Τεύχος 269

Page 1

A


Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Θ Ε Α Τ Ρ ΙΚ Ω Ν & Κ ΙΝΗ Μ Α ΤΟ ΓΡΑ Φ ΙΚ Ώ Ν ΧΠΟΉΩΝ ΕΠΟΠΤΕΥΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ:

IKWTOMCOUAK ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΝΕΙ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΣΤΑ ΤΜΗΜΑΤΑ:

1. ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Μ ο νο ετής φ οίτησ η) • ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ · ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ · ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ • ΔΡΑΜΑΤΟΛΟΓΙΑ · ΕΚΦΡΑΣΗ ΚΑΙ ΚΙΝΗΣΗ · ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ • ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ · ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑΣ · ΠΑΙΔΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ · ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ

2. ΣΕΝΑΡΙΟΥ (Μ ονοετής φ ο ίτησ η) • ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟ · ΣΕΝΑΡΙΟ (Στοιχεία, Τεχνικές δόμησης) • ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ • ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΡΧ. ΕΛΑ. ΚΩΜΩΔΙΑΣ, ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ • ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΩΝ · ΙΣΤΟΡΙΑΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ • ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΑ. ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ · ΣΧΕΣΗ ΣΕΝΑΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ή ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ · ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ (Έρευνα - Δόμηση).

3. ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ

Μονοετής φοίτηση • ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ · ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ • ΔΡΑΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ · ΑΝΑΛΥΣΗ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ • ΘΕΩΡΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ · ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΗ · ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ (ΟΡΓΑΝΩΣΗ - ΕΚΤΕΛΕΣΗ) · ΚΟΥΚΛΟΘΕΑΤΡΟ · ΘΕΑΤΡΟ ΣΚΙΩΝ.

Π ρόκειται για αυτοτελείς κύκλους σπουδών που απευθύνονται σε άτομα που ειδικεύονται στο χώρο του θεάτρου ή του κινηματογράφ ου καθώς και οε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμιδών. Π αρέχεται Βεβαίωση σπουδών του N E W Y O R K C O L L E G E - S.C.E. To ΚΕΝΤΡΟ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ βρίσκεται στον δεύτερο χρόνο της λειτουργίας του και έχει ήδη ουνεργασθεί με επώνυμα και καταξιωμένα πρόσωπα του χώρου της τέχνης όπως τους: I. ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗ Θεαιρ. Συγγραφέα - Σεναριογράφο Α. ΚΑΓΓΕΛΑΡΗ Θεατρολόγο - Κριτικό θεάτρου, Π. ΜΑΡΚΑΡΗ Θεατρικό Συγγραφέα, Β. ΑΡΔΙΤΗ Σκηνοθέτη - Θεατρολόγο Ε. ΒΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Κριτικό θεάτρου, Σ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ Σκηνοθέτη Κιν/φου Μ. ΚΥΝΗΓΟΥ - ΦΛΑΜΠΟΥΡΑ Χορογράφο, Ρ. ΣΕΙΡΑΔΑΚΗ Ψυχολόγο α ΜΑΥΡΟΜΟΥΣΤΑΚΟ Ph. D. Θεατρολογίας, Α.ΠΑΡΟΥΣΗ Κουκλοθέατρο

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ - ΕΓΓΡΑΦΕΣ: ΧΑΛΚΟΚΟΝΔΥΛΗ 9, 2ος ΟΡΟΦΟΣ, ΠΛ. ΚΑΝΙΓΓΟΣ, ΤΗΛ. 3617073, 3645301, 3645294. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Ν.Δ. ΤΗΣ 9/10/35


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ EUROPA-EOK

χ ΰλ οζ

ς

Ή μητέρα τοΰ σκύλου mtmmaamaamι Μυθιστόρημα

β

wmmmmmmn

ΠΡΟΣΕΧΩΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ στις Εκδόσεις Gallimard

Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ς τ α ν ιω τ η Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα __


Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ς τ α ν ιω τ η __ Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα __


Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ς τ α ν ιω τ η __ Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα ___


τα βιβλία της «γνώσης» ΑΝΑΤΟΛΙ ΡΙΜΠΑΚΟΦ

Στα 1937 ένας τυφώνας σαρώνει απ’ άκρη σ ’ άκρη τη Ρωσία: στήνονται οι διαβόητες Δίκες της Μόσχας, στήνονται οι κρεμάλες, οι ελπίδες της Επανάστασης στήνονται στον τοίχο. Ο Στάλιν είναι το Διευθυντήριο και η Τρομοκρατία, είναι ο Απόλυτος Φόβος που ροκανίζει το μυαλό και την καρδιά.

εκδόσεις «γνώση» Ιπποκράτους 31, 106 80 ΑΘΗΝΑ τηλ. 36.20 941 - 36.21.1 94

Για τους Βιβλιοπώλες: Αποκλειστική διάθεση ΔΑΝΑΟΣ Α.Ε., Μαυρομιχάλη 64, 10680 Αθήνα, τηλέφωνα: 36.04.161, 36.31.975, 36.11.054


mm Α. Μ εταξά 26, Αθήνα -

106 81

Χύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: J6.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765

Τεύχος 269 4 Σεπτεμβρίου 1991 Τιμή: Λρχ. 500 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ: Γράφει ο Ηρακλής Παπαλέξης 6 Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 8 ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Κ.Γ. Σταυρόπουλος, Σάββας Διονυσόπουλος και Σ.Π. Π απασηφάκης 9 ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Έ λληνες υπερρεαλιστές στο Παρίσι (Γράψει ο Γιάννης Μ πασκόζος) 12 ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΚΔΟΤΩΝ: 9 ερωτήματα στις εκδόσεις ΓΚΟΒΟΣΤΗ 13

Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βα­ σίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, - Γιώργος Παπαστάμος: Έργο-Βιογραφίας Χρονολόγιο Βάσω Σπάθή, Γιάννη Σκαρίμπα Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Γιώργος Κεντρωτής: Ο μαιτρ του φάλτσου Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου και τα νευρόσπαστά του Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γιώργος Παπαστάμος: Η πορεία της σκαριμπικής πεζογραφίας Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Λέανδρος Πολενάκης: Μικρό σημείωμα για τα θεατρικά Κωτσοβέλου του Γιάννη Σκαρίμπα Θανάσης Καλόμαλος: "Το ’21 κι η αλήθεια” Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο Ε.Π.Ε., Ιστορία με «συνειρμική» γραφή Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Σούλα Παπαγεωργοπούλου-Ιωαννίδη: Φιλολογικά ψευδώνυμα Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάτου Γ. Σκαρίμπα κος - 1. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ 35, Καματερό, τηλ. 23.18.444 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Μια αδημοσίευτη συνέντευξη της Έ λλης Αλεξίου στον Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Νίκο Χουρδάκη "Ο ποιητής Τ.Σ. Έ λιοτ προφήτης της Ενότητας του Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Ευρωπαϊκού Πολιτισμού” - Συνέντευξη του Κεντρική διάθεση: Ευάγγελου Μ όσχου στη Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου Αθήνα: «Διαβάζω» ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» ΕΠΙΛΟΓΗ Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: Γράφει ο Βρασίδας Καραλής ΛΕΥΚΩΜΑ: Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης. ΠΟΙΗΣΗ: Γ ράφει η Νένα I. Κοκκινάκη

20 28 35 42 45 47

52

58

63 68 70

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

73

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦ1Α

78

στο επόμενο «Διαβάζω» αφιέρωμα:

Κ ινήματα και Π ρ ω τ ο π ο ρ ίε ς σ τ η μ ε τ α π ο λ ε μ ικ ή Ε υ ρ ώ π η


Η ενηλικίωση ενός συγγραφέα

Γράφει ο Ηρακλής

Π απ α λέξη ς

Η «Ευμορφία», το πρώτο βιβλίο του Φαίδωνα Ταμβακάκη, ήταν ουσιαστικά ένα πρωτόλειο. Στο δεύτερο, «Τα τοπία της Φιλομή­ λας», φάνηκαν οι δυνατότητες ενός νέου, υποσχόμενου πεζογράφου. «Η υστάτη και τέσσερις σπουδές», το τελευταίο του βι­ βλίο, είναι σαφώς το ωριμότερο έργο του. Το πλερέστερο από άποψη αισθητικής και οικονομίας. Ενδιαφέρον ως θέμα, ε­ μπνευσμένο από τις περιπέτειες του ίδιου του συγγραφέα, και πρωτότυπο. Πρόκειται για την ιστορία ενός μοναχικού θαλασσοπόρου, ο οποίος μετά από επτά χρόνια περιπλάνησης στις θάλασσες του κόσμου, προσαράζει σ' ένα άγονο νησί του Αιγοίίου. Σύντομος σταθμός για να επιδιορθώσει τις βλάβες του μικρού του σκά­ φους και να συνεχίσει για μακρύτερα ταξίδια σ’ άλλους τόπους. Η μόνη συντροφιά στην πολύχρονη περιπλάνησή του, ένας σκύλος. Η σχέση του ήρωα με τους αφιλόξενους λιγοστούς κατοίκους του νησιού γίνονται μέρα με τη μέρα όλο και πιο προβληματι­ κές. Τα ανταλλακτικά που χρειάζεται για την επιδιόρθωση του σκάφους δεν μπορεί να τα εξασφαλίσει ούτε με τον καπετάνιο του πλοίου που πιάνει λιμάνι μια φορά κάθε βδομάδα, ώσπου ένα κότερο με ξένους εμφανίζεται. Αυτή είναι κι η τελευταία του ελπίδα. Ό μω ς από κει και πέρα τα πράγματα δυσκολεύουν. Α­ πρόοπτα γεγονότα μεσολαβούν έτσι που τελικά το μικρό αυτό σκάφος να μην μπορεί να σαλπάρει από το νησί - μια κι ο κα­ πετάνιος του δεν υπάρχει πια. Η πλοκή αλλά κι ο τρόπος γραφής της νουβέλας του Φαίδω­ να Ταμβακάκη κλιμακώνεται σελίδα τη σελίδα. Ακολουθεί την ένταση του ήρωα και τις προσπάθειές του να ενταχθεί πρόσκαι­ ρα σ' έναν άγνωστο σ’ αυτόν κόσμο προκειμένου να δώσει λύση στο πρόβλημά του. Αλλά παντού, σε κάθε στιγμή απάντηση εί­ ναι η απόρριψη. Η επικοινωνία του με τους ανθρώπους γίνεται αδύνατη. Χωρίς χρήματα και τρόφιμα οδηγείται στην εξαθλίω­ ση. Καταφεύγει σε πράξεις που ποτέ ως τότε δεν είχε υποπτευθεί ότι θα κατέφευγε. Γίνεται εκβιαστής. Είναι η απάντηση στα χωρίς ανταπόκριση σήματα που απεγνωσμένα στέλνει στους ανθρώπους. Στίς μικρές και ιδιόμορφες κοινωνικές ομάδες το παιχνίδι, αλλά και η ουσία της επικοινωνίας, έχουν δικούς τους κανόνες. Ή υποτάσσεσαι ή φεύγεις- αν μπορείς. Ο ήρωας ζώντας επτά χρόνια με τον εαυτό του, το σκύλο του και τη θάλασσα ανακαλύπτει τη βαθύτερη φύση των δυνατοτή­ των του, αναδιπλώνεται, αλλά δεν συμμετέχει σε μια ζωή που τη χαρακτηρίζει η κανονικότητα. Η δύναμη που μπορούν να α­ σκούν οι άλλοι γίνεται καταλυτική μαζί με τη βάρβαρη δύναμη του φυσικού περιβάλλοντος. Η απουσία νοήματος στην επικοι­ νωνία είναι πλέον γεγονός. Κάτω α π’ αυτή την πίεση θα φτάσει


χρονικα/7 στα άκρα. Πρόκειται για ένα είδος εκδίκησης της κοινωνίας στο περιθώριο· ό,τι δεν μπορεί να το εντάξει, το καταστρέφει. «Η Υστάτη», λοιπόν, πέρα από μια καλογραμμένη και καλοσχεδιασμένη ιστορία αποτελεί και μιας μορφής απάντηση, έμμε­ ση, σε ερωτήματα όπως: πού οδηγεί η αποξένωση, η απομόνω­ ση, η μοναξιά και τα αδιέξοδα που αυτές οι επιλογές, κάποιων ανθρώπων, συνεπάγονται. «Οι τέσσερις σπουδές» που ακολουθούν τη νουβέλα, πλην, ί­ σως, της «Παπαόρα» είναι άνευρες κι αποσπασματικές. Έχουν δημοσιευτεί σε διάφορα έντυπα κι οδηγούν τον αναγνώστη στο συγγραφικό παρελθόν του Φαίδωνα Ταμβακάκη που μικρή σχέ­ ση έχει με το σημερινό του πρόσωπο. Είναι σπουδέςγυμνάσματα γραφής που δε θα έπρεπε να ενταχθούν στον ίδιο τόμο με την «Υστάτη». «Η Υστάτη» είναι μια νουβέλα που μπορεί - και της αξίζει να υπάρχει αυτόνομα. ΦΑΙΔΩΝ ΤΑΜΒΑΚΑΚΗΣ. Η υστάτη και τέσσερις σπουδές. Αθήνα, Ε­ στία, 1991. Σελ. 252.


από 1 Ιουλίου έως 15 Ιουλίου 1991

η ΑΓΟΡΑ του ΒΙΒΛΙΟΥ

Βαγιονάκης-ΑΘ., Βασιλόττουλος-Χαλάνδρι, ΓρηγόρηςΑθ., Δωδώνη-ΑΘ., Δωδώνη-Γιάννενα, Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-Αθ., Εξαρχόττουλος-ΑΘ., ΕστίαΑθ., Ιανός-Θεσσ., Κατώι του Βι6λίου-Θ εσ σ.( Κρομμΰδας-Χίος, Λέσχη του Βι6λίου-Θ εσσ., Μεθενίτης-Πάτρα, Όμηρος-Βόλος, Παρά Πέντε-ΑΘ., Πρίσμα-Πειραιάς, Σύγχρονη Εττοχή-ΑΘ., Χνάρι-Αθ., Ψυχογιός-Αθ.

Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρη­ σαν 20 βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο κάθενας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήαεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βιβλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

■ 1

ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ Γ.: Το ροζ που δεν ξέχασα

m m

ΦΑΚΙΝΟΥ Ε.: Ζάχαρη στην άκρη

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

'E M

ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Α.: Βραδυές μπαλέτου

^^m

ΜΟΥΡΣΕΛΑΣ Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ΚΕΔΡΟΣ ΚΕΔΡΟΣ

HfcM ΔΕΛΑΣΤΙΚ Γ. - Κ. ΓΙΑΝΝΙΚΟΣ: Θύελλα στον κόλπο ΜΑΤΕΣΙΣ Π.: Η μητέρα του σκύλου

ΣΤΑΧΥ

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

ΜΠΕΡΤΟΔΟΥΛΟΣ Α.: Το Γιάννενα στο χώρο και στο χρόνο m m

ΕΝΤΕ

Κ

ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ Α: Ο Μέγας Ανατολικός

Ι

μ .:

Τ ο Μαγικό Φίλτρο

H J i ΟΖ Α.: Το μαύρο κουτί

ΔΩΔΩΝΗ

ΨΥΧΟΓΙΟΣ ΑΓΡΑ

ΨΥΧΟΓΙΟΣ

ΜΑΝΟΥ-ΠΑΣΣΑ Κ. - ΚΑΡΘΑΙΟΥ Ρ.: Χαρούμενες διακοπές (σειρά βιβλίων) ΠΑΤΑΚΗΣ ΓΚΑΤΑ Β.Χ.: Μπαγιαρμίν

ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ


χρονικα/9 Λίγα επουσιώδη για τον Γιώργο Βουγιουκλάκη για να συντηρηθεί σκισμένο το πέπλο της λησμονιάς!

Πολύ ενδιαφέρον ήταν το κεί­ μενο του καταξιωμένου πνευ­ ματικού ανθρώπου και συγγρα­ φέα κ. Αριστοτέλη Νικολαΐδη, που δημοσιεύθηκε στο με αρ. 263/15-5-1991 τεύχος του «ΔΙΑ­ ΒΑΖΩ» (σελ. 19-24), για τον «ξε­ χασμένο συγγραφέα» ΓΙΩΡΓΟ ΒΟΥΓΙΟΥΚΛΑΚΗ, με τον χαρα­ κτηριστικό υπότιτλο: «Η παράδο­ ξη έκλειψη ενός σημαντικού συγγραφέως». Δύο είναι τα συμπεράσματα που ανακύπτουν από το σφιχτοδεμένο, όσο και δυνατό καινοτόμο αυτό κείμενο, που υπογραμμί­ ζονται από το συγγραφέα του ύ­ στερα από την προσεκτική μελέ­ τη δύο πολυσέλιδων μυθιστορη­ μάτων του Γ.Β., που έχουν τους τίτλους «Οι πουλητές» και «Η Μαντάμ Εύα», τα οποία και παρα­ θέτω όπως ακριβώς τα δια­ τυπώνει: Α. - «... πράγματι είναι ένας α­ πό τους σημαντικότερους Έλλη­ νες συγγραφείς, όχι μόνο του με­ σοπόλεμου ή και της αμέσως με­ τά περιόδου, αλλά και όλης της πεζογραφικής δημιουργίας από την εποχή της νέας ελληνικής Ε­ πικράτειας». Πρόκειται αναμφι­ σβήτητα για μια βαρύνουσα κρι­ τική διαπίστωση και ιδιαίτερα ό­ ταν προέρχεται από ένα διεισδυ­ τικό κριτικό πνεύμα όπως του Α­ ριστοτέλη Νικολαΐδη, που συ­ μπληρώνει με παρρησία: «Κανέ­ νας πριν από τον Βουγιουκλάκη στην Ελλάδα και την Ευρώπη, δεν ερεύνησε τόσο βαθειά το σκοτεινό και ακατανόητο ον, τον άνθρωπο. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να σημειωθεί για την ι­ στορία... Ο Βουγιουκλάκης με τον "Ξένο”, που βγήκε άλλοτε στο Παρίσι στη διαλεχτή συλλο­ γή RIEDER προηγήθηκε του J.P. SARTR» και είναι ο πρόδρομος της σχολής του υπαρξισμού. Β. - Το επόμενο πόρισμα ορ­ θώνει ένα σοβαρό ερωτηματικό, που στηρίζεται σε αρκετές επί μέρους σκέψεις, αμφιβολίες, δια­ πιστώσεις και υποθέσεις για ψυ­ χικές ανημπόριες και κακότητες ίσως, αυτών που ήσαν οι κριτές της πνευματικής ζωής (ή οι «έρ-

πουσες μετριότητες») του καιρού του και είναι το εξής: «Η παράδο­ ξη μέχρι σήμερα έκλειψη του ο­ νόματος του Γ.Β. από οποιαδή­ ποτε, έστω και την πιο πολυπράγμονα, συγκέντρωση των σχετιζομένων ονομάτων το ότι κανείς από τους καθιερωμένους κριτικούς της λογοτεχνίας μας «δεν είχε ιδέα ή δεν άκουσε τίπο­ τα για τον συγγραφέα αυτόν», το ότι ακόμα, ούτε τον μνημονεύουν καν οι προσιτές σήμερα «σοβα­ ρές ή λιγότερο σοβαρές» ιστο­ ρίες της λογοτεχνίας, θέτουν «έ­ να ερώτημα δυσεξήγητο και λυ­ πηρό», στο οποίο ο εκλεκτός διανοητής, προσπαθεί να δώσει α­ πάντηση με τη χαρακτηρίζουσα αυτόν δύναμη και πειθώ, αφού προσθέσει ότι δεν είναι γνωστό «τίποτε το βιογραφικό συγκεκρι­ μένα» γΓ αυτόν. Το ρηξικέλευθο αυτό πόνημα του κ. Αριστοτέλη Νικολαΐδη, αποτέλεσε το έναυσμα για μια από μέρους μου πρόχειρη έρευνα των σχετικών με τον αναφερόμενο σ’ αυτό λογοτέχνη, για τον λό­ γο ότι στο παρελθόν, τον αλη­ σμόνητο καιρό της εφηβείας, εί­ χα διαβάσει τον «Ξένο» και δύο ή τρία ακόμα βιβλία του που δεν με είχαν αφήσει αδιάφορο και είχα συζητήσει γι’ αυτόν - όχι με την δέουσα προσοχή και επιμέλεια - με μια συγγενική του οικογέ­ νεια κι ακόμα, γιατί στη βιβλιοθή­ κη μου υπάρχει «Το Ευαγγέλιο κατά Ιωάννη» (Αθήνα 1945, σελί­ δες 72) σε δική του ωραία μετά­ φραση στη δημοτική γλώσσα και τέλος για να προσφέρω λίγα στοιχεία από τα «βιογραφικά» του, που πιθανώς να φανούν χρή­ σιμα στον μελλοντικό μελετητή του έργου του. Ας ανιχνεύσουμε τώρα, τα όσα ελάχιστα μπόρεσα να βρω, πάνω στο θέμα μας: Το «Επίτομον Ε­

γκυκλοπαιδικόν και Γλωσσικόν Λεξικόν» του εκδοτικού οίκου «Πάπυρος» (Δ/ντής Συντάξεως Στυλ. Γ. Κορρές), Αθήναι 1961, στήλη 1968, αναγράφει: «Βουγιουκλάκης Γεώργιος (1903-1956). Έλλην λογοτέχνης, ζήσας το πλείστον εν Ευρώπη· έργα του: "Το φιδίσιο βλέμμα”, "Οι πουλητές” κ.ά. και μετέφρασεν εις δημοτικήν το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον». Από τις λίγες αυ­ τές γραμμές μαθαίνουμε τουλά­ χιστον το χρόνο της γέννησής του και ότι πέθανε σχετικά νέος. Σε ηλικία 53 ετών. Την επιβε­ βαίωση για το χρονικό αυτό διά­ στημα έχουμε και από τη «Μεγά­ λη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» (Παύλου Δρανδάκη), Συμπλήρω­ μα, τόμ. Β', σελ. 119 και από τη «Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του Χάρη Πάτση (τόμ. 4ος, σελ. 272), που μας κάνει γνωστό και τον τό­ πο της γέννησής του που είναι η Αθήνα και του θανάτου του, που είναι η Γαλλία. Στο σημείωμα μά­ λιστα αυτό που δεν έχει υπογρα­ φή του συντάκτη του, διαβάζου­ με και τα εξής αξιοπρόσεχτα: «Ο Γ.Β. θεωρήθηκε από πολλούς νεωτεριστής ως προς το ύφος πεζογράφος, ένα του δε μυθιστό­ ρημα, "Ο Ξένος”, είχε προσεχθεί και από τους γαλλικούς φιλολο­ γικούς κύκλους. Υπάρχει πραγ­ ματικά στο έργο του Βουγιουκλάκη μια φανερή τάση ανανεώσεως και μορφής χωρίς ωστόσο να πετυχαίνει τελικά στις επιδιώ­ ξεις του. Έργα του: "Το φιδίσιο βλέμμα”, "Ο Ξένος”, "Μαντάμ Εύα”, "Οι πουλητές”. Μετέφρα­ σε στη δημοτική και το κατά Ιω­ άννη Ευαγγέλιο». Ο ’Άγγελος Φουριώτης στην «Πνευματική Πορεία» του (1900-1950, έκδ. Μαυρίδη 1952) και στη σελ. 316, γράφει τα εξής, μνημονεύοντας τη «Μαντάμ Εύα» και τους «Πουλητές» και αναφερόμενος ειδικότερα σ’ αυτό που είπε ο Φ. Λεμπέσκ στον πρόλογο της «Μαντάμ Εύας», ότι δηλαδή ο


10/χρονικα Γ.Β. «θα μπορούσε να θεωρηθεί ο κληρονόμος του Ντοστογιέφσκυ (βλ. το κείμενο αυτό στη σε­ λίδα 20, δεύτερη στήλη του μελετήματος του Αριστοτέλη Νικολαΐδη): «Ο γάλλος κριτικός Φ. Λεμπέγκ αποκαλεί τον συγγρα­ φέα Έλληνα Δοστογιέβσκυ. Με­ ταξύ τους όμως υπάρχει κάποια διαφορά: ο ρώσσος Δοστογιέβσκυ έγραφε για να πει κάτι. Ο Γ.Β. γράφει (με ευχέρεια που σε πελαγώνει) για να γράφει». Πι­ κρός ο λόγος αλήθεια, που τον ε­ παναλαμβάνει με τον τρόπο του και ο Γιάννης Χατζίνης, κρίνο­ ντας τους «Πουλητάδες» (sic) και τη «Μαντάμ Εύα», μιλώντας για «φλυαρία» και. «μια πολύ ιδιόρ­ ρυθμη ιδέα για την Τέχνη», για την πληθωρικότητά του που «του δίνει την εντύπωση πως πάει σε βάθος μέσα στη ζωή και απολή­ γει σε μια τόσο τεράστια πλάνη» και αναφερόμενος στον προαναφερθέντα χαρακτηρισμό του Λεμπέσκ, τελειώνει το βιβλιοκρι­ τικό σημείωμά του με τη φράση: «Εδώ αλήθεια, δεν ξέρει κανείς τι να υποθέσει, και για τον ίδιο τον Λεμπέγκ» (Βλ. «Τα Βιβλία». «Νέα Εστία» τόμος 43ος, τεύχος 492/Ιαν. 1948, σελ. 67). Εδώ, δια­ βάζοντας κανείς τα δύο τελευ­ ταία κείμενα, μπορεί αβίαστα να «υποθέσει» ότι έχει μπροστά του ένα μέρος από το «κλειδί», που α­ ναφέρει ο Α.Ν. στο έξοχο μελέτημά του. - Ο Κώστας Θρακιώτης στη «Σύντομη Ιστορία της Νεοελληνι­ κής Λογοτεχνίας» (έκδ. «Δί­ φρος», Δεκ. 1965, σελ. 186), τον κατατάσσει σε μια «κατηγορία συγγραφέων, που χρησιμοποιεί -με γενικότητα κοινωνικά και ψυ­ χολογικά στοιχεία» και αναφέρει μαζί μ’ αυτόν τους Γιάννη Σφακιανάκη, Ναπ. Παπαγεωργίου, Άλκη Γιαννόπουλο, Αντώνη Βουσβούνη, Γ. Δέλιο, Αλέξ. Βεϊνόγλου, Γ. Άμποτ κ.ά. και τέλος, ο πάντοτε τυπικός και συνετός Πέ­ τρος Χάρης (Π.Χ.) με αφορμή το θάνατο του Γιώργου Βουγιουκλάκη, γράφει στη σχετική νε­ κρολογία το εξής κείμενο, που α­ ξίζει να το παραθέσουμε όπως α­ κριβώς είναι γραμμένο: «Ο Γιώργος Βουγιουκλάκης, που πέθανε τον περασμένο μήνα στο Παρίσι, στάθηκε πρόσωπο αινιγματικό της λογοτεχνίας μας. Έμεινε μακρυά από κάθε φίλο κι από κάθε

συνάδελφο και τα τελευταία του­ γερή μόρφωση, το ίδιο δε συνέβαινε και με τις τέσσερις αδελ­ λάχιστον εικοσιπέντε χρόνια φές του, από τις οποίες η Ελένη σκέπασε με μυστήριο τη ζωή του. Τύπωσε πολλά και πολυσέλιδα α­ δεν πρόφθασε να δείξει έ­ φηγηματικά έργα, μεταφράστη­ μπρακτα τις ικανότητές της γιατί κε κι επαινέθηκε από ξένους κρι­ πέθανε νέα, η Καλλιόπη ήταν μία τικούς, μα δε διαβάστηκε από από τις πρώτες κυρίες της υψη­ τους Έλληνες. Ούτε κι εκρίθηκε λής ραπτικής τέχνης της Αθή­ στην πατρίδα του. Ομολογώ ότι νας, η Μαρία (σύζ. Μπέσιλα) είχε κ’ εγώ λίγες σελίδες του έχω δια­ μια συνειδητή ενασχόληση με τη βάσει. Και την ίδια ομολογία νο­ λογοτεχνία, αλλά δεν μπόρεσε μίζω ότι κι άλλοι συνάδελφοί μου να εκδώσει τα έργα της, η δε Σο­ θα είναι υποχρεωμένοι να κά­ φία (σύζ. Πήλικα) που πέθανε νουν. Μερικά βιογραφικά: Ο Βου- πριν από δύο χρόνια, πρόφθασε γιουκλάκης γεννήθηκε στην Αθή­ να εκδώσει δύο βιβλία. Το ένα περιέχει μανιάτικα μοιρολόγια να το 1903, σπούδασε φιλολογία, νέος είχε υπηρετήσει στο οικονο­ και το άλλο (έκδοση 1978) περιέ­ μικό τμήμα του Υπουργείου της χει "Διαλέξεις και Μελετήματα”». Παιδείας κι από χρόνια ζούσε Με το μελέτημά του ο κ. Αρι­ στη Γαλλία. Βιβλία του: "Το φιδί­ στοτέλης Νικολαΐδης δεν ξανάσιο βλέμμα”, "Ο ξένος”, "Μα- φερε μόνο στην πνευματική ζωή ντάμΕύα”,"Οι πουλητές”. Ο Βου- έναν «ξεχασμένο» λογοτέχνη, γιουκλάκης έδωσε κι άλλη λογο­ αλλά είμαι βέβαιος ότι κέντρισε τεχνική εργασία και είχε μετα­ και έντιμες συνειδήσεις με απο­ φράσει στη δημοτική το κατά Ιω- τέλεσμα πολλοί πανάξιοι λογοτέ­ άννην Ευαγγέλιο». (Νέα Εστία, χνες, που είναι και αυτοί «ξεχα­ τόμος 60ος, τεύχος 702/1 η Οκτ. σμένοι», να βγουν από τη λήθη 1956, σελ. 1369). Από το κείμενο του χρόνου και να μας προσφέ­ αυτό πληροφορούμαστε τον τό­ ρουν ατόφια την ομορφιά του πο θανάτου του που είναι το Πα­ πνεύματος και της δημιουργία1!? ρίσι και πλησιάζουμε περισσότε­ τους. Για το λόγο αυτό, πιστεύω ρο στον χρόνο που συνέβη, που ότι μεγάλη και παντοτινή θα εί­ πρέπει να είναι μεταξύ του δεύ­ ναι η ευγνωμοσύνη της νεοελλη­ τερου δεκαπενθήμερου του Αυ- νικής Γραμματείας, σ’ αυτόν που γούστου και του πρώτου του Σε­ έσκισε θαρραλέα, τον σκοτεινό πτεμβρίου. Μαθαίνουμε ακόμα πέπλο της λησμονιάς και της α­ και μερικά βιογραφικά του, που διαφορίας. σ’ αυτά θα προσθέσω λίγα - ε­ Κ.Γ. Σταυρόπουλος πουσιώδη - ακόμα που μου τα Τρίκαλα-Θεσσαλίας είπε η συγγενής του Νίτσα, το γένος Σιδέρη, σύζυγος του εκλε­ Αποκατάσταση του κτού φίλου μου Μιχάλη Λουκέα. Σύμφωνα λοιπόν με τις πληροφο­ Γ. Βουγιουκλάκη και ρίες αυτές, οι ρίζες του αοίδιμου, των μελετητών του ξεχασμένου μέχρι της κυκλοφο­ ρίας του τελευταίου (263/15-5-91) Συμπληρωματικά στοιχεία για τον Γ. Βουγιουκλάκη τεύχους του έγκριτου αυτού πε­ ριοδικού, κρατάνε από τη Λάγια της Μάνης και μάλιστα κάποιος Αγαπητό Διαβάζω, Διάβασα με μεγάλη προσοχή από τους παππούδες του ήταν και δήμαρχος του χωριού. Ο πα­ και εξαιρετικό ενδιαφέρον το κεί­ τέρας του Κώστας ήταν δάσκα­ μενο του κ. Αριστοτέλη Νικολαΐλος με ευρύτατη και σε βάθος δη (τεύχος 263), το σχετικό με μόρφωση, η δε μάνα του Κυρια- τον, ξεχασμένο σήμερα, πεζοκούλα το γένος Καψοκόλη, ήταν γράφο Γ. Βουγιουκλάκη και οφεί­ μια τετραπέρατη μανιάτισσα, λω να ομολογήσω ότι η προτρο­ που μαζί με τον άντρα της, έπαι­ πή του για πολλαπλή έρευνα μου ξε κι αυτή όπως φαίνεται, ευερ­ κίνησε το ενδιαφέρον. Αναρωτή­ γετικό ρόλο στη σωστή διαπαι­ θηκα μήπως εύρισκα κάτι περισ­ δαγώγηση των παιδιών της, που σότερο στις τρεις δημόσιες βι­ όλα είχαν μια έφεση και είχαν α­ βλιοθήκες στις οποίες πιθανόν υ­ σχοληθεί με το πνεύμα. Έτσι, τό­ πήρχαν βιβλία του Γ.Β. Εννοώ σο οι δύο αδελφοί του ο Δημή- στην Εθνική, Γεννάδειο και Μπετρης και ο Αλέξανδρος είχαν μια νάκειο βιβλιοθήκη. Έτσι επεχείρησα μια μικρή έρευνα. Πριν ό­


χρονικα/11 μως παραθέσω τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής, πρέπει να ση­ μειώσω ότι ο Γ.Β. αναφέρεται στην έκδοση της αλληλογραφίας των Γ. Σεφέρη - Τ. Μαλάνου (Εκδ. Ολκός, φιλολογική επιμέ­ λεια Δημήτρης Δασκαλόπουλος). Στη σελίδα 201 της έκδοσης αυ­ τής υπάρχει μνεία του Γ.Β. από τον Τ. Μαλάνο και στην επόμενη σελίδα υπάρχει υποσημείωση του κ. Δημήτρη Δασκαλόπουλου με βιογραφικά στοιχεία του Γ.Β., καθώς και ένα απόσπασμα από μια κριτική του Τ. Μαλάνου για τον Γ.Β., δημοσιευμένη στην Αλε­ ξανδρινή Λογοτεχνία του έτους 1947. Και τώρα ας έλθουμε σ’ αυτά που βρήκα στις προαναφερθείσες βιβλιοθήκες: Στους καταλόγους των βιβλιο­ θηκών Γεννάδειου και Μπενάκειου το όνομα του Γ.Β. δεν αναφέρεται. Αντίθετα στην Εθνική βιβλιοθήκη ο Γ.Β. αναφέρεται με τα εξής βιβλία: - Το φάντασμα της γυμνής γυναίκας (νουβέλα), Αθήνα 1930 - Το φιδίσιο βλέμμα (διηγή­ ματα), Αθήνα 1931 - Ο ξένος (μυθιστόρημα). Α­ θήνα 1936 - L’Entranger Μετάφραση Fr. Cogniard, Πρόλογος Phil6as Lebesgue, Εκδ. Rieder, Παρίσι 1939 - Η μαντάμ Εύα (μυθιστόρη­ μα). Εκδ. «Η Μεγάλη Τέχνη», Α­ θήνα 1946 - Οι πουλητές (μυθιστόρη­ μα). Εκδ. «Η Μεγάλη Τέχνη», Α­ θήνα 1946 - Le chaste des siecles (μυθι­ στόρημα). Μετάφρ. Β. de Saint Lierre, με πρόλογο του Πάπα Πίου XII και του Αρχιεπισκόπου, Πριμάτου της Σουδίας, Eriing Είdem. Εκδ. Regain, Μόντε Κάρλο 1951 - Η πράσινη οχιά (ψυχογρα­ φία του πάθους της ρουλέττας), Αθήνα 1961 Απ’ αυτό το τελευταίο βιβλίο - που εκδόθηκε μετά τον θάνα­ το του Γ.Β. - και από τον πρόλο­ γο του Π. Παπαδούκα αντλούμε την πληροφορία ότι ο Γ.Β. πέθανε το 1956 σε ηλικία 53 ετών, στο Παρίσι. Επίσης στο εσώφυλλο του βιβλίου αυτού, διαβάζουμε ό­ τι, εκτός από τα παραπάνω βι­ βλία, υπάρχουν ακόμη δύο εκδοθέντα και τέσσερα άλλα υπό έκδοση: Εκδοθέντα:

- Το Ευαγγέλιο κατά Ιωάννην (μετάφραση), Αθήνα Τ946 - Yggrasil Υπό έκδοση: - Τζών (μυθιστόρημα) - Το μαγικό βοτάνι (θεατρικό έργο) - Ο βίος του αγίου Ιωάννου - Αριελ (μυθιστόρημα) Επίσης στο βιβλίο Le chaste des siecles υπάρχει ο παρακάτω κατάλογος των βιβλίων του Γ.Β., γραμμένος στα γαλλικά. Πρέπει όμως να αναρωτηθούμε αν όλα τα βιβλία που αναφέρει κυκλοφό­ ρησαν στα γαλλικά ή αποτελούν απλώς πληροφορικό υλικό του ελληνόγλωσσου έργου του, προορισμένο για τον Γάλλο ανα­ γνώστη· (σε παρένθεση επιχει­ ρούμε μια απόδοση του τίτλου στα ελληνικά, όπου φυσικά δεν υ­ πάρχει ο πρωτότυπος). - Les yeux serpent (Το φιδί­ σιο βλέμμα), εξανλτημένο - L’entranger (Ο Ξένος), ε­ ξαντλημένο. - Maha - Le Prophete (Ο Προφήτης) - Les Camelots (Οι Πουλητές) - Madame Eve (Μαντάμ Εύα) - Yggrasil - Avec les bottes jaunes (Με τις κίτρινες μπότες), εξα­ ντλημένο - Le Biforme (Ο Δίμορφος) - La demeure de dieu (Η κα­ τοικία του θεού) - A la recherche du genie (Α­ ναζητώντας την ευφυΐα) - L’herbe magique (To μαγι­ κό βοτάνι) - L’homme neige (Ο άσπιλος άνθρωπος) - Le chaste des siecles (Ο aμόλυντος των αιώνων) - Le roman d’une haleine (H ιστορία μιας ανάσας) Επίσης ο Γ.Β. ετοίμαζε ένα «Σουηδο-ελληνικό» και «Ελληνοσουηδικό» λεξικό. Τέλος, εκτός από την έκδοση του ΕΛΙΑ «Βιβλιογραφία Μετα­ φράσεων Νεοελληνικής Λογοτε­ χνίας» (1986, Επιμέλ. Ε-Λ. Σταυροπούλου), ο Γ.Β. αναφέρεται στην έκδοση της Διεύθυνσης Μορφωτικών Υποθέσεων του Ελ­ ληνικού Υπουργείου Εξωτερικών «Τα Νεοελληνικά Γράμματα στην Δύση» (1981), καθώς και στον «Ο­ δηγό Βιβλίων» του Κέντρου Λο­ γοτεχνικής Μετάφρασης του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών

(1989, επιμ. Πέτρου Παπαδόπουλου) με δύο μόνον βιβλία του: Le chaste des siecles, Yggrasil. Σάββας Διονυσόπουλος

Για την παραστασιολογία του Μαριβώ Κύριε Διευθυντή, Στο τεύχος 257 που ήταν αφιε­ ρωμένο στον Μαριβώ και συγκε­ κριμένα στην παραστασιολογία του Μαριβώ, αναφέρονται μόνο οι παραστάσεις που έχουν δοθεί στη δεκαετία ’80-’90. Για τα προηγούμενα έτη σημειώνεται ό­ τι δεν υπάρχουν στοιχεία. Επιτρέψτε μου να προσθέσω τις παραστάσεις που έχουν δοθεί πριν από την παραπάνω χρονο­ λογία, με την επιφύλαξη ότι μπο­ ρεί να υπάρχει και κάποια που να μου έχει διαφύγει. 1. «Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης», Εθνικό θέατρο, 1 Ιου­ νίου 1949, σκηνοθεσία: Δ. Ροντήρη, σκηνικά: Κ. Κλώνη, ενδυμα­ σίες: Α. Φωκά*1. 2. «Ερωτικά τεχνάσματα»,2 Ε­ θνικό θέατρο, 1 Ιανουάριου 1955, σκηνοθεσία: Κ. Μιχαηλίδη, με­ τάφρ.: Μπόγρη, ενδυμασίες: Α. Φωκά, με τους: Μ. Αρώνη, Μ. Μαλλιαγρού, Κ. Λαμπροπούλου, Αλ. Αλεξανδράκη.3 3. «Οι ψεύτικες εκμυστηρεύ­ σεις», θέατρο Ρεξ, 15 Ιουνίου 1960, θίασος Ζ.Λ. Μπαρρώ.45 4. «Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης», Εθνικό θέατρο, 1963, σκηνοθεσία: Μ. Μπούχλη, με­ τάφρ.: Δ. Ρώτα, σκηνογρ.: Κ. Κλώνη, ενδυμασίες: Α. Φωκά, μουσ. επιμέλεια: Ε. Νικολαΐδου “ φιλικά Σ.Π. Παπασηφάκης

δάσκαλος επιμορφωτής θεατρ. παιδείας Ν.Ε.Λ.Ε. Ευβοίας Σημειώσεις 1. Αλκή θρύλου, Το ελληνικό θέα­ τρο, τόμος S, Εκδόσεις Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη, σελ. 65. 2. Έτσι μετονομάστηκε σ’ αυτή την παράσταση το «Fausses Cunfi3. ό.π., τόμος S, σελ. 346. 4. ό.π., τόμος Η, σελ. 259. 5. Περιοδικό «θέατρο», τόμος έτους 1963, σελ. 282.


12/χρονικα

Έλληνες υπερρεαλιστές στο Παρίσι (Μπομπούρ, 25 Ιουνίου 1991 - 23 Σεπτεμβρίου 1991) Τί γύ ρ ευ ε μια έκθεση για τους Έ λληνες υπερρεαλισ τές στο Παρίσι πριν πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα; Ορισμένοι είπαν ότι δικαίως έγινε εκεί για τί οι Έ λληνες υ περρεα λισ τές είχαν περισσότερο σχέση με τα τεκταινόμενα στο χώ ρο του γαλλικού υπερρεαλισμού παρά μ ε τον κυρίως κορμό της τέχνης στην Ελλάδα. Άλλοι την εκτίμησαν ως μια διεθνή πλέον αναγνώ ριση των Ελ­ λήνω ν υπερρεαλιστώ ν. Και οι πιο συγκαταβατικοί κούνησαν το κεφάλι λ έ γο ν ­ τας ότι δυσ τυχώ ς μόνο στην Εσπερία ενδιαφέρονται ακόμα για ζητήματα τέχνης. αλήθεια είναι ότι η μικρή έκθεση στο υ­ πόγειο, δεξιά από την κυρία είσοδο, του πολιτιστικού κέντρου Ζωρζ Πομπιντού, ήταν μια ευκαιρία να συζητηθεί το υπερρεα­ λιστικό ρεύμα τότε και σήμερα, καθώς και η σχέση του με την υπόλοιπη καλλιτεχνική δη­ μιουργία στη χώρα μας. Γιατί αντιρρήσεις υ­ πάρχουν και αρκετές. Αν ο Νάνος Βαλαωρίτης, ψυχή της έκθεσης στο Μπομπούρ, προ­ σβλέπει σε μια σημερινή συνέχεια στο υπερ­ ρεαλιστικό κίνημα, αρκετοί εκτιμούν ότι το κίνημα αυτό-καθεαυτό ήταν περιθωριακό ό­ σον αφορά την αυτοτελή υπερρεαλιστική καλλιτεχνική δημιουργία ενώ ο σοβαρότε­ ρος ρόλος του υπήρξε μέσω των επιδράσεών του στους καλλιτέχνες της εποχής του. Ο Μάνος Χατζιδάκις («Ταχυδρόμος» 17.7.91) αμφισβητεί ακόμα και τον κατάλογο των παρουσιαζομένων ως υπερρεαλιστών και ειδι­ κότερα τον Ο. Ελύτη και τον Ν. Γκάτσο, για τους οποίους σημειώνει ότι απλά επηρεά­ στηκαν από το κίνημα. Κανείς όμως δεν αμφισβητεί τις δυνάμεις που απελευθέρωσε ο υπερρεαλισμός. Οι α­ ξίες του υποσυνείδητου, το όνειρο ως καταλύτης της καλλιτεχνικής δημιουργίας, η προσπάθεια για τη δημιουργία μιας νέας πραγματικότητας μέσα από την Τέχνη που να ωθεί στην ανακάλυψη νέων καλλιτεχνι­ κών μορφών βρέθηκαν άμεσα ή έμμεσα να ε­ πηρεάζουν σημαντικούς λογοτέχνες, ζωγρά­ φους, κινηματογραφιστές, κριτικούς κ.ά. στο πρώτο μισό του αιώνα. Στην έκθεση στο Μπομπούρ παρουσιάζο­ νται ο συγγραφέας και ψυχαναλυτής Αντρέας Εμπειρικός, ο δοκιμιογράφος και ποιητής Νικόλαος Κάλας, ο ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης, ο ποιη­ τής Νίκος Γκάτσος, η ζωγράφος και συγγρα­ φέας Ζιζέλ Πράσινος, ο ζωγράφος Μαγιό και ο θεωρητικός του κιν/φου Άδωνις Κύρου. Αυτή είναι και η πρώτη γενιά των υπερρεαλι­ στών, ενώ η συνέχειά της αποτελείται από τους μεταπολεμικούς ποιητές Ν. Βαλαωρίτη, Μίλτο Σαχτούρη, Ε. Κακναβάτο. Η έκθεση περιέχει ακόμα πίνακες του Ν. Εγγονόπουλου, Γιάννη Τσαρούχη και Μαγιό, σχέδια της Ζιζέλ Πράσινος και φωτογραφίες του Ανδρέα Εμπειρικού. Το μεγαλύτερο μέρος της έκθεσης καταλαμβάνουν οι πρώτες εκδό­ σεις, χειρόγραφα, φωτογραφίες των καλλι­

^

ε

π

ο

^

τ

α

ζ

Η

τεχνών και ποιήματα μεγεθυμένα στη φωτο­ σύνθεση από φωτογραφίες. Στα πλαίσια της έκθεσης διοργανώθηκε έ­ να τριήμερο συζητήσεων (26, 27, 28 Ιουνίου), διαλέξεις για τους Α. Εμπειρικό, Ν. Εγγονόπουλο ενώ προβλήθηκαν φιλμς για τους Μα­ γιό, Εμπειρικό, Ντε Κίρικο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το μικρό φιλμάκι (σε σενάριο Ε. Trichon, Ketty Ts0kenis, Νά­ νου Βαλαωρίτη) που παίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας της έκθεσης, που δίνει και το αισθητικό - ιδεολογικό στίγμα των Ελλήνων υπερρεαλιστών. Σύμφωνα μ’ αυτό οι αισθητικές τους καταβολές ανάγο­ νται στους Σολωμό, Μακρυγιάννη, Θεόφιλο, και η έμπνευσή τους κυρίως στον θαλασσινό και νησιωτικό χώρο. Η οπτική αυτή, ένα κρά­ μα των απόψεων Σεφέρη - Ελύτη μάλλον περιορίζει τον αισθητικό τους ορίζοντα και κυρίως αγνοεί τη σχέση τους με τις διεθνείς μορφικές αναζητήσεις του υπερρεαλιστικού κινήματος. Το ιδεολογικό τους στίγμα καθο­ ρίζεται ως αντίδραση στον ορθολογισμό της τότε ελληνικής διανόησης. Το φιλμ αλλά και το στίγμα της έκθεσης, γενικότερα, θέλει να υπογραμμίσει την αυτόνομη παρουσία του υ­ περρεαλισμού στην Ελλάδα κρατώντας σ’ έ­ να υποτονικό επίπεδο το πώς και πόσο οι Έλ­ ληνες υπερρεαλιστές επηρεάστηκαν από τους ξένους συναδέλφους τους - θέμα α­ νοικτό για μελλοντική διερεύνηση. Στο φόντο της πιο σημαντικής έκθεσης στο καλοκαιρινό Παρίσι, του Αντρέ Μπρετόν, η έκθεση των Ελλήνων υπερρεαλιστών μπορεί να μοιάζει σαν φτωχός, αγνοούμενος συγγενής που μετά από μακρόχρονη απου­ σία ζητά τα δικαιώματά του, δεν παύει όμως να ’χει τη δική της σημασία για τα Ελληνικά Γράμματα, αφού έστω και εξ αποστάσεως α­ ποτελεί μια κατάθεση σ’ ένα κεφάλαιο που τουλάχιστον ερευνητικά είναι ακόμα α­ νοιχτό. Ας σημειωθεί ότι η σωστή λειτουργία της έκθεσης οφειλόταν στην οικονομική βοήθεια του ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή; στον κύριο χορηγό Κρίτωνα Ιωαννίδη. Διοργανώθηκε με τη συνεργασία του Ελ­ ληνικού Πολιτιστικού Κέντρου του Παρισιού και του Τμήματος Λογοτεχνίας και Ποίησης του Μπομπούρ, το οποίο διευθύνει ο Μπλεζ Γκοτιέ.


το Προφίλ των Εκδοτών Πριν 10 χρόνια, όταν το «Διαβάζω» άρχισε να παρουσιάζει σε κάθε τεύχος του κι από έναν εκδότη, αυτή η παρουσίαση είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή χαρτογραφούσε συνολικά το έργο, την ιστορία, τα προβλήματα και τις ιδιαιτερότητες του εκδοτικού κόσμου. Σήμερα η εικόνα έχει αλλάξει. Πολλοί από τους, τότε, εκδοτικούς οίκους δεν υπάρχουν πια, άλλοι συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους στο χώρο, ενώ άλλοι έχουν δυναμικά, στο μεταξύ, εμφανιστεί. Θεωρώντας λοιπόν απαραίτητο να επαναπροσδιορίσουμε τον εκδοτικό μας χάρτη εγκαινιάσαμε το «ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΚΔΟΤΩΝ». Σ’ αυτή τη νέα στήλη οι εκδότες θ’ απαντούν σε 9 κοινά σε όλους - ερωτήματα που έχουν στόχο να διαφανεί η φυσιογνωμία κάθε εκδοτικού οίκου, αλλά και η σχέση του με τους άλλους εκδότες.

ύ

.


14/χρονικα

9 ΤΙ

ερω τήματα στον

γκοβοστη

Ποια είναι η εκδοτική σας πολιτική και ποιους χώ­ ρους καλύπτει η εκδοτική σας δραστηριότητα;

I εκδοτική μας παραγω γή περιλαμβάνει πεζογραφία, θέατρο, I ποίηση, βιογραφίες, δοκίμιαμελέτες, ιστορικά βιβλία, ψυχολογία και ψυχανάλυση, αφιερώματα και βιβλία παιδικά με αξιώσεις όπω ς τα Διηγήμα­ τα α π ’ τον Σαίξπηρ του Γκλοτ και τα Δι­ ηγήματα α π ’ τον Μολιέρο του Σαντόν κι έναν ανεπανάληπτο Μόγλη (χωρίς περικοπές) σε μετάφραση του Άρη Α­ λεξάνδρου. Ό σ ο ν αφορά την ξένη γραμματεία επιδιώκουμε να μεταφέρου­ με στην πιο άρτια ελληνική μετάφραση τα έργα των συγγραφέων σε σωστά ελ­ ληνικά. Εκδίδουμε συγγραφείς Αμερικα­ νούς (Μπακ, Φιτζέραλντ κ.ά.). Δίνουμε έμφαση στους Ρώσους, που είναι και η ειδικότητά μας (Ντοστογιέβσκη, Τολστόη και λοιπούς), Γάλλους (Ρολλάν, Σταντάλ κ.ά.), Γερμανούς (Τσβάιχ, Λούντβιχ κ.ά.) κι αυτήν ακόμα την αγαπη­ μένη - και πρώτη στον κατάλογό μας για χρόνια - Πορτογαλίδα μοναχή Αλκοφοράντο. Κι ένα σωρό άλλους αξιό­ λογους. Προσπαθούμε θυσιάζοντας πολλές φορές το εμπορικό μας κέρδος να έχου­ με συνεργάτες μεταφραστές που γνωρί­ ζουν όχι μονάχα άπταιστα τη γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο το βιβλίο που μεταφράζουν αλλά και τη δίκιά μας. Έτσι ο Ντοστογιέβσκη είναι πάντα ο Ντοστογιέβσκη, ο Ουγκώ ο Ουγκώ κ.ο.κ. Με τον τρόπο αυτόν η απόδοση του κειμένου είναι άμεση στον Έλληνα αναγνώστη. Οι εικόνες, το πλαίσιο, το κλίμα, η πλοκή και η ατμόσφαιρα, α π ο­ κτούν μιαν αυθεντική ταινία χρώματος σίγουρου για την αντοχή του και την ποιότητα-φωτεινότητά του. Κάνοντας χιούμορ - διαφημιστικό των ημερών μας - θα έλεγα «είμαστε σίγουροι για την ούγια μας...».

