Τεύχος 293

Page 1

ΔΙΑΒΑΖΩ Δ Ε Κ Α Π Ε Ν Θ Η Μ Ε Ρ Η Ε Π ΙΘ Ε Ω Ρ Η Σ Η ΤΟ Υ Β ΙΒ ΛΙΟ Υ · ΑΡ. 293 · 2.9.92 · ΔΡΧ. 600

Το Χρονογράφημα φ ΓεΡμανός ^ ^ α° Καλάκη Μ .

Δ ή μ ο ν

Καραβί

^ ^

Κ . ο Κ * 'ν ° κ 1 '

η. "ηντάΡος

Ζ. Σαμαρά

Το Χρονογράφημα Το Χρονο­ γράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το

φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά­ φημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογράφημα Το Χρονογρά-


ΑΙΑΒΑΖΩ αφιερώματα σε συμμραφεισ

Ο. ντε Μπαλζάκ No 40* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μττόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80* Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρξ No 83* Μ. Βίαν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88* Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροίδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Αγρας No 104 • I. Βερν No 105 Θ. Καίρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έσσε No 109 Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Αλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126

Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοατογιέφσκι No 131 Ν. X. Λώρενς No 132 Γ.Σ. Έλιοτ No 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ. Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έκο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γουλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157 Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χέμινγουεϊ No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ Νό 173 Όμηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Ίψεν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 190

Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Ρ. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206 Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ. Σολωμός No 213 Α. Λουπέν No 218 Φ. Πετράρχης No 218 Τζ. Ό ργουελ No 226 Τ. Λειβαδίτης No 228 Κ. Ντίκενς No 229 Δάντης No 230 Γκ. Γκ. Μάρκες No 223 Γκ. Απολλιναίρ No 231 Ρ. Βελεστινλής No 235 Σοφοκλής No 243 Κέρουακ No 249 Μαρκ Τουαίν No 252 Γιούκιο Μισίμα No 253 Μοράβια No 256 Μαριβό No 257 Μ. Καραγάτσης No 258 Άρθουρ Μίλλερ No 259 Χένρυ Τζαίημς No 260 Γ. Ξενόπουλος No 265 Γκράχαμ Γκρην No 267 Γ. Σκαρίμπας No 269 Χένρυ Μίλλερ No 273 Ράινερ Μαρία Ρίλκε No 274 I. Καποδίστριας No 275 Γ. Βιζυηνός No 278 Ζαχαρίας Παπαντωνίου No 285 Νόρμαν Μαίηλερ No 286 Μισέλ Τουρνιέ No 287


τα βιβλία της «γνώσης»

Β

β

Γ

$

e5

8 X 0 0 0 8 1 C Ιπποκράτους 31,106 80 Αθήνα Τηλ.: 3620 941 - 3621 194 t ^ Για τους Βιβλιοπώλες: Αποκλειστική διάθεση ΔΑΝΑΟΣ Α.Ε. :Q )~ « γ ν ί Ο Ο Τ ] » Μαυρομιχάλη 64, 106 80 Αθήνα, Τηλ.: 3604 i d , 36d 975, 3611 054

$ ιϊγ ,

?

-

$£ι \ ^Ρ: ?>Qs^£Q/


Zw

z m

tn

Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α Ριουνοοούκε Ακουχαγκάουα Κόπα f.Μυθιστόρημα) Ράσομόν και άλλες ιστορίες © Ν ανιίν Γκόρντιμερ Η ιστορία του γιου μου (Μ υθισ τόρημα)

© Σιουσακού Έντο Σιωπή (Μυθιστόρημα)

© Μπόνχο Κ ίρχοφ (Μυθιστόρημα)

© Εμανουέλ Κρεστ Ράντου ή Οι φυσητές γυαλιού του Λιπσανί (Μυθιστόρημα)

© Καμάρα Λάι Το μαύρο αγόρι (Μυθιστόρημα)

© Σπάικ Μ ίλιγκαν Μουρλό Μ ια ιρλανδέζικη φαντασία (Μυθιστόρημα)

Πέδρο Γκαρδία Μοντάλβο Μια ιστορία από τη Μαδρίτη (Μυθιστόρημα)

© Έλσα Μοράντε Αρα8έλι (Μυθιστόρημα)

Ονορέ ντε Μπαλζάκ Ο μπαρμπα-Γκοριό (Μυθιστόρημα)

© Στέφανο Μπένι Ο μάγος Μπάολ Μ ια ήόυχη νύχτα της δικτατορίας (Μυθιστόρημα)

© Μπέρτολντ Μπρεχτ Διόρθωση παλιών μύθων και άλλες ιστορίες © Κέιτ Σοπέν Η αφύπνιση και άλλες ιστορίες © Τζουνίτσίρο Τανιζάκι Το πορτρέτο της Σούνκιν (Διηγήματα)

Τζων Κένεντυ Τουλ Συνασπισμός ηλιθίων (Μυθιστόρημα)

Γιούκιο Μισίμα Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΗΣ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑΣ

Ανοιξιάτικο χιόνι (Μυθιστόρημα)

Τ.Σ. Έλιοτ Τέσσερα κουαρτέτα

Ε κ δό σ εις Κ α ςτ α ν ιω τ η ; Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα ;


Ν Ε Α B I B Α Ι Α ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ J/J

Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α Γιώργος Αριστηνός Η Καιάβαση (Αφήγημα) 9

1 9 9 2

ΠΟΙΗΣΗ

-

ViΓιώργος Σκαμπαρδώνης Η Στενωπός των Υφασμάτων (Διηγήματα) Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό (Διηγήματα) $

Χριστίνα Γιατζόγλου Ο μικρός Κλαύδιος (Αφήγημα)

Αντώνης Σουρούνης Υπ όμιν της Λίταας

Βασίλης Γκουρογιάννης Το αοημόχορτο ανθίζει (Μυθιστόρημα)

Κρίστη Στασινοπούλου Επτά φορές στην Αμοργό (Διηγήματα)

Απόστολος Λοξιάδης Οδηγός μαγειρικής (Μυθιστόρημα)

Περικλής Σφυρίδης Χαράμι (Διηγήματα)

Γιώργος Λεονάρδος Το κόκκινο σαλόνι της γιαγιάς

Διονύσης Χαριτόπουλος Από εδώ πέρασε ο Κιλρόι

9

$

(Μυθιστόρημα)

9

9

Λ.Κ. Χριστοδούλου Το αγκάθι ή Ο Παντελής Βλαστός (Νουβέλα)

Πρόδρομος Μάρκογλου Σταθερή απώλεια (Διηγήματα) 9

Π Ο Ι Η Σ Η

Παύλος Μάτεοις Ύλη δάσους (Διηγήματα) 9

Βασίλης Μπούτος Γυναίκες στα πάρκα (Διηγήματα) 9

Λημήτρης Νόλλας Ο τύμβος κοντά στη θάλασσα

Σωκράτης Κ. Ζερβός Το κρίνο του τρόμου 9

Αντρέας Καραντώνης Δεκατετράστιχα 9

(Μυθιστόρημα)

Αθηνά Παπαδάκη Λέαινα της βιτρίνας

Μαρλένα Πολιτοπούλου Ο ήχος της σαύρας (Αφήγημα)

Γ.Α. Σιδεράς Το χαμαί

Λημήτρης Ποταμιάνος Χωρικά ύδατα (Μυθιστόρημα)

Γιάννης Τζανετάκης Με φώτα ερήμου

Τάσος Ροάοσος Η Αγγελόπετρα (Νουβέλα)

Θανάσης Χατζόπουλος Από καταβολής δρόσου

9

9

9

Ε κ δ ό σ ε ις Κ α ςτ α ν ιω τ η *—------------------- Η πιιγγρ π νη εκδοτική πηρηππιη πτη ελ λη νικ ή γρή ρ ρη τη


f<&

Ε Ξ Α Ν Τ Α Σ

έ -fm

ΧΟΡΧΕ ΣΕΜΠΡΟΥΝ Η επιστροφή του Νετσάγιεφ Απ’ όλα τα μέλη της αρισιερίστικης οργάνωσης «Προλεταριακή πρωτοπορία» ο Ελί Σίλμπερμπεργκ είναι ο μόνος που δεν πέτυχε κοινωνικά. Οι υπόλοιποι κατάφεραν τελικά να επιβληθούν σ’ αυτή την κοινωνία που αρχικά ήθελαν να κατα­ στρέφουν. Έδωσαν τη μάχη αυτή με πάθος ισό­ τιμο μ’ εκείνο που είχαν επιδείξει είκοσι χρόνια νωρίτερα επιδιώκοντας την αλλαγή. Απέκτησαν εξουσία και χρήμα. Απ’ όλους αυτούς λοιπόν ο Ελί Σίλμπερμπεργκ είναι ο λιγότερο επιφανής· για την ακρίβεια είναι ο λιγότερο επιφανής από τους τέσσερις που έχουν απομείνει. Γιατί ο πέμ­ πτος της οργάνωσης έχει πεθάνει. Τον έλεγαν Ντανιέλ Λορενσόν και το παρατσούκλι του ήταν «Νετσάγιεφ». Τον σκότωσαν οι φίλοι του πριν από είκοσι χρόνια. Για να επιζήσουν εκείνοι.

ΓΙΑΝΑ ΤΣΕΡΝΑ Η ζωή της Μ ίλενα Το όνομα της Μίλενα Γεσένσκα δεν έπαψε στιγ­ μή να απασχολεί την κοινή γνώμη μετά το θάνα­ τό της το 1940. Στην Τσεχοσλοβακία θεωρείται persona non grata εξαιτίας των αντισταλινικών της θέσεων, που η ίδια εξέφραζε σης εφημερίδες της εποχής. Στις γερμανόφωνες χώρες, η δημο­ σίευση των Γραμμάτων στη Μ ίλενα του Κάφκα ρίχνει φως στην ιδιωτική της ζωή. Η Γιάνα Τσέρνα σκιαγραφεί τη ζωή της μητέρας της βασιζόμενη τόσο σης προσωπικές της ανα­ μνήσεις όσο και σε μαρτυρίες που συγκέντρωσε από φίλους και εχθρούς της Μίλενα, από την αλληλογραφία της ίδιας ή από άρθρα της. Μας αποκαλύπτει το γοητευηκό πρόσωπο μιας γυναί­ κας ασυνήθιστης και τολμηρής, που δεν έπαψε ούτε σηγμή να αγωνίζεται ώστε η ζωή να απο­ κτήσει κάποιο νόημα, κάποια αυθενηκότητα.

Διδάχου 59 - 106 81 - ΑΘΗΝΑ - Τηλ. 3604885, 3622064 - Fax 3613065


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ - ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 57 - ΤΗΛ. 3241200,3241958 - Fax 3241790 CACTUS EDITIONS - 57, PANEPIST1MIOU AV. - TEL. 3241200,3241958 - Fax 3241790 - ATHENS


ΜΟΜΠΙ-ΝΤΙΚ ή Η ΦΑΛΑΙΝΑ (ΔΥΟ ΤΟΜΟΙ - 1.280 ΣΕΛΙΔΕΣ) •

ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΣΧΟ ΛΙΑ ΤΟ Υ Κ Α Θ Η ΓΗ Τ Η ΤΗΣ ΑΜ ΕΡΙΚ ΑΝΙΚ Η Σ ΛΟ ΓΟ ΤΕΧ Ν ΙΑ Σ Χ Α Ρ Ο Α Ν Τ Μ Π ΙΒ Ε Ρ .

Ν Ε Α Μ ΕΤΑΦ ΡΑΣΗ Σ Τ Η Ν Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ε π ιμ ε λ ε ια

Δ. Κολοκοντές.

Σ. Κόκκαλη

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟ - ΕΙΚ Ο ΝΟ ΓΡΑΦ Η ΣΗ

ΔΥΟ ΤΟ Μ Ο Ι - ΤΙΜ Η 4.000 ΔΡΧ.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 52 ΤΗΛ.: 36 28446, 36 29157, FAX: 3241 790


ΛΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 33.01.239 Λογιστήριο: 33.01.241 Διαφημίσεις: 33.01.313 Συνδρομές: 33.01.315 Τεύχος 293 2 Σεπ τεμ βρ ίου 1992 Τ ιμή : Δ ρχ. 600

Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βα­ σίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέ­ ξης, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη. Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάξ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο Ε.Π.Ε., Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, ΤΗΛ./FAX: 33.01.330 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής 35, Καματερό, τηλ. 23.18.444 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «Διαβάζω»

ΧΡΟΝΙΚΑ ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ: Γράφει ο Ηρακλής Παπαλέξης 8 Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 11 ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Δημήτρης Κιτσίκης, Κοσμάς Μεγαλομμάτης, Γιάννης Κουβαράς, Τιτίκα Δημητρούλια, Γ. Οικονόμου και Δ. Τσατσούλης 13 ΡΕΠΟΡΤΑΖ: «Καλβικά της Γενεύης». (Γράφει ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος) 18 ΕΡΕΥΝΑ: Algirdas Julien Greimas. Ο μεγάλος δάσκαλος της σημειωτικής (Γράφει ο Απόστολος Μπενάτσης) 21 ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Νένα Κοκκινάκη: Το χρονογράφημα - Εισαγωγικό σημείωμα Νένα Κοκκινάκη: Το χρονογράφημα και η ιστορία του Παναγιώτης Εηντάρας: Παύλος Παλαιολόγος: ο χαριτωμένος Ζωή Σαμαρά: Γ ραφή στην τέταρτη διάσταση Αντρέ Μωρουά: Αποσπάσματα από την εισαγωγή στα «propos» του Alain Μαρία Καραβία: Χρονογράφημα και χρονογράφοι Φρέντυ Γερμανός: Το χρονογράφημα είναι σαν την Ελλάδα Κατερίνα Δασκαλάκη: Στο ρείθρο του δρόμου Νίκος Δήμου: Ο θάνατος του χρονογραφήματος

23 25 26 30 32 35 39 41 42

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφει ο Γιώργος Οικονόμου ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφει η Ίλια Χατζηπαναγιώτη ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Αγαθοκλής Αζέλης ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Κώστας Χωρεάνθης

45 47 48 52 54

ΠΛΑΙΣΙΟ Γράφουν η Πηνελόπη Τζιώκα και ο Σωτήρης Ντάλης ΔΕΛΤΙΟ

Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ No 292

65

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ No 292

71

Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ No 293

73

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ No 293

79

στο επόμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα στον Πίνδαρο


8/χρονικά

il

Βαγγέλης Ραπτόπουλος: «Αυτό το κείμενο, το γραπτό, το βιβλίο τελοσπάντων» «Η ισ τορ ία μ ου είνα ι η ισ τορ ία ενό ς ανθρώ που, ο οπ ο ίο ς έζησε το μ εγ α λύ τερ ο μ έρ ος τη ς μ έ­ χ ρι τώ ρα ζω ής του υπ ακούοντας τυ φ λά , παραδομένος και υ π ο τα γ μέν ο ς και υπ οδουλω μέ­ νος π λήρω ς (ως α π λ ό εκ τελ ε­ σ τικ ό το υ όργανο, ως εξά ρτη μ ά του α υ τό μ α το , ω ς το τέλειό του υπ οχείριο!) - ένα ς π ισ τός υπ ή­ κοο ς σ το σκοτεινό, ακυβέρνη­ το, π αρ ά λο γο και αδυσώ πητο «βασ ίλειο του Συναισθήματος»!

Ο Λ I I ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ ΓΡΑΦΕΙ ο Η ρ α κ λ ή ς Π α ττα λ έξη ς

Ο

Βαγγέλης Ρ απτόπουλος όταν κυκλοφόρησε το πρώ το του βιβλίο, μια συλλογή πεζογραφημάτων με τίτλο «Κομματάκια» (1979) ήταν δεν ήταν είκοσι χρονών. Τρία χρόνια μετά κυκλοφο­ ρούν τα «Διόδια» (1982). Μια νέα φωνή στην πεζογραφ ία υ π ο ­ σχόταν κάτι καινούριο εκείνη την περίοδο. Περίοδο π ο υ και άλ­ λοι συνομήλικοί του πεζογράφ οι έκαναν τα π ρ ώ τα λογοτεχνικά τους βήματα σ ’ ένα κλίμα αρκετά εύκρατο, δεδομένου ότι η κρι­ τική και οι αναγνώσιες υποδέχθηκαν θερμά αυτές τις π ρ ο σ π ά ­ θειες. Με «Τα τζιτζίκια» (1986) η προβληματική και η θεματολο­ γία του Β. Ραπτόπουλου στρεφόταν και πάλι στα εφηβικά χρό­ νια των νέων της εποχής του και τις ανησυχίες τους. Επτά χρόνια μετά το τελευταίο του βιβλίο, ο Β.Ρ. επανέρχεται μ' ένα μυθιστόρημα ποταμό, την «Αυτοκρατορική μνήμη του αί­ ματος» (τίτλος π ο υ θυμίζει γενεαλογικό δέντρο βυζαντινού αυτοκράτορα). Με τον τίτλο δε, «Ποιος είμαι κι α π ό π ο ύ ξεκίνησαν όλα» δίνει το στίγμα, αλλά και προϊδεάζει τον αναγνώστη για το τί θα διαβάσει στις 414 σελίδες του πρώ του α π ό τα άλλα δύο μέρη π ο υ θα ακολουθήσουν. Κι η περιπέτεια της ανάγνωσης αρχίζει. Στις π ρώ τες ήδη τέσ­ σερις σελίδες διαγράφεται το πλαίσιο στο οποίο θα κινηθεί ο συγγραφέας-ήρωας και ο χρόνος της δράσης. Πρόκειται για ένα πισωγύρισμα α π ό την ηλικία των 15 χρόνων του ώς την ενηλικίωσή του, τα 18 του. Σ' αυτή την ειλικρινή έως κυνική εξομολογητική αναδρομή κλιμακώνεται το αδιέξοδο του συγγραφέα-ήρωα. Η σύγχυσή του μπροστά σ' ένα κόσμο π ου μέρα τη μέρα τού απ οκαλύπ τε­ ται και μέσα α π ’ αυτόν αυτοπροσδιορίζεται, τον οδηγεί, σχεδόν μοιραία, στην τυφλή εκδίκηση. Η μεταβατική περίοδος, α π ό τα παιδικά χρόνια στη σταδιακή ωρίμανση αποτελεί π ρ όσ φ ορο έ­ δαφ ος για αβυσσαλέα πά θη κι ανεξέλεγκτες ορμές. Έτσι αναζη­ τά απεγνωσμένα να προσω ποποιήσει το μίσος του - κυρίαρχο στοιχείο σ ’ όλο το μυθιστόρημα - μόνο π ο υ τα βέλη του πλ ήτ­ τουν τελικά τον πραγματικό στόχο τους· τον ίδιο. Ά ρ α ο ανα­ γνώ στης είναι α π ό τις πρ ώ τες κιόλας σελίδες ενήμερος ότι θα


χρονικα/9

διαβάσει μια ιστορία μίσους, εκδίκησης αλλά και ερώτων ακόμα και αιμομικτικών. Ας περιοριστούμε όμως σε παρατηρήσεις π ο υ αφ ορούν το σύνολο του μυθιστορήματος, εμμένοντας κυρίως στη σχέση συγγραφέα-αφηγητή-ήρωα αλλά και σ’ εκείνα τα σημεία π ο υ ξε­ νίζουν τον αναγνώστη. Τα δεκατέσσερα π ρ ώ τα κεφάλαια του βιβλίου (οι 156 πρώ τες σελίδες) παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον. Διαβάζονται α­ πνευσ τί ως συναρπαστικό ανάγνωσμα. Η αποξένωση του ήρωα, η μοναξιά, η αδεξιότητα, το μίσος, ο πλατω νικός του έρω­ τας, ο π ρ ώ το ς αποτυχημένος έρωτας, η πα ρ το ύζα περί γρ ά­ φονται με τρ ό π ο λογοτεχνικά αληθοφανή· με την έννοια ότι η λογοτεχνία μπορεί να εμφανίσει το ψεύτικο ω ς αληθινό, το κοι­ ν ό τοπο ω ς σπάνιο και αντιστρόφως. Ιδίως η ερωτική συνεύρε­ σή του με την εξαδέλφη του «εικονοποιείται» τόσο γ λα φ υρά και άμεσα, με τέτοια ένταση και ρυθμό, ώστε δικαιώνεται περίτρα­ να το λογοτεχνικό οπλοστάσιο του Βαγγέλη Ραπτόπουλου. Ό μ ω ς οι επικλήσεις του τύπου: «Αγαπητοί μου αναγνώστες! Κι εσείς ευγενικές και υπομονετικές μου αναγνώστριες!» αφε­ νός, η αλόγιστη χρήση των παρενθετικών π ροτάσεω ν (πρόβλη­ μα σ’ όλο το μυθιστόρημα) για να εξηγούνται τα αυτονόητα α­ φετέρου, καθώς και πρω τόλειες σκέψεις όπω ς: «σκέφτομαι τώ­ ρα ότι το ιδανικότερο θα ήταν να επιλέγω τους αναγνώ στες μου» αποδυναμώ νουν τη συνοχή του λόγου. Κι ενώ α υτό το υλι­ κό - των πρ ώ τω ν δεκατεσσάρων κεφαλαίων - θα μπορούσε να αποτελέσει το ημικατεργασμένο π ρ ώ το υλικό για ένα αυτο­ τελές μυθιστόρημα, εντούτοις προτάσσεται ω ς «εισαγωγή» στα γεγονότα, τα ο πο ία θέλει ο συγγραφ έας, πάση θυσία, να εντά­ ξει στη διήγηση. Οι στοχασμοί του Β. Ρ α π τόπουλου π ερ ί γελοιότητας και κιτς θυμίζουν τον Μ. Κούντερα. Μόνο π ο υ έχουν ήδη ειπω θεί α π ’ αυτόν σε χαμηλότερους τόνους, εκτενέστερα και μεθοδικότερα. Οι δοκιμιακές σελίδες σε ορισμένα κεφάλαια π ερ ί αισθητικής, γλώ σσας, ορθού λόγου, πα ράλογου, κοινωνικών συστημάτων, αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, δυτικού πολιτισμού κ.ά., π ο υ παρεμβάλλονται στην αφήγηση της μυθιστορίας δεν εναρμονί­ ζονται, δεν μπορούν να κατέχουν οργανική θέση στη δομή αυ­ τού του μυθιστορήματος. Ο Β. Ρ απ τό πο υ λο ς για να εμπλουτίσει τους συλλογισμούς του και για να προσδώ σει στο μυθιστόρημά του και δοκιμιακό χαρακτήρα αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει αδόκιμα, τσιτάτα του Νίτσε, του Αριστοφάνη, του Ηράκλειτου, του Ο μήρου, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Θ ωμά Ακινάτη, του Κούντερα, του Καβάφη, του Κάφκα, του Φ ρόυντ, του Μ προχ, του Φιτζέραλντ, του Έκο και κατά κόρον του Ντοστογιέφσκι. Ό λ ε ς αυ­ τές οι φωνές α π ό καταβολής πολιτισμού συνωστίζονται και π α ­ ρεμβάλλονται άναρχα, έτσι ώστε και σύγχυση προκαλούν και την ταχύτητα του μύθου φρενάρουν. Σε κάποιο α π ό τα τριάντα τρία συνολικά κεφάλαια του βι­ βλίου, σκόπιμα αριθμημένα - όσα κι η ηλικία του συγγραφ έα - , ο Β. Ρ απ τό πο υ λο ς προτείνει: «Ξέχνα επιτέλους την αισθητι­ κή! Στο βιβλίο μου, ω ς ε π ί το π λείστο ν, αναφέρομαι σε γεγονό­ τα π ο υ μου συνέβησαν πραγματικά; στην ίδια μου τη ζωή... Πρόκειται για μια εξομολόγηση, την ο πο ία έχω τους λόγους

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΤΛΟΣ

Η ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΤ ΑΙΜΑΤΟΣ

Ποιος είμαι χι από πού ξεκίνησαν όλα

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ. Η αυτοκρατορική μνήμη του αίματος. Μυθιστόρημα. 1. Ποιος είμαι κι από πού ξεκίνησαν όλα. Αθήνα, Κέδρος, 1992. Σελ. 414.


10/χρονικα

κ

ΥΚΑΟΦΟΡΗΣΑΝ ΕΝ Σ Υ Ν Τ Ο Μ Ι Α

μου και το σ κοπό μου π ο υ την κάνω». Πράγματι. Από την «Αυτοκρατορική μνήμη του αίματος» απουσιάζει η αισθητική του μυθιστορήματος, όχι όμως και οι ιδέες. Οι άκομψες παρεμβά­ σεις του σ υγγραφέα-αφηγητή, οι άσ κοπες επαναλήψεις, τα συ­ νεχή πισω γυρίσματα και η διαχρονική συνεύρεση τόσων σ υγ­ γραφ έω ν στο κείμενο του Β. Ραπτόπουλου αποχρω ματίζουν την τελική εικόνα. Ω στόσο π α ρ ά τα προβλήματα π ο υ παρουσιάζει το πολυσέλιδο.βιβλίο του Β. Ρ απτόπουλου, κανέναν αναγνώστη δε θα αφ ή­ σει αδιάφορο. Η «λυτοκρατορική μνήμη του αίματος» είτε ως α υτοβιογραφία, είτε ω ς ημερολόγιο, είτε ως μυθιστόρημα ξε­ περνάει το μέτριο.

