Τεύχος 241

Page 1

m m am m i >.


Διάλεξες για σύζυγο ένα νεαρό μουσικό. Ταλέ­ ντο, σίγουρα, όχι όμως ιδιοφυία. Και κυρίως, άτομο χωρίς φιλοδοξίες. Ένας αργόσχολος. Τον τρέφεις, τον ντύνεις, τον χαρτζιλικώνεις... Τον κρατάς δεμέ­ νο με λουρί, δηλαδή.

Εκδόσεις ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ ΛΙΒΑΝΗ


από τα βιβηία της «γνώσης» για παιδιά

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ

ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ & ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΚΑΡΜΙ Η βόμβα και ο στρατηγός Οι τρεις αστροναύτες Ο Ουμπέριο Έκο - που ία πασίγνωστα μυθιστορήματά του το Όνομα του Ρόδου και το Εκκρεμές του Φουκώ διαβάστηκαν και αγαπήθηκαν τόσο πολύ από τους μεγάλους - έγραμε αυτή τη φορά ένα γοητευτικό παραμύθι για την ειρήνη και μια πολύ όμορφη ιστορία για μικρούς και μεγάλους. Οι πολύ όμορφες ζωγραφιές του Ευγένιου Κάρμι συμπληρώνουν τα κείμενα μ' ένα μοναδικό τρόπο.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΒΕΤΣΗΣ - ΜΑΡΙΖΑ ΝΤΕΚΑΣΤΡΟ

Στην Αγορά των αρχαίων Η Αγορά των αρχαίων Αθηναίων ήταν το κέντρο της οικονομικής, κοινωνικής, και πολιτικής ζωής ήταν η «μυχή» της πόλης. Με το βιβλίο αυτό, που απευθύνεται σε παιδιά από 10 έως 15 ετών, η αποκρυσταλλωμένη ιστορική γνώση «ζωντανεύει» μέσα από ποικίλες δραστηριότητες. Τα παιδιά, ζώντας μια μικρή περιπέτεια, ενεργοποιούν όλες τις δημιουργικές τους δυνάμεις, εθίζονται στη διαρκή αναζήτηση της ιστορικής γνώσης και αναπτύσουν την ιστορική τους συνείδηση.

εκδόσεις «γνώση; Ιπποκράτους 31, 106 80 Αθήνα, ΤηΒ. 3620941 - 3621194


Κυκλοφόρησαν Τα νέα βιβλία του Μ Α Ρ Ι Ο Υ Π Α Ω Ρ Ι Τ Η

Νέα Πολιτικά A ' (1980-1984)

Νέα Πολιτικά Β' (1984-1988)

Σχόλια για τψ πτώση της Δεξιάς, την άνοδο του «σοσιαλιστικού κινήματος», τις πρώτες αντιφάσεις του, τα προμαντέματα για τψ εξέλιξή του. Για τις παγίδες των ελλψοαμεριχανιχών και ελληνοτουρκικών σχέσεων,.τις ψυχρο­ πολεμικές εντάσεις, τον επεκτατισμό των δυο υπερδυνάμεων, τις δοκιμασίες του καπιταλισμού και του «υπαρκτού

Κρίσεις για τη δεύτερη περίοδο της ο­ χταετίας του ΠΑΣΟΚ, για τψ εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας, για τις ιδεο­ λογικές και πρακτικές αυτοαναιρέσεις του «κινήματος» και την «αναθεώρηση» του Συντάγματος, για τις ελληνοτουρ­ κικές χρίσεις και το Νταβάς. Σχόλια για την Περεστρόικα, για την ειρήνη και την «ειρήνη», για το περιβάλλον, την τηλεόραση και τον Τύπο.

Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ς τ α ν ιω τ η ■ Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γρά μμα τα

Κυκλοφορούν Τ α νέα βιβλία του Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Υ Σ Κ Ο Υ Ρ Τ Η ΓΙΛ

'

| ™

Ιστορίεςμε πολλάστρας

------------------------ ι

Τ ο χ* ψ ό )ψ*φ ο της Ρωξάνης

Ιστορίες μ ε π ολλά στρας

Ο σπαραχτικός σε ειλικρίνεια μο­ νόλογος μιας νέας γυναίκας που ψάχνει να βάλει σε μια σειρά τα γράμματα του, μέχρι τώρα, χαμέ­ νου αλφάβητου της ζωής και της προσωπικότητάς της.

Ιστορίες τρυφερές και με χιούμορ, οι περισσότερες σκληρές, ωστόσο όλες αληθινές, όπου καταγράφεται η φθορά και το υπαρξιακό αδιέξο­ δο στις ερωτικές κοχι κοινωνικοπολιτικές σχέσεις.

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Α Σ Τ Α Ν ΙΩ Τ Η . Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμμαΊ


Κυκλοφόρησε Το νέο βιβλίο του

ΠΑΥΛΟΥ ΜΑΤΕΣΙ

Η μητέρα του σκύλου Το β ιβλίο α υτό και η ηρωίδα του ξεκίνησαν παρέα για μ ια δολοφονικά εύθυμη εκδρομή που αρχίζει από την Κ α ­ τοχή. Προχωρούν πολύ πρόσχαρα προς ένα άσκοπα τραγικό φινάλε που θα πραγματω θεί μ ε τά το τέλος του βιβλίου. Συνοδός τους ενοχλητική η Μ ούσα τη ς Τραγω δίας που κ α θ ’ οδόν τή ς τσακίστηκε ο ένας κόθορνος και συνεχίζει κουτσαίνοντας. Κ ι έτσ ι έγινε Μ ούσα εύθυμα μελοδραματική. Ό π ω ς η Ελλάς.

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Α Σ Τ Α Ν ΙΩ Τ Η — . Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα

Κυκλοφορεί Η νέα συλλογή διηγημάτων του

ΔΗΜΗΤΡΗ ΝΟΛΛΑ

Οναρεύομαι τους φίλους μου Εννέα ιστορίες μ ε φίλους, όπου τις σχέσεις, όσο α ντιφ ατικές ή αμφιλεγόμενες κι αν είναι, δεν παύει να τις διακρίνει μ ια βαθιά ειλικρίνεια.

ΕΠΙΣΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ • Το τρυφερό δέρμα • Τα καλύτερα χρόνια • Το πέμπτο γένος

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Α Σ Τ Α Ν ΙΩ Τ Η Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΩΣΤΑ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΟΥΡΑΝΗ ΣΕΙΡΑ «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ» Γενική φιλολογική εποπτεία: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΑΧ ΙΝΗΣ

1. Στεφάνου Ξένου, Ή Ήρωΐς τής Ελληνικής έπαναστάσεως (τόμοι Α + Β), φιλολογική επιμέλεια: Βικτωρία Χατζηγεωργίου-Χασιώτη. 2. Ανδρέα Κάλβου, Ώδαί, φιλολογική επιμέλεια: Στέφανος Διαλησμάς. 3. Γεράσιμου Μ αρκορά, Ποιήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Π .Δ . Μαστροδημήτρης. 4. ’Αλεξάνδρου Π απαδιαμάντη, Διηγήματα, φιλολογική επιμέλεια: Φώ­ της Δημητρακόπουλος. 5. ’Αλεξάνδρου Ρίξου Ραγκαβή, Ό Αύθέντης τού Μωρέως, φιλολογική έπιμέλεια: ’Α πόστολος Σαχίνης. 6. Κωστή Π αλαμά, Ή Φλογέρα τοΰ βασιλιά, φιλολογική έπιμέλεια: Κ.Γ. Κασίνης. 7. Γρηγορίου Παλαιολόγου, Ό Ζωγράφος, φιλολογική έπιμέλεια: "Αλ­ κής ’Αγγέλου. 8. Σπυρίδωνος Ζαμπελίου, Κρητικοί γόμοι, φιλολογική επιμέλεια: ’Αθα­ νάσιος Κ αραθανάσης. 9. Samuel Sheridan Wilson, Τό Πάλληκάριον, φιλολογική έπιμέλεια: Δημήτριος Π ολέμης. 10. Κωσταντίνου Χατξόπουλου, Φθινόπωρο, φιλολογική έπιμέλεια: Πέ­ τρος Χάρης. 11. Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, Τό Βιβλίο τής αύτοκράτειρας Ελισά­ βετ, φιλολογική έπιμέλεια: ’Α πόστολος Σαχίνης. 12. Λορέντξου Μαβίλη, Τά Ποιήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Γιώργος Γ. Ά λ ισ α νδρ ά τος. Γ ιά τ ύ π ω μ α 13.

Παύλου Καλλιγά, Χ ωραφάς.

Θάνος Βλέκας, φιλολογική έπιμέλεια: Ε.Ν.


ΧΡΙΣΤΙΝΑ Κ. ΤΖΑΘΑ

Γραμματευς Εκτος Ορχήστρας ΜΙΚΡΟ ΧΡΟΝΙΚΟ I 111 ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΑΘΗΝίίΝ

Από tic Ε κδόσεις Γ κοβοςτη


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΞΑΝΤΑΣ

Π ελ α τεια κές σχέσεις κα ι λ α ϊκισ μ ός • η εξω θεσ μ ική συναίνεση στο ελληνικό πο λ ιτικ ό σ ύσ τημα

Τζαβέλλα 1 και Ζωοδόχου Πηγής Τηλ.: 36.04.885 - 36.13.065


ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Α Κ Α Δ Η Μ ΙΑ Σ 23 Τ Η Λ .3637432

Γιατί η Αγροτική Ανάπτυξη χρειάζεται και Πληροφόρηση.


Ο. ντε Μπαλζάκ No 40* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μπόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80* Μ. Γιουρσενάρ No 81

Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρξ No 83* Μ. Βίαν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88* Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροΐδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Ά γ ρ α ς No 104

I. Βερν No 105 Θ. Καΐρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έ σ σ ε No 109 Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Ά λ α ν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν Ν α 126 Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν.Χ. Λώρενς No 132 Γ.Σ. Έ λ ιο τ No 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ.Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έ κ ο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κοίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γουλφ No 153 Γ.Β. Γ καίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157 Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χεμινγουέι No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162

Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Ό μηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Ίψ εν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 150 Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Β. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Ζιντ No 206 Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ. Σολωμός No 213 Α. Λουπέν No 218 Φ. Πετράρχης No 218 Τζ. Ό ργο υελ No 226 Τ. Λειβαδίτης No 228 Κ. Ντίκενς No 229 Δάντης No 230 Γκ. Γκ. Μάρκες No 223 Γκ. Απολλιναίρ No 231 Ρ. Βελεστινλής No 235


ΔΙΑΒΑΖΩ Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765

Τεύχος 241

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ: Επιμέλεια Ηρακλής Παπαλέξης Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

10 12

13 Ιουνίου 1990 Τιμή: Λρχ. 400

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος

Λ. Μ. Μουσούρου: Για τη σύγχρονη κοινωνιολογία της οικογέ­ νειας: αναφορά στη διεθνή βιβλιογραφία Λ. Μ. Μουσούρου: Η μελέτη των οικογενειακών φαινομένων και η κοινωνιολογία της οικογένειας στη σύγχρονη Ελλάδα: μια πρώ­ τη προσέγγιση Αφροδίτη Τεπέρογλου: Επαναπροσδιορισμός των ρόλων στην ελ­ ληνική αστεακή οικογένεια Θ. Κ. Παπαχρίστος: Η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου - Διαπιστώσεις και προοπτικές Σοφία Αμοριανού: Έ ρευνες Οικογενειακού Δικαίου στην Ελλάδα μετά τη μεταρρύθμιση Βιβλιογραφία

Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βα­ σίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Βάσω Σπάθή Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο Ε.Π.Ε., Υ­ μηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: 1. Χριστοδουλάκος - 1. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «Διαβάζω» Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο:

Πίνακας της Νίκης Ελευθεριάδη

14

21 26 30 33 55

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: Γράφει ο Γιάννης Π. Σκαρπέλος ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Νίκος Κουτσιαράς ΠΑΙΔΙΚΟ: Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει η Μαίρη Λεοντσίνη ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφουν η Βίκυ Πάτσιου και ο Κ.Γ. Κασίνης ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Νικ. Λυκ. Φορόπουλος

59 66 67 69 74 78

ΠΛΑΙΣΙΟ Γράφουν ο Σωτήρης Ντάλης και η Νένα I. Κοκκινάκη

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

37 *

στο επόμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα: Παιδί και Λογοτεχνία

48


Παρακαλούμε τους εκδότες να αποστέλλουν το συντομότερο δυνατόν τα βιβλία τους στα γραφεία του περιοδικού για την άμε­ ση ενημέρωση της συντακτικής επιτροπής, η οποία υπογράφει τα κείμενα που ακολουθούν.

Γυναικείοι προβληματισμοί μέσα από την οπτική... των παντελονιών

Η

νεαρή Ανέτα θεωρεί ότι τα παντελόνια είναι σύμβολο ε­ ξουσίας και προνομίων. Φορώντας τα, λοιπόν, πιστεύει ότι θα αλλάξει και η θέση της στη μικρή κοινωνία όπου μεγαλώνει. Σ' ένα χωριό της Σικελίας τοποθετεί τη δράση του πεζογρα­ φήματος της η Αάρα Κορντέλλα χρησιμοποιώντας στην αφήγη­ σή της άφθονα ηθογραφικά στοιχεία. Παράλληλα ενσωματώνει στη διήγησή της ένα ιδιότυπο χιούμορ που κρατά τον αναγνώ­ στη σε κάποια απόσταση από τα πικρά γεγονότα και καταστά­ σεις. Στοιχείο που κάνει το βιβλίο της να διαβάζεται ευχάριστα, παρ' όλους τους προβληματισμούς που θέτει για την άνιση με­ ταχείριση των φύλων. Η Ανέτα επιθυμεί να γνωρίσει τη ζωή, όμως ένα μικρό και α­ θώο φλερτ θα γίνει η αιτία να αποβληθεί από την οικογένεια της σαν μίασμα. Μετά από περιπλανήσεις σε διάφορους χώρους ό­ που ανακαλύπτει τη σαθρότητα των συμβατικών σχέσεων, στα­ ματά την επανάστασή της και παντρεύεται. Κλείνει μ' αυτόν τον τρόπο βιαστικά τις αναζητήσεις της, όπως βιαστικά κλείνει και η συγγραφέας το βιβλίο αφήνοντας μετέωρους τους προβλημα­ τισμούς που προκάλεσε και ελαφρύνοντας... τη βαρύτητα του θέματός της. ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ ΛΑΡΑ: Ήθελα να φορέσω παντελόνια. Μετ.: Κούλα Καφετζή. (Μικρή Σειρά 4). Αθήνα, Γνώση, 1990. Σελ. 128.

Έρωτας, αφοσίωση και αυτοκαταστροφή Ο Γιαν Αντρέα, εικοσάχρονος νεαρός, γνωρίζει τη γνωστή εξηντατετράχρονη Γαλλίδα μυθιστοριογράφο Μαργκερίτ Ντυράς. Ζουν μαζί μια φυσική σχέση, ένα σμίξιμο της έμπειρης πρα­ ότητας με την άγνοια των μυστικών μονοπατιών και την ανάγκη για γνώση μέσα από την αυθόρμητη αίσθηση. Ο Γ.Α. της αφιερώνεται ολόψυχα, την ερωτεύεται βαθιά και της τρέφει απεριόριστο θαυμασμό. Ακολουθούν χρόνια ευτυ­ χίας και δημιουργίας παράλληλα με την, μέρα τη μέρα, παραί­ τησή της στο αλκοόλ. Η αντοχή της Ντυράς υπερβαίνει τα φυσικά της όρια. Αλκοο­ λική πια δέχεται να οδηγηθεί για αποτοξίνωση. Αυτή την υπεράνθρωπη προσπάθεια σε μια εξουθενωτική και αβέβαιη πάλη μεταξύ ζωής και θανάτου καταγράφει ώρα με την ώρα υπό μορφή ημερολογίου ο Γιαν Αντρέα. Τρεις βδομάδες στο νοσοκομείο, αλλά και οι μήνες που θα ακολουθήσουν μετά την έξοδο, είναι ένα αργό βύθισμα στα άδυτα του ασυνείδητου και της φαντασίωσης. Οι παραισθήσεις διαδέχονται η μία την


χρονικα/11 άλλη. Την ακολουθούν και την καταδιώκουν άνθρωποι, ζώα, φαντάσματα. Ακόμη και τα πρόσωπα του ντελίριουμ-τρέμενς έ­ χουν κάποια σχέση με την πνευματική της δημιουργία. Ο Γ.Α., πάντα αφοοιωμένος, συμπάσχει με τη γυναίκα που τόσο πολύ αγαπά και που για κείνον συμβολίζει το πνεύμα της δημιουρ­ γίας. Ένα πνεύμα ανεξάρτητο που παλεύει να μην υποταχτεί παίζοντας ένα παιγνίδι αυτοκαταστροφής προκειμένου να μη χάσει ό,τι γι' αυτήν σημαίνει ζωή· δηλ. τη δημιουργική της δύναμη. Μια ακόμη εγγύηση για την ανάγνωση αυτού του συγκλονι­ στικού ντοκουμέντου είναι η μετάφραση της Τατιάνας ΓκρίτσηΜιλλιέξ. ΠΑΝ ΑΝΤΡΕΑ: M.D. (Μαργκερίτ Ντυράς). Μετ. Τατιάνα Γκρίτση - Μιλλιέξ. Αθήνα, Κέδρος, 1990. Σελ. 152. Αρχ. 650.

Ο Αίσωπος σε κόμικς Ο ι Μύθοι του Αισώπου, σε πεζό ή ποιητικό λόγο, αποτε­ λούσαν ανέκαθεν ένα ευχάριστο και ωφέλιμο ανάγνωσμα για τα παιδιά. Πολλοί είναι εκείνοι που καταπιάστηκαν με διασκευές, μεταφράσεις, μιμήσεις και αποδώσεις των αισώπειων μύθων. Διασκευή τους σε κόμικς γίνεται για πρώτη φορά από τους Τά­ σο Αποστολίδη, γνωστό από τις ανάλογες διασκευές των κω­ μωδιών τού Αριστοφάνη. Ο ίδιος αναφέρει: «Καθώς οι μύθοι του Αισώπου αναπτύσσονται με χάρη, σαφήνεια, συντομία και χιού­ μορ βρίσκονται σε πλήρη συζυγία με τους ρυθμούς και τους κώ­ δικες των κόμικς. Ακόμη η εύγλωττη αλληγορία, η λιτότητα αλ­ λά και η συμπύκνωση του ύφους, η περιγραφή χαρακτήρων και εικόνων ανάγουν ακριβώς εκεί. Στην κόμικς διασκευή!» Πρόκειται για το δεύτερο βιβλίο μιας σειράς το οποίο περι­ λαμβάνει τους μύθους: Η νυχτερίδα και οι γάτες, Το καβουράκι και η καβουρίνα, Η αλεπού και το κοράκι, Το παγώνι και ο γερα­ νός, Ο λύκος κι ο τσοπάνος, Ο τζίτζικας και τα μυρμήγκια, Ο αετός και ο χωρικός, Ο γάιδαρος και ο λύκος, Το λιοντάρι και το αγριογούρουνο. Τα παιδιά έρχονται σε στενή επαφή με τα ζώα που, ως γνω­ στόν, χρησιμοποιούν την ανθρώπινη ομιλία υποκαθιστώντας ανθρώπινους τύπους. Έτσι η αλεπού συνδέεται με την πανουρ­ γία, ο γάιδαρος με την αγαθοσύνη, το λιοντάρι με τη δύναμη και το αρχηγικό πνεύμα. Τα αλληγορικά νοήματα των μύθων εξα­ κολουθούν να ισχύουν ακόμη και στις μέρες μας. Έτσι γίνεται φανερή η διαχρονική σημασία της συμπυκνωμένης σοφίας του Αισώπου. Το ύφος της διασκευής εμπνέεται από τη διάθεση του Αισώ­ που να επικρίνει τη βασαυσότητα και την αδικία και να μας με­ ταφέρει σε μια κοινωνία δικαίου όπου το κακό αργά ή γρήγορα τιμωρείται και το καλό θριαμβεύει και αναγνωρίζεται. Ο εικονογράφος, Κώστας Βουτσάς, αναπτύσσει κάθε μύθο σε δύο, τρεις ή τέσσερις σελίδες, σε τετράγωνο έντυπο χώρο, χρη­ σιμοποιώντας σαφή περιγράμματα και δημιουργώντας εικόνες που εντυπωσιάζουν τα παιδικά μάτια και αγγίζουν τις ευαισθη­ σίες τους. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ ΤΑΣΟΣ - ΒΟΥΤΣΑΣ ΚΩΣΤΑΣ. Οι μύθοι του Αισώπου σε Κόμικς. Θεσσαλονίκη, Α.Σ.Ε., 1990. Σελ. 30. Δρχ. 700.


η ΑΓΟΡΑ

Αιχμή-ΑΘ., Αριστοτέλης-ΑΘ., Αριστοτέλης-Παγκράτι, Βασιλόττουλος-Χαλάνδρι, Γρηγόρης-ΑΘ., ΔοκιμάκηςΗράκλειο, Δωδώνη-ΑΘ., Δωδώνη-Γιάννενα, Ενδοχώρα-Αθ., Εξαρχόπουλος-ΑΘ., Εστία-ΑΘ., Κατώι του βιβλίου-Θεσσ., Libro-Αθ., Λοξίας-Θεσσ., ΜάτιΚατερίνη, Μεθενίτης-Πάτρα, Μιχαλάς-Αθ., ΜυλωνάςΠειραιάς, Πλέθρον-Αθ., Ραγιάς-Θεσσ.

του

ΒΙΒΛΙΟΥ από 18 Μάΐου έως 31 Μαΐου 1990

Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρη­ σαν 20 βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο κάθενας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήοεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βιβλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

ΡΑΛΛΗΣ Γ.: Πολιτικές εκμυστηρεύσεις

ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

ΜΟΥΡΣΕΛΑΣ Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά

ΚΕΔΡΟΣ

ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ Μ.: Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο ΦΑΚΙΝΟΥ Ε.: Γάτα με πέταλα

ΖΙΓΔΗΣ Γ.: Η τραγωδία του Κυπριακού Ελληνισμού ΚΑΨΗΣ Γ.: 3 μέρες του Μάρτη ΧΕΪΖΕΝ Ρ.: Η ρήξη

ΚΑΚΤΟΣ

Ν. ΣΥΝΟΡΑ

ΚΑΤΟΠΤΡΟ

ΣΚΟΥΡΤΗΣ Γ.: Τα χειρόγραφα της Ρωξάνης ΝΤΑΛ Ρ.: Ματίλντα

ΦΙΛΙΠΠΟΤΗΣ

ΚΕΔΡΟΣ

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

ΨΥΧΟΓΙΟΣ

Γραφτείτε σ υ νδ ρ ο μ η τές Συνδρομές εσωτερικού και Κύπρου

Ετήσια 8.500 - Σπουδαστική 7.500 δρχ. Εξάμηνη 4.500 - Σπουδαστική 4.000 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων 9.500 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού

Ετήσια 70 δολ. (ΗΠΑ) Σπουδαστική Ετήσια 65 δολ. Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών 85 δολ. Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 700 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 400 δρχ. και τα διπλά 700 δρχ. Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81


της σύγχρονης οικογένειας Το αφιέρωμα αυτό έχει τρεις στόχους: (α) να εισάγει τον αναγνώστη στη δια­ μόρφωση, την προβληματική και τη θεματική της κοινωνιολογίας της οικογέ­ νειας στις σύγχρονες (δηλαδή βιομηχανικές - αστεακές) κοινωνίες, παραθέ­ τοντας και ενδεικτική σχετική βιβλιογραφία· (β) να τοποθετήσει την κοινωνιο­ λογικά της οικογένειας στην Ελλάδα στο πλαίσιο της εξέλιξης της ελληνικής κοι­ νωνίας, αλλά και των κοινωνικών επιστημών που μελετούν την ελληνική οικο­ γένεια, παραθέτοντας επίσης ενδεικτική βιβλιογραφία - και, ταυτοχρόνως, να υπογραμμίσει τη σημασία προσεγγίσεων όπως της κοινωνιολογίας του δικαίου, αλλά και τη σημασία της εμπειρικής έρευνας για την ανάπτυξη της κοινωνιολογί'ας της οικογένειας και την αποτελεσματικότητα της συμβολής της· και (γ) να επισημάνει τις προοπτικές της κοινωνιολογίας της οικογένειας στις σύγχρονες κοινωνίες και στην ελληνική. Επιμέλεια αφΐερώματος: Λ.Μ.Μουσούρου


14/αφιερωμα

Γιάννης Μόραλης: Έρως

Η κοινωνιολογία γεννιέται τον 19ο αιώνα - έκφραση της προσπάθειας του ανθρώπου να καταλάβει και να αντιμετωπίσει τις κοσμογονικές αλλαγές που επέφερε η βιομηχανική επανάσταση στην οργάνωση του συλλογικού βίου. Επιμέρους ζητήματα, που άπτονται της οργάνωσης αυτής, γίνονται αντικείμε­ να ιδιαίτερης προσοχής και θα εξελιχθούν, στον αιώνα μας, σε ειδικές κοινω­ νιολογικές. Η οικογένεια υπήρξε ένα από τα ζητήματα αυτά και η κοινωνιολο­ γικά της οικογένειας μια από τις ειδικές κοινωνιολογίες που γνώρισαν τη με­ γαλύτερη εξέλιξη. ολλοί σύγχρονοι κοινωνιολόγοι θεωρούν ότι η εξέλιξη της κοινωνιολογίας της οικογέ­ νειας πέραρε από τρία κυρίως στάδια (Μοντγκόμερυ, 1988): (α) την περίοδο του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα, όπου και εμφανίζονται δύο τά­ σεις: εκείνη την οποία υπαγορεύει ο κυρίαρχος τότε εξελικτισμός (: «κοινωνικός Δαρβινισμός») και η οποία αντιμετωπίζει την οικογένεια ως καί­ ριο κοινωνικό θεσμό που διαφοροποιείται στον χρόνο και που, σε κάθε στιγμή, εκφράζει κάι α­ ναπαράγει τις θεμελιώδεις αξίες της κοινωνίας· και εκείνη, την οποία υπαγορεύει η ανάγκη αντι­ μετώπισης των κοινωνικών δεινών και η οποία

Π

συνδέει τη μελέτη της οικογένειας και των σχετι­ κών με την οργάνωση και τη λειτουργία της φαι­ νομένων με την κοινωνική πολιτική. Η δεύτερη τάση έχει έναν έντονο εμπειρικό προσανατολι­ σμό και κύριο εκφραστή τον Φρεντερίκ Λε Πλάι και την (εκπλητική, για την εποχή) δουλειά του· (β) την περίοδο του πρώτου μισού του 20ού αιώ­ να, όπου επικρατεί η έμφαση αφενός στις μεθό­ δους και τεχνικές της εμπειρικής έρευνας και, α­ φετέρου, στην αντιμετώπιση της οικογένειας ως κοινωνικής ομάδας την οποία αποτελούν άτομα που βρίσκονται σε διαντίδραση. Η πρώτη συμ­ βάλλει στην εδραίωση της επιστημονικότητας


αφιερι ψα/15 της κοινωνιολογίας της οικογένειας καθώς την αποδεσμεύει από την ηθικολογία που ενμέρει χα­ ρακτηρίζει την προηγούμενη περίοδο. Η δεύτερη επιτρέπει τη διάκριση της οικογένειας ως κοινω­ νικού θεσμού (συνδεδεμένου με την οργάνωση του συλλογικού βίου) από εκείνη της οικογένειας ως κοινωνικής ομάδας (συνδεδεμένης με την ορ­ γάνωση του ιδιωτικού βίου). Κυρίαρχη κατά την περίοδο αυτήν και κυρίως από το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ήταν, τόσο ως προν τον εμπειρικό προσανατολισμό όσο και ως προς την διαντιδραστική προσέγγιση, η Σχολή του Σικά­ γου με κύριο εκφραστή της τον Έρνεστ Μπέρτζες· τέλος, (γ) την περίοδο που αρχίζει μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όπου επι­ κρατεί μια προσπάθεια σύνθεσης και θεωρητικής εμπέδωσης, μια έντονη τάση απόδοσης στην κοινωνιολογία της οικογένειας των επιστημονικών της χαρακτηριστικών και στόχων - αλλά και η αυξανόμενη ανησυχία για τη μεθοδολογική ανε­ πάρκεια και τη συνακόλουθη αδυναμία σύνδεσης τής καλειδοσκοπικά μεταβαλλόμενης πραγματι­ κότητας με την κοινωνιολογική θεωρία. Είναι αυ­ τή η σύγχρονη περίοδος της κοινωνιολογίας της οικογένειας που μας απασχολεί στη συνέχεια.

Η κοινωνιολογία της οικογένειας γνωρίζει με­ ταπολεμικά μια μεγάλη άνθηση που την εκφράζει ο μεγάλος (και αυξανόμενος) αριθμός δημοσιεύ­ σεων. Ένας κύριος λόγος της άνθησης αυτής υ­ πήρξε η ανησυχία για το μέλλον της οικογένειας, η ανταπόκριση στην αίσθηση ότι η οικογένεια «περνάει κρίση». Είναι μια αίσθηση την οποία δημιούργησαν αφενός οι βαθύτατες και ταχύρ­ ρυθμες κοινωνικές αλλαγές και η συνακόλουθη αμφισβήτηση της λειτουργικότητας θεσμών και αξιών και, αφετέρου, εξελίξεις σημαντικότατες για την ύπαρξη και τη δυναμική αυτής της ίδιας της οικογένειας - όπως είναι η αύξηση των δια­ ζυγίων, η αύξηση των ατόμων που απορρίπτουν ή αποφεύγουν τον γάμο (με επακόλουθο την αύξη­ ση των ελευθέρων ενώσεων αλλά και της αγαμίας), η μείωση των γεννήσεων, ο πολλαπλασια­ σμός των οικονομικά ενεργών μητέρων κ.λπ. Η «κρίση» της οικογένειας νοείται σε δύο επίπεδα: (α) το θεσμικό: ο θεσμός της οικογένειας βρί­ σκεται σε κρίση - πράγμα το οποίο εκφράζει αλλά και δημιουργεί προβλήματα οργάνωσης που συλλογικού βίου· και (β) το επίπεδο των δια­ προσωπικών σχέσεων: η οικογενειακή ομάδα βρίσκεται σε κρίση - πράγματα που εκφράζει αλλά και δημιουργεί προβλήματα οργάνωσης του ιδιωτικού βίου. Η προβληματική αυτή οδηγεί σε μια ποικιλία προσεγγίσεων και ζητημάτων και οι σχετικές δημοσιεύσεις μπορούν να ταξινο­ μηθούν ως εξής:

1. Θεωρητικά κη'μενα — που περιλαμβάνουν: α) κείμενα κλασικά για τη σύγχρονη κοινωνιολογία της οικογένειας όπως αυτά των Όγκμπορν και Νίμκοφ (1955), οι οποίοι επισημαίνουν τη ση­ μαντικότατη για την οργάνωση και τις προοπτι­ κές της οικογένειας απώλεια ουσιωδών παραδο­ σιακών λειτουργιών της· των Πάρσονς και Μπαίηλς (1955), οι οποίοι θεωρούν την απώλεια αυτήν στοιχείο της θετικής για το μέλλον των θεσμών εξειδίκευσης. Ο Πάρσονς είναι άλλωστε γνωστός για την πολυσυζητημένη θεωρία του για την αμε­ ρικανική και, εν γένει, τη σύγχρονη οικογένεια για την αντίληψή του μιας οικογένειας συζυγι­ κής, ανεξάρτητης αλλά και απομονωμένης από τη συγγενική ομάδα, δομημένης στη βάση της α­ πόλυτης διάκρισης του ανδρικού (: «εκτελεστι­ κού») και του γυναικείου (: «εκφραστικού») ρό­ λου. Κλασικό επίσης κείμενο είναι αυτό του Γκουντ (1963), όπου οι βαθύτατες διαφοροποιή­ σεις της οικογένειας μελετώνται σε συνάρτηση προς τη διαδικασία της εκβιομηχάνισης και του κοινωνικού εκσυγχρονισμού. Τέλος, οτη δεκαε­ τία του 1980 και κάτω από την επίδραση προβλη­ ματικής πολύ ευρύτερης αυτής της «κρίσης», δη­ μοσιεύονται κείμενα όπως αυτά των Σκαντζόνι και Σκαντζόνι (1981) ή των Μπέργκερ και Μπέργκερ (1983), που αποβλέπουν σε μιαν επανεξέτα­ ση της οικογένειας και των προοπτικών της τόσο ως στοιχείο οργάνωσης του συλλογικού βίου όσο και ως στοιχείο οργάνωσης του ιδιωτικού βίου, β. Στα θεωρητικά κείμενα της μεταπολεμικής ε­ ποχής περιλαμβάνονται τα πάμπολλα εισαγωγι­ κά για την προβληματική της σύγχρονης κοινωνιολογίας της οικογένειας - όπως είναι οι δημο­ σιεύσεις που επιμελήθηκαν οι Μπελ και Βόγκελ (1968) ή οι Μπερ, Χιλλ, Νάι και Ράις (1979), αλλά και τα κείμενα της Μισέλ (1981), του Χάρρις (1983) ή του Μελβίλ (1983). 2. Κείμενα που εκφράζουν την έντονη και αυ­ ξανόμενη ανησυχία των μελετητών ως προς το α­ πρόσφορο των νοηματικών πλαισίων αλλά και των ερευνητικών μεθόδων για την περιγραφή και την αξιολόγηση των οικογενειακών φαινομένων και την παραπέρα ανάπτυξη της θεωρίας. Πρό­ κειται για κείμενα όπως αυτά του Χιλλ (1955), των Νάι και Μπεράρντο (1966), του Ρόντμαν (1980), των Τόμψον και Γουώκερ (1982). 3. Κείμενα που αφορούν την οικογένεια ως τρόπο οργάνωσης του ιδιωτικού βίου και που μπορούν να διακριθούν σε: α) δημοσιεύσεις που πραγματεύονται τις διαπροσωπικές σχέσεις και, συγκεκριμένα, τις σχέσεις των συζύγων. Στο πλαίσιο της σύγχρονης οικογένειας οι σχέσεις αυτές είναι θεμελιώδους σημασίας εφόσον συναρτώνται με τη σύσταση, τη λειτουργία αλλά και την (ενδεχόμενη) διάλυση της οικογενειακής ομάδας. Είναι, λοιπόν, επόμενο να βρίσκονται οι διαπροσωπικές σχέσεις στο επίκεντρο κειμένων


16/αφιερωμα είτε εισαγωγικών στην κοινωνιολογία της οικογέ­ νειας, όπως αυτό των Κέρστεν και Κέρστεν (1988), είτε αναγνωριστικών των προβλημάτων και της προβληματικής των διαπροσωπικών σχέσεων στη σύγχρονη κοινωνία και οικογένεια, όπως αυτό των Μπέλλα, Μάντσεν κ.ά. (1986) για να μην περιοριστούμε στο παλαιότερο κλασι­ κό κείμενο των Μπλαντ και Βολφ (1960) ή σ’ ε­ κείνο των Λίμπυ και Ουάιτχαρστ (1977)· β) δη­ μοσιεύσεις που αφορούν την «κρίση» της οικογέ­ νειας και που περιλαμβάνουν τα κείμενα που πραγματεύονται το ζήτημα και τα προβλήματα του διαζυγίου - όπως αυτά των Μπουργκινών, Ραλλύ και Τερύ (1985) ή των Μπάμπας και Ρίντφους (1979), που αποδίδουν καίρια σημασία στις επιπτώσεις του διαζυγίου πάνω στα παιδιά· τέ­ λος, γ) δημοσιεύσεις που είναι αποτέλεσμα της ανάγκης μελέτης του γάμου και της οικογένειας προκειμένου να κατανοηθούν και να επιλυθούν τα προβλήματα που δημιουργεί η «κρίση» της. Μεταξύ των δημοσιεύσεων αυτών, ιδιαίτερα εν­ διαφέρουσες είναι εκείνες που παραθέτουν στοι­ χεία σχετικά για τον γάμο και την οικογένεια ό­ πως, για παράδειγμα, το κείμενο των Σούσμαν και Σταϊνμέτζε (1987).

Η σύγχρονη κοινωνιολογία της οικογένειας έ­ χει επηρεαστεί σημαντικά από τη συμβολή της ι­ στορίας και της ιστορικής δημογραφίας στα ζη­ τήματα που την απασχολούν. Αξιοποιώντας με­ ταπολεμικά ένα πλουσιότατο αρχειακό υλικό, οι ιστορικές επιστήμες επέτρεψαν την ανασύσταση των οικογενειακών φαινομένων κατά την προ­ βιομηχανική εποχή και την τεκμηριωμένη παρα­ κολούθηση της εξέλιξής τους. Πρόκειται για μια συμβολή που όχι μόνον κατέστησε δυνατή τη διαχρονική σύγκριση σε σταθερά γεωγραφικά και πολιτισμικά πλαίσια (άρα: την παρακολού­ θηση της εξέλιξης σχημάτων και συμπεριφορών στον ιστορικό και τον κοινωνικό χρόνο), αλλά και οδήγησε στην ουσιαστική αναθεώρηση του προσδιορισμού της «σύγχρονης» οικογένειας και της αντιδιαστολής της προς την «παραδοσια­ κή». Χάρη στην συμβολή αυτήν, η κοινωνιολογία. της οικογένειας εγκατέλειψείίέσεις που είχαν γί­ νει αξιωματικά αποδεκτές ως θεμελιώδεις και μη αμφισβητήσιμες. Οι κυριότερες από τις θέσεις αυτές είναι: α) η αυτονόητη σύμπτωση της παρα­ δοσιακής οικογένειας με την οικογένεια που είναι εκτεταμένη ως προς τη μορφή της (που αποτελείται, δηλαδή, από τη συζυγική οικογένεια και α­ νιόντες ή και εκ πλαγίου συγγενείς των συζύγων) και της σύγχρονης με τη συζυγική οικογένεια (δηλαδή την οικογένεια που αποτελούν οι σύζυγοι και τα παιδιά τους)· και β) η μοναδικότητα του παραδοσιακού σχήματος στην παραδοσιακή

κοινωνία. Η μοναδικότητα αυτή εξηγείται σε α­ ναφορά προς την ακαμψία που χαρακτηρίζει την παραδοσιακή οργάνωση του συλλογικού αλλά και του ατομικού βίου και που εξασφαλίζεται α­ πό την κοινωνική καταδίκη και κολασμό κάθε παρέκκλισης από το μοναδικό αυτό σχήμα. Τού­ το ίσχυε για την παραδοσιακή κοινωνία τουλάχι­ στον, διότι η σύγχρονη κοινωνία θεωρείται εξ ο­ ρισμού ανεκτικότερη και διότι, όπως παρακάτω θα δούμε, η ποικιλία κοινωνικά αποδεκτών οικο­ γενειακών σχημάτων αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της.

Γιάννης Μόραλης: Ερωτικό

Ένα πλήθος ιστορικό - κοινωνικών και ιστορι­ κό - δημογραφικών κειμένων είδαν, ιδίως μετά το 1970, τη δημοσιότητα. Τα κείμενα αυτά συνέ­ βαλαν αποφασιστικά στην ουσιαστική διαφορο­ ποίηση όχι τόσο της θεματολογίας όσο του τρό­ που αντιμετώπισης των σχετικών με την κοινωνιολογία της οικογένειας ζητημάτων. Από την άλλη μεριά, η αυξανόμενη συχνότητα δημοσιεύ­ σεων της κατηγορίας αυτής επέβαλε τη διαφορο­ ποίηση που επισημάναμε. Έτσι, παρά το γεγονός ότι αξιολογότατα κείμενα δημοσιεύτηκαν κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 (π.χ. τα κεί­ μενα των Λάσλετ και Γουώλ, 1972· του Αριές, 1973· του Φλαντρέν, 1976· του Μέντικ, 1976· του Λεβίν, 1977· των Γκούντυ, Τίρσκ και Τόμψον, 1979· του Στόουν, 1979), το ενδιαφέρον για την ι­ στορική διάσταση των οικογενειακών φαινομέ­ νων κορυφώνεται κατά τη δεκαετία του 1980. Τό­ τε και δημοσιεύονται κείμενα όπως αυτά του Άντερσον (1980), του Ντυμπύ (198Ρ ' Λ·ττεράουρερ και Ζίντερ (1982), του ι κουντυ (ι983),


αφιερωμα/17 του Ντέμος (1986), του Γκόλντθορπ (1987). Και στο τέλος της δεκαετίας του 1980 επισημαίνεται τόσο η σημασία της ιστορίας της οικογένειας ό­ σο και η ποικιλία των παραγόντων και των πη­ γών, αλλά και των προσεγγίσεων, που η ιστορική μελέτη της οικογένειας προϋποθέτει (Χάρεβεν και Πλάκανς, 1987).

Αλλά εάν η μεταπολεμική ανησυχία για την οι­ κογένεια πυροδότησε το έντονο ενδιαφέρον για

Γιάννης Μόραλης: Ερωτικό

τη μελέτη των σχετικών με αυτήν φαινομένων και εάν η συμβολή της ιστορίας οδήγησε τη μελέ­ τη αυτή σε θεμελιώδεις αναθεωρήσεις, η σύγχρο­ νη κοινωνιολογία της οικογένειας χρωστά εξίσου πολλά στο γυναικείο κίνημα. Στην ακμή της δράσης του (δηλαδή κατά την δεκαετία του 1960), το κίνημα αυτό συνέβαλε στην ενίσχυση της αμφισβήτησης της οικογένειας που δημιούρ­ γησε αφενός ένα τμήμα των αναφερόμενων στην «κρίση» της δημοσιεύσεων και, αφετέρου, η προ­ βολή από τους ψυχολόγους του ρόλου της ως κα­ ταπιεστικού στην ανάπτυξη της προσωπικότη­ τας του παιδιού. Οι φεμινίστριες και φεμινιστές κοινωνιολόγοι υπογράμμιζαν μεταξύ άλλων και τη σημασία της αναπαραγωγής του γυναικείου ρόλου ως υποτελούς και εξαρτημένου και θεώρη­ σαν ως θεμελιώδη τη συμβολή της οικογένειας στην αναπαραγωγή αυτή. Η φεμινιστική προβλη­ ματική εμπνέει είτε άμεσα είτε μέσω του ενδιαφέ­ ροντος για το πλέγμα γυναίκα - οικογένεια που δημιουργεί, ένα πλήθος δημοσιεύσεων - όπως

αυτές της Σμιθ (1973), των Χελντ και Λέβυ (1975), της Πάπανεκ (1979), της Χάρτμαν (1981), των Μπάρετ και Μάκιντος (1982), των Σόρενσεν και ΜακΛάναχαν (1987). Η φεμινιστική όμως προβληματική όπως και το ενδιαφέρον για το πλέγμα γυναίκα - οικογέ­ νεια έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της γυναι­ κείας απασχόλησης στις σύγχρονες βιομηχανι­ κές κοινωνίες και, μάλιστα, το ζήτημα της απα­ σχόλησης της έγγαμης και με παιδιά γυναίκας. Το ζήτημα αυτό, πρωτεύον στα πλαίσια της φεμι­ νιστικής κοινωνιολογίας, καθίσταται επίσης πρωτεύον στα πλαίσια της σύγχρονης κοινωνιολογίας της οικογένειας - φεμινιστικής και μη. Έτσι, ενδιαφέρει ιδιαίτερα η σχέση μεταξύ γυναι­ κείας απασχόλησης και οικογένειας ως σχέση αμφίδρομη: ο γυναικείος ρόλος και η διακύμαν­ ση των υποχρεώσεων που αυτός συνεπάγεται κα­ τά τη διάρκεια του οικογενειακού κύκλου επι­ δρούν στην απασχόληση της γυναίκας· ταυτοχρόνως, η απασχόληση αυτή συνδέεται με λίγο ως πολύ ουσιαστικές διαφοροποιήσεις τόσο της δομής της οικογένειας (δηλαδή του πλέγματος ρόλων) όσο και του οικογενειακού κύκλου. Το ενδιαφέρον που δημιουργούν τα ζητήματα αυτά αντικατοπτρίζεται στο πλήθος των κειμέ­ νων (άνισης, είναι αλήθεια, σημασίας) που δημο­ σιεύονται κατά τα τελευταία 20 χρόνια. Τα κείμε­ να αυτά μπορούν να ταξινομηθούν σε τέσσερις κύριες κατηγορίες: 1. τα κείμενα που πραγμα­ τεύονται ζητήματα σχετικά με τη σχέση μεταξύ γυναικείας απασχόλησης και οικογένειας - κεί­ μενα όπως αυτά της Χάβενς (1973), της Μισέλ (1971 και 1974), της Γουέιτ (1980), των Μος και Φόντα (1980), της Βαρσόφσκυ Λάπιντους (1982), των Τίλλυ και Σκοτ (1987). Και θα πρέπει να ση­ μειώσουμε ότι τα κείμενα αυτά πρώτον επιτρέ­ πουν συγκρίσεις μεταξύ καπιταλιστικών και σο­ σιαλιστικών χωρών ως προς την διαμόρφωση και τις διαφοροποιήσεις της σχέσης αυτής και, δεύτερον, ότι πραγματεύονται ζητήματα τα ο­ ποία γρήγορα ξεφεύγουν από τη λογική της προ­ βληματικής στα πλαίσια της οποίας διατυπώθη­ καν για να ενταχθούν σ’ εκείνη της ρευστότητας της οικογένειας που εξετάζουμε στην συνέχεια2. τα κείμενα που συνδέουν τη γυναικεία απα­ σχόληση με τη μητρότητα είτε στη λογική των ε­ πιπτώσεων της πρώτης στη γονιμότητα (τέτοιο είναι για παράδειγμα το κείμενο των Πρέσσερ και Μπάλντουϊν, 1980), είτε στη λογική της ου­ σιώδους διαφοροποίησης του μητρικού ρόλου και άρα της σχέσης μητέρας - παιδιού (τέτοιο είναι, για παράδειγμα, το κείμενο των Χόφμαν και Νάι, 1974)· 3. τα κείμενα που, παίρνοντας σαν δεδομένη τη διαφοροποίηση που μόλις ανα­ φέραμε και τις βαθύτατες αλλαγές τις οποίες αυ­ τή προϋποθέτει, επεκτείνονται στη σημασία της διαφοροποίησης του πατρικού ρόλου και του ε­


18/αφιερωμα παναπροσδιορισμού του ρόλου αυτού τόσο σε α­ ναφορά προς την πραγματικότητα του σύγχρο­ νου περιεχομένου του, όσο και σε αναφορά προς την πραγματικότητα του σύγχρονου μητρικού ρόλου. Αυτή η προβληματική, που οδηγεί στην ουσιαστική επανεξέταση της (κοινωνικής) πα­ τρότητας, εμφανίζεται όλο και σημαντικότερη (παράδειγμα τέτοιου κειμένου αυτό των Λιούις και Ο’ Μπράιεν, 1987)· τέλος, 4. τα κείμενα που αναφέρονται στον οικογενειακό και κοινωνικό ρόλο των φύλων στον αγροτικό χώρο - όπως αυτά της Καβάλλο Μπόγκι (1976) ή της Σεγκαλέν (1980).