’ I

Ά λλος μας στόχος είναι η έκδοση βι­ βλίων Τέχνης, Φιλοσοφίας και Αισθητι­ κής σε μιαν εποχή που το αναγνωστικό κοινό αυτών των βιβλίων είναι περιορι­ σμένο - θα 'λεγα ελάχιστο: μετριέται στα δάχτυλα. Από την «Εισαγωγή στη Φιλοσοφία» της Έλλης Λαμπρίδη και την «Καταγωγή των Ειδών» του Ντάρβιν, μέχρι την πολυτελή έκδοση αφιέρωμα στην Κωνσταντινούπολη, η δραστηριότητά μας καλύπτει ακόμα μια μεγάλη σειρά απ ό θεατρικούς συγγραφείς: Έ­ χουμε εκδώσει όλο το θεατρικό έργο του Γουάιλντ, του θ ’ Νηλ, βγάλαμε έργα του Ίψεν αλλά και δικών μας, όπω ς της Κ. Μ ητροπούλου και του Δαμιανού του Δωριάδη και άλλων. Στον κατάλογό μας ένα αρκετά σημαντικό μέρος έχουν οι Βιογραφίες. Ο αναγνώστης μπορεί να βρει απ ό το Νίτσε μέχρι τον Τζακ Λόντον, τη Μαρία Αντουανέτα και τον Χάινριχ Κλάιστ, τον Ναπολέοντα και το Γκόγια. Τώρα ετοιμάζουμε μια αριστουργηματική βιογραφία του Ρέμπραντ. Η Ι­ στορία επίσης καταλαμβάνει μεγάλο μέρος των εκδόσεών μας: π.χ. Ηρόδο­ τος και Θουκυδίδης, αλλά και Ιστορία των Σταυροφοριών του Γκρουσέ. Είστε πιστοί στους αρχι­ κούς σας στόχους; Οι επι­ λογές των βιβλίων που εκδίδετε ακολουθούν τους νόμους ζήτησης και προ­ σφοράς;

ι αρχικοί μας στόχοι τέθηκαν πριν εξήντα πέντε χρόνια. Είναι πολύ μεγάλο διάστημα για να παραμείνουν οι ίδιοι. Θα ’πρ επ ε να μπορώ να σας με­ ταφέρω στο 1926 - όταν ο Κώστας Γκοβόστης ξεκίνησε να γίνει εκδότης από μεράκι και ιδεολογία για την ποιότητα του βιβλίου στην Ελλάδα. Κοιτάξτε, οι λέξεις όπω ς «μεράκι» και «ιδεολογία» έ­ χουν χάσει σήμερα τη σημασία τους αλ­ λά οι παλιότεροι θα καταλάβουν τί εννοώ. Τον θυμάμαι - α π ό δεκατεσσά­ ρων χρονών δούλεψα πλάι του - να παιδεύεται μέρα και νύχτα για την κάθε πρόταση, την κάθε φράση και την κάθε λέξη με τους μεταφραστές και τους συ­ νεργάτες του, που δε χρειάζεται εδώ να

Ο


χρονικα/15

τους αναφέρω γιατί τους γνωρίζουν όλοι. Το ερώτημά σας για την προσφορά και τη ζήτηση «σηκώνει μεγάλη συζήτη­ ση»... Ένας εκδοτικός οίκος που δεν εκ­ δίδει πανεπιστημιακά εκπαιδευτικά ή παραεκπαιδευτικά «συγγράμματα», δεν μπορεί παρά να σκεφτεί τον παράγοντα «ζήτηση» αφού τα βιβλία που εκδίδει εί­ ναι η μοναδική πηγή των εσόδων του. Και το βαλάντιο του αναγνώστη που θα ενδιαφερθεί για τα βιβλία αυτά είναι π ε­ νιχρό, Και γι’ αυτό θα 'λεγα ότι χρειάζε­ ται περίσκεψη και μάλιστα τύχη. Προσπαθούμε να εκδίδουμε τα βιβλία μας μ’ ένα σωστό και τίμιο τρόπο. Τα α­ πευθύνουμε σε όσο το δυνατόν μεγαλύ­ τερη μερίδα' του λεγάμενου μικτού αναγνωστικού κοινού. Θεωρώ ότι σε γε­ νικές γραμμές το πετυχαίνουμε: Και φα­ νατικούς αναγνώστες έχουμε και τη βεβαιότητα ότι τα βιβλία μας τα αγορά­ ζουν και τα κρατούν στη βιβλιοθήκη τους όταν τα διαβάσουν - δεν τα τυλί­ γουν σε γυαλιστερό χρωματιστό αγορα­ στό χαρτί των 100 δραχμών για να τα ξεφορτωθούν σαν «πρόχειρα δώρα». Τα κρατούν για τα παιδιά και τα εγγόνια τους.

Πώς επιλέγετε τα βιβλία που πρόκειται να εκδώσετε; Υπάρχει κάποια επι­ τροπή; Ενημερώνεστε από τον ξένο Τύπο για το τί συμβαίνει παγκόσμια οτο χώρο του βιβλίου;

το σύστημα επιλογής των βι­ βλίων μας θα έβαζα την ταμπέ­ λα «δημοκρατικό». Τα αναζητάμε από ξε­ νόγλωσσα βιβλιοπωλεία, ειδικά περιοδι­ κά και την προσωπική μας βιβλιοθήκη και επιλέγουμε μια σειρά από τίτλους σε συνδυασμό με το ψάξιμο-αναζήτηση στην οικογενειακή βιβλιοθήκη με εκδό­ σεις σπάνιες σήμερα για την αρχαιότη­ τά τους, αλλά και προπολεμικές και κατοχικές εκδόσεις. Μετά την επιλογή προτείνουμε τίτλους στην «ολομέλεια»

των συνεργατών και αποφασίζουμε. Με­ γάλο ρόλο στις επιλογές μας παίζει και το μικρό forum συγγραφέων φίλων και πελατών μας που συγκεντρώνονται στο βιβλιοπωλείο μας. Νομίζω ότι για έναν εκδοτικό οίκο αυτός ο ίδιος ο χώρος του βιβλιοπωλείου είναι κι ένα μικρό πειρα­ ματικό εργαστήριο για μάρκετινγκ. Βλέ­ π ε ις εκεί τις αντιδράσ εις και τις προτιμήσεις του κοινού. Δοκιμάζεις τις διαθέσεις του αναγνώστη πάνω στα βι­ βλία που κυκλοφορούν και είναι δυνα­ τό να προγραμματίσεις την πορεία σου, κουβεντιάζοντας με τους φίλους και πελάτες. Προωθείτε, σταθερά, νέ­ ους συγγραφείς ή περισ­ σότερο σας ενδιαφέρουν οι ήδη καταξιωμένοι; π ω ς σας είπα και πιο πάνω είμα­ στε προσανατολισμένοι στους ξέ­ νους κλασικούς. Έτσι κάθε χρόνο ο α­ ριθμός των Ελλήνων συγγραφέων που εκδίδουμε δεν είναι σημαντικός. Κάνου­ με μια επιλογή που περνά απ ό την ο­ λομέλεια και τους συνεργάτες μας αλλά και του forum που σας ανέφερα. Δυστυ­ χώς δε γίνεται να διαθέσουμε μεγαλύτε­ ρο κονδύλι για Νεοέλληνες. Και λέω δυστυχώς, γιατί ειδικά στην Ποίηση π ι­ στεύω ότι υπάρχουν αξιολογότατοι ποι­ ητές, άγνωστοι, όχι στο πλατύ κοινό, γιατί τέτοιο κοινό δεν υπάρχει, αλλά οτο λιγοστό κοινό των φίλων του είδους. Έχω την ευκαιρία να διαβάζω χειρόγρα­ φα νέων αγνώστων ποιητών κι ομολο­ γώ ότι έχω μείνει κατάπληκτος για την ποιότητα του έργου τους.

Ο

σ

θεωρείτε ότι επιτελείτε πολιτιστικό έργο; Αν ναι, πώ ς αντιλαμβάνεστε αυτή τη λειτουργία;

ΤΙ

| I έκφραση «πολιτιστικό έργο» έχει I παραχρησιμοποιηθεί. Έχει γίνει I θα ’λεγα κλισέ; γεμίσαμε πολι-


16/χρονικα

τιστικούς συλλόγους, πολιτιστικούς κύ­ κλους, πνευματικά κέντρα κ.ο.κ. Ένας εκδότης θέλει δε θέλει, λόγω της φύσης της δουλειάς του, επιτελεί κατά τον ένα ή τον άλλο τρόπο «πολιτιστικό έργο» πιο πετυχημένο μάλιστα από χιλιάδες πολιτιστικούς συλλόγους, οργανώσεις, εταιρείες κ.ά., που έχουν μη «κερδοσκο­ πικό» χαρακτήρα, παρόλο που ένας εκ­ δοτικός οίκος είναι, θα ’λεγα, με πολλά θαυμαστικά, ερωτηματικά και εισαγωγι­ κά «κερδοσκοπικού χαρακτήρα». Και σας το κάνω λιανά: βγάζουμε εμείς οι εκ­ δότες βιβλία, χωρίς αμφιβολία για να βγάλουμε (αν ποτέ βγάλουμε) κάποιο κέρδος. Το αντικείμενο όμως που εμείς εμπορευόμαστε είναι από μόνο του π ο ­ λιτιστικό χωρίς αμφιβολία και ό,τι είδους βιβλίο και αν είναι. Επιμένω σ' αυτό: ό,τι είδους! Ακόμα και το πιο απλό και το πιο βλαβερό (αν μπορεί να χαρακτηρι­ στεί έτσι ένα βιβλίο) είναι ένα ερέθισμα για προβληματισμό κάθε ανθρώπου με ανησυχίες. Και ο προβληματισμός είναι πάντα αφορμή για σκέψη και βελτίωση του νου. Μια διαρκής αναζήτηση σε ερ­ μηνείες με σύγκριση ιδεών, καταγραφή εντυπώσεων, ένα καταστάλαγμα κι άλ­ λοτε απόσταγμα των προσσδοκιών. Άλλοτε πάλι ανάπαυλα και νέο ξεκίνη­ μα για κάποιο άλλο βιβλίο καλύτερο από το προηγούμενο. Να μην ξεχνάμε ότι μπροστά σ’ ένα βιβλίο το μυαλό «δουλεύει», μπαίνει σε κίνηση, δεν είναι παθητικός θεατής... Το 'χω ξαναπεί ότι ο διαχωρισμός σε εκδότες που βγάζουν «καλά» βιβλία και εκδότες π ου βγάζουν «κακά» βιβλία δεν είναι σωστός. Ό λ α τα βιβλία και τα πιο απλά και τα πιο άση­ μα είναι βοτσαλάκια που προσθέτουν τη μεγάλη ή μικρή συμβολή τους στο οικο­ δόμημα για μια πνευματική ανάπτυξη των Νεοελλήνων, που νομίζω ότι η κα­ κοδαιμονία τους οφείλεται στο ότι ενώ είναι πανέξυπνοι δεν έμαθαν να σκέ­ φτονται και το χειρότερο ούτε να εκφρά-' ζουν αυτά που σκέφτονται π α ρ ’ όλα τα φροντιστήρια και τα Μαθήματα Εκθέσεως «Ιδεών»...

Ποια βιβλία άλλων εκδοτι­ κών οίκων θα θέλατε να είχατε εκδώσει εσείς;

Ο

g ’ Χώ μεγαλώσει με βιβλία, μέσα στα βιβλία και τ’ αγαπώ τα σε δυο π α ­ λάμες φτερουγίζοντα και συγκλίνοντα, αυτά που κλειστά φοράνε το καθένα διαφορετικό κάλυμμα εξώφυλλο - αυ­ τά τ’ ανοιχτοστολισμένα με γκραβούρες και σχέδια και εικόνες τα στοιχειοθετημένα, αυτά που αιώνια ανοίγουν και κλείνουν: τ’ αγγίζω ερωτικά, τα μυρίζω, τα χαϊδεύω, μια ζωή... Τα βλέπω να γεν­ νιούνται (και να μην πεθαίνουν) - αξιώ­ θηκα τουλάχιστον 1.000 τίτλους να δω να ξεπροβάλλουν στα μάτια μου. Από τότε που μικρός μπήκα στο επάγγελμα. Ποιον από τους εκδοτι­ κούς οίκους εκτιμάτε πε­ ρισσότερο για την προ­ σφορά του και γιατί;

V

If ια τα παραπάνω κι επειδή όλοι I μας γνωρίζουμε το μύθο της κου| κουβάγιας και του παιδιού της «του πιο όμορφου από τ’ άλλα», δε ζή­ λεψα ποτέ τα παιδιά των συναδέλφων μου κι όλους τους αγαπώ . Μα πιο π ο ­ λύ αγαπώ τα βιβλία τα δικά μας, που το καθένα τους έχει δώσει - του πατέρα μου κι εμένα και τώρα του γιου μου τόσες χαρές, όσους πόνους χαρές και πίκρες δίνουν τα παιδιά στους γονιούς τους. Οι συνάδελφοι ας είναι καλά κι ας αγαπάνε τα παιδιά τους. Ποιους θεωρείτε φυσι­ κούς σας συμμάχους (εφη­ μερίδες, περιοδικά, T.V., ραδιόφωνο, πολιτεία κ.ά);

ωρίς αμφιβολία οι μόνοι σύμμαχοί μας είναι τα αδύναμα σε κυκλο­ φορία αλλά πολύ αξιόλογα, και πάρα πολλά για την εποχή μας, λογο-


χρονικα/17

τεχνικά περιοδικά καθώς και μια δυο ε­ φ ημ ερ ίδες π ο υ δυ σ τυ χ ώ ς όμω ς περιποιούνται μια «ειδική μερίδα» συνα­ δέλφων (χαλάλι τους). Για την T.V. δεν γίνεται λόγος, είτε είναι κρατική είτε όχι. Το ραδιόφωνο όμως κάνει ό,τι μπορεί. Αλλά το Κράτος! Το κράτος ούτε ήξερε ούτε ποτέ θα μάθει... το συφέρο του. Και λέω συφέρω (χωρίς το μ) γιατί αυτό εννοώ και γιατί ποτέ δεν κατάλαβαν οι κρατικοί μας λειτουργοί την τεράστια σημασία ενός ανθρώπου «διαβασμένου». Ενός ανθρώπρυ που διαβάζει βιβλία έξω α π ’ το επάγγελμά του. Διάφορα βιβλία, όχι τυφλοσούρτες. Αν ο κ. Καθηγητής π.χ. των Θρησκευτικών διάβαζε Ντάρβιν θα ήταν καλύτερος ως πρ ος τη δι­ δασκαλία του. Ο γιατρός που έχει διαβάσει Ρ. Ρολλάν εκτός από Πασκάλ είναι καλύτερος. Αλλά και ο υδραυλικός θα απέδιδε καλύτερα αν τον είχαν μά­ θει να προτιμά τις ελεύθερες ώρες του ένα βιβλίο απ ό ένα ποδοσφαιρικό ματς... Ας αφήσουμε όμως τ’ αστεία! Το Υ­ πουργείο Πολιτισμού πέντε χρόνια έχει ν’ αγοράσει από του Γκοβόστη που εκ­ δίδει κλασικά βιβλία, ενώ οι βιβλιοθήκες διαφόρων περιοχών και πολιτιστικών συλλόγων στέλνουν επιστολές σε μας και μας ζητάνε να γεμίσουμε τα άδεια ράφια τους. Και επειδή αυτό γίνεται κατ’ εξακολούθησιν διατυπώνω το απλό ε­ ρώτημα: καλά τα ράφια τα πλήρωσαν γιατί δεν εγκρίνουν κονδύλια και για βι­ βλία; Γιατί τα βιβλία τα ζητιανεύουν και δεν τα ζητάνε από το Υπουργείο; Γιατί α πό ιδιώτες; Δωρεές αφήνουν αυτοί που φεύγουν...Αυτοί που μένουν για να γίνουν χορηγοί πρέπει πρώ τα να επι­ βιώσουν. Το επάγγελμα του εκδότη δεν προσφέρεται για δωρεές. Αντίθετα έχει ανάγκη από στήριξη και υποστήριξη. Πώς δηλαδή οι Παιδικοί σταθμοί αγορά­ ζουν γάλατα και άλλα τρόφιμα ή και παιχνίδια ακόμη και δεν τα ζητάνε δω­ ρεάν από τους παραγωγούς; Γιατί τα βι­ βλία πρέπει να τα διαθέτουν οι εκδότες τσάμπα;

Ποια βιβλία σκοπεύετε να εκδώσετε προσεχώς; υμπληρώνουμε σε καινούρια έκ­ δοση και στοιχειοθεσία την τε­ λειωτική μορφή των «Απάντων Ντοοτογιέβσκη» σελίδες, αν αγαπάτε, 7.616 πε­ ρίπου. Τα άπαντα θα κυκλοφορήσουν και σε έκδοση πολυτελείας (περιορισμέ­ νος αριθμός αντιτύπων και ειδική βιβλιο­ δεσία με δέρμα). Ένα σπουδαίο βιβλίο, που περιγράφει τη σχέση του εγκεφάλου με την πνευ­ ματική ανάπτυξη και τον τίτλο «Εγκέφα­ λ ο ς και Πνεύμα». Την καινούρια δουλειά του Χέλερ (Κατς 22) για τη ζω ή του Ρέμπραντ. Το βιβλίο αυτό είναι τρομερά πρω τότυπο γιατί ξεκινώντας από τον πίνακα του ζω­ γράφου «Ο Αριστοτέλης αναπολώντας μπροστά στην προτομή του Ομήρου» υ­ φαίνει έναν καμβά όπου εμφανίζονται ο Πλάτωνας, ο Σωκράτης, ο Αριστοτέλης, ο Αλκιβιάδης, η Ολλανδία τού τότε, η Α­ μερική τού σήμερα και ένα σωρό άλλα. Ένα βιβλίο-οδηγό στο έρ γο του Ταρκόφσκι α π ό τα «Τετράδια του Σινεμά». Το «Ναός και Στοά» μια προσέγγιση τ ην Ιστορία του Τεκτονισμού και τις ρί­ ζες *ης από τους ΝαΤτες Ιππότες. Τη μυθιστορηματική «Βιογραφία του Βαν Γκογκ» του Στόουν, πλούσια εικο­ νογραφημένη. Τα «Ά νθη του Κακού» του Μ ποντλαίρσε μετάφραση, εισαγωγή, σχόλια της Δέσπως Καρούσου απ ό το γαλλικό πρω τότυπο. Τη «Μ παλάντα τη ς Φ υλακής του Ρήντινγκ» του 'Ο σκαρ Ο υά ιλντ σε δί­ γλωσση πάλι έκδοση, σε μετάφραση του Στάθη Σπηλιωτόπουλου και εικονογρά­ φηση Γιάννη Καρύδη. Τη «Ζωή του Πικάσο» τη ς Αντονίνας Βαλαντέν πλούσια εικονογραφημένη. Την «Ινδία», ένα οδοιπορικό τη ς Έρ­ οή ς Α ά γκε σε αναζήτηση των Γιόγκι. Την «Κορέα πά νω α π ό το ν 38ο π α ­ ράλληλο» ένα άλλο οδοιπορικό της Μα­ ρίας Αρβανίτη-Σωτηροπούλου γραμμένο σε μυθιστόρημα. Κι ένα βιβλίο που άργησε: το Β και το Γ τω ν Ιστοριώ ν του Η ροδότου, μετα­ φρασμένων από το Λ. Ζενάκο.



Γιάννης Σκαριμπας Ο Γ ιάννης Σ κα ρίμπα ς, ένα ς από τους ση μ α ντικό τερο υ ς συγγρα φ είς της επ ο ­ χή ς του ’30, προσέφερε π ο λλά σ τη ν ποίηση και σ τη ν πεζογραφία, σ το θέατρο και σ το δοκίμιο. Τα έρ γα του μ ιλο ύ ν για μια ο λό κληρη επ οχή μισού και πλέον αιώνα, κινούμενα σ το χώ ρο του πα ρα λόγου μ ε μια ιδιότυπη γλ ώ σ σ α και ύφος. Μ ε τα δ ιη γή μα τα «Κ αϋμοί σ το Γριπονήσι», το «Θείο τραγί», «Μ αριάμπας», «Μ αθητευομένη τω ν τακουνιώ ν», την ποιητική συ λ λο γή «Ο υλαλούμ», τα θεα­ τρικά «Ο ήχος του κώ δω νος», «Ο Σ ερβάν Σ εβαλιέ της κυρίας» και το ιστορικό αφ ήγημα «Το ’21 και η αλήθεια», ο Σ κ α ρ ίμ π α ς έχει διαγράψ ει μια πορεία εξα ι­ ρ ετικά ενδιαφέρουσα, η οποία α π ο τελεί αντικείμενο μ ελέτη ς. Ε π τά μόνο χρόνια, όμω ς, μ ε τά το θάνατο ενός συγγρα φ έα είναι λίγα για να έχει ήδη απ οτιμη θεί σε βάθος το έργο του. Τα κείμενα που ακολουθούν δεν φιλο­ δ οξούν να α π ο τελέσ ο υ ν μια ολοκληρω μένη μ ελέτη του έργου του. Α π ο τελ ο ύ ν ω­ σ τό σ ο μια απ ό τις πρώ τες προσπάθειες προσέγγισ ης.

Επιμέλεια αφιερώματος: Κατερίνα Γρυπονησιώτου


20/αφιερωμα

Γιώργος Παπαστάμος

Έργο-Βιογραφίας Χρονολόγιο του Γιάννη Σκαρίμπα ( 1893- 1984) 1893 Ληξιαρχώντας, ο ίδιος ο Σκαρίμπας τη γέννησή του, κατά ποι­ κίλους φραστικούς τρόπους, έφερε και φέρνει ακόμα, ως τώρα, τους γραμματολόγους-ερευνητές του σε αδιέξοδο. Τα «αυτοβιογραφικά σημειώματα», που του ζητούσαν οι κατά καιρούς φίλοι του, γράφονταν στο γόνατο. Έτσι, ως προς την πληροφό­ ρηση που μας παρέχουν τα σημειώματα αυτά ή γράμματα (επι­ στολές), για το χρόνο και τον τόπο γέννησής του, αναιρούν το ένα τ’ άλλο (το μεταγενέστερο το προγενέστερο), δημιουργών ­ τας σύγχυση, «ηθελημένη» ίσως, από τον ίδιο τον αυτοβιογραφούμενο Σκαρίμπα. Τελικά, το πρόβλημα φαίνεται πως βρήκε προσφάτως τη λύ­ ση του, από τους ασχολούμενους με το έργο του και τη ζωή του μελετητές και ερευνητές: α) από τον ποιητή Σπύρο Κόκκινη περιοδ. «Ιχνευτής» τεύχος 11/1986 - και β) από τους δημοσιο­ γράφους Δημήτρη Δεμερτζή και Δρόσο Κραβαρτόγιαννο. Α­ διάσειστα στοιχεία από εξακριβωμένες έγκυρες πηγές, που δη­ μοσιεύτηκαν από τους ανωτέρω, αποδείχνουν πως: ο Σκαρί­ μπας Ιωάννης του Ευθυμίου και της Αντρομάχης δεν εγεννήθη στην Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος (πρώην Δήμου Μυωνίας), αλ­ λά στο Αίγιο. Η Ανακοίνωση, δημοσιεύτηκε στο υπ’ αριθ. 715 φύλλο της εφ. «Προοδευτική Εύβοια» την 14 Δεκεμβρίου 1989 και έχει ως εξής: «Σκαρίμπας Ιωάννης του Ευθυμίου και της Ανδρομάχης. Γεννήθηκε στο Α ίγιο το 1893. Υπάλληλος Εμπορικού Κατα­ στήματος. Γραμματικές γνώσεις γυμνάσιο... Είναι γραμμένος και στην Π ά τρ α με έτος γεννήσεως το 1893 και α/α Μητρώου Αρρένων 391».

1897 Με την κήρυξη του ελληνοτουρκικού πολέμου η οικογένεια Ευ­ θυμίου Σκαρίμπα βρίσκεται στη γενέτειρα Αγία Ευθυμία Σαλώνων, του Δήμου Μυωνίας. Ο πατέρας του ασκεί το επάγγελμα του φραγκορράπτη και κατά ομολογία του ίδιου του γιου του Γιάννη, σ’ ένα απ’ τα πολλά αυτοβιογραφικά του σημειώματα: «Χρημάτισε, τότε "ενταλματίας” και φυγόδικος (δια τινα μα-

> -■ μ«Οψής του σχολαρχείου και της Λ γυμνασίου Αίγιου.


αφιερωμα/21 γκουροφόρτωση - τινων - χωροφυλάκων σ’ έναν γάμο) κι ύ­ στερα διορίστηκε από τον τότε υπουργόν Οικονομικών Ανάρ­ γυρον Σιμόπουλον (ίσως τρόμω του) Τελωνειακός Δεκάρχης — του - στο Αίγιο. Ο πατέρας του, λοιπόν, πληβείος· αλλά η μητέρα του πατρι­ κία... Ιδού, ο Γιάννης, τι γράφει γι’ αυτήνα... «απεναντίας η μά­ να μου (το γένος Λιάκου Σκαρτσίλα) ήταν παραδοσιακή αρχοντοπούλα και γλωσσομάθισσα (είχε βγάλει το Γυμνάσιο του Αιγίου με υπηρέτες και υπερέτριες με "κλειδοκύμβαλο” και... φέσι»). Ως πρόγονος και γενάρχης των Σκαριμπαίων φέρεται ο Σου­ λιώτης Φήμος Μασγάκης, με παρώνυμό-του: Καμκαντζής. Και το επώνυμό του: «Σκαρίμπας» είναι, κατά τον ίδιο, σκωπτικόν παρωνύμιο...

1906 Τελειώνει το αλληλοδιδακτικό-Δημοτικό Σχολείο στη γενέτει­ ρα. Ο δάσκαλός του, ονόματι Κώστας Αγρινίτης, διαβλέπει στο μαθητή του Σκαρίμπα, μια προϊούσα πνευματική ανάπτυ­ ξη, ασυνήθιστη για την ηλικία του, και μια εκπληκτική επίδοση στα Γράμματα. (Πρέπει να σημειωθεί, ότι ο Σκαρίμπας, γράφει σε κάποιο απ’ τα πολλά αυτοβιογραφικά του, πως έβγαλε 4 τά­ ξεις του Δημοτικού, στην Ιτέα). Τελικά, ο δάσκαλός του παρακινεί και πείθει τον πατέρα του, να στείλει το Γιάννη-του - στο Σχολαρχείο - Ελληνικό του Αιγίου. Φοιτά στο σχολείο αυτό - προγυμνάσιο της Επο­ χής - , ενώ παράλληλα εργάζεται, τις ελεύθερες ώρες του, στο μπακάλικο ενός θείου του, για να μην επιβαρύνει με πρόσθετα έξοδα τον φτωχό φαμελίτη πατέρα του, που έχει να θρέψει άλλα δυο, μεγαλύτερα, παιδιά: τον Παναγιώτη και την Αγγελική.

1908 Τελειώνει το Σχολαρχείο Αιγίου και γράφεται στο Α' Γυμνάσιο Αρρένων-Πατρών. Περατώνει τις εγκύκλιες σπουδές του, ενώ στο ίδιο χρονικό διάστημα, καθώς ο ίδιος ισχυρίζεται, παίρνει πτυχίο και από τη Μέση Δασική Σχολή που λειτουργεί εκεί.

1912 Κηρύσσεται ο Πρώτος Βαλκανικός πόλεμος. Είναι ακόμα δε­ καεννιά χρονών και δεν στρατεύεται. Εργάζεται ως διευθυντής του λογιστηρίου του εν Πάτραις υποκ/τος της Εταιρείας Ρα­ πτομηχανών Σίγγερ. I (V IΊ

Έναρξη του Δευτέρου Βαλκανικού Πολέμου, στρατεύεται, κα­ τά μήνα Δεκέμβριο. Τον κατατάσσουν, με το βαθμό του Δεκα­ νέα, στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων. Ο Σκαρίμπας σε πολλά κεί­ μενά του-αυτοβιογραφικά, λέει ότι κατετάγη και υπηρέτησε ως εθελοντής. Στα επίσημα στρατολογικά του στοιχεία δεν μνημο­ νεύεται, αν υπηρέτησε εκουσίως, στο στράτευμα.

1914 28 Ιουνίου, πρώτη ντουφεκιά στο Σεράγιεβο και αρχίζει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Το 5/42 Σύνταγμα, όπου υπηρετεί ο υπαξιωματικός Γιάννης Σκαρίμπας (έχει ήδη προαχθεί στο βαθ­ μό του λοχία), προωθείται στο Μακεδονικό Μέτωπο.

Γ.Σ. εκτελωνιστής στη Χαλκίδα, το

ms.


22/αφιερωμα

1915 Γεννιέται η αδερφή του Καλλιόπη, η μετέπειτα ποιήτρια.

1916 Παίρνει μέρος στον πόλεμο χαρακωμάτων - στον τομέα του Στρυμώνα, ποταμού. Ως περιπολάρχης των Ευζώνων - του κάνει ανθραγαθήματα, που αργότερα τα λοιδορεί. Παρασημοφορείται, και για το τραύμα του στο σβέρκο... Ευτυχώς δεν έχει την τύχη του Απολλιναίρ. Ο Στρατηγός Ιάκωβος Νεγρεπόντης, Διοικητής της XIII μεραρχίας, του δίνει τον «Σιδηρούν Σταυρόν»... Ό λες τις οδυνηρές, αυτές εμπειρίες του πολέμου των Χαρα­ κωμάτων στο Μακεδονικό Μέτωπο, θα τις κατα-γράψει στα δυο εμπνευσμένα Χρονικά του: «Η περίπολος Ζ» και «Η φυγή προς τα Εμπρός». Στις 17 Οκτωβρίου απολύεται του στρατεύματος, και μετα­ βαίνει για ξεκούραση στη γενέτειρά του Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος.

1917 Έκρηξη της Ρούσικης Οκτωβριανής Επανάστασης· και στις 28 Αυγούστου ο υπαξιωματικός των Ευζώνων του ηρωικού 5/42 Ιωάννης Σκαρίμπας καλείται και πάλι υπό τα όπλα. Στο μεταξύ, το μικρό χρονικό διάστημα, που είχε απολυθεί από το στράτευμα, συμμετάσχει σ’ ένα διαγωνισμό τελωνο­ φυλάκων.

1919 Το Μάρτιο ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού και ο Γιάννης Σκαρίμπας, επέτυχε. Σύμφωνα με τον τότε νόμο, οι τελωνοφύλακες απαλλάσσονταν των στρατιωτικών τους υ­ ποχρεώσεων και δεν υπηρετούσαν στη γραμμή των πρόσω. Έ ­ τσι, στις 4 Απριλίου ο Σκαρίμπας, πήρε απολυτήριο απ’ το στρατό, κατόπιν διαταγής... Με σχετικό έγγραφο τοποθετείται στο Τελωνείο Χαλκίδος. Πριν αναλάβει υπηρεσία, ως Τελωνοφύλαξ, εγγράφεται στη Φι­ λοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών - κατά μαρτυρία και του Ιστορικού Γιάννη Κορδάτου. Αλλά δεν πρόφτασε να φοιτήσει κανονικά στο Πανεπιστή­ μιο, γιατί μόλις ανέλαβε υπηρεσία στο Τελωνείο Χαλκίδος πα­ ντρεύεται - 19 Απριλίου - την Ελένη Κεφαλινίτη, με την οποία και απέκτησε πέντε παιδιά. Στο μεταξύ η υπηρεσία του Τελωνείου Χαλκίδος, τον αποσπά προσωρινά, ως Τελωνωσταθμαρχεύοντα στο νεοσύστατο Τε­ λωνείο Ερέτριας, όπου και θα γράψει τα πρώτα εννιά του διηγή­ ματα. Μέχρι στιγμής ουδείς ξέρει - μήτε ο ίδιος - ότι ασχολείται, με τα Γράμματα...

1922 Ενάμισο μήνα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, 23 Οκτω­ βρίου, και ανακαλείται η απόσπασή του, από το Τελωνείο Ερέ­ τριας· και επανέρχεται στη Χαλκίδα, όπου και η οργανική του θέση. Εδώ θα περάσει όλη την πολυτάραχη, ασάλευτη Ζωή του. Με την εγκατάστασή του, μονίμως πλέον, στη Χαλκίδα απερί­ σπαστος και ήσυχος θ’ αρχίσει τη μελέτη, κατ’ ιδίαν, όλων των

Βάσος Αασκαλάκης (σύζυγος της Έλλης Αλεξίου) ο μεταφραστής του Κνουτ Χάμσουν. Αυτός συνέστησε στο Σκαρίμπα το. Νορβηγό συγγραφέα των «Μυστη­ ρίων», των «Νοσταλγούν» και της «Πεί­ νας», φωτ. 1937


αφιερωμα/23 νεοελλήνων ποιητών της γενιάς του και των παλαιοτέρων, κα­ θώς και του Δημοτικού μας τραγουδιού. Από μεταφράσεις μελετά τον αγαπημένο του Αμερικανό ποι­ ητή, που ήτανε της μόδας, τότε: Έντγκαρ Ά λαν Πόε, τον Κνουτ Χάμσουν, τον Θερβάντες, το Ντοστογιέφσκι, τον Ίψεν και τον Όσκαρ Ουάιλντ.

1928 Θάνατος του Κώστα Καρυωτάκη, στην Πρέβεζα. Το γεγονός αυτό τον συγκλονίζει και τον εντυπωσιάζει βαθύτατα η απροσ­ δόκητη και αινιγματική - «ιδανική» αυτοχειρία-του.

1929 Δημοσιεύει το πρώτο του διήγημα: «Στις πετροκολόνες στο λι­ μάνι». Προκηρύσσεται ο πανελλήνιος διαγωνισμός διηγήματος του περιοδικού «Ελληνικά Γράμματα», που εξέδιδε τότες, ο Κωστής Μπαστιάς. Στέλνει, στο διαγωνισμό αυτό, το διήγημά του: «Ο Καπετάν Σουρμελής ο Στουράίτης». Η επιτροπή Κρίσεως αποτελείται α­ πό τους: Κωστή Μπαστιά, Φώτη Κόντογλου, Κώστα Καρθαίο και Λέοντα Κουκούλα. Ο Σκαρίμπας παίρνει το πρώτο Βρα­ βείο! Τη διθυραμβική εισήγηση, για τον άγνωστο διηγηματογράφο, είχε γράψει: ο Φώτης Κόντογλου. Σχολιάζει στον τοπικό τύπο το πολύκροτο μανιφέστο της γε­ νιάς του «Το Ελεύθερο Πνεύμα» του Ορέστη Διγενή - (Γιώρ­ γου Θεοτοκά), που κυκλοφορεί αυτή τη χρονιά.

1930 Στα τυπογραφεία, όπου βγαίνουν τα «Ελληνικά Γράμματα» του Μπαστιά, τυπώνει, σε καλαίσθητη έκδοση και με ωραίες εικό­ νες μαζί και το πορτραίτο του, που φιλοτέχνησεν ο Κόντογλου, την πρώτη συλλογή διηγημάτων του, με τον χαρακτηριστικό τί­ τλο: «Καημοί στο Γριπονήσι». Το βιβλίο προκαλεί έκπληξη και θαυμασμό. Το χειροκρο­ τούν, με διθυραμβικές κριτικές οι ελάσσονες, κυρίως, ποιητές της γενιάς, όπως: Γιώργος Κοτζιούλας, Μίνως Ζώτος, Μάρκος Αυγέρης, Μανώλης Αλεξίου, Τεύκρος Ανθίας, Φιλύρας, Γιώρ­ γος Δενδρινός, Κανελλής, Ορ. Λάσκος, Μήτσος Παπανικολάου, Ά γρας και οι Ευβοείς: ο συμπολίτης του, Πάνος Σαμαράς, ο λαογράφος Μήτσος Σέττας και η Συριανή ποιήτρια, εκδότρια των «Κυκλάδων»: Ρίτα Μπούμη, η κατόπιν Παππά.

1932 Εκδίδεται «Το Θείο Τραγί». Με το βιβλίο του αυτό, ο Σκαρί­ μπας αλλάζει άρδην και τον τρόπο γραφής και το ύφος, σε σύ­ γκριση με τους «Καημούς». Διακρίνονται ήδη καθαρά οι πρώ­ τες επιδράσεις του απ’ το γαλλικό σουρρεαλισμό. Ακόμα και σήμερα, αλλά και για πάντα, το'«ανωφελές αυτό αριστούργημα ως η "Ναζδά” του Μπρετόν», θα εξακολουθεί να ασκεί βαθιά την επίδρασή του, στη νεοελληνική μας πεζογραφία. Ωστόσο, τότε, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος επέκρινε δριμύτατα το «Θείο Τραγί» στο περιοδικό της εποχής: «Κύκλος» 2ο φύλ­ λο. Ο Σκαρίμπας του απάντησε καταλλήλως απ’ το περιοδικό «Ξεκίνημα» - ευρισκόμενος, ως είπε, εν αμύνη.

1935 Ο Κονδύλης κατέλυε τη Δημοκρατία και ο Σκαρίμπας έγραφε

Γ.Σ. το σκίτσο του Κόντογλου που έγινε κατόπιν απ’ τον ίδιο έγχρωμο πορτρέτο


24/αφιερωμα και δημοσίευε τον «Μαριάμπα» του. Το καλοκαίρι του έτους αυτού δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Νέα Ημέρα» (της Τεργέ­ στης) μια σειρά από εγκωμιαστικά άρθρα, από τον διευθυντή της εφημερίδας αυτής, Π. Θνητό (φιλ. ψευδώνυμο του Ευαγγέ­ λου Λεμπέση). Στο υπ’ αριθ. 14 φύλλο ο «Μαριάμπας» χαρα­ κτηρίζεται ως απέθαντος λογοτεχνικός τύπος. Με το ίδιο πνεύ­ μα γράφει άρθρα στην «Καθημερινή» και ο Ν. Παππάς, την ίδια αυτή εποχή, πλέκοντας το διθύραμβο του «Μαριάμπα» και δια­ τυπώνοντας τη γνώμη, πως ο «Μαριάμπας» είναι το αριστούρ­ γημα του Μεσοπόλεμου. Αυτό το ίδιο καλοκαίρι ο ποιητής Αγγελος Σικελιανός επι­ σκέπτεται τη Χαλκίδα, για να γνωρίσει προσωπικά και συγχα­ ρεί το δημιουργό του «Μαριάμπα».

ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΡΙΜΠΑ

ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ

1936 Γνωρίζεται με το δάσκαλο-ποιητή, εισηγητή του σουρρεαλισμού στην Ελλάδα, που έρχεται από τη Μυτιλήνη, κυνηγημένου απ’ τη μεταξική δικτατορία, για να υπηρετήσει ως δάσκαλος στο Δημοτικό Σχολείο Φαράκλας Εύβοιας, Θεόδωρο Ντόρο ή Ντόρο Ντορή. Αλληλογραφεί με τον ποιητή Γ. Κοτζιούλα, που βρίσκεται άρρωστος από φθίση στο σανατόριο «Σωτηρία». Ο Κοτζιούλας του αφιερώνει ποίημα.

1937

ΕΚΔΟΣΗ Κ. πΑΠΑΔΟΠΑΝΝΗ ΕΙΚΟΝΕΣ Α. ΤΤΟΑΥΚΑΝΔΡΙΟΤΗ

ΑΘΗΝΑ" 1935

Εκδίδει τα λιγόζωα «Νεοελληνικά Σημειώματα» - περιοδικό, από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο. Πεθαίνει ο γιος του Ηλίας. Του αφιερώνει ελεγεία.

1938 Εκδίδεται η συλλογή «Ουλαλούμ». Την ίδια χρονιά κυκλοφορεί και το «Σόλο του Φίγκαρω» - μυθιστόρημα, - που το αφιερώ­ νει στον Κώστα Καρθαίο. Συνέντευξη στο περιοδικό «Μακεδο­ νικές Ημέρες» για τα 20 χρόνια της Ελληνικής πεζογραφίας (1918-1938).

1939 Κηρύσσεται ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος. Ό ,τι είχε υπερρεαλι­ στικά προείπει, στο περίφημο «Σόλο του Φίγκαρω», πραγματο­ ποιείται. 15 Αυγούστου: Δολοφονείται ο Ισπανός ποιητής Φεντερίκο Γκαρθία Δόρκα μέσα στο χαντάκι του Καρίνο ντε λα Φουέντε. Διαβάζει σχετικά στον ημερήσιο τύπο· και συγκλονίζεται κι απ’ το εμπνευσμένο ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου.

1940 Αρθρογραφεί στον τοπικό τύπο, στην Εφημερίδα «Εύριπος» κυ­ ρίως, με θέματα εμπνευσμένα από τον Ελληνο-Ιταλικό Πόλε­ μο. Μερικά από τα άρθρα αυτά θα συμπεριληφθούν στο βιβλίο του, εκδοθέν μετά θάνατον, με τίτλο: «Σπαζοκεφαλιές στον Ουρανό». Αυτό τον καιρό, για να δια-σκεδάζει την οδύνη του, ασχολείται με το θέατρο σκιών.

1941 Στις 16 Απριλίου 1941 - Μεγάλη Τετάρτη, τα στούκας του Χίτλερ βομβαρδίζουν τη Χαλκίδα και στις 25 του ίδιου μήνα

Το σκίτσο αυτό του Γ.Σ. έχει φιλοτεχνηθεί από το Μιχ. Νικολινάκο και με πρό­ τυπο φωτογραφία του 1935, εποχή που έ­ γραψε τον «Μαριάμπα» του!


αφιερωμα/25 στρατεύματα της Βέρμαχτ καταλαμβάνουν την πόλη. Αναλογίζεται τώρα, στο φόρτε του Πολέμου, και τις δικές του μελλού­ μενες περιπέτειες. Με την πείνα, που άρχισε το χειμώνα, κινδυ­ νεύει να εξοντωθεί αυτός και η πολυμελής οικογένειά του. Με­ ταβάλλεται από ποιητής εις «μαυραγορείτην» «πλανόδιον δια­ λαλητήν παστελίων». Τον σώζουν από την πείνα, την υστάτη στιγμή οι φίλοι του, και κυρίως ο ζωγράφος Αργύρης Βαλσαμάς, τον οποίο και κρέμασαν οι Γερμανοί, στις 3 Μαΐου 1944.

1942 Στις 10 του Φλεβάρη δίπλα στο γερμανικό-φευ-στρατοδικείο διεξήχθη η πολύκροτη και συνταραχτική δίκη, για τη «Γυναίκα του Καίσαρος». Ιδού, τι έγραψε, ο τοπικός Τύπος της εποχής, για τη δίκη αυτή. «Την ΙΟην Φεβρουάριου διεξήχθη ενώπιον του 3μελούς Πλημμελειοδικείου μας η δίκη του καλλιτέχνου κ. Αργύρη Βαλσαμά, μηνυθέντος υπό του συγγραφέως κ. Γιάννη Σκαρίμπα επί συκοφαντική δυσφημήσει δια του τύπου, διότι ο πρώτος εδημοσίευσεν εις το "Πανευβοϊκόν Βήμα” της 30 Ο­ κτωβρίου π.ε. ότι το με τόσην επιτυχίαν παιχθέν επί 5θήμερον από τον ερασιτεχνικό όμιλο Καλλιτεχνών Χαλκίδος θεατρικό έργο η "Γυναίκα του Καίσαρος” του κ. Γιάννη Σκαρίμπα, ήτο παρμένη από το έργο του Σόμερσετ Μωμ το "Βαμμένο πέπλο” ». Ό λ α τα ντοκουμέντα της δίκης αυτής: Σκαρίμπα - Βαλσα μά, στην Κατοχική Χαλκίδα τα δημοσίευσε στο τεύχος: «Εύ­ βοια 6» - ετήσια έκδοση «Προοδευτικής Εύβοιας» - ο δημο­ σιογράφος Δημ. Δεμερτζής.

1945 Δεν πήρε μέρος στον ένοπλο αντιστασιακό Αγώνα. Ή ταν, στόσο Εαμίτης, αλλά ουδέποτε διώχθηκε, μήτε εξορίστηκε γιο τις... προοδευτικές του ιδέες. Εξέδωσε την Εφημερίδα «Λευτε­ ριά», όπου στις 27 Σεπτεμβρίου 1945, δημοσίευσε το περίφημο άρθρο του: «Το Φως Ιλαρόν» - ύμνος στο ΕΑΜ. Μετά την έκδοση, μερικών φύλλων, απαγορεύτηκε η κυκλο­ φορία της.

1950 Εκδίδεται η ποιητική συλλογή της αδερφής του Καλλιόπης, με τίτλο: «Η Σιωπή των Ουρανών».

1951 Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου δεν δημοσιεύει κανένα αξιόλο­ γο βιβλίο. Αυτή τη χρονιά μας αφυπνίζει με τον «Ή χο του Κώ­ δωνος» - θεατρικό - , που δεν είναι άλλο απ’ την κατοχική «Γυναίκα του Καίσαρος» σε νέα έκδοση, με αλλαγή τίτλου.

1952 Εκδίδονται τα ποιήματα: «Οι Εαυτούληδες».

1956 Συνεργάζεται στο περιοδικό «Ευβοϊκός Λόγος», που εκδίδει και διευθύνει ο Χαλκιδέος Πεζογράφος και στοχαστής Θεοδό­ σης Δασκαλόπουλος, με αρχισυντάχτη, για τρία χρόνια, τον ποιητή Σπύρο Κόκκινη. Το περιοδικό κυκλοφορεί μέχρι το 1965. Ο Σκαρΐμπας δημοσιεύει σ’ αυτό, την περίφημη «Σχόλιό-

Σκίτσο τον Σκαρίμπα, από τον Μ. Νιι λινάκο, την εποχή που έγραφε «Τα πι λιά με το λάστιχο»


26/αφιερωμα γραφία» του, όπως την έλεγε, με τίτλο: «Τα πουλιά με το λάστιχο».

1958 Εκδίδεται η νουβέλα: «Η περίπολος Ζ» - ανάτυπο απ’ το πε­ ριοδικό: «Ευβοϊκός Λόγος». Ο Μάρκος Αυγέρης χαιρετίζει την έκδοση, με γράμμα του, της 2 Δεκεμβρίου.

1959 Εκδίδεται το μυθιστόρημα: «Το Βατερλώ δυο γελοίων». Ο Σεφέρης γράφει απ’ το Λονδίνο στο Γιώργο Σαββίδη, 10-5-59 «...Διαβάζω με διακοπές το Βατερλώ· έχει κέφι, πράγμα που εί­ ναι, όπως ξέρεις, σπουδαίο για την εκτίμησή μου, και έχει (αρέ­ σει δεν αρέσει) λαλιά- το τζαζ του Ευρίπου- κάποτε μου δίνει την εντύπωση πως πάει να γραφεί σε στίχο...».

1961 Εκδίδεται «Η Μαθητευομένη των Τακουνιών» - τρεις Νουβέ­ λες. Η κριτική βρίσκει, πως συγγενεύει με τη «Φαλακρή Χορεύ­ τρια» του Ιονέσκο.

1964 Την 31 Μαρτίου του γράφει επιστολή ο Πρόεδρος της Κυπρια­ κής Δημοκρατίας - Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Η επιστολή αυτή δημοσιεύεται στο περιοδικό «Ευβοϊκός Λόγος» - Γεν.Φλεβάρης 1965. Ο ζωγράφος και ηθοποιός Μ. Νικολινάκος φιλοτεχνεί ένα θαυμάσιο σκίτσο του, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Ευβοϊκός Λόγος». Τον τιμά με μια σεμνή εκδήλωση στη Χαλκίδα η Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών.

1967 Δικτατορία και σχολιάζει υποτονικά, με άρθρα του, τη θλιβερή κατάσταση.

1968 Εκδίδονται οι «Βοϊδάγγελοι» - στίχοι.

1970 Εκδίδεται, ύστερα από είκοσι χρόνια σιωπής, η ποιητική συλ­ λογή της αδερφής του Καλλιόπης: «Ναδίρ». Του αρέσει ο στί­ χος της αδερφής του: «...Στο φριχτό Γολγοθά μου ανεβαίνω χλωμή τραγική Ναζωραία». Έκτοτε την προσφωνεί: Χλωμή Ναζωραία! Αυτή την ίδια χρονιά, κυκλοφορούνται οι δικοί του «Άπαντες στίχοι».

1971 Γράφει το τρίτομο ιστορικό δοκίμιο: «Το 21 και η Αλήθεια», παίρνοντας αφορμή από τις εκδηλώσεις, για τα εκατοπενηντάχρονα της Ελληνικής Επανάστασης.

1975 Δημοσιεύονται και κυκλοφορούν τα βιβλία: «Το 21 και η Αλή­ θεια» σε 4 τόμους, «Η τράπουλα» - δοκίμιο - και το χρονικό από τον Α' Παγκόσμιο: «Φυγή προς τα Εμπρός».

«Η Μαθητευομένη των Τακουνιών» σχέ­ διο εξωφύλλου


αφιερωμα/27

1976 Ο απαράσημος και αβράβευτος, εδέησε να δικαιωθεί και να βραβευτεί από την επίσημη Πολιτεία, με το πρώτο Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας, για το βιβλίο του: «Φυγή προς τα Ε­ μπρός». Την ίδια χρονιά κυκλοφορούν και «Οι Τρεις άδειες κα­ ρέκλες» - 7 διηγήματα.

1977 Εκδίδεται το «Αντικαράγκιόζης ο Μέγας».

1978 Στις 18 και 19 Φλεβάρη ο Δήμος Χαλκιδέων οργανώνει προς τι­ μήν του εορταστικό διήμερο. Ο Δήμαρχος θα του απονείμει στην αίθουσα Τελετών του ξενοδοχείου «Λούσυ» το χρυσό σταυρό της Πόλεως* Εκδίδονται τα βιβλία: «Τυφλοβδομάδα στη Χαλκίδα» - διη­ γήματα. «Το 21 και η αριστοκρατία του» - ιστορικό δοκίμιο - «Ο Σεβαλιέ Σερβάν της Κυρίας» - θεατρικό, και τα «Που­ λιά με το λάστιχο» που αυτά εκδίδονται στη Χαλκίδα, στο Τυ­ πογραφείο Αδελ. Περγάμαλη και με εξώφυλλο και εικονογρά­ φηση Νίκου Σγούτα.

1980 Εκδίδονται τα θεατρικά: «Πάτερ Συνέσιος», «Η κυρία του Τραίνου», «Το σημείο του Σταυρού», και «Τα Καγκουρώ», (επί­ σης θέατρο), στα 1984.

1984 Στις 21 Γενάρη, πεθαίνει στο σπίτι «του» στο Καράμπαμπα Οδός Κομίνη 8. Κηδεύεται με δημοτική δαπάνη, στον Κάνηθο (Καράμπαμπα), συνοδευόμενος από μέλη της Κυβέρνησης, του Δήμου, των Κομμάτων, των Συλλόγων και πλήθος λαού.


