά και τρυφερά φυλακισμέ­ νω ν, που γκρεμίζουν τους τοίχους για να δραπετέψει η αγάπη· αυτή η αγάπη που δεν έχει ίσως εκφραστεί ποτέ καλύτερα απ’ ό,τι μέσα στα Γράμματα στον Ζυλιέν της Αλμπερτίν Σαρραζέν.


ό4/αφιερωμα Γιατί αυτή εδώ η αλληλογραφία αρνείται το χώ­ ρο, ανατινάζει τα κάγκελα, απελευθερώνεται από χωρικούς καταναγκασμούς. «Πετάει», όρος που συχνά χρησιμοποιείται στο Θέατρο γι’ αυτούς που μεταφέρουν το επείγον ταχυδρομείο - πετάει πάνω από τούς τόπους: στεριές, θάλασ­ σες, βουνά και κοιλάδες. Σ' αυτήν την άρνηση του χώοου ταιριάζει να προσθέσουμε και την κατάργηση του χρόνου. Αφού τοποθετηθεί στο χώρο, το γράμμα, με τ’ όνομα ενός τόπου, γραμμένο με το χέρι του απο­ στολέα, (Ρώμη, Λ ονδίνο, Π αρίσι,...) χρονολο­ γείται, και συχνά, στην ερωτική αλληλογραφία, αναφέρεται μέχρι κι αυτό το λεπτό, ενώ παραλείπεται η ακριβής ημερομηνία. Λόγου χάρη το: «τάδε μέρα, στις δέκα», είναι αρκετά. Ο μοναχι­ κός εραστής δε μετράει πια με μήνες, με βδομά­ δες, ούτε καν με μέρες. Ζει το χρόνο μέσα από τα ελάχιστα συστατικά του, πράγμα που προσδί­ δει στα γράμματά του το χαρακτήρα μιας χαλα­ ρής σοβαρότητας ή μιας σημειακής δραματικότητας. Με τη χρονική λεπτολογία, τον κατακερμα­ τισμό του χρόνου που αργοκυλάει, στάλα τη στάλα, ακόμα κι ίδια η ημερομηνία εξαφανίζεται και οι γράφοντες το ξέρουν αυτό: η Μαριάννα δε βάζει πια ημερομηνίες ούτε κι ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ στη Nouvelle Heloise. Ο χρόνος πραγμα­ τικά καταλύεται. Ο χωρισμένος ερωτευμένος δεν ξέρει πια, πράγματι, πού είναι, σε ποιο σημείο βρίσκεται. Ο έγκλειστος δεν μπορεί πια να υπο­ λογίσει: «Πάνε πέντε ή έξι μήνες», γράφει υπεκφεύγοντας η Πορτογαλίδα Μοναχή (Γράμμα II). Σχετικά με τον ιστορικό χρόνο, το ερωτικό γράμμα είναι α-χρονικό. Με την ίδια του την ύπαρξη παραβιάζει την κανονική έννοια της Ιστορίας. Είναι η ίδια του η ιστορία. Στην υπο­ χρεωτική απομάκρυνση, αντιπαραθέτει το δικό του καθεστώς, που είναι βιασμός των νόμων του χώρου και του χρόνου. Οι απομακρυσμένοι ερω­ τευμένοι που αλληλογραφούν είναι ανυπότακτοι και για να περιορίσουν τις δυσκολίες του χωρι­ σμού, όλα τα μέσα είναι θεμιτά: Α ς φέρουμε στο νου μας το μικρό σκυλί που το εκπαίδευσε ο Βαλκούρ για να πάει στην ερωμένη του μια τη­ γανίτα που περιείχε ένα μήνυμα. Έτσι, εκ φύσεως, η αλληλογραφία παρουσιά­ ζεται ως ατοπική ή αχρονική, εκτός νομίμου χώ­ ρου και χρόνου, εκτός γεωγραφιών ή ημερολο­ γίων. Ακόμα καλύτερα, η αλληλογραφία δη­ μιουργεί έναν καινούριο χώρο ή χρόνο, και μ’ αύτό τον τρόπο, ένα καινούριο «ον». Ο άλλος-γράφων δεν εκφράζεται καλά παρά μέσα σ’ έναν άλλο-χώρο, που καταλύουν τον πραγματικό τόπο και χρόνο, τους τόσο οδυνη­ ρούς για να τους βιώσει κανείς. Στη Βία του χω­ ρισμού που τους έχει επιβληθεί, την οποία υφίστανται και αποδέχονται, οι απομακρυσμένοι

εραστές θα απαντήσουν μ’ έναν πραγματικό αρχέγονο φόνο: με το επιστολικό εργαλείο - ή όπλο - θα σκοτώσουν το χρόνο και θα καταστρέφουν το χώρο - σαν παγκόσμιες σταθερές. Η Αλληλο­ γραφία γίνεται όργανο εκδίκησης ενάντια στην καθεστηκυία τάξη κι αυτοί που αλληλογραφούν μπαίνουν στο εξής στην εποχή που ο Ρενέ Ζιράρ ονομάζει εποχή της Θυσιακής κρίσης (Η Βία και το Ιερό, Grasset 1972). Οι ανυπότακτοι μεταβάλ­ λονται σε συνεχείς εκδικητές όχι μόνο μέσα από «συμβολικές αξίες όπως η επιθετικότητα της πέ­ νας που γρατσουνά το χαρτί-δέρμα» ή «το χάρι­ σμα της χυμένης μελάνης, που γίνεται σπορά ή ιερή παρακαταθήκη, ίχνος που διαρκεί ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίο χτυπάμε, (...) μια προσφορά λίγο πολύ εκδικητική», όπως γράφει ο Ζαν Μπελλεμέν Νοέλ, αλλά προπαντός με την εγκαθίδρυση μιας καινούριας τάξης μαγικού χα­ ρακτήρα στην οποία «τίποτα δεν είναι πια το ίδιο». Ό λ α τα επιστολικά μυθιστορήματα αρχίζουν μ’ ένα γράμμα που θεωρείται πρωτότυπο (δηλα­ δή αυθεντικό) - είναι υπογεγραμμένο, στην πραγματικότητα, όμως, μέσα στην κρίση που ανοίγεται, είναι αφετηριακό και εναρκτήριο για­ τί θεμελιώνει τις ατοπικές και αχρονικές δομές, στις οποίες θα εγγραφεί η ανταλλαγή των μελ­ λοντικών γραμμάτων. Έ τσι, το πρώτο γράμμα των Περσικών Γραμ­ μάτων, του Ουσμπέκ στο φίλο του Ρουστάν, στο Ισπαχάν, δηλώνει αυτόν τον αφετηριακό χαρα­ κτήρα: «η Ρίκα κι εγώ είμαστε ίσως οι πρώτοι ανάμεσα στους Πέρσες που η θέληση της γνώσης μας οδήγησε έξω απ’ τη χώρα μας...». Υπάρχουν εδώ όλα τα στοιχεία για να συσταθεί το ιερό, που ορίζεται ουσιαστικά από την ατοπία του και την αχρονία του και ξεκινά με κάποια οποιαδήποτε μορφή βίας. Ο αποχωρισμός από το χώρο της πραγματικό­ τητας, η εσωστρέφεια, η υπεροχή της εσωτερικής ζωής (όταν πια αυτό είναι το μόνο που απομέ­ νει, η φαντασματική παραγωγή, που εμφανίζον­ ται στις ερωτικές αλληλογραφίες εκπληρώνονται ολοκληρωτικά μέσα στις χωρο-χρονικές δομές του Ιερού. Θα μπορούσαμε να διαπιστώσουμε εδώ ένα είδος σχιζοείδιας,4 που φυλακίζει το χωρισμένο εραστή σ’ έναν κόσμο προσωπικό, άλογο, δηλαδή μαγικό, αυτιστικό, αποκομμένο από την πραγματικότητα και αδιάφορο γι’ αυτά που τον περιβάλλουν, κατάσταση που την προκαλεί το άγχος του σχεσιακού ρήγματος, το οποίο θα υποτείνει διαρκώς η ιεροποιός και σω­ τήρια ερωτική αλληλογραφία. Το Ιερό, όμως, δε νομιμοποιείται (νομιμοποίη­ ση που να προέρχεται δηλαδή από τον ίδιο του το νόμο) παρά μόνο εφόσον προσφέρει πρόσβα­ ση σ’ έναν άλλο τρόπο ύπαρξης και κοινωνικής σχέσης: ρήξη με την κοινωνία και μετασχηματι­


αφιερω μα/35 σμό των σχέσεων με τον πλησίον - άρα και με τον άλλον, το μακρινό παραλήπτη, αθέατο στο εξής. Η αλληλογραφία ανάμεσα σε χωρισμένους εραστές, σε μια εξέλιξη περισσότερο ή λιγότερο αργή, καταλήγει γενικά, κάποια στιγμή, σ’ ένα δεσμό υποταγής. Στην ερωτική αλληλογραφία υπάρχει πάντα ένας κύριος ή μία κυρία - εννοώ αυτόν κι αυτήν που αγαπάει, βέβαια, αλλά προ­ παντός: βοηθάει, δείχνει, αποδεικνύει, διδάσκει, απαιτεί μέχρι και υπόσχεση πίστης, μέχρι και όρκο. Στο συμπαν του Ιερού, ο κύριος ή η κυρία φέρνουν μια καινούρια γνώση που σταλάζει χα­ μηλόφωνα το χωρισμό, γνώση που οι μυσταγω­ γίες χαρακτηρίζουν ως σοφία και επίσης σαν συν-γνώση ή καινούρια γέννηση με τον άλλον ή χάρη σ’ αυτόν. Το επιστολικό μυθιστόρημα πρέ­ πει να παραβληθεί με το μυθιστόρημα του δα­ σκάλου, όπου ο μαθητής αποδέχεται την αφο­ σίωση στον άλλον, υποταγή, και μαζί ανακούφι­ ση μέσα στο Βασίλειο της αλληλογραφίας. Το ερωτικό γράμμα γίνεται συχνά εδώ μάθημα αγά­ πης: «Να το μάθημά μας, φίλε μου· εσείς τρ υπαγο­ ρεύσατε», γράφει η Ζυλί στον Σαιν Πρε (3ο μέ­ ρος, Γράμμα XVIII), ο οποίος απαντά: «Ω Ζυλί, ακούστε έναν άντρα (...) που αξίζει τουλάχιστον μια θυσία εκ μέρους σας...». Εκφράσεις όπως: - πρέπει να μ’ αγαπάτε όπως σας αγαπώ. - ανταποκρίνομαι στην αγάπη. - μάθετέ με να σας αγαπώ. - διδάξτε μου την αγάπη... ή τα αντίστοιχό τους αφθονούν στις ερωτικές αλληλογραφίες κάθε ύφους ή κάθε είδους, απ ο­ καλύπτοντας έτσι το μυσταγωγικό τους χαρακτή­ ρα. Η μαρκησία ντε Μαρτέιγ είναι κυρία και μύ­ στης: κυρία του Βαλμόν («Θα κάνατε κάποιον ν ’ αγαπήσει το δεσποτισμό», της γράφει σαν «αρ­ χαίος» σκλάβος, στο γράμμα IV των Επικίνδυ­ νων Σχέσεων) και μυσταγωγός του Ντανσενύ, του αγνού ιππότη της Μάλτας. Α πό τον ιππότη της, η Μαριάννα, έμαθε τα πάντα: «Ζήλο, επιμέ­ λεια, παραφορά, φιλοφρόνηση, όρκο, ηδονή, πάθος»· ερωτική λιτανεία των απελπισμένων του γραμμάτων (ιδιαίτερα στο γράμμα II στο οποίο συνδέει αλυσιδωτά, σε μερικές γραμμές, αυτές τις λέξεις - εφτά στον αριθμό - μέσα σε μια πραγματική βαθμιαία ερωτική-μυσταγωγική π ο ­ ρεία). Για να είναι όμως τέλειο αυτό το μυσταγωγικό φαινόμενο προϋποθέτει την αποδοχή μιας τάξης διαφορετικής από την τάξη του «κόσμου», ακό­ μα και τη ρήξη μαζί του. Αυτός ο μηκονφορμισμός είναι χαρακτηριστικός του επι­ στολικού μυθιστορήματος, που αντλεί, καθώς εί­ παμε, από την ατοπί'- και την αχρονία του τον

ιερό του χαρακτήρα. Έ τσι ο καθαγιασμός της αγάπης δεν είναι ποτέ τόσο αισθητός όσο στην ερωτική αλληλογραφία: αγάπη κοσμική που γί­ νεται ιερή, αγάπη-θρησκεία, αγάπη απαράδεκτη για την Εκκλησία που θέλει να κρατήσει το από­ λυτο μονοπώλιο της ιερής αγάπης, της οποίας η πηγή δε γιπορεί να ’ναι, γι’ αυτήν, άλλη από το θείο. Μετά από μια άνθιση φιλοφρονητικών επι­ στολών, Τρυφερών Επιστολών, Ερωτικών Επι­ στολών και Επιστολών του Χαρεμιού - και εξαιτίας αυτής της άνθισης - καταδικάστηκε τελικά, στα 1786, μετά από αίτηση του Πατέρα Πορέ, το μυθιστορηματικό είδος. Για την Εκκλησία, ο

Θεός είναι Αγάπη, αυτός όμως ο Θεός δεν είναι Έρωτας και οι Βιβλικές επιστολές δεν εκδέχονται το συναγωνισμό της ερωτικής επιστολής. Είναι προφανές πως το ερωτικό παραλήρημα της Πορτογαλίδας Μοναχής παίρνει μια μυστικιστική χροιά, όπου συγχέονται οι οδοί του Κυ­ ρίου και των ανθρώπινων, πολύ ανθρώπινων όντων: Το Γράμμα III της Πορτογαλίδας Μοναχής


36/αφιερωμα 'προσφέρει έναν εύγλωττο πίνακα αυτής της σύγ­ χυσης: σε πέντε γραμμές, πέντε επιφωνήματα, εκφράζονται διαδοχικά:

«Το πορτραίτο σου είπα; Μα ένα γράμμα είναι το πορτραίτο της ψυχής. Δεν έχει, όπως μια κρύα εικόνα, αυτή την αδράνεια την τόσο απο­ μακρυσμένη της αγάπης· περνά σ’ όλες μας τις κινήσεις διαδοχικά, ζωντανεύει, απολαμβάνει,

1) Το Αμάρτημα, 2) Η Συγχώρεση, 3) Η Με­ τάνοια, 4) Η Ταπείνωση, 5) Η Θυσία, τέλος' Κι ξεκουράζεται...». όλα αυτά για έναν άντρα απόμακρο: Μπορεί τάχα να ειπωθεί καλύτερα; Το Γράμ­ «Σας πρόδωσα, σας ζητώ συγγνώμη! Μη μου μα είναι ο άλλος καθαγιασμένος. Καλύτερα από τη δώσετε, όμως! Φερθείτε μου με αυστηρότητα! Μη θεωρείτε καθόλου πως τα συναισθήματά μου ένα σώμα γραμμένο είναι ένα σώμα δίχως γρα­ είναι αρκετά βίαια! Να ’στε πιο δύσκολος στην φή, ένα κορμί που ξέρει και κάνει έρωτα. Κυριοευχαρίστησή σας! Μηνύστε μου πως θέλετε να ‘ λεκτικά ο Ντανσενύ πλαγιάζει μ’ ένα Γράμμα ικανό να κινηθεί, να απολαύσει, να ξεκουραστεί πεθάνω από έρωτα για σας!». Η υποκατάσταση είναι προφανής: είναι το post coitum. Φετιχισμός πασίγνωστος: δε φιλάμε τάχα το γράμμα-προσευχή μιας εκστασιασμένης ερωτευ­ γράμμα του αγαπημένου; Κάποτε μάλιστα, αυ­ μένης. Θα μπορούσε να είναι η δέηση (είδος «προφορικού» γράμματος απευθυνόμενου στο τός ο φετιχισμός γίνεται καθαρή λατρεία: τα ερωτικά γράμματα είναι σίγουρα τα πιο διαβα­ Θεό που δεν μπορεί να δεχτεί γράμματα όπως οι σμένα και ξαναδιαβασμένα, φυλαγμένα σε χώ­ άνθρωποι) μιας μοναχής που αφιερώνεται στο ρους μυστικούς, σ’ έπιπλα με κρυφά συστάρια, Γολγοθά: περίπλοκες κρύπτες, οικείους κρυψώνες. Τα «Νιώθω μεγάλο πόνο που σας πρόδωσα τόσες βγάζει κανείς μόνο για να επιδοθεί σε κρυφές ή φορές...». εξομολογητικές πράξεις λατρείας: ατέλειωτες εκ «Σας ζητώ συγνώμη για τα τόσα κρυφά φιλιά νέου αναγνώσεις, χαρές και πόνοι μοιρασμένοι που σας έδωσα...». από μακριά, κλάματα και αναστεναγμοί, γραπτά «Παραχωρήστε μου τη χάρη να υποφέρω την και ψίθυροι, χάδια στην αγαπημένη γραφή περιφρόνησή σας...». γραφή-σάρκα - έπειτα επιστροφή των πολύτιμων «Ω, πώς φοβάμαι πως δε θα μου ξαναμιλήσετε επιστολών στην κιβωτό της μυστικής αγάπης, της στο μέλλον και πως αμέσως θα πεθάνω...». Απλά αποσπάσματα από τη Λατρεία τον Γολ­ ιερής αγάπης. Η κιβωτός της Πορτογαλίδας Μοναχής χαρα­ γοθά του Ρ.Π. Κρασσέ του τάγματος των Ιησουι­ κτηρίζεται από έναν πιο λόγιο φετιχισμό (όπως τών, που εγκρίθηκε με προνόμιο του Βασιλιά και για τον Ντανσενύ, το γράμμα συνδέεται εδώ στα 1686: ίδια εποχή, ίδια χρονολογία περίπου· με το πορτραίτο, όμως το γράμμα ειν’ αυτό που ίδιες λέξεις σε είδη κοντινά που αποκαλύπτουν παραμένει ευνοημένο, γιατί τα χαρακτηριστικά το ιερό της αγάπης, είτε απευθύνεται στο Θεό του προσώπου, που αναπαρίστανται με το πινέ­ είτε σ’ έναν άνθρωπο. Πώς θα μπορούσε η Εκ­ λο, δεν αξίζουν την αυθεντικότητα του γραφικού κλησία να δεχτεί μια τέτοια πλάνη και μάλιστα χαρακτηριστικού από το χέρι του αγαπημένου): στο μυαλό μιας μοναχής; Βρίσκουμε εδώ γράμματα, πορτραίτα, αλυσίδεςΣ ’ αυτή τη διαδικασία καθαγιασμού, το γράμ­ δώρα, άλλα «μικροπράγματα» με τα οποία η μα - αντικείμενο, όπως το έχουμε ορίσει, θα με­ Μ αριάννα «ομολογεί με ντροπή πως συνδέθηκε ταβληθεί σε ιερό αντικείμενο, σε αντικείμενο λα­ παραπάνω απ’ όσο ήθελε... να παραδεχτεί». Σαν τρείας. Ο ιππότης Ντανσενύ το εκφράζει πολύ μοναχή ξέρει πως η ειδωλολατρία παραμένει το καλά στη μαρκησία ντε Μαρτέιγ: προπατορικό αμάρτημα, όταν όμως θέλει να «(...) όποιος κι αν είναι ο χρόνος, τελικά χωρι­ ζόμαστε κι έπειτα είμαστε τόσο μόνοι! (Γράμμα στείλει πίσω στο δωρητή-αποστολέα αυτόν τον αγαπημένο θησαυρό, νιώθει ακόμη την ανάγκη CL). Φράση-συνθήκη που περικλείει από μόνη της •της επέμβασης ενός τρίτου προσώπου που, γενι­ κά, θα παίξει το ρόλο του εξορκιστή: όλα τα προηγούμενα δεδομένα: 1) τη σχετικότη­ «Τα παρέδωσα στα χέρια της Ντόνα Μπρίτες· τα του χρόνου ανάμεσα στο Ιερό και στο Κοσμι­ (...) την εξόρκισα να μη μου μιλήσει ποτέ γι’ αυ­ κό, 2) το «χτύπημα» του χωρισμού, 3) την απο­ τά, να μη μου τα δώσει ποτέ πίσω, ωστόσο θα τα μάκρυνση, τέλος - φράση όμως που καταξιώνε­ ζητούσα για να τα ξαναόώ άλλη μια φορά, και ται μέσα από τα παρακάτω αποτελέσματα: τα για να σας τα στείλω, τέλος, δίχως να προειδο­ γράμματα και την τιμή τους για το μοναχικό ποιήσω τον εαυτό μου». εραστή: Κι εδώ πάλι, η θέα του γράμματος αρκεί για «Τότε ένα γράμμα γίνεται τόσο πολύτιμο· αν τη λατρεία: δε διαβάζεται πια. Στην Πορτογαλίδεν το διαβάζεις, τουλάχιστον το κοιτάς... Α! σί­ δα Μοναχή (όπως και στις Επικίνδυνες Σχέσεις) γουρα μπορεί κανείς να κοιτάξει ένα γράμμα δί­ χως να το διαβάζει, όπως μου φαίνεται και πως το ερωτικό γράμμα έχει μια κακοποιό δύναμη: είναι διαβολικό. Στο πεδίο του Ιερού, αντιπρο­ τη νύχτα θα χαιρόμουν ακόμα ν’ αγγίζω το πορσωπεύει τις δυνάμεις του κακού που πρέπει να τραίτο σου...»


αφιερω μα/37 εκδιώκονται όταν λείψει η αγάπη. Η Μ αριάννα πρέπει να πιεστεί για να εξορκί­ σε ι τη βία του Ιερού. Ό πω ς λέει κι ο Ρενέ Ζιράρ, μπορούμε να πούμε πως είναι η ίδια ο «αποδιοπομπαίος τράγος» του εαυτού της. Ωστόσο, παραβαίνει τους όρους: μετά τον πει­ ρασμό που δοκίμασε προηγουμένως να «κάψει και να σκίσει τα ενέχυρα της αγάπης που του ήταν τόσο αγαπητά» (γιατί, παραδοσιακά, το Ιε­ ρό πρέπει να καταστρέφεται με φωτιά, αφού το αγνό δεν μπορεί να αναλωθεί παρά από το αγνό μόνο), η Μ αριάννα στο τελευταίο της γράμμα στον ωραίο ιππότη γράφει: «Στέλνοντάς σας πί­ σω τα γράμματά σας, θα κρατήσω επιμελώς τα δύο τελευταία που μου γράψατε». ^ Και γιατί; « (...) Θα τα ξαναδιαβάζω ακόμα πιο συχνά απ’ όσο διάβαζα τα πρώτα για να μην ξανα/υποκύψω στις αδυναμίες μου» (Γράμμα V). Ο εξορκισμός λειτούργησε· δεν απαλλάσσεται όμως κανείς τόσο εύκολα από μια λατρεία. Είναι αλήθεια πως ο φετιχισμός της Μ αριάννας ήταν υπέρμετρος: δεν της αρκούσε να έχει στην κατο­ χή της το πορτραίτο του εραστή της, του ζητάει εκτός από το πορτραίτο και μερικά γράμματα της παλιάς του ερωμένης όπως και το πορτραίτο

του αδελφού του και της κουνιάδας του! ολόκλη­ ρη την αγία οικογένεια (Γράμμα II). Εκτός οποιασδήποτε λογοτεχνίας, στην καθη­ μερινότητα του ερωτευμένου επιστολογράφου, τα γράμματα που λαβαίνει μαζεύονται το ένα π ί­ σω από τ’ άλλο μέχρι ν ’ αποτελέσουν μια πραγ­ ματική συλλογή, ένα είδος ζωντανού μυθιστορή­ ματος με γράμματα, που άλλωστε λίγο απέχει από ένα «οικογενειακό μυθιστόρημα» φροϋδικού τύπου, συχνά θεμελιωμένο στη φαντασίωση της μητέρας που μπορεί να είχε κρυφές ερωτικές πε­ ριπέτειες, και οι οποίες μπορεί να αποκαλυ­ φθούν (γιατί όχι;) με την ανακάλυψη μιας ευλαβώς διατηρημένης αλληλογραφίας. Η συλλογή των ερωτικών γραμμάτων που απαρτίζεται έτσι, χαίρει ιδιαιτέρας φροντίδος: δεμένη με μια κορδέλα, κλεισμένη σε μια πολύτι­ μη κοσμηματοθήκη, μαζί με άλλα αντικείμεναφετίχ, η συλλογή των γραμμάτων θα λατρεύεται μυστικά. Το ερωτικό γράμμα διαβάζεται, ξανα­ διαβάζεται και συνδέεται και αποτελεί με φυσι­ κότητα μια συλλογή μαζί με τ’ άλλα, αισθηματι­ κή σταχυολόγηση που χρησιμεύει, μακριά από τον κόσμο, στη μοναχική αυτοσυγκέντρωση ή στη μυστική έκσταση. Το γράμμα γίνεται βιβλίο. Και μάλιστα Ιερό Βιβλίο. Τοποθετημένο στην

καρδιά των ατοπικών και αχρονικών δομών στις οποίες ζει ο εραστής, εντέλλεται την άσκηση της αλληλογραφιακής λατρείας: διαβασμένος σε κά­ ποια συγκεκριμένη στιγμή σ’ έναν συγκεκριμένο τόπο, μακριά από ενοχλητικούς κοσμικούς, ο τό­ μος των γραμμάτων παίρνει το χαρακτήρα του Βιβλίου του Νόμου που γύρω του και μαζί μ’ αυτόν οργανώνεται το συμβολικό σύμπαν του αγαπημένου. Αυτός είναι ο κλειστός, ζωντανός και φλογερός κόσμος της ερωτικής αλληλογρα­ φίας όπου το γράμμα γίνεται ΓΡΑΜΜΑ, θεμε­ λιώδης αναφορά μιας ζωής στιγματισμένης, σαν ένα ρολόι που δείχνει τις ώρες της ανταλλαγής:


38/αφιερω μα της αποστολής, της παραλαβής· ρυθμός σε δύο χρόνους που χαρακτηρίζει την οποιαδήποτε ερωτική αλληλογραφία. «Δύο ρολόγια που για κάποιο καιρό πηγαί­ νουν εντελώς αρμονικά μαζί», για ν ’ αναφερθού­ με στο Βολταίρο (Newton, IV, 7). Αυτός ο χρόνος είναι ο χρόνος της αχρονίας που κανονίζει τη διατεταγμένη επανάληψη της ερωτικο-επιστολικής παλινδρόμησης, ρυθμός που προσιδιάζει σε μια τελετή, της οποίας η πρακτική βασίζεται στην υπόσχεση, τη δέσμευ­ ση, τον αμοιβαίο όρκο να γράφει ο ένας στον άλλον - και συχνά - και για μεγάλο διάστημα, σύμφωνα μ’ ένα ρυθμό, δηλαδή έναν καθορισμέ­ νο τρόπο, που προσδιορίζεται εκ των προτέρων απ’ αυτούς, οι οποίοι θα πρέπει να υποστούν το Μεγάλο, ποιητικό του Ιερού, Χωρισμό. Τρέλα; Έμμονη ιδέα; σίγουρα - αλλά τελε­

τουργικές. «Με βασανίζει μια έμμονη ιδέα», γράφει η Ζυλί στον Σαιν Πρε που τον θεωρεί «τρελό» (Γράμ­ μα III, Nouvelle ΗHoise). Δύο τρέλες που πρό­ κειται να διαρθρωθούν στον άξονα ενός επιστο­ λικού λόγου, «ένα τμήμα του λόγου», όπως γρά­ φει ο Μισέλ Φουκώ, που γράφει αλλού: «Η τρέ­ λα που έγινε δυνατή μεσ’ από το πάθος (...) εί­ ναι μια απ’ αυτές τις μορφές ενότητας στις οποίες οι νόμοι είναι εκτεθειμένοι, διεστραμμέ­ νοι, εστραμμένοι - δηλώνοντας ως προφανή αυ­ τήν την ενότητα (Η ιστορία της τρέλας στην κλα­ σική εποχή, Ed. Gallimard 1972). Ό λες οι ερωτικές αλληλογραφίες είναι εκτός νόμου και δεν υπακούουν παρά μόνο στο δικό τους ΝΟΜΟ, αδιατύπωτου καταρχήν, αλλά επε­ ξεργαζόμενου σιγά σιγά στην πορεία της επιστο­ λικής ανταλλαγής: «Φίλε μου, νιώθω πως κάθε μέρα δένομαι όλο και πιο πολύ μαζί σας. Δεν μπορώ να σας αποχωριστώ. Η παραμικρή σας απουσία μου είναι ανυπόφορη», γράφει η Ζυλί (Γράμμα XI) προσθέτοντας: «ΠΡΕΠΕΙ να σας ΓΡΑΦΩ». Κι αυτό, στο όνομα του Νόμου που γεννιέται. Ο Νόμος όμως επιβάλλει το τυπικό και τα γράμματα να γίνουν τελετουργικά: στις πιο στοι­ χειώδεις αρχικά μορφές τους (χαρτί, μελάνι, άρωμα) που δεν πρόκειται μ’ ένα είδος σιωπηρής συμφωνίας να τις αλλάξουμε· στις εκφράσεις που χρησιμοποιούνται επίσης, μαγικές εκφρά­ σεις, εισαγωγικές ή συμπερασματικές, σε τέτοιο σημείο τελετουργικές πια που θα γίνουν στερεό­ τυπες, αρχέτυπες σχεδόν, μέχρι την επιπέδωση και την πλήξη (για τον κοσμικό αναγνώστη). Ίσως πρέπει να δούμε εδώ την αρχή των Επιστολαρίων που, από το επιστολάριο της μόδας του 1641 ώς το Επιστολογραφικό Εγχειρίδιο του 1785 (του Ντομ Λουί Μαγιέλ-Σωντόν) προσφέ­ ρουν γράμματα φιλοφρονήσεων, γράμματα απουσιών - διαδικασία που η κυρία Ιζαμπέλ

