Τεύχος 61

Page 1


Το πιο α ντιφ εμινιστικό - φ εμινιστικό βιβλίο που γράφτηκε ως σήμερα. Λ ΙΛ Η Σ

Ζ Ω Γ Ρ Α Φ Ο Υ

«Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ » Ό σοι τρέφονται με πλάνες γαμήλιας ευτυχίας, ουρανοκατέβατα βασιλόπουλα κι αγνές Ελληνοπούλες, καλό είναι να μη διαβάσουν τούτο το βιβλίο, που εισβάλλει στα σπίτια σαν καβαλάρης ληστής και σαρώνει όλη τη ψευδολογία της κοινω νικής αρετολογίας και ευτυχιολογίας, καρατομώντας μύθους, βασιλόπουλα και σταχτο­ πούτες.

Κυκλοφορεί επίσης σε 12η έκδοση το πολυδιαβασμένο «

Ε πάγγελμα πόρνη » ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ - ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ

&

Α.Α. Λιβάνη καί Σία Ε.Ε ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ

«ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» Σόλωνος 94, τπΑ. 3610589 - 3600398

1|Ι

(Τι


<

ΔΙΑΘΕΣΗ:

|Τ | ■J U

ΝΙΚΟΣ ΚΑ'ΛΛΕΝΤΗΣ Κολοκοτρώνη 15, Αθήνα τηλ. 32.34.270 - 32.35.241 ΣΤΗ ΣΕΙΡΑ

ΛΑΤΙΝΟΑΜΕΡΙΚΑΝΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΕΚΥΚΛΟΦ ΟΡΗΣΑΝ


Γραφτείτε συνδρομητές Εσωτερικού 'Απλή (15 τευχών): 1.350 δρχ. » (25 τευχών): 2.100 δρχ.

Σπουδαστική* (15 τευχών): 1.250 δρχ. » (25 τευχών): 1.900 δρχ.

’Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων (25 τευχών): 2.500 δρχ.

Κύπρος 22 34 20 31

Εύρώπη 25 39 23 36

’Αμερική ’Ασία ’Αφρική 28 44 26 41.

Αύστραλία 31 50 30 47

40

45

50

56

’Εξωτερικού 'Απλή (15 τευχών): » (25 τευχών): Σπουδαστική* (15 τευχών): » (25 τευχών): Σχολών Βιβλιοθηκών Ιδρυμάτω ν (25 τευχών):

Δολ. ΗΠΑ Δολ. ΗΠΑ

*01 σπουδαστές μέσης, άνώτερης καί άνώ- Ε μ β ά σ μ α τ α σ τή δ ιε ύ θ υ ν σ η : τατης έκπαΐδευσης γράφονται συνδρομητές μέ τήν έπίδειξη ή τήν άποστολή φωτοτυπίας τής σπουδαστικής τους ταυτότητας ή τής άστυνομικής (άν είναι μαθητές).

Κ α τ ε ρ ίν α Γ ρ υ π ο ν η σ ιώ τ ο υ π ε ρ ιο δ ικ ό «Δ ιαβά ζω » 'Ο μ ή ρ ο υ 34 ’Α θ ή ν α (135)

Συμπληρώστε τή σειρά Τιμή μηνιαίων τευχών: 150 δρχ. (διπλών 230 δρχ.) Τιμή δεκαπενθήμερων τευχών: 100 δρχ. (διπλών 130 δρχ.) Τά παλιά τεύχη του «Διαβάζω» μπορείτε ή νά τά άγοράσετε άπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία, νά ζητήσετε νά σάς τά στείλουμε μέ άντικαταβολή.

Κυκλοφορούν oi τόμοι 1-10: 1.100* δρχ. Ά ξια βιβλιοδεσίας 250 δρχ. * Σέ σπουδαστές έκπτωση 15% Ζητήστε τούς τόμους τού «Διαβάζω» άπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία, ζητήστε νά σάς τούς στείλουμε μέ άντικαταβολή. Μπορείτε άκόμα νά άνταλλάξετε τά τεύχη πού έχετε μέ δεμένους τόμους, πληρώνοντας μό νο τή βιβλιοδεσία (250 δρχ. γιά κάθε τόμο).


ΔΙΑΒΑΖΩ Όμηρου 34, ’Αθήνα 135

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.26.910 Τεύχος 61 26 Ιανουάριο" 1983 Τιμή: Δ ρχ ’Εξώφυλλο Γιώργον Γαλάντη

ΧΡΟΝΙΚΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 4 ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ: Γράφει ό Γιώργος Βέλτσος 5 Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 9 ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οί Ν. Πετρόπουλος, Χρίστος Ρουμελιωτάκης καί Π. Χριστοδουλίδης 10 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Γράφει ό Κώστας Κουλουφάκος 12 ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Τά περιοδικά κόμικς (Γράφει ό Άντώνης Κυριαζάνος) 14 ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Διευθυντής: Περ. Άθανασόπουλος ’Αρχισυντάκτης: Νίκος Στεφανάκης Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Σοφία Γεμενάκη, Δημήτρης Δεληπέτρος, Βασίλης Καλαμαράς, Γλύκα Μαρκοπουλιώτου, 'Ηρακλής Παπαλέξης, Ντορίνα Πέζαρου, Βασίλης Τσάμης Γραμματεία Σύνταξης: Γιώργος Σαρηγιάννης Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Διορθώσεις: Πέτρος Στεφανάκης Σελιδοποίηση: Νένη Ράις Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, Παγκράτι, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες: Δ. Π. Άγγελής, Πειραιώς 1 ’Εκτύπωση: Βαλασάκης-’Αγγελής Ο.Ε., Ταύρου 21 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος & Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Κεντρική διάθεση: ’Αθήνα: «Διαβάζω» Όμηρου 34 Τηλ. 36.40.488 Πειραιάς: Βιβλιοπωλείο «Κιβωτός» Δραγάτση 1 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτξιά καί Σία Τσιμισκή 78 Τηλ. 279.720, 268.940 Κύπρος: Πρακτορείο βιβλίου Χρ. Άνδρέου καί Σία Ρηγαίνης 64 Λευκωσία

Εισαγωγή Κωνσταντίνος Σιάκαρης: Γληνός: Ή ζωήκαί τό έργο του Ευτυχής Μπιτσάκης: ’Από τόν άστικό στό σοσιαλιστικό άνθρωπισμό Δημήτρης Κασιούρας: Σχετικά μέ τίς φιλοσοφικές άντιλήψεις τού Δ. Γληνοΰ Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου: Ή σύνδεση τού Δ. Γληνοΰ μέ τό δημοτικιστικό κίνημα "Αννα Φραγκουδάκη: Ό Γληνός καί ήπαιδεία Μαρτυρίες γιά τό Δ. Γληνό Έ ργα τού Δ. Γληνοΰ

21 22 32 38 52 56 59 64

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Γράφει ό Κ. Παπακωνσταντίνου ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Γράφει ή Άλέκα Κορωναίου ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ: Γράφει ή Ελένη Πορτάλιου ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ: Γράφει ή Ειρήνη Φλώρου ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ: Γράφει ό Γιώργος Γαλάντης ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ό Γ. Καραβασίλης ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν ό Ήλίας Κεφάλας καί ή Νατάσα Χατζιδάκι ΘΕΑΤΡΟ: Γράφει ό Β. Παγκουρέλης

65 67 68 70 71 72 74 79

ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ό Βάιος Παγκουρέλης

67

ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ: Γράφει ή Ελένη Παμπούκη

77

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Σπύρος Άσδραχάς: Δέν θά πρέπει ποτέ νά ήσυχάσουμε, ούτε νά εύχηθοΰμε σέ κανέναν ησυχία, τάξη καί άσφάλεια 80 ΔΕΛΤΙΟ

Κυκλοφορεί σέ 12.000 άντίτυπα 'Υπεύθυνος τυπογραφείου: Κ. Λεμπέση, Υμηττού 219, Παγκράτι

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

41 47


ΧΡΟΝΙΚΑ Τί μάς ζήτησαν... ΣΤΟ τέλος του περασμένου χρόνου, ή δημοσιογράφος τής «Αύγής» "Αννα ΔαμιανΙδη μάς ζήτησε φορτικά νά πά­ ρουμε μέρος σέ μιά έρευνα τής έφημερίδας γιά τό ποιά βιβλία του ’82 άρεσαν στούς έκδότες καί διευθυν­ τές τών πολιτικών καί πολιτιστικών περιοδικών. Δέν παρέλειψε μάλιστα νά μάς τονίσει δτι θά μπορούσαμε νά άναφέρουμε μόνο δύο ή τρία, αιτιο­ λογώντας όμως τήν προτίμησή μας. Γράψαμε λοιπόν μιά άπάντηση -κά­ πως «άνορθόδοξη» ε(ν' άλήθεια- καί τή στείλαμε στή νεαρή δημοσιογρά­ φο, άναμένοντας άπό μέρα σέ μέρα νά δημοσιευθεΐ ή έρευνα. Τό πράγμα όμως κάπου έμπλεξε καί ή έφημερίδα πού διακηρύσσει μέ τόσο πάθος τόν πλουραλισμό καί τό διάλογο, δέ δη­ μοσίευσε τελικά τήν έρευνα αύτή, γιατί -όπως μάθαμε- ή άπάντησή μας, άν δημοσιευόταν, θά τής δημιουρ­ γούσε πρόβλημα. ('Εκτός πιά κι άν όλες οί άπαντήσεις πού έλαβε ή «Αύγή» ήταν παρόμοιες μέ τή δική μας, όπότε μπορεί ν’ άγαναχτοϋμε γιά τή ματαίωση τής δημοσίευσης, χαιρόμα­ στε όμως διπλά γιά τό μαθηματάκι πού δόθηκε στήν έφημερίδα.) Πάντως, έπειδή γιά μάς δέν ύφίσταται κανένα δίλημμα γιά τό άν θά κου­ κουλώνουμε τέτοια γεγονότα ή δχι, δημοσιεύουμε άμέσως πιό κάτω όλόκληρη τήν άπάντησή μας, έλπίζοντας στό μέλλον νά μήν ξαναέχουμε κρού­ σμα τέτοιας φιμωτικής νοοτροπίας καί δειλής συμπεριφοράς έκ μέρους τής «Αύγής». Τουλάχιστον άπό μία μερίδα τού τύπου άξιώνουμε μεγαλύ­ τερη προσοχή κι εύαισθησία σέ κάτι τέτοια θέματα -καί προπαντός πε­ ρισσότερη σκέψη. Αλλά Ιδού ή άπάντησή μας:

... καί τί απαντήσαμε ΑΝ καί τό «Διαβάζω» είναι έπιθεώρηση τού βιβλίου, μήν περιμένετε άπό μάς νά σάς πούμε 2 ή 3 βιβλία πού μάς άρεσαν περισσότερο άπ’ δσα κυ­ κλοφόρησαν μέσα στό '82. Κι αύτό, δχι γιατί δέ μάς άρεσε κανένα ή γιατί δέν έχουμε γνώμη, άλλά: 1) Γιατί τά άξιόλογα βιβλία πού βάσαμε ήταν όπωσδήποτε πολύ πε­ ρισσότερα άπό δύο καί άνήκουν σέ διαφορετικά είδη τού γραπτού λόγου, πράγμα πού τά καθιστά μεγέθη μή συγκρίσιμα (ποιός μπορεί νά Ισχυρι­ στεί σοβαρά ότι ή τάδε κοινωνιολογι­ κή μελέτη είναι «καλύτερη» άπό τό δείνα πεζογράφημα;).

προ λεγο μένα 2) Γιατί, άκόμη κι άν ξεπερνάγαμε τήν παραπάνω δυσκολία, άκόμη κι άν συμφωνούσαμε γιά όρισμένα βιβλία όλοι έμεϊς τής Σύνταξης τού «Διαβά­ ζω», θά ήταν πράξη τελείως αύθαίρετη καί άποπροσανατολιστική γιά τούς άναγνώστες σας νά τούς μιλήσουμε γιά τόσο λίγα βιβλία, άγνοώντας δε­ κάδες άλλα (έξίσου «καλά») καί, τό κυριότερο, άγνοώντας έμείς -καί έπομένως περιφρονώντας έτσι- τίς ποικίλες πνευματικές άνάγκες καί τά ένδιαφέροντά τους. Τελικά, ποιούς θά έξυπηρετοϋσαν καί τί θά Ικανοποι­ ούσαν οί άπαντήσεις μας; 3) Γιατί, άκόμη κι άν γιά μάς τά κα­ λά βιβλία τού ’82 ήταν μόνο 2 ή 3, άρνιόμαστε νά χρησιμοποιηθεί ή γνώμη μας γιά νά βγουν συμπεράσματα καί νά δοθεί τό στίγμα (ή δπως άλλιώς θά τό πείτε) τής έκδοτικής μας κίνησης. Τό άν άρεσε σέ μάς προσωπικά τό άλ­ φα ή βήτα βιβλίο δέν έχει καμιά άξια, παρά μόνο γιά μάς τούς ίδιους. Κι έπειδή οί άναγνώστες σας ούτε τή γε­ νικότερη παιδεία μας γνωρίζουν, ούτε τά ειδικότερα ένδιαφέροντά μας, ού­ τε τίς πνευματικές άναζητήσεις μας, ούτε τούς φανατισμούς μας, ούτε τά πάθη μας, ούτε τίς Ιδιορρυθμίες μας κλπ., τούς είναι τελείως άχρηστη ή, δοσμένη μέ τόν τρόπο πού θέλετε, προσωπική μας γνώμη. (Τονίζουμε αύ­ τό τό «προσωπική», γιατί ώς περιοδι­ κό άσκοϋμε κάθε δεκαπέντε μέρες -μέ τήν έπιλογή βιβλίων καί τήν κριτι­ κή πού τούς κάνουμε- μιά πολύ συγ­ κεκριμένη πολιτική προώθησης τού βιβλίου.) 4) Γιατί, άκόμη κι άν σάς ύποδείχναμε 2 ή 3 βιβλία, άρνιόμαστε νά συμπεριληφθεϊ ή γνώμη μας μαζί μέ έκεϊνες άλλων «παραγόντων» τής δια­ πνευματικής μας ζωής. Δέν έχουμε καμία διάθεση νά έμφανιστοϋμε ώς μέλη μιάς άτυπης 'Ακαδημίας, έστω καί προοδευτικής. Καί, φυσικά, δέ θέ­ λουμε νά ’χουμε καμιά εύθύνη καί ένοχή δτι βοηθήσαμε τήν «Αύγή» νά μιμηθεϊ κάποιες άλλες έφημερίδες καί τίς φαιδρότητες πού κάθε χρόνο

σερβίρουν στούς άναγνώστες τους μέ κείνες τίς έρευνες μεταξύ διαφό­ ρων (σοβαρών, κοσμικών, άνεγκέφαλων κλπ.) γιά τό ποιά βιβλία τούς άρε­ σαν τή χρονιά πού πέρασε. Καί, τέλος, μιά άπορία: Γιατί αύτές οί έρευνες γίνονται κάθε περίοδο έορτών; Δέ θυμίζουν λίγο τή φιλαν­ θρωπία τών «φιλόπτωχων» κυριών, πού κόπτονται γιά τή γαλοπούλα τού έπαίτη καί άδιαφοροϋν γι’ αύτόν δλο τόν ύπόλοιπο χρόνο;

Ό θεσμός τών «καθιερωμένων» «ΑΠΟ καιρό περίμενα τήν εύκαιρία γιά νά σάς πώ πόσο ξενίζουν έμάς τούς παλαιότερους όρισμένα νέα ήθη στό λογοτεχνικό μας κόσμο. Γιά πα­ ράδειγμα: ώς τώρα, αύτό πού ΐσχυε γιά τήν κριτική τού λογοτεχνικού βι­ βλίου ήταν άτι κανένα έντυπο καί κα­ νένας κριτικός δέν έηιτρεπόταν νά δημοσιεύσει κριτική γιά βιβλίο πού δέν τού είχε προηγουμένως σταλεί άπ’ τόν ίδιο τό συγγραφέα ή τόν έκδότη του. Ήταν κάτι σιωπηρά παρα­ δεγμένο. 'Ένας θεσμός πού κατοχύ­ ρωνε τόν καθιερωμένο συγγραφέα άπέναντι στούς έχθρικά διακείμενους. Τώρα, σείς, μέ τό περιοδικό σας “ Διαβάζω" τόν καταργήσατε.» Τό παραπάνω κείμενο δέ γράφτηκε στό Μεσαίωνα, ούτε στή χιτλερική Γερμανία* άλλά στις μέρες μας· καί περιλαμβάνεται σέ μιά κάρτα πού μάς έστειλε, μαζί μ’ ένα καινούριο βιβλίο της, ή ποιήτρια Μελισσάνθη, ή όποια -σά νά μήν έφτανε ή προηγηθείσα έπίδειξη τών αύταρχικών καί παλαιο­ λιθικών άντιλήψεών της- συνεχίζει: «Δέ νομίζετε δτι έπιβάλλεται νά ζη­ τάτε προηγουμένως τήν έγκριση τού συγγραφέα προτού τόν παραδώσετε σέ πρόσωπα προκατειλημμένα έναντίον του ή καί άναρμόδια;» (Όλες οί ύπογραμμίσεις είναι δικές μας). "Ε, δχι κυρία Μελισσάνθη. 'Εσείς ζη­ τάτε άδεια άπό κανένα νά γράφετε στίχους, νά τούς έκδίδετε καί νά θεω­ ρείτε έγγράφως τόν έαυτό σας «κα­ θιερωμένο»; Όχι, βέβαια. Καί πολύ σωστά. Τό ίδιο καί μεΐς. 'Αλίμονο άν ζητούσαμε τήν άδεια συγγραφέων καί έκδοτών νά άσχολούμαστε μέ τά βι­ βλία τους. Από τή στιγμή πού ένα πνευματικό δημιούργημα βλέπει τό φώς τής δημοσιότητας, καθένας είναι έλεύθερος νά τό κρίνει· καί, πολύ πε­ ρισσότερο, μιά έπιθεώρηση τού βι­ βλίου -άδιαφορώντας άν κάτι τέτοιο έπιθυμεΐ ή δχι ό συγγραφέας ή ό έκδότης του, άν τούς «κατοχυρώνει» ή


χρονικά/5

τούς ξεγυμνώνει. (Χαιρόμαστε πολύ πόντιος πού δμολογεϊτε ότι καταργή­ σαμε στήν πράξη τό θεσμό, στήν έποχή τού όποίου γίνατε «καθιερωμέ­ νη».) Καί γιά νά τελειώνουμε: θεωρούμε τόσο αύτονόητη τήν έλεύθερη έπιλογή συνεργατών καί κρινόμενων βι­ βλίων, καθώς καί τή λειτουργία τού «Διαβάζω» μακριά άπό όποιεσδήποτες «κοινωνικές» σκοπιμότητες, συ­ ναλλαγές ή «έξωθεν» έπεμβάσεις, πού μάς είναι Ιδιαίτερα .κουραστικό νά γράψουμε έστω καί ένα έπιχείρημα παραπάνω. Ό πνευματικός φασισμός πού φαίνεται νά έμπνέει τήν ποιήτρια μάς είναι τόσο μακρινός καί άπεχθής, όσο καί τό γνωστό πιστόλι τού Γκαίμπελς.

ΣΤΟ τέλος τού περασμένου χρόνου, ή Πανελλήνια 'Ομοσπονδία Έκδοτων Βιβλιοχαρτοπωλών άνακοίνωσε τά βραβεία τού διαγωνισμού «Τέχνη καί τεχνική τού βιβλίου», πού είχε όργανώσει στά πλαίσια τής 11ης Πανελλή­ νιας "Εκθεσης Βιβλίου. Σύμφωνα μέ τήν άνακοίνωση, τά βραβεία δόθηκαν άπό κριτική έπιτροπή πού τήν άποτελοϋσαν 140 άτομα, «άνάμεσα στούς όποιους προσωπικότητες τής πνευμα­ τικής καί καλλιτεχνικής ζωής, έκπρόσωποι πολιτιστικών φορέων καί έργαζόμενοι στό χώρο τού βιβλίου». (Διευ­ κρινίζεται δτι τά μέλη τής έπιτροπής συμπλήρωναν ένα ψηφοδέλτιο μέ τά βιβλία πού προτιμούσαν.) "Ενα έρώτημα έχουμε γιά τούς όργανωτές τού διαγωνισμού: Μπορούν νά μάς ποϋν πόσοι άπό τούς 140 πή­ γαν καί ψήφισαν; Καί ποιοι ήταν αύτοί; Γιατί οί, μάλλον έξακριβωμένες, πληροφορίες πού έχουμε, είναι δτι ψήφισαν δχι 140 άλλά μόνο 15! Αλλά άν άληθεύει αύτό, πρέπει νά μάθουμε ποιο! ήταν οί ψηφοφόροι, γιά νά κρί­ νουμε πόσο άντιπροσωπευτική ήταν ή σύνθεση τού τελικά όλιγάριθμου «σώ­ ματος τών έκλεκτόρων», πόσο σχετι­ κή μέ τήν καλλιτεχνία καί, φυσικά, πό­ σο άντικειμενική μπορούσε νά ’ταν ή κρίση τους. ’Αναμένουμε άπάντηση.

Σημαντική άπώλεια ΔΗΜΗΤΡΗΣ Πέππας. Μέ τήν ύπογραφή αύτή συνοδεύονταν μερικά έξαιρετικά άξιόλογα κριτικά κείμενα πού δημοσιεύτηκαν τά τελευταία χρόνια,

κυρίως στό «Διαβάζω», άλλά καί σ’ άλλα έντυπα. Τό συντάκτη αύτών τών κειμένων δέν έτυχε νά τόν γνωρίσουμε προσω­ πικά· μόνο μέ άλληλογραφία έπικοινωνούσαμε -πότε γιά νά τού ζητή­ σουμε μία βιβλιοκριτική καί πότε γιά νά μάς ρίξει έκεϊνος κάποια Ιδέα γιά άρθρο ή άφιέρωμα ή γιά νά μάς έπισημάνει ένα καινούριο βιβλίο. Τό μό­ νο πόύ γνωρίζαμε γιά κείνον ήταν δ,τι μάς είχε γράψει: δτι ήταν άρρω­ στος καί νοσηλευόταν κατά καιρούς στήν ’Ελβετία. 'Ώσπου έφθασε πρίν άπό λίγο και­ ρό, άπό κάποιο φίλο του μέ τόν όποιο νοσηλευόταν στό ’ίδιο νοσοκομείο, ή θλιβερή είδηση. Ό Δημήτρης Πέπ­ πας, ήλικίας μόλις 33 χρόνων, πέθανε σέ κάποιο νοσοκομείο τής Γενεύης... Ό φίλος του, δικηγόρος πού άπ’ δ,τι φαίνεται μένει στό Παρίσι, μάς έστειλε καί λίγα βιογραφικά γιά τό Δ. Πέππα, τά όποια άξίζει νά δημοσιεύ­ σουμε, σάν έναν ύστατο χαιρετισμό στόν άθέατο μέν άλλά τόσο πρόθυμο καί άξιόλογο συνεργάτη μας. Γράφει λοιπόν ό φίλος του: « Εγώ πού σάς γράφω, δέν είμαι άν­ θρωπος τών γραμμάτων· δποια άγάπη έχω γιά τά βιβλία μοϋ τήν ένέπνευσε σέ μεγάλο βαθμό ό Πέππας. "Ετυχε καί νοσηλευόμαστε στό ίδιο νοσοκο­ μείο κι έτσι τόν γνώρισα καί γίναμε φίλοι. Ό θάνατός του κόβει τή ζωή ένόζ νέου άνθρώπου, πού πολλά θά μπορούσε νά προσφέρει στόν τομέα τής κριτικής, κι έδωσε ήδη δείγματα μέ δσα δημοσίευσε. Γεννήθηκε τό 1949, στή Θεσσαλονί­ κη. Τελείωσε τή Νομική καί έπειτα πα­ ρακολούθησε μαθήματα λογοτεχνίας καί κοινωνιολογίας στό Δ. Βερολίνο καί τό Παρίσι (παρακολούθησε έπί ένα χρόνο μαθήματα τού Ρολάν Μπάρτ). ’Από τό 1975 έζησε στό ’Αμ­ βούργο, δπου έργαζόταν σέ ναυτιλια­ κή έταιρεία. Τά τελευταία χρόνια τής ζωής του έπασχε άπό άνίατς άσθένεια, μιά μορφή λευχαιμίας, καί ταλαι­ πωρήθηκε πολύ, κατά καιρούς, σέ νο­ σοκομεία τής ’Ελβετίας. Δημοσίευσε κριτικές στό, “ Διαβά­ ζω” καί στή “Φιλολογική Καθημερι­ νή” . Θεωρούσε αύτές τις κριτικές του προετοιμασίες γιά πιό μεγάλες, συν­ θετικές μελέτες πάνω στήν έλληνική ποίηση καί πεζογραφία, πού δέν πρό­ λαβε νά τίς γράψει. Γνώριζε δέ σέ βά­ θος τά σύγχρονα εύρωπαϊκά ρεύματα στή λογοτεχνία. "Ηταν μοναχικός άνθρωπος, μειλί­ χιος, άξιοπρεπής. ’Έλεγε δτι ή κριτική είναι λειτούργημα, ό κριτικός πρέπει νά τήν ύπηρετεΐ άφοσιωμένα καί νά μήν έπηρεάζεται άπό φιλικές σχέΔέν τελειώσαμε δμως μέ τόν Πέπ­ πα. Ό φίλος του μάς έστειλε κι ένα κείμενο τού πρόωρα χαμένου κριτι­ κού, πού τό βρήκε στά χαρτιά του καί πού θά τό δημοσιεύσουμε στό έπόμε-

αναγνώσεις «Ποτέ δέν μέ κοιτάς έκεϊ όπου σέ βλέπω» Στίς άντιφατικές (άλλά ίδιες) κριτικές πού διαβάσαμε γιά τόν «Όθέλο», τό ζητούμενο δέν ήταν ή παράσταση άλλά ή κριτική. Περισσότερο: τό κύρος τής κριτικής τών κριτικών μας. "Οπως λοιπόν στό σαιξπηρικό έργο, τό ζητούμενο δέν είναι ούτε ό Όθέλος, ούτε ό Ίάγος, ούτε ή Δεισδαιμόνα άλλά ή ζήλεια -αύτή ή ναρκισσική διαδικασία ύφασμένη κυριολεκτικά στό μαντήλι-σημεϊο εύνουχισμού τού Όθέλου- έτσι καί στίς κριτικές, 6,τι γράφτηκε, δέν ήταν γιά τό έργο άλλά γιά τό μαντήλι. Ποιός έχει ή δέν έχει τό μαντήλι, ποιός έχει ή δέν έχει τό φαλλό, ποιός έχει ή δέν έχει τήν έξουσία. Γεωργουσόπουλος, Δρομάζος, Κριτικός, Λιγνάδης, Χρηστίδης (τούς όνομάζω όπως ό Προύστ τίς πόλεις τής Βορείου 'Ιταλίας, έτσι γιά νά «άπορροφήσω» τήν είκόνα τους στά σημαίνοντα όνόματά τους) γράφουν, έπενδύουν, ευνουχίζουν, έπικυρώνουν σέ μιά καθαρά άντικατοπτριστική πρός τό έργο δομή, ένός έπιβλέπειν καί δχι ένός συμβάλλειν. Γοάφουν ένα videor mihi («μοϋ φαίνεται») γιά τό έργο, πού δέν έχει δμως σχέση μέ τό video («βλέπω») τό έργο άλλά μέ τήν invidia («φθόνο», «ζήλεια») πρός τό έργο. Καί δέν φταίνε αύτοί. Είναι τό άντίπαλο κριτικό μάτι πού έξ όρισμοϋ έχει μιά θανάσιμη λειτουργία (invidia) πάνω στό έργο, «μιά έξουσία χωριστική τού έργου». Μιά «σχίση». Μήπως ή κριτική, δπως καί ό 'Οθέλος, είναι ένα «δράμα μεταστροφής» (Α. Γκρήν): Νά γιατί ή άμετάτρεπτη πρόταση τού Κ. Γεωργουσόπουλου στά «Νέα» 5 ’Ιανουάριου δτι «ή άξιοπιστία τής κριτικής, ξεκινάει καί τελειώνει μέ τήν Άγάπη» μοϋ φαίνεται άναξιόπιστη καί άπατηλή, άφοϋ ή Άγάπη «σάν κατοπτρικός άντικατοπτρισμός, έχει ούσία άπάτης». «Σ’ άγαπώ, Άλλά έπειδή άνεξήγητα Άγαπώ σ’ έσένα κάτι περισσότερο άπό σένα (...) Σέ όκρωτηριάζω». Επιτέλους κυκλοφόρησαν άπό τόν Ράππα οί «Τέσσερις θεμελιακές έννοιες τής ψυχανάλυσης» τοϋ Ζάκ ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΤΣΟΣ


6/χρονικα

νο τεύχος μας. Τό κείμενο αύτό δέν είναι παρά ένα σατιρικό μικρό λεξικό κριτικών άρων καί τιτλοφορείται «Ό κριτικός ώς άνθοκόμος».

Δημόσιο χρήμα γιά βιβλία... ΜΟΙΑΖΟΝΤΑΣ μέ έπαϊτες, πολλοί συγ­ γραφείς καί έκδότες περιφέρουν τό βιβλία τους άπό δημόσιους όργανισμούς σέ τράπεζες κι όπό κει σέ άλ­ λους όργανισμούς ζητώντας νά τούς άγοραστοΰν κάποια άντίτυπα. Συνήθως οί όργανισμοί αύτοί, κάτω άπό τήν πίεση καί τά παρακάλια τους, άποφασίζουν καί άγοράζουν ,2-3 ή, στήν καλύτερη περίπτωση, 5-10 άντί­ τυπα, τά όποια στοιβάζονται τελικά σέ κάποια άποθήκη. Τό έξωφρενικότερο όμως είναι ότι οί έπιτροπές πού έγκρίνουν τίς άγορές βιβλίων άποτελούνται άπό ύπαλλήλους, συνήθως άνώτερους καί άνώτατους, οί όποιοι δχι μόνο δέν είναι ειδικευμένοι στά βιβλία καί τίς έκδόσεις, άλλά καί τε­ λείως άσχετοι μ' αύτά τά πράγματα. Μέ άποτέλεσμα οί έπιτροπές αύτές νά 'ναι παντελώς άνίκανες νά κρίνουν γιά τήν άξια ή τήν άπαξία βιβλίων-

άπόδειξη δτι άγοράζουν τού κόσμου τίς άηδίες καί προχειρότητηες, στήν 'ίδια έκταση μέ άλλες άξιόλογες προσ­ πάθειες. Δέ θά 'ταν καλύτερα λοιπόν νά συμμετείχαν στίς έπιτροπές αύτές άνθρωποι κάπως πιό ειδικοί καί σχετι­ κοί (άνεξάρτητα άν είναι ύπάλληλοι τού όργανισμοϋ ή δχι), πού νά μπο­ ρούν τουλάχιστο νά γνωρίζουν τί ση­ μαίνει ποιητική συλλογή τού Γ. Άθάνα καίτί τού Ν. Βρεττάκου; Πιστεύου­ με δτι καί σωστότερη διαχείριση τού δημόσιου χρήματος θά έπιτυγχανόταν καί δικαιότερες άγορές καί ούσιαστική ένίσχυση τών άξιόλογων έκδόσεων καί, τό κυριότερο, τά άγοραζόμενα βιβλία, δντας ένός έπιπέδου, θά προκαλοϋσαν τό άναγνωστικό ένδιαφέρον τών ύπαλλήλων, έκπληρώνοντας έτσι καί τό σκοπό πού έκδόθηκαν καί τό σκοπό πού άγοράστηκαν άπό τό δημόσιο όργανισμό ή τήν τράπεζα.

... καί περιοδικά

Θέμα ηθικής τάξης

Η ΙΔΙΑ κατάσταση έπικρατεΓ καί στόν τομέα τών συνδρομών τών δημόσιων όργανισμών καί τραπεζών σέ πολιτι­ στικά περιοδικά, όπου είναι άμφίβολο άν ύπάρχουν σταθερά κριτήρια καί

η «ΚΙΒΩΤΟΣ» έδεσε στόν ΠΕΙΡΑΙΑ Me κέφι καί μεράκι γιά τό βιβλίο φτιάξαμε ενα μαγαζί στήν καρδιά τοϋ ΠΕΙΡΑΙΑ. Δούλεψαν άνθρωποι πολλοί έπί μήνες καί έπιτελους στήθηκε τό τριώροφο. Βάλαμε τή φαντασία μας νά όργιάσει μαζί με τήν άγάπη μας γιά τά παιδιά καί διαμορφώσαμε τό ΥΠΟΓΕΙΟ σ ’ έ­ ναν πραγματικό παιδότοπο με παι­ χνίδια διαλεχτά, έκπαιδευτικά, με βιβλία, γιά δλες τίς παιδικές ήλικίες, έλληνικά, άγγλικά, γαλλικά. Τό ΙΣΟΓΕΙΟ τό διαθέσαμε στά έλληνικά βιβλία, στίς άφίσες, στίς κάρτες, στά χειροποίητα κεριά, στά χαρτικά. Σ’ ενα τμήμα βάλαμε αγ­ γλικά βιβλία, πάμφθηνα, σέ συνερ­ γασία μέ τό COMPENDIUM, ενώ ένας είδικός χώρος άφιερώθηκε στά περιοδικά. Ό συλλέκτης ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΕΤΑΛΑΣ εκθέτει στά ΠΑΤΑΡΙ, σ ' ενα χώρο ειδικά διαμορφωμένο γιά τέτοιου

μέτρα άξιολόγησης τών περιοδικών. "Ετσι, άνάλογα μέ τίς συμπάθειες τής διοίκησης τού όργανισμοϋ ή μέ τίς πιέσεις (άμεσες ή έμμεσες) τού πε­ ριοδικού, μπορεί νά πετύχεις 3 ή 103 συνδρομές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα άποτελούν δσα συμβαίνανε ώς πρίν άπό λί­ γο σέ μεγάλη κρατική τράπεζα. Ή τράπεζα αύτή ήταν συνδρομήτρια μό­ νο σέ 3-4 πολιτιστικά περιοδικά, άλλά ένώ άγόραζε 5-10 τεύχη κάθε περιο­ δικού, άπό τή «Νέα Εστία» άγόραζε 67 (!) άντίτυπα κάθε τεύχους της. Κι αύτό, ύστερα άπό προσωπική παρέμ­ βαση τού έπί δεκαετίες διοικητή τής τράπεζας, ό όποιος τύχαινε νά 'ναι συνομήλικος, φίλος, όμογάλακτος Ιδεολογικά καί συνάδελφος στήν άμαρτωλή Ακαδημία τού διευθυντή τού εύνοούμενου περιοδικού! Ελπίζουμε ή νέα διοίκηση τής τρά­ πεζας αύτής νά είναι πιό προσεκτική καί πιό δίκαιη στίς έπιλογές της.

ΑΝ μαθαίνατε άτι ό ύπάλληλος μιάς τράπεζας, ό όποιος είναι έπικεφαλής τού Τμήματος Βιομηχανικών Δανείων αύτής τής τράπεζας, έργάζεται πα-

είδους έκδηλώσεις, γκραβοΰρες άπ' όλο τόν κόσμο τοϋ 19ου αιώνα (περίοδος 1840-18 6 0) σέ τιμές ευκαιρίας. "Εχουμε κι άλλα σχέδια γιά τό μέλλον. Σίγουρα δμως θά ήτανε πολύτιμη ή συμβολή σας άν, περ­ νώντας άπό τήν ΚΙΒΩΤΟ, μάς κά­ νατε τίς παρατηρήσεις σας.

βιβλία - χαρτικά πα ιχ νί δι α Δραγάτση 1 - Πειραιάς (ΝΕΟ ΔΗΜΑΡΧΙΑΚΟ ΜΕΓΑΡΟ)


χρονικα/7

ράλληλα καί σέ μιά δανειοδοτούμενη άπό τήν τράπεζα βιομηχανική έπιχείρηση, τί θά λέγατε; Δέ θά κουνούσα­ τε τό κεφάλι γιά τήν κατάντια τού «βασίλειου τής Δανιμαρκίας» καί δέ θά κλείνατε τή μύτη γιά τή βρωμιά τής ύπόθεσης αύτής; Τώρα, άν σάς λέγαμε δτι ή ΕΡΤ έχει άναθέσει ραδιοφωνική έκπομπή σχε­ τική μέ τήν προβολή τού έργου συγ­ γραφέων μας σ’ έναν ύπάλληλο μεγά­ λου έκδοτικοϋ οίκου, τί θά σκεφτόσα­ στε; Γιατί, δυστυχώς, είναι άλήθεια αύτό. Ό ποιητής Γιάννης Κοντός, πού έργάζεται ώς μόνιμος ύπάλληλος, έδώ καί χρόνια, στόν «Κέδρο», είναι ό ένας άπό τούς δύο ύπεύθυνους τής ραδιοφωνικής έκπομπής «Πορτραϊτα δημιουργών»! Βέβαια θά μπορούσαμε νά κάνουμε έναν έλεγχο καί νά δούμε σέ τί ποσο­ στό παρουσιάζονται άπό τήν έκπομπή αύτή συγγραφείς πού έκδίδονται άπό τό δεύτερο έργοδότη τού ύπεύθυνου τής έκπομπής, άλλά τό πρόβλημα δέν είναι έκεϊ, ούτε στό πρόσωπο τού καθ’ δλα άξιου ύπεύθυνου (δέν έχου­ με τίποτα έναντίον τού φίλου ποιητή). Τό θέμα είναι γενικότερης ήθικής τά­ ξης καί άφορά άποκλειστικά τήν ΕΡΤ καί τό διευθυντή τής ραδιοφωνίας ’Ιά­ κωβο Καμπανέλλη (ό όποιος κατά σύμπτωση «έκδίδεται» έπίσης στόν «Κέδρο»). Πάντως, λόγω τής σοβαρότητας

τού θέματος, πιστεύουμε ότι θά έχουμε κάποια άπάντηση άπό τό φα­ νατικό φίλο τού περιοδικού I. Καμπα­ νέλλη, είτε «λόγω» είτε «πράξει».

Ασυνέπειας καί ψευδολογίας αποκαλυπτήρια ΕΠΕΙΔΗ όρισμένα άξιολογότατα βι­ βλία κρίνονται στό «Διαβάζω» μέ πο­ λύ μεγάλη καθυστέρηση ή δέν κρίνονται καθόλου, όφείλουμε νά άποκαλύψουμε τήν αίτια αύτών τών κα­ θυστερήσεων ή καί παραλείψεων. Καί ή αιτία αύτή δέν είναι άλλη άπό τήν άσυνέπεια όρισμένων συνεργατών μας, οί όποιοι, άφοϋ ζητήσουν μιά άρκετά μεγάλη προθεσμία γιά νά γρά­ ψουν τή βιβλιοκριτική, δταν έρθει ή ώρα νά τήν παραδώσουν ζητούν πα­ ράταση, κι έπειτα κι άλλη παράταση ή, τό χειρότερο, άρχίζουν νά άρρωσταίνουν, νά ταξιδεύουν στό έξωτερικό ή νά... έξαφανίζονται κάπου στό διάστη­ μα. Μέ άποτέλεσμα, νά περνάνε όκτώ καί δώδεκα μήνες άπό τήν ήμέρα πού άνέλαβαν νά γράψουν τή βιβλιοκριτι­ κή, χωρίς καμιά άνταπόκριση άπό μέ­ ρους τους... ("Αλλοι, πάλι, δηλώνουν δτι τό βιβλίο δέν τούς άρεσε ή δέν τούς «πάει» τελικά· κι αύτό, όκτώ

όλόκληρους μήνες άπό τότε πού δή­ λωναν άκριβώς τά άντίθετα καί δέ­ χονταν νά άναλάβουν τή βιβλιοκρι­ σία!) ’Επειδή όμως μέ δλα αύτά θεωρού­ με δτι κάπου έξαπατώνται οι άναγνώστες μας, μιά καί δέν ένημερώνονται γιά τήν ύπαρξη καί τήν άξια κάποιων βιβλίων, άποφασίσαμε, άπό δώ καί πέ­ ρα, σέ περίπτωση τέτοιων καθυστερή­ σεων ή έξαφανίσεων, νά άποκαλύπτουμε τούς αίτιους (έλπίζουμε τό μέτρο νά 'χει καί προληπτική άποτελεσματικότητα γιά δσους έπίδοξους άσυνεπεϊς καί άγενεϊς), ώστε νά μη­ δενίζεται στή συνείδηση τών άναγνωστών ή εύθύνη τού περιοδικού.

Πρός τί οί προσκλήσεις; «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ γλυπτική 18001940». Αύτός είναι ό τίτλος ένός έξαιρετικά ένδιαφέροντος βιβλίου τού Χρ. Χρήστου, πού κυκλοφόρησε πρόσφατα. Δυστυχώς δμως ό έκδότης του, ή 'Εμπορική Τράπεζα, άρνεϊται νά μάς δώσει ένα άντίτυπο γιά νά τό παρουσιάσουμε (βλέπετε, τά οικονο­ μικά τού περιοδικού δέν έπιτρέπουν

Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α καί Τέχνες Το ΝΕΟ βιβ λίο του Μ Α Ρ ΙΟ Υ ΠΟ Ν ΤΙΚ Α

Ι· Αύγουστος Στρίντμπεργκ

Ό

γιος τής δούλας σελίδες αυτοβιογραφίας

ΚΛΕΙΔΑΡΟΤΡΥΠΑ και άλες ιστορίες

στις εκδόσεις ΓΝ ΠΣΗ

Γιά τά Σκόρπια φύλλα τής ζωής μου Γεωργίου Δροσίνη

' Η μεταπολεμική γερμανική λογοτεχνία Μπρέχτ

Αυτός πού λέει Όχι (μιά παιδική δπερα τού Μπ. Μπρέχτ)

Οί καυτερές μέρες τοΰ Τρότσκυ Ν. Φράυ Τά αρχέτυπα τής λογοτεχνίας

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΝΩΣΗ», ΓΡΗΓ. ΑΥΞΕΝΤΙΟΥ 26, ΙΛΙΣΙΑ ΑΘΗΝΑ 621, ΤΗΛ. 7794879-7786441


8/χρονικα

νά άγοράζουμε τόσο άκριβά βιβλία). Καί άρνεϊται, έπειδή μάς είχε καλέσει στήν παρουσίαση τού βιβλίου καί δέν πήγε κανείς άπό τό περιοδικό. Στή δικαιολόγηση τής άπουσίας μας (τήν 'ίδια μέρα καί ώρα δίναμε συνέντευξη στούς έκπροσώπους του τύπου γιά τή νέα περίοδο τού «Διαβάζω»), ή άρμόδια ύπάλληλος είπε «αΰτό δέ μέ άφορά» κι έκλεισε τή συζήτηση λέγοντας άτι «έτσι διέταξε ή διοίκηση». 'Εμείς δέν πιστεύουμε άτι οΐ διοικη­ τές τών τραπεζών άσχολοϋνται καί μέ τέτοια θέματα, άλλά, τελοσπάντων, όποιος κι άν έδωσε αύτή τήν παράλο­ γη έντολή, νομίζουμε άτι δέν πρέπει νά 'χει καί πολλή Ιδέα άπ’ αύτό πού λέμε «συνεργασία μέ τά μέσα μαζικής ένημέρωσης» (ποιός μίλησε γιά εύγέ'Αναρωτιόμαστε πάντως: "Αν δέν πήγαινε κανείς δημοσιογράφος στήν παρουσίαση, θά φόρτωνε ή 'Εμπορική Τράπεζα τούς κλητήρες της μέ άντίτυπα τού βιβλίου γιά νά τά πάνε τρο­ χάδην στις έφημερίδες, ναί ή όχι; Καί κάτι άκόμη: άν τήν 'Εμπορική Τράπε­ ζα τήν ένδιέφερε ή προβολή τής έκ­ δοσής της μόνο άπό όρισμένα έντυπα (δπως πολύ ύποψιαζόμαστε άτι συμ­ βαίνει), τότε γιατί «παρακαλεΐ» τά ύπόλοιπα;

Ποιός νά τιμι ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ τού 221 Τ. Ε. τής Μυτι­ λήνης τιμωρήθηκε, λέει, μέ φυλάκιση ένός μήνα, γιατί στό άτομικό του σα­ κίδιο βρέθηκαν κάμποσο βιβλία καί περιοδικά, άνάμεσα στά όποια καί τό «Διαβάζω». (Όσοι παρακολουθούν τό άρθρα τού Γιάννη Κάτρη στά «Νέα» θά έχουν ήδη διαβάσει τή σχετική εί­ δηση.) Βέβαια τό πλήγμα πού δέχτηκε τό κίνημα γιά τή διάβρωση τών ένόπλων δυνάμεων ήταν όπωσδήποτε Ισχυρό, άλλά δέν πρέπει νά πτοηθοϋμε. Ήδη αύτή τή στιγμή, σέ κάθε μεγάλη στρα­ τιωτική μονάδα ύπάρχει τουλάχιστον ένας άνθρωπός μας καί έλπίζουμε σύντομα ή διάβρωση νά προχωρήσει σέ τέτοιο βαθμό, ώστε τά ΚΨΜ νά άναγκαστοΰν νά προσφέρουν, μαζί μέ τά άναψυκτικά καί τις τυρόπιτες, βι­ βλία καί περιοδικά. Γιά τήν ώρα, τιμώντας τό θάρρος τού τιμωρημένου στρατιώτη, τόν παρακαλοϋμε νά μάς γράψει ή νά περά­ σει άπ’ τά γραφεία μας, γιά νά τού προσφέρουμε μιά συνδρομή τού «Διαβάζω» γιά όσον καιρό θά ύπηρεΠάντως τό μεγάλο έρώτημα παρα­ μένει: Ποιός έπιτέλους θά βάλει χέρι

στούς διάφορους άνεγκέφαλους γκαιμπελίσκους τού στρατού μας; Καί πότε, μετά άπό κάθε τέτοια πράξη τους, δπως ήταν ή τιμωρία τού βιβλιό­ φιλου στρατιώτη, θά ξωπετιώνται, χω­ ρίς πολλές πολλές συζητήσεις, άπ’ τις τάξεις τού στρατού;

Φίλτατος μέν ό Πλάτων... ΟΡΙΣΜΕΝΟΙ άναγνώστες μας, σχολιά­ ζοντας μέ τηλεφωνήματά τους τά «Προλεγόμενα» τών τελευταίων τευ­ χών, άφησαν νά έννοηθεϊ δτι μέ όρισμένους άνθρώπους έχουμε «προσω­ πικές διαφορές καί άντιπάθειες», τίς όποιες τώρα «βγάζουμε στήν έπιφάνεια»! 'Οφείλουμε λοιπόν νά δώσουμε κάποιες έξηγήσεις καί διευκρινίσεις. Τό άν σχολιάζουμε τό α ή β γεγο­ νός καί τό άν καυτηριάζουμε τή χ ή ψ συμπεριφορά, νοοτροπία ή κατάστα­ ση, τό κάνουμε γιατί ένδιαφερόμαστε γι’ αύτές τίς συγκεκριμένες ύποθέσεις καί ποτέ γιά τά πρόσωπα πού εί­ ναι πρωταγωνιστές τους. ’Απόδειξη, δτι μέ όλους έκείνους γιά τούς όποίους γράψαμε «δυσάρεστα» πράγμα­ τα, διατηρούμε άγαθότατες σχέσεις. Καί θά λυπόμασταν είλικρινά, άν τά άγαθής προαίρεσης σχόλιά μας γίνον­ ταν ή αίτια νά διακοπούν ή νά άλλοιωθοϋν αύτές οί σχέσεις. Όσο γιά μάς, δίλημμα δέν ύπάρχει. (Φίλτατος μέν ό Πλάτων...) Καί κάτι άκόμη: άν είμαστε, δπως θέλουμε κι έπιδιώκουμε νά 'μαστέ, δί­ καιοι καί άντικειμενικοί στίς κρίσεις μας, τότε καί ό ψόγος θά βαραίνει πε­ ρισσότερο, άλλά καί ό έπαινος θά άξίζει διπλά καί τριπλά. "Η μήπως κάνου­ με λάθος;

Τό σπίτι μέ τά σύννεφα ΜΕΛΗ τής έκδοτικής όμάδας τού «Διαβάζω» πού βρέθηκαν πρίν άπό λί­ γο καιρό στή Βέροια, μάς είπαν, κατενθουσιασμένοι, δτι άνακάλυψαν ένα στέκι πού άσφαλώς θά τό ζή­ λευαν δλοι οί μερακλήδες Αθηναίοι. Πρόκειται γιά τό καφέ-βιθλιοπωλεϊο «Τό σπίτι μέ τά σύννεφα», πού λει­ τουργεί έδώ κι ένα χρόνο καί πού ή κατασκευή τού κτιρίου, δπου στεγά­ ζεται, έγινε άπό τά μέλη τής όμάδας «Πειραματικό 'Εργαστήρι Βεροίας», μέ έπικεφαλής τόν άρχιτέκτονα καί καθηγητή τής Ακαδημίας τής Βιέν­ νης Μάκη Βαρλάμη. ’Επιμένουμε λίγο στό κτίριο, γιατί είναι έξαιρετικά πρω­ τότυπο, καθώς τά παράθυρά του σχη­ ματίζουν σύννεφα καί ή στέγη του καμπύλες πού «παίζουν» μέ τόν ού-

Στό Ισόγειο τού κτιρίου ύπάρχουν δύο αίθουσες: τού βιβλιοπωλείου καί τού καφενείου, πού λειτουργεί καί σάν γκαλερί, μέ πολλούς πίνακες έλλήνων καί ξένων καλλιτεχνών. Οί δύο αίθουσες έπικοινωνούν κι έτσι ή έπαφή τού άναγνώστη-πελάτη μέ τό βι­ βλίο γίνεται πιό εύκολη καί περισσό­ τερο εύχάριστη, μέ τήν έννοια δτι δέ βιάζει τήν έπιλογή του. Καί γενικά, αύτή ή διπλή δυνατότητα πού δίνουν μαζί τό καφενείο καί τό βιβλιοπωλείο, τά κάνει περισσότερο κοινωνικά καί χώρους συνάντησης άνθρώπων καί Σημειώστε έπίσης δτι στό καφενείο όργανώνονται διάφορες συζητήσεις, διαλέξεις, παρουσιάσεις καλλιτεχνών, άλλά καί παραστάσεις κουκλοθέα­ τρου, μέ σενάριο, σκηνοθεσία καί παί­ ξιμο άπό τά ίδια τά μέλη τής όμάδας «Πειραματικό 'Εργαστήρι Βεροίας». 'Ακόμη, στή βιτρίνα τού βιβλιοπωλεί­ ου, μέσα σ' ένα όμορφο ξυλόγλυπτο πλαίσιο, παρουσιάζεται κάθε μέρα κι ένα διαφορετικό ποίημα, ένα ποίημα πού «έφημερεύει», δπως λένε χαρα­ κτηριστικά οί θαμώνες τού «Σπιτιού». Τέλος, στά πλαίσια τής γενικότερης λειτουργίας τού βιβλιοπωλείου, κάθε βδομάδα, άπό τίς στήλες μιάς τοπικής έφημερίδας, γίνεται ή παρουσίαση ένός καινούριου βιβλίου. Αύτά λοιπόν τά άξιοθαύμαστα καί άξιέπαινα άπό τή Βέροια...

Τζέπμς Τζόυς «ΣΧΕΔΟΝ μοναδικό παράδειγμα συγ­ γραφέα πού δημοσίευσε μόνο άριστουργήματα.» "Ετσι έχει χαρακτηρι­ στεί -καί δίκαια- ό Ιρλανδικής κατα­ γωγής Τζέημς Τζόυς (1882-1941), ένας άπό τούς ελάχιστους κορυφαί­ ους πεζογράφους τού 20οΰ αίώνα. Στό πολυδιάστατο λοιπόν έργο τού Τζόυς καί στήν πολυκύμαντη ζωή του είναι άφιερωμένο τό έπόμενο τεύχος τού «Διαβάζω», σέ συνεργασία μέ τό Magazine Litteraire. 'Εκτός δμως άπό τά κείμενα τών συνεργατών τού διε­ θνούς φήμης γαλλικού περιοδικού, τό άφιέρωμα περιλαμβάνει ένα κείμενο τής Μαντώς Άραβαντινοΰ γιά τήν άγαπημένη πόλη τού Τζόυς, τό όνειρικό καί ποιητικό Δουβλίνο, ένα κεί­ μενο τού Βάιου Παγκουρέλη γιά τήν έπίδραση τού Τζόυς στό εύρωπαϊκό θέατρο καί μία πλήρη βιβλιογραφία τών μεταφράσεων τών έργων τού Τζόυς στά έλληνικά. Στό 'ίδιο τεύχος, πού θά κυκλοφο­ ρήσει, στίς 9 Φεβρουάριου, θά βρείτε μιά συνέντευξη τού καθηγητή Έμ. Κριαρά σχετικά μέ τό «Λεξικό τής με­ σαιωνικής δημώδους γραμματείας» πού συντάσσει έδώ καί χρόνια, ένα πρωτότυπο ρεπορτάζ πού άσφαλώς θά εντυπωσιάσει, καθώς καί πολλά άλλα ενδιαφέροντα θέματα.


Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Από 29 Δεκεμβρίου έως 11 ’Ιανουάριου

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τά έμπορικότερα βιβλία ένός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα μέ τά στοιχεία πού μάς παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες άπ' όλη τήν Ελλάδα, δηλώνοντας ό καθένας τους τά τρία βιβλία πού είχαν τίς πε­ ρισσότερες πωλήσεις στό βιβλιοπωλείο του κα­ τά τά διάστημα αύτό. "Ετσι, τά βιβλίο μέ τίς μ ε ­ γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται μέ τρεις βού­ λες ( · · · ) , τά άμέσως μετά μέ δύο ( · · ) καί τά τελευταίο μέ μία (·). Επειδή όμως είναι τεχνικά άδύνατο νά δημοσιεύονται όλα τά βιβλία πού άναφέρουν οί βιβλιοπώλες, ό πίνακας περιλαμβάνει τελικά έκεϊνα τά βιβλία πού δηλώθηκαν άπό δύο του­ λάχιστον βιβλιοπώλες ή πού συγκεντρώνουν τρεις βούλες προτίμησης, άνεξάρτητα άπό τόν άριθμό βιβλιοπωλείω ν πού τά προτείνουν. "Οσο γιά τό ένδιαφέρον καί τήν ποιότητα των

ΒΙΒΛΙΑ 1.

Γ. Ί ω ά ν ν ο υ : Ό τρ ίτος δ ρ ό μ ο ς (Π ο λ ύ τυπο)

2.

Κ. Π α π α ϊω ά ννο υ : Ή ισ τ ο ρ ία τής κ υ ρ ία ς «Ο ύ»... (Κ ασ τανιώ τη ς )

3.

Γκ. Γκ. Μ ά ρ κες : 'Ε κ α τ ό χ ρ ό ν ια μ ο ν α ­ ξιάς (Ν έα Σ ύ νο ρ α )

4.

Μ. Κ ο υ μ α ντα ρ έα : Ό ώ ρ α ίο ς λ ο χ α γ ό ς (Κ έδρ ο ς)

5.

Κύρ: Α λ λ α γ ή ... μ ’ ά κ ο ϋ ς ; (Κ άκτο ς)

6.

Ν. Σ β ο ρ ώ ν ο υ : Α ν ά λ ε κ τ α ν ε ο ε λ λ η ν ικ ή ς Ισ το ρ ία ς κ α ί ισ τ ο ρ ιο γ ρ α φ ία ς (Θ ε μ έ λ ιο )

7.

Μ. Κ ο ύ ντερ α : Τ ό β ιβ λ ίο το ύ γ έ λ ιο υ κ α ί τής λ ή θ η ς (Ό δ υ σ σ έ α ς )

8.

Ε. Κ ανέττι: Ο ί φ ω ν έ ς το ύ Μ α ρ α κ έ ς (Li­ bra)

9.

Τζ. Ρ ήντ: Δ έ κ α μ έρ ες π ο ύ σ υ γ κ λ ό ν ισ α ν τ ό ν κ ό σ μ ο (Σ ύ γ χ ρ ο νη Ε π ο χ ή )

10.

Κ Δ ια κ ο γ ιά ν ν η : Τ ό π α ν έ ρ ι μέ τίς ό χ ιέ ς (Λ αδ ιάς )

11.

Π. Π. Π α ζολίνι: Μ ιά β ία ιη ζωή (Ό δ υ σ ­ σέας)

12.

X. Κ α ρ α νίκα ς: (Ό δ υ σ σ έ α ς )

13.

Ν. Μ ά κ Γ ο υ ίρ τερ : Γ κίν ν ε ς . Τ ά π α ρ ά ξ ε ­ ν α κα ί τά ρ εκό ρ τού κό σ μ ο υ (δ-π)

Τά

ιδ ε ο λ ο γ ικ ά

δεσμ ά

βιβλίων τού πίνακα, σκόπιμο είναι νά συμβου­ λεύεστε τίς σελίδες ϊή ς «Επιλογής».


10/χρονικα

δ ιά λ ο γ ο ι Όλα τά γράμματα, πού άπευθύνονται άποκλειστικά ατό «Διαβάζω» καί πού παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο ένδιαφέρον, δημοσιεύονται είτε όλόκληρα (έφόσον είναι σύντομα) είτε άποσπασματικά (έάν είναι έκτενή). Γιά τό λόγο αυτό, παρακαλούνται οί άναγνώστες πού μάς γρά­

”Αν, άν, άν... Αγαπητό «Διαβάζω», Σάν τακτικός άναγνώστης σου άφενός, άλλά καί σάν συνδρομητής μέχρι πρό τίνος εύκαιριακών λαθρόβιων έντύπων τινών, νιώθω τήν άνάγκη, κα­ θώς τά περιθώρια στενεύουν, νά θέ­ σω τό ζήτημα τής κριτικής, όπως αύτή άσκεϊται στό χώρο τής ποίησης καί τής πεζογραφίας, άπό μερικά αύτοαποκαλούμενα λογοτεχνικά περιοδικά. Καί χωρίς βέβαια νά πιστεύω ότι θέ­ τω έγώ τό πρόβλημα, νομίζω πώς θά ήταν Ιδιαίτερα ένδιαφέρον νά ξεκινή­ σει άπό τίς στήλες τού περιοδικού ένας ζωντανός διάλογος μέ διαπιστώ­ σεις, άπόψεις καί προθέσεις περί τού πρακτέου. Θά μοϋ άντικρούσει ϊσως κάποιος ότι δέν πρόκειται νά βγει τί­ ποτα άπό έναν τέτοιο διάλογο (φύσιν πονηρόν μεταβαλεϊν ού ρόδιον) κι δτι ήδη βρισκόμαστε μπροστά σέ μιά καθεστηκυία κατάσταση πού είναι δύ­ σκολο νά άνατραπεί. "Εστω. Άλλά οί άπόπειρες δέν είναι πάντοτε άποτυχημένες, τουλάχιστον θεωρητικά. Ά ν φερειπεϊν ό κύριος ϊξ (X) έκδίδει ένα περιοδικό μέ τόν άνομολόγητο άλλά όφθαλμοφανή πόθο νά προβάλ­ λει τίς λαϊκίζουσες δημοσιογραφικοειδεϊς έκδόσεις του, τίποτα δέν έμποδίζει κάθε πνευματικό άνθρωπο νά καταδείξει τήν έλλειψη ήθους καί τήν εύρυθμη λειτουργία τών κανόνων τού μάρκετινγκ. Ά ν έπίσης οί συνεργάτες ένός πε­ ριοδικού -καί ταυτοχρόνως ποιητές ή πεζογράφοι- «άλληλοκρίνονται» πλέ­ κοντας έγκώμια καί παιανίζοντας δι­ θυράμβους άλλήλοις, δέν θά μάς ήταν δύσκολο νά έκδηλώσουμε τό θαυμασμό μας γιά μιά τόσο άγαπημένη οικογένεια... Ά ν οί άερολογίες είναι στήν ημερή­ σια διάταξη, τότε θά πρέπει νά προφυλαχθοϋμε άπό τήν καραδοκούσα πνευματική πνευμονία. Ά ν ό κριτικός είναι άπλά καί μόνο έπαγγελματίας άναγνώστης, τότε μπορούμε κάλλιστα νά τόν πείσουμε ν’ άλλάξει έπάγγελμα (έξασφαλίζοντας έτσι καί σύνταξη γιά τά γεράματά

φουν νά είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν καί νά σημειώ­ νουν τό πλήρες όνοματεπώνυμο καί τήν άκριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, γιά νά δημοσιευθεΐ ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στά γραφεία τού περιοδικού τουλάχιστον τρεις έβδομάδες πριν άπό τήν ήμέρα κυκλοφορίας τού τεύχους.

Ά ν ή κρίση τής λογοτεχνίας, έντέλει, διέρχεται κρίση. Κρίση ήθους, έμπορευματοποίησης καί ήμιμάθειας... Εύχαριστώ γιά τή φιλοξενία Νίκος Πετρόπουλος Κορινθίας 25 Αμπελόκηποι - Αθήνα

Πέθανε ή δχι; Κύριοι, Στό άφιέρωμά σας γιά τή σοβιετική λογοτεχνία έμμέσως πλήν σαφώς μάς πληροφορείτε άτι ό Ζντάνωφ πέθανε έδώ καί τρεις περίπου δεκαετίες. Πριν άλέκτορα φωνήσαι τρίς, στό άφιέρωμά σας γιά τή λογοτεχνία τής άντίστασης ό συνεργάτης σας κ. Γιώργος Βελουδής σάς διαψεύδει κα­ τηγορηματικά μέ τά γραφόμενά του γιά τούς Μανόλη Άναγνωστάκη, Άρη Αλεξάνδρου, Κώστα Κουλουφάκο καί Τίτο Πατρίκιο. Τί λέτε, λοιπόν; 'Επιμένετε πώς ό Ζντάνωφ πέθανε; Τί φρίκη, θεέ μου, είκοσι έξι χρόνια μετά τό 20ό συνέδριο. Χρίστος Ρουμελιωτάκης Τιράλλεων 5 Νέα Ιωνία

Καθυστερημένες διαφωνίες Αγαπητέ κ. διευθυντή, Στό τεύχος 47 (Νοέμβρης τού 1981) δημοσιεύσατε στό περιοδικό σας μία βιβλιοκρισία τής συλλογής άρθρων πού έξέδωσα μέ τόν τίτλο «Ή φιλοσο­ φία τών μαθηματικών». Ή βιβλιοκρι­ σία τιτλοφορείται «Προβλήματα καί

έπιτεύγματα τής λογικής» καί ύπογράφεται άπό τό συνεργάτη σας κ. Παντελή Νικολακόπουλο. Μέ πολλή καθυστέρηση πληροφορήθηκα τήν ύπαρξή της καί μετά άπό πολλούς ένδοιασμούς άποφάσισα νά σάς στείλω τούτο τό σημείωμα σάν (μερική) άηάντηση, γιατί πιστεύω πώς ή βι­ βλιοκρισία τού κ. Π. Ν.μπορεί νά πα­ ραπλανήσει τόν άπληροφόρητο άναγνώστη. 1. Ό κ. Π. Ν. γράφει άτι τό βιβλίο μου είναι «χρησιμότατο» γιατί «συγ­ κεντρώνει στά έλληνικά μερικά κλασι­ κά κείμενα» τής φιλοσοφίας τών μα­ θηματικών, άλλά στή συνέχεια γρά­ φει: «προβληματίζομαι πάνω ατό θέ­ μα τού άναγνωστικού κοινού τού βι­ βλίου τούτου». Απαντώ άτι τό βιβλίο άποτείνεται πρώτιστα στούς μαθημα­ τικούς καί Ιδιαίτερα στούς φοιτητές τών μαθηματικών πού θέλουν νά στο­ χαστούν πάνω στά μαθηματικά. Κατό­ πιν στούς φιλοσόφους πού έχουν κά­ ποιες γνώσεις μαθηματικών. Αύτά γιά τή χρησιμότητα καί τό κοινό. 2. Ό κ. Π. Ν. γράφει δτι «δέν μπο­ ρούμε άπό τόν πρώτο τόμο καί μόνο νά κάνουμε μία όλοκληρωμένη βι­ βλιοκρισία» -δυστυχώς τό έργο κυ­ κλοφόρησε σέ δύο χωριστούς τό­ μους. Ωστόσο δμως σπεύδει νά χα­ ρακτηρίσει τό έργο σάν συλλογή «κλασικών» κειμένων καί κάνει ύποδείξεις γιά τά άρθρα πού θά έπρεπε νά είχαν περιληφθεϊ, φτάνει μάλιστα νά γράψει «θεωρώ λανθασμένη τήν έπιλογή τού Π. X. νά άφήσει έξω» όρισμένα άρθρα. Άπό τόν πρόλογό μου (στόν όποιο γράφω δτι «ή σύγκριση τής συλλογής μας μέ τίς άνάλογες -άλλά προγενέστερες- συλλογές τών Benacerraf καί Putnam στά άγγλικά καί τού Celluci στά ιταλικά, πρέπει νομίζω νά δείξει τήν κατεύθυνση τών νεότε­ ρων έξελίξεων») καί άπό τό εισαγωγι­ κό άρθρο μου, πού ό κ, Π. Ν. τό χαρα­ κτηρίζει λέγοντας δτι «κρατάει μία μέση στάση άνάμεσα στό έκλαϊκευμένο καί στό καθαρά τεχνικό κείμενο», ό συνεργάτης σας θά έπρεπε νά έχει καταλάβει δτι: α. Ό στόχος τής συλλογής δέν εί­ ναι Ιστορικός, όπως είναι τής έξαιρετικής συλλογής τού Jan van HeijenooH, άλλά νά βοηθήσει τόν άναγνώ-


χρονικα/11

τικών δημιουργεί «ένα νέο, τελείως στη νά προσπελάσει τή φιλοσοφία σύγχρονο γνωστικό πεδίο -τή μαθη­ τών μαθηματικών. Γι' αύτό καί τό μέ­ ματική ή τυπική ή συμβολική λόγική». ρος II τής Είσαγωγής μου (καθώς καί Ή, δταν γράφει δτι ή έννοιογραφία τό Παράρτημα στό τέλος τού δεύτε­ τού Frege «άπελευθέρωσε τή λογική ρου τόμου) περιέχει πληροφορίες γιά άπό τή σύνδεσή της μέ τά μαθηματι­ τις τεχνικές καί τά άποτελέσματα στά κά», γιατί συμβαίνει άκριβώς τό άντίόποϊα όδήγησε ή χρήση τών μαθημα­ θετο. Ή, δταν ύποβάλλει τήν ιδέα δτι τικών μεθόδων προκειμένου νά άπανή θεωρία τών συνόλων άνθ,ισε στις τηθούν τά φιλοσοφικά προβλήματα δεκαετίες πού άκολουθοϋν τήν ένπού θέτει 6 στοχαστής πάνω στά μα­ νοιογραφία τού Frege, σά νά όφειλόθηματικά. β. 'Επομένως δέν στέκει ή άποψη ταν ή άνθισή της στήν έννοιογραφία, ένώ αύτό δέν είναι άληθές -φτάνει νά δτι κακώς παρέλειψα άρθρα τού Frege ή τού Peano πού άφοροϋν τήν εισα­ διαβάσει κανείς τό άρθρο τού Zermalo γωγή συμβολικών τρόπων γραφής. γιά νά διαπιστώσει δτι άρχικά τουλά­ Καί τά δύο θεωρούνται δτι άνήκουν χιστον ή θεωρία τών συνόλων θεμε­ λιώθηκε στό κοινό Ιδίωμα τών μαθη­ στήν προϊστορία τού κλάδου. Τό ίδιο ματικών τού 19ου (άλλά καί τού 20οϋ) Ισχύει καί γιά τή μομφή δτι παρέλειψα αιώνα, χωρίς τή βοήθεια τής έννοιοτήν άλληλογραφία Frege-Russell στήν γραφίας. Ή, άκόμα, δταν ό κ. Π. Ν. όποια, γράφει ό κ. Π. Ν., «ό Russell γράφει δτι «ένδιαφέρον πάντα παρα­ παρουσιάζει μία σημαντική άντίφαση πού προκύπτει άπό τό Begrifsschrift», μένει τό πρόβλημα τού συμβολισμού» -άλλά αύτό άνήκει σέ πολύ παλαιότεγιατί όλόκληρο τό άρθρο του Russell ρη φάση τής έρευνας, καί δέν Ισχύει (κάπου 53 σελίδες) άποτελεϊ συγκρο­ πιά- άν τό «πρόβλημα» είναι, δπως τημένη προσπάθεια νά λυθεί αύτή ή γράφει ό κ. Π. Ν., δτι «δημιουργειται «άντίφαση» καί νά κατασκευασθεϊ κάθε τόσο άνάγκη γιά νέα σύμβολα», ένα σχεδόν πλήρες σύστημα συμβολι­ τότε, τόν ρωτώ, άπό πότε αύτή ή κής λογικής πού χρησιμοποιεί τό συμ­ άνάγκη τού μαθηματικού είναι πραγ­ βολισμό τού Peano (κι δχι τό δύσχρη­ ματικό «πρόβλημα»; "Η, τέλος, δταν στο συμβολισμό τού Frege) καί δέν ύποβάλλει στόν άναγνώστη (άκόμα διαφέρει άπό τά τρέχοντα συστήματα καί μέ τόν τίτλο τής βιβλιοκρισίας συμβολισμού. του) δτι ή φιλοσοφία τών μαθηματι­ γ. Όσο γιά τό χαρακτηρισμό τού κών -δηλ. ό στοχασμός πάνω στά μα­ «έκλαϊκευμένου», όφείλω νά παρατη­ θηματικά- συμπίπτει μέ τή μαθηματι­ ρήσω δτι συγκρούεται μέ τήν κατηγο­ κή λογική, δηλ. τό όργανο πού σφυρία δτι δέν δίνω «τόν προβληματισμό πού όδήγησε στά θέματα καί τις τά­ ρηλατήθηκε γιά νά διασαφηνισθοϋν όρισμένες έννοιες τών μαθηματικών σεις» (άλλά προηγουμένως στήν 'ίδια (δπως ή έννοια τού συνόλου) καί οι σελίδα ό κ. Π. Ν. γράφει: «ή έπιλογή σχέσεις τους. Ό άναγνώστης θά τό τών άρθρων τού Π. X. δίνει μία άρκεδιαπιστώσει αύτό μόλις διαβάσει τά σαφή εικόνα τών προβλημάτων καί όποιοδήποτε άπό τά κείμενα τής συλ­ τών έπιτευγμάτων τής λογικής») λογής. Όσο γιά τις σχέσεις τών μαθη­ άφοϋ στό μέρος I συνοψίζω τόν «προ­ ματικών μέ τή φιλοσοφία τους, ή διά­ βληματισμό» τού 19ου καί τού 20οϋ κριση δέν πρέπει νά είναι άπόλυτη, αιώνα καί τά τεχνικά άποτελέσματα όπως γράφω στήν Εισαγωγή (σ. 2) καί (σ. 11-12), ένώ στό μέρος III έκθέτω δπως διεξοδικά άναπτύσσει ό G. Kreiτις σύγχρονες τάσεις στή φιλοσοφία τών μαθηματικών. "Αν δσα γράφω sel στό τελευταίο άρθρο τής συλλο­ άποτελοϋν «έκλαΐκευση», τότε τά πε­ γής4. Στό βιβλίο μου δυστυχώς ύπάρρισσότερα άρθρα τού Hao Wang (στόν χουν πολύ περισσότερα άπό τρία τυ­ όποιο κάνω βασικές άναφορές στις σημειώσεις 8 καί 85) άλλά καί πολλών πογραφικά λάθη -τόσα άναφέρει ό κ. Π. Ν. 'Ωστόσο τό δεύτερο δχι μόνο άλλων είναι «έκλαϊκεύσεις» -βλέπε δέν είναι λάθος, άλλά ή διόρθωση τού δλα σχεδόν τά άρθρα τού δεύτερου κ. Π. Ν. περιέχει δύο λάθη! Σχετικά μέ τόμου ή, άκόμα στά έλληνικά, τό άρ­ τή σημείωση 7 τού κ. Π. Ν. συμφωνώ θρο «Λογική» στόν τόμο «'Επιστημο­ δτι χρειάζεται νά έπεξηγήσω στόν νική Σκέψη 1900-1960» πού έκδίδειτό άναγνώστη δτι μεταφραστής είμαι Μορφωτικό Ίδρυμα τής 'Εθνικής Τρά­ (δυστυχώς μόνος) έγώ καί δτι δταν πεζας (Αθήνα, 1982). 3. Στή σελίδα 70 τής βιβλιοκρισίαςγράφω «ΣτΕ» έννοώ τόν έπιμελητή τού άρχικοϋ κειμένου άπό τό όποιο του ό κ. Π. Ν. έπιχειρεϊ νά κάνει μία έγινε ή μετάφραση. σύντομη σύνοψη τής Ιστορίας τής λο­ 5. Όσο γιά τις γλωσσικές προτιμή­ γικής. Ή σύνοψή του, δμως, είναι: σεις τού κ. Π. Ν. αύτές είναι άναφαίπρώτον λανθασμένη γιατί δίνει τήν ρετο δικαίωμά του, άλλά δέν νομίζω έντύπωση πώς ή μεσαιωνική λογική δτι ό τύπος «συνταχτικό» (τού Μ. δέν ύπάρχει, δεύτερον περιττή γιατί Τριανταφυλλίδη) έμποδίζει τήν έπιδέν προσθέτει τίποτε στή σημείωση κοινωνία, ένώ ό τύπος «συντακτικό» 44 τής Εισαγωγής μου, καί τρίτον πα­ θά τή διευκολύνει. ραπλανά τόν άναγνώστη δταν: (α) μι­ Εύχαριστώ γιά τή φιλοξενία λάει γιά «άναγωγή τής λογικής στά Π. Χριστοδουλίδης μαθηματικά», ένώ λίγο πιό πάνω Πιπίνου 32, 'Αθήνα (813) έγραφε δτι ή φιλοσοφία τών μαθημα­

ΕΚ ΔΟ Σ Ε ΙΣ Θ ΕΩ ΡΙΑ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ 17 ΤΗΛΕΦΩΝΟ 3624187 Μ ΙΚ ΡΗ Λ Ο ΓΟ Τ Ε Χ Ν ΙΚ Η _________ Σ Ε ΙΡ Α _________ Λ. ΑΝΤΡΕΓΙΕΦ Η τρ έλ α Ε. ΣΙΕΓΚΕΒΙΤΣ Τ ο α ιώ ν ιο θ ύ μ α Λ. ΤΟΛΣΤΟΙ Η ζ ω ή -μ ο υ I. ΤΟΥΡΓΚΕΝΙΕΦ Π ά σ ιγ κ ω φ Κ λ ά ρ α Μ ίλ ιτ ς Φ . ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ Η γ υ ν α ίκ α ε ν ό ς ά λ λ ο υ Μ .Γ Κ Ο Ρ Κ Ι Οι πρώ ην άνθρω ποι ΓΚΥ ΝΤΕ ΜΩΠΑΣΑΝ Υ βέτ ΓΚΑΙΤΕ Χ έρμ α ν κα Δ ω ρ ο θ έα ΓΚΑΙΤΕ Β έρθερος Κ. ΝΤΙΚΕΝΣ Ε μ π ενέζερ Σ κ ρ ο υ τζ Ε. ΖΟΛΑ Π λημμύρα Το α ίμ α Λ. ΑΝΤΡΕΓΙΕΦ Τ ο κ ό κ κ ιν ο γ έ λ ιο


12/χρονικα

οι σ η μ ε ιώ σ ε ις ...

