ΪΑ Χ Ρ Ο Ν Ό ® ΑΙΩΝΑ l Y N E N T E Y E t F 'M E Τ Ο Ν Λ Ο Υ Σ Α Ν Κ< ) Β Α Τ Ι Ε Β Ι Τ Σ
ΔΙΑΒΑΖΩ αφιερώματα ire Ο. ντε Μπαλζάκ No 40* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μπόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80* Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρξ No 83* Μ. Βίαν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88* Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροΐδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Αγρας No 104 I. Βερν No 105 Θ. Καίρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Εσσε No 109 Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Αλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126
Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν. X. Λώρενς No 132 Γ.Σ. Έλιοτ No 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ. Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Εκο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γουλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157 Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χέμινγουεϊ No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Όμηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180
συγγράφ Ε. Ίψεν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 190 Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Ρ. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206 Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ. Σολωμός No 213 Α. Λουπέν No 218 Φ. Πετράρχης No 218 Τζ. Ό ργουελ No 226 Τ. Λειβαδίτης No 228 Κ. Ντίκενς No 229 Δάντης No 230 Γκ. Γκ. Μάρκες No 223 Γκ. Απολλιναίρ No 231 Ρ. Βελεστινλής No 235 Σοφοκλής No 243 Κέρουακ No 249 Μαρκ Τουαίν No 252 Γιούκιο Μισίμα No 253 Μοράβια No 256 Μαριβό No 257 Μ. Καραγάτσης No 258 Αρθουρ Μίλλερ No 259 Χένρυ Τζαίημς No 260 Γ. Ξενόπουλος No 265 Γκράχαμ Γκρην No 267 Γ. Σκαρίμπας No 269 Χένρυ Μίλλερ No 273 Ράινερ Μαρία Ρίλκε No 274 I. Καποδίστριας No 275 Γ. Βιζυηνός No 278
τα βιβλία της «γνώσης» Μικρή σειρά μ ε μεγάλη φροντίδα από τη «γνώση»
ΛΑΡΑ ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΟΥΡΑ •
ΛΑΡΑ ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ ΗΘΕΛΑ ΝΑ Φ ΟΡΕΣΩ ΠΑΝΤΕΛΟΝΙΑ
ΓΚΟΥΕΡΡΙΝΟ ΤΖΟΡΤΖΕΤΤΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΖΩΑ •
ΜΑΝΦΡΕΝΤ ΜΠΗΛΕΡ Η ΡΕΜ Η ΣΑΝ ΤΗ ΝΥΧΤΑ • ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΦΟΡΕΣΩ ΠΑΝΤΕΛΟΝΙΑ
ΚΑΡΑ ΓΙΟΥΝΑΣ ΛΟΥΒΕ ΑΛΜΚΒΙΣΤ ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ; •
ΤΟΜΑΣ ΧΑΡΝΤΥ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ
£Σί%ϋ,
Athwart roS&Tpo
ε κ δ ό σ ε ις «γνώση» 'πποκράτους 31, 106 80 ΑΘΗΝΑ Τηλ.: 3620 941 - 3621 194 Για τους Βιβλιοπώλες: Αποκλειστική διάθεση ΔΑΝΑΟΣ Α.Ε. Μαυρομιχάλη 64, ΑΘΗΝΑ Τηλ.: 3604 161,3631 975, 3611 054
[« ■ Γ paS t I · · „ ist —
I
Ή μητέρα του σκύλου ιι ιι · ιιμι ■■!■■■ Μυθιστόρημα
ΠΡΟΣΕΧΩΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΤΑ ΓΑΛΛΙΚΑ στις Εκδόσεις Gallimard
Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ς τ α ν ιω τ η Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα
ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΠΟΤ ΣΚΟΤΩΝΕΙ ------ ---------
Ένα μυθιστόρημα μ ε θέ^α τα ναρκωτικά και τους νέους, που μεταφέρεται τώρα και στη μικρή οθόνη
_____
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ ______ Το καλό βιβλίο για παιδιά
αφιερώματα M irfl™ * « “ £
65'
No70
SS^S
x«
? & * * !& & ? · ΝεοελληΚ?βΜοΝ°94*οο
E g g7 E r φινΚ°νδικα ‘ P
ΛοκίΡ'0 ϊκονία No 119 Ac N No 12° Κ°,νων«οΚ°^ οΜ°μός ΚϋΤ,ρ,οκαΓραμν
N°
χ,ούμορ N No Α2β θεσσαλο *·>
Βυζάντιο Ν°
0ι No
Ελλην,Κ1 .σ ϊό ς Ho 441 φουτουρ*σΡ°5 αΛ4 -ΓΚωοσολοΥ> “ Τ° W o' 0 N__Α„ o,^ς 1no „ „ 146 . η.ΛασολοΥ Βιβλίο ------- No 448
- "Mo ΚΟ' 0 καΚοκαίρ' Βιβλία VO " ία Νοο ΐ5 155 ια Ν 5
^ Λ κ β Κ
? » · "
B j 3 S ° 4 r v°” NO’75
® 5 £ ^ λ &S ^ S S s t? ηοΜτισμός
rTo:r kS, ·' E4M'
i0 No 1®
oo3
ψ ο χια τΡ '**
θέατρο I» 1
6i No 214
Nc
σε ϋεματα ο NO *>5
roKM^n ε
17
‘£ ϊ Λ «
^ s£ ss~
?0 touko.v°0
ΒφΚ«° - "
S g ^ S * ,.·* & £ & * * * * ,239
r»° "- 0Owv“ "°?tpunv' i0<l T S S & S S g sW S
,W > 2 «
1 £ § 2 ^ B»P*° ,6c NO 250
peaMOt»®*
25A
“ -too
1990
y.p*o-i *ΕπιΚε*τ'*η 015\ « A p^ K,oypo* ‘° y,a N o252 .,-τέονο No 25* 255 ^ εΤ0^
^
°
Γ
' “ ε ς Ν « 26Λ
WS3g ^ " !
sggssg: S S sss» vtKnPfc',° . ei,a^
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ Ο Σύλλογος Ιστορικής και Λαογραφικής Έρευνας Η ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ σε συνεργασία με το περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ και το ίδρυμα FRIEDRICH NAUMANN σας προσκαλοΰν να παρακολουθήσετε τη σειρά ομιλιών με κεντρικό θέμα
ΔΥΟ ΓΕΙΤΟΝΙΚΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΚΗ Οι ομιλίες αυτές θα πραγματοποιηθούν στην αίθουσα Ανταποκριτών Ξένου Τύπου, Ακαδημίας 23.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 16 Μαρτίου Δευτέρα 7 μ.μ.
προοπτικές στην τουρκική και στην ελληνική λογο τεχνία.
30 Μαρτίου Δευτέρα 7 μ.μ.
Νίκη EIDENEIER: Γερμανία: Τόπος συνάντησης τουρκι
* Fethi NACI - Γιώργος ΘΑΛΑΣΣΗΣ: Τάσεις και
* Erdal 0Ζ - Θόδωρος ΜΑΛΙΚΙΩΣΗΣ: Απόμεις εκδο τών λογοτεχνικού βιβλίου στις δυο χώρες. κής και ελληνικής φιλολογίας και λογοτεχνίας.
13 Απριλίου Δευτέρα 7 μ.μ. 4 Μαΐου Δευτέρα 7 μ.μ. 11 Μαΐου Δευτέρα 7 μ.μ. 18 Μαΐου Δευτέρα 7 μ.μ.
* Ayia KUTLU - Λιλή ΖΩΓΡΑΦΟΥ: Η γυναίκα στην Ελλάδα και την Τουρκία μέσα απ’ τη λογοτεχνία.
* Emin OZDEMIR: Νέες προοπτικές και τάσεις στην τουρκική λογοτεχνία κατά τη μεταδημοκρατική περίοδο.
* Πηνελόπη ΣΤΑΘΗ: Η λογοτεχνική δημιουργία στα Καραμανλίδικα.
Διαμαντής ΑΝΕΣΤΙΔΗΣ - Κωνσταντινοπουλίτες λογο τέχνες και λογοτεχνικές δη μ ουργίες.
* Σημ. Οι ομιλίες που 9α γίνονται
τουρκική γλώσσα 9α μεταφράζονται συγχρόνως
/'ελληνική.
Κ ΑΚ ΤΟ Σ
ΟΙ Ε Λ Λ Η Ν Ε Σ
Α Ε
ρχ α ία
Γ
λ λ η ν ικ ή
ρα μ μ α τεία
540 έργα - 270 ανέκδοτα
Η τελική μορφή των αρχαίων κειμένων βασίζεται στους κυριότερους βυζαντινούς κώδικες, στους παπύρους, στις νεότερες ελληνικές επιστημονικές εργασίες και αποτελεί «νέα κριτική έκδοση», με αποκλειστικό δικαίωμα (copyright) των εκδόσεων «ΚΑΚΤΟΣ». Οι μεταφράσεις της σειράς «ΚΑΚΤΟΣ» είναι πρωτότυπες και αυθεντικές, στη σημερινή ελληνική γλώσσα, καλύπτοντας απολύτως τις απαιτήσεις του σύγχρονου αναγνώστη.
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ 20. ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ 5 ............................
1.200
1. ΠΛΑΤΩΝ
ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ . . 900
21 .
»
»
6 .........................
1.200
2.
ΣΥΜΠΟΣΙΟΝ........................
1.200
22.
»
»
7 ...........................
1.200
900
23.
»
»
8 ...........................
1.200
»
3. ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ 4. ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ 5. ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ 6.
»
ΡΗΣΟΣ.......................................
ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ-ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑΙ. 900 Ε Κ Α Β Η .....................................
900
ΤΡΩΑΔΕΣ..................................
900
ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ...............
900
25. ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ ΝΕΦΕΛΑΙ..................................
24. ΑΙΣΧΥΛΟΣ
900
26. ΑΡΡΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΑΝΑΒΑΣΙΣ 1-2.
1.200
7. ΑΙΣΧΥΛΟΣ
ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ . 900
27.
»'
»
»
3-4.
1.200
8. ΣΟΦΟΚΛΗΣ
ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ.........................
900
28.
»
»
»
5-6.
1.200
9. ΑΙΣΧΥΛΟΣ
Π ΕΡΣΑΙ.....................................
900
29.
»
»
» 7 -ΙΝΔΙΚΗ 1.200
10. ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ Α Χ Α Ρ Ν Η Σ .............................
900
11. ΑΙΣΧΥΛΟΣ
ΙΚΕΤΙΔΕΣ..................................
900
12. ΣΟΦΟΚΛΗΣ
ΑΝΤΙΓΟΝΗ...............................
900
13. ΑΙΣΧΥΛΟΣ
ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ.........................
900
14.
»
ΧΟΗΦΟΡΟΙ...............................
900
15.
»
ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ............................
900
16. ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ 1 ...........................
ΘΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΟΥΝ 30. ΣΟΦΟΚΛΗΣ
ΗΛΕΚΤΡΑ
31. ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΕΝ ΑΥΛΙΔΙ
32. ΠΛΑΤΩΝ
ΝΟΜΟΙ
1
1.200
17.
»
»
2 ............................
1.200
18.
»
»
3 ............................
1.200
19.
»
»
4 ............................
1.200
Ε κδόσεις Κ ΑΚ ΤΟ Σ Π ανεπιστημίου 52, 3628 446 - 3629 157, Fax: 3241 790
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗ ΝΙΚ Ο Υ ΕΘΝΟΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΕ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΕΛΩΣΣΑ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
Δρχ. 1.200
1.200
Δρχ. 1.200
Δρχ. 1.200
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ: • ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΠΕΝΤΕ ΤΟΜΟΙ • ΣΥΝΟΛΟ ΤΟΜΩΝ ΔΕΚΑΕΞΙ • ΤΟ ΕΡΓΟ ΘΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΕΙ ΤΟ 1992 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 52 ΤΗΛ.: 36 28 446 - 36 29 157 FAX: 3241790
ΔΙΑΒΑΖΩ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Α. Μ εταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 33.01.239 Λογιστήριο: 33.01.241 Διαφημίσεις: 33.01.313 Συνδρομές: 33.01.315
Τεύχος 283 18 Μαρτίου 1992 Τιμή: Αρχ. 600
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΤΖΕΝΤΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜ ΕΡΟΥ (Επιμέλεια: Π. Μ παλτάς) Μ ΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ: Γράφει ο Η ρ α κλή ς Π α πα λέξη ς Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟ Π ΡΟ Φ ΙΛ ΤΩΝ ΕΚΔΟΤΩΝ: 9 ερωτήματα στις εκδόσεις ΓΑ ΒΡΙΗΛ ΙΔΗ
Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βα σίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέ ξης, Βάσω Σπάθή Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου
Δ έσποινα Π απαδημητρίου: Π ολιτική και α ναχρονισμός στον 20ό αιώνα Σώτη Τριαντάφυλλου: Σ χετικά με τον Μ ακαρθισμό Ν ίκος Δεμερτζής: Η νεωτερικότητα ω ς έννοια και ω ς εμπειρία Βασιλική Γεωργιάδου: Το ολοκληρω τικό φαινόμενο στην Κοινωνία τω ν Μαζών: Ό ψ εις αναχρονισμού και παλινδρόμησης Σώτη Τριανταφύλλου: Το μυθιστόρημα ω ς α ναχρονισμός Μισέλ Βίνοκ: Η αιώνια παρακμή
Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο Ε.Π.Ε., Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, ΤΗΛ./FAX: 33.01.330 Εκτύπωση: ΑφοίΤσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής 35, Καματερό, τηλ. 23.18.444 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε.
ΕΠΙΛΟΓΗ
Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «Διαβάζω» Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
Ο Δούσαν Κοβάτσεβιτς μιλάει στην Γκ άγκα Ρόσ ιτς
10 12 14 15
20 23 25 31 38 42
47
Ο ΔΗ ΓΟ Σ ΒΙΒΛΙΩΝ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: Γράφει ο Ν ώ ντας Παπαγεωργίου Π Ο ΙΗ ΣΗ : Γράφει ο Χ ρήστος Ηλιόπουλος ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι Π αντελής Κρανιδιώτης κα ι Κ ώστας Χ ωρεάνθης
51 54 58
ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
71
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
78
στο επόμενο «Διαβάζω» αφιέρωμα: Οι αυτόχειρες στη λογοτεχνία
18/3, Τε, 4-6 μ.μ. Έκθεση βιβλίου για την Αλβανία στο πλαίσιο σχετικής εκδή λωσης της Ελληνικής Αλληλεγγύης (τηλ. 3644446). Στο Στάδιο Ειρήνης και Φι λίας (Πειραιάς). 18/3, Τε, 6 μ.μ. Ο Ο.Ν. Τρουμπάτσεφ (Μόσχα) αναζητά την εθνογλωσσική δο μή των σλαβικών φυλών της Βαλκανι κής και ο X. Μπίρνμπαουμ (Αος Άντζε λες) εντοπίζει την «πορεία» από την εδνογλωσσική ενότητα στον πολυμερισμό κατά τους πρώτους αιώνες της εγκα τάστασης των Σλάβων στη Βαλκανική. Στο πλαίσιο τριήμερου σεμιναρίου (17-19/3, «Εθνογενεπκές διεργασίες ρια Βαλκάνια και στην Ευρώπη κατά τους μέσους χρόνους») του Συλλόγου Τελειόφοιτων του Πανεπιστημίου Θεσ σαλονίκης «Φιλόλογος», στο Ινστιτούτο Γκέτε Θεσσαλονίκης (Νίκης 15, τηλ. 272644).· 18/3, Τε, 6 μ.μ. Η Ένωση Δημοσιογρά φων Εθνικής Ανάστασης τιμά τη μνήμη του Δημήτρη Γληνού. Στην Ένωση Συν τακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (Ακαδημίας 20). 19/3, Πε, 1 μ.μ. Η «Ευρωεκδοτική» (τηλ. 3617350) παρουσιάζει το βιβλίο του Μ. Δραγούμη «Πορεία στον φιλελευθερι σμό». Στην Ένωση Συντακτών Ημερή σιων Εφημερίδων Αθηνών (Ακαδημίας 20).· 21/3, Σα, 9 π.μ. - 8 μ.μ. Το Κομμουνιστι κό Κόμμα Ελλάδας συζητά για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Στην Ένωση Συν τακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Αθηνών (Ακαδημίας 20).
23-24 κα, 26/3, Δε-Τρ και Πε, 10-1 μ.μ. και 7-9 μ.μ. Το Ελληνικό Κέντρο του Διε θνούς Ινστιτούτου Θεάτρου (τηλ. 3638194 Kat 3612707) διοργανώνει διεθνές συμπόσιο με θέμα: «Γυναίκες δημιουργοί στο θέατρο». Στο παλιό Αμ φιθέατρο της Ιατρικής (Προπύλαια, Πα νεπιστημίου 30) το πρωί και στο Ινσητούτο Γκέτε Αθηνών (Ομήρου 14-16, τηλ. 3608111) το απόγευμα.· 26/3, Πε, 12 μεσημέρι. Το κυπριακό πε ριοδικό «Ακτή» παρουσιάζει δυο τεύχη του αφιερωμένα στο Σεφέρη και στο Μαχαιρά. Στο «Σπίτι της Κύπρου»'. 26/3, Πε, 8.30 μ.μ. Οι εκδόσεις «Κέ δρος» διοργανώνουν εκδήλωση για το Νίκο Νικολαΐδη. Στο «Σπίτι της Κύπρου».’ 27/3, Πα, 8.30 μ.μ. Παρουσίαση του βι βλίου της Πίτσας Γαλάζη «Ο ωραίος Αρτούρος ή ο Α ρτούρ Ρεμπό στην Κύ προ». Στο «Σπίη της Κύπρου».
23/3, Δε, 8.30 μ.μ. Παρουσίαση του βι βλίου της Ευγενίας ΠαλαιολόγουΠετρώνδα «Λωτοί του πάθους». Στο «Σπίτι της Κύπρου» (Ηρακλείτου 10, Κολωνάκι, τηλ. 3641217-8).'
2 7/3 (εγκαίνια: 8 μ.μ.) - 10/4, Κυ: 9 π.μ. -1 μ.μ., Τρ-Σα: 9 π.μ. -1 μ.μ. και 5-9 μ.μ. *Γράμματα από την αρχαιότητα»: Έκθεση αρχαίων ελληνικών παπύρων α πό την Αίγυπτο. Με τη συνεργασία του Φιλανδικού Ινστιτούτου Αθηνών και της Φιλανδικής Πρεσβείας, στο Πνευματικό Κέντρο του δήμου Αθηναίων (Ακαδη μίας 50, τηλ. 3640910). *
23-24/3, Δε-Τρ, 9 π.μ.-8 μ.μ. Ο Συνα σπισμός της Αριστερός και της Προό δου συζητά για τα μέσα μαζικής ενημέ ρωσης. Στην Ένωση Συντακτών Ημερή σιων Εφημερίδων Αθηνών (Ακαδημίας 20).
29/3, Κυ, 6 μ.μ. Ο Πλάτων και η Εύη Νάντσου παρουσιάζουν προς συζήτηση το βιβλίο του Ζ. Σαλιάντ «Ο; Κούρδοι» (εκδ. «Θεπ'λη»). Στην Ελληνική Λέσχη του Βιβλίου (Τσόχα 3, Αμπελόκηποι, τηλ. 6463888). *
30/3, Δε, 6 μ.μ. Ο J. Howie, καθ. στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, ανακα λύπτει την αριστεία από τον Ό μηρο μέ χρι τον Ξενοφώντα. Στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» (πλατεία Καρύτση 8, τηλ. 3221917).' 30/3, Δε, 7 μ.μ. Ο Erdal Οζ και ο Θόδω ρος Μαλικιώσης εκθέτουν ης απόμεις τους για τις εκδόσεις λογοτεχνικών βι βλίων στην Τουρκία και στην Ελλάδα και η Νίκη Eldeneier χαρακτηρίζει τη Γερμανία σαν τόπο συνάντησης της τουρκικής και της ελληνικής φιλολογίας. Με τη συνεργασία του Συλλόγου Ιστορι κής Kat Λαογραφικής Έρευνας «Η Μνη μοσύνη», του περιοδικού «Διαβάζω» και του Ιδρύματος «Friedrich Naumann», στην Ένωση Ανταποκριτών Ξένου Τύπου (Ακαδημίας 23).’ 30/3, Δε, 7 μ.μ. Έλληνες και Ευρωπαίοι θεατράνθρωποι συζητούν για τα «νέα θε ατρικά τοπία στην Ευρώπη». Με τη συ νεργασία του Ελληνικού Κέντρου του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου (τηλ. 3638194 και 3612707) στο Ινστιτούτο Γκέτε Αθηνών.' 30/3, Δε, 8.30 μ.μ. Η Άννα Ευσταθίου διερευνά ης «σχέσεις» του Ανδρέα Κάλβου με το 21. Με τη συνεργασία της Φιλολογικής Στέγης Πειραιά, στο πα ράρτημα Πειραιά του Γαλλικού Ινστιτού του Αθηνών (2ης Μεραρχίας 36, τηλ. 4521812)'. 30/3, Δε, 8.30 μ.μ. Μια βραδιά με «ή χους, ποίηση και εικόνες μουσικής» α πό το Θεατρικό Εργαστήρι Λαυρίου «Θαλασσογραφία». Με τη συνεργασία του Πολιτιστικού Κέντρου του δήμου Λαυρίου, στο Αθηναϊκό Δημοτικό Θέα τρο (Τιμοκρέοντος 6Α, Άγιος Σώστης).
2/4, Πε, 7 μ.μ. Ο Δημήτρης Μαρωνίτης, καθ. στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, μας εισάγει στην αρχαία ελληνική ποίη ση. Στο Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν.*
30/3, Δε. Εγκαίνια έκθεσης κυπριακού παιδικού βιβλίου και σχετική ομιλία. Στο Δημοτικό Θέατρο Νέας Ιωνίας (τηλ. 2794253).* 30-31/3, Δε-Τρ, § μ.μ. Έλληνες μελετη τές παρουσιάζουν 14 Κύπριους ποιητές (Κώστα Μάντη, Πίτσα Γαλάζη, Νίκη Μα ραγκού, Μιχάλη Πάσιαρδή, Νόσα Παταπίου, Κυριάκο Χαραλαμπίδη...). Με τη συνεργασία της Εταιρείας Συγγραφέων στο Γαλλικό Ινσητούτο Αθηνών (Σίνα 31, τηλ. 3624301-5).· 30-31/3, Δε-Τρ, 9 μ.μ. Νέοι Έλληνες θε ατρικοί συγγραφείς διαβάζουν αποσπά σματα από άπαικτα έργα τους. Με τη συνεργασία της Εταιρείας «Το Νέο Θέα τρο», στο Κολλέγιο Αθηνών (Ψυχικό, τηλ. 6717523).* 31/3, Τρ, 7.30. «Οι ελληνόφωνοι της Καλαβρίας»: Ο καθ. και συγγραφέας Domenico Minuto και ο καθ. Franco Mosino προβαίνουν σε παρατηρήσεις στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή Καλα βρία. Με τη συνεργασία του Ιταλικού Μορφωτικού Ινστιτούτου Αθηνών και των εκδόσεων «Ακρίτας», στο Ιδρυμα Γουλανδρή - Χορν (Μάρκου Αυρηλίου 5, Πλάκα, τηλ. 3219196).* 1/4, Τε, 7.30 μ.μ. Ο Δημήτρης Πάνου, μέλος του Κέντρου Μελέτης Ελληνι σμού, μιλάει για τους ελληνόφωνους της νότιας Ιταλίας. Στους «Φίλους της Φυσικής Ζωής» (Επταχάλκου 3, Θησείο).* 1/4, Τε, 7.30 μ.μ. Η Vellia Critelli μιλάει για τη λογοτεχνία των ελληνοφώνων της Καλαβρίας και ο Tito Squillace για την πρόσφατη προσέγγιση των εληνοφώνων της Καλαβρίας με την Ελλάδα. Στο Ίδρυμα Γουλαυδρή-Χορν.*
3/4, Πα, 8.30 μ.μ. ·Πεθαίνοντας για ε λευθερία»: Παρουσίαση βιβλίων που μι λάνε για τον απελευθερωηκό αγώνα της Κύπρου (1955-1959). Στο «Σπίη της Κύπρου».*
1/4, Τε, 8 μ.μ. «Το σχολικό βιβλίο: η ση μασία του για την εκπαιδευτική διαδικα σία, ευρήματα και τάσεις της σχεηκής έ ρευνας»; Ο Καρλ-Πέτερ Φρίτσε, του Ιν στιτούτου Διεθνών Ερευνών Σχολικού βι βλίου του Μπράουνσβαϊκ, ανοίγει το τρι ήμερο σεμινάριο, ερευνά τη σημασία της μελέτης του σχολικού βιβλίου στην πρα κτική του σχολείου και σκιαγραφεί τη σημερινή κατάσταση, τα καινούρια ερω τήματα και τις τάσεις της σχετικής έρευ νας. Με τη συνεργασία του Τομέα Παι δαγωγικής του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πα νεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο Ινστι τούτο Γκέτε Θεσσαλονίκης.’ 1/4, Τε, 8.30 μ.μ. «Γυναίκες της δη μιουργίας και της σκέμης»; Ο καθ. Γιώρ γος Γιατρομανωλάκης παρουσιάζει την ποιήτρια Ρέα Γαλανάκη. Στο Αετοπούλειο Πολιηστικό Κέντρο του δήμου Χα λανδρίου (Τομπάζη 18 και Φιλικής Εται ρείας, τηλ. 6820464).* 1/4, Τε, 8.30 μ.μ. Οι Κύπριοι ποιητές Μοράρης, Κρανιδιώτης, Κολοσσιάτου, Πλησής και Νεοφυτίδης διαβάζουν ποιήματά τους και συζητούν για το έργο τούς. Με τη συνεργασία της Εταιρείας Συγγραφέων, στο «Σ in ttis ηύηρου».* 2-3/4, Πε-Πα, 7 μ.μ. Συνεχίζεται το σεμι νάριο «Το σχολικό βιβλίο: η σηιιασία του για την εκπαιδευτική διαδικασία, ευ ρήματα και τάσεις της σχετικής έρευ νας». Στον εκπαιδευτικό χώρο του Τμή ματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσα λονίκης (παλιό κηρίο της Φιλοσοφικής Σχολής).*
6/4, Δε. 8.30 μ.μ. Αφιέρωμα στο Νικη φόρο Βρεττάκο, με τη συμμετοχή του Roger Milliex. Στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών.*
Η Ακαδημία Αθηνών προκήρυξε τα παρακάτω βραβεία: - Βραβείο Γ. Αθάνα, 400.000 δρχ., για τη βράβευση της καλύτερης ποιητι κής συλλογής νέου κατά προτίμηση ποι ητή. Προθεσμία υποβολής των έργων ο ρίζεται η 30ή Απριλίου 1992. Το βρα βείο θα άπονεμηθεί το Δεκέμβριο του 1992. - Βραβείο Λάμπρου Πορφύρα, 400.000 δρχ., για τη βράβευση Έλληνα λυρικού ποιητή. Προθεσμία για την υπο βολή σχετικών αιτήσεων ή προτάσεων ο ρίζεται η 30ή Απριλίου 1992. Το βρα βείο θα άπονεμηθεί το Δεκέμβριο του 1992. - Βραβείο Σωτηρίου Ματράγκα, στη μνήμη της Αλεξάνδρας και Σωτηρίου I. Μοτράγκα, 400.000 δρχ., για την καλύτε ρη έκδοση λυρικών ποιημάτων. Προθε σμία υποβολής των έργων ορίζεται η 30ή Απριλίου 1992. Το βραβείο θα απονεμήθεί το Δεκέμβριο του 1992.
* είσοδος ελεύθερη Επιμέλεια: Πάνος Μπαλτάς
Άνθρωποι, ζώα και λογοτεχνία
Σ τα παιδικά βιβλία είναι συχνό φαινόμενο οι πρωταγωνιστές να είναι ζώα. Πολλοί ειδικοί (παιδαγωγοί, ψυχολόγοι και κοινωνιο λόγοι) έχουν επισημάνει τον καταλυτικά θετικό ρόλο που παί ζουν τα ζώα στη διαμόρφωση του παιδικού ψυχισμού, τονίζο ντας ότι η επαφή των παιδιών μαζί τους από τις πιο τρυφερές ηλικίες συμβάλλει στην ομαλή όσο και αναγκαία επικοινωνία των παιδιών με το φυσικό τους περιβάλλον και αναπτύσσει τρυφερές σχέσεις μαζί τους, σχέσεις στοργής και αφοσίωσης. Ας μην ξεχνάμε ότι τα παιδιά στον ανήλικο κόσμο τους συνομι λούν με τα ζώα θεωρώντας τα ασυνείδητα ισότιμα όντα. Αυτές οι ειλικρινείς και άμεσες σχέσεις των παιδιών με τα ζώα παύουν με την ενηλικίωση, γιατί ο "κριτικός” ενήλικος νους θεωρεί πλέ ον τα ζώα ως κατώτερα είδη συγκρινόμενα με τον ανώτερο πνευματικά άνθρωπο. Απ’ αυτή τη θέση «υπεροχής» ο σύγχρο νος άνθρωπος ζώντας στις άξενες πόλεις και έχοντας χάσει προ πολλού την άμεση επαφή του με το φυσικό περιβάλλον, αντιμε τωπίζει τα ζώα άλλοτε εχθρικά εξολοθρεύοντας τα κι άλλοτε υ ποτιμητικά αγνοώντας τα. Η λογοτεχνία, όσες φορές αναφέρεται στα ζώα - και δεν είναι λίγες - μας θυμίζει τον καταλυτικό τους ρόλο στη διαμόρφωση των ανθρώπινων σχέσεων. Τα ζώα, είτε ως πρωταγωνιστές, είτε ως ευρήματα στις σελίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, με την παρουσία τους ορίζουν το πλαίσιο ενός κόσμου στον οποίο δι καιωματικά ανήκουν. Αξίζει να θυμόμαστε ότι ο Νώε με την Κι βωτό φρόντισε μετά την καταστροφή να διασωθεί το ζωϊκό βα σίλειο. Ο Αίσωπος έβαζε τα ζώα να μιλούν. Στον Ό μηρο συχνές είναι οι αναφορές σε ζώα. Ο Φώκνερ μάς μιλάει για τη γέρικη αρκούδα του, ο Μέλβιλ για τη φάλαινα, ο Φλομπέρ για ελέφα ντες, ο Χέμινγουέι για αντιλόπες, βουβάλια, ρινόκερους και τον ξιφία στο «ο Γέρος και η Θάλασσα», ο Κάφκα στη «Μεταμόρφω ση» για μια πελώρια κατσαρίδα, ο Βερν για ένα γιγαντιαίο χτάπόδι. Τί θα ήταν ο Δον Κιχώτης χωρίς τη Ροσινάντε; Θα έμενε στην ιστορία της λογοτεχνίας η Κολέτ χωρίς τη «Γάτα»; Ο Τζακ Λόντον έχει γράψει θαυμάσιες σελίδες για σκύλους, ο 'Έλιοτ χρησιμοποιεί γάτους σύμβολα, ο Κούντερα στην «Αβάσταχτη ε λαφρότητα του είναι» με αφορμή ένα σκύλο αναφέρεται «στην αληθινή καλοσύνη του ανθρώπου που δεν μπορεί να φανερω θεί με απόλυτη καθαρότητα και απόλυτη ελευθερία παρά μόνο απέναντι σ’ αυτούς που δεν εκφράζουν καμιά δύναμη», ενώ το κοράκι είναι συνυφασμένο με τον Πόε. Ενδεικτικά, λοιπόν, και όχι αντιπροσωπευτικά αναφέραμε παραδείγματα παρουσίας ζώων στην ξένη λογοτεχνία. Βέβαια και η ελληνική λογοτεχνία δεν υπολείπεται τέτοιων δειγμάτων. Αρκεί να αναφέρουμε-τον Άγγελο Σικελιανό, τον Στέφανο Γρανίτσα, τον Στρατή Μυριβήλη, τον Γιώργο Σεφέρη, τον Γιάννη Ρίτσο, τη Διδώ Σωτηρίου, τον Νίκο Δήμου, την Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ, τον Πέτρο Αμπατζόγλου, τον Δημήτρη Σωτηρίου, τον Αλέξη Πανσέληνο, τη Ζωρζ Σαρρή, την Ευγενία Φακίνου, τη Μαργαρίτα Καραπάνου, τη Νένη Ευθυμιάδη, τον Ανδρέα Φραγκιά, τη Ζυράννα Ζατέλλη, κι ο κατάλογος, βέβαια, δεν κλείνει εδώ.
χ ρ ο ν ικ ά /13
Αφορμή για όλα τα παραπάνω ένα βιβλίο, με τον τίτλο «Άν θρωποι και ζώα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Γνώσή» ε νός, άγνωστου σε μας, Ιταλού συγγραφέα, του Γκουερρίνο Τζορτζέττι ο οποίος ζει στην Περούτζια και έγινε γνωστός από τις «Αναμνήσεις ενός μετανοημένου κυνηγού» και με τις «Ιστο ρίες ζώων». Κι άλλοι Ιταλοί συνάδελφοί του έχουν επίσης ασχοληθεί με τον κόσμο των ζώων όπως οι: Ίταλο Καλβίνο, Αλμπέρτο Μοράβια, Τζοζουέ Καρντούτσι, Ίταλο Σβέβο, Μαρίνο Μορέττι, όμως όχι με τον τρόπο του Γ. Τζορτζέττι. Στα εννέα διηγήματα της συλλογής πραγματικοί ήρωες είναι τα ζώα. Όχι ως φίλοι ή ε χθροί του ανθρώπου, αλλά ως ένας διαφορετικός κόσμος με τους δικούς του κανόνες. Όχι ως συμπλήρωμα της φύσης στις υπηρεσίες των ανθρώπινων αναγκών, αλλά ως αυτόνομες και παράλληλα συνδεόμενες οντότητες με τον άνθρωπο. Τα ζώα κατά τον Γ. Τζορτζέττι δεν πλαισιώνουν τον άνθρωπο για να καταστήσουν σαφή την ανωτερότητά του, ούτε υποτάσ σονται στις ανθρώπινες επιθυμίες. Αντίθετα σ’ ένα κόσμο, όπως αυτός που ζούμε, μακριά από το φυσικό περιβάλλον ο σύγχρο νος άνθρωπος μοιάζει περισσότερο με απόγονο του μπετόν, της ασφάλτου και της τεχνολογίας παρά συγγενής εξ αίματος με τον πίθηκο. Έτσι αποκομμένος από τις ρίζες του δεν μπορεί παρά να αναρωτιέται συχνά για το ρόλο του ως ανθρώπινου όντος για τις ομοιότητες και τις διαφορές του με τα ζώα. Οι ήρωες του Γ. Τζορτζέττι είναι: ένα γουρούνι που κάποτε υ πήρξε άνθρωπος, ένας ροφός που καλεί τον ψαροτουφεκά στον γοητευτικό κόσμο της σιωπής, ένας σκύλος που εξανθρωπίζεται, ένας άλλος σκύλος που δίνει νόημα στη ζωή και στο θά νατο του ανθρώπου-συντρόφου του· ένας κυνηγός που ταυτί ζεται με το θύμα του το αγριοκάτσικο, τα πετροχελίδονα που δίνουν φτερούγες στον παρατηρητή τους για το πέταγμα προς το θάνατο, ένα παιδί που παίρνει τη θέση του χαμένου μοσχα ριού μιας αγελάδας, ένας ορνιθοτρόφος που ταυτίζεται με τον αποτρόπαιο θάνατο των προορισμένων για κατανάλωση κοτό πουλων και ένα αγριογούρουνο που εκδικείται για τον επικείμε νο θάνατό του τον άνθρωπο κυνηγό. Η ιδιομορφία των διηγημάτων του Τζορτζέττι, που προφα νώς είναι επηρεασμένα από τον Κάφκα, έγκειται στο ότι άλλοτε τα ζώα εξανθρωπίζονται ή παίρνουν απλώς ανθρώπινες δια στάσεις κι άλλοτε οι άνθρωποι μεταλλάσσονται σε ζώα. Πάντως αυτή η μετάλλαξη από το ένα είδος στο άλλο, οδηγεί τον ανα γνώστη σε μια τρίτη διάσταση του κόσμου και της ανθρώπινης φύσης. Αυτό το μεταίχμιο μεταξύ του ενός κόσμου και ενός άλ λου προβάλλεται ως λύση από το συγγραφέα, ο οποίος πρέπει να σημειωθεί ότι αποστασιοποιημένος διηγείται αυτές τις παρά ξενες ιστορίες σε τρίτο πρόσωπο, αποφεύγοντας να κάνει σχό λια ηθικοπλαστικού χαρακτήρα. Αρκείται στο να περιγράφει τις αποστάσεις ανάμεσα στον κόσμο των ανθρώπων και των ζώων και τις συναρπαστικές συζεύξεις τους. Με την ψυχρότητα ενός παρατηρητή ο Γ. Τζορτζέττι μας οδηγεί σ' ένα κόσμο άγνωστο, εν πολλοίς φανταστικό, όπου κανείς δεν είναι κανενός. Άνθρω ποι και ζώα δεν συνυπάρχουν απλώς, αλλά προβάλλουν τη βα θιά τους συγγένεια ως λύτρωση και καταφυγή. ΓΚΟΥΕΡΡΙΝΟ ΤΖΟΡΤΖΕΤΤΙ: Άνθρωποι και άλλα ζώα. Μ ετάφραση: Γιώ ργος Κασαπίδης. Α θήνα, Γνώση, 1992. Σελ. 176.
η ΑΓΟΡΑ
του
ΒΙΒΛΙΟΥ από 16 Φεβρουάριου 1992 έως 29 Φεβρουάριου 1992
Αίολος-Αθ.( Αριστοτέλης-ΑΘ., Βάνιας-θεσσ., Γκρίτσης Γεωργιάδης-Καλλιθέα, Γνώση-Αθ., Ειρμός-Δράμα Ε,\ευθερουδάκης-ΑΘ., Ενδοχώρα-Αθ., Εξαρχόπουλος Αθ„ Εστία-ΑΘ„ Κατώι του Βιβλίου-Θεσσ., Κουρκάκης Καρδίτσα, Λέσχη του Βιβλίου-ΑΘ., Μεθενίτης-Πάτρα Μένανδρος-Κηφισιά, Νέστωρ-Κατερίνη, Παράμετρος Χολαργός, Πειραϊκή Φωλιά-Πειραιάς, Πλέθρον-Αθ. Σύγχρονη Εττοχή-ΑΘ. Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρη σαν 20 βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο κάθενας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις π ΐ | ισαότερες που λήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. "Ετσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς ■το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά αεΐ| ά βιβλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.
I ΚΟΥΝΤΕΡΑ Μ.: Η αθανασία
ΕΣΤΙΑ
| ΜΙΣΣΙΟΥ X.: Τα κεραμίδια στάζουν
ΓΡΑΜΜΑΤΑ
| ΓΚΟΡΝΤΙΜΕΡ Ν.: Η κόρη του Μπέρτζερ
ΟΔΥΣΣΠΑΣ
Ι Ο Ι ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ A.; Το ζήτημα της Μακεδτ νίας ΓΚΟΡΝΤΙΜΕΡ Ν.: Οι άνθρωποι του Τζούλι ΜΕΛΒΙΛ X.: Μόμπυ Ντικ ή Η φάλαινα
GUTENBERG
ΞΑΝΘΟΥΛΗΣ Γ.: Το ροζ που δεν ξέχασα H
i
ΒΑΑΧΟΥ Ε.: Πενήντα και Κάτι
U
I
ΕΛΥΤΗΣ Ο.: Τα Ελεγεία της Οξώπετρας
ΒΑΝΙΑΣ
ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
ΖΗΔΡΟΣ
ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗ Α.: Ιστορία της Πειρατείας
ΜΟΥΡΣΕΛΑΣ Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά
ΕΣΤΙΑ
ΙΚΑΡΟΣ ΚΕΔΡΟΣ
το Προφίλ των Εκδοτών Πριν 10 χρόνια, όταν το «Διαβάζω» άρχισε να παρουσιάζει σε κάθε τεύχος του κι από έναν εκδότη, αυτή η παρουσίαση είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον επειδή χαρτογραφούσε συνολικά το έργο, την ιστορία, τα προβλήματα και τις ιδιαιτερότητες του εκδοτικού κόσμου. Σήμερα η εικόνα έχει αλλάξει. Πολλοί από τους, τότε, εκδοτικούς οίκους δεν υπάρχουν πια, άλλοι συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους-στο χώρο, ενώ άλλοι έχουν δυναμικά, στο μεταξύ, εμφανιστεί. Θεωρώντας λοιπόν απαραίτητο να επαναπροσδιορίσουμε τον εκδοτικό μας χάρτη εγκαινιάσαμε το «ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΕΚΔΟΤΩΝ». Σ’ αυτή τη νέα στήλη οι εκδότες θ’ απαντούν σε 9 κοινά σε όλους - ερωτήματα που έχουν στόχο να διαφανεί η φυσιογνωμία κάθε εκδοτικού οίκου, αλλά και η σχέση του με τους άλλους εκδότες.
d
.
16/χρονικα
Q J
τροπή; Ενημερώνεστε α πό τον ξένο Τύπο για το τι συμβαίνει παγκόσμια στο χώρο του βιβλίου;
ερωτήματα στις εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ
Ποια είναι η εκδοτική σας πολιτική και ποιους χώ ρους καλύπτει η εκδοτική σας δραστηριότητα;
Υ
ϊ \ ύριος άξονας της εκδοτικής μας I lL πολιτικής είναι η έκδοση επιμε λημένων εκδόσεων με σωστά ελληνικά και με σεβασμό στο κείμενο του συγ γραφέα, είτε είναι Έλληνας είτε είναι ξένος. Ακολουθώντας αυτή την ταχτική δεν μπορούμε να πούμε ότι η εκδοτική μας παραγω γή καλύπτει κάποιο συ γκεκριμένο χώρο. Μ πορούμε όμως να πούμε ότι καίτοι ο εκδοτικός μας οίκος είναι μάλλον καινούριος έχει να παρου σιάσει ικανή δουλειά νέων Ελλήνων συγγραφέων σε όλους τους χώρους.
Είστε πιστοί στους αρχι κούς σας στόχους; Οι επι λογές των βιβλίων που εκ δίδετε ακολουθούν τους νόμους ζήτησης και προ σφοράς;
C
g ιναι πολύ σύντομο το διάστημα για να πούμε ότι δεν είμαστε π ι στοί στους στόχους μας. Άλλωστε αυ τό μόνο το αναγνωστικό κοινό μπορεί να το κρίνει αφού στόχος μας είναι να εκδίδουμε σωστά και χρηστικά βιβλία. Οι επιλογές των τίτλων που εκδίδουμε δεν ακολουθούν συχνά τους νόμους προσφοράς και ζήτησης. Προσπαθού με όμως να αναπτύξουμε και μόνοι μας τη ζήτηση των βιβλίων μας.
Πώς επιλέγετε τα βιβλία που πρόκειται να εκδώσετε; Υπάρχει κάποια επι
πάρχει μια διαρκής ενημέρωση α π ό τον ελληνικό και ξένο Τύπο. Έχουμε αποκτήσει όμως και μια μικρή φήμη για τις ελληνικές μας εκδόσεις και έτσι μας βρίσκουν και οι. ίδιοι συγγρα φείς, κυρίως οι νέοι. Από κει και πέρα μια ομάδα, στη μορφή περισσότερο της παρέας, κρίνει κι αποφασίζει για τον κάθε τίτλο. Στην παρέα αυτή, κατά τεκμήριο προστίθενται και οι ίδιοι οι συγγραφείς που εκδίδουμε. Βασικό κριτήριο για την έκδοση ενός βιβλίου εί ναι κατά πόσον το συγκεκριμένο βιβλίο πρέπει να βρίσκεται τυπωμένο ανάμε σα σε άλλα.
Προωθείτε, σταθερά, νέ ους συγγραφείς ή περισ σότερο σας ενδιαφέρουν οι ήδη καταξιωμένοι;
εκδοτικός μας οίκος, καίτοι νέος, έχει ήδη εκδώσει τα βιβλία μιας καταξιωμένης συγγραφέως, της Λιλής Ζωγράφου, και έτσι έχει τη δυνατότητα να εκδίδει σταθερά νέους Έλληνες π ο λύ αξιόλογους συγγραφείς, πρ ο σ π α θώντας να τους γνωρίσει στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.