28/αφιερωμα

Γιώργος Κεντρωτής

0 μ α ιτρ το υ φ ά λ τ σ ο υ κ α ι τ α ν ε υ ρ ό σ π α σ τ ά του Ο Γιάννης Σκαρίμπας υπήρξε ο κατ’ εξοχήν ποιητής του Μεσοπολέμου, «ο πιο γνήσιος αναμφισβήτητα μέσα στην ελληνική ποίηση»1. Κι αν η ιστορία της νεότερης ποίησής μας θα ήταν σε μια ευρύτερη προοπτική ακατανόητη χωρίς την παρεμβολή του Καρυωτάκη2, χωρίς το λόγο του Σκαρίμπα - και όχι μόνο τον ποιητικό - θα αποτελούσε παράδοξο. Το μέγα ιστορικό προ­ σκήνιο που ορίσθηκε αφενός από πολεμικές νίκες-ήττες και καταστροφές3 και αφετέρου από την ενεργοποίηση «νέων» εθνικών φορέων και κοινωνικών ομάδων, καταλαμβάνεται από τις - όπως επιτυχώς τις ονόμασε ο Στέφανος Ροζάνης4 - φιγούρες του «Θείου Τραγιού», για να τους χρησιμεύσει να παί­ ξουν τη μεγάλη φαρσοκωμωδία τους που διαρκείμέχρι σήμερα. Το αδιέξοδο, στο οποίο οδήγησε η Μικρασιατική Καταστροφή5 - μιας και τα «κλέη» των Βαλκανικών Πολέμων είχαν μεν αρκέσει για να ξεπλύνουν τη ντροπή του 1897, αλλά δεν επαρκούσαν για να συντηρήσουν ούτε μία σπίθα από τις ιδέες της «αστικής πρωτοπορίας»,6 όπως εκφράσθηκαν μέσα από το «λαϊκό» πρό­ γραμμα του στρατιωτικού Κινήματος του Γουδί(1909) - , γεννά και τρέφει τις φιγούρες του Σκαρίμπα: τόσο στα πεζά όσο και στα ποιήματά του. Και στις τρεις ποιητικές του συλλογές7 ο ποιητής παίζει το μεσοπολεμικό δράμα των ηττημένων ανθρώπων «ταμπουρλώντας στή νύχτα τού μυστηρίου».8 τον Μεσοπόλεμο του Σκαρίμπα ο πόλεμος είναι πάντοτε πόλεμος: πατήρ πάντων και προ παντός του θανάτου. Το δε μέσον (μεταξύ δύο πολέμων) διάστημα είναι ένα τραγικό αλλά και ανιστορικό μέσα στην Ιστορία (του) Inter­ regnum, όπου η βαθύτατη αγωνία του θανάτου χαρακτηρίζει την ανθρώπινη μοίρα. Πρόκειται για την ίδια αγωνία που κατέλαβε την, κεντρική κυρίως, Ευρώπη στη δεκαετία που προηγήθηκε του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, και εκφράσθηκε μοναδικά με τον Εξπρεσσιονισμό.9 Στην Ελλά­ δα ο «θάνατος» των Εξπρεσσιονιστών βρήκε κλειστά τα σύνορα, γιατί η ευφορία των βαλκανι­ κών νικών δεν επέτρεπε ηττοπάθειες. Το σταματημένο ρολόι της Ιστορίας είχε ξαναρχίσει να δουλεύει για τον Ελληνισμό. Το εθνικό φιάσκο του 1897 δεν υπάρχει πια, οι ιδεολογικές διαφο­ ρές αμβλύνονται, ο ελληνικός κοινωνικός βίος τόσο στην ηθογραφική πρόζα όσο και στην ποίη­ ση της σχολής του Παλαμά - παρουσιάζεται ως σύνθεση αρμονιών, όχι ως έκθεση αντιθέσεων. Ο θάνατος δεν εκφράζει το «λυκόφως της ανθρω­

Σ

πότητας» (= die Menschheitsdammerung), αλλά αναφέρεται συνήθως μόνο ως προσδιοριστικό της ανδρείας που γεννιέται από το όνειρο του με­ γαλείου μιας Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών. Αλλά ο θάνατος της Ελλάδας10 είναι μια ε­ φιαλτική πραγματικότητα που γραπώνει όσες, δηλαδή όλες, φιγούρες κατοικούν τη χώρα και α­ νασαίνουν την αποφορά της ήττας της, όσες φι­ γούρες ήλθαν στον κόσμο μ ’ άνθος νεκρό στά χέρια (τους) τό σφρίγος11 και ακούνε αμίλητες μιά μπάντα στά πρόθυρα (που) βαράει τραγική τό έμβατήριο τής λύπης.12 Αυτό το θάνατο η καθεμιά φιγούρα τον ζει, τον βιώνει διαφορετικά - είτε ως αβεβαιότητα είτε ως ματαιοδοξία. Αβεβαιότητα σε μια πατρίδα δί-


αφιερωμα/29

χως σύνορα-όρια- ματαιοδοξία για την κατάχτη­ ση ενός μεγαλείου, όπου συγκεράννυνται όνειρο, πραγματικότητα, ψευδείς συνειδήσεις και αδιέ­ ξοδα (ατομικά, κοινωνικά, εθνικά). Κι αν για τον υπόλοιπο κόσμο ο 19ος αιώνας έχει εκπνεύσει στα 1914, στην Ελλάδα εξακολουθεί να ζει μέχρι το 1922. Αλλά η Μικρασιατική Καταστροφή γεν­ νά το χάος που εκυοφορείτο 11 περίπου χρόνια στη γαστέρα της ιδεόληπτης Ελλάδας, 'και δίνει τέλος στις παρηγοριές και τα παραμύθια. Μαζί με το χάος ανατέλλει και ο νέος αιώνας - ο νέος αιώνας, που έχει την ανάγκη μιας νέας τέχνης για να εκφρασθεί και να εκφράσει τον «μεσοπολεμικό άνθρωπο»13 που είναι κατ’ εξοχήν απρο­ σάρμοστος στο νέο περιβάλλον του.14 Αυτό το ανατρεπτικό - στην κυριολεξία χαο­ τικό - κλίμα του Μεσοπολέμου βρήκε στο πρό­ σωπο του Γιάννη Σκαρίμπα όχι μόνο έναν sub specie artis poeticae κορυφαίο ποιητή,15 αλλά και ένα μεγάλο αιρετικό και δαιμονισμένο επανα­ στάτη. Διακηρύσσει πως πισώκολα θα πηγαίνει πατώντας16, πώς θέλει τό κρίμα και ότι είν’ ό­ μορφη ή άμαρτία πως βοϊδάγγελοι είμαστε μέ κέρατα καί ούρά18 και πως το αίμα του τραγου­ δά βαθύ τραγούδι τοΰ Ιλίγγου.'9 Ο Σκαρίμπας δεν κλαίει για τις χαμένες πατρίδες, δεν διεκδικεί «πάτρια» εδάφη. Δεν αισθάνεται εθνικά μειω­

,17

μένος· αισθάνεται προσβεβλημένος στην ανθρώ­ πινη αξιοπρέπειά του. Βιώνει μέχρι την τελευταία του στιγμή τον απανθρωπισμό του ανθρώπου, τη μετατροπή του από έμβιον ον σε figura. ΓΓ αυτό και δεν τον συγκινούν οι Αργοναύτες και τα ελ­ ληνικά πελάγη. Ο Οδυσσέας τού είναι πολύ μα­ κρινός συγγενής, η Ελλάδα πολύ στενή για να τον χωρέσει. Ό ντας πλάνητας των λοξών δρό­ μων της Χαλκίδας φτιάχνει το σύμπαν του που δεν έχει όρια και που δεν είναι τίποτα: κι αύτό τό τίποτά ’ν’ μεγάλο στά τίποτα τά τιποτένια.20 Οι figurae - ήρωές του ζητάνε απελπισμένα να φύγουν από τη Γη, από την ξένη Γη· ελπίζουν α­ πελπισμένα να γίνουν γλάροι στον αέρα, άστρα στο ουράνιο στερέωμα, Άνθρωποι στα χάη της αιωνιότητας. Μα τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει. Παρά ταύτα ο Σκαρίμπας γίνεται Δημιουργός. Φτιάχνει φιγούρες, η ειμαρμένη των οποίων είναι η φυγή από έναν κόσμο φριχτά υπαρκτό προς έ­ ναν κόσμο που δεν υπάρχει στη φαντασία κανενός λογικού ανθρώπου. Ό ντας μαιτρ τοΰ φάλ­ τσου πάντα21 βάζει τους ανθρώπους να δραπε­ τεύουν με ένα μετέωρο - μές στίς άχλές του βαπόρι (πού) άκυβέρνητο (θά) χλιμιντράει στό


30/αφιερωμα χάος,22 γιά νά βγει δ ξ ’ ά π’ τά δριά23 κι δξω ά π ’ τή δημιουργία.24. Με γελοία λόγια και κούφιες ελπίδες ο ποιητής δημιουργεί έναν κόσμο που προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω στο τεντωμένο σκοινί της τρέλας: Στή βραδινή άμφιλύκη μοιάζουν οΐ έρωτές μου: οί γόπες περιστέρια, άρνιά - οί λύκοι...25 Ο Σκαρίμπας είναι ένας κακός, ένας σχιζοφρενικός Δημιουργός: από τη μια μεριά είναι ένας Αμλέτος - πόσο αγαπημένος ήρωας των μεσοπολεμικών ποιητών! - που θέλει το βασίλειό του, απ’ την άλλη είναι ένας τρελός γελωτοποιός που με το δάκρυ του ποτίζει το χώμα που πατούν οι μοιραίοι του 20ού αιώνα.

ποιητής Σκαρίμπας κατάγεται από τον επα­ ναστατικό μηδενισμό του Καρυωτάκη.26 Αλλά αν ο αυτόχειρ της Πρέβεζας καταδικάζει τον αστικό modus vivendi και η θανατοφιλία του εξαντλείται στην καταγγελία του χρεοκοπημένου και αδιέξοδου αστικού κόσμου, όπου η αποκορύφωση του γραφειοκρατικού ρεαλισμού της «μί­ σθιας δουλιάς» σε μια δημόσια υπηρεσία τον κά­ νει ποιητή-γραφιά,27 ο ιδαλγός της Χαλκίδας προκρίνει ως σπουδαιότερο καθήκον του τη φυ­ γή: τη μεγάλη ουτοπία του Μεσοπολέμου.28 Ενώ ο Καρυωτάκης με την αυτοκτονία του - άπό άηδία29 - άγγιξε το σύνορο της φυγής, ο Σκα­ ρίμπας με τη ζωή του θέλησε να σπάσει τα όρια και να ζήσει έξω από αυτά. Αν στην ποίηση του Καρυωτάκη κυριαρχεί ένας ηρωικός πεσσιμισμός (όπου ο ποιητής ναι μεν θεωρεί τον κόσμο ως τίποτα και «πιστεύει» στο τίποτα, αλλά διεκδικεί μια θέση σε αυτό το τίποτα), στα ποιήματα του Σκαρίμπα χλευάζεται και το πεσσιμιστικό και το ηρωικό στοιχείο: αφενός γελοιοποιείται το τίποτα με τη δημιουργία ενός άλλου τίποτα, ενός κόσμου δηλαδή έξω από τα όρια· αφετέρου ο η­ ρωισμός γίνεται δονκιχωτισμός, καθώς την επί­ θεση τη δέχονται ανύπαρκτοι ανεμόμυλοι, έχο­ ντας να κάνουμε πια με την τρέλα της τρέλας. Ο Σκαρίμπας φαντάζεται να τον

Ο

σπρώχνει ένας άέρας πρός έναν δρόμο πού σβεϊ στά χάη,30 για να φύγει, να βγει στά τρίστρατα - καί τρελόν (νά τόν) λένε - μέ δεμένα τά μάτια καί στό χέρι ραβ δί31 να κοιμάται σ ’ άμμουδιά πεθαμένη καί σέ κούφιο νερό,32

να μην ξέρει αν κείτεται μ έσ’ σέ φέρετρο ή σέ λίκνο33: γιατί είναι άπιαστοι οί γνωριμίες (του)άνέμθί κι οΐ άνθρωποι.34 Αν ο θάνατος του Καρυωτάκη ήλθε να κυρώσει ένα εγώ ενός α-κοινωνικού ατόμου που δεν μπό­ ρεσε να συμβιβαστεί με τη ζωή,35 η ζωή του Σκαρίμπα αποτέλεσε την πιο χωμάτινη εκδοχή ε­ νός ανθρώπου που έγινε φιγούρα, νευρόσπαστο, σκιά. Σε ένα από τα σύμβολά του, τον χαλκιδαίο γλάρο, λέει: "Ωρα καλή κι έχω δουλειά στό χοϋμα δώ πού βρέθκαν οί καημοί μ ο υ 36 Κι ενώ ή φύση ατούς κεντρόφυγους θά (τόν) δινάει φθαρμούς31 αυτός, ο δραπέτης, ξέρει πως τέλος πάντων ένα σοΰρπο θά γυρίσω38 και θά πεθάνω ένα σοΰρπο θολό.39 Τό χωμάτινο όνειρό του - νά βλέπεις βλέπινα καί νά διψάς διψίσια40 - θα το ζήσει με όλη την ένταση που μπορεί να κρύβεται σε μια γραμμή σαν κι αυτή: μόνο δυό στίχους μου σκληρούς (ήρθα) νά πώ καί νά χαθώ...4' Κι αν, τέλος, στον Καρυωτάκη - ο οποίος θα αυτοκτονούσε είτε στην Πρέβεζα ζούσε, είτε στη Χαλκίδα, είτε ο­ πουδήποτε αλλού - η σοβαρότητα δεν λείπει ού­ τε στις πιο ειρωνικές στιγμές του, στον Σκαρί­ μπα κυριαρχεί το γκροτέσκο ακόμα και όταν θέ­ λει να είναι απλώς «λυρικός»: "Εσβενεν ή μέρα καί μουχρό τό δείλι μ έσ ’ σ ’ άχνά μετάξια τύλιγε τήν πόλη τό τσιμπλό της πάλι - ή νύστα μου καντήλι θάναβε σέ λίγο, στήν έσπέρια άσβόλη.42 Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, έχουμε να κάνουμε με σημαίνοντα Άτομα που εξορκίζουν καλλιτεχνικά τον μεσοπολεμικό άνθρωπο. Για τον Σκαρίμπα αυτός ο καλλιτεχνικός εξορκισμός αποτελεί και όραμα και καταδίκη: ο καλλι­ τέχνης - πλην κακός Δημιουργός - σκαρώνει ένα σύμπαν, όπου τα πάντα είναι κομματιασμένα και. ατελή: 'Ως άνύποπτος κάθομαν, ήρθαν δλα μ ι’ άντάρα οί ήρωές μου κι οί στίχοι μου - φιόρα μου δλα πλατύφυλλα -


αφιερωμα/31 κάθε μιά τής ζωής μου ήταν - κεϊ - στραβομάρα κάθε γκάφα μου ή τύφ-λα...43 Κάτω από το «φιλολογικό» λούστρο των εικό­ νων του χαίνουν οι πληγές του μεσοπολεμικού ανθρώπου που βρίσκει την ολοκλήρωσή του στη figura: Τρελαίνονταν γιά κούρσες καί γιά γέλια - ήταν ’να πλάσμα άνόητο καί φίνο ξίφη φωτός τά πόδια της τά τέλεια - κι έμίλαε ώς νά παίζει μαντολίνο.44 Ή πάλι: ’Ετσι έλεγα! *Ησαν μάταιοι μου οί κόποι πάν’ σέ ξύλο κούφιο, προστυχό, άνάρια, ώς θερία, ώς δέντρα - άναγλυμένοι - ώς ψάρια τά όνειρά μου (μούμιες) κι οί άνθρωποι.45 ”Η άκόμα: "Ωωω... τ ’ άνθη, τ ’ αγκάθια, όλα έρχονται στή φύση κι όλα φεύγουν στήν ώρα τους. (Τήν τύχη τους νάχα...) ’Εγώ τι; Στή ζωή, έχω βιαστεί νάρθω τάχα ή άργήσει;46 Χειρόγραφο Γ. Σκαρίμπα

Εχουμε να κάνουμε με έναν λοξό ανθρωπισμό: επειδή δεν υπάρχει λύτρωση πουθενά κι επειδή η φυγή έξω από τα όρια δεν είναι παρά μια φρούδα ελπίδα, ο άνθρωπος πρέπει να γίνει φιγούρα, για να ζήσει «ανθρώπινα» τη ζωή του στη Γη. Το διασπασμένο άτομο των αρχών του ιστορικού 20ού αιώνα πρέπει να ζει και να κινείται σαν νευρόσπαστο ή μαριονέτα σε ένα κακό σύμπαν, όπου τα πάντα είναι σπασμένα και λοξά: Ν άν’ σπασμένοι οί δρόμοι, νά φυσάει ό νότος κι έγώ καταμόναχος καί νά λέω: τί πόλη! νά μήν ξέρω άν είμαι - μέσα στήν άσβόλη - ένας λυπημένος πιερότος!47 έσα στο σπασμένο σύμπαν (της Χαλκίδας) ο Σκαρίμπας ζωογονεί εικόνες της αντιφα­ τικής φαντασίας του, ζωογονεί το όραμά του. Ι­ δού δύο εικονιστικά θέματα στο ίδιο μοτίβο· το πρώτο:

Μ

Θόλωνε τό βράδυ καί βαρύ έπροχώρει μπλάβο σάν ’να σύγνεφο μελάνι μέσα στήν άχλύ του - όργιο - το βαπόρι κι ήμπε σιγανά μές στό λιμάνι,48


32/αφιερωμα καί τό δεύτερο: Θόλωνε τό βράδυ καί τό τραίνο είχ’ έμβει στον έρημικό σταθμό βαρύ κι άτόφιο49 λές τό 'χε τυλίξει σ ’ άχνά πέπλα ή ρέμβη έτσι ώς ξάφνου στάθκε άκίνητο καί ψόφιο*9 Ο Σκαρίμπας πρώτα και πάνω από όλα είναι φανταιζίστας εικονιστής. Οι χαμσουνικές, ποεδικές και μπωντλαιρικές καταβολές του λειτουρ­ γούν καταλυτικά όσον αφορά στον «ορισμό» της εικόνας (image) του· διότι image (στον Σκαρίμπα) είναι κάτι που εμφανίζεται ως διανοητικό και συγκηνισιακό σύμπλεγμα σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή50 - γι’ αυτό και υπερβαίνει μέσα στην ελάχιστη χρονοδομή του τα όρια του χώρου και του χρόνου - χωρίς να γίνεται ποτέ ιδέα. Στη σκαρίμπεια εικόνα συγκεντρώνονται όλες οι αξίες των λέξεων χωρίς να αποκλείεται καμία α­ πολύτως σημασία των τελευταίων προκειμένου να εξυπηρετηθεί η - λοξή εν προκειμένω! - ε­ νιαία λογική του ποιήματος, το οποίο μας ομιλεί όχι περί του τί υπάρχει, αλλά περί του τί θα μπο­ ρούσε να υπάρχει.51 Ο εικονισμός του Σκαρίμπα δεν είναι εμπρεσσιονισμός, διότι οι εικόνες που «σπάζει» ο ποιητής είναι λόγος, όχι διακοσμητικό παράρτημα κάποιων εμμέτρων ιδεών. Με το δεδομένο ότι - κατά τον Γκαίτε - ο ποιητής εί­ ναι symbola animadvertens και ότι στον κόσμο της ποίησης δεν υπάρχουν οι αντιθέσεις και οι αντιφάσεις του πραγματικού κόσμου,52 μπορού­ με να πούμε ότι η εικόνα του Σκαρίμπα πάει πολύ πιο μακριά από μιαν απτή και εντυπωσιακή, κα­ τά βάση αισθησιακή, όψη των πραγμάτων και των φαινομένων του αντικειμενικού κόσμου καί γίνεται σύμβολο, για να ερμηνεύσει τον κόσμο, το ύπατο νόημα του οποίου ανιχνεύεται πέρα από την καθαρά εξωτερική του εμφάνιση. Στην ποίη­ ση του Σκαρίμπα - κάτι που δεν επιτυγχάνει, ί­ σως ηθελημένα, ο Καρυωτάκης - τα εικονοσύμβολα αρθρώνουν ένα συμβολικό σύστημα, όπου απηχούνται τόσο οι φανφάρες όσο και οι γόοι της πρόσφατης ιστορίας του μεσοπολεμικού ανθρώ­ που. Το σύστημα του «Θείου Τραγιού» δεν είναι κλειστό, είναι το μέγα Σύμπαν, όπου χωρούν τα χάη και ο θάνατος των νευροσπάστων του. Στο σπασμένο σύμπαν του Σκαρίμπα έχει στη­ θεί ένα τεράστιο τσίρκο, όπου εμφανίζονται και παίζουν το νούμερό τους αμέτρητοι πιερότοι, αρ­ λεκίνοι, παλιάτσοι και κολομπίνες που, αφού «δραπέτευσαν» από τον κόσμο τους, χειροκρο­ τούν και βρίζουν τον εαυτό τους: Είχα πει γιά πόλη μέ σπασμένους δρόμους καί γιά πού νά φύσαε - τάχα - είπα ό Νότος,

ναί, γιά - τάχα — νάμουν (μέ γκράν φλού στούς ώμους) ένας λυπημένος πιερότος.53 Ο ποιητής, όντας ο μέγας Κλόουν, δραματοποιεί το περιεχόμενο αυτής της λυτρωτικής κλοουνερί διαλύοντας όλες τις επιφάσεις σοβα­ ρότητας που επισώρευσε στο κοινωνικό πρόσω­ πο του μεσοπολεμικού ανθρώπου η προπολεμική χαύνωση που καλλιέργησαν οι διάφοροι φτωχοπρόδρομοι και οι λογής εθναγύρτες. Οι φιγούρες του Σκαρίμπα είναι γελοίες· κι αυτή είναι η αρετή τους. Η μανία και η λόξα αποτελούν επίσης αρε­ τές, ο χλευασμός των πάντων είναι πανάκεια, η φυγή θεωρείται λύτρωση, γιατί ο παράδεισος του ποιητή έχει τοποθετηθεί έξω από τα όρια, όπου φυσάει μια ντοστογιεφσκιανή κοντριάσκα54 και ορχείται η φάλτσα χορωδία των χαμσουνικών πεινασμένων και των ποεδικών Άναμπελ Λη και Ουλαλούμ. Οι χλευαστικές φιγούρες του Σκαρί­ μπα βγάζουν ξόδι την αδιέξοδη μοίρα τους στους σπασμένους δρόμους του σύμπαντος, για να δραπετεύσουν ύστερα, μαζί με τη λοξή τους πό­ λη, σε ένα άλλο λιμάνι έξω από τα όρια του Πραγματικού. Η φανταστική συμβολοποιία και η αντίστροφη έκφραση των εικονοσυμβόλων αρ­ θρώνουν το όραμα του εικονιστή Σκαρίμπα: όχι την απλή απεικόνιση κάποιων φαινομένων, αλλά τη μετατροπή τους σε έμφρονα λόγο, ο οποίος ό­ μως αντιστρέφεται κατ’ ανάγκην για να γίνει ζα­ βός λόγος: Ό έρωτας ζωγράφος καί ζαβή ή παλέτα δέντρα, δρόμους, σπίτια τάκαμε όλα έκεΐ - όπως μεθυσμένος θά, τή σκούφια έπέτα — όλα μέ ταμπούρλο καί κοντό βρακί, (είδος ξεφαντάδων κούκλινων καί χαύνων) νά χοροπηδάνε - παρά θίν’ άλός ώς κατσιά στή μνήμη των άρχαίων φαύνων καί νά γυροφέρνουν - καλικάντζαροι ώς.55 Και πώς αλλιώς θα ήταν δυνατόν να γίνει, α­ φού οι νίκες και τα κλέη των Ελλήνων, από την' ημέρα που γεννήθηκε ως την ημέρα που πέθανε, δεν ήταν τελικά παρά ήττες και ολοκαυτώματα; Τί τον ενδιέφερε τον Σκαρίμπα η Πόλη τη στιγμή που είχε απωλέσει τον κόσμο; Γιατί να ταξιδέψει στους αφρούς των νησιών του Αιγαίου, όταν μπο­ ρούσε με τη φαντασία του να φύγει έξω από τα ό­ ρια; Παρόλο που μπορεί (είτε με μπλάβο όμμα56 είτε μέ τά μάτια παρδαλά51) να δει την εγγονοπούλειο όπισθία όψη τής Έλεωνόρας και να πα­ ρακολουθήσει την εμπειρίκειο άνάπτυξιν τού στίλβοντος ποδηλάτου, δεν είναι υπερρεαλιστής· όπως δεν είναι μεταφυσικός ή βιταλιστής. Δεν τον ενδιαφέρει να βλέπει, να περιγράφει, να ανα-


αφιερωμα/33 παριστά διάφορες ψευδεπίγραφες ως επί το πλείστον, πραγματικότητες· επειδή είναι φανταιζί εικονιστής, θέλει μόνο να θεάται, να βιώνει, να διαμορφώνει, δηλαδή να σπάζει τις φόρμες και τα ύφη διεκδικώντας στο ακέραιο το εσχατολογικό του όραμα. Γι’ αυτό και δεν είναι πολίτης της Ελλάδας, αλλά πολίτης του κόσμου· όχι ό­ μως σαν τον Ουράνη, στο έργο του οποίου τα πάντα εξαντλούνται στη φιλολογική εκδοχή τους και χάνονται, ούτε σαν τον Καίσαρα Εμμανουήλ, όπου όλα τα ανθρώπινα παρελαύνουν μέσα στον παραμορφωτικό καθρέφτη ενός νερουλιάρικου σαλονίστικου κοσμοπολιτισμού. Το έκδοχο του σκαριμπείου οράματος μπορούμε να το συναντή­ σουμε στους πιερότους του Ρώμου Φιλύρα, αλλά και - προ πάντων - στην περίπτωση του Νίκου Καββαδία, ο οποίος δεν έγραψε ό,τι έγραψε, ε­ πειδή ταξίδεψε, αλλά ταξίδεψε, επειδή ήθελε να γράψει αυτά που έγραψε.58.

αζί με τους «ήρωες» φεύγει και η γλώσσα του Σκαρίμπα. Μολονότι ο ποιητής επε­ ξεργάζεται το εκφραστικό του υλικό στην εντέ­ λεια, δεν είναι ποιητής μιας γλώσσας.59 Κάτι τέ­ τοιο εκτός του ότι θα συνιστούσε αφόρητο περιο­ ρισμό, θα ήταν και ανακόλουθο, διότι θα ακύρω­ νε την επιλογή των figurae ως οχημάτων εκφράσεως μιας σαθρής ιδεολογίας και ενός γελοίου βίου· εξάλλου καμία figura60 δεν μπορεί να ομι­ λήσει, να δομήσει λόγο άψογο από γραμματικής και συντακτικής απόψεως. Ο Σκαρίμπας προ­ κρίνει τη διάλυση της γλώσσας, για να αρθρώσει την εξορία του πνεύματος και το θάνατο του Αν­ θρώπου στον 20ό αιώνα. Προσκαλεί όλα τα κου­ ρέλια και τα σπαράγματα του μεσοπολεμικού λόγου στο αλωνάκι της γλωσσικής αναρχίας και τα κάνει Λόγο και Ή χο. Ο Λόγος του είναι πα­ ράλογος και ο Ή χος του παράφωνος:61 και χω­ ρίς, ωστόσο, τίποτα να είναι τεχνητό, μέσα από το γλωσσικό χάος των στίχων που ακούγεται η μελωδία του φάλτσου στον φάλτσο αιώνα, όπου ζουν οι φιγούρες του. Ο φανταιζίστας Σκαρίμπας εξεικονίζει με τέχνη ζωγραφική62 - μακριά από τη δημιουργία ισοπεδωτικών αισθητικών αξιών - το ψυχικό βάραθρο του μεσοπολεμικού αν­ θρώπου, τον τραγικά γελοίο λόγο του οποίου κυ­

Μ

βερνούν οι κούφιες παρόλες, τα μάταια λόγια κι οι άκαρπες ιδέες για τη γενική μοίρα του κόσμου, που προσδοκά τον νέο πόλεμο. Η μανία φυγής αποδίδεται με τον γλωσσικά αρτιότερο τρόπο· μέσα από την ευφυή χρήση και των πιο ακραίων γραμματικοσυντακτικών φαι­ νομένων και μέσα από τη φαινομενικά καταδικαστική προσκόλληση του ποιητή σε φιλολογικά πρότυπα, που από λογοτεχνικής απόψεως απο­ τελούν πτώματα ωδωδότα και τυμπανιαία,63 προβάλλει ακέραιη η ποιητική πρότασή του: φυ­ γή από τους κανόνες και τις παραδεδομένες και παραδεδεγμένες αισθητικές ρήτρες· λατρεία του λάθους· επικράτηση του παραλόγου. Ο μεσοπο-

λεμικός άνθρωπος, όντας στο μέσον δύο πολέ­ μων, πρέπει να ομιλεί μεσοπολεμική γλώσσα: να ομιλεί τα απομεινάρια μιας γλώσσας που ήταν κάποτε άρτια, πλην όμως την κατέστρεψε ο πό­ λεμος· μια γλώσσα που περιμένει τον επόμενο πόλεμο, για να την εξαφανίσει. Οι φιγούρες του Σκαρίμπα, όντας σχήματα, «ομιλούν» το σχήμα, την απήχηση, άρα.τον α­ πόηχο μιας γλώσσας που έχει φύγει από τα όρια των παραδεκτού και ταξιδεύει στο χάος με όλη την αμετροέπεια των φιλολογικών της στολιδιών και την ένδεια των εννοιών της. Σε αυτή τη φυγή δικαιώνεται η αχαλίνωτη αυθαιρεσία της σκαρίμπειας λύρας που αινεί με εικόνες την εικονοκλασία, που χλευάζει με σαρκασμό τη γελοιότη­ τα, που γιατρεύει με νεολογισμούς τα γλωσσικά νεοπλάσματα και που με σπατάλη ανταρτικής φαντασίας στήνει στον τοίχο τη «νομιμοφροσύ­ νη» του νοητικού ειρμού και την περιβόητη ενό­ τητα του λόγου. Μέσα από τα φάλτσα της λυρι­ κής του ασυδοσίας64 ο Σκαρίμπας υπηρετεί το ό­ ραμά του της φυγής με φανατική προσήλωση α­ κόμα και στο επίπεδο της μεμονωμένης λέξης: στα ποιήματά του η λέξη καθαυτή δεν αντιπρο­ σωπεύει παρά μια συλλαβή που προφέρεται επί­ τηδες λάθος από στόματα λοξά, για να φυσαρμονίσει ο ποιητής τον κόσμο. Από στόματα λοξά· που διηγούνται ότι τα μα­ γεύει η αναποδιά, μιας και «ζουν» στο μεταίχμιο


34/αφιερωμα του ανθρώπινου νου. Ανήκουν σε φιγούρες που ζουν στη Χαλκίδα και θέλουν να φύγουν για έναν άλλο κόσμο, που όμως δεν υπάρχει, γιατί δεν χω­ ράει μέσα στη λόξα τους. Με μακάβρια έπαρση ακροβατούν στον ίλιγγο ενός κόσμου σκιών ζη­ τώντας το «όξ’ άπ’ τά όρια», μα όλο κλωθογυρί­ ζουν στον μπερντέ του Ευρίπου. Και μέσα στον

εικονιστικό - αλήθεια πόσο «γοητευτικό» το θέ­ μα του σχοινοβάτη! - κόσμο των σκιών προ­ βάλλει η ψυχή των Σκιών,65 ο Καραγκιόζης: η α­ ποθέωση της φιγούρας, του «δακρυόεν γελάν», για να δείξει με το μακρύ του χέρι ότι μέσα στον μοΰλο χρόνο66 η Ιστορία δεν είναι πια ιστορία ανθρώπων, αλλά νευροσπάστων.

Σημειώσεις 1. Στέφανος Ροζάνης: Δοκίμια Κριτικής, Εστία 1976, σελ. 105. 2. Γ.Π. Σαββίδης: Πρόλογος στο βιβλίο Γ.Κ. Καρυωτάκη «Ποιήματα και πεζά», Ερμής 1975, σελ. 15. 3. Πρβλ. Δημ. Τσάκωνα: Λογοτεχνία και Κοινωνία στον Με­ σοπόλεμο, Κάκτος 1987, σελ. 11. 4. Στέφανος Ροζάνης: ό.π., σελ. 107. 5. Βλ. Δημ. Τσάκωνα: ό.π., σελ. 66: «... ο μικρασιατικός πό­ λεμος ξεπερνούσε τις οικονομικές, εθνικές και εκπολιτι­ στικές δυνάμεις της ελληνικής ηγέτιδας τάξης». 6. Σχετικά βλ. Δημ. Τσάκωνα: ό.π., σελ. 70. 7. Ο Σκαρίμπας εξέδωσε τρεις ποιητικές συλλογές: Ούλαλούμ (1936), Έαυτούληδες (1950), Βοϊδάγγελοι (1968). Το 1970 εκδόθηκαν και οι τρεις σε έναν τόμο με τίτλο "Α πό­ ντες Στίχοι 1936-1970 από τις εκδόσεις Επτάλοφος. Σε αυ­ τή την έκδοση παραπέμπουν οι αριθμοί των σελίδων, όποτε γίνεται αναφορά σε ποίημα του Σκαρίμπα. 8. Σκαρίμπας: "Απαντες Στίχοι 1936-1970 ('Εμβατήριο Γαμή­ λιο), σελ. 121. 9. Βλ. Menschheitsdammerung: ein Dokument des Expressionismus με επιμέλεια του Kurt Pinthus, Rowohlt Taschenbuch Verlag 1955 (αναθεωρημένη και επαυξημένη έκδοση της έκδοσης του 1920), σελ. 7-35. 10. Ο θάνατος των «ιδεολογιών» χαρακτηρίσθηκε από τη σύ­ γκρουση δύο μερίδων της αστικής τάξης - των Μοναρχι­ κών και των Βενιζελικών - που κατέληξε «ταξική σύ­ γκρουση» και σήμανε το εξής παράδοξο: η παραδοσιακή συντηρητικότητα των Αντιβενιζελικών κυριαρχήθηκε από αντικαπιταλιστικές στάσεις τη στιγμή που η Βενιζελική «πρωτοπορία» προσπαθώντας να δώσει ριζοσπαστικό πε­ ριεχόμενο στην κοινωνική φυσιογνωμία του ΚράτουςΈθνους, κατά το πρότυπο του κεμαλικού κινήματος, αντί να επιτύχει τον ορθολογικό εξαστισμό, καταφέρνει να προκαλέσει και να ολοκληρώσει την καταστροφή. Πρβλ. Σε­ ραφείμ Μάξιμο: Κοινοβούλιο ή Δικτατορία;, εισαγιογή χρονογραφία - επιμέλεια Λουκά Αξελού, Στοχαστής, 1975 (β' έκδοση), σελ. 12-15. 11. Σκαρίμπας: ό.π., (Μπαλάντα), σελ. 35. 12. Σκαρίμπας: ό.π., (Σιωπή!), σελ. 32. 13. Γιώργος Παπαστάμος: Σκαρίμπας: η ζωή και το έργο ενός ασυμβίβαστον πρωτοπόρου, εκδόσεις: Γιάννης Β. Βασδέκης, 1986, σελ. 88. 14. Στέφανος Ροζάνης: ό.π., σελ. 107. 1?. Νομίζω ότι η Κριτική πρέπει να στραφεί κάποτε, με μεγα­ λύτερη επιμέλεια, και προς τους πριν τη Γενιά του ’30 ποιη­ τές που αποκαλούνται, όχι άδικα, Η χαμένη γενιά του Με­ σοπολέμου. Ποιητές όπως ο Λρίβας, ο Φιλύρας, ο Μελα­ χρινός και προ πάντων ο Παπατσώνης αξίζουν καλύτερη κριτική φιλολογική μεταχείριση. 16. Σκαρίμπας: ό.π., (Έαυτούληδες), σελ. 52. 17. Σκαρίμπας: ό.π. («Έτι δέομαι Σου»), σελ. 29. 18. Σκαρίμπας: ό.π. (Πρόλογος στούς «Βοϊδάγγελους»), σελ. 91. 19. Σκαρίμπας: ό.π. (Σφαχτό τής άγάπης), σελ. 110. 20. Σκαρίμπας: ό.π. (Τίποτα), σελ, 134 21. Σκαρίμπας: ό.π. (Έαυτούληδες), σελ. 52. 22. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό Εισιτήριο), σελ. 54. 23. Σκαρίμπας: ό.π., σελ. 22, 30, 34, 69, 74, 105 και αλλού. 24. Σκαρίμπας: ό.π., (Τό Φιδάκι), σελ. 74. 25. Σκαρίμπας: ό.π. (Δεσμώτης), σελ. 42. 26. Στις επιρροές του ανήκουν ο Χατζόπουλος, ο Μαλακάσης,

27. 29.

29. 30. 31. 32. 33. 34. 35. 36. 37. 38. 39. 40. 41. 42. 43. 44. 45. 46. 47. 48. 49. 50. 51. 52. 53. 54. 55. 56. 57. 58.

59. 60. 61. 62. 63. 64. 65. 66.

ο Βάρναλης, ο Θεοτόκης, ο Παπαδιαμάντης, ο Σαίξπηρ, ο Θερβάντες, ο Ουάιλντ, ο Ίψεν, ο Σντρίντμπεργκ, ο Ντοστογιέφσκη και προ πάντων ο Χάμσουν, ο Πόε και ο Μπωντλαίρ. Βλ. και Γιώργο Παπαστάμο: ό.π., σελ. 36 επ., 47, 80 και 89 επ. Πρβλ. Τέλου Άγρα: Καρυωτάκης, στα «Νέα Γράμματα» 1935, τ. Α', σελ. 688-689. Ας θυμηθούμε εδώ τον Τρελό της Χαρούμενης Επιστήμης του Νίτσε, που εμφανίζεται στην αγορά .και πετάει κάτω το φανάρι του, για να δείξει το φριχτό προαίσθημά του ότι με­ τά το θάνατό του Θεού ο Άνθρωπος θα βυθιστεί σε έναν παγερό μηδενισμό. Ο Τρελός είναι η προσωποποίηση της φυγής: της τελικής καταστροφής. Κ. Γ. Καρυωτάκη Ποιήματα και Πεζά, επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη, Ερμής 1972, σελ. 142 (Πρέβεζα). Σκαρίμπας: ό.π. (Φαντασία), σελ. 22. Σκαρίμπας: ό.π. (Έρωτας ζωγράφος), σελ. 39. Σκαρίμπας: ό.π. (Σπασμένο καράβι), σελ. 44. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό τραίνο), σελ. 104. Σκαρίμπας: ό.π. (Οί φίλοι), σελ. 43. Δημ. Τσάκωνας, ό.π., σελ. 55. Σκαρίμπας: ό.π. ("Εχω δουλειά), σελ. 28. Σκαρίμπας: ό.π. (Το φιδάκι), σελ. 75. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό γράμμα), σελ. 85. Σκαρίμπας: ό.π. (Εύθανασία), σελ: 25. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό άστέρι), σελ. 112. Σκαρίμπας: ό.π. (Μόνο δυό στίχους), σελ. 18. Σκαρίμπας: ό.π. ("Αγγελος έφάνη μοι), σελ. 78. Σκαρίμπας: ό.π. (Στάδιον δόξης), σελ. 87. Σκαρίμπας: ό.π. (Νινόν), σελ. 82. Σκαρίμπας: ό.π. (Χαλκίδα), σελ. 20. Σκαρίμπας: ό.π. (Ό Καμπούρης), σελ. 62. Σκαρίμπας: ό.π. (Χαλκίδα), σελ. 20. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό βαπόρι), σελ. 30. Σκαρίμπας: ό.π. (Ό Σταθμάρχης), σελ. 59. Πρβλ. Literary Essays o f Ezra Pound (edited with an introduction by T.S. Eliot), Faber and Faber 1954 (1974), σελ. 4 Πρβλ. Octavio Paz: El arco y la lyra, 1956, στη γερμανική έκδοση Der Bogen und die Leier, Suhrkamp Verlag 1983, σελ. 126. Βλ. Goethe: Gesprache (έπιμέλεια F. von Biedermann), Λει­ ψία 1905, τόμος 1, σελ. 430. Σκαρίμπας: ό.π. (Ό πιερότος), σελ. 100. Σημαίνει τρέλα. Σκαρίμπας: ό.π. (Άντίγραμμα), σελ. 95. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό βάλς χωρίς ντάμα), σελ. 57. Σκαρίμπας: ό.π. (Τό βάζο), σελ. 105. Πρβλ. Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο: Αναφορές, Έρασμος 1979, σελ. 39 επ. Μια ματιά στα ποιήματα Φαντασία (σελ. 22), Εύθανασία (σελ. 25), « Έ τι δέομαι Σου» (σελ. 29), Lacrimae hominis (σελ. 33), 'Υποκρισία (σελ. 40), Ούλαλούμ (σελ. 72) και Ή έπίσκεψις (σελ. 115) αρκεί για να μας διαβεβαιώσει για την ποιητική συγγένεια του Σκαρίμπα με τον Καββαδία. Στέφανος Ροζάνης: ό.π., σελ. 113. Ας θυμηθούμε εδώ τους «ήρωες» του Μπέκετ! Πρβλ. Στέφανο Ροζάνη: ό.π., σελ. 115. Πρβλ. Στέφανο Ροζάνη: ό.π., σελ. 115. Πρβλ. Στέφανο Ροζάνη: ό.π., σελ. 118. Γιώργος Παπαστάμος: ό.π., σελ. 141. Γιώργος Παπαστάμος: ό.π., σελ. 189. Σκαρίμπας: Τό θειο τραγί, 1931 (Κάκτος 1975, σελ. 14 και 120).


αφιερωμα/35

Η περίπτωση του Γιάννη Σκαρίμπα, ως πεζογράφου, στάθηκε, για τη νεοελλη­ νική λογοτεχνία, εντελώ ς μοναδική. Από την εποχή του Μεσοπόλεμου ως τα σήμερα, θεωρείται ως μαρτυρικός αναζητητής του παρα-δόξου, του αινιγμα­ τικού και του ανεξήγητου. ον είπανε και τον χαρακτήρισαν, όι σύγχρο­ νοί του κυρίως, κριτικοί και ιστορικοί της λογοτεχνίας μας — πλην του Κ.Θ. Δημαρά, που δεν τον αναφέρει μήτε ως όνομα στην Ιστορία του, από αισθητικό, ίσως, αριστοκρατισμό ή πο­ λιτική προκατάληψη - πρωτοπόρο και ανανεωτή της πεζογραφίας μας. Αλλά αυτούς τους «με­ τέωρους» χαρακτηρισμούς δεν μπόρεσαν να τους δικαιολογήσουν επαρκώς ή και καθόλου. Πού, λοιπόν, πρωτοπόρησε ο Σκαρίμπας και

Τ

τί ανα-νέωσε; Η πρώτη του προσ-πάθεια ήταν να παρουσιάσει κείμενα, με την προσωπική του σφραγίδα, δηλαδή πρωτότυπα και εντελώς πρω­ τόφαντα. Και η δεύτερη ν’ αποφύγει ολοκληρωτι­ κά την εύκολη τάση να κάνει πρόζα σκεδασμού και απερίσκεπτης ψυχαγωγίας. Και του στάθηκαν ίσως οδυνηρές αυτές του οι προσπάθειες. Οδυνηρές, γιατί μόνο τα ανθρώπι­ να δεδομένα μπορούσε να κατανοήσει. Αυτό, που τον ήγγιζε, αυτό που του αντιστεκόταν· αυτό


36/αφιερωμα και μόνον αυτό, καταλάβαινε. Και δεν μπορού­ σε, σίγουρα να πράξει κι αλλιώς, γιατί είχε βιώσει, την ως τότε ζωή του, ως μαρτυρία. Πέρασε την πρώτη του νιότη ανάμεσα τους πολέμους, του ’97 και τους Βαλκανικούς, για ν’ ανδρωθεί, αμέσως μετά την μικρασιατική εκστρατεία- και να ωριμάσει (πνευματικά) με την εκπνοή της τε­ λευταίας πενταετίας, της δεκαετίας του ’20. Κι αυτή του η πνευματική ωρίμανση φάνηκε αιφνίδια και εντυπωσιακά αποτελεσματική, με τη δημοσίευση των πρώτων πεζογραφικών του κειμένων, που ήταν όλα διηγήματα. Πρόκειται για τους «Καημούς στο Γριπονήσι». Ή ταν ήδη, μία πρωτόφαντη εμ-φάνιση στα Νέα μας Γράμ­ ματα, που ελάχιστοι συγγραφείς είχαν ως τότε πραγματοποιήσει. Με τους «Καημούς...» κατέστησε με μιας προ­ νομιούχο τον τρπο, ένθα διάλεξε ως έποικος να διαμείνει για πάντα και πασίγνωστο, ταυτίζοντάς τον με το όνομά του. Και μπόρεσε, εν συνεχεία, να παρ-ουσιάζει την πόλη της Χαλκίδας, ως μια τρόπον τινά μικρή οικουμένη, καθώς ο Παπαδιαμάντης τη Σκιάθο του, ο Θεοτόκης την Κέρκυρα, ο Πεντζίκης τη Θεσσαλονίκη... Ο Σκαρίμπας, λοιπόν, ξεκίνησε τη λογοτεχνι­ κή του πορεία: Πεζο-γράφος, όπως όλοι της γε­ νιάς του. Γιατί όλοι της γενιάς του ’30 διακρίθηκαν κυρίως ως αφηγητές, σε αντίθεση με τους προγενέστερους του ’20 που ήταν γενιά κριτικών, δοκιμιογράφων και ποιητών, στο σύνολό τους.1 Πολύ αργότερα ο διηγηματογράφος των «Καη­ μών» εμφανίστηκε ως «αμιγής» ποιητής στίχων, με την «Ουλαλούμ», αφού είχε ήδη στο ενεργητι­ κό του τέσσερα πεζά έργα. Ωστόσο, από τους «Καημούς» του ακόμ ι είχε δειχθεί ποιητής ιδιό­ τυπος- ενώ αυτούσια ποιήματα, της αργότερα «Ουλαλούμ», είχαν εμβόλιμα παρατεθεί, από τον ίδιο, στα μετέπειτα πεζά του. Και χωρίς πια αμφιβολία, αυτό το βιβλίο διηγη­ μάτων: «Καημοί στο Γριπονήσι» είναι εντελώς α­ νεξάρτητο, και ως λογοτεχνικό είδος ακόμη, α­ πό τα άλλα ολιγοσέλιδα μυθιστορήματα, τα συνταραχτικά-μεφιστοφιλικά στο περιεχόμενό τους, που ακολούθησαν. Και παρόλο που κατά καιρούς το υπερασπιζόταν με πείσμα αυτό το βι­ βλίο των «καημών», με τον ανυποχώρητο τρόπο, που υπερασπίζεται σήμερα τα ποιήματα ο Γιεβγένι Γιεφτουσένκο, δεν μπόρεσε να μας πείσει, ότι το βιβλίο αυτό είναι εντελώς απαλλαγμένο, από πολλά ηθογραφικά στοιχεία. Φαίνεται, πως τα διηγήματα αυτά γράφτηκαν κάτω απ’ την επίδραση των λαϊκών πεζογράφων — των ανωνύμων αφηγητών - υπαίθριων θρύ­ λων της Ρούμελης: «Καπετάν Γκρης» κ.λπ. αλλά και από τους κραδασμούς, που έφερνε στην ψυχή του ο μουσικός απόηχος των δημοτι­ κών μας τραγουδιών, ύστερα από τη νέα αίγλη που πήρανε, με την κριτική θεώρησή τους, από

το Γιάννη Αποστολάκη, στο: «Η ποίηση στη Ζωή» μας. Ακόμα, σ’ αυτό τό πρώτο του έργο, των «Καη­ μών στο Γριπονήσι» ήθελε να προβάλει και να περιφρουρήσει από τη λήθη το νεοελληνικό φολ­ κλόρ, όχι μόνο επιφανειακά, αλλά με την εκ βαθέων έξαρση της ψυχής των ηρώων του. Διεκτρα­ γωδούσε τα πάθη, τους καημούς και τα βάσανα των ανθρώπων της χαμοζωής, του καρβελιού ως έλεγε και του μπακέτου. Υπερασπίζονταν ακόμα τη γλώσσα του λαού - το γλωσσικό ζήτημα ήτανε τότε στο ζενίθ του - λοιδορώντας και χλευά­ ζοντας τους εκλαμπρότατους απαρεμφαντολόγους του άστεος. Ο πολύτιμος, ωστόσο, Σκαρίμπας, μ’ όλες τις παραδοξότητες και τις ιδιορρυθμίες του, ασφα­ λώς δεν βρίσκεται στους «Καημούς...», αλλά στην περίφημη τριλογία του Μεσοπολέμου, που τον καταξίωσε- και αυτή αποτελεί ως τώρα μέ­ ρος της ευδοξίας του. Πρόκειται για το «Θείο Τραγί» 1932, τον «Μαριάμπα» 1935 και το «Σόλο του Φίγκαρω», 1938. Μυθιστορήματα και τα τρία. Τα άλλα δύο πεζά, προέκταση των προμνημονευθέντων και συνέχιση της πορείας του πεζογράφου, που την σταμάτησε ο πόλεμος, μ’ όλες τις κακουχίες και τα δεινά του, είναι εκείνα, που έγραψε και δημοσίευσε μετά τον εμφύλιο: «Το Βατερλώ δύο γελοίων» 1959 (μυθιστόρημα) και «Η Μαθητευομένη των τακουνιών» - τρεις νου­ βέλες - 1961. Με αυτό το τελευταίο-του, βιβλίο, ο Σκαρίμπας έφτασε στο ζενίθ της απόδοσής του, αναδειχθείς σαν μια από τις πιο φωτισμένες συν-Ειδήσεις, του καιρού του— στον τομέα της πεζογραφίας, - συνειδήσεις, που προηγούνται, πάντα. ε το «Θείο Τραγί» ο Σκαρίμπας αλλάζει άρδην, σε σχέση πάντα με τους «Καημούς στο Γριπονήσι», τρόπους σκέψης, γραφής, έκ­ φρασης, στυλ... Γίνεται πιο ουσιαστικός. Ανανεώνεται-πρωτοτυπεί και πρωτο-πορεί. Από τις πρώτες κιόλας σελίδες αυτού του βιβλίου φαί­ νεται καθαρά, πως αντικαθιστά ανώδυνα τις γνωστές συγκεκριμένες μυθο-πλασίες, με την ψυ­ χολογική ανάλυση. Η διά-λυση της μορφής του λόγου, γίνεται ορα­ τή και μέσα ακόμα στην ομιχλώδη και μη δομη­ μένη διαδοχή ψυχικών κατα-στάσεων των η­ ρώων του. Καταστάσεων, που δεν έχουν καμιά σχέση μ’ εκείνες του «Μόνου της ζωής μου ταξι­ διού» του Γ. Βιζυηνού, του πρώτου δημιουργού ψυχογραφικού διηγήματος στην Ελλάδα. Παράλληλα, ο Σκαρίμπας, στοχεύοντας πά­ ντα την πρωτοτυπία, αλλά και την ανα-νέωση των κειμένων του, μετα-φέρει τον υπ-άρχοντα ελ­ ληνικό νατουραλισμό («Ζητιάνος» του Καρκαβίτσα) στα γραπτά του, χωρίς να τον απαλλάσσει