Μπρουάρ ονομάζει «πέρασμα από το Ιερό στο Κοσμικό» στη διδακτορική της διατριβή Ιερό Βι­ βλίο, κοσμικά βιβλία (Ρεν II, 1979) - αναπόφευ­ κτη διαδικασία κοσμικοποίησης. Το τυπικό του ερωτικού γράμματος ως σημείο της επικοινωνίας πάει ακόμα πιο μακριά: ένα ιδιαίτερο λεκτικό, ένα πρωτότυπο λεξιλόγιο, ένας μοναδικός κώδικας, ένας κοινός λόγος πρό­ κειται να εγκαθιδρυθεί αδιόρατα ανάμεσα σ’ αυ­ τούς που αλληλογραφούν. Μια λέξη που την κρατάμε - ποιος ξέρει γιατί; - στο γράμμα του άλλου. Θα υποβληθεί σε εξονυχιστική ανάλυση, σ’ ένα ζηλόφθονο έλεγχο: ασυνεννοησία, αίτηση επεξηγήσεων, παρατηρήσεις, συζητήσεις κ.τ.λ... Η αλληλογραφία θα μετατραπεί σε γλωσσάρι, αν όχι σε γνώση, όρων ή θεμάτων που θα χρησιμέ­ ψουν σαν συμβολικά σημεία αναφοράς: έτσι θα δημιουργηθεί, ανάμεσα στους αλληλογραφούντες, ένα καινούριο σύμπαν στο οποίο οι εραστές θα μπορούν να ζήσουν ή να επιζήσουν, κα­ ταργώντας το μέγιστο εμπόδιο: την απουσία. Ο Μύθος της Απουσίας τον οποίο θεμελιώνει το επιστολικό μυθιστόρημα καταργείται από το ερωτικό γράμμα: αυτό που μπόρεσε να κάνει το υφάδι της Πηνελόπης το κάνει και το ερωτικό γράμμα, αλλά ακόμα καλύτερα. Γιατί ο Μύθος της Απουσίας γεννάει, ευνοϊκά ή όχι, την υπερ­ βολή του Απόντος: δημιουργεί τον ήρωα αλλά και το τέρας, και γεννάει κατάρες όπως και ελ­ πίδες. Η Απουσία καθαγιάζει - αλλά η ερωτική αλληλογραφία παραβιάζει τη σιωπή των απου­ σιών με τη γραφή, η οποία συγκρατεί τον προ­ φανώς αδύνατο δεσμό. Σ’ αυτό το μυθικό και ιε­ ρό κόσμο της αναγκαστικής σιωπής, ανατίθεται το ιερό σύμπαν της ερωτικής αλληλογραφίας. Το ένα Ιερό ενάντια στο άλλο. Ο πόλεμος των Ιε­ ρών. Αυτό που δεν μπορεί πια να κάνει ο λόγος, το κάνει το γράμμα. Σε μια εποχή δίχως οπτικοακουστικές τεχνικές, δίχως τηλέφωνο, δίχως κα­ σέτες, η γραφή αποτελούσε - εν απουσία του άλ­ λου - ένα είδος εγγραφής, με το γραφισμό του χαμένου Λόγου, αυτού του λόγου που αποκλει­ στικά επιτρέπει την άμεση σχέση. Καταδικασμέ­ νοι στη σιωπή από το φοβερό νόμο του χωρισμού και της απουσίας, αυτοί που αλληλογραφούν βρίσκουν, χάρη στα γράμματά τους, το μέσο για να διατηρήσουν την επικοινωνία που από προ­ φορική - βλέπε στοματική - γίνεται ο Λόγος της Αγάπης, ένας λόγος που, με την αλληλογραφια• κή μαγεία, μπορεί να γίνει σάρκα, όπως είδαμε. Η γραφή παρουσιάζεται, λοιπόν, σαν την υποκαταστασιακή μορφή της φιμωμένης φωνής. Σκληρή η δοκιμασία που επιβάλλει η σιωπή, που πνίγει τις κραυγές και που προστίθεται και προσθέτει στην ύψιστη δοκιμασία της απουσίας. Στο ιερό πεδίο της ερωτικής αλληλογραφίας, τέ­ τοιες δοκιμασίες επιφέρουν την ψυχική απο-


αφιερω μα/39 σύνθεση του χωρισμένου εραστή, που μπορεί να παραβληθεί με τον πρώτο καιρό του μυσταγωγι­ κού φαινομένου που παντού είναι: ΑΠΟ-ΣΥΝΘ ΕΣΗ (μέσα από δοκιμασίες) που συνοδεύονται από μια Α ΝΑ-ΣΥΝΘ ΕΣΗ (μέσα από την ομάδα). Αυτή η αποσύνθεση είναι προφανής στη Μαριάννα: μετά τη ρήξη, μένει «τρεις ώρες εγκαταλελειμμένη α π’ όλες της τις αισθήσεις», υποφέρει από «διάφορες αδιαθεσίες», έχει συνείδηση της τρέλας της, δέχεται «καταδιώξεις» και «χίλιους πόνους». Μιλά για το «κενό» και την «αναισθη­ σία», κι όλος ο κόσμος διαπιστώνει την αλλαγή σ’ αυτήν (Γράμμα II). Η Μαριάννα, όμως, δε θα μυηθεί στον ιερό κόσμο της επιστολικής αγάπης γιατί δε θα ’χει τη δυνατότητα ν ’ απολαύσει το δεύτερο χρόνο του μυσταγωγικού φαινομένου, δηλαδή την ανασύν­ θεση μέσα από την ομάδα που εδώ περιορίζεται στην πιο απλή και καθαρή της μορφή: το ζευγά­ ρι. Αντίθετα, μακριά από τη ζωή «εξαιτίας μιας καταναγκαστικής απομάκρυνσης» (σημείωμα I της Ζυλί), αποσυνθεμένος από τη δοκιμασία της απουσίας, ο Σαιν Πρε ξαναβρίσκει ζωή και ανασυντίθεται σιγά σιγά σ’ όλη τη διάρκεια του γράμματος που γράφει στην αγαπημένη του μετά την ομολογία: (Nouv. Hel. Γράμμα V). «Είχα μια ψυχή μες τον πόνο, δώστε μου μιαν ευτυχισμένη. Α γάπη, ζωή της ψυχής, έλα να κρατήσεις τη δική μου πού ’ναι έτοιμη να σωρια­ στεί (...) αθέατη δύναμη της φωνής (ο Λόγος) αυτού που αγαπάμε, ευτυχία, ηδονή, παραφορά (...) Α ν λατρεύω τις χαρές σου, δεν είναι τάχα γιατί είναι το αποτύπωμα αυτής της ακηλίδωτης ψυχής που σε ζωντανεύει, και που όλα σου τα χαρακτηριστικά φέρνουν το θείο της σημάδι; Θρόνε τον κόσμου (...) να ξαναδιαβάσω χίλιες φορές αυτό το λατρεμένο γράμμα, όπου η αγάπη σου και τα αισθήματά σου είναι σαν με φωτιά γραμμένα (φωτιά μυσταγωγική) (...) Α ν κι ο νους μου είναι για πάντα χαμένος, παρόλο που η ταραχή μου μεγαλώνει ώρα με την ώρα (αποσύν­ θεση), το άτομό σου είναι για μένα στο εξής η πιο ιερή παρακαταθήκη με την οποία ποτέ θνη­ τός τιμήθηκε». Η ανασύνθεση ξεκινά με τη δη­ μιουργία τον ζευγαριού. « (...) στ’ όνομα της τρυφερής κι αγνής αγάπης που μας ενώνει· αυτή πρέπει να ’ναι η εγγύηση του σεβασμού μου· αυ­ τή πρέπει να σου δώσει λόγο γι’ αυτήν την ίδια (...). Είμαστε νέοι κι οι δύο. Αγαπάμε για πρώτη και μοναδική φορά στη ζωή μας (πβ. ενότητα στο Φουκώ). Είναι προφανές: οι (υπογραμμισμένες) λέξεις μιλάνε μόνες τους: καθαγιασμός /απώλεια του λογικού ή αποσύνθεση / ενότητα του σωτήριου ζευγαριού ή ανασύνθεση. Ο Σαιν Πρε υφίσταται μία μορφή μύησης με την ανάγνωση / γραφή, μια μορφή μύησης μέσα από τα γράμματα. Γιατί η

απουσία είναι δοκιμασία. Ψυχαναλυτικά θα μπορούσαμε να τη θεωρήσουμε σαν «δοκιμασία της πραγματικότητας» που οδηγεί τους εραστές ν ’ αλλάξουν τον προσωπικό τους κόσμο, τα σχέ­ διά τους, τις επιθυμίες τους, σε συνάρτηση με την απώλεια που υφίστανται, την απώλεια της προφορικής επικοινωνίας. Με το παιγνίδι της παλινδρόμησης των γραφών, οι πρωταγωνιστές θα επινοήσουν να φέρουν πάλι στο παρόν, με την ανακατασκευή της αναπαράστασης, αυτό που έγινε αντιληπτό πριν την απουσία, και, κα­ τά θαυμαστό τρόπο, δίχως να είναι απαραίτητο το αντικείμενο να είναι εκεί (πβ. Φρόυντ). Η Αλληλογραφία γίνεται ένας παιγνιώδης μηχανι­ σμός που αντικαθιστά την αρχή της πραγματικό­ τητας με την αρχή της ευχαρίστησης ενάντια στη δυσαρέσκεια της απουσίας. Ολόκληρο αυτό το μοναδικό σύστημα της επιστολικής ανταλλαγής, ανατίθεται στον λεγόμενο εξωτερικό κόσμο που γίνεται γ ι’ αυτούς εντελώς ξένος, κάτω από το βάρος της αναγκαστικής ρήξης, οποιαδήποτε κι αν είναι η αιτία της.


40/αψιερωμα Σταδιακά, γράμμα το γράμμα, αναδύεται ένας καινούριος κόσμος, ευχάριστος, εσωτερικοποιημένος, που απορρίπτει, αρνείται, σβήνει τον κό­ σμο «που έχει γίνει» δυσάρεστος, αφιλόξενος, ανταγωνιστικός. Το επιστολικό Σύμπαν γεννιέ­ ται εξαλείφοντας κάθε διάστημα και κάθε χρονικότητα, απομακρύνοντας το κοσμικό στοιχείο κόσμος ενός Ιερού που εγκαθιδρύει, εξαιρεί την επικοινωνία μέσα από τα γράμματα ανάμεσα σε δύο «εγώ-ευχαριστήσεις εξαγνισμένα» μέσα από τη δοκιμασία - ένα ζευγάρι που θεωρείται το πρώτο στον κόσμο, «καθώς κόσμο τον κόσμο υποχωρεί η αιωνιότητα» (Πιερ Εμμανυέλ). Μέσα σ’ αυτή τη διαλεκτική ανάμεσα στα δύο σύμπαντα (αυτό που δημιουργεί, αυτό που αρνείται) τοποθετείται το ερωτικό γράμμα. Αποτε­ λεί απόπειρα ή πειρασμό να αποκατασταθεί με τη γραφή μια διπλή δυναμική, η οποία έχει κα­ τασταθεί αδύνατη με την απόσταση. Είναι ωστό­ σο δυνατόν να σημειωθούν εδώ τα περισσότερα από τα σχεσιακά σχήματα, λιγότερο ή περισσό­ τερο διεστραμμένα, της οποιασδήποτε ομαδικής δυναμικής, ακόμα κι όταν αυτή έχει περιοριστεί στο ζευγάρι: μηχανισμός άμυνας, αντίσταση στην αλλαγή, επιθετικότητα, έκφραση συγκρού­ σεων, μεταβίβαση, ομοιόσταση που τείνει να διατηρήσει συνεχείς τις προϋποθέσεις της ύπαρ­ ξης, σε μια αναζήτηση του συμβιβασμού, της αρ- *1

μονίας, της αρμονίας που διαταράχτηκε από το χωρισμό. Ανακαλύψαμε στην ερωτική αλληλογραφία: την ατοπία, την αχρονία, το Γράμμα που γίνεται Νόμος, την επιβλητική δέσμευση, το τυπικό της ανταλλασσόμενης γραφής, τα δυαδικοποιημένα ομαδικά φαινόμενα, την απογύμνωση - όλα τα στοιχεία του μυσταγωγικού Ιερού, αναγνωρίσιμα στα «αληθινά» γράμματα, που τα πλησιάζουμε όχι δίχως φόβο (τόσο το Ιερό προκαλεί δέος), όταν κατά τύχη, βρίσκουμε τέτοια γράμματα στα οικογενειακά αρχεία. Α πό την πραγματικότητα στο φανταστικό δεν απόμεινε στη λογοτεχνία άλλο από το να μεγαλύνει αυτές τις αλληλογραφίες με τη Βασιλική Τέχνη του επιστολικού μυθιστορήματος. «Αληθι­ νά ή φανταστικά», όμως, - πραγματικότητα ή φανταστικό - τα ερωτικά γράμματα είναι όλα ίδια (στη Δύση τουλάχιστον), ανάγονται σε μια ίδια πηγή: τη χωρισμένη αγάπη. Η δημιουργική λογοτεχνία προσδίδει απλά στο πεζό γράμμα το Πνεύμα που μερικές φορές του λείπει, αυτό το βαθύ πνεύμα που ο Λωράν Βερσινί ορίζει σαν «την έκφραση ή τη νοσταλγία ενός πολιτισμού στην κατάσταση τον ευτυχισμένου λουλουδιού (Σαιν Μ πεβ), αυτό που εδώ ονόμασα νοσταλγία του χαμένου Λόγου.

Σημειώσεις 1. Κρατώ τις λατινικές λέξεις στο κείμενο: In fine (τελικά) και Post co'itum (μετά τη συνουσία). Σε μεταφραστική αντιστοι­ χία θα έπρεπε ν’ αποδοθούν στα αρχαία ελληνικά. 2. Αποδίδω μέ τον όρο γραφισμός τη λέξη graphisme, που ση­ μαίνει γραφή ως σύστημα απόδοσης των φθόγγων, και για­ τί μεταφράζω γραφή τη λέξη dcriture. Μια δεύτερη πιθανή

απόδοση θα ήταν: γράψιμο (denture) - γραφή (graphisme). 3. Προθετικότητα: ακριβής μετάφραση του όρου finalitd, που δηλώνει το χαρακτήρα του τείνειν προς κάτι. 4. Σχιζοείδια: Όρος της Ψυχιατρικής, διανοητική κατάσταση που προδιαθέτει σχιζοφρένεια (εσωστρέφεια, δυσκολία προσαρμογής στην πραγματικότητα)· συνώνυμή της η λέξη σχιζοθυμία.

Μετάφραση: Τιτίκα Δημητρούλια


A ' εξαμηνο/V Πλαστήρα Αλεξάνδρα: Το φως που βλέπουμε τώρα, 165/121 Σιώτης Ντίνος: Κλιματιζόμενοι διάδρομοι, 166/61 Τριβυζάς Σωτήρης: Βίος Ασωμάτων, 167/67 Φωστιέρης Αντώνης: 0 διάβολος τραγούδησε σω­ στά, 161/56

Μακρής Κίτσος: Επιδράσεις του νεοκλασικισμού στην Ελληνική Λαϊκή Ζωγραφική 1880-1930, 169/65 Μουρίκη Ντ.: Τα Ψηφιδωτά της Νέας Μονής Χίου, 161/45 «Τριανταφυλλίδη Ήρα», Η ζωή και το έργο της, 161/ 51

Ταξιδιωτικά

Φιλοσοφία

Γεραμάνης Πάνος: Ρεπορτάζ από τη Σιβηρία, 158/ 61

Χάιντεγκερ Μάρτιν: Η προέλευση του έργου τέ ­ χνης, 162/49

Τέχνες

Ψυχολογία

«Εικόνες». Συλλογή Δ. Οικονομόπουλου, 162/58 Θεοχάρη Σ. Μαρία: Εκκλησιαστικά χρυσοκέντητα, 163/55

Ο έφηβος και η οικογένεια

ΠΛΑΙΣΙΟ

Αντζουλάτου-Ρετσίλα Ευρυδίκη: Λαογραφικά μου­ σεία και παιδεία, 166/67 Αντωνιάδης Ανδρέας: Τα πληγωμένα άλογα, 165/ 121 Αξελός Λουκάς: Ταξίδι στη νύχτα, 163/61 Βάρσος Δημήτρης: Ο καθρέπτης του φυλακισμέ­ νου, 158/59 Βάρφης Α. Κώστας: Πόρος 1831. Το κίνημα - οι πρωταγωνιστές, 165/123 Βάρφης Α. Κώστας: Η Κύπρος και τα νησιά του Αι­ γαίου, στόχος της Λεοπολδιανής αποικιοκρατικής πολιτικής, 165/123 Βασιλάκης Νίκος: Στο χωριό και στην πόλη, 164/63 Γαλάτης Τάσος: Τα χαράγματα, 161/47 Γερμανός Φρέντυ: Η εκτέλεση, 160/57 Δαββέτας Γ.Ν.: Λευκή φούγκα, 162/53 Δανιήλ Γιώργος: Αίγλη και άγχος, 163/57 Δίλμποης Γιώργης: Ο παρθενώνας είναι από πλα­ στικό, 164/65 Ζόμπολας Τάσος: Διαδρομή, 163/63 Ζουμπουλάκη Δήμητρα: «Ευτυχώς δεν έχεις τίπο­ τα», 169/55 Ζώης Ίωνας: Άτροπος, 165/121 Κοκκινιά Κική: Στη δύναμη των πραγμάτων, 164/63 Κοτώ Ζαν-Φρενιώ Αντρέ: Κινηματογράφος και ποίη­ ση, 169/59 Κουρουπάκη Κάτια: Σχέδιο α' για τους επιθυμούντες, 167/67 Λαγγουρέλη Μαρία: Τα χαλασμένα, 167/71 Λαζαρίδης Σπύρος: Γλυκιές σφαιρούλες απ’ τ ’ όμορφό σου όπλο, 163/65 Λογαράς Κώστας: Ύποπτοι δρόμοι, 162/55 Λοΐζου Μάρω: Τρέχει τρέχει, η νύχτα τρέχει να συ­ ναντήσει την ημέρα, 163/59 Μαν Χάινριχ: Έ νας αργοπορημένος έρωτας, 166/67 Μουτάφης Γιάννης: Η κόκκινη γραμμή του Νίκου Καζαντζάκη, 161/51

Μπέσιος Τάσος: Μέ τό απόγευμα στον κρόταφο, 167/67 Μπορσταγκόφσκι Αλεξάντρ: Ανήσυχα σύννεφα, 161/47 Μπασαντής Διαμαντής: Κυματοδρομία, 162/51 Νεοσατυρικά αθυρόστομα, 164/65 ΝτέριΤίμπορ: Ξεκαθάρισμα λογαριασμών, 162/51 Ντόκος Θανάσης: Οδοιπορικό της αναμονής, 167/ 69 Πανάγος Θόδωρος: Μνήμες Ιστορίας, 166/65 Παπαγεωργίου Γιώργος: Η μαθητεία στα επαγγέλ­ ματα, 160/55 Παπαϊωάννου Μ.Μ.: Από τον Ψυχάρη στο Γληνό, 160/53 Παστάκας Σωτήρης: Το αθόρυβο γεγονός, 167/69 Πέππας Πανάγος: Η ακακία της Ανδρομάχης, 168/61 Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Λότη: Για την άλλη πατρίδα, 159/69 Πετσετίδης Δημήτρης: Δώδεκα στο δίφραγκο, 162/ 57 Σέρρας Διονύσης: Ντίνος Κονόμος. Η μορφή του το έργο του, 166/63 Σιμόπουλος Ηλίας: Οι πληγές από τα παράθυρα, 169/55 Στη θύελλα του εμφυλίου, 169/57 Τζαμτζής Ι.Α.: Η ναυτιλία του Πηλίου στην Τουρκο­ κρατία, 166/63 Τριθιζάς Ευγένιος: Ο Ιγνάτιος και η Γάτα, 161/49 Φραγκόπουλος Μίλτος: Η πέτρα, 168/61 Lombardi F.: Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Αντόνιο Γκράμσι, 168/63 Πλαίσιο για πα ιδιά Γκέρτσου-Σαρρή Άννα: Το λέγαν Ξάστερο, 168/65 Χατζηβασιλείου Βασίλης: Μήνυμα από τον ήλιο, 158/61


VI/A ' εξάμηνο

Ο ΝΟ Μ Α ΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ

Αθανασόπουλος Βαγγέλης, 165/68 Αλεξίου Χρίστος, 166/27 Αναστασοπούλου Θ. Μαρία, 159/12, 159/32 Ανδρεάδης Πάγκος, 166/34 Απάκη Έφη, 158/63, 159/73, 160/71, 161/73, 162/73, 163/71, 164/71, 165/35, 166/73, 167/73, 168/73, 169/71 Αργύρης Παντελής, 160/51, 164/9 Βαγενάς Νάσος, 160/57 Βαλούκος Στάθης, 160/48 Βαρβέρης Γίαννης, 169/30 Βέης Γιώργος, 161/56, 162/63, 166/61 Βογιάζος Αντώνης, 169/42 Βουρνάς Τάσος, 166/23 Γεράνης Στέλιος, 162/66 Γερμανός Φρέντυ, 159/21 Γεωργούδη Στέλλα, 166/42 Γιαννή Μάρα, 164/34 Γκατενιό Ζαν, 162/32 Γκρην Αντρέ, 163/30 Δαμβουνέλη I. Ελένη, 165/105 Δεληγιάννη Δωρή Ε„ 161/45 Δελώνης Αντώνης, 158/57, 168/65 Δεμερτζής Νίκος, 168/59 Δημητρούλια Τιτίκα, 158/40, 161/18, 161/29, 161/32, 161/36, 161/40, 162/16, 162/29, 162/32, 162/42, 168/ 10, 168/21, 168/31 Διλμπόης Γ„ 161/51 Ευθυμιάδη Νένη, 163/12 Ζανικώ Ντομινίκ, 161/36 Ηλιανός Ορέστης, 161/12, 169/12 Ιακωβίδου Κατερίνα, 166/14 Καλημέρης Κώστας, 166/4 Καλόμαλος Θανάσης, 162/8 Κάλφας Αντώνης, 158/59, 163/61 Καραβίτη Μαρία, 163/25 Καραγιάννη Λίτσα, 158/34, 158/49 Καραγιάννης Θαν., 167/62 Καράς Γιάννης, 169/53 Καρλίνσκυ Σιμόν, 162/42 Κάσσος Βαγγέλης, 161/55 Καστανάς Δ. Κώστας, 164/45 Κατής Στέφανος, 159/69 Κατσίκας Σ„ 159/69, 169/66 Κεντρωτής Δ. Γιώργος, 160/60, 165/122 Κεφαλάς Ηλίας, 160/59, 162/68, 164/61, 165/121 Κιμουρτζής Γ. Παναγιώτης, 167/71 Κλιάφα Μαρούλα, 167/46 Κολυβάς Ιωακείμ-Κίμων, 165/80 Κοντολέων Μάνος, 158/61, 161/60, 163/59, 16469, 167/59, 167/69 Κουτσιάρας Νίκος, 165/119, 167/65 Κουτσογιάννης Β. Θαν., 160/53 Κουτσογιαννόπουλος Θοδωρής, 158/32, 158/47 Κουτσουδάκη Μαρία, 159/48 Κρανιδιώτης Παντελής, 163/48 Κρητικός Γιάννης, 169/16 Κριστ Ρόμπερτ, 164/26 Λαδιά Ελένη, 162/67

Λάζος Δ. Χρήστος, 160/9, 161/64, 162/70, 165/123, 166/63 Λαμπαδαρίδου Α. Έφη, 159/24, 159/45, 159/52, 164/ 17, 164/40, 164/50 Λαμπαδαρίδου-Πόθου Μαρία, 163/55 Λαμπρίδου-Nigault Δέσποινα, 160/28, 160/34,160/40, 160/44 Λοΐζος Ι.Δ., 161/62, 160/69, 162/72, 166/72 Μαγκανιώτη Αικατερίνη, 159/64, 160/50 Μακρής Νίκος, 162/49 Μαμαλάκη Ζερμαίν, 162/9, 163/61, 169/61 Μανώλος Δημήτρης, 161/44 Μαριόν Ζαν-Λυκ, 161/29 Μαρκατσέλα Κατερίνα, 158/51 Μαρκίδης Μάριος, 165/97 Μεντζελοπούλου Μαρία, 161/51, 162/58, 163/56, 168/64, 169/65 Μερακλής Γ.Μ., 167/23 Μητσόπουλος Θανάσης, 167/56 Μιχελή Λίζα, 161/53 Μπάκας Κώστας, 169/38 Μπαρμπεντέτ Ζυλ, 162/21 Μπασέ Γκυ, 161/32 Μπελεμάν-Νοέλ Ζαν, 163/43 Μπενέκος Π. Αντώνης, 167/39 Μπουλώτης Χρήστος, 166/47 Νάσιουτζικ Ζωή, 169/34 Νιβά Ζωρζ, 162/29 Παναγή Μ. Αφροδίτη, 159/45, 164/12, 164/22 ΠαπαγεωργΙου Χρίστος, 158/59, 161/47, 161/8, 160/ 53, 162/1, 163/57, 164/63, 165/121, 166/22, 166/65, 167/67, 168/57, 168/61, 169/49, 169/55 Παπαδόπουλος Πέτρος, 160/16, 160/23, 160/26 Παπαϊωάννου Αντώνης, 164/65, 166/63 Παπαλέξης Ηρακλής, 165/129, 166/14 Παπαχρήστου Σοφία, 163/19 Πέζαρος Δ. Παύλος, 167/67 Πελτίκογλου Β., 163/5 Πεντέας Ευάγγελος, 160/53 Περσείδης Βασίλης, 166/18 Πετρής Γ., 166/68 Πέτρουλα Δήμητρα, 165/129 Πλάκας Δημήτρης, 166/70 Πλεϊνέ Μαρσελέν, 162/39 Πολίτου-Μαρμαρινού Ελ., 165/49 Ποταμιάνου Α., 159/58 Ρεζής Π., 165/26, 166/64, 169/63 Σακελλαρίου Χάρης, 167/20, 167/30 Σακελλίου-Schultz Λιάνα, 159/41, 164/30 Σουσάνινα Σοφία, 169/46 Σπαθάρη-Μπεγλίτη Ελένη, 169/56 Σπάθή Βάσω, 165/129 Στάθη-Schoorel Ανδριέττα, 166/6 Στάντλερ Ρόμπερτ, 165/17, 168/5 Σταυροπούλου Έρη, 165/22 Στεργιόπουλος Κώστας, 165/9 Σφυρίδης Περικλής, 164/68 Ταμβακάκης Φαίδων, 164/54


A ' εξαμηνο/V II Ταμπάκη Άννα, 169/67 Τολιάς Δημήτρης, 162/78 Τριανταφυλλόπουλος Δ.Ν., 165/91 Τροβάς Α. Διονύσιος, 167/50 Τρουπάκη Μαρία, 158/70, 159/78, 160/77, 161/78, 162/78, 163/78, 164/7, 165/142, 166/79, 167/78, 168/ 78, 169/78 Τσιμπούκη Ντάρα, 159/28 Τσιταράκης Κώστας, 158/13, 158/24, 158/28, 158/36, 158/44, 158/4 Τυτέλ Παμέλα, 163/25 Φακιόλας Ρ., 166/66 Φανιουδάκη Μαρίνα, 162/21, 163/43 Φασουλάκης Σ., 160/7 Φεντιέ Φρανσουά, 161/40 Φρεντερίκ ντε Τοβαρνίκι, 161/18 Φώουλς Τζων, 164/54 Χάρης Πέτρος, 161/66 Χατζοπούλου-Καραβία Λεία, 160/68, 169/9 Χειμώνας Β. Χρήστος, 165/113 Χουζούρη Έλενα, 160/64 Χουρμουζιάδη Άννα, 161/42, 163/39, 163/40 Χωρεάνθη Ελένη, 159/67, 161/49, 162/61, 163/59, 167/35, 168/65, 169/58

Χωρεάνθης Κώστας, 162/51, 163/66, 164/65, 165/ 43,166/8, 166/57, 168/67 Φαλιδόπουλος Θ„ 158/61, 163/64 Belaval Yves, 163/19 Bougnoux Daniel, 168/51 Clement Catherine, 158/40 Daix Pierre, 168/34 Dibie Pascal, 158/32 Galey Mathieu, 160/40 Genet Jean, 160/26 Godard Henri, 160/34 Grissoni A. Dominique, 158/49 Luc de Heusch, 158/44 Marcenac Jean, 168/31 Meunier Jacques, 158/34 Millecam Jean-Claude, 160/28 Pouillon Jean, 158/47 Ravis Suzanne, 168/41 Ristat Jean, 168/21 Roy Claude, 160/23 Saunier Guy, 165/34 Sperger Dan, 158/51 Weyergans Frangois, 160/44

Ο ΝΟ Μ Α ΤΑ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΩΝ Αναστασοπούλου Μαρία, 16615 Γεωργουδάκη Κάτια, 1665 Δασκαλόπουλος Δημήτρης, 15918 Ζωγραφάκης Γ., 159/9 Κύρου Σ. Κλείτος, 16615 Μάντζιος Γ„ 16119 Νυδριώτης Θανάσης, 161110 Παππάς Ανδρέας, 161110

για την καλύτερη προβολή και διάδοση του βιβλίου ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

Ο ΕΤΗΣΙΟΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ

«ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» 1987 Περιλαμβάνει:

• 413 Εκδοτικούς Οίκους • 1850 Βιβλιοπωλεία • 140 Γ ραφεία πωλήσεως βιβλίων' Τιμή πωλήσεως από τα γραφεία μας δρχ. 824 Επί αντικαταβολή ταχ/κώς εσωτ/κό » 1050 ’ Εκδοση της «Βιβλιεμπορικής», Ναυαρίνου 14,106 80 Αθήνα, τηλ.: 3635767


lm ΔΙΑΒΑΖΩ ΔΙΑΒΑΖΩ ΔΙΑΒΑΖΩ ΔΙΑΒΑΖΩ Μ

Ζητήστε

τις έξι καλαίσθητες θήκες σε μαύρο

και κόκκινο χρώμα, του δεκαπενθήμερου ΔΙΑΒΑΖΩ από τα γραφεία του περιοοικου μας. Α . Μ εταξά 26 - 106 81 Α θ ή να . ΐ η λ . 36.40.488 - 36.40.487 - 36.42.789


αφιερωμα/41

,----- Michele Ramond

«Πώς; Μ ’ αρέσει να σας γράφω! Είναι, λοιπόν, σημάδι πως αγαπώ την απουσία σας». Η επιστολή είναι μια γραπτή σχέση με τον Άλλο. Αυτό μετράει πάνω απ’ όλα: μια σχέση πον πραγματοποιείται με το γράψιμο. Είτε η γραφή όεν κάνει τίποτε άλλο απ’ το να δηλώνει την ύπαρξη αυτής της σχέσης, υλοποιώντας την, είτε να υποκα­ θίσταται απ’ την ύπαρξη κάθε πραγματικής σχέσης. Αυτή η δεύτερη περίπτωση είναι περισσότερο συχνή απ’ όσο νομίζουμε. Για αρκετό διάστημα (2 χρόνων) είχαν προηγηθεί των προσωπικών σχέσεων του Γιουνγκ και του Φρόυντ οι «καθαρά» επιστολικές σχέσεις τους, οι οποίες συνδέονται με την αποστολή από τον Γιουνγκ των «Διαγνωστικιόν Μελετών της Εταιρείας» στον Αξιότιμο κύριο Καθηγητή, τον οποίο ο Γιουνγκ μελετούσε με πάθος από το 1900. Ο Ρ.Μ. Ρίλκε γράφει με μεγάλη οικειότητα στη δεσποινίδα Αντουανέτ ντε Μπονστετέν, την οποία δε συνάντησε ποτέ. Η Ελοίζ και ο Αμπελάρ ανταλλάσσουν 4 διά­ σημες επιστολές, αμφίβολης ίσως αυθεντικότη­ τας, όταν κάθε σαρκική σχέση μεταξύ τους είχε σταματήσει από καιρό και είχαν χωρίσει για πάντα. Ο επιστολικός δεσμός προεικονίζει τη

συνάντηση με τον Ά λλο ή καλύτερα απαλύνει την προσωρινή ή οριστική του απουσία. Δ εν μπορούμε παρά να τον συναντήσουμε σε αντίθε­ ση με το πραγματικό, είτε μέσα στην αυταπάτη ή στην ανάγκη που ένας αληθινός δεσμός έρχεται να δημιουργήσει είτε στη βεβαιότητα πως είναι ο μόνος πιθανός δεσμός. Αλλά να αντιθέτουμε τον επιστολικό δεσμό σ’ ένα δεσμό πραγματικό, ακό­ μα ανύπαρκτο ή ήδη χαμένο, ξανάρχεται να θί­ ξει το πρόβλημα της σχέσης του δεσμού με το πραγματικό. Τι, στο πραγματικό, αποτελεί ισχυ­ ρότερο δεσμό αν όχι το γράμμα; Θα απαντήσου­ με: η σεξουαλική σχέση ή η φιλική ένωση ή το φιλί ή το αίμα. Η ακόμα το σύμβολο. Αλλά κα­ θένας α π’ αυτούς τούς δεσμούς παραπέμπει στο


42/αφιερωμα δεσμό της σεξουαλικής σχέσης. Αποτελούν μιαν απάλυνση (ή φιλική ένωση) ή ένα επακόλουθο (οι δεσμοί αίματος) ή ακόμα το σύμβολο (αντι­ κείμενο διαχωρισμένο στην αρχή, που επισυναπτόμενο μετά επιτρέπει να αναγνωρίσουμε στον Ά λ λ ο τον δικό του ευνουχισμένο Ά λλο ). Θα πούμε ότι η επιστολή, όπως επίσης και το σύμβο­ λο, αποτελεί το δεσμό που κατεξοχήν αποκαθιστά τη σεξουαλική σχέση, που την ανεξαρτητο­ ποιεί όσο το δυνατόν περισσότερο κρατώντας την όσο πιο μακριά γίνεται από ένα σεξουαλικό αποτέλεσμα, στο πραγματικό. Επιπλέον το να δέχεσαι ή να απευθύνεις μιαν επιστολή σημαίνει να αναγνωρίζεις την πιθανό­ τητα ή το προφανές ενός δεσμού με τον Ά λλο . Οι επαγγελματικές επιστολές δεν ξεφεύγουν απ’ αυτή την διαπίστωση. Κάθε επιστολή ιδιοποιεί­ ται μέρος της λίμπιντο επιτυχημένα ή μη σε δια­ φορετικό βαθμό. Μεταστρέφει προς όφελος της γραφής του δεσμού, την ποσότητα της κινητοποιήσιμης λίμπιντο σ’ ένα πραγματικό αντικείμε­ νο, σ’ αυτόν τον Ά λ λ ο της επιστολής στον οποίο το γράμμα απευθύνεται ρητά. Η λιμπιντική επένδυση στον Ά λ λ ο προορίζεται για τη γραφή του γράμματος σ’ Αυτόν. Αλλά πρέπει ακόμα να πούμε ότι η γραφή της επιστολής, λιμπιντική και η ίδια, ενισχύει τον λιμπιντικό δεσμό με τον Ά λ ­ λο είτε με το να τον υπερεκτιμά είτε με το να τον προσγειώνει οριστικά στην πιο βαθιά πραγματι­ κότητα. Γι’ αυτό το λόγο εκτιμάται εξαιρετικά η διάσταση του γράμματος ως μάρτυρας της ενεργειακής δαπάνης για την οποία ο Ά λλο ς μας θεωρεί ικανούς. Έ νας απ’ τους κοινούς τό­ πους της αλληλογραφίας είναι το μέγεθος του λαμβανόμενου και αποστελλόμενου γράμματος: ζητάμε συγγνώμη ή παραπονιόμαστε για ένα μι­ κρό γράμμα, επιφυλασσόμαστε να γράψουμε ένα καλό και μεγάλο γράμμα, χαιρόμαστε να το γρά­ φουμε, προσποιούμαστε ότι λυπόμαστε τον Ά λ ­ λο στον οποίο επιβάλλουμε την ανάγνωση, τέλος ευχαριστούμε για την αποστολή μιας μεγάλης επιστολής, όπου βλέπουμε το σημάδι μιας ιδιαί­ τερης εύνοιας. Το γράμμα είναι ένα λιμπιντικό δώρο.