0
Θεω ρείτε ότι επιτελείτε πολιτιστικό έργο; Αν ναι, πώς αντιλαμβάνεστε αυ τή τη λειτουργία;
C
κ των πραγμάτω ν όλοι οι εκδοτικοί οίκοι έχουν μια σημαντική πολιτιστική παρέμβαση, βοηθώντας την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και συμβάλλοντας έτσι στην καλλιέργεια α π ό τη μια και στην ανάπτυξη της συνεί δησης των πολιτών απ ό την άλλη. g
χρονικα/17
Ποια βιβλία άλλων εκδο τικών οίκων θα θέλατε να είχατε εκδώσει εσείς;
Ο
λα εκείνα τα βιβλία π ου έχω αγα πήσει και είναι πά ρα πολλά.
υσικοί σύμμαχοι των εκδοτών δυστυχώς είναι μόνον οι ανα γνώστες. Τα μέσα μαζικής επι κοινωνίας θα 'π ρ επ ε να συμπορεύο νται με τα βιβλία. Δεν νομίζουμε όμως ότι δίνουν την πρέπουσ α προσοχή. Η πολιτεία δε, μάλλον ενοχλείται από την ύπαρξη έντονης εκδοτικής δραστη ριότητας.
φ
Ποιον από τους εκδοτι κούς οίκους εκτιμάτε πε ρισσότερο για την προ σφορά του και γιατί;
C
κτιμούμε σχεδόν όλους τους εκδοτικούς οίκους γιατί άλλος π ε ρισσότερο, άλλος λιγότερο, έχουν όλοι συμβάλει στην ανάπτυξη αυτού του τό που κι έχουν εκδώσει σημαντικά κείμε να. Ιδιαίτερη όμως μνεία θα κάνουμε για τις εκδόσεις «ΚΕΙΜΕΝΑ», παρόλο που δεν είναι ενεργές αυτή τη στιγμή, γιατί εγκαινίασαν ένα νέο πρόσ ω πο εκ δότη στις αρχές της δεκαετίας του 70. g
Ο
Ποια βιβλία σκοπεύετε να εκδώσετε προσεχώς;
ι προσεχείς μας εκδόσεις είναι:
- Κώστα Λιακάκου: Η πάθηση της ελπίδας (λογοτεχνία) - Κώστα Δαμιανίδη-Τάσου Λεοντίδη: Τα ελληνικά ιστιοφ όρα καΐκια του 20ου αιώνα (μελέτη) - Μαρί Μπελμαρί: Η απαγορευμένη Θ υσία (δοκίμιο) - Γιώργη Έξαρχου: Γύφτοι, Τσιγγά
νοι (ιστορία - γλώσσα - λαογραφία - π ο λιτισμός) Ποιους θεωρείτε φυσι κούς σας συμμάχους (ε φημερίδες, περιοδικά, T.V., ραδιόφωνο, πολι τεία κ.ά);
- Μάρτα Κρίστενσεν: Χορεύοντας με τη Ρεγκίτσε (λογοτεχνία) - Σύγχρονη Γερμανόφωνη Ποίηση
(Ανθολογία)
βιβλία λογοτεχνικ ά & σχολικά εκ π α ιδ ευ τικ ά π α ιχνίδ ια Ν. Τσαραμίρσης — Γ Τσίρος ο.ε. Τσαμαδού & Ζ ω σιμάδω ν 50 Π ειραιάς τη λ . 4176529
αναχρονισμός στον αιώνα μας Ανα-χρονισμός στον 20ό αιώνα; Ανα-χρονισμός στον αιώνα στον οποίο η ι στορία βαδίζει γρήγορα; Δεν είναι παράδοξο ότι σε μια εποχή που τα πάντα ρέουν και αναδομούνται, αναπτύσσονται αντίρροπες τάσεις ανάσχεσης, αναδρομής, αναπόλησης. Δια γράφεται έτσι στα πλαίσια του φαντασιακού χρόνου*, του χρόνου δηλαδή της σημασίας που αποδίδουν οι άνθρωποι στα γεγονότα, στις καταστάσεις και στις πράξεις τους, μια τάση «ακινητοποίησης» του ιστορικού χρόνου. Ο αναχρονι σμός λειτουργεί επομένως στο χώρο της φαντασιακής σύλληψης της κοινωνι κής πραγματικότητας και δεν συνδέεται με την πραγματική χρονικότητα παρά μόνον μέσα από την αναγκαία σύνδεση πραγματικού-φαντασιακού. Οι «μεγάλοι» αναχρονισμοί χαρακτηρίζουν κατεξοχήν τον αιώνα μας, όπως οι «μεγάλες» ιδεολογίες και οι καθολικοί μύθοι-στυλοβάτες των καθεστώτων (φασισμός-ναζισμός-κομμουνισμός). Οι τομές, οι ασυνέχειες και οι ρήξεις δη μιουργούν εξάλλου ακόμη μεγαλύτερες από κάθε άλλη εποχή αδράνειες στο χώ ρο των συλλογικών νοοτροπιών, συγκρινόμενες πάντοτε με το χρόνο του γεγο νότος. Ο αναχρονισμός θα μπορούσε τελικά να εκληφθείως το αποτέλεσμα της εμπλοκής του ατομικού ή του κοινωνικού χρόνου με το γρήγορο ρυθμό της ι στορίας. Στην εισαγωγή παρουσιάζουμε τον πολιτικό αναχρονισμό ως ιστορικό φαινό μενο του 20ού αι., στη διαχρονική (εξελικτική) και τη συγχρονική (τα μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά) διάσταση, έχοντας επίγνωση του κινδύνου της ε πιβολής μιας συνέχειας σε μια ασυνεχή πραγματικότητα ή της επισήμανσης α συνεχειών που καταστρέφουν την ανάλυση της εξέλιξης. Ας σημειωθεί επίσης ότι η ανάλυση αφορά στην ιστορικότητα των κοινωνιών εκείνων που δημιούργη σαν ή και εισέπραξαν τη νεοτερικότητα. Είναι πρόδηλο ότι δεν μπορεί κανείς να εξετάζει τον αναχρονισμό συλλήβδην για κοινωνίες με διαφορετική κοινωνικο-ιστορική θέσμιση της χρονικότητας. Ε πιμέλεια αφιερώ ματος: Δέσποινα Π απαδημητρίου * Για την έννοια του φαντασιακού χρόνου, βλ. Κορνήλιος Καστοριάδης, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, Εκδ. Ράππα, Αθήνα 1985, σ. 303-306.
20/αφιερωμα ίναι γνωστό ότι ο αναχρονισμός ως ερμηνευ τική κατηγορία δεν μπορεί να εφαρμοσθεί Ε στις παραδοσιακές-αγροτικές κοινωνίες στις ο ποίες το καινούριο εκμηδενιζόταν και ο χρόνος βιωνόταν ως ακίνητος, ως ένα διαρκές παρόν ή μια ανακύκληση του χθες. Ο παραδοσιακός χρό νος είναι επίσης σχετικός και τοπικός,1 δεν έχει την υπερτοπική, παγκόσμια, μοναδική σημασία που αποκτά ο νεοτερικός χρόνος χάρη κυρίως στην καθοριστικότητα του γεγονότος. Ο παρα δοσιακά περιεσταλμένος χώρος του ιστορικού πεδίου έχει εξάλλου διευρυνθεί για να χωρέσει το σύγχρονο γεγονός, το οποίο έχει αποκτήσει «ι στορική» βαρύτητα.2 Ως ιστορικό φαινόμενο ο πολιτικός αναχρονι σμός δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με τις αναχρο νιστικές ιδέες που μπορεί να επισημάνει ο ιστορι κός των ιδεών από τον 16ο κυρίως αι. και εξής. Για παράδειγμα, ο πολιτισμικός και διανοητικός ελιτισμός που εξέφρασαν πολλοί στοχαστές του 19ου αι. μέσα στα πλαίσια της κριτικής της κοι νωνίας τής μάζας, όσο και αν περιέκλειε στοι χεία αναχρονιστικού λόγου -ό π ω ς η αντίθεση στη βιομηχανοποίηση και στην καθολική εκπαίδευση- δεν συνιστά φαινόμενο πολιτικού αναχρονισμού. Οι καταβολές του ωστόσο βρί σκονται στις ιδεολογίες εκείνες κατά της προό δου και της νεοτερικότητας που εξέφρασαν τον πολιτισμικό πεσσιμισμό και την απόγνωση, μια βαθύτατη απέχθεια για τις φιλελεύθερες αξίες, τις «ιδέες του 1789» και τον καπιταλισμό. Το κί νημα αυτό στη Γερμανία, το γνωστό ως «συντη ρητική επανάσταση», ξεκίνησε ως κριτική ορι σμένων ρομαντικών στη νεοτερικότητα, βρήκε τη διανοητική του έκφραση στον Νίτσε και τον Ντοστογιέφσκι και τέλος μορφοποιήθηκε ως ρευ στή πολιτική ιδεολογία της δεξιάς. Έχοντας δια μορφώσει έναν ακραίο εθνικισμό και αντισημιτι σμό και ερμηνεύοντας την ιστορία ως σειρά συ νωμοσιών, θεωρούσε τον πολιτικό φιλελευθερι σμό της Δύσης ως εντελώς ξένο προς τη γερμανι κή παράδοση, μια εισαγόμενη «απάτη».3 Η αντιδυτική ιδεολογία, η δυσφήμηση της νεοτερικό τητας και οι εκκλήσεις για μια νέα εθνική πίστη και έναν ηγέτη-δικτάτορα δεν τροφοδότησαν μό νον την ιδεολογία του ναζισμού, αλλά και προε τοίμασαν τη γερμανική κοινή γνώμη για την απο δοχή του εθνικο-σοσιαλισμού στις ιδιαίτερες ε κείνες συνθήκες κρίσης που δημιούργησαν η ήτ τα, η ταπείνωση και η οικονομική κατάρρευση στα χρόνια μετά τον Μεγάλο Πόλεμο.4 Ο πολιτισμικός πεσσιμισμός και οι αντινεοτερικές ιδέες δεν ήταν ωστόσο φαινόμενο α ποκλειστικά γερμανικό, όσο και αν στη Γερμα νία ήταν πιο εύκολο να περιπέσει ο φιλελευθερι σμός σε ανυποληψία εξαιτίας της ατυχούς πολι τικής του σταδιοδρομίας σε αντίθεση με τις δυτι-
Δέσποινα Παπαδημητρίου
κές χώρες.5 Από το 1886 διαμορφώθηκε στη Γαλλία ένας νέος τύπος εθνικισμού που απευθύν θηκε σε διάφορα στρώματα της κοινής γνώμης: ένας εθνικισμός που απέκτησε κλειστό χαρακτή ρα και όρισε το έθνος μέσα από την εξόντωση των «παρείσακτων». Πρόκειται για τον συντηρητικό-αντικοινοβουλευτικό εθνικισμό των αρ χών του 20ού αι. στον οποίο ο Μοράς προσέδωσε τη θεωρητική του συγκρότηση και συνοχή αφαιρώντας από τη γαλλική παράδοση την επανά σταση του 1789, τον προτεσταντισμό, τους Ε βραίους, τους μασόνους και τους «μετοίκους».6 Ιδεολόγοι εθνικιστές εμφανίζονται και στην Ιτα λία, όπως ο Ντ’ Ανούντσιο και ο Κοραντίνι. Αλ λά και στην Ελλάδα οι συνθήκες πολιτικής πό λωσης και γενικευμένης εσωτερικής κρίσης κα τά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέ μου συνέβαλαν στη σχηματοποίηση της αντικοινοβουλευτικής παράδοσης και στη χρησιμοποίη σή της από την αντιβενιζελική και την αντισυμ-
αφιερωμα/21
Λ--"' αναχρονισμός στον 20ό αιώνα
μαχική προπαγάνδα. Εκφράσθηκε ως αποδοχή της γερμανικής πολιτικής κουλτούρας που προ τάσσει το συλλογικό έναντι του ατομικού και ως απόρριψη των δημοκρατικών αξιών της γαλλι κής επανάστασης που χαρακτηρίζονταν ως ξέ νες προς την αρχαία ελληνική παράδοση.7 αρεμβαίνοντας έτσι δυναμικά στο χώρο της πολιτικής, οι ιδέες αυτές θα αποτελέσουν το ιδεολογικό υπόβαθρο για τη δημιουργία των μεγάλων αναχρονιστικών κινημάτων της εποχής των παγκοσμίων πολέμων και της μεγάλης κρί σης. Ο πολιτικός αναχρονισμός στον 20ό αι. θα μπορούσε να ορισθεί ως ο τρόπος με τον οποίο ει σπράττουν τις ιδέες και τις παραδόσεις αυτές οι κοινωνικές ή εθνικές ομάδες, η δημιουργία μιας καινούριας συνεκτικής λόγικής και η παγίωση συλλογικών στάσεων και συμπεριφορών που εκ φράζουν τη συγκεκριμένη λογική. Συνιστά επο μένως ένα μαζικό φαινόμενο που θα πρέπει να
Π
Τομή στην ιστορία του πολιτικού α ναχρονισμού μπορούμε να θεωρή σουμε το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την έναρξη της ψυχρο πολεμικής εποχής. μελετηθεί μέσα στα πλαίσια του πεδίου των συλ λογικών νοοτροπιών, με έμφαση στους ιστορι κούς του καθορισμούς και στα αποτελέσματα που δημιουργεί. Ειδικότερα, οι συνθήκες κοινωνικο-πολιτικής ή εθνικής κρίσης ευνοούν την ανάδυση φαινομέ νων πολιτικού αναχρονισμού· το κλίμα ανασφά λειας, οι δυσοίωνες προοπτικές για το μέλλον, τα αισθήματα δυσαρέσκειας, κατωτερότητας και υ στέρησης ορισμένων ομάδων, καθιστούν το χώ ρο του συλλογικού ασυνείδητου ευάλωτο σε μανιχαϊστικές και εύληπτες ερμηνείες της πραγματι κότητας. Έχοντας συχνά υπερβεί τις αρχικές του καταβολές και αυτοπεριορισθεί στα πλαίσια της λειτουργίας του σχήματος «εχθρός-φίλος», ο αναχρονιστικός λόγος είναι στην τελική του εκ φορά α-πολιτικός, αν φυσικά δεν αντιλαμβανό μαστε το χώρο του πολιτικού αποκλειστικά με βάση αυτή τη διάκριση.8 Η δύναμή του έγκειται κυρίως στη δυνατότητα να αποσπάει την αποδο χή παρεμβαίνοντας και λειτουργώντας στο χώρο του πολιτικού και κοινωνικού φαντασιακού, α ντλώντας από εκεί στοιχεία και δημιουργώντας άλλα. Η διαμόρφωση της στάσης του γαλλικού συντηρητικού εθνικισμού απέναντι στο χιτλερικό κίνδυνο την περίοδο από το 1935 μέχρι το 1939 α ποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της παρέμ βασης αυτής. Συγκεκριμένα, ο παραδοσιακός αντιγερμανισμός τίθεται σε αδράνεια και παρου σιάζεται ο αντιφασιστικός αγώνας ως ιδεολογι κός πόλεμος των Εβραίων με σκοπό την ανατρο πή του Χίτλερ. Ο κίνδυνος επομένως για τη Γαλ λία εστιάζεται στον εσωτερικό εχθρό, δηλαδή την αριστερά, το λαϊκό μέτωπο και τους Ε βραίους που θέλουν να σύρουν τη χώρα σε φονική σύρραξη. Διδακτική είναι επίσης η περίπτωση της αντιβενιζελικής προπαγάνδας στον Πρώτο Πόλεμο, η οποία εκμεταλλεύθηκε τις εχθρικές α ναπαραστάσεις της ελληνικής κοινής γνώμης προς την Αγγλία για να απομυθοποιήσει τον πα ραδοσιακό προστατευτικό ρόλο των Συμμάχων και να αναπροσδιορίσει την έννοια του εχθρού και του φίλου. Ο κίνδυνος και σ’ αυτήν την περί-
22/αφιερωμα πτώση δεν προερχόταν από τους εισβολείς Βουλ γάρους, συμμάχους των Γερμανών, αλλά από τον εσωτερικό εχθρό, τον βενιζελισμό, και τους Αγγλογάλλους που τον ενίσχυαν. Τα στοιχεία της συνέχειας στον ευρωπαϊκό α ναχρονισμό του 20ού αι., τα σταθερά δηλαδή χα ρακτηριστικά που μπορεί να επισημάνει κανείς, στον ένα ή στον άλλο βαθμό, στις διάφορες εκ φράσεις του είναι: 1. Ο μύθος της συνωμοσίας και η έννοια του ε σωτερικού εχθρού. Συνήθως προκύπτει η ανάγκη της επίκλησης του Σωτήρα που θα οδηγήσει το έ θνος στη λύτρωση. 2. Η έννοια της παρακμής, πολιτισμικής και ηθικής, μέσα στα πλαίσια της κριτικής του πα ρόντος και της νοσταλγικής θεώρησης ενός λα μπρού παρελθόντος (η Σπάρτη για τη μεταξική ι δεολογία, η Ρώμη για τον Μοράς). 3. Συχνά επίσης ο αναχρονιστικός λόγος χρη σιμοποιεί λαϊκές εγκλήσεις και συστηματοποιη μένα θέματα του λαϊκισμού με αποτέλεσμα τη διεύρυνση της συμμετοχής στο κίνημα. Για πα ράδειγμα, η αναφορά σε «διεφθαρμένους» πολι τικούς (Ζαν Μαρί Λε Πεν), σε «εκτός πραγματι κότητας» διανοούμενους (κίνημα του Πιέρ Πουζάντ στη Γαλλία το 1956), καθώς και η αντιδια στολή τους με την «υγιή» μάζα στην οποία ανατί θεται ο ρόλος της εξόδου από την κρίση. ο ιδεολογικό κλίμα στο οποίο αναπτύσσο νται τα θέματα αυτά είναι γενικά συντηρητι Τ κό. Ειδικότερα επικρατεί η άρνηση της ισότητας και της δημοκρατίας ως νομιμοποιητικής αρχής της κρατικής εξουσίας, η περιφρόνηση προς τις κοινοβουλευτικές αρχές, η υπεροχή του συλλογι κού (έθνος ή κράτος-έθνος) έναντι του ατομικού, η καχυποψία απέναντι σε κάθε καινοτομία, η α παισιόδοξη οπτική για τον άνθρωπο και το σύγ χρονο πολιτισμό και η απόδοση της ευθύνης για
την κρίση σε μειονότητες φυλετικές, εθνικές ή κοινωνικές. Η προπαγάνδα του, όπως και κάθε αντεπαναστατική ιδεολογία, κάνει έκκληση για τάξη, ιεραρχία, εξουσία, πειθαρχία, υπακοή, πί στη, θάρρος, αυτοθυσία και εθνικισμό.9 Τομή στην ιστορία του πολιτικού αναχρονι σμού μπορούμε να θεωρήσουμε το τέλος του Δευ τέρου Παγκοσμίου Πολέμου και την έναρξη της ψυχροπολεμικής εποχής. Η τομή ωστόσο, όσο και αν αποτελεί μια ασυνέχεια ανάμεσα σε δύο καθορισμένες πραγματικότητες, δεν είναι νε κρός χρόνος. Πολλά στοιχεία επιβιώνουν στην ε πόμενη κατάσταση μεταλλαγμένα, παραλλαγμέ να ή και ίδια.10 Η συμβολή της κληρονομημένης ευρωπαϊκής σκέψης διατηρήθηκε στην καινού ρια εποχή, αλλά στην περίπτωση της Αμερικής που τέθηκε στην πρωτοπορία του ιδεολογικού α γώνα του δυτικού συνασπισμού κατά της «κομ μουνιστικής επέκτασης», ήταν μικρότερη. Το πολιτικό κλίμα που διαμορφώθηκε σε διεθνές ε πίπεδο συνέβαλε στο να αποκτήσει ο πολιτικός αναχρονισμός οικουμενικό χαρακτήρα, να επι βληθεί ως παγκόσμια ιδεολογία που νομιμοποιεί τη συκοφάντηση και τις πολιτικές διώξεις των ε σωτερικών εχθρών καθώς και τις εξωτερικές ε πεμβάσεις. Στη σημερινή συγκυρία της αναδυόμενης μετα ψυχροπολεμικής εποχής, με δεδομένη την κα τάρρευση καθεστώτων, μύθων, συμβόλων, την κρίση της αριστερής ιδεολογίας και την οικονο μική κρίση, είναι πολύ ενδιαφέρον να ελεγχθούν οι πραγματικές διαστάσεις των αναχρονιστικών ιδεών και κινημάτων. .Να διαπιστωθεί η δύναμη αντίστασης των παραδοσιακών εικόνων και ιδε ολογημάτων σε μια νέα εποχή που λειτουργεί με μια διαφορετική λογική. Να μελετηθεί τέλος η α πήχηση στην κοινή γνώμη, που φαίνεται να τηρεί στάση αναμονής, των αναχρονιστικών τάσεων στην πολιτική σήμερα.11 □
Σημειώσεις 1. Στ. Παπαδόπουλος, Ο χρόνος στην παραδοσιακή κοινω νία, στα Σύγχρονα θέματα τεύχος 35-36-37, Δεκέμβριος 1988, σ. 239-242. 2. Pierre Nora, «Η επιστροφή του γεγονότος», στο συλλογικό Το Έργο της Ιστορίας, τομ. II, εκδ. Ράππα, σ. 48-68. 3. Βλ. Fritz Stern, Politique et Desespoir, les ressentiments contre la modernite dans I’AIlemagne prehitlerienne, Armand Colin, Paris 1990, σ. 14-16. 4. Αυτό δείχνει o Fritz Stern, ειδικός στα θέματα γερμανικής ιστορίας μέσα από την ανάλυση του έργου τριών γερμανών συγγραφέων του 19ου αι. στο βιβλίο του: The Politics o f Cultural Despair: A study in the Rise o f the Germanic Ideology, The University of California Press, 1961. Στη γαλ λική μετάφραση του βιβλίου παραπέμπουμε στην προηγού μενη σημείωση. 5. Βλ. Fritz Stern, Politique et Disespoir, les ressentiments contre la modernite dans l ’AUemagne prehitlerienne, Armand Colin, Paris 1990, σ. 21. 6. Michel Winock, Nationalisme, antisemitisme et fascisme en France, Editions du Seuil, Paris 1982, σ. 22.
7. 8. 9. 10. 11.
Raoul Girardet, Le nationalisme franpais; Anthologie 1871-1914, Editions du Seuil, 1983, σ. 16 και 21. Επίσης L ’Evenement du jeudi, ap. 289, με τίτλο: «Contre la lepre antisemite, la decheance raciste, la haine de l’autre: LA FRANCE!» Πολιτική Επιθεώρησις, 8 Οκτωβρίου 1916. Βλ. επίσης, Δέ σποινα Παπαδημητρίου, Ο Τύπος και ο Διχασμός, 1914-1917, ανέκδοτη διδακτορική διατριβή, Αθήνα 1990. Βλ. σχετικά, Καρλ Σμιττ, Η έννοια του πολιτικού, μτφ., ει σαγωγή Αλίκη Λαβράνου, επιμέλεια Γιώργος Σταμάτης, Εκδ. Κριτική, Αθήνα 1988. Arno J. Mayer, Dynamics o f Counterrervolution in Europe, 1870-1956: An Analytic Framework, Harper & Row Publishers, Harper Torchbooks, 1971, σ. 65. Για την έννοια της τομής, βλ. Michel Foucault, Αρχαιολο γία της γνώσης, μτφ. Κωστής Παπαγιώργης, Εκδ. Εξά ντας, Αθήνα 1987, σ. 9-31. Για παράδειγμα, ο Λε Πεν μιλάει ακόμη (το 1989) για ε βραϊκή διεθνή (συνέντευξη στο Present) και η Αυριανή αποκαλεί τον Γκορμπατσώφ «Φιλιππινέζα του Μπους», ερμη νεύοντας μανιχαϊστικά τις εξελίξεις στην πρώην Σοβιετική Ένωση (20 Αυγ. 1991)
αφιερω μα/23
Σώτη Τριανταφύλλου
Σχετικά με τον Μακαρθισμό (Ο μακαρθισμός ως αναχρονισμός)
- Θα μιλήσεις! - Δ εν μπορώ ! - Β γά λ ε το διάβολο από μέσα σου! Κοίταξέ τον κατά πρόσ ω πο! (Ά ρ θ ουρ Μ ίλερ. The Crucible, 1953)
Το κυνήγι των μαγισσών από το 1946 ως το 1954 (και πιο πριν, αλλά και με τά) ήταν για τις Ηνωμένες Πολιτείες η αναβίωση της δίωξης των δαιμονισμέ νων του Σάλεμ, τον 17ο αιώνα. Την άνοιξη του 1692, η εκκλησία της Νέας Αγ γλίας πέρασε από φριχτά βασανιστήρια τις μάγισσες, καλώντας τες να ομο λογήσουν την απόκρυφη σχέση τους με το διάβολο: οι περισσότερες κάηκαν στην πυρά. ατά τη διάρκεια της εξουσίας της επιτροπής Μη-Αμερικανικών Ενεργειών (HUAC) που έδειξε υπερβάλλοντα ζήλο μετά την ίδρυση του ΝΑΤΟ, το αμερικανικό υπουργείο εξωτερικών και οι υπηρεσίες πληροφοριών υπέβαλαν σε εκ συγχρονισμένα βασανιστήρια τους ριζοσπάστες και φιλελεύθερους, για να ομολογήσουν την από κρυφη σχέση τους με τον κομμουνισμό. Μια θρη σκεία - ο αμερικανισμός - πολεμούσε μια δαι μονική αίρεση - τον κομμουνισμό κι όλες του τις παραφυάδες: τους pinkoes, τους fellow-travel lers και τους πιο επικίνδυνους commies και reds.
Κ
Ο γερουσιαστής Μακάρθι ήταν απλώς ο άνθρωπος-βιτρίνα, που εξαπέλυσε μια εκστρα τεία, αναπόφευκτη μετά το τέλος των παγκό σμιων συμμαχιών και της πολιτικής των καλών αισθημάτων: τον Φεβρουάριο του 1950 ισχυρί στηκε πως 205 κομμουνιστές είχαν διεισδύσει στο υπουργείο εξωτερικών. Μετά από λίγο και ρό, επειδή η αριθμητική δεν έβγαζε πουθενά, έκα νε περικοπές: οι κομμουνιστές έγιναν 57. Μετά, του φάνηκαν λίγοι: προστέθηκαν άλλοι 24. Τα γεγονότα είναι γνωστά, ιδιαίτερα εκείνα που αφορούσαν το πιστοποιητικό νομιμοφροσύ
24/αφιερωμα νης των έργων τέχνης, αρχίζοντας από τις χολιγουντιανές ταινίες. Αυτό που συνήθως αποκρύπτεται σχετίζεται με την πολιτική ουσία του μα καρθισμού, που θεωρείται ότι έγινε αιτία να διωχθούν «αθώοι»: κατά την επίσημη Ιστορία, οι πε ρισσότεροι ήταν αθώοι, δηλαδή μη κομμουνι στές, υπόθεση μάλλον ορθή, αφού ο σοσιαλισμός οποιοσδήποτε μορφής είχε αρχίσει και τελειώσει περίπου στις ουτοπίες του Πούλμαν. Όμως, το πολιτικό σύστημα δεν κρίνεται μέσα από τα «λά θη» και τις αποκλίσεις του: κρίνεται από το ποιον θεωρεί ένοχο και πώς αντιμετωπίζει τον έ νοχο. Για παράδειγμα, υπήρχε πάντα μια μερίδα διανοουμένων που πίστευε ότι οι Ρόζενμπεργκ ή ταν αθώοι, υπονοώντας πως αν ήταν «ένοχοι»,
δηλαδή κατάσκοποι των Σοβιετικών, θα άξιζαν την ηλεκτρική καρέκλα. Όμω ς ο πολιτικός ανα χρονισμός του μακαρθισμού δεν εξαντλείται στη γελοιότητα της υπερβολής: προεκτείνεται ως την ανατροπή των δημοκρατικών αξιών ανάλογη, αν κι όχι ισοδύναμη, μ’ εκείνη από τις Δίκες της Μόσχας. Το κυνήγι των μαγισσών άρχισε να παίρνει την πιο χυδαία του μορφή, από τη στιγμή που μια ται νία του ’44 ενόχλησε πολύ τα μέλη της Επιτρο πής. Ό ταν κάλεσαν ως ειδικό στα θέματα κινη ματογράφου και πολιτικής, τη συγγραφέα Ά ιν Ραντ, που είχε βρει καταφύγιο στις ΗΠΑ, τους απεκάλυψε το ψεγάδι της ταινίας: έδειχνε τους Ρώσους να χαμογελάνε. «Είναι ένα απ’ τα κόλπα της κομμουνιστικής προπαγάνδας να δείχνουν Ρώσους να χαμογελάνε», είπε η κ. Ραντ, συμπεραίνοντας, επαγωγικά, ότι η ταινία ήταν μέρος της εν λόγω προπαγάνδας. Ο κ. Ρίτσαρντ Νίξον ήταν παρών στην κατάθεσή της και δεν έκανε καμιά ερώτηση. Η κ. Ραντ τον κάλυπτε. Μόνον ο βουλευτής Τζον Μακ Ντάουελ είχε κάποιες επι φυλάξεις: Μ α κ Ντάονελ: Μα, κανείς δε χαμογελάει πια στη Ρωσία; Ραντ: Α, όχι, κανείς, στην κυριολεξία. Μ α κ Ντάουελ: Μά, πώς, καθόλου; ποτέ; Ραντ: Ό χι, όχι. Ίσω ς μόνον τυχαία και ιδιωτι
κά. Σίγουρα, ποτέ το χαμόγελό τους δεν είναι κοινωνικό. Δε χαμογελούν, γιατί αν χαμογελού σαν θα ήταν σαν να επιδοκίμαζαν το σύστημά τους. Ο Ρόμπερτ Τέιλορ έπαιζε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Τραγούδι της Ρωσίας. Η κ. Ραντ δεν τον συγχώρεσε ποτέ γιατί έλεγε σ’ ένα Ρώσο α γρότη: «Ωραίο το σιτάρι σας». Ίσω ς ο Ρίτσαρντ Νίξον έπαιρνε σημειώσεις στη διάρκεια της κα τάθεσης. Εικοσιπέντε χρόνια αργότερα, είπε στους Κινέζους ηγέτες: Ωραίο το Τείχος σας. Ό μως, ο Ρόμπερτ Τέιλορ χρειάστηκε μόνο τρία χρόνια μετά την προπαγανδιστική του αναφώνη ση για να μετανιώσει πικρά: σε ερώτηση του Ρόμπερτ Στρίπλινγκ της HUAC δήλωσε πως δεν ήθελε να γυρίσει ποτέ την ταινία και πως σίγουρα ήταν ένα ατόπημα. Ό μως, το 1944, ο υπεύθυνος κινηματογραφικής προπαγάνδας στο ομοσπον διακό γραφείο πολεμικών Πληροφοριών είχε δώ σει εντολή να γυριστούν ταινίες φιλικές προς τους χαμογελαστούς συμμάχους. Γράφει η εγκυκλοπαίδεια Caxton: «Οι υστερι κές καταγγελίες του Μακάρθι προώθησαν τελι κά το αμερικανικό αίσθημα αν και μερικές φορές ξεπέρασαν το καθήκον της αποκάλυψης των κα τασκόπων και των κομμουνιστών στον κρατικό μηχανισμό». Ό σο πολιτικός αναχρονισμός ήταν η περίοδος της HUAC, τόσο είναι και η ανάλυσή της, κυρίως γιατί τα στοιχεία της είναι ακόμη πα ρόντα αν κι όχι με τον ίδιο τρόπο συντεθειμένα. «Τι γνώμη έχετε για τον μαρξισμό;» ρωτάει ο Τζ. Παρνέλ Τόμας τον Γκλεν Φορντ. «Είναι κάτι ε γκληματικό», απαντάει ο Φορντ. «Τι είναι για σας ο μαρξισμός κ. Φορντ;». «Δεν ξέρω... Να..., κάτι αντιαμερικανικό». Οι άξονες της πολιτικής ορθότητας ήταν η πα τρίδα, το σύστημά της - κυρίως αυτό που στερε οποιούσε το πρόγραμμα των Ρεπουμπλικάνων και οι ψηφοθηρικές απόψεις των Νοτίων Δημο κρατών - η λευκή φυλή και η προτεσταντική παράδοση: το 1946, όταν κλήθηκε μπροστά στην Επιτροπή ο γνωστός αντισημίτηςΤζέραλντ Λ.Κ. Σμιθ, ο βουλευτής Τζον Ράνκιν τον ( οτησε αν •καταδικάζει το Νιου Ντιλ, το οποίο είχε συμφέ ρον να καταδικάσει. Δεν ακούστηκε ?. :ξη για τον αντισημιτισμό του. Η κατάσταση ήταν απλώς έ νας κατοπτρισμός του ψυχρού πολέμου στο εσω τερικό της χώρας, ενός πολέμου που πήρε τερά στιες διαστάσεις μετά τυν επανάσταση στην Κί να, την έκρηξη της σοβιετικής ατομικής βόμβας και την έναρξη του πολέμου στην Κορέα. Το 1952, η Λίλιαν Χέλμαν πήγε στην Επιτροπή καπνίζοντας και βήχοντας: «Δεν μπορώ και δεν θέλω να προσαρμόσω τη συνείδησή μου στη μό δα αυτής της χρονιάς», είπε. Εκείνη τη χρονιά το ΚΚ των ΗΠΑ είχε 10.000 μέλη. Ο Έντγκαρ Χούβερ του FBI δήλωνε: «Πρόκειται για τον υπ’ αριθ μόν 1 εχθρό του αμερικανικού έθνους». □
αφιερωμα/25
Νίκος Δεμερτζής
Η νεωτερικότητα'ως έννοια και ως εμπειρία
Αν υπάρχει ένα προ νομιακό ζήτημα για το οποίο τα τελευταία χρό νια η διεθνής βιβλιο γραφία των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επι στημών έχει συγκεντρώ σει την προσοχή της ό σο ποτέ άλλοτε, αυτό ε ί ναι το ζήτημα της νεωτερικότητας. Εκατοντά δες είναι οι πρόσφατοι τίτλοι και οι διατριβές που συγγράφονται σζ όλα τα Πανεπιστήμια του κό σμου. Στοιχειώδης επαφή με την εν λόγω βιβλιογραφία επιβεβαιώνει την πα ρατήρηση αυτή1. Το γεγονός όμως ότι η νεωτερικότητα ως έννοια κατέχει όντως περίοπτη θέση στη διεθνή συζήτηση δεν συνεπάγεται ότι το περιεχό μενό της είναι κοινώς αποδεκτό από όλους όσοι την χρησιμοποιούν. Τούτο ο φείλεται στο ότι η έννοια αυτή εγγράΦεται σε διαφορετικά παραδείγματα (Paradigms) διαφορετικών επιστημών. Οπως θα δειχθεί ωστόσο στη συνέ χεια, οφείλεται επίσης και στο ότι το vc μυήσει και να σκεφθεί κανείς γύρω από τη νεωτερικότητα σημαίνει ότι αμέσως ή εμμέσως υποβάλλει σε έλεγχο, επανεξέταση και ίσως αποτίμηση ολόκληρο τον πολιτισμικό ορίζοντα της Δύ σης και όχι μόνον. κείνο που διακυβεύεται κάθε φορά που γίνε ται λόγος περί τη νεωτερικότητα είναι το νοηματικό, πρακτικό και τεχνικό περιεχόμενο του σύγχρονου κόσμου. Ως εκ τούτου λοιπόν η δυσκολία καθορισμού της έννοιας της νεωτερικότητας έγκειται επίσης στο ότι η όποια απόπει
Ε
ρα ενέχει σαφώς και μια διάσταση αυτοορισμού, αυτο-οριοθέτησης και αυτο-στοχασμού. Διότι εί ναι ο νεωτερικός άνθρωπος που διαλογίζεται για τη νεωτερικότητα εντός των προδιαγραφών της. Ακόμα και όταν όμως σκέφτεται κανείς και αποφαίνεται για τη νεωτερικότητα μέσα από το πρί-
* Μετά από παράκληση του αρθρογράφου διατηρήθηκε το ωμέγα (-ω) στη γραφή της λέξης "νεωτερικότητα” .
26/αφιερωμα σμα ενός άλλου, μείζονος σημασίας πολιτισμι κού ορίζοντα, όπως είναι π.χ. η ισλαμική κοσμο αντίληψη, είναι υποχρεωμένος να τοποθετηθεί α πέναντι της, υποχρεούται να την κατανοήσει α κριβώς για να μπορέσει μετά να αποστασιοποιηθεί. Ούτως ή άλλως, η νεωτερικότητα εγκαλεί το μελετητή της σε μια πορεία άσκησης του νου και αυτογνωσίας. Εντός ή εκτός, υπέρ ή κατά, η νεω τερικότητα δεσμεύει το υποκείμενο στην υιοθέτη ση επιλογής και στάσης απέναντι της. Η δεσμευτικότητα αυτή οφείλεται στην οικουμενική διά σταση της νεωτερικότητας, μια διάσταση που δεν αφορά μόνο τον παγκόσμιο καταμερισμό ερ γασίας αλλά και τη δυνάμει παγκόσμια απήχηση της ηθικής κατηγορικής προσταγής του Καντ. Εν πάση περιπτώσει όμως, παρόλο που το πλαίσιο εντός του οποίου διεξάγεται η διαμάχη για τη νε ωτερικότητα είναι σύνθετο και ακανθώδες, η όλη θεματολογία απασχόλησε τα τελευταία χρόνια και την ελληνική ακαδημαϊκή δημοσιότητα και μάλιστα, ενίοτε, όχι με τις συνήθεις προδιαγρα φές ανάλογων περιπτώσεων2. Στο σύντομο αυτό και εντελώς εισαγωγικό κεί μενο που υπακούει στη λογική του ανά χείρας α φιερώματος και δεν αποτελεί άρα εμπεριστατω μένη ανάλυση, θα γίνει ακροθιγής αναφορά σε τρία σημεία: τι είναι τελικά νεωτερικότητα, γιατί λαμβάνει χώρα τα τελευταία χρόνια ο έντονος διάλογος γύρω από την έννοια αυτή, και τέλος, ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες του διαλόγου περί τη νεωτερικότητα στην Ελλάδα.
Α. Ως έννοια η νεωτερικότητα είναι πολύπλο κη και πολύτροπη. Αν θα μπορούσαμε να διατυ πώσουμε έναν κάποιον περιγραφικό και όσο το δυνατόν «ουδέτερο» ορισμό, θα λέγαμε ότι η έν νοια της νεωτερικότητας θεματοποιεί την σε όλα τα επίπεδα ιστορική εμπειρία του ανθρώπου στη Δύση από τον 16ο τουλάχιστον αιώνα και μετά. Πολύ σχηματικά επίσης, θα μπορούσαμε να πού με ότι τέσσερις είναι οι βασικοί πυλώνες της νεω τερικότητας: η Αναγέννηση, ο Διαφωτισμός, η Γαλλική επανάσταση και η βιομηχανική επανά σταση. Εντός του τετράπλευρου αυτού οχήματος τοποθετείται η (αλληλο)συγκρότηση του κράτους/έθνους, η εκκοσμίκευση της κοινωνικής οργάνωσης και της δικαίωσης της πολιτικής κυ ριαρχίας, η συνανάδυση της βιομηχανικής κοι νωνίας και του καπιταλιστικού τρόπου παραγω γής, η εξατομίκευση των κοινωνικών σχέσεων και η ανάπτυξη του επιστημονικού Λόγου. Στο νεωτερικό πλαίσιο εγγράφεται όμως και ο άνθρωπος ως άτομο, φορέας δηλαδή αδήριτων και απαράγραπτων δικαιωμάτων που το προστα τεύουν από την αυθαιρεσία της πολιτικής εξου σίας, αλλά και που τον συγκροτούν ως επικοινω
νούν υποκείμενο πριν από κάθε κεντρική εξου σία. Εγγράφονται επίσης τα αιτήματα της ελευ θερίας και της ισότητας. Μάλιστα, στη νεωτερι κότητα η ελευθερία νοείται τόσο ως «ελευθερία από» όσο και ως «ελευθερία να». Από την άλλη μεριά, η ισότητα προβάλλει ως πολιτισμικό αίτη μα υπέρβασης της φύσης. Διότι εκ φύσεως οι άν θρωποι δεν είναι ίσοι, ακριβώς διότι αφ’ εαυτής η φύση δεν διαθέτει μέτρο σύγκρισης. Η ισότητα είναι μέγεθος στο ύψος του ανθρώπου. Τίθεται ως συνθήκη συμβίωσης ή ως αίτημα προς εκπλήρω ση. Η ιδέα της ισότητας ήταν, είναι και θα είναι διαμεσολαβημένη από τον κριτικό ορθό λόγο και τη συμβολική δημιουργικότητα των ανθρώπων. Η νεωτερική αντίληψη της ισότητας και της ε λευθερίας ενέχει μιαν οικουμενική διάσταση: ε λεύθερος και ίσος είναι ο άνθρωπος ως μέλος της κοινωνίας ανεξάρτητα από τυχαιότητες καταγω γής, εθνικότητας, εισοδήματος, αίματος και κοι νωνικής θέσης. Ως αρχές, η ισότητα και η ελευθερία εξυπο νοούν μιαν ανθρωποκεντρική θεώρηση του κό σμου και της ιστορίας. Ο άνθρωπος αποκαθίσταται ως το μέτρο των πραγμάτων. Θα λέγαμε μά λιστα ότι ο ανθρωποκεντρισμός αυτός χαρακτη ρίζεται από μια ιδιαίτερη ριζικότητα. Σημαίνει τη συνειδητοποίηση του ότι ανέκαθεν ο άνθρωπος ως είδος ήταν το κέντρο του κόσμου, ότι η φύση είναι (από γνωσεολογικής και πραξεολογικής απόψεως) α-νόητη δίχως τον άνθρωπο, μόνο που ο ίδιος χρειάσθηκε αρκετούς αιώνες για να το α ναγνωρίσει, δηλαδή να αυτο-αναγνωρισθεί. Από την άποψη αυτή, λοιπόν, η νεωτερικότητα σημαί νει μιαν άλλη προσέγγιση του χρόνου, της ιστο ρίας και της φύσης. Η χρονικότητα, η ιστορία και η φύση υποκειμενικοποιούνται, για πρώτη φορά ο ιστορικός άνθρωπος είναι σε θέση να συλλάβει τις διαστάσεις αυτές κατά έναν μη μυστικι στικό τρόπο. Η εμπειρία αυτή της τιθάσευσης της εξωγένειας του κόσμου κινητοποίησε μιαν άνευ προηγουμένου αίσθηση χειραφέτησης από τον παλαιό κόσμο και το «παλαιό καθεστώς». Με τη νεωτερικότητα συνειδητοποιήθηκε ότι ο κόσμος είναι αμετάκλητα ο κόσμος του ανθρώ που και ότι ο άνθρωπος κάνει την ιστορία του. Αυτό όμως δεν έγινε δίχως τίμημα. Ο άνθρωπος στη νεωτερικότητα δεν έπαψε να αντικρίζει την αναγκαιότητα και την αντικειμενικοποίηση των πεπραγμένων του. Η νεωτερικότητα δεν είναι μό νο χειραφέτηση, ελευθερία, ισότητα, δικαιοσύνη, δημοκρατία, και συνειδητή αυτοδημιουργία. Ενέ χει εξ αρχής το σπέρμα της ακύρωσής της. Η νε ωτερικότητα είναι διγενής. Ο κατακερματισμός του κόσμου σε διακριτές σφαίρες δραστηριότη τας δεν είχε μόνο ως συνέπεια τη διεύρυνση των όρων και των ορίων της ατομικής ύπαρξης, αλλά και το βάρος της αποξένωσης απέναντι στο διη νεκές του ανοίκειου3. Η επιστημονική πρόοδος
αφιερω μα/27
Στη νεωτερικότητα η ε λευθερία νοείται τόσο ως «ελευθερία από» ό σο και ως «ελευθερία να». Από την άλλη με ριά, η ισότητα προβάλ λει ως πολιτισμικό αί τημα υπέρβασης της φύσης. Διότι εκ φύσεως οι άνθρωποι δεν είναι ί σοι, ακριβώς διότι αφ’ εαυτής η φύση δεν δια θέτει μέτρο σύγκρισης.