Μ


αφιερωμα/37 απ’ το εμβρυακό προλεταριάτο του Μαξίμ Γκόργκι («Τουμπεκί», Π. Πικρού) και τον υπόκοσμο του Κνουτ Χάμσουν. Δεν του δια-φεύγει ακόμα, ό,τι έχει ήδη «πολιτογραφηθεί» στις νατουραλιστικές μορφές της πεζογραφίας μας - κατά τη δεκαετία του ’20 —, τις συνταιριασμένες, με την αυτόχθονη λαϊκή αφήγηση και μ’ όλο το σύμφυρ­ μα του ευρωπαϊκού ρεαλισμού: Μπαλζάκ, Φλωμπέρ και Νιοστογιέφσκι... καθώς και με το μο­ ντέρνο ρεύμα της πρόζας - εσωτερικός μονόλο­ γος — του Προυστ, του Τζόυς και τελικά της Γουλφ, που έφτανε λίγο-λίγο και σιγά-σιγά κι εδώ στην Ελλάδα. Πρώτος εισηγητής-του-στέκεται και ο μοναδικός ίσως, ο Στέλιος Ξεφλούδας, με τα περίφημα «Τετράδια του Παύλου Φωτεινού».2 Ό λο το «Θείο Τραγί» δεν είναι παρά μια δια­ μαρτυρία ενάντια στην υπ-άρχουσα πραγματικό­ τητα. Ο πεζογράφος Σκαρίμπας δεν την απο­ δέχεται· ενώ παράλληλα επι-θυμεί να ’ναι εγγύς του Κόσμου, πιστεύοντας, πως η εγκόσμια πρά­ ξη είναι εκείνη, που εκπτύσσει τις δυνατότητες της συν-Είδησης (με την έννοια της πληρο­ φόρησης). Απ’ εδώ και πέρα, ο Σκαρίμπας, παρ-ουσιάζεται αδρά ως ο πλέον αποκλειστικός εκπρόσω­ πος του παρα-λόγου στη χώρα μας. Τον ακολού­ θησε με δειλά βήματα, ο μαθητής του και συμπο­ λίτης του Πάνος Σαμαράς, με τα «μεσοπολεμικά» του μυθιστορήματα: «Ο Στρόβιλος» και στους «Τροπικούς», αλλά ουδέποτε τον έφτασε. Ο γραφικός αντι-ήρωάς του, στο «Θείο Τρα­ γί»,3 που είναι ο ίδιος ο Σκαρίμπας, είναι ο σφο­ δρός εραστής του ανέφικτου, που φαίνεται να τον συγκινεί και να τον συν-αρπάζει, απορρίπτοντας με περιφρόνηση ό,τι το εφικτό. Στην πορεία του για το ανέφικτο ακολουθεί το δρόμο που οδηγεί στη σιωπή... λέγοντας πως «η μουσική της σιγής είναι η γλυκύτερη απ’ όλες...» Και η «σιγή» για τον Σκαρίμπα αποτελεί ένα αναπόδραστο ξεστράτισμα μέσω της γλώσσας, προς την κατεύ­ θυνση της ουσίας. Και σ’ αυτό του το ξεστράτισμα ακολουθεί ένα ρυθμό έκφρασης αμ^οτερόγλωσσο, ασυγκράτητο θα έλεγα, και έξω απ’ τα «ευπρεπή ελληνικά» - την «ελληνικούρα» της καθαρεύουσας την χρησιμοποιούσε, ως μέσο ει­ ρωνείας! Για τον Γιάννη Σκαρίμπα, ο πιο βαθύς πόνος ή­ ταν εκείνος της χαράς· γι’ αυτό και ποτέ δεν θα πέθαινε, δεν θα ήθελε να πεθάνει «κάνοντας τούμπες στη χλόη», αυτός ο αθάνατος κλόουν της Ευρίπου. Και ως «κλόουν» πολύ σιμά στο πα­ ράλογο, δήλωνε κατηγορηματικά: «Η αναποδιά με μαγεύει. Με τραβάει εμένα το απρόβλεπτο, η αποτυχία και η γκάφα». Είπαμε για το παράλογο. Αυτό το δεχόταν «ενστικτωδώς» μέσα στη ζωή, ως έσχατη απελπισία του κόσμου. Το δεχόταν, με εγκαρτέρηση και ά­

φατη πίκρα, μέσα στην αδυσώπητη νομοτέλεια του χάους και της φθοράς. Η λογική του παράλο­ γου, για τον Σκαρίμπα, δεν είναι παρά ένα φά­ ντασμα εφήμερο - καθώς ο αντι-ήρωας στο «Θείο Τραγί», που μπορεί να υπάρχει παντού και στο σταύλο του αφέντη και στο παλάτι, αλλά, που δεν έχει πόρτα πουθενά, προς τη μεταφυσική αγωνία - όπως την εξέφρασε ο Κίρκεγκωρ προς το θείο, θα λέγαμε, εμείς. Το βλέμμα του ήρωα στο «Θείο Τραγί» έχει τη λάμψη της τρέλας όμοια εκείνης του Λεονίντ Αντρέγιεφ, που ως λόγος εκπτύσσεται καθώς και ως παραλήρημα αδυναμίας: «... Μου φαίνεται, πως είναι μεγάλη η γη μας· η ερωμένη μου νύχτα, με πλαταίνει στην άβυσσο, μου στέλνει σαν μα­ κρινό χαιρέτισμα το φιλί της...» και αλλού: «Αι-

Σπάνια φωτογραφία του Γ.Σ. με ημερομηνία 1-1-1931

σθάνομαν άβυσσο· κρύωνα. Ένα ζαγάρι τουρ­ τούριζε μέσα μου. Ωσπότε, λοιπόν, θα παιδεύομαν;»... Θα παιδεύοταν πολύ· άχρι θανάτου· όσο θα αι­ σθάνονταν και αισθάνονταν πάντα, κάτοικος, στο μεγάλο ξενοδοχείο των αβύσσων, που «στέ­ κει» αενάως μετέωρο στο χάος των γκρεμών του κενού και του παραλόγου. Βέβαια, το «Θείο Τραγί», με τον παρά-λογο διονυσιακό του οίστρο, δεν εξαντλείται με αυτά - τα ελάχιστα· αλλά είναι καιρός πια, να περά­ σουμε στο «Μαριάμπα».4


38/αφιερωμα Ο πιο αντιπροσωπευτικός Σκαρίμπας βρίσκε­ ται εδώ, σ’ αυτό το μυθιστόρημα. Ο ήρωάς του ταυτίστηκε απόλυτα με τον ίδιο τον συγγραφέα του, όχι μόνον ουσία, αλλά και κατ’ όνομα. Ω­ στόσο, ο «Μαριάμπας», ξεκινώντας από μακριά - από το Βορρά - δεν έχει καθαρή ελληνική ταυτότητα. Ή ταν, λένε, και ολίγον Νορβηγός. Έμοιαζε σε πολλά με τον «Τηλεγραφητή» (Γεω­ πόνος αυτός), ήρωα των «Μυστηρίων» του συγ­ γραφέα Κνουτ Χάμσουν. Το Νορβηγό Χάμσουν συνέστησε, τότε, στον ε­ παρχιώτη Γιάννη Σκαρίμπα, εκ γλαφυρών μετα­ φράσεων, ο πολύς συγγραφέας των «Ξερριζωμένων» ο Μωραΐτης Βάσος Δασκαλάκης, ο, μερι­ κούς χρόνους σύζυγος, της γνωστής - εκ λά­ θους - πεζογράφου, Έλλης Αλεξίου. Ο «Μαριάμπας» έχοντας καθαρά σκαριμπική αμοραλιστική τάση, προς όλα τα ζητήματα του κόσμου, ζει στο μεταίχμιο του ανθρώπινου νου. Το πέρα απ’ αυτόν είναι το Πάνσοφο, το δώθε το βλακώδες. Ιδού το αίνιγμά του. ΓΓ αυτό ποτές του δεν έμαθε, πού τάχα να βρίσκονταν; Δώθε ή πέρα από το νου; Οι περιπέτειες του παράδοξου τούτου τύπου, που αποτελεί την πιο καταπληκτική σύλληψη, την πιο εμπνευσμένη ενσάρκωση ήρωα, από τον Ραμπελαί της Χαλκίδας, έχουν τόση αδιανόητη περιέργεια για όλους όσοι τον πλησιάζουν, ώστε να τον θεωρούν ως πλάσμα ιδιότυπο, σαν τύπο α­ ταξικό, ίσως πρωτόγονο ή σχεδόν ανισόρροπο. Ο «Μαριάμπας» πράγματι είναι ένας Τάταρος, που βαδίζει αυθαίρετα μέσα στους δρόμους τους λοξούς της Χαλκίδας, μ’ όλη τη δαιμονική του τύφλα, αιώνιος και δεδηλωμένος εχθρός απένα­ ντι στην κατεστημένη πραγματικότητα. Η έκ­ φραση του ήρωα αποτελεί, σε κάθε στιγμή, εντε­ λώς προσωπική επινόηση. Ψαύει το υπερπραγμα­ τικό, βιώνοντας τη μοναξιά σαν κάτι παράδοξο· ενώ θεωρεί τη ζωή στο σύνολό της σαν μια κραυ­ γαλέα αυθαιρεσία της τύχης, που ευνοεί και εξο­ λοθρεύει, αλλά και που λειτουργεί χωρίς αιτία. Ο τύπος αυτός, μοναδικός στη λογοτεχνία μας, εξακολουθεί μισόν αιώνα και πλέον να έχει, όπως τον χαρακτήρισεν ο δημιουργός του, μια ευαισθησία μιμόζικη - μυστική συμπάθεια για ό­ λους. Η δουλειά του για πολύ καιρό ήταν να κουρτίζει βιολιά· και να προσπαθεί να βρει τι σχέση έχει η γεωπονία του, με την εν Ζάμα Μά­ χη... Τα νοήματα, σ’ όλα τα σημεία του βιβλίου παρουσιάζονται ασυνάρτητα κι επίπονα, αλλά ταυτόχρονα φωτίζονται από ελπίδα και μνήμη! Κι αυτός, που τα σκέπτονταν, όλα αυτά τα... νοήματα, ο λεπτεπίλεπτος εκείνος «Μαριάμπας» ταλαντεύονταν στο μεταξύ λόγου ή παραλόγου, κενού ή απίθανου, πράξεων τραγικών ή γελοιών... Και το ασυνεχές, με δον Κιχωτικούς λή­ ρους, να συνεχίζεται ως ήχος «... Έξαφνα ένας ήχος υψώθηκε. Οι ορίζοντες τρέμαν... Η βραχνή

βουή του βαποριού ήρθ’ απ’ έξω και χύθηκε σαν ντελίριουμ-τρέμενς των σπίρτων...». Ο ασυνεχής τρόπος της αφήγησης είναι εντε­ λώς αυθόρμητος στον Σκαρίμπα και έρχεται α­ νεμπόδιστα, με ρήξη θα λέγαμε, ανάμεσα στα ε­ σωτερικά και τα εξωτερικά «νοούμενα» της υπάρξεως· είναι όπως περίπου δηλώνεται αυτό, α­ πό τ ο «Παράκελσο» του Μπράουνιγκ «I go to prove my soul».5 Ύστερα απ’ όλα αυτά δεν μας μένει παρά να πούμε με βεβαιότητα σχεδόν, πως η ψυχολογία του ήρωα-Μαριάμπα είναι πεδίο δράσης του δαι­ μονικού. Είναι ο παρεξηγημένος ηθελημέναευγενής και μαζί περήφανος άνθρωπος της σιωπής... Αλλοτε είχαμε γράψει γι’ αυτόν τον απέθαντο σκαριμπικό τύπο, πως διαβαίνει και θα δια­ βαίνει πάντα ανυποψίαστος, μ’ ανάλαφρο σφάδασμα σιμά μας, μ’ αραχνοΰφαντο βήμα. Κι ό­ ταν μας μιλά, τα λόγια του καίνε σαν φωτιά και τα αισθήματά του για μας είναι σαν παράπονα γλυκά, που συγκράτησαν... τα δάκρυα. Και ε­ χθρός του να είσαι, σου επιβάλλεται, με φωτιές και με τρόμους. Είναι στις παραδοξότητές του συμπαθέστατο πρόσωπο και τραγικό μαζί. Δη­ μιουργεί καταστάσεις απίθανες και προκαλεί αυ­ ταπάτες, μόνο και μόνο για να χαρούν και να παρηγορηθούν οι άλλοι. Ο βαθύτερος παλμός της καρδιάς του υπο­ κρούει τον «κλαυσίγελω» της αρχαίας τραγω­ δίας και συγκλονίζει ο αρσενικός καταπέλτης λόγος του. Τέλος στις εμπνεύσεις του, γράφει ρομάντζα και διασκευάζει διηγήματα του Πιερ Λουίς, κά­ νοντας φορές, το Βαν Κοπσέκ - Χαλκίδα και το Παρίσι - Αθήνα μας. Ολίγο καιρό μετά την έκδοση του «Μαριάμπα» η νεοελληνική κριτική έθεσε το δίλημμα στο Σκαρίμπα: ποιητή του Μαριάμπα, έχεις εκτοξευθεί ως μετέωρο στο τέλμα της ελληνικής λογοτεχνίας, το οποίον ήτο η φυσική ιδιοκτησία των Βατράχων. Έχεις δύο πιθανότητες: ή να κι­ νήσεις τα λιμνάζοντα νερά, ή ν’ αρχίσεις κι εσύ να κοάζεις. Ο ποιητής του «Μαριάμπα», προτίμησε να κι­ νήσει τα λιμνάζοντα νερά. Χωρίς κοασμούς, πατάγους και θορύβους. Και είπε, την ποίησή του εν σιωπή, με το «Σόλο του Φίγκαρω»!! Με τη ρευ­ στότητα του υποκειμενικού του αναρχισμού, κα­ θώς ο Σαρλώ του βουβού σινεμά γίνεται αδιάλλα­ κτος εχθρός της εξουσίας του κρατισμού και ανερχόμενου γερμανικού ναζισμού του Γ' Ράιχ. Και τη χρονιά, που αρχίζει ο πόλεμος, εκδίδει το «Σόλο...» Ή ρωας σ’ αυτό το μυθιστόρημα είναι ο Αντώνης Σουρούπης, που την ώρα που σουρουπώνει η Ευρώπη απ’ τα στίφη της λουτβάφεν, ο Σουρού­ πης, το ρίχνει στον υπερρεαλισμό! Μοναδικός


αφιερωμα/39

τρόπος έκφρασης για έναν ανθρωπάκο κλεισμέ­ νο στη φάκα. Και στον εγκλωβισμό του εν απελ­ πισία τελών, μη έχοντας άλλη κατα-φυγή εκτός από το έγκλημα. Και χτυπάει με μαχαίρι μέσα στη νύχτα την κυ­ ρία Νίνα Δολόξα. Αλλά δεν ήταν αυτή. Ή ταν η κούκλα, το κέρινο μανεκέν της... Χτυπά με το στιλέτο, ενώ μέσα απ’ το κέρινο ομοίωμα παίζε­ ται το Σόλο του Φίγκαρω... Αλλά και αυτός ο Σουρούπής δεν ήταν αυτός· παρά ο Ριχάρδος Γκαμόν, ήταν... και ο κόσμος όλος δεν ήταν, πα­ ρά μια καφκική «Αποικία» εν πλω, ή μια πολι­ τεία μέσα στη θάλασσα, όπως την φαντάστηκε ο ποιητής Έντγκαρ Πόε... Σ’ αυτόν το κόσμο του παραλογισμού, που ώ­ ρα την ώρα θα άρχιζε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Σουρούπης προεικάζει τα συμβάντα. Γίνεται μάντης κακών ο ελαφροΐσκιωτος. Και ο Σκαρίμπας, σαν μαριονέτα τον οδηγεί, τον παίζει... Τον φέρνει ένοχο - τον ανθρωπάκο για έγκλη­ μα, που ουδέποτε είχε κάνει. Και ως έκφραση σε όλα αυτά κυριαρχεί ο σουρρεαλισμός, που είναι, λέει επίγραμμα, τέχνη συνειρμική δήλον δη. Και αντλεί εξ ενστίκτου.6 Κι ο κύριος Γκαμόν, αυτός ούτος ο Σουρού­ πης, κάνει αυτό, που του λέει ο εν φαντασία και λόγω πλαστουργός του: «Γράφοντας "γάτες” εν­ νοεί ραδιόφωνα. Ο αυτοματισμός με τα ούλα του!... ΓΓ αυτό κι’ όλας είχε σημειώσει "εργο­ στάσιο” γι’ αυτό είχε και "παράσιτα” γράψει. Το υποσυνειδητ’ ολόσωμο...» Ο Σκαρίμπας, όχι, δεν υπηρετεί την αρλούμπα, αλλά έχει φουρκέτα για να βαθυμετρεί το άδειο κεφάλι των ανθρώπων· και να σκοτώνει τα ανύ­ παρκτα πρόσωπα, να αγαπά εκείνη τη Χόπκινς λάϊ του «Σόλο», που τα ρούχα της μύριζαν, λέει, βροχή και φεγγάρι. Περιπλανιέται στις ακτές της Ευρίπου, μαζεύοντας κοχύλια μαζί με τις νεκρές ποεδικές γυναίκες: την Ελεονώρα, τη Μορέλλα ή

την Ουλαλούμ. Στο πανδοχείο ένθα διαδραματί­ ζονται όλα αυτά τα τραγικά περιστατικά του Σουρούπη μοιάζουν κάπου, με το διπλό έγκλημα τής οδού Μόργκαν· το πανδοχείο γίνεται έδρα του διαβόλου, όπως ακριβώς συμβαίνει στο «Χρυσό Σκαραβαίο» του Πόε. Μετά το Σουρούπη ήρθε ο άλλος ήρωας του Σκαρίμπα. Δεν ήρθε, τον έβγαλε μέσα από το συρτάρι του- όπου διέμεινε είκοσι ολόκληρα χρό­ νια· μέχρι να περάσει η λαίλαπα του πολέμου. Πρόκειται για τον ήρωα του «Βατερλώ...» που δεν ήταν ένας, αλλά δύο· και οι δύο γελοίοι. Ταυ­ τοπρόσωποι. Ανάμεσά τους μπήκε και ένας άλ­ λος και έγιναν τρεις... Ιδού,οι ήρωες του «Βατερ­ λώ δύο γελοίων». Δυο και ο τρίτος στη σκιά. Επι­ μελητές όλοι του Γεωργικού, λέει, Γραφείου Χαλκίδος: Ιωάννης Πιττακός, πρωταγωνιστής του Βατερλώ, ο Ιωάννης Μαριάμπας και ο κ. Ριχάρ­ δος Γκαμόν - Μέλος της Ακαδημίας των Επι­ γραφών της Βιέννης. Έ τσι τα δύο σουρρεαλιστικά διηγήματα: Ο «Μαριάμπας» και το «Σόλο του Φίγκαρω» αντα­ μώνουν στο «Βατερλώ» και παίρνουν μέρος ως ήρωες ομού οι ήρωές τους. Μόνον που, αντί για την κλασική μουσική του Φίγκαρω ακούγεται τώρα η λαλιά από το τζάζ του Ευρίπου. Το διαπί­ στωσε αυτό και ο Γιώργος Σεφέρης7 και μάλιστα κάποιες παραγράφους του «Βατερλώ» τις μετήλλαξε σε ελεύθερο στίχο. Μια περικοπή, ως ακο­ λούθως μεταγραμμένη: Σύγχρονα η ορμή του τραίνου ανακόπηκε και βαθιά φωτοβόλησε σαν πυρκαϊά η πολιτεία. / Στα τζάμια, η βροχή, μας ταμπούρλιζε με τ’ αερικά δάχτυλά της. / Κάτι ά­ σπρα μες στα τζάμια μας, φαίνονταν σαν χρυσαλοιφάδες σε μαύρο. / Και μόνο η Νανά εκεί, δεν φαινόταν να εννοεί στην εντέλεια. Κι ο Σεφέρης καταλήγει. «Υπάρχουν πολλές και μακριές περι­ κοπές σ’ αυτό το ρυθμό· ζαλίζει κάποτε αυτό το τζαζ...» Ό τα ν αφηγείται ο Σκαρίμπας, δεν απαλλάσ­ σεται από τη λυρική του υπο-κειμενικότητα, κα­ θώς βγαίνει από μέσα του για να βρει τα ανάλογα σύμβολα. Και ασφαλώς ζαλίζει, καθώς ο τόνος ακούγεται χαμηλός, διακριτικός, απαλός και φορές πετιέται με κραυγές οργίλος και πολυφωνικός και ξαναπέφτει σαν χάδι βελούδινο ή σαν βροχή, που κοιμίζει το ζαλισμένο μυαλό μας. Και μέσα σ’ αυτή την παράξενη λυρική υπό­ κρουση του σκαριμπικού κειμένου, που είναι κα­ θαρή ποίηση, όλα εντείνουν την αίσθηση του αφηρημένου, του θαμπού, του θολού και του α­ πρόσωπου. ως εδώ ο Σκαρίμπας, μας παρουσίασε μυθι­ στορήματα. Μια τριλογία εκπληκτική, που ευαίσθητα κατέγραψε ως ποιητής τη διάθεση των κινήσεων της ψυχής του. Έτσι, ικανός πια για νέες απροσδόκητες εκπλήξεις και ευρήματα πέ­

Ε


40/αφιερωμα ρασε, έμφορτος εμπειρίας, στο μεταίχμιό του, για να μας δώσει την ανεπανάληπτη «Μαθητευομένη των τακουνιών» - αυτή την παράξενη προιονεσκο-ική «Φαρακλή χορεύτρια» της νεοελλη­ νικής πεζογραφίας. Η κριτική βρήκε να κάνει αντίστοιχες συγκρί­ σεις ανάμεσα στη «Μαθητευομένη των τακου­ νιών» και στην «Προσωπική Μυθολογία» του Αντρέα Εμπειρικού - τα δύο βιβλία κυκλοφο­ ρούν συγχρόνως. Η σκέψη και στους δυο λειτουργεί με άτα­ κτους συνειρμούς και δεν θέλει να κρατηθεί στην ενότητα, γι’ αυτό αναπηδά απ’ το παρελθόν στο παρόν και τ’ ανάπαλι. Επίσης, οι συζεύξεις υπο­ βάλλουν, οι συνδυασμοί γίνονται απροσδόκητοι, μα δεν ξενίζουν. Ακόμα υπάρχει και στους δυο, έντονη η διάλυση, με μια γλώσσα ιδιότυπη και μοναδική, που ελκύει, με την καθαρολογική της ασυμμετρία και τον παράξενο εσωτερικό ρυθμό της, προκαλώντας μια μόνιμη σαγήνη. Ό λ ες αυτές, ωστόσο, οι παρεκβάσεις και συ­ σχετίσεις της Κριτικής ανάμεσα στους δυο σουρρεαλιστές ποιητές πέφτουν στο κενό και κείνο, που μένει σαν ενδιαφέρον, είναι το αυτομάτου γραφής έργο του συγγραφέα της «Μαθητευομένης των Τακουνιών» - ενός συγγραφέα, αναμφί­ βολα, αιρετικού και μοναδικού επαναστάτη, που βγήκεν ολοζώντανος, μέσα από το ανατρεπτικό κίνημα του Μεσοπόλεμου. Προέχει βέβαια, πέρα από καθετί άλλο, και στις τρεις αυτές νουβέλες η ιδιότυπη «σκαρίμπεια» γλώσσα, όπου κυριαρχεί η «συνθηματο­ λογία» των λαϊκών εκφράσεων, μ’ ένα πάντα πλούσιο λεξιλόγιο αψύ και ποικίλο. Ο Σκαρίμπας εδώ, τιθασεύει, με μεγαλύτερη ευχέρεια τη γλώσσα, μένοντας στα παλιά του εκείνα μοτίβα. Έτσι, που να μην μπορέσει να ξεπεράσει και τώ­ ρα την πεζογραφία, του άλλοτε, εκείνη των άτα­ κτων συνειρμών του, μέσα σ’ ένα χώρο φύσει καλλιεργημένο και σε μια περιοχή καθαρά ονειροφανταστική. Ιδού, ως δείγμα γραφής μια παράγραφο από το ημερολόγιο ενός σκυλοδόκιμου· είναι... κομμάτι εξωτικό της Ά πω Ανατολής: «... Πήγε κι’ έκατσε στα διασταυρωμένα πόδια ενός Βούδα: "Ω εσύ μου καλέ Δάσκαλε - μού­ γκρισε - της πάσα καλοκαγαθοσύνης πατέρα!.. Η ζωή είν’ ένα όνειρο και το όνειρο αυτό είν’ δικό σου. Συ, μέσ’ στ’ όνειρό σου μας βλέπεις... Νιρβάνιε συνοδοιπόρε και φίλε. Πτωχέ, εκμηδενιστή και πασίγνωστε ( - διότι, εν ταις καρδίαις και των ιχθύων φωνείς και οι ερωδιοί σε γιγνώσκουν) Νυμφίε του μυστικού των Βεδδών και της Μαχαββαράτας, η Κλείδα! Μπρούτζινε καλοκαθιστέ και ξυπόλυτε! Συ, του Λάρ Τσέου, Βυζαχτή. Γκρεμισμένης - εμού - της αιωνιότητός Σου μορφής, τις μου εξιχνιάσει τις γκάφες. Πούναξερα ότι τρων τις γαρίδες Μαγαρισμένες

Φυλές...»8 Αυτό το στιλπνό σκαριμπικό κομμάτι· θαρρώ αρκεί για να μας θαμπώσει με τη σαγηνευτική του λαμπρότητα... Ως προς το μύθο, ο Σκαρίμπας, δεν πολυ-νοιάζεται. Τον θέλει το μύθο επα­ ναστάτη να εξελίσσεται μέσα στην παραδοξολο­ γία, το ανεκδοτολογικό ιντερμέτζο και την α­ προσδόκητη παρέκβαση, κοιτάζοντας να ’χει πάντοτε χαρακτήρα «μεφιστοφελικό». «Η μαθητευομένη των τακουνιών» θα μείνει α­ πέθαντη στην νεοελληνική μας πεζογραφία- η σατανική της μαγεία δεν θ’ αφήνει κανέναν ανα­ γνώστη της να την αποχωριστεί και να τη λησμο­ νήσει. Αυτήνε την ανατολίτισσα «Φαρακρή Χο­ ρεύτρια», που, ο νέος μας Ιονέσκο την βάπτισε «Μαθητευομένη των Τακουνιών». Αυτή! Ω αυτή η υπερτάτη κινεί με μάγο ύφος τον εξωτισμό της. Τον κινεί μέσα σ’ ένα πρωτό­ φαντο σκηνικό, ζωσμένο μ’ ένα πλαίσιο ζωντα­ νό, από μαργαριταρένιους ιριδισμούς, που τίπο­ τα άλλο δεν είναι απ’ αυτό τούτο το ίδιο το όνει­ ρο! Ένα εντούτοις φευγαλέο και άπιαστο, που ο­ λοένα μετατοπίζεται πέραν των ισημερινών. Με­ τατοπίζεται με κάποια καράβια, που φεύγουν και δεν γυρίζουν πια... Κι αν τύχει να ξανα-γυρίσουν, τ’ όνειρο τούτο δεν θα ’ναι τίποτ’ άλλο από ομίχλη στο πέλαο, ή μια κάποια μνήμη χαμένη - ύπαρξης - και βυ­ θισμένη στων τετράπλατων ωκεανών τα ερέβη και στης ανυπαρξίας τα χάη.9 Και το θρηνεί - κι ο ίδιος ο συγγραφέας, ετού­ το το απωλεσμένο όνειρο - βαθιά πληγωμένος ως ή τα ν μια αιμάσσουσα για πάντα καρδιά... ΓΓ αυτό και μέχρι τα βαθιά, ακόμα, γεράματά του, τρέχει πίσω, απ& κάποια χίμαιρα. Τρέχει, με πλοία, με τραίνα, με άλογα, με άμαξες, με βάρ­ κες, μ’ ένα σωρό πρωτόγονα μέσα. Και η δονκι­ χωτική του εκστρατεία πάντα τελειώνει, σ’ ένα φρούριο σαν κι εκείνο, που συμβολικά διάλεξε αιώνια για ν’ αναπαυτεί. Πέρα απ’ όλα αυτά, ο Σκαρίμπας, στη «Μαθη­ τευομένη» του ακολουθεί μιαν «αμυδρή γραφή» αχνού κρυπτισμού. Στοχασμός, ευαισθησία και φαντασία, αφήνουν πίσω την αχνή, επίσης, ζω­ γραφιά μιας ακανόνιστης πορείας. Βέβαια, η «Μαθητευομένη...» δεν είναι η «Κε­ ρένια Κούκλα» του Χριστομάνου. Αυτή είναι μια άλλη μορφή «κούκλας», ένα φιγουρίνι Ανατο­ λής, με βερνικωμένο το πρόσωπο και τεζαρισμένο το δέρμα, με μάτια σχιστά και οριζόντια. Μια «κούκλα» έμψυχη, που να δουλεύει σαν σφυγ­ μός, μέσα στο πνεύμα, αναγνώστη και συγγρα­ φέα, μ’ εκείνο το υπέροχο ακατανόητο γέλιο της. αι στα πέντε πεζογραφήματα, με τα οποία α­ σχοληθήκαμε παραπάνω (τρία μυθιστορή­ ματα του Μεσοπόλεμου· και δυο - ένα μυθιστό­ ρημα και τρεις νουβέλες, της μετα-εμφυλιακής ε­

Κ


αφιερωμα/41 ποχής) υπάρχει μια συνοχή καταπλήσσουσα, με­ ταξύ τους, μια διασύνδεση όχι ακριβώς λογική, μα εκείνη του κρυπτισμού και της σύγχυσης. Και τα συν-δέουν με τη δράση τους οι ίδιοι, σχεδόν ήρωες - πλην της αξιέραστης Μαθητευόμενης, της αυθύπαρκτης και μόνης. Τη δια-σύνδεση αυτή, την όχι ακριβώς λογική την καθόριζε, κατά τις εμπνεύσεις της στιγμής, η ακαθόριστη παρουσία του συγγραφέα - πεζογράφου Σκαρίμπα. Ενός συγγραφέα ρωμαλέου και αείζωου, που τον ενδιέφερε και τον πονούσε η ανθρώπινη στά­ ση απέναντι στο ανώτερο νόημα της ζωής· μιας ζωής, που την, ο ίδιος βίωνε, με ένταση, έχοντας ως πυξίδα του πάντα στην Πορεία του, ανασφα­ λείς τρόπους και μέσα, όπως: το μπουρλέσκο Σημειώσεις 1. Η γνώμη αυτή, που παραθέτουμε, βασίζεται στα γραφόμε­ να, τα σχετικά με την «Παράδοση» της πεζογραφίας μας, στα «Πρόσωπα και τα Κείμενα» του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Β' Ανήσυχα Χρόνια (Η νεοελληνική πεζογραφία του Μεσοπολέμου) «Οι εκδ των Φίλων» σελ. 19. 2. Βλ. Γ.Θ. Βαφόπουλου: «Τα τετράδια του Παύλου Φωτει­ νού» (κριτική δοκιμή) / 15/θημερο περιοδ. «Η Επαρχία» Ν.Δ. Παππάς - και Νικ. Α. Μπούρας Τρίκαλα Θεσσαλίας - 15 Απριλίου 1931, Χρόνος α' φυλλάδιο 10-11. Για το ίδιο θέμα βλεπ. και Γιώργου Παπαστάμου: Στέλιος Ξεφλούδας - Η εσωτερική περιπέτεια του ανθρώπου και η συνομιλία με τον εαυτό του, στη σελ. 11-21. Ο εσωτερικός μονόλογος και «Τα τετράδια του Παύλου Φωτεινού» εκδ. «Το ελληνι­ κό βιβλίο» Αθ. 1979, Ο Επαναστάτης Σκαρίμπας. 3. Βλ. Κώστα Σταματίου: Σκαρίμπας - Το θείο Τραγί - ΤΑ ΝΕΑ, - 8-5-76. 4. Περισσότερα για τον «Μαριάμπα» στο πολυσήμαντο άρ­ θρο του Π. Θνητού (Ευάγγελου Λεμπέση): «Ο ποιητής και η κοινωνία» εφ. ΝΕΑ ΗΜΕΡΑ (της Τεργέστης) αριθ. φυλ. 14 - έτος 1-7 Σεπτεμβρίου 1935.

και την παρωδία, το γκροτέσκο και την μακά­ βρια φάρσα. Τα κείμενα, που μας άφησε ο Σκαρίμπας θα μι­ λούν πάντα για το Πνεύμα μιας ολάκερης επο­ χής, μισού και πλέον αιώνα, με μια δωρική τρα­ χύτητα λόγου, απ’ όπου δεν λείπει ο ανώτερος ανθρωπισμός και η θαρραλέα - του - αντίστα­ ση ενάντια στο κατεστημένο. Θα μιλούν τα κεί­ μενα, απο-δείχνοντας εσαεί τον αείζωο σκαριμπικό αυθορμητισμό και τη μεστή - τ ο υ - αθωό­ τητα, κλείνοντας την αιωνιότητα στο εσωτερικό μιας στιγμής. Την «αιωνιότητα», που θα εξακο­ λουθεί να πλανάται ανάμεσα στις αραιές ώρες του σήμερα και στην πυκνή συνείδηση του βιωμένου άλλοτε.10 5. Βλ. Γκέοργκ Λούκατς: Η θεωρία του Μυθιστορήματος μεταφρ. Σεραφείμ Βελέντζας - Κεφ. 5 Ιστορικοφιλοσοφική οροθέτηση και σημασία του μυθιστορήματος, σελ. 90 εκδ. «Άκμων» 1978. 6. Βλ. Γιάννη Σκαρίμπα: Το σόλο του Φίγκαρω, μυθιστόρη­ μα, σελ. 41. Εκδ. «Κάλβος» Αθ._1971. 7. Βλ. Γ.Π. Σαββίδη: Γιώργος Σεφέρης - Γιάννης Σκαρί­ μπας, Μια άγνωστη σχέση... εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ, 27 Σεπτεμ­ βρίου 1987. 8. Βλ. Γιάννη Σκαρίμπα: Η μαθητευόμενη των τακουνιών. Δί­ φρος 1961 σελ. 72... 9. Βλ. Γιώργου Παπαστάμου: «Σκαρίμπας - Η ζωή και το έργο ενός ασυμβίβαστου πρωτοπόρου», Εκδ. Γ.Β. Βασδέκη 1986, Η μαθητευόμενη, σελ. 212-220. 10. Είναι της μοίρας μας εδώ στην έγριπο, να είμαστε ως επί το πλείστον, σιβυλλικοί και κρυπτιστές· η παράδοση έρχε­ ται από το άλλοτε - και συγκεκριμένα από τον «παρακμία» γραμματολόγο Χαλκιδέο ποιητή - κάτοικον Αλεξανδρίας, ονόματι Λυκόφρονα. Αυτός έγραψε ένα ποίημααινιγματικό την «Αλεξιάδα», που κανείς ως τώρα, δεν μπόρεσε ν’ αποκρυπτογραφήσει. Ο Σκαρίμπας περπάτη­ σε, λες, στ’ αχνάρια εκείνου για ν’ ακολουθήσει άσφαλτα την παράδοση των κρυπτικώς τεκταινόμενων...


42/αφιερωμα

Λέανδρος Πολενάκης

Μικρό σημείωμα για τα θεατρικά του Γιάννη Σκαρίμπα Π ηγές, επιρροές και πρότυπα Ότι το θέατρο του Γιάννη Σκαρίμπα παρουσιάζει ενδιαφέρον, αυτό δεν αμ­ φισβητείται από κανέναν. Ειδικά ο «Ήχος του κώδωνος» έχει χαρακτηριστεί an’ την κριτική σαν κείμενο σύγχρονο, επηρεασμένο από τον υπερρεαλισμό. Λαβή σ’ αυτή την υπόθεση δίνει νομίζω η φράση του έργου απ’ την οποία προέρχεται κι ο τίτλος του: Αίφνης ο ήλιος εξερρόγη εις τον ορίζοντα ως ή­ χος κώδωνος (πρώτη πράξη, πρώτη σκηνή). Θα επανέλθω με μια ερμηνεία του «ήχου του κώδωνος». Στο μεταξύ δε βλέπω προσωπικά στο δράμα αυτό του Σκαρίμπα (ούτε και σ τ’ άλλα έργα του), ίχνος υπερρεαλιστικών στοιχείων. χουμε εδώ μνα άμεση έκθεση του κλασικού Ιψενικού τριγώνου κι ό,τι θα μπορούσε να Ε χαρακτηριστεί σαν παραστατική απεικόνιση της αντικειμενικής πραγματικότητας, δηλαδή σκέτο ρεαλισμό χωρίς την πρόθεση υπέρ. Η δράση του εκτυλίσσεται στο αστικό σαλόνι, τα πρόσωπά του τα χαρακτηρίζει ένας έντονος ψυχολογισμός με αρκετές κοινωνικές προεκτάσεις, ενώ δε λεί-' πουν τα συμβολιστικά στοιχεία (ο ίδιος ο ήλιοςπατέρας που εκρήγνυται-πυροβολείται απ’ τη μά­ να εκούσια-ακούσια, θα έλεγε κανείς με τη δύνα­ μη του ασυνειδήτου). Μ’ άλλα λόγια το αντρικό στοιχείο εκτοπίζεται. (Βλ. και τον μονόλογο της Ιουλίας, 2η πράξη 13 σκηνή: «Τι ρόλο παίζετε στην αναπαραγωγή οι άντρες εσείς; Τιποτένιον!... Τι προσφέρετε στη φυσιολογία του γόνου; Μια στιγμή ηδονής! Και ποιος μένει έγκυος; Ε­ μείς! Κι ενώ για μας τελείται εντός μας μυστήριο, σεις αισθάνεστε πολύ καλά στην υγεία σας! Μη σεις νοιώσατε στα σπλάχνα σας σκιρτήματα; Μην ανοίξατε κι εσείς τα σκέλια στο μάμο; Ή μην σκύψατε ολονυχτίς σεις στα γόνατα, με το στήθος σας - φλέβα ανοιχτή - σ’ ένα στόμα; Το παιδί σου! Τίνος είναι; Επιμένεις;...» Θα έλεγα ότι το πολύ χαρακτηριστικό αυτό απόσπασμα-κλειδί για την κατανόηση του «ήχου του κώδωνος» παραπέμπει σε μια «βόρεια» σκανδιναυική αντίληψη του θεάτρου, στον Ίψεν και στον Στρίντμπεργκ, πολύ πρώιμα και τους δυο μεταφρασμένους στα Ελληνικά και παιγμέ­

νους από ελληνικούς θιάσους, με κυρίαρχο ένα αμφίθυμο αίσθημα λατρείας-φόβου της γυναίκας. Πιστεύω ότι ο Σκαρίμπας μεταφέρει όψιμα έναν αστικό θεατρικό κώδικα διαμορφωμένον στα κέντρα του Ελληνισμού τον περασμένο αιώνα κάτω απ’ την επίδραση του Ιψενικού θεάτρου. Απ’ τις αναρίθμητες προσπάθειες μίμησης του μεγάλου Νορβηγού που στοίχειωσαν το ελληνικό θέατρο της περασμένης εκατονταετίας θ’ αναφέ­ ρω χαρακτηριστικά το έργο του Σπυρίδωνος Βασιλειάδη «Ή έγγαμος ή αυτόχειρ» όπου συνα­ ντάμε το ίδιο ιψενικό τρίγωνο, την ίδια περίπλο­ κη ψυχολογία των ηρώων και το οποίο με τη βε­ βιασμένη φαρσική του κατάληξη έχει μείνει ου­ σιαστικά ανολοκλήρωτο. Δεν αναφέρομαι στα έργα σαλονιού του Ξενόπουλου διότι ο Ξενόπουλος κατάγεται από το Ιταλικό Θέατρο, τη φάρ­ σα, την οπερέτα, την κομμέντια ντελ 'Αρτε, οτι­ δήποτε άλλο εκτός απ’ το αστικό θέατρο, του ο­ ποίου κατέληξε να υπηρετεί τη φόρμα με τα ψευ­ δεπίγραφα δράματα σαλονιού του, στην πραγμα­ τικότητα έργα με ήρωες μονοδιάστατους, χαρτονένιους που αν τους ξύσεις λίγο βρίσκεις από κά­ τω «τύπους» κι όχι ψυχολογικά πορτραίτα. (Κάτι που, απ’ όσο μπορώ να ξέρω, δεν έχει προσεχτεί ως τα σήμερα: η «Στέλλα Βιολάντη», ένα από τα αρτιότερα σαν μορφή και τεχνική δράματα του Ξενόπουλου «μεταφέρει» και προσαρμόζει σε έ­ να αστικό σαλόνι ολόκληρο τον κώδικα της «Ερωφίλης» του Χορτάτζη, βρίσκοντας αντίστοι-


αφιερωμα/43

.*

χους «τύπους» στην κοινωνία της Ζακύνθου του περασμένου αιώνα! Η θηριωδία πράγματι του Παναγή Βιολάντη προέρχεται απ’ τη θηριωδία του βασιλέα Φιλόγονου της Ερωφίλης, ο δε Ξενόπουλος στη δεύτερη πράξη της «Στέλλας Βιολάντη» παραπέμπει σαφώς σε αυτόν! Κλείνω την παρένθεση). Θ’ αναφέρω επίσης σαν άμεσα πρότυπα-έμμεσους Ιψενικούς του πρόγονους τα δρά­ ματα του πρόωρα χαμένου Γιάννη Καμπύση: α) «Η γιορτή του» με το μοτίβο της κληρονομικής ασθένειας, β) «Το μυστικό του γάμου», τρίπρα­ κτο με θέμα του έναν προβληματικό γάμο και τη θέση της γυναίκας μέσα σε αυτόν γ) «Η φάρμα της ζωής», πάλι με το πρόβλημα της κληρονομι­ κότητας, δ) «Μις Ανν Κούξλεϋ», όπως γράφει ο Θόδωρος Γραμματάς («Διαβάζω» τ.53), «ψυχο­ λογικό δράμα με έντονες κοινωνικές προεκτά­ σεις δοσμένο στα πλαίσια του Ιψενικού τριγώ­ νου. Η υπόθεση ξετυλίγεται σε τρεις πράξεις και φτάνει στο αποκορύφωμά της στην τελευταία. Το τραγικό στοιχείο του έργου οφείλεται και πάλι στη διαπίστωση της ανθρώπινης αδυναμίας μπροστά στις πανίσχυρες δυνάμεις που περιέ­ χουν τη ζωή... κ.λπ». Θέλω να πω με τα πιο πάνω ότι ο «ήχος του κώδωνος», καλογραμμένη ελλη­ νική παραλλαγή και εκδοχή, σύνοψη της Νόρας, της Έ ντα Γκάμπλερ του Ίψεν αλλά και της Δε­ σποινίδας Τζούλιας του Στρίντμπεργκ με προ­ σαρμογή των ηρωίδων του σε κάποια εγχώρια πρότυπα, είναι μια λίγο-πολύ καθυστερημένη ο­ πισθοφυλακή του ελληνικού αστικού δράματος

σαλονιού του δέκατου ένατου αιώνα μέσα στον εικοστό. Αν δεν είχαν προηγηθεί τα ελληνικά δράματα που ανέφερα, ο Σκαρίμπας θα μπορού­ σε να θεωρηθεί σαν πρωτοπόρος. Επειδή προηγήθηκαν, δεν είναι πρωτοπόρος. Ο Σκαρίμπας θέ­ λει να διαλύσει τον αστικό μύθο, ανύπαρκτο ό­ μως στην ουσία, επειδή το θέατρο σαλονιού δε ρί­ ζωσε στην Ελλάδα όπως δεν έχει ρίζες το αστικό φιλολογικό σαλόνι μιας νεόπλουτης και με δά­ νεια Ευρωπαϊκή μόρφωση επιπόλαιης αστικής τάξης, που λίγο να «ξύσεις» τον πολιτισμό της βρίσκεις από κάτω τη χειρότερη μορφή αλλο­ τρίωσης, τον ημιμαθή οπαδό της «προόδου», με­ τά ή άνευ εισαγωγικών. Θέλοντας να ανατρέψει τον αστικό μύθο ο Σκαρίμπας, είναι προφανές ό­ τι αντιλαμβάνεται την κενότητά του. Για το λόγο αυτό η φόρμα του «Ή χου του κώδωνος» δεν έχει συνέχεια. Στα επόμενα έργα του ο Σκαρίμπας στρέφεται αλλού, πιάνεται σε αμάχη με άλλους «δαίμονες της μορφής»... όπως θα δούμε πιο κά­ τω. Στο μεταξύ χρωστώ μια ερμηνεία του παρά­ δοξου τίτλου, «ο ήχος του κώδωνος», που πράγ­ ματι ηχεί υπερρεαλιστικά στα αυτιά, αλλά δεν εί­ ναι. Ας ξαναπάρουμε ολόκληρη τη φράση: «αίφ­ νης ο ήλιος εξερράγη εις τον αέρα ως ήχος κώδω­ νος». Ας απομονώσουμε τον ήλιο, το πατρικό σύμβολο και βασικό στοιχείο των Ιψενικών δρα­ μάτων (βλ. π.χ. «Βρυκόλακες»), η έκρηξηδιάλυση του ήλιου-πατέρα δε χρειάζεται νομίζω μεγαλύτερη διευκρίνιση. Τώρα, ο ήχος του κώ­ δωνος δεν ταιριάζει με την εικόνα μιας έκρηξης του ήλιου, μπορεί να φανταστεί εύλογα κανείς σε μια τέτοια περίπτωση όλους τους άλλους δυνα­ τούς ήχους, εκτός από κουδούνια να χτυπούν. Εί­ ναι όντως μια παράδοξη μεταφορά, που λειτουρ­ γεί όμως σε ποιητικό επίπεδο, χωρίς ν’ αποκαλύ­ πτει αμέσως το μυστικό της. Έχω την εντύπωση ότι μια σχεδόν τυποποιημένη φράση που επανα­ λαμβάνεται σε άπειρα «συζυγικά» δράματα ή κωμωδίες του περασμένου αιώνα, που τη συναν­ τάμε συνήθως ανάμεσα στους διαλόγους, στις σκηνικές οδηγίες των συγγραφέων, δίνει κάποιο κλειδί ερμηνείας του τίτλου: ο «ήχος του κώδω­ νος» κρύβει ίσως μια ενσυνείδητη ή όχι επιλογή του Σκαρίμπα, όντως ο ήχος που προαναγγέλλει συμβατικά στα έργα της κατηγορίας αυτής την άφιξη (απρόοπτη) του δευτέρου σκέλους του Ιψε­ νικού τριγώνου, του απατημένου συζύγου. (Βλ. ε­ πίσης και στο έργο που ανέφερα πριν, το " Ή έγ­ γαμος ή αυτόχειρ” του Βασιλειάδη, πρώτη πρά­ ξη, πρώτη σκηνή, όπου μαθαίνουμε ότι «ακούε­ ται ο κώδων της εισόδου του οίκου», πριν εισέλθει ο σύζυγος). Εδώ, ο «κώδων» και ο ήχος του έχουν ξεμείνει στο Σκαρίμπα σαν κατάλοιπα του παλιού καθαρευουσιάνικου «δράματος ηθών», μια ασυνείδητη ειρωνική υπόμνηση των παθημά­ των αμέτρητων εκπροσώπων του λεγάμενου ι­ σχυρού φύλου.


