Τεύχος 285

Page 1

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΎ ΒΙΒΑΙΟΥΛ,ΑΡ. 2j

Ζ Α Χ Α Ρ ΙΑ Σ ^

ΠΑΠΑΝΤΩ • ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ Π Μ υ ΞΕΜΓΜΑΤΕΥ • ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΗΣ ΓΚΟΡΝΤΙΜΕΡ ΣΤΟΝ ΡΑΣΝΤΙ • Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΝΝΟΣΤΗΣΗΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΚΟΠΙΑ ΣΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ

• ΠΡΟΣΦ


Μ Ο Λ ΙΣ Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο ΡΗ ΣΕ ΟΘΩΝ Μ. ΔΕΦΝΕΡ

ΣΤΙΧΗΡΑ ΙΔΙΟΜΕΛΑ

ΠΙΤΣΙΛΟΣ Εκδοση - Κεντρική Διάθεση «Τάσος Π ιτσιλάς» Σοφοκλέους 4 - Αθήνα Τηλ.: 32.11.237, 32.18.872


κ

σειρά , Λ . , οινωνικης Ανθρωπολογίας ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΕΡΩΣ Βάλτερ Σούμπαρτ Μτφρ.: Μ.Ζ. ΚοπιδάκηςΑικ. Σκλήρη να δοκίμιο ερωτικού και θρησκευτικού στοχασμού μέσα από τα συμπεράσματα της συγκριτικής θρησκειολο­ γίας και της ψυχολογίας του βάθους.

Ε

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΑΝΔΡΟΓΥΝΟΥ Ζαν Αιμττίς

ΖΩΡΖ ΝΤΕΒΕΡΕ

Μτφρ.: Αριστέα Παρίση ο αρχέτυπο σχήμα της ανδρογυνίας, όπω ς φανερώνεται μέ­ σα από τις πιο αρχαϊκές κοσμογονίες και θρησκείες έως τη νεότερη λογοτεχνία.

Τ

ΒΑΥΒΩ, ΤΟ ΜΥΘΙΚΟ ΑΙΔΟΙΟ Ζωρζ Ντεβερέ Μτφρ.: Γιώργος Τόλιας να έργο λογιοσύνης και τολ­ μηρού επιστημονικού προ­ βληματισμού επάνω στη σημα­ σία, τους συμβολισμούς και τη μυθολογία του γυναικείου γεννητικού οργάνου.

Ε

^

ΒΑΥΒΩ ΤΟ ΜΥΘΙΚΟ ΑΙΔΟΙΟ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

f

oA xoc Β ο υ κ ο υ ρ ε σ τ ί ο υ 3 - 105 64 Α θ ή ν α Τ η λ. 3 2 .5 4 .5 3 8 · 3 2 .5 3 .1 7 2


τα βιβλία της «γνώσης» Μικρή σειρά με μεγάλη φροντίδα από τη «γνώση» ΛΑΡΑ Κ Α Ρ Ν ΤΕΛΛΑ

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΟΥΡΑ •

ΛΑΡΑ Κ Α Ρ Ν ΤΕΛΛΑ

ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΦΟΡΕΣΩ ΠΑΝΤΕΛΟΝΙΑ • ΓΚΟΥΕΡΡΙΝΟ ΤΖΟ ΡΤΖΕΤΤΙ

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΖΩΑ •

Μ Α Ν Φ ΡΕΝ Τ Μ ΠΗΛΕΡ

ΗΡΕΜΗ ΣΑΝ ΤΗ ΝΥΧΤΑ •

ΚΑΡΑ ΓΙΟ ΥΝΑΣ ΛΟΥΒΕ Α Λ Μ Κ Β ΙΣΤ

ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ; •

ΤΟ Μ Α Σ ΧΑΡΝΤΥ

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ

m Κάτωam το δέντρο

Γιατί όχι;

Γ

ε κ δ ό σ ε ις «γνώση» Ιπποκράτους 31,106 80 ΑΘΗΝΑ Τηλ.: 3620 941 - 3621 194 Για τους Βιβλιοπώλες: Αποκλειστική διάθεση ΔΑΝΑΟΣ Α.Ε. Μαυρομιχάλη 64, ΑΘΗΝΑ Τηλ.: 3604 161, 3631 975, 3611 054

&


τα βιβλία της «γνώσης» ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Διεύθυνση σειράς - Παναγιώτης Κονδνλης

Το βιβλίο του Μαρσέλ Γκρανέ αποτελεί από δεκαετίες βασικό έργο αναφοράς σε όλη την Ευρώπη και τον πολιτισμένο κόσμο γενικότερα για όσους ασχολούνται με την κινέζικη σκέψη. Η μεταφορά στην ελληνική γλώσσα του βιβλίου αυτού αποτελεί την πρώτη υπεύθυνη προσπάθεια εισαγωγής του Έλληνα αναγνώστη στον χώρο της κινέζικης φιλοσοφίας.

εκδόσεις «γνώση»

Ιπποκράτους 31,106 80 Αθήνα Τηλ.: 3620 941 - 3621 194 Για τους Βιβλιοπώλες: Αποκλειστική διάθεση ΔΑΝΑΟΣ Α.Ε. Μαυρομιχάλη 64,106 80 Αθήνα, Τηλ.: 3604161, 3631 975, 3611 054


Ν

Ε

Α

B

I

B

Α

Ι

Α

1

Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ JO

9

9

2

Π Ο ΙΗ Σ Η

-

\SL

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

Γιώργος Σκαμπαρδώνης

Γιώργος Αριστηνός

Η Στενωπός των Υφασμάτων (Διηγήματα) Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό (Διηγήματα)

Η Κατάβαση (Αφήγημα) 9 Χριστίνα Γιατζόγλου Ο μικρός Κλαάδιος (Αφήγημα) 9 Βασίλης Γκουρογιάννης Το ασημόχοριο ανθίζει (Μυθιστόρημα) 9 Απόστολος Δοξιάδης Οδηγός μαγειρικής (Μυθιστόρημα) 9

Γιώργος Λεονάρδος

Το κόκκινο σαλόνι της γιαγιάς (Μυθιστόρημα) 9

Πρόδρομος Μάρκογλου Σταθερή απώλεια (Αιηγήματα)

9 Δντώνης Σουρούνης

Υπ’ όμιν της Λίτσας $ Κρίστη Στασινοπούλου

Εφτά φορές στην Αμοργό (Διηγήματα) 9 Περικλής Σφυρίδης

Χαράμι (Διηγήματα) 9 Διονύσης Χαριτόπουλος

Από εδώ πέρασε ο Κιλρόι 9

Α.Κ. Χριστοδούλου

Το αγκάθι ή Ο Παντελής Βλαστός (Νουβέλα)

9

ΠΟΙΗΣΗ

Παύλος Μάτεσις

Σωκράτης Κ. Ζερβός

Ύλη δάσους (Διηγήματα) 9 Βασίλης Μπούτος

Γυναίκες στα πάρκα (Διηγήματα) 9 Δημήτρης Νόλλας

Το κρίνο του τρόμου 9

Δντρέας Καραντώνης

Δεκατετράστιχα 9 Δδηνά Παπαδάκη

Ο τύμβος κοντά στη θάλασσα (Μυθιστόρημα)

Λέαινα της βιτρίνας

Μαρλένα Πολιτοπούλου

9 Γ.Δ. Σιδεράς

Ο ήχος της σαύρας (Αφήγημα)

Το χαμαί 9

Δημήτρης Ποταμιάνος Χωρικά ύδατα (Μυθιστόρημα)

, Με φώτα ερήμου

Τάσος Ροάσσος

9 Θανάσης Χατζόπουλος

Η Αγγελόπορτα (Νουβέλα)

Τα εισόδια του φόβου

Γιάννης Τζανετάκης

Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ς τ α ν ιω ί ή ------- ------------ Η σύγχρονη εκδοπκή πηροιιπιη στη ε λ λ η ν ικ ή γ ρ ή ρ π η τ η ------------------


ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ Ν Ε Α ΒΙΒΛΙΑ Τ Η Σ ΣΕ ΙΡΑ Σ

ΣΚ ΕΨ Η , ΧΡΟ Ν Ο Σ ΚΑΙ ΔΗΜ ΙΟΥΡΓΟΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΕΙΡΑΣ: ΘΑΝΑΣΗΣ Θ. ΝΙΑΡΧΟΣ

Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ: ΑΠΟ ΑΝΑΤΟΛΗ ΣΕ ΔΥΣΗ (ΤΑ ΞΙΔΙΩΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ / ιΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ ΑΝΝ ΦΙΛΙΠ: ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΑL. ΤΕΡΙΑΝΤ; ΚΕΙΜΕ ΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ / ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗΧΥΡΙΑΚΟΣ ΓΚΙΚΑΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΤΙΓΚΗ (1945-1955) Μ. ΠΛΩΡΙΤΗΣ: ΕΡΩΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟ

ΚΡΑΤΙΑΣ (Η ΠΟΔΙ ΓΙΚΗ ΣΟΦΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ) --------------------------

t

---------------------------

ΕΚΔΟ ΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία —- στα ελληνικά γράμματα =


ΔΙΑΛΕΞΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΣΑΣ

ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ANDRE CHOURAQUI

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΗΣ ΒIΒΑΘΥ

μ ε τ ά μ ο υ σ ικ ή ς μ ε τ ά κ α φ έ και (το σ π ο υ δ α ιό τ ε ρ ο )

μ ε τ ά τιμ ώ ν ... ΑΛΕΞΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ ΔΕΣΜΩΤΗΣ ΚΑΙ ΛΥΟΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΑΙΣΧΥΛΟΥ

ΣΤΟΥ ΓΚΟΒΟΣΤΗ Ζ. ΠΗΓΗΣ 21, Α Θ Η Ν Α ΤΗΛ.: 3615433,3622251 Ε

Κ

Δ

Ο

Σ

Ε

Ι

Σ

ΔΗΜ. Ν. Π Α ΠΑ Δ ΗΜ Α Ιπ π ο κ ρ ά το υ ς 8, τηλ. 36.27.318


ΓΙΑ Α Π Α Ι Τ Η Τ Ι Κ Ο Υ Σ ΑΝΑΓ ΝΩΣ Τ Ε Σ

Τα «ΚΕΙΜΕΝΑ» ξανά στα βιβλιοπωλεία ΘΑ ΤΑ ΒΡΕΙΤΕ ΣΤΑ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ Α

Θ

Η

Ν

Α

ΒΑΒΕΛ (Γ. Γεναδίου 5) ΔΩΔΩΝΗ (Ασκληπιού 3) ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ (Ζ. Π ηγής 17) ΕΛΠΗΝΩΡ (Μηλιώνη 4) ΕΝΔΟΧΩΡΑ (Σόλωνος 62) ΕΣΤΙΑ (Σόλωνος 60) ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ ΑΣ. (Ιπποκράτους 8) ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ (Ακαδημίας 57) ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ (Ιπποκράτους 52) ΠΟΛΙΤΕΙΑ (Ασκληπιού 1) ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ (Γραβιάς 3-5) ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ (Ιπποκράτους 16) ΡΟΜΒΟΣ (Καψάλη 6)

Οι πρώτες εκδόσεις των: ΕΚΤΩΡΑ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΪ ΜΙΧΑΛΗ ΓΚΑΝΑ ΘΕΟΤΟΚΗ ΓΙΑΝΝΗ ΔΑΛΛΑ ΜΑΡΙΑΣ ΛΑΙΝΑ ΑΝΘΟΥ ΦΙΛΗΤΑ ΤΑΣΟΥ ΡΟΥΣΣΟΥ ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΜΑΡΤΙΝΕΓΚΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΠΡΑΒΟΥ ΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΗΛΙΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ JOYCE MANSOUR ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ

Θ Ε Σ Σ Α Λ Ο Ν Ι Κ Η ΙΑΝΟΣ (Αριστοτέλους 7) ΛΟΞΙΑΣ (Ισαύρων 7) ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ (Λεωφ. Ν ίκης 3) ΡΑΓΙΑΣ (Τσιμισκή 41) Β

Ο

Λ

Ο

Βιβλία μαστορεμένα με το χέρι στο εργαστήρι των «ΚΕΙΜΕΝΩΝ»

Σ

ΔΙΑΛΟΓΟΣ (Ερμού 183) ΕΥΤΥΧΙΑΔΗΣ (Νέαι Παγασαί)

ΖΗΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΟΓΟ

ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ ΓΑ ΒΡΙΗ ΛΙΔΗΣ Κοδριγκτώνος 29, Αθήνα 10434, τηλ.: 8218732


ΚΩΣΤΑΣ ΛΙΑΚΑΚΟΣ I I -3χ<ά.Ο-ηα·κ^ τ η ς ε Χ -τ τ ΐδ α ε ς ΚΩΣΤΑΣ ΛΙΑΜΙΑΜΑΙΙΣ ΤΑΣΟΣ ΑΕΟΝΤΙΑΗΣ Tot ελ λη ν ικά ιστιοφόρα κ α ΐ κ ια του 2()οώ αια>να

ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΡΙΦΥΛΛΗΣ γερμιανόφωνη

Τ ϋ οί-η α -η EDGAR ALLAN POE I

φαντασ £ac

Η

B «H

σύγχρονη γερμανόφωνη ποίηση

BH ft

a < Eh

ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ


Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Σ Ε

3

η

Ε Ι

Ε Κ Δ Ο Σ Η

ΛΙΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ

ΠΑΛΑΙΟίΙΩΛΗΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΩΝ Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Γ Α Β Ρ ΙΙΙΛ ΙΔ ΙΙΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΙΔΗΣ


4 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 - Τηλ. 36.02.007, 36.09.712

ΣΕΙΡΑ: ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ~ 1. Άννα Γκέρτσου-Σαρρή: Το λέγαν Ξάστερο 2. Άννα Γκέρτσου-Σαρρή: Το κόκκινο της Ανατολής 3. Αργυροι Κοκορέλη: Η ζωή με τον πατέρα 4. Μ. Λαμπαδαρίδου-Πόθου: Η Μαρούλα τής Λήμνου 5. Μ. Λαμπαδαρίδου-Πόθου: Δοξανιώ 6. Λ. Μαυροκεφάλου: Το άλλο 7. Κίρα Σίνου: Μια χαραμάδα φως 8. Διδώ Σωτηρίου: Μέσα σ^ις φλόγες 9. Ν. Τζώρτζογλου: Αργυρώ 10. Ανρί Τρουαγιά: Βιού 11. Διδώ Σωτηρίου: Οι επισκέπτες 12. Μπέρναρντ Άσλεϊ: Ο Τέρι στο φράχτη 13. Χανς Μπάουμαν: Φτερά για τον Ίκαρο 14. Γκούντρουν Πάουζεβανγκ: Τα τελευταία παιδιά του Σέβενμπορν 15. Ν. Τζώρτζογλου: Οι στρατιώτες της χαράς 16. Ανρί Τρουαγιά: Αύριο πάλι 17. Ειρήνη Μάρρα: Η Γιαλούσα 18. Άλκη Ζέη: Αρβυλάκια και γόβες


— Α Π Ο Σ Η Μ Ε Ρ Α Σ Ε Ο Λ Α Τ Α Β ΙΒ Λ ΙΟ Π Ω Λ Ε ΙΑ

Αλκυόνη Παπαδάκη

ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ - Τι χρώμα έχει η λύπη; ρώτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά. Δεν άκουσες; Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη; - Έ χει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος στην αγκαλιά της. Έ να βαθύ άγριο μπλε. - Τι χρώμα έχουν τα όνειρα; - Τα όνειρα; Τά όνειρα έχουν το χρώμα του δει-

Της ίδιας κυκλοφορούν

• Η μπόρα • Το κόκκινο σπίτι

<Π Γ| Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ ΚΑΛΕΝΤΗΣ Ι ι ^ Η ► ΜΑΥΡΟΜΙΧΜΗ5· 1οςΟΡ.· 10679ΑΘΗΝΑ·ΤΗΛ.:3623553

- Τι χρώμα έχει η χαρά; - Το χρώμα του μεσημεριού, αστεράκι μου. - Και η μοναξιά; - Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί. - Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χα­ ρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις. - Το αστέρι έκλεισε τα μάτια του κι ακούμπησε στο φράχτη. Έ μεινε κάμποσο εκεί και ξεκουρά­ στηκε. - Και η αγάπη; ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη; - ... Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, α­ πάντησε το δέντρο. - Τι χρώμα έχει ο έρωτας; - Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος. - Έ τσι, ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγα­ ριού , είπε τ’,αστέρι... Κοίταξε μακριά στο κενό... Και δάκρυσε...

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΝΕΦΕΛΗ, ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 9, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 3604793 · ΠΑΤΑΡΙ, X. ΤΡΙΚΟΥΠΗ 31, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 3602542 • ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ -ΚΑΝΑΚΗΣ, Ζ. ΠΗΓΗΣ 2, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 3623113 · ΧΡΙΣΤΑ ΚΗ Σ, ΣΟΛΩΝΟΣ 81, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ.: 3607876 · Α. ΠΟΥΛΟΥΚΤΣΗ & ΣΙΑ, ΛΑΣΣΑΝΗ 9, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΤΗΛ.: 285857.


ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ

Τα βιβλία της Έλις Πίτερς στις Εκδόσεις Αγρωστις

Εκδόσεις Αγρωστις: Ζ. Πηγής 3, τηλ. 36.14.026, 36.11.902

Κεντρική Διάθεση: Βιβλιοπωλείο Αριάδνη, Ζ. Πηγής 2-4, 106 78 Αθήνα, τηλ. 36.23.113, 36.05.097

ΑΓΡΩΣΤΙΣ

Εκδόσεις Αγρωστις: Ζ. Πηγής 3, τηλ. 36.14.026, 36.11.902

Κεντρική Διάθεση: Βιβλιοπωλείο Αριάδνη, Ζ. Πηγής 2-4, 106 78 Αθήνα, τηλ. 36.23.113, 36.05.097


ΤΑ ΠΟΙΗΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΒΑΡΒΕΡΗ ΣΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΨΙΛΟΝ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ: ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΤ ΘΕΑΤΡΟΓ


αφιερώματα on και ° ^ ° α No 59* Αντίσταση κα Λογ°τεΧν' Λον0τεχνι°

Λοτινοαμερικαν^η

ο64.

"rBo°^No7°

χημειωτικίί No ^ . μ π α ρ ά ς Ν° ™ Νο γ5

Μικρασιοτ'^ς ^ ΚινημαΤογραΦ

s ^ s S r No,w Ελλην,κοί’ No 1 » ΚϋΤΤρ.ακα Γηόμματα ΓΡ^Ρ Χιούμορ N° ι2β θεασαλονι η Βυζάντιο No 2 9 .θ) Νο Α30

εχλην^ο ^οΡ μΝο ΛΛΑ B,PW 0 K « ' ^ MK0i

Μο « »

Βφλια Υ,α ° ί0 Νο 155

Μουσική και ωονοσύρενσ.

. ετουσιο No ολογ no 1*8

i o M t ' J ^ B l p M o Ν °ό'9| ντυπσ Να 198

ΓΒιολογία ε ^ Νοόο-2 Γ nq’σΤ2Q8 ' ^

-

"

:

;

^

Νο 2 0 9

,210

Η Πράγα τ« ν ^ ο χ α ϊά λ υ σ η Νο Ψυχ,° Νο 214 θέατροοΡ'κω και Παιδί no


σε 8εμα τ a , ε όρ αα η

215

yj

ΓαΚλ'^Ί

ΒφΜ ο - Η οχ

ΙύνΧΡονη μ 0,ο , ,09 Να 237νωοθθΧον>ο Ε ρ μ η ν ε ί α ς 239 ψυχ0γΧωοσ 6πεΦες W 240 · ε ^ Κημαο;τη ^ ο .εχ ν'α Ν °ο ,κ ο Υ ^ ενα ςΝ

> B t « S O '«

Βρ

&

2 Ν ο 244

0

^ °

U A990

ΟεοΧογ»0 ^πεστ-σεΧεΡ Τα εΧ^ 1* 0 μ Αία Υ,α 10 ^ P '°T0U

ΤΖΡ°ϊ?«^ K rS r.’ i " ? " 2 Γ ί " ' ω 'ν“ κ ° ” » ά ,* ° 276

S r-S B *:

ΗΠερ'ΠΧά^0^ σΤΠ αιώνα μας

. εξαντλη^0


* «Κι ό Θεός έπλασε μεγάλες φάλαινες». Γ ε ν ε ς ις J «Κι άκόμα οτιδήποτε κι άν μπαίνει στό χάος του στόματος αύτοΰ τοΰ τέρατος, έστω κι αν είναι ζώο, βάρκα ή πέτρα, κατεβαίνει άμέσως σε αυτό τον ακάθαρτο τεράστιο οισοφάγο του καί χάνεται στην άπατη άβυσσο τής κοιλιάς του». Τ α Η θ ι κ ά τ ο υ Π λ ο υ τ ά ρ χ ο υ α π ο τ ο Χ ο λ α ν τ J «Κι ένώ δλα τά άλλα πράγματα, ζώα ή πλοία, πού μπαίνουν μες στην τρομερή άβυσσο τοΰ στόματος αύτοΰ τοΰ τέρατος {τής φάλαινας}, άμέ­ σως χάνονται καί καταβροχθίζονται, ό μαύρος γωβιός άποσύρεται μέ μεγάλη σιγουριά αϋτοΰ-μέσα, δπου καί κοιμάται». Μ ο ν τ α ι ν ι ο ς , Α π ο λ ο γ ί α γ ι α τ ο Ρ ε μ ο ν Σ ε μ π ο ν J «Τεράστιες σά φά­ λαινες, πού ή κίνηση τών κολοσσιαίων κορμιών τους μπορεί, σέ ώρα ειρηνικής νηνεμίας, νά ταρά­ ξει τόν ωκεανό ώσπου νά βράσει». Σ ε ρ -Γ ο υ ιλ ια μ Ν τ α β ε ν α ν τ , Π ρ ο λ ο γ ο ς σ τ ο ν Γ κ ο ν τ ι ΜΠΕΡ J «Αυτό τό θαλασσινό ζώο, / ό Λεβιάθαν, πού ό Θεός από όλα τά πλάσματά του / τό έπλασε πιο μεγάλο για νά κολυμπάει στον ωκεανό». ΧΑΜ ΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ J «Οί μεγάλες φάλαινες πού κολυμποΰν σέ μιά θάλασσα από νερό κι έχουν μιά θάλασσα από λάδι πού κολυμπάει μέσα τους». Β έ β η λ ο κ α ι Ι ε ρ ό Κ ρ ά τ ο ς τ ο υ Φ ο υ λ ε ρ J «’Άν τύχει καί γράψεις ένα παραμύθι γιά μικρά ψάρια, νά τά κάνεις νά μιλούν σά μεγάλες φάλαινες». Ο ΓΚΟΛΝΤΣΜΙΘ ΣΤΟΝ ΤΖΟΝΣΟΝ J «Τά πληρώματα ρίχνονται γοργά στό παιχνίδι τοΰ θανάτου: / ό αλάθευτος Ρόντμοντ κρεμάει πάνω άπό τό κεφάλι του / τό ακιδωτό ατσάλι καί προσέχει συνέχεια». Το Ν α ΥΑΓΙΟ ΤΟΥ ΦΟΛΚΕΝΕΡ J «Έχτισα μιά καλύβα γιά τη Σούζαν καί μένα κι έφτιαξα μιά πόρτα σέ μορφή Γοτθικής Καμάρας, συναρμολογώντας κόκαλα άπό τά σαγόνια μιας φάλαινας». ΑίΠΛΟΕΙΠΩΜΕΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΧΟΘΟΡΝ J «Ή Φάλαινα έπεσε άμέσως πάνω του κι ώς φαίνεται τόν σκότωσε στή στιγμή». Η ΦΑΛΑΙΝΑ Κ Α Ι ΟΙ Α ι χ μ α λ ω τ ι ς τ ε ς ΤΗΣ [...]. ΑΐΔ. Χ ε ν ρ ι Τ. ΤΣΙΒΕΡ J «Είναι πασίγνωστο πώς, εκτός άπό τά πληρώματα τών {αμερικάνικων} Φαλαινοθηρικών, ελάχιστοι ξαναγυρίζουν ποτέ στά πλοία άπό όπου έφυγαν». ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ ΜΕ ΜΙΑ ΦΑΛΑΙΝΟΘΗΡΙΚΗ ΒΑΡΚΑ J «’Ασφαλώς καί καμακίζεται ή Φάλαινα- σκέψου όπως πώς θά δάμαζες ένα δυνατό, άγριο πουλάρι, χρησιμο­ ποιώντας μόνο ένα σκοινί δεμένο στή ρίζα τής ούράς του». ΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΦΑΛΑΙΝΟ­ ΘΗΡΙΑ σ τ ο Β ιβ λ ί ο Π ό σ τ ε ς κ α ι Π ο μ ο λ α J «“Σία όλοι τά κουπιά!” κραύγασε ό ύποπλοίαρχος μόλις είδε, στρίβοντας τό κεφάλι του, τά ανοιγμένα σαγόνια μιας μεγάλης σπερμοφάλαινας, κοντά στήν πλώρη τής βάρκας, νά την άπειλοΰν μέ άμεση καταστροφή. “Σία όλοι τά κουπιά, άν θέτε τή ζωή σας!”». Χ οΥ Ο Ρ Τ Ο Ν , Ο ΦΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΦΑΛΑΙΝΩΝ J ΜΟΜΠΙ-ΝΤΙΚ. GUTENBERG 1


ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΚΑΚΤΟΣ» ΑΠΑΝΤΑ Α Ρ Χ Α ΙΑ Σ Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η Σ Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Ε ΙΑ Σ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΕ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ

Κ Υ ΚΛ ΟΦ ΟΡΟ ΥΝ

52 Τ Ο Μ Ο Ι

• ΑΙΣΧΥΛΟΣ: ΑΠΑΝΤΑ • ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ - 8 ΤΟΜΟΙ • ΑΡΡΙΑΝΟΣ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ ΙΝΔΙΚΗ - 4 ΤΟΜΟΙ (ανέκδοτη η ι ν δ ι κ ή ) • ΠΛΑΤΩΝ: 01 ΝΟΜΟΙ - 6 ΤΟΜΟΙ (ανέκδοτοι οι 3 τόμοι)

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 52 ΤΗΛ. 36 28 446 - 36 29 157 FAX: 32 41 790


ΙΣΤΟΡΙΑ TOY Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Ο Υ ΕΘ Ν Ο Υ Σ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΕ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΓΛΩΣΣΑ

UTOPIA TOY €AAHNfKOY

€ΘΝθΥΖ

ΙΣΤΟΡΙΑ TOY €ΑΑΗΗΙΚΟΥ g on oys

Δρχ. 1.200

Δρχ. 1.200

Δρχ. 1.200

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ: • ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΠΕΝΤΕ ΤΟΜΟΙ • ΣΥΝΟΛΟ ΤΟΜΩΝ ΔΕΚΑΕΞΙ • ΤΟ ΕΡΓΟ ΘΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΕΙ ΤΟ 1992 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜ ΙΟ Υ 52 ΤΗΛ.: 36 28 446 - 36 29 157 FAX: 3241790


ΛΙΑΒΑΖΩ Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 33.01.239 Λογιστήριο: 33.01.241 Διαφημίσεις: 33.01.313 Συνδρομές: 33.01.315

Τεύχος 285 15 Απριλίου 1992 Τιμή: Δρχ. 1000 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βα­ σίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέ­ ξης, Βάσω Σπάθή Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο Ε.Π.Ε., Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, ΤΗΛ./FAX: 33.01.330 Εκτύπωση: ΑφοίΤσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής 35, Καματερό, τηλ. 23.18.444 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Η ΑΤΖΕΝΤΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΥ (Επιμέλεια: Π. Μπαλτάς) 20 ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ: Γράφει ο Ηρακλής Παπαλέξης 22 Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 25 ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Ανοιχτή επιστολή της Ναντίν Γκόρντιμερ 26 προς τον Σάλμαν Ράσντι ΕΡΕΥΝΑ: - Επετειακές ανησυχίες και εκδοτικές δραστριότητες (Γράφει η Μαριάννα Σπανάκη) 28 - Πληροφορική τεχνολογία στις ελληνικές βιβλιοθήκες: Προβλήματα και προοπτικές (Γράφουν J. Hartley - I. ΙΣ. Τροχόπουλος) 32 - Η προβληματική της μετανάστευσης και της παλιννόστησης στη χώρα μας από εκπαιδευτική σκοπιά (Γράφει ο Παναγιώτης Κοτσιώνης) 38 ΑΦΙΕΡΩΜΑ Κωνσταντίνος Μαλαφάντης: Χρονολόγιο Ζ.Παπαντωνίου Ζαχαρίας Παπαντωνίου: Δομήνικος Θεοτοκόπουλος Κ. Μητσάκης: «Παρισινά Γράμματα»: Τα ταξιδιωτικά χρονογραφήματα του Ζ. Παπαντωνίου Μ.Γ. Μερακλής: Μια αισθητική παρατήρηση του Παπαντωνίου (κι ένας σχολιασμός της) Κώστας Χωρεάνθης: Τα επιστρεφόμενα θεία δώρα ενός ταπεινού Λουίζα Κακίση-Παναγοπούλου: Μερικές κριτικές θεωρήσεις του Ζ. Παπαντωνίου για την τέχνη Πόπη Χατζησταυρινού-Εξαρχάκου: «Τα ψηλά Βουνά» του Ζ. Παπαντωνίου μέσα στη δίνη του γλωσσικού ζητήματος Κωνσταντίνος Μαλαφάντης: Η προσφορά του Ζ. Παπαντωνίου στην παιδική λογοτεχνία και την εκπαίδευση Γιώργος Γαλάντης: Περίπατοι, διαδρομές και ατομικές πορείες

58 64 66 68 71 78 81 88 101

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Η Πολυξένη Ματέυ-Ρουσοπούλου μιλάει στον Ανδρέα Παναγόπουλο 106 ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Κεντρική διάθεση: «Διαβάζω» Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

στο επόμενο «Διαβάζω» αφ ιέρω μα στον

ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Γιάννης Σταυρακάκης ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφει ο Σωτήρης Ντάλης ΔΙΚΑΙΟ: Γράφει ο Γιώργος Κεντρωτής ΠΑΙΔΙΚΟ: Γράφει ο Μ άνος Κοντολέων ΘΕΑΤΡΟ: Γράφουν ο Ανδρέας Παναγόπουλος και η Κυριακή Πετράκου ΜΟΥΣΙΚΗ: Γράφει ο Γιάννης Μ πασκόζος ΠΟΙΗΣΗ: Γράφουν οι Στέλιος Καραγιάννης, Γιώργος Βέης και Γιώργος Μ αρκόπουλος · ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι: Κώστας Κωνσταντίνου, Βάσιας Τσοκόπουλος, Δέσποινα Λαλά-Κριστ, Γιάννης Σκαρπέλος, Λίλυ Εξαρχοπούλου και Σώτη Τριανταφύλλου ΜΕΛΕΤΗ: Γράφει ο Ανδρέας Πανταζόπουλος ΠΛΑΙΣΙΟ

111 113 115 116 118 121 124

131 146

Γράφουν η Νένα Κοκκινάκη και ο Σωτήρης Ντάλης

Νόρμαν Μ αίηλερ ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

151

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

158


Ψ 5ζ£*=& ζ κράτους. τηλ 0

'So*1®'

,,

Έκθεση θ'-

6λί«υεσω^£ματτσμού· Ε^

-rs is s F S S S

ο* λονδρη

« * £ i* * r S · ^ 4 c & » ^ to5' ^

^

' •

·

Λνδρ'δ'

= ~ S s r ~ * ··

k6t,

15/4, Tt, 1 Μ>· ? Γ“ Γ ^ « * * ' 0 1 » νιλωοοoK°V'Qi

'

ιη-

° ?έλι|η και την

*“» S « " ,w°6w,oi

rmt“ °

56. βρ»«* ΙΚ δτα ^ω ν ^ καΤά την ^ Λληητη δ\αν^η i οε συν· την αμερολ ^ ^ μ ο τ ο ς « “* άσκηση τον asnmW<»m %Γ.·«^ε·

8224189V

^ Λ

Ϊ ®

-

ίωνΪ τ το ε ^ Τ Κ°.Γ 6άσηονόμο«

5 ίΗ 5 Γ ί-* * ί5

& ^ .r s s £ ~ * *°P Κριτική και εκδοτιιή/4 n e , 7 W ‘Kp'” .v (ελληνικών

κ/των αρχαίων ^ ' μ , 0 κ λ α σ ικ ή λολο\τας· LTO , μοο Αδηλων-

,. Πάνας ΜηαΜάς Εηιμ&λε'0'·



22/χρονικα

Αρχαίοι "Ελληνες Συγγραφείς

Ο A I Σ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ

Μ

ΓΡΑΦΕΙ ο Ηρακλής ΠαΥταλέξης

ΑΡΡΙΑΝΟΙ. Αλεξάνδρου Ανάβασις. Τόμοι 4. Μ τφρ.: Δώρα Μόσχου. Αθήνα, Κάκτος, 1992. I

ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ. Ηθική. Εισ. Μτφ. σχόλια: Γιώργος Ζωγραφίδης. Αθήνα, Εξάντας, χ.χ. Σελ. 370. ΘΑΛΗΣ, ΑΝΑΞΙΜΑΝΔΡΟΣ, ΑΝΑΞΙΜΕΝΗΣ. Μτφρ.: Δημήτρης Ρήσος. Αθήνα, Εξάντας, χ.χ. Σελ. 190.

Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον πολλών εκδοτικών οίκων έ­ χει στραφεί στην έκδοση αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Ό λο και περισσότερα Βιβλία της αρχαίας ελληνικής γραμματείας διεκδικοόν την προσοχή του αναγνωστικού κοινού, το οποίο φαίνεται να ανταποκρίνεται σ’ αυτό το κάλεσμα. Ενώ πριν από πολλά χρόνια μόνο δυο τρεις εκδοτικοί οίκοι ήταν προσανατο­ λισμένοι προς αυτή την κατεύθυνση, σήμερα ο ένας μετά τον άλλο οι εκδότες περιλαμβάνουν στο πρόγραμμά τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι το εν­ διαφέρον τους για την έκδοση τέτοιων βιβλίων δεν είναι ευκαι­ ριακό. Νέες σειρές εγκαινιάζονται, μακρόπνοα σχέδια εκπο­ νούνται και, ήδη, βρίσκεται στις προθήκες των βιβλιοπωλείων ποικιλία βιβλίων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας· έτσι ο α­ ναγνώστης μπορεί να διαλέξει με γνώμονα την καλή μετάφρα­ ση, τη φιλολογική επιμέλεια και τα κατατοπιστικά σχόλια. Ενδεικτικά θα ασχοληθούμε με πέντε εκδοτικούς οίκους, οι ο­ ποίοι έχουν εκδώσει σχετικά βιβλία. Πρώτα ο «Κάκτος» με τα πιο φιλόδοξα σχέδια. Στη σειρά «Οι Έλληνες» σκοπεύει να εκδώσει συνολικά 540 έργα 300 συγγρα­ φέων εκ των οποίων 270 ανέκδοτα. Για το σκοπό αυτό ένα επι­ τελείο φιλολόγων ασχολείται αποκλειστικά με την επιμέλεια της σειράς και τη μετάφραση στα νέα ελληνικά. Επικεφαλής ο Β. Μανδηλαράς επ. καθηγητής της Φιλοσοφικής Αθηνών, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, γενικός γραμματέας της Ελληνικής Παπυρολογικής Εταιρείας και μέλος Του συμβου­ λίου της Διεθνούς Εταιρείας Παπυρολόγων. Ενώ η μορφή των αρχαίων κειμένων βασίζεται στους κυριότερους βυζαντινούς κώδικες, στους παπύρους και στις νεότερες ελληνικές επιστη­ μονικές εργασίες. Από τα βιβλία που ήδη κυκλοφορούν η «Αλεξάνδρου Ανάβασις» του Αρριανού παρουσιάζει ενδιαφέρον γιατί το έβδομο βι­ βλίο, η «Ινδική», είναι ανέκδοτο ως τώρα. Σ’ αυτό ο Αρριανός πε­ ριγράφει τη χώρα και τα όριά της, το κλίμα, τα ποτάμια, τις φυ­ λές, τα έθιμα των Ινδιών, τις κοινωνικές τους τάξεις, τα ζώα της Ινδίας και το κυνήγι των ελεφάντων, τα ρούχα και τα όπλα τους, την προετοιμασία και το ταξίδι του Νεάρχου στη χώρα των Ορειτών και των Ιχθυοφάγων, την άφιξή του στο νησί του Ήλιου και στην Καρμανία, τη συνάντησή του με τον Αλέξανδρο και τη θαλάσσια πορεία προς τα Σούσα. Τα επτά βιβλία και η «Ινδική» του Αρριανού, που συνιστούν το έργο «Αλεξάνδρου ανάβασις», κυκλοφορούν σε τέσσερις καλαί­ σθητους τόμους σε μετάφραση Δώρας Μόσχου. Το εκδοτικό ση­ μείωμα στις πρώτες σελίδες αναφέρεται στην πρόθεση του εκ­ δότη να δημιουργήσει μια ολόκληρη και πλήρη σειρά της αρ­ χαίας ελληνικής λογοτεχνίας όχι για να τοποθετείται στα ράφια των βιβλιοθηκών, αλλά για να αποτελεί ένα γλαφυρό ανά­ γνωσμα. Σύντομη εργοβιογραφία του Αρριανού, η κατατοπιστική εισα­ γωγή για το έργο, οι σημειώσεις κι ένας πίνακας κυρίων ονομά­ των συμπληρώνουν την έκδοση. Ο Εξάντας στη σειρά των αρχαίων και μεσαιωνικών συγγρα­ φέων με επιμέλεια Ζήση Σαρίκα έχει ήδη εκδώσει τον «Οιδίποδα τύραννο», τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» και τ·ην «Αντιγόνη» του


χρονικα/23

Σοφοκλή σε ένα τόμο, την «Ηθική» του Επίκουρου με εισαγωγή, μετάφραση και σχόλια του Γιώργου Ζωγραφίδη και το «Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης», σε μετάφραση Δημήτρη Ρήσου. Κα­ λαίσθητα και εύχρηστα τα βιβλία απευθύνονται εκτός από τους μελετητές και στον μέσο αναγνώστη. Κάθε έκδοση περιλαμβά­ νει το πρωτότυπο κείμενο, πιστή μετάφραση στα Ελληνικά, κα­ τατοπιστική εισαγωγή, βιβλιογραφία, σχόλια, σημειώσεις, πίνα­ κες και ευρετήρια. Η «Επικαιρότητα» στη σειρά «Αρχαίο Ελληνικό Θέατρο» (διεύ­ θυνση: Κώστας Μπαλάσκας) θα εκδώσει όλα τα σωζόμενα έργα των Αισχύλου, Σοφοκλή, Ευριπίδη και Αριστοφάνη σε μετάφρα­ ση Κώστα Τοπούζη. Κυκλοφορούν ήδη στα βιβλιοπωλεία επτά τόμοι με τα ισάριθμα έργα του Αισχύλου. Στις αριστερές σελίδες παρατίθεται το πρωτότυπο κείμενο σε αναπαραγωγή των εκ­ δόσεων της Οξφόρδης, ενώ δεξιά η μετάφραση. Ο Κώστας Τοπούζης γράφει επίσης την εισαγωγή και το βασικό σχολιασμό σε κάθε έργο. Η κατάρτιση παραστασιογραφίας στο τέλος κάθε βιβλίου από ερευνητική ομάδα αποτελεί ένα θετικό βήμα προς τη συγκρότηση μιας πλήρους καταγραφής των θεατρικών πα­ ραστάσεων. Δεν αντιλαμβανόμαστε όμως τη σκοπιμότητα, σ' ένα εισαγω­ γικό κείμενο για την τραγωδία, του τίτλου, τον οποίο επακρι­ βώς αντιγράφουμε: «Για την Τραγωδία, πολύ λίγα (μέχρι καθόλου)». Το «Πλέθρον» έχει εντάξει στη φιλοσοφική σειρά του και τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους. Έχει ήδη εκδώσει τον «Ηρά­ κλειτο» του Jean Brun και πρόσφατα κυκλοφόρησε τον «Πλάτω­ να» του Gottfried Martin σε μετάφραση Φωτεινής Πρεβεδούρου και μετάφραση αρχαίων κειμένων Βάσως Παπαδάκη. Ο G. Martin αναφέρεται στα νεανικά χρόνια του Πλάτωνα στη συνάντησή του με το Σωκράτη, τα ταξίδια του, την Ακαδημία, τις επιστολές και τα επιγράμματά του, το θάνατο και τη διαθή­ κη του. Επίσης αναφέρεται στην ποιητική τέχνη, τη μουσική, το χορό, τις πλαστικές τέχνες, τους θεούς της Ελλάδος και στη φι­ λοσοφία (θεωρία ιδεών, Διαλεκτική, Πολιτειολογία και Ανθίρωπισμό, και Επιστημολογία). Οι σημειώσεις, η χρονολογική σειρά των διαλόγων, ο χρονο­ λογικός πίνακας, οι μαρτυρίες, η βιβλιογραφία και το ευρετήριο ονομάτων διευκολύνουν την ανάγνωση αυτού του βιβλίου, το ο­ ποίο ενώ δεν γράφτηκε για τους Έλληνες αναγνώστες, ωστόσο πλουτίζει τη σχετική με τον Πλάτωνα βιβλιογραφία. Τέλος, ο «Παπαδήμας», με παράδοση στην έκδοση βιβλίων που αφορούν στην αρχαία ελληνική γραμματεία, κυκλοφόρησε πρόσφατα σε δεύτερη έκδοση το βιβλίο του Αλέξη Διαμαντόπουλου (διδάκτορας Φιλοσοφικής Θεσσαλονίκης) τον «Προμη­ θέα Δεσμώτη και Δυόμενο του Αισχύλου». Ο Α. Διαμαντόπουλος θεωρώντας ότι ο «Δεσμώτης» και ο «Λυ­ όμενος» αποτελούν ένα διαλεκτικά αυτοτελές σύνολο, εξετάζει το ποιητικό και πολιτιστικό υπόβαθρο της «Προμήθειας», το χώρο και τη σύνθεση της αθηναϊκής συμμαχίας, την αθέμιτη συγκέντρωση εξουσιών στη συγκεκριμένη ιστορική πραγματι­ κότητα, γιατί όπως γράφει στον πρόλογο του βιβλίου: «η ποίη­ ση των τραγικών είναι μια ολοκάθαρη, τέλεια σχεδόν αγνοημέ­ νη πηγή ιστορίας...»

ΑΙΣΧΥΛΟΣ. Τόμοι 7. (ι icpoai, Επτά επί Θήβας, Ικέτιδες, Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμενίδες, Προμηθεύς Δεσμώτης). Μτφ. εισαγωγή, σχόλια: Κώστας Τοπούζης. . Αθήνα, Επικαιρότητα, 1992.

GOTTFRIED MARTIN. Πλάτων. Μτφρ.: Φωτεινή Πρεβεδούρου. Αθήνα, Πλέθρον, 1992. Σελ. 164.

ΑΛΕΞΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ. Προμηθέας Δεσμώτης και Λυόμενος του Αισχύλου. Β' έκδοση. Αθήνα, Παπαδήμας, 1992. Σελ. 270.


24/χρονικα

Μαύρο μυθιστόρημα κ

π

1 ΥΚΑΟΦΟΡΗΣΑΝ ΕΝ Σ Υ Ν Τ Ο Μ Ι Α

Τ.

ΤΟΜΠΣΟΝ. Ό ταν πέσει το σκοτάδι. Μτφρ.: Ιωάννα Καρατζαφέρη, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1991. Ιε λ . 192. Δρχ. 1.200.

Για το μυθιστόρημα «Ο δολοφόνος μέσα μου» του Τζιμ Τόμπσον ο Στάνλεϊ Κιουμπρικ είχε γράψει: «Ήταν η πιο ανατριχιαστική και πειστική, γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο, ιστορία που μου έτυχε ποτέ». Το ίδιο θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί και για το αστυνομικό μυθιστόρημα του Τ. Τόμπσον «Όταν π έ ­ σει το σκοτάδι» που πρόσφατα κυκλοφόρησε σε υποδειγματι­ κή μετάφραση της γνωστής πεζογράφου μας Ιωάννας Καρα­ τζαφέρη. Σ’ αυτό το «μαύρο» μυθιστόρημα ο όμορφος φυγάς των ψυ­ χιατρείων, πυγμάχος στο παρελθόν, αποκτά δύο ονόματα. Το παραφθαρμένο Κόλλι, που είναι ένα σκοτσέζικσ σκυλί, και Κιντ που σημαίνει παιδί, δηλ. άτομο ανώριμο και ανεύθυνο. Ανάμε­ σα σ’ αυτές τις δύο ακραίες μεταμορφώσεις του ήρωα εκτυλίσ­ σονται τα γεγονότα παρμένα από την αμερικανική ζωή.

Το πεπρωμένο φ υγειν... ΚΩΣΤΑΣ ΛΙΑΚΑΚΟΣ. Η πάθηση της ελπίδας. Αθήνα, Γαβριηλίδης, 1991. Σελ. 168.

Η ΠΑΟΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΠΙΑΑΣ

ΑΛ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ. Η ζωή σ’ επίπεδο μορίων. Ίδε ο άνθρωπος. Τόμ. Α ' (Μέρες του 1995), Τομ. Β ' (Μέρες του 2.000). Αθήνα, 1991. Σελ. 400+368.

Μ ετά τα διηγήματα με τίτλο «Ο Διπλανός Ένοικος», ο Κώστας Λιακάκος με το μυθιστόρημα «Η πάθηση της ελπίδας» θέτει ε­ ρωτήματα για την ελευθερία της συνείδησης. Ερωτήματα που έ­ χουν σχέση με την αναπόφευκτη σύγκρουση του ανθρώπου με το πεπρωμένο του, την ανάγκη της επιβίωσης, την ελπίδα της αλλαγής. Βιβλίο με ελλειπτική γραφή και ατμόσφαιρα θρίλερ πάνω στα προβλήματα του σκεπτόμενου σύγχρονου ανθρώ­ που για το παρόν και το μέλλον του.

Τα έσοδα υπέρ του αγώνα κατά των ναρκωτικών Ενας φιλόλογος, ένας γιατρός, ένας φυσικός, ένας βιολόγος και δυο φ οιτητές συζητούν προσπαθώντας ο καθένας από τη δική του σκοπιά να δώσουν απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: Είναι σύμφυτη με τον άνθρωπο η βιαιότητα; Υπάρχουν γονίδια επιθε­ τικότητας; Πώς διαμορφώνεται ο ανθρώπινος χαρακτήρας; Πρέπει να αισιοδοξούμε για το μέλλον; Η συζήτηση στρέφεται γύρω από το παντοδύναμο ορμονικό και νευρικό σύστημα, τα αισθήματα, τις επιθυμίες, τον έρωτα, τα ναρκωτικά, τις ψυχοπάθειες, τις καρδιακές παθήσεις, τον καρκίνο κ,ά. Το κείμενο, σ ’ ένα ογκώδες δίτομο έργο, του Αλ. Σταυρόπουλου, είναι γραμμένο με απλό και καταληπτό τρόπο, ώστε οι ε­ κτεταμένες γνώσεις που σωρεύτηκαν τα τελευταία χρόνια στους τομείς των επιστημών να γίνουν κτήμα του καθενός, έ­ στω κι αν ο αναγνώστης δεν διαθέτει ειδικές γνώσεις. Πρέπει να τονιστεί ότι τα έσοδα από την πώληση του βιβλίου θα διατεθούν στο πρόγραμμα απεξάρτησης από τα ναρκωτικά του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής. Ιερός, λοιπόν, ο σκο­ πός και γενναιόδωρη η προσφορά του συγγραφέα για να ευαι­ σθητοποιηθεί η κοινή γνώμη στον αγώνα ενάντια στα ναρκωτι­ κά, αυτή τη μάστιγα της εποχής μας.


η ΑΓΟΡΑ του ΒΙΒΛΙΟΥ από 15 Μαρτίου έως 28 Μαρτίου 1992

Αίολος-ΑΘ., Αρίστοτέλης-Α©., Βάγιονάκης-Αθ., Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-ΑΘ., ΕφιρχόττσυλοςΑ0,, Εστία-ΑΘ., Ήλιος-Δράμα, Καραβίας-Ρουσόττουλος-ΑΘ,, Κατώι του Βιβλίου-θεσσ., Λέσχπ του ΒιβλίουΑ0., Λέσχη τσο Βιβλίου-Θεσσ., Libro-Αθ., ΜάτρΑθ-, Μεθενίτης-Πάτρα, Πειραϊκή Φωλιά-Αθ., Πλέθρον-Αθ., Ραγιάς-Θεσσ,, Ρόμβος-ΑΘ., Σάκης-Νέά Σμύρνη. Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρη­ σαν 20 βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο κάθενας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες που­ λήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βιβλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

| ΚΟΥΝΤΕΡΑ Μ.: Η αθανασία | ΝΤΥΡΑΣ Μ.: Ο Εραστής

ΕΣΤΙΑ

ΕΞΑΝΤΑΣ

| ΠΕΤΡΟΦ: Μακεδονία. Αρχαία και Βυζαντινή Εποχή | ΜΑΤΕΣΙΣ Π.: Η μητέρα του σκύλου

ΠΟΝΤΙΚΙ

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

ΞΑΝΘΟΥΛΗ F.: Το ροζ που δεν ξέχασα

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

| ΚΑΒΒΑΘΑΣ Κ. - ΛΑΖΟΠΟΥΛΟΣ Λ.: Το Αλφαβητάριο | ΜΟΥΡΣΕΛΑΣ Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

ΚΕΔΡΟΣ

| ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ Α.: Το Μακεδονικό Ζήτημα

ΒΑΝΙΑΣ

ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΑ Λ,: Να ζεις ν’ αγαπάς να μαθαίνεις

ΓΛΑΡΟΣ


26/χρονικα

Ανοιχτή επιστολή της Ναντίν Γκόρντιμερ προς τον Σάλμαν Ράσντι Επί τη επετείω των τριών χρόνων του αναγκαστικού περιορι­ σμού του η Ναντίν Γκόρντψερ απευθύνει - όπως και δεκάδες συνάδελφοί τη ς- μια ανοιχτή επιστολή στον Σάλμαν Ράσντι και κρούει τον κώδωνα σε όλους μας.

Αγαπητέ Σάλμαν,

Όποτε γράφω κάτι για σένα, έχω την ελπίδα ότι τα όσα γράφω θα έχουν ήδη ξεπεραστεί προτού προλάβουν να τυπωθούν: ότι η φάτουα που απαιτεί το θάνατό σου θα έχει ακυρωθεί δια παντός. Εύχομαι με όλη μου την καρδιά όταν λάβεις αυτό το γράμμα, αυτό να ανήκει στην απερίγραπτη δοκιμασία που πια θα έχεις ξεπεράσει. Ρωτώ και ξαναρωτώ τον εαυτό μου και τους άλλους, πώς και το διεθνές ενδιαφέρον επέτρεψε το δολοφονικό διάταγμα εναντίον σου να συνεχίζεται τόσα χρόνια; Γιατί οι δημοκρατικές κυβερνήσεις, και ιδιαίτερα η Βρετανική κυβέρνηση, που ασχολούνται με τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σ’ ολόκληρο τον κόσμο, δεν καταδίκασαν αυτήν την αισχρή παραβίαση; Εάν η ζωή ενός ανθρώπου είναι άχρηστη, γιατί καταναλώθηκαν τόσες επίπονες προσπάθειες και ατέλειωτες διαπραγματεύσεις, διεθνείς και επιτυχημένες, για συγκεκριμένους πολιτικούς ομήρους; Μήπως για μια ακόμη φορά ανεχόμαστε τις θρησκευτικές διώξεις, στο κατώφλι του 21ου αιώνα, ενώ δεν ανεχόμαστε την πολιτική δίωξη; Γιατί η Διεθνής Αμνηστία δεν έχει αναγνωρίσει τη δική σου εγκάθειρξη, που κάνει όλο τον κόσμο φυλακή σου, μια και δεν υπάρχει κανένα μέρος στον κόσμο που να μπορείς να πας, αφού η φάτουα, που εξουσιοδοτεί το θάνατό σου, θα αψηφούσε τον νόμο της κάθε χώρας. Γιατί τα Ηνωμένα Έθνη δεν συλλογίζονται τη θέση που βρίσκεσαι: λεία και - κάθε μέρα, παντού - πιθανό θύμα της διεθνούς τρομοκρατίας; _ Μόλις πήρα ένα δώρο, το Λεξικό Νέων Λέξεων των εκδόσεων της Οξφόρδης. Ξεφυλλίζοντάς το, βλέπω ξαφνικά πως η «φάτουα» έχει πλέον περάσει στην αγγλική γλώσσα. Νάτην, αναγνωρισμένη με τη συνήθη χρήση της μαζί με το φαστ-φουντ και το φαστ-τρακ, της έχει δοθεί το εύσημο της καταχώρισης σε ένα έγκυρο λεξικό. Αυτό δεν μπορεί παρά να σημαίνει ένα πράγμα: ότι η φάτουα είναι, όντως, αποδεχτή σαν γεγονός της καθημερινής ζωής, της ζωής σου. Η ετυμολογία με την οποία πέρασε στην αγγλική γλώσσα δίδεται άνευ περιστροφών: Πρόκειται για δάνειο εκ της Αραβικής (με τη μορφή fetfa [φέτφα] ή fetwa... η φάτουα απέκτησε μια νέα τρέχουσα χρήση στην αγγλική γλωσσική επικοινωνία τον Φεβρουάριο του 1989, όταν ο Αγιατολά Χομεϊνί του Ιράν εξέδωσε μια φάτουα καταδικάζοντας τον Βρετανό συγγραφέα Σάλμαν Ράσντι σε θάνατο γιάτί δημοσίευσε Τους Σατανικούς Στίχους (1988), ένα βιβλίο που πολλοί μουσουλμάνοι θεώρησαν βλάσφημο και εξαιρετικά προσβλητικό. Φάτουα είναι ένας γενικός όρος για κάθε νομική απόφαση που παίρνεται από κάποιο μουφτή ή άλλη Ισλαμική θρησκευτική αρχή, αλλά εξαιτίας των συγκεκριμένων


χρονικα/27

συνθηκών που η Δύση εξοικειώθηκε με τη λέξη, μερικές φορές θεωρείται λανθασμένα ότι σημαίνει «θανατική ποινή». (Η έμφαση δική μου.) Φονική εξοικείωση. Η φρίκη αποσπάται από τον εσκεμμένο φόνο- η σημασιολογία τη συμφιλιώνει με την καθημερινή χρήση. Έχει κωδικοποιηθεί ως συμπτωματική γνώση χρήσιμη για τους λάτρεις των σταυρολέξων. Στην πραγματικότητα είναι σχετική με την καθημερινή μας ζωή, όποιοι κι αν είμαστε, μ’ έναν διαφορετικό, αμείλικτο τρόπο που οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι διατεθειμένοι να αντιμετωπίσουν. Οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να είναι συγγραφείς για να εκτεθούν οι ζωές τους ή οι μελλοντικές ζωές των παιδιών τους, σε απειλές φανατικών-θρησκευόμενων, ρατσιστών, σεξιστών. Το άτομο μπορεί να ζει τη ζωή του ιδιωτικά και πειθήνια σαν το ποντίκι, και παρ’ όλα αυτά κάποια μέρα, εξαιτίας του χρώματος του δέρματός του ή τη φύση των προσωπικών του σχέσεων, την καταγωγή του παππού του, να τον σημαδέψουν για καταστροφή όπως τους παρίες. Η αδιαφορία για τον συγκεκριμένο κίνδυνο είναι μοιραία για τη γενική ελευθερία. Όσο για τους συγγραφείς, εμείς που είμαστε στην κατηγορία υψηλού κινδύνου, η φάτουα δεν μπορεί ποτέ να είναι κάτι το μακρινό που συμβαίνει σε κάποιον άλλο. Όταν οι δυνάμεις της διεθνούς τρομοκρατίας τίθενται στην υπηρεσία του φανατισμού, το βόρειο και το νότιο ημισφαίριο γίνονται ένα ενιαίο πεδίο κυνηγιού. Την εβδομάδα της τρομερής επετείου σου θα παρακολουθήσω το συνέδριο των Αφρικανών συγγραφέων απ’ όλη την ήπειρο, και θα τους υπενθυμίσω ότι αυτό που σου συνέβη μας αφορά, αφορά την ίδια την καρδιά και τα γάγγλια του δικού μας γραψίματος. Το μεγάλο θέμα των Σατανικών Στίχων είναι θέμα που μας αφορά και θα συνεχίσει να μας αφορά, αφορά όλη την Αφρικανική λογοτεχνία που είναι τμήμα της διεθνούς μετά-αποικιοκρατικής λογοτεχνίας, γιατί το μυθιστόρημά σου αποτελεί μια καινοτόμο διερεύνηση σε μια από τις πιο έντονες εμπειρίες που έχουμε από κοινού, την προσωπικότητα του ατόμου στη μεταβατική περίοδο ανάμεσα σε δύο πολιτισμούς που συνευρέθηκαν σ’ αυτόν τον μετα-αποικιακό κόσμο- που το πεδίο του είναι η Ευρώπη και η Αμερική, καθώς και τα σημερινά εδάφη που κάποτε κατέλαβαν. Ούτε προέτρεψες ούτε επιζήτησες την εξόντωση οποιουδήποτε μέσω κάποιου χαρακτήρα του μυθιστορήματός σου. Το προηγούμενο που θέτει η φάτουα, ισχυριζόμενη ότι έχει δικαίωμα στη ζωή σου, είναι ένα έγκλημα κατά της ανθρωπότητας που αμαυρώνει την ελεύθερη ανάπτυξη της λογοτεχνίας σ’ όλα τα μέρη. Αγαπητέ Σάλμαν, εύχομαι να σκίσεις αυτό το γράμμα σαν κάτι που δεν το χρειάζεσαι πια: την υποστήριξη των συναδέλφων σου συγγραφέων και των φίλων σ’ αυτή την τρομακτική δοκιμασία που ζεις με αφάνταστο κουράγιο. Εύχομαι να αρχίσουμε να γράφουμε ο ένας στον άλλο μέσα από τον κόσμο της φαντασίας, τον μοναχικό αγώνα για την κατάκτηση της λέξης, εκεί που προσπαθούμε να καταλάβουμε τη ζωή, για μας τους ίδιους και για εκείνους που διαβάζουνε τα βιβλία μας.

Με αγάπη Ναντίν (Μετάφραση: Λίλυ Εξαρχοπούλου)


28/χρονικα

Επετειακές ανησυχίες και εκδοτικές δραστηριότητες (Μερικές πρόσφατες μελέτες για το έργο της Π.Σ. Δέλτα) Το έτος 1991 συνέπεσε με τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το θάνατο του Παπαδιαμάντη και 50 από το θάνατο της Δέλτα. Τέτοιου είδους γεγονότα προ­ σφέρουν την ευκαιρία για τιμητικές εκδηλώσεις, μνημόσυνα, επισκέψεις με­ λετητών στη γενέτειρα των συγγραφέων (δημοσίρ δαπάνη). Αυτό τουλάχι­ στον έγινε το Σεπτέμβρη στη Σκιάθο για τον Παπαδιαμάντη. Σε όλα σχεδόν τα Συνέδρια που γίνονται με αφορμή το γιορτασμό μιας επετείου παρατηρείται πως τ’ αφιερώματα των περιοδικών και τα παλαιότερα μελετήματα αναδιφούνται εξαιρετικά προσεκτικά για την κατά το δυνατόν δημιουργία διαλό­ γου στις συνεδριακές συναντήσεις. το μεταξύ διαβήκανε και τα 50 χρόνια από το θάνατο της Δέλτα, η οποία ως γνωστόν έ­ πεισε τον Βενιζέλο ν5ασχοληθεί με το ζήτημα της εξασφάλισης των πνευματικών και εκδοτικών δι­ καιωμάτων των συγγραφέων εν Ελλάδι. Ελπίζω η μοίρα να μην την εκδικηθεί σκληρά για το τόλμη­ μά της και δούμε και μεις στις βιτ ρίνες των βι­ βλιοπωλείων τα τυχόν απελευθερωμένα εκδοτικά ήθη εν δράσει. Διότι η πάροδος των 50 χρόνων α­ νοίγει το δρόμο στην ιδιωτική πρωτοβουλία να προχωρήσει κατά βούληση και να εκδώσει όπως θέλει τα έργα της Π.Σ. Δέλτα. Βεβαίως τα 50 χρόνια εκδοτικής διάρκειας α­ ποτελούν ίσως ένα ορόσημο στην τυπογραφική εμφάνιση ενός έργου. Στην περίπτωση του Παπα-

Σ

διαμάντη τα μελετήματα ποικίλλουν και οι επανεκδόσεις των έργων του συνεχίζονται. Για πα­ ράδειγμα, η πρόσφατη επανέκδοση των Αθηναϊ­ κών Διηγημάτων σε χωριστό τόμο, ήταν μια ε­ ξαιρετική απόπειρα παρουσίασης της διεισδυτι­ κής ειρωνικής οπτικής γωνίας του συγγραφέα τους. Στην περίπτωση της Δέλτα τα 50 χρόνια και η επικαιρότητα της επικείμενης επετείου φαί­ νεται πως ήταν η αφορμή για ένα αφιέρωμα του περιοδικού Διαδρομές (1989) και για δυο βιαστι­ κές εκδόσεις γύρω από το έργο της (1990, 1991). Άργησαν μήπως στην περίπτωση της Δέλτα να γίνουν οι επετειακές φιλολογικές συναντήσεις με αποτέλεσμα να τις προλάβει το δαιμόνιο του πιε­ στηρίου;


χρονικα/29 Ευτυχώς, στην περίπτωση του αφιερώματος του περιοδικού Διαδρομές, τα πράγματα είναι πιο ευχάριστα. Αντί δηλαδή να περιμένει επισήμως το περιοδικό να φτάσουμε στο έτος συμπλή­ ρωσης 50 χρόνων θανάτου για να ασχοληθεί με τη Δέλτα, προτίμησε να μας απαλλάξει από τα μακάβρια συναισθήματα και να γιορτάσει τα 80 χρόνια, που έκλεισαν από την εμφάνιση της συγγραφέως στα ελληνικά γράμματα το 1909. Εικονογράφος του τεύχους ήταν η Σοφία Ζαραμπούκα, που τα σχέδιά της τονίζουν και αυτά το χα­ ρούμενο στοιχείο των έργων της συγγραφέως. Σε σύντομα κείμενα, ορισμένοι μελετητές της παιδικής λογοτεχνίας αλλά και συγγραφείς λο­ γοτεχνίας για παιδιά καταπιάνονται με πλευρές της ζωής και του έργου της Δέλτα. Η Δήμητρα Κωνσταντίνου-Χριστοδούλου συσχετίζει τη λο­ γοτεχνία της Δέλτα με την εθνική αυτοσυνειδησία και εκφράζει τους προβληματισμούς της για το 1992. Ο Ε.Ν. Μόσχος ασχολείται με τη δη­ μιουργία των όρων των πνευματικών αναζητήσε­ ων της συγγραφέως για την παιδική λογοτεχνία, ενώ κρίσιμα στοιχεία της ζωής της παρουσιάζο­ νται από τη Σάσα Μόσχου Σακορράφου. Η Τερέζα Πεσμαζόγλου συζητά «τον εύκολο και το δύ­ σκολο θάνατο της Πηνελόπης Δέλτα», την προ­ σήλωση στο καθήκον των νεαρών ηρώων (ξε­ χνώντας να μας παραθέσει την παραπομπή στο Νίτσε). Ο Β.Δ. Αναγνωστόπουλος διαγράφει τους θεματικούς πυρήνες του έργου της Δέλτα. Η Γαλάτεια Γρηγοριάδου Σουρέλη καταπιάνεται με Το Παραμύθι χωρίς Ονομα, ενώ η Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου περιγράφει μια φα­ νταστική συνέντευξη με την Πηνελόπη Δέλτα και η Σούλα Ραδοπούλου σχολιάζει τις Πρώτες Ενθυμήσεις, τις οποίες θεωρεί θεμέλιο της πεζο­ γραφίας της. Η τέχνη και η ιδεολογία απασχο­ λούν το άρθρο του Α. Δελώνη, ενώ η Γιολάντα Πατεράκη συσχετίζει το Μακεδονικό αγώνα και τη γυναικεία Λογοτεχνία. Η Μαρία Δ. Μιράσγεζη ασχολείται με τα μηνύματα της Δέλτα μέσα α­ πό τα παιχνίδια του Τρελλαντώνη και του Μά­ γκα, και παράλληλα σχολιάζει κριτικά τη στάση του Μ.Μ. Παπαϊωάννου απέναντι στο έργο της Δέλτα, άποψη που φαίνεται έν μέρει να συμμερί­ ζεται και ο X. Σακελλαρίου. Στη βιβλιογραφία του χρήσιμου αυτού άρθρου θίγονται ζητήματα σχετικά με τη σημασία του παιδικού παιχνιδιού και τη λογοτεχνική αξιοποίησή του. Γενικά το επιμελημένο αυτό τεύχος μάς επι­ τρέπει να παρατηρήσουμε ότι η παιδική λογοτε­ χνία γίνεται αντικείμενο έρευνας όχι μόνο των κριτικών αλλά και των λογοτεχνών, γεγονός που προσωπικά θεωρώ εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ενώ λοιπόν πριν ορισμένα χρόνια τα μελετήματα αυ­ τού του αφιερώματος θα περνούσαν σε κάποια περιοδικά με γενικότερους λογοτεχνικούς προ­ σανατολισμούς, σήμερα μπορούμε πια να μιλή­

σουμε για την ύπαρξη εξειδικευμένου περιοδικού τύπου για την παιδική λογοτεχνία. Το 1990 εκδόθηκε από τις εκδόσεις «Κίνητρο» Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας, το μελέτημα Πηνελόπη Δέλτα του Χάρη Σακελλαρίου, Είναι βέβαια αλήθεια ότι απουσιάζουν από την ελληνι­ κή βιβλιογραφία βιογραφίες συγγραφέων και άλ­ λων προσωπικοτήτων της πνευματικής ζωής με αποτέλεσμα να απομένουν οι εκδόσεις απομνη­ μονευμάτων και ημερολογίων για να καλύψουν το κενό αυτό. Από αυτήν την άποψη νομίζω ότι το μελέτημα του Χάρη Σακελλαρίου απευθύνεται στο ευρύ κοινό και συνδυάζει βιογραφικά και εργογραφικά στοιχεία. Πρόκειται για συστηματική ανασύνθεση πληροφοριών από την υπάρχουσα βιβλιογραφία για την Π.Σ. Δέλτα και μάλιστα ό­ ση κυρίως δημοσίευσε ο Παύλος Ζάννας. Οι ει­ σαγωγές, τα συνοδευτικά επεξηγηματικά σχόλια και τα χρονολόγια έχουν γίνει αντικείμενο διεξο­ δικής συρραφής. Οι φωτογραφίες οι οποίες χρη­ σιμοποιήθηκαν, με κάποιες εξαιρέσεις, προέρχο­ νται από τις επιλογές του Παύλου Ζάννα, στη σειρά των εκδόσεων «Ερμής» (Και ένα λάθος: Η φωτογραφία της σελ. 15 απεικονίζει τον Εμμ. Μπενάκη και όχι τον Στέφανο Δέλτα). Τέλος, ο συγγραφέας επικαλούμενος τον Α. Θρύλο προ­ χωρεί σε παρατηρήσεις για τη συντηρητικότητα της Δέλτα. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου συνίσταται σε μια περιγραφή της εργογραφίας της Π.Σ. Δέλτα και περιλαμβάνει σελίδες με ανατυ­ πώσεις των εξωφύλλων των εκδόσεων των έργων της. Η ένταξη από τον X. Σακελλαρίου του έργου της Δέλτα στην ελληνική πνευματική ζωή και στους κύκλους των δημοτικιστών γίνεται με υπερτονισμό των εθνικιστικών στοιχείων των έρ­ γων και προσκόλληση σε μια υπάρχουσα κριτική βιβλιογραφία. Συχνά έχει κανείς το αίσθημα ότι από παράγραφο σε παράγραφο αναδύεται το ύ­ φος κάποιου ενσωματωμένου κειμένου. Παρ’ ό­ λα αυτά πρόκειται για μια χρήσιμη γενική εισα­ γωγή για τον αναγνώστη που δεν έχει ίσως το χρόνο να καταπιαστεί με την ανάγνωση του Αρ­ χείου Δέλτα, χαρακτηριζόμενη όμως από ετερό­ φωτη ιστορική ανάλυση, αυτήν του Μ.Μ. Παπαϊωάννου. Το 1991, έτος συμπλήρωσης 50 χρόνων από το θάνατο της Δέλτα, έγινε για λογαριασμό των εκ­ δόσεων του Ιδρύματος Ερευνών για το παιδί, από τις εκδόσεις «Εστία» η προαναγγελθείσα σε ση­ μείωση άρθρου του περιοδικού Διαδρομές του 1989 έκδοση μελετήματος για τη Δέλτα της Τερέζας Πεσμαζόγλου. Στην υποσημείωση του περιο­ δικού αναφερόταν η προτίμηση της συγγραφέως στο πολυτονικό σύστημα, αλλά δεν ανακοινώνο­ νταν ο τίτλος του επικείμενου βιβλίου. Τελικά κυκλοφόρησε με τον παραπλανητικό τίτλο Το η­ ρωικό παραμύθι της Π.Σ. Δέλτα και τον υπότι­


30/χρονικα τλο «Μικρό οδοιπορικό από τις απαρχές στην ω­ ριμότητα της νεοελληνικής παιδικής λογο­ τεχνίας». Αναγκάζομαι δυστυχώς να σταθώ στην επετειακή φιλολογία του εξωφύλλου δεδομένου ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτού του μελετήματος κα­ λύπτει μια περιδιάβαση στην Ιστορία της παιδι­ κής λογοτεχνίας με στοιχεία γνωστά, κατά το μεγαλύτερο μέρος του και από άλλες έρευνες, ό­ πως για παράδειγμα το βραβευμένο από την Α­ καδημία Αθηνών βιβλίο του Δημήτρη Γιάκου, Ι­ στορία της Ελληνικής Παιδικής Λογοτεχνίας (Α­ θήνα, Εκδόσεις Εστία, 1977). Οι 48 σελίδες για το έργο της Δέλτα συγκροτούν περίληψη των έργων της συγγραφέως και ένα είδος φιλοσοφίζοντος δοκιμίου με παρατηρήσεις πάνω στη διαπραγμά­ τευση του θέματος του ηρωικού θανάτου από τη Δέλτα. Βεβαίως είθισται ο τίτλος ενός βιβλίου να κοσμεί με μεγάλα γράμματα το εξώφυλλο και οι υπότιτλοι να εξειδικεύουν με ακρίβεια το περιε­ χόμενο. Αν, λοιπόν, το μέλημα της διδάκτορος κ. Πεσμαζόγλου ήταν το ηρωικό παραμύθι ως είδος και η περίπτωση της Π.Σ. Δέλτα ειδικότερα, τό­ τε πού βρίσκεται η γενικότερη ιστορική και φιλο­ λογική διαπραγμάτευση του ηρωικού παραμυ­ θιού; Και τι δουλειά έχει σ’ ένα εξειδικευμένο έρ­ γο η παράθεση όλων αυτών των γενικών πληρο­ φοριών για την παιδική λογοτεχνία, τις οποίες μπορούσε να τις παρουσιάσει αυτοτελώς σε χω­ ριστό τόμο; Ο τίτλος του βιβλίου αυτού αναιρεί το ακριβές περιεχόμενό του και ο υπότιτλος επιχειρεί να δι­ καιολογήσει το εγχείρημα, προσφέροντας μια α­ σφαλιστική δικλείδα: το όνομα της Π.Σ. Δέλτα, εγγύηση για την αγορά του βιβλίου. Το σχέδιο νε­ αρού πολεμιστή στο εξώφυλλο είναι κι αυτό μια εικονική επικύρωση του τίτλου του. Βεβαίως, θα έλεγε κανείς πως ένα μελέτημα δεν εξαντλείται στο εξώφυλλο. Φωτογραφικές ανατυπώσεις παλαιοτέρων εικονογραφήσεων των έργων της Δέλ­ τα κοσμούν τα εσώτερα και αρχίζουμε κατά προ­ τίμηση από το πίσω μέρος του βιβλίου, εφόσον μας ενδιαφέρει η Δέλτα. Ακολουθώντας την πεπατημένη εκδοτικών σχεδιασμών του παρελθό­ ντος αναζητούμε όχι πια τα περιεχόμενα αλλά το ευρετήριο του κειμένου και πιθανόν τη συνολική βιβλιογραφία. Ματαίως, διότι όλα αυτά εξέλειψαν μέσα στη νέα εκδοτική συνήθεια της υπερεικονογράφησης. Γυρίζοντας το βιβλίο πηγαίνουμε στην αρχή του «οδοιπορικού», προχωρώντας στις «απαρ­ χές». Το μελέτημα συνίσταται από τρεις ενότη­ τες οι οποίες χωρίζονται μεταξύ τους με αναδη­ μοσιεύσεις εξωφύλλων και σελίδων παλιότερων δημοσιευμάτων της Δέλτα. Η πρώτη ενότητα ο­ νομάζεται πρόσκοποι, αλλά εννοεί, φαίνεται, πρόδρομοι εφόσον αρχίζει από τον Αίσωπο, συ­

νεχίζεται με τον Ιωάννη Βηλαρά, τον Ραγκαβή, τον Δροσίνη και τραβώντας προς την «ωριμότη­ τα» φτάνει μέχρι την Αρσινόη Παπαδοπούλου για την οποία μαθαίνουμε ότι παρ’ όλες τις αγα­ θές της προθέσεις και τη φαντασία της έφταιγε «το αφύσικο των γραπτών της και δεν επέζησε στην παιδική γραμματολογία.» Το δεύτερο δοκί­ μιο καλύπτει ζητήματα του περιοδικού Διάπλα­ ση των Παίδων και ασχολείται με την ανταπό­ κριση που είχε στο παιδικό κοινό, τα είδη λογο­ τεχνίας που δημοσίευε, τη στάση του Ξενόπουλου απέναντι στο γλωσσικό ζήτημα. Το τρίτο δο­ κίμιο ασχολείται με την Π.Σ. Δέλτα και οι 26 από τις 48 σελίδες, οι οποίες αφιερώνονται στο υποτι­ θέμενο, κατά το εξώφυλλο, θέμα του μελετήμα­ τος είναι επανάληψη βιογραφικών στοιχείων γνωστών από το Αρχείο Δέλτα και τις παραπομ­ πές των εισαγωγών του Π.Α. Ζάννα. Οι υπόλοι­ πες 22 επιχειρούν μέσω μιας σχεδόν βιογραφικής ανίχνευσης της ψυχολογικής συγκρότησης της Π.Σ. Δέλτα μια ανάλυση της «Αλήθειας» της και της στάσης των ηρώων της απέναντι στο θάνατο. Σημειώνεται μάλιστα κάτι δυσνόητο στην ελλη­ νική πιθανόν απόδοσή του «Γι αυτό και οι αλή­ θειες που πρεσβεύουν οι ήρωες της Δέλτα αναφέρονται στις υλικές ιδιότητες γεγονότων και αντι­ κειμένων» (σ. 143). Τονίζεται η βιογραφική ερμη­ νεία των σχετικών με τον ηρωικό θάνατο αντιλή­ ψεων της Δέλτα, η οποία σταδιακά αυτοκτόνησε. Έτσι μαζί με το βίο της Δέλτα τελειώνει και η τρίτη ενότητα ακολουθούμενη από φωτογραφία της σε νεαρή ηλικία, αναδημοσιεύσεις εξωφύλ­ λων, χειρόγραφες διορθώσεις δοκιμίων και πα­ ραινέσεις για επίδειξη θάρρους και αυτοκυριαρ­ χίας στους νεαρούς προσκόπους που βρίσκουν, εδώ, τη θέση τους. Αναζητώντας το συνδετικό κρίκο των τριών αυτών ενοτήτων με σταθερό σημείο εκκίνησης τον τίτλο του εξωφύλλου παρατηρούμε αρχικά ό­ τι σύμφωνα με τα λεγάμενα του προλόγου τα δυο πρώτα μέρη δίδουν τους «πιο αντιπροσωπευτι­ κούς ποιητές και συγγραφείς» και το «πιο δημο­ φιλές περιοδικό», των οποίων οι ιδεολογικές κα­ τευθύνσεις έλκουν την καταγωγή από «τον κό­ σμο της Δύσεως». Αντίθετα το τρίτο μέρος ολο­ κληρώνει την οδοιπορία «με τη δεσπόζουσα φυ­ σιογνωμία της Πηνελόπης Σ. Δέλτα, της οποίας η ζωή και το έργο αποτελούν μια εναγώνια προ­ σπάθεια αποκηρύξεως των ξένων προτύπων». Μάλιστα στην προηγούμενη ακριβώς σελίδα αναζητείται για λογαριασμό του ελληνόπουλου η μεταφυσική δίψα και η ικανοποίησή της. Αναρω­ τιέται η προλογίζουσα αν πέτυχε η Δέλτα στην προσπάθεια της δημιουργίας διεξόδου και θεωρεί ότι «Πίσω από τα μεγάλα πρότυπα των ατομικών ηρώων που δημιούργησε εναγώνια για να μορφώ­ σει τα παιδιά και τους νέους "ελληνικά” , πλανάται πάντα η αρνητική μορφή του Νΐτσε». Η συγ-


χρονικα/31 γραφέας ισχυρίζεται παρακάτω ότι «προσπάθη­ σε να ξετυλίξει το ιδεολογικό νήμα που ακολού­ θησε η λογοτεχνία για παιδιά και νέους και να διατυπώσει μια ερμηνευτική πρόταση πού δεν διεκδικεί το αλάνθαστο αλλά και δεν έχει φιλο­ δοξία να θεωρείται εξαντλητική». Βέβαια δεν μπορώ παρά να επισημάνω ότι ο πρόλογος και ενίοτε το πρώτο δοκίμιο βρίθουν παραπομπολογίας για την τύχη του βιβλίου στον 19ο και τις αρχές του 20ού αι., η οποία καλύπτει βιβλιογραφικά την περίοδο 1983-1989, χωρίς ό­ μως να ανανεώνει και τα συμπεράσματα των γραμματολογικών παραθέσεων. Αν μάλιστα ψά­ χνετε τη Δέλτα όχι στις απαρχές αλλά προς την ωρίμανση, η Πεσμαζόγλου σημειώνει: «Η Π.Σ. Δέλτα δεν φιλοξενήθηκε ούτε συνεργάστηκε με τη Διάπλαση». Και είναι αυτή η φράση μόνο που δένει το δεύτερο δοκίμιο με το τρίτο. Συνεχίζω να πιστεύω πως τα δυο πρώτα δοκίμια μπορούσαν να βγουν αυτοτελώς έτσι ώστε ν’ αξιοποιηθεί πι­ θανόν και η βιβλιογραφία για τα αναγνωστικά εν­ διαφέροντα (1983-1989). Θα έδεναν καλά με ένα τίτλο σαφή και σχετικό με το περιεχόμενο, που δεν είναι άλλο από ζητήματα γραμματολογίας της παιδικής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Στην τρίτη ενότητα αποφάσισα να αναζητήσω την τύχη του Νίτσε και την κρυφή κι «αρνητική μορφή του», στην οποία προφανώς οφείλεται το ότι η ενσωμάτωση αποσπάσματος από το έργο του (με αφορμή τη διαπραγμάτευση του φυσικού θανάτου) δεν συνοδεύεται από ακριβή παραπο­ μπή. Αυτό βεβαίως μας υπενθυμίζει ότι το ίδιο α­ κριβώς απόσπασμα είχε την ίδια ακριβώς τύχη στο δημοσίευμα της Τερέζας Πεσμαζόγλου στο

περιοδικό Διαδρομές (1989). Έχει και ο αποτρο­ πιασμός που αισθάνθηκε η Πεσμαζόγλου τις εκ­ δηλώσεις του, πράγμα που ίσως συνέβη επειδή το σημείο αυτό ακολουθούν τα της αυτοκτονίας της Δέλτα, η αναζήτηση όλων των μοναχικών εξοχι­ κών τάφων στα έργα της συγγραφέως του Δημο­ τικισμού καθώς και η λέξη Σιωπή που χαράχτη­ κε στο δικό της μοναχικό τάφο. Και δεν είχε άδικο η Π.Σ. Δέλτα όταν αποζη­ τούσε τη σιωπή. Γεμίσαμε με πολυσέλιδες εκδό­ σεις. Τόσο που ν’ αναρωτιέται κανείς αν δεν είναι προτιμότερη η σιωπή από την αναπόφευκτη ίσως ανακύκλωση της γνωστής πληροφορίας για τη ζωή και το έργο καθιερωμένων λογοτεχνών. Ευ­ τυχώς που κυκλοφορούν ακόμη λογοτεχνικά πε­ ριοδικά με επίκαιρη ύλη. Παρήλθε πράγματι και­ ρός από τα εικονογραφημένα κλασικά τα οποία υπαινίσσεται ο Δ. Καλοκύρης με τη μακέτα του εξωφύλλου του βιβλίου της Πεσμαζόγλου. Η επι­ λογή του νέου Άγιου πολεμιστή σημαιοφόρου του εξώφυλλου, μαχητή με Αναγεννησιακούς προπλασμούς προσώπου, πλαίσιο και ύφος που θυμίζει τον William Blake, μεταφυσικά σύννεφα και φωτισμούς Δυτικών προτιμήσεων είναι άρα­ γε για να πιάσει (ο θεατής - αναγνώστης - κα­ ταναλωτής) το σφυγμό του ήρωα; Άργησε ίσως η ελληνική γραμματολογία να ασχοληθεί με τη Δέλτα. Ωστόσο ας μην ξεχνάμε ότι τα μελετήματα δεν μπορούν ποτέ να υποκαταστήσουν τα ίδια τα λογοτεχνικά κείμενα. Οι ημερολογιακές ση­ μειώσεις και τα ορμητικά λογοτεχνήματα της Δέλτα παραμένουν ανοιχτά στο σιωπηλό ανα­ γνώστη. ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΣΠΑΝΑΚΗ

2 0 0 χρόνια από τπ γέννΐΊ του

ΚΑΛΒΟ Υ Αφιέρωμα του ΔΙΑΒΑΖΩ στον Ανδρέα Κάλβο Αριδ. 140


32/χρονικα

Πληροφορική Τεχνολογία (information technology) στις ελληνικές βιβλιοθήκες: προβλήματα και προοπτικές * Το κείμενο αυτό αποτελεί, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, με­ τάφραση του άρθρου με τίτλο «Information technology in Greek Libraries: problems and prospects» που δημοσιεύθηκε από τους ίδιους συγγραφείς στο ειδικό Βρετανικό πε­ ριοδικό σχετικά με αυτοματισμό βιβλιοθηκών «Program» vol. 24, no. 4, October 1990, ρρ. 333-342.

Περίληψη

Οι συγγραφείς ανέλαβαν μία έρευνα σε Ελληνικές Βιβλιοθήκες, την Άνοι­ ξη του 1990, με σκοπό να παρουσιάσουν μια αναφορά στους εντολείς τους (δηλαδή στο Βρετανικό Συμβούλιο και στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων) για τα προβλήματα σχετικά με την εισαγωγή της πληροφορι­ κής τεχνολογίας στις Ελληνικές Δημόσιες Βιβλιοθήκες. Το άρθρο αυτό παρέ­ χει μια γενική άποψη της δομής (διοικητικά, νομικά, οικονομικά), με την οποία λειτουργεί κάθε είδος βιβλιοθήκης στην Ελλάδα. Περιλαμβάνει, επίσης, μια εισαγωγή στο καθεστώς της επαγγελματικής εκπαίδευσης και ανάπτυξης, τα προβλήματα, που παρεμποδίζουν τη μεγαλύτερη χρήση της νέας τεχνολο­ γίας, διαγράφονται και, τέλος, οι προοπτικές για μελλοντική ανάπτυξη αναφέρονται. 1. Εισαγωγή

Για διάστημα δύο εβδομάδων, τον Μάρτιο και Α­ πρίλιο 1990, αναλάβαμε μία έρευνα για τις Ελληνι­ κές Δημόσιες Βιβλιοθήκες, μετά από πρόσκληση του Βρετανικού Συμβουλίου και με την ένθερμη υ­ ποστήριξη του Ελληνικού Υπουργείου Εθνικής Παι­ δείας και Θρησκευμάτων. Η περιοδεία περιελάμβανε ομιλίες και σεμινάρια για βιβλιοθηκάριους και φοιτητές των σχολών βιβλιοθηκονομίας, καθώς και επισκέψεις σε βιβλιοθήκες. 'Ενας κατάλογος με τα

ιδρύματα, που επισκεφθήκαμε, δίνεται στον πίνα­ κα. Η αναφορά είχε ως σκοπό να παρουσιάσει τις πιθανότητες και τα προβλήματα που σχετίζονται με την εισαγωγή της ηλεκτρονικής τεχνολογίας στις Ελληνικές Δημόσιες Βιβλιοθήκες. Καθώς οι βιβλιο­ θήκες δεν δρουν σε ένα βιβλιογραφικό ή θεσμικό κενό, ήταν αναγκαίο να επισκεφθούμε και άλλα εί­ δη βιβλιοθηκών. Πρέπει να σημειωθεί ότι η θέση, ό­ σον αφορά στη χρήση αυτού του είδους τεχνολο­ γίας στις Ελληνικές Δημόσιες Βιβλιοθήκες, είναι, ε­ πί του παρόντος, περισσότερο ζήτημα προοπτικής


χρονικά 133 παρά άμεσης εφαρμογής. Παρ’ όλα αυτά, θα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον να παρατηρεί κανείς τις αλ­ λαγές, που θα συντελούνται στα επόμενα χρόνια, καθώς η Ελλάδα ενσωματώνεται ολοκληρωτικά στις Ευρωπαϊκές Οικονομικές Κοινότητες. Πίνακας α. Λίστα ιδρυμάτων Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος Κεντρική Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης Δημόσια Βιβλιοθήκη της Λάρισας Δημόσια Βιβλιοθήκη του Ναυπλίου Δημόσια Βιβλιοθήκη της Βεροίας Βιβλιοθήκη Κέντρου Ευρωπαϊκών Σπουδών, Θεσσαλονίκη Κέντρο Παιδικού και Εφηβικού Βιβλίου, Αθήνα Βιβλιοθήκη Βρετανικού Συμβουλίου, Αθήνα Τμήμα Βιβλιοθηκονομίας, Τ.Ε.Ι., Αθήνα Τμήμα Βιβλιοθηκονομίας, Τ.Ε.Ι., Θεσσαλονίκη Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Αθήνα Ένωση Ελλήνων Βιβλιοθηκάριων Ενιαίο Πολυκλαδικό Λύκειο, Βέροια.

2.

Η παρούσα κατάσταση

2.1. Οι Δημόσιες Βιβλιοθήκες

Η γενική εικόνα των Ελληνικών Δημοσίων Βι­ βλιοθηκών ακολουθεί τον τύπο μιας βιβλιοθήκης με παραδοσιακές υπηρεσίες, που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον στη συλλογή πολύτιμου και αξιόλογου υλικού σε βάρος των πιο εύληπτων αναγνωσμάτων ή της παροχής πληροφοριών. Ο υποβαθμισμένος ρόλος, που έχει μια Δημόσια Βιβλιοθήκη στην κα­ θημερινή ζωή των Ελλήνων, συντηρείται και από το γεγονός ότι δεν υπάρχει παράδοση στη χρήση βι­ βλιοθηκών για το εξωσχολικό διάβασμα. Σ’ αυτό το άρθρο δίνεται ένα σύντομο διάγραμμα της κατά­ στασης των Ελληνικών Βιβλιοθηκών, ενώ περισσό­ τερες πληροφορίες παρέχονται από μια ποικιλία πηγών.1"3 Οι Δημόσιες (public) Βιβλιοθήκες στην Ελλάδα μπορούν να χωρισθούν σε τρεις κατηγο­ ρίες, σύμφωνα με το νομικό τους καθεστώς, τις διοικητικές,υπευθυνότητες και τους χρήστες τους. Διαιρούνται σε: Δημόσιες, Δημοτικές και Παιδικές. 2.1.1. Δημόσιες

Υπάρχουν 41 Δημόσιες, συμπεριλαμβανόμενης και της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος που αντι­ μετωπίζεται ξεχωριστά πιο κάτω. Οι υπόλοιπες σα­ ράντα (40) έχουν σαν αφετηρία τον Νομό. Επιχορη­ γούνται και υπάγονται διοικητικά στο Τμήμα Βι­ βλιοθηκών του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ανήκει στις προθέσεις του Υπουρ­ γείου, η δημιουργία μιας Δημόσιας βιβλιοθήκης σε καθένα από τους 52 νομούς της χώρας. Παρά το μέγεθος των γεωγραφικών περιοχών, για τις οποίες προσφέρονται οι υπηρεσίες μιας βι­ βλιοθήκης, ο αριθμός των ατόμων που μπορεί να α­

πασχολεί κάθε βιβλιοθήκη, περιορίζεται, από τον νόμο, στα 10 άτομα. Ο Διευθυντής της Βιβλιοθήκης πρέπει να είναι απόφοιτος Πανεπιστημίου και, κα­ θώς δεν υπάρχουν, ανώτατα ιδρύματα (στην Ελλά­ δα), που να παρέχουν σπουδές για την επιστήμη της Βιβλιοθηκονομίας, οι Διευθυντές τους δεν έ­ χουν εξειδικευμένη κατάρτιση, ενώ ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός υπαλλήλων μερικών βιβλιο­ θηκών είναι απόφοιτοι των σχολών βιβλιοθηκονο­ μίας των Τ.Ε.Ι. Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Η έλλει­ ψη δε επαγγελματικής κατάρτισης των διευθυντι­ κών στελεχών και ο περιορισμένος αριθμός του προσωπικού, παραμένουν περιοριστικοί παράγο­ ντες για την ανάπτυξη βιβλιοθηκών σε όλους τους νομούς. Ο αριθμός των βιβλίων στις Δημόσιες Βιβλιοθή­ κες, κυμαίνεται μεταξύ 20.000 και 60.000. Αυτοί οι α­ ριθμοί, πάντως, είναι κατά κάποιο τρόπο παραπλα­ νητικοί, καθώς κρύβουν το γεγονός ότι το μεγαλύ­ τερο τμήμα αυτών των συλλογών είναι όχι προσιτό για δανεισμό στο κοινό, παλιό, όχι όλο καταλογογραφημένο και σε μεγάλο βαθμό καθρεφτίζει αυτό που μπορεί να ονομασθεί «σοβαρή φιλολογία», πα­ ραγνωρίζοντας το ρόλο, που μπορεί να παίξει μια Δημόσια Βιβλιοθήκη, προσφέροντας υλικό και για γενικότερους, ψυχαγωγικούς σκοπούς. Επιπλέον, είναι άγνωστη η ιδέα μιας Δημόσιας Βιβλιοθήκης σαν Κέντρο πληροφόρησης για το ευρύ κοινό. Τα κτίρια των βιβλιοθηκών συχνά μοιάζουν μέ το υλικό των βιβλιοθηκών, ως προς την παλαιότητα και την ακαταλληλότητα. Για παράδειγμα, στη Βέροια, και στη Λάρισα, είναι στριμωγμένες και στοιβαγμένες οι βιβλιοθήκες και σχεδόν «κρύβονται» από το κοι­ νό, ευρισκόμενες στον πρώτο όροφο κτιρίων, παρέ­ χοντας πρόσβαση, στους χώρους τους, με σκάλες μόνο. Αυτές οι βιβλιοθήκες, πάντως, είναι πιο τυχε­ ρές από άλλες, καθώς προβλέπεται να μεταστεγασθούν σε καινούρια κτίρια. Στην περίπτωση της Βέ­ ροιας, έχουν αγορασθεί δύο συνεχόμενα οικόπεδα στο κέντρο της πόλης και εκεί πρόκειται να ανεγερθεί η καινούρια βιβλιοθήκη. Στη Λάρισα, αγοράσθη­ κε ένα μεγάλο, παλιό κτίριο με πρόθεση να μετα­ τραπεί σε βιβλιοθήκη. Σε μερικές από τις Δημόσιες Βιβλιοθήκες λειτουργούν κινητές μονάδες. Η Δη­ μόσια Βιβλιοθήκη Βεροίας έχει τρία βιβλιοαυτοκίνητα που εξυπηρετούν την Κεντροδυτική Μα­ κεδονία. 2.1.2.