δεν συνέβαλε μόνο στη βελτίωση της οικονομι κής παραγωγής και της αναπαραγωγής και δια τήρησης του είδους, αλλά διεκδικεί την καθυπόταξη οιασδήποτε μορφής γνώσης στην ποσοτική και εμπειρικιστική λογική των (κλασικών) φυσι κών επιστημών. Ναι μεν αποσαγηνεύθηκε η δι καίωση της πολιτικής κυριαρχίας από τη θρη σκεία, πλην όμως αντικαθίσταται από το σιδερέ νιο κλουβί της γραφειοκρατίας (Βέμπερ) και τις τεχνικές της νομιμότητας. Μπορεί στα πλαίσια •της νεωτερικότητας να διατυπώθηκε για πρώτη φορά και ανεπιστρεπτί το αίτημα της οικουμενικότητας των δικαιωμάτων του ανθρώπου, αυτό ωστόσο δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί. Η οικουμενικότητα προτείνεται για τη συγκάλυψη της ιδιαι τερότητας και της ιδιοτέλειας των οργανωμένων συμφερόντων και τιον εκμεταλλευτικών σχέσε ων. Ο ανθρωποκεντρισμός είναι ίσως η κατ’ εξο χήν νεωτερική κατάκτηση. Αντί όμως να οδηγή σει σε μια ανθρωπιστική και συμφιλιωτική στάση απέναντι στη φύση και το συνάνθρωπο, οδηγεί ό
λο και περισσότερο στη φθορά των ίδιων των βιο λογικών θεμελίων της ύπαρξης. συμπτωματολογία θα μπορούσε να συνεχισθεί. Εκείνο που πρέπει πάντως να υπογραμμισθεί είναι ότι η νεωτερικότητα ως έννοια και ως εμπειρία είναι αντιφατική. Δεν είναι ούτε μια πολιτισμική κατάσταση ευφορίας ούτε το άλ λο όνομα της πτώσης και της παρακμής. Είναι μια διαρκής συνθήκη αμφιρροπίας η έκβαση της οποίας δεν είναι προδιαγεγραμμένη. Ίσως μάλι στα ο προς κάθε κατεύθυνση ανοικτός χαρακτή ρας της λύσης της πολιτισμικής αντίφασης της νεωτερικότητας να είναι και η ίδια η ουσία της. Ίσω ς το απρόβλεπτο και το ατίθασο να είναι τε λικά το περιεχόμενο της ιστορικής εμπειρίας της νεωτερικότητας παρά ο προκαθορισμός της επι λογής από τους «νόμους» της ιστορίας, της οικο νομίας ή και του ψυχισμού. Οριστικές βεβαίως α παντήσεις δεν υπάρχουν. Ίσω ς κι αυτό να είναι μια κάποια πρόοδος στο βαθμό που όντας εντός
Η
28/αφιερωμα της νεωτερικότητας, αδυνατούμε εν τέλει να ε γκαταλείψουμε μια κάποια έννοια της προόδου και της εξέλιξης στη σκέψη και την ύπαρξη. Αν θα μπορούσαμε εδώ να περιγράψουμε τη νεωτερικότητα ως εμπειρία, θα λέγαμε ότι είναι η δυνάμει οικουμενική εμπειρία ότι ο άνθρωπος εί ναι προϊόν αυτοπλασίας, ότι ο άνθρωπος πλάθει τον εαυτό του εντός του κόσμου του και ότι δεν υπάρχει καμιά υπερβατική αρχή που θα εγγυηθεί την τελεστικότητα των ενεργειών του και που θα προκαθορίσει τα θεμέλια της αλήθειας του. Η θέσμιση των κριτηρίων της αλήθειας στη γνώση και της ορθής επιλογής στη δράση προκύπτει μέ σα από το ίδιο το ιστορικό πράττειν των κοινωνι κών υποκειμένων. Η ευθύνη της αποκαθήλωσης των υπερβατικών και μυθοπλαστικών εγγυήσεων σ’ αυτήν ή την άλλη ζωή βαρύνει μόνον τους αν θρώπινους ώμους. Φυσικά, η ευθύνη αυτή είναι δυσβάστακτη και οι πιθανότητες υπαναχωρήσε ων όχι μόνον υπαρκτές αλλ’ ήδη συντελεσμένες. Όμως έχει τεθεί, και ουδείς δικαιούται να προφασισθεί άγνοια. Ίσως η εμπειρία της νεωτερικό τητας έγκειται ακριβώς στη διαχείριση της εν λό γω ευθύνης μέσα από μια διαρκή διαλεκτική αυ τονομίας και ετερονομίας, ελευθερίας και ανα γκαιότητας, συνέχειας και ασυνέχειας.
Β. - Η νεωτερική συνθήκη ως ιδέα και ως ε μπειρία διακατέχει ούτως ή άλλως την ιστορική ύπαρξη και πράξη του δυτικού ανθρώπου. Όμως μόνο τα τελευταία χρόνια τέθηκε η νεωτερικότη τα τόσο αποφασιστικά στο στόχαστρο της κριτι κής αναζήτησης και εφ’ όλης της ύλης αμφισβή τησης. Τα περί μετα-μοντερνισμού επιχειρήμα τα, που συνοδεύουν θέσεις γύρω από το τέλος της ιστορίας και το τέλος της φιλοσοφίας, είναι ο α διάψευστος μάρτυρας του εν λόγω ενδιαφέρο ντος. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι γιατί τα τελευταία δέκα κυρίως χρόνια διεξάγε ται τόσο έντονος διάλογος για τη νεωτερικότητα. Είναι αυτονόητο ότι στο ερώτημα αυτό αξίζει μια απάντηση τόσο εκτενής που είναι αδύνατον να δοθεί στις γραμμές του σημειώματος αυτού. Θα επιχειρήσουμε ωστόσο να διατυπώσουμε ορισμέ νες κατευθυντήριες σκέψεις. Οι τελευταίες δεκαετίες του αιώνα που διανύ ουμε χαρακτηρίζονται από ορισμένα στοιχεία που αν δεν είναι εντελώς πρωτόγνωρα, τουλάχι στον εμφανίζονται σε μια κλίμακα στην οποία ουδέποτε πριν παρουσιάσθηκαν. Πρόκειται για την επινόηση και εφαρμογή των νέων τεχνολο γιών στην οικονομία, την ολοένα και μεγαλύτερη εξειδίκευση των θεσμών και των λειτουργιών, την τελειοποίηση των μέσων της πολιτικής κυ ριαρχίας και την απειλούμενη καταστροφή της οικολογικής ισορροπίας του πλανήτη. Παράλλη
λα όμως παρουσιάζονται και άλλα, καινούρια, δεδομένα: η επανάσταση στις επικοινωνίες, η παρουσία νέων κοινωνικών κινημάτων και πολι τικών κομμάτων, νέες «μετα-υλιστικές» αξίες και πολιτικοί προσανατολισμοί και μια διάχυτη δυσπιστία στις ολίζουσες ιδεολογίες. Τα δεδομέ να αυτά έχουν γεννήσει την αίσθηση ότι η ιστορία εισέρχεται σε μια νέα εποχή που ξεπερνά τη δυ ναμική και τη λογική της νεωτερικότητας. Είναι σαφές ότι το νεωτερικό σύμπαν του λό γου και η νεωτερική οργάνωση της κοινωνίας έ χει φθάσει πλέον σε οριακό σημείο. Διανύοντας την τελευταία δεκαετία του αιώνα μας, η πλανη τική διάσταση της ανθρώπινης κατάστασης προ βάλλει ολοένα και περισσότερο. Η διάσταση αυ τή φέρει την ανθρωπότητα ενώπιος ενωπίω. Οι δυνατότητες της χειραφέτησης δεν ήταν ποτέ άλ λοτε μεγαλύτερες. Το ίδιο όμως ισχύει και για τις δυνατότητες χειραγώγησης. Το κομβικό αυτό σημείο είναι ταυτόχρονα η σκηνή που θα παιχθεί η τελευταία ή η πρώτη πράξη του ιστορικού δρά ματος του ανθρώπου, και όχι μόνο. Στη βαθμίδα αυτή θα κριθεί, αν κριθεί, το τέλος ή όχι της νεω τερικότητας. Ό λα τα υπόλοιπα περί μεταμοντερνισμού μάλλον λέγονται εκ του περισσού. Είτε διότι έχουν ήδη υπαναχωρήσει απ’ τις οικου μενικές προδιαγραφές της νεωτερικότητας, υποκύπτοντας σ’ έναν άκρατο σχετικισμό που σε πολιτικό επίπεδο οδηγεί σε απραξία αλλά και σε ντεσιζιονισμό. Είτε διότι κινούνται εντός των ο ρίων της και αναλώνονται στην παραβίαση ανοι κτών θυρών και σ’ έναν άκαπνο πόλεμο ονομα τοθεσίας. Αυτό που συμβαίνει στις μέρες μας δεν είναι η υπέρβαση της νεωτερικότητας, τόσο ως έννοιας όσο και ως εμπειρίας, αλλά η κορύφωση της ε σωτερικής της αντίφασης ανάμεσα στο δυνητικό και το πραγματικό. Έτσι, εκείνο που ίσως χρειά ζεται δεν είναι μια μεταμοντέρνα οπτική, αλλά μια οπτική που θα μας επιτρέπει να κατανοήσου με την εμφάνιση του μεταμοντερνισμού ακριβώς ως αντίδραση στην αντίφαση αυτή. Για να το πούμε αλλιώς, αυτό που ζούμε σήμερα δεν είναι η μετα-τη-νεωτερικότητα εμπειρία, αλλά η νεω τερική συνθήκη της ιστορικότητας σ’ όλη της την ένταση. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, ο μετα-μοντερνισμός στην κοινωνική και πολιτική θεωρία, τουλάχιστον, επικυρώνει τις καλύτερες χειραφετητικές παραδόσεις της νεωτερικότητας. Στη χειρότερη, παλινδρομεί σε μια κατάσταση ασπονδύλωτης στάσης απέναντι στον κόσμο, α ποδεχόμενος την αμεσότητα και απαρνούμενος τη διαμεσολάβηση. Άρα, είτε κινείται εντός της νεωτερικότητας οπότε η όλη διαμάχη αφορά μάλλον δευτερεύουσες όψεις του αυτού ζητήμα τος, είτε εκτός, οπότε αναλαμβάνει και την ευθύ νη των συνεπειών του να απέχει κανείς και να α ποποιείται το καθήκον της θεμελίωσης της πολι-
αφιερωμα/29
τικής δράσης και της θεωρητικής σκέψης σε κρι τήρια ορθολογικότητας τέτοια που να διασφαλί ζουν τη δημοκρατία, την ελευθερία του νου και τη νομιμοποιητική θέσμιση της εξουσίας. Γ. - Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο σημείο του παρόντος κειμένου: την ιδιαιτερότητα της όλης συζήτησης στην Ελλάδα. Το τι σημαίνει νεωτερικότητα στη συνείδηση των νεοελλήνων και ποιά η απήχηση της διαμάχης ανάμεσα στη νεωτερικότητα και το μεταμοντερνισμό είναι ένα θέμα που απαιτεί σε βάθος ανάλυση, η οποία φυσικά κατά ένα μόνο μέρος έχει γίνει. Είναι πασίγνω στο ότι η Ελληνική κοινωνία δεν εισήλθε στον σύγχρονο κόσμο υπό συνθήκες παρόμοιες με άλ λες δυτικές χώρες. Η διχασμένη εθνική ταυτότητα4 είναι η εκδήλωση της στρεβλής εσωτερίκευσης του νεωτερικού προτάγματος. Ακριβώς επειδή οι αυτόχθονες διεργασίες ήταν σποραδικές και ανολοκλήρωτες, η νεωτερικότητα σε μια πρώτη φάση, μέχρι τον μεσοπόλεμο πε ρίπου, εισπράττεται ως «συγχρονισμός»5. Η ε μπειρία της πολλαπλής εξάρτησης, η μειονεκτι κή θέση στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και οι ενδογενείς αδυναμίες οικονομικής και συμβολι κής παραγωγής ικανής να επηρεάσει και το εξωελλαδικό περιβάλλον, ήταν οι αποφασιστικότε ροι παράγοντες που συνέτειναν ώστε το αίτημα της νεωτερικότητας να εννοείται από τους νεοέλ ληνες ως ζήτημα αγώνα δρόμου, κάλυψης της α πόστασης και του «χαμένου» χρόνου. Η απόστα
ση όμως αυτή θεωρείται μάλλον ως διαφορά οι κονομικού και τεχνολογικού επιπέδου και πολύ λιγότερο ως αφορμή για την οικοδόμηση μιας στοχαζόμενης κοινωνίας των πολιτών. Στις μέρες μας η νεωτερικότητα εισπράττεται κυρίως ως «εκσυγχρονισμός», με μια ιδέαλάστιχο που όλοι σχεδόν τη χρησιμοποιούν κατά το δοκούν. Σε μια κοινωνία όπως η Ελληνική, στην οποία απουσιάζει η παράδοση του διαφωτι σμού, η παράδοση των ατομικών δικαιωμάτων και η δημοκρατική παιδεία, σε μια κοινωνία που δεν έχει γνωρίσει τις θετικές όψεις της νεωτερι κότητας ενώ αντίθετα εμμένει στη διατήρηση των προσωποπαγών πολιτικών σχημάτων, είναι μάλλον αναμενόμενο η διαμάχη για τη νεωτερι κότητα να αφορά τους λίγους και να προσαποκτά έναν μανιχαϊστικό χαρακτήρα. Κατά μια έν νοια, το να μελετήσει κανείς τη σχέση της Ελλη νικής κοινωνίας με την ιδέα και την εμπειρία της νεωτερικότητας είναι σαν να επιχειρεί να εντρυφήσει στη μελέτη της εθνικής μας αυτογνωσίας. Το θέμα είναι κολοσσιαίο. Προσπάθειες βεβαίως έχουν γίνει αλλά απομένει ακόμη έργο πολύ. Και το έργο αυτό κωλύεται καθόσον οι μέρες μας φαίνεται ότι δεν ευνοούν τέτοιου είδους προσπά θειες. Μπροστά στην κατάρρευση του μεταπολε μικού status, την αναβίωση των εθνικισμών, και με δεδομένη τη νεοελληνική ξενοφοβία, το χειραφετητικό αίτημα της νεωτερικότητας δείχνει να υποχωρεί μπροστά στις φοβίες και τις χρόνιες οι κονομικές, διοικητικές, εκπαιδευτικές και άλλες ανεπάρκειες των νεοελλήνων.
30/αφιερωμα Οι πάντες σχεδόν αναγνωρίζουν τα συμπτώμα τα μιας, κατά το λεγόμενον, βαθιάς κρίσης σε ό λα τα επίπεδα. Ως διέξοδος δε από την κρίση αυ τή προβάλλεται το αίτημα του «εκσυγχρονι σμού». Τις περισσότερες φορές το αίτημα αυτό προσαποκτά ένα τεχνολογικό περιεχόμενο με σαφή αναφορά στην οικονομική και διοικητική αποτελεσματικότητα. Ο εκσυγχρονισμός εδώ ερ μηνεύεται ως εκδυτικισμός που θα μας επιτρέψει να συμμετάσχουμε στον νέο διεθνή καταμερισμό εργασίας στα πλαίσια της ενωμένης Ευρώπης (και κατά πάσα πιθανότητα σε βάρος των πληθυ σμών των χωρών του Τρίτου Κόσμου). Βεβαίως δεν υπάρχει τίποτα το κατ’ αρχήν αρνητικό στο να θέλει μια χώρα να βελτιώσει την οικονομική της θέση. Θα ήταν όμως μεγάλο λάθος να νομισθεί ότι η εργαλειακή λογική του εκσυγχρονι σμού εξαντλεί το πολύτροπο περιεχόμενο της νεωτερικότητας. Εξορθολογισμός (όρος κι αυτός πολυσήμαντος που χρησιμοποιείται κατά κόρον στη σχετική συζήτηση) δεν είναι μόνον η αύξηση των οικονομικών και τεχνολογικών δεικτών, αλ λά και η ανασυγκρότηση των πολιτικών και συμ βολικών περιεχομένων των κοινωνικών σχέσεων προς την κατεύθυνση του σεβασμού των δικαιω μάτων και των διαφορών, του σεβασμού του νό μου και της εγκαθίδρυσης κοινώς δεσμευτικών ρυθμιστικών αρχών. Κάτι τέτοιο όμως έχει κό στος και προσκρούει σε κατεστημένα μεγάλα και μικρά συμφέροντα που διαμορφώθηκαν υπό τη σκέπη του νεοελληνικού πελατειακού κρατισμού. Γι’ αυτό ακριβώς οι όποιες προσπάθειες εξορθολογισμού σε οποιοδήποτε επίπεδο της δη μόσιας ζωής παραμένουν ημιτελείς και παλιν δρομούν. Η αναγνώριση της κρίσης οφείλεται μάλλον στο γεγονός ότι η νεοελληνική κοινωνία δεν μπο ρεί να ανταπεξέλθει στις νέες συνθήκες του διε θνούς οικονομικού κυρίως, περιβάλλοντος, παρά στο ότι οι νεοέλληνες έχουν συνειδητοποιήσει την ανάγκη μιας γενικότερης μεταστροφής της όλης τους στάσης απέναντι στην ίδια τους την ιστο ρία. Πρόκειται για την εργαλειακή όψη του εκ συγχρονισμού και του εξορθολογισμού η οποία ε πιβάλλεται εκ των πραγμάτων και όχι για μια άλ λη αντιπαραδοσιακή σύλληψη των κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων. Κοινωνίες που δεν έχουν Σημειώσεις 1. Θα ήταν κυριολεκτικά αφελές να παραπέμψει κανείς εδώ στη σχετική βιβλιογραφία η οποία, με μόνη αναφορά στους τίτλους, καλύπτει πολλές δεκάδες σελίδων. Βλ. απλώς J. Habermas, The philosophical discourse o f modernity, Polity Press, 1987. Βλ. επίσης το εντελώς πρόσφατο βιβλίο της Pauline Rosenau, Post-modernism and the social sciences, Princeton U.P. 1992 στο οποίο συζητείται η διαμάχη νεωτερικότητας και μεταμοντερνισμού. 2. Βλ. ενδεικτικά Π. Κονδύλης, Η Παρακμή του Αστικού Πο λιτισμού, Θεμέλιο, Αθήνα, 1991. Βλ. επίσης Γ. Βέλτσος
εμπειραθεί τη νεωτερικότητα σε όλες της τις δια στάσεις, την ερμηνεύουν αναχρονιστικά, με ό ρους τυπικής και εργαλειακής ορθολογικότητας μάλλον παρά ως μήτρα πολιτισμικής κληρονο μιάς αιώνων. Η προβληματική αυτή σχέση της νεοελληνικής κοινωνίας με τη νεωτερικότητα γεννά μια διπλή αντίφαση: από τη μια μεριά, σχηματίζεται μια πόλωση ανάμεσα σ’ εκείνους που νιώθουν απει λούμενοι από τις ενδεχόμενες συνέπειες που θα προκύψουν εάν το νεωτερικό πρόταγμα κατα στεί κεντρική οργανωτική αρχή της κοινωνίας, και σε εκείνους οι οποίοι σπεύδουν να υιοθετή σουν μια ωραιοποιημένη εικόνα της νεωτερικότητας απαρνούμενοι έτσι τόσο την αμφισημία της όσο και την ίδια τους την παράδοση. Από την άλλη μεριά, η μονοσήμαντη κατανόηση της νεωτερικότητας και η συρρίκνωσή της σε εκσυγχρο νισμό και εργαλειακό ορθολογισμό προκαλεί μια ενδογενή δυσχέρεια βελτίωσης των δημοσιοοικονομικών, τεχνολογικών και διοικητικών δεικτών ακριβώς διότι κάτι τέτοιο προσκρούει στη λογι κή του κρατικιστικού και λαϊκιστικού πολιτικού συστήματος. Ενώπιον αυτών των αντιφάσεων και μπροστά στην αναγνώριση της αδυναμίας παραγωγής νέας γνώσης, νέων συμβολικών και οικονομικών αγαθών, μια σημαντική μερίδα νεο ελλήνων στρέφεται προς τα πίσω. Το προς τα πί σω βλέμμα είναι η στάση εκείνη που υιοθετεί κά ποιος όταν δεν μπορεί να προχωρήσει δημιουργι κά, ανταγωνιστικά και συνθετικά μέσα και κάτω' από μια θέση επιτρεπτικότητας των διαφορών και επιδεκτικότητας στην επιρροή που ασκείται απ’ την πολιτιστική, και όχι μόνον, επικοινωνία. Δείγμα της στάσης αυτής είναι η κίνηση των νεοορθόδοξων και των νεο-εθνικιστών που γεννήθη κε, συν τοις άλλοις, ως αντίδραση στην υπερβάλλουσα δυτικολατρεία. Το αν η στάση αυτή γενικευθεί στο μέλλον είναι κάτι που δεν μπορεί να προλεχθεί με ακρίβεια. Όσοι επιλέγουν πάντως αυτή την οδό ας το κάνουν τουλάχιστον στα σο βαρά, αναλαμβάνοντας τις συνέπειες της επιλο γής τους μέχρι τέλους και σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής συμβίωσης. Θα ήταν αξιομνημόνευ το εάν τότε δεν θα υπαναχωρούσαν μπροστά στην επερχόμενη πτώση της ιδέας του ανθρώπου ως ελεύθερου υποκειμένου.
(εχ.). Η Διαμάχη: Κείμενα για την νεοτερικότητα, εκδ. Πλέθρον, 1990, όπως και τα σχετικά άρθρα στα τεύχη του ΛΕ ΒΙΑΘΑΝ 1, 2, 3 και 4. 3. Peter Berger κ.ά. The homeless mind. Modernization and consciousness Penguin books, 1973. 4. Βλ. ενδεικτικά, Θάνος Λίποβατς, «Η Ελλάδα: Μια Διχα σμένη Ταυτότητα» στο Θάνος Λίποβατς, Ζητήματα Πολιτι κής Ψυχολογίας, εκδ. Εξάντας 1991. 5. Βλ. Δ. Τζιόβας, Οι Μεταμορφώσεις του Εθνισμού και το Ιδε ολόγημα της Ελληνικότητας στο Μεσοπόλεμο, εκδ. Οδυσσέας, 1989 σελ. 20, 27, 58.
αφιερωμα/31
Βασιλική Γεωργιάδου
Το Ολοκληρωτικό Φαινόμενο στην Κοινωνία των Μαζών: Όψεις αναχρονισμού και παλινδρόμησης
Παρά το γεγονός ότι έννοιες όπως αυτές του «ολοκληρωτισμού» και του «ολοκληρωτικού συστήματος» έχουν κατακλύσει το καθημερινό λεξιλόγιο κα ταλαμβάνοντας μάλιστα μια περίοπτη θέση στο σύγχρονο πολιτικό λόγο, φαίνεται εντούτοις πως έχει πλέον οριστικά εξαντληθεί εκείνο το κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου συγκροτήθηκε στο παρελθόν το ολοκληρωτικό φαι νόμενο. Η επιστημονική συζήτηση περί του ολοκληρωτισμού διεξήχθη μεν με ιδιαίτερη ένταση από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 έως τα μέσα της δεκαε τίας του ’70, έλαβε όμως χώρα - παρά τη διάρκειά της - υπό συνθήκες ιδεο λογικής φόρτισης και εντός ενός γενικότερου κλίματος έντονων κοσμοθεω ρητικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων.1 Η πραγματικότητα αλλά και οι συ νέπειες της ψυχροπολεμικής σύγκρουσης Ανατολής-Δύσης οπωσδήποτε πε ριόρισαν την ισχύ, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την καθολική εφαρμοσιμότητα του ολοκληρωτικού παραδείγματος. διαδικασία των συνεχών υπαγωγών όλων των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών, εν τέλει και των ίδιων των επιμέρους ατομικών υπο κειμένων στον Ηγέτη, ο οποίος μάλιστα δεν γνω ρίζει κανέναν περιορισμό ούτε υφίσταται κανενός είδους περαιτέρω υπαγωγή πλην αυτής που προκύπτει από τα όρια της δικής του και μόνον θέλησης, συνθέτει μια κατάσταση που κυριάρχη σε σε πολλές ευρωπαϊκές κοινωνίες την περίοδο που προηγείται και έπεται του Β' Παγκοσμίου
Η
Πολέμου.2 Παρ’ ότι, λοιπόν, ελάχιστα αμφισβη τείται το γεγονός ότι πολιτικά καθεστώτα όπως αυτά του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού, του σταλινισμού, ενμέρει και του ιταλικού φασισμού, προσδιορίσθηκαν από την επικράτηση ενός ολι κού κράτους και την καθολική υπερπολιτικοποίηση της σφαίρας του κοινωνικού, καθώς επίσης και από την τελική συγκρότηση ενός «κράτους του Αρχηγού» και επομένως με δυσκολία μπο ρούν να αμφισβητηθούν οι ολοκληρωτικές τους
32/αφιερωμα διαστάσεις,3 εντούτοις η εφαρμοσιμότητα της θέσης για τον ολοκληρωτισμό, δηλαδή η πολιτι κή συγκρισιμότητα των καθεστώτων αυτών εξα κολουθεί να προσκρούει σε συγκεκριμένα όρια. Η θέση που έχει διατυπωθεί στα πλαίσια της συ ζήτησης για το ολοκληρωτικό φαινόμενο και α φορά στην ύπαρξη μιας «δομικού περιεχομένου ομοιομορφίας» κυρίως μεταξύ εκείνων των πολι τικών καθεστώτων εντός των οποίων αδιάσειστα έλαβε χώρα αυτή η διαδικασία των συνεχών υπα γωγών, συνθέτει έναν πολιτικά, εν μέρει και επι στημονικά αμφισβητούμενο ισχυρισμό.4 Η συγκρισιμότητα πολιτικών καθεστώτων, όπως αυ τών του εθνικοσοσιαλισμού και του σταλινισμού, συναντά εκείνα τα επιστημονικά όρια τα οποία προκύπτουν από τη διαφορετικότητα των ιστορι κών συγκυριών και των ιστορικών σχέσεων, εν τός των οποίων συστάθηκαν τα καθεστώτα αυ τά- σ’ ένα πολιτικό επίπεδο η συγκρισιμότητα στην οποία αναφερόμασθε, προσκρούει όμως σ’ εκείνα κυρίως τα ιδεολογικού περιεχομένου όρια που συγκροτούνται από τις ανομοιογενείς κοινω νικές προσδοκίες, τις οποίες καλλιέργησε όχι τό σο η υλική υπόσταση όσο η προβολή στο μέλλον των λυτρωτικών και υποσχετικών θεωρητικών παραμέτρων των καθεστώτων αυτών. Δύσκολα θα μπορούσε κανείς να παραγνωρί σει το γεγονός, ότι υπήρξαν οι κοσμοθεωρητικές αντιπαραθέσεις καθώς και το ψυχροπολεμικό κλίμα εκείνοι οι αποφασιστικοί παράγοντες που φόρτισαν ιδεολογικά και πολιτικοποίησαν απα ρέγκλιτα αν όχι τη συζήτηση αυτή καθεαυτή, ο πωσδήποτε τα συμπεράσματά της που αναφέ ρονταν στο ολοκληρωτικό φαινόμενο. Η επαληθευσιμότητα ή και η διαψευσιμότητα των θεω ριών για τον ολοκληρωτισμό, ήτοι η κατάληξη της επιστημονικής αυτής συζήτησης, χωρίς ομολογουμένως να έχει επαρκώς ολοκληρωθεί, έχει εν τούτοις τελεσίδικα εξαντλήσει το πεδίο της συγκριτικής εφαρμογής τής περί του ολοκληρω τισμού θέσης:5 η καθολική αναίρεση της μετωπι κής αντιπαράθεσης Ανατολής-Δύσης, κυρίως ό μως η παρατηρούμενη «σύγκλιση» των συνολικών-κοινωνικών συστημάτων, με υπόβαθρο βε βαίως τον εντεινόμενο εκδημοκρατισμό των με ταπολεμικών κοινωνιών, συνέβαλε τα μέγιστα στη συρρίκνωση αυτή. Η εξάντληση της θέσης για τον ολοκληρωτισμό συνιστά μεν έναν σαφή περιορισμό της πολιτικής ισχύος του ολοκληρω τικού φαινομένου, δεν αποστερεί όμως παντελώς τα σύγχρονα συνολικά-κοινωνικά συστήματα α πό επιμέρους πρωταρχικές εκδηλώσεις του φαι νομένου αυτού. Παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες, οι οποίες συνειδητά καλλιεργήθη καν ως ψυχολογικό, κυρίως, αντιστάθμισμα στις σύγχρονες βιωματικές εμπειρίες της ανθρωπότη τας που προέκυψαν από τον Β' Παγκόσμιο Πό λεμο,6 καθίσταται εντούτοις σαφές ότι διαδικα
σίες και φαινόμενα ατομικής και κοινωνικής πα λινδρόμησης δεν συνιστούν αποφθίνουσες εκ φάνσεις των νεοτερικών κοινωνιών. Αντιθέτως ο
λοένα και συχνότερα λαμβάνουν χώρα εκδηλώ σεις του κοινωνικού σώματος, οι οποίες κυριαρ χούνται από ένα σύνολο στερεοτυπικών προκα ταλήψεων, ενώ με αμείωτη ένταση υποδηλώνουν την παρουσία τους σύγχρονα φαινόμενα κοινωνι κού στιγματισμού και περιθωριοποίησης. Οι σύγ χρονες κοινωνίες όχι μόνον βρίσκονται στο εσω τερικό του αντιμέτωπες με ζητήματα κοινωνικής ενσωμάτωσης, όχι μόνον γνωρίζουν μια έξαρση των ζητημάτων αυτών εξαιτίας κυρίως της ολοέ να αυξανόμενης μετακίνησης των πληθυσμών στον ενδοευρωπαϊκό χώρο, αλλά συγχρόνως αρ χίζουν απειλητικά να προσλαμβάνουν τον νεοεθνικισμό και τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό. Παρ’ ότι μάλιστα μέχρι τώρα η κορύφωση των κάθε μορφής απειλών δεν υπερέβη τα όρια των περιφερειακών διενέξεων, οι οποίες έχουν μάλ λον πλήρως υποκαταστήσει το είδος των παγκό σμιου χαρακτήρα αντιπαραθέσεων, εν τούτοις οι προϋποθέσεις της ολοκληρωτικής σύρραξης εί ναι ακόμη παρούσες. Αυτές προκύπτουν από τη δυνατότητα της ολοκληρωτικής κινητοποίησης των κοινωνικών υποκειμένων, τα οποία συναι σθανόμενα την απειλή ή υποβαλλόμενα στο αί σθημα αυτό, δραστηριοποιούνται καθολικά στην αναζήτηση του Εχθρού. Η καθολική τους αυτή δραστηριοποίηση εμπεριέχει ως προϋπόθεση τη μαζική συγκρότηση των κοινωνικών υποκειμέ νων και την ολοκληρωτική υπαγωγή τους στο κράτος του Αρχηγού. ο μαζικό φαινόμενο οπωσδήποτε συνιστά μια από τις πρ αρχικές ει φάνσεις του ολο Τ κληρωτισμού, σ- έτει ωστόσο ένα φαινόμενο κατεξοχήν καΟ. κό, ήτοι ένα «γεγονός ανθρωπολογικό».7 Υ. οιιοιοδήποτε εγχείρημα ιδεολο γικής, φυλ' θρησκευτικής ή άλλου τύπου κατ’ απο’ ;ότητα αναγωγής του μαζικού φαινομέΊ όχι μόνον εμπεριέχει τον κίνδυνο της αναλυτι» ,ς υπεραπλούστευσης και της στερεοτυπική. προσέγγισης των κοινωνικών δρώμε νων,8 αλλά συγχρόνως προωθεί την εδραίωση και εμβάθυνση του αισθήματος της «συλλογικής προσβολής», το οποίο σε κάποιες συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες έντονα συναισθάνονται τα κοινωνικά υποκείμενα.9 Η κοινωνική παρουσία του αισθήματος αυτού αποτελεί έναν αποφασι στικό παράγοντα της συγκρότησης των μαζών και καθορίζει την ένταση με την οποία τελικώς θα υλοποιηθούν οι εγγενώς ελλοχεύουσες προο πτικές της ατομικής και κοινωνικής παλιν δρόμησης. Παρότι η μάζα συνιστά μια κατάσταση ως προς τις απαρχές της «ετερογενή», συντίθεται δηλαδή από μεταξύ τους ανομοιογενή κοινωνικά
αφιερωμα/33
Παρότι η μάζα συνιστά μια κατάσταση ως προς τις απαρχές της «ετερογενή», συντίθε ται δηλαδή από μεταξύ τους ανομοιογενή κοι νωνικά υποκείμενα, αυ τό το οποίο αποτελεί ένα κατεξοχήν στοιχείο της τυπικής της συ γκρότησης είναι η ισχυρή τάση για «τυπο ποίηση» και «ομοιομορφοποίηση» που αναδεικνύεται στο εσω τερικό της.