44/αφιερωμα ίλησα για στροφή του Σκαρίμπα στα επό­ μενα έργα του. «Ο κύριος Σερβάν Σεβαλιέ» (1962) είναι μια επίσης όψιμη, αρκετά καθυστε­ ρημένη συνεισφορά στο κίνημα του φουτουρι­ σμού που άνθισε προπολεμικά. Εδώ το ιδιότυπο Σκαρίμπειο χιούμορ με αρκετά παράλογα στοι­ χεία διαβρώνει πράγματι τον κόσμο της αστικής σοβαροφάνειας και του εφησυχασμού. Ο τεχνη­ τός άνθρωπος Κράκ-Τοκ (ρομπότ) θυμίζει αρκε­ τά σαν θεματική το έργο του Μοντεμπέλλι Μίννη η αθώα που παίχτηκε φέτος απ’ το «Θέατρο Τέ­ χνης». Προέκταση του ίδιου θέματος είναι και το τρίπρακτο «Το σημείο του σταυρού» (1969) χα­ ρακτηρισμένο από τον συγγραφέα του σαν Commedia Dell’Arte. Σημειώνω εδώ κάποιες πα­ ράδοξες ομοιότητες του έργου αυτού με την ο­ πωσδήποτε προγενέστερη «Κωμωδία της μύγας» του Ζιώγα, γραμμένη το 1967. Στην «κωμω­ δία...» έχουμε τη δίκη ενός ανθρώπου για... το φόνο μιας μύγας η οποία εμφανίζεται στο τέλος του έργου με μορφή γυναίκας. Στο «Σημείο του σταυρού» του Σκαρίμπα έχουμε τη δίκη ενός αν­ θρώπου για το φόνο μιας γυναίκας που ακούει στο όνομα μύγα και που ο δολοφόνος... την είχε περάσει για ρομπότ. Στο έργο του Ζιώγα η τελική έκβαση παραμένει ανοιχτή σε κάθε εκδοχή, με την εμφάνιση ενός κλόουν που όντας έξω απ’ το παιχνίδι της εξουσίας, το παιχνίδι της σφαγής θύτη-θύματος, σαρκάζει και τους δυο, η δε χαλα­ ρή φόρμα παραπέμπει σ’ ένα ευρύτερο ερώτημα, τί τάχα; Μήπως ο «δολοφόνος» σαρκάζει την ε­ ξουσία παίρνοντας ο ίδιος απέναντι της το ρόλο της μύγας; Μήπως επιδιώκει να τον πάρει στα σοβαρά η εξουσία, αυτή η σκοτεινή δύναμη που δεν έχει άλλο τρόπο να την προσεγγίσει απ’ το να δεχτεί το ρόλο του θύματος; Ή μήπως άραγε ο φόνος μιας μύγας διαταράσσει όντως την αρμο­ νία του σύμπαντος; Και οι τρεις απαντήσεις προϋποθέτουν μια υπέρβαση, αν θέλουμε μια πραγματική μεταμόρφωση του ήρωα που τελεί­ ται κάτω από άπλετο φως, μπροστά στα μάτια του θεατή. Ο μεταφυσικός Ζιώγας εξιστορεί στα έργα του, ειδικά στην «Κωμωδία της μύγας», την περιπέτεια του ανθρώπου που, από «ποιητής» του Νόμου, μεταβλήθηκε σε «ακροατή» (υπηρέ­ τη) του. Ο πραγματιστής και «άπιστος» (και α­ πελπισμένος) Σκαρίμπας, αρνείται τη δυνατότη­ τα μεταμόρφωσης του υποκειμένου μέσα στο Α. ριστοτελικό δυνάμει, την δε ιστορία της πτώσης του ανθρώπου, της «αμαρτίας» του (με την αρ­ χαιοελληνική πάντοτε, όχι Χριστιανική σημασία του όρου, σαν «σφάλματος» ή εμμονής σε μια μη λειτουργική κατάσταση), βλέπει σαν φυγή απ’ τον «ορθό λόγο», σαν παραφροσύνη, παρέκκλι­ ση του όντος από κάποιον προκαθορισμένο σκο­ πό που του έχει ταχθεί εν αγνοία και ερήμην του. Πρόκειται για δυο αναγνωρίσιμες εκδοχές του Τραγικού. □

Μ

Τεύχος 81-82, Ιούλιος-Αύγουστος 1991

Μηνιαία επιθεώρηση, Μαυρομιχάλη 39, Αθήνα 106 80, τηλ. 36.19.837 Πολιτικά κείμενα των: Γιάννη Σακιώτη, Δήμου Τσαντίλη, Στ. Μπογιατζή, Γιάννη Παρασκευόπουλου, Σωτήρη Ντάλη, Γιώργου Ριτζούλη Νερό: Οι τελευταίες σταγόνες Ζακύ Πρυνεντύ: Η κρυμμένη κοινωνική διάσταση του τουρισμού Ζέφη Κάλλια: Στη Μεσόγειο Δημήτρης Χρυσαφίδης, Βασίλης Χαλιώτης, Γιάννης Ξηρός: Τα απόβλητα δεν

είναι σκουπίδια Η Μεσόγειος του Μπρωντέλ: Συζή­ τηση του Λ. Λουλούδη με τον ιστορι­ κό Βασίλη Παναγιωτόπουλο. Μιχάλης Μοδινός: Η ιδεολογία της προόδου και η εκπτώχευση των λαών *

Αιμίλιος Μπουρατίνος:

Η επιβίωση

του σοφότερου. Μιχάλης

Παπαγιαννάκης:

Ευρωοικο-

Κωστόπουλος:

Πλήθη και

λογικά Δημήτρης

κέραμοι Μίλλυ Μαντζάλι: Η βαρβαρότητα πίσω απ’ τις γούνες Συνέντευξη με τον πρόεδρο των δασο­ λόγων κ. Χλύκα για τα ελληνικά δάση Γ. Ριτζούλης: Ιστορίες με γαϊδου­ ράγκαθα Κυριάκος Αθανασίου: Νεότερα για τον αμίαντο Διάνα Γαβριλάκη: Η αποδάσωση στην Κίνα Βιβλιοκριτική των: Ν. Καίσαρη, Αν. Πανταζόπουλου, Μ. Προμπονά


αφιερωμα/45

Θανάσης Καλόμαλος

Το ’21 κι η αλήθεια Ιστορία με "συνειρμική” γραφή

Το κάστρο της Χαλκίδας πριν γκρεμιστεί (από παλιά γκραβούρα)

Τη συνεισφορά του Σκαρίμπα ως λογοτέχνη στα νεοελληνικά γράμματα θα πρέπει να την αποτιμήσουν άλλοι αρμοδιότεροι, κι αυτό ισχύει φυσικά και για: «Το 21 και η αλήθεια». Εκείνο όμως που πρέπει να σημειώσω σχετικά ε ί­ ναι ότι η λαϊκίζουσα γλώσσα του Σκαρίμπα είναι πολύ περισσότερο απομίμη­ ση της γλώσσας των αγωνιστών του ’21 παρά της «δημοτικής» του Ψυχάρη και των άλλων αστών της διασποράς, για τους οποίους δεν ξέρω αν είχε με­ γαλύτερη εκτίμηση απ’ όση δεν είχε για τον Κοραή. Η γλωσσική αυτή απομί­ μηση δεν φυτρώνει ανεξάρτητη και αυθύπαρκτη■συνοδεύεται από μια δυσπι­ στία κι εχθρότητα εντελώς παρόμοια με κείνη των αγωνιστών του ’21 προς τους προφεσσόρους και τους πόσης φύσεως καλαμαράδες, κι από μιαν επιδειξιακή βωμολοχία, που φαίνεται να ’χ ει κι αυτή τις ρίζες της στη θρυλούμενη βωμολοχία του Καραϊσκάκη κι άλλων αγωνιστών του ’21. τσι το ’21 δεν είναι για τον Σκαρίμπα ένα α­ ντικείμενο μελέτης, όπως θα μπορούσε να είναι κάποιο άλλο. Είναι σημείο αναφοράς και πρότυπο, νοσταλγία κι ελπίδα. Δώθε και η προ­ σπάθεια του Σκαρίμπα ν’ αποκαθάρει το ’21 από κάθε ανάμιξη του κλήρου, των Φαναριωτών κι άλλων αριστοκρατών, καθώς και των αστών της

Ε

διασποράς ή εντόπιων, για να το αποδώσει στο «λαό» σαν ένα γνήσια λαϊκό - κοινωνικό κίνη­ μα. Και είναι αυτός ο λαϊκισμός του Σκαρίμπα, που εξηγεί την επιτυχία του έργου του σε μιαν ε­ ποχή που ο νεοελληνικός λαϊκισμός μετά τη συ­ ντριβή του ως ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, ξανασήκωνε κεφάλι πρώτα, σαν «Επανάσταση της 21ης Απριλίου»


46/αφιερωμα (και δες τις αναφορές του Σκαρίμπα σε Θεοφ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. Τσάκωνα) και μετά ως ΠΑΣΟΚ. Μπορεί λοιπόν και πρέπει «Το ’21 και η αλή­ θεια» ν’ αντιμετωπισθεί και να μελετηθεί σαν δείγμα του ελληνικού λαϊκισμού (και βλ. χρήση της λέξης κι επίκληση της έννοιας "λαϊκισμός” στην εισαγωγή του Γ. Βαλέτα στο «Το προδομέ­ νο ’21», 1946). Μπορεί μάλιστα να γίνει και προ­ σπάθεια κατηγοριοποίησής του ως λαϊκισμού α­ ριστερού, αναϊμπεριαλιστικού, εθνικοαπελευθερωτικού ή μικροαστικού, σωβινιστικού, οπισθοδρομικού κ.ο.κ. Εκείνο όμως που δεν μπορεί εί­ ναι το να διαβαστεί σαν ιστοριογραφία κι αυτό για πολλούς λόγους. Πρώτα-πρώτα ας σημειωθεί ότι ο τρίτος τόμος περιέχει 39 σελίδες του συγγραφέα για την ελλη­ νική επανάσταση (15-24 με γενικές σκέψεις του, 43-57 για τον Γαλάτη και 59-71 για τον Βλαδημιρέσκου). Η πλειονότητα διατίθεται για πρόλογο (μέχρι και σελ. 11), για το άρθρο κάποιου κ. Ι.Μ.Χ. περί Ιγνάτιου της Ουγγροβλαχίας (σελ. 73-80) και κυρίως (σελ. 25-42 και 83-293) για τη γαλλική επανάσταση, τον Ιησού Χριστό, κά­ ποιους σύγχρονους του συγγραφέα νεοέλληνες και μερικά χρονογραφήματα. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο δεύτερος τόμος θα έπρεπε μάλλον να έχει εκδοθεί σαν έκδοση επαυξημένη και βελτιωμένη του πρώτου, αφού στο μεγαλύτε­ ρο μέρος του τα ίδια περιλαμβάνει με άλλη διά­ ταξη (βλ. π.χ. τις σελ. 24, 25 και 1/4 της 26 1ου ως σελ. 27, 28 και 1/2 της 29 του 2ου τ. και ξανά 3/4 της 26 και την 27 του 1ου ως 1/2 της 30 και 31 του 2ου τ.). Κατόπιν θα πρέπει επίσης να παρατηρηθεί ότι ιστοριογραφία δεν γράφεται με «συνειρμική» γραφή, όπως το επιχειρεί ο Σκαρίμπας. Η ιστο­ ριογραφία απαιτεί αυστηρή οργάνωση του υλικού και των επιχειρημάτων, έτσι που το έργο άσχετα από άλλα προτερήματα ή ελαττώματά του να εμ- · φανίζεται τουλάχιστον σαν ένα δομημένο έργο. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι ο Σκαρίμπας σκιαμαχεί με φαντάσματα του παρελθόντος. Η, ας την πούμε, εθνική (αταξική) αντίληψη για το ’21 ήταν ήδη ξεπερασμένη, όταν έγραφε ο Σκα­ ρίμπας: Το ότι το ’21 ήταν μια κοινωνική επανά­ σταση το είχε ήδη ισχυρισθεί, ντοκουμεντάρει και επιβάλει ο Κορδάτος. Τον κλήρο και τους Φαναριώτες τους είχαν καταγγείλει τόσοι και τό­ σοι και ήδη από ΙΟΟετίας ο Αργύρης Εφταλιώτης στην «Ιστορία της Ρωμιοσύνης». Ο Γ. Βαλέτας στο «Το προδομένο ’21» σελ. 17 αντιτείνει στον Κορδάτο ότι η αστική τάξη δεν είχε την ηγεσία της επανάστασης, ότι το ’21 «...έχει καθαρά λαϊ­ κό, αγροτικό, εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτή­ ρα» (σελ. 18). Το ίδιο επιμένει και ο Ζεύγος (Θε­ μέλιο, 19). Η αντίληψη για το ’21, που με τόσο πάθος προσπαθεί να προβάλλει ως καινοφανή ο

Σκαρίμπας ήταν ήδη κοινός τόπος. Τόσο κοινός, ώστε ο Π. Καγιάς στο έργο του «Το ’21 όπως δεν μας το μαθαίνουν στο σχολείο» (1972) επικαλού­ μενος κι αυτός την Αλήθεια, απευθύνεται προς τον Κολοκοτρώνη με το ακριβώς αντίθετο προς του Σκαρίμπα παράπονο κατά του πανεπιστη­ μιακού κατεστημένου: «Δέν είχανε δμως κι’ ούτε τήν έχουνε άκόμα καί σήμερα τήν ίδια πλατιά άντίληψη μέ σένα, γενναίε ’Αρχιστράτηγε τοϋ ’Αγώνα, οί μελετη­ τές τής 'Ιστορίας μας! Γι’ αύτούς μόνο «δσοι έσκέπασαν τήν γην μέ τά πτώματα των έχθρών των», μόνον αύτοί είναι άξιοι, νά τιμηθούν... Κι αύτό, δχι μόνο, γιατί δέν διαθέτουν τήν πλατιά άντίληψη, πού τήν είχες έσύ έδώ καί τό­ σα χρόνια καί δίχως νά είσαι "σπουδαγμένος” , δπως αύτοί, άλλά καί γιά έναν άλλο λόγο. Γιά τόν λόγο, δτι τό "γενναΐον φρόνημα” τό έ­ δειξαν, τίς γενναίες πράξεις καί τίς αύτοθυσίες, πού έξασφάλισαν τήν έναρξη καί τήν έπιτυχία τού ’Αγώνα μαζί μέ ένα πλήθος άπό ήρωισμούς καί καταπληκτικά κατορθώματα τ ίς κ ά μ α ν ε οί Π ρ ο ε σ τ ο ί κ α ί οί π ρ ό κ ρ ι τ ο ι, ο ί ν ο ι κ ο κ υ ρ α ΐο ι μαζί μέ πολλούς Δεσποτάδες, ή "ΑΡΧΟΥΣΑ ΤΑΞΙΣ” καί ή καθιερωμένη ’Ακαδη­ μαϊκή καί Πανεπιστημιακή άντίληψη, πού σύμ­ φωνα μ’ αύτήν γιορτάστηκε καί ή Έ κατονπενηνταετηρίδα, τούς "Αρχοντες τούς θέλει έχθρούς τοϋ Λαού, κακούς, συμφεροντολόγους, τυραννικούς, "δρνεα άρπακτικά” , πού άλλο δέν είχανε στό νοΰ τους, παρά τό πώς νά "ρου­ φάνε τό αίμα τού ραγιά” , νά τού πάρουν καί τό τομάρι ά κόμα...».

Τι συνεισφέρει, λοιπόν, σαν ιστορικός ο Σκα­ ρίμπας; Συνεισφέρει καναδυό υποθέσεις εργα­ σίας, για τις οποίες όμως δεν προσφέρει ούτε α­ ποδείξεις, ούτε καν ενδείξεις ή έστω κάποια επι­ χειρήματα: α) ότι οι Βυζαντινοί ήταν ελληνόφω­ νοι, αλλά όχι Έλληνες, β) ότι ο ελληνικός λαός (που ο Σκαρίμπας ταυτίζει με το «ελληνικό έ­ θνος») διετέλεσε υπό ξενικό ζυγό από τη μάχη της Χαιρώνειας ως το ’21 και γ) ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν πολυεθνική και όχι τούρκι­ κη, ότι η καταπίεση ήταν ταξική και όχι θρη­ σκευτική ή εθνική κι ότι τα περί παιδομαζώμα­ τος και κρυφού σχολειού είναι ανακρίβειες. Μάλλον, λοιπόν, «Το ’21 και η αλήθεια» έχει το ίδιο ενδιαφέρον που έχει και το υπόλοιπο έργο του: την ιδιότυπη γλώσσα, τη βωμολοχία, και κείνη την επαναστατημένη, την απροσάρμοστη, την ασυμβίβαστη και ασεβή στάση, που δεν πα­ ραδέχεται ιερά και όσια κανενός είδους. Για την ιστοριογραφία το μόνο που εισφέρει, είναι κά­ ποιες διαισθήσεις, κάποιες αφορμές, κάποια εναύσματα για να παραμερισθούν μερικές αναμ­ φισβήτητες «αλήθειες» και να επανεξετασθούν μερικά ζητήματα, που ίσως κακώς έχουν κλει­ στεί και μπει στο αρχείο της Ιστορίας.


αφιερωμα/47

Σούλα Παπαγεωργοπούλου-Ιωαννίδη

Φιλολογικά ψευδώνυμα του Γιάννη Σκαρίμπα

ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ, ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ ΤΑΠΙΑΓΚΑΣ, Θώμος Ξαφάς ή Θώμος Ξιαφάς, ΔΕ­ ΚΑΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ, Άντί-14ος, Π ητή Τημ Τώφφενελ, Θεόφιλος Θεοφίλου, ΠΑΡΑ­ ΤΗΡΗΤΗΣ και Γιάννης Σκαρίμπας είναι το ίδιο πρόσωπο. ολλοί είναι οι λόγοι που οδηγούν τους συγ­ γραφείς στη χρήση των ψευδωνύμων. Μπο­ ρεί να είναι κοινωνικοί, πολιτικοί, ψυχολογικοί, αισθηματικοί, οικονομικοί, κ.ά. Για τον Γιάννη Σκαρίμπα, όμως, η επιλογή των συγκεκριμένων ψευδωνύμων και η χρησιμοποίησή τους στα λο­ γοτεχνικά του έργα δημιουργούν την εντύπωση ό­ τι ο συγγραφέας αυτός - όπως το συνήθιζε σε ό­ λες τις εκδηλώσεις της ζωής του - επιδίωκε πε­ ρισσότερο να δημιουργήσει ατμόσφαιρα ευθυ­ μίας και λιγότερο να αποκρύψει το αληθινό του πρόσωπο. Αυτό ακριβώς ομολογεί, άλλωστε, και ο ίδιος σε ένα ψευδώνυμο γράμμα του που φέρει την επιγραφή «Ο πρόλογος ενός... νουνοΰ!». Το γράμμα αυτό το έστειλε στις αρχές του 1944 στο

Π

φίλο του Νίκο Γ. Παπαγεωργόπουλο - τον πατέ­ ρα μου - αποκαλύπτοντας τον τίτλο ενός από τα ψευδώνυμό του. Παραθέτω εδώ το σχετικό α­ πόσπασμα (διατηρώντας την ορθογραφία του αυτογράφου): «Τούτος ό νέος Χ αλκιδιώ της ποιητής κ. Ν. Π απαγεω ργόπουλος είχε χολιάσει μα ζί μου. "Έ μήνυε!” Κ α ί ήταν νά... χαμογελάει κα νείςμ έ τό πείσμα του. Μ οϋγραφε στις έφημερίδες βρι­ σιές. Διερω τόμουν λο ιπό ν κ ι’ έγώ τό γιατί; Τί προσω πικά ε ίχ ’ ένάντια μου, ένας άνθρωπος κα ί μά λιστα νέος πού μήτε κα τ ’ δψη μέ γνώ ρι­ ζε;.. Μά τούχα κάμει - λ έ ε ι - κριτική στό βι­ βλίο του, τήν πρώτη του κα ί προηγούμενη ποιη­ τική συλλογή του («Καϋμοί») καί δέν τ' άρεθε.


48/αφιερωμα

περιπαθέστερα ινδάλματα του Γ. Σκαρίμπα και της έμπνευσής του γενικότερα - είναι το ίδιο πρόσωπο (δηλ. η Φιγιέττα Γ. Πνευματικού). 2. Τον Σεπτέμβριο του 1943 ο Γιάννης Σκαρί­ μπας εμφανίζεται κατά ένα μυθιστορηματικό τρόπο στο περιοδικό Εύβοϊκά Γράμματα5 ως Θώμος Ξαφάς. Η διεύθυνση του εντύπου, με ση­ μείωμά της, ανακοινώνει ότι την κριτική του βι­ βλίου θα την κάνει ο Θώμος Ξαφάς: «Πάρα πολ­ λοί συνεργάτες, αναγνώστες και φίλοι, μας ρω­ 1. Ο Γιάννης Σκαρίμπας πρωτοπαρουσιάζεταιτάνε επίμονα ποιος ο νέος μας κριτικός, Θώμος με μια νεκρολογία στην εφημερίδα Εύβοϊκός ΚήΞαφάς, που αποκλειστικά πια ανέλαβε την κριτι­ ρυξ (Αρ. φ. 11, 10-12.1934, σελ. 4)' υπογράφο­ κή των βιβλίων που στέλνονται στα «Εύβοϊκά ντας ως ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ. Στο ίδιο τεύχος της εφη­ Γράμματα». Αυπούμεθα που δεν μπορούμε να ι­ μερίδας (σελ. 2) υπάρχει σημείωμα της διεύθυν­ κανοποιήσουμε την περιέργεια των φίλων μας. σης που αποκαλύπτει το πραγματικό όνομα του Περιέργεια που είναι και δική μας περιέργεια. ΜΑΡΙΑΜΠΑ (Γιάννης Σκαρίμπας): «Αυρικό α­ Γιατί κΓ εμείς δεν ξέρουμε τον καινούργιο μας φιέρωμα» Υπογραφόμενος με το φιλολογικόν του κριτικό. ψευδώνυμον «Μαριάμπας» εκφράζει σήμερον α­ »Και μια και δίνεται η ευκαιρία, ας μας επιτρο­ πό των στηλών μας ο διακεκριμμένος συμπολί­ πή να σημειώσουμε εδώ τον πολύ περίεργο τρόπο της λογοτέχνης κ. Γιάννης Σκαρίμπας την γενι­ της συνεργασίας μας με τον νέον μας κριτικό συ­ κήν εντύπωσιν μιας σκληρότητος της Μοίρας, νεργάτη. που αφήκε ο θάνατος της Φιγιέττας Πνευματι­ »Τον περασμένο μήνα πήραμε ένα γράμμα, με κού. Εις το βαθείας λυρικής εμπνεύσεως κομψο­ υπογραφή «Θώμος Ξαφάς» που μας παρακαλούτέχνημα αυτό, αφιέρωμα του ποιητού προς την σε να εμπιστευθούμε σ ’ αυτόν την κριτική του βι­ μνήμην της ατυχούς νέας, ο «Εύβοϊκός Κήρυξ» βλίου, υπό τον όρο να μη ζητήσουμε ποτέ να μά­ θέλει μόνον, απευθύνων τα συλλυπητήριά του θουμε ποιος είναι (για την αντικειμενικότητα του προς τους οικείους της, να εκδηλώση και την ιδιπράγματος). Μας εγγυάτο εργασίαν συνειδητή κήν του συμμετοχήν εις το γενικόν αίσθημα λύ­ και μας υπόδειχνε τον τρόπο συνεργασίας πούνε πης για τον πρόωρο χαμό της νέας, που έδινε τό­ λίγο μυθιστορηματικός. Μας έγραφε δηλαδή: α­ σο πολύ, με την αγαθώτατη καρδιά της και την πό κάτω στην τάδε μεγάλη πέτρα πούνε λίγο έξω αθωότατη παιδιάστικη αφέλεια του χαρακτήρος από την Χαλκίδα θα βάνετε το προς κρίσι βιβλίο της, την εντύπωση μιας πρόσχαρης ζωής. Θα πακαι σε τέσσερες ημέρες θα περνάτε να παίρνετε ρελείπομεν όμως μιαν υποχρέωσιν, εάν δεν εξεαπό το ίδιο μέρος τα χειρόγραφα της κριτικής. φράζαμεν και τας ευχαριστίας μας εις τον κ. Για το περίεργο της υποθέσεως αυτής αποφασί­ Σκαρίμπαν, διότι ηθέλησε τόσον ευγενώς να στο­ σαμε μια δοκιμή με το βιβλίο «Καϋμοί» του κ. λίση τας στήλας μας με ένα ωραιότατο λογοτε­ Παπαγεωργοπούλου. Ο επιστολογράφος μας χνικό του κομμάτι». βρέθηκε συνεπής στο λόγο του. Και δεν είναι μό­ Ό πω ς είναι γνωστό ο Μαριάμπας είναι ο βασι­ νο η συνέπεια που επέδειξε αλλά και οι πλούσιες κός ήρωας του Γιάννη Σκαρίμπα στο ομώνυμο κριτικές του γνώσεις, που τις διακρίνει κανείς α­ μυθιστόρημά του.2 Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι μέσως από το διάβασμα της δημοσιευομένης σ ’ υπάρχει μεγάλη ομοιότητα ανάμεσα στα δύο ο­ άλλη σελίδα [της] πρώτης κριτικής του, που τον νόματα (Μαριάμπας-Σκαρίμπας). Επίσης υπάρ­ χαρακτηρίζει ανώτερο κριτικό και δημιουργικό χει και ποίημα του Σκαρίμπα με τον τίτλο Μα­ μυαλό, γι’ αυτό και τόσο ευχάριστα τα Εύβοϊκά ριάμπας, δημοσιευμένο στο περιοδικό Μορφές Γράμματα” τον κηρύχνουνε πρώτο επίσημο κρι­ (Αρ. φ. 5, Φεβρ. 1947, σελ. 168)3. Το ποίημα αυ­ τικό τους».6 τό, άτιτλο και με κάποιες αλλαγές, επέχει θέση Περισσότερα για τον Θώμο Ξαφά δεν γνώριζε προλόγου στη συλλογή ποιημάτων Α πα ντες στί­ το περιοδικό, αφού ο Γιάννης Σκαρίμπας, με την χοι Γιάννη Σκαρίμπα 1936-1970, Έκδοσις Επτάεπιστολή του που παρεμβάλλεται στο παραπάνω λοιρος Ε.Π.Ε., Αθήνα 1970. σημείωμα, έθετε ως όρο να μείνει στην ανωνυμία, Η μνημονευόμενη νεκρολογία είναι ένα λυρικό ώστε να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη αντικειμενι­ αφιέρωμα στη Φιγιέτα Γ. Πνευματικού, στην ο­ κότητα. Εξάλλου καθόριζε στην επιστολή ένα ποία ο Σκαρίμπας αφιερώνει επίσης και ποίημά συγκεκριμένο σημείο όπου θα τοποθετούνταν α­ του με τίτλο Φιγιέττα Γ. Πνευματικού.4 Η «γυ­ πό τον εκδότη το κάθε φορά για κρίση βιβλίο και ναίκα με τα μαύρα», που πολλάκις αναφέρει ο από το ίδιο σημείο, μέσα σε τέσσερεις μέρες, (ο Μενέλαος Λουντέμης στο βιβλίο του Τότε που εκδότης) θα παρελάμβανε τη βιβλιοκρισία (του κυνηγούσα τους ανέμους, Εκδόσεις ΔΩΡΙΚΟΣ, Σκαρίμπα).6. Αθήνα 1964 - και η οποία αποτέλεσε ένα από τα Ό π ω ς με πληροφορεί ο πατέρας μου, το ση­ Δ έ ν τ ’ άρεθε; Ναί, μά γιατί δέ σεβάστηκε τή γνώμη ένός ά λλον καί μάλιστα γνώμη της πιό κ α λό τατης πίστης; Κ α ί μά λιστα γνώμη κάθε ά λ­ λ ο παρά "δυσμενή” γιά τήν ποιητική του προ­ σπάθεια; Γιατί τοΰ «συμβαϊναν» δύο πράγματα. Τό πρώτο ήταν δτι έγώ - "έπαρχιώ της” - τοΰ ήμουν κ α ί σά ν νεοφανέρωτος άσημος κα ί - δη­ λαδή - δέ φ αίνομαν νάχω κα ί καμιά "φίρμα” άποχτήσει (... "Θώμος Ξ αφ άς!..” Ά ντε-μ π ρέ! Πούθε μά ς ξεφύτρωσε τούτος;)...»


αφιερωμα/49 μείο όπου θα γινόταν η τοποθέτηση του υπό κρί­ ση βιβλίου και από όπου θα παραλαμβάνονταν τα κριτικά σημειώματα του Σκαρίμπα βρισκόταν μέσα στο εβραϊκό νεκροταφείο Χαλκίδας. 3. Με μικρή παραλλαγή, δηλαδή ως Θώμος Ξιαφάς7 (αντί Ξαφάς), πρωτοπαρουσιάζεται ο Γιάννης Σκαρίμπας στο περιοδικό Εύβοϊκός Λό­ γος (τευχ. 4-5, Ιούνιος-Ιούλιος 1958, σελ. 44 και 48)8. Προσθέτω εδώ ότι στην εφημερίδα Τα Νέα της 13.2.69, σελ. 2 - την οποία μνημονεύει και ο Κυρ. Ντελόπουλος, ό.π. - , σε άρθρο του που αναφέρεται στο Ελληνικό Θέατρο Σκιών, ο Σκα­ ρίμπας, μετά από την υπογραφή Θώμος Ξιαφάς, προσθέτει και τα εξής: Συνταξιούχος πλοηγός, Γκομίνη 8 -Ε ν Χαλκίδι. Πρόκειται για την πραγ­ ματική διεύθυνσή του στη Χαλκίδα, την οποία έ­ θετε στην αθηναϊκή εφημερίδα μετά από το ψευ­ δώνυμό του και μετά από την επίσης ψευδή ιδιό­ τητά του την οποία εδήλωσε σε αυτήν. Εξάλλου, στην εφημερίδα Προοδευτική Εύβοια9 υπογράφει σειρά άρθρων του ως Θώμος Ξιαφάς, απότακτος ιατρογνώμων (23.4.1976, σελ. 2, 6.5.’76, σελ. 2, 13.5/76, σελ. 2, 21.5/76, σελ. 2). Τέλος, στην εφημερίδα Εύβοϊκός Χρόνος (Αρ. φ. 765, Σάββατο 24.3.1979, σελ. I)10 δημοσιεύε­ ται άρθρο του (στη στήλη του χρονογραφήμα­ τος). Τίτλος του: «Το νομοσχέδιο». Υπογραφή: Θώμος Ξιαφάς, νομογνώμων του γονάτου. Πα­ ρεμβάλλεται εδώ και η φωτογραφία του Γιάννη Σκαρίμπα, η οποία, βεβαιώνοντας την ταυτότη­ τά του, καταργεί την ψευδωνυμία! 4. Το Λαυρέντιος Ταπιάγκας, όνομα που προ­ έρχεται από την ένωση δύο προσώπων (Λαυρέ­ ντιος Φιόκος και Αντώνης Ταπιάγκας) στο μυθι­ στόρημα του Γιάννη Σκαρίμπα Το Βατερλώ δυο γελοίων (Μαυρίδης, Αθήνα 1959), πρωτοπαρουσιάζεται στην εφημερίδα Εύβοϊκή 'Εστία (Αρ. φ. 7, 20.7.1952, σελ. 2)11 με το ποίημά του «Οι φίλοι». Το 1955 συναντάμε το ίδιο ψευδώνυμο και στην εφημερίδα Εύβοϊκός Κήρυξ της 28.3.1955, σελ. 1, με το ποίημά του «Ο Πιερότος». Βέβαια η υποσημείωση στο ποίημα (ο ποιητής αναφέρεται - ε δ ώ - σε παληό του ποίημα με τον τίτλο «Χαλκίδα» (της Ποιητικής Συλλογής «Ουλαλούμ» 1936) μας αποκαλύπτει, πάλι, το ψευδώνυ­ μο, αφού ο δημιουργός της ποιητικής συλλογής Ουλαλούμ είναι ο Γιάννης Σκαρίμπας. Στην Επιθεώρηση Τέχνης, τομ. Β', 1956, σελ. 9112, στη στήλη της αλληλογραφίας, διαβάζομε: «Λαυρ. Ταπ.(= Λαυρέντιο Ταπιάγκα) Χαλκίδα. Θα προτιμούσαμε κάτι δικό σας χωρίς τη μάσκα της μετάφρασης και με το όνομά σας.» Είναι ε­ πομένως η τρίτη φορά που συναντάμε τον Γιάννη Σκαρίμπα να υπογράφει ως Λαυρέντιος Τα­ πιάγκας.13

5. Το 1951 ο Γιάννης Σκαρίμπας δημοσιεύει στην εφημερίδα Δημοκρατικός Τύπος (Αρ. φ. 70, Κυριακή 10.6.1951, σελ. 2)14 σατιρικό ποίημα υ­ πό τον τίτλο «Οι Δώδεκα» και όπου υπογράφει ως ΔΕΚΑΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ. Η εφημερίδα τονίζει ότι δεν γνωρίζει ποιος είναι ο εν λόγω συνεργάτης της, φαίνεται όμως ότι πρόκειται για έμπειρο συγγραφέα. Συνεργασίες του Γ. Σκαρίμπα με το ίδιο ψευδώνυμο δημοσιεύονται και στα φύλλα της ίδιας εφημερίδας: 71, Κυριακή 17.6.1951, σελ. 2, 72, Κυριακή 24.6.1951, σελ. 2 και 75, Κυ­ ριακή 15.7.1951, σελ.2. 6. Στην ίδια εφημερίδα (Δημοκρατικός Τύπος, Αρ. φ. 78, Κυριακή 5.8/51, σελ. 2) ο Γιάννης Σκαρίμπας συνεργάζεται και με το ψευδώνυμο Λντι'-14ος. Γράφει ένα μεγάλο άρθρο υπό τον τί­ τλο: «Homo in Sapiens», στο οποίο κυρίως μιλάει για Τέχνη. Σε φωτοαντίγραφο που σώζεται στα κατάλοιπα του αρχείου του σημειώνει, στο κάτω

Μελέτες για τον Γιάννη Σκαρίμπα 1. Πέτρου Ολύμπιου: Γιάννης Σκαρίμπας. Κριτι­ κή Μελέτη. Γραφείο Πνευματικών Υπηρεσιών, Αθήνα 1937. 2. Δημοσθένη Ζαδέ: Γιάννης Σκαρίμπας, Ο ποιη­ τής και πεζογράφος της Χαλκίδας. Μελέτη, Αθή­ να 1957. 3. Μαρίας Χατζηγιάννη: Ο άλλος Σκαρίμπας. Α­ θήνα 1984, Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». 4. Μιχάλη Σταφυλά: Γιάννης Σκαρίμπας, Ένας «αλλόγιος απλοέλληνας συν κι άλας απαράσημος». Με ανέκδοτα κείμενά του, Αθήνα 1984. 5. Τόλη Καζαντζή: Μια μέρα με τον Σκαρίμπα. Αφήγημα, 1985. Εκδόσεις Στιγμή. 6. Μανόλη Αναγνωστάκη: Τα συμπληρωματικά. Σημειώσεις κριτικής. Η «φανταιζίστικη» ποίηση και ο Γιάννης Σκαρίμπας. Στιγμή, Αθήνα 1985. 7. Πάνου Ν. Παναγιωτούνη: Γιάννης Σκαρίμπας. Ο ιδαλγός της Χαλκίδας. Εταιρεία Ελληνικού Βι­ βλίου, Αθήνα 1986. 8. Σάββα Παύλου: Η τακουνοκεντρική έμπνευση ή Οι γοβάβιες ηγερίες του μοναδικού Γιάννη Σκα­ ρίμπα. Αιγαίον, Λευκωσία 1986 (β' έκδοση). 9. Γιώργου Παπαστάμου: Σκαρίμπας. Η ζωή και το έργο ενός ασυμβίβαστου πρωτοπόρου. Εκδό­ σεις Γιάννης Βασδέκης, Αθήνα 1986.


50/αφιερωμα μέρος, με το χέρι του: «Ο «Αντί-14ος» είναι ο Γιάννης Σκαρίμπας. Την ταυτότητα του Αντί-14ου και του ΔΕΚΑΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ αποδεικνύει και μία επιστολή του Γιάννη Σκαρίμπα που αποτελεί απάντηση στον Αντί-14ο και ΔΕΚΑΤΟ ΤΡΙΤΟ (Δημοκρατικός Τύπος Αρ. φ. 79, Κυρια­ κή 12.8.1951, σελ. 2). Στην επιστολή αυτή, που φέρει τον τίτλο «Ένα ατόπημα. Διαμαρτυρία του κ. Σκαρίμπα. Τελεία και Παύλα», αποδεικνύει, με παραπομπές στα έργα του, ότι ο Αντί-14ος και ο ΔΕΚΑΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ έχουν χρησιμοποιήσει ί­ διες εκφράσεις με αυτόν (δηλ. τον Σκαρίμπα)! Το παιχνίδι αυτό ενισχύει την άποψη που διατυ­ πώνω στην αρχή του άρθρου μου, ότι ο Σκαρί­ μπας, γράφοντας, «ου σπουδάζει, αλλά παίζει»... 7. Με το Θεόφιλος Θεοφίλου ο Γιάννης Σκα­ ρίμπας υπογράφει ένα αυτόγραφο άρθρο του υπό τον τίτλο «Η Ακρα Δεξιά», το οποίο φυλάσσε­ ται στα κατάλοιπά του. Είναι αξιοσημείωτο, ό­ μως, το γεγονός, ότι το ίδιο άρθρο δημοσιεύτηκε επωνύμως στην εφημερίδα Δημοκρατική Εύβοια (Αρ. φ. 9, 24.12.1964 σελ. I)15! Δεν αποκλείω το ίδιο άρθρο να έχει δημοσιευθεί με το ψευδώνυμο Θεόφιλος Θεοφίλου και σε κάποιο άλλο έντυπο, το οποίο δεν μπόρεσα ακόμη να εντοπίσω. Με την ευκαιρία αυτή σημειώνω ότι η επιλογή αυτού του ονόματος δεν είναι καθόλου τυχαία. Με το ό­ νομα Θεοφίλου υπάρχει σιδηροδρομικός σταθ­ μός μεταξύ Αιγίου και Πατρών, όπου έζησε ο Γιάννης Σκαρίμπας τα μαθητικά του χρόνια. Ε­ ξάλλου, με το όνομα Θεόφιλος είναι γνωστός και ποιητής της μέσης Αττικής κωμωδίας, σύγχρο­ νος του Αλέξιδος. Είναι, λοιπόν, πιθανόν με το ψευδώνυμο Θεόφιλος Θεοφίλου να θέλησε ο Σκα­ ρίμπας να δηλώσει τον τόπο στον οποίο σπούδα­ σε αλλά και την ιδιότητά του... 8. Την ίδια τύχη είχε και το ψευδώνυμο του Γιάννη Σκαρίμπα Πητ Τώφεννελ. Γράφει ο ίδιος σε επιστολή του στις 6.11.1965 στον ποιητή Γιώρ­ γο Σεφέρη: «... Τους στίχους μου αυτούς (είναι ο­ λόκληρη... νέγρικη συλλογή μου - που θα ιδεί κι αυτή το φως όταν... ασπρίσει ως οι Μαύροι μου) τους ξέθαψα, θυμηθέντας τους τώρα με τη δική σου Σουλαμίτιδα. Ίσως, μερικούς (και με ψευ­ δώνυμο... του - τάχα - νέγρου ποιητή Πητ Τώφφενελ!) στείλω τώρα σε κάνα περιοδικό για δημοσίευση...» Φωτοαντίγραφο της επιστολής αυτής βρίσκεται στα κατάλοιπα του αρχείου του. Εκεί βρίσκεται, επίσης, φωτοαντίγραφο άλλης ε­ πιστολής (της 24.10.1965) του Γιάννη Σκαρίμπα προς τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο, εκδότη του περιοδικού Διαγώνιος16 της Θεσσαλονίκης, όπου γράφει: «... Σας στέλνω μαζί κάτι στίχους μου... νέγρικους. Φυσικά, είναι δικοί μου, αλλά θέλω να τους παρουσιάσω σαν νέγρικους. Αν και πολλοί θα τους υποπτευθούν σαν δικούς μου, ω­ στόσο και πολλοί θα το χάψουν... " Ο νέγρος ποι­

ητής Τημ Τώφφενελ! τι ωραίος! τί θαυμάσιος» Μπουμ!, (κι άστους.) Σας παρακαλώ λοιπόν να μου τους φιλοξενήσετε. Μια λοιπόν κι έτσι υποτί­ θεται (ότι οι στίχοι είναι μετάφραση - και όχι πρωτότυπη εργασία) μπορούν να. μπουν χωρίς ας το πω έτσι - τιμές προβαδίσματος, κατά τα περί αυτά ειωθότα. Το ότι στο ίδιο τεύχος θα υ­ πάρχει και μία επιστολή μου, εμένα, δεν έχει νομίζω - καμιά σημασία, διότι δεν θεωρείται αυ­ τή συνεργασία. Τόσο μάλλον, διότι (όπως μου γράφετε) οι πρώτες θέσεις στην αγαπητή «Διαγώ­ νιο» έχουν ήδη κλείσει ως τυπωθείσες. Μόνον, αν θέλετε προτάξατε στους στίχους... του Τώφφενελ μια σύντομη - με πολύ ψιλά - εισήγησή σας, έχουσαν πάνω-κάτω ως εξής: Με πολλή χαρά μας φιλοξενούμε στίχους του νέου νέγρου ποιητή Τημ Τώφφενελ, κατά μετάφραση του Γιάννη Σκαρί­ μπα. Πράγματι, η ποίηση του νέγρου αυτού ποιη­ τή, μόνον από τεχνίτη άλλον ποιητή, μπορούσε να μεταλαμπαδευθεί με τέτοια ενάργεια. Μόνο δεν ξέρουμε, πόσο από την τέχνη του Πήτ Τώφ­ φενελ και πόσο από του Σκαρίμπα το ύφος είναι αυτό που την κάνει σπαραχτική και ιδιόρρυθμη. Στους φίλους της «Διαγώνιου» απόκειται η εγκυ­ ρότερη κρίση...» Το όνομα Τώφφενελ δεν απο­ κλείεται να ήταν γνωστό στον Γιάννη Σκαρίμπα. Ό πω ς μας πληροφορούν τα εγκυκλοπαιδικά λε­ ξικά, κάποιος Άγγλος ναύαρχος Lionel Tufnell (1857-1930) ήρθε στην Ελλάδα το 1910 επικεφα­ λής ναυτικής αποστολής, με το σκοπό να συστή­ σει στην Ελλάδα την αγορά τεσσάρων αντιτορπιλικών από την Αγγλία. Στον Σκαρίμπα ασκούσε πάντα κάποια έλξη και γοητεία ό,τι είχε σχέση με ταξίδια, θάλασσες, πλοία, φυγή γενικότερα... Ο κ. Ντίνος Χριστιανόπουλος, όπως με διαβε­ βαίωσε και ο ίδιος, δεν δημοσίευσε ποτέ αυτούς τους στίχους. 9. Τέλος δημοσιεύεται στον Ευβοϊκό Χρόνο (Αρ. φ. 846, Σαβ. 18.10.1980, σελ. 5) άρθρο του Γιάννη Σκαρίμπα με υπογραφή Ο ΠΑΡΑΤΗΡΗ­ ΤΗΣ. Θέμα: «Μοιχεία. Η γάγγραινα του γάμου». Στο αρχείο του Γιάννη Σκαρίμπα σώζεται φωτο­ αντίγραφο και αυτού ίου άρθρου, όπου ο συγγρα­ φέας του έχει με το χέρι του σημειώσει: Ο παρα­ τηρητής = ο Γιάννης Σκαρίμπας.17 Επί του παρόντος περιορίζομαι στην ανακοί­ νωσή μου των παραπάνω φιλολογικών ψευδωνύ­ μων του Γιάννη Σκαρίμπα (ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ, ΑΑΥΡΕΝΤΙΟΣ ΤΑΠΙΑΓΚΑΣ, Θώμος Ξαφάς, Θώμος Ξιαφάς, ΔΕΚΑΤΟΣ ΤΡΙΤΟΣ, Αντί-14ος, Πητ ή Τημ Τώφφενελ, Θεόφιλος Θεοφίλου και ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ), χωρίς να αποκλείω ότι μελ­ λοντικές έρευνες, δικές μου ή άλλων μελετητών, μπορούν να φέρουν στην επιφάνεια και άλλα ψευ­ δώνυμα του «πολύτροπου» συγγραφέα. Υστερόγραφο: Τα κατάλοιπα του αρχείου του Γιάννη Σκαρί­ μπα βρίσκονται στα χέρια της οικογένειάς του,


αφιερωμα/51 την οποία ευχαριστώ και από τη θέση αυτή, γιατί μου επέτρεψε να τα ερευνήσω.

11. Ευβοϊκή Εστία. Δεκαπενθήμερη εφημερίδα. ΙδιοκτησίαΔιεύθυνση Μιλτ. Βάθης-Δ. Δεμερτζής. Χαλκίδα 1952. Της εφημερίδας αυτής κυκλοφόρησαν μόνον επτά φύλλα. Ευ­ χαριστώ και από εδώ τον διακεκριμένο δημοσιογράφο κ. Τάκη Δεμερτζή, γιατί μου παραχώρησε το φύλλο 7 Σημειώσεις (20.7.1952) της Ευβοϊκής Εστίας, όπου (σελ. 2) η συνεργα­ σία του Γιάννη Σκαρίμπα. 1. Εύβοϊκός Κήρυξ. Δεκαπενθήμερη πολιτική και κοινωνική 12. Επιθεώρηση Τέχνης. Μηνιαίο περιοδικό γραμμάτων και τε­ εφημερίδα. Διευθυντής συντάξεως Ευάγγελος Σπυρόπουχνών. Διευθυντής Νίκος Σιαπκίδης. Κυκλοφόρησε για λος. Ιδιοκτήτης Κωνσταντίνος Μώρος. Το πρώτο φύλλο πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1955. Σταμάτησε τον Φε­ της εφημερίδας κυκλοφόρησε στη Χαλκίδα στις 17.6.1937. βρουάριο του 1967. 2. ΜΑΡΙΑΜΠΑΣ Γιάννη Σκαρίμπα (ΧΑΛΚΙΔΑ). Έκδοση Κ. 13. Το ψευδώνυμο Λαυρέντιος Ταπιάγκας καταχωρίζεται και Παπαδογιάννη, Εικόνες Α. Πολυκανδριώτη, Αθήνα - 1935. στα Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα (ό.π.) του Κυρ. Σελ. (7): Αφιερώνω στον ιερό ίσκιο της Φιγιέττας Γ. Πνευ­ Ντελόπουλου, αλλά, παρά τις επίμονες και επίπονες προματικού, της γλυκύτατης κυράς που - ζωντανή - μου το σπάθειές μου, πουθενά δεν μπόρεσα να εντοπίσω την εφη­ ενέπνευσε. μερίδα Πανευβοϊκή! 3. Μορφές. Μηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό. Διεύθυνση Βασί­ 14. Δημοκρατικός Τύπος. Εβδομαδιαία εφημερίδα. Αθήνα λης Δεδούσης. Εποπτεία ύλης Μπάμπης Νίντας. Θεσσα­ 1950-1951. Διευθυνόταν από συντακτική επιτροπή. λονίκη 1936-1954. 15. Δημοκρατική Εύβοια. Πολιτική εφημερίδα. Διευθυντής Γε­ 4. Δημοσιεύεται στην ποιητική του συλλογή Άπαντες στίχοι ώργιος Ρετσίνης. Εκδότης Ν. Καθαροσπόρης, Χαλκίδα Γιάννη Σκαρίμπα 1936-1970, σελ. 19. 1960-1967. 5. Εύβοϊκά Γράμματα. Μηνιαίο περιοδικό κριτικής, μελέτης 16. Διαγώνιος. Εξάμηνο λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιο­ και τέχνης. Ιδρυτής-διευθυντής Ανδρέας Ζώντος. Χαλκίδα δικό. Κείμενα Ντίνου Χριστιανόπουλου, καλλιτεχνική επι­ 1942-1948. μέλεια Κάρολου Τσίζεκ. Θεσσαλονίκη 1958-1983. 6. Εύβοϊκά Γράμματα, Αρ. φ. 18. Σεπτ. 1943, σελ. 5-6. 17. Ως Παρατηρητής υπογράφει επίσης ο Κ. Καρθαίος (βλ. 7. Το ψευδώνυμο Θώμος Ξιαφάς το καταχωρίζει και ο Κυρ. Κυρ. Ντελόπουλου Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα, Ντελόπουλος (Νεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα ό.π., σελ. 198), ο οποίος βοήθησε τον Γιάννη Σκαρίμπα να 1800-1981, Δεύτερη έκδοση αναθεωρημένη και ανασυνταγ­ αναδειχθεί (υπήρξε, όπως είναι γνωστό, μέλος της τετρα­ μένη, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, Αθήνα μελούς επιτροπής που έδωσε το 1929 το α' βραβείο διηγή­ 1983, σελ. 266). Όμως, όπως διαπίστωσα από αυτοψία στο ματος του περιοδικού Ελληνικά Γράμματα στον Γιάννη περιοδικό Νεοελληνικά Σημειώματα, τεύχη 1-5, Μάρτιος Σκαρίμπα για το διήγημά του «Ο καπετάν Σουρμελής ο 1937 - Ιούλιος-Αύγουστος 1937, Χαλκίδα, που τα εξέδωσε Στουραίτης») και αργότερα τον υπερασπίστηκε, με επιστο­ ο ίδιος ο Σκαρίμπας, δεν βρήκα πουθενά το ψευδώνυμο λή του της 18.3.1943 (δημοσιεύτηκε στα Εύβοϊκά Γράμμα­ τα, τευχ. 13, Απρίλης 1943, σελ. 6), στη δίκη για το θεατρι­ 8. Εύβοϊκός Λόγος. Μηνιαία επιθέωρηση κριτικής, μελέτης κό έργο του. Η γυναίκα του Καίσαρος (είναι το μετέπειτα και τέχνης. Όργανο Ευβοέων λογοτεχνών. Δ/ντής Θ. ΔαΟ ήχος του κώδωνος). Ο Καρθαίος έλαβε επίσης το μέρος σκαλόπουλος. Αρχ/κτης Σπύρος Κόκκινης. Χαλκίδα του Σκαρίμπα και όταν διατυπώθηκαν αρνητικές κριτικές 1958-1964. για την ποιητική συλλογή του Ουλαλούμ (βλ. Νεοελληνικά 9. Προοδευτική Εύβοια. Εβδομαδιαία εφημερίδα. ΙδιοκτησίαΣημειώματα, τεύχ. 2, Απρ. 1937, σελ. 27). Να είναι άραγε Διεύθυνση Κ.Δ. Δεμερτζής. Χαλκίδα. Ιδρύθηκε το 1963. συμπτωματικό το ότι ο Σκαρίμπας επέλεξε αυτό το ψευδώ­ 10. Εύβοϊκός Χρόνος. Εβδομαδιαία πολιτική, οικονομική και νυμο, ή μήπως θέλησε με αυτή του την επιλογή να τιμήσει φιλολογική εφημερίδα. Ιδιοκτήτης-Διευθυντής Θανάσης τον προστάτη και φίλο του; Κούκουρας. Χαλκίδα. Ιδρύθηκε το 1960. Χειρόγραφο Γ. Σκαρίμπα


52/συνεντευξη

μια αδημοσίευτη συνέντευξη της Έλλης Αλεξίου στον Νίκο Χουρδάκη

j r Έ λ λ η Α λ ε ξ ίο υ έ φ υ γ ε « π λ ή ρ η ς η μ ερ ώ ν» ± ± α π ’ α υ τ ό ν τ ο ν κ ό σ μ ο , π ρ ιν α π ό 2 χ ρ ό ­ ν ια . Ή τ α ν 9 4 ε τ ώ ν κ α ι ε ί χ ε ζ ή σ ε ι μ ια ε ξ ί σ ο υ π λ ή ρ η - ό σ ο ν α φ ο ρ ά το π ε ρ ιε χ ό μ ε ν ό τη ς ζω ή. Μ έ χ ρ ι τα σ τ ε ρ ν ά τη ς « τ ύ χ η κ α λ ή » τ η ν ε β ο ή θ η σ ε ν α δ ια τ η ρ ή σ ε ι α κ έ ρ α ι ε ς τ ις π ν ε υ ­ μ α τ ικ έ ς τη ς δ υ ν ά μ ε ις κ α ι ό σ ο ι β ρ έ θ η κ α ν κ ο ν τ ά τ η ς - έ σ τ ω κ α ι γ ια λ ί γ η ώ ρ α , ό π ω ς ε λ ό γ ο υ μ ο υ - ε ί χ α ν τ η ν ε υ κ α ι ρ ί α , π ισ τ ε ύ ω , ν ’ α κ ο ύ σ ο υ ν , γ ια π ρ ό σ ω π α κ α ι γ ε γ ο ν ό τ α , γ ια τ α ο π ο ία μ ό ν ο ν η ισ τ ο ρ ία έ χ ε ι π ια τη δ υ ­ ν α τ ό τ η τ α ν α μ α ς μ ιλ ή σ ε ι. Σ τ η ν κ υ ρ ία Έ λ λ η ά ρ ε σ ε ν α μ ι λ ά ε ι . Η σ υ ­ ζ ή τ η σ η ή τ α ν γ ι ’ α υ τ ή ν ό π ω ς κ α ι γ ια π ο λ λ ο ύ ς α π ό τ ο υ ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς τ η ς γ ε ν ι ά ς τ η ς μ ια σ η ­ μ α ν τ ι κ ή α ξ ία . Ή τ α ν ο α σ φ α λ ή ς τ ρ ό π ο ς ν α ε π ι κ ο ι ν ω ν ε ί κ α ι ν α δ ια δ ίδ ε ι τ η ν π ίσ τ η , τ ο ν κ α η μ ό , τ η ν ο ρ γ ή τ η ς . Η κ υ ρ ία Έ λ λ η ή ξ ε ρ ε ν α μ ι λ ά ε ι α π λ ά , ν α χ ρ ω μ α τ ίζ ε ι τ ις λ έ ξ ε ι ς κ α ι τ ις φ ρ ά σ ε ι ς α ν ά λ ο γ α μ ε τ η σ υ ν α ισ θ η μ α τ ικ ή τ ο υ ς α ξ ία . Ή ξ ε ρ ε ν α σ ε κ α τ α χ τ ά κ α ι ν α σ ο υ μ α θ α ίν ε ι. Η Έ λ λ η Α λ ε ξ ίο υ μ ο υ μ ίλ η σ ε γ ια τ η ν Κ ρ ή -

Από την Κρήτη έχετε φύγει εδώ και πολλές δεκα­ ετίες. Ωστόσο, έχουμε την εντύπωση, ότι η ζωή σας είναι προσανατολισμένη σύμφωνα μ’ αυτό που θα μπορούσε κάποιος να αποκαλέσει «Κρη­ τική αγωγή». Πιστεύω δηλαδή ότι τα παιδιά της δικής σας εποχής - των αρχών του αιώνα που μεγάλωσαν στην Κρήτη κουβαλούσαν μέσα τους κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι τα παιδιά απ’ άλ­ λα μέρη της Ελλάδας. Σήμερα δεν συμβαίνει το ί­ διο. Ποιες λοιπόν είναι οι επιρροές από την Κρή­ τη στην ζωή σας;

ΦΥΣΙΚΟ είναι το γεγονός να είμαι βαθιά επηρεα­ σμένη από την Κρήτη, διότι εγώ έφυγα, όταν ή­ μουνα πια μεγάλη, έφυγα με περασμένα τα 20 και έζησα πολύ κοντά στον Κρητικό λαό, γιατί στο σπίτι μας δεν κάναμε καμιά προσπάθεια να εξευρωπαϊστούμε. Ο πατέρας μου ελάτρευε την Κρή­ τη, ελάτρευε τα χωριά και τη γλώσσα της, που την ανέλυε σαν γλωσσολόγος, βρίσκοντας τις ρί­ ζες της κάθε κρητικής λέξης και βρίσκοντας ότι οι ρίζες της ανάγονται στην αρχαία ελληνική.