Δημοτικές

Σήμερα υπάρχουν 400 Δημοτικές Βιβλιοθήκες. Δεν υπάρχει κάποια υποχρέωση, εκ μέρους της Το­ πικής Αυτοδιοίκησης, όσο αφορά στην υποστήριξη του θεσμού, γι’ αυτό μπορεί να διακρίνει κανείς αρ­ κετές διαφορές στην ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρονται από κάθε Δημοτική Βιβλιοθήκη. Το επίπεδο των υπηρεσιών διαφέρει, ανάλογα με το ενδιαφέρον των τοπικών αρχών, της παράδοσης, που υπάρχει, και τις δωρεές που κατά καιρούς γί­ νονται. Η Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης είναι, πιθανόν, η περισσότερο αναπτυγμένη Δημοτική Βι­ βλιοθήκη. Η κεντρική Βιβλιοθήκη στεγάζεται σ’ ένα παλιό και ακατάλληλο κτίριο, ενώ πολλά από τα καινούρια παραρτήματα έχουν μοντέρνα εσωτερι­


34/χρονικα κή διαμόρφωση και εντυπωσιακά έπιπλα. Αυτή η Βι­ βλιοθήκη βρίσκεται στη διαδικασία δημιουργίας ε­ νός αυτοματοποιημένου συστήματος, στο οποίο α­ ναφερόμαστε εκτενέστερα, παρακάτω. 2.1.3 Παιδικές

Υπάρχουν 21 βιβλιοθήκες για παιδιά αγροτικών περιοχών που, επιχορηγούνται από το Υπουργείο Γεωργίας. Παρόλο που το γεγονός τούτο, μοιάζει με ασυνήθιστη πηγή οικονομικής υποστήριξης για Βιβλιοθήκες, εξηγείται, κατά κάποιο τρόπο, από έ­ να ενδιαφέρον περιορισμού του αναλφαβητισμού στις αγροτικές περιοχές και μια προσπάθεια προ­ στασίας της γεωργίας με την παρεμπόδιση μεγαλύ­ τερων μετακινήσεων σε αστικές περιοχές. Όλες αυτές οι Βιβλιοθήκες συνδέονται με το Κέντρο Παι­ δικού και Εφηβικού Βιβλίου, στην Αθήνα, που λει­ τουργεί ως κέντρο διακίνησης του υλικού. 2.1.4. Νέα τεχνολογία στις Δημόσιες Βιβλιοθήκες

Καμιά από τις κύριες λειτουργίες του κύκλου ερ­ γασιών των Ελληνικών Δημόσιων Βιβλιοθηκών δεν είχε αυτοματοποιηθεί μέχρι το χρόνο της επίσκε­ ψής μας. Η Δημοτική Βιβλιοθήκη της Θεσσαλονίκης βρίσκεται στο πιο προχωρημένο στάδιο. Εδώ η ε­ φαρμογή ενός εσωτερικού συστήματος, με τη χρή­ ση ενός συστήματος διοίκησης σχεσιακής βάσης δεδομένων (RDBMS), INQUIRY, προχωρά αρκετά καλά. Είχαμε τη δυνατότητα να δούμε από κοντά το σύστημα και να συζητήσουμε με τον προγραμματι­ στή, που ήταν υπεύθυνος για την ανάπτυξή του, παίρνοντας, επιπλέον, κι ένα αντίγραφο από το λε­ ξικό δεδομένων. Το σύστημα θα παρέχει κατάλογο και έλεγχο διακίνησης υλικού, με κατάλογο άμεσης επικοινωνίας για έρευνα, μόνο για το προσωπικό. Ο προγραμματιστής ήταν ενήμερος των προβλημά­ των που συνεπάγεται η δημιουργία ενός καταλό­ γου Βιβλιοθήκης με τη χρήση πακέτου συστημάτων διοίκησης δεδομένων με προσδιορισμένο μάκρος πεδίου, αλλά πίστευε ότι στο τέλος θα δημιουργείτο ένα ικανοποιητικό σύστημα. Η δημιουργία της βάσης δεδομένων έγινε με τη βοήθεια των προ­ γραμματιστών του δήμου. Περισσότερο από το 90% του υλικού της Βιβλιοθήκης είναι γραμμένο στην Ελληνική γλώσσα και έτσι οι όποιες βιβλιο­ γραφικές εγγραφές από το εξωτερικό δεν προσφέ­ ρουν βοήθεια στη δημιουργία της βάσης δεδομέ­ νων. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει την εισαγωγή των δεδομένων, πληκτρολογώντας και με τη βοή­ θεια οδηγιών, που εμφανίζονται στην οθόνη. Οι εγ­ γραφές αυτές θα περιλαμβάνουν στοιχεία, όσον α­ φορά, στα: συγγραφέα, τίτλο, έκδοση, αριθμό τό­ μων, εκδότη, ημερομηνία έκδοσης, όχι δηλαδή τα πλήρη στοιχεία καταλόγου. Η μετατροπή των βι­ βλιογραφικών αυτών εγγραφών σε φόρμα αναγνώ­ σιμη από μηχανή, θα έδινε τη δυνατότητα στη Δη­ μοτική Βιβλιοθήκη να εκμεταλλευθεί οικονομικά την όλη πρωτοβουλία αλλά, απ’ ό,τι γνωρίζουμε, δεν εντάσσεται στα σχέδια του προσωπικού της Βι­ βλιοθήκης. Ο δανεισμός θα γίνεται με την πληκτρολόγηση των στοιχείων, που συνοδεύεται, αναπόφευκτα, με πιθανά λάθη και καθυστέρηση στην όλη διαδικασία. Το προσωπικό γνωρίζει ότι αυτό που γίνεται, δεν α­ ποτελεί την ιδεώδη λύση, αλλά θεωρεί ότι αποτελεί

σημαντική προσπάθεια στην κατεύθυνση αυτομα­ τοποίησης του συστήματος. Ακόμη, αρκετές Δημόσιες Βιβλιοθήκες βρίσκο­ νται κάτω από στενή πίεση να προχωρήσουν στην αυτοματοποίηση των λειτουργιών τους, καθώς η Ελλάδα «σαρώνεται» από κύμα ενθουσιασμού για τους υπολογιστές. Η τάση αυτή θυμίζει ανάλογη περίοδο στη Βρετανία, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, με καταστήματα με υπολογιστές να ξεφυ­ τρώνουν παντού. Ειπώθηκε σε μας (όχι από Βιβλιο­ θηκάριους) ότι ο αυτοματισμός μιας βιβλιοθήκης μοιάζει με τον αυτοματισμό ενός video καταστήμα­ τος και, καθώς τέτοιου είδους καταστήματα έχουν αυτοματοποιήσει τις λειτουργίες τους, δεν υπήρχε σοβαρή δικαιολογία για την αδράνεια των βι­ βλιοθηκών. 2.2 Ακαδημαϊκές Βιβλιοθήκες

Για πολλά χρόνια, πανεπιστήμια στην Ελλάδα ή­ ταν μόνο αυτά των Αθηνών και της Θεσ/νίκης. Τα τελευταία 20 χρόνια εκδηλώθηκε αρκετός ενθου­ σιασμός από την πλευρά της πολιτείας στην κατεύ­ θυνση της δημιουργίας περισσότερων πανεπιστη­ μίων και άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ανώτε­ ρης εκπαίδευσης. Έτσι, λειτουργούν σήμερα και τα παρακάτω πανεπιστήμια: Πάτρας, Ιωαννίνων, Κρή­ της, Θράκης, Θεσσαλίας, Αιγαίου και Ιονίου. Επι­ πλέον, έχουν ιδρυθεί και διάφορα Τεχνολογικά Ι­ δρύματα. Περισσότερα στοιχεία σχετικά, με αυτές τις εξελίξεις, μπορεί κανείς να αποκομίσει από τα άρθρα των Birk, Karageorgiou και Krikelas.4'5 Η δη­ μιουργία των περιφερειακών Πανεπιστημίων ανταποκρίνεται περισσότερο σε πολιτικές σκοπιμότη­ τες και γι’ αυτό άλλωστε, η ίδρυσή τους δεν συν­ δέεται με τη συνεχή υλικοτεχνική υποστήριξή τους, ώστε να μπορούν ν’ ανταποκριθούν ικανοποιητικά στους στόχους τους. Έτσι, το Πανεπιστήμιο Θεσ­ σαλίας ενώ είχε τυπικά ιδρυθεί το 1984, κατά την ε­ πίσκεψή μας στο Βόλο, είδαμε μόνο ένα άδειο κτί­ ριο, που ανέμενε τη μετατροπή του σε ένα από τα κτίρια του Πανεπιστημίου. Το δεδομένο, εξάλλου, ότι η πολιτική σκοπιμότητα επηρεάζει πολλές από τις σχετικές αποφάσεις για τη δημιουργία εκπαι­ δευτικών ιδρυμάτων, αποδεικνύεται από το γεγο­ νός ότι, αυτά βρίσκονται σε αρκετές περιπτώσεις διασκορπισμένα σε διάφορες περιοχές. Έτσι, ό­ μως, είναι αρκετά δύσκολο να διοικείται και να λει­ τουργεί το Πανεπιστήμιο, π.χ. Κρήτης, με επιτυχία, με τμήματα που βρίσκονται σε απόσταση 80 χιλιο­ μέτρων το ένα από το άλλο ή το Πανεπιστήμιο Θρά­ κης, του οποίου οι διάφορες σχολές βρίσκονται σε τρεις διαφορετικές πόλεις· τα προβλήματα αυτά παίρνουν μεγαλύτερη έκταση στην περίπτωση του Πανεπιστημίου Αιγαίου, που σχεδιάζεται να ανα­ πτυχθεί στα τέσσερα νησιά: Χίος, Λέσβος, Ρόδος και Σάμος. Η ανάπτυξη των Πανεπιστημιακών Βιβλιοθηκών παρεμποδίζεται από την παραδοσιακή αντίληψη περί διδασκαλίας, που στηρίζεται στο εγχειρίδιο και στην αποστήθιση παρά στην έρευνα και στην α­ ναζήτηση. Αυτό σημαίνει ότι οι περισσότερες από αυτές τις Βιβλιοθήκες περιλαμβάνουν μικρές συλ­ λογές που εξυπηρετούν, κυρίως, το διδακτικό προ­ σωπικό. Στην περίπτωση του Αριστοτέλειου Πανε­ πιστημίου της Θεσσαλονίκης, αν και μπορεί κανείς


χρονικα/35 να βρει όλα τα βιβλία των επιμέρους Βιβλιοθηκών στον κατάλογο της Κεντρικής Βιβλιοθήκης, όμως το γεγονός αυτό δεν εγγυάται και τη δυνατότητα πρόσβασης σ’ αυτά τα βιβλία. Η σταδιακή κατάργη­ ση των μικρών Βιβλιοθηκών των διαφόρων τομέων και η υιοθέτηση ενός πιο συγκεντρωτικού συστήμα­ τος Βιβλιοθηκών, επισπεύδεται και από την επι­ στροφή στην Ελλάδα αρκετών Πανεπιστημιακών, που έχουν εργασθεί στο εξωτερικό και έχουν εμπει­ ρίες από διαφορετικά συστήματα. Το Α.Π.Θ. σχε­ διάζει να μειώσει τον αριθμό των Βιβλιοθηκών, που λειτουργούν, επί του παρόντος, στις 30 περίπου. Αλλά ακόμη κι αυτό, υπολογίζεται ότι θα πάρει αρ­ κετό χρόνο για να επιτευχθεί. Η Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Κρήτης θε­ ωρείται, σε γενικές γραμμές, η πιο αναπτυγμένη και οργανωμένη Βιβλιοθήκη στην Ελλάδα. Επί του παρόντος χρησιμοποιεί ένα ολοκληρωμένο σύστη­ μα για Βιβλιοθήκη (integrated library system), που δημιουργήθηκε στο Ηράκλειο από το Κέντρο σε συ­ νεργασία με τη Βιβλιοθήκη. Το σύστημα θα χρησι­ μοποιεί εγγραφές σε μορφή αναγνώσιμη από μηχα­ νή (MARK format), με το υλικό καταλογογραφημένο σύμφωνα με τα πρότυπα των Αγγλοαμερικανικών κανόνων και με το ταξινομικό σύστημα της Βιβλιο­ θήκης του Κογκρέσου. Με την προϋπόθεση ότι αυ­ τές οι απόπειρες θα είναι επιτυχείς, προβλέπεται να αυτοματοποιηθεί αρχικά ο κατάλογος, μετά η συλλογή των περιοδικών, και τέλος, η κυκλοφορία του υλικού. Η πρώτη, επίσημη, προσπάθεια αυτοματοποίη­ σης των λειτουργιών Βιβλιοθήκης, όσον αφορά τις Ελληνικές Πανεπιστημιακές Βιβλιοθήκες, αναλήφθηκε στο Πανεπιστήμιο της Θράκης. Η απόπειρα αυτή περιγράφεται από τον Papadoperakis6, αλλά δεν είχε συνέχεια. Στο Α.Π.Θ. μπορεί κανείς να βρει στην Κεντρική Βιβλιοθήκη οπτικούς δίσκους (CD-ROM), προϊόντα της OCLC. Ωστόσο, μόνο δύο υπάλληλοι γνωρίζουν να ερευνούν τράπεζες πληροφοριών και ο ένας σταθμός εργασίας του CD-ROM δεν βρίσκεται σε χώρο ελεύθερης πρόσβασής για το κοινό. Κατά συ­ νέπεια, οι τράπεζες πληροφοριών ερευνώνται κα­ τόπιν προσυνεννοήσεως. 2.3. Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος

Η πρόδρομος της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλά­ δος ιδρύθηκε στα 1828, στην Αίγινα. Η Βιβλιοθήκη μεταφέρθηκε μετά στο Ναύπλιο πριν εγκατασταθεί οριστικά στην Αθήνα. Την ιστορία της Εθνικής Βι­ βλιοθήκης μπορεί να διαβάσει κανείς στη σχετική εργασία του Δημόπουλου.7 Η Βιβλιοθήκη περιλαμ­ βάνει υλικό 1.250.000, κυρίως σε έντυπη μορφή, και αυξάνεται κατά 10.000 κάθε χρόνο. Υπάρχει η πολι­ τική απόκτησης κάθε υλικού, που εκδίδεται στην Ελλάδα ή αναφέρεται στην Ελλάδα. Αυτή η πολιτι­ κή υποβοηθείται από τον νόμο αναγκαστικής κατά­ θεσης. Παρ’ όλα αυτά, λέγεται ότι μόνο το 65-70% του υλικού κατατίθεται, ένα ποσοστό που αυξάνει γύρω στα 90%, όσον αφορά στη λογοτεχνία. Η Βι­ βλιοθήκη αυτή λειτουργεί και σαν πληροφοριακή Βιβλιοθήκη για τους Αθηναίους, ρόλος ιδιαίτερα σημαντικός για τους φοιτητές του παρακείμενου Πανεπιστημίου, που στερείται Κεντρικής Βιβλιοθή­ κης, όπως αυτή ορίζεται στις χώρες του Βορρά.

Η καταλογογράφηση γίνεται από έξι καταλογογράφους, που εργάζονται με βάση τους Αγγλοαμερικάνικους κανόνες καταλογογράφησης και χρησι­ μοποιούν μια έκδοση των θεματικών επικεφαλίδων της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου με κάποιες αλλα­ γές προσαρμογής στην ελληνική πραγματικότητα. Μέχρι πρότινος όλες αυτές οι εργασίες αφορούσαν μόνο τον κατάλογο της Βιβλιοθήκης.8 Επιπλέον, έχουν προχωρήσει οι επαφές με μια γνωστή εταιρία, που ασχολείται με τον αυτοματι­ σμό Βιβλιοθηκών και έναν προμηθευτή προϊόντων CD-ROM, για την εκπόνηση μελέτης για τη μηχανο­ γράφηση της Βιβλιοθήκης. Υπολογίζεται από τους ειδικούς της Βιβλιοθήκης ότι, αρχικά, θα δοθεί προτεραιότητα στην αυτομα­ τοποίηση των εργασιών καταλογογράφησης, μετά στις εργασίες παραλαβής υλικού και, τέλος, στη

δημιουργία (OPAC).

αυτοματοποιημένου

καταλόγου

2.4 Αλλες Βιβλιοθήκες

Ο ρόλος του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης (Ε.Κ.Τ.) στη δημιουργία Ελληνικών Βάσεων δεδομέ­ νων και ανάπτυξη λογισμικού για δυνατότητα πρό­ σβασης σε τράπεζες δεδομένων έχει περιγράφει α­ πό τον Σκούρλα.9 Το κέντρο αυτό έχει προχωρήσει και στην παραγωγή ενός προγράμματος που τρέχει σε IBM PC-XT, και σε όλα τα συμβατά. Αυτό το πρό­ γραμμα έχει δημιουργηθεί σε συνεργασία με τον Γιώργο Σκρέτα από το Τμήμα Βιβλιοθηκονομίας των Τ.Ε.Ι. Αθηνών. Αποτελεί ένα εύχρηστο πακέτο, κατάλληλο για μικρές εσωτερικές τράπεζες δεδο­ μένων σε αρκετές βιβλιοθήκες. Το Κέντρο Παιδι­ κού και Εφηβικού βιβλίου στην Αθήνα, αποτελεί μία από τις βιβλιοθήκες, που χρησιμοποιούν αυτό το Πρόγραμμα. Υπάρχουν πολλές άλλες βιβλιοθήκες ιδιωτικών σχολείων, ερευνητικών κέντρων κ.λπ. στην Ελλά­ δα. Στοιχεία για μερικές από αυτές δίνει σε άρθρο του ο Karvouniaris-10 κάποιες δε από αυτές, όπως η Βιβλιοθήκη του Βρετανικού Συμβουλίου στην Αθή­ να, έχει εγκαταστήσει τελευταία ένα μηχάνημα CD-ROM και έχουν αρχίσει γενικά να χρησιμο­ ποιούν υπολογιστές. 2.5 Βιβλιοθηκονομική Εκπαίδευση

Επί του παρόντος υπάρχουν Τμήματα Βιβλιοθη­ κονομίας στα Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Οι σπουδές έχουν διάρ­ κεια τρία χρόνια και προσφέρονται σε αποφοίτους του Λυκείου κυρίως. Μετά από επιτυχή πρακτική ε­ ξάσκηση, για έξι μήνες, σε κάποια βιβλιοθήκη, οι


36/χρονικα σπουδαστές παίρνουν το πτυχίο τους. Υπάρχουν σχέδια για τη δημιουργία Τμήματος Πανεπιστημια­ κού Επιπέδου στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, στην Κέρκυ­ ρα. Ωστόσο, αυτή η σκέψη βρίσκέι μόνιμα αντίθετη την πλειοψηφία των βιβλιοθηκάριων, που αισθά­ νονται ότι η καλύτερη στελέχωση και ενίσχυση των υπαρχόντων τμημάτων θα αποτελούσε πιο λογική εξέλιξη· μέχρι σήμερα, πάντως, δεν έχει ιδρυθεί Σχολή Βιβλιοθηκονομίας στην Κέρκυρα. 3. Εμπόδια στη χρήση της νέας τεχνολογίας στις Ελληνικές Βιβλιοθήκες

Ο Eyre11 σημειώνει ότι οποιαδήποτε πρόοδος στην εφαρμογή τεχνολογίας πληροφορικής στις βι­ βλιοθήκες του Νότου εξαρτάται από ένα πλαίσιο σταθερής διακυβέρνησης και δραστήριας κυβερνη­ τικής υποστήριξης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είμαστε αισιόδοξοι ότι σήμερα υπάρχει ένα κα­ τάλληλο έδαφος αναγνώρισης της σημασίας των βιβλιοθηκών από την κυβέρνηση. Ωστόσο, αν αυτή η αναγνώριση θα μετουσιωθεί και στην αναγκαία οικονομική υποστήριξη, σε μια περίοδο λιότητας, θα το δείξει το μέλλον. Η έλλειψη ευρύτερου ενδια­ φέροντος για τις βιβλιοθήκες αποτελεί ένα εμπό­ διο στην ανάπτυξή τους, από την άλλη πλευρά, ό­ μως, τα απαιτούμενα χρήματα για την εδραίωση σημαντικών αλλαγών στον τομέα των βιβλιοθηκών είναι σχετικά λίγα. Οι βιβλιοθήκες, ιδιαίτερα οι Δημόσιες, δυσκολεύ­ ονται από την ανυπαρξία εγγραφών σε μορφή ανα­ γνώσιμη από μηχανή. Επιπλέον, δεν υπάρχουν προϊόντα των εκδοτών, ανάλογης βαρύτητας με αυ­ τά της Βρετανίας ή της Αμερικής, που θα μπορού­ σαν να χρησιμοποιηθούν τουλάχιστον ως πηγή για βασικές βιβλιογραφικές λεπτομέρειες. Γι’ αυτούς τους λόγους, όλες οι εργασίες καταλογογράφησης γίνονται επί τόπου. Επιπλέον δεν υ­ πάρχει καμία παράδοση επίσημης συνεργασίας με­ ταξύ βιβλιοθηκών, που θα έκανε ορατή τη δυνατό­ τητα να κατανέμονται οι εργασίες παραγωγής εγ­ γραφών σ’ έναν όμιλο βιβλιοθηκών. Αυτή η έλλειψη συνεργασίας αποτυπώνεται στο γεγονός ότι, μολο­ νότι και η Πανεπιστημιακή και η Δημοτική Βιβλιοθή­ κη Θεσσαλονίκης, πειραματίζονται στην κατεύθυν­ ση αυτοματοποίησης των υπηρεσιών τους, εμφανί­ ζονται ανημέρωτες για τις κατ’ ιδίαν προσπάθειες, παρ’ όλο που η απόσταση, η οποία χωρίζει τις δύο βιβλιοθήκες, είναι μικρότερη του ενός χιλιομέτρου. Η ιδέα της συνεργασίας μάς φάνηκε ότι αντιμε­ τωπίζεται με κάποια προκατάληψη από ένα σημα­ ντικό αριθμό Βιβλιοθηκάριων. Μια αλλαγή σ’ αυτή τη στάση, θα ήταν ευεργετική στην προσπάθεια εξάπλωσης προϊόντων για την αυτοματοποίηση των βιβλιοθηκών. Η έλλειψη εθνικής πηγής εγγραφών σε μορφή α­ ναγνώσιμη από μηχανή, δεν αποτελεί τόσο μεγάλο πρόβλημα για τις Πανεπιστημιακές Βιβλιοθήκες ό­ που δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο το υλικό στην Ελληνική γλώσσα να αποτελεί μόνο το 10% της συ­ νολικής συλλογής. Τέτοιες βιβλιοθήκες έχουν αρ­ κετό υλικό στην Αγγλική, Γαλλική, Γερμανική γλώσσα και μπορούν να χρησιμοποιούν εγγραφές σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή από πηγές όπως

η τράπεζα δεδομένων OCLC, για τη δημιουργία των καταλόγων τους. Είναι πιθανόν ότι τέτοιες με­ γάλες τράπεζες δεδομένων, μπορούν να παίξουν κάποιο ρόλο στην παροχή βιβλιογραφικών εγγρα­ φών για το υλικό στην ελληνική γλώσσα. Ωστόσο, σ’ αυτό το σημείο εμφανίζονται τα προβλήματα, α­ ναφορικά με τις διαφορές μεταξύ Ελληνικών και Λατινικών χαρακτήρων. Μετάφραση μεταξύ των δύο αλφαβήτων μπορεί να γίνει σύμφωνα με μία ποικιλία κανόνων.12 Η πολυπλοκότητα του όλου θέ­ ματος καταδεικνύεται πολύ καλά από την Cornell,13 που σημειώνει ότι το όνομα του ποιητή C.P. Kavafy, εμφανίζεται στο αρχείο ονομάτων του OCLC με εννέα εκδοχές τουλάχιστον. Οι προοπτι­ κές συνεργασίας μεταξύ των βιβλιοθηκών, μέσα και έξω από την Ελλάδα, στην κατεύθυνση παρο­ χής πρόσβασης σε βιβλιογραφικές εγγραφές και τα προβλήματα μεταγραφής των εγγραφών ερευνώνται σ’ ένα πρόγραμμα ερευνητικό μεταξύ του Πανεπιστημίου της Κρήτης και του Kings College στο Λονδίνο. Το όλο πρόγραμμα χρηματοδοτείται από την ΕΟΚ. Καθώς το μέγεθος της αγοράς του αυτοματισμού βιβλιοθηκών είναι σχετικά μικρό στην Ελλάδα, δεν έχουν κάνει εδώ την εμφάνισή τους οι εταιρίες τέτοιου είδους, εκτός από την περί­ πτωση με την Εθνική Βιβλιοθήκη, που προαναφέραμε. Οι Έλληνες βασίζονται, αναγκαστικά, σε ελλη­ νικές προσπάθειες παραγωγής λογισμικού όπως, π.χ. αυτή του Ε.Κ.Τ., που αναφέρθηκε παραπάνω. Λίγοι βιβλιοθηκάροι έχουν βαθιά γνώση και ε­ μπειρία από τη χρήση των υπολογιστών και γι’ αυ­ τό τις περισσότερες ^ορές εξαρτώνται, ουσιαστι­ κά, από ειδικούς επισκέπτες ή από το ειδικευμένο προσωπικό των καταστημάτων που ασχολούνται με τους υπολογιστές. Ενώ η χρήση των υπολογιστών στις βιβλιοθήκες αποτελεί τώρα τμήμα της εκπαι­ δευτικής διαδικασίας και στις δύο σχολές Βιβλιο­ θηκονομίας, χρειάζεται να δημιουργηθούν τμήμα­ τα συνεχούς επιμόρφωσης για το προσωπικό των βιβλιοθηκών και ειδικότερα για το προσωπικό που κατέχει ανώτερες θέσεις. Ενώ, όπως είπαμε, το προσωπικό των βιβλιοθηκών δεν έχει πρακτική ή θεωρητική γνώση γύρω από τον υπολογιστή, δεί­ χνει ότι εκτιμά το ρόλο που μπορούν να παίξουν οι υπολογιστές στ.ς βιβλιοθήκες και επιπλέον αρκετό ενθουσιασμό π ο να μάθει τις λεπτομέρειες. Ένα, ακόμη, πρόβλημα, που εμποδίζει την ανά­ πτυξη των βιβλιοθηκών, αποτελεί η έλλειψη μιας ι­ σχυρής και αποτελεσματικής συνδικαλιστικής ένω­ σης. Εγ , του παρόντος, υπάρχουν δύο ξεχωριστοί σύλλογοι, δηλαδή η Ένωση Ελλήνων Βιβλιοθηκονόμα'/ και ο Πανελλήνιος Σύλλογος Υπαλλήλων Δημοσίων Βιβλιοθηκών και των δύο οι δυνατότη­ τες επέμβασης, στις κυβερνητικές αποφάσεις, είναι περιορισμένες. 4.

Προοπτικές

Με όλα όσα αναπτύχθηκαν προηγουμένως, μπο­ ρεί κανείς να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι δεν μπορούν να αναμένονται μεγάλες εξελίξεις στην ε­ φαρμογή της νέας τεχνολογίας στις Ελληνικές Βι­ βλιοθήκες, στο εγγύς μέλλον. Ωστόσο, δεν είμαστε τόσο απαισιόδοξοι και πιστεύουμε ότι υπάρχουν


χρονικα/37 σημαντικές ευκαιρίες για περαιτέρω βελτίωση. λών ξένων εταιριών με ειδίκευση στον αυτοματισμό βιβλιοθηκών. Η γρήγορη ανάπτυξη των μικροϋπολογιστών στην Ελλάδα, παρέχει μια δυνατότητα για χρήση υ­ Επιπλέον, Οπτικοί δίσκοι (CD-ROM) διατίθενται πολογιστών στις βιβλιοθήκες με κόστος που μπο­ σε μερικές ακαδημαϊκές και ειδικές βιβλιοθήκες. ρούν να αναλάβουν οι περισσότερες από αυτές. Θε­ Περιμένουμε την εξάπλωση αυτών των προϊόντων ωρούμε ότι, με αυτό τον τρόπο, οι Έλληνες Βιβλιο­ και επιπλέον την αύξηση της έρευνας απομακρυ­ θηκάριοι, θα αρχίσουν να αποκτούν εμπειρίες στη σμένων τραπεζών πληροφοριών όπως η Datastar χρήση των υπολογιστών. Η χρήση προγραμμάτων και η Dialog. Ωστόσο, η χρήση βιβλιογραφικών δε­ αυτοματισμού γραφείου, επεξεργασίας κειμένου, δομένων μπορεί να εμποδιστεί από το γεγονός, ότι λογιστικών φύλλων, λογισμικού βάσης δεδομένων δεν υπάρχει εθνικό σύστημα δανεισμού, που θα κ.λπ. θα βοηθήσουν την πιο αποδοτική οργάνωση συμβάλει στην προμήθεια των πρωτότυπων των διοικητικών λειτουργιών και παράλληλα θα ε­ κειμένων. μπλουτίσει με εμπειρία το προσωπικό των βι­ βλιοθηκών. 5. Συμπεράσματα Οι εφαρμογές θα είναι παραπλήσιες με αυτές άλ­ λων χωρών, με τον επεξεργαστή κειμένου να υποΠαρατηρούμε ένα σημαντικό ενδιαφέρον στην καθιστά σταδιακά τη γραφομηχανή, τα λογιστικά Ελλάδα για την εφαρμογή της πληροφορικής τε­ φύλλα να χρησιμοποιούνται στον οικονομικοτεχνιχνολογίας στις Ελληνικές Βιβλιοθήκες. Η διαδικα­ κό σχεδίασμά και το λογισμικό βάσης δεδομένων σία της εφαρμογής αυτής της τεχνολογίας έχει αρ­ στη δημιουργία τοπικών βάσεων δεδομένων, αρ­ χίσει ήδη σε μερικές βιβλιοθήκες, όπως, αυτή του Πανεπιστημίου της Κρήτης, του Πανεπιστημίου της χείο μελών ή ακόμη και συστημάτων παραγγελίας υλικού. Πάτρας και της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονί­ κης. Πιστεύουμε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα επαυΠιστεύουμε ότι τέτοιου είδους εμπειρίες θα είναι ιδιαίτερα ευεργετικές για τους Έλληνες Βιβλιοθη­ ' ξηθεί από τη δημιουργία πιο ειδικευμένου δυναμι­ κάριους, καθώς θα αρχίσουν να αντιμετωπίζουν κού, από τη δημιουργία μιας εθνικής βάσης δεδομέ­ νων βιβλιογραφικών εγγραφών και από τη δη­ την πρόκληση για αυτοματισμό των βιβλιοθηκών. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλες αλλαγές, που πρέπει μιουργία και διάθεση προϊόντων αυτοματισμού βι­ βλιοθηκών. να λάβουν χώρα για την εδραίωση του αυτοματι­ σμού των βιβλιοθηκών. Θεωρούμε, λοιπόν, ότι είναι ζωτικής σημασίας η δημιουργία εθνικής πηγής εγ­ Ευχαριστίες γράφων αναγνώσιμων από μηχανή, με την πρώτη ευκαιρία. Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος έχει το καθήκον πρωτοπορίας σ’ αυτή την περίπτωση αν Ευχαριστούμε το Βρετανικό Συμβούλιο για την υ­ ποστήριξη που συνέχεια μας παρείχε, ιδιαίτερα την και υπάρχουν προσπάθειες σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (ας σημειωθεί η περίπτωση της Ιταλίας και κ. Stephanie Mather, τον κ. John Chapman, την κ. της Μ. Βρετανίας), προς την κατεύθυνση της συνερ­ Τοσούλα Πανταζίδου και το Υπουργείο Εθνικής γασίας για την παραγωγή εθνικών βιβλιογραφικών Παιδείας και Θρησκευμάτων, ιδιαίτερα την κ. Σοφία βάσεων δεδομένων. Μια τελευταία ανάγκη αποτε­ Εξαρχάκου, χωρίς την υποστήριξη των οποίων η ό­ λεί η διάθεση κατάλληλου υλικού (hardware) και λο­ λη έρευνα δεν θα είχε γίνει πραγματικότητα. Ευχα­ γισμικού (software)· είτε προϊόντων που δημιουρριστούμε, επίσης, τους Έλληνες Βιβλιοθηκάριους γούνται από Ελληνικές Εταιρείες ή Οργανισμούς, και τους αρμόδιους, που διέθεσαν πολύτιμο χρόνο όπως αυτά του Πανεπιστημίου της Κρήτης και του για να συζητήσουν μαζί μας. Ε.Κ.Τ. ή με την είσοδο στην ελληνική αγορά μεγά-*1 R.J. HARTLEY - I. ΙΣ. ΤΡΟΧΟΠΟΥΛΟΣ Σημειώσεις 1. Ν. Birk, D. Karageorgiou and S.L. Shafer. Greek Public Libraries: an assessment. International Library Review, vol. 20, no. 1, 1988, pp. 5-17. 2. N. Birk. An overview of Greek Libraries. Ohio Media Spectrum, vol. 39, no. 4, 1987, pp. 8-12. 3. I. Trohopoulos. Human computer interaction in public libraries with special reference to Greek public libraries. Aberystwyth: M. Lib dissertation, 1990, charter 4. 4. N. Birk and D. Karageorgiou. Academic Libraries in Greece: a new profile. Libri, vol. 38, no. 2,1988, pp. 81-93. 5. J. Krikelas. Academic Libraries in Greece. International Library Review, vol. 16, no. 3, 1984, pp. 235-246. 6. P. Papadoperakis. The automation project at Library B of Thrace University., Program, vol. 16, no. 2, 1982, pp. 57-66. 7. J. Demopoulos. The history of the National Library of Greece. International Library Review, vol. 14, no. 4,1982, pp. 411-416. 8. Ας σημειωθεί ότι, ήδη, η Εθνική Βιβλιοθήκη έχει προ­ χωρήσει στην έκδοση της Εθνικής Βιβλιογραφίας, που θα εκδίδεται δύο φορές το χρόνο (ήδη στη διάθεση κα­

θε ενδιαφερόμενου βρίσκονται οι τόμοι του 1989 και 1990) C. Skourlas. National Documentation Centre: software development for public database management. Online inl^rmation 1988: Proceedings of the 12th International C ine Information Meeting, 1988. Oxford: Learned Information, 1S90. pp. 629-640. 10. J.S. Karvouniaris. Information, 1990, Athens: a unique experience for the bibliophile. Ohio Media Spectrum, vol. 39, no. 4, 1987, pp. 18-22. 11. J. Eyre. Library aytomation in Southern Europe. European Conference on Library Automation, 11-12 September 1986, Harrogate, Enfland: Proceedings of a conference organised and sponsored jointly, by the Library Association and CLSI. London: Library Association Publishing Ltd., 1987, pp. 55-71. 12. T. Alevizos, E. Galiotou and C. Skourlas. Information retrieval and Greek-Latin text. Online Information Meting, 1988. Oxford: Learned Information, 1990. pp. 791-801. 13. E. Cornell, Greek, computers and libraries. Library Review, vol. 38, no. 5, pp. 7-13. 9.


38/χρονικα

Η προβληματική της μετανάστευσης και της παλιννόστησης στη χώρα μας από εκπαιδευτική σκοπιά

I.

Εκπαιδευτικά προγράμματα για τους Έ λληνες μετανάστες και τους απόδημους στην Ευρώπη και τις υπερπόντιες χώρες Το ενδιαφέρον μας για τον απόδημο Ελληνισμό

Η Ελλάδα, αν και παραδοσιακή αποδημητική χώρα,1 δεν μπόρεσε να χαράξει και να εφαρμόσει μια σταθερή εθνική πολιτική, με στόχο την αφύ­ πνιση και την αξιοποίηση πέντε (5) εκατομμυρίων περίπου Ελλήνων που ζουν και δημιουργούν στη διασπορά. Με τον καιρό, όμως, έγινε συνείδηση το γεγο­ νός ότι ο απόδημος Ελληνισμός είναι μια ζωντανή δύναμη και ότι αποτελεί για τους Έλληνες εγγύη­ ση για την εθνική τους επιβίωση.2 Εδώ και δυοτρεις δεκαετίες, μάλιστα, η ελληνική πολιτεία άρ­ χισε να εκδηλώνει έμπρακτα το ενδιαφέρον της και να τους ενισχύει με διάφορα μέτρα, όπως η δημιουργία νέων φορέων (Υφυπουργείο Απόδη­ μου Ελληνισμού - Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού), η αποστολή εκπαιδευτικών, η παρο­

χή εκπαιδευτικών προγραμμάτων, βιβλίων, πολι­ τιστικού υλικού κ.ά. Από την πλευρά τους, οι ίδιοι οι απόδημοι, συ­ σπειρωμένοι γύρω από τις Ελληνικές Κοινότητες, άρχισαν ν’ αναπτύσσουν μια σημαντική πνευματι­ κή και πολιτιστική κίνηση και να συσφίγγουν τις σχέσεις τους με το εθνικό κέντρο. Για τη βαθύτερη μελέτη των προβλημάτων της μετανάστευσης-παλιννόστησης, πραγματοποιή­ θηκαν στη χώρα μας δυο παγκόσμια συνέδρια3 στα οποία πήραν μέρος αντιπροσωπείες από τις περισσότερες ελληνικές κοινότητες του εξωτερι­ κού. Τα πορίσματα των συνεδρίων αυτών προσα­ νατόλισαν τους αρμόδιους φορείς και τους επι­ στήμονες, να επεξεργαστούν τ’ αναγκαία μέτρα και να καταρτίσουν προγράμματα για την ενίσχυ­ ση και τ>ν επέ <ταση της ελληνόγλωσσης παι δείας στο εξωτερικό.


χρονικα/39 Η ελληνόγλωσση εκπαίδευση στις υπερπόντιες χώρες

Πώς παρέχεται, όμως, σήμερα, η ελληνόγλωσ­ ση εκπαίδευση στις χώρες υποδοχής;4 Εντελώς συνοπτικά, σημειώνουμε, ότι στις υπερπόντιες χώρες, που εφαρμόζονται τα πολυπολιτιστικά προγράμματα, έχει αυτή ενσωματωθεί, εν μέρει, στο πρόγραμμα του κανονικού σχολείου. Έτσι, στις ΗΠΑ, τον Καναδά και την Αυστραλία, τα Ελ­ ληνόπουλα μαθαίνουν τη μητρική τους γλώσσα στο σχολείο τους. Παράλληλα, όμως, έχουν τη δυνατότητα να επισκέπτονται τα απογεύματα ή το πρωινό του Σαββάτου τα Κοινοτικά ή εκκλησια­ στικά σχολεία που λειτουργούν με ελληνόγλωσ­ σο πρόγραμμα. Η ομογένεια στις χώρες αυτές έ­ χει, ασφαλώς, αποδεχτεί την πολιτική αυτή της ενσωμάτωσης, δεδομένου ότι έχει εξασφαλίσει το δικαίωμα να διατηρεί τα εθνικά χαρακτηριστι­ κά της. Η ελληνόγλωσση εκπαίδευση στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες

Στις ευρωπαϊκές χώρες, όμως, που οι κοινωνίες τους είναι μονοπολιτιστικές, η ελληνόγλωσση δι­ δασκαλία δεν είναι ενταγμένη στο πρόγραμμα του κανονικού σχολείου. Τα ελληνόπουλα μαθαί­ νουν ελληνικά είτε στις προπαρασκευαστικές τά­ ξεις είτε στις ελληνικές απογευματινές τάξεις, σε ώρες εκτός του κανονικού προγράμματος. Αλλά η πολιτική για την ενσωμάτωση και την αφομοίωση των αλλοδαπών μαθητών, που εφάρμοσε κυρίως η Γερμανία, απέτυχε. Και ο λόγος είναι ότι το σύ­ στημα αυτό οδηγούσε τα παιδιά των αλλοδαπών σε σχολική αποτυχία και κατά συνέπεια στην κοι­ νωνική περιθωριοποίησή τους. Η Ελλάδα από την πλευρά της αντιμετώπισε την κατάσταση ιδρύο­ ντας τα εθνικά ιδιωτικά σχολεία, τύπου Μονάχου, και τα δίγλωσσα σχολεία, σε ορισμένα ομόσπον­ δα κρατίδια. Στύιερα, ενόψει της Ευρωπαϊκής ολοκλήρω­ σης, έχουν αλλάξει οι πολιτικοί όροι και οι εκ­ παιδευτικές συνθήκες. Οι Ευρωπαϊκές Κυβερνή­ σεις επιδιώκουν να εισαγάγουν την Ευρωπαϊκή διάσταση στην εκπαίδευση. Σύμφωνα με την αντί­ ληψη αυτή οι νέοι της Ευρώπης πρέπει να διαμορ­ φώσουν στο σχολείο μια νέα ευρωπαϊκή συνείδη­ ση και ταυτότητα. Αλλά για να υλοποιηθεί ο προωθημένος αυτός στόχος πρέπει να συναινέσουν όλες οι εθνικές κοινότητες στην Ευρώπη. Αυτό μπορεί να γίνει αν εφαρμοστούν στην εκπαίδευση τα διαπολιτιστικά προγράμματα, τα οποία περιλαμβάνουν μαθήμα­ τα για τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό των Εθνικών ομάδων. Η σημασία της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης

Όπως είναι γνωστό, οι θεωρητικοί της διαπολι-

τισμικής εκπαίδευσης6 πρεσβεύουν ότι τα προ­ γράμματα του κανονικού σχολείου πρέπει να ε­ μπλουτίζονται με πολιτιστικά στοιχεία της εθνι­ κής ομάδας, για να επέρχεται έτσι η πολιτισμική όσμωση, μεταξύ των ντόπιων και των αλλοδαπών μαθητών. Για το λόγο αυτό η ελληνική πλευρά εί­ ναι ανάγκη να σχεδιάσει μια νέα εκπαιδευτική πο­ λιτική που θα στηρίζεται στα δίγλωσσα - και διαπολιτιστικά προγράμματα. Με τέτοια προγράμμα­ τα υπηρετούνται καλύτερα οι δυο βασικοί στόχοι στην εκπαίδευση των παιδιών των μεταναστών: α) ο στόχος να διατηρήσουν και ν’ αναπτύξουν πα­ ραπέρα την εθνική-πολιτιστική τους ταυτότητα και β) ο στόχος ν’ αποκτήσουν τα πνευματικά εφό­ δια με μια ποιοτικά καλύτερη διδασκαλία. Αυτό που ενδιαφέρει είναι να έχουν τις προοπτικές για επιτυχία είτε παραμείνουν στη χώρα υποδοχής εί­ τε επαναπατριστούν. Σύγχρονοι μετανάστες και το ευρωπαϊκό σχολείο

Η τελευταία δεκαετία του αιώνα μας φαίνεται ό­ τι θα είναι η δεκαετία των μαζικών μεταναστεύσε­ ων, κυρίως προς την Ευρώπη. Σήμερα, από τα 13,2 εκατομμύρια των αλλοδαπών που ζουν στην Ευ­ ρώπη, τα 5,1 εκατομμύρια είναι υπήκοοι των χωρών-μελών της Κοινότητας. Ο αριθμός των «ε­ σωτερικών» μεταναστών θα αυξηθεί δραστικά, ε­ νώ εκατομμύρια πρόσφυγες από τις τρίτες χώρες θα ζητήσουν άσυλο στις χώρες της Κοινότητας. Οι νέοι «εσωτερικοί» μετανάστες δε θα έχουν τα χαρακτηριστικά των Γκασταρμπάιτερ των ΙΟετιών του ’60 και του ’70. Θα έχουν ανώτερη μόρφωση και θα απαιτήσουν μια καλύτερη παι­ δεία για τα παιδιά τους, που δεν προσφέρεται σή­ μερα στα παιδιά των αλλοδαπών από τα σχολεία των χωρών υποδοχής. Τότε, ο θεσμός του Ευρω­ παϊκού σχολείου που λειτουργεί σήμερα σε μερι­ κές πόλεις, όπως στις Βρυξέλλες κ.ά. για τα παι­ διά των κοινοτικών υπαλλήλων, θα γενικευτεί και θα λειτουργήσει σε περισσότερες χώρες. Στο Ευρωπαϊκό σχολείο9 εφαρμόζονται δί­ γλωσσα προγράμματα. Τα παιδιά διδάσκονται τα περισσότερα μαθήματα σε μια από τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές γλώσσες και τα υπόλοιπα στη μητρι­ κή τους γλώσσα, ανάλογα με την εθνική τους προέλευση. Ευρωκεντρισμός ή εθνοκεντρισμός;

Με αυτά τα δεδομένα το πρόβλημα σχετικά με τη διατήρηση ή την απώλεια της εθνικής πολιτι­ στικής ταυτότητας δεν αφορά μόνο τον απόδημο Ελληνισμό, αλλά τουναντίον ενδιαφέρει εξίσου ό­ λους τους Έλληνες. Το μέσο-κλειδί, για την απο­ σόβηση του κινδύνου αυτού, είναι η αναγνώριση από τους εταίρους της ισοτιμίας της εθνικής μας γλώσσας, με τις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες. Αν γίνει αυτό, θα ξεπεραστεί το δίλημμα: ευρωκεντρισμός ή εθνοκεντρισμός: Γιατί ο αυριανός Έλληνας-Ευρωπαίος πολίτης θα ξεκινάει από την


40/χρονικα ίδια αφετηρία με το Βέλγο, το Δανό, ή τον Ιταλό και θα αισθάνεται εξίσου Ευρωπαίος με αυτούς. Πρώτα όμως πρέπει να έχει σταθερή ταυτότητα και εθνική ελληνική συνείδηση.10 Διαφορετικά, αν δεν υπάρχει ισότιμη αναγνώριση των πολιτι­ σμών των εθνικών χωρών, κανένας λαός στην Ευ­ ρώπη δεν θα μπορεί να προσβλέπει στην ευρω­ παϊκή ενοποίηση. Προέχει, λοιπόν, να διατηρήσει ο ιψθε λαός τη γλώσσα, τη θρησκεία, τις αξίες και τις παραδόσεις του- όλα δηλαδή αυτά, που συνιστούν την πολιτιστική του ταυτότητα. Για μια ελληνική παιδεία στη διασπορά

Προοπτικά, το εθνικό κέντρο οφείλει ν’ αναπτύ­ ξει περισσότερο τους δεσμούς του με τον απόδη­ μο Ελληνισμό, προσφέροντας τα μέσα για ν’ ανα­ πτυχτεί η πολιτιστική ζωή στις Ελληνικές Κοινό­ τητες της διασποράς. Μέχρι τώρα έχουν ετοιμα­ στεί αρκετά εκπαιδευτικά-πολιτιστικά προγράμ­ ματα και έχουν σταλεί, κατά καιρούς, στο εξωτε­ ρικό βιβλία, διδακτικά μέσα, παιδικά περιοδικά, ό­ πως το Αερόστατο και άλλα μέσα. Το κέντρο είναι αλήθεια ότι πρόσφερε, πάντοτε, στους απόδη­ μους ερεθίσματα να δημιουργήσουν τον δικό τους πολιτισμό, που δεν ταυτίζεται απόλυτα με τον κυρίαρχο ελληνικό πολιτισμό.100 Στη διάρ­ κεια πολλών δεκαετιών ο ελληνισμός της διασποράς καλλιέργησε τα ελληνικά γράμματα και τις τέχνες και πρόσφερε πλούσιο λογοτεχνικό έργο. Το έργο αυτό που αναφέρεται στη βιβλιογρα­

II.

φία με τον όρο «ενδιάμεσος» πολιτισμός,11 έχει ι­ διαίτερη αξία για τη διατήρηση της ελληνικότη­ τας των ομογενών μας. Συμπέρασμα:

Εντελώς επιγραμματικά παραθέτουμε τα εξής: α) είναι ανάγκη εθνική να ενισχυθούν παντοιοτρόπως οι ελληνικές κοινότητες και τα πολιτιστι­ κά τους κέντρα με επιστημονικό δυναμικό και ά­ φθονα πολιτιστικά μέσα. Ν’ αυξηθεί η παραγωγή τέτοιων μέσων στο εξωτερικό! Οι απόδημοι χρειάζονται εφημερίδες, λογοτεχνικά περιοδικά, ραδιοτηλεοπτικά προγράμματα, ενημερωτικά φυλλάδια κ.ά., β) να υποστηριχτούν οι ξεχασμένες ελληνικές κοινότητες,12 στην ελληνόφωνη Σικελία, στην Κορσική, στην Ισπανία, τη Γαλλία. Να ενισχυθούν ακόμη με κάθε τρόπο οι αραβόφωνοι Έλληνες των Πατριαρχείων της Ανατολής και όλες οι μι­ κρές κοινότητες στην Ασία, που ανακαλύπτουν σήμερα τις ελληνικές ρίζες τους, γ) να ιδρυθούν στην Ελλάδα πνευματικά κέ­ ντρα και κέντρα φιλοξενίας για τα παιδιά του από­ δημου ελληνισμού, δ) ανάγκη είναι ακόμη να ιδρυθεί το πανεπι­ στήμιο του Απόδημου Ελληνισμού και ε) τέλος, είναι καιρός, το εθνικό κέντρο να φροντίσει για την ελληνόγλωσση παιδεία των μειονοτικών Ελλήνων στην Αλβανία, την Τουρκία (Πόντος - Καππαδοκία) και τις κυρίαρχες δημο­ κρατίες της Σοβιετικής Ένωσης.

Επανεξέταση των παλιννοστούντων και προγράμματα για τη σχολική ένταξη των παιδιών τους Υποδοχή των παλιννοστούντων και των επαναπατριζόμενων προσφύγων

Η καθαρή παλιννόστηση στη χώρα μας,13 έφτα­ σε στη δεκαετία 1971-1981, τις 330.000 άτομα. Τη δεκαετία 1981-1991 ο αριθμός των παλιννοστούντων μειώθηκε σημαντικά. Στο τέλος της παραπά­ νω δεκαετίας όπως φαίνεται, τη θέση τους άρχι­ σαν να καταλαμβάνουν οι πρόσφυγες Πόντιοι και Βορειοηπειρώτες. Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνήσεις της δεκαετίας του 1980 κατέβαλαν αξιόλογες προσπάθειες για να πετύχουν τη σταδιακή και προγραμματισμένη παλιννόστηση,14 κυρίως των μεταναστών μας α­ πό τη Γερμανία. Ωστόσο, τ’ αποτελέσματα δεν ή­ ταν τα αναμενόμενα, επειδή εξαιτίας της οικονο­ μικής ύφεσης δεν προχώρησαν τα επενδυτικά προγράμματα και δεν εξασφαλίστηκαν οι απαιτούμενες θέσεις εργασίας για την απασχόλησή τους. Οι παλιννοστούντες από την πλευρά τους δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν στις νέες κοινωνι­ κές και εργασιακές συνθήκες και αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν τα σχέδιά τους. Αφού διαπίστωσαν ό­ τι δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν μικρές βιώ­

σιμες επιχειρήσεις για τη αυτοαπασχόλησή τους ή να βρουν μια θέση εργασίας στον τομέα των υ­ πηρεσιών ή στη βιομηχανία, άλλοι έσπευσαν να ε­ γκατασταθούν στις αγροτικές περιοχές15 από τις οποίες προέρχονταν κα άλλοι έγιναν μετανάστες για δεύτερη ή και τρίτη φορά. Μεταξύ των επαναπατρισθέντων στη δεκαετία του 1980 πρέπει να υπολογίσουμε 30.000-40.000 περίπου, πολιτικούς πρόσφυγες, από τις ανατολι­ κές χώρες. Όπως ήταν επόμενο, οι πρόσφυγες, οι οποίοι δε διέθεταν αποθεματικό κεφάλαιο, αντι­ μετώπισαν ακόμη μεγαλύτερες δυσκολίες κατά την ένταξή τους στην Ελληνική κοινωνία. Οι πολι­ τικοί πρόσφυγες σε σύγκριση, πάντοτε, με τους Έλληνες παλιννοστούντες μετανάστες, βρέθη­ καν σε μειονεκτική θέση για δύο ακόμη λόγους: α) επειδή δεν είχαν συναφθεί διακρατικές συμβά­ σεις μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών για τη μεταφορά των ασφαλιστικών δικαιωμάτων και συντάξεων των προσφύγων και β) επειδή δεν απο­ δόθηκαν, σε όλους, οι περιουσίες τους, που είχαν δημευτεί από το ελληνικό κράτος, μετά την έξοδό τους από την Ελλάδα. Για τους ανωτέρω κυρίως λόγους οι πρόσφυ­ γες παρότι είχαν υψηλότερο μορφωτικό επίπε-


χρονικά 141

Εκδήλωση στο πολιτιστικό κέντρο Περιστεριού τον ΕΟΠ για στις Αχαρνές

προγράμματα παλιννοστούντων προσφύγων και Ελληνοποντίων

δο,16 από τους γηγενείς και τα παιδιά τους, διέ­ θεταν, στην πλειοψηφία τους, πανεπιστημιακά δι­ πλώματα και επαγγελματική ειδίκευση, δεν κα­ τόρθωσαν ν’ απορροφηθούν από την αγο^ά εργα­ σίας. Έτσι, μέχρι σήμερα μαστίζονται από την α­ νεργία και την ετεροαπασχόληση. Στη χώρα μας, παρά τις αδυναμίες της κυβερ­ νητικής πολιτικής, έχουν γίνει την τελευταία δε­ καετία αξιόλογες προσπάθειες, από κρατικούς οργανισμούς17 και επιτροπές των παλιννοστούντων, για ν’ αντιμετωπιστούν τα καυτά προβλήματά τους. Τα προβλήματα αυτά έχουν σχέση, προ­ παντός, με την εγκατάστασή τους, την εξεύρεση κατοικίας, την απασχόλησή τους και την εκπαί­ δευση των παιδιών τους. Αξιόλογες είναι ακόμη οι μελέτες και οι έρευνες18 που έχουν γίνει από ε­ πιστήμονες και οργανισμούς για τη διερεύνηση των ανωτέρω προβλημάτων.

πίσημες στατιστικές ο αριθμός των ξένων εργα­ τών στην Ελλάδα ανέρχεται στις 60.000. Ανεπίση­ μα όμως υπολογίζεται ότι οι λαθρομετανάστες στη χώρα υπερβαίνουν τις 300.000. Οι ξένοι εργά­ τες κάλυψαν τα κενά, σε εργατικό δυναμικό, που άφησαν οι Έλληνες μετανάστες, ενώ οι παράνο­ μοι εργάτες τροφοδοτούν κυρίως το κύκλωμα πα­ ραοικονομίας που ανθίζει ιδιαίτερα στη χώρα μας. Τον τελευταίο καιρό τα προβλήματα των διακινούμενων εργατών στη χώρα μας έχουν οξυνθεί επικίνδυνα και είναι αναγκαίο να δοθεί προτε­ ραιότητα στην αντιμετώπισή τους. Η πολιτεία και η κοινωνία μας πρέπει να πά­ ρουν θέση, υπεύθυνα, και ν’ αναγνωρίσουν καταρχήν το πρόβλημα. Τα κοινωνικά προβλήματα των λαθρομεταναστών και προσφύγων δεν πρέ­ πει ν’ αντιμετωπίζονται με αστυνομικά μέτρα και με νομικές απαγορεύσεις.20 Αντίθετα, πρέπει να λύνονται με κοινωνικά προγράμματα ένταξης και με την εκδήλωση της αλληλεγγύης από την πλευ­ ρά των πολιτών. Διαφορετικά, ελλοχεύει ο κίνδυ­ νος να εκδηλωθούν και στη χώρα μας τα φαινόμε­ να της ξενοφοβίας και του ρατσισμού,21 με όλες τις αρνητικές συνέπειές τους για την κοινωνία μας.

Διακινοόμενοι εργάτες και πρόσφυγες· ένα νέο κοινωνικό πρόβλημα για τη χώρα μας

Δεν έχουν όμως γίνει, μέχρι σήμερα, οι ανάλο­ γες προσπάθειες για ν’ αναπτυχτεί η προβληματι­ κή γύρω από τα θέματα που αφορούν τους αλλο­ δαπούς εργάτες και τις διακινούμενες ομάδες, στη χώρα μας. Η Ελλάδα, όπως είναι γνωστό, έχει γίνει «ντε φάκτο», από τη δεκαετία του 1980, χώ­ ρα υποδοχής19 μεταναστών (ξένων εργατών) και προσφύγων από τρίτες χώρες. Σύμφωνα με τις ε­

Παλλινόστηση μια νέα μετανάστευση των απόδημων στον τόπο τους

Η παλιννόστηση, σε κάθε περίπτωση, συνδέε­


42/χρονικα ται με τη μετανάστευση και την αποδημία.22 Για το μετανάστη η παλιννόστηση σημαίνει μια νέα μετανάστευση· αυτή τη φορά προς την πατρίδα του. Γιατί είναι υποχρεωμένος να προσαρμοστεί σ’ ένα αλλαγμένο περιβάλλον, που δεν είναι το ί­ διο μ’ εκείνο που γνώριζε. Είναι φανερό ότι οι ερ­ γασιακές και κοινωνικές συνθήκες στη χώρα του έχουν αλλάξει ριζικά. Από την άλλη πλευρά οι ίδιοι οι μετανάστες, που απέκτησαν άλλες νοοτροπίες και νέες εμπει­ ρίες, διαφέρουν από τους συμπατριώτες τους που έμειναν στην πατρίδα τους. Οι μετανάστες, μετά την παλιννόστησή τους, υιοθετούν μια διαφορετι-

διαφορετικές βιογραφίες24 τους, και τις ιδιαίτε­ ρες ανάγκες τους. Οι διαφορετικές βιογραφίες, ό­ πως είναι γνωστό, προσδιορίζονται από τη χώρα προέλευσης και το εκπαιδευτικό της σύστημα, α­ πό τον τύπο του ελληνικού σχολείου στο οποίο φοίτησαν, από τη διάρκεια παραμονής των παι­ διών με την οικογένειά τους κ.τ.λ. Ακόμη, το ελληνικό σχολείο, έκτός από ελάχι­ στες περιπτώσεις, δεν παίρνει υπόψη του,24α ότι το Ελληνόπουλο που παλιννοστεί είναι φορέας γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων, καθώς και θετικών συμπεριφορών που απόκτησε, μέσω της κοινωνικοποίησής του και της εκπαίδευσής του στην ξένη χώρα. Από την άλλη πλευρά, οι εκπαι­ δευτικοί μας «βλέπουν» συνήθως, μόνο τις γλωσ­ σικές ελλείψεις των παιδιών και δεν αξιολογούν σωστά όλα τα στοιχεία της προσωπικότητάς τους. Έτσι δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν τα παιδιά να ξεπεράσουν τη δύσκολη ψυχολογική τους κα­ τάσταση, που οφείλεται κυρίως στο διαταραγμένο οικογενειακό περιβάλλον (σύνδρομο της οικο­ γένειας των μεταναστών).25’2®Και τ’ αποτελέσμα­ τα από μια τέτοια αντιμετώπιση των παιδιών είναι εντελώς αρνητικά. Τα παιδιά κατατρύχονται από αισθήματα μειονεκτικότητας· νιώθουν ανασφά­ λεια και αντιδρούν αρνητικά- γίνονται επιθετικά ή κλείνονται στον εαυτόν τους. Τα φροντιστηριακά τμήματα και οι τάξεις υποδοχής

Εκδηλώσεις ψυχαγωγικού χαρακτήρα «γνωριμία με την Ελλά­ δα» μέσα από προγράμματα της Γ.Γ.Ν.Γ.

κή στάση απέναντι στις υπηρεσίες, το κράτος και τους κοινωνικούς θεσμούς.23 Η διαφορετικότητά τους δε αυτή γίνεται αιτία να απομονώνονται κοι­ νωνικά, με αποτέλεσμα να διαψεύδονται οι προσ­ δοκίες τους από την καινούρια τους ζωή. Το ελληνικό σχολείο, ανέτοιμο να υποδεχτεί τα παιδιά των μεταναστών

Η διαδικασία της κοινωνικής ένταξης, όμως, εί­ ναι ακόμη πιο δύσκολη στην περίπτωση των παι­ διών τους. Τα παιδιά των μεταναστών αντιμετωπί­ ζουν, πολύ συχνά, στο νέο τους περιβάλλον τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα δασκάλων και συμμαθητών τους. Έτσι σχηματίζουν την αντίληψη-εντύπωση ότι οι άλλοι με το να μη τ’ α­ ποδέχονται όπως είναι, δεν αναγνωρίζουν τα προτερήματά τους. Το ελληνικό σχολείο φαίνεται ότι προσπαθεί να ενσωματώσει τα Ελληνόπουλα που παλιννοστούν, χωρίς να παίρνει ιδιαίτερα υπόψη του τις

Το ΥΠΕΠΘ για ν’ αντιμετωπίσει τα εκπαιδευτι­ κά προβλήματα των παλιννοστούντων ίδρυσε, το 1980, τις πρώτες τάξεις Υποδοχής.27 Στις τάξεις αυτές γράφτηκαν και φοίτησαν, τον πρώτο καιρό τα Ελληνόπουλα που παλιννοστούσαν από τη Γερμανία. Οι τάξεις υποδοχής οι οποίες ήταν πι­ στό αντίγραφο των γερμανικών Aufnahme Klassen, ήταν ενταγμένες στο κανονικό σχολείο αλλά λειτουργούσαν αυτόνομα με ξεχωριστό δικό τους αναλυτικό πρόγραμμα. Το πρόγραμμα αυτό περι­ λάμβανε τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας και των μαθηματικών με ενισχυμένο ωράριο και τη διδασκαλία της γερμανικής γλώσσας. Τ’ απο­ τελέσματα,28,29 ωστόσο, από τη λειτουργία των Τάξεων Υποδοχής δεν ήταν ικανοποιητικά. Ο κύ­ ριος λόγος της αποτυχίας τους ήτάν ότι τα «μεταναστόπουλα» απομονώνονταν από τη μαθητική κοινότητα των ντόπιων μαθητών και ήταν αναγκα­ σμένα να διαβιούν σ’ ένα ιδιότυπο σχολικό γκέτο. Για να ξεπεραστούν τα προβλήματα δημιουργήθηκαν το 198230 τα φροντιστηριακά τμήματα που πρόσφεραν στους παλιννοστούντες μαθητές, πεντάωρη συμπληρωματική διδασκαλία, εβδομα­ διαίος, για την απόκτηση επάρκειας στην ελληνι­ κή γλώσσα. Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά παρέμειναν στις κανονικές τάξεις και παρακολουθούσαν το επίσημο αναλυτικό πρόγραμμα σ’ όλη την έ­ κτασή του. Όμως, παρά το βασικό αυτό πλεονέ­ κτημα των φροντιστηριακών τμημάτων, τ’ αποτε­ λέσματα, από την εφαρμογή του νέου αυτού θε­ σμού, κρίθηκαν ως μη ικανοποιητικά. Δυστυχώς, οι ανωτέρω θεσμοί για τους παλιννοστούντες μα­


χρονικα/43 θητές εφαρμόστηκαν με προχειρότητα και χωρίς τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Δεν καταρτίστη­ καν συμπληρωματικά αναλυτικά προγράμματα και δεν εκδόθηκαν από το Παιδαγωγικό Ινστιτού­ το διδακτικά βοηθήματα για το δάσκαλο και το μαθητή. Μεγαλύτερες όμως ήταν οι παραλείψεις, του ΥΠΕΠΘ, σε ό,τι αφορά την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και την παροχή σ’ αυτούς κινή­ τρων, για ν’ ανταποκριθούν θετικά στις υποχρεώ­ σεις τους. Οι παραλείψεις αυτές, είναι αλήθεια ότι ανα­ πληρώθηκαν, εν μέρει, από τα ερευνητικά προγράμματα31 των Πανεπιστημίων Αθηνών και Ιωαννίνων, τα οποία δημιούργησαν, κατά διαστή­ ματα, και διέθεσαν σε ορισμένες εκπαιδεύτικές περιφέρειες ειδικά προγράμματα, με το αντίστοι­ χο διδακτικό υλικό. Διαφοροποιημένα, διαπολιτιστικά προγράμματα

Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι ανάγκη τα ανα­ λυτικά προγράμματα του ελληνικού σχολείου, που χαρακτηρίζονται από τη μονολιθικότητα και την ακαμψία, να γίνουν περισσότερο ανοιχτά και ευέλικτα και ν’ αποκτήσουν πολυμορφία και πλουραλιστικότητα. Γι’ αυτό, αξιοποιώντας τις εμπειρίες άλλων χω­ ρών, πρέπει να καταρτίσουμε διαφοροποιημένα αναλυτικά προγράμματα που θα στηρίζονται στις αρχές της διαπολιτισμικής αγωγής32·33 και θα εί­ ναι εμπλουτισμένα με τα πολιτιστικά στοιχεία που έχουν οικειοποιηθεί οι παλιννοστούντες μαθητές στο περιβάλλον που έζησαν. Ακόμη, ανάλογα με τη χώρα προέλευσης (Υπερπόντιες χώρες, Σοβ. Ένωση, Αλβανία) τα διαφοροποιημένα αυτά προ­ γράμματα πρέπει να περιλαμβάνουν και ταχύρ­ ρυθμα μαθήματα για τη γνωριμία των παλιννοστούντων μαθητών με τον ελληνικό πολιτισμό, τις παραδόσεις και τη λογοτεχνία μας. Συμπέρασμα:

α) Το ρεύμα παλιννόστησης των Ελλήνων μετα­

ναστών και των αποδήμων μας από την Ευρώπη και τις υπερπόντιες χώρες, ανακόπηκε, σχεδόν εντελώς, στη δεκαετία του 1990, ενώ από την άλ­ λη πλευρά, έντάθηκε, στην ίδια περίοδο, το ρεύμα μετανάστευσης στη χώρα μας αλλοδαπών εργα­ τών καθώς κάι των Ελλήνων προσφύγων από τη Σοβιετική Ένωση35 και την Αλβανία.35 β) Για τους μετανάστες μας η παλιννόστηση εί­ ναι μία νέα δοκιμασία γι’ αυτούς και για τα παιδιά τους. ΓΓ αυτό χρειάζεται η απαραίτητη υποδομή, ώστε να η κοινωνική ένταξή τους ν’ αποβαίνει ω­ φέλιμη για τους ίδιους και για την πατρίδα μας. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τη σχολική ένταξη των παιδιών τους, το εκπαιδευτικό μας σύστημα πρέ­ πει να γίνει περισσότερο ανοιχτό και ευέλικτο, ώ­ στε ν’ αξιοποιείται το πολιτιστικό κεφάλαιο που φέρνουν οι παλιννοστούντες μαθητές. γ) Είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν άμεσα τα καυτά κοινωνικά προβλήματα των προσφύγων και των διακινούμενων ομάδων στη χώρα μας, γιατί μπορεί να προκαλέσουν ανεξέλεγκτες κοι­ νωνικές αντιδράσεις που θα πυροδοτήσουν την ξενοφοβία και το ρατσισμό,37 στην ελληνική κοινωνία. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση των παιδιών των διακινούμενων ομάδων, πρέπει να ληφθούν μέτρα για τη φοίτησή τους στα ελληνικά σχολεία και ιδιαίτερα μέτρα για τη διδασκαλία της μητρικής τους γλώσσας καθώς και στοιχείων του πολιτισμού τους, σύμφωνα με το πνεύμα της με αριθ. 486/77 κατευθυντήριας οδηγίας του Συμ­ βουλίου της Ευρώπης. δ) Επίσης, ειδικά προγράμματα κοινωνικής έ­ νταξης και εκπαίδευσης, είναι απαραίτητα, για τους Έλληνες πρόσφυγες από τη Σοβιετική Ένω­ ση και τους Βορειοηπειρώτες. Οι ομάδες αυτές χρειάζονται ειδικά προγράμματα για την εκμάθη­ ση της ελληνικής γλώσσας και προγράμματα επα­ νεκπαίδευσης στον τομέα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και ε) τέλος, η Ελληνική Πολιτεία πρέπει να ενδια­ φερθεί για την ευαισθητοποίηση της ελληνικής κοινής γνώμης, σχετικά με τα προβλήματα Kat τις ανάγκες των παλιννοστούντων, των αλλοδαπών εργαζόμενων και των προσφύγων στη χώρα μας.


44/χρονικα III.

Εκπαιδευτικά προγράμματαγια την κοινωνική και σχολική ένταξη των Ελληνοπόντιων (το μοντέλο των Αχαρνών)

Οι ομογενείς μας στη Σοβιετική Ένωση, σήμερα

Γία την ομάδα των ομογενών μας από τη Σοβιε­ τική, πρέπει ν’ ασχοληθούμε εκτενέστερα, γιατί η ανακάλυψη των Ελληνοποντίων, από την ελληνι­ κή πολιτεία και από την ελληνική διανόηση, ακό­ μη, έγινε, εντελώς πρόσφατα, ύστερα από την έ­ λευσή τους στην Ελλάδα. Το εθνικό κέντρο εγκατέλειψε δυστυχώς, τους Πόντιους, στη Σοβιετική Ένωση, το μεγάλο αυτό τμήμα του ελληνισμού, στην τύχη του, για 60 και πλέον χρόνια, παρότι οι Πόντιοι υπήρξαν, επί αιώ­ νες, οι Ακρίτες του Ελληνισμού38 και οι θεματοφύλακες των ελληνικών παραδόσεων στον Εύξεινο Πόντο.39 Εξαιτίας του κλίματος του ψυχρού πολέμου και της διασποράς των Ποντίων,49 στη Σοβιετική Ένωση, η Ελλάδα δεν απαίτησε από τη χώρα αυτή να σεβαστεί τα δικαιώματα της ελληνι­ κής εθνότητας για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και τη διδασκαλία του ελληνικού πολιτι­ σμού. Τα ίδια όμως αυτά δικαιώματα είχαν πάραχωρηθεί από το σοβιετικό κράτος στους Έλληνες πολιτικούς πρόσφυγες,41 όταν κατέφυγαν στη χώρα αυτή, μετά τη λήψη του εμφυλίου πολέμου το 1949. Η ελληνόγλωσση διδασκαλία42 επιτράπηκε στους Ελληνοπόντιους μόλις το 1982, οπότε και άρχισαν να εφαρμόζονται τ’ αντίστοιχα προγράμ­ ματα στα σχολεία της δημοκρατίας της Γεωργίας. Στη συνέχεια η ελληνόγλωσση διδασκαλία επε­ κτάθηκε από το 1986 και σε άλλες δημοκρατίες, ό­ πως στην Ουκρανία και τη Ρωσία, στις περιοχές που διαβιούν οι Ελληνοπόντιοι. Σήμερα, χάρη στην επικράτηση της περεστρόι­ κα έχει ανοίξει πλέον ο δρόμος για μια νέα πνευ­ ματική άνθιση του Ποντιακού Ελληνισμού στον Εύξεινο Πόντο. Ωστόσο, οι ευνοϊκές καταστάσεις που διαμορφώθηκαν με τον εκδημοκρατισμό στη Σοβιετική Ένωση, είναι πιθανόν, να ανατραπούν, εξαιτίας των εθνικιστικών εξάρσεων - και των συγκρούσεων μεταξύ των εθνοτήτων, σε πολλές σοβιετικές δημοκρατίες. Ήδη, οι Πόντιοι εγκατα­ λείπουν τη Γεωργία, που ιστορικά υπήρξε φιλικά προσκείμενη προς τους Έλληνες. Είναι δε, όν­ τως, ορατός ο κίνδυνος για τη μαζική έξοδό τους από τη Σοβιετική Ένωση και την έλευσή τους, ως προσφύγων, πλέον, στην Ελλάδα. Είναι φανερό ότι στο πλαίσιο αυτού του άρ­ θρου, δεν μπορούμε να επεκταθούμε σε πολιτικές αναλύσεις για τα «τεκταινόμενα» στη Σοβιετική Ένωση. Αλλά αν επιδιώκουμε να σχεδιάσουμε μια αποτελεσματική εκπαιδευτική πολιτική για τους Ελληνοπόντιους, οφείλουμε να λάβουμε υπόψη μας τις εξελίξεις που σημειώνονται στη σοβιετική κοινωνία*3 και τις πρωτοβουλίες της Ελληνικής Ποντιακής Κοινότητας, για την αναγνώριση των δικαιωμάτων της.

Η έλευση των Ελληνοπόντιων· ανάγκη για την υποδοχή και ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία

Από την άλλη πλευρά μια πολιτική για την έντα­ ξή τους στην ελληνική κοινωνία, μετά «τον επανα­ πατρισμό τους», για να είναι αποτελεσματική, πρέπει να στηρίζεται στην απαραίτητη υποδομή. Η υποδομή αυτή, πρέπει να περιλαμβάνει τους οι­ κισμούς και τα κέντρα φιλοξενίας, το πρόγραμμα επαγγελματικής ειδίκευσης και την εξασφάλιση της επαγγελματικής απασχόλησης. Χωρίς τις προϋποθέσεις αυτές κανένα εκπαιδευτικό πρό­ γραμμα δεν έχει πιθανότητα επιτυχίας. Γιατί πρώ­ τα πρέπει να υπάρξει η κοινωνική βάση, από την οποία θα γίνει η εκκίνηση, προκειμένου ν’ αξιοποιηθεί το παραγωγικό κεφάλαιο της «επαναπατριζόμενης» οικογένειας. Για το λόγο αυτό, το Εθνικό Ίδρυμα Υποδοχής και αποκατάστασης παλιννοστούντων Ομογενών Ελλήνων (ΕΙΥΑΠΟΕ),44 σχεδίασε και ίδρυσε το κέ­ ντρο φιλοξενίας των Ποντίων στον Πειραιά και τους πρώτους οικισμούς για την υποδοχή τους στο βορειοελλαδικό χώρο. Ήδη εγκαινιάστηκε και άρχισε να λειτουργεί από την Άνοιξη του 1991 ο πρότυπος οικισμός Ποντίων στο Ζυγό Καβάλας. Το Εθνικό Ίδρυμα, με χρηματοδότηση της Κοι­ νότητας, σχεδιάζει ακόμη να καταρτίσει προγράμματα45’46 για την εκμάθηση της ελληνι­ κής γλώσσας από τους ενηλίκους, για την επαγ­ γελματική ειδίκευσή τους και την κοινωνική ενη­ μέρωσή τους. Φαίνεται όμως, ότι όπως συμβαίνει και στους άλλους τομείς της οικονομικής και κοι­ νωνικής ζωής, στη χώρα μας, έτσι και τα σχετικά προγράμματα για τους Πόντιους είτε θα περικοπούν είτε θα εφαρμοστούν με βραδύ ρυθμό, έτσι ώστε οι Πρόσφυγες να ενταχθούν στην ελληνική κοινωνία με τις δικές τους δυνάμεις, όπως τόσοι άλλοι πριν από αυτούς. Η Ελλάδα, όμως, του 1990 και του 2.000 δεν είναι η Ελλάδα του 192247 που είχε υποστεί την εθνική τραγωδία της μικρασιατι­ κής καταστροφής και ήταν υποχρεωμένη ν’ αποκαταστήσει στην ελληνική επικράτεια 1,5 εκατ. πρόσφυγες. ΓΓ αυτό δεν μπορεί να υπάρξει, σήμε­ ρα, καμιά απολύτως δικαιολογία για την ολιγωρία μας απέναντι στους ομογενείς μας, Πόντιους και Βορειοηπειρώτες. Πρέπει ακόμη να επισημάνουμε ότι η βαθύτερη γνώση της ιστορίας, της ψυχοσύνθεσης και των ι­ διαίτερων χαρακτηριστικών τού Ποντιακού Ελλη­ νισμού, από όσους εμπλέκονται στο ζήτημα αυτό, αποτελεί την πρώτη προϋπόθεση για την αποτε­ λεσματική επικοινωνία μαζί τους και την από κοι­ νού αντιμετώπιση των προβλημάτων τους.


χρονικά 145 Η Οδύσσεια των Ελλήνων στη Σοβιετική Ένωση· Ελληνοττόντιοι και οι Έλληνες της Αζοφικής

Από την άποψη αυτή, ανοίγοντας μια παρένθε­ ση, στο σημείο αυτό του κειμένου μας, θα εξιστο­ ρήσουμε, εντελώς συνοπτικά, την Οδύσσεια48 των ομογενών μας Ελληνοποντίων. Όπως είναι γνωστό, τα πρώτα ίχνη των Ελλή­ νων στον «Άξεινο», τότε, Πόντο, χάνονται στην αχλύ των αρχαίων μύθων για τους Αργοναύτες και την Ιφιγένεια Ιστορικά είναι εξακριβωμένο ότι α­ πό τον 8ο αιώνα π.Χ. οι Έλληνες είχαν ιδρύσει, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, αποικίες, από την Ταυρίδα και την Αζοφική μέχρι την Κολχίδα.49·50 Για τη ζωή στις πολυάνθρωπες ελληνικές πόλεις μας πληροφορούν ο Ηρόδοτος, ο Ξενοφώντας και ο Στράβωνος. Στους μεταγενέστερους χρόνους ο Ελληνισμός του Πόντου ακμάζει στην περίοδο του βασιλείου του Μιθριδάτη και στην περίοδο της αυτοκρατο­ ρίας της Τραπεζούντας. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ο Ελληνισμός του Πόντου52 δια­ τηρήθηκε με κέντρα του τη μονή της Παναγίας Σουμελά και του φροντιστηρίου της Τραπεζούν­ τας.53 Στα δυο αυτά κέντρα καλλιεργήθηκαν τα ελληνικά γράμματα και διασώθηκαν οι ελληνικές παραδόσεις. Τον 19ο αιώνα στον Πόντο ιδρύθη­ καν εκατοντάδες εκπαιδευτήρια τα οποία συνέβα­ λαν στην αναζωογόνηση της πνευματικής κίνη­ σης του Ελληνισμού του Πόντου. Στους νεότερους χρόνους,54·55 οι Πόντιοι, ύ­ στερα από το ξερριζωμό τους από τόν· Ιστορικό Πόντο, στην περίοδο 1917-1924, αξιοποίησαν την

εθνική πολιτιστική τους κληρονομιά στις νέες τους πατρίδες τους στη Σοβιετική Ένωση, όπου κατέφυγαν, στον Καύκασο, στην Αζοφική και στην Κριμαία. Στην περίοδο του εκσοβιετισμού,56 και χάρη στην ευνοϊκή πολιτική του Λένιν, απέ­ ναντι στις εθνότητες, ο Ποντιακός Ελληνισμός γνώρισε μια νέα πνευματική άνθιση στη Σοβιετική Ένωση. Την εποχή αυτή ιδρύθηκαν ελληνικά σχο­ λεία και πνευματικά ιδρύματα· εκδόθηκαν σχολι­ κά εγχειρίδιά και εφημερίδες- αναπτύχτηκε η ποντιακή λογοτεχνία και λειτούργησαν πολλά θέατρα. Δυστυχώς, από το 1938, η ανάπτυξη αυτή άρχι­ σε να φθίνει, ύστερα από τις διώξεις που άσκησε το καθεστώς του Στάλιν σε βάρος των διανοουμέ­ νων Ποντίων. Η πνευματική κίνηση των Ποντίων διακόπηκε τελείως, μετά τον εκτόπισμά τους από τον Καύκασο στις ασιατικές δημοκρατίες του Κα­ ζακστάν και του Ουζμπεκιστάν. Σήμερα, όπως είναι γνωστό, ο Ποντιακός Ελλη­ νισμός διέρχεται, εκ νέου, από τη φάση της ανα­ συγκρότησής του και βρίσκεται σε μια πορεία α­ ναγέννησης.57 Οι νέες προοπτικές των Ποντίων συζητήθηκαν και ανακοινώθηκαν στο πρόσφατο Πανενωσιακό συνέδριό τους, που πραγματοποιή­ θηκε στις 28-31/3/91 στο Γκελεντζίκ του Εύξεινου Πόντου. Με βάση τις αποφάσεις του συνεδρίου του Γκελεντζίκ58 οι Έλληνες της Σοβιετικής Έ­ νωσης θα επιδιώξουν να πετύχουν την εθνική αυ­ τονομία τους, ιδρύοντας ελεύθερες ζώνες σε πε­ ριοχές που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυ­ σμού. Οι επιδιώξεις αυτές των Ελλήνων είναι ρεα­ λιστικές και υποστηρίζονται σήμερα από τους ελ­ ληνικούς συνδέσμους και τις ενώσεις των σοβιετι-


46/χρονικα κών ελληνιστών. Ωστόσο, η ασταθής πολιτική κα­ τάσταση που επικρατεί σήμερα στη Σ. Ένωση δεν αποτελεί εγγύηση για την επιτυχία του ανωτέρω στόχου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η χώρα μας ο­ φείλει να ενισχύει τις προσπάθειες αυτές των Ποντίων και να τους υποστηρίξει πολιτιστικά. Δεν πρέπει να διαφεύγει από την προσοχή μας, ότι στην περιοχή της Αζοφικής, στην περιφέρεια της Μαριούπολης και στην Ουκρανία, διαβιούν 100.000 ακόμη Έλληνες. Οι Έλληνες αυτοί είναι απόγονοι των Ελλήνων της Κριμαίας59 που το 1778. μεταφέρθηκαν από την Αικατερίνη Β' στο «γραικικό μαγιστράτο» της Αζοφικής. Οι Έλληνες της Μαριούπολης έχουν αναπτύξει μια σημαντική προφορική λογοτεχνική παράδοση (τραγούδια, θρύλους κ.τ.λ.) και εκτός από τη ρω­ σική γλώσσα, μιλάνε ελληνικές-διαλέκτους, όπως τη μαριουπολίτικη διάλεκτο. Οι Ελληνορωσικές πνευματικές σχέσεις· ανάγκη για την αναβίωσή τους

Ο Ελληνισμός, λοιπόν, στη Σοβιετική Ένωση εί­ ναι μία υπολογίσιμη δύναμη για το έθνος μας που μπορεί να αποτελέσει τον κρίκο για τη μεγαλύτε­ ρη ανάπτυξη των σχέσεών μας με το σοβιετικό λαό. Γι’ αυτό είναι ανάγκη, το εθνικό κέντρο, ν’ α­ ναβιώσει την πατροπαράδοτη φιλία, μεταξύ των δύο ομόδοξων λαών. Όπως είναι γνωστό, οι ελληνορωσικές πνευμα­ τικές σχέσεις69 χρονολογούνται από το 988 μ.Χ., με πρώτο σταθμό την προσχώρηση των Ρώσων στην Ορθοδοξία. Στους αιώνες που ακολούθη­ σαν, οι Έλληνες ιεράρχες και λόγιοι πρόσφεραν στο ρωσικό έθνος τα φώτα τους και συνέβαλαν τα μέγιστα να διατηρήσουν οι Ρώσοι την εθνική πο­ λιτιστική τους ταυτότητα στην περίοδο της κυ­ ριαρχίας των Τατάρων.61 Το ρωσικό έθνος αναγνωρίζοντας την πολύτιμη ελληνική προσφορά ευνόησε την εγκατάσταση των Ελλήνων τον 18ο και 19ο αιώνα στη Νότια Ρω­ σία. Ο Ελληνισμός την περίοδο αυτή άκμασε με κέντρο την Οδυσσό και την Κριμαία αναπτύσσο­ ντας ιδιαίτερα το εμπόριο στη Μαύρη θάλασσα. Η οικονομική δύναμη των ελληνικών κοινοτήτων, ό­ πως ήταν επόμενο, αποτέλεσε τη βάση για την πνευματική άνθιση και την καλλιέργεια των τε­ χνών και των γραμμάτων. Δείγματα της ακμής του Ελληνισμού62,63 υπήρξαν τα αξιόλογα πνευ­ ματικά ιδρύματα, όπως η Σλαβογραικική Ακαδη­ μία της Μόσχας, η Σχολή των Λυχουδών και το Λύκειο Ρισελιέ στην Οδυσσό. Μέχρι τη στιγμή αυτή υπάρχουν, στην Ελληνι­ κή βιβλιογραφία, ελάχιστες μελέτες64 που προ­ σεγγίζουν τα ανωτέρω θέματα. Κλείνοντας την παρένθεση επισημαίνουμε ότι οι πληροφορίες για την ιστορική προέλευση και την πολιτιστική ταυτότητα των ομογενών μας από τη Σοβιετική Ένωση είναι απαραίτητες για να κα­ τανοήσουμε τις ιδιαιτερότητές τους και να αντιληφθούμε τις ανάγκες τους. Άλλωστε, οποιοδήποτε εκπαιδευτικό πρόγραμμα για να έχει επιτυ­

χία στην εφαρμογή του πρέπει ν’ ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των ομογενών μας. Οι βιογραφίες των «ετταναττατριζόμενων» οικογενειών των Ελληνοττόντιων· κρίση της πολιτιστικής τους ταυτότητας

Η βαθύτερη γνώση της ιστορίας και του πολιτι­ σμού τους είναι προϋπόθεση για τη θεμελίωση μιας παιδαγωγικής θεωρίας για την υποδοχή και την ένταξή τους σε μια εντελώς διαφορετική κοι­ νωνία, από εκείνη στην οποία ζούσαν. Οι Ελληνοπόντιοι μαθητές που «επαναπατρίζονται» έχουν διαφορετικές βιογραφίες65 που προσδιορίζονται από την ιστορική τους προέλευ­ ση και τη γλωσσική-πολιτιστική τους ταυτότητα. Οι ποντιακές οικογένειες, στη μεγάλη πλειοψηφία τους, προέρχονται από τις ασιατικές δημο­ κρατίες του Καζακστάν και του Ουζμπεκιστάν. Τώρα, τελευταία, «επαναπατρίζονται» και οι οικο­ γένειες ποντίων από τον Καύκασο, την Αμπχαζία της Γεωργίας και τη νότια Ρωσία. Ανάμεσά τους παρατηρείται έντονη γλωσσική διαφοροποίηση. Πρώτη γλώσσα είναι η ρωσική και δεύτερη μπο­ ρεί να είναι μια από τις γλώσσες των δημοκρα­ τιών, όπου ζούσαν, η καζάχικη, η αρμενική, η ταταρική, η γεωργιανή κ.ά. Οι περισσότεροι Πόν­ τιοι, όπως δείχνουν σχετικές έρευνες, αγνοούν παντελώς την Ελληνική γλώσσα, ενώ πολύ λίγοι είναι αυτοί που καταλαβαίνουν και μιλάνε την ποντιακή διάλεκτο. Έχουν όμως, όλοι τους, ως κοινό γνώρισμα και ενοποιητικό στοιχείο την Ελληνική εθνική συνεί­ δηση και την ιστορική μνήμη για την κοινή κατα­ γωγή τους. Παρ’ όλα αυτά, όπως επισημαίνουν και οι διανοούμενοι των Ποντίων, ο Ποντιακός Ελ­ ληνισμός αντιμετωπίζει σήμερα κρίση ταυτότη­ τα ς66 Ιδιαίτερα η νέα γενιά των Ποντίων αγνοεί την ποντιακή διάλεκτο και αποδίδει φολκλορική μόνο σημασία στην Ποντιακή παράδοση. Από την άλλη πλευρά οι ποντιακές οικογένειες έχουν αρκετό επιβαρημένο ιστορικό, και φέρνουν μαζί τους τραυματικές εμπειρίες εξαιτίας των διώξεων που υπέστησαν, κατά περιόδους, στον Ι­ στορικό Πόντο και στη Σοβιετική Ένωση. ΓΓ αυτό νιώθουν έντονη ανασφάλεια και έχουν επισφαλή υγεία. Τα προβλήματα αυτά οξύνονται με την έ­ λευσή τους στην Ελλάδα, αφού και εδώ βρίσκο­ νται αντιμέτωποι με τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα της Ελλαδικής κοινωνίας. Όπως αναφέραμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, οι σχετικές έρευνες και μελέτες67 που έχουν πραγματοποιηθεί στη χώρα μας για τη μετανά­ στευση και την παλιννόστηση δίνουν έναν κάποιο προσανατολισμό στους εκπαιδευτικούς για το χειρισμό των ιδιαίτερων προβλημάτων των Πο­ ντίων. Οι ειδικές έρευνες για τους Πόντιους, ω­ στόσο, στηρίζονται σε μικρό στατιστικό δείγμα. Μεγάλη σχετική έρευνα διεξάγεται από το Πάντειο Πανεπιστήμιο και αναμένεται να ολοκληρω­ θεί μέσα στο 1992.


χρονικά!47 Το μοντέλο των Αχαρνών για τη σχολική ένταξη των Ποντίων Αθηνών. Παράμετροι που λήφτηκαν υπόψη για την κατάρτιση του εκπαιδευτικού προγράμματος

Σοβαρή προσπάθεια για τη σχολική ένταξη των Ποντίων μαθητών, έγινε, τα τρία τελευταία χρό­ νια, στα δημοτικά σχολεία των Αχαρνών, με πρω­ τοβουλία των σχολικών Συμβούλων. Προκειμένου να καταρτίσουμε και να εφαρμόσουμε το προπα­ ρασκευαστικό πρόγραμμα στις τάξεις Υποδοχής, στηριχτήκαμε, πρωτίστως, στις εμπειρίες μας και τα αποτελέσματα από την εφαρμογή στο Δήμο Α­ χαρνών του ερευνητικού προγράμματος για την πολιτιστική ανάπτυξη των ευαίσθητων κοινωνι­ κών ομάδων, καθώς και στα αποτελέσματα της έρευνάς μας,68 η οποία πραγματοποιήθηκε το κα­ λοκαίρι του 1989 μεταξύ των Ποντίων γονέων, για τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών τους. Σύμφωνα με τ’ αποτελέσματα της ανωτέρω έ­ ρευνας οι γονείς εκτιμούν ότι το σοβετεικό σχο­ λείο είχε μεγαλύτερες απαιτήσεις, απ’ ό,τι το ελ­ ληνικό, σε ό,τι αφορά την εργατικότητα και την υ­ πευθυνότητα των παιδιών τους. Θεωρούν ακόμη ότι το αναλυτικό πρόγραμμα του Ελληνικού σχο­ λείου δεν είναι επαρκές και ότι πρέπει να συμπλη­ ρωθεί και με άλλα μαθήματα. Συγκεκριμένα ζη­ τούν να διδάσκονται τα παιδιά τους περισσότερες ώρες τα καλλιτεχνικά μαθήματα και να εισαχθεί στο πρόγραμμα η διδασκαλία της ρωσικής γλώσσας. Με τη βοήθεια της ανωτέρω έρευνας διαπιστώ­ σαμε ότι οι Πόντιοι μαθητές, στην πλειοψηφία τους, έχουν αποκοπεί τόσο από τον Ελληνικό, ό­ σο και από τον ποντιακό πολιτισμό. Ο μικρός Πό­

ντιος αναρωτιέται: Είμαι Έλληνας ή Πόντιος; Ποιόί ήταν οι πρόγονοί μου; από πού κρατούν οι ρίζες μου και ποια είναι η ταυτότητά μου; Στα ερωτήματα αυτά πρέπει να δοθούν από την ελληνική κοινωνία και το σχολείο πειστικές απα­ ντήσεις, γιατί διαφορετικά τα παιδιά των Ποντίων θα χάσουν την αυτοπεποίθησή τους και θα αισθά­ νονται σαν απάτριδες. Γιατί ο άνθρωπος όταν ξε­ ριζώνεται από τον πολιτισμό του, ξεριζώνεται α­ πό τη ζωή και μένει χωρίς ταυτότητα. Ακόμη έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας ότι τα παιδιά υποχρεώνονται να προσαρμοστούν69 σ’ έ­ να εντελώς διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο αναγνωρίζει άλλες αξίες και άλλα, δια­ φορετικά σύμβολα επιτυχίας. Το σοβιετικό εκπαι­ δευτικό σύστημα, παρά τη σωστή κριτική που α­ σκείται σ’ αυτό σήμερα και την ανάγκη για τον εκ­ συγχρονισμό του, έχει αρκετά πλεονεκτήματα, σε σύγκριση με το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Το σοβιετικό σχολείο70’71 είναι ένα ενιαίο εργα­ σιακό και πολυτεχνικό σχολείο. Ενιαίο ως προς την παροχή ίσων ευκαιριών και δυνατοτήτων σε όλα τα παιδιά. Εργασιακό, με την έννοια ότι τους μαθαίνει'να εργάζονται συλλογικά και να αναλαμ­ βάνουν, υπεύθυνα, διάφορους ρόλους. Πολυτε­ χνικό με την έννοια ότι πρέπει να μυήσει τους μα­ θητές στους κύριους τομείς της παραγωγικής διαδικασίας. - ■ Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι διαφορές μεταξύ των δύο εκπαιδευτικών συστημάτων του ελληνι­ κού και του σοβιετικού, αφορούν στο στυλ της α­ γωγής, στην οργάνωση της σχολικής ζωής, στα πλαίσια της μαθητικής κοινότητας, στο ρυθμό ερ­ γασίας, στην οργάνωση του ελεύθερου χρόνου των μαθητών και στη μορφή των διαπροσωπικών


48/χρονικα σχέσεων μεταξύ δασκάλων και μαθητών. Μεγαλύ­ τερες, όμως, είναι οι διαφορές σε ό,τι αφορά τα περιεχόμενα των αναλυτικών προγραμμάτων και την κατανομή της διδακτέας ύλης στις σχολικές βαθμίδες. Με τα δεδομένα αυτά, ήταν επόμενο να επικε­ ντρώσουμε την προσοχή μας στον τομέα της πα­ ραγωγής των κατάλληλων βοηθημάτων για τη δι­ δασκαλία της ελληνικής γλώσσας. Γιατί χωρίς τη γλωσσική επάρκεια, τα παιδιά δεν είναι σε θέση να παρακολουθήσουν τα μαθήματα στην κανονι­ κή τάξη του σχολείου και να ενταχθούν ομαλά σ’ αυτό. Τα γλωσσικά βοηθήματα, στα οποία θα ανα­ φερθούμε στη συνέχεια, συντάχτηκαν σύμφωνα με τη μέθοδο της επικοινωνιακής δεξιότητας72,73 με την οποία διδάσκονται σήμερα οι ξένες γλώσ­ σες στη χώρα μας. Ακόμη, ύστερα από τη διαπί­ στωση ότι οι Πόντιοι μαθητές δεν έχουν επαρκείς γνώσεις και πληροφορίες, γύρω από την ελληνι­ κή ιστορία και τον πολιτισμό μας, περιλάβαμε στο προπαρασκευαστικό πρόγραμμα και τη διδασκα­ λία των μαθημάτων για τον ελληνικό και ποντιακό πολιτισμό.74 Δομή και οργάνωση των Τάξεων Υποδοχής: Το διαφοροποιημένο πρόγραμμα

Ένα τόσο φιλόδοξο πρόγραμμα ήταν φυσικό να μη χωράει στις 5-6 ώρες διδασκαλίας την εβδο­ μάδα, που διατίθενται για τη λειτουργία, των φροντιστηριακών τμημάτων. Γι’ αυτό με ενέργειές μας προς το ΥΠΕΠΘ ιδρύθηκαν και λειτούρ­ γησαν στα δημοτικά σχολεία Αχαρνών, από το σχολικό έτος 1989-90 οι πρώτες προπαρασκευα­ στικές Τάξεις Υποδοχής για τους Πόντιους μαθη­ τές. Στη συνέχεια με το Ν. 1894 του 1990 ο θεσμός των Τ.Υ. επεκτάθηκε σε ολόκληρη την επικράτεια. Ενώ με την Υπουργική Εγκύκλιο Γ./236/624/24-10-1990 ρυθμίστηκαν ειδικότερα θέ­ ματα που αφορούν στην πρόσληψη του διδακτι­ κού προσωπικού, στον προβλεπόμενο αριθμό μα­ θητών, ανά τάξη, καθώς και στα γνωστικά αντικεί­ μενα που πρέπει να περιέχει το αναλυτικό πρό­ γραμμα. Ωστόσο η εγκύκλιος αυτή δεν αναφέρεται στις προϋποθέσεις που είναι απαραίτητες για την καλή λειτουργία τάξεων Υποδοχής και είναι ε­ λάχιστα κατατοπιστική. Σε ό,τι αφορά την οργάνωση των τάξεων Υπο­ δοχής στα σχολεία των Αχαρνών και τα αναλυτι­ κά προγράμματα που εφαρμόσαμε, σημειώνουμε τα εξής: α) Οι Τάξεις Υποδοχής είναι ενταγμένες στο κανονικό σχολείο και οι μαθητές φοιτούν σ’ αυτές 2-3 ώρες ημερησίως, ανάλογα με τις ιδιαίτε­ ρες ανάγκες τους, β) Το πρόγραμμα περιλαμβάνει εντατικά μαθήματα για την ταχεία εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας και μαθήματα για τη διδασκα­ λία στοιχείων του ελληνικού και ποντιακού πολιτι­ σμού, στην περίπτωση που οι μαθητές έχουν απο­ κτήσει στοιχειώδη γλωσσική επάρκεια και γ) Οι μαθητές μιας Τάξης Υποδοχής χωρίζονται από το δάσκαλο σε ομάδες των αρχαρίων, των ημιπροχωρημένων και των προχωρημένων, ανάλογα με

την ηλικία τους και το γλωσσικό τους επίπεδο. Με τις ρυθμίσεις αυτές υπηρετώντας ασφαλώς, πολύ καλύτερα οι παιδαγωγικοί στόχοι για την ο­ μαλή προσαρμογή τους στο νέο σχολικό περιβάλ­ λον και την αναγνώρισή τους από τη μαθητική κοινότητα. Διδακτικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν στις προπαρασκευαστικές τάξεις

Για τις ανάγκες του προπαρασκευαστικού προ­ γράμματος εκπονήσαμε και διαθέσαμε στους εκ­ παιδευτικούς και τρυς μαθητές των Τάξεων Υπο­ δοχής τα παρακάτω διδακτικά μέσα: α) Το εγχει­ ρίδιο «Μαθαίνω την ελληνική γλώσσα» του Σχολ. Συμβούλου X. Σαπουντζάκη. β) Το εγχειρίδιο «Η ελληνική γλώσσα» και το αντίστοιχο βιβλίο για το δάσκαλο, που εκδόθηκαν από το ερευνητικό πρό­ γραμμα των Πανεπιστημίων Αθηνών και Ιωαννίνων με την εποπτεία του επίκουρου καθηγητή Γ. Μάρκου, γ) Το εγχειρίδιο «Βασικό Λεξιλόγιο του Μαθητή» του Σχολ. Συμβούλου Π. Κοτσιώνη. δ) Τρία εγχειρίδια ιστορίας και πολιτισμού που κα­ λύπτουν τα κυριότερα θέματα από την ελληνική μυθολογία, το μινωικό και μυκηναϊκό πολιτισμό, την κλασική αρχαιότητα και το βυζαντινό ελληνι­ σμό και ένα εγχειρίδιο για τον ποντιακό ελληνι­ σμό. Τα εγχειρίδια αυτά συντάχτηκαν με την επι­ μέλεια των Σχολ. Συμβούλων Γ. Αλβανού και Π. Κοτσιώνη και εκδόθηκαν από το ερευνητικό Πρό­ γραμμα των Πανεπιστημίων Αθηνών και Ιωαννίνων. Το τελευταίο αυτό εγχειρίδιο διδάχτηκε πειρα­ ματικά σε τμήματα της Ε' και ΣΤ' τάξης, προκειμένου να επιτευχθεί η πολιτιστική συνάντηση μετα­ ξύ των Ποντίων και ντόπιων μαθητών. Για την ενημέρωση των αναπληρωτών εκπαι­ δευτικών πραγματοποιήσαμε σειρά επιμορφωτι­ κών σεμιναρίων. Στα σεμινάρια αυτά δώσαμε έμ­ φαση σε θέματα που έχουν σχέση με τη διαπολιτισμική αγωγή και σε θέματα που αφορούσαν τη νέα διδακτική μεθοδολογία για την καλύτερη α­ ξιοποίηση του διδακτικού υλικού που αναφέραμε παραπάνω. Ακόμη χρησιμοποιήσαμε διάφορα ει­ δικά έντυπα, όπως το έντυπο του παιδαγωγικού ημερολογίου και το έντυπο του δελτίου προόδου του μαθητή, με σκοπό να συγκεντρώσουμε τις α­ παραίτητες πληροφορίες και να καταγράψουμε τα στοιχεία που προσδιορίζουν το βαθμό προσαρ­ μογής και προόδου των Ποντίων μαθητών. Καταγραφή των εμπειριών μας· δυσχέρειες στην εφαρμογή του προγράμματος

Τ’ αποτελέσματα,75 ωστόσο, αηό την εφαρμο­ γή του διαφοροποιημένου προγράμματος στις τά­ ξεις υποδοχής δεν ήταν απολύτως ικανοποιητικά, γιατί: α) Οι διοικητικές υπηρεσίες δεν υποστήρι­ ξαν όσο έπρεπε τις προσπάθειες των Σχολικών Συμβούλων. Από το ένα μέρος δεν εξασφάλισαν


χρονικα/49 την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή (αίθουσες διδασκαλίας, τεχνολογικό εξοπλισμό) και από το άλλο μέρος τοποθέτησαν στις Τ.Υ. τους αναπλη­ ρωτές δασκάλους, τα δύο σχολικά έτη 1989-90 και 1990-91, στη μέση περίπου της σχολικής χρονιάς, το Δεκέμβρη και το Γενάρη αντίστοιχα, β) Η διδα­ σκαλία στις Τ.Υ. ανατέθηκε σε αναπληρωτές δα­ σκάλους που, κατά κανόνα, δε διαθέτουν αρκετή διδακτική εμπειρία και δεν έχουν την προοπτική να παραμείνουν στο σχολείο για να διδάξουν, για δεύτερη σχολική χρονιά, στην ίδια τάξη, γ) Οι γο­ νείς των Ποντίων μαθητών δεν επικοινωνούσαν με τους δασκάλους των παιδιών τους, εξαιτίας του γλωσσικού προβλήματος που αντιμετωπί­ ζουν, καθώς και των οξυμένων κοινωνικών και ερ­ γασιακών προβλημάτων τους, δ) Οι συνθήκες δια­ βίωσης των Ποντίων μαθητών είναι πολύ δύσκο­ λες (έλλειψη κατοικίας και κατάλληλου χώρου για μελέτη). Εκτός από τους λόγους που επισημαίνουμε πα­ ραπάνω, αναφέρουμε έναν ακόμη σημαντικό πα­ ράγοντα, που έχει σχέση με το οξύτατο διδακτηριακό πρόβλημα στις Αχαρνές. Σε πολλά σχολεία των Αχαρνών λειτουργούν πληθωρικά τμήματα με 35-40 μαθητές, στα οποία εγγράφονται και φοι­ τούν οι «παλιννοστούντες» Πόντιοι μαθητές. Τελικά, παρά τις αντίξοες συνθήκες, το πρό­ γραμμα που εφαρμόσαμε στις Τάξεις Υποδοχής, βοήθησε τους περισσότερους μαθητές ν’ αποκτή­ σουν τη γλωσσική ετοιμότητα και να ενταχθούν ο­ μαλά στις κανονικές τάξεις των σχολείων. Για μια εθνική πολιτική που θα στοχεύει: α) στην ομαλή ένταξη των Ποντίων στην ελληνική κοινωνία και 6) στην ενίσχυση της Ελληνικής Παιδείας στη Σοβιετική Ένωση.