υποκείμενα, αυτό το οποίο αποτελεί ένα κατεξο χήν στοιχείο της τυπικής της συγκρότησης είναι η ισχυρή τάση για «τυποποίηση» και «ομοιομορφοποίηση» που αναδεικνύεται στο εσωτερικό της.10 Η διαδικασία της «ψυχικής αλλαγής» ή, διαφορετικά διατυπωμένο, η σταδιακή και ιδιαι τέρως επικίνδυνη συρρίκνωση εκείνων των κοι νωνικών διαμεσολαβήσεων εντός των οποίων υφίστανται τα κοινωνικά υποκείμενα, συνθέτουν θεμελιώδεις όρους σύστασης του μαζικού φαινο μένου.11 Η πραγματικότητα της ψυχικής αλλα γής εδράζεται κατ’ αρχήν «στην προσαρμογή της ανθρώπινης συλλογικότητας στο έλασσον επίπε δό της», ήτοι «στο επίπεδο των πλέον αδύναμων μελών της συλλογικότητας αυτής».12 Τα ομοιο γενή αριθμητικά υποκείμενα της μάζας όχι μόνον επιδεικνύουν μια εμφανή «ψυχική αστάθεια», κυ ριαρχούμενα μάλιστα από τις πλέον «αντιθετικές ιδέες», αλλά συγχρόνως αναδεικνύουν μια χωρίς όρια και μη-υποκείμενη σε ατομικούς και κοινω νικούς ενδοιασμούς συμπεριφορά.13 Παρουσιά
ζουν, μάλιστα, μια εμφανή περιστολή της γνω στικής και εν γένει διανοητικής τούς ικανότητας υπό το καθεστώς της αδιαμφισβήτητης κυριαρ χίας του παρελθόντος και των αναμνήσεων. Η διαδικασία της ψυχικής αλλαγής χαρακτηρίζει μια κατάσταση ατομικής και κοινωνικής παλιν δρόμησης των υποκειμένων', μια δηλαδή κατά σταση «απώλειας του Εγώ» και «διατάραξης της συνείδησής» τους.14 Τα μαζοποιημένα (αριθμητι κά) υποκείμενα κατακλύζονται από ένα πλήθος ασυνείδητων ορμικών απωθήσεων, οι οποίες επι ζητούν την άμεση, χωρίς περιορισμούς ικανοποί ηση. Αυτή η κατάσταση της διατάραξης της συ νείδησης και εν γένει της απώλειας του Εγώ πα ρουσιάζει εμφανείς ομοιότητες προς έναν καθα ρά ενστικτώδη τρόπο ζωής, από τον οποίο μονίμως εκλείπει το στοιχείο της ιστορικά συγκροτη μένης συνείδησης15. Η παλινδρόμηση του Ατό μου συνιστά μια (συνήθως παροδική) επιστροφή του σε μια προηγούμενη ή ορθότερα πρωτόγονη κατάσταση, συνοδεύεται δε από μια αισθητή
34/αφιερωμα συρρίκνωση της ορθολογικής του συγκρότησης, την οποία επιτείνει ο «εκστασιασμός» του «συλ λογικού βιώματος».16 Οι αριθμητικές ανθρώπι νες μονάδες όχι μόνο συνυπάρχουν υπό συνθήκες οριακού περιορισμού του φυσικού ανταγωνι σμού, αλλά συγχρόνως ομοιομορφοποιούνται υ ποκείμενες σ’ ένα κοινό συλλογικό βίωμα. Η δη μιουργία του βιώματος αυτού προσδίδει στα μαζοποιημένα υποκείμενα ένα αίσθημα βεβαιότη τας, κάθε φορά που το καθένα από αυτά «ανα γνωρίζει το δικό του σύστημα αξιών σε μια συλλογικότητα» (Broch). Η ψυχική αλλαγή του Ατό μου συνδέεται άρρηκτα μ’ αυτήν ουσιαστικά τη δυνατότητα συγκρότησης ενός συστήματος α ξιών, το οποίο παρότι αισθητά εκπίπτει των ισχυόντων κοινωνικών προτύπων, εγείρει εν τούτοις δυνατότητες συλλογικής επιβεβαίωσης και α ποδοχής. Οι προϋποθέσεις της σύστασης ενός κοινού βιώματος ουσιαστικά παραπέμπουν εκ νέου στο κατεξοχήν ζήτημα, που είναι αυτό της τυπικής αλλά και ουσιαστικής συγκρότησης των μαζών. Εάν, λοιπόν, τα τυπικά χαρακτηριστικά του μα ζικού φαινομένου εξαντλούνται κατά κύριο λόγο στην ενδελεχή περιγραφή του, η ουσιαστική πλευρά του ζητήματος αυτού σχετίζεται άρρηκτα με τον εντοπισμό και την ανάλυση των συνδετι κών σχέσεων, οι οποίες αναπτύσσονται στο εσω τερικό του μαζικού φαινομένου. Το ουσιαστικό μέρος της συγκρότησης των μαζών διέρχεται α πό το γεγονός της σύστασης των διττών σχέσε ων, ήτοι των διπλών «δεσμών» (Freud) που συνάπτονται στο εσωτερικό της μάζας και αφορούν α) στην υπαγωγή της στον Ηγέτη και β) στην εκ προβολής σ’ ένα και το αυτό αντικείμενο ταύτιση των μαζοποιημένων μελών της μάζας μεταξύ τους.17 Το φαινόμενο της μάζας είναι σύμφυτα συνδεδεμένο με την ύπαρξη ενός χαρισματικού Ηγέτη, ο οποίος κατορθώνει και εξάπτει την απόλυτη «αφοσίωση» των μελών στο δικό του σύστημα ι δεών. Η «συνοχή» και η «βεβαιότητα» που χαρα κτηρίζει τις μάζες οφείλει τα μέγιστα στην «απο πλάνηση» την οποία αυτές υφίστανται από τον α ποφαντικό, συναισθηματικό και άκρως υποσχε τικό Λόγο του Αρχηγού.18 Το γεγονός μάλιστα ότι ο Λόγος αυτός ενέχει διαστάσεις υπερβατικές και λυτρωτικές, στερείται δηλαδή της ορθολογι κής θεμελίωσης, αυτοπροσδιορίζεται δε ως πρω τογενής και αρχέγονος, αποφθίνει τις δυνατότη τες κριτικής τοποθέτησης των υποκειμένων, ενώ εξάπτει την πίστη τους στις οποιεσδήποτε επιλο γές του εκάστοτε Αρχηγού. Τα μαζοποιημένα υποκείμενα εγείρουν πραγ ματικά μια «ενστικτώδη υποταγή» στο πρόσωπο του Ηγέτη, δεχόμενα απ’ αυτόν μια έσχατη επιρ ροή: η μάζα όχι μόνον δεν αποκτά συνείδηση των επιρροών στις οποίες υποβάλλεται, αλλά στην
πραγματικότητα «εξιδανικεύοντας» τον Ηγέτη του «παραδίδεται» ολοκληρωτικά.19 Οι διαδικα σίες της επιρροής, της υποβολής και της μίμησης παρότι υπαρκτές, συνιστούν εντούτοις ατελείς και μερικοποιημένες όψεις του τύπου των σχέσε ων οι οποίες συνάπτονται μεταξύ του Αρχηγού και των Μαζών. Το Εγώ των επιμέρους μαζοποιημένων υποκειμένων δεν εμπλουτίζεται ούτε ό μως και απλώς υποβαθμίζεται στην επαφή του με τον Ηγέτη της μάζας, αλλά ουσιαστικά αναιρεί ται και εξαφανίζεται. Ο Αρχηγός εξιδανικευόμενος από όλα τα μέλη της μάζας συνιστά το κοινό «ιδεατό Εγώ» τους, υποκαθιστά δηλαδή τα ίδια τα υποκείμενα, τα οποία «αυτοθυσιαζόμενα» κατ’ ουσίαν στο μοναδικό αντικείμενο των λιμπιντικών τους εκδηλώσεων, βιώνουν εμμέσως και τη μεταξύ τους ισχυρή ταύτιση.20 Στη φροϋδική ανάλυση της Ψυχολογίας των Μαζών με ιστορικότητα αντικρούεται η άποψη του Trotter, ότι δηλαδή το θεμελιακό στοιχείο συγκρότησης της μάζας ανάγεται σ’ ένα «πρωτο γενές ένστικτο της αγέλης», υποδηλώνει δε ένα αρχέγονο αίσθημα του φόβου, το οποίο ενυπάρ χει σε καθένα μεμονωμένο υποκείμενο.21 Αν, λοιπόν, στη φροϋδική προσέγγιση της συγκρότη σης του μαζικού φαινομένου καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει η ύπαρξη του Ηγέτη, στην παρου σίαση του Trotter υποβαθμίζεται η διάσταση αυ τή. Στο έργο του Η. Broch περί της Massenwahntheorie (Θεωρία του Μαζικού Παραληρήματος) ε νυπάρχει ωστόσο συνθετικά τόσο το στοιχείο ε νός αρχέγονου φόβου που διακατέχει τα υποκεί μενα όσο και ο ουσιαστικός ρόλις τον οποίο δια δραματίζει ο Ηγέτης μέσα στο μαζικό κίνημα. Αυτός λειτουργεί πρωτίστως ως «απελευθερωτής του φόβου» των μαζών: δηλαδή είτε ως θρησκευ τικός «ηγέτης-λυ.ρωτής» είτε ως κοσμικός «δαι μονικός δημαγωγός» εγείρει εκείνον τον ενυπάρχοντα στα επι ιέρους υποκείμενα μεταφυσικό φό βο, έχοντας γνώση του γεγονότος ότι τα «πανικοβλημενΛ» υποκείμενα όχι μόνον δεν είναι σε θέση να ιπωθήσουν από μόνα τους ή και να επεξεργαΓ £)ούν έλλογα το στοιχείο του φόβου από το οποία κατακλύζονται, αλλά συγχρόνως διαπνέονται από την τάση άμεσης αναγωγής ή και προ σωποποίησης των μεταφυσικών τους αναζητήσε ων.22 Εάν, λοιπόν, ο θρησκευτικός Ηγέτης ανά γει τις αρχέγονες φοβίες σε μια οντότητα υπερβα τική, δίδοντάς τες με τον τρόπο αυτό κάποια διέ ξοδο, ο πολιτικός δημαγωγός επιδεικνύει ευθέως τον υποτιθέμενο Εχθρό, εκ των προτέρων γνωρί ζοντας ότι «τα άτομα έχουν την τάση να αναζη τούν τα αίτια του φόβου τους όχι εντός αυτών των ιδίων αλλά στους Άλλους, δηλαδή τους Ε βραίους, τις Μάγισσες, τους Μαύρους, τους Ε χθρούς».23 Οι πανικόβλητες μάζες επιδεικνύουν εμφανή ε ξάρτηση από εκείνο το πρόσωπο που κατατάσ-
αφιερωμα/35 σεί και κατευθύνει τους πρωταρχικούς τους φό βους, το οποίο μάλιστα εξιδανΐκευμένο «ανα γνωρίζεται» εντέλει ως Ηγέτης. Τόσο το στοιχείο της εξιδανίκευσης ή - διαφορετικά διατυπωμέ νο - της συναισθηματικής αναγνώρισης του Αρ χηγού, όσο και το στοιχείο της αποπλάνησης, ή τοι της (μονομερούς) εξάρτησης των μαζών, έχει πλέον επαρκώς συντελεσθεί, τη στιγμή κατά την οποία η διάσπαση του κοινωνικού ιστού και η κατάρρευση των κοινωνικών διαμεσολαβήσεων υποκαθίσταται από τη μαζική συγκρότηση των αιωρούμενων κοινωνικών υποκειμένων. Το «α ποφορτισμένο» από την οποιαδήποτε δυνατότη τα πρόσληψης του Άλλου και διακρίβωσης της Διαφοράς Άτομο γίνεται φορέας μιας «συλλογι κής ψυχής», έκτοτε δε αναπτύσσει ως πομπός και δέκτης μια ιδιότυπη σχέση με μορφές βίας και τρομοκρατίας.24 Στη θεωρία του ολοκληρωτισμού προβάλλει καίριο το ερώτημα ως προς το ρόλο που διαδρα ματίζει το στοιχείο της βίας και της τρομοκρα τίας στη συγκρότηση του μαζικού φαινομένου. Γνωρίζουμε ότι στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπου με ιδιαίτερη ένταση λαμβάνει χώρα το γεγο νός της καθολικής υπαγωγής των κοινωνικών υ
ποκειμένων στον Ηγέτη, η άσκηση ολοκληρωτι κής τρομοκρατίας αποτελεί το sine qua non των καθεστώτων αυτών. Η εξουσία του Αρχηγού υλο ποιείται δια μέσου κατασταλτικών μηχανισμών, οι οποίοι προβαίνουν σε ανοικτή χρήση βίας· το ίδιο και οι μάζες οι οποίες παρεμβαίνουν με τη μορφή της «άμεσης δράσης», ακριβώς διότι στε ρούνται του έλλογου επιχειρήματος αλλά και της αίσθησης των ορίων καθώς και της διάστασης μεταξύ εφικτού και μη-εφικτού.25 Η διαδικασία της ατομικής και κοινωνικής παλινδρόμησης ε μπεριέχει όχι απλώς το στοιχείο του «διανοητι κού ερμητισμού» των μαζών, αποστερεί δηλαδή το διάλογο από τις βασικές προϋποθέσεις του, αλλά συγχρόνως οδηγεί τις μάζες στα άκρα, εφό σον αυτές είναι πρόθυμες για οποιαδήποτε πρά ξη, «ηρωική ή καταστροφική».26 Εάν, βεβαίως, εκλάβουμε τη διαδικασία της μαζοποίησης των κοινωνικών υποκειμένων ως το κατεξοχήν απο τέλεσμα της τρομοκρατικής βίας του πολιτικού καθεστώτος, τότε περιορίζουμε οπωσδήποτε αι σθητά τις ψυχολογικές διαστάσεις του μαζικού φαινομένου, έτσι όπως αυτές με ευκρίνεια έντυπώνονται στην ψυχική κατάσταση της ατομικής και κοινωνικής παλινδρόμησης· ή, περιφραστι κά διατυπωμένο, περιορίζουμε την ψυχική αλλα-
36/αφιερωμα ρίζοντας την αναγκαιότητα της ύπαρξης των λε γάμενων διπλών δεσμών, έτσι όπως αυτοί δια της επιθυμητικής οδού αναπτύσσονται παρά, αλλά και εξαιτίας της κατάρρευσης των κοινωνικών διαμεσολαβήσεων. Η άσκηση βίας συνθέτει μια υπαρκτή και ο πωσδήποτε ουσιαστική στιγμή των ολοκληρωτι κών καθεστώτων, αλλά συγχρόνως και μια «δευτερεύουσα στιγμή» του μαζικού φαινομένου.27 Στον Ηγέτη ανήκει μεν πρωταρχικά το δικαίωμα της άσκησης βίας, αυτή όμως θα καθίστατο αδύ νατη, τουλάχιστον στην έκταση και την ένταση με την οποία έλαβε χώρα, εάν οι μάζες - είτε παραβλέποντας είτε ενισχύοντάς την - δεν συμμε τείχαν οι ίδιες ενεργά στην άσκηση της.28 Το κα θεστώς των καταγγελιών, ήτοι των ομολογιών πί στης των μαζών στο καθεστώς και τον Ηγέΐη, ό πως και αυτό των ομολογιών ενοχής τους, δηλα δή της αναγνώρισης και αποδοχής της ενοχής ό χι τόσο για τις πράξεις ή και παραλείψεις τους, όσο κυρίως για την ακόμη μη-συντελεσθείσα «διόρθωση της σκέψης» τους (Arendt), συνθέτει εκείνο το καθεστώς που όχι μόνον διευκολύνει την άσκηση βίας, αλλά εντέλει ως αυτοτιμωρία την επιζητεί και την επιβάλλει. Η χρήση τρομοκρατικής βίας αποβαίνει ιδιαι τέρως αποφασιστική για την οριστική κατάρρευ ση των κοινωνικών διαμεσολαβήσεων, γι’ αυτό και με ιδιαίτερη ένταση ασκείται κατά την αρχι κή κυρίως φάση της συγκρότησης των ολοκλη ρωτικών συστημάτων. Είναι δε αυτή η - έστω και τεχνητή - κατάργηση του κοινωνικού δικτύ ου που συμβάλλει στη δημιουργία εκείνου του κλίματος της ρευστότητας και αβεβαιότητας διεγείροντας ταυτοχρόνως τα πρωταρχικά αισθή ματα φόβου και μοναξιάς.29 Το ότι, πάντως, η ά σκηση βίας χαρακτηρίζει το ολοκληρωτικό κα θεστώς σε όλες τις φάσεις της εξέλιξής του, συ νειδητά δε ασκείται από τον Ηγέτη και τον κατα σταλτικό μηχανισμό που αυτός διαθέτει ακόμη και σε περιόδους καθολικής του κυριαρχίας, ο φείλεται βεβαίως στο γεγονός ότι είναι τελικώς αυτά τα απεχθή κρούσματα βίας που αυξάνουν τη δημοτικότητά του. περισσότερο μάλιστα από οποιαδήποτε άλλα θετικά μέτρα που αυτός θα μπορούσε να λάβει.30 Συγχρόνως όμως η αδιά λειπτη χρήση ολοκληρωτικής τρομοκρατίας υ ποδηλώνει την υποψία, ότι η συντελεσθείσα δια δικασία της παλινδρόμησης, υπό ατελείς συνθή κες ολοκληρωτικής κυριαρχίας, είναι δυνατόν να αναιρεθεί. Το γεγονός ότι η μάζα συνιστά μια κατάσταση προσωρινή, η οποία στην πραγματι κότητα υφίσταται μόνον υπό την ταυτόχρονη ε νεργή παρουσία των διαδικασιών αποφόρτισής της, ενισχύει την παραπάνω διατυπωθείσα υπο ψία περί της αναστρεψιμότητας της παλινδρόμη σης. Πολλφ μάλλον όταν - υπό οποιεσδήποτε συνθήκες - είναι εξαιρετικά δύσκολο να διακρι-
θεί εάν και κατά πόσον η διαδικασία της ψυχικής αλλαγής του υποκειμένου εντός της μάζας έχει καθολικά συντελεσθεί, εάν δηλαδή η απώλεια του Εγώ και η υπαγωγή του στο εξιδανικευμένο αντικείμενο των επιθυμητικών του εκδηλώσεων έχει με απόλυτη πληρότητα συντελεσθεί.31 εμφάνιση των μαζών λαμβάνει χώρα μέσα από κινήματα τα οποία αγνοώντας την ι στορία και την εποχή τους έχουν προσλάβει έναν σαφή αντι-νεοτερικό προσανατολισμό. Ο έντο νος αντι-φιλελευθερισμός που χαρακτηρίζει όλα τα σύγχρονα ολοκληρωτικά συστήματα αναδεικνύει την αδυναμία αυτοπροσδιορισμού και την έλλειψη ιστορικής αυτοσυνειδησίας τους. Τα συ στήματα αυτά καθώς και τα συναφή προς αυτά μαζικά φαινόμενα παρουσιάζουν μια έντονη ι στορική παλινδρόμηση, εφόσον προσανατολί ζονται αναχρονιστικά σε μια εποχή που δεν αίρει ούτε και έπεται, αλλά στην πραγματικότητα υπο λείπεται του παρόντος και των συνολικώνκοινωνικών εκδηλώσεών του.32 Συχνά στα πλαίσια των Κοινωνικών Επιστη μών διατυπώθηκαν απόψεις, σύμφωνα με τις ο ποίες η μάζα δεν συνθέτει παρά ένα «κοινωνικό μόρφωμα πρώτου επιπέδου» (L. von Wiese), η δε μελέτη της υπάγεται επομένως στο ευρύτερο επι στημονικό πεδίο έρευνας και μελέτης των κοινω νικών ομάδων.33 Για την τελική διατύπωση της θέσης αυτής υπερεκτιμήθηκε το στοιχείο της ομοιομορφοποίησης και της ομοιογένειας της μά ζας, καθώς επίσης και αυτό των κοινών - ηρωι κών ή καταστροφικών - στόχων, που τα μαζοποιημένα υποκείμενα επιδιώκουν. Παρότι βέβαια η θεματική του άρθρου αυτού δεν επιτρέπει να ε πεκταθούμε σε μια τέτοιου είδους συγκριτική προσέγγιση της θεωρίας των κοινωνικών ομάδων με αυτή του μαζικού φαινομένου, θα θέλαμε ω στόσο να προβούμε σε δύο παρατηρήσεις: α) Ο περιορισμός της μελέτης της μαζικής κατάστα σης εντός του πλαισίου που θέτει η θεωρία των ο μάδων αποστερεί το φαινόμενο της μάζας από ε κείνο τον ιδιαίτερο επιστημονικό χώρο, αυτόν της ψυχολογίας των Μαζών, ο οποίος ήδη από τα τέλη του προηγούμενου - αρχές του 20ού αιώνα έχει συσταθεί αλλά και αρκούντως αναπτυχθεί, β) Εάν το συλλογικό αίσθημα του Εμείς διαδρα ματίζει καθοριστικό (διάβαζε συστατικό) ρόλο στη συγκρότηση των κοινωνικών ομάδων, ορίζε ται δε ως η στιγμή ενός μη-τελεσίδικου αλλά και περιορισμένου «αποχωρισμού» ενός συνόλου μεγάλου ή μικρού, κλειστού ή ανοικτού, πρωτο γενούς ή δευτερογενούς - από το υπόλοιπο κοι νωνικό σώμα, στην ολοκληρωτική μάζα η ομοιο γένειά της προκύπτει από την αδυναμία αλλά και την άρνησή της να προσλάβει τον Ά λλο.34 Η μάζα δεν προκύπτει επομένως μέσα από τις οποιεσδήποτε διαδικασίες του αποχωρισμού, αλ
Η
αφιερω μα/37 λά από αυτές τής συνεχώς αποφορτιζόμενης «ε πέκτασής» της. Το μαζικό φαινόμενο συνθέτει - όπως ήδη έ χουμε αναφέρει - ένα γεγονός καθολικό και ανθρωπολογικό. Η μάζα - σύμφωνα με τη φροϋδι κή ανάλυση της Ψυχολογίας των Μαζών - απο τελεί μια έκφανση της πρωταρχικής ορδής, έχει δε ως εκ τούτου αφήσει τα ίχνη της στην ανθρω πότητα ως στοιχείο της «κληρονομηθείσας ιστο ρίας» της.35 Ο κίνδυνος, επομένως, της μαζικής παλινδρόμησης των κοινωνικών υποκειμένων εί ναι εγγενής, υφίσταται δηλαδή σ’ αυτήν την ίδια την κοινωνική οργάνωση ως ανάμνηση της αρχέγονής κοινωνικής κατάστασης. Η παράμετρος της υλικής και πολιτισμικής αποχής, δηλαδή η απαγόρευση της επικοινωνιακής επαφής στα πλαίσια του σύγχρονου παγκό σμιου συστήματος διευκολύνει την ολοκληρωτι κού τύπου πρόσδεση στον Ηγέτη. Συνιστά δηλα δή μια έκφανση α-συγχρονικότητας του μοντέρ νου,36 εφόσον αυτού του τύπου οι απαγορεύσεις συναντώνται στα πλαίσια κλειστών κοινωνικών συστημάτων. Το αίσθημα μιας διαρκούς «συλλο γικής προσβολής», το οποίο είναι δυνατόν κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες να βιώσουν με έ νταση τα υλικά και πνευματικά εγκρατή κοινω νικά υποκείμενα, χωρίς συγχρόνως να είναι σε θέση να απαντήσουν ενεργητικά προκειμένου να Σημειώσεις 1. Η επιστημονική βιβλιογραφία για το ολοκληρωτικό φαινό μενο είναι ιδιαιτέρως πλούσια. Ενδεικτικά και μόνον ανα φέρω: Arendt, Η., The Origins of Totalitarianism, New York 1951, Brzezinski, Z.K., The Permanent Purge. Politics in Soviet Totalitarianism, Cambridge, Mass., 1956, Bracher, K.D., Die deutsche Diktatur. Entstehung, Struktur, Folgen des Nationalsozialismus, Koln und Berlin 1969, Ebenstein, W., Totalitarianism. New Perspectives, New York 1962, Friedrich, C.J., Totalitare Diktatur, Stuttgart 1957, Gentile, G., Grundlagen des Faschismus, Koln 1936, Greiffenhagen, M., Totalitarismus rechts und links, in: Gesellschaft, Staat, Erziehung, 12 (1967), Nr. 5, S. 285-298, Horkheimer, M., Psychologie des Totalitaren, in: Offene Welt, 30 (1954) Neumann, F., The Democratic and the Authoritanian State, London 1964 Janicke, M., Totalitare Herrschaft, Berlin 1971, Ellenstein, J., Ιστορία του Σταλινικού Φαινομένου, Αθήνα 1976, Schaff, A., Der Kommunofaschismus, in: Die Neue Gesellschaft-Frankfurter Hefte, 2, 38 (1991), 28-45 2. Friedrich, C.-J., Totalitare Diktatur, Stuttgart 1958: 15, 63 Arendt, H., The Origins of Totalitarianism, New York 1951.’ 3. Forsthoff, E., Der Totale Staat, Hamburg 1933 4. von Beckerath, E., Wesen und Werden des faschistischen Staates, Berlin 1927: 146 5. Dahrendorf, R., «Wandel, Annaherung und der entscheidende Unterschied», Die Zeit (4.8.1986) 6 Enzensberger, H.-M., «Hitlers Wiederganger», Der Spiegel, 45 (6), 1991 7. στο ίδιο 8. Γεωργιάδου, ό.π.: 10-11 9. Enzensberger, ο.π. 10. Le Bon, G., Die Psychologie der Massen, Stuttgart 1982. Moscovici, S., Das Zeitalter der Massen, Frankfurt a.M. 1986: 35
ανατρέψουν αυτού του τύπου τις συναισθηματι κές τους εκδηλώσεις, αποτελεί επίσης μια βασι κή προϋπόθεση για τη μετατροπή αυτού του εγγε νούς στοιχείου της μαζικής διάστασης σε μια υ λοποιημένη μαζική κατάσταση.37 Η σύγχρονη κοινωνία, η οποία κατακλύσθηκε από ένα πλήθος νεοτερισμών, διακρίνεται πάραυτα από ένα σύνολο ασυγχρονικών εκδηλώσε ων, οι οποίες βρίσκουν μεν την κορύφωσή τους αλλά όμως δεν περιορίζονται στις εκδηλώσεις των ολοκληρωτικών συστημάτων. Η διάσταση του κατακερματισμού και της τυποποίησης του Λόγου, καθώς και η κυριαρχία της υποκειμενι κής του πλευράς, διευκόλυνε βεβαίως τη μεγέ θυνση της αποδοτικότητας των νεοτερικών κοι νωνιών, συρρίκνωσε όμως τις ποιοτικές δυνατό τητες του ορθολογικού λόγου να προσλαμβάνει και να «αναστοχάζεται» εκείνες τις βασικές αρ χές οι οποίες τον συγκροτούν.38 Συγχρόνως πε ριόρισε και την ιστορική αυτοσυνειδησία νεοτερι κών κοινωνιών, περιόρισε δηλαδή την ικανότητά τους να προσλαμβάνουν οι ίδιες τις εκδηλώσεις α-συγχρονικότητάς τους, δηλαδή τους πάσης (ρύ σεως ιστορικούς αναχρονισμούς οι οποίοι κατά καιρούς τις κατακλύζουν. Οι εκδηλώσεις μαζι κών καταστάσεων στις σύγχρονες κοινωνίες διακρίνονται έντονα από αυτή την ασυνείδητη κυ ριαρχία του παρελθόντος στο νεοτερικό παρόν. 11. Freud, S., Massenpsychologie und Ich-Analyse. Die Zukunft einer Illusion, Frankfurt a.M. 1989: 11 Moscovici, ο.π.: 26 Le Bon, ο.π., Freud, ο.π.: 16 Broch, H., Massenwahntheorie, Frankfurt a.M. 1979: 113 ff Y Gasset, Ο., Η εξέγερση των Μαζών, Αθήνα 1972: 129 Broch, ο.π.: 276 f Freud, ο.π.: 55 Moscovici, ο.π.: 163 και 179 Freud, ο.π.: 51 στο ίδιο: 45 ff στο ίδιο: 56-61 Broch, ο.π.: 299-301 στο ίδιο: 301 Για την έννοια της αποφόρτισης βλ. Ganetti, Ε., Masse und Macht, Frankfurt a.M. 1980: 12 ff 25. Y Gasset, ο.π.: 99-108 26. στο ίδιο: 105, Moscovici, ο.π.: 153 27. στο ίδιο: 178 28. στο ίδιο: 224 29. Broch, ό.π.: 298 30. Moscovici, ο.π.: 224 31. Το επιχείρημα εδράζεται σε σχετική άποψη του Καθ. Ν. Τζαβάρα που διατυπώθηκε στο Σεμινάριο με θέμα: Άτομο - Κοινωνία - Εξουσία (Πάντειο Παν/μιο 1992) 32. Υ Gasset, ο.π.: 121-129 33. Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών της Φραγκφούρτης, Κοινωνιολογία. Εισαγωγικά Δοκίμια, Αθήνα 1987: 75. von Wiese, L., Soziologie, Berlin 1964: 147. 34. Y Gasset, ο.π.: 38, Moscovici, ο.π.: 25 35. Freud, ο.π.: 62-67 36. Σε φαινόμενα συγχρονικότητας μη-σύγχρονων κοινωνιών αναφέρθηκε σε ομιλία του στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ο Καθ. Raffaele Giorgi (1992) 37. Enzensberger, ο.π. 38. Horkheimer, Μ., Η έκλειψη του Λόγου, Αθήνα 1987: 22. 12. 13. 14. 15. 16. 17. 18. 19. 20. 21. 22. 23. 24.
38/αφιερωμα
Το μυθιστόρημα πέρα σε τις περιπέτειες που πέρασε κι ο κόσμος.
J. ττάρχει πάντα το ερώτημα. Μήπως, η δυσαρέσκειά μας οφείλεται σ τ’ ότι ζούμε μ ’ ένα τρόπο που αντιστοιχεί σε μια περασμένη εποχή. Ή, μήπως, οφεί λεται σ τ’ ότι αντιστοιχεί σε μια εποχή που δεν έχει έρθει ακόμη, κι ίσως δεν έρθει ποτέ. Ο χώρος της λογοτεχνίας είναι κι αυτός μια εποχή, ένας χειμώ νας - ο χειμώνας μιας ακόμα δυσαρέσκειας: κι είναι πια τόσο απέραντος, ώ στε χωράει όλους τους παλιούς μύθους, ακόμα και το μύθο του μυθιστο ρήματος.
Σ
το Petit Larousse, το μυθιστόρημα ορίζεται ως έργο φαντασίας που συνίσταται από αφή γηση σε πρόζα, «κάποιου» μεγέθους (;) του ο ποίου το ενδιαφέρον έγκειται στη διήγηση περι πετειών, τη μελέτη ηθών ή χαρακτήρων, την ανά λυση συναισθημάτων ή παθών. Για τον σημερινό αναγνώστη, ή καταναλωτή βιβλίων, ορίζεται ως ιστορία δράσης, ανάλογη με κινηματογραφική ταινία μυθοπλασίας, που, με τη σειρά της, υπόκειται σε χαρακτηρισμό και μικρο-ειδίκευση: αι σθηματικό μυθιστόρημα, «μαύρο» ή «γκρίζο», μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας ή ακόμα, μυθιστόρημα τύπου dime ή pulp novel. Κι όλ’ αυ
τά, «κάποιου μεγέθους» κι οπωσδήποτε κάποιας ιστορίας που να δένεται σε αφηγηματική καμπύ λη: κλιμάκωση, μετάπτωση... Μ’ αυτή την έν νοια, αυτά που γράφει ο Χάντκε ή ο Μπότο Στράους δεν είναι μυθιστορήματα: κι ίσως, δεν είναι. Ίσω ς είναι κάτι καλύτερο -α υ τό που έλεγε ο Τζόις: το να βάζεις όλο το χώρο σ’ ένα καρυδό τσουφλο. Ό σ ο για τον όρο, αφορά ένα σχετικά πρόσφατο φυτό, μια λογοτεχνική μορφή που εί ναι σήμερα κυρίαρχη - ποσοτικά -ό π ω ς στην ελισαβετιανή εποχή ήταν κυρίαρχο το δράμα: κυρίαρχη και μαζί εξαντλημένη, έχοντας περά σει την εποχή της ακμής της και, για μια μερίδα
αφιερωμα/39
Σώτη Τριανταφύλλου
Το μυθιστόρημα ως αναχρονισμός
της λογοτεχνικής κριτικής, έχοντας περάσει τα σύνορά της. Αν με τον όρο μυθιστόρημα εννοού με, grosso modo, αυτό που οι Άγγλοι περιγρά φουν σαν onedamn-thing-after-another, δηλαδή τη μορφή της αφήγησης που εμφανίστηκε τον 18ο αιώνα, το μυθιστόρημα τοποθετείται σε μια επο χή ριζικά διαφορετική από τη σημερινή. Ριζικά και ασυμφιλίωτα, αφού έχει μεσολαβήσει ένα ο λόκληρο κοινωνικό στάδιο, από την προ βιομηχανική στη μετα-βιομηχανική κατάσταση. Μπορούμε να πούμε απλά πως, από την εποχή του Ντάνιελ Ντεφόε, το μυθιστόρημα έχει «ξεπεραστεί» όπως έχει ξεπεραστεί η ποίηση με ομοιο καταληξία: δηλαδή έχει «ξεπεραστεί» μια δομή στην αφήγηση, μια δομή που ήδη από την εποχή των Ρομαντικών έπαψε να είναι απαραίτητη, α φού παραμερίστηκε η πλοκή. Ή , από μια άποψη έγινε τρομερή και άπιαστη, αφού δεν συνέβαιναν εξωτερικά, άρα ελεγχόμενα γεγονότα - συνέβαιναν καταστάσεις. Ακόμα, έχει ξεπεραστεί έ νας τύπος ήθους, μια σχέση μεταξύ συγγραφέακειμένου και αναγνώστη, με ανάλογο τρόπο που έχει ξεπεραστεί ο μανιχαϊσμός στο επίπεδο της
ηθικής και η ανάγκη της ερμηνείας στο επίπεδο της κριτικής. Αν έχουν όλ’ αυτά ξεπεραστεί - ή, πράγμα αμφίβολο, διανύουμε απλώς μια μακριά περίοδο αποσπάσματος, ημιτελούς και διφορού μενου, καταστάσεων που έρχονται σε αντίθεση με την έννοια του μυθιστορήματος. Το μυθιστόρημα πέρασε τις περιπέτειες που πέρασε κι ο κόσμος. Από την εποχή της Ροξάνα του Ντάνιελ Ντεφόε και της Παμέλα του Samuel Richardson, δηλαδή από τα μέσα του 18ου αιώνα, ο δυτικός κόσμος πέρασε σε μια άλλη φάση της Ιστορίας: μετά την κατάκτηση του Νέου Κόσμου και την ολοκλήρωση της βιομηχανικής επανά στασης, ο γραπτός λόγος έγινε το πεδίο της απε ραντοσύνης και της συσσώρευσης πληροφοριών - δηλαδή ένα συμβαντικό μέσο έκφρασης. Για το μυθιστόρημα της εποχής αυτής, σημασία έχει π έγινε, και ποιός έκανε αυτό που έγινε, σημασία έχει τόσο η πλοκή, όσο και η λεπτομερής περι γραφή του περιβάλλοντος κόσμου. Τα μυθιστό ρημα δεν έγινε παρ’ όλ’ αυτά μυθιστόρημα παρά αφού πέρασε από την πρωταρχική του φάση, ό που ήταν πρόσχημα του φιλοσοφικού διδακτισμού, κάτι που φαίνεται περισσότερο στη γαλλι κή λογοτεχνία, περιγραφική από την ίδια της τη γλωσσική αρχή: έτσι, μετά από τα «χαλαρά» α πό την άποψη της πλοκής λογοτεχνήματα σαν το Παύλος και Βιργινία του Μπ. ντε Σαιν-Πιέρ και τα επιστολογραφικά σαν το La Nouvelle Eloi'se και το Επικίνδυνες Σχέσεις, τόσο στην Αγγλία, όσο και τη Γαλλία και τη Γερμανία, ο ρομαντι σμός επιβάλλει το κυρίαρχο μυθιστορηματικό ύ
40/αφιερωμα φος: μια κάποια ιστορικότητα, που συνεπάγεται πλήθος ηρώων μέσα στο οποίο χάνεται και ξεχω ρίζει ο ρομαντικός ήρωας, αυτός που κατατρώγεται από τα φαντάσματά του, κι εγκαταλείπεται στις χίμαιρες, σάν τον Βέρθερο ή την Amelie1. Για τον σημερινό αναγνώστη, μυθιστόρημα εί ναι τόσο το προϊόν που κείται, γυαλίζοντας, δί πλα στο ταμείο, του σούπερ-μάρκετ, όσο και οι δυσβάσταχτοι τόμοι του Βικτόρ Ουγκό, τόσο δυσβάσταχτοι που έγιναν κλασικά εικονογραφημέ να για να διαβαστούν. Το γεγονός ότι έγιναν κλα σικά εικονογραφημένα κι αργότερα κόμικς χα ρακτηρίζει το ίδιο το μυθιστόρημα ως λογοτεχνι κό είδος: ειδικά στη,διάρκεια του 19ου αιώνα εξε λίχθηκε ως η μορφή εκείνη της λογοτεχνίας που μετατρέπει τα πάντα σε εξιστόρηση. Από τη λαϊ κή εποποιία των Αθλίων ως τα φανταστικά ταξί δια του Ιουλίου Βερν, η Ιστορία και οι ιστορίες α ποτελούν τον πυρήνα του μυθιστορήματος που παρουσιάζεται με τρόπο ανάλογο της συμβαντικής ιστορίας, της ιστορίας του παρελθόντος, μιας ιστορίας που έχει τελειώσει - με τρόπο ανά λογο του ιλουσιονιστικού θεάτρου ή του κινημα τογράφου της μυθοπλασίας, αυτού που χαρακτη ρίζουμε, συμβατικά, ακαδημαϊκό. Το μυθιστόρημα μπήκε σε μια περίοδο εσω στρέφειας, μετά από ενάμιση αιώνα κλασικής πρόζας, ισορροπημένης πλοκής, περιγραφής συγκρουσιακών παθών και χαρακτήρων. Στις αρχές του 20ού αιώνα, το Νταντά και ο σουρρεαλισμός ταράζουν τη βεβαιότητά του, όπως ταρά ζουν κι όλα τ’ άλλα. Από μια άποψη, το μυθιστό ρημα επιστρέφει στις ρίζες του, εκείνες της αρ χής, του Που αιώνα, όταν ήταν όχημα φιλοσοφι κών ιδεών: ο Καμύ είναι μόνον ένα «σχολικό» παράδειγμα για το πώς χρησιμεύει το μυθιστόρη μα, όταν έρχεται το τέλος των κοινωνικών βε βαιοτήτων. Ο Τόμας Μπέρχαρτ είναι ένα λιγότε ρο σχολικό, αφού δεν φαίνεται να περνάει στα μαθητικά εγχειρίδια - ακριβώς γιατί η γραφή του είναι η αντιστροφή του μυθιστορήματος σαν μια τσέπη, η έλλειψη κανόνων αφήγησης και η υιοθέ τηση της αυτοβιογραφικής περιγραφής ως λογο τεχνικής στάσης2. Μέχρι να φτάσει η πρόζα στην «εξομολόγηση» τύπου Χένρι Μίλερ και την ελλειπτική σε πρώτο ενικό μυθιστορηματική γραφή του Μπέρχαρτ κι ως ένα· βαθμό του Μαξ Φρις, προηγήθηκαν μικρές και μεγάλες αποκλί σεις σαν τον Σελίν και τον Κενώ κι η μυθοπλασία άρχισε να κατακερματίζεται μαζί με την ανθρώ πινη ζωή: με το τέλος του μοντερνισμού, το μυθι στόρημα έμοιαζε πια εκτός τόπου, και, κυρίως ε κτός χρόνου. Ή δη, υπήρχαν ρωγμές στη φυσιο γνωμία του, από τότε που ο Ζεράρ ντε Νερβάλ έ γραφε απόκοσμα, χωρίς τις γλωσσικές και ηθι κές βεβαιότητες του Hugo-ρωγμές που διεστάλησαν μετά τον Μπρετόν και την απροσδιοριστία της Νάντια. Το παραδοσιακό μυθιστόρημα υπέ-
στη, εκτός από επίθεση, μιαν αλλοίωση, εκείνη των μοντερνιστών, που ήταν τελικά πιο αποτελε σματική: το μυθιστόρημα υπέθαλψαν οι ίδιοι οι μυθιστοριογράφοι, και ειδικά οι συγγραφείς της «αναζήτησης του εαυτού», σαν τον Μαρσέλ Προυστ και τη Βιρτζίνια Γουλφ και πάνω απ’ ό λα, σαν τον Τζέιμς Τζόις, τον μυθιστοριογράφο par excellence. Επειδή το μυθιστόρημα του 20ού αιώνα, αναζητάει πραγματικά το χαμένο χρόνο, το «θέμα» αποδυναμώνεται: ήδη, οι Κιβδηλο ποιοί είναι ένα μυθιστόρημα που, όπως γράφει ο ίδιος ο Ζιντ, κάνει τον αναγνώστη «να σταματάει μια στιγμή και να αναρωτιέται με ανησυχία πού τον οδηγεί η αφήγηση». Όμω ς, ενώ ο κόσμος αποσταθεροποιείται και κατακερματίζεται, στον 20ό αιώνα επιζεί ακόμα το κλασικό μυθιστόρη μα, και μάλιστα την ίδια ακριβώς χρονική στιγ μή που εκδίδεται η Νάντια (1928) ή το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας (1932): ο Φρανσουά Μορουάκ εκδίδει το Τερέζ Ντεκερού (1927), ένα μυ θιστόρημα παραδοσιακό αλλά βαθιά επηρεασμέ νο, συνειδητά ή ασυνείδητα, από την τεχνική της φροϋδικής αναδρομής, δομημένο με την τεχνική του flash back. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος έγινε το με γαλύτερο ορόσημο στη σύγχρονη Ιστορία. Η μυ θοπλασία κατέρρευσε όπως κατέρρευσαν όλες οι τέχνες κι οι απολαύσεις. Η προπολεμική πείρα έ γινε κομμάτι της συλλογικής συνείδησης: ο Κάφκα, που διέρρηξε μόνος του τους κανόνες του μυ θιστορήματος, γράφοντας «από τα μέσα» κι όχι σαν παρατηρητής, αποδείχτηκε πολύ πιο οδυνη ρός για την εξέλιξη του μυθιστορήματος, απ’ ότι οι θεωρητικοί του Νέου Μυθιστορήματος. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Μισέλ Μπυτόρ ή ο Άλεν ΡομπΓκριγιέ αντιλήφθηκαν το τέλος του μυθιστορή ματος, αν και απέτυχαν να το αντικαταστήσουν με μια ανάλογα απολαυστική λογοτεχνική μορ φή. Το 1956, τρία χρόνια μετά τη δημοσίευση του Les Gommes του Ρομπ-Γκριγιέ κι ένα χρόνο πριν από την Τροποποίηση του Μπυτόρ, ο ΡομπΓκριγιέ γίνεται ο θεωρητικός του αντιμυθιστορήματος, που απορρίπτει την προϋπόθεση του ήρωα, της πλοκής κι ιδιαίτερα της εμπλοκής του δημιουργού. Η μορφή που πρότεινε αυτός ο λογο τεχνικός κύκλος ήταν η μεθοδική περιγραφή του εξωτερικού κόσμου, τον οποίο «δεν μπορούμε να αντιληφθούμε παρά μέσω του βλέμματος»3. Ε δώ, ο χαρακτήρας παύει να είναι το κέντρο τής αφήγησης και γίνεται το αντικείμενο μιας κάμε ρας που εξετάζει λεπτομερειακά το χώρο τον ο ποίο διασχίζει, μαζί με τις φαντασματικές φιγού ρες που συναντάει. Μια από τις αιτίες του (ενδεχόμενου) τέλους του μυθιστορήματος στον 20ό αιώνα είναι ακρι βώς αυτή η ύπαρξη μιας αληθινής κάμερας που κινηματογραφεί. Οι περιγραφές του Κ. Ντίκενς, περνάνε μέσα σε ένα-δύο κινηματογραφικά πλά
αφιερω μα/41 να, ενώ, ακόμη κι οι δημιουργοί του Νέου Μυθι στορήματος περνάνε πίσω από την κάμερα, την κάμερα την αληθινή: ο κινηματογράφος δημιουρ γεί ριζικά διαφορετικές συνθήκες χρόνου και χώ ρου - κι ό,τι έγραψε ποτέ η Μαργκερίτ Ντυράς είναι βαθιά και αμιγώς κινηματογραφικό. Το τέ λος του μυθιστορήματος δεν είναι όμως μια ακό μα θλιβερή συνέπεια του πολιτισμού της εικόνας: αντίθετα, είναι η λογοτεχνική έκφανση του μετα μοντέρνου, με την έννοια ότι τα είδη συγχωνεύον ται κι όταν δεν συγχωνεύονται μεταμορφώνονται απλώς σε plastiches. Ακόμα, τα είδη δεν υπάρ χουν πια, κάτι που φάνηκε πολύ νωρίτερα στα έργα του Μορίς Μπλανσό και του Ζορζ Μπατάιγ. Αλλά, ακόμα και στα αόριστα εκείνα αναγνώ σματα της Ντυράς που θεωρήθηκε «τέχνη της μη κατάληξης»*1234, ή, σε χειρότερη περίπτωση «άδειο τσόφλι»5. Αναζητώντας το αντίθετο μέσα στο μυθιστόρη μα ως θέση, μπορεί κανείς να ανατρέξει στον Φλομπέρ, όπου, η Μ αντάμ Μποβαρί αν και πα ραδοσιακό για μας μυθιστόρημα, περκρρονεί τον αφηγηματικό μηχανισμό του ρεαλισμού του Σκοτ και του Μπαλζάκ, υιοθετώντας το έμμεσο, ελεύθερο ύφος - κάτι που θα χρησιμεύσει αργό τερα στον Χένρι Τζέιμς, ο οποίος συλλαμβάνει την ιδέα του «point of view» ενός εξωτερικού πα ρατηρητή. Το μυθιστόρημα περικλείει το αντίθε τό του, ό,τι το ανατρέπει, καθώς συγχέεται με την ποίηση: στο έργο του Μαλαρμέ θα ’λεγε κα νείς πως περικλείεται μεγαλύτερος κίνδυνος για τη συντήρησή του απ’ ό,τι στην πεζογραφική επί θεση του Νέου Μυθιστορήματος. Από μιαν άπο ψη, ο μεγαλύτερος εχθρός του μυθιστορήματος γίνεται η ποίηση: αν και ο κινηματογράφος της μυθοπλασίας δέχτηκε πλήγμα από τον κινηματογράφο-ρεπορτάζ, το cinema-verite ή το cinema direct, η ακαδημαϊκή μορφή κινηματογραφικής αφήγησης διερράγη σ’ όλο της το σώμα μέσα α πό τον κινηματογράφο της ποίησης. Στο μυθι στόρημα, συμβαίνει κάτι ανάλογο, αφού τα μυθιστορήματα-ρεπορτάζ, χρονολογούνται ήδη από τον 18ο αιώνα6 κι απλώς εμφανίζονται πιο «δη μοσιογραφικά» μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πό λεμο. Ακόμα, η εισβολή του παράλογου ήταν, και είναι, ένας παράγοντας αποσταθεροποίησης του είδους, αφού αλλάζει τους κανόνες του παι χνιδιού, ή τους καταργεί εντελώς: από τα πρώτα μυθιστορήματα του Μπέκετ το μυθιστόρημα δεν ήταν πια το ίδιο, με την έννοια που του αποδόθη κε στην περίοδο της ακμής του. Κι ένας λόγος ή ταν ότι το παράλογο έθιξε μια από τις βάσεις του: τη σιγουριά του γύρω από τη σύλληψη της πραγ ματικότητας. Το παράλογο διείσδυσε πέρα από τη σύλληψη αυτής της πραγματικότητας: διείσ δυσε στη δομή. Έτσι, το Ζωή οδηγίες χρήσης του Ζορζ Περέκ αν και περιγράφει τη ζωή των ενοί κων μιας πολυκατοικίας, δεν θα μπορούσε ποτέ
να συγκριθεί με μια ανάλογη ιδέα του Μπαλζάκ. Απλούστατα, μπορείς ν’ ανοίξεις το βιβλίο σ’ ο ποιαδήποτε σελίδα - δεν υπάρχει αρχή και δεν υ πάρχει τέλος, όπως στις ταινίες που επαναλαμ βάνονται και που ο θεατής μπορεί να παρακο λουθήσει από οποιαδήποτε στιγμή. Έπειτα, το 1973, εκδόθηκε από τον οίκο Fata Morgana η Τρέλα της Μέρας του Μορίς Μπλαν σό - μια ένδειξη ότι μια καινούρια λογοτεχνική μορφή, πυρετική και σύντομη σαν κομμένη ανά σα, έπαιρνε πια οριστικά τη θέση του μυθιστορή ματος. Δεν ήταν το μεγαλύτερο εκδοτικό γεγο νός. Ή ταν όμως το σπουδαιότερο.
Σημειώσεις 1. Στο Ren6 του Σατομπριάν (1802) 2. Μεταξύ άλλων, λέει ο Μαξ Φρις σε συνέντευξή του στον V, Hage (1-3-82): «Σχεδόν όλα όσα έχω κάνει με αφορούν προ σωπικά». 3. «Pour un nouveau roman», A.R. Grillet (1963) 4. Maurice Nadeau, France Observateur (6-3-58) και Anne Villelaur, Les Lettres frangaises (6-3-58), κριτικές για το Moderate) Candabile της M. Duras. 5. Για παράδειγμα το A Journal o f the Plague Year του Defoe (1722) είναι τόσο μια εξιστόρηση των γεγονότων του 1665, ό σο και μια μορφή μυθοπλασίας.
42/αφιερω μα
Μισέλ Βίνοκ
Η αιώνια παρακμή
(Αποσπάσματα από το βιβλίο του Michel Winock, Nationalisme, Antisemitisme Η συζήτηση περί παρακμής έχει επανέλθει στο προσκήνιο. Η λέξη, σφυρηλατημένη από τον αρχηγό του Εθνικού Μετώπου, απόκτησε ένα καινούριο πι στοποιητικό ισχύος χάρη στο δόκιμο έργο του Ζυλιέν Φρεντ του οποίου απο τελ εί θέμα. Έχουμε εισέλθει σε μια νέα φάση, σε μια εποχή κατάπτωσης μάλ λον μακρά και επίπονη, καλπάζοντας, θα μπορούσε να πει κανείς, προς την καταβαράθρωση. Γαλλία αποσυντίθεται. Η εθνική ταυτότητα καθίσταται ασαφής. Δεν υπάρχουν πλέον ούτε ιδανικά, ούτε αποικίες, ούτε ορθογραφία. Η διαφθορά απλώνει απειλητικά τα πλοκάμια της. Η εγκληματικότητα αυξάνεται. Ο ξεπεσμός των νέων εξαιτίας των ναρκωτικών και της έλλειψης θρησκευτικής πίστης επιταχύνει το τέλος του κό σμου. Η κοινωνία έχει εισέλθει σε μια κατάστα ση προχωρημένης ανομίας την οποία θα μπορού σαμε να χαρακτηρίσουμε πιο δυναμικά με τη φράση: «Ό λοι την κοπανάνε».
Η
Πάλιωσε το τροπάριο που ακούνε οι Γάλλοι α πό την εποχή της Επανάστασης: διακόσια χρό νια αδιάκοπης παρακμής, παρά την ύπαρξη κά ποιων ψευδο-τεχνασμάτων αυτή αποτελεί μια α πό τις βαθύτερα ριζωμένες πεποιθήσεις της αντι δραστικής οικογένειας που διαδίδεται κατά τρό πο κυκλικό, ειδικότερα σε στιγμές οικονομικής κάμψης, πολιτικής αβεβαιότητας ή κοινωνικών αναταραχών. Επωδός πανάρχαια, όσο και ο κό σμος, που παιάνισαν οι Αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι και που επικρατεί και πάλι στην κοινή
αφιερωμα/43
Η παρακμή δεν απο τελεί επιστημονική έν νοια· αντιθέτως είναι μια έννοια αμφίβολη αλλά με πληθώρα συ νεκδοχών.
et Fascisme en France, Editions du Seuil, Paris 1982) γνώμη σαν ένας παλιός καταχωνιασμένος τρό μος που ξανάρχεται στην επιφάνεια των πολιτι σμών. Στη Γαλλία, ο Μπαρρές στάθηκε ο κήρυκας της παρακμής στα τέλη του περασμένου αιώνα· ο Ντριε Λα Ροσέλ, πιστός μαθητής του προαναφερθέντος, έγινε το φερέφωνό του κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930· ο Πεταίν και οι επίσκοποί του την έκαναν λάβαρο της «Μεγά λης Χρεωκοπίας» του 1940· ο δισκοπώλης της Τρινιτέ-συρ-Μερ, ο οποίος γνώριζε καλά τα τρα γούδια που έκαναν επιτυχία, άρχισε με τη σειρά του να ψάλλει το παλιό τροπάριο στους δρόμους: όπως και στις προηγούμενες περιπτώσεις, η διά γνωση της παρακμής δεν αφήνει περιθώρια επι λογής παρά μόνο ανάμεσα στην Παλινόρθωση και την Αποκάλυψη. Η παρακμή δεν αποτελεί επιστημονική έννοια· αντιθέτως, είναι μια έννοια αμφίβολη αλλά με πληθώρα συνεκδοχών. Καταγράφοντάς τες, κα τανοούμε καλύτερα το περιεχόμενο και την ιδεο
λογική λειτουργία ενός όρου της καθομιλουμένης γλώσσας, την οποία χρησιμοποιούμε σε δεδομέ νη περίπτωση χωρίς να χρειάζεται να επιστήσουμε την προσοχή μας. Χωρίς να ισχυριστούμε ότι καλύπτουμε όλες τις πλευρές, ας παραθέσουμε κάποιους συσχετισμούς που αφορούν στην παρακ μή και που αποτελούν ταυτόχρονα σταθερές της ίδιας της έννοιας: 1.