"Ήθελα το ανέβασμα και καμιά επανάπαυση” τη, γ ια τ η ν ο ικ ο γ έ ν ε ιά τη ς. Τ ο ν π α τ έ ρ α τη ς, τη Γ α λ ά τ ε ι α κ α ι τ ο ν Ν ί κ ο Κ α ζ α ν τ ζ ά κ η . Μ ο υ μ ί λ η σ ε γ ια τη ζ ω ή τ η ς ω ς δ α σ κ ά λ α κ α ι γ ια τ α π α ιδ ιά - π ο υ η ίδ ια δ ε ν α π ό χ τ η σ ε - μ α ω ς ε κ π α ιδ ε υ τ ικ ό ς ε ίχ ε τη δ υ ν α τ ό τ η τ α να μ ο ρ φ ώ σ ε ι κ α ι ν α κ α θ ο δ η γ ή σ ε ι. Κ α ι ό τ α ν π ή ­ γ α σ τ ο σ π ίτ ι τ η ς , σ τ η ν ο δ ό Θ ε σ π ρ ω τ ία ς 1, κ ο ν τ ά σ τ η λ ε ω φ ό ρ ο Α λ ε ξ ά ν δ ρ α ς , ή τ α ν ε κ ε ί, π α ρ έ α τ η ς , μ ια π α λ α ι ό τ η ς μ α θ ή τ ρ ια π ο υ τ η ν π ε ρ ι π ο ι ό τ α ν κ α ι τ ις κ ρ α τ ο ύ σ ε σ υ ν τ ρ ο ­ φ ιά φ α ν τ ά ζ ο μ α ι μ έ χ ρ ι τ η ν τ ε λ ε υ τ α ία ώ ρ α ,

Δηλαδή δεν ήμασταν απλοί Κρήτες επαρχιώτες, ήμασταν Κρήτες λάτρεις της Κρήτης. Έτσι έμει­ να πολύ δεμένη με το νησί.’ Οι Κρητικοί έχουνε κάτι το ιδιαίτερο· το πι­ στεύω. Από την αρχή η Κρήτη επορεύτηκε σε δι­ κή της πορεία. Δεν ήτανε ποτέ ενσωματωμένη στην Ελλάδα. Από τα παλαιά χρόνια. Πρώτη φο­ ρά που έγινε Ελλάδα ήτανε το 1912. Δηλαδή η Κρήτη ήτανε ένας χώρος, που με το να είναι απο­ ξενωμένος από την Ελλάδα λόγω της θάλασσας, είχε αποκτήσει ατομικότητα. Οι Κρήτες ξεχωρί­ ζουν και ως χαρακτήρες και ως μορφή. Πολύ ως γλώσσα, η οποία είναι γνήσια ελληνική. Έμεινε ανεπηρέαστη από τις ξένες επιδράσεις. Υποδου­ λωθήκαμε στους Τούρκους, αλλά δεν μας κέρδι­ σαν. Εμείς τους κερδίσαμε και όταν έφυγαν το 1923 με την ανταλλαγή των πληθυσμών, μιλάγα­ νε κρητικά. Ήμασταν κατ’ ουσίαν ένας λαός ελ­ ληνικός, αλλά πολύ ξεχωριστός. Εγώ θα ήθελα να διατηρηθούν τα ιδιαίτερα ψυ­ χικά μας γνωρίσματα αλλά καθώς περνούν τα


συνεντευξη/53

Η Έ λλη έχει ένα πλατύ χαμόγελο ένα μεγάλο παράθυρο ανοιγμένο στον ανθισμένο κά μπ ο... και κάπου αλλού το βυζαντινό της π ορτρέτο φιλότεχνημένο, σ τα 1932, από τον τό τε μ α ­ θητή του Κ όντογλου, Γιάννη Τσαρούχη.

εκπ ληρώ νοντας συμβολικά το συλλογικό χρέος τόσω ν και τόσω ν μαθητώ ν απέναντι στη δα σ κ ά λα τους. Ό πω ς ή τα ν η μνήμη της κυρίας Έ λ λ η ς φορτω μένη γεγονότα , ιστορίες, χαρές, α­ νέκδοτα και πίκρες και θανάτους, έτσ ι και το μικρό της διαμέρισμα, ή τα ν φορτω μένο αναμ νη στικά και χειρόγραφα, φω τογραφίες και εργόχειρα τω ν ταπεινώ ν και μεγά λω ν φί­ λω ν της. Α νά μ εσ ά τους το καλλιγρα φημένο ποίημα του Γιάννη Ρίτσου:

χρόνια, εξαφανίζονται. Πιστεύω ότι θα φτάσουμε σε σημείο εξομοίωσης. Το οικογενειακό σας περιβάλλον, κ. Αλεξίου, ή­ ταν πολύ ευνοϊκό για ν’ αναπτύξετε την προσωπι­ κότητά σας, γενικά, αλλά και το ενδιαφέρον σας για τη λογοτεχνία, ειδικά. Ο πατέρας σας - ο Στελιανός Αλεξίου - ήταν δημοσιογράφος, γλωσσολόγος και στις πολιτικές του πεποιθή­ σεις, σοσιαλιστής.

ΝΟΜΙΖΩ ότι εγώ είμαι... - ότι έγινα τέλος πά­ των, δεν έγινα και κατιτί σπουδαίο - ... ότι είμαι ακριβώς παιδί του πατέρα μου. Γιατί συνήθως μας λένε ότι εζήσατε σ’ ένα περιβάλλον μορφω­ μένων· ανθρώπων, ότι εζήσατε σε περιβάλλον τέ­ τοιο και ειδικά στην Κρήτη, αυτό είναι αλήθεια. Ο κύκλος του πατέρα μου ήταν ο Σφακιανάκης, ο Καπετανάκης, ο Στεργιάδης. Δηλαδή ο κύκλος του ήταν άνθρωποι πολύ καλλιεργημένοι. Αλλά και όταν ήρθα στην Αθήνα συνεχίστηκε να είναι έτσι το περιβάλλον. Εδώ βρέθηκα αμέσως - ε­

Η συνέντευξη που ακολουθεί μου δόθηκε το απόγευμα της 14ης Μ αρτίου του 1984. Για πρώ τη φορά μετα δόθη κε σε τέσσερις συνέχειες από τον κρατικό ραδιοφω νικό στα θμό Χ ανίω ν και στο πλα ίσιο της εκ π ο ­ μ π ή ς «Α πό τη ν κρητική λογοτεχνία ». Δ εν θυμάμαι τις ημερομηνίες μεταδόσεω ς. Εκείνη την εποχή τα β ιβλία της Έ λ λ η ς Α ­ λεξίου είχα ν μ εγά λη ζήτηση. Σ ’ αυτό είχε συμβάλει η τηλεόραση, καθώς και το γενι­ κότερο πολιτικό κλίμα της εποχής. Σήμερα δεν ξέρω αν εξακολουθούν να ζητούνται τα βιβλία της τα οποία, κα τά την ταπεινή μου γνώμη, αν μη τι ά λλο είναι μ οναδικά ντο­ κουμέντα της σχολική ς ζωής για ένα σ η μα ­ ντικό χρονικό τμήμα του αιώνα μα ς.

κείνο τον καιρό που πρωτοήρθα ήμουνα 15 ετών - στον κύκλο των λογοτεχνών. Του Μαλακάση, του Ταγκόπουλου, του Κονδυλάκη. Αυτές ήταν οι καθημερινές μας συντροφιές και οι κουβέντες μας ήταν πάντα ανθρώπων μορφωμένων. Για άρ­ θρα, που γράψανε, για αντεγκλήσεις μεταξύ τους, για διαφορετικές γνώμες, για εκδόσεις Παλαμά, για εκδόσεις Μαβίλη. Δηλαδή ευρέθηκα σ ’ έναν κόσμο πάλι από τους κορυφαίους των γραμμάτων. Η είσοδός σας σ’ αυτούς τους κύκλους, πρέπει να πούμε, ότι οφείλεται στον Νίκο Καζαντζάκη και την αδελφή σας τη Γαλάτεια.

ΒΕΒΑΙΑ όταν ήρθα εγώ στην Αθήνα ευρήκα τον κύκλο έτοιμο. Έπεσα μέσα σ’ αυτόν τον κύκλο. Μάλιστα και την πρώτη μέρα, το βράδυ, που έ­ φτασα στην Αθήνα άρχισα να γνωρίζω τον εκλε­ κτό λογοτεχνικό κόσμο. Τότε ζούσανε ο Νίκος με τη Γαλάτεια αστεφάνωτοι στα Πατήσια, που


54/συνεντευξη εθεωρούντο χώρος εκτός Αθηνών, και ενοίκια­ ζαν τον επάνω όροφο, στο σπίτι ενός κηπουρού. Ο λογοτεχνικός κόσμος εκείνα τα χρόνια ήταν μαζεμένος στα γνωστά καφενεία της Δεξαμενής, του Ζαχαράτου... Ο Νίκος και η Γαλάτεια είχαν μεγάλη εκτίμηση μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο. Ειδι­ κά ο Νίκος που ζούσε μια ζωή ασκητική και με­ γαλειώδη. Αρκετά χρόνια πριν αρχίσετε να γράφετε, είχατε αρχίσει να διδάσκετε. Στην αρχή ως δασκάλα και στη συνέχεια ως καθηγήτρια. Σκέφτομαι ότι το γεγονός αυτό ήταν σημαντικότερο ακόμα κι απ’ αυτήν την ιδεολογικοπολιτική σας στράτευση...

Η ΖΩΗ μου έχει ωριμάσει μέσα στις τάξεις. Νο­ μίζω ότι το ανθρώπινο περιβάλλον μου ήταν πά­ ντα παιδιά. Στην αρχή επί έξι χρόνια δίδαξα στο δημοτικό και πάντα στην πρώτη τάξη του Δημο­ τικού, εις τα νήπια, εις τα παιδιά που έρχονται και εσύ τα μαθαίνεις να διαβάζουν, να μετρούν, να γίνονται μαθητές. Έ ξι χρόνια πάντα στην ίδια τάξη - γιατί έχοντας πάρει το δίπλωμά μου με άριστα και σύμφωνα με το νόμο εκείνης της επο­ χής, διορίστηκα επί Κρητικής Πολιτείας, οι αρι­ στούχοι δάσκαλοι δίδασκαν πάντα στην πρώτη τάξη. Ύστερα πέρασα στη μέση εκπαίδευση. Σε παιδιά πιο μεγάλα και έτσι απόχτησα εμπειρίες δυο διαφορετικών ηλικιών. Έ χετε ν« μας αναφέρετε κάποιο περιστατικό που να χαρακτηρίζει τη ζωή στα σχολεία εκείνης της εποχής;

ΔΕΝ ΤΟ κρίνω απαραίτητο γιατί,ρτα βιβλία μου βρίσκονται πλήθος τέτοιων περιστατικών, ανα­ μνήσεων και εμπειριών. Και «Το Γ' Χριστιανικό Παρθεναγωγείο» και «Οι Σκληροί Αγώνες για μια μικρή ζωή» και το πρώτο μου διήγημα «Ο Φραντζέσκος», αλλά και το δράμα μου «Μια μέ­ ρα στο Γυμνάσιο», αφορούν αυτόν τον κόσμο. Είναι εμπνευσμένα αυτά τα βιβλία άμεσα από τη ζωή μου ως δασκάλα και καθηγήτρια. Αλλά και σ’ άλλα μου βιβλία θα βρείτε τέτοιες εμπειρίες και ιδίως από τις ανατολικές χώρες, γιατί και ε­ κεί ως εκπαιδευτικός υπηρέτησα, και επομένως να μην ξοδεύουμε το χρόνο μας μ’ αυτές τις ανα­ μνήσεις που έτσι κι αλλιώς αποτελούν το μεγαλύ­ τερο κομμάτι του έργου μου. Στο «Μια μέρα στο Γυμνάσιο» αναφέρετε, αν θυ­ μάμαι καλά, τη φράση ότι δεν μπορούμε να εφαρ­ μόζουμε κριτήρια ισότητας στην ανισότητα. Είναι νομίζω μια χαρακτηριστική φράση που δίνει το στίγμα σας ως εκπαιδευτικού.

ΔΕΝ ΘΑ το είπα ακριβώς έτσι, μ’ αυτά τα λόγια, αλλά μια φορά κατάλαβα τι θέλετε να πείτε. Ο

δάσκαλος οφείλει μπαίνοντας στην τάξη να κα­ ταλάβει ότι δεν βρίσκεται σ’ έναν ενιαίο κοσμο... Και οφείλει ακόμα να προστατεύσει τον εαυτό του από την αμβλύτητα που επέρχεται όταν ασκείς έ­ να επάγγελμα για χρόνια.

ΣΥΜΦΩΝΩ μαζί σας. Ο δάσκαλος δεν πρέπει να παθαίνει αμβλύτητα. Πρέπει να πάσχει πάντα για το πάσχον παιδί. Πρέπει να πάσχει πάντα για τον μαθητή που είναι αδύναμος στα μαθήματα, που έχει προβλήματα με την υγεία του, που έχει οικο­ νομικά προβλήματα. Οι δάσκαλοι μπαίνουμε σε μια τάξη και βλέπουμε μιαν εικόνα που μας πα­ ρουσιάζει ένα ενιαίο, ομοιόμορφο σύνολο. Βλέ­ πουμε παιδιά να κάθονται στα ίδια θρανία, να εί­ ναι καταγραμμένα στον ίδιο κατάλογο ή στην κληροδόχη προκειμένου για εκείνη την εποχή. Και ξεχνούμε - πολλοί καθηγητές το παθαίνουν αυτό - ότι τα παιδιά αυτά έρχονται από ποικί­ λους κόσμους, ποικίλους οικονομικά, κοινωνι­ κά, μορφωτικά, ηθικά και δεν διαφοροποιούμε την αγωγή μας απέναντι τους. Αλλιώς θα μετα­ χειριστείς ένα παιδί που έρχεται φτωχό και μισόγυμνο και διαβάζει χωρίς βιβλία και λεξικά κι αλλιώς ένα παιδί που μαθαίνει τα γαλλικά από την γκουβερνάντα χωρίς να κουράζεται, που μα­ θαίνει τα μαθήματα με τον ιδιαίτερο δάσκαλο και που έρχεται με γούνα το χειμώνα. Ο δάσκα­ λος δεν πρέπει λοιπόν να ξεχνά, ούτε στιγμή, ότι τα παιδιά που διδάσκει έρχονται από διαφορετι­ κές τάξεις και περιβάλλοντα και επομένως δεν πρέπει να εφαρμόζει ενιαία κριτήρια στην αξιο­ λόγηση και την αντιμετώπιση αυτών των παιδιών. Εκείνη βέβαια την εποχή που ασκούσατε το ε­ πάγγελμα - αν και στην δική σας περίπτωση νο­ μίζω ότι θα κυριολεχτούσαμε αν λέγαμε τη λέξη λειτούργημα...

ΣΑΣ ευχαριστώ. ... εκείνη λοιπόν η εποχή ήταν σκληρή και ακόμα πιο σκληρή για τα παιδιά. Σήμερα παρακολου­ θώντας την εξέλιξη στα εκπαιδευτικά μας πράγ­ ματα είστε ευχαριστημένη;

ΑΝΑΜΦΙΒΟΛΑ η κατάσταση είναι βελτιωμένη. Και οι δάσκαλοι είναι βελτιωμένοι - όχι όσο θα τους θέλαμε - αλλά οπωσδήποτε είναι βελτιω­ μένοι. Από οικονομικής πλευράς πάνε καλύτερα τα πράγματα τώρα. Είχα παραδείγματα όταν ή­ μουνα εκπαιδευτικός τραγικά. Ό ταν δίδασκα σ’ αυτό το Παρθεναγωγείο, όπου συγκεντρώνονταν τα πιο δυστυχισμένα παιδιά του Ηρακλείου, τα περισσότερα ήταν ξιπόλυτα, σκελετωμένα και γεμάτα ψείρες. Τώρα τα παιδιά δεν είναι έτσι. Ε­ γώ πήγα πέρυσι στην Κρήτη και πήγα στο χωριό του παππού μου, ένα μικρό χωριουδάκι, το Κρα­ σί, και δεν είδα κανένα παιδί ξιπόλυτο ή ψειρια­


συνεντευξη/55 σμένο. Ενώ όταν πήγαμε με τους Καζαντζάκηδες, τον Αυγέρη, τον Βάρναλη και κάναμε δυοτρία καλοκαίρια εκεί, τα παιδιά ήταν αξιοθρήνη­ τα. Τους δίναμε μια φέτα άσπρο ψωμί, που μας έστελναν από το Ηράκλειο, και νόμιζαν ότι τους χαρίζαμε κάτι πολύτιμο. Δεν είχαν ούτε κριθαρέ­ νιο ψωμί. Η κατάσταση αυτή εδώ και 20 τουλάχι­ στον χρόνια έχει αλλάξει. Παρ’ όλα αυτά όμως η διαφοροποίηση είναι διαφοροποίηση. Και γι’ αυ­ τό ο δάσκαλος - το ξανατονίζω - πρέπει να ε­ φαρμόζει έναντι των παιδιών σύστημα δικαιο­ σύνης. Στη λογοτεχνία ήλθατε σε σχετικά ώριμη ηλικία. Το διήγημά σας «Ο Φραντζέσκος» δημοσιεύτηκε το 1923 και ήσασταν 29 ετών και το πρώτο σας βιβλίο «Σκληροί Αγώνες για μια Μικρή Ζωή», εκδόθηκε όταν ήσαστε 37 ετών. Η ωριμότητα αυ­ τή, έχω τη γνώμη, ότι σας βοήθησε να διαμορφώ­ σετε τα χαρακτηριστικά και τους στόχους του έρ­ γου σας με πλήρη σαφήνεια. Θέλω - αν συμφω­ νείτε μαζί μου - να μας μιλήσετε για τον συγγρα­ φικό σας κώδικα.

ΕΓΩ, να σας πω, δεν ξεκινάω μ’ ένα σκοπό γρά­ φοντας. Δηλαδή δεν λέγω θα γράψω για να διδά­ ξω τούτο. Θα γράψω για να χτυπήσω τούτο. Αυ­ τό γίνεται αυθόρμητα. Διότι εγώ για να γράψω κάτι, πρέπει να νιώθω να με πιέζει έντονα. Μια α­ δικία, μια σκληρότητα, μια κακή συμπεριφορά, μια κακή αντιμετώπιση γεγονότων καθημερινών. Αυτό μου δημιουργεί μέσα μου αγωνία, ενόχλη­ ση, αγανάκτηση, οργή και με ξεκουράζει όταν την καταγράψω. Είναι σαν να ξέρω ένα αμάρτη­ μα και το κρύβω, ενώ τα αμαρτήματα πρέπει να τα λέμε για να διορθώνονται. Εγώ νομίζω ότι γράφω πάντα μ’ αυτήν την εκκίνηση. Εγώ ως δα­ σκάλα και ως... βλέποντας τα διάφορα δράματα νομίζω ότι πρέπει να τα γράψω. Νομίζω ότι γρά­ φοντας ένα δράμα και ιδιαίτερα όταν ξέρω από πού προέρχεται, ότι κάνω... όχι μόνο μια καταγ­ γελία, αλλά και μια γνωστοποίηση. Είμαι ήσυχη ότι αυτήν την δυστυχία δεν την καταχώνιασα μέ­ σα μου. Την φανέρωσα ώστε να τη δει και ένας άλλος και να πάρει κι αυτός θέση έναντι της αδι­ κίας. Αλλά δεν γράφω... δεν λέγω θα καθίσω να γράψω ένα διήγημα για τούτο το λόγο. Δεν θα γράψω για να χτυπήσω τον τάδε θεσμό ή την τά­ δε αδικία. Ό ταν η αδικία γίνεται και πέσει και ε­ νοχλήσει τη συνείδησή μου, τότε η συνείδησή μου με αναγκάζει να κάτσω να τη γράψω. Ξεκινώ πάντα από συγκεκριμένα και όχι αφηρημένα πε­ ριστατικά. Αν κατάλαβα καλά, η γνωστοποίηση της αδι­ κίας, κατ’ αρχήν, σας προξενεί ένα αίσθημα λυτρώσεως.

ΔΕΝ ΜΟΥ αρέσει η λέξη αυτή. Έχει πάρει μια κουλτουριάρικη σημασία. Ακούω πολλές να λένε

γράφω γιατί αυτό με λυτρώνει. Από πού σε λυ­ τρώνει βρε παιδί μου; Αγράμματες και γελοίες κυρίες του Κολωνακίου... κάνω αυτό διότι λυ­ τρώνομαι. Από τί λυτρώνεσαι; Δεν πάσχουν από τίποτα, έννοια σας. Ί σω ς να πάσχουν και αυτές, κυρία Αλεξίου, από κάτι. Ί σω ς μια άνετη ζωή στο τέλος προξενεί ανία...

ΜΠΡΑΒΟ και από ανία πάσχουνε και από επιδειξιομανία και βλέποντας το άχρηστον της ζω­ ής τους προσπαθούνε με κάθε τρόπο να του δώ­ σουνε ένα περιεχόμενο. Θα κατατάσσατε τον εαυτό σας σε κάποια λογο­ τεχνική σχολή;

ΟΧΙ. Δεν θέλω να παρουσιαστώ ότι είμαι μια συγγραφέας που κάνει ένα έργο που βρίσκεται σε κάποια σχολή. Εγώ γράφω διότι με ενοχλεί κάτι. Και νομίζω ότι έχω καθήκον να το πω. Αυτό εί­ ναι. ΓΓ αυτό γράφω και όχι γιατί έβαλα τον εαυτό μου σ’ ένα ρόλο συγγραφέα. Τώρα εάν κατ’ α­ νάγκη είμαι αυτό, δεν θα το πω εγώ. Τότε να σας πω τη δική μου γνώμη. Νομίζω ότι το έργο σας ανήκει στην σχολή του σοσιαλιστι­ κού ρεαλισμού.

ΒΕΒΑΙΑ αυτό είναι σαφές. Σαφές... Στα έργα σας δίνετε σημασία στο ζήτημα της μορ­ φής, μα περισσότερο - το κέντρο βάρους - δί­ νετε στο ζήτημα του περιεχομένου και ιδιαιτέρως στην κοινωνική διάσταση αυτού του περιε­ χομένου.

ΝΑΙ, όλα αυτά υπάρχουν, αλλά όχι ως μάθημα. Αλλά αυθόρμητα. Ό χ ι, δηλαδή, ως τελεολογία σκέψεως;

ΟΥΤΕ σκέψης, ούτε πράξης. Τελεολογία δεν υ­ πάρχει. Μάλιστα εάν δείτε τον ορισμό που βάνει ο Γκόρκι στο σοσιαλιστικό ρεαλισμό, είναι αυτό που είπατε τώρα. Κυρία Αλεξίου, έχετε γράψει δύο βιβλία για τον Καζαντζάκη. Το ένα με τον τίτλο «Για να γίνεις μεγάλος» και το άλλο - αυτό μαζί με τον κ. Γιώργο Στεφανάκη - «Γεννήθηκε για την δό­ ξα». Θέλω να μας μιλήσετε γι’ αυτόν τον άνθρωπο.

ΤΩΡΑ και για τον Νίκο μπορώ να σας πω τα ίδια πράγματα που θα λέγαμε και για τον οποιοδήποτε συγγραφέα. Δηλαδή έχει εκδώσει το έργο του. Το διαβάζομε και σχηματίζομε γνώμη. Μόνοι μας χωρίς να έχομε την ανάγκη να μας μιλήσει κάποιος άλλος γι’ αυτόν. Αλλά ιδιαίτερα για τον Νίκο νομίζω δεν έχει γίνει η σωστή τοποθέτηση


56/συνεντευξη ούτε από τους αναγνώστες, ούτε από τους μελε­ τητές του. Διότι δεν τον γνώρισαν καθόλου ως άνθρωπο. Ακριβώς, κ. Αλεξίου. Η εικόνα που έχουμε γι’ αυτόν είναι κάπως μυθική και παράξενη.

Ο ΝΙΚΟΣ υπήρξε μια μορφή ανθρώπινη και από τις πιο σπάνιες. Αν τον γνωρίζατε, θα βλέπατε ό­ τι είναι ένας τύπος πρωτότυπος και μέσα στη ζωή του, όχι μόνο στο έργο του. Έχω την γνώμη ότι αυτό που λέγω ότι «γεννήθηκε για την δόξα» εί­ ναι γεγονός. Δηλαδή ήταν προσδιορισμένος άπό την φύση του να τραβήξει αυτό το δρόμο. Σαν να υπήρχε μέσα του μια δύναμη που τον ωθούσε. Το λέει και ο ίδιος σε πολλά σημεία του έργου του: είναι σαν να υπάρχει κάποιος μέσα μου που με σπρώχνει, πώς να το πω δεν ξέρω. Αλλά με σπρώχνει. Κάτι λοιπόν τον έσπρωχνε από μαθητή του δη­ μοτικού. Διότι ήταν πάντοτε κορυφαίος. Από ένα σπίτι αγράμματων ανθρώπων καταγόταν. Η μα­ μά του ήταν μια άγια νοικοκυρά, οι αδελφές του, το ίδιο. Κοπέλες όπως θα λέγαμε καλοαναθρεμ­ μένες, φρόνιμες, κοιτούσαν μόνο τα καθήκοντα τα οικιακά. Αλλά αμόρφωτος κόσμος. Και απ’ αυτόν τον αμόρφωτο κόσμο να ξεπηδήσει αυτή η διψασμένη πηγή, που να πίνει και να μην ξεδιψάζει... Σοφότερον άνθρωπο δεν θα μπορούσατε να είχατε συναντήσει. Ή ταν σοφός και διότι ήταν ο συνεχώς εργαζόμενος, από τις 6 το πρωί μέχρι τη νύχτα. Λοιπόν όταν υπάρχει μέσα σε μια καλλι­ τεχνική εκ φύσεως φύση αυτή η πειθαρχία, κατα­ λαβαίνετε το έργο τι είναι. Ό λα τα θέματα τα εγνώριζε. Και έδινε τις ω­ ραιότερες πληροφορίες και αποδείξεις. Εγώ δυοτρία μαθήματα που έχω πάρει από το Νίκο, μου άνοιξαν τα μάτια. Ό ταν ήμουνα μικρή άκουγα να λένε για την φιλοσοφία. Και αναρωτιόμουνα τί είναι αυτό το πράγμα. Στο σχολείο δεν κάναμε τέτοιο μάθημα. Και μου έκανε ο Νίκος ένα. Και μου έκανε ένα δεύτερο μάθημα στην Κνωσσό. Μπροστά στην εικόνα του «πρίγκιπα με τους κρίνους». Μου λέει εδώ μπορείς να διδαχτείς τι θα πει «τέχνη στιλιζέ». Και είναι καταπληχτικός ο ζωγράφος του «πρίγκιπα...» διότι τόσα χρόνια πριν από το Χριστό εφαρμόζει αυτό που εμείς λέ­ με σήμερα «στιλιζασιόν της τέχνης». Ήτανε κα­ ταπληκτικός. Ο επηρεασμός του... δεν ξέρω αν πρέπει να του γνωρίζω ευγνωμοσύνη γι’ αυτό, αλ­ λά πάντως ορισμένες αδυναμίες του, μου έγιναν δικές μου αδυναμίες. Π.χ. η απώλεια χρόνου. Να μην χάνω καθόλου το χρόνο μου. Ο Νίκος δεν ε­ πέτρεπε να χάσει από το χρόνο του ούτε ένα τέ­ ταρτο της ώρας. Ό ταν πήγαιναν επισκέπτες και τον απασχολούσαν με βλακείες και φλυαρίες, εκάθονταν ύστερα και εμετρούσε έτσι... μυκτηρί­ ζοντας τις ώρες που έχασε. Ήρθαν - έλεγε - με

απασχόλησαν τέσσερις ώρες και δεν είπαν τίπο­ τα-ανώτερο της σιωπής. Τι ωραίο! Με έχει τόσο μορφώσει ο Νίκος με αυτά του τα αποφθεγματικά λόγια. Έρχεται εδώ πολλές φορές κόσμος, με κουρά­ ζουνε και τους λέω. Παιδιά μη λέμε τέτοια πράγ­ ματα γιατί δεν λέμε τίποτε ανώτερο της σιωπής. Ο Καζαντζάκης ήταν άλλο είδος ανθρώπου. Ή ­ θελε το ανέβασμα και καμιά επανάπαυση. Έτσι θέλησα να τον μιμηθώ. Ήθελα το ανέβασμα και καμιά επανάπαυση. Δεν ξέρω αν πέτυχα. Εσείς θα το κρίνετε. Ο Νίκος έλεγε δεν μου αρέσουν οι φιλοσοφίες που έχω μελετήσει διότι ικανοποιού­ νται στην επανάπαυση. Και μένα η φιλοσοφία μου είναι ο αξεδίψαστος ανήφορος της τελειοποί­ ησης. Θέλω να περπατώ πάντα ανηφορίζοντας και ποτέ ικανοποιούμενος. Και γι’ αυτό έγινε αυ­ τό που έγινε: ένας παγκόσμιας φήμης συγ­ γραφέας. Και η αδελφή σας η Γαλάτεια;

Η Γαλάτεια ήτανε ένα έμφυτο ταλέντο. Βέβαια ε­ πηρεάστηκε στην αγάπη της για σπουδή από τον πατέρα μας. Και όταν είχαμε ωριμάσει μου διηγότανε ότι αν είχε δύσκολες ώρες στο οικογε­ νειακό μας περιβάλλον, αυτό οφειλόταν στο ότι δεν την καταλάβαινε η μητέρα μας. Δεν καταλά­ βαινε την αγάπη της για το διάβασμα και κάθε που ερχόντανε στο σπίτι μας οι θείες μας της έ­ καναν παρατηρήσεις οτι δεν έραβε και δεν έκανε δουλειές του σπιτιού. Ό ταν άρχισε να γράφει, το γράψιμό της είχε τεράστια απήχηση στους λογοτεχνικούς κύ­ κλους εδώ, στην Αθήνα. Οι συγγραφείς την πε­ ριέβαλλαν με το θαυμασμό τους. Ο Θεοτόκης, ο Ταγκόπουλος, ο Κονδυλάκης, ο Νιρβάνας, την εθαύμαζαν. Ωστόσο, κ. Αλεξίου, το όνομα της Γαλάτειας ως συγγραφέως δεν βρίσκεται στην ίδια θέση ούτε με το δικό σας ούτε πολύ περισσότερο με του Καζαντζάκη.

Η ΓΑΛΑΤΕΙΑ έπαθε τεράστια πτώση με τη δι­ κτατορία του Μεταξά. Ήτανε νευρασθενικός τύ­ πος, έπασχε από φοβίες. Τη συνέλαβαν, την έ­ κλεισαν στη φυλακή. Τα νεύρα της άρχισαν να την βασανίζουν, δεν κοιμότανε. Φοβότανε ότι θα πεθάνει. Αρχισε να την τυραννεί έντονα αυτή η φοβία του θανάτου και τελικά για να ξεφύγει έκα­ νε δήλωση μετάνοιας. Νομίζω ότι αυτή η δήλωση ήτανε το εισιτήριό της για τη δυστυχία της. Δεν είχε πια κέφι να γράφει, να δημοσιεύει, να πηγαί­ νει σε μια εκδήλωση, όπως πρώτα, που έβαζε την κόκκινη κονκάρδα ή ένα γαρίφαλο και την εκαμάρωνε η νεολαία και την εχειροκροτούσε. Τώ­ ρα; έλεγε δεν αξίζω, αφού έκαμα δήλωση να με χειροκροτούν. Έπαθε μια καταστροφική πτώση.


συνεντευξη/57 Λεν είναι ότι έπαψαν να την εκτιμούν οι άνθρω­ ποι, η ίδια έπαψε να εκτιμά τον εαυτό της. Αυτό που συζητάμε είναι σημαντικό θέμα. Ό λ ο ι αυτοί οι άνθρωποι που έκαμαν κατά καιρούς δη­ λώσεις μετάνοιας είναι σωστό να τους αντιμετω­ πίζουμε ως ριψασπίδες; Είναι σωστό τα κόμματα να τους καταδικάζουν; Ή είναι πιο σωστό να τους δικαιώσουν με την έννοια ότι μπορούν να κατανοήσουν το κίνητρο της πράξης τους που εί­ ναι τραγικό;

ΕΓΩ μια φορά τους δικαιώνω. Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να νικήσουν τις εσω­ τερικές τους αναταραχές. Η Σοφία ΜαυροειδήΠαπαδάκη, που έγραψε τον ύμνο του ΕΛΑΣ, αυ­ τή η εξαίρετη ποιήτρια, έκανε δήλωση. Και αυτή έχασε τα κέφια της, τη δύναμη, την αυτοπεποίθη­ σή της. Είχε φτάσει σε τέτοια κατάσταση αρρωστημένων νεύρων, που μας έλεγε δεν μπορώ πια ν’ ακούω το τηλέφωνο. Μόλις ακούσω το τηλέ­ φωνο να με καλούν, τρέμω, γιατί λέω πως είναι η αστυνομία. Αυτές οι καταστάσεις αφήνουνε στην ψυχή του ανθρώπου υπολείμματα δραματι­ κά και η Γαλάτεια ήτανε ένας τέτοιος άνθρωπος. Θύμα του Μεταξά. Σε αντίθεση με εσάς, κ. Αλεξίου, που δεν γίνατε ποτέ θύμα κανενός. 'Εχω κατά νου τη στάση σας όταν σας συνέλαβε η αστυνομία το 1967. Έ χω α­ κουστά ότι τους είπατε ευθύς εξαρχής με τρόπο αμετάκλητο. Εγώ δήλωση δεν κάνω και αν θέλε­ τε, σκοτώστε με.

είπα στο διευθυντή του τμήματος του Κολωνακίου που με φοβέριζε - ότι μια εκτέλεση είναι ι­ δεώδης θάνατος. Μου λέει: Θα πας εξορία. Του απαντώ: ό,τι θέλετε. Να κάμω όμως δήλωση δεν κάνω. Αυτό μου υπαγορεύει το καθήκον μου. Κά­ νετε και σεις το δικό σας όπως το καταλα­ βαίνετε. Στις ανατολικές χ ώρες ζήσατε πολλά χρόνια. Δι­ δάσκοντας στα προσφυγόπουλα τα ελληνικά γράμματα. Πιστεύετε ότι άξιζε η θυσία τόσων χι­ λιάδων Ελλήνων να δημιουργηθεί και τελικά δεν δημιουργήθηκε - γιατί ο Δημοκρατικός Στρα­ τός ηττήθηκε - ένα παρόμοιο κοινωνικό κα­ θεστώς;

Η ΖΩΗ μου στις ανατολικές χώρες ήταν μια πο­ λύτιμη εμπειρία. Ό χ ι μονάχα για μένα, αλλά για οποιονδήποτε σοσιαλιστή, η ζωή στις ανατολι­ κές χώρες είναι πολύτιμη. Διότι βλέπεις το σο­ σιαλισμό εν τη πράξει. Στις ανατολικές χώρες...

(Εδώ η εγγραφή σταματά. Το υ πόλοιπο της κασέ­ τας έχει σβηστεί. Αναλογίζομαι μήπως κάποιος δαίμονας έβαλε το χέρι του για να εξαφανίσει γνώμες που διαψεύδονται τραγικά. Πάντως και σ’ αυτό η Έ λλη Αλεξίου στάθηκε τυχερή. Δεν έζησε για να δει την κατάρρευση του κόσμου που επίστεψε. Και αναπόφευκτα σκέφτομαι τον μεγά­ λο της φίλο Γιάννη Ρίτσο μέσα σε τι άφατη μονα­ ξιά έκαμε το μεγάλο σάλτο για τον Ά δ η ).

ΒΕΒΑΙΑ το είπα αυτό, διότι η εκτέλεση δεν είναι κάτι το σοβαρό. Νομίζω ότι μια εκτέλεση - το

J f ΔΙΑΒΑΖΩ %% Μ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Φ

Παρακαταθήκη παλαιών τευχών ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΣΟΛΩΝΟΣ 116 - ΑΘΗΝΑ 106 81 - ΤΗΛ.: 36.10.366, FAX: 36.28.938


58/συνεντευξη

"0 ποιητής Τ.Σ. Έλιοτ, προφήτης της Ενότητας του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού” «Εμείς που ζούσαμε τώρα πεθαίνουμε Μ ε λίγη υπομονή. Λ εν έχει εδώ νερό παρά μονάχα βράχια Βράχια χω ρίς νερό κι ο άμμος του δρόμου Του δρόμου που ξετυλίγεται στα βουνά Που είναι βραχόβουνα χωρίς νερό Α ν είχε εδώ νερό θα στεκόμασταν να πιούμε Μέσα στα βράχια πώς να σταθούμε πώς να στοχαστούμε...»

(Τ.Σ. Έλιοτ)

Συνέντευξη του Ευάγγελου Μόσχου στη Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου Έ ν α σ η μ α ν τ ι κ ό β ι β λ ί ο τ ο υ Τ .Σ . Έ λ ι ο τ μ ε τ έ φ ρ α σ ε κ α ι έ δ ω σ ε σ τ ο ε λ λ η ν ι κ ό κ ο ι ν ό ο κ ρ ι τ ι κ ό ς τ η ς λ ο γ ο τ ε χ ν ί α ς κ α ι δ ιε υ θ υ ν τ ή ς τ η ς « Ν έ α ς Ε σ τ ί α ς » Ε . Ν . Μ ό σ χ ο ς , μ ε ε μ π ε ­ ρ ι σ τ α τ ω μ έ ν ο ε ι σ α γ ω γ ι κ ό δ ο κ ί μ ι ο κ α ι π λ ο ύ σ ι α δ ι α φ ω τ ι σ τ ι κ ά σ χ ό λ ι α . Ε ίν α ι τ ο β ι β λ ί ο « Η Ε ν ό τ η τ α τ ο υ Ε υ ρ ω π α ϊ κ ο ύ Π ο λ ι τ ι σ μ ο ύ » , π ο υ α π ο τ ε λ ε ί τ α ι α π ό τ ρ ε ις ρ α δ ι ο φ ω ν ι κ έ ς ο μ ι λ ί ε ς τ ο υ Τ .Σ . Έ λ ι ο τ μ ε γ ά λ η ς π ρ ο φ η τ ι κ ή ς σ η μ α σ ί α ς κ α ι ι σ τ ο ρ ι κ ή ς α λ ή θ ε ια ς . Γ ι α τ ί ο Π ο ιη τ ή ς ε ί ν α ι ο π ρ ο φ ή τ η ς . Ο Τ .Σ . Έ λ ι ο τ ο ρ α μ α τ ί σ τ η κ ε τ η ν Ε ν ό τ η τ α τ ο υ Ε υ ρ ω π α ϊ ­ κ ο ύ Π ο λ ιτ ισ μ ο ύ , κ α ι μ ίλ η σ ε γ ια τ α κ ο ιν ά σ τ ο ιχ ε ία π ο υ π ρ ο ϋ π ή ρ ξ α ν τ η ς ο ικ ο ν ο μ ικ ή ς κ ο ι ν ο π ρ α ξ ί α ς , μ ε ά ξ ο ν α τ η χ ρ ι σ τ ι α ν ι κ ή π ίσ τ η . « Δ ε ν π ισ τ ε ύ ω ό τ ι ο π ο λ ι τ ι σ μ ό ς τ η ς Ε υ ­ ρ ώ π η ς θα μ π ο ρ ο ύ σ ε να επ ιβ ιώ σ ε ι ύ σ τ ερ α α π ό μ ια ο λ ο κ λ η ρ ω τ ικ ή ε ξ α φ ά ν ισ η τ η ς Χ ρ ι­ σ τ ι α ν ι κ ή ς Π ί σ τ η ς » , γ ρ ά φ ε ι. Σ τ ο ε μ π ν ε υ σ μ έ ν ο ε ι σ α γ ω γ ι κ ό δ ο κ ί μ ι ό τ ο υ , ο Ε . Ν . Μ ό σ χ ο ς κ ά ν ε ι μ ι α ε μ β ρ ιθ ή α ν ά λ υ ­ σ η , π ο υ φ α ν ε ρ ώ ν ε ι π ό σ ο β α θ ιά κ α ι ο υ σ ι α σ τ ι κ ά έ χ ε ι ο ί δ ιο ς β ιώ σ ε ι τ ο ε λ ι ο τ ι κ ό π ν ε ύ μ α . Ο Ε υ ά γ γ ε λ ο ς Μ ό σ χ ο ς ε ί ν α ι μ ια σ η μ α ν τ ι κ ή π ρ ο σ ω π ι κ ό τ η τ α τ ω ν Γ ρ α μ μ ά τ ω ν μ α ς , έ ­ ν α ς μ ε λ ε τ η τ ή ς τ η ς ε λ λ η ν ικ ή ς κ α ι ξ έ ν η ς λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς , π ο υ δ ια ν ο ίγ ε ι ν έ ε ς ο π τ ικ έ ς κ α ι φ ω τ ίζ ε ι τ ο κ ρ ι ν ό μ ε ν ο έ ρ γ ο μ ε ν έ ε ς δ υ ν α τ ό τ η τ ε ς ό ρ α σ η ς , π ρ ά γ μ α π ο υ χ α ρ α κ τ η ρ ί ζ ε ι τ ο ν α λ η θ ιν ό κ ρ ιτ ικ ό -δ η μ ιο υ ρ γ ό . Κύριε Μ όσχο, πριν, μιλήσουμε για τον μεγάλο ποιητή Τ.Σ. Έλιοτ και το συγκεκριμένο βιβλίο που μεταφράσατε πρόσφατα, ας πούμε λίγα πράγματα για την ιδιότητά σας ως διευθυντή της «Νέας Εστίας», του μακροβιότερου περιοδικού της χώρας μας. Γιατί αναλάβατε την διεύθυνσή της και πώς έγινε αυτό;

ΥΠΗΡΞΑ τακτικός συνεργάτης της «Νέας Ε­ στίας» με κριτικά σημειώματα για την ποίηση και την πεζογραφία, με δοκίμια, μεταφράσεις, διηγήματα, σχόλια κ.λπ. επί δέκα-δώδεκα χρό­ νια πριν αναλάβω τη διεύθυνση του περιοδικού. Αυτή η τακτική συνεργασία μου στη «Νέα Ε-


συνεντευξη/59 στία» με έκανε να βρίσκομαι πολύ κοντά στον Πέτρο Χάρη ο οποίος ίσως να εξετίμησε τη δου­ λειά μου, αλλά ίσως να διέβλεψε και την αγάπη μου για το περιοδικό που πραγματικά με έθρεψε πνευματικά από τα μαθητικά μου χρόνια, κοντά σε άλλα καταβροχθιστικά διαβάσματα λογοτε­ χνικά, φιλοσοφικά, κοινωνικά κ.λπ. που έκανα από νέος. Αυτή ακριβώς η αγάπη μου για τη «Νέα Εστία» με έκανε να μην μπορέσω να αντιτάξω άρνηση στην τόσο τιμητική για μένα πρότασή του και να παραιτηθώ σχεδόν αμέσως από το δικηγορικό επάγγελμά μου που το άσκη­ σα επί 35 χρόνια συνέχεια. Δεν κρύβω ότι στη γρήγορη αυτή απόφασή μου συνέτεινε πολύ το γε­ γονός ότι ο πρώτος γιος μου ήταν ήδη δικηγόρος και βρισκόταν σε θέση να με διαδεχτεί στη διεύ­ θυνση του Γραφείου μου. Πώς βλέπετε το ρόλο της «Νέος Εστίας» σήμερα και την ίσαμε σήμερα παρουσία της;

Η «ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ» με τον καινούριο χρόνο μπήκε στο 65ο έτος της έκδοσής της. Πιστεύω ότι η «Νέα Εστία» βρισκόταν πάντα (κι όταν ακόμα υ­ πήρχαν και άλλα αξιόλογα περιοδικά, όπως προ­ πολεμικά τα «Νεοελληνικά Γράμματα» και τα «Νέα Γράμματα» ή στα χρόνια της κατοχής τα «Πειραϊκά Γράμματα» που έγιναν υστερότερα μόνον «Γράμματα», τα «Φιλολογικά Χρονικά» και η «Φιλολογική Κυριακή» ή μεταπολεμικά τα «Ελεύθερα Γράμματα» και η «Ελληνική Δη­ μιουργία») κι εξακολουθεί να βρίσκεται και σή­ μερα στο κέντρο της πνευματικής μας ζωής, για­ τί πιστεύω ότι ακολουθούσε και εξακολουθεί να έχει τη σωστή γραμμή πορείας. Γιατί είναι το κατεξοχήν περιοδικό ευρύτερης πνευματικής καλ­ λιέργειας, περιοδικό λογοτεχνικό και ευρύτερα μορφωτικό αλλά και ενημερωτικό πάνω στα σύγ­ χρονα πνευματικά και λογοτεχνικά προβλήματα του καιρού μας, χωρίς να έχει άλλες άμεσες ή έμ­ μεσες εξαρτήσεις και εξωπνευματικές επιδιώ­ ξεις. Μ’ αυτή την έννοια αντικαθρεφτίζονται στις σελίδες της όλα τα σύγχρονα πνευματικά και ιδε­ ολογικά ρεύματα - όπως άλλωστε συνέβαινε και από την αρχή της έκδοσής της από τον ιδρυ­ τή της, τον αλησμόνητο Γρηγόριο Ξενόπουλο όλες οι σύγχρονες τάσεις στη λογοτεχνία και στη διανόηση, όλοι οι σύγχρονοι κοινωνικοί και πνευματικοί προβληματισμοί. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, που κρατούν τη «Νέα Εστία» μακριά α­ πό άμεσες ή έμμεσες πολιτικές επιδιώξεις και σκοπιμότητες, θα κινείται πάντα το περιοδικό καλλιεργώντας την πολυφωνία και την αντιπα­ ράθεση ιδεών και προβληματισμών. Και προς αυ­ τή την κατεύθυνση αποτελεσματικά συμβάλλουν τα αφιερώματά της που κατά πάγκοινη ομολογία αποτελούν τον καθρέφτη της νεοελληνικής πνευ­ ματικής ζωής. Μεγάλα αφιερώματα για τον Παλαμά, τον Παπαδιαμάντη, το Σικελιανό, τον

Κάλβο, τον Καβάφη και ακόμα για τον Βάρναλη και τον Αυγέρη και πολλούς άλλους, καθώς και για μεγάλα γεγονότα και σταθμούς της ελληνι­ κής και της παγκόσμιας ιστορίας συνθέτουν ένα αρμονικό μωσαϊκό που επιβάλλεται με καθαρά πνευματικά και αισθητικά κριτήρια. Πώς βλέπετε τα λογοτεχνικά περιοδικά και το ρόλο που παίξανε και παίζουν στην ελληνική πο­ λιτιστική ζωή;

ΑΠΟ την ίσαμε σήμερα αταλάντευτη γραμμή πο­ ρείας της «Νέας Εστίας», που επιθυμεί και πετυ­ χαίνει να βρίσκεται μακριά από την πολιτική, κοντά όμως στα κοινωνικά και πολιτικά προ­ βλήματα της εποχής μας, που τα αντικρίζει όμως Και τα αγκαλιάζει όλα ψύχραιμα και αφανάτι­ στα, ως πνευματικές αναζητήσεις του σημερινού ανθρώπου, γίνεται αντιληπτό πώς βλέπουμε, και εγώ προσωπικά και η «Νέα Εστία», τα άλλα λο­ γοτεχνικά περιοδικά και το ρόλο που καλούνται να παίξουν στην ελληνική πολιτιστική ζωή. Και το ρόλο αυτόν τον ταυτίζω με την έρευνα, με τον προβληματισμό, με τόν πλατύ στοχασμό και με την αναζήτηση, μέσα στα πλαίσια της πολυφω­ νίας ιδεών, έτσι ώστε ο αναγνώστης σε ένα συ­ γκεκριμένο πρόβλημα (φιλοσοφικό, αισθητικό, κοινωνικό και καθεξής), να μπορεί να βγάλει μό­ νος του τα δικά του συμπεράσματα. Και γι’ αυ­ τόν ακριβώς το λόγο τα άλλα λογοτεχνικά περιο­ δικά, σήμερα, τα βλέπω και αυτά ως όργανα παι­ δείας του λαού μας και ευρύτερης πνευματικής καλλιέργειας. Αυτό συνέβαινε και παλαιότερα ό­ ταν παράλληλα με τη «Νέα Εστία» εκδίδονταν και τα περιοδικά που ανέφερα πιο πάνω. Αλλω­ στε αιΛός είναι ο λόγος για τον οποίο η «Νέα Ε­ στία», μόνη από όλα τα περιοδικά λογοτεχνίας κ.λπ., διατηρεί τη στήλη «Περιοδικά κι εφημερί­ δες» με την οποία μνημονεύει και προβάλλει κά­ θε αξιόλογο δημοσίευμα ή αφιέρωμα περιοδικού, όπως και κάθε αξιομνημόνευτο για τους μελετη­ τές και τους ενδιαφερομένους κείμενο με την η­ μερομηνία δημοσίευσής του. Αυτή η μικρή επιθε­ ώρηση τύπου, που αγκαλιάζει όλα τα περιοδικά και τις εφημερίδες, και όλα τα αξιομνημόνευτα δημοσιεύματά τους, σε θέματα πνευματικά, φι­ λολογικά, λογοτεχνικά, ιστορικά, καλλιτεχνικά και καθεξής, γνωρίζουμε πολύ καλά το πόσο εν­ διαφέρει και το πόσο διευκολύνει και εξυπηρετεί τους πνευματικούς μας ανθρώπους. Πιστεύετε στη διατήρηση της φυσιογνωμίας της «Νέας Εστίας» και γιατί;

ΜΕ αυτή τη βάση και μ’ αυτές τις προϋποθέσεις πιστεύω ότι η «Νέα Εστία», διατηρώντας τη φυ­ σιογνωμία της και την τόσο αναγκαία σύνδεσή της με τη νεοελληνική πνευματική μας παράδο­ ση, αλλά σήμερα και με τη ζωντανή ευρωπαϊκή


60/συνεντευξη παράδοση, πρέπει να εμμείνει στους καθαρά πνευματικούς σκοπούς της και να τους διευρύνει ακόμα περισσότερο. Επιδίωξή μας ήταν πάντα και είναι και σήμερα η φιλοξενία στις στήλες της συνεργασιών πνευματικών ανθρώπων (ποιητών, πεζογράφων, δοκιμιογράφων, μελετητών, κριτι­ κών κ.λπ.,) που να εκφράζουν ολόκληρο το πνευματικό και κοινωνικοπολιτικό φάσμα στον τόπο μας, αλλά και στο εξωτερικό. Αυτή η πολυ­ φωνία ιδεών, τάσεων, αντιλήψεων και προβλη­ ματισμών, που θα πρέπει να διευρυνθεί, αποτε­ λούσε πάντα και αποτελεί και σήμερα τον μόνιμο στόχο της «Νέας Εστίας». Και ας πούμε και κάτι άλλο ακόμα: αυτήν ακριβώς τη φυσιογνωμία της «Νέας Εστίας» είναι που εμπιστεύεται χρόνια τώ­ ρα το αναγνωστικό της κοινό και αυτή είναι που φέρνει κοντά της όλες τις φιλοσοφικές και λογο­ τεχνικές έδρες Πανεπιστημίων του εξωτερικού, που γίνονται συνδρομητές της, ακριβώς γιατί εκ­ φράζει με πιστότητα, συνέπεια και συνέχεια την πνευματική ζωή του τόπου μας. Κρατώ στα χέρια μου το τελευταίο σας βιβλίο «Τ.Σ. Έ λιοτ, "Η Ενότητα του Ευρωπαϊκού Πο­ λιτισμού” » που είναι μια μετάφραση τριών ραδιο­ φωνικών ομιλιών του Τ.Σ. Έ λιοτ, με εισαγωγικό δοκίμιο και σχόλια δικά σας.