«Διαλέγω ένα άλλο χαρτί, γιατί θέλω να μιλήσω μαζί σας χωρίς συστολή». Ο Φρόυντ στον Γιουνγκ, 1907

«Ένα μεγάλο ευχαριστώ για το πολυσέλιδο και τόσο αγαπητό γράμμα σας». Απάντηση του Γιουνγκ Κι αυτό το λιμπιντικό δώρο, που είναι ένα με­ γάλο γράμμα, δημιουργεί σ’ αυτόν που προορί­ ζεται ένα σεξουαλικό χρέος το οποίο θα πρέπει να εξοφλήσει αμέσως.

«Δε δίνω καμιά απάντηση σ’ αυτά που λέτε για τα γράμματά μου, καλή μου, είμαι ευτυχής που σας αρέσουν αλλά αν δεν μου το λέγατε δε θα

τα θεωρούσα ανεκτά. Δεν έχω ποτέ το κουράγιο να τα διαβάσω ολόκληρα, και λέω καμιά φορά: “Θεέ μου, πόσο λυπάμαι την κόρη μου που δια­ βάζει αυτό το σωρό των ανοησιών”. Άλλοτε μά­ λιστα μετανιώνω που το ’γραψα και νομίζω ότι σας φορτώνει σκέψεις και σας δημιουργεί ίσως ένα είδος υποχρέωσης, πολύ κακά εννοούμενης, να μου δώσετε απάντηση: είναι γι’ αυτό που σας μαλώνω, καλή μου · ε! για το Θεό, αφήστε με να σας μιλήσω και να κουβεντιάσω μαζί σας, αυτό με διασκεδάζει · αλλά μη μου απαντάτε, σας στοιχίζει πάρα πολύ ακριβά, πολυαγαπημένη μου κι όταν τα γράμματά σας είναι μεγάλα, μο­ λονότι τα λατρεύω, μου προκαλούν απίστευτη λύπη σχετικά με την υγεία σας: η τελευταία έχει ξεπεράσει τα όρια της δίαιτας και της φροντίδας που οφείλετε να ’χετε για σας.». Κυρία ντε Σεβινιέ No 110 Το γράμμα που στέλνουμε προϋποθέτει ξόδεμα ενέργειας, ένα «άδειασμα» λιμπιντικό. Η ενέργεια που δεχόμαστε είναι όπως η τροφή που ξαναδίνει ζωή στον οργανισμό και τον εμποδίζει να εξασθενήσει. Προέρχεται απ’ τη λίμπιντο που μετά τον Ά λ λ ο επιστρέφει στο Υποκείμενο.

«Επιτέλους, κόρη μου, έχω μπροστά μου τρία απ’ τα γράμματά σας. Θαυμάζω πώς γίνεται αυ­ τό, όταν δεν υπάρχει πια άλλη παρηγοριά: είναι η ζωή, είναι η κίνηση, είναι η απασχόληση, είναι η τροφή, χωρίς αυτό νιώθει κανείς αδύναμος, χωρίς στήριγμα, δεν μπορεί να υποφέρει τους άλλους. Τέλος αισθάνεται κανείς ότι αποτελεί μια ανάγκη να δέχεται αυτή τη συνομιλία από ένα πρόσωπο τόσο ακριβό.» Κυρία ντε Σεβινιέ No 119 Μια επιστολή στην οποία αργούμε να απαντή­ σουμε αναπτύσσει πάντα ένα αίσθημα ενοχής, περισσότερο ή λιγότερο ισχυρό, ανάλογα με το ενδιαφέρον που δείχνουμε για τον περισσότερο γενναιόδωρο αποστολέα του, μια άσχημη αίσθη­ ση απ’ την οποία γενικά απαλλασσόμαστε, πάν­ τα με τον ίδιο τρόπο: επικαλούμενοι λόγους υγείας ή υπερβολική κοινωνική δραστηριότητα ή επαγγελματικούς εχθρούς, δηλαδή, δικαιολο­ γώντας στα μάτια του Ά λλου ότι η δαπάνη ενέργειας έπρεπε να γίνει αλλού, σ’ άλλο έδαφος όπου ήταν απαιτούμενη με τον πιο επείγοντα, ενοχλητικό και άπρεπο τρόπο για το υποκείμε­ νο , για να κατευνάσει έναν οργανισμό προσβε­ βλημένο στη ζωτικότητά του ή για να απαντήσει σε απερίσκεπτες και φιλοτάραχες παρακλήσεις προερχόμενες απ’ την πραγματικότητα. Το να επικαλεστούμε, για να ζητήσουμε συγ­ γνώμη για μια καθυστέρηση της επιστολής, τη δική του φϋσική ασυνέπεια είναι πιο σπάνιο και επίσης περισσότερο ευτελές. Μ’ αυτό τον τρόπο, ο συμπαίκτης θα ξέρει ότι


αφιερωμα/43 τον μεταχειριζόμαστε πραγματικά σαν ένα σε­ ξουαλικό αντικείμενο στο οποίο ανάλογα με τις ιδιοτροπίες μας παρέχουμε ή αποσύρουμε την επιστολική μας εύνοια, στο οποίο αρχίζουμε ή παύουμε να επενδύουμε, με διαλείμματα, όχι χω­ ρίς έναν κάποιο σαδισμό.

«Πριν απ’ όλα σας παρακαλώ επίμονα να μου συγχωρέσετε τη μακρόχρονη διακοπή που επί­ τρεψα στον εαυτό μου. Δεν μπορούσα ούτε κι ήθελα να γράψω νωρίτερα, πριν να δω λίγο πιο καθαρά. Κυρίως ήθελα, καταρχήν, να συγκεντρώ­ σω και να αφομοιώσω ολοκληρωτικά τις σημειώ­ σεις σχετικά με την παράνοια.» Ο Γιουνγκ στον Φρόυντ, 1907 Η δικαιολογία που προβάλλει εδώ ο Γιουνγκ στον Φρόυντ είναι αυτή της παράνοιας. Ή σύμ­ φωνα με τον ίδιο τον Φρόυντ στο έργο «Κάποιες

κή ψευδαίσθηση και τη φαντασιακή σεξουαλική κατανάλωση, αλλά μια που αυτός ο Ά λλος δεν είναι σωματικά παρών, το γράμμα θα ’χει πάντα μια σύσταση αυτοερωτική. Η διεργασία του γράμματος θέτει λίγο ώς πολύ σε λειτουργία μια σχέση υστερική με τον 'Αλλο, μετατρεπόμενη κα­ τά περιόδους σε απώθηση και σε επιστροφή της επιθυμίας, παρόμοιες μ’ αυτές που παρατηρούμε στην παράνοια. Οι λεκτικές υπερβολές στα γράμματα είναι χα­ ρακτηριστικά των υστερικών τους συνιστωσών. Δεν τους καταλογίζεται παρά κατά μέρος μόνο μια κλίση ή μια αγάπη πραγματική για τον Ά λ ­ λο. Ό σ ο ν αφορά το υπόλοιπο μέρος είναι μάλι­ στα στη φύση του επιστολικού δεσμού να τείνει προς την υστερία.

«Ακόμα περισσότερο, αγάπη μου, με μιαν απί­ στευτη κίνηση, γύρισε με τέτοια μανία, που σηκώ­ θηκε χωρίς ελπίδα να τον ξαναβρώ ποτέ, για τον ίδιο το μοναδικό αντικείμενο της επιθυμίας του, τη μέρα που για να σε υπακούσω πήρα το ρούχο και δέχτηκα να αλλάξω την καρδιά μου. Έτσι σου αποόεικνύω ότι βασιλεύεις μοναδικός κύ­ ριος τόσο στην ψυχή όσο και στο κορμί μου.» Η Ελοΐζ στον Αμπελάρ

θεωρητικές απόψεις για την παράνοια», που είχε στείλει στον Γιουνγκ ένα μήνα νωρίτερα, η πα­ ράνοια ορίζεται ως απόσυρση της λίμπιντο. Μια φαντασίωση επιθυμίας που ισοδυναμεί με μια λιμπιντική επένδυση στο αντικείμενο. (Κατά σύμπτωση ο Αξιότιμος Κύριος Καθηγητής υπέστη την απώθηση κατά τη διάρκεια όλου του χρόνου που αφιέρωσε στη μελέτη των σημειώ­ σεων για ίτην παράνοια), δηλαδή ότι η μακρό­ χρονη διακοπή της αλληλογραφίας σχετίστηκε με την παρανοϊκή απώθηση μιας φαντασίωσης επι­ θυμίας που είχε για αντικείμενο τον Φρόυντ. Αλλά κάθε διακοπή αλληλογραφίας μπορεί να περάσει από παρόμοια ανάλυση. Η λίμπιντο επενδύει στον Ά λλο ν και απομακρύνεται απ’ Αυτόν με την ίδια φυσικότητα και ευκολία. Η εχθρότητα προς τον Ά λλο ν που παρατηρείται στην αλληλογραφία είναι η ένδειξη της λιμπιντικής αποεπένδυσης απ’ τον Ά λλο ν, του πα­ ρανοϊκού βραχυκυκλώματος του επιστολικού θε­ σμού! Αλλά αν αφενός το γράμμα ενισχύει την παρανοϊκή σχέση με τον Ά λλο , αφετέρου χαρα­ κτηρίζεται και από μια ακραία λιμπιντική επέν­ δυση του αντικειμένου του, δηλ. του Ά λλου. Στο γράμμα το αντικείμενο (ο Ά λλο ς) είναι ψευδαισθησιακό λόγω της υπερεπένδυσης της οποίας γίνεται στόχος. Είναι το αντίθετο και το επακόλουθο της προηγούμενης πορείας, το υστε­ ρικό συμπλήρωμα της παρανοϊκής απόσυρσης της επένδυσης. Με την τάση του να εξάρει την εικόνα του Ά λλο υ , το γράμμα ενισχύει την οπτι­

«Η εργασία μου για την υπόθεσή σας, θα σας δείξει, το ελπίζω, πόση αναγνώριση kai πόσο σε­ βασμό τρέφω για σας». Ο Γιουνγκ στον Φρόυντ Οι λιμπιντικές υπερβολές του λόγου στο γράμμα μετατρέπονται, κατά την προσφώνηση του Ά λ ­ λου, το ίδιο καλά σε γελοιότητα, παρότρυνση ή

σεξουαλικό κάλεσμα. Το γράμμα πρέπει πάντα να προξενεί στον Ά λ λ ο την εντύπωση μιας σε­ ξουαλικής επιθυμίας.

«Σας εξορκίζω μεγάλα ή μικρά γράμματα [τα δι­ κά μου] να κάθεστε στο μικρό σας κρεβάτι ξεκούραστα, και έτσι να κουβεντιάζετε μαζί μου. Μου φαίνεται, πολυαγαπημένη μου, ότι πρέπει να μ’ αγαπάτε καλύτερα όταν είστε ξαπλωμένη πραγματικά νωχελικά. Και η φαντασία μου βρί­ σκεται εκεί.» Κυρία ντε Σεβινιέ No 113

«Αρνιόσουν, αντιστεκόσουν με όλες σου τις δυ­ νάμεις, προσπαθούσες με την πειθώ. Αλλά εκμε­


44/αφιερωμα ταλλευόμενος την αδυναμία του φύλου σου, εξεβίασα περισσότερο από μια φορά τη συναίνεσή σου με απειλές και χτυπήματα. » Ο Αμπελάρ στην Ελοίζ

«Αυτό που μας ζητάνε δεν είναι τίποτε άλλο απ’ το να αρνηθούμε τη σεξουαλική ορμή. Λοιπόν, ας την αναγνωρίσουμε». Ο Φρόυντ στον Γιουνγκ Αντίθετα με τις παρανοϊκές του φάσεις το γράμ­ μα ξαναγυρνά στο εγώ που το περιγράφει στις πιο ενδιαφέρουσες καταστάσεις, στις πιο όμορ­ φες ή ακόμα στις πιο κρίσιμες, δραματικές και απειλητικές. Το εγώ για το οποίο το γράμμα παίρνει το λό­ γο και το οποίο έχει κατά νου είναι στην ουσία ένα εγώ φαντασιακό κατ’ εξαίρεση, που βρίσκε­ ται πολύ κοντά στην ασυνείδητη επιθυμία και εξαιτίας αυτού του γεγονότος χαρακτηρίζεται από στοιχεία υπέρμετρου θαυμασμού για τον εαυτό του.

«Το λογοτεχνικό μου είδος και ο στίχος μου μου δίνουν την εντύπωση ενός πράγματος εξαιρετικά παθιασμένου αν και στα άδυτα της ψυχής μου υπάρχει μια τεράστια επιθυμία να ’μαι πολύ παι­ δί, πολύ φτωχός, πολύ κρυμμένος... Είμαι ένας μεγάλος ρομαντικός και είναι αυτό που αποτελεί τη μεγαλύτερή μου περηφάνια. Σε έναν αιώνα των Ζέππελινς και των ανούσιων θανάτων, ξεσπάω σε λυγμούς μπροστά στο πιάνο μου, ονειρευόμενος την ανδαλουσιανή πάχνη και φτιάχνω στίχους πολύ εσώψυχους, όπου τραγουδώ το ίδιο καλά για το Χριστό, το Βούδα, το Μωάμεθ, τον Πάνα». Φ. Γκαρθία Λόρκα στον Αντριάνο ντελ Βάλλε, 1918 Αλλού επιδεικνύεται στο αντικείμενο μια κάποια λεκτική επιθετικότητα (η οποία εισπράττεται ως συναισθηματική επιθετικότητα).

«Αγαπητέ Φεντερίκο: Διάβασα με ηρεμία το βι­ βλίο σου [το Romancero Gitan] για το οποίο δεν μπορώ ν’ αφήσω ασχολίαστα κάποια πράγματα. Φυσικά είναι αδύνατο να συμφωνείς απόλυτα με τη γνώμη αυτών των σάπιων χοντρογουρουνιών που στο παράγγειλαν. Η τωρινή σου ποίηση εί­ ναι ολοκληρωτικά δεμένη με την παράδοση. Πα­ ρατηρώ σ’ αυτήν την πιο βαθιά ποιητική ουσία που υπάρχει, αλλά βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τις νόρμες της αρχαίας ποίησης. Είναι ανίκανη να μας συγκινήσει και να ικανοποιήσει τις σύγ­ χρονες επιθυμίες μας, γιατί η ποίησή σου είναι δεμένη απόλυτα με την τέχνη της παλιάς ποίη­ σης. Ίσως και να θεωρείς τολμηρές κάποιες εικό­ νες και να βρίσκεις μια μεγάλη δόση ανορθόλογου στα ζητήματά σου, αλλά εγώ μπορώ να σου πω ότι η ποίησή σου συνθλίβεται στο εσωτερικό

των πιο στερεότυπων και συντηρητικών, βαρύ­ γδουπων και κοινότυπων πράξεων.» Σ. Νταλί στον Φ. Γκαρθία Λόρκα, 1928 Αποεπενδυμένος ο Ά λλος ελεεινολογείται τόσο υπερβολικά όσο άλλοτε λιβανιζόταν. Εντούτοις η εχθρότητα της έκφρασης εδώ και αλλού, μας αφήνει κάποτε σκεπτικούς λόγω της υπερβολής της. Μπορούμε να διακρίνουμε καλά τη μετα­ στροφή του έρωτα σε μίσος, μια και ο έρωτας σε τέτοιες φάσεις αναφέρεται στο εγώ. Αλλά θα υποστηρίξουμε, ενάντια σ’ αυτή την κατεξοχήν κλινική άποψη, ότι δεν μπορεί να συμβαίνει απόλυτα έτσι, διότι μόνη της η συνιστώσα του μίσους δε θα καταφέρει να εμπνεύσει τον επι­ στολικό δεσμό. Κι αν αυτή η επιβολή μπορούσε να διαβαστεί σαν ένα γράμμα ρήξης (τόσο του επιστολικού όσο και του ερωτικοφιλικού δεσμού), λειτουργεί ακόμα ως δεσμός λιμπιντικός με τον Ά λ λ ο , ένας λιμπιντικός γραφικός δεσμός στην παρανοϊκή του φάση. Ο σαδισμός εξηγείται μερικά αφενός γιατί το Εγώ εκθρόνισε τον Ά λ λ ο και αφετέρου γιατί ο λιμπιντικός δεσμός διατηρημένος απ’ τη γραφή του δεσμού λειτουργεί σαν υποκατάστατο, κάτω α π’ τη δύναμή την τυπικά πρωκτική, η οποία τον πλησιάζει στο τέλος του. Το γράμμα αποτελεί, λοιπόν, μια συμβιβαστι­ κή λύση μεταξύ της υστερικής επένδυσης στο αν­ τικείμενο και της ολικής αποεπένδυσης, που θα ’φτάνε στη ρήξη του επιστολικού δεσμού με τον Ά λλο. Αυτή η ενδιάμεση λύση είναι ο σαδιστικός λιμπιντικός δεσμός. Στις παρανοϊκές φάσεις του επιστολικού δεσμού θα σημειώσουμε την πιο συ­ χνή και λιγότερο καταστρεπτική τάση του λόγου του γράμματος να προκαλέσει τον Ά λλο. Του δίνει να καταλάβει ότι μπορεί να πέσει σε δυ­ σμένεια, δηλαδή ότι μπορεί να μην αποτελεί λιμπιντική επένδυση για το Υποκείμενο...

«Αυτό το γράμμα είναι τελείως κενό περιεχομέ­ νου γιατί καμιά ποσότητα λίμπιντο δεν είχε συγ­ χρόνως απελευθερωθεί μέσα μου, διότι αυτή τη στιγμή όλα απαιτούνται για τη δουλειά», Γιούνγκ στον Φρόϋντ 1912 Μια άλλη όψη των παρανοϊκών παροξυσμών του γραπτού δεσμού που έχουμε τη συνήθεια να ερμηνεύουμε ρεαλιστικά σαν ένα προχώρημα στην οικειότητα, τη σχέση ή τη φιλία των δύο συγγραφέων, είναι ο εγκλεισμός του Ά λλου στη διαδικασία του ενθουσιασμού όπου το εγώ βρί­ σκεται εγκλωβισμένο. Το μεγάλωμα του εγώ προϋποθέτει το μεγάλω­ μα του Ά λλου . Ο Ά λλος είναι κατά κάποιο τρόπο ομοούσιος με το εγώ που τον ιδιοποιείται,


αψιερωμα/45 τον μεταλλάσσει σε βλαστάρι του, σε συνένοχό του, σε επέκταση του σ’ έναν άλλο χώρο, σε γιο του, σε κόρη του, σε αντικείμενό του, σε μαθητή του, σε δημιούργημά του, σε βοηθό του, σε δεξί του χέρι και σε μεσολαβητή του. Ο δεσμός γεννά δεσμό, δηλαδή τον συσφίγγει. Δεν μπορούμε να χειριστούμε προς όφελος μας δεσμό χωρίς να δεθούμε πιο στενά με τον Ά λλο. Ό χ ι ότι το Εγώ ή ο Ά λλο ς είναι πραγματικά υπέρ κάποιου πράγματος. Είναι η χρήση του δε­ σμού που επιφέρει την επίδρασή του στο πραγ­ ματικό. Αυτές οι υπερβολές με το ξεπέρασμα των ορίων τους, τη συχνότητά τους, την ποικιλία και τον πλούτο των συμπτώσεών τους είναι ίσως το σημείο, το περισσότερο άξιο ενδιαφέροντος, το πιο διαφωτιστικό σχετικά με το φαινόμενο της επιστολής. Αυτό το ιδιαίτερο που παρατηρούμε εδώ είναι ότι η έμφαση στο εγώ που θα όφειλε κανονικά να συνδέεται με την λιμπιντική αποεπένδυση, συνοδεύεται αντίθετα από λιμπιντική υπερεπένδυση του Ά λλου. Αυτού του καθρεφτιζόμενου συντρόφου στην άλλη άκρη του δεσμού, που κρατάει την άλλη άκρη του. Εν ολίγοις όλα συμβαίνουν σαν να πρόκειται το εμφατικό εγώ να συνενωνόταν σ’ ένα είδος αυξανόμενου παραληρήματος με το άλλο του,

σαν να ξεσπούσε πάνω του και να το προσαρτούσε έτσι ώστε να το εμπεριέχει στα σχέδιά του ή να το κάνει να υπηρετήσει τα συμφέροντά του ή να αποτελέσουν μαζί μια δυάδα χαρισματική, ικανή να κυβερνήσει τον κόσμο ή να αντισταθεί στον κόσμο όλο. Η πορεία είναι, λοιπόν, σύνθε­ τη και ζητάει διερεύνηση. Σαν τύπος σύστασης, η πορεία είναι παρανοϊκή αλλά αναλύεται υστε­ ρικά. Ως υπόθεση θα θέσουμε ότι για να χειρι­ στούμε προς όφελος μας το δεσμό με τον Ά λλο δημιουργούμε την επιθυμία του Ά λλου (με τις δύο έννοιες της γενικής). Επιθυμούμε, λοιπόν, να ’χουμε ένα σεξουαλι­ κό παρεδώσε με τον Ά λλο , αλλά αυτή η φαντα­ σίωση της επιθυμίας υποβάλλεται σε απώθηση και η επιστροφή της γίνεται με τον ακόλουθο τρόπο: «Σ’ όλον σχεδόν τον κόσμο λέγεται ότι το υπο­

κείμενο έχει την επιθυμία του Άλλου». Αυτή η αντίληψη δεν αναιρείται απ’ το υπο­ κείμενο αλλά ερμηνεύεται υστερικά: Ό λ ο ς ο κό­ σμος ξέρει ότι το υποκείμενο και το Ά λ λ ο του αποτελούν μια δυάδα ιερή και παντοδύναμη. Αυτή η παντοδυναμία που στηρίζεται στη δύνα­ μη του λιμπιντικού δεσμού αποφέρει στους δύο επιστολικούς πρωταγωνιστές μια συμπληρωματικότητα που θα πάρει διάφορες μορφές: Ο Ά λ ­ λος θα προοριστεί να διατρέξει όλη την γκάμα των λειτουργιών υποκατάστασης του υποκειμέ­ νου. Είναι η παρανοϊκή μορφή που παίρνει στο τελευταίο της στάδιο το δρόμο της φαντασίωσης

της επιθυμίας. Η καλύτερα, αυτή η παρανοϊκή μορφή είναι περισσότερο υστερική καθώς επίσης και περισσότερο θηλυκή· ο Ά λλος δε θα εκλεγεί α π’ το Υποκείμενο σαν μεταφορά του αλλά σαν Θεός του, σαν πηγή του, σαν απόλυτο μοντέλο α π’ το οποίο ο ίδιος απορρέει και εξαρτάται. Αλλά αυτές οι αρχικές μορφές είναι ασθενικές και μπορούν εύκολα να μεταλλαγούν. Παραμένει όμως ως ουσιαστικό αποτέλεσμα του επιστολικού δεσμού: το αλλοτριωτικό προϊόν κατοπτρισμού με το οποίο ο Υποταγμέ­ νος Ά λλος επαναλαμβάνει το Υποκείμενο και/ή ο υποτάσσων Ά λλος εμπνέει στο υποκείμενο επιστολικές σκηνές κατοπτρικής υποταγής. Τα παραδείγματα θα μπορούσαν να πολλαπλασιαστούν επ’ άπειρο· τόσο τα γράμματα αποτελούν πρόσφορο πεδίο. Θα δώσουμε δύο μόνο απ’ αυ­ τά. 'Ενα παράδειγμα υστερικής εκλογής του Ά λλου ως υποτάσσων μοντέλο.

«Ο θεός ξέρει πως με μια λέξη σου θα σ’ είχα προλάβει, θα σ’ είχα ακολουθήσει, χωρίς να δι­ στάσω, ακόμα και μέχρι το καταφύγιο τον Ηφαί­ στου! Η καρδιά μου με εγκατέλειψε... Ζει με σένα. Σε εξορκίζω. Κάνε να ’ναι καλά μαζί σου. Θα ’ναι αν σε βρίσκει ευνοϊκά διατεθειμένο, μόνο αν της ανταποδίδεις τρυφερότητα στην τρυφερότητα, λίγο στο πολύ, λόγια στις πράξεις». Ελοΐζ

«Βλέπετε, ο κόσμος γενικά σκέφτεται το ίδιο πράγμα με μένα για τη σχέση μας. Η έκθεση τον Amsterdam μ ’ είχε προτείνει, λίγο πριν την άφιξή σας εδώ. Προς το παρόν χαίρο­ μαι πολύ που σας επέλεξαν. Είστε εσείς τώρα που θα πρέπει να υποστηρίξετε την ανταλλαγή


46/αφιερωμα επιχειρημάτων με τον A. Schaffenhurg (Σάφενμπονργκ). Συνηγορώ υπέρ της έλλειψης μετριοπάθειας Πάρτε υπόψη σας ότι έχετε να κάνετε με χοντρό­ πετσους αντιπάλους. Οφείλω επίσης να σας χαι­ ρετίσω ως διάδοχό μου σε μιαν άλλη περίσταση. Είμαι περίεργος να δω αν θα επιβεβαιώσετε αυ­ τό που ισχυρίζομαι, να ξέρετε ότι δεν είναι μια dem. pr... αλλά μια περίπτωση που άρχισε ως ψύχωση και μετατράπηκε σε υστερία». Ο Φρόυντ στον Γιουνγκ Δύο λειτουργίες της επιστολής θεωρούνται λοιπόν, σημαντικές: - η λειτουργία της ηδονής (λιμπιντική) - η κατοπτρική αλλοτριωτική λειτουργία Αυτές οι λειτουργίες είναι δεμένες με τη δομή του επιστολικού δεσμού που είναι μια φανταστι­ κή επένδυση στον 'Αλλο από ένα υποκείμενο. Ο φαντασιακός χαρακτήρας της επένδυσης εμ­ περιέχει πολλές συνέπειες: - ότι η instance1 υποκείμενο που μπαίνει στη σκηνή στο γράμμα, είναι ουσιαστικά ένα εγώ φαντασματικό, δηλαδή ένα εγώ σύμφωνα με την επιθυμία που αποτελεί πρόσβαση στην ασυνεί­ δητη επιθυμία. - ότι ο Ά λλο ς επιχειρεί να γοητέψει το υπο­ κείμενο, ότι παράγει κατοπτρική διαστρωμάτω­ ση του εγώ του και λειτουργεί τελικά ως instance υποκείμενο σαν ο Ά λλο ς να ’ναι ομοούσιος με το υποκείμενο, σαν το υποκείμενο να εξαρτάται απ’ αυτόν και / ή σαν το υποκείμενο να ’ναι στον Ά λ λ ο ν που δίνει παραγγελία. - ότι ο επιστολικός δεσμός είναι ένας δεσμός παράφορος, υποταγμένος στην αρχή της ευχαρί­ στησης, στην επιθυμία, στο ασυνείδητο και προετοιμάζει το έδαφος για παρεκτροπές της γλώσσας και των συναισθημάτων, για παραγωγή εκφράσεων, εντάσεων, εξάρσεων, υπερβολών, παραφορών που διατρέχουν το δεσμό απ’ άκρη σ’ άκρη με επικέντρωση κάθε φορά τόσο γύρω απ’ το υποκείμενο αποστολέα όσο και γύρω απ’ τον Ά λ λ ο ν παραλήπτη, υπομένοντας ανάλογα, με την Επιλογή της επικέντρωσης όλες τις παρα­ δρομές, τα σφάλματα, τις πλάνες, τις παράφρονες συμπεριφορές. Αξιοποιήσαμε συγχρόνως όλα τα παρανοϊκά και υστερικά φαινόμενα της επιστολικής εργα­ σίας. Αλλά θα πρέπει να υπάρχουν ακόμα κι άλ­ λα. Παρόλο που ’χει ειπωθεί ότι τα προϊόντα μιας γραφής δεν έχουν σχέση με την πραγματική προσωπικότητα του γράφοντος, είναι ο ίδιος ο γραπτός δεσμός που λόγω του λιμπιντικού, φαν­ ταστικού (απατηλού) και κατοπτρικού του χα­ ρακτήρα, φέρνει μέσα του την παραφροσύνη, εί­ ναι γεννήτορας παραφροσύνης. Δεν μένει τίποτα λιγότερο παρά αυτή η γλωσ­ σική αλλοτρίωση που μεταφέρεται κι απ’ τη δο­ μή ακόμα του δεσμού και όχι βέβαια δίχως την

επιστροφή της στους πρωταγωνιστές του επιστο­ λικού παιγνιδιού. Ό σ ο και αν είναι δωρεάν και μη πραγματικός, ο επιστολικός δεσμός αφήνει ίχνη. Τό ’πάμε ότι ο σεξουαλικός δεσμός, όπως τον φαντασιώνουμε ή τον φανταζόμαστε, θα μπορούσε να αξιώνει περισσότερη πραγματικό­ τητα. Αλλά μήπως η επιστολή που ενώνει τον Έ ναν και τον Ά λλο είναι λιγότερο πραγματική απ’ το σεξ; Θα μπορούσαμε, αντίθετα, να ισχυριστούμε περισσότερο πραγματική, γιατί συνιστά ό,τι γύ­ ρω απ’ το φύλο του Ά λλου φαντασιώνουμε. Εί­ ναι το φανταστικό φύλο του Ά λλου και προκαλεί ακόμα και μ’ αυτό το γεγονός την αλληλουχία των κατοπτρικών, διπλών, αλλοτριωτικών, ερω­ τικών αποτελεσμάτων. Το γράμμα δεν επιτρέπει βέβαια να κάνεις έρωτα αλλά σε κάνει να νιώσεις βαθιά τον Ά λ ­ λο.