Για την προέλευση της ζωής

A.C. GAIRNS-SMITH: «Τα επτά ίχνη. Μια επιστημονική αστυνομική ιστορία για την προέλευση της ζωής». Μετάφραση: Θεοδόσης Ηλιάδης. Επιστημονική επιμέλεια: Σπόρος Μανουσέλης. Γλωσσική επιμέλεια: Αγγελική Κιντή. Αθήνα, Κάτοπτρο, 1992. Σελ. 2750.

Π ώ ς γεννήθηκε η ζωή στον πλανήτη γη; Είναι ένα ερώτημα, το οπο ίο έχει προβληματίσει σημαντικούς επιστήμονες. Ο ανα­ γνώ στης, ο ο π ο ίο ς δεν έχει εκ των πρα γμ άτω ν εξειδικευμένες γνώσεις, θα ήθελε να έχει ένα μικρό εγχειρίδιο, το οποίο να τον διαφωτίσει. Ο καθηγητής Κερνς-Σμιθ δε δίνει λύση στο πρόβλημα, - π ώ ς θα μπορούσε να γίνει; - αλλά το εκλαϊκεύει. Πώς θα π ρ οσ εγγί­ σουμε το θαύμα της γέννησης της ζωής: «Θα πρ έπ ει να ακολου­ θήσουμε τη συμβουλή του Καρτέσιου ή του Σέρλοκ Χολμς;», α­ ναρωτιέται στον π ρ ό λ ογο του βιβλίου. Αυτός διαλέγει τη μέθο­ δο του αστυνομικού. Αλλά π ώ ς ξεκίνησε η ιδέα του βιβλίου; Α­ π ό την πρόθεση του σ υγγραφ έα να εκλαϊκεύσει το βιβλίο του «Γενετική Κατάληψη». Και τελικά ο στόχος του επιτυγχάνεται: το βιβλίο είναι σαφές, με ελάχιστους, τους απ αραίτητους τεχνι­ κούς όρους, και χωρίς πα ρ α π ο μ π ές. Εμείς το διαβάσαμε διασκεδάζοντας. Το ευχαριστηθήκαμε. Γί­ ναμε α υ τό πτες μάρτυρες του μυστηρίου της ζωής σελίδα π ρ ο ς σελίδα. Περάσαμε α π ό το χώρο της βιολογίας, της χημείας, της γεω λογίας και της τεχνολογίας και βρεθήκαμε στο τέλος χωρίς να το καταλάβουμε. Ταξιδέψαμε.

Ο βραχύβιος Λουκάς Δούκας

ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΙΡΟΦΥΑΑ. Λουκάς Δούκας. Ο κλασικός γλύπτης. Αθήνα, Φιλιππότης, 1992. Σελ. 64. Δρχ. 600.

Ο Τηνιακός γ λ ύ π τη ς Λουκάς Δούκας πεθαίνοντας το 1925, σε ηλικία 35 ετών, δεν ολοκλήρωσε το δημιουργικό του έργο, ούτε πρόλαβε, γυρίζοντας α π ό το Παρίσι, πλήρ ης αναγνώρισης, να πραγματοποιήσει τα όνειρά του ω ς καθηγητής στο Πολυτε­ χνείο. Η σύντομη πα ρουσ ία του Λουκά Δούκα στον ελληνικό και στον ευρω παϊκό χώρο δικαίωσε την παράδοσ η των Τήνιων καλλιτεχνών (Νικηφόρου Λύτρα, Γιαννούλη Χαλεπά). Ο Γιάννης Καιροφύλας, γνω στός και α π ό άλλες μυθιστορηματικές βιογρα­ φίες λογοτεχνών και καλλιτεχνών, ανέλαβε να γράψει τη βιο­ γραφ ία του βραχύβιου κλασικού γλύ πτη πα ραθέτοντας στο τέ­ λος του βιβλίου 21 φ ω τογραφ ίες έργω ν του.


η ΑΓΟΡΑ

του

ΒΙΒΑΙΟΥ από 5 Ιουλίου έως 18 Ιουλίου 1992 Αριστοτέλης-Παγκράτι, Βαγιονάκης-Αθ., Γκοβόστης Αθ., Βιβλιογωνία-ΑΘ., Δωδώνη-ΑΘ., Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-ΑΘ., Εξαρχόπουλοο Αθ., Εστία-ΑΘ., Ευριπίδης-Χαλάνδρι, Κατώι του Βιβλίου-Μτταρμπουνάκης-Θεσσ., Κρομμύδας-Χίος, Λέσχη του Βιβλίου-Αθ., Λέσχη του Βιβλίου-Θεσσ., Libro-ΑΘ., Μεθενίτης-Πάτρα, ΠαράμετροςΧολαργός, Πειραϊκή Φωλιά-Πειραιάς, Ραγιάς-Θεσσ., Σάκης-Νέα Σμύρνη, Φιλιττττότης-Αθ.

Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρη­ σαν 20 βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο κάθενας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες που­ λήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βιβλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

| ΓΕΡΜ ΑΝΟΣ ΦΡ.: Γυναίκα από βελούδο | ΚΟΥΝΤΕΡΑ Μ.: Η αθανασία

ΚΑΚΤΟΣ

ΕΣΤΙΑ

| ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ Μ.: Τανγκό μες στον καθρέφτη | ΠΙΛΤΣΕΡ Ρ.: Σεπτέμβρης

| Μ ΠΙΤΣΑΚΗΣ Ε.: Έ ν α φάντασμα πλανιέται | ΜΠΙΟΥΜΠΙ Φ.: Σχέσεις οργής

m

ΣΤΑΧΥ

ΕΞΑΝΤΑΣ

| ΖΩΓΡΑΦΟΥ Λ.: Πού έδυ μου το κάλλος ΠΑΠΑΔΑΚΗ Α,: Η μπόρα

Φ ΙΛΙΠΠΟΤΗΣ

ΩΚΕΑΝΙΑ A

ΓΑΒΡΙΗΑΙΔΗΣ

ΚΑΛΕΝΤΗΣ

ΝΟΛΛΑΣ Δ.: Ο Τύμβος κοντά στη θάλλασα

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

ΕΚΟ Ου.: Τέχνη και κάλλος στην αισθητική του Μεσαίωνα Μ ΑΤΕΣΙΣ Α.: Ύ λη δάσους

ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ

Μ ΟΥΡΣΕΑΑΣ Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά M i l l ΑΜΠΑΤΖΟΓΛΟΥ Π.: Μια συνηθισμένη μέρα

ΚΕΔΡΟΣ ΚΕΔΡΟΣ

ΜΠΑΜ ΠΙΝΙΏΤΗΣ Γ.: Η γλώσσα της Μ ακεδονίας ΧΕΛΕΡ Ε.: Ο επόμενος άντρας

ΨΥΧΟΓΙΟΣ

ΟΛΚΟΣ

ΓΝΩΣΗ


• γούντυ άλλεν · γιάγκος ανδρεάδης · λουί αραγκόν · μιγκέλ-άνχελ αστούριας · αντρζέι βάιντα · πωλ 6αλερύ · γιώργος βέλτσος · βούδας • λυσιέν γκολντμάν · έντμουντ γουίλσον · όρσον γουέλς · γουώλτ γουίτμαν · στάθης δαμιανάκος · κύρκος δοξιάδης · τ.σ. έλιοτ · πωλ ελυάρ · ηράκλειτος · παύλος καλαντζόπουλος · ορχάν βελή κανίκ · βασίλης καραποστόλης^ · τζακ κέρουακ · ανζέλ κουρτιάν · τζων Χ λνο^έ τζακ λόντον · γκέοργκ λ ο ύ κ α ^ · πά ρ ihm · ντ. χ. λώρενς · λωτρεαμόν/^νό^μ^ν μαίηλερ^^μωντ μαννονί · ^ α μ τ ί ^ Λ ^ α ρ σ ά ^ ά ^ ^ ·\μή[αήλ μ π α κ ο μ νινν^υ ΐΐ^α μ μπάορδΜζ Λρολάν μπαρτ

• ζωρί^π&ταϊγ · ^^αι^Λ ιπαχτίν · στέφανος μπεκαπορος · (^τεΥ^ιιπένγιαμιν · λούντβιχ 6αν μπετόβεν^ν )^ίλλιαμ μπλέηκ · μιχαήλ μπουλγκά\ον · λουί μπουνιουέλ · αντρέ μπρετόν • μπέρτολτ μπρεχτ · ρίτσαρντ μπρότιγκαν · μελ μπρουκς · αριστοτέλης νικολαΐδης · φρήντριχ νίτσε · ζοέλ ντορ · πλατών · έντγκαρ άλλαν πόε • μανώλης ρουμελιωτάκης · αρθούρος ρεμπώ · σαπφώ · καρλ σμιτ · τάσος σχορέλης · χένρυ τζαίημς · ντύλαν τόμας · ιβάν τουργκένιεφ · αλέξης τραϊανός · φρανσουά τρυφώ · ράινερ βέρνερ φασμπίντερ · φεντερίκο φελίνι · γκυστάβ φλωμπέρ · έ. μ. φόρστερ · μάρτιν χάϊντεγκερ · γιούργκεν χάμπερμας · χέγκελ · έρνεστ χεμινγουέη · άλφρεντ χίτσκοκ · μαξ χόρκχαϊμερ ·


χρονικα/13

Σχετικά με μια βιβλιοπαρουσίαση Η απουσία του κ. Κοσμά Μεγαλομμάτη στο εξωτερικό ήταν ο λό­ γος που καθυστερήσαμε τη δημο­ σίευση των παρακάτω επιστολών. Ευχαριστούμε τον κ. Μεγαλομμάτη για την κατανόηση που έδειξε στις περικοπές που κάναμε στην ε­ πιστολή του, λόγω της μεγάλης έ­ κτασής της.

Κύριε Διευθυντά, Όταν διάβασα στο τεύχος της 16.10.91 τη βιβλιοκρισία του τε­ λευταίου μου βιβλίου, Η Τρίτη Ι­ δεολογία και η Ορθοδοξία, έμει­ να άναυδος. Διότι δεν πρόκειται για παρουσίαση και κριτική τού περιεχομένου της μελέτης μου, αλλά για υβρεολόγιο εναντίον του προσώπου μου. Οποιοσδήπο­ τε ξεφυλλίσει το βιβλίο, θα αντιληφθεί ότι το θέμα του είναι η α­ νάλυση της ιδεολογίας του φασι­ σμού, το σημαντικότερό του δε τμήμα είναι το κεφάλαιο έκτο ό­ που παρουσιάζονται τα 13 ση­ μεία του μοντέλου για τη μελέτη του φασισμού που επινόησα ως καθηγητής πολιτικών ιδεολο­ γιών. Αυτό το μοντέλο το διδά­ σκω επί χρόνια, όπως λέω στον πρόλογο, στο Πανεπιστήμιο της Οττάβας του Καναδά και έχει χρησιμοποιηθεί επανειλημμένως από τους Καναδούς φοιτητές μου για τις επιστημονικές τους διατριβές στον χώρο του Τρίτου Κόσμου. Θα ήταν, λοιπόν, ενδια­ φέρουσα, γ ια το αναγνωστικό σας κοινό, η γνώμη ενός Έλληνα καθηγητή Πολιτικών Επιστημών για την αξία αυτού του μοντέλου. Αλλά πώς είναι δυνατόν ο κύριος Μεγαλομμάτης ως ασσυριολόγος να έχει γνώμη για ένα τέτοιο θέμα. Γι’ αυτό άλλωστε και δεν το αναφέρει καθόλου. Αντ’ αυτού μιλάει για τη γλώσσα του βιβλίου που δεν του αρέσει και για τη σε­ λίδα που κάθε εκδότης προσθέ­ τει στην αρχή ενός βιβλίου όπου μνημονεύει τα πρότερα έργα του συγγραφέως. Η βιβλιογραφία ε­ νός επιστήμονος στον Καναδά διαιρείται ως εξής: α) βιβλία του, β) κεφάλαια που έγραψε σε συλ­ λογικά βιβλία, γ) βιβλία που επιμελήθηκε, δ) άρθρα σε περιοδικά κ.λπ. Στη σελίδα 4, οι εκδόσεις Α­

κρίτας μνημονεύουν τις δύο πρώ­ τες κατηγορίες χωρίς καμιά προ­ σπάθεια εξαπατήσεως του ανα­ γνώστη. Ο τίτλος του κεφαλαίου αναγράφεται εντός εισαγωγι­ κών, ακολουθεί «στο υπό επιμέ­ λεια του...» και το όνομα του edi­ tor του συλλογικού συγγράμμα­ τος και κατόπιν ο τίτλος του βι­ βλίου υπογραμμισμένος, selon les regies de I’art. Ο βιβλιοκριτής σας επιμένει στα άσχετα αυτά θέματα όπως και στη λέξη «ντεσπεράντος» λέγοντας ότι προ­ σπαθώ να αποδείξω τις ανύπαρ­ κτες γνώσεις μου στα ισπανικά! Επί του θέματος τίποτα, διότι ό­ πως γράφει «ό,τι έχει σημασία με αυτό το βιβλίο δεν είναι η επιστη­ μονική κριτική και διόρθωση των λαθών του». Μα ακριβώς αυτός είναι ο σκοπός μιας βιβλιοκρι­ σίας: επιστημονική κριτική και διόρθωση λαθών επί της ουσίας και φυσικό είναι ένας ασσυριολόγο ς να μην μπορεί να πιάσει την ουσία ενός θέματος πολιτικής ε­ πιστήμης περί πολιτικών ιδεο­ λογιών. Το πιο περίεργο αυτής της άκρως περίεργης «βιβλιοκρισίας» είναι ότι με αποκαλεί «χυδαίο κειμενογράφο», ενώ ένα χρόνο ενωρίτερα στον Βυζαντινό Δόμο, αρ. 4, 1990, στην σελίδα 198, ο κύ­ ριος Μεγαλομμάτης έγραφε: «Ό,τι είναι αυτή τη στιγμή πε­ ρισσότερο απαραίτητο είναι η διάφυση μιας "Σχολής Κιτσίκη” , η οποία θα δώσει επιτέλους στους Έλληνες ιστορικούς σω­ στή ερευνητική κατεύθυνση και

στον ελληνικό λαό πρόσβαση στην ταυτότητά του». Με τιμή, Δημήτρης Ν. Κιτσίκης Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου της Οττάβας, Καναδά. Επισκέπτης καθηγητής του Πανεπιστημίου Μπιλκέντ της Αγκυρας

Αγαπητέ κύριε Γαλάντη, Με κάποια θλίψη αντιμετώπι­ σα το γράμμα του καθηγητή Κιτσίκη, αμετανόητου δυστυχώς στα όσα εξωφρενικά υποστηρίζει στο «βιβλίο» του Η Τρίτη Ιδ εολο­ γία και η Ορθοδοξία, του οποίου βιβλιοκρισία μου έκανε σε μένα την τιμή το έγκριτο ΔΙΑΒΑΖΩ να δημοσιεύσει στο τεύχος της 16.5.91. Οφείλω να ομολογήσω ό­ τι χαίρομαι διότι ο διάλογος αυ­ τός θα αποσαφηνίσει πολλά θέ­ ματα στους αναγνώστες του πε­ ριοδικού. Θα ξεκινήσω από ένα σχεδόν διαδικαστικό θέμα, στο οποίο ο καθηγητής Κιτσίκης αναφέρεται δύο φορές: αν εγώ, ως ασσυριολόγος, μπορώ να έχω γνώμη επί τόυ βιβλίου του, από εκείνον αποκλειστικά κατατασσόμενου στις Πολιτικές Επιστήμες. Εδώ κρύβεται όλος ο δόλος του καθη­ γητή Κιτσίκη, ο οποίος με γνωρί­ ζει προσωπικά από χρόνια. Ελπί­ ζω να θυμάται ότι ο ίδιος μου ζή­ τησε να μεσολαβήσω για μία συ­ νάντησή του με τον Πέρση Πρέ­


14/χρονικα σβη, κ. Μπιαζάρ. Ελπίζω να θυ­ μάται ότι εγώ τον γνώρισα στον ανταποκριτή του Περσικού Πρα­ κτορείου Ειδήσεων, κ. Ναβάμη Χαν, στον οποίο έδωσε μια συ­ νέντευξη, της οποίας τη δημο­ σίευση σε αγγλόφωνη περσική ε­ φημερίδα μου ζήτησε σε φωτοτυ­ πία ο ίδιος, καθώς εγώ είμαι συν­ δρομητής του ενώπιον αυτού. Θα θυμάται επίσης ο κύριος Κιτσίκης ότι εγώ συνέστησα αμφοτέρους, τον κ. Ν. Χαν και τον ίδιο τον καθηγητή, στην ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, στους τόμους της ε­ γκυκλοπαίδειας της οποίας συγ­ γράφομε από κοινού, ο κ. Ν. Χαν και εγώ, το λήμμα ΙΝΔΙΑ και ο κα­ θηγητής Κιτσίκης τα λήμματα Ο­ ΘΩΜΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ και ΤΟΥΡΚΙΑ. Κυριότερο από όλα και σχετικά πλέον με την επιστολή του είναι ότι θα θυμάται ότι στην πρώτη μας συνάντηση του ανέ­ φερα ότι έχω κάνει και μεταπτυ­ χιακού επιπέδου σπουδές σε Πο­ λιτικές Επιστήμες, παράλληλα με την Ασσυριολογία, την Αιγυ­ πτιολογία, την Ισλαμολογία, την Ιρανολογία, τις Βιβλικές Επιστή­ μες (σε μεταπτυχιακό επίπεδο) και τη Ρωσική Φιλολογία και τη Γαλλική Φιλολογία (σε προπτυ­ χιακό επίπεδο) και ότι έχω πάρει το προδιδακτορικό δίπλωμα D.E.A. σε Σοβιετολογία στο Ιηstitut d’Etudes Politiques de Pa­ ris με την κορυφαία και γνωστή και στην Ελλάδα Σόβιετολόγο, Α­ καδημαϊκό, H6lene Carrere d’Encausse, σύμβουλο του Fr. Mitterrand. Εγώ τουλάχιστον θυ­ μάμαι ότι ο καθηγητής Κιτσίκης μου απάντησε ότι και γνώριζε και είχε συνεργαστεί με την κ. Carrere d’Encausse και θυμάμαι ότι ο ίδιος είδε δημοσιευμένο το M6moire του D.E.A. μου στο επι­ στημονικό περιοδικό Journal of Oriental and African Studies (vol. 2), στον τόμο στον οποίο και ο ί­ διος είχε δημοσιεύσει ένα άρ. θρο, μετά από δική μου σύσταση στον εκδότη του JOAS, κ. Αθαν. Φωτόπουλο. Οπότε, γνωρίζει ο καθηγητής Κιτσίκης πολύ καλά ότι δεν είμαι καθόλου άσχετος α­ πό το θέμα. Όμως θα επιμείνω στο θέμα και άλλο, διότι η αναφορά του, και αν ακόμη μπορούσε να ληφθεί σε πλαίσια άσχετα της γνω­ ριμίας μας, και πάλι πιστοποιεί ό­ τι ο ίδιος επιχειρηματολογεί μέ­

σα σε επιστημονικά πλαίσια επο­ χών, στις οποίες δεν είχε ακόμη γεννηθεί ο ίδιος! Η Ασσυριολογία, την οποία επικαλείται ο κα­ θηγητής Κιτσίκης, δεν είναι κα­ θόλου άσχετη από τις Πολιτικές Επιστήμες, καθώς τα άνω των 1.200.000 ασσυροβαβυλωνιακά σφηνοειδή κείμενα καλύπτουν θέματα πολιτικά ή μυθολογικά, οικονομικά ή ιατρικά, μαθηματι­ κά ή μαντικά, ή λογοτεχνικά. Ως επιστέγασμα της αμφισβή­ τησης της ικανότητάς μου να συντάξω κριτική του συγκεκριμέ­ νου βιβλίου του, ο καθηγητής Κιτσίκης αλλοιώνει τα γραφόμενά μου, καθώς αποκόπτει το πρώτο μισό μιας πρότασής μου, για να με παρουσιάσει ως αδιάφορο για την επιστημονική κριτική. Όμως και εδώ πιστοποιεί τη δική του δυσκολία στην κατανόηση των ελληνικών: μια πρόταση του τύ­ που «ό,τι έχει σημασία... δεν εί­ ναι...» στα ελληνικά έχει απαιτούμενη συνέχεια του τύπου «αλ­ λά...». Χρειάζεται δηλαδή ολο­ κλήρωση της αντιδιαστολής. Αυ­ τή η συνέχεια υπάρχει στην πρό­ τασή μου «ό,τι έχει σημασία με αυτό το βιβλίο, δεν είναι η επι­ στημονική κριτική και διόρθωση των λαθών του», την οποία αποκόπτει ο καθηγητής Κιτσίκης. Η συνέχεια έχει ως εξής: «αλλά η εντύπωση την οποία προξενεί η αυτοακύρωση και αυτοαναίρεση ενός γνωστού τέως επιστήμονα». Αυτή την εντύπωση η βιβλιοκρι­ σία μου προβάλλει κατ’ εξοχήν με εράνισμα (ολοκλήρων) προτά­ σεων του βιβλίου. Όταν ο κ. Κιτσίκης διερωτάται πώς στην περί του αξιόλογου βιβλίου του «Ιστο­ ρία της Οθωμανικής Αυτοκρατο­ ρίας» βιβλιοκρισία μου στο ΒΥ­ ΖΑΝΤΙΝΟ ΔΟΜΟ είχα εκφρασθεί υπέρ της διαμόρφωσης μιας «Σχολής Κιτσίκη» και στη συγκε­ κριμένη βιβλιοκρισία μου τον α­ ποκαλώ «χυδαίο κειμονογράφο», δεν έχει παρά να προσέξει τον τί­ τλο της δεύτερης («Η αυτοαναί­ ρεση ενός επιστήμονα»). Αν ένας επιστήμονας προσφέρει κάτι το θετικό, αποσπά θετικά σχόλια. Αν στην συνέχεια κάπου σφάλ­ λει, συλλέγει ανάλογες επικρί­ σεις. Τί περίμενε ο καθηγητής Κιτσίκης ότι θα σχολιαζόταν σχετι­ κά με την πρότασή του: «Οι σύγ­ χρονοί του (ενν. του Λόρδου Βύ­ ρωνα) λέγανε πως είχε δολοφο­

νήσει μια ερωμένη του και πως έ­ πινε μέσα στο κρανίο της», την ο­ ποία σημειώνω στη βιβλιοκρισία μου ως αιτιολογία τού δυστυχώς απαραίτητου βαρέως χαρακτηρι­ σμού, μαζί με άλλες εξίσου αη­ διαστικές προτάσεις. Αλλωστε και μόνο το γεγονός ότι δεν απο­ λογείται ή δεν διαγράφει αυτές τις σιχαμερές προσβολές εναν­ τίον ιερών ονομάτων της Τέχνης, όπως ο Μιχαήλ Ά γγελος και ο Βάγκνερ, και της Φιλοσοφίας, ό­ πως ο Βολταίρος και ο βαρώνος Ντ’ Ολμπάκ, δείχνει πόσο δίκιο έ­ χω, όταν ζητώ την απόταξή του από την επιστημονική κοινότητα, κάνοντας λόγο για «αυτοα­ ναίρεση». Θα ήθελα να μου εξηγήσει ο καθηγητής Κιτσίκης γιατί είναι ά­ σχετο θέμα ως προς την κριτική ενός βιβλίου η αναφορά της λα­ θεμένης χρήσης όρων και γιατί δεν μ’ ευχαριστεί για την διόρ­ θωση των ανυπάρκτων ισπανι­ κών του; Εδώ βεβαίως πρέπει να προσθέσω ότι δεν ανέφερα που­ θενά στη βιβλιοκρισία μου ότι «δεν μου αρέσει» η γλώσσα του βιβλίου. Ίσα-ίσα, γέλασα με την ψυχή μου και ευχαριστώ γ ι’ αυτό τον καθηγητή Κιτσίκη. Αυτός ό­ μως οφείλει να προσπαθήσει να αποβάλει τον αντιεπιστημονικό υποκειμενισμό, ο οποίος προσέ­ βαλε και τα τρίσβαθα του νοός του, και να νοήσει ότι η απαρίθ­ μηση των γλωσσικών λαθών και η στηλίτευση της προχειρότητας και του λαϊκισμού της γραφής ε­ νός βιβλίου άλλα τονίζουν μειο­ νεκτήματα, τα οποία μπορούν να διορθωθούν με λίγη καλή πίστη και επίμονη προσπάθεια. Ο καθηγητής Κιτσίκης γράφει στο γράμμα του: «Η βιβλιογρα­ φία ενός επιστήμονος στον Κα­ ναδά διαιρείται ως εξής: α) βι­ βλία του, β) κεφάλαια που έγρα­ ψε σε συλλογικά βιβλία...» Συμ­ φωνώ απολύτως. Στο βιβλίο του όμως παρουσιάζει κατάλογο με τίτλο «Βιβλία του ιδίου», στον ο­ ποίο κατηγόρησα στη βιβλιοκρι­ σία μου ότι εντάσσει και «κεφά­ λαια που έγραψε σε συλλογικά βιβλία». Ο τίτλος λοιπόν θα όφειλε να είναι «Έργα του ιδίου» και η προσπάθεια εξαπάτησης δεν θα υπήρχε (αντίθετα από όσα ο ί­ διος αναφέρει στο γράμμα του), αν σημειωνόταν ο αριθμός σελί­ δων των κεφαλαίων των οποίων