Ισως, όμως, οι περισσότερο σημαντικοί από όλους τους παράγοντες που εξηγούν την σύγχρο­ νη άνθηση της κοινωνιολογίας της οικογένειας να είναι εκείνοι που συνδέονται με τη διαπίστωση της ρευστότητας της σύγχρονης οικογένειας (Μουσούρου, 1989) - μιας ρευστότητας που αναφέρεται τόσο στη μορφή όσο και στη δομή της. Έτσι, ήδη από τη δεκαετία του 1970, το ζεύγος Ραποπόρτ επισημαίνει την ιδιαιτερότητα της δο­ μής της οικογένειας διπλής σταδιοδρομίας (1971 και 1976). Πρόκειται για δομή τελείως διάφορη ε­ κείνης της θεωρούμενης ως εκσυγχρονισμένης οικογένειας, της λεγάμενης συμμετρικής οικογέ­ νειας (Γιαγκ και Γουΐλμοτ, 1984). Η οικογένεια διπλής σταδιοδρομίας μελετάται και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 (Σεκάραν, 1986), διατηρώντας, ασφαλώς λόγω της κοινωνι­ κής σημασίας των καινοτομιών της, το ενδιαφέ­ ρον των επιστημόνων. Το ενδιαφέρον όμως αυτό στρέφεται επίσης στη μορφή της μονογονεϊκής οικογένειας. Πρόκειται για μορφή που ήδη αφο­ ρά ένα μεγάλο και αυξανόμενο τμήμα του πληθυ­ σμού των σύγχρονων κοινωνιών και καθίσταται (λόγω της αύξησης των διαζυγίων αλλά και των αγάμων μητέρων) μια κύρια εναλλακτική μορφή της συμβατικής (δηλαδή της συζυγικής οικο­ γένειας). Η αύξηση, όμως, των διαζυγίων δεν οδηγεί μό­ νον στην αύξηση της συχνότητας των μονογονεϊκών οικογενειών. Οδηγεί και στην αύξηση των οικογενειών εκείνων, που ενώ έχουν τη συμβατι­ κή μορφή της συζυγικής οικογένειας, χαρακτηρί­ ζονται από μιαν άλλη δομή: πρόκειται για τις οι­ κογένειες που προκύπτουν από τον δεύτερο (ή τρίτο ή τέταρτο) γάμο των συζύγων. Το σχήμα αυτό οικογένειας είναι ελλιπώς θεσμοθετημένο και θεσμοποιημένο (Τσέρλιν, 1978) και παρου­ σιάζει ιδιομορφίες που, ενώ έχουν προσελκύσει το ενδιαφέρον των μελετητών (βλέπε, για παρά­ δειγμα, το κείμενο του Μπάμπας, 1984), δεν έ­ χουν αναλυθεί επαρκώς. Επίσης, οι ιδιομορφίες του σχήματος αυτού δεν έχουν ακόμα ενσωμα­

τωθεί στο σκεπτικό της οικογενειακής πολιτικής ούτε καν στις σύγχρονες κοινωνίες όπου, λόγω της μεγάλης συχνότητας των διαζυγίων, το σχή­ μα αφορά ένα μεγάλο και αυξανόμενο τμήμα του πληθυσμού. Αλλά οποιοδήποτε και να είναι το σχήμα της, η οικογένεια επηρεάζεται από φαινόμενα όπως η ανεργία (πολύ ενδιαφέρον στο ζήτημα αυτό είναι το βιβλίο των Φάγκιν και Λιτλ, 1984) αλλά και η γήρανση του πληθυμού: η αύξηση της μέσης διάρκειας ζωής σημαίνει ότι οι υπερήλικες γίνο­ νται όλο και περισσότεροι και ζουν όλο και πε­ ρισσότερο, με σημαντικότατες επιπτώσεις στην κοινωνική και την οικογενειακή ζωή. Έχουν ήδη αρχίσει και μελετώντται μερικές από τις επιπτώ­ σεις αυτές - όπως η ανισότητα με βάση την ηλι­ κία (Φόνερ, 1984) ή η διαφοροποίηση του ρόλου των παππούδων (Μπένγκτσον και Μπένγκτσον, 1985· Ρουαγιάλ, 1987). Εν πάση περιπτώσει, τα φαινόμενα αυτά επιτείνουν τη ρευστότητα η ο­ ποία χαρακτηρίζει την οργάνωση του ιδιωτικού βίου στις σύγχρονες κοινωνίες και η οποία πλέον συνειδητοποιείται κατά τη δεκαετία του 1980 οπόταν και δημοσιεύονται κείμενα που πλέον αναφέρονται στις σύγχρονες οικογένειες και όχι στη σύγχρονη οικογένεια. Τέτοια κείμενα είναι, για παράδειγμα, η πολύ καλή εισαγωγική δου­ λειά των Μάκλιν και Ρούμπιν (1983), όπως και η αναλυτική παρουσίαση των οικογενειακών σχη­ μάτων στη Βρεταννία των Ραποπόρτ, Φόγκαρτυ και Ραποπόρτ (1982). Η ποικιλία των οικογενειακών σχημάτων και η ρευστότητα που πλέον χαρακτηρίζει την οργάνω­ ση του ιδιωτικού βίου δημιουργούν έντονα θεωρη­ τικά προβλήματα αλλά και προβλήματα πρακτι­ κά, πρόβλεψης του μέλλοντος της οικογένειας έ­ τσι όπως τη γνωρίσαμε, έτσι όπως τη μελετούμε, έτσι όπως την εννοούμε στη χάραξη μιας πολιτι­ κής που αμέσως ή εμμέσως την αφορά. Τα πρώ­ τα, τα θεωρητικά προβλήματα, έχουν οδηγήσει, μεταξύ άλλων, σε απόπειρες επαναπροσδιορι­ σμού των τύπων οικογενειακής δομής - και τέ­ τοιες είναι της Μισέλ (1975) ή του Μεναχέμ (1988). Τα δεύτερα, τα προβλήματα που εντέλει προσδιορίζονται με τη συνειδητοποίηση των εξε­ λίξεων (θεωρητικών και πραγματικών) οι οποίες χαρακτηρίζουν τη μεταπολεμική περίοδο και οι οποίες συνδέονται με βαθύτατες και εντεινόμενες αλλαγές του τρόπου οργάνωσης του ιδιωτικού βίου, έχουν απασχολήσει μελετητές, ήδη, από τη δεκαετία του 1970 (π.χ. Σούσμαν, 1971· Γκλαίηζερ, 1978). Αλλά οι δημοσιεύσεις που αναφέρονται στα προβλήματα αυτά πολλαπλασιάζονται κατά τη δεκαετία του 1980, όπου και σταδιακά ε­ πικρατεί η προβληματική της ρευστότητας των οικογενειακών σχημάτων. Δημοσιεύονται έτσι κείμενα ενός ευρύτατου φάσματος θεωρητικών και ιδεολογικών τοποθετήσεων (οι οποίες, άλλω­


αφιερωμα/19 στε, αποκτούν πλέον δευτερεύουσα σημασία) που πραγματεύονται τις συνθήκες, τα χαρακτη­ ριστικά, τις επιπτώσεις της ρευστότητας αυτής και που αποβλέπουν λιγότερο στην ικανοποίηση επιστημονικών στόχων και περισσότερο στη διευκόλυνση της επιστημονικής μελέτης της οι­ κογένειας (ως τρόπου οργάνωσης του ιδιωτικού βίου) και της πρότασης μέτρων για την επίλυση των προβλημάτων της (ως θεσμού). Τέτοια είναι, για παράδειγμα, τα κείμενα που δημοσιεύονται από την Σεγκάλ (1983), τον Σκαντζόνι (1983), τους Φέλντμαν και Φέλντμαν (1985), την Γκίτινς (1985), την Έλλιοτ (1986), τον Γουΐτφιλντ (1987), την Μπαταλιόλα (1988). Αυτόν τον ίδιο στόχο υ­ πηρετεί εξάλλου και το εγχειρίδιο των Σούσμαν και Στεϊνμέτζε (1987).

Με την εργασία αυτή προσπαθήσαμε να συνο­ ψίσουμε τα ζητήματα που απασχολούν την κοινωνιολογία της οικογένειας στις σύγχρονες κοι­ νωνίες και αναφέραμε μερικά από τα κείμενα που περιλαμβάνονται στη διεθνή βιβλιογραφία και που πραγματεύονται τα ζητήματα αυτά. Αλ­ λά το μέλλον της κοινωνιολογίας της οικογέ­ νειας ως επιστήμης συναρτάται αφενός προς τις επισημάνσεις στις οποίες την οδήγησε η μελέτη των ζητημάτων αυτών και, αφετέρου, προς τους

στόχους τους οποίους θέτει για τον εαυτό της. Τις επισημάνσεις αυτές θα τις κατατάσσαμε σε τρεις κατηγορίες: 1) στις επισημάνσεις στις ο­ ποίες οδήγησε η μελέτη της οικογένειας στο μικροεπίπεδο: σημασία της αυξανόμενης ρευστό­ τητας της θεωρούμενης ως συμβατικής συζυγι­ κής οικογένειας - δηλαδή της οικογένειας που έχει την κοινωνικά αναμενόμενη μορφή και δο­ μή· σημασία της αυξανόμενης ρευστότητας ως προς τις εναλλακτικές τής συμβατικής μορφές (π.χ. μονογονεϊκές οικογένειες) και δομές (π.χ. οικογένειες που προέχονται από δεύτερους γάμους, οικογένειες διπλής σταδιοδρομίας κ.λπ.)· σημασία της αυξανόμενης ρευστότητας ως προς την εξέλιξη της δομής της συμβατικής οικογέ­ νειας κατά τη διάρκεια ζωής του ατόμου (ρόλοι που διαφοροποιούνται ανάλογα με τη εργασία της συζύγου και το συνδυασμό της με την ανάγκη φροντίδας ηλικιωμένων ή και χρονίως πασχόντων ή και ατόμων με ειδικές ανάγκες κ.λπ.), αλλά και ως προς την εναλλαγή του συμβατικού οικογενειακού σχήματος με άλλα (π.χ. συζυγική οικογένεια, μονογονεϊκή, συζυγική που δημιουργείται από δεύτερο γάμο κ.λπ.)· 2) στις επιση­ μάνσεις στις οποίες οδήγησε η μελέτη της οικο­ γένειας στο μακροεπίπεδο: σημασία της ανεπαρ­ κούς θέσμισης των οικογενειακών σχημάτων και της ελλιπούς μελέτης της σχέσης τής εξέλιξής τους με την εξέλιξη της νομοθεσίας, της οικονο-

Γιάννης Μόραλης: Διάλογος


20!αφιέρωμα μίας, της πολιτισμικής πραγματικότητας· σημα­ σία του αλληλένδετου χαρακτήρα των οικογε­ νειακών φαινομένων με φαινόμενα τα οποία έ­ χουν σχέση με τη δημογραφική πραγματικότητα και δυναμική, με την αγορά εργασίας, την παρα­ γωγή και την κατανάλωση αγαθών και υπηρε­ σιών, τη διαφοροποίηση των κοινωνικών αξιών, τη διαμόρφωση του πολιτικού λόγου- τη σημασία της ασκούμενης κοινωνικής πολιτικής (υπό την ευρύτατη έννοια) για τη διαμόρφωση και τη δυνα­ μική της οικογένειας: .η στεγαστική πολιτική, η φορολογική και εισοδηματική πολιτική, η πολιτι­ κή στα θέματα των ατόμων με ειδικές ανάγκες κ.λπ. επιδρούν στην οικογένεια εξίσου αποφασι­ στικά με την οικογενειακή πολιτική (την οποία, άλλωστε, ενδέχεται να αντιστρατεύονται...)- και 3) στις επισημάνσεις ανεπάρκειας των γνωστι­ κών πλαισίων και των μεθόδων προκειμένου να περιγράφει, να αξιολογηθεί και να προβλεφθεί η παραπέρα εξέλιξη της ρευστότητας που υπο­ γραμμίσαμε. Η θεωρητική ανεπάρκεια έχει δύο όψεις: τον εγκλωβισμό του μελετητή σ’ ένα τρό­ πο σκέψης (: το γνωστικό πλαίσιο που υιοθετεί) και τη συνακόλουθη αδυναμία του νά λάβει υπόψιν ότι κάποιο τμήμα της πραγματικότητας εν­ δεχομένως δεν καλύπτεται από τον τρόπο αυτόν - είδος ανεπάρκειας που επεσήμανε σ’ ένα κλα­ σικό κείμενο ο Ρ. Χιλλ (1966)· και την ποικιλία των θεωρητικών προσεγγίσεων: πέντε διέκριναν οι Χιλλ και Χάνσεν (1960), ένδεκα οι Νάι και Μπεράρντο (1966), πέντε αναφέρει η Μισέλ (1981) - ποικιλία συνδεδεμένη και με ιδεολογι­ κές διαφοροποιήσεις αλλά η οποία πάντως αντι­ κατοπτρίζει τη θεωρητική ασάφεια. Από την άλ­ λη μεριά, η ανεπάρκεια των μεθόδων δεν εξα­ ντλείται στη γνωστή διαμάχη των κοινωνιολόγων για την ποιοτική και την ποσοτική έρευνα αλλά, προκειμένου για τον τρόπο οργάνωσης του ιδιω­ τικού βίου, επεκτείνεται στο πρόβλημα της πα­ ρακολούθησης της εξέλιξης των φαινομένων στο χρόνο - πρόβλημα όχι απλώς προσδιορισμού των εργαλείων για την παρακολούθηση αυτή (και ανεύρεσης των σημαντικών πόρων που απαι­ τούνται για την επίτευξή της), αλλά και οριοθέτησης του χρόνου και του ερευνητέου πληθυσμού (ο οποίος διαφοροποιείται με το χρόνο). Με δεδομένες τις επισημάνσεις αυτές, ποιοι θα ήταν οι άμεσοι στόχοι της κοινωνιολογίας της οι­ κογένειας; Πιστεύουμε ότι θα ήταν: 1) η συμπλή­ ρωση της μελέτης της οικογένειας στο μικροεπίπεδο με παραπέρα διερεύνηση της γονεϊκής σχέ­ σης (την οποία υποβάθμισε η έμφαση που μέχρι τώρα δόθηκε στη συζυγική) αλλά και της δυναμι­ κής του πλέγματος συζυγικής - γονεϊκής σχέσης, δηλαδή μεγαλύτερη έμφαση στη μελέτη της οικο­ γένειας ως ομάδας- 2) η επίλυση των τεράστιων θεωρητικών πρ'οβλημάτων που δημουργεί η ρευ­ στότητα στην περιγραφή, την ερμηνεία, την αξιο­

λόγηση και την πρόβλεψη της δυναμικής της οι­ κογένειας και του κύκλου οικογενειακής ζωής. Η διάκριση μεταξύ του ατομικού κύκλου οικογε­ νειακής ζωής και του κύκλου ζωής της οικογε­ νειακής ομάδας (Μουσούρου, 1985 και 1989) φά­ νηκε να επιλύει κάποια προβλήματα ως προς το πρώτο, αλλά τούτο απλώς επιτείνει το πρόβλημα ως προς το δεύτερο: η διάσπαση της οικογενεια­ κής ομάδας οδηγεί στο μετασχηματισμό και όχι βέβαια την ανυπαρξία της· 3) η έμφαση στη με­ λέτη των οικογενειών που θεωρούνται ότι ανή­ κουν σε μειονότητες σε μια κοινωνία (εθνικές ή θρησκευτικές ή πολιτισμικές μειονότητες - αλ­ λά και οικογένειες που έχουν άτομα με ειδικές α­ νάγκες, χρονίως πάσχοντες, ανέργους, κ.λπ.) μελέτη που αποκαλύπτει τη διαφοροποίηση του τρόπου οργάνωσης του ιδιωτικού βίου ανάλογα με κοινωνικές κατηγορίες άλλες από τις (συνή­ θεις) κοινωνικο-οικονομικές· 4) η σημασία στο ρόλο της οικογένειας ως ενδιάμεσου μεταξύ του ατόμου και της κοινωνίας - ενός ρόλου που η εμπειρική έρευνα έχει τελείως παραμελήσει (Μοντγκόμερυ, 1988). Μια τέτοια ερευνητική κα­ τεύθυνση θα επέτρεπε εξάλλου και την ανάλυση της οικογένειας ως κοινωνικού θεσμού, την ανά­ λυση των (κοινωνικών) λειτουργιών της σε ανα-; φορά και προς τις ρευστότητες και τις διαφορο­ ποιήσεις που επισημάναμε· 5) η ανάλυση των δι­ κτύων στήριξης της οικογένειας (και πάλι: σε α­ ναφορά και προς τις ρευστότητες και διαφορο­ ποιήσεις που επισημάνθηκαν), της διαδικασίας δημιουργίας, ενδυνάμωσης ή εξασθένησης, αντι­ κατάστασής τους κ.λπ. Τόσο η ύπαρξη της οικο­ γένειας όσο και η λειτουργία της συνδέονται στε­ νότατα με τέτοια δίκτυα: η κοινωνιολογία της οι­ κογένειας θα ’πρεπε στο ζήτημα αυτό να επωφε­ ληθεί των ευρημάτων αλλά και των μεθόδων της κοινωνικής ανθρωπολογίας. Η κατανόηση, άλ­ λωστε, αυτής της σύνδεσης είναι απαραίτητη για την άσκηση αποτελεσματικής οικογενειακής πο­ λιτικής· 6) η μετατροπή των ευρημάτων της έ­ ρευνας και των αποτελεσμάτων της μελέτης σε κοινωνική πολιτική είναι καίριας σημασίας τόσο για τη δικαίωση της έρευνας και της μελέτης όσο και για την επιτυχία της παρέμβασης που η κοι­ νωνική πολιτική επιχειρεί. Κατά κάποιον τρόπο, η κοινωνιολογία γενικά και η κοινωνιολογία της οικογένειας ειδικότερα δοκιμάζονται σε αναφο­ ρά με τη μετατροπή αυτή: η διαμόρφωση μιας κοινωνικής ή οικογενειακής πολιτικής προϋπο­ θέτει, πέραν της περιγραφής, της ερμηνείας και της αξιολόγησης της υπάρχουσας κατάστασης, τη δυνατότητα πρόβλεψης της εξέλιξής της. Ως προς την κοινωνιολογία της οικογένειας τουλάχι­ στον, η προϋπόθεση αυτή συνίσταται κυρίως στην υπέρβαση των θεωρητικών και μεθοδολογι­ κών προβλημάτων που θίξαμε στην εργασία αυτή.


αφιερωμα/21

Λ.Μ. Μουσούρου

Η μελέτη των οικογενειακών φαινομένων και η στη

Ο αγροτικός πληθυσμός της Ελλάδας παύει να είναι περισσότερος από τον αστεακό μόλις προς το τέλος της δεκαετίας του 1960. Τούτο σημαίνει, πρώ­ τον, ότι μέχρι και τη δεκαετία του 1960 (κατά την οποία παρατηρούνται έντο­ νες γεωγραφικές μετακινήσεις από την ύπαιθρο προς τα αστικά κέντρα της χώρας και κυρίώς την Αθήνα - αλλά και προς το εξωτερικό και κυρίως τη Δυ­ τική Ευρώπη) ο πληθυσμός της χώρας και η οργάνωση του συλλογικού βίου ήταν σε μεγάλο βαθμό αγροτικοί - παραδοσιακού και, δεύτερο, ότι από τη δε­ καετία του 1970 αναφερόμαστε σε μια κατάσταση κατά την οποία αφενός ο πληθυσμός (που παρουσίασε υψηλότατους ρυθμούς εξαστισμού) εισέρχεται στην (αργή) διαδικασία της αστικοποίησης και, αφετέρου, ο αστεακός σύγ­ χρονος τρόπος οργάνωσης του συλλογικού βίου διαχέεται από την πόλη στο χωριό, με αποτέλεσμα να εισέλθει στη διαδικασία αστικοποίησης και ο αγρο­ τικός πληθυσμός. δεύτερη αυτή επίπτωση σημαίνει ότι, από τη δεκαετία του 1970 και μετά, η αγροτική οικογένεια δεν είναι πλέον όσο «παραδοσιακή» ήταν, για τον πρόσθετο λόγο ότι η αγροτική κοι­ νότητα μέσα στην οποία διαμορφώθηκε και εξε­ λίχθηκε υφίσταται τους κλυδωνισμούς, τη συρρί­ κνωση και συχνά την κατάρρευση που επιφέρει η εγκατάλειψή της.

Η

Η αγροτική, λοιπόν, οικογένεια έτσι όπως λει­ τουργεί έως τη δεκαετία του 1960 και έτσι όπως διαφοροποιείται μετά από αυτήν αποτελεί ένα καίριο αντικείμενο μελέτης. Ένα δεύτερο αντι­ κείμενο είναι η αστεακή οικογένεια. Και εδώ υ­ πεισέρχεται το ζήτημα της αστικοποίησης - δη­ λαδή της ουσιαστικής μετατροπής ενός αγροτι­ κού πληθυσμού που μετοίκησε στην πόλη (: εξα-


22/αφιερωμα στισμός) σε αστεακό. Επιπλέον, τον ελληνικό χώρο χαρακτηρίζουν φαινόμενα που αφορούν την οικογένεια όπως ι\ προίκα, η μείωση της γεν­ νητικότητας, οι εκτρώσεις αλλά και η μετανά­ στευση - φαινόμενα που είναι φυσικό να προ­ σελκύουν το ενδιαφέρον των μελετητών. Με δεδομένη την ποικιλία του πλαισίου (:αγροτικό - αστεακό) αλλά και των επίμαχων ζητημά­ των, είναι φυσικό αλλά και ιδιαιτέρως σημαντικό ότι με τα οικογενειακά φαινόμενα ασχολήθηκαν μελετητές διαφόρων κλάδων: κοινωνικοί ανθρωπολόγοι, ψυχολόγοι, δημογράφοι, νομικοί και, βέβαια, κοινωνιολόγοι. Αυτή η δυνατότητα διεπιστημονικής αντιμετώπισης της οικογένειας αποτελεί ένα σοβαρότατο πλεονέκτημα για την ουσιαστική της μελέτη και θα έπρεπε ασφαλώς να ενισχυθεί: οι επιστήμες του ανθρώπου τείνουν

σήμερα, ύστερα από μια μακρά περίοδο έμφασης στην εξειδίκευση και αυτόνομης εξέλιξης, να συ­ νενώσουν τις διαφορετικές τους προσεγγίσεις, να συνδυάσουν τα επιμέρους ενδιαφέροντά τους και να επωφεληθούν των ιδιαιτέρων μεθοδολογικών εργαλείων που η καθεμιά τους διαθέτει. Στη σύντομη αυτή εργασία, προσπαθούμε να συνοψίσουμε τα ζητήματα και τις προσεγγίσεις δίνοντας μια κατ’ αρχήν εικόνα του πεδίου της κοινωνιολογίας της οικογένειας στην Ελλάδα και των στοιχείων που, χωρίς να είναι αποτέλε­ σμα κοινωνιολογικής μελέτης, δεν είναι δυνατόν να αγνοούνται στα πλαίσια της μελέτης αυτής.

α. Δεν θα μπορούσε κανείς να αγνοήσει ή να αρνηθεί τη συμβολή των ξένων κοινωνικών άν­ θρωπολόγων στη μελέτη της αγροτικής οικογέ­ νειας. Η συμβολή αυτή επηρέασε σημαντικά τη

θεματική αλλά και την προβληματική της κοινω­ νικής ανθρωπολογίας στην Ελλάδα και άνοιξε το δρόμο τόσο για την ανάπτυξη της επιστήμης αυ­ τής στον τόπο μας όσο και για την κατανόηση φαινομένων και διαδικασιών του παραδοσιακού τρόπου οργάνωσης του ιδιωτικού βίου στην Ελλάδα. Έτσι, στη δεκαετία του 1960, η δουλειά τού Μαντράς στην Ήπειρο (1961), το θαυμάσιο κεί­ μενο του Σάντερς για την αγροτική Ελλάδα (1962), το πολύ γνωστό και με ευρύτατη επιρροή βιβλίο του Κάμπελ για τους Σαρακατσάνους (1964), η προσεκτική δουλειά της Φρηντλ για τη Βοιωτία και συγκεκριμένα τα Βασιλικά (1962, 1963 και 1967), έφεραν στο προσκήνιο τις οικογειακές συμπεριφορές, πρακτικές και αντιλήψεις για τους ρόλους και την εν γένει δομή της οικογε­ νειακής και της συγγενικής ομάδας, για τις γα­ μήλιες στρατηγικές, την προίκα. Η δεκαετία του 1960 δεν είναι τόσο πλούσια ξεχωρίζουν όμως η δουλειά της Κέννα για τις Κυ­ κλάδες (1971), με την αξιόλογη ανάλυση του πλέγματος ονοματοθεσία - μεταβίβαση περιου­ σίας (με προικοδότηση ή κληρονομιά)· η ενδια­ φέρουσα εργασία του Πεσού για τα δίκτυα γαμή­ λιων ανταλλαγών (1972) - ανταλλαγών που βέ­ βαια συνδέονται με τις μετακινήσεις εντός (μι­ κρών) περιοχών και τις εξηγούν: πρόκειται εδώ για εργασία στον χώρο της ανθρωπογεωγραφίας περισσότερο παρά της ανθρωπολογίας· η πολύ γνωστή δουλειά της Ντυ Μπουλαί για ένα χωριό της Εύβοιας (1974). Κατά τη δεκαετία του 1980, δημοσιεύονται από ξένους μελετητές ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα για την κοινωνιολογία της οικογένειας κείμενα όπως αυτό του Χέρτζφελντ για τη διαφοροποίηση της σχετικής με την προίκα ορολογίας σαν συνέπεια τοπικών ιδιομορφιών αλλά και της τοπικής εξέ­ λιξης του περιεχομένου της προικοδότησης (1980) και, του ιδίου, ένα πραγματικά ενδιαφέρον κείμενο για τη λειτουργικότητα του βαπτιστικού ονόματος και του παρατσουκλιού (1982)· η εργα­ σία της Σωλνιέ στα Ανώγεια της Κρήτης και η ε­ πισήμανση των επιπτώσεων του εκσυγχρονισμού στη γυναικεία απασχόληση και την αυτονόμηση του συζυγικού ζεύγους (1981)· το μεταφρασμένο και ελληνικά βιβλίο της Αντμάν «Βία και πονη­ ριά» (1983) με έμφαση στην οικονομικά εξαρτη­ μένη θέση της γυναίκας· το κείμενο της Χίρσον για την οικογένεια των Μικρασιατών προσφύγων (1985)· η συλλογή άρθρων που δημοσίευσε η Ντούμπις (1986) για την κατανομή εξουσίας - δύ­ ναμης ανάμεσα στα φύλα. Είναι προφανής κατά τη δεκαετία αυτή ο προσανατολισμός πολλών ξένων μελετητών σε ζητήματα που κατέστησε «ε­ πίκαιρα» η προβληματική του γυναικείου κι­ νήματος. β. Δημοσιεύσεις Ελλήνων κοινωνικών ανθρω-


αφιερωμα/23 πολόγων για τα οικογενειακά φαινόμενα εμφανί­ ζονται κυρίως από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Αυτές θα μπορούσαμε να τις κατατάξουμε σε τρεις κατηγορίες: εκείνες που αναφέρονται στη μελέτη της αγροτικής οικογένειας και των σχετικών με αυτήν φαινομένων - όπως είναι τα κείμενα του Αλεξάκη (1980 και 1984), της Σκουτέρη - Διδασκάλου (1984), της Κουρούκλη (1984). Η δεύτερη κατηγορία δημοσιεύσεων περιλαμβά­ νει κείμενα που δεν αφορούν τη μελέτη της αγρο­ τικής οικογένειας αλλά της προσφυγικής και της αστεακής - όπως είναι η έρευνα της Μαδιανού (1985) που μελέτησε, με αφετηρία την οικογένεια, τη χρήση χασίς σε μια προσφυγική κοινότητα της Αθήνας με παράδοση στη χρήση αυτήν. Τέ­ λος, η τρίτη κατηγορία δημοσιευμάτων Ελλήνων

και η ψυχολογία, αλλά και η νομική επιστήμη που ασχολήθηκαν με τα οικογενειακά φαινόμενα στην Ελλάδα κατά τρόπο που να ενδιαφέρει την κοινωνιολογία της οικογένειας. Έτσι, από τα κείμενα των ψυχολόγων θα αναφέραμε εκείνα: του Βασιλείου (1966) με εμπειρικά στοιχεία ως προς τη δομή της οικογένειας, τα οποία επιτρέ­ πουν κάποιες συγκρίσεις τής (τόσο ενδιαφέρου­ σας, όπως επισημάναμε) εποχής εκείνης με τη σύγχρονη· της Ποταμιάνου (1978)· την εξαιρετι­ κά σημαντική δουλειά της Νίλσεν (1980) για την απεικόνιση της οικογένειας και ιδιαίτερα των οι­ κογενειακών ρόλων στα Αναγνωστικά του Δημο­ τικού· η ενδιαφέρουσα ιστορική (: με χρησιμο­ ποίηση των παλαιότερων ανθρωπολογικών μελε­ τών) και εμπειρική δουλειά της Δουμάνη (1983)·

κοινωνικών ανθρωπολόγων περιλαμβάνει μια σειρά από κείμενα που συνοψίζουν τις ανθρωπολογικές έρευνες για την οικογένεια (ή και για την οικογένεια) στην Ελλάδα. Τέτοια δημοσιεύματα είναι: της Κουρούκλη (1978), της Τεάζη - Αντωνακοπούλου (1987), της Μαράτου - Αλιπράντη (1987), της Καυταντζόγλου (1988). Ένα από τα προβλήματα που επισημαίνονται τόσο ως προς την ανθρωπολογική όσο και ως προς την κοινωνιολογική μελέτη της οικογένειας (και, ιδιαίτερα, την ιστορική μελέτη της) είναι η σύγχυση μεταξύ οικογένειας και νοικοκυριού που χαρακτηρίζει τα βασισμένα σε αρχειακό υλι­ κό στοιχεία (Καβουνίδη, 1984), αλλά και τα στα­ τιστικά (απογραφικά) στοιχεία στη χώρα μας.

το κείμενο της Κατάκη (1984) για τις οικογενεια­ κές σχέσεις και την κρίση της ελληνικής οικογέ­ νειας· και, τέλος, τα κείμενα που δημοσιεύουν οι Δοξιάδη -Τ ρ ιπ και Ζαχαροπούλου (1985) για τον έφηβο και την οικογένεια. Την κοινωνιολογία της οικογένειας ενδιαφέρει ιδιαίτερα η συμβολή της νομικής επιστήμης και κυρίως της κοινωνιολογίας του δικαίου στα θέ­ ματα που μελετά. Για παράδειγμα, το βιβλίο της Σκορίνη - Παπαρρηγοπούλου για το διαζύγιο (1971) αποτέλεσε (και αποτελεί - παρά την αλ­ λαγή της νομοθεσίας) θεμελιώδες κείμενο για την κατανόηση του κοινωνικού αυτού ζητήματος. Ε­ πίσης σημαντικά και ενδιαφέροντα είναι: το κεί­ μενο της Μόσχου - Σακορράφου (1975)· η εξαιρε­ τική εργασία της Ανδρουλιδάκη - Δημητριάδη (1977) ως προς τη νομική προσέγγιση της δομής της οικογένειας που οι κοινωνιολόγοι αποκαλούν «συμμετρική» και οι νομικοί οικογένεια των ισο­

Εκτός από την κοινωνική ανθρωπολογία, είναι


24/αφιερωμα τίμων συζύγων· το κείμενο του Παπαντωνίου για την απαραίτητη σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1974 αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου (1980)· που Παπαχρίστου (1975 και 1983)· της Κουκούλη - Σπηλιωτοπούλου για το ζήτημα της γονικής μέριμνας (1983) και, άρα, των σχέσεων γονέων και παιδιών· της Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη για την εξωοικιακή αποσχόληση της γυναί­ κας (1983)· οι εμπειρικές δουλειές του Καρακατσάνη για τον πολιτικό γάμο (1984) και το συναι­ νετικό διαζύγιο (1987) στη Θράκη· το πολύ ενδια­ φέρον κείμενο της Σταμπέλου για τον τρόπο α­ ντιμετώπισης της ελεύθερης ένωσης από το ελλη­ νικό αστικό δίκαιο (1989).

Τα ζητήματα που απασχόλησαν τους κοινω­ νιολόγους και τους κοινωνικούς επιστήμονες στην Ελλάδα και ο τρόπος με τον οποίο τους α­ πασχόλησαν προσδιορίστηκαν από δύο παρά­ γοντες: (α) την ανάπτυξη της κοινωνιολογίας της οικογένειας στις σύγχρονες (δυτικές) κοινω­ νίες, με τα χαρακτηριστικά που αποδώσαμε στην ανάπτυξη αυτή στο προηγούμενο άρθρο του αφιερώματος αυτού και (β) τις ιδιομορφίες των οικογενειακών φαινομένων στον ελληνικό χώρο και τα συνδεδεμένα με την οικογένεια προβλήμα­ τα μεταπολεμικά. Είναι ενδιαφέρον το ότι δεν είναι πολλά τα κοι­ νωνιολογικά κείμενα που πραγματεύονται την οι­ κογένεια είτε ως θεσμό (Βέλτσος, 1979) είτε ως τρόπο οργάνωσης του ιδιωτικού βίου (Μουσούρου, 1989). Σπανίζουν, ακόμη, οι εργασίες που α­ ποβλέπουν στον προσδιορισμό των ιδιομορφιών που αναφέραμε - και άρα στον προσδιορισμό της «ελληνικότητας» της ελληνικής οικογένειας (Μουσούρου, 1984). Η αγροτική οικογένεια δεν έχει ιδιαιτέρως α­ πασχολήσει τους Έλληνες κοινωνιολόγους. Α­ ποτελούν, έτσι, εξαίρεση μελέτες όπως αυτή του Ψυχογιού για την οικογένεια και την οικονομία στην αγροτική Ελλάδα του 19ου αιώνα (1987) — μελέτη που είναι θεμελιώδης για την κατανόηση τόσο της δομής της αγροτικής οικογένειας, των παραδοσιακών λειτουργιών της, των στρατηγι­ κών που ακολουθεί, των θεσμών που την αφο­ ρούν όσο και της εξέλιξης του πλέγματος αυτού σε συνάρτηση προς την εξέλιξη της αγροτικής οι­ κονομίας. Ενδιαφέρουσα είναι επίσης η παλαιότερη δουλειά του Καραποστόλη (1979α και β). Ένα από τα ζητήματα που μελετά ο Ψυχογιός είναι αυτό της προίκας. Με το ζήτημα αυτό έχουν ασχοληθεί, ήδη από τη δεκαετία του 1960, η Λαμπίρη - Δημάκη (1966 και 1972) όπως και η Τεπέρογλου (1968). Στο τέλος της δεκαετίας του 1970, και με την προοπτική της επικείμενης τότε κατάργησής της (ως νομικού θεσμού), η δημο-

γράφος Συμεωνίδου - Αλατοπούλου δημοσιεύει μια ανάλυση των επίσημων στοιχείων μεταπολε­ μικά και ώς τα μέσα της δεκαετίας αυτής. Το πρόβλημα της υπογεννητικότητας έχει α­ πασχολήσει κυρίως τους δημογράφους, ήδη, από τη δεκαετία του 1960 κατά την οποία η εξωτερική μετανάστευση επιδεινώνει τις δημογραφικές προοπτικές της χώρας. Τις δυσμενείς αυτές προοπτικές επισημαίνει ο Βαλαώρας (1965) και με το ζήτημα της γεννητικότητας θα ασχοληθούν κατάτην επόμενη δεκαετία ο Παπαδάκης (1979), η Συμεωνίδου - Αλατοπούλου (1979), ο Βολουδάκης (1980). Την ίδια εποχή, ο Βαλαώρας συνδέει σ’ ένα άρθρο του την υπογεννητικότητα με το κοινωνικό πρόβλημα των εκτρώσεων (1979). Με το πρόβλημα αυτό ασχολούνται από την κοινω­ νιολογική σκοπιά οι Πρεσβέλου και Τεπέρογλου (1976) - ενώ γιατροί διενεργούν και δημοσιεύουν την περισσότερο τεκμηριωμένη (μέχρι στιγμής) έρευνα σχετικά με το ζήτημα αυτό (Καδάς κ.ά., 19"’8). Είναι αξιοσημείωτο ότι οι επιπτώσεις της αστι­ κοποίησης στην οικογένεια έχουν ελάχιστα απα­ σχολήσει (Νίνα-Παζαρζή, 1979-80) - αν και το εμπειρικό υλικό πάνω στο οποίο στηρίχθηκαν οι περισσότερες κοινωνιολογικές εργασίες την οι­ κογένεια αυτήν αφορά. Επίσης, παρά την προβο­ λή του ζητήματος της υπογεννητικότητας και της συνακόλουθης συρρίκνωσης της συζυγικής οικογένειας, η θέση του παιδιού στην αστεακή οι­ κογένεια και οι στάσεις της ως προς αυτό έχουν πολύ λίγο μελετηθεί. Η έρευνα της Μουσούρου (1985α) ακριβώς αυτές τις στάσεις και αυτή τη θέση αφορά. Με το παιδί έχουν επίσης ασχοληθεί η Ζάρναρη (1979) και η Μαρούλη (Αγάθωνος), η οποία δημοσιεύει στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον κείμενο για το σύν­ δρομο του κακοποιημένου παιδιού (1977) - η πρώτη σχετική μελέτη που δημοσιεύεται στην χώρα μας. Η σχέση μεταξύ του κύκλου ζωής και της δο­ μής της οικογένειας αφενός και της γυναικείας απασχόλησης αφετέρου έχει μελετηθεί παλαιότερα από τη Σαφιλίου (1972) και πιο πρόσφατα από την Καβουνίδη (1985), τη Μουσούρου (1985β), τη Συμεωνίδου (1989). Οι πρόσφατες εργασίες, που ως επί το πλείστον στηρίζονται σε πρωτογενές (εμπειρικό) υλικό, δίδουν πολύτιμα στοιχεία με­ ταξύ άλλων και για τη διαδικασία εκσυγχρονι­ σμού της (αστεακής) οικογένειας σε συνάρτηση προς τη διαδικασία εκσυγχρονισμού του γυναι­ κείου ρόλου. Σχετική με τη διαδικασία εκσυγ­ χρονισμού και τις επιπτώσεις της στις πολιτιστι­ κές δραστηριότητες της ελληνικής οικογένειας είναι και η εργασία των Γκιζέλη κ.ά. (1984). Η εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνιολογίας της


αφιερωμα/25 οικογένειας και η ανάπτυξη της κοινωνιολογίας αυτής στην Ελλάδα συνδέονται αφενός με την υ­ πέρβαση θεωρητικών και μεθοδολογικών αδυνα­ μιών (που επισημάναμε στο προηγούμενο άρθρο) και, αφετέρου, με την αποτελεσματικότητα πα­ ρέμβασης στα οικογενειακά φαινόμενα με στόχο την αντιμετώπιση αλλά και την πρόληψη κοινω­ νικών όσο και ατομικών προβλημάτων. Η διακη­ ρυσσόμενη από όλους προστασία της οικογέ­ νειας είναι βέβαια πρόθεση ευγενής, αλλά κινδυ­ νεύει να παραμένει λόγος κενός στο μέτρο που δεν λαμβάνεται υπόψη η ρευστότητα των υπό προστασία σχημάτων (Μουσούρου, 1989) αλλά και ζητήματα άμεσα συνδεδεμένα με την οικογέ­ νεια. Και δεν αναφέρομαι εδώ στα κλασικά προ­ βλήματα που συνδέονται με την «κρίση» της οι­ κογένειας (διαζύγια κ.λπ.) αλλά σε ζητήματα που απασχολούν την πολιτεία, την κοινή γνώμη και τα άτομα και που δεν φαίνεται να επιλύονται ικανοποιητικά, καθώς αντιμετωπίζονται αυτοτελώς ενώ συνιστούν και οικογενειακά προβλήμα­ τα. Για παράδειγμα: η αντιμετώπιση του ογκούμενου προβλήματος των ναρκωτικών έχει ελάχι­ στα αντιμετωπισθεί ως πρόβλημα της οικογέ­ νειας, την οποία επηρεάζει και της οποίας ο ρό­ λος στην καταπολέμησή τους είναι καίριος· η α­ ντιμετώπιση των ιδιομορφιών της μεταναστευτικής οικογένειας όχι μόνον κατά τη μετανάστευ­ ση αλλά και μετά την παλιννόστηση (Αμηρά και Μαράτου - Αλιπράντη, 1988· Μουσούρου, υπό έκδοση) δεν έχει ιδιαιτέρως απασχολήσει για τη χάραξη της ευρύτερης μεταναστευτικής πολιτι­

κής· η αντιμετώπιση του προβλήματος των ατό­ μων με ειδικές ανάγκες παραγνωρίζει την αλλη­ λεπίδραση προβλήματος-οικογένειας αλλά και το γεγονός ότι η οικογένεια είναι βασικός συντε­ λεστής της όποιας (επιτυχούς) κάλυψης των α­ ναγκών αυτών η αντιμετώπιση των κοινωνικών, ηθικών αλλά και πρακτικών προβλημάτων που δημιουργούνται με την τεχνητή και κυρίως την εξωσωματική γονιμοποίηση (προβλημάτων που έ­ χουν απασχολήσει τους γυναικολόγους: Δανέζης, 1986, αλλά και τους νομικούς: Ανδρουλιδάκη - Δημητριάδη, 1986) είναι ζήτημα που συνδέε­ ται με την οικογένεια και τους γονεϊκούς ρόλους έτσι όπως μέχρι τώρα τους γνωρίσαμε (Μουσού­ ρου, 1989)· η αντιμετώπιση της ανεργίας δεν είναι απλώς υπόθεση επιδότησης και δημιουργίας προϋποθέσεων αύξησης των θέσεων εργασίας και απόκτησης ατομικών ικανοτήτων για την κάλυψή τους - είναι και ζήτημα καίριο για την οικογένεια και τη δομή της, για τη διαχείριση των οικογειακών πόρων και τη δυναμική των οι­ κογενειακών σχέσεων. Ταυτόχρονα, λοιπόν, με τη μελέτη της διαδικασίας εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικογένειας και των επιπτώσεων της διαδικασίας αυτής σε παραδοσιακούς θεσμούς, αξίες και συμπεριφορές, είναι απαραίτητη η συμ­ βολή της ελληνικής κοινωνιολογίας της οικογέ­ νειας στην πολύπλοκη και πολυσήμαντη οικογε­ νειακή πολιτική, με την οποία άμεσα ή έμμεσα συνδέονται τα χαρακτηριστικά αλλά και οι προοπτικές της οργάνωσης τόσο του συλλογικού όσο και του ιδιωτικού μας βίου.