«Σας ευχαριστώ που μου γράφετε τόσο συχνά. Έτσι φανερώνεστε σε μένα με τον μόνο τρόπο που σας είναι δυνατός. Δεν πήρα ποτέ ένα γράμ­ μα σας χωρίς αμέσως να νιώσουμε κοντά ο ένας στον Άλλο. Αν τα πορτραίτα των απάντων φί­ λων μας μάς είναι αγαπητά, αν ανανεώνουν τη θύμησή τους και απαλύνουν με μια μάταιη και απατηλή παρηγοριά τη λύπη της απουσίας των φίλων μας, πόσο μάλλον, λοιπόν, είναι γλυκύτε­ ρα τα γράμματα που μας μεταφέρουν μια ζωντα­ νή εικόνα». Αυτό το κομμάτι ενός γράμματος του Σενέκα στον Λουκίλιο, παρατιθέμενο από την Ελοΐζ στο πρώτο της γράμμα στον Αμπελάρ, είναι όμοιο με τόσα άλλα αποσπάσματα γραμμάτων που υπο­ γραμμίζουν στην επιστολική εργασία τη διπλή και αντικατοπτρική λειτουργία της μεταβίβασης μιας εικόνας του εαυτού μας στον Ά λλο. Η ανταλλαγή επιστολών είναι απ’ αυτή την άποψη μια ανταλλαγή εικόνων, μια ανταλλαγή φανταστικών σωμάτων, ανέγγιχτες ανταύγειες όπως ένα φως, ένας ατμός, μια πνοή. Σ’ ένα γράμμα στέλνουμε πάντα απ’ τον εαυτό μας μιαν αύρα, ένα ομοίωμα ένδοξου σώματος, είναι στο άυλο και διαφανές σώμα του Ά λλου που κάνουμε έκκληση, όταν γράφουμε, και είναι την ιδεατή και πάλλουσα εικόνα του που υποδε­ χόμαστε με το άνοιγμα ενός γράμματος, προσε­ χτικά κλεισμένου σε φάκελο, προφυλαγμένου α π’ την ξένη επαφή.

«Και αν αυτό το αδύναμο φως της ψυχής μου που βάζω μέσα σ’ αυτό το γράμμα, δεν μπορέσε­ τε να το δείτε ή αν με περιγελάσετε, δε θα μου ’μ ενε παρά η εσωτερική πίκρα να 'χω δείξει λίγο απ’ την εσώτερη λειψανοθήκη μου σε μια ψυχή που έκλεισε τα μάτια και χαμογέλασε με σκεπτι­ κισμό». Ο Φ. Γκαρθία Λόρκα qrov Αντριάνο ντε Βάλλε, 1918


αφιερω μα/47 Η διχοτόμηση του εαυτού που επιχειρούμε σ’ ένα γράμμα συνοδεύεται, επίσης, από μια ση­ μαντική διεργασία φαντασίωσης του Ά λλο υ στον οποίο δεν μπορούμε να γράψουμε αν κατά κάποιο τρόπο δεν τον τοποθετήσουμε κάπου, δεν τον αναπαραστήσουμε, δεν τον κάνουμε να εμφανιστεί, επηρεασμένοι α π’ το άγρυπνο βλέμ­ μα αυτού στον οποίο απευθυνόμαστε.

«Σας βλέπω στη μέση αυτού του θαυμάσιου Γραναδικού τοπίου σαν την μόνη ικανή γυναίκα της Γρανάόας να το αιστανθεί και χαίρομαι υπερβολικά να ’χω μια φίλη που κοιτάει τις φωτολουσμένες λεύκες και τα σαγηνευτικά βάθη σαν να ’μουν εγώ που τα κοιτάω». Ο Φ. Γκαρθία Αόρκα στην Αιμιλία Λ άνος, 1920 Η διπλή λειτουργία του επιστολικού δεσμού σπρώχνει το υποκείμενο τόσο να φαντασιώνει με τη γραφή του όσο και να αναπαριστά τον Ά λλο , να δημιουργεί την ψευδαίσθησή του. Έ να μεγά­ λο μέρος των γραμμάτων χρησιμοποιήθηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο για να περιγράψει την κατά­ σταση του υποκειμένου (την καθημερινή του κα­ τάσταση ή πιο γενικά τον τρόπο ζωής του, την ψυχική του κατάσταση, την υγεία του, τό χώρο που ζει, το χρόνο που περνάει εκεί), να σχολιά­ σει την κατάσταση στην οποία ο Ά λλο ς λέει πως βρίσκεται, να λογαριάσει αυτό που είναι, να εκτιμήσει την κατάσταση του Ά λλου σαν να ’ταν η δική του, τέλος να ρωτήσει τον Ά λ λ ο αν πραγ­ ματικά θέλει να εκφέρει γνώμη για τη δική του κατάσταση.

«Θα βρίσκατε πιθανό αυτό το πράσινο χαρτί να μοιάζει μ ’ αυτό που ήταν; Ο τόνος είναι ευχά­ ριστος και ταιριάζει θαυμάσια με το χρώμα του ξύλου. Θα 'θελα μόνο να κάνω ό,τι καλύτερο δυνατό και διάλεξα κάτι που θα ’ταν σύμφωνο, και με το παραπάνω, με το πνεύμα του παλιού δωματίου που ’ναι αυτό, με λίγα λόγια, που μένω τον πε­ ρισσότερο καιρό». Ο Ρ.Μ. Ρίλκε στην Δ δα ντε Μπονστετέν, 1926 Διαπνέεται, λοιπόν, το γράμμα από κάτι σαν φανταστική συμβίωση των δυο κατόχων του δε­ σμού, μια ανταλλαγή, μια συναλλαγή δια μέσου του γραφικού κατοπτρικού αντικειμένου που φέ­ ρει την εικόνα απ’ τον Έ να στον Ά λλο . Ψευδαισθησιακή η συναλλαγή, ενάντια στην πραγματικότητα που χωρίζει τον Έ ναν απ’ τον Ά λ λ ο , είναι ιδιαίτερα παράφορη. Το κατοπτρικό αντικείμενο ταλαντευόμενο ανάμεσα στον Έ ναν και στον Ά λ λ ο συνενώνει τις εικόνες τους και επιχειρεί την φαντασματική ένωση, τους τρελούς γάμους. Το γράμμα είναι ένας κατοπτρικός φαντασματικός χώρος, ένα μεγάλο κινητό κάτοπτρο όπου

ο γράφων παράγει πίσω απ’ την αντανάκλαση του προσώπου του, την αντανάκλαση του προ­ σώπου του Ά λλου και όπου ο αναγνώστης στη συνέχεια ανακαλύπτει την τοποθέτηση της μιας πάνω στην άλλη των δύο αυτών αντανακλάσεων. Να γράφεις ένα γράμμα σημαίνει να καταβυ­ θίζεις τον εαυτό σου μέσα στον καθρέφτη και εκεί να κάνεις έκκληση στην εικόνα του Ά λλου , να την καλείς σε συνάντηση. Ν α το διαβάζεις σημαίνει να ανακαλύπτεις στον καθρέφτη την εικόνα σου διπλά αλλοτριω­ μένη (από τον Ά λ λ ο και απ’ τον καθρέφτη), να την ανακαλύπτεις ενωμένη με την εικόνα του 'Αλλου. Να γράφεις στον Ά λ λ ο είναι να του δίνεις να δει την φαντασματική συρραφή των δύο εικό­ νων, και να το διαβάσει ο Ά λλος σήμαίνει να θεωρήσει αυτή τη συρραφή ως κάτι το τετελε­ σμένο. Αλλά μια που το γράμμα διπλό και κατοπτρι­ κό επιδέχεται τελικά επιστροφή, ο Έ νας του Ά λλου είναι συγχρόνως ο Ά λλος του Έ να, δη­ λαδή ο καθένας αποδέχεται με τη σειρά του στην επιστολική ανταλλαγή τη λειτουργία του αποπλανητή και αυτή του ηδονοβλεψία της επιστο­ λικής σκηνής, όπου θέλγεται (αποπλανάται) ο ίδιος. Έ τσι είναι που στο γράμμα ενδίδουμε σε μια διπλή φαντασίωση, μια που εναλλάξ πραγματο­ ποιούμε ψευδαισθησιακά την αποπλάνηση του Ά λλου και θεωρούμαστε αγαπημένοι του Ά λ ­ λου, αντικείμενο των φιλοφρονήσεών του και του επενδυτικού του λόγου.


48/αφιερω μα Εκτεθειμένο το γράμμα μεταξύ ενός ονειροπο­ λήματος και μιας ανάληψης θέσης στο πραγματι­ κό, εκπληρεί ψευδαισθησιακά την ανάγκη μας για τον άλλο, παραμένει στα σύνορα της φαντασματικής αναπόλησης και της πράξης και κάνει να υπομένουμε ευχάριστα ή το λιγότερο χωρίς υπερβολικές φθορές μια μοναξιά σκεπτόμενη, θεραπευτική ή επιβεβλημένη.

«Μας χρειάζεται η Τέχνη (ακόμα!) ή όλες οι πηγές και οι προσμονές της παιδικής ηλικίας, κι ακόμα η σταθερή συνεισφορά τόσων πραγμάτων για να αντέξουμε μόνοι: Ένα σπίτι, ένας κήπος αθώος και γενναιόδωρος, η καμπύλη που σχημα­ τίζει το πέταγμα των πουλιών στον αέρα, άνεμοι, βροχές, αναμνήσεις και η ηρεμία του έναστρον ουρανού για πάντα. Κι όλα αυτά για να μπορέσει ένας άνθρωπος να επικοινωνήσει με την ψυχή τον!». Ο Ρ.Μ. Ρίλκε φαίνεται να ξεχνάει σ’ αυτές τις γραμμές που γράφει το 1924 από τον πύργο του Muzot στη Δεσποινίδα ντε Μπονστετέν ότι έχου­ με ανάγκη και το γράμμα, αυτόν τον παράφορο δεσμό. Αλλά όχι δεν τον ξεχνά, τον πραγματο­ ποιεί, το γράφει το γράμμα που επιτρέπει να συ­ νεχίζεις να ζεις χωρίς τον Ά λ λ ο ν και με τον 'Αλλο. Σ ’ αυτό πρέπει να προσθέσουμε ότι αυτή η ζωή χωρίς τον Ά λ λ ο και με τον Ά λ λ ο ενέχει ένα κέρδος ευχαρίστησης, την ψευδαισθησιακή πραγματοποίηση των πιο τρελών φάντασιώσεων που κυριαρχούν στον Ά λλο ν. Α π ’ αυτές τις φαντασιώσεις ξεκινούν οι υπερβολές του γράμ­ ματος, ειδικά το παραλήρημα μεγαλείου και οι πιέσεις, οι παρακλήσεις, τα αιτήματα, η υστερι­ κή υπερεπένδυση. Το γράμμα είναι μια αρένα κατοπτρική, όπου έρχονται αντιμέτωποι - πάντα στα όρια της τρέ­ λας, του κλινικού, του παράλογου, του απρε­ πούς, του υπερβολικού, του υβριστικού, του αδιάντροπου, του ανυπόφορου, του σκανδαλώ­ δους, του ανυπόμονου, του γελοίου, του κωμι­ κού - οι δύο αντίπάλοι του επιστολικού παιγνι­ διού. Αυτό το τρομερό σύνορο πάνω στο οποίο στέ­ κονται οι δύο ουτοπικοί ανταλλάκτες κόβει στα δύο το πεδίο της γλώσσας και της ανθρώπινης εκφραστικότητας, όπου βλέπουμε ότι οι μυστικοί κλασικοί τρόποι νοσταλγούν μια άλλη πλευρά της γλωσσικής συμπεριφοράς, μια πλευρά άγρια, λιμπιντική, ανεξέλεγχτη, μυστηριώδη, ενεργητι­ κή, απροσδιόριστη. Το γράμμα είναι αναμφίβολα ο μόνος τρόπος έκφρασης θαρραλέα κοινωνικοποιημένος, που δέχεται, μ’ άλλα λόγια, κάνει λογοτεχνία το κλι­ νικό. Είναι το μόνο κλινικό γραπτό που μπορεί να θεωρηθεί λογοτεχνικό είδος, που εισέρχεται δη­ λαδή θριαμβευτικά στον κοινωνικό και αισθητι­ κό χώρο χωρίς να προκαλεί την παραμικρότερη

υποψ ία ή κατηγορία. Ακριβώς το γράμμα δε διατηρεί μια σχέση συμβολοποίησης με το ασυνείδητο γιατί η εξοι­ κείωση μ’ αυτό, στην οποία το γράμμα στηρίζε­ ται, μας φανερώνεται σαν ρήγμα του ασυνείδη­ του περισσότερο από μέρη διαφορετικά απ’ αυ­ τό, ανοιχτά όμως στις παράξενες και στις ασή­ μαντες ιδιομορφίες. Γιατί το να ανοιχτείς στον Ά λ λ ο (στο Ασυνεί­ δητο) σε ένα γράμμα σημαίνει επίσης να διατρέξεις τον κίνδυνο να του μοιάσεις, να γίνεις όμοιός του, η εικόνα του, το Ά λ λ ο του, μ’ ένα είδος αστρικής επιρροής που ’ναι το σημάδι κά­ θε αλλοτρίωσης. Η τόσο έντονη παρουσία του Ά λλου στο γράμμα, αφού μόνιμα το διακατέχει και το γράμ­ μα δεν σταματά ούτε στιγμή να απευθύνεται στον Ά λ λ ο , είναι συγχρόνως και αυτό που προ­ καλεί το παράφορο γίγνεσθαι του γράμματος και αυτό που κοινωνικοποιεί το αναπόφευκτό του παραλήρημα. Αλλά όσο κι αν πρόκειται για πα ­ ραλήρημα, είναι πάντα ένα παραλήρημα που απευθύνεται κάπου, που εγγράφεται στον κοι­ νωνικό χώρο και η κοινωνία απαιτεί. Αυτό που υπογραμμίστηκε εδώ, αν όχι αληθι­ νά φωτίστηκε, θέλω να πω αποδείχτηκε, είναι ότι ο γραπτός δεσμός με τον Ά λ λ ο δε θα μπο­ ρούσε να προχωρήσει χωρίς τρέλα. Το να γράφεις το δεσμό με τον Ά λ λ ο , αφενός δυναμώνει ή δημιουργεί το δεσμό, δηλαδή παρά­ γει ένα ψευδαισθησιακά προϊόν του πραγματι­ κού, αφετέρου επιφέρει μια προσέγγιση του ασυ­ νείδητου και των σημαινουσών συμπεριφορών του. Δεν μπορώ, λοιπόν, να γράφω ή να διαβάζω ένα γράμμα χωρίς το ρίσκο να αγαπήσω, χωρίς να διαταραχθεί η γενική τάξη της γραφής και της επικοινωνίας. Ν α γράφεις το δεσμό είναι να φαντασιώνεσαι τη σεξουαλική σχέση με τον Ά λ λ ο , διαδικασία υπονοούμενη στο έπακρο σ’ όλα τα γράμματα όποια και να ’ναι η φαινομενική λειτουργικότητά τους. Ν α γράφεις ένα γράμμα σημαίνει, λοιπόν, ν ’ αρχίζεις με λιγότερη ή περισσότερη επιτυχία, μια λιμπιντική έκθεση σήμανσης, όπου αυτό που επιθυμείται το φαντασιώνουμε με τελείως ασυμβατικό τρόπο διαμέσου μιας χρήσης του λε­ κτικού υλικού, πολύ περισσότερο παρορμητική παρά εννοιολογική ή γνωστική, μια γλωσσική πορεία που αποκοινωνικοποιεί και η οποία προσφέρεται για περαιτέρω ανάλυση. Μετάφραση: Μαρία Παγουλάτου 1 1. Ό ρος με τον οποίο ο Φρόυντ υποδήλωνε καθένα απ’ τα διαφορετικά μέρη του ψυχικού μηχανισμού, τον οποίο θεω­ ρούσε ως δυναμικό στοιχείο (εγώ, εκείνο, υπερεγώ)· [σύμ­ φωνα με το λεξικό, Petit Robert, σελ. 1012, έκδοση 1979],


αφιερωμα/49

___Γεράσιμος Γ. Ζώρας

V O V

Μια μικρή ποιητική προσθήκη Ένας από τους πλέον τυχερούς λογοτέχνες μας, σχετικά με τη διάσωση, συγκέν­ τρωση και τη δημοσίευση της Αλληλογραφίας

του, είναι ο Κωστής Παλαμάς

( 1859- 1943). Στο υποδειγματικό για το είδος του έργο: Κωστή Παλαμά Αλληλογραφία. Τόμ. Α ' (18751915), τόμ. Β' (1916-1928), τόμ. Γ' (1929-1941). Εισαγωγή - Φιλολογική επιμέλεια - Σημειώσεις Κ.Γ. Κασίνη, Αθήνα 1975-1981, [Ίδρυμα Κωστή Παλαμά], περιέχονται 588 επιστολές του ποιητή, ποικίλου περιεχομένου. Στις εισαγωγικές σελίδες (πβ') του Α ' τόμου παρουσιάζονται «Οι αλληλογράφοι του Παλαμά», σχολιάζονται σε γενική μορφή τα «Φιλολογικά» γράμματά του, τα «Ερωτικά», με σύγχρονη αναφορά στις «Μού­ σες» του, καθώς και τα «Οικογενειακά», επισημαίνονται ορισμένα «Ψυχογραφικά στοιχεία», προυσιάζονται εν συντομία «Οι προηγούμενες

εκδόσεις γραμμάτων», γίνεται λόγος για τα διά­ φορα προβλήματα που παρουσιάσθηκαν κατά την «Παρούσα έκδοση» («Χρονολόγηση», «Ορ­ θογραφία», «Κριτικό υπόμνημα», «Σημειώσεις») και αναφέρεται ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίσθηκαν από τον εκδότη. Τέλος, ακολουθούν οι «Βραχυγραφίες» (και στον Β' και Γ' τόμο, μετά τον σύντομο «Πρόλογο» κάθε τόμου) και τα «Χρονολόγια». Επίσης και στους τρεις τόμους υπάρχουν, ξεχωριστά, εκτενείς «Σημειώσεις» στο τέλος καθενός, επιπλέον δε στον I ' τόμο περι­ λαμβάνονται και «Πίνακες» για ολόκληρο το έρ­ γο («Αλφαβητικός Πίνακας Αποδεκτών», «Ορι­ στικός κατά έτη Πίνακας των Γραμμάτων», «Ευ­


50/αφιερωμα ρετήριο»). Με σκοπό τη διαλεύκανση και συμπλήρωση ορισμένων βιογραφικών στοιχείων του ποιητή, όπως μας διασώζονται μέσω της Αλληλογραφίας του, θα αναφερθούμε σε διάφορες νεανικές επι­ στολές τού, ερωτικού περιεχομένου, καθώς και στα συμβουλευτικά απαντητικά γράμματα της εξαδέλφης του Μάσιγγας, ακολουθώντας την έκ­ δοσή τους από τον Κ.Σ. Κώνστα, «Ανέκδοτα παλαμικά κείμενα. Γράμματα-Ποιήματα (18751877)», Νέα Εστία, τόμ. 51 (1952), σσ. 368-379. Είναι η εποχή που ο Παλαμάς τελειώνοντας τις γυμνασιακές σπουδές του στο Μεσολόγγι (30 Ιουνίου 1875) έρχεται και εγκαθίσταται στην Αθήνα για να φοιτήσει στη Νομική Σχολή, που δεν πρόκειται όμως να την τελειώσει. Σ’ αυτή τη μεταβατική περίοδο της ζωής του, οι δεσμοί του με τον γνωστό του μεσολογγίτικο κόσμο είναι ακόμα πολύ ισχυροί, και ιδίως με τις κοπέλες που είχε συνάψει στο παρελθόν ερωτικές σχέ­ σεις. Μία από αυτές ακριβώς είναι και το φλέγον θέμα των επιστολών που θα μας απασχολή­ σουν. Πρόκειται για την Ελενίτσα (του επιθέτου της γνωρίζουμε μόνο τα τρία πρώτα γράμματα: Δημ.), ή όπως θα τη συναντήσουμε πιο συχνά Μικρούλα, που όμως διέλαθε της προσοχής του εκδότη της Αλληλογραφίας του ποιητή, ο οποίος δεν τη μνημονεύει στο οικείο κεφάλαιο της «Ει­ σαγωγής», όπου, όπως προαναφέραμε, κατονο­ μάζονται οι «Μούσες» του Παλαμά. Σημειωτέον δε ότι στη Μικρούλα ο ποιητής, όπως αναφέρει ο ίδιος σε επιστολή του που ακολουθεί αμέσως πιο κάτω, αφιερώνει φλογερά ποιήματα άγνω­ στα σε μας, ίσως και χαμένα, εκτός από ένα, το Ευτύχει, το οποίο, βρισκόμενο στην κατοχή μου, πρωτοδημοσίευσα στη Νέα Εστία, τόμ. 105 (1979), σσ. 214-215. Α ς δούμε, όμως, τα πράγματα αναλυτικότερα. Στις 5 Νοεμβρίου 1876 ο Παλαμάς γράφει προς την εξαδέλφη του Μάσιγγα σχετικά με τη Μι­ κρούλα ότι αυτός εξακολουθεί και να τή σκέφτε­ ται και να τήν αγαπάει, με αποτέλεσμα, όπως ήδη σημειώσαμε, να συνθέτει ποιήματα για χάρη της, έστω και αν ταυτόχρονα τρέχει και πίσω από σαγηνευτικές Αθηναίες. Αναφέρει μεταξύ άλλων ο ποιητής: «Λοιπόν, άν σοί έγραφον: όχι καμμία δεν κινεί ενταύθα τούς παλμούς μου, θά έψευδόμην πολύ καί άνεδαίστατα. ’Αλλά τούτο δέν συνεπιφέρει καί τήν λήθην της Mignonne, ώς άναμένεις σύ. Ό χ ι. Τήν ένθυμοϋμαι, φλογερά είναι τά δΓ αύτήν άσματά μου, άπερ έξακολουθώ γράφων, άλλά τούτο δέν μέ κωλύει ουδόλως. Ουδόλως χθές μ’ έκώλυσε νά άκολουθήσω μίαν ήδυπαθή, μελαγχροινήν, έλικοβλέφαρον μαυροφόραν, έξωτερικήν μαθήτριαν τού ’Αρσάκειου καί ταύτα σέ παρακαλώ, μεταξύ μας. Δ έν μ’ εμ­ πόδισε, λοιπόν, ό έρως τής Μικρούλας άπό τού νά βαδίζω έπί δύο δλας ώρας κατόπιν εκείνης

διά νά άνακαλύψω τό οίκημά της». Μετά ένα μήνα, την 1η Δεκεμβρίου, ο ποιητής σε άλλη επι­ στολή γράφει: «Τήν Μικρούλαν όμως δέν τήν λη­ σμονώ. Παράδοξον! Εύχομαι, όταν έπανέλθω νά μήν τήν εύρω αύτοϋ διά νά ήσυχάσω». Τα πε­ ρισσότερα όμως στοιχεία τα μαθαίνουμε από την επιστολή που έστειλε η Μάσιγγα στον ποιητή με­ τά δύο μήνες, στις 4 Φεβρουάριου του 1877, στην οποία καταφέρεται όχι μόνον εναντίον της Μι­ κρούλας, αλλά και κατά των γονιών της, προσ­ παθώντας να διαλύσει, άγνωστο για ποιο λόγο, αυτόν τον δεσμό. Γράφει η Μάσιγγα: «’Αγαπητέ μοι καί Κύριε Φιλόσοφε! Ποσάκις άνέγνωσα τήν επιστολήν σου, δπως δυνηθώ ν ’ άντιληφθώ αυ­ τής, δτε δή νομίζουσα δτι οί δφθαλμοί μου έκαλύφθησαν ύπό άχλύος, ήτις ποσώς δέν μέ άφίνει νά διακρίνω τά γραφόμενά σου καί μοί έδείκνυεν άλλα άντ’ άλλων, άλλ’ έπί τέλους είδον καθαρά ότι διατελεΐς δέσμιος ύπό τό κράτος τής μικράς Ελένης! Παράδοξον, πολύ παράδοξον διά τόν χαρακτήρα σου φαίνεται μοι νά διατηρήται τόσον άκμαϊος, τόσον διάπυρος δ πρός τήν Μικρούλαν έρως σου! Νά κατισχύση καί ύπερπηδήση όλων τών άλλων έρώτων σου καί νά έλθη αύτός νά κατακτήση τήν καρδίαν σου, τήν άλλο­ τε κ ο σ μ ο π ο λ ί τ ι δ α , ώ ς έλεγες- ή καί τώρα δέν τό έχεις κατά νούν ν ’ άλλάξης τακτικήν, έκτός άν ώρκίσθης νά διαφυλάξης άϊδιον (;) τόν έρωτά σου προσαράζων είς τόν σκοπόν του, τούτέστιν τόν γ ά μ ο ν . Βέβαια, ούτω θά γίνη! Ό χ ι άλήθεια. ’Εγώ έπίστευον ότι θά είχες παραγράψη καί τ’ όνομά της, άλλά τώρα κατανοώ τό παράξοδον τούτο καί ουδέποτε θά έλευθερωθής άπό τών δεσμών τής μικράς αύτής, διότι πάντοτε θά έπιδρώσιν έπί σού τά φ ί λ τ ρ α τής μητρός της καί ή κ α λ τ σ ο δ έ τ α - ά ν ένθυμήσαι τι πε­ ρίπου άπό αυτό πού έλέγετο διά τήν άξιότιμον κυρίαν Δημ. Μάλιστα ή κυρία αιτία τής διακο­ πής τών σχέσεών μας μετ’ αύτής είναι διά κάτι τέτοια πράγματα πού μάς έπρότεινε νά άγοράσωμεν. Έ κτοτε τήν ήννοήσαμεν τί πράγμα είναι, άφού μετέρχεται καί τοιούτον έπάγγελμα. Ό θ ε ν ποσώς δέν είναι άπίθανον, εΐ ποτέ τήν έπεσκέφθης, νά σέ πότισε τίποτε, δπως μείνης ές άεί σταθερός είς τόν έρωτα τής κόρης της. Τί άνοησία νά πιστεύουν πώς είναι δυνατόν νά έχωσι καμμίαν έπί τού άνθρώπου έπίδρασιν άνοησίαι γυναικείοι! Πρό τινων ήμερών, έν ψ έπέστρεφον άπό τόν περίπατον, τήν συνήντησα καθ’ όδόν τήν κνρίαν Ελενίτσαν. Δέν είναι άντάξια τού φλογερού, τού διαρκούς πρό πάντων έρωτός σου, όστις - έγώ έμμένω - δέν θά διαρκέση έπί πλέον. 'Ως σύ εύχεσαι τφ πραγματωθήναι τάς εύχάς σου καί τήν συναντήσης, ούτω καί έγώ εύ­ χομαι τφ ματαιωθήναι τάς έλπίόας σου διά τής πτώσεως τού ύπουργείου, τούθ’ όπερ άν συμβή άναντιρρήτως θά μετατεθή ό κ. Δημ. ’Αλλά τί λέγω; ’Εκείνος περιμένει άπό τόσου καιρού ν ’


αφιερωμα/51 άνέλθη έπί τά πράγματα ό Δεληγιώργης διά την προαγωγήν του μάλιστα. ’Απελπισία!». Ό π ο ιο ς γνώριζε τη βαθιά εκτίμηση του Παλαμά προς την εξαδέλφη του θα· περίμενε ότι αμέ­ σως μόλις έλαβε το γράμμα ο ποιητής θα κλονι­ ζόταν ο έρωτάς του για τη Μικρούλα και ότι πο­ λύ σύντομα θα τήν ξέχναγε. Ό μω ς, όπως διαφαίνεται από το μόλις μετά τέσσερις μήνες (11 Ιουνίου 1877) προς τη Μικρούλα αποσταλέν, σύμφωνα με την αφιέρωση, ποίημα, η εξέλιξη των πραγμάτων ήταν τελείως διαφορετική από την ανεμενόμενη. Έτσι το φλογερό αυτό ποίημα συμπληρώνει τη σχετική Αλληλογραφία (εξάλλου <αι αυτό το ίδιο επέχει θέση ερωτικής επιστο­

f

λής) και μαζί με τα προαναφερθέντα γράμματα εμπλουτίζει με νέα στοιχεία τη βιογραφία των νεανικών χρόνων του ποιητή. Σ’ αυτό το ποίημα εκτός από το ερωτικό στοιχείο, υπάρχει το ρο­ μαντικό και το μεταφυσικό, αρμονικά συνδεδεμένα. Η βασική θέση του ποιητή είναι ότι η Μι­ κρούλα πλασμένη με τόσο εξωκοσμική γοητεία, δεν μπορεί να είναι ένα γήινο πλάσμα, παρά μια ουράνια ύπαρξη γι’ αυτό και της συνιστά έναν ειδικό κώδικα ερωτικής συμπεριφοράς. Η παρασχική επίδραση φαίνεται καθαρά, όμως το ποιη­ τικό ταλέντο του Παλαμά κάνει το μικρό αυτό στιχούργημα να ξεχωρίζει και να ξεπερνάει τα πρότυπά του της ρομαντικής σχολής.