Διαπάλη

τών ιδεών

ή προσήλωση στην αυθεντία; Στην έπιφυλλίδα πού είχα έτοιμάσει γιά τό τεύχος τούτο τού «Διαβάζω» έπιχειρούσα νά άναζητήσω τά βαθύτερα αίτια τής άντιπνευματικότητας πού διέπει τή συμπεριφορά πολλών στελεχών τών ένο­ πλων δυνάμεων στή χώρα μας (δέν ξέρω τί γίνεται σέ άλλες χώρες) καθώς καί τής πλειονότητας τών στελεχών κάθε μηχα­ νισμού, είτε κρατικός είναι, είτε έκκλησιαστικός, κομματικός, έπιχειρησιακός ή άλλος. Συζητούσα έπίσης τά όλέθρια άποτελέσματα πού έπάγει στό κοινωνικό σώμα ό άπό τέτοιες πηγές διαχεόμενος σκοταδισμός. Αφορμή, τό κρούσμα πού κατάγγειλε ό Γ. Κάτρης στά «Νέα» τής 20ής Δεκεμ­ βρίου: Ό λοχαγός κι ό άντισυνταγματάρχης μιας μονάδας έπέβαλαν σ' ένα στρα­ τιώτη τήν άνώτατη πειθαρχική ποινή (ένα μήνα φυλάκιση) έπειδή είχε στό γυλιό του έργα τών Γιώργου Σεφέρη, Τ. Σ. Έλιοτ, Κώστα Ταχτσή, Ροζέ Μιλλιέξ, Έρμαν Έσσε, Γ. Κάτρη, μερικά λογοτεχνικά περιοδικά -άνάμεσά τους τό «Διαβάζω»καί τήν έφημερίδα «Καθημερινή» άνοιγμένη στή φιλολογική σελίδα! Ωστόσο, προτού μιλήσω ύπέρ τής δη­ μοκρατίας (καί τής άρρηκτα συνδεμένης μαζί της πνευματικής έλευθερίας) ένάντια στούς έχθρούς της, πράγμα πού πιστεύω ότι θά κάνει όπωσδήποτε ή σύν­ ταξη τού «Διαβάζω» στή στήλη τών σχο­ λίων, έκρινα άπαραίτητο νά τήν έχω συ­ ζητήσει καί (άν οί άπόψεις μου είναι όρ-

θές) προστατέψει άπό τούς καλοπροαί­ ρετους φίλους καί ύποστηρικτές της. Τήν άλλαγή άντικειμένου προκάλεσαν ένα γράμμα πού μοϋ έστειλε ή φίλη ποιήτρια Καίτη Δρόσου-Άλεξάνδρου, άναφερόμενη στό τεύχος πού άφιέρωσε τό «Διαβάζω» στή σοβιετική λογοτεχνία, κα­ θώς καί άρκετά τηλεφωνήματα πού έλα­ βα αύτές τίς ήμέρες άπό λόγιους καί λοι­ πούς άναγνώστες τού περιοδικού γιά τό ίδιο θέμα καί γιά τό κείμενο τού κ. Γιώργου Βελουδή, στό τεύχος τό άφιερωμένο στήν άντιστασιακή λογοτεχνία μας. Κοινό τους στοιχείο τά έξής άπερίφραστα έρωτήματα: «Πώς έπιτρέπεις στόν έαυτό σου νά συνεργάζεται, καί μάλιστα σέ μόνιμη βάση, μέ ένα έντυπο πού δίνει μιά τόσο παραπλανητική εικόνα γιά ό,τι συμβαίνει στόν πνευματικό χώρο τής ΕΣΣΔ, άποκρύβοντας ουσιαστικά τήν ως καί τά τέλη τού 1982 σκοταδιστική συμπεριφοφά τής έκεϊ έξουσίας;» Κι άκόμα: «Τί θά κάνεις τώρα πού τό περιοδικό αύτό έβαλε τό γραφτό σου δίπλα δίπλα μ ’ ένα κείμενο πού σέ κακοποιεί προσω­ πικά, όπως κακοποιεί καί τόν Πατρίκιο, τόν Άναγνωστάκη, τόν ’Αλεξάνδρου, κι έπιπλέον έμφορείται άπό πνεύμα διαμε­ τρικά άντίθετο πρός όσα έπί τόσα χρόνια ύποστηρίζεις;» ’Επειδή δέν άγαπώ τίς υπεκφυγές, κοι­ νολογώ ότι άντιλήφθηκα πώς οί καλο­ προαίρετοι, τό έπαναλαμβάνω, φίλοι


χρονικα/13

...τ ο υ κώ σ τα κουλουφακου

προσδοκούσαν ότι θά άντιμετώπιζα ένα όξύ πρόβλημα συνείδησης: Είναι δυνατό νά καταπιώ τέτοια πράγματα, συνεχίζον­ τας τή συνεργασία μέ τό «Διαβάζω»; Δέν ξέρω άν τούς άπογοητεύω, άλλά δηλώνω πώς τέτοιο πρόβλημα δέν άντιμετώπισα ούτε στιγμή. Βεβαίως καί δια­ φωνώ μέ τόν τρόπο πού σκαρώθηκε καί μέ τά κείμενα πού περιέλαβε τό άφιέρωμα στή σοβιετική λογοτεχνία -γενικά δια­ φωνώ μέ κάθε άφιέρωμα έπειδή έξ όρισμοϋ «καπελώνει» τόν άναγνώστη-, όπως καί άπορρίπτω μέ άγανάκτηση όσα γράφει γιά τούς τέσσερις ό Γ. Βελουδής. Καί περισσότερο έξοργίστηκα γιά τήν πε­ ρίπτωση τού "Αρη Αλεξάνδρου, πού έχοντας φύγει πιά άπό τή ζωή δέν μπορεί νά ύπερασπιστεΐ ό ίδιος τόν έαυτό του άπό τή συκοφαντία πώς... Δέν πρόκειται βέβαια νά τήν έπαναλάβω έδώ. Είναι πολύ εύκολο νά έξοργίζεται κα­ νείς κι άκόμα πολύ βολικό νά καταφεύγει σέ μέτρα πού τιμωρούν έκείνους μέ τούς όποιους διαφωνεί ή τούς όποιους κρίνει ένοχους γιά ότιδήποτε. Ή διακοπή τής συνεργασίας είναι ένα τέτοιο μέτρο τι­ μωρίας πού -γιά τόν έαυτό μου- δέν τό άποδέχομαι. "Οταν έπί σειρά χρόνων έπεδίωκα νά παίρνω γιά τήν «Επιθεώρηση Τέχνης» συνεργασία άπό λογίους πού διαφωνού­ σαν μέ τή γραμμή τού περιοδικού ή μέ συγκεκριμένα κείμενα πού έβλεπαν τό φώς άπό τίς σελίδες του καί έλεεινολογούσα μέσα μου όσους μέ τέτοια έπιχειρήματα τήν άρνοϋνταν, πώς νά υιοθετή­ σω σήμερα τή συμπεριφορά έκείνων; Τό σκεπτικό καί τότε καί τώρα είναι πώς ή δημοκρατία στόν πνευματικό χώρο άκρωτηριάζεται καί δέν μπορεί νά λει­ τουργήσει, άν ό χώρος αύτός δέν είναι

ένιαίος όπως ένας άθλητικός στίβος, στόν όποιο έλεύθερα προσέρχονται, μέ τήν όποια τους μπόρεση καί τά όποια έφόδιά τους, όσοι έπιθυμοϋν νά διαγωνι­ στούν. Τό ένιαΐο τού πνευματικού στίβου ύποστασιώνεται μέ τά περιοδικά πού οι διευθύνσεις καί οί συντακτικές έπιτροπές τους κρατούν ένα τουλάχιστο μέρος τών σελίδων τους άνοιχτό γιά τήν παρου­ σίαση όλων τών άπόψεων καί τήν άνεμ­ ποδιστή διαπάλη τών ιδεών. Ό μόνος ρό­ λος πού έπιτρέπεται στοάς έκδοτες τους είναι νά λειτουργούν σάν έπιεικείς έπιτροπές πρόκρισης, μέ μόνο κριτήριο τή σοβαρότητα τών θεμάτων καί τήν εύστο­ χιά τής γραφής, άφήνοντας τό ρόλο τής έλλανόδικης έπιτροπής πού θά ξεχωρίσει τούς ιδεολογικά καί καλλιτεχνικά άξιους άπό τούς άνάξιους στό άναγνωστικό τους κοινό. Ή άποψη πώς ή διαπάλη τών ιδεών μπορεί νά διεξάγεται άπό ξεχωριστά βι­ βλία ή άπό περιοδικά πού δημοσιεύουν μόνο κείμενα μιάς όρισμένης κατεύθυν­ σης, ώστε νά συνεργάζεται κανείς μόνο μέ όποια είναι σύμφωνος, είναι κατά τήν άποψή μου άντιδημοκρατική καί άντιπνευματική. "Οχι μόνο γιατί δέν άπευθύνονται στό ίδιο άναγνωστικό κοινό, άλλά κυριότερα γιατί έμφανίζονται -έστω κι άν δέν τό λένε ρητά- τό καθένα σάν ό μό­ νος κάτοχος κάθε άλήθειας καί κάθε έκλεκτής ποιότητας, καλλιεργώντας στόν άναγνώστη τους, άντί τής έλεύθερα καί μέσα άπό τή σύγκριση διαμορφούμενης προσωπικής γνώμης, τήν πίστη στήν αύθεντία καί τή συνεπακόλουθή της ει­ δωλολατρία.


14/χρονικα

Τά περιοδικά κόμικς Τι γνώμη θά είχατε γιά τήν τέχνη τού κινηματογράφου άν στή χώρα μας προ­ βάλλονταν μόνο ταινίες μιας μέσης ποιοτικής στάθμης ή καί χειρότερες; Τήν άπάντησή σας λοιπόν νά τή μεταφέρετε στήν τέχνη του κόμικς. Μιά καί, ώς πρόσφατα, τά μόνα δείγματα τής τέχνης αυτής πού κυκλοφορούσαν στή χώ ­ ρα μας ήταν ένός μέτριου αισθητικού άποτελέσματος ή, στή χειρότερη περί­ πτωση, άπείχαν άπό τό νά είναι κόμικς. Έτσι, οι περισσότερο έπιεικεΐς έκρι­ ναν -έχοντας διαμορφώσει γνώμη μέσα άπό αύτά- ότι τά κόμικς είναι μιά (όχι άκριβώς) τέχνη κατάλληλη γιά «νά περνάνε τήν ώρα τους» τά παιδιά, ένώ οί πολέμιοί τους τά φόρτωναν μέ χίλιες άμαρτίες, έχοντας έν μέρει δίκιο, κρί­ νοντας άπό ό,τι έβλεπαν στήν έλληνική άγορά. Κανείς ποτέ δέν είχε σκεφτεϊ ότι τό κόμικς, αύτή ή μίξη εικόνας καί άφήγησης (σάν κείμενο ή διαδοχή εικό­ νων μέ νόημα μεταξύ τους), μπορεί νά άποτελέσει μιά καινούρια τέχνη, προκαλώντας έρεθίσματα άνάλογα μ ’ αύτά πού προκαλοϋν τά άλλα είδη. Μέ τήν έκδοτική έκρηξη πού έγινε τά τελευταία χρόνια στή χώρα μας έγινε καί μιά καθυστερημένη καί ισχνή στήν άρχή προσπάθεια νά κυκλοφορήσουν έπιθεωρήσεις κόμικς, παρουσιάζοντας τά σύγχρονα έπιτεύγματα τής τέχνης. Μετά άπό πολλές άπόπειρες, μία καρποφόρησε. Καί άνθισε έν μέσω τών πολ­ λών περιοδικών κόμικς, καλών ή κακών, πού όμως δέν είναι έπιθεωρήσεις, άλλά άλμπουμ μέ όμοειδές περιεχόμενο, έλάχιστες φορές άνεκτό. Σκοπός αύτής τής παρουσίασης τών περιοδικών κόμικς δέν είναι λοιπόν νά προπαγανδίσει ή νά άπορρίψει μερικά ά π ’ αύτά , ά λλά ά πλά νά τά ξεχωρίσει μεταξύ τους.

Καί άρχίζουμε τήν παρουσίαση τών περιοδικών κό­ μικς πού κυκλοφορούν στή χώρα μας, μέ τίς έπιθεωρήσεις κόμικς. Δύο άπ’ αύτές, ή «Κολούμπρα» καί τό «Μαμούθ», έχουν πάψει νά έκδίδονται άλλά έξακολουθοΰν νά πωλοϋνται στά περίπτερα καί τά βιβλιοπωλεία- τίς παρουσιάζουμε γιατί έχουν ένδιαφέρον καί άποτελοϋν τίς πρώτες προσπάθειες. Μέ τίτλο «Κολούμπρα» καί ύπότιτλο «Φαντασμα­ γορικά κόμικς» κυκλοφόρησε, τό 1978, ή πρώτη ούσιαστικά έπιθεώρηση κόμικς στή χώρα μας. Ό λες οί προηγούμενες έπιθεωρήσεις πού είχαν κατά και­ ρούς έκδοθεϊ άπευθύνονταν κυρίως σέ παιδιά, μέ άνάλογο περιεχόμενο. Ή «Κολούμπρα» έζησε 16 τεύχη καί μέσα άπό αύτά παρουσιάστηκαν γιά πρώ­

τη φορά στή χώρα μας διάσημοι, στό έξωτερικό βέ­ βαια, δημιουργοί κόμικς άπό πολλές χώρες καί σχο­ λές. Θά άναφέρουμε ένδεικτικά μερικούς άπ’ αύτούς πού κατέχουν μιά σημαντική θέση στή φιλο­ λογία τού κόμικς. Άρχίζουμε άπό τούς Άργεντινέζους Κάρλο Σαμπάγιο καί Χοσέ Μουνιόζ. Κειμενογράφος ό πρώτος, σχεδιαστής ό δεύτερος, έγιναν διάσημοι άπό τόν ήρωά τους, ιδιωτικό ντέτεκτιβ Ά λ α κ Σίννερ. Τό σχέδιο πού τόν ζωντανεύει είναι άρκετά Ιδιότυπο καί διακρίνεται γιά τίς έντονες άντιθέσεις μαύρου καί άσπρου. Τό κείμενο, μεταφρα­ σμένο άρκετά καλά στά έλληνικά, θά λέγαμε δτι εί­ ναι κι αύτό σέ μαύρο-άσπρο, όπως καί τό ύφος του. 'Απόγνωση στό Χάρλεμ καί πτυχές τής άμερικάνι-


χρονικα/15

κης ζωής. Στό πρώτο τεύχος ύπάρχει μιά σύντομη είσαγωγή γιά τόν ήρωα καί τούς δημιουργούς του. Μαζί μέ τούς δύο Άργεντινέζους παρουσιάζεται στό πρώτο τεύχος καί ό διάσημος, πάντα στό έξωτερικό, Ιταλός δημιουργός Γκουίντο Κρέπαξ. Στά πρώτα τεύχη δημοσιεύεται ή «Βαλεντίνο» του, στήν ιστορία «Ή τυφλόμυγα», καί γίνεται έτσι γνω­ στή στό έλληνικό κοινό ή βασική ήρωίδα τού δη­ μιουργού καί τό ύφος του: Μικρά καρέ πού έντοπίζουν συχνά τή λεπτομέρεια τού προηγούμενου με­ γάλου, ή συνθέτουν μιά όλόκληρη εικόνα «κομμα­ τιασμένη», έπεκτείνοντας έτσι τή διάρκεια τής «άνάγνωσής» της· σκίτσο λεπτομερέστατο καί ρεα­ λιστικό, πού θά μπορούσε νά χαρακτηριστεί καί φορτωμένο, χωρίς δμως νά ένοχλεΐ. Πάνω άπό όλα καί μέσα σέ δλα τό μόνιμο χαρακτηριστικό τού Κρέ­ παξ είναι ό διάχυτος έρωτισμός πού έκδηλώνεται σέ γυμνά καί ντυμένα, έμψυχα ή άψυχα σχήματα. Δημοσιεύτηκαν τρεις συνολικά ιστορίες του, όλες μέ ήρωίδα τή Βαλεντίνο. Διάσημα όνόματα πού πα­ ρουσιάστηκαν στις σελίδες τής «Κολούμπρα» ήταν άκόμη ό ’Αργεντινός Έ νρικ Μπρέσια, ό πατέρας του, Άλμπερ τ, ό Ό σ κ ι μέ τόν «Καζανόθα στό Μιλά­ νο», ό Άλτάν κ.ά. Μ όνιμοι σχεδόν στις σελίδες τού περιοδικού ύπήρξαν ό εύφυέστατος Άργεντινέζος Γκουίντο, διάσημος γιά τήν πανέξυπνη «Μαφάλντα» του, ό κλασικός Γάλλος Γκοντλίμπ κ.ά. Μιά ούσιαστική συμβολή τού περιο δικού στό χώ­ ρο τού κόμικς στήν 'Ελλάδα ύπήρξε καί ή ένθάρρυνση έλλήνων δημιουργών νά παρουσιάσουν κά­ ποια έτοιμη δουλειά τους ή νά κάνουν έπιτυχεϊς ή όχι άπόπειρες. Δειλά στήν άρχή καί μέ θάρρος στή συνέχεια, όσο έλειπαν άπό τό περιο δικό τά μεγάλα ξένα όνόματα, παρουσιάστηκαν ντόπιοι δημιουργοί πού χωρίς νά ξεπεράσουν τήν έρασιτεχνική συμπα­ θητική προσπάθεια έδειξαν κάποιο δείγμα Ικανο­ ποιητικής δουλειάς. Στή συνέχεια, τό Μάρτιο τού 1980 κυκλοφορεί τό «Σκαθάρι»: Περιοδικό κόμικς κι αύτό μέ ποικίλο πε­ ριεχόμενο, έπέζησε γιά 17 τεύχη στήν έλληνική άγορά. Τά κόμικς πού παρουσίασε άπευθύνονταν τά περισσότερα σέ παιδιά, γεγονός πού τό έπιθεβαίωνε καί ή ύπόλοιπη ύλη του. ’Έκανε δμως γνω­ στούς στήν Ελλάδα δύο διάσημους, στό έξωτερικό, κόμικς-δημιουργούς: Τόν Οϋγκο Πράττ καί τόν Ά ρ γεντινέζο Έ κτορ Έ στερχελντ πού έγραψε τό σενά­

ΗΠΑΡΆΤΑΣΗ ΔιΑΚ0ί1ΗΜ£. .

gy n «Κόρτο Μαλτέζε» του Οϋγκο Πράττ

ριο τού «"Εταρνάουτα - Ό περιπλανώμενος τού άπειρου» πού τού στοίχισε τή ζωή τών τεσσάρων θυγατέρων του καί τήν ίδια του τή ζωή, δταν ή χούντα τής ’Αργεντινής κατάλαβε τί έννοοϋσε μ’ αύτό τό κόμικς (σέ σχέδιο τού Σολάνο Λοπέζ). Ό Οϋγκο Πράττ, Ιταλός σκιτσογράφος -ποιητής θά λέγαμε έμεϊς - παρουσιάστηκε μέ τήν κλασική του ιστορία «Ή μπαλάντα τής άλμυρής θάλασσας», συ­ στήνοντας μέσα άπ’ αύτήν, στό κοινό τού περιοδι­ κού, τόν πιό άξιοπρεπή ήρωα τής φιλολογίας τού κόμικς: τόν Κόρτο Μαλτέζε. Καί τά δύο κόμικς έμει­ ναν άτελείωτα, στό 17 τεύχος τού περιοδικού. Ή έλληνική συμμετοχή κόμικς στό περιο δικό έγινε μέ αύτό τού Κ. Κάσση «Μανιάτες πειρατές», συμπαθη­ τικά έρασιτεχνικό, πού έμεινε άτελείωτο πρίν κλεί­ σει τό περιοδικό. Τό Δεκέμβριο τού ’80 κυκλοφορεί τό πρώτο τεύ­ χος τού περιο δικού «Μαμούθ» -κ όμ ικ ς πού μπορεί νά θεωρηθεί μιά άπό τίς πλέον σοβαρές προσπά­ θειες έπιθεώρησης κόμικς στή χώρα μας. ’Από τό πρώτο τεύχος κιόλας άρχίζει τίς παρουσιάσεις διά­ σημων δημιουργών κόμικς μέ κατατοπιστικά κείμε­ να καί ειδήσεις άπό δλο τόν κόσμο γιά τά νέα κό­ μικς καί τά έντυπά τους, τούς δημιουργούς κ.ά. Κυ­ κλοφορεί κάθε μήνα καί άντέχει μόνο γιά 15 τεύχη, έχοντας προλάβει νά παρουσιάσει άρκετούς άγνω­ στους στήν 'Ελλάδα δημιουργούς, δημοσιεύοντας κείμ ενα γ ι’ αύτούς καί Ιστορίες τους. Κάθε τεύχος είναι άφιερωμένο καί σ ’ έναν, μέ βιογραφικά στοι-

«Κόρτο Μαλτέζε - Τό μαστικό τοϋ τρίσταν μπάνταμ» τοΰ Οϋγκο Πράττ


16/χρονικα

Ή α ναμ ονή

ς>

gyL L· 1

°

«Ή αναμονή» τοϋ "Εν ρικ Μπρέσια

«Ή τυφλόμυγα» τοϋ Γκουίντο Κρέπακς

χεία καί σχόλια. ΟΙ σπουδαιότεροι άπ’ αύτούς είναι ό Οΰγκο Πράττ καί οί Ιστορίες του μέ τόν Κόρτο Μαλτέζε, ό 'Ισπανός Λουί Γκαρθία μέ τά έκπληκτικά σκίτσα του πού θυμίζουν ζωντανές φωτογραφίες, ό Άλμπέρτο Μπρέσια, ό Σέρτζιο Τοππί, ό Έστεμπάν Μαρότο, ό "Αλεξ Ραίημοντ μέ τό «Φλάς Γκόρντον», ό Τζώρτζ Χέριμαν μέ τόν τρελό του γάτο, ό Μίλο Μανάρα, ό Άλτάν κ.ά. Ό λοι αύτοί, πλαισ ιω μένοι άπό δεκάδες άλλους ξένους δημιουργούς, συνέθεσαν ένα περιοδικό πού γιά πρώτη φορά παρουσίασε μιά πλατιά έπιλογή άπό τό παγκόσμιο κόμικς, μέ κατατοπιστικά ση­ μειώματα, άφιερώματα καί είδησεογραφική ύλη. Κι αύτό δμως δέν άντεξε τήν Ισχνή άγορά, μέ άποτέλεσμα τή γνωστή φράση γιά πολλά περιοδικά: «τό τεύχος αύτό είναι καί τό τελευταίο». Στά τελευταία του τεύχη ύπήρχαν καί γυαλιστερές σελίδες πού έκαναν περισσότερο έλκυστικά τά κόμικς. Κι έδώ έχουμε άρκετές παρουσιάσεις έλλήνων δημιουρ­ γών, πού δμως άρκοϋνται σέ σύντομα κόμικς, χωρίς νά ύπόσχονται τίποτε περισσότερο. Καί τό Φεβρουάριο τοϋ '81 έμφανίζεται στά περί­ πτερα ή «Βαβέλ», «περιοδικό κόμικς (καί όχι μόνο)» δπως είναι ό πλήρης τίτλος του. Είναι τό πρώτο π ε ­ ριοδικό κόμικς πού δέν άποτελεΐ «προσπάθεια» άλλά είναι άπλά ένα πλήρες περιο δικό κόμικς έφάμιλλο άν δχι καλύτερο πολλών ξένων. Ή διαπίστωση αΰτή είναι τοϋ κοινού, άφοϋ άπό τό πρώτο του τεύ­ χος ως τό τέλος τοϋ '82, στά 22 τεύχη πού κυκλο­ φόρησε, κατάφερε νά αύξήσει τό κοινό του, δη­ μιουργώντας νέους άναγνώστες. 'Εξαιρετικά έπιμελημένο σέ περιεχόμενο καί έμφάνιση, έχει παρου­ σιάσει ως σήμερα τούς πλέον διάσημους δημιουρ­ γούς χωρίς νά άπέχει χρονικά άπό τά άνάλογα ξένα περιοδικά. Μέ πολλά θεωρητικά κείμενα,Ιδιαίτερα στά πρώτα του τεύχη, γιά τήν Ιστορία τοϋ κόμικς, τίς σχολές του, καί πολλά στοιχεία γιά τούς δη­ μιουργούς πού παρουσίαζε, άπόκτησε μέ τήν πάρο­ δο τοϋ χρόνου τούς δικούς του άναγνώστες, πού συνεχώς αύξάνουν. Σχέδια τοϋ Κάζα, τοϋ Κρέπαξ, τής Μοντεγιέρ, τοϋ Μοέμπιους, τοϋ Ντρουγιέ, τοϋ Βολίνσκι, τοϋ Ράιζερ, τοϋ Κουίνο, τοϋ Τοππί, τοϋ Κοπί, τοϋ Άλτάν, τών Μουνιόζ καί Σαμπάγιο καί πολλών άλλων, «πρώτων» στό χώρο, όνομάτων γέμισαν οί σελίδες τής «Βαβέλ», πάντα μέ κάποιο εισαγωγικό σημείω­ μα γιά τό νεοφώτιστο άναγνώστη. Ά π ό τίς καινοτο­ μίες τοϋ περιο δικού ήταν οί έγχρωμες παρουσιά­ σεις τών κόμικς, Ιδιαίτερα δέ τής Ιστορίας τοϋ έφιαλτικά πολύχρωμου Μοέμπιους, «Ό χορός τών άθανάτων». Στό τεύχος 7 τοϋ περιοδικού κάνει τήν έμφάνισή του ένα πραγματικά έλληνικό κόμικς, βγαλμένο άπό τήν πένα τοϋ Γιάννη Καλαϊτζή, γνωστού άπό τίς πολιτικές του γελοιογραφίες παλαιότερα στήν «Αύγή» καί τώρα στήν «’Ελευθεροτυπία». Μέ τίτλο «Τσιγγάνικη όρχήστρα» τό κόμικς τοϋ Καλαϊτζή δέν έχει σέ τίποτε νά ζηλέψει τίς δου­ λειές ξένων συναδέλφων του, άντίθετα μάλιστα. Μιά ιστορία πού έξελίσσεται στήν Αθ ήνα είναι τό θέμα του καί τό σχεδιάζει έξαιρετικά καλά, άποτελώντας τήν έκπληξη τής «Βαβέλ» καί τό καμάρι τών έλλήνων φίλων τοϋ κόμικς... Στό έπόμενο τεύχος κάνει τήν έμφάνισή του ένας άκόμη έλληνας δη­


χρονικα/17

μιουργός, ό 'Αρκάς, μέ ήρωά του έναν κόκορα. Ή «Τσιγγάνικη όρχήστρα» όμως έμεινε στή μέση, ό ’Αρκάς συνεχίζει τή συνεργασία του μέ τή «Βαβέλ» καί τόν κόκορά του ένώ κατά καιρούς έμφανίζονται καί άλλα όνόματα. Ή στήλη τών άναγνωστών πού καθιέρωσε τό πε­ ριοδικό είναι Ιδιαίτερα χρήσιμη γιά τήν άπήχηση πού έχουν τά διάφορα κόμικς στό κοινό τού περιο­ δικού. Πολύ συχνά δημοσιεύονται κρίσεις καί άπόψεις καί εύνοείται έτσι ό διάλογος, ένώ αύξάνεται καί τό ένδιαφέρον. "Ως αύτή τή στιγμή, ή «Βαβέλ» είναι ή μόνη έπιθεώρηση κόμικς πού κυκλοφορεί στή χώρα μας. Τά ύπόλοιπα περιο δικά κόμικς πού κυκλοφορούν παρουσιάζουν κόμικς ένιαίου ύφους καί άποτελοϋν μετάφραση ξένων περιοδικών. 'Αρχίζουμε μέ μιά σειρά πού άπευθύνεται άποκλειστικά σέ ένήλικες: «Κόμικς έρωτικά»: ’Από τίς έκδόσεις «Πλειάς» κυκλοφορούν μιά σειρά άλμπουμ-κόμικς μέ περιε­ χόμενο «τά άριστουργήματα τής παγκόσμιας έρωτικής λογοτεχνίας», δπως σημειώνουν στό έσώφυλλο, «άπό τούς σπουδαιότερους σχεδιαστές τού κό­ σμου». Στά πρώτα 9 τεύχη ό ισχυρισμός αύτός έπαληθεύεται μέ τήν παρουσίαση τού ήδη γνωστού στό κοινό τής χώρας μας Γκουίντο Κρέπαξ. Μέ τή γνωστή του τεχνική πού γνωρίσαμε άπό τίς δημοσιεύσεις τής «Κολούμπρα» καί τής «Βαβέλ» ό Κρέπαξ εικονογραφεί τή «Ζυστίν» τού Ντέ Σάντ (τεύχη 1 καί 2) συνθέτοντας ένα ιδιαίτερα τολμηρό κόμικς. Γιατί, άν τό κείμενο «μεταφέρει» τήν εΐκόνα στό μυαλό τού άναγνώστη, τό κόμικς είναι εικό­ να καί δέν άφήνει περιθώρια. Ή συμμετοχή τού Κρέπαξ σ ’ αύτό είναι ή ύψηλή αισθητική πού έπιτυγχάνει φορτίζοντάς το μέ τό δικό του έρωτισμό καί άπαλλάσσοντάς το άπό τό χαρακτηρισμό τού πορνογραφικού. Τό ίδ ιο Ισχύει καί γιά τίς έπόμενες Ιστορίες πού κυκλοφόρησε ή «Πλειάς» στή συλλο­ γή «’Οβελίσκος», δπου ύπάγονται τά «Κόμικς έρω­ τικά». Ή γνωστή άπό τόν κινηματογράφο «Ιστορία τής Ο» τής Πολίν Ρεάζ (τεύχη 3 καί 4) καί ή έπίσης δημοφιλής άπό τήν 7η τέχνη «Έμμανουέλα» τής Έ μμανουέλ Άρσάν (τεύχη 5 καί 6) είναι δύο άκόμη περιπτώσεις εικονογράφησης γνωστών έρωτικών Ιστοριών. Τό άποτέλεσμα είναι πάντα ό Ιδιότυπος έρωτισμός τού Κρέπαξ· έρωτισμός πού έκπέμπεται άκόμη καί άπό μιά άπλή γραμμή, άρκεϊ νά είναι τρα­ βηγμένη άπό τό χέρι του. Στά άλμπουμ άρ. 7 μέ τίτ­ λο «Άνίτα» καί άρ. 8, «Χελλόου Άνίτα», ό Κρέπαξ έ μφ ανίζ’ ται καί σάν σεναριογράφος, παίζοντας μέ τή μοναξιά πού έκπέμπει ή τηλεόραση καί τό τηλέ­ φωνο, άνακατεμένα μέ τίς έρωτικές φαντασιώσεις μιας σύγχρονης γυναίκας. Στό τεύχος 9, πού είναι καί ή τελευταία συμμετοχή τού Κρέπαξ (ώς τώρα) στή σειρά, παρουσιάζεται τό γνωστό πρόσωπο τής «Βαλεντίνος» του, σέ μιά Ιστορία χωρίς κείμενο, πού ή δύναμη τής είκόνας τό άντικαθιστά άνετα. Στήν Ιδιότυπη αύτή περιπέτεια ή άνάγνωση είναι καθαρά προσωπική ύπόθεση. Στή συνέχεια τά «Κόμικς έρωτικά» παρουσιάζουν τόν γνωστό στή Γαλλία Ζόρζ Πισάρ (τεύχη 10, 14 καί 15). ’Εδώ χωρίς εισαγωγή -έ ν ώ στά τεύχη τού

«Τά μάτια τής γάτας» τοϋ Μοέμπιους «’Εκείνος του όποιου ή καλωσόνη είναι απέραντη» τ<δν Μουνιόζ καί Σαμπάγιο


18/χρονικα

Κρέπαξ πάντα ύπήρχε, καί ϋπήρξε πολύτιμη γιά τόν καινούριο άναγνώστη- οί σειρές τού Πισάρ, μέ τίς ήρωίδες του εύτραφεϊς καί σεξουαλικές, είναι λιγό­ τερο έρωτικές Ιστορίες καί περισσότερο μαζοχιστικές. Μεγάλα κείμενα καί νατουραλιστικές λεπτομέ­ ρειες κάνουν τό κόμικς συχνά κουραστικό. Καθαρά έρωτικό κόμικς μπορούν νά χαρακτηρι­ στούν τά τεύχη 12, 13 καί 14, μέ έργα τού άγνωστού μας Ζόρζ Λεβί. Έδώ ή τέχνη τού κόμικς έπιστρατεύεται γιά νά έξυπηρετήσει την έμπορική έκμετάλλευση τού έρωτα· δπως ό κινηματογράφος μέ τίς ταινίες πορνό. Τό σκίτσο είναι καθαρό καί άδιάφορο, χωρίς νά έκπέμπει κάποιον έρωτισμό, παρά τίς έρωτικές παραστάσεις πού συνθέτει... Σάν έκδόσεις, τά «Κόμικς έρωτικά» είναι φροντι­ σμένα. Μεγάλο σχήμα, φροντισμένο λέττερινγκ (καλλιτεχνική γραφή), καλή ποιότητα χαρτιού καί σωστό τύπωμα. Μερικά τεύχη μόνο έχουν τυπωθεί

Καί περνάμε στά περιο δικά πού άπευθύνονται καί σέ παιδιά: Πολεμικές ιστορίες άπό τόν τελευταίο πόλεμο κυρίως παρουσιάζουν τά μικρού σχήματος περιοδι­ κά κόμικς, μέ τούς άνάλογους τίτλους: «Τάνκς», «Κράνος», «Πόλεμος», «Έφοδος», «Μάχη», «Δρά­ ση» κ.ά. Μεταφρασμένες στά έλληνικά, οί Ιστορίες αύτές τών άνώνυμων σχεδιαστών καί κειμενογράφων άποδίδονται μέ κάποια άφέλεια σέ δ,τι άφορά τήν ύπόθεση καί μέ ένα μέσου άποτελέσματος σχέ­ διο πού άπλώς έξυπηρετεί τήν άφήγηση. ’Αξιοση­ μείωτο είναι πάντως ότι άποδίδονται πιστά καί μέ λεπτομέρειες τά δπλα, οί στολές, τά άρματα μάχης, τά άεροπλάνα καί τά πλοία. Κατά καιρούς δημοσι-

Σαμπάγιο

Μουνιόζ

μαυρόασπρα άπό έγχρωμο πρωτότυπο, μέ άποτέλεσμα «σκοτεινά» σκίτσα.


χρονικα/19

εύονται περιπέτειες μέ σκίτσο έξαιρετικά φροντι­ σμένο, πού μαρτυρά ικανότατο δημιουργό ό όποιος σίγουρα σάν έπώνυμος θά είναι Ιδιαίτερα γνωστός άπό άλλες έργασίες του. ΟΙ έκδόσεις των περιοδι­ κών αύτών άρχισαν στό τέλος τής δεκαετίας τοϋ ’60 καί είναι μάλλον προσεγμένες, μέ Ικανοποιητικό λέττερινγκ καί έκτύπωση. «Μίκυ-Μάους»: Τό πιό γνωστό περιο δικό κόμικς μέ μεγάλη κυκλοφορία καί παρελθόν, άφοϋ άρχισε νά έκδίδεται στά μέσα περίπου τής δεκαετίας τού ’60 καί συνεχίζει άνελλιπώς άπό τίς έκδόσεις Τερζόπουλος ΑΕ. Κυκλοφορεί σάν έβδομαδιαίο, μηνι­ αίο καί μεγάλο σχήμα, μέ τό ίδ ιο περιεχόμενο: τίς ιστορίες τών ήρώων τού Ντίσνευ, πού έχουν κατακλύσει τήν παγκόσμια άγορά σέ ποσότητες, γιά νά καλύψουν τήν δλο αύξανόμενη ζήτηση (τά γνω­ στά...). Ή γραμμή τοϋ σχεδίου τών κόμικς αύτών είναι «Άστερίξ - ΟΙ δάφνες τοϋ Καίσαρα» τοϋ Οΰντερζό

καθαρή καί άναλλοίωτη άλα αύτά τά χρόνια, χωρίς καμιά έξαρση ή άλλη άναζήτηση- περιορίζεται στό νά εικονογραφεί κατανοητά τό σενάριο. Σενάριο καί σχέδιο είναι προϊόντα διαφόρων συνεργείων τοϋ ’Οργανισμού Ντίσνευ, μέ συνέπεια νά λείπει τό προσωπικό ύφος καί νά γίνεται έτσι ούδέτερο καί έπίπεδο τό κόμικς. ΟΙ ιστορίες τών άνθρωπόμορφων ζώων πού σηκώθηκαν στά δυό τους πόδια άπό τόν Ντίσνευ δέν παρουσιάζουν πιά τή χάρη πού εί­ χαν στά πρώτα τους βήματα. Κατά καιρούς μόνο, στήν έλληνική έκδοση έπαναλαμθάνονται κάποιες άπό τίς πρώτες αύτές Ιστορίες, χωρίς δμως νά τούς γίνεται κάποια ιδιαίτερη μνεία. Τά κόμικς τοϋ «Μί­ κυ-Μάους» είναι ίσιος ή πιό χαρακτηριστική περί­ πτωση «μαζικοποίησης» κόμικς. Συνεργεία είναι αύ­ τά... Πολύ κοντά στό ύφος τού «Μίκυ Μάους» είναι καί ό «Μπάγκς Μπάννυ», μέ ήρωες τά άνθρωπό-


20/χρονικα μορφα ζωάκια τής άμερικάνικης έταιρείας «Γουώρνερ Μπρός». Έδώ τό αισθητικό άποτέλεσμα είναι λίγο πιό κάτω καί βαδίζει μ’ αύτό τοϋ «Ποπάυ», τού γνωστού ήρωα -τ ώ ρ α - τού Μπάντ Σατζεντόρφ, μιά καί ό πρώτος δημιουργός του έχει άπό καιρό πεθάνει. Τό φαινόμενο τής άπό χέρι σέ χέρι μεταφοράς ήρώων τής φιλολογίας τοϋ κόμικς είναι Ιδιαίτερα διαδομένο στήν ’Αμερική. Στόν ίδ ιο χώρο κινούνται καί ό «Σεραφίνο» καί ό «Τιραμόλα», πού έκδίδονται έδώ καί άρκετά χρόνια κι αύτά. Έδώ ή άθλιότητα τοϋ σεναρίου συναγωνί­ ζεται αύτήν τοϋ σκίτσου καί μερικές φορές τήν ξε­ περνά. "Εχουν όμως διαμορφώσει ένα γούστο πιά ατό κοινό τους. Τόσα χρόνια έκδίδονται... Ά π ό τήν έμπορική έκμετάλλευση δέν ξέφυγε ού­ τε τό γνωστό ζευγάρι «Χοντρός καί Λιγνός». Ά π ό τήν 7η τέχνη μετακόμισαν σ’ αύτήν τοϋ κόμικς, μέ άθλια αίσθητικά άποτελέσματα. Χωρίς βέβαια νά φταίει ή τέχνη τοϋ κόμικς γ ι’ αύτό, άλλά ή αισθητι­ κή τοϋ σεναριογράφου καί τοϋ σκιτσογράφου. Δύο μικρά περιοδικά κόμικς πού άπευθύνονται σέ μικρά παιδιά είναι τό «Χάιντι» καί τό «Τετράφυλ­ λο». Καί στά δύο τό σκίτσο είναι ηθελημένα παιδικό καί «άφελές», δπως καί οί Ιστορίες. «Κλασσικά εικονογραφημένα» καί «Μικρά κλασ­ σικά εικονογραφημένα». 'Ε πανακυκλοφορούν έδώ καί άρκετό διάστημα οί δύο αύτές σειρές πού πρωτοκυκλοφόρησαν πριν άρκετά χρόνια στήν πατρίδα μας μέ περιεχόμενο γνωστές κλασικές Ιστορίες διάσημων συγγραφέων σέ μορφή κόμικς. Στήν πε­ ρίπτωση αύτή έχουμε περισσότερο μιά εικονογρα­ φημένη παρουσίαση τής Ιστορίας παρά ένα κόμικς. Μέ άποτέλεσμα τήν άφαίρεση δλης αύτής τής Ιδιαί­ τερης άτμόσφαιρας καί βεβαίως τοϋ ύφους πού έχει τό πρωτότυπο κείμενο. Είναι δ,τι χειρότερο μπορεί νά συμβεί σ’ ένα κλασικό έργο, χειρότερο άκόμη καί άπό τήν άπαγόρευσή του. Ή σειρά αύτή είναι άμερικάνικης προέλευσης καί συμβαίνει νά έχει περιλάθει ή γραφίδα της όλους τούς μεγάλους τής παγκόσμιας λογοτεχνίας. Τό σκίτσο στό σύνολο των εικονογραφήσεων ήταν έπίπεδο καί ψυχρό, χω­ ρίς κανένα προσωπικό ύφος, ένώ τό κείμενο δέν εί­ χε καμία σχέση μέ τό πρωτότυπο. Σάν μόνο θετικό τής έκδοσης αύτής στή χώρα μας είναι ή άφύπνιση άρκετών έλλήνων δημιουργών νά εικονογραφή­ σουν γιά λογαριασμό τοϋ έκδότη («’Εκδόσεις Ά τλαντίς») Ιστορίες άπό τήν έλληνική Ιστορία όλων τών έποχών. Χαρακτηριστικά άναφέρουμε τά όνόματα τοϋ Βασίλη Ρώτα (κείμενο) καί τοϋ Μπόστ(αντζόγλου) (σχέδιο) γιά διάφορα έπεισόδια. Μέ τόν «πολύτιμο» τίτλο «Χρυσά κόμικς» κυκλο­ φορεί στή χώρα μας μιά δεκαπενθήμερη σειρά μέ διάφορους ήρωες, όλους στό ίδιο ϋφος σχεδίου καί θεματικού περιεχομένου. Τό σκίτσο τους μπορεί νά θεωρηθεί κλασικά «γαλλικό» ένώ τό θέμα τους εί­ ναι σύγχρονο καί καθαρά ψυχαγωγικό, μέ περιπέ­ τειες σέ σύγχρονο ρυθμό ζωής. Ή έλληνική έκδοση τής σειράς αύτής - ή πρωτότυπη είναι γαλλική- εί­ ναι ιδιαίτερα φροντισμένη. Σωστό τύπωμα καί σέ καλό χαρτί, λέττερινγκ προσεγμένο. Κι έδώ, όπως στά περισσότερα περιοδικά κόμικς, καμιά νύξη γιά τούς δημιουργούς τους. Ή μετάφραση τής Έλενας Ακρίτα κάνει τό κείμενο «διαβαστερό». «Σπάιντερ-μαν», «Σούπερ-μαν» καί άλλα είς

«...μάν»: Κλασικά στό είδος τους άμερικάνικα κό­ μικς μέ χαρακτηριστικό σκίτσο καί θέμα. Στή χώρα μας κυκλοφορούν σχετικά πρόσφατα, άντικαθιστώντας μιά άνάλογη σειρά κόμικς τής δεκαετίας τοϋ ’60. Κάτω άπό τούς τίτλους αύτούς στεγάζον­ ται διάφοροι τύποι ήρώων, μόνιμα καλοί ή κακοί, όλοι μέ ύπερφυσικές Ιδιότητες, πού δροϋν σέ κό­ σμους φανταστικούς, ζωντανεμένοι άπό ένα σκίτσο ψυχρό, καθαρό μέν άλλά χωρίς άπαιτήσεις. «Γκαλάκτικα»: Μπορεί νά θεωρηθεί ή έξέλιξη τών προαναφερθέντων κόμικς. Σάν σχέδιο καί σενάριο ύπηρετεΐ κι αύτό τήν ποσότητα. Ό μως σέ γραμμή καί πλοκή είναι άνώτερο αίσθητικά άπό τήν προη­ γούμενη σειρά. Πρόκειται γιά τή μεταφορά άπό τήν όθόνη στό χαρτί, τής μόδας τών ταινιών έπιστημονικής φαντασίας, μέ τή συμμετοχή διαστημο­ πλοίων, τεράτων καί έξωγήινων κόσμων. Τό σχέδιο ειδικά, άνήκει στό νέο ϋφος τοϋ άμερικάνικου κό­ μικς καί καλλιεργείται ειδικά γιά τήν εικονογράφη­ ση τής έπιστημονικής φαντασίας. «Ταρζάν»: Ένα άκόμη περιοδικό κόμικς μέ ήρωα τή γνωστή φιγούρα τοϋ Ταρζάν πού δημιουργήθηκε πριν άπό χρόνια άπό διάφορους άμερικανούς σχε­ διαστές. Οί περιπέτειες πού παρουσιάζονται στό περιοδικό αύτό ύπογράφονται άπό τόν Μπάροουζ, έναν άπό τούς πνευματικούς πατέρες τοϋ Ταρζάν. Κρατάνε κάτι άπό τό παλιό ϋφος καί έχουν καθαρό σχέδιο. Ό «Άστερίξ» καί ό «Λούκυ Λούκ» έχουν ήδη όλοκληρώσει τόν κύκλο τής έκδοσής τους στή χώ­ ρα μας έξαντλώντας δλες τις περιπέτειες πού σχέ­ διασαν οί δημιουργοί τους. Ό κειμενογράφος Ρενέ Γκοσινύ, πνευματικός πατέρας τοϋ Λούκυ Λούκ (σχέδιο Μορρίς) καί τοϋ Άστερίξ (σχέδιο Ούντερζό). Καί οί δύο έκδόσεις παρουσιάστηκαν άρκετά φροντισμένες, ιδιαίτερα δέ αύτή τοϋ «Άστερίξ», μέ προσεγμένο λέττερινγκ καί μετάφραση. Τά πρώτα έπεισόδια τά έχει μεταφράσει ό Κώστας Ταχτσής. Καί οί δύο σειρές, μαζί μέ τις «Περιπέτειες τοϋ Ίζνογκούντ» καί τοϋ «Οΰμπα-Πά», έξακολουθοϋν καί πωλοϋνται. «Τεν-Τέν»: "Ενας άπό τούς πιό δημοφιλείς ήρωες τοϋ κόμικς είναι σίγουρα καί ό Τεν-Τέν, δημιούργη­ μα τοϋ Βέλγου Έρζέ, πού σχεδιάζει τόν ήρωά του έδώ καί άρκετά χρόνια μέ μεγάλη έπιτυχία, άποτέ­ λεσμα τής προσωπικής γραφής καί τοϋ καθαρού καί σφιχτού ύφους του. Στή χώρα μας δέν έχει γίνει καμιά συστηματική παρουσίαση τοϋ έργου αύτοϋ, άν καί είναι πασίγνωστος σ’ δλη τήν Εύρώπη. Στό παρελθόν έχουν γίνει κάποιες άπόπειρες πού ποτέ δέν όλοκληρώθηκαν. Πρόσφατα άρχισε μιά προσεγ­ μένη παρουσίαση τών περιπετειών τοϋ Τεν-Τέν, χωρίς όμως κάποια σειρά ή κάποια άλλα στοιχεία πού θά έξηγοϋσαν στό σημερινό άναγνώστη μερικά άπαραίτητα πράγματα. Ή έκδοση πάντως είναι Ιδιαίτερα προσεγμένη, σέ καλό χαρτί καί μέ φροντι­ σμένο λέττερινγκ. "Ως τώρα έχουν έκδοθεΐ 10 τεύ­ χη τοϋ όμώνυμου περιοδικού, παρουσιάζοντας Ισά­ ριθμες Ιστορίες. Ή σειρά τής έκδοσης δέν άκολουθεί τή σειρά τής σχεδίασης, μέ άποτέλεσμα κάποια κενά στίς σχέσεις μεταξύ τών ήρώων.

. ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΥΡΙΑΖΑΝΟΣ


Δημήτρης Γληνός Στά εκατό χρόνια από τή γέννηση τοϋ Δημήτρη Γληνοϋ είναι άφιερωμένο αυτό τό τεύχος τοϋ «Διαβάζω». Μέ την επιθυμία νά συμδάλουμε κι εμείς, όσο μάς είναι δυνατό, σέ μιά προσπάθεια ουσιαστικής γνωριμίας κ ι αξιολόγησης τοϋ πολυποίκιλου κ α ί πολυσήμαντου έργου τοϋ Δ. Γληνοϋ, ζητήσαμε από τούς συνεργάτες τοϋ περιοδικού νά μάς γνωρίσουν τόν άνθρωπο, μέσα από τίς προσωπικές τους μαρτυρίες, κ α ί νά μάς άναλύσουν τό έργο του. Είναι δύσκολο τό πλησίασμα πού επιχειρούμε, γιατί ό Δ. Γληνός δέν υπήρξε μόνο παιδαγωγός ή κοινωνικός άναμορφωτής, αλλά κ α ί φιλόσοφος κ α ί πολιτικός, κ α ί πάνω άπ’ όλα μ α χ η τ ή ς . 'Ο άγωνιστής πού, άσταμάτητα, μάχεται τό σκοταδισμό κ α ί τό βλέμμα του στρέφεται πάντα πρός τό όραμα μιάς κοινωνίας ανώτερης, ικανής νά θρέφει κ α ί ν’ άγκαλιάσει τά ιδανικά τής φυλής του, μιάς «λεύτερης, πολιτισμένης κ α ί ευτυχισμένης Ελλάδας».


22/αφιερωμα

Κωνσταντίνος Σιάκαρης

Δημήτρης Γληνός: Ή ζωή καί τό έργο του Τήν πορεία τον Δημήτρη Γληνοϋ στά πρώτα χρόνια τον αιώνα μας περιγράφει ό σννεργάτης μας Κωνσταντίνος Σιάκαρης στό άρθρο τον, σημειώνοντας σνγχρόνως κ α ί τά γεγονότα έκεϊνα πού άλλαξαν σιγά σιγά τή μορφή τής έλληνικής κοινωνίας, σέ μιά προσπάθεια νά ερμηνεύσει τό ρόλο τού Γληνοϋ στην ελληνική πραγματικό­ τητα κ α ί νά δείξει τήν προσφορά τον. Εκατό χρόνια άπό τή γέννηση τού Δημήτρη Γληνοϋ (22 Αύγουστου 1882) καί 39 άπό τό θά­ νατό του δεν υπήρξαν αρκετά γιά νά πάρει αυ­ τός ό «δάσκαλος τοΰ γένους»1 τή θέση πού τοϋ άρμόζει στήν έλληνική ιστορία καί ιδιαίτερα στήν ιστορία τής έλληνικής εκπαίδευσης. ’Ίσως γιατί ή τελευταία δέν έχει άκόμα γραφτεί, ίσως γιατί οί έλληνες πνευματικοί άνθρωποι είχαν μιά έξέχουσα θέση στήν ιστορία τής χώρας μας μόνο μέχρι τήν Επανάσταση τοϋ ’21. Ά π ό τότε καί ύστερα ήταν γνωστοί μόνο άπό τή γραμματολο­ γία. Στήν καλύτερη περίπτωση, άν δηλαδή ήταν καί λογοτέχνες, θά τούς βρούμε καί στά σχολικά άναγνωστικά. Έτσι, ό Παλαμάς π.χ. είναι γνω­ στός μόνο σάν μεγάλος ποιητής καί όχι σάν ένας άπό τούς πρωτεργάτες τού δημοτικισμού στά τέ­ λη τού 19ου καί τίς άρχές τοΰ αιώνα μας. Ό Τριανταφυλλίδης πάλι είναι γνωστός μόνο σάν ένας άπό τούς καλύτερους γλωσσολόγους μας. 'Ο Γληνός όμως ή ό Δελμοΰζος, πού είχαν τήν «άτυχία» νά μήν είναι ούτε «λογοτέχνες» ούτε «γλωσσολόγοι», παραμένουν άγνωστοι γιά τόν πολύ κόσμο άλλά καί γιά τούς εκπαιδευτικούς ή τούς μαθητές -γιά νά μήν άναφέρουμε καί τό έπίσημο κράτος. Ά ν μάλιστα ισχύει ότι «ή περι­ γραφή τής παιδείας τού Έλληνα στή μοναδική ιδιομορφία καί ιστορική εξέλιξή της άποτελεϊ τήν ίδια τήν έλληνική ιστορία»2 καταλαβαίνουμε ότι ή έρμηνεία καί ή κατανόηση τής πορείας άνθρώπων σάν τό Δημήτρη Γληνό είναι οδηγοί γιά τήν έρμηνεία καί τήν κατανόηση τής ίδιας τής ιστορίας μας. Δέ θά έπιχειρήσουμε έδώ νά παραθέσουμε μιά

βιογραφία τού Δημήτρη Γληνοϋ. Ή ζωή του καί ή πολιτεία του είναι στενά δεμένες μέ τά γεγονό­ τα πού άλλαξαν σιγά σιγά τή μορφή τής έλληνι­ κής κοινωνίας σρς άρχές τού αιώνας μας. Καί άνεξάρτητα άν κάποιος συμφωνεί ή όχι μέ τήν πολιτική τού Δ. Γληνοϋ σάν δημόσιου άντρα καί σάν ιδιώτη, δέν μπορεί παρά νά άναγνωρίσει ότι πάλεψε, άπό όλες τίς θέσεις πού έπέλεξε ή πού βρέθηκε, έντιμα καί θαρραλέα γιά τήν άφύπνιση τού λαού, γιά τή μόρφωσή του καί γιά τήν κοι­ νωνική του άπελευθέρωση. «Ά πό τόν Μιστριώτη στόν Λένιν»3 όπως έλεγε ό ίδιος, μαζί μέ τούς φιλελεύθερους άστούς δημοτικιστές στήν άρχή, πρωτοπόρος τού κοινωνικού δημοτικισμού στή συνέχεια, ό Δ. Γληνός μέχρι τίς τελευταίες του στιγμές συμμετείχε. ΆΛό τή Σμύρνη ως τήν Ίένα καί τή Λιψία, άπό τήν Αθήνα καί τή Θεσσαλο­ νίκη ως τήν Ανάφη καί τήν Άκροναυπλία, σφράγισε τήν ιστορία τής έλληνικής έκπαίδευσης καί τής ίδιας τής Ελλάδας τά πρώτα 40 χρόνια τού αιώνα μας. Ή πορεία τού Γληνοϋ, δύσκολη καί άνηφορική, μέ λίγες χαρές καί μέ πολλούς διωγμούς καί πίκρες, διαγράφεται μέσα άπό τά ίδια τά έργα τοϋ καί παρουσιάζεται άνάγλυφη, ξεδιπλώνοντας μαζί της καί τήν πορεία τού έλληνικού λαού. Μέσα άπό τό έργο του λοιπόν θά παρακολουθήσουμε τό Δημήτρη Γληνό, τούς άγώνες του καί τήν άγωνία του γιά τήν παιδεία, γιά τήν Ελλάδα καί τό λαό της. "Οταν ό Δημήτρης Γληνός έρχεται στά 1899 άπό τή Σμύρνη στήν Αθήνα καί γράφεται στή Φιλοσοφική Σχολή, ό υπουργός τής κυβέρνησης Θεοτόκη, Ά θ. Ευταξίας, παρουσιάζει στή Βου­


αψιερωμα/23

λή κάποια νομοσχέδια γιά την άναμόρφωση τής έκπαίδευσης. Τά νομοσχέδια αυτά, πού τελικά δέν ψηφίστηκαν, ήταν ή πρώτη σοβαρή προσπά­ θεια μετά την άπελευθέρωση γιά τή λειτουργικό­ τητα τών γνώσεων καί την αυτοτέλεια τοϋ σχο­ λείου, τή σύνδεσή του δηλαδή μέ την κοινωνία. Έμελλε στη δεύτερη προσπάθεια, 14 χρόνια αρ­ γότερα, πρωταγωνιστής νά είναι ό ίδιος ό Γληνός. Ή πρώτη προσπάθεια τοϋ Γληνοΰ ή καλύτερα ή πρώτη «επίσημη» εμφάνισή του έγινε τό 1901 μέ μιά επιστολή του πρός «Τό περιοδικόν μας» τού Γερ. Βώκου γιά την αύθαίρετη χρησιμοποίη­ ση ξένων λέξεων στή δημοτική. Ή συμμετοχή του τό Νοέμβρη τής ίδιας χρονιάς στά «Εύαγγελιακά» σηματοδοτεί άρνητικά τή στάση του στό γλωσσικό ζήτημα, πού τήν πρώτη δεκαετία τοϋ αιώνα μας βρίσκεται στό επίκεντρο όχι μόνο τής έκπαιδευτικής άλλά καί τής ιδεολογικοπολιτικής διαμάχης. 'Ωστόσο σύντομα ό Γληνός, βοηθούμενος καί άπό τή γνωριμία του μέ τό Δελμοϋζο καί τόν Τριανταφυλλίδη, θά συνειδητοποιήσει τήν κατάσταση. Έ τσι στά 1904, δταν οί δημοτι­ κιστές Παλαμάς, Χατζόπουλος, Δελμούζος ιδρύουν τό σύνδεσμο «Ή εθνική μας γλώσσα», ό Γληνός γίνεται μέλος του. Καί ένώ στην Ελλάδα οί όπαδοί τοϋ δημοτικισμού συσπειρώνονται γύ­ ρω άπό τό περιοδικό «Νουμάς» ό Γληνός σάν εκ­ παιδευτικός στή Σμύρνη (1905-1908) δίνει τή δι­ κή του μάχη καί άντιμετωπίζει σχεδόν μόνος τό κύμα τοϋ συντηρητισμού καί τής άντίδρασης τών καθαρευουσιάνων. Στά μαθήματά του, μέ διαλέ­ ξεις καί άρθρογραφία προβάλλει τίς νέες άπόψεις τού γλωσσικού δημοτικισμού καί τού νέου πνεύματος στην εκπαίδευση. Τήν εποχή αυτή άρθρογραφεϊ στην εφημερίδα «Ημερήσια» καί στό περιοδικό «Κόσμος» τής Σμύρνης ένώ στόν «Νουμά» γράφει καί μεταφράζει ποιήματα τού de Heredia μέ τό ψευδώνυμο Μήτρος Γληνός. Στά 1908, άφού νυμφεύεται τήν ’Άννα Χρόνη, φεύγει γιά σπουδές στή Γερμανία. Ά π ό τήν πρακτική στή θεωρητική σύγκρουση ό Γληνός, πρώτα στήν Ίένα καί μετά στή Λιψία, παρακο­ λουθεί, μελετά, συζητά μέ τούς διψασμένους γιά τά νέα πράγματα έλληνες συμφοιτητές του. Εί­ ναι ή περίοδος τοϋ προβληματισμού καί τής άναζήτησης. Σημαντική πρέπει νά υπήρξε ή γνωρι­ μία του μέ τό Γ. Σκληρό. Ή δη στά 1907 τό βι­ βλίο τού τελευταίου «Τό κοινωνικό μας πρόβλη­ μα» καί, μέ άφορμή αύτό, ή συζήτηση πού άκο-, λούθησε άπό τίς στήλες τοϋ «Νουμά»4 άνατάραξαν τά ήδη ταραγμένα νερά τής ελληνικής κοινω­ νίας. 'Ο Γληνός παρακολουθεί στήν Τένα μαθήματα φιλοσοφίας. Στίς άρχές τού 1909 γράφει μιά με­ λέτη γιά τόν καθηγητή του Rudolf Eucken («Ό διδάσκαλος καί ό άνθρωπος. Τά έργα του. Τό

σύστημα») πού δημοσιεύεται στά «Παναθήναια» τό Φλεβάρη καί τό Μάρτη τού 1909. Λίγο άργότερα καί μέ άφορμή τήν επανάσταση τών Νεοτούρκων, επηρεασμένος προφανώς άπό τό Γ. Σκληρό, γράφει τή μελέτη «Ή τουρκική μεταπο­ λίτευσή καί αί συνέπειαι αυτής». Δημοσιεύτηκε στό περιοδικό «Ελληνισμός» τό φθινόπωρο τού 1909 καί είναι ή πρώτη προσπάθεια τού Γληνού νά άναλύσει ένα γεγονός μέ τή μέθοδο τού ιστο­ ρικού υλισμού πού θά υιοθετήσει άργότερα σάν μέσο άνάλυσης καί κριτικής. (Ή δημοσίευση έγινε μέ τό ψευδώνυμο Λ. Καλλέργης.) Τήν ίδια χρονιά ό Γληνός πηγαίνει στή Λιψία, όπου πα­ ρακολουθεί ψυχολογία καί παιδαγωγική στό ερ­ γαστήριο τού Wundt καί επιδίδεται σέ άνάλογες έρευνες καί μελέτες. Δημιουργεί μέ άλλους έλλη­ νες φοιτητές τήν «Εταιρία τών φίλων», σύλλογο μέ σοσιαλιστικά ιδεώδη. Μιά ανέκδοτη πραγμα­ τεία του, ή «Μελέτη περί τής ήθικής φιλοσοφίας τού Πλάτωνος», είναι ή συμμετοχή του στό «Σούτσειον διαγώνισμα» τού Πανεπιστημίου Αθηνών, πού δέν βραβεύτηκε. (Κριτική έπιτροπή ήταν οί Μιστριώτης - Εύαγγελίδης.) Στό μεταξύ στήν Ελλάδα έχει γίνει ή επανά­ σταση στό Γουδί (1909), πού σήμανε καί «τήν οριστική κατάληψη τής πολιτικής έξουσίας άπό τήν άστική τάξη».5 Οί νέες κοινωνικές δυνάμεις πού άνέρχονται στήν έξαυσία, μέ βασικό εκφρα­ στή τους τόν Έλ. Βενιζέλο (1910), έπαγγέλλονται τήν οικονομική πρόοδο, ένα κράτος δικαίου καί τήν έπίλυση τού έθνικού ζητήματος, μέ τήν έπανάκτηση τών ελληνικών εδαφών πού βρί­ σκονταν ύπό τούς Τούρκους. "Ολα αύτά βέβαια καί ιδιαίτερα τά δύο πρώτα προϋπέθεταν τή μόρφωση τού λαού.6 Οί δημοτικιστές άνασκουμπώνονται καί ιδρύουν, τό Μάη τού 1910, τόν Εκπαιδευτικό Όμιλο μέ σκοπό «... νά ίδρύση ένα Πρότυπο Δημοτικό Σχολείο στήν Αθήνα καί νά βοηθήση ν’ άναμορφωθή, μέ τόν καιρό, ή Ελληνική Εκπαίδευση». Τό 1911 ό Γληνός έπιστρέφει στήν Αθήνα. Εί­ ναι ή χρονιά πού ή κυβέρνηση Βενιζέλου ψηφί­ ζει στό σύνταγμα τού 1911 τό άρθρο 107 πού προβλέπει δτι έπίσημη γλώσσα τού κράτους (θά) είναι ή καθαρεύουσα. Αύτός ό «γλωσσικός συμ­ βιβασμός»8 έδειχνε δτι άσφαλώς καί μέ τίς νέες συνθήκες ό δρόμος γιά τούς δημοτικιστές κάθε άλλο παρά άνθόσπαρτος θά ήταν. Ό Γληνός διορίζεται καθηγητής παιδαγωγικών στό διδα­ σκαλείο τού Αρσάκειου καί ελληνοδιδάσκαλος στό 6ο Δημοτικό Σχολείο. Αρχίζει ή περίοδος τής ενεργού συμμετοχής στά κοινά άπό υπεύθυ­ νες δημόσιες θέσεις. ' Τήν επόμενη χρονιά, 1912, ό Γληνός διορίζε­ ται διευθυντής στό διδασκαλείο Μέσης Έκπαιδεύσεως. Συμμετέχει ενεργά στίς δραστηριότητες τού Εκπαιδευτικού , Όμίλου καί άρθρογραφεί


24/αφιερωμα

στό «Δελτίο» του. Πρώτη παρουσία τοϋ Δ. Γληνοΰ στό «Δελτίο» τοϋ Εκπαιδευτικού 'Ομίλου (Δ.Ε.Ο.) έχουμε στά 1912* Στόν 2ο τόμο καί με τό ψευδώνυμο Δ. Φωτεινός δίνει τρεις βιβλιοκρισίες, μέ τό γενικό τίτλο «Παιδαγωγική φιλολογία», έργων τών Δ. Γεωργακάκη-Δ. Παυλίδου «Παραμύθια», Ά . Καραγιάννη «Περί έρεύνης τών παίδων καί σχο­ λικής πειθαρχίας» καί Payot (μετάφρ. Βαχαβιόλου) «Πρός τούς διδασκάλους καί τάς διδασκαλίσσας. Συμβουλαί καί όδηγίαι πρακτικαί». Πιό ένδιαφέρουσα δμως είναι ή βιβλιοκρισία του, στόν ίδιο τόμο καί μέ τό ίδιο ψευδώνυμο, τοϋ βιβλίου τοϋ Πέτρου Βλαστοΰ «Φυσική», μετα­ φρασμένου άπό τά άγγλικά. Ό Γληνός διατυπώ­ νει βασικές γλωσσικές διαφωνίες μέ τή δημοτική πού χρησιμοποιεί ό Βλαστός (π.χ. «κατεβατό» άντί «σελίδα», «βαροσύνη» άντί «βαρύτητα» κλπ.). Στόν ίδιο τόμο τού Δ.Ε.Ο. ή προκήρυξη, τής έπιτροπής τού 'Ομίλου, διαγωνισμού γιά άλφαβητάριο είναι συνταγμένη άπό τό Γληνό. Τήν ίδια περίοδο μεταφράζει ποιήματα τού Baudelai­ re στό «Νουμά» μέ τό ψευδώνυμο Έσπερος. Τόν ίδιο χρόνο ό ύπουργός Παιδείας τού Έλ. Βενιζέλου, Ί . Τσιριμώκος, τόν καλεϊ νά συνερ­ γαστεί μαζί του στή σύνταξη τών νομοσχεδίων γιά τήν έκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Τά νομο­ σχέδια είναι έφτά καί άφορούν: τήν οργάνωση τής δημοτικής καί τής μέσης Εκπαίδευσης, τά διδασκαλεία τής δημοτικής καί τό διδασκαλείο τής μέσης, τήν ίδρυση διδασκαλείου τεχνικών μαθημάτων, τή διοίκηση τής έκπαίδευσης καί τή μίσθωση τών σχολικών κτιρίων. Είναι ή δεύτερη καί πιό σοβαρή προσπάθεια στήν ιστορία τής (νεο-)έλληνικής έκπαίδευσης γιά μεταρρύθμιση, γιά γενίκευση δηλαδή καί αυτοτέλεια τοϋ σχο­ λείου καί γιά τήν κοινωνική λειτουργικότητα τών γνώσεων. "Οπως άλλωστε εκφράζεται στή συνταγμένη άπό τό Γληνό εισηγητική έκθεση,9 τό Νοέμβρη τού 1913, «Ή ένεστώσα Κυβέρνησις, ή τήν άνορθωτικήν διάθεσιν τού Ελληνικού λαού έκπροσωπούσα... θεωρεί καθήκον έαυτής ύπέρτατον νά πραγματοποιήση καί τήν εκπαιδευτι­ κήν μεταρρύθμισιν, άφού... τής άναγεννήσεως τού λαού τό μόνον διαρκές εχέγγυον καί έρεισμα είναι ή παιδεία...» Μάλιστα κατά τό Γληνό προϋπόθεση γιά τή μεταρρύθμιση είναι όχι μόνο «τό πρόγραμμα πάντων τών ειδών τών μορφωτι­ κών σχολείων νά πλουτισθή διά τών μαθημάτων εκείνων άτινα θά καλλιεργήσωσι τά τεχνικά διαφέροντα καθόλου καί θά άναπτύξωσι τάς σχετι­ κός δεξιότητας,... αλλά καί είδικώτερον νά όργανωθή ή τεχνική έκπαίδευσις».10 Ή κοινωνική όραση τού Δ. Γληνού είναι ήδη οξεία. Γράφει στό Δ.Ε.Ο .,11 πάλι σάν Δ. Φ ω ­ τεινός): «'Όσοι γνωρίζουν τίς ιδέες τού Ε.Ο., όσοι έχουν καταλάβει τήν ουσία καί τούς σκο­

πούς τής ψυχικής καί πνευματικής άναγεννή­ σεως, πού σημαντικός της σταθμός θά είναι ή άπολύτρωση τού σημερινού σκολειού μας άπό τό σχολαστικισμό, τόν τυφλό εμπειρισμό, τήν προ­ γονοπληξία, τήν άεροβασία... ξέρουν πολύ καλά πώς δέν περιμένουμε, δέν μπορούμε νά τά περιμένωμέ αύτά άπό άλλαγή μόνο τού εξωτερικού οργανισμού καί τής διοικήσεως τών σκολειών. Ξέρουν πώς όλα αύτά είναι πρό πάντων ζητήμα­ τα ιδεολογίας... άλλαγής τών κοινωνικών ιδεών ή καλύτερα ζητήματα αύτοαναγνωρίσεως τής ση­ μερινής ελληνικής κοινωνίας». Παρά τό γεγονός ότι οί συνθήκες είναι πιό ευ­ νοϊκές άπό τό 1899, ή άστική τάξη δέν θά κατα­ φέρει νά περάσει τόν δικό της ορθολογισμό στήν έκπαίδευση. Πάλι ό Γληνός γράφει: «Εφαρμό­ ζεται τό πρόγραμμα τών δημοτικιστών μέ αύτά τά νομοσχέδια; Ό χ ι... Καί έπρεπε οί καθαρευ­ ουσιάνοι νά είναι ευχαριστημένοι καί μείς άνήσυχοι. Καί όμως συμβαίνει τό άντίθετο!... Ε μείς... δέν μπορούμε παρά νά ευχόμαστε νά ψηφιστούν».12 'Ωστόσο οί ευχές τών δημοτικιστών δέν έπιασαν. Ελάχιστα άπό τά νομοσχέδια ψηφίστηκαν τό 1914. Ό Γληνός άναλαμβάνεΓ τή διεύθυνση τής σύνταξης τού Δ.Ε.Ο., όπου στόν 3ο τόμο, πάλι σάν Δ.Φ., δημοσιεύει βιβλιοκρισίες σέ έργα τών Δ. Σαράτση, Ά χ. Τζαρτζάνου, Τ. Βαϊνοπούλου, Ν. Πολίτου («Έκλογαί άπό τά τραγού­ δια τού Ελληνικού λαού»), J. Β. Bury (A Histo­ ry of the Eastern Roman Empire) καί VA. Κατσίγρα Μελά. Παράλληλα ιδρύει τό «Σύνδεσμο Ε κ ­ παιδευτικών Λειτουργών» καί έκδίδει τό περιο­ δικό του «’Αγωγή». Στό μεταξύ ή διαμάχη γιά τά νομοσχέδια τού 1913 συνεχίστηκε. Στίς έπικρίσεις τών συντηρη­ τικών καθηγητών Ά . Σκιά καί Ν. Έξαρχόπουλου, ό Γληνός άπάντησε μέ σειρά 17 άρθρων13 στήν εφημερίδα «Νέα Ελλάς» άπό τίς 18 τού Μάρτη ως τίς 15 τού ’Απρίλη τού 1914. Δείχνει καθαρά ότι δέν έχει αυταπάτες: «Προβλήματα οία τά εκπαιδευτικά, πολυσύνθετα, διαρκή, δυ­ σεπίλυτα, ζωτικά, ούτε συζητούνται δεόντως, ούτε επιλύονται κατά τό βραχύ διάστημα τό όποιον μεσολαβεί μεταξύ τής ψηφίσεως νομοσχε­ δίων καί τής συζητήσεως αύτών. Είνε προβλή­ ματα τά όποια πρέπει νά άποτελούν διαρκές μέλημα τών διδασκάλων, υποκείμενον μελετών καί συζητήσεων έν τώ τύπω, έν συνεδρίοις, έν συλλόγοις, κατά πάντα χρόνον». Κατακρίνει ωστό­ σο τούς επικριτές του γιά έλλειψη κοινωνικής όρασης: «Τρίτον τέλος, όπερ καί τό σπουδαιότερον καί τό μάλλον παροραθέν ύπό τών κρινάντων τά νομοσχέδια, πρέπει πρό παντός νά λαμβάνεται ύπ’ όψιν ό κοινωνικός χαρακτήρ τού έκπαιδευτικού ζητήματος» (άρθρο μέ τίτλο «Νομο­ σχέδια καί συζητήσεις»). Παράλληλα, βλέποντας


