ΜΥΘΟΣ
Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ο
Υ Ν
ΧΡΗΣΙΜΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΤΣ ΦΙΔΟΛΟΓΟΤΣ ΑΔΑΜΟΣΤΑΚΗΣ Η λογοτεχνική μας κληρονομιά Τόμος Α': Πεζογράφοι Τόμος Β': Ποιητές Πνευματικές γνωριμίες
ΜΕΡΑΚΛΗΣ Μ. Γ. Τέσσερα δοκίμια για τον Κ. Π. Καβάφη Προσεγγίσεις στην ελληνική πεζογραφία (Ο αστικός χώρος)
ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ ΠΑΓΚΟΣ Ο γυρισμός του Οδυσσέα κι ο νόστος της ποίησης στην πολιτεία ΑΡΓΤΡΙΟΤ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Δεκαεπτά κείμενα για τον Γ. Σεφέρη
ΣΚΙΑΔΑΣ ΑΡΙΣΤΟΞΕΝΟΣ Μικρογραφίες
ΔΑΛΚΟΤ ΓΕΩΡΠΑ Κωνσταντίνος Γεωργίου Καρυωτάκης, δημόσιος υπάλληλος εξ Αθηνών, μετατεθείς εις Πρέβεζαν εσχάτως
ΤΡΙΑΝΤΑΦΤΛΛΟΠΟΤΛΟΣ Δ. Ν. Μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου (Φιλολογικά στον Παπαδιαμάντη) τ ς α κ ν ια ς ς π τ ρ ο ς
ΚΑΡΒΕΛΗΣ ΤΑΚΗΣ Δεύτερη ανάγνωση
Δακτυλικά αποτυπώματα (Κριτητά κείμενα)
ΚΟΤΣΟΤΛΑΣ ΛΟΤΚΑΣ Μετά τα φιλολογικά ΚΡ1ΑΡΑΣ ΕΜΜΑΝΟΤΗΛ Πρόσωπα και θέματα από την ιστορία του δημοτικισμού
ΛΕΚΑΤΣΑΣ ΠΑΝΑΓΗΣ Η μητριαρχία και η σύγκρουσή της με την ελληνική πατριαρχία ΜΑΡΑΣ ΣΤΑΘΗΣ ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Ιδεολογία και ποίηση ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ: Τέχνη και μεταφυσική
ΕΚ ΔΟ Σ ΕΙ Σ
ΠΙΕΡΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ Χώρος, φως και λόγος στην ποίηση του Κ. Καβάφη ΡΑΤΤΟΠΟΤΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Τέχνη και εξουσία Κρίσιμη λογοτεχνία
ΔΑΛΛΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Τα βήματα του Χρόνου
ΛΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ ΔΕΣΠΟΙΝΑ Στο καλειδοσκόπιο του Γιώργου Χειμωνά
ΜΗΛΙΩΝΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Υποθέσεις (Κριτητά κείρενα)
ΜΠΑΡΤ Ρ„ ΣΤΑΪΝΕΡ ΤΖ„ ΠΤΤΟΡ Μ., ΛΟΤΖ NT., ΟϊίΛΣΟΝ Ρ. κ.ά. Δοκίμια για τη λογοτεχνία και την κριτική (Ειηλογή-μετάφραση: Σπάρος Τσακνιάς) ΠΑΩΡΙΤΗΣ ΜΑΡΙΟΣ Τέχνη, γλώσσα και εξουσία (Εννιά επίκαιρα σχόλια γύρω σε τρία ατέρμονα θέματα) ΣΕΦΕΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ Αλληλογραφία (1931-1960) (Φιλολογητή επιμέλεια: Φώτης Αημητρακόπουλος) ΣΕΦΕΡΗΣ ΠΩΡΓΟΣ Το βυσστνί τετράδιο. Ανεμολόγιο - λέξεις - βότανα και ορθογραφικά (Παρουσίαση - σχόλια σημειώσεις: Φώτης Αημητρακόπουλος)
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Η σ ύ γ χ ρ ο ν η εκ δ ο τικ ή π α ρ ο υσ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γρ ά μ μ α τα Ζ . Π η γ ή ς 3, 106 78 Α θ ή ν α . Τ η λ . 3 6 0 .3 2 .3 4 - 3 6 .0 1 .3 3 1
Κ
Ϊ
Κ
Λ
Ο
Φ
Ο
Ρ
Ο
ΐ
Ν
ΧΡΗΣΙΜΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΤΣΗ ΤΟΤ ΠΑΙΔΙΟΤ ΒΙΝΝΙΚΟΤ ΝΤΟΝΑΛΝΤ Το παιδί, η οικογένεια και ο εξωτερικός του κόσμος Το παιδί, το παιχνίδι και η πραγματικότητα ΕΡΙΚΣΟΝ ΕΡΙΚ Η παιδική ηλικία και η κοινωνία ΚΟΤΠΕΡ ΝΤΑΙΗΒΙΝΤ Η γραμματική της ζωής ΛΑΙΝΓΚ ΡΟΝΑΛΝΤ Η πολιτική της οικογένειας ΛΑΚΑΝ ΖΑΚ Η οικογένεια (Τα οικογενειακά συμπλέγματα στπ διαμόρφωση του ατόμου)
ΚΑΛΟΤΡΗ-ΑΝΤΩΝΟΠΟϊΛΟΤ Ρ. - ΚΑΣΣΑΡΗΣ X. Το μουσείο μέσο Τέχνης και Αγωγής ΚΟΤΜΠΕ ΦΕΛΙΞ ΦΟΝ Επιστήμη της αγωγής ΜΠΑΑΚΕ ΝΤΓΓΕΡ Το παιδί από 6-12 ετών - Τόμος Α' Το παιδί από 13-18 ετών - Τόμος Β' ΜΠΡΕΓΚΙΕ ΖΑΝ ΚΛΩΝΤ Ελεύθερες συζητήσεις με τον Ζαν Πιαζέ ΝΗΛ Α. Σ. ΣΑΜΕΡΧΙΛ: Το ελεύθερο σχολείο
ΝΤΙΚΕΝΣ, ΧΕΝΡΤ, ΧΟΑΤ, ΛΑΓΚΙΓΙΟΜΙ κ.ά. Η ιδεολογία της εκπαίδευσης κι η μάθηση ΜΑΔΙΑΝΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ της ελευθερίας (Σύνταξη-ειααγωγά-αχόλια: Ν. Μ πάλάς) ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΠΙΛΑΒΙΟΣ ΝΙΚΟΣ Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχιατρική Τόμος Α' Τώρα που τα παιδιά κοιμούνται Κοινοτική Ψυχιατρική και κοινοτική τμιχική υγιεινή Τόμος Β' - Τεύχος Α' ΠΟΑΤΧΡΟΝΟΠΟΤΛΟΣ ΠΑΝΟΣ Παιδεία και πολιτική στην Ελλάδα ΠΙΑΖΕ ΖΑΝ (Κριτική ανάλυση και αξιολόγηση των ιδεολογητών και Η ψυχολογία της νοημοσύνης γνωστικών λειτουργιώ ν του σχολικού συστήματος, 1950-1975) ΤΣΙΑΝΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ - ΜΑΝΩΛΟΠΟΤΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ (Επιμέλεια) Τόμος Α', Τόμος Β' ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΙΔΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΦΕΝΤ ΧΕΛΜΟΪΤ Ανάπτυξη Τόμος Α1 Κοινωνική ένταξη και εκπαίδευση Προσεγγίσεις στην ταξινόμηση και διάγνωση Τόμος Α2 Ψυχοκοινωνικά θέματα Τόμος A3 Ψυχοπαθολογία Τόμος Β1 Ψυχοπαθολογία Τόμος Β2 Θεραπευτικές προσεγγίσεις Τόμος Γ' ΓΚΟΤΝΤΜΑΝ ΠΩΛ Υποχρεωτική δυσεκπαίδευση (Κριτική της κατεστημένης παιδείας)
ΕΚ ΔΟ Σ ΕΙ Σ
ΧΕΝΕΚΑ ΧΑΝΣ ΠΕΤΕΡ Βασική κατεύθυνση της Κοινωνιολογίας της Παιδείας ΧΟΛΤ.ΤΖΩΝ Πέρα από το Σάμερχιλ (Η εναλλαγή της ελευθερίας) Το σχολείο-φυλακή και η ελεύθερη μάθηση Οι ανάγκες και τα δικαιώματα των παιδιών (Απόδραση από την παιδική ηλικία)
ΚΑΣΤΑΝΙ ΩΤΗ
H σ ύ γ χ ρ ο ν η εκ δ ο τικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γρ ά μ μ α τα Ζ . Π η γ ή ς 3, 106 78 Α 8 ή ν α . Τ η λ . 3 6 0 .3 2 .3 4 - 3 6 .0 1 .3 3 1
Κ
Ύ Κ Α Ο Φ Ο Ρ Ο Τ Ν
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΤΤΙΚΩΝ ΒΡΕΤΤΟΣ Σ. - ΒΡΕΤΤΟΤ-ΚΟΨΙΔΑ Π. θέματα Εκθέσεων σύγχρονου προβληματισμού
ΝΤΖΟΤΦΡΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ Τα τραγούδια μας Ανδολογία (Δημοπκοό-Γυμνασίου)
ΓΕΩΡΓΟΤΔΗΣ ΣΤΡΑΤΟΣ - ΡΑΒΑΝΗΣ ΚΩΣΤΑΣ θέματα Φυσικής - Epyo-Ενέργεια - Ορμή-Κρούση για τους υποψήφιους 1ης και 2ης Δέσμης
ΑΓΓΕΛΟΠΟΤΛΟΤ ΒΙΤΩ - ΒΑΛΑΣΗ ΖΩΗ Διαλέγουμε βιβλία για παιδιά
>^Pk
ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΤΑΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ Θέματα παιδικής λογοτεχνίας (Ανιχνεύσεις)
ijP k
ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ - ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΟΛΦΕΤΑΣ ΣΠΤΡΟΣ θέματα Βιολογίας για τους υποψήφιους 2ης Δέσμης
ΠΕΤΡΟΒΙΤΣ-ΑΝΔΡΟΤΤΣΟΠΟΐΛΟΤ ΛΟΤΗ Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - ΜΠΟΤΟΝ ΜΑΡΚΟΣ -
oPk
ΣΤΡΙΩΤΗΣ ΘΩΜΑΣ - ΚΑΛΟΤΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Προβλήματα Ανόργανης Χημείας για την Α' και Β' Λυκείου
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ ΧΑΡΗΣ - ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου - 1986 Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου -1987
oPk ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - ΜΠΟΤΟΝ ΜΑΡΚΟΣ θέματα Οργανικής Χημείας για τους υποψήφιους 1ης και 2ης Δέσμης
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ ΧΑΡΗΣ - ΜΠΑΡΤΖΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου -1988
ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Χημικές αναδράσεις. Για μαθητές Α'-Β' Λυκείου και τους υποψήφιους 1ης και 2ης Δέσμης
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ ΧΑΡΗΣ Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας - Τόμος Α' Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας - Τόμος Β' Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας - Τόμος Γ'
jP k Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΠΑΙΔΙ Εισηγήσεις στο Β' Σεμινάριο του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, Καρδίτσα 15 και 16 Νοεμβρίου 1986
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ
Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου -1989
ΚΤΒΙΛΛΙΕ A. - ΚΑΖΝΕΒ Ζ. - ΜΠΑΛ ΦΡ. Βασικά θέματα της Κοινωνιολογίας και κοινωνιολογικό λεξικό
ΚΑ ΣΤ ΑΝ ΙΩ ΤΗ
Η σ ύ γ χ ρ ο ν η εκ δ ο τικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γρ ά μ μ α τα Ζ . Π η γ ή ς 3, 106 7 8 Α θ ή ν α . Τ η λ . 3 6 0 .3 2 .3 4 - 3 6 .0 1 .3 3 1
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΔΟΥΣΑ
Η σειρά Μέδουσα Λογοτεχνία παρουσιάζει: ---------------- W
--------------—
ΓΕΝΣ Π. ΠΑΚΟΜΠΣΕΝ
ΝΙΑΣ ΛΥΝ
ΣΟΑΩΝΟΣ114, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 3645822
M ^ i lit«l ^ i U i fTl\*JI*i l 7i1klf«T ^ τατιάνα Τολστόϊ, Τό ποτάμι Όκκερβίλ, μετάφρ. Αλέξης Πόρνης · Όκτάβ Μιρμπώ, Ό κήπος των μαρτυρίων, μετάφρ. Αλίνα Πασχαλίδη · Αλφόνσου Δωδέ, Ταρταρίνος ό έκ Ταρασκώνος, μετάφρ. ΑλέξανδροςΠαπαδιαμάντης · καμίλο Μπόϊτο, Αίσθημα (Senso), μετάφρ. Στέλλα Θεοδωροπούλου · Τέοντορ Φοντάνε, Έφη Μπρίστ, με τάφρ. Αγγελος Παρθένας · ΜαργκαρετΑτγουντ, Ή ιστορία τής πορφυρής δούλης, μετάφρ. Παύλος Μάτεσις · Τόμας Μπέρνχαρτ, Ό άνημιός τοΰ Βιτγκενστάιν, μετάφρ. Δημήτρης Βάρσος.
ΝΕΕΣ ΕΚΔΟ ΣΕΙΣ Α Π Ο ΤΟ Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, Ή Θεία Ευ τυχία · Πλάτων Ροδοκανάκης, Τό φλο γισμένο ράσο · Εϋα Βλάμη, Τά όνειρα τής Άγγέλικας · Ισμήνη Καπάνταη, Ε πτά φορές τό δακτυλίδι · Βασ. Κων σταντίνου, Λίζα: Επικό μυθιστόρημα.
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟΝ ΤΗΣ
ΕΣΤΙΑΣ»
Κ Ι Ζ Ϊ Ξ Ε Β Κ. καλλιατάκη - Μερτικοπούλου, Ελληνικός αλυ τρωτισμός καί οθωμανικές μεταρρυθμίσεις. Ή περίπτωση τής Κρήτης: 1868 - 1877.
κώστας Αξελός, Ανοιχτή Συστηματική, μετάφρ. Νίκος Φωκάς · Μ. Μερλώ - ποντύ, Ή πρόζα τοΰ κό σμου, μετάφρ. Φώτης Καλλίας καί Μαρία Καλλία · Φρανσουάζ Ντολτό, Σεμινάριο μυχανάλυσης παιδιών (Α τόμος), μετάφρ. Ελισάβετ Κούκη · Ό Μάρτιν χάϊντεγκερ γιά τήν σχέση του μέ τό ναζισμό, μετάφρ. καί σχόλιο κώστας Γεμενετζής
ΜM M I Μ Αισχύλου, Όρέστεια, κείμενο και μετάφρ. Κ.Χ. Μύρης (Κώστας Γεωργουσόπουλος) · I. Θ. κακριδής, Ή σκηνική τέχνη των αρχαίων Ελλήνων.
Μ ΛIΙΑ =1I ΆIΛI Γιάννης παηακώστας, 0 Φώτης Φωτιάδης καί τό Αδερφάτο τής Εθνικής Γλώσσας · Mario vitti. Φθορά καί Λόνος: Εισαγωγή στήν ποίηση τού Γιώργου Σεφέρη (νέα έκδοση αναθεωρημένη) · Αγγελος Σικελιανός, Ανέκδοτα ποιήματα καί πεζά (φι λολογική έπιμέλεια, σχόλια, μελέτη τής Β. Τσαρλαμπα - κακλαμάνη) · Τώνης Σπητέρης, ΕΙ Greco Ό ζωγράφος καί ή έποχή του · Συλλογικό έργο, Ή πρόκληση τοΰ 1992 · Νικόλ. Δεληπέτρος, Τό μέγα έθνος τής Πλάκας · Βασ. Δωροβίνης, κατά τής διάλυσης.
ΑΝΩΝΥΜΟΣ (μεταγραφή Ούικέντιος Ίαννίνι): Π ερί Ζωγραφιάς και Ποιήσεως διάλογος Α Ν ΡΙ ΜΑΤΙΣ (μετ. Ά ντώ νης Φωστ ιερής): Ή μέθοδός μου νά είχονογραφώ ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟ ΥΧΗΣ: Τ ί μπορεί νά χάνει ένας ζωγράφος μέ τις λέξεις ΑΛΕΚΟΣ ΦΑΣΙΑΝΟΣ: 'Ο μύθος στην ποίηση χα ί στή ζωγραφιχή Α Ν ΡΙ ΜΙΣΩ (μετ. Θανάσης Χατζόπουλος): Σ χέφ εις γιά τό φαινόμενο τή ς ζωγραφιχής ΜΑΡΙΝΑ ΛΛΜ ΙΙΡΑΚΗ-ΠΛΑΚΑ: «Ut pictura poesis» —Τό πρόσωπο χα ί τό προσωπείο μια ς διαμάχης ΜΑΝΌΣ ΣΤΕΦΛΝΙΔΗΣ: Τά ονοματεπώνυμα τή ς Τέχνης ΦΙΑΟΣΤΡΑΤΟΣ (μετ. Τ. Γαλάτης): Κενταυρίδες ΙΙΩΛ ΕΛΥΑΡ (μετ. Γιάννης Βαρβέρης): Τα ένορατιχά μας αδέλφια ΓΙΩ ΡΓΟ Σ ΒΕΗΣ: Κ α τά τών μιμήσεων ΙΙΙΕ Ρ ΓΚ Α ΡΝ ΙΕ (μετ. Τάκης Ντούμας): Τό όπτιχό ποίημα ΦΕΡΝΑΝ ΛΕΖΕ (μετ. Θανάσης ’Αντωνίου): 'Η αίσθητιχή τή ς μηχανής
ν
^ ^
ΓΙΩΡΓΟ Σ ΜΑΥΡΟΪΔΗΣ: Τά μέσα χα ί ό σχοπός χάθε Τέχνης ΠΑΟΥΛ ΚΛΕΕ (μετ. Γιώργος Μαρτόπουλος): Ή φιλοσοφία τή ς δημιουργίας ΓΙΩΡΓΟ Σ ΛΑΖΟΓΚΑΣ: Οί λέξεις ως εικόνα ΑΝΤΡΕ ΜΙΙΡΕΤΟΝ (μετ. Μαρία Εύσταθιάδη): 'Έ χ θ εσ η Χ ..., Ψ ... Χ Α ΡΗ Σ ΚΑΜΠΟΥΡΙΔΗΣ Ειχονοτεχνία εναντίον Λογοτεχνίας ** Μ ΙΣΕΑ ΜΠΥΤΟΡ ( ^ τ . Σπόρος Τόμπλερ): Οι λεξεις στή ζωγραφιχή
to y ο u : \ t iq
και κ·>ιpjypiM α
φ
ι έ ρ
ω
μ
α
Θ .Δ. ΦΡΛΓΚΟΙΙΟΥΛΟΣ: Τά ιχνογραφήματα τού Γ . Σεφέρη στά ποιήματά του ΣΑΡΑΝ ΑΛΕΞΑΝΤΡΙΑΝ (μετ. Θανάσης θ . Νιάρχος): Τό μέλλον τού σήματος ΦΑΙΔΩΝ ΙΙΑ ΤΡΙΚ Α Λ ΑΚ ΙΣ: Θαυμάσιες αφηγήσεις τού Λόγου χα ί τ ή ς Είχόνας ΔΗ Μ Η ΤΡΗ Σ ΔΕΑΗΓΙΑΝΝΗΣ: Τό «Βιβλίο γιά τούς ζωγράφους» τού Κ άρελ βάν Μ άντερ ΤΑΣΟΣ ΓΛΑΑΤΗΣ: Ή αλήθεια τή ς ζωγραφιάς χ α ί οι «Εικόνες» τού Φιλόστρατου ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ: Ό πτιχά χα ί λεχτιχά σήματα ανατροπής ΥΒ ΜΙΙΟΝΦΟΥΑ (μετ. Θανάσης Χατζόπουλος): Ζω γραφιχή, ποίηση: ίλιγγο ς, αταραξία Σχέδια χα ί ζωγραφική γιά εικονογράφηση λογοτεχνικών έργων
μ-αρτηςάπρίλης ’89
83
ειδικό τεύχος: δρχ. 500
Μένης Κουμανταρέας Πλανόδιος σαλπιγκτής
4 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 - τηλ. 36.02.007
Δεκατέσσερα κομμάτια γραμμένα σε διάστημα δεκαπέντε χρόνων. Κείμενα αυτοβιογραφικά, ευκαιριακά, εξομολογητικά. Για την Ο μόνοια και τη Φιλανδία. Για τη Μεγάλη Παρασκευή και τον Βάγγνερ. Τον Κοσμά Πολίτη, τον Μάνο Χατζιδάκι κ αι την Πάτρα του ’50. Για τη Νανά Καλλιανέση και τη Μέλπω Αξιώτη. Τον Ιωάννου και τον Χατζή. Τα πρώτα μου διαβάσματα και τα πρώτα μου γραψίματα. Μαρτυρίες, δοκιμές, ημερολόγια και ό,τι άλλο δεν χώρεσε στα βιβλία μου τόσα χρόνια. Κτ επί πλέον, το «Play», γραμμένο ειδικά γ ι’ αυτό το βιβλίο.
ΕΚΔΟΣΕΙ Σ ΚΑ Λ Ε Ν Τ Η ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 5 (1ος Ο ΡΟΦΟΣ) - 106 79 ΑΘΗΝΑ - Τ Η Λ .: 3623.553
ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΝΕΑΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙ Σ ΚA Λ Ε Ν Τ Η ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 5 (1ος ΟΡΟΦΟΣ) - 106 79 ΑΘΗΝΑ -Τ Η Λ .: 3623.553
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΩΣΤΙΣ Κεντρική διάθεση: Βιβλιοπωλείο Αριάδνη, Ζωοδόχου Πηγής 2-4 106 78 Αθήνα, τηλ. 36.23.113-36.05.097
τα βιβηία της «γνώσης»
ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΟΥ ΦΟΥΚΩ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
0 εκδότης με χαρά αναγγέλλει ότι έρως, πάθος, θάνατος, σατανισμός,σωτηρία (κάτω από τα φοινικόδεντρα του Τζιμ της Κάνναβης) συνυφαίνονται σ' αυτό το βιβλίο που στέρησε τον ύπνο του συγγραφέα του. Τα πράγματα όμως είναι πολύ πιο περίπλοκα.
το Εκκρεμές του Φουκώ κυκλοφόρησε! ... και σηματοδοτεί το 1989 αλλά και το 2000. Εξελίσσεται από τον 2ο μ.Χ. αιώνα μέχρι τις μέρες μας μέσα από το σχέδιο των Ναϊτών και των Ροδόσταυρων για την κατάκτηση του κόσμου, σ 'ένα χωριουδάκι μεταξύ Λανγκ και Μομφεράτου. Εξελίσσεται στο Ίδρυμα Τεχνών και Επιτηδευμάτων των παρισίων και... και... και... και... Το Εκκρεμές του Φουκώ κυκλοφορεί και κατακτά όλο τον κόσμο!!!
εκδόσεις «γνώση» Ζωοδόχου πηγής 29, 106 81 Αθήνα, ϊη λ . 3620941 - 3621194 - 7786441
Ο . ν τε Μ π α λ ζ ά κ N o 60* Δ . Γ λ η νό ς N o 61* Τ . Τ ζ ό υ ς N o 62* Κ . Χ α τ ζ η α ρ γ ύ ρ η ς N o 63 Ζ . Ζ εν έ N o 66 Ν έο ι λ ο γ ο τέ χ ν ε ς N o 69 Α ρ ισ τ ο φ ά ν η ς N o 72 Ζ . Π ρ εβ έ ρ N o 73 Μ . ν τε Σ α ν τ N o 77 Κ .Π . Κ α β ά φ η ς N o 78 Χ .Λ . Μ π ό ρ χ ε ς N o 79 Μ . Κ ο ΰ ν τερ α N o 80 Μ . Γ ιο υ ρ σ ε ν ά ρ N o 81 Α . Κ ο ρ α ή ς N o 82 Κ . Μ α ρ ξ N o 83 Μ . Β ιά ν N o 85 Ν έο ι Λ ο γ ο τ έ χ ν ε ς N o 87 Κ . Β ά ρ ν α λ η ς N o 88 Τ . Μ α ν N o 90 Φ . Ν ίτσ ε N o 91 Κ . Θ ε ο τ ό κ η ς N o 92 Ρ. Μ π α ρ τ N o 93 Ν . Λ α π α θ ιώ τ η ς N o 95 Ε . Ρ ο ΐδ η ς N o 96 Ε . Ζ ο λ ά N o 97 Σ τ α ν τ ά λ N o 98 Μ α κ ρ υ γ ιά ν ν η ς N o 101 Λ ο υ κ ια ν ό ς N o 102 Ν τιν τε ρ ό N o 103 Τ . Ά γ ρ α ς N o 104 I. Β ε ρ ν N o 105 Θ . Κ α ΐρ η ς N o 106 Π α ρ α μ υ θ ά δ ε ς N o 108 Ε . Έ σ σ ε N o 109
Α . Κ α μ ύ Ν ο 110 Β . Ο υ γ κ ό N o 111 Ε . Ά λ α ν Π ό ε N o 112 Φ . Κ ό ν το γλ ο υ N o 113 Σ . Μ π έκ ε τ N o 115 Κ. Π ο λ ίτη ς N o 116 Α . Π ά λ λ η ς N o 118 Β . Μ α γ ια κ ό φ σ κ ι N o 121 Ε . Ιο ν έσ κ ο N o 122 Μ . Φ ο υ κ ώ N o 125 Ζ . Λ α κ ά ν N o 126 Ζ . Π ω λ Σ α ρ τ ρ N o 127 Φ . Ν τ ο σ τ ο γ ιέ φ σ κ ι N o 131 Ν .Χ . Λ ώ ρ ε ν ς N o 132 Γ .Σ . Έ λ ι ο τ N o 133 Μ . Ν τ υ ρ ά ς N o 134 Α ρ ισ το τ έ λ η ς N o 135 Σ . ντε Μ π ω β ο υ ά ρ N o 136 Γ. Θ ε ο τ ο κ ά ς N o 137 Φ .Σ . Φ ιτ ζ έ ρ α λ ν τ N o 138 Τ . Ο υ ίλ ια μ ς N o 139 Α . Κ ά λ β ο ς N o 140 Γ. Σ ε φ έ ρ η ς N o 142 Γ. Φ λ ω μ π έ ρ N o 143 Ο . Έ κ ο N o 145 Α . Δ ο υ μ ά ς N o 147 Α . Κ ρ ίσ τι N o 149 Σ . Φ ρ ό υ ν τ N o 150 Α . Α ρ τ ώ N o 151 Ο . Ο υ ά ιλ ν τ N o 152 Β. Γ ο ΰ λ φ N o 153 Γ .Β . Γ κ α ίτ ε Ν ο 154 Κ . Κ α ρ υ ω τ ά κ η ς N o 157
Κ . Λ ε β ί-Σ τ ρ ω ς N o 158 Ε . Χ εμ ινγο υ έ η N o 159 Ζ . Κ ο κ τώ N o 160 Μ . Χ ά ιν τ ε γ κ ε ρ N o 161 Β . Ν α μ π ό κ ο φ N o 162 Α . Π α π α δ ια μ ά ν τ η ς N o 1( Π . Λ ε κ α τ σ ά ς N o 166 Α ίσ ω π ο ς N o 167 Λ . Α ρ α γ κ ό ν N o 168 Α . Τ σ έ χ ω φ N o 169 Σ . Τ σ ίρ κ α ς N o 171 Τ . Σ τ ά ιν μ π ε κ N o 173 Ό μ η ρ ο ς N o 174 Μ . ν τε Θ ε ρ β ά ν τ ε ς N o 176 Β ο λ τ α ίρ ο ς N o 177 Ε . Π ά ο υ ν τ N o 178 Μ ο λ ιέ ρ ο ς N o 179 Δ . Χ α τ ζ ή ς N o 180 Ε . Ί ψ ε ν N o 181 Ν . Χ ά μ μ ε τ N o 182 Π , Β α λ ε ρ ί N o 183 Ζ . Μ π α τ ά ιγ N o 187 Ν . Κ α ζ α ν τ ζ ά κ η ς N o 150 Θ ο υ κ υ δ ίδ η ς N o 191 Φ .Γ . Λ ό ρ κ α N o 192 Ρ. Τ σ ά ντλ ε ρ N o 193 Β. Ρ ά ιχ N o 197 Ρ . Μ ο ύ ζ ιλ N o 199 Λ . Τ ο λ σ τό ι N o 200 Π . Ε λ υ ά ρ N o 201 Ζ . Σ ιμ ε ν ό ν N o 202 Γ. ν τε Μ ω π α σ ά ν N o 204 Γ. Ρ ίτσ ο ς N o 205
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ
Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765
Η Α ΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ: Γράφει ο Μ πάμπης Καβροχωριανός ΡΕΠ Ο ΡΤΑ Ζ: Π ρόκειται να εκδοθούν (γράφει ο Μπ. Καβροχωριανός) · ΡΕΠ Ο ΡΤΑ Ζ: Για τα έντυπα... ανά την Ελλάδα (γράφει ο Νίκος Σπανός) ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Ο Πέδρο Μ πάδενας ντε λα Π ένια μιλάει στην συνεργάτιδα του ΔΙΑ ΒΑ ΖΩ Μάγια Μ αρία Ρούσσου
14 15 16 20 22
Α ΦΙΕΡΩ Μ Α Τ ε ύ χ ο ς 213 12 Α π ρ ι λ ίο υ 1989 Τιμή : Δ ρ χ . 600 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλσς διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέ=ης, Νένη Ράις, Βάσω Σπάθή, Καίτη Γοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάξ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου ίδιάκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση· Αθήνα: Πομώνης Διι»ν>·<ο«ς Ζαλόγγου·.! · τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνή 9 τηλ. 237.463 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος Υμηττού 219
Γιώργος Ανδρειωμένος: Χρονολόγιο Διονυσίου Σολωμού Λουί Κουτέλ: Ο Σολωμός σαν εθνικός ποιητής Δημήτρης Αγγελάτος: Ειδολογικές “αποσκιρτήσεις” ή η αφερεγγυότητα ενός “πεζογραφήματος” : Ο στίχος και ο ρυθμός των στη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού I. Κ. Κολυβάς: Α ισθητικές κα ι ερμηνευτικές παρατηρήσεις στη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού Κώστας Χωρεάνθης: Η ένταση της σολωμικής αγρύπνιας Α /αστασία-Δανάη Λ αζαρίδου: Ο Σολωμός των «Στοχασμών» Δαρβάρα Καλογεροπούλου-Μ εταλληνοΰ: Ε πώνυμοι Κεφαλονίτες φίλοι κ αι θαυμαστές του Διονυσίου Σολωμού Ε υγενία Κεφαλληναίου: «Εις τον θάνατον του Λόρδ Μπάιρον* του Διονυσίου Σολωμού Σ π, Αλ. Καββαδίας: Π αρατηρήσεις (απόσπασμα ευρύτερης μελέ της) Γιώργος Ανδρειωμένος: Ε ργογραφία Διονυσίου Σολωμού
44 52 62 73 85 93 99 104
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Ο Σ πύρος Ευαγγελάτος μιλάει στη Βάσω Σπάθή για τον Μπρεχτ σήμερα
106
Ο ΔΗ ΓΟ Σ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠ ΙΛΟΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφει ο Σωτήρης Ντάλης ΟΙΚ ΟΝΟΜΙΑ: Γράφει ο Νίκος Κουτσιάρας ΛΑ Ο ΓΡΑ Φ ΙΑ : Γράφει ο Νικ. Αυκ. Φορόπουλος Π Ο ΙΗ ΣΗ: Γράφει ο Η λίας Κεφάλας Π ΕΖΟΓΡΑ ΦΙΑ : Γράφουν η Ρίτσα Φρά /κου-Κ ΐκίλια κ α ι ο Ούλριχ Μ ένικ ΔΟ Κ ΙΜ ΙΟ : Γράφει ο Γιάννης Κουβαράς ΜΕΛΕΤΗ: Γράφει ο Α ντώνης Κ άλφας ΙΣΤΟ ΡΙΑ : Γράφει ο Σταύρος ΑνεστΚ γ Π Λ ΑΙΣΙΟ: Γράφουν οι Σοφία Στά /:;« κσ- '
111 112 116 118 120 127 129 132
θη
ΔΕΛ ΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
137
Κ ΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
142
στο επόμενο «Διαβάζω»
αφιέρωμα: «Θέατρο και Παιδί» Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
28 38
η ΑΓΟΡΑ
του ΒΙΒΑΙΟΥ ΛΗ ||> ΐ)ΐι « ί ο 15 «ιός 31 Μ α ρ τίο υ 1
□ Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώ ρησαν 20 βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τοος τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αστό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βι βλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.
Ε Β
Κ Ο Υ Μ Α Ν Τ Α Ρ Ε Α Μ .: Ο πλανόδιος σαλπιγκτής Κ Ε Δ Ρ Ο Σ
Ε
9
Μ ΙΣ Σ ΙΟ Υ X .: Χαμογέλα, ρε... Τι σου ζητάνε; Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α
1
1
Τ Ρ ΙΤ Σ Η Α .: Νέο ξεκίνημα Κ Α Σ Τ Α Ν ΙΩ Τ Η Σ
■
9
Λ Α Μ Π Ρ ΙΑ Π .: Στη σκιά ενός μεγάλου Μ Ο Ρ Φ Ω Τ ΙΚ Η Ε Σ Τ Ι Α
Α Λ ΙΕ Ν Τ Ε I.: Εύα Λ ούνα Ω Κ Ε Α Ν ΙΑ A
Μ Ε Γ Α Π Α Ν Ο Υ Α .: Διάλογος με την Ά ν ν α
Κ Ε
L IB R O
Μ Α Ρ Κ Ε Σ Γ κ . : Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας Ν Ε Α Σ Υ Ν Ο Ρ Α
Β Β
Μ Ο Υ Ρ Α Τ Κ .: Της Νεκρής Πριγκίπισσας Ω Κ Ε Α Ν ΙΔ Α
Ι κ ϋ
Π Ρ Ο Κ Ο Π Ι Ο Υ Κ . : Ανέκδοτα - Απόκρυφη Ιστορία Α Γ Ρ Α
■ i l l Σ Α Ρ Η Ζ . : Η κυρία Κλο-Κλο (σ ειρ ά ) Π Α Τ Α Κ Η Σ □ Ο κατάλογος που ακολουθεί παρουσιάζει, με αλφαβητική σειρά, τα υπόλοιπα βιβλία που δεν προτάθηκαν από δύο τουλάχιστον βιβλιοπωλεία. Βαμβουνάκη Μ.: Ιστορίες με καλό τέλος (Φ ιλιππότης) · Βερν I.: 20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα (Ρέκος) · Γκούλικ Ρ.Β .: Δολοφονία στο καράβι των λουλουδιών (Θεμέλιο) · Γκρίτση-Μιλλιέξ Τ.: Α πό την άλλη όχθη του Χρόνου (Καστανιώτης) · Έ ρεμπουργκ Η.: Η θυελλώδης ζωή του Λ αζίκ Ροϊτσβάνιετς (Θε μέλιο) · Ζέη Α.: Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα (Κέδρος) · Ζενέ Ζ.: Ο Αιχμάλωτος (Εξάντας) · Ζώη Κ.: Τα πα ιδ ία π α ίζει (Εστία) · Ιωαννίδης Γ.: Έ να καράβι στη Βιτρίνα (Καστανιώτης) · Ιωάννου Γ.: Ανταυτού (Καστανιώτης) · Κάττος Γ.: Α γία Α λητεία (Καστανιώτης) · Κέρουακ·Μπαρόουζ: Γυμνοί Ά γ γελοι (Ε λεύθερος τύπος) · Κλαούζενιτς Κ.Φ.: Π ερί του πολέμου (Βάνιας) · Καρπεντιέρ Α.: Μεθόδου τε χνάσματα (Σύγχρονη Εποχή) · Μακ Λάβερτυ Μπ.: Καλ (Ά γρω α τις) · Μοργκεντάου X.: Τα μυστικά του Βοσπόρου (Τροχαλίας) · Μπερζ Α.: Η Σεξουαλική Α γω γή του παιδιού (Γκοβόστης) · Μ πουσκάγια Λ.: Η αγάπη (Γλάρος) · Ντοντέ Α.: Η ω ραία Νεβερνέζα (Καλέντης) · Π απαδάκη Δ.: Τ α παραμύθια μας (Gutenberg) · Παπαϊωάννου Κ.: Ο «δράκος» του Σέιχ Σ ου (Ποντίκι) · Παπακώστα Γ.: Φιλολογικά Σαλό νια κα ι Καφενεία της Α θήνας (Εστία) · Πάσσος Ντ.: 1880-1930 Πολλά λεφτά (Οδνσσέας) · Π ατρίκιος Τ.: Α ντικριστοί καθρέφτες (Στιγμή) · Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Λ.: Τρεις φορές κι έναν καιρό σ’ έναν πλανήτη μακρινό (Πατάκης) · Ρασπουτίν Β.: Η πυρκαγιά (Σύγχρονη Εποχή) · Σαρή Ζ.: Τα γενέθλια (Κέδρος) · Σαρή Ζ.: Τα Χ έγια (Πατάκης) · Σεφέρη Γ.: Η Στροφή (Ίκα ρο ς) · Σεμιόνοφ Γ.: Η επέκταση (Σύγχρονη Εποχή) · Σεμιόνοφ Γ.: Η Ελλάδα των μύθων (Στρατίκης) · Τολστόι Ν.: Το ποτάμι Οκκέρβιλ (Εστία) · Τσάμπερλιν Ε .Ρ.: Η καθημερινή ζωή στην Αναγέννηση (Παπαδήμας) · Τσαρουχάς Κ.: Η υ πό θεση Π αγκρατίδη (Δωδώνη) · Τσαρούχας Κ .: Η διεθνής των Ναρκωτικών (Δωδώνη) · Τσοτάκου-Καρβέλη Κ.: Εικ ονογραφημένο λεξικό της ελληνικής μυθολογίας γ ια π α ιδιά (Γνώση) · Φόρστερ Ε.Μ .: Μωρίς (Καστανιώτης) · Χατόγλου Φ.: Έ να ς μάγος δίχως όνειρα (Σύγχρονη Εποχή) · Χ ουιζίνγκα Γ.: Ο άνθρω πος κα ι το πα ιχνίδι (Γνώση)
Χ ΡΟΝΙΚΑ
Ά ρης Φακίνος Ά λ λη μια μεγάλη τιμή για τα Ελληνικά Γράμματα. Ο Ά ρ η ς Φα κίνος ήταν ο επίσημος προσκε κλημένος της Δ ιεθνούς Έ κ θ ε σης των Βρυξελλών. Να θυμίσου με ότι τα βιβλία του Ά ρ η Φακίνου κυκλοφορούν σε 15 .γλώσ σες. Στα ελληνικά κυκλοφορούν: «Οι τελευταίοι Βάρβαροι» και «Ο άνθρωπος που τάιζε τα περιστέ ρια» από τον «Καστανιώτη». «Οι Παράνομοι» από τον «Εξά ντα», και «Ιστορία μιας χαμένης γης» και «Πρόγονος» από τις εκ δόσεις του βιβλιοπωλείου της «Εστίας».
Ο συνδυασμός «Ανασυγκρότηση - Δημιουργία» συγκέντρωσε δύο έδρες και μία ο συνδυασμός «Ενωτική κίνηση».
Στις διαμαρτυρίες για την κα θυστέρηση αγορών βιβλίων το ΥΠΠ Ο απαντά, ότι η καθυστέρη ση οφείλεται στο γεγονός ότι οι σχετικές πιστώσεις διατίθενται από το Γενικό Λογιστήριο τμημα τικά (ανά τρίμηνο) και όχι συνο λικά.
Έφυγε... ο Φ. Βλάχος Π έθανε ο εμψυχωτής των εκ δόσεων «Κείμενα» Φίλιππος Βλά χος. Στον εκδοτικό στίβο μπήκε το 1968, εκδίδοντας μέχρι το θά νατό του πολλά έργρ Ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Στη μνή μη όσων τον γνώρισαν, θα μείνει ο εραστής του τυπογραφείου. Ο μερακλής.
Αρχαιρεσίες στην Ε.Ε.Λ. Ο συνδυασμός «Αγώνας - Δ η μιουργία» πήρε τις περισσότερες έδρες κατά τις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη νέου Δ.Σ. στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών.
ου σε συγγραφέα για το σύνολο του έργου του. Εξάλλου με από φαση της υπουργού Πολιτισμού Μ ελίνας Μ ερκούρη ανανεώθηκε η θητεία της «Επιτροπής Αγοράς και Βράβευσης Λογοτεχνικών Έργων», η οποία αποτελείται από τους ,κ.κ. Μιχάλη Μερακλή, πρόεδρο, και μέλη τους Στ. Γεράνη, Αλ. Ζήρα, Βικτ. Θεοδώρου, Μ. Μουντέ, Δημ. Σταμέλο και Ρ. Φράγκου-Κικίλια. Η επιτροπή για τη λογοτεχνική μετάφραση αποτελείται από τους κ.κ. Π. Ζάννα, Κ. Τσιτσέλη, Έ φ η Καλλιφατίδη, Φ. Δρακονταειδή και Αλ. Ίσαρη.
Νέο Π Δ για τα «προς βράβευση και αγορά» βιβλία Τρία νέα είδη βιβλίων «προς βράβευση και αγορά» περιλαμ βάνει το νέο νομικό πλαίσιο Προεδρικού Διατάγματος που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με το οποίο εκσυγχρονίζεται το νομικό καθε στώς που ίσχυε από το 1963. Σύμφωνα με το Π Δ στις αγορές προστίθενται: παιδική λογοτε χνία, μαρτυρία - χρονικό και λο γοτεχνική μετάφραση. Τα μέχρι τώρα ανεξάρτητα είδη Ταξιδιωτι κές εντυπώσεις και Μ υθιστορη ματική βιογραφία, υπάγονται στην ευρύτερη κατηγορία Μ αρ τυρία - Χρονικό. Θ ’ απονέμεται ένα μόνο βραβείο για κάθε λογο τεχνικό είδος, ενώ πρόβλέπεται η απονομή ενός ειδικού βραβεί
Ο Ρούσνπ στα ελληνικά Ενώ όλη σχεδόν η Ευρώπη μούδιασε εξαιτίας του πρωτοφα νούς διωγμού που εξαπέλυσε ο Χ ομεϊνί εναντίον του Σ. Ρούσντι με α ποτέλεσμα οι «Σατανικοί στί χοι» να μην εκδίδονται, κι όπου έχουν εκδοθεί οι εκδοτικοί οίκοι φρουρούνται, ο Σύνδεσμος Εκ δοτών Βιβλίου με ανακοίνωσή του αφού καταδικάζει τις σκοταδιστικές μεθόδους, ζητεί από τον εκδοτικό οίκο Α. Λιβάνη «Νέα Σύνορα» που έχει τα δικαιώματα του έργου να τα παραχωρήσει σε ομάδα εκδοτών - μελών του ΣΕ Β προκειμένου το βιβλίο να εκδο θεί.
Γράφει ο Μπ. Καβροχωριανός
16/χρονικα
Η περίοδος των εορτών ενισχύει κατά κανόνα την ένταση στους εκδοτικούς οίκους. Είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να δώσουν στην αγορά νέους τίτλους οι οποίοι θ ’ απορροφηθούν ευκολότερα. Η εμφάνιση όμως Των νέων τίτλων συνοδεύεται και από επανεκδόσεις, γεγονός παρήγορο, αλλά και από εκδόσεις κλασικών έργων σε άλλο σχήμα έτσι που το νέο τους «πρόσωπο» να θέλγει τον αναγνώστη. Ωστόσο η φετινή παραγωγή θα ήταν, σύμφωνα με εκδοτικούς κύκλους, περισσότερο ενδιαφέρουσα αν δεν ήταν προεκλογική περίοδος. Φοβούνται ότι η στραμμένη προσοχή των αναγνωστών στα πολιτικά δρώμενα, θα επηρεάσει την κίνηση της αγοράς. Απευθυνθήκαμε σε εκδοτικούς οίκους και παραθέτουμε τον κα τάλογο που αυτοί μας έδωσαν κατά κατηγορία.
χρονικα/17 Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Ε Σ Τ Ι Α : Π . Τ α τσ ό π ο υ λ ο υ: «Ανήλικοι», «Παυσίπονο» (ε π α ν έ κ δ ο σ η ) κ α ι Ο . Μ ιρ μ π ώ : «Ο κήπος των
Μαρτυρίων». Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Γ Λ Α Ρ Ο Σ : Λ έο Μ π ο υ σ κ ά λ ια : «Η αγάπη» κ α ι «Ο δρόμος του Ταύρου». Φ ρ ιτ ς Π ερ λ ς: «Η προσέγγιση γκέσταρ» κ α ι στη σ ε ιρ ά τη ς λ ο γ ο τε χ ν ία ς το υ ε γκ λ ή μ α το ς Ε . Χ ό φ μ α ν : «Τα ελιξήρια του διαβόλου» κ α ι μ ια σ ε ιρ ά κ ε ιμ έ νω ν με τίτλ ο «Ο φόνος είναι τέχνη». Π . Μ ερ ιμ έ: «Κορσικανός» κ α ι τ ο ά γν ω σ το στη ν Ε λ λ ά δ α δ ιή γ η μ α το υ Ν . Γ κ ό γκ ο λ «Ο Βίι».
Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ Μ . Ν τυ ρ ά ς : «Ήρεμη ζωή», X . Έ σ σ ε: «Ντέμιαν», Κ . Σ γ κ ο ρ λ ό ν : «Τελευταία Κοι λάδα», Α ν ν έ τ Λ εβ ύ Γ ο υ ιλ ά ρ τ: «Εγώ η Τζέιν καλώ Ταρζάν», (Δ Ω Ρ ΙΚ Ο Σ ) Ρ . Β α ν Γ κ ο ύ λ ικ : «Σκελετός στην Κ α μ π ά ν α » (α σ τυ ν ο μ ικ ό ) Θ Ε Μ Ε Λ Ι Ο . Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Ζ Α Χ Α Ρ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ : X . Μ ίλλ ερ : «Ο κλιματισμένος εφιάλτης», Φ . Ν τε Ά θ ο υ α : «Η ιστορία ενός ηλίθιου», Ά ν ν α Τ ά μ λ ε ρ : «Οι αταίριαστοι εραστές», Β α σ ίλ η Μ π ιέ λ ω φ : «Ό λα είναι μπροστά μας», Λ . Λ ά σ α : «1912 + 1» κ α ί Σ α λ β . Σ ά τα : «Η ημέρα της κρίσης». Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Κ Ε Δ Ρ Ο Σ : Σ τέλ λ α ς Β ο γ ια τ ζ ό γ λ ο υ : «Το μαγγανοπήδαγο» (ε π α ν έ κ δ ο σ η ), Γ ιεφ το υ σ έ νκ ο : «Αρντα μπιόλα», Μ α ρ ί Κ α ρ τιν ά λ : «Η πισωβελο
νιά». Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Γ Ν Ω Σ Η τ ο π ο λ υ σ υ ζ η τη μ έν ο «Εκκρεμές του Φουκώ» το υ Ο υ μ π έ ρ το Έ κ ο , Β. Ιω α κ είμ : «Η ποταμούλα», Δ η μ . Χ ρ ισ το δ ο ύ λ ο υ : «Το δόλιο πρό σωπο της αιωνιότητας», Β . Β α σ ιλ ικ ο ύ : «Ο ιατροδικαστής» (επ α ν έκ δ ο σ η ).
Α π ό τ ι ς ε κ δ ό σ εις Δ Ω Δ Ω Ν Η : Α . Μ ιχελ ιο υ δ ά κ η : «Φλας». Ε ξ ο λ ο κ λ ή ρ ο υ με λ ο γ ο τ ε χ ν ικ ά β ιβ λ ία η π α ρ ο υ σ ία το υ Ο Δ Υ Σ Σ Ε Α . Σ υ γ κ εκ ρ ιμ έ ν α π ρ ο γ ρ α μ μ ά τισ ε : Γ. Ρ ο τ: «Το συναξάρι του Αγίου Πότη», Τ ρ . Κ α π ό τε : «Μουσική για χαμαιλέοντες», Π ό λ υ Μ η λ ιώ ρ η : «Οι ανδρούλες», Ν α π . Λ α ζ ά ν η : «Οι ψαράδες», Σ τ. Φ ώ κ ο ς : «Το χρονικό μια βραδιάς». Α π ό το ν Κ Α Κ Τ Ο : Ρ . Α π ο σ το λ ίδ η ς : «Η αυτοκρατορία των σκουπιδιών», Μ π . Μ α χ μ ία : «Κραυγή για το αύριο», Ο . ντε Μ π α λ ζ ά κ : «Χαμένες ψευδαισθήσεις». Τ ζ Ό σ τ ε ν : «Περηφάνεια και προκατάληψη» κ α θ ώ ς κ α ι το ν 6ο τό μ ο τ η ς β ιο γ ρ α φ ία ς τη ς Σ ίρ λ ε ϊ Μ α κ Λ έην. Σ τ η ν κλ α σ ικ ή σ ε ιρ ά το υ Ε Ξ Α Ν Τ Α π ρ ο σ τ ίθ ε ν τ α ι Α . Μ α ρ λ ώ : «Η ελπίδα» κ α ι Γκ . Φ λ ω μ π έ ρ : «Μαντάμ Μποβαρύ»· κ ι α κ ό μ α Ο . Ν τε Μ π α λ ζ ά κ : «Γεροντοκόρη» κ α ι Ν τ. Φ ε ρ ν α ν τέ ζ: «Το ροζ αστέρι», Τ ά κη Κ α ν ελ λ ό π ο υ λ ο υ : «Έ νας ειδωλολά τρης». Τ α Ά πα ντα του Ντοστογιέφσκι σε μ ικ ρ ό σ χ ή μ α π ρ ο γ ρ α μ μ α τ ίζ ε ι ο Γ Κ Ο Β Ο Σ Τ Η Σ α ρ χ ή ς γ ε νο μ έ νη ς με «Παίχτη» κ α ι «Υπόγειο». Γ ια π ρ ώ τη φ ο ρ ά Ν . Γ κ ό γκ ο λ : «Το χωριό Στεπαντσίκοβα» σε μ τφ . Ά ρ η Α λ ε ξ ά ν δ ρ ο υ , κ α ι Έ ρ σ η Λ ά ν γκ ε: «Τιέρα ΝτελΣολ» ( τ α ξ ιδ ιω τ ικ ά ). Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Κ Α Λ Ε Ν Τ Η Σ : Σ τη σ ει ρ ά Ισ τ ο ρ ία τ η ς Ν ε α ν ικ ή ς Λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς Κ α σ σ ια ν ή ς Π α ν ο υ τ σ ο π ο ύ λ ο υ : «Κόρινθος η ραγισμένη πολιτεία» κ α ι Ε λ έν η ς Χ ω ρ ε ά ν θ η «Μεσολόγγι. Η πόλη του νερού». Α πό τ ίς ε κ δ ό σ εις Γ Α Λ Α Ξ ΙΑ Σ -Ε Ρ Μ Ε ΙΑ Σ : Λ . Κ ά ρ ο λ: «Οι περιπέτειες της
Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων», «Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη και τι είδε η Αλίκη σ’ αυτόν». Α γ κ ά θ α Κ ρ ίσ τι: «Οι έρευνες του Πουαρώ» κ α ι «Πέντε μικρά γουρουνάκια». Α π ό τ ίς ε κ δ ό σ εις Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η Σ : Τ ά σ ο ς Ρ ο ύ σ σ ο ς: «Μιχαήλ και άλλα διηγήμα τα», Μ . Γ κ α ν ά ς: «Μητριά πατρίδα», Γ. Κ ά το ς : «Η βασιλεία των κατσαρίδων», Π .
18/χρονικα Γ κ . Γ ο υ ν τ χ ά ο υ ζ : «Μη μπλέξεις με το διά βολο» κ α ι Τ . Γ κ ρ ίτσ η -Μ ιλ λ ιέξ : «Αναδρο
μ α ν: «Βυζαντινός Πολιτισμός». Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η Σ : Γ ιώ ρ γ ο ς Μ ω ρ α ίτη ς :
μές».
«Αναμνήσεις ενός αντάρτη», Κ . Μ α ρ δ ά ς: «Η ελλάδα στα δίχτυα των βάσεων».
ΘΕΑΤΡΟ
ΠΟΙΗΣΗ Α π ό τ ις ε κ δ ό σ εις Κ Ε Δ Ρ Ο Σ Γιάννη Ρίτσου «Ά παντα» 9 ο ς κ α ι 1 0ος τό μ ο ς κ α ι το δ ο κ ίμ ιο τ ο υ Κ .Γ . Π α π α γ ε ω ρ γ ίο υ : «Η γε νιά του ’70». Ι σ τ ο ρ ία - π ο ιη τ ικ έ ς δ ια δ ρ ο μές. Γ Ν Ω Σ Η : «Ανθολογία σύγχρονης Ισπα
νικής ποίησης». Ε Σ Τ Ι Α : Ζ α κ Π ρ εβ έ ρ : «Ποιήματα». Ε Ξ Α Ν Τ Α Σ : Θ έμ η ς Λ ιβ ε ρ ιά δ η ς : «Ο θά
νατος του ζώου». ΓΚΟ ΒΟΣΤΗ Σ:
Δ έσπω
Κ αρούσου:
«Ρωγμή στο χρόνο», Ιω ά ν ν η ς Π .Α . Ι ω α ν ν ίδ η ς : «Ιφίνοος ανυμένος». Γ Α Λ Α Ξ Ι Α Σ - Ε Ρ Μ Ε Ι Α Σ : Τ .Σ .
Έ λ λ ιο τ
«Οι Γάτες». Κ Α Σ Τ Α Ν ΙΩ Τ Η Σ :
Μ ιχ ά λ η ς
Γ κ α ν ά ς:
«Γυάλινα Γιάννενα», Σ ω κ ρ ά τ η ς Σ κ α ρ τσ ή ς : «Μάρμαρο της άπλας».
Μ . Μ π ρ ε χ τ: «Ο άντρας είναι άντρας»,
«Τα όπλα της κυρα-καράρ». Α π ό τ ις ε κ δ ό σ ε ις Κ Ε Δ Ρ Ο Σ : Ιακ. Καμπανέλη, Ά π α ντα τ. 4 ο ς , Γ. Μ α ν ιώ τ η «Διακοπές στην Ουρανούπολη», Γ. Χ ρ υ σ ο ύ λ η «Οι έφηβοι», Γ. Σ κ ο ύ ρ τ η «Οι εκτε λεστές». Ε Σ Τ Ι Α : Ι .Θ . Κ α κ ρ ίδ η ς : «Η σκηνική τέ χνη των Αρχαίων Ελλήνων». Α π ό τη Δ Ω Δ Ω Ν Η : τ ρ ία θ ε α τ ρ ικ ά έ ρ γα τ ο υ Σ π ύ ρ ο υ Δ η μ ά . Ο ι ε κ δ ό σ εις Ε Π 1 Κ Α ΙΡ Ο Τ Η Τ Α σ υ ν ε χ ίζ ο υ ν τη ν έκ δ ο σ η τ ω ν έ ρ γ ω ν τ ο υ Σ α ίξ π η ρ στη μ ετ ά φ ρ α σ η τ ο υ Β . Ρ ώ τ α -Β . Δ α μ ια ν ά κ ο υ , με τ α έ ρ γ α «Ρω
μαίος και Ιουλιέτα», «Δωδέκατη νύχτα», «Το ημέρωμα της Στρίγγλας» κ α ι «Τίμων ο Αθηναίος». Ο ι ε κ δ ό σ ε ις Γ Κ Ο Β Ο Σ Τ Η π α ρ ο υ σ ιά ζο υ ν το θ ε α τ ρ ικ ό έ ρ γο το υ Τ ζ ω ν Π ρ ίσ λ ε ϋ :
«Ο ανακριτής έρχεται».
ΠΟΛΙΤΙΚΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΕΣ-Α ΟΚΙΜΙΟ-ΜΕΑΕΤΕΣ Α π . Λ ά ζ α ρ η : «Ποιος σοσιαλισμός;», Α χ ιλ λ . Μ η τσ ό ς: «Η προστασία και η
ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομη χανίας ( Θ Ε Μ Ε Λ Ι Ο ). Α π ό τ ις ε κ δ ό σ ε ις « Γ Ν Ω Σ Η » : Μ ελ έτη 15 μ έλ ο υ ς ο μ ά δ α ς ε ρ γ α σ ία ς με τίτλ ο : «Ελευ
θέριος Βενιζέλος. Οικονομία-κοινωνία στην εποχή του». Δ υ ο τ ο ύ ρ κ ικ α β ιβ λ ία : «Ο Πασαρβζί», «Το νομικό καθεστώς του Αιγαίου» με σ χ ό λ ια τ ο υ Κ . Ο ικ ο ν ο μ ίδ η , κ α ι Ζ έ κ ιν Κ ο υ ν ερ ά λ : «Μόνο διπλωμάτης» με σ χ ό λ ια Β . Θ ε ο δ ω ρ ό π ο υ λ ο υ , κ α ι Κ . Σ η μ ίτη: «Ανάπτυξη και εκσυχγχρονισμός της ελληνικής κοινωνίας». Δ Ω Δ Ω Ν Η : Μ α ν . Π α π α ϊω ά ν ν ο υ : «Ρό δος και νέα κείμενα», I. Δ ρ α γ ο ύ μ η «Πολι τικά κείμενα». Κ Α Κ Τ Ο Σ : Γ. Σ τ ε φ α ν ά κ η : «Η Ελλάς εν τάφω», Ν . Μ α κ ια β έλ ι: «Ο ηγεμόνας». Ε Ξ Α Ν Τ Α Σ : Κ . Μ α ρ ξ : «Για το Κράτος» α ν θ ο λ ό γ η σ η κ ε ιμ έ ν ω ν , Αλμανάκ Κοινωνιολογίας 1988, κ α ι Θ . Δ ια μ α ν τ ό π ο υ λ ο υ : «Κόμματα και κομματικά συστήματα. Συ γκριτική μελέτη και θεωρία». Θ Ε Ω Ρ Ι Α : Ε ν τ . Γ κ α λ ιά ν ο : «Οι φλέβες της Λ ατινικής Αμερικής» τ. A ' + Β ' ( ε π α ν έ κ δ ο σ η ). Γ Α Λ Α Ξ ΙΑ Σ -Ε Ρ Μ Ε ΙΑ Σ : Σ τη β ε ν Ρ α ν σ ί-
Χ ρ υ σ ά ν θ η Σ ω τη ρ ο π ο ύ λ ο υ : «Ελληνικός
κινηματογράφος 1965-1975· θεσμικό πλαίσιο-οικονομική κατάσταση» (Θ Ε Μ Ε Λ ΙΟ ). Α π ό τ ο ν Κ Ε Δ Ρ Ο : Φ ιλ ίπ π ο υ Κ ο υ ρ ίλ σ κ ι: «Το νήμα της ζωής. Οι παράγοντες της κληρονομικότητας». Γ Ν Ω Σ Η : «Μπαλέτα Μπολσόι» σε ε π ιμ έ λ ε ια Α λ . Κ ω σ τα λ ά . Ν . Ψ η μ μ έν ο υ : «Ελλη νική φιλοσοφία», Γ. Τ σ ίδ η «Χανιά 12521940». Ε Σ Τ Ι Α : Γ. Π α π α κ ώ σ τ α ς : «Ο Φώτης Φωτιάδης και το Αδελφάτο της Εθνικής Γλώσσας», Κ . Α ξ ε λ ό ς : «Ανοιχτή Συστη ματική», Ν . Δ ε λ η π έ τρ ο υ «Η εποχή της Πλάκας». Θ Ε Ω Ρ Ι Α : Π . Σ ή γ κ ε λ : « Η επανάσταση και το μυθιστόρημα του 20ού αιώνα». Δ Ω Δ Ω Ν Η : Χ ρ . Μ α λ εβ ίτσ η : «Εφημε ρία» φ ιλ ο σ ο φ ικ ό δ ο κ ίμ ιο , Ν . Μ α ύ ρ η : «Εί ναι και διάθλασις του ποιητικού λόγου». Δ Ω Δ Ω Ν Η : «Το θέατρο στην Ασία» σ υ λ λ ο γ ικ ή μ ελέτη . Λ Ι Μ Π Ρ Ο : Γ. Κ α ν α κ ά κ η : «Βλέπω τα δάκρυά σου» - Μ ελ έτη γ ι α τ α Μ α ν ιά τ ικ α μ ο ιρ ο λ ό γ ια . Θ Ε Ω Ρ Ι Α : Γ. Λ ό τμ α ν : «Αισθητική και
χρονικα/19 . σημειωτική του κινηματογράφου» ε π α ν έ κ δ ο σ η , G ise le F re u d : «Φωτογραφία και κοινωνία» (ε π α ν έ κ δ ο σ η ). Κ Α Κ Τ Ο Σ ·. «Μια μελέτη για περιθωρια κούς». Ε Π ΙΚ Α ΙΡ Ο Τ Η Τ Α :
Δημ.
Τ ο μ π α ίδ η ς :
«Γλωσσογραφία» ( ε π α ν .), Γ , Χ α σ ιά κ ο ς: «Λεξικό τονισμών» Ε Ξ Α Ν Τ Α Σ : ( Ε π α ν .) Π έγ κ υ Κ ο υ ν εν ά κ η :
«Νέοι ρεαλιστές 1971-1973. Η εικαστική και κοινωνική παρέμβαση μιας ομάδας». Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η Σ : Π . Κ έισ μ ε ντ: «Μα θαίνοντας από τον ασθενή», Δ . Φ α τ ο ύ ρ ο ς: «Γραπτά αρχιτεκτονικής (1952-1960)»/ Γ. Δ ά λ λ α ς : «Τα βήματα του χρόνου».
Α Σ Ε : Σ ο φ ία ς Μ α ν το ύ β α λ ο υ : «Μαγικός καθρέφτης», Α . Γ κ έλ τσ ο υ -Σ α ρ ρ ή «Απόλ λων», «Ερμής», Ε υ γ . Τ ρ ιβ ιζ ά : «Το μονο πάτι» ε ικ ο ν ο γ ρ α φ η μ έ ν ο α π ό τ ο ν Ν . Μ α ρουλάκη. Σ τ η σ ε ιρ ά α π ό τ ο ν μ ύ θ ο σ τη ν Ι σ το ρ ία : Α . Γ κ έλ τσ ο υ -Σ α ρ ρ ή : «Ορφέας», Ζ . Κ α ν ά β α : «Ο Μιχάλης και το μηχανάκι», Μ . Κ α ρ δ ά τ ο υ : «Ο κόσμος των ήχων» κ α ι το Κ ό μ ικ «Χορός θανάτου» το υ Κ . Δ ο α κ ο ύ λη. Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η Σ : 'Α λ κ ή Γ ο υ λ ιμ ή : «Η αόρατη σελίδα», Μ . Κ ο ν το λ έω ν -Α . Ά γ γ ο υ ρ α -Β λ ο γ ια ν ν ίτ η : «Το βιβλίο των δια κοπών μου», Χ έλ μ ο υ τ Φ ε ν τ: «Κοινωνική
ένταξη και εκπαίδευση».
\
ΠΑΙΔΙΚΑ ΕΙΔΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ Π . Κ ό ν ο λ υ : «Ο θρύλος του Οδυσσέα» (Ζ Α Χ Α Ρ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ ). Α π ό το ν Κ Ε Δ Ρ Ο : Α σ η μ α κ ο π ο ύ λ ο υ Μ ο σ χ ο β ίτη : «Πάσχα-Πρωτομαγιά». Σ τη σ ε ιρ ά π ρ α μ ύ θ ια π ο υ χ ο ρ ε ύ ο υ ν : Ε ι ρ ή ν η ς Μ ά ρ α : «Το όραμα του Ρόδου», «Πετρούσκα» κ ι α κ ό μ α Κ . Λ ιο ύ ίς : «Το χρονικό της Ναρνιά» κ α ι «Ο ταξιδιώτης
της Αυγής». Γ Ν Ω Σ Η : Β. Κ α β β α θ ά : «Το γλαροπούλι και το νησί», Γ. Δ α ρ ά κ η : «Το Α ,Β δίχως
Α π ό τ ις ε κ δ ό σ ε ις Κ Ε Δ Ρ Ο Σ π ρ ό γ ρ α μ μ α - - **' τ ίσ τη κ ε σ ε ιρ ά 55 β ιβ λ ίω ν με τ α θ έ μ α τα :
«AIDS», «Ηρωίνη», «Ό ξινη βροχή», «Τοξικά απόβλητα», «Πυρηνική ασφάλεια». Κ Α Κ Τ Ο Σ : Ι σ α ά κ Α σ ίμ ω φ : «Γαλαξιακή αυτοκρατορία». Τ α χ ιο υ μ ο ρ ισ τ ικ ά κ ε ίμ ε ν α τ ω ν Μ . Β ιν τ ιά δ η - Η λ . Μ π εν έ το υ : «Πω! πω τι πάθαμε!» κ α ί Γ. Ξ α θ ο ύ λ η : «Οικογένεια μπες βγες..» Ε Ξ Α Ν Τ Α Σ : Μονογραφίες Τ σ ά ρ λ υ Π ά ρ -
Κ Α Λ Ε Ν Τ Η Σ : «Ο μάγος του Οζ».
«ΣΤΟΥ ΓΚΟΒΟΣΤΗ»
Γράφει ο Νίκος Σπανός
20/χρονικα
Για τα έντυπ α... ανά την Ελλάδα Εξετάζοντας το χώρο των περιοδικών εκδόσεων τον τελευταίο καιρό, ειδικότερα εκείνων που ασχολούνται με τα γράμματα και τις τέχνες, θα επιχειρήσουμε μια μικρή παρουσίαση ορισμένων από αυτών, αναφερόμενοι σε έντυπα νέα, αλλά και παλαιότερα, από διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Ας ξεκινήσουμε όμ/ως από τα πλέον “νεο φώτιστα”, που είναι και τα περισσότερα: Το «Τρίπτυχο» είναι μηνιαίο περιοδικό ποι κίλης ύλης, με βασικές αναφορές στην επι στήμη, την ιστορία, την αρχαιολογία. Από το πρώτο κιόλας τεύχος καθορίζονται οι σκοποί και οι στόχοι του, προσπαθώντας δίχως μ ε γάλες φιλοδοξίες να καλύψει όσο το δυνα τόν επαρκέστερα τους τομείς που προαναφέρθηκαν, με κάποιες όμως εμφανείς ελλεί ψεις στην εικονογράφηση, και συγκεκριμέ να, στη σχέση κειμένου και εικόνας. [Ιδιο κτησία: Εκδόσεις «Ιωλκός», Εκδότης: Αθηνά Μαρκοπούλου-Λιάρου, Αλαμάνας 10, Π ε τρούπολη]. Αλλο ένα νεοσύστατο περιοδικό με δια φορετικό αντικείμενο ύλης αυτή τη φορά, εί ναι το «Παραμιλητό». Ασχόλείται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, με τη λογοτεχνία - διήγη μα, ποίηση - αναφερόμενο κατά το μεγαλύ τερο μέρος του σε 'Ε λληνες δημιουργούς. Αρκετά μικρό σε έκταση, διανθισμένο όμως με ζωγραφικά σχέδια και φωτογραφίες, που υπογραμμίζουν τα κείμενα και τους προσδί δουν μια εικαστική πληρότητα. Μια έκδοση προσεγμένη και αρκετά ελπιδοφόρα στο χώ ρο της. [Υπεύθυνος έκδοσης: Δημ. Παναγιωτόπουλος, Πλουτάρχου Μπλέσσα 5 - Πει ραιάς], Τελειώ νοντας με τις Αθηναϊκές εκδόσεις, αναφέρουμε το δίμηνο περιοδικό «Ομπρέλλα», παλαιότερο στο πεδίο της εκδοτικής παραγωγής, με ποικίλη ύλη, που ξεκινά με
συνοπτικά αφιερώματα στην ποίηση - ελλη νική και ξένη - καταλήγοντας σε κριτικές παρουσιάσεις βιβλίων και θεατρικών έργων, δίχως να παραλείπονται οι σελίδες με απο σπάσματα από έργα Ελλήνων και ξένων συγ γραφέων, καθώς και κάποιες μικρές δοκιμιακές εργασίες. [Ιδρυτής-Εκδότης-Διευθυντής: Μάκης Αποστολάτος, Έδρα: Κων/πόλεως 60 - Ν. Σμύρνη], Ας περάσουμε όμως τώρα στη συμπρωτεύ ουσα, με δυο ακόμη έντυπα, το «Εντευκτή ριο» και το «Ιώδιο». Ξεκινώντας από το πρώτο, με την α ραιότε ρη περιοδικότητα έκδοσης (τρίμηνο), ανακα λύπτουμε τον αναμφισβήτητο επαγγελματι σμό που διαπερνά την έκδοση, στη μορφή και το περιεχόμενό της. Οι πηγές απ’ όπου το «Εντευκτήριο» αντλεί τα θέματά του είναι η λογοτεχνία, η κριτική, οι εικαστικές τέ χνες, καθώς και η έρευνα μέσα στο χώρο του βιβλίου, με διεισδυτικές ματιές στα προ βλήματα που κατά καιρούς το επηρεάζουν. Οι αναφορές στους παραπάνω τομείς περι λαμβάνουν μεγάλα αφιερώματα σε πρόσωπα με σημαντική προσφορά στα γράμματα και τις τέχνες, όπου διαφαίνεται όμως μια αυξη μένη και ίσως υπερβάλλουσα φιλολογική ανάπτυξη των κειμένων. Αυτό επηρεάζει λίγο-πολύ και το υπόλοιπο θεματικό σύνολο. Στο τελευταίο τεύχος του «Εντευκτηρίου» θίγεται αναλυτικά το θέμα της παρουσίας των Ελληνικών γραμμάτων στο εξωτερικό, με επίκεντρο αναφοράς τη μεταφραστική
χρονικα/21 δραστηριότητα Ευρωπαϊκών χωρών (Μεγάλη Βρεταννία, Γαλλία, Σοβιετική Ένωση) πάνω σε έργα Ελλήνων δημιουργών. Επίσης ένα μικρό αφιέρωμα στον ποιητή Τάκη Σινόπουλο, καθώς και ένα κείμενο που αφορά την αναγόρευση του Ν.Γ. Πεντζίκη σε επίτιμο δι δάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής Θεσ/νίκης, συμπληρώνουν, και με άλλα θέματα, το και νούριο αυτό τεύχος. [Διευθυντής: Γιώργος Κορδομενίδης - Γ. Σεφέρη 16, Σταυρούπολη - Θεσ/νίκη]. Από την άλλη μεριά έχουμε το «Ιώδιο», «εκκεντρικό», θα λέγαμε, στη δομή του, αποπνέει μια «επαναστατικότητα» μέσα από την αισθητική θεώρηση των κειμένων του, που σε συνδυασμό με την πυκνή, καθοριστι κή, φωτογραφία δικαιώνει το χαρακτηρισμό του περιθωριακού. Σημεία ανφοράς του είναι η λογοτεχνία, κυρίως ποίηση, η θεατρική κριτική καθώς και η παρουσίαση περιοδικών και βιβλίων που εκδίδονται στη Θεσ/νίκη. [Εκδότης: Στέλιος Πασχάλης - Θεσ/νίκη], Ας δούμε όμως τώρα και κάποιες άλλες περιοχές της χώρας, που δεν σ τερούνται κα θόλου εκδοτικών δραστηριοτήτων, όπως η Τρίπολη κι η Καβάλα. Από την Τρίπολη έχου με το «Φωνογράφο» (δίμηνο) και απ’ την Κα βάλα το «Τώρα» (μηνιαίο), ολοκληρώνοντας έτσι τη μικρή αυτή παρουσίαση γύρω απ’ τις περιοδικές εκδόσεις των γραμμάτων και των τεχνών ανά την Ελλάδα. Το πρώτο αναφέρεται κυρίως στη μουσική - εκδίδεται από τη Χορωδία Τρίπολης και διανέμεται δωρεάν! - με ειδήσεις και ρεπορ τάζ πάνω στα μουσικά δρώμενα της Τρίπο λης, αλλά και της υπόλοιπης χώρας, συνε ντεύξεις με μουσικούς και μαέστρους χορω διών, ακόμη και παραθέσεις έργων, μεγάλων συνθετών για χορωδία. Τον μουσικό αυτό πυρήνα περιστοιχίζουν σελίδες κινηματο γραφικές και λογοτεχνικές, με σημαντικά αφιερώματα σε γνωστά πρόσωπα των γραμ μάτων μας ή δημοσιεύσεις αποσπασμάτων από ανέκδοτα έργα Ελλήνων δημιουργών. Τέλος, ξεφεύγοντας κάπως από τα μέχρι στιγμής δεδομένα, ερχόμαστε στο «Τώρα», όπου παρατηρούμε μια αρκετά μεγάλη ποικι λία ύλης, σημείο που μαρτυρεί κατά πρώτον, μια τάση για ευρεία ενημέρωση του κοινού, και κατά δεύτερον, ένα σεβασμό προς αυτό, προβάλλοντας όλους σχεδόν τους τομείς που αφορούν ένα ολοκληρωμένο περιοδικό, πάνω στο φάσμα της πληροφόρησης. Από την κοινωνικοπολιτική έρευνα και παρουσία ση, εν είδει χρονογραφημάτων, γελοιογρα φιών, αναφορών ιστορικών .γεγονότων, ρε πορτάζ, κ.λπ., μέχρι τα καλλιτεχνικά δρώμε να (λογοτεχνία, μουσική, θέατρο, κινηματο γράφος, συνεντεύξεις, βίντεο) και τις αθλη τικές και ψυχαγωγικές σελίδες. Πρόκειται για μια έκδοση με σαφείς στόχους και φιλο δοξίες που από το δεύτερο κιόλας τεύχος της, είναι σε θέση να πρσελκύσει μια μεγάλη μερίδα του αναγνωστικού κοινού.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ Ιπ π ο κ ρ ά τ ο υ ς 8 - Α θήνα, τηλ. 362.73.18
Οι εκδόσεις ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ συμμετέχουν στις εκδηλώσεις που γίνονται στη χώρα μ α ς για τα
200 χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης (1789-1989) με την έκδοση του βιβλίου του Γάλλου συγγρ αφ έα
Jean Paul Bertaud
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ( 1789- 1795) Μετάφραση Σταυρούλα Αλεξανδράτου - Δέσποινα Αγγελοπούλου
22/χρονικα
"Η Ελλάδα είναι οικείος χώρος Ο ελληνιστής γλωσσολόγος Πέδρο Μπάδενας ντε λα Πένια, καθηγητής του Ανωτέρου Συμβουλίου Επιστημονικών Ερευνών της Μαδρίτης, επισκέπτεται την Ελλάδα περίπου κάθε δύο χρόνια. Έ χ ε ι μεταφράσει και σχολιάσει τα έργα του Μ έ νανδρου, τα Επινίκια του Πινδάρου, τα Άπα ντα του Καβάφη και άπαντα τα ποιήματα του Σεφέρη. Συμ μετέχει στην επιτροπή σύνταξης του Λεξικού Αρ χαίας Ελληνικής γλώσσας που τώρα βρίσκεται στον 4ο τόμο και θεωρείται ανώτερο κι από το περίφημο Liddell Scott. Έ να άλλο επίσης σημαντικό πρόγραμ. μα του ιδρύματος, που διευθύνει ο Πέδρο Μπάδενας είναι η καταγραφή όλων των αρχαίων ελληνι κών επιγραφών που υπάρχουν στην Ισπανία. Ακόμη διευθύνει τη σύνταξη ενός ισπανο-νεοελληνικού λεξικού, γεγονός που αποτελεί είδηση, χα ροποιεί και ενδιαφέρει όλους τους βασανισμένους Έ λληνες μεταφραστές που αναγκαζόμαστε να δου λεύουμε με γέφυρες άλλων γλωσσών. Εκδίδει και διευθύνει την ERYTHEIA, περιοδικό βυζαντινών και νεοελληνικών μελετών που είναι μοναδικό στο εί δος του. Σ ’ αυτό ακριβώς το περιοδικό διαπίστωσα με απορία και δέος, θα έλεγα, τον προβληματισμό και την επιστημονική αναζήτηση των Ισπανών για μια πιο σωστή ορθογραφική απόδοση των ελληνι κών ονομάτων, στη γλώσσα τους, με αφορμή τη Μαρία Νεφέλη του Ελύτη σε μετάφραση Νίνας Αγγελίδη και Οράτιου Καστίγιο που βραβεύθηκε φέ τος στην Αργεντινή. Μ έσα στην τόση πολυπραγμοσύνη του ερευνητή Πέδρο Μ πάδενας δεν μπορώ να μην αναφέρω ένα μικρό συμβάν: την ομιλία του πέρσι στη Μαδρίτη με θέμα την ανάλυση των θρήνων για την Άλωση της Πόλης. Μέσα στο Δεκέμβρη του '88 βρέθηκε πάλι στην Αθήνα για μια σειρά διαλέξεων συμμετέχο ντας συγχρόνως και στον εορτασμό για τα δεκά χρονα του περιοδικού Δ Ε Ν ΤΡ Ο όντας ένας από τους ομιλητές μακρουλής τραπέζης στο ινστιτούτο Γκαίτε μαζί με τον Παύλο Ζάννα,τον Κ. Γεωργουσόπουλο, τον Α. Ίσαρη, τον Κ. Καλοκύρη κ.ά. με θέμα τα προβλήματα της μετάφρασης. Η παρακάτω συνομιλία μαζί του έγινε στο Ισπανι κό Μορφωτικό Ίδρυμα όπου μίλησε για τον Κυπρια κό Κύκλο του Σεφέρη. Ό ,τι συγκίνησε ήταν η ζώσα και πάλλουσα αγάπη του για τον ποιητή. Φοβάμαι πως δεν υπάρχει κανένας Έ λληνας που να έχει μι λήσει έτσι γι’ αυτόν. Πέδρο Μπάδενας, καλωσορίζοντάς σας ως φίλη και ως... «εντεταλμένη» του Δ ΙΑ Β Α ΖΩ θα ήθελα να μου πείτε γιατί βρίσκεστε ξανά στην Ελλάδα και ποια είναι η σχέση σας μ ’ αυτήν. ΒΡΙΣΚΟ Μ ΑΙ εδώ στην Αθήνα για δύο διαλέξεις. Μια που έδωσα την περασμένη εβδομάδα στο Ινστιστούτο Ισπανικών Σπουδών Miguel de Cervantes για ένα θέμα πολύ διαφορετικό από το σημερινό: τη γλωσσική κατάσταση στη σημερινή Ισπανία, και μία
σήμερα εδώ, στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Πρε σβείας μου, για να εκφράσω μερικές σκέψεις μου για τον Κυπριακό Κύκλο του Σεφέρη. Η σχέση μου με την Ελλάδα είναι διπλή. Από τη μια πλευρά επαγγελματική, γιατί είμαι ελληνιστής, κλασικός φιλόλογος, και από την άλλη πνευματική, γιατί η Ελλάδα για μένα είναι μια δεύτερη πατρίδα. Την αγαπάω πάρα πολύ την Ελλάδα.
Τι απήχηση έχουν τα Ελληνικά Γράμματα στην Ισπανία; Είναι υπόθεση πλατύτερου εν-
χρονικα/23
για μας"
διαφέροντος ή μόνο κάποιων ανθρώπων ειδι κής καλλιέργειας και ευαισθησίας; ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ χρόνια άλλαξαν πολύ οι σχέσεις γνωριμίας με την Ελλάδα. Για παράδειγμα, πριν 1520 χρόνια η Ελλάδα και η Ισπανία βρίσκονταν πολύπολύ μακριά στη γεωγραφία και στη γνωριμία. Ύστερα οι Ισπανοί άρχισαν να ταξιδεύουν εδώ στην Ελλάδα. Ό μω ς στην Ισπανία στα γυμνάσια διδάσκο νται, όπως ξέρετε Αρχαία Ελληνικά και Λατινικά για δύο-τρία χρόνια και στα Πανεπιστήμιά μας, σ’ ολό
κληρη τη χώρα, επίσης διδάσκεται η Αρχαία Ελλη νική γλώσσα. Στα Πανεπιστήμια της Μαδρίτης, της Βαρκελώνης, της Γρανάδας - σε πέντε ή έξι μεγά λα Πανεπιστήμια υπάρχουν τμήματα κλασικής φιλο λογίας και αυτό δημιουργεί ένα ρεύμα και μια επιρ ροή στον κόσμο της κουλτούρας και της λογοτε χνίας και μια επιθυμία να γνωρίσουν τη νέα Ελλά δα. Το 1964 ο Σεφέρης επισκέφθηκε την Ισπανία κι αυτό αποτέλεσε ένα πολύ σημαντικό γεγονός, για το χώρο. Δέκα χρόνια μετά και λίγο περισσότερο, με αφορμή την απονομή του βραβείου Νόμπελ στον Ελύτη μάς επισκέφθηκε ο ποιητής κι έγινε το ίδιο. Αλλά σ’ αϋτό το διάστημα και γύρω στο ’79-’80 είχαμε πια νεοελληνιστές, μια ομάδα από 15-20 άτομα σε διάφορες επαρχίες της Ισπανίας, που εί χαμε οργανώσει τον Ισπανοελληνικό Μορφωτικό Σύλλογο και αυτό μας επέτρεψε να κάνουμε τις με ταφράσεις όλων των ποιημάτων του Καβάφη, του Σεφέρη, μια ανθολογία του Ρίτσου, μια του Ελύτη, δηλαδή παρουσιάστηκε ένα φαινόμενο που ήταν εντελώς καινούριο. Τώρα πια έχουμε ορισ μένες κρατικές σχολές ξέ νων γλωσσών στη Μαδρίτη, στη Βαρκελώνη, στο Μπιλμπάο, τη χώρα των Βάσκων, και στη Γρανάδα όπου διδάσκεται αποκλειστικά η νεοελληνική γλώσ σα σε διάρκεια πενταετούς φοίτησης. Είναι ένας πρόσφατος θεσμός, άρχισε πριν τέσσερα χρόνια, που προβλέπει και χορήγηση πτυχίου. Νομίζω πως η αγάπη των Ελλήνων για τα Ισπανικά Γράμματα προχρονολογείται. Και δεν αναφέρομαι μόνο στα λίγα ποιήματα που μετέφρασε ο Καζαντζάκης που είναι γνωστό
24/χρονικα με πόσο πάθος επεδίωξε την Έδρα της Ελ ληνικής Λογοτεχνίας στη Σαλαμάνκα, αλλά και στη φοβερή απήχηση του Δον Κιχώτη όσο και την αληθινή λατρεία που τρέφουν οι Έλληνες για το Λόρκα, τόση, που έχει ειπω θεί πως περισσότερο αγαπιέται και θαυμάζε ται στην Ελλάδα παρά στην Ισπανία. Κι αυτά όλα βέβαια πολύ πριν το 1964. Σας κερδίσα με, λοιπόν, στην αγάπη ιδιωτικά, αλλά όχι σε κρατικό και εκπαιδευτικό επίπεδο. Ωστόσο πείτε μου πώς θα μπορούσαμε να δικαιολο γήσουμε την αγάπη των Ελλήνων για τα ισπανικά γράμματα; Πώς ο γερμανο- και γαλλο- και πιο ύστερα αγγλοθρεμμένος Έλλη νας ανακαλύπτει ξαφνικά την «ισπανική» ψυχι% του και ρίχνεται με πάθος πάνω σ ’ αυτή την «καινούρια» κουλτούρα με λαχτάρα κά ποιου που πολύ αποστερήθηκε κι επιτέλους βρήκε την πραγματική του αγάπη; Να δε χτούμε αυτό που λέει ο Gregor Marafton: ότι καμιά ροπή δεν είναι τυχαία και ανεξήγητη αλλά ένστικτο που μας καθοδηγεί πίσω σε κάποια ρίζα; Θα μπορούσαμε να πούμε πως κάθε αγάπη έλκει την καταγωγή από μια με ταφυσική συγγένεια που μας σέρνει πίσω στη λησμονημένη πηγή; ΝΑΙ, νομίζω πως πρέπει να είναι και αυτό, γιατί δεν υπήρξαν πάρα πολλές σχέσεις και επαφές άμεσες ανάμεσα στην Ισπανία και την Ελλάδα που είναι δύο χώρες γεωγραφικά απομακρυσμένες. Ωστόσο η συμπεριφορά και η ψυχοσύνθεση των ανθρώπων είναι παρόμοιες και επίσης το ίδιο συμβαίνει και με κάποιες ιστορικές καταστάσεις. Έχουμε, κατά κά ποιο τρόπο, παράλληλες ιστορίες. Κι όταν ερχόμα στε σε άμεση επαφή μπορούμε να δούμε πως είμα στε ίδιοι. Θα θέλατε να μου μιλήσετε λίγο για τα προ βλήματα της μετάφρασης; ΕΙΝΑΙ πολλά και κάποτε σοβαρά. Γιατί κατά τη γνώ μη μου πρέπει ένας μεταφραστής της Νεοελληνι κής Λογοτεχνίας να έχει μια πλατιά μόρφωση σ ’ όλο το φάσμα της Ελληνικής Κουλτούρας. Ό χ ι μό νο της νεότερης αλλά γενικά. Για παράδειγμα: Δ εν μπορούμε να καταλαβαίνουμε την ποίηση και την πεζογραφία του Σεφέρη που είναι ιστορικός ποιη τής, χωρίς να έχουμε πολλές γνώσεις για την ιστο ρία της σύγχρονης και της αρχαίας Ελλάδας, το ίδιο και της Λογοτεχνίας της. Γ ιατί ο Σεφέρης μας μιλάει για το παρόν με αναφορές στον Αισχύλο, τον Πίνδαρο, τον Ηρόδοτο και τη μεσαιωνική Ιστορία, τον Μαχαιρά, τον Νεόφυτο τον Έγκλειστο. Δηλα δή, ενώ γενικά είναι προσιτός, ειδικά είναι ακατα νόητος λόγω μη κοινών ιστορικών εμπειριών. Ό τα ν μπορέσουμε να πιάσουμε αυτά τα κλειδιά της διά βασης, τότε μπορούμε να καταλάβουμε όλο το νόημα αυτών των ποιημάτων. Και για τη γλώσσα υπάρχουν άλλες τεχνικές δυσκολίες. Δ εν έχουμε ακόμη καλά λεξικά ισπανο-ελληνικά και αντίθετα, δεν έχουμε μια καλή γραμματική της καινούριας γλώσσας, δεν έχουμε τίποτα, κανένα βοήθημα. Γι’ αυτό ο μεταφραστής πρέπει να έχει πολλές και βα θιές γνώσεις, γενικές, από τον Ό μηρο μέχρι σήμε ρα. Κι αυτό δεν είναι εύκολο φυσικά. Έ τσ ι εξηγεί
ται γιατί όλοι οι ελληνιστές της ισπανίας είναι κλα σικοί φιλόλογοι. Δ εν υπάρχει ακόμη στην Ισπανία ένας νεοελληνιστής που δεν ξέρει αρχαία ελληνι κά, που δεν εχει σπουδάσει την κλασική φιλολογία. Γ ι’ αυτό υποστηρίζω πως κάθε μετάφραση πρέπει να συνοδεύεται από ένα corpus σημειώσεων. Οι εκ δότες διαφωνούν, αλλά εγώ σαν ειδικός το θεωρώ απαραίτητο. Μας θεωρούν οι Ισπανοί εξωτικούς τους Έλ ληνες; ΟΧΙ, όχι. Για μας η Ελλάδα είναι οικείος χώρος και όχι εξωτικός. Ω ς μεταφράστρια, αλλά κυρίως ως ποιήτρια έχω μια πολύ ειδική έγνοια: Πώς μπορεί να μεταφραστεί ισπανικά ο Σικελιανός - κι όχι μόνο αυτός, αλλά και ο Καβάφης, κυρίως, στου οποίου την ποίηση δεν έχουμε να κά νουμε μόνο με μηνύματα και νοήματα, αλλά με μια γλώσσα όπου η επιλογή και η απόχρω ση της λέξης είναι θεμελιακής σημασίας για την ομορφιά και το προσωπικότατο ύφος της ποίησής του. Μπορεί ένα τέτοιο γράψιμο να μεταφερθεί αλώβητο δίχως να ισοπεδωθεί; Έχετε ασχοληθεί μαζί του; Μ Ε ΤΟΝ Σικελιανό δεν έχω ασχοληθεί, δυστυχώς. Διάβασα κάποτε μερικά ποιήματά του, αλλά δεν έχω ακόμη ασχοληθεί. Αυτά τα φιλολογικά και γλωσσολογικά φαινόμενα που υπάρχουν εδώ στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να μεταφραστούν, να δοθούν στη γλώσσα μας, διότι η γλώσσα μας έχει μια ιστορία πολύ διαφορετική. Δ εν έχουμε, για πα ράδειγμα, το πρόβλημα της καθαρεύουσας και της δημοτικής και όλες τις δυνατότητες που για το λο γοτέχνη υπάρχουν ανάμεσα σε δύο, τρία, τέσσερα επίπεδα της γλώσσας. Στην Ισπανία, όπως και σε άλλες δυτικές χώρες, έχουμε πολύ καινούριες γλώσσες που από τα χρόνια της αναγέννησης είναι πιο κατασταλαγμένες, παγιωμένες, ενώ στην Ελλά δα αυτό δε συνέβη, γιατί υπάρχει μια συνέχεια ε; Χωρίς διακοπή στην ιστορία της ελληνικής γλώσ σας από την αρχαιότητα, υπάρχουν διάφορα επίπε δα, αλλά δεν είναι όπως στις νεοευρωπαϊκές γλώσ σες που η ζωή της λατινικής γλώσσας τελείωσε και αρχίσανε όλες οι καινούριες: τα αγγλικά, τα γαλλι κά, τα ισπανικά, τα ιταλικά, τα πορτογαλικά κ.λπ. Και αυτό ακριβώς το πράγμα κάνει πολύ-πολύ δύ σκολο για μας να μεταφέρουμε στις γλώσσες μας όλες τις δυνατότητες της λογοτεχνικής έκφρασης που μπορεί να χρησιμοποιεί ένας Έλληνας. Από Σικελιανό στα ισπανικά υπάρχει μια μικρή ανθολογία που έκανε ένας Ισπανός που μένει εδώ στην Ελλά δα, ο Πέδρο Ματέο καθηγητής. Πριν δύο χρόνια εί χα την ευκαιρία να διαβάσω τα δοκίμια και ήταν μια καλή μετάφραση. Δυστυχώς όμως δεν έχω δει ακό μη το τελικό κείμενο. Ποιός είναι ο χαρακτήρας της Ισπανικής Λο γοτεχνίας σήμερα; Σ ’ ΑΥΤΟ είναι λίγο δύσκολο ν ’ απαντήσω. Διαβάζω ισπανική λογοτεχνία, αλλά δυστυχώς δεν έχω τόσο καιρό να διαβάσω τα πολύ καινούρια έργα. Στην
χρονικα/25 ποίηση υπάρχουν διάφορα ρεύματα: έχουμε ένα ρεύμα που εμείς το λέμε «των νεότατων ποιητών» που έχουν υποστεί μια μεγάλη επιρροή από τον Καβάφη, γιατί αυτός είναι πολύ γνωστός στους σύγ χρονους ποιητές μας, αλλά νομίζω ότι τώρα, γενικά - αυτό είναι προσωπική μου γνώμη - στην Ισπανία και στην ισπανόφωνη σύγχρονη λογοτεχνία το κα λύτερο είναι όχι τόσο η ποίηση αλλά η πεζογραφία. Νομίζω ότι τα διηγήματα, τα Romances, τα μυθιστο ρήματα, ιδιαίτερα στη Νότιο Αμερική, βρίσκονται σε μια στιγμή θαυμάσια. Θαυμάσια! Υπάρχει ο ΜέΓquez, ο Cortasar, ο Varga Llosa που θεωρώ πως είναι τόσο σημαντικοί στην ισπανόφωνη λογοτεχνία, όσο υπήρξε ο Θ ερβάντες και οι λοιποί.