χρονικα/15 ο ίδιος είναι συγγραφεύς και όχι ο αριθμός σελίδων των συλλογι­ κών βιβλίων, σε μικρό μέρος των οποίων ο ίδιος έχει συμβάλει. Τέ­ λος, δεν έχει γράψει 18 βιβλία, ό­ πως απατηλά εμφαίνεται στον κατάλογο, αλλά μόνον 8 βιβλία και 2 ποιητικές συλλογές. Με το συγκεκριμένο βιβλίο «έπιασε» τα 9. Με το καλό να τα χιλιάσει! Τέλος, η ανάλυση της ιδεολο­ γίας του Φασισμού δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση θέμα του βι­ βλίου ούτε και το σημαντικότερο τμήμα του είναι το έκτο κεφά­ λαιο. Αυτό το κεφάλαιο (επί συ­ νόλου 7) καλύπτει 22 σελίδες (επί συνόλου 357), δηλαδή, αν ήταν όντως το «σημαντικότερο», τότε κακώς του αφιέρωσε μόνο τόσο χώρο ο καθηγητής Κιτσίκης. Πο­ λύ δε περισσότερο, αν το επιχειρηματολογικό οικοδόμημα είναι εσφαλμένο, τότε και το «έκτο κε­ φάλαιο» θα είναι έωλο. Και αυτό όντως συμβαίνει, γ ι’ αυτό και η α­ ναφορά μου (προτελευταία πα­ ράγραφος της βιβλιοκρισίας) γί­ νεται κυρίως στα δύο πρώτα κε­ φάλαια. Με τιμή Κοσμάς Μεγαλομμάτης

Για τους «Αυτόχειρες Λογοτέχνες»

Αγαπητό ΔΙΑΒΑΖΩ Στο άρθρο της Τ. Δημητρούλια «Έλληνες αυτόχειρες λογοτέ­ χνες 1832-1991» (ΔΙΑΒΑΖΩ, τ. 284) και στον κατάλογό της (Καρασούτσας, Γιαννόπουλος, Καρυωτάκης, Λαπαθιώτης, Τραϊα­ νός), θα ήθελα να προσθέσω πρόχειρα και εκ μνήμης - και τα ονόματα των Μηνά Δημάκη, Βα­ σίλη Λιάσκα, Νίκου Λαδά, Αντώνη Γκίκα, Πηνελόπης Δέλτα και Δημητρίου Παπαρρηγόπουλου (γιου του ιστορικού Κων/νου, που πέθανε από απεργία πείνας;) Μπορεί οι ίδιοι να αφαίρεσαν από τον εαυτό τους το «πρώτο α­ γαθό και μέγα», μπορεί η εκκλη­ σία να τους στερεί τις επικήδειες ευχές της, εμείς όμως οι γραφιάδες-συνάδελφοι (πιο ευαίσθη­ τοι κατά τεκμήριον), ας μην τους

στερούμε το δικαίωμα μνείας και προσφώνησης στα προσκλητή­ ρια νεκρών. Φιλικά Γιάννης Κουβαράς

Την επ ιστολή του κ. Κουβαρά θέ­ σαμε υπόψη της κ. Τ. Δημητρού­ λια, η οποία έδωσε την παρακά­ τω απάντηση:

Αγαπητό ΔΙΑΒΑΖΩ, Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κ. Γιάννη Κουβαρά για την προ­ σοχή με την οποία διάβασε το άρθρο μου και για τις παρατηρή­ σεις του, που ανοίγουν τη συζή­ τηση για τους αυτόχειρες λογο­ τέχνες. Θα ήθελα, από πλευράς μου, να επισημάνω ορισμένα πράγμα­ τα, σχετικά μ’ αυτές τις παρατη­ ρήσεις. Πρώτον, τόσο το αφιέρω­ μα ολόκληρο, όσο και το δικό μου άρθρο δεν φιλοδοξούσαν να εί­ ναι εξαντλητικά. Στο εισαγωγικό του αφιερώματος αναφέρονται ονόματα - Γκαρύ, Τριαντάφυλλος - για τα οποία στη συνέχεια δεν υπάρχει αναλυτική θεώρηση. Επίσης, πολλά άλλα και σημαντι­ κά - Σύλβια Πλαθ, Ντριε λα Ροσέλ, Π. Δέλτα - δεν αναφέρονται καν. Νομίζω, λοιπόν, ότι γί­ νεται απολύτως σαφής η απου­ σία προθέσεως εκ μέρους του ε­ πιμελητή και των συνεργατών του αφιερώματος για ένα προ­ σκλητήριο νεκρών. Για να έρθω πιο συγκεκριμένα στο άρθρο μου τώρα. Θεωρώ ότι από πολλές λεκτικές διατυπώ­ σεις στο κείμενο - πρώτη διερεύνηση, στοιχεία στατιστικής υ­ φής - γίνεται φανερό ότι προ­ σπαθώ να εξάγω κάποια συμπε­ ράσματα συνθετικά, για τους αυτόχειρες λογοτέχνες στη χώρα μας αφενός, και αφ’ ετέρου, η ί­ δια η λογική του άρθρου, την ο­ ποία υπογραμμίζω στην πρώτη κιόλας παράγραφο του κειμένου μου, θέτει τα όρια του κειμένου. Τι εννοώ; ότι στην προσπάθειά μου να εξετάσω το θέμα της αυ­ τοκτονίας των λογοτεχνών, είχα αν άγκη από πολύ συγκεκριμένα στοιχεία για τη ζωή τους, τα ο­ ποία για πολλούς αυτόχειρες δεν τα είχα. Και αναφέρω για πα­

ράδειγμα, ότι ακόμα και για τον Αλέξη Τραϊανό είχα δυστυχώς πολύ περισσότερες ανεπιβε­ βαίωτες παρά επίσημες πληρο­ φορίες, χωρίς να μιλήσω για τις φήμες. Και να προσθέσω ότι πρό­ θεσή μου δεν ήταν να διεκδικήσω δάφνες ειδικού για τον καθέ­ να από τους αυτόχειρες λογοτέ­ χνες, αλλά απλώς ν ’ αναδείξω τις - τυχόν - κοινές συνιστώ­ σες της ζωής και του θανάτου τους, που φωτίζουν όμως το θέ­ μα της αυτοκτονίας. Ως εκ τούτου, πολλοί οι παραλειφθέντες, και ούτε καν μόνο αυτοί που αναφέρει ο κ. Κουβα­ ράς. Στο χώρο ενός άρθρου τέ­ τοιας υφής και τέτοιων προθέσε­ ων, δεν είχα - δυστυχώς - την πολυτέλεια να μνημονεύσω, έ­ στω, όλους τους ποιητές ή και η­ θοποιούς - ποιητές και διανοού­ μενους κ.λπ. που στέρησαν τον ε­ αυτό τους από το μέγιστο αγαθό. Από τους «επωνύμους» - όσο μπορεί να σταθεί ο όρος όταν μι­ λάμε για ένα τέτοιο θέμα - επέλεξα να μην αναφερθώ σ ’ αυτούς για τους οποίους είχα έστω και την παραμικρή αμφιβολία για τις συνθήκες θανάτου τους, όπως ο Δ. Παπαρρηγόπουλος, επώνυμος λόγω πατρός και μόνο εξάλλου, και κυρίως η Π. Δέλτα. Για την τε­ λευταία, συγκεκριμένα, προτίμη­ σα ν ’ αφήσω το λόγο στους ειδι­ κούς, σε προσεχές αφιέρωμα του ΔΙΑΒΑΖΩ, διστάζοντας μπροστά στα δύο αδιαμφισβήτητα γ εγο ­ νότα της βαριάς της ασθένειας, από τη μια, και της χρονικής από­ στασης από τη λήψη του δηλητή­ ριου ώς το θάνατό της. Θα ήθελα, τέλος, να πω ότι η α­ ναφορά ή μη κάποιων ονομάτων δεν έχει καμία σχέση με την ύ­ παρξη ή την έλλειψη ευαισθη­ σίας εκ μέρους μου απέναντι σε ανθρώπους και επιστημονικά δε­ δομένα. Έχει σχέση μόνο με τη συγκεκριμένη επιλογή που διέπει το άρθρο μου και την επιστη­ μονική μου αρτιότητα, τα οποία τίθενται και τα δύο υπό συζήτη­ ση από τη στιγμή που οποιοσδή­ ποτε δημοσιεύει-δημοσιοποιεί ο­ τιδήποτε. Θεωρώντας όμως ότι απαντάω τουλάχιστον ως προς αυτά, Ευχαριστώ και πάλι Τιτίκα Δημητρούλια


16/χρονικα Μ ε αφορμή ένα άρθρο «Για την Ισονομία» Κύριε Διευθυντά, Θα ήθελα να κάνω μερικές πα­ ρατηρήσεις και σχόλια, για ορι­ σμένους όρους και έννοιες, στο άρθρο του Κου Δ. Τσατσούλη «Για την Ισονομία», στο Διαβάζω, 284 (1.4.92). 1) Ο κ. Δ.Τ. χρησιμοποιεί τον όρο «κράτος», και εντός παρενθέσεως εξουσία. Αυτό δημιουρ­ γεί συγχύσεις, διότι το «κράτος» ως έννοια και πρακτική, όπως το γνωρίζουμε και το εννοούμε στους νεώτερους χρόνους, δεν είχε διαμορφωθεί στην Αρχαία Ελλάδα. Δηλαδή ό μηχανισμός οργάνωσης και άσκησης της ε­ ξουσίας, με ιεραρχημένη γρα­ φειοκρατία που βρίσκεται έξω και πάνω από την κοινωνία. Το κράτος είναι μια μορφή εξουσίας που εμφανίζεται μαζί με την αστι­ κή οργάνωση της κοινωνίας. Εξ άλλου, όπως είπε κι ο Πουλαντζάς, δεν μπορεί να υπάρξει μια γενική και διιστορική θεωρία πε­ ρί κράτους. Στο τεύχος 233 του Διαβάζω (σ. 20) ο κ. Τσουκαλάς α­ φού επισημάνει ότι δεν πρέπει να συγχέουμε την έννοια της εξου­ σίας και την έννοια του κράτους λέει: «Σ’ όλες τις προηγούμενες, προκαπιταλιστικές, περιόδους υ­ πήρχαν, φυσικά, οργανωμένες μορφές εξουσίας. Αλλά το κατά πόσον θα θεωρηθεί αυτό κράτος είναι θέμα, κατά κάποιον τρόπο, ορολογικό. Εκείνο που είναι βέ­ βαιο είναι ότι, από τότε που δο­ μείται η καπιταλιστική κοινωνία, κατασκευάζεται ένα σύστημα θε­ σμικό, το οποίο ονομάζουμε κρά­ τος, που αποκτά νόημα και ονο­ ματίζεται σε αντιπαράθεση με το μη κράτος, δηλαδή την κοινωνία. Η οργανωμένη πολιτική εξουσία χωρίζεται απ’ την κοινωνία και νοείται ως έξω και πάνω απ’ αυ­ τήν. Και τούτο ακριβώς αποτελεί το νέο πρωτότυπο στοιχείο της πολιτικής οργάνωσης των καπι­ ταλιστικών κρατών, που θα οδη­ γήσει στην αστική φιλελεύθερη πολιτειακή λογική». Αυτό το λάθος ξεκινάει από παλιά, όταν οι μελετητές, Έλλη­ νες και ξένοι, χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν τον όρο «πόλις-κράτος» (πόλις etat, state,

staat,...) και τέτοια όλα τα εγχει­ ρίδια, σχολικά και μη, επαναλαμ­ βάνουν αβασάνιστα δημιουργώ­ ντας σύγχυση. (Μία άλλη επίσης σύγχυση εί­ ναι αυτή της ταύτισης κράτους και κοινω νίας ή κράτους και αρ­ χαίας πόλεως. Αυτό το βλέπουμε στην ίδια σελίδα του Διαβάζω 233 στη φράση του Η. Παπαλέξη: «Ο Αριστοτέλης είπε ότι το κρά­ τος υπάρχει για το ευ ζην». Αυτό που είπε ο Αριστοτέλης είναι ότι η Κοινωνία, η πόλις, «γενομένη μέν ούν τού ζήν έτεκεν, ούσα δε του εύ ζήν» Π ολιτικά (I, 1253 α35-36). Πρβλ. και την αρχή των Πολιτικών). Κράτος εξ άλλου στα αρχαία ελληνικά σημαίνει βία, ισχύς, δύναμις. 2) Ένα άλλο πρόβλημα δημιουργείται με τον όρο «εξοστρα­ κισμός» που χρησιμοποιεί ο κ. Δ.Τ. Γιατί δεν χρησιμοποιείται ο πρωτότυπος αρχαιοελληνικός ό­ ρος οστρακισμός; (από τα όστρα­ κα πάνω στα οποία έγραφαν τα ονόματα των ανεπιθυμήτων πολι­ τικών). Ήδη από την αρχαία επο­ χή ο θεσμός του οστρακισμού έ­ χει παρεξηγηθεί και χρειάζεται λεπτότερη μεταχείριση. Επίσης δεν είναι σωστό αυτό που λέει ο Δ.Τ. ότι η «πόλη στο πρόσωπο του εξοστρακιζομένου αποβάλλει ό,τι υψηλότερο και ευγενέστερο διαθέτει αφού χαίρει της μεγαλύτερης εκτίμησης και εμπιστοσύνης του λαού». Αν συνέβαινε αυτό, δε θα τον εξόριζαν για 10 χρόνια από την πόλη και δε θα του στερούσαν τα πολιτικά του δικαιώματα. Ο οστρακισμός ήταν ένα πολιτικό μέτρο, και όχι ποινικό, και στρεφόταν εναντίον αυτών που είχαν αποκτήσει υ­ περβολική δύναμη και υπήρχε κίνδυνος να σφετεριστούν την ε­ ξουσία. Προστατευόταν έτσι η πόλη από την τυραννία, όπως σωστά λέει κι ο Δ.Τ., και «από την περίπτωση ιδιοποίησης της εξου­ σίας από ένα άτομο». Προστα­ τευόταν δηλαδή, η ισονομία των πολιτών, η ισότητα όλων στην ά­ σκηση εξουσίας. Ούτε επίσης ο οστρακισμός εί­ ναι ένδειξη φθόνου και ζήλειας για το άπιαστο, όπως λέει ο Δ.Τ., - συμφωνώντας με τον φιλοολιγαρχικό Πλούταρχο - και ού­ τε ο Αριστοτέλης είπε ότι ο οστρακιζόμενος «αποτελεί πραγ­

ματικά έναν θεό μεταξύ ανθρώ­ πων». Αυτό το είπε, για αυτόν που δεν δύναται να ζήσει σε μια κοινωνία ή δεν έχει ανάγκη από τίποτε. (Π ολιτικά I, 1253α 33-35). 3) Τέλος, ένα σημείο προβλη­ ματικό είναι η ταύτιση που γίνε­ ται, από τον Δ.Τ., της Εκκλησίας και της Βουλής των Αθηναίων πολιτών, που στην πραγματικό­ τητα ήταν δυο διαφορετικοί και ξεχωριστοί θεσμοί της αθηναϊ­ κής δημοκρατίας. Η Βουλή αποτελούνταν από 500 Βουλευτές, που κληρώνο­ νταν για έναν χρόνο, 50 από κά­ θε φυλή, από πολίτες που είχαν κλείσει τα τριάντα. Ήταν επιφορ­ τισμένη με δικαστικές, οικονομι­ κές και πολιτικές αρμοδιότητεςπροετοίμαζε τους νόμους (προ­ βουλεύματα) που θα συζητούσε και θα ψήφιζε, ή όχι, η Εκκλησία. Η Εκκλησία του Δήμου, στην ο­ ποία συμμετείχαν όλοι οι πολίτες πάνω από 16 χρονών και συνέρ­ χονταν στην Πνύκα 3-4 φορές τον μήνα, ήταν το ανώτατο δικα­ στικό, νομοθετικό όργανο της α­ θηναϊκής δημοκρατίας και απο­ φάσιζε για όλα τα σπουδαία ζη­ τήματα (ειρήνη, πόλεμο, εκλογή των 10 στρατηγών, 10 ταμιών κ.ά.). Εξ άλλου την συμφωνία Βουλής και Εκκλησίας φανερώ­ νει η κλασική και στερεότυπη φράση στην αρχή των αποφάσε­ ων και των ψηφισμάτων: Έ δ οξε τή Βουλή κ α ί τφ δήμω.

Ευχαριστώ για την φιλοξενία Γ. Οικονόμου

Την επιστολή του κ. Γ. Οικονό­ μου θέσαμε υπόψη του κ. Δ. Τσα­ τσούλη

Κύριε Διευθυντά, Αν και η απάντηση προς την ε­ πιστολή του κ. Οικονόμου αποτε­ λεί πλεονασμό για τον προσεκτι­ κό αναγνώστη του κειμένου μου «Για την ισονομία», θεωρώ ανα­ γκαίο, για λόγους ευγενείας, να παραδεχθώ τα ακόλουθα: α) Πράγματι δημιουργεί' ~· σύγχυση από μια σύντομη πρό­ ταση του κειμένου μου μεταξύ Εκκλησίας και Βουλής που μπο­ ρεί να φθόσει στην, ταύτιση των δυο αυτών οργάνων από κάποιον


χρονικα/17 που δεν έχει ακούσει ποτέ για τους θεσμούς της αρχαίας Αθή­ νας. Η σύγχυση οφείλεται σε τυ­ πογραφική παράλειψη ενός συν­ δέσμου. Γι’ αυτό παρακαλώ τον αναγνώστη με την ευκαιρία αυτή να διαβάσει την πρόταση ως ε­ ξής: «(...) αποτελεσματικό προλη­ πτικό μέτρο που διέθετε η Εκκλη­ σία (και η Βουλή των Αθηναίων Πολιτών) κατά της τυραννίας» (σελ. 18, παρ. 3). β) Πράγματι, ο όρος «οστρακισμός» προέρχεται από τα όστρα­ κα και είναι ο αρχαιοελληνικός. Αλλά και ο όρος «εξοστρακι­ σμός», κατά μιαν περίεργη συ­ γκυρία, σημαίνει «εξορίζω κά­ ποιον με οστρακισμό». Και, πράγ­ ματι, «ο όρος έχει παρεξηγηθεί και χρειάζεται λεπτότερη μετα­ χείριση». Η βιβλιογραφία που χρησιμοποιώ νομίζω ότι το επι­ τυγχάνει. Ποια, άραγε, η αντι­ πρόταση του κ. Οικονόμου; Ως προς το πώ ς λειτουργούσε στις νοητικές δομές της Πόλης ο «εξοστρακιζόμενος» δεν είναι κάτι που συμφωνούμε ή διαφω­ νούμε εν παρόδω, όπως εικάζει ο επιστολογράφος. Ο ενδιαφερό­ μενος μπορεί να μελετήσει την α­ νεπτυγμένη επιχειρηματολογία στις βιβλιογραφικές πηγές στις οποίες παραπέμπω. Είναι κρίμα γιατί ο κ. Οικονόμου δεν μπόρε­ σε να παρακολουθήσει τη γραμ­ μή του άρθρου εμμένοντας σε

κάποια στερεότυπα σχήματα, πράγμα που δικαιολογεί και την παρανόησή του ως προς το τί λεω ή δε λέω ότι λέει ο Αριστοτέ­ λης για τον «εξοστρακιζόμενο». Ακόμη, φαίνεται ότι ερμηνεύει μ’ έναν ιδιάζοντα, και ξένο προς τις δικές του συνδηλώσεις, τρόπο, την έννοια του «φθόνου». Ας ξα­ ναδιαβάσει προσεκτικότερα το σύνολο. γ) Ο καλοπροαίρετος κ. Οικο­ νόμου δημιουργεί, όμως, εκ του μη όντο ς σύγχυση μεταξύ του ό­ ρου «κράτος» που, όπως τον χρη­ σιμοποιώ από τις πηγές, έχει την έννοια της «εξουσίας» και του σύγχρονου θεσμού του Κράτους, δράττοντας έτσι την ευκαιρία να «διδάξει» στους αναγνώστες του «Διαβάζω» αυτά που διδάσκονται οι μαθητές της Τρίτης Λυκείου στο μάθημα της Κοινωνιολογίας, δηλ. τα περί μαρξιστικής και μη αντίληψης περί Κράτους, διάκρι­ ση από την Κοινωνία κ.λπ. Μόνο που η αφορμή για την επίδειξη αυτών των μαθητικών γνώσεων είναι καθ’ όλα «άτοπος» μια και ουδείς, νομίζω, αναγνώστης μπορούσε να περιπέσει σε παρό­ μοιες συγχύσεις αφού όχι μόνον φρόντισα εξ αρχής να δηλώσω με ποια σημασία χρησιμοποιώ τον όρο αλλά και μη παραλείποντας ούτε μια φορά να τον θέσω σε εισαγωγικά, ήτοι στους δεί­ κτες εκείνους που διαθέτει η

γλώσσα προκειμένου να αποφεύ­ γει τις αμφισημίες. Ουδείς επο­ μένως λόγος «σύγχυσης» με την διπλή σημασία της λέξης και ό­ σες άλλες συνδηλώσεις ήθελεν εφεύρει ο συμπαθής κ. Οι­ κονόμου. Όσο για την αναφορά του σε άρθρο του Η. Παπαλέξη στο «Διαβάζω» αρ. 233, δεν είμαι ο αρ­ μόδιος να απαντήσω. Επισημαί­ νω, όμως, την επί παντός του επι­ στητού ανάγκη του επιστολο­ γράφου να εκφράσει την άποψή του, ασχέτως αφορμής. Τέλος, τη ν άνευ α ντικειμ ένο υ «διδακτι­ κή» που επιχειρεί ο κ. Οικονόμου αποδεικνύει η πανηγυρική του πρόταση, όταν πληροφορεί μετά το τόσο θέμα που δημιούργησε, ότι «κράτος εξάλλου στα αρχαία ελληνικά σημαίνει βία, ισχύς, δύναμις». Ως εάν κάποιος προσπα­ θούσε να τον πείσει ότι σημαίνει «κοινωνία» ή οτιδήποτε άλλο από τα φαντάσματα που μόνος δη­ μιούργησε και επιτυχώς... ενίκησεν. Μήπως, άραγε, ταυτολογούμεν επαιρόμενοι ή όπερ και το αυτό αλλά επί το απλούστερον, κινδυνολογούμεν αυτοπροβαλλόμενοι; Ευχαριστώ Δημήτρης Τσατσούλης