ΑΙΑΒΑΖΩ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

. Παρακαταθήκη τω ν π α λ α ιώ ν τ ε υ χ ώ ν ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ «Σ Ο Λ Ω Ν» ΣΟΛΩΝΟΣ 116 - ΑΘΗΝΑ 106 81 - ΤΗΛ.: 36.27.539, FAX: 36.28.938


26/αφιέρωμα

a ---- 5/'“

Γεπέρθγλθυ

ρο<5$ιορισμός

ν ρόλων

ίΛ στ$ρ&ελλην,}κ αστική οικογένειό? Η χρονική περίοδος που διανύουμε είναι, ίσως, από τις οριακές του 20ού αιώνα. Γιατίείναι η αρχή μιας νέας δεκαετίας αλλά, ταυτόχρονα, και το τέλος ενός αιώνα που «σημάδεψε» τον πλανήτη μας. s αυτά τα δεδομένα, οι κοινωνικοί επιστή­ μονες είναι αυτονόητο ότι επιδιώκουν να M μελετήσουν τις όποιες εξελίξεις με αναφορές στις προηγούμενες δεκαετίες. Οι αναφορές αυτές ε­ ντάσσονται σε μια μεγάλη θεματολογία, που α­ φορά την ποιότητα ζωής, την καταστροφή του περιβάλλοντος, τις πολιτειακές ανακατατάξεις, την πολιτισμική ανάπτυξη, τις ανθρώπινες σχέ­ σεις και πολλά άλλα. Η οικογένεια, «ο πυρήνας της κοινωνίας» ό­ πως ονομάστηκε, αποτελεί κεντρικό σημείο στις αναφορές αυτές των κοινωνικών επιστημόνων, ως ο σημαντικότερος φορέας διαμόρφωσης αν­ θρώπινων σχέσεων με επίδραση κατ’ επέκταση στις γενικότερες κοινωνικές σχέσεις. Για τον λό­ γο αυτό και ο κλάδος της Κοινωνιολογίας που α­ φορά την οικογένεια έχει σοβαρή απήχηση και α­ νάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Στην προσπάθεια ανάλυσης και ερμηνείας του σημερινού προσώ­ που της οικογένειας έντονη είναι η τάση σύγκρι­

σης με τις δεκαετίες του ’60, του ’70, του ’80. Επι­ κρατούν διάφορες απόψεις που αιτιολογούν το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας για την οικογένεια. Η Λουκία Μουσούρου στο βιβλίο της για την «Κοινωνιολογία της σύγχρονης οικο­ γένειας» (1989), εντοπίζει στην εισαγωγή της τέσ­ σερις κυρίως λόγους στους οποίους οφείλεται «η έντονη θεωρητική και ερμηνευτική δραστηριότη­ τα των τελευταίων ετών». Ο πρώτος λόγος είναι η ανησυχία και η ανα­ σφάλεια που δημιουργεί η επισήμανση της «κρί­ σης» την οποία, όπως υποστηρίζεται, περνά ο θε­ σμός της οικογένειας. Ο δεύτερος λόγος έντασης του ενδιαφέροντος για την οικογένεια αναφέρεται στους πραγματικά καινούριους δρόμους σκέ­ ψης που άνοιξε η αξιοποίηση αρχειακού υλικού από ιστορικούς και ιστορικούς δημογράφους. Η ένταση του ενδιαφέροντος για την οικογέ­ νεια οφείλεται, τρίτον, στη δράση του γυναικείου κινήματος και τη σημασία που το κίνημα αυτό α-


αφιερωμα/27 πέδωσε στην αναπαραγωγή του παραδοσιακού γυναικείου ρόλου, ως ρόλου υποτελούς και εξαρ­ τημένου, στα πλαίσια της πατριαρχικής κοινω­ νίας και οικογένειας. Ο τέταρτος λόγος πολλα­ πλασιασμού των σχετικών με την οικογένεια δη­ μοσιεύσεων είναι χρονολογικά ο πιο πρόσφατος και αναφέρεται στη διαπίστωση ότι ο όρος «οι­ κογένεια» δεν ανταποκρίνεται πραγματικά σε έ­ να αλλά σε πολλά και ποικίλα σχήματα οργάνω­ σης του ιδιωτικού βίου. Η ελληνική οικογένεια δέχθηκε πολλές επι­ δράσεις τα τελευταία χρόνια και εξακολουθεί να αναζητά την ταυτότητά της. Μια ταυτότητα που προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε δύο πό­ λους που ορίζονται από τον ονομαζόμενο παρα­ δοσιακό και το μοντέρνο, και που δέχεται πολ­ λές επιρροές από τις σύγχρονες τεχνολογικές ε­ ξελίξεις, με αποτέλεσμα ο «πυρήνας» να επανα­ προσδιορίζεται και να προσαρμόζεται. Οι επι­ πτώσεις αυτών των εξελίξεων γίνονται αισθητές στα εξής επίπεδα: - στις ενδοοικογενειακές σχέσεις (γονικές, α­ δελφικές, συγγενικές) - στις σχέσεις με το κοινωνικό σύνολο ως μονά­ δας με την επικρατούσα κοινωνική πολιτική. Το ζητούμενο στην παρουσίαση αυτή θα είναι «η δομή» της σύγχρονης οικογένειας. Δομή της οικογένειας είναι «το πλέγμα των διαπροσωπι­ κών σχέσεων και των ρόλων κατά φύλο και ηλι­ κία των μελών της» (Μουσούρου, 1989:32). Δια­ πιστώνεται ότι το μέγεθος της ελληνικής οικογέ­ νειας έχει συρρικνωθεί τα τελευταία χρόνια όπως προκύπτει από τα δημογραφικά στοιχεία (Παπαδάκης, 1979). Η πλέον αντιπροσωπευτική μορφή της είναι της πυρηνικής (σύζυγοι + παιδί/ιά) σ’ αντίθεση με τις πιο εκτεταμένες μορφές οικογέ­ νειας που επικρατούσαν σε περασμένες δεκαε­ τίες. Η μεταβολή στην κατανομή των ρόλων και των εξουσιών μέσα στην οικογένεια, έχει αρχίσει ήδη από τη δεκαετία του ’60. Από τη διαδικασία ανακατάταξης οι πιο σημαντικές αλλαγές που προέκυψαν ήταν οι εξής: - οι ρόλοι των συζύγων (άνδρα-γυναίκας) - οι σχέσεις των γονέων και των παιδιών - οι σχέσεις των νεότερων μελών της οικογέ­ νειας με τα ηλικιωμένα μέλη (τους παππούδες και τις γιαγιάδες) Αναλυτικά: Οι ρόλοι των συζύγων (άνδρα-γυναίκας) νατρέχοντας σε κοινωνιολογικές έρευνες της δεκαετίας του ’70, διαπιστώνουμε ότι τα 8/10 των γυναικών του δείγματος της έρευνας «Νεαρές οικογένειες» (Πρεσβέλου και Τεπέρογλου, 1976) συμφωνούν με τον παραδοσιακό δια­ χωρισμό των κοινωνικών ρόλων του άντρα και

Α

της γυναίκας. Οι ίδιες όμως αντιλήψεις φαίνεται ότι επικρα­ τούν και σε πιο πρόσφατες έρευνες όπως προκύ­ πτει από τη βιβλιογραφία. «Η σύζυγος- μητέρα είναι υπεύθυνη για τις δουλειές του σπιτιού όπως και για τη φροντίδα των παιδιών» (Μουσούρου, 1985:24). Τίθεται, λοιπόν, το ερώτημα: ποιοι είναι οι ρόλοι του άντρα και της γυναίκας στη σύγχρο­ νη αστεακή οικογένεια; Αναμφισβήτητα υπάρχει μια εξέλιξη στους ρόλους του άντρα και της γυ­ ναίκας μέσα στην οικογένεια. Την εξέλιξη αυτή την αποδίδουμε στην επικράτηση μιας πιο «δη­ μοκρατικής» νοοτροπίας στο θέμα των σχέσεων και της κατανομής των ρόλων. Αν υπάρχει διά­

λογος, συζήτηση και σεβασμός της γνώμης του άλλου, αναγνωρίζουμε κάποια νεοτεριστική τά­ ση στις σχέσεις των δύο συζύγων μέσα στην οι­ κογένεια. Η αλλαγή αυτή εχει περιορισμένη έ­ κταση και συχνά υφίσταται κοινωνική κριτική. Διάφοροι παράγοντες συντελούν στον καθορι­ σμό των νέων ρόλων των δύο συζύγων. Οι σημα­ ντικότεροι είναι: το επίπεδο εκπαίδευσης, η οικο­ νομική κατάσταση, η επαγγελματική απασχόλη­ ση της γυναίκας. Αν δεχτούμε ότι είναι εφικτή η επικράτηση ισό­ τιμων σχέσεων, εξακολουθούν όμως τα δύο φύλα να αισθάνονται την πίεση του κοινωνικού συνό­ λου. Μπορεί το Οικογενειακό Δίκαιο να είναι α­ πό τα πιο σύγχρονα στον κόσμο, μπορεί στην εκ­ παίδευση να παρέχονται ίσες ευκαιρίες και για τα δύο φύλα, μπορεί το 35% του ενεργού οικονο­ μικά πληθυσμού να είναι γυναίκες... Ό λα αυτά που αναφέρθηκαν δεν κατόρθωσαν να δημιουρ­ γήσουν αυτονόητους, ισότιμους ρόλους του άν­


28/αφιερωμα δρα και της γυναίκας μέσα στη σύγχρονη αστική οικογένεια. «Συγκρίνοντας τις οικιακές ασχο­ λίες ανδρών και γυναικών καταλήγουμε στο συ­ μπέρασμα ότι οι τελευταίες είναι επιφορτισμένες με πολλαπλούς ρόλους» (Γκιζέλης κ.ά., 1984: 106). Παράλληλα έχει διαπιστωθεί ότι «υπάρχει μια τάση να βοηθά ή να συμμετέχει ο πατέρας στη φροντίδα του παιδιού» (Μουσούρου, 1985: 25). Θα ήταν ίσως διακινδυνευμένο να φτάσει κα­ νείς σε κάποια τυπικά συμπεράσματα για τους ρόλους των συζύγων στη σύγχρονη αστική οικο­ γένεια. Πρέπει μόνο να τονιστεί ότι «η κατανομή ευθύνης και εργασίας ανάμεσα στο ζευγάρι τείνει προς την ισότητα περισσότερο απ’ όσο τείνουν προς αυτήν άλλα συστατικά των ρόλων των συ­ ζύγων» (Μουσούρου, 1985:25). Οι σχέσεις γονέων-παιδιών θέση του παιδιού μέσα στη σύγχρονη ελλη­ νική οικογένεια πήρε εντελώς άλλη μορφή απ’ ό,τι στο παρελθόν. Παλιά το παιδί, ήδη, από την πολύ μικρή ηλικία (9-10 χρόνων) εργαζόταν και συνεισέφερε οικονομικά. Σήμερα, όπως ανα­ φέρει ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς στο έργο του «Κράτος, Κοινωνία, Εργασία στη μεταπολεμική Ελλάδα» (1987:240) υπάρχει «η πρωτοφανής σε διεθνή κίμακα αποδοχή από την οικογένεια οποιωνδήποτε στερήσεων για τη θεωρούμενη ως αναγκαία διάθεση πόρων για τις σπουδές των παιδιών τους, με άλλα λόγια η γενικευμένη πρα­ κτική οικογενειακής εκπαιδευτικής επένδυσης». Ό πω ς διαπιστώνεται από κοινωνιολογικές έ­ ρευνες «η ελληνική κοινωνία ασχολείται πολύ με το πρόβλημα της εκπαίδευσης των παιδιών, γιατί η εκπαίδευση θεωρείται σε μεγάλο βαθμό το πιο σημαντικό μέσο για απόκτηση κοινωνικού γοή­ τρου και οικονομικής ευημερίας» (Γκιζέλης κ.ά., 1984). Η σύγχρονη επένδυση, συναισθηματική και οικονομική του Έλληνα γονιού στο παιδί, λέ­ γεται εκπαίδευση. Αυτή είναι από τις πιο σημα­ ντικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στο επίπε­ δο σχέσεων γονέων-παιδιών. Δεν είναι βέβαια η μοναδική. Γεγονός, βέβαια, είναι ότι οι σχέσεις είναι πιο φιλικές απ’ ό,τι στο παρελθόν. Οι νέοι συζητούν με τους γονείς τους και συμμετέχουν στις οικογενειακές αποφάσεις. Οι ίδιοι οι νέοι παραδέχονται ότι «στη συντριπτική τους πλειοψηφία δηλώνουν ότι έχουν καλές σχέσεις και με τους δύο γονείς... Θέματα όπως της δουλειάς, του σχολείου ή πανεπιστημίου, οικογενειακά ή οικονομικο - πολιτικά οι νέοι τα συζητούν και με τους δύο γονείς» (Γαρδίκη κ.ά., 1988). Είναι γεγονός ότι οι σχέσεις γονέων-παιδιών δεν εξαντλούνται στα θέματα που ήδη αναφέρθη­ καν. Δεν περιλαμβάνεται όμως στους σκοπούς της παρουσίασης αυτής η ανάλυση όλου του πλέγματος των σχέσεων και τα οποία είναι μόνο

Η

ενδεικτικά. Σκοπός είναι να φανεί ότι μέσα στη σύγχρονη αστική οικογένεια οι σχέσεις των γονέ­ ων και των παιδιών μπήκαν σε κάποιες νέες βά­ σεις. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί αφορά και τα δύο φύλα, τ’ αγόρια και τα κορίτσια. «Έ ­ να δείγμα νεωτερικότητας είναι ότι αντιμετωπί­ ζουν και τα δύο φύλα με τον ίδιο τρόπο» (Γκιζέλης κ.ά., 1984). Οι σχέσεις των νεότερων μελών της οικογένειας με τα ηλικιωμένα μέλη (παππούδες-γιαγιάδες) ια άλλη ενδοοικογενειακή σχέση που άλ­ λαξε τα τελευταία χρόνια, είναι εκείνη με την τρίτη ηλικία. Σύμφωνα με «τα ευρήματα έ­ ρευνας η συζυγική, ως προς την (εξωτερική) μορ­ φή της, οικογένεια είναι πολύ συχνά εκτεταμένη ως προς την (εσωτερική) δομή της: τουλάχιστον 1 στις 3 συζυγικές οικογένειες χαρακτηρίζεται α­ πό την καθημερινή παρουσία, τη συμπαράσταση αλλά και την ανάμιξη των γονέων-πεθερικών των συζύγων στη ζωή της» (Μουσούρου, 1985:24). Έ ­ τσι παρατηρούμε ότι ενώ δεν υπάρχει η παλαιά μορφή της εκτεταμένης οικογένειας με τη συγκε­ κριμένη κατανομή εξουσιών, οι σχέσεις εξάρτη­ σης ισχύουν με διαφορετική μορφή. Αποτελεί αναμφισβήτητο γεγονός ότι το ηλι­ κιωμένο άτομο δεν «κατέχει πλέον τον αδιαφιλο­ νίκητο ρόλο που είχε στο παρελθόν» (Τεπέρογλου, 1984). Η προσφορά του στην οικογένεια των παιδιών του έχει νέα μορφή. Η διαμόρφωση των ρόλων συνδέεται με τον τρόπο διαχείρισης των οικονομικών. «Η διάδοση της συνταξιοδότησης και της κοινωνικής πρόνοιας προς το ηλι­ κιωμένο άτομο αποτελεί τη βάση για τη διερεύνηση της νέας μορφής σχέσεων μέσα στην οικογέ­ νεια. Το ηλικιωμένο άτομο δεν χάνει πλέον την οικονομική του αυτοτέλεια όταν προικίσει ή μοι­ ράσει την περιουσία» (Τεπέρογλου, υπό έκδοση). Η σύνταξη που αποτελεί συνήθως την κύρια πηγή εισοδήματος των ηλικιωμένων δίνει τη δυνατότη­ τα ανεξαρτητοποίησης στους κατόχους της (Αμηρά κ.ά., 1986). Ό ταν η σύνταξη επαρκεί, τότε το ίδιο το ηλικιωμένο άτομο παραμένει στο «νοι­ κοκυριό του» και πολλές φορές βοηθάει σημαντι­ κά, αναλαμβάνοντας κάποια τρέχοντα έξοδα της οικογένειας των παιδιών του (ένδυση, εκπαί­ δευση εγγονιών κ.λπ.). Ό ταν η σύνταξη δεν ε­ παρκεί, συχνά συγκατοικεί με την οικογένεια των παιδιών του αλλά και τότε έχει μια οικονομι­ κή αυτάρκεια. Εκτός όμως από τις βασικές αλλαγές που έ­ χουν παρατηρηθεί σε οικονομικό επίπεδο, υπάρ­ χουν πολλές άλλες που αφορούν το συναισθημα­ τικό επίπεδο. Η κατάργηση της κοινής στέγης στέρησε από τα ηλικιωμένα άτομα την «παρέα»

Μ


αφιερωμα/29 των νεοτέρων. Έτσι αισθάνονται απομονωμένοι, ανασφαλείς και παρουσιάζουν διάφορα ψυχολο­ γικά προβλήματα. Ό ταν βέβαια το ηλικιωμένο άτομο δεν είναι αυτοεξυπηρετούμενο, τα προ­ βλήματα είναι πολλαπλά. Σοβαρή επίδραση στην αστική οικογένεια έχει το μη αυτοεξυπηρε­ τούμενο. Γεγονός είναι ότι εκείνο που χαρακτηρίζει τις σύγχρονες προηγμένες κοινωνίες είναι το ότι ο­ λοένα και περισσότερο τίθεται υπό αμφισβήτηση η έννοια της «αυθεντίας» που ήταν ταυτισμένη με τη μεγάλη ηλικία, ενώ αντίθετα έχει σημειωθεί μεγάλη στροφή προς τους νέους οι οποίοι τείνουν να αποτελέσουν αποκλειστικά το επίκεντρο της προσοχής και του ενδιαφέροντος της κοινωνίας. Αναφέρθηκε στην αρχή αυτής της εργασίας ότι η οικογένεια ζητάει την ταυτότητά της. Απ’ όλα ό­ μως τα μέλη της, τα ηλικιωμένα άτομα είναι στην πιο δύσκολη αναζήτηση. Έχοντας ζήσει σε άλλες εποχές και μακριά από τις τεχνόοικονομικές ανακατατάξεις και επιδράσεις, έ­ χοντας γαλουχηθεί με διαφορετικές αξίες, επιχει­ ρούν μια αναπροσαρμογή του ρόλου τους1 μέσα στην οικογένεια.

νική οικογένεια δεν έχει μελετηθεί τόσο, όσο η α­ γροτική (Δαμιανάκος, 1978). Στο σημείο αυτό πρέπει βέβαια να αναφερθεί η διαπίστωση ότι «οι οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές που συντελέστηκαν μεταπολεμικά στη χώρα μας, το πλησίασμα του χωριού προς την πόλη, ο εκχρηματισμός της οικονομίας, ο εκσυγχρονισμός των μεθόδων καλλιέργειας καθώς και ο έντονος ρυθ­ μός αστικοποίησης των κατοίκων της υπαίθρου, είχαν αποτέλεσμα το μετασχηματισμό ορισμέ­ νων δομικών χαρακτηριστικών της αγροτικής οικογένειας» (Μαράτου, 1987:104). Αυτό σημαί­ νει ότι οι επιδράσεις της αστεακής μορφής οικο­ γένειας στην αγροτική είναι καθοριστικές. Το μοντέλο της αστεακής μορφής τείνει πλέον να κυριαρχήσει στον ελληνικό χώρο. Οι έρευνες για την οικογένεια από επιστημονικούς φορείς και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (βλ. ΠΑΣΠΕ, ΕΚΚΕ κ.ά.), επιβάλλεται υπό το πρίσμα των εξελίξεων να διεξάγονται σε βάση διεπιστη­ μονικής συνεργασίας και ανταλλαγής. Η μεθόδευση αυτή θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις που θα οδηγήσουν στην καλύτερη μελέτη των θε­ μάτων που σχετίζονται με την οικογένεια.

Επίλογος μελέτη των θεμάτων σχετικά με την οικογέ­ προσελκύει, όπως ήδη αναφέρθηκε, το Η νεια ιδιαίτερο ενδιαφέρον των επιστημόνων. Από τη βιβλιογραφία διαπιστώνεται ότι η αστεακή ελλη­

Ση μειώσεις I. «Ρόλος είναι η συμπεριφορά που αναμένεται από τον κάτοχο μιας θέσης», Δ.Γ. Τσαούσης, Χρηστικό Λεξικό Κοινωνιολογίας, Αθήνα, Gutenberg, 1984.


30/αφιερωμα

Θ.Κ. Π απαχρίστος

Η οικογένεια είναι θεσμός στον οποίο διαπλέκονται η βιολογία, η κοινωνι­ κή ηθική, το δ ίκ α ιο Η υπαγωγή των οικογενειακών σχέσεων σε κανόνες, τόσο νομικούς όσο και μη νομικούς, συνυφαίνεται με τη διαμόρφωση δύο συ­ ναφών επιστημονικών κλάδων, της Κοινωνιολογίας της Οικογένειας και της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου. Η Κοινωνιολογία της Οικογέ­ νειας εξετάζει την οικογένεια ως κοινωνικό θεσμό - ως «καθολικό κοινωνικό φαινόμενο» (Μισέλ 1981:11) - , εστιάζοντας το ενδιαφέρον της κυρίως στους μη νομικούς κανόνες και στα συνδεδεμένα με αυτούς πρότυπα συμπε­ ριφοράς. ντίθετα, η Κοινωνιολογία τον Οικογενεια­ κού Δικαίου εγκύπτει στην κοινωνιολογική Α διάσταση των νομικών κανόνων, που διέπουν τις οικογενειακές σχέσεις. Η προσοχή της συγκε­ ντρώνεται στον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνο­ νται οι κανόνες αυτοί, στη σχέση τους με τις οι­ κονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές συνθή­ κες, στη φανερή ή λανθάνουσα σύγκρουση με τους κανόνες ηθών, στη δυνατότητά τους να επη-„ ρεάσουν την ποιότητα και τη λειτουργία των οι­ κογενειακών σχέσεων, στην αποτελεσματικότητά τους.

Οι ερευνητικοί στόχοι της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου συνδέονται άρρηκτα με

το νομοθετικό πλαίσιο των οικογενειακών σχέ­ σεων. Η εξέλιξη, λοιπόν, της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου χαρακτηρίζεται από αέ­ ναη κινητικότητα, όσον αφορά τον ερευνητικό της ορίζοντα. Σε μια πρώτη φάση, η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου ενδιαφέρεται βα­ σικά για την κριτική προσέγγιση των νομικών κανόνων, ώστε, απαλλαγμένη από τις δεσμεύ­ σεις του νομικού δογματισμού, να αποκαλύψει τη βαθύτερη ουσία τους. Αργότερα, όταν οι μετα­ βολές στην οικονομική και κοινωνική πραγματι­ κότητα διαμόρφωσαν νέες συνθήκες για τη δομή και λειτουργία των οικογενειακών σχέσεων, η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δίκαιου επι­ κέντρωσε την προσοχή της στην ανακολουθία των νομικών κανόνων προς τις αντικειμενικές συνθήκες οικογενειακής ζωής και, σε κάποιο


αφιερωμα/31 τουλάχιστο βαθμό, προς τις επικρατούσες αντι­ λήψεις σχετικά με την οικογενειακή συμπεριφο­ ρά. Ό ταν το αίτημα για ριζική μεταμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου ωρίμασε, η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου θέλησε να συμβάλει στη νομοθετική προσπάθεια, διερευνώντας την κοινωνική πρακτική, έτσι που οι νέες νομο­ θετικές ρυθμίσεις να ανταποκρίνονται στις προσ­ δοκίες των κοινωνών. Μετά την ολοκλήρωση των νομοθετικών αυτών μεταβολών, που άλλα­ ξαν άρδην τη φυσιογνωμία του Οικογενειακού Δικαίου στις περισσότερες χώρες, η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου προσανατολίστη­ κε προς την εμπειρική διαπίστωση της αποτελεσματικότητας των καινούριων νομικών κανόΤέλος, η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δι­ καίου στρέφει σήμερα το ερευνητικό της ενδιαφέ­ ρον προς τις επιπτώσεις, που η αλματώδης ανά­ πτυξη της γενετικής τεχνολογίας συνεπάγεται για τις οικογενειακές σχέσεις και τη νομική τους ρύθμιση και, ακόμη, προβληματίζεται σχετικά με το ρόλο του Κράτους στη ρύθμιση της οικογε­ νειακής ζωής.

Η πραγμάτωση των ερευνητικών στόχων της Κοινωνιολογίας του Δικαίου προϋποθέτει την ύ­ παρξη επαρκούς θεωρητικού πλαισίου, που καθι­ στά εφικτή την επιστημονική προσέγγιση της ε­ μπειρικής πραγματικότητας. Στα βασικά θεωρη­ τικά προβλήματα, που απασχολούν την Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου και που προσδιορίζουν τις εμπειρικές της έρευνες, ανή­ κουν η σχέση των κανόνων του Οικογενειακού Δικαίου με τους κανόνες των οικογενειακών η­ θών και τα συναφή ζητήματα της «πολιτιστικής υστέρησης» ή, αντίθετα, της «πολιτιστικής επα­ γωγής», ο κανονιστικός και, μερικές τουλάχιστο φορές, νομικός πλουραλισμός, που χαρακτηρίζει

τη ρύθμιση των οικογενειακών σχέσεων, η παι­ δαγωγική λειτουργία του νόμου, η γνώση και η αποτελεσματικότητα των κανόνων του Οικογε­ νειακού Δικαίου. Ο θεωρητικός αυτός προβληματισμός συνέχε­ ται με την εμπειρική έρευνα. Με την προσφυγή στις κατάλληλες εμπειρικές μεθόδους και τεχνι­ κές, η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου ανιχνεύει την κοινωνική πραγματικότητα των οι­ κογενειακών σχέσεων, επιδιώκοντας να διαπι­ στώσει τη διαπλοκή τους με το Οικογενειακό Δί­ καιο. Τα πορίσματα των εμπειρικών αυτών ερευ­ νών, κατάλληλα ερμηνευμένα σε συνδυασμό με το θεωρητικό πλαίσιο της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου, μπορεί να αποβούν εξαι­ ρετικά χρήσιμα. Η χρησιμότητα της Κοινωνιολογίας του Οικο­ γενειακού Δικαίου αφορά, κατά πρώτο λόγο, τη θέση των σχετικών νομικών κανόνων, που ρυθμί­ ζουν τις οικογενειακές σχέσεις. Πολλές νομοθε­ τικές μεταβολές στο Οικογενειακό Δίκαιο, που έγιναν σε διάφορες χώρες, βασίστηκαν σε προη­ γούμενες κοινωνιολογικές έρευνες. Η αξιοποίη­ ση των πορισμάτων αυτών των ερευνών οδήγησε σε νομοθετικές λύσεις προσαρμοσμένες, περισ­ σότερο ή λιγότερο, στη συγκεκριμένη κάθε φορά κοινωνική πραγματικότητα.2 Η συμβολή της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου στο νομοθετικό έργο συνδέεται επίσης και με την προσπάθεια «παρακολούθησης» των νέων νομι­ κών διατάξεων, έτσι ώστε να καταγράφονται οι επιπτώσεις τους στην κοινωνική ζωή και να ανιχνεύονται έγκαιρα οι ενδεχόμενες παρενέργειές τους.3 Από το άλλο μέρος, η χρησιμότητα της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου αφορά και την ερμηνεία και εφαρμογή των σχετικών διατά­ ξεων. Τούτο είναι ιδιαίτερα φανερό στις περιπτώ­ σεις εκείνες, κατά τις οποίες ο νομικός κανόνας προσφεύγει στις λεγάμενες «αόριστες» έννοιες, προκειμένου να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη ευλυγισία κατά τη νομική ρύθμιση. Η εξειδίκευση των «αόριστων» νομικών εννοιών γίνεται με βάση κοινωνιολογικά δεδομένα, που βέβαια η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου είναι σε θέ­ ση να προσφέρει στον ερμηνευτή. Ακόμη, η διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο οι δικαστές ερ­ μηνεύουν και εφαρμόζουν το Οικογενειακό Δί­ καιο - ιδιαίτερα όταν αυτό καινοτομεί σε σχέση με παλαιότερες ρυθμίσεις - μπορεί να συντελέσει σε κάποια αυτογνωσία, κρίσιμη για την πραγ­ μάτωση των κοινωνικών σκοπών των νομικών διατάξεων. Στην Ελλάδα η μεταρρύθμιση του Οικογένεια-


32/αφιερωμα κού Δικαίου είναι πρόσφατη. Ο νόμος 1250/1980 και, κυρίως, ο νόμος 1329/1983 άλλαξαν ριζικά το ελληνικό Οικογενειακό Δίκαιο. Η εισαγωγή του πολιτικού τύπου για τη σύναψη γάμου, η ισο­ νομία των φύλων στην οικογένεια, η κατάργηση της προίκας, η καθιέρωση του συναινετικού δια­ ζυγίου, η απομάκρυνση του διαζυγίου από την αρχή της υπαιτιότητας, η ίση νομική μεταχείριση παιδιών γεννημένων από γάμο με παιδιά γεννη­ μένα χωρίς γάμο των γονέων τους, διαμόρφωσαν σύγχρονο και αντιαυταρχικό νομικό πλαίσιο για τις οικογενειακές σχέσεις. Από την άποψη της Κοινωνιολογίας του Οικογενειακού Δικαίου θα πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι οι βαθιές αυτές νομοθετικές μεταβολές δεν στηρίχτηκαν σε κά­ ποιες προηγούμενες κοινωνιολογικές έρευνες. Δύο, ωστόσο, έρευνες πρόσφεραν χρήσιμα στοι­ χεία. Η πρώτη, της Ξ. Σκορίνη - Παπαρρηγοπούλου, είχε ως αντικείμενο τις δικαστικές αποφά­ σεις του Πρωτοδικείου Αθηνών κατά τα έτη 1961-1965 σχετικά με το διαζύγιο για ισχυρό κλο­ νισμό «με κοινή υπαιτιότητα». Η έρευνα αυτή α­ πέδειξε ότι το 77% με 80% των διαζυγίων αυτών ήταν στην πραγματικότητα «κρυπτοσυναινετικά» (Σκορίνη-Παπαρρηγοπούλου, 1971). Η άλ­ λη, πιο πρόσφατη, έγινε από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών και αφορούσε τα προικο­ σύμφωνα. Κατά την έρευνα αυτή η προίκα εξα­ κολουθούσε, λίγο πριν από τη νομοθετική κατάρ­ γησή της, να αποτελεί ζωντανό θεσμό στην κοι­ νωνική πραγματικότητα (Συμεωνίδου - Αλατοπούλου, 1979). Μετά τη μεταρρύθμιση του ελληνικού Οικογε­

νειακού Δικαίου η πρόκληση για την κοινωνιολο­ γική διερεύνηση της νέας πραγματικότητας είναι μεγάλη. Αυτό που προέχει είναι να διαπιστωθεί η διείσδυση των καινούριων προτύπων οικογενεια­ κής συμπεριφοράς στην κοινωνική ζωή, να εντοπισθούν οι εστίες αντίστασης στις νέες ρυθμίσεις, να καταγραφούν - και να εξηγηθούν - τα φαι­ νόμενα ολικής ή μερικής απόρριψης των νέων προτύπων, να διερευνηθούν οι δυνατότητες ενί­ σχυσής τους. Η Κοινωνιολογία του Οικογενεια­ κού Δικαίου θα πρέπει να δώσει μια καθαρή εικό­ να της νομικής κοινωνικής πραγματικότητας στο χώρο της οικογένειας, πέρα από εικασίες, σχηματοποιήσεις και αφορισμούς. Προς το πα­ ρόν, όμως, ελάχιστες ερευνητικές προσπάθειες έ­ χουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή, παρά την προφανή σκοπιμότητα του εγχειρήματος. Ιδιαί­ τερο, ακόμη, ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα του τρόπου με τον οποίο τα δικαστήρια αντιμε­ τωπίζουν το νέο Οικογενειακό Δίκαιο. Η κοινω­ νιολογική έρευνα των δικαστικών αποφάσεων θα έδειχνε ίσως ότι, παρά τις ορισμένες εξαιρέσεις, υπάρχει κάποια διάχυτη τάση των δικαστών να προσαρμόζουν τις νέες ρυθμίσεις στο πνεύμα των παλαιών διατάξεων, γεγονός που αλλοιώνει το καινούριο δίκαιο. Το φάσμα, λοιπόν, των ερευνητικών προσπα­ θειών στο χώρο της Κοινωνιολογίας του Οικογε­ νειακού Δικαίου είναι ευρύ. Ελάχιστες, ωστόσο, έρευνες έχουν διεξαχθεί. Θα πρέπει εδώ να ανα­ φερθούν οι έρευνες για τον πολιτικό γάμο (Καρακατσάνης, 1984) και το συναινετικό διαζύγιο στη Θράκη (Καρακατσάνης, 1987), καθώς και η έ­ ρευνα για το επώνυμο των τέκνων (Θεοδώρου, 1988). Η Κοινωνιολογία του Οικογενειακού Δικαίου οφείλει, λοιπόν, να είναι ο ευαίσθητος δέκτης των διεργασιών που συντελούνται στην κοινωνι­ κή πραγματικότητα, έτσι ώστε το Οικογενειακό Δίκαιο να εκπληρώνει την κοινωνική του απο­ στολή. Αν οι νέες ρυθμίσεις του Οικογενειακού Δικαίου «θέλησαν να προωθήσουν την οικογέ­ νεια ως εργαστήρι ευτυχίας» · (Κουμάντος, 1988-πρόλογος), η Κοινωνιολογία του Οικογε­ νειακού Δικαίου έχει τον άχαρο ρόλο να διαπι­ στώνει την απόσταση ανάμεσα στο όραμα και στην πραγματικότητα.*123 Σημειώσεις 1. Βλ. J. Carbonnier, Sociologie Juridique, 1972, σελ. 27. 2. Βλ., π.χ., την έρευνα που έγινε στη Γαλλία, πριν από τη με­ ταρρύθμιση του δικαίου για το διαζύγιο. Le divorce et les Franfais, τόμος I 1974, τόμος II 1975. 3. Βλ. χαρακτηριστικά το γαλλικό νόμο για τις αμβλώσεις (1975), που προβλέπει ο ίδιος τη διενέργεια εμπειρικών ερευ­ νών με σκοπό την καταγραφή ενδεχόμενων προβλημάτων, συνδεμένων εφαρμογή το.,, θ ' ··-' σελ. 395 επ.


αφιερωμα/33

Σοφία Αμοριανού

Έρευνες του Οικογενειακού Δικαίου στην Ελλάδα μετά τη μεταρρύθμιση

Σύντομος οδηγός

Η Κοινωνιολογία του Δικαίου ως αυτόνομη επιστήμη, διακρινόμενη τόσο α­ πό τη Γενική Κοινωνιολογία όσο και από τη Νομική Επιστήμη, μόλις τα τελευ­ ταία χρόνια άρχισε να αναπτύσσεται συστηματικά και στην Ελλάδα. Στην κατάκτηση της επιστημονικής της αυτοτέλειας και στην παραπέρα ανάπτυξή της συνέβαλαν η διδασκαλία της επιστήμης αυτής στις Νομικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Θράκης και στην Πάντειο, καθώς και η έκδοση αρκετών νομικών μελετών, που δε μένουν προσκολλημένες στα νομοθετικά κείμενα, στο νομικό «δόγμα», αλλά ενδιαφέρονται για την κοινω­ νιολογική διάσταση των δικαϊκών φαινομένων θεωρώντας το δίκαιο ως κοι­ νωνικό φαινόμενο με κανονιστικό - εξουσιαστικό χαρακτήρα.1 το χώρο της Κοινωνιολογίας του Οικογε­ νειακού Δικαίου μετά τη μεταρρύθμιση του ελληνικού Οικογενειακού Δικαίου, τέτοιες ση­ μαντικές μελέτες είναι οι εξής:

Σ

Γιάννης Κ. Καρακατσάνης και φοιτητές του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης «Ο πολιτικός γάμος στη Θράκη» Αθήνα 1984, Εκδοτικός Οίκος Αφοί Π. Σάκκουλα

Πρόκειται για μια πολύ ενδιαφέρουσα εμπειρι­ κή έρευνα Κοινωνιολογίας του Δικαίου, σχετικά με την πορεία του νέου θεσμού του πολιτικού γά­

μου στην ακριτική περιοχή της Θράκης. Οι ε­ μπειρικές έρευνες της Κοινωνιολογίας του Δι­ καίου προσφέρουν πολύτιμα στοιχεία, που αφο­ ρούν είτε στη θέση των νόμων είτε στην εφαρμο­ γή τους, με αποτέλεσμα να συμβάλλουν στην ορ­ θότερη άσκηση της νομοθετικής πολιτικής. Παρ’ όλο που η θέσπιση του νέου τύπου γάμου ήταν σχετικά πρόσφατη (ν. 1250/1982), την εποχή διε­ ξαγωγής της έρευνας, προκειμένου να διατυπω­ θούν ασφαλή συμπεράσματα για τη στάση του κοινού απέναντι του, η έρευνα αυτή δίνει σημαν­ τικές πληροφορίες για την εφαρμογή του θεσμού


34/αφιερωμα στη σύγχρονη ελληνική κοινωνική πραγματι­ κότητα. Η έρευνα έγινε από τον καθηγητή κ. Γιάννη Κ. Καρακατσάνη και φοιτητές της Νομικής σχολής του Λημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης με τη συνεργασία του καθηγητή κ. Θ. Κ. Παπαχρίστου, στο χρονικό διάστημα από 17 Ιουλίου 1982 έως 30 Μαρτίου 1984 και περιλαμβάνει εκτός α­ πό τα ενδιαφέροντα συμπεράσματά της, πίνακες με στατιστικά στοιχεία και συνεντεύξεις με νιό­ παντρα ζευγάρια. Σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας (σελ. 53) «η Θράκη είναι πραγματικά ευαίσθητη περιο­ χή με πολλές δημογραφικές, κοινωνικές και πο­ λιτιστικές ιδιομορφίες», που δεν επιτρέπουν τη διείσδυση του πολιτικού γάμου στην κοινωνική πραγματικότητα. «Ο συντηρητισμός του αγροτι­ κού πληθυσμού και η εμμονή στις παραδοσιακές συνήθειες, η πλήρης αντίθεση του μουσουλμανι­ κού στοιχείου στον πολιτικό γάμο, η λανθάνουσα, ή και φανερή πολλές φορές, απομόνωση "ξέ­ νων” στοιχείων, κυρίως των φοιτητών, δεν δη­ μιουργούν ασφαλώς ιδανικό κλίμα για την προώ­ θηση θεσμών, όπως ο πολιτικός γάμος». Έτσι α­ πό την εισαγωγή του πολιτικού γάμου έως στις 30 Μαρτίου 1984 έγιναν στη Θράκη 76 πολιτικοί γό­ μοι, ποσοστό 3,25%, (συμπεριλαμβανομένων των μουσουλμανικών γάμων, που είναι όλοι θρη­ σκευτικοί"), ποσοστό παρ’ όλα αυτά, όχι πολύ μι­ κρότερο από τον εθνικό μέσο όρο, που σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία πρέπει να κυμαίνεται γύ­ ρω στο 4% με 6%. Ό πω ς προκύπτει από την έρευνα, ο πολιτικός γάμος παραμένει καθαρά αστικό φαινόμενο. Ε­ νώ στις πόλεις των τριών νομών το ποσοστό των πολιτικών γάμων δεν είναι αμελητέο, στα χωριά των νομών, το ποσοστό αυτό είναι πολύ μικρό, αν όχι μηδενικό. Έτσι στα χωριά του νομού Ρο­ δόπης δεν έγινε κανένας πολιτικός γάμος, στα χωριά του νομού Έβρου έγιναν 3, ενώ στα χωριά του νομού Ξάνθης έγιναν 4, από τους οποίους 3 στο ίδιο χωριό, στοιχείο που επιτρέπει, όπως επισημαίνεται στα συμπεράσματα της έρευνας, την υπόθεση ότι σε αγροτικές κοινωνίες η τέλεση ε­ νός έστω πολιτικού γάμου ανοίγει το δρόμο και για άλλους. Η ηλικία των ατόμων, που επέλεξαν τον πολι­ τικό τύπο γάμου δεν υπερβαίνει το 35ο έτος, στοι­ χείο που δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Το επάγγελ­ μα, επίσης, δεν φαίνεται ότι αποτελεί καθοριστι­ κό παράγοντα στην επιλογή του νέου θεσμού. «Διαπιστώνεται, ωστόσο, κάποια υπεροχή επαγ­ γελμάτων που συνδέονται με ανώτατες ή ανώτε­ ρες σπουδές» (σελ. 59), στοιχείο που επιτρέπει την υπόθεση ότι τον πολιτικό τύπο γάμου επιλέ­ γουν συχνότερα άΐομα υψηλού μορφωτικού επι­ πέδου. Μεγαλύτερη σημασία φαίνεται να έχει το γεγονός ότι 47 από τις 76 γυναίκες, που παντρεύ­

τηκαν με πολιτικό γάμο, ποσοστό 61,8%, δήλω­ σαν ότι ασκούν κάποιο επάγγελμα, γεγονός που επιβεβαιώνει τη συμβολή της επαγγελματικής ερ­ γασίας των γυναικών στην κοινωνική τους ανε­ ξαρτησία και χειραφέτηση. Οι λόγοι επιλογής του πολιτικού έναντι του θρησκευτικού τύπου γάμου, όπως προκύπτει από τις απαντήσεις των ζευγαριών στην έρευνα, είναι κυρίως ιδεολογικοί. Υπάρχουν όμως και περι­ πτώσεις ζευγαριών, που επειδή αμφισβητούν το θεσμό του γάμου, επιλέγουν τον πολιτικό τύπο νομίζοντας ότι «δημιουργεί μια πιο ελαστική μορφή συμβίωσης, πράγμα που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα» (σελ. 61). Οι λόγοι επιλογής του θρησκευτικού έναντι του πο­ λιτικού τύπου γάμου, είναι η θρησκευτική πίστη, η προσήλωση στην παράδοση, η προσκόλληση στο τελετουργικό και πανηγυρικό στοιχείο, κα­ θώς και οι πιέσεις του κοινωνικού περιβάλλο­ ντος. Ως προς τη λύση του γάμου, οι υποστηρικτές του θρησκευτικού τύπου πιστεύουν, εσφαλ­ μένα βέβαια, ότι ο πολιτικός γάμος λύνεται πιο εύκολα από τον θρησκευτικό. Σύμφωνα με τους συντάκτες των συμπερασμά­ των της έρευνας, «Πίσω από τους αριθμούς και τα ποσοστά υπάρχουν κοινωνικές αιτίες των φαι­ νομένων, που συνυφαίνονται με συγκεκριμένες οικονομικές, κοινωνικές και ιδεολογικές συνθή­ κες» γι’ αυτό και «Η μελέτη, από την Κοινωνιολογία του Δικαίου, του πολιτικού γάμου δεν θα πρέπει να περιορίζεται στη συλλογή εμπειρικών στοιχείων, αλλά να εντάσσει τα στοιχεία αυτά στη γενικότερη προβληματική πάνω στον πολιτι­ κό γάμο και τη σχέση του με τη γενική κοινωνική συγκυρία» (σελ. 63). Γιάννης Καρακατσάνης και φοιτητές του Λημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης «Το συναινετικό διαζύγιο στη Θράκη» Αθήνα - Κομοτηνή 1987 Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα

ετά την επιτυχία που συνάντησε, τόσο ως προς την ευμενή κριτική όσο και ως προς την ενθουσιώδη ανταπόκριση των φοιτητών, η πρώτη εμπειρική έρευνα σχετικά με το νέο θεσμό του πολιτικού γάμου, ο καθηγητής κ. Γιάννης Κ. Καρακατσάνης με τους φοιτητές της Νομικής Σχολής του λημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θρά­ κης και σε συνεργασία με τον καθηγητή κ. Θανά­ ση Κ. Παπαχρίστου, στο πλαίσιο ενός σεμινα­ ρίου για τον επίσης νέο θεσμό του συναινετικού διαζυγίου επιχείρησαν μια δεύτερη, εξίσου ενδια­ φέρουσα με την πρώτη, εμπειρική έρευνα Κοινωνιολογίας Δικαίου. Η έρευνα κάλυψε το χρονικό διάστημα από την εισαγωγή του θεσμού του συναινετικού διαζυ­ γίου (ν. 1329/1983) έως τον Απρίλιο του 1986 και περιλαμβάνει το αρχειακό υλικό που συγκεντρώ­

Μ


αφιερωμα/35 θηκε στα Πρωτοδικεία Ξάνθης, Ροδόπης και Έ ­ βρου, απόψεις των δικηγόρων της Θράκης για το νέο θεσμό, στατιστική επεξεργασία του υλικού με λεπτομερειακές γραφικές παραστάσεις και ενδιαφέρουσες συμπερασματικές κρίσεις, που προέκυψαν από την ερμηνεία των αποτελεσμά­ των της έρευνας. Το συναινετικό διαζύγιο, που εμφανίζεται ως θεσμός για πρώτη φορά αμέσως μετά τη Γαλλική Επανάσταση, απηχεί την αντίληψη ότι ο γάμος δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στην ελεύθερη θέ­ ληση των συζύγων· χωρίς τη θέληση αυτή ο γά­ μος παύει να υπάρχει. Ως πλεονεκτήματα του νέ­ ου θεσμού προβάλλονται η αποδραματοποίηση του διαζυγίου, ο περιορισμός των άσκοπων και ψυχοφθόρων συγκρούσεων, η μείωση του αισθή­ ματος ενοχής και η αποτροπή του κοινωνικού στιγματισμού. Ως μειονέκτημα προβάλλονται η ανάγκη προστασίας της οικογένειας και των α­ νήλικων παιδιών, καθώς και ο κίνδυνος υπέρμε­ τρης αυξήσεως του αριθμού των διαζυγίων. Παρ’ όλο που δεν υπήρχε μακροχρόνια εφαρ­ μογή του νέου θεσμού'την εποχή διεξαγωγής της έρευνας προκειμένου να διατυπωθούν ασφαλή συμπεράσματα, τα στοιχεία που συγκεντρώθη­ καν επιτρέπουν τη διατύπωση σοβαρών υποθέσε­ ων. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις υποθέσεις αυτές, δε φαίνεται να υπάρχει κάποια αυξητική τάση στις αιτήσεις διαζυγίου λόγω της εισαγωγής του νέου θεσμού. «Ενώ, δηλαδή, το 1982 - πριν εισαχθεί το νέο δίκαιο διαζυγίου - είχαν κατατεθεί στα πρωτοδικεία της Θράκης 110 αγωγές διαζυγίου, το 1983 το σύνολο των αιτήσεων (για συναινετικό διαζύγιο) και αγωγών» (διαζύγιο κατά αντιδικία) «ανέρχεται σε 133, το 1984 σε 152 και το 1985 σε 141» (σελ. 86), αύξηση, δηλαδή, όχι ιδιαίτερα ση­ μαντική. Οι αιτήσεις για συναινετικό διαζύγιο στην πε­ ριοχή της Θράκης, ήδη κατά τα τρία πρώτα χρό­ νια εφαρμογής του νέου δικαίου, αποτελούν το 46,4% των αιτουμένων διαζυγίων, ποσοστό που φανερώνει ότι «Το συναινετικό διαζύγιο αρχίζει να ριζώνει στην κοινωνική πραγματικότητα, α­ πορροφώντας ένα σημαντικό τμήμα των "κρυπτοσυναινετικών” διαζυγίων του παρελθόντος» (σελ. 86). Απαραίτητη προϋπόθεση για να εκδοθεί συναινετικό διαζύγιο, αν υπάρχουν ανήλικα παιδιά, είναι η έγγραφη συμφωνία των συζύγων, που ρυθμίζει την επιμέλειά τους. Οι σχετικές συμ­ φωνίες στα πρωτοδικεία Ξάνθης και Έβρου προέβλεπαν την ανάθεση της επιμέλειας στη μητέρα σε ποσοστό 70,3%. Τελικά, σύμφωνα με τους συντάκτες των πορι­ σμάτων της έρευνας, «το μέλλον θα δείξει αν το συναινετικό διαζύγιο θα κατορθώσει να εκτοπί­ σει την άσκοπη αντιδικία των συζύγων, που μόνο προβλήματα δημιουργεί και αδιέξοδα συσσωρεύ­ ει. Η έρευνα, που με τόσο μεράκι πραγματοποίη­

σαν οι φοιτητές στη Θράκη, δείχνει ότι παρόμοια ελπίδα δεν είναι ουτοπική» (σελ. 87). CHRISTOS THEODOROU Le Nom Patronymique en Grece et la Reforme du Droit de la Famille de 1983 (Aspects juridiques ef sociologiques) Editions juridiques A. N. SAKKOULAS Athenes-Komotini 1988

μελέτη αυτή έγινε στο πλαίσιο της προετοι­ μασίας του συγγραφέα για τον μεταπτυχια­ κό τίτλο D.E.A. στην Κοινιωνολογία του Δικαίου με την καθοδήγηση του καθηγητή Francois Terr6.