Το μίσος του παρόντος
Στο έργο του «Λεξικό αποκτημένων ιδεών» (Dictionnaire des Idees Re?ues), ο Φλωμπέρ είχε ή δη σημειώσει την υπάρχουσα τάση. Διαβάζουμε στο άρθρο «Εποχή» (η σύγχρονη εποχή): «Θα πρέπει να την καταγγείλουμε· να διαμαρτυρηθούμε για την έλλειψη ποίησης· να την αποκαλέσουμε εποχή μεταβατική, εποχή παρακμής». Η παρακμιακή σκέψη, όπως θα εκφραζόταν μέσα από μια «δαντική» μέθοδο, κατατάσσει σε κατηγο
44/αφιερωμα ρίες κάθε ζωντανό «σημείο»1 (ακόμα κι αν πρό κειται για αντιφατικά σημεία) της Πτώσης. Το κακό του να ζει κανείς hie et nunc βρίσκεται στη βάση των πάντων. Πριν από εκατό χρόνια, ο Εντουάν Ντρυμόν εξέθετε το παράπονό του: «Πο τέ πριν η Γαλλία δε βρέθηκε σε μια τόσο κρίσιμη κατάσταση!» Το πλέον αφόρητο χαρακτηριστι κό της εποχής που διανύουμε είναι ότι παρουσιά ζεται εκτεθειμένη στα πάντα- ότι κρύβει τόσους κινδύνους όσους ένα σταυροδρόμι χωρίς αστυνό μευση και φωτεινούς σηματοδότες. 2. Η νοσταλγία μιας χρυσής εποχής
Το παρόν είναι ολέθριο εφόσον αποτελεί μια φάση υποβάθμισης ενός αρχικού προτύπου θεω ρούμενου ως «ευλογημένη εποχή», ως ένας χαμέ νος παράδεισος θαμμένος κάτω από τα πλήγμα τα της νεοτερικότητας. Η εκπροσώπηση της Ιστορίας ποικίλλει, ανά λογα με τους συγγραφείς: άλλος αναπολεί την ε ποχή των καθεδρικών ναών, άλλος την ευταξία του Μεγάλου Αιώνα (grand siecle) και δη εκείνη της εποχής του Ναπολέοντα... Το πιο σημαντικό πάντως είναι να κατανοήσουμε ότι η πανάρχαια αρμονία ανάμεσα στους ανθρώπους και τη φύση, ανάμεσα στους ανθρώπους και στο θείο, ανάμε σα στους ανθρώπους μεταξύ τους έχει διαταραχθεί. Κι όπως λέει κάποιος ήρωας του Ζυλ ντε Ντριέ, «αναπολώ με νοσταλγία την αξία του χρυ σού, τις πρωτόγονες αξίες πριν από κάθε αλ λοίωση». 3. Η εξύμνηση της ακινησίας
«Τι είναι αυτό που με συγκινεί στο παρελθόν; αναρωτιέται ο Μπαρρές. Η θλίψη του, η σιωπή του και ιδίως η στατικότητά του. Καθετί που κι νείται με ενοχλεί». Η παρακμή, πολύ συχνά, δεν αποτελεί τίποτα άλλο παρά ένα συνώνυμο της αλλαγής. Ο Μωρράς παρουσιάζεται ως πολέμιος του ρομαντισμού, αυτής της αισθητικής της α στάθειας, και εγκωμιάζει την κλασική εποχή στον υπερθετικό βαθμό: τάξη, μέτρο, συμμετρία, πειθαρχία, ευθυγράμμιση... Ακόμα και για τον ί διο τον Πλάτωνα, η Χρυσή Εποχή αντιπροσώ πευε το τέλειο Κράτος, ένα κράτος παντοτινά στατικό και αμετάβλητο. Η αλλαγή αποτελεί μοιραίο κακό ενώ η εγκατάσταση αδιαμφισβήτη το καλό. «Εγώ, δηλώνει ο Φρανσουά Μπρινιώ, αγαπώ τη Γαλλία, ή μάλλον μια συγκεκριμένη Γαλλία: αυτή των αγροτών, των βιοτεχνών, της οικογένειας- αντιθέτως, αισθάνομαι αποστροφή για τη Γαλλία των μεγαλουπόλεων». Από ’δω προκύπτει η ασταμάτητη χρήση του δέντρου σαν μεταφορικό στοιχείο στην παρακμιακή λογοτε χνία: το δέντρο παρουσιάζεται σαν φιγούρα της διάρκειας μέσα στον χώρο, σαν σημείο αυθεντι
κότητας ή ακόμα για να εκφράσει παραστατικά τη γενεαλογία- παρουσιάζεται επίσης για να συμ βολίσει τη μεγαλοφυία της εγκατάστασης, η ο ποία έρχεται σε αντίθεση με τις βασκανίες των περιπλανήσεων του εβραϊκού έθνους. (...) 4. Η αντίθεση στον ατομικισμό
Για τους περισσότερους στοχαστές της παρακ μής, αυτό που χάθηκε είναι ένας κόσμος οργανι κός, ένας κόσμος με μια και μοναδική κεφαλή, με αποδεκτές ιεραρχίες, με ανθρώπους αλληλέγ γυους και συνδεδεμένους από ανάγκη (και όχι α πό επιλογή,· όπως υπαγορεύει το Κοινωνικό συμ βόλαιο). Από αυτή τη σκοπιά, ο φιλελευθερισμός είναι για πολλούς πιο μισητός από τον σοσιαλι σμό, αφού προκαλεί τη διάσπαση του Κράτους και την καταστροφή της κοινωνίας, στοιχεία στα οποία εγκαθιδρύονται οι λαϊκές επαναστάσεις. Ο Μπονάλ, ένας από τους πλέον σημαντικούς στο χαστές της αντεπανάστασης, θέλησε να ξαναβά λει το άτομο μια για πάντα στη θέση του: «Ο άν θρωπος δεν υπάρχει παρά για την κοινωνία και η κοινωνία δεν τον διαμορφώνει παρά μόνο γι’ αυτήν». 5. Η απολογία υπέρ τω ν κοινωνιών τω ν ελίτ
Η παρακμή είναι προϊόν της αποδυνάμωσης των παλαιών ελίτ. «Η Γαλλία, έτσι όπως την "έφτιαξε” η καθολι κή ψηφοφορία, έγραφε ο Ρενάν, έγινε κατά βά θος μια χώρα υλιστική· τα ευγενή ιδανικά του πα ρελθόντος όπως ο πατριωτισμός, ο ενθουσια σμός για το ωραίο, η αγάπη για τη δόξα έχουν εκλείψει μαζί με την άρχουσα τάξη των ευγενών που αντιπροσώπευε την πραγματική ψυχή της Γαλλίας. Η κρίση καθώς και η διακυβέρνηση των πραγμάτων μετατοπίστηκαν από την αρι στοκρατία στη μάζα· έτσι λοιπόν η μάζα είναι χοντροκομμένη και άξεστη, κυριαρχούμενη από την οπτική του συμφέροντος». Για τον Τζούλιους Έβολα, έναν από τους πιο συστηματικούς θεω ρητικούς της παρακμής, η παγκόσμια ιστορία υπόκειται στο νόμο της ανοδικής πορείας των καστών· μετά τις κάστες των ιερωμένων, των πολε μιστών και των αστών, παίρνουν τα ηνία της ε ξουσίας οι κατώτερες τάξεις. Λιγότερο υπολογι στικός εμφανίζεται ο Φρανσουά Μπρινιώ, ο ο ποίος δηλώνει απλά: «Διατηρώ ένα είδος απέ χθειας για τους πληβείους». Βασίλειο των πλη βείων, βασίλειο της γενικευμένης αλληλεγγύης, βασίλειο της οκνηρίας. 6. Η νοσταλγία του ιερού
Οι στοχαστές της παρακμής δεν είναι όλοι α παραιτήτους χριστιανοί. Μερικοί από αυτούς κα
αφιερω μα/45 ταγγέλλουν στο χριστιανισμό την ύπαρξη ενός καταλυτικού δόγματος, (δείτε για παράδειγμα τις αντιχριστιανικές ερμηνείες για την «πτώση» της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας), όμως παρ’ όλ’ αυτά η απώλεια του ιερού, η κατάρρευση των τα μπού, η απουσία πνευματικού επιπέδου στο άτο μο και την κοινωνία έχουν ήδη καταγγελθεί όπως τόσες και τόσες μάστιγες. Ο υλισμός έχει κατακυριεύσει τα πνεύματα. Ό πω ς λέει και ο Μπονάλ: «Η θρησκεία αποτελεί τη λογική κάθε κοι νωνίας». Και ο Λουί Βεγιό συμπληρώνει: «Ω πα ρακμή ενός λαού δίχως Θεό. Παρακμή χωρίς α ντίδοτο, χωρίς ελπίδα». Ο δε Πεγκύ από τη σκο πιά του δηλώνει τα ακόλουθα: «Αυτή η φοβερή έλλειψη του ιερού αποτελεί πλέον χωρίς καμιά αμφιβολία τυπικότατο γνώρισμα του σύγχρονου κόσμου».
Μπαρντές από την πλευρά του καταλογίζει στην «αναρχική ελευθερία των δημοκρατιών» την ευ θύνη ότι «έχει εκθέσει την κοινωνία στο σύνολό της σε πλημμύρες που θυμίζουν βιβλικές κατα στροφές, σε μιάσματα κάθε είδους, σε ανέμους που ξεριζώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους· μπροστά σ’ αυτούς το ις κινδύνους δεν υπάρχει ούτε ένας υδατοφράκτης για να μας προστατεύ σει από την παρακμή...» Περιγράφει τον άνθρω πο των δυτικών κοινωνιών σαν έναν φτωχό εγκαταλελειμμένο διάολο που τριγυρίζει απροστάτευ τος σε μια στέππα: «Σ’ αυτή τη στέππα λογής τέ ρατα φτιάχνουν τις φωλιές τους· οι ποντικοί, τα βατράχια και τα φίδια τη μεταμορφώνουν σε μια τεράστια αηδιαστική χαβούζα. Το πλήθος αυτό των τεράτων έχει το δικαίωμα να αναπτύσσεται, όπως ακριβώς μεγαλώνουν οι τσουκνίδες και τα
Ο προφήτης της παρακ μής αξιολογεί το έν στικτο, τις συνήθειες, τις προκαταλήψεις [...] σε βάρος του εκλογικευμένου λόγου που δια στρεβλώθηκε από κα θηγητές και διανοουμέ νους.
7.
Ο φόβος τη ς γενετική ς υποβάθμισης και η δημογραφική κατάρρευση
Η παρακμιακή σκέψη έχει τραφεί στο πέρα σμα του χρόνου με την αγωνία που προκαλεί ο κίνδυνος της αλλοίωσης της κοινωνικής ομάδας, της φυλής ή της εθνικής ενότητας, λόγω του πολ λαπλασιασμού των «παρηκμασμένων» ατόμων. Στοχαστές σαν τον Γκομπινώ ή τον Βασέ ντε Λαπούζ δημιούργησαν αυτές τις φοβίες του 19ου αιώνα απέναντι στις φυλετικές επιμιξίες απ’ ό που προέκυπταν, κατά τη γνώμη τους, οι χειρό τερες φυσικές και ηθικές αποστροφές. Ο Μωρίς
αγριόχορτα. (...) Όλη αυτή η αποκρουστική βρό μα από την οποία κάθε λαός επιθυμεί να αποδε σμευτεί, διατηρεί κι αυτή το δικαίωμα να εγκα τασταθεί στη στέππα χωρίς ενδοιασμούς, να εκ φράζει υπολογίσιμη γνώμη, να φτιάχνει νόμους και τέλος να κατακλύζει ολάκαιρο το κορμί μας από όνειρα νέγρων, αηδιαστικές μυρουδιές μαγι κών φίλτρων ή εφιάλτες με ανθρωποφάγους (...): η εμφάνιση μιας αναμιγμένης φυλής σε ένα έθνος αποτελεί πραγματική γενοκτονία των καιρών μας η οποία ευνοείται συστηματικά από τις δη μοκρατίες». Τη σημερινή εποχή, ο φόβος του «α ραβικού κατακλυσμού» συνοδεύεται από τη φο
46/αφιερω μα βία της ερήμωσης της Ευρώπης λόγω της «δημογραφικής κατάρρευσης». Ό πω ς λέει χαρακτηρι στικά και ο Ζαν Κω: «Έχουμε την εντύπωση ότι η πάλαι πότε ζωοφόρος μήτρα της Δύσης είναι πια ξερή, οι ωοθήκες της ζαρωμένες και τα σωθι κά της άγονα». 8.
Η λογοκρισία τω ν ηθών
Σχεδόν ολόκληρη η παρακμιακή λογοτεχνία κατακρίνει την ελεύθερη σεξουαλική ζωή (δείτε το κλισέ για τους «Ρωμαίους της Παρακμής»). Το στοιχείο αυτό συμβάλλει στη γενετική υποβάθμιση. Στο πρόσφατο παρελθόν, η ανθρωπό τητα βασανιζόταν από τον εφιάλτη της σύφιλης («Τα πάντα δεν είναι τίποτε άλλο παρά σύφιλη», συλλογίζεται ο πρωταγωνιστής του βιβλίου «Α rebours» (Αντίστροφη Μέτρηση), ενώ ο Ντριέ με τη σειρά του παρατηρεί: «Υπάρχει διάσπαρτη μια τρομαχτική δύναμη αυτής της αρρώστιας στη Γαλλία»]· τη σημερινή εποχή, ο φόβος και ο τρόμος της σύφιλης αντικαταστάθηκε από τον πανικό του AIDS... Ο εκφυλισμός των ηθών πα ρασύρει τους ανθρώπους στη σήψη και το θάνα το. Σύμφωνα με το ακροδεξιό περιοδικό «Ρτέsent» (Παρόν), μόνο μια λύση υπάρχει: η συζυγι κή πίστη. Ο Ρενάν για το ίδιο θέμα συνήθιζε να εγκωμιάζει τους «αγνούς λαούς», κρίνοντας ότι οι Γάλλοι έκαναν έρωτα παραπάνω απ’ το κανο
νικό. Ο Ζαν Ζαελίκ, στο βιβλίο του «La droite, cette inconnue» (Η Δεξιά, αυτή η άγνωστη) κατα λήγει στο παρακάνω κλινικό συμπέρασμα: «Θα μπορούσαμε να δώσουμε κάποιον ορισμό της δη μοκρατίας μέσω της απόρριψης μιας βαθιάς σε ξουαλικής ηθικής (απόφθεγμα αναμφίβολο; αφιε ρωμένο στον Λουδοβίκο XIV!) Άξιον μνείας α ποτελεί το φαινόμενο της ομοφυλοφιλίας της ο ποίας η ύπαρξη, είτε αυτή είναι πραγματική είτε φαντασιακή, αποτελεί σημάδι παρακμής. Το 1955, ο Ζαν-Μαρί Λε Πεν συγκέντρωσε σε μια και μοναδική φόρμουλα δυο ανάρμοστες μα παρ’ όλ’ αυτά απτές αποδείξεις: «Η Γαλλία κυβερνάται από παιδεραστές: Σαρτρ, Καμύ, Μωριάκ». Οι συγγραφείς, οι διανοούμενοι ή ακόμα και οι απλοί πτυχιούχοι ανωτέρων ιδρυμάτων εί ναι στην πραγματικότητα οι «καταραμένοι» της κοινωνίας. 9.
Η αντίθεση στους διανοουμένους
Ό πω ς υποστηρίζει και ο Πιέρ Πουζάντ, «η Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του 1950 ήταν α σφυκτικά γεμάτη από χιλιάδες πτυχιούχους πα νεπιστημίων, τελειόφοιτους πολυτεχνείων, οικο νομολόγους, φιλοσόφους και άλλους ονειροπόλους οι οποίοι είχαν χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα». Ο προφήτης της παρακμής α ξιολογεί το ένστικτο, τις συνήθειες, τις προκατα λήψεις, τα αντανακλαστικά τα οποία καθορίζο νται από τις γενιές των ανθρώπων που έζησαν στην ίδια γη, σε βάρος του εκλογικευμένου λόγου που διαστρεβλώθηκε από καθηγητές και δια νοουμένους. «Η διανόηση, λέει ο Μπαρρές, αποτελεί ένα μικροσκοπικό και ασήμαντο στοιχείο, ξεχασμένο στην επιφάνεια του εαυτού μας!» Την ίδια ακρι βώς εποχή ο Γκιουστάβ Λε Μπον όπως και τόσοι άλλοι στοχαστές, εξέφραζε το παρακάτω παρά πονο: «Στις μέρες μας, το σχολείο διαπλάθει και προετοιμάζει ανθρώπους δυσαρεστημένους και αναρχικούς, επιταχύνοντας τη μοιραία και κατα στροφική παρακμή που θα επέλθει στους λατινο γενείς λαούς». Ο Λε Πεν από την πλευρά του εκφράζει τη σύγ χρονη εφαρμογή των ιδεών του λέγοντας χαρα κτηριστικά: «Είμαι πεπεισμένος ότι προσδίδουμε υπερβολική σημασία στο· ρόλο που διαδραματί ζουν το σχολείο και το πανεπιστήμιο (...). Ο απο κλειστικός στόχος του ανθρώπινου γένους δεν εί ναι ο πολιτισμός μα η ίδια η ζωή». Απόδοση στα Ελληνικά: Βαγγέλης Τυρόγλου
Σημειώσεις 1. «Σημείο» όπως νοείται στη Γενική Γλωσσολογία, (Σ.τ.Μ.).
σ υ νεντευξη /47
Δ ο ύ σ α ν Κ ο β ά τσ ε β ιτς
"Το επάγγελμά μου το χρωστάω στην ελληνική τραγωδία” Τη συνέντευξη πήρε η Γκάγκα Ρόσιτς Ο Δούσαν Κοβάτσεβιτς είναι χωρίς αμφιβολία ο μεγαλύτερος σύγχρονος θεατρικός συγγραφέας της Γιουγκοσλαβίας, και ένας από τους καλύτερους που είχε ποτέ η χώρα αυτή. Γεννήθηκε το 1948 στο χωριό Μρτζένοβιτς κοντά στην πόλη Σάμπατς, 80 χλμ. από το Βελιγράδι, και σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Θεάτρου του Βελι γραδιού. Μερικά μόνο από τα μεγαλύτερα έργα του για το θέατρο είναι: «Άνοιξη τον Ιανουάριο», «Τι είναι αυτό μέσα στην ανθρώπινη φύση που τον οδηγεί προς το ποτό», «Ο κατάσκοπος από τα Βαλκάνια», «Ο Ά γιος Γεώργιος σκοτώνει το Δράκο», «Ο επαγγελματίας», «Ο Ράσοβαν Γ». Έχει γράψει ακόμα πολλά σενάρια για τον κινηματογράφο, και για το ρα διόφωνο. Τα έργα του έχουν μεταφραστεί στην Ευρώπη και στην Αμερική και παραστάσεις τους έχουν δοθεί στο Λονδίνο, στο Σαν Φραντζίσκο, στη Νέα Υόρκη, στη Βιέννη, στη Σόφια, στην Πράγα, στη Βαρσοβία και στο Παρίσι. Επί σης έχει αποσπάσει πολλά βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ. Ο Κοβάτσεβιτς αυτόν τον καιρό βρίσκεται στην Αθήνα και θα παραμείνει στη χώρα μας για δυο χρόνια συνεχίζοντας, εδώ, τη διεθνή του καριέρα. Π οιο ήταν το κοινω νικό-καλλιτεχνικό περίγυρο όταν ξεκινήσατε το γράψιμο;
ΜΕΓΑΛΩΣΑ σε μια οικογένεια της «χρυσής το μής». Ανάμεσα στον κόσμο των πλουσίων, από τη μια πλευρά, και των φτωχών, που ήταν οι πε
ρισσότεροι, από την άλλη. Έτσι ήταν και στην πόλη που γεννήθηκα, στο Σάμπατς, κοντά στο Βελιγράδι. Άρχισα να περπατάω το 1948. Ή ταν ο καιρός της μεγάλης χαράς μετά από τον κατα στροφικό πόλεμο, μόλις επανήλθε η ειρήνη. Παρ’
48/συνεντευξη όλο που ήταν φτωχοί και μίζεροι οι άνθρωποι, τραγουδούσαν και γελούσαν. Ή ταν ο καιρός των μεγάλων ονειροπολήσεων, ελπίδων και σκο πών. Κάτι που έμοιαζε με παραστάσεις της ανα γέννησης, τις οποίες παίζουν οι ερασιτέχνες. Οι αναμνήσεις μου σ’ αυτά τα χρόνια είναι γεμάτες χρώματα, ψιλής φωνής και δυνατής μουσικής. Η τέχνη ήταν μέσα σε κάθε ζωντανό και υγιή άν θρωπο. Η τέχνη υπήρχε στους δρόμους, στις πλατείες, στις αυλές. Έβλεπα όλα αυτά, τα θυ μόμουνα, σαν να ήξερα ότι κάποτε θα μου χρεια στούν. Ούτε καν σκέφτηκα ότι θα ζήσω από τις αναμνήσεις. Αυτό διαρκούσε για κάποιο χρονικό διάστημα και έπειτα άρχισε να βραδιάζει. Ο κομ μουνισμός, μέρα με τη μέρα, έδειχνε όλο και πιο καθαρά το άσχημο πρόσωπό του. Η εξουσία, με τα χρόνια, όλο και δυνάμωνε και γινότανε πιο σκληρή. Κατέστρεφε τα πάντα γύρω της φέρνο ντας τα έθιμα των παγάνων· οι εξουσιαστές, το πιο πολύ, είχαν μεγαλώσει στα δάση και στις σπηλιές, τους φυλετικούς νόμους, τη δύναμη σαν πνεύμα και το φόβο σαν τρόπο ζωής. Καταστρέ φονταν τα τελευταία ίχνη του πολιτισμένου, τί μιου, μορφωμένου και αξιόλογου κόσμου. Κατα στρέφανε όλα όσα δεν ήτανε οι ίδιοι, περισσότε ρο ό,τι αφορούσε την πνευματική ζωή. Από γεν νησιμιού τους και από πεποίθησή τους, αμόρφω τοι άνθρωποι, κλέφτες, ψεύτες, ιεροεξεταστές και εκτελεστές, δημιουργούσαν έναν κόσμο με τα ίδια πιστεύω και το ίδιο ανήθικο σαν τον δικό τους. Ο λαός έγινε σιωπηλός, εγκατέλειψε τους δρόμους και τις πλατείες κλείστηκε στα σπίτια, σώπαινε ή σιγανά σχολίαζε το κακό. Δημόσια, η σιωπή είχε γίνει τρόπος επικοινωνίας. Μέσα σ’ ένα τέτοιο κόσμο, από τη μεταπολεμι κή χαρά ως το ένα πραγματικό αστυνομικό κρά τος, μεγάλωσαν γενιές Γιουγκοσλάβων παιδιών, σήμερα μεγάλων ανθρώπων, στα «καλύτερό τους χρόνια», εάν έχουν επιβιώσει. Και δεν είναι τυχαίο ότι εικοσάχρονο αγόρι, άρχισα να γράφω το θεατρικό μου έργο «Οι μαραθωνοδρόμοι κά νουν τη λαμπαδηδρομία», μια ιστορία για τις έξι γενιές μιας οικογένειας, η οποία ασχολείται με την παραγωγή, πώληση και αγορά των φερέτρων. Αυτή η μακροχρόνια οικογένεια των νε κροφόρων πιέζει το πιο νέο μέλος της (24 χρονώ αγόρι) να ασχολείται με την ίδια δουλειά. Ο νεα ρός αντιδρά, δεν το θέλει, αλλά όταν πεθαίνει ο πιο μεγάλος πρόγονος (126 χρονώ), γίνεται ο πνευματικός και ιδανικός προστάτης της οικογέ νειας. Αυτή η ιστορία με την πρώτη ματιά - μαύ ρη κωμωδία - είχε να κάνει με την κατάσταση της κοινωνίας εδώ και εβδομήντα χρόνια. Σαν νέος άνθρωπος, έπρεπε να είσαι με τις νεκροφό ρες, ένα μέλος της οικογένειας, ή σε περίμενε κά ποια τιμωρία. Η πολιτική με «έσπρωξε» στην τέ χνη και όταν άρχισα να γράφω, ξαναγύρισα στην πολιτική, δηλαδή, γύρισα πίσω στις ιστορίες οι
οποίες ήτανε βασισμένες στην απέχθειά μου για τους ανθρώπους που ανήκαν στον υπόκοσμο του καθεστώτος της εξουσίας. (Γι’ αυτό το λόγο, στα έργα μου υπάρχει αρκετή πνευματική βία, μαύρο χιούμορ, δυνατές λέξεις, φασαρία, υπάρχουνε πολλοί σκύλοι και πολλά όπλα). Σ’ αυτό το μαγι κό κύκλο - να γράφω για εκείνα τα πράγματα από τα οποία είχα δραπετεύσει - ζω ήδη 20 χρό νια. Αυτή η απάντηση είναι και για πολλές ερω τήσεις τις οποίες πολλές φορές έθεσα στον ίδιο τον εαυτό μου: Γιατί; Πότε; Για ποιο λόγο... ήθε λα να ασχολούμαι με το γράψιμο; Εντοπίζετε στο έργο σας επιρροές και από πού;
ΘΑ έλεγα ότι όλα όσα έχω διαβάσει (και τα ο ποία αγάπησα) επηρέασαν το λογοτεχνικό μου κόσμο. Στα μαύρα χρόνια, γεμάτα κατάθλιψη, ό ταν δυο φορές την ημέρα ο ήλιος έδυε και μια φο ρά την εβδομάδα ανέτειλε (μια φράση από το έρ γο «Κατάσκοπος από τα Βαλκάνια») τα βιβλία ή τανε ο μοναδικός τρόπος να επιβιώσει ο άνθρω πος. Σ’ αυτά βρήκα όλα όσα δεν είχα βρει στην καθημερινή μου ζωή. Με τη βοήθεια των βιβλίων, είχα γυρίσει όλο τον κόσμο και άκουσα αλήθειες τις οποίες δε γνώριζα στην καθημερινή μου ζωή. Το να διαβάζω, ήταν σχεδόν μια φυσική μου α νάγκη. Αν ξεχώριζα, σήμερα, ένα μεγάλο συγ γραφέα, φοβάμαι ότι θα ήμουνα άδικος απέναντι σε πολλούς άλλους «μικρούς» συγγραφείς, οι ο ποίοι σήμαιναν για μένα πολλά πράγματα. Με μια λέξη, σημαντική επιρροή επάνω μου είχε ο λόκληρη η βιβλιοθήκη στην πόλη που γεννήθηκα. Το πρωί έπαιρνα το βιβλίο και την επόμενη μέρα το έδινα πίσω. Τις μακρινές μέρες της επαρχίας, του φθινόπωρου και του χειμώνα, ξαναζούσα πιο όμορφους και πιο πλούσιους κόσμους. Ύστερα, όταν ταξίδευα σ’ αυτά τα «διαβασμένα» μέρη, βρήκα ότι η τέχνη είναι πάνω από την πραγματι κότητα. Ούτε εκεί δεν ήτανε όπως το περιέγραψε ο συγγραφέας. Η τέχνη είναι ανεξάρτητη, ένας κόσμος της προσωπικής αλήθειας. Μόνο η λαν θασμένη, βίαια πολιτική, δημιουργεί την «απόλυ τη αλήθεια». Μαζί με πολλά γραπτά έργα όλων των ειδών, μεγάλη επιρροή επάνω στη δουλειά μου είχαν οι «απλοί» άνθρωποι και η «προφορική λογοτε χνία». Είχα ακούσει και είχα δει ενδιαφέροντα κόσμο, περίεργους ανθρώπους, αστείους και λυ πημένους, έξυπνους και χαζούς όλων των χρω μάτων, θρησκειών, απόψεων. Είναι πιθανόν εξαιτίας αυτού του κόσμου, και του αιωνίου θεάτρου του σύμπαντος, να διάλεξα τη δουλειά μου. Σκηνοθετείτε ο ίδιος τα έργα σας. Μ’ αυτό τον τρόπο συμπληρώνετε συγγραφικές σας αναζη τήσεις;
ΓΡΑΦΩ τα έργα μου προσπαθώντας οι διδασκα λίες να είναι πολύ συγκεκριμένες. Γράφω με την
συνεντευξη /49 πεποίθηση και την επιθυμία να πω κάτι, να επι κοινωνήσω με τους θεατές. Γράφω κάθε ιστορία μου μετά από μακρόχρονη σκέψη εάν κάποιος την έχει ανάγκη. Δε μου φτάνει να ενδιαφέρομαι μόνο εγώ γι’ αυτήν. Είχα σκηνοθετήσει τα τρία τελευταία μου έργα, επιθυμώντας να δείξω και να ερμηνεύσω πιο κατανοητά εκείνο που είναι γραμ μένο. Εκτιμάω και χαίρομαι κάθε σκηνοθεσία η οποία πλουτίζει το έργο μου με καινούρια χρώμα τα, αλλά τέτοιες σκηνοθεσίες ήταν σπάνιες τα τελευταία χρόνια. Στο γιουγκοσλαβικό θέατρο και νομίζω και σε πολλές άλλες χώρες - η κρίση του θεάτρου είναι κρίση του σκηνοθέτη. Εάν δεν υπάρχουν καλά, καινούρια έργα, υπάρχουν κλα σικές γραμμένες ιστορίες. Και όπου έχω ταξιδέ ψει, είδα ότι υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί, πολύ τα λαντούχοι. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουνε έργα, υ πάρχουν ηθοποιοί, αλλά δεν υπάρχουν αρκετές καλές παραστάσεις. Τι είναι αυτό που λείπει ανά μεσα στο κείμενο και τον ηθοποιό; Σ’ αυτή την ε ρώτηση τόλμησα να απαντήσω με την πρώτη μου σκηνοθεσία. Δούλευα με ηθοποιούς στους ο ποίους δεν ήθελα να διδάξω το επάγγελμά τους, αλλά να φτιάξουμε μαζί καλή παράσταση. Δε θε ωρώ ότι είμαι σκηνοθέτης, αλλά ένας συγγραφέ ας ο οποίος συνεχίζει τη δημιουργία της ιστορίας του, με τη σπουδαία βοήθεια των ηθοποιών. Αν μου επιτρέπετε μια διαπίστωση: τα έργα σας συνδυάζουν τον καθημερινό προβληματισμό με κω μικό σατιρικό ύφος, μαζί με το στοιχείο του παραλόγου. Θα λέγαμε ότι επιδιώκετε το συν δυασμό του μπουλβάρ και του θεάτρου πα ραλόγου;
ναι η πιο σοβαρή αρρώστια στην τέχνη του Θεά τρου. Το χειρόγραφό μου είναι κατά βάθος σατι ρικό. Έτσι σκέφτομαι, έτσι περπατάω, έτσι μι λάω, έτσι έχω γεννηθεί. Τίποτα δεν κάνω με σκο πό να «βοηθήσω» τους θεατές να «αντέξουν» την παράσταση. Απλά, όταν γράφω κάποια λέξη, η φράση που μου φαίνεται βαρετή, πρέπει να εξα φανιστεί, για να μην βασανίζονται ύστερα οι ηθο ποιοί και οι θεατές. Φοβάμαι τις άχρηστες λέξεις και τις ιστορίες. Πόσο επιδρούν στις απόψ εις σας για τα επόμενα έργα οι αντιδράσεις του κοινού;
ΓΡΑΦΩ για τους θεατές του θεάτρου. Οι παρα στάσεις μου παίζονται μακροχρόνια. Μια γεμάτη αίθουσα για μένα είναι σπουδαίο γεγονός. (Και ό ταν ακόμα στέκονται όρθιοι καμιά εικοσαριά άν θρωποι!) Μόνο οι ηθοποιοί ξέρουν τι ευχάριστη είναι η σιγή μιας γεμάτης αίθουσας πριν αρχίσει η παράσταση. Ένας συγγραφέας πρέπει να σέβε ται τους θεατές, για να μπορεί να σέβεται την ίδια τη δουλειά του. Θ α θέλατε να παίξετε στα έργα σας;
ΠΡΕΠΕΙ να ομολογήσω ότι από όλες τις ερωτή σεις αυτή μου αρέσει πιο πολύ. Είμαι σίγουρος ό τι ένας θεατρικός συγγραφέας πρέπει να έχει ό-
Έκδεση Ζωγραφικής ΝΙΚΟΥ ΚΙΚΙΛΙΑ «ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ»
ΝΑΙ, αυτό θα ήτανε ένα από τα βασικά χαρακτη ριστικά των δραμάτων μου, ή των κωμωδιών μου, αυτό εξαρτάται από το πώς ο καθένας βλέ πει αυτό τον κόσμο. Ό πω ς σας έχω ήδη πει, για μένα ολόκληρη η ζωή του ανθρώπου είναι μια α τέλειωτη, μακρόχρονη παράσταση, από την ο ποία πρέπει να πάρουμε τα πιο σημαντικά κομ μάτια, τους καλύτερους ήρωες, τα πιο σημαντι κά πεπρωμένα, και όλα αυτά να τα επαναλάβου με σε σύντομο χρονικό διάστημα και σε μικρό χώρο, με τεχνητό ήλιο και άλλους πλανήτες. Ό λα έχουν ήδη παιχτεί, μόνο που κάποιος πρέπει να είναι έξυπνος για να διαλέξει τί πρέπει να «επαναλάβει» πάνω στη σκηνή. Είμαι βέβαιος ότι το πρώτο σημάδι ενός μη ταλαντούχου ανθρώ που είναι όταν σας πει ότι ανακάλυψε κάτι και νούριο στην τέχνη. Στην επιστήμη, ναι. Στην τέ χνη, αμφιβάλλω. Μ ήπω ς αυτός είναι ο τρόπος να προσεγγίσετε το κοινό και να του περάσετε βαθύτερα μηνύματα;
ΝΟΜΙΖΩ ότι, μετά από δέκα χρόνια ζωής στο θέατρο, από μια χαζή παράσταση, χειρότερη εί ναι μόνο εκείνη που είναι βαρετή. Η βαρεμάρα εί
Ινστιτούτο Γκαίτε Εγκαίνια: 31/3/92 Διάρκεια: 31/3/92 έως 8/4/92 και 14/4/92 έως 6/5/92
50/συνεντευξη λες τις αισθήσεις του καλού ηθοποιού. Ένας θεα τρικός συγγραφέας, σε αντίθεση με τον πεζογρά<ρο, γράφει φράσεις οι οποίες θα ζωντανέψουν μπροστά στους θεατές που θέλουν να τις κατα λάβουν και να τις αγαπήσουν. Η θεατρική φράση ριζικά διαφέρει από την πεζογραφική φράση. Αυ τό μας επιβεβαιώνουν πολλές θεατρικές διασκευ ές κλασικών έργων. Εγώ προσωπικά, κάθε σκη νή την «παίζω» μέσα στο μυαλό μου και ύστερα διαβάζω δυνατά το χειρόγραφο. Εκείνο που με ε νοχλεί είναι ο ρυθμός της φράσης, η σύνθεση των λέξεων, η σχέση ανάμεσα στα σύμφωνα και στα φωνήεντα, η σειρά των ρημάτων, και αυτό σίγου ρα θα ενοχλήσει και τους ηθοποιούς. Εκείνο που εγώ δεν μπορώ να παίζω, στο γραφείο μου, εκεί νο που δε με πείθει, σίγουρα θα είναι αδύνατο να το παρουσιάσω και στη σκηνή. Ποτέ δεν έπαιζα μπροστά στους άλλους, αλλά έχω παίξει μπρο στά στον εαυτό μου, και νομίζω ότι κατάφερα να συλλάβω τα βασικά μυστικά αυτής της μαγικής δουλειάς. Εάν είχα τα χαρακτηριστικά των πολι τικών (να μου αρέσει να κάνω εκείνο που δεν ξέ ρω), πολύ πιθανόν να τολμούσα να παίζω μπρο στά στους άλλους. Ποια στιγμή της ιστορίας του θεάτρου σας συγκινεί και θα θέλατε να γράψετε θέατρο γι’ αυτήν την εποχή;
ΗΜΟΥΝΑ ερωτευμένος, σαν παλικάρι, όταν πραγματικά ήταν καιρός για τέτοια πράγματα, με το πρωτοποριακό θέατρο. Εκείνα τα χρόνια μου φαινότανε ότι αυτή η εποχή θα διαρκέσει πιο πολύ. Όμω ς, τα έργα του πρωτοποριακού θεά τρου έγιναν πολύ γρήγορα κλασικά και άρχισαν
Μ
να ανήκουν στην ελίτ ενάντια στην οποία πολε μούσανε. Αυτή η αντίδραση του πρωτοποριακού θεάτρου ήταν κάπως παράληλη με την αντίδρα ση των φοιτητών του 1968. Οι αρχηγοί, οι καλύτεροι εκπρόσωποι εκείνου του κινήματος, έγιναν άνθρωποι που φοράνε κλασικά κοστούμια, ανήκουν πια στην τάξη ε νάντια στην οποία είχαν ξεσηκωθεί ολόψυχα. Ε κείνα τα χρόνια σπούδαζα και ανήκα στο φοιτη τικό κίνημα και πίστευα στο μέλλον του πρωτο ποριακού θεάτρου και... όταν ξύπνησα μια μέρα, κατάλαβα ότι τα πάντα έχουν ανακαλύψει· άλ λοι, πολύ πριν από μας, ότι η τέχνη για ολόκλη ρους αιώνες είναι ίδια - μόνο οι μορφές της αλ λάζουν - , ότι ο άνθρωπος είναι ένα είδος μωσαϊ κού του πολιτισμού και ότι κάθε κομματάκι του αντιπροσωπεύει ένα βασικό στοιχείο της ε νότητας. Δε θα ήθελα να ξαναγυρίσω σε καμιά εποχή της ιστορίας του θεάτρου, αλλά βεβαίως θα ήθε λα να έχω ταλέντο όπως μερικοί εκπρόσωποι διαφορετικών εποχών. Προσπαθούσα να μάθω από τους καλύτερους δασκάλους τί είναι πιο ση μαντικό. Π οια είναι η σχέση σας με την Ελλάδα και την τέ χνη της;
ΒΑΣΙΚΑ, το επάγγελμά μου το χρωστάω στην ελληνική τραγωδία, η οποία γεννήθηκε κάτω από τον ελληνικό ουρανό και δίπλα στη θάλασσα της Ελλάδας. Θα περάσω, μαζί με την οικογένειά μου, ένα-δυο χρόνια στην Αθήνα. Μήπως αυτό εί ναι η καλύτερη απάντηση στην ερώτησή σας;
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
□
%
Παρακαταθήκη παλαιών τευχών ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΣΟΛΩΝΟΣ 116 - ΑΘΗΝΑ 106 81 - ΤΗΛ.: 36.10.366, FAX: 36.28.9
η παιδεία και ο πολιτισμός μέσα κοινωνικής παρέμβασης Γ"ΥΛ.
Μ Α Ρ ΙΑ Σ Η Α ΙΟ Υ : Β ήματα εμπρός, βήματα πίσω. Α θήνα, Π ο ρ ε ία , 1991. Σελ. 367. Η στή λη μιας εφημερίδας είναι, πιστεύω , έ νας χ ώ ρο ς που α παιτεί να προσέρχεται κα νείς σε αυτόν ασκεπής.
(Η. Ηλιού)
Σ
ε περιόδους γενικευμένης και παρατεταμένης κρίσης, όπως αυτή που εδώ και μερικά χρόνια διερχόμαστε, όλο και πιο συ χνή φαίνεται η ανάγκη να αναφερόμαστε και να ζητάμε διέξοδο σε έννοιες και συστήματα αξιών με ένα ειδικό βάρος και μία γενικό τερη παραδοχή· έτσι, η συζήτηση για την παιδεία και τον πολιτι σμό και η αναζήτηση των ορίων και των στοχεύσεών τους αποκτά ιδιαίτερη σημασία, συνήθως, όμως, μυθοποιείται και διεξάγεται στο επίπεδο της διαδικασίας με αποτελέσματα μάλλον αντίθετα προς τα προσδοκώμενα. Σε μια εποχή έκπτωσης αξιών και ιδεολογιών σπανίζει ο λόγος εκείνος που θα απαντήσει στο διάχυτο αίτημα για περισσότερη ει λικρίνεια και ευθύτητα, για λιγότερη προσποίηση και επιτηδευμέ νες ωραιοποιήσεις, για βαθιές τομές σε πράγματα, καταστάσεις και συνειδήσεις που λιμνάζουν και εφησυχάζουν. Η ανταπόκριση, όμως, της πνευματικής ηγεσίας (;) στο αίτημα αυτό είναι αντίστρο φος ανάλογη προς τον επεκτατικό χαρακτήρα του. Χαρακτηρι στικές είναι οι πρόσφατες επισημάνσεις του Κ. Καστοριάδη: «Ο πραγματικός ρόλος των διανοουμένων δυστυχώς είναι αρνητικός, διότι, από χρόνια τώρα, συμμετέχουν στη γενική εμπορευματοποίηση που διακρίνει την κοινωνία. Μπαίνουν μέσα στο γενικό θέαμα, γίνονται άνθρωποι της μόδας, παύουν να είναι άνθρωποι της μό δας, προσπαθούν να βρουν περίπου τι μπορεί να πουληθεί στην α γορά των ιδεών και των βιβλίων...». Στην «περίοδο γενικής παρακμής» που διατρέχουμε εντάσσεται - κατά τον Κ. Καστο ριάδη πάντα - «αυτή η πολιτική ατονία και των διανοητών και των λαών...» (περ. «Αντί», τχ. 480, 29/11/1991 σ. 63 και εφ. «Τα Νέα», 29/11/1991).
iKm'SwfK
52/επιλογη ίναι παρήγορο, ωστόσο, το γεγονός ότι κάποιοι αρνούνται να συμπορευθούν με το κλίμα αυτό της «γενικής παρακμής» και να συμβάλουν στην αναπαραγωγή του. Στην ομάδα αυτών των πνευματικών ανθρώπων ανήκει και η συγγραφέας των κειμένων που απαρτίζουν τον τόμο «Βήματα εμπρός, βήματα πίσω». Παρότι τα περισσότερα - όχι όλα - από τα κείμενα είναι γραμμένα πριν από μία δεκαετία περίπου, ο επικαιρικός τους χαρακτήρας, δυστυ χώς, διατηρείται και σήμερα που η ισοπεδωτική νεοσυντηρητική ε πέλαση και η αντιμεταρρυθμιστική νοοτροπία βρίσκουν πρόσφορο έδαφος και διαμορφώνουν νέες συνειδήσεις χωρίς να συναντούν σημαντικές αντιστάσεις· τα περισσότερα από τα προβλήματα που θίγονται στα γραπτά αυτά είναι και σημερινά προβλήματα. Για τα μεταγενέστερα κείμενα του τόμου, βέβαια, η διαπίστωση αυτή ι σχύει πολύ περισσότερο. Οι κύριες αρετές των κειμένων αυτών είναι η καθαρότητά τους, η διατύπωση απόψεων χωρίς μισόλογα και μεμψιμοιρίες, η κριτι κή στάση χωρίς υπερβολές και ανώφελες γενικεύσεις, η υπεύθυνη τοποθέτηση- επίσης και το πιο σημαντικό ίσως, η εκλαΐκευση χω ρίς εκπτώσεις και ο σεβασμός στον αναγνώστη. Η επισήμανση που η συγγραφέας κάνει για τον Albert Jacquard ισχύει και για την ίδια: «ανήκει στο σπάνιο εκείνο είδος ανθρώπων που συνδυά ζουν... την επιστημονική έρευνα, τη διοχέτευση και διάδοση των αποτελεσμάτων της... και τη συνεπή κοινωνική παρέμβαση» (σ. 133).