200 χρόνια από τη γέννη του

ΚΑΛΒΟΥ Αφιέρωμα του ΔΙΑΒΑΖΩ στον Ανδρέα Κάλβο Αριθ. 140


18/χρονικα

"Καλβικά της Γενεύης” (Ανταπόκριση από το Συνέδριο της Γενεύης για τον Ανδρέα Κάλβο, 18-20 Ιουνίου 1992) Ο Κάλβος κατέχει τη μοναχική και περίοπτη θέση του μέσα στην Ιστορία της νεότερης λογοτεχνίας μας χάρη στο μοναδικό έργο του που έγραψε στα ελληνικά, τις είκοσι Ωδές του. Γράφο­ ντας τις Ωδές ο Κάλβος ουσιαστικά εγκαταλείπει τη σταδιοδρο­ μία του ως Ιταλού ποιητή - είχε ήδη γράψει στα ιταλικά τις τρα­ γωδίες Teramene (Θηραμένης), Le Danaidi (Οι Δαναΐδες) και Ippia (Ιππίας) - για να γίνει Έλληνας ποιητής, και μάλιστα εθνικός. Οι Ωδές αυτές γράφτηκαν μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανά­ στασης, και οι πρώτες δέκα, Η Λύρα, δημοσιεύτηκαν το 1824 στη Γενεύη. Γενεύη, λοιπόν, στην οποία ο εξορισμένος α­ πό τη Φλωρεντία Κάλβος βρίσκει φιλόξενο κα­ ταφύγιο από το Μάιο του 1821 έως το Δεκέμβριο του 1824, ήταν ο τόπος γραφής των Ωδών και, επο­ μένως, ο τόπος γέννησης του Έλληνα ποιητή Κάλβου. Για τον λόγο αυτόν, μέσα στο πλαίσιο της συ­ μπλήρωσης διακοσίων ετών από τη γέννηση του Κάλβου, η Units de grec moderne της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Γενεύης δικαίως πήρε την πρωτοβουλία να εορτάσει τον Κάλβο με την οργάνωση ενός διεθνούς συνεδρίου στη Γε­ νεύη, από τις 18 έως τις 20 Ιουνίου 1992. Σ’ αυτό προσκλήθηκε ένας μικρός αριθμός ιστορικών και κριτικών της λογοτεχνίας που μέσα στο δεύτερο μι­ σό του αιώνα μας με το έργο τους έχουν συμβάλει στη γνώση της ζωής και του έργου του ποιητή - α­ νάμεσα σ’ αυτούς και ο Στέφανος Διαλησμάς, που τον μνημονεύω εδώ, επειδή τελικώς δεν έγινε δυ­ νατό να ταξιδέψει στη Γενεύη και γ ι’ αυτό δεν αναφέρεται στις σύντομες περιλήψεις των ανακοινώ­ σεων που θα δώσω παρακάτω. Η εναρκτήρια συνεδρία έγινε το βράδυ της Πέ­ μπτης 18 Ιουνίου στην αίθουσα τελετών του Πανε­ πιστημίου της Γενεύης με ομιλία του Mario Vitti: «Andre Calvos, un poete grec ά GenSve» (Ανδρέας Κάλβος, ένας Έ λληνας ποιητής στη Γενεύη), με την οποία επιχείρησε μια σφαιρική θεώρηση των Ωδών, που είχε τη σημασία μιας επανατοποθέτησης του έργου αυτού. Η εναρκτήρια συνεδρία ολοκληρώθη­ κε με την ανάγνωση αποσπασμάτων από τις Ωδές σε γαλλική μετάφραση από τον οργανωτή του συ­ νεδρίου Bertrand Bouvier, και στο πρωτότυπο από τον Γιώργο Σαββίδη. Οι υπόλοιπες τρεις συνεδρίες έγιναν στη Societe de Lecture, όπου ο Κάλβος συνήθιζε να μελετά κα­ τά τη διάρκεια της παραμονής του στη Γενεύη, στην οποία είχε προσφέρει με αφιέρωση αντίτυπο

Η

της έκδοσης του 1824 των Ωδών - από το οποίο ο οργανωτής του συνεδρίου αναπαρήγαγε φωτογρα­ φικά περιορισμένο αριθμό αντιτύπων που πρόσφο­ ρε στους συνέδρους. Στην πρώτη συνεδρία - πρωί της Παρασκευής 19 Ιουνίου - ο Νάσος Βαγενάς (Αθήνα) με την ανα­ κοίνωσή του «Προτάσεις για μια νέα χρονολόγηση του Ippia » τοποθέτησε τον χρόνο συγγραφής της τραγωδίας αυτής κατά τη διάρκεια όχι της πρώτης (1812-16), αλλά της δεύτερης παραμονής του Κάλ­ βου στη Φλωρεντία (Δεκέμβριος 1820 - Φεβρουά­ ριος 1821). Τα επιχειρήματά του στηρίζονταν στην εξελιγμένη τεχνική της γραφής του Ιππία, στην α­ νάπτυξη της τραγωδίας μέσω της δράσης και όχι των διαλόγων - όπως συμβαίνει με τον νεανικό και αρκετά αφελή Θηραμένη, αλλά και με τις κατά πολύ αρτιότερες Δ ανα ΐδες - , καθώς και στο γεγο­ νός ότι υπάρχουν μες στον Ιππία αναφορές στις ε­ μπειρίες του Κάλβου από τη συμμετοχή του στον καρμποναρισμό, συμμετοχή που χρονολογείται με­ τά το 1816. Η Michelle Bouvler-Bron (Γενεύη) με την ανακοί­ νωση «Une lettre de recommendation du comte Capodistrias pour Mr Calbo» (Μια συστατική επι­ στολή του κόμη Καποδίστρια για τον κ. Κάλβο), έ­ κανε έναν αναλυτικό σχολιασμό της συστατικής ε­ πιστολής που, στις 8 Νοεμβρίου 1824, έδωσε ο Καποδίστριας - που, όπως είναι γνωστό, ζούσε την περίοδο εκείνη στη Γενεύη - στον Κάλβο με προο­ ρισμό τον La Harpe. Μέσα από τον σχολιασμό της αυτόν προσπάθησε να διαγνώσει τη στάση του Καποδίστρια απέναντι στον Κάλβο, στάση που κυμαι­ νόταν ανάμεσα σε μια θετική εκτίμηση αλλά και σε μια διακριτική προσπάθεια να κρατήσει κάποια α­ πόσταση από τον ύποπτο ως καρμπονάρη Κάλβο. Ο Γιάννης Δάλλας (Αθήνα) με την εισήγησή του «Η καταβολή του Ομήρου στις Ω δέςτου Κάλβου» α­


χρονικά Π 9 φού δέχτηκε την εικόνα ω ς ένα από τα τρία βασικά στοιχεία της σύνθεσης των Ωδών - τα άλλα δύο, κατά τον ομιλητή, είναι η μυθολογία και η αφήγηση - , επισήμανε την παρουσία εξήντα δύο παρομοιώσεων-εικόνων και ανέλυσε τους τρεις βασικούς τύ­ πους της σύνθετης παρομοίωσης: 1) τον εξωτερικό (παράταξη διαφορετικών θεματικών μοτίβων), 2) τον εσωτερικό-αφηγηματικό (παρουσία ενός και μό­ νο θέματος που το παρακολουθεί ο ποιητής μέσα α­ πό αντικατοπτρισμούς ομηρικών παρομοιώσεων), και 3) τον ιδεοπλαστικό, κατά τον οποίο παρατηρείται αμοιβαία μετατόπιση σημαίνοντος και σημαινομένου, και η αναφορική εικόνα γίνεται ιδεο­ πλαστική. Την πρώτη συνεδρία έκλεισε ο Μιχάλης Μερακλής (Αθήνα) με την ανακοίνωση «Η γλώσσα του Κάλβου συγκρινόμενη με τη γλώσσα του Σολω­ μού», με την οποία υπεστήριξε πως η «μεικτή» γλώσσα του ποιητή των Ωδών ξεκινά από μια ρεαλι­ στική αφετηρία και ανταποκρίνεται στη γλωσσική πραγματικότητα της εποχής εκείνης πολύ περισσό­ τερο από την αμιγή δημοτική γλώσσα της ποίησης του Σολωμού που ήταν μια γλώσσα πλαστή. Το απόγευμα της ίδιας μέρας, ο Γιώργος Σαββίδης (Αθήνα) άνοιξε τη δεύτερη συνεδρία με την α­ νακοίνωση «Κάλβος και Χριστόπουλος: μια παρά­ δοξη εκδοτική συνοικέσια», με την οποία προσπά­ θησε να δώσει μιαν εξήγηση στο γεγο νό ς της πε­ ρίεργης από κοινού έκδοσης των Λυρικών τ ου Κάλ­ βου μαζί με μια επιλογή λίγων ποιημάτων του Χριστόπουλου, υποστηρίζοντας πω ς αυτή η εκδοτική συνοικέσια είχε ως σκοπό την αυτοπροβολή του Κάλβου σε βάρος του Χριστόπουλου. Η Σοφία Σκοπετέα (Κοπεγχάγη) με την ανακοίνω­ σή της «Ο Κάλβος στο ρομαντικό χώρο» επιχείρησε με αρκετά προσωπικό τρόπο να εντοπίσει τα τυπικά ρομαντικά χαρακτηριστικά της ποίησης των Ωδών επιδιώκοντας έναν επαναπροσδιορισμό της θέσης του Κάλβου σε σχέση με τον ρομαντισμό. Ο Δημήτρης Τζιόβας (Birmingham) με την ανακοίνωσηκΚβΙνοε and the poetics of difference» (Ο Κάλβος και η ποιητική της διαφοράς) προσπάθη­ σε να βρει ένα κοινό χαρακτηριστικό στη στάση της κριτικής απέναντι στις Ωδές στο γεγονός πω ς ο Κάλβος θεωρήθηκε και αντιμετωπίστηκε από την κριτική ως ποιητής της διαφοράς, δηλαδή ως ένας ποιητής που η ποιητική του προσδιορίζεται πάνω στη βάση της διαφοροποίησής του από τους άλ­ λους σύγχρονους μ’ αυτόν ποιητές. Η δεύτερη συνεδρία ολοκληρώθηκε με τον Γιώργο Αντρειωμένο (Birmingham) που με την ανακοί­ νωση «Andreas Kalvos as a man of letters» (O Avδρέας Κάλβος ως άνθρωπος των γραμμάτων) υπε­ στήριξε την άποψη πω ς η ιστορία και η κριτική της λογοτεχνίας δεν πρέπει να αγνοεί τον μετά το 1826 Κάλβο - οπότε ολοκληρώνεται η έκδοση των Ω­ δών - , αλλά να μελετά τη δραστηριότητά του έως το 1869 - έτος του θανάτου του - , με ιδιαίτερη έμ­ φαση στην περίοδο από το 1826 έως το 1852, κατά την οποία έζησε στην Κέρκυρα διδάσκοντας και γράφοντας μικρά δημοσιογραφικά κείμενα. Ο Mario Vitti άνοιξε την τρίτη και τελευταία συνε­ δρία, το πρωί του Σαββάτου 20 Ιουνίου, με την ανα­ κοίνωση «Α. Cal bo en 1825 reprimande les “ poetes

de Florence” et les exhorte aux “ images 0lev6es” » (O A. Κάλβος επιπλήττει τους «ποιητές της Φλωρε­ ντίας» και τους προτρέπει προς «υψηλές εικόνες»), κατά την οποία ανέλυσε τη γραμμένη στα γαλλικά κριτική του Κάλβου για τον Ιταλό ποιητή F. Pananti, που δημοσιεύτηκε στο παρισινό Le Globe της 20ής Σεπτεμβρίου 1825. Μέσα από τα αρνητικά στοιχεία που ο Κάλβος εντοπίζει στην ποίηση του Pananti ο Mario Vitti προσπάθησε να συμπεράνει αυτό που ο Κάλβος θεωρούσε ως ιδανικό στο γράψιμο της ποί­ ησης: τον σοβαρό τόνο, την καθαρή, ασυμβίβαστη με περιστασιακές σκοπιμότητες γλώσσα, και τις υ­ ψηλές εικόνες, με τα οποία ο ποιητής θα ξυπνήσει στο λαό ιστορικές αναμνήσεις και θα επιτρέψει να γεννηθούν νέες ελπίδες, και με τον τρόπο αυτό θα κατορθώσει να γίνει δημοφιλής. Η Αναστασία-Δανάη Λαζαρίδη (Γενεύη), με την α­ νακοίνωση «Ο Βύρωνος του Κάλβου και του Σολω­ μού»), εξέτασε τον τρόπο με τον οποίο οι δύο ποιη­ τές πλησίασαν το πρόσωπο του Byron - ο Κάλβος με την ωδή «Η Βρεττανική Μούσα» και ο Σολωμός με το λυρικό ποίημα «Εις το θάνατο του Λορδ Μπάϊρον» - , διαπιστώνοντας πω ς το ποιητικό εργαστή­ ρι του Σολωμού είναι περισσότερο προσιτό από ε­ κείνο του Κάλβου - που είναι σχετικώς κλειστό - , και μας δίνει την ευκαιρία να καταλάβουμε πως παρ’ όλες τις αλλεπάλληλες προσπάθειες του Σο­ λωμού για προσέγγιση του προσώπου του Byron, τελικώς αυτός δεν έφτασε σε ένα αποτέλεσμα που τον ικανοποιούσε. Ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος (Αθήνα) με την ανα­ κοίνωση «Πώς έγραφε ο Κάλβος τις Ω δές του;» πα­ ρουσίασε από ένα σχετικό μελέτημα το πρώτο μέ­ ρος που αναφερόταν στο πρόβλημα της πρόθεσης και του νοήματος στις Ωδές. Αφού έκανε τη διάκρι­ ση μεταξύ δηλωμένης αρχικής πρόθεσης του ποιη­ τή και πραγματοποιημένης ή υπαρκτής πρόθεσης του ποιήματος, προχώρησε στην επισήμανση τριών διαστάσεων στην πρόθεση του ποιητή, για να επιμείνει κυρίως στην κατά τη γνώμη του περισσότερο αγνοημένη αλλά και παρεξηγημένη: την τρίτη διά­ σταση της πρόθεσης του ποιητή - η οποία αφο­ ρούσε τη γλωσσική επιλογή του Κάλβου - , σύμφω­ να με την οποία η γλώσσα των Ωδώ ν δεν αποτελεί γλωσσικό συμβιβασμό και εκφραστικό αδιέξοδο, αλλά είναι καρπός της πρόθεσης του ποιητή να συνθέσει και να διαδώσει μια γλώσσα που θα προ­ σπαθούσε να επαναφέρει σε χρήση τύπους της αρ­ χαίας, αλλά που παράλληλα θα περιείχε και τύπους της δημώδους - δηλαδή μια γλώσσα που θα αποδείκνυε τη γλωσσική άποψη της συνέχειας του γέ­ νους των Ελλήνων. Ο Bertrand Bouvier (Γενεύη) έκλεισε την τρίτη και τελευταία συνεδρία με την ανακοίνωση «L’actualite d ans les Odes d’ Andre Calvos» (Η επικαιρότητα στις Ω δές του Ανδρέα Κάλβου), με την οποία απέ­ δειξε μέσα από την έρευνα των σχετικών με την Ελ­ ληνική Επανάσταση δημοσιευμάτων στις εφημερί­ δες της Γενεύης, της εποχής εκείνης, πως κατά τη διάρκεια της συγγραφής των Ωδών ο Κάλβος βρι­ σκόταν συνεχώς πολύ κοντά στα σχετικά γεγονότα τα οποία λειτουργούσαν όχι μόνον ως ποιητικό έναυσμα, αλλά και ως υλικό προς ποιητική επεξερ­ γασία. Με τον τρόπο αυτόν ο Bertrand Bouvier υπέ-


20/χρονικα δείξε τον πραγματιστικό πυρήνα των Ωδών, που διαφωτίζει και τον προγραμματικό χαρακτήρα της συγγραφής τους. Χαρακτηριστικό ήταν το παρά­ δειγμα της ωδής «Εις τον προδότην» που ενώ φαί­ νεται ανεπίκαιρη, επειδή η προδοσία του Βαρνακιώτη είχε συμβεί παλαιότερα και δεν ανήκε στα τρέχοντα γεγονότα, ο ομιλητής αποκάλυψή πω ς η υπόθεση Βαρνακιώτη είχε έρθει και πάλι στην επικαιρότητα κατά την εποχή που ο Κάλβος έγραφε αυτή την ωδή.

λείνοντας την ανταπόκριση αυτή αισθάνομαι την ανάγκη να επιχειρήσω ένα χαρακτηρισμόαποτίμηση του συνεδρίου ως προς την οργάνωση, ως προς το ύφος του, και ως προς τα αποτελέσματά του. Η οργάνωση του συνεδρίου ήταν πραγματικά τέ­ λεια - θύμιζε τη λειτουργία ελβετικού ρολογιού και ήταν έργο του τακτικού καθηγητή στο Πανεπι­ στήμιο της Γενεύης και γνωστού νεοελληνιστή Bertrand Bouvier ο οποίος υπήρξε ο ιθύνων νους αλλά και η μεγάλη καρδιά του συνεδρίου. Στους

Κ

Σ Ο Σ ΙΑ Λ ΙΣ Τ ΙΚ Η

θεωρία &πράξη Ζακ 01

της

Μισεί) Οι κανόνες του

ρυθμούς αυτής της μεγάλης καρδιάς ανταποκρινόταν με πολύ ενεργητικό τρόπο η Δανάη Λαζαρίδη, συνεργάτις του Β. Bouvier στην Unite de grec moderne της Φιλολογικής Σχολής του ίδιου Πανεπι­ στημίου. Σε ό,τι αφορά το ύφος το συνεδρίου, αυτό ήταν καθαρά ακαδημαϊκό, σοβαρό, σεμνό και, λόγω της ειδικότητας των θεμάτων των περισσοτέρων ανα­ κοινώσεων, αρκετά κλειστό. Η συνάντηση σ’ αυτό ι­ στορικών της λογοτεχνίας από το ένα μέρος, και κριτικών της λογοτεχνίας από το άλλο, ήταν αρκε­ τά γόνιμη, και όποτε κατά τη συζήτηση προέκυψε ε­ πιχειρηματολογία που προερχόταν από το ένα μέ­ ρος και προοριζόταν για το άλλο, αυτή συνήθως δεν είχε τον χαρακτήρα της αντιδικίας μεταξύ δύο σχολών. Ίσως σ’ αυτό να βοήθησε η αγάπη για τον Κάλβο που ένωνε τους συνέδρους σε ένα κοινό πά­ θος που βρισκόταν πάνω από τις μεθοδολογικές ή άλλες διαφορές. Ως προς τα αποτελέσματά του το συνέδριο υπήρ­ ξε εξαιρετικά γόνιμο, δεδομένου ότι οι ανακοινώ­ σεις στη μέγιστη πλειοψηφία τους δεν κινήθηκαν α­ πλώς μέσα στα πλαίσια μιας ακαδημαϊκώς σωστής επιστημονικής ανακοίνωσης, αλλά προχώρησαν σε συγκεκριμένες και καινοτόμες προτάσεις, αποδεικνύοντας με τον τρόπο αυτόν πως η έρευνα και η μελέτη γύρω από τη ζωή και το έργο του Κάλβου βρίσκονται σε έξαρση, αλλά δίνοντας ταυτόχρονα σαφή δείγματα μιας διαφαινόμενης νέας τάσης στις καλβικές μελέτες, σύμφωνα με την οποία αναζητείται ένα νέο πρόσωπο του Κάλβου. Μια άλλη πνευματική απόλαυση - ανεξάρτητη αυτή από τις καλβικές μελέτες, αν και όχι άσχετη α­ πό αυτές - που μας προσέφερε το συνέδριο, όχι τόσο κατά τη διάρκεια των συνεδριών όσο κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων, ήταν και εκείνη της ελ­ ληνικής γλώσσας: πραγματικά, όποτε ο Bertrand Bouvier και ο Mario Vitti μιλούσαν ελληνικά, είχε κανείς τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει πόσο α­ κριβής, εύστοχη, καθαρή, λιτή αλλά, ταυτόχρονα, και χαριτωμένη μπορεί να είναι η ελληνική'γλώσσα. Δινόταν η εντύπωση πω ς δεν επρόκειτο για μια γλωσσική ευστοχία που αφορούσε απλώς τη λει­ τουργία μιας σχεδόν απόλυτης κυριολεξίας, αλλά πως επρόκειτο για κάτι πολύ περισσότερο από αυ­ τό. Στον τρόπο που οι αλλοδαποί νεοελληνιστές μι­ λούν τη γλώσσα μας μάς δίνεται, επίσης, η ευκαιρία να διαπιστώνουμε κάτι που συνήθως μας διαφεύγει όταν ακούμε τους συμπατριώτες μας να μιλούν: την ιστορικότητα της ελληνικής γλώσσας, αλλά παράλ­ ληλα και τη νεανικότητά της. Τα «Καλβικά της Γενεύης» - έτσι ονόμασε κά­ ποια στιγμή εκτός συνεδρίου ο Bertrand Bouvier το συνέδριο για τον Κάλβο - πιστεύω πως δεν θα μεί­ νουν στην ιστορία των καλβικών μελετών απλώς ως μία από τις σοβαρές εκδηλώσεις του εορτασμού των διακοσίων ετών από τη γέννηση του Κάλβου, αλλά πως θα αποτελέσουν για τους καλβιστές α­ σφαλές σημάδι μιας νέας φάσης της έρευνας και της μελέτης γύρω από τον Κάλβο και το έργο του, μιας φάσης που τη χαρακτηρίζει η τάση να έρθει στο φως ένας νέος Κάλβος. ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ


χρονικά 121

Algirdas Julien Greimas ο μεγάλος δάσκαλος της σημειωτικής Στις 27 Φεβρουάριου 1992 έφυγε ένας μεγάλος θεωρητικός της Λογοτε­ χνίας, ο γλωσσολόγος και σημειωτικός A.J. Greimas. Ο Greimas γεννήθηκε το 1917 στη Λιθουανία και άρχισε τη σταδιοδρομία του ως λεξικογράφος. Υ­ πήρξε Διευθυντής σπουδών στην Ecole Pratique des Hautes Etudes από το 1965. To πρώτο του άρθρο δημοσιεύτηκε το 1943 στο λιθουανικό περιοδικό Varpai, Almanach litteraire και το τελευταίο του έργο για τη «Σημειωτική των παθών», στο Παρίσι το 1991. ο 1956 δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «U actuality du saussurisme», που θεωρείται ως η αφετηρία των θεωρητικών του αναζητήσεων. Σ’ αυ­ τό εξετάζει έργα του Maurice Merleau-Ponty και του Levi-Strauss. Καταλήγει δε στο συμπέρασμα πω ς η υπόθεση του Saussure ότι υπάρχει ένας δο­ μημένος κόσμος που τον αντιλαμβανόμαστε μέσα από τη σημασιοδότησή του μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία μιας μεθοδολογίας για τη μελέτη των επιστημών του ανθρώπου και των κοινωνικών επιστημών. Η δεύτερη φάση των ερευνών του τοποθετείται το 1964, όταν ο Greinias αρχίζει στο Παρίσι σεμινά­ ρια που βασίζονται στις γλωσσικές και σημασιακές θεωρίες του Δανού γλωσσολόγου Louis Hjelmslev. Τα πορίσματά του περιλαμβάνονται στη Δ ομική ση­ μ αντική (S6mantique structurale, Paris: Larousse, 1966), που αποτελεί και το βασικό θεωρητικό του έργο. Στο έργο αυτό ο Greim as θεμελιώνει την επιστή­ μη της σημασίας. Για να συγκροτήσει το θεωρητικό του μοντέλο δανείζεται όρους από άλλες επιστή­ μες, όπως λ.χ. την έννοια της ισοτοπ ίας που προέρ­ χεται από το χώρο της φυσικής και της χημείας. Μεταφέροντας τον όρο στη σημασιακή ανάλυση του δίνει μια νέα ειδική σημασία λαμβάνοντας υπό­ ψη το νέο πεδίο εφαρμογής του. Το ίδιο ισχύει και για τους όρους εξω δ ετικτό τη τα/εσω δεκτικό τη τα που προέρχονται από την ψυχολογία της αντίλη­ ψης. Με τον τρόπο αυτό δημιουργεί μια σημειωτική γλώσσα μεγάλης εμβέλειας. Πολλές ορολογίες του μάλιστα χρησιμοποιούνται και από εκείνους που δεν ακολουθούν τη δική του θεωρία. Ένα βασικό μεθοδολογικό του εργαλείο για την ανάλυση των κειμένων είναι το μ ον τέλ ο δράσης

Τ

(modele actantiel). Στη συγκρότηση αυτού του μο­ ντέλου έχει επηρεαστεί από τη Μ ορφολογία του π αραμυθιού του V. Propp, καθώς και από τον Etienne Souriau, καθηγητή της αισθητικής στη Σορβόνη, που το 1950 έγραψε το βιβλίο Les Deux Mille Situations dramatiques. O Greimas προτείνει έξι δρώ σες μ ονά δες που με την παραδειγματική τους δόμηση αποκτούμε ένα μοντέλο δράσης: Υποκείμενο, Α ντικείμ ενο, Πο­ μπός, Δ έκτης, Συμπαραστάτης, Α ντίμαχος. Ο κύ­ ριος άξονας του μυθικού μοντέλου είναι η επιθυμία του Υποκειμένου για ένα πολύτιμο Αντικείμενο (πρόσωπο, πράγμα). Ο Greimas έχει επηρεαστεί γόνιμα και από άλ­ λους θεωρητικούς. Ό πω ς λέει ο ίδιος χαριτολο­ γώντας, «πήρα λίγο Levi-Strauss και πρόσθεσα κάμποσο Propp». Αργότερα μελέτησε την ανάλυση του μύθου από τον Dumezil και έφτασε στο συμπέ­ ρασμα ότι το έργο του συνίσταται στο μετασχημα­ τισμό των μυθολογιών σε ιδεολογίες. Αυτό είχε ση­ μαντική επιρροή και στο δικό του έργο. Τις οφειλές του στους τρεις αυτούς θεωρητικούς μπορούμε να τις δούμε στη συλλογή δοκιμίων που έχει τον τίτλο Du sens (1970). Εμφανής είναι όμως και η δική του συμβολή στη δημιουργία μιας ση­ μειωτικής θεωρίας για τη μελέτη του νοήματος. Α­ ναφέρουμε ως παράδειγμα τα άρθρα του «Η συ­ γκριτική μυθολογία» και «Προς μια θεωρία της ερ­ μηνείας του μυθικού αφηγήματος» όπου επεξεργά­ ζεται και συστηματοποιεί υλικό που προσφέρουν οι έρευνες του Dumezil και του L0vi-Strauss. Αξιοσημείωτο είναι το άρθρο που έγραψε μαζί με τον F. Rastier με τίτλο «The Interaction of Semiotic Constraints», στο περιοδικό Yale French Studies. Εδώ περιγράφει την πορεία που κάνει το ανθρώπι­


22/χρονικα να μυαλό για να πετύχει την κατασκευή πολιτισμι­ κών δημιουργημάτων (λογοτεχνικών, μυθικών, ει­ καστικών, κ.τ.λ.)· Σ’ αυτή την πορεία διακρίνει τρεις φάσεις: 1) τις δομές βάθους, που έχουν ένα λογικό status· 2) τις δομές επιφάνειας, που αποτελούν μια σημειωτική γραμματική, η οποία διατάσσει τα δε­ κτικά εκδήλωσης περιεχόμενα σε μορφές λόγου και 3) τις δομές εκδήλω σης που παράγουν και ορ­ γανώνουν τα σημαίνοντα. Στο ίδιο άρθρο ασχολείται και με το σημειω τικό τετράγωνο, όπου μελετά τις σχέσεις αντίθεσης, αν­ τίφασης και συμπληρωματικότητας. Έχει αποδειχθεί ότι οι κατηγορίες αυτές, που έλκουν την κατα­ γωγή τους από τον Αριστοτέλη, είναι πολλαπλά χρήσιμες στην ανάλυση των κειμένων.