έχουν τις ίδιες ευκαιρίες, κι αυτό νομίζω ότι αποτε λεί κίνδυνο. Για παράδειγμα, τώρα στην Ισπανία: ναι, μετα φράζεται ελληνική λογοτεχνία, βγαίνουν βιβλία, αλ λά υπάρχει ένα φρενάρισμα. Δ εν μπορούμε να κά νουμε μια Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Είναι απολύτως αδύνατον να την κάνουμε στην Ισπανία, γιατί δε βρίσκουμε εκδοτικό οίκο. Δ εν θ έ λουν, γιατί νομίζουν ότι αυτό το έργο θα είναι μόνο για λίγους εκλεκτούς και φιλόσοφους. Αυτό είναι ένα λάθος. Υπάρχουν κίνδυνοι σ ’ αυτόν τον τομέα. Αυτή είναι μια γνώμη.
Έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στην Ισπανία η ίδια έκρηξη και άνθιση της πεζο γραφίας όπως στη Λατινική Αμερική;
ΕΤΟ ΙΜΑΖΩ τη δεύτερη έκδοση της μετάφρασής μου του Σεφέρη, θα ανανεώσω τη βιβλιογραφία και κάποιες σημειώ σεις και μερικά αποσπάσματα κά ποιων ποιημάτων. Η δουλειά μου γενικά είναι τούτο τον καιρό πιο φιλολογική διότι μαζί με άλλους συ ναδέλφους συντάσσουμε τώρα ένα λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας κι αυτό απαιτεί πολύ δου λειά και διευθύνω και μερικές διατριβές κι επομέ νως δεν έχω καιρό για κάτι άλλο.
ΝΑΙ, νομίζω ναι. Έ χο υμ ε τον Καμίλο Χοσέ Θέλα (Camilo Jose Cela), τον Τορέν-τε Βαγιεστέρ (Torrente Balester) κι άλλους πεζογράφους. Έ χο υμ ε και ποιητές βέβαια, αλλά η κατάσταση είναι ακόμη πο λύ ρευστή.
Τι ετοιμάζετε τώρα;
Νομίζετε πως σήμερα είναι δυνατή μια ενο ποίηση της κουλτούρας; ΝΑΙ, σήμερα γενικά υπάρχει στον κόσμο μας μια ομοιογένεια. Δ εν υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανά μεσα σε δρόμους, σε πόλεις, ανάμεσα στην Αθήνα, τη Μαδρίτη, τη Ρώμη, η κουλτούρα γενικά είναι η ίδια, κι αυτό έχει σβήσει τις επιμέρους ιδιαιτερότη τες των λαών. Αλλά στη λογοτεχνική δημιουργία νομίζω ότι κάθε χώρα έχει την προσωπικότητά της, και στην Ελλάδα διαπιστώνω ότι η λογοτεχνία είναι πολύ ζωντανή. Αυτό σημαίνει ότι αν και περνάμε σε μια κοινή Ευρώπη στον τομέα της κουλτούρας, της λογοτεχνίας, θα έχουμε και στο μέλλον μια ποικι λία. Α υτό είναι το καλό. Πιστεύετε πως θα υπάρξει μια κοινή μοίρα στις λογοτεχνίες μας τώρα με την ΕΟ Κ ή επειδή εσείς οι Ισπανοί έχετε το πολυπληθέ στερο κοινό θα είστε πιο ευνοημένοι, ενώ εμείς αντίθετα διαθέτοντας το πιο περιορι σμένο θα βρεθούμε σε ακόμη πιο μειονεκτι κή θέση; ΑΥΤΟ είναι ένα πρόβλημα. Εγώ ως φιλόλογος και γλωσσολόγος ενδιαφέρομαι πάρα πολύ γι’ αυτό το φ αινόμενο και διαβλέπω κάποιους κινδύνους. Δ η λαδή στη δυτική Ευρώπη, την Ευρώπη της ΕΟΚ, βλέπουμε πως υπάρχουν προσπάθειες από μέρους των μεγάλων εκδοτικών οίκων, δε θέλω να πω ονό ματα, αλλά εσείς καταλαβαίνετε, συγκέντρωσης στο μεγάλο κεφάλαιο. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ένα πράγμα πολύ σοβαρό: ότι οι γλώσσες που είναι μειοψηφία σ’ όλη την Ευρώπη, δηλ. η Ελληνική γλώσσα, η Ολλανδική, η Δανική και η Πορτογαλική και η Ισπανική ακόμη, γιατί γενικά στην Ευρώπη της Ε Ο Κ δεν σκέπτονται τον υπόλοιπο ισπανόφωνο κό σμο, αλλά μόνο την Ισπανία, κι αυτό είναι σοβαρό λάθος και σημαίνει ότι υπάρχει μια μαζική μετά φραση άλλων συγγραφέων, άλλων λογοτεχνιώ ν και οι λογοτεχνίες των μικρών χωρών, μικρών είτε για οικονομικούς λόγους είτε για γλωσσολογικούς, δεν
Ευχαριστήσαμε ο ένας τον άλλον, κι αυτή η συνομι λία που έγινε στα ελληνικά, άφησε σ τ’ αυτιά μου εκείνη την αρχική φράση με τον ασυναίρετο τύπο «αγαπάω πολύ την Ελλάδα» και την προσδοκία για την Αφροδίτη, την Ουρανία του Σικελιανού από τον καθηγητή Πέδρο Ματέο, για τις Έ ξ ι νύχτες στην Ακρόπολη του Σεφέρη, που έχει αναλάβει να μετα φράσει με υποτροφία του Ισπανικού Υπουργείου Π ολιτισμού ο καθηγητής Βιθέντε Φερνάντεθ Γκονθάλεθ, συνδιευθυντής του εν Αθήναις ινστιτούτου Θερβάντες, τη χαρά για τη βράβευση του Τρίτου Στεφανιού του Ταχτσή σε μετάφραση της φίλης κυ ρίας Natiridad ΘάΙνβζ και τη μεγάλη απορία πώς τό ση απέραντη δουλειά και αγάπη των Ελλήνων για το Λόρκα παραμένει απολύτως άγνωστη και αγνοη μένη στη βιβλιογραφία του ποιητή στην Ισπανία. Μ Α Γ ΙΑ Μ Α Ρ ΙΑ Ρ Ο Υ Σ Σ Ο Υ
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ
Α Π Α Ν Τ Α *
Επιμέλεια - Σημειώσεις ΛΙΝΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
Α ' τόμος: ΠΟΙΗΜΑΤΑ Β' τόμος: ΠΕΖΑ ΚΑΙ ΙΤΑΛΙΚΑ Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΣ Ετοιμάζεται: Γ τόμος: ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ
ΙΚΑΡΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ, Βουλής 4, Αθήνα
Δ ίονύσιος Σολωμός Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό <αι μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Η λαλιά που δεν ξέρει από ψέμα θ’ αναπαύσει το πρόσωπο τον μαρτυρίου με το λίγο βάμμα τον γλαυκού στα χείλη
(Οδυσσέας Ελύτης, Άξιον Εστί) Πολλές φορές στην Ιστορία αυτού του έθνους ανατρέξαμε στο ήθος του Ύ μνον της Ελευθερίας ν.αι συλλαβίσαμε τους στίχους του. Τα λόγια του, οι κεία και μεγάλα, σύγχρονα και παλιά, επιβεβαιώνουν την πίστη του Σολωμού στη Γλώσσα και την Ελευθερία και τον αγώνα του για την απόλυτη ύπαρξη της ποίησής τον. Στον σύγχρονο κόσμο, όπου είναι αδιανόητο ένας άνθρωπος να επιβάλει οράματα, να ξεσηκώσει συνειδήσεις με μόνη δύναμη την πένα του, πολλά λόγια θα χρειάζονταν για να ειπωθεί: το έθνος πρέπει να θεωρήσει ελληνικό ό,τι είναι αληθινό. Η πολυσημία του σολωμικού έργου έχει απασχολήσει πολλούς μελετητές που επιχειρούν νέες αναγνώσεις και προβάλλουν αφώτιστες πλευρές του. Το «Διαβάζω» περιλαμβάνοντας σ’ αυτό του το αφιέρωμα άρθρα που φωτί ζουν το έργο του Σολωμού από καινούριες και διαφορετικές οπτικές, φιλοδοξεί να συμβάλει σε μια εποπτική παρουσίαση των απόψεων του σήμερα. Ε πιμέλεια αφιερώματος: Γιώργος Γαλάντης
* Για τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Δ. Σολωμού, υπενθυμίζουμε ότι στο τεύχος μας 3-4, έχει επίσης δημοσιευθεί μελέτη του κ. Στεργιόπουλου.* ** Ευχαριστούμε τους υπεύθυνους του εκδοτικού οίκου «ΜΕΛΙΣΣΑ» για το δικαίωμα που μας παραχώρησαν να χρησιμοποιήσουμε φωτογραφικό υλικό από τη σειρά τους «Οι Έλληνες Ζωγράφοι».
28/αφιερωμα
Γ ιώ ρ γ ο ς Α ν δ ρ ειω μ έν ο ς
Χρονολόγιο Διονυσίου Σολωμού ( 1798- 1857). Στον Φώτη Αημητραχόπουλο
Την οικογένεια των Σολωμών τη βρίσκουμε στη Ζάκυνθο από το 1670. Έ λ κει δε την καταγωγή της από την Κρήτη, από την οποία αποχώρησε - για να εγκατασταθεί στα Επτάνησα - μετά την κατάκτησή της από τους Τούρκους στα 1669. Με διάταγμα του «Γενικού Προβλεπτού Θαλάσσης» (29 Δεκεμβρίου 1670) αναγνωρίζεται στην οικογένεια Σολωμού το δικαίωμα να διατηρήσει τα προνόμια που είχε και στην Κρήτη, ενώ με διάταγμα του δούκα Mocenigo (7 Ιανουάριου 1699) της αναγνωρίζεται ο τίτλος του κάντε. Ω ς τόπος καταγωγής της μητέρας του πιθανολογείται η Μάνη. 1798 Σ τ ο δ ιά σ τη μ α 15 Μ α ρ τίο υ με 15 Α π ρ ιλ ίο υ γ ε ν ν ιέ τ α ι στη Ζ ά κ υ ν θ ο ο Δ ιο ν ύ σ ιο ς Σ ο λ ω μ ό ς κ α ι σ τις 8 Ιο υ ν ίο υ β α π τ ίζ ε τ α ι. Π α τ έ ρ α ς τ ο υ ο Ν ικ ό λ α ο ς Σ ο λ ω μ ό ς κ α ι μ η τέρ α τ ο υ η Α γγε λ ικ ή Ν ίκ λ η ( t 1859), η ο π ο ία ή τα ν υ π η ρ έ τ ρ ια στο σ π ίτ ι το υ κό ντ ε. Ο Ν ικ ό λ α ο ς Σ ο λ ω μ ό ς , ή δ η α π ό το 1765, ε ίχ ε ν υ μ φ ε υ θ ε ί τη Μ α ρ ν έ τ τ α Κ ά κ νη με τη ν ο π ο ία είχ ε α π ο κ τή σ ει κ α ι δ υ ο π α ιδ ιά : το ν Ρ ο μ π έρ το κ α ι τη ν Έ λ ε ν α . Μ ε τη ν ό μ ο ρ φ η υ π η ρ έ τ ρ ιά το υ σ υ ζ ο ύ σ ε ο γε ρ α σ μ έν ο ς ά ρ χ ο ν τ α ς α π ό το 1796.
1801 Γ ε ν ν ιέτα ι ο α δ ε λ φ ό ς το υ π ο ιη τή Δ η μ ή τρ ιο ς Σ ο λ ω μ ό ς ( t 1883).
1802 Π ε θ α ίν ε ι η Μ α ρ ν έ ττα Κ ά κ νη .
1807 Λ ίγ ο π ρ ιν π ε θ ά ν ε ι ο κ ό ν τ ες Σ ο λ ω μ ό ς (27 Φ ε β ρ ο υ ά ρ ιο υ ), φ ρ ο ν τ ίζ ε ι ν α ν ο μ ιμ ο π ο ιή σ ε ι το ν δ εσ μ ό το υ με τη ν Α γ γε λ ικ ή Ν ίκ λη . Σ τ ις 15 Α υ γ ο ύ σ τ ο υ η μ η τέρ α το υ π ο ιη τή π α ν τ ρ ε ύ ε τ α ι το ν Μ α νόλ η Λ ε ο ν τα ρ ά κ η . Ε ν τω μ ετα ξ ύ ο μ ικ ρ ό ς Δ ιο ν ύ σ ιο ς μ α θ α ίν ε ι τ α π ρ ώ τ α το υ γ ρ ά μ μ α τα σ το νη σ ί το υ . Ω ς π ρ ώ τ ο ι δ ιδ ά σ κ α λ ο ί το υ π ιθ α ν ο λ ο γ ο ύ ν τ α ι ο ιερ ε ύ ς Ν ικ ό λ α ο ς Κ α σ ιμ ά τη ς , ο λ ό γ ιο ς ιε ρ ο δ ιά κ ο ν ο ς Α ν τ ώ ν ιο ς Μ α ρ τε λ ά ο ς κ α ι, σ τα σ ίγ ο υ ρ α , ο Ι τα λ ό ς α β β ά ς S a n to R ossi, ο ο π ο ίο ς ή τα ν π ρ ό σ φ υ γ α ς στη Ζ ά κ υ ν θ ο α π ό τη ν Κ ρ εμ ό να . Ο Σ ο λ ω μ ό ς α π ό τ α π ρ ώ τ α το υ β ή μ α τα δ ια φ α ιν ό τ α ν ό τ ι δ ιέ θ ε τε ο ξ υ μ έ νο κ α λ λ ιτε χ ν ικ ό κ α ι η θ ικ ό α ισ θ η τή ρ ιο .
αφιερωμα/29
1808 Μ ε τά α π ό π α ρ έ μ β α σ η το υ κ η δ εμ ό ν α τ ο υ π ο ιη τ ή κ ό ν τ ε Μ εσσ α λ ά , α ν α χ ω ρ ε ί γ ια τη ν Ι τ α λ ία σ υ ν ο δ ευ ό μ εν ο ς α π ό τ ο ν R o ssi, π ρ ο κ ε ιμ έ ν ο υ ν α λ ά β ε ι σ υ σ τη μ α τικ ή μ ό ρ φ ω σ η . Ο R o ssi τ ο ν ο δ η γ ε ί στη Β ε ν ε τ ία κ α ι τ ο ν ε ισ ά γ ει σ το Λ ύ κ ε ιο τ η ς Α γ ία ς Α ικ α τ ε ρ ίν η ς , σ χ ο λ ε ίο με π ο λ ύ α υ σ τη ρ ές α ρ χ έ ς . Ο π ο ιη τ ή ς δ εν μ π ό ρ ε σ ε ν α ε γ κ λ ιμ α τ ισ θ ε ί σ το π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν α υ το ύ το υ σ χ ο λ ε ίο υ , π ρ ά γ μ α π ο υ α ν ά γ κ α σ ε τ ο ν R ossi ν α το ν π ά ρ ε ι μ α ζ ί το υ σ τη ν Κ ρ εμ ό ν α κ α ι ν α τ ο ν ε γ γ ρ ά φ ε ι σ το Α υ τ ο κ ρ α τ ο ρ ικ ό Β α σ ιλ ικ ό Λ ύ κ ε ιο τη ς π ό λ η ς . Α ν ά μ ε σ α σ το υ ς δ ιδ α σ κ ά λ ο υ ς το υ ξ ε χ ω ρ ίζ ο υ ν ο ι P in i, S c o tti κ α ι B ellini. Ο ι π ρ ώ τ ο ι λ α τ ιν ικ ο ί κ α ι ιτ α λ ικ ο ί σ τ ίχ ο ι το υ π ρ ο ξ ε ν ο ύ ν ιδ ια ίτ ε ρ η ε ντύ π ω σ η σ το ν P in i, ο ο π ο ίο ς δ ια β λ έ π ε ι ό τ ι ο μ ικ ρ ό ς Έ λ λ η ν α ς « θ α κ ά ν ε ι ν α ξ εχ α σ τε ί» α κ ό μ η κ α ι α υ τ ό ς ο μ εγ ά λ ο ς M o n ti.
1815 Τ ε λ ε ιώ ν ο ν τ α ς τ ις μ έσ ες σ π ο υ δ έ ς το υ π α ίρ ν ε ι τ ο β ρ α β ε ίο τη ς ε υ γ λ ω ττία ς. Έ χ ε ι ή δ η λ ά β ε ι τ ις β ά σ ε ις μ ια ς σ τέ ρ εη ς κ λ α σ ικ ή ς π α ιδ ε ία ς , τό σ ο α ρ χ α ιο ε λ λ η ν ικ ή ς, ό σ ο κ α ι λ α τ ιν ικ ή ς . Τ ο α π ο λ υ τή ρ ιό το υ το π α ίρ ν ε ι σ τις 30 Σ ε π τε μ β ρ ίο υ . Σ τ ις 10 Ν ο εμ β ρ ίο υ ε γ γ ρ ά φ ε τ α ι σ το Π α ν ε π ισ τ ή μ ιο τ η ς Π α β ία ς γ ια τ ο ν π ρ ώ τ ο χ ρ ό ν ο τω ν ν ο μ ικ ώ ν σ π ο υ δ ώ ν . Ε κ ε ί π ρ ό κ ε ιτ α ι ν α έχε ι ο ν ο μ α σ το ύ ς δ ι δ α σ κ ά λ ο υ ς ό π ω ς ο Μ . B u ttu rin i, ο B e r e tta , ο G io rd a n i, ο R e si κ α ι ο T am b u rin i. Τ η ν ε π ο χή α υ τή φ α ίν ε τ α ι ό τ ι γ ρ ά φ ε ι τ η ν O de p e r p rim a m essa (Ω δ ή γ ι α π ρ ώ τη λ ε ιτ ο υ ρ γ ία ) , τ η ν L a distru zio ne d i G erusalem m e (Κ α τα σ τρ ο φ ή τ η ς Ιερ ο υ σ α λ ή μ ), τ ο π ο ίη μ α I n lo d e d i un fa b b rica to re d ’ org a n i ( Σ ’ έ ν α ν τε χ ν ίτη α ρ μ ο ν ίω ν ), κ α θ ώ ς κ α ι ά λ λ α θ ρ η σ κ ευ τικ ά π ο ιή μ α τ α σ τα ο π ο ία ε ίν α ι εμ φ α -
30/αφιερωμα ν ή ς η ε π ίδ ρ α σ η τ ω ν In n i Sacri (Θ ρ η σ κ ε υ τ ικ ο ί Ύ μ ν ο ι) το υ M an zo n i. Τ α φ ο ιτ η τ ικ ά το υ χ ρ ό ν ια θ α τ α π ε ρ ά σ ε ι μ ετ α ξύ Π α β ία ς , Κ ρ ε μ ό ν α ς κ α ι Μ ιλ ά ν ο υ . Ε κ ε ί θ α έ χε ι τη δ υ ν α τ ό τ η τ α ν α γ ν ω ρ ί σ ει κ α ι ν α σ υ ν α ν α σ τ ρ α φ ε ί με π ο λ λ ο ύ ς Ι τ α λ ο ύ ς λ ο γ ίο υ ς (M o n ti, T o r ti, M o n ta n i κ α ι π ιθ α ν ώ ς τ ο ν M a n z o n i), σε μ ια π ε ρ ίο δ ο σ η μ α ν τ ικ ό τ α τ η ς α ν α ν έ ω σ η ς τ ω ν ιτ α λ ικ ώ ν γ ρ α μ μ ά τω ν κ α ι α π α ρ χ ή ς α ρ κ ε τώ ν φ ιλ ε λ εύ θ ε ρ ω ν ε π α ν α σ τ α τ ικ ώ ν κ ιν ή σ ε ω ν τ η ς γ ε ιτ ο ν ικ ή ς χ ώ ρ α ς . Π α ρ ά λ λ η λ α , α υ τή τ η ν ε π ο χ ή , μ α ς ε ίν α ι γν ω σ τή η α γ ά π η γ ι α τη μ η τέρ α το υ κ α ι τ ο ν α δ ε λ φ ό τ ο υ , π ρ ά γ μ α π ο υ φ α ί ν ε τ α ι κ α ι α π ό τη σ χ ετικ ή α λ λ η λ ο γ ρ α φ ία .
1816 Σ τ ις 30 Ν ο εμ β ρ ίο υ ε γ γ ρ ά φ ε τ α ι γ ι α τ ο ν δ ε ύ τ ε ρ ο χ ρ ό ν ο τη ς Ν ο μ ικ ή ς Σ χ ο λ ή ς.
1817 Σ τ ις 15 Ι ο υ ν ίο υ α π ο κ τ ά π α μ ψ η φ ε ί τ ο π τ υ χ ίο δ ο κ ίμ ο υ , σ τ ις 12 Ν ο εμ β ρ ίο υ ε γ γ ρ ά φ ε τ α ι γ ι α το ν τ ρ ίτ ο χ ρ ό ν ο , ε νώ σ το τ έ λ ο ς το υ χ ρ ό ν ο υ π α ίρ ν ε ι τ ο α π ο φ ο ιτ ή ρ ιό το υ .
1818 Τ ο ν Α ύ γ ο υ σ τ ο ε π ισ τ ρ έ φ ε ι στη Ζ ά κ υ ν θ ο μέσω Β ε ν ε τ ία ς . Ε κ ε ί ή δ η έ χ ε ι δ η μ ιο υ ρ γ η θ ε ί μ ια γ ε ν ικ ό τε ρ η κίνη σ η π ο υ τ ρ έ π ε ι α ρ κ ε τ ο ύ ς ν έ ο υ ς π ρ ο ς τ α γ ρ ά μ μ μ α τα . Ο π ο ιη τ ή ς ε ν τά σ σ ε τα ι σε μ ια σ υ ν τ ρ ο φ ιά ν έ ω ν (τη ν α π ο τ ε λ ο ύ ν κ υ ρ ίω ς ο ι Α ν τ . Μ ά τ ε σ ις , Π α ύ λ ο ς Μ ε ρ κ ά τη ς , Γ ε ώ ρ γ ιο ς Τ ερ τ σ έτη ς , Α ν δ ρ . Κ ο μ ιώ τη ς , Δ ιο ν . Τ α γ ια π έ ρ α ς , Ν ικ . Λ ο ύ ν τ ζ η ς , Μ α ν . Λ ε ο ν τ α ρ ά κ η ς , G a e ta n o G ra sse tti κ .α .) κ α ι α ρ χ ίζ ε ι ν α σ υ γ γ ρ ά φ ε ι τ α « π ρ ώ τ α α π λ ο ε λ λ η ν ικ ά γ υ μ ν ά σ μ α τα » , α π ό τ α ο π ο ία ξ ε χ ω ρ ίζ ο υ ν δ υ ο μ ε τ α φ ρ ά σ ε ις α π ό τ ο ν Μ ε τα σ τά σ ιο (η Ά ν ο ι ξ η κ α ι τ ο Κ α λ ο κ α ίρ ι) κ α ι η Ω δ ή ε ις τ η Σ ε λ ή ν η .
«Η τρελλή μάνα», έργο του Ιωάννη Ζα χαρία, βασισμένο στο ομώνυμο ποίημα του Σολωμού. Βρίσκεται σε ιδιωτική συλλογή. (Ιστορία της νεοελληνικής ζω γραφικής, Εκδ. οίκος Μέλισσα)
1820 Τ ο ν Δ ε κ έ μ β ρ ιο ε κ φ ω ν ε ί ε π ικ ή δ ε ιο σ το ν νε κ ρ ό το ύ φ ίλ ο υ Σ π ύ ρ ο υ Γ ρ υ π ά ρ η , ό π ο υ μ νη μ ο νε ύ ε ι τ ο ν π ά ν τ α α γ α π η τ ό δ ά σ κ α λ ο S a n to R ossi. Τ η ν ί δ ια χ ρ ο ν ιά γ ρ ά φ ε ι σ τα ιτ α λ ικ ά τ ο σ ο νέ το Σ τ η ν κ υ ρ ία Σ τ υ λ ια ν ή Μ α κ ρ ή , γ ι α τ ο ν θ ά ν α τ ο α δ ε λ φ ο ύ τ η ς Δ ιο ν υ σ ίο υ Μ α κ ρ ή .
το υ το υ και το υ
1821 Σ τ ις 23 Φ ε β ρ ο υ ά ρ ιο υ σ υ ν υ π ο γ ρ ά φ ε ι μ α ζ ί μ ε ά λ λ ο υ ς φ ιλ ε λ ε ύ θ ε ρ ο υ ς Ζ α κ υ ν θ ίο υ ς α ίτη σ η γ ι α μ ε τ α ρ ρ ύ θ μ ισ η το υ α ν τ ιδ ρ α σ τ ι κ ο ύ σ υ ν τ ά γ μ α τ ο ς τ ο υ 1817. Δ ε ν γ ν ω ρ ίζ ο υ μ ε με α κ ρ ίβ ε ια α ν , με τ η ν έκ ρ η ξη τ η ς Ε λ λ η ν ικ ή ς Ε π α ν ά σ τ α σ η ς , έ γ ιν ε μ έλ ο ς τ η ς Φ ιλ ι κ ή ς Ε τ α ιρ ε ία ς . Γ ρ ά φ ε ι τ η ν Τ ρ ε λ λ ή Μ ά ν ν α κ α ι π ιθ α ν ό τ α τ α τ α Δ υ ο Α δ έ λ φ ι α , δ υ ο α π ό τ α ω ρ α ιό τ ε ρ α τ ρ α γ ο ύ δ ια τ ο υ . Π α ρ ά λ λ η λ α , γ ρ ά φ ε ι το π ο ίη μ α A S a n D io n isio , με α φ ο ρ μ ή τ ο υ ς σ ε ισ μ ο ύ ς π ο υ έ π λ η ξ α ν τη Ζ ά κ υ ν θ ο τ ο ν Δ ε κ έ μ β ρ ιο το υ 1820 κ α ι το ν Ια ν ο υ ά ρ ιο το υ 1821.
1822 Ο θ ε ίο ς το υ Λ ο υ δ ο β ίκ ο ς Σ τ ρ ά ν η ς , δ η μ ο σ ιε ύ ε ι σ τη ν Κ έ ρ κ υ ρ α (15 Ια ν ο υ ά ρ ιο υ ) τ α ιτ α λ ικ ά α υ το σ χ ε δ ία σ μ α τ α τ ο υ π ο ιη τ ή (R i m e Im p ro vv isa te ). Τ η ν ίδ ι α ε π ο χή γ ρ ά φ ο ν τ α ι τ α π ο ιη τ ικ ά γ υ μ ν ά σ μ α τα Ο θ ά ν α τ ο ς τ η ς ο ρ φ α ν ή ς , Ο θ ά ν α τ ο ς τ ο υ β ο σ κ ο ύ , η Ε υ ρ υ κ ό μ η , η Ξ α ν θ ο ύ λ α , η Ψ υ χ ο ύ λ α , τ α Λ ί γ α Γ ιο ύ λ ια ( = Π ρ ο ς τ ο ν Κ ύ ρ ιο ν Λ ο δ ο β ίκ ο ν Σ τ ρ ά ν η ν ) , η Σ κ ιά τ ο υ Ο μ ή ρ ο υ , το Κ ά κ ιω μ α κ α ι ίσ ω ς η Ω δ ή σ τ η ν Α φ ρ ο δ ίτ η (το τ ε λ ε υ τ α ίο , σε ιτα λ ικ ή
Ο Δ.Σ. όταν γύρισε στη Ζάκυνθο από την Ιταλία (1818)
αφιερωμα/31
γλώσσα). Στα τέλη του χρόνου πηγαίνει στη Ζάκυνθο, προσκαλεσμένος του λόρδου Γκύλφορντ, ο Σπ. Τρικούπης, ο οποίος και έρχεται σε επαφή με τον νεαρό ποιητή. Σε μια από τις συ ναντήσεις τους ο ποιητής του διαβάζει την Ωδή για πρώτη λει τουργία, πράγμα που γίνεται αφορμή να τον παροτρύνει ο Τρικούπης στη συγγραφή ποιημάτων σε νεοελληνικό λόγο. Για με ρικές μέρες ο Τρικούπης, με τη βοήθεια ενός αντιτύπου των ποιημάτων του Αθ. Χριστόπουλου, παραδίδει μαθήματα νεοελληνικής γλώσσας στον Διονύσιο Σολωμό. Η συνάντηση αυτή τονώνει το ενδιαφέρον του Σολωμού για τη νεοελληνική και τον κάνει να αποφασίσει οριστικά να δώσει το έργο του σ’ αυτή τη γλώσσα.
1823 Τον Μάιο γράφει τον Ύμνο * τ ~ ■ " ·4»όίαν, ~ο γνωστό τερο, ίσως, από το π .‘,ήμΓπρώτο γνήσιο ποιπηκ·'· Λ ^ μ ι σ ύ ς - ; "" μοσιεύθηκε στη συλλογή των οημοακών μας τράγουι· ·... κατήρτισε ο Φωριέλ (Παρίσι, 1824-1825), „ - - · θεωρείται και η έκδοσή του από τον Ιταλό ελΛην^στή και λατι νιστή Gaetano Grassexti (Μεσολόγγι 1825). Μεταφράστηκε σε πάρα πολλές γλώσσες του κόσμου (είναι, μάλιστα, το πιο πο λύ μεταφρασμένο ελληνικό ποίημα). Καθώς φαίνεται, με τον θάνατο του οπλαρχηγού Μάρκου Μπότσαρη (9 Αυγούστου 1823), γράφει και το απόσπασμα Εις Μάρκο Μπότσαρη, ενώ με το θάνατο του πάπα Πίου του 7ου (29 Αυγούστου 1823), συνθέτει σονέτο στα Ιταλικά. Στα τέλη της χρονιάς αρχίζει να γράφει τον Διάλογο, ενώ έχει ήδη προσχεδιάσει τον Λάμπρο, συγχρόνως με τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν.
Ο λόφος Στράνη. Στη θέση αυτή εγράφη ο Ύμνος εις την Ελευθερία και ο Σολωμός, ακούοντας τις κανονιές τον πολιορκημένου Μεσολογγίου, εφώναξε: «Βάστα, καημένο Μεσολόγγι»
32/αψιερωμα
1824 Τις πρώτες μέρες του Μαίου γράφει το ποίημα Προς τον Κύ ριον Γεώργιον Δε Ρώση ευρισκόμενον εις την Αγγλία, με την ευκαιρία του θανάτου του Αλεξάνδρου Δε Ρώσση, πατέρα του Γεωργίου. Τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο συνθέτει το Λυρικό ποίημα εις το θάνατο του Λ ορό Μπάιρον. Σε αντίθεση με τον Ύμνο, εδώ διακρίνεται μια πρσπάθεια του Σολωμού να «κατα σκευάσει» ένα ποίημα· σαν κάτι να μας λέει ότι δεν πηγάζει αυθόρμητα από τα σπλάχνα του δημιουργού του. Ο Σολωμός προετοίμασε την έκδοσή του αλλά, για λόγους άγνωστους σε μας, δεν την πραγματοποίησε ποτέ. Ο Μαρίνος Παπαδόπουλος-Βρεττός, δημοσίευσε αρκετά αργότερα (εφημ. Αιών, φ. 932, 15 Ιανουάριου 1849) τις δυο πρώτες στροφές του ποιήμα τος. Την ίδια χρονιά ακόμη, γράφει μερικές σάτιρες για έναν γραφικό ζακυνθινό τύπο, τον γιατρό Ροίδη (1750-1835), με τον οποίο διασκεδάζει όλη η συντροφιά των μορφωμένων νέων της Ζακύνθου, στην οποία, όπως ειπώθηκε, συμμετείχε και ο Σο λωμός. Από αυτές, ξεχωρίζουν η Πρωτοχρονιά, το Ιατροσυμ βούλιο και οι Κρεμάλες.
1825 Τον Ιανουάριο γράφει το ποίημα Στο θάνατο της μικρής ανε ψιάς, με αφορμή τον θάνατο της κόρης του αδελφού του Δημητρίου, Ελισάβετ ή Ζαμπέλας (6 Ιανουάριου 1825). Παράλληλα, στους πρώτους μήνες φαίνεται ότι τελειώνει τη συγγραφή του Διαλόγου, έργο σε πεζό λόγο, με το οποίο υπεραμύνεται της ομιλουμένης ελληνικής γλώσσας, ενώ εκδηλώνει με αυτό και την απέραντη αγάπη του προς τους αγωνιστές του 1821. Δυ στυχώς, το σημαντικότατο αυτό έργο του Σολωμού, δεν μας σώθηκε ακέραιο. Τον Μάιο (15 Μαίου 1825) γράφει το μικρό ποίημα Ο Ίσκιος του Γέρον. Επίσης, την ίδια χρονιά γράφει το αξιοπρόσεκτο επίγραμμα Η καταστροφή των Ψαρών.
1826 Συνθέτει τη Φαρμακωμένη με αφορμή την αυτοκτονία μιας πνευματικής του φίλης. Το ποίημα, από τα αξιολογότερα του Σολωμού, κυκλοφόρησε χειρόγραφο, δημοσιεύθηκε πολλές φο ρές (τις περισσότερες αλλοιωμένο σε διάφορες Ανθολογίες της εποχής), ενώ αργότερα μελοποιήθηκε από τον Ν. Μάντζαρο. Συνεχίζει να γράφει τον Λάμπρο που τον είχε, όπως είδαμε, προσχεδιάσει ταυτόχρονα με τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν. Την σύνθεση αυτού του ποιήματος, που δεν ολοκληρώθηκε πο τέ, θα την συνεχίσει και αργότερα. Κατά τα μέσα του 1826 (με τά τον Απρίλιο, πιθανότατα,) αρχίζει να συγγράφει τη Γυναί κα της Ζάκνθος, την οποία δουλεύει και αργότερα, κατά την παραμονή του στην Κέρκυρα. Αφορμή για το σπουδαίο αυτό έργο, θα σταθεί η πτώση του Μεσολογγίου, η περιπλάνηση ορι σμένων προσφυγισσών από αυτό στη Ζάκυνθο και η άσχημη συμπεριφορά της γυναίκας της Ζάκυθος. Παράλληλα, θα αρχί σει να επεξεργάζεται και το Α' Σχεδίασμα των Ελευθέρων Πολιορκημένων. Την ίδια χρονιά - κατά πάσα πιθανότητα - πρέ πει να γράφτηκε και το σατιρικό Όνειρο με αφορμή την κη δεία του πλούσιου Ζακυνθίου Ιωάννη Μαρτινέγκου (η σάτιρα πρωτοδημοσιεύθηκε ολόκληρη στην Κερκυραϊκή εφημερίδα Εωσφόρος στις 25 Οκτωβρίου 1858).
Δημήτριος Σολωμός, ο αδελφός του ποιητή. Πρόεδρος της Γερουσίας του Ιονίου κράτους
αφιερωμα/33
1827
Γράφει τη Νεκρική Ωδή, πιθανότατα για τον θάνατο του Σπυρίδωνα, γιου του ετεροθαλούς αδελφού του Σολωμού, Ρο βέρτου. Με αφορμή τον θάνατο του ιταλόγλωσσου - αλλά ζακυνθινής καταγωγής - Ούγου Φοσκόλου (17 Σεπτεμβρίου 1827) μιλά στην επιμνημόσυνη δέηση που γίνεται για τον συ μπατριώτη του στη Ζάκυνθο· το κείμενο της ομιλίας αυτής περιέχεται στο Elogio di Ugo Foscolo (Εγκώμιο στον Ούγο Φόσκολο), όπου περιέχονται λογοτεχνικές ιδέες του ποιητή και μαρτυρείται η ενημέρωσή του στην Ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Σ’ αυτή την περίοδο της ζακυνθινής δημιουργίας, μπορούμε ακόμη να εντάξουμε τη συγγραφή των ποιημάτων: Για Γάμο, Στον κόμητα Παύλο Μερκάτη και Το πέσιμο τον Εωσφόρου.
1828
Ζητήματα, καθώς φαίνεται, περιουσιακά, τον οδηγούν σε ρήξη με τον αδελφό του Δημήτριο. Παράλληλα, δεν φαίνεται να ικανοποιείται με το γενικότερο κλίμα που επικρατεί στη Ζά κυνθο. Τον Νοέμβριο συντάσσει τη διαθήκη του, στο συμβο λαιογραφείο του Γ. Δικόπουλου, ενώ με άλλη του πράξη ορίζει γενικούς επιτρόπους της περιουσίας του, τους Ιωάννη Γαλβάνη και Εμμανουήλ Λεονταράκη. Τον Δεκέμβριο τον βρίσκουμε στην Κέρκυρα, όπου τον επισκέπτονται οι καθηγητές της Ιονίου Ακαδημίας για να τον καλωσορίσουν.
1829 Γράφει την Ωδή εις Μοναχήν, που κυκλοφόρησε σε χειρόγρα φο και είναι από τις πιο πετυχημένες «θρησκευτικές» ποιητικές συνθέσεις του. Επίσης, τώρα φαίνεται ότι τελειώνει το γράψι μο της Γυναίκας της Ζάκυθος και ότι συγγράφει το απόσπασμα Εις το θάνατο κυρίας Αγγλίδας, του οποίου την υπόθεση μας διέσωσε ο Ιταλός Regaldi. Παράλλληλα, αρχίζει να εκδηλώνει ενδιαφέρον για τη γερμανική λογοτεχνία και φιλοσοφία. Ο Νι κόλαος Λούντζης θα μεταφράζει αργότερα, για λογαριασμό που Σολωμού, κείμενα από τα γερμανικά στα ιταλικά. Ήδη έχει αρχίσει να απομονώνεται στο ποιητικό του εργαστήρι και να εμβαθύνει στην αισθητική και τη φιλοσοφία.
1831 Ο ποιητής ταξιδεύει στη Ζάκυνθο. Κατά την εκεί ολιγόμηνη παραμονή του, αποκαθίστανται οι σχέσεις του με τον αδελφό ιου. Στις 5/17 Οκτωβρίου ακυρώνει τη διαθήκη του 1828 και στις 29 Οκτωβρίου συντάσσει νέο πληρεξούσιο, με επιτρόπους cov Ιωάννη Γαλβάνη και τον Δημήτριο Σολωμό. Στις αρχές Μοεμβρίου επιστρέφει στην Κέρκυρα.
1833
Επεξεργάζεται - για τελευταία φορά - τη Γυναίκα της Ζάκυ9ος. Στις 4 Απριλίου ξεκινά για τη Ζάκυνθο ξανά - όπου και χένει ώς τις 6 Ιουλίου, οπότε επιστρέφει στην Κέρκυρα - προ φανώς για οικογενειακές του υποθέσεις, οι οποίες σχετίζονται χε την πολύκροτη δίκη που ξέσπασε λίγο αργότερα, το Φθινό πωρο του 1833 (18 Νοεμβρίου): Ο γιος τού Μανόλη Λεονταρά κη και της Αγγελικής Νίκλη, Ιωάννης Λεονταράκης, κάνει αγωγή στους αδελφούς Σολωμού, ζητώντας μερίδιο από την περιουσία τους σαν παιδί του κόντε Νικόλαου Σολωμού. Η όλη ,στορία αποξένωσε πλήρως τον ποιητή από τη μητέρα του και
Ύ Μ Ν Ο Σ '*’ ΕΙ Σ ΤΗΝ ΕΛ Ε ΥΘΕΡ Ι ΑΝ ΔΙΟΝΥΣΙ ΟΣ' ΣΟΛΩΜΟΣ ΖΛ Κ Τ Ν Θ Ι Ο Σ
Το» Μβϊο» Μ ή ν a
I ΝΝ Ο ALLA
L I B E R T Λ'
D IO N ISIO
8 Ο L Ο Μ 0' S
DA Zacinto
scrieee II Meee di Maggie 1823. I g a r i z z a t o in P r o s » I t a l i a n » DA G. GRA8SETT1 Pruf. di Lrttere Italiane e Latin* in Zante E d i z i o n e III
ΕΝ ΜΕΣΟΛΟΙΤΙΩ,. SK ΓΗΣ ΤΤΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Δ. ΜΕΣΘΕΝΕΩΣ
1825. Γο εξώφυλλο της πρώτης αυτοτελούς εχδόαεως, στην Ελλάδα, του « Ύμνου την Ελευθερίαν» του Σολωμού
34/αφιερωμα τον επηρέασε ψυχολογικά πολύ αρνητικά. Τον Ιούνιο, σε γράμμα που στέλνει από τη Ζάκυνθο στον Τερτσέτη, ξαναδιατυπώνει τις αντιλήψεις του για τη γλώσσα όχι αγγίζοντας, όμως, το θέμα στη γενικότητά του, αλλά προχωρώντας σε εξειδικευμένες παρατηρήσεις σχετικά με τη γλώσσα και τη μορφή των δημοτικών τραγουδιών. Αναθυμούμενος - με τον πηγαιμό του στη Ζάκυνθο - την αυτοκτονία της ζακυνθινής πνευματι κής φίλης του, ή επηρεασμένος και από τα γεγονότα που σχετί ζονταν με τη δίκη, γράφει τη Φαρμακωμένη στον Άδη, όπου εκφράζει την προσήλωσή του στην ιδέα και την απέχθειά του για την ταπεινή πραγματικότητα. Το γεγονός της δίκης, μάλ λον τον ώθησε στο να γράψει μια σάτιρα την οποία σκόπευε να την τιτλοφορήσει Η Τρίχα. Συνεχίζει τη σύνθεση του Λά μπρον, τον οποίο, όπως είδαμε, δεν τελείωσε ποτέ. Πιθανότα τα το πέρασμα του Όθωνα από την Κέρκυρα (18/27 Ιανουά ριου) αποτέλεσε την αφορμή για τη σύνθεση του ωραιότατου ποιήματος Ο Κρητικός (το οποίο επίσης δεν μας σώθηκε ολό κληρο). Το αυτό περιστατικό, φαίνεται ότι τον οδήγησε στη συγγραφή ενός μικρού αποσπάσματος, το οποίο ο Πολυλάς δη μοσίευσε με τον τίτλο Σχεδίασμα, και του οποίου μερικοί στί χοι παρουσιάζουν κάποια συνάφεια με τον Κρητικό. Την ίδια χρονιά, φαίνεται ότι άρχισε να επεξεργάζεται το Β' Σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων, του σημαντικότερου, ίσως, από τα ποιήματά του. Το Β' Σχεδίασμα το δουλεύει ώς τα 1844. Την εποχή αυτή σχεδίασε και τον Νικηφόρο Βρυέννιο, από τον οποίο μας σώθηκαν ελάχιστα πράγματα.
1834
Μ*. Λύτρας: «Όθων». 1892. Λάδι σε μουσαμά
Συνεχίζει να γράφει τον Κρητικό, ενώ δημοσιεύει ανωνύμως το 25ο απόσπασμα του Λάμπρον στο περιοδικό της Κέρκυρας Ιόνιος Ανθολογία (φάκελλος Α' σσ. 24-29).
1835 Στα τέλη αυτού του έτους η δίκη φτάνει στο κατακόρυφό της. Στις 11/23 Νοεμβρίου ο Σολωμός συντάσσει τη νέα ιδιόχειρη διαθήκη του με την οποία αφήνει γενικό κληρονόμο τον αδελ φό του Δημήτριο, αποξενώνοντας τη μητέρα του από κάθε κληρονομικό δικαίωμα.
ς Ελεύθερους Πο-
Υ Τ ο ic o r»
c uj .o ! . cc rjrpo C j .ro ru u
u'trffo
7 *
^f ecLt j^ yy Y
v t · h
«>r r
J r r e - fc - t*
r r
tto .
< r t\r
Joj* _> l
r*v - in f ’ ί Ή ' * ' "T·*
j u n f c - rrr^~ T Y v
s -f tt
*
p tr r<>
T f i y i / i f A s
r t f i i . ^
ff& r js
f t *
T
f
/ T o * a y ;
a ,K r o < ^
μ . 1p j l c -
k
rC
J ( l· u a j
Λ
^ oi
1
rr
o -U f
αφιερωμα/35
1836 Στις 13 Ιουνίου βγαίνει η πρωτόδικη απόφαση υπέρ των Σβλωμών. Στις 8 Σεπτεμβρίου ο Διονύσιος Σολωμός επιχειρεί ένα νέο ταξίδι στη Ζάκυνθο. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αυ τού, γνωρίζεται με τον Πολωνό ποιητή I. Slowacki (1809-1849) ο οποίος ταξίδευε με το ίδιο πλοίο («Επτάνησος»), πηγαίνο ντας στην Ανατολή.
1837 Μετά από εννέα μηνών παραμονή στη Ζάκυνθο, ο Σολωμός θα επιστρέφει στις 3 Μαίου στην Κέρκυρα. Στις 17 Ιουνίου οι Σο λωμοί κερδίζουν και την έφεση στη δίκη.
1838 Η οικογένεια Σολωμού κερδίζει και την αναίρεση (4 Απριλίου) και μαζί με αυτή και οριστικά τη δίκη. Ο ποιητής, όπως είδα με, έχει βαθιά πληγωθεί από αυτό το συμβάν. Από τη χρονιά; αυτή και εξής πραγματοποιείται η ουσιαστικότερη και βαθύτε ρη γνωριμία του Σολωμού με τη γερμανιική λογοτεχνία και| διανόηση. Ο Νικόλαος Λούντζης επιστρέφει από τη Γερμανία] και έχει συχνές επαφές με τον Σολωμό. Το ίδιο και ο Ιωάννης | Μενάγιας, μαθητής του Εγέλου, και ο Ιάκωβος Πολυλάς. Με υπόμνημα που στέλνει στον φίλο του Σπ. Πήλικα, συνιστά στην τότε ελληνική κυβέρνηση να ξαναφέρει τον Tommaseo στην Ελλάδα από το Παρίσι, προκειμένου να βοηθήσει στην αρτιό τερη οργάνωση των φιλολογικών σπουδών.
1840 Ο Σολωμός, ενεργώντας για λογαριασμό δικό του αλλά και του αδελφού του, ζητά με αίτησή τους στις 17 Ιουλίου να τους ανα γνωριστεί ο τίτλος του κάντε, μιας και το Κράτος των Επτά Νησιών είχε αποφασίσει την αναθεώρηση των τίτλων ευγενείας των κατοίκων. Με απόφαση της Βουλής (22 Ιουλίου), αναγνω ρίζεται ο πιο πάνω τίτλος για την οικογένεια Σολωμού.' Ήδη,όμως, έχει αρχίσει να δημιουργείται ένας ευρύς κύκλος γύρω από τον Σολωμό, που αποτελείται από εξέχουσες πνευ ματικές προσωπικότητες της Κέρκυρας. Ξεχωρίζουν οι Νικό λαος Μάντζαρος, Ερμάννος Λούντζης, Σπ. Ζαμπέλιος, Ιάκ. Πολυλάς, Ιούλιος Τυπάλδος, Ανδρέας Λασκαράτος, Ν. Tom maseo, Giuseppe Regaldi, Γεώργιος Μαρκοράς, Ανδρέας Μουστοξύδης και Πέτρος Βράιλας-Αρμένης.
1844 Αφού έχει ήδη προχωρήσει αρκετά στους Ελεύθερους Πολιορκημένονς, αποφασίζει να μεταβάλει το ποίημα σε ανομοιοκα τάληκτους στίχους (Γ' Σχεδίασμα). Ουσιαστικά αυτή την επο χή δίνεται στο ποίημα και ο πιο πάνω τίτλος (παλαιότεροι τίτ λοι; Χρέος και Οι Αδελφοποιοι). Αναφέρεται δε στις τελευ ταίες δεκαπέντε ημέρες πριν από την ηρωική Έξοδο του Με σολογγίου, και χαρακτηρίζεται - ιδίως στο Γ' Σχεδίασμα - για την υψηλότητα των ιδεών και για τη φροντισμένη του μορφή.
1847 Γράφει στα ιταλικά το δεκατετράστιχο Ο Ορφέας. Εμπνέεται τον Πορφυρά, με αφορμή το κατασπάραγμα ενός Άγγλου στρατιώτη από καρχαρία στο λιμάνι της Κέρκυρας. Το ποίημα, από τα ωραιότερα του Σολωμού, θα το δουλέψει γύρω στα δυο
Νικόλαος Μάντζαρος
Giuseppe Regaldi
36/αφιερωμα χρόνια. Μας σώθηκε και αυτό σε αποσπασματική μορφή.
1848 Τους πρώτους μήνες του έτους γράφει τα αποσπάσματα Εις το θάνατο της Αιμιλίας Ροδόσταμο, με αφορμή το θάνατο της ομώνυμης γυναίκας.
1849 Παρασημοφορείται με τον Χρυσό Σταυρό των Ιπποτών του Σωτήρος από τον 'Οθωνα (3 Φεβρουάριου), για τα πλούσια ελληνικά αισθήματα σε πολλά από τα ποιήματά του. Γράφει το επίγραμμα Εις Φραγκίσκον Φραίζερ για την κόρη του Άγγλου φίλου του John Frazer. Είναι από τα λίγα ποιήματα που δημο σίευσε ο Σολωμός όσο ζούσε. Συγχρόνως γράφει στα ελληνικά το ποίημα Carmen Seculare και τελειώνει τον Πορφυρά.
1850 Κατά πληροφορία του Τρικούπη, τη χρονιά αυτή, τοποθετείται νέα συνάντησή του στην Κέρκυρα με τον Σολωμό. Με αφορμή την αυτοκτονία της ανεψιάς του Αγγελικής, κόρης του αδελ- ; φού του Δημητρίου (Αύγουστος 1850), γράφει το μικρό από σπασμα Εις το θάνατο της ανεψιάς του. Τον ίδιο καιρό (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1850) πρέπει να γράφτηκε καί το επί- ’ γραμμα Προς τον Βασιλέα της Ελλάδας ενώ εδιάβαινε τα νερά της Κέρκυρας, με αφορμή το πέρασμα του Όθωνα από την } Κέρκυρα.
1851 Στις 30 Αυγούστου απαγγέλλει στη Μεγάλη Αίθουσα της Ιονίου Ακαδημίας το ποίημα La Navicella greca (Το Ελληνικό Καράβι). Παράλληλα, στην περίοδο 1847-1851, επιστρέφει | προς την ιταλική σύνθεση και μας δίνει αξιόλογα δείγματα, τα οποία, όμως, δεν έχουν σαφώς ακόμα χρονολογηθεί: Τα ποιή ματα, ΗΣαπφώ, Ο Έλληνας Πολεμιστής, Η Φαρμακωμένη, το Μυστικό Δέντρο και πεζά σχεδιάσματα, από τα οποία ξεχωρί ζουν, Donna velata (Η γυναίκα με το μαγνάδι), La Madre Gre ca (Ελληνίδα Μητέρα) και το L’ usignolo e Ιο sparviere (Το αη- ! δόνι και το Γεράκι). Το Φθινόπωρο του 1851, παθαίνει την πρώτη εγκεφαλική συμφόρηση. Ο χαρακτήρας του αρχίζει και γίνεται περισσότερο ιδιότροπος. Διακόπτει τις σχέσεις του με τον Ιάκ. Πολυλά και δεν βλέπει παρά ελάχιστους φίλους. 'Ως | τον θάνατό του, δεν θα μπορέσει να συμπληρώσει τίποτα από το αρχινισμένο έργο του.
1852 Με αφορμή τον θάνατο του Στ. Μαρκορά, γράφει στα ιταλικά το ποίημα Στο θάνατο του Στυλιανού Μαρκορά.
1853 Γράφει σε ιταλική γλώσσσα το επίγραμμα στην Αλίκη Ουάρδ.
1854 Γράφει και άλλο επίγραμμα - πάλι στην ιταλική - στην Αλίκη Ουάρδ. Την Άνοιξη παθαίνει νέα συμφόρηση. Παράλληλα, αποκαθιστά τις σχέσεις του με τον Πολυλά, ο οποίος όμως τον βρίσκει αισθητά αλλαγμένο.
Δ. Σολωμός. Έργο Φώτη Κόντογλου. Τοιχογραφία στο Δημαρχείο Αθηνών
αψιερωμα/37
1855 Πιθανότατα τότε είναι που γράφει στα ιταλικά ένα επίγραμμα για τον φίλο του, γραμματέα του Αρμοστή, John Frazer, με την ευκαιρία της αναχώρησης του για την Αγγλία.
1856 Τον Νοέμβριο παθαίνει νέο - αυτή τη φορά σοβαρό - εγκεφα λικό επεισόδιο. Κλείνεται στο σπίτι του και δεν αποτολμά να βγαίνει έξω. Διαβάζει τη Γραφή, τους Πατέρες και τους Υμνογράφους της Εκκλησίας.
1857 Στις 9/21 Φεβρουάριου τον βρίσκει ο θάνατος. Ορίζεται δημό σιο πένθος και του γίνεται επιβλητική κηδεία. Στις 16 και 23 Φεβρουάριου οργανώνονται μνημόσυνα προς τιμήν του. Φίλοι του τυπώνουν νεκρολογίες και δημοσιεύουν ποιήματα αφιερω μένα σ’ αυτόν. Έρανος που έγινε λίγους μήνες αργότερα στην Κέρκυρα, προκειμένου να στηθεί η προτομή του, παρέμεινε προσπάθεια ατελεσφόρητη. Κυκλοφορουν εκδόσεις με έργα του: στη Ζάκυνθο η έκδοση Ροσόλιμου και στην Αθήνα η έκδο ση Δελλαπόρτα:
1859 Εκδίδονται στην Κέρκυρα - με την φροντίδα του μαθητή και φίλου τού Σολωμού Ιακώβου Πολυλά - τα Ευρισκόμενα έργα του ποιητή με «Προλεγόμενα» του Πολυλά (2/14 Οκτωβρίου).
1865 Με την φροντίδα του Δημητρίου Σολωμού, αδελφού του ποιη τή, μεταφέρονται τα οστά του στη Ζάκυνθο. Με τη μελοποίηση του Μαντζάρου, επί υπουργείας, Δ. Βουδούρη, οι δυο πρώτες στροφές του 'Υμνου εις την Ελευθερίαν καθιερώνονται ως εθνικός ύμνος της Ελλάδος.
9
ο (Ο m o p *
* Κατά τη σύνταξη του χρονολσγίου προσπάθησα να στηριχθώ σε όσο το δυνα τόν πιο έγκυρες πληροφορίες έχουμε για τη ζωή και το έργο του ποιητή, ενώ θεώ ρησα σωστότερο να παραλείφω πλήθος ανεκδοτολογικών στοιχείων που αναφέρονται στον Σολωμό και τα οποία δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθούν με κά ποιον τρόπο. Ως κύρια βιβλιογραφικά βοηθήματα χρησιμοποίησα τα εξής: Εμμα νουήλ Κριαρά, Σολωμός. Ο 6ίος-Το έργο. Β' έκδοση, Βιβλιοπωλείου της «Εστίας» Ιωάννου Δ. Κολλάρου & Σίας Α.Ε., Αθήνα 1969· Γεωργίου Ν. Παπανικολάου, Δ ιοννοίον Σολωμον Άπαντα. Το ελληνόγλωσσο έργο τον ίΒιογραφίακείμενο-ερμηνεία-παραλλαγές-τυπικο-εικονετ). Τόμος πρώτος, Αθήναι 1970, σσ. 15-262- Εμμανουήλ Κριαρά, «Σολωμός, Βίος και έργο», Νέα Εστία, τόμος 104, Χριστούγεννα 1978, σσ. 3-25· Λίνου Πολίτη, Γύρω στον Σολωμό. Μελέτες και άρ θρα (1938-1982). Β' έκδοση επαυξημένη. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1985, σσ. 58-98, 116-151, 221-223 και 298-318. Αξεπέραστη παραμένει και η συμβολή του Πολυλά με τα «Προλεγόμενά» του στην έκδοση των Ευρισκομένων του Σολωμού στα 1859.
Ο τάφος του Σολωμού στην Κέρκυρα
38/αψιερωμα
γ——
Louis Coutelle
Διονύσιος Σολωμός. Ελαιογραφία etc τον φυσικόν
— Ο Σολωμός σαν εθνικός ποιητής— Θα απογοητέψω όσους διάβασαν τον τίτλο και περιμένουν θεωρήσεις για τον Ύμνο. Έχω για το έργο αυτό τον ιστορικό σεβασμό που αξίζει στο μονα δικό σχεδόν ελληνικό ποίημα που δημοσίεψε ο Σολωμός - στην πρώτη κάπως εκτεταμένη σύνθεση όπου δοκιμάζει τη νέα γλώσσα όταν γυρίζει από την Ιτα λία. Τραγουδάει τα πιο γνωστά επεισόδια των πρώτων επαναστατικών χρόνων στο κλασικό ύφος τότε ενχ ρ ή σ ει στη βόρεια Ιταλία. υτό το ύφος, με το οποίο πρώτος εμπλουτί ζει τα ελληνικά, έμαθε να το μεταχειρίζεται Α με ευχέρεια στα χρόνια που σπούδαζε στην Κρεμόνα και στην Παβία. Το έργο δεν είναι χωρίς αρετές. Αλλά βέβαια ο Σολωμός αξίζει περισσό τερη προσοχή για άλλα, μεταγενέστερα έργα: σαν ποιητής, εννοείται, αλλά και σαν πατριώτης. Έχουν ειπωθεί πολλά σχετικά: να καταθέσω κι εγώ το στεφάνι μου. Η φανερά δύσκολη θέση του ξένου που θέλει ν’ ανακατωθεί με θέμα εθνικό έχει σαν αντιστάθ
μισμα, ότι η ιδιότητά του τον απαλλάσσει από κοινωνικές προλήψεις που ενδέχεται να μην έχουν ακόμα απαλειφθεί εντελώς σήμερα και εν πάση περιπτώσει έχουν συχνά στο παρελθόν με τατρέψει την ιστορία σε θεράπαινά τους. Το ίδιο ισχύει και για την ποίηση, που έχει κι αυτή στρατολογηθεί επανειλημμένος στο παρελθόν στην υπηρεσία εθνικών υποθέσεων - υπηρετώ ντας την αναζήτηση της εθνικής ταυτότητας. Και ο τρόπος που το ελληνικό κοινό δέχθηκε τους στίχους του Σολωμού όταν πρωτοδημοσιεύθηκαν
το 1859 θα χορηγούσε ωραία παραδείγματα της αλληλοεξάρτησης των κοινωνικών προλήψεων και της ποίησης. Το παράδειγμά μου όμως θα το πάρω από την ίδια έκδοση: είναι αυτό του Λάμπρου. Στα χει ρόγραφα του ποιητή εμφανίζεται σαν έμμετρη νουβέλλα, που υπερχειλίζει από το πιο έξαλλο συναισθηματικό πάθος, με αιμομιξίες και πνιγ μούς και πτώματα που χορεύουν στην εκκλησία. Καμιά σχέση με την ανδρική ποίηση του Βύρω να, μόλο που αυτό υποστηρίχθηκε συχνά. Πολύ περισσότερο μιμείται ορισμένα ιταλικά ποιήμα τα της ίδιας εποχής, ξεχασμένα σήμερα - μικρή απώλεια - σαν την Udegonda του Tomtnaso Grossi. Τέτοιος είναι ο Λάμπρος στα χειρόγρα φα, και επιπλέον, το ξέρουμε, όλος κομματια σμένος. Ο Πολυλάς προσπάθησε καθώς έπρεπε να συναρμολογήσει τα σκόρπια μέλη του. Κανέ νας δεν έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήσει για παραχάραξη: όμως είναι σίγουρο πως όταν προ σπαθούσε να βάλει τάξη στα αποσπάσματα, η προσωπικότητά του παρέμβαινε εν αγνοία του: ιδιαίτερα όταν έδωσε στην έκδοση μια πολύ ση μαντική θέση στις λίγες γραμμές του χειρογρά φου (οκτώ όλες-όλες στις 53 σελίδες, και είναι και μεταγενέστερες προσθήκες) στις οποίες ο Σολωμός προσπαθούσε να σχετίσει την αρχική πλοκή με τα σύγχρονα συμβεβηκότα. (Ίσως να αισθανόταν άσχημα που στιχουργούσε μια τόσο μάταια ιστορία ενώ καίγονταν τα πάντα στην Ελλάδα). Η επιμονή του Πολυλά στις λίγες γραμμές αυτές ασφαλώς του υπαγορεύθηκε από τη δική του πεποίθηση πως δεν ήταν δυνατόν ο Σολωμός να παραστράτησε τόσο μακριά από την πατριωτική οδό. Πάντως αποτέλεσμα είναι, ότι ο (κοινωνικά σφοδρώς επικριτέος!) πρωταγωνι στής μιας ποιητικής δοκιμής της νεαρής ηλικίας του Σολωμού, όλο «θόρυβο κι οργή», μεταμορ φώθηκε σε ήρωα της ελληνικής επανάστασης για τις μελλοντικές γενεές. Έτσι λοιπόν διεισδύουν κάποτε οι κοινωνικές προλήψεις στο χώρο των γραμμάτων. Αλλά θα είμαστε τόσο περισσότερο πρόθυμοι να συγχωρέσουμε τον Πολυλά, ώστε τότε που καταπιανό ταν με την τεράστια εκδοτική δουλειά του όλοι σχεδόν εσχέτιζαν τα ποιητικά με τα εθνικά γεγο νότα και τούτο κυρίως στην Αθήνα, αλλά επίσης στο άλλο πνευματικό κέντρο του ελληνισμού, τα νησιά του Ισνίου. Μια γενεά και παραπάνω μετά το τέλος του πολλοί ποιητές τραγουδούν τον Αγώνα, που σιγά-σιγά γίνεται εθνικός μύθος: έτσι ο Αλ. Σούτσος με το επικολυρικό ποίημά του «Τουρκομάχος Ελλάς». Αυτοί συμβάλλουν στη διαμόρφωση της νέας ιδεολογίας που θα εν θαρρύνει τους Έλληνες σ’ αυτά τα μαύρα χρό νια, όπου η ξένη κατοχή του Πειραιά είναι μόνο ένα παράδειγμα των δυσκολιών της χώρας. Η επιθυμία να γλιτώσουν από την ωχρή πραγματι
αψιερωμα/jn κότητα - με αντίστοιχη προσφυγή στα όνειρα που σε άλλους τομείς εκφράζεται αλλιώς, στον τομέα της ποίησης γίνεται αναμονή ενός καινού ριου Ομήρου, ο οποίος θα ενώσει τους Έλληνες γύρω από το έργο του και συνάμα θα πείσει την Ευρώπη για τις ικανότητες των απογόνων του αρχαίου. Η ίδρυση των ποιητικών διαγωνισμών γύρω στο 1850, και η επιτυχία τους, μαρτυρούν για τη σημασία που αποδίδει στην ποίηση η και νούρια κοινωνία. Ακούεται συχνά η γνώμη πως η ποίηση πρέπει πρώτα να εξυπηρετήσει τα εθνι κά συμφέροντα: κατεξοχήν μάρτυρας της νοο τροπίας αυτής είναι το έργο του Βαλαωρίτη, όλο στόμφος και ηρωικές πράξεις, και η διαρκής φή μη του. Τέτοιο ήταν το κοινωνικό κλίμα όταν, μαζί με λίγα νεανικά κομμάτια, τα μέχρι τότε άγνωστα αποσπάσματα της ώριμης ηλικίας του Σολωμού προσφέρθηκαν στο ελληνικό αναγνω στικό κοινό. Και φυσικά, από τον συγγραφέα του Ύμνου, όλοι περίμεναν πατριωτική ποίηση του γνωστού τύπου: το αναμενόμενο νέο έπος, που ψιθύριζαν στην Κέρκυρα ότι είχε γραφτεί. Αλλά τους προσφερόταν κάτι πολύ διαφορετικό απ’ ό,τι ήταν έτοιμοι να χειροκροτήσουν: τίποτα λ.χ. που να μοιάζει με τη ρητορική ενός Σούτσου ή ενός Βα λαωρίτη. Αυτό προκάλεσε παρανοήσεις. Θα πά ρω ένα παράδειγμα, όπου το πρώτο θύμα (όχι όμως και το μοναδικό) ήταν ο ίδιος ο Πολυλάς. ταν ανακάλυψε στα χειρόγραφα ένα ποίη μα για το οποίο ο Σολωμός δεν του είχε μι λήσει ποτέ, και που δεν έμοιαζε με την υπόλοιπη παραγωγή του αιώνα στην Ελλάδα - τον Κρητι κό —ο εκδότης φαίνεται προβληματίστηκε: και έτσι στα γνωστά Προλεγόμενά του εκφράζεται σχετικά με αρκετή αοριοτία και συντομία. Πε ριορίζεται πραγματικά σε μια συσχέτιση του έρ γου με δυο πολύ γενικά, πολύ κοινά ποιητικά θέματα, δηλ. με την αγάπη του άντρα για τη γυ ναίκα αφενός, και - φυσικά! - με την αγάπη γιά την πατρίδα. Υποθέτω πως θα πειράχθηκε από το γεγονός ότι οι δυο μορφές αυτές της «αγάπης» δεν έχουν και πολλά κοινά σημεία: μα δεν εξη γείται άλλο. Μετά από τον Πολυλά όμως άλλοι δεν έδειξαν την ίδια περίσκεψη. Στα σχόλιά τους εμφανίζεται πια σαν κύριο θέμα του ποιήματος η αγάπη για την πατρίδα: μοιραία εξέλιξη. Και καθώς ο καθένας κάτι προσθέτει στα ήδη υπάρ χοντα σχόλια - νομίζοντας, υποπτεύομαι, πως έτσι δείχνει περισσότερο πατριωτικό βάθος - ο ανώνυμος Κρητικός ήρωας γίνεται στο τέλος σαν το Λάμπρο - άλλο σύμβολο της ελληνικής επανάστασης. Όμως στην περίπτωση αυτή ξέρουμε με ποιο τρόπο αντιλαμβανόταν το ποίημά του ο ίδιος ο Σολωμός. Πρώτα γιατί στο ίδιο το χειρόγραφο του Κρητικού γράφει πως το έργο αυτό «πηγάζει
Ο
f
40/αφιερωμα από τη Μεταφυσική». Και μετά, γιατί αλλού, χα ρακτηρίζοντας πολύ περιληπτικά διάφορα ποιήματά του, γράφει πως «ο Κρητικός είναι το ποίημα της θεοποιημένης αγάπης». Τίποτα δεν μπορεί ν’ απέχει περισσότερο από τη γενικά αποδεκτή εξήγηση. Δεν είναι η στιγμή κατάλλη λη για ν’ αποδείξω πως ο Σολωμός... ήξερε τι γράφει. Αλλά επιτρέπεται η παρατήρηση πως οι κοινωνικές προλήψεις είναι τόσο ισχυρές, που η πατριωτική εξήγηση εξακολουθεί ακόμα και σή μερα να είναι η πιο διαδεδομένη. Όμως ο Σολωμός εξακολουθεί πραγματικά να γράφει πατριωτική ποίηση. Τι σημαίνει γι’ αυ τόν στην ώριμη ηλικία του μας το δείχνει, με τρόπο πιο απλό και πιο σύντομο από άλλα έργα, και το απόσπασμα με τίτλο Carmen Saeculare. (Ήταν 53 χρόνων όταν το έγραψε). Για τον τίτλο μπορούμε να είμαστε σίγουροι, γιατί ο Πολυλάς τον έμαθε από τον ποιητή. Και αυτός ο τίτλος εί ναι που μας βεβαιώνει πως ο Σολωμός αντιλαμ βανόταν το ποίημά του σαν πατριωτικό. Τον δα νείστηκε από μια από τις πατριωτικές Ωδές του Ορατίου, που την έγραψε για έναν επίσημο θρη σκευτικό εορτασμό του μεγαλείου της Ρώμης, στον οποίο ο αυτοκράτορας Αύγουστος ήθελε να δώσει ιδιαίτερη λάμψη. Στο λατινικό ποίημα, το θρησκευτικό αίσθημα προσδίδει βάθος στο πα τριωτικό άσμα, ενώ ο Οράτιος προφητεύει για τη χώρα του ένα ακόμα πιο ένδοξο μέλλον: «Εσείς Μοίρες, να προσθέτετε αίσιο μέλλον στα ήδη πεπραγμένα (...) Γυρίζω σπίτι με βέβαια, αίσια ελπίδα». Επειδή ο Σολωμός διάλεξε τον λατινικό τίτλο μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως καθώς και ο Οράτιος, θα έγραφε ένα ποίημα με θρησκευτική μορφή που θα είχε θέμα το λαμπρό μέλλον της Ελλάδας. Όσο όμως ξέρουν το ποίημα - το από σπασμα που έχουμε - θα συμφωνήσουν πως δε μοιάζει με την ιδέα που έχουμε για ένα πατριω τικό ποίημα. Συμπεραίνω πως έχουμε και μεις σαν τους συγχρόνους του Σολωμού τις προλή ψεις μας για το τι πρέπει να είναι ένα τέτοιο ποίημα. Σε μια προσπάθεια να καταλάβουμε τι γίνεται ας εξετάσουμε ορισμένα στοιχεία του έρ γου. Για τη βοσκοπούλα πρώτα ξέρουμε πως μας έρχεται από ποίημα του Cavalcanti - του μεγά λου συγχρόνου του Δάντε - μέσω της Γυναίκας της Ζάκυθος. Μετά και κυρίως έχουμε το κε ντρικό όραμα του δέντρου, που απλώνει στον αέρα τα κλαδιά του σαν βρύσες, και που κάθε φύλλο του φιλοξενεί ένα πνεύμα. Στέκεται μες στο ναό της Φύσης σαν το επτάφωτο πολυκάντη λο στο ναό της Ιερουσαλήμ, ενώ τα ουράνια τάγ ματα και τα άστρα ενωμένα του αφιερώνουν μια αρμονία ήχάυ και φωτός. Από κάτω κάνει δέηση η βοσκοπούλα Lκαι απ’ ολ’ αυτό «οι Σεραφείμ εγνώρισαν το βάθος της αγάπης».
Όλα τα στοιχεία του οράματος είναι θρησκευ τικής τάξης: και το ίδιο το δέντρο, για το οποίο θα μπορούσαμε ν’ ανακαλέσουμε το δέντρο Ιεσσαί ή το ξύλο της Γνώσεως. Όλα συγκεντρώνο νται γύρω στην έννοια της ουράνιας αρμονίας: Κι αρμόζουν διάφορο το φως χίλιες χιλιάδες άστρα χίλιες χιλιάδες άσματα μιλούν και κάνουν ένα. ην αρμονία αυτή οι παραπάνω στίχοι μας επιτρέπουν να την προσδιορίσουμε διαφο Τ ρετικά: είναι και η αναγωγή της πολλαπλότητας στο ένα. Η διατύπωση αυτή μας θυμίζει μια φράση του Ιταλού νεοπλατωνιστή Marsilio Ficino που ο Σολωμός αντιγράφει σ’ ένα άλλο χειρό γραφο: - Composita in Simplicia resolvuntur, simplicia multa in Unum Simplicissimum, δηλ. «Τα σύνθετα αναλύονται σε απλά, τα πολλά απλά σε ένα απλούστατο». Για να θεμελιώνεται η σκέψη του Σολωμού σε τέτοια δεδομένα - έστω και σ’ ένα μέρος μόνο της σύνθεσης - σημαίνει πως η αντίληψή του της πατριωτικής ποίησης έχει αλ λάξει ριζικά από τον καιρό που στον Ύμνο τρα γουδούσε πραγματικά γεγονότα. Η παραπάνω φράση του Ficino βρίσκεται σ’ ένα χειρόγραφο των Ελεύθερων Πολιορκημένων (Β' σχεδίασμα): άλλο πατριωτικό ποίημα. Στο ίδιο χειρόγραφο, και σε καίρια θέση, δηλ. κάτω από τον τίτλο, σαν προμετωπίδα του ποιήματος, ο Σολωμός αντιγράφει από άλλο νεοπλατωνιστή, τον Ωριγένη: - «Ο Πατέρας αγκαλιάζει όσα υπάρχουν, ο Υιός περιορίζεται στα μόνα νοητικά όντα, και το Πνεύμα στους μόνους εκλε κτούς». Δε θα σχολιάσω εδώ τη φράση: θα πω μόνο πως τα δυο παραθέματα αυτά αρκούν για να αποδείξουν πως τα πατριωτικά ποιήματα της ώριμης ηλικίας είναι αδιάσπαστα από ορισμένες μεταφυσικές θεωρήσεις: αυτές φυσικά τρέφουν την ποιητική σύλληψη. Θα μπορούσα να προ σθέσω πολλά στο σημείο αυτό, που τα αποσιωπώ για συντομία. Πάντως τα παραπάνω φτάνουν για να καταλάβουμε πόσο διέφερε η αντίληψη του Σολωμού από αυτή των ποιητών του καιρού του, όσον αφορά την πατριωτική ποίηση.Και όμως όταν σκαρώνει τα έργα αυτά ο Σο λωμός παραμένει πιστός, μόλες τις φαινομενικές διαφορές, στις ποιητικές αρχές που είχε μάθει να σέβεται όταν σπούδαζε στην Ιταλία. Στη βόρεια Ιταλία άνθιζε ακόμα τότε μια πολύ παλιά ποιητική σχολή, πολύ διαφορετική απ’ ό,τι φανταζόμαστε ή μαθαίνουμε από τα σχολικά εγχειρίδια. Στην Κρεμόνα ιδιαίτερα και στο Λά δι οπαδοί της είναι οι ποιητές με τους οποίους συναναστρέφεται ο Σολωμός: κατεξοχήν ο Chiosi. Αντίθετα με μια πολύ διαδεδομένη γνώμη, αυτοί δεν αποδίδουν σημασία στους πρόσφατους Ιερούς Ύμνους του Manzoni, αλλά εκτιμούν,
αφιερωμα/41 εκτός από τον Δάντε και τον Πετράρχη, ποιητές που έχουν ξεχαστεί σήμερα, κάποτε δικαίως σαν τον Vazano, κάποτε αδίκως σαν τους Minzoni, Frugoni κ.λπ. από τους παλιούς, και από τους νεώτερους προ πάντων τον σκοτεινό αλλά μεγά λο Angelo Mazza. Ό λ’ αυτά τα ονόματα βρίσκο νται και στα γραπτά του Σολωμού. Ακόμα και ο σύγχρονός τους Monti, που όλοι σέβονται, μόλο που δεν ανήκει στην ποιητική σχολή αυτή, δεν την αγνοεί. Αυτή στηρίζεται σε μια φιλοσοφία της τέχνης σε στενή σχέση με τη θρησκεία, και εκφράζεται μέσω ενός εντελώς ιδιαίτερου λεξι λογίου. Ό λ’ αυτά, φιλοσοφία και λεξιλόγιο δηλ., είναι νεοπλατωνικής προέλευσης, με άφθο νες αναφορές στη μουσική των σφαιρών, στα ου ράνια τάγματα, στην Αρμονία τέλος πάντων που δημιουργεί την κοσμική τάξη. Αυτή η φιλοσοφία ονομάζεται φιλοσοφία του φωτός, εξαιτίας της γενικής χρήσης μεταφορών που παρουσιάζουν
τον ήλιο, το φεγγάρι και τ’ αστέρια, σπινθήρες που ανεβαίνουν προς τον ουρανό (πρώτη πηγή φωτός) τη θεϊκή φωτιά και όλα τα ρέστα. Λει τουργεί λοιπόν μέσα σε μια σφαίρα ενδιαφερό ντων και με μέσα που μοιάζουν πάρα πολύ με όσα ταυτίσαμε λίγο παραπάνω σ’ ένα ποίημα της ώριμης ηλικίας του Σολωμού. Υπογραμμίζω ακόμα μια φορά το γεγονός ότι μόλο που δεν εί ναι γενικά γνωστό, αυτή ήταν η ποίηση που γρα φόταν τότε ακόμα πιο συχνά στις βόρειες ιταλι κές επαρχίες, καθώς ήταν κι αυτή που εδίδασκαν στα σχολεία. Στην Κρεμόνα τουλάχιστον: ο ίδιος ο καθηγητής της λογοτεχνίας που είχε ο Σολωμός - καλός ποιητής κι αυτός - ο Giovanni Pini, άλλα δε γράφει. Και ο Σολωμός, λένε, του έστελνε ακόμα στίχους του το 1850, τόσο που μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως δεν είχε ξεχάσει τα μαθήματά του. Να πως αρχίζει λοιπόν ο Pini την Ποιητική Τέχνη του:
42/αφιερωμα Καθώς βρέχει την χαραυγή ο γλυκύς γόνιμος αέρας και αγαλλιάζουν στον αγρό τα πεποικιλμέν’ άνθη, έτσι από τις υψηλές περιφέρειες του Βω μού όπου τ’ άστρα κυκλικά χορεύουν ατούς ήχους της μυστικής κιθάρας, ερασμία προς εμέ κατέβα και ένα των αρρήτων σου ασμάτων, γλυκύ Αρμονία, δίδασκέ μον.(~) Μίλημα της Φνσεως, Γλώσσα των Θεών (-) χάρη στην οποία η Ιταλική μούσα τραγούδησε, ευφραίνοντας με θεϊκή ενρνθμία τις δρύσες τον Βωκλύζ. Να πω πως τα πρώτα φώτα έσπειρες ανάμεσα στο σκότος των σφαι ρών, εσύ κυρία των ηθών; Ή να διηγηθώ, τι παραμυθία χορηγείς στον άνθρωπο όταν με προσφιλείς εικόνες την καρδιά του τρέφεις, βυθισμένη στη γλυκάδα σου; Ή πως τα νικημένα στήθη στη θέλησή σου καταναγκάζεις, ω ακατα μάχητη κυρία των αισθημάτων; (-) Όμοια με τα αρώματα στον βωμό της αγάπης που σπινθοδολώντας υψώνονται για να κάνουν στην οργή τον ενσπλαγχνον τον Κύριον, τέτοια γρήγορα ανέβαινε στους ουρανούς, της εύφωνης άρπας προ φητικής η εμπνευσμένη αρμονία. Εν τω άμα στον ήχο των θεϊκών μελών οι μεγάλοι κέδροι τον Λιβάνου τίναξαν περίφανοι τις μυρωδάτες χαίτες γιατί διαφνλαττόμενοι απ’ τη λήθη αισθάνοντο πως παρεδίδοντο μες στα ιερά άσματα εις τους εσχάτους χρόνους. υτά εδίδασκε λοιπόν ο Πίνι στο Σολωμό; Αυτά, μάλιστα. Ελπίζω η κλασική λυρική διατύπωση να μη στάθηκε εμπόδιο στην κατα νόηση, και να συνειδητοποίησε ο αναγνώστης το ρόλο τουλάχιστον της αρμονίας - και για ποια αρμονία πρόκειται. Από τους παραπάνω στίχους θα κρατήσω όμως μια άλλη λέξη, τη λέξη «προ φητική». Μας θυμίζει πως από πολύ παλιά ανα τίθεται στον ποιητή ο ρόλος του μυσταγωγού.