αφιερωμα/25

πιό μακριά γράφει: «καί όταν δι’ όλων τών προσπαθειών αυτών ύπάρξη διδασκαλία φυσι­ κών έπιστημών καί τεχνικών μαθημάτων έν Έλλάδι, τότε θά συντελεσθή εξελισσόμενων τών οι­ κονομικών δρων καί χρησιμοποιούμενων τών δυνάμεων τής Ελληνικής γής ή σωτηρία μετα­ στροφή άπό τών λόγων είς τά πράγματα, άπό τοϋ μεταπρατισμού καί παρασιτισμού είς την δημιουργικήν έργασίαν, την βάσιν τής ευημερίας καί τής άναδείξεως τών εθνών» (άρθρο με τίτλο «Πραγματισμός, Συγχρονισμός, Κλασικισμός»), Ή νέα άντίληψη γιά τό ρόλο τοϋ σχολείου καί τη λειτουργία του διαφαίνεται στίς άπαντήσεις του: «Εναντίον τοϋ σημερινού σχολείου, τοϋ σχολεί­ ου τών βιβλίων καί τών λόγων, τού σχολείου τής μνήμης, εγείρεται ήδη καί όλονέν τείνει νά έπιβληθή είς την συνείδησιν τών παιδαγωγών τό σχολεΐον τής εργασίας. Όλίγη θεωρία καί πολλή εφαρμογή» (άρθρο με τίτλο «’Ακόμη τά προ­ γράμματα»), Στίς αρχές τού 1915, στην προσπάθειά του γιά άφΰπνιση τών πνευματικών δυνάμεων καί ιδιαί­ τερα τών δασκάλων, δημοσιεύει δύο άρθρα του στό περιοδικό «’Αγωγή».14 Τό πρώτο μέ τίτλο «Ή άναγέννησις τής Ελληνικής παιδείας» καί υπότιτλο «Τό καθήκον τών 'Ελλήνων διδασκά­ λων» είναι ένα κάλεσμα γιά έγρήγορση καί δρά­ ση: «Διότι δέν άρκεΐ νά διεκτραγωδούνται τά πράγματα δημοσία ή κατ’ ιδίαν, άλλά πρέπει νά θεραπεύονται. Καί θέλω νά τονίσω, δτι ή θερα­ πεία δέν είνε καθήκον κανενός άλλου παρά μό­ νον τών διδασκάλων». Μέ τό δεύτερο άρθρο υποδεικνύει τήν άνάγκη έκπαιδευτικοΰ συνε­

δρίου. Τόν ίδιο χρόνο στό Δ.Ε.Ο. (τόμος 5) δη­ μοσιεύει τό πρώτο μέρος τής μελέτης του «Έθνος καί Γλώσσα». Σκοπός του νά άποδείξει ότι οί κατηγορίες ενάντια στούς δημοτικιστές (άντεθνικοί κλπ.) είναι σκόπιμες καί άβάσιμες καί ότι, έπιστημονικά πιά, ή μόνη γλώσσα πού προάγει καί σφυρηλατεί τήν εθνική ενότητα εί­ ναι ή δημοτική καί όχι ή καθαρεύουσα. 'Ο Γληνός πιστεύει ότι «τό σκολειό είναι τό σπουδαιό­ τατο έργαστήριο τής εθνικής ενότητας, γιατί έκεϊ μέσα προπάντων καλλιεργείται καί διαμορφώνε­ ται ό πιό ισχυρός, ό μόνος άπαραίτητος καθώς είδαμε συντελεστής της, δηλ. ή εθνική συνείδη­ ση».15 Ό Γληνός έχει μπει πιά στην ένεργό πολιτική. Τήν κρίσιμη περίοδο 1915-1917 άκολουθεί τήν τύχη τού ’Ελ. Βενιζέλου. Οί πρώτοι διωγμοί έχουν άρχίσει. Μέ αφορμή ένα «χαρακτηρισμό» πού έκανε στό Διδασκαλείο γιά τό βασιλιά (Κωνσταντίνο) φυλακίζεται. ’Απαλλάσσεται μέ βούλευμα άλλά τήν επόμενη χρονιά (1916) άναγκάζεται νά παραιτηθεί. “Ηδη καί μέ προ­ τροπή τού Βενιζέλου έχουν σχηματίσει μέ τούς Δελμούζο-Τριανταφυλλίδη τήν «’Εκπαιδευτική ’Επιτροπή». ’Αφού ξαναφυλακίζεται στά τέλη τού 1916 (φυλακές Άβέρωφ) καί άποφυλακίζεται τό Γενάρη τού 1917, τόν καλεί ό Βενιζέλος στή Θεσσαλονίκη (έπαναστατική κυβέρνηση) καί τόν κάνει πρόεδρο τού τριμελούς ’Εκπαιδευτι­ κού Συμβουλίου. Ή δεύτερη προσπάθεια γιά τήν έκπαιδευτική μεταρρύθμιση άρχίζει. Ή λύση τών εκπαιδευτικών προβλημάτων πού έκκρεμεί επί 20 περίπου χρόνια (1899) είναι πάλι


26/αφιερωμα

μερική. Μέ βασικό έμπνευστή καί εισηγητή τό Δ. Γληνό, τό Μάη τού 1917, έκδίδονται τά νομοθε­ τικά διατάγματα καί οί εισηγητικές έκθέσεις γιά τήν εισαγωγή τής δημοτικής γλώσσας στό δημο­ τικό καί γιά τό θεσμό τών άνωτέρων έποπτών -γιά τό τελευταίο ό Γληνός δημοσιεύει ένα άρ­ θρο στήν «Εκπαιδευτική Επιθεώρηση» (Α' 1917). Μέ τήν κάθοδο τής κυβέρνησης στήν ’Αθήνα ό Γληνός άναλαμβάνει γενικός γραμμα­ τέας τού υπουργείου Παιδείας καί οί Δελμούζος καί Τριανταφυλλίδης γίνονται άνώτεροι έπόπτες. Τά οράματα τών δημοτικιστών φαίνεται νά πραγματοποιούνται. Ή περίοδος μέχρι τό 1920 είναι περίοδος αγώ­ νων γιά τή στήριξη καί εφαρμογή τής γλωσσικής μεταρρύθμισης τού 1917. Πρωτοστάτης ό Γληνός μάχεται άπό τήν άνώτερη θέση πού κατέχει μαζί μέ τά υπόλοιπα μέλη τού ’Εκπαιδευτικού 'Ομί­ λου ενάντια στήν προσπάθεια τών καθαρευου­ σιάνων πού άντιδρούν καί στίς πιό στοιχειώδεις «καινοτομίες». Τήν περίοδο αύτή διευθύνει μέ τούς Γ. Δροσίνη καί Δ. Γεωργακάκη τό «Δελτίον τού 'Υπουργείου Εκκλησιαστικών καί τής Δημοσίας Έκπαιδεύσεως». Τήν άνοιξη τού 1918 μέ άπόφαση τού ’Εκπαιδευτικού Συμβουλίου διοργανώνονται μαθήματα καί συζητήσεις γιά τούς έπιθεωρητές τής δημοτικής εκπαίδευσης, ώστε νά μυηθούν στήν έκπαιδευτική μεταρρύθμι­ ση. (Είχε ήδη προηγηθεΐ άνάλογη σειρά μαθημά­ των γιά τούς δημοδιδασκάλους τής ’Αθήνας καί τού Πειραιά.) 'Ο Γληνός διδάσκει άπό τίς 26 τού ’Απρίλη ως τίς 28 τού Μάη μέ θέμα: «Ή νεωτέρα εκπαιδευτική κίνησις, έξεταζομένη ιδίως άπό τήν κοινωνιολογικήν άποψιν. Τά προβλήματα τής νεοελληνικής ψυχής». Μιά άνακοίνωσή του στήν «'Εταιρεία Κοινω­ νικών καί Πολιτικών ’Επιστημών» τό Μάρτη τού 1918, πού δημοσιεύτηκε μέ τίτλο «Δημιουργικός ιστορισμός», δείχνει μέ εκπληκτικό τρόπο τή διάσταση τής σκέψης τού Γληνού όχι μόνο σάν φιλόλογου καί πάιδαγωγοϋ, μά καί σάν κοινω­ νιολόγου: «... ό δημιουργικός ιστορισμός, δηλ. ό άρμονικός συνδυασμός τών αξιών τού παρελθόν­ τος μέ τίς δυνάμεις καί τίς όρμές τού παρόντος, έτσι πού καί τά περασμένα νά δίνουν κάθε στοι­ χείο πού μπορεί νά χρησιμεύη γιά ιδανικό πα­ ράδειγμα καί ν’ άφομοιώνεται άπό τό παρόν καί ή σύγχρονη ορμή ν’ άπλώνεται άνετα καί νά έξυψώνη τά δικά της στοιχεία σέ άξιες πολιτισμού δσο μπορεί περισσότερο ικανοποιητικές γιά τίς σύγχρονες ψυχικές άνάγκες. Αύτή είναι καί ή μόνη σωστή έννοια τού κλασικισμού». Στίς άρχές τού 1920 μέ μιά συνέντευξη στόν Δ. Π. Τ(αγκόπουλο) καί μέ μιά έπιστολή στό «Νουμά» υπερασπίζεται καί κάνει άπολογισμό τής με­ ταρρύθμισης. Ή πτώση δμως τής κυβέρνησης τού Βενιζέλου τό Νοέμβρη τού, 1920 σημαίνει καί

τήν- άποχώρηση τού Γληνού άπό τό ύπουργείο. Νέο πισωγύρισμα τής μεταρρύθμισης καθώς ή «Επιτροπεία» πού ό (νέος) υπουργός διόρισε «πρός έξέτασιν τής γλωσσικής διδασκαλίας τών Δημοτικών σχολείων» προτείνει γιά τά σχολικά άναγνωστικά τής μεταρρύθμισης «... νά έκβληθώσι πάραυτα εκ τών σχολείων καί καώσι... ώς έργα ψεύδους καί κακοβούλου προθέσεως...». Τό 1920 σημαίνει καί τό τέλος μιας περιόδου άγώνων γιά τό άστικό σχολείο.16 Δυό χρόνια άργότερα ή μικρασιατική καταστροφή -γεγονόςτομή στή νεοελληνική ιστορία- θά σημάνει τήν έναρξη μιας νέας περιόδου, όπου όμως τίποτε δέν θά είναι όπως πρίν. Στό μεταξύ οί δημοτικι­ στές, καί πρώτος ό Γληνός, μάχονται άπό τό μέ­ τωπο τού ’Εκπαιδευτικού 'Ομίλου. Νά πώς χα­ ρακτηρίζει άπό τίς στήλες τού Δ.Ε.Ο., πάλι σάν Δ.Φ. καί μέ τίτλο «Παιδεία καί Πολιτική» (υπό­ τιτλος: «νΕργα καί ήμέρες τόύ 'Υπουργείου Παι­ δείας») τίς συνέπειες τής πολιτικής (καί έκπαιδευτικής) μεταβολής τού 1920: «Σ’ όλο τό κράτος τό σχολικό έτος 1920-1921 πήγε χαμένο. Τό προ­ σωπικό ταπεινώθηκε κι έξευτελίστηκε. Ό επαγ­ γελματικός του προβληματισμός άποδείχτηκε μη­ δαμινός... Σήμερα θά είναι άδύνατο νά μεταχειριστή κανείς έτσι έστω καί δουλοπαροίκους». Καί μέ τό ψευδώνυμο Άντ. Γαβριήλ στήν περί­ φημη μελέτη γιά τά άναγνωστικά «Οί χοίροι ύίζουσιν, τά χοιρίδια κοΐζουσιν, οί δφεις ίύζουσιν» (τίτλος παρμένος άπό τό «Ελληνικόν Άλφαβητάριον» τού X. Παπαμάρκου τού 1908) γράφει: «Έλεγεν εις τό παιδίον τό άναγνωστικό: “ό σαλπιγκτής όταν έχη συνάγχην δέν δύναται νά σαλπίση” ... Ά ν εϊπη τό βιβλίον “ό Κωστάκης έχει συνάγχην” , ό Κωστάκης θά γελάση, διότι έχει συνάχι καί όχι συνάγχην». Τήν ίδια χρονιά (1921) δ Γληνός ιδρύει τήν Άνωτέρα Γυναικεία Σχολή, ένα είδος λαϊκού πανεπιστημίου. Ή όμιλία του στά έγκαίνιά της, πού δημοσιεύτηκε μέ τίτλο «Γυναικείος άνθρωπισμός», είναι μιά ύπέροχη προσπάθεια γιά νά καταδείξει τήν άνάγκη «νά πάρη ή γυναίκα τήν θέση της... στίς άνώτερες έκδηλώσεις τής κοινω­ νικής ζωής». Διακηρύχνει ότι «ή σοβαρή καί βα­ θιά μόρφωση τής γυναίκας άποτελεί τήν άσφαλέστερη εγγύηση γιά τό μέλλον τής κοινωνίας σχετικά μέ τό γυναικείο ζήτημα». Στό Δ.Ε.Ο. (τόμ. 10) δημοσιεύεται τό δεύτερο μέρος τής μελέτης τού Γληνού «Έθνος καί Γλώσ­ σα». Υπερασπιζόμενος τή δημοτική γλώσσα σάν όρο συνειδητοποίησης τού λαού καί τού έθνους, γράφει: «ΓΓ αύτό ή άναγνώριση τής δημοτικής γλώσσας πού άποτελεί τό ιστορικά έξελιγμένο καί δημιουργημένο ψυχικό παρόν τής φυλής μας καί έχει μέσα της όλα τά ζωντανά στοιχεία τής έπιβίωσης τού παρελθόντος, είναι ό πρώτος, άπαραίτητος καί θεμελιωδέστατος όρος γιά νά


αφιερωμα/27

ώφεληθούμε άπό τό παρελθόν μας καί τό με­ σαιωνικό καί τό άρχαϊο, παίρνοντας άπό κεΐ όσα σπέρματα μπορούν νά γονιμοποιηθούν σήμερα καί νά μάς βοηθήσουν νά πλάσωμε τό νεοελληνι­ κό, τό σημερινό, τό δικό μας πολιτισμό. Ό δη­ μοτικισμός δίνει τούς όρους γιά τήν ιδανική ένω­ ση ιστορισμού καί συγχρονισμού». Ή έπανάσταση τού Πλαστήρα, πού άκολούθησε τή μικρασιατική καταστροφή (1922), ξανάφερε τούς έμπνευστές τής μεταρρύθμισης στό υπουργείο καί τή δημοτική στό δημοτικό. 'Ο Γληνός διορίζεται έκπαιδευτικός σύμβουλος (1923). Στό Δ.Ε.Ο. πάλι (τόμος 11, 1923-24) δη­ μοσιεύει τό πρώτο μέρος τής μελέτης του «'Η κρίση τού δημοτικισμού» μέ τίτλο «Ή κρίση τού φιλολογικού δημοτικισμού». Είναι φανερό ότι τό γλωσσικό πρόβλημα είναι κυρίαρχο τήν εποχή αυτή, μέ άφορμή τή μεταρρύθμιση τού 1917 καί τήν άντιμεταρρύθμιση τού 1920. "Οπως γράφει ό Γληνός «σύμβολό του (τού φιλολογικού δημοτι­ κισμού) επαναστατικό καί ιδανικός σκοπός, άναγέννηση τής νεοελληνικής λογοτεχνίας καί γενικώτερα τής πνευματικής μας ζωής μέ τήν άλλαγή πρό πάντων τής γλώσσας». Καί άντικρούοντας τήν άποψη ότι δήθεν ή δημοτική είναι μόνο γιά τή λογοτεχνία, υποστηρίζει ότι «οί επι­ στήμονες μόνο γράφοντας τή δημοτική καί θά άποκτήσουν τήν τριβή της καί θά μάς δώσουν τό υπόδειγμα καί θά τήν κάνουν νά θριαμβεύση έξω άπό τή λογοτεχνική περιοχή». Στή μελέτη του «Τό βασικό πρόβλημα τής παι­ δείας»17 μέ κάποιες κοινωνιολογικές καί ψυχο­ λογικές άναλύσεις άνατέμνει τό φαινόμενο τής παιδείας. Είναι χαρακτηριστική ή κοινωνική του άντίληψη όταν γράφει: «Τά ιδανικά, πού κάθε φορά επικρατούν στήν παιδεία ένός λαού, είναι τά Ιδανικά τών δυνατών, πού κατέχουν καί διακυβερνούν τά άγαθά καί θέλουν καί κατορθώ­ νουν όλες οί κοινωνικές λειτουργίες νά προσαρμόζωνται στά συμφέροντά τους». Καί ή ψυχολο­ γική άνάλυση: «Έτσι λοιπόν ή ψυχή ένός παι­ διού έξ ή έφτά χρόνων μάς παρουσιάζει μιά κα­ θορισμένη διπλοσύστατη πραγματικότητα, δη­ λαδή άπό τή μιά μεριά τήν κληρονομημένη οργα­ νική του σωματική καί ψυχική δυναμικότητα, άπό τήν άλλη μεριά τό περιεχόμενο, πού δόθηκε στίς ψυχικές του λειτουργίες άπό τό γύρω του κόσμο ως τότε». Τό Νοέμβρη τού 1924 λειτουργεί ή Παιδαγωγι­ κή Ακαδημία μέ διευθυντή τό Δ. Γληνό πού, άλλωστε, είναι καί «ό συλλαβών τήν ιδέαν τής ίδρύσεως ταύτης».18 Παράλληλα ό Δελμούζος αναλαμβάνει τή διεύθυνση τού Μαράσλειου Δι­ δασκαλείου, πού λειτουργεί σάν πρότυπο καί συστεγάζεται μέ τήν ’Ακαδημία. Είναι ή τελευ­ ταία δημόσια (κυβερνητική) θέση πού καταλαμ­ βάνει ό Γληνός, ενώ ή τελευταία άνάλογη συμβο­

λή του είναι ή συγγραφή τού ’Οργανισμού τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ύπό ίδρυση) στά 1925. Τόν ίδιο χρόνο ξεσπάνε τά περίφημα «Μαρασλειακά» (γεγονότα). Ή σκευωρία έξυφάνθηκε κατά τής νεαρής δασκάλας τού Μαράσλειου Ρόζας Ίμβριώτη, ότι διδάσκει στό μάθημα τής ιστορίας άπόψεις υλιστικές. Ή άναταραχή πού άκολούθησε καί ή δικτατορία τού Πάγκαλου οδήγησαν στήν άπόλυση άπό όλες τίς θέσεις τού Γληνοΰ καί τού Δελμούζου. Λίγους μήνες άργότερα, τό φθινόπωρο τού 1926, σέ μιά συνέντευξή του19 στήν έφημερίδα «’Ελεύθερος Τύπος», ό Γληνός θά κάνει τίς πι­ κρές, άλλά παράλληλα καί σκληρές διαπιστώσεις του γιά τήν «έλληνική άρρώστια»: «Γενικώτατο λοιπόν γνώρισμα τής νεοελληνικής κακοδαιμο­ νίας παρουσιάζεται ή κατώτερη ποιότητα τής ελ­ ληνικής άστικής τάξης, πού δημιουργήθηκε καί κυβέρνησε άπό τά 1821 ώς σήμερα... Οί πνευμα­ τικοί “ήγήτορες” τού Ελληνικού λαού μετά τήν πολιτική του άπελευθέρωση στάθηκαν άνίκανοι νά συλλάβουν στήν ουσία του καί στό βάθος του τό πρόβλημα τού νεοελληνικού πολιτισμού... Στήν παιδεία κατωρθώσαμε ύστερα άπό έκατό χρόνια έλεύθερη ζωή νά έχουμε τόν περιούσιο 'Ελληνικό λαό “τόν ένδοξον κληρονόμον τής κλασικής παραδόσεως” στήν τελευταία βαθμίδα τού άναλφαβητισμού άνάμεσα στούς Ευρωπαϊ­ κούς λαούς... Τά οργανωτικά προβλήματα τής ελληνικής κοινωνίας καθώς καί τά προβλήματα τής κοινωνικής καί πολιτικής θεσμοθεσίας καί τού δικαίου λύθηκαν γενικά μέ τόν ίδιο άνετο τρόπο τού άντιγραφικού μωσαϊκού». Είναι φα­ νερό ότι ό Γληνός ριζοσπαστικοποιεϊται όλο καί περισσότερο. "Οχι όμως σέ μιά στείρα συναισθη­ ματική άλλά σέ πολιτική βάση, ξεκινώντας πάν­ τοτε άπό σημεία κοινωνικής κριτικής. Μόνο πού τώρα άλλάζει ή οπτική γωνία άντιμετώπισης τών πραγμάτων. Δέν είναι πιά αυτή τής φιλελεύθε­ ρης άστικής τάξης τών άρχών τού αιώνα. Οί συνθήκες οί κοινωνικές καί άρα καί οί ίδεολογικο-πολιτικές τού μεσοπολέμου (μετά μάλιστα τό ορόσημο τού 1922) έχουν άλλάξει ριζικά. Οί συ­ νεχείς άποτυχίες καί άναστολές τού περάσματος τής μεταρρύθμισης κλονίζουν οριστικά τήν πίστη τού Δ. Γληνού γιά τόν τρόπο έπιδίωξής της. Ή δη τά τελευταία χρόνια μέ διαλέξεις καί άρθρογραφία στό περιοδικό «’Εργασία» καί στό «Διδασκαλικόν Βήμα» θέτει ύπό αυστηρό έλεγχο καί (αύτο)κριτική τήν πορεία τής έκπαιδευτικής μεταρρύθμισης άλλά καί τή λειτουργία τού ’Εκ­ παιδευτικού 'Ομίλου. ’Από τό φθινόπωρο τού 1926 εκδίδει τό περιοδικό «Άναγέννηση» (ήδη τό Δ.Ε.Ο. έχει σταματήσει νά έκδίδεται) μέ συ­ νεργάτες τούς Ν. Καζαντζάκη, Ε. Κακούρο, Κ. Σωτηρίου, Ρ. Ίμβριώτη, Ε. Λαμπρίδη, I. Κορδάτο καί άλλους, άσκώντας έποικοδομητική άλ-


28/αφιερωμα

λά αυστηρή κριτική στά εκπαιδευτικά θέματα άλλα καί ευρύτερα σε ζητήματα πολιτισμικά καί κοινωνικά. Χαρακτηριστικές είναι οι αρχές πού διατυπώνονται στό 3ο τεύχος τού περιοδικού (Νοέμβρης 1926) μέ τίτλο «Δημοκρατία καί Παι­ δεία - Τό έκπαιδευτικό μας πρόβλημα»: «Ή Ελληνική Παιδεία πρέπει νά καλλιεργή καί νά έξυψώνη τή ζωή τού Ελληνικού Λαού ολόκλη­ ρου... “Αμεσος σκοπός τής παιδείας είναι νά μορφώση τό δημιουργικά εργαζόμενο μέλος τής κοινωνίας, τήν ήθική, αύθύπαρχτη καί συνάμα κοινωνική προσωπικότητα καί τή δημιουργικά εργαζόμενη ήθική ολότητα... Ή παιδεία πρέπει νά είναι δημοκρατική, δηλαδή... όλοι οί έλληνες, άντρες καί γυναίκες, άνεξάρτητα άπό τήν κοινω­ νική καί οικονομική θέση τους, πρέπει νά έχουν τά μέσα νά μορφωθούν ανάλογα μέ τήν έσωτερική τους δυναμικότητα... Ή παιδεία άπό ταξική πού είναι σήμερα, ύπηρετώντας τό συμφέρον τής όλιγαρχίας, πρέπει νά γίνει κοινωνική καί άληθινά εθνική, δηλαδή ύπηρετική δλου τού έθνους». Έδώ οί κοινωνικές άναλύσεις καί άναφορές είναι σαφείς καί προδιαγράφουν τόν προ­ σανατολισμό τού Γληνού σέ ριζοσπαστικές καί άριστερές κατευθύνσεις. Τό χειμώνα 1926-1927 οί διαλέξεις τού Γληνού καί τού Δελμούζου στή «Φοιτητική Συντροφιά» είναι ή τελευταία συνεργασία καί κοινή έμφάνισή τους. Τό Μάρτη τού 1927 στή γενική συνέλευ­ ση τού Εκπαιδευτικού 'Ομίλου ή σύγκρουση τών δύο τάσεων ήταν πιά άναπόφευκτη. Μέ τήν έπικράτηση τών άριστερών καί τήν άποχώρηση τών φιλελεύθερων τέλειωσε καί ή συμμαχία τους πού επί δύο δεκαετίες χαρακτήρισε τούς άγώνες τών εκπαιδευτικών μεταρρυθμιστών. Νά ποιά εί­ ναι ή άποψη τού Γληνού γιά τή διάσπαση, δπως έκφράζεται στή «Διακήρυξή τής Διοικητικής Επιτροπής τού Εκπαιδευτικού Όμίλου». «Γύρω άπό τόν Εκπαιδευτικό "Ομιλο συσσωμα­ τώνονται τά πιό ζωντανά καί πιό δημιουργικά στοιχεία τού τόπου, έθνικιστές τού τύπου τού Δραγούμη καί τού Μαβίλη, φιλελεύθεροι καί σοσιαλιστικά διαφωτισμένοι άστοί, δπως οί λε­ γόμενοι “κοινωνιολόγοι” τής εποχής εκείνης 1910... Κυριώτερο σύμβολο καί δπλο τού άγώνα ή γλώσσα... ’Αντίπαλοι τού δημοτικισμού καί τού ’Εκπαιδευτικού Όμίλου ύψώνονται τότες ή ’Εκκλησία, τό Πανεπιστήμιο καί ό Παλιός πολι­ τικός κόσμος...» Καί ύστερα άπό μιά άναφορά τών συνθηκών πού μεταβλήθηκαν άπό τότε στήν έλληνική κοινωνία, συνεχίζει: «Έτσι παρουσιά­ στηκε άπό δυό μεριές ή άπαίτηση νά άναθεωρηθοΰν οί προγραμματικές αρχές τού Όμίλου α) άπό στοιχεία συντηρητικά, πού άρχισαν νά θεω­ ρούν επικίνδυνο πιά γιά δλη τήν έκπαιδευτική μεταρρύθμιση, νά ύπάρχουν μέσα στόν "Ομιλο μέλη, πού τείνουν νά συσχετίζουν τό έκπαιδευτι-

κό πρόβλημα μέ τό κοινωνικό... Καί β) άπό στοιχεία ριζοσπαστικά, πού ήθελαν ίσα ίσα νά ξεκαθαρίσουν τήν άόριστη καί συχυσμένη κοι­ νωνιολογική βάση, πού είχαν ως τώρα τά αιτή­ ματα τής έκπαιδευτικής μεταρρύθμισης». Είναι ξεκάθαρη ή σέ πολιτική βάση τοποθέτηση τής διάσπασης άπό τό Γληνό καί τούς συνεργάτες του. Ξεκάθαρη είναι καί ή θέση πού παίρνουν, σύμφωνα μέ τήν όποια «κάθε σημαντική κοινω­ νική μεταρρύθμιση, άρα καί ή εκπαιδευτική, γί­ νεται μέ μέσο τήν πάλη τών τάξεων... Μέ τό νά δεχτεί ό “Ομιλος αύτή τήν άρχή δέ γίνεται πολι­ τικό σωματείο, άλλάζει μόνο τήν εκπαιδευτική του πολιτική». Πραγματικά ό ’Εκπαιδευτικός "Ομιλος άλλαξε τήν έκπαιδευτική του πολιτική πρός πιό ριζο­ σπαστική κατεύθυνση. ’Από τίς στήλες τής «’Αναγέννησης» καί άπό τό παράρτημά της, τή «Σχολική Πράξη», ό Γληνός συνεχίζει νά μάχε­ ται στήν πρώτη γραμμή γιά τή μεταρρύθμιση αλ­ λά καί γιά τήν κοινωνική άλλαγή. Είναι χαρα­ κτηριστική ή προσπάθεια γιά δραστηριοποίηση τού ’Εκπαιδευτικού Όμίλου μέ σκοπό τόν «Δια­ φωτισμό τού λαού, εργατών, μικροαστών καί πνεβματικών εργατών. ’Εργασία διαφωτισμού στίς οργανώσεις τού έργαζόμενου Λαού καί στά άριστερά πνεβματικά σωματεία... άφστηρή κρι­ τική ενάντια σέ κάθε άντιλαϊκό έκπαιδεφτικό πρόγραμα τών άστικών κομάτων καί τού Κρά­ τους».21 ’Ακόμη καί ή όρθρογραφία τού κειμέ­ νου είναι... εύγλωττη. 'Ωστόσο καί ένώ ή «’Αναγέννηση» θά σταμα­ τήσει νά κυκλοφορεί τόν Αύγουστο τού 1928, ένα χρόνο άργότερα θά πάψει νά λειτουργεί καί ό ’Εκπαιδευτικός 'Όμιλος άπό νέες έσωτερικές άντιθέσεις πού δέν άντανακλούν παρά τίς τα­ ραγμένες κοινωνικές καί πολιτικές καταστάσεις τής Ελλάδας τού μεσοπολέμου (1929). ’Ήδη στήν κυβέρνηση βρίσκεται ό ’Ελ. Βενιζέλος, πού δμως δέν είναι ό μεταρρυθμιστής άστός τού 1910, άλλά αύτός πού θά ψηφίσει τό περίφημο «ιδιώνυμο», δείγμα κι αύτό τού πόσο έχουν άλλάξει οί συνθήκες. Τήν ίδια χρονιά ό Γληνός μέ μιά σειρά άρθρων του στήν εφημερίδα «Άκρόπολις» κριτικάρει αύστηρά τά νομοσχέδια τού Κ. Γόντικα, πού άποτελούν τήν τρίτη καί πιό πετυ­ χημένη προσπάθεια γιά έκπαιδευτική μεταρρύθ­ μιση. Είναι χαρακτηριστικός ό τίτλος τών άρ­ θρων: «Τά εκπαιδευτικά νομοσχέδια: Ή νέα πα­ ράσταση μιάς παλιάς κωμωδίας», δπως χαρα­ κτηριστικό είναι τό γεγονός δτι ό Γληνός δέν άμφισβητεί τίς κατευθύνσεις τής μεταρρύθμισης. Ή κριτική του άφορά στίς προϋποθέσεις, πού δέν ύπάρχουν, γιά τήν επιτυχία καί τήν άπόδοση τών μέτρων πού παίρνονται, πού άλλωστε τά θεωρεί άνεπαρκέστατα καί δημαγωγικά.22 Ή συνειδητή πορεία τού Γληνού πρός τά άρι-


αφιερωμα/29

Στη μέση ό Δημήτρης Γληνός

στερά χαρακτηρίζει την υπόλοιπη περίοδο τής έκπαιδευτικής καί κοινωνικής δραστηριότητας του. Μέ τό περιοδικό «Νέος Δρόμος» καί άργότερα άπό τίς στήλες τών «Νέων Πρωτοπόρων» καί τού «Ριζοσπάστη» διαφωτίζει, κριτικάρει καί καθοδηγεί τούς νέους καί όλόκληρο τό λαό γιά τά εκπαιδευτικά καί κοινωνικά προβλήματα τής έποχής. Ή δη άπό τό 1929 ό Γληνός εργαζόταν στοΰ Έλευθερουδάκη («λεξικό»), όπου επεξεργάστη­ κε τά σχετικά μέ τη φιλοσοφία λήμματα Κάντ, Καρτέσιος, Κομμούνα, Κομμουνισμός, Κόντ, Λόκ. Ά π ό τό 1931 διευθύνει τήν «Παιδική Βι­ βλιοθήκη» καί λίγο άργότερα τόν «Θησαυρό τών παιδιών» στοΰ Δημητράκου. Τήν ίδια εποχή μέ άρθρα του άσκεΐ κοινωνική κριτική καί άντιπαρατίθεται στούς νέους συντηρητικούς διανοού­ μενους (Τσάτσο, Κανελλόπουλο), προβάλλει τίς άπόψεις του γιά τή μεταρρύθμιση καί τό γλωσσι­ κό ζήτημα, διαφωτίζει τούς νέους. Ή συμβουλή του πρός τούς νέους διατυπώνεται άποκαλυπτικά σέ μιά έρευνα τού περιοδικού «ΜελέτηΚριτική» τό Μάη τού 1932: « Ό δρόμος πού άνοίγεται μπροστά σας είναι νά γίνετε επιστήμο­ νες. Μού άρκεϊ αυτό. Γιατί είμαι βέβαιος, πώς τότες τά εννιά δέκατα άπό σάς θά δεχτούνε γιά μόνη έπιστημονική κοσμοθεωρία, πού θά τούς

ικανοποίηση, τό διαλεχτικό ματεριαλισμό». Τό 1934 μαζί μέ τόν ποιητή Κώστα Βάρναλη έπισκέπτεται τή Σοβιετική Ένωση καί γυρίζοντας στήν Ελλάδα γράφει τίς εντυπώσεις καί τίς εμπειρίες του στήν έφημερίδα «Νέος Κόσμος». Ή κοινωνι­ κή ένταξη τού Γληνού, πού έχει πιά μετατραπεί καί σέ πολιτική ένταξη, έκφράζεται όλο καί πιό εύδιάκριτα στά κείμενά του. Σέ άρθρο του γιά τό γλωσσικό ζήτημα23 δέν έχει αυταπάτες: «Ή άστική τάξη δέν έχει πιά σήμερα καμμιά διάθεση νά λύσει τό γλωσσικό ζήτημα. Απεναντίας όσο γίνεται πιό συνειδητό καί πιό ξεκάθαρο, πώς ή λύση τού γλωσσικού ζητήματος είναι βασικός όρος γιά τό ξύπνημα τής συνείδησης τών μαζών, ή άστική τάξη έχει κάθε συφέρο νά θολώσει τά νερά καί νά χαλάσει καί κείνο άκόμη, πού έγινε πρωτύτερα μέ τήν καλλιέργεια τής λαϊκής γλώσ­ σας άπό τή λογοτεχνία». Πόση διαφορά, άλήθεια, άπό τό 1910! Οί ταραγμένες πολιτικές συνθήκες τής έποχής, τό κίνημα τού 1935, ό διωγμός τών δημοκρατι­ κών θά έπιταχύνουν τό σημείο τής γενικής ρήξης τής παράταξης τού. Δ. Γληνού (ήταν ήδη μέλος τού Κ.Κ.Ε.) μέ τό καθεστώς. Τό φθινόπωρο τού 1935, ό πρώην γ. γραμματέας τού υπουργείου Παιδείας τής κυβέρνησης Βενιζέλου παίρνει γιά πρώτη, όχι όμως καί γιά τελευταία, φορά τό


30/αφιερωμα

δρόμο τής έξορίας. Τρεις μήνες αργότερα, έχον­ τας έπιστρέψει άπό τόν "Αη Στράτη όπου είχε έξοριστεί, τό Γενάρη τού 1936 εκλέγεται βουλευ­ τής με τή σημαία τού Παλλαϊκού Μετώπου. Μέχρι τό τέλος τής ζωής του θά ζήσει τό μεγαλύτερο διάστημα στήν εξορία καί στη φυλακή. Τό έργο τού Γληνοϋ τής τελευταίας αυτής πε­ ριόδου έχει τά χαρακτηριστικά εθνικού προσ­ κλητήριου. Σάν βουλευτής, ώς τόν Αύγουστο τού 1936 πού εκτοπίζεται άπό τό δικτατορικό καθε­ στώς τού Μεταξά στήν ’Ανάφη, άναπτύσσει πο­ λύπλευρη δραστηριότητα μέ ομιλίες στή Βουλή, άρθρα στόν τύπο καί διαλέξεις γιά τήν οικονο­ μία, τήν τέχνη καί τόν πολιτισμό, τήν εκπαίδευ­ ση, προσπαθώντας νά άφυπνίσει τίς δημιουργι­ κές δυνάμεις τού λαού. Χαρακτηριστικός γιά τή βαθιά γνώση τού θέματος καί τή σωστή άνάλυση είναι ό λόγος του στή Βουλή γιά τό σταφιδικό ζήτημά.24 Χωρίς νά πάψει νά άσχολεϊται μέ ειδικότερα έκπαιδευτικά θέματα ό Γληνός, θά ρίξει άπό δώ καί πέρα τό βάρος στά γενικότερα πολιτικά ζη­ τήματα, στή διαπαιδαγώγηση τού λαού, μέσα στίς τρομοκρατικές συνθήκες τής δικτατορίας τού Μεταξά καί μπροστά στή λαίλαπα τού πολέ­ μου πού πλησιάζει. Ή ζωή του ατούς τόπους τής έξορίας, ’Ανάφη, Άκροναυπλία (1937), Σαντο­ ρίνη, είναι μιά συνεχής προσπάθεια διαφώτισης τών συντρόφων του μέ τά λόγια καί μέ τίς πρά­ ξεις του. Τό βιβλίο του «Ή τριλογία τού πολέ­ μου»25 πού μέ τόν γενικό έπίτιτλο «Οί μονόλογοι τού έρημίτη τής Σαντορίνης» γράφτηκε στό ομώ­ νυμο νησί τήν περίοδο 1938-39 είναι άποκαλυπτικό τού βάθους καί τής σιγουριάς τής σκέψης του. Στό πρώτο μέρος, μέ τίτλο «Τό χρυσόμαλλο δέρας - Ό πόλεμος πού έρχεται», άναφέρεται «στό χρέος τού σημερινού άνθρώπου νά καθορί­ σει τίς ιδέες του γιά τόν πόλεμο». ’Αφού άναλύει τίς διάφορες άπόψεις καί θεωρίες γιά τό ζήτημα τού πολέμου, τήν έθνικιστική, τή βιολογικήφυλετική, τή δημογραφική, τής ιστορικής προ­ σωποκρατίας, τού «πολιτισμού» κ.ά. άναλύει στό τέλος τήν κοινωνιολογική άποψη: «δλοι οί πόλεμοι μέ όποιαδήποτε συνθήματα καί μέ όποιαδήποτε ψυχοκινητικά σύμβολα καί άν πα­ ρουσιάστηκαν, έχουνε γιά βασικό τους κίνητρο τήν αύξηση ή τήν έξασφάλιση τής νομής υλικών άγαθών». Καί στό ένδεχόμενο έρώτημα άν ό πό­ λεμος είναι κάτι τό αιώνιο, ό Γληνός δίνει τήν άπάντηση: «Τό φυσικό όρμέμφυτο γιά τή συντή­ ρηση καί τήν καλυτέρεψη τής ζωής δέν πρόκει­ ται ποτέ ν’ άδυνατίσει ή νά πάψει, ή έξέλιξη όμως τής άνθρώπινης κοινωνίας μπορεί νά κα­ ταργήσει τόν πόλεμο σάν μέσο γιά τήν ικανο­ ποίηση τού όρμέμφυτου». Καί στό δεύτερο μέρος μέ τίτλο «Πέραν άπό τό χάος - Κοινωνία καί κοινωνική σύνθεση» άναφερόμενος στίς κοινωνι­

κές έπιστήμες καί τίς διάφορες ιδεολογίες υπο­ στηρίζει: «Τό κεντρικό σημείο τής πάλης άνάμεσα στή συντήρηση καί τήν έπανάσταση στό ιδεο­ λογικό έπίπεδο είνε ό νόμος τής αιτιότητας». Στά 1940 καί ένώ ζεϊ ύπό περιορισμό στήν ’Αθήνα θά γράψει σάν Δ. ’Αλεξάνδρου τήν πε­ ρίφημη Εισαγωγή (μαζί μέ σχόλια καί μετάφρα­ ση) τού «Σοφιστή» τού Πλάτωνα, στίς έκδόσεις Ζαχαρόπουλου. Καθορίζοντας τό σκοπό τών άνθρωπιστικών σπουδών καί τή θέση τους στήν Ελλάδα, στό πρώτο μέρος τής Εισαγωγής, γρά­ φει: «Ή μελέτη τού άρχαίου έλληνικού καί ρω­ μαϊκού κόσμου, όποτε κι όπου κι άν καλλιεργή­ θηκε, είχε κι έχει γιά σκοπό νά καθοδηγήσει τίς πνευματικές πρωτοπορίες νά συνειδητοποιήσου­ νε τίς άξιες τής σύγχρονης ζωής, ν’ άναπτύξει τή δυναμικότητα στίς ομάδες, στίς τάξες, στούς λαούς, πού είναι οί φορείς τους, ν’ άκονίσει τή σκέψη τους καί τίς μορφοπλαστικές τους ικανό­ τητες καί όδηγώντας τους ώς τίς κορφές καί τά τέρματα τών δρόμων, όπου έπροχώρησαν έκείνοι, διανοίγοντας τούς πνευματικούς των ορί­ ζοντες νά τούς κάμει ικανούς, χρησιμοποιώντας καί άξιοποιώντας όλες τίς δυνατότητες τής δικής των ζωής, νά τήν εμπλουτίσουν καί νά τήν κινη­ τοποιήσουνε πρός πολύτροπη καί πολύμορφη πρωτότυπη δημιουργία, όπως εϊτανε καί ή δη­ μιουργία εκείνων... ’Αποκατάσταση τών μνη­ μείων, ερμηνεία καί άνασύνθεση, δημιουργικό ξαναζήσιμο είναι τά τρία θεμελιακά συστατικά στή μελέτη τού άρχαίου κόσμου καί στίς άνθρωπιστικές σπουδές... Τό βαθύτατο καί ουσιαστι­ κότατο δυναμικό στοιχείο γιά τήν κατανόηση, τήν άνασύνθεση καί τή ζωογόνα άφομοίωση ένός πολιτισμού καί τών άξιών του είναι ή κο­ σμοθεωρητική καί βιοθεωρητική σκοπιά άπ’ όπου κοιτάζουμε τό ιστορικό γίγνεσθαι». Καί άφού προτείνει τήν ίδρυση ένός «Διεθνικού ιν­ στιτούτου ανθρωπιστικών σπουδών» μέ έδρα τήν ’Αθήνα, καταλήγει: «Τό τωρινό ειδικό χρέος μας είναι, στηριγμένοι σέ μιά δυναμική ρεαλιστική θεώρηση τού ιστορικού “γίγνεσθαι” , νά “κατα­ νοήσουμε” όσο μπορούμε βαθύτερα, νά “έρμηνέψουμε” όσο μπορούμε πολυμερέστερα καί άντικειμενικότερα, νά “μετουσιώσουμε” σέ μιά πιστή μά καί ζωντανή μετάφραση στή νέα μας γλώσσα τά πνευματικά δημιουργήματα τών αρχαίων Ε λ ­ λήνων, χωρίς νά ξεχνάμε ούτε μιά στιγμή πώς τό λαό πρέπει ν’ άνεβάσουμε, γι’ αύτόν πρέπει νά δουλεύουμε, άπ’ αύτόν ν’ άντλούμε καί σ’ αύτόν νά ξαναγυρίζουμε πάντα». Γιά τό Γληνό τό πρώ­ το καί τελευταίο κριτήριο ήταν πάντα ό λαός. Ή εθνική άντίσταση πού θέριεψε μετά τήν ει­ σβολή τών κατακτητών στήν Ελλάδα στά 1941 βρήκε τό Γληνό στήν πρώτη γραμμή. Έ να χρόνο άργότερα (1942) κυκλοφορεί (εκδόσεις Γκοβόστη), σέ μετάφραση τού Δ. ’Αλεξάνδρου (Δ.


αφιερωμα/31

Γληνοϋ), «Ή γενεαλογία τής ήθικής» τοΰ Νίτσε. Στόν πρόλογό του με τίτλο «Νοσταλγός ή προ­ φήτης» ό Γληνός παρατηρεί: «Γιά νά εξηγηθεί, νά κατανοηθεΐ καί νά έχτιμηθεί τό έργο τού Νί­ τσε δέν άρκεϊ μόνο ή διείσδυση στην προσωπικό­ τητά του. Χρειάζεται παράλληλα ή διείσδυση μέσα στά προβλήματα καί τά ιδεολογικά ρέματα τής έποχής πού έζησε. Ή ψυχοφυσική του ιδιο­ συστασία τόν έσπρωχνε, τόν έκέντριζε νά έπιτελέσει κάτι μεγάλο κι εξαιρετικό στή σφαίρα τήν πνευματική... νά γίνει ό δημιουργός ενός νέου τρόπου ζωής γιά δλη τήν άνθρωπότητα, ό προ­ φήτης ενός νέου πολιτισμού». Μέλος τοΰ Πολιτικού Γραφείου τού Κ.Κ.Ε., θά γράψει τόν ίδιο χρόνο τή διακήρυξη «Τί είναι καί τί θέλει τό Εθνικό ’Απελευθερωτικό Μέτω­ πο», πού εξηγεί στόν έλληνικό λαό τό νόημα καί τήν πορεία τού άγώνα: « Ό σημερινός άγώνας τού λαού μας στό περιεχόμενό του δέ μπορεί νά είναι τίποτ’ άλλο, παρά άπελευθερωτικός. Πρό­ κειται νά καταχτήσουμε τή λευτεριά μας, νά διώ­ ξουμε τούς ξένους επιδρομείς από τή χώρα μας, νά υπερασπίσουμε τά δικαιώματά μας στή ζωή καί στόν πολιτισμό... Έ νας τέτοιος έθνικοαπελευθερωτικός άγώνας, γιά νά διεξαχτεί άποτελεσματικά έχει άνάγκη πρίν άπ’ δλα, καί περισσό­ τερο άπ’ δλα, από ένότητα». Παράλληλα, καί παρά τήν άσχημη κατάσταση τής υγείας του, έτοιμάζει μιά εισήγηση γιά τήν 'Ολομέλεια τής Κεντρικής ’Επιτροπής τού Κ.Κ.Ε. πού δημο­ σιεύτηκε σέ σχέδιο μαζί μέ δύο άρθρα του γιά τήν ’Οχτωβριανή ’Επανάσταση σάν παράρτημα στό τελευταίο (ημιτελές) έργο του «Τά σημερινά προβλήματα τού ελληνισμού». "Οπως άναφέρει σ’ αύτό τό τελευταίο ό ίδιος «πέντε είναι τά κεν­ τρικά προβλήματα τού σημερινού έλληνισμού, πού γύρω άπ’ αύτά συγκεντρώνονται δλα τά ζω­ τικά αιτήματα, πού θά καθορίσουν τή μελλοντι­ κή εξέλιξη τού λαού μας: α) Τό έθνικό β) τό πο­ λιτειακό γ) τό οικονομικό δ) τό κοινωνικό καί ε) τό πνευματικό». 'Ωστόσο ό γιός τού έμπορου τής Σμύρνης, ό πνευματικός καθοδηγητής τοΰ έθνικοαπελευθερωτικού άγώνα καί ό όραματιστής τής «λεύτε­ ρης, πολιτισμένης καί ευτυχισμένης Ελλάδας» δέν πρόλαβε νά δεί τούς καρπούς τών άγώνων του νά πραγματώνονται. Πέθανε τά Χριστούγεν­ να τού 1943 στό νοσοκομείο, δπου έγχειρίστηκε γιά νά γιατρευτεί καί νά προσφέρει άπερίσπαστος τίς πολύτιμες υπηρεσίες του στόν άγώνα. ’Επιχειρήσαμε εδώ νά δούμε τόν πνευματικό καί πολιτικό άνθρωπο Δημήτρη Γληνό μέσα από τό έργο του. Ή προσπάθειά μας αύτή περιορίστηκε σέ έκείνα τά σημεία πού θεωρήσαμε άπαραίτητα γιά νά περι-γραφεΐ ή πορεία τοΰ Γληνού καί νά έρμηνευτεί ό ρόλος του καί ή προσφορά του στήν

έλληνική κοινωνική πραγματικότητα τού αιώνα μας. 'Οπωσδήποτε μένει νά γίνει ή μελέτη πού θά προσδιορίσει καί θά έξηγήσει τήν πορεία τού Γληνού «από τόν Μιστριώτη στόν Λένιν». Πολύ­ τιμος οδηγός σ’ αύτή τήν προσπάθεια, τό έργο του. Ή πιό πλήρης καταγραφή του βρίσκεται στόν τόμο «Στή μνήμη Δημήτρη Α. Γληνού», έκδ. «Τά Νέα Βιβλία» Α.Ε., ’Αθήνα 1946. ’Από δσο γνωρίζουμε ό κ. Φίλιππος Ήλιού έπιμελεΐται τήν έκδοση τών 'Απάντων τού Δ. Γληνού, πού θά κυκλοφορήσουν σύντομα. Πρόκειται άσφαλώς γιά προσφορά πού θά καλύψει ένα κε­ νό στή σύγχρονη έλληνική βιβλιογραφία.

Σημειώσεις: 1. Τ. Βουρνά, Δημήτρης Γληνός. Ό δάσκαλος τον γένους, ’Αθήνα 1960. 2. Werner Jaeger, Παιδεία. 3. Άναφέρεται στήν εισαγωγή (Γ. Δ. Ζιούτου) τοΰ έργου «Τά σημερινά προβλήματα τοΰ έλληνισμού», 2η έκδοση, «Τά Νέα Βιβλία» Α.Ε., ’Αθήνα 1945. 4. Βλ. Ρ. Στανρίδη-Πατρικίου, Δημοτικισμός καί κοι­ νωνικό πρόβλημα, Έρμης, «Νέα Έλληνική Βι­ βλιοθήκη», ’Αθήνα 1976. 5. Ν. Γ. Σβορώνος, Επισκόπηση τής νεοελληνικής Ιστορίας, Θεμέλιο, «Ιστορική Βιβλιοθήκη», ’Αθή­ να 1976, σελ. 100-111. 6. Βλ. Ά ννας Φραγκονδάκη, Ό έκπαιδευτικός δημο­ τικισμός καί ό γλωσσικός συμβιβασμός τοΰ 1911, Έπιστημ. έπετηρίόα Φιλοσοφ. Σχολής ΠανΙμίου Ίωαννίνων, Δωδώνη, Παράρτημα 10, σελ. 15. 7. Δελτίο Εκπαιδευτικού 'Ομίλου (Δ.Ε.Ο.), τόμ. 1. 8. Βλ. Ά ννας Φραγκονδάκη, δπ. παρ. 9. ’Αναδημοσιεύτηκε στό βιβλίο τον Γληνοϋ «Ένας άταφος νεκρός. Μελέτες γιά τό έκπαιδευτικό μας σύστημα», Ράλλης, ’Αθήνα 1925. 10. "Οπ. παρ., σελ. 142. 11. «Τά εκπαιδευτικά νομοσχέδια», Δ.Ε.Ο., τόμ. 3, 1913, σελ. 276. 12. "Οπ. παρ., σελ. 278-279. 13. Τά 11 out’ αύτά Αναδημοσιεύονται στό «Ένας άτα­ φος νεκρός...» 14. Αναδημοσιεύονται έπίσης στό «Ένας άταφος νε­ κρός...» 15. Δ.Ε.Ο., τόμ. 5, σελ. 59. 16. Βλ. Άννας Φραγκονδάκη, Εκπαιδευτική με­ ταρρύθμιση καί φιλελεύθεροι διανοούμενοι, Κέ­ δρος, ’Αθήνα 1977, σελ. 49. 17. Δημοσιεύτηκε στό περιοδικό «Εργασία» τό φθινό­ πωρο τον 1923. 18. X. Λέφας, 'Ιστορία τής Έκπαιδεύσεως, ΟΕΣΒ, ’Αθήνα 1942, σελ. 254. 19. ’Αναδημοσιεύτηκε στήν «Αναγέννηση», Α ' 3, Νοέμβρης 1926, σελ. 121-129. 20. Δημοσιεύτηκε στήν «’Αναγέννηση», Α ' 11-12, Ίονλης-Αϋγουστος 1927, σελ. 578-598. 21. ’Αναγέννηση, Β ' 11-12, Ίούλης-Αϋγονστος 1928, σελ. 541. 22. Βλ. Ά ννας Φραγκονδάκη, δπ. παρ., σελ. 69. 23. Δημοσιεύτηκε ατούς «Νέους Πρωτοπόρους», φ. 5, Μάης 1934, σελ. 186-188. 24. «Ριζοσπάστης», 26, 27, 28, 29 καί 30 Μάη 1936. (Τυπώθηκε καί σέ χωριστό φυλλάδιο, έκδοση «Ρι­ ζοσπάστη».) 25. 1η έκδοση, «Τά Νέα Βιβλία» Α.Ε., Αθήνα 1945.


32/αφιερωμα

Ευτυχής I. Μπιτσάκης

Δημήτρης Γληνός: ’Από τόν αστικό στό σοσιαλιστικό ανθρωπισμό Ό Δημήτρης Γληνός είναι από τούς λίγους ελληνες στοχαστές πού συνεχίζουν νά άπασχολοϋν τόν καθημερινό κ α ί τόν περιοδικό τύπο. Με την ευκαιρία τής φετινής επετείου γράφτηκαν κ α ί θά γραφτούν πολλά κ α ί οργανώθηκαν εκδηλώσεις γιά νά τιμηθεί ή μνήμη κ α ί τό έργο του. Ωστόσο οί εργασίες αυτές, σέ μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, είναι επηρεασμένες άπό τήν ενδημική συνήθεια νά μετατρέπουμε μιά ευκαιρία γιά μελέτη κ α ί αυτογνωσία σέ πανηγυρικό λόγο.

’Αλλά αυτό πού έχει νόημα σέ τέτοιες περιπτώ­ σεις είναι νά ερευνήσουμε τίς συνθήκες μέσα στις όποιες διαμορφώθηκε ό στοχαστής στόν όποιο άναφερόμαστε, νά δούμε τίς συγκρούσεις, τίς άντιφάσεις καί τήν άνέλιξη τής προσωπικότητάς του, νά προσδιορίσουμε τή θέση καί τό ρόλο του στή διαμόρφωση τού πολιτισμικού κινήματος τής έποχής του καί νά έπισημάνουμε τά βιώσιμα καί ενεργά στοιχεία τού έργου του. Στό σημείωμα πού άκολουθεί θά σκιαγραφηθεΐ ένα άπό τά προηγούμενα προβλήματα: τό πέρασμα τού Γληνού άπό τόν άστικό στό σοσιαλιστικό άνθρωπισμό.

Τά πρώτα χρόνια Ό Γληνός γεννήθηκε στή Σμύρνη. Ή έλληνική αύτή πολιτεία είχε μιά άστική καί πνευματική ζωή, ένα πνευματικό έπίπεδο άνώτερο άπό τής Ελλάδας τής ίδιας περιόδου. 'Ο Γληνός έκανε γερές σπουδές στήν Ευαγγελική Σχολή. Τό 1899 γράφτηκε στή Φιλοσοφική τής ’Αθήνας. 'Ωστό­ σο ό νεαρός σπουδαστής δέν άνήκε στούς οικο­ νομικά προνομιούχους. Έ τσι άναγκάστηκε νά διακόψει τίς σπουδές του καί νά διοριστεί δά­ σκαλος στόν Κασαμπά τής Μ. ’Ασίας. Τό 1905

τέλειωσε τό πανεπιστήμιο, καί σέ συνέχεια δίδα­ ξε στήν Άναξαγόρειο Σχολή τής Σμύρνης. Ή Ελλάδα έκείνης τής περιόδου ήταν μιά κα­ θυστερημένη άγροτική χώρα, μέ τήν οικονομία της έξαρτημένη άπό τίς μητροπόλεις τού ιμπε­ ριαλισμού, μιά χώρα όπου κυριαρχούσαν τά «τζάκια», ενώ στό χώρο τής ιδεολογίας δέσποζε ή ουτοπία τής Μεγάλης ’Ιδέας καί ό λογιοτάτι­ σ ε ς· Ό Γληνός δέν φαίνεται νά κερδήθηκε άπό τά κενά ιδανικά τής κυρίαρχης ιδεολογίας έκείνης τής περιόδου. Ήταν ήδη οπαδός τού δημοτικι­ σμού καί τών άστικοδημοκρατικών ιδανικών. Έ τσι στά 1906 καί 1907 έγινε στόχος τών καθα­ ρευουσιάνων. Τό 1908 ό Γληνός έφυγε στήν Ίένα, οπού σπούδασε παιδαγωγικά καί φιλοσοφία. Στή Γερμανία συνδέθηκε μέ τό Σκληρό, πρωτο­ πόρο τών σοσιαλιστικών ιδεών, καί εύρύτερα μέ τίς ιδέες τού επιστημονικού σοσιαλισμού. "Οταν τό 1911 έπέστρεψε στήν ’Αθήνα, είχε ήδη μπο­ λιαστεί από τίς νέες, σοσιαλιστικές ιδέες. Έ ν τώ μεταξύ στήν Ελλάδα, είχε δημιουργηθεί τό κίνημα τού 1909 (Γουδί). Ή έλληνική άστική τάξη, πού είχε άρχίσει νά άνδρώνεται, εί­ χε κάμει μιά άπόπειρα γιά έκσυγχρονισμό τού έλληνικού κράτους καί τής έλληνικής κοινωνίας. Τό κίνημα αυτό είχε άνοίξει προοπτικές γιά τήν


αφιερωμα/33

άστικοδημοκρατική άναγέννηση τής πατρίδας μας. 'Ωστόσο ή άδυναμία τής ίδιας τής άστικής τάξης, τά ισχυρά έρείσματα τών άντιδραστικών δυνάμεων στην οικονομική καί τήν πολιτική ζωή καί οί παρεμβάσεις τών ξένων ιμπεριαλιστικών κέντρων δέν έπέτρεψαν νά ολοκληρωθεί ή διαδι­ κασία τού άστικοδημοκρατικοϋ εκσυγχρονισμού καί τής εθνικής ολοκλήρωσης. Τό κίνημα τού 1909 δημιούργησε πολλές έλπίδες, κι ό Βενιζέλος ενσάρκωσε στό πρόσωπό του τήν προοπτική γιά τόν έκσυγχρονισμό καί τήν εθνική ολοκλήρωση. 'Ωστόσο τά ιδανικά αυτού τού κινήματος ήταν, άπό τή φύση τής ηγετικής άστικής τάξης, περιορισμένα: καπιταλιστική άνάπτυξη, εθνική όλοκλήρωση, «πνευματική» άναγέννηση. Οί στόχοι αυτοί προσδιορίζονταν άπό τά συμφέροντα τής άστικής τάξης, δσο καί νά παρουσιάζονταν σάν έθνικοί. Ή οικονομική άνάπτυξη θά γινόταν γιά λογαριασμό της. Οί άπόπειρες γιά εθνική όλοκλήρωση θά γίνονταν μέσα άπό τήν εμπλοκή στους άνταγωνισμούς τών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Τέλος, οί άπόπειρες γιά πνευματική άναγέννηση δέν θά ξεπερνούσαν τούς στενούς ορίζοντες τής άστικής ιδεολογίας, καί θά είχαν σάν κεντρικό στόχο τους τή λύση τού γλωσσικού προβλήματος. ’Αλλά τό γλωσσικό ζήτημα, δσο σημαντικό κι άν ήταν καθεαυτό, δέν μπορούσε σέ κείνη τή φάση νά συνδεθεί μέ γενι­ κότερα οικονομικά καί κοινωνικά αιτήματα. 'Ο δημοτικισμός έκείνης τής περιόδου είχε μιά άναμφισβήτητη πολιτική εμβέλεια, καθώς συν­ δεόταν μέ τήν άναγεννητική άπόπειρα τής άστι­ κής τάξης. Γι’ αύτό καταπολεμήθηκε μέ μίσος δχι μόνο άπό τούς ίδεολόγους τού συντηρητι­ σμού, άλλά άπό τό σύνολο τών άντιδραστικών δυνάμεων. 'Ωστόσο στά έπόμενα χρόνια θά γι­ νόταν έκδηλη ή έσωτερική του άντίφαση: ένα μέ­

ρος τού Εκπαιδευτικού 'Ομίλου θά συμβιβαζό­ ταν μέ μιά τυπική άντίληψη τού γλωσσικού ζητή­ ματος, ένώ τό άλλο μέρος, μέ επικεφαλής τό Γληνό, θά σύνδεε τό κίνημα τού δημοτικισμού μέ τήν προοπτική τού σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Θά μπορούσαμε, σχηματικά, νά ορίσουμε τήν περίοδο 1905-1912 σάν τήν περίοδο τής διαμόρ­ φωσης τής έπιστημονικής προσωπικότητας τού Γληνού. Στήν περίοδο αυτή ό Γληνός ωρίμασε, ώστε νά παίξει ήγετικό ρόλο στίς άπόπειρες γιά τήν καθιέρωση τής δημοτικής καί τόν άστικό έκσυγχρονισμό τής έλληνικής παιδείας. Στή δεύτε­ ρη περίοδο, ό Γληνός, μέ τό στοχασμό καί τήν πολιτική του δραστηριότητα, έμφανίστηκε σάν ένας άπό τούς πρωτεργάτες τού άστικοδημοκρατικού μετασχηματισμού. Ή περίοδος αυτή, σχη­ ματικά, κράτησε άπό τό 1912 ώς τό 1926.

Τό γλωσσικό ζήτημα Πράγματι, στήν περίοδο αύτή διαπιστώνουμε μιά έντονη δραστηριότητα τού Γληνού γιά τήν καθιέρωση τής δημοτικής καί τήν έκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ή περίοδος αύτή τής ζωής του είναι πυκνή άπό σημαντικά γεγονότα. ’Αναφέ­ ρουμε τά πιό χαρακτηριστικά: Τό 1911 προσχώ­ ρησε στόν Εκπαιδευτικό "Ομιλο καί συνεργαζό­ ταν στό δελτίο του. Τό 1912, σάν διευθυντής τού Διδασκαλείου Μέσης Έκπαιδεύσεως, έπεχείρησε νά μορφώσει σύγχρονους εκπαιδευτικούς λει­ τουργούς, σπάζοντας τήν ολοκληρωτική κυριαρ­ χία τής άντιδραστικής ιδεολογίας σ’ αύτό τό χώ­ ρο. Τήν ίδια χρονιά άρχισε νά συνεργάζεται μέ τόν I. Τσιριμώκο, υπουργό Παιδείας στήν κυ­ βέρνηση Βενιζέλου καί φορέα τών άστικοδημοκρατικών ιδανικών. Τόν έπόμενο χρόνο θά συν­


34/αφιερωμα

τάξει τά εκπαιδευτικά νομοσχέδια τοϋ Τσιριμώκου, πού θά μπορούσαν νά άποτελέσουν τή βάση γιά την άστική άναγέννηση τής έλληνικής παι­ δείας. (Τό 1925, όταν δεν θά είχε πιά ελπίδες άπό την άστική τάξη, θά δημοσίευε τήν εισηγητι­ κή του έκθεση μέ τό χαρακτηριστικό τίτλο: *Ενας άταφος νεκρός.) Στην περίοδο αύτή συνεργάστη­ κε μέ τό Βενιζέλο, δικάστηκε γιά εξύβριση τοϋ Κωσταντίνου, παραιτήθηκε μετά τό κίνημα τής Θεσσαλονίκης άπό τό Διδασκαλείο Μέσης Έκπαιδεύσεως καί φυλακίστηκε στά Νοεμβριανά σάν βενιζελικός. Τό 1917 έφυγε στη Θεσσαλονί­ κη, έγινε πρόεδρος τοϋ ’Εκπαιδευτικού Συμβου­ λίου, καί είσήγαγε τό διάταγμα γιά τήν καθιέρω­ ση τής δημοτικής στά δημοτικά σχολεία. Στήν περίοδο αύτή υπήρξε γενικός γραμματέας τοϋ υπουργείου Παιδείας καί έργάστηκε καί άπό άλ­ λες σημαντικές θέσεις γιά τήν έκπαιδευτική με­ ταρρύθμιση. Τά άποτελέσματα τών έκλογών τοϋ Νοέμβρη τού 1920 καί ή μικρασιατική καταστρο­ φή θά έπειθαν όλοκληρωτικά τό Γληνό δτι ή άστική τάξη δέν θά μπορούσε νά είναι ό φορέας μιας κοινωνικής καί πνευματικής άναγέννησης τού ελληνικού έθνους. Βέβαια ό Γληνός δέν έκοψε άπότομα κάθε δε­ σμό μέ τό άστικό κράτος καί μέ τίς άπόπειρες γιά εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Έτσι τό 1923 διορίστηκε έκπαιδευτικός σύμβουλος καί τό 1924 δημιούργησε καί άνέλαβε διευθυντής τής Παιδα­ γωγικής ’Ακαδημίας. ’Επίσης σύνταξε τόν όργανισμό τού Πανεπιστημίου τής Θεσσαλονίκης άλ­ λα δέν δέχτηκε νά γίνει πρύτανής του. 'Ωστόσο ή ρήξη του μέ τήν άστική τάξη γινόταν δλο καί περισσότερο έκδηλη. Ή δικτατορία τοϋ Παγκάλου (1925) έκανε άκόμα πιό φανερή τήν άδυναμία τής έλληνικής άστικής τάξης νά γίνει ή ήγετική δύναμη γιά τήν άναγέννηση τής χώρας μας. Γύρω στό 1926, ό Γληνός προσανατολίζεται όριστικά πρός τό εργατικό κίνημα.

Ή πορεία πρός τό σοσιαλισμό “Αν ή περίοδος 1912-1926 ήταν περίοδος τών άγώνων τού Γληνοϋ γιά τήν άστικοδημοκρατική άνάπλαση τής πατρίδας του, ή περίοδος 19261933 ήταν ή περίοδος τής βαθμιαίας ώρίμανσης καί τού περάσματος του, ιδεολογικά, πολιτικά καί πρακτικά, στό στρατόπεδο τοϋ εργατικού κι­ νήματος. Ή ρήξη τού Γληνού μέ τόν κόσμο τής άστικής τάξης δέν ήταν κάποιο στιγμιαίο φαινόμενο. ’Αντίθετα, ήταν ό ώριμος καρπός μιας εξελικτι­ κής διαδικασίας πού τίς πρώτες εκδηλώσεις της μπορούμε νά τίς ιχνηλατήσουμε ήδη στήν περίο­ δο 1908-1909. Πράγματι, τό 1909 ό Γληνός είχε ιδρύσει στή Λιψία σύνδεσμο μέ σοσιαλιστικές

τάσεις. Στήν ’ίδια περίοδο είχε δημοσιεύσει μελέ­ τη γιά τήν τουρκική μεταπολίτευση, δπου διακρίνεται ή επίδραση τοϋ ιστορικού υλισμού. Στή μελέτη ’Έθνος καί γλώσσα (1916) είναι πλέον φανερή ή ύλιστική-διαλεκτική μέθοδος. Τό ίδιο καί στήν έργασία του Δημιουργικός Ιστορισμός (1920). «Κάθε λαός, γράφει ό Γληνός, δέν άποτελεΐ ένα ομοιόμορφο σύνολο άτόμων, ούτε έπομένως οί συνισταμένες τών κοινωνικών ενεργειών, πού τής ονόμασαν άξιες τοϋ πολιτισμού, είναι γεννήματα τού συνόλου τών άτόμων ένός λαού. Τίς περισσότερες φορές είναι δημιουργήματα στενότερων ομάδων ή κοινωνικών τάξεων. Μιά κοινωνική τάξη πού έχει τήν ηγεμονία στό σύνο­ λο [...] δημιουργεί ή συντηρεί τίς άξιες τοϋ πολι­ τισμού αυτού κατά ένα τρόπο σύμφωνο μέ τά συμφέροντά της, τίς επιδράσεις πού δέχεται...». Ή άντίληψη αύτή γιά τό χαρακτήρα τής ιδεολο­ γίας είναι ή άντίληψη τών δημιουργών τοϋ Ιστο­ ρικού υλισμού. Ό Γληνός δέν άρκέστηκε στό γραπτό καί στόν προφορικό λόγο. Δημιούργησε μιά σειρά περιο­ δικά δπως ή ’Αγωγή (1914), ή ’Εργασία (1923), ή ’Αναγέννηση (1926) καί ό Νέος Δρόμος (1928), δπου μπορεί νά παρακολουθήσει κανείς τήν έξέλιξή του πρός τή σοσιαλιστική ιδεολογία. Γύρω στό 1927 ό Γληνός είχε καταλήξει στό συμπέρα­ σμα όχι μόνο δτι ή άστική τάξη είναι άνίκανη νά πραγματοποιήσει τήν άναγέννηση τής έλληνικής παιδείας άλλά καί δτι ουσιαστική λαϊκή παιδεία καί λαϊκός πολιτισμός δέν μπορεί νά υπάρξει παρά μόνο σάν συνιστώσα τού σοσιαλιστικού μετασχηματισμού. Μέ τή διάσπαση τού ’Εκπαι­ δευτικού 'Ομίλου (1927) ό Γληνός έγινε ό φυσι­ κός ήγέτης τής ριζοσπαστικής τάσης, πού σύνδε­ σε οργανικά τό πρόβλημα τής παιδείας καί τής γλώσσας μέ τή σοσιαλιστική προοπτική. Στήν πρώτη περίοδο τής έκπαιδευτικής του δραστηριότητας ό Γληνός άγωνιζόταν γιά ένα «νέο ιδανικό παιδείας, βγαλμένο άπό νέο ιδανι­ κό ζωής». Τά ωραία αυτά λόγια φανερώνουν πόσο ό Γληνός ήταν άκόμα δέσμιος τού φιλελεύ­ θερου άστικού άνθρωπισμού. 'Ωστόσο ή σκοπιά άπό τήν όποια έβλεπε τό έκπαιδευτικό πρόβλη­ μα ήταν ήδη ταξική στήν περίοδο τής διάσπασης τού ’Εκπαιδευτικού 'Ομίλου. Έτσι, στή Διακή­ ρυξη τού 'Ομίλου (1927) διαβάζουμε: «Κάθε ση­ μαντική κοινωνική μεταρρύθμιση, άρα καί ή εκ­ παιδευτική μεταρρύθμιση δέν μπορεί νά έχει άλ­ λο κοινωνικό φορέα καί πρόμαχο, παρά τίς κοι­ νωνικές εκείνες τάξεις, πού σάν άδικημένες άγωνίζονται νά λυτρωθούν καί νά κατακτήσουν τά δικαιώματά τους». Σήμερα, πού πολλοί άγωνίζονται νά άνανεώσουν τήν έλληνική παιδεία, τά λόγια αύτά είναι ιδιαίτερα έπίκαιρα. ’Αλλά ό Γληνός έθεσε εκείνη τήν εποχή καί ζητήματα άστικοδημοκρατικά, πού σήμερα προσπαθούμε


αφιερωμα/35

νά μην τά θίγουμε. Έτσι, πάντα στη Διακήρυξη, διαβάζουμε ότι ή θρησκευτική άγωγή δεν είναι οργανικό τμήμα τής άγωγής καί δτι τό θρησκευ­ τικό ζήτημα είναι κατεξοχήν ζήτημα έλευθερίας τής συνείδησης. Καί στό ίδιο κείμενο διατυπώ­ νεται μιά άκόμη ταξική άλήθεια, πού άκόμα καί σήμερα δέν τήν έχουν άφομοιώσει πολλοί «μαρ­ ξιστές»: ”Αν ή έννοια τοϋ «έθνικοϋ συνόλου» χρησιμοποιείται γιά νά σκεπάζονται οί έσωτερικές αντιθέσεις καί νά διατηρηθεί ή κοινωνική αδικία καί έκμετάλλευση, τότε ή έννοια αυτή «γίνεται έμπόδιο στήν άνάπτυξη τού άνθρωπισμοϋ καί είναι άσυμβίβαστη μέ τήν άνθρωπιστική άγωγή». Τό 1924 ό Γληνός θεωρούσε ότι «σκοπός τής παιδείας είναι νά βοηθά τό λαό στήν προαγωγή τού πολιτισμού καί νά τόν κάνει ολοένα ικανότε­ ρο νά δημιουργεί άνώτερες άξιες πολιτισμού». Τό άφηρημένο αύτό ιδανικό τό είχε άφήσει πολύ πίσω τό 1931, όταν έγραφε στό περιοδικό Κύ­ κλος: «Ή παιδεία ήτανε σέ όλες τίς εποχές καί είναι καί σήμερα σέ όλες τίς χώρες τής γής, χω­ ρίς καμιά άπόλυτα εξαίρεση, όργανο ταξικής έπιβολής. Παντού καί πάντα, όχι “ή παρερχόμενη γενεά” , παρά ή τάξη πού κυβερνά, αύτή ζη­ τάει νά υποβάλει καί νά έπιβάλει στά παιδιά τίς ιδέες πού υπηρετούνε τά δικά της συμφέροντα». Ή τοποθέτηση αύτή είναι καθαρά ταξικήμαρξιστική: άπαλλαγμένη άπό τήν ώραιολογία πού έπικαλύπτει τήν άστική-άνθρωπιστική άντίληψη γιά τήν παιδεία. Στόν Εκπαιδευτικό "Ομιλο εκφράστηκε ή κύ­ ρια άντίθεση τής νεότερης έλληνικής κοινωνίας. Έτσι ή διάσπασή του άποτέλεσε τήν έκφραση γενικότερων κοινωνικών άνακατατάξεων. Οί προοδευτικοί άστοί πέρασαν μέ τούς άστούς καί έγιναν συντηρητικοί άστοί (Δελμούζος, Τριαντάφυλλίδης κ.ά.). Οί ριζοσπαστικότεροι πέρα­ σαν μέ τήν έργατική τάξη καί έγιναν κομουνιστές (Γληνός, Παπαμαΰρος, Σωτηρίου, Τμβριώτη κ.ά.). Στίς άρχές τής δεκαετίας τού ’30, ό Γληνός εί­ ναι μαρξιστής, άλλά δέν έχει προσχωρήσει στό ΚΚΕ. Μάλιστα άνάμεσα στήν 3Αναγέννηση τού Γληνού καί τό Ριζοσπάστη γινόταν συχνά έντονη πολεμική. Ό Γληνός εκείνη τήν έποχή κατηγο­ ρούσε τήν κομματική ήγεσία γιά άνωριμότητα, σεκταρισμό, «ολέθρια τακτική» καί γιά τήν υβρι­ στική μεταχείριση πού τού έπεφύλαξε. 'Ωστόσο ο Γληνός δέν στεκόταν στίς έπιμέρους άθλιότητες. Ή κατάρρευση τής Μεγάλης ’Ιδέας, οί κα­ θεστωτικές άλλαγές, τά στρατιωτικά κινήματα καί οί δικτατορίες τόν έπεισαν ότι ή άστική τάξη δέν μπορούσε πιά νά είναι ή πρωτοπόρα τάξη τής έλληνικής κοινωνίας. Ή όξυνση τών άντιθέσεων τού ιμπεριαλισμού, γενικότερα, πού εκ­ φράστηκε μέ τόν πιό τραγικό τρόπο στή φρίκη

τού Πρώτου παγκοσμίου πολέμου, προκάλεσε μιά χωρίς προηγούμενο κρίση τών άστικών ιδα­ νικών. Οί πιό ευαίσθητοι στοχαστές άρχισαν νά προσανατολίζονται πρός τά σοσιαλιστικά ιδανι­ κά. Ό Σκληρός, ό Χατζόπουλος, ό Βάρναλης, ό Γληνός, ήταν άπό τούς πρώτους πού άναζήτησαν στό σοσιαλισμό τή διέξοδο άπό τή νεοελληνική άθλιότητα. Στή ρήξη μέ τόν άστικό κόσμο έπαιξε σημαντικό ρόλο καί ή νίκη τής ’Οκτωβριανής έπανάστασης, ή άντοχή τής νέας, έργατικής δη­ μοκρατίας στήν παγκόσμια ιμπεριαλιστική επί­ θεση, καί οί πρώτες επιτυχίες στήν οικοδόμηση τού σοσιαλισμού. Ταυτόχρονα, ή άνοδος τού φασισμού καί τού ναζισμού έθετε άντικειμενικά τό θέμα τής παλλαϊκής-άντιφασιστικής ένότητας καί πάλης. Τέλος, ή σχετική ώρίμανση τού ΚΚΕ σ’ αύτή τήν περίοδο, διευκόλυνε τό πέρασμα τού Γληνού στίς γραμμές τού όργανωμένου κομουνι­ στικού κινήματος. "Αλλωστε στήν περίοδο ’30’36, μιά σειρά λαμπροί διανοούμενοι πέρασαν όριστικά στό στρατόπεδο τής άριστεράς. ’Εκτός άπό τούς πρωτοπόρους Σκληρό καί Κορδάτο, τώρα περνούν στήν άριστερά ό Γληνός, ό Βάρ­ ναλης, ό Καζαντζάκης (μέ τό δικό του τρόπο), ό Παπαμαύρος, ή Ίμβριώτη, ό Σωτηρίου καί άλ­ λοι.