ι< ,χ Ύ

' A «(1,* A

f '? α

■fTc V ΜΙΚΡΟΥΛΑ

·

^

V

1/ A — '

fW '

ΕΥΤΥΧΕΙ Στολήν περιβάλλου λευκήν, Λευκέ τών έρώτων μου κρίνε, Καί χεΐρα άβράν φιλικήν Πρός πάντα έπίχαρις τείνε. Έ ν μέσφ χαρίτων φαιδρών Γοργόν εις χορόν σύρε πόδ αΑρμόζου, ώ άνθος ώχρόν, Μέ νέα έκάστοτε ρόδα. Κατάκτα ψυχάς νεαράς Σεμίραμις κάλλους άγριαΜειδία, χωρίς νά έρςις, Καί δίχως νά π άλλης ώχρία. Σέ σκέπει άσπίς ισχυρά, Εύώδης παιδός ήλικία,

Έ κλάμπρων όμμάτων πυρά, χειλέων χρυσή εύγλωττία. Χαιρέτα δειλφ στεναγμφ Ή σίγα σιγήν έμπαθείας, Ά κ κ ίζο υ , καί είτα χασμοΰ Καί ύπνον κοιμοϋ ηρεμίας. Καί φαίνου ρεμβώδης, δειλή, *Ω κόρη, παράδοξος κόρη... Καί ειτα ύπέρφρων, τρελλή, Τά άθλά σου πάσιν ίστόρει. ’Α λλά άν ζωήν φωτεινήν Ρεμβάση ποτέ ή ψυχή σου, Καί ϊδης τήν γην μας στενήν Καί πλήξις σοι εϊν’ η ζωή σου,

Α ν ακολούθησαν και άλλα φλογερά ποιήματα εί­ ναι άγνωστο μέχρι στιγμής, δεν είναι όμως απί­ θανο αργά ή γρήγορα να βρεθεί και άλλο στι­ χούργημα αφιερωμένο στη Μικρούλα ή επιστολή

”Α ν κόρη δέν είσαι τής γής, ”Α ν άλλην ζωήν·ένθυμείσαι, 5Ω λήσμων ψυχή μή άργήςΤήν γήϊνον άλυσσον λύσε. Μακράν σου τής γής ή στολή, Ά π ό θ ε ς τού σκότους τήν φύσινΚαλλίπτερος πάλιν ψυχή, Τήν πρώτην άνάλαβε πτήσιν. Ή κόρη έπλάσθης θνητή, Ή ήλθες έδώ έκ τών άνω, Εύτύχει, ψυχή έρατή, Εύτύχει... Έ γώ θ’ άποθάνω. Κ. ΠΑΛΑΜΑΣ 11 ’Ιουνίου 1877

προς τη Μάσιγγα, που να μας κατατοπίσει για την έκβαση αυτού του φλογερού, αλλά οπωσδή­ ποτε σύντομου και ατελέσφορου και, γι’ αυτό, άγνωστου μέχρι σήμερα δεσμού.


52/αφιερωμα α ήθελα, πολύ σύντομα, ν ’ αναπτύξω το πρόβλημα του γράμματος στη ζωγραφική, γιατί η παρουσία του, στον εικαστικό χώρο, μας θέτει ερωτήματα σε πολλαπλά επίπεδα. Ά ρ α γε είναι ένα στοιχείο πλαστικής διάτα­ ξης; Έ χει μήπως την αξία σημείου; Μας διηγεί­ ται μόνο του μια ιστορία; Ο ζωγράφος τοποθέ­ τησε το γράμμα στη σύνθεσή του σαν επιπρόσθε­ το στοιχείο της έννοιας του πίνακα ή, αντίθετα, για να ανατρέψει την έννοιά του; Μήπως προ­ σπάθησε, με τόλμη, να εισάγει το λόγο στη ζω­ γραφική για να μας βοηθήσει έτσι να δούμε κα­ λύτερα, να διεισδύσουμε καλύτερα στο σύμπαν του;

Θ

Ή μήπως τελικά αυτό το γράμμα δεν είναι πα­ ρά μια πρόφαση για να απολαύσει τη ζωγραφική του; Στη συνέχεια παραθέτω κάποια παραδείγματα ζωγραφικών συνθέσεων όπου το γράμμα κατέ­ χει, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο, μια θέση σπουδαία στην ιστορία του πίνακα. Αυτά τα έργα δεν έχουν επιλεγεί - ηθελημένα - με χρο­ νολογική σειρά, αλλά μάλλον σαν την εξέλιξη μιας ιστορίας. Ι.Β. Σαρντέν (1699-1779): Κυρία που σφραγί­ ζει ένα γράμμα (1733), (Postdam, Nouveau Pa­ lais). Βρισκόμαστε στο 18ο αιώνα. Μια γυναίκα, πάλι, κρατάει στο χέρι το μήνυμά της κλεισμένο ήδη, σ’ ένα φάκελο τη στιγμή που πρόκειται να τον σφραγίσει ο άντρας που στέκει δίπλα της. Το μυστήριο είναι πλήρες. Δεν μπορούμε παρά να ονειρευτούμε μαζί της το περιεχόμενο και τη μελλοντική ανάγνωσή του από εκείνον ή εκείνη για τον οποίο προορίζεται. Η σκηνοθεσία του πίνακα είναι λιτή, μια γωνία δωματίου, το βάθος του είναι καλυμμένο με κουρτίνα, μια γωνία τοί­ χου και μια πόρτα. Το φως συγκεντρώνεται δια­ γώνιους πάνω στο ριγωτό φόρεμα της κυρίας, σ’ ένα μέρος του προσώπου της, στα χέρια της, την πένα και το γράμμα· απλώνεται στο κερί που κρατά ο σύντροφός της, του οποίου το πρόσωπο είναι ζωγραφισμένο μέσα στο φως. Ο καλλιτέχνης φαίνεται ότι θέλει να τονίσει τη διαδικασία του σφραγίσματος του φακέλου. Βαν Γκογκ (1853-1890): Νεκρή φύση, καδαλλέτο με κρεμμύδια (1889), (Otterlo, Μουσείο Kroller-Miiller). Αυτός είναι ο τίτλος του πίνακα αν και για μας, η ουσία προφανώς συγκεντρώνεται σ’ αυτό το γράμμα που είναι τοποθετημένο ανάποδα στη δεξιά γωνία του καβαλλέτου και φέρει τη διεύ­ θυνση του Κυρίου Βενσέν Βαν Γκογκ, το σφρα­ γισμένο γραμματόσημό του και διάφορες ταχυ­ δρομικές σφραγίδες. Μήπως είναι, όπως ισχυρί­ ζεται ο Μπουτόρ, «μια απάντηση» στον τίτλο του βιβλίου που βρίσκεται κοντά στο φάκελο: «Κατάλογος της υγείας από τον Φ.Β. Ρασπάγ»,

Το γράμμα οτη

n - ^2

: r U s—

Γαλλική επιστολή του Α. Κοραή, 1796

και του οποίου οι λέξεις είναι πολύ ευανάγνω­ στες, γραμμένες αυτές, με κάποια λογική; Γιατί αυτή η αντιστραμμένη γραφή στο φάκελο; Για να περιπλέξει τάχα το θεατή; Για να τον αναγκάσει άραγε να διαβάσει τη διεύθυνση που συγχρόνως χρησιμεύει και σαν υπογραφή του πί­ νακα; Μήπως για να μας δείξει ότι ο Βαν Γκογκ ενδιαφέρεται για την υγεία του εφόσον μας δεί­ χνει αυτό το βιβλίο και το όνομά του μαζί με αντικείμενα καθημερινής χρήσης: το κρασί, τα κρεμμύδια, το πιάτο, τη στάμνα, το κερί και ιδιαίτερα την πίπα του και αυτό το καβαλλέτο; Αφήνουμε πάλι το 19ο αιώνα για να επιστρέ­ φουμε στην Ολλανδία στο 17ο αιώνα με τον Γιαν Βερμέερ.

Γιον Βερμέερ (1632-1675) και ένα έργο του οποίου ο τίτλος είναι απλώς: Το Γράμμα, ( Ά μ ­ στερνταμ, Rijzksmuseum), αλλά που θα μπορού­ σαμε να του δώσουμε σαν τίτλο: άλλο ένα σφρα­ γισμένο γράμμα. Σες γενικές γραμμές ξαναβρίσκουμε εδώ τα ίδια στοιχεία όπως και στην αιφνιδιασμένη γυ­ ναίκα του Μετσού. Ό μω ς δεν αιφνιδιάζει πια το πρόσωπο την κυρία, αλλά εμείς οι ίδιοι, θεατή, και μάλιστα την ίδια στιγμή που λαβαίνει το γράμμα της. Η σύνθεση του πίνακα είναι πολύ καλομελετημένη, αποδίδεται μεγάλη σημασία στις καθέτους που πλαισιώνουν την κεντρική σκηνή και δε θα μνημονεύσω παρά το μπλε και


αφιερωμα/53

ζωγραφική ΰ /n *

r+v&~> A r * &

J r U 4.

το κίτρινο, χρώματα τόσο αγαπημένα στον Βερμέερ. Ο φάκελος βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο της σύνθεσης, τον κρατάει στο χέρι της η κυρία που μόλις τον έλαβε και που ανταλλάσσει ένα βλέμμα (συνένοχο; ανήσυχο;) με την υπηρέτρια που της τον παρέδωσε. Γράμμα, βλέμμα, μουσικό όργανο, ένα πανέρι μ’ ασπρόρουχα καταγής, συλλαμβάνουμε εξ απροόπτου μια στιγμή οικειότητας στην οποία μπήκαμε σαν διαρρήκτες. Του Βερμέερ, πάλι, Γυναίκα που διαβάζει ένα γράμμα, (Άμστερνταμ, Rizksmuseum). Μέσα στο απόρρητο του δωματίου της, καθώς πέφτει πάνω της το φως, η προσοχή του προσώ­ που, όπως και η δική μας, καταρχήν συγκεντρώ­ νεται πάνω σ’ αυτό το φύλλο χαρτί. Αυτός ο μι­ κρός χώρος, έρχεται σ’ εμφανή αντίθεση με το χάρτη ή το επιπεδόσφαιρο που συγκροτούν το βάθος του πίνακα, σαν είδος απέραντου διαστή­ ματος, σαν όνειρο ταξιδιού, ίσως, (που πρέπει όμως να πούμε ότι είναι ένα στοιχείο που το βρί­ σκουμε συχνά στα έργα αυτής της εποχής)· χώ­ ρος, επομένως, φανταστικός του άπειρου και πε­ ριορισμένος χώρος του γράμματος που μόλις τα­ ξίδεψε και διαβάστηκε μέσα στην εχέμυθη οι­ κειότητα αυτού του δωματίου. Ο ζωγράφος μάς προκαλεί μ’ αυτό το παιγνίδισμα του εσωτερικού και εξωτερικού διαστήματος και τη θέση της γυ­ ναίκας ανάμεσα στα δύο αυτά διαστήματα. Ρενουάρ (1841-1919): Γυναίκα με γράμμα,

(Παρίσι, coll. W. Guillaum). Ο Ρενουάρ απέδωσε τέλεια τη θηλυκότητα, όχι μόνο γιατί ο ίδιος χαιρόταν να ζωγραφίζει, κάτι που το νιώθουμε και στο παραμικρό άγγιγμα του πινέλου του, αλλά και γιατί χαιρόταν να ζωγρα­ φίζει τη γυναίκα. Το γράμμα δεν είναι τάχα εδώ παρά ένα συμπλήρωμα, μια πρόφαση να ζωγρα­ φίσει; Ο μικρός του χώρος περιέχεται μέσα στη σύνθεση σ’ ημικύκλιο, όπου μοιάζει να εξαλείφε­ ται, λες και το περιεχόμενο αυτού του γράμμα­ τος (προφανώς δεν είναι πια παρά ένα αμελητέο φύλλο) έγινε απόλυτα αποδεκτό, ενσωματώθηκε με τη γυναίκα. Η γεμάτη αισθησιασμό έκφραση του προσώπου της μας επιτρέπει να φανταστού­ με αυτό που μόλις διάβασε και που σίγουρα της προκάλεσε ευχαρίστηση. Γ.Λ. Νταβίντ (1748-1825): Μαρά (1793), (Βρυ­ ξέλλες, Mus6es Royaux de Belgique). Α πό πλαστική άποψη, το θέμα κατέχει ολό­ κληρο το κάτω μισό του πίνακα. Το ακίνητο σώ­ μα του δολοφονημένου Μαρά στην μπανιέρα του μας δείχνει αυτό το προδοτικό γράμμα. Το πάνω μέρος του πίνακα σκοτεινό και μονό­ χρωμο προσθέτει στο δράμα που μόλις διαδρα­ ματίστηκε. Μπορούμε να διαβάσουμε το γράμμα που έγραψε η Σαρλότ Κορντέ, ακριβώς όπως το διάβασε ο Μαρά, αλλά αυτές οι λέξεις είναι κιό­ λας ξεπερασμένες μέσα στο χρόνο. «Η πελώρια μεγέθυνσή τους», γράφει ο Μπουτόρ, «είναι σαν μια κραυγή αγανάκτησης: δεν είναι δυνατό μια τόσο καταχθόνια πράξη ν ’ αγνοηθεί. Αν και ο Μαρά απάντησε σ’ αυτές τις λέξεις με γενναιο­ δωρία», συνεχίζει ο Μπουτόρ, «η δολοφονία εί­ ναι το ευχαριστώ που δέχτηκε· ο πίνακας βγά­ ζει το συμπέρασμα». Το γράμμα είναι διαφωτιστικό· με το δολοφο­ νημένο σώμα του Μαρά που κρατά ακόμη το γράμμα, το δράμα ολοκληρώνεται και το «βάρος των λέξεων» μοιάζει ακόμη μεγαλύτερο. Για μας που γνωρίζουμε αυτό το τραγικό γεγονός που αποτελεί μέρος της Ιστορίας μας, το έργο δεν έχει ανάγκη από σχόλια. Αλλά η ιστορία που μας διηγείται μπορεί άραγε να γίνει κατανοητή απ’ όλους τους θεατές, παρ’ όλη την ιστορία που διαδραματίστηκε; Μετά απ’ αυτή τη γρήγορη επισκόπηση κά­ ποιων παραδειγμάτων όπου ο καλλιτέχνης πα­ ρουσιάζει το γράμμα στη ζωγραφική, θα μπο­ ρούσε να πει κανείς ότι αυτή η παρουσία του γράμματος, αυτός ο τριγωνικός δεσμός που δη­ μιούργησε, αυτή η γοητεία που ασκεί στη φ αντα-' σία μας, του δίνει μη αμελητέα ύπαρξη. Αναμφισβήτητο καλλιτεχνικό γεγονός, είναι επίσης και μια «παρουσία» που λειτουργεί σ’ όλα τα επίπεδα μέσα στην πλαστική σύνθεση και παίζει ένα σπουδαίο ρόλο στην επικοινωνία με το θεατή. Μετάφραση: Ντόρα Αλιβάνιστου


Βιβλιογραφία νεοελληνικής αλληλογραφίας Συγκεντρώνονται επιλεκτικά μερικές από τις μεταπο­ λεμικές «συνολικές» εκδόσεις: Ιωάννης Οικονόμου, Επιστολαί διαφόρων Ελλήνων λογιών, ανωτάτων κληρικών, Τούρκων διοικητών, εμπόρων και εσναφίων (1759-1824)... (επιμ. Μ.Μ. Παπαϊωάννου), Αθήνα 1964. Αδαμάντιος Κοραής, Αλληλογραφία (επιμ. Κ.Θ. Δημαρά, Α. Αγγέλου, Αικ. Κουμαριανού και Εμμ. Φραγκίσκου), Α'-ΣΤ' <Νέα ελληνικά κείμενα>, Αθήνα 1964-1984. Φιλιππίδης-ΒβιΊύέ du Bocage-Γαζής, Αλληλογραφία (1794-1819) (επιμ. Αικ. Κουμαριανοΰ) <Νέα ελλη­ νικά κείμενα>, Αθήνα 1966. Ιγνάτιος, «Αλληλογραφία», στο Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτη, Ιγνάτιος, μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας (1766-1828) <Μνημεία της ελληνικής ιστορίας>, Β', Αθήνα 1961, σσ. 1-320. Χριστόφορος Περραιβός, «Επιστολαί εις διαφόρους φίλους (1799-1800)», στο Βασίλη Κραψίτη, Χριστό­ φορος Περραιβός..., Αθήνα 1976, σσ. 57-86. Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Ιστορικόν αρχείον Αλε­ ξάνδρου Μανροκορδάτον (επιμ. Εμμ. Γ. Πρωτο­ ψάλτη) <Μνημεία της ελληνικής ιστορίας>, Α '-Ε ', Αθήνα 1963-1978. Αθανάσιος Ξόδιλος, «Αλληλογραφία», στο Η Εταιρεία των Φιλικών και τα πρώτα συμβάντα του 1821 (επιμ. Λ.Ι. Βρανοΰση και Ν. Καμαριανοΰ), Αθήνα 1964, σσ. 121-153. Ιωάννης Καποδίστριας, «Οι επιστολές», στο Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια (επιμ. Κ. Δαφνή), Γ' και Γ, Κέρκυρα 1980 και 1983. Διονύσιος Σολωμός. «Γράμματα προς διαφόρους», στό Λίνου Πολίτη, Ο Σολωμός στα γράμματά του, Αθήνα [1956] Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. «Γράμματα προς τον πα­

τέρα του», στο Κώστα Α. Παπαχρίστου, Ο Άγνω­ στος Παπαδιαμάντης, Αθήνα 1948, σσ. 44-67. Κωστής Παλαμάς, Αλληλογραφία (επιμ. Κ.Γ. Κασίνη), Α'-Γ', Αθήνα 1975-1981. 716 γράμματα Ψυχάρη-Εφταλιώτη (επιμ. Σταμ. Καρατζά και Ε.Γ. Καψωμένου) <Από την αλληλογρα­ φία των πρώτων δημοτικιστών, Ι> , Ιωάννινα 1985. 562 γράμματα των Ε. Γιαννίδη, I. Δραγούμη, Α. Εφταλιώτη, Κ. Παλαμά, Α. Πάλλη, Δ. Ταγκόπουλου, Γ. Ψυχάρη κ.ά. (επιμ. Σταμ. Καρατζά) <Από την αλ­ ληλογραφία των πρώτων δημοτικιστών, ΙΙ>, Θεσ­ σαλονίκη 1985. Λάμπρος Πορφύρας, «Γράμματα», στο Πορφύρας, Άπαντα, έκρινε Γ. Βαλέτας <Νεοελληνική Βιβλιοθήκην», Αθήνα 1956, σσ. 119-192. Κ.Π. Καβάφη, Επιστολές στον Μάριο Βαϊάνο. Εισα­ γωγικό Δοκίμιο, Παρουσίαση, Σχόλια Ε.Ν. Μό­ σχου, Αθήνα 1979. Νίκος Καζαντξάκης, «Αλληλογραφία με τον αιδεσιμώτατο Εμμανουήλ Παπαστεφάνου», στο Νίκου Μηναδάκη, Μια άγνωστη φιλία του Νίκου Καζαντζάκη [Ανέκδοτη αλληλογραφία]. (Ανάτυπο από το περιοδικό «Νέα Εστία», τεύχος 15ης Ιανουάριου 1971). Νίκου Καζαντζάκη, Επιστολές προς τη Γαλάτεια, Αθήνα 1958. Τετρακόσια γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, Αθήνα 1965. 84 γράμματα του Καζαντζάκη στον Κακριδή. (Ανατύ­ πωση από τη «Νέα Εστία», Χριστούγεννα 1977). 'Αγγέλου Σικελιανού, Γράμματα στην Άννα, Πρόλο­ γος Άννας Σικελιανού, Αθήνα 1980. Γιώργος Θεοτοκάς και Γιώργος Σεφέρης, Αλληλογρα­ φία (1930-1966). Φιλολογική επιμέλεια Γ.Π. Σαββίδης, Αθήνα 1975.

(18ος-20ος αι.)

I


ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

επιλογή Η αναγκαιότητα της θεωρίας της Λογοτεχνίας kite, \Λ0.

VjJ C < +*-£./

f c ts y j

**' <^U, i f

icZU

u L cafJ -

> /c < ^ o u L r z ^ s u . f l , .

^

/} * “■bC”<·

ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΑΚΑΣ. «Γλωσσοφιλο/.ογιχά», Μελετήματα για τη Αογοτεχνία και τη Γλώσσα, Αθήνα, ικθόαεις « Κάλβος», 1985. Σελ. 224.

ωφελεί σημαντικά τις αναλύσεις Έ ν α π ολύ α ξ ιό λ ο γ ο β ιβ λ ίο π ο υ π έρ α σ ε σ χε δ ό ν α π α ρ α τή ρ η τ ο α π ό του. Θα πρέπει όμως με τον καιρό την κριτική είν α ι τα «Γ λω σσ ο φ ιλ ο λο γικ ά » του Θ α νά σ η Ν ά κ α . Η να τολμήσει να ξανοιχτεί σε διαφοσ π ο υ δ α ιό τ ερ η α ιτ ία α υτ ή ς της α δ ια φ ο ρ ία ς π ο υ π ερ ιβ ά λ λει τα β ι­ ' ρετικούς τρόπους προσεγγίσεων. β λ ία θ εω ρ ία ς της λο γ ο τ εχ νία ς δ εν είν α ι φ υσ ικ ά η έλλειψ η κρ ιτι­ Έ χει και τη δύναμη και την παι­ κή ς, ό π ω ς α κ ού μ ε ν α λέγ ετα ι σ υνεχώ ς τ ο ν τ ελευ τ α ίο κ α ιρ ό . δεία να ερμηνεύει, να προτείνει και όχι μόνο να αποδείχνει. Θα πρέπει δηλαδή να παραγκωνίσει κάπως των ελασσόνων προς τη θεωρία. Κριτική γράφουν οι πάντες για τα την επιστημοσύνη και να στηριχτεί Α ς έλθουμε όμως στο βιβλίο του πάντα. Ακόμη και για τις πιο στις αναμφισβήτητες λογοτεχνικές Θανάση Νάκα: απαρτίζεται από αστείες «ποιητικές» μπροσούρες του αρετές. Είμαι βέβαιος ότι το εννέα μελέτες που αφορούν τις σχέ­ που βασανίζουν τις μέρες μας χει­ αποτέλεσμα θα είναι εξαιρετικά ελ­ σεις ποίησης και γλώσσας, την ρότερα και από τις πολιτικές. Η κυστικό. ποιητικότητα της λαϊκής γλώσσας αδιαφορία της κριτικής για τα και τη σχέση της με το δημοτικό Οι μεγάλες του φιλολογικές αγά­ θεωρητικά βιβλία ξεκινά από την πες, α π’ ό,τι δείχνει το βιβλίο αυ­ τραγούδι, την οριοθέτηση του δο­ αδιαφορία των ίδιων των λογοτε­ κιμίου ως είδους του λόγου, την τό, αλλά και το προηγούμενο έργο χνών προς τη θεωρία. Ακατάρτι­ του, είναι ο Σεφέρης και ο Montai­ ποίηση και τη γλώσσα του Καβάστοι οι πιο πολλοί απ’ αυτούς περι­ gne. Εκτός από τις μελέτες που φη, την ποίηση του Σεφέρη και τη φέρουν την άγνοιά τους ως αποδει­ αφιερώνει στους δύο αυτούς πνευ­ σχέση της με τη μουσική, τον .δοκι­ κτικό στοιχείο του ταλέντου τους. ματικούς άνδρες, δεν παύει να μιογράφο Έ λιοτ, τον Montaigne, Και μπορεί, καθώς παρατηρεί ο τους μνημονεύει πάντοτε σ’ όλο το τη μεταφραστική πρακτική, τη χρή­ Montaigne, ο ταλαντούχος να είναι μάκρος των αναλύσεών του. Αλλού ση της μετοχής σε διάφορους λογο­ παντού ταλαντούχος, ακόμη και οι μνημονεύσεις αυτές ενισχύουν τέχνες κ.τ.λ. μέσα στην άγνοιά του, θα πρέπει τα κείμενά του, αλλού όμως τεί­ Ο Νάκας δεν είναι ούτε συμπεριόμως ασφαλώς το ταλέντο του να νουν να εξουδετερώσουν την αυτο­ φέρεται ποτέ ως ερασιτέχνης. Δια­ υπερακοντίζει την άγνοιά του και τέλεια του ενδιαφέροντος που έχει θέτει μια γερή φιλολογική κατάρτι­ όχι να είναι μικρότερο απ’ αυτήν. το θέμα από μόνο του. ση κι αυτήν χρησιμοποιεί ως αφε­ Ό τα ν έχουμε παραδείγματα ποιη­ Ο Νάκας είναι από τους λίγους τηρία και συχνά ως όριο στις ανα­ τών, όπως ο Πάουντ, ο Έ λιοτ, ο που έχουν εμβαθύνει με ικανότητα λύσεις του. Δεν εμπιστεύεται σχε­ δικός μας Σεφέρης κ .ά ., που δε βα­ στο έργο (κυρίως το δοκιμιακό) δόν ποτέ το ένστικτό του. Ό σ ες σίστηκαν στο μεγάλο ταλέντο τους, του Σεφέρη και από τους ελάχι­ φορές το εμπιστεύεται πάντοτε αλλά ξόδεψαν πολύ καιρό και κό­ στους στην Ελλάδα που έχουν εμαναζητεί το «φιλολογικό του αντί­ πο για τη θεωρητική τους κατάρτι­ βαθύνει στο έργο του Montaigne. κρισμα». ση, δεν μπορούμε παρά να δυσπιΗ διπλή αυτή εμβάθυνση τον Προς το παρόν η τακτική αυτή στούμε απέναντι στην αδιαφορία


56/οδηγος έχει ( ιθήσει σημαντικά στις πρώ­ τες του αναζητήσεις και έχει προ­ σανατολίσει την αισθητική του. Διαθέτει όμως και τη φιλολογική αρματωσιά και την αναγκαία διαί­ σθηση, για να προχωρήσει μόνος και αδέσμευτος από κάθε επιρροή. Οι μελέτες του παρουσιάζουν όλες μεγάλο ενδιαφέρον, είναι γραμμένες με πολύ γλαφυρή γλώσ­ σα, και πρέπει να διαβαστούν με προσοχή. Θα άξιζε όμως να σταματήσουμε σε δύο απ’ αυτές, γιατί παρουσιά­ ζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η πρώ­ τη αφορά τη σχέση του Σεφέρη με τη μουσική. Αναδιφώντας στα δοκίμια και τα ημερολόγια του Σεφέρη, ο δοκιμιογράφος ανακαλύπτει ότι ο ποιητής κατεχόταν από την επιθυ­ μία να επηρεαστεί από τις μουσικές, γιατί είχε βαρεθεί να επηρεάζεται από τους λογοτέχνες (!). Ο Νάκας ερευνά όλες τις πτυχές

αυτής της έμμονης ιδέας του Σεφέ­ ρη. Επειδή τυχαίνει να είναι βαθύς γνώστης του σεφερικού έργου, αλ­ λά και έμπειρος ακροατής της κλα­ σικής μουσικής, θα άξιζε η μελέτη του αυτή να επεκταθεί και να προσπαθήσει να ανακαλύψει τις σχέσεις που τυχόν υπάρχουν ανά­ μεσα στην ποιητική γραφή του Σε­ φέρη και τις μουσικές γραφές των συνθετών που ο Σεφέρης θαύμαζε. Αρμοδιότερος από τον Νάκα για την έρευνα αυτή μάλλον αποκλείε­ ται να υπάρχει. Η δεύτερη μελέτη του Νάκα που παρουσιάζει πρωτοτυπία και ιδιαί­ τερο ενδιαφέρον είναι αυτή που αφορά τη μετάφραση του Montai­ gne στα ελληνικά. Με τα λίγα πα ­ ραδείγματα που παραθέτει ο Ν ά­ κας εδώ και με τις συγκρίσεις που κάνει, αποδείχνει πόσο δύσκολο και δημιουργικό έργο είναι η μετά­ φραση της λογοτεχνίας.

«Μια μετάφραση», γράφει ο Θ .Ν ., «για να είναι καλή, πρέπει να μπορεί να σταθεί από μόνη της, σαν αυθύπαρκτο κείμενο, χωρίς εξάρτηση από το πρωτότυπο και χωρίς συνεχείς επεξηγήσεις, το ίδιο δηλαδή όπως εάν ο μεταφραζόμε­ νος συγγραφέας είχε γράψει απευ­ θείας στη γλώσσα της μετάφρασης (η μετάφραση που θυμίζει ότι είναι μετάφραση είναι κακή μετάφρα­ ση). Δεύτερον, συνεχίζει, πιστεύω ότι μεταφράζω σημαίνει ως ένα ση­ μείο και ερμηνεύω ή ότι η (καλή) μετάφραση είναι ως ένα σημείο και ερμηνεία του περιεχομένου, όχι απλή απόδοση της μορφής σε μιαν άλλη γλώσσα». Πώς να μη συμφωνήσει κανείς μαζί του, όταν βομβαρδίζεται κα­ θημερινά από μεταφράσεις που θυ­ μίζουν μεταφράσεις, αλλά και από πρωτότυπα που πάλι θυμίζουν με­ ταφράσεις;

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΣΣΟΣ

Παραμύθι σε νέες φόρμες

rί 1[

j

Π!

Ι.Δ. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ: Ζαζά-Όνειρα ελεφάντων. Εικονογράφηση Ν. Μαρονλάκης. Αθήνα 1986, Εχό. Κέδρος, σελ.110.

jo o o

Ο Ι.Δ . Ιωαννίδης ανήκει στην κατηγορία εκείνη των πεζογράφων που εκφράζουν τις όποιες ανησυχίες τους τόσο στο χώρο του βι­ βλίου για παιδιά, όσο και στο χώρο του βιβλίου για μεγάλους. Μια τέτοια διπλή συγγραφική έκφραση δεν είναι, βέβαια, απα­ ραίτητη και ικανή συνθήκη για την ύπαρξη λογοτεχνικής ποιότη­ τας, είναι όμως ένα στοιχείο το οποίο καθορίζει τον τρόπο ανά­ πτυξης των θεμάτων. Σε περιπτώσεις σαν κι αυτές, τα έργα που απευθύνονται στα παιδιά αποτελούν μια διεύρυνση της οπτι­ κής γωνίας από την οποία αντιμε­ τωπίζονται τα γεγονότα, ενώ εκεί­ να που απευθύνονται στους ενήλι­ κες χαρακτηρίζονται από μιαν απόχρωση φρέσκιας και κεφάτης ιδιοσυγκρασίας. Το συνολικό έργο του Ι.Δ .Ι. αυτό που ανήκει στην παιδική λο­ γοτεχνία - χωρίζεται σε δύο είδη:

διηγήματα και μυθιστορήματα. Δ ί­ χως να θεωρηθεί υποτίμηση της μυ­ θιστορηματικής του έκφρασης, εν­ τούτοις τα διηγήματα είναι εκείνα που χαρίζουν στο Ι.Δ .Ι. μιαν εξέχουσα θέση στο χώρο της παιδικής λογοτεχνίας. Α ξίζει να θυμηθούμε το «'Α σπρο Ά λο γο » -πρώ το του βιβλίο- όπου ο κοινός άξονας όλων των διηγημά­ των είναι η έκφραση μιας συνειδη­ τής, όσο και ελεύθερης επιλογής.