Α
Έτσι οι Λατίνοι ονόμαζαν τον ποιητή Vates, που σημαίνει προφήτης. Και, πριν ακόμα, οι προφήτες του Ισραήλ, ποιητές κι αυτοί, ασκού σαν ηθική οδήγηση του λαού τους. Την εξίσωση «ποιητής-προφήτης» την ήξεραν μεταξύ άλλων και ο Lamartine, και ο Ρ.Η. Azais που τον διά βαζε ο Σολωμός. Κάι ο ίδιος δυο φορές ονομά ζει τον ποιητή, προφήτη. Σίγουρα, όπως το δή λωνε παραπάνω ο Πίνι, πιστεύει βαθιά στον κοι νωνικό ρόλο του ποιητή σαν ηθικού οδηγού. Παρόμοια του έγραφε κι ο Giuseppe Montani, την ώρα που εγκατέλειπε την Ιταλία για να γυρί σει στη Ζάκυνθο. «...Συ τουλάχιστον θα επανιδείς μια πατρίδα, η οποία δύναται αληθώς να αποκαλείται πατρί δα (-) Και αποκλειστικώς εις τας Μούσας αφοσιωμένος, συ θα έχεις ποικίλα και γενναία αι σθήματα να εκφράζεις, μεγάλα πάθη να διαγείρεις, γνήσιαν ευγένειαν να εισαγάγεις. Ο πα τριωτισμός θα σου είναι λαμπρός εμπνευστής, όσον δε καλύτερος ποιητής είσαι, τόσον καλύτε ρος πολίτης θα δύνασαι να θεωρήσαι...» Αυτά το 1818. Η ίδια πεποίθηση, εν σχέσει με μια εξίσου ευρεία αντίληψη της πατριωτικής ποίησης, αντηχεί σε ορισμένες γνωστές σκέψεις του Σολωμού πολύ αργότερα. Στον Γ. Τερτσέτη γράφει το 1833 πως η χώρα τους χρειάζεται «τον θησαυρό της διάνοιάς τους, ντυμένο εθνικά», και μια άλλη φορά θα πει πως «η χώρα μας πρέ πει να μάθει να θεωρεί ελληνική κάθε αλήθεια» (1847). Τέτοιες δηλώσεις δείχνουν ότι αντιλαμ βάνεται ακόμα στην ώριμη ηλικία του τον καθοδηγητικό ρόλο του ποιητή όπως τον αντιλαμβά νονταν οι διανοούμενοι που συναναστρεφόταν τόσα χρόνια πριν στην Ιταλία. Αυτός ο ρόλος ξε περνάει πολύ τα συνηθισμένα όρια της πατριωτι κής ποίησης. Μπορούμε τέλος πάντων να θεω ρούμε πατριωτική - αναφερόμενοι στον ορισμό που έδινε λίγο πριν ο Μοντάνι - όλη την ώριμη παραγωγή του Σολωμού, αφού σε όλη σκοπεύει με τον τρόπο του την ηθική καλλιέργεια του έθνους - ώστε από όνειρο να γίνει πραγματικό τητα η μεγαλόψυχη Ελλάδα. Εθνικός ποιητής λοιπόν. Αυτό εξηγεί επίσης τη σημαντική αλλαγή ανά μεσα στον 'Υμνο και π.χ. στους Ελεύθερους Πολιορκημένους. Παλιότερα ο Σολωμός διηγόταν το πέρασμα του Αχελώου, την άλωση της Τριπολιτσάς κ.ά. Μόλο που παρουσιάζονταν σύμφωνα με τους κανόνες της λυρικής επρόκειτο για πραγ ματικά γεγονότα, που τον ενδιέφεραν σαν τέ τοια. Τώρα πια η πραγματικότητα - εκεί που υπάρχει - έχει λιγότερη σημασία από τη δη μιουργία ενός ποιητικού πλαίσιου, προορισμέ νου να δώσει πλαστική μορφή σε κάποιο ηθικό πρόβλημα - σε μια Αλήθεια, καθώς έλεγε - που να κάνει τους Έλληνες καλύτερους. Στους Ελεύ θερους Πολιορκημενους η πομπή των ποικίλο-
αφιερωμα/43 ιρόπως ηρωικών μορφών που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας είναι εντελώς φανταστι κή. Ο Σολωμός δεν επιθυμεί πια να αναφέρει γε γονότα, αλλά να δείξει όλες τις ατομικές υπάρ ξεις ενωμένες σε μια κοινή θυσία: simplicia multa κ,λπ., τα πολλά απλά αναλύονται σε ένα απλούστατο. Ακόμα και οι φυσικές δυνάμεις («ο Πει ρασμός») επικαλούνται στην ένωση αυτή: ο πα τέρας αγκαλιάζει όσα υπάρχουν. Για να το πού με με το ύφος του καιρού εκείνου, και με αναφο ρά στις ίδιες τις κατηγορίες που αναγνώριζε ο Σολωμός: το μοντέλο του δεν είναι πια ο Πίνδα ρος, αλλά ο Όμηρος, «ός τήν Ελλάδα πεπαίδευκεν». Αυτά για την ύλη του ποιήματος: για τον «θη σαυρό της διάνοιας». Για να «ενδυθεί εθνικά» η ύλη αυτή, θα κάνει ο Σολωμός τρεις επιλογές: επιλογή ενός στίχου ελληνικού, επιλογή μιας αφηγηματικής μορφής ελληνικής, και μιας γλώσ σας στολισμένης με ελληνικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή ακριβώς το αντίθετο απ’ ό,τι έκανε στη νεαρή ηλικία του, όταν χρησιμοποιούσε τον ενδεκάσύλλαβο ηρωικό στίχο των Ιταλών, ή διά φορες λυρικές στροφές με την ίδια προέλευση:
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
τώρα καλλιεργεί τον εθνικό δεκαπεντασύλλαβο. Επίσης στον Ύμνο ενδιαφερόταν για την ακριβή απόδοση στα ελληνικά διάφορων τεχνασμάτων και παραστάσεων της παραδοσιακής λυρικής που είχε μάθει να τα θαυμάζει στην Κρεμόνα και στην Παβία, ώστε ν’ αποδείξει στην Ευρώπη, καθώς έλεγε, τις δυνατότητες της σημερινής γλώσσας. Νά που τώρα αντίθετα στρέφεται προς το λαό του. Δε θέλει πια να εμπλουτίσει τη νεο γέννητη ποίηση με ξένες μορφές, αλλά ν ’ απευ θύνεται στους δικούς του με τρόπο δικό τους: κι έτσι μελετάει διαδοχικά τα αριστουργήματα της κρητικής λογοτεχνίας και τη λαϊκή μούσα της Ηπείρου. Αυτό δε σημαίνει μίμηση - κατακρίνει μάλιστα τον Τερτσέτη για το σφάλμα αυτό - αλ λά μετουσίωση των ποιητικών εκδηλώσεων αυΤο πώς γίνεται αυτή η μετουσίωση, και πώς εντάσσεται στο πλαίσιο της προΰπάρχουσας τέ χνης του, δεν είναι θέμα που μπορώ να το θίξω σήμερα. Αλλά ό,τι είπαμε για τη μορφή φτάνει για να πειστούμε πως κι απ’ αυτή την άποψη του αξίζει ο τίτλος του εθνικού ποιητή. Π
Π έκδοση — — ---------------------------
ΓΙΑΝΝΗ Β. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
Ποιο είναι το σωστό;
ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗ Σ ΔΗΜ Ο ΤΙΚΗ Σ
ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ
• Εξίσιμι ή εξήμισι; • Αποθαρρημένος ή αποθαρρυμένος; • Ασπρόρουχα ή ασπρόρρουχα; • Μετσόβιο Πολυτεχνείο ή Μετσόβειο Πολυ τεχνείο; • Περηφάνια ή περηφάνεια; • Σιντριβάνι ή συντριβάνι;
Για όσους θέλουν να ξέρουν
Γιατί γράφεται έτσι; • Γιατί το αμείβω γράφεται με ει ενώ η αμοι βή με οι; • Γιατί θεραπεία και φυσιοθεραπεία με ει, ενώ λατρεία με ει και φυσιολατρία με ι; • Γ ιατί ανατέλλω με 2λλ, ενώ ανατολή με 1λ; • Γιατί το άρρωστος γράφεται με 2ρρ, ενώ το εύρωστος με 1ρ;
ΕΚΔΟΣΗ ΤΡΙΤΗ
• Πώς είναι η γενική πληθυντικού του ονό ματος η δασκάλα; • Γιατί το παίρνω γράφεται με αι, ενώ το περ νώ με ε;
ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ-ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΠ ΙΣΤΗ Μ Ο Ν ΕΣ
Σ’ όλα αυτά και σε άλλα πολλά ερωτήματα δί νει απαντήσεις αυτό το βιβλίο. ΑΘΗΝΑ 1989
Κεντρική διάθεση: Δ. Σέρτης. Τηλ. 77.92.166. Πληροφορίες: Τηλ. 80.62.964
44/αφιερωμα
Δ η μ ή τρ η ς Α γ γ ε λ ά τ ο ς
Ειδολογικές “αποσκιρτήσεις” ενός Ο στίχος και ο ρυθμός των στη του Δ. Σολωμού Στον Ντίνο Γεωργονδη
1. «Δεν υπήρξε ποτέ λογοτεχνία χωρίς είδη, πρόκειται για ένα σύστημα υπό διαρκή μετασχηματισμό [...] δεν υπάρχει πριν από τα είδη μέσα στο χρόνο [-]»1, σημείωνε ο Tzvetan Todorov το 1978, υποδεικνύοντας τη δυναμική σχέ ση λογοτεχνίας και ειδών, ή καλύτερα την τροποποιητική σχέση του κειμένου . έναντι του είδους.
αφιερωμα/45 παραδοσιακή όμως και κρατούσα άποψη για τα λογοτεχνικά είδη είχε ακινητοποιήσει αυτή τη δυναμική-λειτουργική σχέση, προ βάλλοντας τα είδη ως κατηγορίες ταξινόμησης έργων με «κοινά» χαρακτηριστικά θεματικής ή μορφικής υφής, ως το σύστημα με άλλα λόγια των κανόνων που κωδικοποιούσαν συγκεκριμέ νες σειρές γνωρισμάτων για συγκεκριμένες σει ρές έργων, και ταυτόχρονα των αρχών βάσει των οποίων «θα έπρεπε» αφ’ ενός να «αναγνωρισθεί» και να «αναγνωσθεί» το κάθε φορά κείμενο, αφ’ ετέρου δε να υπάρχει ως υπόδειγμα γραφής· το πρώτο αφορούσε στον αναγνώστη, το δεύτερο στο συγγραφέα. Έτσι λοιπόν τόσο ο επίδοξος συγγραφέας, όσο κι ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης διατελούν ενώπιον κωδικοποιημένων συμβάσεων που διευ κολύνουν την πρόσληψη, ιδιαίτετα δε για τον τε λευταίο που «ενισχύεται» και από παρακειμενικές (τίτλος, υπότιτλος, πρόλογος, σημειώσεις, κ.λπ.) ή μετακειμενικές (οι πάσης φύσεως λόγοι που ασκούνται για το/τα κείμενο/κείμενα) «ειδή σεις». Ι.Ι Ο αναγνώστης της Γυναίκας της Ζάκνθος του Δ. Σολωμού διαπιστώνει από την πρώτη κιόλας στιγμή πως το συγκεκριμένο κείμενο πα ρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα- πρόκειται για μια διαπίστωση που εδραιώνεται παράλληλα από όσες αντικειμενικές πληροφορίες υπάρχουν για το κείμενο: πρόκειται για το μοναδικό έργο του Δ. Σολωμού σε πρόζα (εξαιρείται ο Διάλογος, λόγω του διδακτικού του περιεχομένου). Το πλαίσιο αυτό που παραπέμπει σε ορισμένες κατ’ αρχήν και γενικού χαρακτήρα, ειδολογικές συμβάσεις της πρόζας, θα τονίσει και μια άλλη σειρά δεδομένων: κείμενο που βρίσκεται στη διασταύρωση των δυο περιόδων δημιουργίας του ποιητή,2 συνθετική προοπτική,3, «μετακειμενική» ομοφωνία για τη σπουδαιότητα του κειμέ νου αλλά και ταυτόχρονα για το «περίεργο» και «κρυπτικό» της όλης του συναρμογής (οι προ σεγγίσεις αυτές είναι κυρίως θεματικού τύπου και δευτερευόντως αφηγηματικού και / ή μορφι κού,4 ενώ συμβαίνει και ορισμένοι μελετητές να αναφέρονται συνοπτικά και ευκαιριακά, και στα «ποιητικά» στοιχεία αυτής της πρόζας, ή ακόμα πιο γενικά στην «ποιητικότητα» ή τη «ρυθμικότητα» του κειμένου),3 απουσία τέλος, τουλάχι στον μέχρι πριν λίγο, μιας συστηματικής αν όχι εξαντλητικής μελέτης.6 2. Η δυναμική όμως σχέση κειμένων-λογοτεχνικών ειδών, που αναφέρθηκε πιο πάνω, δρα στηριοποιεί τον κρίσιμο παράγοντα, δηλαδή τον αποκωδικοποιούντα αναγνώστη κατά τη δεύτε ρη ανάγνωση (η πρώτη ανήκει στην αυταπάτη της ειδολογικής, εδώ, αναφορικότητας), και την καθοριστικής σημασίας έκπληξή του ενώπιον δε δομένων που αποκλίνουν από τις δεδομένες για
Η
ή η αφερεγγυότητα ‘πεζογραφήματος” : Γ νναίκα της Ζ ά κνθο ς
40/αφιερωμα
έκπληξη λοιπόν του αναγνώστη, για τηι οποία έγινε πριν λόγος, αγκιστρώνεται στον ιδιότυπο αυτό - είναι αλήθεια - στίχο και στην οργάνωσή του, τα χαρακτηριστικά του, στο πλαίσιο μιας απρόσμενης, ασυμβίβαστης και απαράδεκτης - βάσει της ρητορικής των κατηγοριοποιήσεων των ειδών - όσο και «ανησυχητι κής» σχέσης στο επίπεδο της μορφής: η πρόζα που αποτελείται από στίχους ή αλλιώς οι στίχοι που συνθέτουν ένα πεζογράφημα με συνεχόμενη και εκ πρώτης άψεως εύληπτη διάρθρωση (επει σόδια, πρωταγωνιστές, διάλογοι, κ.λπ.). Αυτό που προκύπτει και επιβάλλεται αποφα σιστικά στον αναγνώστη, είναι κατά συνέπεια ο στίχος της Γυναίκας της Ζάκνθος και η ιδιομορ φία του- ένας τύπος στίχου ασφαλώς, που φαί νεται τουλάχιστον κατ’ αρχήν, ότι δεν στηρίζεται σε κάποιο μετρικό πρότυπο, όπως συμβαίνει στα υπόλοιπα έργα του ποιητή, στην αριθμητική δη λαδή οργάνωση του μέτρου,11 στην έμφαση της επαναφοράς του Όμοιου, αλλά σε διαφορετικού τύπου άξονα οργάνωσης, πάντα, που εκφράζει η διαπλοκή του Όμοιου με το Διαφορετικό, δια πλοκή που συναρτά μια σειρά από αντιστοιχίες 2.1. Η έκπληξη και η αίσθηση του «ανοίκειου» για τον αναγνώστη της Γυναίκας της Ζάκνθος (τσνικό επίπεδο-συντακτικό επίπεδο). Πρόκειται για τον άξονα του ρυθμού που συν συντονίζεται καίρια και από ορισμένα παρακειδυάζει κωδικοποιημένες (ιστορικά και πολιτι μενικά δεδομένα: α) η κατάτμηση του «συνε χούς» κειμένου εντός κάθε κεφαλαίου, σε αριθ- σμικά) ενότητες (ο τελικός τόνος όπως και τα διάφορα μετρικά πρότυπα) και μη κωδικοποιημημένες μικρότερες ενότητες, β) ο «γραφηματικός» διαχωρισμός των μικρών αυτών ενοτήτων μένες ενότητες (τα ποικίλα σχήματα των συντα με το λευκό διάστημα, που παραπέμπει στη διά κτικών παραλληλισμών)- οι τελευταίες εκφρά τη γεωμετρική πλευρά, διότι υπάρχει και η κριση των στίχων στην ποίηση και γ) η παρατή ξουν αριθμητική (: ο τόνος), του ρυθμού.12 ρηση του ίδιου του ποιητή («κίτα στο τέλος κάθε 2.2. Η ιδιομορφία αυτού του στίχον της Γυν στίχου να μιν τελιονί μέ δαχτιλο παντα», Α.Ε., σ, 273 Β Ι-38) όχι όμως όπως τίθεται στις εκδό κας της Ζάκνθος, που χρησιμοποιείται για πρώ σεις (19449 και 195510) του κειμένου από τον Λ. τη φορά στη νεοελληνική λογοτεχνία, συνδέεται Πολίτη, αλλά στην έκδοση των Α .Ε .· όπως τη στενά με την Αποκάλυψη του Ιωάννη και την διαβάζουμε δηλαδή στο χειρόγραφο Ζ 13 που Υπερκάλνψη13 του U. Foscolo αφ’ ενός, και αφ’ περιέχει το κείμενο, και τούτο γιατί συνδέεται ετέρου, γενικότερα, με ορισμένα άλλα κείμενα (πρώτο ήμισυ 19ου αιώνα) όπου είναι εμφανής η στενά με τα δεδομένα της αριστερής στήλης (η στήλη Α στα Α.Ε) του φύλλου [ΙΙ“], που περιέχει παρουσία της Βίβλου: π.χ. το Apocalypse du soli taire (1821) του Ch. Nodier, το Vision d’ Hebal το κυρίως κείμενο. (1831) του Ballance, το Paroles d’ un croyant Έχουμε αναφορά σε στίχους (οι «παράγρα (1834) του F. de Lamennais, κ.ά. φοι», όπως τους ονόμασε ο Λ. Πολίτης, ονομα Πρόκειται βεβαίως για το βιβλικό verset, έτσι σία που έχει γενικά επικρατήσει) με ορισμένη όπως διαμορφώθηκε από τη βιβλική παράδοση, (τονική) οργάνωση στο τέλος, που συνδέεται λει οι ρυθμικές προδιαγραφές του οποίου παρείχαν τουργικά με την οργάνωση στο εσωτερικό του αρκετά περιθώρια για την ανάπτυξη ενός έργου κάθε στίχον αυτό εξάγεται από την «ατέλεια» όπως η Γυναίκα της Ζάκνθος όπου η αφηγηματι που επιδιώκει να διορθώσει ο Δ. Σολωμός: ίδια κή πλευρά διεδραμάτιζε πρωτεύοντα ρόλο. τονική απόληξη σε στίχους που παρουσιάζουν Το βασικό εξ άλλου πρόβλημα που διαπιστώ ομοιότητες στο εσωτερικό τους, ομοιότητες που νει κανείς να διατρέχει την ποιητική του Δ. Σο είναι εμφανώς συντακτικής υφής, σχήματα - ας λωμού, είναι ακριβώς οι συνδυαστικές επιλογές: πούμε από τώρα, προκαταρκτικά - παραλληλι ο στίχος εκείνος που θα μπορούσε να «αντέξει» σμών που επαναλαμβάνονται (εμφανής δεν είναι την αφήγηση μιας προσανατολισμένης σε κά η επίδοση της κατάταξης). Αποφυγή λοιπόν της ποιον ορίζοντα ιστορίας (το θεματικό υπόβαθρο σύμπτωσης, του Όμοιου (τονική οργάνωση-συ- ήταν κυρίως ή Ελληνική Επανάσταση, η απελευ ντακτική οργάνωση). θέρωση της Ελλάδας, κ.λπ)- έτσι η ottava rima
το κάθε έργο ειδολογικές κατηγοριοποιήσεις και ταξινομήσεις. Έτσι ο αναγνώστης στην προσπάθεια του να εξιχνιάσει το μήνυμα (: κείμενο) του απόντος πομπού, κινείται διαρκώς σ’ ένα πλαίσιο ερωτή σεων που υποβάλλει στο κείμενο, για τις οποίες οι περισσότερες απαντήσεις είναι αμφίσημες, υπαινικτικές, αρκετές φορές παράδοξες, ίσως και προκλητικές, συχνότερα όμως αδιόρατες- η έκπληξη και η ιστορία του αναγνώστη που κα λείται να «διαβάσει» ένα κείμενο «εντός των τει χών» συγκεκριμένου είδους, τον αποδεσμεύουν, καθώς ακριβώς τον μεταθέτουν στο επίπεδο των συνδυαστικών επιλογών, των ειδολογικών με άλ λα λόγια μετατοπίσεων. Τα αποκλίνοντα λοιπόν ειδολογικά «χαρακτη ριστικά» τροποποιούν την ένταξη του κειμένουαυτή είναι η δυναμική πλευρά της διαλεκτικής σχέσης κειμένου-είδους, που μελετά ο J.M. Schaeffer7- όχι πλέον το είδος αλλά η «ειδολογικότητα» («la g6nericite»): το κάθε έργο δη μιουργεί εξ αιτίας ακριβώς της τροποποιητικής του δυναμικής, το δικό του είδος.
Η
αφιερωμα/47 του Λάμπρον, το βιβλικό verset της Γυναίκας ρισσότερες Δ) από την άλλη, έμφαση στις προτά της Ζάκυθος, ο 15σύλλαβος του Β' Σχεδιάσμα σεις κρίσεως, αποφυγή των ερωτηματικών και τος των Ελεύθερων Πολιορκημένων, του Κρητι επιφωνηματικών, μικρό το ποσοστό των Δ που κού και του συνθέματος του χειρογράφου ΖII14. εκφράζουν λογικές-επιρρηματικές σχέσεις17, β) 3. Προβάλλεται λοιπόν η οργάνωση του σηστις απλές Κ, κυριαρχεί το ρήμα και το ουσια μαίνοντος (le signifiant), δίχως αυτό να σημαίνει στικό, δηλαδή οι δυναμικές και όχι στατικές σχέ ότι παραγνωρίζεται το σημαινόμενο (οι διακρί σεις, ενώ η διάταξη των συντακτικών όρων γενι σεις έχουν μεθοϊδολογικό χαρακτήρα)· η οργάνω κά δεν ανατρέπεται, γ) στις επαυξημένες Κ, ση του σημαίνοντος θα «αποκαλύψει», όπως θα όταν ο προσδιορισμός είναι ένας, σπάνια συ φανεί παρακάτω, στον αναγνώστη τις «επιπτώ μπληρώνεται από άλλους και η διάταξη των σεις» που θα έχει σε ό,τι εκείνος θεωρούσε θεμα όρων είναι κανονική (ο προσδιορισμός στην αρ τικά εύληπτο και κατανοητό, κυρίως δε αναπαχή ή το τέλος, δίνει στην πρόταση μια σχετική ραστατικό σε σχέση με την προς τα έξω αναφοένταση)· όταν οι προσδιορισμοί είναι περισσότε ρικότητά του15. ροι του ενός, τότε ο τόνος γίνεται εμφαντικός: οι Αυτή η οργάνωση της μορφικής παραμέτρου προτάσεις «ανοίγονται» προς πολλές κατευθύν (συντακτικό-τονικό επίπεδο) των versets, που σεις. Η ισορροπία εξασφαλίζεται με την παρά εκφράζει τον ιδιάζοντα ρυθμό του κειμένου, θα ταξη των προσδιορισμών (αναίρεση των λογικών πρέπει κατ’ αρχήν να περιγράφει και κατόπιν να σχέσεων) και την τοποθέτησή τους σε συμμετρι διακριβωθεί η λειτουργικότητα των στοιχείων κές θέσεις, δ) όσον αφορά στις μικτές Κ (που της διαπλοκής των δύο επιπέδων, η ιδιαίτερη ακολουθούν κυρίως τα σχήματα: ΚΔ, ΚΔΔ ή ΔΚΔ, κ.λπ), είναι γενικά, σύνολα προτάσεων που δηλαδή ρυθμολογία του κειμένου. 3.1. Τα δεδομένα που προκύπτουν από την δεν ξεπερνούν τα τρία μέλη (το ποσοστό για σύ νολα πέραν των 3 μελών, είναι 19%)· οι θέσεις περιγραφή του (μορφο)συντακτικού επιπέδου, θα λέγαμε ότι έχουν ως εξής16: των Δ δεν ανατρέπουν την κατασκευή της φρά Λ .' Επίπεδο προτάσεων α) ισόρροπη κατανο σης, ενώ όταν συσσωρεύονται οι Δ, τότε επιδίδει μή κύριων (στο εξής: Κ) και δευτερευουσών (στο αντισταθμιστικά η παράταξη τόσο σε επίπεδο εξής: Δ), κύριων απλών και επαυξημένων (με 1 ή πρότασης όσο και όρων. Σπάνιες οι ανατροπές περισσότερους δευτερεύοντες συντακτικούς των κύριων όρων, στις Κ, ενώ οι Δ έχουν σπάνια όρους) από τη μια και μικτών (ήτοι με 1 ή πε εμφαντική τοποθέτηση των όρων τους, όταν
48/αφιερωμα συσσωρεύονται σε σύνολα με πολλά μέλη· σε αυ τά τα πλαίσια της εκτεταμένης φράσης, κυριαρ χούν οι απλές προτάσεις (60%). Β .' Επίπεδο φράσεων από τις 250 φράσεις που αποτελούν το κείμενο, ένα μικρό ποσοστό (5%) αφορά σε φράσεις με μονάχα ένα μέλος (μια Κ πρόταση δηλαδή), ενώ οι εξαιρετικά πο λύπλοκες φράσεις με Κ μικτές και 3 έως 6 Δ, κα λύπτουν το 16%. Κυριαρχούν οι φράσεις με 2-3 μέλη-Κ που συνοδεύονται από 1-3 Δ· συνδυα σμοί δηλαδή που διατηρούν μια εκφραστική έ νταση, χωρίς όμως να επιδίδουν οι λογικές σχέ σεις. Γ.' Επίπεδο versets· τα versets συμπίπτουν γε νικά με μία συντακτική φράση (57%) και σχημα τίζουν ενότητες συμπαγείς (οι διασκελισμοί της/ των φράσης/φράσεων σε 2 ή σπανιότερα 3 versets καλύπτουν το 22%)· η εντύπωση του συμπαγούς των versets, ενισχύεται για τον αναγνώστη και από τη «συνθηματική» παρουσία του Και στην αρχή των versets (61%). Με την παρουσία του δε και στο εσωτερικό τους, ως αρμός των συντακτι κών φράσεων, υποβάλλει σε πρώτο επίπεδο και μια ολόκληρη σειρά αντιστοιχιών συντακτικής υφής. Δ .' Οι θέσεις των προτάσεων εντός των ver sets· διακρίνονται οι 3 βασικές θέσεις (αρχή-μέση-τέλος) από τις οποίες η μεσαία χρειάζεται και ορισμένες διευκρινιστικές παρατηρήσεις. Δεδο μένου ότι οι προτάσεις λειτουργούν και σε επί πεδο φράσης, είναι εμφανής η τάση του ποιητή να αναπτύξει τις προτάσεις του εσωτερικού των versets, εντός φράσεων όπου οι προτάσεις κατα λαμβάνουν θέσεις στην αρχή και το τέλος· περιο ρίζεται έτσι το ποσοστό των προτάσεων στη μέση των versets, και «αποκαθίσταται» μια ισορροπία ανάμεσα στις 3 θέσεις, της τάξεως του 30%. ι προτάσεις ανήκουν λοπόν σε versets που συμπίπτουν με μια συντακτική φράση, που αποτελούνται από 2-5 συντακτικές φράσεις και που αναπτύσσονται βάσει διασκελισμού· σύμφω να με αυτούς τους 3 παράγοντες, προκύπτουν δύο ζεύγη αντιθέσεων: Απλές VS Επαυξημένες και Μικτές· Επαυξημένες VS Μικτές. Οι απλές (σύμπτωση verset και φράσης) δεσπόζουν στα όρια (αρχή-τέλος) όπου είναι έντονη η παρουσία του Και, ενώ για τις άλλες προτάσεις παρατηρείται σταθερά αυξανόμενη επίδοση στα όρια, χα λάρωση όμως της συχνότητας του Και. Ως προς τα versets με περισσότερες φράσεις, οι απλές υποχωρούν κατά πολύ στα όρια (επιδίδουν στη μέση), το ίδιο και η συχνότητα του Και- οι επαυ ξημένες δεσπόζουν στα όρια, περισσότερο όμως οι μικτές, ενώ η συχνότητα του Και είναι μεγα λύτερη στις μικτές απ’ ότι στις επαυξημένες (ατονεί στις απλές). Όσο λοιπόν τα versets χω ρίζονται σε φράσεις, τόσο οι απλές προτάσεις
Ο
συγκλίνουν στη μέση, αφήνοντας τα όρια για τις άλλες, κυρίως όμως για τις μικτές που σχεδόν απουσιάζουν από τη μέση. Στις περιπτώσεις τώρα του διασκελισμού, οι' απλές δεσπόζουν στη μέση, ενώ για τις άλλες πρατηρείται μια ισόρροπη χρήση. 3.2 Ως προς τα δεδομένα του τονικού επιπέ δου, θα είχαμε να σημειώσουμε, τα ακόλουθα: τρία είδη τελικών τόνων (οξύτονος -, παροξύτο νος --, προπαροξύτονος ---) είτε διαφοροποιού νται από verset σε verset (48%), είτε καλύπτουν 2 έως 4 versets «από κοινού», υπάρχει δηλαδή ο ίδιος τελικός τόνος. Όσον αφορά τη συχνότητα εμφάνισης του καθενός, ο προπαροξύτονος που λόγω της διάρκειάς του, είναι ο κατ’ εξοχήν «διηγηματικός» καλύπτει το 38%, ο οξύτονος που βρίσκεται στους αντίποδες του προηγούμε νου, ως προς τα ζητήματα της διάρκειας, έχει το 25%, ενώ ο «ενδιάμεσος» παροξύτονος που έχει μεν συνάφεια με τον οξύτονο, αλλά χαλαρώνει σαφώς τις γρήγορες εναλλαγές του τελευταίου, έχει ένα ποσοστό 35%. 3.3. Αν προσπαθούσαμε τώρα να σημασιολογήσουμε τις αναγκαστικά επιγραμματικές παρα τηρήσεις από την περιγραφή των δεδομένων του συντακτικού και τονικού επιπέδου, που προηγήθηκαν, θα σημειώναμε ότι πρόκειται για ένα λό γο που γενικά ισορροπεί· μια ισορροπία όμως που είναι δυναμική, καθώς στηρίζεται σ’ ένα ευ ρύτατο απόθεμα συνδυαστικών επιλογών τόσο για τις προτάσεις όσο και για τις φράσεις και τα versets- ανάλογες επιλογές διαπιστώνουμε και στα του τελικού τόνου. Έτσι η διάρθρωση των προτάσεων, οι θέσεις δηλαδή που καταλαμβά νουν εντός των versets (και των συντακτικών φράσεων), σε συνάρτηση με τη σημαίνουσα πα ρουσία του Και, και τις εναλλαγές του τελικού τόνου, υποδεικνύουν ή καλύτερα υποβάλλουν στον αναγνώστη τη δυναμική ισορροπία του κει μένου, ή μάλλον την εναλλαγή του Όμοιου με το Διαφορετικό, που εδραιώνει η αξιοσημείωτη επιτυχία εμφάνισης· εδώ το Και λειτουργεί σε αυτό το επίπεδο της περιγραφής, ως «συνθημα τικός» δείκτης. 4. Περνώντας τώρα στο επίπεδο των λειτουρ γιών, χρειάζεται μια βασική προκαταρκτική διευκρίνηση· έχουμε ήδη αναφερθεί στις αντι στοιχίες (συντακτικό-τονικό επίπεδο) που επα νέρχονται με κάποια συχνότητα στο κείμενο, ενώ η επαναληπτικότητα του Και διαπιστώθηκε ήδη στις οριακές θέσεις των versets (αρχή-τέλος). Όμως, δεδομένο που εισάγει το παχνίδι των αντιστοιχιών (του ρυθμού δηλαδή), δεν πρόκει ται για μια απλή επανάληψη, αφού η επανάληψη αυτή μπλέκει και άλλα στοιχεία πέραν του Και, δημιουργώντας πλέον σχήματα παραλληλισμών είτε στον οριζόντιο (το ένα verset) είτε στον κά θετο (δυο ή περισσότερα διαδοχικά versets) άξο
αφιερωμα/49 να. Επιδίδουν έτσι διάφοροι συνδυασμοί πέραν του Και, οπότε οι αντιστοιχίες αφορούν πλέον σε σχήματα, όπως π.χ. Και + ρήμα, Και + μετο χή, κ.λπ. (οι αντιστοιχίες ατονούν στη μέση των versets), που προβάλλονται στα μάτια του ανα γνώστη, και αναλαμβάνουν δια της επαναφοράς τους, το ρόλο του Όμοιου■το Διαφορετικό αφο ρά αντίθετα στην απουσία τους και στην εναλλα γή των τελικών τόνων (οι ίδιοι τόνοι σε διαδοχι κά versets, εγγράφονται στο Όμοιο). Διαφαίνεται λοιπόν και το βασικό αξίωμα για τις προϋποθέσεις εγγραφής στοιχείων στο Όμοιο: χρειάζονται το λιγότερο δυο δεδομένα που να μην είναι απομακρυσμένα στη ροή του λόγου (κάθετος και οριζόντιος άξονας), η επα ναφορά των οποίων αποτελεί και το ελάχιστο ζεύγος του Όμοιου · τα δεδομένα του κάθε verset που ανήκουν στο Όμοιο, είναι δυνατόν να σχετίζονται τόσο με το/τα προηγούμενο/προηγούμενα όσο και με το/τα επόμενο/επόμενα (όπως για παράδειγμα συμβαίνει με το συνδυα σμό Και + ρήμα στο 11ο και 12ο verset του κε φαλαίου 7: «Και εξεσκεπάσθηκε σχεδόν όλη από το λερωμένο σεντόνι και εφάνηκε ένα ψοφογάτσουλο [...]. Αλλά εχτύπησε το χέρι της [...] και εκόπηκε το όνειρο της αμαρτωλής»18). 4.1. Οι καθοριστικοί παράγοντες έτσι για το
Όμοιο είναι οι ακόλουθοι: α) ο «γραφηματικός» (το λευκό των versets), β) ο τονικός και γ) ο (μορφο) συντακτικός· ειδικότερα δε για τον γ): 1) απλή επανάληψη του Και (προτάσεις, φρά σεις, versets), 2) επανάληψη του Και με συμμε τρικές θέσεις μετά από αυτό, και δημιουργία αντιστοιχιών (προτάσεις, φράσεις, versets, συ ντακτικοί όροι), 3) όπως και το προηγούμενο, με συνδυασμό όμως και τονικών ομοιοτήτων και 4) επανάληψη του Και μόνο σε επίπεδο συντακτι κών όρων. 4.2 Στη διαπλοκή των στοιχείων που ορίζουν οι προηγούμενοι παράγοντες, έχουμε τις εξής 4 «καταστάσεις» που συναρτούν εν τέλει και τη ρυθμκή υπόσταση του κειμένου, 4 «καταστάσεις» («Α»-«Δ») για το τι ακριβώς συμβαίνει στο Όμοιο, ενώ η «κατάσταση» «X» προδιορίζει το Διαφορετικό, τη διακοπή με άλλα λόγια μιας σειράς versets που χαρακτηρίζονται από αντι στοιχίες (ισχυρώς γεωμετρικά) ή απλές επαναλή ψεις της παράταξης (ασθενώς γεωμετρικά) από τη μια πλευρά, και από ίδιο τελικό τόνο σε δια δοχικά versets (ισχυρώς αριθμητικά) ή διαφορε τικό (ασθενώς αριθμητικά). Δεν χρειάζεται βε βαίως να τονισθεί ότι το παιχνίδι του Όμοιου με το Διαφορετικό λειτουργεί και στο εσωτερικό του Όμοιου, αφού το τελευταίο δεν καλύπτει εντελώς όλες τις μονάδες (προτάσεις, φράσεις,
50/αφιερωμα versets) που to στηρίζουν. Η «κατάσταση» «Α» αφορά σε ασθενώς γεω μετρικό και αριθμητικό verset, και στον οριζό ντιο και στον κάθετο άξονα: απλή επανάληψη της παράταξης-διαφορετικός τελικός τόνος· η «Β» σε ισχυρώς αριθμητικό verset (απλή επανά ληψη της παράταξης-ίδιος τελικός τόνος), η «Γ» σε ισχυρώς γεωμετρικό verset (αντιστοιχίες-διαφορετικός τελικός τόνος) και η «Δ» σε ισχυρώς γεωμετρικό και αριθμητικό verset (αντιστοιχίεςίδιος τελικός τόνος), πρόκειται δηλαδή για το συνδυασμό των «καταστάσεων» «Β» και «Γ». Το κάθε verset εγγράφεται στη μια ή την άλλη «κατάσταση» σε «δυο χρόνους»- πρώτα ως προς το verset που προηγείται, υστέρα ως προς το ver set, που έπεται. Αυτή η «διπλή» ένταξη μπορεί να αλλάζει από verset σε verset, ή να παραμένει ίδια- δυο παραδείγματα: α) το 6ο verset του 2ου κεφαλαίου, σε σχέση με το 15ο και το 18ο (η αρίθμηση του Δ. Σολωμού περνά σε αυτό το ση μείο του 2ου κεφαλαίου, από το verset 16 στο 18προφανώς από παραδρομή)· έτσι ως προς το 15, εγγράφεται στην «κατάσταση» «Β», ενώ ως προς το 18, στην «κατάσταση» «Δ» (ακολουθούν την αντιστοιχία: Και + χρονικός σύνδεσμος + ρήμα + επιρ. προσδιορισμός, στην αρχική θέση του verset) β) το 7ο verset του 6ου κεφαλαίου, σε σχέση με το 6ο (και το 5ο) και με το 8ο (και το 9ο)· το 6ο και το 5ο εγγράφσνται στην «κατάστα ση Δ», ενώ το 8ο και το 9ο στη «Γ». Το 7ο όμως verset («κατάσταση» «Α») δεν επηρεάζεται ού τε από τη μια συνάφεια ούτε από την άλλη19. Είναι έτσι προφανές το τι ήθελε να αποφύγει ο ποιητής, όταν καταχώρησε στο χειρόγραφο της Γυναίκας της Ζάκυθος τη σημείωση σχετικά με τους στίχους■αν προσέξει κανείς ότι η σημείωση αναφέρεται στα versets που είναι στην απέναντι στήλη του φύλλου [11“}, δηλαδή στα verset, 5, 6, 7 και 8, διαπιστώνει ότι πρόκειται για versets που εγγράφσνται στην «κατάσταση» «Δ». Είναι η μόνη φορά μέσα στο κείμενο που 4 διαδοχικά versets εγγράφσνται στη «Δ»· το Όμοιο κυριαρ χούσε απολύτως εδώ, και αυτού του είδους η κυ ριαρχία αποδυνάμωνε το Διαφορετικό, άρα τη δυνατότητα του ρυθμού. Ας σημειωθεί τέλος ότι η εναλλαγή των δυο τύπων λόγου, που ασκούνται στο κείμενο, ήτοι ο λόγος του αφηγητή και ο μεταφερόμενος λόγος των «ηρώων», δεν δημιουργεί «επιπλοκές» στα του ρυθμού, πράγμα που έχει ιδιαίτερη σημασία, Σημειωθείς 1. Tzvetan Todorov, Les genres- du discours, Paris, Seuil, [1978], a. 47. 2. To όριο είνα τα χρόνια 1833/1834- για την πρώτη βλ. τη συνθετική μελέτη τον L. CouteUe, Formation poetique de Sobmos (1815-1833), Athenes, [εκδ. Ερμής], 1977. 3. Βλ. σχετικά την εισαγωγή το® Λ. Πολίτη στη έκδοση το®
όμως είναι ζήτημα που ξεφεύγει από τα όρια της παρούσας μελέτης. 5. Ο ρυθμός λοιπόν των versets του κειμέ η αναλογία δηλαδή του Όμοιου με το Διαφορε τικό (η σχέση: 1/2), υποδεικνύει και ορισμένες «αναλογίες» θεματικής υφής, που προκύπτουν από τις απηχήσεις της οργάνωσης των επιφανειακών-μορφικών δομών τού κειμένου, απηχή σεις όμως που έχουν ένα ευρύτερο του θεματικού περιεχόμενο: είναι «συμβολικής»-«αισθητικής» υφής29. Ο ρυθμός παραπέμπει στο «διπλό», στην κα τηγορία αυτή που διασχίζει τη Γυναίκα της Ζά κυνθος, και συνδέει υπόγεια τους θεματικούς της αρμούς, φαινομενικά μόνο συγκεκριμένους και αναφορικούς, με το παιχνίδι του είναι και του φαίνεσθαι, με τις ζώνες όπου «ευδοκιμεί» η περιπέτεια της γραφής, η εμπειρία των ορίων21. Επίλογος Η Γυναίκα της Ζάκυθος κατά συνέπεια, ένα κείμενο εντασσόμενο σε συγκεκριμένο ειδολογι κό μοντέλο, και αδιάψευστα αναγνωρίσιμο και αναγνώσιμο, ήτοι αναπαραστατικό κατά το μάλ λον ή ήττον και ούτως ή άλλως αναφορικό (:οι μεγάλες θεματικές ενότητες στις οποίες αναφερ θήκαμε στην αρχή, που διέπσυν τις σολωμικές συνθέσεις, το διαρκώς επιχειρούμενο συνθετικό έργο), χαλαρώνει όλους αυτούς τους δεσμούς, όλες αυτές τις «αναφορές»· ο αναγνώστης του «ρυθμού* της Γυναίκας της Ζάκυθος, αποδυνα μώνει τις προηγούμενες εντάξεις και ειδολογικές εμπλοκές, και διαβάζει «ποιητικά» το κείμενο, αμφίσημα και δυναμικά: την «πρόζα» ως ποίη ση, την «πρόζα» που είναι, για να επαυξήσουμε τα «απρόοπτα» (;), ποίηση. Το κείμενο εξ άλλου «[...} χρειάζεται τον ίσκιο του [...]: φαντάσματα, θύλακες, αυλάκια, ανα γκαίες συννεφιές: η ανατροπή είναι επόμενο να δημιουργεί τη δική της φωτοσκίαση»72· διαβάζο ντας λοιπόν της Γυναίκα της Ζάκυθος χωρίς αυ τό το chiaroscuro της, διαβάζσντάς τη δηλαδή ως σατιρικό, ρεαλιστικό ή ό,τι άλλο, πεζογράφημα, όχι μόνο δεν την κατανοούμε, όχι μόνο δεν την απολαμβάνουμε, αλλά και την αδικούμε. Η Γυναίκα της Ζάχυθος δημιουργεί το δικό της είδος, τους δικούς της αναγνωστικούς διαύ λους, πέραν της ρικνής μονοφωνίας περιδεών ει δολογικών εντάξεων και «τακτοποιήσεων». κειμένου το 1944: Σσλωμσύ, Η Γυναίκας της Ζάκυθος, έκ δοση Λ. Πολίτη, [Αθήνα], εκδ. Ίκαρος, 1944, σ.σ. 13-22· ακόμα: L. CouteUe, Formation..., σ.σ. 373-3% και Ε. Τααντσάνογλου, Μία λανθάνονοα ποιητική σύνθεση τον Σολωμον, Αθήνα, εκδ. Ερμής, 1982,. σ.σ. 155-162, καθώς και τη δακτυλογραφημένη διδακτορική διατριβή του γρά φοντας: D. Angelatos, La Femme de Zante (1826-1833% Oeuvre de Dbnysios Sobmos, Paris, 1986, σ.σ. 113-154.
αφιερωμα/51 4. Tux τη διάκριση των τριών ειδολογικών παραμέτρων (θε ματική, αφηγηματκή και μορφική), βλ. G.Genette, Intro duction ά Γ architexte, Paris. Seuil, [1979], 5. Όσον αφορά στη στάση της κριτικής απέναντι στη Γυναί κα της Ζάκυθος, βλ. σχετικά: D. Angelatos, La Femme de Zante..., σ.σ. 25-50. 6. Τις πιο συστηματικές προσεγγίσεις αποτελούν: η εισαγωγή του Λ. Πολίτη στην έκδοση του 1944 (ό.π., σημ. 4), το κε φάλαιο για τη Γυναίκα της Ζάκυθος, από τον L. CouteUe (ό.π., σημ. 2 κα» 3), η προαναφερθείσα διδακτορική δια τριβή (ό.π., σημ. 3) και η πρόσφατη μελέτη της Ε. Τσαντσάνογλσυ, «Ο πληροφοριακός λόγος και ο λόγος της τέ χνης στη Γυναίκα της Ζάκυθος του Σολωμού», περ. Πα λίμψηστου, τ. 6/7, (Δεκέβριος 1988) σ.σ. 15-46. 7. J.M. Schaeffer, «Du texte au genre», στο συλλογικό έργο: Thiorie des gentes, [Paris], Seuil, [1986], σ.σ. 179-205. 8. Διονυσίου Σολωμού, Αυτάγραφα Έργα, επιμέλεια Λ. Πο λίτη, (τομ. α ' Φωτοτυπίες, τομ. &'Τυπογραφική μεταγρα φή), Θεσσαλονίκη, Αριστοπέλειο Παν/μιο θεσ/κης, 1964συντομογραφία A. Ε. 9. Για την έκδοση του 1944, ό.π., σημ. 3. 10. Διονυσίου Σολωμού, Άπαντα, επιμέλεια-σημειώσεις Α. Πολίτη, (τομ. α' Ποιήματα, τομ. β' Πεζά καί Ιταλικά), [Αθήνα], εκδ. Ίκαρος, 1948,1955- η Γυναίκα της Ζάκυθος στο 6' τόμο, σ.σ. 31-75. 11. Πα την αντίστιξη αριθμητικό-γεωμετρικό, βλ. σχετικά: G. Deleuze Difference et Repetition, Paris, P.U.F. 1968, σ. 32. 12. Όσον αφορά στη σύσταση του ρυθμού, βλ, σχετικά: Α. Kibedi, Varga, Les constitutes du poeme, Paris, Picard, 1977, σ.σ. 199-201. 13. To κείμενο αυτό, η «λατινική προφητεία» του U. Foscolo, μεταφράσθηκε (με σχόλια) σχετικά πρόσφατα από τον Α. Μπελεξίνη, περ. Σπείρα, τ. 1 και τ. 2-3, (Καλοκαίρι, Φθινόπωρο-Χειμώνας 1984), σ.σ. 3-36 και 5-42.
Πέπη Ρηγοπούλου
Αύτόματοποιητική Ένας λόγος γιά την τέχνη καί την τεχνολογία .280 σελίδες, 103 εικόνες Ό διάλογος τέχνης καί τεχνολο γίας παίρνει σήμερα μία νέα σημασία καί μία παγκόσμια διάσταση. Γιά μία ακόμη φορά, γίνεται λόγος γιά τομή ή γιά συνέχεια, γιά παράδοση καί πρωτοπορεία. Ποια όμως είναι ή κα ταγωγή, ή σημασία καί οί προοπτικές αΰτοΰ τοΰ διαλόγου; άνιχνεύοντας τά στοιχεία τοΰ χρόνου, τοΰ χώρου καί τής μηχανής, ή συγγραφέας μιλά γιά πειράματα, συγκλίσεις, όραματισμούς, αλλά καί αδιέξοδα από την ’Αρχαιό τητα καί τήν ’Αναγέννηση, μέχρι τά πειράματα των αρχών τοΰ αιώνα καί τή σημερινή εποχή τών πολλαπλών εικαστικών κωδίκων.
Εκδόσεις Άποψη
14. Για το σύνθεμα του χειρογράφου Ζ 11, βλ. Ε. Τσαντσάνογλου, Μια λανθάνονσα ποιητική... 15. Για το θέμα της αναφορικότητας και τις συναφείς αντιστί ξεις, βλ. J.C. Culler, Strucmralist Poetics, London, Routledge and Kegan Paul, [1975], σ.σ. 189-192. 16. Ό λα αυτά τα δεδομένα, αναλυτικά, στο D. Angelatos, La Femme de Zante..., a.a. 157-345. 17. Οι προτάσεις του κειμένου είναι συνολικά 761/765 (η δια φορά παραπέμπει στις δυο εκδόσεις του 1944 και 1955)- οι Κ είναι 431/433 (56,63%/56,60% του συνόλου), οι Δ είναι 330/332 (43,36%/43,39% του συνόλου). Στις Κ, οι απλές και επαυξημένες καλύπτουν το 55,91%/58,88% του συνό λου τους, οι μικτές το 44,08%/44,11%· οι προτάσεις κρίσεως για τις Κ και Δ αφορούν στο 85% και 64% αντίστοι χα, ενώ το ποσοστό των Δ που εκφράξουν λογικές-επιρρηματίκές σχέσεις, είναι 13%. Ας σημειωθεί η οφειλή του γράφοντος προς τη διδακτορι κή διατριβή του Ε. Καψωμένου (Ε. Καψωμένος, Η συντα κτική δομή της ποιητικής γλώσσας τον Σεφέρη, Θεσσαλο νίκη, Αριστοτέλειο Παν/μιο Θεσ/κης, 1975), ως προς την τυπολογία της περιγραφής των συντακτικών δεδομένων. 18. Βλ. στην έκδοση του κειμένου του 1944 (ό.π., σημ. 3), σ.σ. 56-57. 19. Για τη διαπλοκή του Όμοιου με το Διαφορετικό, αναλυτι κά σε κάθε κεφάλαιο της Γυναίκας της Ζάκυθος, βλ. D. Angelatos, La Femme de Zante..., σ.σ. 364-402. 20. Βλ. σχετικά: Benoit de Cornulier, «Versifier: le code et sa regie» περ. Poitique, x. 66 (Απρίλιος 1986), σ. 195. 21. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρει το 15ο verset του 1ου κεφαλαίου- η «συμπαρουσία» του «καλού» και των «κεράτων». 22. R. Barthes, Η απόλαυση τον κειμένου, (μετάφραση: Φ. Χατξιδάκη-Γ. Κρητικός), [Αθήνα], εκδ. Ράππα, [1973], σ. 55.
52/αφιερωμα άθε απόπειρα αισθητικής και ερμηνευτικής προσέγγισης του Σολωμού είναι καταδικα σμένη να προσκρούει στο πρόβλημα της αποσπα σματικότητας του έργου του. Όταν το έργο τέ χνης εγκαταλειφθεί ανολοκλήρωτο, η κριτική προσπάθεια γίνεται εξαιρετικά επισφαλής κα θώς είναι αναγκασμένη να κινείται στη σφαίρα των πιθανοτήτων.
Κ
Σύμφωνα με τις νεότερες θεωρητικές απόψεις το λογοτεχνικό έργο αντιμετωπίζεται ως ένα σύ στημα κλειστό που τα δομικά στοιχεία του υπακούουν σε μια εσωτερική λογική. Τίποτα δεν μπορεί να αφαιρεθεί χωρίς να κλονιστεί η εσωτε ρική συνοχή και οι λεπτές ισορροπίες που το διέπουν. Στην περίπτωση του Σολωμού, έστω και αν κάποτε επιτευχθεί η «κριτική» έκδοση του έργου του, πάντα θα παραμένει ανυπέρβλητο εμπόδιο το πρόβλημα της αποσπασματικότητας. Η κριτι κή αμηχανία όμως θα μπορούσε ίσως να ξεπεραστεί αν παρακαμφθεί το επιφανειακό επίπεδο των εικόνων και των θεμάτων και η έρευνα προ σανατολιστεί προς τις αφηρημένες δομές που πάνω τους στηρίζεται ο κόσμος της επιφάνειας. Δεν πρόκειται πλέον για την ανίχνευση των προ θέσεων του δημιουργού, αλλά των βαθύτερων δομών που διέπουν τη λογική του κειμένου. Στην περίπτωση της «Γυναίκας της Ζάκυνθος» ο μελετητής είναι περισσότερο ευνοημένος. Έχει ήδη τονιστεί ότι η ασυνήθιστη συνοχή και οργά νωση του κειμένου ξεπερνά τις συνήθειες του Σολωμού.1 Παράλληλα όμως τονίζεται το γεγο νός ότι έχουμε να κάνουμε με ένα κείμενο στο οποίο διακρίνονται τρεις φάσεις επεξεργασίας κατά τις οποίες αλλάζει και η συγγραφική πρό θεση. Σύμφωνα λοιπόν με τις διαπιστώσεις του L. CouteUe7 η πρώτη φάση του κειμένου ανάγε ται στα 826 και στόχος του είναι η προσωπική σάτιρα. Η δεύτερη φάση τοποθετείται στα 1829 και θέμα γίνεται τώρα ο αγώνας της ανεξαρτη σίας και η διχόνοια που μαστίζει τους αγωνι στές. Η τελευταία φάση χρονολογείται στα 1833 και ο ποιητής ξεκινώντας από μια νέα προσωπι κή σάτιρα5 κατευθύνεται τελικά σε μια διεύρυν ση των στόχων του κειμένου προς μια γενική σύνθεση με θέμα τη σύγκρουση του καλού και του κακού.4 Το πρόβλημα των προθέσεων του Σολωμού και το πρόβλημα της ταυτότητας της κεντρικής ηρωίδας απασχόλησαν στο παρελθόν τους ερευ νητές του Σολωμικού έργου. Ανεξάρτητα όμως από τα προβλήματα αυτά η Γ.τ.Ζ. είναι ένα λο γοτεχνικό κείμενο και χάρη ακριβώς στη λογοτεχνικότητά του έχει μιαν αυτόνομη ύπαρξη, που σ’ αυτήν άλλωστε οφείλει τη μαγνητική υποβλητικότητά του. Σήμερα, περισσότερο από οποτε δήποτε άλλοτε στο παρελθόν, κατανοούμε ότι ο
Ι.-Κ. Κολυβάς
Αισθητικές και παρατηρήσεις «Γυναίκα του
αφιερωμα/53
ερμηνευτικές στη της Ζάκυνθος» Δ. Σολωμού
λογοτεχνικός λόγος έχει ύπαρξη αυτόνομη, ανε ξάρτητη τόσο από τις προθέσεις του δημιουργού του όσο και από την πραγματικότητα. Ο λογοτε χνικός λόγος είναι αληθοφανής και όχι αληθι νός, δεν έχει αξία δηλώσεως (designatio) αφού οι φράσεις που τον συνθέτουν δεν αναπαράγουν μια εξωτερική πραγματικότητα, αλλά αναπαριστούν την πραγματικότητα. Ασφαλώς δε διαβά ζουμε τη Γ.τ.Ζ. για να πληροφορηθούμε τα ελαττώματα μιας Ζακυνθίας του 1826. Στον κοι νό λόγο οι φράσεις παραπέμπουν σε πράγματα, πρόσωπα και καταστάσεις. Στο λογοτεχνικό λό γο τα «πράγματα» δεν υπάρχουν, αλλά αναπαριστώνται μέσα σε κλίμα απόλυτα αδέσμευτης από την πραγματικότητα ελευθερίας, όπου μόνη απαίτηση είναι η εσωτερική συνέπεια, ενότητα και αρμονική αλληλεξάρτηση των επιμέρους συ στατικών του σημειακού συστήματος. Μια εξέταση λοιπόν ορισμένων δομικών συ στατικών του κειμένου μπορεί να αποβεί διαφωτιστική. Άλλωστε ο ίδιος ο Σολωμός στις προ γραμματικές σημειώσεις του τονίζει ότι το «βαθύ νόημα» υποκρύπτεται στη μορφή: «Ε la forma sia Γ abito del vero senso profondo d’ ogni cosa».5 Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν θα στρα φούν γύρω από τα προβλήματα της αφήγησης, ταξινόμησης του έργου και της σημασιολογικής του ανάλυσης. Α . Η Α φ ή γη σ η
Γ.τ.Ζ. αποτελεί σχεδόν μοναδικό στη λογοτεχνία κείμενο χάρη στο Η νεοελληνική στοιχείο του υπερφυσικού και του φανταστικού
Χαρακτικό Γιώρ γον Κονβέλη, για τη «Γυναίκα της Ζάκυθος»
που το διέπει. Θα πρέπει λοιπόν να μελετηθούν οι όροι με τους οποίους το φανταστικό μεταφέρεται στη λογοτεχνική γλωσσική πραγματικότη τα. Η αφήγηση στη Γ.τ.Ζ. γίνεται σε α' πρόσωπο: «Εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος, έγκάτοικος στό ξωκκλήσι Αγίου Αύπιου, γιά νά περιγράφω ό,τι στοχάζουμαι, λέγω».6 Χαρακτηριστικό της αφή γησης σε α' πρόσωπο είναι ότι ο αναγνώστης εί ναι υποχρεωμένος να ταυτιστεί κατανάγκην με τον μοναδικό αφηγητή. Ο αναγνώστης βλέπο ντας τα γεγονότα μέσα από το «εγώ» που αφηγείται αναγκάζεται να δεχτεί ως δεδομένη την καλοπιστία του αφηγητή. Του λείπει η δυνατό τητα να κρίνει αντικειμενικά, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της αφήγησης από πολλούς αφηγητές ή της αφήγησης σε γ' πρόσωπο. Στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση ο αναγνώστης δεν έχει άλλο τρόπο εισόδου στο κείμενο παρά τα μάτια του αφηγητή. Συνήθως η καλοπιστία του αφηγητή λαμβάνεται ως δεδομένη· ο ανα γνώστης τείνει να δεχθεί την αλήθεια και τις κρί σεις του αφηγητή για τα γεγονότα. Ένας τέτοιος καλόπιστος και φερέγγυος αφηγητής είναι ο
54/αφιερωμα Ποιητής στον «Ερωτόκριτο», που την πνευματι κή ανωτερότητα και τις ηθικές κρίσεις του απο δέχεται απόλυτα ο αναγνώστης. Αντίθετα όμως στη Γ.τ.Ζ. τα πράγματα γίνο νται περίπλοκα αφού το αφηγούμενο εγώ είναι ο Διονύσιος Ιερομόναχος που είναι ταυτόχρονα βασικό πρόσωπο της ιστορίας. Επομένως ο αφη γητής είναι και δρων πρόσωπο, και μάλιστα το μοναδικό. Σε παρόμοιες περιπτώσεις υπάρχει το ενδεχόμενο ο αφηγητής να μην είναι αντικειμενι κός ή φερέγγυος. Η παγίδα στη Γ.τ.Ζ. είναι ότι ο αφηγητής είναι πρόσωπα ιερό, «γέρος» και «άγιος»8 και συνεπώς ο αναγνώστης τείνει να ταυτιστεί αυθόρμητα μαζί του. Την αυθόρμητη αυτή υιοθέτηση του βλέμματος του Ιερομόναχου από τον αφηγητή εκμεταλλεύεται ο Σολωμός ως μέσο για την εισαγωγή του στοιχείου της φαντα σίας και της υπερβολής στο κείμενο, για να περι γράφει δηλ. έναν κόσμο, που δεν έχει δυνατότη τα ύπαρξης έξω από το λογοτεχνικό κείμενο. Με άλλα λόγια η διφορούμενη θέση του αφηγητή, που είναι ταυτόχρονα πρόσωπο της ιστορίας, γί νεται η βασική δομική αρχή που καθιστά δυνατή την παραγωγή του κειμένου. Η αρχή αυτή παγι δεύει τις λογικές πεποιθήσεις του αναγνώστη, καταργεί τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος και επανατοποθετεί τις σχέσεις υποκειμένου-αντικειμένου. Η προσεκτική μελέτη του κειμένου μάς πείθει ότι η εισβολή του φανταστικού σημειώνεται πά ντοτε μετά από σοβαρές κρίσεις ηθικής συνείδη σης του αφηγητή, που διαταράσσουν τις αντιλη πτικές του ικανότητες. Μπορούμε να απομονώ σουμε τις σχετικές περιπτώσεις: α. Ο προβληματισμός του Ιερομόναχου γύρω από την ισχύ του κακού και τη σχεδόν παντελή απουσία του καλού στον κόσμο τον οδηγεί σε μια πρώτη ηθική κρίση που συνοδεύεται από συ μπτώματα διαταραχής του νευρικού συστήματος: «...καί αΐστάνθηκα μεγάλη λαχτάρα... ’Αλλά έπειδή άρχινήσανε τά σωθικά μου νά τρέμουνε σάν τή θάλασσα πού δέν ησυχάζει ποτέ... Καί ό νους μου έζαλίστηκε άπό τόν μεγάλο αριθ μό...».9 Η διαταραχή αυτή οδηγέ· στην πρώτη εμφάνιση του Διαβόλου και στην απόφαση του Ιερομόναχου να περιγράφει τη Γυναίκα (κεφ. 1, 20 ).
β. Η δεύτερη διαταραχή συνδυάζεται με τον απόηχο των κανονιοβολισμών του πολιορκούμενου Μεσολογγίου και οδηγεί στο όραμα της γυ ναίκας με τη λύρα. Η συμπτωματολογία είναι περίπου η ίδια: «Κ’ έγώ άκουγα μέσα μου μεγά λη ταραχή e fui rapito in spiritto a Missokmgio. Καί δέν έβλεπα μήτε τό κάστρο μήτε τό στρατό πεδο, μήτε τή λίμνη, μήτε τή θάλασσα μήτε τή γη πού έπάτουνα, μήτε τόν ουρανό· πολιορκούμενους καί πολιορκισμένους καί όλα τά έργα τους καί όλα τά πάντα τά έκατασκέπαζε μαυρίλα καί
πίσσα... καί όλα μοϋ έγιναν άφαντα, καί τά σω θικά μου πάλι φοβερά έταραχθήκανε καί μοϋ φάνηκε πώς έκουφάθηκα καί έστραβώθηκα.10 Η σημαντική προσθήκη που γίνεται εδώ, είναι το αίσθημα του Ιερομόναχου ότι χάνει την όρασή του. Το αίσθημα αυτό, όπως εκτενώς θα σχολιά σουμε, συνδέεται άμεσα με την παράλυση των λογικών δυνάμεων. γ. Η τρίτη διαταραχή συνδέεται με το τελικό όραμα που αναφέρεται στην τραγική αυτοκτονία της Γυναίκας. Εδώ κυριαρχεί η ψευδαίσθηση της απώλειας της όρασης· υπάρχει δηλ. μια τελική μετατόπιση των συμπτωμάτων από την ταραχή των σπλάχνων προς τις διαταραχές της όρασης: «Καί έκοίταξα τριγύρου καί δέν έβλεπα τίποτες καί είπα: 'Ο Κύριος δέ θέλει νά ίδώ άλλο... έσπρωξα όμπρός τά χέρια μου καθώς κάνει ό άν θρωπος οπού δέν έχει τό φώς του».11 Με τις τρεις αυτές διαταραχές κλονίζεται η εμπιστοσύνη του αναγνώστη προς τον αφηγητή. Ο αναγνώστης αφήνεται μετέωρος, διστάζει μη γνωρίζοντας πώς να εκλάβει τα συμβάντα που περιλαμβάνουν υπερφυσικές οπτασίες και φα ντάσματα. Αντίθετα ο αφηγητής σε κανένα ση μείο δεν δείχνει έκπληξη ή απορία για όσα συμ βαίνουν, ούτε φαίνεται καμιά προσπάθεια να αι τιολογήσει με κάποιο λογικό τρόπο τα υπερφυσι κά γεγονότα. Από το σημείο αυτό πηγάζει η δυ σπιστία και επιφυλακτικότητα του αναγνώστη, που αισθάνεται υποχρεωμένος να παραμείνει προσκολλημένος στην κοινή λογική. Η ρήξη των σχέσεων αφηγητή - αναγνώστη επιτρέπει την εί σοδο του φανταστικού στοιχείου στο κείμενο: ο αναγνώστης παρακολουθεί γεγονότα που δεν εί ναι σε θέση να ελέγξει την αλήθεια ή το ψεύδος τους. Η απορία, ο δισταγμός και η κατάπληξη ανήκουν στον αναγνώστη, όχι στον αφηγητή. Έτσι ολόκληρο το κείμενο κινείται ανάμεσα στις ευαίσθητες σχέσεις του πραγματικού και του φα νταστικού. Πράγματι, ενώ η εισβολή του φανταστικού γί νεται με τόση σαρωτική ένταση, σε κανένα ση μείο δε χάνεται εντελώς η αίσθηση της πραγματι κότητας. Η λογική συνοχή και ασφάλεια δεν καταργούνται, απλώς δέχονται μέσα τους το φα νταστικό. Τα αντικείμενα και ο χώρος εξακο λουθούν να είναι αναγνωρίσιμα, παύουν όμως να έχουν τη γνώριμη καθημερινή λειτουργικότητά τους. Τούτο ακριβώς είναι που δημιουργεί την εντύπωση των παραισθήσεων. Τη μέριμνα για τη διατήρηση της λογικής συνέπειας φανερώ νει και μια σημείωση του Σολωμού για τον Ιερο μόναχο: «Bada bene ai carattere deli’ Ιερομόνα χο in tutte le circostanze conseguenti».12 Η συνέ πεια και η συνοχή στο χαρακτήρα του Ιερομόνα χου αποτελούν ένα σταθερό σημείο αναφοράς, μέσα σ’ ένα κόσμο χωρίς λογικό ειρμό. Τον ίδιο σκοπό ρεαλιστικότητας εξυπηρετούν και οι διά-
αφιερωμα/55 φορές τοπογραφικές αναφορές: Τρία Πηγάδια, Άι-Λύπιος, Μονή Αγίου Διονυσίου. Ανάλογο ρόλο έχουν οι αναφορές σε καθημερινής χρήσεως έπιπλα και αντικείμενα, είτε αυθύπαρκτα στο κείμενο είτε ως όροι μεταφορών: κρεβάτι, καθρεφτάκι, κλειδονότρουπα, καλαπόδι, ’ψαθί, χτένι, καθίκλα, σεντόνια'κ.λπ. Οι ρεαλιστικές αυτές αναφορές αποτελούν το όχημα που πάνω του κινείται το φανταστικό. Η ένταση των αι σθημάτων παράνοιας προέρχεται ακριβώς από το γεγονός ότι ο χειροπιαστός και οικείος κό σμος χάνει τη σταθερότητά του και καταρρέει καθώς τα πράγματα και οι χώροι φαίνεται να κυοφορούν μια δεύτερη υπερφυσική πραγματι κότητα, Το φαινόμενο πρέπει να αποδοθεί όχι στα ίδια τα πράγματα, αλλά στο πρόσωπο που τα παρατηρεί, στον Ιερομόναχο αφηγητή, δηλ. στη σχέση υποκειμένου-αντικειμένου. Οι σχέσεις αυτές υποδηλώνονται στην ακόλουθη παράγρα φο: «Καί άρχίνησα νά συλλογιοθώ... Αλλά ακο λούθως ό λογισμός εμποδίσθηκε από τό μάΤο βασικό πρόβλημα, που εντοπίζεται εδώ, εί ναι η διάσταση ανάμεσα στις εικόνες, που η όρα ση προσλαμβάνει και στην αδυναμία λογικής επεξεργασίας τους. Ο οικείος, καθημερινός χώ ρος προσλαμβάνεται ως ξένος’ πρόκειται δηλ. για περιγραφή καθαρών φαινομένων παράνοιας. Η σημασία της λειτουργίας της όρασης είναι αποφασιστική· ο κόσμος για τον Ιερομόναχο με ταβάλλεται σε θέαμα, σε εικόνα. Αυτός είναι ου σιαστικά και ο ρόλος του Ιερομόναχου ως προ σώπου- δεν δρα, αλλά παραμένει θεατής. Αλλά και το κείμενο δεν περιγράφει δράση, αλλά εικό νες, που απελευθερωμένες από τη λογική αλλη λουχία αιωρούνται μπροστά στο εκστατικό μάτι του αψηγητή-θεατή. Οι παρατηρήσεις αυτές μας υποχρεώνουν να σχολιάσουμε τη σημασία της όρασης ως βασικού δομικού στοιχείου για την οργάνωση του κειμέ νου.
Β. Η Όραση 17" αι στις τρεις περιπτώσεις, που σχολιάσαμε, JtSk. η διαταραχή των αντιληπτικών ικανοτήτων εντοπίζεται κυρίως στην όραση. Πρόκειται εδώ για έκφραση των σχέσεων, που χρησιμοποιώντας ψυχολογικούς όρους, θα ονομάζαμε σχέσεις αντίληψης-συνείδησης, Οι κρίσεις συνείδησης η δύναμη του κακού, ο κίνδυνος της πατρίδας (που είναι μια άλλη όψη του κακού) - οδηγούν στη διαταραχή του τρόπου αντίληψης της πραγ ματικότητας. Δημιουργούν μια νέα συνείδηση του κόσμου, που ουσιαστικά είναι μια «νέα μα τιά» στον κόσμο. Το βλέμμα σβήνει για τη φαι νομενική, επίπεδη εξωτερική πραγματικότητα και ανοίγεται σε ένα νέο κόσμο που κρυβόταν
Το άγαλμα τον ποιητή στη Ζάκυνθο. Εργο του Γεωργίου Βρούτον
πίσω από την πραγματικότητα,14 Η όραση είναι κυριαρχική στις διεργασίες αυ τές· ο Ιερομόναχος παρίσταται μοναδικός μάρτυς αυτού του κόσμου που κινείται πίσω από τον κόσμο των αισθητών. Στην πραγματικότητα πρόκειται για προβολή του κόσμου της συνείδησης προς τα έξω, Ο Ιερο μόναχος ως οραματιστής είναι αυτός που βλέπει και δε βλέπει, αυτός που αρνείται την επίπεδη
56/αφιερωμα πραγματικότητα για χάρη μιας βαθύτερης και ουσιαστικότερης όρασης, που ισοδυναμεί με γνώση, με την ίδια έννοια που το ρήμα «ορώ» έχει στη βίβλο: «Καί εϊδεν ό θεός τά πάντα, όσα έποίησεν...» (Γεν. I, 31). Έχουμε δηλ. την περι γραφή μιας καθαρά μυστικιστικής εμπειρίας. Από την εσωτερική αυτή οδό καταλήγουμε στην επιβεβαίωση της υπόθεσης του Ο. Merlier ότι ο αρχικός τίτλος του έργου είναι: «Visione di Dionisio 'Ιερομόναχο έγκατοίκου εις έξωκκλήσι Ζακύνθου».15 Ο σημερινός τίτλος, που επικράτησε αυθαίρε τα, αποτελεί μια μετάθεση από τον αφηγητή - Ιε ρομόναχο στην ηρωίδα. Από αυτή την άποψη τροποποιεί σημαντικότατα τον τρόπο που ο ανα γνώστης προσλαμβάνει το έργο αποπροσανατο λίζοντας την ανάγνωση. Τη γενική ισχύ του θέματος της όρασης από σημασιολογική και δομική άποψη αποκαλύπτει και η επανάληψή του στις περιπτώσεις της Γυ ναίκας και του Διαβόλου. Πληροφορούμαστε για τη Γυναίκα: «Καί αυτή ή θωριά ή γεροντίστικη ήτανε ζωντανεμένη άπό δύο μάτια λαμπρά καί ολόμαυρα, καί τό ένα ήτανε ολίγο άλληθώρικο, / Καί έστριφογυρίζανε έδώ καί εκεί γυρεύοντας τό κακό, καί τό βρίσκα νε καί δπου δέν ήτουν. / Καί μές στά μάτια της άστραφτε ένα κάποιον τί πού σ’ έκανε νά στοχασθεϊς δτι ή τρελάδα ή είναι λίγο πού τήν άφησε ή κοντεύει νά τήν κυτριμίσει».16 Για το Διάβολο πάλι διαβάζουμε σε δυο σχε διάσματα που δεν περιλαμβάνονται στο κείμενο, αλλά επρόκειτο να συνδεθούν με την τρίτη εμφά νισή του ως νάνου: «Πρώτα μικρός μ’ ένα μπιομπό - τά μάτια ειρωνικά - τού ξεφυτρώνουν τά •κέρατα...», «Καί είδα έναν νάνο καθισμένο(ν) τό διπλοπόδι. Καί καθόμουν καί θαύμαζα εκείνα τά μάτια τά μικρά καί λαμπερά καί γεμάτα κα κία...».17 Και στις δυο περιπτώσεις τα λαμπερά, ευκίνη τα και μαύρα μάτια είναι σύμβολο του κακού, όπως και ο στραβισμός της ψυχικής διαστροφής που επιφέρει το κακό. Η διαστροφή της όρασης υλοποιείται όμως και στο συμβολισμό του καθρέφτη. Το θέμα φαίνεται ότι ήταν παρόν στη σκέψη του Σολωμού από την πρώτη φάση επεξεργασίας του έργου και συν δέεται άμεσα με τη Γυναίκα: «Καί μολοντούτο, δταν ήτουν μοναχή, έπήγαινε στόν καθρέφτη, καί κοιτώντας έγέλουνε κ’ έκλαιε»,18 ή την κόρη της: «Καί άφοϋ τήν έχάϊδεψε... τήν άφησε άπάνου στήν καθίκλα λέοντάς της: Νά καί ένα καθρεφτάκι καί κοιτάξου πού εΐσ’ δμορφη καί μού μοιάζεις».19 Στο τρίτο όραμα όμως του Ιερομόναχου ο κα θρέφτης αποτελεί τον βασικό άξονα γύρω από
τον οποίο αναπτύσσεται η αφήγηση: α. ο Ιερομόναχος παγιδεύεται ανάμεσα σ’ έναν τεραστίων διαστάσεων, μυστηριώ δη καθρέφτη και στον τοίχο, β. τρεις μυστηριώδεις φωνές, που αργότε ρα ταυτίζονται με τους νεκρούς γονείς και την κόρη της Γυναίκας ακούγονται πίσω από τον καθρέφτη, γ. ο Ιερομόναχος βλέπει μέρος των εφιαλ τικών εικόνων, που ακολουθούν, στον καθρέφτη. δ. σμήνος μύγες καλύπτουν τον καθρέφτη σαν μαύρο πένθιμο πέπλο, ε. η Γυναίκα σε κρίση φρενίτιδας προ σκρούει στον καθρέφτη, στ. η Γυναίκα κοιτάζεται στον καθρέφτη και δεν αναγνωρίζει πια τον εαυτό της. ζ. η Γυναίκα απαγχονίζεται στην πίσω όψη του καθρέφτη. Η χρήση του καθρέφτη σε μαγικές και μαντι κές τελετές είναι παλαιότατη. Σε εθνικούς συγ γραφείς αποκτά ιδιαίτερο συμβολισμό. Για τον Πλωτίνο (Εννεάδες, IV, 3) το κάτοπτρο είναι σύμβολο της ψυχής που πάνω της αντικατοπτρί ζεται το καλό ή κακό πρότυπό της. Στον Παύλο η ψυχή είναι το κάτοπτρο που εικονίζεται ο θεός (Β' Κορ. III, 18). Τη συμβολική αυτή παράδοση του καθρέφτη πε ραλαμβάνει ο Σολωμός επιλέγοντας τον αρνητι κό συμβολισμό της· ο καθρέφτης στη Γ.τ.Ζ. αντικατοπτρίζει το δαιμονικό στοιχείο. Πέρα όμως από τους συμβολισμούς αυτούς, ο καθρέφτης, όπως και η οπτασία γενικότερα, αλ λοιώνουν την πραγματικότητα, τη μεταβάλλουν σε εικόνα χωρίς διάσταση βάθους. Η Γυναίκα παγιδεύεται από τις εικόνες του καθρέφτη, όπως παγιδεύεται μέσα στον εγωισμό της. Ο καθρέφτης συνδέεται με την παράνοια- οι κρίσεις παραφρο σύνης της Γυναίκας συνδέονται με τη χρήση του, ενώ στο τέλος η αλλοιωμένη εικόνα της μέσα του την οδηγεί στον απαγχονισμό. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί η ευρύ τατη χρήση του καθρέφτη και των συμβολισμών του σε έργα φανταστικής λογοτεχνίας του 19ου αι., πράγμα που δείχνει τις στενές σχέσεις της Γ.τ.Ζ. με το λογοτεχνικό αυτό είδος. Δεν πρέπει ακόμα να μας διαφύγει η επανάλη ψη του θέματος του καθρέφτη στο 27ο απόσπα σμα του «Λάμπρου». Στο «Λάμπρο» - έργο που η επεξεργασία του είναι σχεδόν παράλληλη με εκείνη της Γ.τ.Ζ. - ο καθρέφτης συμβολίζεται με τη γαλήνια επιφάνεια της λίμνης όπου η τρελή Μαρία βλέπει να αντικατοπτρίζεται μια εικόνα αντίστροφη της πραγματικότητας. Στην περί πτωση της Μαρίας η λίμνη-καθρέφτης αντικατο πτρίζει το θετικό- αντίθετα στη Γυναίκα ο κα θρέφτης δείχνει το αρνητικό. Και στις δυο περί-
αφιερωμα/57 πτώσεις παρουσιάζεται το ίδιο βασικό δομικό σχήμα θέση/άρνηση όπου στηρίζεται ολόκληρο το αρχιτεκτονικό οικοδόμημα. Ένα τελευταίο στοιχείο που συνδέεται στενά με το θέμα της όρασης ως δομικής και σημασιολογικής αρχής είναι το πολύπλοκο παιχνίδι αντι κατοπτρισμών που παίζεται στις σχέσεις συγ γραφέα και αφηγητή. Στο εισαγωγικό σημείωμα («awiso al lettore») χρησιμοποιώντας ένα παμπάλαιο τέχνασμα ο συγγραφέας αποποιείται την πατρότητα του κει μένου και εξηγεί πώς έφθασε στα χέρια του. Πα ρουσιάζεται δηλ. ως απλός εκδότης. Το παράδο ξο όμως έγκειται στο ότι ο «αληθινός» συντάκτης του κειμένου ονομάζεται και εκείνος Διονύσιος Σολωμός. Αν και ο δεύτερος αυτός είναι νεκρός από τη β' δεκαετία του 18ου αι. οι σχέσεις μετα ξύ τους είναι στενές: ο Δ. Σολωμός - ποιητής ζει σε αυστηρή απομόνωση και περισσυλογή· ο Δ. Σολωμός - ιερομόναχος ζει στην απομόνωση και περισυλλογή που του επιτάσσει το σχήμα του. Ο πρώτος καταγόμενος από τη Ζάκυνθο ζει στην Κέρκυρα, ο δεύτερος Κερκυραίος ζει στη Ζά κυνθο.
Τα δυο πρόσωπα, το πραγματικό και το φα νταστικό συνδέονται με τις ίδιες σχέσεις λεπτών αντικατοπτρισμών που παρατηρούνται και στις σχέσεις ανάμεσα στο πραγματικό και στο φαντα στικό στο ίδιο το κείμενο. Οι μαρτυρίες για το νεκρό Ιερομόναχο φθά νουν μέσα από ένα νέο παιχνίδι αντικατοπτρι σμών, ο ποιητής πληροφορείται τις λεπτομέρειες του θανάτου του από ένα μοναχό που και κείνος με τη σειρά του τις μαθαίνει από κάποιον άλλο. Με άλλα λόγια η πραγματικότητα υφίσταται μια σειρά συνεχών διαθλάσεων με κορύφωμα την παράδοξη συγχώνευση των δύο προσωπικοτή των, του ζωντανού Ποιητή και τόυ νεκρού Ιερο μόναχου, σε μια: «Έκεΐ πού καθόμουν καί κοί ταζα τόν τοίχο μοΰ ήρθε ή επιθυμία νά μιμηθώ τά τρία χτυπήματα πού έκαμε τό χέρι αύτό πού τώρα δέν ύπάρχει πιά, καί είχα μαζί καί τήν έλπίδα νά βρώ μέ τό ένστικτό μου γιά ποιό λόγο έγινε έκεΐνο τό χτύπημα. Καί σίμωσα στόν τοίχο, καί μέ τό ένστικτό μου μπαίνοντας στίς ίδιες συνθήκες - δηλαδή γέρος, ετοιμοθάνατος, άγιος κ.τ.λ. - ... καί χτύπησα τρεις φορές. Τό πράγμα πέτυχε θαυμάσια. "Ενα κομμάτι άπό τόν τοίχο
58/αφιερωμα έπεσε καί μοϋ φανέρωσε χόν κύλινδρο με χίς προφητείες».20 Ο Ποιητής απαλείψει τη δική του προσωπικό τητα, πέφτει σε ένα είδος έκστασης και έτσι ταυ τίζεται με το νεκρό Ιερομόναχο. Αξιοσημείωτη είναι η αναφορά στο ένστικτο που αντιστοιχεί με την παράλυση του λογικού μέσα στο κείμενο. Η φαντασίωση αποδεικνύεται αληθέστερη της πραγματικότητας, γίνεται πραγματικότητα και μάλιστα απτή, αφού οδηγεί στην ανακάλυψη του χειρογράφου. Το ίδιο δηλ. το λογοτεχνικό κείμε νο που ακολουθεί αποτελεί την απόδειξη της ύπαρξης του κόσμου της φαντασίας. Γ. Τα ειδολογικά χαρακτηριστικά του Κειμένου ρκετή αμηχανία φαίνεται να προκαλεί η κατάταξη του κειμένου σε κάποιο λογοτε χνικό είδος. Συνήθως χαρακτηρίζεται ως σάτιρα ή ως αλληγορία. Καμιά από τις δύο αυτές ταξινομήσεις δε θα ’πρεπε να θεωρηθεί απορριπτέα· από την άλλη όμως πλευρά πρέπει να επισημανθεί ότι το κεί μενο δεν εντάσσεται άνετα σε καμιά απ’ αυτές. Η σάτιρα ως αισθητική κατηγορία δεν απο λαμβάνει πλήρη αυτονομία. Για παράδειγμα, άλ λοτε συνδυάζεται με την ειρωνεία και άλλοτε με την κωμωδία. Σε κάθε περίπτωση όμως ορισμένα τυπικά χαρακτηριστικά καθιστούν τη σάτιρα ευ διάκριτη. Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν είναι πά ντοτε εύκολο να εντοπίσουμε στη Γ.τ.Ζ. α. Η σάτιρα εξυπηρετεί κοινωνικές σκοπιμό τητες, τη διόρθωση κάποιων κοινωνικών πλη γών. Ακόμα και αν μπορούμε να εντοπίσουμε κάποια τέτοια ελαττώματα στο χαρακτήρα της Γυναίκας, όπως περιγράφεται στο β' κεφάλαιο, το κείμενο κινείται σε μια περιοχή όπου κυριαρ χεί η παραίσθηση και το υπερφυσικό, στοιχεία εντελώς ασυμβίβαστα με τη φύση της σάτιρας. β. Η σάτιρα απομονώνει και καυτηριάζει κά ποια συγκεκριμένα κακά, ποτέ όμως η ιδέα του κακού αφηρημένα και ανεξάρτητα δεν μπορεί να γίνει στόχος της σάτιρας. Στη Γ.τ.Ζ. όμως είναι το αφηρημένο κακό που κυριαρχεί και όχι κά ποιο κοινωνικό πρόβλημα. γ. Ακόμα και στην περίπτωση που η σάτιρα επιτίθεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο ο πραγμα τικός στόχος είναι κάποιο γενικό κοινωνικό κα κό. Στη Γυναίκα μπορούν να εντοπιστούν πολλά ελαττώματα κανένα όμως δε γίνεται στόχος. Επιπλέον τα ελαττώματα περιορίζονται μόνο σ’ ένα μικρό τμήμα του κειμένου, στο β' κεφάλαιο. δ. Η σάτιρα στην επίθεσή της εντοπίζει και με γεθύνει το παθολογικό χαρακτηριστικό. Αντίθε τα το πορτραίτο της Γυναίκας την παραμορφώ νει ολόκληρη. Κάτω από τα χαρακτηριστικά αυ τά δεν είναι πλέον αναγνωρίσιμο κανένα πρόσω
Α
πο και κανένα ελάττωμα. Απλούστατα γιατί κα νένα πρόσωπο δεν μπορεί να είναι τόσο παρα μορφωμένο, ούτε και να συνιστά την επιτομή όλων των ελαττωμάτων. Η γενικότητα του κατηρογητηρίου οδηγεί στην αοριστία. Η Γ.τ.Ζ. λοιπόν αποκλίνει σημαντικά από τη σάτιρα. Εφόσον - όπως είδαμε - ο αναγνώστης θα παραμένει διατακτικός μη γνωρίζοντας ποια στάση να υιοθετήσει απέναντι στα γεγονότα, που ο αφηγητής του περιγράφει, δεν μπορεί να γίνει λόγος για καθαρή σάτιρα. Η σάτιρα είναι πάντα διαυγής, δεν δημιουργεί απορίες και ερωτηματι κά για το νόημά της. Αλλά και η άποψη της αλληγορίας προξενεί δυσκολίες. Η αλληγορία προϋποθέτει την ταυτό χρονη ύπαρξη δύο εννοιών από τις οποίες η πρώτη βρίσκεται στην επιφάνεια και η δεύτερη στο βάθος. Η πρώτη έννοια υποχωρεί και αφήνει να διαφανεί η δεύτερη. Το παιχνίδι των διπλών εννοιών είναι αμέσως εμφανές και δε δημιουργείται πρόβλημα ερμηνείας στον αναγνώστη (χα ρακτηριστικά παραδείγματα οι μύθοι του Αισώ που και του La Fontaine). Στην περίπτωση όμως της Γ.τ.Ζ. αυτό το δεύτερο κρυμμένο νόημα δεν έρχεται καθόλου εύκολα στην επιφάνεια. Αντί θετα η συσσώρευση των υπερφυσικών γεγονότων δημιουργεί πληθώρα αποριών και ερωτηματικών στον αναγνώστη. Η διάσταση μεταξύ αφηγητή και αναγνώστη είναι εδώ καθοριστική. Ο αφη γητής είναι εκείνος που θα μπορούσε να καθοδη γήσει τον αναγνώστη προς την αναζήτηση μιας αλληγορικής ερμηνείας. Στο κείμενο όμως ο Ιε ρομόναχος είναι μια συνείδηση που απλώς κατα γράφει και που σε κανένα σημείο δεν αποπειρά ται να σχολιάσει όσα εξωλογικά συμβαίνουν. Και οι δυο απόψεις στηρίζονται σε μια προο πτική του κειμένου με βάση τη Γυναίκα. Μια προοπτική όμως που παίρνει ως αφετηρία το αφηγούμενο πρόσωπο και τα οράματά του θα μπορούσε να οδηγήσει στην άποψη ότι το κείμε νο κινείται στο μεταίχμιο της σάτιρας και ενός άλλου είδους, του grotesque. To grotesque, περισσότερο ίσως από τη σάτι ρα, δεν παρουσιάζεται με πλήρη αυτονομία. Συνηθέστατα συνδυάζεται με το φανταστικό, το παράδοξο, την ειρωνεία και τη σάτιρα, Η οξύτη τα όμως της σάτιρας παίρνει απρόβλεπτες δια στάσεις κάτω από την καταλυτική δύναμη τον grotesque. Η σάτιρα προκαλεί το γέλιο και την οργή· στο grotesque το γέλιο γίνεται οδυνηρό καθώς ο αναγνώστης δεν ξέρει ποια θέση να πά ρει απέναντι στα περιγραφόμενα. To grotesque ανοίγεται προς το δαιμονικό, το φρικιαστικό, το αηδιαστικό, το μακάβριο, το χυδαίο, το αφύσικο και το βίαιο. Αυτή είναι και η περίπτωση της Γ.τ.Ζ. Η φρενίτις αυτοκαταστροφής της Γυναίκας μπροστά στον καθρέφτη, η παρουσία των νε
αφιερωμα/bii κρών στα φέρετρα, τα βρώμικα, πυώδη και μα τωμένα σεντόνια, τα σμήνη από μύγες που καλύ πτουν τον καθρέφτη ή το πρόσωπο της Γυναί κας, η χυδαιότης των ερωτικών αναστεναγμών την ώρα της μοιχείας, τα κέρατα του διαβόλου που «έμεγάλωναν τόσο πού τό δεξί Ιστύλωσε τήν άκρη του από πάνου στά σκέλια τής γυναικός καί έτσιτσίριζε σάν τό σίδερο τό αναμμένο μές στό νερό»,21 η γυναίκα που πηδά σαν «ψοφογάτσουλο όπού ξετρυπώνει άπό τήν κοπριά ένας άνεμοστρούφουλας»,22 αποτελούν τυπικά παρα δείγματα του grotesque. Βασικό χαρακτηριστικό του grotesque είναι η εμμονή στο παραφύσιν. Τούτο ιδιαίτερα συμβαί νει στο β' κεφάλαιο όπου η σατιρική υπερβολή των χαρακτηριστικών της Γυναίκας οδηγεί στην απόκλιση από το φυσικό: «Καί δποιος ήθελε σι μώσει τήν πιθαμή για νά μετρήσει τή γυναίκα, ήθελ’ εύρει τό τέταρτο τοΰ κορμιού στό κεφάλι.» Και ακόμη το στήθος «τό σημαδεμένο άπό τίς
άβδέλλες», τα «βυζιά ωσάν καπνοσακούλες», το μούτρο της που «είχε τή μορφή καλαποδιού», το μάγουλο που «έξερνοΰσε σάγριο».23 Οι περιγραφές αυτές δεν αποδίδουν πια τα χαρακτηριστικά ενός σώματος. Η σατιρική υπερ βολή οδήγησε στη μεγέθυνση του γελοίου ώστε να γίνει τερατώδες και φρικιαστικό. 'Ηδη αναφέρθηκε η προσκόλληση στο ρεαλι στικό στοιχείο που λειτουργεί ως υποδοχή για το φανταστικό. Ο πραγματικός χώρος δεν περιγράφεται, αλλά υποδηλώνεται από τα αντικείμενα της καθημερινής χρήσης. Η ιδιαίτερη προοπτική του οράματος καθιστά τον οικείο αυτό χώρο ξέ νο και εφιαλτικό. Και τούτο είναι ένα από τα θεμελιωδέστερα χαρακτηριστικά του grotesque. To grotesque στο ψυχολογικό επίπεδο λειτουρ γεί ως μέσο για να δαμαστεί και να εξορκιστεί το δαιμονικό στοιχείο. Η διαπίστωση αυτή μας επι τρέπει να διερωτηθούμε αν είναι σωστός ο χαρα κτηρισμός «προφητείες» για τα οράματα του Ιε-
60/αφιερωμα ρομόναχου. Η προφητεία χαρακτηρίζεται από τη γενικότη τα της αναφοράς. Ο προφήτης απευθύνεται στο λαό του - που κατά κανόνα βρίσκεται σε κατά σταση παρακμής - και τον καλεί να συνετιστεί. Η ατομική τύχη και τα πεπρωμένα ιδιωτών δεν αποτελούν αντικείμενο προφητείας. Στο αισθη τικό επίπεδο η προφητεία φέρει τη σφραγίδα του «υψηλού». Το κείμενο της Γ.τ.Ζ. αντίθετα φέρει τη σφραγίδα του άσχημου και του χυδαίου δηλ. του grotesque. Πράγματι ως αισθητική κατηγο ρία το grotesque βρίσκεται στους αντίποδες του ωραίου και του υψηλού. Μολονότι, όπως εκεί να, αναφέρεται στο μεταφυσικό ή το υπερφυσι κό, τα στοιχεία αυτά έχουν εδώ το χαρακτήρα του τρομακτικού, του τερατώδους και του εφιαλτικού. To grotesque είναι λοιπόν η αντι στροφή του υψηλού. Και στο σημείο αυτό εντο πίζουμε για δεύτερη φορά τη βαθύτερη δομική αρχή του κειμένου που είναι το σχήμα θέση/άρνηση. Δ . Η Βιβλική Δομή τα οράματα του Ιερομόναχου δεν είναι τότε σε τι εξυπηρετεί η βιβλική Α νπροφητείες δομή του κειμένου; Τόσο το ένα όσο και το άλλο πηγάζουν από τη θεμελιώδη αρχιτεκτονική δομή που είναι η αντιστροφή. Η αντιστροφή εντοπίζε ται σε όλα τα επίπεδα: α. στο γλωσσικό, β. στο επίπεδο της αφήγησης και γ. στο σημασιολογικό επίπεδο. α. Στο γλωσσικό επίπεδο το κείμενο μιμείται το ύφος της Βίβλου- συντάσσεται σε μικρές αριθμημένες παραγράφους, χρησιμοποιεί την κατά παράταξη σύνδεση ως βασικό συντακτικό σχή μα, υιοθετεί τυποποιημένες βιβλικές εκφράσεις και κάνει υπαινιγμούς σε βιβλικά θέματα.24 Τα βιβλικά όμως ρητορικά σχήματα δεν έχουν ως αντικείμενο το θείο, αλλά το δαιμονικό. β. Στο αφηγηματικό επίπεδο ο λόγος εκπο ρεύεται από ένα σεβάσμιο και ιερό πρόσωπο, τον Διονύσιο Ιερομόναχο. Το αντικείμενο του λόγου και τα οράματα του αγίου αυτού προσώ που βρίσκονται στους αντίποδες, είναι δαιμονι κά. γ. Στο σημασιολογικό επίπεδο τέλος παρου σιάζεται η ίδια αρχή της αντιστροφής τόσο σε επιμέρους στοιχεία όσο και στο σύνολο. Στο α' κεφάλαιο (παρ. 21-26) ο Ιερομόναχος δέχεται την επίθεση 12 ψωρόσκυλων που του εμποδίζουν το δρόμο. Παρά το γεγονός ότι τα σκυλιά είναι ψωριασμένα, ματωμένα και λυσσα σμένα δεν είναι αδέσποτα, όπως εύλογα θα υπέ θετε κανείς. Ο αφέντης των σκυλιών παρουσιά ζεται ξαφνικά (δεν είναι παρών από την αρχή της σκηνής) και «ο άθεος» λιθοβολεί τον Ιερομό ναχο. Η σκηνή αυτή είναι τυπικό δείγμα του πα
ράδοξου που διευρύνεται προς το φανταστικό. Ποια σημασία όμως θα πρέπει να της δοθεί; Αρ κετός για να μας υποψιάσει είναι ο αριθμός·δώδεκα (όλοι οι αριθμοί στο κείμενο έχουν συμβο λική αξία). Σύμφωνα λοιπόν με το δομικό σχήμα της αντιστροφής θα μπορούσαμε να διαβάσουμε τη σκηνή ως αντιστροφή της θρησκευτικής εικο νογραφίας. Χαρακτηριστικό θέμα στη χριστιανι κή μνημειακή ζωγραφική είναι η παράσταση του Χριστόύ-ποιμένα των δώδεκα προβάτων (βλ. π.χ. τη μωσαϊκή παράσταση του μαυσωλείου της Galla Placidia). Η εικόνα αυτή αντιστρέφεται εδώ και ο Διάβολος εικονίζεται ως ποιμένας των δώδεκα ψωριασμένων σκυλιών. Την ίδια γραμμή αντιστροφής των θρησκευτι κών θεμάτων ακολουθεί και η χρήση του αριθ μού τρία: Ο Διάβολος επρόκειτο σύμφωνα με τις σημειώσεις του ποιητή να εμφανιστεί τρεις φορές - στην αρχή, στη μέση και στο τέλος. Τα φαντά σματα των νεκρών που περιστοιχίζουν τη Γυναί κα και προλέγουν την τιμωρία της είναι επίσης τρία. Ο ιερομόναχος κάνει το σημείο του σταυτού τρεις φορές αλλά το αποτέλεσμα δεν είναι το προσδοκώμενο, εμφανίζεται το όραμα του δαι μονικού νάνου. Η ιερότης λοιπόν του αριθμού τρία αντιστρέφεται και συνδέεται με τις εμφανί σεις του δαιμονικού. Γενικότερα, τα φερόμενα ως προφητείες ορά ματα αντί να φέρουν τη σφραγίδα της θεοπνευ στίας, όπως οι αυθεντικές προφητείες, χαρακτη ρίζονται από το δαιμονικό στοιχείο. Κατά συνέπεια σε όλα τα επίπεδα του κειμέ νου εντοπίζεται ως βασική δομική αρχή το σχή μα θέση/άρνηση. Στο ίδιο το κείμενο παρουσιά ζεται μόνο ο παρονομαστής του κλάσματος, δηλ. η άρνηση. Ο αναγνώστης είναι εκείνος που θα πρέπει να συμπληρώσει τον αριθμητή μόνος. Η άρνηση θα πρέπει να εκληφθεί όπως το αρνητικό μιας φωτογραφίας όπου τα λευκά σημεία φαίνο νται μαύρα και τα μαύρα λευκά ή σαν την πίσω πλευρά του καθρέφτη που παγιδεύει τον Ιερομό ναχο. Συνοψίζοντας θα μπορούσαμε να πούμε ότι το κείμενο στηρίζεται σε μια συνεχή σειρά από ζεύ γη αντιθέτων: (θέση )
άρνηση (καλό) κακό (λο γ ικ ή !