Ό λαϊκός αγωνιστής Ή περίοδος 1933-1943 είναι ή περίοδος τού Γληνού-κομουνιστή καί άργότερα ήγετικού στελέ­ χους τού ΚΚΕ. Τό 1934 ό Γληνός πηγαίνει στή Σοβιετική "Ενωση καί γράφει σειρά άρθρων μέ τίς εντυπώσεις του άπό τή νεαρή σοβιετική δη­ μοκρατία. Τό 1935 πήρε κι αύτός, μέ τή σειρά του, τό δρόμο γιά τήν έξορία ("Αη Στράτη). Τό Δεκέμβρη τού 1935 έπιστρέφει άπό τήν έξορία. Τό 1936 έκλέχτηκε βουλευτής τού Παλλαϊκού Μετώπου, συνεργαζόμενος μέ τό ΚΚΕ. Τήν ίδια χρονιά γίνεται μέλος τού κόμματος. Ή 4η Αύγούστου θά τόν έξορίσει στήν ’Ανάφη. Μετά τό 1930 ή ρήξη τού Γληνού μέ τήν άστική τάξη είναι ριζική καί οριστική. Έ τσι τό 1932 έγραφε στούς Νέους Πρωτοπόρους ότι ή άστική τάξη στή σημερινή της κατάσταση είναι άδύνατο νά νομοθετήσει καί νά έφαρμόσει είλικρινά καί ένα μόνο μέτρο πού νά ώφελεί τό έργαζόμενο μέ­ ρος τού λαού. 'Ο παλιός συνεργάτης τού Βενιζέλου δέν έχει πιά αυταπάτες γιά τόν κόσμο πού δέν είχε τή δύναμη νά τόν κερδίσει. Τήν ίδια χρονιά έγραφε, πάλι στούς Νέους Πρωτοπόρους, ότι «άποδείχτηκε πιά ολοφάνερα πώς δέν μπορεί νά υπάρχει καπιταλισμός χωρίς νά τρώει τίς σάρκες έκατομμυρίων άνθρώπων, χωρίς νά βυθί­ ζει στή μαύρη πείνα, στή δυστυχία καί στήν απο­ κτήνωση τό μεγαλύτερο μέρος τής άνθρωπότη-


36/αφιερωμα Γληνός (ξυλογραφία)

τας». Οί γραμμές αυτές γράφονταν λίγο μετά τή μεγάλη κρίση τοϋ καπιταλισμού, στην περίοδο τής άνόδου τού φασισμού καί τής προετοιμασίας τού Δεύτερου παγκοσμίου πολέμου. Στην περίοδο αυτή, έκτος άπό τίς μελέτες του σέ έκπαιδευτικά ζητήματα καί την καθαυτό πο­ λιτική του δραστηριότητα, ό Γληνός μετείχε ένεργά στή γενικότερη ιδεολογική πάλη. Χαρα­ κτηριστική είναι ή οξεία κριτική πού έκανε στίς άντιλήψεις τών Κ. Τσάτσου καί Π. Κανελλόπουλου, νέων τότε καθηγητών, διαμορφωμένων στό ιδεολογικό κλίμα τού γερμανικού ιδεαλισμού. «Ό κ. Τσάτσος, έγραφε στούς Νέονς Πρωτοπό­ ρους, είναι σήμερα μιά άνάγκη όχι μόνο γιά τό Πανεπιστήμιο, παρά γιά ολόκληρο τό καθεστώς. Είναι άνάγκη άπόλυτη νά μπουμπουνίσει τά μυαλά τών νέων μέ τήν άεροφιλοσοφία του καί νά τά γεμίσει μέ τά πίτουρα τής ιδεοκρατίας» (1933). Επίσης τό 1936 έγραφε στό Ριζοσπάστη γιά τίς ιδέες τού Π. Κανελλόπουλου: «Είναι άπάτη, είναι άγυρτεία καί τσαρλατανιά νά υπό­ σχεσαι στό λαό πώς θά δώσεις στό εθνικό κράτος περιεχόμενο σοσιαλιστικό, χωρίς νά μετατρέπεις καί τό κράτος σέ σοσιαλιστικό, δηλαδή χωρίς νά πάρουν οί έργαζόμενοι τήν κρατική εξουσία, νά καταλύσουν τήν κυριαρχία τών εκμεταλλευτών καί νά έξαλείψουν άπό τήν οικονομία κάθε μορ­ φή έκμετάλλεψης άνθρώπου άπό άνθρωπο, κάθε ίδιοχτησία τών μέσων παραγωγής» (30/3/36). Στην ίδια περίοδο ό Γληνός εργαζόταν θεωρη­

τικά καί πρακτικά γιά τή λαϊκή ενότητα καί ιδιαίτερα γιά τή συγκρότηση τού ιδεολογικού με­ τώπου τών προοδευτικών διανοουμένων: «Έχουμε χρέος νά οργανώσουμε τό ιδεολογικό μας μέτωπο, νά κρατήσουμε ψηλά τό φώς τού διαλεκτικού ματεριαλισμού, καί σέ άόιάκοπη επαφή μέ τό προλεταριάτο πού μάχεται, νά βοη­ θήσουμε τόν άγώνα του μέ όλη μας τή δύναμη, ρίχνοντας συνάμα τά πρώτα λιθάρια γιά τό θεμε­ λίωμα τού σοσιαλιστικού πολιτισμού καί στόν τόπο μας» (Νέοι Πρωτοπόροι, Φλεβάρης 1933). Πόσο λάμπουν αυτά τά λόγια τού Γληνού σήμε­ ρα, πού τό όραμα τού σοσιαλισμού έχει ξεθωριά­ σει πίσω άπό τά στάδια, τίς φάσεις, τίς στροφές, τίς άλλαγές, τούς ιστορικούς συμβιβασμούς καί όλα τά εφευρήματα τής ιδεολογικής άνεπάρκειας! Ή παραπέρα πορεία τού Δημήτρη Γληνού, κομουνιστή-λαϊκού άγωνιστή, είναι γνωστή καί ήταν ίδια μέ τήν πορεία χιλιάδων άλλων άγωνιστών: Εξορία στήν ’Ανάφη τό 1936. Φυλακή στήν Άκροναυπλία τό 1937. Εξορία στή Σαντο­ ρίνη τό 1938, όπου έγραψε τήν Τριλογία τοϋ πο­ λέμου. Τό 1939 επιστρέφει στήν ’Αθήνα καί βρί­ σκεται ύπό περιορισμό. Τό 1940 έκδίδει τό Σοφι­ στή τού Πλάτωνα. Τό 1941 συλλαμβάνεται άπό τούς ’Ιταλούς. Τό Σεπτέμβρη τού 1942 γράφει τό Τί είναι καί τί θέλει τό ΕΑΜ. Μέλος πιά τής Γραμματείας τού Π. Γ. τού ΚΚΕ ετοιμάζεται γιά τό βουνό, όπου θά ήταν εισηγητής στή 10η ολο­ μέλεια τής ΚΕ (Γενάρης 1944). Στίς 26 τού Δε­ κέμβρη πέθανε σέ νοσοκομείο τής ’Αθήνας.

Παράδειγμα ιδεολογικής συνέπειας Πώς θά μπορούσαμε νά εκτιμήσουμε τό έργο καί τήν προσωπικότητα τού Γληνού σήμερα, σαράν­ τα χρόνια μετά τό θάνατό του, καί ύστερα άπό τίς πολύχρονες, ήρωικές καί τραγικές εμπειρίες τού έλληνικού προοδευτικού κινήματος; 'Ο Γληνός ήταν μιά ισχυρή προσωπικότητα. Σ’ όλη του τή ζωή άγωνίστηκε νά κατακτήσει μιά έπιστημονική άντίληψη γιά τόν κόσμο καί νά έναρμονίσει τήν πράξη μέ τίς θεωρητικές του άντιλήψεις. Ό Γληνός άποτελεϊ παράδειγμα ιδεο­ λογικής συνέπειας, ένότητας θεωρίας καί πρά­ ξης, πολιτικού θάρρους καί αισιόδοξης άντιμετώπισης τών διωγμών καί τών κινδύνων. Συνο­ λικά, άποτελεϊ μιά άπό τίς πιό λαμπρές μορφές τόύ ελληνικού κομουνιστικού κινήματος. Ή Τρι­ λογία τοϋ πολέμου, ή Εισαγωγή στό Σοφιστή, τό Τί είναι καί τί θέλει τό ΕΑΜ είναι βαθυστόχα­ στα, ώριμα έργα, μοναδικά σχεδόν σέ ποιότητα γιά κείνη τήν εποχή. Ό Άταφος νεκρός διατη­ ρεί πάντα τήν έπικαιρότητά του. Τά πολεμικά άρθρα του δέν ενδιαφέρουν μόνο τόν ιστορικό.


αφιερωμα/37

Είναι πρότυπα πολεμικής πού συνδυάζει τή σο­ φία μέ την ιδεολογική συνέπεια. Μαζί με τόν Κορδάτο, ό Γληνός μπορεί νά χαρακτηριστεί δά­ σκαλος τοϋ προοδευτικού κινήματος. Αυτό πού εντυπωσιάζει καί σήμερα, είναι ή λάμψη τοϋ λόγου τού Γληνοΰ. Καί φυσικά δεν πρόκειται άπλά γιά ύφος! Πρόκειται γιά αυστη­ ρό διαλεκτικό λόγο πού διατυπώνεται μέ πυκνό­ τητα, σαφήνεια καί λάμψη, δηλαδή μέ τή μορφή πού προσδιόριζε ή ωριμότητα καί ή ιδιοσυγκρα­ σία τοϋ δημιουργού του. 'Ο Γληνός ήταν υπέρο­ χος δάσκαλος καί ομιλητής, γιατί ήταν σοφός καί ιδεολογικά άδιάλλακτος. Ό Δημήτρης Γληνός ήταν πρωτοπόρος. Είναι ή ισχυρότερη μορφή σέ μιά πλειάδα στοχαστών, όπως ό Σκληρός, ό Κορδάτος, ό Βάρναλης, ό Παπαμαϋρος, ή Ίμβριώτη, ό Ίμβριώτης, ό Σω­ τηρίου, ό Ζεύγος, ό Αύγέρης, ό Κιτσίκης, ό Θεοδωρίδης, ό Λεκατσάς, ό Μπάτσης κτλ., κτλ., πού δημιούργησαν μιά αξιόλογη μαρξιστική επιστη­ μονική παράδοση. Σήμερα οί μαρξιστικές ιδέες έχουν κερδίσει ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Αντίστοιχα, επιστή­ μες δπως ή ιστορία, ή οικονομία, ή κοινωνιολογία, άκόμα καί ή αισθητική καί ή φιλοσοφία, έχουν διαποτιστεϊ βαθιά από τό μαρξισμό. Σήμε­ ρα υπάρχει ένας μεγάλος άριθμός μαρξιστών επιστημόνων καί στοχαστών, καί τά τελευταία χρόνια είδαν τό φώς έργα ώριμου μαρξισμού. 'Ωστόσο δέν μπορούμε νά μή διαπιστώσουμε μιά αντίφαση πού διαπερνά τό χώρο τής μαρξιστικής ιδεολογίας. Ό ένας πόλος τής άντίφασης χαρα­ κτηρίζεται από μιά τάση έμπειρισμού, πού καλύ­ πτει τήν ιδεολογική του άνεπάρκεια μέ ένα επί­ πεδο, ρητορικό, μαρξιστικοφανή λόγο. 'Ο άλλος πόλος διαποτίζεται άπό τάσεις άκαδημαϊσμού, «άντικειμενικότητας», ξεπεράσματος τού «δογ­ ματισμού», πού στήν πράξη σημαίνει ιδεολογική ασάφεια καί ιδεολογικό άφοπλισμό. Ή μελέτη τού έργου τού Γληνού άποτελεΐ ισχυρό άντίδοτο καί γιά τίς δύο περεκκλίσεις. Ό Δημήτρης Γληνός ήταν σοφός, άλλά δέν ήταν θεός: δέν έδημιούργησε έξω άπό τόν τόπο καί τό χρόνο. Τό έργο του αντανακλά τίς δυνα­ τότητες τής έποχής του, καί τίς ιδιαιτερότητες τού ελληνικού προοδευτικού κινήματος. Έτσι θά μπορούσε κανείς νά διαφωνήσει γιά ορισμέ­ νες εκτιμήσεις του ώς πρός τήν άξια τής άρχαιοελληνικής πολιτισμικής κληρονομιάς. Θά μπο­ ρούσε νά άνακαλύψει κατάλοιπα τού άστικού ανθρωπισμού άκόμα καί στά έργα τής ωριμότη­ τας. 'Ακόμα θά μπορούσε νά μή συμφωνήσει κα­ νείς μέ ορισμένες γνωσιολογικές άπόψεις του, δπως π.χ. διατυπώνονται στό δοκίμιο «'Ορίζον­ τες νέας ζωής: Α' Θεωρία τής γνώσης», πού γρά­ φτηκε τό 1941. Στό δοκίμιο αυτό, π.χ., διαβά­ ζουμε: «Τά κοινωνικά φαινόμενα είναι άπό τή

φύση τους όλότελα διαφορετικά άπό τά φυσικά. Γιατί στά κοινωνικά φαινόμενα κυριότατος συν­ τελεστής καί δημιουργός είναι ή άνθρώπινη ψυ­ χή. [...] ’Εδώ δέν ισχύει καθόλου ό νόμος τής αιτιότητας. [...] Κοινωνικά φαινόμενα ονομά­ ζουμε δλα τά φαινόμενα πού παράγονται άπό τή σχέση καί άλληλοεπίδραση τών άνθρώπων μετα­ ξύ τους. [...] Τά κοινωνικά φαινόμενα είναι κα­ τηγορία τών βιολογικών. [...] "Οσο γιά τά λεγά­ μενα “ψυχικά” φαινόμενα αυτά δπως είναι φα­ νερό μέ τή διαίρεσή μας τά υπάγουμε στά βιολο­ γικά. [...] ’Απάνω σ’ έναν ορισμένο τρόπο παρα­ γωγής θεμελιώνονται ορισμένες παραγωγικές σχέσεις, δηλαδή σχέσεις κατανομής τών άγαθών, μέ άλλους λόγους σχέσεις κοινωνικές. [...] Μέ τήν άνακάλυψη τής ράδιο ενέργειας πού διαπί­ στωσε τήν άναγωγή τής ύλης σέ ένέργεια. [...] Τά σύμπαντά βρίσκονται σέ μιά χρονικά καί τοπικά αδιάκοπη άλυσίδα άλληλεπίδρασης έτσι πού τί­ ποτα δέν άπομονώνεται ούτε σταθεροποιείται, ούτε στιγμιαία. [...] Έτσι φτάνουμε στήν άρχή τής άπόλυτης σχετικότητας [...] Ή απροσδιορι­ στία κυριαρχεί στήν περιοχή τού μικροκοσμικού ή μικροσκοπικού γίγνεσθαι, ένώ στό μακροκο­ σμικό ή μακροσκοπικό γίγνεσθαι κυριαρχεί ή νομοτέλεια» ( ’Επιστημονική Σκέψη, 8, 1982). Δέν θά μπορούσε βέβαια νά συμφωνήσει κα­ νείς σήμερα μέ τίς παραπάνω θέσεις τού Δ. Γλη­ νού. ’Αλλά πρόκειται γιά άδυναμίες πού δέν μειώνουν τήν προσφορά τού δασκάλου. Έ ν τέλει, 40 χρόνια μετά τό θάνατό του, τό έργο τού Γληνού περιμένει τήν κριτική του άξιολόγηση καί τοποθέτηση στήν ιστορία τής ελληνικής μαρ­ ξιστικής σκέψης.

ΟΘΟΝΗ ΤΡΙΜΗΝΟ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΘΕΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗΣ


38/αφιερωμα

Δημήτρης Κασιούρας

Σχετικά μέ,τίς φιλοσοφικές άντιλήψεις τοϋ Δ. Γληνοϋ Ή άνάλνση κ α ί ή μελέτη των φιλοσοφικών κ α ί κοινωνιολογικών άντιλήψεων τοϋ μεγάλου νεοέλληνα στοχαστή είναι έργο άπαραίτητο κ α ί ταυτόχρονα ώφέλιμο κ α ί διδακτικό. 'Ο Δημήτρης Γληνός ήταν μιά ξεχωριστή προσωπικότητα στά νεοελλη­ νικά γράμματα, πολυεδρικό μυαλό μέ πολύπτυχη θεωρητική κ α ί άλλη κοινωνική δράση. Έζησε σέ μιά πολυτάραχη περίοδο τής νεοελλη­ νικής κοινωνικής ζωής, γεμάτη άντιθέσεις, σέ μιά έποχή πού σημειώνονται σημαντικές κοινω­ νικές καί πολιτικές άνακατατάξεις καί άλλαγές στόν ευρωπαϊκό χώρο καί στην Ελλάδα. Ή άστική τάξη τής χώρας μας, μέσα στή δίνη τών κοινωνικών άντιθέσεων στίς άρχές τοϋ αιώνα, πού όξυναν ή ξένη εξάρτηση, ή διατήρηση άκόμα τότε τού φεουδαρχικόύ πνεύματος καί τών φεουδαρχικών υπολειμμάτων καί ή οικονομική καθυστέρηση, κάνει μιά προσπάθεια νά άπαλλαγεϊ άπό τόν κοτσαμπασιδισμό, μά δέν τά κατα­ φέρνει καί τελικά συμβιβάζεται μέ τήν άντίδραση. 'Ορισμένα ημίμετρα πού παίρνει δέν φέρ­ νουν τήν άναμενόμενη βελτίωση. Ή κατάσταση χειροτερεύει, οί κοινωνικές άντιθέσεις όξύνονται άκόμα περισσότερο, ή ταξική πάλη άναπτύσσεται. Τό εργατικό κίνημα, άν καί βρισκόταν άκό­ μα ατό στάδιο τοϋ αυθόρμητου, χωρίς γερή ορ­ γάνωση καί συγκεκριμένο πρόγραμμα, χωρίς ξε­ κάθαρο ιδεολογικό προσανατολισμό, μέ σοσιαλι­ στικές ιδέες μπερδεμένες καί ουσιαστικά άγνοια τοϋ επιστημονικού σοσιαλισμού, δίνει μέ τίς πο­ λυάριθμες εκδηλώσεις του τό παρόν στην πολιτι­ κή σκηνή. Οί άγροτικές μάζες, στερημένες τοϋ βασικού παράγοντα ύπαρξής τους, τής γής, εκ­ δηλώνουν όλο καί πιό άποφασιστικά τήν άντίδρασή τους στό κατεστημένο. Οί άνθρωποι τών γραμμάτων καί τής τέχνης, ή προοδευτική δια­ νόηση, μέ διάφορους τρόπους έκφράζουν τίς ιδέες τους, παλεύουν τήν «άρχαιοκαπηλία» καί τήν «προγονοπληξία». Μέσα άπό τό ποίημα καί τό διήγημα, μέ τήν παράσταση καί τήν εικόνα, άποφεύγουν τό μύθο καί τή θρησκευτική ένατένιση, εισχωρούν βαθιά στόν κοινωνικό χαρακτή­

ρα τών γεγονότων, πλησιάζουν τήν υλιστική τους ερμηνεία. 'Ο Δημήτρης Γληνός, έπηρεασμένος άπό τήν άστική ιδεολογία, όπου κυριαρχεί ό ιδεαλισμός, ιδίως ό νεοκαντιανισμός, όμως πνεύμα προοδευ­ τικό, άνήσυχο καί έρευνητικό, «προσγειωμένος», ριζωμένος στην ελληνική πραγματικότητα, δέχε­ ται τίς επιδράσεις καί τούς τρανταγμούς της, προσπαθεί νά κατανοήσει τά κοινωνικά φαινό­ μενα, νά βρει τόν τρόπο νά παλέψει γιά τήν άλλαγή. Στήν άρχή νομίζει πώς μπορεί νά βρει τή λύση στή διαφώτιση, στήν παιδεία, στήν πάλη γιά μεταρρυθμίσεις μέσα στά πλαίσια τής φιλε­ λεύθερης άστικής ιδεολογίας καί πράξης. Γίνε­ ται δραστήριος παράγοντας τοϋ δημοτικισμού. Σάν παιδαγωγός καί εκπαιδευτικός παράγοντας, επί κυβερνήσεων Βενιζέλου, εισάγει τή δημοτική γλώσσα στό δημοτικό σχολείο. Σιγά σιγά πείθε­ ται ότι μέ τόν τρόπο αυτό δέν άλλάζει ή κατά­ σταση. “Ομως δέν γνωρίζει άκόμα ούτε τόν τρό­ πο, ούτε τίς δυνάμεις καί τά μέσα τής άλλαγής. Οί φιλοσοφικές άντιλήψεις τού «ψυχοφυσικού παραλληλισμού» πού διδάχτηκε στή σχολή τού ιδεαλιστή φιλόσοφου Βούντ στή Γερμανία δέν δίνουν άπάντηση στά έρωτήματά του. Οί άντιθέσεις τής έλληνικής κοινωνίας καί ή συνεχής άναζήτηση τόν σπρώχνουν «όλο καί πρός τά άριστερά», όπως χαρακτηριστικά έλεγε ό ίδιος. Τήν κρίση τής έλληνικής κοινωνίας, τήν «ελληνική άρρώστια» τή βρίσκει όχι στή βιολογική ή τήν άνθρωπογεωγραφική έξήγηση, στίς παραδόσεις καί τίς άλλες έρμηνείες πού δίνουν οί διάφοροι κοινωνιολόγοι, άλλά στούς «οικονομικούς, τούς ιστορικούς καί τούς κοινωνικούς όρους» (Δ. Γληνού, Εκλεκτές σελίδες, τόμ. 2, σ. 122). ’Αρ­


αψιερωμα/39

χίζει νά αντιλαμβάνεται πώς τό κοινωνικό κατε­ στημένο είναι εκείνο πού πρέπει νά άλλάξει πρώτα γιά ν’ άλλάξουν καί ή παιδεία καί οί θε­ σμοί, όλο τό εποικοδόμημα. Θά γράψει άργότερα ότι ό δημοτικισμός ήταν ένα πλατύ κοινωνικοπνευματικό άναγεννητικό κίνημα πού άγκάλιαζε όλες τίς μορφές τής πνευματικής ζωής, όσο κι άν φαινομενικά ό άνταγωνισμός γινόταν προ­ πάντων γύρω άπό τη γλώσσα. Καί ότι ή άλλαγή χρειάζεται συστηματική καί επίμονη καθοδήγη­ ση «άπό τό φώς τού επιστημονικού στοχασμού». Μέσα λοιπόν άπ’ αυτές τίς άντιφατικές συνθή­ κες καί κάτω άπό την έπίδραση τών κοινωνικών έξελίξεων τής έποχής αυτής, πού κορυφώνονται μέ τη νίκη τής Όχτωβριανής σοσιαλιστικής επα­ νάστασης στή Ρωσία καί τη δημιουργία τού κο­ μουνιστικού κόμματος καί στήν Ελλάδα, ό Δ. Γληνός πραγματοποιεί τό άλμα «άπό τό σκοτάδι στό φώς», ενστερνίζεται τη μαρξιστική κοσμο­ θεωρία, τό διαλεκτικό καί ιστορικό υλισμό. Τό πέρασμά του στό μαρξισμό ήταν ένα μακρόχρονο καί οδυνηρό κοιλοπόνημα. Ό ίδιος θά πει τό 1930: Μέ μεγάλη δυσκολία άνοιξα τό δρόμο πρός τήν άλήθεια, πρός τό φώς. Στά δεκαοχτώ μου χρόνια έγινα δημοτικιστής, στά εϊκοσιπέντε μου χρόνια άρχισα νά καταλαβαίνω τό κοινωνικό πρόβλημα. Χρειάστηκαν όμως άλλα είκοσι χρό­ νια γιά νά καταλάβω τήν άλήθεια γύρω άπό τό ζήτημα αύτό καί νά μπώ στόν κόσμο τής άληθινής ζωής. Μερικοί ισχυρίζονται ότι ό Γληνός δέν είναι φιλόσοφος γιατί δεν δημιούργησε δική του κο­ σμοθεωρία καί βιοθεωρία, δέν μάς παρουσίασε όλοκληρωμένο τό φιλοσοφικό του credo. Νομί­ ζουμε πώς είναι λαθεμένη ή άποψη αυτή. Είναι κοινώς παραδεχτό 1δτι στή μακραίωνη ιστορία τής φιλοσοφίας διαμορφώθηκαν δυό βασικές, διαμετρικά άντίθετες κατευθύνσεις, δυό κο­ σμοαντιλήψεις, ή υλιστική καί ή ίδεαλιστική. Οί διάφορες κοικιλομορφίες τού ιδεαλισμού (Αντι­ κειμενικός καί ύποκειμενικός καί τά διάφορα ρεύματά τους: θετικισμός-νεοθετικισμός, υπαρ­ ξισμός, πραγματισμός κλπ.) καί τού υλισμού (αυθόρμητος υλισμός τής άρχαιότητας, μεταφυ­ σικός μηχανιστικός υλισμός, άνθρωπολογικός υλισμός κλπ.), παρά τήν ιδιομορφία, τό νεοτερισμό ή καί τίς έλλείψεις τους, δέν άλλάζουν τό βασικό: τή διαμετρικά Αντίθετη θεώρηση καί έρμηνεία τού κόσμου, όσο νέες καί άν είναι. Ά πό τήν άρχαιότητα ώς τίς μέρες μας γίνεται πάλη δυό κατευθύνσεων, δυό γραμμών στήν ιστορία τής φιλοσοφίας: «τής γραμμής τού Δημόκριτου (υλιστική) καί τής γραμμής τού Πλάτωνα (ίδεαλιστική)». Καί είναι επίσης γνωστό δτι σήμερα ή κύρια άντιπαράθεση στά ζητήματα τής κοσμο­ θεωρίας καί τής γνωσιοθεωρίας, άν έξαιρέσουμε τή θρησκεία, είναι ή άντιπαράθεση άνάμεσα στό

διαλεκτικό υλισμό καί τόν ιδεαλισμό καί τίς διά­ φορες παραλλαγές του! Ή ιστορία έξέλιξης τής φιλοσοφικής σκέψης άπέδειξε δτι «τρίτος δρό­ μος» στή φιλοσοφία δέν ύπάρχει ούτε μπορεί νά υπάρξει. Τό φιλοσοφικό, λοιπόν, πιστεύω τού Γληνού είναι ό διαλεκτικός καί ιστορικός υλισμός, γιατί, δπως τονίζει στά άρθρα του γιά τή φιλοσοφία τού Χέγκελ, «είναι ή καθαυτό ζωντανή, ή μόνη ζωντανή κοσμοθεωρία. Ό άνθρωπος γίνεται μ’ αυτήν δημιουργός τρύ κόσμου». Ό φιλοσοφικός προβληματισμός τού Δ. Γλη­ νού άρχίζει άπό τά κοινωνικά προβλήματα τής χώρας του. Επιδιώκει τή σωστή φιλοσοφική τους τοποθέτηση. Προσπαθεί νά τά κατανοήσει διερευνώντας τά κοινωνικά τους αίτια. Ψάχνει νά βρει τή λύση, τή μέθοδο πού θά τόν οδηγήσει στήν έπίτευξή της. ’Ακόμα στήν περίοδο τής άναζήτησης, στό «Δημιουργικό ιστορισμό» του, άντιμετωπίζοντας τό πρόβλημα τής άξιοποίησης τής άρχαιοελληνικής κληρονομιάς, «τών άξιών τού πολιτισμού», γύρω άπό τό όποιο σπεκουλά­ ρουν οί διάφοροι ίδεολόγοι τής άστικής τάξης, κάνει επιστημονική τοποθέτηση τού ζητήματος, θεωρεί τή δημιουργία τών άξιών τού πολιτισμού άποτέλεσμα τών κοινωνικών συνθηκών συγκε­ κριμένης ιστορικής έποχής. Διατυπώνει τήν άπο­ ψη δτι υπάρχουν δυό είδη ιστορισμού, δυό τρό­ ποι έρμηνείας καί άξιοποίησης: ή αυτούσια με­ ταφορά καί μίμηση τών άξιών καί ή μετουσίωση τών άξιών. Ή πρώτη είναι άντιδραστική γιατί θεωρεί «κάθε παραλλαγή, κάθε τάση δημιουρ­ γίας νέου διαφθορά, έπανάσταση, προσβολή στά ιερά». 'Ο δημιουργικός ιστορισμός «είναι τό εί­ δος τής έπιβίωσης πού στηρίζεται στή μελέτη καί επίγνωση τών περασμένων». 'Ο ιστορισμός αυ­ τός είναι ό άρμονικός συνδυασμός τών άξιών τού παρελθόντος μέ τίς δυνάμεις καί τίς ορμές τού παρόντος. Πρέπει νά άξιοποιούμε εκείνες τίς προοδευτικές άξιες τού παρελθόντος πού δί­ νουν κάθε στοιχείο πού μπορεί νά χρησιμεύσει γιά ιδανικό παράδειγμα καί νά άφομοιώνονται άπό τό παρόν. Στήν άστική κοινωνία ή άξιοποίηση τών «άξιών τού πολιτισμού» παίρνει τα­ ξικό χαρακτήρα, γιατί «μιά κοινωνική τάξη πού έχει τήν ηγεμονία μέσα στό σύνολο δημιουργεί ή συντηρεί τίς άξιες τού πολιτισμού κατά έναν τύ­ πο σύμφωνο μέ τά συμφέροντά της» (Δ. Γληνού, ’Εκλεκτές σελίδες, τόμ. 1, σ. 241). Μ’ ένα λόγο, ό Γληνός κάνει εδώ σοβαρή προσπάθεια νά έξετάσει τό φαινόμενο αυτό ιστορικά καί, συγκε­ κριμένα, μέ βάση τήν άποψη τής ιστορικής δια­ δοχής, σέ άναγκαία συνάρτηση τού νέου, τού προοδευτικού, μέ τό παλιό, γεγονός πού άποτελεί μιά άπό τίς άρχές τού ιστορικού υλισμού. 'Η συνεχής ζύμωσή του μέ τά ελληνικά πράγ­ ματα, οί άνησυχίες του, ή ικανότητά του νά ψά­


40/αφιερωμα

χνει πίσω άπό τά φαινόμενα την ουσία τών πραγμάτων, τίς αιτίες πού τά προκαλοΰν, τού δημιουργούν την πεποίθηση ότι χρειάζεται νέα κοσμοαντίληψη, νέα μέθοδος έρευνας πού δέν έρμηνεύει μόνο σωστά τά φαινόμενα άλλά έχει καί σωστή μέθοδο μελέτης, όπου θά συμπορεύε­ ται ή θεώρηση μέ την πραχτική δράση. Κι αυτή τήν κοσμοθεωρία καί τή μέθοδο τή βρίσκει στό διαλεκτικό καί τόν ιστορικό υλισμό. Ά π ό τή στιγμή αύτή όλο τό έργο τόυ διαποτίζεται άπό τίς ιδέες τής επιστημονικής φιλοσοφίας τού μαρξισμού-λενινισμοΰ. Τό πρώτο έργο τού Γληνοϋ, στό όποιο προσ­ παθεί νά δώσει λακωνικά άλλά καί μέ άκρίβεια τό φιλοσοφικό του πιστεύω, τή μαρξιστική φιλο­ σοφία σέ μιά άριστοτεχνική κριτική σκιαγράφη­ ση τού άντικειμενικοΰ ιδεαλισμού, είναι τά άρ­ θρα γιά τή «Φιλοσοφία τού Χέγκελ» πού γράφη­ καν μέ άφορμή τά εκατοντάχρονα άπό τό θάνατο τού γερμανού φιλόσοφου. Ά ν καί ό σκοπός του στή μελέτη αύτή, όπως γράφει ό ίδιος, δέν είναι ερευνητικός άλλά προπαιδευτικός, κάνει μιά σύντομη επισκόπηση τής φιλοσοφίας τού Χέγκελ άπό τίς θέσεις τού διαλεκτικού ματεριαλισμού. Μέ τήν ικανότητά του νά κάνει βαθιά άνάλυση τού θέματος καί νά διατυπώνει μέ σαφήνεια τά νοήματά του, άποκαλύπτει τήν ουσία τού άντικειμενικοΰ ιδεαλισμού τού Χέγκελ, πού προσπα­ θεί νά ερμηνεύσει τόν κόσμο, τή φύση καί τήν άνθρώπινη ιστορία μέ τήν ιδέα, τό άπόλυτο πνεύμα καί τήν αύτοεξέλιξή του. Σημειώνει τήν άντίθεση πού υπάρχει ανάμεσα στό μεταφυσικό φιλοσοφικό του σύστημα καί τήν ΐδεαλιστική διαλεκτική του μέθοδο. 'Υπογραμμίζει τόν ίστορικοκοινωνικό χαρακτήρα τής φιλοσοφίας αυ­ τής, πού παρά τήν καθολικότητα καί τήν άφαιρετική καί συνθετική δύναμη τού δημιουργού της «δέν ξεφεύγει τήν επίδραση τού καιρού καί τού τόπου του». Ταυτόχρονα, σέ «μερικές άδρές καί κύριες γραμμές», δίνει τή ριζική διαφορά άνάμεσα στόν ιδεαλισμό τού Χέγκελ καί τό διαλεκτικό υλισμό, έκθέτει τά βασικά του στοιχεία. Ό διαλεκτικός υλισμός όχι μόνο παραμερίζει τό μυστήριο τής ιδέας πού γεννάει τήν πραγματικότητα καί δέχε­ ται άκριβώς τό άντίθετο, ότι δηλαδή ή πραγμα­ τικότητα δημιουργεί τίς ιδέες σάν άντανάκλασή της, μά παραμερίζει άκόμα καί τό μυστήριο τής διαλεκτικής κίνησης τών ιδεών. « Ό διαλεκτικός ματεριαλισμός διώχνει όλα τά νυχτοπούλια στίς σκοτεινές φωλιές τους. Δέν θέλει μόνο νά εξηγή­ σει τόν κόσμο, πού τόν έξηγεί πληρέστερα καί ικανοποιητικότερα άπό κάθε άλλη φιλοσοφία, βοηθάει ν’ άλλάξει ό κόσμος. Είναι ό προάγγελος μιάς καινούργιας ημέρας» (Δ. Γληνοΰ, ’Εκλεκτές σελίδες, τόμ. 2, σ. 107-108). Καί τίς απόψεις του αυτές γιά τήν ουσία τού διαλεκτι­

κού υλισμού άναπτύσσει στά κατοπινά έργα του. Ά π ό τή στιγμή πού ό Γληνός βρήκε στό μαρξι­ σμό τή μόνη έπιστημονική κοσμοθεωρία, είδε τήν άναγεννητική της άξια, πίστεψε σ’ αυτήν, τήν προπαγάνδισε μέ πάθος. Καί όχι μόνο αύτό. Στό βαθμό πού έμπαινε στήν ουσία της, τήν κατα­ νοούσε βαθύτερα καί τήν άφομοίωνε, προσπά­ θησε νά τήν έφαρμόσει στή μελέτη τών νεοελλη­ νικών προβλημάτων. Τέτοια σοβαρή προσπάθεια κάνει στό «Σοφιστή» τού Πλάτωνα, στήν «Τρι­ λογία τού πολέμου», στό «Σκοπό τής Παιδαγω­ γικής Ακαδημίας», στίς «Πνευματικές μορφές τής άντίδρασης», στό « Ό μαρξισμός καί τά νεοελληνικά προβλήματα», σέ μιά σειρά άρθρα καί μελέτες του γιά εκπαιδευτικά καί άλλα πολι­ τικά θέματα. Στό «Σοφιστή» δίνει δική του διάσταση στήν εκτίμηση καί άξιοποίηση τού άρχαιοελληνικού πολιτισμού. Ή διαλεκτικοϋλιστική μέθοδος πού χρησιμοποιεί τού δίνει τή δυνατότητα νά κατα­ νοήσει τόν Πλάτωνα γενικά καί τό «Σοφιστή» ιδιαίτερα. Γιά νά μελετήσουμε σωστά καί νά δώ­ σουμε έπιστημονική εξήγηση στά ιστορικά φαι­ νόμενα χρειάζεται έπιστημονική κοσμοθεωρία γιατί «ή κοσμοθεωρητική καί βιοθεωρητική σκο­ πιά άπ’ όπου κοιτάζουμε τό ιστορικό γίγνεσθαι είναι ούσιαστικότατο στοιχείο γιά τήν κατανόη­ ση, άνασύνθεση καί άφομοίωση ενός πολιτισμού καί τών άξιών». Ή μέθοδος τής «έπιβίωσης», τής μίμησης τών άξιών, μέ τήν όποια ή κυριαρ­ χούσα ιδεολογία ερμήνευε τίς άξιες τού πολιτι­ σμού μας, δέν έχει σκοπό τή σωστή έρμηνεία καί άξιοποίησή τους, έπιδιώκει τή διατήρηση τής έξουσίας τής άρχουσας τάξης. Στήν έρμηνεία αύτή κυριαρχεί ό σκοπός, δίνεται τό περιεχόμε­ νο τής κοσμοθεωρίας τής κυρίαρχης κοινωνικής τάξης. Ή μελέτη στρέφεται πρός ορισμένες άξιες πού θά έξυπηρετήσουν τά συμφέροντά της. Παίρνει τίς άξιες στατικές καί άκίνητες, άναλλοίωτες. Στέκεται στά καθέκαστα χωρίς γε­ νίκευση, άνάλυση καί άνασύνθεση καί περιορί­ ζεται σέ ένα στενό κύκλο τής διανόησης. Ό Δ. Γληνός θεωρεί ότι τό μεγάλο δίδαγμα άπό τή μελέτη τής άρχαιοελληνικής κληρονομιάς είναι νά τοποθετείς τό ζήτημα κάθε φορά συγκε­ κριμένα καί ιστορικά, νά έφαρμόζεις έπιστημο­ νική θεωρία καί μέθοδο, γιά νά μπορείς νά ξε­ χωρίσεις τό προοδευτικό, αύτό πού έχει ζωή, άπό τό άντιδραστικό. Τέτοια, λέει, είναι ή μέθο­ δος τού δημιουργικού ιστορισμού, ό όποιος έχει άλλη ένατένιση: Δέν στρέφεται πρός τίς έξωτερικές μορφές άλλά στήν ουσία καί τό περιεχόμενο, άναζητάει τά σύνολα καί άνασυνθέτει τίς όλότητες, παίρνει τίς άξιες έξελικτικά, κινούμενες σέ άλληλοεξάρτηση καί άλληλουχία. Ή μελέτη αύ­ τή δέν παίρνει τήν κληρονομιά άφηρημένα καί άπόλυτα, άλλά σάν ιστορικό γίγνεσθαι σχετικό,


ΔΕΛΤΙΟ βιβλιογραφικό δελτίο άριθ. 61

11 ’Ιανουάριου 1983

Έπίμέ-Ε^ Άπάκη

• Τό Βιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται με τήν πολύτιμη συνερ­ γασία τού βιβλιοπωλείου τής «Εστίας», τη διεύθυνση καί τό προσωπικό τοϋ όποιου εύχαριστονμε θερμά. 9 Ή ταξινόμηση τών βιβλίων γίνε­ ται μέ βάση τό γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο­ γραφία. 9 Σέ κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται Αλφαβητικά οί έλ-

ληνες συγγραφείς καί άκολουθοϋν οί ξένοι. 9 Ή κατάταξη τών ξένων συγγρα­ φέων γίνεται σύμφωνα μέ τό άλ­ λην ικό άλφάβητο. 9 Στην κατηγορία τών περιοδικών δέν περιλαμβάνονται έβόομαδιαϊα έντυπα. 9 Γιά τήν Ακόμη μεγαλύτερη πλη­ ρότητα τοϋ Δελτίου, παρακαλοϋνται οί έκδοτες νά μάς στέλ­ νουν έγκαιρα τις καινούριες έκδόσεις τους. Τζαβάρα. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 216. Δρχ. 350.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΥΠΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ Γ. Στρατευμένη δημο­ σιογραφία. ’Αθήνα, Σοκόλης, 1982. Σελ. 476. ΛΑΜΠΡΙΝΙΔΗΣ ΜΗΝΑΣ Α. Τριάντα τρία χρόνια στην Υ.ΕΝ.Ε.Δ. (Δημοσιογραφικές άναμνήσεις). ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 211. Δρχ. 350.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ Κ. I. Μελετήματα φιλοσοφίας. Σειρά Τ'. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1982. Σελ. 217. Δρχ. 300. ΚΟΥΜΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Νίκος Καζαντζάκης. ’Αθή­ να, Εστία, 1982. Σελ. 142. Δρχ. 330. ΜΑΛΑΜΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ. Τά κλειδιά τής ευτυχίας ή πώς νά ζοΰμε ευτυχισμένοι. Φιλοσοφικό δοκίμιο γιά δλους. ’Αθήνα, ’Ελεύθερο Πνεύμα, 1982. Σελ. 76. Δρχ. 250. ΤΖΑΜΑΛΙΚΟΣ ΤΑΚΗΣ. Ελληνισμός καί άλλοτρίωση. (Ή ευρωπαϊκή πρόκληση). ’Αθήνα, Γνώση, 1982. Σελ. 272. KANT IMMANUEL. Προλεγόμενα σέ κάθε μελλοντι­ κή μεταφυσική. Είσαγωγή-μετάφραση-σχόλια: Γιάννη

ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗΣ. Άλαουίτες. Μιά μυστι­ κή δοξασία τής ’Ανατολής. ’Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1982. Σελ. 68. Δρχ. 150. ΓΟΥΕΣΤΚΟΤ ΓΟΥΙΛΙΑΜ. Άριθμοσοφία. Μετ. Ά νδρέα Τσάκαλη. ’Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1983. Σελ. 148. Δρχ. 300. ΟΥΣΠΕΝΣΚΥ ΠΗΤΕΡ. Ή συμβολική τού Ταρώ. Μετ. Άνδρέα Τσάκαλη. ’Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1983. Σελ. 64, Δρχ. 230.

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Τό σεμινάριο τού Ζάκ Λακάν. Βιβλίο XI: Οΐ τέσσερις θεμελιακές έννοιες τής ψυχανάλυσης. Μετ. ’Ανδρομά­ χης Σκαρπαλέζου. ’Αθήνα, Ράππας. Σελ. 356. Δρχ. 600. KRANZLER GERALD. Μπορείς ν’ άλλάξεις αυτό πού νιώθεις. Μιά όρθολογιστική έξάσκηση. Μετ. Σπυριδούλας Λέκκου. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 95. Δρχ. 150. ΣΝΑΪΝΤΕΡ ΜΙΧΑΕΛ. Νεύρωση καί πάλη τών τά­ ξεων. Μετ. Τζένης Μαστοράκη. ’Αθήνα, Ράππας, 1982. Σελ. 376. Δρχ. 550.


42/δελτιο

μηχάνίας. ’Αθήνα, Gutenberg. Σελ. 180. Δρχ. 450.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΓΕΝΙΚΑ Χριστούγεννα. ’Ορθόδοξη Μαρτυρία, άριθ. 11. ’Αθή­ να, ’Ακρίτας, 1982. Σελ. 213. Δρχ. 330. SCHWEITZER ALBERT. 'Ιστορία τής έρευνας τού βίου τοΰ ’Ιησού. Βασικές 'Αγιογραφικές Μελέτες, άριθ. 5. ’Αθήνα, Κέντρο Βιβλικών Μελετών «"Αρτος Ζωής», 1982. Σελ. 517. Δρχ. 500.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΜΙΝΤΣΗ ΜΑΡΙΟΝ. Γυναίκες... φταίμε κι έμεϊς. ’Αθήνα, Ειρήνη, 1982. Σελ. 123. Δρχ. 250. ΛΕΦΕΒΡ ΑΝΡΙ. Κοινωνιολογία τού Μάρξ. Μετ. Τά­ σου Άναστασιάδη. ’Αθήνα, Gutenberg, 1982. Σελ. 198. Δρχ. 350.

ΜΑΛΙΣΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Κοινοπραξία έκμετάλλευσης χώρου προβολής προϊόντων. ’Αθήνα, Gutenberg, 1982. Σελ. 71. ΧΑΤΖΗΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΚΩΣΤΑΣ. Οικονομικά κίνητρα γιά τήν περιφερειακή άνάπτυξη. Θεσσαλονίκη, Παρα­ τηρητής, 1982. Σελ. 87. Δρχ. 250. ΧΑΤΖΗΠAΥΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ - ΓΟΝΤΙΚΑ ΒΑΛΕΝΤΙΝΗ. Θεωρία καί πρακτική τής χρηματοδοτικής μι­ σθώσεως (Leasing). ’Αθήνα, Παπαξήσης, 1982. Σελ. 90. KINDLEBERGER CHARLES Ρ. - HERRICH BRU­ CE. Οικονομική άνάπτυξη. Τόμος Α'. Μετ. Φ. Διαμαντόπουλου. ’Αθήνα, Παπαξήσης, 1982. Σελ. 217.

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΣΣΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ. Λαϊκή τέχνη στή Μάνη. ’Αθή­ να, 1982. Σελ. 30. Δρχ. 100. ΛΑΜΝΑΤΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Οί μήνες στήν άγροτική καί ποιμενική ζωή τού λαού μας. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 190. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΗ-ΜΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΛ. Λαογραφικές μαρτυρίες Γεωργίου Βιζυηνοΰ. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 144.

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. 'Η μικρομεσαία δημο­ κρατία. ’Αθήνα, Κομμούνα, 1982. Σελ. 242. Δρχ. 300.

ΠΕΤΡΑΚΗΣ ΛΕΩΝΙΔΑΣ. Τό νέφος μας. Είσαγωγήντοκουμέντο. ’Αθήνα, Gutenberg, 1982. Σελ. 94. Δρχ. 200.

ΚΙΤΣΙΚΗ ΜΠΕΑΤΑ. Γνώρισα τούς κόκκινους φρου­ ρούς. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 349. Δρχ. 500. ΜΑΚΡΗΣ ΝΙΚΟΣ. Μαρξισμός καί άφετηρίες τής πο­ λιτικής συνείδησης. ’Αθήνα, Συντροφιά. Σελ. 72. Δρχ.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

100.

ΤΣΑΤΣΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ. Δημοκρατία καί Ευ­ ρώπη. ’Αθήνα, ’Αστρολάβος / Ευθύνη. Σελ. 71. Δρχ. 140.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΓΕΡΜΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Διεθνής τραπεζιτική. Σύγ­ χρονες τάσεις στήν οργάνωση τής διεθνούς χρηματοδοτήσεως. ’Αθήνα, Παπαξήσης, 1982. Σελ. 272. ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ ΤΑΣΟΣ. Οί ξένες τράπεζες στήν Ε λ ­ λάδα. Ή μεταπολεμική εμπειρία. ’Αθήνα, Gutenberg, 1982. Σελ. 186. ΚΙΝΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Α. ’Ανάπτυξη τής έλληνικής βιο-

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΝΙΚΟΣ. ’Αγωγή τού λό­ γου. ’Ορθοφωνία. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 478. Δρχ. 600. ΠΟΛΥΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΟΣ. Τό πρόβλημα τής έκπαίδευσης τού εκπαιδευτικού καί ή ριζική λύση του. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 95. ΡΑΜΦΟΣ ΣΤΕΛΙΟΣ. Παιδεία έλληνική. ’Αθήνα, Κέ­ δρος, 1982. Σελ. 242. Δρχ. 350. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ Β. I. ’Οργάνωση τής διδα­ σκαλίας καί τής μάθησης γενικά. ’Αθήνα, Gutenberg, 1982. Σελ. 253. Δρχ. 400.


δελτίο/43

ΠΑΙΔΙΚΑ

ΤΕΧΝΕΣ

ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΒΑΛΑΒΑΝΗ ΕΛΕΝΗ Γ. Βάλιας καί Βάλια. Ζωγρα­ φιές Τατιάνας Βολανάκη. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 45. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΒΙΚΤΩΡΙΑ. Ό Τράικο. ’Αφήγημα. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 87 + εικόνες. Δρχ. 250. ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ ΙΩΑΝΝΑ. Μιά διπλή παιδική ιστο­ ρία. Εικονογράφηση Σοφίας Μενδράκου. ’Αθήνα, Κα­ στανιώτης, 1982. Σελ. 42. Δρχ. 300. ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ-ΠΟΘΟΥ ΜΑΡΙΑ. Γράμμα στό γιό μου κι ένα άστρο. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 148. Δρχ. 250. ΜΑΡΟΥΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ. Ό κύριος Σαρανταποδαρούσας. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 22. ΜΙΧΑΗΛ-ΔΕΔΕ ΜΑΡΙΑ. ’Ινδιάνικοι θρύλοι. Εικο­ νογράφηση Άλέκου Φουντουκλή. ’Αθήνα, Καστανιώ­ της, 1982. Σελ. 107. ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ ΓΑΛΑΤΕΙΑ. 'Ιστορίες μικρές. ’Αθήνα, Θουκυδίδης, 1982. Σελ. 55. Δρχ. 150. Σ ΑΚΚΑ-ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟ ΥAOΥ ΝANNINA. Τά σπί­ τια μιας ζωής. ’Αθήνα. Σελ. 62. Δρχ. 150.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΓΕΩΠΟΝΙΚΗ ΠΑΝΑΓΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ. Βιολογική-δυναμική καλλιέρ­ γεια τής γής. ’Αθήνα, Δίφρος. Σελ. 99. Δρχ. 350.

ΕΦΑΡΜΟΣΜ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ ΠΑΝ. ΧΡ. Πορεία καί στάσεις. Δο­ κιμές άνίχνευσης χώρου. ’Αθήνα, Δίφρος, 1982. Σελ. 237. Δρχ. 200. ΜΠΕΡΝΤΙΑΕΒ Ν. Ή μοίρα τής κουλτούρας. ’Αθήνα, ’Αστρολάβος / Εύθύνη. Σελ. 56. Δρχ. 120. ΒΟΛΛΑΡ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ. Ό ζωγράφος Ρενουάρ. Μετ. Γιάννη Τσαρούχη. ’Αθήνα, Γαλαξίας / Έρμείας, 1982. Σελ. 177. Δρχ. 270. ΧΙΛΤΟΝ ΤΙΜΟΘΥ. Πικάσο. Μετ. Άνδρέα Ρικάκη. ’Αθήνα, 'Υποδομή, 1982. Σελ. 322. Δρχ. 450.

ΓΛΥΠΤΙΚΗ Εκατό γκραβοϋρες τού 1797 τού Μαρκήσιου Ντέ Σάντ. ’Αθήνα, Μαύρος Άγγελος. Σελ. 110. Δρχ. 220. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΣΤΕΛΙΟΣ. Συλλογή τύπων καί διακοσμητικών θεμάτων τών χάλκινων σκευών. Τόμος Β'. Ή χαλκοτεχνία στόν ελληνικό χώρο. Ναύπλιο, Πελοποννησιακό Λαογραφικό "Ιδρυμα, 1982. Σελ. 21 + πίνακες. Δρχ. 1200.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΦΛΕΣΣΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Γιάννης Πάριος. ’Αθήνα, Μουσικές ’Εκδόσεις. Σελ. 86. Δρχ. 250. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΗΛΙΑΣ. Τά μικρά ρεμπέτικα. Σχέ­ δια τού Άλέκου Φασιανού. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 127. Δρχ. 240. NEIL YOUNG. Μετ. Ά ρη Λασκαράτου, Πέτρου Λασκαράτου καί Αγγέλου Μοιράγια. Αθήνα, ΚΟΑΝ, 1982. Σελ. 255. Δρχ. 370.

ΙΑΤΡΙΚΗ ΛΟΥΡΟΣ Ν. Κ. Καταφύγια. Δοκίμια, μελέτες καί άρ­ θρα. ’Αθήνα, Παρισιάνος, 1983. Σελ. 456. Δρχ. 1000.

ΧΙΟΥΜΟΡ

ΝΑΚΟΥ ΛΙΛΙΚΑ. Ή ζωή τού Σεμελβάις. ’Αθήνα, Δωρικός, 1982. Σελ. 111. Δρχ. 180. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ ΣΩΤ. Οί καρδιοπαθεΐς χωρίς κινδυνολογίες καί ή ζωή τού καρδιακού χωρίς άφορισμούς. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 293. Δρχ. 800.

ΑΛΕΞΑΚΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Γδύσου. Αθήνα, Εξάντας, 1982. MORDILLO. Αλλού τό δνειρο... Αθήνα, Ή Σφεντό­ να / Απρόοπτες ’Εκδόσεις, 1982. Σελ. 140. Δρχ. 300.


44/δελτίο

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

ΠΟΙΗΣΗ

ΓΚΡΥΝΕΜΠΕΡΓΚ ΠΙΕΡ. Σκί σέ 10 μαθήματα. Μετ. Τατιάνας Μουζακίτη. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 182. Δρχ. 400.

ΑΔΑΛΟΓΛΟΥ ΚΟΥΛΑ. Καταγραφές. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 33. ΔΕΡΕΧΑΝΗ ΕΥΓΕΝΙΑ (ΜΠΕΤΤΥ) Β. Πρόλογος ζωής. (Ποιήματα). ’Αθήνα, 1982. Σελ. 66.

ΟΙΚΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΡΕΜΕΖΗ ΑΓΛΑΪΑ. Καινούργια κουζίνα. Γιά νά ζεΐτε καλύτερα. ’Αθήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 200. Δρχ. 300. Τά τετράδια τής γιαγιάς. Τά βότανα τής υγείας. ’Αθή­ να, Άκιδάλια. Σελ. 38. Δρχ. 80.

ΓΛΩΣΣΑ ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ Little Thesaurus. English-Greek-Greek-English Dictio­ nary. ’Αθήνα, Τσιγαρίδας. Σελ. 384. Δρχ. 220.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΒΛΑΧΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ. Γραμματική τής νεοελληνικής. ’Αθήνα, ’Εκδόσεις Καθημερινής, 1983. Σελ. 32. Δρχ. 80.

ΔΡΟΥΖΑ ΕΛΕΝΗ. Τό τετράγωνο θηλαστικό. ’Αθήνα, Ώκεανίδα, 1982. Σελ. 35. ΚΟΥΤΣΟΧΕΡΑ ΛΕΤΑ. Περιήλια. Ποίηση. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 78. ΛΑΖΟΥ ΜΑΡΙΑ. Μιά ζωή Μαρία. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 69. Δρχ. 150. ΛΑΣΚΑΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Νά έμποδίζεις τίς σκιές. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Διαγώνιος, 1982. Σελ. 75. ΜΠΕΛΙΕΣ ΕΡΡΙΚΟΣ. Τό διακεκριμένο σώμα. ’Αθή­ να, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 85. Δρχ. 150. ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΥ ΡΕΓΓΙΝΑ. Μεταμοσχεύσεις. Μετ. ’Αποστόλη Ν. Άθανασάκη. Νέα Ύόρκη, Πέλλα, 1982. Σελ. 63. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΩΣΤΑΣ Γ. Τό σκοτωμένο αίμα. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 37. ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Διάτρητος. ’Αθήνα. ’Ιθάκη, 1982. Σελ. 47. Δρχ. 120. ΠΑΠΠΑΣ ΝΙΚΟΣ. Τό αίμα τών άθώων. ’Αθήνα, Καρανάσης, 1982. Σελ. 246. Δρχ. 300. ΠΡΟΚΟΠΑΚΗ ΧΡΥΣΑ. Ό χλωρός παράδεισος. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 55. Δρχ. 150. ΠΥΡΠΑΣΟΣ ΧΡ. Ευφρόσυνα. Ποίηση. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 63. Δρχ. 100.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

ΑΛΕΞΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Μικρά άθηναϊκά. Διηγήμα­ τα. Ελληνική Πεζογραφία, άριθ. 2. ’Αθήνα, Γνώση, 1982. Σελ. 101. Δρχ. 180.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. ’Ηθικά περί φλυαρίας-όργήςδεισιδαιμονίας. Μετ. Γιώργου Κάτσου. ’Αθήνα, Πύρι­ νος Κόσμος, 1982. Σελ. 70. Δρχ. 300.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Κρούπ-Ελλάς. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 127. ΒΕΡΓΗΣ ΑΝΘΗΣ. Κοντά στίς ρίζες. Διηγήματα. ’Αθήνα, Τό Ελληνικό Βιβλίο, 1982. Σελ. 123. Δρχ. 200.

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΛΙΛΗ. Μού σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ. ’Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1982. Σελ. 156. Δρχ. 250.

ΜΑΡΑΓΓΙΑΝΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ. Τστορικίστικα στοι­ χεία στήν όμηρική καί στήν ήσιόδεια σκέψη. ’Αθήνα, Εστία, 1982. Σελ. 54. Δρχ. 120.

ΚΑΜΑΡΙΝΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Τό κορίτσι τού δάσους. Κι άλλα διηγήματα. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 129. Δρχ. 220.


δελτιο/45

ΝΤΕ ΜΠΑΛΖΑΚ ΟΝΟΡΕ. Ή τριαντάχρονη γυναίκα. Μετάφραση καί εισαγωγή Νίκου Άθανασιάδη. Κλασι­ κή Λογοτεχνία, άριθ. 42. ’Αθήνα, Ζαχαρόπουλος. Σελ. 283. Δρχ. 240.

ΦΩΣΚΑΡΙΝΗΣ ΘΑΝΟΣ. Δοκίμιο χρονογραφίας γιά τήν Έλλη ’Αλεξίου. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 128. Δρχ. 250. ΧΑΡΗΣ ΠΕΤΡΟΣ. Ό άνθρωπος καί ό ίσκιος του. ’Αθήνα, "Ικαρος, 1982. Σελ. 270.

ΝΤΕ ΜΩΠΑΣΑΝ ΓΚΥ. Ύβέτ. Μετ. Γιώργου Κόκκα. ’Αθήνα, Θεωρία, 1983. Σελ. 117. Δρχ. 170. Ο’ΜΠΡΑΙΑΝ ΕΝΤΝΑ. Νύχτα. Μυθιστόρημα. Μετ. Γεωργίας ’Αλεξίου. Ξένη Πεζογραφία, άριθ. 20. ’Αθή­ να, Γλάρος, 1982. Σελ. 139.

ΕΛΙΟΤ - ΓΕΗΤΣ - ΠΑΟΥΝΤ - ΛΩΟΥΕΛ. Ή άπόγνωση τής έπίγνωσης. ’Απόδοση, σημειώσεις καί σχό­ λια Ρόη Παπαγγέλου. ’Αθήνα, Διογένης, 1983. Σελ. 53.

ΠΟΕ ΕΝΤΓΚΑΡ ΑΛΑΝ. Ό άγγελος τού παράξενου. Καί άλλες ιστορίες. Μετ. Δημοσθένη Κούρτοβικ. ’Αθήνα, Αΐγόκερως, 1982. Σελ. 107. Δρχ. 200.

JAKOBSON ROMAN. Τό πρόβλημα Μαγιακόφσκη. Β' έκδοση. Μετ. Ρένας Κοσσέρη. ’Αθήνα, Έρασμος, 1982. Σελ. 71.

ΠΡΑΤΟΛΙΝΙ ΒΑΣΚΟ. Χρονικό τών φτωχών έραστών. Μυθιστόρημα. Μετ. Νώντα Παπαμιχαήλ. ’Αθή­ να, Θεμέλιο, 1982. Σελ. 369. Δρχ. 450.

WEIL SIMONE. Εκλογή άπό τό έργο της. Μετ. Βασι­ λικής Τριανταφύλλου. ’Αθήνα. Σελ. 150. Δρχ. 250.

ΡΑΣΠΕ Ρ. Σ. Οί άλλόκοτες περιπέτειες τοϋ Βαρόνου Μυνχάουζεν. Μετ. Κ. Τρικογλίδη. ’Αθήνα, Ήριδανός. Σελ. 147. Δρχ. 250. ΤΡΟΥΑΓΙΑ ΑΝΡΙ. Οί πεινασμένοι σκύλοι. Μετ. Ει­ ρήνης Μπουζαλή. ’Αθήνα, Γαλαξίας, 1982. Σελ. 261. Δρχ. 400. ΤΡΟΥΑΓΙΑ ΑΝΡΙ. Τό σαράκι. Μετ. Ειρήνης Μπου­ ζαλή. ’Αθήνα, Γαλαξίας, 1982. Σελ. 373. Δρχ. 450. ΦΙΤΖΕΡΑΛΝΤ ΣΚΟΤ. Ή χαμένη δεκαετία. Διηγήμα­ τα. Μετ. Φώντα Κονδύλη. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 184. Δρχ. 300. ΦΛΩΜΠΕΡ ΓΚΥΣΤΑΒ. Μπουβάρ καί Πεκυσέ. Μετ. Άντώνη Μοσχοβάκη. ’Αθήνα, Ήριδανός, 1982. Σελ. 417. Δρχ. 500. ΧΑΡΝΤΥ ΤΟΜΑΣ. Μιά εύφάνταστη γυναίκα. Διηγή­ ματα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 197. Δρχ. 300.

ΘΕΑΤΡΟ ΕΡΓΑ ΜΠΟΣΤ. Μαρία ή Πενταγιώτισσα. ’Αθήνα, Guten­ berg, 1982. Σελ. 57. Δρχ. 100. ΦΟΝ ΚΛΑΪΣΤ ΕΡΡΙΚΟΣ. Ή σπασμένη στάμνα. Κω­ μωδία σέ δεκατρείς σκηνές. Μετ. Τζένης Μαστοράκη. ’Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτι­ σμού καί Γενικής Παιδείας / "Ιδρυμα Σχολής Μωραίτη, 1982. Σελ. 173.

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΠΡΙΦΤΗ ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Τρεις δραματουργοί. Σίλλερ - Τσέχώφ - Λόρκα. Δοκίμια. ’Αθήνα, Θουκυδίδης, 1982. Σελ. 84. Δρχ. 180.

ΓΙΑΚΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. "Αλκής Κ. Τροπαιάτης. Πε­ νήντα χρόνια θητείας στά γράμματα. ’Αθήνα, Παπαδήμας, 1982. Σελ. 70. Δρχ. 120.

ΑΡΤΩ ΑΝΤΟΝΕΝ. Ό Ήλιογάβαλος ή ό έστεμμένος άναρχικός. Μετ. Τούλιας Τόλια. Ξένη Λογοτεχνία, άριθ. 5. ’Αθήνα, ’Ελεύθερος Τύπος. Σελ. 139. Δρχ. 230.

ΔΗΜΑΡΑΣ Κ. Θ. Ελληνικός ρωμαντισμός. Νεοελλη­ νικά Μελετήματα, άριθ. 7. ’Αθήνα, Ερμής, 1982. Σελ. 650. Δρχ. 750. ΔΙΟΜΑΤΑΡΗ ΟΥΡΑΝΙΑ. Τό βιβλίο τής Λιλής. ’Αθήνα, Πιτσιλάς, 1982. Σελ. 94. Δρχ. 200. ΚΑΙΣΑΡΗΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ Π. Παγκόσμια δημοτική ποίηση. Τόμος Α': Άσία-Εύρώπη. Τόμος Β': Άμερική-Άφρική-Ώκεανία. ’Αθήνα, ’Επιτυχία. Σελ. 450 + 437. Δρχ. 2.000 (οί δύο τόμοι).

ΙΟΝΕΣΚΟ ΕΥΓΕΝΙΟΣ. Σημειώσεις καί άντισημειώσεις. Μετ. ’Ιουλίας Ίατρίδη. ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 198. Δρχ. 320. ΜΠΕΝΤΛΕΫ ΕΡΙΚ. Τό στρατευμένο θέατρο. Μετ. ’Αλίκης ’Αλεξανδράκη. ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 199. Δρχ. 320.

ΜΗΤΣΑΚΗΣ Κ. Πορεία μέσα στό χρόνο. (Μελέτες νεοελληνικής φιλολογίας). Κριτική-Μελετήματα, άριθ. 6. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 441. Δρχ. 650. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ I. Μ. Τά πρόσωπα καί τά κείμενα. Δ': Κ. Π. Καβάφης. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Οί ’Εκδόσεις τών Φίλων, 1982. Σελ. 210. Δρχ. 320.

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΠΟΛΙΤΗΣ ΚΟΣΜΑΣ. Eroica. ’Επιμέλεια Peter Mackridge. ’Αθήνα, Ερμής, 1982. Σελ. 238. Δρχ. 300.

ΔΕΣΠΟΤΟΠΟΥΛΟΣ Κ. I. Φιλοσοφία τής ιστορίας κατά Πλάτωνα. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1982. Σελ. 99.

ΓΕΝΙΚΑ


46/δελτιο

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Cambridge University Press. Λίρ. 25 (δεμένο). Λίρ. 8.95 (άδετο).

ΛΑΜΠΡΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ Π. ’Αναγραφή τών νομισμά­ των τής κυρίως Ελλάδος. Πελοπόννησος. ’Αθήνα, Διόνυσος, 1982. Σελ. 155. Δρχ. 300.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. ’Ανεξάρτητη μηνιαία άεροδιαστημική έφημερίδα. Φύλλο 30-31. Δρχ. 20.

Γιούρα. Τό θανατονήσι. Ματωμένη βίβλος. ’Αθήνα, Γνώσεις. Σελ. 586. Δρχ. 800.

ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχη 221 καί 222. Δρχ. 40.

ΜΑΡΡΕ ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΘ. Όδυσσέας Άντροΰτσος. Ό πρωτοκαπετάνιος τής Ρούμελης. ’Αθήνα, Δημητριάδης, 1982. Σελ. 107.

ΒΟΡΕΙΟΕΛΛΑΔΙΚΑ. Διμηνιαϊο περιοδικό ίστορίαςλαογραφίας-γραμμάτων-τεχνών καί έπικαιρότητας. Τεύχη 12 καί 13-14. Δρχ. 100.

ΣΤΕΦΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ Ε. 'Ιστιαία. Άγωνισταί τοϋ 1821. Τόμος Δ'. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 111.

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΠΙΡΣΤΑΝΤ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΧΑΙΗΛ. Ή μεγάλη προ­ δοσία. Πρόλογος Τάσου Βουρνά. Μετ. ’Ιωσήφ Γρηγόρη Κασσεσιάν. ’Αθήνα, Κέντρο ’Αρμενικών Μελετών. Σελ. 210. Δρχ. 350. ΝΤΕ ΛΑΣ ΚΑΖΑΣ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ. Σύντομη άνασκόπηση τής καταστροφής τών ’Ινδιών. 1552. Είσαγωγή-μετάφραση Πηνελόπης Μαξίμου. ’Αθήνα, Αίολος, 1982. Σελ. 119. Δρχ. 180.

ΓΙΑΤΙ. Μηνιάτικη επιθεώρηση. Τεύχος 90. Δρχ. 50. ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ. Μηνιαία επιθεώρηση τέ­ χνης, κριτικής καί κοινωνικού προβληματισμού. Φύλ­ λο 12. Δρχ. 80. ΓΥΝΑΙΚΑ. Τό περιοδικό τής έλληνικής οικογένειας. Τεύχος 858. Δρχ. 80. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό πολιτικής άξιολογίας. Τεύχος 12. Δρχ. 60. ΔΕΛΤΙΟ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗ­ ΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. Τεύχος 5 6. ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ. Πεζό-ποίηση-κριτική. Τεύχη 30 καί 31. Δρχ. 110. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη έπιθεώρηση τού βιβλίου. Τεύχος 59. Δρχ. 130.

ΞΕΝΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛ Λ Α ΔΑ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Φύλλο 19-20.

AUGE MARC. Genie du paganisme. Gallimard. Σελ. 336. Γαλ. φρ. 92.

ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. "Οργανο τής Πανελλήνιας 'Ομοσπονδίας ’Εκδοτών Βιβλιοχαρτοπωλών. Φύλλο 42. ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Τεύχος 75. Δρχ. 250.

AUSTIN Μ. Μ. The Hellenistic World from Alexander to Roman Conquest. Cambridge University Press. Λίρ. 30 (δεμένο). Λίρ. 9.95 (άδετο). BOND GODFREY W. Euripides: Heracles. Oxford University Press. Λίρ. 25. DENYS D’HALICARNASSE. Opuscules theoriques. Τόμος III. Les Belles Lettres. Σελ. 370. Γαλ. φρ. 124.

Η ΕΚΦΡΑΣΙΣ. Μηνιαία έφημερίς τής ΠατριωτικήςΚοινωνικής-Δημοκρατικής Ένώσεως. Φύλλο 29. Δρχ. 15.

ΕΥΒΟΪΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Μηνιάτικη έκδοση. Φύλλο 8. Δρχ. 20. ΘΟΥΡΙΟΣ. Κεντρικό όργανο ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραΐος. Φύλλο 166. Δρχ. 30. ΙΑΝΟΣ. Τεύχος 3. Δρχ. 100.