Η εκπαιδευτική πολιτική για την αποτελεσματι­ κή ένταξη και την ομαλή προσαρμογή των «παλιννοστούντων» Ποντίων στο ελληνικό σχολείο είναι ανάγκη να στηρίζεται στην κατάλληλη υποδομή. Η υποδομή αυτή περιλαμβάνει τα κοινωνικά προ­ γράμματα για την αποκατάσταση των οικογε­ νειών τους, τα προπαρασκευαστικά-διαφοροποιημένα εκπαιδευτικά προγράμματα και*1τα ανά­ λογα διδακτικά μέσα για τη γλωσσική υτ.οστήριξη των μαθητών. Καταρχήν το ελληνικό σχολείο πρέπει να βοη­ θήσει τους μικρούς Πόντιους να ανακαλύψουν την εθνική-πολιτιστική τους ταυτότητα. Για το Σημειώσεις 1. Βασικές μελέτες που αναφέρονται στην προβληματική της μετανάστευσης-παλιννόστησης είναι οι παρακάτω: α) Ήρας Έμκε-Πουλοπούλου, Προβλήματα μετανάστευσης-παλιννόστησης, Εκδ. (ΙΜΕΟ) και (ΕΔΗΜ), Αθή­ να, 1986. β) Κ. Κασιμάτη, Μετανάστευση-Παλιννόστηση. Η προ­ βληματική της δεύτερης γενιάς, Εκδ., Εθνικό Κέντρο Κοιν. Ερευνών, Αθήνα, 1984. γ) Κολλάρου Τ. - Μουσούρου Λ., Παλιννόστηση, Εκδ. Κέντρο Ανθρωπιστικών Σπουδών και Έρευνας, 1980.

σκοπό αυτό πρέπει να αξιοποιήσει το πολιτιστικό κεφάλαιο που έχουν αποθησαυρίσει οι Πόντιοι στην προηγούμενη πατρίδα τους. Έπειτα, το σχο­ λείο πρέπει να αξιοποιήσει με δημιουργικό τρόπο τις εμπειρίες, τις γνώσεις, τις ικανότητες και τις δεξιότητες που απέκτησαν τα παιδιά στο σοβιετι­ κό σχολείο. Η ρωσική γλώσσα μπορεί και πρέπει να διδάσκεται προαιρετικά. Τέλος, η κυριότερη υ­ ποχρέωση του ελληνικού σχολείου είναι να βοη­ θήσει τους Πόντιους μαθητές να αποκτήσουν σε ικανοποιητικό βαθμό την επικοινωνιακή δεξιότη­ τα στην ελληνική γλώσσα.76 Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο από την πλευρά του, αφού αξιοποιήσει τα πειραματικά προγράμ­ ματα που έχουν εφαρμοστεί από Σχολικούς Συμ­ βούλους στις περιφέρειες και λάβει υπόψη του τις εμπειρίες τους, οφείλει να στείλει στους δασκά­ λους και τους καθηγητές γραπτές οδηγίες σε ό,τι αφορά τις παιδαγωγικές αρχές και τη διδακτική μεθοδολογία που θα εφαρμόσουν στις Τάξεις Υ­ ποδοχής. Πιο επείγον όμως είναι να μελετήσει τα αναλυτικά προγράμματα των δύο χωρών και να κάνει την αντιστοίχιση της διδακτέας ύλης, ώστε οι εκπαιδευτικοί μας να γνωρίζουν τα γνωστικά αντικείμενα που έχουν διδαχτεί οι Πόντιοι μαθη­ τές στο σοβιετικό σχολείο. Ακόμη, το Παιδαγωγι­ κό Ινστιτούτο, πρέπει να οργανώσει την ουσιαστι­ κή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στις περιφέ­ ρειες που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο αριθμό Ποντίων μαθητών. Για το σκοπό αυτό, το Π.Ι. μπο­ ρεί και πρέπει σε συνεργασία με το ΕΙΥΑΠΟΕ να αξιοποιήσει τους πόρους που είναι δυνατόν να αντληθούν από το Ευρωπαϊκό ταμείο. Σε ό,τι δε αφορά το κεφάλαιο για την ενίσχυση του Ποντιακού Ελληνισμού στη Σοβιετική Ένωση, όπως και στην αρχή τονίσαμε, το εθνικό κέντρο είναι ανάγκη: α) να ενισχύσει τις διπλωματικές υ­ πηρεσίες μας στις περιοχές που διαβιούν Έλλη­ νες, β) να αξιοποιήσει τους παραδοσιακούς φιλι­ κούς δεσμούς των δύο λαών και ν’ αναπτύξει τις διμερείς οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις τους με κρίκο τους Ελληνοπόντιους77 γ) να υπο­ στηρίξει τις προσπάθειες των Ελλήνων ομογενών να αποκτήσουν τηλεοπτικούς σταθμούς και ελλη­ νικά τυπογραφεία δ) να πυκνώσει τις μορφωτικές ανταλλαγές και εκπαιδευτικές αποστολές και ε) να δημιουργήσει δίκτυο από κέντρα φιλοξενίας για την ανταλλαγή μαθητικών πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδας και της Σοβιετικής Ένωσης. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΤΣΙΩΝΗΣ δ) Λαμπίρη-Δημάκη Ιω., Μετανάστευση και ελληνική οικογένεια, Διεθνής Κοιν. Υπηρεσία, Τμήμα Ελλάδος, Αθήνα, 1977. ε) Μ. Νικολινάκου, Καπιταλισμός και Μετανάστευση, Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 1973. στ) ΕΚ.ΚΕ., Απόδημοι Έλληνες, Αθήνα 1972. ζ) Ν. Πετρόπουλου, Κοινωνικοπολιτιστικές διαστά­ σεις της παλιννόστησης, στην Επιθεώρηση των Ευρω­ παϊκών Κοινοτήτων, 2-3/1981. η) Μ. Δαμανάκη, Μετανάσταση και εκπαίδευση, Εκδ. Gutenberg, 1987. 2. Λ. Μουσούρου, «Το Ελληνικό Κράτος και ο Ελληνισμός του εξωτερικού», στο Ελληνισμός και Ελληνικότητα, Εκδ. Εστίας, 1983.


50/χρονικα 3. Βλ. α) Τα πρακτικά του 1ου Παγκόσμιου Συνεδρίου Α­ πόδημων Ελλήνων, Εκδ. Γ.Γ. Α.Ε., Αθήνα, 1985 β) Τα Πρακτικά του 1ου Παγκόσμιου Συνεδρίου για την εκ­ παίδευση του Απόδημου Ελληνισμού, ΥΠΕΠ, 1989. 4. Βλ. Αθ. Κουρταλίδη, Η εκπ/ση των παιδιών των μετανα­ στών και η εκπαιδευτική πολιτική για τα Ελληνόπουλα του Εξωτερικού, στο: Σχολ. Επανένταξη παλιννοστούντων μαθητών, Προβλήματα - Προοπτικής, ΥΠΕΠ... Ουνέσκο, Αθ. Γκότοβος - Γ. Μάρκου (πολυγραφημένη Έκδοση). 5. Armand Bizaguet, Η μεγάλη Ευρωπαϊκή αγορά το 1993, Εκδ. «Το ποντίκι». 6. Μ. Δαμανάκη, Πολυπολιτιστική - Διαπολιτιστική αγω­ γή, στο περ. «Τα Εκπαιδευτικά» τεύχ. 16. 7. Βλ. Ειδική Έκδοση της εφημ. «Το Βήμα», της 16ης-6-1991, Μετανάστες και Πρόσφυγες. Μια ωρολο­ γιακή βόμβα που απειλεί την ισορροπία του πλανήτη. 8. Andre Lebon, Η ΕΟΚ και οι ξένοι της, Ειδ. Έκδοση της Εφημ. «Το Βήμα», ό.π. 9. Π. Κοτσιώνη, Η παιδαγωγική των ευαίσθητων Κοιν. Ο­ μάδων, στο Περ. «Τα εκπαιδευτικά, Τεύχ. 14. 10. Ε. Καψωμένου, Το πολιτιστικό μας πρόβλημα στην προοπτική της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, στο περ. «Δια­ λεκτική» τεύχ. 5/91. 10α. Βλ. Π. Λέκκα, Εθνικιστική ιδεολογία και εθνική ταυτό­ τητα, στο περ. «Τα ιστορικά» τεύχ. 11, Εκδ. «Μέλισσα». 11. Βλ. Μ. Δαμανάκη, ό.π. 12. Βλ. τις μελέτες: α) Τ. Βασιλείου, Στην Σικελία αναζη­ τώντας τη μεγάλη Ελλάδα. β) Επ. Βρανόπουλου, Οδοιπορικό στη Συρία, Εκδ. ΚΕΜΕ. γ) Γ. Αλεξάνδρου, Οι διεθνείς ανεκμετάλλευτες δυνα­ τότητες του Ελληνισμού, στο περιοδ. ΕΛΛΟΠΙΑ, τευχ. 2/90 και δ) Κ. Φωτιάδη, Εξισλαμισμένοι, της Μ. Ασίας και κρυπτοχριστιανοί του Πόντου, Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, 1988. 13. Βλ. Ήρας-Έμκε Πουλοπούλου, Προβλήματα μετανάστευσης-παλιννόστησης, όπ.π. σελ. 270. 14. Βλ. Ν. Πετρόπουλου, Κοινωνικοπολιτικές διαστάσεις της παλιννόστησης, όπ.π. 15. Ήρας-Έμκε Πουλοπούλου, Προβλήματα..., όπ.π. 16. Θ. Μητσόπουλου, Μείναμε Έλληνες, Αθήνα 1976. 17. Φορείς που ασχολούνται με τα προβλήματα των παλιννοστούντων, εκτός από τη Γραμματεία Απόδημου Ελ­ ληνισμού, είναι: ο ΟΑΕΔ, το ΕΛΚΕΠΑ, το ΕΙΥΑΠΟΕ (Ε­ θνικό Ίδρυμα Υποδόχης και Αποκατάστασης παλιννοστούντων Ομογενών Ελλήνων), ο ΕΟΠ, το Κέντρο συ­ μπαράστασης παλιννοστούντων κ.ά. 18. Σημαντικές μελέτες και έρευνες για τα προβλήματα σχολικής ένταξης των παλιννοστούντων μαθητών είναι μεταξύ άλλων: α) Αθ. Γκότοβου - Γ. Μάρκου κ.ά., Σχολική επανέντα­ ξη παλιννοστούντων μαθητών. Προβλήματα και προο­ πτικές, Πολυγραφημένη έκδοση του ΥΠΕΠ© - Ουνέ­ σκο, Αθήνα, 1984. β) Κέντρου Συμπαράστασης Παλιννοστούντων μετα­ ναστών, Η ελληνική παλιννόστηση, Αθήνα, Καβάλα, 1983. γ) Π. Κοτσιώνη, Κοινωνική και Παιδαγωγική Έρευνα για τους Ελληνοπόντιους, στο περ. «Νεοελληνική Εκ­ παίδευση» τεύχ. 20/1990. δ) Γ.Γ.Α.Ε., Έρευνα για τα χαρακτηριστικά της ομάδας των Ελλήνων Ποντίων, από τη Σοβιετική Ένωση, στην Εφημ. «Τα νέα της Μόσχας», Μάρτιος 1990 και ε) Ε. Παναγιωτακοπούλου, Φροντιστηριακά μαθήματα για τα παιδιά των μεταναστών που παλιννοστούν στον Έβρο, στο περ. «Εκλογή Θεμάτων Κοινωνικής Πρό­ νοιας», Απρίλιος 1983. 19. Βλ. Ήρας-Έμκε Πουλοπούλου, Μετανάστες και πρό­ σφυγες στην Ελλάδα, 1970-1990: στο περ. «Εκλογή Θε­ μάτων Κοινωνικής Πρόνοιας», αριθ. 85/86 / 1990. 20. α) Βλ. σελ. 13-14 / 20β,_20γ, 20δ. Βλ. Ν. Στερεόπουλου, =ένα και Έλληνες πρόσφυγες

στην Ελλάδα, στον Οικονομικό ταχυδρόμο της 22-2-1990. 20β. Βλ. X. Παπανδρόπουλου και Σπ. Βρεττού, Η συρροή ξένων-μεταναστών στην Ελλάδα, στον «Οικονομικό Τα­ χυδρόμο» της 13ης 1-6-1991. 20γ. Ρ. Φακιολά, Αλλοδαποί απασχολούμενοι στην Ελλά­ δα, στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» 12ης 7-1990. 20δ. Λ. Πιπιλή, Αποκαλυπτικό γκάλοπ και μια έκθεση για τους Βορειοηπειρώτες, στην Εφημ. «Το Βήμα», 24-31991. 21. Μ. Markefka, Vorurteile, Minderheiten, Diskriminierung, Luchterhand verl. Neuwied und Berlin, 1974. 22. Βλ. Ν. Πετρόπουλου, Κοινωνικοπολιτικές... όπ.π. , 23. Βλ. Αθ. Γκότοβου - Γ. Μάρκου, Σχολική Επανένταξη, όπ.π. 24. Βλ. Αθ. Γκότοβου - Γ. Μάρκου, όπ.π. 24α. Μια τέτοια περίπτωση αποτελούν τα σχολεία των Α­ ποδήμων στη Βαρυμπόμπη, την Αλσούπολη και την Αμφιθέα. Τα σχολεία περιλαμβάνουν και τις τρεις βαθμί­ δες της γενικής εκπαίδευσης (δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο). Παρά τις οργανωτικές αδυναμίες και την έλλει­ ψη αξιόλογης υποδομής τα σχολεία των Απόδημων έ­ χουν καλύτερα αποτελέσματα από τις τάξεις Υποδο­ χής, γιατί προσφέρουν στα Ελληνόπουλα της ομογένειας ένα δίγλωσο-διπολιτιστικό πρόγραμμα. Έχει ό­ μως δημιουργηθεί στα σχολεία των αποδήμων ένα ιδιό­ τυπο σχολικό γκέτο, αφού τα σχολεία αυτά δεν έχουν καμιά επικοινωνία με τα κανονικά ελληνικά σχολεία. 25. Βλ. Ήρας-Έμκε Πουλοπούλου, Προβλήματα μετανάστευσης-παλιννόστησης, όπ.π. 26. Βλ. Μ. Παπαντωνίου, Οι επιπτώσεις της παλιννόστησης στην οικογένεια και το σχολείο, στο περ. «Νεοελ­ ληνική Παιδεία» τ. 1/1985. 27. Βλ. την αριθ. φ. 8182/2/4139/20-10-1980. 28. Βλ. Γ. Μάρκου, Σχολική επανένταξη, όπ.π. 29. Βλ. Α. Βρέττα-Πανίδη, Α. Κοιλιάρη-Μιχαηλίδη, Τα παι­ διά των μεταναστών στις τάξεις υποδοχής, στο περ. «Ε­ πιστημονική Σκέψη», τ. 15/83. 30. Βλ. τις 818.2/4/3175/7-9-82 και Φ. 818.2/21/21-1-1983 α­ ποφάσεις του ΥΠΕΠΘ. 31. Βλ. Ερευνητικό πρόγραμμα για τη σχολική επανένταξη των παλιννοστούντων μαθητών των Πανεπιστημίων Α­ θηνών και Ιωαννίνων. 32. Βλ. Μ. Δαμανάκη, Πολυπολιτισμική-Διαπολιτισμική α­ γωγή, στο περ. «Τα εκπαιδευτικά», τευχ. 16/1989. 33. Βλ. Έκθεση της Επιτροπής Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Προτάσεις για πειραματικές εφαρμογές, σχετικά με την εκπαίδευση των παιδιών διακινούμενων εργαζόμε­ νων, Απρίλης 1984. 34. Βλ. Π. Κοτσιώνη, πλαίσιο αρχών για τα μαθήματα πολι­ τισμού στους Ελληνοπόντιους μαθητές, στο περ. «Τα εκπαιδευτικά», τευχ. 18-19/90. 35. χ. Τζαναβάρα, Σχέδιο Σκεντέρμπεης, Βοήθεια στην Αλ­ βανία, στην εφημ. «Ελευθεροτυπία» της 24ης-9-91. 36. Βλ. Συνέντευξη του Προέδρου Συλλόγου Βορειοηπει­ ρωτών κ. Γίγα, στο περ. «Τετράδια», Άνοιξη-Καλ./1990. 37. Βλ. Philomena Essed κ.ά., Antivassistische Evziehung, vel. migro, D-3582 Felsberg, 1991. 38. Βλ. Xp. Σαμουηλίδη, Ιστορία του Ποντιακού Ελληνι­ σμού, Εκδ. Αλκυών, 1985. 39. Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού, Ο Πόν­ τος, Ιστορία, λαογραφία και πολιτισμός, τόμοι 2, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσ/ν(κη, 1991. 40. Μ. Χαραλαμπίδη-Κ. Φωτιάδη, Πόντιοι, δικαίωμα στη μνήμη, Εκδ. Ηρόδοτος, 1987. 41. Αθ. Μητσόπουλου, Μείναμε Έλληνες. 42. Βλ. την έκθεση του Σ. Μπουζάκη για την ελληνική εκ­ παιδευτική αποστολή στη Γεωργία, το 1982, Δ.Ε.ΕΕ του ΥΠΕΠΘ. 43. Βλ. Τ. Φακιολά, Η εμπερία του σοσιαλιστικού μετασχη­ ματισμού στη Σοβιετική Ένωση και τα συμπεράσματα σχετικού συνεδρίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, το 1991.


χρονικα/51 44. Βλ. Δ. Σαρατσιώτη, Εθνικό Ίδρυμα Υποδοχής και Απο­ κατάστασης Παλιννοστούντων Ομογενών Ελλήνων, Σκοποί και στόχοι, Εκδ. ΕΙΥΑΠΟΕ. 45. Βλ. Έκθεση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτή­ των, με θέμα: Η εκπαίδευση στην Ευρωπαϊκή Κοινότη­ τα. Μεσοπρόθεσμες Κατευθύνσεις 1989-1992, Βρυξέλ­ λες, 1988. 46. Βλ. επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Στόχος της κοινωνικής πρωτοβουλίας (Horizon) σχετι­ κά με τα άτομα με ειδικές ανάγκες κ.τ.λ., 29-12-1990. 47. Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. 48. Βλάση Αγτζίδη, Ποντιακός Ελληνισμός. Από τη γενο­ κτονία και το Σταλινισμό στην Περεστρόικα, Εκδ. Α. Κυριακίδη, Θεσ/νίκη 1990. 49. Βλ. Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού, όπ.π. 50. Χρ. Σαμουηλίδη, Ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού, όπ.π. 51. Βλ. Falmerayer, Ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, Εκδ. Αφ. Κυριακίδη, 1988. 52. Βλ. α) Π. Ενεπεκίδη, Τραπεζούντα-Κωνσταντινούπολη-Σμύρνη, Εκδ. Ωκεανίδα, 1989 και β) Κορόμηλά, Πόντος-Ανατολία, Εκδ. Λούσης Μπρατζιώτη, 1990. 53. Βλ. α) Χρύσανθου, Μητροπολίτη Τραπεζούντας, Η Εκ­ κλησία της Τραπεζούντος, Ανατύπωσις εκ του 3ου και 4ου τόμου του Αρχείου του Πόντου και β) Χρ. Σολδάτου, Η εκπαιδευτική και πνευματική κίνηση του Ελληνισμού της Μ. Ασίας (1800-1922), τόμος Γ', Α­ θήνα 1991. 54. Η. Ζαπάντη, Ελληνοσοβιετικές σχέσεις, 1917-1941, Εκδ. Εστίας, 1989. 55. Α. Αλεξανδρή, Η ανάπτυξη του εθνικού πνεύματος των Ελλήνων του Πόντου, 1918-1922, στο βιβλίο «Μελετήματα γύρω από το Βενιζέλο και την εποχή του», Εκδ. Φιλιππότη, 1980. 56. Βλ. Αγτζίδη, Ποντιακός Ελληνισμός, όπ.π. 57. Β. Νέτα, Οδοιπορικό στη Σοβιετική Ένωση, στην εφημ. «Ελευθεροτυπία», Απρίλης 1991. 58. Βλ. Αγτζίδη, Το Πανενωσιακό συνέδριο του Γκελεντζίκ, στο περ. «Οικονομικός Ταχυδρόμος». 59. Κ. Φωτιάδη, Ο Ελληνισμός της Κριμαίας. Μαριούπολη, δικαίωμα στη μνήμη, Εκδ. Ηρόδοτος, 1990. α) Βλ. Βίκτωρα Σόκολιουκ, Μια μαρτυρική Οδύσσεια (Η μοίρα ενός λαού και της λογοτεχνίας του), στο περ. «Διαβάζω», 21-3-90. 60. Βλ. Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Σχέσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και των άλλων Πατριαρχείων της Ανατολής με τους Ρώ­ σους (ο Μάξιμος Γραικός), τόμ. I. 61. Βλ. Εκδοτική Αθηνών, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, οι εποικισμοί των Ελλήνων στη Ρωσία, τόμ. ΙΑ'. 62. Π. Κιτρομηλίδη, Από την ορθόδοξη κοινοπολιτεία στις Εθνικές Κοινότητες. Ελληνορωσικές πνευματικές σχόεις, στο περ. «Τα Ιστορικά», τεύχος 10, εκδ. Μέλισσα. 63. Βλ. Αγτζίδη, Ποντιακός Ελληνισμός όπ.π. 64. Βλ. Η. Ζαπάντη, Ελληνοσοβιετικές σχέσεις, όπ.π. α) Βλ. Μ. Κορόμηλά, Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα, Εκδ. Πολιτιστική Εταιρεία «Πανόραμα», Αθήνα, β) Βλ. Κ. Τσαλαχούρη, Ο Ελληνισμός της Σοβιετικής Ένωσης, υπό έκδοση «Νέα Σύνορα», Αθήνα 1991. 65. Βλ. Αθ. Γκότοβου-Γ. Μάρκου, Σχολική επανένταξη παλιννοστούντων μαθητών, πολύγραφή μένη έκδοση του ΥΠΕΠΘ και της Ουνέσκο, Αθήνα, 1984. 66. α) Βλ. Μ. Χαραλαμπίδη, Το ποντιακό ζήτημα σήμερα, Εκδ. Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών, 1991 και β) Βλ. Μ. Χαραλαμπίδη-Κ. Φωτιάδη, Πόντιοι, δικαίωμα στη μνή­ μη, όπ.π. 67. Βλ. α) Π. Κοτσιώνη, Κοινωνική και Παιδαγωγική Έρευ­ να για τους Ελληνοπόντιους, στο περ. «Νεοελληνική Παιδεία», τεύχος 20/1990 και β) Έρευνα της Γ.Γ.Α.Ε. για την καταγραφή των προβλημάτων των Ποντίων, στην ε­ φημ. «Τα Νέα της Μόσχας», Μάρτης 1990.

68. Βλ. Π. Κοτσιώνη, Έρευνα Κοινωνική και Παιδαγωγική όπ.π. 69. Βλ. G. Grate, G. Savo, Das Sowjetische Bildungswessen in einer neuen Entwicklungs etape, στο περ «PSdagogik extra» Δεψεμβερ 1987. 70. Γ. Μάρκου κ.ά., Συγκριτική Παιδαγωγική, εκδ Gutenberg, 1988. 71. Αθ. Βακαλιού, Περεστρόικα και Εκπαίδευση, Εκδ. Γρη γόρη, 1989. 72. Αθ. Γκότουβου, Η εξέλιξη της ελληνικής γλώσσας στους μετανάστες της δεύτερης γενιάς, Εκδ. Πανεπι στημίου Ιωαννίνων, 1988. 73. Βλ. Β. Τοκατλίδου, Εισαγωγή στη διδασκαλία των ζων τανών γλωσσών, Εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1986. 74. Βλ. Π. Κοτσιώνη, Πλαίσιο αρχών για τα μαθήματα πολι τισμού στους Ελληνοπόντιους, στο περ. «Τα Εκπαιδευ τικά, τεύχ. 18-19/1990. 75. Βλ. Β. Τοκατλίδου, Εισαγωγή στη διδασκαλία των ζω ντανών γλωσσών, Εκδ. Οδυσσέας, Αθήνα 1986. 76. Βλ. X. Σαπουντζάκη, Ελληνική γλωσσική παιδεία για τους Ελληνοπόντιους, στο περ. «Τα Εκπαιδευτικά» τεύχ. 21/1991. 77. Βλ. Αθ. Δεληκωστόπουλου, Η σοβιετική κουλτούρα και οι Έλληνες της Ρωσίας, Εκδ. Άλφα-Δέλτα και Ινστιτού­ το Ελληνορωσικού Πολιτισμού, 1991.


Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο ΡΕΙ

ένα συγκλονιστικό βιβλίο

στου Γκοβόστη Ζωοδόχου Πηγής 21 Τηλ. 3615433


ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ για ΠΑΙΔΙΑ και π α ΝΕΟΥΣ •Τ α στενά παπούτσια •Ό ταν ο ήλιος... • Οι νικητές • Κόκκινη κλωστή δεμένη... • Ο θησαυρός της Βαγίας • Το ψέμα • Τα γενέθλια • Τα Χέγια • Το παραράδιασμα • Κρίμα κι άδικο • Το 33 • Δομήνικος

• • • • • •

Για την άλλη πατρίδα Σπίτι για πέντε Ο μικρός αδελφός Στο τσιμεντένιο δάσος Λάθος, κύριε Νόιγκερ Τραγούδι για τρεις

• • • •

Παιχνίδι χωρίς κανόνες Πριν από το τέρμα Εμένα με νοιάζει Ο μικρός μπουρλοτιέρης

• • • •

Οι τελευταίοι ήρωες Το διπλό ταξίδι Το αίνιγμα της πέτρινης γενειάδας Το αυγό της έχιδνας

• Τα μαγικά μαξιλάρια

• Η περιπέτεια της Περιπέτειας

• Η γιαγιά μου η μάγισσα

• Ο κύριος των ελεφάντων

»<ι> ο

hftffliifiHiliM fH • Λόελλα, η κόρη του Μπαμπά Μπέρτα

• Ο Παρασκευάς ή η πρωτόγονη ζωή

• Ο πόλεμος της Αντιγόνης

•Ό λ γα

Ζ Η Τ Η Σ Τ Ε Τ Α Β Ι Β Α ΙΑ ΣΕ Ο Α Α Τ Α Β Ι Β Λ Ι Ο Π Ω Λ Ε Ι Α _________| ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: Σ. ΠΑΤΑΚΗΣ Α.Ε. ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 16, 106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 3638362. FAX 3628950


Α Π Ο Τ Ο Β ΙΒ Λ ΙΟ Π Ω Λ Ε ΙΟ Ν Τ Η Σ « Ε Σ Τ ΙΑ Σ » Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ /Θ Ε Α Τ Ρ Ο / Π Ο ΙΗ Σ Η Χ Ρ Η Σ Τ Ο Σ ΒΑΚΑΛΟΠΟΓΛΟΣ, Ή γραμμή του όρίζοντος ΤΑ Κ Η Σ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΤΛΟΣ, Τό άδιανόητο τοπίο Η Λ ΙΑ Σ Λ ΑΓΙΟΣ, Ή ιστορία τής Λαίδης Ό θέλλος Σ ΤΡΑ Τ Η Σ Μ Χ ΡΙΒΗ Λ Η Σ, Ή ζωή έν τάφω (Α ' χ α ί Β ’ εχδοση) Α ΡΙΣΤ Ο Τ Ε Λ Η Σ Ν ΙΚ Ο Λ Α ΪΔ Η Σ, Ό ανιχνευτής ( Β ' εχδοση, αναθεωρημένη) ΔΗ Μ Η Τ ΡΗ Σ ΡΙΚ Α Κ Η Σ , ’Επίτομο Προσωπικό ’Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Α Ν ΔΡΕΑ Σ Σ ΤΑ ΪΚ ΟΣ, 1843 / Καρακορούμ ΦΑΙΔΩΝ ΤΑΜΒΑΚΑΚΗΣ, Ή ύστατη καί τέσσερις σπουδές Ν ΙΚ Ο Σ ΦΩΚΑΣ, Ή παρτούζα ή ένα κλείσιμο ματιού ΝΙΚΟΣ· ΦΩΚΑΣ, Τό κάλεσμα τή ς άλεπούς Κ Λ Η ΤΟ Σ ΧΑΤΖΗΘΕΟΚΛΗΤΟΣ, Ό σαραντάχρονος άνδρας Ε Ε Ν Η Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν ΙΑ ΦΡΑΝΤΣ ΒΕΡΦ ΕΛ , Οί σαράντα μέρες τού Μουζά Ν τάγκ, ( Β ' τόμος), μ τ φ . Ά γ . Παρθένης ΤΖΩΡΤΖ ΕΛΙΟΤ, ’Ανασηκωμένο πέπλο, μ τφ . Ά λ ίν α Π ασχαλίδου ΜΙΛΑΝ Κ Ο ΤΝ ΤΕΡΑ , ’Αθανασία, μ τφ . Κ ατερίνα Δ α σχα λά χη ΤΖΩΝ ΜΠΑΝΒΙΛ, Μεφίστο, μ τ φ . Ε λ έ ν η Ά ντω νιάδη ΟΧΙΛΛΙΑΜ Σ Α ΙΞ Π Η Ρ , ’Οθέλλος, μ τφ . Δ η μήτρ ης Δ ημητριάδης Ρ Ε Ν Ε Σ Α Ρ , ’Αδέσποτο σφυρί, μ τφ . Σ ω χρά της Ζερβός ΤΖΩΝ ΦΩΟΤΛΣ, Έ βένινος πύργος, μ τφ . Φαίδων Ταμβαχάχης Ν Ε Ο Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Η / Ν Ε Ο Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Ε Σ Μ Ε Λ Ε Τ Ε Σ ΑΝΝΑ ΑΓΤΈΛΟΠΟΧΛΟΧ, Ε λ λη νικ ά παραμύθια, Α ': Οΐ παραμυθοκόρες ΒΑΣΟΣ ΚΑΠΑΝΤΑΗΣ, Ή ειρηνική παλινόστηση τών 'Ε λλήνω ν στή Μικρασία Ε Ρ . ΚΑ Ψ ΩΜ ΕΝ Ο Σ, «Καλή ν’ ή μαύρη πέτρα σου...» Ερμηνευτικά κλειδιά στόν Σολωμό ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΡΟΖΑΝΗΣ, Τέλλος "Αγρας ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ Κ ΩΣΤΑΣ ΓΕΜ ΕΝ ΕΤΖΗ Σ, Έ πανεισαγω γή στήν ψυχανάλυση ΕΝΤΜΟΝ ΖΙΓΤΕΡΟΝ, Βραχείες ψυχοθεραπείες και ψυχανάλυση (έπιμ. Γρ. Β α σλα μα τζή ς) ΙΧ Ν Η , Κείμενα Ε λ λή νω ν καί Γάλλων ψυχαναλυτών (έπιμ. Α . Ά λεξανδρίδης, Ε . Ζαχαροιχοποΰλου)

^ ^ ^ ^ ^ 8 Ε ^^Β^κ^^ΒΊΐιπιιΐί^ιΠίΐ^’ΜπηΐϊΜΒΐΜ·ΜΜΜΜΙΜΙΜΙ11>>ΙΗ»ΙίιιΐΊι^^^|Ι'ΙΙιμΐίιΐ<ί'ιΐί>ίΐ'ι^ι V''ί ,

ΟΔΧ ΣΣΕΑ Σ ΕΛ Χ ΤΗ Σ, Ή ποδηλάτισσα (είχόνες 'Ε λένης χ α ί Δ η μήτρ η Καλοχύρη) ΕΑΙΖΑΜΠΕΘ Μ Π Ο Λ Μ Α Ν-Χ ΕΡΡΙΝ ΓΚ , "Ομορφη σάν τόν ουρανό, μ τ φ . ’Α λόη Σ ιδέρη Χ ΡΙΣ Τ ΙΝ Α ΧΩΡΑΦΑ, ’Αγκινάρα μέ ζαχαρόψωμο (μτφ . από τά γα λλικ ά : Νίχος Φωχάς)

Β ΙΒ Λ ΙΟ Π Ω Λ Ε ΙΟ Ν Τ Η Σ « Ε Σ Τ ΙΑ Σ » Σ έ λ ω ν ο ς 60 · Α Θ Η Ν Α · χ τ , λ . 3 61 5 0 77


Ο

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ Ν έες εκδόσεις

Ζ. Μ ΑΜ ΑΛΑΚΗ

Ν. Σ . ϋ ϊ Τ Ζ Ε Σ Κ Ο Υ

ΕΡΩΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΕΪΤΖ

Μ ύθος και ιστορική αλήθεια

ΔΡΑΚΟΥΛΑΣ

Στα βιβλιοπωλεία ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ και σε όλα τα βιβλιοπωλεία Τηλ. 3620 835, fax: 3 61 3 354 Αποκλειστική διάθεση χονδρικής «ΔΑΝΑΟΣ» Α.Ε.

παλαιών τευχών ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΣΟΛΩΝΟΣ 116 - ΑΘΗΝΑ 106 81 - ΤΗΛ.: 36.10.366, FAX: 36.28.938



Ζαχαρίας

Π

Ο Ζαχαρίας Α. Παπαντωνίου (1877-1940) είναι μία πολύ σημαντική μορφή στο χώρο της λογοτεχνίας και της αισθητικής (της εικαστικής προπάντων). Σε μια εποχή εθνικών και κοινωνικών ανακατατάξεων ο Παπαντωνίου εκδήλωσε την πολυδιάστατη προσωπικότητά του με ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόντων και δρα­ στηριοτήτων: άρχισε την καρτέρα του ως δημοσιογράφος, καλλιέργησε τη λογο­ τεχνία, ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και την κριτική της τέχνης, συνδέθηκε με το κίνημα του δημοτικισμού, έγινε ανώτερος κρατικός λειτουργός, διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών και Ακαδημαϊκός, ενώ ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ευρώπης. Το συγγραφικό έργο του Παπαντωνίου, ιδιαίτερα το ποιητικό, είναι δουλεμέ­ νο με μεγάλη καλλιτεχνική θέληση και ξεχωρίζει για την τεχνική του επεξεργα­ σία και συγχρόνως την απλότητα του ύφους του, χαρακτηριστικά που έδωσαν στον Παπαντωνίου τους τίτλους του «esthete» και του «στυλίστα». Το τεχνοκριτικό και δοκχμχογραφικό του έργο, εξάλλου, που απλώνεται από τη ζωγραφική και τη γλυπτική ως τη μουσικολογία, υπήρξε πολύ σημαντικό και ουσιαστικό για την εκτίμηση της τέχνης και τη δημιουργία καλλιτεχνικής υποδομής και πα­ ράδοσης στον τόπο μας. Απαραγνώριστη είναι επίσης και η μεγάλη προσφορά του στην παιδική λογοτεχνία, με τα παιδικά του ποιήματα και την εκπαίδευση, με τη συγγραφή σχολικών αναγνωστικών βιβλίων, που αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία της εκπαίδευσης. Το περιοδικό «Διαβάζω» και οι συνεργάτες του έκαναν το αφιέρωμα αυτό α­ πό μια συνείδηση χρέους προς ένα άνθρωπο και έναν δημιουργό, η αξία του ο­ ποίου είναι πολύ μεγαλύτερη από όση, συνήθως, του αποδίδεται. Επιμέλεια αφιερώματος: Κωνσταντίνος Δημ. Μαλαφάντης


58/αφιερωμα

Κωνσταντίνος Δημ. Μαλαφάντης

_____ Χρονολόγιο_____ Ζαχαρία Λ. Παπαντωνίου ( 1877- 1940) 1877 Στις 3 Φεβρουάριου γεννήθηκε στο Καρπενήσι, όπου και έμαθε τα πρώτα γράμματα (Δημοτικό). Πατέρας του ήταν ο δάσκα­ λος και συγγραφέας Λάμπρος Παπαντωνίου, που καταγόταν α­ πό τη Γρανίτσα Απεραντίων Αιτωλοακαρνανίας και μητέρα του η Ελένη Ηλιόκαυτου, κόρη του συμβολαιογράφου και παρέδρου του ειρηνοδικείου Καρπενησιού Ζαχαρία Ηλιόκαυτου. Α­ δέλφια του ο Χαρίλαος, ο Θανάσης και η Σοφία.

1890 Σε ηλικία 13 ετών εγκαθίσταται με την οικογένειά του στην Α­ θήνα. Τελειώνει το Γυμνάσιο. Αργότερα γράφεται στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου, την οποία δεν τελείωσε. Ασχολείται με τη λογοτεχνία και τη δημοσιογραφία. Παράλληλα αρχίζει μαθήματα ζωγραφικής.

1893 16 ετών αρχίζει τη δημοσιογραφία στην εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλ. Γαβριηλίδη.

1895 Δημοσιογραφεί στη βραχύβια «Εφημερίδα των συζητήσεων» του Λ. Δεληγιώργη. Αργότερα γίνεται συντάκτης της εφημερί­ δας «Σκριπ» του Κουσουλάκου και του «Χρόνου», όπου δημο­ σιεύει πολιτικά άρθρα και χρονογραφήματα. Τον Απρίλιο δημοσιεύεται στην «Εικονογραφημένη Εστία» το πρώτο του διήγημα «Ο ψωμάς», με τη βοήθεια του Γρηγορίου Ξενόπουλου, διευθυντή του περιοδικού, στον οποίο είχε κάνει εντύπωση.

1898 Κυκλοφορεί την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Πολε­ μικά Τραγούδια», υπαγορευμένα από την εσωτερική πίεση που του ασκεί ο πόλεμος του 1897.


αφιερωμα/59 1900 Αρχισυντάκτης στην εφημερίδα «Σκριπ», στην οποία θα παραμείνει ως το 1905.

1901 Ο αδερφός του Θανάσης, σε ηλικία εικοσιδύο ετών, δέχεται τα πρώτα χτυπήματα της «αρρώστειας» του λογικού του. Η οικο­ γένεια του συμπαραστέκεται.

1904 Ιδρύεται στην Αθήνα η «Εταιρεία Εθνική Γλώσσα». Από τα πρώτα μέλη της ο Ζαχ. Παπαντωνίου και οι Μ. Τσιριμώκος, Ανδρ. Καρκαβίτσας, Κ. Χατζόπουλος, I. Κονδυλάκης, I. Δραγούμης, Φ. Μάτσας, Λ. Πορφύρας, Γ. Σωτηριάδης, Δ. Πετροκόκκινος, Μ. Μαλακάσης κ.ά.

ΖΑΧ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

1905 Συντάσσει τη δεκαπεντασέλιδη διακήρυξη της «Εταιρείας Εθνι­ κή Γλώσσα» «προς το ελληνικό έθνος». Ένας από τους προ­ γραμματικούς στόχους της Εταιρείας η καταπολέμηση της γλωσσικής αναρχίας του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και του «δασκαλισμού», δηλ. της έμμονης προσκόλλησης στην αρχαΐζουσα γλώσσα, ενώ προτείνεται ως μοναδική λύση η ει­ σαγωγή της δημοτικής στο σχολείο. Από το σημείο αυτό και πέρα ο Παπαντωνίου ενώνεται με τους Δημοτικιστές και τους γλωσσοεκπαιδευτικούς αγώνες της εποχής. Τον ίδιο χρόνο η Ε­ ταιρεία διαλύεται (ανεπίσημα) εξαιτίας διαφωνιών.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΑΤΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΑ - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ - ΔΙΑΦΟΡΑ

1908 Πηγαίνει για τρία χρόνια στο Παρίσι ως ανταποκριτής της εφη­ μερίδας «Εμπρός», που εξέδιδε ο Αριστείδης Κυριάκός. Από ε­ κεί στέλνει τα «Παρισινά Γράμματα» με τις εντυπώσεις του α­ πό την παρισινή ζωή. Στην ιστορία του Τύπου ο Παπαντωνίου είναι ο δεύτερος έμμισθος απεσταλμένος ελληνικής εφημερίδας (μετά το Ν. Λάσκαρη το 1888). Στο Παρίσι συνεχίζει τη μόρφω­ σή του και έρχεται σ’ επαφή με τα καλλιτεχνικά ρεύματα. Πα­ ράλληλα συνεχίζει τη δημοσιογραφία στις παρισινές εφημερί­ δες «Journal des Debats», όπου γράφει για την πολιτική του Βασιλέως Γεωργίου Α', και στην εφημερίδα «Les Nouvelles», όπου συνέτασσε το «Ανατολικό Δελτίο». Αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας.

1911 Επιστρέφει στην Αθήνα. Εγκαταλείπει οριστικά τη δημοσιο­ γραφία· συνεχίζει μόνο για τρία χρόνια ακόμη το χρονογράφη­ μα στην εφημερίδα «Εμπρός». Διακρίνεται σε Έκθεση Ζωγραφικής στο Ζάππειο, με σειρά σχεδιασμάτων και γελοιογραφιών τύπων και προσώπων της ε­ ποχής, δημοσιευμένα στα «Παναθήναια», στον «Καλλιτέχνη» κ.ά.

ΜΗΛΙΟΠΩΛΚΙΟΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ»


60!αφιέρωμα 1912 Διορίζεται από την Κυβέρνηση Βενιζέλου Νομάρχης στη Ζά­ κυνθο (θ’ ακολουθήσει η τοποθέτησή του στις Κυκλάδες, στην Καλαμάτα και στη Σπάρτη). Παράλληλα ασχολείται συστημα­ τικά και με τη ζωγραφική και την κριτική της τέχνης.

1913 Ως Νομάρχης στη Σάρα εκδίδει την πρώτη του εγκύκλιο, που απευθύνεται στους εργάτες για τη σύσταση εργατικών συνεται­ ρισμών, γραμμένη σε απλή γλώσσα.

1914 Με την ιδιότητα του Νομάρχη πρωτοστατεί στη διοργάνωση του πρώτου Πανιονίου Συνεδρίου, που γίνεται τότε για την πεντηκονταετηρίδα από την Ένωση της Επτανήσου. Μιλάει για την εκκλησιαστική τέχνη. Συμμετέχει στον επίσημο διαγωνισμό «Στρατιωτικών Ποιη­ μάτων» που προκηρύσσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος και βραβεύε­ ται μαζί με το Στέλιο Σπεράντσα και την Ελένη Μ. Νεγρεπόντη (αργότερα: Ελένη Ουράνη και ψευδ. Αλκή Θρύλο).

ΖΑΧΑΡΙΑ Λ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

ΤΑΞΙΔΙΑ ΡΩΜΗ ΚΑΙ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑ ΖΑΓΚΡΕΜΠ - ΙΣΠΑΝΙΑ ΣΟΥΗΔΙΑ ΚΑΙ ΔΑΝΙΑ

1916 Ως Νομάρχης Λακωνίας αντιτάσσεται σθεναρά στον αφορισμό του Ελευθερίου Βενιζέλου, απαγορεύοντας, μαζί με τον Εισαγ­ γελέα Α. Ρέγκο, την κυκλοφορία του έντυπου αφορισμού. Η α­ ντίδραση του έξαλλου κόσμου και του Μητροπολίτη Γερμανού υπήρξε μεγάλη: ζήτησαν από την Κυβέρνηση να τιμωρήσει πα­ ραδειγματικά τους «φατριάζοντας» δημόσιους λειτουργούς, τους «οπαδούς του αναξιωτέρου των Ελλήνων, Ελευθερίου Βε­ νιζέλου». Ακολούθησε η απόλυση των δύο και δίκη στο Ναύ­ πλιο (με απαλλακτική απόφαση).

1917 Θάνατος του πατέρα του Λάμπρου Παπαντωνίου από ατύχημα· μερικοί συγγενείς υποστηρίζουν πως πρόκειται για αυτοκτονία. Η προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση του Βενιζέλου πραγ­ ματοποιεί την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που καθιερώνει τη δημοτική γλώσσα στο δημοτικό σχολείο, ορίζοντας και παράλ­ ληλη διδασκαλία της καθαρεύουσας στις δύο τελευταίες τά­ ξεις. Ορίζει, μεταξύ άλλων, να γραφούν νέα αναγνωστικά βι­ βλία, στη δημοτική, για τις τέσσσερις πρώτες τάξεις του δημο­ τικού σχολείου, ενώ ιδρύει δύο νέες διοικητικές θέσεις για την εποπτεία της δημοτικής εκπαίδευσης και της εκπαίδευσης των δασκάλων. Στις θέσεις αυτές διορίζονται ο Αλέξανδρος Δελμούζος και ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ενώ τη Γραμματεία του Υπουργείου Παιδείας αναλαμβάνει ο Δημήτρης Γληνός.

1918 Η επιτροπή για τη σύνταξη αναγνωστικών βιβλίων του Κράτους τού αναθέτει να γράψει ένα πρότυπο αναγνωσματάριο. Έτσι

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. Μ. 1ΙΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΩΝ ΤΗΣ «ΕΣΤΙΑΣ» ΙΩΑΝΝΟΥ Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ ΚΑΙ ΣΙΛΣ Α.Ε.


αφιερωμα/61 γράφονται, ύστερα από είκοσι χρόνια συγγραφικής σιωπής, «Τα ψηλά βουνά», αναγνωστικό για την γ' δημοτικού, που απο­ τελεί σταθμό στην ιστορία των σχολικών αναγνωστικών, αλλά και της παιδικής λογοτεχνίας. Το βιβλίο είναι αφιερωμένο στη μνήμη του πατέρα του και γράφτηκε σε συνεργασία με τους Δ. Ανδρεάδη, Α. Δελμούζο, Π. Νιρβάνα, Μ. Τριανταφυλλίδη και Π. Ρούμπο (εικόνες). Τον ίδιο χρόνο, μετά την αποχώρηση του Ιακωβίδη, διορίζε­ ται διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, και πρόεδρος του μο­ νίμου καλλιτεχνικού συμβουλίου της, όπου παραμένει ως το θά­ νατό του (επιμελητής ο Κ. Χατζόπουλος). Πραγματοποιεί τον εμπλουτισμό της με έργα παλαιότερων Ελλήνων ζωγράφων (Δοξαρά, Γκύζη, Λύτρα, Καντούνη, Παχύ, Μαλέα, Παρθένη) και χαρακτών (Γαλάνη) και κάνει ανακατατάξεις στους πίνακές της κατά σχολές, φιλοδοξώντας να την οργανώσει σε μου­ σείο για το λαό και φορέα γενικότερης λαϊκής καλλιτεχνικής α­ γωγής. Με ενέργειές του επιτράπηκε και καθιερώθηκε η ελεύθε­ ρη καθημερινή είσοδος των επισκεπτών (η Εθνική Πινακοθήκη, μέχρι το 1940, στεγαζόταν στο Πολυτεχνείο).

1919 Αυτοκτονεί σε ηλικία 39 ετών ο μικρότερος αδελφός του Θανά­ σης, καθηγητής «Ιχνογραφίας». Μαζί με την ίδια συντακτική επιτροπή των «Ψηλών βουνών» γράφει το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο», που αποτέλεσε κι αυτό σταθμό στην ιστορία του σχολικού βιβλίου.

1920 Εκδίδεται στη σειρά «Βιβλιοθήκη Εκπαιδευτικού Ομίλου» η ποιητική συλλογή του για παιδιά με τίτλο «Τα χελιδόνια», αφιε­ ρωμένη στη μνήμη του αδελφού του. Αρκετά από τα ποιήματά της είναι μελοποιημένα από το φίλο του Γεώργιο Λαμπελέτ (και τη Χαρίκλεια Καλομοίρη). Με την ιδιότητά του ως διευθυντή της Πινακοθήκης υπήρξε εισηγητής απονομής εθνικού αριστείου για τη ζωγραφική, που δόθηκε στον Κ. Παρθένη. Ή ττα του Βενιζέλου, άνοδος στην εξουσία φιλομοναρχικών, και ανατροπή της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917.

1921 Το Φεβρουάριο, με πρόταση της «Επιτροπείας της διορισθείσης προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχολείων» κρίνεται η μοίρα δεκατριών αναγνωστικών βιβλίων της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917: «Να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι τα συμφώνως προς τους νόμους εκείνους συνταχθέντα και σήμερον εν χρήσει υπάρχο­ ντα αναγνωστικά βιβλία ως έργα ψεύδους και κακοβούλου προθέσεως». Έτσι καίγονται δημοσίως, στην πλατεία Συντάγ­ ματος, μεταξύ άλλων, «Τα ψηλά βουνά» και το «Αλφαβητάρι με τον ήλιο». Μέλη της «Επιτροπείας» που εξέδωσε την απόφαση ήταν οι Σωτ. Σακελλαρόπουλος, Ανδρ. Σκιάς, Ν. Εξαρχόπουλος, Θεμ. Μιχαλόπουλος, Ιω. Μεγαρεύς, Χρ. Οικονόμου.


62/αφιερωμα 1923 Εκδίδονται οι «Πεζοί ρυθμοί», που θεωρούνται από τα αντιπρο­ σωπευτικότερα έργα του. Του απονέμεται το «Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών». Διορίζεται καθηγητής της Εφηρμοσμένης Διακοσμητικής στο Αμαλιείον Ορφανοτροφείον, καθώς και καθηγητής της Αι­ σθητικής και Ιστορίας της Τέχνης στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών του Πολυτεχνείου. Ως διευθυντής της Πινακοθήκης κά­ νει αρκετά ταξίδια στην Ευρώπη: Παρίσι, Λονδίνο, Βερολίνο, Μόναχο, Δρέσδη, Νυρεμβέργη, Στοκχόλμη, Κοπεγχάγη, Φλω­ ρεντία, Ρώμη, Νεάπολη, Κωνσταντινούπολη και Άγιον Όρος. Εκδίδονται οι τρεις τόμοι των «Νεοελληνικών Αναγνωσμά­ των» του, για την A', Β' και Γ' τάξη των Ελληνικών Σχολείων.

1927 Εκδίδεται η συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Διηγήματα».

ΖΑΧ. Λ. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

1929 Γράφει το μοναδικό θεατρικό του έργο «Ο όρκος του πεθαμέ­ νου», ελεύθερη διασκευή του δημοτικού τραγουδιού «Του νε­ κρού αδελφού» (ανέβηκε από το θίασο της Μ. Κοτοπούλη, στη «Νέα Σκηνή», τον Οκτώβριο, σε σκηνοθεσία Σπύρου Μελά). Με την ανάληψη της εξουσίας από τον Ελ. Βενιζέλο ξεκινάει νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση (υπουργός Κ. Γόντικας): «Τα ψηλά βουνά», σε τέταρτη έκδοση, ξαναμπαίνουν στα δημοτικά σχολεία. Το ίδιο γίνεται και το 1933 (υπουργός Γ. Παπανδρέου), όπου πραγματοποιείται και η πέμπτη έκδοση του βιβλίου.

ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

1931 Μαζί με τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, που ήταν και πρόε­ δρος της διαχειριστικής επιτροπής της Εθνικής Πινακοθήκης, πετυχαίνουν στη δημοπρασία του Μονάχου την αγορά τριών πι­ νάκων του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου (Γκρέκο). Εκδίδεται η ποιητική συλλογή για παιδιά, με τίτλο «Παιδικά Τραγούδια». Πρόκειται για επανεκτύπωση της συλλογής ποιη­ μάτων για παιδιά του 1920. Εκδίδονται τα «Νεοελληνικά Αναγνώσματα» για την Α' τάξη του Γυμνασίου, με τη συνεργασία του Εμμ. Τρουλλινού. Εκδίδεται η κύρια ποιητική του συλλογή «Τα Θεία Δώρα», α­ φιερωμένη στη μητέρα του.

1932 Τον Αύγουστο πεθαίνει ο μεγαλύτερος αδελφός του Χαρίλαος από πνευμονία. Εκδίδεται σε βιβλίο «Ο όρκος του πεθαμένου».

1934 Εκδίδεται το ιστορικό δοκίμιό του «Ο Όθων και η ρωμαντική δυναστεία» και οι ταξιδιωτικές εντυπώσεις «Άγιον Όρος».

ΑΘΗΝΑ 1927


αφιερωμα/63 1936 Εκδίδεται η συλλογή διηγημάτων του, με τίτλο «Βυζαντινός Όρθρος».

1937 Συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Η θυσία».

1938 Εκλέγεται μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην έδρα της Λογο­ τεχνίας. Τον «υποδέχεται» ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο οποίος τον είχε παρουσιάσει το 1895 στην «Εικονογραφημένη Εστία». Εκφωνεί τον εισιτήριο λόγο του για τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο στη δημοτική γλώσσα, γεγονός που προκάλεσε αίσθηση. Αργότερα θα υποβάλει στη δημοτική και την πρώτη του ειση­ γητική έκθεση για την απονομή λογοτεχνικού βραβείου. Αυτή θα είναι και το πρώτο επίσημο έγγραφο ακαδημαϊκού στη δη­ μοτική γλώσσα. Το γεγονός προκάλεσε τις αντιδράσεις άλλων ακαδημαϊκών, υπέρμαχων της καθαρεύουσας, χωρίς ωστόσο να πτοηθεί ο Παπαντωνίου.

ΤΟ

ΤΙΛΓΟΝΙ „

ΒΙΒΛΟ Γ/Λ ΤΑ πριΔίη

'CL

Aio

V τ,,Λ :

-«.W -

1940 Το απόγευμα της πρώτης Φεβρουάριου πεθαίνει σε ηλικία 63 ε­ τών από συγκοπή καρδιάς, μέσα σε τραμ, καθώς πήγαινε σε συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών. Τη νεκρολογία του θα κά­ νει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Λίγο καιρό αργότερα πεθαίνει και η μητέρα του, αφήνοντας μόνη την αδελφή του. Μετά το θάνατό του, το 1942-1943, μέσα στην Κατοχή, εκδίδεται το παιδικό του λογοτέχνημα «Το Παγώνι», με εικονογρά­ φηση του Γιάννη Κεφαλληνού. Επίσης τα «Παρισινά Γράμμα­ τα» (1908-1910), διάφορα αισθητικά μελετήματα, κριτικά άρ­ θρα, σύντομες μελέτες και χρονογραφήματα, σκορπισμένα σε εφημερίδες και περιοδικά, με το γενικό τίτλο «Σχεδιάσματα», ταξιδιωτικές εντυπώσεις δημοσιευμένες σε καθημερινές εφημε­ ρίδες και περιοδικά με τίτλο «Ταξίδια», καθώς και κριτικές σε θέματα της λογοτεχνίας και καλών τεχνών με τίτλο «Κριτικά». Συνεργάστηκε, κατά διάφορα χρονικά διαστήματα, με το πε­ ριοδικό «Μηχανορραφίαι» (όπου έγραφε σατιρικά επιγράμμα­ τα με το ψευδώνυμο «Αβδηρίτης»), με τα «Παναθήναια» (όπου έγραφε με το ψευδώνυμο «Χάρης Ημερινός»), το «Νουμά», την «Ηγησώ», τον «Καλλιτέχνη», την «Ίριδα», τη «Νέα Ζωή», «τη «Νέα Εστία», τα «Γράμματα» της Αλεξάνδρειας, το «Ημερολόγιον» του Σκόκου, την «Πατρίδα» και το «Ελεύθερον Βήμα», στο οποίο ήταν, ως το θάνατό του, ο εικαστικός κριτικός. Ακό­ μα συνεργάστηκε και με την εφημερίδα «Stokholmtitnigen» της Στοκχόλμης.

ju

L' . 1/°γιν!ηηί, ·

γή ( A 1TTjtfCjysA %i <fa\hu4, Tfo, SPA egc'&Tvu* «y

apc’dt a'aivcj a'cn,' fak.

.

A (ifr^yrT^.s,

cx« <ya 'inyw,· tiapar octt 5 ’ CV« iMyeyitj/ivcii'xe, u a fe k Χειρόγραφο Z. Παπαντωνίου

'


64/αφιερωμα

[...] Τα σώματα του Γκρέκο δε θα νιώσουν ποτέ τη βενετσιάνικη ηρεμία. \ \ Πάντα θα εκτελούν την εντολή του δημιουργού τους, να ταράζουν τον πίνα­ κα με τον παλμό του. Ο Γκρέκο είναι παροξυστής. Ανήκει στην κατηγορία των καλλιτεχνών, που δεν ενεργούν παρά μόνο στον πυρετό και δε δημιουργούν πα­ ρά μόνο αν χαλάσουν. Έλληνας στην Αναγέννησι με μεσαιωνική ψυχολογία, έσπασε την κλασσική παράδοση, που συνταυτίζει την ηρεμία με το ωραίο. Χω­ ρίς την κίνησι, χωρίς τη δύναμι, που μετατοπίζει, που καταστρέφει και πλάττεΐ, το ωραίο γΓ αυτόν είναι ανύπαρκτο. Ωραίο θεωρεί το γίγνεσθαι. Το θείο για τον Γκρέκο είναι δράμα σχημάτων και χρωμάτων. Οι ουρανοί του είναι συννε­ φιασμένοι. Οι άγγελοί του παίρνουν γωνιώδεις και συστροφικές κινήσεις. Τα φτερά και τα φορέματά τους δέρνουν τον αιθέρα και τον αγέρα. Τα σύννεφά του δεν ταξιδεύουν. Στέκουν. Χάνουν την ευτυχία τους στο διάστημα, τη συγγένειά τους με τον αχνό και τον καπνό. Ο Γκρέκο δεν τα ανέχεται παρά στερεοποιημέ­ να σε κάτι ’σαν ύφασμα και ’σα μέταλλο, όγκους που κρύβουν το γαλάζιο αιθέ­ ρα ή απότομα σχίζονται για ν’ αφήσουν διέξοδο σε ουράνια πρόσωπα. Και το σχήμα του έργου ακολουθεί κι αυτό την όρασι του ζωγράφου. Η όρθια στενόμακρη οθόνη είναι εκείνη, που προτίμησεν ο μυστικιστής για ν’ αναπτύξη τη σύνθεσί του σύμφωνα με την κάθετο, την αγαπητή του γραμμή, και με το θρησκευτικό της νόημα. Η Πεντηκοστή, η Σταύρωση το Βάπτισμα, η Ανάστασι του Μουσείου του Πράντο, η Ανάληψι του Τολέδο, και τα πέντε αυτά έργα του, συνθεμένα στο όρθιο σχήμα, έγιναν στο νόημα της καθέτου. Ανεβαίνουν. Στην Ανάστασι η κάθετος γίνεται πραγματικά όργανο του θριάμβου. Νά τον που ανεβαίνει στον αέρα ο θριαμβευτής με το γυμνό του υψωμένο σε άψογη κατακόρυφο, ενώ από κάτω άλλη αντίθετη γραμμή γκρεμίζει στην άβυσσο το ανα­ ποδογυρισμένο σώμα του Ρωμαίου φρουρού. Οι ίδιες θρησκευτικές ιδέες δε θα μπορούσαν να εκφρασθούν από τον Τιτσιάνο παρά στη διάστασι του πλάτους. Δυο είναι οι κόσμοι της ζωγραφικής: η Φλωρεντία κι η Βενετία. Η μια βλέπει τον κόσμο σε περιγράμματα, η άλλη σε χρωματισμένες επιφάνειες. Ο Γκρέκο ανήκει στο δεύτερο κόσμο. Αν δεν υπήρχε, θα τον έφτειανε. Θα ήταν λάθος να τον κρίνουμε με τα μέτρα, που εφαρμόζουμε σε όσους (οραματίστηκαν και σχέ­ διασαν κατευθείαν με τη γραμμή, στους μεγάλους διανοητικούς της Φλωρε­ ντίας και της Ρώμης. Το πνεύμα του τον εβίαζε να διαλύη τις μορφές της Φλω­ ρεντίας και της Ρώμης, ακόμα και τις χρωματικές αξίες των δασκάλων του Βενετσάνων, και να παρουσιάση κι αυτήν ακόμα τη ζωγραφική του Τιτσιάνου ’σαν κάτι σταματημένο, δημιουργώντας απέναντι της το γίγνεσθαι της ζωγρα­ φικής του, τη δυναμική του και θερμή τέχνη. Ο Γκρέκο ανήκει κατ’ εξοχήν στην κατηγορία των ζωγράφων, που σχεδιάζουν με το χρώμα, επειδή η όρασί τους προσλαμβάνει πρώτα αυτό, πριν ιδή το σχέδιο. Την ομολογία του κολορί-


αφιερωμα/65

στα την έκαμεν απαντώντας στην ερώτησι του Παχέκο, αν το κύριο στη ζωγρα­ φική είναι το χρώμα ή το σχέδιο. «Το κύριο είναι το χρώμα», απάντησε. Την αρχή του τη βλέπουμε πράγμα στα έργα του. Για να ζωγραφίσει το «Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου», το Εσπόλιο του Τολέδο, συνέλαβεν αμέσως το θέμα σε χρώμα, στη μεγάλη κηλίδα της βύσσινης πορφύρας του Χριστού. Σ’ αυτή τη χρωματιστή ιδέα οραματίστηκε το μαρτύριο, και σαν συνέπειές της σχεδίασε τις μορφές. Μα κι όταν βρεθούμε μπροστά στην «Ταφή του Κ όμπος του Οργκάζ», που είναι καθαυτό ένας άθλος της γραμμής, πάλι το χρώμα είν’ εκείνο,

ομήνικος

Η εοτοκόπουλος

που μας κρατεί πρώτ’ απ’ όλα προσηλωμένους. Το αριστούργημα τούτο μας εμφανίζεται αμέσως με τους εξαίσιους τεφρούς τόνους της ενδυμασίας του κα­ λόγερου αριστερά και του εφημέριου δεξιά, ’σα δυο γερούς χρωματικούς στύ­ λους, που στηρίζουν τη σύνθεσι ολόκληρη. Είναι οι τεφροί τόνοι του Γκρέκο. Κανένας δεν τους έφτασε. Βγήκαν ακηλίδωτοι από τη μυστηριώδη παλέττα του και λάμπουν ’σαν τον ολάργυρον αφρό της στάχτης, που κάθεται στο κάρβου­ νο, όταν δεν τον τάραξε κανένα φύσημα και ακινητεί ώρα πολλή απάνω απ’ τη σβησμένη φωτιά. Το γνήσια ζωγραφικό, που κυριαρχεί στη μεγάλη συμφωνία του Οργκάζ, είναι, εκτός από τα λαμπρότατα και πρωτόφαντα μαύρα της ενδυ­ μασίας των Τολεδάνων, οι μελφδίες των τεφρών τόνων. Ξεκινούν από τις δυο μορφές των ιερωμένων κι ανεβαίνουν στα σύννεφα, τα κρεμάμενα απάνω από τις εικοσιτέσσερις κεφαλές των εκστατικών ιδαλγών, ως που γίνονται χιόνι, μόλις φτάσουν ψηλά στο κορυφαίο σημείο της γκλόριας, στο Χριστό, στην πη­ γή του φωτός. Μ’ αυτά τα λόγια προσπαθώ να δώσω μια ιδέα της συμφωνίας της «Ταφής του Οργκάζ», και να δείξω πως το έργο, το δίκαια ξακουσμένο για τα σχήματά του, είναι κυρίως μια μεγάλη συμφωνία των φαιών, των αργυροκυάνων τόνων του Γκρέκο. Ώ ς τη στιγμήν εκείνη, κανένας απ’ τους δασκά­ λους του Βενετσάνους δεν είχε βγάλει απ’ το στοιχείο του χρώματος τέτοιες δυ­ νατότητες. [...]». * Το κείμενο αποτελεί τμήμα από τον «εισιτήριο λόγο» του Παπαντωνίου στην Ακαδημία Αθηνών («Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών», IF', 1938, σελ. 583-592).


66/αφιερωμα ΖΑΧΑΡΙΑ Λ. ΠΑΠΑΝΤΟΝΙΟΥ

Κ. Μητσάκης

ΒΑΡΙΣΙΝΑΓΡΑΜΜΑΤΑ , Μ. ιΰ^ΑΓίητοποτΛΟΤ

«ΒΛ/ΟΠΟΛΒΟ* ™ " * * £ £ * .β, ΙΟΛΝΙΙΟΥ Λ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ & »

«Παρισινά Γράμματα»:

Η ταξιδιωτική πεζογραφία είναι ένα από τα πιο σημαντικά κεφάλαια της νε­ οελληνικής λογοτεχνίας, το οποίο μας είναι γνωστό μόνο στο γενικό του πε­ ρίγραμμα. Μας λείπουν ακόμα οι μελέτες των επιμέρους προβλημάτων του και προπάντων η συνθετική εκείνη ιστορική και φιλολογική μελέτη που θα πα­ ρακολουθεί τη νεοελληνική ταξιδιωτική πεζογραφία σε όλη τη διαδρομή της από τους «πορτολάνους» και τα διάφορα «προσκυνητάρια» και «οδοιπορικά» της περιόδου της Τουρκοκρατίας έως τα σπουδαία ταξιδιωτικά αυτόγραφα του Κ' αιώνα, εννοώ τα κείμενα του Ν. Καζαντζάκη, του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, του Γ. Θεοτοκά, του Γ. Σεφέρη και πολλών άλλων. πολύτιμη και χρησιμότατη παραμένει έως σήμερα η παλιά μελέτη του Α. Σαχίνη, «Η σύγχρονη πεζογραφία μας» (1956), ένα μεγάλο κεφάλαιο της οποίας είναι αφιερωμένο στις «Τα­ ξιδιωτικές εντυπώσεις» (σ. 51-120) καθώς και η σχετική ανθολογία του Στ. Ξεφλούδα «Ταξιδιω­ τικά» (1956), η οποία συνοδεύεται και από την α­ παραίτητη ιστορική εισαγωγή. Αυτή η τελευταία αρχίζει από το «Οδοιπορικό» του Ιακώβου Μπλοΐτη (ΙΣΤ' αι.) και τελειώνει με τα ταξιδωτικά κείμενα του Κ. Ουράνη και του Ζ. Παπαντωνίου, για τους οποίους άλλωστε ο Ξεφλούδας πα­ ρατηρεί· «αναντίρρητα... τα καλύτερα κείμενα ταξιδιωτικής λογοτεχνίας που περιλαμβάνονται στον τόμο αυτό μας έδωσαν δύο εξαίρετοι ποιηταί και πεζογράφοι, ο Κώστας Ουράνης και ο Ζα­ χαρίας Παπαντωνίου» (σ. 19). Στο σημείο αυτό πρέπει όμως να σημειωθεί ότι η παραπάνω παρα­ τήρηση, ελάχιστα δεσμευτική, εκφράζει απο­ κλειστικά τις προσωπικές επιλογές του ανθολό­ γου κι επιχειρεί διακριτικά να δικαιολογήσει τις δικές του πολύ ουσιώδεις παραλείψεις. Με πολλή επιφύλαξη λοιπόν, ακριβώς γι’ αυτές τις ελλεί­ ψεις της και κυρίως για τη μονομερή εικόνα της νεοελληνικής ταξιδιωτικής πεζογραφίας που πα­ ρέχει η ανθολογία, μπορεί κανείς να συμφωνήσει με τις απόψεις του Ξεφλούδα. Η ταξιδιωτική πε­

Π

ζογραφία λ.χ. του Παπαντωνίου περιορίζεται σε δυο μόνο βιβλία του, τον «Όθωνα» (1934) και το «Άγιον Όρος» (1934), των οποίων ο βασικός χα­ ρακτήρας δεν είναι καθαρά ταξιδιωτικός, ενώ α­ νεξήγητα αποσιωπώνται τα «Ταξίδια» του, που περιέχουν εντυπώσεις από τη Γιουγκοσλαβία, την Ιταλία, την Ισπανία, τη Δανία και τη Σουη­ δία- και ακόμη πιο ανεξήγητα αποσιωπώνται τα «Παρισινά Γράμματα», ο «μέγας θρύλος του έρ­ γου του Παπαντωνίου». Κατά τον Τ. Αθανασιάδη ο «Όθων» και το «Άγιον Όρος» ανήκουν στο ιδιαίτερο εκείνο εί­ δος πεζογραφίας που καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα στον Κ' αιώνα, το δοκίμιο. «Θα πρέπει πρώτα να καθορίσουμε», γράφει ο Αθανασιάδης, «το σύν­ θετο αυτό είδος όπως το καλλιέργησε ο Παπα­ ντωνίου, που ήταν μαζί οδοιπορικό, αισθητικό δοκίμιο, ταξιδιωτική ανταπόκριση, ημερολόγιο εσωτερικών διαθέσεων, και στο οποίο έβαλε την καλλιτεχνική σφραγίδα του, μεταδίδοντας με τον προσωπικότερο τρόπο τη βαθύτερη πνοή του... Κι αληθινά, αυτό το σύνθετο λογοτεχνικό είδος, το δ ο κ ίμ ι ο , ήταν ο κατάλληλος, ο πιο κατάλληλος χώρος για να επιδείξει ο Παπαντω­ νίου τα ατομικά του χαρίσματα, μα και ν’ απο­ κρύψει τις ελλείψεις του» (Μεγ. Εγκυκλ. Νεοελλ. Λογοτεχνίας, τ. ΙΑ, σ. 324)


αφιερωμα/67 Η καθαρή ταξιδιωτική πεζογραφία είναι ένα α­ πό τα πιο σημαντικά κεφάλαια της λογοτεχνικής δημιουργίας του Παπαντωνίου· και είναι ιδιαίτε­ ρα σημαντικά όσα σημειώνει στους προλόγους των νέων εκδόσεων τόσο των «Ταξιδιωτικών» ό­ σο και των «Παρισινών Γραμμάτων» ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος. Ειδικά για τα «Παρισινά Γράμματα» ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος προωθεί τον χαρακτηρισμό τους ως «φιλολογικών χρονογραφημάτων» (σ. 17), ενώ ο Σαχίνης τα διαχωρίζει από την καθαρή

Τα ταξιδιωτικά χρονογραφήματα του Ζαχαρία Παπαντωνίου ( 1877- 1940) ταξιδιωτική εντύπωση και τα κατατάσσει, μάλ­ λον υποτιμώντας τα αισθητά, στο «ταξιδιωτικό ρεπορτάζ» (σ. 56). Ο χαρακτηρισμός του Παναγιωτόπουλου τοποθετεί τα «Παρισινά Γράμμα­ τα» στο επίπεδο του μόνιμου αισθητικού και πνευματικού γεγονότος, δηλαδή της λογοτε­ χνίας, ενώ του Σαχίνη τα υποβιβάζει σε κείμενα που έχουν γραφεί για να εξυπηρετήσουν τις ανά­ γκες της επικαιρότητας της εποχής τους, δηλαδή της δημοσιογραφίας. Ζαχαρίας Παπαντωνίου έζησε μια ολόκλη­ ρη τριετία (1908-1910) στο Παρίσι, στο Πα­ ρίσι της belle epoque, και τα διάφορα σημειώμα­ τα που του ενέπνευσε η επαφή του με την καθημε­ ρινή ζωή της Γαλλίας, δημοσιεύτηκαν τότε ως «ανταποκρίσεις» στην εφημερίδα «Εμπρός». Πρόκειται για μια σειρά από διάφορα, συνήθως σύντομα, πεζογραφήματα, τα οποία άλλοτε αναφέρονται ευκαιριακά σε ορισμένες προσωπικό­ τητες των γαλλικών γραμμάτων (Μπωντλαίρ, Γκωτιέ, Ουγκώ, Βερλαΐν κ.ά.), έτσι που να δι­ καιολογείται μερικώς ο χαρακτηρισμός των «Παρισινών Γραμμάτων» ως φιλολογικών χρο­ νογραφημάτων και τα οποία άλλοτε αναφέρονται σε θέματα καθημερινά (ένα δημόσιο καυγά λ.χ. δύο γυναικών ελευθερίων ηθών, τους πλανό­

Ο

διους μεταπράτες μεταχειρισμένου ιματισμού, το δημογραφικό πρόβλημα της Γαλλίας, την ιδιαί­ τερη ατμόσφαιρα, ιστορία και γοητεία των παρι­ σινών βουλεβάρτων και καφενείων, τον κίνδυνο από τον πλημμυρισμένο Σηκουάνα κ.τ.λ.), έτσι που να δικαιολογείται πάλι μερικώς ο χαρακτη­ ρισμός τους ως ταξιδιωτικού ρεπορτάζ. Τα σύντομα αυτά πεζογραφήματα των «Παρι­ σινών Γραμμάτων», τα οποία δε χάνουν ποτέ ε­ ντελώς τον δοκιμιογραφικό προσανατολισμό τους, θυμίζουν ωστόσο έντονα το είδος εκείνο, το «μεικτό αλλά νόμιμο», που ξεκίνησε από τον χώ­ ρο της δημοσιογραφίας, αλλά χάρη στη συμβολή κάποιων σημαντικών πεζογράφων, όπως ο I. Κονδυλάκης, ο Π. Νιρβάνας, ο Σπ. Μελάς κ.ά, γρήγορα πολιτογραφήθηκε ως ξεχωριστό λογοτε­ χνικό είδος, εννοώ το χρονογράφημα. Τα «Πάρισινά Γράμματα» του Παπαντωνίου ανταποκρίνονται άλλωστε πολύ άνετα στον ορι­ σμό του χρονογραφήματος που έδωσε κάποτε ο Πλάτων Ροδακανάκης. Για τον συγγραφέα λοι­ πόν του «φλογισμένου ράσου» το χρονογράφημα είναι «μία έντύπωσις, μία ιδέα, ένα πυροτέχνημα, προωρισμένο ν’ άνθιση διά μίαν στιγμήν τούς πύ­ ρινους κρουνούς του εις τόν ούρανόν καί έπειτα νά σβησθή, νά λησμονηθή. Διά τήν φιλολογίαν τό χρονογράφημα είναι δ,τι και τό καρτ ποστάλ διά τήν καλλιτεχνικήν κίνησιν» (βλ. Στ. Σκοπετέα, Ο Κονδυλάκης και το χρονογράφημα, Αθήνα 1956, σ. 5). Τα ωραία πεζογραφήματα των «Παρισινών Γραμμάτων» είναι λοιπόν χρονογραφήματα και μάλιστα από τα καλύτερα του είδους· γι’ αυτό και διαβάζονται, ακόμη και σήμερα, με μεγάλο ενδιαφέρον, γεγονός που αποδεικνύει ότι έχουν περάσει με επιτυχία τη μεγάλη και κρίσιμη δοκι­ μασία: τη δοκιμασία του χρόνου. □


68/αφιερωμα

3

^ Παπαντωνίου δραματοηοίησε το

δημοτικό τραγούδι του Νεκρού Αδελ­ φού.1 Θυμίζω την υπόθεση του τρα­ γουδιού, όπως τη δίνει λιτά ο συγ­ γραφέας στον πρόλογο, που είχε δη­ μοσιεύσει μαζί με το δράμα του: «Ό­ ταν ήρθεν η ώρα να παντρέψουν στα ξένα την Αρετή, μονάκριβη κόρη μά­ νας χαροκαμένης, και η μάνα έκλαιγε και δερνόταν για το χωρισμό, ο μι­ κρότερος γιος της, ο Κωσταντής, της ορκίστηκε πως μια μέρα θα φέρει την αδερφή του από την ξενιτειά πίσω στο σπίτι της, για να την ιδεί. Στο με­ ταξύ ο Κωσταντής πέθανε. Τον όρκο όμως που έδωσε προς τη μάνα του τον φύλαξε και νεκρός. Εβγήκεν απ’ τον τάφο του και της έφερε την Αρε­ τή».* ου τραγουδιού αυτού, γνωστού και σε άλ­ λους λαούς και κυρίως στους βαλκανικούς, διεκδίκησαν την πατρότητα, εκτός από τους Έλληνες, και οι Βούλγαροι και οι Σλάβοι (Σέρβοι). Ο Νικόλαος Πολίτης πρώτος υποστήριξε την ελληνική προτεραιότητα.3 Τη θέση του Πο­ λίτη ασπάστηκε και ο Παπαντωνίου: «Είναι αλή­ θεια πως σοφοί άνθρωποι σχημάτισαν άλλοτε τη γνώμη κι έπεισαν και άλλους, πως αυτό το έργο είναι μίμηση του σερβικούή του βουλγαρικού. Το αισθητικώς τέλειο είχε μιμηθεί τα πολύ κατώτε­ ρό του. Αυτό έλεγαν. Ενώ το φυσικότερο είναι να πιστέψομε πως τα κατώτερα επήγασαν από το ω­ ραίο, του οποίου έμειναν ατελή αντίγραφα, προ­ σαρμοσμένα μόνο στον ένα ή στον άλλον εθνικό χαρακτήρα. Μία από τις καλύτερες υπηρεσίες του Ν. Πολίτη στην επιστήμη και στον τόπο μας είναι πως με τη μελέτη του στα 1885 εγκμέμισε, κατά τρόπον οριστικό, τη γνώμη του Βόλνερ κα­ θώς και του Ψυχάρη (1884) πως το πρωτότυπον είναι το σέρβικο».4 Η πρόθεσή μου στο σύντομο αυτό σημείωμα δεν είναι να πάρω θέση στη συζήτηση εκείνη που, θα έλεγα, την έχουν καταστήσει μάλλον περιττή νεότερες, διαφορετικές εκτιμήσεις, που είχαν ε­ πικρατήσει ως προς την πρωτοτυπία και την εντοπιότητα λαϊκών έργων, όσα βρίσκουμε σε πε­ ρισσότερους από ένα λαούς. Μπορούμε να δε­ χθούμε, πολύ πιο απλά, ότι ένα λαϊκό τραγούδι που είχε έλθει, αποδεδειγμένα έστω, σε μια χώρα από μιαν άλλη, προσαρμοζόταν στο νέο του πε-

Τ

Μ.Γ. Μερακλής

Μια αισθητική παρατήρηση του (και ένας ριβάλλον, προσλαμβάνοντας από αυτό στοιχεία και αποβάλλοντας άλλα, ώστε να αποτελεί πλέ­ ον αυθεντική μαρτυρία ζωής και για το νέο του περιβάλλον. Ο Παπαντωνίου, όπως είδαμε, προβάλλει ως στοιχείο προτεραιότητας - και την αισθητι­ κή ανωτερότητα των ελληνικών παραλλαγών. Δεν είναι αυτή η γενική αισθητική παρατήρηση του Παπαντωνίου, που θέλω να σχολιάσω. Δεν τη βρίσκω εξάλλου ιδιαίτερα εύστοχη. Η αισθητι­ κή τελειότητα (που είναι, άλλωστε, κάτι σχετικό, αφού προσδιορίζεται από διάφορα γούστα, επο­ χές κ.λπ.) δεν είναι κατ’ ανάγκην γεγονός πρω­ τογενές· μπορεί να συντελείται συν τω χρόνω, και άσχετα προς το αν το πνευματικό προϊόν ήρ­ θε, αρχικά, από κάπου αλλού: δεν πρέπει να πα­ ραγνωρίζεται, ότι το λαϊκό δημιούργημα ήταν κυριολεκτικά ένα Work in Progress, ένα έργο που γινόταν, τελειωνόταν μέσα στο χρόνο. Θέλω να σταθώ σε μιαν άλλη αισθητική παρα­ τήρηση, ουσίας, που κάνει ο Παπαντωνίου στο ί­ διο (πολύ αξιόλογο, όπως νομίζω) κείμενο του προλόγου του στον «Όρκο του πεθαμένου». Συ­ γκεκριμένα ο Παπαντωνίου είχε την οξύνοια να συσχετίσει την επιτυχία, που γνώρισε το τραγού­ δι στους κύκλους της Ευρώπης, με την ακμή του ρομαντισμού: «Μέσα στα τραγούδια του τρόμου, του ονείρου και του θανάτου, όπου το στοιχείο της φαντασίας βρίσκεται σε κίνηση δαιμονική και τα οποία, είτε λαός τα έκαμε είτε άτομο, ονο­ μάζομε με το διεθνή όρο μπαλάντα (...), εξαιρετι-


αφιερωμα/69 ταση του αντικειμένου τους. Έτσι μπορούμε πλέ­ ον να διαβάσουμε αισθητικά-ρομαντικά, πέρα α­ πό την πρόθεση του ίδιου, την παρατήρηση του Νικολάου Πολίτη, ότι στη δημοτική ποίησή μας είναι τόσο συνηθισμένα τα τραγούδια, που απο­ πνέουν συναίσθημα βαθιάς μελαγχολίας και οδύ­ νης και διαθέτουν επώδυνα την ψυχή του ακροα­ τή, ώστε «γνώστης άριστος και εμβριθέστατος της εθνικής φιλολογίας» μας, έστω και με κά­ ποιαν υπερβολή, το γνώρισμα αυτό, το θεώρησε «ως τον κύριον χαρακτήρα της ποιήσεως του ελ­ ληνικού λαού».6 Εκτός από τα μοιρολόγια, συ­ νεχίζει ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας, ε­ κτός από τα τραγούδια του Χάρου και τα τρα­ γούδια της ξενιτειάς, ο ίδιος χαρακτήρας - της μελαγχολίας και της οδύνης - είναι πανίσχυρος «και εν πολλοίς διηγηματικοίς άσμασι, του ακριτικού μάλιστα κύκλου».7 ομαντικά-αισθητικά μετουσιωμένη μπορού­ με να αισθανθούμε πλέον και μια δείνωση του θέματος της μελαγχολίας: το θέμα των δα­ κρύων, που έχει παραδοθεί, τυπικά, ως παλαιότατη «δοξασία». Μιλώντας ο Πολίτης για τις πη­ γές της έμπνευσης της Λεονώρας, που έγραψε, ό­ πως είδαμε, ο Burger (1773), μιλώντας για τρα­ γούδια και μύθους της πατρίδας του, και ειδικό­ τερα για το θέμα του νεκρού εραστή ή αρραβω­ νιαστικού, που του ταράζουν τον αιώνιον ύπνο οι θρήνοι της φίλης του, ώσπου σηκώνεται από τον τάφο του, τη συναντάει και τη φέρνει στο κοιμη­ τήριο, όπου αυτή θα πεθάνει, γιατί δεν σεβάστη­ κε τη γαλήνη των νεκρών, και αφού αναφέρει πα­ ράλληλα από τους Ιρλανδούς, τους Σουηδούς, τους Δανούς, τους Σκώτους, φτάνει ως τους αρ­ χαίους Γερμανούς (αλλά και τους Ινδούς), στην

Ρ

σχολιασμός της) κή θέση έχει το ελληνικό "Τραγούδι του νεκρού αδερφού” , ο "Βουρκόλακας” . Πρώτος στην Ευ­ ρώπη το δημοσίευσεν ο Φωριέλ με τον τίτλο «Νυ­ χτερινή περπατησιά» στα 1825, μέσα στη φωτιά του ρομαντισμού. Δεν μπορούσε να βρεθεί ευνοϊ­ κότερη ώρα για τέτοιο ακράτητο τόλμημα της φαντασίας. Ο ρομαντισμός θεωρούσεν ως το τραγικότερο και ωραιότερο έργο του είδους αυ­ τού την περίφημη μπαλάντα της Λεονώρας του Burger, γραμμένη πενήντα χρόνια πρωτύτερα. Τώρα λοιπόν γνωρίστηκε με παρόμοιο έργο ενός λαού, την ώρα που ο λαός αυτός έβγαινε απ’ τον τάφο. Αν, γενικά, τα δημοτικά τραγούδια των Ελλήνων, όταν πρωτοφάνηκαν, ήταν, κατά τη φράση ενός ιστορικού, «σεισμός για τις φαντα­ σίες», μαντεύουμε όλοι τον κλονισμό του ρομα­ ντισμού από ένα τέτοιο ποίημα, το οποίον, εκτός απ’ την έκλαμπρη τέχνη του, είχεν ακόμα Και το ακαταμάχητο θέλγητρο της ανωνυμίας».5 Η παρατήρηση αυτή εμπεριέχει μια φόρτιση, έ­ χει την ιδιότητα ή την ικανότητα εκπομπής ενός είδους ακτινοβολίας πάνω στα διηγηματικά στοιχεία του μύθου του τραγουδιού. Θέλω να πω, ότι η ένταξη του τραγουδιού στο κλίμα του ρο­ μαντισμού φορτίζει ανάλογα τα στοιχεία αυτά, ό­ χι πλέον μόνο του ελληνικού, αλλά και των άλ­ λων λαών, μετατρέπει σε ουσίες ρομαντικές θέ­ ματα και μοτίβα που συγκροτούν την ιστορία του τραγουδιού και αναφέρονται και μελετώνται α­ ποκλειστικά ως τέτοια από τους μελετητές, που δεν κάνουν αισθητική, αλλά ανθρωπολογική εξέ­

Συγκεκριμένα ο Παπαντωνίου είχε την οξύνοια να συσχετίσει την επιτυχία, που γνώρισε το τραγούδι στους κύκλους της Ευρώπης, με την ακμή του ρομαντισμού. Έδδα, όπου «η δοξασία, καθ’ ην τα δάκρυα των οικείων ενοχλούσι τον νεκρόν εν τφ τάφφ» γίνε­ ται ήδη κύριος διηγηματικός άξονας.8 Αυτή, λοιπόν, η τυπική και σχεδόν ψυχρή Erzahlforschung και Motivenmonographie, με την αναγω­ γή του δεδομένου τραγουδιού στο κλίμα του ρο­ μαντισμού, μεταβάλλεται (μετουσιώνεται) σε πα­ θητική (περιπαθή) λογοτεχνία, που γνωρίζει ακό­ μα μεγαλύτερη έξαρση (ή έξαψη) σε άλλες πα­ ραλλαγές: όχι μόνοι οι γερμανικοί, γράφει ο Πο­ λίτης, λαοί, αλλά και οι σλαβικοί, και σε ποικι-


70/αφιερωμα λία παραλλαγών, έχουν την ίδιαν ιστορία. Σε «πλείστες» μάλιστα σλαβικές προστίθεται κι ένα άλλο «επεισόδιον»: όταν φτάνουν στον τάφο ο μνηστήρας και η νέα, αυτή ξεφεύγει και μπαίνει σ’ ένα σπίτι, κλείνοντας με αμπάρα την πόρτα. Ό μω ς το σπίτι, που είναι κοντά στο νεκροτα­ φείο, είναι ο χώρος, όπου αποθέτουν τους νε­ κρούς πριν από την ταφή, και βρίσκεται εκεί έ­ νας νεκρός (ή τρεις, σύμφωνα με μια παραλλα­ γή). Ο διώκτης ζητάει από το νεκρό να του παραδώσει τη μνηστή του· αυτός σπεύδει συνήθως πρόθυμα να υπακούσει, αλλά προτού να μπορέ­ σει ν’ ανοίξει την πόρτα, «φωνεί ο αλέκτωρ και η κόρη σώζεται»... Ό πω ς βεβαιώνει ο Πολίτης, - και όπως ξέρουμε, άλλωστε, - το επεισόδιο αυτό είναι άγνωστο στις ελληνικές παραλλαγές του τραγουδιού.9 Δεν παύει όμως να είναι σφόδρα ρομαντικό...10 Η λέξη, λοιπόν, με την οποία τρόπον τινά εμ­ βόλιασε το λόγο του ο Παπαντωνίου, - ρομαντι­ σμός, ρομαντικός, - έδρασε ως ένα είδος, όπως λένε οι χημικοί, καταλύτη και έδωσε μια νέα «έ­ νωση», μιαν άλλη «χημεία» στο τραγούδι του Νε­ κρού Αδελφού, μεταθέτοντας το σ’ ένα επίπεδο αισθητικό, προσδιοριζόμενο συγχρόνως και χωροχρονικά (πρόκειται για την εποχή του ευρω­ παϊκού ρομαντισμού, επεκτεινόμενου ως τα Βαλ­

κάνια και ως τα βορειοανατολικά σλαβικά ά­ κρα). Αντίθετα οι ως τότε μελετητές, οι λαογράφοι αλλά και οι λαογραφικά προσανατολισμένοι φιλόλογοι, ή το έβλεπαν και το θεωρούσαν συ­ γκριτικά εκτός τόπου και χρόνου ή, και όταν συ­ ζητούσαν θέματα εθνότητας και εντοπιότητας, τα θεωρούσαν κατά κανόνα πάλι μέσα σε μια χωροχρονική (κυρίως χρονική) απροσδιοριστία. Έτσι η «κορωνίς» των αποδείξεων για την πρω­ τοτυπία και προτεραιότητα των σλαβικών τραγουδιών έναντι του ελληνικού είταν, γι’ αυτούς που την υποστήριζαν, η κατίσχυση, σε εκείνα, του αισθήματος της αδελφικής στοργής, «ιδιάζοντος τοις σλαβικοίς λαοίς», τη σχετικότητα του οποίου εύκολα έδειξε ο Πολίτης, αφού, όπως παρατηρούσε τεκμηριωμένα, «το αίσθημα της α­ δελφικής στοργής είναι επίσης και ελληνικόν κατ’ εξοχήν αίσθημα».11 Ο Παπαντωνίου βοήθησε, ώστε η λαογραφία να γίνει και υπόθεση της αισθητικής, να νοείται και αισθητικά. Βεβαίως προς την κατεύθυνση αυ­ τή εργάστηκε - είχε ήδη εργαστεί - η παλαμική γενιά του ’80. Αλλά η εμμονή μου στον όρο αι­ σθητική επιδιώκει να επισημάνει την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα σε εκείνη την - ομολογουμένως μεγαλειώδη - προσπάθεια και τη μεμονω­ μένη δική του.12

Σημειώσεις

πωνος Κυριακίδη για την (αρχαία, μέσω της ελληνορωμαϊ­ κής εποχής) προέλευση των παραλογών. 4. Παπαντωνίου, ό.π., σ. 20. 5. ό.π., σ. 17-8. 6. Βλ. Νικόλαο Πολίτη, ό.π., σ. 194. Εννοεί βέβαια το Σπυρί­ δωνα Ζαμπέλιο, «Πόθεν η κοινή λέξις τραγουδώ» (1859). 7. Πολίτης, ό.π. «Διηγηματικά» τραγούδια (με υπόθεση δη­ λαδή) είναι οι παραλογές, οι μπαλάντες· όπως το τραγούδι του Νεκρού Αδελφού. 8. ό.π., σ. 195-6. 9. ό.π., σ. 197. 10. Βρίσκουμε ωστόσο παράλληλα ή ανάλογα στο Βαλαωρίτη (σχεδόν τα διακωμώδησε ο Ροίδης), λ.χ. στον «Αστραπόγιαννο» (αλλά και στο σολωμικό «Λάμπρο»...). 11. ό.π., σ. 214-5. 12. Έχω βέβαια στο νου μου την παρατήρηση, που σχολίασα εδώ. Αλλά η διαφορά φαίνεται και από τον τρόπο, με τον οποίον επεξεργάστηκε ο Παπαντωνίου την ύλη του τρα­ γουδιού· κυρίως όσον αφορά τον ξενιτεμό της αδελφής, τη νεκρανάσταση του Κωσταντή. Γράφει ο ίδιος: «Ο "Όρκος του πεθαμένου” δε θα υπήρχε καμιά ανάγκη να γραφεί, αν ακολουθούσα σε όλα το τραγούδι. Ο λόγος που γράφτηκε το δράμα βρίσκεται μέσα του - η θαυμάσια άλλωστε διαί­ σθηση του κοινού τον είδε - και είναι ότι άλλαξεν η αιτία και μπήκε στην περιπέτεια ένας άνθρωπος ηθικώς υπεύθυ­ νος, όχι εξαναγκασμένος». Στο δράμα του Παπαντωνίου ο Κωσταντής εναντιώνεται στον ξενιτεμό (είναι άλλος α­ δελφός που τον ζητάει). Και δεν βγαίνει από τον τάφο του με την κατάρα, αλλά «με τη δύναμη του ηθικού του χρέους (...). Αντί να φέρω ένα φάντασμα, που το βγάζει από τον τάφο του η κατάρα της μάνας, για να χαλάσει, όσα έφτιασε στη ζωή, - αφού αυτός στο τραγούδι είναι ο αίτιος του ξενιτεμού, - ήρθε στη σκηνή ένα φάντασμα, που είναι η ίδια η ηθική συνείδηση, ο ίδιος ο άνθρωπος όπως αισθανό­ ταν όταν ζούσε»...