φαντασίωση
. σατιρικό grotesque
αφιερωμα/61 Οι όροι που περικλείονται στις παρενθέσεις δεν δηλώνονται, αλλά υπονοούνται. Προεκτείνοντας τις σκέψεις αυτές θα μπορούσαμε να παρατηρή σουμε ότι από την περίοδο αυτή ολόκληρο το έρ γο του Σολωμού κινείται πάνω σε ζεύγη πολωτι Σημειώσεις 1. Louis Coutelle, Formation Po6tique de Solomos (1815-1833) Ερμής, Athines, 1977, σελ. 373. 2. οπ.π., σσ. 377-386. 3. Η σάτιρα αυτή στρέφεται εναντίον του Ν. Ζαμπέλη συνήγορου της αντίδικης παράταξης στην περίφημη δίκη που άρχισε τη χρονιά εκείνη. 4. Π6. L. Coutelle, οπ.π., σελ. 385 και Λ. πολίτη, Σολωμού, Η Γυναίκα της Ζάκυνθος, Ίκαρος, Αθήνα 1944, σσ. 205. Όλες οι παραπομπές γίνονται στην έκδοση Πολίτη, οπ.π., σελ. 87, σημ. 11. 6. οπ.π., σελ. 41. 7. Σχετικά με τις σχέσεις αφηγητή - αναγνώστη σε αφηγήμα τα φανταστικού τύπου βλ. Tzvetan Todorov, Introduction a la Literature Fantastique, Editions du Seuil, 1970 σσ 80-96. 8. οπ.π., σελ. 65. 9. οπ.π., σελ. 42.
κών αντιθέσεων. Αν στη Γ.τ.Ζ. και στον «Λά μπρο» δεσπόζει το εωσφορικό στοιχείο και η αυ τοκαταστροφή, στις συνθέσεις που ακολουθούν - με μεταβατικό στάδιο τον «Κρητικό» - κυριαρ χεί το θείο και το υψηλό. 10. οπ.π., σελ. 51 και 53. 11. οπ.π., σελ. 54. 12. «Πρόσεξε καλά, ό χαρακτήρας τού Ιερομόναχου νά έχει στήν κάθε περίσταση συνέπεια» οπ.π., σελ. 66. 13. οπ.π., σελ. 58. 14. Τη σημασία της όρασης στη φανταστική λογοτεχνία σχο λιάζει ο Tz. Todorov, οπ.π., σσ. 126-130. 15. Octave Merlier, Solomos, La Vision Proph6tique du Moine Dionysios ou La Femme de Zante, Essai d’ Anastylose de P oeuvre, Soci6t6 d’ Edition, Le Belles Lettres, Paris 1987, σσ. 26-31. 16. οπ.π., σσ. 44-45. 17. οπ.π., σελ. 77. 18. οπ.π., σελ. 45. 19. οπ.π., σελ. 47. 20. οπ.π., σελ. 65. 21. οπ.π., σελ. 86. 22. οπ.π., σελ. 56. 23. οπ.π., σελ. 44. 24. Οι βιβλικές επιδράσεις σχολιάζονται από τον L. Coutelle, οπ.π., σσ. 391-394.
62/αφιερωμα
Κ ώ στα ς Χ ω ρ εά ν θ η ς
Η ένταση της Πάντ' ανοιχτά, πάντ’ άγρυπνα, τα μάτια της ψυχής μου.
«Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», Σχεδίασμα Β ' Σολωμός είναι μεγάλος ποιητής, γιατί έδω σε έργο συνθετικό, που υψώνεται στο «κέ ντρο της εθνικότητος», όπως λέει ο ίδιος στους «Στοχασμούς», που ο Πολυλάς προτάσσει στους «Ελευθέρους Πολιορκημένους».1 Όμως ένας με γάλος ποιητής είναι συνάμα και εθνικός ποιητής και ο Σολωμός άπλωσε, από τον άξονα αυτόν, τους κύκλους του έργου του ώς το υψηλό περιε χόμενο «της αληθινής ανθρώπινης φύσης» και μέσα στην ένταση της αγρυπνίας του κατόρθωσε την ενότητα της ποίησής του, επιστηρίζοντας τον «θεμελιώδη ρυθμό» της στην αληθινήν ουσία: Και καθώς ο λυρισμός ξεκινά από το άτομο και επιμερίζεται στις διασπασμένες μορφές, για να τις μεταμορφώσει με την εκφραστική του και να ξαναγυρίσει σ’ αυτό με την πρωταρχική του ενό τητα, η ποίηση αποδείχνει, γι’ άλλη μια φορά, πως είναι μια από τις μεγάλες εκείνες γεννητικές δυνάμεις, που πλάθουν από τους ίσκιους σώμα τα ορατά μέσα στο φως της πρώτης δημιουργίας. Η συνθετική ικανότητα ενός Αισχύλου, που στηρίζει την πραγματικότητά της πάνω σ’ ένα παγκόσμιο σύστημα πολλαπλών αντιθέσεων, με γεθυμένων από το έσοπτρο της ποιητικής λει τουργικότητας, προσιδιάζει στη φύση που ο Σο λωμός φανέρωσε με την εντελέχεια του δικού του έργου.2 Δεν είναι καθόλου χωρίς σημασία, πως ο ίδιος ο Σολωμός παραπέμπει στους «Στοχα σμούς» του άμεσα στον Αισχύλο3 και ιδιαίτερα στον «Προμηθέα Δεσμώτη», το παγκοσμιάτερο από τα έργα ταυ, εκεί που αναλύει την κλίμακα των ηθικών συμφερόντων, που ξεκινούν από τη μικρή πολιορκημένη πόλη και φτάνουν ώς την Ανθρωπότητα. Και, όπως ο Αισχύλος δημιούρ γησε το πολυδιάστατο έργο του μέσα σε μια βακ χεία ποιητικής έντασης, το ίδιο κι ο Σολωμός, με την αγρυπνία της ψυχής του, σκυμμένος πάνω από τη μια και μοναδική του μέριμνα, δημιούρ γησε το έργο του. Τους ποιητές, εξάλλου, που έδωσαν συνθετικά έργα στον τόπο μας μπορού με, όπως ο Διονύσιος Ιερομόναχος της «Γυναί κας της Ζάκυνθος», να τους μετρήσουμε στα δά χτυλα του ενός χεριού. Είναι κι αυτοί μεγάλοι ποιητές και είναι εθνικοί ποιητές. Ίσως, όμως, αυτό να μην είναι αρκετό για την αξιολόγησή τους: γιατί θα πουν κάποιοι, πως και ποιητές
Ο
αφιερωμα/63
(.ωμικής αγρυπνίας που δεν έδωσαν συνθετικό έργο μπόρεσαν ν’ αντέξουν στο χρόνο και να χαρακτηριστούν με γάλοι - εξαιτίας του γεγονότος αυτού. Δεν ξέρω, νομίζω πως θα πρέπει να περάσουν τα διακόσια περίπου χρόνια που βαραίνουν με την παρουσία του σολωμικού έργου, για να δουν οι μεταγενέ στεροι ποιο έργο θ’ αντέξει. Ώσπου να γίνει αυ τό, εμείς οι «περιλειπόμενοι» δεν έχουμε παρά να προσπαθούμε να πάρουμε κάποια φλόγα από τη σολωμική δημιουργία, γιατί στα χρόνια μας οι αξίες, που ο ποιητής σπονδύλωσε μ’ αυτές την ποίησή του, αλέθονται στο μυλολίθαρο των «παραχρήμα» ματαιοτήτων. Εξάλλου στην εποχή μας δεν δημιουργούνται έργα κλασικά απ’ την αρχή, όπως τα έργα στην Αθήνα του Χρυσού αιώνα για παράδειγμα, που ήταν κιόλας αρχαία μόλις δημιουργήθηκαν και που πάνω τους επαν θούσε ένα πνεύμα νέο και είχαν μέσα τους μια ψυχή αγέραστη, κατά που λέει ο Πλούταρχος.4 Η δημιουργία είναι μια σημαντική πτυχή του αν θρώπινου σύμπαντος, ωστόσο το έργο της τέχνης δεν είναι πάντα προορισμένο να διαρρήξει την αράχνη του χρόνου. Κι αν ο ίδιος ο χρόνος είναι ο κυριάτερος κριτής, όμως η κλασικάτητα που περιέχεται σε κάποια έργα, αντανακλά ευθύς την επιβίωσή τους στο μέλλον. Οι συνθήκες της δη μιουργίας σίγουρα επηρεάζουν την ποιητική κο σμοαντίληψη και οι υποκειμενικές ιδιαιτερότη τες, εφόσον δεν αφομοιώσουν το «Κοινό και το Κύριο», που λέει ο Σολωμός,5 χάνονται στις αναρίθμητες ζαρωματιές του σκοτεινού μας υπο κειμενικού χρόνου, χωρίς να μπορέσουν να φω τιστούν από τη δικαιοσύνη του ενός και αρρυτίδωτσυ αντικειμενικού χρόνου. Η εξέλιξη του ποιητικού έργου είναι μια δικαίωση της αντικει μενικής αξίας, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο πά ντα.6 Η εξέλιξη του σολωμικού έργου είναι προφα νής: από την απλοϊκότητα των πρώτων του «απλοελληνικών γυμνασμάτων» (όπως χαρακτη:ρίζει ο Πολυλάς τα ποιήματα της λεγόμενης ζακυνθινής περιόδου του ποιητή7) έφτασε, «με και ρό και κόπο», στις μεγάλες του ποιητικές συνθέ σεις, όπου η ποίηση ως ενότητα ιδέας και μορ φής, ως ρυθμός και ως «υψηλή απομίμηση» («imitation sublime») της σκέψης είναι πράγμα μοναδικό στη νεοελληνική μας λογοτεχνία.8 Σ’ αυτό το ύψος ένας ίσως μονάχα θα μπορούσε να τοποθετηθεί, ο Ανδρέας Κάλβος, που τα στοι χεία της ποιητικής του πραγματώνουν ανάλογο
64/αφιερωμα αποτέλεσμα. Όμως η εξέλιξη αυτή, που είναι, βέβαια, συμφυής με το εκφραστικό όργανο του ποιητή, δε γίνεται χωρίς τις εσωτερικές διεργα σίες που πραγματοποιούν τη συνεχή οργάνωση του εξωτερικού κόσμου, ώστε κάποια στιγμή να ταυτιστεί και να ενωθεί με την καλλιτεχνική βού ληση του δημιουργού: «Άντρας.../ του εαυτού του είναι θεός», όπως λέει ο «Λάμπρος». Η ταύ τιση και η ένωση πραγματοποιείται, σύμφωνα με τους «Στοχασμούς», στην ανθρώπινη ψυχή, «που είναι η οργανική συγκέντρωση των ιδεών και οι ιδέες αυτές είναι το εσωτερικό αποτέλεσμα της ζωογόνας επίδρασης που ασκεί η ψυχή στα δευτερεύοντα στοιχεία· αυτό ισχύει για όλα τα όντα, σ’ όλο το σύμπαν (...) αφού τελικά ο άν θρωπος είναι η κατακλείδα του σύμπαντος» και με την ίδια τη γαλλική γραφή του Σολωμού: «L’ame Humaine au sein de chaque individu, c’est la Collection organique de ces Idees· e ces idee sont le resultat interieur de Taction vital qu’il exerce sur les elemens emenes, en sa faveur de tous les Etres de toutes les parties del’Univers [...] Le Sist. de l’Univ. a pour objet ulterieur la compsation de l’homme». Ο Σολωμός πραγματοποίησε την ενότητα αυτή με την ποιητική του δημιουργία μέσα σε μια έ νταση, όπου μόνο οι υψηλές θερμοκρασίες της έκφρασης χαράζουν τα όρια της προσωπικής πε ριοχής, εκεί όπου το πνεύμα δεν επικαλείται πια κανέναν ιδιαίτερο ή συμβατικό δεσμό: η αντίθε ση των δυνάμεων «συρριζώνεται» στην επιταγή του βαθύτερου κινήματος της ψυχής και προσ διορίζει την αναγκαιότητα των γενικότερων θεωρήσεων μέσ’ από τις επιμερισμένες μορφές. Στον απροσδιόριστο παράγοντα της συναισθη ματικής παρεμβολής αντιτάσσεται ο «λογισμός», στην αόριστη δύναμη του αναιτιολόγητου ορθώ νεται το «έργο» και στη ζοφερή πραγματικότητα, που είναι το ανεξέλεγκτο πεδίο της ανθρώπινης αθλιότητας, στοιχειοθετείται το «όνειρο» Λογισμός κι έργο κι όνειρο, όπως λέει ο γνωστός στίχος από το Γ' Σχεδίασμα των «Ελεύθερων πολιορκημένων» και με τον τρόπο αυτόν το ποιητικό δημιούργημα, ως πρό κληση αιωνιότητας, περιζώνεται τη δικαίωσή του. Γιατί τι άλλο είναι η ποίηση παρά μια μορ φή αιωνιότητας, όταν τα στοιχεία που τη συ γκροτούν ριζώνονται στην ίδια την υπόσταση των ανθρώπι/ων πεπρωμένων; Μπορεί η έκφρα σή τους να γίνεται με διαφορετικά μέσα κάθε εποχή - και δεν μπορεί να συμβαίνει αλλιώς όμως αυτή η οριστικότητα, που αποχτούν κάθε εποχή, τους προσδίνει και τη δύναμη να την υπερβούν. Σήμερα, δε γράφουμε με τον τρόπο του Σολωμού, οι συναρτήσεις και οι συνθήκες, οι συσχετισμοί και οι επηρεασμοί των εξωγενών αλλοτριώσεων είναι πράγματα διαφορετικά -
ιδιαίτερα στους καιρούς μας. Όμως, η σολωμική ποίηση, με την προσήλωσή της στον ένα και μο ναδικό σκοπό της, γεννά τους κόσμους της και μορφοποιεί στο πεδίο των οραματισμών της αυ τό που το ανθρώπινο εκφραστικό κίνημα συνα ντά ως ανταποκρίσεις τόσο του εξωτερικού (πραγματικού) όσο και του εσωτερικού (πνευμα τικού) κόσμου. Έχει, στην πρώτη επαφή της με την πλάση, εκείνη τη συνολική θεώρηση, όταν για πρώτη φορά η μυθική αντίληψη συνάντησε την ιστορική Αυγή ’ταν, κι άστραφτε γλυκά, σα στην αρχή της πλάσης. Στα στάδια της εξέλιξης του Σολωμού (η εφαρμογή της ιστορίας του φυτού στην πνευμα τική μορφή) οι μεγάλες κεντρικές ουσίες του κό σμου, της ανθρωπότητας και του σύμπαντος, επιμερισμένες από την ίδια τους τη φύση στις αξίες, που ο ιστορικός άνθρωπος εφευρίσκει κά θε φορά για να αντιζυγιάσει την αναγκαία του πραγματικότητα με την επιλεγμένη του μεταφυ σική, συνενώνονται στο σχήμα, που ο δημιουρ γός με τον αγώνα και την αγωνία του, με τις νύ χτες της αγρύπνιας του και τη θερμότητα της ψυ χής του κατορθώνει. Κάποτε το σχήμα αυτό θεω ρείται σαν δωρεά, που η δυνατή έμπνευση χαρί ζει στον ουρανό της πνευματικής πίστης. Προ σπερνώντας μια τέτοια ερμηνεία, θα έλεγα πως ο μεγάλος ποιητής (και, γενικότερα, ο μεγάλος καλλιτέχνης) βλέπει πάνω από τα πράγματα τη μία αιτία που συνέχει τον κόσμο και τη ζωή κι αυτή η απλουστευτική θεώρηση βρίσκεται στη ρίζα της ποιητικής αντίληψης, όσο κι αν προ σπάθειες αιώνων έχουν επισωρεύσει στο ποιητικό ή καλλιτεχνικό οικοδόμημα τις γενικεύσεις της επιστήμης και τις αναλύσεις της αισθητικής. Ο Σολωμός, από την αρχή ακόμα της εξέλιξής του, με τη συνένωση των επιμέρους, κατακτά τον ενι αίο του χώρο κι αυτό διαφαίνεται κιόλα από την εποχή του «Ύμνου εις την Ελευθερίαν». Ο «Ύμνος», όσο κι αν απηχεί ακόμα τις ιταλικές εμπειρίες του νέου ποιητή, όσο κι αν ο ρυθμός του ανακαλεί την αποσπασματικότητα και το περιστασιακό της έμπνευσης και της δημιουργίας, μια φορά περιέχει τα πρώτα σπέρματα αυτής της ενότητας. Εδώ, εκείνο που προέχει είναι η ιδέα της πατρίδας και η εθνικότητα (που αργότερα θ’ αποτελέσει ένα από τα μεγάλα θέματα της καλλι. ;χνικής «απομίμησης»), βρίσκεται στο κέντρο της ψυχής που αγωνιά και πάσχει και πολεμά μαζί με τους ήρωες.10 Ο ηρωικός τόνος είναι ακριβώς η ομολογία του ευκαιριακού, ωστόσο, σε στιγμές νηφάλιες, έρχεται σαν μακρινή αντα νάκλαση ενός κόσμου, που αρχίζει να παίρνει τον «υποστατικό του ίσκιο» και να ζωογονείται από τις επιδράσεις που η μία και μοναδική ψυχή του ανθρώπου και του σύμπαντος ασκεί στα
αφιερωμα/65 «δευτερεύοντα στοιχεία» («elemens emeries», σύμφωνα με τη γαλλική γραφή του Σολωμού): Λ&μψιν έχει όλή φλογώδη Χείλος, μέτωπο, οφθαλμός· Φως στο χέρι, φως στο πόδι, Κι όλα γύρω σου είναι φως. α ’θελα, όμως, να επισημάνω πως η Ελευ θερία, που για το Σολωμό είναι η υπέρτατη εθνική αξία, έχει αρχίσει κιόλα να βαραίνει ως ιδέα μέσα στη μεταφυσική του ισορροπία και με την αντίθεση των εναντίων δυνάμεων, που την πολιορκούν, αποχτά το βάθος που καθορίζει τη στάση και την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, την τραγικότητα και το μεγαλείο του, τη μικρή του εθνική υπόσταση τη μεταμορφώνει σε οικουμενι κή και τον ανυψώνει στον ουρανό της δόξας από τη μικρή του ασήμαντη γη: «Οι Ελεύθεροι πολιορκημένοι». Ύστερ’ από τον «Ύμνο», η εξέλιξη αλλά και η πορεία του Σολωμού είναι μια συνεχής μελέτη και εμβάθυνση του «νοήματος της Τέχνης» (εξαι ρώ εδώ τον ολωσδιόλου περιστασιακό και απο σπασματικό χαρακτήρα της «Ωδής εις το θάνατο του Αορδ Μπάιρον», που οι αναθεωρήσεις του ποιητή σχεδόν την αποκηρύσσουν). Η κατάκτηση του εκφραστικού μέσου (η υποταγή στη γλώσ σα του λαού [Κοινό] και η κυριαρχία της [Κύ ριο]) φαίνεται πως σημείωσε στη συνείδηση του Σολωμού σημαντική τομή, γιατί ο «Διάλογος» εί ναι μια θεμελίωση εκείνου που με το έργο από δω και πέρα εκφράζει την ενότητα της μορφής και την επίδραση των ζωογόνων ιδεών στις δευτερεύουσες υποστάσεις των πραγμάτων. Ο «Διά λογος» ενσωματώνει την πρωταρχική αντίληψη του ποιητή, ότι η ενότητα κατορθώνεται πρώτα με τη γλώσσα, πράγμα που στους «Στοχασμούς» κατέχει σημαντική θέση στην αντιμετώπιση των συντελεστών εκείνων που θα προσδώσουν στο ποίημα (δηλαδή στην κατορθωμένη ποιητική δη μιουργία) τη συνολικότητά του: «Ο θεμελιώδης ρυθμός του ποιήματος ας είναι, από την αρχή ώς το τέλος, το Κοινό και το Κύριο, συρριζωμένα και ταυτισμένα με τη γλώσσα».11 Είναι, βέβαια, γνωστή η ρήση του ποιητή στο «Διάλογο» ότι δεν έχει άλλο στο νου του «πάρεξ ελευθερία και γλώσσα», γεγονός που επιβεβαιώνει το εκφρα στικό όργανο ως το σημαντικότερο στοιχείο μιας συνολικής θεώρησης των μορφών, που σ’ αυτές ο κόσμος τεμαχίζεται στα μάτια εκείνων που δεν εργάζονται αδιάκοπα για την «αληθινή ουσία». Αυτή η θεωρητική προσέγγιση, κατά κάποιο τρόπο, του εκφραστικού οργάνου, που επιχειρείται με το «Διάλογο»12 και η αντιπαράθεσή του με την αφύσικη γλώσσα του λογιοτατισμού, ήταν φυσικό να γίνει από τον ποιητή, που έβλεπε ακόμα την ελευθερία στο πεδίο των αγώνων: ο λαός γι’ αυτήν πολεμούσε κι ο ποιητής με τον
Θ
τρόπο του μαχόταν εναντίον της μεγαλύτερης σκλαβιάς, της πνευματικής, που ο λογιοτατισμός είχε για αιώνες απλώσει μέσα στις ψυχές, και της σωματικής υποδούλωσης. Όμως ο Σολωμός έβλεπε απ’ την άλλη πως ο λαός, με τον αυταγέν νητο πολιτισμό του στους δύσκολους καιρούς της σκλαβιάς του, με την πληρότητα της παράδο σής του και την αξία της ιστορικής του πραγμα τικότητας, όχι μόνο δεν είχε ανάγκη από τα φώ τα των λογίων, αλλά ήταν ο ίδιος δάσκαλος γι’ αυτούς που ήθελαν, στην επώνυμη περιοχή, να εκφράσουν τη μοίρα του Έθνους. Κι όσο κι αν στο ξεκίνημά του ήταν «στερημένος από μεγάλα παραδείγματα», όπως σημειώνει ο Πολυλάς,13, ωστόσο είχε πίσω του μια λαμπρή παράδοση με
τα κρητικά αριστουργήματα, με ία δημοτικά τραγούδια, με τις παντοειδείς λαϊκές φυλλάδες και διηγήσεις, και, το σημαντικότερο, από την άποψη της γλωσσικής του παραδοχής, τη λεγά μενη μετάφραση «Λούκαρη» της Καινής Διαθή κης,14 όπου η λαϊκή γλώσσα βρίσκει, σε πανελ λήνια πια εμβέλεια, ένα από τά χαρακτηριστικό τερα μορφώματά της. Αυτή την κατακύρωση ο Σολωμός την ενσωμα τώνει στη συνολική ποιητική του θεώρηση και για τις αναβαθμίδες της εξέλιξής του, ώσπου να φτάσει στην απόλυτη ύπαρξη της ποίησής του, αποτελεί βασικό περιουσιακό στοιχείο, απ’ όπου η αδαπάνητη παρόρμησή του παίρνει υλικά που
66/αφιερωμα θα συνεπεξεργαστούν τη μορφή και το περιεχό μενο του έργου του. Και δε θα ’θελα εδώ ν’ ανα φερθώ στην επίδραση (ή, καλύτερα, στην αφετη ρία) των κρητικών έργων και των δημοτικών τραγουδιών και κειμένων, απ’ όπου η σολωμική ποίηση αντλεί τα μορφικά και τα λεκτικά της σχήματα, αλλά να επισημάνω, γι’ άλλη μια φο ρά, πως το οικείο περίβλημα του καρπού, που σ’ αυτόν ξαναγυρίζει ο πνευματικός δημιουργός, ο Σολωμός το είχε γνωρίσει πολύ πριν το διδαχθεί. Η γνωριμία αυτή δεν ήταν άλλη από το συμφυές εκφραστικό σχήμα που έφερε μέσα του από τη λαϊκή προέλευση της μητέρας του. Και η «πνευ ματική του ιστορία», που αρχίζει απ’ αυτόν τον σπόρο και τελειώνει μ’ αυτόν και σ’ αυτόν, είναι ίσως το σημαντικότερο στοιχείο της ενότητας του έργου του. Σ’ ένα θεωρητικό πεδίο αναπτύσσονται και οι «Στοχασμοί» του ποιητή (γραμμένοι σε τρεις γλώσσες, ιταλικά, γαλλικά, λατινικά, όπου σφη νώνει κάπου κάπου τους ελληνικούς του στί χους) και συνιστούν μια σημαντική ποιητική, που οπωσδήποτε ενέχει γενικότερη σημασία, ή, όπως λέει ο Πολυλάς, «τα νοήματα καθεαυτά εί ναι αξιόλογα».15 Σ’ αυτούς τους στοχασμούς φαίνεται πολύ καθαρά η κοσμοαντίληψη του ποιητή και η αντιμετώπιση της τέχνης, ώστε μέσ’ από τις τετραπλές τους θύρες να μπορεί κανείς να δει εκείνη την ενότητα, που εκφράζεται στο σύνολο του ώριμου έργου του και να διαπιστώ σει τη φιλοσοφική θεμελίωση της τέχνης και της δημιουργίας, καθώς παι την ηθική της ποίησης και της μουσικής συνέπειας, που χαρακτηρίζει αυτό το κατορθωμένο έργο. Βέβαια, συχνά, οι «Στοχασμοί» απηχούν τις ιδεαλιστικές τάσεις του ρομαντισμού και του κλασικισμού, που ήταν κυρίαρχα φιλοσοφικά και αισθητικά ρεύματα της εποχής του, και ίσως, κάποιες φορές, η εμ φανής παραπομπή σε μεγάλα παραδείγματα να δημιουργεί την εντύπωση μιας ηθελημένης προ διαγραφής. Όμως εκείνο που έχει σημασία δεν είναι, εν τέλει, οι φιλοσοφικές ή αισθητικές θεω ρίες που ασπάζεται κάποιος, για να μπορέσει να ενσωματώσει και να εκφράσει στην αντίληψή του την ενότητα του κόσμου και της ζωής. Σημα σία έχει αυτή την ενότητα να τη δίνει με το έργο του και ν’ αποτελεί κι ο ίδιος έναν κρίκο στην ενότητα αυτή. Στα μεταγενέστερα του Σολωμού χρόνια ένας ποιητής στάθηκε με τη συνέπεια της ζωής και του έργου του κρίκος στην ενότητα του κόσμου και του σύμπαντος: ο Άγγελος Σικελιανός. Αλλά του νεότερου το έργο ακουμπά σ’ άλ λες περιοχές και ανοίγει διαφορετικούς ορίζο ντες. Δεν παύει, ωστόσο, να ανήκει στην κοινό τητα της μεγάλης ποίησης, που ο Σολωμός είναι ο πρώτος και μεγαλύτερος ένοικός της.
τσι, οι «Στοχασμοί» συνιστούν το .ποιητικό «πιστεύω» του Σολωμού και η πρόταξή τους σ’ αυτή τη μελέτη, όσο κι αν περιέχει ένα χαρα κτήρα πρωθύστερο, δεν έχει παρά τούτο το νόη μα: προσπαθεί να προδιαγράφει το θεωρητικό πλαίσιο, που μέσα του κινείται ο δημιουργός, για να επιτελέσει το έργο του στη μορφή και στο περιεχόμενο, που η εκφραστική του τον οδηγεί. Ο Σολωμός ήταν ένας βαθύς κριτικός νους, ένας παρορμητικός στοχαστής κι ένας σημαντικός διανοούμενος16 - ίσως με την έννοια που δίνουμε σήμερα στη λέξη. Θα τολμούσα να πω ότι η αλή θεια της ποίησής του εκφράζεται πρώτα με το νου - «πρέπει πρώτα με δύναμη να συλλάβει ο νους κι έπειτα η καρδία θερμά να αισθανθεί ό,τι ο νους συνέλαβε» - αυτός είναι και ο λόγος που ο λογικός συσχετισμός των λέξεων στη φράση του είναι απόλυτος κι ωστόσο η ποίησή του έχει το μεγάλο συναισθηματικό βάθος, που περιβάλ λει την «ασώματη ψυχή του» -
Ε
Σε βυθό πέφτει από βυθό ως που δεν ήταν άλλος, εκείθ’ εβγήκ’ ανίκητος. Η ενότητα της μορφής έχει απόλυτη σχέση με την «αξιοπρέπεια της τέχνης», που ο Σολωμός αποκάλυψε μέσα στο «φως της Ιδέας». Το υψηλό («ύψος»), που είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των κλασικών έργων, δεν επιτρέπει παρεκκλίσεις από τον έναν και μοναδικό στόχο, που είναι η ένωση του δημιουργού με τον κόσμο και το σύμπαν. Η ποίηση, όπως και η μουσική, είναι τα προσφορότερα μέσα για την πραγματοποίηση αυτή. Αξιοπρέπεια της τέχνης και υψηλή απο στολή της δημιουργίας είναι οι δυο πόλοι, που γύρω της περιστρέφεται η αγωνιώσα ψυχή, για να μπορέσει, με τις δυνάμεις που της έδωσε ο θεός, να ενσωματώσει εκείνα που φαίνονται διασπασμένα και σκόρπια τμήματα. Το «όλον» είναι υπόθεση του ποιητή - κι όποιος δεν το ’χει κατα νοήσει, μπορεί ποιητής να είναι, μεγάλος όμως όχι· Ο Σολωμός ωστόσο ζούσε και την πραγματι κότητα και δεν ήταν μόνο ένας ιδεαλιστής στο καθαρό πεδίο της τέχνης. Η «Γυναίκα της Ζά κυνθος» είναι η επαρκής απόδειξη αυτής της αλήθειας και είναι η αντίστροφη όψη της Ιδέας. Το αριστουργηματικό αυτό έργο πρώτος ο Πολυ λάς το έχει συνάψει, με τον τρόπο του, με τους «Ελεύθερους πολιορκημένους», και ο Λίνος Πο λίτης, πολύ αργότερα, βλέπει τη συνάφεια αυτή, αλλά κυρίως από άποψη φιλολογική και γραμ ματολογική.17 Ύστερα, άλλοι μελετητές είδαν ουσιαστικότερα τη σχέση των δύο έργων, όμως ο ποιητής δεν «ξεκίνησε από τη “Γυναίκα της Ζά κυνθος”, για να οδηγηθεί στους “Ελεύθερους πολιορκημένους”», όπως λέει ένας αξιόλογος κατά τα άλλα μελετητής του Σολωμού.18 Σ’ αυτό
αφιερωμα/67
/K fk ^ V LA * OUvV
ΰ t*i
/·'«'*'
l'f t * * '
(U & .
'
^
h
ί
,<Wi
'» * '■ .
i.r M
u
.
*
cA
/
Ca 6
•v'w(MM,Ur'rt * .
Ί , Β, .
Λ ί· ^
- V
t / „ ( / ' : « , V- +- -
^
*>~
^
f ." " '*
V
« - / W
(
·ν* * ; ^ -
t*.·' -
ν
L
*
Λ~ *
”
,, Α·“ ' ‘^ '
,. ^
_
'
*
αν*-
''QVr ' * f .
* (
4 ν » '« * Ή
r .* * - « I f M * · * *
,
^ /1-»^*·
Λ
y,,JL
» y/
ί μ
„
·
.
;1
,;
i
γ
;> .Ί
‘
.
9 r . fro
i v tfc
/·
>■ ^
K *-
^
,
ο λ f\ J
L
Λ*
,/<
V*
w * ™ ·
a w ,,
1,1
-
^
J->■■■·*'■ ..· '.
j
* f·* ' ,/
a ^ i v i ·} ·
f; ^ ‘r r '.f ’ r
,. T ^ Y
l*
■ I.
t^
/
' ^ wV
u **
tr'
■ >**
1
V \v
______t , Λ « ν *
* J U
\^ ^
So. 1 »«· , ‘ · / ^
·
1 .
{*
; * f* * J Y W 'v t r
<j i f * * * l r
,;
y
tU/h'yy j l
^ « Λ ***-*
^
/
l t lr t t 'f A y
^
„
" *v
tr .
*
^
i
-
V
' «
-·*— —
'v - "
r
/ f0 j t Σημειώσεις του Σολωμον, στην αρχή των Ελεύθερων Πολιορ»
‘·
68/αφιερωμα το φωτεινό πνεύμα το αποσπασματικό και το πέριστασιακό δεν έχει λόγο υπόστασης - «πρόσεξε ώστε τούτο to έργο να γένεται χωρίς ποσώς να διακόπτεται», λέει στους «Στοχασμούς» του, κι αυτό ισχύει για το σύνολο του έργου του.19 Θέλω να πω ότι η «Γυναίκα της Ζάκυνθος» είναι το αρνητικό εκείνου που οι «Ελεύθεροι πολιορκημένοι» εκφράζουν ως απόλυτα θετικό. Αυτή η αντιστροφή είναι ένας δυαδισμός, που τον επι βάλλει ως ανάγκη η ενότητα της ποιητικής κοσμοθεωρίας και την ανάγκη αυτή, που εκπηγάζει από τη βαθύτερη υπόσταση των πραγμάτων, κα θώς ντύνονται με τη γενικευτική φορεσιά του απόλυτου, ο Σολωμός τη διοχετεύει στο εφτα σφράγιστο αυτό πεζοτράγουδό του και μ’ έναν απόλυτο τρόπο. Το έργο αυτό, αν μπορεί να ει σχωρήσει κανείς στις βαθύτερες πτυχές της δη μιουργίας, παραμένει ως μία περιοχή, που η ε ντελέχεια της τέχνης προορίζει για τη θεμελίωση εκείνου που ο άνθρωπος αναζητά εναγώνια μέ σα στό λαβύρινθο των κοινωνικών εναγκαλι σμών, και όπου στο βάθος του πηγαδιού λάμπει το φως Οπό τις «μεγάλες Ουσίες». Κι αυτό γιατί η «Γυναίκα της Ζάκυνθος» εκφράζει μια (ή πολ λές) από τις «ενάντιες δύναμες», πΰυ μ’ αυτές παλεύουν οι Μεγάλοι του μικρού τόπου και που αν δέν ολοκληρωθούν ως αρνητικές αξίες μέσα στο νόημα της Τέχνης, ο ποιητής δεν έχει παρά να σβήσει ό,τι ώς το σημείο αυτό δημιούργησε. Η διαλεκτική της έκφρασης είναι ο τρόπος που ο δημιουργός αντιμετωπίζει τή ζωή και τους ορισμούς της. Ο καρπός αυτής της σύζευξης των αντιθέτων προσδένει στο μεγάλο έργο την ενότη τά και τη διάρκειά του. Η άγρυπνη ματιά του ποιητή ενώνει τους κόσμους του πραγματικού και του υπερβατικού στο πεδίο της απόλυτης ύπαρξης του ποιήματός του. Μπορεί, λοιπόν, μέσα από το στενόχωρο περιθώριο της ζωής ν’ απλώσει τήν ανοιχτωσιά της δημιουργίας του καί να χτίσει την οικουμένη των οραματισμών του, «έναν αυτοΰπαρχτο κόσμο» και να ταυτίσει το ατομικό του έργο με το «πνεύμα της Γενικότητος», που είναι δημιούργημά της, όμως αυτό δε γίνεται παρά μόνο από εκείνους, που κατάλαβαν πως τα πραγματικά αντικρύσματα της ζωής βρί σκονται εκεί που ο λαός, μέ την πληρότητα της υπόστασής του δίνει τη διάρκεια στο εφήμερο και στο περαστικό. Η γλώσσα, ένα από τα πολυ τιμότερα παρακολουθήματα αυτής της διάρκειας, κράτησε ορθό το λαό στους καιρούς της δοκιμασίας του κι αυτό ο Σολωμός το βίωσε βαθύτατα. Έχει γίνει συχνά συγκριτική μελέτη της σολωμικής εκφραστικής μ’ εκείνη των κρητικών επών, δεν έγινε όμως καί με τη μετάφραση «Λούκαρη», που σίγουρα, όπως έλεγε κάποιος αφανής διανοούμενος και σολωμολάτρης, «ο Σο λωμός θα την είχε πάνω στο γραφείο του». Πι στεύω πως η «Γυναίκα της Ζάκυνθός» έρχεται
απ’ αυτόν τον τόνο κι απ’ αυτή την ατόφια φωνή κι αυτό δείχνει, για μιαν ακόμα φορά, πως η προσωπική περιοχή της τέχνης δυναμώνει και εντείνεται στην αυτοδυναμία της, όταν υποτάσ σεται στο «Κοινό» και στη συνέχεια αφομοιώνει το «Κύριο», Α.χ.: 2.
13. Και μες στα μάτια της άστραφτε έναν κάποιον τι που σ’ έκανε να στοχασθείς ότι η τρελλάδα ή είναι λίγο π ου την άφησε ή κοντεύει να την κντριμίσει. 14. Και τούτη ήταν η κατοικιά της ψυ χής της της πονηρής και της αμαρ τωλής. 15. Και εφανέρωνε την πονηριά και μ ι λώντας και σιωπώντας. 16. Και όταν εμιλούοε κρυφά για να βλάψει τη φήμη τον ανθρώπου, έμοιαζε η φωνή της μ ε το ψιθύριΟμα του ψαθιού πατημένο από το πόδι τον κλέφτη. 18. Και όταν εμίλ'ειε δυνατά, εφαινότουνα η φωνή της εκείνη οπού κά νουν οι άνθρωποι για ν’ ανώγελάσουν τους άλλους.
(«Η Γυναίκα της Ζάκυνθος») 5. 25. Και κάποια γυναίκα πον ήταν άιμυρροούσα δώδεκα χρόνους, 26. Και έπαθε πολλά από πολλούς ια τρούς, και εξωδίασε τα υπάρχοντά της και δεν ωφελήθη τίποτες μαλλά περισσότερον επήγαινεν εις το χει ρότερον... 29. Και παρενθύς εστάθη το τρέξιμον τον αίματός της· και εγνώρισε το κορμί της, ότι ιατρεύθη από το βάσαν εκείνο.
(Κατά Μάρκον Ευαγγέλίον, μετάφρα ση «Λούκαρη») Οι δυνάμεις, που στο μεταφυσικό πεδίο εξαϋλώ νουν τις ανθρώπινες αξίες, μεταμορφώνονται από το εκφραστικό όργανο σε φυσικές και ανα γκαίες καταστάσεις, όπου τΟ έργο της τέχνης αφομοιώνει την αναγκαιότητα της ζωής και όπου η τύχαιότητά της αποχτά την οργάνωση, που ο εσωτερικός κόσμος σχεδιάζει και πραγμα τοποιεί στη συνάντησή του με την ιστορική πραγματικότητά. Ο υπεριστορικός όμως αυτός ιδεαλισμός, που τρέφει την ποίηση στην ανώτερη μορφή της πραγμάτωσής της, και είναι χαρακτηριστικός της σολωμικής ποιητικής κοσμοθεωρίας, είναι ένα από τα ερείσματα και του στοχασμού, που ντύνει τη συναισθηματικήν ανάλυση. Από την άποψη αυτή ο «Κρητικός» - που είναι το καίριο
αφιερωμα/69 σημείο της ποιητικής εξέλιξης ταυ Σολωμού ομολογεί την ταύτιση του ποιητή με τις «μεγάλες Ουσίες» και προσδιορίζει μ’ έναν τρόπο ολωσ διόλου αποσαφηνισμένο, την προσωπική περιο χή, όσο κι αν η εκφραστική των κρητικών. ποιη μάτων είναι άμεση: Όχι -στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει · Την κοίταζα ο βαριόμοιρος, μ εκοίταζε m εκείνη. Όμως η αξία είναι ακριβώς σ’ αυτό το σημείο: μέσ’ από τις παραδομένες μορφές να υψωθείς στο δικό σου τον κόσμο και να τον εκφράσεις, καθώς η ταύτισή του με το σύνολο πραγματοποι είται συνάμα με την εκφραστική σου:
αποδείχνουν ότι οι προσηλώσεις της ποιητικής έντασης ολοκληρώνουν τη βαθύτερη μουσικήν υπόσταση των πραγμάτων και εξαντλούν στο μέ γιστο την επέκταση των εκφραστικών δυνατοτή των, όπως λ.χ. στη μουσική του Μπετόβεν η με λωδία εξαντλεί όλες τις δυνατότητες της εκφρα στικής της μορφής και συνθέτει την υψηλή αρμο νία της. Στους «Ελεύθερους πολιορκημένους», λοιπόν, ο Σολωμός εκφράξει αυτή την ενότητα περισσό τερο απ’ οποιοδήποτε άλλο ποίημά του κι αυτό γιατί, από ένα σημείο και πήρα, αποτέλεσε το
Ήτανε μνήμη παλαιή, γλνκιά κι αστοχισμένη, Που όμηρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύνα μη προβαίνει, κι ακόμα: Τιατ’ άκονγα τα μάτια της μέσα στα σωθι κά μου. Τα οράματα του «Κρητικού» είναι η μετάθεση στο πνευματικό πεδίο, μιας πραγματικότητας κάθε άλλο παρά ιδανικής. Αυτή η ένταση της σολωμικής αγρυπνίας προσδίνει στο έργο την επιφαινόμενη «ποσπασματικότητά του. Στον «Κρητικό» υπάρχουν τα σπέρματα μιας ολοκλή ρωσης, που της αρκεί ένας και μόνος στίχος για να αποτυπωθεί σε ποιητική κοσμοθεωρία: Καλή ’ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι. Από το ποίημα αυτό αργότερα ο ποιητής θ’ αντλήσει ουσιαστικές αποτυπώσεις και θα τις αναπτύξει στο μεγάλο του συνθετικό ποίημα «Ελεύθεροι πολιορκημένοι». Ωστόσο, η ενότητα και η ολοκλήρωση (με την έννοια της ποιητικής δεοντολογίας) έχει κιόλας επισημανθεΐ,20 αλλά πέρ’ από τη διαπίστωση αυτή , υπάρχει «το πνεύ μα της Γενικότητας»,21 που επιφοιτά πάνω από τη σολωμική δημιουργία. Αν, λοιπόν, η ενότητα της ποιητικής έκφρασης είναι και ενότητα της πνευματικής δύναμης, που από τις λεπτομέρειες δημιουργεί τον κόσμο απ’ την αρχή, τότε εκείνο που εξάγεται από την προσέγγιση του σολωμι κού έργου είναι ότι αυτά που μας έχουν παραδο θεί με τη μορφή «αποσπασμάτων» ή σκόρπιων στίχων, δεν είναι παρά εκείνα που ο ποιητής εξέφρασε ως μέλη ενός σώματος, που στη συνεί δησή του είχε την αρτίωση και την ολοκλήρωσή του. Αυτές οι «λυρικές ενότητες», που δούλεψε και ξαναδούλεψε με φοβερόν αγώνα, ώσπου να πετύχει την απόλυτην ύπαρξη της ποίησής του,
«Η Ελλάδα στο Μεσολόγγι», αντίγραφο πίνακα του Ντελακρονά, που βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο
όργανο, που μ’ αυτό θα ταυτιζόταν με «το πνεύ μα της Γενικότητας», όταν τα μεγαλύτερα υλικά συμφέροντα της Ελλάδας θα ξεσκεπάζονταν μέ σα στο «μικρό Κύκλο» και θα ταυτίζονταν, στο ηθικό πεδίο, «με τα μεγαλύτερα συμφέροντα της Ανθρωπότητας».23 ο ποίημα έχει παραδοθεί σε τρία «σχεδιά σματα», αυτό σημαίνει τρία διαδοχικά στά Τ δια εξέλιξης και επεξεργασίας, ώστε οι μορφές, που στο τέλος το ποίημα βρήκε την εκφραστική του σχηματικότητα, να προσδιορίζουν και την
70/αφιερωμα ανάβαση του Σολωμού προς την αληθινήν ουσία: ο αγώνας του δημιουργού δεν είναι για κείνο που, ενδεχομένως, θα υποψιαζόμαστε ως περιε χόμενο του έργου του, αλλά η βαθιά μέριμνά του να ντύσει αυτό το περιεχόμενο με τα υλικά της τέχνης του. Όμως αυτά τα υλικά δεν είναι κενά από περιεχόμενο, δεν είναι μια σκευή, που αλλά ζει εξωτερικά εκείνον που τη φέρει. Ιδιαίτερα στην περιοχή της λογοτεχνίας, η λέξη, που η ρί ζα της ξεκινά από το βάθος των πραγμάτων, επιφέρει, για να χρησιμοποιήσουμε τη γλώσσα της φυσικής, που τόσο άρεσε στο Σολωμό,24 χη μική μεταβολή στο περιεχόμενο. Και με τον τρό πο αυτό, όταν οι μεταφυσικές αιωνιότητες κατε βαίνουν στο υλικό πεδίο των ποιητικών μορφών, εκείνο που αποχτά ξεχωριστή σημασία για τον εσωτερικό μας κόσμο - αυτός μας ενδιαφέρει εδώ - δεν είναι άλλο από την ταύτιση των «κινη μάτων της ψυχής» με τα πράγματα που την περι βάλλουν (τα «σώματα», που λέει ο Σολωμός), κι έτσι η μεταφυσική γίνεται φυσική, πάει να πει, ο απροσδιόριστος κόσμος, που μ’ αυτόν μάχεται ο ποιητής, παίρνει τον «υποστατικό του ίσκιο», γί νεται υλικός και συγκεκριμένος, ένας κόσμος «μαθηματικά βαθμολογημένος, πλούσιος και βα θύς». Γι’ άλλη μια φορά ισχύει κι εδώ η απλή αλήθεια, ότι η ποίηση διαρθρώνεται πάνω στα πράγματα και εκφράζεται μ’ αυτά και όχι με τις ιδέες. Αν όμως το πρώτο «Σχεδίασμα» συνάπτεται με τη «Γυναίκα της Ζάκυνθος» και βρίσκεται κι αυ τό ακόμα μέσα στον κύκλο των ιταλικών εμπει ριών του ποιητή, είναι ωστόσο σχεδιασμένο πά νω στο «πνεύμα της Γενικότητος» και δίνει από τις πρώτες κιόλα φράσεις του την απόλυτη θεώ ρηση της ποιητικής οπτικής:
μακάριους καιρούς της αφελούς αντιμετώπισης του κόσμου η Θεά τραγουδούσε ή ενέπνεε το ρωψωδό: Μήνιν αειδε, Θεά... ’Άνδραμοι έννεπε, Μούσα...
Αλλά, Θεά, δεν ημπορώ ν’ ακούσω τη φωνή σου κι ευθύς εγώ τ’ Ελληνικού κόσμου να τη χαρίσω;
Ο Σολωμός παραπέμπει ευθέως στον Όμηρο, καθώς ο πρώτος ποιητής του κόσμου μας είναι «το άκρο παράδειγμα» του κλασικού τρόπου, που μ’ αυτόν σχεδιάζεται ο καταμερισμός των χαρακτήρων, για να βρουν οι εξωτερικές κατα στάσεις ανταποκρίσεις σ’ αυτούς. Δεν αποκλείει και τον ρομαντικό τρόπο (που άκρο του παρά δειγμα είναι ο Σαίξπηρ) ή ένα «είδος μιχτό αλλά νόμιμο», που όμως δεν γνωρίζει παράδειγμά του. Η κατόρθωση του ποιητικού έργου από το Σολωμό μάς επιτρέπει, νομίζω, να πούμε ότι του είδους αυτού παράδειγμα είναι ο ίδιος. Η ένταση της σολωμικής αγρύπνιας δεν αφή νει περιθώρια για την αποσπασματικότητα, που μ’ αυτήν παρουσιάζεται το έργο. Γιατί στην ου σία του το ποίημα προκαλεί με την αμεσότητα του υψηλού του πυρετού, εκείνη τη συνολική ει κόνα που η ψυχή έχει ανάγκη να δει μέσα στους δαιδάλους των υποσυνείδητων κόσμων της. Οι δαίδαλοι του ποιητικού αγώνα του Σολωμού, τον οδήγησαν τελικά στις φωτεινές νίκες των εκ φραστικών του εκρήξεων, μέσα σ’ έναν έναστρο θόλο που είχε αρχίσει να «εκλείπει». Τον γέμισε με το δικό του σύμπαν και οι μεγάλες αξίες, που Τότε εταραχτήκανε τα σωθικά μου, και μ’ αυτές σπονδύλωσε τον κόσμο του, εξακολου έλεγα πως ήρθε η ώρα να ξεψυχήσω- κι θούν να του προσδίνουν τη μεστότητα των αποτυπώσεών του. Αυτές οι μεγάλες αξίες, η Ελευ ευρέθηκα σε σκοτεινό τόπο και βροντερό, που εσκιρτούσε σαν κλωνί στάρι στο μύλο θερία, η Ηθική, η Θρησκεία, η Πατρίδα, η Πολι που αλέθει ογλήγορα, ωσάν το χόχλο στο τική, που ονομάζονται στους «Στοχασμούς» και νερό που αναβράζει- ετότες εκαταλάβα χαρακτηρίζονται ως αιωνιότητες, με την ποίηση αποχτούν την υλική τους υπόσταση, γιατί εκ πως εκείνο ήτανε το Μεσολόγγι. φράζονται μέσ’ από τις πράξεις και τα γεγονότα Ο θετικός προσανατολισμός του ποιητή μέσα του αγώνα ενός λαού, στο ιστορικό πεδίο. Και, στον μικρό κύκλο της συμβατικότητας και της σύμφωνα πάντα με το πνεύμα των «Στοχασμών», κακίας προσβλέπει σ’ ένα μέλλον, απ’ όπου η η Ελευθερία, που είναι η υπέρτατη αξία, συνε ενότητα δίνει, με την αγωνία των ωδίνων, τις πάγεται και τις άλλες αξίες ή τις περιέχει ως φωτεινές πτυχές των οραμάτων. Ύστερα, ο Χρέος. Έτσι, ο αγώνας ενός μικρού λαού είναι ο «Κρητικός» εξακτινώνει από το ατομικό περί μεγάλος κύκλος, όπου χωρούν οι παγκόσμιες βλημα τη γενικευτική σημασία του καρπού. Από αξίες: το δεύτερο «Σχεδίασμα» ο κόσμος έχει πλατύνει: Αλλ’ ήλιος, αλλ’ αόρατος αιθέρας κοσμο ο ποιητής είναι στο κέντρο του Κύκλου, στο κέ φόρος ντρο μιας ανθρωπότητας, που ταυτίζεται με το Ο στύλος φανερώνεται, με κάτου μαζωμέσύμπαν. Κι αυτό καταδεικνύεται με την πρωτονα προσωπία, που μ’ αυτήν ο λυρισμός ενσωματώ Τα παλικάρια τα καλά, μ ’ απάνου τη ση νει την επική ύλη και της προσδίνει την ενότητά μαία της," καθώς τον προστάζει η Θεά, όπως στους
αφιερωμα/71 Που μουρμουρίζει και μιλεί και το Σταυ ρόν απλώνει Παντόγυρα στον όμορφον αέρα της αντρείας, Κι ο ουρανός καμάρωνε κι η γη χειροκρο τούσε· Κάθε φωνή κινούμενη κατά το φως μιλού σε, Κι εσκόρπα τα τρισεύγενα λουλούδια της αγάπης«Όμορφη, πλούσια, κι άπαρτη, και σεβα στή, κι αγία!» Με τους «Ελεύθερους πολιορκη μένους» ολο κληρώνεται η ενότητα του σολωμικού έργου - ο «Πορφύρας» και το μοναδικό εκείνο «Carmen Secularae» χαράζονται πάνω στον ίδιο άξονα, είναι η άλλη όψη της εθνικότητας - και ο μεγά λος συνδετικός τους κρίκος είναι η γλώσσα, που ο ποιητής τη μεταχειρίζεται μ’ έναν τρόπο μονα δικό, με την έννοια ότι το λαϊκό στοιχείο λει τουργεί σ’ όλα τα κινήματα της φαντασίας και της ψυχής και εκφράζει και τις βαθύτερες απο λήξεις του λυρισμού. Μια τέτοια χάρη δεν τη συ ναντά κανείς εύκολα και εύκολα δεν την προσεγ γίζει, αφού οι διαθλάσεις, που μέσ’ απ’ αυτές βλέπουμε την ποίηση και την υπαρξιακή αγωνία μας που εκείνη εκφράζει, πληθύνονται στον κό σμο μας και μας απομακρύνουν από τις καθαρές πηγές. Ο Σολωμός, μέσα στις αστραπές της αυ τεπίγνωσής του, γνώρισε βαθιά πως εκείνος που κατορθώνει την ελευθερία είναι ο λαός με τους αγώνες του, είναι ο δημιουργός των κύκλων μέ σα και έξω από την περιφέρεια του καιρού. Η προσήλωση του Σολωμού στη γλώσσα του λαού φανερώνει πως ο ποιητής, αν θέλει να εξαντλή σει τους θησαυρούς της εσωτερικότητάς του, δεν έχει παρά να ταυτίσει την έντασή του με την ιστορική υπόσταση του έθνους. Είναι μια απλή διαπίστωση, αλλά και πολύ δύσκολη στην πραγ ματοποίησή της, αφού συχνά οι ποιητές και οι καλλιτέχνες αρκούνται στο ευκαιριακό και το αποσπασματικό, στη χαμηλή μίμηση και την ανοίκεια κατακύρωση2 . Όσο κι αν οι υπεριστορικές αντιλήψεις και οι μεταφυσικές προσηλώ σεις αποδεσμεύουν την ποίηση από τις συμβατι κότητες των ανθρώπινων πράξεων - η ποίηση χωρίς την υπεριστορική θεώρηση και τη μεταφυ σικήν αντιστήριξη, μπορεί να σταθεί, αλλά δεν ανυψώνεται - και ανοίγουν, ενδεχομένως, προο πτικήν αντίθετη προς τους προσανατολισμούς Σημειώσεις 1. Ο Πολυλάς δεν έδωσε παρά μόνο ένα μέρος από τους «Στοχασμούς» αυτούς, «εις ιταλική γλώσσα γραμμένους», όπως λέει [Διονυσίου Σολωμού, Τα ευρισκόμενα. Εκδίδονται δαπάνη Αντωνίου Τερζάκη. Εν Κερκύρρ. Τυπογραφείον Ερμής Αντωνίου Τερζάκη, 1859, σελ. 225, σημ. (α)]. Έτσι, για τις πολλές δεκαετίες, που το έργο του ποιητή
των υπαρκτών μας προβλημάτων, άλλο τόσο η ποίηση, που το λειτουργικό της τρίπτυχο («λογι σμός κι έργο κι όνειρο», σύμφωνα με τη σολωμι κή διαγραφή) επιστηρίζει τη βαθύτερη ύπαρξή μας, άγρυπνά με τα ανοιχτά της μάτια πάνω από τον «κόσμο που μας έχει». Οι «Ελεύθεροι πολιορκημένοι» ανασυγκρο τούν εκείνον τον «αυτοΰπαρχτο κόσμο», που το
γλυπτού του Δαβίδ Νταζέ), στον Κήπο των Ηρώων
βαθύτερο νόημά του δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο με τη νομοθεσία της ποιητικής του δεοντο λογίας. Και σαν ένας βαθύς ουρανός, αντανακλά την ολοκλήρωσή της ώς τους ακροτελεύτιους απόηχούς του: Σαστίζ’ η γη κι η θάλασσα, κι ο ουρανός το τέρας, το μέγα πολυκάντηλο μες στο ναό της φύ σης. Με το Σολωμό η ποίησή μας έχει ανεβεί στο ψηλό κεφαλόσκαλά ί-των πραγματοποιήσεών της. Οι μικροί και οι ταπεινοί ας αποστρέψουμε το πρόσωπο από κει. Η ποίηση δεν είναι η εύκολη καταφυγή του συναισθηματισμού. Είναι η δύ σκολη ανηφοριά της έντασης και της αγρύπνιας. Σ’ αυτό το κατορθωμένο έργο είναι δύσκολο να βρεθεί αντιζύγι. έγινε αντικείμενο μελέτης, οι στοχασμοί ot γραμμένοι στη λατινική και τη γαλλική γλώσσα (και πολλοί από τους γραμμένους στην ιταλική) έμειναν έξω από τα διαφέροντα των μελετητών, 6λ. λ.χ. Θεοδώρου Ξύδη, Ο κύκλος των στοχασμών του Σολωμού, «Νέα Εστία», Αφιέρωμα στο Σολωμό, Χριστούγεννα 1978 (έτος ΝΒ', τόμος 104, τεύχ. 1235), σελ. 60 κ.ε. Οι «Στοχασμοί» στο, Διονυσίου Σολω μού, Αυτόγραφα έργα, επιμέλεια Λίνου Πολίτη, Θεσσα
72/αφιερωμα λονίκη 1964, σελ, 469-484. 2. Ίσως θα ’ταν εδώ σκόπιμο να σημειωθεί ότι η σχέση του Σολομού με τους μεγάλους του παγκόσμιου πνεύματος δεν ήταν -φιλολογική ή ιστορική, αλλά μια βαθιά προσήλωση στα μηνύματα, που το έργο τους περιέχει και περιμένει, κάθε φορά, την αποκρυπτογράφησή του, όπως την κατα λαβαίνουν «οι νόες οι γυμνασμένοι και δαθείς». Σχετικά ο ίδιος ο ποιητής έχει μιαν αποκαλυπτική φράση στις «Ση μείωσές» του για τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν» (Τα ευ ρισκόμενα, σελ. 36, σημ. 14): «Ποιος μου το ’πε; το από κρυφο της τέχνης μου. και το παράδειγμα των μεγάλων». Ο αποκρυφισμός είναι από τα στοιχεία που -συνιστοΰν τη δύναμη της τέχνης . - 3. Με παρόμοιο τρόπο παραλληλίζει ο Παλαμάς τη «Φλογέ ρα του Βασιλιά» με τους ομηρικούς ύμνους: «Στο σύνολό του το ποίημα, επικολυρικό, ή, καθαρότερα, επικός Ύμνος. Σύγκρινε με τους ύμνους τους ομηρικούς. Με τη διαφορά πως ο ύμνος της Φλογέρας αγκαλιάζει πλατιά ολόκληρο κόσμο με τον ήρωά του μαζί (Κωστή Παλαμά. Τα ποιητικά έργα, Η Φλογέρα του Βασιλιά με την ηρωική τριλογία, τόμος έκτος, Αθήνα 1957, σελ. 155). 4. Πλουτάρχου, Περικλής. ΧΪ11, 5. 5. Τα ευρισκόμενα, σελ. 226. 6. Υπάρχει η εξαίρεση του Κάλβου, που εμφανίζεται χωρίς σχεδόν εξέλιξη. Η προϊστορία των ιταλικών ποιητικών του σπουδασμάτων δε φαίνεται να τον βοήθησαν στη συγκρό τηση της ποιητικής του, ούτε και οι μεταφράσεις του από την εκκλησιαστική γλώσσα. Ο Κάλδος υψώνεται κάθετα και ύστερα χάνεται «ως λεπτόν βόλι εις άπειρον/ βάθος πελάγου» (βλ. σχετικά με το 'θέμα, Κώστα Χωρεάνθη, Η σιωπή το» Κάλβου, «Διαβάζω», 140 [36.3.Θ63 σελ. 38 και 40). 7. Τα ευρισκόμενα, σελ. ιδ '. 8. θ α "θελα εδώ να επτσημάνω ότι την εκφραστική δύναμη της σολωμικής ποίησης δεν την ένιωσαν ούτε οι σύγχρονοι του ποιητή ούτε m μεταγενέστεροι - m ακόμα ίσως αρκε τοί να μην τη νιώθουν. Ιδιαίτερα -στη μετασολωιιική περίο δο, που επικρατούσε η ιδέα ενός ηθικού περιεχομένου, και, κυρίως, ο λ © π λ η ρ ω μ έ ν ο υ, στα σχετικά ποιή ματα, τα «αποσπάσματα» του Σολομού ήταν φυσικό ν’ απογοητέψουν και ο ποιητής να απωθηθεί στο περιθώριο των αμετροεπών -φληναφημάτων είτε της λόγιας είτε της δημοτικής ρομαντικής ποίησης: © Βαλάωρίτης, σι Σούτσοι, οι Παράσχοι, τόσοι άλλοι, νόμισαν πως έδωσαν ολο- . κληρωμένα έργα, που περιείχαν μια υπόθεση, ένα μύθο, μια ιστορία, τέλος: το διώιρητο στιχουργικό το»ς κόσκινο δεν κράτησε σχεδόν τίποτα από τον ποιητικό καρπό. Για την εντύπωση που προκάλεσε το έργο του Σολωμού όταν βγήκε σε βιβλίο από τον Πολυλά, βλ. Αίνου Πολίτη, Γύρω στο Σολωμό, Β' έκδοση επαυξημένη, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1985, σελ. 272 κ.ε. Ακόμα και σήμερα ωστόσο γίνεται προσπάθεια να πείθουν για το αντίθετο ή, πάντως, για κάτι διαφορετικό. Όμως, στο χώρο της καλλιτεχνικής δη μιουργίας, οι αξίες δεν επιβάλλονται, εγκαθιδρύονται. 9. Αυτόγραφα έργα, σελ. 476. 10. Έχω την εντύπωση πως ο «Ύμνος» γράφτηκε στο τρίτο έτος της Επανάστασης, που ήταν κρίσιμο για την έκβασή της, καθώς οι οπλαρχηγοί και οι πολιτικοί είχαν διαιρεθεί σε κόμματα καισε φατρίες, ακριβώς για ν’αποτρέψει τη δ ι χόνοια. Ο Σολωμός, με τον νεανικό του ενθουσιασμό, πί στεψε πως μια τέτοια ποιητική πράξη θα φόρα αποτελέ σματα. Αυτός πιθανώς να είναι και ο λόγος που ο «Ύμνος», αντίθετα με άλλα ποιιμιατά του, είδε το φως της δημοσιότητας. 11. Τα ευρισκόμενα, σελ. 226. 12. Βλ. σχετικά τη μελέτη του Ζήσιμου Λορεντξάτου, ο «Διά λογος» του Σολωμού. Ένάς απολογισμός, Αθήνα, 1970 (η μελέτη,'ξαναδημοσιευμένη στο βιβλίο τον συγγραφέα, Για το Σολωμό τη λύρα τη δίκαιη, Αθήνα 1974, σελ. 143 κ.ε.). Στη μελέτη αυτή γίνεται ένας παραλληλισμός το» «Διαλό γου» με το «De Vuigari Eloquentia» του Δάντη και εποημαίνονται τα κοινά τους στοιχεία. Σίγουρα το παράδειγμα των Μεγάλων πρυτάνευσε και πάλι στο ψυχόρμητο του
Σολωμού. 13. Τα ευρισκόμενα, σελ. ιδ'. 14. Η γλώσσα στο έργο αυτό είναι από τα πολυτιμότερα πράγ ματα, που ο λάϊκός πολιτισμός, ως «αυτούπαρχτος κό σμος» δημιούργησε. Σίγουρα, χρειάζεται μια κριτική προ σέγγιση του έργου αυτού, γιατί η σχέση μας με το λαϊκό πολιτισμό δεν έχει πια την αμεσότητα των περασμένων καιρών. Η πρώτη του έκδοση είναι του 1638 (Γενεύη). Ση μαντική εκείνη του 171'θ, «εν Άλλρ της Σαξωνίας», που την ακολούθησαν αρκετές άλλες. Στη βιβλιοθήκη μου, η έκδοση του 1827, με την «άλβανητική» μετάφραση, που αποδίδει την αλβανική με ελληνικούς χαρακτήρες. 35. Τα ευρισκόμενα, σελ. 225, -σημ. (α). 16. Βλ. για παράδειγμα: «Σκέψου βαθιά και σταθερά (μια φο ρά για πάντα) τη φύση της Ιδέας, πριν πραγματοποιήσεις το ποίημα». «Όλο το ποίημα ας εκφράζει το νόημα, ωσάν ένας αυτούπαρχτος κόσμος, μαθηματικά βαθμολογημένος, πλούσιας και βαθύς». - «Πραγματοποίησε τούτη την ιδέα». - «Σκέψου την ισοζυγία των δυνάμεων, μεταξύ ανδρών και γυναικών» (Τα ευρισκόμενα, σελ. 226,7,31). 17. Βλ. Διονυσίου Σολωμού, Η Γυναίκα της Ζάκυνθος, Νέα έκδοση φροντισμένη από τον Αίνο Πολίτη, 1944 (*1983), σελ. 111 κ.ε. 18. Βλ. Πάνου Κα-ραβΐα, Ο Σολωμός στην ενότητά του, «Νέα Εστία», Αφιέρωμα στο Σόλωμό, ό π ., σελ. 188 κ.ε. 19. Τα ευρισκόμενα, σελ. 226. 30. Βλ. για παράδειγμα, Αίνου Πολίτη, Γύρω στο Σολωμό, όπι., -σελ. 188 κ.ε. 21. Τα ευρισκόμενα, -σελ. 229. 22. Λίνου Πολίτη. Γύρω στο Σολωμό. σελ. 189. 23. Τα ευρισκόμενα, σελ. 230. 24. Α,χ. «Τ© πείραμα διδάσκει πως κάθε ηχητική δόνηση που πρακαλείται από την παλμική κίνηση ενός ελαστικού σώ ματος, ενός κουδουνιού για παράδειγμα, μεταδίδεται στο κενό παράγοντας διαδοχικά κύματα, πάλλεται δηλαδή κα τά πέμπτες ή τρίτες στη συγκεκριμένη του κλίμακα, έτσι ώστε, προσβάλλοντας το ακουστικό όργανο να παράγεται αρμονία... Ένα πεδίο μαγνητικών δυνάμεων που έλκονται είτε μεταξύ τους είτε από άλλες, ανασυνθέτοντας την πρωταρχική πράξη, την ερωτική». Και στη γαλλική γραφή του Σολωμού: «L’ experience hobs apprend que tout globu le sonore lance par la percussion donne a nu corps elastique, a un cloche par exemple, ne traverse Γ espace qu’-en iaisant jallir de son sein, par expansions progressives, ses Globules Concordants, c’est a dire vibrant a sa quinte an a sa tierce, a so® octave -surtout; on sort que lorqu’il entre dans notre ©rgane de I’oui, c’est anime’de cette faculte de production anmonique... Ce qui de coucher de ces cpanouissements un foyer de tourgescences magnctiques, viveraent disposees, soit entr’elles, soil avec le tueigescences voisine a facte de recomposition a facte generateur, a facte de famour». Αυτόγραφα έργα, σελ. 473. 25. Η πρωτοπροσωπΐα είναι εμφανής στις συνθετικές ενότη τες, λ,χ. στις «Ωδές» του Κάλβου, στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» και στη «Φλογέρα του Βασιλιά» του Παλαμά, στον «Πρόλογο στη Ζωή» και στο «Πάσχα των Ελλήνων» του Σικελιανού, στο «Άξιου εστί» του Ελύτη. 26. Η άρνηση του Σολωμού να δημοσιεύσει τα ποιήματα του (με εξαίρεση, βέβαια τον «Ύμνο» (1825, στο Μεσολόγγι και στη συλλογή δημοτικών τραγουδούν του Fauriel] κα θώς κι ένα απόσπασμα από το «Λάμπρο» στην «Ιόνια Αν θολογία» το 1834), που απέρρεε από τη συνεχή επεξεργα σία των ποιητικών του ενοτήτων «δια βίου», "είναι το «άκρο παράδειγμα» ενός μεγάλο» για τη ματαιότητα των περιοδικών εμφανίσεων στον πρόσκαιρον ορίζοντα της φήμης, όπως συνηθίζεται, ιδιαίτερα στους καιρούς μας, με τα ποικίλα μέσα της μαζικής επικοινωνίας, που δη μιουργούν ψευδαισθήσεις κατακύρωσης και καθιέρωσης μέσα σ’ ένα πνεύμα καταναλωτισμού. Όμως ο φαύλος κύ κλος του καταναλωτισμού, που μέσα του ναυαγούν σι αποκαλούμενοι καλλιτέχνες, χρειάζεται την καθημερινή δαπάνη τους για να γεμίσει. Έτσι, η εξάντληση των δυνά μεων επιφέρει και τον αφανισμό εκείνων που κολυμπούν μέσα στα γλυκά νερά της ματαιότητας.
αφιερωμα/73
Αναστασία-Δανάη Λαζαρίδου
Ο Σολωμός των «Στοχασμών»
Το Μεσολόγγι, όπως ακονίζεται σε σχέδιο τον W. Parser, που βρίσκεται στη σνλλογή τον εκδότη Γ. Ραγιά
«Τα αποσπάσματα του ποιήματος “Το Μεσολόγγι ” ήτοι “Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι”», σε τρία διαφορετικά σχεδιάσματα, παρουσιάζονται από τον Πολυλά, στην έκδοση των Ευρισκομένων του 1859, αμέσως μετά τους «Στο χασμούς του Ποιητή ». Σε συναφή σημείωσή του εξηγείται ο Πολυλάς: «Διά φορες μελέτες εις το ποίημα περιέχουν τα χειρόγραφα ■ τους στοχασμούς τούτους, εις ιταλική γλώσσα γραμμένους, αναγκάσθηκα να μεταφράσω και να τους προτάξω ως εισαγωγήν εις τα τρία Σχεδιάσματα δια δύο λόγους, πρώτον ότι τα νοήματα καθ' εαυτό είναι αξιόλογα■ δεύτερον ότι αυτά είναι ωσάν η ψυχή ενός πλάσματος, του οποίου δε σώζονται ειμή κάποια μέλη ατελειοποίητα. Είναι ομοίως μεταφρασμένα από την ιταλικήν όσα άλλα πεζά απαντώνται εις τα Σχεδιάσμ. Β ' και Γ » (βλ. Δ. Σολωμού Ά παντα, ΕπιμέλειαΣημειώσεις Λίνου Πολίτη, Ίκαρος, 1948, τόμ. Α\ σελ. 354).
τα εκτενέστερα Προλεγόμενα τα κεφάλαια XI-XV προσπαθούν να σχεδιογραφήσουν την πνευματική (φυσιογνωμία του Σολωμού κατά τη διάρκεια της σύνθεσης του Β' και Γ' σχεδιά σματος, «όσο <ο ποιητής> ανέβαινε εις τό φως τής ’Ιδέας» (6.x., σελ. 33), καθώς και το «αρχέ τυπο νόημα τού ποιήματος» (ό.π., σελ. 35), μαζί με το πλάσιμο της μορφής του. Αναμφισβήτητα πολλά χρωστά ο Πολυλάς στην ανάγνωση των «μελετών εις το ποίημα που περιέχουν τα χειρό γραφα» γιθ£ τη δική του ανάπλαση της «ψυχής» και του «πλάσματος», και οπωσδήποτε συνέργη σαν και η προσωπική εμπειρία που είχε του
Σ
ποιητή, και αυτή η ίδια η πολυσύνθετη προσωπι κότητα του εκδότη, και οι καιροί, και η σκοπι μότητα της έκδοσης. Διόλου ευκαταφρόνητα και ανάξια σχολίων όλ’ αυτά, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς πως είναι ουσιαστικά ο Σολωμός του Πολυλά που επενεργεί στη συνείδηση του ευρύ τερου αναγνωστικού κοινού ακόμη και σήμερα, και πως σ’ αυτά ακριβώς τα disjecta membra των Ευρισκομένων αναγνώρισε τελικά η νεότερη ελ ληνική τέχνη του λόγου το γενάρχη της. Το κατά πόσο όμως ο Σολωμός αυτός είναι από «δεύτερο χέρι» αποτελεί συνείδηση των ολίγων, κυρίως φιλολόγων, που γόνιμα έσκυψαν πάνω στα Αν-
74/αφιερωμα τάγραφα Έργα, χάρη στη μνημειώδη έκδοση του Λ. Πολίτη (Θεσ/νίκη, 1964). Στον δεύτερο τόμο (τυπογραφική μεταγραφή) της έκδοσης αυτής, στις Σημειώσεις και στο υπό τον αριθμό 10 τμήμα της κατάταξης των σολωμι κών χειρογράφων, βρίσκεται κάτω από τον τίτλο Ελεύθεροι Πολιορκημένοι - Στοχασμοί η ακό λουθη προειδοποίηση του Λ. Πολίτη: «...Πολλοί από τους Στοχασμούς αυτούς <της έκδοσης Πολυλά> βρίσκονται στα χειρόγραφα του Β' κυρίως Σχεδ. (βλ. παραπάνω: 402, 403, 406, 413, 424, 425). Εδώ δίνουμε τα χφφ που περιέχουν κατά κύριο λόγο Στοχασμούς. Σε πολλά παρεμ βάλλει ο Σολωμός και σημειώσεις από βιβλία που διάβαζε ή και μεμονωμένους στίχους, που ανήκουν το πιο πολύ στο Β' Σχεδίασμα, πράγμα που χρονολογεί και τα χφφ τούτα με πολλή πι θανότητα στην ίδια περίοδο πάνω-κάτω (18341844)». Έτσι, οι νέοι ευρισκόμενοι «στοχασμοί» (στα Αντόγραφα Έργα, σελ. 471-484 = ΑΕ 471484), μας αποκαλύπτονται ως το περιεχόμενο πέ ντε διφύλλων και ενός λυτού, όλα σήμερα στην Ακαδημία Αθηνών (=ΑΑ), μικρών διαστάσεων (21x15, 21,5x13,5 και 15x10,5), σχετικά πυκνο γραμμένων (στο δίφυλλο ΑΑ αρ. 15 τα φύλλα 1β και 2α έχουν παραμείνει λευκά), με τη χαρακτη ριστική νευρώδη γραφή του προς εαυτόν διαλεγομένου Σολωμού. Σε παρόμοια λυτά φύλλα βρί σκονται γραμμένα και όλα όσα γνωρίζουμε για το Β' και Γ' σχεδίασμα των Ελεύθερων Πολιορκισμένων, στίχοι και πεζά κείμενα, τα τελευταία κυρίως στα ιταλικά· όπου χρησιμοποιήθηκε ολι γοσέλιδο συνήθως ή και πολυσέλιδο τετράδιο, ελάχιστα είναι, συγκριτικά με άλλα, τα γραμμέ να φύλλα. Αντίστοιχα, τα όσα γνωρίζουμε για το Α' σχεδίασμα βρίσκονται στις παρυφές και τα περιθώρια, κάποτε και στον μεταλλασσόμενο πυρήνα, των τετραδίων Ζακύνθου αρ. 13, που περιέχει το κείμενο και τις αλλεπάλληλες επεξερ γασίες της Γυναίκας της Ζάκυθος, και Εθνικής Βιβλιοθήκης, Φιλολογικά, αρ. 92 (=ΕΒ Φ92), που αποτελεί το «νεώτερο χειρόγραφο θεωρημέ νο» της Ωδής στο Λ ορό Μπάνρον, σύμφωνα με την περιγραφή του Λ. Πολίτη (βλ. ΑΕ 2, Ση μειώσεις, σελ. 593-4). Για μια πληρέστερη κατα γραφή των κειμένων ας σημειωθεί ακόμη πως ίχνη των Ελεύθερων Πολιορκισμένων (σχεδ. Β' και Γ'), εντοπίζονται και στο τετράδιο Ζακύν θου αρ. 11 (για το περιεχόμενό του βλ. Ελένη Τσαντσάνογλου, Μια λανθάνουσα ποιητική σύν θεση τον Σολωμού, Το αυτόγραφο τετράδιο Ζα κύνθου αρ. 11 - Εκδοτική Δοκιμή, Ερμής, 1982), καθώς και στα δίφυλλα ΑΑ αρ. 42, ΕΒ Φ96 και Φ93, και στα λυτά φύλλα Α Α αρ. 45, 48b και 48c. Όπως πολύ σωστά πρώτος παρατήρησε ο Λ. Πολίτης, πολλοί από τους «Στοχασμούς του Ποιητή» που ο Πολυλάς μετέφρασε και προέταξε
των Αποσπασμάτων του ποιήματος Το Μεσολόγ γι ήτοι Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι (δηλαδή των Σχεδιασμάτων A', Β' και Γ' όπως αυτά εμ φανίζονται στα Ευρισκόμενα), είναι παρμένοι από τα χφφ όπου ο Σολωμός επεξεργάζεται τη θεματική ύλη του Β' σχεδιάσματος, όχι όμως μό νον από εκεί. Στην πραγματικότητα ο Πολυλάς ανθολόγησε όσα διάσπαρτα πεζά ιταλικά κείμε να του Σολωμού, ξεχωρισμένα με τα δικά του κριτήρια, βοηθούσαν στην κατανόηση της εκπό νησης ενός ποιήματος που ως κι αυτός ο τίτλος του παρέμεινε μέχρι τέλους ρευστός, διακρινόταν όμως η ενότητά του, δηλαδή το ενιαίο σύνο λο των διαδοχικών ποιητικών διαμορφώσεων της πρωταρχικής ύλης χάρη στο θεματικό πυρή να - ή πρόφαση - της έμπνευσης, η οποία πήγα ζε από το συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός της δεύτερης πολιορκίας του Μεσολογγίου (Απρί λιος 1825 - Απρίλιος 1826), και της συνακόλου θης ηρωικής πτώσης του. Όπως όμως και για το έστω «αποσπασματικό ποίημα» ο εκδότης επέλεξε από το λαβύρινθο των ατάκτων χειρογράφων του ποιητή, από το πλήθος των δραματικών συ χνά παραλλαγών ενός και μόνον θεματικού στοι χείου, αυτά που κατά την κρίση του συντελού σαν στη συγκρότηση και τη μετάδοση του υψη λού ποιητικού νοήματος που είχε συλλάβει ο δη μιουργικός νους του τεχνίτη των στίχων, διαμε λίζοντας για μιαν ακόμη φορά το ατελές σώμα του ποιήματος, έτσι και για τους «Στοχασμούς», η επιλογή των δευτέρου πια βαθμού αποσπασμά των των σολωμικών διανοημάτων, και η πρότα ξή τους σε σχέση με το καθεαυτό ποίημα, αντίθε τα από αυτό που επεδίωκε ο Πολυλάς, ψαλίδισε τον ομφάλιο λώρο που συνέδεε την «ψυχή» με το «πλάσμα». Γρήγορα το διαπιστώνει κανείς αυτό, όσο κι αν δεν είναι εύκολο με ασφαλή κριτήρια να ξανασυντεθεί ολόκληρος ο σκόρπιος οργανι σμός, μελετώντας τον από «πρώτο χέρι» Σολωμό των αυτόγραφων σχεδιασμάτων και των στοχα σμών κι είναι ομόφωνη, όσο ξέρω, η γνώμη των ερευνητών στο σημείο τούτο (έχω ιδιαίτερα υπό ψη μου την ανακοίνωση της Κ. Τικτοπούλου: Οι στοχασμοί στους Ελεύθερους Πολιορκημένονς του Δ. Σολωμού, στη Συνάντηση που οργάνωσε η Διεύθυνση Γραμμάτων του Υπουργείου Πολι τισμού στη Ζάκυνθο, 10-12 Ιουνίου 1988). Και αυτή η έκδοση των Αυτόγραφων Έργων από τον Λ. Πολίτη, ξεχωρίζοντας «τα χειρόγρα φα που περιέχουν κατά κύριο λόγο Στοχα σμούς», ακολουθεί τα χνάρια της μεθόδου του Πολυλά, σε αντίστροφη διάταξη: τώρα οι «Στο χασμοί» επιτάσσονται. Βέβαια, η ανεκτίμητη συμβολή της διπλωματικής έκδοσης των χειρο γράφων έγκειται στ’ ότι θέτει στη διάθεση των μελετητών το αυθεντικό σύνολο του σολωμικού έργου, μαζί μ’ ένα πλήθος χρήσιμες διαλευκάν σεις στις Σημειώσεις, προσκαλώντας - και προ-
αφιερωμα/75
χαλώντας - την περαιτέρω έρευνα να καταγρά ψει τις νέες ανάγκες που προκύπτουν, και να προβεί στην, ει δυνατόν, κατάρτιση χρηστικών εκδόσεων των επί μέρους συνθεμάτων και την πληρέστερη και όσο γίνεται εκ του ασφαλούς ερ μηνεία τους. Με τον τρόπο αυτό επιτακτική προ βάλλει η ανάγκη να επανασυνδεθούν όλα τα μέ λη που η κριτική των κειμένων θ’ αναγνωρίσει πως ανήκουν σ’ ένα ενιαίο όσο και πολύμορφο κορμό. Η απλή ανάγνωση των «Στοχασμών» κα θιστά προφανές πως πρέπει να μελετηθούν σε στενή συλ'άρτηση με όλα τα στάδια επεξεργασίας των Ελεύθερων Πολιορκισμένων, έτσι όπως μας τα παραδίδουν τα αυτόγραφα του Σολωμού, με στόχο τον προσδιορισμό ακριβώς των φάσεων της δημιουργίας τους, όπως και την πλέον συν θετική εποπτεία τους. Το περιεχόμενο των «Στο χασμών» ούτε προτάσσεται ούτε επιτάσσεται της καθεαυτό ποιητικής επεξεργασίας, αλλά με αυ τήν συντάσσεται και διαρκώς βρίσκεται σε αμοι βαία αλληλεξάρτηση. Η λακωνική περιγραφή του Λ. Πολίτη για το περιεχόμενο των ξεκομμένων από την πηγή τους εγγραφών: στοχασμοί αλλά και σημειώσεις από βιβλία που ο Σολωμός διάβαζε, ή και μεμονωμέ νοι στίχοι (ΑΕ 2, Σημ., σελ. 601), ανταποκρίνεται στην αλήθεια· όπως και στο τετράδιο Ζ αρ. 11 (βλ.. Ε. Τσαντσάνογλου, ό.π., και ειδικότερα τις σελ. 173-4), και αλλού (βλ. Louis Coutelle, Formation poetique de Solomos (1815-1833), At-
henes, 1977, κυρίως τα κεφάλαια για τις συνθέ σεις του Σολωμού έως το 1833), όπως και στα ;ειρόγραφα που περιέχουν τις επεξεργασίες του 3' σχεδιάσματος - και σχεδόν αποκλειστικά τού του - ο αναγνώστης διεισδύει στο απόκρυφο ερ γαστήριο του ποιητή και γίνεται αυτόπτης μάρτυς του διαλόγου που συνηθούσε ο δημιουργός με το έργο του: προγραμματικές δηλώσεις για την ανάπτυξη θεμάτων, μοτίβων και στοιχείων, σκέψεις για τη δόμηση των επεισοδίων - ή μερών - της σύνθεσης, σχόλια και σημειώσεις γενικού ή ειδικού αισθητικού και φιλοσοφικού-ηθικού εν διαφέροντος, αυτοκριτική, προτροπές για την εμβάθυνση μιας ιδέας - είτε διαμέσου μεγαλύτε ρης περισυλλογής, είτε ανατρέχοντας σε αυθε ντίες ή ακόμη και σε κοινά αναγνώσματα του μέ σου διανοουμένου της εποχής - στίχοι που γεν νούν άλλους στίχους, άφθονες παραλλαγές, μια λεπτομέρεια που έρχεται να μπολιαστεί πάνω σε μια προγενέστερη, περισσολογίες που ανελέητα καταδικάζονται, μετακίνηση των ευαίσθητων μοτίβων σε ενότητες ολοένα πιο δουλεμένες και περιεκτικές, μ’ άλλα λόγια, ο τρόπος της εργα σίας του τεχνίτη που διακατέχεται από την έμμο νη ποιητική ιδέα και αγωνίζεται για την πλέον καίρια και αρμονική έκφρασή της, σε όλα τα στάδια της ενσάρκωσής της στο λόγο. Στις αέναα ρευστές αυτές διαδικασίες δεν είναι έκδηλη καμμία τάξη, αυστηρή μεθοδική διάκριση πρώτου και ύστερου, κατά το χρόνο ή κατά το λόγο.