MOUNTFIELD DAVID. L’erotisme antique solar. Γαλ. φρ. 60.

ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας ’Ιατρικών Σπουδών. Τόμος 42. Τεύχος 4.

PAYNE ANNE. Chaucer and Menippean Satire. Uni­ versity of Wisconsin Press. Λίρ. 13.50.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Μηνιαίο περιοδι­ κό ιστορικής ύλης. Τεύχος 174. Δρχ. 100.

PLUTARQE. Oeuvres Morales. Τόμος XII. Les Belles Lettres. Σελ. 436. Γαλ. φρ. 148.

Ο ΚΥΚΛΟΣ. Διμηνιαία έκδοση τέχνης καί προβλημα­ τισμού. Τεύχος 13. Δρχ. 60. ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΛΟΓΟΣ. Τεύχος 77-78.

SCHNAPP-GOURBEILLER ANNE. Lions, heros, masque. Maspero. Σελ. 224. Γαλ. φρ. 65. TREVELYAN HUMPHREY. Goethe and the Greeks.

ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ. Μηνιάτικη εφημερίδα τού Προοδευτι­ κού Συλλόγου Μακρινίτσας. Φύλλο 12.


δελτιο/47 15 Δεκεμβρίοο28 Δεκεμβρίου 1982

κριτικογραφία

Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οί έπώννμες όιβλιοκριτικές που δημοσιεύονται στόν ήμερήσιο Αθηναϊ­ κό τύπο. Περιλαμβάνονται, έπίσης, καί κριτικές δημοσιευμένες στόν περιοδικό καί έπαρχιακό τύπο, δσες φυσικά φροντίζουν νά μάς στέλνουν οί συντάκτες τους. Γιά κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σέ παρένθεση: τό όνομα τού κριτικού καί ό τίτλος τού έντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς καί ή ήμέρα δημοσίευσης τής κριτικής, άν πρόκειται γιά εφημερίδα, ή ό Αριθμός έκδοσης, άν πρόκειται γιά περιοδικό έντυπο.

ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΑ: Α. ’Αργυρίου ΑΘ: Π. ’Αθηναίος ΑΛ: Α. Λαμπρία ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Άγγελοπούλου ΒΚ: Β. Καλαμαράς ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΔΣ: Δ. Σιατόπουλσς ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΚ: Ε. Κοροντζή ΕΡ: Ε. Ρόζος EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΚΑ: Κ. Άνδρονίκας ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΚ: Κ. Καλημέρης ΚΛ: Κ. Λάμψα ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΡ: Κ. Ρσύφου ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΜΓ: Γ. Μαρκοπουλιώτου ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου

ΜΣ: Μ. Στασινοποΰλου ΟΠ: Ό Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΠ: Π. Παγκράτης ΣΔ: Σ. Δρακοπούλου ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΜ: Τ. Μενδράκος TP: Κ. Τρίγκου XX: X. Χειμώνας ΕΝΤΥΠΑ ΑΚ: Άκρόπολις ΑΝ: ’Αντί ΑΠ: ’Απανεμιά ΑΥ: Αύγή ΒΡ: Ή Βραδυνή Π: Γιατί ΓΤ: Γράμματα καί Τέχνες ΔΓ: Διαγώνιος ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΕΒ: ’Εμείς καί τό Βιβλίο ΕΘ: Έθνος ΕΛ: ’Ελευθεροτυπία ΕΚ: Έλικώνας ΕΟ: Έποπτεία ΕΠ: ’Επίκαιρα

ΕΣ: ’Ελεύθερος (Στερ. Έλλ.) ΕΨ: ’Επιστημονική Σκέψη ΗΧ: Ήχος καί Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Κοσμοπόλιταν ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τά Νέα ΝΣ: Νέα Εστία ΟΙ: Οικολογία καί Περιβάλλον ΟΠ: 'Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη ’Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλλιακή 'Εστία ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Ή Χριστιανική

Δημοσιογραφία

'Ελευθερίου Α.: "Οταν μιλώ μέ τά παιγνίδια μου (Π. Κουνενάκη. ΤΑ,

Κωστόπουλος Σ.: Στρατευμένη δημοσιογραφία (I. Γκίκας, ΑΚ, 21/12)

Παιδικά

Καίστνερ ’Ε.: Ό Σπιρτούλης (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 23/12) Καρρά Λ.: Ή Μαρμαρίνα (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Κοντολέων Μ.: Ό ’Εέ άπό τ' άστέρια (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Λαμπελέ Φ.: Ό Χριστοφής χαί τό πορτραϊτο τού παππού (Π. Κουνενά­ κη, ΤΑ, 49), (ΑΠ, ΑΥ, 16/12) Λίντγκρεν Α.: Ρόνια ή κόρη τού ληστή (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 23/ 12), (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Λίντγκρεν Α.: Σκανταλιές στό μικρό χωριό (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 23/12) Μαρουλάκης Ν.: Τό μαγικό τσουκάλι (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Ντεστίλινγκερ Κ.: Προσοχή! Ό Βράνεκ φαίνεται τελείως άκίνδυνος (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Ντμήτριεφ Γ.: Γειά σου σκιουράκι. Πώς τά πάς κροκόδειλε: (Π. Κουνε-

Βαρελλά Α.: Φιλενάδα, φουντουκιά μου (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 16/12) Γιάνσσν Τ.: Τρελλό καλοκαίρι στή χώρα τών Μούμιν (Β. Άναγνωστό­ πουλος, ΚΑ, 16/12) Γουλιμή Α.: Τό γκρινιάρικο άστεράκι κι άλλα παραμύθια (Β. Άναγνω­ στόπουλος, ΚΑ, 16/12)

Ράιτσον Π.: Ή μαγεμένη νύχτα (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Σαραντίτη-Παναγιώτου Ε.: 'Ιόλη ή τή νύχτα πού ξεχείλισε τό ποτάμι (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Σαρή Ζ.: Ή Σοφή μας, σοφή, ή δασκάλα (ΑΠ, ΑΥ, 16/12) Σκαλιώρα Κ.: "Ενα άλλιώτικο παιγνίδι (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 23/ 12)

Κοινωνιολογία Ροσφόρ Κ.: Τά παιδιά τού έρωτα (ΚΤ, ΕΘ, 19/12)

Λαογραφία Λουχάτος Κ.: Τά φθινοπωρινά (Σ, ’Αλεξίου, ΚΑ, 16/12) Φλωράκης Α.: Καραβάκια - Τάματα καί θαλασσινή άφιερωτική πρακτι­ κή στό Αιγαίο (ΓΜ, ΑΥ, 15/12)


48/δελτιο

Σφαέλλου Κ.: Γιά τόν πατέρα (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 23/12) Τζάστερ Ν.: Τά διόδια τής φαντασίας (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Φέντον Ε.: Οί στράτες τής προσφυγιάς (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 49) Φλώρου Λ.: Φαντάζομαι - ζωγραφίζω (ΑΠ, ΑΥ, 21/12)

Ιατρική Ενημερωτικό συνταγολόγιο (Γ. Δημ., ΟΤ, 50)

Τέχνες Βάλντμτεργκ Π.: Σουρεαλισμός (ΚΤ, Εθ, 22/12) Βρεττάκος Κ. - Ντέ Νόρα Ε.: Πόρτες (ΚΣ, ΝΕ, 18/12) Καρούζος X.: Άριστόδικος (ΚΤ, Εθ, 19/12) Λοίζος Α.: 'Οδοιπορικό ένός άρχιτέκτονα (ΚΣ, ΝΕ, 18/12) BAS.: 100ήγέτες (ΚΤ, Εθ, 22/12) Νεοελληνική γλυπτική 1800-1940 (ΔΣ, ΒΡ, 21/12) Σπητέρης Τ.: Δάσκαλοι τής έλληνικής ζωγραφικής τού 20ού αιώνα (ΚΤ, Εθ, 15/12) Τσάρτερς Σ.: Ή ποίηση τού μπλούζ (Γ. Χαρωνίτης, Ήχος καί Hi-Fi, 117) Φασιανός Α.: Χαρακτικά (ΚΣ, ΝΕ, 18/12)

Απντάικ Τ.: Τρέχα λαγέ (ΚΤ, Εθ, 15/12), (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Βάγιάν Ρ.: Μπώ μάσκ (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Γιατρομανωλάκης Γ.: 'Ιστορία (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Δειλινός Δ.: Ταξίδια κι όνειρα (ΓΜ, ΑΥ, 15/12) Ίωάννου Γ.: Εφήβων καί μή (Δ. Παπαναγιώτου, ΚΑ, 16/12), (Π. Κου­ νενάκη, ΤΑ, 50) Καλβίνο I.: Οί άόρατες πόλεις (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Καλβίνο I.: Οί δύσκολοι έρωτες (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Κουμανταρέας Μ.: 'Ο ώραιος λοχαγός (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Κούντερα Μ.: Τό βιβλίο τού γέλιου καί τής λήθης (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50), (Τθ, ΜΕ, 21/12) Μπέλοου Σ.: "Αρπαξε τή μέρα (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Μπέτι Λ.: 'Η κυρία μέ τό βέλο (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Μπόρχες X. Λ.: Ρόδινο καί γαλάζιο (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Ναμπόκωφ Β.: Πρόσκληση σ’ άποκεφαλισμό (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Ό Άλή Μπαμπά καί οί σαράντα κλέφτες (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Παπακυριάκης Γ.: Καβάλα στή χελώνα (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Πόλο Μ.: Τά ταξίδια (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Πρατολίνι Β.: Τό χρονικό τών φτωχών έραστών (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Σαλαμπέρτ Μ.: Εσωτερική έξορία (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Τατσόπουλος Π.: Τό παυσίπονο (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50) Φώκνερ Ο.: Φώς Αύγούστου (Π. Κουνενάκη, ΤΑ, 50)

Κλασική φιλολογία

Μελέτες

Δρομάζος Σ.: Άριστοτέλους Ποιητική (ΚΝ, ΚΑ, 23/12)

’Αλεξίου Τ.: Ό «τρίτος» Καβάφης (ΑΦ, ΑΚ, 18/12) ’Απέργης Λ.: Τρεις σύγχρονοι πεζογράφοι (ΑΦ, ΑΚ, 18/12) Παναγιωτόπουλος I. Μ.: Τά πρόσωπα καί τά κείμενα. Τόμ. Δ' (I. Γκίκας, ΑΚ, 21/12) Σακελλαρίου X.: 'Ιστορία τής παιδικής λογοτεχνίας (Β. Άναγνωστόπουλος, ΚΑ, 23/12)

Λογοτεχνία / Γενικά έργα Φιλολογική πρωτοχρονιά 1983 (ΔΣ, ΒΡ, 21/12)

Ποίηση Άντωνακάτου Ν.: Έριξε τού ήλιου πετριές (AT, ΑΥ, 19/12) Ήσαία Ν.: Στην τακτική τού πάθους (ΘΠ, ΕΣ, 4/12) Καπετανάκη Β.: Σήματα στό αύριο (AT, ΑΥ, 17/12) Κεσίδη Μ.: Λόρδου Βύρωνα: Ντόν Ζουάν (ΔΣ, ΒΡ, 21/12) Μανιταρά-Πετράκου Κ.: 'Ορόσημο (Γ. Χατζημανωλάκης, ΦΣ, 29) Μαρκόπουλος Γ.: Οί πυροτεχνουργοί (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Μίχαλος Μ.: Περιπέτεια (ΚΤ, Εθ, 15/12) Παναγιωτόπουλος Μ.: Νεοελληνική ποιητική άνθολογία (ΕΑ, ΕΛ, 19/12) Παπαρρηγόπουλος Ν.: ’Επιλογή (Σ. Μπινιάρης, ΦΣ, 29) Σταυρίδης Σ. Κ.: Μετά τή φυσική (ΘΠ, ΕΣ, 20/12) Τσάτσου I.: Πορεία (Ε. Κυπραίου, ΑΚ, 18/12) Χέντερλιν Φ.: Πάτμος (ΕΑ, ΕΛ, 16/12) Χρυσάνθης Κ.: Τό φώς δέ χάνεται άπό τήν Κύπρο (Α. Ζαρίφης, ΦΣ, 29)

Πεζογραφία Άπέργης Σ.: Καύμοί τής στεριάς καί τής θάλασσας (Κ.Ν.Κ., ΚΑ, 23/12)

Δοκίμια Κάτρης Γ.: Πρώτη άνοιξη (ΚΤ, Εθ, 19/12) Στασινόπουλος Μ.: Μηνύματα άπό τίς όύο όχθες (I. Γκίκας, ΑΚ, 21/12)

Ίστορία-Βιογραφίες-Μαρτυρίες Γκαφούροφ Β. - Τσιμπουκίδης Δ.: ’Αλέξανδρος ό Μακεδών καί ή ’Ανα­ τολή (ΚΣ, ΝΕ, 18/12) Γκίκας I.: Ό Μοεσολίνι κι ή Ελλάδα (I. Γκίκας, ΑΚ, 21/12) Γρηγοριάδης Σ.: Παπαφλέσσας (ΚΤ, Εθ, 19/12) Μακεδονία (ΚΣ, ΝΕ, 18/12) Νατσούλης Τ.: Τό άρχαϊο έλληνικό πνεύμα (ΚΤ, ΕΘ, 15/12) Παπαγιαννόπουλος Α.: Ίατορία τής Θεσσαλονίκης (ΚΣ, ΝΕ, 18/12) Σμύρνη (ΚΣ, ΝΕ, 18/12)

ΔΕΚΕΜΒΡΗΣ 1982

) ΕΚΔΟΣΕΙΣ ί ΟΔΥΣΣΕΑΣ

Κούντερα

Ζίντ

Τό βιβλίο τού γέλιου καί τής λήθης. Α λλά είναι πραγματικά τά τάνκς σπουδαιότερα απ’ τ ’ άχλάδια; "Αχ ναι, λοιπόν, ή μητέρα έχει άπόλυτο δίκιο: τό τάνκς είναι θνητό καί τό αχλάδι αιώνιο. σ. 230. δρχ. 180

Τά υπόγεια τοΰ Βατικανού. "Ενα μυ­ θικό καρναβάλι γεμάτο καρικατού­ ρες θρησκόληπτων, άλητών, άνθρώπων τών γραμμάτων. σ. 214. δρχ. 150

Στήβενσον

Παζολίνι Κατριόνα. Τό δεύτερο μέρος άπό Μιά βίαιη ζωή. Οί λαϊκές συνοικίες τίς κλασικές Περιπέτειες τού τής Ρώμης καί τά «παιδιά τής ζω­ Νταίηβιντ Μπάλφουρ. ής» σ ’ αύτό τό δεύτερο μεγάλο σ. 288. δρχ. 200 μυθιστόρημα τού Παζολίνι. σ. 361. δρχ. 270

Μοραβία

Θέρμπερ

Τό Ασπρο ελάφι. Είναι κάτι έλάφια Ή χωριάτισσα. Δυό γυναίκες μόνες πού μεταμορφώνονται σέ πριγκίπισάντιμέτωπες μέ τήν άδιαφορία. τήν σες. Ψηλές, μελαχρινές, πριγκίπισάγνοια καί τό φόβο. σες μέ τά όλα τους. σ. 337. δρχ. 250

σ. 136. δρχ. 100


αφιερωμα/49

δημιουργημένο μέσα σέ ορισμένες άντικειμενικές συνθήκες. Ή μέθοδος τοϋ δημιουργικού ιστορι­ σμού δέν περιορίζεται σέ έναν στενό κύκλο δια­ νόησης άλλά άπλώνεται στίς πλατιές μάζες γιά νά τίς έξυψώσει στην πνευματική ζωή. Γιατί «δέν πρέπει νά ξεχνάμε ούτε στιγμή πώς τό λαό πρέπει νά άνεβάσουμε, γι’ αυτόν πρέπει νά δου­ λεύουμε, άπ’ αυτόν πρέπει νά άντλούμε καί σ’ αυτόν νά ξαναγυρίζουμε πάντα». Μόνο τότε οί άξιες τής ιστορικής μας ζωής μπορούν νά γίνουν σπέρματα καί παρορμητικά γιά νέες κατακτή­ σεις. Συνεπώς καί ή φιλοσοφία τού Πλάτωνα δέν είναι άποτέλεσμα έξωκοινωνικής σύλληψης ιδεών καί οραμάτων, άλλά μιά ζωντανή καί αδιάκοπη αλληλοεπίδραση ζωής καί στοχασμού. Ό Πλάτωνας έβλεπε γύρω του καί μελετούσε τά πολιτικά, τά άνθρώπινα, καί άπό τή μελέτη τους έβγαζε συμπεράσματα γιά τίς θεωρητικές του κατασκευές καί τίς τροποποιούσε άνάλογα μ’ αυτό. Καί τίς θεωρητικές του κατασκευές, προσαρμοσμένες στά συμφέροντα τής άρχουσας τάξης, προσπαθούσε νά τίς κάνει πράξη. Έτσι ό Γληνός προσδιόρισε τό χαρακτήρα αυτής τής φι­ λοσοφίας σάν «φιλοσοφία μιας ιεραρχημένης κοινωνίας πού θεμελιώνονταν άπάνω στή διαί­ ρεση άνθρώπων σέ κοινωνικές κατηγορίες», δτι «είναι φιλοσοφία αριστοκρατική καί ολιγαρχική μέ δλον τόν πνευματικό χαρακτήρα πού προσπα­ θεί νά δώσει στήν ολιγαρχία» (Δ. Γληνού, Μερι­ κοί στοχασμοί γιά τόν Πλάτωνα καί τό έργο τον, 6' έκδ., ’Αθήνα 1945, σ. 117). ’Αξίζει έπίσης νά σημειωθεί εδώ δτι ό Γληνός άπαντάει σέ ένα σοβαρό φιλοσοφικό ζήτημα πού έχει πάντα τήν έπικαιρότητά του, ιδιαίτερα στίς σημερινές συνθήκες ιδεολογικής πάλης, στό ερώ­ τημα τί είναι προσωπικότητα, ποιά τά αίτια τής διάκρισής της, πώς πρέπει νά θεωρούμε τά δη­ μιουργήματα τής προσωπικότητας αυτής. Δεί­ χνει τήν κοινωνικοϊστορική φύση τού άνθρώπου, δτι ή προσωπικότητα καθορίζεται άπό τό δοσμέ­ νο σύστημα κοινωνικών σχέσεων καί πολιτισμού καθώς καί άπό βιολογικές ιδιομορφίες. «Καί ή πιό δημιουργική, ή πιό δυναμική, ή πιό πλούσια προσωπικότητα είναι γέννημα τού καιρού καί τού τόπου της καί δσο καί άν ξεπερνάει τά σύνο­ ρα καί καταχτάει μέ τή δράση της διάρκεια στό χρόνο είναι αίτιοκρατημένη» (στό ίδιο, σ. 67). Ε κεί συνεπώς πρέπει νά ψάχνουμε, καί μ’ αύτό νά έμηνεύουμε καί τό δημιουργικό της έργο. Τό έργο τής άτομικής δημιουργίας δέν είναι άποτέ­ λεσμα εξωτερικών έπιδράσεων, έπιφοίτησης τού πνεύματος, άλλά μιά προέκταση τής κοινωνικοσυνειδησιακής δημιουργίας. Τό υλικό καί ή άμε­ ση καί ή άπώτερη πηγή τής άτομικής δημιουρ­ γίας παραμένει πάντα κοινωνικοσυνειδησιακό δημιούργημα. Έτσι τάσσεται ένάντια σέ κείνους

πού μυθοποιούν τό δημιουργικό έργο τών εργα­ τών τής λογοτεχνίας, τής τέχνης, τής επιστήμης, πού άπορρίπτουν ή μειώνουν τόν κοινωνικοϊστορικό προσδιορισμό τους. ’Εκείνοι πού ζητούν νά εξηγήσουν τό δημιούργημα έξω άπό τόπο καί χρόνο, μέ κάποιο μυστήριο είτε μέ τό δραματισμό κάποιου θάματος είναι «δσοι έχουνε συμφέρο νά κοιμήσουν τόν άνθρωπο, νά καταλαγιά­ σουνε τίς άνήσυχες όρμές του, ποτίζοντάς τον μέ τέτοια υπνωτικά» (στό ίδιο, σ. 82). Στηριζόμενος στή διαλεκτικοϋλιστική θεωρία καί μεθοδολογία δίνει επιστημονική ερμηνεία στή σχέση είναι καί συνείδησης γενικά, κοινωνι­ κού είναι καί κοινωνικής συνείδησης ειδικότερα, κάνει ευρύτερη άνάπτυξη τών άπόψεων τού δια­ λεκτικού υλισμού. Ή φυσική πραγματικότητα έχει ύπαρξη άνεξάρτητη άπό τόν άνθρωπο, άντικειμενική. Ό κόσμος τών εννοιών είναι άντικαθρέφτισμα τού φυσικού καί ιστορικού γίγνεσθαι. «Καί τό ιστορικό γίγνεσθαι ξετυλίγεται μέσα σέ μιάν αίτιακή άλληλουχία άπό δρους άντικειμενικούς πού δπως καί στό φυσικό γίγνεσθαι είναι άνεξάρτητοι άπό τό υποκείμενο πού θεωρεί. Τό είναι καθορίζει τή συνείδηση καί δχι τ’ άνάποδο» (Δ. Γληνού, Ή άξια τών άνθρωπιστικών γραμμάτων στήν Ελλάδα, ’Αθήνα 1945, σ. 4849). Ό Δ. Γληνός ψάχνει νά βρει τήν άλήθεια, πι­ στεύει άπόλυτα στή δυνατότητα γνώσης τού κ ό -" σμου, στή γνωστική σημασία τής μαρξιστικής κο­ σμοθεωρίας. ’Ετούτη, έλεγε, είναι ή πίστη τού σημερινού άνθρώπου, ή άλήθεια πού τό άνθρώπινο γένος μέ άγώνες, μόχθους, αίματα καί θυ­ σίες τήν καταχτάει σιγά σιγά γιά νά κυριαρχήσει κάποτε τή μοίρα του. Ποιος έχει τή δύναμη νά στερήσει τόν άνθρωπο άπό τό υπέρτατο άπολυτρωτικό του δικαίωμα στήν κατάχτηση τής άλήθειας; «Ή άλήθεια πηγάζει άπό τή συμφωνία τού νοεΐν πρός τό είναι πού έλέγχεται άπό τήν πράξη. “Είναι” , “πράττειν” , “νοεΐν” είναι οι τρεις άπαραίτητοι δροι γιά τή γνώση» (στό ίδιο, σ. 49). Ό Δ. Γληνός έγινε άμείλικτος πολέμιος τής άστικής φιλοσοφίας «πού μέ τά άντιδραστικά φιλοσοφήματά της κηρύχνει τόν πεσιμισμό, τή μυθοπλασία, τή φυγή άπό τήν πραγματικότητα» γιατί αύτό εξυπηρετεί τά συμφέροντα τής άστι­ κής τάξης, διαστρεβλώνει τό μαρξισμό, προσπα­ θεί νά μειώσει τήν έπιστημονική του άξια, γιατί είναι επαναστατική θεωρία. Ή κομουνιστική έπιστήμη, τόνιζε, «μέ τό νά είναι επαναστατική άπέναντι στήν άστική δέν σημαίνει πώς πρέπει νά είναι κατώτερη σέ άκρίβεια, άντικειμενικότητα καί ειλικρίνεια. ’Απεναντίας είναι άνώτερη». Στήν «Τριλογία τού πολέμου», άναφερόμενος στήν άστική κοινωνιολογία, τονίζει δτι υπάρ­ χουν τόσες «κοινωνιολογίες» δσοι κοινωνιολόγοι


50/αφιερωμα

καί ότι «ένα τέτοιο χάος δείχνει όλοκάθαρα την άδυναμία τής άστικής διανόησης νά συστηματο­ ποιήσει την κοινωνιολογική γνώση». Χαρακτηρί­ ζει τήν άστική ιδεολογία γενικότερα σάν «άπερίγραπτο ιδεολογικό θέαμα άπό κουρέλια ιδεολο­ γιών συρραμμένα μέ πολύχρωμες άρλεκίνικες φορεσιές» (Δ. Γληνοΰ, Ή τριλογία τοϋ πολέμου, ’Αθήνα 1945, σ. 260). Σέ άρθρα του στούς «Νέους Πρωτοπόρους» καί στό «Ριζοσπάστη» υπερασπίστηκε μέ συνέ­ πεια τό διαλεκτικό ματεριαλισμό, τό μαρξισμό άπό τίς επιθέσεις τών νεοκαντιανών καί τών νεαρών τότε (δεκαετία 1930-1940) «άρχειοφιλοσόφων», εκπροσώπων τοϋ ιδεαλισμού, πού οχυ­ ρωμένοι πίσω άπό τό «’Αρχείο Φιλοσοφίας» θό­ λωναν τά μυαλά τής νεολαίας μέ τήν «άεροφιλοσοφία» τους. Νά υπόσχεσαι στό λαό «σχεδιασμέ­ νη οικονομία», «πειθαρχημένη έλευθερία» καί δυνατότητες δημιουργίας κράτους «ιδανικής ελευθερίας καί κοινωνικής δικαιοσύνης» δταν δλοι οί μοχλοί τής οικονομίας παραμένουν στά χέρια τών έκμεταλλευτών καπιταλιστών είναι άπάτη, τόνιζε ό Γληνός. Νά υπόσχεσαι τέτοιες έλευθερίες χωρίς νά εξηγείς στίς εργαζόμενες μάζες δτι μόνο σέ μιά άταξική κομουνιστική κοι­ νωνία είναι δυνατόν νά γίνουν πράξη τά ιδανικά αύτά είναι τουλάχιστον άφέλεια. Μόνο «ό κομ­ μουνισμός σκορπίζει φώς, σπάει δλες τίς άλυσίδες, γκρεμίζει δλα τά τείχη πού κρατήσανε στά σκοτάδια καί τήν άδυναμία τά εκατομμύρια τών σκλάβων» («Νέοι Πρωτοπόροι», Όκτώβρης 1933). Μέ έπιστημονική παρρησία άλλά καί άγωνιστικό πάθος ύπογραμμίζει τόν πολιτικό χαρα­ κτήρα τής φιλοσοφίας καί μαστιγώνει έκείνους πού σάν τό Μεφιστοφελή χώνουν τήν ούρά τους στήν «καθαρή έπιστήμη», στήν «καθαρή τέχνη», τονίζοντας πώς μέ τίς «βαθυστόχαστες φιλοσοφοντυμένες συμβουλές τους» δέν κάνουν τίποτε άλλο άπό πολιτική. Γιατί «είναι τών άδυνάτων άδύνατο νά ξεχωρίσει κανείς όποιονδήποτε κλά­ δο τής άνθρώπινης πνευματικής ενέργειας άπό τήν πολιτική» («Μελέτη κριτική», Μάης 1932). Συμβούλευε τούς νέους νά μελετούν τό μαρξι­ σμό γιά νά γίνουν επιστήμονες. « Ό δρόμος πού άνοίγεται μπροστά σας, έγραφε, είναι νά γίνετε έπιστήμονες, γιατί είμαι βέβαιος πώς τότε τά έννιά δέκατα άπό σάς θά δεχτούνε μόνο μιά κο­ σμοθεωρία πού θά σάς ικανοποιήσει, τό διαλε­ κτικό ματεριαλισμό. Κι έτσι λέγοντας νά γίνετε άληθινοί έπιστήμονες είναι τό ίδιο σά νά σάς λέω γενεΐτε οπαδοί τού διαλεκτικού υλισμού» (στό ίδιο). Μελετώντας τίς φιλοσοφικές αντιλήψεις τοϋ Γληνού διαπιστώνει κανείς τήν οξύτητα τών κοι­ νωνικών συγκρούσεων καί τής ιδεολογικής πά­ λης τήν έποχή τού μεσοπολέμου. Μέ τήν επιβολή

τής βασιλομεταξικής δικτατορίας ή άντίδραση προσπαθεί μέ τήν τρομοκρατία, τή βία καί τίς έξορίες νά συντρίψει τό λαϊκό κίνημα, νά πνίξει κάθε προοδευτική πνευματική έκδήλωση. Οί κο­ μουνιστές, οί προοδευτικοί έργάτες τού πνεύμα­ τος καί φυσικά καί ό Δ. Γληνός άναγκάζονται νά χρησιμοποιήσουν διαφορετική γλώσσα στά γραφτά τους. Έτσι, νομίζουμε, γιά νά περάσει τά γραφτά του άπό τή μεταξική λογοκρισία, μπορεί νά έξηγηθεί τό γεγονός δτι ό Γληνός δέν ονομάζει ορισμένες φιλοσοφικές κατηγορίες μέ τά όνόματά τους, άλλά χρησιμοποιεί δρους δπως: κινητικός ή δυναμικός ρεαλισμός άντί διαλεκτικός υλισμός, δυναμική αιτιοκρατία κλπ. Στό φιλοσοφικό έργο τού Γληνού μπορεί νά πα­ ρατηρήσει κανείς ορισμένες διατυπώσεις δπως «άλήθεια είναι εκείνη ή γνώση πού οδηγεί στήν πετυχημένη ενέργεια» τό «κριτήριο τής σωστής κατανόησης δηλαδή τής αντικειμενικής άλήθειας είναι ή δράση, ή επιτυχία στό έπιδιωκόμενο άποτέλεσμα», πού μπορούν νά άποτελέσουν άφορμή γιά διαστρεβλώσεις καί πραγματιστικές έρμηνεΐες. (Βλ. «Θεωρία τής γνώσης», περ. «’Επιστημονική σκέψη» No 8/1982.) "Οπως έπίσης διατυπώσεις πού άφοροΰν τό πρόβλημα τής άντικειμενικής, τής σχετικής καί τής άπόλυτης άλήθειας καί τή σχέση μεταξύ τους. "Οταν στήν άντικειμενική άλήθεια άντιπαραθέτονται οί «πλασματικές άλήθειες» μέ τήν έννοια τής σχετι­ κής άλήθειας, οί όποιες ισχύουν ή ϊσχυσαν «μέσα σέ ορισμένα σύνορα τοπικά, χρονικά, κοινωνι­ κά, ώσπου νά μετατραπούνε σέ πλάνες» (στό ίδιο), αύτό μπορεί νά έρμηνευθεϊ σάν ή σχετική άλήθεια νά μήν περιέχει τίποτε τό σταθερό, τό άπόλυτο. Ένώ είναι γνωστό δτι ή άντικειμενική άλήθεια, ή άντικειμενική πραγματικότητα, τήν όποια τείνει νά γνωρίσει, νά κατακτήσει ή άνθρώπινη γνώση, πετυχαίνεται μέσω τής καθημε­ ρινής, συνεχούς άνάπτυξης τής γνώσης άπό τή σχετική-στήν άπόλυτη άλήθεια-στή γνώση τής άντικειμενικής πραγματικότητας, δπου ή σχετική άλήθεια έχει κάτι τό άπόλυτο, δέν άπορρίπτεται έξολοκλήρου μέ τή νέα γνώση, έφόσον δέν είναι εντελώς άφηρημένη άλήθεια. Οί παρατηρήσεις μας αύτές πρέπει νά έντοπισθούν σέ τόπο καί χρόνο, νά έξετασθούν μέσα άπό τό πρίσμα τών ιδιομορφιών τής άντικειμενικής εξέλιξης τών κοινωνικών πραγμάτων δσο καί τής άνοδικής πορείας τού ίδιου τού συγγραφέα, πού ό πρόω­ ρος θάνατος δέν τού έπέτρεψε νά ξαναδουλέψει καί νά ολοκληρώσει τή μελέτη πολλών φιλοσοφι­ κών προβλημάτων. Αύτό φανερώνει, τουλάχι­ στον, τό «Διάγραμμα τής διαλεκτικής φιλοσο­ φίας», στό όποιο φαίνεται είχε σκοπό νά δώσει ένα ολοκληρωμένο φιλοσοφικό έργο γιά τό δια­ λεκτικό υλισμό. 'Ωστόσο ένα είναι γεγονός- δτι ό Δ. Γληνός


αφιερωμα/51

είναι άπό τούς λίγους έλληνες επιστήμονες μαρ­ ξιστές πού πρόσφερε άνεκτίμητη υπηρεσία καί στην εφαρμογή τού διαλεκτικού υλισμού στή νεοελληνική πραγματικότητα, άλλά καί στήν υπεράσπιση τού σοσιαλισμού. Κατέληξε στήν κοσμοθεωρία τού μαρξισμού γιατί πείσθηκε δτι «δέν υπάρχει άλλη θεωρία στόν κόσμο πού ή ζωή, ή πραγματικότητα, ή κάθε στιγμή πού περ­ νά νά τήν επικυρώνει καί νά τήν επιβεβαιώνει τόσο πανηγυρικά όπως επικυρώνεται καί επιβε­ βαιώνεται ή θεωρία τού διαλεκτικού καί ιστορι­ κού υλισμού άπό τή ζωή τήν ίδια». Πείσθηκε δτι ή σοσιαλιστική ιδεολογία «είναι τό άνώτατο πνευματικό δημιούργημα τής άνθρωπότητας ως σήμερα, ή πιό άρμονική, ή πιό πλούσια σέ απο­ τελέσματα, ή πιό πλατιά καί βαθιά, ή πιό πολύ­ τιμη γιά τόν άνθρωπο πνευματική κατάκτηση. Δέν είναι τέρμα, είναι άφετηρία... Δέν είναι τό τέλος τής άνθρώπινης γνώσης, επιστήμης καί κα­ τάχτησης τού κόσμου, είναι ή αρχή της» (Δ. Γληνοΰ, Ή τριλογία τον πολέμου, ’Αθήνα 1945, σ. 285). Ό Γληνός, θά ’λεγε κανείς, ήταν ένα φαινόμε­ νο στά νεοελληνικά γράμματα. Ή εξελικτική πο­

ρεία του άπό τόν άστικό φιλελευθερισμό στό διαλεκτικό υλισμό, στό μαρξισμό-λενινισμό, τό πέρασμά του στήν υπηρεσία τού λαού, στόν κό­ σμο τών άδικημένων μέ τούς όποιους «ήταν ή ■ψυχή» του, δπως έλεγε, άποτελεϊ ένα ιδιαίτερο παράδειγμα τής δύναμης τών προοδευτικών ιδεών, άλλά καί δείγμα τού υψηλού ήθικού χα­ ρακτήρα καί τής ιδεολογικής συνέπειας πού πρέ­ πει νά διακρίνει τόν πνευματικό άνθρωπο, τόν προοδευτικό διανοούμενο. "Ομως δέν ήταν μο­ νάχα ένα μυαλό μέ σπάνιες ικανότητες άνάλυσης, κατάταξης καί σύνθεσης, ένας μεγάλος στο­ χαστής πού θεωρούσε μόνο τόν κόσμο, ήταν ό φιλόσοφος τής πράξης, τής άλλαγής, γιατί σ’ αύτό έβλεπε τόν προορισμό τής θεωρίας. Καί δέν είναι μόνο πού έγινε μαρξιστής καί προσέφερε υπηρεσίες πού τιμούν καί θά τιμούν τήν έλληνική σκέψη, άλλά πού ως τήν τελευταία πνοή τής ζωής του, μέσα άπό τίς γραμμές τού κομουνιστι­ κού κινήματος, σάν μέλος καί άνώτερο στέλεχος τού Κομουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, έκανε πράξη τό σύνθημά του, δτι τό κύριο στή ζωή εί­ ναι «νά ζείς καί νά πεθαίνεις γιά μεγάλα ιδανι­ κά». ■

Κ ΕΔΡΟ Σ: 4 Λ Ε Υ Κ Ω Μ Α Τ Α Ν Τ Ο Κ Ο Υ Μ Ε Ν Τ Α

ill

Π

ΙΩΣΤΑΣ Ν. ΧΑΤΖΗΠΑΤΕΡΑΣ ΗΛΙΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ X. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΡΟΚΟΒΑΣ ΜΑΡΙΑ Σ φαφαλιου ΞΥΛΟΠΟΡΤΕΣ - ΣΙΔΕΡΟΠΟΡΤΕΣ ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΑΣ ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ 40-41 ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Οί μεταμορφώσεις μιας τέχνης) (Τό λίκνο του Συνεταιρισμού

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ

ΚΕΔΡΟΣ

ΓΕΩΡΓΊΟΥ ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ 6 (Πάροδος Α κα δημία ς) Τηλ, 36.Ι5.783


52/αφιερωμα

Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου

Ή σύνδεση τού Δημήτρη Γληνοϋ μέ τό δημοτικιστικό κίνημα Τό Δεκέμβριο τον 1904 ιδρύεται στην ’Αθήνα τό πρώτο δημοτικιστικό σωματείο μέ τίτλο «Εταιρεία Ή Εθνική Γλώσσα». Σύμφωνα μέ προσωπική τον μαρτνρία, ό Δημήτρης Γληνός γίνεται μέλος τής εταιρείας σχεδόν άμέσως μετά τήν ϊδρνσή της.

Ή σύσταση τής «Εθνικής Γλώσσας» άποτελεΐ τήν πρώτη συλλογική εκδήλωση τών δημοτικι­ στών καί ή συμμετοχή τού Γληνοϋ σ’ αυτή μάς δίνει τό πρώτο στίγμα τής πορείας του μέσα σ’ ένα κίνημα στό όποιο άργότερα θά πρωτοστατή­ σει ό ίδιος επί πολλά χρόνια. Ή γνώση μας σχετικά μέ τίς άντιλήψεις τού Γληνοϋ γιά τό δημοτικισμό καλύπτει μιά μεγάλη περίοδο πού εκτείνεται άπό τό 1911, χρόνο τής επιστροφής του άπό τή Γερμανία, ώς τό θάνατό του καί πηγάζει τόσο άπό τήν πλούσια συγγρα­ φική του παραγωγή όσο κι άπό τήν κοινωνική καί πολιτική του δράση, τής όποιας ό δημοτικι­ σμός καί ή γλωσσοεκπαιδευτική μεταρρύθμιση υπήρξαν επί πολύ οί κυριότεροι στόχοι. Πρίν άπό τό 1911 οί γνώσεις μας γιά τή δημοτικιστική δραστηριότητα τοϋ Γληνοϋ περιορίζονται στά επεισόδια πού προκάλεσαν στά Βουρλά τής Μι­ κρός ’Ασίας πρώτα καί στή Σμύρνη κατόπι, όπου υπηρετούσε ώς δάσκαλος στήν Άναξαγόρειο Σχολή καί στό Έλληνογερμανικό Λύκειο άντίστοιχα, οί δημόσιες έκδηλώσεις του ύπέρ τής δημοτικής. Μιά επιστολή γραμμένη στή δημοτική πού δημοσιεύτηκε σέ εφημερίδα τής Σμύρνης καί ό λόγος πού έκφώνησε στή μνήμη τού Δημήτριου Βερναρδάκη, τόν όποιο έξύμνησε ώς πρωτοπόρο τού δημοτικισμού, υπήρξαν οί άφορμές. 'Ωστόσο κείμενα δικά του, μέσα άπό τά όποια θά μπορούσε κανείς νά παρακολουθήσει τήν πο­ ρεία τών άπόψεών του άνάμεσα στις ποικίλες καί συχνά άλληλοσυγκρουόμενες ιδέες πού άναπτύσσονται στό δημοτικιστικό κίνημα τά χρόνια 1905-1910, δέν υπάρχουν, άπ’ όσα τουλάχιστον

είναι ώς τώρα γνωστά. ’Εκείνο, λοιπόν, πού θά μπορούσε νά μάς δώσει τά σημεία τής διαδρομής πού άκολουθεί ώς τό 1911, οπότε εμφανίζεται μέ διαμορφωμένες γλωσσικές άπόψεις καί σοβαρές διασυνδέσεις μέ τούς δημοτικιστικούς κύκλους -πράγματα πού τού έπιτρέπουν άλλωστε καί τήν άμεση συνεργασία μέ τόν ’Εκπαιδευτικό Ό μιλοείναι οί κινήσεις του σέ σχέση μέ τίς εξελίξεις πού σημειώνονται στό ίδιο τό κίνημα καί τούς παράγοντές του άπό τό 1905 ώς τότε. Γιά τό είδος τής συμμετοχής του στίς δραστη­ ριότητες τής «’Εθνικής Γλώσσας», δέν υπάρ­ χουν, άπ’ όσο ξέρω, άλλες μαρτυρίες εκτός άπό τή δική του, πού περιορίζεται στήν άναφορά τού γεγονότος. Ή άλήθεια είναι ότι ή βραχύχρονη περίοδος πού λειτουργεί ή «’Εθνική Γλώσσα» -χειμώνας 1904-1905- συμπίπτει μέ τήν παραμο­ νή τού Γληνοϋ στήν ’Αθήνα. Τό Σεπτέμβριο τού 1904 έχει επιστρέφει άπό τή Λήμνο, όπου είχε διοριστεί διευθυντής τοϋ σχολείου μέσης έκπαίδευσης, καί μέχρι τό Μάιο τού 1905 πού παίρνει τό πτυχίο του άπό τή Φιλοσοφική Σχολή βρίσκε­ ται στήν ’Αθήνα καί μελετάει γιά τίς διπλωματι­ κές έξετάσεις. Τό πιθανότερο είναι νά παρακο­ λουθεί άπό κοντά τίς εκδηλώσεις τής εταιρείας, στίς όποιες κεντρικό πρόσωπο είναι ό Παλαμάς, πλαισιωμένος άπό τόν Άνδρέα Καρκαβίτσα, τόν Tojva Δραγούμη, τό Λάμπρο Πορφύρα, τόν I. Κονδυλάκη, τό Γ. Σωτηριάδη, μεταφραστή τής Όρέστειας, τό Δημήτρη Πετροκόκκινο καί άλ­ λους. Ή άποδοχή άπό μέρους του, πάντως, τών στόχων πού όριζε ή «’Εθνική Γλώσσα» μέ τή διακήρυξή της, γραμμένη άπό τό Ζαχαρία Πα-


αφιερωμα/53

παντωνίου, τόν εντάσσει σ’ ένα κλίμα μέσα στό όποιο κινούνται σχεδόν όλοι οί πρωταγωνιστές τού δημοτικισμού καί πού κυριαρχείται άπό δύο ιδεώδη: Τη συστηματική σύνδεση τής δημοτικής μέ την εκπαίδευση καί την αποτελεσματική άντιμετώπιση τών εθνικών προβλημάτων. Μιά ένιαία γλώσσα -ή όμιλούμενη δημοτική- άποτελεΐ γι’ αυτούς τήν τελειότερη' άποκρυστάλλωση τής έθνικής ένότητας μέσα κι έξω άπό τά έλληνικά σύνορα καί ή διάδοσή της μέσα άπό τήν έκπαίδευση ένας άπό τούς κυριότερους μοχλούς καί γιά τή λύση τού εθνικού ζητήματος καί γιά τό ξεπέρασμα τής εσωτερικής στασιμότητας. 'Όμως ή σύνδεση τής δημοτικής μέ τήν έκπαίδευση σημαίνει αυτόματα'σύνδεση τής δράσης τών δημοτικιστών μέ τήν κοινωνική καί πολιτική πραγματικότητα καί προϋποθέτει χάραξη συγκε­ κριμένης πολιτικής, πίεση πρός τήν κατεύθυνση τής πολιτείας, τακτικούς έλιγμούς, υποχωρήσεις, ενδεχόμενους συμβιβασμούς. ’Έτσι ή έταιρεία, μολονότι ένθουσιάζει στήν αρχή καί τόν Ψυχάρη, πού μαθαίνει τήν ίδρυσή της στό Παρίσι, καί τόν μαχητικό «Νουμά», μοναδική ως τότε έπαλ­ ξη τού δημοτικισμού, άπομακρύνεται πολύ γρή­ γορα άπό τή γλωσσική ορθοδοξία τού Δασκάλου καί άνοίγει ένα δρόμο στόν όποιο άπό εδώ κι έμπρός ό Ψυχάρης θά παίξει πολύ περισσότερο τό ρόλο τού συμβόλου παρά τού καθοδηγητή. Ή έταιρεία διαλύεται πολύ γρήγορα άλλά μέ τή σύ­ στασή της έχει μπει πιά τό θέμα τής ρεαλιστικό­ τερης αντιμετώπισης τών όσων πρέπει νά γίνουν γιά νά πραγματωθούν οί στόχοι τού κινήματος. Ή ρεαλιστικότερη άντιμετώπιση αφορά κυρίως στή μορφή τής γλώσσας, αφορά δηλαδή σέ κά­ ποιο «συμβιβασμό» άπέναντι στήν ψυχαρική δι­ δασκαλία, πρός τόν όποιο θά κατευθυνθούν πρώτος ό Άλέκος Δελμούζος πού θά επιστρέφει άπό τή Γερμανία τό 1908 γιά νά έφαρμόσει τίς εκπαιδευτικές καί γλωσσικές του άρχές στό Παρθεναγωγείο τού Βόλου καί κατόπιν πολλά άπό τά έπώνυμα μέλη τής έταιρείας πού θά ιδρύ­ σουν στά 1910 τόν Εκπαιδευτικό "Ομιλο. Θά άκολουθήσουν ό Δημήτρης Γληνός κι ό Μανόλης Τριανταφυλλίδης. Γιά τήν ώρα, όταν ό Γληνός ξεκινάει τό Σεπτέμβριο τού 1905 γιά τά Βουρλά τής Μικράς ’Ασίας, όπου έχει διοριστεί διευθυν­ τής στήν Άναξαγόρειο Σχολή, οί άπόψεις του γιά τό δημοτικισμό, σύμφωνα μέ τά παραπάνω, πρέπει νά έχουν εθνικό προσανατολισμό καί νά εμπεριέχουν ήδη τά σπέρματα τής ιδεολογίας τού εκπαιδευτικού δημοτικισμού. Τόν ’Ιούνιο τού 1906 αναγκάζεται νά παραι­ τηθεί άπό τήν Άναξαγόρειο καί πηγαίνει στή Σμύρνη, όπου γίνεται καθηγητής τών ελληνικών στό Έλληνογερμανικό Λύκειο. Στή Σμύρνη μένει ώς τό καλοκαίρι τού 1908. ’Εκεί, όπως ομολογεί ό ίδιος, ένα νέο στοιχείο έρχεται νά οδηγήσει σέ

καινούριους δρόμους τή σκέψη του: Ή επαφή του μέ τό μαρξισμό. Ή επαφή αυτή γίνεται μέσα .άπό τό έργο τού Γεωργίου Σκληρού, τό οποίο διαβάζει στή Σμύρνη. Τά στοιχεία πού έχουμε μάς πείθουν ότι ή ανάγνωση αυτή άποτελεΐ καί τήν πρώτη έπαφή τού Γληνού μέ τή σοσιαλιστική σκέψη. ’Αρχικά δέν φαίνεται νά διαβάζει τό ίδιο τό βιβλίο τού Σκληρού «Τό κοινωνικόν μας ζή­ τημα», πού ίσως δυσκολεύεται νά τό παραγγείλει άμέσως στή Σμύρνη, άλλά τά άρθρα τού Σκλη­ ρού πού δημοσιεύονται στό «Νουμά». Στό αύτοβιογραφικό σημείωμα πού υπαγορεύει ό ίδιος, τό 1941, λέει σχετικά: «Τό 1907, τέλος, δημοσιεύ­ τηκε τό βιβλίο “Τό κοινωνικό μας πρόβλημα” τού Γ. Σκληρού. Ά π ’ αυτή τήν άφορμή γίνεται στό “Νουμά” μία μεγάλη συζήτηση, ή πρώτη συ­ ζήτηση γιά τό σοσιαλισμό στήν Ελλάδα, στήν όποια ό Μάρκος Τσιριμώκος καί ό Δραγούμης χτυπούσαν τίς ιδέες τού Σκληρού. Ό Σκληρός άπό τήν άλλη μεριά κι ό Κώστας Χατζόπουλος τούς απαντούσαν. Ό Δ η μ . [ήτρης] έλάβαινε τό “Νουμά” στή Σμύρνη καί τόν διάβαζε. Τά άρ­ θρα τού Σκληρού τόν συγκινοϋν καί τού άνοίγουν νέα κατεύθυνση».1 Μέχρι τό Σεπτέμβριο τού 1908, πού φεύγει ό Γληνός γιά τή Γερμανία, δημοσιεύονται στό «Νουμά» τρία άρθρα τού Σκληρού: «Στούς δημοτικιστάς», φ. 268 (4-11-1907), «Διαλεκτικός ύλισμός», φ. 280 (27-1-1908), «Οί σοσιαλιστάδες στούς Νατσιοναλίστες» φ. 291, 292, 293 (13, 20, 27-4-1908). Ά π ό τά κείμενα αύτά, πού άνοιξαν «νέα κατεύθυνση» στό Γληνό, τά δύο άποτελοϋν συνέχεια τών άπόψεων πού διατυπώνει ό Σκλη­ ρός στό «Κοινωνικό μας ζήτημα»: Μέ αύτά ξανακαλεϊ τούς δημοτικιστές νά συνειδητοποιή­ σουν ότι ή ένταξή τους καί ή πρακτική τους μέσα στό δημοτικιστικό κίνημα δέν είναι τελικά άσχε­ τη μέ τήν επιλογή ένός φιλοσοφικού συστήματος καί ιδιαίτερα μέ τό ποιόν παράγοντα δέχονται ώς κινητήρια δύναμη τής ιστορίας καί τής κοι­ νωνίας. Ό ίδιος τονίζει ότι μοναδικός τέτοιος παράγοντας είναι ή πάλη τών τάξεων. Ό «Δια­ λεκτικός υλισμός», τό μόνο καθαρά θεωρητικό άρθρο πού δημοσιεύει εκείνη τήν έποχή ό Σκλη­ ρός, άποτελεΐ, όπως έχω ήδη άναφέρει άλλού, είτε μεταφορά αυτοτελών άποσπασμάτων είτε περίληψη τμημάτων τού βιβλίου τού Γεωργίου Πλεχάνωφ: «Ή έξέλιξη τής μονιστικής άντίληψης τής ιστορίας».2 Τό Σεπτέμβριο τού 1908 ό Γληνός φεύγει γιά τή Γερμανία. Ή παρέμβαση τού Σκληρού στό δημοτικιστικό κίνημα καί τό ιδεολογικό ρήγμα πού επέρχεται στίς τάξεις του όταν προτείνει τό μαρξισμό ώς νέο εργαλείο γιά τήν άνάλυση καί έρμηνεία τών φαινομένων τής έλληνικής κοινω­ νίας πρέπει νά έχουν ήδη ενεργήσει δραστικά στίς άπόψεις τού Γληνού γιά τό δημοτικισμό.


54/αφιερωμα

Τούτο θά φανεί καί πολύ αργότερα, όταν, μετά τήν πορεία πού θά άκολουθήσουν οί ιδέες του την επόμενη εϊκοσιπενταετία, σέ συνέντευξη πού θά δώσει, τό 1933 στούς «Νέους Πρωτοπόρους», ό Γληνός θά έπαναλάβει σχεδόν αυτούσιες τίς άπόψεις τού Σκληρού κυρίως σέ δ,τι αφορά στην άπροθυμία τής άστικής τάξης νά λύσει τήν έποχή εκείνη τό γλωσσικό ζήτημα. Ή επιρροή τού Σκληρού θά ένισχυθεΐ μέ τήν προσωπική έπαφή πού θά έχει μαζί του κατά τή διάρκεια τής παραμονής του στην Ίένα (19081909). Ό π ω ς λέει ό ίδιος, «στη Γέννα ό Δημ. γνωρίζεται καί συνδέεται μέ τό Γ. Κωνσταντινίδη ή Σκληρό. Αύτός τόν καθοδηγεί σέ κοινωνιολογικές μελέτες. "Ολοι οί έλληνες φοιτητές στη Γέννα (μεταξύ τους ό Φ. Πολίτης) μαζεύονται καί κάνουν πνευματικές συζητήσεις πότε στού Σκληρού καί πότε στού Δημ».4 Τό 1909 ό Γληνός θά έγκατασταθεϊ στη Λιψία, καί στή Γερμανία θά άρχίσουν οί προσπάθειες άπό τούς εκεί έλληνες φοιτητές καί διανοούμε­ νους πού συσπειρώνονται γύρω άπό τίς ιδέες τού σοσιαλισμού ή τού δημοτικισμού γιά τή συγκρό­ τηση ομάδων καί τήν επεξεργασία προγραμμά­ των μέ στόχο γλωσσικές, έκπαιδευτικές καί κοι­ νωνικές μεταρρυθμίσεις στήν Ελλάδα. Ή γνω­ στότερη τέτοια προσπάθεια είναι έκείνη πού ξε­ κίνησε τό χειμώνα 1909-1910 μέ πρωτοβουλία τού Κώστα Χατζόπουλου καί κατέληξε στή δη­ μιουργία τής «Σοσιαλιστικής Δημοτικιστικής Ένωσης». Σ’ αύτή δέν συμμετέχει ούτε ό Σκλη­ ρός ούτε ό Γληνός. Αιτία πρέπει νά είναι οί άντιθέσεις πού εμφανίζονται στούς κύκλους τών έλλήνων σοσιαλιστών τής Γερμανίας κυρίως ως πρός τήν τακτική πού πρέπει νά άκολουθηθεΐ

καί τούς ένδεχόμενους συμβιβασμούς πού πρέπει νά γίνουν γιά τήν πραγμάτωση τών στόχων πού έχουν θέσει. «’Από τήν ομάδα τού Σκληρού» -γράφει ό Χατζόπουλος τόν ’Οκτώβριο τού 1909- «είμαι χωρισμένος άφότου τρόμαξαν τή λέξη σοσιαλισμός καί παράτησαν τή δημοτική γλώσσα».5 Γιά τήν «ομάδα τού Σκληρού» δέν έχουμε στοιχεία. 'Ωστόσο, στά αύτοβιογραφικά σημειώ­ ματα τού Γληνοΰ βρίσκουμε τά ίχνη μιας ομά­ δας, ή όποια, σύμφωνα μέ δλες τίς ενδείξεις, πρέπει νά είναι αύτή πού ό Χατζόπουλος χαρα­ κτηρίζει «ομάδα Σκληρού».6 «Στή Λιψία, ό Δημ. είχε ενώσει τούς έλληνες φοιτητές σ’ ένα σύνδε­ σμο “εταιρία τών φίλων” , πού είχε σοσιαλιστικά ιδεώδη».7 Καί άλλού: «Οί Ρωμιοί στή Γέννα, στύ Λιψία. Ή “εταιρία τών φίλων”, ό Σκληρός». Μιά άκόμη ένδειξη γιά τό δτι ή «Εταιρεία τών φίλων» πρέπει νά ταυτίζεται μέ τή λεγάμενη «ομάδα Σκληρού» μάς παρέχει καί ή έμμεση μαρτυρία τού Μανόλη Τριανταφυλλίδη: Τό Δε­ κέμβριο τού 1909 γράφει στήν Πηνελόπη Δέλτα: «Κι εμένα μ’ εύχαρίστησε τό σχεδίασμα πού μού ήρθε άπό τή Λιψία καί λυπήθηκα διπλά πού δέν μπορώ τώρα νά βρίσκωμάι έκεΐ. Μευχαρίστησε πρίν άπόλα, γιατί γεννήθηκαν τήν ίδια ώρα άνεξάρτητα καί σάλλα κεφάλια άνάλογες σκέψεις κι έπειτα γιά κάμποσες όμορφες ιδέες σάν τού Λαϊ­ κού Πανεπιστημίου, πού βρήκα κεϊ μέσα. Ό Σκληρός δέ μέ φοβίζει, εννοείται δτι πρίν γίνει τίποτε θά κυτάξω νά τόν γνωρίσω καί νά μιλήσω μαζί του, άλλά γιά τήν ώρα βλέπω αύτόν καί τίς ιδέες του, διαφορετικά άπό σάς, έλπίζω δέ, δτι καί άντικειμενικώτερα».9

ΔΗ Μ Η Τ ΡΗ ΓΑΗ ΝΟ Υ ΑΠΑΝΤΑ (ΤΟ Μ Ο Ι 10)

Εκδοτική φροντίδα Εισαγωγή - Σχόλια Φ ΙΛ ΙΠ Π Ο Υ Η Λ ΙΟ Υ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΕΜΕΛΙΟ

Κυκλοφορούν οί τόμοι Α \ 1898 - 1910 Β \ 1910-1914 ΣΟΛΩΝΟΣ 84 Τηλ. 3608180


αφιερωμα/55

'Ο υπαινιγμός τού Τριανταφυλλίδη γιά «άνάλογες σκέψεις πού γεννήθηκαν σάλλα κεφάλια» άναφέρεται σέ δική του πρωτοβουλία πού παίρ­ νει τό Σεπτέμβριο τού 1909 γιά τή συγκρότηση ένός «’Αδελφάτου», όπως τό ονομάζουν, μέ στό­ χους πού εντάσσονται στή μεταρρυθμιστική άντίληψη τού δημοτικισμού, όπως περίπου είχε διατυπωθεί στή διακήρυξη τής εταιρείας «Ή Εθνική Γλώσσα», μέ τονισμένη δηλαδή τή σημα­ σία τής έκπαίδευσης. Σύμφωνα μέ τό προγραμ­ ματικό σχέδιο πού συντάσσει ό Τριανταφυλλίδης, ό κυριότερος παράγοντας γιά τήν κοινωνική καί πολιτική άνόρθωση είναι καί γι’ αύτόν ή άγωγή τού λαού καί βάση της τό σχολειό. Τά καινούρια στοιχεία πού περιέχει είναι ή υπο­ γράμμιση τής άνάγκης τής κρατικής συνδρομής γιά τήν επίτευξη τέτοιων σκοπών καί τό σημαν­ τικότερο, ή ρητή πιά διατύπωση τού υποχρεωτι­ κού συμβιβασμού πού πρέπει νά γίνει άπό τή με­ ριά τών δημοτικιστών: Τό πρόγραμμα ορίζει ότι: «... γιά τή σχέση καί τή θέση τής Ένώσεως πρός τό γλωσσικό ζήτημα πραχτικώτερο είναι τ’ άκόλουθο. Ή "Ενωση θά ίδρυθή καί θά διευθύνεται μόνο άπό δημοτικιστές. Είναι απαραίτητο. Μό­ νο τότε θά είναι εξασφαλισμένη τέλεια συμφωνία καί άρμονία σέ όλα. ’Αλλά δέ θά βάλει έπιδειχτικά τή γλώσσα στή σημαία. "Οργανο “επίση­ μο” θά έχει μιά καθαρεύουσα άνθρωπινή».10 Τό κείμενο αύτό ό Γληνός τό λαβαίνει στή Λιψία, όπως έμμεσα μαρτυρεί ό Τριανταφυλλίδης όταν, δέκα χρόνια άργότερα, εξιστορώντας τή διαδικασία πού χρειάστηκε γιά νά ιδρυθεί ό ’Εκπαιδευτικός "Ομιλος, άναφέρει τίς πόλεις -Φραγκφούρτη, Ρώμη, ’Αθήνα, Βόλος, Πόλη, Λιψία, Μόναχο- στίς όποιες στάλθηκε τό σχέδιο χωρίς όμως νά κατονομάζει τούς παραλήπτες του.11 Γνωρίζουμε όμως ότι τό Σεπτέμβριο τού 1909, στή Φραγκφούρτη βρισκόταν ή Πηνελόπη Δέλτα, στή Ρώμη είχε μόλις μετατεθεί ό Των Δραγούμης, στό Βόλο ήταν ό Δελμούζος καί συ­ νεργάτες τού Παρθεναγωγείου, στήν Πόλη βρι­ σκόταν ό Φ. Φωτιάδης καί στό Μόναχο καί τή Λιψία άντίστοιχα ό Χατζόπουλος κι ό Γληνός. "Ετσι μπορούμε βάσιμα νά υποθέσουμε ποιοι ήταν οί παραλήπτες τού σχεδίου κι άπό ποιούς διαβάστηκε καί συζητήθηκε. “Αλλωστε, τό χει­ μώνα τού 1909-1910 ό Γληνός συνδέεται στενά μέ τόν Τριανταφυλλίδη κι έπιχειροΰν μαζί τή σύν­ ταξη ένός κειμένου μέ τίτλο « Ό δρόμος τής νέας μας ζωής».12 Τά στοιχεία αυτά, ή αποδοκιμασία πού έκφράζει ή αδιάλλακτη μερίδα τών δημοτικιστώνσοσιαλιστών μ’ έπικεφαλής τό Χατζόπουλο γιά τήν «ομάδα Σκληρού», πού πρέπει νά συμπίπτει μέ τήν «Εταιρεία τών φίλων» καί στήν όποια πρωταγωνιστεί ό Γληνός, καθώς καί ή στενή έπαφή καί συγγραφική συνεργασία τού τελευταί­

ου μέ τόν Τριανταφυλλίδη, τήν ώρα πού προτείνονται νέοι τρόποι γιά νά προωθηθεί τό κοινωνι­ κό περιεχόμενο τού δημοτικισμού, μάς έπιτρέπουν νά ορίσουμε καί τή θέση τού Γληνού άπέναντι στό δημοτικιστικό κίνημα κατά τήν τελευ­ ταία περίοδο τής παραμονής του στή Γερμανία: Ό Γληνός, πρίν έπιστρέψει άκόμη στήν Ελλάδα έχει υιοθετήσει τίς άρχές τού έκπαιδευτικού δη­ μοτικισμού καί παίρνει μέρος στίς συνεννοήσεις πού γίνονται μέ βάση τό σχέδιο τού Τριανταφυλλίδη καί οί όποιες καταλήγουν στήν ίδρυση τού ’Εκπαιδευτικού 'Ομίλου. Τόν ’Ιούνιο τού 1911 ό Γληνός φθάνει στήν ’Αθήνα καί τό Σεπτέμβριο τού ίδιου χρόνου διο­ ρίζεται καθηγητής τών παιδαγωγικών στό διδα­ σκαλείο τού ’Αρσάκειου. Ταυτόχρονα άρχίζει νά δημοσιεύει κείμενα στό Δελτίο τού ’Εκπαιδευτι­ κού 'Ομίλου μέ τό ψευδώνυμο Δ. Φωτεινός ή Δ.Φ. Λίγο άργότερα θά γίνει διευθυντής τής σύνταξης τού περιοδικού καί τό 1913 θά συντάξει τήν έκθεση γιά τά έκπαιδευτικά νομοσχέδια πού θά υποβάλει ό τότε ύπουργός Παιδείας, I. Τσιριμώκος. Τό όνομά του θά είναι άπό εδώ καί πέρα συνδεδεμένο μέ κάθε προσπάθεια πρός τήν πραγμά­ τωση τής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, τής όποιας θά είναι ό έμπνευστής, όταν, τό 1917, άπό τή θέση τού προέδρου τού Εκπαιδευτικού Συμβουλίου πού τόν διορίζει ή προσωρινή κυ­ βέρνηση Θεσσαλονίκης, θά συντάξει τό διάταγμα 2535/1917, μέ τό όποιο όρίζεται γιά πρώτη φορά ή δημοτική ως γλώσσα τών άναγνωστικών τών πρώτων τάξεων τού δημοτικού σχολείου.

Σημειώσεις: 1. Στή μνήμη Δημήτρη Α. Γληνοϋ, Άθ. 1946, σ. 196. 2. Δημοτικισμός καί κοινωνικό πρόβλημα, έπιμ. Ρένα Στανρίόη-Πατρικίου, Άθ. 1976, σ. ξε'-ο'. 3. Δημήτρη Γληνοϋ, Τό γλωσσικό ζήτημα, π. «Νέοι Πρωτο­ πόροι», φ. 5, Μάης 1934=»Έκλεκτές σελίδες», τ. Λ,' Άθ. 1975, σ. 109-116. 4. Στή μνήμη Δ. Γληνού, δ.π., σ. 197. 5. ’Ανέκδοτα γράμματα τού Κ. Χατζόπουλου στόν ιδρυτή τού «Νουμά», π. «Ό Νονμάς», Κ Σ Τ (1929) 7. 6. Βλ. Δημοτικισμός καί κοινωνικό πρόβλημα, δ.π., σ. με.' Περισσότερα στοιχεία γιά τήν «’Εταιρεία τών φίλων» κα­ θώς καί τό χειρόγραφο καταστατικό της δημοσιεύονται στόν πρώτο τόμο τών άπάντων Δ. Γληνοϋ, έκδ. θεμέλιο, πού έπιμελήθηκε ό Φίλιππος Ήλιού. 7. Στή μνήμη Δ. Γληνοϋ, δ.π., σ. 197. 8. Στό ίδιο, σ. 200. 9. ’Αλληλογραφία τής Π.Σ. Δέλτα, έπιμ. Ξ. Λευκοπαρίόη, Άθ., [1957], σ. 317. 10. Στό ίδιο, σ. 300. 11. Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Δέκα χρόνια, π. Δελτίο τοϋ ’Εκ­ παιδευτικού Ομίλου 9 (1921) 7. 12. Τό κείμενο, τοϋ όποιον Απόσπασμα έχει ήδη παρουσιάσει ό Φίλιππος Ήλιού, δημοσιεύεται έπίσης στόν πρώτο τόμο


56/αφιερωμα

’Άννα Φραγκουδάκη

Ό Γληνός καί ή παιδεία Ό Δημήτρης Γληνός έβλεπε την παιδεία, όχι την εκπαίδευση,την παιδεία (κουλ­ τούρα), ώς άγαθό πού ο ί διανοούμενοι κατέχουν χάρη σε κοινωνικά προνόμια κ α ί πού επομένως οφείλουν νά εργάζονται γιά τη μετάδοσή του στίς κοινωνικές κατη­ γορίες πού δέν τό κατέχουν.