Η

Αντικείμενο της μελέτης είναι οι νέες νομικές διατάξεις σχετικά με την απόκτηση του πατρω­ νυμικού ονόματος και η πραγματική εφαρμογή τους μέσα στην κοινωνία. Η μελέτη χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, ο συγγραφέας παρουσιάζει τις προπαρασκευαστικές εργασίες που οδήγησαν στην εισαγωγή των νέων διατάξεων και στο δεύ­ τερο, παρουσιάζει και αναλύει τα δεδομένα που προέκυψαν από την έρευνα της εφαρμογής των διατάξεων αυτών στην πράξη. Σ’ ένα εισαγωγικό κεφάλαιο παρουσιάζονται οι αιτίες της μεταρ­ ρύθμισης και η προϊστορία της, ενώ μετά τον επί­ λογο υπάρχουν πολυάριθμοι πίνακες με τη στατι­ στική επεξεργασία των στοιχείων της έρευνας. Η εξέλιξη των κοινωνικών συνθηκών και η κα­ θιέρωση της ισότητας των φύλων από το Σύνταγ­ μα του 1975 θεωρούνται από τον συγγραφέα ως οι βασικές αιτίες της μεταρρύθμισης του Οικογε­ νειακού Δικαίου. Σύμφωνα μ’ αυτό, με το γάμο δεν μεταβάλλεται το επώνυμο των συζύγων (ως προς τις έννομες σχέσεις τους). Πρόκειται για τη διάταξη του άρθρου 1388 ΑΚ, διάταξη αναγκα­ στικού δικαίου, που εγγυάται την ανεξαρτησία της γυναίκας και την απόλυτη εφαρμογή της αρ­ χής της ισότητας των φύλων. Το επώνυμο των παιδιών επιλέγεται από τους συζύγους με αμετάκλητη δήλωσή τους πριν από το γάμο, είτε σε συμβολαιογράφο είτε στο λειτουργό που θα τελέ-


36/αφιερωμα σει το γάμο. Οι σύζυγοι μπορούν να επιλέξουν εί­ τε το όνομα του πατέρα είτε το όνομα της μητέ­ ρας είτε ένα διπλό όνομα, που αποτελείται από το όνομα του πατέρα και της μητέρας. Το επώνυ­ μο είναι κοινό γιά όλα τα παιδιά. Οι σύζυγοι υποχρεούνται να κάνουν τη δήλωση· αν όμως παραλείψουν να την κάνουν, τα παιδιά έχουν για επώ­ νυμο το επώνυμο του πατέρα τους. Ο Χρ. Θεοδώρου εξέτασε ένα τυχαίο δείγμα 500 γάμων, που τελέστηκαν στο διάστημα των ε­ τών 1983-1987 και δηλώθηκαν στο Ληξιαρχείο Α­ θηνών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνάς του, η μεγάλη πλειοψηφία (93,8%) των συζύ­ γων επέλεξε (άμεσα ή έμμεσα, με την παράλειψη της δήλωσης) το όνομα του πατέρα ως επώνυμο των παιδιών. Μια μικρή μειοψηφία (6,2%) προτί­ μησε το διπλό όνομα. Στο δείγμα δεν υπήρχε ού­ τε μία περίπτωση επιλογής του ονόματος της μη­ τέρας. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις επιλογής διπλού ονόματος, πρώτο ήταν το όνομα του πα­ τέρα. Το διπλό όνομα επέλεξαν ποσοστό μόνο 2,8% όσων τέλεσαν θρησκευτικό· ενώ ως προς τις ηλικίες, το επέλεξαν κυρίως είτε νεαρά ζευγά­ ρια (έως 25 ετών) είτε ηλικιωμένα ζευγάρια (55 ε­ τών και πάνω). Ό πω ς προκύπτει από τα αποτελέσματα της έ­ ρευνας, η ισότητα των φύλων, που θέλησε να «υ­ λοποιήσει» ο νέος νόμος, μοιάζει να είναι, στην πράξη, περισσότερο η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Η ισότητα του νόμου (το δικαίωμα επιλογής των συζύγων) υποχωρεί μπροστά στην ανισότητα της πράξης (επιλογή του ονόματος του πατέρα). Ο ρόλος της παράδοσης, η έλλειψη γνώσης του νέ­ ου νόμου, η αρνητική στάση της εκκλησίας και τα πρακτικά προβλήματα, που γεννά το διπλό ό­ νομα, φαίνεται να αποτελούν τις αιτίες του φαι­ νομένου. Ίσω ς τα 7 χρόνια, που πέρασαν από την εισαγωγή του νέου νόμου, δεν επαρκούν για την εξέλιξη των οικογενειακών ηθών. Η μεταβο­ λή των συνειδήσεων είναι πραγματικά εξαιρετι­ κά αργόσυρτη διαδικασία. Centre National de la Recherche Scientifique Les Concubinages en Europe (Aspects socio-juridiques) Christina Stambelou Le Concubinage en Droit Civil Grec Editions du CNRS

ρθρο της Χριστίνας Σταμπέλου, δημοσιευ­ μένο από το Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Α Έρευνας της Γαλλίας (CNRS), στο πλαίσιο μιας συλλογής με γενικό τίτλο: «Les concubinages en Europe», που αφορά στον τρόπο με τον οποίο η νομική θεωρία και η νομολογία αντιμετωπίζουν το κοινωνικό φαινόμενο της ελεύθερης ένωσης, της συμβίωσης χωρίς γάμο. Η σχέση αυτή δε ρυθμίζεται από τον ισχύοντα Αστικό Κώδικα πα­ ρά μόνο κατ’ εξαίρεση στη διάταξη του 1444 § 2 ΑΚ.

Η διάταξη του άρθρου αυτού ορίζει: «Το δι­ καίωμα διατροφής παύει, αν ο δικαιούχος ξανα­ παντρευτεί, ή αν συζεί μόνιμα με κάποιον άλλον σε ελεύθερη ένωση». Το δικαίωμα διατροφής βα­ σίζεται στην ύπαρξη ανάγκης του δικαιούχου πρώην συζύγου (1442 ΑΚ), εκτός εάν ο υπόχρεος σύζυγος δεν είναι σε θέση να τη δώσει χωρίς να διακινδυνεύσει η δική του διατροφή (1487 ΑΚ). Αυτό το δικαίωμα Εκείνου που ζει σε ελεύθερη έ­ νωση παύει, εφόσον συμπερασματικά παύει και η ανάγκη του, αφού συντηρείται από το σύντροφό του στην ελεύθερη ένωση ή μοιράζεται τα έξοδα μ’ αυτόν. Στην εισαγωγή της μελέτης της η συγγραφέας επιχειρεί να καθορίσει τόσο την έννοια όσο και τα συστατικά στοιχεία της ελεύθερης ένωσης. Οι περισσότεροι Έλληνες συγγραφείς ερμηνεύο­ ντας τη διάταξη, που έμμεσα προβλέπει τη σχέση αυτή, την ορίζουν ως μία πραγματική κατάστα­ ση, που χωρίς να βασίζεται σ’ ένα συμβόλαιο γά­ μου, συγκεντρώνει ορισμένα στοιχεία της συζυγι­ κής ζωής και κυρίως μια συγκεκριμένη διάρκεια, μια πρόθεση μονιμότητας της σχέσης και κάποια κοινωνική παρουσία. Εξετάζοντας ένα προς ένα όλα τα θεωρούμενα ως συστατικά στοιχεία της σχέσης (κοινή ζωή, σεξουαλικές σχέσεις, συγκα­ τοίκηση, διάρκεια, κοινωνική παρουσία), η συγ­ γραφέας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το μόνο απαραίτητο στοιχείο της ελεύθερης ένωσης είναι η κοινή ζωή. Στη συνέχεια η συγγραφέας εξετάζει δύο πολύ κρίσιμα θέματα: α) το αν θα πρέπει αυτή η πραγ­ ματική κατάσταση να υποβάλλεται σε νομικές ρυθμίσεις, (το δίλημμα δικαίου ή μη-δικαίου της ελεύθερης ένωσης) και β) το αν οι ενδιαφερόμενοι θα ήθελαν να υποταχθούν σ’ ένα νομικό καθε­ στώς, ή αντίθετα, απέχουν του γάμου ακριβώς για να αποφύγουν κάτι τέτοιο. Ως προς το δεύτε­ ρο, για όσους ζουν σε ελεύθερη ένωση, επειδή για διάφορους λόγους δεν μπορούν να παντρευτούν, δεν τίθεται θέμα. Για όσους όμως επιλέγουν τη συμβίωση χωρίς γάμο, μια νομική ρύθμιση της σχέσης τους θα αποτελούσε διείσδυση του Κρά­ τους στην ιδιωτική τους ζωή, πράγμα βέβαια α­ ντίθετο προς τη στάση τους, που θα μπορούσε να ερμηνευτεί σαν παθητική αντίθεση στην κοινωνι­ κή αποστολή του γάμου και όχι βέβαια σαν πα­ ραίτηση από βασικά ατομικά τους δικαιώματα. Από την άλλη όμως μεριά, αυτή η ελευθερία επι­ λογής, ο αποκλεισμός τους από κάθε διαδικασία δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει τα όρια, που θέτει η αρχή της ισότητας και της εμπιστοσύνης μεταξύ συντρόφων. Ως προς το πρώτο θέμα, η νομική θεωρία προ­ τείνει την αναλογική εφαρμογή στην ελεύθερη έ­ νωση εκείνων των διατάξεων του γάμου, που δεν είναι αντίθετες ούτε προς τη φύση της σχέσης αυ­ τής ούτε προς την ελευθερία, που οι ενδιαφερόμε­


αφιερωμα/53 νοι επιθυμούν να διατηρήσουν (π.χ. αρθ. 1393 ΑΚ ρύθμιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης και αρθ. 1394 ΑΚ κατανομή των κινητών σε περί­ πτωση διακοπής της συμβίωσης κ.λπ.). Την νομολογία απασχολεί η ελεύθερη ένωση κυρίως αναφορικά με δύο ζητήματα: α) με τις διαθήκες ανδρών υπέρ γυναικών με τις οποίες ζουν σε ελεύθερη ένωση, επειδή καλείται να ελέγ­ ξει τη νομιμότητά τους. Αυτές οι διαθήκες είναι άκυρες, αν είναι αντίθετες προς τα χρηστά ήθη (την κοινωνική ηθική). Έτσι θεωρούνται ανήθι­ κες και επομένως είναι άκυρες οι διαθήκες, όταν έχουν ως σκοπό τη δημιουργία, τη διατήρηση, την παράταση, ή, γενικά, την ανταπόδοση σε­ ξουαλικών σχέσεων και όταν αποτελούν εκδή­ λωση αδικαιολόγητης περιφρόνησης προς τη «νόμιμη οικογένεια» του διαθέτη και β) με την α­ ποκατάσταση της υλικής και ηθικής ζημίας σε περίπτωση θανάτωσης του ενός από τα δύο πρό­ σωπα που ζουν σε ελεύθερη ένωση. Η συγγραφέ­ ας, επικαλούμενη τις συνταγματικές διατάξεις, επιχειρηματολογεί κατά της κρατούσας άποψης, σύμφωνα με την οποία μόνο με αναλογική εφαρ­ μογή του άρθ. 932 εδ. 3 ΑΚ (χρηματική ικανοποί­ ηση που επιδίδεται στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης), μπορεί να δοθεί στον ένα από τους δύο που ζουν σε ελεύθερη ένωση χρημα­ τική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης από το θάνατο του συντρόφου του. Στον επίλογο του άρθρου της η συγγραφέας ε­ πισημαίνει ότι σχετικά με την ελεύθερη ένωση αντί το δίκαιο να αποτελεί αντανάκλαση των πραγματικών γεγονότων, τα πραγματικά γεγονό­ τα τείνουν να ενταχθούν, να καλυφθούν από τις ρυθμίσεις του. Δίκαιο και Πολιτική. Αφιέρωμα: Ισονομία των δύο φύλων 1983, Παρατηρητής

κυρίαρχων, ιδεών για ισότητα των φύλων με σκο­ πό την προώθηση νέων προτύπων που επηρεά­ ζουν την κοινωνική συμπεριφορά τών ατόμων. Είναι η τάση που τείνει στην παρέμβαση του νο­ μοθέτη, τονίζοντας την ανάγκη της μεταβολής, την αδήριτη, μερικές φορές, ανάγκη μεταρ­ ρύθμισης. Ο συγγραφέας ασκεί κριτική στην πρώτη τάση επισημαίνοντας ότι η εμμονή του νομοθέτη στα «παραδοσιακά» οικογενειακά ήθη «δεν αποτελεί ένδειξη σεβασμού στην "παράδοση” , αλλά σαφή πολιτική επιλογή, προσδιορισμένη από τον συ­ γκεκριμένο συσχετισμό των κοινωνικών και πο­ λιτικών δυνάμεων» (σελ. 122). Επισημαίνει έτσι ότι η «παράδοση» δεν είναι παρά άλλοθι για να αποτραπεί η εισδοχή των νέων οικογενειακών προτύπων που κλονίζουν το οικοδόμημα της ανι­ σότητας των δύο φύλων. Από την άλλη μεριά δεν παραλείπει να τονίσει ότι η μεταβολή των κανόνων του οικογενειακού δικαίου δεν επαρκεί από μόνη της να προωθήσει τη νέα ιδεολογία και να αλλάξει την ποιότητα των οικογενειακών σχέσεων. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, το οικογενειακό δίκαιο δεν αποτελεί τον θαυματουργό μοχλό για την κοινωνική και πολιτιστική μεταβολή των οικογενειακών σχέσε­ ων, μπορεί όμως μέσα από τις ρυθμίσεις του να συμβάλει σ’ αυτή. Αυτή μοιάζει να είναι και η επι­ δίωξη του νέου οικογενειακού δικαίου (ν. 1329/1983), που χαρακτηρίζεται από τον συγγρα­ φέα ως αντι-αυταρχικό γιατί ενώ υιοθετεί την ιδε­ ολογία της ισότητας των φύλων και αποβλέπει

ΡΟΥΑΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

αφιερωμένος στο νέο Οικογενειακό Δί­ καιο, που περιέχει νομικές, βασικά, μελέ­ Τ όμος τες. Δύο από τις μελέτες αυτές, ενδιαφέρουν, κυ­ ρίως, την Κοινωνιολογία του Δικαίου. Η πρώτη, γραμμένη από τον Θανάση Κ. Παπαχρίστου με τίτλο «Ισονομία των φύλων και παράδοση», πα­ ρουσιάζει δύο αντιτιθέμενες τάσεις, που επηρεά­ ζουν τη νομοθετική πολιτική στο χώρο του οικο­ γενειακού δικαίου. Η πρώτη τάση τονίζει την α­ νάγκη για σεβασμό στην «παράδοση», στα «πα­ ραδοσιακά» οικογενειακά ήθη, που «υλοποιούν» την ιδεολογία της ανισότητας των φύλων. Είναι η τάση που τείνει στη μη-παρέμβαση του νομοθέτη, τονίζοντας την ιδιάζουσα δύναμη του status quo, της κατεστημένης τάξης πραγμάτων. Η δεύτερη τάση τονίζει την ανάγκη ενίσχυσης της «παιδα­ γωγικής» λειτουργίας του οικογενειακού δι­ καίου, την ανάγκη δηλαδή ενσωμάτωσης στις ρυθμίσεις του των συγχρόνων, αλλά όχι ακόμα

Φ ρ υ κ τ ω ρ ίε ς

ΘΕΜΑ


54/αφιερωμα στο να επενεργήσει «παιδαγωγικά» στην κοινω­ νική συμπεριφορά των ατόμων, δεν εξαναγκάζει στην τήρηση ορισμένης συμπεριφοράς. Η δεύτερη, γραμμένη από την Έφη Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη, με τίτλο «Εξωοικιακή εργα­ σία της γυναίκας: η προβληματική του αστικού δικαίου», παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο το Αστικό Δίκαιο αντιμετώπιζε στο παρελθόν και αντιμετωπίζει σήμερα τη γυναικεία επαγγελματι­ κή δραστηριότητα. Η συγγραφέας αρχίζει την α­ νάλυσή της με μια σύντομη αλλά περιεκτική ιστορικοκοινωνική εισαγωγή, που ανατρέχει στους διαφόρους τύπους κοινωνιών (πρωτόγονη κοινοβιακή, πολιτισμένη, σύγχρονη βιομηχανι­ κή), εξετάζοντας την κοινωνική θέση της γυναί­ κας μέσα από το πρίσμα της επαγγελματικής της εργασίας. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, στο χώρο του Α­ στικού Δικαίου, την ιδεολογία της γυναικείας μειονεκτικότητας «υλοποιούσε» το περίφημο άθρο 1387ΑΚ, «που 'έχριε’ τον άνδρα 'κεφαλήν της οικογένειας’ και καθιέρωνε το ανδρικό 'απο­ φασιστικό δικαίωμα’ για όλες τις συζυγικές υπο­ θέσεις» (σελ. 143). Στο καίριο ερώτημα αν η γυ­ ναίκα μπορεί να εργάζεται επαγγελματικά χωρίς τη συναίνεση του συζύγου της, τόσο η θεωρία όσο και η νομολογία απαντούσαν αποφατικά με την εξής συλλογιστική: η εξωοικιακή εργασία της γυ­ ναίκας χαρακτηριζόταν ως «υπόθεση του κοινού συζυγικού βίου» με αποτέλεσμα να ρυθμίζεται α­ πό το άρθρο 1387ΑΚ. Το άρθρο αυτό, το δικαίω­ μα δηλαδή αποφάσεως του άνδρα, συνδυαζόταν με την ανάθεση στη γυναίκα της «διεύθυνσης του συζυγικού οίκου» (αρθ. 1289ΑΚ). Ο άνδρας μπο­ ρούσε να απαγορεύσει στη σύζυγό του να εργάζε­ ται επαγγελματικά, όταν ο ίδιος «αποφάσιζε» ότι η εργασία αυτή θα εμπόδιζε την εκτέλεση των οι­ κιακών εργασιών. Η απαγόρευση αυτή μπορούσε να θεωρηθεί καταχρηστική μόνο σε δύο περιπτώ­ σεις: α) όταν το ζευγάρι δεν είχε παιδιά και β) ό­ ταν η οικονομική κατάσταση της οικογένειας ή­ ταν άθλια. Αντίθετα υποστηριζόταν ότι ο άνδρας είχε το δικαίωμα και η γυναίκα, αντίστοιχα, την υποχρέωση να τον βοηθά στην επαγγελματική του εργασία χωρίς αμοιβή και χωρίς να θεωρείται ότι η βοήθεια αυτή συνέβαλε στην αύξηση της προσωπικής του περιουσίας (σύστημα της από­ λυτης περιουσιακής αυτοτέλειας των συζύγων). Με τη μεταρρύθμιση του οικογενειακού δι­ καίου το άρθρο 1387ΑΚ τροποποιήθηκε, ενώ το άρθρο 1389ΑΚ καταργήθηκε ολοσχερώς. Το σύγ­ χρονο νομικό πλαίσιο εναρμονίζεται απόλυτα με τις επιταγές του Συντάγματος για την ισότητα των δύο φύλων (αρθ. 4 & 2 Σ), για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας (αρθ. 5 & 1 Σ) και για την κατοχύρωση του δικαιώματος στην εργα­ σία (αρθ. 22 & 1 Σ). Έτσι με τη νέα ρύθμιση, σ’ ένα πρώτο στάδιο «η αποκλειστικά ανδρική α­

πόφαση για το επάγγελμα της γυναίκας αντικαθί­ σταται με την κοινή, ως προς το θέμα αυτό, συζυ­ γική απόφαση». Σ’ ένα δεύτερο στάδιο «ο άν­ δρας δεν μπορεί ν’ αρνείται, να συν-αποφασίζει υπέρ της εξωοικιακής απασχόλησης της γυναί­ κας του, επικαλούμενος τους ισχυρισμούς του παρελθόντος, ότι η γυναίκα πρέπει να εκτελεί α­ ποκλειστικά αυτή, τα οικιακά καθήκοντα ή πρέ­ πει να επιφορτίζεται, αποκλειστικά αυτή, με την ανατροφή των παιδιών, αφού οι υποχρεώσεις αυ­ τές βαρύνουν κατά τις νέες διατάξεις εξίσου και τη γυναίκα και τον άνδρα» (σελ. 158). Η ρύθμιση όμως των διατάξεων αυτών δεν σημαίνει ότι απα­ γορεύεται στους συζύγους να συναποφασίζουν ό­ τι τις οικιακές δουλειές θα τις κάνει μόνο η γυ­ ναίκα και ότι η εξωοικιακή εργασία θα βαρύνει αποκλειστικά τον άνδρα. Οι νέες διατάξεις καθιερώνουν το καθήκον συνδρομής στην εξωοικιακή εργασία του άλλου συζύγου, είτε άνδρα είτε γυναίκας. Έτσι ο άν­ δρας μπορεί ν’ απαιτήσει δικαιολογημένα από τη γυναίκα του βοήθεια στη δουλειά του (όπως άλ­ λωστε και η γυναίκα), μόνο σε δύο περιπτώσεις: α) όταν ο άνδρας αρρωσταίνει ή αδυνατεί να συ­ νεχίσει την εργασία του, και εφόσον η γυναίκα δεν χρειάζεται να εγκατείψει τη δική της και β) ό­ ταν η γυναίκα δεν μπορεί να συνεισφέρει με κανέναν άλλο τρόπο στις ανάγκες της οικογένειας. Στις εξαιρετικές αυτές περιπτώσεις η σύζυγος δεν δικαιούται αμοιβής. Η υποχρέωση όμως αυ­ τή, στα πλαίσια του νέου θεσμού της «συμμετο­ χής στα αποκτήματα», αναγνωρίζεται ως «συμ­ βολή στο σχηματισμό της περιουσίας του άλ­ λου». Επομένως αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί, η γυναίκα έχει αξίωση συμμετοχής στην περιου­ σία, που αποκτήθηκε από τον σύντροφό της κα­ τά τη διάρκεια του γάμου. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, η μεταρρύθμιση του οικογενειακού δικαίου, οριοθέτησε το τέλος και σήμανε την απαρχή μιας καινούριας εποχής, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην παραπέρα κοι­ νωνική χειραφέτηση της γυναίκας. Μπορεί δε, ενόψει και της παιδαγωγικής λειτουργίας του δι­ καίου, να συντελέσει στην πλήρη αποδοχή των σύγχρονων οικογενειακών προτύπων, ηθών και αντιλήψεων, αρκεί βέβαια και οι άλλοι κρατικοί θεσμοί (εκπαίδευση, μέσα μαζικής επικοινωνίας κ.λπ.) να μην εξακολουθούν να προβάλλουν το απαρχαιωμένο πρότυπο, που θέλει τη γυναίκα να «κινείται μεταξύ κουζίνας και υπνοδωματίου» και απορρίπτει την εικόνα της «γυναίκαςεργαζόμενης» (σελ. 166). Σημειώσεις 1. Θανάση Κ. Παπαχρίστου: «Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία του Δικαίου, i. Το θεωρητικό πλαίσιο», πανεπιστημια­ κές παραδόσεις, Έκδοση Α. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτη­ νή 1984, σελ. 60 επ.


αφιερωμα/55

Βιβλιογραφία Α. Έλληνες συγγραφείς Α λεξάκης, 1980, Ε.Π ., Τα γένη και η οικογένεια στην παραδοσιακή κοινωνία της Μάνης, Αθήνα. ..., 1984, Η εξαγορά της νύφης. Συμβολή στη μελέτη των γαμήλιων θεσμών στη νεότερη Ελλάδα, Αθήνα Αμηρά, A., Ε. Γεωργιάδη και Α. Τεπέρογλου, 1986, Ο θεσμός της ανοικτής προστασίας των ηλικιωμέ­ νων στην Ελλάδα, Αθήνα, ΕΚΚΕ Αμηρά, Α. και Λ. Μαράτου - Αλιπράντη, 1988, Μετα­ νάστευση και οικογένεια. Η κοινωνικοποίηση των παιδιών σε μια αγροτική κοινότητα, σε ΕΚΚΕ-ΚΝΕ/ΕΙΕ, Ο αγροτικός κόσμος στον με­ σογειακό χώρο, (πρακτικά ελληνογαλλικού συ­ νεδρίου, 4- 7.12.84) Αθήνα Ανδρουλιδάκη - Δημητριάδη, I., 1977, Οι ισότιμοι σύ­ ζυγοι, Αθήνα, 1986, Νομικά προβλήματα από την τεχνητή γονιμοποίηση, Νομικό Βήμα, τ. 34, σελ. 10-18. Βαλαώρας, Β., 1965, Δυσμενείς αι δημογραφικαί μας προοπτικοί, Νέα Ο ικονομία, τ. 19, σελ. 971-977. ..., 1979, Υπογεννητικότης των Ελλήνων και προκληταί εκτρώσεις, Πρακτικά Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών. Βασιλείου, Γ., 1966, Διερεύνησις μεταβλητών υπεισερχομένω ν εις την ψυχοδυναμικήν της ελληνικής οικογένειας, Αθήναι, Ινστιτούτον «Ά νθρω πος» Βέλτσος, Γ., 1979, Κοινωνιολογία των θεσμών. I. Ο ικο­ γένεια και φαντασιακές σχέσεις, Αθήνα, Παπαζήσης Βουλουδάκης, Ε., 1980, Determinants o f fertility and family size in Greece: a cross-section econometric analysis, 1961-1971, σε Γ. I . ΣΙΑΜΠΟΣ, (επιμ.) Rescent Population Changes Calling for Policy Action, ΕΣΥΕ/European Center for Population Studies, Αθήνα Γαρδίκη, Ο., X. Κελπέρης, Α. Μουρίκη, I. Μυριζάκης, Θ. Παραδέλλης και Α. Τεπέρογλου, 1988 Νέοι: Διάθεση χρόνου: Διαπροσωπικές σχέσεις, Αθή­ να, ΕΚΚΕ Γκιζέλης, Γ, Ρ. Καυταντζόγλου, Α. Τεπέρογλου και Β. Φίλια, 1984, Παράδοση και νεωτερικότητα στις πολιστιστικές δραστηριότητες της ελληνικής οικογένειας: μεταβαλλόμενα σχήματα, Αθήνα, ΕΚΚΕ Δαμιανάκος: Σ., 1978, Etudes ruraies et monographies locales en Gr6ce, CNRS/U niversite Paris X, Nanterre. Δανέζης, I.M ., 1986, Παιδιά υψηλής τεχνολογίας. Νο­ μικά, δεοντολογικά και ηθικά προβλήματα, Ια­ τρική, τ. 49, σελ. 391-404. Δοξιάδη - Τριπ, Α. και Ε. Ζαχαροπούλου, (επιμ.), 1985, Ο έφηβος και η οικογένεια: Αθήνα, «Εστία» Δουμάνη, Μ., 1983, Mothering in Greece. From Collectivism to Individualism, Academic Press.

Σερά: Απόγευμα στην Grande Jatte, 1884 Ελληνική μετάφραση: 1989, Ελληνίδα μητέρα άλλοτε και σήμερα, Αθήνα, Κέδρος Ζάρναρη, Ο., 1979, Μορφές κοινωνικοποιήσεως του παιδιού στην ελληνική αστική οικογένεια, Ε­ κλογή, τ. Αυγούστου, σελ. 3-10 Θεοδώρου, X ., 1988, Le nom patronymique en Grece et la reforme du Droit de la Famille de 1983. (Aspects juridiques et sociologiques), Αθήνα Κομοτηνή, Σάκκουλας Καβουνίδη, Τζ., 1984, Μερικά προβλήματα στη μελέτη της ιστορίας της ελληνικής οικογένειας, Σύγ­ χρονα θέματα, τ. 22, σελ. 95-102 ..., 1985, The Family and Productive Relations: Artisan and Worker Households in Athens, Διδακτορικό, London School o f Economics Κάδας, K., K. Μαύρου, I. Δανέζης, Ξ. Ζαβιτσάνος και Δ. Τριχόπουλος, 1978, Συχνότητα των προκλητών εκτρώσεων σε ανύπαντρες και παντρεμένες γυναίκες της Αθήνας, Ιπποκράτης, τόμος 6/τεύχος 4, σελ. 263-267. Καρακατσάνης: Ι.Κ., 1984, Ο πολιτικός γάμος στη Θράκη, Αθήνα, Σάκκουλας ..., 1987, Το συναινετικό διαζύγιο στη Θράκη, Αθήνα Κομοτηνή, Σάκκουλας Καραποστόλης, Β., 1979α, Πρότυπα κατανάλωσης στην Ελληνική ύπαιθρο, Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, Μελέτες για την Αγροτική Οικονομία, αρ. 8, Αθήνα ..., Οικονομικός λογισμός και αγροτική οικογένεια, 1979β, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 36-37, σελ. 365-371.


56/αφιερωμα Κατάκη, X ., 1984, Οι τρεις ταυτότητες της ελληνικής οικογένειας, Αθήνα, Κέδρος Καυταντόγλου: Ρ., 1988, Η ιστορία της οικογένειας στην Ελλάδα. Μερικά προβλήματα μεθόδου, Ε­ πιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 69, σελ. 225-242. Κακούλη - Σπηλιωτοπούλου, Σ., 1983, Ζητήματα σχε­ τικά με τη γονική μέριμνα και συναφείς ρυθμί­ σεις, Δίκαιο και Πολιτική, Θεσσαλονίκη, τ.4, σελ. 213-238. Κουνουγέρη - Μανωλεδάκη, Ε., 1983, Εξωοικιακή ερ­ γασία της γυναίκας: η προβληματική του αστι­ κού δικαίου, Παρατηρητής, (αφιέρωμα στην Ι­ σονομία των δύο φύλων), τ. 4, σελ. 139-167. Κουρούκλη, Μ., 1978, Οι ανθρωπολογικές έρευνες στην Ελλάδα, Σύγχρονα Θέματα, τ. 2, σελ. 83-90 ...... 1984, Η οικογένεια στην Κέρκυρα του 19ου αιώνα, σε Δ.Γ. Τσαούση, (επιμ.), Ό ψ εις της ελληνικής κοινωνίας του 19ου αιώνα, Αθήνα, «Εστία», σελ. 149-158 Λαμπίρη - Δημάκη, I., 1966, Η προίκα στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, Νέα Οικονομία, τόμος 20, τ. 11-12, σελ. 883-888 ..., 1972, Dowry in modern Greece: an institution at the crossroads between persistence and decline, in: C. Safilios - Rothschild, (ed.) Toward a Sociology o f Women, Xerox College Publishing, σελ. 73-83 Μαδιανού, Δ ., 1985, Οικογένεια και χρήση χασίς σε μια κοινότητα της Αθήνας, Διδακτορική διατρι­ βή, πολυγραφημένο, Αθήνα Μαράτου - Αλιπράντη Λ ., 1987, Δομικά χαρακτηρι­ στικά και παραδοσιακές λειτουργίες της αγρο­ τικής οικογένειας: εμπειρικές έρευνες, Επιθεώ­ ρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 66, σελ. 73-105 Μαρούλη, Ε., 1977, (Αγάθωνος), Αναδρομική μελέτη του συνδρόμου του κακοποιημένου παιδιού, Ε­ πιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 30-31, σελ. 275-284 Μόσχου - Σακορράφου, 1975, Νομικές σχέσεις των συζύγων, Αθήναι Μουσούρου, Λ. Μ., 1984 Η Ελληνική οικογένεια, Αθή­ να, Ίδρυμα Γουλανδρή - Χορν ..., 1985α, Οικογένεια και παιδί στην Αθήνα, Αθήνα, Εστία ..., 1985β, Γυναικεία απασχόληση και οικογένεια, Αθή­ να, Εστία ..., 1989, Κοινωνιολογία της σύγχρονης ο ικογένειας, Α­ θήνα, Gutenberg ..., υπό έκδοση, Μετανάστευση - Παλιννόστηση και οικογένεια, σε Γεν. Γραμ. Αποδήμου Ελληνι­ σμού, Πρακτικά διημέρου για.τα πορίσματα της πρώτης φάσης του προγράμματος ερευνών Α π ο­ δημία - Παλιννόστηση (30-31.5.1989), (προσω­ ρινός τίτλος). Νίλσεν - Γεωργίου, Μ., 1980, Η οικογένεια στα ανα­ γνωστικά του Δημοτικού, Αθήνα Κέδρος Νίνα - Παζαρζή, Ε., 1979-1980, Η σύγχρονη ελληνική οικογένεια και οι διαδικασίες κοινωνικοποιήσεως, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 2-3, σελ. 14-16 Παπαδάκης, Μ., 1979, Εξελίξεις και προοπτικές της αναπαραγωγικότητας του ελληνικού πληθυσμού, Αθήνα Παπαντωνίου, Ν.Σ ., 1980, Ο εκσυγχρονισμός του οικο­

γενειακού δικαίου και η αρχή της ισονομίας ανδρών και γυναικών, Ο Πολίτης, τ. 33, σελ. 23-28 Παπαχρίστου, Α.Κ., 1975, Οικογενειακό δίκαιο και κοινωνική αλλαγή, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ε­ ρευνών, τ. 25, σελ. 439-444 ..., 1983, Ισονομία των φύλων και παράδοση, Παρατη­ ρητής, (αφιέρωμα στην ισονομία των δύο φύ­ λων), τ. 4, σελ. 117-127 Ποταμιάνου, Α ., 1978, On aspects o f change in Greek urban families, Paper presented at the 9th Congress of the International Association for Child Psychiatry and Allied Professions, Melbourn, Australia, Πολυγραφημένο. Πρεσβέλου, K. και Α . Τεπέρογλου, 1976, Κοινωνική α­ νάλυση του φαινομένου της εκτρώσεως στον ελ­ ληνικό χώρο, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευ­ νών, τ. 28 σελ. 275-285 Σαφιλίου - Rothschild, Κ., 1972, Η διάρθρωσις της οι­ κογενειακής εξουσίας και αι εκ του γάμου ικα­ νοποιήσεις, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 13, σελ. 92-100. Σκορίνη - Παπαρρηγοπούλου, Ξ., 1971, Οι λόγοι δια­ ζυγίου κατά την ελληνικήν νομολογίαν, Αθήναι Σκουτέρη - Διδασκάλου, Ν ., 1984, Ανθρωπολογικά για το γυναικείο ζήτημα (4 μελετήματα), Ο Πολίτης Σταμπέλου, X ., 1989, Le concubinage en Droit Civil Grec, σε Les concubinages en Europe, CNRS, σελ. 177-203 Συμεωνίδου - Αλατοπούλου, X ., 1979, An account of factors affecting fertility in Greece, (1930-1975), Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 35, σελ. 90-110 ..., 1979, Η εξέλιξη του θεσμού της προίκας στην Ελλά­ δα. 1956-1974, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευ­ νών, τ. 36-37, σελ. 322- 338. ..., 1989, Γεγονότα του κύκλου ζωής και γυναικεία α­ πασχόληση, Σύγχρονα Θέματα, (Περίοδος Β', χρόνος 12ος), τ. 40, σελ. 61-70 Τεάζη - Αντωνακοπούλου, Η., 1987, Η μελέτη της οι­ κογένειας από κοινωνικοϊστορικής και ανθρωπολογικής σκοπιάς, Ελληνική Κοινωνία, Επετη­ ρίδα του Κέντρου Έρευνας Νεοελληνικής Κοι­ νωνίας της Ακαδημίας Αθηνών, σελ. 43-65 Τεπέρογλου, Α ., 1968, Η προίκα, ένα κοινωνικοοικονο­ μικό πρόβλημα, Αθήνα, ΕΚΚΕ ..., Η συμμετοχή των ηλικιωμένων στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη, Εισήγηση στο Παγκύπριο Σεμινάριο για τα γηρατειά, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 52, σελ. 86-94. ..., (υπό έκδοση), Αξιολόγηση της προσφοράς τω νΚΑ ΠΗ, Αθήνα, ΕΚΚΕ Τσουκαλάς, Κ., 1987, Κράτος, Κοινωνία, Εργασία στην μεταπολεμική Ελλάδα, Αθήνα, Θεμέλιο. Ψυχογιός, Δ ., 1987, Προίκες, φόροι, σταφίδα και ψωμί, οικονομία και οικογένεια στην αγροτική Ε λλά­ δα του 19ου αιώνα, Αθήνα, ΕΚΚΕ

Β. Ξένοι συγγραφείς Anderson, Μ., 1980, Approaches to the History o f Western Family, 1500-1914, London, MacMillan Aries, R., 1973, L ’ enfant et la famille sous V Ancient Regime, Paris, Seuil (Points) Barret M. and M- McIntosh, 1982, The Anti-Social


αφιερωμα/57 Blood, R. and D. Wolfe, 1960, Husbands and Wives. The Dynamics o f Married Living, N .Y ., The Free Press Bourguignon, O., J.-L. Rallu et I. Thery, 1985, Du divorce et des enfants, Travaux et Documents, Cahier No 111, PUF Bumpass, L., 1984, Some characteristics of children’s second families, America Journal o f Sociology, vol. 90, No3, pp 608-623 Bumpass, L. and R. R. Rindfuss, 1979, Children’s experience of marital disruption, American Journal o f Sociology, vol. 85, No 1, pp 49-65 Burr, W.R., R. Hill, F. I. Nye and I. L. Reiss, (eds), 1979, Contemporary Theories about the Family, N.Y. The Free Rress Campbell, J., 1964, Honour, Family and Patronage, Oxford, Clarendon Press Cavallo Boggi, R., 1976, Les roles des sexes dans les communautes villageoises de la region de Salernes, Contributions de Γ Institut de Pedagogie, de Psychologie et de sociologie de Γ Universite de Salernes, Naples, Glaux Cherlin, A ., 1978, Remarriage as an incomplete institution, American Journal o f Sociology, vol. 84, No 3, pp 634- 650 Demos, J., 1986, The Family and the Life Course in American History, Oxford University Press Du Boulay, J., 1974, Portrait o f a Greek Mountain Village, Oxford, Clarendon Press Dubish, J., (ed.), 1986 Gender and Power in Rural Greece, Princeton University Press Duby, G., 1981, Le chevalier, la femme et le prStre, Hachette Elliot Robertson, F., 1986, The Family: Change or Continuity? MacMillan Fagin, L. and. M. Little, 1984, The Forsaken Families, Penguin Feldman, H. and M. Felfman, (eds), 1985, Current Controversies in Marriage and Family, Sage Flandrin, J.-L., 1976, Famille, parente, maison, sexualite dans 1’ Ancien Regime, Paris, Hachette Foner, N ., 1984, Ages in Conflict. A cross-cultural Perspective on Inequality between Old and Young, Columbia University Press Forster R. and O. Ranum, (eds), 1976, Family and Society, John Hopkins University Press Friedl, E., 1962, Vassilika: a Village in Modern Greece, N .Y., Holt Rinehart and Winston ..., 1963, Some aspects o f dowry and inheritance in Boetia, in: J. Pitt-Rivers, (ed.), Mediterranean Countrymen: Essays on Social Anthropology in the Mediterranean, Paris ..., 1967, The position of women: Appearance and reality, Anhtropological Quarterly, No 40, pp 97-108 Gittins, D ., 1985, The Family in Question, MacMillan Glazer, N., 1978, The rediscovery of the family, Commentary, vol. 65, No 3, pp 49-56 Goldthorpe: J.E. 1987, Family Life in Western Societies, Cambridge University Press Goode, W., 1963, World Revolution and Family Patterns, The Free Press of Glencoe Goody, J., 1983, The Development o f the Marriage and Family in Europe, Cambridge University Press Goody, J., J. Thirsk and E. P. Thomson, (eds), 1979, Family and Inheritance: Rural Society in Western