Α

σχολούμενος με την κειμενική ανάλυση, παρα­ τήρησε ότι τα κείμενα του έδιναν τη δυνατότη­ τα να δημιουργήσει μοντέλα. Ωστόσο, αυτά τα ντέλα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την πε­ ριγραφή των κοινωνικών πρακτικών. Έτσι, προχώ­ ρησε από τη λογοτεχνική σημειωτική στην κοινωνιολογία. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί πρόσφερε στους κοινωνιολόγους μοντέλα οργάνωσης της συμπεριφοράς ή της κοινωνικής πρακτικής, μόνο που αυτά τα μοντέλα συνέχιζαν να στηρίζονται αυ­ στηρά στην ανάλυση των κειμένων. Την εποχή αυ­ τή κυκλοφορεί και το σχετικό του έργο Semiotique et sciences sociales, Paris: Seuil, 1976. Σ’ αυτή τη φάση, την τρίτη κατά σειρά, όπως ο ί­ διος περιοδολογεί το έργο του, απομακρύνεται α­ πό τη φόρμουλα του παραμυθιού του Propp ως μέ­ σου για την ανάλυση της αφηγηματικότητας. Αυτό δε σημαίνει ότι εγκατέλειψε τους «ήρωες» και τους «προδότες», αλλά ανακάλυψε ότι για να μελετήσει τη συμπεριφορά των ηρώων χρειαζόταν απλούστε­ ρους όρους όπως υποκείμενο, αντικείμενο, σύζευ­ ξη, διάξευξη, μετασχηματισμός. Έτσι, κατόρθωσε να ελευθερώσει τη θεωρία από έννοιες που ήταν πολύ στενά συνδεδεμένες με το επίπεδο εκδήλω­ σης του λόγου. Το πρώτο βήμα ήταν να αναδιατυπώσει την αφη­ γηματική σύνταξη επιφάνειας με βάση τις τροπικότητες. Αρχίζοντας με τον ορισμό της τροπικότητας ως «αυτό που τροποποιεί το κατηγόρημα ενός εκφωνήματος», καταλήγει τελικά σε μια σημειωτική της χ ειραγώ γησης (τη χειραγώγηση του υποκειμέ­ νου από τον πομπό), σε μια σημειωτική της δράσης (την απόκτηση της ικανότητας από το υποκείμενο) και σε μια σημειωτική της αναγνώρισης (κρίσεις για τον εαυτό μας και για άλλα υποκείμενα). Στην τέταρτη και τελευταία φάση του ο Greimas επιχειρεί να ερμηνεύσει σημειωτικά την παραδο­ σιακή θεωρία των παθών. Ως γνωστόν, η σημειωτι­ κή άρχισε με τη θεωρία των δρωσών μονάδων (ac­ tants) και αρχικά απέδωσε στα υποκείμενα μόνο την ικανότητα δράσης. Τα υποκείμενα θεωρούνταν ως δρώσες μονάδες χωρίς κάποιο συγκεκριμένο χαρακτήρα. Με τη μελέτη των παθών φιλοδοξεί να προχωρήσει πέρα από τη σημειωτική της δράσης. Για να αναλύσει το λόγο μ’ αυτό τον τρόπο, πρέπει να κατασκευάσει μοντέλα που θα εξηγούν την πο­ ρεία της ζωής των υποκειμένων, των ανθρώπων δη­ λαδή. Το ενδιαφέρον του επομένως εστιάζεται στις

πορείες των υποκειμένων που πραγματοποιούνται με τη βοήθεια αφηγηματικών προγραμμάτων του λόγου ή των βιωμένων εμπειριών τους. Ό ταν γίνει αυτό, πιστεύει ο Greinias, είναι δυνατόν να εξετά­ σουμε λεπτομερώς όχι μόνο το πρόβλημα των αντι­ κειμένων αξίας, αλλά και την οργάνωση των αξιών μέσα στα ίδια τα κείμενα. Διευκρινίζει, ωστόσο, ότι η εξερεύνηση του «πε­ δίου του πάθους» συμπεριλαμβάνει όλα τα επίπεδα άρθρωσης της θεωρίας της αφηγηματικότητας. Δε μένει επομένως μόνο στις δομές λόγου, αλλά μελε­ τά και τις δομές βάθους, αδιάφορο αν το αντικείμε­ νο της έρευνας είναι ένα λέξημα-πάθος ή μια ιστο­ ρία πάθους. Τα πάθη, απλά ή σύνθετα, εκφράζονται μέσα από δρώντα πρόσωπα (acteurs) και μαζί με τη δράση προσδιορίζουν τους ρόλους που αναλαμβά­ νουν τα δρώντα πρόσωπα. Έτσι, ενδιαφέρον έχουν για αυτόν οι θεματικοί ρόλοι του «τσιγκούνη», του μο­«ευέξαπτου» ή του «αδιάφορου», ανάλογα με τα κειμενικά δεδομένα. Το έργο του Greimas μελετήθηκε από πολλούς και στη Γαλλία και σε άλλες χώρες. Μεταφράσεις των έργων του κυκλοφορούν, όσο ξέρουμε, στα αγ­ γλικά, τα γερμανικά και τα ιταλικά. Η συνεισφορά του αποτελεί αντικείμενο μελέτης πολλών διανοητών (Culler, Eco, Hawkes, Scholes, κ.ά.). To περιο­ δικό New Literary H istory αφιέρωσε ένα τεύχος στη «γκρεμασιανή σημειωτική» την άνοιξη του 1989 (τομ. 20, τεύχ. 3) Στην Ελλάδα αρκετά μέλη της Ελληνικής Ση­ μειωτικής Εταιρείας ασχολούνται με το έργο του. Στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων μάλιστα έγιναν και συνεχίζουν να γίνονται υπό την επίβλεψη του Καθηγητή Ερατοσθένη Γ. Καψωμένου διδακτορικές διατριβές με βάση το θεωρητικό μοντέλο του Greimas. G Greimas θεωρείται σήμερα ο θεμελιωτής της Γενικής Σημειωτικής. Έ φυγε αφήνοντας πίσω του μια δεύτερη γενιά σημειολόγων που συνεχίζει το έργο του και προσφέρει εργαλεία «προβλεπτικότη­ τας» για την ανάλυση των κειμένων και τη μελέτη του νοήματος. ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΠΕΝΑΤΣΗΣ

Βιβλιογραφία Greimas, A.J. (1966). Semantique structurale, Paris: Larousse. ----(1968). Dictionaire de l’ancient frangais, Paris: Larousse. ----(1970). Du sens, Essais semiotiques, Paris: Seuil. ----(1976a). Maupassant, le semiotique du texte, exercices pratiques, Paris: Seuil. (1976β). Semiotique et sciences sociales, Paris: Seuil. - - (1983). Du sens II, Essais semiotiques, Paris: Seuil. ----(1987). De l’imperfection, Paris: Fanlac. ----(1989). «On Meaning», New Literary History, 20, 3, 539-550. Greimas, A, J. - Courtis, J. (1979). Semiotique, dictionnaire raisonne de la theorie du langage, Paris: Hachette. (1986). Semiotique, dictionnaire raisonni de la theorie du langage II, Paris: Hachette. Greimas, A.J. - Fontanille, J. (1991). Semiotique des passions. Des etats de choses aux etats d’ame, Paris: Seuil. Greimas, A, J. - Rastier, F. (1968). «The Interaction of Semiotic Constraints», Yale Frenche Studies, 41, 86-105.


αφιερωμα/23

Εισαγωγικό σημείωμα Ο προσδιορισμός της αισθητικής ποιότητας ενός κειμένου, όταν ο συγγραφέ­ ας του εμφανίζεται ως πρόσωπο εξαρτημένο, ακύρωτο χωρίς την ύπαρξη της ε­ φημερίδας του, και όταν το κείμενο αυτό το διεκδικούν τόσο ζωτικοί χώροι, ό­ πως η λογοτεχνία και ή δημοσιογραφία, δεν είναι βέβαια υπόθεση εύκολη. Ο λό­ γος, για τους χρονογράφους και το χρονογράφημα, του οποίου η μελέτη και η κριτική επισκόπηση έχει μάταια προσπαθήσει να ανασύρει συγκεκριμένα θεω­ ρητικά ψήγματα για το περιεχόμενο, τη μορφή, ακόμη και τους παράγοντες που οδήγησαν στη δημιουργία του. Στην τροχιά αιτιών, αποτελεσμάτων, αποτυχιών και επιτυχιών, η ανθρώπινη ζωή φαίνεται αναμφισβήτητα τόσο περισσότερο αληθινή όσο περισσότερο φαν­ ταστική είναι, όσο εδρεύει στην προσωπικότητα μέσα στην πραγματικότητα των καιρών. Ο χρονογράφος δεν ασκεί την τέχνη του ούτε περιστασιακά, ούτε βέβαια αμέθοδα, η έμπνευσή του όμως δεν απαιτεί συγκεκριμένες θεωρητικές αρχές, η περιοχή του δεν είναι αυτάρεσκα ερμητική, αντίθετα είναι προσπελάσι­ μη και προσεγγίσιμη από όσους εμφορούνται από τη λατρεία στον άνθρωπο και τη βυθοσκόπηση της ψυχής του, από όσους αποφάσισαν να δικαιώσουν τη ζωή τους μέσα από την ίδια τη ζωή. Η πένα τους την κάνει τέχνη και η τέχνη λυτρώ­ νει. Έτσι το χρονογράφημα παίρνει ένα χαρακτήρα μεσολαβητικό ανάμεσα στην πραγματικότητα και τον αναγνώστη.


24/αφιερωμα ο χρονογράφημα ω ς μορφή τέχνης που στις καλές της στιγμές διασταυρώνει τρία φαινο­ μενικά παράταιρα: τη φιλοσοφία του καθημερι­ νού, τη λογοτεχνία με το προσωπικό ύφος - το στυλ - και την επικαιρότητα των ανθρωπίνων πραγμάτων, γίνεται εξαιρετικής σημασίας εγχεί­ ρημα της ανθρώπινης συνείδησης με σ υγκεκριμέ­ να κίνητρα, μεθόδους και στόχους. Ό σ ο ι κι αν δόθηκαν ορισμοί, όσο κι αν το ενδιαφέρον εστιά­ στηκε κάθε φορά σ’ ένα διαφορετικό συστατικό, όσο κι αν θεωρήθηκε από τη σκοπιά μιας συγκε­ κριμένης μεθόδου ή στρατηγικής, το χρονογρά­ φημα αναμφίβολα αγαπ ήθηκε. Εκείνοι που «καλλιέργησαν» το είδος, ξεχώρι­ σαν πιο πολύ από το ύφος ω ς ψυχολογικό ιδίωμα-καθρέφτη του συγγραφέα κι έγραψαν μόνο από ανάγκη να γράψουν. Στους επόμενους απο­ μένει να ψάξουν για τα μυστικά της σύνθεσής του, για τον προσδιορισμό του χαμόγελου στα πρόσωπα των αναγνωστών - είναι άραγε ειρωνι­ κό ή μήπως πικρ ό ;... Ανεξάρτητα όμως από την ποιότητά του, το χαμόγελο είναι απαραίτητο στην ανθρώπινη ζωή. Κάθε καλλιτεχνικό δημιούργημα γεννιέται μέ­ σα στις συνθήκες και τις ανάγκες που δημιουρ­ γούν οι συγκεκριμένες ιστορικές περιστάσεις. Η ιστορική αναφορά μάς επιτρέπει να βεβαιώσουμε τη διαπίστωση ότι εκείνο που ονομάζουμε καλλι­ τεχνικό δημιούργημα είναι αποκλειστικό γέννη­ μα μιας συγκεκριμένης κοινωνίας. Το χρονογρά­ φημα προβάλλει την κοινωνία που το δημιουργεί. Και ο χρονογράφος γίνεται εκφραστής μιας επο­ χής με το αίσθημα και τη συγκίνηση, με την καρ­ διά που βάζει στο κείμενό του. Σύμφωνα με την Η ρακλείτεια διαλεκτική όλα

Τ

αλλάζουν, τίποτε δεν μένει σταθερό εκτός από την ίδια την αλλαγή, τη ροή. Το χρονογράφημα δεν θα μπορούσε ν’ αποφύγει τον κανόνα. Η μορ­ φή του αλλάζει, όπω ς κα ι το περιεχόμενο, όχι ό­ μως και οι στόχοι του. Θα μένει πάντα γέφυρα ε­ πικοινωνίας ανάμεσα στον αναγνώστη και στις πραγματικότητες των καιρών, θα γεμίζει τον πο­ λυσύστατο χρόνο των στιγμών και θα βλασταίνει πάντα από μια ευαίσθητη καρδιά. Παραμένουν βέβαια ανοιχτά ερωτήματα: Μ πο­ ρούμε σήμερα να μιλούμε για χρονογράφους και χρονογραφήματα; Θα επιβιώσει άραγε το είδος στα επόμενα χρόνια ή μήπως θ’ αλλάξει μορφή; Σε μια τέτοια περίπτωση θα χρησιμοποιείται πά ­ ντα ο όρος χρονογράφημα; Η άποψη ανθρώπων που το υπηρέτησαν, το α­ γάπησαν και το υπηρετούν με αφοσίωση μικραί­ νοντας με τον ποιοτικό τους λόγο τα όρια ανάμε­ σα στη δημοσιογραφία και τη λογοτεχνία και προβάλλοντας τη φιλοσοφική θεώρηση μέσα από ένα κείμενο προορισμένο να θεωρείται με διαφο­ ρετικά κριτήρια - αφού δεν ανήκει σε βιβλίο, αλλά μόνο στην εφημερίδα με τη μοίρα του εφή­ μερου - , γίνεται το κλειδί της απάντησης στα ερωτήματά μας. Το περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ τους ευχαριστεί για την ολοπρόθυμη συμμετοχή τους σ ’ ένα αφιέρω­ μα που αναζητεί να προσεγγίσει το χώρο του πο­ λυσυζητημένου αυτού είδους, χωρίς βέβαια τη φι­ λοδοξία της απόλυτης κάλυψης. Ιδιαίτερα ευχα­ ριστεί για τη βοήθεια και τις υποδείξεις του το δη­ μοσιογράφο Νίκο Παπαδημητρίου, ιστορικό της Δ ημοσιογραφίας, γνω στό από το πολύτομο έργο του «Οι συγγραφείς της Α θηναϊκής Δημοσιο­ γραφίας». Επιμέλεια αφιερώματος: Νένα I. Κοκκινάκη


αφιερωμα/25

Neva I. Κοκκινάκη

To χρονογράφημα και η ιστορία του Το χρονογράφημα γεννήθηκε αναμφισβήτητα μέσα στα γραφεία των εφη­ μερίδων. Και είναι οπωσδήποτε το μόνο που εξελίχτηκε σε είδος λογοτεχνικό από εκείνα που γεννήθηκαν στις εφημερίδες. Ο χρονογράφος, ανεξάρτητα α­ πό το αν εμφορείται από τη φιλοδοξία της προσωπικής εντύπωσης, τελειο­ ποιείται υφολογικά. Το χρονογράφημα με τη γλαφυρότητα και το προσωπικό του στυλ δεν είναι παρά άσκηση ύφους. Η γλώσσα του Φτέρη, του Νιρβάνα ή του Καζαντζή είναι μια δική τους προσωπική γλώσσα. Ένας χρονογράφος δεν μπορεί να μην είναι λογοτέχνης. Η γραφή του, όμως, αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια της καθημερινότητας και της διαχρονικότητας. χρονογράφος είναι ο φιλόσοφος της εποχής του. Δεν παύει όμως να λικνίζεται μέσα στις συνεχώς κινούμενες πραγματικότητες του και­ ρού του. Η γραφή του, περιπλανώμενη στην επικαιρότητα των ανθρώπινων στιγμών, απηχεί α­ πόψ εις, υπερακοντίζει καθημερινές συγκινήσεις, άλλοτε πά λι βάφεται στα ω χρά χρώ ματα της α­ πομόνωσης, των «χαμηλών πτήσεων»... Η απόλαυση της ανάγνω σης του χρονογραφή­ ματος συνίσταται στην απροσδιόριστη ψυχική ι­ κανοποίηση που αντλείται όχι τόσο από τον πλουραλισμό των θεμάτων, όσο από το συγκε­ κριμένο πρίσμα, με το οποίο τα βλέπει και που δεν απέχει πολύ από το παιγνίδι με τη φωτιά. Ο χρονογράφος αποκαλύπτεται μέσα από τρία στοιχεία: τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία κα ι την επικαιρότητα των ανθρώπινων στιγμών. Αν βαδί­ ζει με τον καθεαυτό λογοτέχνη - η έννοια λογο­ τέχνης δεν προσδιορίζεται πάντα εύκολα - σε διαφορετικούς δρόμους, δεν έχει γίνει απόλυτα σαφές. Το ό τι όμω ς ο χρονογράφος κα ι ο λογοτέ­ χνης συμβαδίζουν με άξονα τη θεοποίηση της ζω­ ής είναι κά τι που δύσκολα επιδέχεται αντίρρηση. Το χρονογράφημα δεν περιορίζεται στα ασφυ­ κτικά πλαίσια ενός ορισμού. Μ ’ ένα παράδοξο ό­ μως τρόπο οι δεξιοτέχνες του είδους, που προ­ σπάθησαν να το ορίσουν, επεδίωξαν παράλληλα να το ταπεινώσουν. «Το χρονογράφημα είναι ένα

Ο

μικρό πατέ από άμμο· δεν έχει τίποτε να φας», έ­ γραφε ένας συμπατριώτης του Γάλλου Ιούλιου Λεμαίτρ που έβρισκε το χρονογράφημα «κάτι το ελαφρό», ενώ ο δικός μας Π. Ροδοκ ανάκης το θεωρούσε «εντύπωση, ιδέα ή πυροτέχνημα προο­ ρισμένο πά ντα να σβηστεί, να λησμονηθεί». «Για τη φιλολογία το χρονογράφημα είναι ό,τι τα καρτ-ποσ τάλ για την καλλιτεχνική κίνηση».1 Φ αίνεται ότι η μαγεία του είδους αυτού οφείλε­ ται απ οκλειστικά στη δεξιοτεχνία του γράφοντος. Αυτό όμως δεν σημαίνει πω ς μας επιτρέπε­ ται να αρνηθούμε τις ανανεω τικές του επιτεύξεις ή να παραβλέψουμε τις δυνατότητες που το καθι­ στούν ικανό να βαδίσει με τη ζωντανή τέχνη. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που παλιότερα αλλά και σήμερα υποστηρίζουν ότι το χρονογράφημα δεν είναι παρά «παραφιλολογία ή παραλογοτεχνία». Έ σ τω κι αν δεν μπορεί να γεννηθεί παρά μόνο α­ πό λογοτέχνη, το επίθετο «παραλογοτεχνικό ή δημοσιογραφικό», που του συνάπτεται, οριοθετεί την αντίφαση κι ερμηνεύει το θόρυβο γύρω από το περιεχόμενο και τη μορφή του. Αξίζει να εντα­ χθεί στην περιοχή της Τέχνης; Η ιδιαιτερότητα ω ς προς τα αίτια της δημιουργίας του κα ι η ανα­ δρομή στην ιστορία του θα χρησιμεύσουν στην ερμηνεία. Π ρώ τος που επεχείρησε να καθορίσει γραμμα­ τολογικά. το χρονογράφημα και να το εντάξει ει­


26/αφιερωμα δολογικά είναι ο λεξικογράφος Σερούιος:2 «Λο­ γοτεχνικόν είδος ελαφρού χαρακτήρος, εν πεζώ λόγω, αναφερόμενον εις τα καθ’ ημέραν γεγονό­ τα και δημοσιευόμενον κυρίως εις εφημερίδας. Το χρονογράφημα περιέχει συνήθως εντυπώσεις, παρατηρήσεις, κρίσεις, αφηγήσεις ανεκδότων, περιγραφάς παντοίας, αναπαραστάσεις σκηνών και εικόνων εκ της συγχρόνου κοινωνικής ζωής, κατά κανόνα εις ύφος εύθυμον και χαρίεν, παι­ γνιώδες, το οποίον όμως δεν αποκλείει στοιχειώ­ δη τινα φιλοσοφικήν σκέψιν. Προχείρως γραφόμενον, άνευ αξιώσεων καθαρού φιλολογικού έρ­ γου, άνευ εσωτερικής συνθέσεως, αποτελεί το κατώτατον λογοτεχνικόν είδος και δύναται να θεωρηθεί ως ενδιάμεσόν τι μεταξύ ομιλίας και ε­ ντέχνου γραπτού λόγου». Έ ν α ς δεύτερος ορισμός δόθηκε από τον Παύ­ λο Νιρβάνα, γνήσιο εκπρόσωπο τους είδους, στην πανηγυρική δεξίωση για την είσοδό του στη νεοσύστατη τότε Α καδημία:3 «Το σημερινόν χρονογράφημα, όπω ς εκαλλιεργήθη ιδίως στην Ελλάδα και στη Γαλλία - αι εφημερίδες των πε­ ρισσοτέρων άλλων λαών το αγνοούν - είναι η καθημερινή ιστορία της ζωής και η φιλοσοφία της. Η ιστορία του λεπτού και του δευτερολέ­ πτου. Συμβάντα, επεισόδια, σκηναί της ζωής, α-

σήμαντα κάποτε γεγονότα, τα οποία θα περνού­ σαν απαρατήρητα - χαρακτηριστικά όμως μιας καταστάσεω ς ή μιας νοοτροπίας της εποχής παραλαμβάνονται από τον χρονογράφον, ιστο­ ρούνται, διυλίζονται, καλούνται ν’ αποδώσουν την βαθυτέραν των ουσίαν και κάποτε την βαθυτέραν των έννοιαν». ο χρονογράφημα γεννήθηκε ω ς μία ακόμη έκφραση του Τύπου. Ό π ω ς δηλαδή έξω από την ειδησεογραφία δημιουργήθηκε το άρθρο και το σχόλιο, το χρονογράφημα έγινε μια ακόμη προσπελάσιμη γέφυρα του αναγνώστη προς την εφημερίδα, μια γέφυρα δημιουργίας επικοινωνίας με το αναγνωστικό κοινό. « Έ ν α είδος επισκόπη­ σης των ημερήσιων γεγονότων που είτε ειρωνεύε­ ται την εξωτερικήν των εμφάνισιν, είτε λαμβάνον αφορμήν εξ αυτής, παραθέτει συνεπεστάτους σωρείας σκέψεων, των οποίων όμως η βάσις εί­ ναι τεχνητώς αφελής και παράδοξος. Το χρονο­ γράφημα είναι πολλάκις η αυθαίρετος άρνησις της κοινής λογικής, μία άρνησις μη προϋποθέτουσα ουδεμίαν βαθύτητα σκέψεως, αλλά δι­ καιολογημένη με αραχνοΰφαντες δαντέλλες ευτραπέλων συλλογισμών που κεντούν απλώ ς την περιέργειαν και φέρουν ευχάριστο μειδίαμα εις