Τελείως παραμελημένη άπό τίς βιογραφίες, ή άντίληψή του αύτή γιά τόν άγωνιοτή διανοούμενο είναι πολύ ενδιαφέρουσα καί ίσως πολύ έπίκαιρη. ”Ας πάρουμε γιά παράδειγμα την ‘Αναγέννη­ ση. Τό μηνιαίο αυτό περιοδικό, πού ό Γληνός έκδίδει, διευθύνει καί έπιμελείται γιά κοντά δυό χρόνια (1926-1928), είχε πότε πότε στην πρώτη σελίδα ένα σύνθημα-παρότρυνση μέ κεφαλαία γράμματα, πού συνήθως άφοροϋσε τό θέμα τής δημοτικής γλώσσας, άλλά πού πάντα είχε περιε­ χόμενο την ευθύνη των διανοουμένων. Π.χ. «"Ελληνες επιστήμονες, γράφετε τά έργα σας στή δημοτική» (A, 1, Σεπ. 1926) ή «Όσοι άγωνίζεστε γιά τήν άλήθεια, γιά τή δικαιοσύνη καί τήν άπολύτρωση τού άνθρώπου, (...) [απαντήστε στήν άντίδραση] μέ θετική εργασία. Μελετάτε σοβαρά, έμβαθύνετε έπιστημονικά τίς Ιδέες σας» (Α, 11-12, Αύγ. 1927) ή «Έλληνες έπιστήμονες, ζήσετε τό λαό σας κι ενωθείτε μ’ αυτόν, γιά νά γίνετε όδηγοί του» (Α, 2, Όκτ. 1926). Είχε πε­ ριεχόμενο τήν ευθύνη τών διανοουμένων μέ δι­ πλό τρόπο, τήν κοινωνική τους υποχρέωση γιά τή διάδοση τής μόρφωσης καί τήν πολιτική τους υποχρέωση νά καλλιεργούν μέ τήν επιστήμη τά εργαλεία γιά τήν κατανόηση καί τήν ερμηνεία τών κοινωνικών φαινομένων. Ή Αναγέννηση ήταν περιοδικό άριστερό. ’Αντίθετα μέ τά συνήθη χαρακτηριστικά πού έχουν στήν ιστορία τής ελληνικής κοινωνίας τά άριστερά περιοδικά, ήταν έκδοση ιδιαίτερα φροντισμένη στή μορφή καί τό περιεχόμενο, στήν έπιλογή τής ύλης καί τόν τρόπο παρουσία­ σης, άπό τό μυκηναϊκό σφραγιδόλιθο πού στόλι­ ζε τό εξώφυλλο μέχρι τή γλώσσα. Γλώσσα ήταν ή δημοτική. Μιά προσεγμένη καί ένιαία δημοτική, πού συνεχίζει τήν πολιτική τού έκπαιδευτικοΰ δημοτικισμού, τή συστηματική

άπό τό 1910 γλωσσική προσπάθεια νά τυποποιη­ θεί μιά ένιαία δημοτική πού νά μπορεί νά διδά­ σκεται στά σχολεία. Στήν ’Αναγέννηση, πέρα άπό τό σεβασμό τών «παλιών» τού δημοτικισμού (Ελισαίος Γιανίδης, Α, 6, Φεβ. καί 7, Μάρ. 1927, Φώτης Φωτιάδης, Α, 8, ’Απρ. καί 9-10, Μ.-’Ιούν. 1927, Μένος Φιλήντας, Β, 2, Όκτ. καί 3, Νοέμ. 1927), πού τά κείμενά τους δημοσιεύο­ νται μέ τήν ιδιαίτερη ορθογραφία καί τόν τονι­ σμό τού καθενός, υπάρχει συστηματική προσπά­ θεια γιά τήν καλλιέργεια τής έπιστημονικής δη­ μοτικής. Ή προσπάθεια είναι συνειδητά παιδευ­ τική, δπως φαίνεται στό ένατο τεύχος, δπου τό σύνθημα-παρότρυνση τής πρώτης σελίδας γρά­ φει: «Ή Αναγέννηση: έλυσε τό πρόβλημα τής διγλωσσίας. Δημοσίεψε ως τώρα σέ κανονική δη­ μοτική γλώσσα μελέτες άπό τόν κύκλο τής φιλο­ σοφίας, τής φνχολογίας, τής κοινώνιολογίας, τής αισθητικής, τής ιστορίας τής τέχνης, τής παιδα­ γωγικής, τής νομικής, τής φυσιολογίας, τών φυ­ σικομαθηματικών. "Ελληνες έπιστήμονες, γράφε­ τε τά έργα σας στή δημοτική. ’Απολυτρώστε τό λαό σας άπό τή διγλωσσία» (Α, 9-10, Μ.-Ίούν. 1927). Ή γλωσσική αύτή προσπάθεια έχει διπλό στόχο. Εκτός άπό τή συμμετοχή τού περιοδικού στή γλωσσική διαμάχη μέ τήν έμμεση καί πειστι­ κή (μέσα άπό τήν καλλιέργεια τής δημοτικής στόν επιστημονικό λόγο) απάντηση στή διαδεδομένη_ άποψη τής έποχής, πού έλεγε δτι ή δημοτι­ κή είναι άπρόσφορη γιά τήν έκφραση διανοημά­ των, δίνεται καί ή άκόλουθη πολιτική μάχη: έπιστήμη γραμμένη στή δημοτική είναι έπιστήμη προσιτή στό λαό καί επομένως μέσο γιά τή διά­ δοση τής μόρφωσης. Ή Αναγέννηση, λοιπόν, είναι περιοδικό άρι­ στερό. Τήν περίοδο άλλωστε πού τήν εκδίδει, ό Γληνός έχει εγκαταλείπει μία μία δλες τίς ώς τό­ τε θέσεις του γιά τίς κοινωνικές μεταρρυθμίσεις


αφιερωμα/57

μέ έπικεφαλής την παράταξη τών Φιλελευθέρων. Έ χει μέσα στη δεκαετία τού 1920 όδηγηθεϊ στη θεωρητική αναζήτηση πού θά θεμελιώνει τήν πρακτική του καί θεωρεί δτι οι άστικές με­ ταρρυθμίσεις δέν μπορούν πιά νά γίνουν. Μιλάει τά χρόνια εκείνα γιά «κατώτερη ποιότητα τής ελ­ ληνικής άστικής τάξης» (Α, 3, Νοέμ. 1926, σ. 125). Γράφει δτι «ή ελληνική αστική τάξη ’έγινε άντιδραστική» (Α, 5, Γεν. 1927, σ. 310-311). Χτυπάει τό «Ιδιώνυμο», μιλώντας γιά «άστική άπολυταρχία» (Β, 8, Ά πρ. 1928, σ. 437-440). 'Οδηγείται στό συμπέρασμα δτι ή άστική εκπαι­ δευτική μεταρρύθμιση, γιά τήν όποια άγωνίστηκε χρόνια, είναι πιά «ρωμαντισμός» καί κηρύσ­ σει τό «σοσιαλιστικό έκπαιδευτικό δημοτικισμό» (Β, 1, Σεπτ. 1927, σ. 1-4). 'Ωστόσο, καί πάλι αν­ τίθετα μέ τήν εικόνα πού περιέχουν οί άγιογραφίες του, ό Γληνός καθόλου δέ μετεμψυχώθηκε άπό μεταρρυθμιστής σέ ριζοσπάστη, ούτε έβλεπε τήν άστική κοινωνία σάν τό κακό καί τό σοσια­ λιστικό δραμα (στό όποιο είχε προσχωρήσει) δί­ χως άντιφάσεις. ’Αναζητούσε- τήν κοινωνική άποτελεσματικότητα. Έβλεπε τόν άστικό φιλε­ λευθερισμό άδύνατο νά επιβληθεί καί τήν κο­ μουνιστική άριστερά ιδεολογικά άνέτοιμη. Στήν Αναγέννηση γράφει, γιά παράδειγμα, πώς είναι «λιγοπιστία νά ζητάς τό άπόλυτο, χωρίς ν’ άγωνίζεσαι γιά τό σχετικό» (Α, Σεπτ. 1926, σ. 1). Άντιπαραθέτει τίς άστικές τάξεις τής «Δύσης» στήν ελληνική κυρίαρχη τάξη, πού τήν κα­ ταγγέλλει γιά άδυναμία καί άνικανότητα νά φέ­ ρει σέ πέρας τήν ολοκλήρωση τής άστικής μορ­ φής τής κοινωνίας. Καί μάλιστα, τήν καλεϊ νά «παραδειγματιστεί» άπό τήν «πτώση άλλων κυ­ ρίαρχων τάξεων», πού τράβηξαν τό δρόμο τής άστικής άπολυταρχίας καί άρνήθηκαν τό δρόμο τού φιλελευθερισμού (Α, 5, Γεν. 1927, σ. 311). Επίσης, οδηγείται στό μαρξιστικό συμπέρασμα δτι σέ μιά κοινωνία πού βρίσκεται σέ βαθιά ιδεολογική κρίση (δπως ήταν ή ελληνική μετά τήν καταστροφή τής Μικρασίας), ή κρίση τών ιδεών άγγίζει δλες τίς κοινωνικές ομάδες καί τούς πολιτικούς εκπροσώπους τους, δηλαδή ή ιδεολογική κρίση μιας κοινωνίας δέν άφήνει άνέγγιχτη τήν άριστερά της: «ή ελληνική κοινω­ νία βρίσκεται μέσα σ’ ένα χάος (...). Καί τό χάος δέν πρέπει νά τό φανταστούμε έξω άπό μάς (...) είναι μέσα μας» καί γι’ αύτό «ό σκοπός τού καθενός μας είναι χωρίς άρμονία κι έσωτερική συ­ νοχή» (Β, 1, Σεπτ. 1927, σ. 2). 'Ως άριστερά περιοδικό, ή ’Αναγέννηση έχει δύο στόχους, τήν καλλιέργεια καί τή διάδοσηέκλαίκευση τού μαρξισμού. Καλλιεργεί τή μαρξι­ στική θεωρία σέ δλους σχεδόν τούς τομείς, στήν ιστορία, στή θεωρία καί κριτική τής λογοτε­ χνίας, στήν τέχνη γενικά, στήν ιστορία τών ιδεών, τή φιλοσοφία κτλ. ’Ανοίγει ιδεολογικό

μέτωπο καί κάνει τό μαρξισμό άντικείμενο δημό­ σιου διαλόγου σέ πλήθος θέματα. Γιά παράδειγμα, ό Χρ. Καρούζος χτυπάει τόν Καζαντζάκη καί υποστηρίζει τόν κοινωνικό καί οικονομικό καθορισμό τών φαινομένων στήν ιστορία (Α, 3, Νοέμ. 1926). ’Απαντάει ό Καζαντζάκης καί τού άνταπαντάει ό Κορδάτος (Α, 4, Δεκ. 1926). Καταπολεμούν τόν «ιστορικό υλι­ σμό» τού Καρούζου ή "Ελλη Λαμπρίδη καί ό Κ. Γεωργούλης, άπαντάει ό Καρούζος (Α, 5, Γεν, 1927). Ξαναγράφει ό Γεωργούλης εναντίον τού «δογματισμού» τού Καρούζου, πού βλέπει ντετερμινιστικά τόν πολιτισμό καί τόν άνθρωπο άθυρμα τής ιστορίας (Α, 6, Φεβ. 1927) κτλ. Μιά σειρά άρθρων τής Ρόζας Ίμβριώτη (Α, 3, Νοέμ., 4, Δεκ. 1926, 5, Γεν. 1927) γιά τήν ιστορία καί τή διδασκαλία τής ιστορίας άνοίγει άντίστοιχο θεω­ ρητικό μέτωπο. Γράφουν ό Β. Δεδούσης, ό Κ. Γεωργούλης, ό Κορδάτος (Α, 6, Φεβ., 7, Ά πρ., 9-10, Μ.-’Ιούν. 1927). 'Ο Βάρναλης γράφει μιά σειρά άρθρων γιά τήν τέχνη καί τήν κοινωνία (Α, 6, Φεβ., Β, 1, Σεπτ. 1927, 7, Μάρ. 1927, Β, 8, Ά πρ. 1928). 'Ο Βάρναλης άκόμα παρουσιά­ ζει τό γερμανικό σοσιαλισμό (Α, 3, Νοέμ. 1926) καί κάνει εκτενή καί έντονα άρνητική βιβλιοκρι­ τική γιά «προκλητική άρνηση καί καταφρόνια τού επιστημονικού πνεύματος», γιά «μυστικισμό καί μεταφυσική» στήν Τριλογία τοϋ πνεύματος τού Ε. Π. Παπανούτσου, πού δημοσιεύεται τή χρονιά έκείνη (Β, 11-12, Ίούλ.-Αύγ. 1928). 'Ο Χρ. Καρούζος, εκτός άπό τά παραπάνω, γράφει σέ δύο συνέχειες (Α, 2, Όκτ. καί 3, Νοέμ. 1927) τή «Σαμοθράκη τού ”Ιδα», προκαλώντας δύο κείμενα τού Γ. Θεοτοκά (Β, 9, Μάης καί 11-12, Ίούλ.-Αΰγ. 1928). Ά ς σημειωθεί δτι τό σημαντι­ κό μαρξιστικό κείμενο τού Καρούζου είναι τή στιγμή έκείνη ιδιαίτερα τολμηρό καί συγχρόνως ιδεολογικά καίριο. Ή «Σαμοθράκη» (πού άνατυπώνεται τό 1927), μέ τήν πονεμένη, μεγαλό­ πρεπη καί μεταφυσική έλληνικότητά της άντιστοιχεϊ στήν άπώλεια τού εθνικού ονείρου μετά τή Μικρασιατική καταστροφή, πού οί διανοού­ μενοι τής εποχής τή ζούν σάν οδυνηρό ιδεολογι­ κό κενό· έπιπλέον ό "Ιων Δραγούμης είναι ιδεο­ λογικά ισχυρή φυσιογνωμία, ισχυρότερη ίσως μετά τή δολοφονία του. Ά π ό δλες σχεδόν τίς έπιλογές, τά άρθρα καί τίς μεταφράσεις, φαίνεται καθαρά στήν ’Αναγέν­ νηση ή προσπάθεια γιά τή μαρξιστική παιδεία τού άναγνώστη, άλλά καί γιά τήν καλλιέργεια τής μαρξιστικής οπτικής καί τή συστηματική προσπάθεια γενικότερης μορφωτικής έπέμβασης στόν κοινωνικό χώρο. Μερικά παραδείγματα άρθρων δείχνουν αύτή τήν πρόθεση: Αύρας Θεοδωροπούλου, «Τό έργο τοϋ Μπετόβεν σάν κοινωνικό φαινόμενο» (Α, 6, Φεβ. 1927), Στρ. Σωμερίτη, «Ή εξέλιξη τής ίδιοχτησίας στό σύγ-


58/αφιερωμα

Ό Γληνός μέ τό Δ ελμοϋζο

χρονο θετικό δίκαιο» (Α, 8, Ά πρ. καί 9-10, Μ.Ίούν. 1927), ’Αγγέλας Καστανάκη, «Τά σύγχρο­ να φιλοσοφικά ρεύματα στη Γαλλία» (Α, 5, Γεν. καί 6, Φεβ. 1927) κτλ. Ίσως τό σημαντικότερο άπ’ όλα είναι ότι μέσα στά δυό χρόνια ζωής τής ’Αναγέννησης περνάνε άπό τίς σελίδες της όλα τά νέα ρεύματα, οί νέες έπιστημονικές θεωρίες καί διανοητικές τάσεις τής έποχής. Τά κείμενα είναι όλα προσιτά στό μέσο άναγνώστη, έμμεσα διακηρύττουν την προ­ τροπή τού Γληνοϋ: έλληνες επιστήμονες γίνετε οδηγοί τού λαού σας. ’Ακόμα καί σήμερα, ορι­ σμένα άπό τά κείμενα αυτά θά ήταν νεοτεριστικά καί διαφωτιστικά καί προοδευτικά. Ψυχανά­ λυση: σέ όλα σχεδόν τά τεύχη κατά τά δύο χρό­ νια τής έκδοσης ό Κ. Σωτηρίου παρουσιάζει σέ συνέχειες τη φροϋδική θεωρία. ’Ακόμα, Μπέρτραντ Ράσελ: παρουσίαση άπό τό Α. Σκλαβοϋνο τών βιβλίων του Icarus on the future of Science καί What I Believe (B, 4, Δεκ. 1927, 6, Φεβ. 1928) καί δημοσίευση τού δοκιμίου του «Είναι ή επιστήμη άπροκατάληπτη;», σέ μετάφραση Σκλαβούνου (Β, 10, ’Ιούν. 1928). Διαβάζουμε άκόμα: Ά ρ. Οικονόμου, «Ή θεωρία τής σχετι­ κότητας τού Einstein» (Α, 9-10, Μ.-’Ιούν., 11-12, Ίούλ.-Αΰγ. 1927, Β, 1, Σεπτ., 2, Όκτ. 1927), Αύρας Θεοδωροπούλου, «Τό φεμινιστικό κίνη­ μα» (Α, 4, Δεκ. 1926), Έλλης Λαμπρίδη, «Κριτι­

κές παρατηρήσεις στό σύγχρονο φεμινισμό» (Α, 5, Γεν. 1927), Γαλ. Καζαντζάκη, «’Η εργαζόμενη έλληνίδα στή σημερινή κοινωνία» (Β, 6, Φεβ. 1928), Στρ. Σωμερίτη, «Γυναίκα καί πολιτική» (Β, 8, Ά πρ. 1928). Ό Γληνός γράφει γιά τά εκπαιδευτικά θέμα­ τα, έκδίδει σέ αυτόνομο φυλλάδιο τό παράρτημα τής ’Αναγέννησης μέ τόν τίτλο Σχολική Πράξη, συνεχίζοντας τόν άγώνα γιά τό σχολείο καί τούς έκπαιδευτικούς, σχολιάζει τήν πολιτική έπικαιρότητα καί πότε πότε στή θέση τού κύριου άρ­ θρου γράφει έπώνυμα ένα κείμενο πολιτικής ανάλυσης πού αφορά τήν έλληνική κοινωνία. Ό Γληνός είχε τή γνώμη ότι στήν κοινωνία εί­ ναι λάθος νά ζητάς τό άπόλυτο κι έτσι νά μήν αγωνίζεσαι γιά τό σχετικό. Θεωρούσε ότι μέσα σε μιά κοινωνία πού βρίσκεται σέ ιδεολογική κρίση, οί προοδευτικοί διανοούμενοι δέν είναι άδιάβροχοι στήν κρίση, άλλά «χάος» επικρατεί καί στίς δικές τους γραμμές καί ιδέες. Γνώμονά του είχε τόν άκόλουθο συνδυασμό: τήν παλιά κοραϊκή άρχή πού έλεγε ότι τό γένος θ’ άναστηθεϊ «διά τής διαδόσεως τών φώτων» καί τή μαρ­ ξιστική άρχή γιά τήν εκρηκτική δύναμη πού έχει ή γνώση. Σύμφωνα μέ τά παραπάνω, μέσα σέ ελάχιστο χρονικό διάστημα καί μέ πάρα πολλές δυσκο­ λίες, σέ μιά περίοδο πολιτικά δύσκολη πού ή διακυβέρνηση έπαιρνε όλο καί αύταρχικότερες μορφές, ό Γληνός συμβάλλει στήν άποκρυστάλλωση τής έπιστημονικής δημοτικής καί προσφέ­ ρει καινούριο έπιστημονικό προβληματισμό σέ μιά γλώσσα πού χρησιμοποιείται μέ προσεκτική άκριβολογία καί συγχρόνως είναι προσιτή στό μή ειδικό, στό στερημένο άπό μόρφωση άναγνώ­ στη. Προκαλεϊ διάλογο πάνω στίς θεμελιώδεις άρχές τού μαρξισμού, εκλαϊκεύει τόν ιστορικό υλισμό καί δείχνει πώς ή μαρξιστική οπτική έφαρμοσμένη στούς πιό διαφορετικούς κλάδους κάνει καθαρότερα ορατή καί καλύτερα κατανοη­ τή τήν πραγματικότητα. Τέλος, προσφέρει ένα μορφωτικό περισκόπιο τών διανοητικών κατακτήσεων τής ευρωπαϊκής έλίτ, χωρίς καθόλου ν’ άπευθύνεται στούς μυημένους ή έκλεκτούς, άντίθετα μυεί τό μέσο άναγνώστη στήν ψυχανάλυση, τή θεωρία τής σχετικότητας, στά πρώτα βήματα τής άναλυτικής φιλοσοφίας κτλ. Πρόκειται γιά μιά σπάνια άντίληψη ώς πρός τήν παιδεία, τό ρόλο τών διανοουμένων μέσα στήν κοινωνία, τή μορφή τού επιστημονικού λό­ γου, τήν πολιτική γενικά, τή σχέση έπιστήμης καί πολιτικής, τήν άριστερά πού είναι άνοιχτή στίς νέες ίδέες, τήν άριστερά πού μελετάει έπιστημονικά τήν κοινωνία γιά νά πολεμήσει άποτελεσματικά τούς άντιπάλους της, τέλος τή «δια­ φώτιση», όπως έλεγαν τότε, πού είναι καθήκον τής άριστεράς. ■


αψιερωμα/59

Μαρτυρίες γιά τό Δημήτρη Γληνό Ζητήσαμε τίς μαρτυρίες άνθρώπων πού ετυχε νά γνωρίσουν κ α ί νά συναναστραφοϋν μέ τό Δ. Γληνό, με την ελπίδα ότι έτσι θά μπορέσουμε νά σκιτσάρουμε μέ γραμμές πιό σταθερές κ α ί σίγουρες τόν άνθρωπο πού εκατό χρόνια μετά τη γέννη­ σή του παραμένει άγνωστος στό ευρύ κοινό.

Δημήτρης Φωτιάδης: «'Ο πνευματικός ηγέτης» Γεννήθηκε πριν άπύ έκατό χρόνια στή Σμύρνη καί πέθανε στην ’Αθήνα στά μαύρα χρόνια τής κατοχής, τό Δεκέμβρη τού 1943. Τά εγκύκλια μαθήματα του τά τελείωσε στήν Ευαγγελική Σχολή τής Σμύρνης καί μέσα σέ δύσκολες οικο­ νομικές συνθήκες, όπως ό πατέρας του ήτανε βιοπαλαιστής, παίρνει μέ άριστα τό διδακτορικό δίπλωμα τής Φιλοσοφικής Σχολής τού Πανεπι­ στημίου τής ’Αθήνας. ’Ασπάζεται άδίσταχτα τό δημοτικισμό παρά τίς πρώτες πικρές έμπειρίες γιά τήν καριέρα του σά δάσκαλος. Τό προοδευτικό Έλληνογερμανικό Λύκειο Γιαννίκη τής Σμύρνης τόν παίρνει κα­ θηγητή. Ήμουνα τότε μαθητής τού δημοτικού σ’ αύτό τό λύκειο. Δέν είχα όμως τήν τύχη νά τόν έχω δάσκαλο, όπως δίδασκε σ’ άνώτερες τάξεις. Τόν είχε όμως καθηγητή, γιά δυό χρόνια, ό ιστο­ ρικός Γιάννης Κορδάτος, πού οί γονείς του τόν έστειλαν από τή Ζαγορά στή Σμύρνη, εσωτερικό στό λύκειο Γιαννίκη, γιά νά μάθει σωστά γράμ­ ματα. Τά χρόνια πέρασαν κι ό Γληνός, έξόν άπό τήν πολύτιμη προσφορά του στήν παιδεία, γίνεται άπόστολος τής κοινωνικής δικαιοσύνης. Ταξι­ δεύει μέ τό Βάρναλη στή Σοβιετική "Ενωση κι εκλέγεται βουλευτής τού ΚΚΕ. Ή δικτατορία τού Μεταξά τόν έξορίζει στήν ’Ανάφη κι άπό αυτή στήν Άκροναυπλία. Διεύθυνα τότε τό περιοδικό «Νεοελληνικά Γράμματα». 'Ο άδερφός του, ό Γιώργος Γληνός, πρωταγωνιστής τού ’Εθνικού Θεάτρου, έρχεται στό γραφείο μου: «Πήγα, μοΰ λέει, κι έπισκέφτηκα τόν άδερφό μου Δημήτρη στήν Άκροναυ­ πλία. Μοΰ έδωσε νά σάς φέρω τούτο τό χαρτάΛίγα λόγια, άξέχαστα όμως γιά μένα. Έλεγε πώς τό περιοδικό μας τραβά τό σωστό δρόμο καί

χάριζε λίγο φώς στά σκοτάδια. "Οταν τό 1939 άπολύθηκε, ήρθε κι έμεινε ένα καλοκαίρι στό Ελληνικό, όπου έμεναν τότε οί καθηγητές τής φιλοσοφίας στό Πανεπιστήμιο τής Θεσσαλονίκης Θεοδωρίδης καί Ίμβριώτης, κα­ θώς κι εγώ. Τόν έπισκεφτήκαμε καί οί τρεις καί είχαμε μαζί του μιά πλούσια πνευματική συζήτη­ ση. Είχε τό χάρισμα νά πείθει. Ό Κορδάτος διεύθυνε τότε τό τμήμα μετα­ φράσεων άρχαίων έλλήνων συγγραφέων τού έκδοτικοΰ οίκου Ζαχαρόπουλου. ’Ανάθεσε στό Γληνό νά μεταφράσει τό «Σοφιστή» τού Πλάτω­ να προλογίζοντάς τον. Ή έκδοση έγινε μέ τό ψευδώνυμο Δ. ’Αλεξάνδρου, όπως ή μεταξική δικτατορία δέ θά έπέτρεπε ποτέ νά έκδοθεί βι­ βλίο τού Γληνοΰ. Ό πρόλογος εκείνος λογαριά­ ζεται δίκαια ως τώρα σάν πνευματικό προοδευ­ τικό έπίτευγμα. Ό Κορδάτος μού εμπιστεύεται πώς ό Γληνός κρυβόταν πίσω άπό τόν άνύπαρκτο ’Αλεξάνδρου. Καί τότε γράφω στά «Νεοελ­ ληνικά Γράμματα» κριτική γιά τό βιβλίο έξαίροντας τίς άπόψεις τού τάχα άγνωστου ως τότε Δ. Αλεξάνδρου. ’Αργότερα, πρός τά τέλη τού 1943, βρισκό­ μουν στήν ’Αγγλία, Οί έλληνες ναυτεργάτες μού δίνουν ένα δακτυλογραφημένο άνυπόγραφο κεί­ μενο πού κάποιος συνάδελφός τους τό είχε φέρει άπό τή Μέση ’Ανατολή. Μέ παρακάλεσαν νά τό διαβάσω καί νά τούς πώ τή γνώμη μου. Τίτλος του: «Τί είναι καί τί θέλει τό ΕΑΜ». Τό βράδυ άρχισα νά τό διαβάζω κι έμεινα σχεδόν ξάγρυ­ πνος όλη τή νύχτα, ώσπου νά τό τελειώσω. Μού έκαναν εντύπωση όχι μονάχα οί θέσεις τού κει­ μένου, μά κι ό έξοχος έντεχνος λόγος του. 'Υπό­ δειξα στούς ναυτεργάτες πώς έπρεπε νά τό τυ­ πώσουμε καί νά τό διαδώσουμε δσο μπορούμε εύρύτερα. Τό τύπωσαν, μέ δικό μου μικρό πρό­ λογο, πού σ’ αυτόν έλεγα πώς πρόκειται γιά μνη­ μείο άλήθειας, πατριωτισμού καί λόγου. Καί πρόσθετα: «Δέν ξέρουμε ποιος τό έχει γράψει, μά ό συγγραφέας του πρέπει νά ’ναι ένας άπό τούς πνευματικούς ήγέτες τού τόπου μας». Κι


60/οφιερωμα

Φωτογραφία τον Γληνον άπό την έξορία

αυτός, καθώς έμαθα πιό υστέρα, ήταν βέβαια ό Γληνός. Καί τό βιβλιαράκι, μέ τά ποντοπόρα ελληνικά πλοία, έφτασε όχι μονάχα στη βόρεια καί νότια ’Αμερική, μά καί στην Αυστραλία, χαρίζοντας ελπίδα στόν άγώνα πού τελειωμό δεν έχει.

Βούλα Δαμιανάκου: « Ό δένδρος ό άγλαόκαρπος> Στις ιϊκοσιέξι τού ΔεκέμΟρη τού 1943 πέΗεινε ό

Δημήτρης Γληνός, τό πιό εποπτικό πνεύμα, ή πιό συγκροτημένη πολιτική κι έθνική κοινωνική συνείδηση, «ό πνευματικός πρωταγωνιστής», δπως ωραία τόν άποκαλεϊ ό Β. Ρωτάς, τής σκλα­ βωμένης άλλά μαχόμενης Ελλάδας. Μιλώντας γιά τόν Δ. Γληνό, μπορούμε νά είποΰμε ότι περισσότερο άπό κάθε άλλον είχε άποχτήσει «ελληνική μόρφωση» κι είχε «γονιμοποιήσει» καί θρέψει τόν στοχασμό του μέ τίς πνευμα­ τικές, παιδευτικές αξίες πού είχαν γεννηθεί καί βλαστήσει σέ τούτο τόν τόπο κι είχαν μπει σάν βασικές αρχές γιά τήν ανθρωπιστική παιδεία δλης τής άνθρωπότητας. Περισσότερο άπ’ δλους τούς σοφούς καί τούς λόγιους είτε τούς έκπαιδευτικούς,είχε μελετήσει, έχτιμήσει καί κατανοή­ σει τά «ιστορικά στοιχεία γιά τήν αυτεπίγνωση

καί τήν εξύψωση τής πολιτισμένης ζωής», πού είχε προσφέρει ή 'Ελλάδα, δχι στή μουσειακή προγονοπληξία πού κόντεψε νά γίνει «βραχνάς» καί θηλιά στόν λαιμό τών Ελλήνων, παρά στή ζωντανή νεοελληνική ζωή κι έκφραση, στή λαϊκή γλώσσα, στούς χορούς καί γενικά στή συμπερι­ φορά, στό ήθος καί στά έθιμα τών νεοελλήνων, πού εξακολουθούσαν νά ’χουν «τήν ’Αρετή, τήν Αιδώ καί τή Νέμεση παιδαγωγούς τού άνθρώπου». Ό Δημήτρης Γληνός είχε διαγνώσει δτι ό λαός πού κατοικεί σέ τούτη τή μικρή χώρα μέ τή μεγά­ λη ιστορία καί τό έξαίσιο κάλλος, άν επιβίωσε άπό τόσες επιδρομές, σκλαβιές καί καταδρομές, τό χρωστάει προπάντων στήν ικανότητά του νά «καλλιεργεί» τά ιστορικά στοιχεία τής πνευματι­ κής κληρονομιάς του, νά γονιμοποιέ! μ’ αύτά τή ζωή του καί νά τά «ζωντανεύει» κρατώντας τα ψηλά μπροστά στή συνείδηση τής άνθρωπότη­ τας, δπως τά κράτησε τίς πιό μεγάλες ώρες τής νεότερης ιστορίας του, τό Είκοσιένα καί τό Σαρανταένα, μέ τό Μεσολόγγι καί τό δημοτικό τρα­ γούδι, μέ τόν συναγερμό κατά τής πολιτικής έπιστράτευσης καί μέ τό θέατρο στό βουνό, μέ τόν Χρήστο Καψάλη καί τόν Χρήστο Καρβούνη, μέ τό ΕΑΜ καί τόν Δημήτρη Γληνό. ’Ακριβώς μ’ αύτό τό νόημα ό "Αγγλος A. Ρ. Βόλυ τού Βρετανικού Συμβουλίου στήν ’Αθήνα (1940-41), εκφράζοντας τόν θαυμασμό του γιά τόν πολιτισμό τών φαντάρων μας, πού μετάφεραν στούς ώμους τους τούς Ιταλούς τραυματίες πάνω στά χιονισμένα βουνά τής ’Αλβανίας, γρά­ φει (Αίγυπτος 1943): «'Ο κόσμος χρειάζεται τούς Έλληνές του». Ή άνεχτίμητη συνεισφορά τού Γληνού στήν έλληνική παιδεία βασίζεται ίσα ίσα σ’ αύτά τά «ιστορικά στοιχεία αυτεπίγνωσης». Πρώτος καί πολύ έγκαιρα προειδοποιεί δτι ή Ελλάδα, μέσα στούς νέους κοινωνικούς σχηματισμούς δπως τούς έβλεπε νά διαγράφονται, δέ θά επιβιώσει ώς τεχνοκρατικό ή βιομηχανικό κέντρο. Τή θέση της στόν κόσμο πού έρχεται θά τήν κρατήσει μό­ νο μέ τό κεφάλαιο έλληνικό πνεϋμα. 'Ως θησαυ­ ροφυλάκιο παγκόσμιου πολιτισμού, «σάν κεντρι­ κή φωτοβόλα εστία γιά τίς άνθρωπιστικές σπου­ δές σ’ δλη τήν Ευρώπη, σ’ δλο τόν κόσμο». «... Γιά ένα πράμα, γράφει, μπορούμε νά είμα­ στε βέβαιοι καί σέ μιάν άμετάτρεπτη καί άκλόνητην ιστορική πραγματικότητα μπορεί ό ελληνι­ κός λαός νά βρει άπό τώρα ένα σταθερό βάθρο γιά τήν αυριανή του ζωή. Στό δτι είμαστε "Ελλη­ νες.» Κι δταν έπεσε καί σωριάστηκε στή γή «ό δέν­ δρος ό άγλαόκαρπος», τό πέσιμό του συντάραξε δλη τήν Ελλάδα καί ή άπουσία του έγινε βαριά αισθητή παντού, καί μάλιστα στόν Λίβανο, δπου θά πήγαινε ν’ άντιμετωπίσει τήν άγγλική διπλω-


αφιερωμα/61

Στην 'Αχοοναυπλία: Ό Γληνός μέ την όμάόα των δασκάλων τού ατρατοπέδον

ματία καί τούς έλληνες πολιτικάντες ύποταχτικούς της. Γιατί κανείς δεν άμφέβαλε δτι τ’ άποτελέσματα έκείνης τής συμφωνίας θά ήταν πολύ διαφορετικά άν έπικεφαλής τής έαμικής άντιπροσωπίας ήταν ό Γληνός. Ό Β. Ρώτας στό ποίημά του «Μοιρολόγι σε δέντρο» πού δημοσιεύτηκε στά «Καλλιτεχνικά Νέα» λίγες ημέρες μετά τόν θάνατο τού δάσκα­ λου γράφει:

θά πιάσονμε καί τ ’ άπλερα πουλάκια άπ’ τις φω­ λιές τους νά τά θερμάζουμε ατούς κόρφους μας μέ τις πνοές μας, νά τά ταγίσουμε τίς σάρκες μας

Κι έκράτησε τίμια τόν λόγο του, όπως όλη ή ζωή του καί ή μεγάλη πνευματική προσφορά του τό αποδείχνουν. ’Αλλά ένας Ρώτας δέ φέρνει άνοι­ ξη. "Ισως κάποιος μάς πει ότι δέν έχουμε δίκιο γιατί λειτούργησε ως καί σχολή Γληνοϋ. Σωστά, μόνο πού ή σχέση της μέ τόν Γληνό ήταν μόνο ονομαστική κι εξωτερική, δηλαδή στην ταμπέλα.

Μέσα λειτούργησαν άλλοι παπάδες, μ’ άλλα χαρτιά κι άλλες γραφές. Σήμερα, τριανταεννέα χρόνια μετά τόν θάνατό του, ό ελληνικός πολιτισμός πού ό Δ. Γληνός προτείνει γιά τήν καλλιέργεια καί τη γονιμο­ ποίηση των άνθρωπιστικών σπουδών, γιά εθνικό μας βάθρο, έχει πελεκηθεΐ σύρριζα. Ό έλληνικός λαός, μάλιστα στίς μεγάλες πόλεις, έχει χά­ σει σέ βαθμό πού μπορεί νά ’ναι μοιραίος γιά τήν έθνική του υπόσταση καί συνέχεια, τή δη­ μιουργική καί γονιμοποιό ικανότητα καί χάρη πού τόν έβγαζε νικητή. Κι άντίθετα, ό δικός του τρόπος ζωής έχει μπολιαστεί κι ολοένα νοθεύε­ ται περισσότερο μέ στοιχεία άλλούταιρα, «ξένα καί παράξενα», φερμένα άπό τά διεθνή κέντρα μιας ανθρωπότητας όλότελα ξετροχιασμένης. Σύγχυση, φτήνεια, άτομισμός, λόξες, μίμηση, άγλωσσία, στρέβλωση, άναίδεια, θράσος, άήθεια, ξενομανία (άρρώστια παλιά καί... κατα­ ξιωμένη), έχουν φέρει στό πνευματικό δυναμικό τών Ελλήνων μεγαλύτερη άλλοίωση καί κατα­ στροφή άπ’ όση οί ήλίθιες, βάρβαρες καί αυθαί­ ρετες επεμβάσεις στό ελληνικό τοπίο, στό άλλοτε «ιοστεφές άστυ» καί τή «διάφανη Αττική», τούς «αίθριους» ουρανούς καί τίς γαλάζιες έλληνικές θάλασσες.


62/αφιερωμα

Τό προαύλιο μελέτης «Δ. Γληνον»

Σ’ αυτόν τό θανατερό κίνδυνο στέκεται τούτη την ώρα ή "Ελλάδα ώς φυσικός καί πνευματικός χώρος καί οί προτάσεις τού Δημήτρη Γληνού γιά τη σωτηρία της άποχτούν δραματική έπικαιρότητα.

Άσημάκης Πανσέληνος: «Τί θυμούμαι από τό Δ. Γληνό» ’Από τίς προσωπικές επαφές πού είχα μέ τό Δη­ μήτρη Γληνό, πολύ λίγα πράγματα θυμούμαι, καί άνάμεσά τους μιάν έκδρομή στόν 'Υμηττό. Ήμαστε μιά παρέα καμιά δεκαριά πρόσωπα. Θυμούμαι τό Θωμά Σούλη, φοιτητή τότε, δικη­ γόρο κατόπι, πού πέθανε άργότερα. Κρατούσε μιά ραβδάρα μέ ρόζους. Ό Γληνός τόν άγαπούσε παρ’ όλο πού δέν ήταν ιδιαίτερα πνευματικός άνθρωπος. Τόν θαύμαζε όμως γιατί ήτανε παλι­ κάρι καί τόν άποκαλούσε «καραβόσκυλο». Ή ταν άκόμα μαζί μας καί οί δυό άδερφές Μπαχώμη, ή ’Ερωφίλη, πού κατόπι παντρεύτηκε τό Γιώργο Καρτάλη καί πέθανε πρίν λίγα χρόνια, καί ή άδερφή της, ώραία κοπέλα πού πέθανε τά χρόνια έκεΐνα. 'Όταν κατεβήκαμε άπό τόν 'Υμηττό πήγαμε στή σοβιετική πρεσβεία, στήν όδό Ηρώδη τού ’Αττικού, νά χαιρετήσουμε τό Λουνατσάρσκυ, υπουργό ή πρώην υπουργό τής Σοβιετικής "Ενω­ σης. ’Εκεί μάς μίλησε γιά τήν ’Ακρόπολη καί μάς είπε πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Δέ βρή­ κα τίς σημειώσεις μου στήν άτζέντα τής εποχής καί δέ θυμούμαι καί σέ ποιό χρόνο ήταν. ’Ανά­ μεσα σέ άλλα, μέ ζωντανή πάντα μέσα μας τή

γλωσσική φαγούρα, τόν ρωτήσαμε γιατί δέν κα­ θιέρωσε ή ρωσική επανάσταση τό λατινικό άλφάβητο, καί μάς άπάντησε ότι αυτό θά εμπόδι­ ζε, θά δυσκόλευε τήν καταπολέμηση τού άναλφαβητισμοϋ. Τήν ίδια ερώτηση τήν έκανα φέτος στό Πεκί­ νο, σέ λογοτέχνες Κινέζους, καί είχα τήν ίδια άπάντηση. Μέ τήν κινέζικη γλώσσα τό πράγμα είναι σχεδόν άκατόρθωτο. Θά γίνουμε καί οί ίδιοι άναλφάβητοι, μού είπαν οί κινέζοι συνάδερφοί μου. "Αλλη περίπτωση έπαφής μου μέ τό Δημήτρη Γληνό ήταν όταν παρουσιάστηκε σέ κάποιον άνακριτή σά μάρτυρας υπεράσπισής μου γιά μιά μήνυση πού είχε γίνει έναντίο μου έπί διεγέρσει μίσους κατά τής θρησκείας. "Ακου τώρα έσύ. Πήγαν καί βρήκαν ένα άχρηστευμένο άρθρο τού ποινικού νόμου γιά νά μέ καταδιώξουν γιά άρ­ θρο δικό μου πού έγραψα μέ τόν τίτλο: «'Η γένε­ ση τού χριστιανισμού καί τό κοινωνικό του πε­ ριεχόμενο». ’Ηταν ή εποχή πού τό ΚΚΕ άπόσπασε τή διεύθυνση τού περιοδικού «Πρωτοπόροι» άπό τόν Πέτρο Πικρό καί, έπειδή ό Πικρός δέ δεχόταν νά μεταβιβάσει τόν τίτλο, βγήκαν οί «Νέοι Πρωτοπόροι», μέ νέα συνταχτική επιτρο­ πή καί μέ γραμματεία τής σύνταξης τή Φούλα Χατζιδάκη κι έμένα. Στό πρώτο λοιπόν φύλλο, πού κυκλοφόρησε τό Δεκέμβρη 1931, έπρεπε νά γραφεί κάτι καί γιά τό Χριστό, καί τή δουλειά τούτη τήν άνέλαβα έγώ. Τό άρθρο τό έγραψα μέ βάση τίς απόψεις τού Karl Kautsky άπό τό περίφημο βιβλίο του πού έχει τίτλο Der Ursprung des Christentums -ή γέ­ νεση τού χριστιανισμού. Ό Γληνός παρουσιά­ στηκε στόν άνακριτή καί είπε δτι τό άρθρο μου έχει λάθη άλλά δέν έχει τίποτε τό υβριστικό γιά τή θρησκεία καί γιά τό Χριστό. Ποτέ δέν άπέκλεισα δτι τό άρθρο μπορεί νά είχε λάθη άλλά


αφιερωμα/63

καί ποτέ δέ μοϋ έφυγε ή ιδέα άν έβρισκε πραγ­ ματικά λάθη στόν Kautsky ή σέ μένα ό Γληνός ή προερχόταν ή άπάντησή του άπό τό γεγονός ότι ό Kautsky την εποχή έκείνη ήταν ό άποδιοπομπαϊος τράγος τού όρθόδοξου μαρξισμού. Τρίτο περιστατικό είναι μιά επίσκεψη πού κά­ ναμε μιά Κυριακή άπόγευμα στό σπίτι τού Γληνοϋ στό συνοικισμό Κυπριάδη -μέρες τής Κατο­ χής. Βρεθήκαμε στή βεράντα του καμιά δεκαπεν­ ταριά έπισκέφτες γνωστοί καί άπροειδοποίητοι μέ τό ίδιο ερώτημα στά χείλια: τί θά γίνει, πού πάμε, τί θά κάνει ή Ρωσία; Μάς έκανε τή μέρα έκείνη ό Γληνός μιά άνάλυση τής κατάστασης πολύ αισιόδοξη -τήν περιγράφω σ’ ένα βιβλίο μου έκτενέστερα- καί κατέληξε στό συμπέρασμα πώς ή Ρωσία θέλει ειρήνη καί πρέπει άκόμα ίσα­ με ένα σημείο νά υποχωρήσει στή Γερμανία. Θυ­ μάμαι άκόμα πώς ξάφνω ή γυναίκα του, μέ τήν όποια δέ βρισκόταν σέ καλές σχέσεις, δημιούρ­ γησε χωρίς άφορμή ένα έπεισόδιο καί ή παρέα διαλύθηκε κακοκαρδισμένη. Σέ μιά βδομάδα άκριβώς οί ναζήδες μπουκάρανε στή Ρωσία. Ό Γληνός δέν τό σήκωνε ή καρδιά του νά βρί­ σκονται στό βουνό τόσοι άλλοι κι αυτός ό ίδιος νά ρέβει άρρωστος στήν ’Αθήνα, μισοπαράνομος καί άρρωστος άπό τό συκώτι του καί άπό τήν καρδιά του. Μπήκε λοιπόν στήν κλινική Σμπαρούνη νά έγχειριστεΐ, νά στεριώσει ή ύγειά του, καί νά άνεβεϊ στό βουνό. ’Εγχειρίστηκε άλλά τόν πρόδωσε ή καρδιά του καί πέθανε. Πολλοί λίγοι πήραν είδηση τό γεγονός. Βρήκα στό δρόμο κον­ τά στό Ζάππειο τή Μαρία Σβώλου, μισοπαράνομη καί τούτη, μέ ένα μπουκέτο κόκκινα λουλού­ δια στό χέρι -τουλίπες ίσως-, μοϋ είπε τό νέο καί μέ τράβηξε κατά τό νεκροταφείο. Είχε τε­ λειώσει ή κηδεία. Προφτάσαμε τήν ώρα πού τόν παραδίναν στή γή. Πίσω άπό τά δέντρα κινιόνταν ύποπτα πρόσωπα. Σταθήκαμε παράμερα.

Κοιτούσαμε άμίλητοι τήν άπλή σκηνή όπου ένα πνεύμα άεικίνητο παραδίνεται οριστικά στήν αιώνια άδράνεια. Κατόπι πλησιάσαμε καί έριξε ή Μαρία τά λουλούδια της πάνω στόν τάφο.

Φούλα Χατζιδάκη; «Πάντα άνοιχτά τά μάτια...» Τό όνομα Γληνός μοϋ 'ταν γνωστό άπό τά πρώτα παιδικά μου χρόνια... Δελμούζος, Γληνός, Τριανταφυλλίδης άπό τή μιά μεριά, κι άπό τήν άλλη ό Μιστριώτης -θυμάμαι πολύ άμυδρά τόν Καρθαΐο νά σατιρίζει τό Μιστριώτη... Αυτά όμως άνήκουν πιά στήν προϊστορία, άς πούμε... Γιά μένα ό Γληνός έγινε, άργότερα, ό δάσκα­ λος πού σεβόμουνα, μένει ωστόσο πάντα συνδε­ μένος μέ τό Βάρναλη, πού κι αύτόν τό σεβόμου­ να, μά τόν άγαπούσα λίγο πιό πολύ, τόν ένιωθα πιό οικείο σά νά λέμε. Μένουν λοιπόν ζωντανοί στή μνήμη μου νά κάθονται άντικριστά στό πα­ τάρι τού έκδοτικού οίκου τού Δημητράκου, όπου δούλευαν σκληρά, μισθοσυντήρητοι. Ή ταν τά τελευταία χρόνια τής πρώτης μας δημοκρα­ τίας. Πήγαινα συχνά καί τούς ζητούσα συνεργα­ σία γιά τό περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι». Κά­ που κάπου τούς πήγαινα καί καμιά διαμαρτυρία νά υπογράψουν. Πάω λοιπόν μιά μέρα νά τούς ζητήσω τίς υπογραφές τους -δέ θυμάμαι γιά ποιό ζήτημα. Είχα, βέβαια, δει πώς ό συντάκτης τού κειμένου αυτού είχε κακοποιήσει πάλι -ώς συνήθως- τήν ελληνική γλώσσα (μερικοί τό θεω­ ρούσαν καί σάν επαναστατικό αύτό... Έρρέτω ό κακά βουλευόμενος ότι μπορεί νά υπάρχει ομοιότητα καί μέ σημερινά έλληνικά, μεγάλων τε καί μικρών...), άλλά, δέ βαριέσαι, έντελώς άσύνταχτο δέν ήταν...


64/αψιερωμα

Ό Γληνός μέ λοξοκοίταξε στενοχωρεμένος: «Τί ελληνικά είναι αύτά! ποιος τό ’γράψε;» (δε μαρτύρησα τό δράστη). ’Αλλά, άναστενάζοντας τό υπόγραψε. 'Ο Βάρναλης δέν άκολούθησε τό παράδειγμα τοϋ «κηδεμόνα» του, όπως έλεγε τό Γληνό· άρνήθηκε κατηγορηματικά. Καί γώ τοΰ πετώ (θράσος τής νιότης, άκόμη κοκκινίζω σάν τό σκέφτομαι): «Δέ θές νά ύπογράψεις καί βρί­ σκεις άφορμές» - «Φερτό στρωτά έλληνικά νά τό υπογράψω μέ τά δυό μου χέρια». Τρέχω καί τό μεταγράφω ομαλά ρωμέικα. Τοϋ τό πάω. 'Ολό­ χαρος, γελαστός, τό υπογράφει. Καταχάρηκε καί ό Γληνός. Έγώ όμως ορκίστηκα στόν έαυτό μου νά κυνηγώ συστηματικά τά άλαμπουρνέζικα έλ­ ληνικά. Ό Γληνός, παρά τό μαχητικό του πάθος, δια­ τηρούσε νηφαλιότητα καί άντικειμενικότητα στίς κρίσεις του. Έτσι θυμάμαι τούτη τη σύστασή του: «Νά διαβάσεις τό Βορέα -τή Λογική, τήν Ψυχολογία καί τή Φιλοσοφία του. Γλωσσικά θά καταπιείς ζωντανό βατράχι, μά είναι συστηματι­ κός. "Αλλωστε γιά νά μπορεί κανείς νά κρίνει σωστά πρέπει νά γνωρίζει αύτό πού κρίνει». (Βέβαια καί εδώ έρρέτω ό κακά βουλευόμενος κλπ., κλπ.) Επειδή πρόσφατα ό φίλος Τάσος Βουρνάς σ’ ένα άρθρο-ΰμνο γιά τό Γληνό, στήν ’«Αυγή», άναφέρει τόν έρωτα τοΰ Γληνοΰ γιά μιά πολύ νέα κοπέλα, θέλω νά καταθέσω τούτη τή μαρτυ­

ρία: Τό περίεργο δέν είναι πώς ό πενηνταπεντάρης Γληνός γοητεύτηκε άπό μιά τόσο νέα καί πο­ λύ όμορφη κοπέλα. Τό περίεργο είναι πώς έκείνη τόν είχε ερωτευτεί τρελά. Καθώς εμένα μοΰ ήταν άκατανόητο νά έρωτευτεί μιά νέα έναν άντρα σχεδόν σαράντα χρόνια μεγαλύτερο της -όση κι άν ήταν ή πνευματική του γοητεία- τόλμησα κά­ ποτε, αν καί πολύ λίγο γνωριζόμαστε, νά τή ρω­ τήσω πώς δέν βλέπει τή διαφορά ηλικίας: δέν παραεϊναι πολύ μεγάλη; Τή θυμάμαι, ψηλή καί χαριτωμένη, καθώς μιά χειμωνιάτικη μέρα βαδί­ ζαμε στό Παλιό Φάληρο, νά μοϋ άπαντάει: «Τό ξέρω... μά δέν μπορώ... τόν άγαπώ...» ’Ανθρώ­ πινα όλα... Καί τά κατοπινά. "Οπως καί νά ’ναι, ό Γληνός άσκούσε μιά γοητεία στά νιάτα, ιδιαί­ τερα στό φοιτηταριό. Τό Δημήτρη Γληνό τόν συνάντησα τελευταία φορά στό καράβι τής άγονου γραμμής· τόν πή­ γαιναν, άπό τήν ’Ανάφη, στήν Άκροναυπλία (εμένα στή Φολέγανδρο). Ή στερνή του κουβέν­ τα σάν άποχαιρετιόμαστε ήταν: «Πάντα άνοιχτά τά μάτια, όπως λέγαμε: γιά όλα ένδιαφέρον».

Υ.Γ. Περισσότερα γιά τό Γληνό έχω γράψει παλιότερα στά «’Ελεύθερα Γράμματα» (1945) καί στή «Νέα Εστία» στό τεύχος τό άφιερωμένο στό δημοτικισμό (1976). (4/12/1982)

’Έργα τοϋ Δημήτρη Γληνοΰ Παρακάτω δίνουμε εναν κατάλογο τών βιβλίων τοΰ Δημήτρη Γληνοΰ πού κυκλοφορούν στήν άγορά. Βασική πηγή στάθηκε ό Βιβλιογραφικός 'Οδηγός πού θά έκδοθεϊ σύντομα άπό τό Σύνδεσμο ’Εκδοτών Βιβλίου, μέ έπιμέλεια τοΰ γνωστού φιλόλογου Μάνου Μοσχονά. ’Εκλεκτές σελίδες (έπιμ. Λ. Άξελός). Τόμος Α \ A 1971, Στοχαστής. 128 σ.

Άρθρα 1942-1943 (πρόλ. Γ. καί Ρ. Ίμβριώτη). A 1977, Μανιφέστο. 76 σ.

’Εκλεκτές σελίδες (έπιμ. Λ. Άξελός). Τόμος Β '.Ά 1971, Στοχαστής. 144 σ.

Τά σημερινά προβλήματα τοΰ έλληνισμού. Αθήνα 1945. Φωτ. A [1975] Μνήμη (ΝΕΠΚ 8). 45 σ.

’Εκλεκτές σελίδες (έπιμ. Λ. Άξελός). Τόμος Γ'. A 1972, Στοχαστής. 128 σ. ’Εκλεκτές σελίδες (έπιμ. Λ. Άξελός). Τόμος Δ'. A 1975, Στοχαστής. 182 σ. Τριλογία Πολέμου. Οί μονόλογοι τού έρημίτη τής Σαντορίνης. A 1976, Άθηνά. 183 σ.

Τί είναι καί τί θέλει τό ’Εθνικό Απελευθερω­ τικό Μέτωπο. Αθήνα 1944. Φωτ. A [1974], Έλληνικά Θέματα. 63 σ. Έθνος καί γλώσσα. Ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά ατούς νέους. Α. 1976, Άθηνά. 95 σ.


ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

επιλογή ή αναγκαιότητα τής ελευθερίας ΤΖΟΑΝ ΡΟΜΠΙΝΣΟΝ: ’Ελευθε­ ρία καί αναγκαιότητα. Μετ. Δ.Α. ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 128.

Τό βιβλίο «Ελευθερία καί αναγκαιότητα» άξίζει ιδιαίτερον ένδιαφέροντος γιά δύο κύρια λόγους: πρώτα γιατί είναι ένα βιβλίο τής καθηγήτριας

Ό πω ς πληροφορεί ή συγγραφέας τόν αναγνώστη στην εισαγωγή: «... ή οικονομική έρμηνεία τής ιστορίας είναι ένα άπαραίτητο στοιχείο γιά τή μελέτη τής κοινωνίας, αλλά εί­ ναι ένα μόνο στοιχείο. Σέ στρώμα­ τα κάτω άπ’ αύτό βρίσκονται ή γεωργία, ή βιολογία κι ή ψυχολο­ γία, καί πιό πάνω ή έρευνα τών κοινωνικών καί πολιτικών σχέσεων κι ή ιστορία τοΰ πολιτισμού, τών νόμων καί τής θρησκείας. Τό βι­ βλίο αυτό προσφέρει ένα βιαστικό προσχέδιο τού κεντρικού στρώμα­ τος μέ την έλπίδα νά δώσει ένα γε­ νικό σκελετό πού μέσα του νά μπο­ ρούν νά προχωρήσουν ειδικευμένες μελέτες». Τό κεντρικό, λοιπόν, ζή­ τημα είναι: ποιά ή σχέση μεταξύ τού οικονομικού στοιχείου καί τών ύπόλοιπων στοιχείων τής άνθρώπινης κοινωνίας άπό τή σύστασή της μέχρι σήμερα; ή, σέ άλλο επίπεδο: ποιά ή σχέση μεταξύ οικονομικού έξαναγκασμοΰ καί έξωοικονομικών έπιλογών, μεταξύ περιβάλλοντος καί συνείδησης, μεταξύ άναγκαιότητας καί ελευθερίας σ’ όλόκληρη αύτή τή διαδρομή;

Joan Robinson καί ύστερα γιατί ξεπερνά κατά πολύ τά στενά πλαίσια ενός οικονομικού συγ­ γράμματος.

Γιά νά πραγματευθεϊ τό θέμα της ή J. Robinson οργανώνει ένα άρκετά μεγάλο, σχετικά μέ τό μικρό μέ­ γεθος τού βιβλίου, δγκο έμπειρικού-έπιστημονικού ύλικοΰ: ήθολογία τών ζώων, πρωτευοντολογία, άνθρωπολογία, έθνολογία, ιστο­ ρία, κοινωνιολογία, επιστημολογία καί φυσικά οικονομική. Τό θέμα, παρά τή φιλοσοφική (μεταφυσι­ κή... θά έσπευδε νά διορθώσει ή καθηγήτρια Robinson) γοητεία του, άντιμετωπίζεται καθαρά στό πεδίο τής έπιστημονικής έρευνας. Ό υπότιτλος είναι κατατοπιστι­ κός: «μιά εισαγωγή στή μελέτη τής κοινωνίας». Τό όδοιπορικό ξεκινά μέ τήν κα­ ταγωγή τής άνθρώπινης κοινωνίας άπό τό ζωικό κόσμο. Μέσα άπό τό σημείο συνέχειας φτάνουμε σ’ ένα σημείο άσυνέχειας δπου ό «άνθρω­ πος», άποκτώντας τήν ικανότητα νά μεταδίδει άφηρημένα νοήματα, τήν ικανότητα τής γλώσσας, οργα­ νώνει τίς πρώτες άπομονωμένες οι­ κονομίες. Στή συνέχεια, τά διάφο­ ρα οίκονομικά-κοινωνικά συστή­ ματα έξετάζονται παράλληλα μέ

τήν άνάπτυξη τών κυρτότερων δο­ μικών στοιχείων τής κοινωνικής συγκρότησης καί τής συμπεριφο­ ράς τοΰ άνθρώπινου άτόμου. Ή δεσποτεία, ή φεουδαρχία, ή κεφαλαιοκρατία, ή άποικιοκρατία προ­ βάλλονται πάνω σέ έννοιες δπως φυλή, τάξη, εμπόριο, έθνος. Τό παρόν, περισσότερο περιγραφικά καί λιγότερο άναλυτικά άπό τά προηγούμενα, έξετάζεται στά πέντε συνθετικά στοιχεία: ΗΠΑ, Δυτική Ευρώπη, Σοβιετική Ένωση καί ’Ανατολικές χώρες, Κίνα, «Τρίτος Κόσμος». Τέλος, ή προοπτική πα­ ρουσιάζεται μέσα άπό τήν πραγμάτευση τής σημερινής κατάστασης τών κοινωνικών έπιστημών καί τής σχέσης μέ τήν ηθική. «Τό παιχνίδι άνάμεσα στή συνεί­ δηση καί τό περιβάλλον, στήν έλευθερία καί τήν άνάγκη, πού χαρα­ κτηρίζει τήν άνθρώπινη ζωή, ήταν ή συνέπεια τής γλώσσας, μέ τήν άξια της πέρα άπό τά πρακτικά όφέλη γιά τήν επιβίωση» θά μάς πει ή J. Robinson άπό τήν άρχή, γιά νά διαπιστώσει λίγο ειρωνικά πιό κάτω δτι «οί άπομονωμένες


66/οδηγος κοινότητες, όταν Ανακαλύφθηκαν καί μπήκαν ατό πλαίσιο Αναφοράς τού “εθνικού εισοδήματος κατά κε­ φαλήν” τοποθετήθηκαν πολύ χαμη­ λά στην κλίμακα, κι όμως γιά πολ­ λές ή Αναλογία ενεργητικότητας, ικανότητας καί πνευματικής δρα­ στηριότητας πού Αφιερώνεται σε σκοπούς μή οικονομικούς, είναι πολύ μεγαλύτερη Από δ,τι σέ εμάς». ’Αφού περάσει Άπό την όδύσσεια τής Ανθρώπινης ιστορίας στό σήμερα, όπου περιγράφονται Αρκετά ώμά οί Αντιφάσεις καί τά Αδιέξοδά του, οί Αδυναμίες καί οί ψευδοπροφήτες του (έτσι όνοματίζει τούς σημερινούς εκπρόσωπους τού laissez-faire) θά καταλήξει: «Οί οικονομολόγοι τής σχολής τής ελεύθερης οικονομίας έλεγαν ότι θά καταργούσαν τό ηθικό πρόβλη­ μα μέ τό νά δείξουν ότι ή έπιδίωξη τών Ατομικών συμφερόντων κατα­ λήγει στό συμφέρον δλων. Τό κα­ θήκον τής σημερινής έπαναστατημένης γενιάς είναι νά προβάλουν τήν προτεραιότητα τής ηθικής Από τήν τεχνολογία· ή δουλειά τών κοι­ νωνικών επιστημόνων είναι νά τούς βοηθήσουν νά δούν καί πόσο Αναγκαίο είναι αυγό καί πόσο δύ­ σκολο είναι». Ή Ανάλυση τών σχέ­ σεων έλευθερίας καί Αναγκαιότη­ τας μάς όδηγεϊ έτσι στή συνειδητοποίηση τής Αναγκαιότητας τής έλευθερίας. ’Ανεξάρτητα Από τό άν συμφω­ νεί ή διαφωνεί κανείς μέ τή μεθο­ δολογία καί τό πρίσμα Ανάλυσης ή μέ τά πιό συγκεκριμένα συμπερά­ σματα τής μελέτης, ό Αναγνώστης εύκολα θά Αναγνωρίσει τά δύο με­ γάλα προτερήματα τής καθηγήτριας Robinson: τήν Αφοπλιστική ειλικρίνεια καί τή συναρπαστικότητα στήν έκθεση τών ιδεών της. Θά ήταν υπερβολικός κανείς Αν έλεγε δτι αύτά τά στοιχεία τή δια­ φοροποιούν Απέναντι στούς συναδέρφους της στό Cambridge; Πάν­ τως ή J. Robinson δέν Αρκείται σέ ψευδολύσεις καί ιδεολογικές θεω­ ρητικοποιήσεις τών πραγματικών προβλημάτων. Ό χι! Ό σημερινός κόσμος έχει τόσο συνθλίψει τήν Ατομική ελευθερία ώστε πρέπει νά Αλλάξει. Οί διαφωνίες μπορούν νά υπάρ­ ξουν άφοΰ δεχτούμε αύτή τή βάση. Καί πράγματι. Ή πρόταση γιά τήν Αποδοχή μιάς ηθικής πού θά συγ­ κροτείται άπό κοινές άξιες σ’ όλους τούς ηθικούς κώδικες, φαί­ νεται τουλάχιστον ρομαντική. Πέ­

ρα άπό τό γεγονός ότι μιά τέτοια ήθική μέσα σέ μιά κοινωνία πού σπαράσσεται άπό εσωτερικές κρί­ σεις καί ταξικούς Αγώνες κατ’ άνάγκη είναι πολύ ρηχή γιά νά κα­ θορίσει τίς κοινωνικές σχέσεις (σω­ στά «ό νούς μας άρνεϊται νά παρα­ δεχτεί τή δυνατότητα μιάς κοινω­ νίας πού νά θαυμάζει, γιά παρά­ δειγμα, τή δειλία», μά άλίμομο γι’ αύτό γίνεται λόγος;) έντούτοις τό πρόβλημα δέν είναι δυνατόν νά λυ­ θεί στό πεδίο τής θεωρίας άν δέ λυ­ θεί πρώτα στήν πράξη. Τούτο ση­ μαίνει ότι πρέπει νά Απαντήσουμε στό ερώτημα: κάτω άπό ποιές κοι­ νωνικές καί ιστορικές προϋποθέ­ σεις ένα ηθικό σύστημα συμπερι­ φοράς είναι δυνατό; Κι όταν τό ζή­ τημα εξετάζεται μέσα στά πλαίσια τής σχέσης έλευθερίας καί Α­ ναγκαιότητας, τότε θά πρέπει νά καταπιαστούμε μέ τό ζήτημα τής Αλλοτρίωσης ή πιό συγκεκριμένα μέ τό ζήτημα τής διαλεκτικής εργά­ σιμου καί ελεύθερου χρόνου. Είναι πραγματικά κρίμα πού ή μαρξική προβληματική κρίνεται τόσο άδικα καί μάλιστα μόνο σέ δύο παραγρά­ φους. Ή καθηγήτρια Robinson πα­ ρά τήν ειλικρινή της διάθεση μένει δέσμια τού νεοκεϋνσιανού της ορί­ ζοντα. "Αν θέλουμε νά έπεκταθοΰμε στό σύνολο τού έργου, μεθοδολογικά μιλώντας, τούτο είναι έπηρεασμένο άπό τή βασική κατεύθυνση τού λο­ γικού θετικισμού. "Αλλωστε ή ίδια ή συγγραφέας στό παλιότερο έργο της «Φιλοσοφία τής οικονομίας» (1962)* έχει έκθέσει Αρκετά καθα·ρά τίς νεοθετικιστικές άπόψεις της. Νομίζουμε πώς αύτό Αποτελεί καί τή μεγαλύτερη Αδυναμία τής μελέ­ της. Βασική Αναλυτική μονάδα γίνε­ ται τό άτομο, πού άντιδιαστέλλεται στό είδος. Ή κοινωνία υποβιβάζε­ ται σέ ένα σύνολο άτόμων πού έπικοινωνοΰν λογικά μεταξύ τους. Τό άτομο μπορεί νά μήν είναι στήν κυ­ ριολεξία ά-τομο -ένας τέτοιος όρισμός θά καθιστούσε σιωπηρά .άχρηστη μιά μελέτη σάν κι αύτή γιά τήν έξέλιξη τού Ανθρώπου- Αλ­ λά λίγο ως πολύ Απαρτίζεται άπό μερικά σταθερά στοιχεία. Ή κοι­ νωνική όργάνωση, οί ιστορικές συνθήκες δέν έπιδροΰν σημαντικά στή διαμόρφωση τών χαρακτηρι­ στικών ιδιοτήτων του. ’Από τήν άλλη μεριά οί ίδιες κατηγορίες έπεκτείνονται αύθαίρετα καί στον ύπόλοιπο ζωικό κόσμο. Προξενούν

πραγματικά άμηχανία Αποσπάσμα­ τα όπως: «... τά τρία είδη προβλη­ μάτων -τά οικονομικά, τού πολλα­ πλασιασμού καί τά πολιτικά- βρί­ σκονται τό ίδιο στόν άνθρωπο καί στούς πιθήκους. Έ να τέταρτο εί­ ναι Αποκλειστικά Ανθρώπινο -ό πόλεμος»; Τούτη ή ειδολογική Αν­ τίληψη τού Ανθρώπου Αδυνατεί νά έξηγήσει τή μοναδικότητα τού Αν­ θρώπινου φαινομένου δσο καί τή δυνατότητα μετασχηματισμού τής Ανθρώπινης κοινωνίας, παρά τό άφθονο υλικό πού στρατεύεται γι’ θ ά μείνουμε σέ ένα παράδειγμα. Κατά τή J. Robinson τό ειδοποιό στοιχείο τού Ανθρώπου είναι ή γλώσσα. Ό μέχρι τώρα όρισμός τού Ανθρώπου σάν «τού ζώου πού φτιάχνει έργαλεία» Αποδείχνεται Ανεπαρκής Αφού ή πρωτευοντολό­ γος J. V. L. Goodall Ανακάλυψε πώς καί «οί χιμπαντζήδες κατα­ σκευάζουν έργαλεία γιά όρισμένες χρήσεις». Βέβαια τούτη ή Ανακά­ λυψη δέ μάς δείχνει ένα άλλο «ζώο» έξω άπό τόν άνθρωπο πού νά έξαρτά όλοκληρωτικά τήν έπιβίωσή του άπό τήν έργασία. Έτσι ή γλώσσα, άποσπασμένη άπό τό διαλεκτικό της συμπλήρωμα πού είναι ή έργασία, ή κοινωνική όργά­ νωση καί ή συνείδηση, παύει νά καθορίζεται καί νά Αντενεργεί πά­ νω στόν ίδιο τόν άνθρωπο. Γίνεται άπριορικός παράγοντας, γεννήτρα τής Ανθρώπινης έξέλιξης «μέ τήν Ανάπτυξη τής ευφυΐας». Δέ νομί­ ζουμε δτι ή ελευθερία τού Ανθρώ­ που κερδίζει καί πολλά πράγματα Από μιά τέτοια θεώρηση. Ή Αλήθεια είναι δτι δσο προχω­ ρούν τά κεφάλαια, τό καθαρτήριο ιστορικό ύλικό έκτοπίζει Από τό πρώτο πλάνο τίς θεωρητικές προϋ­ ποθέσεις τής έργασίας. Μπορεί έτσι νά χάνει τή συνεκτικότητά της, κερδίζει δμως σέ ένδιαφέρον σάν πηγή έρεθισμοΰ γιά Αντίλογο. Πρίν κλείσουμε θά θέλαμε νά έκφράσουμε ένα μικρό παράπονο γιά τή μετάφραση στις έκδόσεις «Θεω­ ρία» πού άνέλαβαν αύτή τή δεύτε­ ρη έκδοση. Προξενεί πραγματικά έκπληξη πού δέν προσέχτηκε δσο έπρεπε ή μετάφραση τού βιβλίου άπό έναν έκδοτικό οίκο πού μόνο σέ άριστες μεταφράσεις' μάς είχε μέχρι τώρα συνηθίσει. Κ. ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ " ’Εκδόσεις Παπαζήση, ’Αθήνα 1969.


οδηγος/67

π λ α ίσ ιο εμπλουτισμός τής φιλολογίας για τό παιδί ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΡΟΣΦΟΡ: Τά παιδιά πρώτα! Μετ. ’Αγνής Ζακοπονλον. Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία, 1982. Σελ. 208.

Πρωτοδημοσιενμένο τό 1976, τό βιβλίο τής Κριστιάν Ροσφόρ, γνωστής στή γαλλική λογοτεχνία άπό τά μυθιστορήματα της γιά παιδιά, έρχεται νά πλουτίσει τά διάφορα άρθρα, δημοσιεύματα, βιβλία πού τροφοδοτούν στίς μέρες μας μιά φιλολογία γιά αυτό τό «μεγάλο άγνωστο πού υπήρξαμε όλοι μας», τό παιδί. Ή συγγραφέας, μέ πάθος καί ποιητική έξαρση (έδώ πρέπει νά σημειώσουμε πώς ή μετάφραση τής 'Αγνής Ζακοποΰλου φαίνεται ιδιαίτερα πετυχημένη, ή γλώσσα εί­ ναι στρωτή, ρέουσα) θά καταγγεί­ λει άπό τήν άρχή ώς τό τέλος τίς διάφορες επιστημονικές άπόψεις καί θεωρίες (ιατρικές, ιστορικές, κοινωνιολογικές, ψυχαναλυτικές) πού άφοροΰν τά παιδιά, αυτά τά πρώτα, δηλαδή τά πρωταρχικά θύ­ ματα τών καπιταλιστικών άλλά καί τών σοσιαλιστικών κοινωνιών. Μέ θάρρος καί τόλμη, μέ μιά γλώσσα συχνά παιδική άλλά ακόμα συχνότερα καυστική καί σαρκαστι­ κή, θά προσκρούσει, θά προκαλέσει τίς προκατασκευασμένες άπόψεις μας γιά τό παιδί (πλάσμα μι­ κρό, άδύναμο, άνήλικο, δηλαδή άνευ ηλικίας, καί επομένως άνεύθυνο καί άντικείμενο προστασίας) καθώς καί τά διάφορα ταμπού μας κυρίως σέ δ,τι άφορά τήν οικογέ­ νεια. Τήν οικογένεια σάν «φυσικό» θεσμό καί χώρο δπου άνθίξει καί καρποφορεί ή «αυτονόητη» έννοια καί πράξη τής άγάπης γιά τά παι­ διά, πρός τά παιδιά, άπό τά παι­ διά. Τί είναι στ’ άλήθεια αυτή ή άγάπη; Ή Κ. Ρ. θά δανειστεί τό γλωσσολογικό οπλοστάσιο τών πολιτικών-οίκονομικών επιστημών άλλά καί τής στρατιωτικής ιεραρχίας γιά

νά άπαντήσει σέ αύτή τήν ιερή, άρα πολύ κοινότυπη έρώτηση. Έτσι θά ορίσει τήν άγάπη σάν «εναυσμα πού ένθαρρύνει τό παι­ χνίδι μέ τό θεσμό τής οικογένειας», θεσμό πού δέ δικαιολογείται καί δέ νομιμοποιείται παρά σάν τή «μονά­ δα παραγωγής πού έλέγχεται άπό τήν παγκόσμια Επιχείρηση Εκμε­ τάλλευσης», δηλ. τήν κοινωνία. "Οσο γιά τήν εκπαίδευση, μέσα καί έξω άπό τήν οικογένεια, θά τήν καταγγείλει επίσης, άφοϋ δέν άποβλέπει παρά στόν «παγκόσμιο άκρωτηριασμό» τών παιδιών μέσα άπό τήν προσαρμογή στά ύπάρχοντα πρότυπα. Έξυπνο, συγκινητικό, διαυγές τό παιχνίδι τής Κ. Ρ. μέ τίς λέξεις. Μάς θέλγει, μάς συγκινεί, μάς κά­ νει συχνά νά επαναστατούμε, ιδιαίτερα όταν άναφέρεται στίς σύγχρονες, έξευγενισμένες ιατρικές μορφές (ήρεμιστικά χάπια κλπ.) εξόντωσης κάποιων παιδιών πού άποτελούν «επικίνδυνες κοινωνι­ κές περιπτώσεις». Παρ’ δλα αύτά τό βιβλίο δέν εί­ ναι μόνο ύμνος, τραγούδι στήν άπελευθέρωση τής καταπιεσμένης αυτής κοινωνικής «τάξης» (;) πού είναι τά παιδιά. Εμπεριέχει καί μιά πολιτική. Μιά πολιτική έμπνευσμένη άπό τούς Ράιχ, Μπετελχάιμ, Λένγκ, Κούπερ καί κυρίως τόν Τλιτς, «στρατευμένη» στό ίδεο-

ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΜΠΟΡΕΛΑΑ: Τά πολιτικά κόμματα τής Ευρώπης τών δέκα. Μετ. Γιάννη Δρόσον. ’Αθήνα, Μάλλιαρης-Παιδεία, 1983. Σελ. 346.

ΜΕ μιά άνεση έντυπωσιακή (άποτέλεσμα ούσιαστικής γνώσης) ό γάλλος συγγραφέας-καθηγητής καί πρόεδρος τού πανεπιστημίου τού Νανσύ χειρίζεται ένα θέμα άγνωστο στό εύρύτερο έλληνικό - καί ίσως έπίσης τό ευρωπαϊκό- κοινό: τήν ιστορία καί τή σημερινή διάρθρωση τών πολιτικών κομμάτων στίς δέκα χώρες τής ΕΟΚ. Έτσι, τό κείμενο παίρνει τή μορφή πολιτικής σύνοψης, άφοϋ τήν άντικειμενικότητα συνοδεύει ή άπλοποιημένη γραφή, πράγμα πού επιτρέπει τελικά στό βιβλίο νά είναι εύληπτο άνάγνωσμα . γιά καθένα πού ένδιαφέρεται -έστω καί άμυδρά- γιά τήν πολιτική ζωή. ΣΤΕΛΙΟΥ ΜΟΥΖΑΚΗ: Σιδερένια νεοκλασικά στολίδια. Συμβολισμός.Λαογραφία: I. αυλόθυρες. ’Α θήνα, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Μεταμόρφωσης, 1982.