Οι ήρωες όλων των συντόμων αυ­ τών κειμένων «συλλαμβάνονται» τη στιγμή που βρίσκονται αντιμέτω­ ποι με μια τέτοιας μορφής απόφα­ ση. Δυο από τα κύρια στοιχεία της συγγραφικής υπόστασης του Ιωαννίδη είναι η ψυχογραφική ικανότη­ τα και η σατιρική διάθεση. Αλλά και μια απόλυτα καθαρή έκφραση μιας εσωτερικής λυρικότητας. Στα διάφορα κείμενά του, που κατά καιρούς κυκλοφορεί, άλλοτε θα υπερισχύει η ψυχογραφική δει­ νότητα («Χωρίς κοτσάνι»), άλλοτε η σάτιρα («Η ιστορία με το γαλά­ ζιο μολύβι») και άλλοτε ο λυρισμός («Το κορίτσι με τις δυο μητέρες»). Α νήσυχος συγγραφέας, ψάχνει συνέχεια νέα θέματα, νέους προ­ βληματισμούς, τολμά το πείραμα. Έ τσι δημιουργεί και στο χώρο του


οδηγος/57 ιστορικού μυθιστορήματος («Τα τρία παιδιά»), αλλά και συνειδητο­ ποιώντας, ίσως, τις απόλυτα δικές συγγραφικές συντεταγμένες, στέκε­ ται περισσότερο στο είδος του με­ γάλου διηγήματος (ή σύντομου μυ­ θιστορήματος) όπου η γρήγορη εξιστόρηση γίνεται συγγραφικό στυλ. Αλλά το καθετί έχει δυο πλευρές. Έτσι το σύντομο, εκτός από τη ροή, διαθέτει και μια προχειρότη­ τα. Ο Ι.Δ.Ι. δείχνει ν ’ αδιαφορεί για την επεξεργασία της δομής. Η όποια ανάπτυξή της μοιάζει να τον κουράζει. Ίσως γ ι’ αυτό - όπως ει­ πώθηκε και πιο πάνω - το διήγημα να είναι και το είδος που πιο πολύ του ταιριάζει. Ό μ ω ς η τόλμη να ψάχνει για νέους τρόπους έκφρασης των ανη-

νά από την άδολη αγάπη, πέφτει στην εκμετάλλευση και επανέρχε­ ται στην αναγνώριση της προσωπι­ κότητας του άλλου και στο σεβα­ σμό της. Το ότι αυτή η προσωπικό­ τητα ανήκει σ’ ένα ζώο, δίνει στο βιβλίο και την πρωτοτυπία του, μα και το βάθος του. Για μια ακόμα φορά, η σατιρική διάθεση χαρακτηρίζει τη γραφή και με τη δική της βοήθεια προ­ σπαθούν να ερμηνευθούν ή κα­ ταγγελθούν και άλλα, σαφώς μι­ κρότερα, προβλήματα του καιρού μας. Ο συγγραφέας δεν εγκαταλεί­ πει την τάση του να σκύβει πάνω από την επικαιρότητα, το ίδιο όπως δεν αφήνεται σε αναίτιες πε­ ριγραφές, αλλά ούτε και ιδιαίτερα φροντίζει τη δομική υπόσταση.

συχιων του, ητάλΤ-λβτγΐκό να τον οδηγήσει και στο παραμύθι ή έστω, σε μια παραλλαγή του. Η «Ζαζά» είναι, έτσι, ένα κείμενο που κινεί­ ται ανάμεσα στο σύντομο μυθιστό­ ρημα και στο παραμύθι. Θέμα του, η σχέση ανθρώπου και ζώου. Αλλά το πλαίσιο της απλής παρουσίασης μιας φιλικής σχέσης, εδώ ξεπερνιέται. Η φιλία ενός άντρα μ’ έναν ελέφαντα αγγίζει κάποιους συμβο­ λισμούς ελευθερίας - ελευθερίας του σώματος και της ψυχής. Μα προχωρεί και σε χώρους οικολογι­ κών οντοτήτων. Τελικά, όλα αυτά μορφοποιούνται μέσα σε μια ιστορία που ξεκι­

Η «Ζαζά» είναι μια ακόμα προ­ σπάθεια διεύρυνσης των τρόπων έκφρασης, ενός συγγραφέα που δεν επαναπαύεται στο κατακτημένο κύρος του. Α π ’ αυτή τη σκοπιά και πέρα από τα αναμφισβήτητα προσόντα της - αξίζει να προσε­ χθεί. Το παραμύθι - και ο Ιωαννίδης δεν είναι ο μόνος που το εκ­ φράζει - προβάλλει την απαίτηση να υπάρξει μέσα σε νέες φόρμες. Α ξίζει να παρακολουθούμε αυτήν την προσπάθεια. Είναι σίγουρο πως έχει πολλά να μας δώσει.

Το

ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ

μ ε γ ά λ ο β ι β λ ι ο π ω λ ε ίο τ η ς Θ ε σ σ α λ ο ν ίκ η ς

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ _ _ _ _ _ GALLERY ■ A Mi l l ΕΚΔΟΣΕΙΣ

πλαίσιο ~

a

ΗΛΙΑ ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΥ: Οδη­ γό ς Πλεύσεως, εχδ. Ιανός, Θεσ­ σαλονίκη, 1986. Σελ. 61. Ο «Οδηγός πλεύσεως» γράφτηκε, όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας, μέσα σε τρεις νύχτες το Μάιο του 1981, ενώ «δεν “διεκδικεί” παρά μόνο ήρεμη ανάγνωση από εκείνους που ασυνείδητα ή μη, εναντιώνονται στο φασισμό του Χρόνου». Το σώμα του βιβλίου, 42 σελίδες κομψών σύντομων κειμένων, αποτελείται από τρυφερές στιγμές όσο και σαρκαστικά καίριες αιχμές για τον έρωτα, την πολιτική, την τρέλα, τη δημοσιογραφία και τη λύπη. Κοινός παρονομαστής σ’ όλα αυτά η αγάπη για τον άνθρωπο και την ελευθερία, το ανελέητο μεράκι για τον άλλον - έτσι όπως εκδηλώνεται στην υπεράσπιση της προσωπικής, αλλά και δημόσιας ανάγκης για ισονομία και (συνεπώς) ποίηση. Σημείο εκκίνησης, ο συγκεκριμένος νεοελληνικός χώρος, οι δομές και η ιδεολογία του, τα αμήχανα πάθη και οι ορατές εξαρτήσεις του: «Καμιά ξενόφερτη Εταιρία στην Ελλάδα δεν εργάστηκε αποκλειστικά για το καλό της πατρίδας μας, εκτός μιας: της Φιλικής» (σ. 15). Ταυτόχρονα, ο επιμελής αναγνώστης αντιλαμβάνεται την ώριμη σχέση του δημοσιογράφου Η.Κ. με τη γλώσσα και την ιδιαίτερη εκείνη λειτουργία που διακρίνει τη διαφορετικότητα του λογοτεχνικού τρόπου από τα άλλα είδη γλωσσικής επικοινωνίας, που συνωθούνται στο μεγάλο λεκτικό λαβύρινθο της τρέχουσας συναλλαγής. Απόδειξη τούτου το κείμενο της σ. 27, μικρό τεκμήριο της


58/οδηγος

η ποίηση ως όχημα του πόνου και ο ρόλος του αναγνώστη ΚΩΣΤΑ ΧΩΡΕΑΝΘΗ: Η Βερενί­ κη των ψιμυθίων. Ποίηση. Αθήνα, Ωρίων, 1986. Σελ. 49 + 1 πίνακας τον Τάχη Σιόέρη. «Αν υπάρχει κάποια διαφορά, αυτή βρίσκεται ανάμεσα στο κείμενο που θέλει να δημιουργήσει ένα νέο αναγνώστη και στο κείμενο το οποίο επιζητά να συναντήσει τις επιθυμίες των αναγνωστών που συναντά κανείς στο δρόμο».

Η έτσι δημιουργημένη παραλλα­ γή ωθείται κάθε φορά σ’ ένα και­ νούριο -πλην όμως επάλληλο- επί­ πεδο με νεότερα ρητορικά τεχνά-

Ονμπέρτο Έκο, Επιμύθιο στο Όνομα τον Ρόδον. Το ποιητικό κείμενο δεν προσφέρεται στον αναγνώστη ως ένα νοηματικό σύνολο με προκαθορισμένα αισθητικά αποτελέσματα ούτε η νοηματική του διάσταση γίνεται αντιληπτή αυτόματα από τον παραλήπτη· χρειάζεται μια πορεία πραγματολογικών διασα­ φηνίσεων, μελέτης των συμφραζόμενων, για να δρομολογήσουμε τις ερμηνευτικές εκδοχές, για να κατακτήσουμε και να αποκαλύψουμε τελικά το νοηματικό βάθος του κειμένου, ή καλύτερα, την ενότητα που στηρίζει την ύπαρξή του ως λογοτεχνήματος. Πε­ ρισσότερο, βεβαίως, αυτό ισχύει για τα μοντερνιστικά ή νεοτερικά κείμενα, τα οποία κατά κανόνα περικλείουν ένα μεγαλύτερο πο­ σοστό αναγνωστικών δυστροπιών στο βαθμό που η ερμητικότητά τους κάνει σκοτεινότερο τον αναγνωστικό ορίζοντα. Ωστόσο, αυτή η προσπάθεια εξόρυξης νοήματος από το λεκτικό λα­ βύρινθο διαθέτει μια ξεχωριστή γοητεία: αρχίζει κανείς να βρίσκει σταδιακά το δρόμο του προς την αλήθεια του κειμένου, ενώ ταυτοχρόνως απολαμβάνει αυτήν τη δια­ δικασία προς την εξάλειψη της α­ προσδιοριστίας (αυτό που ο Μπαρτ ονόμασε «γνωστική» και «γευστική» πλευρά του κειμένου). Στα είκοσι ποιήματα της καινού­ ριας συλλογής του Κώστα Χωρεάνθη, ο αναγνώστης οφείλει ν ’ ακο­ λουθήσει μια παρόμοια κατεύθυν­ ση. Κατ’ αρχήν η αρχιτεκτονική δο­ μή: η συλλογή χωρίζεται σε δύο ενότητες που περιλαμβάνουν τον ίδιο αριθμό ποιημάτων· η πρώτη έχει τον τίτλο «Αναδρομή» (δέκα άτιτλα ποιήματα) και η δεύτερη τον ομώνυμο τίτλο της συλλογής

(δέκα τιτλοφορημένα ποιήματα). Στο επίπεδο της γραφής, η γλώσ­ σα των ποιημάτων αποτελεί ένα διάλογο με παλαιότερες γλωσσικές περιόδους της γραμματείας μας· μια ματιά στις σημειώσεις στο τέ­ λος του βιβλίου μας πείθει για τα κείμενα με τα οποία συνδιαλέγεται ή σχολιάζει ο ποιητής, ενσωματώνοντάς τα έτσι στη δική του οπτική γωνία: Όμηρος, Σιμωνίδης, Τέρπανδρος, Πλάτωνας, χωρία και συμβολικές μορφές της χριστιανι­ κής παράδοσης. Η ενότητα των ποιημάτων της «Αναδρομής» αρθρώνεται με τον ίδιο τρόπο σ’ όλη την έκταση των δέκα ποιημάτων· ακόμα πιο συγκε­ κριμένα, το κάθε ποίημα (και γι’ αυτό υποθέτω σκοπίμως δεν έχουν τίτλο) αποτελεί μια περαιτέρω επε­ ξεργασία του ίδιου θεματικού πυ­ ρήνα.

Α πό την άλλη, όλο αυτό το λε­ κτικό σόμπαν καταγράφει με τη σειρά του τον σημασιολογικό άξο­ να της γραφής, την οξύτατη κριτι­ κή, ευθέως ή υπαινικτικά, σ’ έναν αποκαμωμένο κόσμο όπου «ο πυ­ ρετός περπατεί με χίλια κρύα ποδαράκια / στο δέρμα του κιτρινισμένου μέλλοντος», ενώ ο χρόνος και η ανθρώπινη Ιστορία εξαν­ τλούν το νόημά τους μόνον προς το μέρος του κέρδους και της υλι­ κής κατοχής. «Ά θ λιο ι τερασκόποι των ηχούντων αργυρίων πουγγιά τυφλά στη ζώνη του λιπα­ ρού κέρδους το μαστίγιο αλωνίζει στα σκοτάδια Προϋπόθεση όμως για μια παρό­ μοια εξέλιξη αποτελεί η μη συνειδητοποίηση του λαού, των απλών δηλαδή ανθρώπων, οι οποίοι παρ’ όλα αυτά βρίσκονται ανήμποροι ν ’ αντιδράσουν. «μια ολόκληρη ζωή κυνηγημένοι από τη νύχτα». «Τι ν ’ αφηγηθούμε στα πρόσωπα των απορημένων παιδιών / στα τε­ λευταία τινάγματα του αιώνα / αναλαμπές παρωχημένου καντη­ λιού στην κρεβατοκάμαρα / με τ’ άχρηστα βιβλία. / Αιώνας σφαιρωμένος όλεθρο Ά τλαντας σκοτεινός των / αστρικών του πεπρωμένων / αργυρίων αστραπές νύχτα σακατε­ μένη από ρομφαία / λαοί αλυσοδε­ μένοι σε λάκκο αποφοράς αλύτρω­ τοι Βερέκυντες / όπου η ματιά στε­


οδηγος/59 ρεύει στον τοίχο της ανάγκης / κι ο στοχασμός σε λυγαριά στυφίζει κα­ ταδίκης...». Και στη δεύτερη ενότητα, γινό­ μαστε μάρτυρες της ίδιας στρατηγι­ κής· ο ποιητής έχει τόσο απορροφηθεί από το θέμα του, που με συ­ νεχώς ανεβασμένο (θά ’λεγα υψη­ λό) τόνο συνεχίζει να σημειώνει, σχεδόν χωρίς ανάσα, τη διαμαρτυ­ ρία του. Σ’ αυτό τον βοηθά και η χρησιμοποίηση λόγιων ή αρχαίων λέξεων (κυρίως επιθέτων) οι οποίες με την ιδιότυπη λειτουργία τους μεταδίδουν στο ποίημα μιαν εξαιρετικής γοητείας ποιητική κυ­ ριολεξία. «Πίσω από τα παλιά βιβλία πε­ ριδιαβάζει ο αναμενόμενος τανηλεγής αδάκρυτος αρχέτυπος επίστροφος ιλασμών στην ανθισμέ­ νη πύλη των σωμάτων». Βασική θέση του ποιητή στο επί­ πεδο της σημασίας αποτελεί, όπως είπαμε, η αδιάπτωτη εναντίωση στο ζοφερό κόσμο του Κακού που ενσαρκώνεται στην ιδέα του Κέρ­ δους μέσα από τις ποικίλες ρητορι­ κές εκδοχές του· έτσι, διαβάζουμε για παράδειγμα «οι κλώνοι των πασπαλισμένων συμφερόντων», «συμφέροντα ευαγγελισμένα», «αλλόθροο κέρδος», «δόντια λευκά τροχισμένα στο συμφέρον», «προσωπιδοφόρο κέρδος» κ.λπ. Το ότι το αληθινό πρόσωπο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο έχει αλλοτριωθεί εξαιτίας της ανα ­ ζήτησης του κέδρους και της ολοέ­ να μεγαλύτερης διάθεσης για κατα­ νάλωση, δεν αποτελεί παρά μια πλαστογραφημένη πορεία- αφού αυτό που εμφανίζεται ως ικανό να ξεπεράσει την ένδεια, δηλ. ο πλού­ τος, είναι συνδεδεμένος όχι με την ελευθερία και την κουλτούρα της φαντασίας, αλλά με τον ανταγωνι­ σμό, την έλλειψη παιδείας, την ψυ­ χική κενότητα. Ο Μαρκούζε σε μια διάλεξή του πριν από είκοσι χρόνια, επέμενε προκαταβολικά πως οι καινούριες τεχνικές δυνατότητες θα μεταμορ­ φωθούν σε δυνατότητες καταπίε­ σης «αν δεν εμφανιστεί η ζωτική ανάγκη της χαράς, της ευτυχίας, κι αν αντικατασταθεί από την ανάγκη του κέρδους, μέσα σε μια ζωή στενεμένη υπερβολικά».1 Απέναντι, λοιπόν, σε τούτη τη δυ­ ναστική έρημο που μας περιβάλλει, ο Κώστας Χωρεάνθης φροντίζει να ακυρώσει την πίκρα μέσω της αντιπαράταξης μιας σειράς επιχειρημά­

των, ικανών να μετατρέψουν τη χλεύη του παρόντος σε δικαιοσύνη. Για το σκοπό αυτό επιστρατεύει από τη μια την ελληνική ιστορική παράδοση κι από την άλλη τη Φύ­ ση. Η προβολή του παραδείγματος της ιστορίας ως πράξης ποιητικής αντίστασης ταυτίζεται στο ποίημα «Ο στρατοκόπος της Ουτοπίας» με τον μαρτυρικό μητροπολίτη Λαρίσης -Τρίκκης Διονύσιο τον Β ', τον επονομαζόμενο και «σκυλόσοφο», ο οποίος βρήκε φρικτό θάνατο από το ν ; Τούρκους, αφού κίνησε εναν­ τίον τους δυο φορές την επανάστα­ ση, το 1600 και το 1611. «Αχυρένιε Δεσπότη στην ακουσμένη πολιτεία πετσί αδειασμένο από ζωή διαμελι­ σμένο μ’ ένα κουβάρι μπερδεμένο φως στον ώμο. Ο αγέρας αιωρείται με τα σακατε­ μένα σου άκρα τυλίγει τους νεκρούς υπόσχεται μιαν άλλη ζωή στο περιβόλι των μαρτύρων κι εκεί που ήταν αυτιά φυτρώνουν μαργαρίτες σ’ έτοιμο δρόμο τρώνε τ’ άδειο σου κεφάλι τα πουλιά λισγάρια και τσαπιά τσουγκράνες άφθονο αίμα...». Τέτοιας λειτουργίας αποτελεσματικότητα συναντάμε και στα ποιήματα «Οστρακοφορία» και στο ποίημα «Οι επτά π αίδες στην Έ φ ε­ σο ή η αιωνιότητα του βουνού», όπου τα συγκεκριμένα ιστορικά π ε­ ριστατικά, κάτω από μια ειδική επεξεργασία, ολοκληρώνουν μιαν ακόμα απάντηση στο «σκοτεινό καιρό». Οι πράξεις όμως ποιητικής αντίστασης δεν εξαντλούνται μόνο στο πεδίο της ιστορίας· πολύτιμος βοηθός σ’ αυτήν την προσπάθεια αποδυνάμωσης του ζόφου και του πανταχού παρόντος Κακού έρχεται ν α προστεθεί και η Φύση, η οποία είτε γίνεται μάρτυρας της βίας (όπως στο στίχο «άναρθρος ήχος επιδοκιμάζει το τεμαχισμένο δειλι­ νό»), είτε παρεμβαίνει, μέσω των ποικίλων μετωνυμικών εκφορών της, ως συμπαραστάτης για την επαναφορά της νέας ποιότητας, αναποδογυρίζοντας την άδικη τά­ ξη: «ηχεί η στιγμή μιας ευτυχίας στο σώμα της εσπέρας», «πηγή μιλητική σαν πεπρωμένο», «κατεβα­ σιά φωτός στο μάκρος της κολώνας», κι ακόμα οι στίχοι: «Φιλία καθημερινό ψωμί και μέλι ομηρικό / μ’ ένα τιμόνι ακουμπισμένο στο

συνάντησης μιας ποιητικής ευαισθησίας με τα θεωρούμενα ως δυσεπίλυτα προβλήματα των ιστορι(κ)ών της λογοτεχνίας μας: «Το αιώνιο ποιητικό πρόβλημα, η νίκη στο χρόνο, λύθηκε στη χώρα μας όταν ο ποιητής Νίκος Εγγονόπουλος συναντήθηκε με τον Εμπεδοκλή, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, το μαρκήσιο ντε-Σαντ, το Μότσαρτ και το Ρήγα Βελεστινλή σε ωραία ελληνική πόλη».

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΦΑΣ

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΩΣΤΟΥΡΟΥ: Αναπλιώτιχα και άλλα. Έκ­ δοση Δήμον Νανπλιέων. Ανάπλι, 1986. Σελ. 64. Η πυκνή και μελαγχολική γραφή του Θ .Κ ., δίνει στα διηγήματα του τόμου τον προσωπικό χαρακτήρα του δημιουργού, ο οποίος επιθυμεί να γράψει σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση, τα λαϊκά δρώμενα και τις καθημερινές εξάρσεις. Έ τσι, έγινε μια μικρή αλλά καίρια συλλογή από κείμενα, που αρχίζουν με τη λαμπρή ιστορία του τόπου και καταλήγουν σε αυτούσια βιώματα, που έχουν το ίδιο βάρος και διαθέτουν την ίδια ακτινοβολία. Τα «Αναπλιώτικα» γράφτηκαν από ένα συγγραφέα της περιφέρειας, που βρίσκεται εντελώς έξω απ’ τα λογοτεχνικά κυκλώματα και ίσως από τις νέες εμπειρίες της πεζογραφίας, γι’ αυτό διαθέτουν τη γοητεία της πρωτόλειας γεύσης και της ηθικής στάσης απέναντι στον αναγνώστη. Είναι κείμενα που αξίζει ν α διαβαστούν πάνω α π ’ όλα για την πρωτοτυπία και την αθωότητα που τα διακρίνει, κάνοντάς τα γνήσια αποτυπώματα της ζωής.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ


60/οδηγος κατώφλι / τους γλάρους ν ’ ανεμίζουν μες στις τρικυμίες του στή­ θους». Αυτό το ευτυχισμένο γεγονός της συνύπαρξης της Ιστορίας και της Φύσης, θα μπορούσε ν ’ αποδώσει θαυμάσιους καρπούς εάν βεβαίως γινόταν αντιληπτό έγκαιρα· διότι αυτό που τώρα φωλιάζει σε κάθε πτυχή του πραγματικού είναι το άδικο, ενώ η Βερενίκη, αυτή η θαμπή φωνή, είναι απλώς το συλ­ λογικό μας «όχημα του πόνου». Ό π ω ς και παραπάνω είπαμε, η συλλογή φιλοδοξεί -κα ι το κατα­ φέρνει- να στηρίξει την ανθρώπινη παρουσία επάνω στον ιστό της τραυματικής εποχής μας, εξορκίζοντας το Κακό και μνημονεύοντας ονόματα και σύμβολα της ικανής να αντισταθεί στην «κακότητα» ελ­ ληνικής παράδοσης· τούτο εξάλλου αποδεικνύει και η συνειδητή χρήση γλωσσικών τύπων από τον Ό μηρο ίσαμε τη σύγχρονη λαϊκή προφορι­ κή ομιλία και γραφή. Η προσωπική μου ένσταση αφο­ ρά μόνο στην υπερβολική προσκόλ­ ληση, κάποιες φορές, στους κανό­ νες του πτωτικού συστήματος της αρχαίας ελληνικής κι ακόμα στην άκομψη χρησιμοποίηση του επιθέ­ του σε περιπτώσεις, όπως π.χ. το «αλλοτριωμένο δειλινό» ή «του αλ­ λοτριωμένου ιδρώτα». Σε μια τέτοια απόδοση, τό «βά­ ρος» του σημαινόμενου (η μαρξικής καταγωγής κοινωνιολογική έν­ νοια της αλλοτρίωσης μ’ όλα τα

παρεπόμενά της), είναι πολύ μεγα­ λύτερο σε σύγκριση με εκείνο που προσπαθούμε ν α εκφράσουμε με το σημαίνον «δειλινό» ή «ιδρώτα», με αποτέλεσμα η φορμαλιστική μετα­ φορά που επιχειρείται να αποβαί­ νει τελικά εις βάρος της ποιητικότητας. Τα κείμενα, ωστόσο, που διαβάζουν οι αναγνώστες προσ­ λαμβάνονται διαφορετικά από δια­ φορετικούς αναγνώστες, κι αυτό γιατί πηγαίνουμε προς το κείμενο με ιδέες και με μια ευρύτερη κουλ­ τούρα που καταναλώνεται επί του κειμένου καί όχι φυσικά στα λευκά του διαστήματα. Έ τσι, ο μεν αναγνώστης στην πορεία της ανάγνωσης απολαμβά­ νει το γραπτό σώμα γεμίζοντάς το με τις επιθυμίες του ή, αν το θέλει, κάνοντας τις επιθυμίες του κειμέ­ νου δικές του, ο δε συγγραφέας έχει κερδίσει έναν ακροατή, έναν όμοιο ή έναν άλλο συγγραφέα που σκαλίζει το πρόσωπό του στις ρωγ­ μές του δικού του κειμένου, κι ακόμα παραπέρα, έχει κερδίσει ένα δύστροπο φίλο στις λογοτεχνι­ κές συμβάσεις της ανάγνωσης. Η με γνήσιο πάθος γραμμένη συλλογή του Κώστα Χωρεάνθη δε στρέφει τον ενδεχόμενο αναγνώστη στον άπειρο κόσμο του αποσπα­ σματικού, διαθέτει τον υψηλό λυ­ ρικό τόνο πολλών από τους καλύ­ τερους τεχνίτες της σημερινής ποιητικής παραγωγής, ενώ η γνώση και η φιλομάθειά του πλατύνουν τον ορίζοντα της ανάγνωσης με τις

πλούσιες παρεμβολές της ιστορίας, των ιδεών ή του μυθολογικού υλι­ κού· αυτό αποδεικνύει πως ο ποιη­ τής είναι ταυτόχρνα και καλός αναγνώστης και τελικά το κείμενο, που ο ίδιος σχεδίασε -έχοντας ίσως μια διαφορετική αντίληψη περί λο­ γοτεχνίας- για να περιγράψει «την ξένη μέρα στον κάμπο των ονεί­ ρων», δεν είναι άλλο από το πρό­ σωπό του. Αυτό το τελευταίο, με την έννοια ασφαλώς που δίνεται από τον Χ .Λ. Μπόρχες: «Κάποιος άνθρωπος βά­ ζει σκοπό της ζωής του να ζωγρα­ φίσει τον κόσμο. Χρόνια ολόκληρα γεμίζει μια επιφάνεια με επαρχίες, βασίλεια, βουνά, κόλπους, καρά­ βια, νησιά, ψάρια, σπίτια, εργα­ λεία, άστρα, άλογα και ανθρώ­ πους. Λίγο πριν πεθάνει, ανακαλύ­ πτει ότι αυτός ο υπομονετικός λα­ βύρινθος των γραμμών σχηματίζει την αυτοπροσωπογραφία του».2

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΦΑΣ *12 Σημειώσεις 1. Η διάλεξη έγινε στο Ελεύθερο Πανε­ πιστήμιο του Βερολίνου το 1967 με τον τίτλο «Το τέλος της Ουτοπίας». Στα ελληνικά κυκλοφόρησε σε μετά­ φραση Ζ. Σαρίκα μαζί με άλλα δοκί­ μια με τον ίδιο τίτλο από τις εκδόσεις Ύψιλον, το 1985 (σελ. 16). 2. Πρόκειται για το ποίημα «Επίλογος» από τον τόμο «Ο Δημιουργός». Με­ τάφραση Τάσου Δενέγρη - Δημήτρη Καλοκύρη, εκδόσεις Ύψιλον, Αθή­ να, 1985, σ. 83

Η διασκέδαση του Τραγικού ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ: Τα κοσμοκω­ μικά. Μετάφραση: Ανταίος Χρυσοστομίόης. Αθήνα, Αστάρτη, 1986. Σελ. 188.

Ο αφηγητής, σε πρώτο πρόσωπο, Κφβφκ καταθέτει τις εμπει­ ρίες του από γεννήσεως (σημερινού) κόσμου. Στην αρχή ήταν μια πρώτη ρευστή, επίπεδη ύλη και κατόπιν, εντελώς ξαφνικά, άρχισαν οι εκρήξεις. Ο χρόνος της δημιουργίας που διέρρευσε, καλύπτει δισεκατομμύρια έτη (φωτός ή ανθρώπινα, δεν έχει σημασία)· ενώ ο χώρος στον οποίο συμβαίνουν όλα αυτά, ως συνεπής προβολή του ατέρμονος χρόνου, είναι κι αυτός εξίσου ατέρμων, περίπου όλο το «τότε» και το σημερινό σύμπαν. Ο δε Κφβφκ (αυτο)ορίζεται ως η έννοια της αιώνιας ζωής με τη δια­ δοχική σειρά μορφών, άφαντος και πάντα μελλοντικός (πρβ. για να θυμηθούμε, Σοφοκλή Ηλέκτρα, μετάφραση Γιώργου Χειμωνά, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 1984, σελ. 45), που εκθέτει το παρελθόν από τη βέβαιη προοπτική του μέλλοντος ή με άλλα λόγια, όταν στέκεται στο παρελθόν, είναι βέβαιος για το τι θα συμβεί στο μέλλον αφού το έχει ήδη ξήσει.