Τ

-----.Παναγιώτης Ν. Ξηντάρας.-

Παύλος Παλαιολόγος: ο «καθαρόαιμο» χρονογράφημα, υπήνεμο μέρος της εφημερίδας για αναπόληση, περι­ διάβαση, επίκριση ή ξέσπασμα, η αύρα που χαϊ­ δεύει τον κατάκοπο κολυμβητή που εναποθέτει το σώμα του στα βότσαλα της άμμου, βρίσκει τον εκφραστή του στον ακάματο υπομνηματιστή της καθημερινότητας Παύλο Παλαιολόγο. Τ’ ό­ νομά του στην άκρη της πρωτοσέλιδης στήλης συνένωνε την πρωτοχριστιανική εποχή (Παύλος) με το Βυζάντιο (Παλαιολόγος). Κάθε φορά που θυμάται το Βόσπορο, τις ακρογιαλιές και τα νη­ σιά του, ο Π αλαιολόγος συγκινείται και συγκινεί. Κάθε φορά που εξοργίζεται κάνει χιούμορ, στοι­ χείο πηγαίο που τον παρορμά και πηγάζει από το «φιλάνθρωπον», όπω ς θα έλεγε ο Αριστοτέλης. Γεννημένος Φαναριώτης ο Π αλαιολόγος δεν παραλείπει να μας ξεναγήσει στο Φανάρι «με το σπασμένο τζάμι του ναού, την αμφίβολη καθα­ ριότητα, τις άθλιες γειτονιές των Λαζών ολόγυ­ ρα, με τους σωρούς των σκουπιδιών και το μουε­ ζίνη που απευθύνεται από το Μιναρέ στον Αλ­ λάχ, όταν βράδυ Μ εγάλης Π έμπτης διαβάζονται στον Π ατριαρχικό ναό τα Ευαγγέλια».1 Η εικό­ να της Π όλης «πονάει» το συγγραφέα που κάπο­ τε για λόγους επιβίωσης έκανε τον καθηγητή, αλ­

Τ

λά στα εθνικά θέματα προσπαθεί να προσεγγίσει τον αιώνιο εχθρό, να του απλώσει χέρι φιλίας. Στην επέτειο της Ά λ ω σης σημειώνει: «Η προχτεσινή επέτειος ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Έ ­ θνους... Φυσικό να τη θυμήθηκαν και οι Τούρκοι. Ο μεγαλύτερος σταθμός της Ιστορίας τους η Ά ­ λωση. Δεν έχουμε ενδείξεις ότι υπήρξαν προκλη­ τικοί στον πανηγυρισμό τους. Θάρθει η ώρα που οι γείτονες χωρίς σωβινισμούς, χωρίς άλγος και προκαταλήψεις, εμείς, θ’ ανοίξουμε εν ψυχρώ το ημερολόγιό μας για ν’ ανασύρουμε α π ’ αυτό και τις καλές σ ελίδες...».2 Το βάθος της καλοσύνης και της ανθρωπιάς συνδυασμένο με την πηγαιότητα του λυρισμού είναι ό,τι το χαρακτηριστικό­ τερο του χρονογράφου. Τον χαρακτήριζε όμως και εκπληκτικό θάρ­ ρος. Δεν έκανε πίσω με τίποτε μπροστά στο κα­ θήκον. Έ γραφ ε στις 25 Μαρτίου 1972, περίοδο δικτατορίας, ένα τολμηρό κείμενο με τίτλο «Κι ακαρτέρει κι ακαρτέρει» υπογραμμίζοντας: «Α­ πούσα απ’ τον ελληνικό ορίζοντα η ελευθερία. Μ ακροχρόνια η απουσία της... απροσδιόριστος ο χρόνος της επανόδου της, που είναι πανελλήνια λαχτάρα. Υπάρχουν οι ανυπόμονοι. Δεν υπάρ­ χουν οι χωρίς ελπίδα. Θα ηχήσουν κάποτε τα Ε-


αφιερωμα/27 τα χείλη». Η αίσθηση των καινούριων που έχει κανείς μπροστά στο περιπαικτικό βλέμμα της ζωής έκανε φ αίνεται το Φ ώτο Πολίτη να ορίσει έ­ τσι το χρονογράφημα στην πρώτη περιεκτική ι­ στορική και κριτική επισκόπηση για το είδος. Το ύφος στο χρονογράφημα δεν είναι ποτέ βαρύ, συ­ νήθως είναι εύθυμο, χαριτωμένο, παιχνιδιάρικο. Είναι ελαφρό. Η ελαφρότητά του όμως δεν απο­ κλείει τη φιλοσοφική σκέψη, την παρατήρηση, α­ κόμη και την καταγγελία. Η πολυμορφία άλλω­ στε, ένα ιδιαίτερο γνώρισμά του, είτε περιγραφι­ κής, είτε διηγηματικής μορφής, φιλοξενεί τα πιο ετερόκλητα είδη του λόγου: εντυπώσεις, απομνη­ μονεύματα, κριτική. «Η μπορεί ακόμη να μην εί­ ναι παρμένο ούτε από τη σύγχρονη ζωή - πραγ­ ματικό - αλλά να ανατρέχει, α π ’ αφορμή μιας ε­ πετείου ή ενός παρόμοιου γεγονότος στον μακρι­ νό κόσμο του παρελθόντος - ιστορικό - ή κι α ­ κόμη από τον ονειροπλασμένο ορίζοντα της φα­ ντασίας - φανταστικό. Φτάνει σε κ άποιο σημείο που εγγίζει τη διήγηση ή και το διήγημα, όταν μ ά­ λιστα τυχαίνει στα χέρια του καλού τεχνίτη να πλουτίζεται με φωτεινές εικόνες, με εύστροφο και ζωηρό διάλογο. Και δεν είναι λίγα τα χρονο­ γραφήματα που επέρασαν μέσα στις συλλογές

σαν γνήσια διηγήματα, ενώ τα ίδια πρωτόειδαν το φως στη στήλη του χρονογραφήματος».4 Δεν είχε άδικο ο αυστηρός και δύσκολος σε συγκαταβάσεις Κ. Δ ημαράς να χαρακτηρίζει το χρονογράφημα ω ς «ιδιαίτερο λογοτεχνικό είδος που στην Ελλάδα παρουσιάζει τόσην ιδιομορφία. Δεν είναι άδικο να διεκδικεί τον τίτλο του χρονο­ γραφήματος κείμενο που από την άποψη του υ­ ποκειμένου και της βαθύτερης υφής του να γίνε­ ται άλλοτε φιλοσοφικό, άλλοτε ψυχρό, συμβολι­ κό ή λυρικό, ευθυμογραφικό, σατυρικό ή και χα ­ ρακτηρισμός. Η φύση της σχέσης συγγραφέα υποκειμένου γίνεται καίριος συντελεστής στη με­ λέτη κάθε λ ογοτεχνικής μορφής. Ο Παλαιολόγος το θεωρεί το δυσκολότερο είδος της δημοσιογρα­ φίας. «Το κύριο άρθρο», έγραφε «με όλη τη σοβαροφάνειά του, μπορεί να γραφεί σε μισή ώρα και να διαβάζεται. Έ ν α ευσυνείδητο χρονογρά­ φημα θα σας ιδρώσει... δεν γράφεται στο γό να το...» ι γνώ μες των μελετητών συμπίπτουν στο γε­ γονός ότι το χρονογράφημα πρωτοέκανε την εμφάνισή του στην Ελλάδα στην περίοδο

Ο

ο χαριτωμένος λευθέρια. Κατά την περίοδο της αναμονής τόνω­ ση, αγαλλίαση, υπόσχεση για το ελεύθερο αύριο έχουμε τα ελληνικά νιάτα...». Πρωί πρωί έφτανε στο σπίτι του οργισμένο τη­ λεγράφημα του τότε «υφυπουργού Τύπου» Βύρω­ να Σταματόπουλου: «Και μόνον η δημοσίευσις του χρονογραφήματος σας αποδεικνύει το ψευ­ δές των ισχυρισμών σας περί ανυπαρξίας ελευθε­ ριών. Παραβιάζετε στοιχειώδεις κανόνες της δη­ μοσιογραφικής και επαγγελματικής δεοντολο­ γίας εκ του ασφαλούς». Ο Π αλαιολόγος κάθισε ήρεμα κι έγραψε την απάντηση χωρίς δισταγμό δευτερολέπτου: «Και μόνον το τηλεγράφημά σας μαρτυρεί τι ά χαρους καιρούς διανύει η ελευθερία. Π άντως ύστερα από μισόν αιώνα κ αι πλέον ά σπι­ λης επαγγελματικής σταδιοδρομίας είναι η πρώ­ τη επίσημη επιτίμηση. Ευχαριστώ». Το μυστικό της επιτυχίας ενός ερασιτέχνη κα ­ θηγητή δεν ήταν παρά η καθαρότητα. Π ότε α­ γκαλιάζοντας τη νεανική ανησυχία και πότε δεί­ χνοντας την αλήθεια γυμνή, ο Π αλαιολόγος δη­ μιούργησε έναν ιδιότυπο τρόπο γραφής, ένα δικό του ύφος. Ή τα ν στυλίστας. Α παραίτητο το στυλ για το χρονογράφημα. Γλωσσοπλαστική ευχέρεια με ικανότητα πυ-

κνής έκφρασης, έτσι που να σταματά ς πολλές φορές να διαχωρίσεις τα νοήματα. Βάθρο τους η καθολική ποιητική ενατένιση του θέματος με την αίσθηση της μουσικής των λέξεων. Λόγος πα ρα­ σ τατικός, κοφτός, μικροπερίοδος, ήρεμος, που κάποτε μαστίγωνε με το γάντι αλλά και παιδα­ γωγούσε. Ο Π αλαιολόγος έφυγε στις 14 Δεκεμβρίου 1984 σε ηλικία 89 ετών καταγράφ οντας το ασήμαντο που του προσέδινε ομορφιά και χάρη πριν ακόμα μπει στο θέμα του. Από κάτι τέτοια ασήμαντα, χαριτω μένα ασήμαντα, φτάνουμε στα μεγάλα, τα ατέλειωτα όνειρα, εκείνα που ταιριάζουν μόνο στους «ονειροπαρμένους» και τους ποιητές. Οι λεπτές και αφανείς αναλογίες που αντανακλούν τη λεπτότητα στο συναίσθημα και τη φινέτσα στις ιδέες κάτω από τη γραφίδα του Π. Παλ. γί­ νονται χάρη, μια από τις σπουδαιότερες αρετές του ύφους.*12

Σημειώσεις 1. «Όσα γράφουν οι αιώνες», Το Βήμα, 3-5-1970. 2. «Το Έθνος θυμάται», Το Βήμα, 1-6-75.


28/αφιερωμα 1847-1853, μέσα στην 6ετία δηλαδή, στην οποία το πρωτοεμφάνισε ο Κωνσταντίνος Π ωπ στο φι­ λολογικό περιοδικό «Ευτέρπη». Π ρόκειται για τον πατέρα του Γεωργίου Π ωπ, αρχισυντάκτη στην «Ακρόπολη» του Βλάση Γαβριηλίδη που ε­ ξέδωσε την εφημερίδα «Αθήναι». Στον Κ ων/νο Πωπ πολιτογραφήθηκε η δημοσίευση του πρώτου χρονογραφήματος. Καινοτόμος ο Π ωπ με ψευ­ δώνυμο το όνομα του σοφιστή των πλατω νικών διαλόγων δημοσιεύει τα λογογραφήματά του άρθρα τα ονομάζει ο Καμπούρογλου - «με άφθο­ νο το άρωμα του ρομαντισμού». Γνωρίζει ο «Γορ­ γίας» τη σπουδαιότητα της προσφοράς του στη νεοσυγκροτούμενη τότε αθηναϊκή κοινωνία και θέλει να τη «διαπλάσει». Η επιτυχία του ήταν πλήρης και ο διευθυντής της «Ευτέρπης» υπο­ σχόμενος ότι θα παρέχει «εις μεν τους πεπαιδευ­ μένους τέρψιν ουχί αναξίαν αυτών, εις δε τους άλλους πά ντα ς ωφέλειαν μετά τέρψεως» δικαιώ ­ θηκε, Ο Κ. Π ωπ πέθανε το Φεβρουάριο του 1878 και κηδεύτηκε με έρανο... «Αλλά τα προεδρεία του Συλλόγου Παρνασσού, ούτινος ην επίτιμον μέλος και του Βύρωνος ηκολούθησαν την κη­ δείαν του πτωχού θανόντος ευπαιδεύτου ανδρ ός...» 6. Η μοίρα των πνευματικών ανθρώπων σε τούτο τον τόπο φαίνεται σπάνια χαμογελά. Στους προδρόμους του ελληνικού χρονογρα­ φήματος ανήκουν επίσης ο Ειρηναίος Α σώπιος, εκδότης του περιοδικού «Χρυσαλλίς» και του «Αττικού Ημερολογίου», και ο Ά γγελ ο ς Β λάχος (1838-1920) με τις περίφημες «Αθηναϊκές επιστο­ λές» που δημοσιεύτηκαν με το ψευδώνυμο Σοφία από την «Εστία» του 1879-80, από τις θελκτικό­ τερες σελίδες της ελληνικής πεζογραφίας εκεί­ νης της εποχής. Από τον Κ ων/νο Πωπ μέχρι σήμερα πολλοί Έ λληνες διανοούμενοι απόκτησαν το όνομα, τον τίτλο του χρονογράφου. Α νάμεσά τους μεγάλα ο­ νόματα των ελληνικών γραμμάτων. «Στους τε­ λευταίους τίποτε δεν επρόσθετε στο λογοτεχνικό όνομά τους η χρονογραφική τους προσφορά. Ω­ φελήθηκε όμως αναμφισβήτητα α π ’ αυτούς το ί­ διο το ελληνικό χρονογράφημα, χωρίς αυτοί διό­ λου να χάσουν, αν και σ υχνά ψιθυρίζεται ένα πα­ ράπονο. Τι μπορεί να είχε γίνει ο Κονδυλάκης, ο Νιρβάνας, ο Π απαντωνίου, αν δεν εκομμάτιαζαν κι έφθειραν τον εαυτό τους κάθε ημέραν εις το δημοσιογραφικό τραπέζι της Εφημερίδας; Οι γνώ μες δεν συμφωνούν. Ό σ ο κι αν προβάλλεται το φοβερό θηρίο του πιεστηρίου, που ρουφάει να βγάλει άγουρα στο χαρτί, μιαν εντύπωση, πριν ω­ ριμάσει στην ψυχή, τραφεί και μορφώθεί στο μυαλό, έχομεν ωστόσο ζωντανό παράδειγμα το τρόπαιον του χρονογράφου Π. Νιρβάνα. Το χρο­ νογράφημα του άνοιξε διάπλατα την πόρτα της Ακαδημίας. Το ομολόγησε αντρίκια κι ο ίδιος: "Δ εν επιθυμώ να αγνοήσω ότι μέγα μέρος της τιμής, με την οποίαν με περιβάλλει σήμερον η Α­

καδημία των Αθηνών, ανήκει εις τον ελληνικόν τόπον, του οποίου υπήρξα ένας ταπεινός, αλλ’ αφοσιωμένος εργάτης” ».8 Από την εποχή του Πωπ τα χρονογραφήματα δεν ήταν παρά πρωτόλεια. Ο χρονογράφος έκανε φιλολογία. Οι πρώτοι χρονογράφοι παρουσιά­ στηκαν στην «Εφημερίδα» του Δημητρίου Κορό­ μηλά. Ανάμεσά τους ο Μ πάμπης Ά ννινος, ο Ιω­ άννης Κ ονδυλάκης κ αι ο Παύλος Νιρβάνας. Εκεί το χρονογράφημα απέκτησε υπόσταση. Με δεύτερη μορφή του χρονογραφήματος μετά τα «Έ ρ γα και Ημέραι» του Κων/νου Πωπ στην «Ευτέρπη» ήταν οι «Πινακίδες» που εισήγαγε ο Μ πάμπης Ά ννινος (1852-1934) στην «Εφημερί­ δα» του Κορόμηλά. Είναι χαρακτηριστική η χιουμοριστική ευφορία του συγγραφέα του βι­ βλίου «Ο σύλλογος των εισαγγελέων». Μέσα στην εναλλαγή των ρυθμών της ζωής, ο χρονογράφος παντρεύει τη δημοσιογραφία με τη λογοτεχνία. Ο δημοσιογράφος «δολοφονεί το λο­ γοτέχνη» μόνο όταν αφήνεται στην ταχύτητα, τον περιορισμένο χρόνο, όταν υποκύπτει στο « κα τ’ εντολήν γράψιμο». Γιατί όμως ο επαγγελματίας δημοσιογράφος δεν δολοφόνησε τον Μυριβήλη, τον Καζαντζάκη (απεσταλμένο της «Κα­ θημερινής» του Βλάχου στον Ισπανικό πόλεμο), τον Καραγάτση τον συγγραφέα - μυθιστόρημα, που πλάθει το υλικό του συλλέγοντάς το ακόμα και από ανταποκρίσεις με την άκαμπτη θέληση ενός Μ παλζάκ και την παραφροσύνη ενός Ντοστογιέφσκι, ή τον Π απαδιαμάντη που μαζί με τον Μωραϊτίνη εγκαινίασε το κοινοβουλευτικό ρε­ πορτάζ; Αν ο Χέμινγουέι δεν πήγαινε στον αυστρο'ϊταλικό πόλεμο, θα ήταν αμφίβολο αν θα είχαμε τον «Αποχαιρετισμό στα όπλα». Κάποτε οι ανταπο­ κρίσεις γίνονται το πιο αξιόλογο υλικό για βιβλίο. Στους επαγγελματίες δημοσιογράφους - μέλη της ΕΣΗΕΑ - ανήκουν οι λογοτέχνες Κώστας Α θάνατος, Λουκής Α κρίτας, Ζαχαρίας Π απα­ ντωνίου, Π αντελής Χορν, Δ ημήτρης Καμπούρο­ γλου, Διονύσιος Κ όκκινος, Κώστας Βάρναλης (στην «Αυγή» τον διαδέχτηκε ο Τ άσος Βουρνάς), Κωστής Π αλαμάς, Ιωάννης Κονδυλάκης και ο «Φορτούνιο» της «Καθημερινής» Σπόρος Μελάς, που αποκάλεσαν «τέρας της ελληνικής δημοσιο­ γραφίας». Ο Μ ελάς, θεατρικός συγγραφέας που έγραψε επίσης πολλές μονογραφίες και δοκίμια, έγραφε τρία χρονογραφήματα σε τρεις διαφορετι­ κές εφημερίδες την ημέρα. Το γεγονός ότι δεν κατάφερε να γεράσει, μένοντας πάντα έφηβος στο γράψιμο, τον εντάσσει ανεπιφύλακτα στους λογοτέχνες. Ο Ιωάννης Κονδυλάκης, τελευταίος στον κα­ τάλογο αυτό και πρώ τος πρόεδρος της Ενώσεως Συντακτών, ξεκίνησε το τακ τικό του χρονογρά­ φημα από τις στήλες του «Εμπρός» στα 1896. Η


αφιερωμα/29 μοναδική του ιδιαιτερότητα συνίσταται στη φιλο­ σοφική εμπειρία και τη στοχαστική του διάθεση. Στην ανεκδοτολογία, όμως, άφθαστος ήταν ο Π αύλος Νιρβάνας. Π ολλοί έλεγαν ότι μερικά α­ πό τα ανέκδοτα των κειμένων του οφείλονται στην ευρηματικότητά του - τα κατασκεύαζε μό­ νος του. Αξιόλογα χρονογραφήματα έδωσαν ο Δ. Κακλαμάνος, ο Θεόδωρος Δελιανίτης, ο Ά γγελ ο ς Βλάχος (πατέρας του Γεωργίου), ο Στέφανος Γρανίτσας, ο Ά δω νις Κύρου, ο Κ ώστας Ουράνης, ο Σωτήρης Σκίππης, ο Τ ίμος Μ ωραϊτίνης με

τη γνωστή μελαγχολική διάθεση, με την οποία έντυνε τη σάτυρα και το χιούμορ του, ο αγνοημέ­ νος Στάμος Μ πράνιας, ο Γεώργιος Φτέρης (ψευ­ δώνυμο του Γεωργίου Τσιμπιδάρα, για να διακρίνεται από τον αδελφό του αρθρογράφο Πότη Τσιμπιδάρα, ο Π αν. Π απαδούκας της «Α κρόπο­ λης» και της «Εστίας», ο Α λέκος Σακελλάριος και ο «Σπήλιος» του «Ριζοσπάστη» και της «Αυ­ γής» Α πόστολος Κ ολτσιδόπουλος. Ό σ ο για τον Δημήτρη Ψαθά είναι πια γνω στό και από στατι­ στικές ότι χιλιάδες αναγνώ στες διάβαζαν τα «Νέα» ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοπο­ θέτηση μόνο και μόνο για κείνον. Κάθε χρονογράφος έδωσε στο είδος το δικό του στυλ, τη δική του προσωπικότητα, ώστε επί των ημερών του καθενός να αποκτήσει το χρονο­ γράφημα διαχρονική αξία. «Π αιδικά χρονογρα­ φήματα» χαρακτήριζε άλλω στε ο Γρηγόριος Ξενόπουλος τις «Αθηναϊκές επιστολές» που δημο­ σίευσε σε κάθε τεύχος της «Δ ιαπλάσεως των Παίδων» (1896-1945) με το ψευδώνυμο «Φαίδων». Τα χρονογραφήματα αυτά του Ξενόπουλου, ό­ πω ς και τα σύντομα θεατρικά του έργα για παιδιά8 μαζί με τα Α ναγνω στικά για τις διάφο­ ρες τάξεις του Δ ημοτικού Σχολείου αποβλέπανε στον ίδιο παιδαγωγικό σκοπό: την άμεση ή έμμε­ ση παροχή γνώσεων που «θα συνέβαλε στην ηθι­ κή διαπαιδαγώγηση των νεαρών αναγνωστών της Διαπλάσεως».

Ο Ξενόπουλος στον τομέα αυτό δεν βρήκε πολ­ λούς μιμητές. Σημαντική προσφορά στο Παιδικό χρονογράφημα μπορεί να θεωρηθεί ένα πολύ κα­ τοπινό βιβλίο. Είναι η συλλογή της Αγγελικής Βαρελλά «Σε δυο τρελλά ημίχρονα» (Εκδόσεις Χαρταετός, Αθήνα, 1988). Το βιβλίο χαρακτηρί­ ζει ένα ανεξάντλητο πάθος για το στυλ. Η συγ­ γραφέας αποδεικνύει άφθαστη δεξιοτεχνία στο είδος. Στις μέρες μας, εκτός από λίγες εξαιρέσεις, έπαψαν ίσως να υπάρχουν μεγάλοι χρονογράφοι. Π ρόκειται για την απαισιόδοξη άποψη. Σ ’ αυτό συνετέλεσε η πολιτικοποίηση των εφημερίδων που εκφράζουν ακόμα και μέσα σ ’ ένα άρθρο ή ένα σχόλιο μια συγκεκριμένη πολιτική τοποθέτη­ ση. Σε λίγο θα αποτελεί ειδικότητα ο «πολιτικός χρονογράφος»... υπάρχει ακόμη φόβος να βρε­ θούμε μπροστά σε αθλητικούς ή οικονομικούς χρονογράφους.., «Σημεία πα ρακμής των και­ ρών», ακούγεται συχνά. Υπάρχουν όμως Έ λ λ η ­ νες σύγχρονοι χρονογράφοι που απέκτησαν ανα­ γνω στικό κοινό πολυάριθμο. Η Ελένη Βλάχου παλιότερα, η Κατερίνα Δ ασ καλάκη, η Μαρία Κ αραβία, η Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου και η Ά ν ν α Δαμιανίδη σήμερα είναι όι γυναίκες χρο­ νογράφοι που συνεχίζουν επάξια την παράδοση του χρονογραφήματος. Ο Ν ίκος Δήμου αντιπροσωπεύει τη γενικότερη συγκρότηση του πνευματικού ανθρώπου των και­ ρών μας, το έργο του γίνεται σημαντική δίοδος στη σύγχρονη αναζήτηση. Ο Φρέντυ Γερμανός άλλω στε είναι ο καταξιωμένος δημιουργός της σάτυρας ω ς είδος αστικής τέχνης. Μ ιας τέχνης που δημιουργεί το ξεχωριστό, το προικισμένο ά­ τομο και που δεν μπορεί να πάρει παρά το δικό του όνομα. Είναι σήμερα συχνό το φαινόμενο πολλοί επαγγελματίες δημοσιογράφοι να ανήκουν στο χώρο της λογοτεχνίας με βιβλία πεζογραφίας ή ποίη­ σης. Πρόκειται για σημείο αναφοράς, όπου ταυ­ τίζεται ο κα λός δημοσιογράφος με τον λογοτέ­ χνη χω ρίς να αποκλείεται η περίπτωση ένα δημο­ σιογραφικό κείμενο να είναι πολύ λογοτεχνικότερο από κάποιο άλλο καθαρά λογοτεχνικό. Τα ό­ ρια έχουν α ρκετά στενέψει. Είναι α ρκετό να στα­ θούμε στην ποιοτική προσφορά.