Europe, 1200-1800, Cambridge University Press Handman, M.-E., 1983, La violence et la ruse. Hommes et femmes dans un village grec, Aix-en-Provence, Edisued. Ελληνική μετάφραση, 1987, Βία και πονηριά. Ά ντρ ες και γυναίκες σ ’ ένα ελλη νικ ό χωριό, Καστανιώτης. Hareven, Τ. and A. Plakans, (eds), 1987, Family History at the Crossroads, Princeton University Press Family, London, Verso Battagliola, F., 1988, La fm du manage?, Paris, Syros/Alternatives Bell, N.W . and E.F. Vogel, (eds), 1968, A Modern Introduction to the Family, (Revised Edition), N.Y ., The Free Press Bellah, R .N ., R. Madsen, W.M. Sullivan, A. Swindler and S. Tipton, 1986, Habits o f the Heart. Individualism and Commitment in America Life, Harper and Row Bengtson, V.L. and J. Bengtson (eds), 1985, Grandparenthood, Sage Berger, B. and R. Berger, 1983, The War over the Family. Capturing the Middle Ground, Penguin Harris, C.C., 1983, The Family and Industrial Society, London, George Allen and Unwin Hartmann, H.L., 1981, The. family as a locus o f gender, class and political struggle: the exemple of housework, Signs, vol. 6, No 3, pp 366-394 Havens, E.M ., 1973, Women, work and weldlock, a note on female marital patterns in the United States, American Journal o f Sociology, vol. 78, No 4, pp 975-981 Held, T. et R. Levy, 1975, Femme, famille et soci6te, Collection Sociologie en Suisse, Dalta, Vevey Herzfeld, M., 1980, The dowry in Creece: terminological usage and historical reconstruction, Ethnohistory, 27/3, pp, 225-241 ..., 1982, When exceptions define the rules: greek baptismal names and negotiations o f identity, Journal o f Anthropological Research, No 38, pp . 288-302 Hill, R., 1955, A critique o f contemporary marriage and family research, Social Forces, 33, pp 268-277 ..., 1966, Contemporary development in family theory, Journal o f Marriage and the Family, X X V III/1 Hill, R. and D. A. Hansen, 1960, The identification of conceptual frameworks utilized in family study, Marriage and Family Living, 19, pp 89-92


58/αφιερωμα Hirschon, R., 1989, Heirs o f the Greek Catastrophe, Oxford University Press, Clarendon Hoffman, L.W. and F.I. Nye, (eds), 1974, Working Mothers, San Francisco, Jossey-Bass Kenna, M., 1971, Houses, Fields and Graves: Property and Ritual Obligation on a Greek Island, PhD Thesis, University o f Kent Kersten, K. Kayser and L. K. Kersten, 1988, Marriage and the Family. Studying Close Relationships, N.Y ., Harper and Row Laslett, P. and. R. Will, (eds), 1972, Household and Family in Past Time,, Cambridge University Press Levine, D., 1977, Family Formation in an Age o f Nascent Capitalism, New York Academic Press Lewis, C. and M. O’ Brien, (eds), 1987, Reassessing Fatherhood, Sage Libby, R.W. and R. N. Whitehurst, 1977, Marriage and Alternatives: Exploring Intimate Relationships, Glenview 111., Scott Foresman Medick H., 1976, The proto-industrial family economy: the structrural function o f household and family during the transition form peasant society to industrial capitalism, Social History, vol. 1, No 3, pp 291-315 Melville, K., 1983, Marriage and the Family Today, N .Y ., Random House Menahem, G., 1988, Trois modes d’ organisation domestique selon deux normes familiales font six types de famille, Population, 43/N o 6, pp 1005-1034 Mendras, H. et al., 1961, Six villages d ’ Epire. Froblemes de developpement socio-economique, Unesco, Rapport de mission No 11 Michel, A ., (ed.), 1971, Family Issues o f Employed Women in Europe and America, Leiden, E.J. Brill ..., 1974, Activite professionnelle de la femme et vie conjugate, Paris, CNRS ..., 1975, Modeles sociologiques de la famille dans les societes contemporaines, Reformes du Droit de la Famille: Archives de Philosophic du Droit, tome 20, pp 127-136 .... 1978, Sociologie de la famille et du mariage, PUF. Ελληνική μετάφραση (επιμέλεια Λ. Μ. Μουσούρου), 1981, Κοινωνιολογία της οικογένειας και του γά­ μου, Gutenberg Mitteraurer, Μ. and R. Sieder, 1982, The European Family, London, Basil Blackwell Montgomery, R. J.V ., 1988, Family sociology, in E.F. Borgatta and K.S. Cook, (eds), The Future o f Sociology, Sage, pp 105-119 Moss P. and N. Fond, 1980, Work and the Family, London, Temple Smith Nye, F.I. and F. Berardo, 1966, Emerging Conceptual Frameworks in Family Analysis, N.Y ., MacMillan Ogburn, W.F. and M. F. Nimko F.F ., 1955 Technology and the Changing Family, Boston, Houghton Mifflin Papanek, H., 1979, Family status production: the «work» and «non-work» o f women, Signs, vol. 4, No 4, pp 775-781 Parsons T. and R. Bales, 1955, Family, Socialization and Interaction Process, Glencoe, Free Press Pechoux, P.Y ., 1972, Remarques sur les espaces matrimoniaux en Grece, (Memoires et Docu­

ments), Recherches sur la Grece Rurale, Nouvelle S6rie, vol. 13, Paris, CNRS, pp 125-138 Presser, Η. B. and W. Baldwin, 1980, Child care as a constraint on employment: prevalence, correlates, and bearing on the work and fertility nexus, American Journal o f Sociology, vol. 85, No 5, pp 1202-1213 Rapoport R. and R. Rapoport, 1971, Dual-Career Families, Penguin ..., 1976, Dual-Career Families Re-examined, N.Y. Harper and Row Rapoport, R .N ., M.P. Forgarty and R. Rapoport, (eds), 1982, Families in Britain,, London, Routledge and Kegan Paul Rodman, H. 1980, Are conceptual frameworks necessary for theory building; the case o f family sociology, Sociological quarterly, vol. 20, pp 429-441 Royal, S., 1987, Le printemps des grands-parents, Paris, Robert Laffont Sanders, I.T., 1962, Rainbow in the Rock: the People o f Rural Creece, Harvard University Press Saulnier, F., 1981, Quelques aspects du changement social dans un village de montagne critois, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, (ειδικό τεύχος), σελ. 257-261 Scanzoni, J., 1983, Shaping Tomorow’ s Family, Sage Library o f Social Research Scanzoni, L. Dawson and J. Scanzoni, 1981, Men, Women and Change. A Sociology o f Marriage and the Family, McGraw Hill Segal, L., (ed), 1983, What is to be done about the Family? Penguin Segalen, M., 1980, Mari et femme dans la societe paysanne, Paris, Flamarion Sekaran, U ., 1986, Dual-Career Families, San Francisco-London, Jossey-Bass Smith, D ., 1973, Women, the family and corporate capitalism, in M. S. Stephenson, (ed.), Women in Canada, Toronto, New Press Sorensen A. and S. McLanahan, 1987, Married women’s economic dependency, 1940-1980, American Journal o f Sociology, vol. 93, No 3, pp 659-687 Stone, L., 1979, The Family, Sex and Marriage in England 1500-1800, Harper Torchbooks Sussman, M.B., 1971, Family systems in the 1970’s : analysis, policies and programs, The Annals o f the American Academy o f Political and Social Science, col. 396, pp 40-56 Sussman, M.B. and S.K. Steimetze, 1987, Hanbook o f Marriage and the Family, N.Y., Plenum Press Thompson, L. and A, J. Walker, 1982, The dyad as a unit of analysis: conceptual and methological issues, Journal o f Marriage and the Family, vol 44, No 4, pp 889-900 Tilly L.A. and J.W. Scott, 1987, Women, Work and Family, N.Y. Methuen Waite, L.J., 1980, Working wives and the family life cycle, American Journal o f Sociology, vol. 86, No 2, pp 272- 294 Warshofsky Lapidus, G., (ed.), 1982, Women, Work and the Family in the Soviet Union, M.E. Sharp Whitfield, R., (ed.), 1987, Families Matter, Marshall Pickering Young M. and P. Willmott, 1984, The Symmetrical Family, Penguin


μύθοι για τον έρωτα και το σώμα ~ ΖΑΝ ΑΙΜ ΠΙΣ (JEAN LIBIS): Ο Μύθος του Ανδρογύνου, μετάφραση Αριστέας Παρίση. Αθήνα, Ο λ κ ό ς , 1989. - ΖΩ ΡΖ ΝΤΕΒΕΡΕ (GEORGES DEVEREUX): Βαυβώ - Το μυθικό αιδοίο, μετάφραση Γιώργου Τόλια. Αθήνα, Ο λ κ ό ς , 1989. - ΜΙΣΕΛ ΦΟΥΚΩ: Ιστορία της Σεξουαλικότητας - 2 Η χρήση των απολαύσεων, μετάφραση Γιώργου Κωνσταντινίδη. Αθήνα, Ρ ά π π α , 1989.

\ΛΛ

«Α ντρ ας και γυναίκα μαζί, ταυτόχρονα εραστής και ερωμένη, τριγύρισα...» G. Flaubert

/'"'ν άνθρωπος ως είδος, για τον οποίο μας μιλά η δυτική φιλο\ \ W σοφική παράδοση, μοιάζει από πολλές πλευρές ατροφι­ κός. Η σεξουαλική του διάσταση κατά γενικό κανόνα συγκαλύ­ πτεται ή, στην καλύτερη περίπτωση, περιθωριοποιείται, σαν να εί­ χαμε να κάνουμε με μιαν άποψη μη ουσιώδη, ή ατιμωτική, και ί­ σως και με τα δύο συγχρόνως. Η ιστορία αυτής της "σιωπής” μέ­ νει άλλωστε ακόμη να γραφτεί»1. Μ’ αυτά τα λόγια εισάγει, στα 1980, ο J. Libis τον Μύθο του Ανδρογύνου, παραβλέποντας, κατά κάποιον τρόπο, τον πρώτο τόμο της Ιστορίας της Σεξουαλικότη­ τας του Michel Foucault2 που είχε κυκλοφορήσει στη Γαλλία δύο χρόνια πριν και που ήταν αφιερωμένος στην ιστορία των «σιωπών» και των «λόγων» ή των φλυαριών γύρω από τη σεξουαλικότητα στη δυτική σκέψη, την επιστήμη και την καθημερινή πρακτική. Η παράβλεψη αυτή είναι ένα από τα λίγα πράγματα για τα οποία θα μπορούσε κανείς να κατηγορήσει το βιβλίο αυτό του J. Libis, που αναλαμβάνει ένα πολύ φιλόδοξο καθήκον: Να παρουσιάσει, μέσα από τις διάφορες μεταμορφώσεις του, τον μύθο - ή ορθότε­ ρα τους μύθους - που αναφέροντυ1 στην ανδρογυνία, τους «λό­ γους» που αρθρώθηκαν - από τη θρησκεία και τον αποκρυφισμό, ώς τη φιλοσοφία, την ιατρική και τη βιολογία - γύρω από το θέμα, την πρακτική αντιμετώπιση του ερμαφροδιτισμού όταν εμφάνιζε-


60/επιλογη ται στις κοινωνίες μας και να επιχειρήσει, τέλος, μια κατάδυση στη δυσπρόσιτη περιοχή του πόθου και της σχέσης της ανθρώπι­ νης σεξουαλικότητας με το θάνατο. ρχικά ο συγγραφέας προσφεύγει στην ψυχολογία του Jung για να οικειοποιηθεί τον όρο «αρχέτυπο», που παρουσιάζεται ως Α μια «δυναμική διαδικασία, η οποία είναι ριζωμένη μέσα στα ψυχοβιολογικά υπόβαθρα της ανθρωπότητας και αναδύεται με μορφή εικόνων που μπορούν να ποικίλλουν, αλλά δορυφορούνται από το αρχικό σχήμα που τις γεννά» (σελ. 17). Είναι απόλυτα σαφές ότι ο συγγραφέας γνωρίζει τις παγίδες που περιβάλλουν κάθε όρο που συνδέει την ψυχή με τη βιολογία, και πολύ περισσότερο όρους που αναφέρονται στην περιοχή ενός υποτιθέμενου συλλογικού ασυνεί­ δητου που εγγράφεται σε κάθε ατομική ψυχή, μερικές φορές πριν ακόμη τη γέννησή της. Το πρώτο μέρος του Μύθου του Ανδρογύνου παρουσιάζει τις συνδέσεις του θεϊκού στοιχείου με την ανδρογυνία σε διάφορες μυ­ θολογικές παραδόσεις: Αίγυπτος, Μεσοποταμία, Ιράν, Ινδία, Κί­ να, αρχαία Γερμανία, αρχαία Ελλάδα και Γώμη είναι οι κύριες πε­ ριοχές στις οποίες αναφέρεται εδώ ο συγγραφέας. Και ακολουθεί η Παλαιό και η Καινή Διαθήκη με όλο τον όγκο των πατερικών και αιρετικών, γνωστικών, θεοσοφικών και καββαλιστικών σχολίων που σωρεύτηκαν στη μακρόχρονη πορεία των έργων αυτών στον κόσμο. Χωρία παράδοξα ως προς τη διατύπωση όπως το ακόλου­ θο από τη Γένεση: «Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρρεν και θήλυ εποίησεν αυτούς» δίνουν γόνιμη ώθηση για μια σκέψη σχετικά με την αμφιφυλία του Θεού, του Χριστού ή της Τριάδας με την προσθήκη ενός τέταρτου όρου, της Σοφίας του Θε­ ού ή της Παναγίας. εξέταση των εμφανίσεων της ανδρογυνίας στις μυθολογίες, δίνει στον J. Libis τη δυνατότητα να ισχυριστεί πως η ανδρο­ γυνία δεν είναι μόνο θεϊκό προνόμιο αλλά απλώνεται στο σύμπαν, όλος ο κόσμος χαρακτηρίζεται από σύνθεση ανδρογυνικών ιδιοτή­ των. Ο κόσμος παρουσιάζεται ως συνύπαρξη ή «αντίθεση - συμπληρωματικότητα» του Αρσενικού και του Θηλυκού (σελ. 91). Η ανδρόγυνη θεότητα, λοιπόν, δημιουργεί έναν ανδρόγυνο κόσμο, μέσα στον οποίο ζει ο άνθρωπος του παρελθόντος: ο ανδρόγυνος. Η σύνδεση των προγόνων της χρυσής εποχής με την ανδρογυνία εμφανίζεται ήδη στο Συμπόσιο του Πλάτωνα, επαναλαμβάνεται σε πολλούς μύθους για να επιβεβαιωθεί από ορισμένα «σκοτεινά ση­ μεία» του φροϋδισμού και τη μετα-βιολογία. Ό πω ς παρατηρεί ο συγγραφέας: «Οι ανδρογυνικοί μύθοι διατρέχουν τις θεολογίες, στις οποίες παραμένουν με ποικίλους τίτλους, έστω και με τρόπο συγκαλυμμένο· διατρέχουν επίσης τις πρωτόγονες κοσμολογίες και εμποτίζουν τις αναπαραστάσεις που αφορούν τους προγόνους· φαίνεται πως κατακλύζουν ακόμη και την ανθρωπολογική “ επιστημονικότητα” » (σελ. 147). Ασχολείται στη συνέχεια με τις διά­ φορες εκδοχές της ανδρογυνικής δύναμης, όπως αυτή εκφράζεται στους μύθους ή τον λόγο της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Η ε­ ξαιρετική σωματική δύναμη, οι θαυματουργικές ικανότητες, η γνώση αυτού που υπερβαίνει τον άνθρωπο (όπως είναι η γνώση του μέλλοντος), η σχέση της άνδρογυνίας με την υγεία, τη μακροβιότητα και την αθανασία, την υπερσεξουαλικότητα και την ηδονή α­ πασχολούν τον J. Libis σε σελίδες πολύ ενδιαφέρουσες, γεμάτες α­ πό τις εικόνες του μυθικού και απόκρυφου λόγου, ή από τα λόγια της γοητευμένης επιστήμης.

Η


επιλογη/61 φού όμως, οι πρόγονοι υπήρξαν ανδρόγυνοι, και αφού το μυ­ θικό τέλος του χρόνου είναι μια επιστροφή στην αρχική κα­ τάσταση, είναι σχεδόν προσδοκώμενη η ύπαρξη ανδρογυνικών ε­ σχατολογιών. «Στα έσχατα του χρόνου θα πάρουν τέλος οι αντιθέ­ σεις, και κυρίως η αντίθεση των δύο φύλων (...). Τότε μας επιτρέ­ πεται να σκεφτούμε πως “ ο άνδρας και η γυναίκα θα συγχωνευθούν μέσα σε μία και την ίδια λάμψη, δεν θα αποτελούν πια παρά ένα φως, κι αυτό το φως με τη σειρά του θα γίνει ένα μόνο σώμα χωρίς φύλο, και επομένως αθάνατο” » (σελ. 200-1). Ο Fr. Schlegel και ο Holderlin τσιτάρονται, δίνοντας καταπληκτικές εικόνες που οραματίζονται την επιστροφή του ανδρογύνου, που θα σημάνει το τέλος των διαιρέσεων. Γιατί αν ο κόσμος υπήρξε αρχικά ανδρόγυνος, η έκπτωση του ανθρώπου - που συνδέεται με την απόκτηση φύλου και τον διαχωρισμό σε άντρα και γυναίκα - σήμανε ταυτό­ χρονα και την έκπτωση του κόσμου. Το αρσενικό και το θηλυκό στοιχείο έπαψαν να βρίσκονται σε ενότητα και αρμονία, χωρίστη­ καν και έφεραν τον πόλεμο των στοιχείων. Η επιστροφή του αν­ θρώπου στην ανδρογυνική κατάσταση συνδέεται με τη συμφιλίωση του κόσμου, το τέλος όλων των αντιθέσεων, δηλαδή τη σύνθεση σύνδεση - συνύπαρξή τους σε μια ανώτερη ενότητα που τις περι­ κλείει. Ανάμεσα όμως στο ανδρόγυνο παρελθόν και το ανδρόγυνο μέλ­ λον, στο παρόν, εμφανίζεται κάποτε έμπρακτα η ανδρογυνία. Με την ανάδυση αυτή «μοιάζει να εμφανίζεται μια φοβερή αντιστροφή αξιών. Ό ,τι αποτελούσε το στήριγμα γοητευτικών γνωρισμάτων υ­ ποβιβάζεται ξαφνικά με τρόπο ριζικό και γίνεται αντικείμενο σκανδάλου, και μάλιστα εξευτελισμού» (σελ. 233). Πέρα από το νομικό ανάθεμα, τη θεσμική αντιμετώπιση του ανδρογύνου, υπάρ­ χει μια σειρά φαντασιώσεων που τον συνδέουν με το τερατικό στοιχείο που ασκεί τεράστια γοητεία στη λαϊκή φαντασία. Μάγισ­ σες, δαίμονες, γίγαντες των κοσμογονικών μυθολογιών, ο πολύμαστος Δίας και οι Αμαζόνες με τον κομμένο αριστερό μαστό παρε­ λαύνουν εδώ, επιδεικνύοντας τη σχέση τους με την αμφιφύλία. Ο εξορκισμός της λανθάνουσας αμφιφυλίας που φέρει το φυσιολογι­ κό ανθρώπινο σώμα προκαλεί μια σειρά τελετουργιών, που συνδέ­ ονται με τις τελετουργίες της ενηλικίωσης (rites de passage) και που προκαλούν συμβολικούς τραυματισμούς - πολύ υλικούς παρ’ όλα αυτά, αφού είναι εκτομές τμημάτων του σώματος.

Α

ο τελευταίο τμήμα του βιβλίου είναι, κατά την άποψή μου, το πιο σημαντικό. Ίσως πρόκειται για το ουσιαστικό ζητούμενο του συγγραφέα, που παίρνει τη μορφή ερωτήματος: «ποιος είναι αυτός ο πόθος, που πολλαπλασιάζει έτσι τις μορφές του αρχέγονου Ανδρογύνου, είτε αποδίδοντάς τες σε "όντα της Αρχής” , όπως οι θεοί, οι ήρωες και οι πρόγονοι, είτε κάμνοντάς τες πρότυπο ισορ­ ροπίας και πληρότητας είτε, ακόμη, συγκεντρώνοντας πάνω στον Ανδρόγυνο τα άλλοθι της υπέρβασης;» (σελ. 301). Στις εκατό περί­ που σελίδες που ακολουθούν, ο J. Libis επιχειρεί να σκιαγραφήσει μια θεωρία για τον πόθο, που τροφοδοτείται από την έλλειψη ικα­ νοποίησης, που κατοικεί τον χωρισμό: το χωρισμό του αρχέγονου ανδρόγυνου σε άνδρα και γυναίκα, το χωρισμό του Ίδιου από το Άλλο και τις πολύπλοκες σχέσεις που τα συνδέουν (σχέσεις αγά­ πης, μίσους και φόβου). Η ερωτική παρόρμηση, γράφει ο συγγρα­ φέας συμφωνώντας με τον J. Evola - ο οποίος με τη σειρά του α­ κολουθεί τον Πλάτωνα - , «έχει φύση μεταφυσική. Ακατάπαυστα, μέσα στην ερωτική παρόρμηση, ο τόπος του σώματος υπερβαίνεται προς την κατεύθυνση ενός “ αλλού” , που δεν λέγεται. ΓΓ αυτό οι ποιητικές μορφές του σεξουαλικού έρωτα είναι συχνά μεταφο­

Τ


62/επιλογη ρές ταξιδιού, αλλά το ταξίδι αυτό παίρνει εκούσια τις ανησυχητι­ κές μορφές της πτώσης ή του ναυαγίου» (σελ. 335). Αυτό το άφατο ταξίδι κινδυνεύει διαρκώς από τον πόλεμο ανάμεσα στα φύλα. Ε­ δώ ο Libis προσφεύγει στην εγελιανή οντολογία: «υπάρχει ένας πό­ θος του Εαυτού για τον Εαυτό, διαμέσου του Άλλου. (...) Εν τούτοις, όσο η μορφή του Άλλου παίρνει τη μορφή του απλού ζωντα­ νού όντος, η αντίστασή του στην ελευθερία του εγώ έχει την “ πα­ θητική” μόνο μορφή της άμεσης φύσης. Σ’ αυτήν, το Εγώ θα μπο­ ρούσε να βρει μόνο μια στιγμιαία και απατηλή ικανοποίηση, γιατί αυτό που θέλει το Εγώ είναι να δοκιμάσει την ελευθερία του σ’ όλη την ένταση της ισχύος του. (...) Μόνον η συνάντηση με την ελευθε­ ρία - άλλο μπορεί να εξασφαλίζει στο Εγώ την αποφασιστική στιγμή της δοκιμασίας του» (σελ. 338-9). Και δεν είναι μόνο η αντί­ θεση του άλλου στις επιδιώξεις του εγώ, αλλά και η διαρκής διά­ ψευση των προσδοκιών του πόθου η οποία - με τη σειρά της προκαλεί την έχθρα και την περιφρόνηση του υποκειμένου για τα αντικείμενα που προηγουμένως ποθούσε, που οδηγούν στο ναυά­ γιο. Αυτός είναι ο λόγος που αναζητούμε τον Ανδρόγυνο: «μας δια­ κατέχει, σαν να μπορούσε να κάνει δυνατό το δαμασμό του Ά λ ­ λου και την επανενσωμάτωσή του μέσα στο Ίδιο» (σελ. 353). Ο Ανδρόγυνος, λοιπόν, μας δίνει τη δυνατότητα να ξεφύγουμε από τον πόθο, το ταξίδι και το ναυάγιο που ξανοίγονται μπροστά σε κάθε σεξουαλικά προσδιορισμένο άτομο. Στο τέλος του ταξιδιού του ατόμου περιμένει ο θάνατος. Όμως, «ο θάνατος εμφανίζεται, με μια πρώτη σημασία, ως το συσχετιστικό αντίστοιχο της εμφάνισης του φύλου» (σελ. 355). Μέσα από την ερωτική πράξη «εμψυχώνεται» στους συμμετέχοντες ένας «πόθος θανάτου», γιατί «ο θάνατος είναι αυτό που επικυρώνει την αποτυ­ χία του μύθου· είναι όμως κι αυτό χάρη στο οποίο “ πραγματώνε­ ται” ο μύθος, καθώς αποκομίζει τους ηθοποιούς του δράματος πέ­ ρα από το χρόνο. Μέσα στον πόθο του θανάτου υπάρχει αυτή η αμ­ φισημία που τίποτε δεν θα μπορούσε να την ξεκαθαρίσει απόλυτα» (σελ. 356). Και, καθώς «η λογική του Έρωτα είναι άνοιγμα προς το θάνα­ το» (σελ. 365) - κι εδώ ο Libis στρέφεται στον Bataille - συναντάται με το λόγο. Ο Λόγος μαρτυρά μιαν έλλειψη, την ίδια έλλειψη που μαρτυρά ο έρωτας: την έλλειψη που υποδηλώνει ο πόθος για τον άλλο, δηλαδή η απουσία του άλλου από το ίδιο. Γι’ αυτό και ο κόσμος του Ανδρογύνου είναι κόσμος σιωπηλός, όπως σημειώ­ νει ο J. Peignot: γιατί ο κόσμος αυτός - ανδρόγυνος και ο ίδιος - είναι τέλειος, δεν υπάρχει έλλειψη, ο άλλος είναι εγώ, ανήκει ο­ ντολογικά στον εαυτό: «Η σιωπή λέει το ουσιώδες, το αρθρώνει. Δεν υπάρχει λόγος που να αξίζει όσο μια σιωπή που τη στηρίζει η ένταση μιας αυθεντικής ύπαρξης» (σελ. 367). Η Βαυβώ τα πλαίσια του ίδιου ενδιαφέροντος για τους σεξουαλικούς μύ­ θους, που δεν είναι μύθοι για τη σεξουαλικότητα, αλλά για το σώμα και τους φόβους ή τις προσδοκίες του, για τον πόθο που εκ­ φράζεται στους μύθους και τη λογοτεχνία, εγγράφεται και το βι­ βλίο του Georges Devereux Βαυβώ: το μυθικό Αιδοίο.3 Ο μύθος της Βαυβούς ή Ιάμβης έχει ως εξής: Καθώς η Δήμητρα θρηνεί τη χαμένη Περσεφόνη και αρνείται να φάει και να πιεί, η Βαυβώ σηκώνει τους πέπλους της και δείχνει την προσωπόμορφη κοιλιά της στη Θεά, ενώ από τα γεννητικά της όργανα εμφανίζεται το κεφάλι και το χέρι του γεννώμενου Θεού, του νεκρικού Ίακχου.

Σ

ΜΙΣΕΛ ΦΟΥΚΩ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑΣ

9 ηχρη^

/ν.τω ν

απολαύσεων


επιλογή/6 3 Η Θεά γελά με το θέαμα και δέχεται να πιει τον κυκεώνα. Ο Devereux προσπαθεί να καταλάβει γιατί η χειρονομία της Ιάμβης προκαλεί την ευφροσύνη της Θεάς, και πώς η χειρονομία αυτή εμ­ φανίζεται και σε πολλές παραδόσεις. Επιμένει ιδιαίτερα στον επα­ ναληπτικό χαρακτήρα της χειρονομίας της Βαυβούς, αφού ο στί­ χος ισχυρίζεται ότι η Δήμητρα διασκέδασε και αργότερα με τη χει­ ρονομία αυτή. Κατά τη διάρκεια του ετήσια επαναλαμβανόμενου πένθους της Δήμητρας, ισχυρίζεται ο συγγραφέας, η Ιάμβη δείχνει ξανά και ξανά τον γελαστό Διόνυσο που γεννά και ενθαρρύνει τη Δήμητρα: «η χειρονομία της Ιάμβης, παρά τον αστείο χαρακτήρα της, πρέπει να εμπεριείχε την υπόσχεση για επιστροφή της χαμέ­ νης Περσεφόνης, που διέμενε κάθε χειμώνα στη χώρα των νεκρών. Η Κόρη εμφανιζόταν ανάμεσα στους ζωνταντούς κάθε άνοιξη, με τη νέα βλάστηση» (σελ. 26). Από την Αίγυπτο ώς την Ιαπωνία απλώνεται το εθνογραφικό υλι­ κό που περιλαμβάνει το ντοσιέ της έρευνας του G. Devereux, που είναι πράγματι εντυπωσιακό σε όγκο και αρχίζοντας από τους Ορ­ φικούς και τον Ομηρικό ύμνο στη Δήμητρα φθάνει ώς τον χριστια­ νισμό, όπου, «σύμφωνα με μιαν εκχριστιανισμένη παραλλαγή του μύθου της Βαυβούς, η Παναγία, περιπλανώμενη σε αναζήτηση του γιού της, συναντάει ένα θηλυκό βάτραχο που της μιλάει για το νεο­ γέννητο του. Η Αγία Μητέρα, βλέποντας αυτό το τόσο άσχημο και κακοφτιαγμένο ζώο, ξεσπάει σε γέλια. Είναι δύσκολο να μην συ­ σχετίσουμε τούτο τον βάτραχο με τη Βαυβώ» (σελ. 61-2). Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στη νευρωσική επιδειξιομανία των γυναικών, η οποία συγκρινόμενη με εκείνη των ανδρών, είναι σπανιότατη. Προσπαθεί, λοιπόν, να εντοπίσει τα απο­ τελέσματα αλλά και τη σημαντική της επίδειξης, προσφεύγοντας άλλη μια φορά στο πλούσιο υλικό του: παρότρυνση για αφροδισία, υποκίνηση της σεξουαλικότητας εν μέσω πένθους [«τα άτομα που έχουν πληγεί από τη συμφορά (και ιδιαίτερα όσα έχασαν αγαπημέ­ νο σύντροφο) μπορούν μερικές φορές να αποπλανηθούν πολύ εύ­ κολα», σελ. 91], επίδειξη τέλος της εγκυμοσύνης και του τοκετού. Κατόπιν, ο συγγραφέας αφιερώνει αρκετές σελίδες στη συζήτηση των σταδίων και των τρόπων με τους οποίους μπορεί να προσλάβει το αιδοίο χαρακτήρα φαλλικό, και ο φαλλός χαρακτήρα αιδοίου. Το βιβλίο τελειώνει με μια ψυχολογική ερμηνεία της προσωπόμορ­ φης κοιλιάς και των ερωτικών σημείων του σώματος. Ό πω ς σημειώσαμε ήδη, το ντοσιέ του εθνολόγου και ψυχαναλυ­ τή G. Devereux (1908-1986) είναι πάρα πολύ εκτεταμένο και περι­ λαμβάνει στοιχεία που προέρχονται από διαφορετικούς πολιτι­ σμούς και εποχές. Η πολυμάθειά του είναι καταπληκτική. Δεν μπορώ όμως ν’ αντισταθώ στον πειρασμό που συνιστά, για όποιον προσπαθεί να διαγνώσει τις τάσεις του σύγχρονου επιστημονικού λόγου στο σύνολό του παρά σε κάποιες συγκεκριμένες επιστήμες, το απόσπασμα 40 του Ηράκλειτου: «πολυμαθίη νόον ου διδάσκει». Ποάγματι, κλείνοντας το βιβλίο, ο αναγνώστης αισθάνεται ότι κά­ τι λείπει από όλη την ιστορία. Η παράθεση μύθων υπερκαλύπτει τις ερμηνείες, ενώ δεν δίνεται μια τελική σύνθεση, όπως συμβαίνει στο βιβλίο του Libis. Θα έπρεπε, ίσως, να αξιοποιηθεί παραπέρα το υλι­ κό που απλόχερα προσφέρει αυτό το βιβλίο, το οποίο σαφώς οφεί­ λουμε να διαβάσουμε. Η χρ ή σ η τω ν α π ο λ α ύ σ ε ω ν

J""

L,

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Κ01ΝΩΝΙ0Α0ΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Λ.Μ. Μ Ο Υ Σ Ο Υ Ρ Ο Υ ΚΟΙΝΩΝΙΟΑ ΟΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΟΙΚΟΓΕ­ ΝΕΙΑΣ Από τις Εκδόσεις GUTEN­ BERG, κυκλοφόρησε το 23ο βιβλίο της σειράς «ΚΟΙΝΩ­ ΝΙΟΛΟΓΙΚΗ & ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ». Την ανάγκη για τη συγγραφή του έργου αυτού προσδιόρι­ σαν βασικοί λόγοι όπως: Η ανησυχία και η ανασφάλεια που δημιουργεί η επισήμαν­ ση της «κρίσης» στο θεσμό της οικογένειας· οι καινούρ­ γιοι δρόμοι σκέψης που ά­ νοιξε η μελέτη και αξιοποίη­ ση αρχειακού υλικού από ι­ στορικούς· η δράση του γυ­ ναικείου κινήματος και η ση­ μασία που έδωσε το κίνημα αυτό στην αναπαραγωγή του παραδοσιακού γυναικείου ρόλου στην οικογένεια και τέλος η διαπίστωση ότι ο ό­ ρος «οικογένεια» δεν ανταποκρίνεται σε ένα αλλά σε πολλά σχήματα οργάνωσης του ιδιωτικού βίου.

GUTENBERG

προτροπή του Jean Libis είχε, όπως σημειώσαμε ήδη, προ­ _ _ _ _ _ __ _ Γ Τ ηνκαταβολικά υλοποιήσει ο Γάλλος φιλόσοφος Michel Foucault


64/επιλογη στον πρώτο τόμο της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας. Μάλιστα, ο Foucault σημείωνε ότι δεν είναι μόνον οι σιωπές αλλά και οι ομι­ λίες σχετικά με το σεξ, και οι διαμαρτυρίες για τη σιωπή που πρέ­ πει να είναι αντικείμενο προβληματισμού: «Αυτό όμως το τόσο συ­ χνά επαναλαμβανόμενο θέμα, ότι το σεξ βρίσκεται έξω από κάθε συζήτηση, κι ότι μόνο η άρση κάποιου εμποδίου ή η παραβίαση κάποιου μυστικού μπορεί ν’ ανοίξει τον δρόμο που οδηγεί ως εκεί, να τι πρέπει να εξετάσουμε. Μήπως το θέμα τούτο δεν αποτελεί μέ­ ρος της προσταγής που υποκινάει τον Λόγο; Δεν είναι τάχα για να σπρώξουν τον άλλον να μιλήσει γι’ αυτό και για να ξαναρχίζει πά­ ντα να μιλάει γι’ αυτό, που το επιδεικνύουν στην περίμετρο κάθε παρόντος Λόγου, σαν το μυστικό που πρέπει οπωσδήποτε να ξε­ τρυπώσουμε, - ένα πράγμα παράλογα αποσιωπημένο, και που εί­ ναι ταυτόχρονα δύσκολο και απαραίτητο, επικίνδυνο και πολύτι­ μο να λεχθεί;» (Η δίψα της γνώσης, σελ. 48). Μετά από σιωπή έξι χρόνων, εμφανίστηκαν ο δεύτερος και ο τρίτος τόμος της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας, από τους ο­ ποίους ο ένας κυκλοφόρησε ήδη στα ελληνικά και έχει αναγγελθεί ο άλλος για το 1990. Οι τόμοι αυτοί παραβιάζουν τη σειρά που είχε αρχικά ανακοινώσει ο Μ. Foucault στον πρώτο τόμο: είναι τόμοι «εκτός σειράς». Σχολιάστηκαν αρκετά, όταν κυκλοφόρησαν, ως «στροφή» του Foucault. Έχω την πεποίθηση ότι οι τόμοι αυτοί όχι μόνο δεν συνιστούν «στροφή», αλλά φέρνουν στο προσκήνιο μιαν όψη της συνολικής σκέψης του συγγραφέα που δεν είχε φανεί καθαρά στα προηγούμε­ να έργα του, μιαν όψη που από τις γενεαλογικές και αρχαιολογικές έρευνες του ’60 και, κυρίως, από τις Λέξεις και τα Πράγματα φαι­ νόταν τουλάχιστον ανύπαρκτη. Στις Λέξεις και τα Πράγματα σημείωνε ο Foucault: «ο άνθρωπος δεν είναι ούτε το πιο παλιό ούτε το πιο σταθερό πρόβλημα που τέ­ θηκε στην ανθρώπινη γνώση. (...) Ο άνθρωπος είναι μια επινόηση, της οποίας την όψιμη ημερομηνία εύκολα καταδείχνει η αρχαιολο­ γία της σκέψης μας. Και ίσως το προσεχές τέλος της. Αν αυτή η διάταξη της γνώσης εξαφανιζόταν όπως εμφανίστηκε, αν κατέρρεε εξαιτίας κάποιου συμβάντος, του οποίου μάλιστα μπορούμε να προαισθανθούμε τη δυνατότητα, του οποίου όμως δεν γνωρίζουμε για την ώρα ούτε τη μορφή ούτε την υπόσχεση, όπως συνέβή στην καμπή του δέκατου όγδοου αιώνα με τις βάσεις της κλασσικής σκέψης - τότε μπορούμε όντως να στοιχηματίσουμε ότι ο άνθρω­ πος θα έσβηνε, όπως στο ακροθαλάσσι ένα πρόσωπο από άμμο».4

ι φράσεις αυτές, που θεωρείται ότι σφραγίζουν κατά κάποιον τρόπο το «τέλος» του ανθρώπου, αφήνουν ωστόσο κάποιο περιθώριο: δεν γνωρίζουμε την υπόσχεση του ερχόμενου συμ­ βάντος. Ισως, ο Foucault αντιλαμβάνεται πως το συμβάν πραγματοποι­ ήθηκε. Ανάμεσα στα μέσα της δεκαετίας του ’60 και τις αρχές του ’80, πραγματοποιείται η έλευση του γεγονότος στο χώρο της σκέ­ ψης. Η ίδια η σκέψη του Foucault όλα αυτά τα χρόνια, αλλά και το έργο όσων η σκέψη αυτή κινητοποιεί, η σκέψη των μεταδομιστών ή νεο-δομιστών (με κυριότερο εκπρόσωπό τους τον Jacques Derrida) και η σταδιακή κυριαρχία της βεβαιότητας ότι έ­ χουμε περάσει σε μιαν άλλη κατάσταση της γνώσης - τη «μετα­ μοντέρνα»,5 είναι τα σημάδια του συμβάντος. Μόνο που ο

Ο


επιλογη/65 Foucault έχει την ικανότητα, ήδη από το 1984, να κατανοήσει πως η νέα σκέψη (τόσο η μεταμοντέρνα όσο και η αντίπαλή της νεοτερική) θέτουν ξανά το πρόβλημα του υποκειμένου.6 1Ιράγματι, πιστεύω πως αν ο άνθρωπος φτάνει στο «τέλος» του, πρόκειται για τον άνθρωπο (δηλαδή το υποκείμενο) ως αντικείμε­ νο των επιστημών του ανθρώπου. Και το ερχόμενο είναι πάλι ο άν­ θρωπος ως υποκείμενο και φορέας μιας πρακτικής γνώσης που εί­ χε ώς τώρα μείνει στο περιθώριο. Αν είναι έτσι, δικαιολογείται α­ πόλυτα το ενδιαφέρον για την ελληνική και ελληνιστική αρχαιότη­ τα (Η χρήση των απολαύσεων) και τον πρώιμο χριστιανισμό (Η ε­ νασχόληση με τον εαυτό μας), καθώς και για τις απαρχές της ποι­ μαντορίας της σάρκας (ο τέτάρτος τόμος που δεν κυκλοφόρησε): πρόκειται για μια στροφή στην περίοδο που ο άνθρωπος ήταν μόνο υποκείμενο, φορέας μιας γνώσης σαν αυτή που περιγράφει ο Πλού­ ταρχος στα Συμποσιακά Προβλήματα, που ασχολείται εξίσου με τον Θεό των Ιουδαίων (βιβλίο 4, ερώτημα 6ο), και με το εάν «η κό­ τα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα» (βιβλίο 2, ερώτημα 3ο). Το ενδιαφέρον αυτό είναι άλλωστε που, άρρητα και ίσως ακόμη ασυνείδητα, κινητοποιεί τις έρευνες του Libis και του Devereux, αλ­ λά και στροφή που παρατηρούμε στο σύνολο της σύγχρονης σκέ­ ψης: από τα μεταμοντέρνα μυθιστορήματα του Salman Rushdie, το Ονομα του Ρόδου και το καββαλιστικό Εκκρεμές του Φουκώ, ώς τα καββαλιστικά ενδιαφέροντα του Harold Bloom και την εφαρμο­ γή τους στη θεωρία της λογοτεχνίας, ώς τη στροφή του Gilles Deleuze στον Leibniz και τη μοναδολογία του. Το ενδιαφέρον αυτό υποδεικνύει περισσότερο παρά αποδεικνύει, πως οι επιστήμες του ανθρώπου θέτουν ένα νέο ζητούμενο: τον άνθρωπο, όχι πια ως α­ ντικείμενο αλλά ως υποκείμενο. Από τη σκοπιά αυτή γράφεται ο δεύτερος τόμος της Ιστορίας της Σεξουαλικότητας, για να ασχοληθεί με τις «τέχνες ζωής, δια­ γωγής και “ χρήσης των απολαύσεων” » που καλλιέργησαν οι αρ­ χαίοι Έλληνες, «σύμφωνα με αρχές απαιτητικές και αυστηρές». Αυτή την τέχνη του σώματός μας καλεί ο Foucault να γνωρίσουμε στις σελίδες ενός βιβλίου καλογραμμένου - όπως άλλωστε όλα του τα βιβλία - με αναφορές σε πάμπολλα έργα της ελληνικής και ρωμαϊκής γραμματείας, ξεκινώντας από τον Πλάτωνα. Αυτή την τέχνη μας καλούν να γνωρίσουμε και ο Jean Libis με τον Georges Devereux. Δεν είναι φρόνιμο ν’ αντιστεκόμαστε... ΓΙΑΝΝΗΣ Π. ΣΚΑΡΠΕΛΟ!

Σημειώσεις 1. Jean Libis, Ο Μύθος του Ανδρογύνου, σελ. 7. 2. Michel Foucault, Histoire de la sexualiti. 1. La volonte de savoir, Gallimard, Paris 1978. Ελληνική μετάφραση: Ιστορία της σεξουαλικότητας, τομ. 1: Η δίψα της γνώσης, μετ. Γκλόρυ Ροζάκη, επιμ. Γιάννης Κρητικός, εκδ. Ράππα, Αθήνα 1982. 3. Τον μύθο της Βουβούς προσεγγίζει από τη σκοπιά της Ιστορίας της Τέχνης η Πέπη Ρηγοπούλου στο άρθρο της «Για το κορμί - προσωπείο: Από τον αρχαίο μύθο στη σύγχρονη τέχνη», Σπείρα, τεύχος 4-5, Άνοιξη - Καλοκαίρι ’85, σελ. 17-33, και παλιότερα στο «Exhibitionnisme et masque», Ecrit-voir, Παρίσι 1982, τ. 1. 4. Michel Foucault, Οι Λέξεις και τα Πράγματα - Μια αρχαιολογία των επιστημυη του ανθρώπου, μετ. Κ. Παπαγιώργης, Γνώση, Αθήνα 1986, σελ. 527-8. 5. Jean-Francois Lyotard, Η μεταμοντέρνα κατάσταση, μετ. Κ. Παπαγιώργης, Γνώ­ ση, Αθήνα 1988. 6. Βλ. την εκτενή ανάλυση του έργου του Foucault στο Der philosophische Diskurs der Moderne, του J. Habermas (Suhrkamp, Ffm. 1985, σελ. 279-379). Βλ. επίσης τη με­ τάφραση του ενδέκατου κεφαλαίου Ο επικοινωνιακός λόγος: Μια άλλη δυνατότη­ τα εξόδου από τη φιλοσοφία του υποκειμένου (μετ. Γ. Γκότση), στον τόμο Η Δια­ μάχη - Κείμενα για την νεοτερικότητα, Πλέθρον, Αθήνα 1990, σελ. 73 κ.επ.