ΟΡΙΣΜΕΝΟΥΣ άφανεϊς-άλλά έξαιρετικά σημαντικούςπαράγοντες τής άρχιτεκτονικής παραδοσιακής μορφολογίας εξετάζει τό ενδιαφέρον αύτό τομίδιο, πού άναμένεται νά έχει καί -εκδοτική- συνέχεια. Συγκεκριμένα, άναλύονται τά νεοκλασικά άρχιτεκτονικά στολίδια, σέ σχέση τόσο μέ τήν έξέλιξη στόν τόπο καί τό χρόνο τής ελληνικής κατοικίας, δσο καί μέ τήν έκφραση τού ψυχισμού τών Ελλήνων. Ή παρουσίαση γίνεται μέ μικρά έπιμέρους μελετήματα καί μέ ένα πλήθος φωτογραφιών, πού συμπληρώνουν γιά τόν άναγνώστη τή θεώρηση. ('Υστερόγραφο: Παραδειγματικό τό Πνευματικό


68/οδηγος

λογικό ρεύμα τής εποχής μας υπέρ μιας επανάστασης που δέ σηκώνει μεταρρυθμίσεις (πού άλλωστε προ­ χωρούν «μέ ρυθμό χελώνας») ούτε προοδευτικά υποκατάστατα πού δέν κάνουν άλλο άπό τό νά «χρυ­ σώνουν» τό χάπι τής καταπίεσης. Ή κριτική, ή πολεμική καί ή κα­ ταγγελία τής κυριαρχίας πού άσκούν οί ενήλικες στά παιδιά εί­ ναι καί δίκαιη καί χρήσιμη. Δέν άρκεϊ όμως γιά νά μάς βγάλει άπό τό Αδιέξοδο τών εξουσιαστικών κοινωνικών δομών καί σχέσεων. ’Αντίθετα, μπορεί νά φτάνει μόνο ώς τήν ένοχοποίησή μας, χωρίς δμως καί νά δίνει κάποια άπάντηση στό καυτό έρώτημα: ποιός τύ-

πος κοινωνικής καί οικογενειακής δομής θά ήταν ικανός, άν όχι νά έξαλείψει τή δολοφονική έπιχείρηση κατά τών παιδιών, τουλάχιστο νά τήν ελέγξει καί νά τήν περιορίΜέ τή χάρη πού διακρίνει τή γραφή της, ή Κ. Ρ. άντιπαρέρχεται κάποιες επιστημονικές -αύτό δέ σημαίνει καί άλάθητες- απόψεις (π.χ. τίς φροϋδικές θεωρίες γιά τό οιδιπόδειο) χωρίς νά τίς άναλύει, νά τίς άντικρούει, νά τίς συζητάει κάν. "Ομως τά προβλήματα πού θί­ γει ή Κ. Ρ. κοίί πού μάς Απασχο­ λούν όλους, παιδαγωγούς, δια­ νοουμένους καί γονείς χρειάζονται πολυδιάστατη προσέγγιση, καί

ΐσως περισσότερο άπό τήν Απόρρι­ ψη, χρειάζονται τή σύζευξη καί τή σύνθεση διαφορετικών Αντιλήψεων καί θεωριών. Σέ μιά σύντομη παρουσίαση δέ θά μπορούσαμε βέβαια νά άναφερθούμε σέ όλα τά σημεία τού βι­ βλίου. Επισημαίνουμε πάντως πώς Αξίζει νά διαβαστεί όχι σάν επι­ στημονικό ή παιδαγωγικό εγχειρί­ διο Αλλά σάν αύτό πού είναι: ένα καλογραμμένο, έξυπνο, ποιητικό βιβλίο. Ή έπιμελημένη παρουσία­ ση, ή ιδιαίτερα προσεγμένη μετά­ φραση καί τό γοητευτικό έξώφυλλο συνθέτουν μιά έκδοση πού τιμά τήν έλληνική Αγορά τού βιβλίου. ΑΛΕΚΑ ΚΟΡΩΝΑΙΟΥ

'Αθήνα

άρχιτεκτονική καί κοινωνική κίνηση ΧΡΗΣΤΟΥ ΙΑΚΩΒΙΔΗ: Νεοελληνική άρχιτεκτονική καί άστική ιδεολογία. ’Αθή­ να, Δωδώνη, 1982. Σελ. 155. Ή άνάγκη κατανόησης καί ερμη­ νείας τής ελληνικής άρχιτεκτονικής, τά άντιφατικά καί συγκεχυμέ­ να Αρχιτεκτονικά, πολιτιστικά, κοινωνικά καί πολιτικά ερεθίσμα­ τα τής μετάπολεμικής γενιάς τών Αρχιτεκτόνων, στήν όποια Ανήκει ό συγγραφέας, ή εύαισθητοποίησή του άπό σύγχρονους προβληματι­ σμούς καί ίσως ή αίσθηση τού κε­ νού (τής ρουτίνας) άπό τήν Αρχιτε­ κτονική πρακτική, οδήγησαν τό Χρίστο Ίακωβίδη στή συγγραφή τού βιβλίου του. Στή «Νεοελληνική Αρχιτεκτονική καί άστική ιδεολογία» άσχολεϊται μέ τήν Αρχιτεκτονική καί τήν κοι-

νωνική κίνηση άπό τό 1832 μέχρι τίς μέρες μας καί Αναζητεί τή σύν­ δεσή τους μέσα άπό τήν κυρίαρχη ή τίς διαμορφωμένες ιδεολογίες. "Οπως ό ίδιος Αναφέρει, τό βι­ βλίο διαρθρώνεται σέ δύο περιόδους-ένότητες. Ή πρώτη άπό τό 1832 μέχρι τό 1940 καί ή δεύτερη άπό τό 1945 μέχρι καί σήμερα. Στό διάστημα αύτό Αξιολογεί «τρεις συγκεκριμένες έποχές άνόδου τής άστικής τάξης» πού «ένδιαφέρουν Αμεσα τήν άρχιτεκτονική σκοπιά, Αν έξεταστοΰν κάτω άπό τό πρίσμα ότι ή άρχιτεκτονική, ένδυματολογώντας τήν κοινωνική έκφραση, χρησιμοποιεί τά δυναμικά συνθή-


οδηγος/69 μαχα καί τήν προοδευτικότητα τής συγκεκριμένης άστικής αυτής φά­ σης... Οΐ τρεις εποχές άνόδου τής άστικής τάξης στόν νεοελληνικό χώρο είναι: Ή έποχή άπό τήν έφαρμογή τοΰ συντάγματος τού 1863 μέχρι τή διακυβέρνηση τής χώρας άπό τό X. Τρικοΰπη, ή πρώ­ τη. “Ολο τό διάστημα τοΰ μεσοπο­ λέμου, ή δεύτερη, καί ή έποχή άπό τή δικτατορία τών συνταγματαρ­ χών μέχρι καί σήμερα, ή τρίτη». Είναι γεγονός δτι ό μελετητής τής νεοελληνικής άρχιτεκτονικής βρίσκεται σέ πολύ δύσκολη θέση. ’Απουσιάζει τό ύλικό πού συγκεν­ τρώνεται, ταξινομείται ή άξιολογεϊται συστηματικά άπό έρευνητέςμελετητές στά πλαίσια δημόσιων φορέων (πολυτεχνεία, υπουργεία, σύλλογοι, επιμελητήριο κλπ.) ή μέ προσωπική πρωτοβουλία. ’Απου­ σιάζουν οί μελέτες γιά τήν άρχιτεκτονική μιάς περιόδου, ένός αρχι­ τεκτονικού ρεύματος ή μεμονωμέ­ νων άρχιτεκτόνων. Γιά τήν παραδοσιακή άρχιτεκτονική υπάρχουν περισσότερες άποτυπώσεις, δημοσιεύσεις καί μελέ­ τες, άν καί, συνήθως, μέ σχολαστι­ κό καί καθόλου κριτικό τρόπο. Ή μεταπολεμική άρχιτεκτονική κτίζεται μαζικά, δέν κουβεντιάζε­ ται, δέ σχολιάζεται, δέν ύπόκειται σέ μελέτη ή κριτική. Είναι λοιπόν έξ όρισμοΰ άπραγματοποίητο έργο ή συγγραφή τής ιστορίας τής νεοελ­ ληνικής άρχιτεκτονικής, πολύ πε­ ρισσότερο ή άνάγνωση τής ιδεολο­ γικής της διάστασης. 'Υποθέσεις έργασίας μπορεί νά κάνει κανείς μέ τήν άνάλογη άναφορά στή συγκε­ κριμένη άρχιτεκτονική πρακτική καί τά γραπτά κείμενα, άρχιτεκτόνων ή μή, μιάς ορισμένης χρονικής περιόδου. Ή διαπίστωση τοΰ συγγραφέα δτι ό άρχιτέκτονας έκφράζει τήν ιδεολογία τής άρχουσας τάξης ή μιάς ριζοσπαστικής μερίδας της, ή τής κοινωνίας συνολικά, είναι σέ γενικές γραμμές υπόθεση σωστή. Αύτή δμως ή ιδεολογική του στάση δέν μπορεί νά γίνει κατανοητή ούτε μπορεί νά συνάγεται έξω άπό τό έργο του. Γι’ αυτό, τό άρχιτεκτονικό έργο δέν είναι εύθύγραμμη προ­ βολή τής κοινωνικής θέσης ή τής πολιτικής ένταξης καί τών ιδεολο­ γικών επιλογών τών δημιουργών Στό όλίσθημα νά μιλήσει μέ σκόρπιες ίδεολογίζουσες παρατη­ ρήσεις πέφτει ό συγγραφέας στή

δεύτερη ένότητα τού βιβλίου του, τή μεταπολεμική περίοδο, δπου τά βιώματα μπερδεύονται μέ τίς προ­ σωπικές προτιμήσεις, οί άντιφάσεις στίς επιλογές, άλλά κυρίως οί παραλείψεις σέ άπόψεις άρχιτεκτόνων καί χαρακτηριστικές Αρχιτε­ κτονικές πρακτικές, είναι έντονες. Μαζί μέ δσα άποσιωποΰνται μέ­ νει σκοτεινό σημείο καί ή άρχή τής μεταπολεμικής περιόδου, στήν όποια, μέ άφετηρία τά «πρότυπα» τής προπολεμικής εποχής, διαμορ­ φώνονται οί βάσεις τής σημερινής μορφής τών ελληνικών οικισμών. Οί Αρχιτέκτονες, πού θεωρούνται ένιαϊο σύνολο, περιχαρακωμένοι στή μικρή πριν τή δικτατορία έπο­ χή άνθισης, εμφανίζονται στό βι­ βλίο Αμέτοχοι στήν καταστροφική κοσμογονία πού συνεχίστηκε τήν έποχή τής δικτατορίας καί προε­ κτείνεται στίς μέρες μας. Τό βασικό συμπέρασμα τού συγ­ γραφέα γιά τίς τρεις, χαρακτηρι­ στικές τών 150 χρόνων, περιόδους τής Αρχιτεκτονικής είναι Αξιοπρό­ σεκτο καί προσφέρεται γιά συζήτη­ ση, συμφωνίες ή Αντιρρήσεις. Δέν πρόκειται φυσικά γιά τήν άνοδο τής άστικής τάξης, Αφού άλ­ λωστε δέν υπήρξε πτώση της. Σ’ αύτή τή δυστοκία προσδιορισμού τών τριών περιόδων δδηγεί τό συγ­ γραφέα ή άναφορά του στό Σύστη­ μα, μέ σίγμα κεφαλαίο, πού ένώ δέν είναι ή μοναδική κοινωνική καί πολιτική Αντίληψη προσέγγισης τού θέματός του, έντούτοις τόν κα­ θορίζει. Παρ’ δλ’ αύτά, καί γιά νά έπανέλθουμε στήν Αρχιτεκτονική, τό ποιές άπό τίς Αρχιτεκτονικές προτάσεις τών τριών περιόδων βρήκαν Ανταπόκριση ή άπορρίφθηκαν, τό πώς καί μέ ποιούς τρόπους έμπεδώνονται, ένσωματώνονται ή συρρικνώνονται καί άνατρέπονται, δέν τεκμηριώνεται πειστικά. Έτσι μένει μετέωρη καί ή έπιθυμία τού συγγραφέα γιά ιδεολογική άνάγνω­ ση τής νεοελληνικής Αρχιτεκτονι­ κής. Τό τελευταίο τμήμα τού βιβλίου, οί προτάσεις, είναι περισσότερο μιά δήλωση στίγματος τού X. Ίακωβίδη παρά Ανίχνευση δυνατοτή­ των καί έπισήμανση δυσκολιών ή Αδιεξόδων, κοινωνικών, πολιτι­ κών, θεσμικών. Έτσι ό Αναγνώ­ στης μπορεί νά συγκινηθεΐ, νά ένοχληθεί, νά συμφωνήσει, νά διαφω­ νήσει ή νά τού συμβούν δλ’ αυτά μαζί. ΕΛΕΝΗ ΠΟΡΤΑΛΙΟΥ

Κέντρο Μεταμόρφωσης, πού άνέλαβε μιά τέτοια έκδοση.) Γ. ΒΑΛΕΤΑ: Βενιαμιχά. Μυτιλήνη, 'Εταιρεία «Αιολικών Μελετών», 1982. Σελ. 397. ΑΠΟ τίς πιό σημαντικές -μά καί παραγνωρισμένες- μορφές τού έλληνικοΰ διαφωτισμού ύπήρξε ό Βενιαμίν ό Λέσβιος. Καί δ τόμος τούτος τού Ακούραστου έρευνητή τοΰ αιολικού πνεύματος, Γιώργου Βαλέτα, έρχεται τώρα νά προσφέρει σέ κάποιο μέτρο τή φιλολογική Αποκατάσταση τοΰ έργου καί κυρίως τού προσώπου τού ξεχασμένου φιλόσοφου τού περασμένου αιώνα (πέθανε τό 1824). Έτσι, στά «Βενιαμικά» έχουν συγκεντρωθεί γνωστές καί άγνωστες βιογραφικές πηγές γιά τόν Βενιαμίν, καθώς καί τά μικρά κείμενά του, πού Αποτελούν καί κύριο δείγμα τής σκέψης του. ΑΓΓΕΛΟΥ ΒΛΑΧΟΥ: Πυθίας παραληρήματα. 'Αθήνα, 'Εστία, 1982. Σελ. 219.

ΕΝΑ παιχνίδι μέ τό μέλλον μέσα άπό τό παρελθόν, είναι τό καινούριο αύτό βιβλίο τοΰ “Αγγέλου Βλάχου, δπου άνιστορούνται μέ μαγευτική Αμεσότητα μέρες καί νύχτες τών Αρχαίων μαντείων καί τών θεών τους, ξεκινώντας άπό τά ίδια τά Αρχαία κείμενα. Ή Αφήγηση -πλούσια στήν τεκμηρίωσή της- είναι τόσο Απλή, ώστε τά πανάρχαια συμβάντα άποκτούν μιά καθημερινότητα σημερινή, χωρίς νά έξαφανίζεται ή σοβαρότητα ένός μελετήματος, πάνω στή δεισιδαιμονία καί τίς ρίζες της στήν Ανθρώπινη Ανάγκη νά Αποκαλύπτει τά μελλούμενα. ΣΕΡΓΚΕΪ ΑΪΖΕΝΣΤΑΪΝ: Ίβάν ό Τρομερός. Μετ. Γιάννη Μανωλάχη. ’Αθήνα, Γαλαξίας!Έρμείας, 1982. Τόμοι 2. Σελ. 141+192.

Η ΟΜΩΝΥΜΗ ταινία τού Σεργκέι Άιζενστάιν Αποτελεί


70/οδηγος

απαγκίστρωση άπό τον άκαδημαϊσμό ΑΝΤΩΝΗ ΚΩΤΙΔΗ: Ο ζωγράφος Κ. Μαλέας (W9-1928). Διδακτορι­ κή διατριβή. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 343 + είκ.

Μιά σημαντική συμβολή στήν ερευνά γιά τήν ελληνική ζωγραφική τοΰ 20οΰ αί. άποτελεϊ τό βιβλίο τού Άντώνη Κωτίδη «'Ο ζωγρά­ φος Κ. Μαλέας», πού ύποστηρίχθηκε σάν διδακτορική διατριβή στή Φιλοσοφική Σχολή τοΰ Πανεπιστημίου ’Αθηνών τό Νοέμβρη τοΰ 1981. Ή μελέτη τοΰ κ. Κωτίδη άκολουθεϊ τήν έξης διάταξη: Στόν Πρόλογο διαπιστώνει τή φτωχή μελέτη τής ζωγραφικής τοΰ 20οΰ αί. καί τονί­ ζει τόν καθοριστικό ρόλο τής πρώ­ της 25ετίας γιά τήν πορεία τής σύγ­ χρονης έλληνικής ζωγραφικής. Πρωταρχική επιδίωξη τής δια­ τριβής είναι ή παρακολούθηση τής πορείας τοΰ ζωγράφου. Δεύτερος βασικός σκοπός τής μελέτης είναι ή παρουσίαση τής δραστηριότητας τής ομάδας «Τέχνη», πού ό Μαλέας ήταν ήγετικό της μέλος, ή παρου­ σίαση μιάς συνοπτικής εικόνας τής καλλιτεχνικής ζύμωσης στήν Ε λ ­ λάδα στό πρώτο τέταρτο τοΰ αιώνα, καθώς καί ή ένταξη τοΰ έργου τοΰ Μαλέα στήν ευρωπαϊκή καί έλληνική ζωγραφική. Στήν Εισαγωγή δίνει ένα σύντο­ μο ιστορικό διάγραμμα τής πορείας τής έλληνικής τέχνης καί έπισημαίνει τόν άπελευθερωτικό ρόλο τών Μαλέα, Παρθένη, Ν. Λύτρα, ώς πρός τήν έλληνική τέχνη, άπό τόν άκαδημαϊσμό τοΰ Μονάχου άλλά καί τοΰ Παρισιοΰ, πού κυριαρχού­ σε στήν έλληνική ζωγραφική. Ή ταν οί πρωτοπόροι πού άνοιξαν καινούριους εικαστικούς δρόμους καί συσπείρωσαν τούς νεότερους έκφράζοντας μιά καινούρια έποχή γιά τήν Ελλάδα, μιά καί ή άπαγκίστρωση άπό τόν άκαδημαϊσμό συμ­ πίπτει χρονικά μέ τό κίνημα τοΰ Στρατιωτικού Συνδέσμου τό 1909, τήν άνοδο τοΰ Βενιζέλου καί τή ραγδαία άστικοποίηση τοΰ κρά­ τους.

’Ακολουθεί ένα βιογραφικό ση­ μείωμα καί μετά τά έξι κεφάλαια πού παρακολουθούν τήν πορεία τοΰ ζωγράφου άπό τή γέννησή του τό 1879 μέχρι τό θάνατό του τό 1928 καί πού είναι διαρθρωμένα κατά τό έξής σχήμα: νύξεις γιά τό ιστορικό πλαίσιο, βιογραφικά στοιχεία, καλλιτεχνική καί πολιτι­ στική δραστηριότητα, παρατήρηση τής εξέλιξης τοΰ ζωγραφικοΰ έργου μέσα άπό τήν έξέταση τών έργων τής περιόδου. Μέσα άπό τίς περιό­ δους 1879-1908, 1908-1913, 19131917, 1917-1920, 1920-1928 ξεπρο­ βάλλει δλη ή πάλη τής καλλιτεχνι­ κής του προσωπικότητας, ή υιοθέ­ τηση καί άπόρριψη άξιων καθώς έπιχειρεΐ τό πέρασμά του μέσα άπό τίς έμπειρίες τών ευρωπαϊκών ζω­ γραφικών κινημάτων τοΰ τέλους τοΰ 19ου καί τών άρχών τοΰ 20οΰ αΐ., τό συμβολισμό, τήν άρ νουβώ, τόν έμπρεσιονισμό καί μετεμπρεσιονισμό, τό φωβισμό καί τόν έξπρεσιονισμό. Ξεδιπλώνεται μπρο­ στά μας ή παιδική του ζωή στήν Πόλη, οί σπουδές του στό Παρίσι, ή έγκατάστασή του στή Θεσσαλονί­ κη καί μετά στήν ’Αθήνα, ή έντονη συμμετοχή του στήν πολιτιστική καί καλλιτεχνική ζωή, τά ταξίδια του στήν Αίγυπτο, τό Λίβανο, τή Συρία καί Παλαιστίνη, καθώς καί σέ διάφορες έλληνικές επαρχίες. Τό 5ο κεφ. άφιερώνεται στήν ομάδα «Τέχνη» πού ιδρύθηκε τό 1917 μέ πρωτοβουλία τού Ν. Λύ­ τρα, καί γίνεται μιά σύντομη πα­ ρουσίαση τών ζωγράφων μελών

της. Ή όμάδα «Τέχνη» δέν είναι συνδεδεμένη μέ ένα τεχνοτροπικό ρεύμα άλλά ή ιδιαίτερη σημασία της σάν κίνησης είναι πώς στοχεύει στό ξύπνημα τής έλληνικής τέχνης άπό τόν ευτυχισμένο ϋπνο τής άκαδημαϊκής όπτικής τοΰ Μονάχου. Ή πρώτη έκθεση τής όμάδας έπιβάλλει στήν έλληνική ζωγραφική τήν τοπιογραφία καί σημαίνει τήν καθιέρωση τοΰ ζωγράφου Κ. Παρ­ θένη. Σέ μιά χωριστή ένότητα τοΰ 6ου κεφ. έξετάζεται τό σχεδιαστικό έρ­ γο τοΰ Μαλέα. Ή γραπτή άνάλυση τών έργων υποστηρίζεται άπό τίς εικόνες τών έργων στό τέλος τοΰ βιβλίου, δπου καί παρατίθεται Πί­ νακας τών έκθέσεών του, Πίνακας άγοραστών στή διάρκεια τής ζωής του καί βιβλιογραφία. Στόν ’Επίλογο έπισημαίνεται τό γεγονός πώς μερικά έρωτήματα σχετικά μέ τό έργο τοΰ Μαλέα, δπως ό βαθμός άλληλεπίδρασης τοϋ έργου μέ τό έργο σύγχρονών του έλλήνων ζωγράφων, μένουν άναπάντητα έξαιτίας τής έλλειψης ειδικών μελετών γιά τό έργο τών ζωγράφων τής όμάδας «Τέχνη». Πάντως ό συγγραφέας θεωρεί πώς σέ γενικές γραμμές οί έπιρροές πού ύφίσταται πριν άπό τό 1917 προέρ­ χονται άπό τήν εύρωπαϊκή ζωγρα­ φική. Ή καλλιτεχνική ένημερότητα τοΰ έργου, ή μεθοδικότητα τής έρευνας, ή άνετη χρήση τής αισθη­ τικής σημαντικής καθώς καί ή ση­ μασία τοΰ θέματος, τοποθετούν τό βιβλίο « Ό ζωγράφος Μαλέας» άνάμεσα στά συγγράμματα πού τι­ μούν καί πλουτίζουν τίς σπουδές τής ιστορίας τής τέχνης τοΰ τόπου μας. ΕΙΡΗΝΗ ΦΛΩΡΟΥ


οδηγος/71

γιατί ντυνόμαστε Α. ΒΟΥΓΙΟΥΚΑ: 'Ιστορία μόδας Α-Β. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 205.

σίγουρα ένα θρύλο γιά κινηματογραφόφιλους καί μή. Άλλά καί τό σενάριο τής ταινίας (πού τώρα έκδίδεται καί στήν Ελλάδα) έχει κερδίσει πιά τήν αυτοδύναμη θέση του στά λογοτεχνικά κείμενα: Μέσα άπό Αποσπασματικά έπεισόδια, χτίζεται μιά μεγαλειώδης τοιχογραφία τής μεσαιωνικής Ρωσίας καί παρουσιάζονται μορφές πού Αγγίζουν τά δρια τού συμβόλου. 'Η έξέλιξη έχει συνεχείς δραματικές κορυφώσεις, χρησιμοποιώντας χαρακτηριστικά στοιχεία, σάν ένα είδος «γκρό πλάν» τού λόγου, μέ Αποτέλεσμα τήν τελική δυναμική σύνθεση, γεμάτη παγκόσμιες καί διαχρονικές Αναλογίες. ΝΑΝΑΣ ΗΣΑΪΑ: Συναίσθηση λήθης. 'Αθήνα, Εστία, 1982, Σελ. 98.

Γιατί ντυνόμαστε; Είναι ένα έρώτημα πού σοϋ δημιουργεΐται κλεί­ νοντας όποιοδήποτε βιβλίο με θέμα τήν ιστορία τοϋ ενδύματος. Κι αν αύτό τό έρώτημα τό θέσουμε γιά τούς πρώτους άνθρώπους πού ντύθηκαν, εύκολα καταλήγουμε στό συμπέρασμα δτι τό ντύσιμο έπινοήθηκε γιά τούς έξης σκοπούς: προφύλαξη άπό τίς καιρικές συνθήκες, ένδειξη κοινωνικής ιεραρχίας καί καταδίκη γιά τή δο­ κιμή τοϋ άπαγορευμένου καρπού, δπως τουλάχιστον παρουσιάζε­ ται άπό τή Βίβλο. Θά άρκοΰσαν μόνο αΰτές οί άπαντήσεις, άν τό ίδιο έρώτημα (γιατί ντυνόμαστε) τό θέταμε στό σημερι­ νό άνθρωπο; Νομίζουμε, όχι. Τό κουστούμι, ή ένδυμασία, είναι σή­ μερα μιά έκφραση κοινωνικών συν­ θηκών, πολιτικών Απόψεων, θρη­ σκευτικών άποκλίσεων, αισθητι­ κών ή καλλιτεχνικών έπιρροών, κινησιακών άδυναμιών καί πάνω άπό αυτά, μέ τήν εισβολή τοϋ pret S porter, βιομηχανικό συμφέρον, πού καθορίζει τά γούστα καί πε­ ριορίζει τίς έπιλογές τών ένδυματολογικών μας προτιμήσεων. Συμ­ φέρον πού, ύποβοηθούμενο άπό τά μέσα μαζικής έπικοινωνίας, έχει έξαλείψει τόν τοπικό χαρακτήρα τοϋ κουστουμιού, έτσι ώστε ένδυματολογικές έπιταγές μεγάλων κέν­ τρων μόδας νά ντύνουν τό ίδιο τό φελάχο τής Αίγύπτου δσο καί τήν άγρότισσα τού Έβρου. Στήν έξέλιξή του τό κουστούμι πέρασε άπό τούς σημαντικότερους

σταθμούς τής ιστορίας, πού δλοι πρόσθεσαν κάποιο καινούριο στοι­ χείο άλλά καί πλούτισαν τά έπίπεδά του. Θρησκευτικές άλλαγές καί καταπιέσεις, πολιτιστικές καί πολι­ τικές έπαναστάσεις, πόλεμοι, τεχνοκρατικές παρεμβάσεις μέχρι καί οικολογικές έπιδράσεις, δλα βάρυ­ ναν τό κουστούμι καί τού φόρτω­ σαν στό πέρασμα τού χρόνου μιά μεγάλη ιστορία. Στήν ιστορία αύτή, πού παρουσιάζει μεγάλο ένδιαφέρον, βλέπουμε πώς άντέδρασε ή ένδυματολογική φαντασία τού λαού καί τών δημιουργών τής μό­ δας μπροστά σέ δλα τά μεγάλα γε­ γονότα. "Οποιος στό παρελθόν ένδιαφέρθηκε νά συμπληρώσει τίς γνώσεις του γιά κάθε έποχή μέ τήν Απαραί­ τητη ένδυματολογική πληροφόρη­ ση, ήταν Αναγκασμένος νά Ανατρέ­ ξει σέ Αμετάφραστα βιβλία καί νά προσπαθήσει νά μεταφέρει στή γλώσσα μας δρους πού Αντίστοιχοί

ΤΗΝ πιό τελευταία ποιητική παραγωγή τής Νανάς Ήσαία (’80-’82) περιλαμβάνει ή «Συναίσθηση λήθης» καί είναι μιά παραγωγή ένδιαφέρουσα δσο καί προσωπική. Κάτω άπό τόν κοφτό Απόλυτο στίχο έξυφαίνεται ένα πλέγμα περιχαρακωμένης ευαισθησίας καί οί καταστάσεις περισσότερο παρά οί άνθρωποι πού τίς γεννούν παίρνουν τήν εικόνα μιας Αχνής δράσης, μέσα άπό τό μικροσκόπιο τής έσωστρέφειας. Παρ’ δλα αύτά, σέ όρισμένα ποιήματα, κάποια ζεστασιά λιώνει τό χαράκωμα τής μοναξιάς (καί τής Αδιαμόρφωτης- ένοχής) καί ή θηλυκή Απογοήτευση μεταβάλλεται σέ φιλική γοητεία. ΦΑΙΔΩΝΑ ΤΑΜΒΑΚΑΚΗ. Εύμορφία. Αθήνα, 'Εστία, 1982. Σελ. 167.

ΝΑ ένα πραγματικά παράδοξο μυθιστόρημα γιά τήν έποχή μας, προϊόν ένός καινούριου -καί νέου στήν ήλικία- συγγραφέα (γιατί ό Ταμβακάκης μέ τήν


72/οδηγος

τους δέν υπάρχουν ούτε σήμερα στά έλληνικά. Γι’ αϊτό, λοιπόν, υποδεχόμαστε μέ μεγάλη χαρά τό βιβλίο τής ’Αναστασίας Βουγιούκα «'Ιστορία τής μόδας Α-Β». Ά π ’ δσα μπορού­ με νά ξέρουμε, είναι τό πρώτο βι­ βλίο στό είδος του, άν έξαιρέσουμε τό βιβλίο τού Θ. Πάντου μέ τίτλο «Τό κοστούμι», πού είναι ιδιωτική έκδοση καί διατίθεται μόνο ατούς σπουδαστές σχολής μοντελίστ. ’Επίσης καί κάποιες άλλες προσ­ πάθειες πού έχουν γίνει από γυναι­ κεία περιοδικά καί άπό έφημερίδες νά παρουσιάσουν τήν ιστορία τού ένδύματος έμειναν άνολοκλήρωτες. Ή συγγραφέας χωρίζει τό βιβλίο της σέ πέντε κεφάλαια. Στό πρώτο έξετάζεται άναλυτικά ή ιστορία τού δυτικού κουστουμιού σέ 24 ιστορικές περιόδους. Ό χωρισμός τών περιόδων είναι περίπου ό ίδιος πού άκολουθεϊται άπό τίς περισσό­ τερες ξένες έκδόσεις μέ τό ίδιο θέ­ μα. Έκεΐ πού διαφοροποιείται άπό τίς ξένες είναι ό διαχωρισμός τού έλληνικού ένδύματος σέ δύο έποχές, τήν κρητο-μυκηναϊκή περίοδο καί τήν άρχαϊκή, κλασική καί έλληνιστική περίοδο. Καί είναι σωστό­ τερος, γιατί έκτός άπό τά γεγονότα πού διαφοροποιούν αυτούς τούς πολιτισμούς καί τά όριά τους, τό

κουστούμι τής μιας έχει έντελώς διαφορετική δομή άπό τής άλλης. ’Επίσης έντάσσει στό Μεσαίωνα 400 χρόνια (400-800, βαρβαρική περίοδος), πού στίς περισσότερες έκδόσεις έξετάζονται μόνο γιά τό Βυζάντιο καί όχι γιά τή Δυτική Ευρώπη. Νομίζουμε δμως δτι στίς υποκατηγορίες τού 20ού αιώνα θά έπρεπε νά ύπάρχει μιά γιά τήν πε­ ρίοδο 1910-1920, πού περιλαμβάνει τόν Α ' παγκόσμιο πόλεμο, έποχή πού πρόσθεσε άρκετά νέα στοιχεία στήν άντίληψη τού κουστουμιού. Δεύτερο κεφάλαιο τού βιβλίου είναι οί συνοπτικοί πίνακες, πού περιλαμβάνουν στιλιζαρισμένα τή φιγούρα πού δημιούργησε τό κου­ στούμι στίς 24 περιόδους πού χώρι­ σε τό υλικό της ή κ. Βουγιούκα. Τρίτο κεφάλαιο είναι τά άξεσουάρ, άκολουθεΐ τό κεφάλαιο μέ άντιπροσωπευτικά πατρόν έποχών, πού δύσκολα συναντά κανείς σέ άλλες μελέτες, χρήσιμα δμως σέ δσες μοδίστρες ράβουν κλασικά κουστούμια γιά τό θέατρο. Τό κε­ φάλαιο γιά τά κουστούμια τής ’Ανατολής (Βαβυλώνιοι, Σύριοι, Άσσύριοι, Εβραίοι, ’Αρμένιοι, Πέρσες, Ούγγροι, Ρώσοι καί Τούρ­ κοι) τής περιόδου 2.800 π.Χ.-1.600 μ.Χ. είναι τό πέμπτο στή σειρά, καί τό βιβλίο κλείνει μέ βιβλιογραφία

σχετική μέ τό θέμα. Ή κατατοπιστική εισαγωγή τής έκδοσης άνήκει στόν καθηγητή Δημήτρη Φατοΰρο, πού συμπληρώνει τή μεθοδική έργασία τής κ. Βου­ γιούκα (στήν όποια θά ’πρεπε νά άναφέρουμε δτι άνήκουν καί μιά σειρά άλλων βιβλίων μέ θέματα σχεδίου καί κοπής κουστουμιού). Τήν πλούσια καί σημαντική γιά τήν έλληνική βιβλιογραφία έκδοση μειώνει δμως ή ποιότητα τής σχε­ δίασης τών κουστουμιών- καί γιά νά μή σταθούμε στήν άπόδοση τών προσώπων καί κτενισμάτων, τά κουστούμια στερούνται τό ήθος τής έποχής, έτσι ώστε νά μή διακρίνονται οί αισθητές διαφορές άπό τή μιά έποχή στήν άλλη, καί ένώ οί πλούσιες πληροφορίες πού δίνον­ ται στό κείμενο τονίζουν τίς διαφο­ ρές άνάμεσα στίς ένδυματολογικές λύσεις κάθε έποχής, έρχεται τό σχέδιο νά τίς ισοπεδώσει. Νομίζουμε δμως δτι αυτές οί έντυπώσεις θά είχαν άπαλυνθεΐ άν ύπήρχε χρώμα στά κουστούμια, τό όποιο θά διευκόλυνε περισσότερο τήν άπεικόνιση τού κουστουμιού, πού αυτή τή φορά έχει άναλάβει νά τό άποδώσει μόνο τό σχέδιο.

«οφειλές

Ποιητής καί δοκιμιογράφος άπό τούς καλύτερους νεότερους πού έχουν έμφανιστεϊ στά γράμματά μας, ό πανεπιστημιακός καθηγητής Νάσος Βαγενάς παρουσιάζεται τώ­ ρα μέ τήν τέταρτη κατά σειράν ποιητική του συλλογή «Ό λαβύριν­ θος τής σιωπής» πού έχει τόν «πα­ ραπλανητικό» ύπότιτλο «Δοκίμιο γιά τήν ποίηση». Έχουν προηγηθεΐ οί ποιητικές συλλογές «Πεδίον ”Αρεως» 1974, β' έκδοση 1982, «Βιογραφία» 1978, β' έκδοση 1980, «Τά γόνατα τής Ρωξάνης» 1981, 6' έκδοση 1982, ή συλλογή δοκιμίων «Συντεχνία» 1976, β' έκδοση 1980 καί ή άληθινά παραδειγματική κρι­ τική μελέτη «Ό ποιητής κι ό χο­ ρευτής» 1979, 6' έκδοση 1980. Στήν τωρινή συλλογή, ό Βαγενάς χρησιμοποιεί καί στά σαράντα πέν­ τε μικρά πεζά ποιήματα πού τήν

ποιητικού λόγου στό δοκίμιο» ΝΑΣΟΥ ΒΑΓΕΝΑ: Ό λα­ βύρινθος τής σιωπής. (Δοκί­ μιο γιά τήν ποίηση.) ’Αθή­ να, Κέδρος, 1982. Σελ. 56. Ποίηση -ή, καλύτερα, ή άναίρεση τού μηδενός- είναι μιά σκοτεινή λει­ τουργία τού φωτός, πού συντελεϊται βαθύτερα άπό κάθε τί στό αίμα... Νάσος Βαγενάς

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΑΛΑΝΤΗΣ


οδηγος/73

«Εΰμορφία» του δικαιούται άπόλυτα τόν τίτλο τού συγγραφέα). Στήνέρωτική ιστορία τής «Εύμορφίας», λοιπόν, απλώνεται ένας εγκεφαλικός αισθησιασμός, πού στιγμές στιγμές φτάνει τά δριά του, μιά διήγηση δπου ό ήρωας (έωσφορικός χωρίς επίγνωση) αίωρείται άνάμεσα στό ψυχρό πάθος καί τήν έρεθισμένη φαντασία, μιά οικοδόμηση γραφής όλοκληρωμένη, παρά τίς δποιες άτέλειές της. Τό άποτέλεσμα, δσο κι άν μοιάζει παρωχημένο, γοητευτικό. Νάσος Βαγενάς

άπαρτίζουν τό λόγο τοϋ άξιώματος, τοϋ άποφθέγματος, μέ την ποιητική όμως φόρτιση, όπου ή με­ ταφυσική καί ή άθέατη στούς πολ­ λούς όψη τής πραγματικότητας πού λειτουργεί μες στήν καθημερινότη­ τα γίνεται φυσική, γιά νά θυμηθού­ με τό Σολωμό καί άργότερα τό Σεφέρη, μέ τούς όποιους ό ποιητής έχει κάποια πνευματική συγγένεια στό μέχρι στιγμής σύνολο τού έρ­ γου του. ‘Οπωσδήποτε πάντως ό Βαγενάς χρωστάει έδώ πολλά στό δοκίμιο, πού καλλιεργεί, καί ή έκλεκτικότητά του ν’ άπομονώνει τό άπόσταγμα, τό καίριο, τό ουσιαστικό στά άντικείμενα πού μελετά, μαζί μέ τήν ωριμότητα, τόν όδηγούν σέ κατα­ στάσεις άποφλοιωμένες άπό τά ψι­ μύθια τοϋ αισθηματολογικού φορτίσματος πού οπωσδήποτε εμφανί­ ζονται, άν καί χάνονται προοδευ­ τικά στίς τελευταίες του συλλογές. Φαίνεται, άλλωστε, πώς ό Β. συγκαταλέγεται μάλλον άνάμεσα σέ κείνους πού τούς όνομάζουμε ποιητές γραφείου καί οί όποιοι κινδυνεύουν πολύ περισσότερο νά χάσουν τό στόχο τους όταν βγούν στό δρόμο, άπό τούς άλλους, πού άς τούς όνομάσουμε, άν θέλετε, βιωματικούς ποιητές μέ τή στενή έννοια τού όρου. Έτσι, μιά καί ή ποίηση είναι άνεξάντλητη κι ό ποιητής τήν έχει ζήσει καί άναλύσει σέ βάθος καί σέ πλάτος, διαθέ­ τει τή δυνατότητα νά τήν κινεί δη­ μιουργικά μές άπό έναν πυκνό λό­ γο, δπου κάθε λέξη παίρνει τήν άναγκαία της θέση γιά τό χτίσιμο τής δραστικής μικρής ή μεγάλης σύνθεσης.

Τά μηνύματα είναι ποικίλα κι ό ύπότιτλος «Δοκίμιο γιά τήν ποίη­ ση» τί άλλο μπορεί νά είναι, στήν περίπτωσή μας, παρά μιά άνίχνευση τών πάσης φύσεως έρεθισμάτων πού τήν πυροδοτούν; ”Ας δούμε μερικά. «’Ακριβώς τή στιγμή πού τό θεσπέσιο σώμα της περνούσε μέ έκδηλη χαρά άπό τήν εφηβική ήλικία στή γυναικεία, τό κοπάδι τών περιστεριών πού σκέπαζαν τό στήθος της σηκώθηκε ξαφνικά άποκαλύπτοντας άπέραντες παρθένες πε­ ριοχές, κατάλληλες γιά κάθε είδους καλλιέργεια.»

ή

«Είμαστε οί ίδιοι τό κερί πού άνάβουμε στήν άγωνία μας.»

ή

«Σέ άντίθεση μέ τά εύρέως λεγά­ μενα γιά τήν έκλυση ηθών ή άγνότητα σ’ αύτή τήν πόλη έχει ύπερβεϊ τά ιδεώδη δρια. 'Ως έκ τούτου ή ικανοποίηση καί τών βασικότερων έπιθυμιών προϋποθέτει μιά διαδι­ κασία τόσο περίπλοκη καί δαπανη­ ρή, ώστε ή άποφυγή της ν’ άποτελεί τή μόνη άληθινή άπόλαυση.» ή « Ό ποιητής τρέφεται μέ χώμα, σάρκες καί όστά, καί άπομακρύνεται συχνά άπό τό σώμα του δίχως ιδιαίτερο λόγο. Ή άναγκαιότητα αυτής τής πράξεως πιθανόν νά υπαγορεύεται κατά ένα μεγάλο μέ­ ρος άπό τήν έπιθυμία τής επανό­ δου.» ή « Ό ποιητής έχοντας επιτύχει ν’ άπαλλαγεϊ άπό τήν έπιθυμία τ’ ου­ ρανού άνακαλύπτει δτι άποστρέφε-

ΓΙΑΝΝΗ ΛΟΓΟΘΕΤΗ: Ό κύριος Φίρμας καί άλλες γελοιογραφίες. 'Αθήνα, Γνώση, 1982.

ΚΑΘΩΣ «εΐθισται» στίς γιορτές νά κυκλοφορούν λευκώματα τών διαφόρων γελοιογράφων, βγήκε τώρα καί ένα καινούριο τοϋ «Λογό», ίσως δχι άπό τά καλύτερό του, άλλά μέ άρκετό ένδιαφέρον. Κι έδώ υπάρχει τό παράδοξο χιούμορ του, πού, άντίθετα μέ τά συνηθισμένα, δέν βασίζεται παρά έλάχιστα στό σκίτσο, ρίχνοντας τό κύριο βάρος στό μικρό λόγο, τό λογοπαίγνιο. Αύτό βέβαια δέν κάνει τή σάτιρα λιγότερο πικρή, δποτε βρίσκει τό στόχο της. ΣΟΦΟΚΛΗ ΝΑΣΚΟΥ: Ό γάμος -Τό σαββατοκύριακο- Ή μοιχεία. ’Αθήνα, Εστία, 1982. Σελ. 140.

ΜΙΑ άξιοπρόσεχτη πρώτη παρουσία άποτελεΐ τό βιβλίο αύτό μέ τά τρία μονόπρακτά του: Ό χ ι τόσο γιά τά θέματά τους καί τούς τρόπους έξέλιξής τους (πού πατούν σταθερά στόν πολυεμφανισμένο «έλληνικό νεορεαλισμό»), δσο γιά τήν ε υ χ έ ρ ε ι α στό θεατρικό λόγο, τήν όποια έπιδεικνύει 6 καινούριος συγγραφέας, ύπόσχεση γιά κάτι ίσως πολύ ένδιαφέρον στή συνέχεια. Πάντως, στά τρία αυτά μονόπρακτα (μέ σαφώς σημαντικότερο τό μεσαίο) είναι χαρακτηριστική ή άπλότητα τού υλικού καί τής χρήσης του,


74/οδηγος

ται καί τίς άκραίες περιπτώσεις τών έπιγείων.»

ή

«Πολύ συχνά, ιδίως σέ κάποιες περιπτώσεις τοϋ έρωτα, τό σβήσιμο τού πάθους έχει συνέπειες άνάλογες μ’ έκεΐνες τών υγρών, τά όποια δταν ψύχονται καταλαμβάνουν χώ­ ρο αισθητά μεγαλύτερο άπ’ δ,τι στην κατάσταση τής τήξεως.» Ά π ’ τά παραπάνω παραθέματα -κομμάτια πού δλα διατηρούν τήν αυτοτέλειά τους- βλέπουμε τά πε­ ράσματα τού Β. άπό τόν αντικειμε­ νικό ερωτικό χώρο στόν ύπαρξιακό, άπό κεϊ στή λεπτή άπόχρωση

τής ειρωνείας, στό μικρό ποιητικό δοκίμιο γιά τήν ποίηση, σέ έγκεφαλική κατασκευή (παγίδα αύτής τής ποιητικής πού ό Βαγενάς τίς πε­ ρισσότερες φορές τήν άποφεύγει), σέ σύνθετους άφορισμούς, σέ πα­ ρατηρήσεις μιας λεπτής ιδιοσυγ­ κρασίας. Τό. βεληνεκές επίσης καθενός κομματιού είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο καί δέν φαίνεται νά άπασχολεΐ τό δημιουργό του, άλλά πέρ’ άπό τήν άποψη τής τέχνης αύτό δέν παίζει καί τόν πρώτο ρόλο. Κι εδώ, έφόσον δικαιώνεται άπ’ αύτή τήν άποψη, δέν συντρέχει λό­ γος γιά άλλου είδους έξονυχιστική

έξέταση. Ό Νάσος Βαγενάς, άκολουθώντας ένα δύσκολο δρόμο πού πρέπει νά είναι μακρύς, μάς δείχνει στό «Λαβύρινθο τής σιωπής» μερικές άπ’ τίς προσβάσεις του πρός τά έκεϊ. ’Ιδιοσυγκρασία πού μέ τόν καιρό καί τήν ήδη πλούσια παιδευμένη ευαισθησία του συγκροτεί μιά ποιητική φυσιογνωμία πού άρχίζει νά σταθεροποιεί τήν ίδιαιτερότητά της στούς χώρους καί αύτής καί τής άλλης πραγματικότητας. ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ

πολυεδρικό κοίταγμα τού κόσμου ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ: Σκέψεις. Δοκίμια. Μετ. Νανάς Ήσαΐα. ’Αθήνα, Νε­ φέλη, 1982. Σελ. 220.

’Αναμφισβήτητα, ό συγγραφέας Έρμαν Έσσε είναι γνωστός στό μεγαλύτερο μέρος τού έλληνικού άναγνωστικοΰ κοινού. Οί εκδόσεις πολλών έργων του στάθηκαν άφορμή νά ^ίνουν γνωστές Ειδικότερα στά βιβλία του «Ντέμιαν» καί «Σιντάρτα», μέσα άπό τίς ψυχαναλυτικές άνιχνεύσεις τής αιμομιξίας, τίς ύπολανθάνουσες άναφορές στό οιδιπόδειο σύμπλεγ­ μα καί τό μακρινό, μυστηριώδες κλίμα τών ιστοριών τής ’Ανατολής, ό "Εσσε μάς άποκαλύπτει τήν άγωνία τών ηρώων του, καθώς προσ­ παθούν νά συμφιλιώσουν διαφορε­ τικούς, μεταξύ των, κόσμους καί νά άναγάγουν σέ μιά τελική σύνθε­ ση δλες τίς άντιθέσεις τών πραγμά­ των. Ή γνώση, δμως, αύτή τής φι­ λοσοφίας τού Έσσε δέν παύει νά είναι έμμεση καί έπομένως ύποθετική σέ πολλά της σημεία, άφού μάς δίνεται ή δυνατότητα νά τήν ύπονοήσουμε καί νά τήν άποκρυ-

οί βασικές αντιλήψεις του γιά τή ζωή, όπως αύτές διατυπώνονται καί άναλύονται μέσα στούς συγκεκριμένους μύθους.

πτογραφήσουμε μόνο μέσα άπό τίς μοναδικές σέ όμορφιά μυθοπλασίες του. Τώρα, μέ τήν έκδοση τών «Σκέ­ ψεων» καί «Δοκιμίων» του, μάς δί­ νεται ή δυνατότητα γιά μιά έρευνα σέ βάθος, γιά μιά γνώση συγκεκρι­ μένη καί άμεση, άφού κατά κά­ ποιον τρόπο έχουν κωδικοποιηθεΐ οί βασικότερες άπόψεις του γιά τή ζωή, τήν τέχνη, τήν πολιτική, τήν έκκλησία καί άλλες δραστηριότητες τού άνθρώπου σέ άτομικό καί συλ­ λογικό έπίπεδο. Οί σκέψεις αύτές έχουν άποσπασθεί καί άπομονωθεί μέσα άπό τά διάφορα βιβλία του, τά γράμματά του καί τά δοκίμιά του, είναι δέ άριθμημένες καί συ­ νοδεύονται άπό εύρετήριο γιά τή

δυνατότητα άναζήτησης τής πηγής τους. Θά είναι μεγάλη άπώλεια γιά τόν έλληνα άναγνώστη νά μήν ύποστεί τή συναισθηματική άλωση πού θά τού προκαλέσει ή άνάγνωση τού δοκιμίου «Τό καταφύγιο» καί νά μή συγκλονισθεΐ άπό τίς «Σκέψεις γιά τόν ’Ηλίθιο τού ΝτοστογιέφΒασικός πυρήνας τών σκέψεων καί τού δλου έργου τού Έρμαν Έσσε είναι ή σύλληψη τών άντίθετων δυνάμεων στήν τέχνη καί τή ζωή, γενικότερα. Ή πολυσημαντικότητα τών πραγμάτων διαμορφώ­ νεται άπό τήν πολλαπλότητα τών άντιθέσεων καί τών ροπών μέσα σ’ ένα διαρκές γίγνεσθαι, πού κορυφώνεται μέ τήν ίση δικαίωση τών


οδηγος/75 δύο άκρων. ’Έτσι, μοναδικό μέσο γιά νά φτάσουμε στή σύλληψη καί τήν κατανόηση, σέ συνειδησιακό έπίπεδο, είναι πάντοτε ή σύνθεση καί ποτέ ό διαχωρισμός. Δέν υπάρ­ χει μοναδικό ούτε στην όψη ούτε στή συμπεριφορά. 'Υπάρχει ή πολ­ λαπλότητα της άντίληψης, βασι­ σμένη στη διπολικότητα των πραγ­ μάτων. Στά μάτια τής ανθρώπινης κουλτούρας ή ύπέρτατη πραγματι­ κότητα βρίσκεται στό διαχωρισμό τού κόσμου σέ «καλό, κακό, επι­ τρεπτό, άπαγορευμένο». 'Υπέρτα­ τη πραγματικότητα όμως γιά κεί­ νον πού φτάνει στην όριακή άντίληψη καί τη μαγική έμπειρία τής άντιστροφής όλων των σταθερών κανόνων είναι ή συνειδητή παρα­ δοχή πρός τήν ύπαρξη τών δύο πό­ λων. Έσχατολογικά έχομε μιά «μη­ τριαρχία τού άσυνείδητου πού εκ­ μηδενίζει τήν κουλτούρα». 'Ορια­ κή άντίληψη είναι τό φτάσιμο στή «διαχωριστική γραμμή, όπου ή κά­ θε ιδέα καί ή άντίθετή της άναγνωρίζονται σάν άληθινές». Σ’ αύτήν τήν άπεγνωσμένη προσ­ πάθεια γιά τή σύλληψη τής ενότη­ τας συνοψίζεται τό «πολυεδρικό κοίταγμα τού κόσμου» άπό τόν Έρμαν Έσσε. ’Αλλά τά μηνύματα αύτά δέν είναι πάντα τόσο άμεσα γιά τούς αδαείς πρός τήν άνατολική σκέψη καί κοσμοθεωρία. Θά τολμούσαμε νά πούμε ότι στό συγ­ κερασμό τών δυνατοτήτων τής δυ­ τικής καί άνατολικής άντιμετώπισης τού κόσμου, ό Έσσε ρίχνει τό περισσότερο βάρος στήν άνατολική, όπως φαίνεται άπό τούς μύ­ θους, τουλάχιστον, πού διαμορφώ­ νει στά έργα του. Σέ μιά τέτοια συγκριτική άνάλυση τών θρη­ σκειών καί τόν συγκερασμό τους καταλήγει: «Όλη ή ζωντανή γνώση έχει ενα άντικείμενο μόνο. Είναι γνωστή σέ πολλούς κι έχει έκφραστεϊ μέ χίλιους τρόπους, άλλά πα­ ραμένει ή Μία πάντα ’Αλήθεια. Εί­ ναι ή γνώση εκείνου πού είναι ζων­ τανό μέσα μας, τής μυστικής μα­ γείας, τής μυστικής εύλάβειας πού ό καθένας φέρνει μέσα του: ή γνώ­ ση πού ξεκινώντας άπό αύτό τό ένδότατο σημείο είναι δυνατό νά ύπερβεί όλα τά ζεύγη τών άντιθέτων. Οί Ίνδουιστές τήν άποκαλοΰν Άτμαν· οί Κινέζοι Τάο· οί Χρι­ στιανοί, Χάρη». Στή βαθύτατη σκέψη του γιά τό Θεό καί μέσα σέ ένα όραμα όριστικής συνθέσεως τών δυνατοτήτων τής φύσης καί τού πνεύματος, άποφαίνεται:

«Θεός: τό ένα Πνεύμα πάνω άπό δλες τίς εικόνες καί τίς πολλαπλό­ τητες». Πέρα άπό τίς άναζητήσεις αΰτές γιά τήν έξάντληση τών δυνατοτή­ των τού πνεύματος πρός τήν έσχα­ τη γνώση ό “Ερμαν Έσσε μεθοδεύ­ ει καί ταξινομεί τίς σκέψεις του γιά τά τρέχοντα, αισθητικά καί πολιτι­ κά, προβλήματα. Καταδικάζει τόν πόλεμο, ό όποιος δέν προωθεί τί­ ποτα, άλλά άπλώς άναβάλλει, χα­ ρακτηρίζει τήν τεχνολογία καί τόν έθνικισμό σάν διανοητικές παθή­ σεις, εκφάνσεις τής μεγαλομανίας, θεωρεί πιό σπουδαία τήν άνθρωπότητα άπό τήν πατρίδα, καταδι­ κάζει άπερίφραστα τό φασισμό καί τή ροπή πρός τόν πόλεμο σάν μιά τεράστια μαζική ήλιθιότητα καί χαρακτηρίζει τήν υπολογισμένη έχθρότητα πρός τή σκέψη, ξεγνοια­ σιά πίσω άπό τήν πανοπλία τής βλακείας. Στή θεώρηση τών υποθέ­ σεων αύτών καί στήν άναζήτηση τού μοναδικού δρόμου πρός τήν έσωτερική ισορροπία, πρός τήν κα­ τάσταση τής άπόλυτης άρμονίας μεταξύ φυσικού καί πνευματικού μας είναι, μέ άλλα λόγια πρός τήν κατάκτηση τής εύτυχίας, προεξέχει γιά τόν Έσσε ή ιδιαιτερότητα τού άτόμου. Στήν περίπτωση αΰτή τό άτομο δέν άποτελεί άκαθόριστη όπτασία τών όνειροπολημάτων του, άλλά άπτό, συγκεκριμένο στό­ χο παρατήρησης, ή μοίρα τού όποι­ ου καί ή θέση του στήν όργανωμένη κοινωνία γίνεται καίριο έναυσμα ψυχαναλυτικών διερευνήσεων καί αντικείμενο κοινωνικοϊστορικών συσχετίσεων. Καθώς συνειδη­ τοποιεί, μάλιστα, δτι τά λόγια ενός συγγραφέα δέν είναι δυνατό νά έπηρεάσουν τίς πολιτικές έξελίξεις, άρχίζει νά άσχολεΐται περισσότερο μέ τό άτομο, παρά μέ τήν κοινωνία σάν σύνολο. Έτσι, γιά νά μήν πάμε ένάντια σ’ αύτό πού είμαστε, γιά νά κάνουμε τή ζωή μας πιό εύκολη, πιό κατανοητή, δίδοντάς της τό έλάχιστο νόημα πού ή άξιοπρέπεια τής ύπαρξης υπαγορεύει, θά πρέ­ πει έπιτέλους νά παραδεχτούμε τόν έαυτό μας καί τά άναφαίρετα δικαιώματά του. Αύτό τό εναγώνιο μήνυμα, μέσα άπό τό έξαιρετικά ένεργητικό πεδίο τών σκέψεών του, άπευθύνει ό Έσσε σέ μιά πάσχουσα, δσο καί άδρανή, άνθρωπότητα. Τά έπιχειρήματά τρυ είναι τόσο καθαρά καί άπλά, ώστε προσεγγί­ ζουν τή λογική τής φύσης. Άλλω­ στε, ή φύση μόνο, καί κατ’ έπέκτα-

μέσα άπό τήν όποια άναδύεται ή δραματικότητα.

ΤΑΤΙΑΝΑΣ ΣΤΑΥΡΟΥ: Τετράδια μνήμης. ’Αθήνα, 'Ελληνικό Λογοτεχνικό καί 'Ιστορικό ’Αρχείο, 1982. Σελ. 110.

ΤΙΣ μνήμες της άπό τήν επαφή μέ τά γραφτά άλλά καί τά ίδια τά πρόσωπα τεσσάρων έξεχόντων λογοτεχνών τής λεγάμενης γενιάς τού ’30 (Μυριβήλη, Βενέζη, Καστανάκη καί Μυρτιώτισσας) μεταφέρει στό βιβλίο της αύτό ή Τατιάνα Σταύρου. Καί μαζί μέ τίς μνήμες, πού κρατιούνται μακριά άπό τήν άνεκδοτολογική διήγηση, υπάρχει καί μιά κριτική θεώρηση (άπόλυτα θετική βέβαια γιά τά έργα, καθώς κύριο στήριγμά της είναι ή συναισθηματική άντιμετώπιση). Έτσι, τά «Τετράδια μνήμης» ξεπερνούν τό έπίπεδο τού γλαφυρού μόνο άφηγήματος.

Μακεδονία. 4000 χρόνια έλληνικής Ιστορίας καί πολιτισμού. ’Αθήνα, ’Εκδοτική ’Αθηνών, 1982. Σελ. 576.

ΕΝΗΜΕΡΩΜΕΝΗ μέ τά τελευταία πορίσματα τής έπιστήμης καί τής άρχαιολογικής έρευνας, ή έκδοση καλύπτει πλήρως τήν ιστορία τής Μακεδονίας άπό τούς προϊστορικούς χρόνους ως τόν αιώνα μας. Τά ύψηλής στάθμης κείμενα -εκλαϊκευμένα άλλά δχι λαϊκά- έγιναν ειδικά γιά τό βιβλίο αύτό άπό έλληνες καί ξένους καθηγητές, άκαδημαϊκούς καί άλλους ειδικούς έπιστήμονες. Έτσι, καθώς υπάρχει συμπληρωματικά ή πλούσια σωστή εικονογράφηση, ό τόμος είναι εξαιρετικός στό είδος του, δηλαδή τίς πολυσέλιδες πολύχρωμες εκδόσεις πού άπευθύνονται στό εύρύ μή έπιστημονικό άναγνωστικό -καί άγοραστικό- κοινό. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ


76/οδηγος

ση ή ιδιαίτερη φύση, καθορίζει τή δυναμικότητα δράσης καί τό πλέγ­ μα τών ροπών, συναισθηματικών καί ψυχολογικών, τού κάθε άτόμου. ’Επιπλέον, ή ίδια ή φύση κα­ θορίζει καί τά πλαίσια Αποδοχής ή όχι τών άντιδράσεων αύτών, τόσο πρός τόν εαυτό μας, δσο καί πρός τούς άλλους. «Ή διαφορά μας μέ τό Μάρξ είναι δτι έκεΐνος μίλησε στίς μάζες καί γώ στά άτομα», εί­ πε. ’Αλλά, πώς, γενικότερα, δι­ καιολογεί τήν τοποθέτησή του αύτή ό Έσσε; Γιατί τό πιό επιτακτικό πρόβλημα γιά αύτόν δέν ήταν ποτέ τό κράτος, ή κοινωνία καί ή έκκλησία, άλλά ό ξεχωριστός άνθρωπος, «τό μοναδικό, μη τυποποιημένο άτομο»; «’Επειδή, ό καθένας πού έχει πετύχει ένα μεγάλο βαθμό άτομικότητας, λέει ό ίδιος, δέν μπορεί παρά νά δει στό τέλος δτι ή ζωή εί­ ναι ένας άγώνας άνάμεσα στή θυ­ σία καί τήν πρόκληση, άνάμεσα στήν άναγνώριση τών συλλογικών άξιών καί τή διάσωση τής προσω­ πικότητας». Καί άκόμα: «ό χειρό­ τερος εχθρός καί διαφθορέας τού άνθρώπου είναι ή τάση -πού είναι τό άποτέλεσμα τής διανοητικής άδράνειας καί τής επιθυμίας μας νά διατηρήσει κανείς τήν ησυχία του- τής προσχώρησης σέ όμάδες καί οργανώσεις μέ καθορισμένα δόγματα». Γι’ αύτό, ή μή παραδοχή τής ιδιαιτερότητας τού άτόμου ση­ μαίνει, κατά τόν Έσσε, καταπίεση τής έμφυτης φύσης. Στή συνέχεια, ή Αναγκαστική υποταγή στούς επι­ βαλλόμενους νόμους καί θεσμούς καταλήγει στήν παραβίαση τών κα­ νόνων τής φυσικής συμπεριφοράς. ’Αλλά αύτό δέν σημαίνει καί έναν

πρωτοφανή βιασμό τού άτόμου άπό τήν κοινωνία; Ή , μήπως, σέ άντιδιαστολή μέ τούς ισχυρισμούς καί τά έπιχειρήματα τού Έσσε, ή συλλογική θεώρηση τών προβλημά­ των τού άνθρώπου σημαίνει καί μιά άπελευθέρωση τών βαθύτερων φόβων του, μέ τήν έξάλειψη τής ιδέας τής θνητότητας; Ή τάση νά συμμετέχουμε σήμερα όλο καί πε­ ρισσότερο στά κοινά, είναι, μήπως, μιά άπόπειρα συγκάλυψης κρυμμέ­ νων ένοχών σέ βάρος τής άτομικότητας, γιά νά μήν άντιμετωπίσουμε, άς πούμε, τό πρόβλημα τού πε­ περασμένου τού άνθρώπου ώς άτο­ μο; Καί μέχρι ποιό σημείο μπορεί ή συλλογικότητα νά βοηθήσει τό άτο­ μο, στήν περίπτωση αύτή; 'Ωστόσο, μπορεί νά διαχωρίζει, θέτοντας σέ διαφορετική μοίρα τά συλλογικά προβλήματα ό Έσσε, άλλά αύτό δέ σημαίνει δτι άποξενώνεται άπό αύτά ή πώς δέ τόν ένδιαφέρουν καθόλου. 'Απλώς, οΐ προωθήσεις τών κοινών άγώνων, τά έπιτεύγματά τους, έχουν τή ση­ μασία τους ώς πρός ένα όρισμένο βεληνεκές καί μόνο. Ποτέ δέν μπο­ ρεί νά ύποτεθεί δτι προωθούν τήν ύπόθεση τού πολιτισμού γενικότε­ ρα. Χαρακτηριστική είναι ή καταρχήν άποδεκτή ιδέα τού κομου­ νισμού ώς αναγκαίου συστήματος, γιατί «θά εξαλείψει τήν πείνα, Απαλλάσσοντας έτσι τήν Ανθρωπό­ τητα άπό έναν έφιάλτη». ’Αλλά, στό μέλλον, δέν πιστεύει δτι ό κο­ μουνισμός θά πραγματοποιήσει δ,τι οί θρησκείες, οί νόμοι καί οί φιλοσοφίες τών προηγούμενων αιώνων δέν μπόρεσαν νά έπιτύχουν. Ή φυσική ισορροπία τού άν­

ΑΝΝΑ Μ ΠΑΛΛΗ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΣΑ Π Μ Α Ν α) Ποια ήταν π Τσαπμαν? 6) Γιατί πρ0ε σ τ ην Ελλαδα? y ) Π οιοι και για τί τη σ κότω σ αν? Γ Κ Λ η ν ι τ Α Λ Π } . 7 η π η ν Λητ ΕΚΔΟΣΗ. ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΕ

ΦΕΙΛΙ0Υ 1 4 1 6 ΑΘΗ ΝΑ ΤΗΛ. 3 600.059

θρώπου, ή εύτυχία, είναι ύπόθεση τού έαυτοΰ του καί μόνο καί δέν Απορρέει ποτέ σάν συνισταμένη έπιτυχιών τών συλλογικών ενδια­ φερόντων. Μόνο δταν οί άνθρω­ ποι, σέ Ατομικό έπίπεδο, καταφέ­ ρουν νά καλυτερέψουν, θά προσδώσουν καί στήν κοινωνία τήν ποιότητα τού δυναμικού της, κάνοντάς την, έτσι, καλύτερη στό σύ­ νολο. Πάντοτε ή πρόοδος σέ όλους τούς τομείς τής Ανθρώπινης δρα­ στηριότητας καί συμπεριφοράς ήταν άποτέλεσμα παραστρατημά­ των, δηλαδή Ανθρώπων πού ξέφυγαν άπό τούς παραδεκτούς καί κα­ θιερωμένους τρόπους καί έδωσαν προτεραιότητα στίς έμφυτες παρορμήσεις τους. Τελειώνοντας τά σχόλια αύτά θά πρέπει νά έπισημάνουμε τή διεισ­ δυτικότητα τού Έσσε στά πράγμα­ τα τού καιρού του καί στήν προο­ πτική τους πρός τό μέλλον, άπόψεις πού, κατά τή γνώμη μας, δι­ καιώθηκαν, δσον Αφορά, τουλάχι­ στο, τό κράτος καί τήν έκκλησία, τήν πολιτική καί τή θρησκεία. Ή κριτική του Αντίληψη, Επιφυλακτι­ κή στήν άρχή καί τεκμηριωμένη στή συνέχεια, βάσίζεται πάντα στήν εμπειρία τής πράξης καί τής φυσικής εφαρμογής. «Ή Αλήθεια βιώνεται, δέν διδάσκεται», είπε. Καί Αναζητώντας παντού την ύπέρτατη ομορφιά, τήν ψυχή τών πραγμάτων, τή λυτρωτική συνείδη­ ση τής γνώσης, παρατηρεί: «Άν ή ψυχή δέν βρίσκεται μέσ'* στίς λέ­ ξεις, στούς τρόπους, στόν τόνο τής φωνής, κάπου θά πρέπει νά ύπάρχει στό τέλος». Είναι ή Ανώτατη πί­ στη γιά τόν "Εσσε, ή πιό Αρχαία Αλήθεια, τό πρωταρχικό καί πιό Αναγκαίο στοιχείο, έκ τών ών ούκ άνευ, τής εύτυχίας. Γι’ αύτό καί δλα του τά μυθιστορήματα άποτελοΰν «βιογραφίες τής ψυχής». Πρέπει νά τονιστεί άκόμα ή προσφορά τής Νανάς Ήσαΐα γιά τή μετάφραση τών «Σκέψεων καί δοκιμίων», καθώς καί γιά τόν δοκιμιακοΰ επιπέδου πρόλογό της. Στίς λίγες σελίδες τού προλόγου παρουσιάζονται, σχεδόν σφαιρικά, οί κυριότερες θέσεις τού ’Έσσε μέ χαρακτηριστική άνεση, τόσο στήν Ανάλυση δσο καί στή συμπύκνωσή τους. Έ να γεγονός άκόμα πού μάς επιτρέπει νά τολμήσουμε καί νά κατατάξουμε τό βιβλίο αύτό μέσα στά, λίγα, καλύτερα τής χρονιάς. ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ


οδηγος/77

ταλέντο για ζωή

πλαίσιο για παιδια ^

ΚΑΘΡΙΝ ΜΑΝΣΦΗΛΝΤ: Μακα ριότητα. Μετ. Μαρίας Λαϊνα Γράμματα!Λογοτεχνία, άριθ. 35 ’Αθήνα, Γράμματα, 1981. Σελ. 239 ΚΑΘΡΙΝ ΜΑΝΣΦΗΛΝΤ: Γκάρ ντεν πάρτν. Μετ. Μίνας Δαλαμάγ κα. ’Αθήνα, Όόυσσέας, 1982. Σελ 204.

«'Όταν κοιτάζω πίσω» -έγραφε ή Κάθριν Μάνσφηλντ, έτών 34 καί στά πρόθυρα τοϋ θανάτου- «βλέπω πώς γιά δλα τά λάθη μου αι­ τία ήταν ό φόβος. Φοβόμουν σάν παιδί στη Νέα Ζηλανδία» -δπου γεννήθηκε τό 1888- «δτι θά έμενα πάντα χοντρή, άχαρη καί χωρίς φίλους, δτι ποτέ δέ θά κατάφερνα νά δραπετεύσω άπό τήν αυστη­ ρή οίκογένειά μου. Φοβόμουν στό Λονδίνο, δπου κα­ τέφυγα, δτι θά έμενα γιά πάντα ένα κορίτσι σέ ξενώνα νεότητος, μέ ελάχιστα -εισοδήματα, γράφοντας κείμενα γιά διάφορα περιοδικά στό γόνατο. Φοβόμουν μετά τό γάμο μου μέ τό Μίτλετον-Μάρρυ δτι θά φθαρώ στήν έξοχή φτιάχνοντας σπιτικές μαρμελάδες καί κυνηγών­ τας μέ τίς πετσέτες τής κουζίνας τά ξεστρατισμένα κοτόπουλα τών γει­ τόνων άπό τόν κήπο μου, ένώ αυτά πού έγώ ήθελα ήταν μουσική, φώ­ τα, κόσμος». Καί τό χειρότερο άπ’ Κάθριν Μάνσφηλντ

δλα, φοβόταν δτι θά έχανε τή μάχη μέ τό θάνατο πρίν προλάβει νά γράψει ότιδήποτε πού θά έμενε. Μερικά άπό τά παραπάνω τά έγραψε ή τά είπε ή ίδια ή Κ.Μ. Τά υπόλοιπα τά έγραψαν άλλοι γι’ αύτήν. Τό βέβαιο δμως είναι πώς τέ­ τοιου είδους μονόλογοι δέν θά έβγαιναν ποτέ άπό τό στόμα μιάς ήρώίδας της. Τό ενδιαφέρον γιά τήν Κάθριν Μάνσφηλντ καί τό έργο της αύξάνει τά τελευταία χρόνια, καί κυ­ ρίως στήν ’Αγγλία, τή χώρα δπου έζησε τό μεγαλύτερο μέρος τής ενή­ λικης ζωής της. Ή έντονη προσω­ πικότητά της έλκύει τούς βιογρά­ φους δπως μιά φλόγα τά λεπιδόπτερα. Στήν Ελλάδα τελευταία κυ­ κλοφόρησαν δυό συλλογές διηγη­ μάτων της, ή «Μακαριότητα» καί τό «Γκάρντεν πάρτυ». Τό τελευ­ ταίο, πού θεωρήθηκε άπό βρισμέ­ νους σάν τό κορυφαίο έργο της, δημοσιεύτηκε τή χρονιά πού κυ­ κλοφόρησε ό «Όδυσσέας» τού Τζόυς καί ή «Έρημη χώρα» τοϋ Έλιοτ. Σ’ αύτό τό βιβλίο, πού πε­ ριέχει συνολικά 15 διηγήματα, πε­ ριλαμβάνονται μερικά άριστουργηματικά κομμάτια δπως τό «Γκάρ­ ντεν πάρτυ», πού δίνει καί τόν τίτ­ λο στη συλλογή, «Στό λιμανάκι», «Τό ταξίδι» καί « Ό άγνωστος». ’Αλλά καί στή «Μακαριότητα» έλάχιστα μόνο βρίσκονται εκτός

1

ΜΑΝΟΥ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ: Ό χιονάνθρωπος πού δέν ήθελε νά λιώσει. Εικόνες Διατσέντας Παρίση. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ. Δρχ. 250. ’Αντίθετα, τό βιβλίο τοΰ Μάνου Κοντολέοντα «Ό χιονάνθρωπος πού δέν ήθελε νά λιώσει» είναι σαφώς γιά μικρά παιδιά. "Ομως σ’ αύτό ξαναβρίσκουμε τίς άντκράσεις πού ύπάρχουν στά πρώτα βιβλία τοΰ συγγραφέα καί πού φάνηκε δτι τίς είχε πιά ξεπεράσει στό ώραΐο τελευταίο μυθιστόρημά του «Ό Έε άπό τά άστρα». Έτσι, ένώ τό πρώτο διήγημά του, πού δίνει καί τόν τίτλο τοΰ βιβλίου, είναι ένα ώραΐο ά-διδακτικό παραμύθι γιά τό νερό, σέ άλλα ό πολιτικός διδακτισμός καί οί μονοσήμαντοι συμβολισμοί παγιδεύουν τό συγγραφέα. Στό «Ένας πιγκουΐνος άσπρος, μαύρος, κίτρινος καί μιά τίγρη» ή Ελλάδα παρουσιάζεται ώς ή Ιδανική χώρα. Ή μόνη μικρή παραφωνία, οί άστυνομικοί —ένα ψάρι καί ένα ζαρκάδι— έξουδετερώνεται άπό τούς άναζητοΰντες τό τέλειον έπισκέπτες —τόν πιγκουΐνο καί τήν τίγρη. Στή συνέχεια αύτοί ζοΰν άρμονικότατα μέ τήν Έλληνοπούλα Μαντλέν. Τί κρίμα πού τό ταλέντο τοΰ Μ.Κ. παγιδεύεται έτσι. ΜΑΡΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ: Ό καραμελοβασιλιάς. 'Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή. Γιά μικρά άπό 4 χρ.-7 χρ. είναι «Ό καραμελοβασιλιάς» τής Μαρίας Βασιλειάδου. Υλικό τά γλυκά! Στόχος της ή τυραννία. Νικητής ό λαός. Ένα παραμύθι ώραΐο, άπλό, συμβολικό, χωρίς πρόθεση διδακτισμοΰ άλλά τόσο πολύ διδακτικό! Ένα ώραΐο κλασικό, λαϊκό παραμύθι πάνω σέ σύγχρονες έννοιες, φτιαγμένο μέ σύγχρονα ύλικά, γραμμένο μέ κέφι καί φαντασία γιά σημερινά παιδιά. ΕΛΕΝΗ ΠΑΜΠΟΥΚΗ


78/οδηγος σύγκρισής μέ τό πρώτο, τό «Πρελούδιο». «Ή Κάθριν Μάνσφηλντ, δπως έγραψε ό συγγραφέας καί κριτικός Angus Wilson μέ την εύκαιρία τής έκδοσης ένός τόμου πού συγκεντρώνει δλα τά διηγήματά της, έγραψε μερικά άπό τά καλύτε­ ρα διηγήματα τής πρώτης πεντη­ κονταετίας τού αιώνα. ’Από την άποψη τού στύλ, υπήρξε έπινοητική καί καινοτόμος. Μπορούσε νά συνδυάσει μιά σχεδόν θεατρική, πρωτόγονη έτοιμότητα πνεύματος πού δέν ήταν ούτε υπερβολική, ού­ τε σκόπιμη, μέ μιά άπόκοσμη καί εκλεπτυσμένη άντιληπτικότητα. Έπιπροσθέτως έκανε μιά διακριτική χρήση τών λέξεων, πού προσέδιδε ποίηση στην πρόζα της χωρίς ή ίδια νά έχει την παραμικρή πρό­ θεση νά τήν κάνει ποιητική». Ή Κ.Μ. διαποτίζει τά γραπτά της μέ τή μνήμη τής Νέας Ζηλαν­ δίας τών παιδικών της χρόνων καί συχνά οί ήρωίδες καί ήρωές της έχουν σάν πρότυπα πολύ κοντινά συγγενικά της πρόσωπα. Σ’ αύτή τή νοσταλγία ή Κ.Μ. έβρισκε ένα συναισθηματικό άντιστάθμισμα γιά δλες τίς άρρώστιες, σωματικές καί ψυχικές, καί γιά δλες τίς άτυχίες πού ή εξορία της στήν Ευρώπη τής είχε κοστίσει. Ή Κάθριν Μ., έστω κι άν δέν έζησε άρκετά γιά νά μπο­ ρεί τό έργο της νά συγκριθεί σέ πο­ σότητα μέ αυτό τής Βιρτζίνια Γούλφ, τής Τζήν Ρύς καί τής Έλίζαμπεθ Μπόουεν, εντούτοις μπορεί νά υπολογίζεται σάν ίση τους. Με­ ρικοί βέβαια διαφωνούν, άλλά ό Τζών Κάρρυ, κρίνοντας τή βιογρα­ φία τής Μάνσφηλντ πού είχε σάν συγγραφέα τόν Άντονυ "Ωλπερς, σημειώνει ότι «ή έλλειψη κουλτού­ ρας τής Μάνσφηλντ υπήρξε μεγάλο πλεονέκτημα. Τό σκληρό καί άμεσο στύλ της, καθαρό άπό ιδέες, κάνει τήν εγκεφαλική συμβολική πρόζα τής Βιρτζίνια Γούλφ νά μοιάζει βαριά καί τεχνητή σάν μακρύ κεν­ τημένο βικτοριανό μεσοφόρι». «’Αντάλλαξα τήν ιδιοφυία μου μέ τή ζωή μου» έγραψε ή Μάν­ σφηλντ στά είκοσι της χρόνια. ’Αποδείχτηκε άκριβές μέ πολλούς τρόπους. "Οταν δέκα χρόνια άργότερα διαγνώστηκε ή μοιραία άρρώστια, οί γιατροί τήν προειδοποίη­ σαν πώς ή μόνη έλπίδα της ήταν τό σανατόριο, άλλά άρνήθηκε νά μπει σέ κάποιο, γιατί αύτό θά σήμαινε πώς έπρεπε νά σταματήσει νά γρά­ φει. ’Αντί γι’ αύτό κατέληξε σέ μιά περίεργη «φάρμα υγείας ή ύγιει-