1. Ζαχαρία Παπαντωνίου, Ο όρκος του πεθαμένου, δράμα. Πρόλογος Ν. Λάσκαρι, Αθήνα 1932. Το έργο ανεβάστηκε, αρίθμησε μάλιστα «τριάντα συνεχείς παραστάσεις πράγμα σπάνιον δια τα ελληνικά θεατρικά χρονικά, προκειμένου περί δράματος», όπως σημείωνε ο Λάσκαρις στον πρόλογό του. Το έργο είχε σκηνοθετήσει ο Σπόρος Μελάς. Την Αρετή είχε υποδυθεί η Κοτοπούλη, τον Κω­ σταντή ο Ν. Ρεζάν. 2. ό.π., σ. 19. 3. Ν.Γ. Πολίτη, «Το δημοτικόν άσμα περί του Νεκρού Αδελ­ φού», ΔΙΕΕ, 2 (1885), σ. 193-261. Ο Πολίτης αντέκρούσε, κυρίως, δύο εργασίες (αυτές εννοεί στη συνέχεια και ο Πα­ παντωνίου): W. Wollner, «Der Lenorenstoff in der slavischen Volkspoesie», Archiv f. slavische Philologie, 6 (1882), σ. 239-69· Jean Psichari, «La Ballade de Linore en Grtce», άνατ. από τη Revue de l’histoire des religions, Παρί­ σι 1884. Πολύ αργότερα ο Γ.Κ. Σπυριδάκης, «Το ζήτημα της προελεύσεως του άσματος του νεκρού αδελφού», Αρχείον Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού, 11 (1944-1945), σ. 193-208, υποστήριξε ότι διασώζεται στο τραγούδι ο αρχαίος ελευσινιακός μύθος για τη Δήμητρα και την Κόρη (Περσεφόνη), με την αρπαγή της από τον Πλούτωνα και την επαναφορά της κοντά στη μητέρα της, από τον Ερμή. Όπως ο ίδιος συνόψιζε (Ελληνικά Δημοτι­ κά Τραγούδια, - έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών, - τ. Α', Αθήνα 1962, σ. 310), «ο μύθος ούτος θα διεσκευάσθη κατά τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους εις δραματικόν έργον δια το θέατρον, θα συνετέθη δε αντιστοίχως και συ­ νοδευτικόν άσμα κατά την παράστασιν της τραγφδίας ταύτης, το οποίον εκ του θεάτρου διεδόθη κατόπιν εις τον λαόν και διεσώθη εις αυτόν μέχρι σήμερον εις το(...) δημώ­ δες (ίαμα». Ο Σπυριδάκης ακολουθεί τη θεωρία του Στίλ-


αφιερωμα/71

ΖΑΧΑΡΙΑ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Κώστας Χωρεάνθης

ΤΑ ΘΕΙΑ ΔΩΡΑ

Τα επιστρεφόμενα

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

θεία δώρα ενός ταπεινού Το ποιητικό έργο του Ζαχαρία Παπαντωνίου είναι περιορισμένο σε σχέση με το πεζογραφικό και το κριτικό ή τεχνοκριτικό - τέσσερις συλλογές, που καλύπτουν ένα διάστημα πάνω από τριάντα χρόνια: «Πολεμικά τραγούδια (1898), «Τα χελιδόνια» (1920, ποιήματα για παιδιά, που ξαναεκδόθηκε το 1931 με τον τίτλο «Παιδικά τραγούδια»), «Πεζοί ρυθμοί (1923), «Τα θεία δώρα» (193V). Αν αυτό έχει κάποιο νόημα, θα το αναζητούσα στη συναίσθηση ευθύ­ νης του ποιητή (και δεν είναι σπάνιο φαινόμενο εκείνων των καιρών: η τετρά­ δα της παλαμικής «σχολής» - Γρυπάρης, Πορφύρας, Χατζόπουλος, Μαλακάσης - έχει πολύ λίγη ποιητική παραγωγή να επιδείξει).2 ολιγογραφία ήταν ίσως ένα αντίδοτο στην ακατάσχετη φλυαρία της ρομαντικής ποιη­ τικής πολυπραγμοσύνης, τη στιγμή που η δημο­ τική γλώσσα, σε αντίθεση με την καθαρεύουσα των λογίων, ήταν ένα επαρκές όργανο για να εκφράσει την αληθινή και βαθύτερη πνευματική και ψυχική φυσιογνωμία του έθνους: η περιεκτικότη­ τα των εννοιών και η διαπλοκή της ποιητικής εκ­ φοράς μέσα σ’ ένα συμφραστικό περιβάλλον, που η συγκορύφωση της πυκνότητάς του ήταν δεδομένη, απαιτούσε και την επιλεκτική κατά κάποιο τρόπο χρήση του ποιητικού μορφώματος, ακριβώς γιατί ως απόρροια αυτής της διαπιστω­ μένης πραγματικότητας, η συναίσθηση ευθύνης βάραινε τους δημιουργούς. Και δε θέλω, βέβαια, εδώ να κάμω κανενός είδους αντιδιαστολή, α­ πλώς διαπιστώνω κάποιες διαφορές, που όσο κι αν δεν έχουν αξιολογικό χαρακτήρα, δεν παύουν να συνιστούν κάποιες διαμορφώσεις προς τις ο­

Η

ποίες μπορεί κανείς να τείνει ή, σε αντίθετη περί­ πτωση, να τις αποφεύγει. Γιατί εύλογα θ’ αναρω­ τηθεί ο σημερινός αναγνώστης σχετικά με την α­ ξία την ποιητική των έργων αυτών, που, «εν πολλοίς», το περιεχόμενό τους δεν κατόρθωσε να υπερβεί τη μορφή, η τεχνική να ταυτιστεί με την ουσία, ή, διαφορετικά, ο τρόπος που εκφράστη­ κε όλος αυτός ο ψυχισμός, δεν μπόρεσε ν’ αγκιστρωθεί σ’ ένα ολοκληρωμένο περίβλημα, ώστε να μην εκχυθεί το περιεχόμενό του. Κι όμως, υ­ πάρχουν περιπτώσεις που κι αυτό κατορθώθηκε - και δε λέω, βέβαια, κατορθώσεις μιας μεγαλο­ φάνταστης και συνολικής θεώρησης μέσ’ από την ποίηση (όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Παλαμά), αλλά μέσα στον ήσσονα τόνο μιας γνήσιας λυρικότητας, το υποκειμενικό υπόστρω­ μα της ευαισθησίας τεντώθηκε τόσο, που έφτασε σε εκφράσεις οριακές:


72/αφιερωμα και με τα μάτια σα νερά που μέσα τους βραδυάζει ένας στίχος, που μπορεί να σώσει απ’ το ναυάγιο ολόκληρο έργο, αν δεχτούμε πως το σπανιότερο πράγμα στα ποιήματα είναι η ποίηση.3 Αυτή η συναίσθηση ευθύνης στον Παπαντωνίου δε φαίνεται μόνο από την ολιγότητα των ποι­ ητικών του συλλογών, πράγμα που οπωσδήποτε είναι σημαντικό: αυτό που έχει να πει κανείς το λέει μια φορά και τελειώνει, και μόλο που θα μπορούσε εδώ να ισχυριστεί κάποιος ότι ο ποιη­ τής δεν είχε τίποτ’ άλλο να πει, επομένως η «έ­ μπνευσή» του σταμάτησε (μήπως αυτό, όμως, δεν είναι ακριβώς το σημείο απ’ όπου αρχίζει η συναίσθηση ευθύνης;). Φαίνεται και από την οξυμένη του φροντίδα να περιφρουρήσει, κατά κά­ ποιο τρόπο, την έκφρασή του και στ’ άλλα του γραφτά από τυχόν παγίδες και σκολιούς αναβαθ­ μούς, ώστε το εκφραστικό ζητούμενο να είναι καίριο, όσο γίνεται περισσότερο κοντά στην εν­ διάθετη πηγή της έκλυσής του. Στα διηγήματά του, για παράδειγμα (αυτά τα εκπληκτικά δια­ γράμματα μιας οιονεί αδαπάνητης καθημερινό­ τητας - και το αδαπάνητο το προσδιορίζει η ίδια η καλλιτεχνική αναπαράστασή της), ο καίριος εκφραστικός χαρακτήρας είναι ίσως η σημαντι­ κότερη αρετή ενός συγγραφέα, που το ψιλοκοσκίνισμα του λεκτικού του υλικού το θεωρούσε όχι μόνο ως «άναγκαιοΰν», αλλά και αναπόφευ­ κτη μαρτυρία για την επιδιωκόμενη ποιότητα του λόγου. Και, για να μη δημιουργηθούν, ενδεχομέ­ νως, παρανοήσεις πάνω σ’ αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι εδώ δεν εννοείται εκείνο που έχει λεχθεί με πολλούς τρόπους επανειλημμένως, ότι δηλαδή η γλώσσα η δημιουργική προσπαθεί να βρει τις κατάλληλες διαλάμψεις, για να φωτίσει τα συμφραζόμενα, ή διαφορετικά, να βαδίσει πά­ νω σ’ έναν εσωτερικό άξονα προδιαγεγραμμένο, ώστε να τηρήσει έναν απαιτούμενο καθωσπρεπι­ σμό. Η γλώσσα η δημιουργική (και κατ’ εξοχήν η ποιητική) δεν έχει καμιά σχέση με τέτοιου εί­ δους επικεντρώσεις, αφού η εκφορά της αποκλί­ νει οπωσδήποτε από την κοσμιότητα της συνθή­ κης και από την ψιμυθίωση μιας σχηματικότητας.4 Εξάλλου, οι σκιερές κλειδώσεις του ποιη­ τικού σώματος είναι συχνά οι πηγές της γοητείας του και, φυσικά, και της ηδονής του. Και ίσως να δοθεί η εντύπωση ότι αυτά που λέ­ γονται με αφορμή την αντιμετώπιση του ποιητι­ κού έργου του Παπαντωνίου, δε συνάδουν με την περίπτωση, αφού, συχνά, ο συγγραφέας έχει κατηγορηθεί για ένα εξεζητημένο ύφος, περίκομψο και, επομένως, συντελεστικό ενός ψευδούς πε­ ριεχομένου.5 Εκείνο, ωστόσο, που κάνει εντύπω­ ση είναι το γεγονός ότι αυτές οι αφοριστικές κρί­ σεις δεν αντιμετωπίζουν το ζήτημα στην ουσία του, αλλά στην επιφάνειά του - και ξέρουμε πό­

σο πολύ η επιφάνεια επέδρασε στη διαμόρφωση θεωριών, αντιμετωπίσεων, σχολών, αποτιμήσε­ ων κι εγώ δεν ξέρω τι άλλων αστυνομεύσεων της δημιουργικής έκφρασης. Ιδού, που οι διάφοροι κήνσορες της λογοτεχνικής δημιουργίας, αυτό­ κλητοι ζηλωτές σχημάτων και καθιερώσεων, επι­ δεικνύουν κάθε φορά το νόμισμα του κατεστημέ­ νου, για να στήσουν στους ανυποψίαστους (και υπάρχουν, δυστυχώς, πολλοί) την παγίδα της υ­ ποταγής και της παραδοχής. Εφόσον, όμως, ο λόγος έχει διαχωρίσει τελεσίδικα ποια είν’ εκείνα που πρέπει ν’ αποδίνονται στον Καίσαρα και ποια είν’ εκείνα που πρέπει ν’ αποδίνονται στο Θεό, η γλώσσα η δημιουργική διαρρηγνύει την ε­ πιφάνεια και αποκαλύπτει στο βάθος τα δώρα του Θεού, που ο άνθρωπος επιστρέφει από ευγνω­ μοσύνη σ’ αυτόν. Ο στίχος είναι και το δώρο και το επιστρεφόμενο. Και ο Παπαντωνίου πρόσφερε τα θεία του δώρα εκεί απ’ όπου τα πήρε με τον εκφραστικότερο τρόπο.

πρώτη ποιητική παρουσία του Παπαντω­ νίου το 1898 σηματοδοτεί μιαν αρχή που ε­ πηρέασε οπωσδήποτε την κατοπινή του επιλεκτικότητα. Τα «Πολεμικά τραγούδια», γραμμένα κάτω από την επίδραση της τραυματικής ήττας του πολέμου του προηγούμενου χρόνου, διαγρά­ φουν έναν ορίζοντα όχι και τόσο ρόδινο για τα ποιητικά πεπρωμένα ενός νέου, που η ευαισθησία του και η σκέψη του, η παρόρμηση και το ενδιά­ θετό του λειτουργούν προς τη σωστή κατεύθυν­ ση, δε φαίνονται, όμως, ικανά να διαρρήξουν κά­ ποια νεφελώματα. Κι αυτό οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι αρνητική, η εποχή ζοφερή, το τέλος ενός καθορι­ στικού για τα εθνικά πεπρωμένα αιώνα κλειστό και απολογητικό:

Η

Γυρνώ απ’ τον πόλεμο· κλεισμένο βρίσκω το σπίτι και διαβαίνω ρωτώντας πού άνοιξε το μνήμα, Και θα συμφωνούσα με την κρίση του J.Μ. Παναγιωτόπουλου σχετικά με τη συλλογή, για το επικαιρικό της έμπνευσης, την προχειρότητα των στίχων, για τη μονότονη επαναφορά μιας ντρο­ πής εξαιτίας της ήττας, κι ακόμα για το ότι δε θ’ άξιζε η συλλογή να μνημονεύεται καν, αν δεν υ­ πήρχαν κάποια ποιήματα να την περισώσουν6 αλλά όχι γ ι’ αυτό: για το αν ο ποιητής έμενε σ’ αυτή τη στάθμη του ανέμφατου και του απροχώ­ ρητου. Πιστεύω, πως αυτό το πρώτο του βήμα εί­ ναι αρκούντως σταθερό, για να τον οδηγήσει και είναι, ακόμα, μια χαρακτηριστική ένδειξη - εί­ ναι, εξάλλου, και η μόνη που διαθέτουμε - για το πώς θα εξελιχθεί, στην προσωπική περιοχή,


αφιερωμα/73 αυτή η ποίηση. Γιατί περιέχει σπερματικά τα στοιχεία εκείνα που θα συναποτελέσουν, στην ω­ ριμότητά του, τα κατακτημένα ποιητικά του διαμορφώματα: την αρμονική εκφορά του ποιητικού ρήματος, που δεν οφείλεται μόνο στο ότι είναι διαρθρωμένη σε αποδεκτούς στιχουργικούς ρυθ­ μούς μιας τονικής αυστηρότητας, αλλά και στο ότι, και μ’ όλην αυτή την τονική σχηματοποίηση, ο λόγος ακούγεται φυσικά και αποτυπώνεται αβίαστα: Αλλάξανε τα στέφανα, επήρε τα φιλιά της, τον ανθό της, μια νύχτα τη συντρόφευε και την αυγήν επήγε στρατιώτης. Αυτό δεν είναι μικρή κατόρθωση, γιατί, έτσι, με τη φυσικότητα αυτή, το περιεχόμενο υπερβαίνει τη μορφή κι έτσι μόνο μπορεί η ποίηση να λει­ τουργήσει διαχρονικά.7 Υπάρχει ακόμα εδώ, ί­ σως περισσότερο έντονα, μια αφηγηματική συνισταμένη, που επισυνάγει στον περιστροφικό της άξονα τις ποιητικές αιχμές της εκπεφρασμένης ευαισθησίας. Κι ακόμα, μια άλλη μουσική διά­ σταση που διανοίγεται στην ποίηση αυτή, είναι ο διάλογος, όπου η στίξη και η αντίστιξη καθορί­ ζουν, σύμφυτες με το περιεχόμενο, και τη «λογι­ κή» ακολουθία του ρυθμού, που εδώ υπερβαίνει το περιεχόμενο και συντάσσει την ταυτότητα της ειλικρίνειάς του. Σ’ αυτά τα στοιχεία (ίσως και σ’ άλλα ακόμα), που ακόύμπησε για πρώτη φορά η ευαισθησία του Παπαντωνίου, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε τη μονολογικήν εξομολόγηση, που χωρίς ν’ απο­ χωρίζεται από το αφηγηματικό της υπόστρωμα, απολήγει, συνήθως, σε απροσδόκητες κορυφώ­ σεις κι ακόμα - κάτι πολύ συνηθισμένο στην ω­ ριμότητά του - μια αποστροφή προς εκείνο το αντικείμενο (υπαρκτό ή ιδεατό, πραγματικό ή συμβολικό), που συνέχει με τη λυρική του μέρι­ μνα τον εσωτερικό χρόνο του ποιητή, οπότε και πάλι ο μονόλογος γίνεται στην ουσία διάλογος, που προϋποθέτει τη λαλούσα ψυχή του αντικειμέ­ νου, που τώρα περιτυλίγει με τη σιωπή του τον εξομολογητικό μονόλογο του ποιητή: Με τι κουπιά να σε περάσω, θάλασσα νύχτα, για να φτάσω στο θείο λιμάνι της αυγής; Του ύπνου γαλήνη, πώς αργείς!

στερ’ από το πρώτο του ποιητικό φανέρω­ μα, ο Παπαντωνίου σιώπησε για μεγάλο διά­ στημα. Μεσολάβησε η μετάβασή του στο Παρίσι (απ’ όπου «έστειλε» τα περίφημά του «Παρισινά γράμματα»8) και, το σημαντικότερο γεγονός, σε εθνικό επίπεδο, η επέκταση των ελληνικών συνό­

Υ

ρων, με τους βαλκανικούς πολέμους, που τόση αισιοδοξία γιόμισε τις ψυχές... Η αισιοδοξία αυ­ τή εκφράστηκε με πολλούς τρόπους από διάφο­ ρους δημιουργούς και με την ποίηση - το μεγά­ λο συνθετικό ποίημα του Παλαμά «Στη χώρα που αρματώθηκε», χαρακτηρίζει, νομίζω, επαρκώς, αυτή την εθνική ευεξία.9 Και στο μεταξύ εί­ χε ιδρυθεί ο «Εκπαιδευτικός Όμιλος», που συνιστούσε μια σοβαρή αντιμετώπιση του παιδευτι­ κού φαινομένου και του εκπαιδευτικού προβλή­ ματος της χώρας, για πρώτη φορά.10 Ή ταν μια άνοιξη, οπωσδήποτε για τον τόπο, σε πολλούς τομείς, πράγμα που δεν του επιφυλάσσει ούτε συ­ χνά ούτε για πολύ η μοίρα του. Αυτή η εθνική ορ­ μή, που παρέσυρε πολλές δημιουργικές δυνάμεις στη δική της φορά, είχε οπωσδήποτε και τις αρ­ νητικές της πλευρές και είχε, φυσικά, και τις α­ ντιδράσεις από τους κοντόφθαλμους εκείνους τους ψευδοπατριώτες, τους συνηθισμένους στη μικροψυχία μιας ξένης ελεημοσύνης. Σταθμός, οπωσδήποτε, στο χώρο της παι­ δείας, αλλά και της λογοτεχνίας για παιδιά, είναι

Τ ο σ τ ο ιχ είο τη ς ιθ α γ ένε ια ς π ρ ο σ δ ίν ει σ 5 α υτή τη ν π ο ίη σ η μια βα θύ τερ η α λή θ εια α φ ο ύ τα α ν τ ικ ρ ύ σ μ α τ ά τ η ς είν α ι π ρ α γ μ α τ ικ ά κ α ι α πα ρασ άλευτα . «Τα ψηλά βουνά», το βιβλίο, που έγινε αναγνω­ στικό για τα Ελληνόπουλα και που συντάχθηκε από επιτροπή, που την αποτελούσαν σημαντικά στελέχη του «Ομίλου»,11 ωστόσο, ήταν γραμμέ­ νο, στην ουσία, από τον Παπαντωνίου και εξέφρασε, μέσ’ από μια φυσιοκρατικήν αφετηρία, αυτή την ευεξία, που είχε δημιουργήσει η μοναδι­ κή εκείνη εθνική ανάταση του 1912. Κι όμως, αυ­ τήν ακριβώς την ευεξία και την αισιοδοξία της ε­ θνικής ψυχής αποφάσισε η ιεροεξεταστική «Επι­ τροπεία» του 1920 να κάψει δημόσια - αυτή η μίζερη και μικρόψυχη αντίληψη της ελεημοσύνης και της εξάρτησης, πού ακόμα, δυστυχώς, πιλα­ τεύει τη χώρα...12 Αν αυτά τα πράγματα θίγονται εδώ, είναι γιατί έχουν σχέση με το θέμα της μελέ­ της αυτής στο βαθμό που η αισιοδοξία εκείνη απετέλεσε αφομοιωμένο εσωτερικό γεγονός του ί­ διου του Παπαντωνίου. Είναι οπωσδήποτε αληθι­ νό ότι ο ποιητής κράτησε για την προσωπική του περιοχή την κληρονομημένη τραγικότητα της πρώτης του συλλογής (εκτός από σπάνιες εξαιρέ­ σεις), ενώ στο σχολικό του πεζογράφημα η υγεία της υπαίθρου, η φωτεινότητα των οριζόντων, η αυτοφυής ζωή των βουνών, η καθάρια φλόγα της ψυχής καταλάμπουν αυτό το υποδειγματικό από


74/αφιερωμα κάθε άποψη κείμενο - και ήταν φυσικό, αφού α­ πευθυνόταν σε παιδιά που διαπλάθονταν. Και πε­ ρισσότερο απ’ αυτό, ίσως, η αισιοδοξία αυτή κα­ ταφαίνεται στην ποιητική συλλογή «Τα χελιδό­ νια», που περιέχει, όπως επισημαίνεται στο εξώ­ φυλλο, ποιήματα για παιδιά.13 Το πόσο σημαντικά είναι αυτά τα ποιήματα έ­ χει επισημανθεί πολλές φορές και με τις κάποιες, ως συνήθως, αρνήσεις.14 Είναι ίσως η σημαντι­ κότερη ποιητική συλλογή για παιδιά που έχει γραφτεί ως τώρα, ξεπερνάει ακόμα κι εκείνην την ανεπανάληπτη του Αλέξαντρου Πάλλη «Τραγουδάκια για παιδιά» του 1889 - στην ακ­ μή του γλωσσικού αγώνα. Ο Πάλλης συχνά πα­ ραφράζει γαλλικά ή αγγλικά ποιήματα ή μύθους, έχει μιαν έγνοια για το εκφραστικό όργανο, που αποβλέπει στο να αποτυπώσει καίρια και οριστι­ κά κάποια πράγματα, βασικά για την ελληνική ψυχοσυστασία. Είναι σίγουρα η επανάσταση και είναι συνάμα η δικαίωσή της, μέσα σ’ εκείνη την παγερή ατμόσφαιρα ενός αλύγιστου λογιοτατισμού και ενός ηθικού διδακτισμού - πράγματα αλληλένδετα. Ο Παπαντωνίου έχει απελευθερω­ θεί απ’ αυτό το πλέγμα, η γλώσσα των ποιημά­ των του είναι φυσική, αβίαστη, οι ρυθμοί ευλύγι­ στοι, ανάλαφροι, τα θέματα σύμφυτα με την παι­ δική ψυχοσυστασία, περιέχουν, στην εκφορά τους, τόνους που ανταποκρίνονται καίρια στο κί­ νημά της κι αυτός είναι ο λόγος, που έχουν υπερβεί το χρόνο και εξακολουθούν να λειτουργούν γενιές και γενιές έχουν στοιχηθεί με τους ρυθμούς

Π α ρ έμ ειν ε σ το β ά θ ο ς του έν α π α ιδ ί π ου β λέπ ει α π ο ρ η μ ένο το ν κ ό σ μ ο κ α ι α γγίζει τις π ρ ω τ α ρ χ ικ έ ς μορ φ ές τη ς δ η μ ιο υ ρ γ ία ς του κ α ι α υτό το ά γγ ιγ μ α τη ς π α ρ θ εν ικ ή ς ύ λ η ς το μ ετο υ σ ιώ νει στη μόνη έκ φ ρ α σ η που μ π ο ρ εί να μετουσιω θεί, σ το σ τ ίχ ο

είναι πως αυτή η κλασικότητα που περιέχεται «δυνάμει» μέσα στα ποιήματα αυτά οφείλεται «έν πολλοΐς» σ’ ένα αίσθημα καθαρό και σε μιαν ευαισθησία που δεν έχει αλλοιωθεί από λογής επι­ δράσεις: ο Παπαντωνίου παρέμεινε στο βάθος του ένα παιδί που βλέπει απορημένο και κατά­ πληκτο το θαύμα του κόσμου και αγγίζει τις πρω­ ταρχικές μορφές της δημιουργίας του με τα τρυ­ φερά του χέρια, κι αυτό το άγγιγμα της παρθενι­ κής ύλης το μετουσιώνει στη μόνη έκφραση που μπορεί να μετουσιωθεί, στο στίχο και στην αρμο­ νία και στο ρυθμό: Θε μου, δώσε μου τη χάρη να ’χω δυο άσπρα περιστέρια, να τους δίνω εδώ στα χέρια το νερό και το σιτάρι! Αυτή η μουσική, που συνέχει τον παλμό του ποιη­ τή στο αντίκρυσμα του κόσμου και του ανθρώ­ που, ξεκινά από τη βαθιάν ιερότητα που ενστα­ λάζει, σ’ εκείνους που προσδέχονται την αλήθεια της, η φύση και η καλοσύνη του παντός και που ακούν το μίλημα και το στοχασμό, την ψυχή και τον παλμό τόυ ήλιου και του φεγγαριού, του νε­ ρού και της γης και του αγέρα, του δέντρου του ζώου, του σύννεφου και της βροχής, της πέτρας, του φύλλου που πέφτει, του λουλουδιού που χα­ μογελά, του καρπού που κλείνει μέσα του το σπέρμα του φωτός, του πουλιού που κελαδεί και σπαράζει στο γκρέμισμα της φωλιάς του, του δά­ σους που θροεί και στοχάζεται, του εντόμου, του χρώματος, του ταπεινού χόρτου και του μεγαλό­ πρεπου βράχου, αλλά και τη λαχτάρα του παι­ διού, το βαθύ του καημό, τα όνειρά του, τον παλ­ μό του πατέρα, τη στοργή της μάνας, την έγνοια και τον καημό και το νόστο, τη χαρά και τη λύ­ πη, όλα όσα συνέχουν και υποβαστάζουν, ως «κοινό έδαφος», τη βαθύτερην υπόστασην εκεί­ νων που περιβάλλουν την ποίηση και που ο ποιη­ τής είναι συνάμα και ένας απ’ αυτούς και η συνισταμένη τους. Τα «Χελιδόνια» είν’ ένας κόσμος καθαρός, αθώος, μια πηγή και μια αρχή, μια πρωτογενής πλάση και ξαναδημιουργημένη φύ­ ση, όπως τη βλέπει και τη ζει το παιδί:

κ α ι σ τη ν α ρ μ ο ν ία κ α ι σ το ρυθμό. τους: από τότε, που κάποια απ’ αυτά είχαν ενσω­ ματωθεί στο κείμενο του σχολικού εγχειριδίου,15 δεν έπαψαν (και μ’ όλη την καταδίκη της «Επι­ τροπείας»), να καταχωρίζονται στα σχολικά α­ ναγνώσματα ως σήμερα ακόμα και, φαντάζομαι, δε θα σταματήσουν και στο μέλλον, εφόσον το αισθητήριο εκείνων που συντάσσουν βιβλία για σχολική χρήση λειτουργεί σωστά και όχι εγω­ κεντρικά. Δε θέλω να επιμείνω στη συλλογή αυτή, εκεί­ νο, ωστόσο, που θα πρέπει ίσως να επισημανθεί

Τον καρπό ήλιε, ήλιε μου, το θέρο χάρισέ μας, σαν το δέντρο ανάστησέ μας!16

μως, ο ποιητής, όπως αναφέρθηκε προηγου­ μένως, ζει την τραγικότητά του με το δικό του τρόπο, ο κόσμος που εκφράζει είναι ένας κό­ σμος φθοράς στην αντικειμενική του σύσταση κι ένας κόσμος οδύνης στην προσωπική περιοχή. «Πολλοί ’ναι οι δρόμοι πώχει ο νους», κατά το

Ο


αφιερωμα/75 σολωμικό στίχο, και πολλοί είναι οι τρόποι, που μ’ αυτούς η ποίηση αποτυπώνει την ευαισθησία της. Ο Παπαντωνίου, μέσ’ από τους οικουμενι­ κούς δρόμους της, μπόρεσε να διαπλέξει τον ι­ στό του λυρισμού του σε στηρίγματα, που, όσο κι αν η διάγνωσή τους μαρτυρεί την ξένην αφετηρία τους, δεν παύουν να παρέχουν επαρκή στήριξη σ’ αυτόν. Και, βέβαια, η μουσικότητα, που μέσ’ απ’ αυτήν διαμορφώνονται οι ρηματικές του απολή­ ξεις, αποδίδει στο κοινό αίσθημα τον αφομοιω­ μένο προσωπικό ρυθμό. Οι «Πεζοί ρυθμοί» απο­ τελούν μια μοναδική, για την περίπτωσή τους, δημιουργία, που μπορεί, βέβαια, να ερμηνευθεί α­ πό την επίδραση, ενδεχομένως, ενός μπωντλαιρικού ποιητικού τρόπου, αν μάλιστα σκεφτούμε πως γράφτηκαν στο Παρίσι, ωστόσο η μοναδικότητά τους παραμένει αξιοσημείωτο γεγονός. Σε μιαν εποχή, που η αυστηρή στιχουργική μορφή είχε περιαγάγει την ποιητικήν έκφραση σε μιαν απόλυτην αξία και είχε καθιερώσει με την επιβο­ λή της την ποιητική φυσιογνωμία του τόπου, κα­ τά κάποιο τρόπο, παρεκκλίσεις όπως αυτή των «Πεζών ρυθμών» θεωρούνται οπωσδήποτε αιρε­ τικές.17 Ο Παπαντωνίου τόλμησε τότε μια τομή, που προσδιόρισε καίρια ένα μέλλον. Βέβαια, δεν επανήλθε σ’ αυτήν - εξάλλου οι μοναδικότητες δεν επαναλαμβάνονται. Όμως, αυτή η ανειμένη μορφή του έδωσε τα μέσα να εκφράσει τις βαθύ­ τερες κινήσεις του ενδιαθέτου ελευθεριότερα και φωνητικότερα. Γιατί εδώ ο ρυθμός δεν βαδίζει πάνω σε μια τονική διαδοχή (όπως, για παρά­ δειγμα, στην «Πεταλούδα» του Βλαχογιάννη, ό­ που η προσπάθεια για μια στιχουργημένη πρόζα εξοντώνει το περιεχόμενο), αλλά η μουσική ανα­ δύεται μέσ’ από την ουσία των λέξεων και μέσ’ α­ πό τη συμφραστική διαπλοκή τους, έχει το χαρα­ κτήρα μιας εσωτερικότητας και όχι τον εξωτερι­ κό διάκοσμο μιας εκζήτησης. Ύστερα, λοιπόν, από την ανωριμότητα της πρώτης του συλλογής, που του κληρονόμησε, μέσ’ από τους αφελείς, έστω, ρυθμούς της, την τραγικότητα (μια τραγικότητα που είναι σύμφυτη στην ελληνική ιδιοσυγκρασία) και αφού μεσολά­ βησε ένα πολύ μεγάλο διάστημα επεξεργασίας, που μπορούμε να το εικάσουμε με βεβαιότητα, έρχονται στο χώρο της λυρικής κοινοκτημοσύ­ νης αυτού οι ρυθμοί, με τη σεμνοπρέπεια μιας α­ κολουθίας και την επιβολή μιας καθεδρικής. Δεν παραβλέπω το γεγονός ότι σ’ αυτά τα οικουμενι­ κά ποιήματα υπάρχει αρκετή «δυτική» σκιερότητα (obscurite), ωστόσο, η φωτεινή λάμψη του ελ­ ληνικού ουρανού νομίζω πως μπορεί να καλύψει αυτήν την αφετηρία: Ενώ σάλευεν ακόμα τη δύναμή του ο πλά­ τανος και το πράσινό του ήταν σαν καμπάνα της χαράς που χτυπά στο διάστημα, τα στρογγυλά σύννεφα του φθινοπώρου υψώθη­

καν ακίνητα στον ορίζοντα - και τον κοίταξαν. Ο σταθερός άξονας σ’ αυτή την ποίηση είναι η φύση (πράγμα, εξάλλου, κοινό στην ποίηση, γενι­ κά, εκείνων των καιρών) κι αυτό δεν είναι μόνο μια ποιητική ανάγκη, με την έννοια πως εκεί η ποίηση βρίσκει αντιστοιχίες και βιώσιμες εκφρά­ σεις. Η ανάγκη αυτή μορφοποιείται στο μέτρο που ένας ανθρωποκεντρικός συνταυτισμός απαι­ τεί την εξωτερίκευσή του μέσ’ από μια παραμόνιμην αξία. Ακόμα η κοινωνία, ως αξία, δεν είχε α­ φομοιωθεί από τον εξατομικευμένο λυρισμό, για

Σε μ ια ν επ ο χ ή π ο υ η α υσ τηρ ή σ τ ιχ ο υ ρ γ ικ ή μορφ ή είχ ε π ερ ια γ ά γ ει τη ν π ο ιη τικ ή έκ φ ρ α σ η σε μ ιαν α π ό λ υ τη α ξ ία κ α ι είχ ε κ α θ ιε ρ ώ σ ει με τη ν επ ιβ ο λ ή τ η ς τη ν π ο ιη τικ ή φυ σ ιο γν ω μ ία το υ τό π ο υ , π α ρ ε κ κ λ ίσ ε ις ό π ω ς α υ τές τω ν Π εζώ ν ρυθμ ώ ν θ εω ρ ο ύ ντα ι ο π ω σ δ ή π ο τ ε α ιρ ετ ικ ές. ν’ αποδοθεί στο κοινό αίσθημα, και μ’ όλες τις σποραδικές αιχμές - η ρωγμή ήρθε με την ποίη­ ση του Καρυωτάκη. Έτσι, μέσ’ από τη φύση εκ­ φράζονται οι δρόμοι των αισθημάτων, των σκέ­ ψεων, των αντιμετωπίσεων και των προσεγγίσε­ ων. Οι «Πεζοί ρυθμοί» και όπου ακόμα περιέχουν κάποια κοινωνικά ή μεταφυσικά αντικρύσματα (όπως, για παράδειγμα, στα ποιήματα «Θάνατος αρχαίου θεού» [σελ. 31] - μια θαυμαστή στη σύλληψη και στην απόδοσή της αντίθεση της αιωνιότητας του ανθρώπου και της θνητότητας του Θεού, «Εργάτες», [σελ. 35] - μια συγκινητι­ κή, για τη μέθεξή της, κατανόηση, ή, «Καλογεράκι» [σελ. 80] - μια σπαραχτική μεταφυσική της σάρκας), δεν παύουν ν’ ακουμπούν πάνω στην αρχέτυπη φύση και μ’ αυτήν να λειτουρ­ γούν. Οι επιμερισμοί του θεματολογικού υλικού υπακούουν σε μιαν ακολουθία - θέλω να πω, υ­ πάρχει ενότητα στη συλλογή, κι αυτή η βαθιά με­ λαγχολία και θλίψη, που αναδύεται από κάθε γραμμή και κάθε λέξη είναι η μουσική υπόκρου­ ση των λυρικών αποτυπωμάτων: Μόλις πλαγιάσουν τα πουλιά στα λίκνα των κλαριών και το δάσος βυθιστεί στους συλλογισμούς του - οι ψυχές κατεβαίνουν στη μαύρη ρεματιά και πάνε στη βρύση των λυγμών να γεμίσουν -


η επισημότητα του ρυθμού συγκρατεί σ’ ένα επί­ πεδο και ελέγχει τους παλμούς. Η εγκαρτέρηση, ένας στωικισμός της αγωνίας, η παραδοχή του κόσμου και των πεπρωμένων του, η ανάταση προς έναν Κύριο ευσπλαχνικό, μειλίχιο και ανταποδότη, μια οικείωση και μια συμφιλίωση με τον πόνο και το θάνατο, μια μεταμέλεια για κείνα που δεν πραγματοποιήθηκαν ή γι’ αυτά που μπή­ καν σε μια λανθασμένη προοπτική, μια λαχτάρα για ζωή, που, ωστόσο, χάθηκε μέσ’ από τα δά­ χτυλα της απερισκεψίας, η μεταφυσική των όντων και των πραγμάτων και η κατανόηση και συμπάθεια προς ό,τι υποφέρει και αγωνίζεται και προσδοκά, και, τέλος, η επίγνωση της άφευκτης

Τ α θεία δ ώ ρ α κ ω δ ικ ο π ο ιο ύ ν ό λα εκ είν α τα λ υ ρ ικ ά μ ο ρ φ ώ μ α τα π ου η π ρο η γούμ ενη ε π ιλ ε κ τ ικ ό τ η τ α είχε εν τά ξ ει σ το π ο ιη τικ ό σ υ νειδ ός. φθοράς και του τέρματος, συνθέτουν αυτή τη θε­ ματική και τη συναπεργάζονται μ’ ένα εκφραστι­ κό όργανο σύμφυτο στις κινήσεις του ενδιαθέτου, αρκετά προχωρημένου, νομίζω, για την εποχή. Η δεκαετία του ’20 έδωσε ένα καίριο στίγμα προσα­ νατολισμού στη νεότερη λογοτεχνία μας.

ε θα σταθώ στο ποιητικό θεατρικό έργο του Παπαντωνίου «Ο όρκος του πεθαμένου» (που τόσο επικρίθηκε πάλι από τον Φώτο Πολίτη18) και μ’ όλο που σε μια θεώρηση της ποίησής του η προσέγγιση κι αυτού του είδους θα ήταν απαραίτητη. Τόσο μόνο, ότι σ’ αυτή τη δρα­ ματική μεταφορά της γνωστής παραλογής «Του νεκρού αδερφού» (που είναι, ίσως, η κορύφωση της δημοτικής μας ποίησης), ο ποιητής, και μ’ ό­ λο που η τελείωση της αρχέτυπης μορφής είναι δεδομένη, τόλμησε αυτή την επαναπροσέγγιση. Ενδεχομένως το εγχείρημα ν’ απέτυχε, δείχνει, ό­ μως, ότι η αξιοποίηση των θησαυρών του λαϊκού μας πολιτισμού - κατά το σχήμα του αττικού δράματος, ενδεχομένως - παραμένει ένα αίτη­ μα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.19 Και πι­ στεύω, μολαταύτα, ότι η βέβαιη ποίηση που υ­ πάρχει στο έργο, το διασώζει «έν πολλοϊς». Όμως το αποκορύφωμα του λυρισμού του Πα­ παντωνίου ήρθε ύστερ’ από μια δεκαετία σχεδόν από τους «Πεζούς ρυθμούς». Η ποιητική του

Δ

συλλογή «Τα θεία δώρα» κωδικοποιούν, κατά κάποιο τρόπο, όλα εκείνα τα λυρικά μορφώμα­ τα, που η προηγούμενη επιλεκτικότητα είχε εντά­ ξει στο ποιητικό συνειδός. Κι από την άποψη αυ­ τή είναι σημαντικό το γεγονός ότι η συλλογή, και μ’ όλη την αυστηρότητα των μέτρων και των στιχουργικών μορφών, ακόμα και στις παρεκκλί­ σεις από τον ίαμβο (που συνιστά το κύριο ρυθμι­ κό βήμα της συλλογής, επομένως και το πιο «ειωθός») έχει μιαν εκφορά φυσική και άμεση, μιαν απλότητα, που ακουμπά απεριδεήτως στα πράγματα και στα περιστατικά. Όμως, εδώ, υ­ πάρχει κι ένα άλλο στοιχείο, που αν στις προη­ γούμενες συλλογές λειτουργούσε ως ένα οιονεί υ­ πόστρωμα, σ’ αυτήν η επιφάνειά του είναι χαρα­ κτηριστική. Είναι το στοιχείο της ιθαγένειας, που προσδίνει σ’ αυτή την ποίηση μια βαθύτερην αλή­ θεια, αφού τα αντικρύσματά της είναι πραγματι­ κά και απαρασάλευτα. Ο Παπαντωνίου, αυτός ο λεπταίσθητος Ευρωπαίος, ο κοσμοπολίτης και ο τεχνοκριτικός, που οι θεωρήσεις του έχουν έναν οικουμενικό χαρακτήρα, ο μανιακός της στίξης και της κομψότητας, παρέμεινε στο βάθος του έ­ νας ατόφιος Ρουμελιώτης (και μάλιστα απ’ την καρδιά της Ρούμελης). Τα ποιήματα που ακουμπούν σ’ αυτό το ιθαγενές στοιχείο είναι και τα περισσότερο ανθεκτικά στις βολές του χρόνου και διαγράφουν, κατά κάποιο τρόπο, το πλαίσιο της λυρικής του ενδοχώρας. Ποιήματα όπως, «Το τραγούδι της μάνας μου» (που ο ρυθμός του, χορευτικός, ξετυλίγεται μ’ έναν επωδικό στίχο σε κάθε στροφή σε μιαν αρμονικήν εναλλαγή), ό­ πως και στο «δημοτικό τραγούδι», «Πικρό τρα­ γουδάκι» (όπου ο χώρος δεν εντοπίζεται άμεσα, όμως υπονοείται αβίαστα), «Ο γεροβοσκός» (ένα συμπυκνωμένο βίωμα και μια θαυμαστή αλληγο­ ρία, που με τη λαϊκή της εκφορά γίνεται αφοπλι­ στική) «Ειδύλλιο» (ένα ποίημα ολωσδιόλου καββαλιστικό στην εικονογραφική του παραστατι­ κότητα), «Τα τρελά πουλιά» (μια πληγωμένη μνήμη και μια εξομολόγηση «ένώπιος ένωπίφ») «Σερενάδα στο παράθυρο του σοφού» (το ποίημα του αυτοσαρκασμού και της πικρής εμπειρίας α­ πό τη λανθασμένη αντιμετώπιση μιας ολόκληρης ζωής), «Ρούμελη» (το κατ’ εξοχήν ποίημα μιας ματωμένης νοσταλγίας για τον γενέθλιο τόπο), και, φυσικά, το εκπληκτικό εκείνο παράφρασμα «Η γριά η βαβά μ’» (το περισσότερο «ρουμελιώ­ τικο» ποίημα του Παπαντωνίου, όπου η δύναμη του ιδιώματος, χρησιμοποιημένου αριστοτεχνι­ κά, αποδεικνύεται ακαταμάχητη), αναδίνουν εί­ τε με τον αυτοσαρκασμό και την αυτοειρωνεία τους είτε με μιαν ανερμήνευτη παραδοξολογία εί­ τε μ’ έναν βαθύ σπαραγμό, εκείνη τη ζεστή πνοή που περιτυλίγει τη συναπεργάζουσα λέξη με την προσωπική μυθολογία ενός ανθρώπου ριζωμένου στο βράχο της πατρίδας του και την ίδια στιγμή περιδινούμενου από τον άνεμο της φυγής στα


αφιερωμα/77 τέσσερα σημεία του οικουμενικού ορίζοντα. Βέβαια, η συλλογή περιέχει και πολλές ακόμα λυρικές απολήξεις, περιέχει το πολύ σημαντικό ποίημα «Το ταξίδι», που η ιθαγένεια του είναι επί­ σης οικουμενική και συνάμα πατριδογραφική, και όπου υποφώσκει μια ιδέα υπέρλογου, κι ακό­ μα το μουσικότατο ποίημα «Το νερό» σαν αγάπη καθρεφτίζω και στοχάζομαι σα νους την «Προσευχή του ταπεινού», όπου σ’ αυτό κλείνεται και συνάμα ανοίγεται όλος ο εσωτερι­ κός ορίζοντας του Παπαντωνίου, μια εξομολόγη­ ση και μια συγκλονιστική στην απλότητά της παραδοχή:

Σημειώσεις 1. Συνήθως αναγράφεται ως χρονολογία έκδοσης το 1932 (βλ. λ.χ. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, Τα πρόσωπα και τα κείμενα, Α', 1943, σελ. 135). Μπορεί να κυκλοφόρησε τη χρονιά αυ­ τή, γιατί τυπώθηκε το Δεκέμβρη του 1931, όπως αναγράφε­ ται στον κολοφώνα, ωστόσο, η ίδια η μαρτυρία των στοι­ χείων της έκδοσης απαιτούν τη σωστή αναγραφή. 2. Και όχι μόνο αυτοί: ο Απόστολος Μελαχρινός και ο Τέλλος Άγρας, για παράδειγμα, έχουν πολύ λίγη σχετικά πο­ σότητα ποιητικού έργου. 3. Λάμπρου Πορφύρα, «Μουσικές φωνές», Αθήνα 1934, σελ. 20. 4. Βλ. την καίρια παρατήρηση του Παπαντωνίου για τη γλώσ­ σα του Κάλβου: «Μα ο Κάλβος θα μπορούσε να μας απα­ ντήσει: «Τα γραμματικά και συντακτικά μου λάθη είναι οι μουσικοί μου φθόγγοι» (Ζ. Παπαντωνίου, Κριτικά, Αθήνα 1966, σελ. 37). 5. Αυτό, ωστόσο, το επισημαίνει ο ίδιος ο Παπαντωνίου, με βαθύτατη συναίσθηση ευθύνης, γράφοντας για τα «Αντί­ φωνα» του Μαλακάση: «"Τα Αντίφωνα" βρίθουν από ευ­ χάριστα στιχουργικά "εφφέ”, από ηχηρότητα και λάμ­ ψεις. Είναι ένα έργο καθαρά τεχνοτροπικό και με πολλή ε­ πίδειξη decandantisme. Έχει εκζητήσεις και επιδείξεις, α­ πό αδυναμία να έχει τις ιδέες και τις εικόνες, που θα έκα­ ναν το θέμα του γενικό και ανθρώπινο» (ό. π. σελ. 67). Νο­ μίζω πως εκείνος που έχει συνειδητοποιήσει αυτή την κα­ τάσταση, δεν είναι δυνατόν να την επαναλάβει στην προ­ σωπική του περιοχή. Εξάλλου, η ίδια η ποίησή του το επιβεβαιώνει. 6. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου, ό. π., σελ. 141. Η κριτική αυτή εί­ ναι λίγο μεμψίμοιρη, ο Ι.Μ. Π,, ωστόσο, ύστερ’ από αρκε­ τά χρόνια, προλογίζοντας τα «Διηγήματα» του Παπαντω­ νίου, τα «Ταξίδια» του ή τα «Παρισινά γράμματα», είναι ανεπιφύλακτα θετικός απέναντι στο Ρουμελιώτη πνευματι­ κό δημιουργό. Έχει ο καιρός γυρίσματα... 7. Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και πολύπλοκο - απαιτεί ξεχω-, ριστή μελέτη. Ωστόσο, είναι μια πραγματικότητα και μια αλήθεια. Κατά τον τρόπο του Ομήρου δε γράφουμε πια (η «Οδύσσεια» του Καζαντζάκη είναι ένα σκέτο φληνάφημα), όμως ο Όμηρος εξακολουθεί να είναι ο Ποιητής καιη ποί­ ησή του ως σήμερα αξεπέραστη. Ποιό είναι το μυστικό αυ­ τής της διαχρονικότητας, φυσικά, δε θα μας το πουν οι φι­ λόλογοι και οι σχολαστικοί των αναλύσεων και των λεξι8. Εκδόθηκαν μεταθανάτια, το 1956. 9. Στη συλλογή του «Η πολιτεία και η μοναξιά», Αθήνα, Ι.Ν. Σιδέρης,*1 23 91922, σελ. 182. Αναφέρεται στον πρώτο βαλκα­ 8 7 6 5 4 νικό πόλεμο, όταν τα βαλκανικά κράτη είχαν συμμαχήσει εναντίον της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Σ ’ ευχαριστώ για τα βουνά και για τους κάμπους που είδα, όμως, όλ’ αυτά (και άλλα ακόμα, φυσικά) επιση­ μαίνουν και υπογραμμίζουν τη λυρική πατριδο­ γραφία του Ρουμελιώτη και του Καρπενησιώτη, ι­ διαίτερα. Ο Παπαντωνίου έδωσε με τη συλλογή του αυτή την πεμπτουσία της ποιητικής του ιδιοσυγκρα­ σίας, το λογικό του συναίσθημα και το συγκινη­ σιακό του λογισμό. Επέστρεψε τα «θεία δώρα» της ποίησης σ’ εκείνον που του τα πρόσφερε «τά σά έκ τών σών». Και στη λειτουργία αυτή, ο ταπεινός ιερέας του στίχου μεταμορφώθηκε σε άγγελο του φωτός. Ας του αναγνωρίσουμε αυτή τη μεταμόρφωση. 10. Βλ. το καταστατικό του «Ομίλου», στο «Δελτίο του Εκπαι­ δευτικού Ομίλου», αρ. Α' (Ιανουάριος 1911, σελ. 5-6), αλ­ λά και σε άλλα τεύχη. 11. Ήταν οι: Αλέξανδρος Δελμούζος, Παύλος Νιρβάνας, Α.Μ. Ανδρεάδης, Δημήτρης Γληνός, Ζαχαρίας Παπα­ ντωνίου. 12. Βλ. σχετικά, «Έκθεσις της επιτροπείας της διορισθείσης προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχολείων», εν Αθήναις 1921. Βλ. ακόμα, Μ. Τριανταφυλλίδη, Πριν καούν. Η αλήθεια για τ' Αναγνωστικά του Δημο­ τικού, Αθήνα 1921. 13. Τα ποιήματα κυκλοφόρησαν και τό 1931 με τον τίτλο «Παι­ δικά τραγούδια και με τα ονόματα του ποιητή και του μου­ σουργού Γ. Λαμπελέτ και με αλλαγές: αφαιρέθηκαν τα ποιήματα, «Τα ευζωνάκια» (συρτός), σελ. 33 και «Σκρα», σελ. 34, και προστέθηκαν τα, «Η πλουμιστή πεταλούδα» (χορός κοριτσιών), σελ. 3, «Ο γεροπλάτανος» (βήμα), σελ. 4, «Η φωνακλού όρνιθα», σελ. 6, «Ο καλός αφέντης», σελ. 36. Από τη «Μουσική» λείπουν «Το τσιριτρό», σελ. 62, «Τα ευζωνάκια» (συρτός), σελ. 82 και έχουν προστεθεί τα, «Η πλουμιστή πεταλούδα» (χορός κοριτσιών), σελ. 57. «Ο γέρο πλάτανος» (χρόνος βηματισμού), σελ. 59, «Τώρα μα­ γιά, τώρα δροσιά» (χορός-δημοτικός) (!). Η σειρά των ποι­ ημάτων έχει αλλάξει ριζικά από την έκδοση του 1920, τόσο στο κύριο σώμα όσο και στους «Μύθους» (σελ. 40-50 και 43-53 αντίστοιχα). Στο τμήμα της μουσικής οι αλλαγές εί­ ναι πολύ λίγες. 14. Βλ. Φώτου Πολίτη, Επιλογή κριτικών άρθρων, τ., Γ', φιλο­ λογική επιμέλεια Ν. Πολίτη, Ίκαρος 1983, σελ. 72-74. 15. Είναι τα ποιήματα: «Το τσιριτρό», «Ο κόκορας», «Η κατάρα του πεύκου» (που μάλιστα αποτελεί ιδιαίτερο κεφά­ λαιο του βιβλίου). 16. Μεγάλο μέρος των ποιημάτων έχει μελοποιήσει ο Γεώργιος Λαμπελέτ και τραγουδιώνται (ακόμα και σήμερα) από τα παιδιά. Η μουσική φέρνει την ποίηση οπωσδήποτε πιο κο­ ντά στην ψυχή, και στα παιδιά δημιουργεί ευάρεστες ψυχο­ λογικές καταστάσεις. 17. Βλ. επίσης, Φώτου Πολίτη, Επιλογή κριτικών άρθρων, ό. π. τ. Γ , σελ. 120-123. 18. Βλ. ξανά, Φώτου Πολίτη, Εκλογή από το έργο του. Είκοσι χρόνια κριτικής, τ. Β', 1927-1934, «Εστία», 1938, σελ. 65-72. Τελικά, ο Φώτος Πολίτης ήταν ένας πνευματικός διώκτης του Παπαντωνίου, αλλά φαίνεται πως δε γλίτωσε ούτε από τον αδερφό του Λίνο Πολίτη, που στην «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του (Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., 1978) αγνοεί τον Παπαντωνίου ως ποιητή, ενώ ασχολείται , με ασήμαντους Θεσσαλονικείς! 19. Ο Γιώργος Θεοτοκάς, ίσως από επήρεια των υποδείξεων του Φώτου Πολίτη στο αναφερόμενο άρθρο, δραματοποίησε το δημοτικό τραγούδι (παραλογή) «Του Μαυριανού και της αδερφής του», δίνοντας τίτλο στο έργο «Το παιχνίδι της τρέλλας και της φρονιμάδας».


Λουίζα Κακίση-Παναγοπούλου

Μερικές κριτικές θεωρήσεις του Ζαχαρία για την Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου είναι ένας λογοτέχνης που χαρακτηρίζεται από μία πολλαπλότητα: ποιητής και διηγηματογράφος και χρονογράφος, θεατρι­ κός συγγραφέας, τεχνοκρίτης και μουσικολόγος. Έγινε καθηγητής στην «Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών», όπου δίδαξε Ιστορία της Τέχνης, Διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης και Ακαδημαϊκός. τα περιορισμένα πλαίσια ενός άρθρου δεν εί­ ναι δυνατόν να αναφερθούμε διεξοδικά στο εκτεταμένο τεχνοκριτικό του έργο, το διασκορ­ πισμένο σε βιβλία, αλλά και σε περιοδικά και ε­ φημερίδες της εποχής. Έτσι προτιμήσαμε να α­ σχοληθούμε με κάποια κριτικά δοκίμια του Πα­ παντωνίου για την Τέχνη, που έχουν εκδοθεί συ­ γκεντρωμένα στον τόμο «Κριτικά», με επιμέλεια του καθηγητή Φαίδωνος Κ. Μπουμπουλίδου,1 χωρίς ωστόσο να παραβλέπουμε και το γεγονός, που επισημαίνει ο επιμελητής της έκδοσης αυ­ τής: «Για να κριθή αντικειμενικά, να εκτιμηθή, όπως ταιριάζει, και να αξιολογηθή το κριτικό έρ­ γο του Ζαχ. Παπαντωνίου, είναι ανάγκη να συ­ γκεντρωθούν και να εκδοθούν όλα τα σχετικά δημοσιεύματά του, ώστε να γίνουν γνωστές οι γενικώτερες αισθητικές του αναζητήσεις και ο τρό­ πος με τον οποίο αντιμετώπιζε τα θέματά του [...] Ο Ζαχ. Παπαντωνίου αποδεικνύεται ευσυνείδη­ τος μελετητής των έργων, τα οποία κρίνει, γνώ­ στης των κυριωτέρων βοηθημάτων, που υπάρ­ χουν στην εποχή του γΓ αυτά, και ικανός εκτιμη­ τής της αξίας τους, ο κυρίως αισθητικός των έρ­ γων, που εξετάζει, κινημένος περισσότερο από την αγάπη γΓ αυτά παρά από την άρνηση».2

Σ

Τον Ιανουάριο του 1920, σε τρία συνεχόμενα άρθρα του, στην εφημερίδα «Πατρίς», με τίτλο «Η τέχνη του Παρθένη», ο Παπαντωνίου εκτιμά το έργο του γνωστού ζωγράφου,3 κάνοντας, με την ευκαιρία, σημαντικές αισθητικές παρατηρή­ σεις: «Μια ζωγραφική που μας λέγει βαθύτερα πράγματα είναι συνήθως διατάραξις των συνη­ θειών της οράσεως. Τούτο είναι αλήθεια αρκετά παλαιό. Το κοινόν δυσκόλως δέχεται να του διαταράξουν τας οπτικός συνήθειας. Εννοεί να τας συντηρήση, όπως κάθε τι που απέκτησε. Και εις τας εκθέσεις ακόμη της τέχνης πηγαίνει όχι με την περιέργειαν να εύρη ένα νέον καλλιτεχνικόν πνεύμα, όχι να κάμη την ευγενεστάτην αυτήν α­ νακάλυψης αλλά κυρίως δια να πεισθή ότι δεν διεταράχθησαν αι οπτικαί του συνήθειαι. Είναι ό­ μως δυνατόν να πείθεται περί αυτού επ’ άπειρον; Βεβαίως όχι. Θα συμβή να συναντήση έργα τέ­ χνης που του αρνούνται αυτάς τας συνήθειας, διότι εκφράζουν με ένα αισθητικόν τρόπον μίαν δυνατήν ατομικότητα4 [...] Η δυναμικότης του Παρθένη συντρίβει τους κανόνας της στατικής αυτής τέχνης, δηλαδή το γλυπτικόν σχέδιον, το περίγραμμα, ό,τι αυστηρόν και απόλυτον εδημιούργησεν η Ακαδημαϊκή ζωγραφική, μελετώσα


αφιερωμα/79

Παπαντωνίου τέχνη την αρχαίαν γλυπτικήν [...] Θέλει να είναι ελεύθε­ ρος, και ως κήρυγμα της ελευθερίας έχει το ατο­ μικόν σχέδιόν του. [...] Αλλ’ όπως κάθε άϋλον δεν είναι δυνατόν να υπάρξη παρά με θυσίαν του υλικού, και αι μορφαί του Παρθένη σχηματίζο­ νται με θυσίαν των υλικών μορφών. [...] Είναι καλλιτέχνης με εσωτερικόν κόσμον, ισχυρόν και αυτάρκη, ικανόν να μεταβάλη μερικάς συνή­ θειας του εξωτερικού κόσμου.5 Είναι ζωγράφος, ο οποίος βλέπει ιδέας, όπως ημείς βλέπομεν μορφάς. Τα ιδέας αυτάς ξεύρει να τας μορφοποιή δια μιας τεχνικής, η οποία είναι έργον μακράς μελέ­ της, εργασίας και σκέψεως. Η τεχνική αυτή δεν αγνοεί τίποτε από τον εξωτερικόν κόσμον, όσον και αν ημείς νομίζομεν το εναντίον, αλλά μόνον δημιουργεί και κυριαρχεί επί του εξωτερικού κόσμου.6 Και προσπαθώντας να εξηγήσει την αφαίρεση και τον συμβολισμό του Παρθένη επισημαίνει: «Είναι απολύτως εύκολον να εννοήσωμεν ότι οι δυναμικοί καλλιτέχναι, μέσα εις την ορμήν με την οποίαν φεύγουν προς το άπειρον, παρασύ­ ρουν και καταστρέφουν φυσικός και καθιερωμέ­ νος μορφάς.7 [...] Το έργον του Παρθένη είναι μία νίκη της αισθητικής αξίας, της ηθικής αξίας, επί της φύσεως. Ο καλλιτέχνης εσκέφθη. Και βέ­ βαια ολίγοι Έλληνες εσκέφθησαν όσον αυτός. Ο εσωτερικός του κόσμος είναι δημιουργία ατάρα­ χος και αυτοεπαρκούσα, η οποία δια της τέχνης του προσφέρει προς την φύσιν πολύ περισσότερα παρ’ όσα λαμβάνει από αυτήν. Ο Παρθένης είναι δημιουργός ιδεών.8 [...] Και ο Κ. Παρθένης έχει τους προγόνους του. Πρόγονοί του είναι όλοι οι

καλλιτέχναι, όσοι ηρνήθησαν να αντιγράψουν την φύσιν και εδέχθησαν μόνον να ερμηνευθούν με αυτήν. Οι άνθρωποι αυτοί, Αιγύπτιοι, Πέρσαι, αρχαϊκοί Έλληνες, Βυζαντινοί, πριμιτίφ της Ιτα­ λίας, μικρογράφοι Ιάπωνες σχεδιασταί, είναι οι συναισθηματικοί των αιώνων. Η φυσική ομορ­ φιά, καθ’ εαυτήν, ως σκοπός δεν τους είπε τίπο­ τε. Η ηθική ομορφιά τους απησχόλησε. Την τέ­ χνην την μετεχειρίσθησαν δια να λύσουν τους λο­ γαριασμούς των με την ψυχήν των.9 [...] Ο ο­ φθαλμός του Παρθένη βλέπει προς τον νοητόν κόσμον, όπως ο ιδικός μας εις τον φυσικόν. Εί­ ναι ενορατικός.10 [...] Δια να αποδοθεί η εσωτε­ ρική όρασις ενός ζωγράφου χρειάζεται μία εσω­ τερική αρμονία, η οποία να υποτάξη και να οδηγήση όλα τα φυσικά στοιχεία εις τον πίνακα. Χρώμα, προοπτική και κάθε άλλη φυσική αλή­ θεια πρέπει να υπακούσουν εις αυτήν την δύναμιν, που έρχεται από τον εσωτερικόν κόσμον του ζωγράφου με τας ιδικάς της αλήθειας, τα ιδικά της αξιώματα, την ιδικήν της γραμμήν, το ιδικόν της φως.11 [...] Η τέχνη δεν έχει σκοπόν να μιμηθή απλώς, να επιβεβαιώση την φυσικήν αξίαν, να μας δώση τους ανθρώπους που βλέπομεν και τα τοπία που διατρέχομεν. Η υποχρέωσίς της είναι να μας δώση τους ανθρώπους και τα τοπία, όπως τα αισθάνεται και τα σκέπτεται ο δημιουργός καλλιτέχνης. Να δημιουργήση δηλαδή η τέχνη ι-

Ω σ τό σ ο κ α ι σ τη ν π ερ ίπ τω σ η το υ Π α π α ν τω ν ίο υ κ α ι σ χ ε τ ικ ά με τις κ ρ ιτ ικ έ ς το υ , δ εν έλ ειψ α ν οι α ν τ ιδ ρ ά σ ε ις κ α ι οι α ν τ ιδ ικ ίε ς. δίαν αξίαν12 [...] Υπάρχει η τέχνη, η οποία έλκει τας συγκινήσεις της από την φύσιν: Η περιγραφι­ κή. Υπάρχει όμως και άλλη τέχνη, η οποία επι­ βάλλει εις την φύσιν τας ιδικάς της συγκινήσεις: Η συναισθηματική. Την δευτέραν αυτήν τέχνην ελάτρευσε και ετίμησεν ο Παρθένης».13 τα υπόλοιπα δοκίμια των «Κριτικών» του ο Παπαντωνίου, με απλό λόγο και σαφήνεια, αναφέρεται σε αρκετούς σύγχρονούς του ή πολαιότερους καλλιτέχνες και καταπιάνεται με την κριτική έργων Τέχνης, που εκτίθενται σε εκθέ­ σεις ή στην Εθνική Πινακοθήκη. Τον Απρίλιο του 1928 γράφει για το έργο του Κ. Μαλέα, ενώ το Μάϊο του ιδίου έτους αναφέρεται στον Γαλάνη: «Τι άλλο γίνεται στην τέχνην παρά ότι το πνεύμα νικά την αντίστασιν μιας ύλης; Και τι είναι η μορ­ φή παρά η νίκη εναντίον αυτής της αντιστάσεως, το κατόρθωμα του πνεύματος να εκφρασθή εις την ύλην, αφού εκμηδενίση το πείσμα της; Ο Γαλάνης έγινε διεθνώς γνωστός για μια τέτοια νίκην».14

Σ


80/αφιερωμα

ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ROBERT BROWNING

H 0 ΪΖ Α Ν Τ ΙΝ Η

D

ΪΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ

Κάνει ακόμα ενδιαφέρουσες αισθητικές αναλύ­ σεις και σε αρχαία έργα Τέχνης, όπως ο Ηνίοχος των Δελφών, ή αναφέρεται στα μωσαϊκά της Α­ γίας Σοφίας, στην εκκλησιαστική Τέχνη της Ζα­ κύνθου, στη Λαϊκή Τέχνη, καθώς και στο σκοπό της γελοιογραφίάς, του «ουμοριστικού σχεδίου». Ξεχωριστή σημασία έχουν επίσης οι απόψεις του για την αισθητική, που περιγράφονται στο δοκίμιό του με τίτλο «Αντικειμενικοί όροι του ω­ ραίου»,15 το οποίο και αποτελεί απόσπασμα από την ανέκδοτη «Αισθητική» του: «Η τέχνη δεν δι­ δάσκει την ηθική, συμπίπτει όμως με την ηθική. Γιατί η ηθική είναι μέσα στην κοινωνία, της ο­ ποίας η τέχνη είναι ένα όργανο, και είναι μέσα στην ελευθερία του ανθρώπου, της οποίας η τέ­ χνη είναι πάλι ένα όργανο. Ώ στε χωρίς να το ζητήση και χωρίς να το θέλη, η τέχνη υπηρετεί την ηθική, όπως υπηρετεί κι άλλα ιδεώδη της κοινω­ νίας. Αρκεί να έχει τη δύναμη να τα επιβάλη. Η συμπάθεια, η κοινωνικότητα είναι το στοιχείο της τέχνης».16 Από τα υπόλοιπα κείμενά του ξεχωρίζουν οι α­ ναφορές του στον Κάρολο Ρόττμαν, τον Δανό Αμορσάϊ, τον Ντελακρουά, τον Γκύζη, τον Γιό­ γκα, τον Γάλλο Κουρμπέ, τον Γ. Βώκο, τον Μ. Ζαβιτσιάνο, τον Ιακωβίδη, τον Δομ. Θεοτοκόπουλο και τον Αρ. Ζάχο, που φανερώνουν έναν Παπαντωνίου με ευρύτατη και βαθιά μόρφωση και καλλιτεχνική παιδεία, που διακρίθηκε για την ευφυΐα, το λεπτό του πνεύμα, τη σαφή κρίση και το ευγενικό του ήθος. Ωστόσο και στην περίπτωση του Παπαντω­ νίου, και σχετικά με τις κριτικές του, δεν έλειψαν οι αντιδράσεις και οι αντιδικίες.17 Και εδώ ο Χρόνος ίσως είναι ο αντικειμενικότερος κριτής. *1

Σημειώσεις 1. Ζαχαρία Λ. Παπαντωνίου: Κριτικά. Επιμέλεια: Φαίδωνος Κ. Μπουμπουλίδου. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 1966, σελ. 260. Φαίδωνος Κ. Μπουμπουλίδου: Εισαγωγή, ό.π., σελ. 8. Τώρα στο παραπάνω βιβλίο, σελ. 77-92 Ό . π., σελ. 77. Ό. π., σελ. 78. Ό . π., σελ. 78-79. Ό. π., σελ. 80. Ό. π., σελ. 81. Ό . π., σελ. 82. Ό. π., σελ. 84. Ό . π., σελ. 88.

2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11.

Ε

Κ

Δ

Ο

Σ

Ε

Ι

Σ

ΔΗ Μ . Ν. Π Α Π Α ΔΗ Μ Α Ι π π ο κ ρ ά τ ο υ ς 8, τηλ. 36.27.318

12. 13. 14. 15. 16. 17.

Ό. π., σελ. 92 Ό. π. Ό. π., σελ. 123. Τώρα ό. π., σελ. 237-242. Ό. π., σελ. 242. Βλ. πρόχειρα τις εκτιμήσεις που κάνει ο Γιώργος Μουρέλοςγια το τεχνοκριτικό έργο του Παπαντωνίου, στο: «Έλ­ ληνες ζωγράφοι», τόμ. Β', εκδ. Μέλισσα, σελ. 90.


αφιερωμα/81

Πόπη Χατζησταυρινού-Εξαρχάκου

"Τ α Ψηλά Βουνά” του Ζ. Π απαντωνίου μέσα στη δίνη του γλωσσικού ζητήματος Το 1917 αποτελεί ένα έτος-σταθμό στην ιστορία της νεοελληνικής εκπαίδευ­ σης. Είναι η χρονιά που ο Βασιλιάς Κωνταντίνος, - φίλος του Κάιζερ - υπο­ χρεώνεται από τους συμμάχους (Entente) να παραιτηθεί και να φύγει από την Ελλάδα, ενώ η προσωρινή κυβέρνηση του Βενιζέλου έρχεται από τη Θεσσα­ λονίκη στην Αθήνα. Στην προτεραιότητα των ενδιαφερόντων της κυβέρνησης είναι να προχωρήσει η θαρραλέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που είχε αρχί­ σει στη Θεσσαλονίκη. Η μελέτη, ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της μεταρρύθ­ μισης αυτής ανατίθεται στους Δημ. Γληνό, γραμματέα τότε του Υπουργείου Παιδείας, Αλ. Δελμούζο και Μαν. Τριανταφυλλίδη, ανώτερους επόπτες της Δημοτικής Εκπαίδευσης. ήταν οι αλλαγές που έγιναν στην ορ­ Α ρκετές γάνωση της διοίκησης των σχολείων, στο σύστημα της επιμόρφωσης των λειτουργών της εκπαίδευσης κι αλλού. Από τις σημαντικότερες όμως καινοτομίες εί­ ναι η εισαγωγή της δημοτικής γλώσσας στο δη­ μοτικό σχολείο. Με νόμο ορίζεται η συγγραφή α­ ναγνωστικών των τεσσάρων πρώτων τάξεων, καθώς και των βιβλίων Μαθηματικών όλων των τάξεων «εις την κοινήν ομιλουμένην γλώσσαν». «Εθέσαμε σήμερα τα θεμέλια ενός μεγάλου έρ­ γου», λέει ο Βενιζέλος για την καθιέρωση της δη­ μοτικής στα σχολεία. «Εύχομαι να έλθει εις αί­ σιον πέρας για το καλό του Έθνους». Είναι πολύ σημαντικό ότι οι συγγραφείς των α­ ναγνωστικών δε δεσμεύονται πάνω στην ύλη και

το περιεχόμενο. Χαρακτηριστικό επίσης του νέυ πνεύματος είναι και το ότι δεν περιορίζεται το Υπουμ /είο σε ένα αναγνωστικό βιβλίο για κάθε τάξη. Είναι δυνατό δηλαδή να υπάρχουν, εγκε­ κριμένα από το εκπαιδευτικό συμβούλιο, περισ­ σότερα από ένα αναγνωστικά για κάθε τάξη και ο κάθε δάσκαλος, κατά τη μαρτυρία του Μ. Τριανταφυλλίδη,1 είναι ελεύθερος να προτιμήσει για το σχολείο του όποιο κρίνει καταλληλότερο, ανάλογα με τις γνώσεις, τα ενδιαφέροντα κ.λπ. των μαθητών του. Έτσι, από τον Οκτώβριο του 1917 ως τον Ια­ νουάριο του 1919, κυκλοφορούν και εγκρίνονται ως αναγνωστικά βιβλία, μεταξύ άλλων, αυτό που ονομάστηκε «Το Αλφαβητάριο με τον Ήλιο» του Α. Δελμούζου, «Η πατρίδα μας» των Α. Καρκα-

V


82/αφιερωμα βίτσα - Ε. Παπαμιχαήλ, «Στα παληά χρόνια» των Α. Κουρτίδη —Γ. Κονιδάρη, «Διγενής Ακρί­ τας» των Α. Καρκαβίτσα - Ε. Παπαμιχαήλ και «Τα Ψηλά Βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, στο οποίο κυρίως θα αναφερθούμε.

Τα «Ψηλά Βουνά» εκδόθηκαν για πρώτη φορά από το Εθνικό Τυπογραφείο το 1918 με άδεια κυ­ κλοφορίας αρ. 236, 21-12-1918 και κυκλοφόρη­ σαν τον Ιανουάριο του 1919. Στο εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης, εκτός από το συγγραφέα και το έτος έκδοσης, αναφέρονται και τα μέλη της Συ­ ντακτικής Επιτροπής Α. Ανδρεάδης, Α. Δελμούζος, Π. Νιρβάνας, Ζ. Παπαντωνίου και Μ. Τριανταφυλλίδης. Το βιβλίο εγκρίθηκε για αναγνωστικό της Γ' τάξης. Μέσα από τις σελίδες του οι μικροί μαθη­ τές παρακολουθούν τη ζωή και τις περιπέτειες μιας ομάδας παιδιών, τα οποία περνούν τις κα­ λοκαιρινές τους διακοπές στο βουνό, μόνα τους, υπό την ευθύνη του πατέρα ενός από αυτά, που εργάζεται εκεί πάνω ως εργολάβος ξυλείας. Οι μικροί ήρωες ζουν σε ξύλινες καλύβες χωρίς ανέ­ σεις. Στην κοινότητα που σχηματίζουν καταμερί­ ζουν αρμοδιότητες: Μαγειρεύουν, κουβαλούν νε­ ρό, φτιάχνουν δρόμους, φυλάνε το δάσος από τους παράνομους ξυλοκόπους. Γνωρίζονται με τους βοσκούς και τους κατοίκους των. μικρών συνοικισμών του βουνού, καθώς και με τους υλο­ τόμους κι όσους εργάζονται στο νεροπρίονο. Μαθαίνουν γράμματα σ’ ένα έξυπνο τσοπανό­ πουλο, παραβρίσκονται σε βλάχικο γάμο, επι­ σκέπτονται ένα μοναστήρι και παρακολουθούν λειτουργία, εσπερινό, απόδειπνο. Οι χαρακτήρες που σκιαγραφούνται είναι παιδιά καθημερινά: Ο λαίμαργος Φουντούλης, ο οξυδερκής και τολμη­ ρός Αντρέας, ο ευαίσθητος Φάνης, ο φιλομαθής Λάμπρος, ο Σπύρος που μαζεύει στο κουτί του ό,τι άχρηστο βρίσκει. Η συμπεριφορά τους είναι ευγενική, τα πειράγματά τους καλόκαρδα, δεν παρεξηγούνται, δε συνερίζεται ο ένας τον άλλο, έχουν κέφι, ομόνοια, προθυμία να κάνουν οποια­ δήποτε δουλειά. Μέσα από τις ποικίλες δραστηριότητες των η­ ρώων, οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να αποκτή­ σουν ένα μεγάλο πλήθος γνώσεων. Μαθαίνουν π.χ. ποια είναι τα αγρίμια του δάσους, τα χαρα­ κτηριστικά τους, οι συνήθειές τους. Ποια είναι η πολύπλευρη σημασία του δάσους: η ξυλεία που δίνει, η προστασία του εδάφους από τους χειμάρρους, η συμβολή του στην ύπαρξη υπογείων υδάτων, η ομορφιά του. Μαθαίνουν πώς αλέθεται το σιτάρι, πώς φτιάχνονται τα κάρβουνα, πώς δημιουργείται το κωκ και σε τι χρησιμεύει. (Υπεν­ θυμίζουμε τη σημασία του κάρβουνου ως κινητή­ ριας δύναμης στις αρχές του αιώνα μας). Μαθαί­

νουν τι είναι το ρετσίνι και πώς το παίρνουμε χω­ ρίς να καταστρέφουμε τα δέντρα. Ποια είναι η διαφορά της οργανωμένης υλοτομίας από την καταστροφική άλογη κοπή δέντρων. Από πού έρχεται το νερό και πώς χρησιμοποιείται σε πολ­ λές ανθρώπινες δραστηριότητες (π.χ. ως κινητή­ ρια δύναμη στο νεροπρίονο, ως μέσο για τη μετα­ φορά ξυλείας κ.λπ.). Γνωρίζουν τι είναι και πώς γνεται η ιχνηλασία. Ποιες είναι οι ωφέλειες των αιγοπροβάτων, αλλά και ποιες καταστροφές εί­ ναι δυνατό να προξενήσουν τα ζώα αυτά. Ποιες ακολουθίες του μοναστηριού είναι διαφορετικές από αυτές των ενοριακών εκκλησιών. Μαθαί­ νουν δημοτικά τραγούδια, καθώς και τραγούδια για παιδιά. Χωρίς ίχνος διδακτισμού, μέσα από καθημερι­ νές αληθοφανείς σκηνές προβάλλονται αξίες, ό-

Τ α « Ψ η λά Β ουνά» ό μ ω ς, ε κ τ ό ς α π ό τα ά λ λ α , είν α ι ένα β ιβλίο λ ο γ ο τε χ ν ικ ό . Σ ε μια ρέο υ σ α, χ ω ρ ίς α κ ρ ό τ η τ ε ς , δ η μ ο τικ ή γ λ ώ σ σ α έχ ο υ μ ε π ερ ιγ ρ α φ ές φ υ σ ικ ές κ α ι π α ρ α σ τ α τ ικ έ ς , λό γο σ τ ιλ π ν ό κ α ι κ α λ ο δ ο υ λ εμ έν ο . πως αυτές της φυσιολατρείας και της προστα­ σίας του φυσικού περιβάλλοντος, της ομαδικής εργασίας, του καταμερισμού εργασίας, της αλ­ ληλεγγύης και τη ομόνοιας, της κοινοτικής συ­ νεργασίας, της φιλομάθειας και της μόρφωσης. Επίσης καταδικάζονται το μεθύσι, η διχόνοια α­ νάμεσα στα μέλη της κοινότητας, η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και περιγράφονται με ιλαρότητα οι συνέπειες της λαιμαργίας. Ό πω ς γράφει ο Μ. Τριανταφυλλίδης, η προ­ σπάθεια του αναγνωστικού αυτού ήταν «...να δο­ θεί σύμφωνα με ορισμένο πρόγραμμα ένα βιβλίο ελληνικό, λογοτεχνικό ενιαίας ύλης, χωρίς ξερές περιγραφές και δογματισμούς παρά μόνο με έμ­ μεση ηθική ή άλλη διδασκαλία, με ιλαρό παιδιάτικο χιούμορ, όσο το δυνατό περισσότερο προ­ σαρμοσμένο στην αφομοιωματική δύναμη των παιδιών της τάξης που προορίζεται. Ειδικότερα θα επιδίωκε το βιβλίο αυτό να ζωντανέψει με το περιεχόμενό του και με τη λογοτεχνική του μορ­ φή τις ακόλουθες κεντρικές ιδέες: την κοινοτική αλληλεγγύη και ενέργεια, την ατομική αυθυπαρ­ ξία με τη σωματική, πνευματική και ηθική υγεία του ατόμου, τη γνώση και την αγάπη της φύσης, και ιδιαιτέρως του βουνού με τα δάση του, τη διά­ λυση των προλήψεων».2 Τα «Ψηλά Βουνά» όμως, εκτός από τα άλλα,


αφιερωμα/83 είναι ένα βιβλίο λογοτεχνικό. Σε μια ρέουσα, χω­ ρίς ακρότητες, δημοτική γλώσσα έχουμε περι­ γραφές φυσικές και παραστατικές, λόγο στιλπνό και καλοδουλεμένο. Μερικά παραδείγματα: - Ο Μαστροθΰμιος, ο σιδηρουργός που φτιά­ χνει τα κουδούνια για τα πρόβατα, βάζει την ψυχή του στην τέχνη του και, καθώς δουλεύει, μιλάει στα κουδούνια που κατασκευάζει: «Ε­ σύ θάχης τη φωνή σου και συ τη φωνούλα σου. Εσύ θα τραγουδείς σαν κούκος, εσύ σα στα­ λαματιές νερό (...). Στέλνει κουδούνια στον Παρνασσό, στο Βελούχι, στον Όλυμπο. Ποιος βιολιντζής μπορεί να μετρηθεί με το Μαστροθύμιο, που κάνει και τραγουδούν οι ράχες;»3 - «Εδώ απάνω η Ρούμελη ( = το ποτάμι) είναι ανήσυχη. Πηδούν τα νερά της σαν τρελλά παιδιά· μόνο στον κάμπο φρονιμεύουν. Κι όσο πάνε κατά τη θάλασσα, γίνονται ήσυχα και συλλογισμένα».4 - «Το φαράγγι αντιλαλούσε τα γέλια τους και τις φωνές. Δυο κοτσύφια, που είχαν τρομάξει στην αρχή, ξαναήρθαν εκεί κοντά και βρέχο­ νταν. Τα πλατάνια έπλεκαν τους κλώνους των από πάνω κι έκαναν πράσινα τόξα. Το νερό ήταν καθαρό σαν διαμάντι· έβγαινε από την καρδιά του βουνού. Ρούμελη, κρύα Ρούμελη!»3 - Περιγραφή θύελλας: «Από τα σπασμένα πα­ ράθυρα φάνηκε έξω χαλασμός. Νερό και χα­ λάζι στριφογύριζε και χόρευε. Ή ταν σα να κυλούν βαρέλια γυάλινα. Έσπαζαν αυτά και κυλούσαν απάνω τους άλλα και στα συντρίμματά τους άλλα. 'Ακούσε σαν τρελό κρότο γυαλιών και καρφιών».6 - Και το τέλος της θύελλας: «Σε λίγα λεπτά της ώρας η θύελλα ήταν μακριά. Μόλις φαινόταν πέρα σαν αχνός. Τότε ξανάγινε γαλήνη. Φύλ­ λο δε σάλευε. Τα δέντρα στάθηκαν σε προσευχή».7

ι προοδευτικοί διανοούμενοι της εποχής υ­ ποδέχτηκαν τα «Ψηλά Βουνά» με ενθου­ σιασμό. «Χαίρομαι», γράφει ο Κωστής Παλαμάς το 1919, «γιατ’ είδα να συνεργάζονται στη σύνθε­ ση αναγνωστικών βιβλίων [...] λογοτέχνες και γραμματισμένοι της ευαισθησίας και της περιω­ πής ενός Καρκαβίτσα κι ενός Κουρτΐδη. Μα το βιβλίο του Παπαντωνίου μας ανοίγει νέους ορί­ ζοντες».8 Ο Α. Τραυλαντώνης θα πει ότι από τα «Ψηλά Βουνά» αναβλύζει «μια ζωή θερμή και πάλλουσα, μια άδολος και βαθεία ελληνικότης πηγάζουσα εξ αυτών των πραγμάτων». Ο Δ. Λουκόπουλος, δάσκαλος, γράφει σε επιστολή του: «Μένω ενθουσιασμένος από αυτό το αριστουργηματάκι. Πραγματικώς καλλιτέχνημα

Ο

που εμπνέει εμένα και τους μαθητές μου. Ύστε­ ρα από 27 χρόνια δάσκαλος πρώτη φορά γοητεύ­ ομαι, άμα έρχεται η ώρα να διδάξω στην Γ' τάξη. Φυσικά, αβίαστα και λογικά αποδίδουν οι μαθη­ τές το περιεχόμενο με την ανάγνωσή τους. Με πολύ λίγη δουλειά πετυχαίνει εκείνο που δεν μπο-

Ο ι π ρ ο ο δ ευ τικ ο ί δια ν ο ο ύ μ εν ο ι τη ς ε π ο χ ή ς υ π ο δ έ χ τ η κ α ν τ α « Ψ η λά Β ουνά» με ενθ ο υσ ια σ μ ό . ρούσα να πετύχω με άλλα αναγνωσματάρια. Και όλοι οι δάσκαλοι της περιφερείας μου μένουν ευ­ χαριστημένοι. Καλή αρχή λοιπόν».8 Η πολεμική όμως των οπαδών της καθαρεύου­ σας υπήρξε δριμύτατη. Ο Α. Σκιάς αναφέρεται εις «τας βδελυράς και βωμολόχους αστειότητας τας οποίας ασμένως μεταχειρίζονται οι μόρτηδες, οι χασισοπόται, οι λωποδύται και εν γένει οι φαυλόβιοι».9 Ο Γ.Ν. Χατζιδάκις, στο έργο του «Γεννηθήτω φως. Ο μαλλιαρισμός εις τα δημοτι­ κά σχολεία» γράφει: «Αναγιγνώσκουν οι μικροί μαθηταί καθ’ όλον το έτος περί ποιμένων, περί δασών, περί ορέων κ.λπ. [...] Ούδεμία άρετή ή η­ θική αρχή δεν εξαίρετοι [...] Έπειτα, περί των μεγάλων ιδανικών, της πατρίδος, της θρησκείας, ουδείς γίνεται λόγος [...] Οι μαθηταί [...] ούτε πρωί ούτε εσπέρας, ούτε προ του φαγητού ούτε μετ’ αυτό προσεύχονται». Και συνεχίζει κατηγο­ ρώντας το βιβλίο ότι διδάσκει τους μαθητές της τρίτης τάξης του δημοτικού «να μη φροντίζουν περί των γονέων των, αλλά μόνον περί της κοινότητος αυτών, του Soviet».10 Τα «Ψηλά Βουνά», μαζί με τα άλλα αναγνω­ στικά βιβλία που έβαλε στα σχολεία η μεταρρύθ­ μιση του 1917, έμειναν μέσα στις σχολικές αίθου­ σες μόνο για τρία χρόνια. Ευθύς αμέσως μετά την ήττα του Βενιζελικού κόμματος στις εκλογές του 1920, η νέα φιλομοναρχική κυβέρνηση ανέθε­ σε σε «αρμόδια» επιτροπή να εξετάσει τη γλωσ­ σική διδασκαλία στα δημοτικά σχολεία. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η επιτροπή αποφάνθηκε ότι πρέπει «να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι τα συμφώνως προς τους νό­ μους εκείνους συνταχθέντα και σήμερον εν χρήσει υπάρχοντα αναγνωστικά βιβλία ως έργα ψεύ-

Η π ο λ εμ ικ ή ό μ ω ς τω ν ο π α δ ώ ν τη ς κ α θ α ρ εύ ο υ σ α ς υ π ή ρξε δ ρ ιμ ύ τα τη . δους και κακοβούλου προθέσεως» και επιπλέον «να καταδιωχθώσι ποινικώς οι υπαίτιοι των προς διαφθοράν της ελληνικής γλώσσης και παιδείας τελεσθέντων πραξικοπημάτων».11 Και πραγμα­ τικά, πρόθυμα η κυβέρνηση πείθεται ότι πρόκει­


84/αφιερωμα ται για «αναγνωστικά εξαμβλώματα», «εκχυδαϊστικά της ψυχής των μικρών μαθητών» και τα α­ ποσύρει, φέρνοντας πάλι στα σχολεία την καθα­ ρεύουσα. «Ποιος θα το πίστευε;» αναρωτιέται έκπλη­ κτος ο γνωστός μαθηματικός αλλά και ερευνη­ τής της γλώσσας Σταμ. Σταματιάδης. Και μαζί του απορούν και πικραίνονται όλοι οι προοδευτι­ κοί διανοούμενοι, που βλέπουν την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση να ακολουθεί πιστά τον σισύφειο δρόμο που είχαν ακολουθήσει οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις του 1889 και του 1913. Το δρόμο που έμελλε να ακολουθήσει τόσες φορές μέσα σ’ αυτόν τον αιώνα κάθε προοδευτική μεταρρύθμι­ ση στην εκπαίδευση. Μια μικρή σκιαγραφία του κλίματος εκείνης της εποχής στη χώρα μας θα μπορούσε ίσως να ρίξει λίγο φως στις αιτίες για το μένος που ξεσή­ κωσαν τα βιβλία αυτά.

α πρώτα είκοσι χρόνια του 20ού αιώνα χαρα­ κτηρίζονται από θυελλώδεις εξελίξεις σε ό­ λους τους τομείς της δημόσιας ζωής. Μακεδονι­ κός αγώνας, Βαλκανικοί πόλεμοι, εμπλοκή της χώρας μας στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, κρατούν την Ελλάδα στο κλίμα μιας συνεχούς με ελάχιστα διαλείμματα - εμπόλεμης κατά­ στασης. Στον πολιτικό τομέα επίσης επικρατεί αναταραχή: Στάση στο Γουδί το 1909, δολοφονία του Γεωργίου Α' το 1913, άνοδος στο θρόνο, πα­ ραίτηση και επάνοδος του Κωνσταντίνου, εναλ­ λαγή βενιζελικών και φιλομοναρχικών κυβερνή­ σεων. Είναι τα χρόνια του εθνικού διχασμού. Οι Έλληνες συσπειρώνονται γύρω από τις προσωπι­ κότητες του Κωνσταντίνου και του Βενιζέλου. Τα πάθη οξύνονται διαρκώς, ο φανατισμός οδηγεί πολλές φορές σε ακρότητες και, φυσικά, η ανοι­ κοδόμηση της χώρας καθυστερεί, οι κοινωνικές μεταρρυθμίσεις τορπιλλίζονται. Και οι διανοούμενοι της εποχής είναι εγκλωβι­ σμένοι μέσα σ’ αυτό το διχαστικό πνεύμα. Από τη μια υπάρχει ένας αξιόλογος αριθμός ανθρώπων του πνεύματος που ονειρεύονται μια σειρά από κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, δικαιοσύ­ νη για όλους, εκσυγχρονισμό της χώρας. Πολλοί από αυτούς συνεργάζονται και υποστηρίζουν τις κυβερνήσεις του Βενιζέλου. Εκτός από τα όνειρα έχουν και ρεαλιστικές προτάσεις και διάθεση για δουλειά και αγώνα. Πιστεύουν ότι «βασική προϋ­ πόθεση για την οικονομική πρόοδο, την εδραίωσή μιας κοινωνίας δικαίου, τη λύση του εθνικού ζητήματος είναι να μορφωθεί ο λαός».12 Όργανο αυτής της μόρφωσης είναι γι’ αυτούς η δημοτική γλώσσα. «Πιστεύω», γράφει ο Μ. Τριανταφυλλίδης, «πως ο δημοτικισμός έχει κατεξοχήν εθνική και εκπολιτιστική σημασία. Δεν μπορεί να είναι

Τ

χωρίς σημασία για τη ζωή και την προκοπή του έθνους σε ποια γλώσσα εκφράζεται η λογοτεχνία του, η παιδεία του, η επιστήμη. [...] Έτσι είναι ο αγώνας για τη γλώσσα, αγώνας για το έθνος και την εθνική ατομικότητα, προσπάθεια για την πνευματική αναζωογόνηση, χειραφέτηση και δη­ μιουργία, που θα κινήσει σε ζωή πιο ελεύθερες τις κρυμμένες λαϊκές δυνάμεις και θα τις συ­ ντονίσει...».13 Οι προοδευτικοί διανοούμενοι είναι στην πλειονότητά τους μέλη του «Εκπαιδευτικού Ομί­ λου», που ιδρύεται το 1910 ως συνέχεια της Εται­ ρείας «Η Εθνική γλώσσα», η οποία είχε ανεπίσητ μα διαλυθεί. Σκοπός του «Ομίλου» είναι η υπο­ βοήθηση της αναμόφωσης της ελληνικής παι­ δείας. Σύμφωνα με το πρόγραμμά του η παιδεία έπρεπε «να στήσει τα θεμέλιά της πάνω σε πραγ­ ματικά στοιχεία της ελληνικής ζωής, στη νεοελ­ ληνική πραγματικότητα, στα λαϊκά τραγούδια, στα παραμύθια, στους θρύλους, στις παροιμίες, στα ήθη και έθιμα του λαού, στη ζωντανή γλώσ­ σα και στη δημιουργική λογοτεχνία». Ανάμεσα στα ιδρυτικά μέλη του Εκπαιδευτικού Ομίλου εί­ ναι και οι: Βλάσης Γαβριηλΐδης, Λορέντζος Μα­ βίλης, Ανδρ. Καραντώνης, Παύλος Νιρβάνας, Ν. Καζαντζάκης, Κ. Κατσίμπαλης, Α. Κουρτίδης, Ίων Δραγούμης, Α., Δελμούζος και πολλοί άλλοι.14 Απέναντι στους φιλελεύθερους δημοτικιστές συσπειρώνονται οι υπέρμαχοι της καθαρεύουσας (μεταξύ άλλων οι Μιστριώτης, Σκιάς, Εξαρχόπουλος). Είναι συντηρητικοί, εκφραστές του-αρχαϊστικού κλασικιστικού πνεύματος, μιας κοι­ νωνικής ζωής που φθίνει. Με πρωτοβουλία του Μιστριώτη ιδρύεται το 1910 σύλλογος αντίρρο­ πος προς τον Εκπαιδευτικό Όμιλο, η «Επιτρο­ πεία προς έννομον προστασίαν της εθνικής γλώσσης». ι αντιθέσεις ανάμεσα στις δυο αυτές παρα­ τάξεις της διανόησης δεν περιορίζο­ νται σε φιλολογικές διενέξεις και σε εκδοτικάδημοσιογραφικά κονταροχτυπήματα, που κι αυ­ τά δεν είναι λίγα. Φτάνουν, στις αρχές του αιώ­ να, σε πραγματικές μάχες με νεκρούς και αίματα στους δρόμους της Αθήνας. Αναφερόμαστε στα «Ευαγγελιακά» (1901) και στα «Ορεστειακά» (1903). Τα πρώτα είναι τα επεισόδια που προκλήθηκαν από τη μετάφραση των Ευαγγελίων στη δημοτική που έκαμε ο Αλ. Πάλλης και που δημο­ σιεύονταν στην εφημερίδα «Ακρόπολις». Οι φοι­ τητές, εκφράζοντας το αρχαϊστικό πνεύμα του Πανεπιστημίου, - μα και άσχετοι αγράμματοι φανατικοί - απαιτούσαν από την εφημερίδα τη διακοπή της μετάφρασης και από την Εκκλησία τον αφορισμό του μεταφραστή. Σε διαδήλωση που έγινε στο κέντρο της Αθήνας συγκρούστηκαν με την αστυνομία με αποτέλεσμα να σκοτω­

Ο


αφιερωμα/85 θούν οκτώ άτομα και να τραυματιστούν ογδό­ ντα. Πυροβολήθηκε μάλιστα και ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης Γ. Θεοτόκης. Τα Ορεστειακά είναι τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν κατά τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας των φοιτητών μπροστά στο Βασιλικό Θέατρο, όπου παιζόταν η «Ορέστεια» του Αισχύλου μεταφρασμένη στη δη­ μοτική από το Γεώργιο Σωτηριάδη. Στις ταραχές αυτές σκοτώθηκαν δυο πολίτες και τραυματί­ στηκαν εφτά. Με το φανατισμό σε έξαρση, εξαιτίας αυτών των γεγονότων, «εφημεριδογράφοι ανίδεοι, παιδαρέλια αμόρφωτα και, απίστευτο, μεγαλώνυμοι σοφοί μέσα από το Πανεπιστήμιο» κατά 'την έκ­ φραση του Μ. Τριανταφυλλίδη, συνεργάστηκαν στη δημιουργία του συκοφαντικού μύθου ότι ο δημοτικισμός είναι κίνημα αντεθνικό, που κα­ ταρρακώνει τα όσια και τα ιερά της φυλής μας. Άλλοτε σοβαρά κι άλλοτε με διάθεση λοιδορίας, κατηγορούσαν τους δημοτικιστές ότι την αρχαία τραγική ηρωίδα Ηλέκτρα την αποκαλούν «Κεχριμπάρα», τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο «Κώτσο Παλιοκουβέντα», το Μυστικό Δείπνο «κρυ­ φό τσιμπούσι», τον Ακάθιστο Ύμνο «αμανέ πο­ δαράτο», ότι μεταφράζουν το «μνήσθητί μου, Κύ­ ριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου» σε «θυμήσου με, αφεντικό, όταν έρθεις στα πράματα» και μύ­ ρια άλλα αναληθή, συκοφαντικά και κα­ κόβουλα.