Ε
τόμος διαρθρώνεται σε έξι ενότητες· είναι προφανής, όμως, η εσωτερική διασύνδεση των ενοτήτων και η συγκρότηση ενός σώματος συνεκτικού που χαρακτηρίζεται από μία θεματική ευρύτητα, την οποία διατρέχει ένας ευδιάκριτος ιστός: η διάχυτη έγνοια για την παιδεία και τον πολιτισμό σε όλες τις εκφάνσεις τους. Τα κείμενα πραγματεύονται ζητήματα θεωρίας, μεθόδων, διαδι κασιών ζητήματα που αφορούν τις διάφορες όψεις και «μεταμφιέ σεις» του ρατσισμού και της ανισότητας των φύλων, τις διαδικα σίες επιλογής στις διάφορες βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήμα τος και ιδίως κατά τις εξετάσεις για την εισαγωγή στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ, τις πολλαπλές μορφές και τα σύνθετα προβλήματα της εκ παιδευτικής διαδικασίας, τις αναστολές και τα εμπόδια που υπο νομεύουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, το ρόλο και τη σπουδαιότητα της έρευνας· όποιο θέμα κι αν θίγουν, πάντως, αμφισβη τούν το αυτονόητο και δεν διστάζουν να συγκρουσθούν με κατε στημένες λογικές και μικροσυμφέροντα. Επισημαίνονται οι πρακτικές και οι μεθοδεύσεις που υπαγορεύ ουν και αναπαράγουν τη στρέβλωση των νοοτροπιών και των προ καταλήψεων σκιαγραφούνται προβλήματα διαχρονικά και τονί ζεται ο ρόλος της συστηματικής και συνεπούς κοινωνικής παρέμ βασης για την αντιμετώπισή τους. Η έμφαση στα ζητήματα των κάθε λογής ανισοτήτων διαπερνά ολόκληρο τον τόμο. Ενδιαφέ ρουσα είναι, όμως, η διεύρυνση της σχετικής'θεματικής και η αξιο λόγηση της ιδεολογικής κάλυψης που νομιμοποιεί τις συλλογικές στάσεις και συμπεριφορές. Η λειτουργία των «παραδοσιακών προτύπων» σε σχέση με τους ρόλους των δύο φύλων αναλύεται αλ λά θίγονται και οι σημαντικές αλλαγές στον κοινωνικό και τον οι κογενειακό ιστό που διαμόρφωσαν νέες πραγματικότητες. Χαρα κτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα: «Η συρρίκνωση μέσα στην οικογένεια του ρόλου του πατέρα στο ρόλο του κουβαλητή, παράλληλα με τον πολλαπλασιασμό των υποχρεώσεων που επωμί-
Ο
ΚΥΡΙΑ με μεταφραστική πείρα αναλαμβάνει υπεύθυνα μετα φράσεις από τα Γερμανικά. Τηλ. 3630201
επιλογή/5 3 ζεται η μητέρα, έχουν ως αποτέλεσμα να μεγαλώνουν τα παιδιά α πό αγχώδεις μάνες, ορφανά από αντρική ουσιαστική παρουσία» (σ. 107). να άλλο ζήτημα που παρουσιάζεται με συνέπεια και ενάργεια είναι αυτό της συγκροτημένης και αποτελεσματικής κοινωνι Ε κής παρέμβασης. Τα κείμενα, για παράδειγμα, που πραγματεύο νται το θέμα της μητρότητας και του θηλασμού αποτελούν χαρα κτηριστικά δείγματα μιας άλλης αντίληψης για το ρόλο του κοινω νικού συστήματος και τις δυνατότητάς του να παρέμβει σε ζητήμα τα που επηρεάζουν σοβαρά την καθημερινή μας ζωή και διαμορ φώνουν καίριες παραμέτρους της. Στη φράση «ό,τι αφορά το παι δί, θα έπρεπε να αφορά ολόκληρη την οργανωμένη κοινωνία» (σ. 123) συμπυκνώνεται μία άλλη στάση ζωής, μία διαφορετική αντί ληψη για την πολιτική δράση· περιγράφεται, σχηματικά έστω, μία νέα πρόταση για την επαναδιατύπωση των ορίων και των όρων της έννοιας «αριστερά» στη δύση του εικοστού αιώνα. Αλλά και στα κείμενα που αγγίζουν διάφορες πτυχές της παι δείας και της εκπαίδευσης είναι ευδιάκριτη η ευρεία θεώρηση των προβλημάτων και η προσπάθεια εντοπισμού της ουσίας τους. Επισημαίνονται οι «παιδαγωγικές αυταπάτες» που συνδέονται με τις διαρκείς αλλαγές και τροποποιήσεις στο σύστημα του εισαγωγι κού διαγωνισμού για τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ, σχολιάζονται οι στρεβλώ σεις που παράγει η αποθέωση της διαδικασίας και η υποβάθμιση της ουσίας στη θεσμική μας εκπαίδευση, τονίζεται η ριζική αλλαγή του εκπαιδευτικού μας τοπίου με τη μαζικοποίηση της εκπαίδευ σης, η οποία «απαιτεί την προσαρμογή των εκπαιδευτικών συστη μάτων που είχαν αρχικά διαμορφωθεί για ένα πολύ πιο ομοιογενές κοινό, σε ένα σχολικό κοινό απόλυτα διαφοροποιημένο» (σ. 256). ροτείνει, επίσης, η συγγραφέας «να βροντοφωνάξουμε σε γο νείς και παιδιά πως η συρρίκνωση του εκπαιδευτικού προ βλήματος στο εξεταστικό χαντακώνει την ελληνική παιδεία» (σ. 152)· αναλύει, χωρίς υπεκφυγές, την ανάγκη θεσμοθέτησης διαδι κασιών και τεχνικών για την έγκυρη και αξιόπιστη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πρακτικών και των αποτελεσμάτων τους στο κείμενο με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «ποιος φοβάται την αξιολό γηση;»· ανατέμνει με τόλμη τα θέματα του εκδημοκρατισμού στην εκπαίδευση (: (εκδημοκρατισμός) «... σημαίνει ποιότητα σπουδών με παράλληλη εξατομίκευση της διδασκαλίας και διαφοροποίηση των προγραμμάτων. Η διευκόλυνση και ισοπέδωση προς τα κάτω είναι δρόμος πέρα για πέρα αντιδημοκρατικός», σ. 170), της δια κομματικής (προσοχή: όχι υπερ-κομματικής) αντιμετώπισης της εκπαίδευσης ως κατεξοχήν πολιτικού προβλήματος, του διαχωρι σμού «σπουδών, επαγγελματικής κατάρτισης και δικαιώματος σε θέση ή σε εξάσκηση επαγγέλματος» (σ. 273), της μεγάλης σημα σίας της προσχολικής εκπαίδευσης, των πρακτικών και των στό χων του αγώνα κατά του αναλφαβητισμού, των σοβαρών καθυστε ρήσεων και παλινωδιών στο χώρο της τεχνικής και επαγγελματι κής εκπαίδευσης. Μέσα από τα κείμενα αυτά προβάλλει το αίτημα για τη διαμόρφωση μιας εκπαίδευσης «στην αποδοχή των διαφο ρών και της πολλαπλότητας, στο σεβασμό των ιδιαιτεροτήτων, στην άσκηση της ευθύνης και της ελευθερίας, στην καταξίωση ό λων των πολιτισμών μέσα από την αναγνώριση της οικουμενικής διάστασης που εμπεριέχουν» (σ.. 203) και τονίζεται πως «η μεγάλη μάχη του καιρού μας είναι ο αγώνας κατά των μηχανισμών που ε ξομοιώνουν, γιατί εξανδραποδίζουν» (σ. 271).
Ηκατάθεση μιας γενιάς που τώ ρα αρθρώνει το δικό της λόγο, κατακερματισμένο αλλά δυνατό, ακέραιο και ακαριαίο, μιλώντας για τα πάντα: για τα ναρκωτικά, τη σκληρή νιότη, τα ανεκπλήρω τα όνειρα, τη βαθιά χυδαιότητα αλλά και την ανίκητη ελπίδα.
Π
Η δραματική ιστορία του Νίκου Ρεβελάκη ξεδιπλώνεται μέσα στις σελίδες της συγκλονιστικής αυ τής μαρτυρίας, ταυτόχρονα με την ιστορία του φοιτητικού κινήματος της εποχής. Παιδιά προικισμένα, νέοι γεμάτοι δροσιά, αθωότητα μα και υπευθυνότητα, παιδιά που σή κωσαν την Ελλάδα στους ώμους τους, οι νέοι της γενιάς του Πο λυτεχνείου, αποκαλύπτονται εδώ στην ανθρώπινη και συγχρόνως εξαιρετικά τραγική διάστασή τους, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΕΛΦΙΝΙ:
Θεμιστοκλέους 23-25,106 77, Αθήνα Τηλ: 3630955,FAX: 3636658 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ:
"Πρόοδος" Μεσολογγίου 5, Τηλ. 3621001 -3630889 FAX: 3629207
j
54/επιλογη η περιγραφική παρουσίαση του βιβλίου είναι δύσκολο να Α λλά αποτυπώσει την πολλαπλότητα των προσεγγίσεων, την πυ κνότητα και την πληρότητα των απόψεων και των προτάσεων. Μία ακόμη επισήμανση, όμως, για το βιβλίο αυτό είναι αναγκαία. Τα περισσότερα από τα κείμενα που περιέχει είναι επιφυλλίδες που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Το Βήμα» κατά την περίοδο 1979-1982. Αποτελούν τα κείμενα αυτά δείγματα ενός είδους του γραπτού λόγου, το οποίο γνώρισε μεγάλη ακμή στη χώρα μας κα τά την περίοδο 1950-1980 και εξαφανίστηκε σχεδόν κατά τη «δε καετία του ταμπλόιντ» που ακολούθησε. Θήτευσαν στο είδος αυ τό, μεταξύ άλλων, και οι Ε.Π. Παπανούτσος, Κ.Θ. Δημαράς, Α. Τερζάκης, Ηλ. Βενέζης· η συστηματική μελέτη του όμως και η ψύ χραιμη αποτίμησή του εκκρεμούν. Σ’ αυτή την παράδοση ανήκουν και τα κείμενα αυτά της Μαρίας Ηλιού. Το γεγονός ότι η συνεργα σία της με την εφημερίδα διακόπτεται απότομα και «βίαια», τη μέ ρα που διακόπτεται και η καθημερινή έκδοση του «Βήματος» (22 Αυγούστου 1979) δεν μπορεί, λοιπόν, να θεωρηθεί ως απλή σύμ πτωση· μάλλον ως σύμπτωμα θα πρέπει να το δούμε με την πλού σια εμπειρία μιας δεκαετίας από τότε - μιας δεκαετίας με πλήθος ευρηματικούς, μονολεκτικούς συνήθως τίτλους-κραυγές, αλλά χωρίς επιφυλλίδες... ΝΩΝΤΑΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
πειθαρχώντας στην υπέρτατη φθορά ΓΓλ
Σ Τ Ε Φ Α Ν Ο Υ Ρ Ο ΖΑ Ν Η : Π εριφραστική σπουδή. Α θήνα , Ά γ ρ α , 1991. Σελ. 20. «Σ πατάλησα ώ ρες και ώ ρες συλλογιζόμενος ποιο θε ωρώ το κατεξοχήν θέμα για να εμβαθύνει κανείς: τη ματαιότητα των πάντω ν, θέμα που δεν αξίζει ούτε δευ τερόλεπτο σκ έψ η ς, για τί δε β λέπ ω τι μ πο ρ εί κανείς να πει υπέρ ή κατά της προφάνειας»
(Ε.Μ. Σιορών) χοντας αποφανθεί για τον προορισμό του ο άνθρωπος, διατη ρώντας σε επάρκεια σθένος κι οξυδέρκεια, τι προσκομίζει πά νω στα λευκά χαρτιά; Δέσμιος και βαρυποινίτης ενός προορισμού, μιας καθολικής μα ταιότητας, πώς αποτυπώνει αυτή την ιδέα; Με μια σειρά στίχων, ποιητικά ή με μια σειρά συλλογισμών, δοκιμιακά; Ιδού πως ξαναζωντάνεψε το παλιό ερώτημα καθώς διεξήλθαμε την ανάγνωση μιας μύχιας βεβαιότητας («εμπειρίας») στεφανωμέ νης με λεπτοφυείς εκφράσεις. Ξεκινώντας απ’ τον κοινό τόπο πολλών ποιητών, που εντέλει εί ναι καθολικό βίωμα, ότι ο χρόνος φθείρει, παράγεται μια καθολική ματαιότητα την οποία διοχετεύουμε σε στίχους εισηγούμενοι μια ποιητική. Μια ποιητική που καλείται (εκ των υστέρων) να «οργιάσει» πά νω στη βεβαιότητα («εμπειρία») και να εκδώσει οριστικά διαζύγιο με την κινητήρια δύναμη της τέχνης, τη φαντασία.
Ε
ποι (ΓΗ
επιλογη/55
Κ
αι η φυγάδευση της φαντασίας αδυνατίζει - καθώς εξασθενί-
ζε ι- τις καλλιτεχνικές ιδιότητες του ποιήματος. Και τούτο συμβαίνει επειδή οι στίχοι καλούνται να υπηρετήσουν ένα νόημα, ένα στόχο, δηλαδή ξετυλίγονται και συναρμολογούνται σαν συλ λογισμοί, σαν διανοητικές κατασκευές. Στην υπηρεσία μιας μαχόμενης ύπαρξης που το νόημά της είνα η στιγμή του τέλους, του αφανισμού. Και στην παρούσα συλλογή όλα είναι προσαρμοσμένα σ’ ένα ρυθμό που αποσαφηνίζει και περατώνει εκείνο που διατυπώνεται από τον πρώτο στίχο της συλλογής: « Ά λ λ ο να σου ψιθυρίσω δεν έχω επιτάφιο».
Και το στήσιμο ενός επιταφίου - τα εκφραστικά μέσα - επαιτεί μια λεκτική αναλογία περιφραστική, απαιτεί σαφήνεια και τεκμη ρίωση, και πάνω απ’ όλα το γυμνασμένο χέρι του Στ.Ρ. καθώς χαράσσει: «γεμίζει άγνωστες εικόνες το στερέωμά μου και φωνές ασίγαστες και νευρικές»
Και η οδύνη διαβρώνοντας την ύπαρξη αποκτά την ιδιόλεκτό της ευδοκιμώντας σε συναισθανόμενους αναγνώστες αφού καταχράται την κοινοτοπία, την καθολική ματαιότητα. Προβάλλοντας την εξίσωση ζωή ίσον αμαρτία χωρίς άφεση, ο -λόγος ρέει μεταμορφώνοντας την ποίηση σε βήμα απ’ όπου ομιλεί και εξομολογείται ο επί του τάφου. ε τον ορίζοντα της οδύνης απελπιστικά παρόντα διακανονι σμένο από τον χρόνο, ερήμην της ανθρώπινης καθημερινό τητας, ο λόγος ζωηρεύει έντονα διατυπώνοντας τα όρια του ποιητή:
Μ
«Μες στου κορμιού μου τις ρωγμές πως να φυλάξω τα γοερά σου σήματα»
Και οι αναγκαίες ποιητικές εικόνες να ακολουθούν αυτόν τον ε λεγχόμενο (σκηνοθετημένο;) εσωτερικό σπαραγμό, να εμπλουτί ζουν την ιδέα μετέχοντας μ’ ένα μέτρο και ένα νόημα βγαλμένο α πό σκηνογραφική επεξεργασία: «Κι οι μέρες πιάνονται όλες μα ζί σαν να ’ταν μια» Ο ποιητής συναρμολογεί τα βιώματά του σ’ ένα καλορυθμισμένο
λόγο χωρίς στιχουργικές αναστολές, διατηρεί μια απόσταση από το γίγνεσθαι και αποστάζεται αποφαντικά. Κατ’ αρχήν αυτό που έγινε: «Επάνω μας επέρασε η δίνη του καιρού μας ξέκαμε»
και αμέσως το συμπέρασμα, σαν έμμεσος ορισμός της γνώσης, η οποία αδυνατεί να δώσει ένα πειστικό νόημα, μια ελπίδα: «Κι ούτε που θα κερδίσει τίποτα με του μυαλού τη χίμαιρα»
Παρακολουθώντας αυτούς τους στίχους, τις αποφάνσεις που προκύπτουν από ένα ξόδεμα (ζωής ή εγκεφαλικό) δεν αργούν να εμφανιστούν κάποια ερωτηματικά. Μήπως πίσω απ’ αυτές τις α ποφάνσεις με τόσο έντονο το δοκιμιακό στοιχείο παραμονεύει μια μετάθεση, μια αναντιστοιχία με τις ίδιες τις απόψεις του Στ. Ρ. για
56/επιλογη την ποίηση όπως τις εκθέτει: «... διαπράττει το μεγάλο σφάλμα να ερμηνεύει την ποίηση σαν ενσάρκωση μιας Ιδέας και όχι σαν μια βίωση διαισθητική» (Σημειώσεις 1973, Στ. Ροζάνης). Αυτή η διακήρυξη (οξεία), ετούτη η ομολογία πώς αλήθεια συμ βιβάζεται με την παρούσα συλλογή που ενσαρκώνει μια Ιδέα, τον Επιτάφιο; ε την ποιητική γραφή τι προσκομίζει ο Στ. Ρ. πέρα από την προσωπική αλήθεια, το επιστέγασμα κάποιων άγνωστων βιωμάτων αδιατύπωτων και αυτονόητων; Πώς υποκαθίσταται η εκ της ποιήσεως αναστάτωση και έκσταση με την ιδέα που βρίσκεται συνεχώς στο ίδιο σημείο, στην ίδια ένταση και στον ίδιο ρυθμό; Μέχρι πότε οι ακτίνες της ανθρώπινης ευαισθησίας θα εκπέμπουν δηλώσεις:
Μ
«... κι όσα μου έδωσαν κι αυτά που πήρα απ’ του καιρού τα λάφυρα στάχτες εντός μου. Λεν μπόρεσες ποτέ να γίνεις ο άλλος εαυτός μου»
Κι έτσι η ποίηση, η στιχουργική, καθηλώνεται μέσα σε μια σειρά συλλογισμών, προβάλλοντας περιφραστικά ή αξιωματικά το νόη μα και την αλήθεια του ποιητή. Η ποιητική του Στ.Ρ. δεν αρμολογείται από το είναι και το νόημα, αφού το μεν πρώτο αφαιρετικά δηλώνεται αρνητικά («επάνω πέρασε η δίνη του καιρού») και το δεύτερο δεν αναπτύσσεται καθώς είναι ήδη υιοθετημένο («Κι ούτε που θα κερδίσει... με του μυαλού»). Μοιάζουν λοιπόν με δευτερα γωνιστές (το είναι και το νόημα) που υπηρετούν αυστηρά και απο κλειστικά τον «επιτάφιο» του ποιητή. η εξομολογητική ανθοφορία του ποιητή συνεχίζεται σ’ ένα Κ αιδιευθετημένο λόγο διατηρώντας μια έμφυτη φυλαυτία
(«Σκιές του καιρού») και μια αυτοκριτική-απολογητική διάθεση: «Μα δεν τ ’ αγαπώ τα όσα έχω χάσει Θλιβερές μέσα μου μένουν οι πράξεις κι αναίτιες»
Βαραίνει, λοιπόν, μια δοκιμιακή αίσθηση γραφής καθώς η λογι κή ρουφάει ό,τι ήταν ζωή και προσφέρεται σαν απόκριση χωρίς ε ρώτημα. Ίσως η ποίηση να ’ναι ένα πρόσχημα, ένας ιδανικός τό πος φιλοξενίας προσωπικών σκέψεων και απολογισμών. Εξίσου όμως βαραίνει και η εκ των στίχων πραγματικότητα ότι ο Στ. Ρ. δεν γράφει ποιήματα μόνο και μόνο από την πίεση κά ποιων εμπειριών του αφού: «το μυαλό μου η απουσία κι οι λέξεις θα σκοντάφτουνε χωρίς ουσία»
ή «Κι όλα μοιάζουν να τα σαρώνει άχρηστος καιρός»
Και ο αντίλογος/διάλογος προβάλλει ηχηρός, πώς και γιατί ο κόσμος μας «χωρίς ουσία» ή «άχρηστος καιρός», πώς φτάνεις σε τέτοιες ποιητικές διατυπώσεις; Πώς προσλαμβάνεται ο κόσμος μας έτσι διαχωρισμένος, τμη ματικός, ποια σπατάλη συνετελέσθη και μας δώρισε τη στείρα αί σθηση; Και πώς μετασχηματίζεται αυτή η στείρα αίσθηση σε ποιη τικό λόγο; Μαζί δεμένες, στείρα αίσθηση και ποίηση, σιωπή και λαλιά, πώς αρτιώνονται, από ποιο τεχνίτη διεκδικούν το φανέρωμά τους; Εί ναι μήπως χαρακτηριστικά των πεισματικών εμμονών του Στ. Ρ.
επιλογη/57 η οικειοποίηση ενός «καβαφικού» ύφους και η υιοθέτηση του έμμε τρου λόγου σαν μια ακόμη υπόμνηση πως τα πράγματα μένουν «ξεροκέφαλα κολλημένα» ακόμη και στη μορφική τους υ πόσταση; αι οι εκδοτικές παρουσίες του ποιητή καθώς διαιωνίζονται μες στον χρόνο δεν συναστούν και μια (ανεξερεύνητη) σχέση χορηγών-χρηστών, μια σχέση που φωτίζει ή τυφλώνει; Ό λα τα ε ρωτήματα, όλες οι προσεγγίσεις για τον κόσμο του ποιητή περιέ χουν μια παλιότερη: «Αλλά του Ποιητού ο κόσμος είναι κόσμος στατικός. Δεν μεγαλώνει εκεί μέσα: είναι στάσιμος, αιώνιος-γέρος όπως ήταν και παιδί. ... Δε γηράσκει. Και δε θέλει να πεθάνει. Ποιος την εφύτεψε μέσα στον άνθρωπο αυτή την πολυειδή, την πρωτεϊκή αντινομία;» (Τέλος Άγρας για τον Μαλακάση). Και η άίσθηση που απορρέει από μια ποίηση «επί του τάφου» ί σως ζεσταίνει προβάλλοντας έμμεσα το εφήμερον της ζωής, ταυ τόχρονα όμως κινδυνεύει να μας κάψει από την παρατεταμένη πα ραμονή της στο λυκόφως λησμονώντας το λυκαυγές. Και ο ποιητής - γέρος όπως ήταν και παιδί - αποκρίνεται δια του ποιήματος «Γιατί γεννήθηκα μ’ αυτές τις λέξεις» καθώς ξεδι πλώνει τη γενέθλια αλήθεια του:
Κ
«Γ ια τί γεννήθηκα μ ’ αυτές τις λέξεις που μάταια πάλευαν το θάνατό τους»
Και όλα υπακούουν στο γενέθλιο μοιραίο, εγγενές στίγμα, ερμη νευμένα για τον ποιητή ανερμήνευτα για εκείνον τον αναγνώστη καθώς βάζει «σε κατάταξη τ’ ακατάταχτα πράγματα» και σχημα τίζει το ερώτημα: πώς καταγγέλλουμε εκείνα που μας σφυρηλα τούν σαν έκφραση, σαν κοινωνικές οντότητες (ποιητής, κριτικός, μεταφραστής κ.ά.). Ή οι σάλπιγγες του Επιταφίου παιανίζουν το αποκορύφωμα μιας πρωτεϊκής αντινομίας παραμορφωμένης σε μονομανία; Και δια των επιλογικών στίχων: «Ο ύπνος κρέμεται απ’ τα βλέφαρα ξανά: δίχτυα και πλοία και ψυχές και άγρα πουθενά» διατηρείται η μυθολογία ενός καθημερινού επιταφίου ο οποίος δια πνεύματος και χειρός Στ. Ροζάνη κατορθώνει να διατηρεί μια έ νταση και μια αδυναμία. Μια ένταση για το αθεράπευτο μοιραίο που στην υπερβολή του χρονικογραφείται από τη γένεσή του και μια αδυναμία να αποτυπωθεί, περιφραστικά έστω, η ψυχική κατά σταση του ποιητή. Καθώς αισθήσεις και συναισθήματα, συγκίνηση και ευαισθησία, υπηρετούν μια Ιδέα. στόσο θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι, πειθαρχημένη γνώ ση, άρτια τεχνική, ελεγχόμενος ρυθμός και δραματικό ύφος, παράγουν και αναπαριστάνουν τη γοητεία μιας Ιδέας, αλλά δεν προσφέρουν «καλή» ποίηση. Επειδή όλα αυτά τα χαρακτηριστικά λειτουργούν εις βάρος και ερήμην της φαντασίας, αποδυναμώνουν την ποίηση (εύρυθμου λόγου) καθώς αυτή ατονεί και υποχωρεί προς όφελος της Ιδέας («Άλλο να σου ψιθυρίσω δεν έχω ε πιτάφιο»). Τέλος, η αίσθησή μας είναι ότι δικαιώνεται ο τίτλος της συλλο γής αφού πράγματι πρόκειται για μια σπουδή, περιφραστική, η ο ποία διαλύει την υπαρξιακή ομίχλη μιας στιγμής (επί του τάφου) και μας ξεναγεί στα άδυτα ενός προσωπικού επιταφίου. Με ξεναγό την ένταση της βούλησης ενός παντογράφου που βεβαιώνει τον
Ω
ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ πάσης φύσεως μεταφράσεις από τα αγγλικά στα ελληνικά. Χρήση P.C. Εκτυπώσεις κειμένων. Μεγάλη εμπειρία. Τηλ. 98.14.375.
58/επιλογη κοινό τόπο πολλών ποιητών και ανθρώπων, δηλ. το καθολικό βίω μα του χρόνου που συντρίβει, καταργεί, υποτάσσει και εξάπτει το πνεύμα. ΧΡΗΣΤΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΑΟΣ
μια έγχρωμη τοιχογραφία σε ασπρόμαυρο πολιτικό υπόβαθρο ν'Τ Λ
Γ ΙΩ Ρ ΓΟ Υ Μ ΙΧ Α Η Λ ΙΔ Η : Τα φονικά. Μ υθιστόρημα. Α θήνα , Κ α σ τ α ν ι ώ τ η ς , 1991. Σ ελ. 369.
Γ.Μ. είναι, ήδη, προ πολλού ένας αναγνωρισμένος σκηνοθέ της μας, αλλά που μόλις δέκα χρόνια πριν αρχίζει την επίσημή του σταδιοδρομία σαν συγγραφέας αν και ήδη βρίσκεται σε ηλικία ακμής. Αλλ’ όμως, τόσο από την πρώιμή του εξοικείωση με το γραπτό - έστω και μέσα από το ραδιόφωνο - όσο κι αργότερα από μία σκηνική του αποτύπωση των αιτίων της μικρασιατικής καταστροφής και, φυσικά, από τα τρία μυθιστορήματά του που έ χουν προηγηθεί, απ’ όλα αυτά συμπορεύεται αναγκαστικά και με τη λογοτεχνική ακμή του. Έτσι, κατά συνέπεια, «Τα φονικά» θα πρέπει να θεωρηθούν σαν δείγμα της ακμής αυτής. Η θεματική μίας «τοιχογραφίας», όπως ο ίδιος ο συγγραφέας χαρακτηρίζει αυτό το μυθιστόρημα, εξυπακούεται ότι στο σύνολό της έχει απόλυτη συνάφεια, αυτό όμως δεν σημαίνει πως συγκρο τείται υποχρεωτικά από ένα μόνο θέμα. Στα «Φονικά» αυτό ακρι βώς συμβαίνει. Ό μω ς υπάρχουν κατά βάση δύο θεματικές ενότη τες, που τις διαφοροποιεί μία αναπόφευκτη, θά έλεγε κανείς, ετερογένεια. Η πρώτη ενότητα που αναπτύσσεται στα πρώτα δύο κε φάλαια και συμπληρώνεται ετεροχρονικά από το τελευταίο, είναι η πιο συνεκτική, διατηρεί πληρότητα δική της και θα μπορούσε να ’χει αυτονομία, κι αρκείται να ’χει δύο, κατά βάση, ήρωες με ανε πτυγμένο πλήρως το αφηγηματικό πεδίο τους σ’ ό,τι τους αφοράενώ η δεύτερη, που εκτείνεται στα λοιπά κεφάλαια, κατέχεται από μία δέσμη ηρώων και θεμάτων, που αλληλοδιαπλέκονται, και δί νονται, σε σύγκριση, πιο συνοπτικά. Το δε αναπόφευκτο αυτής της ετερογένειας προκύπτει από την ιστορική διαφοροποίηση θε μάτων και ηρώων, στην πρώτη ενότητα «προ-» και «μετάπολεμικών» και «σύγχρονων» στη δεύτερη. Η πρώτη, η «γονεϊκή», ας πούμε, θεματική ενότητα, μας αφηγείται τον αγώνα για ε γκατάσταση και επιβίωση μιας οικογένειας προσφύγων, μέσα από τις γνωστές σκληρές βιοτικές και θλιβερές πολιτικές συνθήκες του ελληνικού μεσοπολέμου, στο πρόσωπο της Δέσποινας και του Γιάγκου -παιδιώ ν τότε των ταραγμένων αυτών καιρώ ν- που έ πειτα αγωνίζονται μέσα στην κατοχή και στην αντίστασή της να στήσουν κάπου ενα σπιτικό, και ύστερα μες στο κλίμα του εμφύ λιου να μεγαλώσουνε τα τρία -σ ω σ τά και μη σ ω σ τά- παιδιά τους, για να αναγκαστούν να γευτούν στο τέλος, ήδη αποκαμωμένοι και ασήμαντοι εταίροι της συνύπαρξης, τον όψιμο έρωτα του γερο-Γιάγκου —που ήταν κι η «κηδεία» της Δέσποινας— και το δραματικό του τέλος ύστερα από ένα φονικό.
Ο
πεΖο ια
επ ιλογή!59 δεύτερη θεματική ενότητα αφηγείται ιστορίες της επόμενης γενιάς, που ζει μέσα σε μίαν άγονη πολιτική «υπερωρίμανση» και μες στον κληρονομημένο, και όχι αποκτημένο πακτωλό των απελεύθερων ηθών και των άφθονων αγαθών. Εδώ πια ξετυλίγεται μια δεύτερη ιστορία, της Ά ννας, κόρης του Γιάγκου και της Δέ σποινας, με τον Κοσμά τον Ορφανό, μια σχέση που σπιθοβολάει από έρωτα και πάθος, αλλά που δοκιμάζεται βαριά από το θάνατο του μικρού παιδιού τού Ορφανού «εξ αμελείας» και από την αυτο κτονία του προηγούμενου εραστή της Άννας. Όμως στην ιστορία αυτή εμβάλλονται: η Δάφνη, μία παθητική φιγούρα που «δίνεται» άσκοπα διαρκώς, που ζει για μία στιγμή έναν έρωτα χιμαιρικό και έπειτα «πεθαίνει» ψυχικά μπαίνοντας στο ψυχιατρείο· η Καίτη «αοιδός λαϊκού άσματος» με τον ρυμουλκούμενο αλκοολικό ζωγρά φο Ντένη, που ναι μεν αγωνίζεται για την ερωτική του απεξάρτη ση, αλλά αφήνεται να πεθάνει σε ντελίριο· και τέλος, ο νηφάλιος Αργύρης με την Έλλη, μία πολύανδρη και ξεπεσμένη ηθοποιό που χάνεται από υπερβολική δόση ναρκωτικών. Αυτά φαίνεται να ’ναι όλα μαζί - και ψυχικά και σωματικά τουλάχιστον κατά την ανεπίσημη μας άποψη «Τα φονικά». Είναι ο θάνατος σε όλες τις μορφές του, είτε κλητός, είτε δοσμένος, είτε εκείνος με το πιο σκληρό του πρόσωπο, αυτός που δίνεται ζωντα νός. Κι αυτά ενώ υποδηλώνονται τα μη καταμετρούμενα όλα αυτά τα 50 χρόνια τα φονικά της εγχώριας πολιτικής ζωής μας· και που ουσιαστικά ανήκουν σε μία τρίτη θεματική ενότητα, που ο συγγρα φέας την προσφέρει μέσα από την πρώτη και τη δεύτερη.
Η
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ
ΤΑ ΦΟΝΙΚΑ Μυθιστόρημα ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ
τρίτη αυτή κοινωνικοπολιτική θεματική ενότητα, που κατανέμεται σε όλα τα κεφάλαια, είναι αυτή που ουσιαστικά ενώ νει τις δυό άλλες θεματικές ενότητες: γιατί προκύπτει τελικά - εί τε έμμεσα, είτε άμεσα - σαν αποκλειστική δημιουργός όλων των πράξεων των ηρώων της πρώτης και της δεύτερης ενότητας. Πέρα για πέρα συνεπής στις αντιλήψεις του ο Γ.Μ., φέρνει σαν αυτονόη το γεγονός αυτήν την παράλληλη πορεία κοινωνικών και ατομι κών ηθών και την αντιστοιχία των ατομικών προς τα πολιτικά φαι νόμενα. Σαν πρώτο και σαν κύριο μέλημα κατά την περίοδο από τον ένοπλο δικομματισμό της δεκαετίας του ’20 μέχρι και τη μετεμφυλιακή δεκαετία του ’60 προβάλλεται ο αγώνας για την επι βίωση, που έχει την προτεραιότητα απέναντι στον έρωτα· έναν «κακομοίρη» σ’ έναν συγκρατημένον έρωτα, όπως τον προδιαγρά φει τότε η μικροαστική - και μάλιστα τον επιστρατεύει η υστερότερη κομμουνιστική ηθική - όπου μετά το παρατεταμένο φλερτ α κολουθεί μία σχέση μυστική και σεβαστή από τους «φίλους», μία μικρή συνωμοσία φερ’ ειπείν, γιατί ο ανυπόκριτος έρωτας είναι η πολυτέλεια των πλουσίων. Ο άνδρας είναι τότε ο γαμέτης που γεν νά και ο πολεμιστής που εξασφαλίζει την τροφή· και τέτοια είναι τα φαινόμενα που χαρακτηρίζουν τις πράξεις των ηρώων μες στο κοινωνικο-οικονομικό στάτους της εποχής (μεσάζοντες στην ερ γασία, απεριόριστο ωράριο, ανήλικοι εργάτες, λούμπεν, πορνεία σε άνθηση, δυσπρόσιτη παιδεία, ρατσιστικό πνεύμα κ.λπ.) πρά ξεις που δημιούργησαν την έννοια, τη σημασία και την αξία της αντίστασης του αδυνάτου και του αδικημένου. Και όταν η εξαγορά και η κούραση κορυφώνονται κι έχουν ανάγκη τη «συνύπαρξη», και όταν γύρωθε το καθετί οδηγεί στην αστικοποίηση και στον συμβιβασμό, τότε και οι προσωπικοί στόχοι μεταβάλλονται, αλ λάζουν και ο παλιός αγωνιστικός τόνος χαλαρώνει. Κι ο Γιάγκος τότε τί να κάνει πια...
Η
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ ΑΘΗΝΑ 1991
60!επιλογή ι όταν, αργότερα, στη δεύτερη ενότητα, ένας αγώνας που, ό πως ο Γ.Μ. σημειώνει (σ. 155), γίνεται για μίαν άλλη, «ξένη» επιβίωση, κι ανάβει σε έναν άλλο «ξένο» χώρο, και κορυφώνεται με μία «κουβεντιαστή» δικτατορία, τότε και μία ανάλογη «αντί σταση - οπερέτα σε ύφος Βάγκνερ - γίνεται αναγκαία». Το χάρα μα, άλλωστε, της τεχνολογικής και ευδαιμονικής δημοκρατίας, που πλούσιοι και φτωχοί την περιμένουν, πλησιάζει. Σ’ αυτά τα κοινωνικοπολιτικά πράγματα, όπως κυλούν από το 60 έως το ’80,' εναρμονίζονται, λοιπόν, και οι πράξεις των ηρώων της δεύτερης θεματικής ενότητας, πράξεις μιας λόγιας αντίστασης και όχι «φο νικής», κι ύστερα πράξεις των ανυπόκριτων ηθών που οδηγούνται στην προτεραιότητα του έρωτα-καταναλωτή και της κατανάλωσης-ευδαιμονίας. Κι ανάμεσά τους ο παλιός, ο σκέτος έρωτας της Ά ννας και του Ορφανού, ο έρωτας που σαν υπαρξιακή παραμυθία όλο και αραιώνει και φτάνει πια να μην αρκεί ν’ αντισταθεί στο θά νατο, να τον προλάβει στο μασκάρεμά του σε αυτοκαταστροφή, μασκάρεμα όπως στου Ντένη το πιοτό, κι όπως στης Έλλης το χαρμάνι. Μόνες ρωγμές σ’ αυτό το κοινωνικοψυχολογικό εποικο δόμημα -είνα ι κάποιες, μονομερείς, θα λέγαμε, συσχετίσεις πολι τικής υφής, που ο συγγραφέας δεν θέλει να ακυρώσει με τη γλώσσα των ηρώων του, όπως είναι η μονόπλευρη καταγραφή της εμφυλιοπολεμικής εμπάθειας, (σ. 74), η αποκλειστική σύνδεση μονάχα με τη φθίνουσα αστική ηθολογία κάποιων, ατομικών ιδιομορφιών, ό πως η ομοφυλοφιλία (σ. 82) και η ιεραρχική αυταρχικότητα (σ. 218), τοποθετήσεις δηλαδή που ξεκινούν μόνον από μια σκέψη α νελεύθερη, που δεν χαρακτηρίζει, φυσικά, τον συγγραφέα.
Κ
άνω σ’ αυτό το κοινωνικό-ατομικό συνεχές που ο Γ.Μ. κυ ρίως από τις βαθιές του μνήμες το συλλαμβάνει, σκαρώνει έ να μυθιστόρημα που είναι στην ουσία μία βιωμένη πραγματεία κοι νωνιολογική «μετά παραδειγμάτων». Πόσο όμως μπορεί ένα τέ τοιο νόημα να περνά στον αναγνώστη που βρίσκεται όλος μέσα στο πεδίο έλξης που οριοθετούν τα τόσο ενδιαφέροντα περιστατι κά, έναν συνεπαρμένον μάλιστα αναγνώστη από την πυρετική α φήγηση; Αυτή η συνάφεια των συνθηκών και των πεπραγμένων των ηρώων, έτσι ακριβώς έμμεσα και με τον κόπο και τη συμμετο χή του αναγνώστη αποκαλυπτόμενη, είναι το αναμφισβήτητο προ τέρημα του μυθιστορήματος· και προ παντός είναι μία ακόμα επι βεβαίωση της αξίας του συγγραφέα, που γίνεται ο καθρέπτης που αντανακλά όσα πληροφορείται και βιώνει κι όσα, βιώνοντάς τα, τα μεταμορφοποιεί και έτσι, κατά την άποψή του, τα επιστρέφει. Φαίνεται καθαρά, λοιπόν, ότι «Τα φονικά» είναι ένα μυθιστόρημα κυρίως βιωματικό. Αλλά ο Γ.Μ. δεν ξεμένει σε μια ξερή καταγρα φή· ούτε και θα μπορούσε να παραιτηθεί από τη φαντασία του, α φού το ξέρει ότι μονάχα μέσα από αυτήν υπάρχει η αναζήτηση ενός καινούριου κόσμου. Βέβαια, εδώ δεν δίνει ούτε μία τόση δα προο πτική, κανένα όραμα ενός τέτοιου κόσμου, όπως θα το μπορούσε να το οραματιστεί ένας ποιητής· αλλά μας δίνει κάτι σαν αναμονή της έλευσής του· και όχι μόνο στα ερωτηματικά του οπισθοφύλλου, που είναι το αγονιμοποίητο ακόμη σπέρμα αυτού του άγνω στου οράματος, αλλά στην προετοιμασία του εδάφους που θα το δεχθεί, επάνω στα πεσμένα σάπια φύλλα του, σαν σπόρο. «Τα φο νικά», ασφαλώς δεν είναι μελλοντολογία, ούτε και ιστορία φυσι κά, παρά το γεγονός ότι κάποιες περικοπές τους θα μπορούσαν να ’ναι ντοκουμέντο. Αλλά, ούτε η ιστορία, ούτε το ντοκουμέντο νοιάζονται ποτέ για τον ανθρώπινο πόνο και τον σπαραγμό· αυτόν που πράγματι είναι εδώ καταγραμμένος.
Π
επιλογη/61 ι πρωταγωνιστές στα «Φονικά» είναι ο Χρόνος και οι Ήρωες, και παρακολουθούν από κοντά ο Έρωτας και η Πολιτική. Ο Χρόνος για τον Γ.Μ. είναι το τοτέμ. Υπάρχει όπως αυτό, παντού σημειωμένο σε όλα τα κεφάλαια του βιβλίου και στων ηρώων του το μέτωπο. Αλλά εδώ ο Χρόνος δεν είναι ακριβώς ο περιφρονητής του ανθρώπου, που τον εγκαταλείπει σαν σαρίδι στην ατέρμονη πορεία του. Ούτε ακριβώς ο άξονας των γεγονότων, που πάνω του αλλάζει ο κόσμος και που, με μία έννοια πολιτική, υποχρέωσε στο πέρασμα από τη μεταρσίωση ενός ονείρου σε μία συντριπτική προσγείωση στη σύγχρονη αντινομική ευδαιμονία, όπου η αποσά θρωση αυτού του ονείρου συμπαρασύρει απαρέγκλιτα και τα όνει ρα του ατόμου κι έτσι το υποχρεώνει τον Χρόνο να τον δει μες στην προσωπική φθορά του. Ούτε δηλώνεται κάτι για την προσωπική, την υπαρξιακή σχέση του συγγραφέα με τον Χρόνο, αν και μπορεί να πει κανείς πως προσπαθεί να τον ελέγξει μέσα από τους ήρωές του, καθώς, κατατεμαχίζοντάς τον σε Αιώνες ή Στιγμές, και έπει τα συντάσσοντάς τον, στα κεφάλαια, έτσι, κομμάτι-κομματάκι, τον δένει με την προσωπική μοίρα, ευθύνη και το όνομα του καθενός από αυτούς. Εδώ, σαν έξω από τον Χρόνο, ο Γ.Μ. το Χρόνο τον μοιράζει «προς χρήσιν» και τον αναθέτει στους ανθρώπους σαν θεός. Εδώ ο Χρόνος χρίεται κριτής του ανθρώπου, που με τις πράξεις του αγωνίζεται, ναι μεν να τον γεμίσει για να τον ξεχάσει, αφού να τόνε καθηλώσει δεν του είναι δυνατό αλλά να τον γεμίσει από τί; Έτσι μέσα από τις υποδιαιρέσεις του, και τις συνδέσεις τους με τις οντότητές του, ο Γ.Μ. δίνει στον Χρόνο σημασία αξιο λογική: μ’ αυτόν μετράει της ζωής τον πλούτο ή τη φτώχεια, την αξία καθενός.
Ο
ι όσο για τους Ήρωες, ο Γ.Μ. τους κυριότερους από αυτούς τους χρωματίζει ποικίλλοντας και μετακινώντας τον τόνο και την έμφαση από την ψυχολογική τους παρουσία στην κοινωνι κή. Στην πρώτη ενότητα η χαρακτηρολογική ολοκλήρωση είναι σχεδόν πλήρης, στη Δέσποινα Θεοδωρίδη, αγγίζοντάς την ως το αρχετυπικό της βάθος. Η Δέσποινα είναι η ομορφιά· είναι η γυναί κα που ερωτεύεται όσο της επιβάλλει η βιολογική αποστολή της· να χτίσει μια φωλιά και να διαιωνίσει το είδος. Δουλεύει από το ερ γοστάσιο στο χωράφι, απ’ την οικιακή βιοτεχνία ως το εμπόριο και φυσικά στο σπιτικό, γεννοβολώντας και υπερβαίνοντας παν τός είδους κακοτοπιές· και ξέρει, όπως κι η άγρια φύση, να συντη ρεί αυτό που ενδιαφέρει. Ανεπανάληπτα και εντυπωσιακά δείγμα τα της «παραδοσιακής» της θεραπευτικής μάς δίνει ο συγγραφέας (σελ. 58-59, 63) -γνώ σεις κι εμπνεύσεις μιας λογικής πρωτόγονης, γειτονικής του ενστίκτου - όπως ορμέμφυτες είναι και οι υπερβά σεις των προσωπικών της αναστολών που γίνονται - τ ί το πιο φυσικό - για να αποδεχθεί και την ομοφυλοφιλία του παιδιού της (σ. 207). Η Δέσποινα δεν καταγράφει τον αγώνα της σαν χρέος, και ξέρει να το ζει με αξιοπρέπεια, όπως ξέρει και να πεθαίνει μέ νοντας, ωστόσο, ζωντανή, μα και να κλείνει μοναχή τον κύκλο της, θάβοντας και το ταίρι της ακόμη, όταν καταλαβαίνει ότι δεν έχει ρόλο για να ζει. Η Δέσποινα είναι μία ύπαρξη αρχετυπική σχε δόν, η δυνατή και αγαθοποιός μορφή, το ιδεώδες πρότυπο μίας θαμμένης πια μητριαρχίας. ΓΓ αυτήνε ακριβώς τη διαχρονικότητά της είναι για τον Γ.Μ. τόσο «Τα χρόνια» όσο και προ παντός «Ο Χρόνος». Ο Γιάγκος, απ’ την άλλη, έχει μία χαρακτηρολογική παθητικότητα στο βάθος και που προκύπτει από μίαν αφανή εξάρτη ση από τη γυναίκα του, από την ήττα, την υποταγή και την από συρση που ακολουθούν την έκρηξη στις έκρυθμες δοσοληψίες με
Κ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 τηλ. 36.02.007
ΖΑΚ ATT ΑΛΙ Θ όρυβοι Η μουσική έχει με το χρήμα σχέσεις παράξενες διφορούμενες και προφητικές. Ο μουσικός, «από τον ραμωδό ως τη βεντέτα του σόου μπίζνες», περνώντας από τον μεσαιωνικό ζονγί<λέρ, τον τροβαδούρο και τον συνθέτη του 19ου αιώνα, βρισκότανε πάντοτε κάτω από την πίεση των λογοκριτών του πολιτικού κατεστημένου και του χρήματος. Έγινε, μάλιστα, ένα ουσιαστικό στοιχείο της καταναλωτικής κοινωνίας, ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που εμπορευματοποιήθηκαν. Η μουσική είναι η ακουστική έκφραση της κοινωνίας, μια εξαιρετική παραγωγή όπου συναντιούνται οι συγκρούσεις και οι εξουσίες, οι θόρυβοι και Το βιβλίο αυτό είναι μια έκκληση στην θεωρητική απειθαρχία, για να ακούμε τη μουσική σαν ένα μέσον αναγνώρισης, μια ηχητική μορφή της γνώσης, και για να καταλαβαίνουμε, στη σημερινή μουσική και στις συγκρούσεις της με το χρήμα, τον ηροάγγελο των μελλοντικών δυνατοτήτων.