76/αφιερωμα ανυπότακτος σολωμικός τρόπος εργασίας, η διάσπαση του πρωταρχικού πυρήνα της έμπνευσης (νοηματικά) και του υλικού (μορφοποιητικά) δεν είναι ούτε πρωτόφαντος με τους Ελεύθερους Πολιορκισμένονς στο σύνολο του έργου του, ούτε βέβαια στην ιστορία της λογοτε χνίας· ήδη ένας παραλληλισμός με τις διαδικα σίες της σύνθεσης των επίσης ανολοκλήρωτων Gmzie του πρεσβύτερου συμπατριώτη του Σολωμού Ugo Foscolo, πολλά θα είχε να μας διδάξει για το γενικότερο θεωρητικό πρόβλημα της αντι μετώπισης και της γένεσης του λογοτεχνικού έρ γου, αλλά και του φαινομένου του «ατελούς» ποιήματος στα χρόνια τους (βλ. ενδεικτικά τις παρατηρήσεις του Massimo Peri, Solomos lettore di Foscolo, Universita degli Studi di Padova, In stitute di Studi Bizantini e Neogred, MCMLXXXTV, αλλά και τη μελέτη του Mario Scotti, L'tier creative, Edizione Nazionale delle operedi Ugo Foscolo, vol. I, Poesie e Carmi, Fi renze, 1987, σελ. 159-249, που πρόσφατα ανακί νησε στην ιταλική κριτική το ίδιο θέμα, αντικεί μενο επίσης της εισήγησης του Γ.Π. Σαββίδη, Το ατελές ποίημα: Γύρω στην παραδειγματική περί πτωση Σολωμού, στη Συνάντηση της Ζακύνθου που αναφέρθηκε παραπάνω). Σαφώς οι Ελεύθεροι Πολιορκισμένοι δεν απο τελούν μεμονωμένη περίπτωση στο έργο του συγ γραφέα, και η αναδρομή στα χειρόγραφα είναι σήμερα απαράκαμπτη και γόνιμη προϋπόθεση κάθε σοβαρής ενασχόλησης μ’ αυτό, αδιάφορα από το αν στο στόχαστρο κλείνεται το περίγραμ μα είτε του «τι» είτε του «πώς» της σολωμικής κληρονομιάς- η προνομιακή όμως θέση που η έρευνα προσδίδει στα αυτόγραφα των Ελεύθε ρων Πολιορκκψενων και των συναφών «Στοχα σμών» τους έγκειται αλλού: κυρίως στην ποσότη τα των σολωμικών εγγραφών που σχετίζονται με τη μαρτυρημένη διαδικασία της σύνθεσης ποιη τικών μορφών ενός θεματικού πυρήνα σε διηνε κές γίγνεσθαι. Δεν διαθέτουμε για άλλες συνθέ σεις του Σολωμού τόσες ενδείξεις για τις σκέψεις που σύντονα κι αναπόσπαστα δεμένες με τους στίχους του τροφοδοτούσαν την ποιητική του μετεξέλιξη, και διαμόρφωναν τελικά το νόημα της τέχνης του. Ακατανόητο θα μας μείνει το τε λευταίο αυτό όσο θα εμμένουμε στην παρά φύση διάσπαση (τα αυτόγραφα μαρτυρούν πως πρό κειται τουλάχιστον για παρά τη σολωμική φύση αποκοπή) των στοχασμών και πεζών σχεδιασμά των από το ποιητικό, αγκαλά ανολοκλήρωτο σώ μα. Όσο για την ποιότητα των ίδιων εγγραφών, το θέμα είναι πιο λεπτό· αδιαφιλονίκητα, ως αυ θεντικά τμήματα μιας ενιαίας προσωπικότητας που μόνον αποσπασματικά την έχουμε κι εμείς ώς σήμερα συγκροτήσει κι από πολλές πλευρές μας διαφεύγει εντελώς - κάτι που ισχύει όχι μό νο για ό,τι αφορά την έως ένα βαθμό νόμιμη πε
Ο
ριέργεια μας περί του βίου και της πολιτείας του Διονυσίου Σολωμού, αλλά και για το αίτημα της επαρκέστερης πληροφόρησής μας περί των ποιη τικών στόχων και επιτευγμάτων μιας διάνοιας από τις σημαντικότερες της νεότερης γραμμα τείας μας - η αξία της μαρτυρίας τους είναι αυ ταπόδεικτη. Για την ακριβέστερη όμως κριτική τους αποτίμηση είναι νωρίς ακόμη για ν’ αποφανθούμε με ασφάλεια, όσο παραμένουν ανοι κτά φιλολογικά και ερμηνευτικά ερωτήματα; Ήδη τη φαινομενική ευδαιμονία της ποσοτι κής αξιολόγησης πρέπει δυστυχώς να μετριάσει η απλοϊκή ερώτηση που επιβάλλεται να θέσουμε για την ύπαρξη των σχετικών με τους Ελεύθε ρους Πολιορκισμένονς σολωμικών εγγραφών, χρησιμοποιώντας μια πρώτη χοντρική διάκριση ανάμεσα σ’ ό,τι είναι στίχος, ελληθινός ρυθμικός λόγος σ’ αυτές, κι ό,τι δεν είναι κάτι τέτοιο: ποιος είναι ο λόγος που εξηγεί την πληθώρα των μη καθεαυτό ποιητικών κειμένων που συνοδεύ ουν τη σύνθεση και της συμπαραστέκονται σχε δόν σε κάθε βήμα της; Και πότε ακριβώς παρατηρείται το φαινόμενο αυτό; Προϋποθέτοντας πως έχουμε στο σύνολό τους μάλλον τα άπαντα παρά τα ευρισκόμενα του Σολωμού - πρόκειται όμως για απλή υπόθεση εργασίας, μια και δεν έχει δοθεί κανένα αδιάσειστο επιχείρημα ούτε υπέρ ούτε κατά της καθεμιάς των αντίστοιχων τοποθετήσεων - πουθενά δεν συναντούμε ανάλο γα μεγέθη. Αλλά και εξετάζοντας τα τρία σχε διάσματα των Ελεύθερων Πολ υορκισμένων (όπως τα εννοεί ο Πολυλάς, αλλά όπως τα παρα κολουθούμε στα ΑΕ κι όχι στη δική του έκδοση), και όλα τα συναφή κείμενα, η σημείωση του Α. Πολίτη που χρονολογεί τα χειρόγραφα των «Στοχασμών» στην ίδια περίπου περίοδο με τα χειρόγραφα του Β' Σχεδιάσματος (1834-1844) πρέπει να συμπληρωθεί με περισσότερη αποφα σιστικότητα: τα όσα περιέχουν οι «Στοχασμοί» είναι όχι μόνο σύγχρονα αλλά και συμφυή με αυ τά του Β' σχεδιάσματος, και κάτι ανάλογο δεν παρατηρείται ούτε με το πρώτο ούτε με το τρίτο σχεδίασμα. Και αντίστροφα, τα χειρόγραφα όπου καταγράφεται το Α' και το Γ' σχεδίασμα δεν περιέχουν μη καθεαυτό ποιητικά κείμενα, ή κι όταν αυτό φαίνεται να συμβαίνει, δεν πρόκει ται για κάτι το εξίσου δεσμευτικό και ισόποσο. Για παράδειγμα: στο Γ' σχεδίασμα, ΑΕ 444, βρί σκουμε δύο γραμμές στα ιταλικά απέναντι σε δέ κα στίχους (άρτιους και μη): ΑΕ 445. τρεις γραμμές στα ιταλικά για ένα σύνολο δεκαεννέα στίχων- ΑΕ 461, δύο τίτλοι στα ιταλικά, ij υπενθύμιση variante, variant! <παραλλαγές>, ένας χαρακτηρισμός της μάχης στο Μεσολόγγι παρέμβλητος στα ιταλικά ανάμεσα σε δυο στίχους, και η σημείωση Ma ora etc. για ένα σύνολο τριάντα στίχων. Κι ένα παράδειγμα για τον τύπο και τον τόνο των εκτενέστερων ιταλικών εγγραφών που
αφιερωμα/77 συναντούμε στα χειρόγραφα αυτά, ΑΕ 463, μετά το πασίγνωστο απόσπασμα του Πειρασμού (23 στίχοι), ακολουθεί το εξής κείμενο: - La nuova vita risorgente e le gioje di essa. Pensa che il Punto αναβρίτικό sia nettam ente afferrato. - Sta fermo tiel far prevalere la forza Serafica nella χρυσαυγή, La Cfaerubica nella Marta (■Amare, e Sapere) vedi se έ bene compiere ii Cireolo in questo Senso. Batti d entro con eoraggio e nettezza. - Η νέα ζωή που αναβλύζει κα ι οι χαρές της. Σκέψ ου ώστε το αναβρυτικό Σ ημείο ν ’ αδραχτεί με σαφήνεια. - Μ είνε σταθερός στο να κάνεις να υπερισχύσει η Σ ερα φ ιχή δύναμη στη χρυ σαυγή, Η Χερουβική στη Μ άρθα (Α γ ά π η , και Γνώση) κοίταξε αν είναι καλό να ολοκληρώσεις τον Κύκλο προς αυτή την Έ ννο ια . Π ροχώ ρα με θάρρος κα ι σαφήνειά. (Η μετάφραση, όπω ς και στά επόμενα πα ρα θέ μ ατα, είναι δική μου).
Χωρίς να σχολιάσω εδώ τα όσα ίσως σιβυλλικά ακουγονται στο σημείωμα, πρέπει, νομίζω, να υπογραμμιστεί η αδρή, ελλειπτική καταγραφή των στοιχείων που η ποιητική βούληση προσπα θεί να κρατήσει σε στενή συνοχή στο υφάδι του νοήματος και της έκφρασής του, όσο κι αν το τε λικό σχήμα παραμένει ανοικτό κι ακόμη ανομο λόγητο. Η διαφορά - και η πρόοδος - είναι χτυ πητή με αντίστοιχες υποδείξεις που βρίθουν στα
χειρόγραφα του Β' σχεδιάσματος· για παράδειγ μα, ΑΕ 425 A 9-12: - Medita profondam ente la N ature dell’Idea e la sua profondita teascendente cacci fuori nella sua fecondita la parte naturale posta facilmente in organi nazionali. - Στοχάσου βαθιά τη φύση της Ιδέας και το υπερβατικό β άθος της α ς διώ ξει έξω με τη γονιμότητά του το φυσικό μέρος που εύκολα τοποθετείται σε όργα να εθνικά.
Ή ακόμη, σχετικά με το επεισόδιο της ορφα νής κόρης, ΑΕ 4711-9: - Meglio fare dilicatamente risultare questi legami di figliuola con molte madri di none. Cosi questa gratitudine e espressa spontaneamente e senza testimonj. C o d qui non si fa che ripeterla. Pensa [a] profondam ente per reaKzzare questo dilicato concetto, che m ette in molta luce il carattere delle A ltre. - D ata la relazione che v e fra la B eneficata e le Benefatrici, queste diventano per quella i Perpetui Modelli in tutti i Mome nt!; onde essa si fa scala di quanto vide udi etc. per non aver paura della M orte. - Κ αλύτερα να κάνεις διακριτικά ν ’ απορρέουν αυτοί ο ι δεσμοί θυγατέρας με πολλές μητέρες τη νύχτα. Έ τσ ι η ευγνωμοσύνη αυτή εκφράζεται α υθόρμητα και δίχω ς μάρτυρες. Έ τσ ι εδώ δεν γίνεται π α ρ ά η επανάληψή της. Σκέψ ου [να] βα θιά για να πραγματοποιήσεις αυτή τη λεπτή
78/αφιερωμα ιδέα, που φανερά αναδεικνύει το χαρακτήρα τω ν Ά λλω ν. - Δεδομένης της σχέσης που υ πά ρ χει ανάμεσα στην Ευεργετούμενη κα ι τις Ευέργέτριες, γίνονται αυτές για εκείνην τα Α ιώ νια Π ρότυπα σε όλες τις Στιγμές· α π ’ όπου η ίδια ανεβαίνει την κλίμακα των όσων είδε άκουσε κ.λπ. για ν α μην έχει το φόβο του Θανάτου.
Όσο για το Α' σχεδίασμα, με τις ισχνές μαρ τυρίες της γένεσης του, οι υπό επεξεργασία στροφές του ΕΒ Φ92 (ΑΕ 251-253) συμπληρώ νουν μερικά από τα κενά τους με εμβρυακές υποδείξεις-περιλήψεις στα ιταλικά, π.χ., Φ92 φ 46α Β 18-21: - να κι’ άλη ταραζί του εχθρού τον αέρα που circolando μϊαζϊ - <κά νο ντα ς κύκλο> τ ’ αντίλαλου
και φ46β 14-17: e risposero Isole e continenti. II cielo e chiuso e n on ode· - < κ ι απάντησαν Νησιά κα ι στεριές. Ο ουρανός είναι κλειστός κ αι δεν ακούει·>
Η ιδιότυπη εξάλλου θέση του και η δραματική εισβολή του στα οράματα του ιερομόναχου Διο νύσιου, μέσα στο κείμενο της Γυναίκας της Ζάκυθος, είχε ως συνέπεια ν’ ασχοληθεί ο Σολωμός περισσότερο με τα προβλήματα της ένταξής του παρά με την ίδια την τελείωση της «προφητείας σε στίχους λυρικούς» στην οποία φαίνεται πως είχε μεταλλαγεί σ’ εκείνη τη φάση το ποίημα για την πτώση του Μεσολογγιού (Ζ αρ. 13, κυρίως φ15β = ΑΕ 282). Αντίθετα, στα χειρόγραφα του Β' σχεδιάσμα τος, στίχοι και πεζά ιταλικά κείμενα εναλλάσσο νται σε πυκνές αναλογίες· συχνά σε μια σελίδα υπερτερούν ποσοτικά τα δεύτερα (βλ. ΑΕ 401406), αλλά και το ενάντιο συμβαίνει (ΑΕ 410, 412, 421, κ.λπ.), και δεν λείπουν οι σημειώσεις (στα ιταλικά ή στα γαλλικά) του Σολωμού από αναγνώσεις που παράλληλα έκανε για τη λογοτε χνία, τη μουσική, τη φιλοσοφία (π.χ. ΑΕ 431434), ό,τι ακριβώς παρατηρείται δηλαδή και στα περιεχόμενα των χειρογράφων των «Στοχα σμών»· με τη διαφορά πως οι καταγραμμένοι σ’ αυτούς στίχοι είναι συγκριτικά λιγότεροι, αλλά σαφώς υπερτερούν των σημειώσεων από διάφο ρα βιβλία που ενδιέφεραν θεματικά το Σολωμό οι σχεδιασμοί για το περιεχόμενο και το ύφος της σύνθεσης των Ελεύθερων Πολιορκισμένων στο δεύτερο στάδιο της επεξεργασίας τους, με τη μορφή δηλαδή δεκαπεντασύλλαβων ομοιοκατά ληκτων δίστιχων. ρίσκεται, λοιπόν, στη διάθεσή μας ένα πλούσιο αυθεντικό υλικό για τη μελέτη της σύνθεσης του Β' αυτού σχεδιάσματος, που η κρι
Β
τική μπορεί να εκμεταλλευτεί προς πολλές κα τευθύνσεις: ανάλυση του τρόπου εργασίας του Σολωμού, γένεση του έργου, μορφολογική-υφολογική αξιολόγηση των παραλλαγών, ακριβέστε ρη χρονολόγηση, ανασυγκρότηση των διαδοχι κών σταδίων της επεξεργασίας του ποιήματος, αποτίμηση της διγλωσσίας του Σολωμού (μια και οι προγραμματικοί σχεδιασμοί της σύνθεσης εί ναι όλοι στα ιταλικά), ταύτιση πηγών και επι δράσεων, κ.ά. Το έργο δεν είναι απλό, αναγκαίο ωστόσο αν θέλουμε με νηφαλιότητα ν’ αποκομί σουμε κάτι παραπάνω για ό,τι αφορά τις λιγο στές ακόμη γνώσεις μας του σολωμικού έργου, και να κομίσουμε στη γνώση την ιδιαιτερότητα της σολωμικής προσφοράς στην τέχνη, το ανάκουστο κάλεσμα της θεάς που η φωνή της άλλο δεν θα ’ναι από χάρισμα τ’ ελληνικού κόσμου, σύμφωνα με τη μύχια επιθυμία του ποιητή, όπως εκφράστηκε στο Γ' σχεδίασμα (βλ. ΑΕ 460). Ίσως τότε θα μπορέσει να δοθεί κι ο λόγος της μοναδικότητας των όχι σπάνια ακατανόητων σο λωμικών εγγραφών που καταγίνονται με την υλοποίηση των ποιητικών ιδεών του κατά τη διάρκεια της σύνθεσης του Β' σχεδιάσματος, μία από τις πιο φιλόδοξες και πολύπλευρες της ποιητικής του δημιουργίας, όπως φαίνεται και από τους πειραματισμούς του τετραδίου Ζ αρ. 11 (1833-34). Και η ποιοτική αποτίμηση των σκόρπιων στο χασμών του Σολωμού θα διευκρινιστεί καλύτερα όταν από το χάος των συνειρμών, των ευκαιρια κών σημειώσεων και των επιδιώξεων του ποιητή που τα χειρόγραφα παραδίδουν, αναδυθεί ο κοινός παρονομαστής ο οποίος συνέχει, αν όχι όλα, τα περισσότερα από τα κείμενα αυτά. Το ότι ο Σολωμός είχε πνευματικά ενδιαφέροντα, και μετά τις σπουδές του στην Ιταλία από τη μα κρινή σε σχέση με τα μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα της διανόησης Ζάκυνθο και Κέρκυρα, παρακο λουθούσε τη ζωή των ιδεών του καιρού του, δεν είναι πλέον κάτι που χρειάζεται υποστήριξη. Κι αν κάποτε αξιωνόμασταν να γνωρίσουμε ακέ ραιη την πραγματική και ιδεατή βιβλιοθήκη του, λίγα θα μας δίδασκε η γνώση αυτή άν δεν τη χρησιμοποιούσαμε για να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο οι αξίες της παιδείας, στην καθολικότερη έκφρασή της, ως πολιτισμός, αφο μοιώθηκαν από το δικό του πνεύμα και διοχε τεύτηκαν κατόπιν στο έργο του. Οι στοχασμοί για το ποίημα και οι στοχασμοί πάνω στις γνώσεις του παρελθόντος και της επο χής του, και ό,τι άλλο ερέθιζε την ανήσυχη φύση του Σολωμού, απ’ όσα μαρτυρημένα και αμαρτύρητα μπορούμε να ερευνήσουμε στα άτακτα χει ρόγραφά του, δεν ανασηκώνουν κανένα πέπλο μυστηρίου που θα κάλυπτε κάποιο σύστημα φι λοσοφίας ή αισθητικής ενός άγνωστου Σολωμού· το μυστήριο βρίσκεται αλλού, στις αδιόρατες
αφιερωμα/79
Μεσολόγγι, το μνημείο των Γερμανών φι λελλήνων στον Κήπο των
Μεσολόγγι· διάφορα μνημεία του Αγώνα στον Κήπο των Ηρώων
να συλλαμβάνει το γύρω του κόσμο, είτε το φυ σικό είτε το διανοητικό, οι στοχασμοί του Σολω μού δεν μας αποκαλύπτουν παρά ένα τμήμα αυ τού που ο ίδιος ολικά και αδιαίρετα βίωνε στην ενότητα της ύπαρξής του, με το μερτικό που του έλαχε της ιστορίας. Είναι λοιπόν με περισσή φρόνηση που πρέπει ν’ αντιμετωπιστούν τα στοι χεία που μας παρέχουν τα χειρόγραφα κι ό,τι άλλο μπορούμε να γνωρίσουμε για το βεληνεκές των ενδιαφερόντων του, πριν υποκύψουμε στον πειρασμό να τον κατατάξουμε στον οποιονδήποτε -ισμό, κι αυτόν και το έργο του. ισορροπίες που αδιάκοπα η ύπαρξη υφαίνει με τη ζωή, και στην περίπτωση του Σολωμού, και με την τέχνη. Οι ιδέες που βρίσκουμε στα σολω μικά χειρόγραφα ν’ απασχολούν τον ποιητή και ως ποιο βαθμό μένει ακόμη αξεκαθάριστο, αλλά είναι στους στίχους του που πρέπει να ψά ξουμε την απάντηση - είναι οι τρέχουσες ιδέες της εποχής του. Κι όπως κάθε ιδέα έχει την ιστο ρία της, κι όλες μαζί και με τις εφαρμογές τους συντελούν στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτι σμού,. κι όπως κανένας νους δεν είναι απάρθενος από τη στιγμή που αρχίζει ν’ αντιλαμβάνεται και
Το αντικείμενο της σολωμικής «θεωρίας» είναι ένα και αμετακίνητο, από τα πρώτα του ψελλί σματα έως τους ύστερους λόγους που αρθρώνει στο χώρο της τέχνης· είναι η ίδια η τέχνη, κι εί ναι η θέασή της που εξελίσσεται στον ποιητήθεατή καθώς ωριμάζει ως σύνολη ύπαρξη μέσα στο συγκεκριμένο ιστορικό χώρο και χρόνο της. Ο Σολωμός δεν είναι ούτε μια απολιθωμένη μνή μη του παρελθόντος, ούτε ο εύπιστος οπαδός του νεωτερισμού, αλλά μια φύση ενθουσιώδης, που με θαυμαστή συνέπεια ερεύνησε το φαινόμενομυστήριο του λόγου, διαρκώς αναρωτώμενος «τί
80/αφιερωμα είναι η τέχνη», ποια η πηγή της, ποιο το αντικεί μενο της μίμησης της, ποιο το τέλος της και ποιοι οι τρόποι της. Ήδη στο νεανικό Αιάλογο,, απευ θυνόμενος προς τον Σοφολογιότατο, λέει ο ποιη τής: «Είναι δυο φλόγες, διδάσκαλε, μία στο νου, άλλη στην καρδιά, αναμμένες από τη φύση εις κάποιους ανθρώπους, οι οποίοι εις διάφορες εποχές διαφορετικά μέσα μεταχειρίζονται για ν’ απολαύσουν τα ίδια αποτελέσματα· και από τη γη πετιούνται στον ουρανό, και από τον ουρανό πετιούνται στον Άδη, και ζωγραφίζουν εικόνες και πάθη, παρόμοια μ’ εκείνα όπου είναι σπαρ μένα από τη φύση στον κόσμο· και αγαπούν και σέβονται και λατρεύουν την τέχνη τους ωσάν τό πλέον ακριβό πράγμα της ζωής, και ομοιώνονται με τα συμβεβηκότα που περιγράφουν, και κά νουν τους άλλους να γελούν, και κλαίουν και ελ πίζουν και φοβούνται και δειλιάζουν και ανα τριχιάζουν, και δεν αφήνουν αναίσθητες παρά τες πέτρες και σε». (Άπαντα, Β' σελ. 26-26). Και στο ρητορικότατο και κλασικότροπο Εγκώμιο στον Ούγκο Φόσκολο (1827), διαβά ζουμε: «La mente d’Ugo procedeva dal concetto dell’arte sua, a quelle esterne apparenze del pensamento colie quali suolsi significare, e pero erano con quello naturalmente nate e cresciute; e la mente de’ suoi im itatori, all’opposito, facendo scala di quelle forme, sperava con quelle di salire alle potenze intellettive di un altro, la cui esterna impronta e, nell’arte dello scrivere, detta stile. [Qui si parli soltanto d’im itare Paltrui stile in prosa e per poco questo potrassi. Ma nelle cose poetiche, per le quali si chiede di afferrare per mezzo di forti combinazioni il vero, risecando le parti false onde resti nell’altrui mente inoppugnabile (lo che si chiama pensare), di ridurlo ampliandolo animate di convenient forme (e questo e im maginare), di avere il cuore obbediente alle impressioni di questi oggetti (il che 6 sentire), e trasfonder poi colla parola tutto questo il altrui, la imitazione e cosa impossibile. E ci6 accade anche in prosa quando non έ breve il dettato...]» (Ά π α ν τα , Β ', σελ. 196-7). - Ο νους του Ούγκο προχωρούσε από τη σύλ ληψη της τέχνης του προς εκείνες τις εξωτερικές εκφάνσεις της σκέψης με τις οποίες συνηθά να σημαίνει, και που ωστόσο εκ φύσεως είχαν γεν νηθεί και μεγαλώσει μαζί της· και ο νους αυτών που τον μιμήθηκαν, αντίθετα, μεταχειριζόμενος ως κλίμακα τις μορφές εκείνες, έλπιζε χάρη σ’ αυτές ν ’ ανέβει μέχρι τις διανοητικές δυνάμεις ενός άλλου, των οποίω ν το εξωτερικό χνάρι α ποκαλείται, στην τέχνη του γραπτού λόγου, ύφος. [Εδώ ας γίνει λόγος μόνον για τη μίμηση του ύφους ενός άλλου στον πεζό λόγο, και σε μικρό ποσοστό αυτό είναι δυνατόν να γίνει. Αλλά στα ποιητικά πράγματα, για τα οποία το ζητούμενο είναι ν ’ αδραχτεί διαμέσου ισχυρών συνδυασμών το αληθές, περικόβοντας τα ψευδή μέρη έτσι ώστε να μένει στο νου του άλλου
απόρθητο (το λεγόμενο σκέπτεσθαι), να μετα σχηματιστεί διευρυνόμενο ζωντανεμένο με αρμόζουσες μορφές (κι αυτό είναι το φαντάζεσθαι), να είναι η καρδιά υπάκουη στις εντυπώ σεις αυτών των αντικειμένων (κι αυτό είναι το αισθάνεσθαι), και να μεταγγιστούν μετά με το λόγο όλα τούτα στον άλλον, η μίμηση είναι κάτι το αδύνατον. Κι αυτό συμβαίνει και στον πεζό λόγο, όταν δεν είναι βραχύ αυτό που έχει λεχτεί...] (Ά π α ν τα , Β ', σελ. 196-7).
Μέσα σ’ αυτό το ολοένα διευρυνόμενο με τους νέους όρους και τους νέους ορίζοντες περίγραμ μα, που επεξεργαζόταν η ευρωπαϊκή διανόηση του καιρού του, κινήθηκε η πνευματική και η καλλιτεχνική αναζήτηση του Σολωμού· στο αλώ νι αυτό δοκιμάστηκε και η αντίληψη που είχε για τη δική του συμβολή στον κόσμο του ελληνι κού λόγου. Η μοίρα - ή η ιστορία - το θέλησε να βρεθεί, ως 'Ελληνας ποιητής, μπροστά σε μια θρυμματισμένη παράδοση· του οφείλουμε το ότι σημάδεψε την αρχή της ζωτικής ανανέωσής της. Κι αν η μυστηριακή αχλύ που περιέβαλλε τα αποσπάσματα των τριών ανολοκλήρωτων σχε διασμάτων των Ελεύθερων Πολιορκισμένων με την πρόταξη των «Στοχασμών» στην έκδοση Πολυλά, και η πολυσύνθετη ανοργάνωτη ύλη, το νεφέλωμα των Αυτόγραφων Έργων, οπωσδήπο τε κάτι χάνει με την έρευνα από την αίγλη που διαχεόταν πάνω στα σπαράγματα της σολωμικής ενδοχώρας που το βλέμμα μας ανεπαίσθητα είχε εθιστεί ν’ αντικρίζει ως τόπο ανεκπλήρωτων πό θων μιας βαθυστόχαστης διάνοιας, ταγμένης ολόκληρης στη διακονία του ανέκφραστου, το αληθές του έργου παραμένει ανέπαφο, και η προσφορά του ακέραιη· ό,τι βαθύτερα στοχά στηκε και μας κληρονόμησε ο Σολωμός, είναι η ανυποψίαστη αυτοτέλεια των στίχων του, οι μυ στικοί γάμοι των νοημάτων και των λέξεων, το ά π ε ιρ α δ ια σ τε λ λ ό μ ε ν ο σ ύ μ π α ν του λόγου. Ο ίδιος ο όρος «στοχασμοί», όπως σωστά τον διαισθάνθηκε αλλά σχεδόν μονοσήμαντα καθιέ ρωσε ο Πολυλάς για τα τρία σχεδιάσματα των Ελεύθερων Πολιορκισμένων, μελέτες, στοχα σμοί, νοήματα, ψυχή ενός ακρωτηριασμένου σώ ματος, καλύπτει στην πραγματικότητα ένα εξαι ρετικά ετερόκλιτο σύνολο σημειώσεων και επί μονων καθώς και άτακτων επεξεργασιών στίχων που αφορούν την περίοδο κατά την οποία ο Σο λωμός καταγινόταν με τη σύνθεση ενός τελείου υπερτελείου μάλιστα - ποιήματος, με αρχή, μέση και τέλος, περιεχόμενο ηρωικο-χριστιανικό και διεκδικήσεις απόλυτης νοηματικής πληρότητας. Με τον τρόπο αυτό διαβάζουμε: - Della Grecia (gran Patria) si parli nel Principio nel Mezzo nella Fine. (AE 480 A13-14) - La figura della Grecia sia nel Principio indiretta, nella mente dei guerrieri - nel Mezzo meno indiretta, solo nella fine venga esposta agli occhi
αφιερωμα/81 (Α Ε 481 20-22) - (escano qui le Donne per la prim a e l’ultima volta. Perche il Poema deve esser Eroico Cristiano. (A E 417 Bl-4) - Principio Mezzo e Fine. Si o pen Continuamente per la Sostanza, senza la interruzione ne me mo d’una parola, Sostanza che viene espressa da un graduato Mondo di azioni, di pensieri, di sentim enti, di parole, di gesti varj della persona. (A E 48116-19) - Για την Ελλάδα (τρανή Π ατρίδα) ας γίνει λό γο ς στην Αρχή στη Μέση στο Τέλος. (Α Ε 480 Α13-14) - Η μορφή της Ελλάδας ας είναι στην Αρχή έμ μεση, στο νου των πολεμιστών - στη Μέση λιγό τερο έμμεση, μόνο στο τέλος ας φανερωθεί στο βλέμμα (Α Ε 481 20-22) - (ας βγαίνουν εδώ οι Γυναίκες για την πρώτη και τελευταία φορά. Γιατί το Π οίημα πρέπει ν α είναι Η ρωικό Χ ριστιανικό. (Α Ε 417 Β1-4) - Α ρχή Μέση και Τέλος. Α ς ενεργείς Δ ιαρκώ ς για την Ο υσία, χωρίς τη διακοπή ούτε καν μιας λέξης, Ο υσία που εκφράζεται α πό ένα δια β α θ μισμένο Κόσμο πράξεω ν, σκέψεων, αισθημά τω ν, λόγων, διάφορω ν χειρονομιών του ατό μου. (Α Ε 481 16-19)
Στις τρεις μεγάλες αρθρώσεις του έργου θα μορφοπο ιούνταν ενότητες λυρικές, δραματικές και επικές, κατά πάσα πιθανότητα μ’ αυτή τη σειρά: - Bada se torna il tripartire tutto il Poema in
L .D . ed Ep. Bada di esser assai parco nel corso del P. dei segni esterni del loro consumarsi (o forse astenersene) e solo manifestarli nell’Epopea. (A E 477 20-23) - Κοίταξε αν στέκει να διανείμεις όλο το Π οίη μα στα τρία σε Λ < υ ρ ικ ό > Δ < ρα μ α τικ ό > και Ε π < ικ ό > . Π ρόσεξε να συγκρατηθείς όσο εξε λίσσεται το Π < ο ίη μ α > για τα εξωτερικά σημά δ ια της φθοράς τους (ή ίσως να μη γίνει καμμία νύξη γ ι’ αυτά) και μονάχα να τα φανερώσεις στην Ε πο π ο ιία . (Α Ε 477 20-23).
Τα διάσπαρτα μέσα σε τέτοιες σημειώσεις δί στιχα, όπως και άλλοι αζευγάρωτοι στίχοι, μας επιτρέπουν ν’ αναγνωρίσουμε τις περιπέτειες της σύνθεσης του Β' σχεδιάσματος των Ελεύθερων Πολιορκισμένων. Οι σε πεζό ιταλικό λόγο οδη γίες για το περιεχόμενο και το νόημα των capitoli <ενοτήτων> του ποιήματος και της ψυχολογίας των χαρακτήρων που σ’ αυτό θα εμφανίζονταν, αποτελούν μια πρόσθετη μαρτυρία. Οι σημειώ σεις από μελέτες (στα ιταλικά ή στα γαλλικά), που έκανε παράλληλα ο Σολωμός, και που κατέ γραφε στα ίδια φύλλα, είτε αντιγράφοντας πρό χειρα, είτε κάνοντας δικές του περιλήψεις, εν μέρει είναι στενά συνυφασμένες με τους θεωρητι κούς προβληματισμούς του για την πληρότητα του ποιήματος του, κι εν μέρει ενδέχεται να είναι τυχαία αναγνώσματα. Οι πηγές τους, απ’ όσο ξέρω, δεν έχουν ακόμη ταυτιστεί με ακρίβεια, ή και διόλου, σε αρκετές περιπτώσεις, γι’ αυτό και είναι ακόμη νωρίς να προχωρήσουμε στην ποιο τική αποτίμηση των πιθανόν αυθεντικών στοχα-
Ο ποιητής και ο μελοποιός τον Εθνικού Ύμνον
ΙΝΝΟ NAZIONALE GRECQ rtusica KManmo
feesia J) 5df>m λ
iferi fc flta * 4 *
# d
• V t f f l l? I ? i y | ■»*
I 'f ' i ;TskGs&tp&Jd
:m * W
% ? o rd o
di <%nte.
82/αφιερωμα σμών που τις περιβάλλουν. Γεγονός είναι πως κύριο χαρακτηριστικό όλων τους προβάλλει η προχειρότητα της διατύπωσης, η υψηλή ελλειπτικότητα της σύνταξης, σημάδια όχι κάποιας υποτιθέμενης ανικανότητας στη συγκρότηση της σκέψης και τη συνακόλουθη εκφορά της, αλλά του αυστηρά για ιδιωτική χρήση προορισμού τους.. Η ίδια η ανάπτυξη του περιεχομένου των ενο τήτων, άλλοτε συνοπτική κι άλλοτε ακριβές προσχεδίασμα - στα ιταλικά, κάποτε και με πα ρεμβολές στα ελληνικά, με ήδη στιχουργημένο υλικό - κι ακολουθώντας αλλού το αφηγηματικό κι αλλού το δραματικό σχήμα, προσφέρει προ πάντων τη μαρτυρία της για τα εξελικτικά στά δια της κυοφορίας του όλου και των μερών του συνθέματος, και τις συνεχείς αλληλεπιδράσεις τους. Αυτό το βιολογικό εργαστήριο όπου το πρωταρχικό κύτταρο, η ποιητική ιδέα του συνό λου - αδιαίρετο περιεχόμενο και μορφή, το ποίημα το ίδιο - προσπαθεί να πολλαπλασιάσει τον εαυτό του, δημιουργώντας έναν ζωντανό ορ γανισμό πολύπλοκο και ταυτόχρονα ενιαίο, εί ναι ουσιαστικά το μέλημα των σολωμικών χειρο γράφων του Β' σχεδιάσματος: - II tuono fondamentale tenga fermo il centre profondo della Nazionalita, e si sollevi perpendicolarmente ed allargandosi nel grado il Pensiero della Poesia per il quale e composta. (A E 474 A 13-17) - Ο βασικός τόνος <το υ ποιήματος> ας εμμέ νει στο βαθύ κέντρο της Εθνικότητας, και ας υψώνεται κατακόρυφα και βαθμιαία διευρυνόμενος ο στοχασμός του Π οιήματος για τον οποίο αυτό έχει συντεθεί. (Α Ε 474 A 13-17)
εριχαρακωμένος μέσα στο θάλαμο αυτό ο Σολωμός κατεργάζεται την αλχημεία του λόγου του, κάποτε με τυχαίες διασταυρώσεις κυττάρων, και σε υστερότερα στάδια με την προσπάθεια να καταστρωθεί μια φιλόδοξη στρα τηγική, καλώντας το πνεύμα του σε συνεχή εγρή γορση ώστε να συγκεντρωθούν όλες οι ιδεώδεις συνθήκες για την επιτυχία του πειράματος. Προσχεδιάσματα, επεξεργασίες της μορφής, αποτυχίες, έλεγχος των αδυναμιών και προσφυ γή σ’ όποια νέα δύναμη θα μπορούσε να συμπράξει στην επιτυχία του επόμενου πειράμα τος, όλ’ αυτά, συχνά χωρίς διάκριση, σε παρά δοξες εμπλοκές, επιστρατεύονται για το μεγάλο σκοπό. Η κατάδειξη της υπολανθάνουσας συνο χής του πειράματος στα διαφορετικά στάδιά του, αποτελεί ένα από τα αιτήματα της σολωμι κής έρευνας, κι είναι έργο της κριτικής των κει μένων να επιβάλει τη δική της τάξη, και την απαραίτητη ερμηνεία, στις σκόρπιες καταγραφές που συνιστούν το συναρπαστικό ημερολόγιο της σύνθεσης των Ελεύθερων Πολιορκισμένων, στη δεύτερη φάση της σύλληψής τους. Νέοι ορίζο
Π
ντες μπορούν επίσης να διαγραφούν για προσεγ γίσεις όπως π.χ. αυτή της ψυχογλωσσολογίας, ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, κατά τη γνώμη μου, εξαιτίας της ριζικής και συχνά αμήχανης δι γλωσσίας του Σολωμού. Οι συγκρίσεις πάλι που θα γίνουν με την πρώ τη και την τρίτη, τελειωτική αλλά ανολοκλήρωτη και εγκαταλειμμένη φάση της σύνολης προσπά θειας, θα μπορέσουν να σημασιοδοτήσουν μία από τις πιο συγκλονιστικές περιπέτειες στην ιστορία της λογοτεχνίας μας· την αναζήτηση όχι τόσο της σύνθεσης ενός συγκεκριμένου ποιήμα τος - Το Χρέος, Το Μεσολόγγι, Οι Ελεύθεροι Πολιορκισμένοι, ή ό,τι άλλο - αλλά της ίδιας της άρθρωσης του ποιητικού λόγου. Από τα σολωμι κά χειρόγραφα που σχετίζονται με την εκπόνηση του Β' σχεδιάσματος, συνάγεται η εντύπωση - κι όχι το συμπέρασμα όσο δεν έχει γίνει η σχολα στική καταμέτρηση των μεγεθών - μιας βαθύτα της κρίσης που συνεπαίρνει τον ποιητή, ταυτό χρονα θεωρητικά, διανοητικά, όπου παραμονεύ ει ο κίνδυνος να παραλύσει η πράξη, η ίδια η γρο.φή, και δημιουργικά, όσο οι στριμωγμένες ποιητικές μορφές που μυστηριακά πληθαίνουν στο αίσθημα και στη φαντασία, και χάρη στη δι κή τους δύναμη, συγκρούονται με την παντοδυ ναμία του πάντα προς το σύστημα τείνοντος νου. Φύση διόλου συστηματική ο Σολωμός, και με πλήρη επίγνωση του πράγματος, στάθηκε σ’ όλο το έργο του δέσμιος της τραγικής αυτής αντινο μίας, μαγνητισμένος από το όραμα της απόλυτης αρμονίας του σύμπαντος κόσμου και τους χάους της ιστορίας. Φύση από την άλλη βαθύτατα ηθι κή, και με πρότυπο στην ουσία του θεολογικό χριστιανικό, άρα απόλυτα ιεραρχικό, με εμμονή έστρεψε το νου του προς το μέγα μυστήριο της ενσάρκωσης του λόγου, και αυτό προσπάθησε να μεταφέρει και να βιώσει στην τέχνη του. Με τον τρόπο αυτό η Τέχνη (τα κεφαλαία βρίθουν στα χειρόγραφα), δεν μπορούσε να έχει άλλη απο στολή από την Αλήθεια (την απόλυτη βέβαια), και να εξυμνεί άλλο από την ανάπτυξη της μετα φυσικής σε φυσική (βλ. και ΑΕ 425 A 20: - Cost la metafisica e fatta fisica. - < Έτσι η μεταφυσική έχει γίνει φυσική>), και η ποίηση θεωρία, μπορούμε να συμπληρώσουμε, θέαση του μυστη ρίου αυτού, και ο ποιητικός λόγος κατά συνέ πεια η αποκάλυψή του. Μέσα στο ολικό, και γι’ αυτό τέλειο και κλει στό αυτό σχήμα παγιδεύτηκε η ποιητική πράξη του Σολωμού με πείσμα και διάρκεια: - Stava la M adre natura etc. e l’arte si pose da osservarla, e inebbriata le danzava d ’intorno: ripercotevano— Meglio έ fare l’arte taciturna sta adorando la natura E d esso come per premio dell’amor suo [suo] di lei, alia Danza si pone (splendori di quella danza ove concorrono armonica
αφιερωμα/83
84/αφιερωμα il Cielo la terra ed il M are— Quella forma ripercosse nella monte dell’arte e fatto dono a Mortuli (Pensa). In quella danza si pensi E d essa (La Natura) premio del lungo amor nuda si pose [a danzare] A danzarle davanti [E per gli occhi splendea piu forte all’ alma] - Στεκόταν η Μητέρα φύση κ.λπ. και η τέχνη βάλθηκε να την παρατηρεί, και μεθυσμένη γύ ρω της χόρευε: σε αντανάκλαση... Καλύτερα είναι να κάνεις την τέχνη σιωπηλή σε στάση λατρείας προς τη φύση Κι αυτή σαν γ ια ν’ αμείψει την αγάπη της [της] της δική της, α ρχίζει να Χ ορεύει (θάμβη του χορού αυτού όπου συντρέχουν α ρ μ ονι< κά > ο Ο υρανός η γη και η θάλασσα— Η μορφή εκείνη σε αντανάκλαση στο νου της τέχνης και προσφορά στους θνητούς (Σκέψου). Στο χορό εκείνο α ς γίνει στοχασμός ★ Κι αυτή (Η Φύση) έπαθλο του μακρόχρο νου έρωτα γυμνή βάλθηκε [να χορεύει] Ν α χορεύει μπροστά της [Και διαμέσου των ματιών καταύγαζε πιο δυ νατά στην ψυχή] (Α Ε 308 1-15)
Από την άποψη αυτή οι στοχασμοί για το ποίη μα μέσα στο έργο λειτούργησαν άλλοτε ως τρο χοπέδη κι άλλοτε ως καταλύτης των δυνατοτή των της σολωμικής ποίησης, ένα είδος διανοητι κού Κρόνου που αδιάκοπα γεννά κι αδιάκοπα καταβροχθίζει τα τέκνα του, καθώς δεν επιδέχε ται καμιά αμφισβήτηση της αυταρχικής κυριαρ χίας του, αποκλείοντας έτσι την ανάπτυξη άλλων αυτοτελών υπάρξεων. Το-πλέγμα των αντικρουομένων αυτών δυνάμεων είναι ιδιαίτερα εμ φανές, ή τουλάχιστον έχουμε την ευκαιρία να το παρακολουθήσουμε, μέσα στα χειρόγραφα που αντιστοιχούν στη δεύτερη μακρά περίοδο επε ξεργασίας των Ελεύθερων Πολιορκισμένων. Ήδη στην τρίτη συνθετική προσπάθεια είναι η ποιητική μορφή που δουλεύεται περίτεχνα, ενώ η επιτακτική απαίτηση της ολότητας φαίνεται να έχει αισθητά υποχωρήσει. Κι όταν αργότερα ,ο Σολωμός σημειώνει στα χειρόγραφα της τελευταίας του δημιουργικής δε καετίας: - A pprofittare dei versi sparsi altrove per i Liberi Assediati «nel Coro» «Le mie viscere e il mare non «si quietano mai». «Molti sono le vie della mente. Qui la visione dell’Ultim o giorno e del canto del Patriarca, 0 altra cosa «τοσ’ αςτρα δεν εγνόρισε ο τιρβαθος εθε----(Α Ε 571 Α Α αρ. 48c, Β1-8) - Ν α επωφεληθείς από τους στίχους που είναι σκορπισμένοι
αλλού για τους Ελεύθερους Πολιορκισμένους «στο Χορικό» «Τα σπλάχνα μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν». «Πολλοί ’να ι οι δρόμοι π ό ’χει ο νους. Εδώ το όραμα της τελευταίας ημέρας κ αι του άσματος του Πατριάρχη, ή κάτι άλλο «τόσ’ άστρα δεν εγνώρισε ο τρίσβαθος α ιθ έ< ρ α ς> (Α Ε 571, Α Α αρ. 48c Β 1-8),
ανάγκη είναι να διαπιστώσουμε πως η ιδέα του . ολικού ποιήματος, για όσον αφορά τους Ελεύθε ρους Πολιορκισμένους, έχει εγκαταλειφθεί, αλλά οι στίχοι των επί μέρους θεμάτων έχουν αποκτή σει μιαν αυθυπαρξία που τους επιτρέπει ελεύθε ρα να ταξιδέψουν και να προσδώσουν νόημα και κάλλος σε άλλες, άσχετες με τη δική τους γένεση ποιητικές συνθέσεις· οι στίχοι των Ελεύθερων Πολιορκισμένων αδιάφορα, όμως αυτούσιοι, μπορούν να μεταφερθούν στο ποίημα Ο Πορφύ ρας (ή Χορικό; Χορός;), ή και σε άπειρους άλ λους συνδυασμούς, πράγμα που σημαίνει πως η ποιητική μορφή διαχέεται σ’ ένα ευρύτερο σύμπαν απ’ αυτό της ιδέας που τη γέννησε, χωρίς να πρέπει πια σ’ αυτήν απαραίτητα να επιστρέ φει. Το παρελθόν της τείνει τώρα να γίνει εγγύη ση για το μέλλον της, σ’ ένα νέο γλωσσικό σύμπαν με άπειρες δυνατότητες, κι όχι μια αμήχα νη σύσπαση της ολικής σκέψης, του μυστηρίου που την έφερε στην ύπαρξη. Παρόμοια στροφή της αισθητικής αντίληψης, που προσεγγίζει αυτήν του ρομαντικού ατελούς ποιήματος, δεν φαίνεται να στάθηκε ριζικά αποδεσμευτική για τις δημιουργικές δυνάμεις του Σολωμού· οι περισσότερες συνθέσεις του παρέμειναν ανολοκλήρωτες, κερδίζοντας όμως στο χώρο της πολυκεντρικής έκφρασης ό,τι έχαναν στο πεδίο της ομοκεντρικής νόησης. Όσο για τον εγελειανό ή ακόμη προρομαντικό ή ρομαντι κό τόνο των σολωμικών σημειωμάτων που συμ βαδίζουν με τη δεύτερη γραφή των Ελεύθερων Πολιορκισμένων, αν κανείς τον εξετάσει απο κομμένο από το προγενέστερο και μεταγενέστερο έργο, πιθανόν να οδηγηθεί σε σφαλερή υπερτί μηση των πνευματικών ρευμάτων της εποχής πά νω σ’ αυτό που αόριστα έως σήμερα αποκαλούμε «ποιητική» του Σολωμού· εξίσου σφαλερή θα ήταν και η άκρα υποτίμησή του. Γεγονός είναι πως ο ποιητής, υπό αυτήν την ιδιότητα, και όχι ως στοχαστής - που δεν σημαίνει πως παύει έτσι να είναι σκεπτόμενος άνθρωπος - χρησιμοποιεί τη γλώσσα και τις έννοιες της εποχής του, την οποία θρέφουν ταυτόχρονα η κληρονομιά του νεοκλασικισμού και η εν τω γίγνεσθαι εποποιία του ρομαντισμού, για να έμβαθύνει το δικό τους νόημα της τέχνης, και σε τελευταία ανάλυση, την ακατανίκητη ροπή της φύσης του στην καλλιτε χνική δημιουργία, την πραγμάτωση της δικής του τέχνης του λόγου.
αφιερωμα/85
Β α ρ β ά ρ α Κ α λ ο γ ε ρ ο π ο ύ λ ο υ -Μ ε τ α λ λ η ν ο ύ
Η Ελευθερία και ο Εθνικός Ποιητής. Σχεδίασμα σύγχρο νον καλλιτέχνη, για τις νίκες του ελληνι κού στρατού 1912-
Δρ. Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωϋάτος
Κεφαλονίτες φίλοι και θαυμαστές του Δ. Σολωμού 1. «Ο Σολωμός είναι ο άνθρωπος και ο ποιητής, που ερμηνεύτηκε και σχο λιάστηκε περισσότερο από κάθε άλλον νεοέλληνα. Η ζωή του και το έργο του αποτέλεσαν το πιο επίμαχο και ανεξάντλητο θέμα της κριτικής...». Π αρ’ όλα αυτά «ο Σολωμός είναι η υορφή, που γυρεύει ακατάπαυστα την ολοκλήρωσή της στη συνείδησή μας». Η διαπίστωση αυτή του ειδικού στο Σολωμικό έργο Ντίνου Κονόμου, παρόλο που έγινε στα 1948, μπορούμε ανεπιφύλακτα να δεχθούμε, ότι ισχύει ακόμη και σήμερα.
86/αφιερωμα νώ ο εθνικός μας Ποιητής, μια απ’ τις εκλε κτότερες μορφές, που γέννησαν οι αιώνες, γίνεται όλο και περισσότερο γνωστός, με την επισήμανση και νέων στοιχείων γύρω από την προσωπικότητα και το έργο του, δεν παύουν να αναφύονται όλο και νέα δισεπίλυτα προβλήματα στην ερμηνευτική προσέγγισή του. Στην περί πτωση του Σολωμού υπάρχει κάποιο «δυσθήρατο» βάθος, που προκαλεί συνεχώς δημιουργικά τη φιλολογική επιστήμη και την κριτική. Δεν πρέπει βέβαια, να παραθεωρηθεί και η παρα μόρφωση, που δέχεται το πρόσωπο του Σολω μού, από ηθελημένες ή και αθέλητες παρερμη νείες, γιατί συχνά οι κρίσεις γι’ αυτόν όχι μόνο ποικίλλουν, αλλά και αλληλοαναιρούνται, αφού καθορίζονται αναπόφευκτα από το αυτονόητο Vor-verstandnis των κριτών του. Γι’ αυτό μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους η άποψη του Ανδρέα Καραντώνη, κατά την οποία «ο,τιδήποτε μπορεί να μας ξανασυνδέσει δημιουργικά με τον Σολωμό, πρέπει να το χρησιμοποιούμε. Κάθε τι που είναι σχετικό με το έργο του, φιλικές και επικαιρικές μαρτυρίες, τεκμήρια καινούρια, απόψεις νέες, πρέπει να μας ξανακερδίσουν το ενδιαφέρον».2 Μικρή συμβολή στην προσπάθεια για μια παρόμοια αναπροσέγγιση του Δ. Σολω μού αποτελεί το μελέτημα αυτό, στο οποίο αξιοποιούνται γνωστές και λίγο προσεγμένες, αλλά και άγνωστες ακόμη μαρτυρίες επώνυμων Κεφαλονιτών για τον Ποιητή, οι οποίες φωτίζουν τον χαρακτήρα του και αποτιμούν τη σημασία του στο φιλολογικό στερέωμα του Νεώτερου Ελληνι σμού. Ο Σολωμός είχε σχέσεις με Κεφαλονίτες, τους οποίους γνώρισε στην Κέρκυρα. Με κάποιους μάλιστα από αυτούς συνδέθηκε με στενή φιλία, αφήνοντας να φανεί ο εσωτερικός του κόσμος στις διαπροσωπικές του σχέσεις, ώστε οι μαρτυ ρίες τους γι’ αυτόν να είναι πολύτιμες για ένα πληρέστερο χαρακτηρισμό του Ποιητή. Αν ληφθεί, μάλιστα, υπόψη η μόνιμα υποβόσκουσα αντίθεση Κεφαλονιτών και Ζακυνθινών, ριζωμέ νη μέσα σε παλαιότερους ιστορικούς ανταγωνι σμούς και συγκυρίες,4 κάθε επαινετικός τους λό γος για τον Ζακυνθινό φίλο τους προσλαμβάνει ιδιαίτερη σημασία. 2. Το Νοέμβριο του 1828 ο Σολωμός εγκατα στάθηκε στην Κέρκυρα,5 την πρωτεύουσα του Ιονίου Κράτους, όχι μόνο για να βρει ένα περι βάλλον, που θα του εξασφάλιζε μεγαλύτερη πνευματική ζωή και δημιουργικές αφορμές, αλ λά και για να βρει ηρεμία μακριά από πρόσωπα και καταστάσεις, που είχαν γίνει γι’ αυτόν ανυ πόφορα στην Ζάκυνθο.6 Στην Κέρκυρα έγινε δε κτός με τιμές από όλο τον πνευματικό της κόσμο και μάλιστα τους Καθηγητές της Ιονίου Ακαδη μίας. Με κάποιους απ’ αυτούς θα συνδεθεί φιλι κά και θα αποτελέσουν τον κύκλο του, όσο ήταν
Ε
βέβαια δυνατό να δοθεί σε κάποιο κύκλο ο μόνι μα αναζητητής της μόνωσης Ποιητής. Ανάμεσά τους και ο Κεφαλονίτης ιερομόναχος και θεολό γος, Κωνσταντίνος Τυπάλδος-Ιακωβάτος (17951867),7 σχεδόν συνομήλικος του Σολωμού, που και αυτός μόλις το Γενάρη του 1826 είχε εγκατα σταθεί στην Κέρκυρα,8 παίρνοντας τη θέση του Καθηγητή της Θεολογίας στην Ιόνιο Ακαδημία. Από το οργανωμένο σήμερα Αρχείο των Αδελ φών Τυπάλδων - Ιακωβάτων (Α.Τ.Ι.) στο Λη ξούρι της Κεφαλονιάς μαθαίνουμε, ότι μια στενή και μακρόχρονη φιλία συνέδεσε τον «Παπά» και τους νεότερους αδελφούς του9 Νικόλαο (1800 μετά το 1885), Χαραλάμπη (1810-1888) και Γεώργιο (1813-1882)10 με το Σολωμό, της οποίας τα ίχνη μπορούμε να παρακολουθήσουμε μέχρι το θάνατό του (1857). Οι αδελφοί Ιακωβάτοι ήταν άνθρωποι των γραμμάτων με έντονα φιλο λογικά ενδιαφέροντα. Καθηγητής του Ιονίου Πανεπιστημίου (1826-1839) ο Κωνσταντίνος και πρώτος Σχολάρχης της Θεολογικής Σχολής Χάλ κης (1844-1864), σπουδαστής της Νομικής ο Νι κόλαος και ο Γεώργιος, και κατόπιν πολιτικοί διακεκριμένοι· σπουδαστής της Ιατρικής και στη συνέχεια επιφανής γιατρός και πολιτικός ο Χα ραλάμπης. Στην οικογενειακή τους αλληλογρα φία εξέχουσα θέση καταλαμβάνει ο Σολωμός, ο Ποιητής και φίλος τους. Σ’ αυτόν τον κύκλο ανήκε και ο μαθηματικός, μαθητής του Κωνστα ντίνου στο Ιεροσπουδαστήριο της Ακαδημίας και Καθηγητής της αργότερα, Κεφαλονίτης και αυτός, ο Ιωάννης Κουντούρης (f μετά το 1852),11 η αλληλογραφία του οποίου με τους Ιακωβάτους αποτελεί επίσης σημαντική πηγή για το θέμα μας. 3. Η ένταση και το βάθος της φιλίας Σολωμο - Ιακωβάτων αναδύεται από τα ίδια τα κείμενα, τεκμηριούμενη από την ανάμειξη του Ποιητή και σε καθαρά οικογενειακές τους υποθέσεις και την ανυπόκριτη συμμετοχή του στα προβλήματα και τις αγωνίες τους.12 Στη σχέση του με τα πρόσω πα αυτά, συνδεόμενα μεταξύ τους με υποδειγμα τική αγάπη και αφοσίωση, ο Σολωμός ξεπερνούσε κάθε τυπικότητα, βρίσκοντας αληθινά το «οι κογενειακό» περιβάλλον, που τόσο του έλειπε στη δική του ζωή και ακόμη περισσότερο στην «αυτοεξορία» του. Ο Κ. Τυπάλδος, ο «Παπάς» της αλληλογραφίας, ήταν ο άλλος μετά τον Σο λωμό πόλος στη σχέση Σολωμού - Ιακωβάτων. Φίλος δικός του έγινε πρώτα ο Σολωμός και μέ σω αυτού γνώρισε και τους άλλους. Σ’ αντίθεση με άλλους «σχολαστικούς» καθηγητές, που σατίριζε ο Ποιητής,13 πρέπει γρήγορα η έντονα θρη σκευτική φύση του,14 να ξεχώρισε τον καλλιερ γημένο καλλιτεχνικά και φιλολογικά, αλλά και βαθιά παραδοσιακό Ιερομόναχο Κωνσταντίνο. Στο περιβάλλον των Ιακωβάτων μπορούσε ο Σο λωμός να αναπνέει τον καθαρό αέρα της ορθό-
αφιερωμα/87 δοξης παράδοσης και εκκλησιαστικότητας. Οι Ιακωβάτοι γνώριζαν καλά την αγάπη του Σολωμού γι’ αυτούς, γιατί αποδεικνυόταν σε κρίσιμες στιγμές της ζωής τους, όπως λ.χ. μετά την απόλυση του «Παπά» από την Ακαδημία (1839) και την εξορία του (Ιανουάριο 1840). Θύ μα της Αγγλοκρατίας και ιδιαίτερα της καχυπο ψίας του Αρμοστή Η. Douglas (1835-41),15 ο Κωνσταντίνος είχε καταφύγει στην ιδιαίτερή του πατρίδα, αλλά αργότερα θα σταλεί στην εξορία, θεωρούμενος μέλος της «Φιλορθοδόξου Εται ρείας». 6 Τον Ιούλιο του 1840, σύμφωνα με την ταχυδρομική σφραγίδα,17 ο Σολωμός στέλνει στον Κωνσταντίνο Τυπάλδο το ακόλουθο ιδιό χειρο γράμμα, που δεν έχει ούτε προσφώνηση, ούτε χρονολογία. «Tra le tante stranezze della fortuna, non vi spiccia sapere che quei libri del Conduri arrivarono al Z ante solamente ora. M a, poiche per distinguerli, mi si chiede una nota di essi, mi pigliai la liberty di scrivere a mio fratello che Voi avreste la bontii di mandargliele con questo vapore. Sono catalogati in una delle lettere che vi scrisse il Conduri. Perdonate se vi ho disturbato con questa inezia. Io spero che avrete finalmente in casa vostra la pace, e che la Provvidenza vi mandera la felicita e la gloria con tutta la pienezza della sua bontd. Raccomandatemi alia Madre vostra p er la sua benedizione, e salutatem i il mio Jorgo, e gli altri fratelli. Vi bacio le mani e sono Servitore ed amico D . Solom6s»
ποφεύγοντας εδώ τον ευρύτερο σχολιασμό του σπουδαίου αυτού γράμματος, πιστεύ ουμε ότι δεν απομακρυνόμαστε από την αλήθεια, δεχόμενοι ότι με αυτό ο Σολωμός βρίσκει την ευ καιρία να επικοινωνήσει με τον (εξόριστο τότε στις Στροφάδες) Κωνσταντίνο Τυπάλδο - Ιακωβάτο. Δεν είναι δυνατό να δεχθούμε, ότι ο Σο λωμός αγνοούσε την εξορία του Κωνσταντίνου. Ίσως όμως να πίστευε, ότι είχαν τελεσφορήσει οι ενέργειες των αδελφών του για την απελευθέ ρωσή του18 και ότι τώρα βρισκόταν στην Κεφαλονιά. Γεγονός πάντως είναι, ότι παίρνει κά ποιες προφυλάξεις (η διεύθυνση με άλλο χέρι). Το γράμμα όμως αναφέρεται στην περιπέτεια του Τυπάλδου, στην οποία ο Ποιητής θέλει να δείξει, ότι συμμετέχει. Αυτό φανερώνει η αρχή του γράμματος: «Μέσα στα άλλα παράξενα της τύχης», όπως και το υπογραμμισμένο από μας τμήμα του, που περιέχει σαφείς υπαινιγμούς για τον διωγμό του Κωνσταντίνου. Η αναφορά στα βιβλία, που έστειλε ο Κουντούρης,19 είναι το γε γονός, που χρησιμοποιεί ο Ποιητής, για να δη λώσει την παρουσία του δίπλα στον ταλαιπω ρούμενο Κωνσταντίνο. Μια παρουσία, που θα φανεί μεγαλόπρεπα, όταν ο ελεύθερος πια «Πα πάς» θα επισκεφθεί την Κέρκυρα. «Σε χαιρετά καταπολλά ο φίλος μας Κόντες Δ. Σολομός» - γράφει ο Χαραλάμπης στο Γεώργιο μετά την επιστροφή του Παπά από την εξορία. Και συνεχίζει: «Ο Κόντες εγέμισε τον Παπά από περιποιήσεις και ευχαρίστησες εις την ελευθέρωσίν του. Ως και εδώ ( = στην Πάτρα) ηθέλησε να στείλη γλυκά, δια να χαρούμε όλοι μας. Αυτός είναι τω όντι ειλικρινής φίλος».20 Στο γράμμα υπάρχει και η ιδιόχειρη επιβεβαίωση του ίδιου του Κωνσταντίνου: «Φρόντισαι - στο Γεώργιο αναφέρεται η προτροπή - δια τα ζητούμενα τρα γούδια του Σολομού μ α ς». Σ’ αυτή τη μονοσύλ λαβη αντωνυμία κλείνεται όλο το βάθος και η ένταση των αισθημάτων. Όπως θα δούμε και παρακάτω σ’ άλλη περίπτωση, ο Σολωμός ήταν για τους Ιακωβάτους ο μοναδικός και ανυπέρ βλητος, όχι μόνο φίλος, αλλά και Ποιητής. Σ’ αυτή δε την συνάρτηση ανήκει ένα απόσπασμα ανέκδοτου γράμματος του Ιωάννη Πετριτζόπουλου21 προς τον Νικόλαο Ιακωβάτο (1842) εύ γλωττο δείγμα της αγάπης του Σολωμού για τον Ιίΐαπά:
Α
- dual φ ιλ ώ t a
φΟ,οζ
Στη σελ. 4 σημειώνεται με άλλο χέρι: Al Reverendissimo Sacromonaco Constantino Tipaldo, Cefalonia'.
88/αφιερωμα «’Εγώ σάς έλεγα μέ τό πρώ τον μου γράμμα δτι ή έλπίς όλων τών φίλων μας ήτον νά τόν άπολαύσωμεν κα ί πάλιν, κα ί δτι άνοικταϊς ταϊς άγκάλαις τόν περιμένομεν, άλλά χρεωστώ τώρα νά σάς εΐπω, δτι είμαι επιφορτισμένος ά πό ένα φίλον του κα ί φίλον μου (τόν όποιον δέν ήμπορώ νά δνοματίσω, επειδή έν όνόματι Κυρίου μέ έξόρκισε, ήμπορώ δμως νά σάς τόν χαρακτηρί σω, διά νά τόν μαντεύσετε) νά σάς γράψω νά μήν έλθή διά την ώραν είς Κορυφούς. Ό φίλος εχει πνεύμα πολλά ζωηρόν, περιφέρεται συχνάκις είς την πλατείαν άπέναντι τής οικίας μου, είναι καί πλούσιος κα ί έντιμος, νησιώτης, δχι δμως κερκυραϊος. Τόν μαντεύετε β έβ α ια » .____
[Πρώοφερα τα σεβάσματα και (τους) χαι^ετισμούς σας στον Κόντε Σολωμό και τον Καθηγη τή Vidal. Και από τους δύο έγιναν δεκτά τέλος πάντων. Και ω! με πόση εγκαρδιότητα τα δέ χτηκε ο Κύριος Κόντες. Δείχνω την έντονη χα ρά να αγαπιέμαι από τέτοιον άνθρω πο. Α υτός μας α γαπά όλους. Γι’ αυτό δε θα μπορούσα να σας δώσω μεγαλύτερη απόδειξη, από αυτή τού των των γραμμών, γραμμένων από το χέρι του σ’ αυτό το φύλλο, που τις έβαλα με αίτησή του. Ε ίναι αρκετά όμορφη η απόλαυση της εύνοιάς του». Και η σημείωση του ποιητή: «Σας εύχεται κάθε καλύτερη ευτυχία και σας χαιρετά ο πιο αφοσιωμένος σας φίλος. Δ. Σολωμός»].
Δεν είναι, φυσικά, δύσκολο να διακρίνει κα Ενώ η φιλία Σολωμού-Κωνσταντίνου στηριζό νείς στην περιγραφή την σιλουέτα του Σολωμού. ταν σε μια αμοιβαιότητα σεβασμού και εκτίμη Το σημαντικό όμως είναι, ότι το γράμμα γρά σης, η φιλία του Ποιητή με το νεαρό Γεώργιο εί φθηκε στις 9/21 Νοεμβρίου 1842, ένα μήνα δηλα χε μια τρυφερότερη εγκαρδιότητα, ριζωμένη στο δή μετά την εκλογή του Κωνσταντίνου σε αρχιε κοινό ενδιαφέρον και των δύο για την Ποίηση. πίσκοπο Κεφαλληνίας και την αυθαίρετη ακύ Όλες οι μαρτυρίες για την αμοιβαία σχέση Σο ρωσή της από την Αρμοστεία. Ο Σολωμός φρο λωμού και Γεωργίου δείχνουν έντονη εσωτερικήντίζει να προστατεύσει το φίλο του, γνωρίζοντας πνευματική σχέση. Ίσως, ώς κάποιο σημείο, ο ασφαλώς από τις υψηλές γνωριμίες του τις δια Γεώργιος να αναπληρούσε στο Σολωμό τα μικρόθέσεις της Προστασίας και ασφαλώς και της τερά του αδέλφια. Τι άλλο δείχνει το παραπάνω «Καμαρίλλας» απέναντι του23. «II mio Jorgo» (ο Γιώργος μου!) ακόμη στα 1840; 4. Αλλ’ αυτά δεν είναι τα μόνα τεκμήρια, πουΟ Γεώργιος στην Κέρκυρα ήταν κυριολεκτικά είχαν οι Ιακωβάτοι για τη γνησιότητα της φιλίας «σολωμικός». Η επίδραση δε του Σολωμού, εμ του Σολωμού απέναντι τους. Λίγα χρόνια πριν φανέστατη στο νεανικό του έργο «Ιστορία της (1837) έγραφε ο Κωνσταντίνος στον Γεώργιο, Ιόνιας Ακαδημίας», τελειωμένο στα 1837, θα σπουδαστή στο Παρίσι: «Ό Κόντε Σολομός, αφήσει ίχνη και στην υπόλοιπη σταδιοδρομία Γιώργο μου, σέ χαιρετά μέ άγάπην, μέ φιλίαν του. Η ίδια επίδραση φαίνεται αυτή την εποχή καί μέ σέβας. Έτσι μοϋ είπε νά σέ γράψω καί και στον Κουντούρη, όπως άλλωστε και σε άλ λέγοντάς μου το άναδάκρυσε. Τόν είπα, πώς μου λους νέους σαν τον, επίσης Ληξουριώτη, Ιούλιο έγραψες νά τόν χαιρετήσω άπό μέρους σου, Τυπάλδο, που έμεινε όμως γλωσσικά συνεπέστε οπού μάς άγαπά τόσον, καί ότι ημείς αίσθανόμερα «σολώμικός» απ’ όσο ο Γεώργιος. θα τήν χρείαν νά τόν άγαπώμεν» . Κανείς δε θα Ο Γεώργιος γνώρισε το Σολωμό, έφηβος ακό μπορούσε να αμφισβητήσει την ειλικρίνεια αυτής μη, 15-16 χρονών26. Φύση με έντονη κλίση στα της ομολογίας στην οικογενειακή αλληλογραφία γράμματα και την τέχνη - «ο ποιητής» θα τον των αδελφών, που απλώς επαναλαμβάνει μια ονομάζει, έστω και σκωπτικά, ο Κωνσταντίνος παλαιότερη αυθόρμητη δήλωση του Γεωργίου στην αλληλογραφία του - ένιωσε έντονη έλξη (1834): από τον Σολωμό, που γρήγορα κατέληξε σε βαθύ σεβασμό και απέραντη αφοσίωση, αισθητή σε «Ηο afferto i vostri rispetti e saluti al Conte Soόλους. Αυτό δείχνει μια σημείωση του Κωνστα lomos ed al proffesore Vidal; a tutti e due sono ντίνου σε γράμμα το 1831: «...Ό σκοπός τού Κυ stati sommamente accetti; ed oh! con qual cuore ρίου ( = του Γεωργίου), είναι νά έκδουλεύση il Sr Conte li ha ricevuti. Io provo il vivo piacere di essere amato da tanto uomo; egli ci ama tutti; τόν φ ί λ ο ν του Ποιητήν, τόν περίφημον Σολο di che miglior prova non potrei darvi, che quella μό τόν έκ Ζακύνθου»27. Η συγκυρία έκαμε να di queste linee, scritte di sua mano in questo foσυνδεθούν οι δύο άνδρες ακόμη περισσότερο, glio, che io gli porsi a sua richiesta. £ beilo assai στο πλαίσιο της προσπάθειας του Ποιητή να il godere la sua benevolenza». γνωρίσει καλύτερα τη δημοτική ποίηση. Ο Γεώρ γιος συνέβαλε σ’ αυτήν αποφασιστικά, επιστρα Και στη συνέχεια ακολουθεί η ιδιόγραφη ση τεύοντας τα μέλη όλης της οικογένειας για τη συ μείωση του Ποιητή: γκέντρωση υλικού για το Ίνδαλμά του. Έχει με λετηθεί ήδη διεξοδικά το θέμα2®και δεν θα επε «Vi desidera ogni piu cara felicita e vi saluta il κταθούμε εδώ περισσότερο. Εκτιμούσε τις αρε vostro aff"0 amico. τές του «φίλου» του ο Σολωμός. Είχε διακρίνει τα ιδιαίτερα διανοητικά προσόντα του νεαρού
I
D. Solomos»25
αψιερωμα/89 Κεφαλονίτη και πίστευε στην επιτυχή εξέλιξή του;36 Γεγονός πάντως είναι, ότι δεν μπορούσε του. «Τά σέβη μου στόν κύριο Κόντε - γράφει ο να τον αφήσει ασυγκίνητο η απέραντη αφοσίωση Γεώργιος στον Κωνσταντίνο από το Παρίσι των Ιακωβάτων στη Μάνα τους και ο βαθύς σύν πού δέν παύει νά μοΰ εύχεται πρόοδο σέ κάθε τι δεσμός τους μαζί της. πού άφορά την κατάρτισή μου καί τό καλό τού 6. Ο Σολωμός, με την ευγένεια του χαρακτήρα έθνους μας»25. Και στις 23.1.1838 γράφει ο του και τη λεπτότητα των τρόπων του, ασκούσε Γεώργιος στον Κωνσταντίνο: «Τά σέβη μου στόν έντονη επίδραση στο περιβάλλον του. Ιδιαίτερα κύριο Κόμη. Τό γράμμα σας χωρίς τήν υπογρα είχε μια έκδηλη καλοσύνη, που τον καθιστούσε φή του - μόνο αυτό - μέ άφησε λυπημένο, καί «ίνδαλμα διά τούς, νέους»37. Δεν είναι γι’ αυτό επί τού παρόντος τίποτε δέν μέ παρηγορεϊ τόσο, χωρίς ενδιαφέρον να αναζητηθούν και οι εντυ όσο ή ελπίδα νά διαβάσω σέ σύντομο χρόνο δύο πώσεις, που άφησε η μακρά παρουσία του Σο λέξεις γραμμένες άπό τό χέρι του»30. Ο Γεώρ λωμού στον κύκλο των Ιακωβάτων. γιος, γράφοντας αυτά, αναφέρεται σε συγκεκρι Κατ’ αρχήν είναι από τα παραπάνω φανερή η μένη πρακτική, που ξέρουμε από άλλα γράμμα πίστη όλων τους στην ειλικρίνεια της φιλίας του τα, όπως αυτό της 4.3.1834, όπου, όπως είδαμε, ο Σολωμός σημειώνει λίγες λέξεις με το χέρι του στο γράμμα του Γεωργίου προς τον Νικόλαο και τον Χαραλάμπη. Ανάλογα είναι τα αισθήματα του Κόντε και το 1841 για τον Γεώργιο, όπως ση μειώνει σε γράμμα του ο Ιωάννης Κουντούρης: «...'Ο Κόντες δέν περνάει στιγμή, όπου νά μή σέ θυμάται καί νά άναφέρνη τίποτε δικό σου [...]. Σέ χαιρετάει γκαρδιακά καί σοϋ έπιθυμάει κάθε καλό...».31 5. Ή άγάπη του Σολωμού φαίνεται το ίδιο ισχυρή και απέναντι στους άλλους της συντρο φιάς, όπως λ.χ. για το Νικόλαο Ιακωβάτο. «Το είπα και του Κόντε - του γράφει ο I. Κουντούρης στα 1841 - και έχάρηκε καί εκείνος υπερβο λικά, λέγοντάς μου νά σοΰ φιλήσω τά μάτια έκ μέρους του»32. Το ίδιο και για τον Κουντούρη, σύμφωνα με μια μαρτυρία του Κ. Τυπάλδου σε γράμμα του προς τον πρώτο, όταν αυτός σπού δαζε στο Παρίσι: «'Ο Κόντε Σολωμός ήθελε νά μοΰ γράφης κάθε έβδομάδα. Καί δύο φοραΐς τήν ήμέρα νά μέ άπαντήση, ευθύς μέ έρωτά, άν έλα βα γράμμα σοΰ»33. Σολωμός όμως, όπως δείχνουν τα κείμενά μας, έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό και για τη Μητέρα των Ιακωβάτων Αικατερίνη. Μια πρώτη μαρτυρία δίνει ένα γράμμα στα 1833: «Ό Κόντε Σολωμός στέρνει πολλά πολλά χαιρετίσματα τής Μάνας καί μοΰ είπε, πώς άνίσως περάση καμμιά φορά εύτοΰθε, θά πάει πρώτα σπήτι νά τήν ίδή»34. Μια άλλη περιέχεται σε γράμμα του Κου ντούρη στα 1841: «Ό ευγενικός Κόντες είναι κα λά καί σέ άσπάζεται. Φιλεϊ τά χέρια τής μητρός σας»35. Οι δύο αυτές χρονολογίες δεν επιλέχθηκαν τυχαία. Είναι ενδεικτικές της διαχρονίας σ’ αυτή τη στάση του Ποιητή, ο οποίος δεν παύει να δείχνει με ιδιαίτερο τρόπο τον σεβασμό του απέναντι στη «Μάνα» των Ιακωβάτων, όπως όταν ζητά στο παραπάνω γράμμα του την ευλο γία της. Να ’ναι άραγε αυτό φανέρωση ενός ανέκφραστου παραπόνου του Ποιητή για την απουσία της δικής του Μάνας, που αναγκάσθη κε να στραφεί εναντίον της στην περιβόητη δίκη
Ο
Κωνσταντίνος Τνπάλδος Ιαχωβάτος
Κόντε απέναντι τους. Μαρτυρείται δε καθολικά, ότι ο Ποιητής είχε «ζωηρό τό αίσθημα τής φι λίας»38. Η φιλία αυτή γινόταν δεκτή με ένα ανεί πωτο ενθουσιασμό από τους Ιακωβάτους, ως κά τι υπέροχο και μοναδικό. Οι Ιακωβάτοι, μαζί δε και «ό δικός τους» Κουντούρης, είχαν λεπτούς δέκτες - αποτέλεσμα της βαθειάς τους καλλιέρ γειας - ώστε να μπορούν να εκτιμήσουν τη μεγαλωσύνη του ανθρώπου, που τους τιμούσε με τη φιλία του. Αυτό δείχνουν και τα χρησιμοποιού μενα στην αλληλογραφία επίθετα: «τόν π ε ρ ί φ η μ ο Σολομό» (1831), «ό ά ξ ι ο σ έ β α σ τ ο ς Κόντε Σολομός» (1841) - είναι χαρακτηρισμοί του Ποιητή από τον Κωνσταντίνο. «Τόν εύγενή Κόντε» (1839), ο «ευγενικός Κόμητας Σολομός» (1841) είναι επίθετα, που χρησιμοποιεί συχνά ο Κουντούρης, και δεν έχουν σχέση τόσο με την σαρκική «ευγένεια» του Σολωμού, που λίγο την πρόσεχαν οι Ρωμηοί και αντιχρυσοβιβλικοί αυ
90/αφιερωμα τοί Κεφαλονίτες, όσο με την ψυχική του προσή και γι’ αυτό σαφή γνώση του Σολωμού ως αν θρώπου και των αρετών του, μπορούσαν ανεπι νεια και ανωτερότητα. Εκφραστική για το δέος, που προκαλούσε, στους νέους ιδιαίτερα, το φύλακτα να σχηματίσουν γνώμη και για την τέ αντίκρυσμα του Ποιητή είναι μια σκηνή, που πε χνη του. Σε εποχή, που μεγάλο μέρος της δια ριγράφει ο Κωνσταντίνος: «'Ο Σολομός έσκασε, νόησης δεν ήταν καθόλου θετική απέναντι στην ώστε νά σέ ΐδη. Ό Κουντούρης ομοίως, όστις ποίηση του Σολωμού, μένοντας κλεισμένη στα μάλιστα μαζί μέ τόν Νικολέττον, καί μέ τόν Χα καθιερωμένα πρότυπά της,47 η αρκετά πρώιμη ραλάμπη τόν είχαν κάμει έπίσκεψιν, καί μή γυ- κρίση των Ιακωβάτων για το Σόλωμό ως Ποιητή, ρεύης τά τοϋ Κουντούρη· come un pezzo di cri- αποδεικνύεται προοδευτική και τολμηρή συνά stallo»39. Έτσι εξηγούνται οι άσβεστες νοσταλγιμα. Σταχυολογούμε κάποιες σχετικές μαρτυρίες: κές μνήμες, όταν τα μέλη της συντροφιάς θα βρί Στα 1831 ο Κωνσταντίνος ονομάζει το Σολωμό σκονται μακριά από την Κέρκυρα. Ο Κουντού «περίφημον»48, δείχνοντας έτσι την αστασίαστη ρης, σπουδαστής στο Παρίσι, νοσταλγεί «τό σύ κατάφασή του για την τέχνη του. Βέβαια, ο ρε καί έλα τού Κόντε άποκάτω άπό τόν κήπον» Κωνσταντίνος με το επίθετο αυτό απηχούσε κατ’ και η θύμησή του είναι από τα στοιχεία εκείνα, αρχήν τις γενικότερες κρίσεις, από Έλληνες και που του «έξαλαφρόνουν τό βάρος τής ξενιξένους, που είχαν ήδη διατυπωθεί για το Σολω τειάς»40. Έχουμε όμως και μια σημαντικότερη μό ως ποιητή του «'Ύμνου είς τήν ελευθερίαν»49. ομολογία του, γραμμένη στη μοναξιά της ξενιΓρήγορα όμως θα σχηματίσουν και την προσω τειάς και αποτελεί αξιοπρόσεκτη μαρτυρία και πική γνώμη για την τέχνη του Σολωμού οι Ιακωγια το κλίμα της συντροφιάς, που έκανε και τον βάτοι. Έτσι, στα 1837 ο Γεώργιος σημειώνει από όχι εύκολο σε ανοίγματα Ποιητή41 να αποτελέσεί το Παρίσι: «Je salue respectuensement M on μέλος της. «...Τό σώμα ύγιαίνει - γράφει ο Κου sieur) le Comte, auquel je souhaite, qu’il continue ντούρης στα 1837 - μά τό πνεύμα δέν στέκει τόσο de se revertir de gloire aux jeux de la Nation et du καλά, γιά τήν ολίγη δουλιά όπου έχει, καί άνίreste de l’Europe»50. Και ένα μήνα αργότερα θα σως δέν έτρέφότουνε άπό ταϊς συχναΐς καί σπουδώσει έμμεσα την πίστη του στην υπεροχή της δαίαις όμιλίαις του καλού δασκάλου μου ( = του ποιητικής τέχνης του «δασκάλου» του Σολωμού Κ. Ιακωβάτου) καί κάποτες άπό έκείναις τού ευ (ποιος άλλος μπορούσε για τον Ιακωβάτο να εν γενικού Κόντε, στάσου βέβαιος πώς θά έμαρανόσαρκώνει τότε την αληθινή τέχνη στην Κέρκυ τουνε. Τούταις ή όμιλίαις, καί χωρίς νά πειράξω ρα), σχολιάζοντας με απογοήτευση τη διαπιτήν μετριοφροσύνη σου καί ή δική σου συνανα στούμενη κατάπτωση της τέχνης στο Παρίσι: «Je στροφή, μού έξυπνήσανε μιά αϊστηση, όπού salue avec respect M. le Comte; il sait bien qu’ici προτήτερα έκοιμότουνε, θέλω νά πώ τήν αίσθη la poesie est actuellement frappee de ma ση τού ώραίου»42. Ανάλογα ομολογεί και ο lediction»51. Γεώργιος από το Παρίσι λίγο αργότερα: «Je saΌσο ωριμάζει η σχέση τους με τον Σολωμό, lue Mr. le Comte; mes souvenir de lui me font τόσο περισσότερο κατασταλάζει και γίνεται ωρι chers, et c’est lui qui en est la cause»43. μότερη και η εκτίμηση των Ιακωβάτων για τον Ποιητή και την τέχνη του. Αυτό εκφράζει το Οι Ιακωβάτοι και ο Κουντούρης επιβεβαιώ ακόλουθο - ανέκδοτο - σχόλιο του Κωνσταντί νουν, εξάλλου, την εικόνα του πρόσχαρου και νου, αμέσως μετά την πληροφόρησή του για το εύκολου στα δυνατά γέλια Ποιητή, που και από θάνατο του Ποιητή: «Τφ 1857, τή 9. Φεβρουά αλλού γνωρίζουμε.44 Μια σχετική μαρτυρία έχει ριου (βλ. εφημερίδα τής ημέρας) άπεβίωσεν έν σχέση με τα πρώτα «τραγούδια τού λαού», που Κερκύρα ό λίαν μοι προσφιλής Κόμης Διονύσιος του παρέδωσε ο νεαρός Γεώργιος Ιακωβάτος: «...Έδειξα τά τραγούδια τού Κόντε καί τόν Σολωμός, τήν πατρίδα Ζακύνθιος, ετών έξήκοέλουλάνανε- μάλιστα στό “Μιά κοπελούλα μ’ ντα περίπου. Ό έξοχος καί μόνος καθ’ ημάς έκαμε” κλπ. έξερράθηκε άπό τά γέλια»45. Μια ποιητής. Αίωνία ή μνήμη αύτού! 'Ο Θεός άναπαύσαι αυτόν! Ό Θεός συγχωρήσαι αυτόν!». Εί άλλη εντοπίσθηκε σε γράμμα του Κωνσταντίνου ναι ένα σημαντικότατο κείμενο, που χρειάζεται προς τον Κουντούρη (1839): «...Μέ τήν άπό Πα κάποια βαθύτερη προσέγγιση.52 ρίσι 21 Αύγούστου 1838 έ.ν. γραφήν σου μού Ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος - Ιακωβάτος είχε έσημείωσες καί δύο άνέκδοτα, ένα ενός δασκά να δει το Σολωμό από το 1841. Από το 1843 βρι λου ’Αριθμητικής καί άλλο ένός άλλου Χημείας. σκόταν στην Κωνσταντινούπολη και από τον Έχεις καί άλλα; Γιατί ό Κόντες καί εγώ έξεψυΟκτώβριο του 1844 είχε αναλάβει τη Σχολαρχία χήσαμε άπό τά γέλια.. .»46. 7. Οι Αδελφοί Ιακωβάτοι όμως είχαν τιςτης Θεολογικής Σχολής του Οικουμενικού Πα προϋποθέσεις, όπως είπαμε, για να αποτιμήσουν τριαρχείου, στη νήσο Χάλκη53. Η σημείωση έχει κριτικά τη σημασία του Σολωμού για την πνευ καταχωρισθεί μαζί με άλλα σχόλια για πρόσωπα και πράγματα σε ατομικό σημειωματάριο του ματική ζωή της αναγεννώμενης Ελλάδος. Είναι γι’ αυτό από τους πρώτους, που αναγνώρισαν Τυπάλδου. Η τριπλή ευχή στο τέλος του σημειώ ματος, που εξαντλεί όλη την εκκλησιαστική φρα την αξία της Ποιήσεώς του. Έχοντας δε άμεση
αφιερωμα/91 σεολογία για την περίπτωση της εκδημίας, τι άλ λο είναι παρά έκφραση μιας ακέραιης και αμείωτης μακρόχρονης προσωπικής σχέσης και αγάπης; Αυτό κλείνει και η λιτή, αλλά τόσο πε ριεκτική φράση: «ό λίαν μοι προσφιλής», που δείχνει τη συνέχεια και πληρότητα της αγάπης του για τον Ποιητή. Η φιλία τους δεν ατόνισε ποτέ, ούτε έσβησε με το θάνατο. Άλλωστε για τον Επίσκοπο Κωνσταντίνο υπήρχε και ένας χώ ρος, που ο κάθε κληρικός - λειτουργός έχει τη δυνατότητα να ανακαλεί στη μνήμη τη δική του, αλλά και στη λειτουργική μνήμη του εκκλησια στικού σώματος, όλους τους εκδημήσαντες στη μόνιμη πατρίδα, γνωστούς και φίλους. Και ο χώ ρος αυτός είναι η «Αγία Πρόθεση», όπου γίνε ται η «προσκομιδή των τιμίων δώρων»... Πέρα όμως από την ανθρώπινη πλευρά του σημειώματος υπάρχει και η καθαρά κριτική και επιστημονική όψη, που κλείνεται ατόφια στις λί γες λέξεις της φράσης: «Ό έξοχος καί μόνος καθ’ ημάς ποιητής». Θα μπορούσε να δεχθεί κα νείς, ότι ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος επαναλαμ βάνει tacite το σχόλιο του αρθρογράφου της εφη μερίδας «Αιών» της 19.2.1857 , που θα έφθασε και στη Χάλκη. Η αναφορά του «βλ. έφημερίδα τής ημέρας» ίσως να γίνεται πράγματι σ’ αυτήν. Από εκεί ίσως να πήρε και τα επίθετα «έξοχος» και «μόνος». Ο συνδυασμός όμως των επιθέτων στην επιγραμματική του φράση: «ό έξοχος καί μόνος καθ’ ημάς ποιητής» συνιστά πιά ομολογία του ίδιου του Κ. Τυπάλδου και προσωπική του
αποτίμηση του ποιητικού έργου του παλαιού του Φίλου. Μολονότι δε το «καθ’ ήμάς» μπορεί κάλλιστα να αποδίδει το «τής Νεωτέρας Ελλάδος» του άρθρου, στη γλώσσα του Μητροπολίτου Κωνσταντίνου, γιατί να μην έχει και την έννοια: «κατά τή γνώμη μας»; Όπως και να έχει πάντως το πράγμα, πρόκειται για προσωπική τοποθέτη ση του Τυπάλδου και φανερώνει την καταξιωμέ νη θέση του Σολωμού στη συνείδηση και στην καρδιά του. Με τη δήλωση αυτή, τη στιγμή της ολοκλήρωσης πια της παρουσίας του Ποιητή στον φθαρτό αυτό κόσμο, ο Κωνσταντίνος δίνει σε λίγες φράσεις το καταστάλαγμα της εμπειρίας του ίδιου, και φυσικά και των άλλων δικών του, από τη φιλία τους με το Σολωμό. Είναι γι’ αυτό μια μαρτυρία με μεγάλη σημασία για το Σολωμό ως άνθρωπο και καλλιτέχνη και για την εντύπω ση, που άφηνε και με τις δύο ιδιότητές του σ’ όσους τον συναναστρεφόντουσαν. Οι Αδελφοί Ιακωβάτοι, Κεφαλονίτες μεν, αλ λά ανώτεροι από κάθε τοπικισμό, είδαν τον Δ. Σολωμό, όχι σαν ένα Ζακυθινό, αλλ’ ως τον Ποιητή κατ’ εξοχήν της Νεωτέρας Ελλάδος. Στην κρίση αυτή δεν βάρυνε μόνο η στενή φιλία τους μαζί του, αλλά και η βαθειά και καταστα λαγμένη εκτίμηση του έργου και της τέχνης του. Γι’ αυτό η κρίση του Κωνσταντίνου, που έβρισκε σύμφωνη όλη την «αδελφότητα» των Ιακωβάτων, δεν δίνει μόνο μιαν επιβεβαίωση του κύ ρους του Σολωμού, αλλά φανερώνει εξίσου και το φιλολογικά κριτικό αισθητήριο των ίδιων των Ιακωβάτων.