ΠΙΣΤΕΥΩ πως ο Έλιοτ υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές - ή ίσως ο μεγαλύτερος του αιώνα μας. Βαθιά διορατικός και προφητι­ κός, έδωσε την αλλοτρίωση του ανθρώπου, που έβγαινε γυμνός και συντριμμένος από αχνίζοντα ερείπια, όσο κανένας άλλος. Προσωπικά έζησα τη νεότητά μου με την « Έ ­ ρημη Χώρα» του Έλιοτ, και τόσο ταυτίστηκα με την ποίηση αυτή, σαν να είχε γραφτεί μέσα από τη δική μου βίωση αυτής της ερημιάς. Διαλέγω μια φράση σας από το εισαγωγικό δοκί­ μιό σας που εκφράζει ακριβώς το νόημα αλλά και την ουσία αυτής της ελιοτικής ποίησης: «... Αυτή η κριτική όσφρησή του συνδυασμένη με μια εκλεπτυσμένη ηθική συνείδηση τον οδήγη­ σε στους σκληρούς και ανελέητους στίχους της “ Έρημης Χώρας” στους οποίους αποτυπώνονται ποιητικά η πνευματική και ηθική ερείπωση και ερήμωση της Ευρώπης κατά τον τερματισμό του Πρώτου Μεγάλου Πολέμου... Έτσι το σκλη­ ρό τούτο ποίημα της “ Έρημης Χώρας” (και ως μορφή και ως περιεχόμενο) στάθηκε ένα ποίημα διάλυσης και παρακμής». Είναι ήδη γνωστό πως από αυτή τη «Διάλυση και την παρακμή», γεννήθηκε η υπαρξιακή φιλο­ σοφία του μηδενός της δυτικής διανόησης. Εσείς, όμως, μπορέσατε να τεκμηριώσετε στα μελετήματά σας για τον Έλιοτ τη χριστιανική διάσταση του ποιητή, τη θρησκευόμενη συνείδη­ σή του, και αφού είσθε μελετητής αυτής της ιδιαί­ τερης και απείρως σημαντικής πτυχής του μεγά­ λου αυτού ποιητή, θέλω να σας ρωτήσω πώς ε­

ξηγείτε το φαινόμενο της χριστιανικότητας ενός ποιητή που δίνει με τόσο σκληρές ποιητικές συλ­ λήψεις την ερήμωση και την αλλοτρίω ση του αν­ θρώπου;

Ο Τ.Σ. Έλιοτ είναι αναμφισβήτητο ότι ως ποιη­ τής ξεκίνησε κυρίως με την «Έρημη χώρα» του (1922), έργο μηδενιστικό και διαλυτικό, με το ο­ ποίο μας έδωσε πιστά και ανάγλυφα την ερήμω­ ση και την ερείπωση της Ευρώπης της εποχής του, όπως ξεπεταγόταν μέσ’ από τις φλόγες και τα ερείπια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου. Και μας έδωσε ακόμη, στο οριακό αυτό ποίημά του, την ερήμωση και αλλοτρίωση του ανθρώπου της επο­ χής του αλλά και τις έρημες και άδειες από πίστη ανθρώπινες ψυχές. Ποτέ δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο Έλιοτ, με την αβυσσαλέα πνευματική δίψα που τον χαρα­ κτήριζε ως ελεύθερο πνευματικό άνθρωπο, πάλε­ ψε πολύ μέσα του καθώς ερχόταν σε επαφή με ό­ λα τα ιδεολογικά και πνευματικά ρεύματα του καιρού του. Εκείνα όμως τα ρεύματα που εδέσποσαν και πάλεψαν αποφασιστικά μέσα του, ή­ ταν ο χριστιανισμός και ο ινδουισμός. Αυτά τα δύο ρεύματα παλεύουν μέσα του και μέσα στο έρ­ γο του κατά τρόπο καίριο. Οι επιδράσεις είναι εμφανείς. Τελικά θα τον κερδίσει, και ως Ευρω­ παίο μεταφυτευμένο από την Αμερική και ως άν­ θρωπο, ο χριστιανισμός που θα επηρεάσει απο­ φασιστικά το έργο του, κυρίως αυτό που έγραψε μετά την «Έρημη Χώρα». Γιατί τον κέρδισε τελικά ο Χριστιανισμός;

ΓΙΑΤΙ αισθάνθηκε ο ποιητής ότι ο Χριστιανι­ σμός, αυτή η καθαυτό πνευματική και εξ αποκαλύψεως θρησκεία, γέμιζε αποτελεσματικά το μέ­ σα κενό του, την άβυσσο της ψυχής του και δια­ πίστωσε ότι μ’ αυτόν μπορούσε να υπερνικήσει το μηδενισμό του. Μονάχα έτσι μπορούμε να ερ­ μηνεύσουμε τη στροφή του Έλιοτ προς το Χρι­ στιανισμό. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνούμε και τις πνευματικές και καθαρά κληρονομικές κατα­ βολές του, αν λάβουμε υπόψη μας ότι πολλοί από τους προγόνους του στην Αμερική ήταν κληρικοί. Και στο προηγούμενο δοκιμιακό βιβλίο σας «Μύ­ ρο και Δάκρυ» αναζητάτε στους συγγραφείς που προσεγγίζετε (Έ λληνες και ξένους) τη χριστιανι­ κή διάσταση του έργου τους και αυτό το θεωρώ μια πρωτότυπη ερμηνεία ενός μελετητή και εξαι­ ρετικά σημαντική για τα Γράμματά μας. Μιλήστε μας γι’ αυτή τη θέση σας.

ΣΤΟΥΣ συγγραφείς που μελετώ σ’ αυτό το βιβλίο μου, ιδίως στους παλαιότερους (Παλαμά, Ψυχάρη, Καβάφη, Σικελιανό, Παπατσώνη, Κλωντέλ, Ουγκώ, Έλιοτ κ.λπ.), αναζητώ κυρίως τη μετα­ φυσική και πνευματική αγωνία τους και την από-


συνεντευξη/61 λήξή της. Γιατί πιστεύω ότι το μεταφυσικό πρό­ βλημα, με την υπαρξιακή του διάσταση, βρίσκε­ ται και σήμερα ακόμα σε πολύ σημαντική έκτα­ ση στο επίκεντρο των αναζητήσεων στη φιλοσο­ φία, στην ποίηση και στην πεζογραφία. Εδώ συγ­ γραφείς και φιλόσοφοι, που ξεκινούν στις έρευ­ νες τους από το μαρξισμό, που αποτελεί αναμφι­ σβήτητα ένα ισχυρότατο ρεύμα στην εποχή μας, καταλήγουν στο Χριστιανισμό, διαπιστώνοντας το κενό που αφήνει ο μαρξισμός στις καθαρά υ­ παρξιακές και μεταφυσικές αναζητήσεις του ση­ μερινού ανθρώπου. Παράδειγμα ο Ροζέ Γκαρωντύ. Αλλά και ποιος μπορεί να αγνοήσει την καθα­ ρά μεταφυσική και ακόμα χριστιανική διάσταση του έργου μερικών σπουδαίων δικών μας ποιη­ τών όπως τη Μελισσάνθης, του Νίκου Καρούζου ή του Τάσου Λειβαδίτη, για να μην αναφερθώ σε παλαιότερους πνευματικούς μας ανθρώπους ό­ πως ήταν ο Παπατσώνης και ο Κόντογλου; Ακό­ μα και αρνητικά αν ερευνήσουμε το θέμα, θα δια­ πιστώσουμε ότι και σε πολλούς παλαιότερους ποιητές μας η μεταφυσική αγωνία ήταν μια τυ­ ραννική και βασανιστική νότα του έργου τους χωρίς όμως ευνοϊκή απόληξη. Πρόχειρα μου έρ­ χονται στο νου ο Καρυωτάκης και ο Λαπαθιώτης. Ή μήπως το μεταφυσικό πρόβλημα δε βρι­ σκόταν στο κέντρο της πνευματικής δημιουργίας ενός Καζαντζάκη; Στο σημείο αυτό θα ήθελα να σας υπενθυμίσω αυτό που λέει κάπου ο Νίτσε: «Εάν θέλεις τη γαλήνη της ψυχής σου και την ευ­ τυχία, πίστευε. Αλλά σαν θέλεις να είσαι ένας α­ πόστολος της αλήθειας, τότε ψάχνε» και την α­ πάντηση που έδωσε ο Μωριάκ, ένας άλλος ανή­ συχος χριστιανός της Γαλλικής λογοτεχνίας, σε ερωτηματικό τόνο: «Αλλ’ αν τυχόν συμβεί αυτός που ψάχνει, να βρει αυτό που θέλει; Θα πρέπει μήπως να προσποιηθεί ότι δεν το βρήκε; Και αν αυτό που βρήκε είναι ο Σταυρός, κι αν η αγάπη του δώσει τη δύναμη να τον εγκολπωθεί, θα ντραπεί τάχα για την ειρήνη, για την ηρεμία του, για την αιμοστάζουσα γαλήνη του, που δίνονται σε όσους ανεβαίνουν πάνω σ’ αυτόν;». Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο ό­ ταν μελετώ το έργο Ελλήνων αλλά και ξένων ποι­ ητών και πεζογράφων, το πρόβλημα αυτό το με­ ταφυσικό δεν το παρακάμπτω, δεν το προσπερ­ νώ και δε στέκομαι μονάχα στην αισθητική αξία του έργου τους αλλά φιλοδοξώ να εισχωρήσω έ­ ως το βάθος της ύπαρξης κάθε κρινόμενου λο­ γοτέχνη.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ

Α π ’ τ ις Ε κ δ ό σ ε ις

GUTENBERG Σημειώνω τη φράση του Έλιοτ: «Τα κοινά στοι­ χεία για την Ενότητα του Ευρωπαϊκού Πολιτι­ σμού προϋπήρξαν της οικονομικής κοινοπρα­ ξίας». Αυτός ο μεγάλος προφήτης του αιώνα μας διείδε την Ευρωπαϊκή Ενότητα και μίλησε γι’ αυ­ τήν πολύ πριν γίνει πραγματικότητα. Εσείς που μεταφράσατε και δώσατε στο ελληνικό κοινό αυ-

σειρά «Λογοτεχνία για Νέους» απευθύ­ νεται κυρίωςσε ηλικίες από την εφηβική και πάνω, στοχεύοντας σε μιαν ουσια­ στικότερη εισαγωγή του νέου αναγνώστη στο σο­ βαρότερο διάβασμα, στο είδος του βιβλίου δηλαδή που θα τον συνοδεύει σ’ όλη του τη ζωή.

Η


62/συνεντευξη τά τα τόσο σημαντικά κείμενα του Έ λιοτ, πέστε μας τις απόψεις σας.

Ο ΕΛΙΟΤ αν και Αμερικανός την καταγωγή, με­ τά την εγκατάστασή του στην Αγγλία το 1915, πάνω στο βράσιμο δηλαδή του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, ενστερνίστηκε απόλυτα, ίσως και εξαιτίας των μετέπειτα καθαρά ευρωπαϊκών σπουδών του σε βάθος, το ευρωπαϊκό πνεύμα και το έκανε και δική του συνείδηση και μοίρα. Μ’ αυτή την έννοια προβληματίστηκε έντονα για το μέλλον της Ευρώπης, τόσο μετά τον Πρώτο όσο και μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Και αν η απόκρισή του μετά τον Πόλεμο του 1914-1918 υπήρξε ουσιαστικά η «Έρημη Χώρα» του, η απόκρισή του στον Δεύτερο Μεγάλο Πό­ λεμο του 1939-1945 υπήρξαν τα «Τέσσερα Κουαρτέττα» (ποιητικό έργο βαθιάς χριστιανικής υφής, που το είχε όμως αρχίσει πριν απ’ τον πόλεμο), και τα περισπούδαστα δοκίμιά του «Η ιδέα μιας Χριστιανικής Κοινωνίας», «Οι ευθύνες του λογο­ τέχνη» και «Η ενότητα του Ευρωπαϊκού πολιτι­ σμού», που συγκροτούν κατά την άποψή μου μια αξιοσπούδαστη τριλογία κριτικής του σύγχρονου Ευρωπαϊκού πολιτισμού με αναφορές σε πλούσια ιστορικά δεδομένα. Μετά τον Δεύτερο μεγάλο πόλεμο, ο Έλιοτ διαθέτοντας και τις πολύτιμες εμπειρίες του από τον Πρώτο, αναζητά τα κοινά σημεία του πολιτισμού στην Ευρώπη, για να καταλήξει και ως μελετητής της κοινωνικής βιολο­ γίας, όπως σημειώνει, ότι τα κοινά σημεία του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού ανάγονται στη χριστια­ νική παράδοση που δημιούργησε τον πολιτισμό στην Ευρώπη. Εδώ θα ήθελα να τονίσω ότι ο Έ ­ λιοτ συμφωνεί με τα συμπεράσματά του και τις διαπιστώσεις του μεγάλου Άγγλου ιστορικού και φιλοσόφου Άρνολντ Τόυμπη, στο περισπούδα­ στο έργο του «Μια σπουδή της ιστορίας». Έτσι με αυτήν την πεποίθηση ο Έλιοτ αισθά­ νεται την ανάγκη την επαύριο του πολέμου να α­ πευθυνθεί στους Γερμανούς, αλλά και στους πνευματικούς ανθρώπους της Ευρώπης γενικότε­ ρα, με τρεις ομιλίες του που θ’ αποτελόσουν αρ­ γότερα το εκτεταμένο δοκίμιό του «Η ενότητα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού». Το δοκίμιο αυτό αποτελεί μια σύντομη ανατομία του πολιτισμού στην Ευρώπη με αναφορές στην πολιτιστική της παράδοση, στα πνευματικά δημιουργήματά της, στις καταβολές τους, στην προοπτική για το μέλ­ λον. Είναι πράγματι συγκλονιστική η διαπίστω­ σή του: «Αν ο Χριστιανισμός εξαφανιστεί μια μέ­ ρα, τότε ολόκληρος ο πολιτισμός μας θα εξαφα­ νιστεί. Θα πρέπει τότε να ξαναρχίσετε με μύριους κόπους απ’ την αρχή, έχοντας υπ’ όψη ότι δεν μπορείς να βρεις έναν καινούργιο πολιτισμό, ό­ πως αγοράζεις ένα έτοιμο κοστούμι».

Γράφει ο Έλιοτ στην τρίτη ομιλία του: «Μονάχα ένας Χριστιανικός πολιτισμός θα μπορούσε να αναδείξει έναν Βολταίρο ή έναν Νίτσε. Δεν πι­ στεύω ότι ο πολιτισμός της Ευρώπης θα μπορού­ σε να επιβιώσει ύστερα από μια ολοκληρωτική ε­ ξαφάνιση της Χριστιανικής Πίστης. Και την πε­ ποίθησή μου αυτή τη διαμόρφωσα όχι μόνο επει­ δή εγώ είμαι χριστιανός, αλλά και ως μελετητής της κοινωνικής βιολογίας. Αν ο Χριστιανισμός εξαφανιστεί μια μέρα, τότε ολόκληρος ο πολιτι­ σμός μας θα εξαφανιστεί». Λόγια πολύ σημαντι­ κά, βγαλμένα από μια μεγάλη διάνοια που ηχούν κάπως παράξενα, θα έλεγα, μέσα στη σημερινή αδιαφορία της χριστιανικής πίστης. Μιλήστε μας εσείς που μελετήσατε το φαινόμενο αυτό στον Έ ­ λιοτ. Πώς θεμελιώνει ο ίδιος τη χριστιανική πί­ στη του; Πώς την «περνά» μέσα στο έργο του;

ΧΑΙΡΟΜΑΙ για τις ερωτήσεις που μου κάνετε γιατί δείχνουν μια βαθιά γνώση του έργου του Έ ­ λιοτ καθώς και το ότι περνάτε ίσως κι εσείς η ί­ δια από τον ίδιο προβληματισμό με εκείνον. Τα λόγια αυτά του Έλιοτ, όπως τα επισημαίνετε, έ­ χουν πράγματι μια βαρύτητα και μια αξία, όχι μονάχα ως ομολογία πίστης αλλά και ως διαπι­ στώσεις ψύχραιμες και αντικειμενικές που διατυ­ πώνονται σαν ένα «σήμα κινδύνου». Αυτό ακρι­ βώς με έκανε ν’ αποφασίσω τη μετάφραση του δοκιμίου τούτου, προκειμένου να παρουσιάσω στο ελληνικό κοινό ορισμένες βαρυσήμαντες πράγματι απόψεις του μεγάλου Άγγλου ποιητή και κριτικού οι οποίες, όπως διατυπώνονται, α­ ποπνέουν μια έντονη προφητική διάθεση, καθώς άλλωστε συμβαίνει και σ’ ένα μεγάλο μέρος του ποιητικού έργου του. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι, στις μέρες μας, σε ευρύτατα στρώματα λαού και εδώ στον τόπο μας και έξω από μας, υπάρχει το φαινόμενο αυτό της θρησκευτικής αδιαφορίας για το οποίο κάνετε λόγο. Η αδιαφορία όμως αυτή δε σημαίνει αθεϊσμό, δε σημαίνει αποδοχή του Μηδενός και του Τίποτα που συναντούμε στον Καζαντζάκη. Σημαίνει μια παραδοχή στα ενδότερα της ύπαρ­ ξης ανεκδήλωτη, βουβή πολλές φορές και αποξεχασμένη, η οποία όμως όταν έρθει η συγκεκριμέ­ νη ώρα, αναφαίνεται στην επιφάνεια και δίνει το παρόν. Πόσο έξοχα μας δίνει αυτήν ακριβώς την κατάσταση του σημερινού ανθρώπου ο Γιώργος Σεφέρης στον «Στρατή Θαλασσινό», όταν μας παρουσιάζει τη χριστιανική πίστη σαν ένα «σπυ­ ρί της άμμου που μικραίνει, μικραίνει» ή σαν ένα «κόμπο δάκρυ», και που τίποτα δεν είναι σε θέση «να καταλύσει αυτή τη στάλα μέσα στην ψυχή μας». Κι ας αναφερθούμε ακόμα στην αναζωπύ­ ρωση της κοιμισμένης χριστιανικής πίστης στα ανατολικά κράτη της Ευρώπης όπου οι λαοί .δια­ φύλαξαν την πίστη τους στη θρησκεία των πατέ­ ρων τους ύστερα από μια τόσο συστηματική και επίμονη αθεϊστική προπαγάνδα και διδασκαλία, που κράτησε τόσες δεκαετίες. □


ε

j t iA

ας διαβάζουμε και... ας ελπίζουμε ΓΧλ

ΣΤΕΛΙΟΥ ΡΑΜΦΟΥ: Φιλόσοφος και Θείος Έρως. Αθήνα, Τήνος, 1989.

Ράμφος συνδυάζει στα έργα του τις ακραίες μορφές των πά­ τριων ελαττωμάτων με τη ριζική τους μεταλλαγή σε αξιο­ θαύμαστα πλεονεκτήματα και πολιτισμικές συμβολές. Συνδυάζει τη δύναμη του ελληνικού λόγου να συνθέτει, να συγκερνά και να συμπυκνώνει μαζί με την παρεπόμενη επιδειξιομανία και τον αυτο­ θαυμασμό του. Ως τώρα, έχει δώσει στη γλώσσα μας μερικά από τα πιο σημαντικά, τα πιο επιβλητικά δοκίμια για τον Ηράκλειτο και τον Πλάτωνα. Μας έχει δώσει και κείνο το εξαιρετικό σύντομο κείμενο ανάλυσης του Ευαγγελίου Η απιστία του Θωμά που, αν διαβάζαμε περισσότερο, θα το είχαμε κάνει, μαζί με το βιβλιαράκι για την παραβολή του Ασώτου του Αρχιμανδρίτη Βασιλείου, αφε­ τηρία μιας νέας ερμηνευτικής σχολής. Μας έχει προσφέρει τέλος, την Παλινωδία του Παπαδιαμάντη, έργο που, παρά τις υφολογικές του εκζητήσεις, έχει δει με ευθυκρισία και αμεσότητα την κεντρική πηγή του παπαδιαμαντικού ρυθμού. Τούτο το βιβλίο του για το Συμπόσιον του Πλάτωνος και τους Ύμνους θείων ερώτων του αγίου Συμεών είναι ένα κορύφωμα φιλο­ σοφικής και καλλιτεχνικής ενόρασης. Ο Πλάτωνας ο φιλόσοφος και ο Συμεών ο άγιος γίνονται δυο ορόσημα, δυο πύλες προς την μία και την αυτή ουσία. Δεν έχει σημασία πώς θα την ονομάσουμε· άλλοι την είπαν μεταφυσική, άλλοι θρησκεία, άλλοι ιστορία. Ο Ράμφος την αποκαλεί «Θεό» και θεολογία, ή, αν θέλετε, μυστικό βίωμα και έκσταση, αναγωγή στον υπερουράνιο τόπο, ή στο πρό­ σωπο του Χριστού. Ο Ράμφος βλέπει πέρα από τον διχασμό του ελληνικού λόγου. Δεν θεωρεί πως ο χριστιανικός λόγος ήταν μια ρήξη με το λόγο των Ελλήνων φιλοσόφων, αλλά η αυτοφυής του εξέλιξη, η εγγενής του δυνατότητα. Για τούτο και συμπαρουσιάζει τον Πλάτωνα και τον Συμεών· τους συν-κεντρώνει, βρίσκει την ε­ νότητα των σημασιών τους, τη συνάφεια των προθέσεών τους. Παίρνει φράση-φράση το Συμπόσιο του Πλάτωνος· το αναλύει ε­ ξαντλητικά ως προς τις αναγωγές του: πού κάθε αντίληψη απολή­ γει, τί προϋποθέτει, πώς πραγματώνεται. Σπάνια ανάλυση πλατω­ νικού κειμένου είχε τέτοια απόλυτη ερμηνευτική αξία· και είναι ε­ πίσης, αξιοθαύμαστη η υγιής αντιμετώπιση του Πλάτωνος: χωρίς εξιδανικεύσεις, χωρίς φόβους, χωρίς μυστικιστικές εξάρσεις. Και καθώς αναλύει τον Πλάτωνα, εν παρόδω, διατυπώνει μερικές από

Ο

oyη


64/εττιλογη τις πιο οξυδερκείς παρατηρήσεις για τον Μαρσέλ Προυστ, λόγου χάρη, ή για τον φιλομόφυλο έρωτα. Ο Ράμφος βλέπει τα πάντα με μιαν αφ’ υψηλού ψυχραιμία. Δεν φοβάται να πει τα πράγματα με τ’ όνομά τους, δεν σοκάρεται. Προχωρά πίσω από τις ιδέες και τα συμπεράσματα: στο πού καταλήγουν και στο πώς διαμορφώνουν τη ζωή του ανθρώπου. ο ίδιο θα κάνει και με τον Συμεών άλλωστε αυτός είναι ο κατ’ εξοχήν φυσικός τους χώρος. Η εν Χριστώ αγάπη, ο έρωτας για το Θεό και πώς ο πλατωνικός έρωτας συγκροτεί οργανική ενό­ τητα μαζί του. Δεν θα ήθελα να επεκταθώ εδώ. Το να κρίνεις αυτό το σκέλος του βιβλίου, που είναι και τελικώς το πιο σημαντικό, θα πρέπει, νομίζω, να συμμερίζεσαι την πίστη του. Αν όχι, τότε θα μι­ λάς απλώς φιλολογικά και κάπως στον αέρα. Όλη αυτή η ανάλυ­ ση του Συμεών προϋποθέτει ένα κοινό βίωμα, ή να έχεις την ανά­ γκη του βιώματος αυτού. Ή επιπλέον ειδική προπαιδεία για να κρίνεις το θεολόγο, τον μυστικό ή τον άγιο. Είναι μερικά πράγμα­ τα όμως που πρέπει να τα χαρίζουμε στη σιωπή. Και ειδικώς όταν μας ξεπερνάνε. Ο Ράμφος, λοιπόν, ολοκληρώνει την ανάλυσή του καταδεικνύοντας τη σχέση αυτή του Πλάτωνα και του άγιου. Η ι­ δέα δεν είναι βέβαια πρωτότυπη, αν αυτό έχει κάποια σημασία. Στην αρχή του αιώνα την είχε ξαναδεί ο Solovyer, πού και πού την έχουμε ξανακούσει, αποσπασματικά και πάντως όχι με την ακε­ ραιότητα που μας την εκθέτει ο Ράμφος. Φαντάζομαι πως ένα πρό­ βλημα που για τόσες χιλιάδες χρόνια συζητείται, δεν είναι δυνατό να επιδέχεται οποιαδήποτε λύση. Έχω την εντύπωση όμως πως ο Ράμφος το επανατοποθετεί ως ένα μεγάλο βαθμό. Το ξαναβλέπει σε μια βάση πρακτική και όχι αφηρημένη, μεταφυσική ή φιλολογι­ κή, ως προς την αναφορά της στη μετοχή των θείων ενεργειών, και στον τρόπο που βιώθηκε από τους άγιους της βυζαντινής ανατο­ λής, προβάλλοντάς την ταυτόχρονα ως υπόδειγμα ζωής για τους μετεγενέστερους.

Τ

Ι

διαίτερα σημαντική είναι επιπλέον και η ανάλυση που επιχειρεί στο κεφάλαιο με τον τίτλο «Ο έρωςκαι η Δύσις». Ο τρόπος που παρακολουθεί το ιδεώδες του έρωτα μέσα στον Τριστάνο και την Ιζόλδη, τον Ρωμαίο και την Ιουλιέττα, την Ελοΐζα και Αβελάρδο, τον Βέρθερο ώς τα σύγχρονα μυθιστορήματα, μπορεί να ξαναδώσει ζωή στην εξαντλημένη λογοτεχνική κριτική· μπορεί να ξαναδώσει θέματα συζήτησης και διαλόγου. Υπάρχει τέλος και ένα άλ­ λο θέλγητρο στο λόγο του Ράμφου: το ύφος του. Η γλώσσα του τώ­ ρα είναι στρωτή, η φράση του πιο οικονομικά διατυπωμένη, χωρίς εκείνες τις σαρανταποδαρούσες προτάσεις των παλαιότερων βι­ βλίων του. Ο κοφτός λόγος του δίνει μοναδική ευλυγισία στη συλ­ λογιστική του και προσθέτει στα συμπεράσματά του ευκαμψία προσαρμογής. Ο Πλάτωνας, ο Πλωτίνος, ο άγιος Συμεών, ο έρως του φιλοσόφου και ο έρως του αγίου μιλούν την καθημερινή γλώσ­ σα, με τη φυσιολογική μας αναπνοή, είναι υπάρξεις ζωντανές και όχι ακαδημαϊκές συλλήψεις σαν τις ερωτικές φιλοφρονήσεις του Χρήστου Γιανναρά, που έχει μοναδικό προνόμιο να αποστεώνει δια παντός ό,τι κι αν πιάσει στα χέρια του. Αυτό είναι το ύφος και το ύψος του ελληνικού λόγου στη φιλοσοφία. Πριν από αυτόν, υ­ πάρχει ο ξύλινος ακαδημαϊσμός, και μετά από αυτόν, η βαρετή φλυαρία. Ο Ράμφος εδώ βρήκε τη χρυσή τομή ώστε η γλώσσα του να αποκτήσει τη συμμετρία εκείνη που επιτρέπει την άνθηση των σημασιών. Και αυτό, δεν είναι από τα μικρότερα πλεονεκτήματα του έργου. Αυτή είναι μια σύντομη περιγραφή του βιβλίου. Δεν μπορούμε να


επιλογη/65 κρίνουμε συνολικά τον Ράμφο ως θεολόγο και ως φιλόσοφο. Ο κριτικός ενός βιβλίου δεν είνάι ταυτόχρονα και ο απόλυτος κάτο­ χος του μηνύματος του. Κριτική σημαίνει έρευνα μέσα στο ίδιο το βιβλίο. Και μια καλή έρευνα είναι έρευνα, έλεγχος και μελέτη δια βίου. Είναι τόσο σημαντικό να βρίσκεις κείμενα συντρόφους μιας ολόκληρης ζωής, που θα σου παραστέκονται ακόμα κι όταν σβή­ σει ο θόρυβος των εντυπώσεων. Ο Ράμφος μας έχει δώσει τέτοια βιβλία μέσα από τα οποία ο ελληνικός λόγος θα ξανακερδίσει ένα μεγάλο μέρος της χαμένης του σημασιολογίας και θα αποκτήσει την ικανότητα να απαντά στα σύγχρονα αιτήματα. Γιατί εδώ βρί­ σκεται το κύριο πλεονέκτημα και το βαρύτατο κρίμα του συνολι­ κού του έργου. αναγνώστης των βιβλίων του υφίσταται από την πρώτη πρώ­ τη αράδα μιαν ακάθεκτη επίθεση καταφάσεων. Ο Ράμφος ξέ­ ρει- δεν ψάχνει. Ο απλός, μέσος αναγνώστης - τι βολική αφαίρε­ ση της ημιμάθειας, στ’ αλήθεια! - γρήγορα κουράζεται, εξαντλεί­ ται, σχεδόν εκμηδενίζεται. Ο Ράμφος πιστεύει και ζει στην πληρό­ τητα της πίστης. Ο κόσμος του είναι κατανοητός, τα πράγματα, οι σημασίες, οι καταστάσεις έχουν τη θέση τους μέσα σε μια ιεραρ­ χία αξιών. Ο αναγνώστης είναι συνήθως «άπιστος» ή αμφιβάλλειή δεν πιστεύει με το ίδιο πάθος. Ζει στην αποσπασματικότητα του επίκαιρου. Ο Ράμφος είναι φιλόσοφος, ενώ τον διαβάζουν δημο­ σιογράφοι. Βλέπει στο βάθος και στο πλάτος των εννοιών, ενώ αυ­ τοί αρκούνται στη χρηστική τους αποτελεσματικότητα. Όμως, φταίει και ο ίδιος. Ό πω ς ο Πλάτωνας, ο Ράμφος έχει ένα όραμα: το όραμα της ιδεώδους πολιτείας. Και είναι από τους λίγους Έλλη­ νες που έχουν ακόμα οράματα. Οι πιο πολλοί σκέφτονται, λιγότεροι ονειρεύονται, ακόμα λιγότεροι δρουν και οι ελάχιστοι οραματί­ ζονται. Και μέσα από αυτήν την κατάσταση της οραματικής χά­ ρης, θεωρεί απαραίτητο να μιλήσει για όλα τα προβλήματα που α­ πασχολούν τον τόπο μας. Για το γλωσσικό, για το τονικό σύστη­ μα, για την εκπαίδευση, για τη μόρφωση, για την παράδοση, για τη μουσική, για τη λογοτεχνία, για την τηλεόραση, για τα βιβλία του δημοτικού, του Γυμνασίου και του Λυκείου και δεν θυμάμαι για τί άλλο ακόμη. Είναι ένας αληθινός μαθητής της Πολιτείας και των Νόμων, που επιχειρεί να συστήσει μια καθολική γλώσσα κι έ­ ναν γενικό κώδικα συμβίωσης. Από εδώ βέβαια και πέρα «ομοιά­ ζει τη μάνα του Κίτσου, η οποία ωσάν γυναίκα ενθυμείται και κλαίει τα χρυσά τα άρματα και τα αργυρά τσαπράζια και στολίδια του Κίτσου και δεν ενθυμείται ότι χάνει του υιού της τα νιάτα και την παλληκαριά» (Αντ. Φατσέας).

Ο

ύριο σημείο των ιδεών που προπαγανδίζει με κάθε τύμπανο και κλαρίνο είναι η σχέση του σύγχρονου Έλληνα με την πα­ ράδοση, η αξία αυτής της παράδοσης και της ελληνικής γλώσσας. Είναι από τους βασικότερους εκπροσώπους ενός ολοκληρωτικού ελληνοκεντρισμού, από τους κυριότερους εισηγητές της ιδέας της «νεοελληνικής ταυτότητας» ως υποκατάστατο, φαντάζομαι, της αστυνομικής, ή του διαβατηρίου. Και είναι πραγματικά περίεργο πώς ένας τόσο ευαίσθητος άνθρωπος πλημμυρίζει το όραμά του με κάτι απροσδόκητες φολκλορικές και κάπως ακαλαίσθητες, τουτέστιν κακόγουστες, απόψεις που θρυμματίζουν την πληρότητα της προσπάθειάς του και τη μετατρέπουν σε σαλονίστικη εκκεντρικότητα. Οι Έλληνες βασανιζόμαστε από τον εαυτό μας- σαν να μη μας αρέσει, σαν να μη μας πάει κι αποφασίζουμε αντιδρώντας να παραπαινευτούμε και να αλληλολιβανιζόμαστε. Από συστάσεως νεο-

Κ

ΤΑ ΠΡδΤΑ ΜΟΥ Β ΙΒ Λ ΙΑ Δ. ΣΤΙΚΑ

Οι καλοκαιρινές μου διακοπές Δ. ΣΤΙΚΑ

Το βιβλίο μου. Γία να παίζω και να μάθω (τόμοι A '-Β') π. ΔΑΡΑΚΗ

Η τεμπελομαρία Π. ΔΑΡΑΚΗ

Όνειρα στο Πετροχώρι Ε. BLYTON

Τα κόκκινα καρότα του Μπάρμπα Αρκούδου Ε. BLYTON

Τα καινούργια παπούτσια του Μπάρμπα Κούνελου Ε. BLYTON

0 θησαυρός του Μπάρμπα Κούνελου Ε. BLYTON

0 Μπάρμπα Αλεπούδος πηγαίνει στην αγορά Ε. BLYTON

0 Μπάρμπα Κούνελος και το φεγγάρι Ε. BLYTON

Το καινούργιο σπίτι του Μπάρμπα Αλεπούδου Φιγούρες Καραγκιόζη

GUTENBERG

____ ____ _ Γ


66/επιλογη ελληνικού κράτους ως σήμερα, σχεδόν επιβλήθηκαν στην ιδεολο­ γική μας αγορά αυτά τα περίεργα εθνικιστικά και ελαφρώς αρχο­ ντοχωριάτικα τραλαλά, που θόλωσαν τα νερά του πραγματικού ε­ θνικού μας ζητήματος και λοξοδρόμησαν τον προβληματισμό μας σε εκείνες τις αιγαιοπελαγίτικες και εσχάτως βυζαντινοσοσιαλιστικές γραφικότητες. Ο Ράμφος και δυο τρεις άλλοι, αποφάσισαν να μας προμηθεύσουν και τους «κακούς», που θέλουν να μας κά­ νουν να ξεχάσουμε την παράδοση και τη γλώσσα μας. Οι δυτικοί είναι οι κακοί, όπως στα γουέστερν δηλαδή, ή μήπως, άραγε στη φιλοσοφική του αναγωγή, όπως στα κοσμογονικά συστήματα των Μανιχαίων; Ο Ράμφος έχει μάλιστα από καιρό περάσει κάθε όριο· μαζί του, νιώθουμε κάπως σαν την περιούσια φυλή με την ανώτερη παράδο­ ση, γλώσσα, θρησκεία, τιμητές των πάντων, καταδιωγμένοι απ' ό­ λους, το κέντρο του σύμπαντος δηλαδή, μοναδική μέριμνα των δυ­ τικών, αλλά όχι δυστυχώς των Ζουλού ή των Παπούα. Αιγαίο, Εκ­ κλησία, Γλώσσα, Ελλάδα, αυτογνωσίες, ταυτότητες και τα συνα­ φή, είναι οι καραμέλες που πιο πολύ πιπιλάμε κατά τα μετά το 1930 χρόνια. Δύο είναι οι πηγές απ’ όπου διοχετεύονται· το κράτος και οι διανοούμενοι. Έτσι, ο λαός έχει αφεθεί ν’ αντιμετωπίσει την πολιτισμική επιμονή της δύσης μόνος και αβοήθητος. Από εκεί και πέρα δεν πρέπει να αναρωτιόμαστε ούτε γιατί οι Έλληνες δεν δίνουν σημασία στους νόμους, ούτε γιατί δεν διαβάζουν τα βιβλία των διανοουμένων τους. « Α νατολή, Ανατολή», αναστέναζε ο Κολοκοτρώνης, «σου χ Υ . στέλνω περιστέρια και μου τα γυρίζεις καλιακούδες». Έτσι κι εμείς· αντί ν’ αντιμετωπίσουμε την πρόκληση, ξαναγυρνάμε στην παιδική μας κούνια, πιπιλάμε το δάχτυλό μας, απόλυτα πε­ πεισμένοι πως εμείς είμαστε οι σωστοί και καλά είμαστε εδώ που είμαστε. Ο Πλάτωνας, άλλωστε, δεν το είπε πως μένουμε τα «αιώ­ νια παιδιά», ασχέτως βεβαίως αν εμείς αισθανόμαστε μωρά. Μέσα σε αυτόν τον κύκλο, που σήμερα κυριαρχεί για πολύ ευ­ νόητους λόγους, του συντηρητικού εθνικισμού, ο Ράμφος έχει αναλάβει τον ρόλο του Αγιατολάχ Χομεϊνί, αποδεικνύοντας πόσο κο­ ντά ρέουν κάποια ποτάμια του Χριστιανισμού με τους παραπότα­ μους του Ισλάμ στο φανατισμό και στην υβριστική αυτοπεποίθη­ ση. Ο Ράμφος έχει περιορίσει τον κύκλο εφαρμογής του χριστιανι­ σμού. Από βυζαντινό, τον κάνει ελλαδικό και από πολύγλωσσο, μονοφωνικό. Όμως, στο Άγιον Όρος δεν υπάρχει μόνον η μόνη Εσφιγμένου. Αν θέλουμε ν’ αντιμετωπίσουμε τη Δύση, δεν θα μιλά­ με για την ανωτερότητά μας, λόγια που ταιριάζουν μόνο σε όσους αισθάνονται μειονεκτικά, αλλά θα μιλήσουμε συνθετικά, αφο­ μοιώνοντας, υπονομεύοντας. Θα κάνουμε δηλαδή αυτό που έκανε πάντα ο ελληνισμός- θα κλέβουμε τις καλές ιδέες και τα ωραία ο­ νόματα όπου κα αν βρίσκονται. Αλλά αυτό ήταν το προνόμιο εκεί­ νων των ανθρώπων· έψαχναν παντού, βρίσκονταν παντού, σημασιοδοτούσαν τα σύμβολα των διαφορετικών πολιτισμών εκ νέου, τοποθετώντας τα μέσα στη δική τους ερμηνευτική φορά. Αν κλει­ δωνόμαστε στ’ αρχοντικά μας, γινόμαστε απλώς κακοί αντίπα­ λοι· ούτε καν αντίπαλοι δηλαδή, αλλά απλώς «ενδιαφέρουσες ε­ ξαιρέσεις». Ράμφος ξαναδίνει ζωή στις σημασίες· το πρόβλημα όμως εί­ ναι πώς επιλέγει τις πιο αμφίβολες, τις λιγότερο βιώσιμες. Και ενώ επιπλέον φαινόταν πως επιχειρούσε μιαν επανασύνταξη του ελληνικού λόγου, το ανασυνταγμένο στράτευμα τράπηκε σε φυγή και σε τρομαγμένη υποχώρηση. Ο Ράμφος παραγνώρισε το

Ο


επιλογη/67 γεγονός ότι κύριος αποδέκτης των γραπτών δεν είναι οι αληθινά μορφωμένοι που γνωρίζουν το πρόβλημα και τον τρόπο που τίθε­ ται, αλλά οι χρησιμοθήρες. Εκείνοι που θα αρπάξουν μιαν ιδέα και θα την κάνουν καταναλωτικό αγαθό. Οι δοκισήσοφοι πολιτικοί, οι αυτοθαυμαζόμενοι κανταδόροι, οι επαγγελματίες διανούμενοι και πάνω απ’ όλους η κρατική μηχανή που ακόμα και μια σωστή ιδέα μπορεί να την κάνει σφραγίδα νομιμοφροσύνης και υποταγής. Τέ­ τοια όμως αφέλεια, δεν την συγχωρεί των Ιδεών η πόλη. Οι νέοι μας κλωτσούν, όχι γιατί είναι χαζοί, αλλά γιατί τους επιβάλλουμε κάτι που δεν καταλαβαίνουν που δεν έχουν υποψιαστεί την ανά­ γκη του. Και αντί να αναλάβουμε το ρόλο του εξηγητή με μετριο­ φροσύνη και απλότητα, αποφθεγγόμαστε από καθέδρας με αντί­ χριστη έπαρση και αλαζονεία. Και όσοι, πιστεύουν στα λόγια μας, τους είναι μόνο κελύφη ιδεών που αύριο είτε θα τα εγκαταλείψουν είτε θα τα απολιθώσουν σε μιαν ασήμαντη τυπολατρεία. Από εκεί και πέρα, ίσως σύντομα ξεκαθαρίσει το ποιος πραγματικά υπονό­ μευσε τον ελληνικό λόγο, το ποιος περιόρισε το βεληνεκές των ση­ μασιών του, το ποιος τον κατέστησε άγονη άσκηση ύφους και α­ καδημαϊκή συζήτηση. Μια παροιμία λέει πως «ο φρόνιμος οντέ σφάλλει, σφάλλει για καλά». Κάποιος κάποτε θα πρέπει με προσοχή να κορφολογήσει από τα έργα του Ράμφου τις ζωντανές του διαπιστώσεις και τους επιβιώσιμους συλλογισμούς· να καταρτίσει μια χρηστομάθεια και να την προσφέρει στον τόπο μας σαν δώρο εθνικό κι επομένως παγκόσμιο. Από αυτήν θα πρέπει να λείπουν όλες εκείνες οι παρά­ δοξες και ανθελληνικές αντιλήψεις που αποτελούν τις αυστηρά προσωπικές του επιλογές. Και πρέπει να φανεί πως όλα ταύτα τα αντιδυτικά κομπλιμέντα στον παιδισμό μας, όλη αυτή η εξιδανικευμένη βυζαντινολατρεία της αυτοκολακείας μας, δεν είναι παρά αμαρτίες μιας καρδιάς που αγάπησε πολύ, ή, πιο ρεαλιστικά, μιας γενιάς που, ενώ βασανίστηκε από την αυταρχική νοοτροπία, έμει­ νε δια παντός δέσμιά της. Ράμφος είναι ένας εξαιρετικά ιδιοφυής στοχαστής· πιθανώς, μια μεγαλοφυΐα από αυτές που άπαξ του αιώνος εμφανίζονται σε μια γλώσσα. Και επειδή είναι δημιουργικός, παίζει με τις απο­ χρώσεις των ιδεών του. Είναι ποιητικός στην έκφραση, λεπταίσθη­ τος στις επισημάνσεις του, έχει τη θαυμάσια ικανότητα να αποδί­ δει την πληρότητα ύπαρξης μιας ιδέας, ή μιας κατάστασης. Ο ί­ διος, ίσως, το ερμηνεύει ως θεία χάρη κι ευλογία· δεν έχει σημασία. Απ’ όπου κι αν προέρχεται αυτό το χάρισμα, το σπαταλάει, το μυστικοποιεί, το συσκοτίζει. Κι ενώ θα ήταν ο μόνος, μαζί με τον Ζήσιμο Λορεντζάτο, που θα μπορούσε να αποκαταστήσει στη δυνα­ μική του συνέχεια την ενότητα του ελληνικού λόγου και πολιτι­ σμού και να τον ρίξει επί ίσοις όροις στον δημοκρατικό ανταγωνι­ σμό της ευρωπαϊκής πολυεθνίας, του ψαλίδισε τα φτερά ανεπα­ νόρθωτα και τον έκανε να χαμοπετάει και να βατεύεται από πολι­ τικάντηδες και ακαδημαϊκούς της δεκάρας. Ό πω ς και να το κάνουμε, είμαστε ένα έθνος με παραπλανημέ­ νες μεγαλοφυΐες. Μας δέρνει και μας στραγγίζει η μετριότητα. Ο Ράμφος και το έργο του στην κοινωνική και πολιτισμική του προο­ πτική είναι μια χαμένη ευκαιρία για τον τόπο μας. Μια ευκαιρία επαναπροσδιορισμού της θέσης μας μέσα στην ιστορία, χαμένη ο­ ριστικά γιατί παραγνώρισε την ιστορία. Μας αφήνει όμως εδώ κι εκεί παρήγορες ιδέες και προοπτικές που Κύριος οίδεν πότε και πώς θα ευδοκιμήσουν. Ως τότε, ας διαβάζουμε πάλι και πάλι τα βι­ βλία του και ας ελπίζουμε. · ΒΡΑΣΙΔΑΣ ΚΑΡΑΛΗΣ

Ο


68/επιλογη

«...κι αν χαμηλός ο τόπος σου, φτερά έχεις, Μεσολόγγι» Γ~Γλ

Μ εσολόγγι 1830-1990. Σύνταξη-Επιμέλεια: Γιώργος Ιω. Κοκοσούλας. Π ρόλογος: Σπόρος Κανίνιας. Σε λ. 224, 4ο. «Όμορφη, πλούσια κιάπαρτη και σεβαστή κι αγία...»

μας ποιητής με πέντε επίθετα στη σειρά έδωσε όλο το μεγαλείο και το κάλλος του Μεσολογγίου, απλά, επιγραμμα­ Ο εθνικός τικά κι ανεπανάληπτα. Ύστερ’ από 166 χρόνια ένας ευαίσθητος Μεσολογγίτης, ο Γιώργος Ιω. Κοκοσούλας, αποθανάτισε το Με­ σολόγγι με τον δικό του τρόπο. Ένα Μεσολόγγι, βέβαια, με όλες τις ομορφιές και τις πληγές, που προξένησε η φθορά του χρόνου κι ο πολιτισμός πάνω στο δοξασμένο κορμί του. Μέσα στις 224 σε­ λίδες ενός λευκώματος 22x31, με αντιπροσωπευτικά κείμενα και με 630 φωτογραφίες και πίνακες εποχής μάς δίνει τη ζωή «της πο­ λιτείας του νερού» στη διαδρομή των 160 χρόνων της. Μέσ’ από τις σελίδες του πολυτελέστατου λευκώματος του Γ.Ι. Κοκοσούλα προβάλλει ο πλούτος της πολιτιστικής παράδοσης καθώς και οι μοναδικές φυσικές καλλονές του ιδιότυπου χώρου, έτσι όπως ήταν κάποτε και όπως έχουν μείνει, ύστερ’ από τη λαί­ λαπα του σύγχρονου ανανεωτισμού! Και με τον τρόπο του ο συντά­ κτης, που πονάει τον τόπο του, προτείνει λύσεις για την αντιμετώ­ πιση του τεράστιου προβλήματος της προστασίας του περιβάλλο­ ντος και της διατήρησης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, σε μια εποχή που ο καταναλωτισμός και η «τουριστική αξιοποίηση» ισοπεδώνουν και τσιμεντώνουν τα πάντα. υτυχώς για την Ιερή Πόλη, διατηρούνται ακόμα πολλά ανέπα­ φα ή σε κατάσταση που μπορούν να ξαναπάρουν την πρώτη τους μορφή, αν υπάρξει η βούληση των υπεύθυνων, και που μπο­ ρούν να ενταχθούν στη σύγχρονη ζωή και να έχουν λειτουργικότη­ τα. Βέβαια δεν ισχυρίζεται κανένας πως θα γυρίσουμε πίσω και θα μπορέσουμε να ζήσουμε όπως ζούσαν οι παλιοί κι οι αρχαίοι πρό­ γονοί μας. Αλλά και να συγκεντρώνουμε, ό,τι έχει απομείνει στα μουσεία, για να τα βλέπουν οι ξένοι όλα μαζί ή για να τα συντηρή­ σουμε και να τα διαφυλάξουμε, δεν είναι λύση. Θα καταντήσουμε έτσι μια γερασμένη χώρα συνταξιούχων και μουσειακή! Η λύση εί­ ναι τα εντάξουμε ό,τι μπορεί ν’ αποκτήσει λειτουργικότητα στη σύγχρονη πραγματικότητα, ό,τι κάνουν δηλαδή οι Τράπεζες! Κι αυτό να γίνει μέριμνα και στόχος του καθενός μας. Έτσι μόνο θα μπορέσουμε να συνδεθούμε με το παρελθόν, να ξαναβρούμε τις ρί­ ζες μας και -για τί ό χ ι;- τη χαμένη μας ανθρωπιά. Λοιπόν, για να ξαναγυρίσουμε στο θαυμάσιο λεύκωμα του Γιώρ­ γου I. Κοκοσούλα, μέσα στις πολυτελείς σελίδες του προβάλλουν με την παρθενική τους ομορφιά τοπία σύγχρονα και περασμένης ε­ ποχής, αμέριμνες πελάδες, αφημένες στα λικνίσματα του κυμάτου, βαρκούλες να πλέουν στη χιλιοτραγουδισμένη λιμνοθάλασ­ σα, ο θρυλικός Ανεμόμυλος, τα δοξασμένα νησιά, η Τουρλίδα, η «τρίκορφη Βαράσοβα», ο Αη-Συμιός με την απαράμιλλη ομορφιά, του τρούλο του, το τρένο στο σταθμό, στο Γαλατά, στο Κρυονέρι,

Ε

Μυ,KCJ.


επιλογη/69 τραγικές ομορφιές, ρημαγμένες μνήμές μιας αλλοτινής ζωής πιο ανθρώπινης και πιο σωστής... κείνο όμως που συγκινεί και προβληματίζει περισσότερο είναι η φωτογραφική παράθεση των σπιτιών του Μεσολογγίου κι ό­ λων των παραδοσιακών κτιρίων με τη νεοκλασική αρχιτεκτονική, πολλά από τα οποία σώζονται ακόμα σε άριστη κατάσταση. Έτσι απολαμβάνουμε αριστουργηματικές προσόψεις πέτρινων, πανέ­ μορφων σπιτιών, εκκλησιών, δημοσίων οικοδομημάτων, λόντζες με κεραμοσκεπή, κεραμιδένιες στέγες, κιγκλιδώματα, αυλές, μπαλκονάκια που αγναντεύουνε στο ξέφωτο, παράθυρα ντροπα­ λά, πόρτες χαρακτηριστικές, δρομάκια πανέμορφα, πέτρινες α­ σβεστωμένες σκάλες με γλαστρούλες φτέρη, μελισσόχορτο και νάρκισσο, θαυμάσια διακοσμημένες οροφές και υπέροχα εσωτερι­ κά αρχοντικών..,. Περήφανα αρχοντικά δεσπόζουνε και επιβλητικοί ναοί, πεζού­ λια με ολάνθιστα γεράνια και βασιλικούς, πλατείες, δρόμοι ανοίγουνε καλόδεχτοι και πλήθη κόσμου, νέοι, γέροι, ώριμοι και παι­ διά, όλη η αείρροη ζωή στο πόδι, όλη η ζωή στις εορτές, στα ζόδια, στην απλή καθημερινότητά της αναβρύζει από παντού «σ’ γη σ’ ουρανό, σε κύμα...» σ’ όλο το μάκρος και το πλάτος... Η ζωή στο «μικρό αλωνάκι», ολοένα πορεύεται τον τραχύ αιώνιο δρόμο της καθημερινότητας και της βιοπάλης. Όμω ς η Πύλη, οι προμαχώνες και οι ντάπιες, τα μνημεία στα Ηρώα, ο Ανεμόμυλος, τα δοξασμένα ^ησόπουλα, η Αγία Παρασκευούλα, ο Αη-Συμιός, εικόνες εξαγνισμένης πια μορφής ζωής επιζούν κι επιμένουν να φωτίζουνε την άχαρη ζωή μας, την πεζή και να μπερδεύουμε το όνειρο με την πραγματικότητα, να μας κεντρί­ ζουν βασανιστικά τη μνήμη, να μας ελέγχουν. Και μες στη σκονι­ σμένη ερημιά του νου «η ψυχή πικρότερα αγροικά τον πόνο της καρδιάς της: εκεί βλέπει τι έχασε, τι έχει, τι της πρέπει...»