-----------------

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Α . Μ ΙΣ Ε Λ

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ Βασικά Στοιχεία για την Ελ­ ληνική Οικογένεια Μετάφραση Λ.Μ . Μουσούρου Γραμμένο από μία από τις ση­ μαντικότερες εκπροσώπους της σύγχρονης κοινωνιολογίας της οικογένειας, την Α. Μισέλ, το έργο αυτό μελετά τις λειτουρ­ γίες, τη δομή και τη διαντίδραση των αστικών οικογενειών των δυτικών βιομηχανικών κοινωΗ συγγραφέας επιμένει ιδιαίτε­ ρα στο νόημα του γάμου στις βιο­ μηχανικές κοινωνίες θέμα που α­ ποκτά ιδιαίτερη σημασία αφού η κοινωνιολόγος-συγγραφέας θέ­ τει σα στόχο την ερμηνεία των κοινωνικών φαινομένων που α­ φορούν την οικογένεια όσο και την περιγραφική του; ανάλυση.

GUTENBERG

____ _____ Γ


66!επιλογή

ελκυστική και διαφωτιστική εισαγωγή στην Κοινωνιολογία VTA

ΙΩΑΝΝΑΣ ΑΑΜ ΠΙΡΗ - ΔΗΜ ΑΚΗ: Η έννοια της κρίσης (και άλλα δοκίμια κοινωνιολογίας). Αθήνα - Κομοτηνή, Α ν τ. Σ ά κ κ ο υ λ α , 1989.

ο τελευταίο βιβλίο της καθηγήτριας Ιωάννας Λαμπίρη - Δημάκη αποτελεί, όπως ακριβώς ορίζει ο υπότιτλός του, συλλο­ γή δώδεκα κοινωνιολογικών δοκιμίων, που έχουν κατά καιρούς δημοσιευθεί σε συλλογικές εκδόσεις, αφιερώματα και περιοδικά. Τα κείμενα ταξινομούνται σε τρεις ευρείες ενότητες που επιγρά­ φονται: α) Επιστημολογικοί Προβληματισμοί, β) Επιστήμη, Ηθική και Έρευνα και γ) Διερεύνηση της Ελληνικής Κοινωνίας. Με την έκδοση αυτού του βιβλίου δεν επιδιώκεται, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μας, παρέμβαση στον επιστημονικό διάλογο που διεξάγεται μεταξύ των κοινωνικών επιστημόνων. Η συγγραφέας φαίνεται να αποσκοπεί στην ανάπτυξη του διαλόγου μεταξύ της κοινωνικής επιστήμης και των πολιτών. Επιδιώκει την εξοικείωση των πολιτών με τις κατηγορίες, τις μεθόδους και τη λογική της κοινωνιολογίας. Προσπαθεί να διευκρινίσει και να αποσαφηνίσει τις έννοιες της Κοινωνιολογίας ώστε να αναβαθμίζεται ο καθημερι­ νός κοινωνιολογίζων - πολιτικός - λόγος. Εισάγει τον αναγνώ­ στη σε ιστορικά και σύγχρονα διλήμματα της κοινωνιολογίας, που η απάντησή τους προσδιορίζει τη θεματική, τη μεθοδολογία, τη σχετική θέση και το ειδικό βάρος της κοινωνιολογίας. Υποδεικνύει τη λειτουργία της εφαρμοσμένης κοινωνιολογίας στο διερευνητικό πεδίο που παρουσιάζει η ελληνική κοινωνία.

Τ

ι επιδιώξεις αυτές επιτυγχάνονται κατά τον καλύτερο τρόπο με τα κείμενα περί της αξιολογικά ουδέτερης κοινωνιολογίας, της σχέσης μεταξύ κοινωνιολόγου, πολιτικών και κοινού, της σχέσης Παιδείας και δημοκρατίας, της ιστορικής ανάπτυξης και της σημερινής θέσης της Κοινωνιολογίας στην Ελλάδα. Με δεδομένες τις επιδιώξεις της έκδοσης, όπως προσδιορίζο­ νται κατά τη γνώμη του υποσημειούμενου, οι μεθοδολογικές και ενοιολογικές - αναλυτικές παρεκβάσεις της εργασίας από την αυ­ στηρή επιστημονική ανάλυση υποβαθμίζεται σε σημασία. (Σε πα­ ρένθεση θα σημείωνα ως παραδείγματα τέτοιων παρεκβάσεων, την ανεπαρκή προσέγγιση της Κριτικής Θεωρίας, την εσωτερική μεθο­ δολογική ασυνέπεια - δηλαδή τον μεθοδολογικό εκλεκτικισμό του δοκιμίου περί της ανάπτυξης της Κοινωνιολογίας στην Ελλά­ δα, την απουσία σύγχρονων επιστημολογικών αντιλήψεων - κυ­ ρίως σε ό,τι αφορά στη σχέση ηθικής και επιστήμης ή ακόμη το δί­ λημμα μεταξύ αυτονόμησης και ενοποίησης των κοινωνικών επι­ στημών). Το σύνολο των δοκιμίων είναι γραμμένα σε στρωτή και ζωντανή γλώσσα, που σε συσχέτιση με την επιλογή της συγγραφέως να χρη­ σιμοποιήσει τον απλό και όχι τον αυστηρό επιστημονικό λόγο, κα­ θιστούν το βιβλίο ελκυστικό και ταυτόχρονα διαφωτιστικό για ευ­ ρύ αναγνωστικό κοινό, που ενδιαφέρεται, παρακολουθεί και μάχε-

Ο

KOI

νω

ΥΊΟ,


επιλογη/67 ται για τα κοινά. Μπορεί ακόμη να χρησιμεύσει στους νέους φοιτη­ τές και σπουδαστές σαν εισαγωγικό στην κοινωνιολογική θεωρία και έρευνα, να προκαλέσει τη διερευνητική προσπάθεια τους, την αναζήτηση της επιστημονικής γνώσης. ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΤΣΙΑΡΑΣ

...στη μαγεία του παραμυθιού και του ονείρου ν \Λ

NATALIE BABBITT: Τα μάτια του Αμαρυλλίς Μετ. Χάρη Χατζηιωάννου. Σελ. 160, 16ο. «Η Μαγική πηγή». Μετ. Γιάννης Σπανδωνής. Αθήνα 1988. Σελ. 168, 16ο.

σύγχρονος άνθρωπος, ζώντας την καθημερινότητα μιας κο­ ντόφθαλμης δεοντολογίας, έχει χάσει την επαφή του με τον κόσμο, έχει απογυμνώσει τα πράγματα από την ποίηση και την ο­ μορφιά: την τρυφερότητα. Βρίσκεται σε μια υπνηλία, σε μια κατά­ σταση αργού θανάτου, μια αποχαυνωτική εξάρτηση από τα προ­ βλήματα που του επισσωρεύει η τεχνολογική πραγματικότητα. Η ζωή του κοντολογίς δεν παραλλάσσει από μιαν εφιαλτική «Εις Ά δου Κάθοδον». Ο άνθρωπος του εικοστού αιώνα, ένας «μαθητευόμενος μάγος» μπροστά στον επικίνδυνα διογκούμενο γιγαντισμό του διαπλανητικού μέλλοντος, έχει ανάγκη να βρει το δρόμο προς τον χαμένο παράδεισο της ψυχής του, προς τον απελευθερωμένο χρόνο του ονείρου! Έτσι, «Τα μάτια του Αμαρυλλίς», «Η μαγική πηγή», «Η ωραία Νοβερνέζα» και μια ολόκληρη σειρά αξιόλογων βιβλίων από την ξένη λογοτεχνία, που κυκλοφορούν οι εκδόσεις «Καλέντης», σε υ­ πεύθυνες μεταφράσεις, έρχονται σαν ένα ελπιδοφόρο μήνυμα. Ανάμεσα στα δυο πρώτα βιβλία υπάρχει μια αντιστοιχία, έχουν μερικά κοινά χαρακτηριστικά, όπως είναι το νερό, ο μήνας Αύγου­ στος με το διαβολεμένο φεγγάρι, δυο διαφορετικές ομάδες ανθρώ­ πων με κοινά περίπου στοιχεία και κάποιοι παράγοντες, που επη­ ρεάζουν την εξέλιξη είναι ανάλογοι:

Ο

τη «Μαγική πηγή» ο μύθος είναι ευδιάκριτος: Υπάρχουν οι Τακ, οι άνθρωποι του ονείρου, που έχουν πιει από το νερό της μαγικής πηγής και ζουν τη δική τους τραγικότητα στην ατέρμονη αιωνιότητά τους· κι οι Φόστερ, οι γήινοι, οι συμβατικοί, που ζουν στην καθημερινότητα της μονοτονίας και της πλήξης, εξαρτημέ­ νοι από τα εγκόσμια, εγκλωβισμένοι μέσα στον κόσμο της φθο­ ράς, περιτριγυρισμένοι από το φράχτη, που εμποδίζει την επικοι­ νωνία με τον έξω κόσμο, το μαγικό κόσμο της αιώνιας εφηβείας. Είναι οι άνθρωποι του κέρδους και των υπολογισμών. Κι η Γουίνη, η μικρή ηρωίδα του βιβλίου, η αδούλωτη ψυχή, θέλει να σπάσει τον κλοιό του φράχτη και ν’ ανοιχτεί στις αχανείς εκτάσεις του ονεί­ ρου, αναζητώντας την ασύλληπτη ομορφιά, το άλλο νόημα του κό­ σμου, να δει την άλλη όψη, την αθέατη του κόσμου! Αλλά το πνεύ­ μα της συντήρησης και της οπισθοδρόμησης, η φωνή της μητέρας, χαλάει κάθε φορά τη μαγεία του ονείρου, εμποδίζει την απόδραση. Είναι κι εκείνος ο άνθρωπος, ο μυστηριώδης, με το κίτρινο κου­ στούμι, που κρυφακούει, κι ο βάτραχος, που παρουσιάζεται κάθε φορά μ’ όλη την ασκήμια του, εμπόδιο κι αυτός στην απόπειρα για

Σ

παι.

Οικ ο


68/επιλογη έξοδο, μάχεται με τον τρόπο του την ομορφιά και την αγάπη, πα­ ραμονεύει πίσω από το φράχτη ν’ αρπάξει το μυστικό της αιωνιό­ τητας, να κλέψει την αθωότητα από τα μάτια της Γουίνη. μως τα παιδιά και τα όνειρα δεν φυλακίζονται. Έτσι η Γουίνη θ’ αποδράσει και θα συναντήσει τους Τακ, θα πάει κρυφά στο δάσος Τρίγκαπ, θα βρει τη Μαγική πηγή, θ’ ακούσει «τη μελωδία την κουδουνιστή», θα πάρει το μαγικό νερό, αλλά τι κρίμα! Θα ραντίσει μ’ αυτό το βάτραχο. Κι έτσι το μυστικό της αιωνιότητας θα το παραδώσει στην ασχήμια, πιστεύοντας πως «Υπάρχει άφθο­ νο νερό στο δάσος» (158). Κι όμως η νεότητα είναι τόσο πρόσκαι­ ρη, όσο κι ωραία. Λοιπόν τι μένει; Υπάρχει κάτι μέσα στον άνθρω­ πο που μένει αιώνια. Είναι η αγάπη! Αυτό είναι το αθάνατο νερό της μαγικής πηγής στο δάσος Τρίγκαπ! «Η μαγική πηγή» είναι ένα ποίημα που κινείται εύρυθμα μέσα στον κόσμο του πραγματικού - οι ήρωες τρώνε, ψαρεύουν, κοι­ μούνται, σκέφτονται - και στην περιοχή του υπέρλογου - έχουν πιει νερό από τη μαγική πηγή και δεν πεθαίνουν. Κι αυτή η αιωνιό­ τητα του σώματος είναι μια άλλη μορφή τραγικότητας. Τα υπερρε­ αλιστικά πλάσματα του παραμυθιού συμπορεύονται με τα πλά­ σματα της ζωντανής πραγματικότητας μέσα στο χώρο και του συ­ νειδητού και του ασυνείδητου, και του πραγματικού και του υπερ­ βατού. Ζουν μέσα σε παραδεισένια τοπία, θαυμάσια περιγεγραμμένα, συγκροτούν μια μαγευτική ιστορία. Μια σχεδόν παράλληλη ιστορία παρακολουθούμε και στα «Μά­ τια του Αμαρυλλίς». Έχουμε κι εδώ το νερό στην απεραντοσύνη της παντοδυναμίας του, δυο διαφορετικούς τύπους ανθρώπων, έ­ ναν περίεργο τύπο, τον Σίγουορντ, που τριγυρίζει στην ακρογιαλιά, όταν έρχεται η μουσική φουσκονεριά, λες και παραμονεύει να κλέ­ ψει την ομορφιά και την αγάπη. Κι η καημένη η γιαγιά περιμένει πάντα τέτοιες μέρες, με τα διαβολεμένα φεγγάρια του Αυγούστου, να της φέρει η μουσική φουσκονεριά το μυστικό, τη χαμένη αγάπη, που βούλιαξε με τον καλό της, πάνε πολλά χρόνια από τότε! Και κείνη περιμένει να ’ρθει η αγάπη μεσ’ από κύμα της παλίρροιας! Την εμποδίζει το νερό να δει τον κόσμο γύρα της, ν’ αγγίξει την ο­ ρατή πραγματικότητα, τους δικούς της ανθρώπους που την αγα­ πούν, δε βλέπει την αγάπη στα μάτια του γιου της. Έρχεται όμως μια μεγάλη νύχτα κι η φουσκονεριά σαρώνει τον περίγυρο, καθαίρει τον ποιητικό της κόσμο από την απατηλότητα του ονείρου και της δείχνει το δρόμο προς τους ανθρώπους. Και τότε ανακαλύπτει «τα μάτια του Αμαρυλλίς» (Αμαρυλλίς εξωτικό λουλούδι, σύμβο­ λο της αγάπης και όνομα του καραβιού, που με αυτό βούλιαξε κι ο άνδρας της) στα μάτια των ανθρώπων που την αγαπούν.

Ο

συγγραφέας και στα δυο βιβλία χρησιμοποιεί άφθονα και ά­ νετα στοιχεία υπερρεαλιστικά και με τον τρόπο αυτό επιχει­ Η ρεί μια ποιητική προσέγγιση της υλικής πραγματικότητας, ανοίγοντας έτσι το δρόμο προς τον κόσμο.που έχουμε προσπεράσει α­ συλλόγιστα ή που ο καθένας έχει κάπου μέσα του ερμητικά κλει­ σμένο ως ένα ξεχωριστό απομεινάρι από την ομορφιά και την αιω­ νιότητα. Αλλά κι «Η ωραία Νιβερνέζα» είναι ένα άλλο ποίημα ανθρωπιάς και αγάπης. Ο συγγραφέας της, Αλφόνσος Ντοντέ, μας δίνει μια θαυμάσια ιστορία με ήρωα τον χαριτωμένο ναυτικό Φρανσουά Λουβό, που δεν του έφτανε η φτώχεια του, κουβάλησε κι ένα ξένο μωρό, που περιμάζεψε στο δρόμο μεθυσμένος. Το παιδί με τον και­ ρό γίνεται αναπόσπαστο μέλος της οικογένειας Λουβό και αιτία ν’ αλλάξουν προς το καλύτερο ένα σωρό πράγματα. Και μια μέρα το

N a ta lie

B a b b itt

Τα μάτια του «Αμαρυλλίς»

ΝΕΑΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΑΕΝΤΗΣ


επιλογη/69 παιδί αυτό θα δώσει στους καλούς ανθρώπους, που το αγάπησαν, τη μεγαλύτερη χαρά. Κι ακόμα η αγάπη των Λουβό προς το Βικτόρ, το παιδί που περιμάζεψαν, βοήθησε και τον πραγματικό πα­ τέρα του Βικτόρ να βρει τον αληθινό προορισμό του. Ό χ ι μόνο εκ­ πληρώνει το χρέος του προς την οικογένεια Λουρό, αντικαθιστά την καημένη την Ωραία Νιβερνέζα, που πάλιωσε και δεν ήταν πια για ταξίδια, με μια «Νέα Νιβερνέζα» και σώζει την οικογένεια Λου­ βό από την οικονομική καταστροφή και τέλος ευλογεί την ένωση του Βικτόρ Μοζάντρ και της Κλάρας Λουβό.

Σ

το ίδιο υψηλό επίπεδο, αλλά σε διαφορετικό κλίμα κινείται και η υποβλητική ιστορία του Stephen Crane: «Το κόκκινο σή­ μα», από το οποίο δε λείπει η ποίηση, η δύναμη και η ανθρωπιά. «Με μια καυτερή ειρωνεία, ο Στέφεν Κρέην, δίνει ένα από τα πιο μεστά αντιπολεμικά κείμενα». Η κοντέσα ντε Σεγκύρ, η Ρωσίδα Σοφία Ραστόπιν, ζώντας εξό­ ριστη στο Παρίσι και παραμελημένη από τον άνδρα της, που την είχε πάντα στη σκιά της σπάταλης και άσωτης ζωής του, βρήκε τον τρόπο να διοχετεύσει γόνιμα το θησαύρισμα της τρυφερότητας και της αγάπης της και ν’ αναδειχτεί μια θαυμάσια συγγραφέας παδικών βιβλίων, όπως είναι τα τέσσερα βιβλία της σειράς αυτής: «Ένας καλός μικρός διαβολάκος», «Τα απομνημονεύματα ενός γαϊδάρου», «Οι διακοπές» και «Ο στρατηγός Ντουρακιν». Γενικά τα βιβλία της σειράς ΝΕΑΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, χαρα­ κτηρίζονται από την ποίηση της ανθρωπιάς, το πηγαίο χιούμορ, την αγάπη και την τρυφερότητα· κι όλα φέρνουν μέσ’ από την α­ πλή αλήθεια τους ένα αισιόδοξο μήνυμα: Μπορεί ο κόσμος μας να ξαναβρεί τον εαυτό του αν ξαναγυρίσει στις ρίζες του, στη μαγεία του παραμυθιού και του ονείρου. Παραγίναμε ρεαλιστές οι άνθρω­ ποι του διαστημικού αιώνα!... ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ

πολλές αναγνώσεις του χρόνου / ΚΩ ΣΤΟ ΥΛΑΣ Μ ΗΤΡΟ ΠΟ ΥΛΟ Υ: Το Παλαιοπω λείο στην Τσιμισκή. Αθήνα, Κ έ δ ρ ο ς , 1989.

ιαβάζοντας το «Παλαιοπωλείο στην Τσιμισκή» της Κωστούλας Μητροπούλου, παρατηρούμε την ολοκλήρωση ενός τύ­ που γραφής που αποπειράται η συγγραφέας μετά τη «Διαδρομή 35 και κάτι» (1986), ή ίσως και λίγο πριν. Τα καινούρια στοιχεία που συνθέτουν τα έργα αυτά μας δείχνουν πόσο δύσκολο και μάταιο εί­ ναι να προσπαθούμε να κατατάξουμε τη μυθιστορηματική αυτή παραγωγή σ’ ένα συγκεκριμένο «ρεύμα» ή «κίνημα». Αυτό συμ­ βαίνει με πολλά σύγχρονα έργα της δυτικής λογοτεχνίας, τα οποία βρίσκονται μεν σε αδιάρρηκτη σχέση με τις κοινωνικές δομές, αλ­ λά που δεν αντέχουν σε γενικεύσεις και κατατάξεις. Αυτό όμως δε σημαίνει τίποτα για την ποιότητά τους, μια και βρισκόμαστε στη φάση της διερεύνησης των ιδιαιτεροτήτων μετά από μια μακρό­ χρονη περιπλάνηση στην προβληματική των μυθιστορηματικών ρευμάτων.. Οι εκάστοτε ετικέττες μας οδηγούν συχνά σε παρανοή­ σεις και σε εύκολα συμπεράσματα που δεν αντέχουν στα κριτήρια των σύγχρονων θεωρητικών προσεγγίσεων.

Δ

πεζό ΥΡ,* 0

ια


70/επιλογη Το «Παλαιοπωλείο στην Τσιμισκή» προσφέρεται για πολλών τύ­ πων αναγνώσεις, αλλά στην προκειμένη περίπτωση νομίζω πως έ­ χει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια συζήτηση γύρω από τη λειτουργία του χρόνου στην πλοκή του μυθιστορήματος. Το έργο «στήνεται» μέ­ σα από τη σύγκρουση των χρονικών επιπέδων και σ’ αυτή την πε­ ρίπτωση ακόμα και οι κοινωνικοί ρόλοι καθορίζονται κατά πολύ απ’ αυτήν. Τα πρόσωπα που δρουν μέσα στην αφήγηση είναι «σύμ­ βολα» χρόνου1 και φορείς μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας καθορι­ σμένης απ’ τους κοινωνικούς ρόλους στους οποίους καλούνται να επενδυθούν. Ό σο και αν οι περιγραφές των κοινωνικών τους ανα­ φορών και των συνολικών τους σχέσεων με κάποιο συλλογικό χώ­ ρο, είναι περιορισμένες στο μυθιστόρημα, δεν παύουν να έχουν ιδε­ ολογικές αφετηρίες. Μπορούμε μάλιστα να δούμε πως η συμπερι­ φορά τους εξαρτάται απ’ την ηλικία τους, και αποδίδονται σ’ αυ­ τήν, γεγονός που συνιστά στοιχείο ενός «κοινωνικού υποσυνειδή­ του».2 Η εξήγηση της συμπεριφοράς του νέου κοριτσιού π.χ., ενυ­ πάρχει μέσα στην ίδια την αφήγηση: «...είχε έρθει για να μείνει, εγώ φταίω που έφυγε, τρόμαξε, είναι παι­ δί, μου ’φύγε μέσα από τα χέρια, ποιος ξέρει πού να γυρίζει απόψε, θα πας στο μαγαζί, θα περιμένεις και μπορεί να περάσει από κει, πάντα ξανάρχεται, μου το είχε πει "δε θα σ’ εγκαταλείψω ποτέ μπαμπά” το φαντάζεσαι αυτό; ποτέ μπ α μπ ά ...».3

το αφηγησιακό παρόν δρουν και τα τρία πρόσωπα του μυθι­ στορήματος: η ξανθιά κοπέλα, η γκρίζα γυναίκα και ο παλαιοπώλης. Οι δυο τελευταίοι είναι φορείς αναμνήσεων και χαμέ­ νων ονείρων του πραγματικού παρελθόντος, το οποίο ανακαλείται στο κείμενο με τη μορφή συμπληρωματικών ή και επαναλαμβανο­ μένων αναλήψεων.4 Συμμετέχουν στο αφηγησιακό παρόν, που με τη φόρτιση που του δίνει η συγγραφέας, μετατρέπεται γι’ αυτούς σε μόνο δυνατό πραγματικό παρόν. Το νέο κορίτσι δρα επίσης στο αφηγησιακό παρόν, αλλά έχει ταυτόχρονα δυνατότητα ύπαρξης και στο πραγματικό παρόν, η ο­ ποία όμως προσφέρεται (θα μπορούσαμε να πούμε της χαρίζεται), λόγω της νεαρής της ηλικίας. Η λειτουργία των χρονικών επιπέ­ δων μέσα στο μυθιστόρημα συμπίπτει με το κοινωνικό υποσυνεί­ δητο που εκφράζει όλο το κείμενο, και που τελικά νομιμοποιεί τη λύση του. Το μυθιστόρημα ξεκινάει μέσα στο παλαιοπωλείο, χώρο γεμάτο με συνδηλώσεις του παρελθόντος που καταφέρνουν να εντάξουν και τον άντρα ως πρόσωπο φορτισμένο και κατά πολύ καθορισμέ­ νο απ’ αυτό. Η νέα κοπέλα το επαναλαμβάνει πολλές φορές κατά τη διάρκεια της αφήγησης:

κωστουλας μητροπουλου

Σ

«γερνάς μαζί με όλα αυτά τα παλιοπράγματα, μια μέρα θα σαπίσεις εδώ μέσα, είσαι τρελός ή θεατρίνος;».5

Το παλαιοπωλείο που είναι ο χωρόχρονος του ηλικιωμένου ά­ ντρα, βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, πόλη ζωντανή, στην οποία το νέο κορίτσι «υπάρχει» και «γελάει»: «...μήπω ς έτυχε να την συναντήσετε στο δρόμο; θα την αναγνωρίζα­ τε αμέσως, ένα ξανθό φως και γελάει, ναι, αυτό ακριβώς, ένα γάρ­ γαρο γέλιο παιδιού και κορμί γυναίκας μήπως;».6

Το παιγνίδι των αντιθέσεων κυριαρχεί σ’ όλο το κείμενο, συνυ­ πάρχοντας με την εξήγησή του, η οποία δίνεται μέσω της λειτουρ­ γίας και της σύγκρουσης των χρονικών επιπέδων: παρόν- παρελ­ θόν, ζωή-θάνατος, νιάτα-γηρατειά, παλαιοπωλείο-παραλία της πόλης. Η παρουσία του κοριτσιού μέσα στο παλαιοπωλείο, παρέχει στον άντρα εγγυήσεις για τη συνέχιση της ζωής του. Οι ερωτικές στιγμές μεταξύ των δύο αυτών προσώπων, συνιστούν το αφηγη-

το παλαιοπωλείο στην τσιμισκή

ι


επιλογη/71 σιακό παρόν και τελικά μόνο αυτή του η έκφανση μπορεί να δίνει στον άντρα την αίσθηση της «ζωής». Συχνά μετά την αναχώρηση του νέου κοριτσιού, ακολουθεί η εμφάνιση της γκρίζας γυναίκας που επαναφέρει τον παλαιοπώλη στην πραγματικότητα: «..."θα με χρειαστείς, πάντα έτσι γίνεται και τότε έρχομαι, φτάνω ακριβώς τη στιγμή που όλα έχουν σαπίσει, θα ξανάρθω λοιπόν” , και βγήκε στο δρόμο λιγνή, πάντα γκρίζα και χωρίς συγκεκριμένο πρόσω πο».7

ει και αυτή με ατέλειωτες αναφορές στο πραγματικό παρελ­ θόν, στιγματισμένη απ’ αυτό, χωρίς περιθώρια δράσης στο Ζ πραγματικό παρόν. Τη στιγμή, δηλαδή, που ο παλαιοπώλης μετα­ βάλλει τις φάσεις του αφηγησιακού παρόντος σε μόνο δυνατό πραγματικό παρόν λόγω της παρουσίας του νέου κοριτσιού, πα­ ρουσιάζεται η γκρίζα γυναίκα για να του υπενθυμίσει την ανα­ γκαιότητά της παρουσίας της και το αναπόφευκτο της συντροφι­ κότητας που υπάρχει μεταξύ τους. Ακόμα και οι στιγμές της ερω­ τικής τους επαφής είναι ανίκανες να τους εγγυηθούν το δικαίωμα στη «ζωή». Η γκρίζα γυναίκα δεν μπορεί με κανένα τρόπο να απα­ λύνει τον πόνο που προκαλεί στον άντρα η απουσία του κοριτσιού: «... Ωσπου κουράστηκαν και βάρυναν τα βλέφαρα και τα κορμιά τους γυμνά και χωριστά έσκυψαν το καθένα μόνο του πολύ χαμηλά στο πάτωμα και η ομίχλη κάθισε πάνω τους σαν τη σκόνη από τα παλιά πράγματα και όλα νεκρά».8

Ό λες οι προσπάθειες ανταλλαγής ρόλων των δύο γυναικών που επιχειρούνται από την πλευρά της γκρίζας γυναίκας, αποτυγχά­ νουν. Η συμβολή της στην εξέλιξη της πλοκής δεν είναι παρά βοη­ θητική. Η συμπαράστασή της στον παλαιοπώλη κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο νοσοκομείο, πέραν του ότι επιβεβαιώνει την αναπόφευκτη αναγκαιότητα της παρουσίας της στη ζωή του, συνιστά ταυτόχρονα την τελευταία της προσπάθεια να αντικατα­ στήσει το νέο κορίτσι. Όμω ς και πάλι αποτυγχάνει. Ο παλαιοπώλης της το υπενθυμίζει χωρίς δισταγμό: «Μ όνο όταν εκείνη έρχεται γίνεται κάτι παράξενο και ο στοιχειωμένος χώρος τραγουδάει, ναι, τραγουδάει και γελάει και μιλάει και εί­ ναι όλα αυτά εκείνη, κατάλαβες; Και τώρα φύγε, είπα φύγε, θα φω­ νάξω την αστυνομία, θα πω ότι μ’ εκβιάζεις, ότι εσύ μου έκανες τα εγκαύματα και είχες τύψεις και γι’ αυτό έμενες κοντά μου. Να μη γυρίσεις αν δεν μου τη φέρεις μαζί σου. Τ’ άκουσες; Γιατί δε μιλάς; Τι περιμένεις; Εγώ είμαι πεθαμένος. Περιμένω να τη δω για να ξα­ ναρχίσω να ζω».9

Ωστόσο και τα λόγια που απευθύνει στη νέα κοπέλα, καθορίζουν και τη δική του θέση στο αφηγησιακό παρόν, που για κείνον είναι το μόνο δυνατό πραγματικό, αλλά και «καταργούν» παράλληλα τη σημασία της ύπαρξης της γκρίζας γυναίκας: «...δ εν έχω περιθώρια για να συνεχίσω να ζω, αναστήθηκα τώρα που σε κρατάω, και άκου: θέλω εσύ η ίδια, με τα χέρια σου που λα­ τρεύω να με σκοτώσεις προτού φύγεις. Υπόσχεσαι; Ναι; Ό χι; Μη μ’ αφήσεις να ζήσω χωρίς εσένα, σε παρακαλώ. Σκότωσέ με».10

δυνατότητα συμμετοχής στη ζωή, φαίνεται να δίνεται στο νέο πρόσωπο ή μέσω της παρουσίας αυτού. Το παρελθόν τραγικοποιείται και παρουσιάζεται ως υπεύθυνο για τη φθορά, τη σήψη και το θάνατο. Σε κάθε περίπτωση, η αναφορά σ’ αυτό, αν και κά­ ποτε παρουσιάζεται ως καταφύγιο, αποβαίνει καταστρεπτική. Δημιουργείται η αυταπάτη πως μπορεί να καθορίσει και να οργανώ­ σει το μέλλον, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Μόνη η παρουσία του κο­ ριτσιού τού δίνει ελπίδες οι οποίες ενισχύονται απ’ την περιγραφή της έντασης που ζει μαζί του. Ωστόσο είναι πάντα μοιρασμένος α­ νάμεσα στο (αφηγησιακό) παρόν και στο (πραγματικό) παρελθόν:

Η


72!επιλογή «...Κ οιμόταν μέσα σχο μαγαζί του, ανάμεσα στα σκόρπια κομμάτια μιας ζωής ρημαγμένης, που άξαφνα γινόταν ένα όνειρο παλιό, ξεχα­ σμένο, και μέσα στο αναπάντεχο όνειρο που του το έφερνε εκείνη. Τρόμαξε στην ιδέα πως μπορούσε να ξυπνήσει και να του πει: "όλα είναι ψέματα, εσύ τα φαντάστηκες” και να εξαφανιστεί όπως ακρι­ βώς γίνεται μ’ ένα όνειρο».11

συνεχής όμως αναφορά του στο (πραγματικό) παρελθόν οδη­ γεί στην καταστροφή τόσο του παρόντος (αφηγησιακού και πραγματικού), όσο και του μέλλοντος (που δημιουργεί στη φαντα­ σία του). Κάποτε νομίζει πως η «καλή έκβαση» των γεγονότων της προηγούμενης χαμένης ζωής του, συνδυασμένη με την παρουσία του κοριτσιού, μπορεί να του δώσει το δικαίωμα στη ζωή και στην ευτυχία (σ’ ένα φανταστικό μέλλον).

Η

«...Την περίμενεγια να της το πει "θα φύγουμε μαζί, θα σε πάω στην Αφρική, εκεί έζησα είκοσι χρόνια, θα σ ’ αρέσει, θα σε στολίζω με χρυσά, θα είσαι πολύ πλούσια, θα είσαι μόνο δίκιά μου, αδύνατο να ζήσω χωρίς εσένα” » .12

Οι τάσεις φυγής από την πραγματικότητα είναι εμφανείς και στα δύο πρόσωπα. Το κορίτσι θέλει να φύγει, έτοιμο να ζήσει ο,τιδήποτε συμβεί μετά την πραγμάτωση αυτής της απόφασης, αρκετά σί­ γουρη για την αξία της εμπειρίας: «...Α πό κει θα έφευγε μια μέρα, του το είχε πει έτσι απλά "θα φύγω μόνη μου. Εσύ θα μείνεις εδώ, δε βλέπεις; έβγαλες ρίζες, δέντρο εί­ σαι, σε λυπάμαι” » .13

Ό πω ς ζει κατά τη διάρκεια και κατά τη διάρκεια και των δυο χρονικών επιπέδων του παρόντος, έτσι θα φύγει αντιμετωπίζοντας μόνο την πραγματικότητα που θα προκύψει, χωρίς να ’χει τάσεις να την προβλέψει. Ο παλαιοπώλης όμως νομίζει πως μπορεί να τη φωτίσει με την ωραιοποίηση των προηγουμένων εμπειριών του. Κι ακριβώς αυτή η αυταπάτη τραγικοποιεί τη θέση του. Η διαφορο­ ποίηση του τρόπου επένδυσης των δύο προσώπων στο όνειρο της φυγής, που ήταν μόνο εξωτερικά κοινό, κορυφώνεται με τον πανι­ κό του παλαιοπώλη, μετά την πραγμάτωση της απόφασης απ’ την πλευρά του κοριτσιού. Πρόκειται για την έκφραση της σύγκρου­ σης επιθυμιών όταν παραγματώνεται το πέρασμα στην πράξη: «...Έ τρ εχε πάνω-κάτω στο μαγαζί και έψαχνε στις γωνίες, μέσα στα μπαούλα και στα ντουλάπια "φανερώσου, είσαι εδώ μέσα και γελάς, σ ’ ακούω, πρέπει να σε δω, είμαι πολύ μόνος μου, σ’ αγα­ πώ” . Ανακάλυψε με τρόπο πως οι λέξεις μπερδεύονταν στο στόμα του και μόνο ένας ήχος ζώου, σα μουγκρητό ή κλάμα σκύλου, "αυ­ τός ο άνθρωπος είναι πολύ άρρωστος” , είπαν με πολλή έγνοια τα λοφία του τσαλαπετεινού μαζί και τον κοιτούσαν».14

ο τέλος του αφηγησιακού παρόντος οργανώνεται με βάση την επαλήθευση της δυνατότητας του νέου κοριτσιού να ’χει αυτό­ νομο λόγο ύπαρξης στο πραγματικό παρόν. Ο θάνατός της δεν εί­ ναι ένα γεγονός που εν δυνάμει προβλέπεται στους ορατούς κό­ σμους του αναγνώστη.16 Με το δεδομένο ότι βρισκόμαστε μπροστά στη σύνθεση σε αφη­ γηματικό λόγο ορισμένων στοιχείων της πραγματικότητας, αυτό που κυριαρχεί είναι η λύση του μυθιστορήματος, η οποία συνιστά τη συνέπεια όλων των προηγούμενων καταστάσεων. Η ανάγνωση πλησιάζει στο τέλος της και το ενδιαφέρον του αναγνώστη αυξάνε­ ται. Η τραγική παρουσίαση του παλαιοπώλη και της ζωής του, που επιχειρείται καθ’ όλη τη διάρκεια του κειμένου επιβεβαιώνεται με το τέλος του. Από τη στιγμή που το νέο κορίτσι - φορέας της δυ­ νατότητας του να υπάρχει - χάνεται, παύει να ζει και ο ίδιος. Με­ τά το θάνατο του κοριτσιού, ακόμη και τα όνειρα του μέλλοντος (δηλαδή το μεταλλαγμένο όνειρο της χαμένης Αφρικής) εξαφανί-

Τ


επιλογη/73 ζονται και εκείνος δεν έχει ούτε χώρο, ούτε λόγο ύπαρξης. Η γκρίζα γυναίκα ωστόσο λειτούργησε πάντα περιθωριακά ως σύμβολο και ως δρων πρόσωπο της τραγικοποιημένης διαχρονικότητας. Συνεχίζει την πορεία της μέσα στα ίδια χρώματα και η ύπαρξή της, στερημένη και από το αφηγησιακό παρόν, συνεχίζεται μεν, αλλά χωρίς χωροχρόνο δράσης: «...Του μιλούσε και δεν περίμενε απάντηση, του έλεγε όλα τα παρα­ μύθια που δεν είχε προφτάσει ποτέ, και μετά διπλώθηκε στα δύο, στα τέσσερα, στα οχτώ, ένα άχρηστο σχήμα που βογκούσε σιγανά και όλο "γιατί” "μόνο αυτό” , "γιατί” ; με ένα παράπονο και ήρθε αργά ο ύπνος και η σιωπή που έμοιαζε πολύ με θάνατο».17

ο αφηγησιακό παρόν, λοιπόν, έγινε για τον παλαιοπώλη το μόνο πραγματικό. Έδρασε σ’ αυτό ως φορέας του πραγματι­ κού παρελθόντος και συμμέτοχος του αφηγησιακού παρόντος που γι’ αυτόν ισοδυναμούσε με τη «ζωή». Το πραγματικό παρελθόν ό­ μως μόνο του δεν μπορεί να του δώσει αυτή τη δυνατότητα. Το νέο κορίτσι διαμορφώνει το αφηγησιακό παρόν στη δυνατότητα που της προσφέρει η δράση της στο πραγματικό παρόν. Η γκρίζα γυ­ ναίκα ζει στο αφηγησιακό παρόν μετά την παρουσία του νέου κορι­ τσιού φορτωμένη επίσης με το πραγματικό της παρελθόν. Το πα­ ρελθόν, δηλαδή, μόνο του ισοδυναμεί με την καταστροφή και την ανυπαρξία ζωής. Λειτουργεί ως κακός σύμβουλος και οδηγεί στο τέλος. Το πραγματικό-αφηγησιακό παρόν το ξεπερνά κατά πολύ και μόνο η ανταπόκριση στις απαιτήσεις του επιτρέπει την ύπαρξη και τη δράση. Ο τρόπος λειτουργίας των χρονικών επιπέδων μέσα στο κείμενο αντιστοιχεί και στο κοινωνικό υποσυνείδητο που εκφράζεται μέσα απ’ αυτό: ο παλαιοπώλης - ως άντρας περασμένης ηλικίας - , δεν μπορεί εν δυνάμει να ’χει σχέση με την πραγματικότητα του και­ ρού του και οι χώροι στους οποίους κινείται δεν μπορούν να του δώσουν την αίσθηση της ζωής. Ύστερα από την ανάλυση του έρ­ γου μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η «ζωή» που αξίζει αυτή την ονομασία πρέπει οπωσδήποτε να περιέχει τον έρωτα, το χορό, τη συμμετοχή στους συλλογικούς χώρους δράσης της νεολαίας και τη βίωση του παρόντος όπως διαμορφώνεται κάθε στιγμή. Ό λα αυτά αποκλείονται σύμφωνα με τον κοινό νου από τα περι­ θώρια δράσης και τους κώδικες συμπεριφοράς που επιβάλλει μια συγκεκριμένη ιδεολογία στα άτομα περασμένης ηλικίας. Ακριβώς αυτή η απόσταση του ήρωα από τις συγκεκριμένες εκδηλώσεις της ζωής, τον σπρώχνει στο να ωραιοποιεί τα στιγμιότυπα της ζωής της νεολαίας και να υπεργενικεύει κάποιες παρατηρήσεις. Ο τρόπος σύνθεσης του μυθιστορήματος, όμως, ανταποκρίνεται με άρτιο τρόπο στην έκφραση μιας πραγματικότητας που αποτε­ λεί και μια κοινή πίστη, αλλού διατυπωμένη αποφθεγματικά.

Τ

ΜΑΙΡΗ ΛΕΟΝΤΣΙΝΗ

Σημειώσεις 1. Το κείμενο είναι γεμάτο διάφορους συμβολισμούς που μερικές φορές καταλήγουν σε υπεργενικεύσεις. Αυτό το στοιχείοο σε συνδυασμό με το στυλ γραφής του έρ­ γου, αναιρεί κάθε τάση από πλευράς του ερευνητή να επιχειρήσει την κατάταξη του έργου στα ήδη υπάρχοντα λογοτεχνικά είδη. 2. Ο όρος «κοινωνικό υποσυνείδητο» χρησιμοποιείται εδώ όπως διατυπώθηκε από τον G. Deveraux στό βιβλίο του: Essais d ’ Ethnopsychiatrie Generate, Gallimard, Paris, 1977. 3. K. Μητροπούλου: «Το παλαιοπωλείο στην Τσιμισκή», εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1988, 1η έκδοση, σελ. 41.

ΠΩΛΕΙΤΑΙ γραφομηχανή Ι.Β.Μ ηλεκτρική, πολυτονικού συστή­ ματος. Πληροφορίες στο τηλ. 86 .21 . 101.


74/επιλογη 4. Για περισσότερες πληροφορίες γύρω από τους όρους: πραγματικό-αφηγησιακό παρόν, παρελθόν, βλ.: G. Genette: Figures III, Seuil, Paris, 1972. 5. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 9. 6. K. Μητροπούλου , op. cit, σελ. 55. 7. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 11. 8. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 20. 9. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 9. 10. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 10. 11. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 34-35. 12. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 24. 13. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 24. 14. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 64. 15. K. Μητροπούλου, op. cit, σελ. 75-81. 16. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη θεωρία των ορατών κόσμων, βλ.: U. Eco: Lector in Fabula: 160-177. 17. K. Μητροπούλου, op. cit, 82.

Βιβλιογραφία 1. 2. 3. 4.

G. Devereux: Essais d ’ Ethnopsychiatrie Generate, Gallimard, Paris, 1977. U. Eco: Lector in Fabula, Ed. B. Grasset, Paris, 1985. G. Genette: Figures III, Seuil, Paris, 1972. J. Leenhardt: Lecture Politique Du Roman, Minuit, Paris 1973.

συμβολή στη διαμόρφωση μελετητών της παιδικής λογοτεχνίας ν \\

ΚΥΡ. ΝΤΕΛΟΠΟΥΛΟΥ: Η «παιδική αποθήκη» και ο Αημήτριος Πανταζής. Το πρώτο ελληνικό περιοδικό και ο εκδότης του. Αθήνα, Ε .Α . Ι . Α . , 1989. Σελ. 56 + 32

Ι ί ε την ανακήρυξή της σε πρωτεύουσα η Αθήνα γνωρίζει \ \ 1VJ. γρήγορα την άνθηση σε όλους τους τομείς. Η συρροή των παντός είδους εμπόρων και επιχειρηματιών γίνεται με δυνατό ρυθ­ μό και κατά κύματα. Οι προοπτικές είναι ευοίωνες. Η ίδρυση νέων μονάδων επιχειρήσεων και η εγκατάσταση παλαιών που μεταφέρονται από άλλες πόλεις γίνεται γοργά... Το 1836 ιδρύεται το πρώ­ το δημοτικό σχολείο στην Πλάκα, το Πανεπιστήμιο, η Φιλεκπαι­ δευτική Εταιρεία και η Δημοτική Βιβλιοθήκη». Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς κυκλοφορούν και τα δύο σωζόμενα τεύχη της Παιδικής Αποθήκης, Περιοδικού συγγράματος εκδιδομένου δις του μηνάς δια τα παιδία της Ελλάδος, του πρώτου Ελληνικού περιοδικού για παιδιά - όπως δηλώνεται ήδη από τον τίτλο, λίγο πριν γενικευθεί η εμφάνιση των παιδικών περιοδικών στην Ευρώπη (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Ισπανία κ.α.). Η έγκαιρη, σε σχέση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ελληνική εκδο­ τική παρουσία στον χώρο της «ψυχαγωγίας» και της ηθικής διά­ πλασης των παιδιών, στα πλαίσια πάντοτε των παιδαγωγικών προϋποθέσεων του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, συμβαδίζει με τις προσπάθειες συγκρότησης και αναδιοργάνωσης των θεσμών της μεταεπαναστατικής νεοελληνικής κοινωνίας και συμπίπτει με τις βασικές νομοθετικές ρυθμίσεις που καθορίζουν τη λειτουργία και τα όρια της στοιχειώδους και της μέσης εκπαίδευσης.