Καρλ φον Χάιντεχ. *Στρατόπεδο φιλελλήνων κατά τον ελληνικό απελευθερωτικό αγώνα». Λάδι σε ξύλο. Καρλσρονη
92/αφιερωμα
Σημειώσεις 1. Ντίνου Κονόμου, Η τραγωδία της ζωής του, στα «'Επτα νησιακά Φύλλα» (του Ίδιου), αρ. 13 (1948), σ. 210. 2. Ανδρέα Καραντώνη, Και πάλι ο Σολωμός..., Ν. Εστία, (αφιέρωμα) Χριστούγεννα 1957, σ. 81. 3. Ένας απ’ αυτούς, γνήσιος «σολωμικός» και ως ποιητής εί ναι ο Ιούλιος Τυπάλδος-Πρετεντέρης (1814-1883). Βλ. γι’ αυτόν, ως και για τη σχέση του με τον Σολωμό το αφιέρω μα της «Ελληνικής Δημιουργίας», τεύχ. 49, 15. Φεβρουά ριου 1949, και ιδίως στου Ντίνου Κονόμου, Ιούλιος Τυπάλδος- Άπαντα, στη σειρά: Άπαντα Ελλήνων Κλασσι κών, έκδ. «Εταιρείας Ελληνικών Εκδόσεων», χ.τ.χρ. 4. Βλ. Ηλία Α. Τσιτσέλη, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τ.Β', Αθήνα 1980 ( =1960), σ. 93 ε.ε. 5. Ν.Β. Τωμαδάκη, Διονύσιος Σολωμός, (Βασική Βιβλιοθή κη 15), Αθήναι 1954, σ. με', μθ'. 6. Στο ίδιο, σ. με' ε.ε. Πρβλ. Ε. Κριαρά, Η ζωή και το έργο του Σολωμού, Ν. Εστία, Χριστούγεννα 1978, σ. 9. 7. Βλ. τη βιογραφία του στου Ηλία Α. Τσιτσέλη, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τ. Α' (Αθήναι 1904), σ. 669-690. Πε ρισσότερα στοιχεία και βιβλιογραφικά βλ. στην έκδοση: Γ.Δ. Μεταλληνού-Βαρβάρας Καλογεροπούλου-Μεταλληνού, Αρχείον της Θεολογικής Σχολής της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας - Ιεράς Θεολογικής Σχολής Χάλκης -, τ. Α ' (1985), τ.Β' (1987). 8. Γ.Δ. Μεταλληνού, Οι σπουδές του Κων. Τυπάλδου - Ιακωβάτου, στο «Δελτίον» της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, αρ. 15, Κέρκυρα 1978, σ. 171. 9. Βλ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, Οι αδελφοί Ιακωβάτοι ως συλλογείς δημοτικών τραγουδιών χάριν του Δ. Σολωμού, «Παρνασσός», τ. ΙΓ (1971), σ. 93 ε.ε. 10. Βλ. βιογραφία του στου Ηλία Τσιτσέλη, όπ.π., Α', 649669. Επίσης: Γεωργίου Τυπάλδου - Ιακωβάτου, Ιστορία της Ιόνιας Ακαδημίας, Έκδοση-Εισαγωγή-Σχόλια Σπό ρος I. Ασδραχάς, Αθήνα 1982. Πρβλ. βιβλιοκρισία από τον Γ.Δ. Μεταλληνό στο «Διαβάζω», τεύχ. 63, 23 Φε βρουάριου 1983, σ. 68 ε.ε. 11. Ηλία Τσιτσέλη, οπ.π., τ.Α ', σ. 275. Και Γ.Δ. Μεταλληνού, Οι Αδελφοί Ιακωβάτοι..., όπ.π. σ. 90 ε.ε. 12. Βλ. Παν. Μουλλά, Μαρτυρίες για τον Σολωμό, «Ο Ερανιρτής», τ.Α' (1963), σ. 100-110 (βλ. σ. 104). 13. Βλ. Ν.Β. Τωμαδάκη, όπ.π. σ. ξδ'. 14. Στο ίδιο, σ. ρν'-ρνα'. «Ή εύσέβειά του δεν ήδύνατο ν’ άνεχθή άμφιβολίας περί τής άληθείας τοϋ Χριστιανισμού καί πολλάκις διέκοψεν άποτόμως σχέσεις πρός άνθρώπους άπιστους, άσεβεϊς ή βλασφήμους. Συχνάκις ήκούσθη λέγων: “'Αν δέν ύπάρχει Θεός, τί ύπάρχει λοιπόν;”» 15. Βλ. γι’ αυτόν στου Ηλία Τσιτσέλη, οπ.π., Β', σ. 575. 16. Βλ. Γ.Δ. Μεταλληνού, Το Ζήτημα της μεταφράσεως της Αγίας Γραφής εις την Νεοελληνικήν κατά τον ΙΘ' αι.. Αθήναι 1977, σ. 318 ε.ε. 17. ΑΤΙ, φακ. Κ2. Το γράμμα έχει δύο ταχυδρομικές σφραγί δες, «31 Luglio 1840» και «1. Agosto 1940». Η πρώτη είναι της Κέρκυρας, η άλλη της Κεφαλονιάς. Του γράμματος αυτού, που ο σύζυγός μου και εγώ το 1966 εντοπίσαμε στα Κατάλοιπα των Αδελφών Ιακωβάτων, δώσαμε φωτοτυπία στον αείμνηστο καθηγητή Λίνο Πολίτη και πρόσφατα στον κ. Γιάννη Νικολόπουλο για τη νέα έκδοση του Σολω μού (Εθν. Κτηματικής Τραπέζης). 18. Στον Φακ. Κ5 του Αρχείου των Ιακωβάτων έχουν συγκε ντρωθεί όλα τα σχετικά Υπομνήματα των Αδελφών του Κωνσταντίνου προς το Υπουργείο Αποικιών (Colonial Of fice) του Λονδίνου και προς την Αρμοστεία. 19. Βλ. στου Παν. Μουλλά, οπ.π.,σ. 102 ε.ε. Από το γράμμα αυτό φαίνεται, ότι ο Σολωμός έλαβε τα βιβλία, που παρήγγειλε. 20. «Πάτραι, την Ιην Αυγούστου 1841» (ATI, X1). 21. Φίλος των Ιακωβάτων στην Κέρκυρα. Το γράμμα βρίσκε ται στο ΑΤΙ, φακ. Ν2 και έχει χρονία: «Κέρκυρα, τή 9/21 9βρίου 1842». 22. Βλ. στου Γ.Δ. Μεταλληνού, Το Ζήτημα..., όπ.π., σ. 329 ε.
23. Ν.Β. Τωμαδάκη, όπ.π.σ., ξβ'. 24. Από Κερκύρας την 24 Μαίου 1837 έ.ν. (ΑΤΙ, Κ1. Πρβλ. Π. Μουλλά, όπ.π., σ. 102). 25. Κέρκυρα, 4.3.1834 έ.ν. 26. Ο Γεώργιος πήγε στην Κέρκυρα στα 1827. Το πρώτο γράμ μα του, που δείχνει ήδη προχωρημένη γνωριμία με τον Σο λωμό, φέρει χρονία 2.4.1831 έ.π. 27. Στο προηγούμενο. Βλ. Γ.Δ. Μεταλληνού, Οι Αδελφοί Ιακωβάτοι..., σ. 101. 28. Γ.Δ. Μεταλληνού, Οι Αδελφοί Ιακωβάτοι..., όπ.π. Βαρ βάρας Καλογεροπούλου-Μεταλληνού, Ληξουριώτικα Χει ρόγραφα - Άγνωστη πηγή του Δ. Σολωμού και του Ν. Tommaseo, Αθήνα 1986. 29. Paris, 7. Avril 1838 n.s. Βλ. το γαλλικό πρωτότυπο στου Γ.Δ. Μεταλληνού, Οι Αδελφοί Ιακωβάτοι..., σ. 23. 30. ΑΤΙ, Γ1 (σχέδιο). Το κείμενο στα γαλλικά: «Mes respects a Μ. le Comte; votre lettre sans sa signature-seule fut-elle, ma laisse triste, et a present rien ne me console tant que l’espoir de lire dans peu de temps deux mots fecrits de sa 31. 32. 33. 34. 35. 36. 37. 38. 39. 40. 41. 42.
Κορφοί, 5 Μαίου 1841 έ.π. (ATI, Γ3). Κορφοί, 9/21 Μαρτίου 1842 (ΑΤΙ,Ν2). Από Κερκύρας, την 16. Ιανουάριου 1839 έ.ν. (ΑΤΙ,Κ2). Κέρκυρα, 25. Μαρτίου 1833 ε.ν. (ΑΉ, Γ1). Κορφοί, 25 Δεκεμβρίου 1841 ε.π. (ΑΤΙ, Ν2). Ν.Β. Τωμαδάκη, όπ.π., σ.με' ε. Στο ίδιο, σ. ξδ'. Ιακ. Πολυλά, Διονυσίου Σολωμού Τα Ευρισκόμενα. Εν Κερκύρρ,.. 1859, σ. 5. Γράμμα προς τον Γεώργιο, από Κερκύρας, την 27.10.1833 ε.π. (ΑΤΙ, Κ1). Γράμμα προς τον Κωνσταντίνο, Παρίσι 3 Ιανουάριου 1840, ε.ν. (ΑΉ, Κ2). Ν.Β. Τωμαδάκη, όπ.π., σ.ξδ'. Γράμμα προς τον Γεώργιο, Κορφοί 18. Οκτωβρίου 1837
43. Paris 7.1.1838 n.s. (ΑΉ, Γ*-σχέδιο). 44. Βλ. τον «Χαρακτηρισμό τοϋ Σολωμοϋ» από το φίλο του Ν. Μάντζαρο, στου Ντίνου Κονόμου, «Ο Νικόλαος Μάντζαρος κι ο Εθνικός μας Ύμνος», Αθήνα 1958, σ. 34 (§ 26). Πρβλ. Κ. Καιροφύλα, Ο άγνωστος Σολωμός (1927), σ. 672. 45. Γράμμα προς τον Νικόλαο, Κερκύρρ τη 30. Νοεμβρίου 1831 ε.π. (ΑΉ, Γ1). Το δίστιχο, για το οποίο μιλεί το γράμμα, είναι το ακόλουθο: Μια κοπελούλα μ’ έκαμε και τρέμω σαν το βούρλο, Μ’ αλήθεια την κοιλούλα της την έκαμα ταμπούρλο. (Βλ. Βαρβάρας Καλογεροπούλου-Μεταλληνού, Ληξουριώ τικα Χειρόγραφα..., οπ.π., σ. 31). 46. Κέρκυρα 16.1.1839 ε.ν. (ΑΤΙ, Κ2). 47. Romily Jenkins, Οι τελευταίες ημέρες της ζωής του Σολω μού (μετάφρ. Μερόπη Οικονόμου), Ν. Εστία, Χριστού γεννα 1978, σ. 234. Πρβλ. Ν.Β. Τωμαδάκη, οπ.π., σ.οα'. 48. Σε γράμμα τοϋ Γεωργίου προς το Νικόλαο (Κερκύρρ, τή 2 Απριλίου 1831 ε.π. ΑΤΙ, Γ1). 49. Ν.Β. Τωμαδάκης, οπ.π., σ. ξδ'. 50. Γράμμα στον Κωνσταντίνο, Paris 7.10.1837 n.s. (ΑΤΙ, Γ1, σχέδιο). 51. Γράμμα στον Κωνσταντίνο (Paris, 7.11.1837, ΑΤΙ, Γ1, σχέ διο). 52. ΑΤΙ, Χειρ. 64δ, φ. 166. 53. Από εκεί, στις 19.5.1850, μέσω του Νικολάου θα στείλει τους χαιρετισμούς του στον Ποιητή: «Ά ς δώση δέ ( = ο ευρισκόμενος στην Κέρκυρα ως ριζοσπάστης βουλευτής Γεώργιος) καί τάς εύχάς καί άσπασμούς τού Δεσπότη μας εις τούς άγαπητούς φίλους Μουστοξείδην, Πετριτζόπουλσν, Άρλιώτην, Κόντε Σολωμό καί παπά Βούλγαρην» (Γρ. του Νικολάου προς τον Χαραλάμπη. Χάλκη, την 19. Μαίου 1850. ΑΉ Ν2). 54. Ν.Β. Τωμαδάκης, σ.οα': « Ό μέγας τής νεωτέρας Ελλάδος Ποιητής, ό μόνος δυνάμενος νά διεκδικήση τό όνομα τού το, ό ποιητής τού Ύμνου τής ’Ελευθερίας τής Ελλάδος... καί ό ’έξοχος λυρικός τής άναγεννηθείσης ’Ανατολής...».
αφιερωμα/93
Ε υ γ ε ν ία Κ ε φ α λ λ η ν α ίο υ
Ό ταν ο Σολωμός πληροφορήθηκε τον θάνατο του Μπάιρον αυτοσχέδιασε την πρώτη (ή και τη δεύτερη) στροφή του ποιήματος με τίτλο «Εις τον θάνα τον του Λορδ Μπάιρον. Ποίημα λυρικό», που είναι περισσότερο γνωστό στο ευρύ κοινό ως «Ωδή στον Λόρδο Μπάιρον». Πρόκειται για το μεγαλύτερο από τα ποιήματα για τον Άγγλο ποιητή που έγραψαν οι Έλληνες ομότεχνοί του. τη σύνθεση του ποιήματος παρακίνησε τον ποιητή η ηθική υποχρέωση περισσότερο από κάποια ψυχική ανάγκη να τραγουδήσει τον βάρ δο και αγωνιστή της Ελευθερίας. Για τον ίδιο λόγο ο Γ. Αποστολάκης έγραψε: «είχε νά κάμη περισσότερο από τήν ψυχή ή θέληση τοϋ ποιητή· νόμισε δηλαδή ό Σολωμός πώς δέν ήταν σωστό νά λειψή τό τραγούδι από τό πένθος καί ποιητής ό ίδιος τής λευθεριάς άνέλαβε νά τραγουδήση τό μεγάλο νεκρό».1 Το ποίημα έγραψε ο Σολωμός
Σ
αρχικά ιταλικά σε πεζό λόγο καί μετέφερε στα ελληνικά σε ολιγοσύλλαβους αναπαιστικούς στί χους και σε γλώσσα δημοτική αλλά ατημέλητη. Το ποίημα που στερείται αρχιτεκτονικής δομής, εξυμνεί τον φιλελευθερισμό του Μπάιρον και τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, αλλά βάζει και άλλους «σκοπούς» κατά τον Πολυλά, που απέβλεπαν στην πολιτική και ηθική διδαχή των συμπατριωτών του με σπουδαιότερο όλων την ανάγκη της συμφιλίωσης. Καυτηριάζει τη δι
94/αφιερωμα χόνοια που είχε εισχωρήσει στους Έλληνες και στιγματίζει την πολιτική των ευρωπαϊκών δυνά μεων. Δε δέχεται την κατηγορία ότι ο Μπάιρον μας είχε αδικοβάλει και εγκωμιάζει την ποίηση του «Υψηλότατου ποιητή». Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Σολωμός αναγνωρίζει τον μεγάλο Άγγλο ποιητή ως ήρωα του Ελληνικού Αγώνα με την εξίσωση ηθικά του θανάτου του προς τον θάνα το του Μάρκου Μπότσαρη. ★ ★ ★ Η σύνθεση του ποιήματος απασχόλησε το Σο λωμό περισσότερο από ένα χρόνο, όπως ο ίδιος φανερώνει σε επιστολές του. Στις 20 Μαΐου 1824 σε επιστολή του προς τον Λουριώτη και την Επι τροπή του Λονδίνου, ένα μήνα και μία ημέρα με τά το θάνατο του Μπάιρον, κάνει λόγο για το σύνθεμα αυτό,2 ενώ ένα χρόνο περίπου αργότε ρα τον Ιούλιο ή Αύγουστο του 1825 σε επιστολή του προς τον Λουδοβίκο Στράνη μαρτυρεί ότι αυτό έχει πάρει τη σχετικά οριστική μορφή.3 Υπολείπονταν το ξαναπλάσιμο ορισμένων στρο φών, που πιθανόν να είναι κατά τον Λ. Πολίτη οι στροφές 19-34 (σημερινή αρίθμηση)4. Αλλαγές και διαγραφές στην οριστική μορφή του ποιήμα τος έκανε ο Σολωμός σε διάφορες μεταγενέστε ρες εποχές. Έτσι, το κείμενο της σχετικά οριστικής μορ φής του ποιήματος, όπως το επεξεργάσθηκε ο Σολωμός και παραδόθηκε στο «αρχαιότερο» χει ρόγραφο, που μνημονεύει ο Πολυλάς (της συλ λογής της Τεκτονικής Στοάς Ζακύνθου, αρ. 10), αποτελείται από 172 στροφές. Τη μορφή αυτή που κυκλοφορούσε σε χειρόγραφα αντίτυπα, τύ πωσαν στις πρόχειρες εκδόσεις Ρωσσολίμου στη Ζάκυνθο καί Δαλλαπόρτα στην Αθήνα. Η έκδο ση του Πολυλά στην Κέρκυρα, σύμφωνα με την οποία έγιναν όλες οι κατοπινές εκδόσεις και ανατυπώσεις, αποτελείται από 166 στροφές με παραλλαγές. Ο Πολυλάς χρησιμοποίησε το χει ρόγραφο που βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη (βλ. φωτ.). Του χειρογράφου αυτού που ήταν αρχικά στην Τεκτονική Στοά της Ζακύνθου με αρ. 1, έκανε τυπογραφική μεταγραφή ο Κ. Καιροφύλας.5 Το χειρόγραφο αυτό είναι αντίγραφο του «αρχαιότερου» χειρογράφου, μέσω άλλου ίδιου που ακολουθεί όλες τις διαγραφές και τις διορθώσεις, καθώς και τις αριθμήσεις των στί χων του πρώτου.6 Το χειρόγραφο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, που δεν είναι αυτόγραφο του ποιητή αλλά αντίγραφο, έγραψε, όπως και τα προηγούμενα δύο κατά τον Coutelle,7 ο φίλος του Σολωμού Γεώργιος Δε Ρώσση, στον οποίο μάλιστα είναι αφιερωμένο το ποίημα, αλλά οι παρατηρήσεις και κρίσεις, καθώς και οι πα ραλλαγές και τα διορθώματα των στίχων έγιναν από τον ποιητή, που έδωσε έτσι την τελική μορ φή στο ποίημα. Το χειρόγραφο αυτό είναι γραμ
μένο, κατά τον Λ. Πολίτη, μετά το Δεκέμβριο του 1828, το νωρίτερο στους πρώτους μήνες του 1829 και όχι μεταξύ 1844-1849 που υποστήριξαν ο Καιροφύλας και ο R. Jenkins.8 ★ ★ ★ Για τη σύνθεση και καταγραφή του ποιήματος ο Σολωμός χρησιμοποίησε ποικίλες πηγές, σύμ φωνα με νεότερες μελέτες.9 Εκτός από τη ζωή, τη δράση και την ποίηση του Μπάιρον, που γνώ ριζε καλά ο Σολωμός, τα έργα τα οποία κυρίως χρησιμοποιεί είναι ο «Επικήδειος στον Byron» και η «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» του Σπ. Τρικούπη, το «Ημερολόγιο» του Pietro Gamba και τα «Απομνημονεύματα του Ναπολέοντα στην Αγία Ελένη» του Las Cases. Αλλά και άλλα έργα ποιητών, όπως του Milton, Gray ή ιστορικών, όπως του Περραιβού, ακόμη και πληροφορίες από τον τύπο αποτελούν πηγές ή ασκούν επιδράσεις στη σύνθεση του σολωμικού ποιήματος. χετικά με την έκδοση του ποιήματος νεότε ρες και πάλι έρευνες και μελέτες έφεραν στο Σ φως στοιχεία που αναθεωρούν τη γνωστή αρνη τική θέση του Σολωμού για την έκδοση του ποιή ματος και κατατάσσουν το ποίημα στον περιορι σμένο αριθμό των σολωμικών έργων που δημοσιεύθηκαν, όσο ζούσε ο ποιητής. Επί μακρό χρονικό διάστημα ελάχιστα ήταν γνωστό στους μελετητές του σολωμικού έργου το ενδιαφέρον του ποιητή για την έκδοση του ποιή ματος κατά το χρόνο της σύνθεσής του, όπως και κατά τα αμέσως επόμενα χρόνια. Πιο συγκεκρι μένα, στην πρό πεντηκονταετίας περίπου έκδοση από τον Βλαχογιάννη της επιστολής του Σολω μού προς τον Λουριώτη στο Λονδίνο, στις 20 Μαίου 1824, αναφέρεται ότι ο ποιητής επιθυ μούσε να έχει ανταπόκριση με τον βιβλιοπώλη Murray (εκδότη βυρωνικών έργων), για την έκ δοση αρχικά του 'Υμνου και στη συνέχεια και άλλων έργων του, στα οποία περιλαμβάνεται το σύνθεμα για το θάνατο του Βύρωνος.10 Τελευ ταία, η Λουκία Δρούλια επισήμανε επιστολή του Λουδοβίκου Στράνη προς τον Λουριώτη στο Λονδίνο, στις 9 Ιουνίου 1825, όπου γράφει ότι πολύ πιθανόν ο Σολωμός να δημοσιεύσει το ποίημα για λογαριασμό του: «My friend has another poem equally interesting as the former on Lord Byron which certainly contains great beau ties; but he does not mean to part with it on so ea sy terms. He very probably will publish it for his own account and I doubt not that considering the merit of the composition, the subject and all the other circumstances he may do pretty well».11 Ένα χρόνο σχεδόν αργότερα, στις 21 Σεπτεμ βρίου 1826, ο Λουριώτης απάντησε στον Στράνη ότι παρά τις ενέργειες που έκανε μέσω του Sheri-
αφιερωμα/95 C i .Λν, 7ίΓ
-tV-
Λ . rfafG. Hi ·&Τ>) jSjrrn |
tfru'f·*
*. W* 4 C ΐ^ Ί ψ - ν : Ζ & V * * ' nh *η
71ya. irtfU>0'i- atsai OtJihjii j i t t ft* iM thtU fllf Jt ’ 9C+ffA±.
2. “---«...
%*r+s^, ».
Ji,
«.
£■*· •ttJt'h tit aJtjoyd-tZrc , “le ,\
flr..
■ΨCe^tte.per u-rt
f t r u f t m CriitL f/tteti*. : Mit f ’mtttih t* p in n y ! JeclOe Stufmes tit S3frrtti-
Λ/t! xJo*£t pel S* JbuJK:
/ £ , * j,
ϋ CVe^UM u y u te r U S T tp t/titts, Ctf*. f Jtprit. 2 i~ lu s .
Λ ~~
”"fL·
?'£W.
3.. Trirtv. tsapytt*,i - t
/ mm ·' /· «*3iCy» Λ-
patr'rfa c^£ Jtri per elite, .
' A « p » ·* ? * , %'*%*. J lj^ h f^ r * t ^
y v ftltr
xmJn U r ^ h ,
AlSw hlnri pj/ftrlra. 1ii M *(*·* Ur A */,
lajaitin
:A
λ * Heex^tp-t tJeerm.' *MV*&J'ftyAtn verve~tevrt. , ter*’ertent pieyxSnel A.»i Ira! 9t t/Hxfttf
dan, οι Άγγλοι εκδότες δε δείχνουν ενδιαφέρον για την έκδοση της Ωδής, εξαιτίας της δυσκολίας της νεοελληνικής γλώσσας, που δεν ήταν γνωστή στο αγγλικό κοινό.12 Η Ωδή δεν εκδόθηκε τότε και σ’ αυτό θα συνέ βαλε ασφαλώς, όπως υποστηρίζει ο Ν.Β. Τωμαδάκης, η σαφής στροφή της αγγλικής πολιτικής υπέρ της Ελλάδος.15 Το ποίημα στιγματίζει την προηγούμενη πολιτική της Αγγλίας κι αυτό βέ βαια αποτελούσε πολιτική πράξη. Αργότερα ο Σολωμός αποκήρυξε το ποίημα ως κακότεχνο με βαρείς χαρακτηρισμούς και σημείωσε για τον εαυτό του υποδείξεις για την ανασύνθεσή του, που δεν έκανε. Γι’ αυτό και δεν επιθυμούσε στη μορφή αυτή την έκδοση του ποιήματος. Παρόλα αυτά το ποίημα κυκλοφορούσε σε χει ρόγραφα και είχε σχετική διάδοση. Μία πρώτη δημοσίευση των δύο πρώτων στροφών του έγινε μαζί με άλλα σολωμικά ποιήματα από τον Μαρί νο Παπαδόπουλο Βρεττό στην εφ. «Αιών», στις 15 Ιανουάριου 1849. 4 Άραγε το δημοσίευμα να υπήρξε η αιτία σχολίου στην εφημερίδα «Το Μέλλον» της Ζακύνθου, με το οποίο προτρέπεται ο Σολωμός να βγάλει στο φως τους κρυμμέ νους θησαυρούς της ψυχής του ως «άνεκτίμητον τού έθνους φιλολογικήν περιουσίαν»;13 Πάντως στό σύνολό του το ποίημα δημοσιεύθηκε στη «Συλλογή ερωτικών, ηρωικών και συμμίκτων ποιημάτων» του Γ. Πανταζή το 1850.16 Κι αυτό αποτελεί σημαντικό γεγονός και έχει ιστορική
Αντίγραφο τον ποιήματος με ιδιό χειρες σημειώσεις και παρατηρήσεις τον Σολωμοί·. Αρι στερά το κείμενο και δεξιά η ιταλική μετάφραση
σημασία, γιατί το ποίημα που είχε καταδικάσει ο ίδιος ο Σολωμός τυπώθηκε όσο ζούσε. Άγνωστο αν αυτό έγινε με τη συγκατάθεση του ποιητή. Το ποίημα στην ανθολογία του Πανταζή αποτελείται από 172 στροφές και η αντιπαραβολή του με τις γνωστές μεταγενέστερες εκδόσεις της Ζακύνθου, των Αθηνών και της Κερκύρας, αποδεικνύει ότι ταιριάζει με τις δύο πρώτες και ιδιαίτερα με την έκδοση των Αθηνών. Πρέπει να έγινε από το «αρχαιότερο» χειρόγραφο που μνη μονεύει ο Πολυλάς και το χρησιμοποιεί ο Σπ. Δε-Βιάζης ο οποίος δημοσιεύει απ’ αυτό πα ραλλαγές,17 που δεν περιέχονται στην έκδοση Πολυλά. / Λ λλες αποσπασματικές εκδόσεις του ποιή/ ι . ματος έγιναν από τον ποιητή Σπ. Μελισσηνό και τον Γ. Τερτσέτη. Ο πρώτος περιέλαβε στη νεκρολογία του για το Σολωμό τις στροφές 7-10, που ταιριάζουν με την έκδοση του Πολυ λά.18 Ένα μήνα περίπου αργότερα ο Γ. Τερτσέτης στο λόγο του για την 25η Μαρτίου 1857, που εκφώνησε στο Αναγνωστήριο της Βουλής, περιέ λαβε δέκα στροφές, τις 54-59 και 169-172 των εκ δόσεων Ρωσσολίμου και Μαντσαβίνου-Δαλλαπόοτα ή 52-57 και 163-166 της έκδοσης Πολυ λά.19 Το κείμενο των στροφών που παραθέτει ο Τερτσέτης παρουσιάζει φωνητικές παραλλαγές Θεόδωρος Βρνζάκης: «Η υποδοχή του λόρδου Βύρωνα στο Μεσολόγγι». 1861. Λάδι σε μουσαμά
98/αφιερωμα και κυρίως διαφορές στο λεκτικό σε σχέση προς το αντίστοιχο κείμενο και των τριών εκδόσεων. Σε μία μάλιστα περίπτωση έχει έναν τελείως δια φορετικό στίχο (στρ. 57 ή 52, στ. 1). Είναι φανε ρό ότι ο Τερτσέτης είχε στην κυριότητα του ένα ακόμη χειρόγραφο της Ωδής, διαφορετικό από τα χειρόγραφα των τριών εκδόσεων που ακολού θησαν και μαζί με άλλες μαρτυρίες αιτιολογεί τη «σχετική διάδοση»20 του ποιήματος. Από τις τρεις εκδόσεις, τη ζακυθινή που κυ κλοφόρησε το 1857,21 την αθηναϊκή που φέρει χρονολογία στο εξώφυλλο 1858 ενώ στη σελίδα τίτλου 185722 και την κερκυραϊκή του 1859,23 η τελευταία περιέχει την οριστικότερη μορφή του ποιήματος, που επιμελήθηκε ο Πολυλάς και έγι νε γνωστή στα μεταγενέστερα χρόνιά. Είναι αξιοσημείωτο εδώ το γεγονός που ση μειώνει ο Δε-Βιάζης, ότι στα ανέκδοτα έργα του Μάντξαρου περιλαμβάνεται η μελοποίηση των δύο πρώτων στροφών της Ωδής για δύο οξύφω νους και δύο βαθύφωνους με συνοδεία πιάνου και ότι ο μουσουργός εγκατέλειψε τη μελοποίηση των άλλων στροφών κατ’ επιθυμία του ποιητή να μην εξακολουθήσει «διότι πολλάς τών στροφών είχεν ήδη καταδικάση [ο Σολωμός] εις τήν φω τιάν, καί δτι είχε κατά νοϋν νά δώση εις τόν*1
ύμνον νέαν φόρμαν καί νά προσθέση νέας στροφάς».24 Σύμφωνα με την αθηναϊκή ειδησεογραφία η μουσική του μελοποιημένου ποιήματος ήταν γνωστή στην Αθήνα κατά το 1845. Δε διευκρινί ζεται όμως αν επρόκειτο για τη μουσική του Μάντζαρου, που είναι το πιθανότερο. Συγκεκριμέ να αναφέρεται ότι τραγούδι στη μουσικής του «Ύμνου προς τον Λορδ Βαϊρόν», αφιερωμένο στην εορτάσιμη ημέρα του ονόματος του Στρατη γού Δημ. Καλλέργη, τραγούδησαν ευγενείς νέοι το μεσονύκτιο της 26 Οκτωβρίου, κάτω από την οικία του στρατηγού για τη γιορτή του.25 Πάντως πρέπει να παρατηρηθεί ότι το ποίημα με τις πολλές ατέλειες, τις εκδοτικές αρχικά δυ σκολίες ή την άρνηση αργότερα του δημιουργού του για την κοινοποίησή του και την παρόλα αυ τά δημοσίευσή του, αποσπασματικά ή στο σύνο λό του, παρουσιάζει υψηλές συλλήψεις και ψυχι κά ξεσπάσματα του Σολωμού, που δείχνουν πως το βυρωνικό φαινόμενο, πνευματικό και ιστορι κό, είχε συγκινήσει βαθύτατα τον εθνικό ποιητή. Συμπληρωματικά, τη θέση αυτή επισφραγίζει ο χαρακτηρισμός του Σολωμού ως «Βύρωνος» σε μεταθανάτιο ποίημα με υπογραφή Χ.Μ. σε κερκυραϊκό φύλλο.26
Σημειώσεις
15, σ. πς'. 14. Μ.Π.Β. [Μαρίνου Παπαδοπούλου Βρεττού], «Διονυσίου Σολωμού Ποιήματα», εφ. Αιών της 15 Ιαν. 1849 (βλ. Γ. Βαλέτα, «Κριτικά στο Σολωμό», Φιλολογικός Νέος Κό σμος, Ιούλ. 1935, αρ. 5, σ. 151). 15. Το Μέλλον (Ζακύνθου), 29 Ιαν. 1849, αρ. 5, σ. 3. 16. Συλλογή ερωτικών, ηρωικών και σνμμίκτων ποιημάτων. Εκδοθείσα υπό Γεωργίου Πανταζή. Εν Ζακύνθω, εκ της τυπογραφίας «ο Ζάκυνθος», Κωνσταντίνου Ρωσσολίμου, 1850 (βλ. Δ. Μάργαρη, «Οι πρώτες νεοελληνικές ανθολο γίες», Φιλολογική Πρωτοχρονιά, 1961, σ. 243-244). 17. Σπ. Δε-Βιάζη, «Από τ’ ανέκδοτα έργα του Σολωμού (επ’ ευκαιρία της εκατονταετηρίδος του Βύρωνος)», Πινακο θήκη, 1924, αρ. 277, σ. 1-3. 18. Σπ. Μελισσηνού, «Λόγος εκφωνηθείς εν τη Μητροπόλει Κερκύρας επί του νεκρού του Δ. Σολωμού», εφ. Η Παλιγ γενεσία (Κερκύρας, της 19 Μαρτίου 1857, αρ. 8, σ. 1-2. 19. [Γ. Τερτσέτη], Λόγος της 25 Μαρτίου έτους 1857. Τα επισιρόφια εις τον θεόν. Αθήναι, Αθ. Μαυρομμάτη (1857), σ. 13-16. 20. Βλ. επίσης Διονυσίου Σολωμσύ, Αντόγραφα Έργα, ό.π., σ.593, υποσ. 1. 21. Συλλογή των γνωστών ποιημάτων τον Ιπποτ. Διονυσίου Κομ. Σολωμον. Εν Ζακύνθω, Τυπσγραφείσν ο Ζάκυνθος Κωνσταντίνου Ρωσσολίμου, 1857, σ. 35-64. Σημειώσεις σ. 107-110. 22. Ποιήματα Σολομού και ωδή εις τον θάνατόν τον. Εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου το Αθήναισν, 1857 (σ. τίτλου) ή 1858 (σ. εξωφύλλου), σ. 33-64. 23. Διονυσίου Σολωμού, Τα Ευρισκόμενα. Εκδίδσνται δαπά νη Αντωνίου Τερζάκη. Εν Κερκύρα, τυπογραφείσν Ερμής Αντωνίου Τερζάκη, 1859, σ. 43-87. 24. Σπ. Δε-Βιάζη, Από τα ανέκδοτα έργα τον Σολωμσύ, ό.π.,
1. Γιάννη Αποστολάκη, Τα τραγούδια μας. Αθήναι 1934, σ. 145. 2. Γ. Βλαχογιάννη, «Ο Ύμνος του Σολωμού προς την ελληνι κήν ελευθερίαν. Μία αυτόγραφος επιστολή του ποιητού», εφ. Ελεύθερον Βήμα της 25 Μαρτίου 1928. Βλ. και διόρ θωση στη μετάφραση της επιστολής Λίνου Πολίτη, Γύρω στον Σολωμό. Μελέτες και άρθρα (1938-1982). Αθήνα 1985, σ. 145-6, υποσ. 4. 3. Λίνος Πολίτης, «Ανέκδοτα κείμενα και επιστολές του Σο λωμού», Αγγλοελληνική Επιθεώρηση, 4 (Ιούλ.-Αύγ. 1949), σ. 159-160,169-170. 4. Ό .π ., σ. 169. 5. Κ. Καιροφύλας, Σολωμον ανέκδοτα έργα. Εκδόσεις Στο χαστή, 1927. 6. Διονυσίου Σολωμού, Αντόγραφα Έργα. Επιμέλεια Λίνου Πολίτη. Θεσσαλονίκη 1964, σ. 593. 'fe. Louis Coutelle, «Τρεις ‘Γραμματικοί’ του Σολωμού», Ερανιστής, 5 (1967), σ. 11-16. 8. Λίνου Πολίτη, Γύρω στο Σολωμό, ό.π., σ. 126-127. 9. Ν.Β. Τωμαδάκη, «Ιστορικές πηγές του σολωμικού έργου», Κριτικά φύλλα, 2 (1973), σ. 15-18. - Λάμπρου Μυγδάλη, Διονυσίου Σολωμον, Εις το θάνατο του Αορδ Μπάιρον. Πηγές και ξένες επιδράσεις. Θεσσαλονίκη 1975 (όπου και σχετική βιβλιογραφία). 10. Γ. Βλαχογιάννη, Ο Ύμνος του Σολωμού... ό.π. 11. Λουκίας Δρούλια, «Γύρω στις πρώτες σολωμικές εκδόσεις και μεταφράσεις», Μνημόσννον Σοφίας Αντωνιάδη, Βενε τία 1974, σ. 385-386. Η απόδοση του αγγλικού κειμένου στα ελληνικά έχει ως εξής: Ο φίλος μου έχει ένα άλλο ποίημα εξίσου ενδιαφέρον όπως τό προηγούμενο στο Λόρ δο Byron, το οποίο βεβαίως περιέχει μεγάλες ομορφιές· αλλά δεν σκοπεύει να το αποχωρισθεί με τόσο εύκολους όρους. Πολύ πιθανόν θα το δημοσιεύσει για λογαριασμό του και δεν αμφιβάλλω ότι λαμβανομένης υπόψη της αξίας της σύνθεσης, του θέματος και όλων των άλλων λε πτομερειών ίσως κάμει πολύ καλά. 12. Ό .π ., σ. 386-387. 13. Ν.Β. Τωμαδάκη, Διονύσιος Σολωμός.Βασιν.ή Βιβλιοθήκη
25. Σπ. Κάλλου, «Η αναχώρησις από τας Αθήνας ταυ ενδόξου Στρατηγού Δημητρίαυ Καλλέργη την 19 Αυγούστσυ 1845. Τραγωδίαν», εφ. Ο Πρωινός Κήρνξ της 9ης Νοεμβρίου 1845. σ. 4. 26. Χ.Μ., «Εις τον θάνατον του Κόμητος Διονυσίου Σολομού Ωδή», εφ. Τα Καθημερινά (Κέρκυρα), 24 Ανγ. 1857, σ. 4.
αφιερωμα/99
Σπ. Αλ. Καββαδιας
Θεμελιώδες αίτημα της επιστήμης της νεοελληνικής φιλολογίας παραμένει η κριτική έκδοση των σολωμικών έργων.1Η έκδοση αυτή «δεν μπορεί να είναι το έργο ενός ανθρώπου - θα ’λ εγα■ ούτε το έργο μιας γενιάς».2 Η άποψη αυ τή του Α. Πολίτη είναι σωστή γιατί οι εκδότες έχουν ν’ αντιμετωπίσουν πολλά προβλήματα■ παρόλο που έχουν επισημανθεί και συζητηθεί και οι σολωμικές σπουδές έχουν προχωρήσει πολύ ύστερα από τη φωτοτυπική έκδοση των Αυτόγραφων έργων του ποιητή το 1964, εντούτοις παραμένουν σχεδόν άλυτα. να απ’ αυτά είναι και η ανάγνωση αδιάγνωστων και αμφίβολων λέξεων, φράσεων, ημι στιχίων και στίχων του Σολωμού, το οποίο, πι θανόν, να μη βρει ποτέ την τελική του λύση από διάφορες αιτίες (ξεθώριασμα στίχων των χφ, φθορά χαρτιού, βουλσκέηα, έντονο σβήσιμο με*
Ε
μελάνι της λέξης ή των λέξεων από τον ποιητή, κακογραφία). Ο Πολίτης με απόλυτη ευσυνειδησία σημειώ νει με κριτικά σημάδια στην τυπογραφική μετα γραφή τα προβλήματα της ανάγνωσης. Εμείς εξοικειωμένοι, όσο μας είναι δυνατόν,
* Ανακοίνωση ιτου έγινε στις 23 Μαίαν 1985 σιο Αργοστόλι κατά τό Ε ' Πανιόνιο Συνέδριο.
100/αφιερωμα στην ιδιόμορφη γραφή του ποιητή και στο ζακυνθινό γλωσσικό ιδίωμα, προσπαθήσαμε να διαβάσουμε ορισμένες ελληνικές λέξεις των έρ γων του ποιητή, να εκφράσουμε την άποψή μας σε αμφίβολες αναγνώσεις, και μ’ αυτόν τον τρό πο να βοηθήσουμε στη μελλοντική κριτική έκδο ση. 4Λ10β17 έφυγαλοι- αυτός μονάχος μένει.5 Ο Πολίτης στο κ.υ. γράφει: «17γρ. έφυγαν;» Στό κυρίως κείμενο διαβάζει: “έφυγελοι”. Εμείς δια βάσαμε: έφυγαλοι. Δηλαδή ο ποιητής δεν έγρα ψε το τελικό -ν, παρασυρμένος από την τοπολαλιά του, που, συνήθως, το αποβάλλει. Εξάλλου ο ποιητής παρακάτω, Λ10β26, ξαναγράφει το στίχο. έφυγαν όλοι· αυτός μονάχος μένει. Λ10β26 έφυγαν όλοι- αυτός μονάχος μένει. Το κ.υ. έχει: 26 έφυγαν: από εβγήκαν; Η ανάγνωση της α' γραφής είναι ορθή. Από το ρήμα “εβγή καν” διατηρείται η κατάληξη -καν. Το α' ε- πα ραμένει άθικτο. Ο τόνος μπήκε στη β' γραφή και αποδείχνεται από το παχύ του μελάνι, με το οποίο γράφτηκε το β' ρήμα «έφυγαν». Το υ της β' λέξης είναι γραμμένο πάνω στο γ και ι. Λ10β29 κι απ’ την ψυχή του ο στεναγμός πετιέται. Το κ.υ. έχει: 29 ο στεναγμός: από κάτι άλλο. Η αδιάγνωστη λέξη είναι το ουσιαστικό «ανα στεναγμός». Διατηρούνται τα ίχνη των δυο α της πρόθεσης «ανα» και του ν. Στο α' α ο ποιητής έγραψε δυνατά το αρσενικό άρθρο ο, το σ πάνω στο ν, και στο β' α το τ, δυνατά κι αυτό. Το υπό λοιπο της λέξης είναι απείρακτο. Λ11α19-20 όσα φιλιά, τόσα μαχαίρια μέσ’ τα σπλάχνα του μαύρου εκατεβήκαν. Το κ.υ. έχει: 20 μεσ: πάνω σε κάτι άλλο. Διακρίνονται το σ χωρίς την οριζόντια γραμμή, το ϊ με δυο διαλυτικά, και πριν απ’ αυτό μέρος του α. Η λέξη είναι το ρήμα “στάει”, που συναντάμε και στις σελίδες των Α.Ε. 27,16*-38,28-97,16-99,12. Λ11β25 τι λογής είναι κείνη οι+ταραχίες». Η λέξη «ταραχίες» είναι μεταγραμμένη από τον Λ. Πολίτη ανάμεσα σε δυο σταυρούς, που δηλώ νουν αμφίβολη ανάγνωση. Η λέξη είναι άγνωστη στο ελληνικό λεξιλόγιο. Το υποτιθέμενο α της α' -συλλαβής τα- δεν είναι α, αλλά υ. Ο Σολωμός συνήθιζε ν’ αναμειγνύει τα γράμματα του ελληνι κού και ιταλικού αλφαβήτου. Το ιταλικό χ χρη σιμοποιεί και ως ξ ελληνικό. Πβ. ΣΤ350α 40 που το μεγάλο κάστανο που τσ’ έριχαν το σφίγγει. Η λέξη πρέπει να διαβαστεί + τηραξίες + η οποία ακούγεται στη Ζάκυνθο. Παρακάτω μεταπλάθεται ο στίχος Λ13β25. Τι λογής είν’ εκείνη η βουβαμάρα, που δηλώνει την εξωτερική ησυχία,
με την οποία συμφωνεί η ανάγνωσή μας. Λ24α19 του (εκόρμισε) τη δυστυχία και με τα δυο σου χέρια, καθώς εκόρπισες τ’ αστέρια. Το κ.υ. έχει: 19 γρ. (εσκόρπισες); Σωστή η διόρθωση του Πολίτη, γιατί και με το νόημα του στίχου συμφωνεί και με τη Ζακυνθινή λαϊκή φράση «σκροπάει τα λεφτά του και με τα δυο του χέρια». Λ18α4 να βγάλω το κεφάλι από το κύμα. Το κ.υ. έχει: 4 να βγάλω: από κάτι άλλο. Το ν του μορίου να είναι γραμμένο πάνω σε τ. Διακρίνεται αρκετά το τ και το μισό ο. Το γράμμα β του ρήματος «βγάλω» έχει γραφτεί πάνω σε κ. Ο ποιητής αρχικά ήθελε να γράψει ως πρώτη λέξη του στίχου το έναρθρο ουσιαστικό «το κεφάλι». Λ29,11 και λάμπει ο κυχτοκόπος. Το κ.υ. έχει: 11 γρ. νυχτοκόπος(;). Η διόρθω ση του Πολίτη είναι σωστή, γιατί έτσι λέγεται ο αστερισμός του Διός. Λ36,7-8 Αν ήθελε τον ακούσει, βέβαια ήθελε τον πάρει I για + το + γογγυτό της φιλενάδας της. Το κ.υ. έχει: 8+ τον: ίσως από την. Σωστά ο Πολίτης διάβασε «την». Ο ποιητής δηλαδή ήθελε να γράψει «την φιλενάδα» στη θέ ση του έναρθρου ουσιαστικού «το γογγυτό». Δ.Α.56β21 τα λούλουδα εσκόρπουνε + βυζώντα + δροσάτη. Το κ.υ. έχει: 21 γρ. + φυσώντας-!; Πρέπει να υιοθετήσουμε την ανάγνωση 4- φυ σώντας + γιατί η παραπάνω παραλλαγή, στ. 910, έχει το ίδιο επίρρημα: τ’ άνθια εσκόρπαγε φυσώντας δροσάτη. Εξάλλου είναι συνηθισμένη «η σύγχυση ανά μεσα στο φ και το β»6 και στο ζ και το σ. ΤΜ127α10-11 Αποκρινόντανε I φρικτά-φρικτά. Το κ.υ. έχει: 11 φρικτά1: από σφικτά(;). Η ανάγνωση «σφικτά» είναι σωστή, γιατί διακρίνεται το ό πάνω στο οποίο γράφτηκε το φ και ο κύκλος του ρ πάνω στο φ. Μπ. 184α42 με την [τρέμουσα] αγκαλιά. Το κ.υ. έχει: 42 [τρέμουσα]: από κάτι άλλο. Η αδιάγνωστη λέξη είναι το θηλυκό επίθετο «πρό θυμη». Διατηρούνται τα ίχνη του π, το ρ είναι άθικτο, το ο είναι γραμμένο πάνω στο ε, το σ πάνω στο μ. Το τελευταίο α έχει τη μορφή-υ. Πβ. και Μπ. 187617 με την πρόθυμη αγκαλιά. ΓΖ 263,20-22 Και βάνοντας ο άθεος σημάδι το κεφάλι [μου δεν το] εμέ του Δ. του ιερ. δεν το
αφιερωμα/101 ’πίτυχιε; Ο Πολίτης στο κ.υ. δε διόρθωσε το ρήμα, ενώ πρόκειται για τον ιδιωματικό αόριστο «’πίτυχε». ΓΖ 273α5-8 και η κόρη που δεν ήτανε μάθη με τα [καλά] ε... καλά, ησύχασε, κι από τη χαρά της εδάκρυσε. Ο Σολωμός μετά το α' ουσιαστικό «καλά» ήθε λε να γράψει το ρήμα «εδάκρυσε», αλλά το έβα λε στο τέλος, για να τονίσει ιδιαίτερα το συναί σθημα της κόρης. ΓΖ 280, 39-40 ενικούσε την ταραχή του πολέ μου Η— I- και που φεν - πως ακουοτ στα πέρατα της Ελλάδος. Το κ.υ. έχει: 39 που: από μου // ίσως μου φα νεί. Η αδιάγνωστη λέξη, που ο Πολίτης έβαλε σε δυο σταυρούς, είναι δισύλλαβη και τελειώνει σε -ου, το οποίο διακρίνεται καθαρά. Η αδιάγνω στη λέξη είναι η αντωνυμία «αυτού». Πρώτα ο Σολωμός έγραψε «μου φαινότουνα», που συμ φωνεί με τους άλλους παρατατικούς. Διατηρεί ται το μισό ο της συλλαβής -νο-, Η κομμένη λέξη ακουοτ είναι ο ιδιωματικός παρατατικός «ακουότουνα». ΓΖ 292α 5-8 στη ξανάδωσα μια ώρα ότα πριν ξεψυχήσω, και τώρα στην ξαναδίνω κακό κι ανάποδο [χε] θηλυκό. Η συλλαβή χε-, που βρίσκεται μέσα στις δύο αγκύλες, είναι η α' της λέξης «χεσμένο», που εί ναι συνώνυμο του «ανάποδο» και στο ζακυνθινό γλωσσικό ιδίωμα σημαίνει «δαίμονας, διάβο λος». ΓΖ 297α 12-17 ετότε τους είδα να πισωπλατήσουν όλους [σκουν] σπρώχνοντας ο ένας τον άλ λον. Ο Σολωμός έγραψε στην αρχή το 1/3 του ιδιω ματικού επιρρήματος [σκουντιώντας], αλλά αμέ σως το αντικατέστησε με το πανελλήνιο «σπρώ χνοντας». Μπ. 303α15 χύνει η βρύση τη δροσιά. Το κ.υ. έχει: 15 χύνει: το χ πάνω σε στ. Ο ποιητής δηλαδή ήθελε να γράψει το πεζό ρήμα «στέλνει», και στη συνέχεια, προτίμησε το ποιητικό «χύνει». Έτσι ο Σολωμός απέφυγε τη λαϊκή φράση «στέλνει δροσιά». ΣΤ + ασήκωσεν + τα βλέφαρα. Το κ.υ. έχει: 10 + ασήκωσεν +· μήπως ανοιγοκλεί; Το «ασήκωσεν» είναι καθαρό και δεν πρέπει να παρασυρθούμε από την παραλλαγή της ίδιας σελίδας, στ. 17 «ανοιγοκλεί τα βλέφα ρα» και να προτιμήσουμε το ρήμα της. ΣΤ 332645* κ’ εγόγγυζε σαν το πουλί το μισό + —+ μένο.
Ο Πολίτης δε συμπληρώνει τη λέξη στο κ.υ. Οι συλλαβές, που πρέπει να συμπληρωθούν, είναι δυο. Οι συλλαβές αυτές έχουν πολύ μελάνι. Διακρίνονται ίχνη ενός σ μετά τη συλλαβή - σο. Ά ρα η αδιάγνωστη λέξη είναι η μετοχή «μισοσκοτωμένο», η οποία ταιριάζει στο νόημα και βρίσκεται και στις παραλλαγές 350628* κι έδερ νε ως δέρνει το πουλί το μισοσκοτωμένο· 350α2 ως καθώς κάνει [δέρνει το] το πουλί το μισοσκοτωμένο. ΣΤ 342α35 τα βρόντησε δυο τρεις φορές και τέλος τα + ζυγίζει -Κ Το κ.υ. έχει: 35 ζυγίζει: ίσως ξετάζει; Στη λέξη «ζυγίζει», που διάβασε ο Πολίτης, δεν υπάρχει τελεία πάνω από το υποτιθέμενο ι, πράγμα που συχνότατα κάνει ο Σολωμός. Το ρή μα στο\ ζακυνθινό ιδίωμα λέγεται «ζυγιάζω». Πβ. ΣΤ 339α32 και να ζυγιάζει αρχίνησε κι ανα παμό δε\ς, εί/α (αναπαημό εμείς διαβάζουμε). ΣΤ341α25 και να ζυγιάζει αρχίνησε, να πούμε την αλήθεια. Ακόμη και το τρίτο γράμμα της υποτιθέμενης λέξης «ζυγίζει» δεν έχει τη μορφή του σολωμικού γ. Για τη σωστή ανάγνωση «ξετάζει» συνηγορεί και η παραλλαγή 342α46 [σκύφτει στον δίσκο τον βαρύ ανήσυχα ερευνώντας]. ΣΤ 347α3 τα κοιτάζει. Το κ.υ. έχει: 3 κοιτάζει: από κάτι άλλο. Το κ είναι γραμμένο πάνω στο π, το γ διατη ρείται. Είναι, λοιπόν, η αδιάγνωστη λέξη το ρή μα «πηγάζει» που βρίσκεται στον αμέσως επόμε νο στίχο. Κ362α8 στο χυτό ανάστημα το φως μον λαμπυρίζει. Το κ.υ. έχει: 8 γρ. μονάχο. Σωστά συμπληρώνει ο Πολίτης τη λέξη, την οποία χρησιμοποιεί στην επόμενη παραλλαγή. Κ362α12 τ’ ανάστημα της μοναχό η λάμψη της
102/αφιερωμα
τυλίξει.
Κ362α22 σα σ’ εκκλησία ζωγραφιστή με τεκνισμό περισσό. Το κ.υ. έχει: 22 γρ. τεχνισμό; Σωστά διόρθωσε ο Πολίτης. Η λέξη, επειδή ήταν αδόκιμη, δεν άρεσε στον ποιητή και γι’ αυ τό την υπογράμμισε, για να την αντικαταστήσει μ’ άλλη συνώνυμή της. Πράγματι στην επόμενη παραλλαγή ο Σολωμός άφησε κενό στο χφ, γιατί δε βρήκε την κατάλληλη λέξη.7 Καν’ σ’ εκκλησιά ζωγραφιστή με περισσό. Σε άλλη παραλλαγή βρήκε τη λέξη· 372α14. καν σ’ εκκλησιά ζωγραφιστή με θαμασμό πε ρισσό. Ομόριζη μετοχή της λέξης «τεχνισμός» βρίσκε ται σε κερκυραϊκό δημοτικό τραγούδι. «Κι ο νέος, όπου τα κέντουνε πολύ ήτον τεχνεμένος».8 Κ368α5 για τη φτωχή, τη δύστυχη κι αιματωτή πατρίδα. Το κ.υ. έχει: 5 αιματωτή: από κάτι άλλο αδιάγνωστο. Ο ποιητής έγραψε πρώτα την αδιάγνωστη λέ ξη. Κύριο χαρακτηριστικό της ότι άρχιζε από σύμφωνο, γιατί ο σύνδεσμος «και» δεν είχε έκ θλιψη. Διακρίνονται ίχνη, ελάχιστα βέβαια, του θηλυκού άρθρου «τη». Το επίθετο είναι οξύτονο και δεν έχει διορθωθεί ο υπάρχων τόνος. Ακόμη η κατάληξη του επιθέτου πρέπει να είναι -ιά. Ίχνη του υπάρχουν πάνω στο σολωμικό Η. Το α' επίθετο είχε άρθρο «τη» και στην αρχική-διαγραμμένη λέξη διακρίνεται το γ. Η αδιάγνωστη, λοιπόν, λέξη είναι το επίθετο «γλυκιά», που το βρίσκουμε στον Κ368α5 για τη [δύστυχη] για τη γλυκιά πατρίδα. Κ369α5 μα τα μυστήρια τ’ άχραντα οπού τα + ακούω + και τρέμω. Το κ.υ. έχει: 6 + ακούω + ίσως και πνε ( = μνέω); Το «ακούω» πρέπει να το απορίψουμε, γιατί ο ποιητής από τον Κ και ύστερα αποφεύγει τη χα σμωδία- ούτε ήταν δυνατόν ο Σολωμός να δεχθεί δυο α συνεχόμενα. Το νόημα του στίχου και το περιεχόμενο του όρκου, μας επιβάλλει να δε χθούμε το ρήμα «μνέω». Κ370α35 την παλεήνενε και γλυκιά κι αστοχισμένη γνώρα. Το κ.υ. έχει: 35 γρ. την παλείνε (παλαιήνε); Ορθή η πρόταση του Πολίτη. Είναι η ιδιωμα τική αιτιατική του επιθέτου «παλαιή». Κ371α2 π’ έβλεπε τον Αγαρηνό κ’ εγύρευε μαχαίρι.
Το κ.υ. έχει: 2 εγύρευε: το ε της κατάληξης πάνω σε κάτι άλλο. Το άλλο είναι το φωνήεν -α- διατηρούνται ίχνη του. Τον ίδιο στίχο γράφει και στον Κ374α26 και στο κ.υ. διαβάζουμε 26 εγύρευε: από εγύρευα. Κ373α7 τότε από φως μεσημερνό ο αγέρας πλημμυρίζει. Το κ.υ.·έχει: 7 τότε: από κάτι άλλο. Κάτω από το χρονικό επίρρημα «τότε» διακρί νουμε το τροπικό «ωσάν». Πβ. Κ372α7 φως ωσάν μεσημερνό ο κόσμος πλημμυρίζει. Κ379α10-11 και βάνω την παλάμη μου κι αμέ σως γαληνεύειμε τούτο έσχιζα τα νερά [και] που τ’ άκουα μυρωδάτα. Το κ.υ. έχει: 11 ίσως με τούτη; Το τελευταίο γράμμα της δεικτικής αντωνυ μίας είναι καθαρό και ευδιάκριτο υ. Σωστό είναι να διαβαστεί: «τούτη» δηλαδή την παλάμη, γιατί δεν υπάρχει ουσιαστικό ουδέτερου. ΦΑ387628 από κει που αγάπη λίγη κι ’ναι πλάνεμα πολύ. Το κ.υ. έχει: 28 είναι: από κάτι άλλο. To i είναι γραμμένο πάνω σε α· διακρίνεται ακόμη ή καμπύλη του δεξιού ποδιού π, και το ε (του ΐνε) είναι γραμμένο πάνω σε ο. Η αδιάγνω στη λέξη είναι η πρόθεση «από». Το συγκεκριμέ νο τμήμα της γραμμής χωράει τρία μόνο γράμμα τα. ΦΑ387α18 γίλου σκότος χαιρετώ σε! <ος καθώς εγώ για σε. Το κ.υ. έχει: 28 γίλου σκος: γράφε γλυκό σκό τος; Για την ορθή ανάγνωση της λέξης «σκότος» δεν υπάρχει αμφιβολία για το «γίλου» ναι. Την τελεία πάνω από το ϊ, δεν την έβαλε ο Πολίτης στη μεταγραφή. Η ορθή ανάγνωση είναι «γίρου» και όχι «γλικο» που προτείνει ο Πολίτης και ακολουθεί η Τσαντσάνογλου.9 Εξάλλου φαίνεται καθαρά το ου της σολωμικής γραφής. Πιθανόν νά παρασύρθηκαν από το στ. 24, στήλη β της ίδιας σελίδας που ο Σολωμός γράφει: γλϊκό σκό τος. ΕΠ.Β. 402α35 βανοτοντας τα γόνατα και τα σπαθιά βαμμένα. Το κ.υ. έχει: 35 βάνοντας; βαστώντας; Το επίρρημα «βαστώντας» πρέπει να το αποκλείσουμε, γιατί στην παραλλαγή 402α33 έχουμε το ρήμα «βάνουν». Βάνουν στη γη τα γόνατα και τα σπαθιά βαμ μένα. Αρκετές φορές συναντάμε στις σολωμικές πα ραλλαγές μετατροπή του ρήματος σε ομόριζο επίρρημα και το αντίστροφο. Πβ.
αφιερωμα/103 ΕΠ.Γ. 446,23 σκορπώντας τα τρισεύγενα τσ’ αγάπης λουλουδάκια. ΕΠ.Γ. 446,36 και σου σκορπά τρισεύγενα τσ’ αγάπης λουλούδια. ΕΠ.Γ. 447,8 κ’ εσκόρπα τα τρισεύγενα λου λούδια της αγάπης. ΕΠ.Β. 408α15 τρέμουν οι βράχοι, η θάλασσα· ναύτης μακριά Η------ 9 +. Η αδιάβαστη λέξη είναι τρισύλλαβη. Διακρίνεται η β' συλλαβή - τα - και το ΐ της γ'. Η λέξη είναι το ρήμα «κοιτάει» που συμφωνεί με το νόη μα του στίχου. ΕΠ.Β 413β12 κ’ έπλασε τ’ άστρο της νυκτός και τ’ άστρο της ημέρας. Το κ.υ. έχει: 12 νυκτός: από κάτι άλλο. Το άλ λο είναι η λέξη «αυγή». Διατηρούνται τα ίχνη του α και του γ. Το ο είναι γραμμένο πάνω σε Η. Διατηρείται και ο τόνος της λέξης αυγής. Έτσι έχουμε δυο τόνους, έναν της αυγής και έναν της «νυκτός». Το τελικό σίγμα παραμένει άθικτο. ΕΠ.Β. 415β1 ήταν για μένα τρεις χαρές [τρις] στη πίκρα φυτρωμένες. Το κ.υ. έχει: 1[τρις] από κάτι άλλο // πίκρα: από πίκρες. Διατηρούνται ίχνη του αρχικού σ. Έτσι ο ποιητής διαδοχικά έγραψε: «στις πίκρες», ύστε ρα «τρις», και τέλος «στην πίκρα».
υπάρχει. T o ’s με απόστροφο είναι η πρόθεση σε χωρίς το -ε. Η τρισύλλαβη φράση είναι: «’s το μέσο», γιατί πάνω στην κάθετη γραμμή μ της υποτιθέμενης λέξης «μινέσο», ο Σολωμός έχει τραβήξει μια μικρή οριζόντια γραμμή, ώστε να σχηματίζεται το γράμμα τ. Το αρχικό γράμμα ύστερα από την αντωνυμία «που», είναι η α' συλλαβή του ρήματος έχει. Πρέπει ν’ αποκλείσουμε το βοηθητικό ρήμα «είναι», γιατί ο ποιη τής την α' συλλαβή του «ive’ τη γράφει συνήθως μεϊ. ΕΠ.Β 441,5 και με + περήφανη + πνοή το στήθος το χορτάτο. Το κ.υ. έχει: 5 με· από κάτι άλλο. Το κάτι άλλο είναι τ’ ομοιοματικό επίρρημα «οσαν». Διακρίνεται το α' ο πριν από το μ, το μ είναι γραμμένο πάνω σε σ και διακρίνεται το ν. ΕΠ.Γ 447,7. κάθε φωνή κινούμενη κατά το [ν] φως μιλούσε. Το κ.υ. έχει: 7 φως: το φ πάνω σε κάτι άλλο. Το φ είναι γραμμένο πάνω στο γνωστό σολωμικό και εφτανησιακό ου.10 Στην αρχή ο Σολωμός έγραψε την αιτιατική του αρσενικού άρθρου «τον». Άρα ο ποιητής στην αρχή σκέφτηκε να γράψει «τον ουρανό».
Σχ (θ) 459, 6-7 αχ! μέσ’ η μαύρη μοίρα σας τ’ όνειρο π’ ΕΠ.Β 421α2, μόνε σφοδρά βροντοκοπούν τ’ Το κ.υ. έχει: 6η: από α. [αρ] ματωμένα στήθη. Ά ρα ο ποιητής πρωτοσκέφτηκε να γράψει τη Το κ.υ. έχει: 2 ματωμένα: από κάτι άλλο. φράση: μέσ’ από. Το άρθρο τ[α] παραμένει αδιόρθωτο, χωρίς το α, αλλά μ’ έκθλιψη. Επομένως η σβησμένη λέξη ΕΠ.Γ. 461,5 εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε άρχιζε από φωνήεν. Διατηρούνται άθικτα τα με το χάρο. γράμματα - ομένα. Άρα η αρχική λέξη ήταν με Το κ.υ. έχει: 5 εκείθε: το κ πάνω σε δ. τοχή παθητικού παρακειμένου. Πριν από τις Ο ποιητής, λοιπόν, ήθελε να γράψει στη θέση συλλαβές - τομένα υπάρχει η κάθετη μεγάλη του εκείθε, το επίρρημα εδώθε. γραμμή του μ. Πριν από το μ της λέξης «ματωμέ να» υπάρχουν ίχνη του α. Η λέξη, που πρωτόC.S. 515α1 κρυμμέν’ η χλόη κάθεται σε κάθε γραψε ο ποιητής, είναι η μετοχή «αρματομένα». φύλλο φνεύμα. Το κ.υ. έχει: 1 γρ. πνεύμα. ΕΠ.Β. 439α9 κόκκινο γράμμα που ε νύχι παιΤο ν είναι γραμμένο σ’ ευδιάκριτο ο. Άρα ο διού’ς + ------ Η. ποιητής σκέφτηκε στην αρχή να τελειώσει το στί Το κ.υ. έχει: 9 + μινέσο +; χο με τη λέξη «φωνή», αλλά το μέτρο του επέβα Λέξη «μινέσο», που διάβασε ο Πολίτης, δεν*1 λε να βρει λέξη παροξύτονη και όχι οξύτονη. Σημειώσεις 1. Μ.Κ. Χατζηγιακουμή, Σύγχρονα σολωμικά προβλήματα, Παρνασσός, (11) 1969, σ. 91-97- (εδώ και η σχετική βιβλιο γραφία του προβλήματος από το έτος 1938). 2. Λ. Πολίτη, Γύρω στον Σολωμό, έκδοση Μορφωτικού Ιδρύ ματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1985, σ. 269. 3. Λ. Πολίτη, Δ. Σολωμού Αυτόγραφα 'Εργα, τόμ. Β', Τυπο γραφική μεταγραφή, Θεσσαλονίκη 1964, σ. η'. 4. Το κεφαλαίο γράμμα δείχνει συντομογραφικά το έργο του Σολωμού, ο α ' αριθμός τη σελίδα, το 6 ' μικρό γράμμα τη στήλη και ο 6' αριθμός το στίχο. Για τις συντογραφίες 6λ.
Λεξικό Σολωμού, Ε.Ε.Φ.Σ.Π.Ι., Δωδώνη Παράρτημα, αριθμ. 14, Ιωάννινα 1983, σσ. 21-29. 5. Την ορθογραφία του ποιητή προσάρμοσα στο ισχύσν ορ θογραφικό σύστημα της νεοελληνικής γλώσσας. 6. Λ. Πολίτη, Γύρω στον Σολωμό, ο.π., σ. 422. 7. Πόσο δυσκόλευε τον ποιητή μας η αδιαμόρφωτη γλώσσα! 8. Αντ. Μανούσσυ, Τραγούδια εθνικά συναγμένα και διασα φηνισμένα υπό -, Φυλλάδι Α ', εις Κέρκυραν 1850, σ. 70, στ. 9. 9. Ελ. Τσαντσάνογλου-Παχίνη, Μια λανθάνουσα ποιητική σύνθεση του Σολωμού, Ερμής, Αθήνα 1982, σ. 191. 10. Λ. Πολίτη, Γύρω στον Σολωμό, ό.π., σ. 51.
104/αφιερωμα
Γ ιώ ρ γ ο ς Α ν δ ρ ε ιω μ έ ν ο ς
Εργογραφ ία Διονυσίου Σολωμού (κατ’ επιλογή) I. Συγκεντρωτικές εκδόσεις των έργων τον 1. Rim e improvisate dal nobil signore Dionisio Conte Salomon, Zacintio. Corfu, nella stamperia del Governo, 1822 (1823). 2. Π οιήματα Σ ολω μού και Ω δή εις τον θάνατόν του, υπό Α νδρ. Δαλλαπόρτα, Α θήναι 1857. 3. Συλλογή των γνωστών ποιημάτων του ιππότου Διονυσίου κομ. Σολωμού, Ζ άκυνθος 1857. 4. Συλλογή των ποιημάτων του Διονυσίου Σολωμού. Εν Α θήναις, εκ του τυπογραφείου το Α θήναιον, 1858. 5. Δ ιονυσίου Σόλω μού τα Ευρισκόμενα, εκδίδοντος δαπάνη Αντωνίου Τερζάκη, Εν Κερκύρα 1859. 6. 'Α παντα Δ ιονυσίου Σολω μού ήτοι τα μέχρι σήμε ρον εκδοθέντα μ ετά προσθήκης πλείστω ν ανεκδότων, προλεγομένω ν και σημειώσεων, εκδιδόμενα υπό Σ έρ γιου X. Ραφτάνη. Εν Ζ ακύνθφ 1880 [Επιμέλεια Σπ. Δε-Βιάζη], 7 Δ ιονυσ ίου Σολω μού Ά π α ν τ α τα ευρισκόμενα με τά προλόγου περί του βίου και των έργων του ποιητού υ πό Κωστή Π αλαμά <Βιβλιοθήκη «Μ αρασλή»>, Ε ν Α θήναις 1901 [Πανομοιότυπη έκδοση, Ελευθερουδάκης, Α θήναι 1921 κα ι 1925]. 8. Δ ιονυσ ίου Σολωμού, Τα Ιτα λικά Π οιήματα. Π ρό λογος και μετάφρασις Γεωργίου Καλοσγούρου. Έ κδ ο σις Ε λευθερουδάκη, Α θήναι 1921. 9. Δ ιονυσ ίου Σολωμού, Ά π α ν τ α τα ευρισκόμενα (κατάταξη Γ. Σ παταλά), Έ κδ ο σ ις Βασιλείου, Α θήναι 1925. 10. Κ. Κ αιροφύλας, Σολω μού Α νέκδο τα Έ ρ γα , Α θήνα, Έ κδοση «Στοχαστή», 1927. 11. Κ , Καιροφύλας, Σολω μού Α νέκδο τα Έ ρ γα , «Στοχαστή» Έ κδοση Δεύτερη (Μετά προσθηκών), [Αθήνα] 1927. 12. Δ ιονυσίου Σολω μού Ά π α ν τ α τα ευρισκόμενα ελ ληνικά ποιήματα με τον Δ ιά λο γο ν και τα Π ρολεγόμενα του Ιακώ βου Π ολυλά: Φ ροντίδα, σχόλια, κατάταξη Γερ. Σ παταλάς. Ε ν Α θήναις, Φιλολογική Έ κδο σις «Οικονομικού Χρόνου», Ε πιμέλεια Μ.Γ. Βασιλείου & Σ ία 1936. 13. R obert Levesque, Solomos. Introduction, prose et podmes, «Collection de l’lnstitut Francais d ’A thenes>, Icaros, Athenes [1945]. 14. Δ ιονυσίου Σολω μού Ά π α ντα . Τόμος πρώτος. Ποιήματα. Επιμέλεια-σημειώσεις Λίνου Πολίτη. Ί κ α
ρος [Αθήνα] 1948 [Η9 6 1 ,31971, 41979], 15. Δ ιονύσιος Σολω μός, επιμέλεια Ν.Β. Τωμαδάκη, <Βασική Βιβλιοθήκη, 15>, Α θήναι «ΑΕΤΟΣ» Α .Ε . [1954, 21959]. 16. Δ ιονυσίου Σολωμού, Ά π α ν τ α τα ευρισκόμενα, επιμέλεια Μ. Κ αλλοναίου, Εκδόσεις Μαρή, Α θήναι 1955. 17. Δ ιονυσίου Σολω μού Ά π α ντα . Τόμος δεύτερος, Π εζά κα ι Ιταλικά. Έκδοση-σημειώσεις Λ ίνου Πολίτη. Ίκ α ρ ο ς [Αθήνα] 1955 [21968, 31979], 18. Δ ιο νυσ ίο υ Σολω μού Ά π α ν τα . Π οιήματα κα ι π ε ζά. Προλεγόμενα Μαρίνου Σιγούρου. Έ κδ ο σ ις επι τροπής Ζακύνθου εορτασμού εκατονταετηρίδος Σολω μού (Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων), Εν Α θήναις 1957. 19. Δ ιο νυσ ίο υ Σολω μού Ά π α ν τα . Τόμος δεύτερος. Παράρτημα. Ιταλικά (Ποιήματα και Π εζά). Μ ετάφρα ση Λ ίνου Πολίτη με συνεργασία Γ.Ν . Πολίτη, Ίκα ρ ο ς [Αθήνα] 1960 [21969]. 20. Διονυσίου. Σολω μού, Π οιήματα. Ε πιλογή. Ε π ι μέλεια Α ίνου Πολίτη, Ίκα ρ ο ς 1964. 21. Αριστοτέλειον Π ανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης, Δ ιο νυσ ίο υ Σολω μού Α υ τό γρ α φ α Έ ρ γα . Ε πιμέλεια Λ ί νου Πολίτη. Α ' Φ ωτοτυπίες. Β ' Τυπογραφική Μετα γραφή. Θεσσαλονίκη 1964. 22. Δ ιο νυσ ίο υ Σολωμού, Ά π α ν τα . Εισαγωγή-Κείμενα-Μ εταφράσεις-Γλωσσάριον Ν.Β. Τωμαδάκη; Ε κδό σεις «Γρηγόρη», Α θήναι [1969]. 23. Γ.Ν . Π απανικολάου, Δ ιονυσίου Σολω μού Ά π α ντα (τόμ. 1: Το ελληνόγλω σσο έργο του, Α θήνα 1970· τόμ. 2: Το ιταλόγλωσσο έργο το υ, Α θήνα 1972). 24. Διον. Σολωμού, Ε κλεκτά έργα. Π ρόλογος: Ιακ. Π ολυλά, Α νδ ρέα Κάλβου, Ω δές, Λ ύρα -Λ υρ ικά . Ε πιμέ λεια εκδόσεως Διον. I. Τσουράκης, Εικονογράφηση Δημ. Μιχαήλ. Εκδόσεις «Αλκυών», [Αθήνα 1977],
/ / . Εκδόσεις μεμονωμένων κειμένων τον 25. Σολωμού, Η Γυναίκα της Ζά κυνθος, νέα έκδοση φροντισμένη από τον Λίνο Πολίτη, Ίκα ρ ο ς Εκδοτική Ε τα ιρεία , [Αθήνα] 1944 [Φωτολιθογραφική ανατύπω ση, Δεκέμβριος 1983], 26. Κ .Θ . Δημαράς, «Στίχοι του Σολωμού και άλλα
αφιερωμα/105 κείμενα σχετικά», Ο Ε ρανιστής, τόμ. 1 (1963), σσ. 112 27. Γ.Γ. Α λισανδράτος, « Έ ν α μικρό α υτόγραφο του Σολωμού», Ο Ε ρανιστής, τόμ. 11 <1974 [1980]>, [Νεοελληνικός Διαφω τισμός, Α φιέρω μα στον Κ .Θ . Δημαρά], σσ. 227-237. 28. Ελένη Παχίνη-Τσαντσάνογλου, Μ ια λανθάνονσα ποιητική σύνθεση τον Δ ιονυσ ίο υ Σολω μού. Το α υ τόγρα φο τετράδιο Ζα κ ύ νθου αρ. 11. Δ ιδακτορική δ ια τριβή που υποβλήθηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Α ριστοτελείου Π ανεπιστημίου Θ εσσαλονίκης, Θεσσα λονίκη 1978. 29. Λιλή Π απαδοπούλου-Ιω αννίδου, Ο «Κρητικός» του Δ. Σολωμού στο α υτόγραφ ο τετρά διο Ζα κύνθο υ αρ. 11. Μ ια νέα έκδοση του ποιήματος, Μ εταπτυχιακή εργασία, Θεσσαλονίκη 1978. 30. Λ ίνος Πολίτης, «Το πρώ το σχέδιο του ‘Λ ά μπρου’. Π ρόδρομη φιλολογική έκδοση α πό το αυτό γρα φο τετράδιο Ζ ακύνθου αρ. 12», Ν έα Ε στία , τόμ. 104, Χριστούγεννα 1978, σσ. 250-276. 31. Ελένη Τσαντσάνογλου, Μ ια λα νθάνουσα πο ιη τι κή σύνθεση του Σολω μού. Το αυτό γρα φ ο τετρά διο Ζ α κύνθου αρ. 11. Ε κδοτική Δ οκιμή, Ερμής, Α θήνα 1982 (πρβλ. παρα π άνω , α ριθ. 28). 32. Γ.Π . Σ αββίδης, «Εισήγηση σε μια νέα ανάγνωση της ‘Γυναίκας της Ζ άκυθος’», Π ερίπλους, χρόνος Γ ', τεύχ. 9-10, Ά νοιξη -Κ α λοκα ίρ ι 1986, σσ. 11-28. [Πρβλ. Δημήτρης Α γγελάτος, «Για τη γυναίκα της Ζ άκυθος του Δ. Σολωμού», αυτόθι, σσ. 31-34 κα ι Σπύρος Καββ α δίας, «Για μια νέα έκδοση της ‘Γυναίκας της Ζ άκυ θος’ του Σολωμού», Π ερίπλους, χρόνος Δ ', τεύχ. 1314, Ά νοιξη -Κ α λοκα ίρι 1987, σσ. 49-53]. 33. Solomos. La vision prophetique du m oin Dionysios, ou la Femme de Zante. Essais d ’anastylose de I’oeuvre, introduction-traduction-comm aintaires par Oc tave Merlier, Paris: Societe d’fidition «Les Belles Lettres» 1987 < C entre d’Etudes d’Asie Mineur, Archive Melpo et Octave M erlier, 1> . 34. Σπύρος A . Κ αββαδίας, «Εκδοτική δοκιμή στον ‘Π όρφυρα’ του Δ. Σολωμού», Π ορφύρας, ΟκτώβρηςΔεκέμβρης 1988, σσ. 7-24.
.
III. Αλληλογραφία 35. Ν ικόλαος Β. Τω μαδάκης, «Α νέκδοτοι επιστολαί του Διονυσίου Σολωμού», Ν έα Εστία, τόμ. 25 (1930), σσ. 311-314. 36. Ντ. Κονόμος, «Έ νδεκα ανέκδοτα γράμματα του Δ . Σολωμού στο Γ. Δερρώση και μια ανέκδοτη σάτυρα», Ε πτανησιακά Φ ύλλα, τόμ. 3 (1949), σσ. 52-66. 37. Λ ίνος Πολίτης, «Α νέκδοτα κείμενα κα ι επιστο λές του Σολωμού», Α γγλοελλη νική Ε πιθεώ ρηση, τόμ. 4 (1949), σσ. 153-171. 38. Ντ. Κονόμος, Σολω μού ανέκδοτα γρά μμα τα στον Ιωάννη Γαλβάνη, <Collection de l’Institut Francais d ’Ath&ies, 72> , Α θήνα 1950. 39. Λ. Πολίτης, Ο Σολω μός στα γρά μμα τά τον, Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Ι.Δ . Κολλάρου & Σ ία ς Α .Ε . [Αθήνα 1956], 40. Π. Κ αραγιώ ργος, « Έ ξ ι άγνωστα γράμματα του Σολωμού προς τον Λ όρδο Γκίλφορντ», Ε λληνικά, τόμ. 29 (1976), σσ. 117-131. Συντάχθηκε στο Birmingham τον Μάρτιο 1989
Τεύχος 54 - Απρίλιος ’89 • Κόνραντ Λόρεντζ: ο θ άνα τος εν ό ς πρω το π ό ρ ο υ. Γ ράφουν Δήμος Τσαντίλης, Μιχάλης Μιχελής • Η απέραντη νύχτα του ΠΑΣΟΚ: του Δημήτρη Παπαϊωάννου • Κ λοφέν στο π εριβάλλον: της Τζελίκας Χαροκόπου • Αφιέρωμα στην Αρκούδα: κριτική στην τανία (Δημήτρης Κωστόπουλος) μια σ υ ν έ ντευξη μ έ τ ο ν Αννώ και έν α ρ επ ορ τάζ στο καταφύγιο θηραμάτων της Γ ιουγκοσλα βίας. • Διλήμματα σ τον εναλλακτικό χώρο: του Μιχάλη Μοδινού • Φτηνό αυτοκίνητο ή φτηνή πολιτική: του Ηλία Ευθυμιόπουλου • Ακόμη άρθρα για την πυρηνική ε ν έ ρ γεια, το εμ πόριο όπλω ν, τ ο ν βιολογικό κα θαρισμό, τα παιδικά παιχνίδια, την ζωοφι λία καθώς και ν έα α π ’ ό λ ο ν τ ο ν κόσμο, δ ιά λογος, σχόλια...
106/συνεντευξη
Τη συνέντευξη πήρε η Βάσω Σπάθή Ο Σπύρος Ευαγγελάτος από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του ελλη νικού θεάτρου, με διεθνή αναγνώριση, εξελέγη πρόσφατα παμψηφεί αναπλη ρωτής καθηγητής της θεατρολογίας. (Η έδρα θεατρολογίας δημιουργείται για πρώτη φορά στον τομέα Αρχαιολογίας & Ιστορίας της Τέχνης του Τμήμα τος Ιστορίας & Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών). Τον Σπόρο Ευαγγελάτο, σκηνοθέτη 126 συνολικά θεατρικών παραστάσεων, μεταφραστή και μελετητή κυρίως του Κρητικού και Επτανησιακού θεάτρου, συναντήσαμε στις πρόβες του τελευταίου έργου που σκηνοθέτησε στο Εθνι κό θέατρο «Περιποιητής φυτών» του Π. Μάτεσι. Του ζητήσαμε να μας μιλήσει για τον Μπρεχτ σήμερα. Στή συνέντευξη που ακολουθεί εκθέτει τη δική του άποψη για την περίπτωση του μεγάλου Γερμανού δραματουργού.
συνεντευξη/107 θ α θέλαμε, Κύριε Εναγγελάτε, να μας μιλήσε τε για το πώς αντιμετωπίζεται, κατά την άπο ψή σας, ο Μπρεχτ σήμερα.