Ε

ο λεύκωμα πλαισιώνεται και με κείμενα, που ο συντάκτης θε­ ώρησε αντιπροσωπευτικά, που μιλούν για το Μεσολόγγι και δίνουν τη δική τους διάσταση στο θέμα. Ο πρόλογος του Σπύρου Κανίνια είναι κατατοπιστικός και οι σελίδες 11-45, που ακολου­ θούν, αναφέρονται λεπτομερειακά στο χώρο της Ιεράς Πόλεως και μιλούν για το Σήμερα, το Χτες και το Αύριο, όπως το οραματί­ στηκε ο Γιώργος Κοκοσούλας. Επίσης το φωτογραφικό υλικό συ­ μπληρώνεται και διευρύνεται και με κείμενα Κ. Παλαμά, Α. Καρκαβίτσα, Γ. Βλαχογιάννη, Ρήγα Γκόλφη, Αντώνη Τραυλαντώνη, Μ. Μαλακάση, Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου κ.ά. Το Μεσολόγγι ζει και θα ζει όχι μόνο μέσα στις καρδιές των Μεσολογγιτών, αλλά στην καρδιά και τη μνήμη όλου του κόσμου, γιατί το Μεσολόγγι ανήκει στην αιωνιότητα, ανήκει σε όλους εκεί­ νους που αγωνίζονται για τη λευτεριά και τη δικαιοσύνη, σε όσους αγαπούν με πάθος την ελληνική ομορφιά, όπως την αγάπησαν οι «Ελεύθεροι πολιορκημένοι» του Σολωμού κι ο Άγγλος ποιητής ο Λόρδος Βύρων. Ζει και θα ζει και την κάθε αυγή της ιστορίας και του πολιτισμού θα καθρεφτίζεται πεντάμορφο, μελαγχολικό και πολυδιάστατο, στα ήσυχα, ποιητικά νερά της λιμνοθάλασσάς του· κάι θα μιλάει με τους παλαμάδες του, τους ήρωες τους ταπεινούς και τους επώνυμους, με τους ποιητές και τους ζωγράφους του για τα περασμένα μεγαλεία του και για τη δόξα! Και θα ξυπνάει από το λήθαργο και τον αργό θάνατο τον κόσμο της ανημποριάς, της κοντόφθαλμης πολιτικής και της αδιαφορίας.

L, ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ MARY HOOPER ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΗΣ EMMΑΣ

KS1TA mes ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ

Τ

ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ

j lU YOUNG ΑΡΧΗ ΜΙΑΣ

ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑΣ

Gutenberg


70/επιλογη

ποιητική ευαισθησία και σκληρή πραγματικότητα ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΙΖΟΠΟΥΛΟΥ: Τα Ποιήματα. Πρώτος τόμος. Επιμέλεια έκδοσης: Καθηγητής Χρίστος Α. Τσολάκης. Κατερίνη, Δ η μ ο τ ικ ή Β ιβ λ ιο θ ή κ η Δ ή μ ο υ Κ α τ ε ρ ίν η ς , 1990. Σελ. 195.

κατά την Ελύτεια άποψη «η πρώτη αλήθεια είναι ο θάνα­ Α ντος», τότε η ποίηση είναι η μόνη που μπορεί να τον ξεπεράσει με το μοναδικό της προνόμιο να μας εισάγει σ’ ένα διαφορετικό κόσμο, να βιώνουμε κάποτε το απροσδόκητο. Η ανάγνωση των ποιημάτων του Γιώργου Ριζόπουλου συγκε­ ντρωμένων σ’ ένα φιλολογικά αλλά και αισθητικά άρτιο τόμο, που παρουσιάστηκε στα 1990 από το Δήμο Κατερίνης στην προσπά­ θεια μιας γενικότερης συμβολής στην πολιτιστική κίνηση, πιστο­ ποιεί τη θέση ότι η ποίηση μπορεί να ζήσει σ’ όλες τις εποχές ακρι­ βώς γιατί βρίσκεται πέρα απ’ το χρόνο. Ο ποιητής γεννήθηκε στα 1935 και πέθανε στα 29 του τον Οκτώ­ βριο του 1964 χτυπημένος από αμερικάνικο αυτοκίνητο. Ένας πε­ ρίεργος θάνατος στερεί την ποίηση και τη δημοσιογραφία από έναν εκλεκτό της εργάτη. Ο Γ.Ρ. είχε προλάβει να δημοσιεύσει κοινωνι­ κά άρθρα «καταλυτικά», να παρουσιάσει κριτικές βιβλίου από την «Επιθεώρηση Τέχνης», να ανθολογηθεί νεότατος στην ποιητική ανθολογία του Ηρακλή και του Ρένου Αποστολίδη, να δημοσιεύσει χρονογραφήματα, διηγήματα κι ένα σπάνιο «Οδηγό δημοσιογρα­ φικού ύφους» - όπου, σημειώνει ο επιμελητής της έκδοσης, κωδικοποιούνται οι κανόνες που εξασφαλίζουν γλωσσική ομοιομορφία στη σύνταξη εφημερίδων και περιοδικών - να βραβευτεί σε διαγω­ νισμό χρονογραφήματος και διηγήματος. Η Ένωση Συντακτών Α­ θηναϊκού Τύπου προκήρυξε διαγωνισμό εις μνήμην του με θέμα την «ετεροδικία». «Δεν υπήρχε θεσμός που ο ίδιος να μισεί περισ­ σότερο απ’ αυτόν», δηλώνεται στο δελτίο της ΕΣΑΤ. «Η συμβολή μας στην κατάργηση του μισητού αυτού θεσμού θα αποτελέσει τον καλύτερο φόρο τιμής στη μνήμη του». ο έργο του που εκδίδεται σε δύο τόμους (ποιήματα-πεζά) εντυ­ πωσιάζει με την πρώιμη ποιητική του ωριμότητα. «Η λύρα του», σημειώνεται στην εξαιρετικά συγκροτημένη εισαγωγή, «εί­ ναι πολύχορδη, πολύφωνη, πολύτονη, πρωτεϊκή, πολύχρωμη, κά­ ποτε στοχαστική». Πολλές φορές ο τόνος της γίνεται επαναστατι­ κός, ηρωικός: «Τίποτα σαν παλεύει δεν χαλιέται.../όλα θα ’ρθουνε πίσω κι όλα πά λι/ στην κορυφαία θα φτάσουνε πηγή τους/Κι όλοι μαζί μοχτώντας κι αγαπώντας/τα χτεσινά μας όνειρα θα δούμε/ στο φως που ξημερώνει αναστημένα» (Λεβέντικο). Οι ποιητικοί οραματισμοί του Γ.Ρ. έμειναν για 24 ολόκληρα χρό­ νια στη σιωπή. Ίσως γιατί ισχύει η αλήθεια κάποιων τεμαχισμένων στίχων: «Δεν είναι εποχή αυτή για ποίηση/σαν πάει κάτι να γραφτεί/είναι ωσάν να γράφονταν από την άλλη μεριά/αγγελτηρίων θανάτου»... Μπορεί ακόμα γιατί μέσα από τα ψελλίσματα του α­ κρωτηριασμένου λόγου του Εγγονόπουλου να αποκαλύπτεται και τούτη η αλήθεια: μια φωνή που δεν ακούγεται πια, έστω κι αν ανή­ κε σ’ έναν άνθρωπο που χαρακτήριζε η ωριμότητα των προικισμέ­ νων, μ’ εκείνη τη διεισδυτικότητα στο βλέμμα, που θαρρείς μέσα

Τ

ποι <Μ


εττιλογη/71 από την εκφραστική μορφή της φωτογραφίας ότι θα σου γυμνώσει την ψυχή, πρέπει αναγκαστικά να μπει στο χώρο της σιωπής. «Είθισται να δολοφονούν τους ποιητάς...». Ριζόπουλος κινείται μέσα στο κλίμα του νεορομαντισμού της εποχής του αναμεμιγμένου με λίγα στοιχεία συμβολισμού. Μένει σταθερός στην παραδοσιακή ποίηση με τις προκαθορισμέ­ νες μορφές της: τονικά μετρημένο στίχο, ομοιοκαταληξία, στρο­ φές συμμετρικές. Η τάση του προς τον στοχασμό μπορεί και να τον οδηγούσε σε αναζήτηση νέων τρόπων έκφρασης, που στην Ελ­ λάδα αχνοφαίνονται γύρω στα 1930, σε μια εποχή που είχε αρχίσει να εξαπλώνεται «η λοιμική του καρυωτακισμού» και να γίνεται αι­ σθητή η επίδραση της «Στροφής» του Σεφέρη. Ο Ρ. είναι ρομαντι­ κός, η ποίησή του όμως δεν έχει οδυνηρή διάσταση, δεν εκφράζει χιμαιρικές καταστάσεις. Δηλώνει απλά την απογοήτευση του αν­ θρώπου μέσα στις προσωπικές του αναζητήσεις με στίχο συμμε­ τρικό, σταθερό, αποφεύγοντας την αφαίρεση και τις τολμηρές συνδέσεις λογικά απομακρυσμένων λέξεων. Από το θέμα του δεν αποδεσμεύεται συχνά, το κάνει μόνο όταν επιδιώκει να καλύψει την όλη στάση του για τη ζωή, που διακρίνεται από μια φόρτιση έντονα αρνητική. Αραγε θα μπορούσε να εξελιχθεί σε υπερρεαλι­ στή; Ισως έτσι θα μπορούσε να δαμάσει την ορμητική ροή του συ­ ναισθήματος σκιάζοντας κάπως την εκτυφλωτική του λάμψη. Πολλά όμως θα μπορούσαν να ειπωθούν μετά από μιαν απουσία...

Σύγχρονη λογοτεχνία για παιδιά και για νέους

Ο

φωνή του δεν έχει πάθος, διακρίνεται πιο πολύ από τη σκέψη και το συναίσθημα. Αναρωτιέται: «Μα τάχα πάντα θρηνητής και νοσταλγός θα ζήσω;». Γράφει από ανάγκη ανθρώπινη, όταν ξυπνούν οι μνήμες και ζωντανεύει η αγάπη: «Για μένα οι στίχοι γράφονται με δίχως μουσική,/με μόνο αγάπη μια καρδιά που κλαίει γονατιστή/κι έναν καημό που δεν μπορώ ποτέ να τον μερώ<ψ>» (2-6-1956). Κάποτε η διάθεσή του γίνεται πεισιθάνατη: «...είν’ ωρα να’ ρθει η νύχτα. Ποθούμε τη γαλήνη/Τα μάτια μας κουρά­ στηκαν ασκήμια να Θωρούν/Η μέρα φεύγει και καμιά χαρά δεν μας αφήνει.../Τι άλλο α π ’ τη νύχτα πια οι ψυχές μας καρτερούν;». Τον συντροφεύουν φαντάσματα ζωής: «Μ ’ αυτή τη μουσική εγώ διαβάζω Τσέχωφ/με συντροφεύει ένα φάντασμα ζωής και με παι­ δ ε ύ ει/- Τσέχωφ, παλιέ μου φίλε, τι να κάνω;». Οι στίχοι του μας οδηγούν στο όνομα της αποκάλυψης της αγα­ πημένης του: Ειρήνη. «Μουρμούριζα στον ύπνο μου Ρηνούλα/κι έ­ γινε τ ’ όνειρό μου χρυσάφι». Δικό του είναι το διήγημα Το ρομάν­ τζο της Ρηνούλας που δημοσιεύτηκε με ψευδώνυμο στον «Ταχυ­ δρόμο» και αργότερα βραβεύτηκε. Της χαρίζει τα σκίτσα του (σελ. 171). Την ακολουθεί ακόμα κι όταν το νεανικό συναίσθημα μικραί­ νει, αχνοφαίνεται στο χρόνο: «Ένα χλομό κορίτσι με πλεξίδες/πέ­ ρασε και με κοίταξε στα μάτια/θυμίζοντάς μου τον παλιό καιρό/Γύρισες ξαφνικά στη θύμησή μου...» (9.3.1955). Και αργότερα: «Κι όμως τώρα το ξέρω: δεν θα ξαναρθείς/Τίποτε πια κοντά μου δεν σε φέρνει/Πίσω η ζωή δεν δίνει αυτό που παίρνει...» (6.6.1957). Κι απομένει μια εικόνα «Αγάπη μου/μνήμη ακριβή της σχόλης και του απόβροχου/εικόνα πρωτονόητη στην καρδιά μου:/καλτσάκια θαλασσιά κι ένα φουστάνι άνοιξη».

Η

ι στίχοι του Γ.Ρ. είναι αληθινή ποίηση. Είναι γιατί προσφέ­ ρουν την ευχαρίστηση που μόνο η ποίηση μπορεί να δώσει, την αισθητική συγκίνηση, μεταδίδουν εμπειρίες, αυτό «που κι ε­ μείς το ζήσαμε και δεν βρίσκουμε λόγια να το πούμε». Ο Έλιοτ σημειώνει «η ποίηση είναι το αμάξι του συναισθήματος» κι ο ποιη-

Ο

ΛΙΤΣΑ ΨΑΡΑΥΤΗ Το διπλό ταξίδι

ΜΙΣΕΛ ΤΟΥΡΝΙΕ 0 Παρασκευάς ή η πρωτόγονη ζωή


72/επιλογη τής μεταφέρει το συναίσθημά του μ’ έναν τρόπο πηγαίο, αυθόρμη­ το και έξω από «επιδέξια λεκτικά παιχνίδια». Βιώνει τα ανθρώπι­ να: αγάπη, έρωτα, μοναξιά, ανάγκη για εσωτερική ζωή, για επικοι­ νωνία. Είναι ποίηση βιωματική. Θα ’ταν άδικο, λοιπόν, μια τέτοια ποίηση να περιπέσει στη λησμονίά μέσα στην απόσταση του χρόνου. Κριτικός άλλωστε ο ί­ διος ο ποιητής είχε τη διάθεση να προβάλει το έργο των νέων αν­ θρώπων, γιατί, όπως γράφει η δίδυμη αδελφή του Βάσω Ριζοπούλου-Καββαδία, αρχαιολόγος, «έβλεπε με πικρία ότι όλα ήταν στα χέρια κάποιων, κάποιας ηλικίας που έμεναν αμετακίνητοι στις θέ­ σεις τους και διηύθυναν τα πάντα. Ο Γιώργος δούλεψε για τους νέ­ ους ανθρώπους. Διάβαζε τα βιβλία τους κι έκανε έντιμη κριτική χωρίς να επιδιώκει να κολακέψει κανέναν για δικό του όφελος. Γε­ νικά υπηρέτησε τους ανθρώπους και τις ιδέες, ποτέ όμως τους κρατούντες». NENA I. ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ

Γραφτείτε συνδρομητές Συνδρομές εσωτερικού και Κύπρου Ετήσια 10.000 - Σπουδαστική 9.000 δρχ. Εξάμηνη 5.500 - Σπουδαστική 4.500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων 11.000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ετήσια 80 δολ. (ΗΠΑ) Σπουδαστική Ετήσια 75 δολ. Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών 95 δολ. Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 800 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 500 δρχ. και. τα διπλά 800 δρχ. Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81


δελτιο/73

δ ελ Τ 1 ο

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Δελτίο συντάσσεται με την 3 Ιουλίου πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Ε­ 17 Ιουλίου 1991 στίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του ο­ ποίου ευχαριστούμε θερμά. Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ των βι­ βλίων γίνεται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμο­ σμένο στην ελληνική βι­ βλιογραφία. Επιμέλεια: ΣΕ ΚΑΘΕ κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλ­ Έ φ η Απάκη φαβητικά οι Έλληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι. Η ΚΑΤΑΤΑΞΗ των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα με το ελληνικό αλφάβητο. ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδιαία έντυπα.

βιβλίο γρα φικο 269

ΓΙΑ ΤΗΝ ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

_________

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Γενικά

Εφαρμοσμένη μυχολογία

ΕΛΑΧΙ Μ. Η οδός της τελειότητας. Μετ. Ρ.Μ. Minucci —X. Μερκούρη. Α8ήνα, Εκάτη, 1991. Σελ. 236. Δρχ. 1560.

Επικινδυνότητα και κοινωνική μυχιατρική. Επιμ. Μίλτος Λειβαδίτης. Αθήνα, Παπαζήσης. Σελ. 294. Δρχ. 2600. ΕΛΚΑΪΜ ΜΟΝΙ. Αν μ’ αγαπάς μη μ’ αγαπάς. Μετ. Νί­ κος Χρηστάκης. Αθήνα, Κέδρος, 1991. Σελ. 245. Δρχ. 1560. KOLTUV Β.Β. Λίλιθ. Η σκοτεινή θηλυκή αρχή. Μετ. Θ. Σιαφαρίκας. Αθήνα, Ιάμβλιχος, 1991. Σελ. 174. Δρχ. 1140.

Αρχαία Φιλοσοφία ΓΙΑΤΡΟΜΑΝΩΛΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Πόλεως σώμα. Μια πρώιμη ελληνική μεταφορά και προσωποποιία. Αθήνα, Καρδαμίτσας, 1991. Σελ. 248. Δρχ. 2285.

Νεότερη φιλοσοφία SORMAN GUY. Οι μεγάλοι στοχαστές της εποχής μας. Μετ. Α. Κλεώπας. Αθήνα, Ροές, 1991. Σελ. 522. Δρχ. 4160.

ΘΡΗΣΚΕΙΑ Γενικά Ενορία. Προς μια νέα ανακάλυμή της. Αθήνα, Ακρί­ τας. Σελ. 207. Δρχ. 1140. ΒΕΝΕΤΗΣ Ε.Δ. Έλαμμε η αλήθεια. Αθήνα, 1991. Σελ. 143. Δρχ. 350.


74/δ ε λ τ ίο

κοινωνικές : επιστήμες

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Κοινωνιολογία ΣΚΟΥΤΕΡΗ-ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΝΟΡΑ. Ανθρωπολογικά για το γυναικείο ζήτημα. Β' έκδοση. Αθήνα, Ο Πολίτης, 1991. Σελ. 336.

Πολιτική Η Βουλή των Ελλήνων από το 1974. Α8ηνα, Ζήνδρος, 1991. Σελ. 449. Δρχ. 4050.

ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ Θ. Κομματικές οικογένειες. Αθήνα, Εξάντας, 1991. Σελ. 173. Δρχ. 1560. ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΟΣ Ξ.Β. Πολιτικά θέματα. Αθήνα, Παπαζήσης. Σελ. 48. Δρχ. 310.

Δίκαιο ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ ΔΗΜ. Αναγκαίες συνταγματικές ρυθ­ μίσεις. Δοκίμιο. Αθήνα, 1990. Σελ. 24. ΜΠΟΥΜΗΣ Π.Ι. Για μια λύση του Εκκλησιαστικού Ζητήματος της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αθήνα, 1991. Σελ. 43. Δρχ. 260. BISCARDI Α. Αρχαίο ελληνικό δίκαιο. Μετ. Π.Δ. Δημάκης. Αθήνα, Παπαδήμας, 1991. Σελ. 507. Δρχ. 910. NAFZIGER J.A. Διεθνές αθλητικό δίκαιο. Μετ. Φ. Κοκαβέσης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 352. Δρχ. 2600.

Οικονομία ΒΑΒΟΥΡΑΣ LL - ΚΟΥΤΡΗΣ Α.Ν. Παραοικονομία. Αθήνα, Παπαζήσης. Σελ. 122. Δρχ. 725. ΦΑΚΙΟΛΑΣ Τ.Ε. Η ελληνική γεωργία στην κοινοτική και διεθνή αγορά. Αθήνα, Παπαζήσης, 1991. Σελ 140. Δρχ. 1040.

Λαογραφία ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΔΗΣ Ν.Α. Η λατρεία της Παναγίας στα ελληνικά νησιά. Τόμος Β'. Αθήνα, Φιλιππότης, 1991. Σελ. 319. Δρχ. 2600. ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ ΡΟΗΣ. Η γλώσσα των καραβιών. Ναυτικό λεξικό. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1991. Σελ. 277. Δρχ. 3120. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Γ.Α. Η ιστορία των βλάχων. (Ει­ κονογραφημένη). Θεσσαλονίκη, Μ παρμπουνάκης, 1991. Σελ. 121. Δρχ. 1560.

Εκπαίδευση Πρακτικά Τετάρτου Διημέρου Εκπαιδευτικού Προ­ βληματισμού. Παράρτημα 4. (Απόμεις). Αθήνα, 1991. Σελ. 173. Δρχ. 1040. ΒΩΡΟΣ Φ.Κ. Δρόμος ελληνικής παιδείας. Αθήνα, Ειρμός, 1991. Σελ. 237. Δρχ. 2080. ΚΑΖΕΠΙΔΗΣ ΤΑΣΟΣ. Η φιλοσοφία της παιδείας Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1991. Σελ. 294. Δρχ. 1870. PAPERT S. Νοητικές θύελλες. Μετ. Α. Σταματίου. Α­ θήνα, Οδυσσέας, 1991. Σελ. 280. Δρχ. 2495.

Παιδαγωγική ΚΡΟΥΣΤΑΛΑΚΗΣ Γ.Σ. Διαπαιδαγώγηση. Πορεία ζωής. Αθήνα. Σελ. 462. Δρχ. 3840.

ΓΛΩΣΣΑ Ελληνική γλώσσα ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ν. Λεξικόν των ρη­ μάτων της αττικής πεζογραφίας. Αθήνα, Παπαδή­ μας, 1991. Σελ. 1125.

Ξένες γλώσσες ΤΣΙΑΜΠΑΟΣ Ε. Ιταλο-ελληνικό λεξικό επιστημονι­ κών και τεχνικών όρων. Αθήνα, 1991. Σελ. 348. Δρχ. 3740.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Γενικά BRIGES J. - PEAT F. D. Ο ταραγμένος καθρέ φτης. Μετ. Ν. Κωνσταντόπουλος. Αθήνα, Κάτοπτρο, 1991. Σελ. 232.

Μαθηματικά PAULOS J.A. Αριθμοφοβία. Μετ. Γ. Λιβιεράτος. Α­ θήνα, Αλεξάνδρεια, 1991. Σελ. 193. Δρχ. 1455.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Ιατρική ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΧΑΡΑ. Μακροζωία. Αθήνα, H arm i-Press, 1991. Σελ. 247. Δρχ. 1450.


δελτιο/75 Οργάνωση επιχειρήσεων

Πεζογραφία

ΜΟΥΖΕΛΗΣ ΝΙΚΟΣ Π. Οργάνωση και γραφειοκρα­ τία. Μετ. Ε. Σοφούλη. Αθήνα, Α. Μαθιουδάκη / Π. Ανδρονόπουλου, 1991. Σελ. 268. Δρχ. 1880.

Οι περιπέτειες του Σεβάχ του θαλασσινού. Μετ. Ν. Κυριαζόπουλος. Αθήνα, Κάκτος, 1991. Σελ. 237. Δρχ. 1245. ΔΑΜΙΑΝΙΔΗΣ Α. Η καινούρια κλίκα. Διηγήματα. Θεσσαλονίκη, Τα Τραμάκια, 1991. Σελ. 67. Δρχ. 520. ΖΟΜΠΟΛΑΣ ΤΑΣΟΣ. Αύριο θα είναι καλύτερα. Α­ θήνα, 1991. Σελ. 157. Δρχ. 1040. ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ Δ. Περιμένοντας το Μάη. Μυθι­ στόρημα. Αθήνα, Επικαιρότητα, 1991. Σελ. 245. Δρχ. 1040. ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗΣ Θ. Μια μέρα στην Αθήνα. Αθήνα, Κάκτος, 1990. Σελ. 169. Δρχ. 1245. ΚΑΝΑΒΑ ΖΩΗ. Ο Μιχάλης με το μηχανάκι. Θεσσα λονίκη, Α.Σ.Ε., 1991. Σελ. 171. Δρχ. 880. ΜΕΓΑΛΟΥ-ΣΕΦΕΡΙΑΔΗ Λ. Ο δρόμος είναι η χαρά. Αθήνα, Κ έδρος, 1991. Σελ. 436. Δρχ. 2080. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ Γ. Τα φονικά. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 369. Δρχ. 2080. ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ ΠΑΝΝΗΣ. Το ροζ που δεν ξέχασα. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 180. Δρχ. 1350. ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ Γ. Φόβος και τρόμος. Νουβέλα. Α θήνα. Πιτσιλάς, 1991. Σελ. 107. Δρχ. 725. ΡΕΓΚΟΥ-ΣΓΟΥΡΟΥ Ε. Ξορκίζοντας το χρόνο. Αθή­ να, Πιτσιλάς, 1991. Σελ. 93. Δρχ. 725. ΡΙΤΣΩΝΗΣ Κ. Οι τσίλιες κι άλλα μικρά πεζά. Θεσ­ σαλονίκη, Τα Τραμάκια, 1991. Σελ. 46. Δρχ. 415. ΑΣΙΜΩΦ I. Σκόνη από αστέρια. Μετ. Σ. Κωνσταντινέα. Αθήνα, Κάκτος, 1991. Σελ. 248. Δρχ. 935. ATTALI J. Αιώνια ζωή. Μυθιστόρημα. Μετ. Τ. Πανταζή. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1991. Σελ. 359. Δρχ. 2080. ΒΟΛΤΑΙΡΟΣ. Ζαντίγκ. Μετ. Μ. Γιαλουράκης. Αθή­ να, Gutenberg, 1991. Σελ. 139. Δρχ. 625. EIRES ANITA. Καλοκαίρι στην Καλκρόρνια. Μετ. Μ. Δημοπούλου. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 123. ZWEIG STEFAN. Σκακιστική. Νουβέλα. Μετ. Μ. Αγγελίδου. Αθήνα, Αγρα, 1991. Σελ. 128. Δρχ. 1040. CAMUS Ν. Οι δυο κόσμοι. Μετ. Ε. Χάρτη. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1991. Σελ. 177. Δρχ. 935. ΚΛΑΡΚ Α. Τιτανικός. Μετ. Ο. Μαύρου. Αθήνα, Κά­ κτος, 1991. Σελ. 309. Δρχ. 1455.

ΤΕΧΝΕΣ Ζωγραφική Εικόνα ή έργο τέχνης. Διάλογος μ’ έναν εικονογράφο. Αθήνα. Παρουσία, 1991. Σελ. 42. Δρχ. 415. ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ Γ. Ασκήσεις ακρίβειας. Αθήνα, Μπιλιέτο, 1991. Σελ. 26. Δρχ. 520.

Φωτογραφία ΚΑΖΑΖΗΣ Φ. Φωτογραφικές αφηγήσεις. Τόμος Α'. Αθήνα, Πιτσιλάς, 1991. Σελ. 156. Δρχ. 1245.

Χιούμορ ΑΡΚΑΣ. Κορίτσια, μας βιάζουνε. Θεσσαλονίκη, Γράμματα, 1991. Σελ. 54. Δρχ. 935.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γενικά Διονυσίου Σολωμού άπαντα. Τόμος Β'. Ιταλικά. Γ' έκ­ δοση. Μετ. Λίνος Πολίτης. Αθήνα, Ικαρος, 1991. Σελ. 185. Δρχ. 1870. Διονυσίου Σολωμού άπαντα. Τόμος Γ'. Αλληλογρα­ φία. Επιμ.-μετ.-σημ. Λίνος Πολίτης. Αθήνα, Ίκαρος, 1991. Σελ. 649. Δρχ. 7280.

Ποίηση ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ Β. Κατάλυμα νέων ποιητών της Θεσσαλονίκης. 1980-1989. Θεσσαλονίκη, Μπιλιέ­ το, 1991. Σελ. 117. Δρχ. 1040. ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΟΥΛΑ. Εμπόριο χρόνου. Αθή­ να. Τρία Φύλλα, 1991. Σελ. 43. ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΥ ΡΟΗΣ. Ύφαλο. Αθήνα. Διογένης, 1991. Σελ. 38. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Εκτός προγράμ ματος. Ποιήματα. Αθήνα, Δ ιογένης, 1991. Σελ. 44. ΣΑΚΑΡΕΛΛΟΣ Α.Κ. Υπεραντισταθμιστική εισφορά. Αθήνα, 1991. Σελ. 60. Δρχ. 415. PETROPOULOS ELIAS. Corps. Boulogne. Editions Du Griot, 1991. Σελ. 125. Δρχ. 1245. R1TSOS YANN1S. Repetitions testimonies parentheses. Trans. Edmund Keeley. Princeton, Princeton University Press, 1991. Pag. 238.


76/δελτιο ΛΑΪΝ Ν. Τρέχα να σωθείς. Μετ. Β. Μάστορη. Αθήνα, Ψ υχογιός, 1991. Σελ. 187. Δρχ. 1140. ΜΕΛΒΙΛ X. Η ιστορία του Τάουν-Χο. Μετ. Α.Κ. Χρι­ στοδούλου. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 79. Δρχ. 625. ΜΟΥΣΙΑ Ρ. Εικόνες. Μετ. F. Κεντρωτής.. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 120. Δρχ. 625. ΜΠΕΡΝΕΤ Γ.Ρ. Η πασαρέλα. Μετ. Β. Παραμπούκης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 291. Δρχ. 1140. ΜΠΟΝΤΛΕΡ Σ. Ο μικρός γητευτής. Μετ. Κ.Χ. Σύρρος. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 70. Δρχ. 625. ΜΠΟΥΑΛΩ Π. - ΝΑΡΣΕΖΑΚ Τ. Ο άντρας με το στιλέτο. Απόδ. Μαρίζα Ντεκάστρο. Αθήνα, Καστανιώτης, 1990. Σελ. 145. Δρχ. 1040. ΜΠΟΥΑΛΩ Π. - ΝΑΡΣΕΖΑΚ Τ. Το άλογοφάντασμα. Απόδ. Μ. Ντεκάστρο. Αθήνα, Καστανιώτης, 1990. Σελ. 156. Δρχ. 1040. NAP Α. Σε αναζήτηση ύφους. Διηγήματα. Θεσσαλο­ νίκη, Τα Τραμάκια, 1991. Σελ. 59. Δρχ. 520. ΝΕΡΟΥΝΤΑ Γ. Ιστορίες από τη Μάλα-Στράνα. Μετ. S. Dornakova-Στάμσυ. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 90. Δρχ. 625. NT ΑΝΟΥΝΤΣΙΟ Γ. Επίσκοπο και Σια. Μετ. Π. Πι­ κρός. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 102. Δρχ. 625. ΠΕΡΕΚ Ζ. Ζωή. Οδηγίες χρήσεως. Μετ. Α. Κυριακίδης. Αθήνα, Ύμιλον / Βιβλία, 1991. Σελ. 620. Δρχ. 3120. ΤΣΑΝΤΛΕΡ Ρ. Μπλε ντάλια. Μετ. Β. Παραμπούκης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 260. Δρχ. 980. ΧΕΡΝ Λ. Όλεθρος. Και άλλα διηγήματα. Απόδ. Π. Καλονάρος. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 70. Δρχ. 625.

Αλληλογραφία ΒΙΚΕΛΑΣ Δ. Από Νικοπόλεως εις Ολυμπίαν. Αθή­ να, Εκάτη, 1991. Σελ. 200. Δρχ. 1350.

Δοκίμια ΓΟΥΝΕΛΑΣ Σ. Εν πνεύματι. Αθήνα, Παρουσία, 1991. Σελ. 51. Δρχ. 520. ΜΑΛΙΓΚΟΥΔΗΣ Φ. Η Θεσσαλονίκη και ο κόσμος των Σλάβων. Θεσσαλονίκη, Βάντας, 1991. Σελ. 155. Δρχ. 725. ATTALI J. Θόρυβοι. Δοκίμιο πολιτικής οικονομίας της μουσικής. Μετ. Ντενίζ Ανδριτσάνου. Αθήνα, Ράππας, 1991. Σελ. 275. Δρχ. 2000. ΣΥΡΕ ΕΔΟΥΑΡΔΟΣ. Οι μεγάλοι μύσται. Γ' έκδοση. Μετ. Ν. Καπνάς. Αθήνα, Παπαζήσης. Σελ. 600. Δρχ. 3120.

ΘΕΑΤΡΟ Έργα__________________________________

ΛΑΜΠΙΔΗΣ ΧΑΡΗΣ. Δεν ξανανιώνεις Βασιλιά Πελία! Σατυρικό δράμα. Αθήνα, Εξόριστη Θυμέλη, 1991. Σελ. 120. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ Κ. Καμπαρέ ο κόσμος. Θέατρο. Αθήνα, Γκοβόστης, 1991. Σελ. 106. Δρχ. 935.

ΙΣΤΟΡΙΑ Αρχαιολογία ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΜΕΛΙΤΑ. Οι τοιχογραφίες του Αγ. Δημητρίου στο Μακρυχώρι και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στον Οξύλιθο της Εύβοιας. Αθήνα, Εται­ ρεία Ευβοϊκών Σπουδών, 1991. Σελ. 265 + πίν. Δρχ. 3325.

Μαρτυρίες ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ Ν.Α. Πορεία μέσα σε θύελλα. Αθήνα, Πιτσιλάς, 1991. Σελ. 143. Δρχ. 935. ΥΤΕΝ Ζ.Π. Μαμπρούκ σκύλος μιας ζωής. Μετ. Ε. Κανδρή. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1991. Σελ. 255. Δρχ. 1560.

Μελέτες

Βιογραφίες

ΔΑΝΙΗΛ Γ. Ανακομιδή. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 115. Δρχ. 1100. ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ Η. Οδυσσέας Ελύτης. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 205. Δρχ. 2600. ΚΑΚΡΙΔΗΣ Ι.Θ. Προσφορά στον νεοελληνικό λόγο. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 189. Δρχ. 2200. MIKE ΜΑΙΡΗ. Λογοτεχνικά πρόσωπα της Καβάλας. Θεσσαλονίκη, Εντευκτήριο, 1990. Σελ. 79. Δρχ. 1040.

ΛΑΤΙΕΝΣ ΜΑΙΡΗ. Η ζωή και ο θάνατος του Κρισναμούρτι. Μετ. Α. Ανδρεοπούλου. Αθήνα, Καστανιώ­ της, 1990. Σελ. 226. Δρχ. 2080.

Ελληνική Ιστορία ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ Ι.Ε. Η Ιερά Μητρόπολις Παροναξίας δια μέσου των αιώνων. Αθήνα, Ο.ΝΑ.Σ., 1991. Σελ. 302. Δρχ. 2080.


δελτιο/77 ΚΟΚΟΝΑΣ Ν.Α. Βρετανοί κατάσκοποι στην Κρήτη 1941-45. Αθήνα, 1991. Σελ. 240. Δρχ. 2080.

ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βι­ βλίου. Τεύχος 266. Δρχ. 500.

ΠΑΠΑΣΤΑΘΟΠΟΥΛΟΣ Σ.Θ. Ο Θαυμακός. Αθήνα, 1991. Σελ. 152. Δρχ. 1245. ΣΑΝΟΥΔΑΚΗΣ Α.Κ. Η Μάχη της Κρήτης και το Με­ σανατολικό Ζήτημα. Αθήνα, Κνωσός, 1991. Σελ. 150. Δρχ. 1040. GRAVIERE J. DE. Ιστορία του Αγώνα των Ελλήνων για την Ανεξαρτησία 1821-1833. Μετ. Κ.Ν. Ράδος. Αθήνα, Μπάυρον. Σελ. 336. Δρχ. 2080.

ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 3. Δρχ. 500.

PUAUX RENE. Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος. Πρόλ.-σχόλ.-χρον.-μετ. Α.Α. Λαζάρου. Αθήνα, Τρο­ χαλία. Σελ. 258. Δρχ. 2600.

Παγκόσμια Ιστορία Παγκόσμια Ιστορία. Οι πρώτοι πολιτισμοί. 3000-1500 π.Χ. Αθήνα, Καπόπουλος, 1989. Σελ. 176. ΚΡΑΝΗΣ Δ.Α. Η Ουγγρική Επανάσταση του 1956. Αθήνα, 1991. Σελ. 135. Δρχ. 1040.

ΠΑΙΔΙΚΑ Γνώσεις ΚΑΨΗ ΓΙΩΤΑ. Ελάτε μαζί μου. Το βιβλίο των διακο­ πών. 2 βιβλία. Αθήνα, Καστούμη, 1991. Σελ. 64 + 30. ΚΑΨΗ ΓΙΩΤΑ. Προετοιμάζομαι για τα μαθηματικά. Για παιδιά 4-6 χρονών. Αθήνα, Καστούμη, 1991. Σελ. 50. ΧΟΛΛΑΝΤ Μ. - ΛΟΥΚΑΣ X. Φροντίστε τον πλα­ νήτη μας. Αθήνα, Μίνωας, 1991. Σελ. 48. Δρχ. 1400.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΙΓΑΙΟΠΕΑΑΓΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Τεύχος 21. Δρχ. 400. ΑΚΤΗ. Περιοδικό λογοτεχνίας και κριτικής. Τεύχος 7. Δρχ. 830. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική και πολιτιστική επι­ θεώρηση. Τεύχος 469. Δρχ. 250. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Ετήσια επιθεώρηση. Τεύχος 25, 1991. Δρχ. 6000. ΒΥΖΑΝΤΙΑΚΑ. Τόμος 11ος, 1991. Δρχ. 1560. ΓΙΑΤΙ. Μηνιάτικη Σερραϊκή επιθεώρηση. Τεύχος 191-192. Δρχ. 250.

ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 2. Δρχ. 500. ΕΞΟΔΟΣ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 5 (9). Δρχ. 400. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗ­ ΤΩΝ. Τόμος 8, τεύχος 8-9. Δρχ. 2200. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ. Μηνιαία λογοτεχνική εφημε­ ρίδα. Φύλλο 5. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 219. Δρχ. 400. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου­ δών. Τόμος 59, τεύχος 5. ΙΑΤΡΙΚΗ ΙΑΤΡΟΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Διμηνιαία έκδο­ ση Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών. Τόμος 59, συμπλή­ ρωμα 61. ΙΛΙΣΟΣ. Έρευνα — φιλοσοφία — τέχνη. Τεύχος 201. Δρχ. 400. ΙΣΤΩΡ. Περιοδική ιστορική έκδοση. Τεύχος 3. Δρχ. 1245. ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Μηνιάτικο πο­ λιτικό θεωρητικό περιοδικό. Τεύχος 6. Δρχ. 300. ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ. Ετήσιον περιοδικόν. Τόμος 10ος, 1985-1987. Δρχ. 2600. Η ΜΥΚΟΝΙΑΤΙΚΗ. Μηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 30. ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Διμηνιαία εφημερίδα. Τεύχος 50. Δρχ. 50. ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ. Τεύχος 56. Δρχ. 500. ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΛΗΤΟ. Περιοδικό τέχνης. Τεύχος 9. Δρχ. 300. ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΗΣ ΟΡΓΟΝΟΜΙΑΣ. Τεύχος 8. Δρχ. 620. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 141. Δρχ 600. ΣΗΜΑ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 2. Δρχ. 800. ΣΥΝΑΞΗ. Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθο­ δοξία. Τεύχος 38. Δρχ. 620. ΤΑΞΙΔΙΑ. Ετήσιος τουριστικός οδηγός. 1991-92. Δρχ. 1200. ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ ΚΑΙ ΕΡΕΥ­ ΝΑΣ. Τετράδιο 27ο. Δρχ. 500. ΧΡΟΝΙΚΑ. Όργανο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου της Ελλάδος. Φύλλο 116. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 64. Δρχ. 450.


78/δελτιο

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι ε­ πώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύ­ πο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντά- 1 / Λ 1 Τ 1 1 / Λ κτες τους. Για κάθε βιβλίο ΓΥ L / 1 1 1 ϊ \ V σημειώνονται, μέσα σε πα■ ρένθεση: το όνομα του κριπκού και ο τίτλος του εντύπου, καθώς και η ημέ­ ρα δημοσίευσης της κριτικής αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

Επιστήμες (Γενικά) Γκοτοβός Α.: Παράδοση καί γλώσσα στο σχολείο (Κ. Παπαπάνος', Πολιτικά Θέματα, 12/7). Μπριγκς Τ.-Πιτ Ν.: Ο ταραγμένος καθρέπτης (Κ. Τσαούσης, Έθνος 14/7)

δ Τ

ε

1

λ ο

3 Ιουλίου 16 Ιουλίου 1991

γρα φια f

2 6 9

Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Σύγχρονη Ελληνική Εξωτερική πολιτική (Σ. Ντάλης, Διαβάζω, 266) Carnou Μ.: Κράτος και πολιτική θεωρία (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 14/7) Τέχνες

Ψυχολογία Ράιχ Β.: Ο συσσωρευτής οργόνης (Κ. Τσαούσης, Έ­ θνος, 4/7) Οικονομία Ηλιόκαυτος Δ.: Πρακτικός οδηγός Ανωνύμων Εται­ ρειών (Α. Κεφάλας, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 11/7) Κάζης Δ.: Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και νέα προϊόντα (Α.Χ. Παπανδρόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 11/7)

Ανωγειανάκης Φ.: Ελληνικά λαϊκά μουσικά όργανα (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 4/7) (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυ­ πία, 7/7) Βαρβέρης Γ.: Η κρίση του θεάτρου, Β' (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 7/7) Τα Γιάννινα στο χώρο και το χρόνο (Δ. Σταμέλος, Ε­ λευθεροτυπία, 10/7) Κλασική φιλολογία Κακίσης Σ.: Μικρά λυρικά (Μ.Θ. Εποχή, 7/7) Ποίηση

Πολιτική Μαραβέγιας Ν. - Τζινισιζέλης Μ.: Ευρωπαϊκή ολο­ κλήρωση (Σ. Ντάλης, Αυγή, 14/7) Σκλάβος Κ.: Ευρώπη η πρωτοπόρος Ήπειρος (Α.Δ.Π., Οικονομικός Ταχυδρόμος, 11/7)

Βέης Γ.: Παράφραση της νύχτας (X. Ηλιόπουλος, Διαβάζω, 267) Βλαβιανός X.: Ασπονδος αναίρεσις, (X. Ηλιόπου­ λος, Διαβάζω, 266)


δελτιο/79 Παννάκης Ν.: Και επί γης... μοναξιά (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώρα, 14/7) Θεολόγου Ρ.: Φρυκτωρίες (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά θέματα, 5/7) ΙΤΚΑ. Τα τραγούδια του μαύρου κύκλου (Κ. Παπα­ πάνος, Πολιτικά Θέματα, 5/7) Κουτσοχέρα Λ.: Τοπία ρέοντα (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύ­ θερη Ώρα, 13/7) Λαμπαδαρίδου-Πόθου Μ.: Περπατώ και ονειρεύο­ μαι (Θ. Μ. Πολίτης, Ελεύθερο, 788) Μπρούχος Δ.: Ασκητική θανάτου (Α. Κάλφας, Δια­ βάζω, 267) Πανσέληνου Ε.Ι.: Η πετροθάλασσα (Θ. Μ. Πολίτης, Ελεύθερος, 790-791) Σόκαλης Δ.: Ορθογώνιο Τρίγωνο (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά Θέματα, 5/7) Πάουντ Ε.: Σχεδιάσματα και αποσπάσματα από τα Κάντος CX-CXXX (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 7/7), (Β. Χατζηβασιλείου, Αυγή, 14/7) Πεζογραφία Βασιλικός Β.: Γλαύκος Θρασάκης, (Κ. Χουρμουζιάδης, Διαβάζω, 266) Δικαίου Ε.: Τα κοριτσάκια με τα ναυτικά (Κ. Βαλαβά­ νης, Ελεύθερη Ώρα, 9/7) Ζόμπολας Τ.: Δύο δωμάτια και κάτι (Δ. Ζαδές, Ευθύ­ νη Πύργου, 634), (Κ. Βαλέτας, Ραδιοτηλεόραση, 1113) Μάτεσις Π.: Η μητέρα του σκύλου (Γ. Βέης, Διαβάζω, 266) Πανσέληνος Α.: Βραδυές μπαλέτου (Ε. Κοτζιά, Κα­ θημερινή, 7/7) Ρούσσος Τ.: Ο τελευταίος της συντεχνίας (Μ. Κοντο­ λέων, Διαβάζω, 267) Σαρή Ζ.: Κρίμα κι άδικο (Μ. Κοντολέων, Αυγή, 7/7) Τραυλαντώνης Α.: Η εξαδέλφη και άλλα διηγήματα (Κ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 14/7) Χατξημιχελάκης Σ.Δ.: Ένας πεζοπόρος (Δ. Ζαδές, Ε­ ξόρμηση, ΊΠ) Ισιγκούρο Κ.: Ένας καλλιτέχνης του ρευστού κόσμου (Λ. Εξαρχοπούλου, Διαβάζω, 266) Ντελίλο Ν.: Ο Ζυγός (Β. Ψυρράκης, Έθνος, 12/7) Μελέτες Αποστόλου Σ.: Το καλύτερο ποίημα του αιώνα (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 4/7) Σακελαρίου X.: Πηνελόπη Δέλτα (Κ. Δ. Μαλαφάντης, Διαβάζω, 267)

Δοκίμια Γιανναράς X.: Ανθολόγημα τεχνημάτων (Κ. Τσαού­ σης, Έθνος, 4/7) Γραμματικάκης Γ.: Η κόμη της Βερενίκης (Τ. Κυπριανίδης, Καθημερινή, 12/7) Παπαγιώργης Κ.: Ζώντες και τεθνεώτες (Η. Παπαλέξης, Διαβάζω, 267) Θεατρικά έργα Τομαζάνη Δ.: Ίντα (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά Θέμα­ τα, 12/7) Ιστορία Βακαλόπουλος Κ.: Ίων Δραγούμης, (Κ. Σταματίου, Νέα, 13/7) Μαρξ Κ.: Για τη Γαλλική επανάσταση (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 7/7) Βιογραφίες-Μαρτυρίες Βλάχος Α.: Πρωθύστερο (Ν. I. Κοκκινάκη, Διαβάζω, 266). Κοσμάς Ν.Β. Γ. Κοτζιούλας, (Γ. Καρανικόλας, Ριζο­ σπάστης, 6/7) Ντεέρ Ε.: Η ξυπόλητη αυτοκράτειρα (Κ. Σταματίου, Ταχυδρόμος, 10/7) Τα απόρρητα ημερολόγια της Έλενας Τσαουσέσκου, (Η. Παπαλέξης, Διαβάζω, 266) Ταρκόφσκι Α.: Μαρτυρολογίο (Μ. Κ., Αντί, 12/7)


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΩΣΤΑ ΚΑΙ ΕΑΕΝΗΣ ΟΥΡΑΝΗ ΣΕΙΡΑ «ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ»

Γενική φιλολογική έποπτεία: ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΑΧΙΝΗΣ

1. Στεφάνου Ξένου, Ή Ήρωΐς τής Ελληνικής Έπαναστάσεως (τό­ μοι A + Β), φιλολογική επιμέλεια: Βικτωρία Χατζηγεωργίου Χασιώτη. 2. Άνδρέα Κάλβου, Ώ δαί, φιλολογική έπιμέλεια: Στέφανος Διαλησμάς. 3. Γεράσιμου Μαρκορά, Ποιήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Π. Δ. Μαστροδημήτρης. 4. ’Αλεξάνδρου Παπαδιαμάντη, Διηγήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Φώτης Δημητρακόπουλος. 5. ’Αλεξάνδρου Ρίξου Ραγκαβή, Ό Αύθέντης τοΰ Μωρέως, φιλολογι­ κή έπιμέλεια: ’Απόστολος Σαχίνης. 6. Κωστή Παλαμα, Ή Φλογέρα τοΰ βασιλιά, φιλολογική έπιμέλεια: Κ. Γ. Κασίνης. 7. Γρηγορίου Παλαιολόγου, Ό Ζωγράφος, φιλολογική έπιμέλεια: "Αλκής ’Αγγέλου. 8. Σπυρίδωνος Ζαμπελίου, Κρητικοί γόμοι, φιλολογική έπιμέλεια: ’Αθανάσιος Καραθανάσης. 9. Samuel Sheridan Wilson, Τό Παλληκάριον, φιλολογική έπιμέλεια: Δημήτριος Πολέμης. 10. Κωσταντίνου Χατξόπουλου, Φθινόπωρο, φιλολογική έπιμέλεια: Πέτρος Χάρης. 11. Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, Τό Βιβλίο τής αύτοκράτειρας ’Ελι­ σάβετ, φιλολογική έπιμέλεια: ’Απόστολος Σαχίνης. 12. Αορέντξου Μαβίλη, Τό Ποιήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Γιώργος Γ. Άλισανδράτος. 13. Παύλου Καλλιγά, Θάνος Βλέκας, φιλολογική έπιμέλεια: Ε. Ν. Χωραφάς. 14. Γεωργίου Βιξυηνοΰ, Τα Διηγήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Βαγγέ­ λης Άθανασόπουλος. 15. Γιάννη Ψυχάρη, Ζωή κι άγάπη στή μοναξιά, φιλολογική έπιμέλεια: Βασίλειος Φρ. Τωμαδάκης. Για τύπωμα 16. Κωσταντίνου Χατξόπουλου: Ποιήματα, φιλολογική έπιμέλεια: Γιώργος Βελουδής.


ΕΞΑΝΤΑΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΣΥΛΒΙ ΖΕΡΜΑΙΝ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΝΥΧΤΩΝ

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ Η πρώτη μάχη στη σύγκρουση Βορρά-Νότου

Συντροφευμένος από μια μυστηριακή ξανθή σκιά και ία δάκρυα του πατέρα ο Βίκτορ Φλαντρέν Πενιέλ έρχεται να Στη συλλογή των άρθρων που ζήσει σ’ ένα ακριπκό κυκλω­ περιέχει το βιβλίο, επιχειρείται μένο από δάση χωριουδάκι μια ανάλυση των αιτίων και επιπτώσεων του πολέμου όπου θα γεννήσει πολυάριθ­ στον Κόλπο μέσα από αναφο­ ρά σης ιστορικές, κοινωνικές οικονομικές παραμέτρους της σύγκρουσης. Η σκοπιά οποία αναλύεται η

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ

Οι δεκατέσσερις ιστορίες της συλλογής αυτής θεωρούνται από πς καλύτερες στο είδος τους. Παλιότεροι και σύγχρο­ νοι μάστορες του τρόμου σας

ΤΑΚΗΣΦΟΤΟΠΟΥΑΟΙ

0 ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ

μους απογόνους, σημαδεμέ­ νους όλους από τη διδυμία και τη Βία του πάθους. Σ’ αυτή τη γη όπου ο πόλεμος έρχεται και ξανάρχεται, όλα τα πρόσωπα θα παλέψουν μέσα στη νύχτα της ιστορίας, θ’ αγωνιστούν ενάνηα στο θάνατο, την προ­ δοσία και τη λήθη του έρωτα ακροπατώντας ανάμεσα στο θρύλο, το όνειρο και την πραγματικότητα. Η Σ.Ζ. γεννήθηκε στην Πρά­ γα. Το Βιβλίο των νυχτών εί­ ναι το πρώτο της μυθιστόρημα και έχει ημηθεί με έξι λογοτε-

ΕΞΑΝΤΑΣ / 21ος ΑΙΩΝΑΣ

κρίση, σαν τμήμα της ευρύτε­ ρης σύγκρουσης Βορρά-Νό­ του που, κατά τον συγγραφέα, αναμένεται να σημαδέψει όχι μόνο τη δεκαεπα που άρχισε, αλλά και τον επόμενο αιώνα, ελπίζουμε ότι θα Βοηθήσει τον αναγνώστη να αντιληφθεί πς πραγμαπκές διαστάσεις της σύγκρουσης. Γιατί με μια έν­ νοια ο πόλεμος ήταν πράγμαπ «η μητέρα των μαχών» αφού είναι πολύ πιθανό όπ θα γεν­ νήσει σειρά ολόκληρη νέων συγκρούσεων στο μέλλον για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πόρων.

μεταφέρουν μέσα από τα κα­ ταχθόνια μονοπάπα της φαν­ τασίας στην καρδιά του φόΒου. Εισχωρήστε μαζί τους στο δαιμονικό σύμπαν του τρόμου, ανημετωπίστε πλά­ σματα βγαλμένα από τους σκοτεινότερους εφιάλτες. Δαίμονες, Βρικόλακες, φαν­ τάσματα, πανάρχαιοι κανίβα­ λοι σας καλούν στο μακάβριο χορό τους. Αφεθείτε...

ΕΞΑΝΤΑΣ / ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΔΙΔΟΤΟΥ 59 - 106 81 - ΤΗΛ. 3604885, FAX 3613065


Εκδόσεις

I'. Γενναδίου 3 - τηλ.-36.02.007, 36.09.712

διαβάστε το καλοκαίρι

ελληνική πεζογραφία

Κωστής Γκιμοσούλης: Ο Άγγελος της μηχανής Σωτήρης Δημητρίου: Ντιάλιθ ϊμ Χριστάκη Μάρω Δούκα: Καρρέ φιξ κι άλλα διηγήματα Αλ. Κοσματόπουλος: Τα'δύο φορέματα Χριστ. Μηλιώνης: Καλαμάς κι Αχέροντας Άρης Σφακιανάκης: Ο τρόμος του κενού Γιώργος Χειμωνάς: Ο εχθρός του ποιητή


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.