γνωστικών λέει ότι πρόκειται για «τραγελαφικόν και ανύπαρκτον γλωσσικόν κατασκεύασμα, υπ’ ουδενός ομιλούμενον και εις ουδεμίαν επαφήν προς τον βίον του έθνους ευρισκόμενον». Για το βιβλίο Γραμματικής αποφαίνεται: «"Απας ο βόρ­ βορος των οδών παν ό,τι ξενικόν, βάρβαρον, χυδαίον είχέ ποτέ εισαχθή εις το στόμα των κατωτάτων λαϊκών στρωμάτων, περισι'λλέγεται μετά στοργής [...] συνιστώνται λέξεις και τύποι, ους και η αναλφάβητος και η μάλιστα ακαλαίσθητος υπηρέτρια θα απηξίου σήμερον να θέση εις το στόμα αυτής.Όι συγγραφείς δε της γραμματικής [...] δεικνύουσι καταφανή αγάπην προς λέξεις και εκφράσεις, ούσας εν χρήσει παρά τοις φαυλοβίοις». Και ανάμεσα στις λέξεις που παραθέτει ως παραδείγματα', κατά τη μαρτυρία του Μ. Τριανταφυλλίδη, περιλαμβάνονται και οι: πατέ­ ρας, ψώμάς, εργάτης, περιβολάρης, νοικοκύρης, παππούς, αλεπού, νύφη, άνοιξη, βασιλόπουλο,

το κλίμα της ιδεολογικής και γλωσσι­ Α υτό κής αντιπαράθεσης είναι ζωντανό και το 1913, όταν η βενιζελική κυβέρνηση επιχειρεί εκ­ παιδευτική μεταρρύθμιση και το 1917, όταν η με­ ταρρύθμιση πραγματοποιείται. Δεν είναι περίερ­ γο, λοιπόν, το ότι τόσο πρόθυμα ξιφούλκησαν οι υπέρμαχοι της καθαρεύουσας, ούτε το ότι από τα πρώτα μελήματα της νέας κυβέρνησης ήταν η κατάργηση της μεταρρύθμισης. Έτσι, στις αρχές του 1921 ανατέθηκε από τον ■ Υπουργό Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαί­ δευσης σε αρμόδια «επιτροπεία» να μελετήσει τη γλωσσική διδασκαλία των δημοτικών σχολείων. Την επιτροπή αυτή αποτελούσαν οι: Σ. Σακελλαρόπουλος, γενικός γραμματέας του Υπουργείου, I. Μεγαρεύς, τμηματάρχης του Υπουργείου, Α. Σκιάς και Ν. Εξαρχόπουλος, καθηγητές του Πα­ δάχτυλο κ.ά. Σε άλλο σημείο της έκθεσης αναφένεπιστημίου Αθηνών, Θ. Μιχαλόπουλος, διευθυ­ ρεται: «Το βιβλίον είναι γεγραμμένον εις την τε­ ντής του Διδασκαλείου Παιδαγωγικής και Χρ. χνητήν γλώσσαν [...] και δη εν τη χυδαιοτάτη αυ­ Οικονόμου, εκπάιδευτικός σύμβουλος. Η έκθεση τής μορφή. Γέμει ξενισμών, ιδιωματικών λέξεων, που συνέταξαν, έκτασης 160 σελίδων, δημοσιεύ­ [...], τύπων ασυνή°θων...» Στα παραδείγματα πε­ τηκε από το Υπουργείο την άνοιξη του 1921 και ριλαμβάνονται και οι λέξεις: μάνα, βέργα, χάρα­ κυκλοφόρησε σε 20.000 αντίτυπα. Είναι πολύ εν­ μα, κουδούνια, έγλειψε, πηδούσαν, στάζει.15 διαφέρον να ιδούμε κάποια χαρακτηριστικά α­ Απορεί κανείς πώς άνθρωποι των γραμμάτων ποσπάσματα της έκθεσης αυτής. είναι δυνατό να υποστηρίζουν- ότι λέξεις σαν κι Αναφερόμενη στη δημοτική γλώσσα των ανα­ αυτές που χαρακτηρίζονται ως «χυδαίες» δε μι­


86/αφιερωμα λιούνται από κανέναν και δε βρίσκονται «εις ε­ παφήν προς τον βίον του έθνους». Αγνοούσαν οι άνθρωποι αυτοί τη γλώσσα των δημοτικών μας τραγουδιών, με την ιστορία των τόσων αιώνων; Δεν έτυχε να ακούσουν σε καντάδες την «Αμυ­ γδαλιά» του Δροσίνη, ήδη παλιό τραγούδι στα 1920, μα τόσο δημοφιλές; Και να σκεφτεί κανείς ότι δίπλα τους ο Παλαμάς γράφει από τους πιο ό­ μορφους στίχους της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ό $31τλευτής Λ. Μαβίλης, που. μ ό ^ ^ ά ^ ι ρ τ α χρόνια πριν έπεφτε ηρωικά στό Δρίσκσ τής Ηπεί­ ρου, είχε αφήσει πίσω του σονέτα λυρικότατα, ο Σικελιανός, ο Καρκαβίτσας, ο Πορφύρας, ο Νιρ­ βάνας, ο Ξενόπουλος και τόσοι άλλοι, ζουν δί­ πλα τους και γράφουν στη δημοτική τις νέες σε­ λίδες της ελληνικής λογοτεχνίας. Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην έκθεση της επι­ τροπείας, προσπαθώντας να επισημάνουμε χα­ ρακτηριστικές αναφορές στα «Ψηλά Βουνά», στα οποία αποκλειστικά αφιερώνονται δεκατέσ­ σερις ολόκληρες σελίδες. Σύμφωνα λοιπόν με την επιτροπή, «η χυδαιότης του βιβλίου είναι ανωτέρα πάσης περιγραφής [...] Τα πρόσωπα του βιβλίου ανήκουσι σχεδόν άπαντα εις τας κατωτάτας τάξεις της κοινωνίας». Οι ήρωες είναι «ή­ κιστα κατάλληλοι, όπως φρονηματίσωσι τους παίδας και χρησιμεύσωσιν αυτοίς ως πρότυπα βίου και απομιμήσεως δια το μέλλον». Οι σκηνές του αναγνωστικού, «σκηναί του βίου χυδαίαι και εν πολλοίς ανήθικοι, [...]κατώτεραι και αυτών των αγοραίων», αναφέρονται «κατά το πλείστον εις τον ποιμενικόν βίον και τας συνήθειας χωρι­ κών, ποιμένων και άλλων προσώπων, ων πολλά είναι ου μόνον ταπεινής τάξεως, αλλά και ταπει­ νής ηθικής υποστάσεως». Δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε πόσες φορές και με πόση περιφρόνηση απορρίπτει η ε­ πιτροπή στην έκθεσή της τις χαμηλές τάξεις, τους ανθρώπους του χωριού, τους αμόρφωτους και τους φτωχούς. Κι ωστόσο, παρά την πεισμα­ τική επιμονή της ότι από τα «Ψηλά Βουνά» «λεί­ πει ο ανθρωπιστικός και ηθικός σκοπός», πόσα έμμεσα ηθικά διδάγματα δε βγαίνουν από τη συμπεριφορά όλων εκείνων των Γεροθανάσηδων και Ζαβοπαναγήδων, των μπαλωματήδων και μυλωνάδων των «Ψηλών Βουνών»! Ο Μπαρμπακώστας, που μαζεύει και πουλά βότανα, με κίν­ δυνο της ζωής του γλιτώνει τα πεύκα από την κα­ ταστροφή. Η όμορφη Αφρόδω, προσωποποίηση της καλοσύνης και της προκοπής, που θεωρεί τους μικρούς εκδρομείς αδέρφια της, τους ψήνει πίτες, τους ράβει, τους λέει ιστορίες και δημοτι­ κά τραγούδια, «δε θ’ άφηνε τους δικούς της για όλα τα καλά του κόσμου». Η γυναίκα του μέθυ­ σου μυλωνά, προκομμένη κι άξια, «έχει τέτοια ντροπή για το κακό του αντρός της, που σκύβει το κεφάλι εμπρός στους ξένους». Κι ο Γεροθανάσης, που «δεν ήξερε γράμματα άλλα από τα δε-

κάξι της υπογραφής του», δίνει στον εγγονό του την παρακαταθήκη: «Λάμπρο, έχε την ευχή μου κι άκου τι θα σου πώ: Να γίνεις καλός άνθρωπος. Να ’χεις τιμή κα / να κρατάς το λόγο σου». Κάτι άλλο που καταδικάζεται από την έκθεση της επιτροπείας είναι το χιούμορ και η ιλαρότητα της περιγραφής. Αυτά που για τους καλόπιστους κριτές του βιβλίου αποτελούν σημαντικό απόκτημα, για την επιτροπή γελοιοποιούν τα πράγ­ ματα. Το χαλασμένο παπούτσι του Κωστάκη που «ανοίγει και κάνει κλαπ-κλαπ», η πρόταση του Φάνη «πίνω τη βρύση όλη στην υγειά της κοινό­ τητας», αποδίδονται με τρόπο «ατημέλητον και προπετή» και τέτοιου είδους χρήση κωμικών εκ­ φράσεων «ασκεί επί του ήθους των παίδων επίδρασιν αληθώς ολεθρίαν». Αλλά οι επικρίσεις δε σταματούν εδώ. Το βι­ βλίο κατηγορείται για μονομέρεια, γιατί αναφέρεται αποκλειστικά στη ζωή του βουνού. Σκοπός του είναι «να πραγματοποιήσει τους πόθους των αναρχικών» και «να εμβάλη εγκληματικώς» ι­ δέες που καταργούν την ελληνική οικογένεια. Τα μέλη της συντακτικής του επιτροπής έχουν σκο­ πό να πλάσουν μαθητές χωρίς πατρίδα και χωρίς θρησκεία, «αφού και της θρησκείας το όνομα εί­ ναι από του βιβλίου τούτου αποκλεισμένον». Επί­ σης, προπαγανδίζουν «την αποξένωσιν από πα­ ντός εθνικού ιδεώδους και επομένως τον μπολσεβικισμόν»(!) Απορεί κανείς πώς τόσο αβασάνιστα και πρό­ χειρα κατέληξε η επιτροπή σε τέτοια συμπερά­ σματα. Τάχα το δέσιμο της οικογένειας του Γεροθανάση και οι επιφυλάξεις των γονιών να επι­ τρέψουν στα παιδιά τους να πάνε στο βουνό, πριν κάποιος υπεύθυνος ενήλικος - γονιός κι ο ίδιος - αναλάβει να τα προσέχει, είναι δείγματα κα­ τάργησης της ελληνικής οικογένειας; Και περι­ γραφές όπως η γλαφυρότατη αυτή της λειτουρ­ γίας στο μοναστήρι πλάθουν μαθητές χωρίς θρη­ σκεία; Η τόσο έντονη καλλιέργεια της αγάπης για τη φύση της χώρας μας, τα ήθη των χωρικών, τα παραμύθια, οι παραδόσεις και τα δημοτικά τραγούδια που'αναφέρονται στο βιβλίο, κάνουν τους μαθητές απάτριδες; Ή μήπως θα έπρεπε να αναπτυχθεί η έννοια της πατρίδας σε παιδιά 8-9 χρονών, που δεν μπορούν να αντιληφθούν ακόμη γενικές και αφηρημένες έννοιες; «Τα κούφια λό­ για», κατά την Πηνελόπη Δέλτα,16 «δεν κάνουν τον αληθινό φιλόθρησκο και φιλόπατρι». Όσο για τον μπολσεβικισμό, που από το 1917, έτος της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης μα και της ρω­ σικής επανάστασης, μέχρι τις μέρες μας τόσο πολύ τρόμαζε τους «ιθύνοντες», «με το να πι­ στεύει ένας παιδαγωγός πως η διδασκαλία για την πατρίδα είναι στην Γ' τάξη πρόωρη δε σημαί­ νει πως θέλει να μορφώσει μια γενεά μπολσεβί­ κων χωρίς πατρίδα», για να μεταχειριστώ τα λό­


αφιερωμα/87 για του Μ. Τριανταφυλλίδη.17 Η έκθεση της «επιτροπείας» άφησε κατάπλη­ κτους και πικραμένους όσους είχαν πιστέψει στη μεταρρύθμιση του ’17. Πλήθος επώνυμων πνευ­ ματικών ανθρώπων μα και άσημων δασκάλων διαμαρτυρήθηκε για την αδικία και αρκετές τεκ­ μηριωμένες απαντήσεις και κριτικές είδαν το φως της δημοσιότητας. Αναφέρουμε μερικές: • Ελισαίου Γιαννίδη «Οικοδόμοι και εμπρηστές ή η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και η έκθεση της επιτροπείας» (1921) • L. Roussel (καθηγητή στην Ανώτερη Σχολή Γαλλικών Σπουδών): «Η γλωσσική διδασκα­ λία στα δημοτικά σχολεία και η έκθεση της ε­ πιτροπής» (περιοδικό «Αδελφοσύνη», 1921) • Κ. Σωτηρίου: «Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και η επίσημος επιτροπή» («Νέα Ελλάς», 1921) • Αλ. Σβώλου: «Η έκθεσις της "επιτροπείας” δια την γλώσσαν» («Πατρίς», Μάιος 1921) • Αντων. Γαβριήλ: «Οί χοίροι ύίζουσιν - Τά χοι­ ρίδια κοΐζουσιν - Οί όφεις ίύζουσιν» (χιουμο­ ριστική σάτιρα, 1921) • Μαν. Τριανταφυλλίδη «Πριν καούν - Η αλή­ θεια για τα αναγνωστικά της δημοτικής (πρώ­ τη δημοσίευση «Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ο­ μίλου», 9, 1921). Πρόκειται για εμπεριστατω­ μένη μελέτη 145 σελίδων, που ανατρέπει όλες τις κατηγορίες της επιτροπείας και αποδεικνύει με τεκμηριωμένα επιχειρήματα ότι η έκθεσή της επιδεικνύει την άγνοια, διαστρέβλωση, διαβολή, αδικία, ακρισία και φαιδρολογία των συντακτών της. Στις τόσες επικρίσεις και διαμαρτυρίες η επι­ τροπή δεν απάντησε. Την έκθεσή της επικαλέ­ στηκε ο Υπουργός Παιδείας.Θρ. Ζάΐμης στη Συ­ ντακτική Συνέλευση των Ελλήνων στις 9 Ιουλίου 1921, στη μία το πρωί, αποφαινόμενος: «Δεν δυνάμεθα να συρώμέθα προς τα κάτω, προς την βαρβαρότητα». Έτσι η δημοτική καταργήθηκε, τα αναγνωστικά βιβλία αποσύρθηκαν, η καθα­ ρεύουσα ξαναγύρισε στις αίθουσες διδασκαλίας. Το γκρέμισμα είναι τόσο πιο εύκολο από το χτίσιμο! Στα χρόνια που ακολούθησαν έγιναν αρκετές φορές απόπειρες μεταρρύθμισης στην εκπαίδευ­ ση και τα αναγνωστικά που είχαν προοριστεί για κάψιμο ξαναγύρισαν πολλές φορές στα σχολεία. Τα «Ψηλά Βουνά» μάλιστα, όπως σημειώνει ο Δ. Γιάκος,18 χρησιμοποιήθηκαν και ως αναγνωστι­ κό Γ' Δημοτικού κατά το σχολικό έτος 1974-75. Κοντά εξήντα χρόνια παλινδρομήσεων και αγώ­ νων μέχρι τη δικαίωση!

Σημειώσεις 1. Μ. Τριανταφυλλίδη, «Πριν καούν. Η αλήθεια για τα ανα­ γνωστικά της δημοτικής», Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1963, τόμος 5ος, σελ. 135. 2. ό.π., σελ. 113. 3. Ζ. Παπαντωνίου, «Τα Ψηλά Βουνά», Βιβλιοπωλείου της «ΕΣΤΙΑΣ», σελ. 144. 4. ό.π., σελ. 21-22. 5. ό.π., σελ. 112. 6. ό.π., σελ. 179. 7. ό.π., σελλ. 180. 8. Μ. Τριανταφυλλίδη, «Δημοτικισμός και Αντίδραση», Ά ­ παντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ό.π., τόμος 6ος, σελ. 26. 9. Μ. Τριανταφυλλίδη, «Πριν καούν», ό.π. σελ. 120, σημ. 34. 10. Α. Φραγκουδάκη, «Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση και Φιλε­ λεύθεροι Διανοούμενοι», εκδ. ΚΕΔΡΟΣ, Αθήνα 1983, σελ. 11. Δ. Γιάκου, «Μορφές της Ελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. ΦΙΛΙΠΠΟΤΗ, Αθήνα 1982, σελ. 141-142. 12. Α. Φραγκουδάκη, ό.π., σελ. 19. 13. Μ. Τριανταφυλλίδη, «Δημοτικισμός. Ένα γράμμα στους δασκάλους μας», Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, ό.π., τόμος 5ος, σελ. 226; 14. Α. Μπενέκου, «Ζάχαρίας Παπαντωνίου - Ένας σταθμός στην παιδική λογοτεχνία», εκδ. ΔΙΠΤΥΧΟ, Αθήνα 1981, σελ. 197-198. 15. Μ. Τριανταφυλλίδη, «Πριν καούν», ό.π., σελ. 39, σημ. 1. 16. Δ. Γιάκου, ό.π., σελ. 151. 17. Μ. Τριανταφυλίδη, «Πριν καούν», ό.π., σελ. 161. 18. Δ. Γιάκου, ό.π., σελ. 144, σημ. 14.

επιοείο


88/αφιερωμα

Κωνσταντίνος Δη μ. Μαλαφάντης

Η προσφορά

του Ζαχαρία Παπαντωνίου στην παιδική λογοτεχνία και την εκπαίδευση Στη μνήμη του Στρατή Καρρά, που ο ξαφνικός θάνατός του (όμοιος με εκείνον του Παπαντωνίου) διέκοψε την πολύτιμη, για μένα, πνευματική μας σχέση.

Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου δεν ήταν εκπαιδευτικός. Παρακινημένος συναι­ σθηματικά όμως έγραψε ποιήματα για παιδιά και υπό συγκεκριμένες κοινωνικοϊστορικές και γλωσσοεκπαιδευτικές συγκυρίες1έγραψε, αλλά και συνερ­ γάστηκε με άλλους για τη συγγραφή σχολικών αναγνωστικών και συλλογών νεοελληνικών αναγνωσμάτων. Γι’ αυτά ο Παπαντωνίου κατέλαβε και μία από τις πρώτες θέσεις στην ελληνική παιδική λογοτεχνία και την παιδική ποίηση.2 συγκεκριμένη αυτή προσφορά του Παπα­ ντωνίου πρέπει να εκτιμηθεί στα ανάλογα πλαίσια: συνιστά μέρος της νέας τότε θεματικής της λογοτεχνίας μας σε σχέση με την παρουσία ή την αναφορά στο παιδί, που τη βλέπουμε να αρ­ χίζει να αναπτύσσεται στους κόλπους της γενιάς του 1880 (σ’ αυτούς τους λογοτέχνες ανήκει, όψι­ μα έστω, και ο Παπαντωνίου),3 και προσδιορίζε­ ται από μία στροφή, που παρατηρείται εκείνη την εποχή προς τα παιδαγωγικά ενδιαφέροντα, εκ­ φράζοντας (αλλά και επιβεβαιώνοντας) ένα γενι­ κότερο ανακαινιστικό και αστικό πνεύμα.4

Η

Το 1917 η προσωρινή επαναστατική κυβέρνη­ ση τού Ελ. Βενιζέλου αποφασίζει και προχωρεί σε μια σημαντική εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που, μεταξύ άλλων, καθιερώνει τη δημοτική γλώσσα στις τέσσερις πρώτες τάξεις του δημοτι­ κού σχολείου και ορίζει να γραφούν νέα αναγνω­ στικά βιβλία γι’ αυτές.5 Το επόμενο έτος η επι­ τροπή για τη σύνταξη αναγνωστικών βιβλίων του Κράτους αναθέτει στον Παπαντωνίου να γράψει ένα πρότυπο αναγνωστικό για την Γ' δημοτικού. Έτσι, ύστερα από είκοσι χρόνια συγγραφικής σιωπής του Παπαντωνίου (1898: «Πολεμικά Τρα-


αφιερωμα/89 μέσα από αληθοφανείς ιστορίες και καθημερινές σκηνές, να «περάσει» στα παιδιά σημαντικές αν­ θρώπινες και κοινωνικές αξίες: τη φυσιολατρία, τη συνεργασία, την κοινοτική αλληλεγγύη, την ανθρώπινη προσέγγιση, τη θρησκευτικότητα, την απαλλαγή από δεισιδαιμονίες και την αγάπη στα δημιουργήματα της φύσης. Τη λογοτεχνική αξία, τη γλώσσα και τα ηθικά πρότυπα που πρόβαλλαν «Τα ψηλά βουνά» επισήμανε και επαίνεσε ο Κωστής Παλαμάς7 αμέ­ σως μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο:

γουδιά»), γράφονται «Τα ψηλά βουνά»,6 σε συ­ νεργασία με τους Δημοσθ. Ανδρεάδη, Αλ. Δελμούζο, Π. Νιρβάνα, Μ. Τριανταφυλλίδη, με εικό­ νες του Π. Ρούμπου αλλά και σχέδια του ίδιου του συγγραφέα. Η υπόθεση του βιβλίου αυτού είναι απλή όσο και ελκυστική για την παιδική ψυχολογία. Εικοσιέξι παιδιά ηλικίας δώδεκα ως δεκατεσσάρων ετών αποφασίζουν με δική τους πρωτοβουλία και με τη συγκατάθεση των γονέων τους να περά­ σουν τις καλοκαιρινές διακοπές τους στο κοντι­ νό πευκόφυτο βουνό, το Χλωρό, ανάμεσα στα νε­ ρά και τα δέντρα. Εκεί οργανώνουν τη ζωή τους σε κοινότητα χωρίς ειδικές ανέσεις, κατανέμουν τις υποχρεώσεις τους, αναλαμβάνουν υπεύθυνες υπηρεσίες, τις εκτελούν με προθυμία και πειθαρ­ χία, αντιμετωπίζουν αποφασιστικά τα απρόο­ πτα, ενδιαφέρονται για τη ζωή των εργατών του δάσους και των βοσκών, κάνουν φιλίες, πλουτί­ ζουν κατά πολύ την πείρα και τις γνώσεις τους με ποικίλες λαϊκές γνώσεις και δοξασίες, καθώς και εντυπώσεις από το δάσος, θέλγονται και μα­ γεύονται από την ομορφιά και την αρμονία του και καλλιεργούν τον ανθρωπισμό και την ευαι­ σθησία τους δείχνοντας συμπάθεια σε καθετί α­ δύναμο που συναντούν στο δρόμο τους. Το βι­ βλίο, χωρίς καθόλου διδακτισμό, καταφέρνει,

«[...] Το βιβλίο του Παπαντωνίου μας ανοίγει ο­ ρίζοντες. "Ψηλά βουνά” επιγράφεται, και σε κά­ ποιο ψήλωμα μας φέρνει, που είναι ολόδροσος ο αέρας του και το φως του ολόχαρο. Τυπωμένο στο Εθνικό Τυπογραφείο, το πρώτο «Αναγνωστι­ κό του Κράτους» καθώς το δείχν’ η επιγραφή του εξωφύλλου του, με εικονίτσες σχεδιασμένες από τον ίδιο τό συγγραφέα κ’ εκτελεσμένες από το ζωγράφο Ρούμπο, το βιβλίο του Παπαντωνίου μέσα στις εκατόν ογδόντα καλωτύπωτες σελίδες του συνταιριάζει άκοπα, με τη δύναμη και με τη χάρη του ύφους, με τη χαραχτηριστική καθαρό­ τητα και την ενότητα της γλώσσας εξόν από κά­ ποια αραιά και ίσως ασήμαντα ψεγάδια, μα δεν ξέρω αν ασήμαντα και στα μάτια των πιστών κά­ ποιου αυστηρότατα γραμματικού δημοτικισμού - συνταιριάζει και συμφιλιώνει την ποιητική με την παιδαγωγική την τέχνη, το τραγούδι με το δασκάλεμα, τη σοβαρότητα με το χ ιο ύ μ ο ρ , το παραμύθι με την πραγματογνωσία, την απλότητα για το παιδί, με κάποιο βάθος για τον ποιητή. Εί­ ναι κατήχηση πατριωτική, βγαλμένη, γενικά, α­ πό τη γη μας με τα λουλούδια της και από το βου­ νό μας με τον ήλιο του, χωρίς το λογάριασμ’ α­ κόμα της ιστορίας και το σάλπισμα της ρητορι­ κής. [...]. Και σ’ όλα αυτά χυμένη μια ιλαρωσύνη, σα να γράφτηκε το βιβλίο αυτό από την αρχή ως το τέ­ λος μ5 ένα χαμόγελο, άξιο να καθίσουν επάνω του οι μέλισσες». Ανάλογη υποδοχή έκανε, τον ίδιο καιρό, στο Βλίο και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος,8 που επισήu<,·νε τη διαφορά του νέου αναγνωστικού από αυ­ τά που είχαν μέχρι τότε κυκλοφορήσει, αλλά και τη σωστή και λογοτεχνική δημοτική στην οποία έγραψε ο Παπαντωνίου: ·. ο '"Αναγνωστικό” αυτό διαφέρει από κάθε άλλο που μπήκε ως τώρα στο Δημοτικό Σχολείο, όσο η αυγή από τη νύχτα. Πρώτο, γιατ’ είναι έρ­ γο, - αληθινό έργο, - ενός από τους καλύτε­ ρους λογοτέχνες μας· δεύτερο, γιατί το έργο αυτό του κ. Παπαντωνίου το κοίταξε και το επεξεργάσθηκε στις λεπτομέρειες μια Συντακτική Επιτρο­ πή από τους κ.κ. Ανδρεάδη, Δελμούζο, Νιρβάνα και Τριανταφυλλίδη, όλους σοφούς παιδαγωγούς


90/αφιερωμα και φιλόλογους με καινούργιες ιδέες· και τρίτο, - όχι λιγώτερο σπουδαίο, μα την αλήθεια! γιατί κι’ η εξωτερική του μορφή, ανάλογη με το περιεχόμενο, κάνει ένα βιβλίο καθαρό, κομψό, ό­ μορφο, πλούσιο μπορώ να πω, που κι* ο πιό τσ α ­ πα τσ ο ύ λ η ς μαθητής δεν μπορεί παρά να ταγαπά και να το προσέχη. Είναι περιττό να προσθέσω, πως το αριστουργηματάκι αυτό είναι γραμμένο στην πιό καθαρή και την πιο κ α νονισ μ ένη δημοτική. Ό χι α­ πλώς και μόνο γιατί η δημοτική έχει μπη πιά στο Δημοτικό Σχολείο και το Αναγνωστικό έπρεπε να γίνη σύμφωνο με το Νόμο. Αλλά προπάντων γιατί ακούει ’ς ένα άλλο Νόμο, άγραφο μα πολύ πιό επιτακτικό, τον κυριώτερο Νόμο της δη­ μιουργικής Φιλολογίας, που λέει ότι: λογοτέχνη­ μα δεν μπορεί νάναι γραμμένο ’ς άλλη γλώσσα, παρά στη ζωντανή, στη σύγχρονη, ’ς εκείνη που μιλούμε, καταλαβαίνουμε κι’ αισθανόμαστε πε­ ρισσότερο. Ο κ. Παπαντωνίου δεν είναι κανένας δάσκαλος, ( - κι’ εδώ δεν μιλώ για λιγοστές ε­ ξαιρέσεις, για έναν Κουρτίδη π.χ. - ) που αποφά­ σισε να συρράψη κι’ ένα Αναγνωστικό, για να κερδίση. Είναι λογοτέχνης, συγγραφέας, π ο ιη ­ τή ς. Ούτε τα "Ψηλά Βουνά” είναι καμμιά συρραφή "πραγματογνωστικών, διηγηματίων και ποιηματίων” , ξένων μάλιστα, μεταφρασμένων α­ πό δω κι’ από κει. Είναι ένα μεγάλο, ποιητικώτατο διήγημα, με αρχή, μέση και τέλος, με την ιδέα του, με την έμπνευσή του. Είναι ένα έργο λογοτε­ χνικό. 0 λογοτέχνης λοιπόν θάταν αδ ύνα το να το γράψη ’ς άλλη γλώσσα απ’ αυτή που γράφουνται όλα τα λογοτεχνήματα. Αν η δημοτική δεν επιτρέπουνταν στο Σχολείο, ο κ. Παπαντωνίου δεν θάγραφε Αναγνωστικό. Θα τόγραφε πάλι κα­ νένας δάσκαλος κι’ αντί για βιβλίο αληθινό, τα καϊμένα τα παιδιά θάχαν πάλι μια "συρραφή” ». Γρήγορα όμως «Τα ψηλά βουνά» καθώς και τα υπόλοιπα αναγνωστικά της δημοτικής συγκέ­ ντρωσαν τα πυρά των συντηρητικών και των ο­ παδών της καθαρεύουσας, για τη γλώσσα, την παιδαγωγική τους μέθοδο και τις ηθικές αξίες που έφερναν. Στις κριτικές τους, οι πολέμιοι, δε δίστασαν να επικαλεστούν κάθε επιχείρημα. Χα­ ρακτηριστική από την άποψη αυτή είναι η σφο­ δρή κριτική του καθηγητή Γ.Ν. Χατζηδάκι: «[...] περί των μεγάλων ιδανικών, της πατρίδος, της θρησκείας, ουδείς γίνεται λόγος. Και ου μόνον τούτο, αλλά και δια της όλης παραστάσεως φαί­ νεται ως να θέλουν [...] ν’ αποτρέψουν τα παιδία από τούτων. Φαντάσθητε ότι δύο όλους μήνας μένουν οι μαθηταί μιας τάξεως του Ελληνικού σχολείου εις τα δάση, και όμως ούτε πρωί ούτε ε­ σπέρας, ούτε προ του φαγητού ούτε μετ’ αυτό προσεύχονται, ούτε την Κυριακήν διακρίνουν α­ πό τας άλλας ημέρας. [...] Έπειτα έγινεν εις την Α' τάξιν περί της οικογένειας αρκετός λόγος, ώ­

στε να μη χρειάζεται πλέον τίποτε δια την Γ' και δι’ αυτό εδιδάχθησαν οι μαθηταί της Γ' να μη φροντίζουν περί των γονέων των, αλλά μόνον πε­ ρί της κοινότητος αυτών του Soviet; Πρόσθες τούτοις ότι ουδαμού εις το σχεδιογράφημα τούτο φαίνεται η θρησκεία, φαίνεται ότι κατηργήθη και εις την κοινότητα ή το Soviet των παιδιών τού­ των, όπως και εις τα των συντρόφων εν Ρωσία [...]».9 Αλλά και ο συνάδελφός του Α. Σκιάς διέκρινε στα "Ψηλά βουνά” "β δ ελ υ ρ ά ς και βω ­ μ ο λ ό χο υ ς αστειότητας, οποίας ασμένως μετα­ χειρίζονται οι μόρτηδες, οι χασισοπόται, οι λωποδύται και εν γένει οι φαυλόβιοι»10... Στο μεταξύ το 1920 ο Βενιζέλος έχασε τις εκλο­ γές και στην εξουσία ανέρχονται φιλομοναρχικές δυνάμεις, που μεταξύ άλλων ανατρέπουν την εκ­ παιδευτική μεταρρύθμιση και σχηματίζουν μια «Επιτροπεία διορισθείσα προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των δημοτικών σχο­ λείων». Τα πορίσματα της «Επιτροπείας», που διατυπώθηκαν το Φεβρουάριο του 1921, ήταν κα­ τηγορηματικά για «Τα ψηλά βουνά»: «εμφανίζουσιν την τε θρησκείαν και τον ελληνισμόν υπό μορφήν γελοίαν και βάρβαρον, ίνα εμποιήσωσιν αποστροφήν προς αμφότερα, ώστε οι παίδες να ασπασθώσιν ύστερον τας ιδέας, προς ας άγουσιν τα Ψηλά βουνά, ήτοι τον μπολσεβικισμόν. [...] Η χυδαιότης του βιβλίου τούτου είναι ανωτέρα πάσης περιγραφής. [...] Τα πρόσωπα του βιβλίου ανήκουσι σχεδόν άπαντα εις τα κατωτέρας τάξεις της κοινωνίας. Τοιαύτα είναι ο γανωματής, δύο μπαλωματήδες, ο κορφολόγος, ο καστανάς, η οικογένεια του Γερο-Θανάση του ποιμένος, καλόγηροί τινες κ.τ.λ. Ως εικός δε, τα πρόσωπα ταύτα, καθ’ ον τρόπον μάλιστα εικονίζονται πολ­ λά εξ αυτών εν τφ βιβλίω, είναι ήκιστα κατάλλη­ λα, όπως φρονηματίσωσι τους παίδας και χρησι-

Α π ό το ν π ρ ώ το κ α ιρ ό που κ υ κ λ ο φ ό ρ η σ ε το β ιβλίο « Τ α Ψ η λά Β ουνά», κ α τα ξ ιώ θ η κ ε α π ό λ υ τα στη συνείδη ση τω ν ε κ π α ιδ ε υ τικ ώ ν τη ς π ρ ά ξ η ς .___________________________ _ μεύωσιν αυτοίς ως πρότυπα βίου και απομιμήσεως δια το μέλλον».11 Έτσι αποφασίζεται η μοίρα δεκατριών ανα­ γνωστικών βιβλίων12 της εκπαιδευτικής μεταρ­ ρύθμισης του 1917: «Να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και καώσι τα συμφώνως προς τους νόμους εκείνους συνταχθέντα και σήμερον εν χρήσει υπάρχοντα αναγνωστικά βιβλία ως έργα ψεύδους και κακοβούλου προθέσεως» και «Τα ψηλά βουνά» μαζί με τα υπόλοιπα βιβλία καίγο-


αφιερωμα/91 νται δημόσια, στην πλατεία Συντάγματος, ενώ επανεισάγονται στα σχολεία τα εγκεκριμένα προ του 1917 αναγνωστικά βιβλία και το σύστημα γραμματικής διδασκαλίας του 1913.

ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΑ ΚΡΑΤΟ ΥΣ

ε όλες τις επικρίσεις που διατυπώθηκαν για τα νέα εκείνα αναγνωστικά, αλλά και στις παραπάνω κατηγορίες, απάντησαν, μεταξύ άλ­ λων ειδικών, ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, με το περίφημο άρθρο του, στο «Δελτίο Εκπαιδευτικού Ομίλου» του 1921, με τίτλο «Πριν καούν. Η αλή­ θεια για τ’ Αναγνωστικά της δημοτικής»,13 ο παιδαγωγός Κ.Δ. Σωτηρίου14 με σειρά άρθρων του στην εφημερίδα «Νέα Ελλάδα». «Τα ψηλά βουνά» ξαναγυρίζουν στα σχολεία, σε τέταρτη έκδοση, το 1929, με την ανάληψη της εξουσίας από τον Ελ. Βενιζέλο (υπουργός Παι­ δείας Κ. Γόντικας), που δρομολογεί νέα εκπαι­ δευτική μεταρρύθμιση. Το ίδιο γίνεται και το 1933 (υπουργός Γ. Παπανδρέου), όταν πραγμα­ τοποιείται και η πέμπτη έκδοση. Ως αναγνωστι­ κό της Γ' δημοτικού ξαναγυρίζουν επίσης μετά την πρόσφατη μεταπολίτευση, κατά το σχολικό έτος 1974-1975. Πάντως, ήδη από τον πρώτο καιρό που κυκλο­ φόρησε το βιβλίο αυτό, καταξιώθηκε απόλυτα στη συνείδηση των εκπαιδευτικών της πράξης.15 Το ίδιο έγινε και με όλους σχεδόν τους νεότερους μελετητές και εκπαιδευτικούς, που εκτίμησαν τη λογοτεχνική αξία και την «παιδαγωγική μέθοδο» των «Ψηλών βουνών»: Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος16 τονίζει το απλό και ελκυστικό για τους μαθητές περιεχόμενο του βιβλίου, που κατόρθω­ σε να γράψει ο Παπαντωνίου, ακριβώς γιατί δεν ήταν εκπαιδευτικός: «[Ο Παπαντωνίου] δημιούρ­ γησε μια γενναία τομή στην ιστορία του νεοελλη­ νικού αναγνωστικού. Φως και δροσιά στο σχο­ λειό. Αυτό επραγμάτωσαν τα "Ψηλά βουνά” . Δάσκαλος ο Παπαντωνίου δεν είταν. Μεγάλο ευ­ τύχημα. Γιατί διαφορετικά θα έγραφε κανένα α­ πό τα σχολαστικά, τα "βαρετά εκείνα” , που και στη γλώσσα τη δημοτική δοσμένα δεν παύουν να μυρίζουν μούχλα και ν’ ανασαίνουν σκόνη». Ο Στέλιος Σπεράντσας17 επισήμανε την αριστοτε­ χνική πλοκή του διηγήματος, που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον των αναγνωστών, γνωρίζοντάς τους και «περνώντας» τους αβίαστα πολλές ηθι­ κές αξίες: «Η πλοκή στη διήγηση είναι απλή, φυ­ σική, αβίαστη, χωρίς μυθιστορηματικές περιπέ­ τειες, που γεννούν τη νοσηρή εκείνη περιέργεια και το γεμάτο αγωνία ενδιαφέρον ποια θα είναι η τελική έκβαση. Το ενδιαφέρον των μικρών ανα­ γνωστών αναπτύσσεται διαρκώς και ανανεώνε­ ται σε κάθε κεφάλαιο. Αυτό αναντίλεκτα αποτε­ λεί μια μεγάλη αρετή του βιβλίου. Άλλη αρετή του είναι το ότι οι ηθικές ιδέες δεν μεταδίδονται δογματικά, αλλά ξετυλίγονται με τη δράση των προσώπων και μόνες τους προβάλλονται, χωρίς

ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙΟ

Σ

ΠΡΩ ΤΟ

ΜΕΡΟΣ

Έ *δ. ι.

Δ. Ανδοκίδης. Α. Δελμσΰζος. Π. ΝΙΟΜνας. Ζ. Παπαντωνίου, Μ. Τριανταφυλλίδης. Κ. Μαλδας (ιΐνάης)

ΑΘΗΝΑΙ 1 9 1 9

καμιά εξωτερική προσπάθεια, αφήνοντας πλατύ περιθώριο για ηθικά συμπεράσματα. Ό ,τι κάνουν τα παιδιά και οι μεγάλοι, το κάνουν σαν ένα χρέος τους φυσικό, αβίαστα και χωρίς ν’ αποβλέ­ πουν σε κανένα ταπεινό ελατήριο, σε καμιά πρό­ στυχη υστεροβουλία. Το κάνουν από αξιοπρέ­ πεια κι απ’ αλτρουισμό!». Άλλοι μίλησαν για την ανάλαφρη δόμηση του έργου, που το καθιστά ευχάριστο και τη σύγχρονη «παιδαγωγική» αντί­ ληψη του συγγραφέα: «Στο πεζό κείμενο του βι­ βλίου που το χαρακτηρίζει η άψογη και η στρωτή δημοτικά γλώσσα, παρεμβάλλονται κάθε τόσο και τα έμμετρα μέρη του. Είναι τα ποιήματα εκεί­ να που έμειναν αλησμόνητα γιατί συγκέντρωσαν μέσα στη δροσερή τους νότα, στη ζηλευτή τους διαύγεια, εκτός από το ηθικοπλαστικό μέρος και το πιο πρωτότυπο ανάπτυγμα. [...] Ο Παπαντω­ νίου ακολούθησε τα πρότυπα της σύγχρονης παι­ δαγωγικής, θέλησε και το πέτυχε αβίαστα να δώ­ σει στο παιδί γνώση και χαρά, ενθουσιασμό και αυτενέργεια».18 Πρόσφατα εξάλλου ο Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος19 μελέτησε διεξοδικά το ε­ πίμαχο, όπως είδαμε, αρχικά θέμα της θρη­ σκείας στα «Ψηλά βουνά» και διαπίστωσε την ουσιαστική θρησκευτικότητα και ορθοδοξία του έργου: «Η θρησκεία, πραγματικά, είναι αποκλει­ σμένη και πολύ σωστά, αφού ένα αναγνωστικό δεν είναι εγχειρίδιο θρησκειολογίας. Δεν είναι ό­ μως καθόλου αποκλεισμένη η Ορθοδοξία, τη στιγμή που το βιβλίο έχει τα έξοχα κεφάλαια:


92/αφιερωμα Στο μοναστήρι, Ο εσπερινός, Απόδειπνο, Η Λει­ τουργία. Μπορεί βέβαια να αναγνωρίσει κανένας αρκετά ελαφρυντικά στην Επιτροπεία για τη σύγ­ χυση Εκκλησίας και θρησκείας, μολαταύτα πα­ ραμένει το στίγμα πως κόλλησε στα Ψηλά Βουνά τη ρετσινιά του σχεδόν άθεου βιβλίου». Και α­ κραιφνέστεροι εκπαιδευτικοί20 διέκριναν την πρωτοπορία των «Ψηλών βουνών» στην κίνηση του εκπαιδευτικού δημοτικισμού και συγκρίνουν το ρόλο του βιβλίου του Παπαντωνίου με το «Τα­ ξίδι μου» του Γιάννη Ψυχάρη: «Μπορούμε να πούμε πως τα "Ψηλά βουνά” έπαιξαν μέσα στην κίνηση του Εκπαιδευτικού Δημοτικισμού τον ί­ διο ρόλο που έπαιξε και το "Ταξίδι” του Ψυχάρη στην κίνηση για την κυριαρχία του Δημοτικισμού σ’ όλες τις πνευματικές μας εκδηλώσεις». Και ο νεότερος συστηματικός μελετητής του Παπα­ ντωνίου Αντώνης Μπενέκος21 επισήμανε την πρωτοτυπία του σχολικού αυτού αναγνωστικού, που αποτελεί πρότυπο σχολικού βιβλίου, με θέμα του το ίδιο το παιδί: «Έδειχνε στους παιδαγω­ γούς πώς ένα σχολικό βιβλίο είναι πρώτα πρώτα ένα καλλιτέχνημα και στη σύλληψή του και στους σκοπούς του. Αποκάλυπτε ότι περιεχόμε­ νό του, αντικείμενό του, είναι το ίδιο το παιδί και ότι το δραστικότερο μέσο καλλιέργειας δεν είναι ο κατά παραγγελία διδακτισμός, αλλά η ευγέ­ νεια των προθέσεων, η ειλικρίνεια του συγγρα­ φέα, η ομορφιά του λόγου, η γόνιμη φαντασία και η ελεύθερη σκέψη», που συνιστά ταυτόχρονα και μια επαναστατική εφαρμογή παιδαγωγικών με­ θόδων και μέσων: «Τα Ψηλά Βουνά ήταν συγχρό­ νως και μια επανάσταση παιδαγωγικών μεθόδων και μέσων. Και, βέβαια, από την άποψη αυτή υ­ λοποιούσε το πνεύμα της εποχής και των συνερ­ γατών του, που ήταν παιδαγωγοί πρώτ’ απ’ όλα». ίδια συντακτική επιτροπή που συνεργάστη­ κε στα «Ψηλά βουνά» (αυτή τη φορά το ει­ καστικό μέρος ανέλαβε ο ζωγράφος Κ. Μαλέας), συνεργάζεται πάλι, τον ίδιο χρόνο, για τη συγ­ γραφή ενός «Αλφαβηταρίου». Γράφεται έτσι και κυκλοφορεί το 1919 «Το αλφαβητάρι με τον ή­ λιο», όπως επικράτησε να λέγεται.22 Δεν υπάρ­ χουν μαρτυρίες για τον τρόπο που εργάστηκε αυ­ τή τη φορά η επιτροπή, καθώς και για το επιμέρους έργο καθενός.μέλους της. Ωστόσο, όπως γράφει ο Μαν. Τριανταφυλλίδης, το «Αλφαβητά­ ριο» ήταν «χυμένο από την ψυχή του Δελμούζου»,23 ενώ τη γλωσσική φροντίδα είχε ο ίδιος ο Τριανταφυλλίδης. Η συντακτική επιτροπή γνώριζε πολύ καλά πως «το αναγνωστικόν, τόσον καλύτερον επιτυγ­ χάνει τους ποικίλους σκοπούς του, όσον ελκυστικότερον είναι δια τον μαθητήν και διεγείρει το ενδιαφέρον του».24 Έ τρι το «Αλφαβητάριο» πε­ ριείχε ένα επεξεργασμένο παιδοκεντρικό και ελ­

Η

ληνοκεντρικό περιεχόμενο25: περιγράφει τη ζωή μιας οικογένειας με τρία παιδιά από το τέλος του καλοκαιριού ως την άνοιξη και αποτελεί ολό­ κληρο μία ενότητα. Ό πω ς παρατηρεί ο Αλ. Δημαράς, «κάθε σελίδα του Αλφαβηταρίου, κάθε ζωγραφιά, κάθε τυπογραφικός του στίχος αποτε­ λεί οργανικό τμήμα του συνόλου, και έχει συ­ γκεκριμένη σχέση τόσο με το υπόλοιπο περιεχό­ μενο, όσο και με τους σκοπούς στους οποίους α­ ποβλέπει κάθε στάδιο της διδασκαλίας. [...] Μα­ κριά από σχήματα και τύπους, η διδασκαλία ο­ δηγημένη από τα πορίσματα της ψυχολογίας, α­ ντί να είναι καταναγκασμός γίνεται ενδιαφέρου­ σα ενασχόληση· η απομνημόνευση δίνει τη θέση της στην ενεργητική μάθηση»26. Ό πω ς «Τα ψηλά βουνά», έτσι και το «Αλφα­ βητάριο» χτυπήθηκε από την αντίδραση και κα-

« Τ α χ ελ ιδ ό ν ια » α ν α φ έ ρ ο ν τ α ι σε α π λ ά κ α ι συνη θ ισ μ ένα θ έμ α τ α τη ς κ α θ η μ ερ ιν ή ς ζ ω ή ς, γ ε γ ο ν ό ς που δ είχν ει κ α ι τη ν α νθ ρ ώ π ινη _________ ευ α ισ θ η σ ία το υ π ο ιη τή . ταδικάστηκε μαζί με άλλα αναγνωστικά, το 1921, με τη γνωστή απόφαση της «επιτροπείας». Ο Τριανταφυλλίδης, στην απάντησή του στις κα­ τηγορίες, αναφέρεται και στις επικρίσεις για το «Αλφαβητάριο», ανασκευάζοντας τα επιχει­ ρήματα.27 Λίγα χρόνια κατόπιν, το 1920, εκδίδεται στη σειρά της «Βιβλιοθήκης Εκπαιδευτικού Ομίλου» η ποιητική συλλογή του Παπαντωνίου για παιδιά, με τίτλο «Τα χελιδόνια».28 Αρκετά από τα ποιή­ ματα της συλλογής είναι μελοποιημένα από το φίλο του συγγραφέα Γεώργιο Λαμπελέτ και τη Χαρίκλεια Καλομοίρη. Στη δεύτερη σελίδα της συλλογής υπάρχει η συγκινητική αφιέρωση του συγγραφέα στο μικρότερο αδερφό του Θανάση, που είχε αυτοκτονήσει το προηγούμενο έτος, η ο­ ποία δηλώνει και το σκοπό αυτής της συγγρα­ φής: «Αδερφέ, Μου έδωσες τη βαθύτερη πληγή που μπορούσε να δώσει η αγάπη. Σου δίνω αυ­ τούς τους στίχους. Ξέρω πόσο αυστηρός θα είσαι μέσα στην ομορφιά που ζης. Όμως αξίωσέ τους μ’ ένα βλέμμα καλοσύνης. Ήθελα να δώσω στα παιδιά λίγο τραγούδι, όπως ο πατέρας μας τα γράμματα, όπως εσύ τη γραμμή και το χρώμα. Κοινό συναίσθημα ωδήγησε και τους τρεις κοντά στην ηλικία που δεν την άγγιξεν ακόμα το κακό [...]». «Τα χελιδόνια» αποτελούνται από 46 ποιήμα­ τα, εμπνευσμένα από το μεγαλείο της φύσης, τα ζώα και τους απλούς ανθρώπους της υπαίθρου.


αφιερωμα/93 Αναφέρονται επίσης σε απλά και συνηθισμένα θέματα της καθημερινής ζωής, γεγονός που δεί­ χνει και την ανθρώπινη ευαισθησία του ποιητή. Στά ποιήματα αυτά, παράλληλα με το στοχασμό και την αγάπη για τη φύση, υπάρχει και ο στοχα­ σμός και η αγάπη για τον κόσμο του Θεού, που διατυπώνεται μ’ ένα σαφή συμβολισμό, τελείως προσιτό στην παιδική ηλικία. «Τα χελιδόνια», αν και χαρακτηρίζονται από λιτότητα ύφους, διαθέ­ τουν σαφήνεια, ζωηρές ζωγραφικές εικόνες, λεξι­ λογικό πλούτο και είναι επεξεργασμένα από τον ποιητή, κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να είναι όλα τους ηχητικά,29 μορφολογικά και γλωσσικά άψογα. Στέκομαι λίγο στα ποιήματα που αναφέρονται στη φύση. Από τη φυσιολατρική διάθεση του Παπαντωνίου προέρχεται το γνωστό «Αγροτικό», τρυφερό ποίημα για τη νύχτα (σελ. 5): Στο σταύλο απόψε ήρθε το φεγγάρι... Εκοίταξεν απ’ το παράθυρό του, είδε την αγελάδα, το μοσκάρι, το βώδι που μασούσε το σανό του. Στον κήπο μας ανήσυχα γλιστρούσε, ανέβηκεν απάνω στη συκιά μας, εμέτρησε τα λίγα πρόβατά μας, είδε το γάιδαρο μας και γελούσε. Πήγε σ τ ’ αμπέλι, πήγε στο λιοστάσι, άκουσε τα κουδούνια άπ’ το κοπάδι, χωρίς κουβά κατέβη στο πηγάδι κι ήπιε νερό πολύ να ξεδιψάση. Στης λεύκας μας τα φύλλα παιγνιδίζει, στον ουρανό τον καθαρό ανεβαίνει. Μια χήνα το κοιτάζει σαστισμένη κι ο σκύλος μας ακόμα το γαβγίζει. Υποδειγματική λιτότητα ύφους και απλή ,σύ­ ζευξη χαρακτηρίζει «Το ποταμάκι» (σελ. 8), το οποίο «ανεπαισθήτως» γίνεται και ένα φυσιογνωστικό μάθημα: «Από που είσαι ποταμάκι;» - Από κείνο το βουνό». - «Πως τον λέγαν τον παππού σου; - Σύννεφο στον ουρανό». - «Ποια ’ναι ή μάνα σου;» - «Η μπάρα». - «Πως κατέβηκες στη χώρα;» - «Τα χωράφια να ποτίσω και τους μύλους να γυρίσω». - «Στάσου να σε ιδούμε λίγο ποταμάκι μου καλό». - «Βιάζομαι πολύ να φύγω ν’ ανταμώσω το γιαλό».

Τό «Πεύκο» (σελ.} τονίζει με τρόπο συγγενικό με το δημοτικό τραγούδι: Ένας πεύκος μες στον κάμπο γέρασε ο φτωχός. Στέκει εκεί πρωί και βράδυ μοναχός. Έχασε μεγάλους κλώνους, έμαθε πολλά. Ζη διακόσια τόσα χρόνια στρογγυλά. Άκουσε τα καρυοφύλλια, είδε αρματωλούς, πέρασε πολέμους, μπάρες, κεραυνούς. Μα βαστάει σαν παλικάρι, όσο κι αν γερνά, κι αγναντεύει πέρα ως πέρα τα βουνά. Το ίδιο δέντρο, οικείο στο ελληνικό φυσικό πε­ ριβάλλον, δίνει την αφορμή - με βάση και σχετι­ κές λαϊκές δοξασίες - για ένα όμορφο οικολογι­ κό ποίημα - η φύση είχε πάντα ανάγκη από την προστασία μας («Η κατάρα του πεύκου», σελ. 36): «Γιάννη, γιατί έκοψες τον πεύκο; γιατί; γιατί;» - «Αγέρας θάναι» λέει ο Γιάννης και περπάτεί. Ανάβει η πέτρα, το λιβάδι βγάνει φωτιάνάβρισκε ο Γιάννης μια βρυσούλα, μια ρεματιά! Μες στο λιοπύρι, μες στον κάμπο να ένα δεντρί. Ξαπλώθη ο Γιάννης αποκάτου δροσιά να βρη. Το δέντρο παίρνει τα κλαδιά του και περπάτεί! «Δε θ’ ανασάνω» λέει ο Γιάννης«γιατί; γιατί;»

Από τα πιο γνωστά άλλοτε ποιήματα της συλ­ λογής «Ο γεροβοσκός» (σελ. 30), δίνει με τρόπο εξιδανικευτικό, αλλά και ρεαλιστικό τον τύπο του παραδοσιακού Έλληνα βοσκού:


94/αφιερωμα

Πόσα χρόνια πέρασα κι άσπρισα και γέρασα πάνω στα ψηλώματα βόσκοντας τα πρόβατα!

Ά μ α βρη κανένα σπόρο μέσα στην αύλή, το κεφάλι του σηκώνει και το διαλαλεί, να το μάθουνε σε δύση και σ ’ ανατολή.

2

Τις κορφές επάτησα και νυχτοπερπάτησα και σε δέντρα γέρικα είδα κι είδα αγερικά. 3 Σε ψηλές ανηφοριές σαν κοτσύφι εχύθηκα, κι έπεσα σε ρεματιές και λαγοκοιμήθηκα. 5 Σ ’ αιτοράχη εσκάλωσα, με το λύκο εμάλωσα κι αναιμα τρανές φωτιές σε τετράψηλες κορφές. 6

Είδα τ ’ άστρι στο βουνό, που το λένε αυγερινό, και στην καθαρή βραδιά χόρτασα την ξαστεριά. Μύρμηγκα δε ζήμιωσα κι άνθρωπο δε θύμωσα. Πήρα τα μικρά τ ’ αρνιά σαν παιδιά στην αγκαλιά. Τα μισά περίπου από τα ποιήματα της συλλο­ γής είναι αφιερωμένα στα ζώα. Η προτίμηση αυ­ τή δηλώνει και τη μεγάλη αγάπη του Παπαντωνίου στα ζώα (από τα οποία εμπνεύστηκε ακόμα και το ποίημα «Απολογία στα ζώα», της συλλο­ γής «Τα Θεία Δώρα»). Η βαθύτερη ψυχική προσέγγισή του δίνεται και με την προσωποποίηση των ζώων· σχεδόν ξεχνιέ­ ται και είναι σαν να μιλάει για ανθρώπους. Χαρα­ κτηριστικά από την άποψη αυτή είναι τα πολύ γνωστά ποιήματα «Ο κόκορας» (σελ. 29) και «Τσιριτρό» (σελ. 35):

Ο κόκορας Ένας κόκορας ολάσπρος με ψηλό λειρί, καμαρώνει και φουσκώνει και λιλιά φορεί, και θαρρεί πως το κοτέτσι μόλις τον χωρεί.

Τη στιγμή που σουλατσάρει με το βήμα αργό, «δεν ξανάειδα, λέν οι κότες, τέτοιο στρατηγό». Μα κι ο ίδιος συλλογιέται: «Μωρέ τ ’ είμαι γω!» Ξάφνου βλέπει ένα γεράκι. Αχ!· την ώρα αυτή το βαρύ περπάτημά του έχει μπερδευτή, κι αστραπή μες στο κοτέτσι τρέχει να κρυφτή.

Τσιριτρό Σε μια ρόγα από σταφύλι έπεσαν οχτώ σπουργίτες και τρωγόπιναν οι φίλοι... τσιρι-τίρι τσιριτρό τσιριτρί τσιριτρό. Εχτυπούσανε τις μύτες και κουνούσαν τις ουρές κι είχαν γέλια και χαρές τσιρι-τίρι τσιριτρό τσιριτρί τσιριτρό. Πώπω πώπω σε μια ρόγα φαγοπότι και φωνή! την αφήκαν αδειανήτσιρι-τίρι τσιριτρό τσιριτρί τσιριτρό. Και μεθύσαν κι όλη μέρα πάνε δώθε, πάνε πέρα, τραγουδώντας στον αέρα: τσιρι-τίρι τσιριτρό τσιριτρί τσιριτρό.

«Ο παπαγάλος» (σελ. 44), το πολύ γνωστό σα­ τιρικό και εύθυμο ποίημα του Παπαντωνίου, γίνε­ ται και «διδακτικό», καθώς ψέγει το σύμβολο της φουσκωμένης δοκησισοφίας, που γρήγορα α­ ποκαλύπτεται: Σαν έμαθε τη λέξη καλησπέρα ο παπαγάλος, είπε ξαφνικά:


αφιερωμα/95 «Είμαι σοφός, γνωρίζω ελληνικά. Τι κάθομαι δω πέρα;» Την πράσινη ζακέτα του φορεί και στο συνέδριο των πουλιών πηγαίνει, για να τους πη μια γνώμη φωτισμένη. Πάίρνει μια στάση λίγο σοβαρή, ξεροβήχει, κοιτάζει λίγο πέρα, και τους λέει: «καλησπέρα». Ο λόγος του θαυμάστηκε πολύ. Τι διαβασμένος, λένε, ο παπαγάλος! Θάναι σοφός αυτός πολύ μεγάλος, αφού μπορεί και ανθρώπινα μιλεί. Α π ’ τις Ινδίες φερμένος, ποιος το ξέρει πόσα βιβλία μαζί του νάχη φέρει, με τι σοφούς εμίλησε, και πόσα να ξέρη στων γραμματικών τη γλώσσα! «Κυρ παπαγάλε, θάχωμε την τύχη ν ’ ακούσωμε τι λες και πάρα πέρα;» Ο παπαγάλος βήχει, ξεροβήχει... μα τι να πη; Ξανάπε: «καλησπέρα».

- «Τι έχεις σύννεφο στα μάτια τ ’ έχεις αναφιλητό; Κι άλλο πιάτο είναι κομμάτια, Μαριγούλα, Μαριγώ; Πάρε τ ’ άσπρο γιορτινό σου τις ποδιές που σου φορώ. Στο χωριό σου, στο χωριό σου, Μαριγούλα, Μαριγώ!»

ΖΑΧΑΡΙΑ Λ. ΠΑΠΑΝΤΟΝΙΟΥ

ΤΑ

ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ π ο ιή μ α τ α

ΓΙΑ

ΠΑΙΔΙΑ

ΜΟΥΣΙΚΗ: ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΛΑΜΠΕΛΕΤ

Τό «κοινωνικό» ποίημα «Η Μαριγώ» (σελ. 26) περιγράφει με έντεχνα συνδυασμένα το χιούμορ και τη μελαγχολία την αδυναμία προσαρμογής του φτωχού κοριτσιού από το χωριό, που έρχεται στην πόλη για να εργαστεί ως υπηρέτρια. Οι ανα­ μνήσεις και η νοσταλγία της στέκουν αξεπέρα­ στο εμπόδιο στην αστική προσαρμογή και την καινούργια ζωή της (από την ίδια νοσταλγική διάθεση πήγασε και «Ο ξενιτεμένος», (σελ. 27): Η κοπέλα η Μαριγώ μια δουλειά σωστή δεν κάνει. Την κουζίνα μας ξεχάνει και θυμάται το χωριό. Τα χεράκια της εδώ, το μυαλό της εκεί κάτω. Πέφτει κι έσπασε το πιάτο... Μαριγούλα, Μαριγώ! Φέρνει το νερό στον ώμο, μα θυμήθηκε ξανά: «Ποιός το δράκο30 μας κουνά;» Χύνει το μισό στο δρόμο. «Η άσπρη κότα τι να κάνη; το γουρούνι είναι γερό; ο παππούς να μην πεθάνη;...» Μαριγούλα, Μαριγώ! «Θάβγαλε χηνάκια η χήναθάναι κίτρινα, σταχτιάθα τρυγάμε αυτόν το μήναθα με πόνεσε η γιαγιά».

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ

Με το ποίημα «Το ευλογημένο καράβι» (σελ. 4) ο Παπαντωνίου εμπνέεται απο τον άρρηκτα δεμένο με την ελληνική παράδοση ναυτικό βίο: «Που πας καραβάκι με τέτοιον καιρό; Σε μάχεται η θάλασσα, δεν τη φοβάσαι; Ανέμοι σφυρίζουν και πέφτει νερό, Που πας, καραβάκι, με τέτοιον καιρό;» — «Για χώρα πηγαίνω πολύ μακρινή. Θα ψέξουνε φάροι πολλοί να περάσω. Βοριάδες, νοτιάδες θα βρω, μα θα φτάσω με πρίμο αγεράκι, μ ’ ακέριο πανί». - «Κι οι κάβοι αν σου στήσουν τη νύχτα καρτέρι;


96/αφιερωμα Απάνω σου αν πέση το κύμα θεριό και πάρη τους ναύτες και τον τιμονιέρη; Που πας, καραβάκι, με τέτοιον καιρό;» - «Ψηλά στο εκκλησάκι του βράχου που ασπρίζει για μένα έχουν κάμει κρυφή λειτουργίαορθός ο Χριστός το τιμόνι μου αγγίζει, στην πλώρη μου στέκει η παρθένα Μαρία. «Τα χελιδόνια» του Παπαντωνίου εκτιμήθηκαν αμέσως. Ο Άριστος Καμπάνης επισημαίνει σχετικά: «Τα παιδικά τραγούδια του είναι από τ’ αξιοσημείωτα της παιδευτικής μας λογοτε­ χνίας».31 Ο Στέλιος Σπεράντσας τόνισε τη διπλή προσφορά του ποιητή μ’ αυτή τη συλλογή: «[...]

Για τις εικόνες, τον τρόπο επιλογής τους και το σκοπό παράθεσής τους, υπάρχει μια σημείωση, που φανερώνει, με τρόπο μάλιστα καινοτομικό, τη μέριμνα των συγγραφέων για την αισθητική καλλιέργεια των μαθητών με έργα της ελληνικής τέχνης, αλλά και τη μέριμνα για την ανάπτυξη του εθνικού συναισθήματος, με τη γνωριμία των ελληνικών τόπων και της ελληνικής ζωής. Είναι ποιήματα που έχουν όλα σχεδόν τη σφραγί­ δα του καλλιτέχνη μαζί και παιδαγωγού. Καμιά σχολαστικότητα σ’ αυτά, καμιά βιασμένη σύντα­ ξη, καμιά δυσαρμονία. Τα απλά και παιδιάτικα νοήματά τους είναι σ’ όλα στενά δεμένα με τη μορφή του ποιήματος κι όλα τα εμψυχώνει η αλη­ θινή πνοή του τεχνίτη του λόγου κι όλα εύκολα απομνημονεύονται».32 Ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος υπογράμμισε το πλεονέκτημα αυτών των ποιη­ μάτων να αρέσουν σε μικρούς αλλά και σε μεγά­ λους: «Τα "Χελιδόνια” του δεν είναι μόνο καρ­ πός δεξιοτεχνΐας, είναι και καρπός ανθρωπιάς. Μιλούν ανεμπόδιστα σ’ όλους, και τους μεγά­ λους και τους μικρούς».33 Ο ίδιος επισήμανε και ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της παιδικής ποίη­ σης του Παπαντωνίου, την αληθινή απλότητα, α­ ποτέλεσμα πείρας και σοφίας: «Τα "Χελιδόνια” επισημαίνουν ένα σπουδαίο κατόρθωμα: την υπερνίκηση της πείρας και της σοφίας. Δηλαδή

την κατάκτηση της αληθινής απλότητας [...]».34 Ο Αντώνης Μπενέκος προσδιορίζει τη διαφορετι­ κή τεχνοτροπία του Παπαντωνίου στα «Χελιδό­ νια»: «Στην ποιητική αυτή συλλογή, ο συναισθη­ ματικός κόσμος του Π. περνάει το φράγμα που του επέβαλλαν μερικές από τις ιδιότητες και ι­ διοτροπίες του στο ύφος και στη συμπεριφορά και αφίνει να εκδηλωθεί ατόφιος ο άνθρωπος, γνήσιος ο ποιητής, καθάριος ο παιδαγωγός».35 Τέλος, ο Χάρης Σακελλαρίου, εκτιμώντας συνο­ λικά τα «Χελιδόνια», τα θεωρεί «μέτρο» και «βά­ ση» για να κρίνεται κάθε παιδικό ποίημα: «Τα "Χελιδόνια” αποτέλεσαν σταθμό στην ελληνική Παιδική Λογοτεχνία, ορόσημο κι οδηγό στην παιδική ποίηση. Ο Ζαχ. Παπαντωνίου έδωσε το μέτρο, με βάση το οποίο μπορεί πια να κρίνεται κάθε σχετική προσπάθεια. Οι νεότεροι έχουν πολλά να διδαχτούν από το παράδειγμά του».36 Παρατηρήθηκε ακόμα μια ενδιαφέρουσα θεματολογική συγγένεια και συνέχεια που υπάρχει α­ νάμεσα στα «Χελιδόνια» και «Τα ψηλά βουνά», γεγονός άλλωστε φυσικό, αφού πρόκειται για έρ­ γα του ίδιου συγγραφέα, αλλά αποκαλυπτικό ό­ σον αφορά τα θεματικά τους μοτίβα και το φυ­ σιολατρικό τους περιεχόμενο, που προσδιορίζο­ νται από τα (παιδικά) βιώματα του δημιουργού. Ο Γλ. Βαλκύρας γράφει σχετικά: «Τα "Χελιδό­ νια” είναι η ποιητική προέκταση των "Ψηλών Βουνών” . Ό χ ι μόνο γιατί τρία από τα καλύτερα ποιήματα της συλλογής, ό "Γεροβοσκός” , η "Κατάρα του πεύκου” κι οι "Σπουργίτες” στολίζουνε,σαν πολύτιμα πετράδια και τις σελίδες των "Ψηλών Βουνών” , χωρίς να καταστρέφουνε την ενότητά τους, μα και γιατί και στα "Χελιδόνια” υπάρχει πλούσιο το ίδιο συναισθηματικό στοι­ χείο, που αποτελεί το θέλγητρο των "Ψηλών Βου­ νών” ».37 Ανάλογες παρατηρήσεις κάνει και ο Μπενέκος: «[Ο Παπαντωνίου] διέθετε αληθινή ποιητική αίσθηση και έναν πλούτο εμπειριών της παιδικής του ηλικίας που έμεναν πάντα ζωντανές μέσα του, σπινθηροβόλες, εκρηκτικές. Πόσο στενά δεμένος με τα παιδικά του βιώματα και με τον τόπο του και το λαό του τόπου του, με τη Ρούμελη έμεινε ο Π., δείχνουν τα θέματα της ποι­ ητικής και πεζογραφικής του παραγωγής μα πιο πολύ, πιο άμεσα τα παιδικά του τραγούδια, που κυκλοφόρησαν στα 1920».38 ο Μάιο του 1923 εγκρίνονται από το Υπουρ­ γείο Παιδείας (Τμηματάρχης ο Ιω. Γρυπάρης) οι τρεις τόμοι (Α'-Γ') των «Νεοελληνικών Α­ ναγνωσμάτων»39 του Παπαντωνίου για την Α', Β' και Γ' τάξη «των ελληνικών σχολείων και την αντίστοιχον τάξιν των άλλων σχολείων της μέ­ σης εκπαιδεύσεως, εισακτέα εις τα ειρημένα σχολεία από του ερχομένου σχολικού έτους 1923-1924». Πρόκειται για τρεις καλαίσθητους τόμους, διανθισμένους με πολλές φωτογραφίες,

Τ


αφιερωμα/97 εικόνες και πίνακες του Δομ. Θεοτοκόπουλου, Ν. Γκύζη, Ν. Λύτρα, Γ. Ιακωβίδη, Κ. Ροϊλού, Θάλειας Φλωρά-Καραβία, Θ. Ράλλη, Φ. Χόλλερ, Κλ.. Ασπριώτη, Λ. Κογεβίνα, Δ. Μπισκίνη, Παλίτζι, Π. Ρούμπου, Ζαχ. Παπαντωνίου, γλυπτά του Γιαννούλη Χαλεπά καθώς και έργα αρχαίας ελληνικής γλυπτικής, που φέρνουν τα παιδιά σ’ επαφή με την τέχνη. Οι τρεις αυτοί τόμοι περιέ­ χουν επιλεγμένα κείμενα των σημαντικότερων εκπροσώπων της νεοελληνικής λογοτεχνίας Σο­ λωμού, Κάλβου, Παπαδιαμάντη, Βιζυηνού, Καρκαβίτσα, Βικέλα, Ξενόπουλου, Παπαρρηγόπου-

Το 1931 εγκρΐνονται τα «Νεοελληνικά Ανα­ γνώσματα»41 για την Α' τάξη του Γυμνασίου, που είχε επιμεληθεί ο Παπαντωνίου με τη συνερ­ γασία του Εμμ. Τρουλλινού. Το βιβλίο περιλαμ­ βάνει σε μετάφραση και κείμενα των Ομήρου, Η­ σιόδου, Δημοτικά τραγούδια, και των: Καρκαβίτσα, Παπαδιαμάντη, Βιζυηνού, Παλαμά, Πάλλη, Χατζόπουλου, Βλαχογιάννη, Χρηστοβασίλη, Παπαντωνίου κ.ά., εκτενείς βιογραφίες των συγ­ γραφέων γραμμένες σε απλή καθαρεύουσα και είναι στολισμένο με πολλά κοσμήματα, σχέδια και ζωγραφικούς πίνακες (κυρίως του Ν. Γκύζη).

«Το παγώνι» μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογικά το «κύκνειο άσμα» της παιδικής λογοτεχνίας του Παπαντωνίου, αλλά και ταυτόχρονα ως ο λιτός και πρακτικός κανόνας της λογοτεχνικής συγγραφής για παιδιά

λου, Δροσίνη, Πάλλη, Κονδυλάκη, Βλαχογιάννη, Μητσάκη, Παπαντωνίου, Λυκούδη, Κουρτίδη, Χρηστοβασίλη, Πην. Δέλτα, Τραυλαντώνη, Τανάγρα κ.ά. Όμως τα βιβλία αυτά περιέχουν και μιαν άλλη επιπλέον καινοτομία (που θα τη συναντήσουμε και στην επόμενη συλλογή νεοελληνικών ανα­ γνωσμάτων του Παπαντωνίου): δίνουν, σε απλή καθαρεύουσα, εκτενείς βιογραφικές μελέτες ή σημειώματα γραμμένα από τον ίδιο το συγγρα­ φέα, με πολλές πληροφορίες για τη ζωή και το έρ­ γο των συγγραφέων (και απαλλαγμένα από τις γνωστές ανακρίβειες ανάλογων μεταγενέστερων σημειωμάτων), ικανά να παρακινήσουν το ενδια­ φέρον των μαθητών, ώστε να κατανοήσουν ή και να ενδιαφερθούν να γνωρίσουν περισσότερο το έργο αυτών των λογοτεχνών.40

Ειδικά για τις εικόνες του τόμου αυτού, τον τρόπο επιλογής τους και το σκοπό παράθεσής τους, υπάρχει (στη σελ. 3) μία σημείωση που φα­ νερώνει, με τρόπο μάλιστα καινοτομικό, τη μέρι­ μνα των συγγραφέων για την αισθητική καλλιέρ­ γεια των μαθητών με έργα της (ελληνικής) τέ­ χνης, αλλά και τη μέριμνα για την ανάπτυξη του εθνικού συναισθήματος, με τη γνωριμία των ελ­ ληνικών τόπων και της ελληνικής ζωής: «Αι ει­ κόνες δεν ανταποκρίνονται απολύτως προς το κείμενον. Πρέπει να θεωρηθούν ως αυτοτελής καλαισθητική διδασκαλία. Και τα κοσμήματα και αι απεικονιζόμεναι ζωνταναί μορφαί εκπληρούν τον καλαισθητικόν προορισμόν των πολύ καλύτερον με την αυθυπαρξίαν αυτήν. Είναι κα­ θαρά, έντονα και ευχάριστα ζωγραφήματα. Ε­ κτός αυτού τα κοσμήματα όλα έχουν σχέσιν με


98/αφιερωμα την Ελληνικήν ζωήν, αι δ’ εικόνες ή αναφέρονται εις Ελληνικούς τόπους ή είναι έργα της αρχαίας και της νέας Ελληνικής τέχνης».42 Μετά το θάνατο του Παπαντωνίου αρχίζει, μέ­ σα στην Κατοχή (1942-1943), να τυπώνεται το παιδικό του λογοτέχνημα «Το Παγώνι»,43 με εικοσιτρείς έγχρωμες ξυλογραφίες του κορυφαίου

δόνι για να του δώσει λίγη γλυκειά φωνή, ο ξιφίας και η κουκουβάγια. Η ιστορία τελειώνει με το παγώνι σκυθρωπό και με μαζεμένα τα όμορφα φτερά του, να παρακαλεί τα ζώα της αυλής για συντροφιά και κείνα να του αρνούνται, γιατί φο­ ρούσαν τα καθημερινά τους ενδύματα, και κλεί­ νει με το παγώνι καταμόναχο στη νύχτα. Ο χαράκτης Κεφαλληνός με τις ξυλογραφίες του κατάφερε ν’ αποδώσει το μεγαλείο τού περή­ Τα βιβλία αυτά δίνουν εκτενείς φανου παγωνιού, τις περίτεχνες δαντέλες της α­ ράχνης, τη φύση την ώρα του τρύγου, τη θάλασ­ βιογραφικές μελέτες με πολλές σα με τα κύματα που παίζουν στις πέτρες της, τα πληροφορίες για τη ζωή και το έργο κλαδιά που λυγίζουν από το βάρος των πουλιών, το ελληνικό αγριόχορτο πλάι στη χελώνα, τη βιτρίνα που ξενίζει την αλεπού, την παραδοσιακή των συγγραφέων ικανές να στέγη που «στεγάζει» τα χελιδόνια, την απερα­ παρακινήσουν το ενδιαφέρον των ντοσύνη τ’ ουρανού, που αξιώνονται να απολαμ­ βάνουν μόνον οι αετοί, τις στέγες που αντικρύμαθητών ζουν οι πελαργοί, το λυγισμένο καλάμι στο οποίο στέκει τ’ αηδόνι, τα δίχτυα που μάχεται ο ξιφίας, χαράκτη Γιάννη Κεφαλληνού, καθηγητή στην το σαστισμένο βλέμμα της κουκουβάγιας, την α­ «Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών», στενού φίλου πογοήτευση και τη θλίψη του περιφρονημένου, και συναδέλφου του συγγραφέα στην ίδια Σχολή. πλέον, παγωνιού, αλλά και την ατελείωτη μονα­ Οι δύο φίλοι είχαν αποφασίσει στα μέσα της ξιά του μακριά από τ’ άλλα ζώα. δεκαετίας του 1930 να εκδώσουν ένα παιδικό βι­ Οι συμβολισμοί και σ’ αυτή την ιστορία, την βλίο που θα το έγραφε ο Παπαντωνίου και θα το εμπνευσμένη πάλι από τη φύση, είναι φανεροί- τα εικονογραφούσε ο Κεφαλληνός.44 Σκοπός τους ζώα έχουν εδώ όλες τις ανθρώπινες αρετές ή ε­ ήταν το παιδικό βιβλίο που θα έφτιαχναν να είναι λαττώματα: φυσικό κάλλος, ταπεινοφροσύνη, προσαρμοσμένο στην αντιληπτική ικανότητα εργατικότητα αλλά και ματαιοδοξία, αλαζονεία, των μικρών παιδιών, αλλά ταυτόχρονα να το α­ φλυαρία, επιπολαιότητα. Ο σύντομος αλλά σα­ πολαμβάνουν και οι μεγάλοι ως αληθινό έργο τέ­ φής και κρυστάλλινος λόγος του Παπαντωνίου ε­ χνης. Ύστερα από αρκετές δοκιμές κατέληξαν πιτρέπει την απόλυτη κατανόηση του προσφερόσε μια ευχάριστη και διασκεδαστική ιστορία, ε­ μενου μηνύματος και ευνοεί γενικεύσεις και πα­ μπνευσμένη (πάλι) από τη φύση. Πρόκειται για ραλληλισμούς και καθίσταται διδακτικός για μι­ την ιστορία ενός αλαζονικού παγωνιού, που καυ­ κρούς, αλλά και για ενήλικες αναγνώστες. χιόταν για τα στολίδια του και υποτιμούσε και «Το Παγώνι» μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογικά περιφρονούσε όλα τ’ άλλα ζώα της αυλής ενός α­ το «κύκνειο άσμα» της παιδικής λογοτεχνίας του γροτικού σπιτιού: το διάνο, το περιστέρι, την κό­ Παπαντωνίου, αλλά και ταυτόχρονα ως ο λιτός τα... Στην ιστορία παρεμβάλλονται κι άλλα ζώα, και πρακτικός κανόνας της λογοτεχνικής συγ­ τα χαρακτηριστικά των οποίων περιγράφει ο γραφής για παιδιά. Οι ίδιοι οι δημιουργοί του το συγγραφέας με ένα μικρό κείμενο από δυο-τρεις διατύπωσαν άλλωστε ως συμπέρασμα στον κοαράδες: η αράχνη, που πλέκει τις δαντέλες της, λοφώνα του βιβλίου τους, προσδιορίζοντας μάλι­ ο σκαντζόχοιρος, που τρυγά τα σταφύλια, ο κά­ στα και μία επιπλέον αξία της αληθινής τέχνηςβουρας, που παραπατάει στις πέτρες της θάλασ­ την «παιδαγωγική» και γενικότερα διδακτική:45 σας, ο τσαλαπετεινός, με τά χαριτωμένα φτερά «Το παιδικό βιβλίο είναι αποτυχημένο αν δεν το του, η τσικλιτάρα, που τρυπάει τα δέντρα, ο κό­ διαβάζει με απόλαυση ο μεγάλος. Φιλοδοξήσαμε τσυφας, οι χήνες, που περπατούν στη σειρά, η χε­ ένα έργο τέχνης που ο ηλικιωμένος και το παιδί, λώνα, που κουβαλάει παντού το σπίτι της, το όσο διαφορετικά κι αν το βλέπουν, θα το χαίρο­ σκουμπρί, η αλεπού, το χελιδόνι ως χτίστης, ο νται μαζί. Ελπίζομε πως το βιβλίο τούτο θα βε­ χάρτινος και ο αληθινός αετός, ο πελαργός, το βαιώσει στην Ελλάδα την παιδαγωγική αξία της γνώριμό μας παγώνι, που τώρα παρακαλεί το αη-1* τέχνης». Σημειώσεις 1. Έχουν ήδη προηγηθεί το 1901: Ευαγγελικά, 1903: Ορεστειακά - Κυκλοφορία του Νουμά, 1908: Κήρυξη της ένω­ σης της Κρήτης με την Ελλάδα - Ίδρυση του Ανώτατου Δημοτικού Παρθεναγωγείου στο Βόλο, 1909: Κίνημα στο Γουδί. Κυβέρνηση Ελ. Βεμιζέλου, 1910: Ίδρυση του Εκπαι­ δευτικού Ομίλου - Ίδρυση του λαϊκού κόμματος του Αλ.

Παπαναστασίου, 1912: Έναρξη Βαλκανικών πολέμων, 1913: Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, δημοτική γλώσσα στις τέσσερις πρώτες τάξεις του δημοτικού (I. Τσιριμώκος, Δ. Γληνός), 1915: Πτώση του Βενιζέλου - Απόβαση συμμαχι­ κών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη - Επάνοδος Βενιζέ­ λου, 1916: Συμμαχικός αποκλεισμός - Επαναστατική Κυ­ βέρνηση Θεσσαλονίκης υπό το Βενιζέλο, 1917: Διχασμός


αφιερωμα/99

2.

3.

4. 5.

6.

- Παραίτηση Κωνσταντίνου - Κυβέρνηση Βενιζέλου Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση - Δημοτική γλώσσα - νέα σχολικά βιβλία, 1919: Η Ελλάδα στο πλευρό της αγγλογαλλικής συμμαχίας - Οι Έλληνες στη Σμύρνη. α) Γλαύκος Βαλκύρας: Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου και το λογοτεχνικό του έργο για παιδιά. Περιοδ. «Παιδαγωγική», έτος 4, αρ. 44, 46, 47, 1940 (ψευδώνυμο του εκπαιδευτικού Γ.Α. Βασδέκη), β) Τάκης Μπάρλας: Ο Παιδαγωγός. Περιοδ. «Νέα Εστία», τόμ. 27ος, τχ. 319, 1 Απριλίου 1940, σελ. 424-429, γ) Αντώνης Π. Μπενέκος: Ζαχαρίας Παπα­ ντωνίου. Ένας σταθμός στην παιδική λογοτεχνία. Εκδ. Δίπτυχο, Αθήνα 1981, δ) Δημήτρης Γιάκος: Ιστορία της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας. Από τον ΙΘ' αιώνα έως σήμερα. Θ' έκδοση, Παπαδήμας, Αθήνα 1991, σελ. 77-79. Του ιδίου: Μορφές της ελληνικής λογοτεχνίας. Εκδ. Φιλιππότης, Αθήνα 1982, σελ. 130-163, ε) Χάρης Σακελλαρίου: Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας. Δ' έκδοση, Φιλιππότης, Αθήνα 1987, σελ. 94-100. Του ιδίου: Οι πρωτοπόροι της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας. Α' ποίηση. Εκδ. Πατάκης, Αθήνα 1987, σελ. 143-155. Χαρακτηριστικά γράφει ο Στέλιος Σπεράντσας: «Ο Πα­ παντωνίου δεν ώκνησε να στρέψη την προσοχή του και προς την αισθητική του παιδιού και να δουλέψη και το δύ­ σκολο έργο της παιδικής λογοτεχνίας. Ήξαιρε καλά πως, αν ο συγγραφέας για τους μεγάλους σκοπό έχει να θέλγη και να κεντρίζη τη φαντασία, ο συγγραφέας για τους μι­ κρούς έχει ένα απείρως ευγενέστερο σκοπό, να διαπλάττη ψυχές. [...]». Περιοδ. «Ελληνική Δημιουργία», τχ. 130, 1953, σελ. 52 (αφιέρωμα στον Παπαντωνίου). Ας σημειωθεί ότι στη μνήμη του Παπαντωνίου είναι α­ φιερωμένος ο πρώτος τόμος του τρίτομου «Ανθολογίου» του Δημοτικού. Παναγ. Μουλλάς: Η λογοτεχνία από το 1880 ως τον Α' παγκόσμιο πόλεμο. Ιστορία του ελληνικού έθνους, Εκδοτι­ κή Αθηνών, Αθήνα 1977, τόμ. ΙΔ', Νεώτερος ελληνισμός από 1881 ώς 1913, σελ. 415. Κ.Θ. Δημαράς: Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. 'Ογδοη έκδοση, Ίκαρος, Αθήνα 1987, σελ. 439. Νόμος 1332: Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως διατάξεών τινών του νόμου 827 «Περί διδακτικών βιβλίων», Φ.Ε.Κ. 89, 27 Απριλίου 1918, σελ. 570-572. Για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917, μεταξύ άλλων βλ. και: α) 'Αννα Φραγκουδάκη: Τα αναγνωστικά βιβλία του δημοτικού σχολείου. Ιδεολογικός πειθαναγκα­ σμός και παιδαγωγική βία. Εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1979, σελ. 139-143, β) Της ίδιας: Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και φιλελεύθεροι διανοούμενοι. Τρίτη έκδοση, Κέδρος, σελ. 35-48, γ) Πάνος Πολυχρονόπουλος: Παιδεία και πολιτική στην Ελλάδα. Τόμ. Α', εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1980, σελ. 192-198, δ) Σήφης Μπουζάκης: Νεοελληνική εκπαί­ δευση (1821-1985). Εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1986, σελ. 59-73. Τα αναγνωστικά βιβλία της εκπαιδευτικής μεταρρύθμι­ σης ήταν περισσότερα από ένα για κάθε τάξη και ο κάθε δάσκαλος είχε δικαίωμα επιλογής. Η συντακτική επιτρο­ πή κάθε βιβλίου εργάστηκε χωρίς δεσμευτικές αναλυτικές οδηγίες από το Υπουργείο Παιδείας, που θα περιόριζαν τη συγγραφική ελευθερία και τις δημιουργικές πρωτοβουλίες του συγγραφέα. Για το ζήτημα αυτό βλ. Μανόλη Τριανταφυλλίδη: Πριν καούν - Η αλήθεια για τ’ Αναγνωστικά της δημοτικής (1921), (και σε ανάτυπο). Τώρα στα Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, τόμ. Ε', Θεσσαλονίκη 1963, σελ. 135. Πρβ. και την επόμενη σημείωση. Δ. Ανδρεάδης, Α. Δελμούζος, Π. Νιρβάνας, Ζ. Παπαντω­ νίου. Μ. Τριανταφυλλίδης: Τα ψηλά βουνά. Αναγνωστικό Γ' Δημοτικού (Εικόνες Π. Ρούμπου, σχέδια Ζ. Παπαντω­ νίου). Εγκριτ. απόφ. αριθ. 40.120, 21 Οκτ. 1918, άδεια κυκλοφ. 39.139, 29 Σεπτ. 1919, Έκδ. 1η Αθήναι 1919, σελ. 184, τιμή δρχ. 1,80. (Εκ του Εθνικού Τυπογραφείου). Στις γενικές οδηγίες για το περιεχόμενο του αναγνωστι­ κού αναφέρεται: «Εις την Γ ' τάξιν ως κυρία ιδέα θα χρησιμεύση η προαγωγή της κοινοτικής αλληλεγγύης, εκ πα­ ραλλήλου προς την τελειοποίησιν της ατομικότητος. Η

7. 8. 9.

10. 11.

12. 13. 14. 15. 16. 17.

δράσις είναι καλύτερον να διεξάγηται από παιδιά, λ.χ. από μίαν σχολικήν τάξιν. Ούτω θα εμφανισθή μία ομαδική ε­ νέργεια εντός της οποίας δια ποικίλων σκηνών και επεισο­ δίων θα δοθή αφορμή να αναπτυχθούν πολλαί ατομικαί και κοινωνικοί αρεταί. Κοινοτικά έργα, οίον δρόμοι, αλλληλοβοήθεια και φιλανθρωπική δράσις, αλληλεγγύη, συνεργατικότης, κοινωνική πειθαρχία, κοινωνική δικαιοσύνη, υπο­ ταγή εις το κοινόν αγαθόν, γνώσις και αγάπη της ελληνι­ κής φύσεως και των ελληνικών ηθών του αγροτικού, ποιμενικού, ναυτικού ή αστικού βίου ως θεμέλιον της προς την ελληνικήν πατρίδα αγάπης, σκηναί θρησκευτικής ζωής, προκαλούσαι θρησκευτικήν συγκίνησιν και έξαρσιν προς το θείον, θα παρουσιασθώσιν εις τον μαθητήν ως στοιχεία συνυφασμένα προς την κυρίαν ιδέαν του έργου». Στο «Δελτίον του Υπουργείου των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως», τχ. 3 (Μάρτιος 1919), σελ. 17 κ.ε. Δημοσιεύτηκε και στο «Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ο­ μίλου», τόμ. 8 (1920), σελ. 145 κ.ε. Τους αντικειμενικούς σκοπούς της συντακτικής επιτρο­ πής προσδιορίζει και ο Τριανταφυλλίδης: «Έχομε και στο αναγνωστικό αυτό, καθώς και στο αλφαβητάριο του κρά­ τους, όπως θα είχαμε και σε όσα άλλα θα έβγαιναν σιγά σι­ γά, την προσπάθεια να δοθή σύμφωνα με ορισμένο πρό­ γραμμα ένα βιβλίο ελληνικό, λογοτεχνικό ενιαίας ύλης, χωρίς ξερές περιγραφές και δογματισμούς παρά μόνο με έμμεση ηθική ή άλλη διδασκαλία με ιλαρό παιδιάτικο χιού­ μορ, όσο το δυνατό περισσότερο προσαρμοσμένο στην αφομοιωματική δύναμη των παιδιών της τάξης που προορί­ ζεται. Ειδικότερα θα επιδίωκε το βιβλίο αυτό να ζωντανέ­ ψει με το περιεχόμενό του και με τη λογοτεχνική του μορ­ φή τις ακόλουθες κεντρικές ιδέες: την κοινοτική αλληλεγ­ γύη και ενέργεια, την ατομική αυθυπαρξία με τη σωματι­ κή, πνευματική και ηθική υγεία του ατόμου, τη γνώση και την αγάπη της φύσης και ιδιαιτέρως του βουνού με τα δάση του, τη διάλυση των προλήψεων». Μαν. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σελ. 113. Βλ. τώρα Κωστής Παλαμάς: Δημοτικισμός. Άπαντα Παλαμά, εκδ. Μπίρη, τόμ. Η', σελ. 455-456. Γρηγόριος Ξενόπουλος: Μια ωραία αρχή. «Η Διάπλασις των Παίδων», περ. Β', τόμ. 26ος, αρ. 7, 12 Ιαν. 1919, σελ. 52. Γ.Ν. Χατζηδάκις: Γεννηθήτω Φως - Ο Μαλλιαρισμός εις τα Δημοτικά Σχολεία. Στο; Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε (τεκμήρια ιστορίας). Τόμος Β' 1895-1967. Επιμέλεια Αλέξης Δημαράς. Β' ανατύπωση, Αθήνα, Ερμής, 1986, σελ. 127-128. Βλ. Τρινταφυλλίδη, ό.π., σελ. 120, σημ. 34. Υπουργείον Εκκλησιαστικών και Δημ. Εκπαιδεύσεως. Έκθεσις της Επιτροπείας της διορισθείσης προς εξέτασιν της γλωσσικής διδασκαλίας των Δημοτικών σχολείων. Εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Μ. Μαντζαβελάκη 1921, σελ. 160. Τα αποσπάσματα από τις σελ. 52, 56, 60. Βλ. και Άννα Φραγκουδάκη: Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, ό.π., σελ. 44-45. Μέλη της Επιτροπείας: Σ. Σακελλαρόπουλος, Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου, Α. Σκιάς, Καθηγητής του Πανεπιστημίου, Ν. Εξαρχόπουλος, Καθηγητής του Πανε­ πιστημίου, Θ. Μιχαλόπουλος, Διευθυντής Διδασκαλείου, I. Μεγαρεύς, Τμηματάρχης της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως και Χρ. Οικονόμου, Εκπαιδευτικός Σύμβουλος. Τα βιβλία αυτά αναφέρει η Φραγκουδάκη, ό.π., σελ. 41 σημ. Μαν. Τριανταφυλλίδης, ό.π., σημ. 5 Κ.Δ. Σωτηρίου: Τα ψηλά βουνά. Εφημ. «Νέα Ελλάδα», φύλλα 2.368-2.385, του 1921. Τα 14 άρθρα του αναδημο­ σιεύτηκαν και σε βιβλίο από τον εκδ. οίκο «Αθηνά». Μανόλης Τριανταφυλλίδης: Δημοτικισμός και αντίδραση. Άπαντα Μανόλη Τριανταφυλλίδη, τόμ. ΣΤ', «ανατύπωση με διορθώσεις, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 26. Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος: Εισαγωγή (στα Διηγήματα του Ζαχαρία Παπαντωνίου). Βιβλιοπωλείου της «Εστίας», Α­ θήνα [1954], σελ. 23-24. Στέλιος Σπεράντσας, ό.π., σημ. 1, σελ. 53.


100/αφιερωμα 18. Χρήστος Κουλούρης: Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Περιοδ. «Ελληνική Δημιουργία», τχ. 130, 1953, σελ. 15. 19. Δ.Ν. Τριανταφυλλόπουλος: Puerilia. Η δροσερή θεολογία. Ζαχαρία Παπαντωνίου, Τα Ψηλά Βουνά. Στο βιβλίο: Το δί­ χτυ και το μέλι. Εκδ. «Εστίας», Αθήνα, σελ. 38. Ήδη το 1940, ο θεολόγος ακαδημαϊκός Δ.Σ. Μπαλάνος, σε άρθρο του για τις θρησκευτικές απόψεις του Παπαντω­ νίου, παρέθετε τις απόψεις του ίδιου του Παπαντωνίου για το σχετικό θόρυβο γύρω από «Τα ψηλά βουνά»: «Υπάρχει συνήθεια εις τον τόπον μας, [...] τον αντιφρονούντα να τον πολεμούν με κάθε μέσον και δια να επιτύχουν εις τον ε­ ναντίον του εγκριθέντος μου αγώνα οι ενδιαφερόμενοι προ­ σπαθούν να με παραστήσουν ως άθεον. Μα δι’ όνομα Θε­ ού, τι ήθελαν, σε παιδιά τρίτης τάξεως του δημοτικού να αναπτύξω θεωρητικός περί Θεού εννοίας; Είναι [...] καθα­ ρά συκοφαντία ότι εις τα "Ψηλά βουνά” λείπει κάθε θρη­ σκευτικόν στοιχείον· ολόκληροι παράγραφοι [οι παράγρα­ φοι 71-74] αναφέρονται εις τον λειτουργικόν κύκλον, δηλ. τον θρησκευτικόν κύκλον τον προσιτόν δια τα παιδιά αυ­ τής της ηλικίας. Αν ποτέ γράψω δια μεγαλύτερα παιδιά θα προσθέσω κεφάλαια και θρησκευτικός εννοίας καταλλή­ λους δια την ηλικίαν των». Δ.Σ. Μπαλάνος: Αι θρησκευτι­ κοί απόψεις του. Περιοδ. «Νέα Εστία», τόμ. 27ος, τχ. 319, 1 Απριλίου 1940, σελ. 447-448. 20. Γλ. Βαλκύρας, ό.π., σημ. 2α, σελ. 28. 21. Α. Μπενέκος, ό.π., σελ. 69 και 99. Ο Μπενέκος διακρίνει ως γνωρίσματα της παιδικής τέχνης του Παπαντωνίου την εκφραστική λιτότητα, την εικονοπλαστική και παραστατι­ κή δύναμη, το χιούμορ και την ιλαρότητα, το βίωμα και τον ανθρωπισμό. Στο ίδιο θέμα αναφέρεται και η εργασία της Αγγελικής Νικολοπούλου: Εαναδιαβάζντας τα «Ψηλά Βουνά». Περιοδ. «Διαδρομές», τχ. 20, χειμώνας 1990, σελ. 258-263. Πρβ. και την εργασία του Χάρη Σακελλαρίου: Οι ρίζες των «Ψηλών Βονών». Περιοδ. «Διαβάζω», τχ. 256, 6.2.1991, σελ. 11-13, όπου επιχειρείται μια σύγκριση των «Ψηλών βουνών» με το έργο του Ιουλίου Βερν «Δύο χρόνια διακοπές». 22. Δ. Ανδρεάδης, Α. Δελμούζος, Π. Νιρβάνας, Ζ. Παπαντω­ νίου, Μ. Τριανταφυλλίδης, Κ. Μαλέας (εικόνες): Αλφαβη­ τάριο. Πρώτο μέρος. Έκδοση 1η, Αθήναι 1919, Τυπογραφείον «Εστία», σελ. 80. Το «Αλφαβητάριο» κυκλοφορεί σε ανατύπωση 1976, από τις εκδόσεις «Ερμής», με επιμέλεια (πρόλογο και σχετικά κείμενα) του Αλέξη Δημαρά. 23. Μαν. Τριανταφυλλίδης: Δημοτικισμός και αντίδραση, ό.π., σελ. 21 και Πριν καούν, ό.π., σελ. 98. 24. Αλέξης Δημαράς: ό.π., σελ. λε'. 25. «Το αλφαβητάριο του κράτους με τον ήλιο, το αλφαβητά­ ριο του Δελμούζου που έκλεισε μέσα του, πρώτο, ένα κομ­ μάτι Ελλάδα, το μόνο μέσα σε τόσα όμοιά του ύστερα από εκατό χρόνια που μίλησε, που προσπάθησε να μιλήση στην ψυχή των ελλήνοπαίδων». Μ. Τριανταφυλλίδης: Ένα γράμμα στους δασκάλους μας. Άπαντα, τόμ. Ε', σελ. 173. 26. Αλ. Δημαράς, ό.π., σημ. 24. 27. Μαν. Τριανταφυλλίδης: Πριν καούν, ό.π., σελ. 95 κ.ε. 28. Ζαχαρία Λ. Παπαντωνίου: Τα χελιδόνια. Ποιήματα για παιδιά. Μουσική: Γεωργίου Λαμπελέτ. Βιβλιοθήκη Εκπαι­ δευτικού Ομίλου, 1920. Η ίδια συλλογή, με την προσθήκη λίγων ποιημάτων, κυ­ κλοφόρησε το 1931 με τον τίτλο «Παιδικά Τραγούδια» από τον εκδ. οίκο Δημητράκου. 29. Για την ιδιαίτερη σημασία του ήχου στην παιδική ποίηση βλ. τη μελέτη του καθηγητή Μ.Γ. Μερακλή, Παιδικά ά­ σματα: η σημασία του ήχου. Στην «Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας», τόμ. 5ος, αφιέρωμα: Η παιδική ποίηση, εκδ. Σμυρνιωτάκη, Αθήνα 1990, σελ. 12-17. 30. Εννοεί μικρό, αβάφτιστο ακόμα παιδί, στην κούνια. Η ονο­ μασία αυτή (δρακούλα = κορίτσι) συναντιέται και στο μυ­ θιστόρημα του Γρ. Ξενόπουλου: Η αδελφούλα μου. Εκδ. Βλάσση, Αθήνα 1984, σελ. 17. 31. Άριστος Καμπάνης: Ιστορία της νέας ελληνικής λογοτε­ χνίας. Ε' έκδοσις, συμπληρωμένη. Βιβλιοπωλείον της «Ε­

32. 33. 34. 35. 36.