ΕΙΝΑΙ γνωστό ότι στη δεκαετία του ’60 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 70, ο Μπρεχτ ήταν ο ένας από τους δυο πιο πολυπαιγμένους ο άλλος ήταν ο Σαίξπηρ - συγγραφείς στην Κε ντρική Ευρώπη. Κυρίως στον γερμανόφωνο χώ ρο, δηλ. στις δύο Γερμανίες, στη γερμανόφωνη Ελβετία και στην Αυστρία, αλλά και στην Αγ γλία, στη Γαλλία και σε πολλές άλλες ευρωπαϊ κές χώρες παιζόταν πολύ. Όμως τα τελευταία 15 περίπου χρόνια, παρατηρείται μια κάθετη πτώση της δημοτικότητάς του, σε όλον τον κόσμο, η οποία ερμηνεύεται πρώτον από το ότι παίχτηκαν κατά κόρον τόσα έργα του, όλ’ αυτά τα χρόνια μετά τον πόλεμο, και δεύτερον, από το γεγονός ότι τόσο το κοινό όσο και οι διευθυντές θεάτρων γενικώς έπαψαν πλέον να υπερεκτιμούν την ιδεολογική-πολιτική θέση που εκφράζει ένα έργο και στράφηκε το εν διαφέρον τους πολύ περισσότερο στο κατά πό σον το ίδιο το έργο είναι αξιόλογο ή όχι. Υπενθυμίζω ότι παλιότερα οποιοδήποτε έργο του Μπρεχτ παιζόταν, εθεωρείτο γεγονός· αρκούσε και μόνο το ότι παιζόταν, άσχετα από το πόσο καλό ή κακό ήταν. Εκείνο που μέτραγε ήταν η ιδεολογική τοποθέτηση του συγγραφέα του στην εκάστοτε φάση της ζωής του. Νομίζω, λοιπόν, ότι αυτή η υποχώρηση της δημοτικότητάς του τα τελευταία χρόνια δεν είναι αδικαιολόγητη. Από τα νεανικά μου χρόνια, ανήκω σε κείνους που πιστεύουν ότι είναι λίγα τα πραγματικά αξιόλογα έργα του Μπρεχτ^ ότι το έργο του είναι περισσότερο «κοινωνικό». Με γαλύτερη σημασία, πολλές φορές, έχει η πολιτική-κοινωνική θέση που εκφράζουν παρά η αξία των έργων του αυτών καθαυτών. Το σύνολο της θεατρικής δημιουργίας τον Μπρεχτ διακρίνεται, από πολλούς, σε τρεις πε ριόδους: Την Αναρχική, τη Διδακτική και την Ώριμη, όπως χαρακτηριστικά ονομάζονται. Εσείς ποια θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσα απ’ αυ τές;
ΔΕΝ είχα ποτέ τον παραμικρό δισταγμό και δεν διστάζω και τώρα να επαναλάβω ότι θεωρώ πραγματικά σημαντικά έργα του τη Μάνα Κου ράγιο, το Βίο του Γαλιλαίον, τον Κύκλο με την κιμωλία και μετά από αυτά, τον Καλό άνθρωπο τον Σετσουάν. Από την πρώτη του περίοδο μου αρέσει πολύ η Όπερα της Πεντάρας. Σε όλα τα άλλα έργα του, τουλάχιστον στα πιο γνωστά και σε άλλα που δεν είναι τόσο γνωστά, βρίσκω με ρικά ωραία στοιχεία ή σπουδαίες σκηνές, αλλά όλ’ αυτά - χωρίς τα έργα που προανέφερα - δύ σκολα θα μπορούσαν να του χαρίσουν το όνομα
του μεγάλου συγγραφέα. 'Αλλωστε και μόνο τα συγκεκριμένα έργα που σημείωσα αρκούν νομί ζω για να του χαρίσουν το όνομα ενός μεγάλου συγγραφέα για τον αιώνα μας, που εξάλλου δεν είναι ένας αιώνας πολλών σπουδαίων θεατρικών συγγραφέων. Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Μπρεχτ υπήρξε, κατά τη γνώμη σας, ένας «εποχιακός» συγγρα φέας; Δηλαδή μπορεί να θεωρείται πολύ σπου δαίος μόνο για την εποχή του;
ΕΠΟΧΙΑΚΟΣ; Αυτό θα το κρίνουν τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Ο Αλέξανδρος Δουμάς υιός εθεωρείτο ένας κοινωνικός επαναστάτης κάποτε. Τώρα έργα του παίζονται πολύ σπάνια, ακόμη
Μπρεχτ: «Η ζωή τον Γαλιλαίον» (Εθνικό θέατρο)
και στη Γαλλία. Δεν μπορούμε σήμερα να κά νουμε τέτοιες εκτιμήσεις. Με τα ηθικοδιδακτικά έργα μπορεί να γελάνε μετά από εκατό χρόνια. Εδώ δεν παίζονται πολλά έργα του Ίψεν, του Κολοσσού. Πώς επέδρασε στη δική σας σκηνοθετική αντί ληψη η «ανάγνωση» τον Μπρεχτ;
ΜΕ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ τρόπο κατά τις φάσεις του επαγγελματικού μου βίου. Είναι γεγονός ότι στη νεανική μου φάση, όταν πρωτοήρθα σε επα φή με τα έργα του, ήμουν πολύ πιο βαθιά εντυ πωσιασμένος απ’ ό,τι μετέπειτα, αν και είναι
108/συνεντευξη αλήθεια ότι πάντα κρατούσα μια καχύποπτη στάση απέναντι στα θεωρητικά του κείμενα. Έβρισκα ότι τα θεωρητικά του κείμενα συχνά δεν συμβαδίζουν με την πρακτική των έργων του, όσο κι αν αυτή η «διαφωνία» είχε ντυθεί με σπουδαία θεωρητική αμαρτωσιά από τον ίδιο, αλλά και από σειρά δραματολογίαν, παραδραματολόγων, συγγραφέων, σκηνοθετών, παρασκηνοθετών, βοηθών, παραβοηθών, που δημιουρ γούσαν ένα «μυθικό» κύκλο γύρω απ’ το όνομα του Μπρεχτ και την περίφημη «αποστασιοποίη ση». Θυμάμαι, και θα το λέω πάντοτε, ότι μια σπα ραχτική, καθαρά συγκινησιακή σκηνή στη «Μά να κουράγιο» είναι το ξέσπασμα της μουγγής, το οποίο ουδεμία σχέση έχει με την όλη ρητορική θεωρία περί αποστασιοποιήσεως - και μάλιστα, την ανατρέπει. Πρόκειται καθαρά για συγκινη σιακή μέθεξη και όχι για λογοκρατική ανέλιξη συλλογισμών και θεωρημάτων. Στην πρώτη περίοδο των νεανικών του έργων, που από μερικούς ονομάζεται και «αναρχική» περίοδος, γράφτηκε η Όπερα της Πεντάρας. Υποτίθεται πως ήταν ένας θρίαμβος του αναρχι σμού. Στην ουσία αυτό το έργο τού άνοιξε τις πόρτες, μ’ αυτό κέρδισε το μεγάλο αστικό κοινό, παρόλο που ο ίδιος γινόταν έξαλλος, όπως έγρα φε, με την επιτυχία. Δεν ξέρω πόσο ειλικρινής ήταν όταν εμφανιζόταν ως έξαλλος με την επιτυ χία αυτή, αλλά είναι γεγονός ότι τον Μπρεχτ τον καταξίωσε αρχικά το αστικό κοινό του προπολε μικού Βερολίνου.
θυμηθώ αυτή τη στιγμή, τη Ζωή του Γαλιλαίου, με το Εθνικό Θέατρο και την Όπερα της Πεντά ρας στο Αμφιθέατρο. Υπάρχει και μια άλλη σκη νοθεσία δική μου την οποία έκανα αναγκαστικά για να βοηθήσω το θέατρο που τότε διήυθυνα να αποφύγει ένα σοβαρό κλυδωνισμό. Δεν την έχω υπογράψει όμως και δεν την αναφέρω. Βέβαια, έχω μελετήσει και το «Μαχαγκόνυ» του Μπρεχτ που επρόκειτο να ανεβάσω δυο φορές, μια στην Αθήνα και μια στη Θεσσαλονίκη, αλλά τελικώς δεν το σκηνοθέτησα. Έτσι οι πρακτικές εμπει ρίες μου είναι τα δυο έργα που όπως σας ανέφε ρα και προηγουμένως αγαπώ πάρα πολύ. Στην Όπερα της Πεντάρας έγιναν μεγαλύτερες επεμ
Μ άλιστα· εξάλλου α πό κά πο ιο υς σή μερα θεω ρείτα ι ότι τελικά πρό κειτα ι για έναν αστό σ υ γ γ ρα φ έα .
ΑΥΤΟ τον αφορισμό μού είναι δύσκολο να τον δεχτώ, παρόλο που δεν με τρομάζει. Εγώ λέω απλώς ότι ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος τά χθηκε φανατικά στην αριστερά, την υπηρέτησε, έπαθε πολλά, κυνηγήθηκε. Υπάρχουν όμως φά σεις του βίου του που είναι ιδιαιτέρως αμφιλε γόμενες και είναι ευρέως γνωστές: η απολογία του στο Κογκρέσσο, η διατήρηση της αυστριακής υπηκοότητας μέχρι το θάνατό του, η υποχρεωτι κή κατάθεση των συγγραφικών δικαιωμάτων του σε δυτικογερμανικό εκδοτικό οίκο, ενώ αυτός ζούσε στο Αν. Βερολίνο, η «σκληρή» στάση του σε μια «αντεπαναστατική» κίνηση εργατών του Αν. Βερολίνου κ.ά. Αυτά είναι γνωστά πλέον ερωτηματικά για τη θέση του. Δεν είναι σπερμολογίες. Ανήκουν στην ιστορία, έχουν σχολιαστεί, έχουν κατακριθεί κι έχουν γίνει αρκετές προ σπάθειες για να δικαιολογήσουν τη στάση του. Μ ιλήσ τε μ α ς λ ίγο για τις πα ρα σ τά σεις των έρ γω ν του Μ πρεχτ πο υ εσείς ανεβάσατε.
ΕΧΩ ανεβάσει επωνύμως, από όσα μπορώ να
Μπρεχτ: «Η όπερα της πεντάρας», Λντώνης θεοδωρακόπονλος - Λήδα Τασοπούλου (Αμφι-Θέατρο)
βάσεις απ’ ό,τι στον Γαλιλαίο που παίχτηκε σχε δόν χωρίς καθόλου περικοπές. Ήταν μια τε τράωρη παράσταση, πολύ μεγάλη, με μια έξοχη ερμηνεία του Στέλιου Βόκοβιτς, με σκηνικά-κοστούμια του διάσημου Αυστριακού σκηνογρά φου Ματίας Κραλ και με μια πλειάδα λαμπρών ηθοποιών του Εθνικού Θεάτρου. Όπως σας εί πα και λίγο πριν, είναι από τα έργα που ιδιαίτε ρα εκτιμώ. Θεωρώ ότι δεν είναι μόνο ένα σπου δαίο έργο του Μπρεχτ, αλλά και ένα από τα ση μαντικότερα του αιώνα μας. Είχαμε ευτυχήσει τότε όλοι όσοι συνεργαστήκαμε, όλοι οι συντελε στές της παράστασης.
συνεντευξη/109 θ ά μπορ ούσ α τε να μ α ς π είτε, ίσως π ιο σ υ γκ ε κριμένα, π οια στοιχεία τη ς μ π ρ εχτικ ή ς μ εθο δο λ ο γία ς χρ η σ ιμοποιή σ α τε και πο ιο υ ς πιθ α νό ν νεοτερισμούς εισα γά γα τε; Ε πειδή συνήθω ς εσείς εισά γετε...
ΓΕΝΙΚΩΣ τόσο στα έργα που ανέβασα όσο και στα άλλα που. έχω μελετήσει είτε με την προοπτική ανεβάσματος είτε για δική μου χαρά, θέλησα σαφώς να ακολουθήσω μια «μεταμπρεχτική» άποψη. Μια «μεταμπρεχτική» άποψη προϋποθέτει την απόλυτη γνώση των θεωριών του Μπρεχτ, την απόλυτη γνώση της θεωρητικής υποστήριξης των θέσεών του, καθώς επίσης και γνώση ενός μεγά
λου μέρους των πρακτικών εμπειριών, τόσο από το «Μπερλίνερ Ανσάμπλ» - το θέατρό του -, όσο και από άλλα θέατρα γερμανόφωνα ή και μη γερμανόφωνα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Πιστεύω, λοιπόν, και δεν νομίζω ότι σ’ αυτό πρωτοτυπώ, (το’έχουν πει κι άλλοι και το υπο στήριξαν έμπρακτα), ότι πρέπει να αποκηρύξου με ένα μεγάλο μέρος της θεωρητικής διδασκα λίας του Μπρεχτ, όσον αφορά τη σκηνική ανα βίωση των έργων του. Είμαι βέβαιος δε ότι αν ο ίδιος ο Μπρεχτ ζούσε στην εποχή μας, επειδή ήταν πανέξυπνος άνθρωπος, ο ίδιος, μόνος του θα είχε βρει τον τρόπο να στρέψει λίγο τη θεω ρία του προς μια κατεύθυνση που θα ταυτιζόταν με όσα επέβαλε η παγκόσμια πρακτική. Θα εκμε-
ταλλευά-αν δηλαδή τις εμπειρίες από τις παρα στάσεις του παγκοσμίως. Για να γίνω πιο πρακτικός: είναι βέβαιο ότι η προβολή, ας πούμε, αυτού του «επικού στοιχεί ου» μπορεί να αποτελεί ένα θελκτικότατο θεα τρικό παιχνίδι, όπως γίνεται πολλές φορές και στο ίδιο το Μπερλίνερ Ανσάμπλ, έστω κι αν δη λώνεται ότι όλα συμβαίνουν για να διεγείρουν τη σκέψη του θεατή. Η σκέψη του θεατή μπορεί να διεγερθεί παράλληλα και με μια συγκινησια κή μέθεξη, όσο κι αν ο Μπρεχτ την απέκλειε και την αποκήρυσσε μετά βδελυγμίας. Μ ερ ικο ί σα ς κα τη γο ρ ο ύν ότι η ση μα σ ία πο υ α πο δίδ ετε στη ν α ισ θη τική τη ς π α ρά σ τα ση ς κ υ ρ ια ρχεί μ ερικ ές φορές σε βάρος του ίδιου του έργο υ . Ν ομίζω ό τι π ρ ά γ μ α τι ένα α πό τα κ υ ρία ρχα στοιχεία τη ς δο υλειά ς σα ς είναι η α ι σθ ητικ ή τη ς πα ρά σ τα ση ς. Α υ τό α πο τελεί μ ια κα ινο ύ ρια , ίσως, α ν τίλη ψ η για το θέατρο;
ΔΕΝ νομίζω. Κατ’ αρχήν δεν είμαι σκηνοθέ της κατεξοχήν της αισθητικής. Βεβαίως δεν πι στεύω ότι υπάρχει καλλιτέχνης χωρίς μια αισθη τική. Και όχι μόνο καλλιτέχνης, αλλά και οποιοσδήποτε, είτε καθηγητής Πανεπιστημίου, είτε κριτικός, είτε άλλης ιδιότητας διανοούμε νος. Ποιος μεγάλος καλλιτέχνης υπήρξε χωρίς αισθητική; Ο Μπρεχτ δεν δημιούργησε μια νέα, προσωπική αισθητική σε συνεργασία με τον μεγά λο σκηνογράφο Κάσπαρ Νέχερ; Μάλιστα μια αι σθητική λεπτότατου γούστου. Η βάση της αισθη τικής ήταν, κατά τον Κ. Νέχερ, περίπου η ακό λουθη. Έλεγε: Τι χρειαζόμαστε κατά το έργο; Χρειαζόμαστε... λέει η πρώτη σελίδα, «πιάνει ένα σκήπτρο». Λοιπόν θέλουμε ένα σκήπτρο. Διαβάζει παρακάτω. Εδώ λέει «ανοίγει ένα πα ράθυρο». Άρα θέλουμε κι ένα παράθυρο. Πα ρακάτω. Εδώ «ανοίγει μια πόρτα». Άρα χρεια ζόμαστε ένα σκήπτρο, ένα παράθυρο, μια πόρ τα. Με βάση αυτά τα λειτουργικά στοιχεία ας φτιάξουμε ένα σκηνικό. Και επειδή βεβαίως με ένα σκήπτρο, ένα παράθυρο και μια πόρτα δεν γίνεται κανένα καλόγουστο σκηνικό, επιστρα τευόταν από κει και πέρα η αισθητική του Κά σπαρ Νέχερ ή του Μπρεχτ, για να δημιουργή σουν μερικά ανεπανάληπτα σκηνικά. Και ανε πανάληπτες λύσεις. Αλίμονο, λοιπόν, αν δεν υπάρχει αισθητική στην Τέχνη. Το θέμα είναι να μην επιδιώκεις την αισθητική και μόνο, παραγνωρίζοντας το κείμε νο. Αλλά δεν πιστεύω ότι αυτό ισχύει όταν η αι σθητική είναι στην υπηρεσία μιας ορισμένης άποψης για το έργο, μιας ορισμένης θέσης. Φερ’ ειπείν κάποιοι - πιθανόν ηθελημένα - σταμάτη σαν στο ότι παρουσίασα, όπως είπαν, σαν βερολινέζικο καμπαρέ την «Ειρήνη» του Αριστοφά νη, μια παράσταση που είχε αρκετά μπρεχτικά r στοιχεία. Το γιατί την παρουσίασα έτσι όμως δεν
110/συνεντευξη τους απασχόλησε. Δεν απασχολήθηκαν με την ιδεολογική μου τοποθέτηση απέναντι στην «Ειρή νη». Όταν στο τέλος του έργου η Ειρήνη φεύγει απ’ το πανηγύρι και εγκαταλείπει εκείνους που στομφωδώς την υμνούν, αυτό είναι μια ιδεολογι κή τοποθέτηση απέναντι σ’ ένα πρόβλημα και δεν έχει καμιά σχέση με την αισθητική. Π ροσω πικά συμφωνώ μ ε α υ τή τη ν ά πο ψ η. Κ α ι θα πρόσ θετα ότι σε μ ια πα ρά σ τα ση , πέρα α πό το έ ρ γο α υ τό κ αθ α υτό κα ι τη συνολική α ισ θη τι κ ή τη ς παράσ ταση ς, νομίζω ό τι υπά ρχο υν κά π ο ιες σ τιγ μ έ ς πο υ μπ ο ρ ο ύν να κερδίσο υν α υ τό νομα και μόνο από τη ν αισ θη τική τους. Κ ι α υ τές οι σ τιγ μ έ ς να είνα ι περισσότερο ση μα ντικές α π ’ ό ,τι π ρ α γ μ α τικ ά ολόκληρο το έργο . Σ υμ φω νείτε;
ΣΥΜΦΩΝΩ απόλυτα. Ακούστε ένα παράδειγ μα: Πριν από δυο-τρία χρόνια ήρθε εδώ το Μπερλίνερ Ανσάμπλ και έπαιξε τον Κύκλο με την Κιμωλία. Το έργο οι εδώ θεατρόφιλοι το ξέ ρουν, οι περισσότεροι τουλάχιστον. Η παράστα ση υποτίθεται ότι ήταν αυστηρά μπρεχτική. Ε, λοιπόν, την ώρα που η ηρωίδα προσπαθεί να πε ράσει τη γέφυρα, έκανε έναν αυτοσχεδιασμό πά ρα πολύ καλόγουστο, αλλά καθαρά καταγόμενο από τα μέσα του παραδοσιακού θεάτρου, που στηρίζονται στη υποκριτική ερμηνεία και στην αισθητική του ηθοποιού. Τη στιγμή εκείνη το Ηρώδειο σείστηκε απ’ τα χειροκροτήματα γιατί ήταν μια στιγμή συγκλονιστική. Ήταν μια σκηνή υψίστης αισθητικής. Και απόλυτα αντιμπρεχτική. Α ς ξα ν α γυ ρίσου με στη δικ ή σα ς δο υλειά . Μ ε τη ν τελευταία πα ρά σ τα ση πο υ ανεβά σα τε στο Ε θνικό, μ ε το έρ γο το υ κ. Π . Μ ά τεσι «Περιπ ο ιη τή ς φυτών», φτά σα τε αισίω ς σ τις 126 σ κ η νοθεσίες. Υ π ά ρχο υ ν σε κά πο ιες α π ’ α υ τές μπρεχτ ικ ά στοιχεία;
ΤΑ στοιχεία αυτά δεν είναι απομονωμένα ή προσδιορισμένα. Απλώς ένας καλλιτέχνης που γαλουχήθηκε στα χρόνια που ο Μπρεχτ παιζό ταν πάρα πολύ, είναι φυσικό να έχει δεχτεί μέσα του επιρροές, να έχει ζυμωθεί με αυτές, να έχει απορρέψει αρκετές από αυτές και να έχει επη ρεαστεί και η αισθητική του, ώς ένα βαθμό, από τήν αισθητική του θεάτρου του Μπρεχτ και από τη συνολική τοποθέτηση, ιδεολογικά και αισθη τικά, του μπρεχτικσύ θεάτρου στον αιώνα μας. Με αυτή την ευρεία έννοια αναμφισβήτητα έχω επηρεαστεί. Ωστόσο δεν θα μπορούσα να αναφερθώ σε πολύ συγκεκριμένα πράγματα, εκτός ίσως από την περίπτωση της «Ειρήνης», που ανεβάσαμε στο Αμφι-Θέατρο, όπου υπάρχει ένας τρόπος σκέψης παράλληλος, θά ’λεγε κα νείς, με τον μπρεχτικό για ορισμένα ζητήματα. Ασφαλώς θα υπάρχουν και άλλες παραστάσεις
μου που δεν μου έρχονται, αυτή τη στιγμή, στο μυαλό... Π οια ή τα ν η στά ση του Ε λλη νικο ύ κοινού α πέ να ντι στα έ ρ γα το υ Μ πρεχτ;
Κοιτάξτε. Το ελληνικό κοινό πρωτογνώρισε κάποια.έργα του Μπρεχτ από το Θέατρο Τέχνης του Κάρολόυ Κουν σε μη μπρεχτικές παραστά σεις. Ο Κάρολος Κουν έφερε τον Μπρεχτ και τον έκαμε γνωστό στην Ελλάδα, και ήταν προς τιμήν του, αλλά δεν ήταν γνώστης των ρευμάτων, τα οποία ήθελε να μεταφέρει. Νομίζω ότι αυτό το αναγνώρισε και ο ίδιος μετέπειτα. Αργότερα έγιναν διάφορες παραστάσεις και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη από τα δυο Κρατικά μας θέατρα και βεβαίως από το Ελεύ θερο Θέατρο. 'Αλλες καλές, άλλες κακές. Και στα χρόνια της δικτατορίας που ήταν πολιτικο ποιημένο το θέατρο παίχτηκε Μπρεχτ, αλλά και κατά τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης παί χτηκε επίσης κατά κόρον. Γι’ αυτό και είναι φυ σικό τώρα να υπάρχει ένα μειωμένο ενδιαφέρον. Έχουν παιχτεί πολύ κάποια έργα του. θ α θέλατε να κα το νο μά σετε κά ποια π α ρά σ τα ση , εκτό ς βέβαια, α π ’ τις δικ ές σας, πο υ θεω ρ είτε πά ρ α πο λ ύ καλή;
ΝΑΙ. Μπορώ να πω ότι μια ωραία παράσταση ήταν η«Μάνα Κουράγιο» του Θ.Ο.Κ. με σκηνο θεσία του Χάιντς Ούβε Χάουζ, καθαρά μπρεχτι κή. Η «Μάνα Κουράγιο» του Μινωτή παλαιότερα υπήρξε μια «συγκινησιακή» αντιμπρεχτική παράσταση, πολύ δυνατή, που και μόνο με την παρουσία της Παξινού καταξιώθηκε. Τα λέω χωρίς συγκεκριμένη σειρά, έτσι όπως μού ’ρχονται στο μυαλό. Μια ενδιαφέρουσα και ηθελημέ να άκρως αντιμπρεχτική παράσταστη ήταν η «Όπερα» που έκανε ο Ντασέν με τη Μελίνα και τον Κούρκουλο. Μια επίσης ενδιαφέρουσα πα ράσταση «Ο Πούντιλα και ο Ματί» που είχε κά νει ο Μίνως Βολανάκης στο Κ.Θ.Β.Ε. με τον Παπαμιχαήλ και τον Τσάγκα και θεωρώ ότι είχε πολλά ωραία στοιχεία. Υπήρξαν κι άλλες παρα στάσεις που δε θυμάμαι αυτή τη στιγμή. Φοβά μαι ότι μπορεί και να αδικώ κάποιον συνάδελφό μου επειδή είμαι απροετοίμαστος. Κ α ι μ ια τελευτα ία ερώ τη σ η, Κ ύ ριε Ε υ α γγελ ά τε. Υπ ά ρχει κά πο ιο έρ γο το υ Μ πρεχτ πο υ θα θέλα τε να α νεβά σετε σ το μέλλον; Κ ά πο ια σκέ ψ η , ίσως;
ΒΕΒΑΙΩΣ. Αυτά που είπα και στην αρχή. Θα ήθελα να ανεβάσω τη «Μάνα Κουράγιο», τον «Κύκλο με την κιμωλία» και τον «Καλό άνθρωπο του Σετσσνάν». Και να ξανανεβάσω, πιθανόν, με μεγάλη ορχήστρα την «Όπερα της Πεντά ρας». Αλλά αυτό αργότερα. Πάντα με ελκύει και η σκέψη του «Μαχαγκόνυ».
τύπος και ουσία της ηγεσίας Γ-ΓΛ Θ Ο Δ Ω Ρ Η Κ Ο Υ Λ Ο Υ Μ Π Η : Η Ε λλλά δα στις διεθνείς εξελίξεις. Θ εσσαλονίκη, Π α ρ α τ η ρ η τ - , 1988. Σελ. 184
Θοδωρής Κουλουμπής, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, στο τελευταίο του βιβλίο που τιτλοφορείται: «Η Ελλάδα στις διεθνείς εξελίξεις» συγκεντρώνει άρθρα και ανακοινώσεις που συντάχθηκαν την πε ρίοδο 1983-1988. Η θεματική τους επικεντρώνεται στην ανάλυση της θέσης της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα και στα περιφερειακά υποσυστήματα. Ο συγγραφέας βασίζει τις προβλέψεις και τις προτάσεις του στη γενική υπόθεση ότι υπάρχει μια σχέση αλληλοτροφοδότησης μετα ξύ της δομής και των μεταβλητών του διεθνούς, του περιφερεια κού και του ελληνικού συστήματος. Κύρια πρόταση του καθηγητή Θοδωρή Κουλουμπή είναι ότι η Ελλάδα μπήκε το 1974 σε μια νέα και σταθερή περίοδο της σύγ χρονης ιστορίας της. Η δε ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ακολουθούμενη από μια συνεχιζόμενη τάση προς ολοκλήρωση (οι κονομική, αλλά και πολιτική) οδήγησε στη βελτίωση του σκηνικού (εσωτερικού και εξωτερικού) της διαμόρφωσης της ελληνικής εξω τερικής πολιτικής. Επίσης η δημιουργία νομιμοποιήσεων και ευέ λικτων δημοκρατικών θεσμών συνοδεύτηκε από μια βαθιά μετα μόρφωση στον αυτοπροσδιορισμό και την αποστολή ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.
Ο
πό τα αρθρα αυτού του πολύ ενδιαφέροντος βιβλίου ιδιαίτε ρη μνεία αξίζει στα άρθρα που τιτλοφορούνται: Κυπριακό και Ελληνοτουρκικά, Διεθνής συγκυρία και οι σχέσεις με την Τουρκία, Οι ζώνες ειρήνης και τα Βαλκάνια, το δίλημμα στο συ σχετισμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εθνικής ανεξαρ τησίας, η απάθεια των πολιτών επιφέρει συρρίκνωση των δικαιω μάτων τους. Μία όμως ανακοίνωση του καθηγητή θοδωρή Κου λουμπή στο ετήσιο διεθνές συνέδριο του Leonard Davis Institute for International Relations στο Herbrew University of Jerusalem, στις 8-10 Ιουνίου 1987, με τίτλο: Καραμανλής και Παπανδρέου. Τύπος και ουσία ηγεσίας, αποτελεί το πιο ενδιαφέρον τμήμα του βιβλίου. Σ’ αυτή τη μελέτη ο συγγραφέας προσπαθεί να συγκρίνει και να αντιπαραθέσει τις πράξεις, τον πολιτικό λόγο και τις πολιτικές διακηρύξεις δυο πολιτικών ανδρών, του Κωνσταντίνου Καραμαν-
Α
πο%
ΤΙ κη
112/επιλογη λή και του Ανδρέα Παπανδρέου. Προειδοποιεί όμως πως η σύγκριση δεν μπορεί να είναι οριστι κή, εφόσον ο κύκλος ηγεσίας του Α. Παπανδρέου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Κύρια πρόταση του Θοδωρή Κουλουμπή σ’ αυτή τη μελέτη είναι ότι τόσο ο Καραμανλής όσο και ο Παπανδρέου παρά τους διαφορετικούς ιδεολογικούς τους προσανατολισμούς και τη διαφορά πολιτικού λόγου, είχαν υψηλούς δείκτες ανακαινιστικής ηγεσίας. Χρησιμοποιεί δε τον όρο «ανακαίνιση» με την έννοια που είχε δώσει ο Schlomo Avineri σ’ εκείνο το συνέδριο, ως «... την ικανό τητα του πολιτικού ηγέτη να ανταποκρίνεται στη νέα, μεταβαλλό μενη και περίπλοκη πραγματικότητα». Δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις ομοιότητες και συνέχειες στην εσω τερική και εξωτερική πολιτική των κυβερνήσεων του Καραμανλή και του Παπανδρέου όπως επίσης και στις μεγάλες διαφορές τους στην έκφραση και στη συμπεριφορά. μελέτη του Θοδωρή Κουλουμπή κλείνει με δυο πολύ ενδια μεθοδολογικές προτάσεις και μια πρόβλεψη. ΗΣτηνφέρουσες πρώτη μεθοδολογική πρόταση αναφέρει πως ο Καραμαν
Η Ελλάδα στις διεθνείς εξελίξεις
λής στον μετά το 1974 κύκλο ηγεσίας του (1974-85) επεδίωξε -να αποφύγει δομές και συνθήκες, καθώς και σφάλματα, λανθασμέ νους υπολογισμούς και κρίσεις της πρώτης θητείας του ως πρωθυ πουργού (1955-63). Η πρόταση αυτή συνοδεύεται από έναν συνο πτικό πίνακα όπου παρουσιάζονται οι σημαντικότερες διαφορές των δύο περιόδων. Η δεύτερη μεθοδολογική πρόταση αφορά τον Ανδρέα Παπαν δρέου και την περίοδο μετά το 1981 αφότου ανέλαβε την εξουσία. Στην περίοδο αυτή επιδίωξε να αποφύγει δομές και συνθήκες κα θώς και σφάλματα, κακούς υπολογισμούς και κρίσεις που έγιναν στη διάρκεια της σύντομης διακυβέρνησης της Ελλάδας από τον Γεώργιο Παπανδρέου την περίοδο 1964-65 και τα προηγούμενα χρόνια. Σε αντίστοιχο πίνακα αναφέρονται οι διαφορές ανάμεσα στα ηγετικά πρότυπα διακυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου και Ανδρέα Παπανδρέου. Η πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη του Θοδωρή Κουλουμπή για τον τύπο και την ουσία της ηγεσίας ολοκληρώνε ται με μια πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία, με το πέρασμα του χρόνου και την αυξανόμενη σταθεροποίηση των ελληνικών πολιτι κών θεσμών σ’ ένα οργανικό και μακρόβιο σύνδεσμο με την Ευρω παϊκή Κοινότητα, η εποχή της ισχυρής, χαρισματικής ηγεσίας του «ενός» μάλλον έρχεται προς το Λογικό της τέλος. ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ
η ευδιάκριτη ιδιοτυπία της μαρξιστικής οικονομικής Λ ~γ\
Α ΙΜ ΙΛ ΙΟ Υ Ζ Α Χ Α Ρ Ε Α : Η Δ ια κ ρ ιτικ ή Γ οητεία τη ς Μ α ρξιστική ς Ο ικονομίας. Θεσσαλονίκη, Π α ρ α τ η ρ η τ ή ς , 1988. Σελ. 219. Οι ιδέες των οικονομολόγων και των πολιτικών φιλοσόφων, ■ ακόμη κι αν είναι λανθασμένες, έχουν μεγαλύτερη δύναμη από αυτή που κοινά αναγνωρίζεται... Οι πρακτικοί άνθρωποι που πιστεύουν πως εξαιρούνται από θεωρητικές επιρροές είναι συνή θως σκλάβοι κάποιου μακαρίτη οικονομολόγου.
John Maynard Keynes
ΟΙΚΟ VO 8 'μ
επιλογη/113 σύγχρονη διεθνής πραγματικότητα επεφύλαξε, και θα συνε χίζει να επιφυλάσσει, στους ερευνητές των κοινωνικών επι στημών εκπλήξεις που όχι λίγες φορές προσλαμβάνουν δραματι κές διαστάσεις. Η τεχνολογική έκρηξη συνεπάγεται αναδιαρθρώ σεις στην οικονομική και πολιτική οργάνωση των κοινωνιών και επαναπροσδιορισμό των διεθνών οικονομικών και πολιτικών σχέ σεων. Το παραδοσιακό μοντέλο μεγέθυνσης της σοσιαλιστικής οι κονομίας υποβάλλεται στην εξαντλητική κριτική της αποτυχίας του. Υιοθετείται η μετάβαση από τους διοικητικούς μηχανισμούς οικονομικής διεύθυνσης στους οικονομικούς και η λειτουργία (και ανάπτυξη) του συστήματος προσδιορίζεται μέσω της σύνθεσης των διαδικασιών προγραμματισμού και του μηχανισμού των τι μών. Η κατάργηση του κρατικού μονοπωλίου, η αυτοδιαχειριστική λειτουργία των επιχειρήσεων, γενικά η ανασυγκρότηση της οι κονομικής ζωής, προϋποθέτει την ευρεία επαναδιατύπωση των μορφών άσκησης της πολιτικής εξουσίας, τον πλήρη εκδημοκρατι σμό τους. Εμφανίζεται αναπόφευκτα στο προσκήνιο, με διαφορετικούς ωστόσο σε σχέση με το παρελθόν όρους, η αναζήτηση της θεωρητι κής τεκμηρίωσης και πρόβλεψης των νόμων (;) κίνησης και ανά πτυξης της κοινωνίας. Το μαρξιστικό θεωρητικό υπόδειγμα θα ανακτά τα γοητευτικά χαρακτηριστικά της μεθόδου και της ερμη νείας, μόνο αν απαλλάσσεται από την ανελαστικότητα και τη θρησκοληπτική διάθεση πολλών υποστηρικτών του.
Η
Αιμίλιος Ζαχαρέας αποπειράται σ’ αυτό το τελευταίο βιβλίο του τη διερεύνηση της επεξηγηματικής ισχύος και της αναλυτικής-μεθοδολογικής συνοχής της μαρξιστικής οικονομικής θεω ρίας, επιλέγοντας για το σκοπό αυτό τον έλεγχο της επιστημονικής αξιοπιστίας της θεωρίας της αξίας-εργασίας. Ο συγγραφέας ακο λουθεί μιαν εκλεκτική ιστορικο-θεωρητική προσέγγιση, όπου δε σπόζει η συγκριτική αναφορά στη σκέψη των Marx και Shraffa. Η αναζήτηση οδηγεί στη διατύπωση συμπερασμάτων που αφορούν στην επικαιρότητα του μαρξισμού, τις αιτίες της κρίσης του σαν πολιτικο-οικονομικού θεωρητικού συστήματος και (έμμεσα) την υπέρβαση αυτής της κρίσης. Η θεωρία της αξίας-εργασίας αποτελεί την εκκίνηση στην ανά πτυξη του μαρξικού οικονομικού υποδείγματος. Το σχήμα αφηρημένη εργασία-αξία-υπεραξία-κέρδος-συσσώρευση, προσφέρει την εννοιολογική βάση για την αποκάλυψη της εκμεταλλευτικής φύσης της κεφαλαιοκρατικής οργάνωσης της παραγωγής, ακόμη όμως προσδιορίζει τη λειτουργία και μεγέθυνση της καπιταλιστικής οι κονομίας, καταρρίπτοντας τις θεμελιώδεις υποθέσεις των κλασι κών για πλήρη ανταγωνισμό και ισορροπία ζήτησης και προσφο ράς. Τα magnificent dynamics της μαρξικής θεωρίας ανιχνεύουν τις αντιφάσεις του κεφαλαιοκρατικού συστήματος που συνεπάγο νται τις κρίσεις και την ανατροπή του συστήματος ατομικής ιδιο κτησίας.
Ο
συγγραφέας υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να ταυτίζεται η θεω ρία της αξίας-εργασίας με το γενικευμένο θεωρητικό οικονο μικό υπόδειγμα του Marx. Έχοντας αποδεχθεί τη σραφφιανή κρι τική του αναλυτικού πλαισίου της μαρξικής θεωρίας της αξίας, κριτική που εκφράστηκε καταρχήν από τους οριακούς σχετικά με το μετασχηματισμό των αξιών σε τιμές παραγωγής, καταφεύγει (ο συγγραφέας), είτε στην παραπάνω πρόταση τομής στην οικονομι κή θεωρία του Marx, είτε στην πρόταση τεχνητής διάκρισης μετα ξύ θεωρητικο-μεθοδολογικής συνοχής και επεξηγηματικής ισχύος
Ο
114/επιλογη της θεωρίας, αντίθετα με την παρατιθέμενη στον πρόλογο του βι βλίου επιστημολογική αποσαφήνιση του Lakatos. Επαναλαμβάνεται διαρκώς στο βιβλίο σαν αυτονόητο γεγονός η κατάρρευση των θεωριών του οριακού οικονομικού λογισμού, όμως οι διατυπώσεις των νεοκλασικών για τη διανομή σε συνάρ τηση με την αποτελεσματικότητα του οικονομικού συστήματος (-χ και allocative efficiency) είναι δυνατό να συγκριθούν με την προ σέγγιση του Shraffa, σύμφωνα με την οποία, τα σχετικά μεγέθη μι σθών και κερδών ερμηνεύονται από τους συσχετισμούς δυνάμεων ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, προσδιορίζονται όμως περιορι στικά από τις συνθήκες εξασφάλισης της οικονομικής μεγέθυνσης. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η θεωρία που διατύπωσε ο Ρώσος οι κονομολόγος Tugan-Baranowsky για μια διττή προσέγγιση της αξίας, την αντικειμενική μέσω της εργασιακής θεωρίας της αξίας και την υποκειμενική μέσω της θεωρίας της οριακής χρησιμότη τας. Η σκέψη του αποτελούσε την προσπάθεια σύζευξης της μαρξικής και της οριακής θεωρίας, αντιμετωπίστηκε με σφοδρές επι κρίσεις από τους μαρξιστές της εποχής,1σήμερα, όμως, αποκτά την επικαιρότητα που υποδεικνύουν τόσο η κριτική της θεωρίας της αξίας-εργασίας, όσο και οι ευρείες μεταρρυθμίσεις των σοσιαλι στικών οικονομιών, σε ό,τι αφορά την προσφυγή των ιδιοσυντηρουμένων επιχειρήσεων στις λειτουργίες της αγοράς. ν η θεωρία της αξίας-εργασίας είναι η θεμελιώδης εκκίνηση του οικονομικού υποδείγματος του Marx, είναι το ίδιο σημα ντική η διερεύνηση άλλων πλευρών της μαρξικής οικονομικής σκέ ψης, που αναδεικνύονται κρίσιμες στην αναμέτρηση του μαρξι σμού με τη σύγχρονη πραγματικότητα. Η τεχνολογία, για παρά δειγμα, στο μαρξιστικό υπόδειγμα υποτίθεται σαν ενδογενής με ταβλητή που επηρεάζει αποφασιστικά στην εμφάνιση των αντιθέ σεων μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων και του συστήματος ορ γάνωσης της παραγωγής. Η αναλυτική-μεθοδολογική οργάνωση του μαρξικού υποδείγματος, μπορεί να προσφέρει ουσιαστικά στην κατανόηση των μεταβολών που συντελούνται στην πλευρά της προσφοράς του οικονομικού συστήματος σαν αποτέλεσμα των τεχνολογικών αλλαγών. Το μαρξικό οικονομικό υπόδειγμα αναπτύσσεται με την υπόθε ση της κλειστής οικονομίας. Ο Marx, είναι αλήθεια, ότι προχώρη σε σε διατυπώσεις που προσομοιάζουν προς τη φιλελεύθερη θεω ρία του διεθνούς εμπορίου ή τη ρικαρδιανή θεωρία του συγκριτι κού πλεονεκτήματος.2 Η θεωρία του ιμπεριαλισμού του Lenin, κα θώς και σύγχρονες νεομαρξιστικές προσεγγίσεις απαλλάσσουν το μαρξιστικό υπόδειγμα από την υπόθεση της κλειστής οικονομίας. Είναι όμως απαραίτητος ο εννοιολογικός και αναλυτικός εμπλου τισμός της μαρξιστικής θεωρίας, ώστε να ερμηνευθούν οι νέες τά σεις στις διεθνείς οικονομικές σχέσεις.
Α
την εξέλιξη της συστηματικής οικονομικής θεωρίας, η συμβο λή του έργου του Marx αποκτά την ευδιάκριτη ιδιοτυπία που προσδιορίζουν τόσο η μεθοδολογία όσο και οι εννοιολσγικές του κατασκευές. Η επιρροή της θεωρίας του Marx στο έργο του Key nes, διαπίστωση που ο συγγραφέας τεκμηριώνει με παραδείγματα, είναι αποκαλυπτική της τομής που επεχείρησε ο Marx στο θεωρη τικό οικονομικό οικοδόμημα, με την προσφυγή στις μακρο-οικονομικές αιτιώδεις σχέσεις και την ενδογενοποίηση των θεσμολογικών συνθηκών.3 Χαρακτηριστικές στο οικονομικό υπόδειγμα του Keynes μεταβλητές έχουν ήδη διατυπωθεί από τον Marx και απο τελούν τις βασικές οικονομικές του κατηγορίες. Πράγματι, υπο
Σ
στηρίζεται πως οι καινοτομίες της Κεϋνσιανής θεωρίας ανιχνεύονται στο σύνολό τους στο έργο του Marx.4 Ο Κεϋνσιανισμός διακρίνεται από τα φυσιογνωμικά χαρακτηρι στικά της εφηρμοσμένης (πολιτικής) οικονομικής. Στη θέση της κλασικής αναγωγής της οικονομικής ζωής στις αυτόματες ρυθμί σεις του από μηχανής ισορροπιστή, ο Keynes εισηγείται τον στα θεροποιητικό και αναπτυξιακό ρόλο του κράτους, οραματίζεται έναν «αντιμαρξιστικό σοσιαλισμό». Σημαντική επιρροή στο έργο των σύγχρονων επιγόνων του Keynes ασκεί η εργασία των οικονο μολόγων των σοσιαλιστικών χωρών για τη σχεδιοποίηση της οικο νομικής δράσης με τη χρήση μακροοικονομικών μοντέλων γενικής ισορροπίας. Keynes όμως, αναπτύσσοντας τη μακροοικονομική θεωρία του, δε γίνεται στην πραγματικότητα αρνητής της κλασικής μικροοικονομικής προσέγγισης. Γιατί το πρόβλημα του υπολογι σμού των τιμών παραγωγής εξακολουθεί να υφίσταται. Η εργασία της Joan Robinson και αυτή του Pierro Shraffa οδηγούν στη δια τύπωση ενός νέου φορμαλισμού του σχηματισμού των τιμών με την ανάπτυξη της θεωρίας του ατελούς ανταγωνισμού. Ο Αιμίλιος Ζαχαρέας είναι πολέμιος της νεοθετικιστικής θεωρητικο-οικονομικής αντίληψης, που μέσω της εφαρμογής της μαθηματικής ανά λυσης προσεγγίζει τη συμπεριφορά των οικονομούντων ατόμων. Αναμφίβολα όμως, η ερμηνεία της ανθρώπινης οικονομικής συ μπεριφοράς που αναδεικνύει τον ορθολογισμό της, όχι μόνο προσφέρει πολύτιμα συμπεράσματα στην οικονομική πολιτική, αλλά ακόμη περισσότερο ελέγχει την αξιοπιστία των προτάσεων που διατυπώνονται με την ισχύ νόμων μακροοικονομικά, και φαί νεται πως ανατρέπονται ως νόμοι προσλαμβάνοντας πλέον το χα ρακτήρα τάσεων και αξιωμάτων. Η συζήτηση γύρω από το έργο του Karl Marx ποτέ δεν έπαψε να διεξάγεται, διαλαμβάνοντας πάντοτε το σύνολο των ιδεών του φι λοσοφικού, πολιτικού, οικονομικού του συστήματος. Ποτέ δεν ήταν αυτονόητος ο διαχωρισμός της επιστημονικής από την πολι τική σκέψη του Marx, αντίθετα ο «Επιστημονικός Κομμουνισμός» που αποδέχθηκαν σαν προσδιοριστικό της θεωρητικής και ιδεολο γικής τους αναφοράς τα Κομμουνιστικά Κόμματα, όχι μόνο κα ταργούσε τις τομές στο έργο του Marx, αλλά ακόμη περισσότερο συνέδεε τη μαρξική θεωρία με την ερμηνεία της, τη διεύρυνσή της και την πολιτική πράξη που εισηγήθηκε ο Lenin. Μία από τις αι τίες της κρίσης του μαρξισμού βρίσκεται ακριβώς στη σύνδεση της θεωρίας με την πραξεολογική της ερμηνεία, θέση που φαίνεται πως υποστηρίζει ο συγγραφέας.
Ο
ο βιβλίο του Αιμίλιου Ζαχαρέα αποτελεί το προϊόν της βασα νιστικής, ευσυνείδητης και οδυνηρά μοναχικής - είναι αλή θεια - προσπάθειάς του. Τα συμπεράσματά του όμως δεν ξεφεύ γουν από την ασάφεια που υπαινίσσεται το αμφίβολης σημασίας σχήμα διακριτική γοητεία (τι σημαίνει άραγε;) ή αυτονόητη εγκυρότητα (του μαρξισμού). Οι αιτίες της κρίσης τού μαρξισμού ανιχνεύονται κυρίως στην πολιτική φιλοσοφία του Marx και όχι στο οικονομικό του υπόδειγμα, που αποτελεί το πεδίο έρευνας του συγγραφέα. Αποτελεί πεποίθηση, τουλάχιστον του γράφοντος, ότι είναι αναγκαίος ο εμπλουτισμός του εννοιολσγικού και αναλυτικού πλαισίου του μαρξιστικού υποδείγματος ώστε να ερμηνευθούν οι δραματικές μεταβολές που υιοθετούνται στις σοσιαλιστικές οικο νομίες και ακόμη οι τάσεις κίνησης (και ανάπτυξης!) των κεφα
Τ
116/επιλογη λαιοκρατικών οικονομιών. Σήμερα που τα αξιώματα υποβάλλο νται σε νέους εμπειρικούς ελέγχους, ο μαρξισμός οφείλει είτε να επιβεβαιώσει την επιστημονική του αξιοπιστία, είτε να ομολογή σει την ήττα του! Σε αυτή την προσπάθεια δεν χωρούν πεπαλαιω μένες αντιεπιστημονικές αρνήσεις.5 Οι οριακοί και οι νεοκλασι κοί θεωρούνται απολογητές του καπιταλισμού, ούτε όμως ο Key nes είναι αρνητής του· το αντίθετο. Η εφηρμοσμένη οικονομική έρευνα προσφέρει το έδαφος για την ανανέωση του αναλυτικού πλαισίου της μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας, που θα διατηρεί τα γοητευτικά χαρακτηριστικά της μεθοδολογίας της και του κοι νωνιολογικού πραγματισμού της. Μεγάλη πρόκληση αφού, όπως γράφει ο Keynes, «η δυσκολία δεν είναι πώς θα κατανοήσουμε τις καινούριες ιδέες, αλλά πώς θα ξεφύγουμε από τις παλιές, που έχουν βαθιά ριζώσει μέσα μας». ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΤΣΙΑΡΑΣ Σημειώσεις 1. Νικολάι Μπουχάριν, Η Πολιτική Οικονομία τον Εισοδηματία. Εκδ. Κριτική, Αθήνα, 1988. Παράρτημα. 2. Karl Marx, Speech on the Question of the Free Trade, Collected Works. Vol 6, p. 465. 3. H Joan Robinson σημειώνει ότι «η συμβολή του Marx ήταν τόσο σημαντική και εί χε τόσο μεγάλη επιρροή στον τρόπο του σκέπτεσθαι, ώστε σήμερα είναι τόσο δύ σκολο να βρεθεί ανάμεσα στους ιστορικούς και στους κοινωνιολόγους ένας καθα ρά «μη-μαρξιστής», όσο και το να βρεθεί ανάμεσα στους γεωγράφους ένας υποστηρικτής της ιδέας ότι η γη είναι επίπεδη». Από το βιβλίο του Α. Αγγελόπουλου, Οικονομική Ανάπτυξη. Πιτσιλάς, Αθήνα, 1989. 4. Για μια έξοχη συγκριτική ανάλυση, δες Th. Ρ. Lianos, Domar’s Growth Model and Marx’s Reproduction Scheme, Journal of Macroeconomics, Foil 1979, Vol. 1, No 4. 5. Η Οικονομετρία, για παράδειγμα, θεωρήθηκε χυδαία οικονομική ανάλυση. Δες Στ. Μέτσεφ, Σύγχρονες Αστικές Οικονομικές θεωρίες. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1983.
έρευνα και αξιολόγηση της ονοματοθεσίας ν^Λ
Μ Η Ν Α Α Λ . Α Α Ε Ξ ΙΑ Δ Η . Η Ε λλη νική κα ι Δ ιεθ ν ή ς Ε πισ τη μο νική Ο νοματοθεσία τη ς Λ α ο γρα φ ία ς. Α θήνα, Κ α ρ δ α μ ί τ σ α , 1988. Σελ. 76
ε θα μπορούσε να περάσει ασχολίαστη η μελέτη του κ. Μηνά Αλ. Αλεξιάδη, επίκουρου Καθηγητή της Λαογραφίας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, αφού η λειτουργικότητά της είναι σημαντική για τις Λαογραφικές σπουδές στην Ελλάδα. Ο προβληματισμός του συγγραφέα στην εξελικτική πορεία της θεωρητικής γνώσης της Λαογραφίας, τον ώθησε σε μια εξονυχιστική έρευνα μελέτης και αξιολόγησης της ονοματοθεσίας της, στον διεθνή και ελληνικό χώρο, από τα τέλη του 18ου αιώνα. Η χρονική περίοδος της έρευνας συμπίπτει με τήν ανοδική πο ρεία των θεωρητικών Επιστημών και την αναζήτηση ουσιαστικής θεώρησης μεθόδων και εξειδίκευσης. Κάτω από κάποια καθορι σμένη άποψη αντιμετώπισης των προβλημάτων και ουσιαστικής οργάνωσης των ιδεών, πολλοί επιστήμονες προχώρησαν στον προσδιορισμό ειδικότερα του αντικειμένου πολλών Επιστημών, μεταξύ των οποίων και της Λαογραφίας. Η Λαογραφία ως αν θρωπιστική επιστήμη εξετάζοντας τον παραδοσιακό λαϊκό πολιτι-
Δ
επιλογη/117 σμό ζωντανεύει την αίσθηση του παρελθόντος όχι σαν μουσειακή γνώση, αλλά σαν πραγματική ακτινοβολία ενός τρόπου ζωής, που πρώτος ο Νικόλαος Πολίτης οριοθέτησε απ’ το 1884. ύμφωνα με το πίνακα περιεχομένων, (σ. 9, στη σ. 11 πίνακας περιεχ. στην αγγλική) η δομή της μελέτης παρουσιάζει την παρακάτω μορφή: 1. Πρόλογος (σ. 13), 2. Εισαγωγή (σσ. 15-18), 3. Η επιστημονική ονοματοθεσία της Λαογραφίας στον διεθνή χώ ρο (Ευρώπη-Αμερική) (σσ. 19-40), 4. Επιστημονική ονοματοθεσία της Λαογραφίας στην Ελλάδα (σσ. 41-45), 5. Κριτική αξιολόγησηΠροτάσεις (σσ. 47-53), 6. Βιβλιογραφία (σσ. 55-67), 7. ENGLISH SUMMARY (σσ. 69-70) και 8. Γενικό Ευρετήριο (σσ. 71-76). Όπως διαβάζουμε στον πρόλογο, ο συγγραφέας δημοσίευσε για πρώτη φορά τη μελέτη του σε πρώτη μορφή στην Επιστημονική Επετηρίδα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων «Δωδώνη»1 με την ευκαιρία της συμπληρώσεως εκατό χρόνων από την καθιέρωση του όρου «Λαογραφία» από το Νικόλαο Πολί τη. Σήμερα αναθεωρημένη και ξαναγραμμένη διεκδικεί κάποια πληρότητα στον επιστημονικό χώρο, αφού δεν περιορίζει τα όριά της μόνο στα ελληνικά δεδομένα. Οι καθιερωμένοι όροι ονοματο θεσίας της Λαογραφικής Επιστήμης στον διεθνή χώρο δεν παρατί θενται απλώς έτσι, αλλά η χρονολογική τους αναγραφή παρουσιά ζει την ιδιαίτερη οικειότητα του συγγραφέα με το αντικείμενο της Επιστήμης του. Το κριτικό πνεύμα και η βιβλιογραφική τεκμηρίω ση αναμφίβολα προϋποθέτουν τη σφαιρική γνώση του θέματος για κείνον που θα ήθελε να παρακολουθήσει βήμα προς βήμα τη θεω ρητική εξέλιξη της Λαογραφίας. Τα λογικά συμπεράσματα ασφα λώς θα βοηθήσουν σημαντικά στην ολοκλήρωση της επιστημονικής γνώσεως της ονοματοθεσίας, η οποία και είναι απαραίτητη για αποφυγή οποιασδήποττε συγχύσεως και ιδιαίτερα στους νέους επιστήμονες.
Σ
ι σπουδαιότερες επιστημονικές ονομασίες που από τα τέλη του 18ου αιώνα προτάθηκαν για τη Λαογραφία μέχρι σήμερα είναι: Popular Antiguities, Folklore, Volkskunde, Ethnography, Folklife κ.α. Νεοελληνική Εθιμογραφία και Μυθολογία, Λαογρα φία, Λαολογία, Λαοσοφία κ.α. που κατά περιόδους και συγγρα φείς ποικίλλουν στην έρευνα της συλλογής και παρουσιάσεως του λαογραφικού πλούτου. Στην παράγραφο: Κριτική αξιολόγησηΠροτάσεις, σαν κατακλείδα στην όλη μελέτη του, ;προβάλλει ο συγ γραφέας τον όρο «Κοινωνική ζωή» κοντά στο δόκιμο «Λαογρα φία», αφού η νεότερη λαογραφική έρευνα δεν περιορίζεται μόνο στο παρελθόν και τους αγροτικούς πληθυσμούς, αλλά επεκτείνεται και σε άλλες κοινωνικές κατηγορίες της αστικής τάξεως (σσ. 52-53). Βέβαια η επιτυχία του ελληνικού όρου «Λαογραφία», όπως αυτός διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον πατέρα της Λαογραφικής Επιστήμης, ξεπέρασε προς στιγμή2 τα στενά όρια του ελληνικού χώρου σαν αποδεκτός διεθνής όρος, για μια σφαι ρική μελέτη του λαϊκού πολιτισμού, χωρίς συνέχεια. Ο κ. Αλεξιάδης επανερχόμενος προτείνει την καθιέρωση του όρου, αφού προηγουμένως εισαχθεί στις ξένες γλώσσες (σ. 51). Επειδή δεν είναι δυνατόν να αξιολογήσουμε με κάθε λεπτομέ ρεια τις επιμέρους θέσεις του συγγραφέα και τη ροή των ιστορι κών δεδομένων της επιστημονικής ονοματοθεσίας, όπως αυτή δια μορφώθηκε στον διεθνή και ελληνικό χώρο, αρκούμεθα να παραπέμψουμε τον αναγνώστη-μελετητή στην πλούσια βιβλιογραφία ιίου βρίσκεται παρά πόδας του κειμένου και τη συγκεντρωτική Λ' Ελληνόγλωσση με 64 έργα και Β' Ξενόγλωσση επίσης με 64 έργα.
Ο
118/επιλογη Η μελέτη «κλείνει» με περίληψη στην αγγλική γλώσσα και το γενι κό ευρετήριο, απαραίτητο συμπλήρωμα για τη χρηστικότητα του έργου. Το βιβλίο του ο συγγραφέας αφιερώνει στους Πανεπιστη μιακούς του Δασκάλους της Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρω πολογίας «μικρό δείγμα σεβασμού για όσα ο συγγραφέας τους οφείλει», εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του για τους αγλαούς καρπούς της παιδείας που δέχθηκε. ΝΙΚ. ΛΥΚ. ΦΟΡΟΠΟΥΛΟΣ 1. «Δωδώνη», τομ. Τ ', Ιωάννινα 1984, σσ. 261-288. 2. Ν.Γ. Πολίτου, Η λέξις Λαογραφία, περ. Λαογραφία Α' (1909), σσ. 426-427.
βιωμένος χρόνος και συμμέτοχη ύλη ΓΓ\
ΖΕ Φ Η Σ Δ Α Ρ Α Κ Η : Το ιερό κενό. Α θήνα, Ύ ψ ι λ ο ν , 1988. Σελ. 64.
της ποιητικής συλλογής «ιερό κενό» μας οδηγεί στο βάθος των πραγμάτων, όπου μέσα από τη φαντασιακή δυνα Ο τίτλος τότητα της συμμέτοχης ύλης ανακαλούνται οι συναισθηματικές και οντολογικές ορίζουσες της ύπαρξης. Το «κενό» προσδιορίζει τη στιγμιαία απόσταση που χρειάζεται ο νηφάλιος παρατηρητής για να μελετήσει την εν δυνάμει συμπεριφορά των πραγμάτων που μας περιβάλλουν. Το επίθετο «ιερό» υποδηλώνει τη χροιά του άρ ρητου, καθώς το υπό εξέταση «κενό» συλλαμβάνεται μεν εύκολα ως ιδέα, εκφράζεται δε δύσκολα ως κατάσταση. Η ποιήτρια Ζέφη Δαράκη δίνει την εντύπωση ότι αποστασιο ποιείται ανενεργός μέσα σε μια ροή ανακυκλούμενου χρόνου. Το παρελθόν επανέρχεται μέσα από την προβολή γεγονότων αορίστου υφής, που προκαλούν όμως τη δραστηριοποίηση μονίμων συναι σθηματικών αφετηριών. Η αφύπνιση αυτή των ναρκωμένων κατα στάσεων εμπλέκει την ποιήτρια σ’ ένα μετεωρισμό υπαρξιακών αδιεξόδων. Η αβεβαιότητα που στηρίζεται κυρίως στη συναισθη ματική οδύνη, μια οδύνη βαθιά χωρίς συγκεκριμένες επιφάνειες, ωθεί την ποιήτρια να δανείσει τη φωνή της στον απτό εξωτερικό κόσμο και να εκφρασθεί μέσω της συμμετοχής στην καθημερινή τριβή ύλης. Ψιθυρισμοί και γογγντά ενός άλλον κόσμον ξεχύνονται με ξέπλεκα μαλλιά εγκλωβισμός μέσα στο συναισθηματικό άχθος μεταβάλλεται σε μια πραγματική φυλάκιση της ύπαρξης. Μέσα στο συγκε κριμένο χώρο του δωματίου λαμβάνουν χώρα όλες οι εσωτερικές αψιμαχίες της γράφουσας. «Μα το δωμάτιο δε σ’ αφήνει... Το νε ρό εισχωρεί μυστικά από τις χαραμάδες και κάτω απ’ τα πατώμα τα... Ξάφνου μοσχοβολάει ανθίζει το δωμάτιο». Στο κενό του δω ματίου αναζητείται το αληθινό πρόσωπο της ύπαρξης. Και ενώ τα περιβάλλοντα πράγματα κινούνται και υπάρχουν μέσα σε μια φα νταστική νομοτέλεια (κλαίει το δωμάτιο, ανθίζουνε οι τοίχοι, τα ρούχα στριφογυρίζουνε, τα έπιπλα μετακινούνται...) το φως ανα λαμβάνει με τις μεταβολές του να στηρίξει τον σκοτεινό διάκοσμο του χώρου που υπαινίσσεται η ποιήτρια. Η αναφορά του φωτός
Ο
ποι
IifL Η -
τό ιερό κενό
επιλογη/119 είναι ουσιώδης και είναι φυσικό αυτό αφού πρόκειται για ποιήμα τα που διαδραματίζονται μέσα σε κλειστό χώρο, ποιήματα που εκ πονούνται και τοποθετούνται μέσα σε φευγαλέες ανταύγειες και κυρίως μέσα στα βαθιά κοντράστ ενός κινούμενου φωτός. Το φω ςμειλίχιο ν ’ ανεβαίνει στην παρειά... Κ α ι αιώνια μ ε πλάθει το φως... Σ α να βουβάθηκε το γκρίζο και γαλάζιο <ρως... Το άφωνο φως μ ο ν ... Φως βαρυπενθές κι εξιλαστήριο... Μ αύρο μου φως...
Η ποιήτρια εκτρέπεται σε μια φανταστική δίνη. Στον μετα-χώρο όμως αυτό τα ενεργοποιημένα σύμβολα δεν αντικαθιστούν την πραγματικότητα, απλώς υποδύονται τις ελλείψεις της. Μέσα στη φυγή συντελείται αναμφιβόλως η ζητούμενη εκλύτρωση καθώς δί νεται το περιθώριο να διατυπωθούν ευκρινώς νύξεις για την ακε ραιότητα του προσώπου. Η συνδιαλλαγή με τα πρόσωπα της φα ντασίας (...ξέρεις να κλέβεις το φιλί / απ’ τους περαστικούς της φαντασίας...) γίνεται μέσα στο ονειρικό κέντρο της μνήμης, όπου διασταυρώνονται παρηγορητικά τα παλιά λόγια με τις μακρινές οιμωγές. Η παλινδρόμηση αυτή, συνειδησιακή και μη, γνωστική και όχι, εδράζεται στη διαπίστωση και τη συναίσθηση της μη ο',οκληρωμένης μορφής, και είναι έκδηλη όταν η ποιήτρια δηλώνει: «Είμαι ένα πλάσμα καθισμένοστα μισά της δημιουργίας». έσα από τη θέαση των τοπίων της μνήμης προβάλλεται η απομακρυσμένη τρυφερότητα των σχέσεων ανθρώπου-πραγμάτων, που αποκρυσταλλώνεται στον «πιο παλιό στοχασμό», το κλάμα. Μετά το φως το κλάμα είναι το δεύτερο συστατικό που κυ ριαρχεί μέσα στο «ιερό κενό». Το κλάμα και προπάντων το «από μερο κλάμα», όπως το θέλει η ποιήτρια (μιας και «όλα συμβαίνου νε μακριά από μένα...»), ορίζει τη διάρκεια του άλγους, η ανα γκαιότητα του οποίου καθορίζει και τις βαθύτερες αξίες της ύπαρξης. Το μακρινό και ανέκφραστο, σιγανό και αθέατο κλάμα είναι το φόντο της ύπαρξης.
Μ
Μη πεις πως με ξέχασες Το κλάμα είναι ο πιο παλιός στοχασμός Το πρόσωπό του ανέρχεται μέσα μον σαν από αιώνιους καπνούς τσιγάρου ...
ή
Δ εν ξέρω πως έγινε κι έφυγα - όλο βαθύτερα τραβούσα μέσα μου Δ εν γινόταν φ ιλ ί η ζωή... Ξεπέζεψε ήσυχα στα σκαλοπάτια και μ ’ άφησε κι εμένα Με άφησε στο απόμερο κλάμα
Μέσα στο φως και το κλάμα κρύβεται όλος ο βιωμένος χρόνος, κι ακόμα η «σπιτική ονειροπόληση», όπως θέλει την ερωτική διά θεση ο Γκ. Μπασελάρ, μια διάθεση όμως που εξαχνώνεται απροσ διόριστη, όπως απροσδιόριστη είναι και η ζωή, όπως απροσδιόρι στες και οι αντανακλάσεις ενός σπασμένου, σκοτεινού καθρέφτη, που σε πανέρημο δωμάτιο βυθομετρά την εσωτερικότητά του. ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ
120/επιλογη
οδηγός για τη γραφή και την ανάγνωση της λογοτεχνίας ΤΑ Τ Ι Α Ν Α Σ ΓΚ Ρ ΙΤΣΗ -Μ ΙΛΛ ΙΕ Ξ: Α π ά τ η ν άλλη όχθη το ν χρόνου. Α θήνα, Κ α σ τ α ν ι ώ τ η ς , 1988. Η κρ ιτική αυ τή αφιερώ νεται τη ς Τατλεξίας, τον «λό γο υ» πο υ μ α ς κάνει αθάνατους κ α ι τη ς Α γ γ ε λ ικ ή ς π ο υ έκανε τη ν κα λύτερη π ρά ξη τ η ς ζω ής της.
ν ο χρόνος μπορεί να παρομοιαστεί με ένα ποτάμι, τότε προ φανώς η Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ δεν τον άκου σε τον Ηρά κλειτο, παρά το γεγονός ότι από το βιβλίο της φαίνεται πως τον γνωρίζει πολύ καλά, τον παραδέχεται και τον νοσταλγεί. «Μια ρήση του Ηράκλειτου να την ερμηνεύεις όχι μονοσήμαντα» (σ. 325), «πΰρ άείζωον» (σ. 190) κ.α. Έτσι, ενέβη δις εις τον αυτόν ποταμόν, κόντρα στο ρεύμα αλλά αποφασιστικά και τελεσφόρα. Αποφασιστικά, γιατί όντως χρειάζεται κάποιος μεγάλο κουράγιο ώστε να μπορέσει να συμπυκνώσει σ’ ένα βιβλίο μια ζωή-καθαρό βίωμα, και τελεσφόρα γιατί ο τρόπος με τον οποίο έγινε η συμπύ κνωση αυτή συνιστά συγγραφέα που βρίσκεται με το έργο του σε σχέση επώδυνη μεν, όμως διαλεκτική. Δεν ξέρω τι ακριβώς ήθελε ο Νταλί να βλέπει η Γκαλά μέσα στους καθρέφτες και έξω απ’ τα παράθυρα. Την Τ. Γ-Μ, την κυ νηγάνε τα παράθυρα «έχω την αίσθηση πως μένω χρόνια καρφω μένη σ’ ένα παράθυρο - και κοιτάζω προς τα έξω (σ. 9) Τι; Το πα ρελθόν ή το μέλλον; Πιστεύω και τα δυο. Πιο συγκεκριμένα, μέσα από κυριολεκτικά και μεταφορικά αιματηρή ανακύληση-ανασκόπηση του παρελθόντος, οραματίζεται κριτικά το μέλλον μας που γι’ αυτή η μνήμη είναι «διαβιβάζουσα» είναι «κύκνος που πεθαί νει για να ξαναγίνει ζωή» (σ. 303).
Α
λόγος είναι για το καινούριο μυθιστόρημα της Τ. Γ.-Μ Από την άλλη όχθη του χρόνον, το δέκατο όγδοο βιβλίο της. Πρό κειται για ένα βιβλίο του οποίου η κυοφορία πρέπει να υπήρξε μακροχρόνια κι ο προβληματισμός της συγγραφής πολλαπλός. Πώς να κάνεις μια τέτοια κατάθεση όταν με τρόμο ομολογείς πως δεν τα καταφέρνεις να κοιτάξεις και προς τα μέσα από τα παρά θυρα μην κι ανακαλύψεις μέσα σου το κενό ή μην και βρεθείς χάρ τινη, «κολλημένη σε μια ψεύτικη κορνίζα παραθύρου, ξεθωρια σμένη ζωγραφιά μιας εποχής πολύ παλιάς, ίσως και τελείως ξεχα σμένης» (σ. 9). Πώς, νιώθοντας ξένος παντού να μη σταθείς στα παράθυρα; Έτσι αυτό το παράθυρο γίνεται το μπρούτζινο βρα χιόλι απ’ όπου μπορεί κανείς να δέσει το μίτο-μύθο και ν’ αρχίσει να ξετυλίγει. Τι; Ο,τι μπορεί να κουβαλήσει μέσα του ο άνθρω πος. Μια ξεχαρβαλωμένη ντουλάπα με ραγισμένο καθρέφτη, ένα σπασμένο νιπτήρα, πατικωμένες φιγούρες προσώπων, γειτονιές, γειτονιές, σπίτια. Το σπίτι είναι πράγματι ένα ψυχικό γεγονός. Είναι ένα γεγονός στο οποίο ο ατομικός χρόνος ταυτίζεται με τον ιστορικό με αποτέ λεσμα να ασκούν και οι -δυο ανερμήνευτες πιέσεις στο συγγραφέα ώστε - θέλοντας και μη - να επιδοθεί στην ανάπτυξη και αναπα ραγωγή του μικτού αυτού χρόνου.
Ο
επιλογη/121 «Από τη μια τα παράθυρα από την άλλη οι καθρέφτες αρχίσανε μια παράξενη διεργασία στο ασυνείδητο» (σ. 16). Η Τ. Γ -Μ. ανα καλύπτει πως «βρίσκεται ξαφνικά κληρονόμος πιο διαφορετικών χαρακτηριστικών και ιδιωμάτων κάποιων παμπάλαιων προγό νων» (σ. 16) και άγχεται συνειδητά ή ασυνείδητα μην τυχόν και δεν τα κληροδοτήσει στους απογόνους. Έτσι σιγά-σιγά, η κληρο νομιά, το παράξενο, το άλογο, η θέαση του έξω (παράθυρο) και του μέσα μας (καθρέφτες) κόσμου κι αυτό που κατά τη ρήση της συγγραφέως συμβαίνει πίσω από τον αμφιβληστροειδή, αρχίζουν τη διεργασία τους. Όσο όμως κι αν αυτή η διεργασία φαίνεται παράξενη, η Τ. Γ.-Μ. πάρα πολύ καλά γνωρίζει πως είναι το σπέρμα, είναι ο σπόρος, η αρχή της οδύνης και των ωδινών της. Ωδινών γιατί τα είδε όλα, τα ροκάνισε όλα, τα κατάπιε όλα κι η μνήμη-μαμή δε βοηθάει. Άδικα πλανιέται η ανάμνηση; Κι η φα ντασία; Η ζωή του συγγραφέα είναι ένα ατελείωτο παιχνίδι ανά μεσα στην αλήθεια που έχει ζήσει και στο «ψέμα» που θα πει. Εί ναι μια διαρκής πάλη ανάμεσα στο θάνατο και τη ζωή που θέλει να αναπαραγάγει. Το πραγματικό μπλέκεται με το φανταστικό και συνθέτουν τη μοναδική αλήθεια. Αυτή του δημιουργού. 9 ένα πρώτο επίπεδο το μυθιστόρημα μπορεί να στραφεί γύρω από πέντε βασικούς άξονες όπως και τίτλους κεφαλαίων του. α) Είμασταν πολύ καλά μα κάτι μ’ ενοχλούσε. β) Βενιζέλος-Βασιλιάς γ) Προσφυγιά δ) 4η Αυγούστου-Σπάρτη ε) Γαλλικό Ινστιτούτο-Κατοχή-Αντίσταση Ως επιλογικός τίτλος θα μπορούσε να θεωρηθεί: «Εγώ». Ένα εγώ όμως διάσπαρτο και κατακερματισμένο και στο β' και στο γ' ενικό αλλά και σε όλα τα πρόσωπα του πληθυντικού. Ένα εγώ που απλώνεται όπως οι κύκλοι της ήρεμης επιφάνειας του νερού όταν πέσει πάνω της το βότσαλο. Αλλά και που όλοι αυτοί οι ομό κεντροι κύκλοι ξαναενώνονται σ’ ένα σημείο που αποτελεί και το κέντρο τους. Στην προκειμένη περίπτωση ο συγγραφέας τα ξέρει όλα, τα αφηγείται όλα, ζει το προσωπικό του δράμα, την προσω πική του περιπέτεια αλλά και την περιπέτεια καθενός από τα πρό σωπα τα οποία αναφέρει ένα-ένα με τα κύριά τους ονόματα αλλά κα με τα επίθετα. Π.χ. η κυρία Μαλικού, ο κύριος Δροσόπουλος, ο κύριος Κομνηνός, ο Ροζέ Λεβεγιέ. Πέρα από τα ονόματα της οι κογένειας και του υπηρετικού προσωπικού, παρελαύνουν τα ονό ματα των φίλων, ο Τάκης, η Ισαβέλλα (Λάλα κι αλλού Μπέλλα), των ξαφνικών γειτόνων των προσφύ«γκ»ων, του Μανόλη, του Γιωργή και της Μαντάμ Καρταγιάκ που μπορεί «να τη βρει κανείς μέσα σε κάποιο διήγημα του Θράσου Καντανάκη» (σ. 78). Ο κύ ριος Πολύβιος και η κυρία Ευθαλία με τις αδελφές της - όλες ονό ματα Μουσών - Ερατώ-Ευτέρπη-Ουρανία-Καλλιόπη-ΜέλπωΚλειώ που κατοίκησαν στο Παλαιό Φάληρο «πολύ πριν την κατα στροφή και την προσφυγιά» (σ. 72).
Σ
την Τ. Γ-Μ. το κύριο όνομα δεν ζωγραφίζει απλώς ένα πρό σωπο αλλλά έχει τη δύναμη να συνιστά μυθιστορηματικά αντικείμενα. Σύμφωνα με τον Rolland Barthes το κύριο όνομα εί ναι κι αυτό ένα σημείο κι όχι μια απλή ένδειξη που ονομάζει χω ρίς να σημειοδοτεί. Έτσι «Σαν σημείο το κύριο όνομα προσφέρεται για διερεύνηση, για αποκρυπτογράφηση: είναι ταυτόχρονα ένα «περιβάλλον» (με τη βιολογική έννοια του όρου) στο οποίο πρέπει να καταδυθούμε, εντρυφώντας απεριόριστα σ’ όλες τις
Σ
βιογραφίες Φ Ρ Ε Ν Τ Υ Γ ΕΡΜ ΑΝΟ Υ: Γ εια σου Έ λ λ η ν α ...Α θήνα, Κάκτος, 1985. Σ ελ. 221. Ο Έλληνας έτρεχε... Ο ιδρώτας έκανε το μέτωπό του να γυαλίζει - το ίδιο γυάλιζαν και τα σκελετωμένα, από τέσσε ρα χρόνια γερμανικής κατοχής, πόδια του. «Ή ρ θα να τρέξω για εννιά εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες», έχει δηλώσει την προη γούμενη μέρα ο Στέλιος Κυριακίδης στη «Χέραλντ» της Βοστώνης. Ο Έλληνας έτρεχε... Βέβαια, οι Αμερικανοί που εί χαν γεμίσει τα πάρκα της Βοστώνης α π ' το Χόπκιγκτον ως το Γούντλαντ για να παρακολουθή σουν το μεγάλο θέαμα, δεν ήξε ραν ότι αυτός ο παράξενος ανθρω πάκος με τα στραβά πόδια ήταν Έλληνας, αν και είχε κάτι το εξωτικό επάνω του - κυρίως είχε μια εξωτική πείνα στο βλέμμα του. Η κατοχή στην Ελλάδα ήταν ακόμα μια νωπή ανάμνηση και παρόλο που ο Κυριακίδης, στη Βοστώνη, είχε συνδυάσει την προπόνησή του μ' έξι φιλέτα τη μέρα, η πείνα ήταν α κόμα ορατή στα μάτια του. Μ ια βδομάδα φι λέτο δεν ήταν αρκετή να ισοφαρί σει τέσσερα χρόνια μπομπότας. Ο Έλληνας έτρεχε... Μ πρ οσ τά του έβλεπε ένα τεί χος από φανέλες. Είχε άλλα είκο σι χιλιόμετρα να τρέξει και άλ λους είκοσι δρομείς να προσπεράσει αν δεν λιποθυμούσε βέβαια στη μέση του δρόμου. Ο ι πε-
DSP”
122/επιλογη ονειροφαντασίες που προκαλεί και ένα αντικείμενο συμπιεσμένο, βαλσαμωμένο που πρέπει ν’ ανοίξει σαν ένα λουλούδι. Με άλλα λόγια αν το [κύριο] όνομα [...] είναι ένα σημείο, είναι ένα σημείο ογκώδες γεμάτο από πυκνό νόημα, που καμιά σχέση δεν έχει με το κοινό ουσιαστικό που δεν δίνει ποτέ παρά μόνο ένα από τα νοήματά μου με σύνταγμα» (Ο βαθμός Μηδέν της Γραφής-Νέα Κριτι κά δοκίμια, μετ. Κατερ. Παπαϊακώβου <Προβλήματα του καιρού μας> εκδ. Ράππα, [Κέδρος] Αθήνα 1983 σ. 150). Ιδού λοιπόν η εκλεκτική συγγένεια της Τ. Γ-Μ. με τον Προυστ. Και στους δυο το πλήθος των ονομάτων καλύπτεις, άμεσα «ό,τι η ανάμνηση, η χρή ση, η πνευματική καλλιέργεια, μπορούν να βάλουν μέσα τους» (R. Barthes, ό.π. σ. 151). Μια παρόμοιου είδους συγγένεια των δυο συγγραφέων βρίσκε ται στο βασικό ρόλο που γι’ αυτούς διαδραματίζει η μνήμη (μυριστική-γευστική-ακουστική). Με τη μνήμη - που ακόμα και σωμα τικές αντιδράσεις της φέρνει (τρεμούλα, ιδρώτα και πανικό) — αλλ’ όμως βρίσκει την άκρη της κλωστής (σ. 17) - συμπαραστάτη και υπαγορευτή-υποβολέα, πλέκει η Τ. Γ-Μ. τον ιστό του έργου της. Την απασχολεί και ως ποιότητα και προβαίνει ακόμα και σε ορισμούς (σσ. 37-79-107-189-190). Ανάμνηση, πόθος, επιστροφή στο παρελθόν (perdu ή μήπως retrouv6?) και θάνατος βρίσκονται μέσα στις διάφορες μυρωδιές που σε πλαντάζουν, αλλά και στις γεύσεις; Οι σελ. 138-141, είναι ένα δοξαστικό αντίστοιχων αισθή σεων. υαίσθητη επίσης σε κάθε ήχο η Τ. Γ-Μ. τον περιγράφει με τρόπο που περνάει στ’ αυτιά του αναγνώστη (από το τρίξιμο εης πόρτας ώς το θόρυβο του γκαζοζέν και το ξερό κροτάλισμα του εχθρικού όπλου). Όμως πέρα από την ευαισθησία και η παι δεία της μας επιβάλλει ν’ ακούσουμε μαζί της Μπαχ, Μπετόβεν με τον Φούρτβέγκλερ, Μότσαρτ και τους προκλασικούς που όλη «πε ριείχαν ένα λυγμό τόσο αργό που άρχιζε μέσα από την κοιλιά και ανέβαινε σιγά-σιγά φουσκώνοντας προς τα πάνω γαλήνια, έτσι που τα δάκρυα τρέχανε φυσικά πάνω στο μαξιλάρι κι αποκοιμιόσουν μέσα στην υγρασία τους με την αίσθηση της κλειστής μήτρας της προστατευτικής» (σ. 20). Η ακουστική μνήμη της όμως λει τουργεί διττά. Ακούγοντας το τιτίβισμα των πουλιών μπερδεμένο με την αρχή του μαρτυρίου των τριζονιών θυμάται τη σονάτα για βιολί και πιάνο του Σεζάρ Φρανκ που την παραπέμπει στο Βεντέιγ (σ. 210)· και η σονάτα του Βεντέιγ στην εξερεύνηση του ερω τικού μυστηρίου στις σελίδες του Προυστ (σ. 211). Μα ας ακού σουμε λίγο και τον ίδιο τον Προυστ. «Vinteuil avait ete Ρ un de ces musiciens. En sa petite phrase qoiqu’ elle presente k la raison une surface obscure, on sentait le contenu si consistant, si explicate, auquel elle donnait une force si nouvelle, si originate que ceux qu’ils P avaient entendue la conservaient en eux de plein pied avec les idees de P intelligence» (Proust. < A la recherche du temps perdu > Du cdt0 de chez Swann, ed. Gallimard, 1954 σ. 405) και παρακάτω «[...] P audace d’un vinteuil experimentant, decouvrant les lois secr6tes d’une force inconnue [...]» ο Προυστ προχωρεί σε κριτική. To ίδιο και η Τ. Γ-Μ, «η μουσική είναι μια παρουσία» (σ. 18), «Ο Μπαχ δεν αστειευότανε, κάθε χέρι και μια δυσαρμονία, και τα δυο μια προσευχή» (σ. 14).
Ε
ριτικά αντιμετωπίζει και τη ζωγραφική. Έτσι πέρα από το γεγονός ότι βλέπει και η ίδια με εικόνες - προβληματίζεται πάνω στην τέχνη του Picasso και τη σχολιάζει (σ. 16). Αλλά και τ’ ακριδόφτερα της Αίγινας της θυμίζουν Νταλί (σ. 145) κι ο Νταλί -
Κ
ρισσότεροι αντίπαλοί του ήταν Αμερικανοί. Γελαστοί και χορτά τοι Αμερικανοί που έκαναν όλα α υτά τα χρόνια προπόνηση σε γελαστά και χορτά τα στάδια. Οι ξένοι ήταν λιγότεροι. Στα '46 τα ταξίδια α π ' την Ευρώπη ήταν μια δαπανηρή περιπέτεια. Ο ίδιος ο Κυριακίδης είχε αναγκαστεί να φιλήσει κατουρημένες ποδιές για να βρει ένα αεροπορικό εισιτή ριο. Το ταξίδι α π ' την Αθήνα στη Νέα Υόρκη είχε κρατήσει S6 ώρες! Α π ' την κορυφή του λόφου, π ο υ βρισκόταν στη μέση του Γούντλαντ Παρκ, δυο αδέρφια, ο Στέλιος Δουκάκης, 16 χρόνων και ο Μάικ, δεκατριών, παρακολου θούσαν την πρώ τη ομάδα των δρομέων π ο υ έστριβε τώ ρα στην κεντρική λεωφόρο, - Ποιος είναι ο Έλληνας; ρώ τησε ο Μ άικ. - Δε φαίνεται α π ' εδώ, είπε ο Στέλιος. Θ α τον δεις μόλις π ά ρουν τη στροφή. Να 'τος! Τον βλέπεις; Είναι αυτός που έχει το νούμερο 77! Ο Μ άικ κοίταξε προσεκτικά τον λιπόσαρκο ανθρωπάκο, με τη φανέλα νούμερο 77. Τότε ούτε καν μπορούσε να φανταστεί π ό σο αυτός ο «ανθρωπάκος» θα επηρέαζε τη ζωή του. Πω ς θα γι νόταν το πρ ότυπό του! Δε θα περνούσαν πολλά χρό νια, μόλις πέντε, και ο Μιχάλης Δουκάκης θα έτρεχε στον ίδιο Μαραθώνιο. Μ α για το Μιχάλη η ίδια του η ζωή ήταν ένας συνεχής Μαραθώνιος. Αγώνας σκληρός τον περίμενε για να μπει στο Χάρβαρντ, για να γίνει βουλευτής στη Μασαχουσέτη, κυβερνήτης αργό τερα στην ίδια πολιτεία. Και τέ λος, η όλη το υ προσπάθεια για την είσοδό το υ στο Λευκό Οίκο. Και π ά ντα Μ όνος του... Χωρίς να περιμένει από πουθενά βοήθεια. Ο μόνος του βοηθός στάθηκε η επιμονή και το πείσμα π ου του
(SF
επιλογή/,.123 φυσική συνέπεια - την παραπέμπει στον Μπουνιουέλ και στον «Ανδαλουσιανό» τους «σκύλο». Μια γκάμα ζωγράφων σχολιάζε ται, κρίνεται, τοποθετείται, από τον Ιερώνυμο Μπος μέχρι την «πατικωμένη» κραυγή των ανθρώπων του Μπέικον. Αλλά και η λογοτεχνία έχει κι αυτή το μερίδιό της. «Από κει θ’ αρχίσει το παραμύθι, απ’ την πλευρά των Σουάν» (σ. 27), όπου «ο κύριος Σαρλύς, της φθοράς η πιο σκληρή φιγούρα, μέσα από το χρόνο που δεν ξανακερδίζεται με συμβουλεύει [...]». Να λοιπόν και δω που le baron de Charlus βοηθάει στο παιχνίδι της μνήμης, στο παιχνίδι με τα λόγια και στη συνουσία με τη μεγαλοφυία. Με τον ίδιο τρόπο περνάνε και κρίνονται και αγαπιούνται και πονιούνται κι αφομοιώνονται ο Μακρυγιάννης, ο Παπαδιαμάντης, ο Σολωμός, ο Σικελιανός κι ατέλειωτη σειρά ώς τον Ελύτη. Όμως θα ήταν άδικο να μην αναφερθεί κανείς, έστω και υπαι νικτικά, στον τρόπο με τον οποίο η Τ. Γ-Μ. περιγράφει, «Πίσω απ’ τον αμφιβληστροειδή», «πάνω στον αμφιβληστροειδή». Η μα τιά της κινείται όπως ο κινηματογραφικός φακός, στέκεται στα αντικείμενα (στη σχολή του «ματιού» ως αντικείμενο, chose-objet, θεωρείται και ένας άνθρωπος ή μια κατάσταση) και τα αναπαρά γει, όπως ακριβώς οι μάστορες του είδους. α μπορούσε να πει κάποιος ότι η συγγραφέας βρίσκεται μέσα σε όλα, κατακερματισμένη, και με μια σπάνια δύναμη ανασυντίθεται πάλι σε μια και μοναδική προσωπικότητα. Πιστεύω πως αυτό το βιβλίο υφαινόταν μέσα της τουλάχιστον χρόνια πενή ντα ή μήπως από τότε που γεννήθηκε; Όλος ο κόσμος της εκεί. Πλατεία Θησείου και Σε πρώτο πρόσωπο (passim) Ημερολόγιο (σσ. 172-175), Ίππος Χλωρός (σσ. 289,294), Τρίπολη του Πόντου (σ. 200 κ.ε.), Χρονικό ενός εφιάλτη (σ. 16 κ.κ). Πολλά βιβλία μέσα σε ένα, πολλές συγκινήσεις μέσα σε μια, ιστορίες και ιστορία, όλα παράλληλα με την ιστορία του τόπου, ένα θέατρο εν θεάτρω. Το Από την άλλη όχθη του χρόνου είναι ένα έργο άκρως ερωτικό και ωδινόμενο. Ένα καταστάλαγμα τέ χνης και σοφίας, και κυρίως μια πρόταση γραφής. Η κατανομή του λόγου, το άγχος της για τη γέννηση της λέξης, τη χρήση, τη σημασία και τη φθορά της το διατρέχει. Αλλά κείμενα σαν αυ τό δείχνουν πως η γλώσσσα μας τελικά και παρά τα προβλήματά της, κανέναν κίνδυνο δεν διατρέχει. Ίσως, σ’ αυτό το κείμενο η συγγραφέας να θέλει ο ήρωάς της να είναι ο χρόνος. Εγώ βλέπω τον Άνθρωπο και την διαιώνια πάλη του μ’ αυτόν το φοβερό αντίπαλο, τον άνθρωπο αθάνατο αφού του δόθηκε ο λόγος, τον Άνθρωπο-Λόγο. Βλέπω ένα έργο του οποίου τα πολλαπλά επίπε δα προσφέρονται σε αναγνώσεις πολλαπλές. Οι προτάσεις μου είναι δύο. Πρώτο: το συντομότερο δυνατό να συναχθεί γλωσσάρι και πίνακας ονομάτων του έργου, και δεύτε ρον: να διδάσκεται στα Πανεπιστήμια ως μια σπάνια σύζευξη ση μαίνοντος και σημαινομένου, ως δείγμα συγγραφικής εντιμότητας και λογοτεχνικού ύφους και ήθους. ΡΓΓΣΑ ΦΡΑΓΚΟΥ-ΚΙΚΙΛΙA
Θ
ένα βιβλίο για «φιλοπερίεργους» Τα Π α ρα μύ θια τη ς Χ α λ ιμ ά ς, A Αρ α β ι κ ό ν Μ υθολογικόν, τ. A Β '. Επιμέλεια: Γ ιώ ργος Κεχα γιόγλου. Σ τη σειρά: Ν έα Ελληνική Β ι βλιοθήκη, Δ Π 46. Α θήνα, Ε ρ μ ή ς , 1988.