1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8.

Βασική Βιβλιοθήκη, τ. 33. σελ. ζ' Βασική Βιβλιοθήκη, τ. 33, σελ. η' ό.π. Π. Δημητρακόπουλος, Διηγήματα, Ε. Ευστρατιάδης κ.ά. «Εφημερίς», 24-2-78. Βασική Βιβλιοθήκη, 33, σ. ιδ' Βασική Βιβλιοθήκη, ό.π. «Παιδικόν Θέατρον», Εν Αθήναις 1906, και «Παιδικόν Θέατρον», τόμ. Α'-Β'. Αθήναι 1920.


30/αφιερωμα ρονογράφημα. Αρχίζουμε από τη λέξη, το όνομα. Αυτό το όνομα που ο νομοθέτης έχει το προνόμιο να απονέμει, κα τά τον Κρατύλο στον Π λάτωνα, ή ο πρω τόπλαστος, κα τά την Αγία Γραφή. Αντίθετα όμως με την Αγία Γραφή, γραφή in illo tempore, το χρονογράφημα κινείται στην τέταρτη διάσταση: ξε­ φεύγει από την επίδραση του χώρου για να ζήσει το παρόν, χωρίς ωστόσο να απαρνηθεί το χώρο που είναι το έρεισμά του, οι τρεις διαστάσεις που γέννησαν το πρώ το συστατικό του ονόματος του. Ως τέταρτη διάσταση του σύμπαντος, ο χρόνος εδώ συγκεκριμενοποιείται: δεν είναι διάρκεια αλλά στιγμή. Το χρονογράφημα είναι γραπτό σ χόλιο για ένα θέμα ή ένα συμβάν της επικαιρότητας. Είναι χρόνος και γραφή. Ως χρόνος, μας υποχρεώνει να αγγίζουμε τα ερωτήματα που αναφέρονται στην ύπαρξή μας· να κινούμαστε επομένως στο πεδίο της οντολογίας. Ως γραφή, μας παρασύρει να θέτουμε ερωτήματα που αναφέρονται στη γνώση· να βρισκόμαστε επομένως ταυτόχρονα στο πεδίο της επιστημολογίας. Και καθώς το χρονογράφημα είναι οριακό λογοτεχνικό είδος, μας βοηθά να ενώσουμε την επιστημονική όψη της ανθρωπότητας με την ποιη­ τική της όψη.

Χ

Ζωή Σαμαρά

τέτα

Montaigne, ο παδός των αρχαίω ν Ελλήνων φιλοσόφων, επινόησε το λογο­ τεχνικό είδος essai: το δοκίμιο ή, καλύτερα, τη δοκιμή, όπω ς σ ωστά το αισθάνθηκε ο Σεφέρης, γιατί η γραφή είναι πράξη. Ο Alain, καθηγητής της φιλο­ σοφίας, επινόησε το λογοτεχνικό είδος propos: το λόγο. Ο Alain γράφει σε εφη­ μερίδα, γράφει επομένως κάθε μέρα. Στο απέραντο σύμπαν των ιδεών ζωγραφί­ ζει κάθε μέρα ένα σύννεφο ή μια στάλα δροσιάς. Αυτή η πράξη της καθημερι­ νής γραφής κρατά το συγγραφέα σταθερά στο παρόν. Με τις συνεχείς αναφορές του στους αρχαίους Έ λληνες, που θεωρεί πνευμα­ τικούς προγόνους του, ο Alain ταξιδεύει μέσα στην τέταρτη διάσταση, συστέλ­ λει και διαστέλλει το χρόνο. Το παρελθόν γίνεται καθρέφτης της τωρινής στιγ­ μής, αλλά καθρέφτης που παραμορφώνει. Το λαμπρό παρελθόν επιβεβαιώνει τη λογική του σκοτεινού παρόντος. Τα διάφορα επίπεδα του χρόνου συνυπάρ­ χουν και από την αναπόφευκτη αντιπαράθεσή τους παράγεται το νόημα.

Ο

τα Propos διαφαίνεται η αγωνία του Alain για το μέλλον, ω ς χρόνος που γεννιέται αυτή τη στιγμή που γράφει. Πνεύμα στραμμένο προς το μέλλον, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί τις π λατιές γνώ σεις του της ελληνικής αρχαιότητας για να θέσει το παρόν σε νέα προοπτική, για να θυμίσει σε όσους παρεκκλίνουν μέσα στο χώρο ότι έχουν ιερή υποχρέωση να ταξιδέψουν πρώ τα μέσα στο χρό­ νο, ότι οι απαντήσεις στα ερωτήματά μας δε βρίσκονται αν ψάξουμε σε εξωτι­ κές χώρες, ibi et nunc, αλλά hie et tunc: στη μητέρα τη δική του και της Ευρώ­ πης, την Ελλάδα. Η σκέψη τω ν αρχαίω ν Ελλήνων είναι το υπόβαθρο που τον ανυψώνει και τον βοηθά να σκέφτεται, είναι η απόδειξη για τον τρόπο που σκέ­ φτεται.

Σ


αφιερωμα/31 Π επεισμένος ότι οι αρχαίοι Έ λληνες τα είπαν όλα, και μάλιστα καλύτερα α­ πό τους μοντέρνους, βλέπει τον Π λάτωνα μεταμορφωμένο σε σκιά να τον κα­ θοδηγεί. Σκεπτικός μπροστά στα επιτεύγματα της σύγχρονης φυσικής, αφού βρίσκει τη θεωρία της σχετικότητας στον Π λάτωνα, διαφωνεί με τον Αϊνστάιν: αρνείται να εκλάβει το χρόνο ω ς τέταρτη διάσταση του χώρου, γιατί ο χρόνος είναι πιο ανθεκτικός από το χώρο. Οι με­ ταφορές που χρησιμοποιεί μας προσκαλούν σε έ­ να ταξίδι μέσα στο χώρο, μας «μεταφέρουν» σε ένα ποιητικό χώρο και μετατρέπουν το χώρο σε διάσταση του χρόνου. το χρονογράφημα η διαλεκτική της διυποκειμενικότητας μετατρέπει την προσωπική σκέψη σε συλλογική. Εδώ άλλωστε έγκειται η α­ δυναμία του χρονογραφήματος σήμερα. Αντί να είναι κάθετη κίνηση μέσα στο χρόνο και

Σ

στο νόημα, το χρονογράφημα πέφτει στην παγίδα της στιγμής και μετατρέπεται σε επιφάνεια. Ο Ζήνων ο Ελεάτης έβλεπε την κίνηση ως μια σειρά από ακίνητες στιγμές. Έ τ σ ι και ο χρονογράφος βλέπει από τη δική του οπτική γωνία του αντικειμενι­ κού σχολιαστή την εικόνα που συλλαμβάνει το βλέμμα του. Ίσ ω ς γι’ αυτό άλ­ λωστε δεν μπορούμε να γράψουμε περίληψη ενός καλού χρονογραφήματος. Το χρονογράφημα είναι στιγμή, είναι συμπύκνωση της ματιάς και της εμπειρίας μέσα στο χρόνο. Η πράξη είναι μια κίνηση που αιωρείται στην τέταρτη διάσταση και συλλαμβάνεται από το φακό της γραφής. Π αρόμοιες πράξεις μέσα στο χρόνο μοιάζουν με φωτογραφίες μελών της ίδιας οικογένειας και που ο Galton τοποθετούσε τη μια πάνω στην άλλη για να μας δώσει την αληθινή (συλλογική) εικόνα του ατόμου. Ο αντικειμενικός χρόνος γίνεται η στιγμή του βλέμματος, μια κίνηση που α­ ναστέλλεται κατά τη γέννησή της. Αλυσίδα από στιγμές, ο χρόνος γεννά την επόμενη στιγμή για να την «κινητοποιήσει. Βρισκόμαστε εδώ στους αντίποδες του μύθου: οι μύθοι δίνονται ω ς θέσμια, περικλείουν κίνηση για να προκαλέσουν ακινησία. Το χρονογράφημα, με τις α­ μετακίνητες εικόνες, έχει σ τόχο να πείθει, να παρασύρει, συνδέοντας τη λογική με τη ρητορική. Η λογοκεντρική μεταφυσική δεν μπορεί να αναιρεθεί με αυτή τη γραφή, που άλλωστε δε διστάζει να ονομαστεί ταυτόχρονα χρονογράφημα και λόγος (propos). Ο γραφέας είναι συνεχώς παρών, με τα συνειδητά σχόλιά του, για να ελέγχει την αποκωδικοποίηση του μηνύματος. Και καθώς ο χρόνος της ανάγνωσης είναι σχεδόν ίδιος με το χρόνο της γραφής, ο γραφέας ενυπάρ­ χει στον αναγνώστη. □


32/αφιερωμα

Αποσπάσματα από την εισαγωγή στα "Propos” του Alain του Andre Maurois, της Γαλλικής Ακαδημίας α «Propos» είναι, κατά την προσωπική μου εκτίμηση, ένα από τα ωραιότε­ ρα βιβλία του κόσμου. Α νάγεται στην τάξη των έργων του Montaigne ή του Montesquieu. Το εκπληκτικό είναι πω ς δεν πρόκειται για ένα σύνθετο κείμενο. Είναι λόγοι (Propos) συγκεντρωμένοι κα τά τη σειρά της εμφάνισής τους και γραμμένοι στη διάρκεια 30 χρόνων της ζωής του Alain. Χωρίς ίχνος τεχνικής κατασκευής ή κα τάταξης, το βιβλίο ακολουθεί τη ροή του χρόνου και την κίνη­ ση της σ κέψης. Ξαναγυρίζει στον εαυτό του, περιπλανιέται ανάμεσα σε φιλόσο­ φους και ποιητές, περνά και προσπερνά τα ίδια τοπία. "Διατηρεί την ενότητα του πνεύματος, φυσική και διανοητική. Τα «Propos», λόγοι φιλολογικοί, είναι επινόημα του Alain. Ποιητική πρόζα δυο περίπου σελίδων που γράφονται καθημερινά «πνευματώδεις ή όχι», όπω ς θα έλεγε ο Stendhal. Το πνεύμα, το ταλέντο, ήταν εκείνο τουλάχιστον που έλει­ πε. «Χωρίς το πείσμα να γράφονται στην καθορισμένη μέρα τα πρόχειρα αυτά ποιήματα δεν θα είχαν ποτέ γραφεί». Κάθε συγγραφέας όμως, όπω ς και κάθε δρομέας, έχει καθορισμένη αντοχή. Έ ν α ς π ρω ταθλητής των 100 μέτρων θα λα­ χάνιαζε σε μια μεγαλύτερη απόσταση. Ο Alain στα «Propos» του κινείται με ι­ διαίτερη άνεση. Υ ποχρεωμένος να γεμίσει δυο σελίδες ακριβώ ς, είναι βέβαιος ότι αυτός ο εξαναγκασμός θα τον στηρίξει, όπω ς η στροφή καλύπτει τον ποιητή.

Τ

νας άλλος κανόνας είναι η έλλειψη περικοπών. Κάθε λέξη που σχηματί­ στηκε με το δυνατό τρόπο γραφής του πρέπει να παραμείνει έτσι όπω ς γρά­ φτηκε. Ό ,τ ι προηγείται προσαρμόζεται σε ό ,τι ακολουθεί. Το έργο γίνεται πρό­ τυπο έργου - λογοτεχνικού δημιουργήματος. Π ροχωρεί με σίγουρο τρόπο προς την αφετηρία του και αναχαιτίζει κάθε ιδέα που θα καθυστερούσε την άφι­ ξή του στο συγκεκριμένο τέρμα. Κάτι τέτοιες ιδέες κατακλύζανε τη σκέψη του συγγραφέα και πάνω σ ’ αυτές οικοδομούσε κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, μια μεταφορά, «ένα είδος ποίησης και φόρμας», όπω ς σημειώνει ο ίδιος. « Ό λ α γίνονται γρήγορα», γράφει, «όπω ς μέσα στο πλήθος. Σπρώχνεσαι, προσπερνάς και βιάζεσαι. Α π’ όσο μπορώ να κρίνω, μοιάζω να ακροβατώ. Τελικά δεν έχω πετύχει ούτε μια φορά στις εκατό».

Ε

υτός ο καθημερινός κα λπασμ ός, που κάθε μέρα τέλειωνε με την υπερπή­ Α δηση ενός εμποδίου, συνεχίστηκε μέχρι τον πόλεμο του 1914 σε μια καθη­ μερινή εφημερίδα «Το βήμα της Rouen». Κανείς δεν τόλμησε ποτέ να δημοσιογραφήσει με τέτοια ποιότητα. Δεν πιστεύω ότι θα ξαναβρεθεί ο όμοιος του. Οι αναγνώ στες θαύμαζαν. Π ολλοί διάβαζαν τα Propos πριν από τις ειδήσεις. Πολ­ λοί έκοβαν τα άρθρα και τα φύλαγαν. Μ ετά τον πόλεμο - ο Alain ήταν πυρο­ βολητής - , ο τόνος άλλαξε. Ο άνθρωπος που κουβαλούσε την εμπειρία του πο­ λέμου στο πνεύμα και στην καρδιά δεν ή ταν πια ο ίδιος. Τα Propos μεγάλωσαν σε έκταση, δημοσιεύονταν πια σε τετράδια, όμως ο ακροβάτης παρέμενε πι­ στός στη γραμμή του, ο φιλόσοφος στα θέματά του. Και βέβαια στο στυλ του. «Φιλοδοξία μας ήταν ν’ αντικαταστήσουμε τη φιλοσοφία με τη λογοτεχνία και αντίστροφα τη λογοτεχνία με τη φιλοσοφία». Ο Main κατάφε s να προσεγγίσει και τους δυο αυτούς στόχους.


αφιερωμα/33

Alain διατηρούσε απέραντη τρυφερότητα για τα πρώτα του Propos. Σε κά­ ποια του αφιέρωση μου έλεγε: «Η ωραία αυτή έκδοση με φέρνει πίσω στην ωραιότερη εποχή των Propos. Αυτά εδώ είναι μεταφορικά. Ο αναγνώ στης έχει πολλά να μαντέψει. Σε το ύ τε ξτις σελίδες βρίσκω μια αφέλεια που δε μου ανή­ κει πια». Και σε μια κατοπινή συλλογή: «Βλέπω πια ότι το ποιητικό στοιχείο ελαττώνεται, κά τι το σοβαρότερο κάνει την εμφάνισή του. Αυτό είναι τα γηρα­ τειά και δεν υπάρχει τίποτε χειρότερο». Στο σημείο αυτό είχε άδικο. Οι τελευ­ ταίες σελίδες της συλλογής ήταν το ίδιο ωραίες με τις πρώ τες. Μόνο που ήταν πιο σκοτεινές. Και τα χρόνια όμως ήταν τότε σκοτεινά. Ο Alain προτιμά συγκεκριμένα θέματα: ενδιαφέρεται για οτιδήποτε και μιλά­ ει για τα ντρεσσαρισμένα μαλλιά, έτσι όπω ς θα μιλούσε και για τα πάθη του έρωτα, τα πολιτικά τεχνάσματα, τον πόλεμο και το θεό. Συνυφαίνει όμως κάθε θέμα του με ορισμένες κεντρικές θέσεις που σκελετώνουν τη σκέψη του και στις οποίες επανέρχεται αδιάκοπα σαν την κα λά κατευθυνόμενη σφυριά. Ε πα­ ναλαμβάνεται; - Και βέβαια. «Λένε ότι επαναλαμβάνομαι», έγραφε ο Βολταίρος. «Είναι φυσικό να το κ ά ­ νω ωσότου διορθωθώ». Ο ίδιος ο Alain επαναλαμβάνεται για «να διορθωθεί», με την έννοια να πει με μεγαλύτερη δύναμη και περισσότερη ποίηση εκείνο που θεωρεί ουσιαστικό.

Ο

τηρίζεται πάντα στην πραγματικότητα του κόσμου. Έ ν α πουλί, ένα δέν­ δρο, ένας άνθρωπος που δουλεύει, ο ήλιος που ανατέλλει στον ορίζοντα, όλα αυτά τα πραγμ ατικά τροφοδοτούν τη σκέψη του. Το σύμπαν των αντικει­ μένων χω ρίς το πνεύμα δεν μπορεί να υπάρξει. Αντίθετα όμως η πραγματικότη­ τα του κόσμου γίνεται ο μόνος ρυθμιστής των σκέψεών μας. Ο διαλεκτικός φι­ λόσοφος θα μπορούσε να ζήσει σ’ ένα ξεχωριστό κόσμο, τον κόσμο των ιδεών, όμως υπάρχει μόνον ένας κόσμος και είμαστε, όπω ς λέει ο Π λάτων, παιδιά της γης, δεμένοι στα δέντρα κα ι στους βράχους. Κανείς διανοητής έξω από τον Π λάτωνα δεν συνδέεται τόσο άρρηκτα με την εργασία και την τέχνη όσο ο Alain. Ερμηνεύει κάθε είδους αντίδραση με το σώμα. Ξέρει ότι η ανυπομονησία ενός ανθρώπου εξηγείται κάποτε μόνο από το γεγονός ότι έμεινε για πολύ... όρθιος. «Μην τον παρεξηγείτε, απλά προσφέρετέ του μια θέση...». Χ άρηκε όταν κά ποτε του είπα ότι ο Ν τισραέλλι, που δεν κάπνιζε, δέχτηκε α­ πό τον Βίσμαρκ ένα τσιγάρο, ώστε να μη διατηρεί εκείνος το πλεονέκτημα να κάνει παύσεις καπνίζοντας! Ο Alain πίστευε ότι η ποίηση δεν ακολουθεί ποτέ όταν προηγείται η σκέψη. Το σώμα και οι αντιδράσεις του εκφράζουν τον αν­ θρώπινο χαρακτήρα. Ό π ω ς η θάλασσα, το ανθρώπινο σώμα ακολουθεί την παλίρροια - η σκέψη ανεβαίνει και κατεβαίνει. Μ ετά το θυμό ακολουθεί η άμπω τις που δεν είναι πα ­ ρά η κώπωση. Τίποτε δεν απομακρύνει τον άνθρωπο απυ τα πάθη του. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πω ς δεν μπορεί να τα κυβερνήσει επαρκώ ς με συγκεκριμέ­

Σ


34/αφιερωμα νες κινήσεις. Ο διακεκριμένος πολιτικός γνωρίζει κα λά την τυφλή δύναμη του πλήθους. Προφυλάσσεται από τις κατά μέτωπον συγκρούσεις, ξέρει όμως να στοχεύει καλά και να βρίσκεται στην επιφάνεια. «Πρέπει να στέκεσαι ανυπο­ χώρητος ανάμεσα στο να πιστεύεις ότι μπορείς τα πάντα και στο ότι δεν μπο­ ρείς τίποτε· και τα δυο αυτά είναι τρέλα». λα τα Propos δημιουργήθηκαν από τη θέληση και στηρίχτηκαν στη θέληση μέσα από παραδείγματα της ανθρώπινης δύναμης πάνω στα πράγματα και πάνω στον εαυτό μας. «Θέλω σημαίνει αρχίζω και συνεχίζω. Ευτυχής είναι εκείνος που μέσα στη δουλειά της προηγούμενης μέρας διακρίνει σημάδια πραγματικής θέλησης». Τα Propos sur le Bonheur έσωσαν πολλούς αναγνώ στες από τη χαμένη ελπίδα που η πραγματική δυστυχία θα δικαιολογούσε απόλυτα. Α πομονωμένα όμως τα κείμενα αυτά «για την ευτυχία» μέσα στη ροή του χρόνου, έχουν το στυλ μιας συνταγής. Ενταγμένα σ’ έναν απέραντο χώρο ιδεών, ανάμεσα σε αρχαίους μύθους, βουτηγμένα στο χριστιανικό πνεύμα, δημιουργούν ένα είδος αγαλ­ λίασης. Σημαντικό είναι να σημειωθεί ότι ο Alain, τόσο προσ εκτικός στο να κα ταγ­ γέλλει τα φαινόμενα, ακολουθεί πιστά όσα δείχνουν πω ς περιέχουν την αλή­ θεια. Οι θρησκείες, και πρώτα ο Χ ριστιανισμός, περιγράφονται από ένα πνεύμα ανεξάρτητο, όχι όμως στερημένο πίστης. «Τα ήθη μας υπάγονται α κ όμ α, και ευτυχώς, σ ’ αυτό το πανίσχυρο σύστημα, στο οποίο οφείλουμε το σεβασμό προς τη γυναίκα, το ιπποτικό πνεύμα και την έννοια της επιβολής της διανόη­ σης πάνω από τους βασιλείς και τα έθνη». , Από τον Μαρξ δέχτηκε την άποψη ότι η πολιτική κατευθύνεται από την οικο­ νομία. «Χρησιμοποιεί η θεωρία αυτή τη θέση του ανθρώπου της ισχύος». Ο Alain μιλάει συχνά για αστούς κα ι προλετάριους, δεν δίνει όμω ς στις λέξεις αυ­ τές την ίδια έννοια που τους δίνει ένας μαρξιστής. Για κείνον ο ασ τός είναι σαν τον έμπορο: ζει κοροϊδεύοντας και πείθοντας.

Ο

α Propos που γράφτηκαν μετά τον πόλεμο έχουν το χρώμα της μεγάλης, της πραγματικής οργής. Π ροέχει να ελεγχθεί ο κίνδυνος του πολέμου και χω ρίς τον έλεγχο αυτόν οτιδήποτε άλλο θα απέβαινε μάταιο. «Το χρήμα μάς έχει κυριαρχήσει. Ο πλούσιος όμως; Βέβαια ναι. Πρέπει να προσέξουμε τη δια­ φορά: μπορεί κανείς ν’ αλλάξει κύριο, μπορεί να ξεγελάσει τον κύριό του, μπο­ ρεί ακόμα ν’ αμφισβητήσει... Τα συνδικάτα έχουν ισχύ· κά τι που δείχνει ότι η δύναμη του καπιταλισμού δεν είναι καθόλου συγκρίσιμη με τη δύναμη των ό­ πλων. Εκείνο που απομένει από τη σκλαβιά στην εποχή μας εξαρτάται μονάχα από τον πόλεμο κ α ι την απειλή του. Στο σημείο αυτό ακριβώ ς πρέπει να εντοπι­ στεί η προσπάθεια των ελεύθερων ανθρώπων, μόνο σ ’ αυτό...».

Τ

αναγνώ στης θα κρίνει τα Propos ω ς έργα τέχνης και δεν αμφιβάλλω για την κρίση του. Το ωραίο είναι από μόνο του ωραίο, είναι επόμενο να αρέ­ σει. Το βιβλίο δεν είναι κτίριο που μπορεί κανείς να το ατενίσει με μια ματιά. Το να το διαβάσει κανείς με μιας, θα ήταν λάθος. Αξίζει περισσότερο να το ε­ ντάξει στο χρόνο. Δυο ή τρία Propos την ημέρα. Βιβλίο που μένει στο προσκέ­ φαλο του κρεβατιού, που σύντομα γίνεται απαραίτητο, που αγαπιέται, που γίνε­ ται σύντροφος μιας ολόκληρης ζωής. Το στυλ του Alain, εκείνο που θαυμάζω, ξαφνιάζει όσους φοβούνται τη συρρί­ κνωση και προτιμούν τη ζυγισμένη φράση που καταλήγει στην τέλεια συμφω­ νία. Ο συγγραφέας του δέχεται ότι η πρόζα, εντελώς αντίθετη από το στίχο, δια­ κόπτει την αρμονία και αιφνιδιάζει με τραντάγματα, με παραφωνίες. Δ άσκαλοί του υπήρξαν ο Π λάτων, ο Ν τεκάρτ, ο Betz, ο Saint Simon, ο Stendhal, ο Balzac - δεν μιμήθηκε όμως κανέναν. Ό ,τ ι έγραψε μπήκε στην εξουσία του δικού του ταπεραμέντου. ΓΓ αυτό και πέτυχε. Π ρόκειται για ένα αστέρι της λαμπρής Π λειάδας... □

Ο

Μετάφραση: Νένα 1. Κοκκινάκη


αφιερωμα/35

Μαρία Καραβία

Το χρονογράφημα ανήκει στην «ελαφριά ύλη» της εφημερίδας, κάπως σαν την ακουαρέλα που χαρακτηρίζεται «ελαφριά ύλη» στη Ζωγραφική. Ο χαρα­ κτηρισμός «ελαφριά ύλη» υπονοεί βέβαια και κάτι δευτερευούσης σημασίας. Όμως, τόσο το ένα όσο και το άλλο είδνς, ενώ είναι ασκήσεις ύφους στη βά­ ση τους, δε χρειάζονται μόνο δεξιοτεχνία για να πραγματοποιηθούν, αλλά και ειλικρίνεια, παρατηρητικότητα, αυθορμητισμό, ευαισθησία, στοιχεία που, μερικές φορές, τους επιτρέπουν να επιβιώνουν περισσότερο από τα μνημεια­ κά έργα ή, τα βαρύγδουπα άρθρα που, όχι μόνο ξεχνιούνται εύκολα, αλλά άρ­ χισαν και να εκλείπουν, μαζί με τους μεγάλους αρθρογράφους.