37. 38. 39.

40.

41.

42.

43.

44.

45.

στίας», Εν Αθήναις 1948, σελ. 263. Η πρώτη έκδοση της «Ιστορίας» έγινε το 1925. Ας προσέξουμε ότι ο Καμπάνης μιλάει για «παιδευτική» λογοτεχνία και όχι για παιδική· ο όρος όχι μόνο δεν έχει ακόμα καθιερωθεί, αλλά, μπορούμε να πούμε, ούτε καν ακόμα προταθεί. Στ. Σπεράντσας, ό.π., σελ. 52. I.Μ. Παναγιωτόπουλος, ό.π., σελ. 12. · Ό.π., σελ. 20. Α. Μπενέκος, ό.π., σελ. 76. X. Σακελλαρίου: Οι πρωτοπόροι της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας, ό.π. σελ. 152. Ο ίδιος μελετητής προβαίνει και σε μία κριτική αξιολόγηση του περιεχομένου των ποιη­ μάτων των «Χελιδονιών» (σελ. 148-151). Γλ. Βαλκύρας, ό.π. Α. Μπενέκος, ό.π., σημ. 34. Ζαχαρία Παπαντωνίου: Νεοελληνικά Αναγνώσματα. Τό­ μος Α'. Εγκεκριμένα υπό του Υπουργείου της Παιδείας δια την Α' τάξιν των Ελληνικών Σχολείων και την αντίστοιχον των άλλων Σχολείων. Πρώτη έκδοσις. Εν Αθήναις. Φω­ κίων Σταύρου, Εκδότης - Οδός Ομήρου 6 (έναντι Βουλής) 1923, σελ. 160 (Β' τόμος σελ. 144, Γ' τόμος σελ. 160). Ούτε ο Μπενέκος ούτε οι άλλοι μελετητές του παιδαγω­ γικού έργου του Παπαντωνίου αναφέρονται στους τρεις αυ­ τούς τόμους των «Νεοελληνικών αναγνωσμάτων» του συγ­ γραφέα. Στο σημείο αυτό είμαι υποχρεωμένος να παρατηρήσω πως κάτι ανάλογο δεν στάθηκε δυνατό να γίνει με τις «βιογρα­ φίες συγγραφέων» στα ανάλογα μεταγενέστερα σχολικά βιβλία, ούτε ακόμα και στα ήδη εν χρήσει, που είναι αισθη­ τά καλύτερα από τα προηγούμενα. Τα σχολικά βιβλία του Παπαντωνίου σ’ αυτό το σημείο υπερέχουν από τα σημερινά. Ζ. Παπαντωνίου-Ε. Τρουλλινού: Νεοελληνικά Αναγνώ­ σματα. Δια τους μαθητάς της Α' τάξεως των Γυμνασίων και των Ημιγυμνασίων. Εκδ. Δημητράκος, Σταδίου 4, 1931, σελ. 175. Και εδώ πρέπει να πωότι, έστω και αν τα τεχνολογικά μέ­ σα το επέτρεπαν ήδη πολύ νωρίτερα, ανάλογες εικόνες και σε ευρεία έκταση «μπήκαν» στα βιβλία των «Κειμένων Νέ­ ας Ελληνικής Λογοτεχνίας» μόλις το 1977 (στην Α' Γυμνα­ σίου) κ.ε. στις υπόλοιπες τάξεις του Γυμνασίου και Λυ­ κείου (1983: Γ' Λυκείου). «Το Παγώνι», που κυκλοφόρησε το 1946 σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, κυκλοφορεί σήμερα σε φωτομηχανική αναπαραγωγή (1990) από το «Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας» και το «Κέντρο Παιδικού και Εφηβικού Βι­ βλίου», με κατατοπιστικούς προλόγους του Ε.Χ. Κάσδα­ γλη και του Π. Πρεβελάκη. Τις λεπτομέρειες της συνεργασίας ΠαπαντωνίουΚεφαλληνού, τις φάσεις της κατασκευής των χαρακτικών και τις συνθήκες υπό τις οποίες συντελέστηκε το έργο πε­ ριγράφει ο Π. Πρεβελάκης σε εκτενές βιβλιοκριτικό ση­ μείωμά του στο περιοδ. «Νέα Εστία», τχ. 469, 15 Ιαν. 1947, σελ. 122-124. Το κείμενο αναδημοσιεύεται στο αφιέρωμα της «Νέας Εστίας» στον Κεφαλληνό, τχ. 742, 1 Ιουν. 1958, σελ. 815-816 και στην παραπάνω ανατύπωση του «Πα­ γωνιού». Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και περίπλοκη η μεταλλαγή των εννοιών της λογοτεχνίας και της παιδαγωγικής στην παιδική λογοτεχνία. Για το ζήτημα αυτό βλ., μεταξύ άλ­ λων, και α) Μ.Γ. Μερακλή: Το παιδικό λογοτεχνικό βι­ βλίο: έργο Τέχνης; μέσο Αγωγής; Εισήγηση στο Α' σεμινά­ ριο του «Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου», Θεσ­ σαλονίκη 18-20 Οκτωβρίου 1985. Εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1987, σελ. 15-27, β) Ηρακλή Εμμ. Καλλέργη: Σκέψεις για τη φύση και το ρόλο της παιδικής λογοτεχνίας. Εισήγηση στο Β' σεμινάριο του «Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βι­ βλίου», Καρδίτσα 15-16 Νοεμβρίου 1986. Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1988, σελ. 17-37, καιγ) Κωνσταντίνου Δημ. Μαλαφάντη: Η λογοτεχνία στο παιδικό ανάγνωσμα - Εννοιολογικές οριοθετήσεις. Περιοδ. «Διαβάζω», αφιέρωμα: «Λογοτεχνικό βιβλίο και παιδί», τχ. 242, 27 Ιουνίου 1990, σελ. 18-21.


αφιερωμα/101

Γιώργος Γαλάντης

Περίπατοι, διαδρομές και ατομικές πορείες Στο πλήθος των περιγραφών που περιλαμβάνονται στα βιβλία του Ζαχαρία Παπαντωνίου και ιδιαίτερα στα διηγήματά του, χαρακτηριστικές είναι εκείνες που αναφέρονται στην κίνηση των προσώπων μέσα στους αφηγηματικούς τους χώρους, καθώς και αυτές που καταγράφουν την ιδιαίτερη κινητική τους συμπεριφορά και έκφραση, απαραίτητη στη δήλωση της πεζογραφικής τους διάστασης. Εκτός όμως απ’ αυτόν τον επιμέρους εντοπισμό, την καταγραφή της κίνησης και της κινητικής συμπεριφοράς των προσώπων - σύνηθες άλ­ λωστε γνώρισμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας - ο Παπαντωνίου χρησιμο­ ποιεί την κίνηση αυτή καθεαυτή ως θέμα και βασικό αφηγηματικό άξονα σε αρκετά από τα διηγήματά του, στη συλλογή του με το γενικό τίτλο «Διη­ γήματα».1 περίπατος ή η διαδρομή που κάνει ένα πρό­ σωπο ή ένα όχημα είναι το σχήμα που επιλέ­ γει ο συγγραφέας όχι μόνο για ν’ αφηγηθεί την ι­ στορία του, αλλά και για να συνθέσει, παράλλη­ λα, τους βασικούς του χαρακτήρες. Ο συνδυα­ σμός παράλληλων ή και αντίθετων πορειών που διανύουν πρόσωπα και οχήματα, εμφανών για τα δεύτερα και διακριτικών για τα πρώτα, είναι μοτίβο το οποίο θεωρούμε ότι επαναλαμβάνεται σε ποικίλες εκδοχές στα διηγήματα του Παπαντωνίού. Ένα τρένο ταξιδεύει στο διήγημα «Ανακάλυψε την ψυχή του»,2 με αδήλωτο στον αναγνώστη προορισμό. Μια γυναίκα κι ένας άντρας επιβαί­ νουν της αμαξοστοιχίας διανύοντας τις διαφορε­ τικές πορείες τους. Η γυναίκα, με τη στάση της, βρίσκεται σε παράλληλη τροχιά με το τρένο, το ταξίδι, τον αποχωρισμό: Ο άντρας, αδιάφορος στην αρχή για ό,τι συμβαίνει γύρω του, επηρεάζε­ ται από τη συμπεριφορά της και οδηγείται σε μια

Ο

διαδρομή στον βαθύτερο εαυτό του (κάθετη θα λέγαμε), με προορισμό τον εγκαταλελειμμένο χώρο των συναισθημάτων του. Οι δύο πορείες συναντώνται σ’ ένα λυτρωτικό και για τους δύο κομβικό σημείο, στο σταθμό. Ο άντρας αποβιβά­ ζεται και συνεχίζει το ταξίδι του απομακρυνόμε­ νος από την αμαξοστοιχία και με διαφορετική πια θεώρηση για τη ζωή. Η γυναίκα, ανανεωμέ­ νη, συνεχίζει το ταξίδι. Η στάση του τρένου είναι αφετηρία αλλαγής, αλλά και σημείο συνειδητοποίησης της αλλαγής αυτής από τα πρόσωπα. Ο περίπατος με την άμαξα είναι η οδηγός πο­ ρεία που αντίθετα και παράλληλα θ’ ακολουθή­ σουν τα πρόσωπα του διηγήματος «Το λαμπρό α­ μάξι». Δυο φίλοι συναντιούνται μετά από πολλά χρόνια. Ο ένας είναι εύπορος, ονομαστός και κά­ τοχος πολυτελούς άμαξας, ο άλλος είναι φτωχός και άγνωστος. Με το περίλαμπρο όχημα διανύ­ ουν δύο θριαμβευτικές διαδρομές στην πόλη, στις οποίες ο πλούσιος φίλος προσφέρεται να ξε-


102/αφιερωμα

ναγήσει, να διασκεδάσει σε άβατους ως τώρα χώρους τον φτωχό. Μια τρίτη διαδρομή, θριαμβευτικότερη των δύο πρώτων, θα διανύσει ο φτω­ χός με το αμάξι που όλοι θαυμάζουν, οδηγούμε­ νος αυτή τη φορά στα φτωχά του λημέρια, χωρίς όμως τη συνοδεία του φίλου του και απογοητευ­ μένος από τη συμπεριφορά του. Σε αντίθεση με την παραλληλία των εσωτερικών διαδρομών (συ­ ναισθημάτων) των δύο φίλων και μεταξύ τους και με τη διαδρομή της άμαξας στις δύο πρώτες πε­ ριπτώσεις, στην τρίτη οι διαδρομές ακολουθούν ένα σχήμα πολλαπλών αντιθέσεων. Μικρότερος σε αφηγηματική έκταση ο περίπα­ τος που κάνουν η Μαριγώ με τον εραστή της στο διήγημα «Η αδερφή του νυμφίου».4 Για την περι­ θωριακή και «αμαρτωλή» γυναίκα, η βόλτα με το λαντώ μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου με τη συνοδεία του σταθερότερου εραστή της, δι­ κηγόρου, αποτελεί για την ίδια συναισθηματική αποκατάσταση και κοινωνική καταξίωση. ... Το αμάξι τους πήγαινε... Καμμιά γυναίκα στην Αθήνα σήμερα δεν ήταν έτσι ευτυχισμένη. Α , αυτή είν’ η μεγάλη Κυριακή! Ποιός ξέρει! Η Αθήνα περνούσε γρήγορα μπροστά της, αυτός ήταν στο πλευρό τ ης... Το παλάτι π έρασε... Πή­ γαιναν, πήγαιναν... Πέρασαν τους στρατώνες, μπήκαν στους Α μπελόκηπους. Είδαν κήπους, τριανταφυλλιές, αμπέλια, πεύκα... Σ’ ένα μέρος κατέβηκαν...

Στο τέλος της βόλτας, καραδοκεί η τιμωρία κι η εκδίκηση του εραστή της για την αρρώστια που του μετέδωσε. Μετά απ’ αυτό το γεγονός, αναι­ ρείται η παραλληλία της διαδρομής που διήνυσαν η Μαριγώ και ο δικηγόρος και ο περίπατος γίνεται μέρος της εκδικητικής φάρσας εκείνου. Στο «Αθάνατο Πουλί» ένας δικαστής κι ένας αρχαιολόγος, παλιοί φίλοι, διασχίζουν, επιστρέφοντας από επαγγελματικές υποχρεώσεις, τους τόπους που διέσχιζαν παιδιά και ξανακάνουν τις ίδιες διαδρομές. Στην αναδρομή που κάνουν στα χρόνια εκείνα διαπιστώνουν, ο καθένας με το δι­ κό του τρόπο, ότι τους βαραίνει ακόμα ένα παιδι­

κό αμάρτημα: η καταστροφή ενός αυγού και το «λάλημα του πόνου» της μάνας. Η άμαξα προχωράει στο γνωστό τους δρόμο, οδηγώντας τους σ’ εκείνο το σημείο που τόσα χρόνια απέφευγαν να προσεγγίσουν. Η εξιστόρηση του δραματικού συμβάντος κι η συνειδησιακή επιβάρυνση των ανθρώπων δεν δηλώνεται από την αρχή σε ποιά χρονική στιγμή του παρόντος συμβαίνουν. Αλλά, όπως και στο διήγημα «Χαρούμενη συνοδεία» προσδιορίζονται στην εξέλιξη του διηγήματος και εντάσσονται στη διάρκεια μιας διαδρομής που διανύει η άμαξα. Ένα άλλο στοιχείο, το οποίο επισημαίνουμε, είναι ότι τα πρόσωπα, ενώ κινούνται στους αφη­ γηματικούς χώρους εποχούμενα, αναφέρονται σε ηθελημένες ή καταναγκαστικές διαδρομές ή και περιπάτους «... Θα βλέπουμε και εδώ ό,τι βλέπα­ με στις άλλες επαρχίες - τον περίπατο της Κυ­ ριακής στην πλατεία». Την ίδια διαδρομή διανύει έφιππος ο γιατρός του διηγήματος «Γιατρού περιπέτεια»7 τέσσερις φορές. Η διόδευση και η παράλληλη ή αντίθετη μ’ αυτήν εσωτερική πορεία του γιατρού συνιστούν τον αφηγηματικό άξονα και αυτού του διη­ γήματος του Παπαντωνίου. Η πρώτη διαδρομή γίνεται σύμφωνα με την επαγγελματική του συνέ­ πεια, η δεύτερη παρά τη θέλησή του, για να μετα­ φέρει ιατρικά εργαλεία και να επιχειρήσει χει­ ρουργική επέμβαση την οποία δεν εγκρίνει. Στην τρίτη, συμβιβασμένος, οδηγείται στην ανεπιθύ­ μητη πράξη. Η τέταρτη, που δεν περιγράφεται και που την υπαινίσσεται ο συγγραφέας, είναι η επιστροφή του γιατρού στο σπίτι του και εφόσον έχει εκτελέσει τις διαταγές. ... Δ εν αργήσαμε να βγούμε από την πόλη. Ο αέρας που με χάϊδευε, καθώς ανεβοκατεβαίναμε τους μαλακούς λόφους και δρασκελούσαμε ρηχά ρυάκια, μ’ έφερε στα σύγκαλά μου - και στο χρέος μου. Ή μουν ό νέος γιατρός του τό­ που. Α γαπούσα το επάγγελμά μου. Πίστευαν κι οι άνθρωποι αυτοί σε μένα. Η ματιά των φτωχών αρρώστων που γιάτρευα, η ματιά τους με το ά-


αφιερωμα/103

πείρο βάθος, ήταν η ανταμοιβή μου. Ταξιδεύαμε δυο τέταρτα της ώρας και κυλού­ σε το τρίτο... ... Καβαλίκεψα και ξεκινήσαμε πάλι για το σπίτι μου. Ο δρόμος ήταν ατέλειωτος. Δεν έβλε­ πα τίποτα. Δέντρα, λόφοι, βράχοι, έχασαν για μένα κάθε ομορφιά. Δεν ήταν παρά σκιές που λάβαιναν μέρος σ’ αυτή την αιχμαλωσία. Η πλάση πηγαίνει με το δυνατότερο! Πότε θα φτά­ σουμε; Πότε θα γυρίσουμε; Καθώς με πήγαινε το άλογο, βάρος αληθινό χωρίς βούληση, χωρίς ε­ λευθερία, έπλεκα με το νου μου τρόπους για να ξεφύγω, μόλις θα φτάναμε. Μα ένοιωθα πως κι ο εξουσιαστής μου συλλογιόταν τα ίδια και μα­ ταίωνε με το νου του όλα όσα θα μπορούσα να κάμω... Κατεβήκαμε, καβαλίκεψα και ξαναφύγαμε. Για τρίτη φορά τα ίδια δέντρα, οι ίδιες πέτρες, οι ίδιες λαγκαδιές - η επανάληψη, το θηρίο! Κι είχα ακόμα να ξαναγυρίσω!

Η πρώτη διαδρομή είναι η μόνη την οποία πραγματοποιεί με τη θέλησή του και σύμφωνα με τους σκοπούς του (παράλληλη πορεία). Η δεύτε­ ρη και η τρίτη γίνονται σε αντίθεση με το ήθος και τους στόχους του. Στην τέταρτη πρέπει να προστεθεί η απογοήτευσή του από το συμβιβα­ σμό και οι τύψεις (αντίθετη πορεία). Μετά από τη δεύτερη και την τρίτη διαδρομή αμφισβητείται η παραλληλία της πρώτης, και μετά την τέταρτη καταργείται. «Χαρούμενη συνοδεία»8 χαρακτηρίζεται στον τίτλο του ομώνυμου διηγήματος το πλήθος που ακολουθεί το νεκρό στη διαδρομή για την τελευ­ ταία του κατοικία. Τα άτομα διασκεδάζουν αναλογιζόμενα τα παθήματά του όσο ζούσε. Ένας φίλος του είναι ο μόνος που συμμετέχει στο γεγο­ νός αντιλαμβανόμενος τη δραματική του διάστα­ ση. Οι δυο πορείες είναι εμφανείς: το πλήθος α­ κολουθεί την οδηγό πορεία σαρκάζοντας, αποστασιοποιημένο από το γεγονός (αντίθετη πο­ ρεία). Τη διαδρομή της άμαξας με το νεκρό υπο­ γραμμίζει μόνο η παράλληλη συμμετοχή του φίλου.

Θα πρέπει ν’ αναφερθούμε και σε μια άλλη εκ­ δοχή της σχέσης διαδρομής και συναισθηματι­ κής πορείας των προσώπων, αυτή που εντόπιζε^, ται στο διήγημα «Η πέτρα του Γριβόδημου».9 Ή-1'· νας πατέρας, ο Γριβόδημος, μαζί με το μικρότε­ ρο του γιο, το Γιωργάκη, διανύουν έφιπποι μια διαδρομή προς το μοναστήρι της Αγίας Λαύράς με σκοπό να πείσουν το μεγαλύτερο γιο - μονα­ χό - να επιστρέφει στην κοσμική ζωή και τις α­ γροτικές εργασίες. Ο πατέρας, στον πηγαιμό, βρίσκεται σε συνεχή αντίθεση με το τοπίο και τη φύση, χαρακτηρίζοντάς την «έρημη, χωρίς ζώή», διαφορετική απ’ αυτήν που έμαθε να καλλιεργεί. Ό ταν φτάνουν στο μοναστήρι, ο μεγάλος γιος δεν πείθεται να εγκαταλείψει το μοναστικό βίο κι εκείνοι άπραγοι παίρνουν το δρόμο της επιστρο­ φής. Κι ενώ απ’ τη μοναστική οδηγούνται στην κοσμική ζωή, ο Γιώργος, ο μικρός γιος, αλλάζει κατεύθυνση και ακολουθεί αντίθετ., πορεία, δη­ λαδή προς το μοναστήρι, επιλέγοντας έτσι το μο­ ναχισμό. Θα μπορούσαμε όμως να θυμηθούμε και μια άλλη διαδρομή που καταγράφεται στο διήγημα «Το άλογο»10 και την οποία διανύει ένα κάρο συρόμενο από το ακούραστο και απαραίτητο ά­ λογο. Η πορεία αυτή στους δρόμους των Εξαρχείων διακόπτεται από στρατιωτικούς οι οποίοι, λόγω πολεμικών επιχειρήσεων, επιτάσσουν το άλογο. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της σχέσης μιας διανυόμενης διαδρομής και της πορείας ε­ νός προσώπου είναι εκείνο που περιγράφει ο Παπαντωνίου στο μικρό αλλά εξαίρετο διήγημά «Πέτρα στη λίμνη».11 Εδώ ο περίπατος ταυτί­ ζεται απόλυτα με το πρόσωπο, αποτελεί συστατι­ κό της προσωπικότητάς του, ενώ παράλληλα εί­ ναι και αφηγηματικός άξονας. Παραθέτουμε στον αναγνώστη ένα απόσπασμα απ’ αυτό το δι­ ήγημα, για να διευκολυνθεί έτσι η κατανόηση της προβληματικής όχι μόνο αυτού του διηγήματος, αλλά και των υπόλοιπων που αναφέρθηκαν στο


104/αφιερωμα κείμενο αυτό και να φωτιστούν οι σύντομες και ειδικές διαδρομές που διανύσαμε παράλληλα ή αντίθετα με τα διηγήματα του Παπαντωνίου. Απίστευτο! Ο κ. Νικήτας Νικόδημος στο ση­ μερινό του περίπατο προχώρησε πιο πέρα απ’ τον ξερό πλάτανο! Το γεγονός αναστάτωσε την κωμόπολη. Αδύνατο να το εξηγήσουν. Δεκα­ πέντε χρόνια τώρα ο κ. Νικόδημος, την ίδια ώ­ ρα, κάνει τον ίδιο δρόμο, ακριβώς ώς το κού­ τσουρο του ξερού πλάτανου, όριο της υγιεινής πεζοδρομίας. Έξαφνα όμως σήμερα τον είδαν να προχωρήση πολύ πιο πέρα, τρία τέταρτα της ώρας μακρυά· και θα πήγαινε ακόμη μακρύτερα, αν ο σκύλος του φυλακίου του δημοτικού φάρου, ασυνήθιστος να τον βλέπει, δεν τον γά­ βγιζε με μανία και δεν τον γύριζε πίσω. Το μονα-*1

Σημειώσεις 1. Ζαχαρία Παπαντωνίου, Διηγήματα, Αθήνα, Βιβλιοπωλείου της Εστίας, 1981, σελ. 274. 2. ό. π., σελ. 37 3. ό. π., σελ. 96 4. ό. π., σελ. 123

δικό φαινόμενο δεν ήταν μόνο του. Συνοδεύτηκεν από άλλα παράδοξα και, προ πάντων, απ’ το μανιασμένο μπαστούνι του. Το κρατούσε σα σπαθί και τρυπούσε τον αέρα. Πέρασε σα θύελ­ λα. Δε σταμάτησε να ιδή κανένα γνωστό. Κου­ νούσε βιαστικά το κεφάλι κι έφευγε. Διάφορες υποψίες γεννήθηκαν! Ο δήμαρχος νόμισε πως ξέσπασεν επί τέλους η ορμή του κ. Νικόδημου ε­ ναντίον του, επειδή δεν έβαλεν ακόμη φανό για να φωτίσει το κατασκότεινο σοκάκι του σπιτιού του. Ο ταμίας υποψιάστηκε πως είχε συνέπειες το προχτεσινό μικρό των τσούγκρισμα στην πρέφα. Ο γιατρός εξήγησε το φαινόμενο με κά­ ποια δυσπεψία. Ο κύριος και η κυρία ταμία με απελπισία τον είδαν ν’ απομακρύνεται, επειδή ι­ διαιτέρως την ώρα του περιπάτου βαριούνται ο ένας τον άλλο και ζητούν ένα τρίτο για σωτήρα... 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11.

ό. π., σελ. 106 ό. π. σελ. 164 ό. π. σελ. 254 ό. π: σελ. 164 ό. π. σελ. 195 ό. π. σελ. 154 ό. π. σελ. 90

ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ Α ιε ύ θ υ ν σ η σ ε ιρ ά ς : Κ ώ σ τ α ς Μ π α λ ά σ κ α ς Κ α λ λ ι τ ε χ ν ι κ ή δ ιε ύ θ υ ν σ η : Γ ι ά ν ν η ς

Λε κ κ ό ς

ΑΙΣΧΎΛΟΣ

ΠepooLt · Ε π τ ά β π ί Θ ή β α ς · Ίκέτώ βς Ά -γα μ β μ ν ω ν Χ οηφόροι

· Έ,νμβνίδβς · ΐΐρ ο μ η θ β ύ ς Δ εσ μ ώ τη ς

Μ ετά φ ρ α σ η Η

· Ε ισ α γω γή · Σ χό λια : Κώ στας Τ ο π ο ν ζ η ς

σ ε ιρ ά « Α ρ χ α ίο Ε λ λ η ν ικ ό Θ έα τ ρ ο » φ ιλ ο δ ο ξ ε ί ν α π ρ ο σ φ έ ρ ε ι σ τ ο ε λ λ η ν ικ ό κ ο ιν ό ό λ α τ α

σ ω ζ ό μ ε ν α σ ε π λ ή ρ η μ ο ρ φ ή έ ρ γ α τ ο υ Α ισ χ ύ λ ο υ , τ ο υ Σ ο φ ο κ λ ή , τ ο υ Ε υ ρ ιπ ίδ η κ α ι τ ο υ Α ρ ι­ σ τ ο φ ά ν η σ τ ο ν α ρ χ α ίο

λόγο

τους

(αναπαραγωγή

τω ν εκδόσεω ν Ο ξφ ό ρ δ η ς) κ α ι σε ν ε ο ε λ λ η ­

ν ικ ή π ο ι η τ ι κ ή μ ε τ ά φ ρ α σ η . Τ α υ τ ό χ ρ ο ν α δ ί ν ε τ α ι μ ι α y ε ν ι κ ή ε ι σ a y ω γ ή

γ ια

τ η ν τ ρ α γ ω δ ία ,

μ ι α ε ιδ ικ ό τ ε ρ η γ ι α τ ο ν κ ά θ ε π ο ι η τ ή κ α ι σ χ ο λ ι ά ζ ε τ α ι τ ο κ ά θ ε έ ρ γ ο . Σ υ μ π λ η ρ ώ ν ε τ α ι θ ε α τ ρ ι ­ κ ά μ ε π ί ν α κ α π α ρ α σ τ ά σ ε ω ν κ α ι φ ω τ ο γ ρ α φ ί ε ς π ο υ ε π έ λ ε ξ α ν ε ιδ ικ ο ί τ ο υ Θ ε ά τ ρ ο υ .

ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ Μ αυρομιχάλη 60, Τ.Τ. 106 80, τηλ 3607382, fax 3636083 ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ; ΔΑΝΑΟΣ, ΜαυρομιχάΚη 64, Τ.Τ. 106 80, nj\.-fax 3611054,3604161,3631475,3616226


Π ΛΕΘ ΡΟ Ν Π Ρ Ο Σ Ω Π Α ΚΑΙ Ι Δ Ε Ε Σ

Λογοτεχνία

Βούδας Andre Bareau (επιμ.) (18)

Μπρετόν Jean-Louis Bedouin (επιμ.) (2)

Αούκατς

Ρεμπώ

Andrd Robinet Henri Arvon (επιμ.) (21)

Claude Edmonde Magny (επιμ.) (4)

Ηράκλειτος Ελυάρ Louis Parrot Jean Marcenac (επιμ.) (6)

Jean Brun (επιμ.) (22)

Μαρξ Werner Blumenberg (23)

Λωτρεαμόν Philippe Soupault (επιμ.) (9)

Πλάτων Gottfried Martin (27)

Μπωντλαίρ Luc Decaunes (επιμ.) (10)

Χόρκχαίμερ

Μπρεχτ

Helmut Gumnior Rudolf Ringguth (28)

Marianne Kesting (14)

Μπλέπκ Σπόρος Ηλιόπουλος (επιμ.) (15)

Αραγκόν Georges Sadoul (επιμ.) (17)

Γουίτμαν Paul Jamati (επιμ.) (20)

Σαπφώ Marion Giebel (26)

Π6ε - τόμ. Α' Στέφανος Μπεκατώρος (επιμ.) (25α)

Πόε - τόμ. Β Στέφανος Μπεκατώρος (επιμ.) (256)

Φιλοσοφία

Κινηματογράφος XfTOKOK Piene Lherminier (επιμ.) (1)

Βάιντα Pierre Lherminier (επιμ.) (3)

Μπουνιουέλ K. Eder, P.W. Jansen κ.ά. (επιμ.) (8)

Γ. 'Αλλεν / Μ. Μπρουκς R. Benayoun, V. Canby κ.ά. (επιμ.) (11)

Τρυφώ S. Daney, H. Fischer κ.ά. (επιμ.) (12)

Φασμπίντερ Ρ. Iden, P.W. Jansen κ.ά. (επιμ.) (16)

Νίτσε Jeanee Delhomme (επιμ.) (5)

Γουέλς

Μπακούνιν

Ρ. Buchka, Urs Jenny κ.ά. (επιμ.) (24)

Henri Arvon (επιμ.) (7)

Φελίνι Χέγκελ Franz Wiedmann (13)

Claudio Fava Aldo Vigano (επιμ.) (19)

Εκδόσεις Πλέθρον


106/συνεντευξη

Κ λ ε ίνε ι φέτος τα ενενήντα της(!) ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της μουσικής-ορχηστικής παιδείας στη χώρα μας, η Πολυξένη Ματέυ. Μαθήτρια και φίλη του μεγάλου Γερμανού μουσικοσυνθέτη Κάρλ Ορφ, συνεργάστηκε κοντά του στο περίφη­ μο Σύστημα Ορφ (ορχήστρα για παιδιά), το οποίο και εισήγαγε αργότερα πρώτη στην Ελλάδα, ήδη προπολεμικά. Ο ειδικός συνεργάτης μας Ανδρέας Παναγόπουλος, καθηγητής της Κλασικής Φι­ λολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, που τα παιδιά του μαθήτευσαν στη Σχολή Ματέυ και συνδέθηκε μαζί της με φιλία, συζήτησε με αυτήν ειδικά για το ΔΙΑΒΑΖΩ. Ακολου­ θεί μια μικρή επιλογή των όσων ειπώθηκαν.

Η κυρία Ματέυ, αν και ενενήντα χρόνων φέτος, μοιάζει και εργάζεται σαν να είναι δυο φορές σαρανταπέντε: όταν της ζήτησα να μου μιλήσει για το βίο, τις σπουδές και τη δράση της, σαν παλαιικός, στέρεος άνθρωπος, άρχισε από τους προγόνους της: παππούς της ο καθηγητής της αρχαιότητας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Αθανάσιος Ρουσόπουλος, πατέρας ο Όθων Ρουσόπουλος, ιδρυτής της Εμπορικής και Βιομηχανικής Ακαδημίας, που αργότε­ ρα εξελίχθηκε στην Ανωτάτη Σχολή Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών (ΑΣΟΕΕ), του πρώτου τεχνικού εκπαιδευτικού ιδρύματος στην Ελλάδα. Καταγωγή από το Βογαστικό του νομού Καστοριάς. Η μητέρα της, καταγόμενη από Καστοριανούς γουναράδες, εγκατε­ στημένους στη Αειψία, γεννήθηκε στη Γερμανία. Η ίδια παντρεύτηκε Γερμανό, εξ ου το Ματέυ, είναι αδερφή της Αγνής Ρουσοπούλου και μητέρα του Αλέξανδρου Ματέυ. Μαθήτευσε σε γερμανικό σχολείο της Αθήνας, έβγαλε το ελληνικό γυμνάσιο και σπούδασε πιάνο στο Ωδείο Αθηνών. Σε ηλικία 22 χρόνων πήγε στη Αειψία, όπου εφοίτησε στο εκεί Κονσερβατόριο και σε Ανωτάτη Σχολή Ρυθμικής. Από τότε, η μουσική και ο χορός έγιναν η μοίρα της. Για ένα διάστημα, όταν αργότερα ήρθε στην Ελλάδα, συνεργάστηκε με την εξαδέλφη της Κούλα Πράτσικα (1931-34). Το 1935 πήγε πάλι στη Γερμανία, όπου στη Σχολή Gunther του Μονάχου είχε τη σπάνια τύχη να μαθητεύσει κοντά στον Carl Orff («Carmina Burana» κ.ά.). To 1936 αποφοίτησε με δίπλωμα στη Μουσική και Κίνηση. Το 1938 ίδρυσε στην Αθή­ να, Δημοχάρους 27, τη Σχολή Ματέυ. Έκτοτε, επί 54 χρόνια τώρα, προσφέρει σε παιδιά τη χαρά της μουσικής και ρυθμικής παιδείας. Το 1962 εφάρμοσε, πρώτη στην Ελλάδα, το περίφημο «Σύστημα Ορφ» σε στενή συνεργασία με τον ίδιο τον Ορφ (που πέθανε το 1986), και δίδαξε επί πολλά χρόνια σε διεθνή σεμινάρια στην Αυστρία, Γερμανία, Γαλλία, Ολλαν­ δία και Καναδά. Στην Ελλάδα και στο εξωτερικό έκανε πολλές παραστάσεις, επιδείξεις, διαλέξεις, σεμινάρια, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές παρουσιάσεις της δουλειάς της και δη­ μοσίευσε βιβλία και άρθρα στον καθημερινό και περιοδικό Τύπο. Το 1975 ο Πρόεδρος της (τότε) Ομοσπονδιακής Γερμανίας τής απένειμε τον Ομοσπονδιακό Σταυρό Α ' Τάξεως, το 1989 την τίμησε δημόσια το Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1990 το διεθνές «Ίδρυμα Ορφ» της απένειμε τη διάκριση «pro merito». Βαθύτατα καλλιεργημένη, βαδίζει ψηλαφιστά σ ’ όλα τα είδη γνώσης, ιδιαίτερα της κλα­ σικής (ελληνικής και λατινικής) και της μουσικο-ορχηστικής παιδείας. Γλωσσομαθής, τα­ ξιδεμένη, με πείρα της ζωής και των ανθρώπων. Μετριοπαθής και ανθρωπίστρια, με καλό γούστο και common sence. Η συζήτηση μαζί της έχει το ενδιαφέρον πλατωνικού διαλόγου, το άνοιγμα του μυαλού και της ψυχής της έχει τη χάρη και τη δροσιά κειμένου του Λουκια­ νού ή του Πλουτάρχου και η συμβουλή της σε θέματα προσωπικά και σχέσεων με τα παιδιά σου έχει την τόλμη, το βάθος και το ανάλαφρο ύφος του συναρπαστικού μονόλογου της Αιοτίμας.


συνεντευξη/107

Π ολυξένη Μ α τέυ■

"Η αρχή όλω ν των πραγμάτων είναι μικρή” r

ΝΙΨΟΝΑΝΟΜΗΜΑΤΑΜΗΜΟΝΑΝΟΨΙΝ. Αυ­ τό το περπατάμε.

^

Γ ουσοπούλου:

Είναι καρκίνος ή καρκινικόν πάίγνιον των Βυ­ ζαντινών.

Τη συνέντευξη πήρε ο Ανδρέας Παναγόπουλος Τί έχετε εκδώσει μέχρι τώρα;

ΕΝΑ βιβλίο Ρυθμικής, με σχέδια της Ά ννας Σκιαδαρέση, που έχει κάνει και επανέκδοση. Έ ­ πειτα τα Πρώτα Τραγούδια με εικονογράφηση Σπάρου Βασιλείου. Επίσης ένα βιβλιαράκι με μουσικά και κινητικά παιγνίδια για παιδιά προσχολικής ηλικίας με τίτλο Δόνια Χελιδόνια (Φί­ λιππος Νάκας) καθώς και άρθρα στο περιοδικό Μουσικολογία. Στο εξωτερικό; Έ χετε βγάλει τίποτε σε ξένη γλώσσα;

ΝΑΙ. Μια γερμανόφωνη έκδοση, που βγήκε στο Mainz με τίτλο Ελληνικά παιδικά τραγούδια και χοροί και έχει αγοραστεί πολύ στην Αμερική και τον Καναδά. Το ίδιο σε δεύτερο τόμο και τίτλο Ελληνόπουλα (Griechische Kinder). Έ χετε τίποτε υπό έκδοσιν;

ΝΑΙ δυο μεγάλους φακέλους, ένα με «Άρθρα και διαλέξεις» καί ένα με άλλα ερευνητικά θέμα­ τα μουσικής και ρυθμικής. Παραδείγματα;

ΝΑ, ΟΠΩΣ η μελοποίηση και η κινησιολογία γνωστών αρχαίων ή χριστιανικών ρητών, απο­ φθεγμάτων, παραθεμάτων κ.λπ., π.χ. «των οι­ κιών ύμών έμπιμπραμένων ύμεΐς άδετε» ή «έάν δέ τάς γλώσσας πάσας των άνθρώπων λαλώ, άγάπην δέ μή έχω, γέγονα χαλκός ήχών καί κύμβαλον άλαλάζον». [Πού τα έμαθε τόσο ωραία ελ­ ληνικά ο Εβραίος αυτός, δε μου λες; για τον Από­ στολο Παύλο]. Από το κύμβαλον λέτε να βγήκε το τσίμπαλο και το τσέμπαλο; Τι άλλο έχετε μελοποιήσει εκεί;

ΝΑΙ, οι ξένοι το λένε και palindrome, δηλ. παλίνδρομο, γιατί πάει μπρος-πίσω. Τι άλλο εκκρεμεί;

ΕΝΑ βιβλιαράκι, που θα βγει στ’ αγγλικά, από τον εκδοτικό οίκο short. Είναι σαν τρίτος τόμος στη γερμανική σειρά Ελληνόπουλα. Με απασχο­ λεί μόνο το πρόβλημα της προφοράς των ελληνι­ κών από τους ξένους. Ό πω ς ξέρεις η ερασμιακή έχει αποδειχθεί εσφαλμένη. Για ν’ αλλάξουμε θέμα: Κάποτε μου είχατε πει για τη συνάντησή σας με τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Τι θυμάστε σχετικά;

ΗΜΟΥΝΑ στην τελευταία τάξη του γυμνασίου 15-16 χρόνων σ’ ένα ανήλιαγο και φοβερό κτίριο της οδού Κορνάρου και είχαμε έναν άθλιο φιλό­ λογο, γυμνασιάρχη, κάποιον Γιαννουκάκη. Τότε είχε έρθει ο Βενιζέλος στα πράγματα κι είχε διο­ ρίσει τον Δελμούζο, τον Γληνό και τον Τριανταφυλλίδη, για να κάνουν την πρώτη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Ποια χρονιά;

ΤΟ 1917 θαρρώ. Κάναμε Αντιγόνη του Σοφοκλή στο πρωτότυπο «ΤΩ κοινόν αύτάδελφον ’Ισμήνης κάρα». Σας το μετέφραζαν και σας τότε «ώ κοινή κε­ φαλή τής αδελφής ’Ισμήνης»; Σαν να ήταν οι δυο τους δικέφαλο τέρας;

ΤΟ ΙΔΙΟ και χειρότερα. Οπότε ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο γυμνασιάρχης μ’ έναν ωραίο ξανθό νέο, ο οποίος ανεβαίνει στην έδρα και μας διαβά­ ζει την Αντιγόνη σε μετάφραση Μάνου. Ακούγαμε για πρώτη φορά τα πράγματα αυτά σε κατα­


108/συνεντευξη ληπτή γλώσσα. Στη συνέχεια μας μιλάει για το δημοτικισμό. Αυτό ήταν. Κατάλαβα αμέσως, αν και κορίτσι ακόμα, ότι ο δημοτικισμός δεν ήταν ένα, και μάλιστα μικρό, πρόβλημα, αλλά το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα παιδείας και ζωής τότε. Στη συνέχεια συνδέθηκα πολύ φιλικά με τον Μα­ νόλη Τριανταφυλλίδη και από τότε μου σφράγισε τη ζωή. Ό ,τι έλεγε ή έγραφε αυτός ήταν για μένα Ευαγγέλιο. Και τώρα ακόμη εξακολουθώ να τον πιστεύω. Και ότι σήμερα έγινε το μονοτονικό με το οποίο πολλοί - κ α ι Σ υ - δεν συμφωνείτε, ο­ φείλεται στην προεργασία του Μανόλη. Υπάρ­ χουν, φυσικά, επιχειρήματα υπέρ και κατά, αλλά εγώ είμαι υπέρ του μονοτονικού. Όλη μου, λοι­ πόν, τη ζωή ήμουν προσηλωμένη στον Τριανταφυλλίδη και πίστευα σ’ ό,τι έλεγε. Ή ταν συγκρο­ τημένος γλωσσολόγος, εμβριθέστατος, πολύ μετριόφρων και πολύ μετριοπαθής. Άκουγε προσε­ χτικά την αντίθετη γνώμη. Ό ταν δε ο Γεώργιος Χατζιδάκις είπε το περίφημο «νά καώσι» (του κάψανε τα βιβλία του Μανόλη), αυτός γέλαγε. Είχε ένα σπάνιο χιούμορ. Με τον Μεταξά τι σχέσεις είχε;

Α, ΝΑΙ. Ό ταν ήρθε στα πράγματα ο Μεταξάς, τον κάλεσε στα Καμένα Βούρλα, όπου παραθέρι­ ζε, και του είπε «Μανόλη, θα σου τυπώσω τη γραμματική σου». Ο διάβολος να του έλεγε του Μανόλη «θα τυπώσω τη γραμματική σου», θα πήγαινε. Εγώ τότε του είπα «Μα είναι δικτάτο­ ρας, πού πας;» Αυτόν δεν τον ενδιέφερε. Βέβαια είναι πρόβλημα. Πρέπει ο επιστήμονας να βάλει την επιστήμη του πάνω από όλα; Δεν τολμώ να εκφέρω γνώμη. Γεγονός είναι πάντως ότι τυπώ­ θηκε η γραμματική Τριανταφυλλίδη από τον Με­ ταξά. Δεν το κρύβω. Αλλά εγώ δεν θα πήγαινα. Μιλήστε μας, τώρα, για τη γνωριμία σας με τον Καρλ Ορφ.

ΟΤΑΝ τον γνώρισα του είπα: «Κύριε Ορφ, ελάτε στην Ελλάδα. Η Ελλάδα είναι πολύ ωραίος τό­ πος και Σας, που είστε πνευματικός άνθρωπος, θα Σας δώσει πολλά πράγματα». Και αυτός κου­ νώντας το κεφάλι του πολύ λυπημένα μου απά­ ντησε: «Στην Ελλάδα, φοβούμαι κυρία Ματέυ, θα έρθουμε εμείς οι Γερμανοί μόνο για να ρίξουμε πόνους». Αυτό το 1938;

Το 1937. Δύο χρόνια πριν από την κήρυξη του Β' Παγκόσμιου Πόλεμου. Καλλιτέχνης-προφήτης. Ήταν αντι-ναζιστής;

ΦΥΣΙΚΑ. Μάλιστα ο Γκαίμπελς απαγόρευσε τη μουσική του ως αντιτιθέμενη στο γνήσιο γερμανι­ κό πνεύμα.

Τα γνωστά. Τελικά ήρθε ποτέ στην Ελλάδα.

ΠΟΛΥ ΑΡΓΟΤΕΡΑ. Το καλοκαίρι του 1957 ήρθε με την τέταρτη γυναίκα του και πήγαμε μαζί στη Σάμο. Είχε απέναντι στην Ελλάδα ένα ένστικτο, μια ευαισθησία για οτιδήποτε ελληνικό. Γι’ αυτό και μπόρεσε να γράψει μουσική για την Αντιγό­ νη, κατά μετάφραση Holderlin, και για τον Οιδίποδα Τύραννο, επίσης σε μετάφραση Holderlin. Έκανε, θαρρώ, και Προμηθέα του Αισχύλου;

ΝΑΙ, και πολύ καλά μάλιστα. Και επειδή δε βρή­ κε ανάλογη καλή μετάφραση στα γερμανικά, έ­ γραψε τη μουσική πάνω στο πρωτότυπο αρχαίο ελληνικό. Ερασμιακά;

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ναι. Ήμουνα στην πρεμιέρα, στη Στουτγκάρδη. Για μένα, ως Ελληνίδα, η ερασμιακή ηχεί περίεργα, αλλά γεγονός είναι ότι ή­ ταν τα λόγια του Αισχύλου. Πολύ καλλιεργημέ­ νος άνθρωπος. Βλέπεις, όποιος θέλει να λέγεται παιδαγωγός, όπως ο Ορφ, τοποθετεί την αγωγή των παιδιών και γενικότερα την αγωγή των αν­ θρώπων, πιο πάνω από την τέχνη του. Και, άσχε­ τα από το τί διδάσκει, μαθηματικά, αρχαία ελλη­ νικά, χορό ή φιλοσοφία, θα πρέπει να είναι - δεν θέλω να πω τη λέξη μορφωμένος - να έχει έναν πλατύτερο ορίζοντα, όπως ο Ορφ. Αυτό τον ορίζοντα τον έχετε και σεις. Πού το αποδίδετε;

ΔΕΝ ΞΕΡΩ αν τον έχω εγώ. Προσπαθώ. Δεν υ­ πήρξε τίποτε που να έχει σχέση με τον πνευματι­ κό κόσμο των παιδιών, και γενικά των ανθρώ­ πων, που να μην έχει σημασία για μένα. ΓΓ αυτό και μπόρεσα και διάβασα και αρχαίους συγγρα­ φείς και μ’ ενδιέφερε η αρχαία Ελλάδα. Από αυτό το ασίγαστο ενδιαφέρον.

Στη συνέχεια τη ρώτησα να μου πει για τη μα­ θητεία και τη συνεργασία της κοντά στον Carl Orff στο Μόναχο, για τη Σχολή Ματέυ, για τη δουλειά της, για τη ζωή της, για τις ιδέες της, για όλα. Το υλικό εκείνης της συζήτησης αρκεί για να βγει ένα ολόκληρο βιβλίο. Κρατάω την πε­ μπτουσία της κουβέντας μας: «Omnium rerume principia parvula sunt», λέει («Η αρχή όλων των πραγμάτων είναι μικρή», δηλ. όλα τα πράγματα είναι μικρά στην αρχή). Στη ζωή, στη σταδιοδρο­ μία, στη μάθηση, σε όλα. Κι έρχεται μετά από δε­ καετίες ο άνθρωπος και γίνεται, αν έχει στόφα Πολυξένης Ματέυ, εννοείται, ποταμός ανθρω­ πιάς, ποταμός καλοσύνης, ποταμός γνώσης. Ό ­ χι γνώσεων, γνώσης. Γιατί, ως γνωστόν, «πολυμαθίη νόον ού διδάσκει». □


Οι εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ Προτείνουν

ΝΕΟΙ ΤΙΤΛΟΙ

Μετάφραση: Στέλλα Τζιρούδη

Βούλα Μάστορη

Μ α ρία Αγγελίδου

Για αναγνώστες με απαιτήσεις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 1, 106 79 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 3 6 0 2535 - 361 8 6 5 4


ΕΞΑΝΤΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΘΩΜΑΣ ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ ΟΙ ΑΣΙΚΗΔΕΣ

Εισαγωγή και ανθολογία της λαϊκής Τουρκικής ποίησης από το 13ο αιώνα μέχρι σήμερα Μια αναλυτική μελέτη της τουρκι­ κής ποιητικής παράδοσης που πε­ ριλαμβάνει πληροφορίες για τις συνθήκες στις οποίες έζησαν και δημιούργησαν οι Ασίκηδες, περι­ γραφή των μουσικών οργάνων, αν­ θολόγιο και βιογραφικά στοιχεία των επιφανέστερων λαϊκών δη­ μιουργών.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑΣ Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ, ΤΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ ...ΚΑΙ Ο ΚΟΡΜΟΡΑΝΟΣ Ο μεγεθυντικός φακός του πολέμου στον Κόλπο αποκαλύπτει τις κυ­ ρίαρχες αντιθέσεις του σημερινού κόσμου, την αντίθεση Βορρά-Νότου, και την πλανητική οικολογική απειλή. Ο ισλαμισμός ως απόπειρα ιδεολογικής έκφρασης της σύγ­ κρουσης Βορρά-Νότου. Μια σφαι­ ρική θεώρηση των παγκοσμίων εξελίξεων.

ΕΞΑΝΤΑΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ Διδότου 59 - 106 81 Αθήνα - Τηλ. 3604885, 3622064 - Fax 3613065


η ανάπτυξη των Κοινωνικών Επιστημών __

«Κοινότητα, Κοινωνία και Ιδεολογία. Ο Κωσταντίνος Καραβίδας και η προβληματική των Κοινωνικών Επιστημών» (συλλογικός τόμος). Επιμέλεια Μ . Κομνηνού-Ε. Παπαταξιάρχης, Αθήνα, Π α π α ζή σ η , 1990. Σελίδες 372.

συλλογικός τόμος «Κοινότητα, Κοινωνία και Ιδεολογία. Ο Κ. Καραβίδας και η προβληματική των Κοινωνικών Επιστη­ μών» σηματοδοτεί την ανακίνηση του ενδιαφέροντος για τον Κ. Καραβίδα, έναν από τους σημαντικότερους Έλληνες στοχαστές του μεσοπολέμου. Ό πω ς αναφέρεται στο προλογικό σημείωμα: «Η σκέψη του Καραβίδα... (σε μεγάλο βαθμό] επεξεργάζεται ένα από τα βασικά σύμβολα της ελληνικής ιδιοσυστασίας, την κοινό­ τητα, για να την συνδέσει με τον μεγάλο αγνοημένο του μεσοπολέ­ μου, τον αγρότη και τον κόσμο του». Γίνεται κατανοητό ότι η με­ λέτη ενός στοχαστή και οραματιστή του Κοινοτισμού, όπως ο Κα­ ραβίδας, έχει ιδιαίτερη σημασία σήμερα, σε μια εποχή που το θέμα του κοινοτισμού αποτελεί ακόμα πεδίο αντιπαλότητας ανάμεσα σε τάσεις του Ελληνικού στοχασμού αρχίζοντας από τη «νεορθοδοξία» και καταλήγοντας σ’ εκείνους που καταγγέλλουν τον συ­ ντηρητικό προ-νεοτερικό (δηλαδή «αντιδιαφωτιστικό» και ανορθολογικό) χαρακτήρα της κοινοτικής οργάνωσης.

Ο

συγκεκριμένη έκδοση αποτελεί μια συλλογή των εισηγήσεων που παρουσιάσθηκαν στην επιστημονική συνάντηση «Ο Κ. Καραβίδας και η σύγχρονη Κοινωνική προβληματική» που πραγ­ ματοποιήθηκε στην Αθήνα από 28 Φεβρουάριου ώς 2 Μαρτίου 1985. Το βιβλίο απαρτίζεται από δύο μέρη. Το πρώτο επιγράφεται «Νεοελληνικός κοινοτισμός: Ουτοπία ή πρόγραμμα» και αποτελείται από προσεγγίσεις τόσο στον κοινωνικό επιστήμονα Καραβί­ δα όσο και στον Καραβίδα ως οραματιστή του ελληνικού κοινοτι­ σμού. Η σκέψη του Καραβίδα προσεγγίζεται, στο μέρος αυτό, από τη σκοπιά της ένταξης και της σημασίας της στο δεδομένο ιδεολο­ γικό πλαίσιο του μεσοπολέμου. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου, του οποίου ο τίτλος είναι «Κοινότητα, Κοινωνία και Ιδεολογία στη συ­ γκρότηση του Αγροτικού χώρου» ξεφεύγει από το πλαίσιο της α­ ξιολόγησης του έργου του Καραβίδα και απαρτίζεται, στο μεγαλύ­ τερο μέρος του, από εισηγήσεις που εξετάζουν διάφορες πτυχές της συγκρότησης του αγροτικού χώρου με αναφορές και σε συγκε­ κριμένες περιοχές της Ελλάδας.

Η

κοι νω νιο


112/επιλογη το πρώτο μέρος του τόμου επιχειρείται αρχικά η αξιολόγηση της συμβολής του Καραβίδα (της μεθόδου και του θεωρητικού του πλαισίου) στην μελέτη της ελληνικής κοινωνίας και ιδιαίτερα του αγροτικού χώρου κατά τον μεσοπόλεμο. Εδώ εντάσσονται με­ λέτες όπως αυτή του Κ. Κωστή με τίτλο «Ο Καραβίδας και η "ανα­ κάλυψη” των χωρικών στην μεσοπολεμική Ελλάδα» καθώς και η μελέτη του Π. Καζάκου επίκεντρο της οποίας αποτελεί η άποψη του Καραβίδα για την ενσωμάτωση της Ελληνικής οικονομίας στο διεθνές σύστημα1. Η άποψη αυτή οδηγεί σε μια πληρέστερη κατα­ νόηση του κοινοτικού προτάγματος του Καραβίδα και ενδεχομέ­ νως του ουτοπικού χαρακτήρα αυτού του προτάγματος. Στην ίδια κατηγορία μελετών ανήκει και η εισήγηση του Σ. Δαμιανάκου για τη συγκριτική θεώρηση κοινοτισμού και ποπουλισμού. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου πάντως κυριαρχούν μελέτες που επιχειρούν μια αξιολόγηση του κοινοτικού προτάγματος του «οραματιστή» Κα­ ραβίδα. Εδώ οι απόψεις διίστανται. Οι Γ. Μαυρογορδάτος χαρα­ κτηρίζει τον Καραβίδα θεωρητικό και ιδεολόγο του Μικροαστι­ σμού, ενώ ο Α.-Α. Κύρτσης επισημαίνει τον συντηρητικό (και οιονεί φασιστικό ή φασιστοειδή) χαρακτήρα του κοινοτικού αυτού προτάγματος. Αποκαλυπτική της άποψής του για τον Καραβίδα και τον κοινοτισμό είναι η τελευταία φράση της εισήγησής του: «Ό ταν η αναζήτηση νέων μορφών ταυτότητας συνεπάγεται την α­ νικανότητα διάκρισης μεταξύ των εκσυγχρονιστικών διαδικασιών των δυο τελευταίων αιώνων, τότε είναι εύκολο να φαντασιώσουν σύγχρονοι άνθρωποι με οργάνωση της κοινωνίας σύμφωνα με τα πρότυπα του, για αρκετές δεκαετίες ξεχασμένου, Καραβίδα». Απ’ την άλλη μεριά ο Φ. Βεγλερής και η Μ. Κομνηνού εκφράζουν με­ τριοπαθέστερες και οπωσδήποτε συμπαθητικότερες θέσεις για το έργο του Καραβίδα. Ο Βεγλερής μάλιστα αναγνωρίζει στη «μέθο­ δο» του Καραβίδα απαντήσεις σε σύγχρονα προβλήματα, και προ­ τάσσει τον ανανεωτικό χαρακτήρα της σκέψης του Καραβίδα «και των φίλων των κοινοτιστών» ως την Ελληνική απάντηση στον προβληματισμό και τις δυσκολίες γύρω από τη συγκρότηση μιας Ευρωπαϊκής ταυτότητας.

Σ

ι εισηγήσεις που συγκεντρώνονται στο δεύτερο μέρος του βι­ βλίου αποτελούν πρωτογενείς, κυρίως εμπειρικές, έρευνες για τις διάφορες συνιστώσες της συγκρότησης του αγροτικού χώρου στην Ελλάδα, οι οποίες αν και θέτουν ως σημείο εκκίνησης τον προβληματισμό του Καραβίδα, δεν σκοπεύουν αποκλειστικά στην αξιολόγηση του έργου του. Τα τρία πρώτα κείμενα είναι γενικού χαρακτήρα: Η εισαγωγή του Ε. Παπαταξιάρχη «Πολιτική και Α­ γροτικός σχηματισμός στην Νεοελληνική κοινωνία», η εισήγηση της I. Λαμπίρη-Δημάκη, η οποία κάνει μια ευρεία αποτίμηση της κοινωνικής έρευνας του Ελληνικού αγροτικού χώρου και ομαδο­ ποιεί τα πορίσματα και τις αδυναμίες της έρευνας στον τομέα αυ­ τό, και το κείμενο του Ν. Πανταζόπουλου «Τόπος και νόμος στη συλλογική συνείδηση των Ελλήνων: Το λαϊκό κοινοτικό δίκαιο και ο Κ. Καραβίδας». Από τη μελέτη του Πανταζόπουλου και ι­ δίως με τη μελέτη του Ε. Πρόντζα σχετικά με τον μηχανισμό του cift στην κοσμική και εκκλησιαστική ιδιοκτησία μπαίνουμε σε πιο ειδικά θέματα. Είναι όμως οι τρεις τελευταίες εισηγήσεις του τό­ μου που καταπιάνονται με θέματα που αφορούν συγκεκριμένες πε­ ριοχές της Ελλάδος. Ο Θ. Καλαφάτης αναφέρεται στις μορφές κοινωνικής οργάνωσης και στην αγροτική εξέλιξη στην περιοχή του Αιγίου κατά τον 19ο αιώνα, η Μ. Κομνηνού εξετάζει το πελα­ τειακό σύστημα στην επαρχία του Μεσολογγίου και ο Ε. Παπατα-

Ο


ξιάρχης εντοπίζει την προσοχή του «στην μελέτη του άτυπων, εθι­ μικών χρήσεων της εντοπιότητας και των ιδιωμάτων με τα οποία εκφέρεται από τα μέλη μιας μικρής αγροτικής κοινότητας στη Βό­ ρεια Λέσβο». α μπορούσε κανείς να παρατηρήσει ότι το βιβλίο χαρακτηρί­ ζεται από έναν ιδιότυπο δυϊσμό —ότι δηλαδή τόσο ο κοινοτι­ σμός και οι γενικότερες απόψεις τον Καραβίδα, όσο και η μελέτη του αγροτικού χώρου θα μπορούσαν να αποτελόσουν αντικείμενα ξεχωριστών εκδόσεων. Ακόμα όμως κι αν αυτό ευσταθεΐ, η αξία της εν λόγω έκδοσης δεν μειώνεται καθόλου μια και σ’ αυτήν επι­ τυγχάνεται η εξισορρόπηση ανάμεσα στις δύο θεματικές· μια εξισορρόπηση που αναδεικνύει την πολύπλευρη σημασία του Καραβί­ δα, σήμερα. Στην κλασική του μελέτη για τον Max Weber «Polities and Sociology in the thought of Max Weber» o Anthonny Giddens κατα­ λήγει με τη διαπίστωση ότι εκείνο που ισχύει στην περίπτωση κάθε σημαντικού στοχαστή είναι ότι το έργο του εκφράζει το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον στο οποίο έζησε, έχει όμως και ευρύτερη ση­ μασία και εφαρμογή. Ή ταν η «επιστροφή» στο έργο αυτών των σημαντικών στοχαστών που στις δεκαετίες ’60 και ’70 προτάθηκε - από τον Giddens και άλλους - ώς το πρώτο βήμα για την αντι­ μετώπιση της κρίσης της κοινωνιολογίας. Στην περίπτωση της Ελ­ λάδος όπου οι κοινωνικές επιστήμες τώρα ουσιαστικά αναπτύσ­ σονται και ξεφεύγουν από τον εναγκαλισμό του Δικαίου και των Δικαιακών προσεγγίσεων, η επιστροφή στο έργο στοχαστών όπως ο Καραβίδας και η μελέτη του έργου τους αποτελεί σημαντικότατο βήμα τόσο στην αναζήτηση-συγκρότηση της ταυτότητας της κοι­ νωνικής θεωρίας όσο και στην οριοθέτηση του αντικειμένου της, της ελληνικής κοινωνίας. Υπό το πρίσμα αυτό, όσο κι αν οι από­ ψεις για τη σημασία του έργου του Καραβίδα διίστανται, η ανακίνηση του ενδιαφέροντος για το έργο του αποτελεί δείγμα ωριμότη­ τας όσον αφορά την ανάπτυξη των κοινωνικών επιστημών στον Ελληνικό χώρο.

Θ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΑΚΑΚΗΣ I. Όπως γράφει ο Π. Κοζάκος: «Η ελληνική οικονομία, υποστηρίζει ο Καραβίδας, δεν νοείται εκτός της διεθνούς οικονομίας και η ενσωμάτωσή της σ’ αυτή θα είναι αποδοτική, μόνον αν στηριχθεί στον κοινοτικό τύπο οργάνωσης της παραγωγής!»

ισλάμ και εθνικό κ ρατος m

Π.Γ. ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ: Ισλάμ και κράτος. Αθήνα, Ε Λ ΙΑ Μ Ε Π , 1992. Σελ. 151.

στροφή των μουσουλμανικών κοινωνιών προς το Ισλάμ σε περιόδους κρίσης δεν είναι κάτι το καινούριο. Στον 18ο και 19ο αιώνα δημιουργήθηκαν αρκετές ρεφορμιστικές ισλαμικές κι­ νήσεις στην Αραβία. Στα τέλη του 19ου αιώνα ένα ευρύτερο πανισλαμικό κίνημα αποζητούσε την εγκαθίδρυση ενός και μοναδικού ισλαμικού κράτους από την Αφρική μέχρι την Ινδία. Η σημερινή δραστηριότητα ορισμένων μαχητικών ισλαμικων ομάδων που α­ ποβλέπει στην εγκαθίδρυση ενός ισλαμικού κράτους και η αναζω­ πύρωση του ισλαμισμού τόσο στην περιοχή της Μέσης Ανατολής

Η


114/εττιλογη και Βόρειας Αφρικής, όσο και σε περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης δημιουργεί ορισμένα ερωτήματα σχετικά με το ρόλο του Ισλάμ στις διεθνείς εξελίξεις. «Είναι γεγονός σημειώνει στο βιβλίο του ο Παναγιώτης Βατικιώτης (καθηγητής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών στο Λον­ δίνο) ότι δεν έχει βρεθεί μια αποκλειστικά κοσμική αρχή κοινής συναινέσεως (για να μην πούμε ιδεολογίες) στις χώρες αυτές ώστε να λύσουν το πρόβλημα». Από τον 7ο αιώνα όταν ο Προφήτης και οι τέσσερις άμεσοι διά­ δοχοί του ίδρυσαν το ισλαμικό κράτος, υπήρχε μια συνεχής και ο­ ξεία διαμάχη σχετικά με το αν ο Προφήτης ίδρυσε πράγματι ένα κράτος. Ίσω ς ισλαμικό κράτος να σημαίνει απλά και μόνο περιο­ ρισμένη λαϊκή δύναμη από τον ιερό νόμο, πίστη στην ισλαμική πα­ ράδοση και ενίσχυση των ισλαμικών αξιών. Η δυσκολία όμως, το­ νίζει ο καθηγ. Π. Βατικιώτης, έγκειται στο γεγονός ότι αυτοί που ερμηνεύουν παραδοσιακά τον ιερό νόμο υποτάσσονται συχνά σ’ αυτούς που κρατούν την εξουσία. Σήμερα το Ισλάμ βρίσκεται αντι­ μέτωπο με το εθνικό κράτος που έχει όρια, ξεχωριστές διοικήσεις και αντικρουόμενα συμφέροντα. «Στην ισλαμική ιστορία, χώρα είναι μια τοποθεσία και έθνος έ­ νας λαός ή Umma η κοινότητα που καθορίζεται από τη θρησκευτι­ κή πίστη, δηλαδή το έθνος των πιστών». Η ταυτότητα, υπογραμμί­ ζει ο συγγραφέας του βιβλίου Ισλάμ και Κράτος (που είχε την πρω­ τοβουλία να εκδώσει το ΕΛΙΑΜΕΠ), παρέμεινε βασισμένη στην θρησκευτική πίστη και, λόγω ιστορικών συγκυριών, η αφοσίωση στράφηκε προς ένα κράτος, μια κυβέρνηση ή έναν ηγέτη. ντίθετα με τη Δύση όπου η έννοια της θρησκείας είχε περιορι­ στεί σε μια μόνο πλευρά της ζωής του ατόμου, στο Ισλάμ η Α έννοια της θρησκείας είναι ευρύτερη, αγκαλιάζοντας τόσο την ι­ διωτική όσο και τη δημόσια πλευρά της ζωής του ατόμου, γιατί ο θρησκευτικός νόμος του Θεού ισχύει για κάθε ανθρώπινη δραστη­ ριότητα. Σήμερα, όπως αναφέρεται στο πολύ χρήσιμο βιβλίο «Ισλάμ και Κράτος» η Ισλαμική Κοινωνία αντιμετωπίζει εσωτερικές αντιθέ­ σεις λόγω του μεγάλου διλήμματος, μεταξύ ενός ισλαμικού συστή­ ματος αξιών και ενός θρησκευτικού δόγματος εκσυγχρονισμού. Σ’ αυτή την πραγματικότητα καθοριστικό ρόλο διαδραματίζει το κυ­ ρίαρχο ισλαμικό ήθος ολοκλήρου του πληθυσμού. Κι αυτό είναι που έκανε πάντα αμφίβολο, το αν ο εκσυγχρονισμός θα μπορέσει τελικά να διαρκέσει. Το ίδιο στοιχείο είναι που εξανάγκαζε πάντο­ τε την ηγεσία αυτών των λαών να δικαιολογεί κοινωνικούς και πο­ λιτικούς θεσμούς, με συχνές αναφορές στον Ισλαμισμό. Μετά τον 19ο αιώνα ο μουσουλμανικός κόσμος δεν απέφυγε την «απογοήτευση», όπως την ερμήνευσε ο Μαξ Βέμπερ, και οδηγήθη­ κε στην υιοθέτηση πολιτικο-κοινωνικών συνταγών φτιαγμένων πά­ νω στα δυτικά πρότυπα. Πιο πρόσφατα όμως η απογοήτευση γενικεύτηκε γιατί οι συντα­ γές δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα κι έτσι αυξήθη­ καν και οι οργανώσεις που ζητούν την επιστροφή στον παραδοσια­ κό Ισλαμισμό. Βέβαια, η σημερινή κατάσταση του μουσουλμανι­ κού κόσμου όπως υποστηρίζει και ο Γάλλος ιστορικός του Ισλαμι­ σμού Μαξίμ Ροντινσόν, δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί μόνο με βά­ ση τις ιδέες και τα κείμενα του Προφήτη, αλλά και σε συνδυασμό με ιδέες και δομές που έχουν διαφορετική προέλευση, αρκετά πιο πρόσφατη. Η επικράτηση αυταρχικών καθεστώτων στον μουσουλ­ μανικό κόσμο δεν οφείλεται στον Μωάμεθ, αλλά στις αιτίες που προκαλούν τα ίδια αποτελέσματα στις άλλες, μη μουσουλμανικές,


επιλογη/115 χώρες του Τρίτου Κόσμου. Η διάδοση του αυταρχισμού στις μου­ σουλμανικές χώρες διευκολύνθηκε από τον εθνικό και εθνικιστικό πατριωτισμό, καθώς και από τον εθνικισμό και τον σωβινισμό που ευδοκιμούν εκεί. ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ

το Σύνταγμα της Ε λλάδας ΒΕΛΙΣΣΑΡΙΟΥ ΚΑΡΑΚΩ ΣΤΑ - ΕΑΕΝΗΣ ΓΕΩΡΓΟΠΟΥΛΟΥ'-Λ-λ ΑΘΑΝ ΑΣΟ ΥΑΗ : ΤΟ ΣΥΝ ΤΑΓΜ Α, Ερμηνευτικά σχόλια, Νομολο­ γία. Τόμος I, άρθρα 1-4, τόμος II, άρθρα 5-10. Αθήνα, Ν ο μ ι κ ή Β ι ­ β λ ι ο θ ή κ η , 1991.

ερμηνευτική έκδοση του Συντάγματος 1975/1986 με σχόλια και νομολογία, που θα ολοκληρωθεί σε πέντε τόμους, αποτε­ λεί έκδοση-προσφορά της «Νομικής Βιβλιοθήκης» στον νομικό κόσμο, από τον απλό φοιτητή της Νομικής Σχολής μέχρι τον κα­ ταξιωμένο ερευνητή επιστήμονα. Σπανίζουν, δυστυχώς, στη χώρα μας ανάλογες εκδόσεις, με άμεσο αποτέλεσμα η βιβλιογραφική έν­ δεια να αποτελεί αν όχι την κατεξοχήν, τουλάχιστον την πρώτη αι­ τία της μη συστηματικής αντιμετώπισης ολόκληρων κλάδων της Νομικής Επιστήμης, και με απώτερο αποτέλεσμα να χειμάζεται η έρευνα στο χώρο της Θέμιδος. Στους δύο τόμους, που κυκλοφόρησαν ήδη, καλύπτονται συστη­ ματικά τα πρώτα δέκα άρθρα’του Συντάγματος, άρθρα που δη­ μιουργούν και τις περισσότερες δυσκολίες προσέγγισης στον ερ­ μηνευτή τους, μιας και ανήκουν στον θεωρούμενο ως σκληρό πυ­ ρήνα του Συνταγματικού Δικαίου: τη μορφή του πολιτεύματος, το καθεστώς των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας και τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

Η

Ι

διαίτερες δυσκολίες ερμηνείας παρουσιάζουν το άρθρο 4 (αρχή της ισότητας), το άρθρο 5 (αρχή της προσωπικής ελευθερίας και της προστασίας της προσωπικότητας) και το άρθρο 8 (αρχή του δικαιώματος του φυσικού δικαστή). Θεωρητικές προσεγγίσεις και νομολογιακές συμβολές στα πάντοτε φλέγοντα συνταγματικά ζητήματα ορίζουν αξιωματικά ένα πυκνότατο πλέγμα στάσεων και απόψεων απέναντι στην εκάστοτε ερευνώμενη συνταγματική ύλη, το οποίο πλέγμα ο δυνάμει μελετητής του οφείλει κατά περί­ πτωση να ξεδιαλύνει. Στην προσπάθειά του αυτή απαραίτητη κρίνεται η στήριξή του σε θεμελιώδη έργα αναφοράς, στα οποία θα βρει το υλικό, για να αιτιολογήσει τα πορίσματά του. Η έκδοση της «Νομικής Βιβλιοθήκης» παρέχει κατά το πρότυπο των «Kommentare» φερέγγυα βάση αναφοράς. Με εξαντλητική σχολιογραφία, με νομολογιακή στερέωση των εκφερομένων από­ ψεων, με εμβριθή ανάλυση των καίρων σημείων του νομικού/πολιτειακού προβληματισμού, με - σε εκτενή παραρτήματα - ενημέ­ ρωση νόμων μέχρι και το 1989, με εκπλήσσουσα βιβλιογραφική πληρότητα και με εύχρηστο αλφαβητικό ευρετήριο ερμηνευτικών σχολίων στο τέλος κάθε τόμου, το επίμοχθο αυτό έργο γίνεται ερ­ γαλείο μελέτης στα χέρια του κάθε ενδιαφερομένου για την επιστή­ μη του νομικού. Η παρουσίαση διαθέτει ύφος επιστημονικό και α­ ντικειμενικό, η δε γλώσσα είναι στρωτή, χωρίς νομικισμούς και οικείες για την περίπτωση - στρεβλώσεις εννοιών.

δ'καιο


116/επιλογη κτός του κειμένου του Συντάγματος - το οποίο παρατίθεται και στην καθαρεύουσα και στη δημοτική - οι επιμελητές των τόμων συμπεριέλαβαν στην προκειμένη έκδοση και άλλα νομικά κείμενα, που άπτονται από απόψεως περιεχομένου εν ευρεία έν­ νοια «συνταγματικών» αγαθών, όπως: το Π.Δ. 18/1989 ( = Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρά­ τειας), την - όπως έχει τρεις φορές τροποποιηθεί - «Σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των θεμελιω­ δών ελευθεριών», το Ν.Δ. 196/1974 (= Περί προσχωρήσεως εκ νέ­ ου της Ελλάδος στο Καταστατικό του Συμβουλίου της Ευρώπης), τον Ν. 1426/1984 (+ Κύρωση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρ­ τη), τον Ν. 1500/1984 (= ποινικός κολασμός των βασανιστηρίων), τον Ν. 1525/1985 (= Κύρωση συμφωνίας για τη σύσταση ευρωπαϊ­ κού ιδρύματος), τον Ν. 1532/1985 (= Κύρωση του διεθνούς συμφώ­ νου για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα), τον Ν. 1599/1986 (= Σχέσεις κράτους-πολίτη κ.λπ.) και τον Ν. 1867/1989 (= Προσωπική κράτηση κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικος Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων κ.λπ.)

Ε

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ

πρωτότυπο θέμα απλή γραφή ν~ΓΛ

ΒΟΥΛΑΣ Μ ΑΣΤΟΡΗ : Στο Γυμνάσιο. Αθήνα, Π α τ ά κ ή , 1991. Σελ. 144.

σοι γνωρίζουν το τι συμβαίνει γύρω από το βιβλίο για παιδιά και εφήβους στο εξωτερικό, θα έχουν παρατηρήσει πόσο πολ­ λά και καλά βιβλία υπάρχουν που απευθύνονται κυρίως σε ανα­ γνώστες 14 έως 18 περίπου χρόνων. Πρόκειται για μυθιστορήματα που με γνήσιο λογοτεχνικό τρόπο αναπτύσσουν θέματα που αφο­ ρούν την περίοδο της εφηβείας. Και τα αναπτύσσουν με τέτοιο τρό­ πο ώστε οι νεαροί αναγνώστες τους να ανακαλύπτουν μέσα στις τυπωμένες σελίδες κάποιο μέρος των ονείρων τους, των ανησυ­ χιών και των προβληματισμών τους. Η αντίθεση των εφήβων στα κοινωνικά status, τα ερωτικά σκιρτήματα, οι σεξουαλικές ανακα­ λύψεις, η ανάγκη επαναπροσδιορισμού της προσωπικότητας, η αντιπαλότητα με το οικογενειακό κατεστημένο, τα όνειρα για έναν πιο καλό κόσμο, οι φόβοι για το άγνωστο αύριο - όλα αυτά και πάρα πολλά άλλα είναι τα θέματα που οι ξένοι συγγραφείς τα αφή­ νουν να ενεργοποιήσουν το ταλέντο τους και να δημιουργήσουν μυ­ θιστορήματα που προορίζονται κυρίως για ένα εφηβικό κοινό, χω­ ρίς βέβαια να αποκλείουν την ανάγνωσή τους και από τον κάθε ε­ νήλικο, καθώς έχουν υλοποιηθεί με γνησιότητα, τόλμη και καλλι­ τεχνική ευαισθησία.

Ο

υτά συμβαίνουν στις χώρες της Ευρώπης και στην Αμερική. Εδώ; Εδώ το βιβλίο για μεγάλα παιδιά και εφήβους μάλλον Α απουσιάζει. Τα προϊόντα της παιδικής λογοτεχνίας απευθύνονται σε παιδιά μέχρι δεκατεσσάρων πάνω-κάτω χρόνων και από εκεί και πέρα ο έφηβος έχει να διαλέξει το ανάγνωσμά του ανάμεσα σε κείμενα της γενιάς του ’30 ή σε έργα νεοτέρων συγγραφέων.

ΪΤΛΙV

0 ΐΚΟ


εττιλογη/117 Βέβαια, τίποτε το επιλήψιμο στο να διαβάζει ένας έφηβος Βενέζη ή Σωτηρίου, Καραγάτση ή Κουμανταρέα. Όμως ένας από τους στόχους του λογοτεχνικού έργου είναι να ξεκαθαρίσει, με τη μα­ γεία της Τέχνης, στον αναγνώστη του τα προβλήματα που αυτόν τον ίδιο, τη στιγμή της ανάγνωσης τον απασχολούν. Και ανάμεσα σε αυτά τα προβλήματα μπορεί να υπάρχουν κάποια διαχρονικά και πάντα επίκαιρα, όπως αυτά της ελευθερίας, της αγάπης, της ειρήνης, του αλληλοσεβασμού, όμως υπάρχουν και κάποια άλλα που μας αγγίζουν μόνο κάποια περίοδο της ζωής μας. Αυτά ο Έ λ­ ληνας έφηβος δεν θα τα συναντήσει μέσα σε μυθιστορήματα σύγ­ χρονα, γραμμένα από Έλληνες συγγραφείς. Γιατί; Ίσως γιατί οι Έλληνες συγγραφείς που συνειδητά απευθύνονται σε παιδιά και ε­ φήβους, λόγω της ηλικίας τους δεν έχουν την απαιτούμενη γνώση του τρόπου ζωής ενός σημερινού δεκαεξάχρονου. Ίσως όμως που είναι και το πιθανότερο - γιατί διστάζουν, φοβούνται να γρά­ ψουν με την τόλμη και τον ρεαλισμό που όπως κάθε άλλη προσπά­ θεια επικοινωνίας μας με τους εφήβους, έτσι και το γράψιμο μυθι­ στορημάτων γι’ αυτούς, απαιτεί. Η παιδική-νεανική λογοτεχνία στον τόπο μας έχει κάνει σημα­ ντικότατα άλματα. Όμως δεν έχει καταφέρει να αποδεσμευθεί ολότελα από κάποια τελευταία απομεινάρια διστακτικότητας. Νο­ μίζω, πάντως, πως το πλήρωμα του χρόνου φτάνει· σε λίγο καιρό θα έχουμε - δε γίνεται να μη συμβεί κάτι τέτοιο - και έργα Ελλή­ νων συγγραφέων που θα απευθύνονται σε εφήβους. Όπω ς και να ’ναι, το θέμα «εφηβικό βιβλίο» έχει και άλλες πα­ ραμέτρους, όμως σ’ αυτό εδώ το σημείωμα ας μείνουμε μόνο σ’ αυ­ τά και ας προχωρήσουμε σε μια πιο κοντινή προσέγγιση του βι­ βλίου εκείνου που στάθηκε η αφορμή να γραφτούν οι πιο πάνω γραμμές. ο μυθιστόρημα «Στο Γυμνάσιο» της Βούλας Μάστορη δίχως να μπορεί να θεωρηθεί ως απόλυτα εφηβικό έργο, αγγίζει κά­ ποιους από τους προβληματισμούς της περιόδου της εισόδου στην εφηβεία. Δεκαετία του ’50 στην επαρχία. Μια κοπελίτσα μπαίνει στο Γυμνάσιο. Ένας νέος κόσμος ανοίγεται μπροστά της, ένας νέ­ ος κόσμος ξυπνά μέσα της. Η Βούλα Μάστορη με λιτότητα γραφής και ειλικρίνεια περιγρά­ φει τις σχέσεις της ηρωίδας της τόσο με το άμεσο οικογενειακό της περιβάλλον, όσο και με το όσα νέα πρόσωπα συναντά στο Γυ­ μνάσιο. Κι ακόμα εμπλουτίζει το κείμενο με σημαντικές αναφορές στην ερωτική ανάπτυξη - σώματος και ψυχής - της ηρωίδας της και στον τρόπο που αυτή η ανάπτυξη αντιμετωπίζεται από τον πε­ ρίγυρο. Ο τσαγκάρης που βλέπει, ξαφνικά, με άλλο μάτι το μέχρι χτες κοριτσόπουλο και προσπαθεί να ασελγήσει πάνω του. Οι νεα­ ροί που μέσα στην καταπίεση της επαρχίας προσπαθούν να επωφεληθούν από το σκοτάδι για να εκφράσουν τον «ανδρισμό» τους. Αλλά και ο καθηγητής που δονεί την καρδιά και το πνεύμα της μαθήτριάς του, αλλά και ο νέος γείτονας που της αποδεικνύει ότι άνδρας δεν είναι μόνο όποιος βρίζει και κλωτσά μια μπάλα. Κι ανά­ μεσα σ’ όλους αυτούς, η δεκατριάχρονη Άννα ανακαλύπτει το κορμί της νά μεταλλάζει, ενώ την ίδια στιγμή επαναπροσδιορίζει τις σχέσεις της με τους γονείς της και διερευνά τα όρια της κοινω­ νικής αδικίας. Έργο λιτό, απλό και με διάθεση να πει τα πράγματα με το όνο­ μά τους, το μυθιστόρημα «Στο Γυμνάσιο» δείχνει να έχει κάποιες πρωτοποριακές, από την άποψη της θεματολογίας, θέσεις. Πρω­ τοποριακές για τα πλαίσια της ελληνικής κατάστασης πραγμάτων

Τ


118/επιλογη των βιβλίων για παιδιά, για νέους. Γιατί αν κριθεί μέσα στα όρια των όσων συμβαίνουν στις χώρες που μαζί τους θέλουμε να συμβα­ δίζουμε, τότε θα θεωρηθεί σαν ένα, πάντα ευαίσθητο, αλλά καθό­ λου καινοτόμο έργο. Ας ευχηθούμε σύντομα αυτές οι προϋποθέσεις να εδραιωθούν και στον τόπο μας. Μέχρι τότε κάθε παρόμοια προσπάθεια σαν κι αυτή της Βούλας Μάστορη θα επιφορτίζεται και με το χαρακτηρι­ σμό του πρωτοποριακού, άσχετα αν δεν είναι τίποτε άλλο από μια φυσιολογική έκφραση ταύτισης λογοτεχνίας και εποχής που τη γεννά. ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ

επιμελημένη έκδοση εύχυμη μετάφραση r~r-\ '

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ: Σφήκες. Εισαγωγή-Μετάφραση-Σχόλια: Λ. Ζενάκος. 3 κείμενα ελληνικά. Ηράκλειον, Β ικ ε λ α ία Δ η μ ο τ ικ ή Β ι­ β λ ιο θ ή κ η , 1991. Σελ 170.

είναι ένα από τα πιο πολιτικά έργα του αρχιμάστορα της Α υτό αρχαίας κωμωδίας. Πολιτικά με την έννοια της τρέχουσας

πολιτικής επικαιρότητας. Στόχος του, για τρίτη φορά μετά τους Βαβυλωνίους (426), τους Ιππής (424), είναι και στους Σφήκες ο Κλέων, με τον οποίο εκτός από πολιτικές διαφορές έχει και προ­ σωπική έχθρα, υποδαυλισμένη και από δικαστικές διώξεις. Αυτό το τελευταίο δίνει λαβή στον κωμικό να επιτεθεί λαύρος κατά της δικαστικής εξουσίας, δηλ. της λαϊκής δικαιοσύνης, της Ηλιαίας που τα πολυάριθμα μέλη της προέρχονται, με κλήρο, από την εκ­ κλησία του δήμου και έπαιρναν και δύο οβολούς δικαστικό «μι­ σθό» για κάθε μέρα, που δίκαζαν. Και ναι μεν ξέρουμε καλά όσα σκληρά και κωμικά είπε ο Αριστοφάνης για τον Κλέωνα, όπως και όσα πικρά και σαρκαστικά έγραψε ο Θουκυδίδης γΓ αυτόν, που ή­ ταν σίγουρα ένα είδος αδίδαχτου πολιτικού «καθάρματος». Αλλά, πρώτον, δεν ξέρουμε ούτε θα μάθουμε, φευ, ποτέ ποια γνώμη είχε αυτός για τους δύο διάσημους επικριτές και χλευαστές του. Δεύτε­ ρον, είναι σίγουρο ότι, καθώς είχαν και οι δύο προσωπικό λόγο ε­ χθρότητας, αδίκησαν εν μέρει τον δημαγωγό που αποδεδειγμένα, παρά τα άλλα σοβαρά ελαττώματα, είχε δύο μεγάλες αρετές: πρώ­ τον επέδειξε το μεγαλύτερο ποσοστό πολιτικής διαφάνειας και διοικητικής δημοσιότητας από όλους τους αρχαίους Έλληνες πο­ λιτικούς και δεύτερον ό,τι έλεγε το εννοούσε: πράγματι, δεν ήταν φανατικός δημοκράτης μόνο στα λόγια, αλλά πέθανε στην πο­ λιορκία της Αμφίπολης, πολεμώντας για τις ιδέες του στην ίδια πολιορκία που σκοτώθηκε και ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασί­ δας, το ολιγαρχικό φανατικό ισοδύναμό του. άντως οι Σφήκες είναι οι Αθηναίοι πολίτες-δικαστές, που επι­ πίπτουν κατά του δημοσίου, δικάζοντες και μισθοφορούντες υπό την προστασία του Κλέωνος. Δηλαδή «μ’ ένα σμπάρο δυο τρυ­ γόνια» και ο Κλέων και η λαϊκή δικαιοσύνη ως κύρια έκφραση της κυριαρχίας του δήμου. Ένα βασικό χαρακτηριστικό του έργου εί­

Π

9ζ α

τρο


επιλογη/119 ναι ότι οι δύο αντιτιθέμενοι ήρωες, ο Φιλοκλέων (= που αγαπά τον Κλέωνα) και ο Βδελυκλέων (= που σιχαίνεται τον Κλέωνα) είναι, ως χαρακτήρες, δραματικά επινοημένοι κατά τρόπο αντίθετο από αυτόν που θα περιμέναμε: ο Φιλοκλέων είναι σπινθηροβόλος και ζωντανός και ο Βδελυκλέων μουντός και άτονος. Αυτό όμως ακρι­ βώς δρα ως argumentum a majore, γιατί, παρά την τέτοια συμπερι­ φορά, η πλοκή του έργου οδηγεί τον Φιλοκλέωνα να δηλώνει στο τέλος ότι δεν ανέχεται ούτε να ακούσει τη λέξη «δίκη», ενώ πριν ήταν δικοχαρής και δικομανής ως πραγματικός Φιλοκλέων. Οι Σφήκες από άποψη καθαρά κωμική δεν είναι από τις ευτυχέ­ στερες στιγμές του ποιητή, αλλά από άποψη θεματικής επικαιρότητας και αντιπαράθεσης ιδεών είναι από τα καλύτερό του. Ο Λε­ ωνίδας Ζενάκος, δόκιμος ποιητής, φιλόλογος και μεταφραστής, μας έδωσε μια εύχυμη, ρέουσα και με αριστοφανική αίσθηση των πραγμάτων μετάφραση. Πολύ καλή εκτύπωση, επιμελημένη έκδο­ ση, καλό βιβλίο. Λείπει όμως κραυγαλέα ένας αναλυτικός πίνα­ κας προσώπων και πραγμάτων στο τέλος.

ΖΗΤΟΥΝΤΑΙ εικονογράφοι παιδικών βιβλίων. Πληροφορίες 36.23.553

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ

κριτική της κρίσης του θεάτρου \

Γ ΙΑ Ν Ν Η ΒΑΡΒΕΡΗ: Η Κρίση του Θεάτρου Β'. Κείμενα Θεατρικής Κριτικής (1984-1989), Αθήνα, Ε σ τ ία , 1991.

ι καλλιτέχνες του θεάτρου - εκτός από τους συγγραφείς έχουν απευθύνει στη μοίρα και στην ιστορία τα πικρότερα πα­ ράπονα για το εφήμερο της σύνθετης και δύσκολης τέχνης τους. Σε ποιητικό ή φιλοσοφικό ή αγανακτισμένο τόνο έχουν διαμαρτυρηθεί ή θρηνήσει για την εξάτμιση του μόχθου και του καλλιτεχνι­ κού αποτελέσματος και την επιβίωση μόνο στη μνήμη των θεατών και των κριτικών. (Αυτά βεβαίως πριν από την ανακάλυψη του video το οποίο επιτέλους μπορεί πια εύκολα να απαθανατίσει τις εξαιρετικές ή και τις οποιεσδήποτε παραστάσεις και να δημιουργηθούν θεατρικά αρχεία). Η εφεύρεση αυτή, υπερβολικά πρόσφατη, δεν προσφέρει τίποτα στην έρευνα του θεατρικού παρελθόντος και δεν χρησιμοποιείται ακόμα συστηματικά στην καταγραφή του παρόντος. Πληροφορια­ κή πηγή εξακολουθεί να παραμένει στην ανεπάρκειά του ο Τύπος: κατά κύριο λόγο η θεατρική κριτική αλλά και οι μελέτες, τα άρ­ θρα, τα δημοσιεύματα και οι γραπτές αναμνήσεις των θεατρανθρώπων. Καθώς το πληροφοριακό αυτό υλικό καταγράφεται στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, η ανεύρεση και η συστηματική του συλλογή είναι έργο επίπονο για τον ερευνητή και κάποτε αδύνατο. Η συγκέντρωση και έκδοση σε βιβλίο των κριτικών, που δημοσιεύ­ ονται αμέσως μετά την παράσταση κάποιου έργου, ενός έγκυρου κριτικού, οι παρατηρήσεις του για το έργο και για το συγκεκριμένο ανέβασμά του, αποτελούν πολύτιμο βοήθημα για τη θεατρολογική έρευνα, αλλά και για τον καλλιεργημένο θεατρόφιλο που επιθυμεί να διαβάσει αναλύσεις από ειδικούς, να αποσαφηνίσει κάποιες δι­ κές του θολές εντυπώσεις, να συγκρίνει με απόψεις άλλων κριτι­ κών ώστε να αποσπάσει τη μέγιστη απόλαυση από ένα έργο τέ­ χνης, που μόνο η μύηση μπορεί να δώσει και, πολύ λιγότερο, η αυ­ τόματη αρέσκεια ή απαρέσκεια. Το αναπόφευκτο στοιχείο της υ-

Ο

0εα τρο


120/επιλογη ποκειμενικότητας του κριτικού, δεν χρεώνεται υποχρεωτικά στα αρνητικά αυτής της πληροφόρησης: η προσωπική χροιά της κρί­ σης που φωτίζει ένα έργο τέχνης, μπορεί να κινήσει βαθύτερα το ενδιαφέρον του θεατή. Φυσικά ο κίνδυνος της αδικίας προς τον καλλιτέχνη ενεδρεύει πάντοτε, καθώς ο κριτικός δεν μπορεί να αποφύγει να δει το έργο μέσα από το πρίσμα των προτιμήσεών του. δεύτερος τόμος των κειμένων θεατρικής κριτικής του Γιάννη Βαρβέρη, που εκδόθηκε πρόσφατα, περιλαμβάνει κριτικές της θεατρικής περιόδου 1984-1989. Έρχεται σαν συνέχεια του προηγούμενο τόμου (Εκδ. Καστανιώτη περ. 1976-84). Πρόκειται για επιλογή και όχι για πλήρη καταγραφή της θεατρικής ζωής της περιόδου αυτής, με κριτήριο «τα θεατρικά εκείνα ερεθίσματα, που, κατά τρόπο θετικό ή αρνητικό, αποτέλεσαν προτάσεις ή προκλή­ σεις στα θεατρικά μας πράγματα. Δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στο αρχαίο δράμα και την Αττική κωμωδία καθώς και σε περιφερεια­ ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ κές πειραματικές προσπάθειες και αντιμετωπίστηκαν σε φειδωλή δειγματοληψία το ξένο βουλεβάρτο, η επιθεώρηση και γενικότερα το καθαρά εμπορικό θέατρο». Η λίγο πολύ καθιερωμένη από τους άριστα καταρτισμένους θεατρικούς κριτικούς τεχνική, που αφιε­ ρώνει ένα μεγάλο μέρος στη συνοπτική ανάλυση και ειδοποιό το­ Η κρ ίσ η το ϋ θ εά τρ ο υ, Β ποθέτηση του έργου, στη σύνδεσή του με τα αισθητικά ρεύματα ΚΕΙΜΕΝΑ ΘΕΑΤΡΙΚΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ της εποχής που γράφτηκε και την αντιμετώπισή του από σύγχρονη (1984 - 1989) σκοπιά, ακολουθείται επίσης από τον Βαρβέρη κατά κανόνα, παρατηρείται όμως μια συν τω χρόνω συρρίκνωση του μέρους αυτού της κριτικής σε απλό σχολιασμό. Υποτίθεται ίσως ότι ορισμένα έργα είναι ή οφείλουν να είναι επαρκώς γνωστά, αυτά και οι κατα­ βολές τους, πιθανόν και οι επίγονοί τους στον καλλιεργημένο θεα­ τή και αναγνώστη. Προκειμένου για σύγχρονους συγγραφείς και ι­ διαίτερα νεοέλληνες, αναφέρεται η καλλιτεχνική τους πορεία και εντοπίζονται οι καμπές εξέλιξής του. Αν συχνά χαρίζει αμέριστο έπαινο (Τι τυχεροί που θα είμασταν αν είχαμε συχνά ένα τέτοιο οιονεί πολιτικό θέατρο... αδέσμευτο ιδεολογικά, άρα ελεύθερο άρα... σ. 185) ή επιφυλακτικό (Η προϊστορία του συγγραφέα μας φέρνει μπροστά σε μια ευχάριστη έκπληξη... σ. 143) ή αντίθετα επιφυλάσ­ σει ένα στοργικό ψόγο (Η απροετοίμαστη ευκολία είναι ανάξια του συγγραφέα και του ταλέντου του... σ. 110) φτάνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις να απευθύνει αγανακτισμένα ένα βιτριολικό υπαινιγ­ μό (Είμαι βέβαιος πως ο συγγραφέας ποντάρησε σωστά: αυτός ο τόπος καταδικάζει τους μεταπράτες των αντιστάσεών του σε επι­ βράβευση... σ. 48), πρόθεση φαίνεται να είναι πάντοτε η παρότρυν­ ση σε «ορθό αποτέλεσμα». Η ενημέρωσή του σχετικά με την πο­ ρεία και την προϊστορία των συγγραφέων επεκτείνεται πέραν των θεατρικών πραγμάτων (Ο νέος θεατρικός συγγραφέας, καταγωγής ποιητικής, με την πολύ αξιόλογη συλλογή...)