είχε κληροδοτήσει η Ελληνίδα μη τέρα του, Ευτέρπη. Και έτσι, αυτός, γιος μετανα στών, κρούει την πόρτα του Λευ κού Οίκου, αντιπαλεύοντας όλα τα τα μ π ού για τους μετανάστες π ο υ υπάρχουν στη χώρα των «μεγάλων ευκαιριών». Ίσ ω ς δεν τα καταφέρει ποτέ να μπει. Ό μ ω ς ο «πηγαιμός για την Ιθάκη» του Δουκάκη, είναι π ο υ έδωσε «φτερά» σ' όλους τους Έλληνες μετανάστες των Η.Π.Α. Τους έκανε να νιώσουν έ ντονα το ελληνικό στοιχείο, που ξέρει να ξεχωρίζει, ξέρει να απαι τεί θέσεις για τις οποίες διαθέτει όλα τα προσόντα. Γεια σου, λοιπόν, Έλληνα για την προσπάθεια σου και για ό,τι πετύχεις.
ΣΟΦΙΑ ΣΤΑΓΚΑ
124/επιλογη « V I ρος τους Φιλοπεριέργους Άναγνώστας» απευθύνθηκε ο L JL πρόλογος ενός βιβλίου, που κυκλοφόρησε το 1757 στη Βενε τία με τον τίτλο ’Αραβικόν Μυθολογικόν, και την επεξήγηση «17εριέχον διηγήσεις καί συμβεβηκότα πλεΐστα περίεργα, καί ώραϊα». Το βιβλίο αυτό εγκαινίασε την πρώτη απόδοση στα ελληνικά πα ραμυθιών από τις 1001 Νύχτες και τις 1001 Μέρες σε 7 τόμους. Για τους φιλοπερίεργους βγαίνει και η μικρή σειρά Τα Παραμύθια της Χαλιμάς, που θα περιέχει τη φιλολογική επανέκδοση των 7 αυτών τόμων, καθώς και μια εξαντλητική παρουσίαση της τύχης της «Χαλιμάς» στην Ελλάδα και σε όλες τις βαλκανικές χώρες. Εδώ και 19 χρόνια πια βγαίνει η Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη (ΝΕΒ■Διευθυντής: Άλκης Αγγέλου) των εκδόσεων ΕΡΜΗΣ, και μερικοί από τους τόμους της αποτελούν σπουδαίες συνεισφορές στην έρευνα της νεοελληνικής γραμματείας. Ένα από τα σημαντι κά εκδοτικά προγράμματα στα πλαίσια της ΝΕΒ είναι, πιστεύω, η έκδοση της «γνήσιας» ελληνικής Χαλιμάς σε τέσσερις τόμους με τον ενιαίο τίτλο Τα Παραμύθια της Χαλιμάς. Από τους 4 τόμους αυτούς, ο τόμος Α' είδε, στα τέλη του 1988, το φως της δημοσιότη τας. Την επιμέλεια της μικρής σειράς μέσα στη σειρά έχει ο Γιώρ γος Κεχαγιόγλου. Στα Παραμύθια της Χαλιμάς (στο εξής: ΠΧ) ο Κεχαγιόγλου (Κεχ.) έχει σκοπό να εκδώσει δύο συλλογές παραμυθιών, προερχομένων από τις 1001 Νύχτες καθώς και τις 1001 Μέρες, που έβγαιναν στο β' μισό του 18ου αιώνα με τους τίτλους Αραβικόν Μυθολογικόν (σε τρεις τόμους· στο εξής: AM) και Νέα Χαλιμά (σε τέσσερις τόμους· NX). τόμος Α' των ΠΧ, που είναι και ο μόνος που έχει βγει έως τώρα, αποτελείται από 12 + 376 + 4 (εξώφυλλο) σελίδες, στις οποίες περιέχονται: ένας Πρόλογος (σελ. *7-*11), το κείμενο του AM, τόμος Α' (σελ. 1-168. η σελιδαρίθμηση της α έκδοσης του 1757 δίνεται στο περιθώριο), το κείμενο του AM, τόμος Β' (σελ. 169-362· η σελιδαρίθμηση της α' έκδοσης του 1762 δίνεται στο περιθώριο) και ένα Φιλολογικό Επίμετρο (σελ. 363-373). Στη σελ. 375, τέλος, βρίσκεται ο Πίνακας Περιεχομένων. Ο Πρόλογος αντικαθιστά, προσωρινά, την (στερεότυπη στη ΝΕΒ) εισαγωγή. Αντί γι’ αυτήν ο τέταρτος τόμος των ΠΧ θα περι λαμβάνει έναν εξαντλητικό, απ’ ό,τι υπόσχεται ο Κεχ., σχολιασμό, ενώ εδώ δίνονται «μερικά από τα εντελώς απαραίτητα πληροφο ριακά στοιχεία» (σελ. *7), αναφερόμενα στα περιστατικά των πρώτων εκδόσεων του AM (Βενετία, 1757-1762) και της NX (Βιέν νη, 1791-1794), καθώς και στα δύο άμεσα πρότυπα των ΠΧ (ιταλι κά, του 18ου αιώνα), τα οποία με τη σειρά τους αποτελούν μετα φράσεις από γαλλικές ανθολογίες, αφενός των αραβικών 101 Νυ χτών και αφετέρου των περσο-τουρκικών 1001 Ημερών. Για πε ρισσότερες πληροφορίες ο Κεχ. παραπέμπει σε παλαιότερα άρθρα του, των οποίων γενικότερου ενδιαφέροντος είναι εκείνο στο Δια βάζω 33 (1980) 42-59 (με αφορμή την επανέκδοση της φιλολογικής μετάφρασης των 1001 Νυχτών από τα αραβικά του Κ. Τρικογλίδη), καθώς επίσης η ανακοίνωση Translations of Eastern «Novels» and their Influence on Late Byzantine and Modern Greek Fiction (llth-18th Centuries) στον τόμο The Greek Novel AD 1-1985, εκδ. R. Beaton, Λονδίνο/Νέα Υόρκη/Σίντνεϊ 1988,1 όπου γίνεται λόγος για τις ανατολικές επιδράσεις πάνω στη βυζαντινή και στη νεοελ ληνική γραμματεία.
Ο
για τον τέταρτο τόμο των ΠΧ υπόσχεται, εκτός από διάφορα είδη αναλύσεων και ευρετηρίων, και μια «ιχνηλάτηΟ Κεχ.
επιλογη/125 ση» (σελ. *9) της πρόσληψης των ΠΧ στον ευρύτερο ελληνικό χώ ρο· εργασίες τέτοιου χαρακτήρα δεν υπάρχουν έως τώρα στα νεοελληνικά γράμματα, παρά μόνον περιθωριακά, κι έτσι αναμέ νουμε την ολοκλήρωση της μικρής σειράς των ΠΧ με μεγάλη ανυ πομονησία. Τα εκδοθέντα κείμενα, οι τόμοι Α' και Β' του AM (σελ. 1-362) δεν απαιτούν (εδώ) μεγάλο σχολιασμό. Τα παραμύθια των 1001 Νυχτών (περισσότερα από εκείνα των 1001 Ημερών) σε γενικές γραμμές είναι γνωστά. Τον αναγνώστη, που θα διαβάσει τα παρα μύθια αυτά κατά τη μετάφραση του AM και της NX, περιμένουν και άλλες, απροσδόκητες απολαύσεις γλωσσικής φύσεως: είναι γραμμένα σε πλουσιότατη δημοτική, που αφήνει έκπληκτους ακό μα και εκείνους, που έχουν μια κάποια εξοικείωση με τις εκφρα στικές δυνατότητες της λαϊκής αφηγηματικής πεζογραφίας της Τουρκοκρατίας. Ο μεταφραστής αντλεί, όπως είναι φυσικό σε κεί μενα της εποχής, χωρίς κανένα δισταγμό και από τη λόγια γλωσσι κή παράδοση. Το αποτέλεσμα, όμως, δεν είναι φτιαχτό, όπως συμβαίνει στους δογματικούς υποστηρικτές της μίας ή της άλλης γλωσσικής θεωρίας· τα λόγια στοιχεία, ίσα-ίσα, λειτουργούν μ’ έναν τρόπο πολύ ζωντανό και δίνουν στο κείμενο ένα χρώμα γρα φικό. ροχωράμε τώρα στο Φιλολογικό Επίμετρο. Στις σελ. 363-373 ο Κεχ. εκθέτει τον τρόπο της φιλολογικής επεξεργασίας του κειμένου (τυχόν διορθώσεις τυπογραφικών σφαλμάτων των εντύ πων του 1757 και 1762, εφαρμογή ενιαίου και σύγχρονου ορθο γραφικού συστήματος) για τον σημερινό αναγνώστη. Ο λεπτομε ρειακός τρόπος της έκθεσης αυτής καθώς και η τέλεια φροντισμέ νη μεταγραφή του AM - σε δειγματοληπτική αντιβολή της έκδοσης του Κεχ. με τα έντυπα του 1757 και 1762 δε βρήκα ούτε ένα λάθος αβλεψίας - είναι ενδείξεις για το ύψιστο επίπεδο της φιλολογικής επιμέλειας του τόμου, και πιστεύω, ότι τα ΠΧ στο μέλλον θα αποτελέσουν μέτρο σύγκρισης για άλλες παρόμοιες εκδόσεις. Ο Κεχ. προβαίνει μόνο σε μερικές σπάνιες περιπτώσεις σε επεμ βάσεις στο κείμενο του AM, κι αυτό συνήθως με βάση τη δεύτερη έκδοση των χρόνων 1777-78, «όπου αυτή αποκαθιστά με ασφάλεια αρχικές γραφές» (σελ. 365).2 Αυτά τα σημεία αναγράφονται σ’ ένα Υπόμνημα (το οποίο τυπώνεται στις σελίδες 369-373). Στο ίδιο υπόμνημα γίνονται και προτάσεις διορθώσεως, σε περιπτώσεις όπου ούτε το ένα ούτε και το άλλο έντυπο δεν παρέχουν ικανο ποιητικές γραφές, ή όπου δεν είναι σαφές, ποια από τις δύο γρα φές πρέπει να προτιμηθεί. Πιστεύω, ότι η υπόθεση τυπογραφικών σφαλμάτων θα άφηνε περιθώριο στον Κεχ. να περάσει μερικές από τις εναλλακτικές διορθωτικές προτάσεις του στο κείμενο, αλ λά γενικά είμαι σύμφωνος με την επιφυλακτικότητά του, γιατί δεν έχουμε στοιχεία να υποθέσουμε, ότι ανάμεσα στη μετάφραση και την α' εκτύπωση του AM μεσολάβησε μια χειρόγραφη παράδοση, κατά τη διάρκεια της οποίας θα έμπαιναν αλλοιώσεις που θα έπρεπε να διορθωθούν. Η μέθοδος του Κεχ., με λίγα λόγια, επι βάλλεται από τα δεδομένα, και δεν πιστεύω να είναι ζήτημα μιας «συντηρητικής» εκδοτικής αρχής, όπως ο Κεχ. μας κάνει να πι στεύουμε (σελ. 365).
Π
νέφερα ήδη παραπάνω, ότι ο Κεχ. μεταγράφει το κείμενο των ΠΧ σε μια σύγχρονη ορθογραφία, χρησιμοποιώντας έτσι δηλώνει στη σελ. 365 - ένα ορθογραφικό σύστημα συγγενές μ’ εκείνο της Βυζαντινής και Νεοελληνικής Βιβλιοθήκης (ΒΝΒ- εκ δόσεις του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης). Πραγμα-
Α
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑ ΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ 49+2 τόμοι 1. Μπουνιουέλ. 2. Τα τέρατα στην οθόνη. 3. Φασμπίντερ. 4. Αντονιόνι. 5. Βισκόντι. 6. Γκοντάρ. 7. Τρυφφώ. 8. Πέκινπα. 9. Ά λλεν. 10. Ταξίδι στα Κύθη ρα. 11. Το Χόλλυγουντ. 12. Μπόγκαρτ. 13. Φορντ. 14. Χωκς. 15. Γουελς. 16. Βίντορ. 17. Πολάνσκι. 18. Χίτσκοκ. 19. Κόπολλα. 20. Λόουζυ. 21. Γαλάζιος 'Αγγε λος. 22. Κήτον. 23. Μπράντο. 24. Κουροσάβα. 25. Ο κανόνας του παιχνιδιού. 26. Πέτρινα χρόνια. 27. Οσίμα. 28. Ιαπωνικός κινηματογράφος. 29. Ταβιάνι. 30. Παζολίνι. 31. Μπρεσόν. 32. Φελίνι. 33. Ντράγιερ. 34. Από τη ζωή των μαριονετών. 35. Μπερτολούτσι. 36. Ο τρελός Πιερρό. 37. Ρεναί. 38. Κασαβέτης. 39. Άλτμαν. 40. Μπέργκμαν. 41. Κραυγές και ψίθυροι. 42. Βέντερς. 43. Γαλ λικός κινηματογρά φος. 44. Το γουέστερν. 45. Τοπίο στην ομίχλη. 46. Η γυναίκα που έβλεπε τα όνειρα. 47. Σκορσέζε. 48. Αγγλι κός κινηματογράφος. 49. Ανδαλουσιανός σκύλος. 101. Χιού στον. 102. Μνήμες σε άσπρο και σε μαύρο. _ Ζ . Πηγής 17 Τηλ. 36.13.137J
126/επιλογη τικά δεν έχει νόημα να κρατήσει κανείς σε μια φιλολογική έκδοση του 1988 την ορθογραφία του 18ου αιώνα, πράγμα που θα δη μιουργούσε μια ανεπιθύμητη αποξένωση για τον σημερινό, μη ει δικό αναγνώστη.3 Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, όμως, θα προτιμού σα να διατηρηθεί η απόδοση της κατάληξης της αιτ. εν. των αρ χαίων θηλυκών ουσιαστικών σε -ις με -ιν, όπως γράφει και το AM. Στην έκδοση του Κεχ. διαβάζει κανείς τύπους όπως κυβέρνησην, κλίσην, παράταξην, συνάντησην (παρόμοιοι τύποι υπάρχουν πάμπολλοι στα ΠΧ), που όχι μόνο αντιφάσκουν με τις προθέσεις του AM του 1757-1762, αλλά και αποτελούν μια καινοτομία σε σχέση με τα τρέχοντα ορθογραφικά συστήματα. Η γραφή σε -ιν, εξάλ λου, είναι εκείνη που προτιμήθηκε στους περισσότερους τόμους της ΒΝΒ, την οποία ακολουθεί ο Κεχ. Μια άλλη ορθογραφική επέμβαση του Κεχ. είναι το ότι δε βάζει τον εγκλιτικό τόνο του AM σε περιπτώσεις όπως βάγιά μου, δίκτυά μου κ.λπ. (σελ. 367), υποθέτοντας, ότι έτσι προφέρονται. Τύποι, όμως, όπως το φωτίαν (AM, α' τόμ. 238), κλουβίον (σελ. 242), κεντριά (242) κ.π.α., δεί χνουν ότι το -ι- στις καταλήξεις -ίον, -ία κ.λπ. είχε - τουλάχιστον στη γραπτή γλώσσα - την αξία φωνήεντος, κι όχι ημιφώνου, όπως στα σημερινά νεοελληνικά και ίσως και στον προφορικό λόγο της εποχής. Σύμφωνα μ’ αυτό, η λέξη βάγια είναι τρισύλλαβη, κι όχι δισύλλαβη, και δέχεται τον εγκλιτικό τόνο της προσωπικής αντω νυμίας. α παραδείγματα που ανέφερα (υπάρχουν κι άλλα) αντιπρο σωπεύουν τον ίδιο προβληματισμό- στα δημώδη και λαϊκά κείμενα από το ύστερο Βυζάντιο μέχρι την Επανάσταση υπάρχουν ενσωματωμένα στοιχεία της λόγιας παράδοσης - μια φορά λιγότε ρο, άλλη φορά περισσότερα. Ο εκδότης αυτών των κειμένων βρί σκεται στο δίλημμα, ότι τα σημερινά ορθογραφικά συστήματα δεν προβλέπουν ένα τέτοιο μίγμα. Ο Κεχ. τείνει προς μια «δημοτική» λύση, σύμφωνα με τις τάσεις της εποχής μας. Σημασία έχει, πι στεύω; τα προβλήματα αυτά να συζητηθούν, ώστε μια μέρα να κα ταλήξουμε στη διατύπωση ενιαίων κανόνων. Ο Κεχ., πάντως, με τη λεπτομερειακή περιγραφή του τρόπου εργασίας του, μας πα ρουσιάζει όλα τα στοιχεία για μια τέτοια συζήτηση. Ο «φιλοπερίεργος αναγνώστης», στον οποίο απευθύνεται ο εκ δότης του Αραβικού Μυθολογικού του 1757 (στις σελ. 3-5), ήταν ένας άνθρωπος που ενδιαφερόταν για «διηγήσεις καί συμβεβηκότα πλεΐστα περίεργα», που συμβαίνανε σε βασιλείς και βασίλισσες κι άλλα «αξιόλογα πρόσωπα», και που είχανε σχέση με το φυσιο λογικό καθώς και το «τερατώδες» σύμπαν. Ο σημερινός «φιλοπε ρίεργος» θα διαβάσει όλα αυτά τα πράγματα σε συνδυασμό με ένα σπάνιο δείγμα γλωσσικού ύφους και εκφραστικότητας του 18ου αιώνα, σε μια πολύ προσεγμένη φιλολογική έκδοση. Ας ελπίσου με, λοιπόν, ότι δε θ’ αργήσουν να βγουν και οι υπόλοιποι τόμοι και ο σίγουρα πολύ ενδιαφέρων σχολιασμός.*1 ΟΥΛΡΙΧ ΜΕΝΙΚ*
Τ
* Ο Ulrich Moenning γεννήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 1961 στο Βεζελ της Δυτ. Γερμανίας και σπούδασε Μεσαιωνική και Νεότερη Ελληνική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας, καθώς και στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης (το έτος 1984/85). Τώρα ετοιμά ζει ένα διδακτορικό σχετικά με τον πεζό δημώδη Βίο του Μεγαλέξανδρου (κατά τη διασκευή ζ) του 15ου αιώνα. Σημειώσεις 1. Αναφέρεται στα ΠΧ ακόμα «νπό έκδοση». 2. Ηαναέγινε, δηλαδή, για τη δ ' έκδοση, του 1777-78 μια καινούρια αντιδολή με το χειρόγραφο του μεταφραστή;
3.
Η ορθογραφία του AM και άλλοτν κειμένων του Που-18ου αιώνα είναι κάτι παρα πάνω από «ιστορική». Ένα παράδειγμα- ο πληθυντικός της ον. και της αιτ. των θηλυκών της α' κλίσης γράφεται οε -αις, κατά τη δοτική πληθ. Συνήθως γίνεται και μια διάκριση στους τύπους των θηλυκών ουσιαστικών της α ' κλίσης κι εκεί νους a t -ις, που συμπίπτουν φωνητικά. Π6λ. ξεφάντωσες και τρνφαΐς (AM, α
ένα βιβλίο με βάθος και πληρότητα Τ Τ λ ΑΜ Α Ρ Ε Α Π Α Ν Α Γ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ : Κ ρ ιτικ ά κα ι Σ υγ κ ρ ιτικ ά . Α θήνα ,
NS8. Σελ. 239, «Ο κριτικός μεταπλάθοντας όλες τις τέχνες σε λογο τεχνία, λύνει μια για πάντα το πρόβλημα της ενό τητας της τέχνης»
Ο. WILDE ναντίρρητα ο Α.Π, ανήκει στην παραπάνω κατηγορία κριτι κών καθώς υπερβαίνει τα στενά όρια της επιστημονικής του ειδικότητας και καταργώντας το διαζύγιο επιστημονικής και λο γοτεχνικής γλώσσας αρθρώνει μια πρόζα δυναμική, ιριδίζουσα, προσηλυτιστική, βυθοσκοπική, υποδόρια μουσική και προπαντός χωρίς συμπλέγματα σοβαροφάνειας ακαδημαϊκής· κάθε λέξη (του) σταθμισμένη με την ακρίβεια ζυγαριάς φαρμακοποιού. Τα «Κριτικά και Συγκριτικά» είναι μια συλλογή δοκιμίων λογο τεχνικής κριτικής και συγκριτικής φιλολογίας που κατά καιρούς έχουν δημοσιευτεί στο Βήμα, στο Αντί και στο Τέταρτο. Τα περιο ρισμένα συνήθως πλαίσια των εντύπων έχουν έμμεσα υποβοηθήσει - πειθαναγκάσει το συγγραφέα να πυκνώσει την ουσία των δοκι μίων του σε σημείο non ultra. Τίποτα το περιττό. Δημοσιευμένα τώ ρ α μαζί έχουν βρει την οργανική τους θέση σ’ ένα corpus και προπαντός αφήνουν πλέον τον αναγνώστη να ικανοποιήσει τη βουλιμία του. Πέντε κύριες ενότητες σπονδυλώνουν το βιβλίο. Στην πρώτη ο συγγραφέας επικεντρώνει την προσπάθειά του να δείξει την οφει λή του ευρωπαϊκού θεάτρου και γενικότερα της ευρωπαϊκής λογο τεχνίας στην αρχαιοελληνική πολιτισμική κληρονομιά. Οι τίτλοι των δοκιμίων είναι ενδεικτικοί: Η 'Αλκηστις του Ευριπίδη και το κοκτέιλ πάρτι του Έλιοτ, ο Χεμινγουαίη και το Γ' βιβλίο του Θουκυδίδη, ο Έκο, ο Αριστοτέλης και ο Tractatus coislinianus, παραστάσεις αρχαίων τραγωδιών στην Ευρώπη και Αμερική. Χα ρακτηριστικά είναι τα λόγια της γνωστού χορογράφου Μ. Graham που παραθέτει ο συγγραφέας: «Εμείς κρυβόμαστε πίσω από την αλήθεια, οι Έλληνες κοίταξαν την αλήθεια κατάματα... Είπα στους χορευτές μου ότι αν ήθελαν να κάνουν αρχαία τραγωδία, έπρεπε να μάθουν να χορεύουν στην κόψη του μαχαιριού» (σ, 25). Αυτά για τους δικούς μας «δυτικόφρονες εισαγωγής», όσο για τους εγχώριους «προοδευτικούς» που θεωρούν τα αρχαία εμπόδιο της προόδου, τους παραπέμπουμε στη ρήση κορυφαίου ξένου διανοητή: «ολόκληρη η ευρωπαϊκή φιλοσοφία δεν είναι παρά υποση μειώσεις στον Πλάτωνα» και στο στίχο του Λ. Πούλιου: «ο πιο μοντέρνος ευρωπαίος ήταν ο Σωκράτης». Ο Α.Π., εμβριθής γνώ στης των λογοτεχνικών θεωριών και ρευμάτων χάρη στην πνευμα τική του αδηφαγία, κινείται με εκπλήσσουσα άνεση από τη μια εποχή στην άλλη, από τις Μυκηναϊκές επιγραφές, τους Παπύρους,
Α
128/επιλογη τον Όμηρο το «αγήρατον στόμα κόσμου», τον Ευριπίδη, στη Β. Γουλφ, τον Αλτουσέρ, το Σήγκαλ, το Μπράουνιγκ, τον Εμπειρικό, το Φραγκιά. Τα ονόματα είναι δηλωτικά της ευρύτητας των εν διαφερόντων του συγγραφέα που φαίνεται να έχει διασκευάσει τη ρήση του Ελύτη «Αν δε στηρίξεις το ένα σου πόδι έξω απ’ τη Γη ποτέ σου δε θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της», ως εξής: Το ένα μου πόδι στην αρχαία πολιτιστική κληρονομιά, το άλλο στη σύγ χρονη για να ισορροπώ καλύτερα. νας δεύτερος πολύποδας δοκιμίων αναφέρεται στις σύγχρο νες τεχνολογικές εξελίξεις και στην αξιοποίησή τους από την Ε επιστήμη της φιλολογίας. Τίτλοι ενδεικτικοί: Η αβάσταχτη μετα δοτικότητα της πληροφορικής (οι Η/Υ στα κλασικά τώρα), Ο ποιητής, ο Γάτος και ο Κομπιούτερ και το όνομα αυτού Ίβυκος (αναφορά στον Ρ. Packard, κλασικό φιλόλογο του οποίου ο πατέ ρας είναι συνεταίρος στην κατασκευάστρια εταιρεία Η.Ρ. ηλε κτρονικών υπολογιστών, ειδικών στην υπηρεσία των κλασικών σπουδών). Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι θέματα άκρως επιστημο νικά και εξειδικευμένα, παρουσιάζονται με έναν τρόπο σαφή και εκλαϊκευτικό που κερδίζουν το ενδιαφέρον και του μέσου ανα γνώστη· εδώ ο συγγραφέας πετυχαίνει για την επιστήμη αυτό που ονειρευόταν ο Λωτρεαμόν για την ποίηση: «θα ’θελα το βιβλίο μου να μπορεί να το διαβάσει κι ένα κορίτσι δεκατεσσάρων χρονών». Στην τρίτη ενότητα δοκιμίων θίγεται το ακανθώδες θέμα της δι δασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών στη Μέση Εκπαίδευση, θέμα που τόσο έντονα έχει τελευταία συζητηθεί στους πνευματικούς και εκπαιδευτικούς κύκλους. Ο συγγραφέας αναπτύσσει μια στέρεη επιχειρηματολογία και απαντά πειστικά στους αρχαιομάχους και αρχαιοβόρους, κυρίως στα άρθρα του «Αρχαία Ελληνικά χωρίς δάκρυα», «Θέλει αρετήν και τόλμην... τα Αρχαία Ελληνικά» και «Αντίδραση τώρα ο λαϊκισμός». Σημειώνει κάπου (σ. 132) με διαβρωτικό χιούμορ: «Για να είμαι δίκαιος, πρέπει να παραδεχτώ ότι μπορεί η στάση των παραπάνω ομοτέχνων να οφείλεται στο ότι αγαπούν τα Αρχαία τόσο πολύ, ώστε δε θέλουν να τα μάθει κανέ νας άλλος. Έτσι θα εξασφαλίσουν την αποκλειστικότητα στην αγάπη τους!». Προσωπικά δεν έχω αποκρυσταλλώσει γνώμη πάνω στο σχετικό θέμα - δεν έχω ακόμη μια επαρκή ενημέρωση, υπάρ χει ήδη τεράστια βιβλιογραφία - δεν μπορώ όμως να μην επισημάνω το γεγονός ότι κανένας ή σχεδόν κανένας καταξιωμένος λογο τέχνης, που είναι και οι κύριοι αιμοδότες της γλώσσας, δεν έχει καταφερθεί κατά της διδασκαλίας των Αρχαίων (κατά του τρόπου διδασκαλίας τους ναι), αναφέρω ενδεικτικά Ελύτη, Χειμωνά, Παπαδίτσα κ.ά. (Βλ. Πολίτη). ια άλλη ενότητα δοκιμίων έχει θέμα της τα «ελγίνεια»· ο συγγραφέας δίνει με την πένα του τη δική του μάχη, μάλλον η πένα του είναι ένα ακονισμένο ξίφος - θυμηθείτε τον Καμύ (;) που έγραφε ότι η ιστορία είναι μια ατελεύτητη μάχη ανάμεσα στην πένα και το ξίφος και τελικός νικητής θα βγαίνει πάντα η πένα που απολεπίζει συγχύσεις, σκοπιμότητες ώσπου να διαλάμψει η ιστορική αλήθεια και το εθνικό δίκιο· επιχειρήματα που αν δεν πείθουν και μισέλληνες, το λιγότερο τους αποστομώνουν θα τολ μούσα να μιλήσω για προσφορά του συγγραφέα σε εθνικό επίπεδο αν το επίθετο δεν είχε καταντήσει ύποπτο. Ανάλογη είναι και η σημασία του δοκιμίου «Δάνεια και μεταδάνεια». Το βιβλίο κλείνει με μια σειρά από βιβλιοκρισίες λογοτεχνικών κυρίως και ποικίλων άλλων έργων: Η «ομοιοπαθητική» στη Λογο τεχνία, Α. Φραγκιά «Το πλήθος», Κ. Παπαγιώργη «Περί μέθης»
Μ
ΚΡΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ
επιλογη/129 (όντως μεθυστική), Μ. Δούκα «Η πλωτή πόλη», Μ. Rostovtzeff «Ρωμαϊκή ιστορία» κ.ά. βιβλιοκρισίες, κατ’ ουσίαν καρδιογραφή ματα των'εν λόγω έργων, τα πρακτικά των ψυχικών κραδασμών του συγγραφέα από την επαφή του με τα λογοτεχνικά κείμενα. Και βέβαια διανοούμενος χωρίς θέση είναι ανάπηρος· ο συγ γραφέας έχει θέσεις και για μείζονα θέματα και τις αναπτύσσει κυρίως στα άρθρα του «Η σημαία της Ειρήνης», «Αρμενία αδι καίωτη», «Τα διανοούμενα σταφύλια της οργής» κ.λπ. Τα «Κριτικά και Συγκριτικά» αφήνουν στον απροκατάληπτο αναγνώστη έντονο το αίσθημα της πληρότητας· ένα βιβλίο που στηθοσκοπώντας την κάθε σελίδα του διαπιστώνεις ότι πουθενά δεν υπάρχουν νεκρές ζώνες, πουθενά δεν ατονεί το ενδιαφέρον. Και πώς θα ήταν δυνατόν με δοκίμια όπως: Ο Carl Orff και οι Ορ φικοί ύμνοι (εδώ ο συγγραφέας ξεδιπλώνει με σεμνότητα την πλούσια μουσική του παιδεία), «Και επειδή οι Έλληνες είναι Έλ ληνες... κι επειδή η ποίηση είναι δύναμη», «Αντικουλτούρα, Ετυ μολογίες και παρετυμολογίες» (Οθωμανός = εκ του ωθώ + εμμανώς, ο νοών, νοείτω), Ρέκβιεμ για το Γιώργο Σεφέρη (κρίμα που δεν κλείνει μ’ αυτό το βιβλίο, να μας μείνει η δυνατότερη γεύση στα χείλη). Το βιβλίο - αξίζει να σημειωθεί - είναι ευγενικά αφιερωμένο στα μέλη της ομάδας εθελοντικής αιμοδοσίας για τα παιδιά που πάσχουν από Μεσογειακή αναιμία, ομάδα που απαρτίζεται από ανθρωπιστές φοιτητές και φοιτήτριες του καθηγητή Α.Π. Τελειώνω με κάτι που ο ίδιος ο συγγραφέας είπε σε ομιλία του και που πιστεύω ταιριάζει σ’ ένα βαθμό και στην περίπτωσή του κατά την αναγόρευση σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπ. Αθηνών του μεγάλου ελληνιστή και φιλέλληλα R. Browning: «Το να μιλή σει κανείς σε λίγα λεπτά για το φιλολογικό έργο του καθηγητή R. Browning είναι σαν να θέλει να αδειάσει μια δεξαμενή με ένα κου τάλι», ή Σεφερικότερα «τη θάλασσα, τη θάλασσα ποιος θα την εξαντλήσει» και ριζο-σπαστικότερα «έστιν θάλασσα, τίς δέ νιν κατασβέσει» (Αισχ. Αγαμν. 958). Υ.Γ. Πιθανόν μερικοί αναγνώστες εύλογα να αναρωτηθούν «και με την αθέατη όψη της σελήνης;» τα αρνητικά δηλ. του βιβλίου; Θα ’λεγα ότι το βιβλίο είναι γραμμένο στη διάρκεια της πνευματι κής πανσέληνου του συγγραφέα και λείπουν οι σκιές και οι κηλίδες· όσο για τους μεμψίμοιρους ή άπιστους υπάρχουν πάντα οι τύ ποι των ήλων σ’ ολόκληρο το σώμα του βιβλίου. Μπορούν να τους ψηλαη ίσουν. ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΥΒΑΡΑΣ
συγκριτισμός, ιστορία και ο πληθυντικός των ερμηνευτικών στρατηγικών rv -\
Ζ.Ι. ΣΙΑ Φ Α Ε Κ Η : Σ υγκρ ιτισ μ ό ς και Ιστορία τη ς Λ ο γο τεχνία ς. Α θήνα, Ε π ι κ α ι ρ ό τ η τ α , 1988. Σελ. 212.
α τελευταία χρόνια βρισκόμαστε κάτω από την επίδραση ενός ευεργετικού ανέμου: πληθαίνουν ot μελέτες και εργασίες, οι Τ οποίες έχουν ως αντικείμενο ζητήματα θεωρίας της λογοτεχνίας,
Γ£ί
130/επιλογη αφηγηματικών μοντέλων, ενώ από την άλλη ενισχύονται οι προ σπάθειες για μιαν αποτελεσματικότερη - δηλαδή περισσότερο με θοδολογική - προσέγγιση της λογοτεχνικής παραγωγής. Το βιβλίο του πανεπιστημιακού Ζ.Ι. Σιαφλέκη αποτελεί ένα λαμπρό δείγμα της δουλειάς που επιχειρείται στον τομέα της συγκριτικής φιλολο γίας1τόσο, όσο και σ’ εκείνον της ιστορίας της λογοτεχνίας. Βασική πεποίθηση του συγγραφέα είναι πως η συγκριτική έρευ να έχει πολλά να κερδίσει από την επαφή και γνωριμία της με τα σύγχρονα ρεύματα εξασφαλίζοντας μ’ αυτό τον τρόπο την πρακτι κή της αποτελεσματικότητα και διεκδικώντας ταυτόχρονα μία ση μαντική θέση στο πεδίο της σύγχρονης φιλολογικής/γραμματολογικής έρευνας. Άποψή μου είναι πως ο συγγραφέας επιχειρεί να «σώσει» τη συγκριτική φιλολογία από αυτό που ο Κ.Θ. Δημαράς αποκαλεί «λόγιο κουτσομπολιό» και «αδιέξοδη τυπολογία»· η επιτυχία της προσπάθειας που καταβλήθηκε στηρίζεται κατά μεγάλο μέρος στην άρτια γνώση και ενημέρωση γύρω από τα μεγάλα σύγχρονα ευρωπαϊκά θεωρητικά ρεύματα. Όπως πολύ σωστά γράφει ο ίδιος: «Έννοιες όπως η θεωρία της ανάγνωσης, η διακειμενικότητα, η αισθητική της παραγωγής και πρόσληψης του λογοτεχνικού έργου ήρθαν να ουμβληθούν με το συγκριτισμό, διευρύνοντας κα τά απρύΟλεπτο τρόπο την έννοια της ιστορικότητας του λογοτεχνι κού κειμένου και κατά συνέπεια της ιστορίας της λογοτεχνίας». τον τόμο που σχολιάζουμε βρίσκονται συγκεντρωμένα εννέα Σ κείμενα· τα οκτώ αποτελούν ανακοινώσεις που έγιναν σε ισά ριθμα συνέδρια ενώ το κατατοπιστικότατο δοκίμιο που προτάσσε ται, έχει τον τίτλο «Συγκριτισμός και Ιστορία της λογοτεχνίας» και αποτελεί μια πολύ χρήσιμη για τον αναγνώστη εισαγωγή στο θέμα της ιστορικότητας της λογοτεχνίας καθώς συνοδεύεται από τις σπουδαιότερες συνεισφορές και αλλεπάλληλες ανασημασιοδοτήσεις της έννοιας της ιστορίας της λογοτεχνίας: ρωσικός φορμα λισμός, απόψεις του L. Goldmann, των Ρ. Machereu και Ε. Balibar, η προβληματική του G. Genette όπως και των δομιστών συγκριτολόγων Jan Mukarovski και Durisin, για να καταλήξει ο συγ γραφέας στις πιο πρόσφατες καταθέσεις της θεωρίας της πρόσλη ψης όπως αυτή καταγράφεται μέσα από το έργο του Hans-Robert Jauss και του ανατολικογερμανού Manfred Naumann. Οι επόμενες οκτώ εργασίες που ακολουθούν συνιστούν κι ένα διαφορετικό τρόπο προσέγγισης της έννοιας του συγκριτισμού «σε τρόπο ώστε ο αναγνώστης να αντιληφθεί έμπρακτα τις αντίστοιχες δυνατότητες χρήσης τους χωρίς όμως αυτό να σημαίνει και έλλει ψη μιας κεντρικής κατευθυντήριας υπόθεσης». Η κατευθυντήρια υπόθεση η οποία και σφραγίζει την μεθοδολογική πρόταση του κ. Σιαφλέκη «συγκεκριμενοποιείται με τη χρήση της έννοιας της δια κειμενικής ανάγνωσης, που συνιστά, κατά τη γνώμη μου, ένα από τα πιο βασικά μεθοδολογικά εργαλεία της σύγχρονης συγκριτολογίας» (σελ. 6). Η αναθέρμανση, λοιπόν, της συγκριτικής έρευνας εμπλουτίζε ται παράλληλα με νέο θεωρητικό υλικό και εργαλεία έτσι ώστε κά τω απ’ αυτούς τους φιλόδοξους όρους ο συγκριτισμός να αποτελέσει «ένα σίγουρο τρόπο γνώσης και απόλαυσης της λογοτεχνίας». Η μεθοδολογική προσπάθεια που διαπερνά το σώμα των κειμένων που εξετάζονται, ελληνικών και ξένων, περικλείει στοιχεία τα οποία είναι δανεισμένα α) από το εννοιολογικό οπλοστάσιο της θεωρίας των κειμένων και αφορά τον τρόπο οργάνωσης του εσω τερικού των κειμένων, ενώ από την άλλη β) το ίδιο το κείμενο αντιμετωπίζεται και από τη σκοπιά εξω-λογοτεχνικών κατήγοριών
Ζ.Ι.ΣΙΑΦΛΕΚΗΣ
Συγκριτισμός και Ιστορία της Λογοτεχνίας
επιλογη/131 (οι ανταποκρίσεις ενός λογοτεχνικού έργου στο κοινό μιας επο χής, η πρόσληψη ενός κειμένου από ένα άλλο και οι διαφορετικοί κοινωνικοί και ιδεολογικοί επικαθορισμοί). ερμηνευτική πρόταση που σκιαγραφήσαμε συνιστά ένα πολύ γόνιμο στρατηγικό στόχο διότι επιτρέπει να πλησιάζουμε τα λογοτεχνικά κείμενα πολύπλευρα, ανοίγοντας τους ορίζοντες (και όχι τον ορίζοντα) που εμπεριέχονται εγγεγραμμένοι είτε στην ίδια την κειμενική δομή είτε στις ιδιαίτερες εκείνες δομές που αποτε λούν την αναγνωστική πρακτική. Η μετάβαση από τον ενικό στον πληθυντικό των ερμηνευτικών στρατηγικών κάνει την ανάγνωση του βιβλίου ελκυστική ενώ η παρακολούθηση των εφαρμογών ανοίγει στον αναγνώστη (και στο μελετητή βεβαίως ως πιο ενημερωμένο αναγνώστη) ένα ευρύ πεδίο θεωρητικής πολυτυπίας που πείθει, ξεπερνώντας την ειδολογική κατάταξη και την απλοϊκή ιστοριογραφική απόδοση των εγχειρι δίων της λογοτεχνίας μας. Ένα πρόχειρο παράδειγμα: η τρίτη ερ γασία που έχει τον τίτλο «Από τις αφηγηματικές στις κοινωνικές δομές: “Ο Βρυκόλακας” του Κονδυλάκη και ο “Ζητιάνος” του Καρκαβίτσα», πέρα από τις ομοιότητες των μοτίβων και τη δομή της πλοκής των κειμένων δίνει στο συγγραφέα την ευκαιρία να προχωρήσει ακόμη περισσότερο, να μεταβεί δηλαδή από τις αφη γηματικές στις κοινωνικές δομές: «Ο αναγνώστης, εντασσόμενος μέσα στη λογική της αφήγησης, αναζητεί στο τέλος αυτά τα στοι χεία, αυτή την αποσπασματική αντανάκλαση της κοινωνικής πραγματικότητας όχι απλώς για να επιβεβαιώσει τη νατουραλιστική δύναμη του συγγραφέα, αλλά κυρίως για να αναγνωρισθεί ο ίδιος2 μέσα σ’ αυτά». Και παρακάτω: «Η κατάκτηση του αναγνώ στη, χάρη στη συγκεκριμένη στρατηγική της αφήγησης, είναι ήδη ένα κοινωνικό γεγονός, είναι ήδη η κοινωνική δικαίωση της λογο τεχνίας».
Η
φήνοντας κατά μέρος το θέμα της γενικότερης σχέσης της λο γοτεχνίας με την κοινωνία, πιστεύουμε ότι μια παρόμοια Α έρευνα βοηθάει τη νεοελληνική φιλολογία να προχωρήσει και να καταδείξει την ανθεκτικότητα των θεωρητικών της επιχειρημάτων μέσα από το χώρο των εφαρμογών και της πειστικής μεθοδολο γίας. Το βιβλίο του κ. Σιαφλέκη παρέχει τη δυνατότητα στον μυημένο αναγνώστη και φιλόλογο να καταμετρήσει το εύρος της θεωρητι κής εμβρίθειας των συγκριτολόγων της νεότερης γενεάς, όπως επί σης και την πρακτική αποτελεσματικότητα της πληθυντικής ερμη νείας. Αξίζει, τέλος, να σημειώσουμε και την καλή τυπογραφική εργα σία καθώς και τους πίνακες που συνοδεύουν το βιβλίο κάνοντάς το έτσι πρόσφορο και στον μη ενημερωμένο αναγνώστη- η επιλογή της βιβλιογραφίας που σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τις βασικές έννοιες που θίγονται στις εργασίες του τόμου μαζί με τον πίνακα ονομάτων ολοκληρώνουν την καλή οργάνωση του φιλολογικού επιχειρήματος. ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΦΑΣ
Σημειώσεις 1. Τον Ιούλιο του 1988 δημοσιεύτηκε μια πολύ χρήσιμη και κατατοπιστική εργασία του καθηγητή Νόσου Βαγενά με τίτλο «Η συγκριτική Φιλολογία στην Ελλάδα» (εφημερίδα «Καθημε ρινή). Το άρθρο αποτελούσε εισήγη ση στην Ημερίδα Συγκριτικής Γραμ ματολογίας που οργάνωσε η Ελληνι κή Εταιρεία Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας. Ο συγγραφέας του άρθρου τονίζει την αξιοσημείωτη κι νητικότητα που παρουσιάζει τα τε λευταία χρόνια η Συγκριτική Φιλολο γία στην Ελλάδα και τονίζει μεταξύ άλλων: «Και η έρευνα αυτή δεν πε ριορίζεται στο χώρο των εφαρμογώνεπεκτείνεται και στην άλλη περιοχή των αναζητήσεων του Δημαρά, σ’ εκείνη του θεωρητικού προβληματι σμού και της μεθοδολογίας. Αναφέρομαι στις εργασίες των Γιώργου Βελουδή («Οι συγκρίσεις στη λογοτε χνία», Βήμα, 19-6-1977), Αικατερί νης Δούκα-Καμπίτογλου («Συγκριτι κή Λογοτεχνία», Φιλόλογος, Σεπτέμ βριος 1981) και Ζ.Ι. Σιαφλέκη («Προβλήματα μεθόδου και πεδία έρευνας στη Συγκριτική Φιλολογία», Δωδώνη, τ. 12, 1983 και «Συγκριτισμός και Ιστορία της Λογοτεχνίας» στο ομότιτλο βιβλίο του, 1988). 2. Η δυνατότητα της λογοτεχνίας - σύμ φωνα με τον Γερμανό θεωρητικό της «αισθητικής της ανταπόκρισης» (Wirkungsaesthetik) W. Iser - και η ίδια η αναγνωστική πρακτική, μας προσφέ ρει την ευκαιρία να εκφράσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς και ταυτό χρονα να ανακαλύψουμε αυτό που η γνώση μας φαίνονταν ότι μας έχει αφαιρέσει. Μ’ αυτήν λοιπόν την έν νοια, γράφει στο περίφημο άρθρο του «Der Leseyvorgang» (τώρα στον τόμο «Rezeptionsaesthetik» UTB, W. Fink, σελ. 275) «η λογοτεχνία μας δί νει την ευκαιρία, μέσα από την έκ φραση αυτού που δεν είναι εκφρα σμένο να εκφράσουμε τους ίδιους μας τους εαυτούς» (In diesem Sinne bietet Literatur die Chance, duych Formulierung von Unformuliertem uns selbst zu formuliereu).
132/εττιλογη
ζητήματα ελληνοτουρκικών σχέσεων: η συμβολή της επιστημονικής θεώρησης Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις 1923-1987. Α θήνα, Γ ν ώ σ η - Ε λ λ η ν ικ ό Ί δ ρ υ μ α Α μ υ ν τ ικ ή ς κ α ι Ε ξ ω τε ρ ικ ή ς Π ο λ ι τ ι κ ή ς , 1988. Σελ. 733.
ι ελληνοτουρκικές σχέσεις βρίσκονται στην επικαιρότητα επί τριάντα περίπου χρόνια με σχεδόν ελάχιστες διαλείψεις. Για περίπου ισόχρονο διάστημα έλειψε, πιστεύουμε, η προοπτική της ιστορίας και η νηφαλιότητα ως προαπαιτούμενο μιας συστηματι κής επιστημονικής θεώρησης. Η ένδεια της επιστημονικής έρευνας επέτρεψε την απομόνωση των χειριστών των ελληνοτουρκικών ζη τημάτων στερώντας τους από κείμενα βάσεως, ενώ ταυτόχρονα αφαιρούσε από την κοινή γνώμη τη δυνατότητα μιας συγκροτημέ νης ενημέρωσης και κριτικής αντιμετώπισης. Και ενώ μεν η τουρ κική κοινή γνώμη εναρμονίσθηκε ζωηρά με τις εξάρσεις ή υπέθαλψε τις κρίσεις χρησιμοποιούμενη ως όργανο της πολιτικής εξου σίας ή και ως αφορμή για τη δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων, η ελληνική κοινή γνώμη, εν γένει,δεν οδηγήθηκε σε εμπαθείς αντι δράσεις εξαιτίας ενίοτε της μη επίγνωσης του ειδικού βάρους ορι σμένων κατηγοριών ζητημάτων (π.χ. η ταυτότητα και η μοίρα της ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία). Εύστοχα, στο προλογικό σημείωμα του συλλογικού αυτού έργου αναφέρεται ότι «ο τόμος φιλοδοξεί να αποτελέσει έργο αναφοράς για τους μελετητές των ελληνοτουρκικών σχέσεων αλλά και χρη στικό εγχειρίδιο για τα στελέχη του δημόσιου βίου». Το εισαγωγι κό κείμενο που ακολουθεί είναι και το μόνο που γράφτηκε μετά από τη συνάντηση των πρωθυπουργών της Ελλάδας και της· Τουρ κίας στο Νταβάς της Ελβετίας. Ο Θάνος Βερέμης που το υπογρά φει αναφέρεται στα κίνητρα της συνάντησης, στο κείμενο της κοι νής ανακοίνωσης Τύπου των δύο πρωθυπουργών και εκθέτει ένα σύντομο απολογισμό των εκτιμήσεων για το Νταβάς. Εν συνεχεία, εξετάζει την παθολογία των σχέσεων των δύο χωρών μετά από το 1955 επιχειρώντας κάποιες προβλέψεις για το μέλλον και την πι θανή εμφάνιση κάποιων εναλλακτικών σεναρίων. Ο Θάνος Βερέ μης τονίζει ότι όσον αφορά την Ελλάδα, η δυνατότητα που διαθέ τει να παρεμποδίσει την είσοδο της Τουρκίας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες θα αποτελέσει μελλοντικά το κύριο διαπραγματευτικό της όπλο για την επίλυση των προβλημάτων με την Τουρκία υπο γραμμίζοντας όμως ταυτόχρονα και τη σημασία της συντριπτικής αριθμητικής υπεροχής των Τούρκων αναφορικά με το συσχετισμό δυνάμεων στο μέλλον.
Ο
την πρώτη ενότητα του βιβλίου ο Αλέξης Αλεξανδρής δια πραγματεύεται το ιστορικό πλαίσιο των ελληνοτουρκικών σχέσεων από το 1923 έως το 1954. Η ενότητα χωρίζεται σε τρία κε φάλαια με βάση τρεις ιστορικές περιόδους: Α. 1923-1930: Από την ίδρυση του νεοτουρκικού κράτους ώς την ελληνοτουρκική προσέγ γιση, Β. Η περίοδος της ελληνοτουρκικής φιλίας (1930-1945), Γ. Η ελληνοτουρκική και νατοϊκή συμμαχία (1946-1954). Στα υποκεφά-
Σ
ισ τοΑ
επιλογη/133 λαια, η εκτενής ιστορική ανασκόπηση συνοδεύεται από εμπερι στατωμένη εξέταση των κυριότερων ζητημάτων της περιόδου, όπως: το ζήτημα των etablis, οι ελληνοτουρκικές περιουσιακές διαφορές, το καθεστώς των νήσων Ίμβρου και Τενέδου, οι μου σουλμάνοι της Δυτικής Θράκης, το καθεστώς του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Αλέξης Αλεξανδρής επισημαίνει αφενός ότι οι Τούρκοι συνέχισαν να θεωρούν τις εθνικές μειονότητες ως νοσταλγούς του οθωμανικού παρελθόντος και ότι αποτελούσε ορι στική τους απόφαση η απαλλαγή από μειονοτικές ομάδες όπως η ελληνική, που επέμεναν στη διατήρηση των ιδιαιτεροτήτων τους, ενώ αφετέρου, υπογραμμίζει ότι πάγια γραμμή της ελληνικής πο λιτείας αποτέλεσε η αποφυγή της χρησιμοποίησης της μουσουλμα νικής μειονότητας ως «ατού» στις συναλλαγές της με την Τουρκία. Η απουσία μιας ελληνικής προξενικής αρχής στην Ίμβρο υπήρξε ουσιώδης παράλειψη της ελληνικής πλευράς αφού παραχωρούσε στην Τουρκία ελεύθερο πεδίο για να εξαναγκάζει τους απροστά τευτους Έλληνες νησιώτες στον ξεριζωμό, ενώ τόσο το 1923 (Συν θήκη Λωζάννης) όσο και το 1930 (ελληνοτουρκική Φιλία) και 1947 (ενσωμάτωση Δωδεκανήσου, δημιουργία τουρκικού προξενείου στη Ρόδο) είχε την ευκαιρία να απαιτήσει την εγκαθίδρυσή της. Επίσης, στην πέμπτη ενότητα του τόμου ο Αλέξης Αλεξανδρής εξετάζει το μειονοτικό ζήτημα κατά την περίοδο 1954-1987 αναφερόμενος στα τραγικά σεπτεμβριανά γεγονότα του 1955 που έπληξαν τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης σαν μια άλλη «νύκτα του Αγίου Βαρθολομαίου», στις λοιπές μεθοδευμένες ενέργειες των τουρκικών κυβερνήσεων που ενέτειναν τη συρρίκνωση του ελ ληνισμού, στη δημογραφική αλλοίωση του πληθυσμού της Ίμβρου και της Τενέδου, στις πιέσεις προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο καθεστώς της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θρά κης, καθώς και στην προβολή συγκεκριμένων τουρκικών αξιώ σεων υπέρ της μειονότητας αυτής από τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Με την αξιοποίηση πρωτογενών και δευτερογενών τουρκι κών πηγών και τη συστηματική χρήση τουρκικών βοηθημάτων, ο Αλέξης Αλεξανδρής μάς παρέχει τη δυνατότητα γνωριμίας με μια ευρύτερη κλίμακα ενδείξεων της τουρκικής βιβλιογραφίας, αναδεικνύοντας παράλληλα και τη σημασία των βιβλιογραφικών αυ τών δεδομένων όσον αφορά στις ερευνητικές απαιτήσεις του αντι κειμένου του. τη δεύτερη ενότητα ο Γιώργος Τσιτσόπουλος και ο Θάνος Βε ρέμης εξετάζουν τις ελληνοτουρκικές αμυντικές σχέσεις από το 1945 έως το 1987 χωρίζοντας αυτές σχηματικά σε πέντε φάσεις: 1. Η επιζήτηση δυτικής προστασίας (1945-1952), 2. Η συνεργασία υπό την σκιά του Κυπριακού (1952-1963), 3. Η απειλή ελληνο τουρκικού πολέμου (1963-1974), 4. Η κλιμάκωση και διεύρυνση της διαφοράς (1974-1980) και 5. Η ελληνική επανένταξη στο ΝΑ ΤΟ και η όξυνση των σχέσεων (1980-1987). Από τους μελετητές επισημαίνεται ότι η ελληνοτουρκική αμυντική συνεργασία στα πλαίσια της νατοϊκής συμμαχίας επισκιάζεται αρχικά από τις πε ριοδικές εξάρσεις του κυπριακού προβλήματος, μεταγενέστερα δε από τις μεθοδευμένες αμφισβητήσεις από την Τουρκία κεκτημένων δικαιωμάτων της Ελλάδας όσον αφορά το καθεστώς και τον επι χειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου, δεδομένου ότι η Τουρκία απο σκοπεί σε μια γενικότερη υποβάθμιση της ελληνικής στρατιωτική; παρουσίας στην περιοχή. Ως εκ τούτου πλέον, το ύψος και το εί δος των ελληνικών δαπανών για την άμυνα προσδιορίζονται κατά κύριο λόγο από την τουρκική πρόκληση όπως την αντιλαμβάνο νται οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, ενώ αντίθετα οι τουρκι-
Σ
:τοίηση Ν Α Ζ Μ Ι Α Κ Ι Μ Α Ν : Σαν να ράντιζε νερό. Μ ετά φραση: Η ρα κλής Μήλας, δίγλωσση έκδοση. Α θήνα , Υάκινθος, 1987. Σχ. 8ο, σελ. 56. Μ ια καλοτυπωμένη ποιητική συλλογή έχει πάντα το ενδιαφέ ρον της. Αυτό συμβαίνει με την ποιητική συλλογή του Ναζμί Ακιμάν, Τούρκου Πρεσβευτή στην Αθήνα, η οποία φέρει τον χαρα κτηριστικό τίτλο: «Σαν να ράντιζε νερό». Η ωραία μετάφραση λει τουργεί ποιητικά και στη γλώσσα μας, αν και κάποια λάθη (σελ. 9: ας γύρουμε, αντί: γείρουμε, σελ. 7: ότι δικό μας, αντί: ό,τι δικό μας, κ.ά.), π ου ίσως είναι αβλε ψίες, δεν δικαιολογούνται ω στό σο σε μια έκδοση αξιώσεων. Ο Τούρκος ποιητής ξαφνιάζει με την αμεσότητα, την τρυφερό τητα και τη μεσογειακή διαφά νεια των στίχων του, αλλά και τους συμβολισμούς του: «... η μέ ρα είναι φωτεινή σαν τη Σταμπούλ/ η μέρα είναι νέα σαν τη Σταμπούλ/ / η Σταμπούλ ένα τσ α μπί σταφύλια/ / η Σταμπούλ με τατράπηκε σε βροχή/ όπου να 'ναι θα πέσει σαν μια σταγόνα» (σελ. 21). Βγαίνει ατόφιος μέσ' από τα σπλάχνα του λαού, που δεν έχει χάσει ακόμα την ψυχή το υ ολότελα ή π ου ψάχνει να βρε ι την ανθρωπιά του, και μι λάει τόσο απλά για πράγματα καθημερινά κι όμως πολύ σημα ντικά, που αποτελούν ουσία και περιεχόμενο ζωής, όπω ς είναι η
134/επιλογη κές δαπάνες δεδομένου ότι εξυπηρετούν πολλαπλούς στρατηγι κούς σκοπούς δεν εξαρτώνται άμεσα από τις εξελίξεις των ελληνο τουρκικών σχέσεων. Στην τρίτη ενότητα του τόμου, ο Βαγγέλης Κουφουδάκης εξετά ζει τις εξελίξεις του κυπριακού προβλήματος μετά από το 1960 στα πλαίσια των ελληνοτουρκικών σχέσεων, των σχέσεων των υπερδυνάμεων και ιδιαίτερα της αμερικανικής πολιτικής. Η μεθο δολογική σημασία της μελέτης του Β. Κουφουδάκη έγκειται στην επισήμανση της ανεπάρκειας της αναλυτικής προσέγγισης των εσωτερικών και εξωτερικών διαστάσεων του Κυπριακού χωρίς την εξέταση του προβλήματος στο περιφερειακό και διεθνές πλαίσιό του. Μεταξύ άλλων ο μελετητής επισημαίνει ως σοβαρό λάθος τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Τριμερή Διάσκεψη του Λονδίνου, που τοποθέτησε το Κυπριακό στα πλαίσια της δυτικής στρατηγι κής στην Ανατολική Μεσόγειο και αναγνώρισε την Τουρκία ως ισότιμο μέλος στη διευθέτηση του προβλήματος εντάσσοντάς το πλέον στα πλαίσια μιας ελληνοτουρκικής διαμάχης. Όσον αφορά το ρόλο των δύο υπερδυνάμεων και την πολιτική τούς, αναπτύ χθηκαν στα πλαίσια του ευρύτερου ανταγωνισμού και των στρα τηγικών συμφερόντων τους στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και του Περσικού Κόλπου. Η- εξέλιξη του Κυπριακού μετά από το 1964 έδωσε την ευκαιρία στη σοβιετική διπλωματία να εκμεταλλευθεί τις επιπτώσεις του προβλήματος στα εσωτερικά πολιτικά του ΝΑΤΟ και τις διαιρέσεις που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στα μέλη του και να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Τουρκία, η οποία δε δίστασε να επωφεληθεί από τις νέες συν θήκες που δημιουργήθηκαν στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης. Από την πλευρά της Αμερικής, ενώ κατ’ αρχήν υπερεκτιμάται η στρα τηγική σημασία της Τουρκίας λόγω της συγκυρίας των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, παράλληλα θεωρείται ότι μια λύση του Κυ πριακού σύμφωνα με τις τουρκικές επιθυμίες θα βοηθήσει στην βελτίωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων και θα αποτρέψει την απαγκίστρωση της Τουρκίας από τους δυτικούς δεσμούς. Όσον αφορά τις προτάσεις του ντε Κουεγιάρ, ο Β. Κουφουδάκης θεωρεί ότι ιδρύουν μια χαλαρή συνομοσπονδία που όχι μόνον εδραιώνει και νομιμοποιεί τη διχοτόμηση της Κύπρου αλλά καθιερώνει και την ισότιμη συνιδιοκτησία ολόκληρης της Κύπρου από τους Τουρ κοκύπριους έναντι ελάχιστων εδαφικών υποχωρήσεων από την τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά. Χαρακτηριστικά πάντως ο μελετητής εκφράζει τη δυσπιστία του ως προς το ότι μία λύση του Κυπριακού θα συμβάλει στη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέ σεων παραπέμποντας στην εμπειρία των Συμφωνιών ΖυρίχηςΛονδίνου και υπογραμμίζοντας ότι το πραγματικό πρόβλημα για την Ελλάδα παραμένει ο τουρκικός επεκτατισμός. την τέταρτη ενότητα του τόμου ο Χρήστος Ροζάκης εξετάζει το διεθνές νομικό καθεστώς του Αιγαίου αναφορικά με την ελληνοτουρκική κρίση. Ο μελετητής κατατάσσει θεματικά τα ζητή ματα σε διμερή, δηλαδή αυτά που αφορούν αποκλειστικά τις δυο χώρες χωρίς να αφορούν τρίτες ή τη διεθνή κοινότητα στο σύνολό της: το πρόβλημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας του Αιγαί ου, το ενδεχόμενο της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης της Ελ λάδας στα δώδεκα ν. μίλια και η έκταση των δέκα ν. μιλίων του ελληνικού (εθνικού) εναέριου χώρου σε διεθνή θεσμικά, δηλαδή τα ζητήματα που έχουν εγερθεί από τουρκικές διεκδικήσεις ή ατιάσεις, αλλά τα οποία δεν απευθύνονται ευθέως στην Ελλάδα και αφορούν τη διεθνή κοινότητα ή καλύτερα ορισμένους διεθνείς οργανισμούς που έχουν καθιερώσει καθεστώτα τα οποία η Τουρ-
Σ
αγάπη, ο έρωτας, η φύση... Τα στοιχεία του είναι γήινα, νερό και χώμα, κι ο λόγος του καθάριος, ευκολοερμήνευτος, λιτός κι ανε πιτήδευτος: «Με μια γουλιά ήπιαν τα δέντρα/ ό,τι απόμεινε από τα πρόσω πά μας/ / κι όμως θα μπορούσαμε εσύ κι εγώ πάλι/ να γνωριστούμε, ν ' αγαπηθούμε, να συζητήσουμε/ να ζήσουμε το Σεπτέμβρη...» (σελ. 7). Πρόκειται ουσιαστικά για έναν ερωτικό μονόλογο, όπου το νερό και τα συνώνυμά του είναι τα αγαπημένα ποιητικά σύμβολα του ποιητή. Ό μ ω ς μέσ' α π ' αυτά ανοίγεται και πέρ' από το σύνο ρο, που μας χάραξαν, μέσα στην ιστορική μνήμη και δεν ξέρεις από πού και προς τα που κοιτά ζει: « Ό λ α έφυγαν με τη βροχή/ τα παράθυρα των σπιτιών σιω πούν τώρα/ σπαραχτικές κραυ γές στο κάθε σταυροδρόμι/ πέρα σαν έφυγαν τα πλοία...» (σελ. 19). Δίνει εικόνες οδυνηρές από την καταστροφή της Σμύρνης και τους ξεριζωμούς, την ερήμωση. Τί μένει; Μένουν τα δάκρυα κι ο πόνος των πραγμάτων, η βροχή πάνω α π ' τις πόλεις με τα ερει πωμένα σπίτια, τα διαμελισμένα φτερά του νεκρού πουλιού, «τα χέρια που 'χουν μαύρες χειροπέ δες.../ λες κι από το σ ταυρό κατέ βηκαν τα σώματά μας...» (σελ. 11). Η φιλοσοφία του είναι απλή. Μ όνο «ένα γεγονός που το λεν αγάπη» υπάρχει «πίσω από τη βροχή, πιο λευκό, πιο αγνό από το νερό» κι είναι αυτό που δίνει διάρκεια στις μέρες και στα έργα των ανθρώπων και δεν αφήνει τη νύχτα να σκεπάσει τον κόσμο, αλλά διαποτίζει τα πάντα: «Σαν να »
ράντιζε νερό πάνωμας
ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ
επιλογη/135 κία αμφισβητεί και διεκδικεί τη μετατροπή τους: η Περιοχή Πλη ροφόρησης Πτήσεων (FIR) στο Αιγαίο, ο Εναέριος Επιχειρησια κός Έλεγχος στο Αιγαίο και η Αποστρατικοποίηση των Νησιών του Αιγαίου. Επίσης αναφέρεται σε μια τρίτη κατηγορία ζητημά των τα οποία χαρακτηρίζει ως συναφή, μη εντασσόμενα στη χο ρεία των ελληνοτουρκικών αντιθέσεων στο Αιγαίο ή των αντίστοι χων τουρκικών διεκδικήσεων στο χώρο αυτό, που ωστόσο επηρεά ζουν τις εξελίξεις επιβαρύνοντας το κλίμα των σχέσεων των δύο χωρών: Κυπριακό, μειονότητες, κ.τ.λ. Όσον αφορά τις δυο πρώτες κατηγορίες, για καθένα από τα ζητήματα προτάσσεται ένα κείμε νο για την εξέλιξη της διαφοράς, κατόπιν εξετάζεται η διαφορά από την πλευρά του ουσιαστικού διεθνούς δικαίου και ολοκληρώ νει ο μελετητής με την καταγραφή των μεθόδων ειρηνικής επίλυ σης της διαφοράς (η τρίτη κατηγορία δεν εξετάζεται στα πλαίσια αυτής της μελέτης). Ο Χρήστος Ροζάκης επισημαίνει ότι η Ελλάδα είναι ένα από τα πρώτα θύματα της ενδοσυστημικής σκλήρυνσης της διεθνούς στάσης της Τουρκίας και της βούλησής της να διεκδικήσει μια διαφορετική θέση στην περιφέρεια της Ανατολικής Με σογείου από αυτήν που της επεφύλαξαν οι αμέσως μεταπολεμικές συνθήκες. Η αμφισβήτηση του καθεστώτος στο Αιγαίο σημαίνει την αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας της Ελλάδας στην περιοχή, του ειδικού ρόλου που γεωστρατηγικά έπαιζε η Ελλάδα στο σύ στημα της Δύσης. Υπό τα δεδομένα αυτά η ελληνική πλευρά θα βΕΑΙΜΚΗΐχ a πρέπει να πολιτεύεται με τρόπο που να αποκλείει οποιαδήποτε πι ΟΜΑΛΑ! V θανότητα συνολικής τροποποίησης του καθεστώτος στο Αιγαίο. Και ηεραιτέρω να αναζητεί λύσεις που να μειώνουν το ενδεχόμενο μιας ριζικής διείσδυσης της Τουρκίας στο ανατολικό Αιγαίο. Θα Η θεατρική ομάδα ΧΟ Ρ ΙΚ ΙΟ Σ πρέπει να διατηρηθεί η θέση ότι από το σύνολο των τουρκικών διεκδικήσεων, το μόνο θέμα που πρέπει να επιλυθεί με διμερείς παρουσιάζει το σατιρικό θέαμα Χωρίς Λόγια ενέργειες είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, ότι όλα τα άλλα ζητήματα είτε δεν αποτελούν διαφορές - με τη νομική και τεχνική έννοια του όρου - είτε δεν αποτελούν διμερείς διαφο ΜΙΑ ΠΑΡΕΛΑΣΗ... ρές που μπορούν να επιλυθούν inter se. Τέλος, ο Χρ. Ροζάκης εκ ΜΕΤΑΠΑΡΕΛΑΣΗ φράζει την άποψη ότι εάν η διαφορά της οριοθέτησης επιλυθεί με τρόπο αντικειμενικό, με την εφαρμογή δηλαδή του διεθνούς δι καίου από ένα αμερόληπτο δικαιοδοτικό όργανο, τότε η πιθανό τητα να εξευρεθούν συμβιβαστικές λύσεις σε άλλα ζητήματα θα Θέατρο Ο ΡΒΟ αυξηθεί σημαντικά. Το κείμενο συνοδεύεται από δέκα χάρτες, ενημερωτικούς για το καθεστώς στο Αιγαίο και επεξηγηματικούς όσον αφορά τις τουρκικές διεκδικήσεις. την έκτη και τελευταία ενότητα, ο Πάνος Καζάκος αναφέρεται στην εξομάλυνση των σχέσεων Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Τουρκίας και εξετάζει αναφορικά με τη διαδικασία αυτή την αποτελεσματικότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Σύμφω να με τον Πάνο Καζάκο, η διαδικασία της εξομάλυνσης έθεσε υπό δοκιμασία βασικές υποθέσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής που διαμορφώθηκε μετά από το 1981. Ουσιαστικά η ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες δεν κατάφερε να ενισχύσει την ελληνική θέση στις διεθνείς σχέσεις - ιδίως έναντι της Τουρ-' κίας - ενώ μάλλον δυσχέρανε τους ελληνικούς χειρισμούς και στο θέμα αυτό. Η τουρκική επιδίωξη για εξομάλυνση των σχέσεων με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες επηρεάζεται από ένα σύνθετο πλέγμα ιδεολογικών, πολιτικών και οικονομικών παραγόντων (π.χ. η επι δίωξη να γίνει η Τουρκία «σεβαστό μέρος» του ευρωπαϊκού συ στήματος κρατών, η δημογραφία κ.τ.λ.). Αφετέρου, η κοινοτική πλευρά θεωρεί ότι υπάρχει «σύγκλιση συμφερόντων» μεταξύ της Τουρκίας και της Κοινότητας που οφείλεται στο γεγονός ότι η ασφάλεια της Τουρκίας είναι θεμελιακή για την ευρωπαϊκή ασφά λεια. Εν γένει, αυτό που συντελείται μετά από το 1983 και οριστι-
Σ
Σειρά παραστάσεων: 5-14 Μαΐου Ώρα: 9.30' μ.μ.
136/επιλογη κοποιείται μετά από το 1985 είναι η επικράτηση του ρεαλισμού στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής στάσης έναντι της Τουρκίας. Οι στρατηγικοί, πολιτικοί και οικονομικοί ύπολογισμοί παραμερί ζουν τη σημασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των δημοκρα τικών θεσμών ως προσδιοριστικών παραγόντων της κοινοτικής πολιτικής με αποτέλεσμα η πορεία των τουρκοκόινοτικών σχέσεων από τα τέλη του 1985 να μην ανταποκρίνεται ουσιαστικά στις επι διώξεις της ελληνικής πλευράς. Στο κοινοτικό επίπεδο τα γεγονό τα ξεδιπλώνονται χωρίς κάποια ικανοποίηση δασικών ελληνικών αιτημάτων. Η εξαίρεση της Ελλάδας για «λόγους ασφαλείας» στον κανονισμό που ρυθμίζει θέματα κυκλοφορίας των εργαζόμενων δεν πρέπει να θεωρηθεί αποκλειστικά ελληνική επιτυχία, ενώ η προοπτική κατάργησης των διακρίσεων εις βάρος των Ελλήνων στην Τουρκία δεν αποτελούσε θέμα υψίστης προτεραιότητας. Ο Πάνος Καζάκος ολοκληρώνει το κείμενό του εξετάζοντας πέντε βασικές υποθέσεις σχετικά με τους παράγοντες που προσδιορί ζουν την αναποτελεσματικότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτι κής: α) Η εξασθένηση των συμμαχικών σχέσεων της Ελλάδας, β) Η αναποτελεσματικότητα των «χειρισμών» που έγιναν (θέματα οργάνωσης, σχεδιασμού, συνεχείας και επάνδρωσης), γ) Οι διαρθρωτικοί καταναγκασμοί. Σύμφωνα με την υπόθεση αυτή, οι ευκαιρίες και οι περιορισμοί κάθε χώρας προσδιορίζονται από το μέγεθος, το ανθρώπινο δυναμικό, τους φυσικούς πόρους, το επί πεδο τεχνολογικής ανάπτυξης και τη θέση στο περιφερειακό και διεθνές σύστημα καταμερισμού των έργων, δ) Η αποδυνάμωση της διεθνούς θέσης της Ελλάδας, ιδίως έναντι της Τουρκίας, λόγω των μεταβολών που σημειώθηκαν στο διεθνές σύστημα από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, δ) Η εσωτερική οικονομική κρίση που εξα σθένησε τη διαπραγματευτική δύναμη της Ελλάδας σε ένα σημα ντικό φάσμα θεμάτων. Η μελέτη συνοδεύεται από έντεκα πίνακες για βασικά μεγέθη της τουρκικής οικονομίας και σε σύγκριση με τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες κ α ι την Ε λ λ ά δ α . έρα από τις εκτεταμένες αναφορές στις υπάρχουσες δημο σιευμένες και αρχειακές πηγές, που συνοδεύουν τις ενότητες, χρηστικότερο καθιστούν τον τόμο η βιβλιογραφία που παρατίθε ται στο τέλος με τους τίτλους των κυριότερων βιβλίων και άρθρων των υποσημειώσεων, καθώς και το ευρετήριο ονομάτων που συνέ ταξε η επιμελήτρια του τόμου. Με τις μεθοδολογικές προτάσεις που καταγράφει και τις βιβλιο γραφικές ενδείξεις πού συγκεντρώνει, πιστεύουμε ότι η έκδοση αυτή θα οδηγήσει σε ευρύτερες ερευνητικές αναζητήσεις και θα προωθήσει τη διοχέτευση νέου επιστημονικού δυναμικού στον το μέα αυτό. Εξάλλου, η διάταξη της ύλης του τόμου αναδεικνύει την αναγκαιότητα της ιστορικής θεμελίωσης και τη συμβολή της προο πτικής της ιστορίας στην αναλυτική προσέγγιση των πτυχών του πολυσύνθετου θέματος των σχέσεων μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Επί παραδείγματι, οι αντινομίες της ελληνικής εξωτε ρικής πολιτικής μετά από τη μεταπολεμική περίοδο, που η όξυνση του Κυπριακού ανέσυρε στην επιφάνεια, ή η μοίρα της ελληνικής μειονότητας στην Τουρκία, απαιτούν για την ενδελεχή τους μελέτη, τη χρήση ιστορικών και αναλυτικών κατηγοριών, όπως η ελλαδική πολιτική του εθνικού κέντρου ή ο νεοτουρκικός εθνικισμός. Αφετέρου, η διεύρυνση του ιστορικού πλαισίου των ελληνοτουρ κικών σχέσεων προς την περίοδο του 19ου αιώνα, θεωρούμε ότι θα συμβάλει στην απαγκίστρωση της νεοελληνικής ιστοριογραφίας από τις κατά κύριο λόγο ελλαδοκεντρικές της αναζητήσεις προσανατολίζοντάς την προς το χώρο και τα ζητήματα του εξωελλαδικού ελληνισμού. ΣΤΑΥΡΟΣ Θ. ΑΝΕΣΤΙΔΗΣ
Π
Για μια παράλειψη στο "Χρονολόγιο Γ. Ράσου" Αγαπητό -ΔιαβάζωΕλαβα αυτές τις μερες τον αριθμό 205. τον αφιερωμένο στο Γιάννη Ρίτσο Διαβάζοντας το -Χρονολόγιο- του Θ Πετρόπουλου. διαπίστωσα ότι δεν αναφέ ρει την αναγόρευση του Γιάννη Ρίτσου ως επίτιμου διδάκτορα του Πανεπιστημίου ανθρωπιστι κών Σπουδών του Στρασβούρ γου Επειδή η αναγόρευση αυτή έγινε με εισήγηση δική μου κι επειδή τη θεωρω τιμή για το πα νεπιστήμιό μας αλλά και μια από τις μεγάλες διακρίσεις που έλα βε ο ποιητής, σας γράφω το σ η μείωμα αυτό Οχι βέβαια σα δια μαρτυρία Παραλείψεις και λάθη κάνουμε όλοι μας Θα σας είναι ίσως δυνατό να διορθώσετε την παράλειψη που αναφέρω Επισυνάπτω φωτοαντίγραφο από την plaquette που εξέδωσε το Πανεπιστήμιό μας στη σ υ νέ χεια Ο Επαινός μου δεν έχει β έ βαια μεγάλη αξία Τι μπορεί να πει κανείς για έναν τέτοιο ποιητή σε διάρκεια 10 λεπτών που είχα στη διάθεσή μου. Η τελετή αναγόρευσης και απονομής του τίτλου έγινε το Σάββατο πρωί. 24 Οκτωβρίου 1987. στην αίθουσα τελετών του Πανεπιστημίου μας Με όλη μου την εκτίμηση Α. Αργυρίου
138
14 Μάρτιον 1989 Επιμέλεια: Έ φη Λπάκη
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ 213
Τ Ο ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦ ΙΚΟ Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσω πικό του οποίου ευχαριστούμε θερμά. Η ΤΑΞΙΝ ΟΜ Η ΣΗ των βιβλίων γίνεται με βάση το γνωστό Δ εκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμο σμένο στην ελληνική βιβλιογραφία. Σ Ε ΚΑ ΘΕ κατηγορία βιβλίων προηγούνταιςαλφαβητικά οι έλληνες συγγραφείς και ακολουθούν οι ξένοι. Η ΚΑΤΑΤΑΞΗ τω ν ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα με το ελληνικό αλφάβητο. ΣΤΗΝ ΚΑΤΗ ΓΟ ΡΙΑ των περιοδικώ ν δεν περιλαμβάνονται εβδομαδιαία έντυπα. ΓΙΑ ΤΗΝ ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.
L8 901 - ΟΛϋβν ‘92 9SDl3|fl V noxmiotiAOundj DAjdsiDx :UoAngn3i9 b io DiDriopgrig
Xdg 009 PYUtg d i id * Xdg 09€ Dd3rH,i0A3UDM3g d i ‘ X dg 009 Ληο^μοοχ UXri3i d j d ia UiI piyDii dj . yo g 08 Amxlieoiygia ‘Afoipilndgi •yog gg AtnXrm gg Ιμχαοοςηοιι^ (VUH) yo g /9 atoX Π31 gg noxid3im^3 b^rlodgAn
j
Xdg OOS'8 :A(oiprindgi ‘Acp^auDdj. ‘AmiioiAoAdo Xdg 0 0 S > U aiioD gnoirj - Xdg 000'9 AroXnsi g|. Xdg 00/ 9 Uxu_ODgnou2 - Xdg 009 / A<pXn3i g 2 nodunx ion noxid3j.t>>o3 b3riodgAnj
b 3 i l ir io d Q A n D 3 ± ] 3 id > D d j
’447"Γρχ. 1700.
1
11
gIs
§ f |S
§ !* S
g f l g “ TM
ift
s3|S ||l ^ Is § 8! ^ Sjl
| §8
rs
1*1 111
SlliS'if! a”|
Hi 12 T«5
^i &'§s 5
b i
1! s ill
H i!
PC ^ § w
Z ωp C R ls l
FS ? j - i | s 1 8% f . i £ ώ 2 jToo w'*S<2
U®CW
g i
£© ^ <
s 11i 1 ill! ii g^s § s ”
o^
pan
| g
< 1 1 1 < | «1
|
i
z 8
sis
s§§
S ls i '
°l w«
T § §fS u^gC^
ig*i *cs <l rjj J->< <X> Qj ffl C < <
i§a
i Ιί! I s t if f s ®^
ίϊ8£? ϊ* ί I r11 13 ά
$<$
lit I!
ip ! ^ sef & ■£-§ §
Hi 4
s S iS
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
1 Μ αρτίου 14 Μ αρτίου 1989 ί-.πιμιλι κι: Μ κοιιι Ι οουπάκη
213 Στην Κοιτικογοαη ία τιριλαμόάνονται ό λ ιζ οι t jm n y n « οιο/.ιοκοιτικίς και ΰιόλιο.-ταοοί'σιάσιις. τίΐιν ιλληνικιίιν ικόόσιοιν rw r όημοιηιόανηιι στον η/ιιοήοιο αθηναϊκό τόπο. ΙΙιοιλα/ιόάνονται. τ.τίιιη;, και κο ιτικ ί: όη ιιοοιινμ ί· Οιολάι σηιιι νίινονται. ιιισα σι .7αοίνβιση: το όνομα τον κοιτικοό και ο τίτλο; τον ιντν.τον ((>/.. Υ.τόιινηιια). καΙΙιίι; [
1
1
'π ιο ιο ό ικ ό ίντΙ.ΎΟ.'
'
'
κριτικοί
ΑΔ: Λ. Δϊλώνης. Αθ: Π. Αθηναίος. ΑΠ: Α. Παπαδάχη. ΑΦ: Α. Φουριώτης. BA: Β. Αγγελοπούλου. ΒΧ: Β. Χατζήβασιλείου. ΓΜ: Γ. Ματζουράνης. ΓΠ: Γ. Μπαμιατζής. ΓΣ: Γ. Σαββίδης. ΔΚ: Δ. Κονιδάρης. ΔΓ: Δ. Γιάχος. ΔΖ: Δ. Ζαδές. ΔΟ: Δ. Παολάχοο. ΔΠ: Δ. Παπαχωνσιανιίνου. ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος. ΕΑ: Ε. Αρανίτοης. ΕΒ: Ε. Βαλτά. ΕΖ: Ε. Ζωγράφου. ΕΚ: Ε. Κοτζιά. ΕΠ: Ε. Παμπούχη. EM: Ε. Μόσχος. ΗΖ: Η. Ζαφειράτος. ΘΣ: θ. Πέρσης. ZB: Ζ. Βαλάση. ΗΚ: Η. Κεφάλας. ΘΠ: Θ.Μ. Πολίτης. ΘΥ: θ. Παπανικολάου. ΙΔ: I. Δραγώης. ΚΓ: Κ. Γουλιάμος. ΚΚ: Κ. Καραχάλιος. ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος. ΚΣ: Κ. Σταματίου. ΚΤ: Κ. Τσαούσης. ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης. ΛΑ: Λ. Αποσχίτης. ΜΑ: Μ. Αποστολάτος. ΜΚ: Μ. Κοντολέων. ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου. ΝΜ: Ν. Μπούτβας. ΝΝ: Ν. Ντόχας. ΝΠ: Ν. Παπανδρέου. ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος. ΠΚ: Π. Κουνενάχη. ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν. ΠΜ: Π. Μηλιώρη. ΠΠ: Π. Παιονίδης. ΣΜ: Σ. Μεϊμάρης. ΣΤ: Δ. Σταμέλος. ΤΣ: Σ. Τσαχνιάς. ΦΤ: Φ. Τριάρχης. ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής. ΑΗ: Απογευματινή. ΑΚ: Αχρόπολις. ΑΝ: Αντί. ΑΠ: Απανεμιά. ΑΥ: Αυγή. ΒΟ: Βορειοελλαδικά. ΒΡ: Η Βραδυνή. Π: Γιατί. ΓΤ: Γράμματα χαι Τέχνες. ΔΓ: Δημοκρατικός Λόγος. ΔΙ: Διαβάζω. ΔΑ: Διάλογος. ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης. ΔΡ: Δραμινή. ΔΣ: Δαυλός. ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο. ΕΗ: Εξόρμηση. ΕΙ: Εικόνες. Εθ: Έθνος. ΕΛ: Ελευθεροτυπία. ΕΟ: Εποπτεία. ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.). ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη. ΕΩ: Ελεύθερη Ώρα. ΗΜ: Ήχος και Hi-Fi. ΚΑ: Καθημερινή. ΚΛ: Κυπριακός Λόγος. CO: Cosmopolitan. ΛΕ: Η Λέξη. ΜΕ: Μεσημβρινή. ΝΕ: Τα Νέα. ΝΗ: Νέα Εποχή. NO: Νέα Οικολογία. ΝΠΚ: Ναυτική Πνευματική Καλλιέργεια. ΝΣ: Νέα Εστία. ΟΜ: Ομπρέλα. ΟΠ: Οδός Πανός. ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος. ΠΑ: Πάνθεον. ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης. ΠΗ: Η Πρώτη. Πθ: Πολιτικά Θέματα. ΠΚ: Πνευματική Κύπρος. ΠΟ: Πολίτης. ΠΡ: Πόρφυρας. ΠΣ: Περίπλους. ΡΙ: Ριζοσπάστης. ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση. Σθ: Σύγχρονα θέματα. ΣΚ: Σκιάθος. ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος. ΣΣ: Σύγ χρονη Σκέψη. ΣΥ: Συμβολή. ΤΑ: Ταχυδρόμος. ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία. ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας. ΤΤ: Τετράγωνο. ΦΣ: Φιλολογική Στιγη. ΧΛ: Χάρ της. ΧΡ: Η Χριστιανική. _____ ______________
>>> w r U t,
if
it?
n
~ Ο
3
Ill II-s £ s! n si
ii »§ m i l ?3 ei m mL .s mI - m * ο O s ! * t? °;? i if? II Hi Sg g>§ g |l| K8fg
a ?!
m
M « o'
h
X MO> O ·S2-S ' o i
Z M
3
~ M
aS *Q?Q. s5 fβ ~ & gS a S’ S. 3· · j * ° 3 a'-? a ? , Λ£
a g 5
M ? M
® 25 > ?* > H l£ o g!j ? * o a
φ ί ill; I «‘ If (IKS *fi
N> O ►
f i l l *O' -§ 1?j|2 o ^1! »£? g ?|?1 i? - f ' Iff
rfs if·
' a ■
ω? Z g i a
*?? ' II
m s w 5M >£3 III p >> r§-> si g
.O' > 5 S S t-
M i§ £ f is 2^ -?2-3s
b |I
Μ-β HI
jig III
8 ^M
Τ Α Π Ρ Ω Τ Α ΜΟΥ Β ΙΒ Λ ΙΑ
Για την προσχολική ηλικία BLYTON Ε.: Ο θησαυρός του Μπάρμπα Κούνελου και άλλες
ιστορίες BLYTON Ε.: Ο Μπάρμπα Κούνελος και το φεγγάρι και άλλες
ιστορίες BLYTON Ε.: Ο Μπάρμπα Αλεπούδος πηγαίνει στην αγορά και
άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Τα κόκκινα καρότα του Μπάρμπα Αρκούδου και
άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Τα καινούργια παπούτσια του Μπάρμπα Κούνε
λου και άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Το καινούργιο σπίτι του Μπάρμπα Αλεπούδου και
άλλες ιστορίες ΔΑΡΑΚΗ Π.: Η Τεμπελομαρία ΔΑΡΑΚΗ Π.: Όνειρα στο Πετροχώρι. ΣΤΙΚΑ Δ.: Χαρούμενες Καλοκαιρινές διακοπές
Φιγούρες Καραγκιόζη
Γιάννης Ρίτσος ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΤΟΜΟΣ Θ' (1958-1967) ΤΟΜΟΣ I' (1965-1971) Δύο νέοι τόμοι με γνωστά και ανέκδοτα έργα κυκλοφορούν σύντομα με την ευκαιρία των ογδοντάχρονων του Ποιητή.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3, Τηλ. 36.02.007