οδηγος/61 Είναι χαρακτηριστικό ότι η μορ­ φή άλλοτε παρουσιάζεται σαφής (μαλάκιο, ψάρι ή δεινόσαυρος) και άλλοτε παραδίδεται σκοπίμως ακατονόμαστη. Στη δεύτερη περί­ πτωση υποβάλλονται ανθρωπομε­ τρικά μεγέθη που υπαγορεύουν κα­ ταστάσεις και ενέργειες του σήμε­ ρα. Η εξέλιξη της αφήγησης ακολου­ θεί αναδρομική πορεία και προδικάζεται από αξιώματα της (άστροή της) φυσικής, της κοσμογραφίας ή της γεωλογίας που προτάσσονται δίκην προλόγων. Εξάλλου, στα μα­ θηματικά (σαν την προβληματική που οδηγεί στην ερμηνεία της ύπαρξης του κόσμου;) παραπέμ­ πουν τα περισσότερα ονόματα-ήχοι των «προσώπων» - άλλοτε συμμε­ τρικά αμφίδρομος ή κατά παράτα­ ξη συνδυασμός συμφώνων (αλλά και συνδυασμός μεμονωμένων συμ­ φώνων), άλλοτε σήμανση με ρίζες ή δείχτες εν είδει αλγεβρικών τύπων, που δεν δηλώνουν(;) παρά την προ-ύπαρξη των δυναμικών στοι­ χείων και την εξέλιξή τους μέσα στη μετασχηματιστική πορεία του σύμπαντος (είναι αξιοσημείωτη η σχεδόν παντελής απουσία φωνηέν­ των). Καμιά φορά, εντούτοις, πα­ ρεμβαίνει ως κύριο όνομα κάποια λέξη δηλωτική κατάστασης (π.χ. Ά υ λ , σελ. 67) ή πράγματος (π.χ. Φτέρη, σελ. 124). Το βιβλίο αποτελείται από 12 διηγήματα με συνδετική έννοια τον Κφβφκ και τους ειδοποιούς επιμέρους τίτλους: 1. Η απόσταση της σελήνης, 2. Στο χάραμα της μέρας, 3. Έ να σημάδι στο διάστημα, 4. Τα πάντα σ’ ένα σημείο, 5. Χωρίς χρώματα, 6. Παιγνίδια χωρίς τέ­ λος, 7. Ο υδρόβιος προπάππος, 8. Βάζουμε στοίχημα; 9. Οι δεινόσαυ­ ροι, 10. Η μορφή του διαστήματος, 11. Τα έτη φωτός, 12. Η σπειροειδής γραμμή. Η διάταξη των διηγημάτων είναι τυχαία, με την έννοια ότι δεν δε­ σμεύεται από μια εννοιολογικά τε­ λεολογική διαδοχή στην εξέλιξη του κεντρικού μύθου. Έ τσι, το βι­ βλίο αρχίζει με την ποιητικότατη απομυθοποίηση της απόστασηςαπομάκρυνσης γης-σελήνης (1)· στη συνέχεια έχουμε τη δημιουργία και την περιστροφική κίνηση του γαλαξία μας (2,3,4)· ακολουθεί η εξέλιξη των ζωικών μορφών και των ιστορικών γεγονότων (5,6,7,8)· ύστερα παρεμβαίνει μια τρυφερή ιστορία μοναξιάς ενός επιζήσαντος δεινόσαυρου μετά την εξαφάνιση

του είδους (9)· επανερχόμαστε στην εξέλιξη των μορφών του δια­ στήματος (10)· παρακολουθούμε ένα μονόλογο πλήρους εγωκεντρι­ σμού με όλα τα συναισθήματα ενο­ χής, αλλά και αυτάρεσκης υπερο­ χής (11)' και καταλήγουμε στη συ­ νοπτική καταγραφή της εξέλιξης της ζωικής μορφής με μια σειρά πράξεων μέσα από τις οποίες το κάθε συγκεκριμένο εγώ καταλήγει στην αυτογνωσία του (12). Το ήθος του βιβλίου, που παρα­ πέμπει στα προηγούμενα: Κόμικς 1965 και Χ ρόνος μηδέν 1967, δεν αποτελεί παρά έναν έντονο προ­ βληματισμό για τη μοίρα του είναι. Το γεγονός ότι ο Κφβφκ όσο και τα άλλα «πρόσωπα» χρησιμοποιούν σημερινές, συχνά αγοραίες, εκφρά­ σεις ασχέτως στίγματος χρόνου ή ύλης, συντελεί στην άμεση μετάδο­ ση και ως εκ τούτου στη συνειδητοποίηση της τραγικής ουσίας του εί­ ναι. Η υλιστική θεωρία που κυ­ ριαρχεί, είναι σαφής. Εδώ όμως ακριβώς έγκειται η ανακούφιση· ότι οι μορφές εξελίσσονται· ότι τί­ ποτα δε χάνεται παρά υπάρχει πάντα ενδυνάμει· ότι επιτελείται αενάως μια νέα αρχή. Αυτό που λέμε ζωή, είναι εντέλει μια έννοια της φυσικής, τίποτα σκοτεινό ή άγνωστο, τα πάντα ερμηνεύονται με τη λογική της κυβερνητικής και της σημειολογίας. Τι να πούμε πια για κλασικούς συγγραφείς, καταντά κοινός τόπος. Εκείνο πάντως που έχει σημασία στο βιβλίο, είναι αυτή η συνεχής, δυναμική παρουσία της «ζωής», όπως ακριβώς ορίζεται από το άμεσα σύγχρονο λεκτικό που «χρη­ σιμοποιούν» ο Κφβφκ και οι όμοι­ οι του. Η τυπική παρέμβαση του συγγραφέα περιορίζεται σε επεξη­ γηματικούς όρους του τύπου, ανα­ φώνησε ή βεβαίωνε ή είπε ή έκανε ή επιβεβαίωσε ή διηγήθηκε ή θυμή­ θηκε ή αποσαφήνισε ή ρώτησε ο Κφβφκ ή ο γέρο(ς) Κφβφκ. Α πό την άλλη πλευρά, καταγρά­ φεται μια έντιμη απόπειρα για την κατάκτηση του αχανούς χρόνουχώρου, έτσι που τείνει να εξαφανισθεί (ή έστω, να ελαχιστοποιηθεί) η αίσθηση ερημιάς και ανασφά­ λειας μέσα στο απέραντο σύμπαν. Ο τίτλος υπονοεί αυτήν ακριβώς την τάση προς διασκέδαση του τραγικού που ενυπάρχει αυτονόητο στην ουσία του κόσμου. Η ελληνική μετάφραση του βι­ βλίου χαρακτηρίζεται ως πειστικό­ τατο τεκμήριο ειλικρινούς σεβα-

Ίταλο Καλβίνο


62/οδηγος σμού του κ. Ανταίου Χρυσοστομίδη για το έργο του Ίταλο Καλβίνο, στο βαθμό τουλάχιστον που η πα­ ραβολή των δύο κειμένων επιτρέ­ πει να διαπιστώσουμε. Το σημαντι­ κότερο είναι η απόδοση των διαλό­ γων του βιβλίου, καθώς και των

πινακίδων του διηγήματος «Τα έτη φωτός» (σελ. 155 και εξής), που αποτελεί στην ουσία ανάπλαση του πρωτότυπου κειμένου. Η αξία της μετάφρασης ελέγχεται και στην απόδοση της αφήγησης κατά παρά­ ταξη, με το εναλλασσόμενο καθη­

μερινό και επιστημονικό ύφος. Εντυπωσιακή είναι η μακέτα του εξωφύλλου που οφείλεται στον κ. Γιάννη Κώνστα, από πίνακα του Γιόζι Κούρι.

ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ

Παλιές εμπειρίες, σύγχρονα προβλήματα Α.Μ. ΑΝΔΡΕΑΔΗ: Ιστορία των Εθνικών Δανείων, α' εκό. 1904. Επανέκόοση Αθήνα, Καραβίας, 1986. Σελ. ιε '- 138-5. Ζητήματα που αφορούν την ευημερία της χώρας μας πολύ συ­ χνά καλύπτουν τις πρώτες σελίδες των εφημερίδων. Άλλωστε, τα περισσότερα έντυπα αφιερώνουν τουλάχιστον μία σελίδα τους για τα οικονομικά θέματα. Θα μπορούσε κανείς να συνο­ ψίσει τους τίτλους των άρθρων σε τρεις λέξεις: Κρίση, Τράπε­ ζες, Δάνεια. Α πό την εποχή της ανεξαρτησίας (1821) οι λέξεις αυτές ακολουθούν σαν άλλες Ερινύες την οικονομική πορεία της Ελλάδας. Οι λέξεις αυτές αφού εισέβαλαν στη νεοελληνική ζωή, την ακολού­ θησαν στην πτώχευση του 1893 και στην κρίση του μεσοπολέμου. Τα πρώτα δάνεια που σύναψε το ελλη­ νικό κράτος χρονολογούνται από την περίοδο 1824-1825. Ενώ για πολλά χρόνια ήταν παραμελημένη η έρευνα γύρω από το θέμα των δανείων, ήρθαν στο φως στοιχεία και συμπεράσματα από τον πατέρα της οικονομικής ιστορίας στην Ελ­ λάδα Α .Μ . Ανδρεάδη. Νομικός πρώτιστα, οικονομολό­ γος και τελικά ιστορικός της οικο­ νομίας, ο Α .Μ . Ανδρεάδης γεννή­ θηκε το 1876 και σπούδασε στην Αθήνα και το Παρίσι. Διετέλεσε καθηγητής της πολιτικής οικονο­ μίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ιστορία των δημοσίων οικονομι­ κών. Έδρασε επιστημονικά κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώΧάρη στον εκδότη Δ .Ν . Καραβία έχουμε πάλι στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων το Α ' μέρος από

την Ιστορία των Εθνικών Δανείων. Η ανατύπωση περιλαμβάνει τα δά­ νεια της ανεξαρτησίας και της Βαυαροκρατίας (1831-1864) και ένα πολύ χρήσιμο Ευρετήριο. Με απαράμιλλη γλαφυρότητα, ο συγ­ γραφέας εξηγεί πολύπλοκα οικο­ νομικά προβλήματα τα οποία περι­ πλέκονταν ακόμη περισσότερο από την αδυναμία της Ελλάδας να τα λύσει, οπότε οι ξένοι επενέβαιναν δυναμικά. Μέχρι σήμερα δεν υπάρ­ χει άλλη ολική εξιστόρηση των ελ­ ληνικών δανείων. Έ τσι, η εργασία του Α .Μ . Ανδρεάδη παραμένει αναντικατάστατη. Ο πατέρας της οικονομικής ιστο­ ρίας, όμως, δεν άργησε να βρει μι­ μητές στην σημερινή Ελλάδα. Μία από τις τελευταίες εκδόσεις της Εμπορικής Τράπεζας γράφτηκε από τον Κώστα Κωστή και αναφέρεται στην κρίση της δεκαετίας του 1930 και στις Ελληνικές Τράπεζες. Ο συγγραφέας έχοντας επίγνωση της δυσκολίας του εγχειρήματος, ήδη από τον πρόλογό του προσπα­ θεί να περιορίσει το θέμα του και

ΚΩΣΤΑ ΚΩΣΤΗ: Οι Τράπεζες και η Κρίση 1929-1932. Αθήνα, Εμπο­ ρική Τράπεζα, 1986. Σελ. 169.

να ξεκαθαρίσει ότι η μελέτη αποτε­ λεί περισσότερο μια δοκιμαστική ανασκαφή παρά μια εκτεταμένη έρευνα. Η έλλειψη αρχειακών πη­ γών ή η αδυναμία πρόσβασης σ’ αυτές καθιστούν το έργο αρκετά επίπονο. Ο Κ.Κ. επαναλαμβάνει μετριόφρονα την περιγραμματική περι­ γραφή του θέματος που εξετάζει, παρότι τελικά ακόμη και τα προ­ σωρινά του συμπεράσματα δεν υπολείπονται ενδιαφέροντος. Η μελέτη είναι τεκμηριωμένη στο μέ­ τρο του δυνατού. Η συγγγραφή εί­ ναι λιτή και το ύφος απλό και κα­ τανοητό. Το σημαντικότερο προ­ σόν του βιβλίου είναι ότι ο Κ.Κ. δεν περιορίζεται να εξετάσει το θέ­ μα του μέσα στα στενά ελληνικά όρια, αλλά το τοποθετεί μέσα στην παγκόσμια κρίση, δίνοντάς του την ανάλογη διάσταση. Στο μεσοπόλεμο άνθισε η πρώτη γενιά των Ελλήνων ιστορικών της οικονομίας. Έ πρεπε να φτάσουμε στην δεκαετία του 1980 για να δού­ με τις ανάλογες μελέτες να αυξά­ νουν. Αυτό ήταν μια επιτακτική ανάγκη, γιατί οι παλιότερες εμπει­ ρίες μπορεί να μας καθοδηγήσουν στη λύση των σύγχρονων προβλη­ μάτων μας. Άλλω στε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι εμπειρίες του πα­ ρελθόντος φωτίζουν τις αποφάσεις του μέλλοντος.

Δ.Ι. ΛΟΪΖΟΣ


ΔΚΛΤΙΟ βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. 170

9 Ιουνίου 1987

• Το Βιβλιογραφικό Δελτίο ονν-

τάσσεται με την πολύτιμη συνερ­ γασία τον βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του οποίον ευχαρι-

Επιμέλεια: Έφη

ληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα­

φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ­ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών

• Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνε­

ται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο­ γραφία. • Σι κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλφαβητικά οι έλ-

δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι• Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη­

ρότητα του Δελτίου, παρακαλ,ούνται οι εκδότες να μας στέλ­ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ­ δόσεις τους.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΓΕΝΙΚΑ

Ελληνικές εκδόσεις στην Αίγυπτο. Βιβλία-περιοδικάεφημερίδες. Α θήνα, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθη­ ναίων, 1987. Σελ. 80. ΠΑΠΑΔΟΠ ΟΥΛΟΣ ΘΩΜΑΣ. Ελληνική βιβλιογρα­ φία. (1466ci-1800). Τόμος Β'. Παράρτημα. Αθήναι, Ακαδημία Αθηνών, 1986. Σελ. 635. Δρχ. 3000 ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ ΧΑΡΗΣ-ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ Θ Α Ν Α ­ ΣΗΣ. Οδηγός παιδικού-νεανικού βιβλίου 1987. Τόμος 2ος. Αθήνα, Καστανιώτης, 1987. Σελ. 200. Δρχ. 400.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ/ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟ­ ΣΟΦΙΑΣ. Α ' Πανελλήνιο Συνέδριο. Ο Καρλ Μαρξ και η φιλοσοφία. Αθήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 394. Δρχ. 900. ΜΑΚΡΗΣ ΝΙΚΟΣ. Αμεσότητα και εξωτερικότητα. Αθήνα, Συντροφιά, 1987. Σελ. 141.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ

ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Μ. Ναυτικό Μουσείο Α ιγαίου. Μύκονος, 1987. Σελ. 121. Δρχ. 1900.

CANNON Α . Η σκιά του πεπρωμένου. Μετ. Δ . Κουτσούκης. Αθήνα, Space, 1987. Σελ. 170. Δρχ. 400.


64/δελτιο

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Το ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Φρόυντ και Ψυχα­ νάλυση. Μετ. Μιχάλης Μητσός. Αθήνα, Κουτσουμπός, 1987. Σελ. 233. Δρχ. 700.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ελλάδα- Τουρκία. Επιμ. Θ. Βερέμης - Γ. Τσιτσόπουλος. Αθήνα, Παπαζήσης, 1987. Σελ. 252. Δρχ. 700. Η Ελλάδα σε κρίση. Τόμοι A ' + Β'. Αθήνα, Ροές, 1987. Σελ. 313+323. Δρχ. 600+600. Η πρώτη ελληνική προεδρία στην Ερωπαϊκή κοινότη­ τα, (Ιούλιος - Δεκέμβριος 1983). Κείμενα. Αθήνα, Υπουργείο εξωτερικών, 1986. Σελ. 349. Δρχ. 2000. ΚΑΛΛΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Μ. Η αριστοτελική «μεσάτης» καί το «κέντρο». Αθήνα, 1987. Σελ. 169. Δρχ. 500. ΠΑ ΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Αντιδογματισμός και ιδεολογική καθαρότητα. Αθήνα, 1987. Σελ. 57. Δρχ. 200.

ΓΕΝΙΚΑ ΚΟΥΤΣΟΥΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Τα μυστήρια των Εσσαίων. Αθήνα, Καστανιώτης, 1987. Σελ. 233. Δρχ. 1000. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕ­ ΡΟΣ). Ορθοδοξία και ελληνικότητα. Αθήνα, Μήνυμα, 1987. Σελ. 216. Δρχ. 650.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΒΟΥΤΣΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ I. Προστασία της επιχειρήσεως. Β' έκδοση. Αθήναι, Καραμπερόπουλος, 1987. Σελ. 263. Δρχ. 1600.

ΣΕΦΕΡΟΥ ΜΑΡΙΑ. Θρίαμβος ή προδοσία; Α θήνα, Ό ψιμη Βροχή, 1986. Σελ. 200. Δρχ. 600.

ΣΚΟΥΝΤΖΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ Α. Οικονομικός προ­ γραμματισμός. Αθήνα,, Καραμπερόπουλος, 1987. Σελ. 318. Δρχ. 1800.

ALEGRO JOHN Μ. Οι άνθρωποι του Κουμράν και ο χριστιανικός μύθος. Μετ. Μάριος Βερέττας. Αθήνα, Δίβρης, 1986. Σελ. 298. Δρχ. 1000.

BUSCH KLAUS. Η κρίση των Ευρωπαϊκών Κοινοτή­ των. Μετ. Μυρτώ Βαλσαμίδου. Αθήνα, Ερατώ, 1986. Σελ. 287. Δρχ. 700.

DESEILLE PLACIDE (ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ). Το Ευαγγέλιο στην έρημο. Μετ. Νικόδημος Μπαρούσης (ιερομόναχος). Αθήνα, Τήνος, Σελ. 149. Δρχ. 450.

ΤΟΦΛΕΡ ΑΛΒΙΝ. Το κραχ. Μετ. Μ ανίνα Ζουμπουλάκη. Αθήνα, Κάκτος, 1987. Σελ. 163. Δρχ. 400.

ΔΙΚΑΙΟ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΡΑΥΛΟΣ-ΤΖΑΝΕΤΑΤΟΣ ΔΗΜ. Α . Εργατικό δί­ καιο και πολιτική. Α θήνα, Σάκκουλας, 1986. Σελ. 306. Δρχ. 100..

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΑΜΗΡΑ Α Ν ΝΑ . Για να γεράσουμε όλοι καλύτερα. Α θήναι, Ακαδημία Αθηνών, 1986. Σελ. 96. ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Στις ρίζες της κοινω­ νικής εμπειρίας. Αθήνα, Γνώση, 1987. Σελ. 93. Δρχ. 400.

ΕΚΠΑΙΛΕΥΣΗΠΑΙΛΑΓΩΓΙΚΗ

ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Συμβίωση και επικοι­ νωνία στην Ελλάδα. Α θήνα, Γνώση, 1987. Σελ. 209. Δρχ. 600.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΠΕΤΜΕΖΙΔΟΥ-ΤΣΟΥΛΟΥΒΗ ΜΑΡΙΑ. Κοινωνικές τάξεις και μηχανισμοί κοινωνικής αναπαραγωγής. Αθήνα, εξάντας, 1987. Σελ. 364. Δρχ. 1500.

ΚΟΝΤΟΔΗΜΑΣ ΔΗΜ. Εισαγωγή του παιδιού - κα­ νονικού / ειδικού - στα μαθηματικά. Αθήνα, Ράκουγας, 1986. Σελ. 292. Δρχ. 1000.


δελ τιο /6 5

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Παιδαγωγικό Συμ­ πόσιο. Προσχολική αγωγή και κατάρτιση νηπιαγωγών. Επιμ. Μαρία Ηλιου. Αθήνα, 1986. Σελ. 203.

ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ. Ενδυματολογία ,στο ελληνικό θέατρο. Αθήνα, Εμπορική Τράπεζα της Ελ­ λάδος, 1986. Σελ. 324. Δρχ. 7000.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ

ΟΙΚΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΔΡΑΓΩΝΑ ΘΑΛΕΙΑ. Γέννηση. Η γυναίκα μπροστά σε μια καινούργια ζωή. Αθήνα, Δωδώνη, 1987. Σελ. 259. Δρχ. 1600.

ΣΑΣΣΟΥΝ ΜΠΕΒΕΡΛΥ ΚΑΙ ΒΙΝΤΑΛ. Ομορφιά και υγεία. Μετ. Κλέλια Καταιβάτη. Αθήνα, Τηλορητής, 1987. Σελ. 393. Δρχ. 1100.

ΛΙΑΝΕΡΗΣ ΝΙΚΗΤΑΣ. Η καταγωγή και η εξέλιξη του ανθρώπου. Αθήνα, Καρδαμίτσας, 1987. Σελ. 103. Δρχ. 400.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΑ Α ΚΑ ΔΗΜ ΙΑ ΑΘΗΝΩΝ. Μεσαιωνικά και νέα ελληνι­ κά. Τόμος Β'. Α θήνα, 1986. Σελ. 361. Δρχ. 2500.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ i / i

ΤΕΧΝΕΣ

v i s ’l l s f tT Λ Π A Α Γ Ι A K A AA L U v H Φ ΙΛ ϋ Λ υ ΐ ΙΑ

ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΓΕΝΙΚΑ ΝΙΑΡΧΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ. Το ωραίον και το υψη­ λόν. Αισθηματική θεώρησις. Αθήναι, Καρδαμίτσας, 1986. Σελ. 149. Δρχ. 600.

ΒΛΑΧΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ. Ηροδότου ιστορίαι. Τόμος Α ' (Α-Β): Κλειώ - Ευτέρπη. Γ' έκδοση. Αθήνα, Παπαδήμας, 1987. Σελ. 229. PLUTARCHI. Moralia. Vol I. Teubner, Lipsiae. (Φωτομηχανική ανατύπωση). Αθήνα, Παπαδήμας, 1985.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

PLUTARCHI. Vitae parallelae. Vol I. Fasc. 1. Teub­ ner, Lipsiae. (Φωτομηχανική ανατύπωση). Αθήνα, Παπαδήμας, 1985. Σελ. 423.

ΛΕΩΝΙΔΟΠΟΥΛΟΥ - ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΡΕΑ. Πήλιο. Ελληνική παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Α θήνα, Μέλισ­ σα, 1987, Σελ. 88. Δρχ. 1200.

SOPHOCLIS. Tragoediae. Tom II. Teubner. Lipsiae. (Φωτομηχανική ανατύπωση). Αθήνα, Παπαδήμας, 1986. Σελ. 226.


66/δελτιο

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΓΚΟΡΚΙ ΜΑΞΙΜ. Η ζωή ενός άχρηστου ανθρώπου. Μετ. Νίκος Κυτόπουλος. Α θήνα, Ζαχαρόπουλος, 1987. Σελ. 298. Δρχ. 400.

ΠΟΙΗΣΗ

ΓΟΥΑΪΛΝΤ ΟΣΚΑΡ. Το φάντασμα του Κάντερβιλ. Η σφίγγα δίχως το αίνιγμα. Μετ. Γιώργος Σημηριώτης Γιώργος Μαλτέζος. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1987. Σελ. 141. Δρχ. 250.

ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ ΤΑΚΗΣ. Δέκα ποιήματα χης οργής και του χρέους μαζί με το δοξαστικό της ελευθερίας. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1986. Σελ. 27. ΙΑΚΩΒΙΔΗ Μ1ΜΗ Κ. Διαδρομή. Λεμεσός, 1987. Σελ. 49. ΙΑΚΩΒΙΔΗ ΜΙΜΗ Κ. Σύνθεση. Λεμεσός, 1987. Σελ. 61. ΚΑΠΕΡΝΑΡΟΣ ΤΑΣΟΣ. Ακελδαμιά. Αθήνα, Ηριδανός, 1987. Σελ. 55. ΚΟΥΡΣΗ ΜΑΡΙΑ. Πιστό αντίγραφο. Με μαλλιά. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1987. Σελ. 54. Δρχ. 200. ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΤΑΣΟΣ. Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα. Α θήνα, Κέδρος, 1987. Σελ. 76. Δρχ. 350. ΤΟΥΜ ΑΝΙΔΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ. Η ώρα του λιμανιού. Αθήνα, Πλέθρον, 1987. Σελ. 49. Δρχ. 200. ΕΛΙΟΤ, ΛΩΟΥΕΛ, ΟΥΪΤΜΑΝ, ΠΑΟΥΝΤ, ΦΡΟΣΤ. Μ ονόλογοι. Έμμετρες αποδόσεις και σχόλια Ροκ Παπαγγέλου. Αθήνα, Διογένης, 1987. Σελ. 53.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΓΚΡΙΝΤΖΟΣ ΣΠΥΡΟΣ. Των μειονοτήτων εύνοια. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Δωρικός, 1986. Σελ. 211. Δρχ. 600. ΚΑΒΡΟΥΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ Μ. Στη μινωϊκή Κρήτη το 1460 π.Χ . Ιστορικό μυθιστόρημα. Α θήνα, Σμυρνιωτάκης, 1987. Σελ. 171. Δρχ. 400. ΚΛΕΙΝΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ. Ντέρτια των ναυτικών μας. Διηγήματα. Πειραιάς, Σμυρνιωτάκης, 1987. Σελ. 192. Δρχ. 450. ΜΑΜΑΛΑΚΗ Ζ. Ανατολή! Ανατολή! Μυθιστόρημα. Αθήνα, Δωρικός. Σελ. 236. Δρχ. 650. ΜΑΥΡΕΛΗΣ ΣΑΚΙΣ. Costa Rizo. Μυθιστόρημα. Α θήνα, Σμυρνιωτάκης, 1987. Σελ. 665. Δρχ. 1380. ΠΟΛΙΤΑΡΧΗΣ Γ.Μ. Αφρική η έρημος. Αθήνα, Το Ελληνικό Βιβλίο, 1986. Σελ. 124. Δρχ. 400. ΧΡΥΣΟΥΛΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Σ. Οι σημειώσεις ενός αν­ θρώπου. Αθήνα, Κάγια, 1987. Σελ. 63. Δρχ. 240. Ιστορίες με πλάσματα από μέταλλο. Ανθολογία επι­ στημονικής φαντασίας. Εισ. - μετ. - σχολ. Γιώργος Μ παλάνος. Αθήνα, Πήγασος, 1987. Σελ. 302. Δρχ. 300. ΑΪΤΜΑΤΟΒ ΤΖΙΝΓΚΙΖ. Η μικρή μου λεύκα με το κόκκινο μαντίλι. Το μάτι της γκαμήλας. Μετ. Αντρέας Σαραντόπουλος. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1987. Σελ. 164. Δρχ. 250.

ΚΑΜΥ ΑΛΜΠΕΡ. Η πτώση. Μετ. Γιάννης Αγγέλου. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1987. Σελ. 136. Δρχ. 250. ΚΑΠΟΤΕ ΤΡΟΥΜΑΝ. Πρόγευμα στου Τίφανυ. Μετ. Γιώργος και Μανώλης Βάρσος. Α θήνα, Οδυσσέας. Σελ. 186. Δρχ. 300. ΚΑΡΠΕΝΤΙΕ ΑΛΕΧΟ. Η επί γης βασιλεία. Μετ. Γιάννης Χρυσοβέργης. Αθήνα, Νεφέλη, 1987. Σελ. 207. Δρχ. 500. ΛΑΝΤΛΑΜ ΡΟΜΠΕΡΤ. Το μωσαϊκό του Πάρσιφαλ. Μετ. Μανόλης Κορνήλιος. Αθήνα, Τερζόπουλος, 1986. Σελ. 751. Δρχ. 980. ΝΤΕΠΡΟΖ ΠΙΕΡ. Το κουνούπι Μετ. Ευδοκία Παπαγκίκα. Αθήνα, Aquarius, 1987. Σελ. 189. Δρχ. 500. ΝΤΥΡΑΣ ΜΑΡΓΚΕΡΙΤ. Φράγμα στον Ειρηνικό. Μυ­ θιστόρημα. Μετ. Ζωρζ Σαρή. Αθήνα, Κέδρος, 1985. Σελ. 285. Δρχ. 700. ΟΥΪΛΛΙΑΜΣ ΤΕΝΝΕΣΗ. Η ρωμαϊκή άνοιξη της Κας Στόουν. Μετ. Φώντας Κονδύλης. Α θήνα, Ζαχαρόπου­ λος, 1987. Σελ. 196. Δρχ. 350. ΟΥΛΡΙΤΣ ΚΟΡΝΕΛ. Η νύφη φορούσε μαύρα. Μετ. Μαΐστρου Κατερίνα. Αθήνα, Το κλειδί, 1987. Σελ. 257. Δρχ. 500. ΟΟΥΤΣ ΤΖΟΪΣ ΚΑΡΟΛ. Αδέσποτα παιδιά. Μετ. Αμαλία Τσακνιά. Αθήνα, Νεφέλη, 1987. Σελ. 231. Δρχ. 500. SVEVO ITALO. Η συνείδηση του Ζήνωνα. Μετ. Κούλα Καφετζή. Αθήνα, Εξάντας, 1987. Σελ. 484. Δρχ. 1500. ΣΕΔΙΜΟΒΙΤΣ ΜΕΖΑ. Ο Δερβίσης και ο θάνατος. Μετ. Λεωνίδας Χατζηπροδρομίδης. Αθήνα, Γνώση, 1986. Σελ. 455. Δρχ. 1200. ΣΝΙΤΣΛΕΡ ΑΡΤΟΥΡ. Ο νόστος του Καζανόβα. Μετ. Τζένη Ράδου. Αθήνα, Οδυσσέας, 1987. Σελ. 162. Δρχ. 250. ΣΤΗΒΕΝΣΟΝ ΡΟΜΠΕΡΤ ΛΙΟΥΙΣ. Η παράξενη υπό­ θεση του Δρος Τζέκυλ και Κου Χάιντ. Μετ. - σχολ. επιμ. Θόδωρος Καλοπίσης. Αθήνα, Αίολος, 1987. Σελ. 166. Δρχ. 450. JAMES P.D. Θύμα στη σκιά. Μετ. Έ φη Φρυδά. Αθή­ να , Ροές, 1986. Σελ. 270. Δρχ. 350. JUTE AN DR E. 8 μέρες στην Ουάσινγκτον. Μετ. Ελέ­ νη Ταμβάκη. Αθήνα, Φλώρος, 1986. Σελ. 223. Δρχ. 600. ΤΣΕΫΝΥ ΠΗΤΕΡ. Κάνε φύλλα, μωρό μου. Μετ. Ά ρ η ς Σφακιανάκης. Αθήνα, γράμματα, 1987. Σελ. 219. Δρχ. 600. ΧΟΥΑΪΤ ΕΝΤΜΟΥΝΤ. Ξεχνώντας την Έ λενα. Μετ. Γιώργος Μπαρουξής. Αθήνα, Aquarius, 1987. Σελ. 239. Δρχ. 550.


δελ τιο /6 7

ΜΕΛΕΤΕΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΚΛΕΙΤΟΣ. Ιστορία της νεώτερης κυ­ πριακής λογοτεχνίας. Λευκωσία, 1986. Σελ. 467. Δρχ. 350. ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗΣ Π .Δ . Ο νέος Ερωτόκριτος του Παντελή Πρεβελάκη. Αθήνα, Τροχαλία, 1987. Σελ. 46. Δρχ. 350.

ΔΟΚΙΜΙΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Κ.Ν. Εμείς και οι αρχαίοι. Μι­ κρό δοκίμιο. Αθήνα, «Νέα Παιδεία», 1987. Σελ. 78. Δρχ. 200.

ΘΕΑΤΡΟ ΕΡΓΑ ΜΑΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Η παρθένα. Αθήνα, Δωδώνη, 1987. Σελ. 120. Δρχ. 500. ΠΑΤΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Σκύλος. Α θήνα, Δωδώνη, 1987. Σελ. 76. Δρχ. 400.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΜΑΝΦΡΕΝΤ ΑΛΜΠΕΡ. Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος. Ιστορικό δοκίμιο. Μετ. Φ. Φωτίου. Αθήνα, Ράππας, 1986. Σελ. 156. Δρχ. 500.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ-ΚΥΡΙΤΣΗ ΣΟΦΙΑ. Γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού. Αθήνα, 1986, Σελ. 170. ΓΑΡΔΙΚΑΣ Κ.Δ. Σχίζοντας τα χαρτιά μου... Αθήνα, Φιλιππότης, 1987. Σελ. 191. Δρχ. 1000. GLILDEMIR UFUK. Αποκαλύψεις. Τούρκος δημο­ σιογράφος αποκαλύπτει. Μετ. Φραγκώ Καράογλαν. Αθήνα, Φλώρος, 1986. Σελ. 147. Δρχ. 500.


68/δελτιο του. Αθήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 91. Δρχ. 500.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ ΒΑΛΟΒΟΪ NT. - ΛΑΠΣΙΝΑ Ε. Πρόδρομοι και πρω­ τεργάτες. Μετ. Δημήτρης Τσουγκράνας. Αθήνα, Σύγ­ χρονη Εποχή, 1987. Σελ. 261. Δρχ. 500.