Ο

κούραστος θεατής των θεατρικών συμβάντων, παρακολουθεί την πορεία τόσο των γνωστών όσο και των off και off-off πε­ Α ριφερειακών θιάσων, σχολιάζοντας γόνιμα προθέσεις και αποτελέ­ σματα. Εξετάζει προσεκτικά τη μέθοδο και τις προόδους (ή μη) του σκηνοθέτη και των ηθοποιών και κάποτε κάνει συγκεκριμένες υποδείξεις. Σχετικά με τους δεύτερους (κρατάει πάντα σημειώσεις ή διαθέτει θηριώδη μνήμη;) πολλές φορές συγκρίνει διαφορετικές ερμηνείες του ίδιου ρόλου ή τοποθετεί νοερά έναν άλλο ηθοποιό στη θέση κάποιου που φάνηκε ανεπαρκής. Φαίνεται να γνωρίζει πολύ καλά τις ιδιαιτερότητες του ταλέντου των θεατρικών μας μο­ νάδων και τις αναξιοποίητες εκάστοτε δυνατότητάς τους. Πιστεύει «στο όργωμα του ηθοποιού στη διαπάλη του με τα κείμενα» και


επιλογη/121 αντιπαθεί τις επιπόλαιες προς εντυπωσιασμόν συλλήψεις και τις α­ βασάνιστες εκτελέσεις ρόλων, είτε πρόκειται για δευτεραγωνιστές είτε για διάσημους ηθοποιούς. Αλλά κι αυτή ακόμα η άποψη - ά­ ποψη κάθε έντιμου και αμερόληπτου κριτικού - υποχωρεί μπρο­ στά σε ορισμένα υποκριτικά μεγέθη: «Ο Αλέξης Μινωτής είναι ένα φυσικό φαινόμενο. Υπό την έννοια ότι η κριτική δεν τον αφορά πια...». Ωστόσο, κάποιοι καλλιτέχνες που δεν έχουν γίνει επώνυ­ μοι και δεν δίνουν ίσως εγγυήσεις για μελλοντική εξέλιξη, δεν α­ ξιώνονται με ένα, έστω σύντομο, σχόλιο που θα μπορούσε να αποτελέσει ερέθισμα στον προβληματισμό τους. Γενικά εκτιμά την εξειδίκευση σε ορισμένα είδη και στυλ (Ο Α. έχει πολύ σημαντικές δυνατότητες, αλλά στο στίγμα του... σ. 256), αλλά ενθαρρύνει επίσης τη διεύρυνση προς άλλες κατευθύνσεις (Πρέπει να επαινεθεί ο ψύχραιμος αγώνας του Θ.Π. που δεν μας είχε συνηθίσει σε τέτοιας ποιότητας σκηνοθετικούς σφυγμούς... η ευρεσιτεχνία του... σ. 145). Τον Γ. Βαρβέρη εκφράζει σαν κριτικό το επίθετο «εκλεκτικός» που συνήθως χρησιμοποιείται για να χα­ ρακτηρίσει ένα σκηνοθέτη, με την έννοια ότι δεν έχει ένα πρότυπο προς το οποίο κρίνει αν ανταποκρίνονται οι καλλιτεχνικές εκδη­ λώσεις, αλλά κάθε καλλιτέχνης κρίνεται σύμφωνα με το κατά πό­ σο έχει υπηρετήσει με επιτυχία ή ευσυνειδησία το προσωπικό του όραμα. Βρίσκει ότι πολύ διαφορετικές μεταξύ τους καλλιτεχνικές επιδιώξεις, έχουν δικαίωμα για μια θέση στον ήλιο. μετάφραση τον ενδιαφέρει πολύ και ερμηνευτικά ολισθήματα ή αδόκιμες εκφράσεις στηλιτεύονται αυστηρά, ακόμα και σε μια στο σύνολό της επαινετική γΓ αυτήν κριτική. Επίσης κατά την καθιερωμένη μέθοδο αφιερώνει στο τέλος κάθε κριτικού κομμα­ τιού μερικές προσεκτικές γραμμές στη μουσική, τη σκηνογραφία και το ενδυματολογικό μέρος της παράστασης. Η γραφή του Γ. Βαρβέρη έχει εξελιχτεί από ένα απλούστερο στυλ, αρκετά εύληπτο στον μέσης παιδείας αναγνώστη, σε ένα πιο σύνθετο και λόγιο, το οποίο σε ορισμένα σημεία απαιτεί τεχνολο­ γία - πλούσιο σε νύξεις και συνδηλώσεις. Το λεξιλόγιο ειδικά εί­ ναι κάπως εξεζητημένο και αρχάίζον (σταχυολογώ: «κείμενο που αδολεσχεί επί παντός επιστητού», «ραδινές γραμμές», «η γεραρή μας Κατερίνα» κ.ο.κ). Στον πρώτο τόμο των κριτικών του (σ. 208, Του Κουτρούλη ο Γάμος) τεκμηριώνει την άποψή του για τη γλώσ­ σα: πιστεύει στην ώσμωση της καθαρεύουσας μέσα στη δημοτική προς εμπλουτισμό της δεύτερης, οπότε γράφει σύμφωνα με «την τιμή και την πεποίθησή του».

Η

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΕΤΡΑΚΟΥ

ιδεολογία και μουσική rx~v

ΗΛΙΑ ΒΟΛΙΟΤΗ-ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ: Ένας αιώνας λαϊκό τραγούδι. Αθήνα, Ν έ α Σ ύ ν ο ρ α - Α .Α . Λ ιβ ά ν η ς , 1991. Σελ. 343.

ο διάβασμα ενός αιώνα μέσα από την εξέλιξη του λαϊκού τρα­ γουδιού μάς προτείνει ο δημοσιογράφος-μελετητής Η. Βολιότης-Καπετανάκης. Πρόκειται για σύνθετη συγγραφική προσπά­ θεια που αν και περιέχει τόσο στοιχεία έρευνας όσο και μουσικολογικά στοιχεία, είναι κυρίως μια κοινωνιολογική ανάλυση της ελ­ ληνικής λαϊκής μουσικής του 20ού αιώνα. Ο συγγραφέας υποτιτλίζει το βιβλίο του «πολιτισμός, αριστερά και ελληνική κοινωνία»

Τ


122/επιλογή δίνοντάς μας εξαρχής τη γεύση μιας μαχητικής ιδεολογικής ανα­ φοράς μέσα σε ένα πλατύ πλαίσιο ποικίλων αντιθέσεων. Ο Η.Β.-Καπετανάκης (Η.Β-Κ) αντιμετωπίζει ορθά το τραγούδι ως πολιτιστικό φαινόμενο που υπόκειται σε εξέλιξη μέσα στο πέ­ ρασμα του αιώνα. Μεθοδολογικά, ξεφεύγει το σκόπελο της εύκο­ λης περιοδοποίησής του σε επιμέρους στεγανά τμήματα. Όλοι έ­ χουμε βιώσει αυτόν τον στείρο εμπειρισμό που κόβοντας το τρα­ γούδι σε εποχές-κομματάκια (ρεμπέτικο, λαϊκό, έντεχνο κ.λπ.) α­ δυνατεί να δει τη συνέχεια και την εξέλιξή του ως καλλιτεχνικό έρ­ γο - αντανάκλαση τόσο της πολιτιστικής εξέλιξης όσο και των αισθητικών γούστων των λαϊκών στρωμάτων. Ο συγγραφέας χρη­ σιμοποιεί μια ενιαία κατηγορία, το αστικό λαϊκό τραγούδι (α.λ.τ.). Κάτω από αυτήν εντάσσει ακόμα και το αντάρτικο τραγούδι ως έ­ να ιδιόρρυθμο τομέα του, στη βάση και κάποιων καινούριων στοιχείων. Η.Β.-Κ αναζητεί στο πέρασμα του χρόνου τις πολιτιστικές αντιθέσεις που αποτελούν σύμφωνα με τις κατά τεκμήριον μαρξιστικές θεωρητικές αναζητήσεις την κινητήρια δύναμη των πολιτιστικών φαινομένων. Η προσοχή του συγγραφέα επικεντρώ­ νεται πάντα στη βασική αντίθεση του κυρίαρχου-επίσημου πολιτι­ σμού με τις πολιτιστικές αναφορές των λαϊκών στρωμάτων. Στην Αριστερά η έννοια των δυο πολιτισμών υπήρξε πάντα μια δεσπόζουσα σκέψη. Ο Η.Β.-Κ αποποιείται τις μηχανιστικές και μανιχαϊστικές αναγνώσεις όπου δυο αντίθετες και διαχωρισμένες με ένα κενό διαφορετικές πολιτιστικές παρατάξεις μάχονται σε φανταστικά ταξικά πεδία. Προτιμά να ανιχνεύει την κάθε φορά και σε κάθε εποχή σχέση των δυο πολιτισμών μέσα από την πάλη και διαπλοκή των στοιχείων τους. Αποδεχόμενος ότι κάθε τάξη δημιουργεί δικό της πολιτισμό διακρίνει ταυτόχρονα ότι οι δυο τα­ ξικές κουλτούρες δανείζονται στοιχεία η μια από την άλλη, αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοεπιδρούν. Τα περάσματα αυτά από τη μια κουλτούρα στην άλλη γίνονται κάτω από την επίδραση των κοινωνικών και τεχνολογικών εξελίξεων όλο και πιο συχνά, όλο και πιο περίπλοκα.

Ο

την μελέτη του ο Η.Β.-Κ τονίζει τον μεταπρατικό χαρακτήρα της αστικής τάξης και στον πολιτιστικό τομέα. Επισημαίνει δεκάδες περιπτώσεων που η κυρίαρχη τάξη προσπαθεί να εδραιώ­ σει τον πολιτισμό της με δάνεια από τα ξέφτια του λεγόμενου δυτι­ κού πληθυσμού. Θεωρεί τα «ξενόφερτα» μουσικά προϊόντα ως μό­ νιμη άμυνα της επίσημης κουλτούρας στον λαϊκό πολιτισμό. Αν και οι συχνές αναφορές του στον όρο «ξενόφερτη» μπορεί να δώ­ σει την εντύπωση της ξενοφοβίας, ο συγγραφέας φροντίζει να μας υπενθυμίσει τη στάση του απέναντι στον πολιτισμό της Δύσης μέ­ σα από τα λόγια του Σεφέρη: «είτε θα αντικρύσουμε τον δυτικό πο­ λιτισμό, που είναι κατά μέγα μέρος δικός μας, μελετώντας με λο­ γισμό και νηφάλιο θάρρος τις ζωντανές πηγές του - και αυτό δεν βλέπω πώς μπορεί να γίνει αν δεν αντλήσουμε τη δύναμη από τις δικές μας ρίζες και χωρίς ένα συστηματικό μόχθο για τη δίκιά μας παράδοση, είτε θα του γυρίσουμε τις πλάτες και θα τον αγνοήσου­ με αφήνοντας να μας υπερφαλαγγίσει με κάποιο τρόπο από τα κά­ τω, με τη βιομηχανοποιημένη, την αγοραία, τη χειρότερη μορφή ε­ πίδρασής του.» (Πρόλογος Γ.Σ. στην Έρημη Χώρα του Τ.Σ. Έλιοτ).

Σ

εξελίξεις είναι η σταθερή αναφορά του συγγρα­ αφού μέσα από αυτές δίνει όχι μόνο το υπόβαθρο των Ο ιφέακοινωνικές

ΗΛΙΑΣ ΒΟΛΙΟΤΗΣ- ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗΣ

ΕΝΑΣ ΑΙΩΝΑΣ λαϊκό τραγούδι


επιλογη/123 διεργασιών στο λαϊκό τραγούδι αλλά και το μέτρο των επιρροών στις αισθητικές και ιδεολογικές του απολήξεις. Αρνητικό στοιχείο αποτελεί ότι οι ιστορικές αναφορές και εκτιμήσεις δεν ακολουθούν χρονολογική θεμελίωση με αποτέλεσμα πολλές από αυτές να δια­ λύονται μέσα στο χρόνο και ο αναγνώστης να αδυνατεί να παρα­ κολουθήσει την επίδρασή τους στη συγκεκριμένη μουσική εποχή. Πολλές αναφορές γίνονται - αναγκαστικά - συντετμημένα· αλ­ λά αδικούν έτσι τη σοβαρότητα του εξεταζόμενου αντικειμένου (παράδειγμα ορισμένες σελίδες για το ΚΚΕ). Λείπουν ακόμα στοι­ χεία που παραπέμπουν οι αναφορές σε άλλες πηγές - ποιος και πού εκτιμά ο τάδε το τάδε. Αφηρημένες εκφράσεις του τύπου «άλ­ λοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι κ.λπ.» αφήνουν δεοντολογικά κε­ νά. Αντίθετα πολύ εμπεριστατωμένη είναι η απάντηση στις από­ ψεις του Σ. Δαμιανάκου αποτελώντας και στοιχείο δημιουργικού διαλόγου. το πρόβλημα της αντίθεσης των δυο πολιτισμών παραμέ­ νει ένα ανοικτό ζήτημα. Για τον μη επίσημο πολιτισμό υπάρ­ Ο μως χει η γερμανική σχολή που τον θέλει μη ολοκληρωμένο, αλλά να παίρνει υπόσταση μέσα από αποσπασματικά στοιχεία σε αντίθεση με τον κυρίαρχο πολιτισμό που ολοκληρώνεται αφού παράγεται και αναπαράγεται μέσα από τους μηχανισμούς της εξουσίας. Ο Η.Β.-Κ αναπτύσσοντας το αντικείμενο της μελέτης του κλίνει προς μια διαφορετική άποψη. Πιστεύει ότι και ο λαϊκός, δηλαδή ο μη επίσημος πολιτισμός, διαθέτει ολοκληρωμένα δομικά στοι­ χεία, ανεξάρτητα από το πόσες και ποιες επιρροές δέχεται. Στην πορεία της μελέτης του για ορισμένα μουσικά φαινόμενα συναντά δυσκολίες κατάταξης, ίσως γιατί το μεθοδολογικό σχήμα δεν έχει την απαραίτητη ευελιξία, ίσως γιατί το ίδιο το αντικείμενο είναι α­ προσπέλαστο. Για παράδειγμα τα τραγούδια του κρασιού τί είναι, πού ανήκουν πολιτισμικά; Ο συγγραφέας γεμίζει ερωτηματικά το σχετικό κομμάτι. Η.Β-Κ αναζητά το κοινωνικό στοιχείο σε κάθε είδος τραγου­ διού. Αυτό είναι θεμιτό, αρκεί να μη γίνεται απόλυτο μέτρο για την αξιολόγηση του κάθε τραγουδιού, πράγμα που η μελέτη δεν το αποφεύγει. Για παράδειγμα τα ερωτικά τραγούδια κρίνονται πολλές φορές ως «μονοδιάστατα» στις περιπτώσεις του νέου κύ­ ματος, στις καντάδες, στον Χατζιδάκι, τον Αττίκ κ.α. δίνοντας την εντύπωση μιας αδύναμης επιχειρηματολογίας. Αναζητώντας τον κοινωνικό λόγο ο συγγραφέας στέκεται πολ­ λές φορές στον στίχο με ιδιαίτερη προσοχή. Αυτό του δίνει τη δυ­ νατότητα επιτυχημένων διαπιστώσεων σε πολλές περιπτώσεις. Ο ίδιος για τον λαϊκό πολιτισμό δίνει ως οραματικό του στόχο να «παρορμά σε συλλογική δράση και ενεργητική παρέμβαση για τη διαμόρφωση του αύριο». Μήπως όμως ζητά πολλά από τη μουσική αναθέτοντάς της καθήκοντα του πολιτικοποιημένου ανθρώπινου παράγοντα; Και μήπως έτσι παρερμηνεύουμε μουσικές δημιουρ­ γίες που το κοινωνικό τους περιεχόμενο αφορά στα πιο καθημερι­ νά, απλά, αλλά και ωραία πράγματα που κάποτε λειτουργούν σαν τις πιο δυνατές και γλυκές ταυτόχρονα απαντοχές;

Ο

ρθά ο συγγραφέας επικρίνει εκείνη την παλιότερη (αριστερή) άποψη που έκανε διακρίσεις ανάμεσα στα στοιχεία διαφόρων ειδών τραγουδιού και προσπαθούσε να απομονώσει τα θετικά «προοδευτικά» και να απορρίψει τα υποτιθέμενα συντηρητικά τραγούδια, όπως π.χ. έκανε μια περίοδο η αριστερά για το ρεμπέ­ τικο ή για το τραγούδι του Μ. Χατζιδάκι σε μια προσπάθεια μανι-

Ο

Α ΙΛ Η Σ Π Α ΥΔ ΙΑΟ Υ ΚΑΡΠΟΔΙΝΗ: Κάποτε βγαίνω απ’ τη σπηλιά μου. Αθήνα - Γιάννινα, Δωδώνη, 1989. Σελ. 39. «Κάποτε Βγαίνω απ' τη σπηλιά μου»; είναι το πρώτο ποιητικό βι­ βλίο της Αιλής Παυλίδου-Καρποδίνη, μια ποίηση που διεκδικεί τη θέση της μέσα στο χρόνο αφού τον πρώτο στίχο «τον έστειλε ο Θε­ ός». Ο αφορισμός ανήκει στον Rilke και είναι τόσο αληθινός, όσο έρχο­ νται στο φως εικόνες που συνδέουν το ποιητικό εγώ με το παρελθόν της ποιήτριας, ένα παρελθόν με φόντο το σχολείο ανάμεσα σε βι­ βλία και μαθητές, μέσα στην ευθύνη που ζητεί κανείς από τον άνθρωπο που αφιερώνεται μ' αυτόν τον τρό­ πο στην υπηρεσία του Ανθρώπου. Ήρθε ο καιρός να βγει απ' τη σπηλιά της περιμένοντας «στην ά­ κρη της νύχτας τη Ζωή, όπως την α­ γάπησε, με χίλια χρώματα»... (σελ. 7). Η ποιήτρια φέρνει στο φως του χαρτιού εικόνες του κόσμου της του υπόγειου που ως τώρα δεν έβρισκε διαφυγή σ' ένα διάλειμμα, μεταξύ Αρχαίων και Ψυχολογίας, όταν προτιμούσε να εκτιμήσει διαφορετι­ κά κάποια άλλα προβλήματα των μαθητών της από κείνα που δεν ε­ πιλύονται την ώρα της διδα­ σκαλίας. Η πραγματικότητα μέσα στο βι­ βλίο της Λ.Π. συμπυκνώνεται σε μια συνύπαρξη - είναι «που ανέβα­ σε τους βυθούς στο πρόσωπο της θάλασσας η διαφάνεια του πρωί-


124/επιλογη χαϊστικής εφαρμογής των πολιτιστικών αντιθέσεων. Έτσι έχει με­ γάλο ενδιαφέρον η επανεξέταση της συζήτησης στην Αυγή (1961) για τον «Επιτάφιο» όπου η Αριστερά προτιμούσε την ενορχήστρω­ ση χωρίς μπουζούκι για να μη χυδαιοποιείται δήθεν ο ποιητικός λόγος. Ενδιαφέρουσα είναι η ανάγνωση που κάνει ο Η.Β.-Κ για το ρε­ μπέτικο, απαντώντας και σε κάποιες σχηματικότητες του Σ. Δαμιανάκου, δίνοντας μια πιο ολοκληρωμένη αιτιολογία της εξέλι­ ξής του, μακριά από ρομαντικές ωραιολογίες (η μίζερη ζωή τού ρεμπέτη αιτία έμπνευσης) ή ετσιθελισμούς (το ρεμπέτικο τραγούδι της εργατικής τάξης της εποχής). ρόλος των εταιρειών σκιαγραφείται ευκρινέστατα τόσο όσον αφορά στη θετική - με το αζημίωτο βέβαια - ευαισθησία που έδειξε αναδεικνύοντάς το ως βιομηχανικό προϊόν, όσο και στην προσπάθεια να το διαφθείρει με φτηνά υποκατάστατα. Ιδιαίτερη ευαισθησία δείχνει ο συγγραφέας για το ρόλο της Αρι­ στερός αφού σε πολλές περιπτώσεις εκτιμά ότι η παρέμβασή της υπέρ του λαϊκού τραγουδιού θα ήταν προς όφελος του. Και τί να πει κανείς και πώς να το εξηγήσει όταν βλέπει ότι αυτοί που το με­ λέτησαν και το αγάπησαν πολύ μικρή σχέση είχαν με την αριστε­ ρά. Η τελευταία στην κομμουνιστική ή σοσιαλιστική της εκδοχή χρησιμοποίησε το λαϊκό τραγούδι ως γέφυρα για να πλησιάσει τα πλατιά λαϊκά στρώματα ή να προσδώσει λαϊκό χαρακτήρα σε μια εξουσία που δεν την είχε εκ των πραγμάτων. Το βιβλίο του Η.Β.-Κ παίρνει θέση και σε πολλά άλλα ζητήματα χωρίς να τα κλείνει, πράγμα που απαιτεί ολοκληρωμένο διάλογο στηριγμένο σε στοιχεία και έρευνες, κάτι που ξεφεύγει του παρό­ ντος κειμένου. Πρόκειται για μελέτη που συμβάλλει στην πολιτι­ στική μας αυτογνωσία με πλούσιο κοινωνιολογικό και μουσικό υ­ λικό - που ο συγγραφέας δεν το φανερώνει πάντα ολόκληρο και που περιμένει τις αντιρρήσεις άλλα και τη συνέχειά της.

Ο

νοΰ» και είναι που «έχει θερίσει πια την αγωνία της» - που συνίσταται σε οδυνηρές εκτιμήσεις γεμάτες λυ­ ρισμό. Προσπερνά την «άγευστη καθημερινότητα» και το «σταχτύ προσωπείο» των ανθρώπων σε μια καλή της ώρα: την ώρα της φυγής. Αυτή είναι ακριβώς η ποίηση: συνύ­ παρξη αυθεντικότητας και λυρι­ σμού μέσα στην ασημαντότητα του χρόνου. Κι όλα αυτά σε μια γλώσσα απλή, κατανοητή, σφιχτοδεμένη χωρίς ν’ αγγίζει το παραδοσιακό αλλά και χωρίς να είναι ελιτισμός. Η ελιτίστική πορεία της ποίησης οδη­ γεί κάποτε στην αποξένωση, το αυ­ τάρεσκο ή το αριστοκρατικό, απο­ μονώνεται κινδυνεύοντας ίσως να γίνει «άγλωσση», σημειώνει ένας με­ λετητής. Το βιβλίο της Λ.Π. που διακρίνεται για την επιμελημένη του εμφάνιση είναι απόρροια της ε­ ξοικείωσής της με τη βαθύτερη ου­ σία των πραγμάτων και τη σωστή χρήση της γλώσσας, τόσο απαραί­ τητη σήμερα.

NENA I. ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΣΚΟΖΟΣ

α π ό το ν α ισ θησ ια σμ ό π ρ ο ς την ποιητική ω ριμότητα r -ΓΛ ΒΕΡΟΝΙΚΗΣ Δ ΑΛΑ ΚΟ Υ ΡΑ: Μέρες Ηδονής. Αθήνα, Φ όρμα, 1991. Σελ. 64.

πρωϊμότητα στην εμφάνιση, ο αισθησιασμός, η διαρκής επί­ κληση της Ηδονής και το παθητικό στοιχείο στην ποίηση, δεν προϋποθέτουν πάντοτε το ταλέντο και μια πολλά υποσχόμενη ποιητική προσωπικότητα. Κι όσο για το όνειρο ενός Αρθούρου Ρεμπώ που είκοσι χρονώ εγκαταλείπει την ποίηση έχοντάς της γονιμοποιήσει «γενεές δεκατέσσερες» φαίνεται ότι θα παραμείνει μετά τις χίλιες τόσες απόπειρες αναστύλωσης και επανάληψής του - εσαεί ασύλληπτο και απλησίαστο από την ποιητική της επο­ χής μας μποεμία. Αυτές και άλλες πολλές σκέψεις μπορεί να κά­ νει ο οποιοσδήποτε «επαρκής» αναγνώστης φυλλομετρώντας τα ποιητικά βιβλία της Βερονίκης Δαλακούρα που οπωσδήποτε δεν της έλειπε το ταλέντο ούτε η ποιητική πρωτοτυπία και επάρκεια ό­ ταν είκοσι τόσο χρονώ διάνθιζε τους ποιητικούς της ρεμβασμούς

Η

ποι n<rn


επιλογη/125 (και σπαραγμούς) με άφθονο Ρεμπώ, αλλά και με κάποια ανώριμα και αρκετά εξιμπισιονιστικά για τη δεκαετία του ’70 επιφωνήματα. Η πρωϊμότητα συνεπικουρούντος και του καταπιεστικού κλίμα­ τος της εποχής (αμφισβήτηση, σεξουαλική απελευθέρωση, εισαγόμενο χαλαρό και εξιμπισιονιστικά ποιητικό λεξιλόγιο) αποκλείει συνήθως την ωριμότητα και επαναλαμβανομένου βεβιασμένα του πρώτου σφάλματος, οπωσδήποτε την απομακρύνει ως δυνατότητα και την αποτρέπει. Μόνο ένα αρκετά αποστασιοποιημένο από κάθε αισθητισμό κρι­ τικό βλέμμα θα μπορούσε ίσως να ανιχνεύσει στα πρωτόλεια των ερωτόπαθων ποιητών τη μελλοντική τους ανάδειξη και πιθανή ωρίμανση. Αν γράφεται αυτή η κριτική, είναι γιατί θέλουμε να κατα­ δείξουμε πόσο υπάρχει άμεση ανάγκη απαλλαγής και αποκαθαρμού του προβληματισμού μας γύρω από την ποίηση, από απόψεις που θα την ήθελαν μονοσήμαντα-ερωτόπλαγχτη, κενή βιώματος και νοήματος ή ένα αφελές λεκτικό συμπίλημα και ανούσιο τελικά παιχνίδισμα με τις λέξεις. Να μην επαναλάβουμε, λοιπόν, τον στί­ χο του Πιέρ Ρεβερντύ, ό,τι κινδυνεύουμε «να χαθούμε μες στην πραγματικότητα» μιας ποίησης, κενής βιώματος και νοήματος, μιας ποίησης τόσο ανεικονικής και χιμαιρικής (υστερικής κυρίως συλλέκτριας λέξεων) που όχι μόνον δε σημαίνει, αλλά ούτε και κατ’ ελάχιστον υποσημαίνει. εωρώντας ένα μέρος του ποιητικού έργου της Βερονίκης Δαλακούρα ως υποδειγματικό για μια σύντομη συζήτηση γύρω από κάποια στοιχεία που αν τελικά υπάρξουν πιο εκτεταμένα και στο έργο άλλων ποιητών, μπορεί να εκληφθούν ως υπαινιγμοί κά­ ποιας μελλοντικής δυνατότητας ποιητικής ωριμότητας, επισημαί­ νουμε και πάλι τις δυο εγγενείς ασθένειες της αμφισβητησιακής και μετα-αμφισβητησιακής ποίησής μας: 1) αδυναμία - ακόμα και αντιληπτική της ποιητικής ακεραιότητας και ωριμότητας και 2) ουδεμία διαφαινόμενη υπόσχεση καθολικότητας (πρωτεύοντα χαρακτηριστικά κάθε ποιητικής πρωτοπορίας). Ο ποιητικός κόσμος της Β. Δαλακούρα· (ως συνολική δομή) μπορεί να εκληφθεί ως τυπικό παράδειγμα συνυπάρξεως όλων αυ­ τών των αντιθέσεων, των ποιητικών αρετών και των ελαττωμά­ των, κυριαρχείται και είναι πολλές φορές θύμα ενός αισθησιασμού ανεκπλήρωτου και χωρίς διέξοδο, ενός αισθησιασμού που κατα­ λήγει στην παραίτηση, το παραλήρημα και τη σιωπή. Αυτά επισημαίνονται επιγραμματικά και συνοπτικά με το στίχο «ό,τι άρχισε με θαυμασμό τελειώνει με τρόμο». Οι τίτλοι των συλλογών της, «Η παρακμή του έρωτα», «Μέρες Ηδονής», όσο κι αν παραπέμπουν «στις ερημιές του έρωτα» του «οραματιστή» Α. Ρεμπώ, όσο κι αν μας παρασέρνουν σε πρώτο επίπεδο στις περιοχές του αισθησια­ σμού, δεν τον υποσημαίνουν τελικά, ως κυρίαρχη αισθητική επιλο­ γή, σε βάθος. Αν «η παρακμή του έρωτα» βιώνεται ως άτυχο, μοιραίο παιχνίδι ενός ανήμπορου και χαμένου μες στις χιμαιρικές φαντασιώσεις του ποιητικού υποκειμένου, που δεν προσμένει καμιά εκπλήρωση και θεραπεία μέσα στον ακατάσχετο και πολεμικό κόσμο των αι­ σθήσεων, από «παλιά αποστάγματα αρχαίων Ελληνοσύρων μά­ γων», οι «Μέρες Ηδονής», παρά την ανάλογη αίσθηση φθοράς και ερωτικής διάψευσης, έρχονται και φεύγουν αφήνοντας μια διάχυτη αίσθηση γαλήνιας ονειρικότητας στην ατμόσφαιρα, και γιατί όχι, κι ένα πικρό αλλά ώριμο αυτή τη φορά αισθητικό και φιλοσοφημέ­ νο καταστάλαγμα για την προβληματικότητα της εύθραυστης σχέ­ σης ποίησης και αντικειμενικού κόσμου: «εκλαϊκεύτηκαν οι' ορέ­ ξεις για την τελειότητα και η πλαστική φθορά του κόσμου μ’ ενο-

Θ

Βερονίχη Δαλακούρα

ΜΕΡΕΣ ΗΔΟΝΗΣ


126/επιλογη χλεί», σελ. 16, ή καλύτερα: «Θα κρατήσω για πάντα τη μάσκα που φορώ. Δε θ’ αποκαλυφθώ, αφού επιθυμία μου δεν είναι να υπάρξω, αλλά να είμαι κάπου αγνοημένη, πάντοτε αγνοούμενη και μα­ γεμένη». υπαινιχθούν την ανισότητα των Μορφών στις «Μέ­ Α νρεςκάποιοι Ηδονής» - μια ανισότητα που εξυπακούεται αφού

πρόκειται για συλλογή ποιημάτων δεκαεξαετίας - και το ακατά­ σχετο των αισθησιακών βιωμάτων του ποιητικού υποκειμένου ως ελαττώματα ή αδυναμίες, θα είχαμε να παρατηρήσουμε ότι τέτοια ελαττώματα είναι κανόνας, σχεδόν, στη σύνολη ποιητική των ημε­ ρών μας. Δεν είναι εκεί το πρόβλημα. Η ποίηση της Β. Δαλακούρά δεν απειλείται φανερά από τον αισθησιασμό - που πολλές φορές είναι και το αποφασιστικό έναυσμα για ν’ αναδυθεί λαμπρός και φιλοσοφημένος, πλήρης ποιητικής ευρηματικότητας και ευφαντασίας ο ποιητικός της στοχασμός για το μοιραίο της φθοράς στην κλίμακα των εγκοσμίων, για το οριστικά ανεκπλήρωτο του αν­ θρώπου - αλλά από μια μη ελεγχόμενη κάποιες στιγμές τάση προς την εγκεφαλικότητα, που αποεικονοποιεί θα λέγαμε το ποιη­ τικό βίωμα και το απογυμνώνει τελικά, δείχνοντας «ξύλινες» και αρχιτεκτονικά άνισες κάποιες απ’ τις ποιητικές της φόρμες. Από την άλλη όμως, μια ποίηση πολλαπλών συμβόλων, που χρησιμοποιεί με τόση άνεση το σαρκασμό, την παραβολή, την αλ­ ληγορία, το τραγικό και δραματικό επιφώνημα, τη λεπτή και κα­ λαισθητική ειρωνεία, δεν είναι εύκολη στις μέρες μας υπόθεση. Αν η Δαλακούρα είχε την τόλμη να κρατήσει.περισσότερα στο σκοτά­ δι και να δημοσιεύσει ακόμα πιο επιλεκτικά και αυστηρά, θα τολ­ μούσαμε να ισχυριστούμε ότι η ποιητική της τέχνη προηγείται ό­ λης της γυναικείας ποίησης των ημερών μας. Αλλά και πάλι με μια αυστηρή επιλογή που μπορεί να επιχειρήσει ατομικά ο «επαρκής» αναγνώστης, η ποίησή της μπορεί να εκληφθεί ως μοναδική περί­ πτωση μιας αθόρυβης γυναικείας ποιητικής μορφής, που κάτω α­ πό τη συμπίεση της ευρυμάθειας, της εφευρετικότητας και της ευφαντασίας της, οδηγεί τουλάχιστον την πένα της στην ποιητική α­ ναπαράσταση της αναζήτησης του ερωτικά απόλυτου και ασύλλη­ πτου ως γήινης ανθρώπινης δυνατότητας ανάμεσα στους κόσμους της ωμής πραγματικότητας και του ονείρου: «Περπατούσα στο φωτεινό δάσος / Ό ταν συνάντησα αυτό που ήταν / και έμελλε να γίνει / το όραμα των κατοπινών / χρόνων μου». ποιητικός κόσμος της Β. Δαλακούρα αποπνέει, αλλά όχι πάντα, μια σπάνια ποιητική συγκίνηση, με τη γλωσσική του πληρότητα και επάρκεια, με την εκλαμψιακή ποιητική του ευρηματικότητα και ευφαντασίά και μας υποχρεώνει να παραδεχθούμε ότι δεν είναι ο αισθησιασμός, ούτε η άνεση μετάβασης από έναν κόσμο δραματικής ερωτικής διάψευσης και φθοράς σ’ έναν άλλο, ονειρικό και ποιητικό (αρνητικό είδωλο αυτού που βιώνουμε καθη­ μερινά) οι κύριες ποιητικές του αρετές, τα εύσημα της καλοδουλεμένης του τέχνης, αλλά η ευρηματικότητα και η ευφαντασία, ναι η μοναδική μέσα στην υποτονική γυναικεία μας ποίηση, ποιητική του ευρηματικότητα και ευφαντασία με την οποία δομείται κάποτε αυτό το ποίημα:

Ο

Κάποιος πέθανε. Και ενώ όλα είχαν ετοιμαστεί για την ταφή, συνέβη κάτι εξαιρετικό: ο νεκρός άρχισε να κ ι­ νείται. Δίχως η καρδιά να λειτουργεί και με το αίμα ακίνητο στις φλέβες, ο άντρας σηκώθηκε, έκανε μερι­ κά βήματα και έπειτα πάλι κατέρρευσε. Αυτό επανα-

ΤΕΣΣΕΡΑ περιοδικά ζητούν συνεταίρο, χρηματοδότη ή αγο­ ραστή. Το ένα (ειδικότεχνολογίας) κυκλοφορεί εδώ και χρόνια. Το δεύτερο (λαϊκό) έκλεισε το 1988. Τα δύο υπόλοι­ πα επιθυμούν να γεννηθούν το 1992. Παράκληση: Προτάσεις μό­ νον από ανθρώπους του χώρου. Πληροφορίες κ. Φωτίου ή κ. Λιόλιο. Τηλ. 92.22.719.


επιλογη/127 λαμβανόταν κάθε μέρα. Βάλθηκαν τότε να του μι­ λούν, να του θέτουν παραπλανητικές ερωτήσεις. Απεδείχθη ότι ο πεθαμένος άκουγε, γιατί έγνεψε κουνώ­ ντας το κεφάλι. Η σήψη προχωρούσε. Το σώμα ήταν πια λειψό, οι ώμοι πεσμένοι, το κεφάλι ανίσχυρο στους ολιγόλεπτους καθημερινούς περιπάτους. Ήρθε τότε η φίλη του Α. αποφασισμένη να δώσει στον έρω­ τά της τη μορφή της θυσίας που θα τον εξάγνιζε. Το κορμί βημάτιζε στηριγμένο στην αγκαλιά της, έπειτα αφηνόταν στα μπράτσα της να αναπαυθεί. «Θέλω να ζήσεις», του έλεγε. «Ω μα τι λέω...» Κοιμόταν δίπλα του. Απαντούσε στα νεύματά του. Τις νύχτες τον σκέ­ παζε με τα ρούχα της. Ένα βράδυ του ’πιασε τα χέρια τόσο δυνατά, που λίγη σάρκα απέμεινε στα δάκτυλά της. «Ποιος απ’ τους δυο είναι μέσα στον άλλο;» φώ­ ναξε. Κανείς δεν απάντησε. Φύλλα, φύλλα... σκέπα­ σαν τους δρόμους, (σελ. 24) ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ

το σταθερό αίτημα της αποκατάστασης των πάντων ΔΗΜ ΗΤΡΑΣ X. ΧΡΙΣΤΟ ΔΟΥΛΟΥ: Η προσευχή του αναιδούς. Αθήνα, Κ α σ τ α ν ιώ τ η ς , 1991. Σελ. 80. Έκπτωτος αρχιτέκτων των ουρανών... (Δήμητρα X. Χριστοδούλου, 1979)

«Προσευχή του Αναιδούς» είναι η τέταρτη συλλογή της ολιγογράφου αλλά ουσιαστικής ποιήτριας Δήμητρας X. Χριστο­ δούλου. Προηγήθηκαν «Τα Άλογα του Μυροβλήτου» το 1974, η «Ηγησώ» το 1979 και το «Χώμα» το 1985 ,Ή «Προσευχή του αναι­ δούς» απαρτίζεται από δύο μέρη. Το πρώτο, που επιγράφεται «Ο­ ρυχείο», περιέχει είκοσι έξι ποιήματα, ενώ το δεύτερο, που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή, περιλαμβάνει μόνο ένα εκτενές ποίημα 472 στίχων. Η υπερρεαλιστική καταγωγή του βιβλίου είναι εμφανής: τα πράγματα είτε εξισώνονται με τα πρόσωπα είτε επιβάλλονται σ’ αυτά, η μετονομασία του χώρου είναι συστηματική και ασίγαστη. Ο λόγος, υποβλητικός και παρηγορητικός ταυτόχρονα, είναι ο ξα­ νακερδισμένος παράδεισος του εγώ. Τα διαυγή τοπία που ανοίγο­ νται διακριτικά μπροστά μας, από τους πρώτους κιόλας στίχους της συλλογής, προέρχονται από ένα σαφώς δικαιότερο κόσμο, αι­ σθητικά ανώτερο, που θέλει να τον περιηγηθούμε - και να τον κα­ τοικήσουμε χωρίς φόβο. Το ποιητικό πρόσωπο ξέρει πώς να δι­ καιώνει, χωρίς αναστολές, μέσα από τις περιπέτειες και τα πάθη του την αληθινή του φύση:

Η

«Κάτω από τα τιποτένια τούτα ρούχα/Το κορμί γυ­ ρεύει το κορμί/Οι φίλοι ψάχνουνε τους φίλους/Τα σπίτια γίνονται τιμημένα./Ακόμη κι ένας νεκρός μπο­ ρεί ν’ αγαπήσει/Και να πάρει το πουκάμισό του φω­ τιά./Αυτή η μαύρη άθλια σάρκα/Ψέματα πως είναι δι­ κή μας./Δικό μας είναι αυτό που αξίζουμε./Όχι αυτά

ποι <rn


128/επιλογη τα βρώμικα νομίσματα./Ό χι το φάντασμα του κυ­ βερνήτη. /Θα ’ρθει απ’ τ ’ ορυχείο ένα ποτάμι/Και μέ­ σα θα κυλάει η μολυβόσκονη/Και θα φτάσει σ ’ ένα σπίτι από ξύλο/Και μέσα κει θα ’χει αναμμένη φω­ τιά./Πάνω απ’ τη στέγη θα πηγαινοέρχονται τ ’ ά­ στρα./Το ντέφι τους θ’ ακούγεται καθαρά./Ποιος ξέχασε την παγερή τους φρεσκάδα;/Ποιος τα είπε τάφο του νερού; (...) Πιο ταπεινός απ’ τη χαρά είν’ ο θάνα­ τος./Λίγο κρατάει, ενώ εκείνη αιώνια». (απόσπασμα από το ποίημα «Ορυχείο», σελ. 12 επ.) ενότητα «Ορυχείο» προεκτείνει, μεταξύ των άλλων, την προ­ σωπική μυθολογία της ποιήτριας, αναπλάθοντας ή σχολιά­ ζοντας μερικά συγγενικά ποιήματα από το «Χώμα», όπως είναι φερ’ ειπείν οι «Κύβοι», η «Βάπτιση» και η «Άμμος». Η καθαρότη­ τα των περιγραφών, η πηγαία ευγένεια των μεταφορών, οι ισόρρο­ πες αναπτύξεις του κυρίου θέματος και των παραλλαγών του και η αμεσότητα γενικότερα των ποιητικών αποδόσεων χαρακτηρί­ ζουν την ποίηση αυτή που γνωρίζει πώς να ανανεώνεται χωρίς να χάνει τα πρωταρχικά της συστατικά, εκείνα ακριβώς που την έκα­ ναν να ξεχωρίσει γρήγορα μέσα απ’ ό,τι γραφόταν στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Το πνευματικό φορτίο δεν επιβαρύνει δυσανάλογα τις εκφορές του λόγου. Ιδίως στην πολύστιχη «Προσευχή του αναιδούς», που αποτελεί μία κατά πολύ διευρυμένη μορφή των «θεολογικών» ποι­ ημάτων του «Χώματος» - όπως για παράδειγμα είναι ο διπλός «Στοχασμός του Αγιογράφου» - η αυτοέλεγχόμενη τεχνική της Δήμητρας X. Χριστοδούλου επιτελεί υποδειγματικά το έργο της. Γι’ αυτό κι ένα τόσο απαιτητικό θέμα όπως είναι η αμφισβήτηση των ηθικών εξαναγκασμών και των υποχρεώσεων που επιβάλλει το ανελαστικό δόγμα στον πιστό, χωρίς όμως και να εκθειάζεται η απόρριψη της σχέσης με το θείο, δεν κινδυνεύει στα χέρια της ποιήτριας να γίνει μία ακόμη φιλόδοξη μπαρόκ σύνθεση που αστο­ χεί συνεχώς. Ο «ασεβής» που είναι τελικά ο ευσεβής, που αφήνει τη φύση να μιλήσει ανοιχτά στο Θεό, έχει με το μέρος του τα εκ­ φραστικά μέσα της Δήμητρας X. Χριστοδούλου: το θεολογικό σταυρόλεξο λύνεται με μουσική που υπερβαίνει τις εγγενείς δυσκο­ λίες του εγχειρήματος. Εκεί όπου μπορούν να συνυπάρξουν τα αίτια και τα αιτιατά της αναλυτικής μας σκέψης με τις παρορμητικές εκδηλώσεις ενός α­ νυπότακτου θυμικού, εκεί όπου συμφιλιώνονται οριστικά οι φόβοι με τις ελπίδες μας, η απογοήτευση με. το θάρρος, εκεί παράγεται η συναινετική ποίηση της Δήμητρας X. Χριστοδούλου:

Η

«Έλα, καρδιά μου, να προσευχηθούμε./Πού; Στο ζε­ στό μας κορμί./Δεν κουράστηκε, δεν είπε φτά­ νει./Έρχεται μπάρα. Τα πουλιά ταράζονται./Οι κρωξιές τους μυρίζουν νερό./Να ’χα μια θέση μες στο σπί­ τι σας./Τα μάτια μου κλαίνε για σας./Περνάν τα φύλ­ λα, τα τρελά κοπάδια τους./Πίσω μένουν τα κλα­ ριά./Το κάθε ορατό σιγοφέγγει/Μες στην κρυφή του χρήση ακέραιο,/Μες στον προορισμό του φιλι­ κό./Ποια πόρτα θα μ ’ αφήσει απ’ έξω,/Ποιο παιδί δε θα τρέξει στα πόδια μου.../Εγώ θα του πω: αυτά είναι τα βουνά./Αυτά τα σπίτια./Εκεί κάτω φουσκώνει η θάλασσα./Ποιος φθονεί το θερμό αεράκι/Που μέσα μας μπαινοβγαίνει για να μιλούμε;/Ήρθα να μείνω.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ από τα Γαλλι­ κά, Εμπορική Αλληλογραφία. Άριστη γνώση της γλώσσας και πολύχρονη προϋπηρεσία σε εξαγωγικό τμήμα Τράπεζας. Τηλ. 6420439.


επιλογη/129 Σφίγγομαι στο ρούχο μου./Λοιπόν, ας με δεξιωθεί το χιόνι». (από τόν «Επισκέπτη», σελ. 21) φαιρώντας με προσοχή από τα τοπία που μας περιβάλλουν τα χρόνια ιζήματα και τη σκουριά τους, η ποιήτρια φωτίζει στα­ Α θερά μερικές άσημες πλευρές τους για να ανακαλύψει εκεί, τελι­ κά, τις αληθινές εικόνες. Η παραμυθία των εύστοχων επιθέτων της Δήμητρας X. Χριστοδούλου, οι ανεπιτήδευτοι λεκτικοί σχηματι­ σμοί, τα πράα ουσιαστικά της, τα νυχτοπούλια, οι κύκνοι, οι σπί­ νοι, οι καλογιάννοι, οι γλάροι, οι κορυδαλλοί, τ’ αγριοπερίστερα που φωλιάζουν στους στίχους της, θέλουν να μας βεβαιώσουν ότι ο κατακερματισμός αυτής της ζωής δεν μπορεί να είναι τελεσίδι­ κος, ότι είναι στο χέρι μας να μαζέψουμε ξανά τα σπαταλημένα α­ ποθέματα του βίου μας και να δούμε τα πράγματα από την αρχή. Η «Προσευχή του αναιδούς» είναι η τόλμη και η εγκαρτέρηση που μας αρμόζει. ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

άρτια και καλαίσθητη έκδοση r -ΤΛ Σ ΥΓ Χ Ρ Ο Ν Η Ο ΥΓΓΡΙΚΗ Π Ο ΙΗ ΣΗ . (Ανθολόγηση-επιμέλεια: Ρούλα Κακλαμανάκη). Αθήνα, Φ ό ρ μ α , 1991. Σελ. 172.

α προβλήματα που αντιμετωπίζει κανείς προκειμένου να με­ ταφράσει ένα βιβλίο, είναι πάρα πολλά, και λίγο έως πολύ γνωστά. Τα προβλήματα όμως του να μεταφράσεις και να παρου­ σιάσεις μια ποιητική ανθολογία, είναι σίγουρα πολύ περισσότερα, μια και οι δυσκολίες στην προκειμένη περίπτωση δεν εντοπίζονται μόνο στη μετάφραση, αλλά και σε άλλα σημεία, εξίσου καθοριστι­ κά για την αρτιότητα, και για την όσο γίνεται πιο ολοκληρωμένη εικόνα του όλου εγχειρήματος. Και αναφέρω ενδεικτικά μερικές α­ πό αυτές: Πώς θα γίνει η ανθολόγηση; Ποιοι θα συμπεριληφθούν; Ποιοι θα απορριφθούν και με ποια κριτήρια; Πώς θα είμαστε σί­ γουροι ότι ακριβολογούμε και ότι γνωρίζουμε, στο βαθμό που μας επιτρέπεται, το πολιτιστικό γίγνεσθαι της χώρας της οποίας την ποίηση έχουμε την πρόθεση να παρουσιάσουμε; Πώς θα είναι το ει­ σαγωγικό σημείωμα και πώς μέσα σε έναν περιορισμένο, και σχε­ τικά μικρό αριθμό σελίδων θα χωρέσουν τόσα πολλά πράγματα, αποστάγματα ενδεχομένως και ολόκληρων αιώνων;

Τ

ις παραπάνω πάντως δυσκολίες, η ανά χείρας έκδοση (άψογη ομολογουμένως και εξαιρετικά καλαίσθητη και ως προς την εμφάνισή της), φαίνεται να τις έχει ξεπεράσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, μια και οι παγίδες που κρύβονται πίσω από καθένα από τα προβαλλόμενα στην αρχή ερωτήματα, δείχνουν να έχουν ε­ ξουδετερωθεί με τον πιο καλό και τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, αφού: α) Η ποιήτρια Ρούλα Κακλαμανάκη, στην οποία ανήκει και η επιλογή των ποιητών, και η ανθολόγηση των ποιημάτων, και το εμπεριστατωμένο όσο και διαφωτιστικό εισαγωγικό σημείωμα,

Τ

ποι %


130/επιλογή ταξίδεψε όπως μας πληροφορεί η ίδια σε κάποιο σημείο, πολλές φορές, και ήλθε σε άμεση επαφή με ανθρώπους όπως ο κριτικός της λογοτεχνίας Μίκλος Βάιντα, ο Κάλμαν Σάμπο (με την ευκαι­ ρία θέλω να σημειώσω ότι με τον σεβασμό μου τιμώ τη μνήμη του) και η Ευαγγελία Τσαρουχά, των οποίων τόσο οι γνώσεις σχετικά με το πραγματευόμενον θέμα όσο και η καλή τους πρόθεση, είναι αδιαμφισβήτητη, β) Η μετάφραση έγινε από ανθρώπους που η διτ­ τή τους αξία τόσο ως μεταφραστές όσο και ως ποιητές (το σημα­ ντικότερο, μια και οι ποιητές γνωρίζουν και πονούν αναπόφευκτα περισσότερο από κάποιον άλλον τα μυστικά πατήματα της ποίη­ σης), είναι πανδήμως βεβαιωμένη. Αναφέρω για του λόγου το αλη­ θές, τα ονόματά τους, κατ’ αλφαβητική προτεραιότητα: Ανδρέας Αγγελάκης, Γιάννης Βαρβέρης, Γιώργος Βέης, Ρούλα Κακλαμανάκη, Γιώργος Καραβασίλης, Βασίλης Καραβίτης, Χριστόφορος Λιοντάκης, Τάκης Μενδράκος, Μανουέλλα Μπέρκι-Μεϊμάρη, Γιάννης Ρίτσος, Τατιάνα Τσαλίκη-Μηλιώνη και Θανάσης Χατζόπουλος. τσι, ο αναγνώστης, έχει στα χέρια του την πιο εγγυημένη μέχρι τώρα προσπάθεια σχετικά με την (σύγχρονη) ουγγρική ποίη­ Ε ση, στην οποία μπορεί να εμπιστευτεί άφοβα την επιθυμία του για μια πρώτη γνωριμία και μια πρώτη επαφή μαζί της, χωρίς να κιν­ δυνεύει από ανακρίβειες, προχειρολογίες ή παραχαράξεις υπαγο­ ρευμένες από την υπερβολική προσήλωση των εκάστοτε ανθολόγων-μεταφραστών περισσότερο στα σοσιαλιστικά ιδεώδη, και λιγότερο στην πραγματικότητα και την αλήθεια. Γιατί πράγματι, έτσι όπως διαγράφεται μπροστά στα μάτια μας η ουγγρική ποίηση και έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα στην ψυχή μας υποκινημένη από το σώμα αυτού του βιβλίου, φαίνεται να είναι μια ποίηση που είτε υπηρετεί εθνικοαπελευθερωτικούς α­ γώνες, είτε κοινωνικοπολιτικούς σχηματισμούς, είτε θέτει μεταφυ­ σικά ερωτήματα, δεν κάνει τίποτε άλλο πέρα από το να υπηρετεί με αδιατάρακτη συνέπεια, την τέχνη και μόνο την τέχνη, πράγμα άλλωστε το οποίο και οφείλει. Αλλά για να είμαστε σαφείς, θέλω να επισημάνουμε εν τάχει, κάποιες βασικές συνισταμένες, αλλά και κάποιους βασικούς συ­ ντελεστές (έτσι όπως αυτοί προκύπτουν πάντα μέσα από τις σελί­ δες του εν λόγω βιβλίου), προκειμένου να σχηματίσουμε και εμείς εδώ, μια κάποια εικόνα για την ποίηση του λαού αυτού, και όχι όν­ τως και τόσο γνωστή μας. εν ξέρω αν οφείλεται στους μεταφραστές και στις θεμιτές πα­ ρεμβάσεις τους, τόσο κατά την επιλογή-ανθολόγηση των ποι­ ημάτων και των ποιητών, όσο και στην απόδοση, ιδίως στις περι­ πτώσεις (και θα υπήρξαν σίγουρα πολλές), των αδιεξόδων κατά τη μεταφορά από τη μια γλώσσα στην άλλη. Ίσως και από τη μια πα­ ράδοση, ή και από τη μια κουλτούρα στην άλλη, αλλά στα πονήμα­ τα της ανθολογίας παρατηρούμε μια σύμπτωση της ουγγρικής, με την ελληνική ποίηση. Αν και όχι τόσο σύνθετη και τόσο προωθημέ­ νη η ποίηση αυτή όσο η ελληνική (το ομολόγησε με το δικό του τρόπο και ο γνωστός Ούγγρος κριτικός της λογοτεχνίας και εκδό­ της αγγλόφωνου περιοδικού, Μίκλος Βάιντα, κατά την πρώτη πα­ ρουσίαση του βιβλίου στην Αθήνα). Παρ’ όλα αυτά, είναι φανερή η ύπαρξη μιας παράδοσης και μιας εξέλιξης, που παρακολουθεί την πορεία ενός τόπου με πολλές εθνικές και κοινωνικές περιπέ­ τειες. Ακόμη, είναι σαφής η ύπαρξη διαφόρων «ειδών» και «τάσε­ ων» καθώς και γενεών, με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, μια και φαί­ νεται πως είναι μια ποίηση που δεν αγνοεί τι γίνεται στον άλλον κό­

Δ

Σύγχρονη Ουγγρική Ποίηση

Ρ.Λ. K^£jZn4«T| ΦΟΡΜΑ


επιλογη/131 σμο και ιδίως στην Ευρώπη, διατηρώντας παράλληλα και καλ­ λιεργώντας τα ιδιόμορφα τοπικά στοιχεία της παράδοσης και των εξελίξεων που συντελούνται στη χώρα όπου καλλιεργείται. Και στο σημείο αυτό, θα ήθελα να επισημάνω ότι συναντάμε ποιητές με υπερέχοντα τα ουγγρικά στοιχεία, και άλλους πιο «παγκό­ σμιους». Επίσης, ποιητές λιγότερο ή περισσότερο προσηλωμένους σε μια φιλοσοφία, μια κοσμοθεωρία ή και μια υπαρξιακή αντίληψη ή ποιητές με ρίζες υπερρεαλιστικές ή ρομαντική διάθεση. Πολλοί από αυτοΰς ξεχωρίζουν και συγκεντρώνουν την προσοχή μας, ό­ πως π.χ. ο Σάντορ Βέρες, που φαίνεται ότι αγαπήθηκε και από τους μεταφραστές, οι οποίοι και τον προτίμησαν σε πολλές περι­ πτώσεις, όπως προκύπτει τόσο από το γεγονός ότι μεταφράστηκε από τους περισσότερους, όσο και από το ότι του παραχωρήθηκε ο μεγαλύτερος χώρος στα αναγκαστικά περιορισμένα πλαίσια του βιβλίου, ή τέλος οι νεότεροι και νεότατοι ποιητές, με τους οποίους συναντιόμαστε πολύ περισσότερο στις αναζητήσεις και στους υ­ παρξιακούς προβληματισμούς. εν θα ήθελα να επιμείνουμε άλλο πάνω στο βιβλίο, μια και ο κίνδυνος να οδηγήσουμε τα πράγματα, παρά τη θέλησή μας, στους ολισθηρούς δρόμους των «διακρίσεων» είναι (όπως κάθε φο­ ρά συμβαίνει στις ανάλογες περιπτώσεις) αρκετά ορατός. Γι’ αυ­ τό, τελειώνοντας, θα ήθελα να τονίσω και πάλι ότι τέτοιες προ­ σπάθειες σαν αυτή που ξεκίνησαν οι μεταφραστές, αποτελούν πο­ λύ ακριβό δώρο, τόσο προς τους μεταφρασμένους ποιητές, όσο και προς εμάς τους αναγνώστες, και ιδιαίτερα προς εκείνους που οι σχέσεις τους με τις ξένες γλώσσες είναι τέτοιες που τους στε­ ρούν την ευτυχία της άμεσης εμπειρίας. Βιβλία σαν αυτό, αν μη τι άλλο, εγγυώνται την επάρκεια στο μέτρο του δυνατού, τη γνώση, την αυτοσυγκράτηση, το αίσθημα ευθύνης και δικαιοσύνης, και τη συλλογική αγάπη των συντελεστών απέναντι στο αντικείμενό τους, έτσι ώστε και εμείς να μπορούμε να δεχθούμε με την ανάλο­ γη εμπιστοσύνη το αποτέλεσμά τους.

Δ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

Η γυναίκα αντικείμενο και ο άντρας αφέντης στην ιστορική διαδρομή της νεοελληνικής κοινωνίας τ-τ-Λ

ΒΑΣΙΛΙΚΗΣΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ: Κνράνω. Μυθιστόρηαα. Αθήνα, Ν εφ έ λ η , 1991.

ια μικρογραφία του roman-fleuve θα μπορούσε να χαρακτη­ ρίσει κανείς το τελευταίο έργο της Βασιλικής Παπαγιάννη, που επιχειρεί μια επίμονη και προσεκτική αναδίφηση στο υπέδα­ φος της νεότερης ελληνικής ιστορίας, μέσα από «τα πάθια που δεν έχουν τελειωμό» μιας γυναίκας από τα μέρη του θεσσαλικού κά­ μπου. Η λογοτεχνία έχοντας πάντα στενή σχέση με την ιστορία το καλειδοσκόπιο, που δίνει καλλιτεχνική διάσταση στις τραυματι­ κές εμπειρίες, που αφήνουν τα ιστορικά γεγονότα πάνω στον ψυχι-

Μ


132/επιλογη σμό του ατόμου ή της ομάδας. Στο μυθιστόρημα της Βασιλικής Παπαγιάννη το ιστορικό πλαίσιο που καθορίζει τη ζωή της ηρωίδας της, τοποθετείται χρονολογικά στο έτος προσάρτησης της Θεσσαλίας στο ελεύθερο ελληνικό κράτος (1881) και φθάνει ως τη γερμανική Κατοχή στον αιώνα μας. Εκτός από την παρουσία ιστο­ ρικών γεγονότων ένα άλλο χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι, ότι κυριαρχούν σ’ αυτό δυο ιστορικές συγκυρίες, καθοριστικές για την κοινωνική διαστρωμάτωση της νεότερης Ελλάδας. Οι εκτάσεις γης που δόθηκαν σε βοσκούς πρώην νομάδες, μετά την προσάρτη­ ση της Θεσσαλίας και η σταδιακή προσέλευση των αγροτών προς τις πόλεις από τις γενιές που θ’ ακολουθήσουν. πιχειρώντας ένα flash-back στα χρονικά όρια του μυθιστρήματος από το τέλος προς την αρχή, βλέπουμε την Κυράνω ήρε­ μη, γερασμένη, να ξεφυλλίζει το συναξάρι της ζωής της και με τη σοφία των γηρατειών να περιμένει γαλήνια το θάνατο. Οι αναμνή­ σεις της γεμάτες από σκυθρωπές εικόνες και φωνές οδύνης, παρα­ πέμπουν τον αναγνώστη συνειρμικά σε μια πολύπλαγκτη ηρωίδα της λογοτεχνίας μας, στην τραγική «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Παρ’ όλα τα ανόμοια στοιχεία που διαφοροποιούν τις δύο μορφές, το κοινό αίτιο της ατομικής τους τραγωδίας είναι εύκολο να επισημανθεί, καθώς και οι δυό τους υπήρξαν θύματα ε­ νός ανδροκρατικού και εξαθλιωμένου μικρόκοσμου, απ’ όπου α­ ναδύεται ολοζώντανη η Ελλάδα της τότε εποχής. Ο λαός «πάντα ευκολόπιστος και πάντα προδομένος» και η Ελληνίδα απαίδευτη και γεμάτη προλήψεις, να ζει καταπιεσμένη στο περιθώριο της κοινωνικής ζωής. Φεουδαρχικές επιβιώσεις που ισχύουν ακόμη και σήμερα, καλλιεργούν νοοτροπίες και τρόπους αντρικής συ­ μπεριφοράς, που εξουθενώνουν στο έπακρο τον ψυχισμό της γυ­ ναίκας. Η φαλλοκρατική αντίληψη της κλειστής, αγροτικής κοι­ νωνίας βλέπει το θηλυκό, μόνο ως όργανο αναπαραγωγής και ερω­ τικής ικανοποίησης. Η γυναίκα αντικείμενο που υπακούει πάντα και υποτάσσεται στη θέληση, αρχικά του πατέρα ή του αδελφού, στη συνέχεια του συζύγου και τέλος των αρσενικών παιδιών της, είναι το πρότυπο μιας βαθιά ριζωμένης αναχρονιστικής νοοτρο­ πίας, που επιβιώνει ως τις μέρες μας με την εγκατάσταση του α­ γροτικού πληθυσμού στα μεγάλα αστικά κέντρα. Κεντρικός θεμα­ τικός άξονας του μυθιστορήματος είναι η διαλεκτική σχέση εξου­ σίας και εκμετάλλευσης, όπως βιώνεται καθημερινά στην κοινή πορεία των δύο φύλων. Το προνομιούχο κοινωνικά άρρεν καταδυ­ ναστεύει το μη προνομιούχο θήλυ, που αντιστέκεται συνειδητά ή ό­ χι, στην αντρική καταπίεση κι επιβουλή. Η σύγκρουση αυτή γεννά μιαν ατέρμονη σειρά γεγονότων ψυχολογικής και σωματικής βίας, με πρώτο θύμα τη γυναίκα, υστερότερο το παιδί και τελευταίο τον ίδιο το θεσμό του γάμου και της οικογένειας, που δίκαια απομυθο­ ποιήθηκε στη σύγχρονη μεταπολεμική κοινωνία μας. Σ’ ολόκληρο το μυθιστόρημα οι τρεις αντρικοί χαρακτήρες που σημαδεύουν τη ζωή της ηρωίδας - πατέρας, αδελφός, σύζυγος - είναι αφόρητα καταπιεστικοί και ψυχικά ρηχότατοι.

Ε

ι αδικίες σε βάρος του φύλου της την εξαγριώνουν σε τέτοιο βαθμό, ώστε στα πικρά της λόγια να διαφαίνεται μια γνήσια φεμινιστική διάθεση, που ξεπερνά τα πρωτόγονα ήθη του καιρού της και τη φέρνει κοντά στη δική μας εποχή. Αναμφίβολα η οπτική γωνία του μυθιστορήματος ανήκει αποκλειστικά στην Κυράνω. Ι­ στορικά γεγονότα, ιδεολογικές συγκρούσεις, συναισθηματικές κα­ ταστάσεις, τα πάντα περνούν και διυλίζονται μέσα από το βλέμμα της ηρωίδας. Οι κρίσεις και τα σχόλια που κάνει δεν έχουν τίποτα

Ο


επιλογη/133 το θεωρητικό, αλλά στηρίζονται πάντα στην άμεση βιωματική ε­ μπειρία. Η Κυράνω δεν έχει γνώσεις Ιστορίας, αλλά υψηλή νοημο­ σύνη και βαθιά γυναικεία διαίσθηση. Τα γεγονότα του καιρού της περνούν μέσα από το σώμα της, αφήνουν τ’ αχνάρια τους στην ψυ­ χή της και την οδηγούν στην αυτογνωσία, αλλά και σε μια αγνότε­ ρη στάση ζωής, εντελώς διαφορετική από το σατραπικό περιβάλ­ λον όπου ζει και κινείται. Αυτή η καταφυγή στο όνειρο και ταυτό­ χρονα η αναγκαστική υποταγή στο κατεστημένο, συνιστούν μια ι­ διαιτερότητα της γυναικείας ψυχολογίας, που φανερώνει τη δη­ μιουργική ικανότητα της συγγραφέως να ψυχογραφεί την ηρωίδα της με ακρίβεια και πιστότητα. Ένα σημείο που πρέπει ιδιαίτερα να προσεχθεί στο βιβλίο αυτό, είναι ο ενδεχόμενος χαρακτηρισμός του, ως ηθογραφικού μυθιστο­ ρήματος. Στην πλάνη αυτή είναι πιθανό να μας οδηγήσει η περι­ γραφή της αγροτικής ζωής, που με την παράθεση των λαογραφικών στοιχείων δημιουργεί την ψευδαίσθηση της ηθογραφίας. Στην «Κυράνω» όμως έχουμε ισχυρή υποκειμενικότητα, στοιχείο ξένο προς το ηθογραφικό είδος, στο οποίο οι χαρακτήρες χρησιμο­ ποιούνται προσχηματικά για να περιγράφει ο συγγραφέας την α­ γροτική και ποιμενική ζωή· αλλά και ο υπότιτλος του εσώφυλλου «Μνήμη της μητέρας μου», παραπέμπει στο χώρο της βιογραφίας. Το είδος όμως αυτό διαφέρει από το μυθιστόρημα, γιατί αναφέρεται στην ιδιάζουσα περίπτωση του ενός ανθρώπου, που κατόρθωσε να διακριθεί και να ξεχωρίσει από τη μάζα. ντίθετα στη λογοτεχνία δεν είναι η ξεχωριστή περίπτωση που ενδιαφέρει, αλλά το ξεπέρασμα της ατομικότητας και η αναγωγή σε πανανθρώπινες μορφές. Η αφήγηση του βιβλίου σε τρίτο πρόσωπο διανθίζεται από τις ευαίσθητες παρεμβολές της συγγραφέως, που θυμίζουν μουσικά ιντερμέδια σ’ ένα θεατρικό έρ­ γο. «Θέλω να μιλήσω για τη μάνα μου με τη γλώσσα που της ται­ ριάζει», λέει κάπου προεξαγγελτικά, φανερώνοντας την αδιάκοπη έγνοια της να υποτάξει το πολύμορφο γλωσσικό υλικό που κατέχει στο νόημα της τέχνης. Αν η μνήμη είναι ένα από τα βασικά εργαλεία ενός συγγραφέα, τότε θα μπορούσε να ειπωθεί, ότι η Βασιλική Παπαγιάννη χρησι­ μοποιώντας τη μνήμη και τη λογοτεχνία, απομαγνητοφώνησε την ψυχή της μητέρας της και δημιούργησε ένα γλωσσικό μνημείο ά­ πεφθου λαϊκού λόγου, δουλεμένου με τελειοθηρία και βαθιά αίσθη­ ση των ρυθμών της νεοελληνικής γλώσσας. Είναι φανερό ότι το υ­ λικό που μεταχειρίζεται η συγγραφέας, δεν είναι το απρόσωπο γλωσσικό ιδίωμα των μεγάλων αστικών κέντρων με τα συχνά δά­ νεια της καθαρεύουσας, αλλά ο λεκτικός απόηχος του δημοτικού τραγουδιού, όπως διασώζεται στα χείλη των Ελλήνων της υπαί­ θρου. Η τέχνη της Β. Παπαγιάννη, που έχει εκδώσει παλαιρτερα συλλογές διηγημάτων, έδωσε μια ακόμη ηρωίδα στη σύγχρονη ελ­ ληνική πεζογραφία. Η «Κυράνω» είναι το πρώτο της μυθιστόρημα. Γύρω από το πρόσωπό της κινούνται περιστροφικά εβδομήντα πε­ ρίπου χρόνια πολύπαθου νεοελληνικού βίου. Κι αυτή η οδυνηρή διαδρομή της Ελληνίδας γυναίκας στα μονοπάτια της νεότερης ι­ στορικής μας ενδοχώρας, δικαιολογεί τον αρχικό χαρακτηρισμό του έργου, ως μικρογραφία του «μυθιστορήματος-ποταμός» ενώ συγχρόνως του εξασφαλίζει μια αξιόλογη θέση στην περιοχή της γυναικείας λογοτεχνίας. ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Α


134/επιλογη

τερπνό για την αφέλεια και ωφέλιμο για τη σοφία του VTA

Ε.Α. ΑΜΠΟΤ: Επίπεδος κόσμος [ένα πολυδιάστατο αφήγημα]. Αθήνα, Δ ε λ φ ί ν ι, 1991. Σελ. 175.

ο «πολυδιάστατο αφήγημα» του Έντουιν Άμποτ Άμποτ, γραμμένο πριν από περισσότερο από έναν αιώνα, είναι ένα εκ­ Τ πληκτικό πολλαπλών χρήσεων γραπτό για τον σημερινό αναγνώ­ στη. Η υπόθεση είναι απλή και αλλόκοτη: ένα τετράγωνο (με αυτό το ψευδώνυμο - δηλ. square - δημοσίευσε ο συγγραφέας το βι­ βλίο του) περιγράφει τη χώρα του, τον επίπεδο κόσμο στον οποίον ζει, εργάζεται, χαίρεται τα εγγόνια του κ.λπ. και διηγείται τις ε­ μπειρίες του από τους «άλλους κόσμους» που επισκέφθηκε στον ύπνο του (όπως τη χώρα-γραμμή ή τη χώρα-σημείο) ή στον ξύπνιο του, στο εξωφρενικό του ταξίδι στη χώρα των τριών διαστάσεων παρέα με μια σφαίρα. Η ίδια η δομή του γραπτού του Άμποτ και το στυλ του παραπέ­ μπει στο μοντέρνο ύφος. Τα επίπεδα της ανάγνωσης είναι και αυτά πλέον του ενός. Μια πρώτη, άμεση και ευχάριστη πρόσκτηση του αφηγήματος το κατατάσσει στο είδος του ευθυμογραφήματος και μάλιστα του ιδιαίτερα πνευματώδους ευθυμογραφήματος. Χιού­ μορ των ημερών μας, σοφιστικέ, χωρίς όμως παρεκτροπές σε ε­ γκεφαλικές λύσεις, λόγος με υπονοούμενα και σιωπές που προκαλούν αβίαστο γέλιο διαπερνούν τη βάση της αφήγησης και της δί­ νουν τον χαρακτήρα ενός πνευματικού παιχνιδιού γεμάτου αφέ­ λεια και φρεσκάδα. να δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, που φαίνεται να είναι το κύ­ ριο, έχει να κάνει με την πλοκή του αφηγήματος. Εδώ υπάρ­ Ε χουν στοιχεία επιστημονικής φαντασίας αναμφισβήτητα: η ίδια η χώρα του αφηγητή, το επίπεδο, και οι παρατηρήσεις του για τον μυστήριο τρόπο με τον οποίο φωτίζεται ομοιόμορφα αλλά και α­ προσδιόριστα, παραπέμπει κατευθείαν στις σημερινές προσλαμβάνουσες εικόνες μας του ηλεκτρονικού υπολογιστή ή ακόμα και των δημοφιλών στους έφηβους UFO (π.χ. θυμίζει πολύ τον Packman ακόμα και στους τρόπους μετακίνησης και σύγκρουσης των κατοίκων της Επίπεδης χώρας). Το αφήγημα του Άμποτ, ω­ στόσο, δεν έχει συνολικά σχέση με το είδος της επιστημονικής φαντασίας. Στην επιστημονική φαντασία η «επιστήμη» έχει μια αυτοτελή δύναμη και αποτελεί όχι απλώς μέσον, αλλά και στόχο της αφήγη­ σης. Στον Επίπεδο κόσμο η επιστήμη, δηλ. η γεωμετρία και η στε­ ρεομετρία, αποτελούν εκτός από μέσα ενός πνευματικού παιχνι­ διού, όπως σημειώθηκε και παραπάνω, και προφάσεις για την ά­ σκηση αδυσώπητης κριτικής στην ιεραρχημένη, ταξική κοινωνία της βικτωριανής Αγγλίας όπου ζούσε ο συγγραφέας. Οι περιγρα­ φές για τη θέση των γυναικών, την επανάσταση και την κατάπνιξή της, τις νοοτροπίες της κάστας, τη μυθολογία της κοινωνικής ανέ­ λιξης κ.λπ. είναι χαρακτηριστικές. Το αφήγημα παραπέμπει σα­ φώς στην αλληγορία, σε μια αλληγορία κριτική, σαρκαστική και σαφώς ριζοσπαστική.

πεζό

"«V.a


επιλογη/135 υτή η ριζοσπαστικότητα εισάγει και στο τρίτο επίπεδο της α­ νάγνωσης. Ο μεταφραστής στην επιμελημένη εισαγωγή του μας πληροφορεί ότι όταν ο Άμποτ έγραφε τον Επίπεδο Κόσμο του η θεωρία του Αϊνστάιν δεν είχε ακόμα διατυπωθεί και η έννοια της σχετικότητας ήταν ακόμα άγνωστη. Ο Άμποτ, λοιπόν, με το αλληγορικό του παιχνίδι εξήγαγε ένα μείζον φιλοσοφικό συμπέρα­ σμα: ότι τα όρια αυτού του κόσμου είναι προς υπέρβασιν, όπως και τα όρια του κάθε καινούριου κόσμου. Η λογική επανάσταση του τετραγώνου που επιζητά μετά την ανακάλυψη του κόσμου των τριών διαστάσεων την τέταρτη, την πέμπτη κ.λπ. διάσταση είναι χαρακτηριστική. Όπω ς και χαρακτηριστική η αδυναμία του να μεταδώσει αυτές τις εμπειρίες στην κοινωνία του, τη δυσκίνητη, περιορισμένη, ταϊσμένη με βεβαιότητες κοινή γνώμη της εποχής του... Το αφήγημα του Ε.Α. Άμποτ είναι τερπνό γιατί είναι γεμάτο α­ φέλεια και ωφέλιμο γιατί είναι γεμάτο σοφία με τέτοιο αξεδιάλυτο τρόπο ώστε να προκαλεί την απόλαυση του αναγνώστη σε κάθε του σελίδα, από την πρώτη ως την τελευταία...

Α

ΒΑΣΙΑΣ ΤΣΟΚΟΠΟΥΛΟΣ

η αφύπνιση του θεϊκού εαυτού ΓΤΛ

ΕΡΣΗΛΑΓΚΕ: α) Λ ίγο πριν το 2.000. Αθήνα, Θ έμ a , 1991. Σελ. 136. β) Ινδία με τους Γιόγκι. Αθήνα, Γκοβόστης, 1991. Σελ. 227

Έρση Λάγκε θα μπορούσε να καυχηθεί ότι το 1991 ήταν η χρονιά των μεγάλων επιτεύξεών της. Η πνευματική ενόραση, η πλούσια γλώσσα, η ευστροφία και η ποικιλία της γραφής τονι­ σμένη με το ανεξάντλητο νεύρο που τη χαρακτηρίζει, κυριαρχεί στα δύο έργα που πρόσθεσε στα Ελληνικά Γράμματα τη χρονιά που μόλις πέρασε. Ένα μυθιστόρημα κι ένα ταξιδιωτικό, τα δύο πρόσφατό της έρ­ γα, τα οποία αν και φαίνονται τόσο διαφορετικά σε μορφή, ο ανα­ γνώστης θα εκπλαγεί εμπρός στη συγγένεια και αλληλεπίδρασή τους. Το ένα συμπληρώνει το άλλο, ή μάλλον το ένα απαντάει στο άλλο. Στο μυθιστόρημά της υπάρχει ένα κατεπείγον θέμα. Σαν να τίθε­ ται μια προσωπική κατάσταση του αναγνώστη, μια ερώτηση που ο ίδιος θέτει στον εαυτό του, και η απάντηση, η λύση του υποτιθέ­ μενου προβλήματος βρίσκεται στο επόμενό της έργο, το Ταξι­ διωτικό.

Η

Μυθιστόρημα με τίτλο Λίγο πριν το 2.000 έχει θέμα πολυειΗ ζήλεια της απατημένης συζύγου. Στα έμπειρα Τ οπωμένο. χέρια της συγγραφέως η ζήλεια αυτή αποκτά τέτοια διάσταση που μεταβάλλεται σε απύθμενη πηγή κακού. Απ’ την ψυχή απλώνεται στη μνήμη που ανατρέχει πίσω στην ιστορία, στην αναζήτηση του καλού, ψηλαφίζει το πνεύμα σε ατέλειωτες φιλοσοφικές συζητή­ σεις με όλα να καταλήγουν στην αναγνώριση αυτής της κατάστα­ σης. Το κακό στο βαθμό του διαβολικού κυριαρχεί σε όλη την πό­ λη. «Στρατιές του σκοταδιού» παντού, όπως τις κατονομάζει. «Υ­ πάρχει μια ουσία κατάμαυρη πάνω απ’ την Αθήνα, δε μιλώ για το

πεζό η αφί ια


136/επιλογη νέφος. Το βάραθρο εννοώ» (σελ. 76). Το τελικό συμπέρασμα της συμφοράς, της φρίκης και του τρόμου υποδεικνύει στα σημάδια του τέλους. «Η ανθρωπότητα πατάει και με τα δυο πόδια στο χάος, με τα μισά δάκτυλα πάν’ απ’ το τίποτα ήδη. Δε μας μένει καιρός ούτε για πίσω» και συνεχίζει «... δεν υπάρχει καιρός για τίποτα πλέον. Η ώρα μετρήθηκε κι ο Χρόνος έχει σταθεί...» (σελ. 99) Το κακό συγκεκριμενοποιείται με πυρηνικό ατύχημα, μια επα­ ναλαμβανόμενη αναφορά στον τεράστιο κίνδυνο που εγκυμονούν τα πυρηνικά, όπως μας το παρουσίασε στο καταπληκτικό της μυ­ θιστόρημα Αδελφέ μου Κάϊν; Η θυσία των ανθρώπων να σώσουν την Πόλη ενώ καταδύονται στα νερά, σαν βάφτιση και άφεση α­ μαρτιών, καταλήγει σε μια διφορούμενη ιδέα. Η νοσοκόμα αναγ­ γέλλει «Οι ήρωες πεθαίνουν...» και ο γιατρός την καθησυχάζει «Θα τους γίνει παλλαϊκή κηδεία...» (130)

Μ

έσα σ’ αυτό το αδιέξοδο του Κακού, του χάους και του επι­ κείμενου τέλους υπάρχει η αναζήτηση στη φιλοσοφία, στη θρησκεία. Η φιγούρα του Ιησού προκαλεί ρίγη ερωτικού πάθους, ενώ ο ε­ γκέφαλος ανασκαλεύει τις φιγούρες του Πλάτωνα και του Βούδα. «... ο υπέρτατος σκοπός ύπαρξης είν’ η αφύπνιση του θεϊκού α­ τόμου μέσα μας. Μόνον έτσι βοηθάμε το συνάνθρωπό μας.» (σελ. 113) Αυτή η αναζήτηση, αυτή η αφύπνιση του θεϊκού επιτυγχάνεται στο μεγάλο άλμα που επιχειρεί η συγγραφέας. Από το μυθιστόρη­ μά της, από την κατάσταση του χάους, πηδάει στο επόμενο έργο της: το ταξιδιωτικό Ινδία με τους Γιόγκι.

ο έργο φαντάζει σαν ένα ρεαλιστικό ταξιδιωτικό έργο, αλλά όσο ο αναγνώστης προχωρεί στη γλώσσα και στο περιεχόμενό του το απολαμβάνει πότε ως ένα μυθιστόρημα εξωτικό και πότε ως ένα φιλοσοφικό μελέτημα της σωτηρίας του ανθρώπου, αυτής της αφύπνισης του θεϊκού μέσα στο άτομο. Είναι ένα ταξίδι στο κόσμο της ψυχής και του πνεύματος. Η ψυχή στην αναζήτησή της περνάει από τις τέσσερις θρησκείες της Ανατολής και το πνεύμα με τις αναφορές στις σκέψεις αυτών των θρησκειών και φιλοσοφιών που αποδίδονται με σαφήνεια, με συνέπεια, με συντομία και με αναφορές στην Δυτική σκέψη και θρησκεία, προσκαλούν τον αναγνώστη στον κόσμο της φιλοσο­ φίας - σε απλή κατανοητή γραφή - σαν μία απάντηση του χάους που βρίσκει τον εαυτό του σήμερα. Το έργο ως ταξιδιωτικό στη χώρα της Ινδίας δεν παραμελεί να περιγράφει την ίδια τη χώρα. Διάχυτες οι σκηνές των ανθρώπων στους δρόμους αυτής της πάμφτωχης χώρας. Οι κάστες, οι ενδυμασίες, οι αγορές και οι δρόμοι... με τις χιλιά­ δες των ανθρώπων όλες εκεί με ύφος γραφής πότε αφάνταστα ποι­ ητικό και τρυφερό πότε πάλι σκληρό, ρεαλιστικό, ακόμα και χυ­ δαίο όταν η περίπτωση το απαιτεί. Το έργο πάλλεται ανάμεσα στη σύλληψη της απώτερης σκέψης και της σωματικής κατάστασης. Μια τραμπάλα πνεύματος και ύ­ λης. Ολοκληρωμένο έργο. Εμπνευσμένο και τέλεια αποδοσμένο. Πλούσια η γλώσσα της, πλούσια και η διακόσμηση των εκδόσεων Γκοβόστη συμπληρώνουν την απόλαυση της ανάγνωσης του έργου. ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΛΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ

Τ


επιλογη/137

"λεπτές μεταξωτές κλωστές55 Γ τ -y ΛΟ ΥΙΤΖΙΜ ΑΛ ΕΡΜ Π Α : Το υγρό πυρ. Μετάφραση: Αένα Ταχμαζί<5ου. Αθήνα, Ν ε φ έ λ η , 1991.

ι άνομοι έρωτες μιας (ραδιούργας) βασίλισσας γίνονται αιτία για τη συγγραφή μιας ακόμη ιστορίας με θέμα ένα κλεμμένο γράμμα. Πρόκειται για την Αυτοκράτειρα του Βυζαντίου Θεοφανώ, και συγγραφέας δεν είναι ο Έντγκαρ Ά λαν Πόε, αλλά ο Λουίτζι Μαλέρμπα. Δεν είναι όμως μόνο το Κλεμμένο Γράμμα που βρίσκεται πίσω από το Υγρό Πυρ. Είναι και Το Όνομα του Ρόδου, το μυθιστόρημα που αναφέρεται σ’ ένα κλεμμένο βιβλίο και ο θά­ νατος είναι το τίμημα της ανάγνωσής του. Και στο Υγρό πυρ, όπως και στο Όνομα του Ρόδου, ο θάνατος καραδοκεί στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του Ιερού Παλατιού στην Κωνσταντινούπολη, για όποιον ηθελημένα ή μη διαβάσει την κλεμμένη περγαμηνή με τον χημικό τύπο του ισχυρότερου μυστι­ κού όπλου του Βυζαντίου, του υγρού πυρός. Ο θάνατος όμως περι­ μένει κι όσους από αμέλεια τη χάσουν εκ νέου, καθώς και όλους όσους βαρύνουν οι υποψίες για κατοχή της. Η μυστική περγαμηνή φυλάσσεται σ’ ένα υπόγειο εργαστήριο ό­ που εργάζονται πρώην θανατοποινίτες με κομμένη γλώσσα και τρυπημένα τα τύμπανα των αυτιών. Δύο σήραγγες, μια κάθετη και μια οριζόντια, επιτρέπουν η μία τον ανεφοδιασμό και η άλλη την έξοδο του τελικού προϊόντος. Κι όμως, ο κλέφτης γλιστρά στο θω­ ρακισμένο αυτό εργαστήρι για να κλέψει την περγαμηνή αφού σκοτώσει τον Πρωτομάστορα, χάριν της ερωμένης του μοιχαλί­ δας Αυτοκράτειρας, η οποία σύντομα θα φροντίσει ν’ απαλλαγεί από την παρουσία του.

Ο

ντίθετα από τη βασίλισσα του Κλεμμένου Γράμματος, που α­ γωνίζεται να πάρει πίσω την επιστολή του αγαπημένου της, η Αυτοκράτειρα Θεοφανώ στέλνει την κλεμμένη περγαμηνή σ’ ό­ λους όσους θεωρεί πιθανά εμπόδια στις φιλοδοξίες και τους έρω­ τές της, που λαβαίνουν χώρα πίσω από την πλάτη ενός αγνού πο­ λεμιστή και πιστού στις επιταγές της θρησκείας Αυτοκράτορα. Ε­ νός γενναίου άνδρα που όμως - κατά το πρότυπο κάποιου Σεβερέν στην Αφροδίτη με τη γούνα του Λεοπόλδου φον Ζάχερ Μαζώχ - γίνεται υποχείριο της συζύγου του. Αν θέλαμε να επαναλάβουμε το ψυχαναλυτικό εγχείρημα του J. Lacan ή την αποδομητική προσπάθεια του J. Derrida στο «Κλεμμέ­ νο Γράμμα»,1 θα μπορούσαμε να επιμείνουμε στη σχέση της κα­ πνοδόχου στο έργο του Πόε με την κάθετη σήραγγα από την οποία εισχωρεί ο κλέφτης της περγαμηνής. Αν η καπνοδόχος είναι μια υ­ ποθετική μήτρα, γονιμοποιημένη από το γράμμα, τότε ο Κωνστάντιος Συριάτος είναι το κύημά της σ’ έναν άλλο χρόνο (συγγραφής αλλά και αναφοράς). Το ομοφυλόφιλο παρελθόν του και η νεοαποκτηθείσα ετεροφυλοφιλία του, που παρουσιάζονται στο έργο ως οι καθοριστικές στιγμές ή στάδια της ωρίμανσής του, είναι δυνατό να θεωρηθούν ως πέρασμα από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, από την εμβρυακή κατάσταση στη γέννηση, που αναπόφευκτα θα οδη­ γήσει εκ νέου στο αντίστροφο πέρασμα από την ύπαρξη στην ανυ­ παρξία, με τη δολοφονία του Κωνστάντιου Συριάτου.

Α

πεζό


138/εττιλογη αράλληλα, οι κλειστές και σφραγισμένες με τις σφραγίδες του αυτοκράτορα είσοδοι και ο ακρωτηριασμένος Πρωτομά­ στορας Λεόντιος Εμμανουήλ (έχασε το χέρι του στα δεκαέξι του χρόνια, έγινε ευνούχος - «ένας ακόμη ακρωτηριασμός και ένας επιπλέον πόνος» - για να μπει στο Φαρμακείο- ένα Φαρμακείο ό­ που τα φάρμακα, τα αρώματα και τα δηλητήρια του παίζουν ένα περίπλοκο παιχνίδι που τον οδηγεί στη θανατική καταδίκη και το εργαστήριο του υγρού πυρός), θυμίζουν αναμφίβολα το σφραγισμέ­ νο δωμάτιο με την επιγραφή Hie sunt leones και τον τυφλό κάτοικό του Χόρχε που φυλά ζηλόφθονα το βιβλίο εκείνο που δηλητηριάζει την ψυχή και το σώμα των αναγνωστών του. Δεν θα επιμείνουμε άλλο στην αναζήτηση των ομοιοτήτων ανά­ μεσα στα τρία έργα. Θα αρκεστούμε να τονίσουμε συμπερασματι­ κά ότι το βιβλίο του Μαλέρμπα μας προσφέρει ένα ακόμη ερμηνευ­ τικό κλειδί για να ξαναδιαβάσουμε το Ονομα του Ρόδου ως έργο μεταληπτικό του Κλεμμένου Γράμματος του Πόε και όλης της σχετικής φιλολογίας. Το Υγρό Πυρ όμως δεν αρκείται στη μετάλη­ ψη παλαιότερων έργων. Αντίθετα, δείχνει τη μετάληψη που είναι, ως μια συνειδητή επιλογή του συγγραφέα, επιβάλλοντάς μας να το αντιμετωπίσουμε όχι μόνο σαν ένα ιστορικό αφήγημα αλλά σαν ι­ στοριογραφική μετα-αφήγηση (historiographic metafiction), ως μέ­ ρος δηλαδή της χαρακτηριστικά μεταμοντέρνας λογοτεχνίας.2 Την επιλογή της ιστοριογραφικής μετα-αφήγησης δείχνει ένα παράξενο εμβόλιμο κεφάλαιο,3 όπου ένας ευνούχος πληροφορεί τον αδελφό τού Αυτοκράτορα, τον οποίο κρύβει από τους ανθρώ­ πους της βασίλισσας, ότι συγγράφει την ιστορία του παρόντος4 τους. «Μα δεν είναι ακόμη ιστορία», διαμαρτύρεται ο συνομιλητής του. Παρόν, και το άμεσο παρελθόν, είναι μια σειρά γεγονότων χωρίς ειρμό, χωρίς το ίχνος μιας βούλησης με ταξινομητική ισχύ. Ό χι σειρά, αλλά συνονθύλευμα. Πώς είναι δυνατόν από την ατα­ ξία του παρόντος ν’ αποκατασταθεί μια ισχυρή λογικά τάξη, μια ιστορία;

Π

απάντηση του ευνούχου Λίππα είναι αφοπλιστική: η ζωή, τα γεγονότα, οι προσδοκίες των πρωταγωνιστών, δευτεραγωνι­ στών και κομπάρσων των παλατιανών δολοπλοκιών, είναι λιγότε­ ρο αληθινά από τη γραφή, την καταγραφή τους. «Αυτά που συμ­ βαίνουν είναι απλώς η αφορμή για τη συγγραφή, αφού δεν είναι α­ ληθινά. Η αλήθεια βρίσκεται στην πένα μου και στις λέξεις που γράφω εγώ σ’ αυτές τις περγαμηνές». Η γραφή προηγείται οντολο­ γικά της ζωής κα η προτεραιότητα αυτή επιτρέπει τη συγγραφή του έργου του Μαλέρμπα ως επανάληψη της γραφής του Λίππα μάλ­ λον, παρά ως αντικατοπτρισμό της ζωής και των πράξεων των η­ ρώων. Το κριτήριο του ευνούχου που δίνει στη γραφή προτεραιότη­ τα έναντι της αλήθειας, που ισχυρίζεται ότι η γραφή είναι αληθινό­ τερη από την αλήθεια - όπως είναι και ζωντανότερη από τη ζωή - επιτρέπει στον Μαλέρμπα ν’ αδιαφορήσει για την Ιστορία και να επιλέξει την ανα-συγγραφή μιας τυπικά υποκειμενικής ιστο­ ρίας, μιας υποκειμενικής αλήθειας, αυτής του γραφέα. Η παρουσία των ανθρώπων στο χρόνο είναι ένα σημάδι που σβή­ νει με το χρόνο, ενώ η γραφή είναι ανεξίτηλη: «Κάποιος θα διαβά­ σει αυτή την ιστορία, δεν έχει σημασία πότε. Οι γραπτές ιστορίες, αντίθετα από τα γεγονότα της ζωής που εσείς ονομάζετε πραγματι­ κότητα, επιζούν από τις κοσμοχαλασιές χωρίς να σβήνονται ποτέ, μπορούν να αντιμετωπίσουν χωρίς απώλειες ακόμη και τον Φονι­ κό Άνεμο που σας έκανε να τρέμετε κατά τη διάρκεια του ταξι­ διού σας προς ένα ανύπαρκτο μοναστήρι. Μπορεί να κλέψουν τις γραπτές ιστορίες, να τις υπεξαιρέσουν, να τις διαστρεβλώσουν, να

Η

- Δ . ΚΑΤΣΟΥΛΗ: Το­ πική Αυτοδιοίκηση. Ο­ δηγός Μελέτης. Αθήνα - Κομοτηνή, Αντ. Σάκκουλα, 1990. Σελ. 131. Ένα από τα προβλήματα εναρμό­ νισης της Ελλάδας με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη εν όψει της ενο­ ποίησης της Ευρώπης είναι η ανα­ γκαιότητα μεταρρύθμισης της Διοί­ κησής της. Ο οδηγός μελέτης για την Τοπική Αυτοδιοίκηση που έ­ γραψαν οι Γιώργος Παπαδημητρίου και Δημ. Κατσοΰλης αποτελεί ευχάριστη διαπίστωση, για τον γό­ νιμο επιστημονικό προβληματισμό που φαίνεται ότι άρχισε να δια­ γράφεται. Ο αναγνώστης του οδηγού μελέ­ της προσανατολίζεται προς έναν ε­ πιστημονικό διάλογο με δυο στόχους: α) να αποτυπώσει τη στάθμη των επιστημονικών αναζητήσεων στην εξεταζόμενη περιοχή και β) να παρουσιάσει ένα χρηστικό «εργαλείο δουλειάς» σε όσους ασχο­ λούνται με τη διδασκαλία, την έρευ­ να και τη λειτουργία στην πράξη ε­ νός σημαντικού για το δημοκρατικό πολίτευμα θεσμού, συμβάλλοντας έτσι όχι μόνο στην κατάκτηση αλλά και στην, παραγωγή της επιστημο-


επιλογη/139 τις ξαναδιηγηθούν ή να τις ξαναγράψουν με άλλες λέξεις και σε άλλες γλώσσες κι έτσι να ξεπεράσουν το διάβα των αιώνων, ενώ τα γεγονότα της ζωής εξαντλούνται και εξαφανίζονται για πάντα μόλις συμβούν». γραφή, μας το έχει πει ο Harold Bloom, είναι μια μάχη ενά­ ντια στο χρόνο κι ένα ψέμα ενάντια στη χρονικότητα.5 Η νί­ κη του συγγραφέα τον διασώζει όχι ως όνομα αλλά ως συγγραφέα μέσα σε αλλότριες γραφές, σε υπεξαιρέσεις και παρατυπώσεις της (συγ)γραφής του. Ο δημιουργός αγωνίζεται για την τελική επικρά­ τηση του συγγραφικού του ονόματος, του ίχνους της παρουσίας του στη γραφή, κι όχι του ονόματός του ως ατόμου (του πολιτικού, ληξιαρχικού, καταλογογραφημένου και ταξινομημένου ονόματός του6): «Δεν πέφτω στο αμάρτημα της υπεροψίας. Άλλωστε είναι αλήθεια πως δεν έβαλα τ’ όνομά μου σ’ αυτές τις σελίδες και δεν έδωσα τίτλο στο γραπτό μου έργο. Ό πω ς βλέπετε, προτιμώ να κρύβομαι μέσα στις σελίδες παρά να επιδεικνύομαι ως συγ­ γραφέας». Τι είναι όμως αυτό που επιτρέπει την εμφάνιση της γραφής, τόσο του Λίππα όσο και του Μαλέρμπα; Τη φλυαρία της γραφής δια­ σφαλίζει μια εναρκτήρια σιωπή. Ο Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρο­ γέννητος προσπαθεί να διορθώσει την ακουστική της Αίθουσας του Τρίκλινου, «χώρου επιλεγμένου για τα μεγαλοπρεπή συμπόσια που παρέθετε επ’ ευκαιρία των επισκέψεων διακεκριμένων φιλοξενουμένων». Η κακή ακουστική, που μετέτρεπε τον έναρθρο λόγο σ’ έναν «ανεμοστρόβιλο φρικτών μουγκρητών», εξόργιζε τους φι­ λοξενούμενους που άκουγαν «τις ίδιες τους τις φωνές ν’ αντηχούν μέσα στην αίθουσα παραμορφωμένες σε ήχους γκροτέσκους, λες και κάποιος μοχθηρός γελωτοποιός κρυμμένος πίσω από τις κολώνες τούς κορόιδευε παρωδώντας τη συζήτησή τους». Το πρόβλημα της συνήχησης και της αντήχησης, της σύγχυσης δηλαδή των φωνών που μετέτρεπε το Χρυσοτρίκλινο σε Πύργο της Βαβέλ, κλήθηκαν να λύσουν δύο Πέρσες, ένας αρχιτέκτονας κι έ­ νας μαθηματικός. Αυτοί στήνουν ξόβεργα στους διαχεόμενους ή­ χους, απλώνουν λεπτότατες μεταξωτές κλωστές σαν αόρατο ιστό αράχνης ανάμεσα στις κολώνες και συνιστούν ν’ αφήνουν έστω μία πεταλούδα (όχι όμως περισσότερες από δώδεκα) να πετούν στην αίθουσα για να βελτιώσουν ακόμη περισσότερο την ακουστι­ κή της.