νής», γεμάτη έλπίδες καί σχέδια, δπου όμως τής έδωσαν ένα δωμά­ τιο κοντά στό σταύλο μέ τίς άγελάδες ώστε νά μπορεί νά εισπνέει τά χνώτα τους μέ τίς θεραπευτικές -κατά τήν άντίληψη τών Θεραπόν­ των της- ιδιότητες. Σέ ένα σημείωμα σύντομο δπως αύτό, ίσως δέν έχουν θέση τόσο πολλές πληροφορίες γιά τή ζωή τού ή τής συγγραφέα, άλλά στήν περί­ πτωση τής Μάνσφηλντ νομίζω πώς είναι άπαραίτητο, γιατί, δπως ση­ μειώνει καί ή Μαρία Λαϊνά στήν εισαγωγή πού κάνει στή συλλογή «Μακαριότητα»: ή σιγανή, σταθε­ ρή, άδιάλειπτη ύπόσκαψη τών ερεισμάτων ή άντιστάσεων τού άναγνώστη όρίζει τήν ιδιαίτερη ποιότητα τής ιδιοφυίας όρισμένων συγγραφέων. Πιστεύω δτι γι’ αύτό εύθύνεται κυρίως τό ταλέντο τους γιά ζωή, πού άναγνωρίζεται έπαρκώς στό σύστοιχο συγγραφικό τους έργο, καί ή έκπληκτική συνακό­ λουθη άπλότητα πού παρακολου­ θεί τήν άφήγησή τους. Σ’ αύτό τό είδος συγγραφέων άνήκει ή Μάν­ σφηλντ... Πραγματικά, αύτό τό ταλέντο γιά ζωή βρίσκει ένα έπαρκές σύ­ στοιχο στό έργο τής Κ.Μ., άν καί ή θυελλώδης ζωή της δέν έχει κανένα ρεαλιστικό άντίκρισμα σ’ αύτό τό έργο. Τά πρόσωπα πού κινούνται τόσο αθόρυβα στά λαμπερά τοπία τών διηγημάτων της, στά κοσμικά ή άπόμερα καφέ καί ξενοδοχεία ή στά βαριά ταπετσαρισμένα σαλό­ νια ιδιωτικών κατοικιών, ζοΰν τήν καθημερινότητά τους μέ τή σπατά­ λη καί τή σιγή στήν όποια τά ύποχρεώνει τό βλέμμα κάποιας πού τά παρακολουθεί ύπνωτισμένη μέσα άπό μιά σταθερή κουνιστή πολυ­ θρόνα, πού μπορεί δμως κάθε στιγ­ μή ή ίδια νά άναιρέσει ή νά ταρά­ ξει άπλώς μέ μιά έλαφρή κάμψη αύτό τό κοίταγμα. Τό πάρτυ πού θά δοθεί στόν κήπο ματαιώνεται -στό όμώνυμο κομμάτι- δταν τό διογκωμένο μπαλόνι τής προετοι­ μασίας, πού σηκώνει μαζί του άτελεύτητες γυάρδες δαντελών καί βα­ ρύτιμων υφασμάτων, καπέλα μέ κορδέλες άπό σατέν, όγκους ήρε­ μων διακοσμήσεων, τεντωμένα νεύ­ ρα, μικροατυχήματα καί βουναλά­ κια άπό γλυκίσματα καί φαγητά, σκάει άπό τό γεγονός ένός τυχαίου θανάτου. Στό διήγημα «Στό λιμανάκι» ένα όργιο συγκρούσεων κατεβαίνει στήν κλίμακα τών άποχρώσεων τού

γρασιδιού, στήν «Κοπελίτσα» επι­ τυγχάνεται ή άνάδυση τού γαλά­ ζιου πουλιού τής ευφορίας καί τής προσαρμοστικότητας μέσα άπό μιά σειρά αιχμηρών γραμμών έφηβικής ύπεροψίας καί άκαταδεξιάς. Στό διήγημα «Πρελούδιο» τής «Μακα­ ριότητας» μιά χωροταξική μετακί­ νηση έπιδρά στήν ψυχολογία τής οικογένειας καί στίς σχέσεις τών μελών της, μέσα άπό λαβύρινθους φαινομενικά άσχετων διαλόγων, έλάχιστων κινήσεων, τεντώματα κατοικίδιων ζώων καί άτέλειωτα σερβιρίστατα τσαγιών καί δείπνων. Στό «Δέν όμιλώ τήν γαλλικήν» σκάει μύτη όλίγος Φρόυντ. Σίγουρα ή Κ.Μ. μπορεί νά είναι συχνά λιγότερο πανούργα, άλλά νά καθηλώνει τίς ήρωίδες της -συνή­ θως αυτές- καί νά τούς επιφυλάσ­ σει περισσότερο ή λιγότερο κακά ξεμπερδέματα, δπως στή «Δεσποι­ νίδα Μπρίλλ», ή νά τούς στρέφει τήν πλάτη, δπως στίς «Σελίδες άλ­ μπουμ». "Οποιος έπιθυμεϊ νά έντρυφήσει στίς λεπτομέρειες τών σκανδάλων πού άκολουθοΰσαν τήν Κ.Μ. κατά πόδας άπό τή νεαρή της ήλικία, δέν έχει παρά ν’ άναζητήσει τίς βιογραφίες, άλλά καί τά ημερολό­ για καί τήν άλληλογρΛφία της, τά όποια ό Μίτλετον-Μάρρυ φρόντισε νά δώσει στή δημοσιότητα μόλις τά διηγήματά της άρχισαν ν’ άνεβαίνουν στίς λίστες τών πωλήσεων. Καί πραγματικά πολύ σύντομα πλούτισε άπό τά βιβλία τής νεκρής συζύγου του καί έζησε καλύτερα μέ τήν έπόμενη.Ώς συνήθως, αυτού τού είδους οί ιστορίες δέν ξεγλι­ στρούν εύκολα άπό τά πολύπειρα δάχτυλα τής κοινοτυπίας. ΝΑΤΑΣΑ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙ


οδηγος/79

όριακό σημείο στήν παραγωγή τοϋ Πίντερ

ΧΑΡΟΛΝΤ ΠΙΝΤΕΡ: Ό έπιστάτης. Μετ. Κώστα Σταματίου. ’Αθήνα, Ιθάκη, 1982. Σελ. 92. Ή πρώτη ματιά στην πρόσφατη έκ­ δοση τού «Επιστάτη» προτρέπει στό νά μήν άσχοληθεΐ κανείς σοβα­ ρά μαζί της. Καί αιτία σ’ αυτή την έντονα άπωθητική διάθεση είναι τό κακότεχνο εξώφυλλο καί τό άληθινά άπαράόεκτο όπισθόφυλλο. ’Αλ­ λά, τελικά, ή σημασία τού ίδιου τού έργου καί παράλληλα ή μόνιμη φτώχεια έλληνικών έκδόσεων θεα­ τρικών κειμένων -δσο κι άν δείχνει τελευταία νά δημιουργεϊται μιά κά­ ποια κίνηση- όδηγοϋν τουλάχιστον τους προϊδεασμένους νά άγνοήσουν περιφρονητικά τό περίβλημα καί νά βυθιστούν στό σοβαρό πε­ ριεχόμενό του. Γιατί, πραγματικά, ό «’Επιστάτης» είναι ένα όριακό σημείο σ’ δλη τη θεατρική παραγω­ γή τού Πίντερ καί -σέ έπέκτασηόλόκληρου τού σύγχρονου θεά­ τρου, καθώς άποδεικνΰει πώς δέν χρειάζονται πιά συμβολικά στοι­ χεία, άσαφείς φιλοσοφικές άναφορές, άπτή ή συγκεκαλυμμένη βία, χρονική καί τοπική άσυνέχεια κλπ., γιά νά γεννηθεί τό κλίμα τού παράλογου. ’Αρκεί ή κατάλληλη χρήση τού πιό άπλοΰ μέσους τού ρεαλισμού. Κάθε τί στόν «’Επιστάτη» έχει τή ρεαλιστική του εξήγηση, μά, άπό τήν άλλη, λίγα μόνο έργα έμφανίζουν τήν άνθρώπινη ζωή τόσο άναίτια καί τό άτομο τόσο έκθετο στήν άπειλή. ’Απειλή πού προέρχε­ ται τόσο άπό τήν ύπαρξη καί άλ­ λων άτόμων γύρω του, δσο καί άπό τήν ίδια του τή φύση. Ό μύθος τού έργου είναι άπ’ αύ-

τούς πού περιγράφονται μέ δύο ή μέ δύο έκατομμύρια λέξεις: Ό Άστον, τριαντάρης καί μέ ρημαγ­ μένο μυαλό, φέρνει στό δωμάτιό του, σ’ ένα σπίτι πού άνήκει στό μικρότερο άδελφό του Μίκ, ένα γέ­ ρο άλήτη. ’Αδηφάγα ό τελευταίος δέν άρκεϊται στή φιλοξενία, μά προσπαθεί νά άρπάξει δσο τό δυ­ νατό περισσότερα, άκόμη καί στρέ­ φοντας τό ένα έναντίον τού άλλου τά δύο άδέλφια. Στήν προσπάθειά του, δμως, άποτυγχάνει καί έκδιώκεται άπό τόν «παράδεισο» πάλι έξω στήν κρύα πόλη. Πίσω άπό τό μύθο διαφαίνεται ή κατ’ έξοχήν πιντερική θέση, αυτή πού στά μετέπειτα έργα του (ό «’Επιστάτης» είναι τού 1960) σάν άθέατος ιστός άράχνης τά τυλίγει δλο καί σφιχτότερα: τό «είναι» καί τό «μή είναι». Τά πράγματα, δηλα­ δή, έπιδέχονται διαφορετικές Εξη­ γήσεις καί ή ρεαλιστική γραφή δέν έξοστρακίζει τίς πολλαπλές ερμη­ νείες. Παράδειγμα, ό γερο-άλήτης, πού λέει ότι χρησιμοποιεί τό όνομα Τζένκινς, άλλά τό πραγματικό του είναι Νταίηβις. Τό γεγονός φαίνε­ ται τόσο άπλό, ώστε μπορεί καί νά μήν είναι άληθινό, κι έτσι γεννιέται μέσα στό έργο ή κρίση (άγωνία) τής ταυτότητας. Μέ τέτοιους τρόπους καί μέσα, ό «’Επιστάτης» άποκτά τέτοια καθολικότητα («παγκόσμια καί τραγική ποιότητα» λέει ό Μάρτιν Έσσλιν), δση κι ένα άπόλυτα συγκεκριμένο έκθεμα στό μουσείο τής εξέλιξης τών ειδών. Καί οί γενικότητες άπό

Χάρολντ Πίντερ

τίς άναγωγές του, καλύπτουν κάθε άτομο σέ κάθε κοινωνία καί ίσως σέ κάθε χρόνο, άσχετα άν τό έργο έξελίσσεται μεταπολεμικά στό λαϊ­ κό Λονδίνο. Στό σημείο αυτό είναι καί ή άξια τής μετάφρασης τού Κώστα Σταμα­ τίου, πού μεταπλάθει τή συχνά ιδιωματική λαϊκή γλώσσα τών τριών ηρώων σέ έλληνική λαϊκή γλώσσα, χωρίς νά περιορίζει τά νοήματά της σέ μιά όρισμένη κοι­ νωνική τάξη. Έτσι, «υπηρετεί» τό κείμενο δσο γίνεται καλύτερα, ένώ συμπληρωματικά άποφεύγει νά τό «πληγώσει» μέ άναδημιουργίες... Κι εδώ, άς κλείσει τό συνοπτικό -γιά τόν Πίντερ κυρίως- σημείωμα πού άφορά τόν «’Επιστάτη», γυρί­ ζοντας στό σημείο τής έκδοσης, άπ’ δπου ξεκίνησε: τό όπισθόφυλλο. Συγχωρεϊται στήν παρουσίαση ένός τέτοιου κειμένου νά υπάρχει βιογραφικό σημείωμα τού συγγραφέα πού ή έργογραφία του νά σταμα­ τάει στό 1974; (Ό ταν μάλιστα πρίν άπό δύο χρόνια παρουσιάστηκε στήν ’Αθήνα μέ μεγάλη έπιτυχία ή μεταγενέστερη «Προδοσία» ...) Συγχωροΰνται οί άσυνταξίες στήν άναφορά τών τίτλων τών κινηματο­ γραφικών έργων μέ σενάριο Πίν­ τερ; Συγχωρεϊται, μέ λίγα λόγια, ή έλλειψη σεβασμού πρός τή νοημο­ σύνη τού άναγνωστικού κοινού καί πρός τό μάλλον ύψηλό ποσό πού καταβάλλει γιά νά άγοράσει τό βι­ βλίο; Β. ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ


80/συνεντευξη

Σπύρος Άσδραχάς:

«Δεν θά πρέπει ποτέ vc

ούτε νά ευχηθούμε Ο! ησυχία, τάξη κα Ενας άπό τούς σημαντικότερους έκπροσώπους τής νεότερης γενιάς τών ιστορικών μας, ό Σπύρος Άσδραχάς, πρόσθεσε πριν άπό λίγο καιρό στην έργογραφία του δύο νέα σημαντικά βιβλία: την έκτενή μελέτη «'Ελληνική οικονομία καί κοινωνία (ιη '-ιθ' αί.)» καί τήν « Ιστορία τής Ίόνιας ’Ακαδημίας» τού Γ. Τυπάλδου- Ίακωβάτου, έκδοση μέ εισαγωγή καί έπιμέλεια δική του. Μέ άφορμή τίς έκδόσεις αύτές, ό συνεργάτης μας ιστορικός Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης έθεσε στό Σπύρο Άσδραχά μιά σειρά έρωτημάτων, τά όποια -μαζί μέ τίς έξαιρετικά ένδιαφέρουσες άπαντήσειςδημοσιεύουμε εύθύς αμέσως. Υπενθυμίζουμε ότι ό Σπύρος Άσδραχάς διδάσκει σήμερα στό Παρίσι οικονομική ιστορία τής νεότερης Ελλάδας (στήν περίφημη Ecole Pratique des Hautes Etudes καί στό πανεπιστήμιο Paris I), ένώ παράλληλα διευθύνει τό πρόγραμμα έρευνών τής ’Επιτροπής Ιστορίας τής ’Εθνικής Τράπεζας τής 'Ελλάδας.

Κουβεντιάζουμε πολύ κοντά στήν ώρα πού κυκλοφόρησαν δύο βιβλία μέ τό όνο­ μά σας: «Ελληνική κοινωνία καί οικονο­ μία» καί «'Ιστορία τής Ίόνιας ’Ακαδη­ μίας» τού Γεωργίου Τυπάλδου-Ίακωβάτου. Τό πρώτο άπό τά βιβλία είναι συ­ ναγωγή μελετών σας, πού, χωρίς νά είναι «αναδρομική έκθεση» τής έρευνητικής ερ­ γασίας σας, περιέχει μαζί μέ τελευταίες καί παλαιότερες μελέτες σας ξανακοιταγ­ μένες: Έχουμε τώρα στά χέρια μας μεγάλο μέρος τού «κατορθωμένου σώματος» πο­ λύχρονων έρευνών πού άρθρώνουν ένα πλέγμα πολλαπλών υποθέσεων καί προ­ σεγγίσεων τού ιστορικού φαινομένου. Θά θέλατε, μέ τήν ευκαιρία αύτή, νά θυμηθεί­ τε τίς άνάγκες καί τίς πραγματικότητες πού διαμόρφωσαν τίς ευαισθησίες καί τίς έπιλογές σας καί σάς οδήγησαν στούς δρόμους τής ιστορικής έρευνας;

ΓΙΑ τά γραφτά, άς πούμε ήπιότερα ότι θά θέλα­ νε νά συμβάλουν στήν άρθρωση αυτού τού πλέγ­ ματος τών υποθέσεων καί τών προσεγγίσεων· γιά τίς πρώτες άφορμές πού μέ στρέψανε πρός τήν ιστορία (όπως, άλλωστε, θά μπορούσαν νά μέ


συνεντευξη/81

ησυχάσουμε, ίανέναν Ασφάλεια...» στρέψουν άλλου) θά κάμω λόγο στό βαθμό όπου συνιστούν στοιχεία όχι τής αυτοβιογραφίας μου, άλλά μιάς συλλογικής βιογραφίας όπου πολλοί συνηλικιώτες θ’ άναγνώριζαν τίς προσωπικές τους εμπειρίες, μάλιστα όσοι ζούσαμε τότε στή Λευκάδα -ά πό την Κατοχή ως χοντρικά τά ’50. Λέγω Λευκάδα, άρα ή άναφορά στό Βαλαωρίτη είναι αυτόματη: ό πρώτος μου ποιητής άνασηματοδοτημένος άπό την ’Αντίσταση, άπ’ αυτό πού θά ονομάζαμε κυριολεκτικότερα «μυθολογία τής ’Αντίστασης». Γιατί δέν ήτανε μόνο ή προτομή του στό «Μποσκέτο», τά γεωγραφικά του σήμα­ τα πού τά άναγνωρίζαμε κοιτώντας τ’ άντικρινά βουνά καί πού καί πού περπατώντας, ούτε μόνο κάτι κόρα μέ την «’Αγράμπελη» καί τό «Σάν φύλλο κίτρινο καί μαραμένο»· ήταν κυρίως εκεί­ να τά όνόματα πού βγαϊναν άπό τό ποίημα γιά νά περπατήσουν στά βουνά, οί Άστραπόγιαννοι, οί Κατσαντωναΐοι, οί Βλαχαβαϊοι, οί Τζαβελαίοι, τά όνόματα δηλαδή καί τά πρόσωπα τής ’Αντίστασης· ήταν άκόμη ό Φωτεινός, άλλο το­ πικό σύμβολο, τό «βόδι τό μανό», ό λαός πού τόν ξυπνούσαν τά κοινωνικά μηνύματα πού σκόρπιζε τό ΕΑΜ· νά μας λοιπόν σέ πλήρη κοι­ νωνική λειτουργία τού παρελθόντος, σέ πλήρη διαδικασία έξιδεολογισμού, διαμόρφωσης ψευ­

δούς συνείδησης. ’Από δώ ως τούς κλέφτες δέν έχει πολύ δρόμο. Ό δρόμος ήταν πολύς άπό τή διάψευση ως τή συγκρότηση άμυντικών μηχανι­ σμών, άναπληρώσεων τής διάψευσης. Τά πρώτα της μηνύματα ήρθαν μέ την άλλαγή φρουράς, μέ την παράδοση τών δπλων, όπως λέ­ γανε τότε· ύστερα τά τρόπαια, τά κομμένα κεφά­ λια πού κι αύτά τά ήξερες άπό τό τραγούδι καί σέ ξαναπήγαιναν σ’ αυτό, οί δίκες σκοπιμότη­ τας, δπως τίς λέγανε: καί πάλι τά όνόματα πού βγαϊναν άπό τό ποίημα καί πήγαιναν τώρα όχι στά βουνά άλλά στίς φυλακές καί στό άπόσπασμα. Ά π ό κοντά ήρθε ή πειθαρχία μέ τό γυμνά­ σιο, μέ τούς προσκόπους, μέ τά κατηχητικά, μέ τίς έθνικές τελετές, κάποτε μέ τήν καθαρεύουσα: έτσι φτιάχνονταν οί άμυντικοί μηχανισμοί πού σέ βοηθούσαν νά μείνεις έξω άπό δλα τούτα, νά άνακαλύψεις τήν «άντικουλτούρα», δπως θά λέ­ γαμε σήμερα, τίς άντι-συμπεριφορές. Καί πάλι οί δρόμοι, μέ τή βοήθεια μιάς άναγκαστικής μο­ ναξιάς, μπορούσαν νά οδηγήσουν στήν ιστορία. Καί πρώτα ή άντικουλτούρα. Τήν καθόριζε, καθώς καί τίς άντισυμπεριφορές, τό περιεχόμενο τής σχολικής άγωγής· ήθελε νά είναι ό άντίποδάς της. Καί καθώς ή τελευταία ήταν αύτή πού ξέρουμε δλοι, ή άντικουλτούρα


82/συνεντευξη

δέν ήταν άλλο άπό τή συλλήβδην παιδεία πού άναπηδοϋσε άπό τίς τυχαίες άναγνώσεις, μερι­ κές τους απαγορευμένες, καί πού δέν οργανωνό­ ταν ποτέ σέ συστηματική σπουδή. Οί άντισυμπεριφορές πάλι ορίζονταν άρνητικά άπό τίς έθιμοτυπικές συμπεριφορές πού ΐσχυαν στό σχολείο (άπαγόρευση νά κυκλοφορείς τό βράδυ, κούρε­ μα τών μαλλιών, τό πηλήκιο μέ τήν κουκουβά­ για, ύποχρεωτικός εκκλησιασμός, τά σχεδόν υποχρεωτικά κατηχητικά). Κοντολογίς ή μή προ­ σαρμογή στήν έπίσημη πρακτική καί άξιολογία δέν ήταν στό βάθος άλλο άπό μιά προσαρμογή σέ επίσης καθιερωμένες άξιολογίές καί πρακτι­ κές, τίς οποίες έξυμνούσε στό έπίπεδο τών κενών λόγων ή σχολική άγωγή: έτσι μαθαίναμε νά ξε­ χωρίζουμε τήν πραγματικότητα άπό τό ιδεολογι­ κό της άπείκασμα καί νά άποκτοϋμε συνείδηση τοϋ έθνικοϋ ψεύδους· καί σ’ αύτό βοηθούσαν θε­ τικά μέ τόν υπαινικτικό τους λόγο ή μέ τήν προ-

«ή άντικουλτούρα δέν ήταν άλλο άπό τή συλλήβδην παιδεία πού αναπηδούσε άπό τίς τυχαίες άναγνώσεις, μερικές τους άπαγορευ μένες...» σωπική τους συμπεριφορά κάποιοι άπό τούς άδιόρθωτους άνατροπείς, ή τυραννισμένη γενιά τών δασκάλων τής εποχής εκείνης. Στή μικρή μας πόλη έβρισκες νά διαβάσεις (όχι βέβαια στή σχολική βιβλιοθήκη, μή «χρηστι­ κή», ούτε στήν κλειστή τότε δημοτική): τά δυό βιβλιοπωλεία τροφοδοτούνταν έπαρκώς άπό τίς εκδόσεις Γκοβόστη, ’Αετού, Ίκαρου, άπό τά Νέα Βιβλία, Κολλάρο καί τά δμοια· τά Νέα Βι­ βλία σταμάτησαν φυσικά γρήγορα, υπήρχαν όμως στίς άλλες φλέβες, στά λιγοστά, περισσότε­ ρα ή πολλά βιβλία πού βρίσκονταν στά σπίτια (μαζί μέ κάτι άποκόμματα άπό τό λαϊκό πανεπι­ στήμιο τής «’Ελεύθερης Ελλάδας» ή τή μετά­ φραση τού ’Επιταφίου άπό τόν Παναγή Λεκατσά, όλόκληρη σελίδα στό «Ριζοσπάστη»), “Ολα τούτα κυκλοφορούσαν άπό χέρι σέ χέρι καί, στήν παρέα μου, ένα-δυό είχαν γίνει καί σχολικά έγχειρίδια στίς μεγάλες τάξεις: τό Μικρό Φιλο­ σοφικό Λεξικό, ή Ιστορία τού Γιάννη Ζεύγου, ή Διπλωματική Ιστορία τού Ποτέμκιν. Καί έτσι ή πρόκληση πήγαινε μαζί μέ τήν άνάγκη νά φτιά­ χνουμε μιά ερμητική γλώσσα πού νά άποκρύβει μερικές άπό τίς πηγές τής παιδείας μας. 'Υπήρχε όμως καί ή νόμιμη πρόκληση: νά έτοιμάζεσαι στή γραμματολογία άπό τό Μυλλέρο καί όχι άπό τό Γαρδίκα, νά εμφανίζεσαι στήν τάξη μέ ένα

Μιστριώτη καί όχι μέ τό σχολικό κείμενο· προ­ κλήσεις βέβαια άχρείαστες, όταν είχες τήν τύχη, όπως τήν είχα, νά μαθαίνεις στήν τετάρτη τού γυμνασίου άπό τόν ίδιο σου τόν καθηγητή τών μαθηματικών, τό Γιάννη Παπαδάτο, τή γεωμε­ τρία τού Έ . Γιαννίδη, άντίποδα τού Μπαρμπαστάθη. Μέσα στίς ποικίλες άναγνώσεις, στίς όποιες πρυτάνευαν φυσικά οί λογοτεχνικές, τά περιοδι­ κά δίναν κάποιο στίγμα έπικαιρότητας καί άπλωναν τό consensus σέ άπίθανα όρια: άπό τή μιά μεριά οί «’Ακτίνες» κι άργότερα ή «Ελληνι­ κή Δημιουργία» κι άπό τήν άλλη έκεΐνα πού έμ­ παιναν στό άπέραντο κύκλωμα τής άντικουλτούρας καί όπου δίπλα στά «’Ελεύθερα Γράμματα» συγκατοικούσαν ή «Νέα Εστία», ό «Αιώνας μας» ή «Άγγλοελληνική ’Επιθεώρηση»· άκόμη, οί έπιφυλλίδες τής «Μάχης» (όπου καί πρωτοεΐδα τό όνομα Άπόκαυκος -σέ κείμενο τού Βέη, έξυπακούεται) καί, αυτονόητο, τού «Βήματος» (όπου οί προτιμήσεις μου άρχιζαν άπό τό Βενέζη καί κατέληγαν στό Δημαρά, γιά νά άποκρυσταλλωθούν σύντομα σ’ αυτόν). Μαζί μέ τίς «’Ακτί­ νες» (διακηρύξεις χριστιανών έπιστημόνων καί τά ρέστα), τά κατηχητικά, τούς πανηγυριώτι­ κους λόγους, ήταν επόμενο νά άπορρίπτεται καί ό Παπαδιαμάντης, ένώ (έλέω «’Ελεύθερων Γραμμάτων») διασωζόταν ό Κόντογλου καί άναγόταν σέ άξια ό Βλαχογιάννης, γιατί οί ταπεινω­ μένοι καί καταφρονεμένοι τού ενός (άντάμα μ’ εκείνους τού Ντοστογέφσκη) καί τά παλικάρια τά καλά τού άλλουνού ταυτίζονταν μέ άλλα πρό­ σωπα πού όλοκληρώνονταν θετικά στό Διγενή τού Σικελιανού (άλλος προγραμμένος) ή στή «Φωτιά» τού Δημήτρη Χατζή καί (σέ «παναν­ θρώπινη» διάσταση) στόν Ζάν Κριστόφ καί στό «Χωρίς άνάσα» (μέ πολύ καλή θέληση πού δέν

«στό Παρίσι είδα κι ακόυσα άνθρώπους που τούς είχα γνωρίσει άπό τό παράθυρο πού μάς άνοιξε ό Αημαράς» έφτασε γιά τό «Πώς δενότανε τ’ άτσάλι» καί δέ χρειαζόταν γιά τήν «Πείνα» -ίσως γιατί δέν ήξε­ ρα τότε ότι ό Χάμψουν ήταν δοσίλογος). Μέσα, λοιπόν, στίς ποικίλες άναγνώσεις έπεφταν άτα­ χτα κάτι ονόματα όπως Σάθας, Άμαντος, Λουνατσάρσκι, Κορδάτος, Παπαρρηγόπουλος (άπό νωρίς λόγω Βουλγάρων), Βέης, Καμπάνης, Μαχαιράς, Βλαντής (τοπικοί ιστοριογράφοι) καί πάει λέγοντας, πού μέ τά γραφτά τους, όσα πέ­ φτανε στά χέρια μου, μοΰ υπέβαλλαν τήν ιδέα


συνεντευξη/83

ένός ιστοριογραφικού συνόρου πού ξεχώριζε τούς μεν άπό τούς δέ καί άφηνε γενικώς έκτος συνόρου κάποιο άπό τά βιβλία πού με είχαν έντυπωσιάσει (είτε ήταν ή 'Ιστορία τής Γαλλικής Επανάστασης τού Άλμπέρ Ματιέ είτε ήταν ή Καταγωγή τής οικογένειας) ή άπό άλλα πού είχα άγαπήσει. Κάποιο σούρουπο τό φθινόπωρο τού 1949 έλαβα την 'Ιστορία τής Ελληνικής Λογοτε­ χνίας τού Κ. Θ. Δημαρά: νομίζω ότι άπό κείνη τη στιγμή καί ύστερα τό σύνορο άρχιζε νά παίρ­ νει άλλη κατεύθυνση, πράγμα πού τό συνειδητο­ ποίησα λίγα χρόνια άργότερα, όταν στό άθηναϊκό πανεπιστήμιο ξανάρχιζε ή ίδια διαδικασία «άποστασιοποίησης» πού τήν πρώτη της γλύκα τήν είχα πάρει στό γυμνάσιο τής Λευκάδας. Ή Λευκάδα μαζί μέ τίς φλέβες τών βιβλίων καί τό παιχνίδι τής άρνησης μού έδωσε ένα δά­ σκαλο πού ζούσε τήν παιδεία του ώς συγκίνηση: τόν ιστορικό Παναγιώτη Ροντογιάννη, έναν άπό τούς τελευταίους 'Επτανήσιους· τού χρωστώ, άνάμεσα στά άλλα, τή γνωριμιά μου μέ τήν άρχειακή ύλη. Αύτά, ώς πρός τά στοιχεία τής συλ­ λογικής βιογραφίας: ψυχολογικές προϋποθέσεις πού μπορούσαν νά οδηγήσουν καί πρός τήν ιστορία, ψυχολογικές έτοιμότητες πού, μαζί μέ τήν έπενέργεια τών ιδεολογημάτων, μπορούσαν νά οδηγήσουν πρός τή νεοελληνική ιστορία- άπό κοντά οί διαθεσιμότητες τού τόπου, τό άρχειοφυλακεΐο του μέ τόν άφοσιωμένο του διευθυντή, τό Γιώργο Παρίση, οί τυχαίες συναντήσεις μέ κάποια βιβλία, ή άκτινοβολία ένός δασκάλου καί, περισσότερο, οί δεκτικότητες μιάς κοινω­ νίας, κριτικής, διαλυτικής μέσω τού σατιρικού της πνεύματος, δίκαιης. Στήν ’Αθήνα συνάντησα κι άλλους πού άπό

όμόλογους ή διαφορετικούς δρόμους φτάνανε στήν ιστορία. Φτιάξαμε «πρόσκαιρες» συναθροί­ σεις, τό «Νέον Άθήναιον», ένα τυπικά άχρωμο «περιοδικόν σύγγραμμα», ή στήσαμε φιλίες πού κρατούν καί πήραμε τήν ίδια πορεία πλεύσης- οί τελευταίοι έπιχειροϋμε σήμερα, άργά, νά βγά­ λουμε ένα άλλο καί διαφορετικό, τά «'Ιστορι­ κά», ό Φίλιππος Ήλιού, ό Βασίλης Παναγιωτόπουλος κι ό υποφαινόμενος στίς έκδόσεις «Μέ­ λισσα». Κάποια στιγμή, στά 1960, ύστερα άπό μιά περιπλάνηση στό «λόγιο» έπαγγελματισμό, φάνηκε ότι άράζω στήν έρευνα, στό Κέντρο Νεοελληνικών ’Ερευνών, μέ τό όποιο ό Κ. Θ. Δημαράς μάς άνοιγε ένα παράθυρο στόν κόσμο. Τό ’65 φύγαμε μέ τή γυναίκα μου γιά σπουδές στό Παρίσι- προγραμματίζαμε τρία χρόνια καί γίνανε μιά ζωή. ’Εκεί είδα κι άκουσα άνθρώπους πού τούς είχα γνωρίσει άπό τό παράθυρο πού μάς άνοιξε ό Δημαράς- είδα καί τί σημαίνει νά μή λησμονείς τήν ’Ιθάκη πού σού έδωσε τό ώραίο ταξίδι -γ ι’ αύτή μιλούσαμε ώρες καί ώρες μέ τό Νίκο Σβορώνο. Κάνοντας τό «τραγέτο» Παρίσι-Άθήνα, δέν έχω τήν αίσθηση πώς φέρνω καμιά πραμάτεια: τό μάθημα πού πήρα άπό τήν όποια οικειότητα έχω μέ τήν έπιστήμη μου συνίσταται στή βεβαιότητα ότι ή πραμάτεια τού ιστο­ ρικού, αύτή πού μπορεί νά περάσει στήν άγορά, είναι φευγαλέα, δέ σού άνήκει- πρόκειται γιά τή μετάδοση τής αίσθησης ότι ζούμε σέ πολλούς χρόνους καί βιώνουμε διαφορετικές χρονικές ποιότητες τήν ίδια στιγμή. Αυτό σημαίνει ότι ή ιστορία ώς έπιστήμη είναι δράση- κ’ έγώ ξέρω πολύ καλά ποιά είναι τά όρια τού περιθωρίου στό όποιο, μαζί μέ άλλους, είμαι ταγμένος: άπομένουν οί έπίμονες ψευδαισθήσεις, τό άλάτι τής


84/συνεντευξη

ζωής, δηλαδή ή διαλεκτική μας σχέση μέ την κοι­ νωνική άδράνεια -θά έλεγα την «έθνική» μας αδράνεια. Μιά ερώτηση, πού θά μπορούσε νά είναι έκκληση γιά «λόγο περί τής μεθόδου»: τί θεωρήσατε ότι πρέπει νά συνεχίσετε άπό τά κατορθωμένα τής νεοελληνικής ιστο­ ριογραφίας καί ποιους άλλους δρόμους ήταν άνάνκη νά άναζητήσετε; ΔΕΝ είχα ποτέ τή φιλοδοξία νά σημαδέψω μέ τό κόκκινο μολύβι ό,τι έτυχε νά γνωρίσω άπό τήν έθνική μας ιστοριογραφία. 'Όπως κάθε γνωστι-

«ζούμε σέ πολλούς χρόνους καί βιώνουμε διαφορετικές χρονικές ποιότητες τήν ϊδια στιγμή» κό κεφάλαιο, είναι άναξιοποιήσιμη είτε ως κα­ ταγραφή τού όντολογικού τμήματος τής ιστορίας είτε ως άντικείμενό της. 'Οπωσδήποτε δέν είχε στό σύνολό της τήν έπιθυμητή εμβέλεια, υποδεί­ κνυε συνεπώς τά πεδία στά όποια θά έπρεπε νά δοκιμαστεί ό ιστορικός, χωρίς ή ίδια νά τά έχει πάντοτε υποψιαστεί, τά υποδείκνυε μέ τίς σιω­ πές της· άλλοτε καλλιεργούσε τό έδαφος καί όρι­ ζε τά έπιμέρους πεδία όργανώνοντάς τα σέ γνω­ στικές άλληλουχίες καί φορτίζοντάς τα μέ θεω­ ρητικό στοχασμό. Θήτεψα σέ άποφασιστικές χρονικές στιγμές σέ ένα κλίμα πού εμψύχωνε ό Κ. Θ. Δημαράς καί τό κατεύθυνε πρός τήν τε­ λευταία εκδοχή: δέν έγινα Ιστορικός τής παι­ δείας μας, άλλά αυτό είναι λεπτομέρεια. Κάποια στιγμή θεώρησα ότι ή μελέτη τού εμπορίου τόν ιη' αιώνα θά πρόσφερε ένα κλειδί γιά τήν κατα­ νόηση τού «καπιταλισμού» μας: ήμουν καί πάλι μέσα στήν κατορθωμένη ιστοριογραφία μας -δη­ λαδή στή «Θεσσαλονίκη» τού Σβορώνου καί στήν «Αύγή» τού Μάξιμου. Θά μπορούσα νά είδικευθώ στήν ιστορία τού έμπορίου: κάποια στιγμή θέλησα νά μάθω τί σημαίνει έμπορος· με­ λέτησα ένα προσωπικό παράδειγμα, έναν τύπο έμπορου καί basta. Γιατί τά λέγω αύτά: γιά νά πώ ότι ή ιστοριογραφία μας, ένα μέρος τής ιστο­ ριογραφίας μας, προσφέρεται σέ εργασίες «συ­ νέχειας» πού όδηγούν σέ άποκρυσταλλώσεις, σέ τελειότερες άκόμη άποδεσμεύσεις των μηχανι­ σμών πού οί ίδιες άποκάλυψαν· άν έγώ προσω­ πικά δέν πολυαισθάνομαι άνετα σ’ αυτό πού λέ­ με «περαιτέρω έρευνα» τών ίδιων πραγμάτων, τούτο είναι άλλη ιστορία πού δέν υποχρεώνει κανένα. Είτε όμως δίνει είτε δέ δίνει άφορμές ή ιστοριογραφία μας γιά τήν άνίχνευση παρθένων (γιά μάς) πεδίων, αύτά υπάρχουν: ένα τους, ή

λογική τών μηχανισμών καί ή πραγματικότητα τής ιστορίας· προσπάθησα νά δώ μιά έκφανση τών πρώτων σέ ένα βιβλιαράκι γιά τούς μηχανι­ σμούς τής άγροτικής οικονομίας στήν τουρκο­ κρατία καί θά ήθελα νά φτάσω κάποτε στή σύ­ ζευξη. Καί γιά νά συμπληρώσουμε τήν ερώτηση: πέστε μας δυό λόγια γιά τό τυχαίο καί τό έπιλεγμένο στή θεματολογία τών ερευνών σας. ΑΝ άφήσουμε στήν άκρη τίς «λεηλατικές» συνή­ θειες πού μάς κάνουν νά διαλέγουμε τό «άγνω­ στο» άπό ένα σύστημα πληροφοριών -όπως είναι ένα άρχεΐο-, δέν πολυκαταλαβαίνω τή διάκριση ανάμεσα στό τυχαίο καί στό ήθελημένο: καθένας μας έχει στό κεφάλι του ένα πλέγμα υποθέσεων (άν υπάρχει κάτι τό ήθελημένο είναι άκριβώς ή οργάνωση καί ή άνάγκη γιά έλεγχο αύτών τών υποθέσεων)· ή ιστορική μαρτυρία δίνει τήν άναγκαστική της άπάντηση σέ κάποια άπό τά τμήματα αυτού τού πλέγματος, όργανώνει, δέν ύποβάλλει, τή θεματολογία -ή θεματολογία προϋπάρχει ώς γνωστική απαίτηση. Τυχαία είναι κάποτε ή εύρεση τής μαρτυρίας: Τό χειρόγραφο τής 'Ιστορίας τής Ίόνιας ’Ακα­ δημίας τό βρήκαμε τυχαία μέ τό Βασίλη Παναγιωτόπουλο ψάχνοντας ένα άρχεΐο. ’Ά ν δέν τό βρίσκαμε δέ θά τό παρουσίαζα. Τό εύρημα όμως δέ μέ έκαμε νά γράψω μιά ιστορία τού ίονικού πανεπιστημίου ούτε νά άσχοληθώ μέ τή βιογρα­ φία τού συγγραφέα τού χειρογράφου -τό ένα καί τό άλλο δέν άποτελοΰσαν γιά μένα γνωστική απαίτηση. Χρησιμοποίησα τό μήνυμα τού χειρο­ γράφου στό βαθμό όπου έδινε άπαντήσεις σέ ένα πλέγμα υποθέσεων πού είχα στό κεφάλι μου, δέν τό έκαμα άφορμή γιά νά καταλήξω σέ μιά θεμα­ τολογία τού τύπου «βίος καί έργα τού Γεωργίου Τυπάλδου». "Ολα αυτά τά χρόνια τών τριών δεκαετιών πού δουλεύετε στήν ιστορική έρευνα καί στήν ιστορική παιδεία, θά θέλατε νά μάς πείτε πού ή προσπάθεια αυτή συναντιέται μέ τά μεγάλα ή τά μικρότερα προβλήματα πού έζησε καί ζεί ή κοινωνία μας; Γενικό­ τερα, καί άνεξάρτητα άπό τίς κοινωνικές συνειδητοποιήσεις, ποιές είναι οί δυνατό­ τητες άλλά καί οί πραγματικότητες παρέμ­ βασης τών ιστορικών στό κοινωνικό γεγο­ νός; ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΕΙ ό ιστορικός στό κοινωνικό γε­ γονός στό βαθμό όπου τό γεγονός αυτό είναι καί πολιτισμικό· στό βαθμό όπου τό γεγονός αυτό έννοιολογεϊται. Παρεμβαίνει είτε τροφοδοτών­


συνεντευξη/85

τας την ιδεολογία είτε συμπεριφερόμενος ώς ιστορικός, έχοντας δηλαδή συνείδηση τού φαινο­ μένου καί τής λειτουργίας τής ιδεολογίας καί έχοντας συνείδηση δτι καί ό ίδιος είναι φορτι­ σμένος άπ’ αυτή: προσπαθεί δηλαδή νά λειτουρ­ γήσει άπο-ίδεολογοποιητικά -άς μοϋ έπιτραπει ή

«τό παρόν τρέχει γρηγορότερα από τίς έρευνες· έκείνο πού τρέχει αργότερα είναι τό μάγμα των αντιλήψεων μέσω τών όποιων Αντιμετωπίζουμε τό παρόν» λέξη. Μέσα στά δρια τής άπήχησής του, εισάγει έρμηνευτικές προτάσεις πού μπορούν νά χρησι­ μοποιηθούν στήν κατανόηση τού «κοινωνικού γεγονότος», συνεπώς καί στή στάση πού παίρ­ νουμε άπέναντί του- κυρίως, είσάγοντας τίς προ­ τάσεις αυτές διαφοροποιεί τούς νοητικούς μηχα­ νισμούς τών όποιων είμαστε φορείς (γιά νά μήν παραπαίρνουμε φόρα: είναι δυνατό νά διαφορο­ ποιήσει τούς νοητικούς μηχανισμούς -καί πάλι ή διάσταση άνάμεσα στή λογική καί στήν πραγμα­ τικότητα)· είσάγοντας αύτές τίς προτάσεις μπο. ρεί νά συμβάλει στή διεύρυνση τών συνειδότων μας. “Ολα τούτα, στήν ιδανική τους διάσταση, έκφράζουν τή λογική τής ιστορίας ώς γνώσης, ώς διαδικασίας τής γνώσης καί βρίσκονται φυσικά σέ έμμεση συνάρτηση μέ τά μικρά ή μεγάλα προ­ βλήματα τής κοινωνίας μας. ’Αλλά τό ζήτημα δέν είναι νά άποκατασταθεΐ ή σχέση, πού έτσι κι άλλιώς υπάρχει, άνάμεσα στά ενδιαφέροντα τού ιστορικού καί στά προβλήματα τής κοινωνίας του, άλλά νά άναζητήσουμε σέ ποιό βαθμό ό ιστορικός άσκεί, τού έπιτρέπεται νά άσκήσει, μιά συνειδητή παρέμβαση στήν κοινωνία του· κι άν έπιχειρεϊ τήν παρέμβαση αύτή, σέ ποιά οπτι­ κή τήν έπιχειρεϊ: στήν οπτική τής ιδεολογικής ή τής γνωστικής χρήσης τής ιστορίας; Γιά νά γίνε­ ται τό δεύτερο προϋποτίθεται δτι υπάρχει κοι­ νωνική άνάγκη τής ιστορίας ώς έπιστήμης καί δχι κοινωνική άνάγκη τής ιστορίας ώς ιδεολογή­ ματος. Ή παρέμβαση αύτή, ή συνειδητή, θετική παρέμβαση δέν έγινε μέ τρόπο ώστε οί πολλές προσωπικές παρεμβάσεις νά ένορχηστρωθοϋν σέ μιά συμφωνία, προφανώς γιατί δέν υπάρχει ή κοινωνική άνάγκη γιά ιστορία. ’Αλλά έδώ πρόκειται γιά ένα εύκολο άλλοθι: ή άνάγκη δέν υπάρχει στό έπίπεδο δσων ελέγχουν τούς μηχανισμούς μέσω τών όποιων διαμορφώ­ νεται ή κοινωνική συνείδηση, άπό τούς φορείς δηλαδή τής έξουσίας, δπως αύτή κεντρώνεται καί δπως καταμερίζεται- αυτό δέ σημαίνει δτι ή

άνάγκη δέν υπάρχει «άντικειμενικά», δτι δηλαδή ή κοινωνία μας ώς πραγματολογικό δεδομένο δέν ενέχει τίς δυνάμεις, τίς άνάγκες πού όδηγοϋν σέ πολιτισμικά αιτήματα, άνάμεσα στά όποια καί ή βίωση τής ιστορίας ώς γνωστικής διαδικα­ σίας. ’Απομένει στούς ιστορικούς, σέ δλους τούς κοινωνικούς έπιστήμονες, νά καταστήσουν συ­ νείδηση τήν άνάγκη αύτή, νά μεταγράψουν, σέ τελευταία άνάλυση, σέ πολιτικό στοχασμό, άρα σέ δράση, όχι άπλώς όποιες «βεβαιότητες» άναδύονται άπό τήν έρευνά τους, δσο τή λογική πού ορίζει τόν τρόπο μέ τόν όποιο προσεγγίζουν τό άντικείμενό τους: τίθεται δηλαδή τό αίτημα τής διαφοροποίησης τών νοοτροπιών. ΓΓ αύτό είναι χαμένο τό παιχνίδι τής παρέμβασης τού ιστορι­ κού, κάθε φορά πού αύτή ορίζεται άπό άντιλήψεις τού τύπου: «νά μάθουμε τή σύγχρονη ιστο­ ρία μας πού, σάν πιό κοντινή μας, μάς βοηθά νά έπιλύσουμε προβλήματα τού παρόντος»· τό έρμο τό παρόν τρέχει γρηγορότερα άπό τίς έρευνες· έκείνο πού τρέχει άργότερα είναι τό μάγμα τών άντιλήψεων μέσω τών όποιων άντιμετωπίζουμε τό παρόν, δηλαδή μέσω τών όποιων προσαρμο­ ζόμαστε στό παρόν καί ζούμε τήν ώραία σχιζο­ φρένεια τής άναντιστοιχίας άνάμεσα σέ οικονο­ μικές, κοινωνικές καί ιδεολογικές δομές, άναντιστριχία γιά τήν όποια θά μάς μιλήσει ό Φίλιππος Ή λιού τό Σεπτέμβρη τού ’83 στό συνέδριο ιστο­ ρίας πού οργανώνει τό Κέντρο Νεοελληνικών ’Ερευνών, θέλοντας κι αύτό νά συμβάλει στήν παρέμβαση τών ιστορικών στήν κοινωνία τους καί στά προβλήματά της. Έχετε μιλήσει γιά δύο άξονες πού πρέπει νά άκολουθούν ή στρατηγική καί οΐ πραγ­ ματώσεις τής νεοελληνικής ίστοριογρα-

«σημασία δέν έχουν τόσο τά οργανωμένα βήματα δσο τά παραστρατή ματα» φίας: έγγραφή τού ελληνικού ιστοριογρα­ φικού φαινομένου στήν ευρυχωρία τού εύρωπαϊκοΰ καί τού παγκόσμιου όμόλογού του, καί άπό τήν άλλη μεριά σύνδεση, ένσωμάτωση τής ιστορικής έρευνας, μέ τήν άμεση καί πολύτροπη άνακοίνωση τών άποτελεσμάτων της, στό πολιτισμικό φαι­ νόμενο, στήν προσπάθεια γιά τόν προσ­ διορισμό καί τή βίωση μιάς πολιτισμικής ταυτότητας. Έδώ ίσως χρειάζεται νά μάς μιλήσετε γιά τήν «έγρήγορση πνεύματος» πού φέρνει ή έρευνητική διαδικασία καί τήν «αίσθηση τής ίδιάζουσας λειτουργίας


86/συνεντευξη

τού χρόνου» πού φέρνει ή ιστορική παι­ δεία μέσα κι έξω άπό τή σχολική διαδικα­ σία. Νομίζετε δτι τά βήματα τής ιστορικής έρευνας καί τής ιστορικής παιδείας στόν τόπο μας, άλλά καί τά αίτούμενα τής κοι­ νωνίας μας είναι πρός τήν κατεύθυνση αυ­ τή; ΩΣ πρός τά αίτούμενα τής κοινωνίας μας δέν έχω παρά νά παραπέμψω στά προηγούμενα: τό ζήτημα δέν είναι νά γραδάρουμε τίς αδράνειες, άλλά νά ποντάρουμε στίς κινητικότητες μέσω τής αισιοδοξίας πού υποβάλλουν οί επίμονες ψευ­ δαισθήσεις, δηλαδή ή βίωση τής λογικής τής ιστορίας πού σοϋ λέει δτι έτσι κι άλλιώς οί Μήδοι θά περάσουν, άλλά εκείνο πού, δσοι Μήδοι κι άν περάσουν, θά φυλάνε οί άνθρωποι είναι οί Θερμοπύλες. Κι δλα τούτα δχι γιατί τάχα, στίς έρχόμενες γενιές, δέ θά υπάρχουν Μήδοι καί θά πουν τά παιδιά τών έγγονιών μας, δπως λέγανε γιά μάς οί τρίσαβοί μας δτι θά πούμε: «καί τώρα ησυχάσαμε»· άλλά γιατί άκριβώς δέ θά πρέπει ποτέ νά ησυχάσουμε, ούτε νά ευχηθούμε σέ κανέναν ησυχία (άρα τάξη καί άσφάλεια), γιατί θά ξέρουμε (κ’ είναι δουλειά τής ιστορίας νά τό πει μέ χίλιες γλώσσες) δτι ή σύνθεση πού προκύπτει άπό τήν άρνηση τής άρνησης άνήκει στή λογική, όχι στήν πραγματικότητα τής ιστορίας- στήν τε­ λευταία άνήκει ή τραγική σχέση τού άνθρώπου μέ τά κοινωνικά του μορφώματα, καί ή ιστορία ώς γνωστική πράξη έχει νά μεταφέρει αυτή άκρι­ βώς τή συνείδηση ή μιά αίσθηση τής ϊδιάζουσας λειτουργίας τού χρόνου, τού ιστορικού χρόνου «κατηγορημένου» στίς ποιότητές του -τίς δι­ άρκειες- καί διαμορφωμένου σέ πνευματική κα­ τάσταση, σέ έννοιολογικό έργαλεϊο. Είναι δου­ λειά τής ιστορίας νά τό κάμει, τουλάχιστο κι αυ­ τή, μέ τό δικό της τρόπο προσέγγισης στά άντι-

κείμενά της. Τής χρειάζεται φυσικά έγρήγορση (λέγω τής ιστορίας ώς έπιστήμης), δηλαδή συμ­ μετοχή σέ δλες τίς ομόλογες γνωστικές διαδικα­ σίες, σέ μιά μεταδιεπιστημονική όπτική: στήν όπτική αυτή γίνονται «επιχειρησιακές» οί λογι-

«τό ζήτημα δέν είναι νά γραδάρουμε τίς άδράνειες, άλλά νά ποντάρουμε στίς κινητικότητες μέσω τής αισιοδοξίας πού υποβάλλουν οί έπίμονες ψευδαισθήσεις» κές τών άλλων επιστημών διευρύνοντας τήν ιστορική «θεματολογία» καί άποκαθιστώντας τήν έπικοινωνία άνάμεσα σέ δλες τίς έπιστήμες. Δουλειά τής ιστορίας νά τό κάμει, λέγαμε, μέ τά δικά της έργαλεϊα, διανοητικά καί πραγματι­ κά· τά τελευταία είναι οί πηγές της. Θεωρήστε, άνάμεσα στά χίλια παραδείγματα, τήν επίπτωση πού έχει καί στά πρώτα καί στά δεύτερα ή άνατροπή τών σχημάτων τού τύπου «πολιτισμένος άπολίτιστος», «όρθολογικό - μή ορθολογικό», άνατροπή πού έφερε ή άνθρωπολογική έρευνα, γιά νά φανεί τόσο ή άέναη δυνατότητα «έπανανάγνωσης» τής ιστορίας δσο καί ή πολιτισμική της συνέπεια, ή ενσωμάτωση δηλαδή στήν πολι­ τισμική μας ταυτότητα τής αίσθησης τού ιστορι­ κού χρόνου. "Ολα τούτα βέβαια εξειδικεύονται, πρέπει νά εξειδικεύονται, σέ έπιμέρους προσεγ­ γίσεις πού έχουν τήν άξια παραδείγματος· άπό τή στιγμή αυτή καί ύστερα μπορεί τό παράδειγ­ μα νά ενοφθαλμίζεται στίς μορφές μέ τίς όποιες «κατορθώνεται» ή παιδεία, άρα καί στους τρό-

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

αλεβιζοπουλοο ΦΕΙΔΙΟΥ 14-16 Α Θ Η Ν Α ιη λ . 3600.059

συνεχίζουμε


συνεντευξη/87

πους μέ τούς όποιους διαμορφώνεται ή συνείδη­ ση μας γιά τό «είναι» καί τό «έγώ». Τά βήματα τής έρευνας στό σύνολό τους δε νο­ μίζω δτι πηγαίνουν πρός την κατεύθυνση πού υποδηλώνω· άλλά καί πάλι, σημασία δεν έχουν τόσο τά οργανωμένα βήματα όσο τά παραστρα­ τήματα· υπάρχουν τουλάχιστο ώς πρόθεση σε πολλούς καί ώς πορεία σέ αρκετούς. 'Ως πορεία σε δλους έκείνους πού ή δουλειά τους επιτρέπει τή «συνέχεια», γιά τήν όποια μιλούσαμε παρα­ πάνω: είναι τά γενναία έργα πού ένέχουν τό σπέρμα τής μεταλλαγής τους. Πάρτε γιά παρά­ δειγμα τή «Θεσσαλονίκη» τού Νίκου Σβορώνου καί φανταστείτε την μαζί μέ τήν ένδοχώρα, μαζί μέ τήν οικονομική λογική τής ένδοχώρας, πού καί ή μιά κ' ή άλλη υπάρχουν σπερματικά στό βιβλίο αύτό, πού δέν είναι άποκλειστικά ή μελέ­ τη ενός λιμανιού, δπως συνήθως λένε· θά γίνει τότε φανερό τί σημασία έχουν τά παραστρατή­ ματα, τί δυνατότητες «δεξίωσης» παρέχουν στίς προθέσεις γιά άλλα παραστρατήματα. Τό αίτούμενο είναι πώς θά περάσουμε τό σύνορο άνάμεσα στούς διαφορετικούς βηματισμούς, πώς δη­ λαδή θά δημιουργήσουμε τό ιστοριογραφικό consensus, πέρα άπό τό βηματισμό τής χήνας ή τό σημειωτόν (τό όποιο, ώς γνωστό, δέ χρειάζε­ ται καί πολύ χώρο). Ή ιστορική έρευνα προϋποθέτει ένα εργαστη­ ριακό καθεστώς καί ένα καθεστώς τού ερευνητή: άπό μόνα τους καί τά δυό δέν άρκοΰν γιά νά με­ ταλλάξουν τήν έρευνα -μιλώ γιά τήν Ιστορική έρευνα, γιά τήν έρευνα στό πεδίο τών κοινωνι­ κών έπιστημών- σέ κοινωνική παρέμβαση· γιά νά γίνει ή παρέμβασή της, χρειάζεται οί φορείς της νά μετέχουν στίς έγνοιες γιά τίς όποιες μιλούμε, ώς συλλογικά σώματα μάλιστα. Ή συμμετοχή ώστόσο σ’ αύτές τίς έγνοιες δέ μεταφράζεται στίς συνδικαλιστικές πιέσεις, στούς συνδικαλιστικούς άγώνες, άν θέλετε, πού κάθε τόσο ξεσπούν στό χώρο τής έρευνας καί ιδίως τής έκπαίδευσης. Κατά τά άλλα μιλάμε γιά «ποιοτικά» αιτήματα καί τά δμοια, ένώ άπλώς διαιωνίζουμε τούς μη­ χανισμούς τών κοινωνικών άδρανειών. Πάρτε γιά παράδειγμα τήν κινητοποίηση πού έγινε μέ τή μεταρρύθμιση τών πανεπιστημιακών καθε­ στώτων καί τήν αντίστοιχη πού γίνεται ένόψει τού καθεστώτος πού θά δοθεί στήν έρευνα καί κοιτάξτε σέ ποιό βαθμό οί άμεσα ενδιαφερόμε­ νοι συμμετέχουν εμφορούμενοι άπό, πολιτισμικά σέ τελευταία ανάλυση, αιτήματα τού τύπου πού περιγράφουμε: θά δείτε δτι ή κοινωνική παρέμ­ βαση τών έρευνητών είναι γύρω στό μηδέν -ή διαλεκτική σχέση τού ερευνητή μέ τήν κοινωνία δέν έχει άποκατασταθεΐ στό χώρο τών συλλογι­ κών εκδηλώσεων. Εκείνο πού έπείγει είναι ή λήψη συνείδησης γιά τήν άνάγκη άποκατάστασης αύτής τής σχέσης, άνάγκη πού σήμερα ή πο-

Κ νρ ιό τερ ες αυτοτελείς έργασίες τοϋ Σ. Ά σ ό ρ α χ ά Μηχανισμοί τής άγροτικής οικονομίας στήν τουρκοκρατία (Θεμέλιο, 1979) Οικονομική δομή τών βαλκανικών χωρών (Μέλισσα, 1980) Ελληνική οικονομία καί κοινωνία (Ερμής, 1982) Patmos entre l’Adriatique et la Mediterranee Orientale (διδακτορική διατριβή, 1972) λιτική εξουσία θά έπρεπε νά τήν υποκινεί, έτοιμάζοντας τίς θεσμικές υποδοχές γιά τό ένεργητικό consensus πού υπάρχει δυνάμει παντού καί, φυσικά, καί στό χώρο τών κοινωνικών έπιστη­ μών. Κοντολογίς, θέλω νά πιστεύω ή νά έχω τήν έπίμονη ψευδαίσθηση δτι τά παραστρατήματα πού φεύγουν άπό τή γραμμή καί τήν πεπατημένη μπορεί νά συγκλίνουν πρός μιά διαφορετική κα­ τεύθυνση: αύτό στήν πράξη σημαίνει δτι οί ιστο­ ρικοί πρέπει νά υποδείξουν, χωρίς νά περιμέ­ νουν νά τούς δοθεί τό καθεστώς τους, τή στρατη­ γική τών ιστορικών σπουδών, συμπεριφερόμενοι καί σ’ αύτό τό έπίπεδο ώς πολιτικά άτομα, άσκώντας δηλαδή πολιτισμική πολιτική. ’Ά ν μείνουμε μόνο στήν καταγραφή τών δεδομένων, άν θεωρήσουμε δτι πραγματικότητα είναι μόνο έκεϊνο πού φανερώνεται στό έπίπεδο τοϋ θεσμο­ θετημένου λόγου, τής θεσμοθετημένης λιτανείας τών κοινωνικών διεκδικήσεων, τότε βέβαια «τά βήματα τής ιστορικής έρευνας καί τής ιστορικής παιδείας στόν τόπο μας, άλλά καί τά αίτούμενα τής κοινωνίας μας, δέν είναι πρός τήν κατεύθυν­ ση αύτή» -γιά νά διατυπώσω χωρίς έρωτηματικό τή φράση σας. Τό αίτούμενο δμως είναι νά άλλάξουμε τό θεσμοθετημένο λόγο καί τή θεσμοθετη­ μένη λιτανεία, γιά νά δώσουμε στήν πραγματι­ κότητα τή δυναμική της. Ή θητεία σας στήν ιστορική παιδεία, κά­ τω άπό τίς συνθήκες πού γίνεται στό Πα­ ρίσι, καί οί μεταπτυχιακές σπουδές τών Ελλήνων στή Γαλλία καί σέ άλλες χώρες, νομίζετε δτι μπορούν νά συντελέσουν στήν προσπάθεια, πού γίνεται ή δέν γίνεται στόν τόπο μας, γιά νά ξεφύγουμε άπό λογής άγκυλώσεις καί στήν έρευνα καί στήν παιδεία καί νά βρούμε δρόμους πρός τήν παραγωγή μιας άνεξάρτητης -όχι φυσικά ξεκομμένης- έπιστήμης στή χώρα μας;


88/συνεντευξη

μικρές αγγελίες 3ΕΤΗΣ φοιτητής τής Φυσικο­ μαθηματικής παραδίδει μαθή­ ματα τής ειδικότητάς του. Τη­ λεφωνήστε, δσο είναι νωρίς, στό 92.14.813, γιατί ό άριθμός τών μαθητών είναι περιορισμέ­ νος.

ΓΙΑ δανεισμό ή γιά αποδελτίω­ ση άναζητά συλλέκτης τή «Φύ­ ση» τού Πρίντεζη, σέ πλήρη σειρά ή μεμονωμένα τεύχη άπό τό 1894 καί μετά. Ά ν μπορείτε νά βοηθήσετε τηλεφωνήστε στό 77.77.270 (μόνο άπογεύματα).

ΒΕΡΑ ’Αμερικανίδα στό Νέο Κόσμο επιθυμεί νά δώσει τά φώτα της, μέ άμοιβή φυσικά, σέ όσους θέλουν νά μάθουν κα­ λά τή γλώσσα. Οί ενδιαφερόμε­ νοι άπό τήν περιοχή της άς τη­ λεφωνήσουν στό 90.18.880 γιά λεπτομέρειες.

ΘΑ μιλήσετε γρήγορα άγγλικά άν άποφασίσετε νά τά διδα­ χθείτε άπό φοιτητή πού γνωρί­ ζει άπταιστα τή γλώσσα. Τηλ. 92.20.204.

Ο Κ. Ζ., πού σπουδάζει στίς Η.Π.Α., ευχαριστεί τούς φί­ λους του αναγνώστες τού «Δια­ βάζω» γιά τά παρήγορα λόγια στίς πρωτότυπες ευχετήριες κάρτες πού τού έστειλαν.

ΕΙΝΑΙ έπόμενο ότι όσοι σπουδάζουν στή Γαλλία έχουν τή δυνατότητα νά έρθουν σέ επαφή μέ μιά ιστοριογραφία πού άνανεώνεται συνεχώς καί μπορούν έτσι νά μεταμοσχεύσουν τήν προβλημα­ τική της στήν εθνική μας ιστοριογραφία καί νά συμβάλουν, συνεπώς, στήν άπαγκύλωσή της· άκόμη περισσότερο, νά συμβάλουν στήν παρα­ γωγή μιας άνεξάρτητης επιστήμης. Δυνατότητα όμως δέ σημαίνει καί πραγματικότητα: είδικά ως πρός τή Γαλλία τό πρόβλημα τής έπιστημονικής ενσωμάτωσης τών έλλήνων μεταπτυχιακών σπουδαστών είναι τεράστιο, γιατί στίς συντρι­ πτικά περισσότερες περιπτώσεις δέν έχουν άποκτήσει στό ελληνικό πανεπιστήμιο μιά ιστορική ευαισθησία ικανή νά τούς κάμει δέκτες τών έρεθισμάτων πού εκπέμπει ή γαλλική ιστοριογρα­ φία, άς πούμε εκείνη πού βγαίνει άπό τό κλίμα τών Annales. ’Αρχίζει μιά προσωπική πάλη τών σπουδαστών, άπό τήν όποια έχω τήν έντύπωση ότι πολλοί θά βγούν κερδισμένοι· μιά πάλη πού έχει ώς σκοπό τή συγκρότηση ενός σκεπτικού τε­ λείως διαφορετικού άπ’ αυτό πού τούς έδωσε ή άγωγή τους, μιά πάλη πού τήν υποβοηθά μιά κεκτημένη άπαίτηση, νά δώσουν δηλαδή ιστορική διάσταση στά σημερινά προβλήματα τής ζωής τους καί τών άντικειμένων τών έπιστημών στίς όποιες έχουν θητεύσει. Γιατί είναι ένδεικτικό τό γεγονός ότι υπάρχει έντονη ιστορική ζήτηση άπό τήν πλευρά σπουδαστών πού δέν έχουν βγάλει φιλοσοφικές σχολές, πράγμα πού υποδηλώνει καί τήν άνάγκη γιά ιστορική παιδεία πού υπάρ­ χει στή χώρα μας. Στό βαθμό όπου μπορώ νά ξέ­ ρω τά ένδιαφέροντα νέων πού σπουδάζουν ιστο­ ρία στό Παρίσι, είμαι σέ θέση νά μαρτυρήσω ότι πραγματικά τά ένδιαφέροντα αυτά τείνουν νά συμβάλουν, στό θεματολογικό τουλάχιστο επίπε­ δο, στή διαφοροποίηση τών ιστορικών σπουδών μας. ’Αλλά τό παιχνίδι δέν πρόκειται νά παιχτεί σέ κανένα Παρίσι άλλά στήν ίδια μας τή χώρα. ’Επανερχόμαστε σ’ αύτά πού λέγαμε πιό πρίν γιά τήν παρέμβαση τών ιστορικών. Τώρα πρό­ κειται νά δημιουργηθούν μεταπτυχιακές σπουδές στήν Ελλάδα: είναι ή μεγάλη εύκαιρία νά προ­ σανατολιστούν στήν έρευνα, νά χρησιμοποιή­ σουν τήν έρευνα καί τούς έρευνητές, τά ερευνη­ τικά κέντρα καί νά φτάσουν στήν ώσμωση έρευ­ νας καί διδασκαλίας. Οί μεταπτυχιακές σπου­ δές, γιά νά μήν καταντήσουν προέκταση τής εγ­ κύκλιας διδασκαλίας, γιά νά μή γίνουν ένας τρό­ πος έμμεσης επιλογής στό πανεπιστήμιο, θά πρέ­ πει νά στηρίζονται στήν έρευνα καί νά προάγονται μέσω ενός ελαστικού συστήματος διδακτικών σχηματισμών πού θά επιτρέπουν καί θά υποκι­ νούν τήν έπικοινωνία όλων τών επιστημών· μιά επικοινωνία όπου ή ιστορία θά είχε νά δώσει καί νά πάρει: ένας άκόμη χώρος γιά επίμονες ψευ­ δαισθήσεις. ■


A

40L ^ QtXpVk Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΟ Λ Ο ΓΙΑ- ΠΟ ΛΙΤΙΚΗ ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜ ΜΑΤΑ ΤΗ Σ ΕΥΡΩ Π Η Σ ΤΩΝ ΔΕΚΑ ΦΡ. Μ ΠΟΡΕΛΑ

Τα πολιτικά κόμματα της Ευρώπης των δέκα

Η ΣΗ Μ ΕΙΟΛ ΟΓΙΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗ Μ ΕΡΙΝ Η ΖΩΗ 01 ΖΩΝ ΤΑΝ ΟΙ ΚΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ

Ο Υ Μ Π ΕΡ Τ Ο ΕΚΟ

ΖΑ Ν Ζ ΙΓΚ Λ ΕΡ

Στο έργο αναλύονται και ερμηνεύονται, από σημειωτική άποψη, σημαντικά θέματα της καθημερινής ζωής, όπως φεμινισμός, διαφήμιση, τέχνη και καλλιτέχνες, πολιτική, σπορ, σεξ, μέσα μαζικής ενημέρωσης κ.ά.

Ο συγγραφέας, ειδικευμένος οτα προβλήματα που απασχολούν τον «Τρίτο Κύαμο», αναφέρεται στο βιβλίο του αυτό οτο γεγονός του θανάτου, όπως αντιμετωπίζεται από τις καπιταλιστικές χώρες της Δύοης και την αφρικανική διαοπορά της Βραζιλίας.

ΣΕΛ ΙΔ ΕΣ 4 16 ΣΧΗ Μ Α 12 x 1 8 ΕΚΔΟ ΣΗ 1983 - Δ Ρ Χ. 380

ΣΕΛ ΙΔ ΕΣ 228 ΣΧΗ Μ Α 12 x 1 8 ΕΚ ΔΟ ΣΗ 1983 - Δ ΡΧ. 300

Το έργο είναι μια συνοπτική, αλλά πλήρης και περιεκτική ιστορία του κοινοβουλευτισμού και της εξέλιξης της πολιτικής ζωής σε καθεμιά από τις δέκα χώρες της ΕΟΚ, από την εμφάνιση του κομματικού φαινομένου μέχρι τις μέρες μας, και με επίκεντρο τα πολιτικό κόμματα.

ΣΕΛ ΙΔ ΕΣ 352 ΣΧΗ Μ Α 1 2 x 1 8 ΕΚ ΔΟ ΣΗ 1983 - Δ Ρ Χ . 350

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ-ΠΑΙΔΕΙΑ ΑΓ Μ Η ΝΑ 11 - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 11 - ΑΘ Η Ν Α


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ 1982 ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ 1982 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΕΛΛΗ ΑΛΕΞΙΟΥ ΕΛΛΗ ΑΛΕΞΙΟ Υ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΑΥΚΟ Φ ΡΙΔ Η -ΤΣΑ ΤΣΟ ΥΛΑ Δ ΙΟ Ν Υ Σ ΙΑ ΚΑ Ν Ζ Ο Λ Α ΙΩ Α Ν Ν Α ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ ΓΙΑΝ Ν Η ΚΑΤΡΗ Μ Α Ν Ο Σ ΚΟ Ν Τ Ο Λ Ε Ω Ν Μ Α Ν Ο Σ ΚΟ Ν Τ Ο Λ Ε Ω Ν Θ Ε Μ Ο Σ Κ Ο ΡΝ ΑΡΟ Σ Σ Ο Φ ΙΑ Μ ΙΧ Α Λ Ο Π Ο Υ Α Ο Υ Π Ω Λ ΝΟΡ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Ν ΙΚ Ο Λ Α ΙΔ Η Σ Δ ΗΜ Η ΤΡΗ Σ ΝΟΛΑΑΣ ΓΙΩ Ρ ΓΟ Σ Π ΑΠ ΑΚ ΥΡΙΑΚΗ Σ ΓΙΩ Ρ ΓΟ Σ Π ΑΠ ΑΚ ΥΡΙΑΚΗ Σ Μ Α Ρ ΙΑ Α Α Μ Π Α Δ Α Ρ ΙΔ Ο Υ -Π Ο Θ Ο Υ Α Ν Τ Ω Ν Η Σ Σ ΙΜ ΙΤ Ζ Η Σ Θ Α Ν Ο Σ Φ Ω Σ Κ Α Ρ ΙΝ Η Σ Δ ΙΟ Ν Υ Σ Η Σ Χ Α Ρ ΙΤ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ Δ ΙΟ Ν Υ Σ Η Σ Χ Α Ρ ΙΤ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ Δ Η Μ Η Τ Ρ Η Σ Π Α Π Α Θ Α Ν Α Σ ΙΟ Υ ΚΩ ΣΤΑ Σ ΤΖΕΒΕΛΕΚΑΣ

Π α ίζ ο υ μ ε κ ου κ λ ο θ έ α τ ρ ο ; Έλληνες π ε ζ ο γ ρ ά φ ο ι Π α ν ω ρ α ία Η Ν ιζέττα τής Ζ ά κ υ ν θ ο ς Ο ί τέσσερις Π ολωνέζες Π ρ ώ τ η ’Α νο ιξη Αφήγηση Κι' ή σ ιδ ε ρ ώ σ τ ρ α έκοβε την τηλ ε ό ρ α σ η σ τ ά δυ ό Ή γή τής άν τ ίσ τ α σ η ς Ά ρ κ ε ϊτ ο βίος Αλέξανδρε Ή π ό λ η τοϋ φ ω τό ς Α ν θ ρ ώ π ω ν έξ ά ν θ ρ ώ π ω ν Τ ό τ ρ υ φ ε ρ ό δέρ μ α Δ άτς ”Ω λ ! Κ α β ά λ α στή χ ε λ ώ ν α Γ ρ ά μμ α σ τ ό γ ιό μ ο υ κι ένα ά σ τ ρ ο Δ ιη γ ή μ α τ α τής ά π α λ ά μ η ς Δ ο κ ίμ ιο χ ρ ο ν ο γ ρ α φ ία ς γ ιά τ ή ν "Ελλη Αλεξίο υ Τ ά γ μ α Π εζικού Δ α ν ε ικ ιά γ ρ α β ά τ α Τό Ξύ λινο π α λ τ ό Ο ί Ά σ τ ύ ξε ν ο ι Ό ά θ ώ ο ς βασ α ν ισ τ ή ς

ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ Η . ΕΡΕΝΜΠΟΥΡΓΚ Η . ΕΡΕΝΜΠΟΥΡΓΚ ΧΟΡΧΕ ΙΚΑΖΑ Δ Α Φ Ν Η ΝΤΙ Μ Ω ΡΙΕ Σ Κ Ο Τ Φ ΙΤΖΕΡΑΛΝΤ Τ Ο Μ Α Σ ΧΑΡΝΤΥ

Γερτρούδη Κάτω ά π ό τόν τροχό Τ αξίδι στή Ν υρεμβέργη Τό ένατο κ ύ μ α . Τ όμ ος Α ' Τό ένατο κ ύ μ α . Τ όμ ος Β' Ο ύ α ζ ιπ ο ύ ν γ κ ο Ρεβέκκα Ή χ α μ έ ν η δεκα ετία Μ ιά ε ύ φ ά ν τ α σ τ η γ υ ν α ίκ α κ α ί ά λ λ α δ ιη γ ή μ α τ α

ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΚΑΙ ΝΕΟΥΣ ΕΛΕΝΗ ΒΑΛΑΒΑΝΗ ΑΛ ΕΞΑΝ ΔΡΟΣ Δ Ο Υ Μ Α Σ Μ Α Ρ ΙΑ Μ ΙΧ Α Η Λ ΔΕΔΕ ΙΩ Α Ν Ν Α ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ ΤΖΑΚ Α Ο Ν Τ Ο Ν Ν ΙΚ Ο Σ Μ ΑΡ Ο Υ Λ Α Κ Η Σ ΟΣΚ ΑΡ Ο Υ ΑΙΛ Ν Τ

Β άλιας κ α ί Β άλια Ισ τ ο ρ ία ενός κ α ρ υ ο θ ρ α ύ σ τ η Ιν δ ιά ν ικ α π α ρ α μ ύ θ ια Μ ιά δ ιπ λ ή π α ιδ ικ ή ισ τ ο ρ ία Α γ ά π η γ ιά τή ζ ω ή Ό κύρ ιο ς Σ α ρ α ν τ α π ο δ α ρ ο ύ σ α ς Τό φ ά ν τ α σ μ α τ ο ϋ Κάντερβιλ

ΒΙΒΛΙΑ ΤΕΧΝΗΣ Ν ΙΚ Ο Σ ΑΛΕΞΙΟΥ Τ Ω Ν Η Σ ΣΠΗΤΕΡΗΣ

Α ισ θ η τ ικ ά Σ η μ ε ιώ μ α τ α Δ ά σ κ α λ ο ι τής Ελληνικής Ζ ω γ ρ α φ ικ ή ς

Ζ Π Ο Δ . ΠΗΓΗΣ 3. Α Θ Η Ν Α 142 ΤΗΛ. 3603234


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.