ΠΡΙΟΒΟΛΟΥ ΕΛΕΝΗ. Ο θείος Ορέστης. Αθήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 46. Δρχ. 400. ΡΑΒΑΝΗΣ - ΡΕΝΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Η ωραία Ελένη των γαϊδάρων. Α θήνα, Guteberg, 1987. Σελ. 198. Δρχ. 700. ΣΚΙΑΔΑΣ ΝΙΚΟΣ Ε. Δέκα μικροί ταξιδιώτες. Αθή­ να, Gutenberg, 1987. Σελ. 154. Δρχ. 700.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ Έ τσι άρχισε ο Εμφύλιος πόλεμος. Η τρομοκρατία με­ τά τη Βάρκιζα 1945-1947. Αθήνα, Γλάρος, 1987. Σελ. 395. Δρχ. 1200 ΑΓΡΙΑΝΤΩΝΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ. Οι απαρχές της εκβιομη­ χάνισης στην Ελλάδα τον 19ο αιώνα. Αθήνα, Ιστορικό Αρχείο /Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος, 1986. Σελ. 457. Δρχ. 900. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΚΗΣ Μ. - ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΑΟΣ Β. ΛΑΓΑΚΟΣ Ε. Το Κυπριακό 1950-1974. Μια ενδοσκό­ πηση. Αθήνα, Ελληνική Ευρωεκδοτική, 1987. Σέλ. 160. Δρχ. 700. MORAITINIS PIERRE A. La Grice telle qu’elle est. Α θήνα, Καραβίας, 1987. Σελ. 5 89+ ιγ'. Δρχ. 2000. D A SILVA JOSE GENTIL. L’ historicite de P enjance et de la jeunesse dans la production historique recente. A thines, 1986. Σελ. 118. Δρχ. 400.

ΣΚΙΑΔΑΣ ΝΙΚΟΣ Ε. Αχελώος. Β' έκδοση. Αθήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 145. Δρχ. 600. ΣΦΑΚΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΩ. Αόρατες φωνές. Αθή­ να, Σύγχρονη Εποχή, 1987. Σελ. 35. Δρχ. 400. ΒΕΡΝ ΙΟΥΛΙΟΣ. Ο γύρος του κόσμου σε ογδόντα μέ­ ρες. Μετ. Γιάννης Αγγέλου. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1987. Σελ. 397. Δρχ. 500. ΟΥΙΔΑ. Η πεντάμορφη θερμάστρα. Μετ. Α. Κουρτίδης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1987. Σελ. 38. Δρχ. 350.

ΘΕΑΤΡΟ ΜΠΑΡΤΖΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. Τα μυρμήγκια της ειρή­ νης. Παιδικό θέατρο. Αθήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 100. Δρχ. 500.

ΣΧΟΛΙΚΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΙΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Ε. Μετά τον Τσε και τον Αλιέντε. Πάτρα, Αχαϊκές Εκδόσεις, 1987. Σελ. 301. Δρχ. 1000.

ΠΑΙΔΙΚΑ

ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Ν. Λατινικά για το Λύκειο. Μέρος Β': Συντακτικό. Αθήνα, Πατάκης, 1987. Σελ. 359.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Δίμηνη επιθεώρηση της λε­ σβιακής τέχνης. Τεύχος 95-96. Δρχ. 300.

ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 346. Δρχ. 100. ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ ΤΗΣ ΑΡΝΑΙΑΣ. Φύλλο 86.

Αισώπου μύθοι. Διασκευή για παιδιά. Ελληνικά - αγ­ γλικά. Τόμοι A ' + Β'. Αθήνα, Κωστόπουλος, 1987. Σελ. 78 + 78 + 2 κασέτες. Δρχ. 4000. ΑΝΕΖΙΝΗ-ΛΕΡΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ. Ό τα ν χάθηκε ο κυρ-Μέντιος. Α θήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 58. Δρχ. 400. ΑΡΒΑΝΙΤΙΔΟΥ ΒΟΥΛΑ . Το τραγούδι της εξοχής, Α θήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1986. Σελ. 43. Δρχ. 450.

ΑΡΜΟΝΙΚΗ ΖΩΗ. Διμηνιαίο περιοδικό για αυτοθε­ ραπεία και αυτογνωσία. Τεύχος 22. Δρχ. 240. ΑΡΧΕΙΟΝ ΕΥΒΟΪΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ. Τόμος ΚΣΤ' 1984-85. ΓΥΝΑΙΚΑ. Το περιοδικό της σύγχρονης γυναίκας. Τεύχος 972. Δρχ. 200. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 65. Δρχ. 230.

ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ - ΠΑΠΑΖΗΣΗ ΖΩΗ. Έ να κα­ λοκαίρι γεμάτο κεραυνούς. Αθήνα, Gutenberg, 1987. Σελ. 88. Δρχ. 500.

ΔΕΛΤΙΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΩΝ ΔΩΝ. Τόμος 5ος. Δρχ. 1600.

ΣΠΟΥ­

ΠΑΠΑΚΟΥ-ΛΑΓΟΥ ΑΥΓΗ. Το δάσος και ο κόσμος

ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη Επιθεώρηση του Βιβλίου.

ΔΕΛΤΙΟ ΣΒΒΕ. Μηνιαία έκδοση. Τεύχος 3.


δελ τιο /6 9 Τεύχος 166. Δρχ. 250

εκπαιδευτικών θεμάτων. Τεύχος 8. Δρχ. 300.

Ε.Λ .Ι.Α . Περιοδική έκδοση της εταιρίας Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Α ρχείου. Τόμος Α ', 1986. Δρχ. 1000.

ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ. Τεύχος 30. Δρχ. 250. ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ. Τρίμηνη επιθεώρηση λόγου και τέχνης. Τεύχος 14. Δρχ. 250.

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΕΣΠΕΡΟ ΦΩΣ. Μηνιαία πνευ­ ματική επιθεώρηση ποικίλου προβληματισμού. Τεύχος 42-43.

ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Διμηνιαίο περιοδικό του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Ελλήνων. Τεύχος 14.

ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΗΛΕΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕ­ ΤΩΝ. Τόμος Δ ', 1985-1986. Δρχ. 2200.

ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας, Ελλάδας. Φύλλο 108. Δρχ. 50.

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Μηνιαίο πολιτικό και οικο­ νομικό περιοδικό. Τεύχος 123. Δρχ. 300. ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύ­ χος 185. Δρχ. 150. ΘΕΣΣΑΛΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ. Ετήσια πολιτιστική' έκδοση. Τόμος ΙΑ '. Δρχ. 500.

ΠΑΝΘΕΟΝ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχος 881. Δρχ. 180. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 96. Δρχ. 300. ΠΛΑΤΩΝ. Δελτίον της Εταιρείας Ελλήνων φιλολό­ γων. Τόμος 38, (Τεύχη 75/76). Δρχ. 1500.

ΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΦΥΛΟ. Περιοδική έκδοση της Γενι­ κής Γραμματείας Ισότητας των Δύο Φύλων. Τεύχος 5.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Τεύχος 33. Δρχ. 250.

ΚΑΜΕΡΑ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 7. Δρχ. 250.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμάτων και τεχνών. Φύλλο 126. Δρχ. 7.

ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΤΗΣ ΠΑΝΔΩΡΑΣ. Μηνιαίο μορφωτικό λογοτεχνικό περιοδικό, Τεύχος 17. Δρχ. 200.

ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό για συλλέκτες. Τεύχος 78. Δρχ. 100.

ΛΕΞΙΚΟΓΡΑΦΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ. Τόμος 16ος, 1986. Δρχ. 2000.

ΤΕΤΡΑΜΗΝΑ. Τεύχος 31-33. Δρχ. 300.

ΛΕΣΒΙΑΚΑ. Δελτίον της Εταιρείας Λεσβιακών Μελε­ τών. Τόμος ΙΑ'.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ. Ενημερωτικό δελτίο κοινωφελούς Ιδρύματος Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως. Τεύχος 1.

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ. Φύλλο 73. Δρχ.

ΤΟ ΤΡΑΜ /Ε ΝΑ ΟΧΗΜΑ. Δίμηνο λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό. Τεύχος 1. Δρχ. 300.

ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Διμηνιαία εφημερίδα ενημέρωσης. Φύλλο 25. Δρχ. 30.

ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ. Δίμηνη περιοδική έκδοση. Τεύχος 74. Δρχ. 300.

Ν ΕΑ ΠΑ ΙΔΕΙΑ . Κείμενα παιδευτικού προβληματι­ σμού. Τεύχος 41. Δρχ. 350.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ. Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ελ­ ληνικής Φιλοσοφίας. Τόμος 15-16. Δρχ. 2500.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ Π Α ΙΔΕ ΙΑ . Τρίμηνη έκδοση μελέτης

NUIT BLANCHE. L’ a c tu a ls du livre. No 27.

r

.

-------- =

U JK

----V

Στη σειρά «ΙΣΤΟ ΡΙΚΑ Μ ΥΘ ΙΣ ΤΟ ΡΗ Μ Α ΤΑ »

κυκλοφορούν^» Θ Ρ Η Ν Ο Σ (Γ ιάνν^™ ΰ>ω νή) ΓΡΑΙΚΟΙ (Γιάννηύ,πανδωνή) Π ΡΟ Σ ΑΓΝ Ω ΣΤΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ (Γιάννη Σπανδωνή) Ο ΕΤΡΟΥΣΚΟΣ <^ίκα Βάλταρι) Ο Π Ο Λ ΙΤΗ Σ Π Α ΙΗ Ν ^ίπουαρντ Φαστ) Η Μ ΑΣΚΑ ΤΟΥ Α Π Ο Λ Λ Ω Ν Α (Μαίρης Ραινώ) Ε κδόσεις Κ Α Λ Ε Τ Ι Η Κ ολοκοτρώ νη 15 - Ιοςίόρ οφ ος Τ ηλ.: 3234270 - 32317X1 \ ___________________105 62 Α Θ Η Ν Λ |___________________ ^


70/δελτιο

κριτικογραφία

8 Μ αίου 21 Μ αίου 1987

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρονσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμέ­ νες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα τον κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο. Υ πόμνημα ΚΡΙΤΙΚΟΙ : Α. Δελώνης Xfe: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χατζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίδης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΗΚ: Η. Κεφάλας ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΘΥ: Θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρονικάς ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος ΝΜ: Ν. Μπούτβας

ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΚ: Π. Κουνενάκη ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παιονίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος Τ θ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΧΝ: X. Ντουνιά ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π: Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΗ: Εξόρμηση ΕΙ: Εικόνες ΕΘ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδόμη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία

Εγκυκλοπαίδειες Εγκυκλοπαίδεια πληροφορικής και τεχνολογίας υπολογιστών. Τομ. Α' (ΛΑ, ΠΕ, 96)

ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη Ώρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία NT: Νέες Τομές ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης ΠΗ: Η Πρώτη Π θ: Πολιτικά Θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΠΣ: Περίπλους ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση Σ θ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική

Φράγκος Β.: Ελληνική φιλοσοφία του προσώπου (Γ. Μπαμιατζής, Δημοκρατικός Λόγος, 16/5). Οικονομία

Φιλοσοφία Βραΐλας - Αρμένης Λ.: Φιλοσοφικά έργα. Τομ. ΣΤ'. (Μ. Στράτης, ΠΣ, 12). Ρούσσος Ε.: «Ηράκλειτος. Περί φύσεως». (Φ.Ν. Μακρής, ΚΑ, 21/5).

Μπένος Θ. - Σαραντίδης Σ.: Αρχές οικονομικής επιστήμης* (ΠΑ, ΟΤ, 14/5). Νεγρεπόντη - Δεληβάνη Μ.: Η περιφερειακή ανάπτυξη στην Ελλάδα στα πλαίσια της ΕΟΚ. (Α.Δ. Παπαγιαννίδης, ΟΤ, 21/ 5)·


δ ελτιο/71 Κοινωνιο λογία Αρέντ X.: Η ανθρώπινη κατάσταση (Ν. Δεμερτζής, ΔΙ, 168). Κολοντάι Α.: Το γυναικείο ζήτημα (ΘΥ, ΕΙ, 13/5). Λεόνοφ Β.: Οι σημειώσεις του Α.Π. Κοβιάκιν (ΚΤ, Ε θ , 20/5). Πολιτική Λαντού Ζ.: Παντουρκισμός (Σ. Σαράκης, ΕΜ, 17/5). Λαογραφία Δαμιανάκος Σ.: Παράδοση ανταρσίας και λαϊκός πολιτισμός. (ΚΤ, ΚΘ, 13/5). Εκπαίδευση Δερβίσης Σ.Ν.: Μεθοδολογία της διδακτικής και ειδική μεθο­ δολογία της διδασκαλίας - μάθησης με σύγχρονα διδακτικά μοντέλα (Δ. Παυλάκου, ΑΥ, 17/5). Νακοπούλου Κ.: Με τα παιδιά του κόσμου (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Lombardi, F.: Οι παιδαγωγικές αντιλήψεις του Α. Γκράμσι (X. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 168). θ ετικές και εφαρμοσμένες επιστήμες Βενέρης Γ.: Πληροφορική επανάσταση (ΘΥ, ΕΙ, 13/5). (Γ. Μπαμιατζής, Δημοκρατικός Λόγος, 16/5). Μαρασλής Α.: Πολιτική υγείας (Κ.Π.Μ., ΔΣ, 65). Ντούσκος Π.: Η επιστημονικο-τεχνική πρόοδος στο σύγχρονο κόσμο. (Δ. Παυλάκου, ΑΥ, 10/5). Kohrer Ρ.: Οι πρωτεργάτες της επιστήμης (ΛΑ, ΠΕ, 96). Τέχνες Βοκοτόπουλος Π.: Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική εις την Δυτ. Στερεόν Ελλάδα και την Ήπειρο (Χ.Δ.Χ, Ναυπακτιακή, 25). Θεόφιλος: Ζωγραφικοί πίνακες (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 17/5). ΛΟΓΟ: Που λέει ο... ΛΟΓΟΣ (ΚΤ, ΕΘ, 20/5). Παπαστράτου Ν.: Χάρτινες Εικόνες (Τ. Μενδράκος, Επίκαι­ ρα, 21/5), (Ν. Ντόκας, ΕΛ, 10/5), (Μ. Χατζιδάκης - Α. Ξύδης, ΑΝ, 346). Τάτσης Τ.: Θέματα μουσικής μορφολογίας σε συνάρτηση με τη φυσική και τα μαθηματικά (ΚΤ, ΕΘ, 20/5). Τσέλιος Μ.: Στις γειτονιές του Στέλιου (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Γλώσσα Τσάτσος Κ.: Παιδεία και γλώσσα (Γ. Κότσιρας, Ευθύνη, 185). Κλασική Φιλολογία Σπυρόπουλος Η.Σ.: «Αριστοφάνους Ιππής». (Μ.Ζ. Κοπιδάκης, Βήμα, 17/5). Ποίηση Αντωνίου Σ.: Ο συγγραφέας φοβάται το θάνατο (Σ. Καρυδάκης, ΠΣ, 12). Βοβολίνη - Μασμανίδη Γ.: Η πηγή του χρυσού (Τ. Νατσούλης, Κουτί της Πανδώρας, 17). Γεωργούσης Γ.Ε.: Ημερολόγια απουσίας (ΚΤ, ΕΘ, 13/5). Γκιμοσούλης Κ.: Το στόμα κλέφτης (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Γραμματικού Μ.: Ιόνιο 90° ανατολικά (Η.Λ.Τ., ΔΣ, 65). Δαββέτας Ν.Γ.: Λευκή φούγκα (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Διαμαντή-Παπαϊωάννου Τ.: Φωνές στο χάος (Α. Ροδινός, Κουτί της Πανδώρας, 17). Ευστρατίου Α.: Χωρίς τεχνάσματα (Α. Ροδινός, Κουτί της Πανδώρας, 17). Ζαφειράτος Η.: Ποίηση (Δ. Νικορέτζος, ΚΑ, 23/4), (ΒΧ, ΑΥ, 9/12). Κακούτης Σ.: Τραγούδια στον ήλιο (ΔΣ, ΤΕ, 74).

Κοκκινάκης Σ.: Μαθητεία προσώπου (Ο.Μ.Δ., ΔΣ, 65). Κύρου Κ.: Τα πουλιά και η αφύπνιση (ΒΧ, ΑΥ, 19/5). Λαδάς Ν.: Αστροβατεί (Β.Ι. Λαζανάς, ΠΣ, 12), (Ε. Χωρεάνθη, ΔΙ, 168). Λειβαδίτης Τ.: Μικρό βιβλίο για μεγάλα όνειρα (Τ. Μενδρά­ κος, ΑΥ, 10/5) (ΚΤ, ΕΘ, 17/5), (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Μαρκόπουλος Γ.: Η ιστορία του ξένου και της λυπημένης (ΒΧ, ΑΥ, 12/5), (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Μεσεβρινός: Επιστροφή στη Μεσημβρία (Δ. Φλεμοτόμος, ΠΣ, 12). Μουστάκας Σ.: Ήταν τότε (Τ. Νατσούλης, Κουτί της Πανδώ­ ρας, 17). Παπαγεωργίου Κ.: Κάτω στον ύπνο (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Πασχάλη Ν.: Η φεγγοβολή των πεδιάδων (ΘΠ, ΕΣ, 22/5). Πατίλης Γ.: Αστροβατεί (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Παυλοπούλου Α.: Οικιακά (ΘΠ, ΕΣ, 15/5). Πέππας Π.: Η ακακία της Ανδρομάχης (X. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 168). Ράπτη-Τρύφωνα Α.: Ανίχνευση (Κ.Π.Μ., ΔΣ, 65). Ρέππας θ .: Το τίποτε των όλων (Τ. Νατσούλης, Κουτί της Πανδώρας, 17). Ρίτσος Γ.: Ανταποκρίσεις (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Ρώμας Δ.: Ποιήματα (Δ. Σέρρας, ΠΣ, 12). Σαλίγγαρος Σ.: Απελπισίας κραυγή (Κ. Βαλαβάνης, Κουτί της Πανδώρας, 17). Χιόνης Α.: Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη (ΚΣ, ΝΕ, 16/5). Πεζογραφία Βαμβακάς X.: Το νυχτοπούλι (Κ.Π.Μ., ΔΣ, 65) Γκρίτση-Μιλλιέξ Τ.: Χρονικό ενός εφιάλτη (X. Λουκάκου, ΜΙΑ, 13/5). Ζακόπουλος Ν.: «-2 Ώ ρα πλην δύο» (ΔΖ, ΤΕ, 74). Κακίσης Σ.: Οι καλές γυναίκες (Ο.Μ.Δ., ΔΣ, 65). Κοντομέρκου Β.: Ανάμεσα σε δυο πατρίδες (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Κοτζιάς Α.: Ιαγουάρος (ΒΧ, ΑΧ, 17/5). Κουμανταρέας Μ.: Η φανέλα με το εννιά (Β. Κάσσος, ΒΗΜΑ, 10/5). Κωνσταντίνου Σ.Ρ. Συμπορευόμενοι (Ε.Γ.Ρ, ΔΣ, 65). Μεγαπάνου Α.: Φιλαρέτης (Μ. Μεντζελοπούλου, ΔΙ, 168). Παπαδημητρίου Μ.: Ειρήνη (ΚΤ, ΕΘ, 13/5). Παπδιαμάντης Α.: Φτωχός άγιος (Κ.Π. Μιχαηλίδης, Ευθύνη, 185). Παπαδόπουλος Ν.: Ραχήλ Ναχμία (Κ. Βαλαβάνης, ΔΣ, 65). Ποταμιάνος Γ.: Αμαράνθεα (Σ. Σαράκης, ΕΜ, 10/5). Φακίνου Ε.: Η μεγάλη πράσινη (Κ, ΡΙ, 17/5). Φραγκόπουλος Μ.: Η πέτρα (X. Παπαγεωργίου, ΔΙ, 168). Αλιέντε I.: Του έρωτα και της σκιάς (A, ΡΙ, 17/5). Γουέστ Ν.: Άγριο Χόλιγουντ (ΚΤ, ΕΘ, 10/5). Κάφκα Φ.: Γράμματα στη Μίλενα (ΣΤ, ΕΛ, 14/5). Λασκό 2. Ένας ναρκοθετημένος κόσμος (ΘΥ, ΕΙ, 20/5). Μακ Κάλλοου Κ.: Τιμ (Γ. Μπαμιατζής, Δημοκρατικός Λόγος, 16/5). Ντύρενματ Φ.: Η υπόσχεση (ΚΤ, ΕΘ, 20/5). Ρενώ Μ.: Η Μάσκα του Απόλλωνα (ΚΤ, ΕΘ, 20/5). Μελέτες Αδάμος Τ.: Πνευματικές γνωριμίες (Φ. Κονδύλη, ΠΗ, 11/5). Διοματάρη Ο.: Ο ποιητής γράφει την ιστορία τού κόσμου (Ε.Ν. Μόσχος, ΚΑ, 21/5). Καλταμπάνος Ν.: Η νέα κριτική (Δ. Αγγελάτος, ΠΣ, 12). Λαζανάς Β.: Φιλολογικά μελετήματα. Τομ. Α'(Σ. Σαράκης, ΕΜ, 10/5). Σκούρα Ε.: Ο μύθος του Ριμπώ (Κ. Χωρεάνθης, ΔΙ, 168). Χρυσάνθης Κ.: Μελής Νικολαίδης (Κ.Π.Μ., ΔΣ, 65). Δοκίμια Γεροντικός Α.: Πνευματικός βίος (ΔΖ, ΤΕ, 74).


72/μικρες α γγελίες Γιανναράς X.: Finis Graeciae (Δ. Κακαβελάκης, Επίκαιρα, 21/

μικρές αγγελίας ΑΓΓΛΙΚΑ κατ’ οίκον από αγγλόφωνη καθηγήτρια, πτυχιούχο φιλολογίας, πε­ πειραμένη, Β .Α . Hons. Τηλ. 82.27.047.

5).

>

Μιχαηλίδης Κ.: Οικείωση και αλλοτρίωση (Γ. Μπαμιατζής, Δημοκρατικός Λόγος, 16/5). Μοναχός Μωυσής.: Η κοινωνία της ερήμου και η ερημία των πόλεων (Π. Λιαλιάτσης, ΚΑ, 14/5). Anziev D, κ.ά. Ψυχανάλυση και Ελληνική Κουλτούρα (ΛΑ, ΠΕ, 96). Παιδικά Αισώπου μύθοι (Τ. Ψαράκης, ΕΝΑ, 14/5). Γκέρτσου-Σαρρή Α.: Το λέγαν ξάστερο (Α. Δελώνης, ΔΙ, 168). Καλοπίσης Γ.Θ.: Με τα παιδιά στο φυσικό κόσμο (ΘΥ, ΕΙ, 13/5). Σακελλαρίου X.: Τα πρώτα του ποιήματα (ΘΥ, ΕΙ, 20/5). Τριβιζάς Ε.: Σειρά: Ιστορίες από το νησί των πυροτεχνημάτων (ZB, ΡΙ, 17/5). Ventura Ρ. - Ceserini G.P. Το ταξίδι του Λίβιγκστον (ΘΥ, ΕΙ, 13/5). θεατρικά έργα

Η ΚΙΒΩΤΟΣ, με βιβλία, δώρα, χαρτικά, σχολικά, κάρτες καί σφραγίδες, άρα­ ξε στά Πετράλωνα, στην Αγαθοδαίμονος 3 (Πλατεία Ηούς). Ελάτε στην «ΚΙΒΩΤΟ», στό σύγχρονο βιβλιοπωλείο, που... τα περιέχει όλα.★ ★ ★ ★ ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ Τάκη Μιχόπουλου α. «Τελευταίο Θεώρημα» β. «Υποταγοί». Δυναμική ενα­ ντίωση στην επιτήδευση. Εκδό­ σεις Πιτσιλός. Σοφοκλέους 4.

ΑΠΟ ΣΕΝΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ. Κυ­ κλοφορούν ΠΕΝΤΕ βιβλία της Φανής Γκούμα. Γραμμένα από την Αποκάλυψη του ΕΝΑ. 1) « 0 = 1 »

2) «Αντικρύζοντας η Ιδέα την Ύλη» 3) «Η Βιογραφία του θεαν­ θρώπου του Εαυτού Σου» 4) «Πανανθρώπινη Συγκέν­ τρωση» 5) <Νεο Μεταθανάτιο Φως στη Γη» Πληροφορίες: 64.48.039

Βαλέτας Κ.: Μαγιακόφσκι (ΔΖ, ΤΕ, 74). Στόφορος X.: Προμηθέας Σωτήρας (Ε.Γ.Ρ., ΔΣ, 65). Φορντ Τ.: Κρίμα που είναι πόρνη (ΘΥ, ΕΙ, 20/5). Ιστορία Αλεξανδράκης Μ., κ.ά.: Το κυπριακό 1950-1974 (Δ. Παπαναγιώτου, ΚΑ, 13/5). Αρχσντίδης Α.: Η Βενετοκρατία στη Δυτική Ελλάδα (16841699). (Χ.Δ.Χ., Ναυπακτιακή, 25). Ζαχαρίας Κ.: Ντοκουμέντο (Β. Γεωργίου, ΡΙ, 17/5). Ντόκος Κ.: Η Στερεά Ελλάς κατά τον Ενετοτουρκικό πόλεμο (1684-1699) (Χ.Δ.Χ, Ναυπακτιακή, 25). Σταυρινού Μ.: Η αγγλική πολιτική και το Κρητικό Ζήτημα (1839-1841). (Θ. Δετοράκης, ΚΑ, 21/5). Τοντόροφ Ν.: Η βαλκανική πόλη 15ος-19ος αιώνας (Ν.Α. Μπακουνάκης, ΚΑ, 14/5).

Βιογραφίες - Μαρτυρίες Ζωγράφου Μ.: Το άλμπουμ των αναμνήσεων (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Κοκκέβης Α.: Κρατούμενος στα τεθωρακισμένα (ΔΖ, ΤΕ, 74). Κοκοβλής Ν.: - Κοκοβλή Α.: ΕΣΣΔ (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Κρομμυδάς Κ.: Κοκκινιά (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Μανωλικάκης Γ.: Ε. Βενιζέλος (Α θ, ΗΜ, 9/5). Μαρνέλη - Λιτούλη Π.: Η πολιτεία κι ο δημιουργός της (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Πιστικίδης θ .: Πες μας παππού (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Στρούζα-Μαργαρίτη Σ.: Η κυρά της Σμύρνης (ΚΣ, ΝΕ, 9/5). Σταυροπούλου Ε.Λ.: Π. Πονάς (ΘΥ, ΕΙ, 20/5). Βάγκενμπαχ Κ.: Κάφκα (ΚΣ, ΤΑ, 14/5). Κορτές Φ.: Η κατάκτηση του Μεξικού (ΛΑ, ΠΕ, 96). Ταρκόφσκι Α.: Σμιλεύοντας το χρόνο (ΣΤ, ΕΛ, 14/5). (Κ. Τερξής, Κάμερα, 7). Α ρχαιολογία Λαζανάς Β.: Αρχαίοι 'Ελληνες επιγραμματοποιοί του Αιγαίου (Ε.Γ. Ρόζος, ΔΣ, 65). ' Ταξιδιωτικά Βασιλειάδης Δ.: ψηφίδες του νεοελληνικού μύθου (Α θ , ΗΜ, Περιοδικές εκδόσεις Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας. Τομ. Α '. (ΣΤ, ΕΛ, 14/5). Θέματα χώρου και Τεχνών (Γ. Τζιρτζιλάκης, ΑΝ, 346). Νέοι καιροί (Β.Π., Ακρόπολις, 9/5).


ΔΙΑΒΑΖίί Μην ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους: Μένη Κουμανταρέα (No 1)* Δημήτρη Χατζή (No 5-6) Γιώργο Ιωάννου (No 9)* Διονύση Σαδόόπουλο (No 10)* Γαβριήλ Πεντζίκη (No II)* Ιακωόο Καμπανέλλη (No 12) Νίκο Σδοριόνο (No 18) Μέντη Μποσταντζόγλου (No 19) Νίκο Πουλαντζά (No 27) Αλέξανδρο Κ οτζιά(Νο 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Ά λκη Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Νίκο Καρούζο (No 48) Κ. Θ. Δημαρά (No 53) Διδώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σπύρό Ααδραχά (No 61) Εμμανουήλ Κριαρά (No 62) Αλ. Φιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Πέτρο ΑμπατΝιγλου (No 67) Γιάννη Δ ου' ιζή (No 68) Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ (No 71) Αιλίκα Νάκου (No 72) Γιώργη Γιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δούκα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (No 77) Νάνο Βαλαωρίτη (No 79) Γιώργο Χειμωνά (No 80) Μαντιό Αραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαόούρη (No 85) Λοημάκη Πανσέληνο (No 88) Κιόοτα Μητρόπουλο (No 89) Αρ. Νικολαίδη (No 90)

Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντιόνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Νικηφόρο Βρεττάκο (No 97) Γιάννη Μανούσακα (No 99) Ανάστο Παπαπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μπουκουβάλα-Αναγνώστ'ου (No 100) Φίλιππο Δρακονταειδή (No 102) Νάσο Δετζώρτζη (No 104) (No 136) Τάσο Αθανασιάδη (No 105) Jean-Marie Drot (No 107) Λίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. ΓΙετσάλη-Διομήδη (No 109) Ιωάννη Κακριδή (No 110) Σπύρο Πλασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρόιτσιιότη (No 115) Θανάση Βαλτινό (Νυ 116) Γιάννη Δάλλα (No 117) Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου (No 118) Δημήτρη Τσαούση (No 119) Γιώργο Κατσίμπαλη (No 12!) Ιωάννα Καρατζαφέρη (No 122) Κώστα Μόντη (No 123) Παναγιώτη Π απαδούκα (No 124) Αλέκο Σακελλάριο (No 124) Μανόλη Ανδρόνικο (No 125) Γ. Θ. Βαφόπουλο (No 126) Ναταλί Σαρότ (No 129) Δημήτρη Μαρωνίτη (No 130) Δημήτρη Παπαδίτσα (No 133) Νίκο Χουλιαρά (No 137) Ελένη Βακαλό (No 139) Χρήστο Γιανναρά (No 144) Ουμπέρτο Έ κο (No 145) Νίκο Κάσδαγλη (No 146) Πέτρο Χάρη (No 161) Δήμητρα Πετρούλα (No 165) Γ:κντλΐ|0η.


Α ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γ εννάδ ιον 3 - τηλ. 36.02.007

Β ι β λ ί α γι α τ ο κ α λ ο κ α ί ρ ι 1. 2. 3. 4.

Μήτσος Αλεξανδρόπουλος Η ένατη πληγή Πέτρος Αμπατζόγλου Τι θέλει η κυρία Φρήμαν Αλκή Ζέη Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα Μίκης Θεοδωράκης Οι δρόμοι του Αρχάγγελου 2 ΤΟΜΟΙ 5. Μήτσος Κασόλας Το σάπιο νερό 6. Αλέξανδρος Κοτζιός Ιαγουάρος

7. 8. 9. 10. 11. 12. 13. 14.

Μένης Κουμανταρέας Η φανέλα με το εννιά Κωστούλα Μητροπούλου Διαδρομή 35 και κάτι Προκόπης Πανταζής Στο καρτέρι Μαρία Παπαδημητρίου Ειρήνη Δήμητρα Πέτρουλα «Πού ’ναι η μάνα σου μωρή;» Γιώργος Συμπάρδης Μέντιουμ Αντρέας Φραγκιάς Το πλήθος, 2 ΤΟΜΟΙ Δημήτρης Χριστοδούλου Το νησί


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.