Η

’ αυτό τον τρόπο η φωνή ξαναγίνεται φωνή, ενδύεται εκ νέου το νόημα και τη βούληση του ομιλητή. Η σιωπή επιτρέπει τη διάκριση της φωνής μέσα στη δίνη του χρόνου, τον ανεμοστρό­ βιλο του παρελθόντος και - συνεπώς - την έναρξη της γραφής. Το βιβλίο τελειώνει πάλι στην αίθουσα του Τρίκλινου, όπου ό­ μως «ένα άγνωστο χέρι είχε σπάσει τις λεπτές μεταξωτές κλωστές που είχαν διορθώσει την ακουστική. Ο Τσιμισκής εκφώνησε το λό­ γο του χωρίς να δείξει σημάδια εκνευρισμού, παρά το ανακάτωμα των λέξεων που εξοστρακίζονταν στις κολώνες και τους μαρμάρι­ νους τοίχους και σκορπίζονταν μέσα στην Αίθουσα, μεταμορφω­ μένες σε τερατώδεις ήχους. Συνόδεψε μάλιστα με κάποιες έντονες κινήσεις του χεριού τις κορυφαίες στιγμές της μάταιης εκείνης α­ γόρευσης που διέκοπταν η ηχώ και οι αντηχήσεις. Οι άντρες της Αυλής και οι Πατρικίες του Γυναικωνίτη, ύστερα από τις πρώτες στιγμές αναστάτωσης, παρακολούθησαν το λόγο με ζωηρή προσοχή και ευλαβή σιγή, χωρίς ωστόσο να καταλάβουν τίποτε». Το νόημα εκλείπει όταν σταματά η γραφή. Το τέλος της σημαί-

Μ

νικής γνώσης σε ένα χώρο όπου ά­ μεσα βιώνεται η δημοκρατία. Το βιβλίο χωρίζεται σε δυο ενότη­ τες. Η πρώτη περιλαμβάνει σύντο­ μα εισαγωγικά κείμενα με τις κυριότερες ελληνικές και διεθνείς νομοθε­ τικές πηγές όπως, ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας, ο Δη­ μοτικός και Κοινοτικός Κώδικας και το νομικό πλαίσιο της δευτεροβάθ­ μιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης με το νόμο 1622/1986 όπως τροποποιή­ θηκε από τις διατάξεις του νόμου 1878/1990. Στη δεύτερη ενότητα παρουσιά­ ζεται όλη η σχετική ιστορική και σύγχρονη ελληνική βιβλιογραφία κι επιχειρείται να καταγραφούν τα α­ ξιόλογα αυτοτελή και μη, δημοσιεύ­ ματα που πραγματεύονται όλες τις πτυχές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Το βιβλίο των Γ. Παπαδημητρίου και Δ. Κατσούλη συνθέτει τις κατευ­ θυντήριες γραμμές όχι μόνο για την κατάκτηση αλλά και την παραγωγή της επιστημονικής γνώσης σε ένα χώρο όπου βιώνεται άμεσα η δημο­ κρατία. Προσφέρει την πληροφόρηση και τη γνώση σχετικά με τη λειτουργία και τους σκοπούς των τοπικών θε­ σμών. Στοιχεία, που όπως τονίζει κι ο Ronald Meinardus του Ιδρύματος Friedrich Naumann (με τη συνεργα­ σία του οποίου κυκλοφόρησε το βι­ βλίο) στον πρόλογό του, αποτε­ λούν απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσει ο πολίτης να συμμετάσχει ενεργά στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ


140/επιλογη νει την έναρξη του θορύβου, τη ματαιότητα της ιστορικής κίνησης, της πραγματικότητας χωρίς αντίκρυσμα που βουλιάζει - άγραφη - στην υποτιθέμενη αλήθεια της. Η γραφή, το έργο τέχνης, είναι μια λεπτή μεταξωτή κλωστή α­ νάμεσα σε δύο κολώνες που επιτρέπει την ανάδυση του νοήματος και υφαίνει το μανδύα της μόνης δυνατής αλήθειας: του υποκειμε­ νικού ψεύδους έναντι του χρόνου. ΓΙΑΝΝΗΣ Π. ΣΚΑΡΠΕΛΟΣ

Σημειώσεις 1. Βλ. Jacques Lacan, Ecrits (Paris: Seuil, 1966). Βλ. επίσης Jacques Derrida, «Le facteur de la verite» εις The Post Card. From Socrates to Freud and Beyond, μετ. Alan Bass (Chicago: The University of Chicago Press, 1987), και Barbara Johnson, «To πλαίσιο αναφοράς: Πόε, Λακάν, Ντεριντά», μετ. Λένα Κασίμη, εις Βασίλη Καλλιπολίτη (επιμ.), Λογοτεχνία και Ψυχανάλυση (Αθήνα: Εξάντας, 1990). 2. Για την έννοια της ιστοριογραφικής μετα-αφήγησης βλ. Linda Hutcheon, A Poetics of Postmodernism. History, theory, fiction (New York and London: Routledge, 1988). 3. Κεφ. 26, σελ. 226-232. 4. Βλ. Michel Foucault, Η αρχαιολογία της γνώσης, μετ. Κ. Παπαγιώργη (Αθήνα: Ε­ ξάντας, 1987). 5. Βλ. Harold Bloom, The Breaking of the Vessels, (Chicago: The University of Chicago Press, 1982). 6. «Μη με ρωτάτε ποιος είμαι και μη μου λέτε να παραμείνω ο ίδιος: αυτή είναι μια ληξιαρχική ηθική· διέπει τα δημόσια έγγραφά μας. Ας μας αφήνει τουλάχιστον ε­ λεύθερους όταν γράφουμε», Michel Foucault, όπ.π., σελ. 31.

αναζήτηση δια πυράς και σιδήρου... W \

ΤΖΟΝ ΜΠΑΝΒΙΛ: Μεφίστο. Μετάφραση: Ελένη Αντωνιάδη. Αθήνα, Ε σ τ ία , 1991. Σελ. 228.

Τζον Μπάνβιλ είναι Ιρλανδός. Πρωτοέκανε την εμφάνισή του στη λογοτεχνία το 1970, σε ηλικία 25 ετών, και από τα πρώτα του μυθιστορήματα έκανε αίσθηση στα Ιρλανδέζικα και Βρετανι­ κά γράμματα. Έχει γράψει αρκετά μυθιστορήματα και έχει πάρει πολλά λογοτεχνικά βραβεία, αλλά έγινε ιδιαίτερα γνωστός στο ευ­ ρύ κοινό από τα δυο ιστορικά μυθιστορήματα του Dr Copernicus. (Δρ Κοπέρνικος) και Kepler (Κέπλερ), με τα οποία διερευνά τη γέν­ νηση της σύγχρονης επιστήμης κατά την τελευταία περίοδο της Α­ ναγέννησης προσπαθώντας να προσδιορίσει τη σχέση της επιστη­ μονικής διανόησης με τη δημιουργική φαντασία. Πριν από τρία χρόνια, εθεωρείτο ο επικρατέστερος υποψήφιος για το σημα­ ντικότερο βραβείο της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, το Booker Prize, με το έργο του The Book o f Evidence (To βιβλίο της μαρτυ­ ρίας) που τελικά όμως έχασε από τον Κάζουο Ισιγκούρο.

Ο

ο Μεφίστο, που ο τίτλος του μας παραπέμπει σε ένα από τα προσφιλέστερα θέματα του Μεσαίωνα, δεν ανήκει στην κατη­ γορία των ιστορικών μυθιστορημάτων του Μπάνβιλ. Με αφορμή την ιστορία του «Δρ Φάουστους» (κατά Μάρλοου) ή του «Φάουστ» (κατά Γκαίτε), ο Μπάνβιλ γράφει μια σύγχρονη ιστορία ε­ σωτερικής αναζήτησης.

Τ

πεζό


επιλογη/141 Η ιστορία του Φάουστ ήταν τόσο διαδεδομένη κατά τον Με­ σαίωνα που ανάμεσα στα άλλα βιβλία φολκλορικών ιστοριών κυ­ κλοφορούσε και το Faustbuch, ένα' βιβλίο όπου περτγράφονταν οι περιπέτειες του Φάουστ, Γερμανού νεκρομάντη που είχε το συνή­ θειο να περιαυτολογεί για τις περιπέτειές του. Η υπέρβαση και η ύβρις προς τον Θεό, που απορρέει πάντα από το μύθο του Φάουστ και έχει εμπνεύσει πλείστους όσούς συγγραφείς, σχετίζεται με την προσπάθεια του ήρωα να γνωρίσει και να δοκιμάσει τα πάντα, συ­ νεπώς να υπερβεί τα ανθρώπινα δεδομένα και να γίνει κατά κά­ ποιο τρόπο ο ίδιος Θεός. Ο Δρ Φάουστους διψά για γνώση, ο Φά­ ουστ για εμπειρίες. Αυτή τους την αδυναμία εκμεταλλεύεται ο Μεφιστοφελής, ο Αρχάγγελος του Σκότους, και με το πρόσχημα ότι θα δώσει αυτές τις δυνατότητες που ο Φάουστους/Φάουστ στερεί­ ται ως θνητός, τους ξεγελά και τους στέλνει να χαθούν στο αιώνιο πυρ. Μια από τις χαρακτηριστικότερες διαφορές ανάμεσα στον Ε­ λισαβετιανό δραματουργό και τον μεταγενέστερο Γερμανό ρομαν­ τικό συγγραφέα είναι ότι ο Δρ Φάουστους χάνεται για πάντα στην κόλαση ενώ ο Φάουστ σώζεται την τελευταία στιγμή από τους αγ­ γέλους, γιατί κατ’ αυτούς αυτός που προσπαθεί συνέχεια αξίζει να σωθεί. παρότι κατέχει πολύ καλά την Αγγλοσαξωνική πα­ ράδοση έχει επιλέξει να ακολουθήσει το πρότυπο του Γκαίτε. Ο Μπάνβιλ Αυτό γίνεται φανερό από την αρχή μια και το βιβλίο είναι χωρισμέ­ νο σε δύο μέρη όπως και ο Φάουστ του Γκαίτε που αποτελείται από Μέρος Α και Μέρος Β και εδώ μάλιστα τα μέρη αυτά φέρουν τους τίτλους Μαριονέτες και Άγγελοι αντίστοιχα. Οι μαριονέτες μας υ­ πενθυμίζουν ότι η ιστορία του Φάουστ ήταν από τα αγαπημένα θέ­ ματα των κουκλοθεάτρων της εποχής του Γκαίτε και ότι από μια τέτοια παράσταση εμπνεύστηκε και ο μεγάλος δημιουργός το έργο του. Η αρχή του Μεφίστο είναι χαρακτηριστική: ο ήρωας του αφηγείται τη γέννησή του με τα λόγια: «Στην αρχή ήταν η σύμπτωση». Αυτός ο στοχασμός περί της τυχαιότητας του περιστατικού σε μια εντυπωσιακή γέννηση, που κάπου φέρνει στο νου του αναγνώστη τη γέννηση του Στήβεν Ίκαρους στο Πορτρέτο του καλλιτέχνη στη νεαρή ηλικία του διάσημου συμπατριώτη του συγγραφέα Τζόυς, θέτει και το θεμέλιο των διαλογισμών του ήρωά του. Ο Φά­ ουστ κάποτε στοχάζεται ότι «Εν αρχή ην ο Λόγος», πράγμα που σε λίγο αναθεωρεί με το «Εν αρχή ην ο Νους» και αργότερα πάλι με το «Εν αρχή ην η Δράσις» και τελευταία με την άποψη ότι «Εν αρχή ην η Πράξις». Τους ίδιους συλλογισμούς κάνει στη βασανι­ στική πορεία του ο ήρωας του Μπάνβιλ για να φτάσει στον τελικό συλλογισμό με τον οποίο αρχίζει να αφηγείται την ιστορία του. τις Μαριονέτες το κύριο χαρακτηριστικό που σημαδεύει την πορεία του ήρωα είναι, ότι είναι ο επιζήσας από τα δύο δίδυμα αγόρια που έφερε στον κόσμο η μητέρα του. Αυτό τον κάνει να μη νιώθει ολόκληρος ούτε τελείως πραγματικός κι έτσι: «Τα παραμύ­ θια με γοήτευαν, υπήρχε σ’ αυτά κάτι φοβερά οικείο σε μένα, η πα­ ρανοϊκή λογική, οι ανακολουθίες, η τυχαία σκληρότητα της μοί­ ρας.» (σελ. 17). Γεννημένος σε μια εποχή που η Ευρώπη είναι στα ερείπια, μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η Ιρλανδία, που αρ­ χικά γνωρίζει στη μικρή επαρχιακή πόλη που ζει, είναι κι αυτή μαραζωμένη από την εγκατάλειψη των αγροτικών περιοχών και τις μικρές δυνατότητες για δουλειά που προσφέρουν οι περιφερειακές κωμοπόλεις. Σαν τυπικός Ιρλανδός πηγαίνει σε καθολικό σχολείο και αυτό που εκεί τον εντυπωσιάζει είναι δύο κυρίως πράγματα: δύο δίδυμοι συμμαθητές του και οι αριθμοί. Λέει για τους διδύ-

Σ

ΤΖΩΝ ΜΠΑΝΒΙΛ

ΜΕΦΙΣΤΟ ΞΕΝΗ ΛΊΓΟ

ΕΣΤΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: ΕΛΕΝΗ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ


142/επιλογη μους: «Αυτό ήταν που με γοήτευε, η ιδέα του να μπορείς να ξεφεύ­ γεις χωρίς προσπάθεια, σαν από μαγεία σ’ ένα άλλο όνομα, σ’ έ­ ναν άλλο εαυτό - αυτό, κι ακόμα η ευκολία με την οποία μπορού­ σαν να επιβάλλουν τις χωριστές τους ταυτότητες, απλά με το να απομακρυνθούν ο ένας από τον άλλο. Χωριστά ο κάθε δίδυμος ή­ ταν ο εαυτός του. Μόνο μαζί ήταν ένα φαινόμενο.» (σελ. 24-25) και συνεχίζει: «Αλλά εγώ, εγώ είχα πάντα κάτι πλάι μου. Δεν ήταν πά­ ντα μια παρουσία, αλλά μια σημαντική απουσία». Από εκεί ορμώμενος αρχίζει και η μανία του με το δυαδικό σύστημα και τους α­ ριθμούς γιατί αυτά του προσφέρουν «(την) αίσθηση της τάξης που ένιωθα, της αρμονίας, της συμμετρίας και της πληρότητας.» ο όνομα του ήρωα είναι Γκάμπριελ Σουάν και το Γκάμπριελ Τ παραπέμπει στον αρχάγγελο Γαβριήλ, ενώ το Σουάν στον κύ­ κνο (στα αγγλικά swan = κύκνος και μεταφορικά ποιητής) στον οποίο μεταμορφώνεται ο Δίας για να ξελογιάσει τη Λήδα, περιστα­ τικό πολύ γνωστό στην Αγγλόφωνη γραμματεία από το ποίημα του Γέητς «Η Λήδα και ο κύκνος». Μια μέρα που ο Γκάμπριελ περπα­ τά στους σκουπιδότοπους των περιχώρων της πόλης του, όπου βρίσκεται και ένα παλιό ορυχείο, συναντά για πρώτη φορά τον κύ­ ριο Κάσπερλ και μια νεαρή κοπέλα, τη Σόφη. Αυτούς τους δυο νεοφερμένους στην πόλη θα τους γνωρίσει αργότερα με τη μεσολάβη­ ση ενός άλλου αγνώστου που έχει στο μεταξύ γνωρίσει, του Φέλιξ. Από την πρώτη συνάντησή του με τον Φέλιξ ο αναγνώστης ανα­ γνωρίζει από την περιγραφή ότι αυτός ο παράξενος τύπος με τα κόκκινα μαλλιά δεν προμηνύει τίποτα καλό για τον ήρωά μας. Μία βιαιότητα άλλοτε συγκαλυμμένη και άλλοτε ανοιχτή χαρα­ κτηρίζουν αυτόν τον σύγχρονο Μεφιστοφελή που κατορθώνει με δόλωμα τη Σόφη (Γκρέτε κατά «Φάουστ») και βοηθούμενος από την εγγενή αδυναμία του ήρωα, να τον αποσπάσει από την άλλη του ζωή και να τον κάνει πιστό ακόλουθο του Κάσπερλ. Ο παράξε­ νος ξένος είναι πολύ εύκολο να γίνει το πρότυπο ενός νεαρού ευ­ φάνταστου επαρχιώτη με δίψα για μάθηση γιατί: «Ή ταν πολύ μορ­ φωμένος, είχε σπουδάσει τα πάντα, φιλοσοφία, φυσική, α, τα πάν­ τα.» (σελ. 47). Όσο ο Γκάμπριελ μαγεύεται από τη γοητεία των βι­ βλίων, των σχεδιαγραμμάτων, των χαρτών και του μαγικού μαύ­ ρου σημειωματάριου του Κάσπερλ, τόσο ο Φέλιξ και η παρέα του τον αποκόβουν από το περιβάλλον του, τον υποχρεώνουν να συμπερκρέρεται άσχημα προς τους γνωστούς του. Μέσα στα διάφορα που τον υποβάλλει ο Φέλιξ είναι και ο γάμος του με την αγαπημένη του Σόφη, που κι αυτός δεν είναι παρά μια παρωδία του θείου μυ­ στηρίου, γιατί φυσικά κανένας από τους αγγέλους του κάτω κό­ σμου δεν μπορεί να συμμετέχει σε κανονικό μυστήριο. Ο Φέλιξ ξε­ περνά εδώ τον εαυτό του αναγκάζοντας τον Γκάμπριελ να φορέσει το νυφικό και τη Σόφη να ντυθεί γαμπρός. Γύρω του ο οικείος του κόσμος διαλύεται, οι συγγενείς του πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλ­ λο, στο παλιό ορυχείο γίνεται μια έκρηξη με θύματα, και το μεγα­ λύτερο προσωπικό κόστος για τον Γκάμπριελ είναι ο θάνατος της μητέρας του. Μέσα απ’ τον πόνο ανακαλύπτει τη λύση για μια από τις εξισώσεις του κυρίου Κάσπερλ και ακόμη ότι «Το καθετί ήταν ταλάντευση και ροή και αιφνίδιος κλονισμός. Επιφάνειες που φαί­ νονταν σταθερές άρχισαν να υποχωρούν κάτω απ’ τα πόδια μου.» (σελ. 110). Κι εκεί που τα πάντα φαίνονται ότι πλησιάζουν σε μια βιβλική καταστροφή, ο Φέλιξ ετοιμάζεται να φύγει και τον προτρέ­ πει: «Έλα μαζί μου... Γιατί όχι; Θα μπορούσαμε να ’μαστέ ζευγάρι εσύ κι εγώ. Εκείνος (ο Κάσπερλ) λέει πως έχεις σπουδαίο μέλλον, αληθινά λαμπρό. Κάτι θα ’ξερε, είχε κι αυτός ένα λαμπρό μέλλον κάποτε. Χα!» (σελ. 120). Παρότι όλα αυτά πρέπει να ανακαλούν

ΓΙΑ - Μ ΙΧ Α Α Η ΤΣΙΝΙΣΙΖΕΛΗ (Επιμέλεια): Ευρωπαϊκή Ολοκλήρω ­ ση - θεω ρία και Πολιτι­ κή. Αθήνα, Θεμέλιο/Βιβλιοθήκη Ευρωπαϊκών Θεμάτων, 1991. Σελ. 372. Τη θεματική της Ευρωπαϊκής Ο­ λοκλήρωσης επιχειρεί ν' αναλύσει ο συλλογικός τόμος που επιμελήθηκαν οι Ν. Μαραβέγιας και Μ. Τσινισιζέλης και στον οποίο συμμετέ­ χουν οι: Π. Αλεξάκης, Σ. Βαλντέν, Θ.Α. Γεωργακόπουλος, Σ. θεοφα νίδης, Π. Κοζάκος, Δ. Μουτσάτσος, Κ. Παπαγεωργίου, Δ. Σερεμέτης και Λ. Τσιποΰρη. Η πολιτική ενοποίη­ ση και οί θεσμοί των Ε.Κ., η οικονο­ μική ενοποίηση, η νομισματική ολο­ κλήρωση, η φορολογική εναρμόνι­ ση, οι δυνατότητες του Προϋπολο­ γισμού, η Περιφερειακή πολιτική, η αγροτική πολιτική, η βιομηχανική πολιτική, οι εξωτερικές οικονομικές σχέσεις, το πρόγραμμα της εσωτε­ ρικής αγοράς και οι νέες εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη είναι τα ζητήματα που απασχολούν τους συγγραφείς του τόμου. Το βιβλίο δί­ νει μεγαλύτερη έμφαση στην οικο­ νομική διάσταση του φαινομένου της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης κι αποτελεί απαραίτητο επιστημονικό βοήθημα για τον μη ειδικό αναγνώ­ στη προσφέροντάς του μια πρώτη


εττιλογη/143 στο μυαλό του καθολικού νεαρού την παλιά ιστορία περί της πτώ­ σεως των αγγέλων στην κόλαση, αυτός πιστός στο δρόμο του μαρ­ τυρίου του το ακολουθεί ως το τέλος όπου μέσα σε ένα Δαντικό πε­ ριβάλλον: «Τα μαλλιά μου είχαν πάρει φωτιά. Ένα κόκκινο ουρ­ λιαχτό ανέβηκε από την τρύπα και πέταξα πάνω στις αναμμένες φτερούγες, κρατώντας σφιχτά το μαύρο βιβλίο μου, μέσα από κα­ πνό, σκόνες και σπασμένα γυαλιά, προς την απέραντη παγωμένη ατμόσφαιρα.» (σελ. 121). άν στο πρώτο μέρος του βιβλίου η ζωή του ήρωα μοιάζει με τη ζωή μιας μαριονέτας, απ’ αυτές που έχει η μουγγή άμοιρη Ε Σόφη στο κουκλοθέατρό της, στο δεύτερο η επέμβαση των μυστι­ κών αγγέλων, που ενυπάρχουν μέσα μας, θα οδηγήσει τον ήρωα μέσα από μια εξίσου επώδυνη πορεία σε μια διαφορετική αντιμε­ τώπιση της ζωής. Ο ήρωας επανέρχεται σιγά-σιγά στη ζωή, στο νο­ σοκομείο που νοσηλεύεται με τρομερά εγκαύματα, κάνοντας επί­ κληση στη Λάμια, αυτό το μυθικό τέρας που εκδικείτο όλα τα παι­ διά από τότε που η Ή ρα της πήρε τον καρπό του έρωτά της με το Δία. Είναι ο ίδιος ο ήρωας ή ο νεκρός δίδυμός του; Η έλλειψη της ολοκλήρωσης είναι ακόμη αισθητή και όντας τώρα πια ένα δύ­ σμορφο τέρας που παρ’ όλες τις πλαστικές, τα τραύματά του δεν έχουν επουλωθεί, ακολουθεί τ’ αχνάρια της προηγούμενης ζωής του με μοναδική διαφορά ότι τώρα τα ζοφερά χρώματα που είχαν χρησιμοποιηθεί στο πρώτο μέρος για την περιγραφή της μαραζωμένης επαρχίας χρησιμοποιούνται εδώ για την περιγραφή του σύγ­ χρονου αστικού κέντρου με τους αποξενωμένους πολίτες, τους ά­ νεργους, τους ναρκομανείς. Και στους Αγγέλους έχουμε αντιστροφή της Αγίας Τριάδας μόνο που αντί για Κάσπερλ-Φέλιξ-και μαθητευόμενο Γκάμπριελ, στο Β μέρος αντί για τον Κάσπερλ έχουμε τον καθηγητή Κόσοκ που ερ­ γάζεται με τη φοβερή μηχανή-υπολογιστή Peizner 666 με τον προ­ φανή συμβολισμό. Ο Φέλιξ βρίσκεται και πάλι στην πόλη αυτή και είναι έτοιμος να οδηγήσει για μια ακόμη φορά τον ήρωά μας σε καινούριους κόσμους μυστικούς που μέσα από τη γνώση και την εμπειρία τον οδηγούν για μια ακόμη φορά στο χείλος της κατα­ στροφής. Η γυναίκα-πειρασμός, η Αιώνια Γυναίκα, ακούει στο ό­ νομα Αντέλε και πρόκειται για μια ναρκομανή του δρόμου που συχνά-πυκνά κάνει την εμφάνισή της στο σπίτι του Κόσοκ. Όταν ο Φέλιξ λέει στον ήρωα σε κάποια στιγμή: «Σε πήρα σε μέρη, έτσι; είπε. Ε; Και σου ’δειξα πράγματα. Μακάρια τα φρικιά ότι αυτά κληρονομήσουσι την γην.» (σελ. 181), έχει απόλυτο δίκιο να καυχάται ότι προσέφερε στον αμύητο νεαρό την εμπειρία. Όμως εκεί στην αδιάκοπη προσπάθεια του ήρωα για την ανακάλυψη της «α­ πρόσβλητης φόρμουλας» συνειδητοποιεί σιγά-σιγά «...με ρίγος τα περιγράμματα ενός άλλου σκοτεινότερου, πιο επικίνδυνου κό­ σμου, που ήταν αναμεμειγμένος αόρατα μ’ αυτόν εδώ, τον φτιαγ­ μένο από ουρανό, πράσινα φύλλα και ξεθωριασμένα τούβλα.» (σελ. 183).

Σ

τη ζωή όμως που κάνει υπάρχει ακόμη η Αντέλε που του υπό­ σχεται να κάνει έρωτα μαζί του εφόσον της προμηθεύσει χαπάκια από το νοσοκομείο, κι έτσι ο ήρωας μετατρέπεται για μια ακόμη φορά από θύμα σε θύτη. Εν τω μεταξύ τα πειράματα του Κόσοκ δεν οδηγούν πουθενά και τον διώχνουν από το κρατικό κτί­ ριο που τα βράδια χρησιμοποιούσε σαν εργαστήριο για τα πειράματά του γιατί: «Νόμισαν ότι ο γέρος θα ’κάνε κάτι το εξαιρετικό, μέχρι που ανακάλυψαν ότι χρησιμοποιούσε το πολύτιμο μηχάνημά τους για να αποδείξει ότι τίποτα δεν μπορεί να αποδειχτεί.» (σελ.

επαφή με την προβληματική που α­ ναπτύσσεται σήμερα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Μια αναδρομή στην πολιτική θε­ ωρία της ολοκλήρωσης και στον τρόπο λειτουργίας των θεσμών των Ε.Κ. επιχειρεί στην ανάλυσή του 0 έ­ νας από τους επιμελητές του τόμου Μ. Τσινιβιζέλης. Ο Σ. Θεοφανίδης παρουσιάζει τις βασικές αρχές της οικονομικής θεωρίας των διεθνών ε­ νοποιήσεων, με βάση τη θεωρία των τελωνειακών ενώσεων, ο Π. Αλεξάκης με την ανάλυσή του συμ­ βάλλει στην κατανόηση της νομι­ σματικής ενοποίησης και των μηχα­ νισμών του Ευρωπαϊκού Νομισμα­ τικού Συστήματος, ο θ . Γεωργακόπουλος εξετάζει το ζήτημα της ε­ ναρμόνισης της φορολογίας και της δημοσιονομικής ενοποίησης. Στη συνέχεια ο Δ. Σερεμέτης αναλύει τις πτυχές του Κοινοτικού Προϋπολο­ γισμού, ο Ν. Μαραβέγιας εξετάζει την Κοινοτική περιφερειακή πολιτι­ κή, που θα είναι εξαιρετικά επίκαι­ ρη τα επόμενα χρόνια, ο Κ. Παπαν γεωργίου επιχειρεί ν' αναλύσει τη λογική πάνω στην οποία στηρίζο­ νται οι μηχανισμοί υλοποίησης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η Λ. Τσιπούρη αναλύει τις κοινοτικές προσπάθειες για μια κοινή βιομηχα­ νική πολιτική, ενώ ο Δ. Μουτσάτσος επιχειρεί μια προσέγγιση των εξωτερικών οικονομικών σχέσεων της Κοινότητας. Τέλος, ο Π. Κοζάκος ασχολείται


144/επιλογη 219). Ο θάνατος της Αντέλε φέρνει στον ήρωα μια καινούρια απο­ κάλυψη: «Μια σταγόνα νερό και μια σταγόνα νερό δεν κάνουν δυο σταγόνες αλλά μια. Δυο πορτοκάλια και δυο μήλα δεν κάνουν τέσσερα από μια νέα σύνθεση, αλλά παραμένουν πεισματικά ο ε­ αυτός τους. Για τους αριθμούς είχα μάθει τα πάντα και δεν είχα καταλάβει τίποτα.» (σελ. 226). Μ’ αυτή την ύστατη γνώση, λοιπόν, ξαναβρίσκει τον εαυτό του, τον ένα και μοναδικό θνητό εαυτό του, και νιώθει έκθετος και γυμνός μπροστά σε μια καινούρια αρχή, καταλαβαίνοντας τον κίνδυνο που ελλοχεύει αλλά αποφασισμένος να βρει τη χαρά στα απλά πράγματα. ργο δυναμικό και μεγαλόπνοο το Μεφίστο του Μπάνβιλ ανα­ μιγνύει με ευκολία μύθους και αναφορές από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και περιγράφει την αέναη προσπάθεια του ατόμου να κατανοήσει τον κόσμο και τον εαυτό του συνδιαλεγόμενο με πολ­ λά από τα παλαιότερα έργα με παρόμοια θέματα. Χαρακτηριστική γΓ αυτήν την πλευρά του έργου είναι η εμμονή του Φέλιξ να αποκαλεί σε διάφορα σημεία του έργου τον ήρωα: Κάστωρ, Μανβόλιο, Κάιν, Ίκαρο, Κάλιμπαν, Χάνσεν, Βαραββά κλπ. και η παρέλαση από τις σελίδες του βιβλίου πλήθους καλών και κακών «αγγέλων» με τη μορφή του κυρίου Ντ’ Αρσύ, του Λητς, του Τόνυ, του πάτερ Πλόμερ κ.ο.κ. Ρεαλιστικό σε πρώτο επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα έργο βαθιά συμβολικό και μεταφορικό, το Μεφίστο επιτυγχάνει να δώσει και νέες πτυχές σ’ ένα χιλιοειπωμένο μύθο. Και ευτύχησε να εκδοθεί στην προσεγμένη καινούρια σειρά Ξένης Λογοτεχνίας της Εστίας (γΓ αυτό και κάποια λάθη, κυρίως αντιστροφής γραμμά­ των ξενίζουν) και να αποδοθεί πολύ επιτυχημένα στα ελληνικά από την κυρία Ελ. Αντωνιάδη.

Ε

με το πρόγραμμα της Εσωτερικής Αγοράς ως το 1993 και τις συνέπειές του για την εξέλιξή των Ευρω­ παϊκών Κοινοτήτων, και ο Σ. Βαλντέν εξετάζει τις επιπτώσεις στο Ευ­ ρωπαϊκό Σύστημα Συνεργασίας, των Ε.Κ. από τις ιστορικές αλλαγές στις ευρωπαϊκές χώρες του υπαρ­ κτού σοσιαλισμού καθώς και τις δυ­ νατότητες παρέμβασης της Κοινό­ τητας στο χώρο αυτό. Ένα Ευρω­ παϊκό Σύστημα Συνεργασίας το ο­ ποίο στα πλαίσια των Ε.Κ. τροπο­ ποιείται κι αποκτά μια νέα δυναμι­ κή, την οποία προσεγγίζει αποτε­ λεσματικά ο συλλογικός αυτός τό­ μος συμβάλλοντας στο να δοθούν απαντήσεις σε σημαντικά ζητήματα του φαινομένου της Ευρωπαϊκής Ο­ λοκλήρωσης.

Σ. Ντ.

ΛΙΛΥ ΕΞΑΡΧΟΠΟΥΛΟΥ

ταξίδια σε χώρες και σε σχέσεις ν ^ Ά , ΠΟΛ Μ ΠΟΟΥΛΣ. Τσάι στη Σαχάρα. Μετάφραση: Λουκάς Θεοδωρακόπουλος. Αθήνα, Α π ό π ε ιρ α .

τις Ηνωμένες Πολιτείες η προσωπική εξέγερση έπαιρνε πά­ ντα, σχεδόν πάντα, τη μορφή μιας λυρικής αλλεργίας: σ’ ό­ ποιον δεν άρεσε αρκετά, έφευγε. Έτσι, έφυγαν εκείνοι της «χαμέ­ νης γενιάς», για να κερδίσουν το μέγιστο. Έτσι, έφυγαν κι οι μπήτνικς, που βρήκαν πρώτα καταφύγιο στη Δύση, κι έπειτα, στην άλ­ λη άκρη του κόσμου, στην Ανατολή, στην Ινδία, και τέλος στο Νό­ το, στη Βόρεια Αφρική. Η μεταπολεμική κατάσταση ήταν διφο­ ρούμενη: το αμερικάνικο όνειρο φούσκωνε σαν τεράστιο μπαλόνι, που αν έσκαγε θα σκορπούσε στον κόσμο τέρατα. Ο μακαρθισμός ήταν μόνον ένα όνομα που χαρακτήριζε μια παλιά υπόθεση, κι ο πόλεμος θα συνεχιζόταν με άλλα μέσα, σε άλλους τόπους, στην Κορέα και την Ινδοκίνα. Ο Πολ Μπόουλς έζησε την Αμερική πριν και μετά τον πόλεμο: όταν γεννήθηκε - στην Τζαμάικα του Κουήνς, το 1910 - οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν κιόλας πληθυσμό 92 εκατομμυρίων κι ο τεϊλορισμός εφαρμοζόταν στη βιομηχανία που απορροφούσε τα κύματα των μεταναστών. Εκείνη τη χρονιά, ο Μαρκ Τουέιν πέθανε κι ο Τζακ Λόντον μόλις είχε εκδώσει τον Μάρτιν Ίντεν. Στους δρόμους είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν αυ-

Σ

πεζό *<Ptια


επιλογη/145 τοκίνητα Φορντ κι ο Γιουτζίν Ντεμπς γινόταν ο μεγαλύτερος σο­ σιαλιστής ηγέτης του Νέου Κόσμου. Λίγα χρόνια αργότερα, πρότυ­ πο του Μπόουλς έγινε ο Έντγκαρ Αλαν Πόου, κι αργότερα ο Τζέιμς Τζόις, αλλά πιο πολύ ο μικρόκοσμος της «χαμένης γε­ νιάς», που τον φιλοξένησε στο Παρίσι την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1928 κι έπειτα πάλι το 1931. Τέλος, έμεινε χωρίς πρότυπα. Απ’ το Παρίσι ο Μπόουλς θα βρεθεί στο Μαρόκο: το Μαρόκο και η Τζέιν θα είναι η αρχή και η μέση της περιπέτειας που θα κορυφωθεί λογοτεχνικά στον Προστατευτικό ουρανό (ε.τ. Τσάι στη Σαχάρα) που έγραψε το 1948. ι είναι Ο προστατευτικός ουρανός: είναι όλα - ένα μυθιστό­ ρημα, που παίρνει κανείς μαζί του, με τα αγαπημένα αντικεί­ μενα της ζωής του. Κι ο ουρανός είναι το ακριβώς αντίθετο, εκεί­ νος που εκθέτει τον άνθρωπο στον πιο άγριο κίνδυνο. Ο Μπόουλς διηγείται την ιστορία τριών Αμερικανών στην έρημο, σ’ ένα τοπίο σκληρό, μ’ έναν εκτυφλωτικό ήλιο, σαν εκείνο που ανάγκασε τον Μερσό να κάνει το φόνο. Αληθινοί πρωταγωνιστές δεν είναι ο Πόρτ, η Κιτ κι ο Τάνερ, αλλά αυτός ο ουρανός κι αυτός ο ήλιος που όλα τα φωτίζει και τα καίει. Ο Πορτ και η Κιτ θα βρουν στην έρημο την άκρη της απελπισίας τους: ο Πορτ θα χάσει τη ζωή του κι η Κιτ ό,τι έχει απομείνει απ’ την ισορροπία της. Ο προστατευτι­ κός ουρανός είναι ακόμα ένα ταξίδι στα βάθη μιας σχέσης αγάπης που αποκλείει την ευτυχία και μαζί ένα ταξίδι σε μια άγνωστη χώ­ ρα, σε μια χώρα που λειτουργεί σαν το χέρι της μοίρας. Ο Πορτ και η Κιτ προχωρούν μέσα στη φτώχεια και τη σαγήνη του βορειοαφρικανικού κόσμου προκαλώντας αυτή τη μοίρα, ασυνείδητα σί­ γουροι για την καταστροφή τους: λιγότερο ηδονιστές από τους ε­ κούσιους εκπατρισμένους της δεκαετίας του ’20 και του ’30, οι ήρωες του Μπόουλς ζουν στην κοφτερή άκρη και χάνουν τον έλεγ­ χο. Αντίθετα από τους Αμερικανούς στο Παρίσι, οι Αμερικανοί στη Βόρεια Αφρική αποσυντίθεται, ακρωτηριάζονται ή βιάζονται μέσα στη σκόνη, τον ιδρώτα και το όπιο. Έχοντας εγκαταλείψει την Αμερική μιας εποχής ευημερίας, βρίσκονται αντιμέτωποι μ’ έ­ να πρωτογονισμό, που τον βιώνουν στην πιο βάναυση εκδοχή του. Η έρημος γίνεται γι’ αυτούς το οριστικό τοπίο της σιωπής, σαν ε­ κείνο που περιγράφει το σονέτο του Τόμας Χουντ: κάτω από τη ζε­ στή άμμο, ο Πορτ βρίσκει ένα φανερό τάφο - τίποτ’ άλλο δεν έχει σημασία, ο Πολ Μπόουλς δεν ενδιαφέρεται για τη γραφικότητα, τον εξωτισμό, το σύμπλεγμα του Αμερικανού που παραθερίζει. Οι ήρωές του είναι ταξιδιώτες, όχι τουρίστες. Το 1947, όταν άρχισε να γράφει το Τσάι στη Σαχάρα, η Γετρούδη Στάιν που τον είχε μυήσει στον κύκλο του Παρισιού, πέθανε. Ο Νόρμαν Μέιλερ έγραφε το Οι γυμνοί κι οι νεκροί, κι ο Σολ Μπέλοου Το Θύμα. Το μυθιστόρημα είχε ήδη αρχίσει να παρακμάζει: οι ήρωες γίνονταν χάρτινοι κι οι ιστορίες διαλύονταν στα στοιχεία τους. Ο προστατευτικός ουρανός ήταν το μυθιστόρημα που με τον ειρωνικό του τίτλο σημάδευε την έρημο μέσα στην οποία θα ζούσαν στο εξής οι άνθρωποι.

Τ

ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ


146/εττιλογη

για το κράτος και την πολιτική r-r-Λ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΣΧΟΥ: Κράτος Δικαίου και Πολιτική. κές θεωρίες 1900-1940. Αθήνα, Ο Π ολίτης, 1991.

Πολιτειολογι-

ια επιστημονική μελέτη για τα θεμέλια του κράτους δικαίου και την ειδή της νομικο-πολιτικής τάξης που αυτό ενσωμα­ τώνει αποτελεί πάντα καλοδεχούμενη προσφορά. Πόσο μάλλον ό­ ταν αυτή η μελέτη έρχεται αφενός μεν να πληρώσει ένα αντίστοιχο θεωρητικό κενό στα φτωχά βιβλιογραφικά πλαίσια των κοινωνι­ κών επιστημών στη σημερινή Ελλάδα, αφετέρου δε να αναστοχασθεί θεμελιώδεις έννοιες και κατηγορίες, επεξεργαζόμενη δημιουρ­ γικά ένα πλήθος ερμηνευτικών σχημάτων που έχει ήδη κατατεθεί. Επιπλέον, όταν η ίδια η πολιτική συγκυρία «αντικειμενικά» εγκαλεί και επικαιροποιεί την κλασική πολιτειολογική σκέψη, αναζη­ τώντας σε αυτή τις καταστατικές αρχές της σύγχρονης πολιτικοδικαιακής ρύθμισης, των παρεκκλίσεών της και ίσως της προϊούσας αποδόμησής της.

Μ

ν η ουσία της σημερινής κρίσης του πολιτικού, που μπορεί, σύμφωνα με ορισμένους στοχαστές, να προσημαίνει και μια «ιδιότροπη» επιστροφή του, έγκειται στην αποφασιστική σμίκρυν­ ση της παραγωγικής του βάσης, στη διάστασή του από το θεσμίζον κοινωνικό, στη νομική του αλλοίωση, τότε το έργο του Γ. Πάσχου μας προσφέρει ένα θαυμάσιο θεωρητικό υλικό, σύγχρονο ου­ σιαστικά των ριζικών αναδιαρθρώσεων που υπέστησαν οι πολιτι­ κοί θεσμοί από τις αρχές του αιώνα μας. Από τον Γέλλινεκ ώς τον Μ. Βέμπερ, από τον Λ. Ντυγκουί ώς τον X. Κέλσεν και τον Κ. Σμιτ, το πρόβλημα της νομιμοποίησης του κράτους, αλλά και της διερεύνησης των στοιχείων του, αποτελούν τον κεντρικό άξονα κριτικής ανάλυσης του έργου τους. Το ενδιαφέρον του συγγραφέα δεν επικεντρώνεται απλά και μόνο στην παρουσίαση των νομικών κατασκευών αυτών των κλασικών, στην ορθολογική ή μη δόμησή τους, στις αφαιρέσεις τους και στις ταξινομήσεις τους· αντίθετα, πέρα από την πλήρη έκθεση των βασικών σχημάτων σκέψης τους, τέμνει τα θεωρητικά τους πρότυπα, τους διαδοχικούς ιδεότυπους που διαρκώς οικοδομούνται, για να αναζητήσει στο εσωτερικό τους τις ειδικές αρθρώσεις του νομικού με το πολιτικό.

Α

ι είναι το κράτος; Η απάντηση που θα μπορούσε να προέλθει ακόμα και μέσα από μια επιφανειακή ανάγνωση των θεωρητι­ Τ κών συστημάτων που εκτίθενται, αποτρέπει τον αναγνώστημελετητή από μια επιπόλαια απόφανση. Γιατί επιπόλαια; Ό χ ι μό­ νο γιατί πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος να μετατοπισθεί το ενδιαφέ­ ρον του αναγνώστη προς τις κλασικές όψεις μιας παραδεδομένης προβληματικής (π.χ. η γνώση πολλών για το βεμπεριανό έργο ε­ ξαντλείται στους «ιδεότυπους» και στον προτεσταντισμό), αλλά και γιατί η «καθαρά» νομική ή κοινωνιολογική προσέγγιση, ανά­ λογα με την περίπτωση, παραγνωρίζει κρίσιμες πλευρές του συνο­ λικού έργου. Στο παραπάνω ερώτημα, τι είναι το κράτος, ο Γ. Πάσχος δεν πέφτει στην παγίδα ούτε της παραδοσιακής μετατόπι­ σης, ούτε της θεμελιώδους παραγνώρισης: γνωρίζει να καθορίζει «μέσα στο υφάδι των τεκμηρίων, ενότητες, σύνολα, σειρές, σχέ­ σεις», να αποδεσμεύει την ουσία των θεωρητικών προταγμάτων.

"% Tss


επιλογη/147 Το κράτος, επισημαίνει ο συγγραφέας, θεωρείται από τον Γέλλινεκ ως κοινωνικό μόρφωμα, ως συμπύκνωση ιστορικοπολιτικών δια­ δικασιών, η εξουσία εκφράζει συμπυκνωμένες σχέσεις βουλήσεων ιεραρχικά κατανεμημένες ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζό­ μενους· η εξουσία, για τον Βέμπερ, δεν στηρίζεται παρά στο συ­ σχετισμό των συμφερόντων· η «νομιμοποίηση» της (κρατικής) ε­ ξουσίας αντανακλά ένα ελάχιστο όριο αποδοχής της από τους ε­ ξουσιαζόμενους που η ίδια έχει επιβάλλει (Βέμπερ), συνιστά τον πυρήνα του κράτους (Σμιτ), αυτό το τελευταίο είναι η αλληγορία της εξουσιαστικής αρχής (Κέλσεν), η οποία δεν υπακούει σε κανενός είδους αυτοπεριορισμό (Ντυγκουί). ντούτοις, η ένσταση είναι ήδη παρούσα. Σε ποιό βαθμό αυτές οι αξιωματικές αποφάνσεις, τόσο γνώριμες στο πεδίο της Ε μαρξιστικής πολιτικής θεωρίας, μπορούν να αποτελόσουν αντικεί­ μενο οικειοποΐησης από αυτή; Με άλλα λόγια, μπορούμε να συναγάγουμε ότι το ταυτόσημο των συμπερασμάτων έλκει την καταγω­ γή του από έναν κοινό διανοητικό τόπο, ή ότι μετέρχεται, τουλάχι­ στον, ίδια ερευνητικά εργαλεία-έννοιες; Η απάντηση του συγγρα­ φέα είναι σαφώς αρνητική. Η κοινότητα του παραδείγματοςσυμπεράσματος δεν μπορεί να αναχθεί στην αυτή θεωρητική αφε­ τηρία: αν στον Κ. Σμιτ η ουσιαστική πολιτική διάκριση είναι αυτή ανάμεσα στον φίλο και στον εχθρό, αν ο «εμφύλιος πόλεμος» συνιστά την κορύφωση των συγκρούσεων στο εσωτερικό μιας κοινω­ νίας, τίποτα δεν μας εξαναγκάζει να εκλάβουμε αυτό τον πόλεμο ως «ταξικό», να θεωρήσουμε δηλαδή το σύνολο αυτής της προ­ βληματικής ως «αστική επιβεβαίωση της μαρξιστικής θεωρίας της πάλης των τάξεων». Ό πω ς ορθά επισημαίνει ο συγγραφέας, στην περίπτωση αυτή η ομοιότητα είναι φαινομενική, για το λόγο ότι η

ΠΑΙΛΙΚΟ ΧΩΡΙΟ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Κεραμοπούλου 11 (Πλατ. Αγ. Σοφίας) Θεσσαλονίκη τηλ.: 031/233.033 ΕΡΓΑ ΖΩΓΡΑΦΩΝ ΓΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΚΑΡΤΑ Το ΠΑΙΔΙΚΟ ΧΩΡΙΟ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ δέχεται προσφορές έργων Ελλήνων και ξένω ν ζωγράφων, κατά προτίμηση με Χριστουγεννιά­ τικο Θέμα, προκειμένου να εκτυπώσει τις ευχε­ τήριες κάρτες του. Οι ενδια φ ερόμ ενοι κ αλλιτέχνες θα πρέπει να στείλουν σλάιτς και μία φωτογραφία των έργων τους στα γραφεία του Παιδικού Χωριού Βορείου Ελλάδας έως την 15/5/1992. Πληροφορίες στα τηλέφωνα 031/233.033, 223.773.


148/επιλογη διάκριση αυτή ενσωματώνει το σύνολο των στοιχείων της αστικής κοινωνιολογικής σκέψης, άρα παραπέμπει σε διαφορετικές κατη­ γοριοποιήσεις της κοινωνικής ύλης, εντασσόμενη σε άλλα πλαίσια αναφοράς. ουσία της μελέτης του Γ. Πάσχου δεν εξαντλείται βέβαια στα όσα αναφέρθηκαν. Η ενδελεχής κριτική παρουσίαση του έρ­ γου του Γ. Γέλλινεκ (Μονοπώλιο καταναγκασμού και κράτος δι­ καίου), του Μ. Βέμπερ (Ορθολογισμός και κρατική γραφειοκρα­ τία), του Λ. Ντυγκουί (Κρατική εξουσία, κοινωνική αλληλεγγύη και συνδικαλιστική μεταρρύθμιση), του X. Κέλσεν (Το κράτος ως έννομη τάξη και η ιδέα της ελευθερίας), του Κ. Σμιτ (Η έννοια του «πολιτικού», το Σύνταγμα ως απόφανση και η προοπτική του ολο­ κληρωτισμού), καθώς και η περιεκτική έκθεση της ελληνικής πολιτειολογικής σκέψης μέσα από το έργο των Σαρίπολου, Σβώλου, Κυριακόπουλου, Βεζανή, μας εισάγει, με επιστημονικό τρόπο, όχι μόνο σε μια γενεαλογία θεωρητικών υποδειγμάτων, αλλά και στην αλληλουχία των γεγονότων που προσημαίνουν την ελεύθερη (εκ)πτώση του Κράτους Δικαίου.

Η

ια τελευταία επισήμανση είναι επιβεβλημένη. Το βιβλίο του Γ. Πάσχου «απευθύνεται» πρωταρχικά στο φοιτητικό ακρο­ ατήριο της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Εντούτοις, σπάνια πανεπιστημιακός έδωσε μέσα από ένα αντί­ στοιχο βιβλίο μια τέτοιου είδους αναλυτική και συνθετική εικόνα ενός μέρους της κλασικής πολιτειολογικής σκέψης. Και ακόμα πιο σπάνια, πανεπιστημιακός κατόρθωσε ώστε η εργασία του να αποτελεί μια γενική εισαγωγή στην πολιτική θεωρία και ταυτόχρο­ να να αναδεικνύει με αναλυτική πληρότητα τα ουσιώδη επιστημο­ λογικά της προβλήματα, που «κανονικά» θα έπρεπε να συνιστά αντικείμενο μιας επόμενης παρουσίασης. Δεν μπορούμε εδώ, έστω και αν θεωρηθεί ότι υπερβάλλουμε, παρά να ανακαλέσουμε στη μνήμη μας τη διαβόητη ρήση του Βάλτερ Μπένγιαμιν, σύστοιχη κατ’ ουσία με το διάβημα του συγγραφέα: «Ιστορική σύνθεση του παρελθόντος δεν σημαίνει αναγνώρισή του "με τον τρόπο που υ­ πήρξε πραγματικά” . Σημαίνει συγκράτηση μιας μνήμης, καθώς α­ στράφτει τη στιγμή του κινδύνου».

Μ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

ραφτείτε συνδρομητές Συνδρομές εσωτερικού και Κύπρου Ετήσια 12.000 - Σπουδαστική 11.000 δρχ. Εξάμηνη 6.500 - Σπουδαστική 5.500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων 14.000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ετήσια 90 δολ. (ΗΠΑ) Σπουδαστική Ετήσια 85 δολ. Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών 105 δολ. Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 1000 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 600 δρχ. και τα διπλά 1000 δρχ. Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81


Εκδόσεις Χατζηνικολή

ΙΌ

ΡΑ Μ Μ Α

0 ΠΡΕΣΒΕΥΤΗΣ Ζ. Πηγής 8 Αθήνα. Τηλ. 36.29.923


Έκθεση Ζωγραφικής ΝΙΚΟΥ ΚΙΚΙΛΙΑ «ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΣ» Γνωρίσατε τον έλληνικό πολι­ τισμό μέ τις εκδόσεις ποιότητος

Π Α Π A ΑΗΜA πού τιμούν τά έλληνικά γράμματα και συμ­ βάλλουν στην ανάπτυξη των κλασσικών σπου­ δών στην πατρίδα μας. Κάθε βιβλίο από τις εκδόσεις ΠΑΠΑΔΗΜΑ

είναι τό πολυτιμότερο ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 8

- ΑΘΗΝΑΙ -

ΔΩΡΟ ΤΗΛ 36-27-318

Ινστιτούτο Γ κ α ίτε

Εγκαίνια: 31/3/92 Διάρκεια: 31/3/92 έως 8/4/92 και 14/4/92 έως 6/5/92

βιβλία λογοτεχνικά & σχολικά εκπ αιδευτικά παιχνίδια Ν. Τσαραμίρσης - Γ Τσίρος ο.ε Τσαμαδού & Ζωσιμάδων 50 Πειραι τη λ. 4176529


δελτιο/151

'

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του ο­ ποίου ευχαριστούμε θερμά. Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ των βι­ βλίων γίνεται με βάση το * * γνωστό Δεκαδικό Σύστημα ί / ^ ί / Λ - « Ταξινόμησης, προσαρμο- 1 1 1 Γ ΐ 111 σμένο στην ελληνική βι- ν V ' 1 ^ βλιογραφία.

.

δελ 1ο

Τ

26 Φεβρουάριου 10 Μαρτίου 1992

,

γρα φικό 285

ΣΕ ΚΑΘΕ κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλ­ φαβητικά οι Έλληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι.

Επιμέλεια: Έφη Απάκη

Η ΚΑΤΑΤΑΞΗ των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα με το ελληνικό αλφάβητο. ΣΤΗΝ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδιαία έντυπα. ΓΙΑ ΤΗΝ ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ Λευκώματα ΠΕΤΡΟΦ ΙΩΑΝΝΗΣ. Μακεδονία αρχαία και βυζανπακή εποχή. Αθήνα, Το Ποντίκι, 1992. Σελ. 107. Δρχ. 5200.

REGARDIE I. Τάλισμαν. Κατασκευή και χρήση των μαγικών φυλακτών. Μετ.-επιμ. Δ. Ευαγγελόπουλος. Αθήνα, Έσοπτρον, 1991. Σελ. 62. Δρχ. 830. STILL W.T. Νέα παγκόσμια τάξη, Μετ. Α. Δημητρίου. Αθήνα, Στερέωμα, 1992. Σελ. 319. Δρχ. 1870. ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Γ ενικά Γενικά ΜΠΑΣΤΑΝΗΣ Π. Το τρένο του φωτός. Αθήνα, Δω­ δώνη, 1991. Σελ. 731. Δρχ. 4160. ΝΑΤΖΕΜΥ Ρ. Σύγχρονες παραβολές. Αθήνα, Αρμο­ νική Ζωή, 1991. Σελ. 143. Δρχ. 1870. Αποκρυφισμός RALEIGH A.S. Απόκρυφη γεωμετρία. Μετ. Λ. Μυγιάκης. Αθήνα, Ιάμβλιχος, 1991. Σελ. 122. Δρχ. 820.

ΚΟΡΝΑΡΑΚΗΣI. Η κρίση της μονοθεΐας. Θεσσαλο­ νίκη, Κυριακίδης, 1991. Σελ. 93. Δρχ. 675. ΤΣΕΤΣΗΣ Γ. Η ένταξις των Αγίων στο εορτολόγιο. Κατερίνη, Τέρτιος. Σελ. 233. Δρχ. 1560.


152!δελτίο ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Κοινωνιολογία ΖΑΜΠΕΛΗΣ Γ. (ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ). Στην κόλαση των ναρκωτικών. Γ' έκδοση. Αθήνα, Φωτοδότες. Σελ. 279. Δρχ. 830. ΣΟΥΤΖΟΓΛΟΥ-ΚΟΤΤΑΡΙΔΗ Π. Παιδί και υγεία στα πρώτα χρόνια της ανεξάρτητης Ελλάδας 1830-1862. Αθήνα, Δωδώνη, 1991. Σελ. 521. Δρχ. 5200. ΤΣΑΡΤΑΣ Π. Έρευνα για τα κοινωνικά χαρακτηρι­ στικά της απασχόλησης. Αθήνα, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, 1991. Σελ. 189. ΦΙΛΙΑΣ Β.Ι. Δεκατέσσερα δοκίμια κοινωνιολογίας. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1991. Σελ. 220. Δρχ. 1660. WEBER MAX. Η μεθοδολογία των κοινωνικών επι­ στημών. Πρόλ.-εισ.μετ. Μ.Γ. Κυπραίος. Αθήνα, Πα­ παζήσης, 1991. Σελ. 269. Δρχ. 3120. Πολιτική Οι διαπραγματεύσεις CFF και η Ελλάδα. Επιμ. Θ. Κουλουμπής-Γ. Βαληνάκης. Αθήνα, ΕΛΙΑΜΕΠ, 1992. Σελ. 244. Δρχ. 2700. ΑΡΝΕΛΛΟΣ Γ.Δ. Οι εκλογικοί νόμοι του ΠΑΣΟΚ. Αθήναι, 1991. Σελ. 93. Δρχ. 520. ΓΙΑΜΠΑΝΗΣ Κ. Η τελευταία πράξη του σταλινι­ σμού. Αθήνα, 1991. Σελ. 183. Δρχ. 600. ΛΥΡΙΝΤΖΗΣ X. Το τέλος των «τζακιών». Κοινωνία και πολιτική στην Αχαΐα του 19ου αιώνα. Αθήνα, Θεμέλιο, 1991. Σελ. 211. Δρχ. 1560. DOUGHERTY J.E.-PEALTZGRAFF R. Ανταγωνι­ στικές θεωρίες διεθνών σχέσεων. Τόμος Α' Μετ. Θ. Α9ανασίου-Ν. Σταματάκης. Αθήνα, Παπαζήσης, 1992. Σελ. 399. Δρχ. 4680. Δίκαιο ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ Ε.Β. Μαθήματα συνταγματικού δι­ καίου. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 553. Δρχ. 6760.

ΛΑΪΝΟΣ Γ. Μονόδρομος οι ιδιωτικοποιήσεις; Αθή­ να, Στάχυ, 1992. Σελ. 358. Δρχ. 3430. ΜΑΓΓΑΝΑ-ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗ Σ. Η χωροθέτηση των βιομηχανικών περιοχών στην Ελλάδα και των μετα­ ποιητικών μονάδων μέσα σ’ αυτές. Αθήνα, Παπαζή­ σης, 1992. Σελ. 257. Δρχ. 3120. ΤΑΤΣΟΣ Ν. Τα δημόσια οικονομικά στην Ελλάδα. Αθήνα, Το Οικονομικό, 1991. Σελ. 497. Δρχ. 7280. WALKER D.-CHAPMAN Κ. Η χωροθέτηση της βιο­ μηχανίας. Μετ.-επιμ. Μ. Νικηταρίδης. Αθήνα, Παπα­ ζήσης, 1992. Σελ. 375. Δρχ. 4160. CAVES R.E.-FRANKEL J.A.-JONES R.N. Διεθνές εμπόριο και πληρωμές. Ε' έκδοση. Μετ. Θ. Διαμαντόπουλος. Αθήνα, Παπαζήσης, 1992. Σελ. 527. Δρχ. 7280. Λαογραφία ΚΑΡΑΤΖΕΝΗΣ Ν.Β. Οι νομάδες κτηνοτρόφοι των Τζουμέρκων. Άρτα, 1991. Σελ. 498. Δρχ. 4160. ΜΕΛΙΣΣΟΥΡΓΑΚΗ-ΑΡΦΑΡΑ Μ. Λαϊκά παραμύθια της Κρήτης. Τόμος Β'. Αθήνα, Ήβος, 1991. Σελ. 152. Δρχ. 2080. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΗΛΙΑΣ. Το μπουρδέλο. Αθήνα, Νεφέλη, 1991. Σελ. 251. Δρχ. 2285. ΤΣΙΓΚΟΣ Α.Σ. Κείμενα για τους Αρβανίτες. Αθήνα, 1991. Σελ. 133. Δρχ. 1765. Οικολογία VALLELY Β. 1001 τρόποι για να σωθεί ο πλανήτης μας. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 479. Δρχ. 2600. ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ/ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Εκπαίδευση KOLESNIK W.B. Ανθρωπισμός ή μπιχεβιορισμός στην εκπαίδευση. Μετ. Φ. Κοκαβέσης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1992. Σελ. 213. Δρχ. 3535. ΓΛΩΣΣΑ

Οικονομία ΑΓΑΠΗΤΙΔΗΣ ΣΩΤ.Ι. Τεχνικοοικονομικά θέματα. Αθήναι, 1991. Σελ. 158. Δρχ. 1245. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ Γ.Ν. - ΣΤΕΛΑΚΑΤΟΣ Κ.Κ. - ΤΟΡΤΟΠΙΔΗΣ Α.Α. Ενεργειακά πάρκα. Αθήνα, Παπαζή­ σης, 1991. Σελ. 157. Δρχ. 2080. ΒΛΙΑΜΟΣ Σ.-ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ Δ.-ΚΟΥΡΛΙΟΥΡΟΣ Η. Βιομηχανικά πάρκα. Αθήνα, Παπαζήσης, 1991. Σελ. 123. Δρχ. 1560.

Ελληνική γλώσσα ΧΑΤΖΗΘΩΜΑΣ Φ.Π.-ΑΛΕΦΑΝΤΟΣ Π. Λεξικό αναπτυγμένων εννοιών. Τόμος Γ'. Θεσσαλονίκη, Φί­ λιππος, 1991. Σελ. 592. Δρχ. 3450.


δελτιο/153

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Αρχιτεκτονική

Φυσική

ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ Μ. Χωροταξικός σχεδιασμός. Αθήνα, Συμμετρία, 1991. Σελ. 238. Δρχ. 2600.

SALAM Α. Ενοποίηση των θεμελιωδών 'δυνάμεων. Μετ. Ι.Θ. Χριστίδη-Θ.Μ. Χριστίδης. Σελ. 137.

Ζωγραφική

Αστρονομία

Γ. Μήλιος. Θεσσαλονίκη, Δήμος Θεσσαλονίκης/Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, 1992. Σελ. 50. Νίκος Χουλιαράς. Ζωγραφική 1966-1991. Αθήνα, Το Εργαστήρι Τέχνης, 1992. Σελ. 157. Δρχ. 11440.

CLOSE F. Τέλος. Κοσμικές καταστροφές και η μοί­ ρα του Σύμπαντος. Μετ. Κ. Οικονόμου. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 303. Δρχ. 2080. ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Κινούμενα σχέδια

Ιατρική

GONICK L. Η ιστορία του κόσμου σε κόμικ. Τόμος Δ'. Μετ. Κ. Χανδρινός. Αθήνα, Κάτοπτρο, 1991. Σελ. 64. Δρχ. 1455.

ΑΥΓΟΥΣΤΗΣ Ι.Ν. Διαχρονική διάσταση στη ζωή. Α­ θήνα, Λίτσας, 1992. Σελ. 334. Δρχ. 3120. ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ Θ.-ΣΤΡΑΤΑΚΟΣ Γ. Η ιστο­ ρία ενός μουσείου ιστορίας της ιατρικής. Πάτρα, Α­ χαϊκές Εκδόσεις. Σελ. 80. ΚΑΣΙΜΟΣ Χ.Δ.-ΚΑΣΙΜΟΣ Δ.Χ. Διατροφή. Αθήνα, Χριστάκης, 1991. Σελ. 342. Δρχ. 2080. COVINGTON T.R.-McCLENDON J.F. Υγιής σε­ ξουαλική ζωή. Μετ. Ο. Ιωακειμίδη. Αθήνα, Κου­ τσουμπός, 1991. Σελ. 583. Δρχ. 2910.

Φωτογραφία ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ Π. Corpora sine memoria. Πά­ τρα, Δήμος Πατρέων, 1991. Σελ. 45. Δρχ. 3000. Χιούμορ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β. Καραγκιόζης. No 1: Σκυλί­ σια ζωή. Αθήνα, Πατάκης, 1991. Σελ. 44. Δρχ. 1000. ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ

Ναυπηγική ΔΑΜΙΑΝΙΔΗΣ Κ.-ΛΕΟΝΤΙΔΗΣ Τ. Τα ελληνικά ι­ στιοφόρα καΐκια του 20ού αιώνα. Αθήνα, Γαβριηλίδης, 1992. Σελ. 109. Δρχ. 2700. ΤΕΧΝΕΣ

Αθλητισμός ΤΣΙΤΣΚΑΡΗΣ Γ.-ΧΑΤΖΗΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Π. Ατομική τεχνική του μπάσκετ. Θεσσαλονίκη, Salto, 1992. Σελ. 307. ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ

Γ ενικά ΚΟΥΡΙΑ, Α. Εικόνες του παιδιού στην ελληνική τέ­ χνη του 20ού αιώνα. Αθήνα, Δωδώνη, 1991. Σελ. 244. Δρχ. 4160. GREEN ALAN. Πώς να μιλάτε και να τραγουδάτε σωστά. Μετ. Α. Τραμπίδης. Αθήνα, Faggoto, 1992. Σελ. 104.

Αρχαίοι Συγγραφείς ΑΡΡΙΑΝΟΣ. Αλεξάνδρου Ανάβασις. Τόμοι Α' + Β' + Γ'. Μετ. Δ. Μόσχου. Αθήνα, Κάκτος, 1992. Σελ. 233 + 203+199. Δρχ. (1245 ο κάθε τόμος). ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ. Ιστορία. Τόμοι Δ' + Ε' + ΣΤ'. Ειαμετ.-σχόλ. Α. Γεωργοπαπαδάκος. Αθήνα. Κάκτος, 1992. Σελ. 255+198 + 207. Δρχ. 1245 (ο κάθε τόμος). ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Ποίηση ΒΛΑΧΟΣ Δ. Φανός θυέλλης. Αθήνα, Αστρολάβος/Ευθύνη, 1991. Σελ. 40.


154/δελτιο ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Σ. Τρία επί δώδεκα. Ποιήμα­ τα. Αθήνα, Δόμος, 1991. Σελ. 68. Δρχ. 520. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ Τ. Επιλογή, Β'. (1951-1986) και τα δώδεκα νέά ποιήματα. Αθήνα, Η Προποντίς, 1991. Σελ. 142. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ Δ. Ραντεβού στα θυμαράκια. Ποιή­ ματα. Αθήνα, Διογένης, 1991. Σελ. 47. ΚΑΛΛΙΑΝΤΑ-ΓΑΛΛΙΟΥ Μ. Βραδυνά ταξίδια. Αθή­ να, Σοκόλης, 1991. Σελ. 46. ΚΑΡΟΥΣΟΣ Κ. Στο ρίγος της πολιτείας. Αθήνα, Πάραλος, 1992. Σελ. 32. ΚΕΡΑΜΕΑΣ Γ. Ο μυχοπομπός είπε. Αθήνα, Αιγόκερως, 1991. Σελ. 79. ΚΥΡΙΑΖΗΣ Ι.Ν. Ταξίδια μέσα στο χρόνο. Πεζά. Αθή­ να, Αλεξίσφαιρο, 1992. Σελ. 47. ΚΩΣΤΕΛΕΝΟΣ Δ.Π. 107 τετράστιχα και τα «άλλα» ποιήματα. Αθήνα, Ιωλκός, 1991. Σελ. 47. ΛΥΚΙΑΡΔΟΠΟΥΛΟΣ Γ. Υπό ξένην σημαία. Ποιή­ ματα 1967-1987. Αθήνα, Ύμιλον/Βιβλία, 1991. Σελ. 72. Δρχ. 830. ΜΑΡΑΒΕΛΙΑΣ Σ.Ε. Ενελίξεις φωτός. Ποιήματα. Α­ θήνα, Πιτσιλάς, 1991. Σελ. 83. Δρχ. 1245. ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗΣ Π.Δ. Η ποίηση του Νέου Ελ­ ληνισμού. Ανθολογία. Αθήνα, Ίδρυμα Γουλανδρή/Χορν, 1991. Σελ. 56. ΜΟΡΑΡΗΣ Γ. Συναναστροφές της σιωπής. Ποιήμα­ τα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 29. ΠΑΥΛΕΑΣ Σ. Ελεγείες της Ρωξάνης. Θεσσαλονίκης, 1991. Σελ. 238. Δρχ. 2080. ΠΡΑΤΙΚΑΚΗΣ Μ. Ποιήματα. 1970-1984. Αθήνα, Ρόπτρου, 1991. Σελ. 222. Δρχ. 2080. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ Θ. Από καταβολής δρόσου. Αθή­ να, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 70. Δρχ. 620. ΖΕΡΑΛΝΤΥ Π. Εσύ κι εγώ. Μετ. Α. Χατζιδάκης. Α­ θήνα, Γκοβόστης. Σελ. 76. Δρχ. 830. NERUDA PABLO. Υμώματα του Μάτσου Πίτσου. Απόδ. Ν. Χρυσόπουλος. Αθήνα, Παρασκήνιο, 1991. Σελ. 61. Δρχ. 1245. Πεζογραφία

ΓΚΑΝΤΖΙΟΣ Θ. Μια χαμένη φωνή... μια κραυγή. Α­ θήνα, 1992. Σελ. 520. Δρχ. 2600. ΙΩΑΝΝΟΥ Γ. Πολλαπλά κατάγματα. Ε' έκδοση. Α­ θήνα, Εστία, 1991. Σελ. 204. ΛΟΥΚΟΣ Λ. Μια πατρινιά οικογένεια από την Παραμυθιά και το Αγρίδιον. Πάτρα, 1991-, Σελ. 95. Δρχ. 1245. ΜΙΧΟΣ Α.Κ. Στη λατρεία της Αρτέμιδος. Διηγήματα. Αθήνα, Δωδώνη, 1991. Σελ. 318. Δρχ. 1870.

ΝΥΔΡΙΩΤΗΣ Θ. Αναζήτηση. Αφηγήματα. Αθήνα, Μαυρίδης, 1992. Σελ. 194. ΣΕΙΤΑΝΙΔΗΣ Π. Τα τετράδια του Δημήτρη. Μυθι­ στόρημα. Αθήνα, 1991. Σελ. 506. Δρχ. 3120. ΣΚΑΡΓΙΩΤΗΣ Μ. Το λαθραίο. Μυθιστόρημα. Θεσ­ σαλονίκη, Παρατηρητής, 1991. Σελ. 196. Δρχ. 1140. ΤΣΕΜΠΕΡΛΙΔΟΥ Κ. Έτσι, για καφέ και κουβέντα. Αθήνα, Αδάμ, 1991. Σελ. 66. Δρχ. 1245. Ιζαμπέρ. Ερωτική εξομολόγηση ανωνύμου πατρός. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1991. Σελ. 92. Δρχ. 1245. ΑΡΚΟΣ Α.Γ. Το τυφλοπούλι. Μετ. Π. Μηλιώρη. Αθή­ να, Οδυσσέας, 1991. Σελ. 275. Δρχ. 1975. ΓΕΦΤΟΥΣΕΝΚΟ Γ. Τα βατόμουρα της Σιβηρίας. Μυθιστόρημα. Μετ. Α. Μυτιληναίος. Αθήνα, Νέα Σύ­ νορα, 1992. Σελ. 339. Δρχ. 2600. CONRAD J. Με τα μάτια ενός δυτικού. Μετ. Γ.Ί. Μπαμπασάκης. Αθήνα, Ερατώ, 1992. Σελ. 431. Δρχ. 2900. ΚΡΙΣΤΙ Α. Φόνος στο γήπεδο του γκολφ. Μετ. Α. Βόμβα. Αθήνα, Ερμείας. Σελ. 308. Δρχ. 1870. ΜΠΟΟΥΛΣ ΠΩΛ. Τσάι στη Σαχάρα. Μετ. Λουκάς Θεοδωρακόπουλος. Αθήνα, Απόπειρα, 1991. Σελ. 343. Δρχ. 2600. JACKSON C. Το χαμένο σαββατοκύριακο. Μετ. Γ.-Ι. Μπαμπασάκης. Αθήνα, Ερατώ, 1992. Σελ. 362. Δρχ. 2080. ΤΣΑΝΤΛΕΡ Ρ. Νέες ιστορίες, του Φιλίπ Μάρλοου. Τόμοι Α'+Β'. Μετ. Α. Αποστολίδης. Αθήνα, Δίαυ­ λος, 1991. Σελ. 260 + 229. Δρχ. 2900 (οι δύο τόμοι). ΦΩΟΥΛΣ Τ. Εβένινος πύργος. Μετ. Φ. Ταμβακάκης. Αθήνα, Εστία, 1992. Σελ. 127. Χρονογραφήματα

ΤΣΕΤΣΕΚΟΣ Φ. Βλέποντας και γράφοντας. (Χρονο­ γραφήματα). Αθήνα, 1991. Σελ. 217. Δρχ. 1560. Μ ελέτες

ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ Γ. Ο πολιτικός Καρυωτάκης. Αθή­ να, Εστία, 1992. Σελ. 144. Δρχ. 1200.


δελτιο/155

ΘΕΑΤΡΟ

Ελληνική Ιστορία

Έργα___________________________________

ΖΟΥΡΝΤΟΥ-ΛΕΟΥΣΗ Φ. Ευρετήριο «Αρχείου της κοινότητος Ύδρας». Αθήνα, Ιστορικό Αρχείο Ύ ­ δρας, 1991. Σελ. 357. Δρχ. 1800.

ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣ I. Θέατρο. Τόμος Ε\ Αθήνα, Κέ­ δρος, 1991. Σελ. 220. Δρχ. 1800. ΛΑΓΙΟΣ Η. Η toropia της Λαίδης Οδέλλος. Αθήνα, Εστία, 1992. Σελ. 51. Δρχ. 600. Αρχαίο δράμα

ΑΙΣΧΥΛΟΣ. Ικέπδες. Μετ. Τ. Ρούσσος. Αθήνα, Κά­ κτος, 1992. Σελ. 121. Δρχ. 935. ΣΟΦΟΚΛΗΣ. Οιδίπους Τύραννος, Οιδίπους επί Κολωνώ, Αντιγόνη. Αθήνα, Εξάντας, 1992. Σελ. 530. ΙΣΤΟ Ρ ΙΑ Αρχαιολογία

CHADWICK J. Γραμμική Β και συγγενικές γραφές. Μετ. Ν. Κονόμης. Αθήνα, Παπαδήμας, 1992. Σελ. 78. Δρχ. 2080. Μαρτυρίες

ΒΛΑΧΟΥ ΕΛΕΝΗ. Πενήντα και κάτι... δημοσιογρα­ φικά χρόνια. Τόμος Α': Ο κόσμος της οδού Σωκράτους (1935-1951). Αθήνα, Ζήδρος, 1991. Σελ. 246. Δρχ. 3640. ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗΣ Γ. Η ιστορία του Νίκου. Αθήνα, Δελφίνι, 1992. Σελ. 162. Δρχ. 1350. ΓΟΥΛΑΣ Γ. Ο Πίνακας Β'. Αθήνα, Δωδώνη, 1991. Σελ. 99. ΖΑΡΑΒΕΛΑΣ Δ.Α. Πέτρινες μνήμες. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 1991. Σελ. 105. Δρχ. 1870. ΚΛΗΡΙΔΗΣ ΓΛΑΥΚΟΣ. Η κατάθεσή μου. Τόμος Δ'. Λευκωσία, Αλήθεια, 1991. Σελ. 595. Δρχ. 8500. Βιογραφίες

ΓΕΡΟΝΤΑΣ Δ.Α. Δ. Γ. Καμπούρογλου. Η ζωή και το έργο του. Β' έκδοση. Αθήνα, Καραβίας, 1991. Σελ. 130. Δρχ. 1300. GOTTO Κ. Konrad Adenauer. Αθήνα, Ελληνική Ευρωεκδοτική. Σελ. 84. Δρχ. 1040.

ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Α.Χ.-ΚΩΤΟΥΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Β. Ο Μακεδονικός Αγώνας. Ιστορικό ανθολόγιο. Αθήνα, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1991. Σελ. 511. Δρχ. 3640. ΜΑΝΘΟΣ Κ. Αρχαιολογία και ιστορία της νήσου Κέ­ ας. Βουρκαριανή, 1991. Σελ. 172 + Πίν. Δρχ. 6200. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ Ι.Ν. Τα Γιάννινα του Μεσοπολέμου. Τόμος Α': Προαπελευθερωτική περίοδος 1914. Ιω­ άννινα, 1992. Σελ. 257. ΧΑΡΙΤΟΣ Γ.Θ. Η Αράχωβα Βοιωτίας στον Αγώνα του 1821. Αθήναι, 1991. Σελ. 119. Δρχ. 830. PAPPAS N.C. Greeks in Russian Military Service in the late eighteenth and early nineteenth centuries. Thessaloniki, Institute For Balkan Studies, 1991. Σελ. 425. Δρχ. 3120. Παγκόσμια Ιστορία

Χρονικό ’91. Αθήνα, Τέσσερα Έμιλον, 1992. Σέλ. 222. Δρχ. 2600. ΑΝΔΡΙΩΤΗΣ Ν.Π. Το ομοσπονδιακό κράτος των Σκοπιών και η γλώσσα του. Αθήνα, Τροχαλία, 1992. Σελ. 93. Δρχ. 1455. Π Α ΙΔ ΙΚ Α Ελεύθερα αναγνώσματα

ΒΑΚΑΛΗ-ΣΥΡΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ Φ. Το μαγικό βιολί. Διηγήματα. Αθήνα, Άγκυρα, 1991. Σελ. 78. Δρχ. 580. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΟΥ-ΣΟΥΡΕΛΗ Γ. Οι μάγοι της κασέ­ τας. Διηγήματα. Αθήνα, Άγκυρα, 1991. Σελ. 71. Δρχ. 580. ΜΑΣΤΟΡΗ ΒΟΥΛΑ. Στο γυμνάσιο. Αθήνα, Πατάκης, 1991. Σελ. 140. Δρχ. 820. ΠΑΠΑΜΟΣΧΟΥ ΗΡΩ. Το πέρασμα της γάτας. Αθή­ να, Πατάκης, 1991. Σελ. 124. Δρχ. 750. ΨΑΡΑΥΤΗ ΛΙΤΣΑ. Ot τελευταίοι ήρωες. Αθήνα, Πατάκης, 1991. Σελ. 110. Δρχ. 750. ΨΑΡΙΑΝΟΣ Β. Η καμπανούστρα. Αθήνα, 1991. Σελ. 110. Δρχ. 1040. ΚΟΛΛΟΝΤΙ Κ. Οι περιπέτειες του Πινάκιο. Μετ. Μα­ ρία Γραμματικού. Αθήνα, Πατάκης, 1991. Σελ. 202. Δρχ. 870. NEILL A.S. Το πράσινο σύννεφο. Μετ. Τ. Μαστορά­ κη. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1991. Σελ. 232.


156/δελτίο ΝΤΑΛ Ρ. Οι μάγισσες. Μετ. Κώστια Κοντολέων. Α­ θήνα, Ψυχογιός, 1992. Σελ. 245. Δρχ. 1200. Σχολικά

ΛΙΝΤΟΒΟΗΣ Κ. Για την έκθεση. Αθήνα, Παπαζήσης. Σελ. 339. Δρχ. 2600. ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΖΩΗ. Κείμενα της πατρίδας. Α­ θήνα, Gutenberg, 1991. Σελ. 324. Δρχ. 1765. ΤΣΙΓΚΡΗΣ Α.Α. Βοήθημα κοινωνιολογίας για την δ' δέσμη. Αθήνα, Πελεκάνος. Σελ. 167. Δρχ. 1455. ΠΕΡΙΟ Δ ΙΚ Α

ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 125-126. Δρχ. 1040. ΑΝΟΙΧΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Διμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 37. Δρχ. 350. ΑΝΟΙΧΤΟ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ. Τεύχος 892. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική και πολιτιστική επι­ θεώρηση. Τεύχος 489. Δρχ. 250. Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ. Μηνιαία εφημερίδα. Τεύχος 51. Δρχ. 100. ΓΥΝΑΙΚΑ. Το κλασικό γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 1081. Δρχ. 600. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 123. Δρχ. 600. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βι­ βλίου. Τεύχος 282. Δρχ. 600. Η ΕΛΛΗΝΙΔΑ ΤΟΥ 2000. Φύλλο 36. ΕΞΟΔΟΣ. Περιοδική έκδοση. ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΗΛΕΙΑΚΩΝ ΜΕΛΕ­ ΤΩΝ. Τόμος ΣΤ', 1989-90. Δρχ. 6240. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗ­ ΤΩΝ. Τεύχος 10-11. Δρχ. 3120. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ. Τό­ μος ΚΘ' (1986-1991). ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Περιοδική έκδοση κριτικής σκέμης. Δρχ. 3640. ΕΠΟΠΤΕΙΑ NEWSLETTER. Τεύχος 18. ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ. Μηνιαία πολιτική εφημερίδα. Φύλ­ λο 11. ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύ­ χος 243. Δρχ. 350. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 228. Δρχ. 500. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου­ δών. Τόμος 61, τεύχος 2. ΙΛΙΣΟΣ. Έρευνα-φιλοσοφία-τέχνη. Τεύχος 204. Δρχ. 400.

ΙΣΤΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 4. Δρχ. 600. ΚΡΗΤΙΚΑ ΕΠΙΚΑΙΡΑ. Φύλλο 231. Δρχ. 300. ΜΟΥΣΙΚΟΤΡΟΠΙΕΣ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 1. Δρχ. 450. ΜΠΕΣΑ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 19. Δρχ. 300. ΤΟ ΜΠΙΤΟΝΙ. Φύλλο 9. Η ΜΥΚΟΝΙΑΤΙΚΗ. Μηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 37. ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Διμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 135, τεύχος 473. Δρχ. 400. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1553. Δρχ. 500. ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Μηνιαία επιθεώρηση. Τεύχος 89. Δρχ. 400. ΝΟΥΜΑΣ. Επιθεώρηση τέχνης γραμμάτων. Τεύχος 7. Δρχ. 200. ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Μηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 51. Δρχ. 80. ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 1. Δρχ. 830. ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΛΗΤΟ. Περιοδικό τέχνης. Τεύχος 11. Δρχ. 400. ΠΟΡΕΙΑ ΒΟΡΕΙΑΣ ΑΤΤΙΚΗΣ. Δεκαπενθήμερη εφη­ μερίδα. Φύλλο 19. Ο ΡΑΜΠΑΓΑΣ ΚΙ Ο ΣΚΥΛΟΣ. Ποιητική φυλλάδα. Φύλλο 154 (27). Δρχ. 50. ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 36. Δρχ. 600. ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Πολιτική επιθεώρηση. Δρχ. 300. ΤΟ «ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 5-6. Δρχ. 50. ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Διμηνιαίο περιοδικό. Τεύ­ χος 8. Δρχ. 400. ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύ­ χος 16. Δρχ. 400. Η ΦΩΝΗ ΤΟΥ ΒΕΛΕΣΤΙΝΟΥ. Φύλλο 4 (53). Δρχ. 100. ΧΕΛΙΔΟΝΙ. Διμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 2. Δρχ. 200 .

ΧΡΟΝΙΚΑ. Όργανο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου. Φύλλο 119.


Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι ε­ πώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιο­ δικό και επαρχιακό τύπο, ό­ σες ήταν δυνατόν να εξα­ σφαλίσουμε ή μας απέστειλαν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνο­ μα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου, καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής αν πρό­ κειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

δελ

ΤI ο

2 Φ εβρουάριου 1992 Ϊ 8 Μαρτίου 1992

κριτικό γ ρ α φια 285 Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Πολιτική

Δίκαιο

Βούλγαρης Γ.: Ο δύσκολος εκσυγχρονισμός (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/3) Καλογερόπουλος Ν.Α.: Η πολιτική σημασία του βλακος (Α.Χ. Παπανδρόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρό­ μος, 9/3) Κονδύλης Π.: Η παρακμή του Αστικού Πολιτισμού (Β. Καπετανγιάννης, Καθημερινή, 3/3) Μπαρούτας Κ.: Η κραυγή των Ελλήνων (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 8/3)

Καρτεράς I.: Ο πόλεμος στον Περσικό Κόλπο και το Διεθνές Δίκαιο (Θ. Διαμαντόπουλος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/3), (Σ. Ντάλης, Αυγή, 11/3)

Κοινωνιολογία

Καράς Γ.: Οι θετικές επιστήμες στον Ελληνικό χώρο (15ος-19ος αι.) (Δ. Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 4/3)

Εκπαίδευση Husen Τ.: Η αμφισβήτηση του σχολείου (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 15/3) Θετικές Επιστήμες

Τσαλίκογλου Φ.: Μυθολογίες βίας και καταστολής (Α.Χ.ΠΑΠ, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 5/3)

Τέχνες Οικονομία Κράτσης Α.: Πρακτικά φορολογικά βοηθήματα (Δ. Στεργίου, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/3)

Γράμματός Θ.: Νεοελληνικό θέατρο και Κοινωνία (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 6/3) Θεοχαράκης Β.: Λεύκωμα (Δ. Σταμέλος, Ελευθερο­ τυπία, 4/3) Οι θησαυροί του Αγίου Όρους (Κ. Τσαούσης, Έ­ θνος, 15/3) (Α. Γριμάνη, ΕΝΑ, 4/3) Γλώσσα Καργάκος Σ.: Αλεξία (Κ. Παπαπάνος, Πολιτικά θέ­ ματα, 6/3)


158/δελτίο Τσιούλκας Κ.: Συμβολαί εις την διγλωσσίαν των Μακεδόνων (Δ.Π. Σουλιώτης, Βήμα, 15/3) Ποίηση Βλαβιανός X.: Η νοσταλγία των ουρανών (Ε. Αρανίτσης, Ελευθεροτυπία, 11/3) Γκρης Η.: Εχθρικό τοπίο (Δ. Πανουσάκης, Ριζοσπά­ στης, 12/3) Καραμηνά-Πόθου Κ.: Στιγμές αποκάλυμης (Ε. Χωρεάνθη, Ριζοσπάστης, 12/3) Κατσίμης Σ.: Ο Νάρκισσος (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 8/3) Κατσουλού Μ.: Σε αναζήτηση του Απόλλωνα (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώρα, 8/3) Μαρκόπουλος Ε.: Ανοιγμένη φλέβα (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 12/3) Μπλέτας-Δούκαρης Ν.: Η Κορινθιακή άνοιξη της κληματαριάς (Φ. Γελαδόπουλος, Ριζοσπάστης, 12/3) Παπούλιας Γ.: Οι πέντε υπηκοότητες ενός υπνοβάτη (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 12/3) Πάτσης Γ.: (Επιμ.) Ανθολογία γερμανικού διηγήμα­ τος (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 12/3) Χιόνης Α.: Εσωτικά τοπία (Ε. Αρανίτσης, Ελευθερο­ τυπία, 4/3) Πεζογραφία Βακαλόπουλος X.: Η γραφή του ορίζοντος (X. Παπαγεωργίου, Διαβάζω, 287) Βικέλας Δ.: Λουκής Λάρας (Β. Χατζηβασιλείου, Ε­ λευθεροτυπία, 4/3) Θεοδωρόπουλος Τ.: Το αδιανόητο τοπίο (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 15/3) Θεοτόκης Κ.: Απελλής (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευροτυπία, 11/3) Καλιότσος Π.: Διωγμός από την κόλαση (Τ. Μουδράκος, Αντί, 6/3) Κωνσταντέλλος Κ.: Το πάρκο του φεγγαριού (Ε. Κοτζιά, Καθημερινή, 15/3) Παπακώστας Δ.: Πέντε κείμενα (Δ. Τσατσούλης, Δια­ βάζω, 282) Σκαργιώτης Μ.: Το Λαθραίο (X. Παπαγεωργίου, Αυ­ γή, 8/3) Τότλης Γ.: Ο Συνδυασμός Έδεσσα-Ζυρίχη (Δ. Κούρτοβικ, Νέα, 13/3) Χρυσοχόου I.: Ο θάνατός σου θάνατός μου (Α.Κ., Ρι­ ζοσπάστης, 5/3) Άμποτ Ε.: Επίπεδος Κόσμος (Π. Μπουκάλας, Καθη­ μερινή, 3/3) Κιουρέισι X.: Ο Βούδας των προαστίων (Α. Κώττη, Ριζοσπάστης, 5/3) Λε Γκεν Ο.: Ο Μάγος του Αρχιπελάγους (Π. Μπου­ κάλας, Καθημερινή, 3/3) Αόου Ε.Α. - Λαμπεντούζα Τ.Τ.: Λίγεια (Ε. Χουζούρη, ΕΝΑ, 11/3) (Α.Λ.,· Μεσημβρινή, 6/3) Ντικ Φ.: Όχι από το εξώφυλλό του (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 3/3)

Φόουλς Τ.: Ο Εβένινος πύργος (Σ.Π., Αυγή, 11/3) Μελέτες Δημάδης Κ.Α.: Δικτατορία — Πόλεμος και πεζογρα­ φία 1936-1944 (Δ. Κούρτοβικ, Νέα, 6/3) Μπαλούρδος Γ.Χ.: Προσεγγίσεις στον ερωτικό λόγο (Β. Καραλής, Διαβάζω, 282) Μπενάτσης Α.: Η ποιητική μυθολογία του Τάσου Λειβαδίτη (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 6/3) Δοκίμια Sayre R. — Lowy Μ.: Μορφές ρομαντικού αντικαπιταλισμού (Δ. Πανταζόπουλος, Καθημερινή, 3/3) Παιδικά Αγγελοπούλου Α.: Ελληνικά παραμύθια Α' (Η. Παπαλέξης, Διαβάζω, 282) Λοΐζου Μ.: Μήπως είδατε τον αόρατο: (Σειρά) (Μ. Κοντολέων, Αυγή, 15/3) Μάστορη Β.: Στο γυμνάσιο (Ε. Σαραντίτη, Ελευθερο­ τυπία, 11/3) Θεατρικά Έργα Σαίξπηρ Ο.: Οθέλος (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 6/3) Ιστορία Άννα Κομνηνή: Αλεξιάς (Θ. Ψαλιδόπουλος, Διαβά­ ζω, 282) Βερναρδάκης X. - Μαυρής Γ.: Κόμματα και κοινω­ νικές συμμαχίες στην προδικτατορική Ελλάδα (Θ.Δ., Οικονομικός Ταχυδρόμος, 5/3) Καββαδίας Γ.Δ.: Σαρακατσάνοι (Ε. ΣπαθάρηΜπεγλίτη, Διαβάζω, 282) Πετρώφ I. Μακεδονία Αρχαία και βυζαντινή (Κ. Τσα­ ούσης, Έθνος, 8/3) Μαρτυρίες Σερέφας Σ.: Η Θεσσαλονίκη εξ αποστάσεως (Ι.Κ. Χασιώτης, Εξόρμηση, 8/3) Περιοδικές Εκδόσεις Δελτίο Φορολογικής Νομοθεσίας. Πανηγυρική έκ­ δοση χιλιοστού τεύχους (Δ. Στεργίου, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 12/3)


Η Θ Ε Σ Σ Α Λ Ο Ν ΙΚ Η Κ Ο ΙΤ Α Γ Μ Ε Ν Η Α Π Ο Μ Α Κ ΡΙΑ ... "Ενα βιβλίο πού περιλαμβάνει μαρτυρίες άπό τά χρόνια τού πρώτου παγκόσμιου πολέμου γιά τό πώς άντίκρισαν την πόλη άπό μακριά "Αγ­ γλοι, Γάλλοι καί 'Ιταλοί μάχιμοι προσεγγίζοντάς την άπό τόν άέρα, τήν ξηρά καί τήν θάλασσα. Πρόκειται γιά βλέμματα πού θαυμάζουν, άποροΰν ή άμύνονται μπρός στό ύπερθέαμα τής πόλης καί τού πολέμου, διακρίνοντας πιά τό μέλλον διά γυμνού όφθαλμοΰ. Μιά τοπιογραφία τού Θερμαϊκού κόλπου, τών γύρω ύψωμάτων καί τής πόλης, συνυφασμένη μέ τήν τοπιογραφία τής άνθρώπινης ψυχής όταν κυριεύεται άπό τήν όμορφιά, τήν μοναξιά καί τό δέος. Ή μελέτη συνοδεύεται άπό παράρτημα τών δρομολογίων πού ένωναν τήν Σαλονίκη μέ τήν κεντρική Εύρώπη, ένώ εικονογραφείται μέ πρωτότυπο φωτογραφικό ύλικό καί έναν χάρτη.

ΧΟΡΗΓΟΣ Φροντιστήριο ΤΟ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟ, X. Μπακαλάκου - Κ. Φέκκα Κεντρική διάθεση τών Εκδόσεων ’Εντευκτηρίου ☆ περιοδικό ’Εντευκτήριο, τηλ. (031) 279.607 ☆ Σπΰρος Μαρίνης, Σόλωνος 116, ’Αθήνα __________________________τηλ. (01) 36.08.348_____________________


ΔΙΑΒΑΖΩ αφιερώματα ire Ο. ντε Μπαλζάκ No 40* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μ πόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80* Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μ αρξ No 83* Μ. Βίαν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88* Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μ παρτ No 93 Ν. Λαπαθιώ της No 95 Ε. Ροΐδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Αγρας No 104 I. Βερν No 105 Θ. Καίρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έ σ σ ε No 109 Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Αλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μττέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126

Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν. X. Λώρενς No 132 Γ.Σ. Έλιοτ No 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ. Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έ κ ο No 145 Α. Δο υμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γουλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157 Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χέμινγουεϊ No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Ό μη ρ ο ς No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180

Ε. Ίψ εν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 190 Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Ρ. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206 Α. Μ πρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ. Σολωμός No 213 Α. Λουπέν No 218 Φ. Πετράρχης No 218 Τζ. Ό ργουελ No 226 Τ. Λειβαδίτης No 228 Κ. Ντίκενς No 229 Δάντης No 230 Γκ. Γκ. Μ άρκες No 223 Γκ. Απολλιναίρ No 231 Ρ. Βελεστινλής No 235 Σοφοκλής No 243 Κέρουακ No 249 Μαρκ Τουαίν No 252 Γιούκιο Μισίμα No 253 Μοράβια No 256 Μαριβό No 257 Μ. Καραγάτσης No 258 Ά ρ θ ο υ ρ Μίλλερ No 259 Χένρυ Τζαίημς No 260 Γ. Ξενόπουλος No 265 Γκράχαμ Γκρην No 267 Γ. Σκαρίμπας No 269 Χένρυ Μίλλερ No 273 Ράινερ Μαρία Ρίλκε No 274 I. Καποδίστριας No 275 Γ. Βιζυηνός No 278


Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α ΓΙΑ Ν Ε Ο Υ Σ


^Ε Κ ΔΟ ΣΕ ΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 - Τηλ. 36.09.712, 36.02.007

ΠΕΤΡΟΣ ΑΜΠΑΤΖΟΓΛΟΥ Μια συνηθισμένη μέρα Προηγήθηκε η ιστορία μιας δυναμικής και παθιασμένης γυναίκας, ακολούθησε ένα μυθιστόρημα για τη ζήλια. Τώρα, ο Πέτρος Αμπατζόγλου κλείνει τον κύκλο της τριλογίας του «Ανθρώπινες σχέσεις» μ’ ένα μυθιστόρημα για τη μοναξιά. Το Μια συνη­ θισμένη μέρα περιγράφει την απόλυτη μοναξιά του ανθρώ­ που μέσα σε μια μεγάλη αλλά αδιάφορη πόλη. Τη μοναξιά μέσα στο πλήθος.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΩΤΗΣ Ορίστε τα ρόδα, μαμά!

ΕΡΣΗ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ Χοιροκάμηλος

Διηγήματα

Διηγήματα

Τα διηγήματα αυτού του βι­ βλίου είναι διηγήματα μυστη­ ρίου, ονείρου και έρωτα. Στον καλόπιστο αναγνώστη θα δοθεί η δυνατότητα να ξεναγηθεί σε όλα τα τοπία των ερωτικών αισθημάτων και πράξεων που ευδοκιμούν γύ­ ρω μας με την αρωγή του ο­ νείρου και τη μαγεία κάποιου μυστηρίου.

«Η περιοχή μέσα στήν οποία κινείται η Έρση Σωτηροπούλου σ’ αυτή τη συλλογή διηγη­ μάτων είναι η αστική ορμή μιας ζωής εξωθημένης προς την ανατροπή. Όπως όταν πέφτει η τάση του ηλεκτρικού και μια αγωνία μουδιάζει την ατμό­ σφαιρα, έτσι και τα διηγήματα της Χοιροκαμήλον αδειάζουν από πάνω μας τον ουρανό κα­ θώς η τρυφερότητα συγχωνεύε­ ται με τη σκληρότητα παγιδεύοντας ένα ρευστό κόσμο...»


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.