62/επιλογη τα παιδιά του- όμως κανείς αναρωτιέται πόσο δεμένες με την άτο νη και χλιαρή του ύπαρξη ήτανε κάποιες παρωχημένες του ηρωι κές ενέργειες και η υστερότερή του, η καθυστερημένη βία. Ίσω ς οι επικές νεανικές του πράξεις στη μεταξική δικτατορία και στην κατοχή μπορούν να ερμηνευθούν σαν αποτέλεσμα των περιβαλ λοντικών επιρροών αυτών των εποχών, αλλά η ύστατη, η «προθανάτια», λίγο πολύ, θεότυφλη πράξη βίας δεν φτάνει να ερμηνευθεί σαν παροχέτευση μιας έως τότε καταβαραθρωμένης επιθετικότη τας, που ξεπηδά ανεμπόδιστα από το τέλμα της κοινωνικοπολιτικής του απραξίας· εκτός -ό λ α συμβαίνουν- εάν η πράξη ερμηνευθεί μέσ’ από την γεροντική ψυχολογία που, όπως περίτε χνα τη δίνει ο συγγραφέας (σ. 103, 114, 129, 134-5), μπαίνει πια στα μεθόρια της παθολογικής, δεμένη με την «ώρα την κακή», εκείνη της ερωτικής του εξολόθρευσης, την πιο αποφασιστική από τις «Ώρες» που κατά τον συγγραφέα σηματοδοτούν τη ζωή του. πό τη δεύτερη ενότητα με την κατάτμητη θεματικά δομή και την «κατά συνέπεια» ανολοκλήρωτη χαρακτηρολογία, ο Ορ Α φανός είναι μια μορφή που απεικονίζεται με σχετική συνέπεια. Ή πιος αισθηματίας, αφανής, που ξέρει να πληρώνει τις συνέπειες των μη οριοθετημένων πράξεών του, είναι συχνά αντιφατικός, για τί συχνά επίσης οι πράξεις του υπερβαίνονται από το πάθος - είτε έρωτας είναι ή πιοτό - κι εν τούτοις ξέρει και «μπορεί», σ’ αντίθε ση με τον φίλο του τον Ντένη, να επιστρέφει στα όρια του. Η συ μπεριφορά του εικονίζει πιθανώς εδώ ένα ψυχογραφικό αντίστοιχο της Δέσποινας της προηγούμενης ενότητας, όμως ένα αντίστοιχο ποιοτικά σαφώς υποδεέστερο που ενδίδει, όχι γιατί τα πλήγματα που δέχεται είναι πιο σοβαρά ή περισσότερα, αλλά γιατί είναι τύ ψεις και, άρα, περισσότερο διαβρωτικά. Άλλωστε διαβρωτικές εί ναι σ’ αυτή την εποχή και οι ηθολογικές συνθήκες που, αντί να πα ρωθούν σε αγώνα, όπως τότε, τώρα την κατακερματίζουν τη ζωή, πότε σε ημέρες της ερωτικής ευδαιμονίας και πότε στις πικρές τής αυτοτιμωρίας «Μέρες». Έτσι η αντιφατικότητα του Ορφανού είναι περισσότερο ηθολογική, και όχι πρωτογενώς ψυχολογική. Η Δάφ νη, ψυχογραφικά, είναι μία υπόσταση πιο συνεπής και ολοκληρω μένη, άσχετα αν είναι παθολογική· είναι όμως τόσο αληθινή που πιθανότατα αντιπροσωπεύει μίαν ψύχωση υπαρκτή. Είναι η τυπική περίπτωση της εσωστρεφικής κοπέλας χωρίς το στέρεο εγώ, ο α μέτοχος θεατής των πάντων, ακόμη και του εαυτού της, ανέρα στης και υποβόλιμης και διαθέσιμης, λες αυτοματικά, όχι μόνο στο άμεσό της περιβάλλον, μα και στον ευκαιριακό της «εραστή» - και στην ουσία βιαστή τ η ς - τον εραστή της μιας και καθοριστι κής «Στιγμής» της, που οδηγεί στην πόρτα του ψυχιατρείου. Ο συγγραφέας μάλιστα, εκθέτει ένα ιδιαίτερα ψυχοπαθητικό και ε γκληματικό εν πολλοίς προγονικό της Δάφνης παρελθόν κι αν έ τσι θέλει να προϊδεάσει για κληρονομικότητα, τότε πολύ σωστά το κάνει, όμως μπορεί η παράθεση αυτών των δεδομένων ν’ αποτελεί μία νύξη για το ηθικό ποιόν και για τον τρόπο ανόδου των ανιό ντων της πλούσιας αυτής γυναίκας. Κι αυτό δεν αποκλείεται, αφού η σκέψη του Γ.Μ. δεν είναι βέβαια ψυχιατρική, αλλά πολιτική εί ναι. Τέλος, από τους άλλους ήρωες της δεύτερης ενότητας η Άννα είναι μάλλον μια ασήμαντη, εξαρτημένη, μια καρατομημένη ψυχο λογικά από τη μητέρα της υπόσταση και ο Γεωργίου, κάτω από τις παθιασμένες αντιδράσεις του, δεν επιτρέπεται παρά να ιδωθεί σαν μια προσωπικότητα θολή. Οι άλλοι είναι τα έρμαια των παθών τους.
επιλογη/63 ι ήρωες της δεύτερης ενότητας έτσι κι αλλιώς είναι θολοί, ε φόσον ζουν τη μεταβατική θολούρα του αιώνα που τελειώ νει. Κι ο Γ.Μ. αυτούς τους ήρωες αποτυπώνει. Και, όπως η τέλεια ανατροπή αυτού του οικείου κόσμου, που από τη μια η τεχνολογία κι από την άλλη η περεστρόικα προωθεί, δεν έχει ακόμη ολοκλη ρωθεί, το μυθιστόρημα μένει αμήχανο, προσμένοντας το Άλλο, για το οποίο σήμερα μια προφητεία δεν είναι εφικτή. Έτσι, είναι φυσικό ο Γ.Μ. να αναρωτιέται για το «ποιο είναι το πρόσωπο, ποια είναι η ταυτότητα όσων διασώθηκαν από τόσες καταστροφές, τό σους αγώνες, τόσες ανατροπές, ύστερα από τόση αποθάρρυνση» (σελίδα εξωτερική του οπισθοφύλου). Αλλά όταν αναφέρεται σε Πρόσωπο κανείς - έστω και αν αυτό αφορά το πρόσωπο Ιδέας το ερώτημα δεν αφορά τη σχέση του με την πολιτική, που ήταν κά ποτε κι αυτή μια υπαρξιακή παραμυθία και σήμερα από τη μία στιγμή στην άλλη αλλάζει σαν περιεχόμενο. Αλλ’ αναφέρεται σε Πρόσωπο απογυμνωμένο απ’ την πολιτική, στο πρόσωπο το σκέ το, που πάντα αναζητεί μία Περσόνα μέσα από μίαν επιλογή. Μα επιλογή τώρα από τι; χωρίς μια νέα υπόσχεση, χωρίς μίαν άλλη αντίσταση, χωρίς μίαν άλλη πάλη; Μοιραία, λοιπόν, είναι υπαρ ξιακό αυτό το ερώτημα, το μεταμφιεσμένο σε πολιτικό, που υπο νοεί ότι η πολιτική κι η υπαρξιακή μας αγωνία πορεύονται αμφίδρομα η μια μέσα στην άλλη.
Ο
ιλώντας στην αρχή για την τριδυμία αυτού του μυθιστορήμα τος ως προς τις θεματικές του ενότητες, θίξαμε φυσικά για λίγο τη δομή του· κι αυτό έγινε χωρίς να ειπωθούν σκέψεις για τις βάσεις της δομής, που φαίνεται πως σχεδιάστηκαν πάνω σε κά ποια πρότυπα αρχιτεκτονικά, αλλά και «σκηνοθετικά» (!). Ώστε λοιπόν, κανένας δεν γλιτώνει από τα κλισέ της σκέψης του, από εκείνη την «επαγγελματική» ματιά που αρχίζει να διαμορφώνεται νωρίς και επιμένει, έστω κι αν απευθύνεται αλλού. Κι εδώ η ειδική αυτή σκέψη διαφαίνεται· και αποβαίνει μάλλον ευεργετική, πλου τίζοντας την επιφάνεια και στερεώνοντας τη βάση της δομής. Δεν μπορεί να ’ναι άσχετη με τούτη τη ματιά η έκφραση του περιεχομέ νου του μυθιστορήματος μέσα από το μοντέλο ενός άτυπου «θεα τρικού» διαλόγου, κατ’ αρχήν, που τόσο συχνά υποβόσκει κι άλ λοτε παίρνει τη θέση του θεατρικού μονόλογου - πολύ συχνού στο Γ' κεφάλαιο, όπου ο αφηγητής μιλάει με τον εαυτό του - και τέλος φανερώνεται ανοιχτά - στο Ζ' και το τελευταίο - μ’ έναν και τυ πικά θεατρικό διάλογο. Είναι ίσως η πιο εμφανής θεατρική επιρ ροή, και μάλιστα καθώς ασκείται στην επιφάνεια του μυθιστορή ματος, χωρίς να μνημονεύονται ιδιαίτερα κάποιες λεπτομέρειες συναφείς, όπως η ασυναίσθητη παρουσία του ενδυματολόγου (σ. 39) ή του ηλεκτρολόγου της σκηνής (σ. 116) είτε η συνειδητή και ως εκ περισσού κι αχρείαστη προβολή μιας ειδικής πληροφορίας περί Δικτυουλκού (σ. 314) κ.τ.τ.
Μ
ίσως η ειδική αυτή ματιά σκοπεύει σε μιαν επέμβαση ακό Α λλ’ μη πιο σημαντική, στη βάση της δομής. Ο παρ’ ολίγον αρχι τέκτονας και ο μετέπειτα άξιος σκηνοθέτης, που τώρα γράφει ένα μυθιστόρημα, φυσικό είναι πρώτα να αρχιτεκτονεί τη σύλληψή του σ’ ένα σχέδιο, μετά να τη σκηνοθετεί κατά κεφάλαια, μοιράζοντας ατμόσφαιρες και ρόλους και σκηνές, και ύστερα να το γράφει. Και άλλωστε το μυθιστόρημα είναι έτσι ή αλλιώς αρχιτεκτόνημα και σκηνοθεσία και μια τέτοια οπτική ιδιαίτερα ευνοεί μια κλασική, ό-
ΤΕΣΣΕΡΑ περιοδικά ζητούν συνεταίρο, χρηματοδότη ή αγο ραστή. Το ένα (ειδικότεχνολογίας) κυκλοφορεί εδώ και χρόνια. Το δεύτερο (λαϊκό) έκλεισε το 1988. Τα δύο υπόλοι πα επιθυμούν να γεννηθούν το 1992. Παράκληση: Προτάσεις μό νον από ανθρώπους του χώρου. Πληροφορίες κ. Φωτίου ή κ. Λιόλιο. Τηλ. 92.22.719.
64/επ ιλογή πως εδώ, γραφή. Και είναι μάλιστα ακόμη πιο αναγκαία, εάν, η ποθητή ενότητα του όλου αρχιτεκτονήματος δεν είναι, όπως εδώ, απόλυτα εξασφαλισμένη. Απλώς την εγγυάται μόνο η πρώτη ενό τητα και ολιγότερο το κεφάλαιο Γ, ενώ από το Δ και μετά το εν διαφέρον αιωρείται, γιατί εισδύουν με διακυμαινόμενη απαιτητικότητα νέα πρόσωπα και θέματα και σχοινοτενείς παρεμβολές· τα ί δια συμβαίνουνε περίπου και στο κεφάλαιο ΣΤ. Καμιά φορά τυχαί νει και ο συγγραφέας δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στην εισβολή του περιττού (σ. 251 κ.εφ.), ενώ αιφνίδια άλλοτε αποσύρει κάποιους ήρωες που ως εκείνη τη στιγμή πριμοδοτεί (σ. 285). Η κρίση της Ανέλε για τα γραφτά του Βασιλόπουλου για «τάση να καθυστερεί την αφήγηση με πλήθος λεπτομέρειες που κάποτε δημιουργούν ένα αίσθημα κορεσμού», είναι άραγε στην πραγματικότητα μια αυτο κριτική, και μάλιστα καθόλου ανυποψίαστη; Θα έλεγε κανείς ναι, εφόσον συνοδεύεται από τη χαριστική φράση «αυτό μπορεί να εί ναι το δικό του στυλ» (σ. 293). Και αν γι’ αυτό το «απαλλακτικό αυτο-βούλευμα» ουδείς υπάρχει λόγος διαφωνίας, εν τούτοις το αί σθημα του κορεσμού, όσο κι η επακόλουθη χαλαρότητα υπάρχει. Κι εδώ ακριβώς γίνεται η καίρια επέμβαση του σκηνοθέτη. Το Ε' κεφάλαιο-επιστολή είναι ο θεατρικός αφηγητής που επιστρατεύε ται ακριβώς να θεραπεύσει τις αδυναμίες συνοχής. υτό δεν είναι το μοναδικό εφεύρημα του σκηνοθέτη. Η χρήση Α ενός κοινά αποδεκτού μοντέλου που πρέπει κάτι πολύ στέρεο να θυμίζει, μπορεί να είναι κάτι που ενισχύει τη συνοχή, αν όχι και την υποβάλλει. Έτσι, η περιγραφή μιας γενεαλογίας με την οποία ο Γ.Μ. αρχίζει να «σκηνοθετεί» το πρώτο του κεφάλαιο, σαν τί κα λύτερο μοντέλο θα μπορούσε να ’χει άλλο από την ευαγγελική γε νεαλογία του Αβραάμ; Άσχετα βέβαια αν το νόημα της πρώτης εί ναι, αντίθετα, μια γενοκτονία- αρκεί ο εμπεδωμένος τύπος της γραφής της δεύτερης που μας προσφέρει μια πολύ χρήσιμη σημειολογική αντιστοιχία. Ύστερα τα κεφάλαια, καθένα με την ιδιαίτερη και την προσωπική στάση και θέαση ζωής του ήρωα, που με το ό νομά του τα κατονομάζει, ακολουθούν, όπως το ένα διαδέχεται το άλλο, τον διαδοχικό τύπο των ευαγγελίων κατά ευαγγελιστή, προ σωπικών κι αυτών στάσεων και απ-όψεων της ζωής ενός άλλου Δράματος εκεί. Αλλά έτσι, όπως κι εκεί, μπαίνουνε τα κεφάλαια κι εδώ (σημαδεμένα μάλιστα από το μυστήριο του Χρόνου): το Α' κατά «Δέσποινα Θεοδωρίδη», το Β' κατά «Γιάγκο Θεοδωρίδη», το Γ' κατά «Κοσμά Ορφανό» και εξακολουθητικά ομοίως. Το Ε' μάλιστα υπό μορφήν επιστολής κεφάλαιο κατά «Περικλή Βασιλό πουλο» είναι και τύποις και μορφή ουσίας το ίδιο «περιέχον» το λε κτικό σχήμα μιας άποψης όμοιο με το ευαγγελικό - ή το «αποστολικό» εδώ, το ίδιο κά νει- απλώς ένα καλούπι που θα μπορούσε να συμπληρωθεί με το οποιοδήποτε περιεχόμενο ή θέμα. Ίσω ς αυ τή η βιασμένη αναλογία - τύπων βεβαίως και όχι ουσιών - να ’ναι μία ανορθολογική αυθαιρεσία- αλλά ούτε ο συγγραφέας, ούτε ο αναγνώστης λειτουργούν πάντα ορθολογικά και το πιο βέβαιο εί ναι ότι η αναμεταξύ τους επικοινωνία δεν είναι διαρκώς συνειδητή. Κι ο συγγραφέας είναι αυτός που υποβάλλει τις προθέσεις του. Όμω ς τ’ αλάνθαστα τεχνήματα είναι αυτά που διατίθενται για την κοινή χρήση- είναι οι-σπαραγμοί, τα κλάματα κι οι αποσιωπή σεις, τεχνήματα κοινά μα παραστατικά, για να δοθούν οι έντονες συναισθηματικές φορτίσεις των ηρώων, συνδυαζόμενες με μία υ στερική παραφορά, που στην απόδοσή της ο συγγραφέας είναι τέ λειος (σ. 219). Σ’ ένα σημείο του κειμένου ο μανιασμένος ήρωας προφέρει λέξεις ακατανόητες - φορείς μιας γόμωσης συναισθη ματικής που εκρήγνυται την ώρα που προφέρονται- και αποδεί
επιλογη/65 χνονται τόσο εύγλωττες για την κατάστασή του και τόσο δραστι κές στην κατανόηση του αναγνώστη, όσο καμιά ανάπτυξη δεν θα ’ταν ικανή να δώσει το αποτέλεσμά τους (σ. 335). Και επιπλέον η κλασική αντιπαράθεση από τη μία της «κατάντιας» και από την άλλη μίας «επικής» και μάλιστα ταχύτατα λυτρωτικής ανόρθωσης, του ήρωα (σ. 343), αλάνθαστο τέχνημα συγκινησιακό, είναι κι αυ τή παρούσα. Ό λ ’ αυτά βέβαια συνθέτουν το «μελό» που, εξαιτίας των παλιοτέρων και αυστηρών, μα και κλισαρισμένων αντιλήψε ων, θα χαρακτήριζε το μυθιστόρημα μειωτικά. Αλλά είναι κάτι πια ελεύθερα δεκτό· ίσως γιατί, για να ’ναι κάτι συγκινητικό, πρέπει να είναι και «μελό», ίσως και αναγκαίο σ’ αυτή την ασυγκίνητα ορθολογιστική μας εποχή· ένα αξιοπρεπές βέβαια «μελό», όπως μπορεί τις περισσότερες φορές να είναι πράγματι εδώ σε κάποιες αποσιωπήσεις, που αντιπροσωπεύουν τον ρητό και ναρκοθετημένο λόγο, μα παρασύρουν, μέσ’ από την απροσδόκητη, κατάπληκτη και άλαλη στιγμή, στην ταύτιση με έναν ήρωα που - ακριβώς «α νείπωτα»- υποφέρει (σ. 87). λλά και από την αντίπερα μεριά του «γνωσικού» πλέον οπλο στασίου, ο Γ.Μ. τα καταφέρνει επίσης για καλά, από όπου χρησιμοποιεί μια «φιλολογική» ψυχολογία. Έχουνε ήδη επισημανθεί οι άρτιες ή σχεδόν άρτιες ψυχογραφίες των ηρώων, όπου η αρ τιότητα αυτή προκύπτει αποκλειστικά και μόνο από την εξατομικευμένη αίσθηση και εμπειρία, πια, του συγγραφέα και όχι από μια μάθηση νωπή. Πέρα από αυτά όμως ο Γ.Μ. ενσωματώνει - άρι στα θα έλεγε κανείς στη λογοτεχνική τους, βέβαια, χρήση - και όσες οπτικές που, από το όλο φάσμα των ψυχολογικών σχολών της εποχής μας, έτυχε να έχει πληροφορηθεί. Βέβαια τον πρώτο λόγο έχει η ψυχανάλυση του Φρόυντ, που ερμηνεύει την αδυναμία αποκόλλησης της Ά ννας από τον Γεωργίου-Γιάγκο και πατέρα (σ. 197) και την ομοφυλόφιλη στάση του Χάρη-Δέσποινας (σ. 206) μέ σα από αντίστοιχες ταυτίσεις· και μάλιστα πολύ σωστά. Αλλά η ερμηνεία της προθανάτιας πράξης του Χελιώτη - προχωρημένο στυλ Μπουκόβσκι - είναι μία πράξη ανυπόστατη επιστημονικά πράγμα που επιτρέπει και την αισθητική της καταδίκη - και όπου η αυθαιρεσία του συγγραφέα θα μπορούσε να μετριασθεί, μόνον αν δεν διέθετε άλλον τρόπο να συμβολίσει μία νοερή και καταδικα σμένη πράξη, πράξη-«έγκλημα και τιμωρία» (σ. 354-5). Επί ίσοις όροις επιλέγεται μετά ο ψυχαναλυτής Λακάν για να ερμηνεύσει εύ στοχα την ψύχωση της Δάφνης σαν οπισθοδρόμηση στο «στάδιο του καθρέφτη» μες στο οποίο «εισχωρούσε όλο και πιο συχνά και όλο πιο δύσκολα επέστρεφε...» (σ. 258-9). Ένας απόηχος της ψυ χολογικής οντογονίας του Γιουγκ ακούγεται υστερότερα στη φρά ση «ο Κοσμάς ξανάπεσε... Κι έκανε δυόμισι χιλιάδες χρόνια για να σηκωθεί...» (σ. 356) κι από κοντά ηχεί κι ο λόγος του Χάιντεγγερ στον οντοαναλυτικό λήρο του Γεωργίου (σ. 333-4). Το μόνο πρό βλημα αυτών των ψυχολογικών εφαρμογών είναι πως θα μπορούσε κάποιος όλα αυτά να τα εξηγεί, πότε από τη μία ψυχολογική σκο πιά και πότε από την άλλη· αλλά αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να οχλήσει μονάχα τους μεμψίμοιρους ειδικούς. Με δύο λόγια «Τα φονικά» με δεδομένη την κοινωνικοατομική ψυχολογία και συνάφεια, μια κριτική τους αρετή παιδευτική, και με σωστή σε γενικές γραμμές την ψυχογραφία, είναι ένα «ωφέλι μο» βιβλίο· κι έστω αν η θεματική, εκτός από τις υπερβολές, δεν καταπλήσσει με πρωτοτυπία, όμως τον αναγνώστη τον αποζημιώ νει με μία συναρπαστική γραφή, πράγμα που έτσι κι αλλιώς το μυ θιστόρημα το κάνει ακόμη άλλο τόσο ενδιαφέρον. ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΡΑΝΙΔΙΩΤΗΣ
Α
ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ από τα Γαλλι κά, Εμπορική Αλληλογραφία. Άριστη γνώση της γλώσσας και πολύχρονη προϋπηρεσία σε εξαγωγικό τμήμα Τράπεζας. Τηλ. 6420439.
66/επιλογη
μια οδυσσειακή «εις Άιδου κάθοδος» ΚΩ ΣΤΑ Ε. ΤΣ ΙΡ Ο Π Ο ΥΛ Ο Υ: Σ κύ λλα και Χ άρυβδις. Α θήνα, Α σ τ ρ ο λ ά β ο ς / Ε υ θ ύ ν η , 1990. Σελ. 310+ 3 λευ κές. 8ο.
«~Γ~' να μυθιστόρημα» είναι ο υπότιτλος του βιβλίου του Κώστα Ε. - C Τσιρόπουλου «Σκύλλα και Χάρυβδις», κι αυτός ο χαρακτη ρισμός που ο ίδιος ο συγγραφέας υποδεικνύει σ’ εκείνον που προ σεγγίζει το έργο, τον υποχρεώνει να το αντιμετωπίσει ως ένα μόρ φωμα του είδους και να κινηθεί μέσα στα πλαίσια της μυθιστορη ματικής γραφής. Κι αυτό, βέβαια, δεν αλλοιώνει καθόλου την ι διαιτερότητα του έργου ούτε και δεσμεύει τον αναγνώστη του από μια δημιουργικήν ανάγνωση, αφού το ίδιο το κείμενο περιέχει, «δυ νάμει», τα στοιχεία εκείνα που το καθιστούν ένα ποιητικό συγκορύφωμα των βαθύτερων κινημάτων του εσωτερικού κόσμου και έ ναν οιονεί οδυσσειακό πλοηγό στους λυρικούς αναβαθμούς μιας ε ξομολόγησης. Γιατί, στην πραγματικότητα, το έργο έχει μιαν υφή και μιαν ανάπτυξη, αν θέλουμε, που προσομοιάζει στην ομηρική περιπέτεια του νόστου, όπως δίνεται στο αρχέτυπο αυτό μεγάλο έ πος της ανθρώπινης υπαρξιακής αγωνίας. Κι αυτό είναι η μυθιστο ρηματική μορφή εκείνου του απροσδιόριστου (και τόσο πραγματι κού συνάμα) στοιχείου, που ως «δώρημα τέλειον» κατέβηκε άνω θεν, για ν’ αποτελέσει το πολυτιμότερο περιεχόμενο του θνητού όντος και να το ζωογονήσει με μιαν αγαθή και λαλούσα ψυχή. Στο μεταφυσικό χώρο της τραγικότητάς μας ριζώνει η σωματική μας διάσταση και στο χνουδωτό περίγραμμα της αγγιγμένης ύλης ε πανθεί το σκίρτημα του πνευματικού μας υποστρώματος. Στην τρίτη διάσταση της εκπεφρασμένης λογικής ερμηνείας του κό σμου, ο συναισθηματικός παλμός δημιουργεί την αιωνιότητα του ανθρώπινου. Αυτό το πλέγμα, που ως μύθος παραπέμπει στην ποι ητική μόρφωση του ποιητικού μας σχήματος και ως ιστορία σπονδυλώνει τις επιμέρους δραστηριότητες μιας υπαρξιακής δαπάνης, λειτουργεί από την αρχή ως το τέλος του έργου και το υποβαστάζει με τη συνοχή και την ανθεκτικότητά του. Και, βέβαια, η γραφή του Κώστα Τσιρόπουλου είναι χαρακτηρι στική αυτής της πληρότητας που συνέχει τον κόσμο και είναι μια παραδοχή της ανθρώπινης μοίρας και της ανθρώπινης περιπέ τειας, Στο λόγο αυτόν επιπολάζει ο κόσμος του ονείρου και στο ό νειρο υποκρύπτεται μια ζοφερή πραγματικότητα. Και μέσα στο ζό φο, που επικαλύπτει τα ανθρώπινα μορφώματα της ύλης και του πνεύματος, ένα μεταφυσικό φως περιμένει στην άκρη της αγωνίας. Είναι η αλγεινή αισιοδοξία ενός πιστού και είναι η έρημος του όντος πριν από την επιφοίτηση του δημιουργικού πνεύματος. ο μυθιστόρημα έτσι θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια λανθάνουσα περιοχή της συνείδησης και ως μια διαρκής υ παρξιακή αγωνία γι’ αυτό που χάνεται και κερδίζεται συνεχώς, γι’ αυτό που μέσ’ από τα χέρια μας φεύγει ανά πάσα στιγμή και συνά μα διατηρεί, στην περιορισμένη μας διάρκεια, την αφή του, όπως η έντονη γεύση από τη δοκιμασία μιας πρωτογενούς εμπειρίας. Νομίζω πως αυτή η υλικότητα μιας ελευθερίας, η σωματολογία μιας πνευματικής απολύτρωσης (κατά την πλατωνική έννοια (Τιμ.
Τ
πεζό
αφίΙ Α
υρ,
επιλογη/67 65c-85ej), που εκφράζεται, στο επίπεδο της τέχνης, με το δημιουρ γικό λόγο, είναι μια απο τις πολλές διεξόδους που το έργο προσφέ ρει στον αναγνώστη του. Γιατί, εδώ, δε θ’ αναζητήσει κανείς την κλασική μορφή του μυθιστορήματος, όπως την έχουμε συνηθίσει, και μόλο που και δράση υπάρχει και, φυσικά, διαγράφονται, μέσ’ από την εσωτερική τους περιπέτεια, αρκετά αδρά, οι χαρακτήρες και τα πρόσωπα. Στη συνάντηση με το υπαρξιακό μας πρόβλημα, τα πρόσωπα και τα περιστατικά και τα γεγονότα είναι το πλαίσιο, που μέσα του κινείται η πρωταγωνιστούσα ψυχή με το λόγο της και είναι ο «πρωταγωνιστής λόγος» (Αριστ. Ποιητ. 1449α 18), που ερμηνεύει τον άνθρωπο και τον κόσμο και μας κάνει να συνειδητο ποιήσουμε την πνευματικότητά τους. μως, τα πρόσωπα αυτά, έρχονται στην πραγματική ζωή μέσ’ από το συμβολικό κόσμο του ονόματος τους (και οι ενδείξεις είναι γι’ αυτό χαρακτηριστικές: Οδυσσέας, Ναυσικά, Ελένη, Αντι γόνη, Αλέξανδρος, Μαρία, Άννα, Στέφανος, Νίκων...) και ο κό σμος που ενσαρκώνουν στην περιοχή της εξατομίκευσής τους εν σωματώνεται στο μεγάλο θόλο μιας ανερμήνευτης επιβολής. Για το συγγραφέα, ο κόσμος αυτός διαρθρώνεται στα μορφώματα μιας μυστικής υπόστασης, που αποτελεί, κατά κάποιο τρόπο, την απα ρασάλευτη ζωοποιό του δύναμη. Έτσι, τεχνολογικά - κι εδ&, η μορφή, γι’ άλλη μια φορά, όχι μόνο ταυτίζεται, αλλά συμφύεται με την ουσία - το έργο διαιρείται σε κεφάλαια, που το καθένα παίρ νει την επιγραφή του από τα μορφώματα αυτά του μυστικού μας υποστρώματος: Ο διπλός ζόφος, Το σώμα, Η σάρκα, Τα μέλη, Το αίμα, Η ύλη, Τα οστά, Το υπερώο, Η χώρα των ζώντων, και σε μιαν αναφορική προέκταση: «Λάζαρε, δεύρο έξω», «Παύε δέ νεΐκος» - όπου, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς, η τρισδιάστατη αρμονία, που στην ομηρική ποίηση είναι η ερμηνευτική διάρθρωση της κοσμικής πληρότητας (γη, άδης, ουρανός, ή διαφορετικά, ζωή, θάνατος, αιωνιότητα, τρεις κόσμοι που συναποτελούν τη συ νείδηση της μιας και μόνης ψυχής, κόσμος των ζωντανών, κόσμος των νεκρών, κόσμος των αθανάτων), όταν τα μορφώματα αυτά που διαρθρώνουν το έργο συσφαιρωθούν στα όμοιά τους, θα σχη ματίσουν και θα φέρουν μπροστά στον καθρέφτη της ψυχής μας, αυτή την τρισδιάστατη μορφή του κόσμου μας.
Ο
στόσο, το έργο δεν παύει να ‘ναι μυθιστόρημα, κατά την υπό δειξη του ίδιου του συγγραφέα, και, βέβαια, όσο κι αν απέχει από την κλασική διάρθρωση του είδους κατά τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά και κατά τη μυθολογική του πλοκή, συντηρεί κά ποιες επιμέρους σταθερές, που, κι αν δεν είναι εμφανι.’:, επισημαί νουν με το διασταλμένο τους περίγραμμα τη μυθιστορηματικήν ύ λη. Γιατί ο τόπος και ο χρόνος είναι οπωσδήποτε σημαντικά στοι χεία, που εμφαίνουν το περίγραμμα αυτό, είναι η συγκεκριμένη ε ποχή του Εμφυλίου, που απ’ αυτήν ξεκινά, μ’ αυτήν εξελίσσεται και σ’ αυτήν ξαναγυρίζει το έργο, είναι ένα συγκεκριμένο σπίτι, που και μόλο που έχει πεθάνει, συντηρεί τις οδυνηρές αναμνήσεις του και είναι τα πρόσωπα, με τα πάθη, τα δράματα, τους αγώνες, τις αγωνίες και την αγωνία τους, είναι η προσπάθειά τους να προ σφέρουν και να κερδίσουν, να δημιουργήσουν και να χάσουν, να αικειοποιηθούν τα αλλότρια και να ενσωματώσουν εκείνα που δραπετεύουν από την κυριαρχία τους. Όμως, τόσο ο χρόνος όσο και ο τόπος, είναι μια διαθλασμένη περιοχή, ο χρόνος είναι, (για να θυμηθούμε τον ελεγειακό Σκυθίνο), «ύστατον πρώτον τε πάντων εν θ’ εαυτώ παντ’ έχων... το δ’ αύριον ήματι τρίτω χθες έστιν, <τού> το δε χθες αύριον - τελευ-
Ω
Κώστα Ε. Τσιρόπουλου Σκύλλα καί Χάρνβδις Κώστα Ε. Τσιρόπουλου Σκύλλα καί Χάρνβδις ivu μυθιστόρημα
Κώστα Ε. Τσιρόπουλου 'Αστρολάβος / Κύθύνη
68/επιλογή ταίο και πρώτο απ’ όλα κι όλα τα κλείνει στον εαυτό του... το αύ ριο είναι του χτες η τρίτη μέρα κι αυτό το χθες είναι το αύριο» (M.L. West, IEG, 2), κι ο τόπος συναιρείται απροειδοποίητα και φυσικά και τα πρόσωπα πολλαπλασιάζονται στην ταύτιση και στο διαχωρισμό τους - ο μυθικός κόσμος γίνεται πραγματικός και η πραγματικότητα εισχωρεί στο μύθο. Αλλά τα πρόσωπα αυτά, ζω ντανά, με σάρκα και οστά και αίμα, με το ζόφο τους και με το φως τους, με τους νεκρούς και τους αγαπημένους τους, ως περιλειπόμενα σήματα ενός περάσματος, έρχονται αντιμέτωπα με τη ζωή και το θάνατό τους και ολοκληρώνουν τον προορισμό της επιγνωσμένης τους στοχοθεσίας. πάρχει, λοιπόν, το υπόστρωμα, που καθιστά το έργο μυθιστό ρημα, όμως, η διάθλαση, που η γραφή του υπαγορεύει και ο τρόπος που η μυθιστορηματική του ύλη γίνεται αντικείμενο δη μιουργικής επεξεργασίας, φέρουν τα χαρακτηριστικά μιας ποιητι κής ολοκλήρωσης, σύμφυτης μ’ αυτό το περιεχόμενο. Η πρόθεση εδώ υποκρύπτει την αφετηρία της, η κατάθεση της προσωπικής μαρτυρίας δηλώνει την απόληξη ενός σκοπού. Και στις δυο περι πτώσεις, ο λόγος, αρθρωμένος κατά τις ρυθμικές «βάσεις» (βήμα τα) της ιδιαιτερότητάς του, συμπερικλείει στην εκφορά του τα ποι ητικά παρακολουθήματα αυτού του ρυθμού. Είναι η γλώσσα η ελ ληνική, που η χρήση της από έναν συγγραφέα που τη σέβεται, την αγαπά και την προστατεύει, δημιουργεί εκείνη την ευφροσύνην α σφάλεια μιας οιονεί υπαρξιακής γνωριμίας. Το μυθιστόρημα, όμως, αναπτύσσεται, κατά την ποιητική του ε ξέλιξη, και μ’ έναν άλλον, υπονοούμενο, θα ’λεγα, ρυθμό: είναι η κοσμικοποίηση εκείνου που, ως εννοιολογικός αποκρυφισμός, διαπερνά τη γραφή και τη σπονδυλώνει, όχι ως τεχνολογία, αλλά ως ουσία, κι αυτό είναι μια συναίρεση ζωής και θανάτου, όταν η ζωή διαπερνά το θάνατο και όταν ο θάνατος συναντά τη ζωή. Στο έργο οι ζωντανοί έρχονται σε συνεύρεση ομιλίας με τους νεκρούς, οι νεκροί μιλούν μέσ’ από τις ζώσες εμπειρίες τους, οι αναμνήσεις των ζωντανών περιβάλλουν τα θνητά σώματα και οι οδυνηρές «α ναθυμιάσεις» (κατά την καλβική μυστικοπάθεια) των νεκρών δί νουν σχήμα στο ανεκπλήρωτο. Αυτό που η ζωή αφήνει ασυντέλεστο το ολοκληρώνει ο θάνατος, κι αυτό που αποσυνθέτει η φθορά το φωτίζει, στην ενότητά του, το απόκρυφο της τέχνης. Στο μυθι στόρημα του Κώστα Τσιρόπουλου η φωταύγεια αυτή περιλαμπάζει από την αρχή τον υπαρξιακό ζόφο του υποκειμένου, δίνει τα σύμ φυτα συστατικά της ζωντανής ύλης (σώμα, σάρκα, μέλη, αίμα, ο στά), σχηματίζει τις λέξεις στο υπερώο του ουρανίσκου και ταυτί ζει το πράγμα με τη φύση του, ανασταίνει τα νενεκρωμένα και ανα πληροί τα ελλείποντα σε μια ζωντανή οικουμένη. Και, τέλος, συμ φιλιώνει τα εναντία, όπως η ομηρική Αθηνά τους αντιμαχόμενους στο τέλος της οδυσσειακής αναγνωρίσεως και καταλλαγής.
Υ
υτή η ποιητική συνακολουθία των επιμερισμένων υπαρξιακών μορφωμάτων, έχει στο έργο την απτή, την υλική της μορφή. Α Είναι τα μέρη εκείνα της γραφής, που σε κάθε κεφάλαιο συμπυ κνώνουν, κατά κάποιο τρόπο, την εσωτερική τους δράση και περι πέτεια και απολήγουν σε μια κορύφωση στίχων ή χωρίων, απ’ όλη τη διάρκεια της γραμματείας μας, αρχίζοντας από τον Όμηρο (και ιδιαίτερα την «Οδύσσεια») και φτάνοντας ως τους νεότερους (τον Κάλβο και το Σολωμό, για παράδειγμα), αφού περάσουν από τους εκκλησιαστικούς ύμνους και, γενικότερα, την εκκλησιαστι κή γραμματεία. Και είναι χαρακτηριστικό πως οι περισσότερες α πό τις κορυφώσεις αυτές απολήγουν σε στίχους ομηρικούς (έντεκα
επιλογη/69 από τις είκοσι έξι, που τις παραπομπές τους μπορεί να δει κανείς στις «Σημειώσεις» του βιβλίου, σελ. 307-308 - δεύτερη σε συχνό τητα η αναφορά σε χωρία του πλατωνικού «Συμποσίου», επίσης μια χαρακτηριστική καταφυγή στον κατ’ εξοχήν «μυστικό» φιλό σοφο της αρχαιοελληνικής σκέψης). Η αναφορά στην «Οδύσσεια» είναι ο σταθερός προσανατολισμός του μυθιστορήματος και η όλη του διάρθρωση δεν είναι παρά μια «κάθοδος εις Άιδου», όπου ο «διζησάμενος εαυτόν», μέσα στις περιπέτειες του υπαρξιακού του νόστου, ζητά από τους νεκρούς να του φανερώσουν εκείνα που οι ζωντανοί αδυνατούν να τον πληροφορήσουν. Έτσι, τα πρόσωπα του έργου εμπλέκονται σ’ αυτή την αναγνώριση και, μέσ’ από τη συντελεσμένη τους ζωή, συνειδητοποιούν την εξατομικευμένη τους ύπαρξη, αφού στο ασυντέλεστο σχήμα της επίγειας ζωής τους δεν μπόρεσαν να διαχωρίσουν τη σωματική τους υπόσταση από τη με ταφυσική ρίζα της επίγνωσής τους. Τα ονόματά τους, και μ’ όλο το συμβολικό τους βάρος, που τα ταυτίζει με το συλλογικό κίνημα μιας παρόρμησης, τα διαχωρίζουν, ύστερ’ από την υπέρβαση του σαρκικού τους νείκους, στην περιοχή της μυστικής τους φιλότητας, σε ολοκληρωμένες και αυτόνομες υπάρξεις (όπου, μάλιστα, αυτή η ολοκλήρωση και εξατομικευμένη υποστασιακή περιοχή ο ρίζεται από την αρχή σχεδόν τού βιβλίου, σελ. 98: «Δεν είμαι ο Οδυσσέας, δεν είμαι ο Αλέξανδρος. Είμαι ο Κώστας Ε. Τσιρόπουλάς»). Και σ’ αυτό το μήνυμα περικλείνεται, νομίζω, το βαθύτερο νόημα του έργου: από τη στιγμή που έχει κανείς συνείδηση της επώνυμής του οντότητας, είναι έτοιμος ν’ αντιμετωπίσει το άγνω στο, όπως στη χώρα της δημοτικής μας παράδοσης, όπου οι άν θρωποι δεν πεθαίνουν, αλλά από τη στιγμή που μια φωνή απ’ το βουνό φωνάξει με τ’ όνομά του όποιον θέλει, για να πάει, αυτός πια δεν ξαναγυρίζει από κει που ανέβηκε. Ο Κώστας Ε. Τσιρόπουλος είναι συνάμα και ο καλούμενος και η φωνή. Το μυθιστόρημά του, μέσ’ από τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη της οδυσσειακής του αναγνωρίσεως, εισάγει στο μυστήριο της επί γνωσής μας με την απαρακάλεστη θεότητα της δικής μας μοίρας, στο άδυτο της συμφιλίωσής μας με την άνω ζωή της δικαιοσύνης της. Και, γι’ άλλη μια φορά, η προσφορά του είναι σημαντική. ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ
Π ληροφ ορούμε, το αναγνωστικό μας κοινό ότι τα τηλέφωνα του π εριοδικο ύ άλλαξαν.
Τα νέα μας τηλέφωνα είναι: Σύνταξης: 3301239 (αντί του 3640487) Λογιστηρίου: 3301241 (αντί του 3640488) Διαφημίσεω ν: 3301313 (αντί του 3642789) Συνδρομών: 3301315 (αντί του 3642765)
TO
ΚΙ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ & ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ John Fiske Εισαγωγή στην Επικοινωνία Andrew Crisell Η Γλώσσα τον Ραδιοφώνον ΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΙ John Hartley & John Fiske Η Γλώσσα της Τηλεόρασης Rob Perree Εισαγωγή στη Βιντεοτέχνη Judith Williamson , - και Νόημα Νήηιια στη Ιδεολογία ο ι Διαφήμιση John Lyons Εισαγωγή στη Γλωσσολογία _
εκδόσεις εξειδικευμένες στην επικοινωνία και την κουλτούρα
αψτειτε συνδρομητές^
Συνδρομές εσωτερικού και Κύπρου Ετήσια 12.000 - Σπουδαστική 11.000 δρχ. Εξάμηνη 6.500 - Σ πουδαστική 5.500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων 14.000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ετήσια 90 δολ. (ΗΠΑ) Σπουδαστική Ετήσια 85 δολ. Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών 105 δολ. Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 1000 δ ρ χ., τα δεκαπενθήμερα 600 δρχ. και τα διπλά 1000 δρχ. Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Ι'ρυπονησιώτου Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
δελτιο/71
δελ I ο
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Δελτίο ουντάσσετω με την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του οποιου ευχαριστούμε θερμά. Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ των βι βλίων γίνεται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνική βιβλιογραφία.
^
Λ Λ
12 «12 \ * Π ν
1Γΐ ν
Τ
λ
ί\ 1 (1 V
29 Ιανουάριου 11 Φεβρουάριου 1992
γρα φικό
283
Επιμέλεια: Έφη Απάκη
ΣΕ ΚΑΘΕ κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλ φαβητικά οι Έλληνες συγγραφείς και ακολου θούν οι ξένοι.
Η ΚΑΤΑΤΑΞΗ των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα με το ελληνικό αλφάβητο. ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδιαία έντυπα. ΓΙΑ ΤΗΝ ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.
ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ__________________________
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
Βιβλιογραφία
Γενικά
ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ Δ. - ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Π. Επαγγελματικός προσανατολισμός. Α θήνα, Σύγχρονη Εκπαίδευση, 1991. Σελ. 63. Δρχ. 935.
ΠΛΑΓΓΕΣΗΣ Γ. Ύλη και πνεύμα στη φιλοσοφική σκέμη του J. Priestley. Θεσσαλονίκη, Πουρνάρας, 1991. Σελ. 131. Δρχ. 1040. ΛΟΥ Λ.Τ. Οι διδασκαλίες του Ριντζάι Ζεν. Μετ. Α. Νάνου-Τσάκαλη. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1991. Σελ. 111. Δρχ. 830. ΣΜΙΘ Α. Έρευνα για τη φύση και τα αίτια του πλού του των εθνών. Μετ. Δ. Καλιτσουνάκης. Αθήνα, Ελ ληνική Ευρωεκδοτική, 1991. Σελ. 231. Δρχ. 1765.
Λευκώματα Είκοσι χρόνια Θέατρο Στοά 1971-1991. Κριτικά σημειώματα-Συλλογή υλικού Θ. Παπαγεωργίου. Α θήνα, 1991. Σελ. 241. Δρχ. 2800. Μέσα από το φακό. Αθήνα, Σύλλογος Υπαλλήλων Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, 1991. Σελ. 48. Σιμωνόπετρα. Άγιον Όρος. Αθήνα, ΕΤΒΑ, 1991. Σελ. 395. Δρχ. 14560. BERARD VICTOR. Ακολουθώντας το πλοίο του Οδυσσέα. Μετ. Α. Σιδέρη. Αθήνα, Άγρα, 1991. Σελ. 315. Δρχ. 1360.