επιλογη/75 ετά την ανακάλυψη της ιδιαιτερότητας της παιδικής ηλικίας από φιλοσόφους και παιδαγωγούς και της ιδέας μιας ειδι­ κής, ανάλογης λογοτεχνίας από τους εκδότες, ενώ παράλληλα κα­ θιερώνεται η υποχρεωτική στοιχειώδης εκπαίδευση - απαραίτη­ τος όρος για τη δημιουργία του ειδικού, από την άποψη της ηλι­ κίας, αναγνωστικού κοινού - η πρωτοβουλία του νεαρού Δη μ. Πανταζή (1814-1884) να εκδώσει περιοδικό για παιδιά δεν φαίνεται να μας ξαφνιάζει. Η Παιδική Αποθήκη απευθύνεται στην οικογένεια με στόχο την «επωφελή» διαμόρφωση των ανηλίκων μελών της, θεωρώντας τα παιδιά αποκλειστικό αντικείμενο αγωγής και την παιδική ηλικία προσωρινό, μεταβατικό στάδιο προς την ενηλικίωση. Ο συντά­ κτης του περιοδικού διαβεβαιώνει τους γονείς, απευθυνόμενος στους νεαρούς αναγνώστες του σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο: «Επιθυμούμεν να γίνητε καλά παιδία και να μάθετε με την επιμέλειάν σας όσα πράγματα και τώρα θέλουν σας στολίσει και σας κάμει ζηλευμένα, και όταν μεγαλώσητε καλούς ανθρώπους και α­ γαπητούς φίλους και ωφελίμους» και παράλληλα περιγράφει τη χρήσιμη και μη ψυχαγωγική κατανάλωση του ελεύθερου χρόνου, που ενδεχομένως αποδεσμεύεται μετά την εκπλήρωση των σχολι­ κών καθηκόντων των μικρών μαθητών: «Μη χάνετε τον τωρινόν σας καιρόν εις μάταια πράγματα και παιγνίδια, αλλά μάθετε τώρα όσα θέλουν σας χρησιμεύσει δια πάντοτε».

Μ

πληροφοριακός, διδακτικός και ηθικοπλαστικός χαρακτή­ ρας του περιοδικού ενισχύει και υποστηρίζει τη σχολική ε­ μπειρία, συχνά με επιχειρήματα θεολογικού-απολογητικού ύφους: «Επιμελές παιδίον ερωτηθέν, δια τι πηγαίνει με προθυμίαν εις το σχολείον, απεκρίθη... Διότι είμαι αμαθές και είναι ανάγκη να μά­ θω. Διότι δεν κερδίζω τίποτε καλόν, χάνοντας τον καιρόν μου εις αργίαν και παιγνίδια. Διότι πολλά μέρη της Ιεράς γραφής καταδι­ κάζουν την αργίαν... Διότι επιθυμώ δια των σοφών πράξεών μου και δια της εκτελέσεως των χρεών μου... η ψυχή μου να κληρονομήση την αιώνιον βασιλείαν και να χαίρεται δια πάντα». Οι προσανατολισμοί της Π.Α. παρακολουθούν ομαλά τα (πρώ­ τα) στάδια της ιστορίας της λογοτεχνίας για παιδιά: παιδαγωγικά χρήσιμος ή ηθικά σκόπιμος, ο διδακτισμός, για να συναντήσει την ψυχαγωγία, θα χρειαστεί να εγκαταλείψει την προτεραιότητα της απόκτησης γνώσεων ή της προσαρμογής στα πρότυπα της αναμε­ νόμενης συμπεριφοράς και να απαλλαγεί από τις αφηγηματικές μορφές που υπακούουν στην ανάγκη να γίνει σαφές ένα ηθικό δί­ δαγμα. Η ανισόρροπη κατανομή του «ωφέλιμου» και του «τερ­ πνού», δεν θα ανατραπεί ως προς το δεύτερο σκέλος της παρά στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν και η παιδική ηλικία δεν θα αντιμετωπί­ ζεται από το τέρμα της, διεκδικώντας πλέον όχι τη μετά θάνατον αιώνια ζωή, αλλά το δικαίωμα στην, έστω και προσωρινή, επί γης χαρά.

Ο

οιρασμένη σε δώδεκα ενότητες, πλούσια υπομνηματισμένες, η εργασία του γνωστού βιβλιογράφου, μεταφραστή και φι­ λόλογου, Κυριάκου Ντελόπουλου, αναπτύσσει τα ιστορικά, κοινω­ νικά και πολιτισμικά συμφραζόμενα των χρόνων της έκδοσης της Παιδικής Αποθήκης, παρουσιάζει και αναλύει τα περιεχόμενά της, υπογραμμίζει τη σημασία και βιογραφεί τον εκδότη της. Η επιμε­ λημένη και καλαίσθητη έκδοση συνοδεύεται από τη «Βασική βι­ βλιογραφία» του Δημ. Πανταζή και σε επίμετρο, από την ανατύ­ πωση των δύο δεκαεξασέλιδων φυλλαδίων της Π.Α. που βρίσκο­ νται στη συλλογή του Ε.Λ.Ι.Α.

Μ


76/επιλογη Ο Κ.Ν. επανορθώνει τέλος, εύστοχα - στις γόνιμες υποσημειώ­ σεις του - σφάλματα και αβλεψίες των «Ιστοριών» της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας και παράλληλα θίγει γενικότερα φιλολογικά προβλήματα, όπως αυτό της εξακρίβωσης της πατρότητας (αφη­ γηματικών) κειμένων μιας εποχής όπου ο μεταφραστής εμφανίζε­ ται συχνά ως συγγραφέας. Η συμβολή της εργασίας του Κυρ. Ντελόπουλου στη διαμόρφω­ ση «υποψιασμένων» αναγνωστών και μελετητών στον πάσχοντα χώρο της ιστορίας της παιδικής λογοτεχνίας γίνεται, ίσως, η α­ σφαλέστερη προϋπόθεση της επιστημονικής προσέγγισής της. ΒΙΚΥ ΠΑΤΣΙΟΥ

συμβολή στην ιστορία της αφηγηματικής πεζογραφίας ΥΤ λ

ΑΠ. ΣΑΧΙΝΗ: Προσεγγίσεις. Δοκίμια Κριτικής. Αθήνα, Ι ν σ τ ιτ ο ύ το τ ου Β ιβ λ ίο υ / Μ . Κ α ρ δ α μ ίτ σ α , 1989. Σελ. 320.

ι Προσεγγίσεις αποτελούνται από 25 φιλολογικά δοκίμια και μία συζήτηση, από τα οποία τα 19 αναφέρονται στην ελληνι­ κή και ξένη αφηγηματική πεζογραφία. Στα άλλα 6 δοκίμια συζητούνται θέματα, όπως η αυτονομία και η στράτευση της τέχνης, οι Δοκιμές του Σεφέρη και τα λογοτεχνικά μεσοπολεμικά και πρώτα μεταπολεμικά περιοδικά, των οποίων ο αριθμός, η διάρκεια και η ποιότητα αποτελούν άσφαλτο κριτήριο της στάθμης της λογοτε­ χνίας μιας χώρας. Σ’ ένα άλλο δοκίμιο μιλά με αγάπη για τον πα­ τέρα της επιστημονικής βιβλιογραφίας στην Ελλάδα Γ. Κ. Κατσίμπαλη, που ενέπνευσε μελετητές, υποστήριξε προσπάθειες, εξέδω­ σε αξιόλογα φιλολογικά περιοδικά, και κυρίως επετέλεσε τον μέγα άθλο της πρώτης συγκεντρωτικής έκδοσης του παλαμικού έργου. Η μεγάλη όμως πλειονότητα των δοκιμίων του τόμου αναφέρονται στην αφηγηματική πεζογραφία, ελληνική και ξένη. Στα πιο σύντομα από αυτά γίνεται λόγος για ορισμένα είδη της πεζογρα­ φίας και τη σχέση τους με το μυθιστόρημα· λ.χ. για τη Βιογραφία και την επίδοση του είδους κατά τη μεσοπολεμική περίοδο (1920-1940), για την Αυτοβιογραφία και το μυθιστόρημα, για το Απομνημόνευμα. Τα απομνημονευτικά έργα άνθισαν ιδιαίτερα κατά το ΙΘ' αι. στην Ελλάδα, πράγμα που αντισταθμίζει την έλλειψη μυ­ θιστορημάτων. Με την αυτοβιογραφία έχει σχέση και η εξομολογητική λογοτεχνία, στην οποία αφιερώνει δύο δοκίμια· το «Μυθι­ στόρημα και εξομολόγηση», που αναφέρεται στους Αιχμαλώτους του I. Μ. Παναγιωτόπουλου, και τη «Λογοτεχνία της εξομολόγη­ σης», όπου κυρίως αναλύεται Το Κίτρινο και το Γαλάζιο του Αρκάδιου Λευκού. Σημειώνεται πάντως πως και στις πιο επιτυχημέ­ νες προσπάθειες η εξομολόγηση διολισθαίνει προς την ποίηση. Σχετικό με την παραπάνω προβληματική είναι και το είδος της Μυθιστορηματικής βιογραφίας με αφορμή ανάλογα έργα του Περάνθη, του Ουράνη και του Μπεράτη.

Ο

Σ

το δοκίμιο για τα «Χρονικά της Κατοχής» επισημαίνονται οι ιδιαίτεροι και μοναδικοί εκφραστικοί τρόποι του Ηλία Βενέζη, ενώ στις «Μεταφράσεις» θίγεται ένα σημαντικότατο θέμα,


επιλογη/77 το οποίο χρειάζεται εξονυχιστική έρευνα, για να φανεί πόσο επέδρασαν οι μεταφράσεις στη θεματολογία και στα αισθητικά ρεύ­ ματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Παρόμοιες παρατηρήσεις γί­ νονται και στο «Αγγλικό μυθιστόρημα», το οποίο αρχίζει να επη­ ρεάζει την ελληνική παιδεία από το 1944 κ.ε. Αξιοσημείωτη είναι και η διαπίστωση ότι η νεοελληνική λογοτεχνία των ετών 1922-1930 έχει επηρεαστεί από τις μεταφράσεις έργων της ρωσικής και της σκανδιναβικής λογοτεχνίας. Αποτέλεσμα επίδρασης είναι και η ανάπτυξη της «Κοσμοπολιτικής πεζογραφίας» στην Ελλάδα τα χρόνια 1928-1932 με σημαντικότερους εκπροσώπους τον Α. Δό­ ξα, τον Κόντογλου, τον Καστανάκη και τον Κ. Πολίτη. Ο Andre Gide, ένας από τους κορυφαίους μυθιστοριογράφους του αιώνα μας, προχώρησε σ’ ένα συνειδητό μοντερνισμό και πέ­ τυχε ν’ ανακαινίσει το είδος με το λεγόμενο καθαρό μυθιστόρημα, του οποίου οι όροι διατυπώνονται στους Κιβδηλοποιούς. Με το έρ­ γο αυτό εγκαταλείπει τα εξωτερικά γεγονότα, τις περιγραφές και το ρεαλισμό και προχωρεί σε μια σύνθεση του ειδικού και του γενι­ κού, που είναι ταυτόχρονα ανθρώπινο και πλασματικό κατά τα πρότυπα των μεγάλων Ελλήνων και Γάλλων κλασικών. Στο ση­ μαντικό αυτό θέμα αναφέρεται το δοκίμιο «Ο Andre Gide και το καθαρό μυθιστόρημα».

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΣΑΧΙΝΗ

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΔΟΚΙΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗΣ

δώ, στο τέλος, άφησα τα μακρότερα και συνθετικότερα δοκί­ μια για την αφηγηματική πεζογραφία. Πρόκειται για το «Ευ­ ρωπαϊκό μυθιστόρημα», το οποίο αναπτύχθηκε σε τρεις κυρίως χώρες· την Αγγλία, τη Γαλλία, τη Ρωσία· στη μελέτη αυτή παρα­ κολουθεί ο συγγραφέας τούς μεγάλους εκπροσώπους του είδους, καθώς και τα ιδιαίτερα γνωρίσματα των έργων της κάθε χώρας. Αρκετά πλατιά μελέτη είναι και «Η νεοελληνική αφηγηματική πε­ ζογραφία στα χρόνια 1940-1950». Στην περίοδο αυτή εμφανίζονται τα τελευταία έργα της Γενιάς του ’30 και τα πρώτα της μεταπολε­ μικής γενιάς. Επισημαίνονται τα γενικά χαρακτηριστικά της πεζο­ γραφίας μας κατά την κατοχική περίοδο, που είναι η απομάκρυν­ ση από τη σύγχρονη πραγματικότητα, η αναδρομή στο παρελθόν και οι εξομολογητικές τάσεις. Αντιθέτως, στα αφηγήματα μετά τον πόλεμο (1945-50) διακρίνουμε τέσσερις τάσεις: α) ιστορικά μυθιστορήματα, β) πολεμικά μυθιστορήματα, γ) εφηβική ηλικία, δ) γυναικεία πεζογραφία. Γενικά χαρακτηριστικά της περιόδου είναι ο καημός της ρωμιοσύνης για τους πεζογράφους της γενιάς του ’30 και η απαγκίστρωση της μεταπολεμικής γενιάς από την προη­ γούμενη. «Το μυθιστόρημα του μοναχικού ανθρώπου» είναι το πιο εκτετα­ μένο και ολοκληρωμένο δοκίμιο του τόμου καλύπτει 70 σελίδες και εξετάζει τα σημαντικότερα μυθιστορήματα, που έχουν θέμα τη μοναξιά του ανθρώπου και τις συνακόλουθες ψυχικές παραμορ­ φώσεις και τις συμπεριφορές. Τα κυριότερα γνωρίσματα των αφη­ γημάτων αυτών είναι το μοναχικό δωμάτιο, η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, η υποτυπώδης δράση. Το ουσιαστικό τους περιεχόμενο είναι η έκφραση της προσωπικής αγωνίας του αφηγητή ήρωα. Ο δημιουργός του μυθιστορήματος αυτού του τύπου είναι ο Ντοστογιέφσκη με το Υπόγειο (1864). Άλλα σημαντικά μυθιστορήματα της ίδιας κατηγορίας είναι η Πείνα (1888) του Χάμσουν, η Ναυτία του Σαρτρ, ο Ξένος του Καμύ κ.ά.π. Στο πλατύ αυτό μελέτημα εξε­ τάζονται όχι μόνο τα κοινά γνωρίσματα των αναφερομένων έργων, αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του καθενός. Τα σπουδαία αυτά μυθιστορήματα επηρέασαν βαθιά τη σύγχρονή τους και τη μεταγενέστερη πεζογραφία.

Ε


78/επιλογη να άλλο επίσης σημαντικό δοκίμιο είναι οι «Μυθιστορηματι­ κές προφητείες», όπου εξετάζονται λεπτομερώς τρία σπου­ δαία μυθιστορήματα του αιώνα μας: To We τού Zamyatin, το Brave new world του Huxley και το διάσημο Nineteen eighty-four του Or­ well, στα οποία κοινός παρονομαστής είναι το ζοφερό και δυσοίω­ νο μέλλον της ανθρώπινης ζωής. Η πραγματικότητα, όπως εξελί­ χθηκε από το 1924, που είναι γραμμένο το πρώτο μυθιστόρημα, με την εξαφάνιση της ιδιωτικής ζωής, την αυτοματοποίηση της εργα­ σίας, την τυποποίηση των γεννήσεων και της ανατροφής, καθώς και η επικράτηση του ηθικού - και όχι μόνο - ολοκληρωτισμού, υπερκέρασε σε πολλά τις εγκεφαλικές, αλλά καθόλου ουτοπικές, όπως έδειξε ο χρόνος, αυτές συλλήψεις. «Η πεζογραφία των ανθρωπίνων σχέσεων», το πιο πρόσφατα (1988) γραμμένο απ’ όλα τ’ άλλα δοκίμιο του τόμου, δεν αναφέρεται τυχαία εδώ. Σε αυτό μπορούμε να πούμε πως βρίσκονται συ­ γκεντρωμένα τα αισθητικά κριτήρια για την αξιολόγηση του μυθι­ στορήματος, που είναι η μαγεία της αφήγησης, η πλαστική δύνα­ μη, η πλοκή, οι ανθρώπινες σχέσεις και κυρίως οι κορυφαίες στιγ­ μές, στα οποία κατέληξε ο συγγραφέας. Ο καθηγητές Απ. Σαχίνης ασχολείται συστηματικά με την αφη­ γηματική πεζογραφία πάνω από 40 χρόνια· εξετάζει τις ρίζες, τη θεματολογία, τις ροπές και τα επιτεύγματά της με πλατιά γνώση και ευθυκρισία. Γι’ αυτό η ώριμη επεξεργασία του υλικού, η εγκυρότητα των συμπερασμάτων και η καθαρότητα της διατύπωσης καθιστούν τα δοκίμια του τόμου σπουδαία συμβολή στην Ιστορία της Αφηγηματική Πεζογραφίας του ΙΘ' και Κ' αιώνα.

Ε

Κ. Γ. ΚΑΣΙΝΗΣ

αγώνες του Μακεδονικού μέσα από πολύτιμες καταγραφές XW

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Α. ΒΑΚΑΑΟ ΠΟ ΥΑΟ Υ: Μ ακεδονικός Αγώνας (1904-1908). Πρόλογος: Douglas Dakin. Θεσσαλονίκη, Μ π α ρ μ π ο υ ν ά κ η ς , 1987. Σελ. 374. ΤΟ Υ ΙΔΙΟΥ: Νεότουρκοι και Μακε­ δονία (1908-1912). Θεσσαλονίκη, Ο ίκ ο ς Α δ ε λ φ ώ ν Κ υ ρ ια κ ίδ η , 1988. Σελ. 452.

ερευνητική διάθεση και η ιδιαίτερη αγάπη του συγγραφέα προς το Μακεδονικό χώρο και το Μακεδονικό αγώνα, η τιτάνεια αυτή πάλη των αλύτρωτων Ελλήνων, στάθηκε η αφετηρία μιας πλούσιας και υπεύθυνης πνευματικής παραγωγής που αγκα­ λιάζει πέρα για πέρα τη Νεότερη Ιστορία της Μακεδονίας από το 1830 μέχρι και το 1912. Ο κ. Βακαλόπουλος μας έχει καταπλήξει με τις αλλεπάλληλες μελέτες του, που από το 1983 μέχρι σήμερα έχουν δει το φως της δημοσιότητας,1 μελέτες που η επιστημονική τους ζεύξη με τα ανέκδοτα Αρχεία, κατόρθωσαν να διαφωτίσουν πολλές πτυχές του θέματος και να δώσουν απάντηση σε πολλά ε­ ρωτήματα που κατά καιρούς είχαν τεθεί, αλλά και να πλουτίσουν την Ελληνική και τη Βαλκανική ιστοριογραφία. Το γεγονός και μόνο ότι ο συγγραφέας καινοτόμησε πράγματι σε πολλά σημεία της έρευνάς του, είναι αρκετό για να θεμελιώσει τις ευμενείς κριτι-

Η

UTT

ορ

ΊΑ


επιλογη/79 κές που δέχτηκε και θα δεχτεί για το πολυσέλιδο έργο του. Προσω­ πικά μας δόθηκε η ευκαιρία να ασχοληθούμε και παλαιότερα με το έργο του συγγραφέα-2 αξιολογώντας δε πολλές από τις θετικές θέ­ σεις του, επισημάναμε τον επιστημονικό άθλο και τη σημαντική προσφορά του στον ιερό αγώνα των Μακεδόνων. Σήμερα, που με χαρά κρατάμε στα χέρια μας τις δυο τελευταίες μελέτες του πεντάτομου συνθετικού του έργου, αναλογιζόμαστε τους κόπους και τις θυσίες που ο ίδιος μα και οι εκδότες του έκα­ ναν, για να παρουσιάσουν όσο πιο άψογα μπορούσαν το έργο του. Ο Μακεδονικός αγώνας (1904-1908), που η περίοδός του αυτή α­ ποτελεί το θρίαμβο και την επισφράγιση των μακροχρόνιων θυ­ σιών του ελληνισμού, έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί έχει να επιδείξει την ολοκληρωτική θυσία ενός αγώνα με τις ωραιότερες ηρωι­ κές πράξεις, αλλά και τις πολλαπλές θλιβερές τραγωδίες. Η εξιστόρηση των γεγονότων σηματοδοτεί την απαρχή της οριστικής πλέον απαλλαγής των σκλαβωμένων αδελφών μας από τον μα­ κροχρόνιο τουρκικό και βουλγαρικό ζυγό. Το εθνικό προσκλητή­ ριο απέδωσε και παλικάρια από τις πιο απομεμακρυσμένες γωνιές του ελληνικού κράτους - με προεξάρχοντες τους Κρητικούς διαμόρφωσαν τους πρώτους στρατιωτικούς πυρήνες σύγκρουσης με τον εχθρό. Μέσα στα αφιλόξενα βουνά και τις απρόσιτες περιο­ χές του βορειοδυτικού Μακεδονικού χώρου έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για την ελευθερία των αδελφών τους Μακεδόνων, που χρόνια τώρα στέναζαν σ’ έναν ασφυκτικό κλοιό βαρβαρότητας και αφελληνισμού. Ενωμένοι με τον ντόπιο πληθυσμό παρά τις α­ ντίξοες πολλές φορές περιστάσεις, κατόρθωσαν να ορθοποδίσουν και να γράψουν τις ηρωικές σελίδες του Μακεδονικού αγώνα. Η ένοπλη φάση 1904-1908, που με κάθε λεπτομέρεια και υπευθυνότη­ τα ο συγγραφέας εξετάζει στη μελέτη του, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ιστορήματα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας. Ο κ. Βακαλόπουλος, διασταυρώνοντας τις ιστορικές πληροφορίες των κυριοτέρων Απομνηματογράφων του Αγώνα με τις σωζόμενες αγγλικές προξενικές εκθέσεις, πέτυχε να ξεκαθαρίσει όσο κανένας άλλος τα γεγονότα. το εισαγωγικό κεφάλαιο (σσ. 23-60) και μάλιστα στην παρά γραφο: «Οι πρωτογενείς πηγές και η προσφορά τους στην στορική θεώρηση του Μακεδονικού αγώνα» (σσ. 23-36), ο συγγρα φέας επισημαίνει την αξία των αρχειακών εγγράφων, τα οποία κα θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης φροντίδας για τη διαφύλαξή τους, σαν την πιο αντικειμενική πηγή του Μακεδονικού αγώνα, μια και τα περισσότερα δημοσιεύματα μας παρέχουν συγκεχυμένες και αντικρουόμενες πληροφορίες, που σκοπό έχουν να εξυψώσουν την προσφορά και μόνο των αναφερομένων προσώπων. «Μετρημένα στα δάχτυλα είναι, κατά το συγγραφέα, τα έργα,3 στα οποία θα μπορούσε ν’ ανατρέξει με σιγουριά ο ερευνητής, ο ιστορικός, για να διευκολυνθεί στη δουλειά του και να ολοκληρώσει την προσπάθειά του. Τα περισσότερα, γραμμένα σε ύφος “ επικό” και “ηρωι­ κό” , δεν είναι δυνατό να αποτελόσουν θεμελιώδη ερείσματα για τη συνθετική εκπόνηση ενός μεθοδικού ιστορικού έργου». Στις πρωτογενείς πηγές συγκαταλέγονται μετά τις ελληνικές και ξένες προξενικές εκθέσεις και τα Απομνημονεύματα-Αρχεία και οι πολυάριθμες εκθέσεις των Ελλήνων οπλαρχηγών του Μακεδονι­ κού αγώνα. Αναλύοντας στα σπουδαιότερα σημεία του το ογκωδέ­ στατο Αρχείο του Γεωργίου Τσόντα-Βάρδα4 μεταξύ των άλλων α­ ναφέρει: «... το Αρχείο του αποτελεί θησαυρό πληροφοριών για το Μακεδονικό αγώνα. Κάθε χωριό και κωμόπολη, κάθε κοινότητα

Σ


80 /εττιλογη

και κάθε επιτροπή Άμυνας επικοινωνούσε μαζί του με πυκνή αλ­ ληλογραφία, για να του ανακοινώσει κάθε λεπτομέρεια για οποιοδήποτε συμβάν». Εκτός του Αρχείου Γεωργίου Τσόντα, αναφέρονται και τα Αρχεία Π. Δαγκλή, Αλέξανδρου Οθωναίου και Π. Γύπαρη, τα οποία μας παρέχουν πολύτιμες ειδήσεις, όπως και πολ­ λοί φάκελοι διαφόρων Ελλήνων αρχηγών και οπλαρχηγών που έ­ δρασαν στον αγώνα και που σήμερα βρίσκονται στα Αρχεία της Διευθύνσεως της Ιστορίας Στρατού. Από τα ανέκδοτα Απομνημο­ νεύματα επισημαίνει του Λάκη Νταηλάκη και Ιωάννη Δεμέστιχα που η έκδοσή τους θα προσφέρει πολλά,5 χωρίς όμως να μειώνε­ ται και η αξία άλλων που μέχρι σήμερα ήταν άγνωστα και αναμέ­ νουν τους εκδότες τους (σ. 35). Στις πρωτογενείς πηγές κατατάσ­ σει και τα δημοσιευμένα Απομνημονεύματα6 που μέχρι σήμερα αποτέλεσαν τις βασικότερες πηγές για τα περισσότερα έργα γύρω α­ πό το Μακεδονικό αγώνα. Και το εισαγωγικό κεφάλαιο κλείνει με δύο παραγράφους: II «Ο Μακεδονικός αγώνας και η ιστορική ση­ μασία» (σσ. 37-48) και III «Ο Μακεδονικός αγώνας και τα διπλω­ ματικά πλαίσιά του» (σσ. 49-57) εξίσου σημαντικές για την κατα­ νόηση του μεγάλου αγώνα που πραγματοποίησαν οι Έλληνες μετά την επανάσταση του 1821. Η αποτίμηση του αγώνα που σε γενικές γραμμές σκιαγραφείται στο εισαγωγικό αυτό κεφάλαιο έχει σκοπό να προϊδεάσει τον αναγνώστη σε καίρια θέματα που θίγονται στην ανάπτυξη των επιμέρους κεφαλαίων και τα οποία αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο του σκληρότερου αγώνα της νεοελληνικής ιστο­ ρίας μας. Τα πρόσωπα, με πρώτο και καλύτερο τον Παύλο Μελά, τον Βάρδα, τον Γκόνο κ.ά., θα θεριέψουν τον αγώνα και θα ποδη­ γετήσουν τις παράτολμες επιχειρήσεις στο Μακεδονικό χώρο, με τις γνωστές σε όλους μας επιτυχίες. Χωρίς να προχωρεί σε μια ε­ ξονυχιστική εξέταση του Μακεδονικού αγώνα μέσα στα διπλωμα­ τικά πλαίσια, ο συγγραφέας κατόρθωσε να κατατοπίσει τον ανα­ γνώστη - μελετητή σε ό,τι μέχρι σήμερα έχει ερευνηθεί στο διεθνές επίπεδο (βλ. σσ. 49-57) στην παράγραφο III του κεφαλαίου αυτού. ριν προχωρήσω σε οποιεσδήποτε άλλες σκέψεις και εκτιμή­ σεις του έργου, επισημαίνω ότι την έκδοση του τόμου τίμησε με τον πρόλογό του ο γνωστός φιλέλληνας καθηγητής και μελετη­ τής της νεότερης ελληνικής ιστορίας μας Douglas Dakin7 (σσ. 13-14, ελληνική 15-16), όπου με κολακευτικά λόγια μιλά για το συγγραφέα και το έργο του. Επειδή δεν είναι δυνατό να μεταφέρου­ με αυτούσιο τον πίνακα περιεχομένων (σσ. 9-10), αρκούμεθα στην απλή αναγραφή των τίτλων των κεφαλαίων του βιβλίου, όπου ο α­ ναγνώστης θα μπορέσει να λάβει γνώση του μεγέθους της έρευνας του συγγραφέα. Μετά τις «λίγες λέξεις του εκδότη» (σ. 11), ο ο­ ποίος με ικανοποίηση και ενθουσιασμό χαιρετίζει την έκδοση και υπερηφανεύεται ότι μέχρι σήμερα «για την ιερή υπόθεση της Μακε­ δονίας» έχει προσφέρει στο κοινό πέντε βιβλία που του χάρισε η ε­ πιστημονική και αδιάκοπη έρευνα του κ. Βακαλόπουλου, πηγαί­ νουμε χωρίς να σχολιάσουμε τον πρόλογο του συγγραφέα (σσ. 17-20) κατευθείαν: Κεφάλαιο πρώτο, Η έναρξη της ένοπλης φάσης του μακεδονικού αγώνα στα τέλη του 1904 (σσ. 61-102), Κεφάλαιο δεύτερο, Η κρίσιμη καμπή του 1905. Η Ελληνική ανταρτική δράση σε νέες βάσεις (σσ. 1-3-158), Κεφάλαιο τρίτο, Η ελληνική εξόρμη­ ση στην Κεντρική Μακεδονία στα 1906 (σσ. 159-204), Κεφάλαιο τέ­ ταρτο, Η παρουσία των ελληνικών αντιστασιακών πυρήνων στη Δυτική και Βορειοδυτική Μακεδονία στα 1906 (σσ. 105-230), Κε­ φάλαιο πέμπτο, Η Ανατολική Μακεδονία κατά το μακεδονικό α­ γώνα (1904-1908) (σσ. 231-268), Κεφάλαιο έκτο, Η εδραίωση της ελληνικής παρουσίας στο Μακεδονικό χώρο στα 1907 (σσ.

Π


επιλογη/81 269-302), Κεφάλαιο έβδομο, Το αμφίρροπο τέλος του Μακεδονι­ κού αγώνα (1908) και η συνολική αποτίμησή του (σσ. 303-348), Βι­ βλιογραφία (σσ. 349-354), Ευρετήριο κυρίων ονομάτων (σσ. 355-368). Οι σελίδες 369-374 περιλαμβάνουν κρίσεις για τα έργα του συγγραφέα για τη Μακεδονία στις εκδόσεις Μπαρμπουνάκη. Η παρουσία του Παύλου Μελά και των άλλων αξιωματικών στη Μακεδονία έδωσε το έναυσμα για μια γενικότερη εξέλιξη του Μα­ κεδονικού ζητήματος και το κύριο προμήνυμα της ένοπλης φάσης του αγώνα, που κορυφώθηκε με το θάνατό του στις 13 Οκτωβρίου 1904. Σύμβολο πλέον του Μακεδονικού ελληνισμού ο Παύλος Μελάς στάθηκε το πρόσωπο που εμψύχωσε και δυνάμωσε τους μαχη­ τές του αγώνα. Τώρα πια το επίσημο Κράτος με τις επίμονες ενέρ­ γειες του Λάμπρου Κορόμηλά, προξένου της Θεσσαλονίκης, πεί­ στηκε να ενισχύσει τον αγώνα οικονομικά για τη συντήρηση των πολιτοφυλακών και την προστασία των Ελλήνων που κινδύνευαν. Με κάθε άνεση μπορεί ο αναγνώστης να παρακολουθήσει τη συμ­ βολή του Κορόμηλά στην οργάνωση της ελληνικής αντίστασης στο βιλαέτι της Θεσσαλονίκης, αλλά και την αναδιοργάνωση της ελληνικής αντίστασης σ’ όλο το μακεδονικό χώρο, αφού ο συγ­ γραφέας κατόρθωσε να δώσει ό,τι ήταν αναγκαίο για μια σφαιρική ενημέρωση. Χωρίς να παραλείψει τη συμβολή για κάθε έναν πολε­ μιστή του αγώνα εξαιρεί, όπως είναι φυσικό, τις αποφάσεις και τη δράση εκείνων που πράγματι έπαιξαν το ρόλο του καπετάνιου και αρχηγού, όπως του Ευθύμιου Καούδη, του Παύλου Γύπαρη, του Γε­ ωργίου Τσόντου-Βάρδα, του Γεωργίου Δικώνυμου-Μακρή, του Αντώνη Ζώη, του Ρέμπελου, του Κ. Μαζαράκη, του Καπετάν Άγρα, του Καπετάν Κώστα Γαρέφη, Καπετάν Λίτσα, του Γεωργίου Σκαλίδη, του Ευαγγέλου Νικολούδη και άλλων. ίναι φύσει αδύνατο να παρακολουθήσει κανείς τις πολεμικές επιτυχίες ή αποτυχίες που σημειώθηκαν στη διάρκεια του τι­ τάνιου αυτού αγώνα και να αξιολογήσει με κριτική ματιά τα γεγο­ νότα, αφού η αξιολόγησή τους θα απαιτούσε ανάλογο χρόνο και μελέτη με εκείνη του συγγραφέα. Ο κ. Βακαλόπουλος, εντρυφής μελετητής του Μακεδονικού αγώνα, κατόρθωσε όσο κανένας άλ­ λος να μας φέρει σε φως γεγονότα που μέχρι τώρα ελάνθαναν, α­ φού η έρευνά του πλουτίζεται με πλούσιο αρχειακό υλικό που πρώ­ τη φορά δημοσιεύεται. Πέραν όμως αυτού, ο συγγραφέας σταχυολόγησε στις περιγραφές του τα κύρια σημεία των πολεμικών συ­ γκρούσεων μεταξύ των αντιμαχομένων, αποφεύγοντας πολλές φο­ ρές τις λεπτομερείς περιγραφές που κουράζουν. Βέβαια, όπου έ­ πρεπε να επιμείνει για να διαφωτίσει γεγονότα και πρόσωπα το έ­ κανε και οι περιγραφές, σαφείς και γλαφυρές, τραβάνε τον ανα­ γνώστη πέρα από τη γνώση των γεγονότων. Σε ορισμένα κεφάλαια ή παραγράφους, που θα σταματήσουμε αναγκαστικά, θα μας δοθεί η ευκαιρία να τονίσουμε τη σημασία της ένοπλης αυτής συρράξεως που άλλαξε πράγματι τα μέχρι τότε ισχύοντα στο μακεδονικό έδαφος και ανακούφισε τον καταδυναστευόμενο ελληνικό πληθυ­ σμό. Η οξύτατη ελληνοβουλγαρική πάλη πέρα από την τουρκική κατοχή, είχε δημιουργήσει στα πολυάριθμα ελληνικά χωριά και στις πόλεις επικίνδυνη κατάσταση, που μόνο με τη σθεναρή επέμ­ βαση της ελληνικής κυβερνήσεως μπορούσε να σταματήσει. Έτσι η οργάνωση της ελληνικής άμυνας απλώνεται σε όλες τις περιοχές του Μακεδονικού χώρου και εδραιώνονται με την ηθική και υλική συμπαράσταση των Ελλήνων προξένων στις πρωτεύουσες των πε­ ριοχών. Μετά το βιλαέτι της Θεσσαλονίκης, με τη βοήθεια του προξένου Γ. Λεβίδου, του φλογερού μητροπολίτη Πελαγονίας Ιωα-

Ε

Ν ΑΠ Ο ΛΕ Ο ΝΤΟ Σ ΜΑΡΑΒΕΓΙΑ: Η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊ­ κή Κοινότητα: Επιπτώ­ σεις στον Α γροτικό Το­ μέα. Αθήνα, Ίδρυμα Μ ε­ σογειακώ ν Μελετών, 1989. Σελ. 496. Ο αγροτικός τομέας συγκέντρω­ σε αναμφισβήτητα ένα μεγάλο μέ­ ρος της προβληματικής για τις επι­ πτώσεις της ένταξης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Μιας ένταξης που σήμαινε για τον ελλη­ νικό αγροτικό τομέα σημαντικές αλ­ λαγές που εκδηλώθηκαν στο επίπε­ δο παραγωγής, απασχόλησης, στο εισόδημα, στο ύψος των εισαγωγών και εξαγωγών αγροτικών προϊό­ ντων. Ιδιαίτερα στον αγροτικό το­ μέα η συζήτηση για τις επιδράσεις της ένταξης ελάχιστες φορές έγινε πάνω σε τεκμηριωμένες αναλύσεις. Η μελέτη του επίκουρου καθηγη­ τή στο Γεωργικό Πανεπιστήμιο Α ­ θηνών (πρώην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή) Ν. Μαραβέγια, αποτελεί, α π ' ό,τι γνωρίζουμε στην ελληνική βιβλιογραφία, την πρώτη αναλυτι­ κή προσέγγιση και αξιολόγηση των εξελίξεων που σημειώθηκαν στον α­ γροτικό τομέα στην περίοδο 1981 -85. Μ ε τρόπο σαφή και τεκμη­ ριωμένο ο συγγραφέας, ■ ανέλυσε και παρουσίασε τα στοιχεία της πε­ ριόδου 1981-85. Προσεγγίζει το θέμα του κυρίως μέσα α π' την ανάλυση του θεσμι­ κού πλαισίου της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η οποία είχε ως αποτέ­ λεσμα τη μερική απώλεια ελέγχου του αγροτικού τομέα από το κρά-

1®=


82/επιλογη κείμ Φοροπούλου8 και των άλλων ελληνικών παραγόντων, το βι­ λαέτι Μοναστηριού θα παίξει αποφασιστικό ρόλο στη δυτική και βορειοδυτική Μακεδονία. Η επιχειρησιακή δραστηριότητα των Ελλήνων στη δυτική Μακεδονία ήταν επιτυχής, παρά τις εφιαλτι­ κές επεμβάσεις των Βουλγάρων. Οι συντονισμένες επιχειρήσεις των Ελλήνων αρχηγών και οπλαρχηγών προς όλα τα μέτωπα, και ιδιαίτερα στην πλευρά της Ζαγορίτσανης, αναπτέρωσε το ηθικό των καταπιεζομένων. Τα αποσπάσματα που παρουσιάζει ο συγ­ γραφέας από τα απομνημονεύματα του Π. Γύπαρη (σσ. 126-127) και του μαχητή ιεράρχη Γερμανού Καραβαγγέλη (σσ. 127-128) μαρτυρούν κατά τον πιο τρανό τρόπο τις επιτυχίες των ελληνικών τμημάτων. Ο ακαταπόνητος αγώνας των ενόπλων αντάρτικών σωμάτων εκεί όπου χρειάζονταν έθεσε τέρμα στις μέχρι τότε αυ­ θαιρεσίες των κομιτατζήδων Βουλγάρων και Τούρκων κατακτητών. Πράγματι, το 1905 και 1906 θα σταθούν τα πιο αποφασιστικά χρόνια του ένοπλου αγώνα που θα συνεχιστεί μέχρι και το 1908 για ολόκληρη τη Μακεδονία. Οι αποφασιστικές μάχες στη δυτική και βορειοδυτική Μακεδονία πράγματι στέφθηκαν με επιτυχία, η ελληνοβουλγαρική πάλη στο Μορίχοβο και τα άλλα ανδραγαθήματα των ελληνικών αντάρτικών ομάδων σε όλα τα μέτωπα στάθηκαν οι προάγγελοι των μετέπειτα πολεμικών εξελίξεων.

Κ

ατ’ ανάγκη θα σταθώ στην οργάνωση του ελληνισμού της Θεσσαλονίκης (σσ. 161-169) που σαν κέντρο με οικονομική άνθηση και με.εμπορικές συναλλαγές εδώ και στο εξωτερικό, δια­ τηρούσε αναμφισβήτητα έντονη την παρουσία του ελληνισμού με τις εμπορικές σχέσεις με τη Δυτική Ευρώπη και την Ανατολή. Η πραγματική όμως παρουσία του ελληνισμού δέσποζε αναμφισβή­ τητα στον εκπολιτιστικό τομέα, όπου τα εκπαιδευτικά ιδρύματα έ­ παιζαν τον πρωτεύοντα ρόλο με τους φωτισμένους δασκάλους που με αφοσίωση υπηρετούσαν εκεί. Χωρίς να επιμείνω περισσότερο, επισημαίνω την ανεκτίμητη προσφορά ορισμένων «επιλέκτων με­ λών» της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης (σ. 162), τα οποία με τη γε­ νική καθοδήγηση του προξένου Λ. Κορόμηλά βοήθησαν αποτελε­ σματικά να μειώσουν την επιρροή των Βουλγάρων και να καλλιερ­ γήσουν την εθνική ομοψυχία και πέρα των στενών ορίων της πό­ λης. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για την προσφορά του Αλέξαν­ δρου Ζάννα, γιου της Πηνελόπης Δέλτα και του γιατρού Δ. Ζάννα, στην οργάνωση του ελληνισμού της Κεντρικής Μακεδονίας. Γενι­ κά το Τρίτο κεφάλαιο (σσ. 159-204) μας αποκαλύπτει κατά τον πλέον πειστικό τρόπο την ελληνική δυναμική παρουσία στην Κε­ ντρική Μακεδονία κατά το 1906, έτος που θεμελιώνονται οι προο­ πτικές για το φούντωμα του αγώνα. Η διάσταση του αγώνα, στο Βάλτο των Γιαννιτσών και στο βιλαέτι της Θεσσαλονίκης, έχει να επιδείξει ηρωικούς αγώνες αυτοθυσίας. Τα αντάρτικά σώματα με επικεφαλής τον Παναγιώτη Παπατζανέα, τον Ιωάννη Δεμέστιχα, τον Καπετάν Άγρα, τον Κ. Γαρέφη κ.ά. έδωσαν σημαντικές μάχες για την έκβαση τού αγώνα. Με τον ίδιο επιλεκτικό τρόπο περιγράφονται τα γεγονότα που εξελίσσονται μετά την παρουσία των ελ­ ληνικών αντιστασιακών πυρήνων στη Δυτική και Βορειοδυτική Μακεδονία, στα 1906, με επικεφαλής τους Γ. Δικώνυμο-Μακρή, Καπετάν Λίτσα, Παύλο Γύπαρη κ.ά. Ιδιαίτερη παράγραφος του Τρίτου κεφαλαίου είναι αφιερωμένη στις ελληνοβουλγαρικές συ­ γκρούσεις στο Μορίχοβο, όπου προβάλλονται μεταξύ των άλλων και οι επιτυχίες των Γεωργίου Σκαλίδη, Ευάγγελου Νικολούδη, Στυλιανού Κλειδή, Παναγιώτη Φιωτάκη κ.ά. Στο Έκτο κεφάλαιο (σσ. 269-302), επισημαίνεται με συντομία η δράση των αντάρτικών σωμάτων στην Ανατολική Μακεδονία,9 όπου η κατάσταση δια-

=f£fl τος και η εφαρμογή της οποίας α­ ποτελεί και το νέο ποιοτικό στοι­ χείο στη διαδικασία ολοκλήρωσης στην ΕΟΚ όσον αφορά στην αγροτι­ κή οικονομία της Ελλάδος. Η μελέτη του Ν. Μαραβέγια χωρί­ ζεται σε τρία μέρη: Στο πρώτο ο συγγραφέας αφού αναλύσει τα βασικά χαρακτηριστικά της Κ.Α.Π. σχετικά με τις εγγυήσεις τιμών, προχωρεί σε μια λεπτομερή αποτίμηση των επιδράσεων της πολιτικής αυτής στα βασικά ελληνι­ κά αγροτικά προϊόντα πάνω στο ύ­ ψος της παραγωγής τους, ενώ δια­ γράφονται και οι νέες προοπτικές για τα αγροτικά προϊόντα στα πλαί­ σια της ένταξης στη Κοινότητα. Σ' αυτό το μέρος του βιβλίου έχει συμβάλει κι ο Σωτήρης Βαλντέν με την ανάλυση των επιπτώσεων στα φρούτα - λαχανικά και τη σταφίδα. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζει την Κοινή Αγροτική Πολιτική όσον αφορά τις διαρθρώσεις και αναλύει με συστηματικό τρόπο την πολιτι­ κή αγροτικών διαρθρώσεων στην Ελλάδα πριν και μετά την ένταξη. Τέλος, εξετάζεται η συμβολή της κοινοτικής χρηματοδότησης στη βασική επιδίωξη της εθνικής πολιτι­ κής τόσο στη βελτίωση των αγροτι­ κών δρόμων, όσο και στην αύξηση της παραγωγικότητας της γε­ ωργίας. Στο τρίτο και τελευταίο μέρος της ανάλυσης επιχειρείται, κατά τον κα­ λύτερο τρόπο, μια σύνθεση των α­ ποτελεσμάτων της ΚΑΠ, εξετάζο­ ντας το ύψος και τη βελτίωση της παραγωγικότητας από τη μια κι α­ πό την άλλη τη μεταβολή της αξίας των ενδιάμεσων καταναλώσεων. Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ αποτελεί ένα γεγονός με στρατηγι­ κή, πολιτική και οικονομική σημα­ σία. Η εφαρμογή δε της Κοινής Α ­ γροτικής Πολιτικής συνέβαλε στην «εισοδηματική ευφορία» μεγάλου μέρους των Ελλήνων αγροτών, αμ-

0W


επιλογη/83 γραφόταν ανησυχητική κυρίως στις περιοχές Μελενίκου, Πετριτσίου και Άνω Τζουμαγιάς. Εδώ ο Βουλγαρικός κλοιός ήταν πιε­ στικός και ιδιαίτερα πριν την άφιξη του Έλληνα πρόξενου Αντ. Σαχτούρη, ο οποίος και απετέλεσε το συνδετικό κρίκο των αντάρ­ τικών σωμάτων με την επίσημη ελληνική Κυβέρνηση. Ο Σαχτούρης, όπως υπογραμμίζει και ο συγγραφέας με τη βοήθεια του υπαλ­ λήλου του ελληνικού προξενείου Ιωάννη Παπάζογλου και του στρατιωτικού ακολούθου Δημοσθένη Φλωριά, προχώρησε στη συ­ στηματική οργάνωση της ένοπλης ελληνικής άμυνας. Δυστυχώς, όπως υπογραμμίζεται εδώ, η επιθετικότητα των Βουλγάρων συν­ δυάστηκε και με άλλους παράγοντες εκτός από την αδιαφορία των Τούρκων. Οι Γάλλοι αξιωματικοί που σαν μεταρρυθμιστές έτυχαν φιλικής υποδοχής, τώρα κατηγορούνται ως «φιλοβούλγαροι», γε­ γονός που ανησυχεί τους Έλληνες, μετά και από ορισμένα περι­ στατικά ενοχοποιήσεώς τους στις τουρκικές αρχές. Πάντως οι συντονισμένες ενέργειες των Ελλήνων μαζί με το έμψυχο και απο­ φασιστικό ανθρώπινο στοιχείο βοήθησαν αποτελεσματικά να αποσοβηθεί ο αφελληνισμός που επεδίωκαν οι Βούλγαροι. Με ανακού­ φιση παρακολουθούμε την εδραίωση της ελληνικής παρουσίας στο Μακεδονικό χώρο στα 1907, αφού τώρα πλέον τα αντάρτικά σώ­ ματα και με τις ευλογίες της επίσημης Ελληνικής Πολιτείας δρουν με επιτυχία στο βιλαέτι Θεσσαλονίκης και Μοναστηριού. Παρά τη συνοπτική εξιστόρηση των γεγονότων (σσ. 271- 302) μπορεί ο ανα­ γνώστης να παρακολουθήσει όλες σχεδόν τις επιτυχίες των μεγά­ λων και μικρών καπετανέων και τις αποφασιστικές εξορμήσεις για το χτύπημα των κομιτατζήδων. ελειώνοντας την ιστορική αναδρομή των γεγονότων τεσσά­ ρων χρόνων (1904-1907) συνεχών αγώνων, ο συγγραφέας στα­ ματά με περίσκεψη στο αμφίρροπο, όπως ο ίδιος ονομάζει, τέλος του Μακεδονικού αγώνα (1908), αποτιμώντας συνολικά και τα θε­ τικά και τα αρνητικά στοιχεία. Χωρίς να σταθούμε στις τελευταίες επιχειρήσεις των ελληνικών σωμάτων απαριθμώντας τις επιτυχίες ή αποτυχίες τους, επισημαίνουμε τα αποσπάσματα των Απομνη­ μονευμάτων που σταχυολογεί ο κ. Βακαλόπουλος μετά την κήρυ­ ξη του Νεοτουρκικού συντάγματος, των: Β. Σταυροπούλου (σσ. 307-308), Δημ. Κάκκαβου (σσ.311-314), Γεωργ. Χατζηκυριακού (σσ. 314-317), που θα σταθούν νομίζω αφετηρία για τη συνέχιση της ιστορικής ολοκλήρωσης του Μακεδονικού αγώνα με τη νέα μελέ­ τη του «Νεότουρκοι και Μακεδονία» (1908-1912), όπου με απο­ κλειστικά το Μακεδονικό χώρο θα εξετασθεί το Νεοτουρκικό κί­ νημα ως αφετηρία μιας νέας πολιτικής δομής της Οθωμανικής Αυ­ τοκρατορίας και του Τουρκικού κράτους. Το Νεοτουρκικό κίνημα ήταν φυσικό ν’ αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα έστω και προ­ σωρινά του Μακεδονικού ζητήματος, αν και η επιτυχία των Ελλή­ νων με τους μακροχρόνιους αγώνες τους, ανακούφισε σημαντικά τους χριστιανικούς πληθυσμούς του Βαλκανικού χώρου. Η όλη μελέτη χωρίζεται μετά τον πρόλογο (σσ. 1-2) και το Εισα­ γωγικό Κεφάλαιο (σσ. 5-50), σε πέντε Κεφάλαια. Κεφάλαιο πρώτο: Το Νεοτουρκικό κίνημα του 1908 προδρομική και καταληκτήρια φάση της Νεότερης Ιστορίας της Μακεδονίας (1830-1908) (σσ. 51-126), Κεφάλαιο δεύτερο: Πολιτική, Κοινωνική-Εκπαιδευτική και Οικονομική κατάσταση του Ελληνισμού της Μακεδονίας κα­ τά τη Νεοτουρκική περίοδο (1908- 1912) (σσ. 127-173), Κεφάλαιο τρίτο: Το Νεοτουρκικό κίνημα και οι άμεσες συνέπειές του στη Μακεδονία (1908) (σσ. 175-257), Κεφάλαιο τέταρτο: Η Μακεδονία κατά την κυρία φάση της Νεοτουρκικής περιόδου (1909-1910) (σσ. 259-368), Κεφάλαιο πέμπτο: Μακεδονία και Βαλκάνια. Η πορεία

Τ

“« Q θλύνοντας ταυτόχρονα τα προβλή­ ματα ανταγωνιστικότητας των ελ­ ληνικών προϊόντων, γράφει ο Ν. Μαραβέγιας για να καταλήξει ότι: η σχετική εισοδηματική άνεση των Ελ­ λήνων αγροτών δεν μπορεί να συ­ νεχιστεί, αν δεν βελτιωθεί άμεσα η αποδοτικότητα της ελληνικής γε­ ωργίας, με την παραγωγή ανταγω­ νιστικών αγροτικών προϊόντων. Για την αντιμετώπιση αυτού του προ­ βλήματος προτείνει την εφαρμογή μιας εθνικής πολιτικής που να είναι σε θέση να αξιοποιεί τις δυνατότη­ τες της νέας διαρθρωτικής πολιτι­ κής της Κοινότητας. Η δυναμική της ολοκλήρωσης, τονίζει πολύ σωστά ο συγγραφέας, ωφελεί περισσότερο τους ισχυ­ ρούς, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μια μικρή χώρα είναι καταδικασμέ­ νη να αποδεχθεί τις συνέπειες. Α­ ντίθετα αυτό εναπόκειται στη δραστηριοποίηση όλων των κοινωνι­ κοοικονομικών παραγόντων να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που υπάρχουν, ώστε η νέα κοινωνική και οικονομική διάρθρωση που θα προκόψει να ανταποκρίνεται πε­ ρισσότερο στις προσδοκίες της ελ­ ληνικής κοινωνίας. Ο Ναπολέων Μαραβέγιας, αξιοποιώντας κατά τον καλύτερο τρό­ πο την ελληνική και ξένη βιβλιογρα­ φία, παρουσιάζει μια τεκμηριωμένη και καλογραμμένη μελέτη που είναι απαραίτητο να διαβαστεί α π' όλους όσους ενδιαφέρει ο εκσυγχρονι­ σμός της ελληνικής γεωργίας. Μέσα από μια λεπτομερή ανάλυση των α­ ποτελεσμάτων από την εφαρμογή της ΚΑΠ δίνεται στον αναγνώστη η δυνατότητα να βγάλει ουσιαστικά συμπεράσματα πολιτικού περιεχο­ μένου που θα μπορούν να χρησιμο­ ποιηθούν ως βάση συζήτησης για τις επιπτώσεις της ενιαίας αγοράς του 1992 στον νευραλγικό τομέα της ελληνικής γεωργίας.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ


84/επιλογή προς την οριστική λύση του Μακεδονικού Ζητήματος (1911-1912) (σσ. 369-436), ακολουθεί η Βιβλιογραφία (σσ. 437-445), και το Ευ­ ρετήριο (σσ. 447-452). ωρίς να είναι δυνατό να επισημάνουμε τί δεν αναφέρθηκε από το συγγραφέα κατά την ανάπτυξη των επιμέρους θέσεων του θέματος, μια και η προσπάθεια αυτή επιχειρείται ουσιαστικά για πρώτη φορά αποκλειστικά και μόνο στο Μακεδονικό χώρο (σ. 1), θα επιχειρήσουμε επιλεκτικά να προβάλλουμε τις πληροφορίες ε­ κείνες που η ιστορική τους σημασία πλαισιώνεται με τα γεγονότα που συνθέτουν την τύχη του Μακεδονικού αγώνα. Και εδώ, όπως και στις προηγούμενες μελέτες του, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί πρωτογενείς πηγές αλλά και εκδομένες, και ιδιαίτερα τον τύπο της εποχής εκείνης, την εφημερίδα «Αλήθεια» και μετά τον Ιούνιο του 1909 σε «Νέα Αλήθεια», οι οποίες και τεκμηριώνουν υπεύθυνα την ιστορική αλήθεια για τη χρονική περίοδο 1908-1912. Μέσα στο κλί­ μα που είχε δημιουργηθεί με τις ξενικές επεμβάσεις στο Βαλκανικό χώρο, ήταν φυσικό η Οθωμανική αντίδραση να ήταν πιο αισθητή. Μπορεί με ανακοινώσεις και αφορισμούς η νέα τάξη πραγμάτων να φαινόταν διαλλακτικότερη, στην πραγματικότητα όμως ανα­ βίωνε σκληρότερους αγώνες επιβίωσης στο διπλωματικό τομέα. Μεταφέρουμε τον έντονο σκεπτικισμό του Οικουμενικού πατριάρ­ χη Ιωακείμ Γ', ο οποίος και προέβλεψε ότι οι Νεότουρκοι επρόκειτο να ήταν χειρότεροι από τους Παλαιότουρκους για τον ελληνι­ σμό,10 γεγονός που επιβεβαιώθηκε δυστυχώς πολλές φορές στο μέλλον. Στο Εισαγωγικό κεφάλαιο παρά τις επιγραμματικές επι­ σημάνσεις των γεγονότων, ο αναγνώστης-μελετητής θα μπορέσει με κάθε άνεση να κατατοπιστεί σε ό,τι σταδιακά επεδίωξε να ανα­ τρέψει το Νεοτουρκικό κίνημα. Η Ελληνική διπλωματική πολιτική δεν κατόρθωσε για άλλη μια φορά να πετύχει ό,τι με την ιδιωτική πρωτοβουλία δρομολογήθηκε και τώρα και στο παρελθόν. Το πρό­ βλημα της εθνολογικής αλλοίωσης των Χριστιανικών Εθνοτήτων στη Μακεδονία με τη μεταφορά μουσουλμάνων προσφύγων ήταν ένας από τους βασικούς στόχους κατά τη Νεοτουρκική περίοδο, όπως και της υποχρεωτικής στράτευσης όλων των υπηκόων Οθω­ μανών. Οι Νεότουρκοι πέτυχαν όχι μόνο να σταματήσουν τον ένο­ πλο αγώνα των χριστιανών, αλλά και να θεσμοθετήσουν μέτρα που έπληξαν τους χριστιανούς κατοίκους της Μακεδονίας. Κοντά στις άλλες δυσκολίες που αντιμετώπιζε το ελληνικό στοιχείο της Μακεδονίας προστέθηκαν και οι αντιθέσεις των Ελλήνων προξέ­ νων με τους εκκλησιαστικούς παράγοντες του Οικουμενικού Πα­ τριαρχείου, οι οποίοι και αποτελούσαν, παρά τις παραλείψεις ορι­ σμένων, τους προμαχώνες της Ορθοδοξίας. Δε θα επιμείνουμε πε­ ρισσότερο στις διαμορφούμενες καταστάσεις γενικές ή ειδικές της χρονικής αυτής περιόδου, ένα θέλουμε να τονίσουμε, ότι ήταν αδύ­ νατο να ξεριζωθεί η ελληνική εθνική συνείδηση παρ’ όλες τις κατα­ πιέσεις και διώξεις που κατά καιρούς δέχθηκε. Με το πρώτο κεφά­ λαιο ο συγγραφέας προσπαθεί ανατέμνοντας τα γεγονότα να πα­ ρουσιάσει μια συνολική εκτίμηση της καταστάσεως που διαμορ­ φώθηκε στον πολεμικό και διπλωματικό τομέα. Είναι η μεστή από γεγονότα περίοδος που, ήδη, μέχρι σήμερα έχει εξετασθεί από τον ίδιο στις κατά καιρούς από το 1983 μέχρι το 1987 εκδοθείσες μελέ­ τες του (σ. 126). Ο κ. Βακαλόπουλος κατόρθωσε δαμάζοντας το πλούσιο ιστορι­ κό υλικό που καλύπτει περίοδο πολλών χρόνων (1830-1908), να μας το παρουσιάσει σε περιορισμένο αριθμό σελίδων, σε τρεις ενό­ τητες: I) Η ιστορική πορεία της Μακεδονίας από την ίδρυση του ελληνικού κράτους ώς τον Κριμαϊκό πόλεμο (1830-1856), (σσ.

Χ


επιλογη/85 53-66), II) Η διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης στη Μακεδο­ νία από το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου ώς το συνέδριο του Βερο­ λίνου (1856-1878), (σσ. 67-90), III) Η Μακεδονία στις τρεις κύριες διαδοχικές φάσεις του Μακεδονικού αγώνα (1878-1908), (σσ. 91-125), γεγονός που βοηθά τον αναγνώστη για μια σφαιρική γνώ­ ση του θέματος, για τις αγωνίες και τους αγώνες των σκλαβωμέ­ νων αδελφών μας. Η εφαρμογή του Χάττι-Σερίφ (1839) (προκάλεσε τις πρώτες κοινωνικές εξεγέρσεις), η Τουρκοαιγυπτιακή κρίση (1831-1841), η Κρητική εξέγερση του 1841, οι επαφές του I. Μακρυγιάννη με ορισμένους Μακεδόνες και οι ζυμώσεις στην Αθήνα ανά­ μεσα στους Μακεδόνες φοιτητές, έδωσαν το έναυσμα της αφυπνίσεως του ελληνικού πληθυσμού της Μακεδονίας. Ο ένοπλος αγώ­ νας που ακολουθείται επισφραγίζει τη ζωτική παρουσία του ελλη­ νικού στοιχείου, που είναι αποφασισμένο να αποτινάξει μια για πάντα τον Τουρκικό ζυγό και τη Βουλγαρική παρουσία από τα Μακεδονικά χώματα. Και η εξιστόρηση έστω των σημαντικών πο­ λεμικών γεγονότων της περιόδου, όπως αυτά έχουν επιλεγεί, είναι ικανά να οριοθετήσουν το ιστορικό πλαίσιο ενός αγώνα που εξυ­ ψώνει με τους θρυλικούς Μακεδονομάχους το γόητρο της Ελληνι­ κής φυλής. Χωρίς να σταθώ περισσότερο σε άλλα γεγονότα, όπως την εξέγερση του Ίλιντεν, τη συμπαράσταση της Εξαρχίας, την ε­ σωτερική οργάνωση για βίαιες συγκρούσεις με τον κατακτητή κ.ά., παραπέμπω επιτακτικά τον αναγνώστη να πλησιάσει ο ίδιος τις σελίδες αυτές του βιβλίου, οι οποίες χωρίς και πολύ κόπο θα τον μυήσουν στα πολεμικά γεγονότα του Μακεδονικού αγώνα, α­ φού ήδη το 1908 θα σημάνει την, προσωρινή έστω, ανάπαυλα με την εμφάνιση των σημαντικών μεταρρυθμίσεων που θα συντελεσθούν με το κίνημα των Νεοτούρκων του Ιουλίου. ναμφισβήτητα τα κεφάλαια που ακολουθούν αποτελούν τον Α κορμό της μελέτης αυτής, η οποία και έταξε να θεμελιώσει, αλλά και να ξεδιαλύνει ό,τι μέχρι σήμερα δεν είχε παρουσιάσει μια συστηματική αρχειακή έρευνα. Οι πρωτογενείς πηγές αποτελούν, θα έλεγε κάποιος, το μεράκι του συγγραφέα, που αρχίζει κιόλας α­ πό τα πρώτα βήματα της συγγραφικής του παρουσίας και ολοκλη­ ρώνεται με το πεντάτομο συνθετικό του έργο γύρω από τη Νεότερη Ιστορία της Μακεδονίας (1830-1912). Το Δεύτερο κεφάλαιο χωρί­ ζεται σε δυο ενότητες: I. Διοικητική διαίρεση και εθνολογική σύν­ θεση της Μακεδονίας στις αρχές του εικοστού αιώνα (σσ. 129-153), II. Διαχρονική θεώρηση της εκπαιδευτικής και κοινωνι­ κής δραστηριότητας του ελληνισμού της Μακεδονίας κατά το τε­ λευταίο τέταρτο του περασμένου αιώνα και τις αρχές του εικοστού (1878-1912), (σσ. 155-173), με τις οποίες ο συγγραφέας σκιαγραφεί τις συνθήκες κάτω από τις οποίες τα τρία βιλαέτια (γενικές διοική­ σεις) της Θεσσαλονίκης, του Μοναστηριού και του Κοσσυφοπε­ δίου έχουν να προβάλλουν κατά την περίοδο αυτή τη δραστηριότη­ τα του ελληνικού στοιχείου, που η ζωτικότητά του έθεσε τις βάσεις για τον ένοπλο αγώνα που ακολούθησε στη Μακεδονία. Εκτός α­ πό το χάρτη (σ. 130) της Διοικητικής διαιρέσεως του Σαντζακιού Θεσσαλονίκης παραθέτει και πίνακες στατιστικών στοιχείων του πληθυσμού της Μακεδονίας (σσ. 132-135) του 1910 με βάση τα αρ­ χεία του Υπουργείου των Εξωτερικών. Παρά τη συντομία με την ο­ ποία εξετάζονται οι δραστηριότητες του ελληνισμού στον εκπαι­ δευτικό και κοινωνικό τομέα, κατόρθωσε ο συγγραφέας στις λίγες αυτές σελίδες να μας παρουσιάσει την τεράστια πολιτιστική ακτι­ νοβολία των υποδούλων, η οποία και έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην όλη έκβαση του Μακεδονικού αγώνα, ως σημείο προβολής στον διπλωματικό τομέα.

ΤΣΗ: Απόλαυση. Μυθι­ στόρημα. Αθήνα, Γκοβόστη, 1989. Σελ. 90. Το μυθιστόρημα «Αι.όλαυση», το δεύτερο βιβλίο του Σπ. Κουκοΰτση, είναι αναμφίβολα «μοντέρνο». Γρά­ ψιμο αυθόρμητο, πυκνό και παρα­ στατικό με κοφτές προτάσεις και θέσεις που δεν επιδέχονται αντίρ­ ρηση. Το βιβλίο απέχει από το στο­ χαστικό, το θεωρητικό, το κλασικό μυθιστορηματικό είδος. Ο συγγραφέας του, μαθηματικός με σπουδές πάνω στον κινηματο­ γράφο και τη φωτογραφία, είχε δώ­ σει μια πρώτη γεύση της τέχνης του στην,πρώτη του συλλογή έξι εκτε­ νών διηγημάτων με πολλά βιωματι­ κά στοιχεία («Ακατάλληλο για αν­ θρώπους», Εστία, 1985). Στο τωρινό του μυθιστόρημα αφορμάται από μια φωτογραφία: ένας ακέφαλος άντρας μπροστά σ' ένα σκάκι, που υπάρχει στο εξώφυλλο. Η παρτίδα σκάκι θα κρίνει μια υπόθεση, την κάλυψη μιας θέσης γενικού διευ­ θυντή. Οι δυο πρωταγωνιστέςανταγωνιστές έξυπνοι κι αδίστα­ κτοι, χωρίς ηθογραφική ή ρομαντι­ κή διάσταση είναι απλά ψυχικές εν­ σαρκώσεις που βιώνουν τα συμβαίνοντα αφήνοντας τη ζωή να κυλά α­ πό πάνω τους χωρίς να τους χαρα­ κώνει: πάνω απ' όλα ο σκοπός, το κέρδος, η δόξα. Οι δυνάμεις της ζωής, ο έρωτας κι ο θάνατος, συμπλέκονται και δρουν αποφασιστικά στον ψυχισμό τού α­ ναγνώστη μέσα σε φευγαλέες και θραυσματικές φράσεις. Ο χρόνος ό­ λος διαγράφεται σε μια κίνηση συ-

^

0


86!επιλογή Από το Τρίτο κεφάλαιο ουσιαστικά αρχίζει η έρευνα της προϊ­ στορίας του Νεοτουρκικού κινήματος, της τάσης εκείνης που ορα­ ματιζόταν την αναμόρφωση του Οθωμανικού Κράτους στην πολι­ τική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση. Με πλήρη υπευθυνό­ τητα ο συγγραφέας προχωρεί να διαλευκάνει το «αρκετά πολύπλο­ κο σε όλες τις πτυχές του», όπως ο ίδιος γράφει (σ. 177), γεγονός. Πράγματι η ροή των γεγονότων και περιστατικών που παρουσιά­ ζονται στις σελίδες που ακολουθούν, θεμελιώνουν κατά τον καλύ­ τερο τρόπο τα ιστορικά δεδομένα και ανοίγουν την προοπτική για περαιτέρω έρευνα. Η συστηματική αναδίφηση των αρχείων και η γνώση τής μέχρι σήμερα βιβλιογραφίας συνετέλεσαν αποτελεσμα­ τικά να κατανοηθούν οι αμεσότητες του κινήματος στο Μακεδονι­ κό χώρο, αλλά και γενικότερα οι επαφές των Νεότουρκων και με τις άλλες χριστιανικές εθνότητες, που εξακολουθούν να αποτε­ λούν αναπόσπαστο μέλος του υπό κατάρρευση Οθωμανικού Κράτους. Ο Νεοτουρκικός πυρήνας, που από το 1889 δειλά δειλά έκανε την εμφάνισή του, θα σταθεί πολύ αργότερα, και μάλιστα μετά το 1906, ο σημαντικότερος παράγοντας αναμόρφωσης στις τάξεις του τουρκικού στρατού, σαν την πιο γνήσια εθνική πρωτοβουλία του Οθωμανικού Κράτους. Προς στιγμή χαιρετίστηκε με ενθουσια­ σμό και από πολλούς Έλληνες, οι οποίοι πίστεψαν ότι η αλλαγή αυτή θα μπορούσε να σταθεί αφετηρία για τη διεκδίκηση των αιτη­ μάτων τους. Με κάθε σαφήνεια ιστορούνται τα γεγονότα και ο αναγνώστης-μελετητής τίποτε άλλο δεν έχει να κάνει παρά να πα­ ρακολουθήσει στις επιμέρους παραγράφους του κεφαλαίου που θα τον διαφωτίσουν πλήρως σε ό,τι αφορά τα γεγονότα του κι­ νήματος. Σε ό,τι αφορά την τύχη της Μακεδονίας και του αλύτρωτου ελ­ ληνισμού, τα γεγονότα Ιουλίου-Δεκεμβρίου 1908 μιλούν μόνα τους για την αναβίωση της εθνικής διαπάλης και τη διόγκωση της πολι­ τικής αναταραχής που δημιουργήθηκε με τις απαράδεκτες ενέρ­ γειες των Βουλγάρων. Συνεχίζοντας στο τέταρτο κεφάλαιο ο συγ­ γραφέας την έρευνά του, επισημαίνει στην πρώτη κιόλας παράγρα­ φο: «Η θέση του ελληνισμού της Μακεδονίας την επαύριο του Νεο­ τουρκικού κινήματος. Η αντίστροφη μέτρηση του 1909» (σσ. 261-265) την αρνητική θέση στις εθνικές προσπάθειες των Ελλήνων της Μακεδονίας κατά την περίοδο αυτή. Χωρίς να θέλουμε ν’ ανα­ φερθούμε σε γεγονότα, επισημαίνουμε επιγραμματικά την εύστοχη παρατήρηση του κ. Βακαλόπουλου ότι: «κατά την περίοδο των Νεότουρκων βασίστηκαν (οι προσπάθειες) κυρίως στις ενέργειες των αρμοδίων γραφείων των ελληνικών προξενείων, στους κατά τόπους ειδικούς πράκτορες, στους άλλοτε αρχηγούς των ελληνι­ κών αντάρτικών σωμάτων, στους δασκάλους και στους εκκλη­ σιαστικούς εκπροσώπους του πατριαρχείου» (σ. 262), δίχως να συνεχισθεί ο ένοπλος αγώνας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των εξαρχικών, που τώρα ανενόχλητοι δρουν εναντίον του ελληνι­ κού πληθυσμού. δώ αναφέρω έστω και τις επικεφαλίδες των υπολοίπων παρα­ γράφων που ακολουθούν, με σκοπό να φανεί το εύρος της έ­ Ε ρευνας και η απάντηση που δίνει ο συγγραφέας στα πολλαπλά επι­ μέρους προβλήματα που ανακύπτουν την περίοδο αυτή. II. Η πολι­ τική κατάσταση στα βιλαέτια της Θεσσαλονίκης και του Μονα­ στηριού στις αρχές του 1909 (σσ. 266-286), III. Το Νεοτουρκικό καθεστώς στη Μακεδονία. Ο αντίκτυπος του στο χριστιανικό στοιχείο και στο πεδίο της εθνικής διαπάλης (σσ. 287-313), IV. Οι επιπτώσεις της εφαρμογής των θεσμικών μέτρων των Νεότουρκων

■m νάντησης και φυγής, σαρκικού πό ­ θου και σκιάς, υπαινιγμών και απει­ λών μέσα σ' ένα μανδύα απόλυτης απαισιοδοξίας. Μ ' αυτό το γράψιμο το βιβλίο κερδίζει σε αμεσότητα και παρα­ στατικότητα, δεν καταφέρνει όμως να εκπληρώσει τον προορισμό του και να δικαιωθεί σαν μυθιστόρημα γενικότερα. Επισφραγίζει την αντα­ γωνιστική κακότητα του καιρού μας, δίνει μια προσωπική ερμηνεία στην πραγματικότητα χωρίς να προσφέρει όμως κανένα αισιόδοξο μήνυμα. «Οι μεγάλοι μυθιστοριογράφοι εί­ ναι μυθιστοριογράφοι- φιλόσοφοι», έλεγε ο Camus, και «ο κόσμος του μυθιστορήματος δεν είναι παρά η διόρθωση του κόσμου μας σύμφω­ να με τη θαθειά επιθυμία του αν­ θρώπου. Η ουσία του μυθιστορή­ ματος βρίσκεται μέσα σ' αυτή τη συ­ νεχή διόρθωση, την οποία πραγμα­ τοποιεί ο καλλιτέχνης πάνω στην εμπειρία του». Ο Σπύρος Κουκούτυης δείχνει πως έχει όλες τις δυνα­ τότητες να εξελιχθεί σ' έναν αξιόλο­ γο πεζογράφο συμβάλλοντας ο ί­ διος με την αισιοδοξία που σίγουρα θα αντλήσει μέσα α π' τα νειάτα και τις εμπειρίες του. Μ έσα από τη φρικτότερη πραγματικότητα μπορεί να ξεπηδήσει η ομορφιά της αναζή­ τησης του καλού και του μεγάλου. Αξίζει να διαβάσει κανείς το βιβλίο του νέου μας λογοτέχνη που «υπό­ σχεται πολλά».

NENA I. ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ


επιλογη/87 στο πολιτικό καθεστώς του χριστιανικού στοιχείου της Μακεδο­ νίας (1909-1910), (σσ. 314- 334) και V. Σκλήρυνση της Νεοτουρκι­ κής πολιτικής απέναντι στους ελληνικούς και στους βουλγαρικούς πληθυσμούς της Μακεδονίας (1910), (σσ. 335-350). Παρ’ όλο που το μέρος αυτό του βιβλίου αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, τον άξο­ να που το κίνημα περιστράφηκε σ’ ό,τι αφορά το Μακεδονικό, δε θα επεκταθούμε περισσότερο, γιατί ήδη έχουμε κάνει κατάχρηση του χώρου που μας φιλοξενεί. Βέβαια δεν είναι δυνατόν να μην επισημάνουμε ότι η εφαρμογή του προγράμματος των Νεοτούρκων στη Μακεδονία κατά συγκυρία συνέπεσε με την έντονη κινητοποί­ ηση των βουλγαρικών αντάρτικών σωμάτων. Τα γεγονότα που α­ κολουθούν προς τα τέλη του 1910 δεν μπορούν διαφορετικά να ερμηνευθούν παρά ως μέτρο σχεδιασμού καταπίεσης του ελληνικού πληθυσμού σ’ ολόκληρο το Μακεδονικό χώρο. Το πέμπτο και τελευταίο κεφάλαιο της μελέτης εξετάζει σε τρεις παραγράφους: I. Διόγκωση της Νεοτουρκικής αντιπαράθεσης α­ πέναντι στο χριστιανικό στοιχείο, της προσέγγισης των χριστιανι­ κών εθνοτήτων (1911), (σσ. 371-395), II. Η Μακεδονία στις παρα­ μονές της Βαλκανικής κρίσης (1912), (σσ. 396-411) και III. Επίλο­ γος. Οριστική λύση του Μακεδονικού ζητήματος και παγίωση της εθνολογικής σύνθεσης της Μακεδονίας μέχρι το 1920 (σσ. 412428), ό,τι διαδραματίστηκε στον πολιτικό και διπλωματικό τομέα για την προσέγγιση των τριών χριστιανικών εθνοτήτων και τις α­ ντιδράσεις που ξεσηκώθηκαν με την απαράδεκτη πολλές φορές στάση των Νεοτούρκων. Τα ειρηνικά μέσα που φαινομενικά προ­ βάλλονταν δεν ήταν ικανά να επιλύσουν τα χρονΐζοντα θέματα που μέχρι τότε είχαν συσσωρευθεί. Παρά τους αγώνες τόσων χρόνων το ελληνικό στοιχείο της Μακεδονίας εξακολουθούσε ανήμπορο ν’ αντιταχθεί μπροστά στις συγκλονιστικές σκηνές που διαδραματί­ ζονταν σε βάρος του, όχι μόνο από τους Τούρκους, αλλά και με την ανοχή των άλλων εθνοτήτων και κυρίως των βουλγάρων. Τα θεσμικά μέτρα των Νεοτούρκων ήταν φυσικό να ξεσηκώσουν θύ­ ελλα διαμαρτυριών όχι μόνο από τους Έλληνες, αλλά και από τις άλλες εθνότητες που κατοικούσαν στη Μακεδονία, μήτε και αυ­ τών των μουσουλμάνων εξαιρουμένων. Στην πρώτη παράγραφο καταβάλλεται προσπάθεια να ιστορη­ θούν τα γεγονότα με κέντρο βέβαια τους Νεότουρκους, οι οποίοι και μετά την ίδρυση του κομιτάτου τους «Ένωση και Πρόοδος» στόχευαν ανοιχτά πλέον στην καταδίωξη των χριστιανικών πληθυ­ σμών και τον βίαιο εκτουρκισμό τους. Βαρύς και πάλι ο φόρος αί­ ματος των Ελλήνων με επικεφαλής τον αδικοχαμένο μητροπολίτη Γρεβενών Αιμιλιανό11 και το θάνατο του καπετάν Γκόνου. Η πα­ ρανομία των αυθαιρεσιών συνεχίζεται και^ετά την ίδρυση και του νέου φιλελεύθερου Νεοτουρκικού κόμματος «Ελευθερία και Συνεν­ νόηση» (Νοέμβριος 1911), αφού όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώ­ στης στις παραμονές της Βαλκανικής κρίσης (1912) το λόγο έχει και πάλι το κομιτάτο «Ένωση και Πρόδο», το οποίο από την πεί­ ρα που είχε και με τις προηγούμενες εκλογές δημιούργησε το κα­ τάλληλο κλίμα τρομοκρατίας, παρανομιών, αυθαιρεσιών, πλα­ στογραφήσεων, βίας και νοθείας στη Μακεδονία όπως σ’ όλη την Οθωμανική επικράτεια. Στις σελίδες αυτές (396-411) του βιβλίου, παρακολουθεί ο αναγνώστης τους σατανικούς τρόπους τους ο­ ποίους έβρισκε πάντοτε η Τουρκική πολιτική να επιβάλλεται, χρη­ σιμοποιώντας φαινομενικά τον «κλάδο ελαίας», ενώ δρούσε υπο­ χθόνια με κάθε μέσο για να εξοντώσει τον ελληνισμό της Μακεδο­ νίας. Στον επίλογο, όπως ο ίδιος ο συγγραφέας χαρακτηρίζει την τελευταία παράγραφο του Πέμπτου κεφαλαίου αναζητούμε την ο­ ριστική λύση του Μακεδονικού ζητήματος, όπως αυτή διαμορφώ­


88/επιλογη θηκε κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων και οριστικοποιήθηκε με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (10 Αυγούστου 1913). Βέ­ βαια, η παραχώρηση τυπικά του 51% του Μακεδονικού εδάφους στην Ελλάδα, δεν έλυσε εθνολογικά το θέμα για το οποίο χρειά­ στηκαν να περάσουν αρκετά χρόνια και μάλιστα ύστερα από την εγκατάσταση Ελλήνων προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, Μ. Ασία και την ανταλλαγή πληθυσμών αργότερα. Το έργο κοσμείται με πολλές ωραίες και σπάνιες φωτογραφίες της εποχής, που ένα ευρετήριό τους δε θα ήταν περιττό. ΝΙΚ. ΛΥΚ. ΦΟΡΟΠΟΥΑΟΣ Σημειώσεις 1■Κ .Α . Βακαλόπουλου, Ο Βόρειος Ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδο­ νικού αγώνα (1878-1894). Απομνημονεύματα Αναστασίου Πηχεών, έκδοση ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1983. Του ίδιου, Η Μακεδονία στις παραμονές του Μακεδονι­ κού αγώνα (1894-1904), έκδοση Μαν. Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 1986. Του ί­ διου, Νεότερη Ιστορία της Μακεδονίας (1830-1912) από τη γένεση του νεοελληνι­ κού κράτους ώς την απελευθέρωση, έκδοση Μαν. Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 1986, και αγγλική μετάφραση Θεσσαλονίκη 1987. Του ίδιου, Μακεδονία και Τουρκία (1830-1878), Μακεδονικός Ελληνισμός, Αλυτρωτική πολιτική, Εθνική διαπάλη, έκδοση «Βάνιας», Θεσσαλονίκη 1987. Του ίδιου, Ίων Δραγούμης, Παύ­ λος Γύπαρης, Κορυφαίες Μορφές του Μακεδονικού αγώνα (1902-1908), έκδοση Μαν. Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 1987. Του ίδιου, Η Μακεδονία στα πλαίσια της Βαλκανικής Πολιτικής (1830-1986), έκδοση Μαν. Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλο­ νίκη 1987. Του ίδιου, Επίτομη Ιστορία της Μακεδονίας, Τουρκοκρατία, εκδόσεις αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1988. 2. Νικ. Λυκ. Φοροπούλου, Πολύτιμη πηγή ιστορικής γνώσης για το Μακεδονικό, «Διαβάζω», αριθμ. 183, σσ. 81-87. Τουίδιου, Μια διαφωτιστική και εμπεριστατω­ μένη μελέτη για τη Μακεδονία..., «Διαβάζω», αριθμ. 190, σσ. 124-127. 3. Νικολάου Βλάχου, Το Μακεδονικόν ως φάσις του Ανατολικού Ζητήματος (1878-1908), Αθήναι 1935, Ο Μακεδονικός Αγών και τα εις Θράκην γεγονότα, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού του Γενικού Επιτελείου, Αθήναι 1979 και το ξενό­ γλωσσο Douglas Dakin, The Greek Struggle in Macedonia 1897- 1913, IMXA, Θεσ­ σαλονίκη 1966. 4. Κωνσταντίνου Αθ. Διαμάντη, Το Αργείον του Μακεδονομάχου Τσόντου-Βάρδα, Μακεδονικά 3 (1951-1955), σσ. 449. 5. Του έργου, σ. 33. 6. Απομνημονεύματα αγωνιστών του Μακεδονικού αγώνα, βλέπε βιβλιογραφία του 7. Νικ. Λυκ. Φοροπούλου, Ανιστόρηση ενός μεγάλου αγώνα, «Διαβάζω» 154, σσ. 70-72. 8. Αθανασίου Γρ. Γερομιχαλού, Η Εθνική δράσις του Μητροπολίτου Πελαγονίας Ιω­ ακείμ Φοροπούλου και αι εκθέσεις αυτού. Θεσσαλονίκη 1968. 9. Στο έργο του συγγραφέα Η Μακεδονία στις παραμονές... 10. Γεωργίου Βεντήρη, Η Ελλάς του 1910-1920, Αθήνα 1931. 11. Αλεξάνδρου Λέτσα, Ο Αιμιλιανός Γρεβενών και το Νεοτουρκικόν Κομιτάτον, Θεσσαλονίκη 1964. Σ.Γ. Κάλλια, Ο Γρεβενών Αιμιλιανός, Αθήνα 1968.


ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ & ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - G U T EN B ER G ΣΕΙΡΑ:

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Επιστημονικός Σύμβουλος:

Δ.Γ. ΤΣΑΟΥΣΗΣ

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟ ΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝ/ΜΙΟΥ ΚΟ ΙΝΩ ΝΙΚΩΝ ΚΑ Ι ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΓΚΥΡΒΙΤΣ Ζ.: Μελέτες γύρω από τις κοινωνικές τάξεις TIMASHEF N.-THEODORSON G.: Ιοτορία κοινω­ νιολογικών θεωριών BOTTOMORE Τ.: Κοινωνιολογία WEBER MAX: Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού DURKHEIM Ε.: Κανόνες κοινωνιολογικής μεθό­ δου MICHEL Α.: Κοινωνιολογία του γάμου και της οι­ κογένειας LEFEBVRE Η.: Κοινωνιολογία του Μαρξ ΤΣΑΟΥΣΗΣ Δ.Γ.: Η κοινωνία του ανθρώπου ΤΣΑΟΥΣΗΣ Δ.Γ.: Χρηστικό λεξικό κοινωνιολογίας LIENHARDT G.: Κοινωνική ανθρωπολογία ΤΑΤΣΗΣ Ν.: Η διδασκαλία της κοινωνιολογικής θεωρίας ΦΙΛΙΑΣ Β.: Κοινωνία και εξουσία στην Ελλάδα ΤΣΑΟΥΣΗΣ Δ.Γ.: Κοινωνική δημογραφία ΣΕΡΑΦΕΤΙΝΙΔΟΥ Μ.: Κοινωνιολογία των μέσων μαζικής επικοινωνίας ΠΑΝΤΕΛΙΔΟΥ-ΜΑΛΟΥΤΑ Μ.: Πολιτικές στάσεις και αντιλήψεις στην αρχή της εφηβείας GODELIER Μ.: Η θεωρία της μετάβασης στον Μαρξ GARLAN Υ.: Η δουλεία στην αρχαία Ελλάδα GODELIER Μ.: Μαρξιστικοί ορίζοντες στην κοι­ νωνική ανθρωπολογία, τ.Α' ΦΙΛΙΑΣ Β.: Κοινωνικά συστήματα στον 20ό αιώ­ να, τ. Α' VALLIN J : Ο πληθυσμός της γης ΜΟΥΣΟΥΡΟΥ Λ.: Κοινωνιολογία της σύγχρονης οικογένειας.

ε κ δ ό σ ε ις

GUTENBERG

ΣΟΛΩΝΟΣ 103 · ΤΗΛ. 3600.127


εκδόσεις κέδρος Γ. Γενναδίου 3 - τηλ. 36.02.007

ΣΕΙΡΑ: ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΑ ΒΑΤΖΛΑΒΙΚ Η γλώσσα της αλλαγής. Μ ετ . Ά γ γ . Ν ί κ α ς ΜΑΡΙΕΑΑΑ ΧΡΗΣΤΕΑ-ΔΟΥΜΑΝΗ Η Ελληνίδα μητέρα, άλλοτε και σήμερα ΧΑΡΙΣ ΚΑΤΑΚΗ Ο ι τρεις ταυτότητες της Ελληνικής οικογένειας ΟΓΚΑΣΤΕΣ ΝΕΠΙΑΡ - ΚΑΡΑ ΧΟΥΗΤΕΚΕΡ Ο ικογένεια, μα ζί όμως αλλιώτικα ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΣΑΤΙΡ Π λάθοντας ανθρώ πους

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ ΜΑΣ ·

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΑΠΠΑ

NT. ΑΝΖΙΕ - ΦΡ. ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ - I. ΖΙΛΙΜΠΕΡΤ - Α . ΓΚΡΗΝ Ν. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ - Α . ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ Ψ υχανάλυση και ελληνική κουλτούρα. Μ ετ. Μ ίλ τ ο ς Φ ρ α γ κ ό π ο ν λ ο ς Ε. Γ. ΑΣΑΑΝΙΔΗΣ Το μητρικό στοιχείο στη «Φόνισσα» του Π α παδιαμ άντη. Ψ υ χ α ν α λ υ τ ικ ό δ ο κ ίμ ιο

ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΚΟΥΠΕΡ Ψ υχιατρική και αντιψυχιατρική. Μ ετ. Κ α ίτ η Χ α τ ζ η ό ή μ ο υ , Ι ο υ λ ιέ τ τ α Ρ ά λ λ η Ρ. NT. ΑΑΙΝΓΚ - Α . ΕΣΤΕΡΣΟΝ Η ψυχική ισορροπία. Η τρέλα και η οικογένεια. Ο ικογένειες σχιζοφρενικώ ν.

Μ ετ.

Δ η μ ή τ ρ η ς Κ ιο ύ σ η ς

ΖΑΚ ΑΑΚΑΝ Ο ι τέσσερις θεμελιακές έννοιες της ψ υχανάλυσης. (Σεμινάριο, βιβλίο X). Μ ετ . Α ν δ ρ ο μ ά χ η Σ κ α ρ π α λ έ ζ ο υ

ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΑΑΪΔΗΣ Η αναπαράσταση. Ψ υ χ α ν α λ υ τ ικ ό δ ο κ ίμ ιο ΖΙΛ ΝΤΕΑΕΖ - ΦΕΑΙΞ ΓΚΟΥΑΤΤΑΡΙ Καπιταλισμός και σχιζοφρένεια. Ο α ντι-Ο ιδίπους. Μ ετ . Κ α ίτ η Χ α τ ζ η ό ή μ ο υ - Ι ο υ λ ιέ τ α Ρ ά λ λ η

Φ ΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΑΤΟ Η περίπτωση Ντομινίκ. Μ ε τ . Θ ά λ ε ια ΒΙΑΧΕΛΜ ΡΑΙΧ Η σεξουαλική επανάσταση.

Ιδο μ ενέα

Για τη χαρακτηρολογική αντορρύθμιση τον ανθρώπου. Μ ετ . Σ τ α ύ ρ ο ς Κ α μ π ο υ ρ ίδ η ς

ΜΙΧΑΕΛ ΣΝΑΪΝΤΕΡ Νεύρωση κα ι πάλη των τάξεων. Υλιστική κριτική και απόπειρα μιας

απελευθερωτικής αναθεμελίωσης της ψυχανάλυσης. Μετ. Τζένη Μαστοράκη


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.