72/δελτιο Αποκρυφισμός
Οικονομία
ΛΟΥΚΑΣ I. Ιστορία της Ελληνικής Μασονίας και ελ ληνική ιστορία. Αθήνα, Παπαζήσης, 1991. Σελ. 500 + εικ. Δρχ. 3120. ΓΟΥΝΤ Ε. Επτά σχολές γιόγκα. Μετ. Α. ΝάνουΤσάκαλη. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1991. Σελ. 127. Δρχ. 935.
ΔΕΜΑΘΑΣ Ζ. - ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ Θ. - ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ Θ. Νομισματικές κρίσεις και η κρατική διαχείρισή τους στην Ελλάδα. 1880-1930. Αθήνα, θεμέλιο, 1991. Σελ. 118. Δρχ. 1040.
ΚΡΕΣΣΑΚ - ΜΠΑΣΕΛΕΡΙ Ζ.Π.Τ. Ντε. Για το ερυ θρό ρόδο και τον χρυσό ταύρο. Αθήνα, Aldebaran, 1991. Σελ. 165. Δρχ. 1455.
ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ Α. Είμαστε στον αέρα. Θεσσαλονί κη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 393. Δρχ. 2600. ΚΡΙΣΕΛ Α. Η γλώσσα του ραδιοφώνου. Μετ. I. Μπαμπασάκης. Αθήνα, Επικοινωνία και Κουλτού ρα, 1991. Σελ. 183. Δρχ. 1870.
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Κοινωνική μυχολογία ΝΤΥΕΡ Γ. Τα όρια του Ουρανού. Μετ. Γ Δίπλας. Α θήνα, Γλάρος. Σελ. 460. Δρχ. 3000. Εφαρμοσμένη μυχολογία GILLIERON Ε. Βραχείες μυχοθεραπείες και μυχανάλυση. Μετ. Δ. Γεωργιάδης —Φ. Μπόμπος. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 144. Δρχ. 1300. ΘΡΗΣΚΕΙΑ
Επικοινωνίες
Λαογραφία ΜΟΥΡΡΑΗΣ-ΒΕΛΛΟΥΔΙΟΣ Θ. Ευγονία και άλλα τινά. Αθήνα, Άγρα, 1991. Σελ. 184. Φωτ. Δρχ. 2080. ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Εκπαίδευση Οδηγός Σπουδών. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Επιμ. Β. Mohr. Αθήνα, Ελευθερουδάκης, 1990. Σελ. 550. Δρχ. 3500. ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Γενικά ΜΠΟΤΣΗΣ Π. Γέροντας Ιερώνυμος ο ησυχαστής της Αίγινας. Αθήνα, 1991. Σελ. 343. Δρχ. 1455. θρησκειολογία ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ Δ.Ι. Η σωτηριολογία του Λουθήρου. Θεσσαλονίκη, Πουρνάρας, 1991. Σελ. 260. Δρχ. 2080.
Ανθρωπολογία YOUNG J.Z. Ο εγκέφαλος και οι φιλόσοφοι. Μετ. Μ. Αντωνοπούλου. Αθήνα, Κάτοπτρο, 1991. Σελ. 378. Δρχ. 3120. ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
ΚΟΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Ιατρική
Κοινωνιολογία
ANDERSON Κ. Συμπτώματα μετά το 40. Μετ. Γ. Θωμόπουλος. Αθήνα, Αξιωτέλλης. Σελ. 472. Δρχ. 2390.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ X. Απασχόληση και γονιμότητα των γυναικών στην περιοχή της πρωτεύουσας. Αθήνα, Ε θνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, 1990. Σελ. 287. Πολιτική ΠΑΣΧΟΣ Γ. Κράτος δικαίου και πολιτική. Αθήνα, Ο Πολίτης, 1991. Σελ. 293. Δρχ. 2600. ΚΛΙΦ TONY. Κρατικός καπιταλισμός στη Ρωσία. Μετ. Α. Μιαούλης κ.ά. Β' έκδοση. Αθήνα, Εργατική Δημοκρατία, 1991. Σελ. 290. Δρχ. 1560.
δελτιο/73 ΤΕΧΝΕΣ Γενικά MITSOPOULOU Τ. Hellas China one culture. Athens, 1991. Pag. 413. Drs. 10400. TEPIANT E. Κείμενα για την τέχνη. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 152. Δρχ. 2080. ΧΟΝΟΡ X. - ΦΛΕΜΙΝΓΚ Τ. Ιστορία της τέχνης. Τόμος Β'. Μετ. Α Παππάς. Αθήνα, Υποδομή, 1991. Σελ. 182. Δρχ. 4160. Αρχιτεκτονική ΖΗΒΑΣ Δ.Α. Τα μνημεία και η πόλη. Αθήνα, 1991. Σελ. 116. Δρχ. 3120. Ζωγραφική ΒΡΑΝΟΣ Ι.-Χ. Van Gogh και ο μεγάλος Γέροντας Βαρσανούριος. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1991. Σελ. 95. Δρχ. 5200. ΣΚΑΛΤΣΑ Μ. Γουναρόπουλος. Αθήνα, Πνευματικό Κέντρο Δήμου Αθηναίων, 1990. Σελ. 245. Δρχ. 9350.
ΚΟΚΚΙΝΗΣ Σ. Τα αποκηρυγμένα ποιήματα του Σκαρίμπα. Αθήνα, Φιλιππότης, 1991. Σελ. 104. Δρχ. 935. ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ Θ.Ε. Ανοιγμένη φλέβα. Θεσσα λονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 59. ΜΠΕΝΑΡΔΟΣ Ζ. Ερωτογραφίες. Αθήνα, Καλέντης, 1991. Σελ. 30. ΠΑΛΛΑΣ Θ.Π. Τρία και ένα ποιήματα. Θεσσαλονί κη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 36. ΠΛΗΣΗΣ Κ. Όνομα δ' αυτής Μακαρία. Ποιήματα. Αθήνα, Οι Εκδόσεις των Φίλων, 1991. Σελ. 150. Δρχ. 1560. ΣΤΕΡΙΟΠΟΥΔΟΣ Κ. Ο ήλιος του μεσονυχτιού. Αθή να, Νεφέλη, 1991. Σελ. 68. Δρχ. 620. ΦΩΚΑΣ Ν. Παρτοΰξα ή ένα κλείσιμο ματιού. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 119. Δρχ. 1000. ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ. Σύννεφο με παντελόνια. Μετ. X. Βάθης - Γ. Κεντρωτής. Αθήνα, Ίσκρα. Σελ. 59. Δρχ. 1000. ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ Σ. Τα άνθη του κακού. Μετ. Γ. Σημηριώτης. Αθήνα, Γράμματα, 1991. Σελ. 159. Δρχ. 1040.
Μουσική
Πεζογραφία
Γενικός Κατάλογος Ελληνικής Δισκογραφίας 1990. Αθήνα, Νάκας, 1991. Σελ. 159. Δρχ. 3120. AULIN S. - VEJLESKOV Ρ. Χασικλίδικα ρεμπέτι κα. Ανθολογία-ανάλυση-σχόλια. Copenhagen, Museum Tusculanum Press, 1991. Σελ. 153.
Παρά δήμον ονείρων. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 110. Δρχ. 5200.
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Ποίηση ΖΑΡΚΑΔΗΣ Γ. Αχερουσία μνήμη. Αθήνα, Πλανό διον, 1991. Σελ. 63. ΖΙΩΓΑΝΑΣ Β.Χ. Ξεχασμένες μυχές. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 52. ΘΕΟΦΙΛΗ Κ. Γράμματα στον νεκροθάφτη. Αθήνα, Αλεξίσφαιρο, 1991. Σελ. 47. ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ Γ. Πανοράματα. Αθήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 111.
ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ Κ. Δώδεκα. Μυθιστορία. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 245. Δρχ. 2080. ΒΛΑΧΟΓΙΑΝΝΗΣ Γ. Ιστορίες του Γιάννου Επαχτίτη και άλλα διηγήματα. Αθήνα, Νεφέλη, 1991. Σελ. 169. Δρχ. 1040. ΔΡΟΣΟΥ Μ. Το ιερόν δικαίωμα. Διηγήματα. Αθήνα, Πρόσπερος, 1991. Σελ. 84. Δρχ. 830 ΔΡΟΥΖΑ Ε. Πηνελόπη η ατίθαση μηχανή. Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 40. Δρχ. 620. ΘΕΟΤΟΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ. Απελλής. Αθήνα, Αγρα, 1991. Σελ. 82. Δρχ. 935. ΚΑΙΡΟΦΥΛΑΣ Γ. Η αθηναϊκή σάτιρα. Αθήνα, Φιλιππότης, 1991. Σελ. 212. Δρχ. 1660. ΚΑΜΟΝΑΧΟΥ Μ. Το άρωμα του Ίππαρχου. Αθήνα Έμιλον, 1992. Σελ. 40. Δρχ. 725. ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΣ Ν. Ένα ήσυχο σπίτι. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 452. Δρχ. 3000. ΚΑΡΑΛΗ Μ. Τα κορίτσια στη Σαβάνα. Μυθιστόρη μα. Αθήνα, Νεφέλη, 1991. Σελ. 119. Δρχ. 1040. ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ I. Έσθερ. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 262. Δρχ. 2080.
74/δελτιο ΝΤΕΓΙΑΝΝΗΣ Γ. Παράλληλες εποχές. Α8ήνα, Φιλιππότης, 1991. Σελ. 109. Δρχ. 935. ΠΑΠΑΠΟΣΤΟΛΟΥ Τ. Διαθήκη ενός γύφτου. Αθή να, Σμυρνιωτάκης. Σελ. 223. Δρχ. 1245. ΦΙΛΗΣ Γ.Α. Πέραν των Συμπληγάδων. Αθήνα, Εξά ντας, 1991. Σελ. 188. Δρχ. 1350. ΧΑΝΤΖΟΠΟΥΛΟΣ Δ. Αχ, και να ’ξερες τι μου θύμι σες. Αθήνα, Άγρα, 1991. Σελ. 100. Δρχ. 1870. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Μ. Αι αγαπώσαι. Αθήνα, Άγρα, 1991. Σελ. 80. Δρχ. 1870. ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ I. Ο θάνατός σου θάνατός μου. Αθή να, Εστία, 1991. Σελ. 132. Δρχ. 1000. ΨΑΛΤΗ AIM. Οι ιστορίες δέκα παιδιών. Αθήνα, Δα νίας. Σελ. 92. ΑΝΤΡΙΟΥΣ ΛΥΝ. Η γυναίκα των άστρων. Μετ. Δημ. Κουτσούκης. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 272. Δρχ. 2080. VAN LUSTBADER Ε. Λευκός Νίντξα. Μετ. Κ. Μπαρμπής. Αθήνα, Bell, 1991. Σελ. 664. Δρχ. 850. GREEN S. Οι περιπέτειες του Ρομπέν των Δασών. Μετ. Γ. Κουσουνέλος. Αθήνα, Το κλειδί; 1991. Σελ. 269. Δρχ. 1765. ΕΛΛΙΣΟΝ X. Δεν έχω στόμα, και πρέπει να ουρλιάξω. Διηγήματα. Εισ.-μετ. Γ. Ανδρέου. Αθήνα, Από πειρα, 1991. Σελ. 83. Δρχ. 830. CALVINO ITALO. Ο δρόμος του Σαν Τξοβάνι. Μετ. Α. Ξύδη. Αθήνα, Κριτική, 1991. Σελ. 141. Δρχ. 1350. ΚΑΜΠΑΚΟΦ Α. Χωρίς επιστροφή. Μετ. Σ. Κουρε μένος. Αθήνα, Κριτική, 1991. Σελ. 106. Δρχ 725. ΚΑΡΣΟΝ Τ. Κακές παρέες. Μετ. Κ. Ρεμούνδου. Αθή να, Απόπειρα, 1991. Σελ. 383. Δρχ. 2600. COWIE VERA. Απατηλές υποσχέσεις. Μετ. Βασ. Καλλιπολίτης. Αθήνα, Bell, 1991. Σελ. 534. Δρχ. 850. ΛΕ ΓΚΕΝ ΟΥΡΣΟΥΛΑ. Ο Μάγος του Αρχιπελά γους. Μετ. Λ. Ιωαννίδου. Αθήνα, ΟΜΜΑ, 1991. Σελ. 177. Δρχ. 1455. ΛΙΟΣΑ Μ.Β. Μητριάς εγκώμιο. Μετ. Κ. Μπαράχας. Αθήνα, Ωκεανίδα, 1991. Σελ. 190. Δρχ. 1870. ΜΕΡΙΜΕ Π. Νουβέλες. Μετ.-εισ. Ν. Πέππα. Αθήνα, Δελφίνι, 1991. Σελ. 325. Δρχ. 2600. ΜΠΑΝΣ Τ. Ιστορία του κόσμου σε 10V2 κεφάλαια. Μετ. Δ. Κούρτοβικ. Αθήνα, Ψυχογιός, 1992. Σελ. 383. Δρχ. 2600. ΜΠΛΑΙΚΗ Ο. Γερά σώματα δια τα αγόρια και τα κο ρίτσια μας. Μετ. Α. Παπαδιαμάντης. Αθήνα, Εται ρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρ χείου, 1991. Σελ. 256. Δρχ. 1560.
,ΜΠΛΙΞΕΝ Κ. Τελευταίες Ιστορίες. Μετ. Ε. Κιζηλού, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1991. Σελ. 413. Δρχ. 3120. ΜΠΡΕΧΤ Μ. Ιστορίες του κ. Κόυνερ. Μετ. I Παπάζο γλου. Αθήνα, Γράμματα, 1991. Σελ. 111. Δρχ. 620. ΝΕΡΒΑΛ Ζ. ΝΤΕ. Τα κορίτσια της φωτιάς. Μετ. Β. Μέντζου. Αθήνα, Ολκός, 1991. Σελ. 235. Δρχ. 1560. ΝΤΗΦΟΟΥ Ν. Ροβινσών Κρούσος. Μετ. Π. Διαμαντοπούλου. Αθήνα, Ύμιλον / Βιβλία, 1991. Σελ. 319. Δρχ. 1560. ΠΑΒΙΤΣ Μ. Το λεξικό των Χαζάρων. Μετ. Λ. Χατζηπροδρομίδης. Αθήνα, Ηρόδοτος, 1991. Σελ. 389. Δρχ. 2900. ΣΕΚΛΕΫ Ρ Προσκύνημα στη γη. Μετ. Γ. Ανδρέου. Αθήνα, Απόπειρα, 1991. Σελ. 93. Δρχ. 830. ΣΤΑΝΕΦ Ε. Ο θρύλος του πρίγκηπα Σίμπιν. Μυθι στόρημα. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής, 1991. Σελ. 157. Δρχ. 1660. ΤΑΙΛΕΡ Α. Δεσμώτες του παρελθόντος. Μετ. Γ. Αλε ξίου. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1991. Σελ. 377. Δρχ. 1350. TAN ΕΙΜΙ. Η λέσχη της χαράς και της τύχης. Μετ. Ε. Καλλκρατίδη. Αθήνα, Ψυχογιός, 1991. Σελ. 326. Δρχ. 2285. Αλληλογραφία Γράμματα του Β. Α. Μότσαρτ. Μετ. Α. Πανούσης. Α θήνα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 1991. Σελ. 141. Δρχ. 1560. ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΣ-ΓΚΙΚΑΣ Ν. Γράμματα στην Τίγκη. (1945-1955). Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 264. Δρχ. 3120. Μελέτες ΚΑΡΒΕΛΗΣ Γ. Δεύτερη ανάγνωση. Κριτικά κείμενα 1984-1991. Τόμος Β'. Αθήνα, Σοκόλης, 1991. Σελ. 250. Δρχ. 2080. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ Δ. Ημεδαπή εξορία. Κείμενα για την Ελληνική λογοτεχνία 1986-1991. Αθήνα, Opera, 1991. Σελ. 356. Δρχ. 2390. ΜΗΛΙΩΝΗΣ X. Με το νήμα της Αριάδνης. Αθήνα, Σοκόλης, 1991. Σελ. 220. Δρχ. 1765.
δελτιο/75 ΡΟΖΑΝΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ. Τέλλος Άγρας. Αθήνα, Ε στία, 1991. Σελ. 97. Δρχ. 950. ΣΑΧΙΝΗΣ Α. Το νεοελληνικό μυθιστόρημα. ΣΤ' έκ δοση. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 310. Δρχ. 2000. LINES Μ. Το μυστικό του Σαίξπηρ. Μετ. Π. Σουλτάνης. Αθήνα, Πεμπτουσία, 1991. Σελ. 172. Δρχ. 1700.
ΙΣΤΟΡΙΑ Αρχαιολογία ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΗΣ ΒΑΣΟΣ. Οι πρώτοι έλληνες στην Κύπρο. Αθήνα, Παπαδήμας, 1991. Σελ. 47 + πίν. Δρχ. 2600.
Δοκίμια
Μαρτυρίες
ΑΝΩΝΥΜΟΥ Ιστορία της ζώνης αγνότητας. Μετ. Α λόη Σιδέρη. Αθήνα, Άγρα, 1991. Σελ. 83. Δρχ. 830. ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ X. Ελλαδικά προτελευταία. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 130. Δρχ. 1245. ΚΟΡΦΗΣ ΤΑΣΟΣ. Ματιές στη λογοτεχνία του Μεσο πολέμου. Δοκίμια. Αθήνα, Πρόσπερος, 1991. Σελ. 268. Δρχ. 2285.
ΑΝΤΑΙΟΣ Π.Ν. Ζαχαριάδης. Θύτης και θύμα. Αθή να, Φυτράκης, 1991. Σελ. 539. Δρχ. 3120. ΣΕΦΕΡΗΣ Γ. - ΦΙΛΙΠ Α. Συνομιλία. Μετ.-πρόλ. Ν. Μπακουνάκης. Αθήνα. Καστανιώτης, 1991. Σελ. 81. Δρχ. 1560.
ΜΙΧΑΗΛ ΣΑΒΒΑΣ. Σολωμός και Χέγκελ. Αθήνα, Λέων, 1991. Σελ. 85. Δρχ. 725. ΣΑΡΔΕΛΗΣ Κ. Η προδομένη παράδοση. Τόμος A' + Β'. Αθήνα, Τήνος, 1991. Σελ. 220 + 219. Δρχ. 2080 (οι δυο τόμοι), ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ Κ.Γ. Αιγαίο Δωδεκάνησα. Πρόταση ζωής για τα νησιά του Αρχιπελάγους. Αθήνα, Αιχμή, 1991. Σελ. 79. Δρχ. 620.
ΠΡΑΤΣΙΚΑ ΚΟΥΛΑ. Έργα και ημέρες. Αθήνα, Ευ θύνη, 1991. Σελ. 188. Δρχ. 1560.
ΓΙΟΥΡΣΕΝΑΡ Μ. Μισίμα ή το όραμα του κενού. Μετ. I. Χατζηνικολή. Αθήνα, Χατζηνικολή, 1991. Σελ. 114. Δρχ. 1700. ΘΕΑΤΡΟ Έργα__________________________________ WALSER Μ. Ένα ατέρμονο κυριακάτικο απόγευμα. / Strauss Β. Μεγάλο και μικρό. Μετ. Μ. Λαχανάς. Α θήνα, Έμιλον, 1992. Σελ. 51. Δρχ. 830. ΠΟΥΣΚΙΝ Α. Μικρές τραγωδίες. Μετ. Μήτσος Αλεξανδρόπουλος. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1991. Σελ. 110. Δρχ. 1245. Αρχαίο δράμα ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ Τρωάδες. Μετ. Τ. Ρούσσος. Αθήνα, Κά κτος, 1991. Σελ. 141. Δρχ. 935. ΣΟΦΟΚΛΗΣ. Φιλοκτήτης. Μετ. Τ. Ρούσσος. Αθήνα, Κάκτος, 1991. Σελ. 141. Δρχ. 935.
Βιογραφίες
ΣΤΑΝΤΑΛ Μότσαρτ. Μετ. Ζ. Ευαγγέλου. Αθήνα, Γράμματα, 1991. Σελ. 72. Δρχ. 620. Ελληνική ιστορία ΚΕΣΙΣΗ Μ.Ι. Μελένικο Δεμίρ-Ισσάρ και Σέρρας. Τρεις πολιτείες - τρεις αδελφές. Σέρρας, «Γιατί», 1991. Σελ. 141. ΚΟΔΡΙΚΑΣ Π. Εφημερίδες. Επιμ. Α. Αγγέλου. Αθή να, Ερμής, 1991. Σελ. 255. Δρχ. 1560. ΚΡΑΝΤΟΝΕΛΛΗ Α. Ιστορία της πειρατείας στους μέσους χρόνους της Τουρκοκρατίας 1538-1699. Α θήνα, Εστία, 1991. Σελ. 468. Δρχ. 6000. ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ Π.Ι. Η Άλωση της Κωνσταντινου πόλεως 29 Μαΐου 1453. Αθήναι, Καρδαμίτσας, 1991. Σελ. 263. Δρχ. 2080. ΤΟΜΑΝΑΣ Κ. Οι ταβέρνες της παλιάς Θεσσαλονί κης. Αθήνα, Εξάντας, 1991. Σελ. 128. Δρχ. 2080. Παγκόσμια Ιστορία 10 + 5 γράμματα που έσωσαν τον κόσμο. Κούβα 1962: Η κρίση των πυραύλων. Αθήνα, Το Ποντίκι, 1991. Σελ. 148. Δρχ. 1040. ΗΡΑΚΛΕΙΔΗΣ Α. Η αραβοϊσραηλινή αντιπαράθε ση. Αθήνα. Παπαζήσης. Σελ. 319. Δρχ. 2600. ΖΑΡΕΒΑΝΤ. Παντουρανισμός. Μετ. Σ. Κασεσιάν. Α θήνα, Ρήσος, 1991. Σελ. 233. Δρχ. 1975. ΤΑΞΙΔΙΑ Ελλάδα FERMOR P.L. Ρούμελη. Μετ. Λ. Κάσδαγλη. Αθήνα,
76/δελτιο Ωκεανίδα, 1991. Σελ. 374. Δρχ. 2890. Κόσμος ΣΤΑΝΑΕΫ Χ.Μ. Αναζητώντας τον Δρ. Λίβινγκστον στην Αφρική. Τόμοι Α' + Β'. Μετ. -εισ.-σχόλ. Θ. Σακκέτας. Αθήνα, Στοχαστής, 1992. Σελ. 405 + 260. Δρχ. 5095 (οι δυο τόμοι). ΠΑΙΔΙΚΑ Γνώσεις ΚΟΛΟΖΗ ΜΑΡΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Κίνα. Αθήνα, Αίο λος, 1991. Σελ. 61. Δρχ. 2800. SPURGEON R. Οικολογία. Μετ. Μ. Καλονά. Αθήνα, Χελώνα, 1991. Σελ. 48. Δρχ. 1560. Ελεύθερα αναγνώσματα ΜΑΡΡΑ Ε. Η Γιαλούσα. Αθήνα, Κέδρος, 1991. Σελ. 82. Δρχ. 700. ΣΙΝΟΥ Κ. Η μηχανή στο υπόγειο. Αθήνα, Κέδρος, 1991. Σελ. 218. Δρχ. 1200. ΦΩΚΑΣ Ν. Το κάλεσμα της αλεπούς. Ένα παραμύ θι. Αθήνα, Εστία, 1991. Σελ. 94. Δρχ. 900. ΧΑΤΖΑΚΗΣ Σ. Στρούμπας ο μικρός αρκούδος. Αθή να, Κριτική, 1991. Σελ. 20. Δρχ. 830. ΕΝΤΕ Μ. Ο Τζιμ Κνοπφ και το «Αγριο 13». Μετ. Κ. Σίνου. Αθήνα, Κέδρος, 1991. Σελ. 279. Δρχ. 1000. ΦΕΝΤΟΝ Ε. Το πρωινό των Θεών. Μυθιστόρημα. Μετ. Ν. Χαρβάτη. Αθήνα, Κέδρος, 1991. Σελ. 202. Δρχ. 1000. ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΜΥΝΑ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ. Τεύχος 16. Δρχ. 350. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική και πολιτιστική επι θεώρηση. Τεύχος 487. Δρχ. 250. Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ. Μηνιαία εφημερίδα της Πρωτοβου λίας Δημοτών Ναυπλίου. Τεύχος 50. Δρχ. 100. Ο ΑΡΑΜΠΑΣ ΤΟΥ ΑΓΡΙΝΙΟΥ. Μηνιαία σατιρική ε φημερίδα. Φύλλο 6. Δρχ. 200. ΑΡΝΑΙΑ. Περιοδική έκδοση Ιστορικής — Αρχαιο λογικής και Λαογραφικής Ενημέρωσης και καταγρα φής. Φύλλο 13. ΓΥΝΑΙΚΑ. Το κλασικό γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 1080. Δρχ. 600. ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. Έκδοση του Συνδέ σμου Εκδοτών Βόρειας Ελλάδος (Σ.Ε.Β.Ε.). Φύλλο 11 .
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΙ ΕΜΕΙΣ. Περιοδικό της Πανελλήνιας
Ομοσπονδίας Εκδοτών Βιβλιοπωλών. Τεύχος 2 (105). ΔΕΛΤΙΟ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΓΟΝΕΩΝ. Φύλλα 5, 6. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βι βλίου. Τεύχος 280. Δρχ. 600. ΔΙΕΘΝΕΣ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Τεύ χος 21-22. Δρχ. 2550. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ. Τεύχη 78, 79/1990. Τεύχος 80/1991. ΕΠΟΠΤΕΙΑ NEWSLETTER. Τεύχος 17. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ. Μηνιαία λογοτεχνική εφημε ρίδα. Φύλλο 12. Δρχ. 150. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 227. Δρχ. 500. ΙΑΤΡΙΚΗ. Διμηνιαία έκδοση εταιρείας ιατρικών σπουδών. Τόμος 60, συμπλ. 65.. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση εταιρείας ιατρικών σπου δών. Τόμος 61, τεύχος 1. ΚΑΣΤΑΛΙΑ. Δελτίο Ελληνικής Εταιρείας Ιατρών Λο γοτεχνών. Τεύχος 106. ΚΙΝΗΣΗ ΠΟΛΙΤΩΝ. Μηνιαία ενημερωτική έκδοση. Φύλλο 14. Δρχ. 20. ΚΡΗΤΙΚΑ ΕΠΙΚΑΙΡΑ. Παγκρήτια αδέσμευτη εφημε ρίδα. Φύλλο 230. Δρχ. 300. ΤΟ ΜΠΙΤΟΝΙ. Έκδοση των φίλων του από μηχανής θεού. Φύλλο 8. Ο ΜΥΤΙΚΑΣ. Ενημερωτικό δελτίο της κοινότητας Μύτικα Αιτωλ/νίας. Τεύχος 2. Δωρεάν. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1551. Δρχ. 50Q. ΟΙ ΝΙΚΗΤΕΣ. Φύλλο 150. ΝΟΥΜΑΣ. Επιθεώρηση τέχνης γραμμάτων. Τεύχος 6. Δρχ. 200. ΠΑΡΟΥΣΙΑ. Τόμος Ζ'. 1991. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ. Φύλλο λόγου τέχνης και πολι τιστικής καλλιέργειας. Τεύχος 49-50. Δρχ. 400.
δ ελτιο/77 ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΟΣ. Μηνιαίο λογοτεχνικό πε ριοδικό. Τεύχος 363. ΠΟΡΕΙΑ ΒΟΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ. Φύλλο 17. Ο ΡΑΜΠΑΓΑΣ ΚΙ Ο ΣΚΥΛΟΣ. Ποιητική φυλλάδα. Φύλλο 153 (26). Δρχ. 50. ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΒΗΜΑΤΑ. Θεολογικά - φιλοσοφικά - πολιτιστικά - κοινωνικά. Τεύχος 81. Δρχ. 500. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Δίμηνη επιθεώρηση. Τεύχος 62. Δρχ. 700. ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Διμηνιαίο περιοδικό για την παιδεία και την εκπαίδευση. Τεύχος 7. Δρχ. 400. ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ. Διμηνιαία λογοτεχνική εφημερίδα (έκδοση του περιοδικού «Απανεμιά»). Φύλλο 31. ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ. 40ήμερη περιοδική έκδοση εκπαιδευτικού προβληματισμού. Τεύχος 2 (350). Δρχ. 350.
mmmmm m m κ ο μ μ ο υ ν ι σ μ ό ς τίλos; ή η α ρ χ ή τ η ς ισ τ ο ρ ία ς ',
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΤΩΝ. Όργανο των επαναπατρισμένων Ελλήνων της Αφρικής. Φύλλο 184. ΤΕΧΝΕΣ ΚΑΙ ΧΟΡΗΓΟΙ. Τεύχος 10. ΤΡΙΤΟ ΜΑΤΙ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 12. Δρχ 450. ΦΥΣΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Έκδοση της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών. Τεύχος 133. Δρχ. 230. ΧΕΛΙΔΟΝΙ. Διμηνιαίο περιοδικό για παιδιά και νέ ους. Τεύχος 1. Δρχ. 200. ΩΡΕΣ. Τεύχη 74, 75. Δρχ. 350. DIALOGUE. Τεύχος 95, 1992.
κυκλοφόρησε το βιβλίο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΡΟΥΣΗ
■ ΓΙΩΡΓΟΥΡΟΥΖπ
m
mm mm m
κομμουνισμός τέλος; ή η αρχή της ιστορίας; Ποια θα είναι η τελική έκβαση στο μεγάλο δίλημμα της εποχής μας; Βαρβαρότητα ή απελευθέρωση; Ο κομμουνισμός τελείωσε; Ή συνεχίζει να είναι ο δρόμος που οδηγεί στην αρχή της ανθρώπινης ιστορίας;
78/δελτιο
Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι ε πώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιο δικό και επαρχιακό τύπο, ό σες ήταν δυνατόν να εξα σφαλίσουμε ή μας απέστειλαν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνο μα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου, καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής αν πρό κειται για εφημερίδά, ή ο αριθμός έκδοσης αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.
δελ I ο
Τ
2 Φ ε β ρ ο υ ά ρ ιο υ 199 2 15 Φ ε β ρ ο υ ά ρ ιο υ 1992
κριτικό γρα φια 283 Ε π ιμ έλ εια : Μ αρία Τ ρ ο υπ ά κη
Βιβλιογραφίες
Πολιτική
Λάππα Ε., κ.ά: Κατάλογος Ελληνικών χειρογράφων του Μουσείου Μπενάκη (10ος-16θς αιώνας (Α. Μαρκόπουλος, Βήμα, 9/2). Πολίτης Λ.: Κατάλογος χειρογράφων της Εθνικής Βι βλιοθήκης της Ελλάδος. Αρ. 1857-2500 (Α. Μαρκό πουλος, Βήμα, 9/2)
Κοζάκος Π.: Η Ελλάδα ανάμεσα σε προσαρμογή και περιθωριοποίηση (Α.Δ. Παπαγιαννίδης, Οικονομι κός Ταχυδρόμος, 6/2) Τερζάκης Φ.: Φιλελευθερισμός και τρομοκρατία (Γ.Ι. Μπαμπασάκης, Επτάμισι, 7/2) Ντελόρ Ζ.: Η Ευρωπαϊκή πρόκληση (Γ. Κορίδης, Κέρδος, 12/2)
Φιλοσοφία Επίκουρος. Ηθική (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 14/2) Χέγκελ Γ.: Η επιστήμη της λογικής (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά Θέματα, 7/2) Οικονομία Αναστασοπούλου I.: (Επιμ.) Οι ελληνικές επενδύσεις στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τις Ανατολικές χώρες (Α.Χ. Π, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 6/2)
Κοινωνιολογία Φαρζιέ Μ.Ο.: Βιασμός (Γ. Κορίδης, Κέρδος, 12/2)
δ ελ τ ιο/79 Δίκαιο Biscardi Α.: Αρχαίο ελληνικό Δίκαιο (Δ. Κυρτάτας, Καθημερινή, 4/2)
Εκπαίδευση Η γλώσσα μου. ΣΤ' Δημοτικού (Ε. Αραυίτσης, Ελευ θεροτυπία, 12/2) Τέχνες Αργυριάδη Μ.: Η κούκλα στην Ελληνική ζωή και τέ χνη από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα (Κ. Ντελόπουλος, Καθημερινή, 4/2) Delvoye C.: Βυζαντινή τέχνη (Α. Γριμάνη, ΕΝΑ, 5/2)
Βογιατζόγλου Σ.: Και ο Φαίδων ήμουν εγώ (Μ. Κο ντολέων, Αυγή, 9/2) Ίσαρης Α.: Ανάμεσά τους η μουσική (Ν. Ντόκας, Ε λευθεροτυπία, 2/2)
Καλοκύρης Δ.: Ποικίλη Ιστορία (Ε. Αρανίτσης, Ελευ θεροτυπία, 12/2) Καραπάνου Μ.: Rien ne va plus (B. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 5/2), (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 7/2) Κώτσιας Τ.: Περιστατικό τα μεσάνυχτα (X. Παπαγεωργίου, Αυγή, 2/2) Λιάτσος Δ.: Η πολιτεία της Αντίστασης (Α.Κ., Ριζο σπάστης, 6/2) Νικολάίδης Ν.: Ο Σκέλεδρας και άλλα διηγήματα (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 7/2) Φωκάς Ν.: Το κάλεσμα της αλεπούς (Ε. Κοτζιά, Κα•
θημερινή, 9/2)
Βίων. Επιτάφιος Αδώνιδος (Γ. Κουβαράς, Διαβάζω, 280) Ιπποκράτης. Παραγγελίαι. Αφορισμοί (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 4/2)
Χουλιαράς Ν.: Η μέσα βροχή (Β. Χατζηβασιλείου, Ε λευθεροτυπία, 12/2) Μούζιλ Ρ.: Το Μαγεμένο σπίτι. Η Γκρίτζα (Ε. Χουζούρη, ΕΝΑ, 29/1) Ναντόλνυ Σ.: Η ανακάλυμη της βραδύτητας (Α. Κώττη, Ριζοσπάστης, 6/2) Περέκ Ζ.: Το υποσύνηδες (Ε. Αρανίτσης, Ελευθερο τυπία, 5/2) Τόμπσον Τ.: Όταν πέσει το σκοτάδι (Α. Κώττη, Ριζο σπάστης, 13/2)
Ποίηση
Μελέτες
Αξελός Λ.: Περιπέτεια ή επιστροφή αρ. 2. (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 2/2) Βλαβιανός X.: Η νοσταλγία των Ουρανών (Γ.Ι. Μπαμπασάκης, Επτάμισι, 14/2) Κατάλυμα νέων ποιητών Θεσσαλονίκης (X. Ηλιόπουλος, Διαβάζω, 280) Καφή Κ.: Μουσικά φτερουγίσματα (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά Θέματα, 7/2) Λαζανάς Β.Ι.-Μυγδάλης Λ.: Το έπος του Μεσολογ γίου (Δ. Γεωργοβασίλης, Πολιτικά Θέματα, 14/2)
Παζ Ο.: Η άλλη φωνή (Α. Κώττη, Ριζοσπάστης, 9/2)
Κλασική Φιλολογία
Δοκίμια Μαρκόπουλος X.: Η κυριαρχία των πρώτων (Α.Χ. Παπανδρόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 13/2) Σούμπερτ Β.: Θρησκεία και έρως (Κ. Τσαούσης, Έ θνος, 2/2)
Παιδικά Πεζογραφία Αθανασιάδης Κ.: Δώδεκα (Μ. Θεοδοσοπούλου, Ε ποχή, 9/2)
Βακαλόπουλος X.: Η γραμμή του ορίζοντος (Ε. Χουζούρη, ΕΝΑ, 12/2)
Ελύτης Ο.: Η ποδηλάτισσα (Ε. Σαραντίτη, Ελευθερο τυπία, 5/2) Μπερένζι Α.: Ο πρίγκηπας βάτραχος (Ε. Σαραντίτη, Ελευθεροτυπία, 5/2)
Θεατρικά Έργα Αλεξίου Σ.-Αποσκίτη Μ.: (Επιμ.) Ζήνων (Σ. Κακλαμάνης, Καθημερινή, 11/2) Ιστορία Αποστολόπουλος Δ.: Η Γαλλική Επανάσταση στην
80/δελτίο Τουρκοκρατούμενη Ελληνική Κοινωνία Α.Δ. Παπαγιαννίδης (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 13/2) Βασιλάτος Ν.: Κάστρα της Ελληνικής γης (Κ. Ντελόπουλος, Καθημερινή, 11/2) Έβερτ Λ., κ.ά.: Καππαδοκία (Κ. Ντελόπουλος, Καθη μερινή, 11/2) Καλαφάτης Θ.: Αγροτική πίστη και οικονομικός με τασχηματισμός στη Β. Πελοπόννησο, Αιγιάλεια τέλη 19ου αιώνα. (Θ.Δ., Οικονομικός Ταχυδρόμος, 13/2) Νούτσος Π.: Η σοσιαλιστική σκέμη στην Ελλάδα. Τομ. Α, Β. (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυ δρόμος, 6/2) Παπαρρηγόπουλος Κ.: Ιστορία του Ελληνικού Έ θνους. Τομ. ·A, Β. (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 9/2) Πολέμης Δ.: Τα ιστιοφόρα της Άνδρου (Κ. Ντελό πουλος, Καθημερινή, 4/2) Starr C.G.: Η γέννηση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 9/2)
Βιογραφίες Κυπριανίδης Τ.: (Επιμ.) Βραβεία Νόμπελ Φυσικής (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 7/2) Μυθολογία Γκριμάλ Π.: Λεξικό της Ελληνικής και ρωμαϊκής μυ θολογίας (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 7/2) Περιοδικές Εκδόσεις Νέα Πορεία (Β. Χαρισοπούλου, Νέα, 7/2)
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ και για ΝΕΟΥΣ ΛΙΤΣΑ ΨΑΡΑΥΤΗ
ΗΡΩ ΠΑΠΑΜΟΣΧΟΥ
Οι τελευταίοι ήρωες
Το πέρασμα της γάτας
Οδός Γραβιάς
Στο γυμνάσιο ΠΙΤΣΑ ΣΩΤΗΡΑΚΟΥ
Το φουστάνι της Κλεοπάτρας ΖΗΤΗΣΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΣΕ Ο Λ Α ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: Σ. ΠΑΤΑΚΗΣ Α.Ε. ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 16, 106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 3638362, FAX 3628950
4 Εκδόσεις Κέδρος Γ. Γενναδίου 3. Τηλ. 36.02.007 - 36.09.712
ΣΕΙΡΑ ΚΑΤΩΦΛΙ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
1. Ένο Ράουντ: Η ιστορία με τους ιπτάμενους δίσκους 2. Όλγα Πιερόφσκαγια: Η Ντιάνα και ο Τομ 3. Ειρήνη Μάρρα: Η τριλογία του δίφραγκου 4. Ελένη Βαλαβάνη: Σαν τον άνεμο 5. Κίρα Σίνου: Στη χώρα των μαμούθ 6. Κίρα Σίνου: Τα διαμάντια της μαϊμούς 7. Βούλα Μάστορη: Ένα γεμάτο μέλια χεράκι 8. Μαντλέν Ζιλάρ: Το κρυφό μονοπάτι 9. Σπύρος Τσίρος: Η αυλή με τα γεράνια 10. Σπύρος Τσίρος: Το Αρμενάκι της ελπίδας 11. Αλκή Ζέη: Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου 16. Αλκή Ζέη: Κοντά στις ράγιες 17. Παντελής Καλιότσος: Τα ξύλινα σπαθιά 18. Αντρέας Κέδρος: Το νησί με τα ζωντανά απολιθώματα 19. Αντρέας Κέδρος: Η παγίδα 20. Νίτσα Τζώρτζογλου: Εδώ Σελήνη 21. Νίτσα Τζώρτζογλου: Εδώ Κρόνος 22. Νίτσα Τζώρτζογλου: Εδώ Ουρανός 24. Κίρα Σίνου: Το αίνιγμα του πύργου 25. Κίρα Σίνου: Το συμβόλαιο του πύργου 26. Μιγκέλ Θερβάντες: Ο δον Κιχώτης 27. Πέτρος Αμπατζόγλου: Η αυτοκρατορία της Βροχίτσας 28. Αλκή Ζέη: Το καπλάνι της βιτρίνας 29. Ευγενία Φακίνου: Μια καλοκαιρινή ιστορία 32. Βάσα Σολωμού-Ξανθάκη: Ιερός Λόχος 33. Κίρα Σίνου: Το μεγάλο πείραμα 34. Κίρα Σίνου: Το τέλος των τεράτων 35. Χάρης Σακελλαρίου: Τρία παιδιά χαμένα στο διάστημα 36. Χάρης Σακελλαρίου: Αντιστασιακά παιδικά διηγήματα 37. Νίτσα Τζώρτζογλου: Οι θησαυροί της Τροίας 38. Νίτσα Τζώρτζογλου: Όταν οργίζεται η γη 39. Μαρούλα Κλιάφα: Ένα δέντρο στην αυλή μας 40. Μαρούλα Κλιάφα: Οι πελαργοί θα ξανάρθουν 41. I. Δ. Ιωαννίδης: Χωρίς κοτσάνι 42. Γιεβγκένι Βέλτιστοβ: Ο Ελεκτρόνικ 43. I. Δ. Ιωαννίδης: Το χρυσαφένιο τόξο 44. Χοσέ Μάριο ντε Βασκονσέλος: Όμορφη πορτοκαλιά μου
Γιάνους Κόρτσακ: Ο βασιλιάς Ματίας Τομίκο Ινούι: Το γαλάζιο κύπελλο Αζίζ Νεσίν: Η νοημοσύνη των ζώων Κολέτ Βιβιέ: Το σπιτικό μας Λίτσα Ψαραύτη: Ανάσες και ψίθυροι του δάσους 50. Λίτσα Ψαραύτη: Ένα καλοκαίρι στη σκιά του
45. 46. 47. 48. 49.
51. Τσέζαρ Πετρέσκου: Φραμ, η πολική αρκούδα 52. Γιούρι Ολέσα: Οι τρεις χοντροί 53. Μήτσος Κασάλας: Μια σοφή μαϊμού κι ένας τρελός χρυσοθήρας 54. Ελένη Βαλαβάνη: Ένας Θεός ξεπετιέται 55. Αννα Σαφιλίου: Το μυστικό του Σίμου 56. Μαρία Γκρίπε: Ο νυχτερινός μπαμπάς 57. Πιερ Γρυπάρης: Ο γίγαντας με τις κόκκινες κάλτσες 58. Πιερ Γρυπάρης: Το παμπόνηρο γουρουνάκι 59. Μ. Ιλύιν: Ο ήλιος στο τραπέζι 60. Μαρσέλα Παζ: Παπελούτσο 61. Μωρίς Ντρυόν: Τιστού ο πρασινοδάχτυλος 62. Ότφριντ Πρόυσλερ: Η μικρή μάγισσα 63. Αντρέ-Πωλ Φουρνιέ: Το κοτσύφι μου κι εγώ 64. Σπύρος Τσίρος: Το χαμόγελο της Κυριακής 65. Σπύρος Τσίρος: Γλάροι στη στεριά 66. Σπύρος Τσίρος: Ο Γρηγόρης της βροχής 67. Σπύρος Τσίρος: Τα χάρτινα καράβια 68. Σπύρος Τσίρος: Ο ήλιος με τα κρόσια 69. Σπύρος Τσίρος: Οι πήλινες μούσες 70. Παντελής Καλιότσος: Η μύγα 71. Ζακ Πρεβέρ: Μύθοι για άτακτα παιδιά 72. Ανδρέας Αγγελάκης: Love story στο Αγκίστρι 73. Κίρα Σίνου: Ο αιχμάλωτος του πύργου 74. Χάρης Σακελλαρίου: Ο θυμός του Ποσειδώνα 75. Μίχαελ Έντε: Ο Τζιμ Κνοπφ και ο μηχανοδηγός Λουκάς 76. Μίχαελ Έντε: Ο Τζιμ Κνοπφ και το «Άγριο 13» 77. Κίρα Σίνου: Η μηχανή στο υπόγειο 78. Πιέρ Γρυπάρης: Τα παραμύθια της οδού Φολί Μερικούρ 79. Έντουαρντ Φέντον: Το πρωινό των θεών 80. Πέπη Δαράκη: Η αλεπού έχασε την ουρά της 81. Άννα Γκέρτσου-Σαρρή: Απ’ το ένα ως το δέκα