Σ

την ιστορία του ελληνικού Τύπου, ιδιαίτερα του αθηναϊκού, το σύντομο αυτό κείμενο που ονομάζεται χρονογράφημα - παλαιότερα στην «Καθημερινή» δεν έπρεπε να υπερβαίνει τις χίλιες λέξεις, ενώ μειώθηκε σε 750 όταν περάσα­ με στην ηλεκτρονική τεχνολογία - εστήριξε κυ­ κλοφορίες εφημερίδων. Είναι γνω στό ότι η κυ­ κλοφορία των «Νέων» έπεφτε κατακόρυφα όταν έπαιρνε το καλοκαίρι την άδειά του ο Ψ αθάς. Και ίσως ήταν αυτός ο λόγος που σπάνια έλειπε από το «Βήμα» το καθημερινό χρονογράφημα του Παλαιολόγου. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά ε­ κλιπαρούσαν ώ ς τα γεράματά του για συνεργα­ σία τον Σπύρο Μελά. Α κόμα και ό ταν ψιθυριζόταν πω ς αντέγραφε πια τον εαυτό του Και έπαιρ­ νε κομμάτια ολόκληρα από παλιά χρονογραφήματά του που τα προσάρμοζε στην επικαιρότητα, βιαστικά μεν, αλλά πάντα με μαεστρία και χάρη. Α κόμα και στο περιοδικό «Γυναίκα» είχε συνερ­ γαστεί! Θ υμάμαι μάλιστα ότι έφερνε ο ίδιος τα κείμενά του στα παλιά γραφεία του περιοδικού, στην οδό Ερμού. Α πό επαγγελματική ευσυνειδη­ σία, αλλά και γιατί του άρεσε να βρίσκεται ανά­ μεσα σε όμορφα κορίτσια.

Εκείνο τον καιρό αρχισυντάκτης του περιοδι­ κού ήταν η Ειρήνη Μπουζάλη που τον είχε γοη­ τεύσει με τα γάλανά της μάτια. Μια μέρα ο Μελάς έφερε το χρονογράφημα, αλλά εκείνη δεν ή­ ταν εκεί. Δήλωσε πω ς ήθελε οπω σδήποτε να συνεννοηθεί μαζί της, κα ι κάθισε στο γραφείο της να την περιμένει. Η Ειρήνη έφτασε επιτέλους, αλ­ λά προς μεγάλη απογοήτευσή του φορούσε τα ε­ ντυπωσιακά μαύρα γυαλιά της μόδας. Τότε ο Μ ελάς ξέχασε αυτά που είχε να της πει και σχο­ λίασε απογοητευμένος: «Βάζουνε κοπέλα μου μπερντέδες στον Παρθενώνα!..» Έ χ ω γράψει κι άλλοτε, ότι ακόμα κι εκείνοι που αντιπαθούσαν την Ελένη Βλάχου και διαφω­ νούσαν μαζί της πολιτικά, έπαιρναν οπω σδήποτε Π έμπτη και Κυριακή την «Καθημερινή» μόνο και μόνο για να διαβάσουν την «Ε». Ανάμεσα στους σύγχρονούς της χρονογράφους άλλω στε, νομίζω πω ς ήταν η μόνη που είχε δημιουργήσει σχέσεις αγάπης-μίσους με το κοινό. Γέννημα και θρέμμα της συντηρητικής παράταξης, προδόθηκε πολ­ λές φορές α π ’ αυτήν όταν, στην αρχή στο μονό­ στηλό της της πρώ της σελίδας και αργότερα στο δίστηλο της έκτης, το κείμενό της άρχισε να πε-


36/αφιερωμα ριέχει ερωτηματικά του τύπου: «Μ ήπως τα πράγ­ ματα δεν είναι έτσι όπω ς τα βλέπουμε παιδιά;». Αυτά τα ερωτηματικά εξάλλου που ήταν βαθύτε­ ρα, δικά της ερωτηματικά και όχι προκλητική δημοσιογραφική στάση, οδήγησαν στο άμεσο κλείσιμο των εφημερίδων της, το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου του 1967. Κάτι που της στοίχισε ταλαιπωρίες και οικονομική καταστροφή, αλλά την έκανε διεθνώς γνωστή ως αγωνιστική φυσιο­ γνωμία και της έδωσε εξέχουσα θέση στην πα ­ γκόσμια προσπάθεια για την προστασία της ε­ λευθερίας του Τύπου. Με τη στάση της εκείνου του καιρού ο συντηρητικός κόσμος έσωσε το πρόσωπό του. Α λλά αυτό δεν της το αναγνώρισε όταν επανεξέδωσε την «Καθημερινή» μετά τη με­ ταπολίτευση. Εξακολούθησε όμω ς να τη διαβά­ ζει φ ανατικά. Έ σ τω και για να εκνευρίζεται... υτοδίδακτη στα ελληνικά, η εγγονή του Α 'Α γγέλου Βλάχου και του Κωνσταντίνου Κόντου, που δεν είχε φοιτήσει ποτέ σε ελληνικό σχολείο, άρχισε να γράφει απλά, όπω ς θα μιλού­ σε σε μια συναναστροφή. Και πέτυχε να δημιουρ­ γήσει ένα πολύ άμεσο, προσωπικό ύφος. Θυμά­ μαι τη συμβουλή που μου έδωσε όταν, στις αρχές του 1967, άρχισα τα προγράμματά μου στην Πει­ ραματική Τηλεόραση της ΕΡΤ: «Πρέπει να σκέ­ πτεσαι πάντα ότι μ ιλάς σε κάποιο συγκεκριμένο, γνω στό σου πρόσωπο όταν είσαι μπροστά στην κάμερα». Αυτός ο προσω πικός τόνος δεν την ε­ μπόδιζε βέβαια να εξαπολύει κα τά καιρούς πολε­ μικές. Και να σφάζει, με, ή χωρίς βαμβάκι, τους πολιτικούς αντιπάλους της. Το χρονογράφημά της έμοιαζε πάντα γραμμέ­ νο εύκολα και ελαφρά. Αλλά το κα λαθά κι δίπλα της γέμιζε σκισμένα χαρτιά. Και πολύ συχνά έμε­ νε στο γραφείο της καθισμένη ώρα πολλή μπρο­ στά σε μια άγραφη σελίδα. Αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει με άλλους χρονογράφους - ο Δημήτρης Π απαπαναγιώτου π.χ. έγραφε με κλειδωμέ­ νο το γραφείο του το «Τσεκ-απ στα γεγονότα», τα ειρωνικά, συχνά... εύθυμα καταλυτικά, σχό­ λια της καθημερινής ζωής που συγκεντρώθηκαν στο τόμο «Αντίο Γουτεμβέργιε» - τη Βλάχου δεν την πείραζε να την διακόπτουν όταν έγραφε. Π α­ ρά την πίεση του χρόνου - έγραφε πάντα στην ε­ φημερίδα, ποτέ δεν έφερνε κά τι έτοιμο από το σπίτι - έβλεπε κόσμο και συζητούσε πολλά και διάφορα ανάμεσα. Ί σ ω ς γι’ αυτό και συχνά το χρονογράφημά της ξεστράτιζε από το αρχικό θέ­ μα, με την ελευθερία και την πλαστικότητα που ξεστρατίζει και μια πραγματική συζήτηση. Για τον ίδιο λόγο, αν τύχαινε να χάσει μια σελίδα, δεν μπορούσε να την ξαναγράψει. Κι όμως! Αυτό που έμοιαζε αυτοσχεδιασμός, φαίνεται πω ς δεν ήταν: «Μ ερικές φορές - μου έλεγε τελευταία ο Μάριος Μοντιάνο, ο γνω στός ανταποκριτής των «Times» του Λονδίνου στην Αθήνα - εμείς οι ξέ­

νοι ανταποκριτές παθαίναμε σύγχυση με τον βυ­ ζαντινισμό που χαρακτηρίζει την ελληνική πολι­ τική ζωή. Κι εκείνα που κάναμε, σ ’ εποχές κρί­ σης, εβδομάδες ολόκληρες να τα καταλάβουμε, ερχόταν μια Κυριακή το χρονογράφημα της Βλά­ χου και τα έλεγε με τον απλούστερο τρόπο. Για να το κάνεις " λια νά ” ένα θέμα πρέπει να το γνω­ ρίζεις κα τά βάθος..» Στην Ελένη Βλάχου δεν άρεσαν ποτέ οι ρητο­ ρείες. Δεν της πήγαιναν εκ φύσεως οι υψηλοί τό­ νοι. Αντιπαθούσε τις λυρικές εξάρσεις όταν έ­ γραφε η ίδια. Της άρεσε όμως να διαβάζει ένα ποιητικό κείμενο γραμμένο από άλλους. Ό τα ν είμασταν νέοι ρεπόρτερ, αξίωνε μαζί με το γεγο­ νός να δίνουμε πάντα και την «ατμόσφαιρα». Α­ κόμα ώς σήμερα, που έχει περισσότερο χρόνο στη διάθεσή της, δε νομίζω ότι την ευχαριστεί ι­ διαίτερα να διαβάζει ποίηση ή πεζογραφία. Με το σωστό αισθητήριο του μέσου ανθρώπου όμως, ή­ ταν εκείνη που έριχνε την αλάνθαστη ματιά της στα μυθιστορήματα συνεχείας και στα λοιπά μπεστ σέλερ των οποίων επρόκειτο να εξασφαλί­ σει τα δικαιώ ματα για τα έντυπα που εξέδιδε. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πω ς στην Βλάχου και στις επιλογές της που γίνονταν από κοινού με τον Αντώνη Βουσβούνη, η Ελλάδα οφείλει την πρώτη και πολύτιμη ώς σήμερα σειρά βιβλίων τσέπης: τις εκδόσεις «Γαλαξίας». Συχνά, η εμπιστοσύνη στο ένστικτό της που την έκανε να γράφει μια στρωτή και αφτιασίδωτη ελληνική γλώ σσα, δη­ μιουργούσε, μαζί με τον δυσκολοδιάβαστο γρα­ φικό χαρακτήρα της, προβλήματα στο τυπογρα­ φείο και «κόντρες» με τους διορθωτές: «Κυρία Ε ­ λένη, εδώ γράφετε "χτυπ ά ει” και παρακάτω , λέ­ τε "εκτύπησ ε” . Ποιό από τα δύο θέλατε να κρα­ τήσουμε;» «Και τα δύο - ήταν η απάντηση. Ο μαραγκός χτυπάει το σφυρί, ενώ η κυρία κτυπάει την πόρ τα!...» Το περιστατικό είχε γίνει εσωτερι­ κό ανέκδοτο, αστείο που το λέγαμε κουτσομπο­ λεύοντας τις αδυναμίες της στη γραμματική. Το θυμήθηκα προ ημερών διαβάζοντας στον μικρό τόμο του Ν .Δ. Τριανταφυλλόπουλου «Αλεξανδριανέ μ’ αέρα», άρθρα και δοκίμια για τον Παπαδιαμάντη, κάτι που αναφέρεται στη διαφορετι­ κή γραφή «κοτσύφια και κοσσύφια» στο διήγημα « Έ ρ ω τα ς στα χιόνια»: «... Εκείνος, ο Παπαδιαμάντης, θεσπίζει: εγώ γράφω κοσσύφια, αλλά ο μπαρμπα-Γιαννιός λέει κοτσύφια». Τί σόι από­ μαχος σκιαθίτης ναύτης θα ήταν ο μπαρμπαΓιαννιός αν μιλούσε σαν τον Κόντο, εξηγεί ο Τ ριανταφυλλόπουλος...


αφιερωμα/37 κόμα ώ ς σήμερα που μπήκε στη ζωή μας πια για τα κα λά η εικόνα κα ι συχνά η εφη­ μερίδα και όταν αγοράζεται δεν πολυδιαβάζεται, το να ανοίγεις μια ορισμένη σελίδα κα ι να βρί­ σ κεις ένα κείμενο με γνω στό ύφος κα ι γνω στή υ­ πογραφή είναι κά τι τόσο πολύτιμο όσο η συνά­ ντηση με παλιό φίλο. Αυτό το ξέρουν οι διευθύν­ σεις. Γι’ αυτό θα συναντήσει κανείς σπάνια περιοδεύοντες χρονογράφους, ενώ ρεπόρτερ, α κ ό ­ μα κα ι αρθρογράφους, που κάνουν «μεταγρα­ φές» από τη μία εφημερίδα στην άλλη, θα βρει πολλούς. Π ολλοί πιστεύουν πω ς μαζί με τις μεγάλες αλ­ λαγές που συνέβησαν τα τελευταία χρόνια σ τις ε­ φημερίδες, άρχισε να χάνεται κα ι το χρονογρά­ φημα. Δε συμφωνώ μαζί τους. Μια ματιά εξάλ­ λου σ τις ελληνικές εφημερίδες φτάνει για να δει κα νείς πω ς έχουν όλες τουλάχιστον έναν χρονο­ γράφο, συχνά κα ι πολύ περισσότερους. Αυτοί που τείνουν να εξαφανιστούν πρά γμ ατι - για να κάνουμε κα ι κάπο ιαν αυτοκριτική - είναι οι χαλκέντεροι δουλευτές του παλιού καιρού. Το εκπ ληκ τικό κα ι ανεπανάληπτο των παλαιώ ν χρονογράφω ν - κα ι δεν εννοώ μόνο τον Ν ιρβά­ να κα ι τον Μ ιχαήλ Μ ητσάκη, τον Π απαντω νίου, τον Κονδυλάκη και τον Ξενόπουλο, (χρονογρά­ φημα θεωρώ και τις επιστολές της « Δ ιάπλασης», «Σας ασπάζομαι, Φαίδων»),, αλλά τους χρονο­ γράφ ους που διαβάσαμε κι εμείς, στα μεταπολε­ μικά χρόνια - ήταν το πληθωρικό ταλέντο τους που δεν το έφθειρε η πα ραγω γικότητα συχνά, η ε­ πί καθημερινής βάσεως κατάθεση δουλειάς. Ή ­ ταν επίσης η ολοκληρω τική αφοσίωση στο επάγ­ γελμα. Γιατί α κόμα κα ι στις μέρες μας που οι δη­ μοσιογράφοι έχουν κερδίσει το πενθήμερο, τα «κυριακάτικα», την αυστηρή επιβολή χρονικού ορίου στο κλείσιμο τω ν εφημερίδων τη νύχτα, στην πρ α γμ ατικό τητα ωράριο δεν μπορεί να υ­ πάρξει. Η Δημοσιογραφία είναι τρ ό π ο ς ζωής. Τ ουλάχιστον ένα ς ειδικό ς τρ ό π ο ς να βλέπεις κ ά ­ θε λεπτό τη ζωή. Κάθε φορά που άκουγα σε γνω στά σπίτια τον

Α

μακαρίτη Αντωνάκη Φ ω κά να λέει α π ’ έξω , σαν ποίημα, ένα χρονογράφ ημα του Μ ελά που περι­ γράφει την παραμονή της Π ρω τομ αγιάς στο τέρ­ μα Πατησίων, την «Α λυσίδα» της εποχής, νόμι­ ζα πω ς άκουγα τα γραμμόφω να των καφενείων, τον ήχο α π ’ τα ποτήρια με τις λεμονάδες και τις μπύρες. Π ω ς μύριζα τα λουλούδια κι έπιανα τις ματιές της Κατινίτσας να στοχεύουν τον νεαρό του διπλανού τραπεζιού, ενώ άκουγα τη μαμά της να τη ς λέει αυστηρά ότι πρέπει να ρίξει ένα ρούχο επάνω της να μην κρυώσει. Λιγουρευό­ μουν το κοκ ορέτσι που μοσχοβολούσε στην ψη­ σταριά κα ι με μάγευε το φεγγάρι κι ο απόηχος του πανηγυριού. Γιατί, αν κ α ι είχαν περάσει τόσα χρόνια, ήταν ο ίδιος ο απ όηχος της ζω ής... Με προβλημάτιζε όμω ς το ίδιο πρά γμ α κάθε φορά: Μ ήπως θα έπρεπε κάθε κείμενο να το διαβάζουμε μεγαλοφώνω ς για να δούμε αν μπορεί να σταθεί και δημοσιευμένο; Π όσο καλογραμμένο πρέπει να είναι αυτό το κομ μάτι για να το θυμάται α π ’ έξω ένας άνθρω πος κα ι να το έχει κ άνει θεατρικό μονόλογο που ακουγόταν με ενθουσιασμό στα σαλόνια, να έχει επισημάνει την ποίησή του και να έχει φωτίσει το χιούμορ του, την ανθρωπιά και τον ερωτισμό του! Για τον Μ ελά θα ήταν σίγουρα το επιούσιο χρονογράφημα. Και μαζί ο επιούσιος άρτος. Τι­ μούσε το χρήμα. Και δεν το έκρυβε. Διηγούνται πω ς κά ποτε, την εποχή του εμφυλίου πολέμου, είδε ότι έλειπε το χρονογράφημά του από την πρώτη σελίδα του «Ε μπρός» κα ι είχε μπει σε κ ά ­ ποια εσω τερική σελίδα. Πήγε αμέσω ς στο γρ α ­ φείο του Κ αλαποθάκη έξω φρενών: «Κύριε διευ­ θυντή, τί σημαίνει αυτό, μείωση;» «Γίνονται α π ο­ φ ασ ιστικές επιχειρήσεις στο Γράμμο, κύριε Με­ λ ά.» «Μ όλις ηρεμήσουν τα πρά γμ ατα, το χρονο­ γράφημά σ α ς θα μπει κα ι πά λι στην πρώ τη σελί­ δα .» «Και θα έχει επιπτώ σ εις στο μισθό μου αυτή η μεταφορά;» « Ό χ ι, κύριε Μ ελά». «Τότε βάλτε το κα ι στον κ ... σ ας, κ. διευθυντή», είπε. Κι έφυ­


38/αφιερωμα γε χτυ πώ ντας πίσω του τις πόρτες. Ά λ λ η η στά­ ση μπροστά στο ταμείο όμως και άλλη μπροστά στο γραφτό. ίδος που προϋποθέτει ελευθερία το χρονο­ γράφημα, κείμενο εντελώ ς προσω πικό, μπο­ ρεί να κινηθεί στα καθημερινά μικροπράγματα και στα πολιτικά γεγονότα, να αναφερθεί σε πρό­ σω πα και σε τόπους, κα μιά φορά και να διαφο­ ροποιηθεί από την επίσημη γραμμή της εφημερί­ δα ς. Αυτή η ελευθερία δημιούργησε ώ ς ένα ση­ μείο και τις ξεχω ριστές προσ ω πικότητες των χρονογράφω ν. Π αραφ ράζοντας την άποψη του Τσαρούχη για τους χορευτές του ζεϊμπέκικου «υπάρχουν τόσα ζεϊμ πέκικο όσα και άνθρωποι» - μπορούμε να πούμε ότι υπήρχαν κα ι ακόμα υ­ πάρχουν, τόσα είδη χρονογραφ ήματος όσα και χρονογράφοι. Αυτό, μαζί με το γεγονός ότι το α­ γάπησ αν και το υπηρέτησαν γνω στοί πεζογράφοι και ποιητές που πέρασαν από τα δημοσιογραφι­ κά γραφεία - του Π αλαμά συμπεριλαμβανομέ­ νου - έκανε πολλούς να πιστεύουν ότι το χρονο­ γράφημα γεφυρώνει τη λογοτεχνία με τη δημο­ σιογραφία. Π ροσω πικά πιστεύω, ότι το δημοσιογραφικό κείμενο είναι ένα αυθύπαρκτο είδος'γραπτού λό­ γου που έχει αξία, ακόμα και διάρκεια, ανάλογα με την ποιότητά του. Καμιά φορά μάλιστα δανεί­ ζει στην κουρασμένη πεζογραφία κά ποιες από τις τεχνικές του, πράγμα που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια πολλές φορές. Α υτό όμως είναι ένα άλλο θέμα... Ό π ω ς και να ’χει το πράγμα, τα «χρονογραφ ήματα, κείμενα που μερικές φορές διατηρούν τη δροσιά τους ακόμα και ό ταν έχουν περάσει δεκαετίες, παρουσιάζουν συχνά και κά­ ποιο άλλο στοιχείο που πρέπει να επισημανθεί:

Ε

Το αθηναϊκό στοιχείο. Θέλω να πω μ’ αυτό πω ς έχει αναπτυχθεί και εξακολουθεί να υπάρχει, ένα καθαρά αθηναϊκό ε ίδος χρονογραφ ήματος, όπω ς αναπτύχθηκε και ένα αθηναϊκό είδος επιθεώρη­ σης. Μ’ αυτό δεν εννοώ κ α τ’ άνάγκην το χρονο­ γράφημα που είχε ω ς θέμα τη ζωή τη ς πρωτεύου­ σ ας, ή τη νοσταλγία για τη ζωή αυτή. Α λλά εκεί­ νο το ελαφρό πνεύμα, το χιούμορ, τη δηκτικότητα κά ποτε αλλά κα ι την ανθρωπιά, τη χαρ ά και την αδιόρατη μελαγχολία που υπαγορεύει η ζωή σ’ αυτό το υπέροχο άλλοτε κα ι κα κοπαθημένο σήμερα λεκανοπέδιο που ωστόσο, ώρες ώρες, ε­ ξακολουθεί να ακτινοβολεί κά ποια από τα μηνύμ ατά του. Ό π ω ς η αθηναϊκή επιθεώρηση είναι διαφορετική από το μιούζικαλ, έτσι και ο χρονο­ γράφ ος της αθηναϊκής εφημερίδας δεν έχει να κάνει σε τίπ οτα με αυτόν που οι ξένες εφημερί­ δες, ιδιαίτερα οι αγγλοσαξω νικές, ονομάζουν columnist. Οι columnists έχουν μια στήλη, έναν χώρο στον οποίον γράφουν επωνύμως. Α κόμα κι ό ταν αναφέρονται σε ελαφρά, περιθω ριακά θέμα­ τα, αρθρογραφούν. Το χρονογράφημα δεν έχει καλούπια. Κάθε χρονογράφ ος διαμορφώνει το δι­ κό του ύφος και ξεδιπλώνει τις σκέψεις, τα αποθέματά του γνώ σης κα ι μνήμης, τα αισθήματα και την ευαισθησία του. Εξαίρεση ανάμεσα στα ξένα χρονογραφήματα που έχω υπόψη μου, θα έ­ λεγα ότι υπήρξε παλαιότερα στην πρώτη σελίδα της γαλλικ ής «Μ οντ» το καθημερινό αριστούρ­ γημα του Ροζέ Ε σκαρπί. Έ ν α μονόστηλο, το ο­ ποίο άλλοτε έγραφε για τις ανθισμένες κα στανιές του Παρισιού, κι ά λλοτε κάρφω νε θανάσιμα έναν πολιτικό, με κάπου πενήντα λέξεις μόνο! Κι αυ­ τό, όμω ς, νομίζω πω ς είχε έντονο το στοιχείο το τοπικό. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σε πνεύ­ μα κα ι ύφος, καθαρά παριζιάνικο.


Φρέντυ Γερμανός

Το χρονογράφημ είναι σαν την Ελλάδα ' ο χρονογράφημα είναι σαν την Ε λλάί ποτέ ποτέ δεν δεν πεθαίνει. πεθαίνει. Μ Μερικοί ερικοί βιάζονται βιάζονται εδώ εδώ κα καιι χρόνια χρόνια να να τυπώσουν τυπώσουν το το αγγελτήριο του θανάτου του. Μην το πιστέψετε, ό ταν το διαβάσετε. Κι αυτό χρονογράφημα θα ’ναι...

Τ

Το χρονογράφημα είναι σαν την Ελλάδα: δεν το σκιάζει φοβέρα καμιά. Στις πιο δύσκολες ώρες κλείνει πονηρά το μάτι στον αναγνώ στη της εφημερίδας και του λέει: «Θ α ’ρθουν κα λύτερες μέρες». Θ υμάμαι, όταν ήμουν πα ιδάκι, οχτώ χρονών, στην Κ ατοχή διάβαζα τα χρονογραφ ήματα του Παλαιολόγου στο «Βή­ μα». Α ναρωτιέμαι πώ ς δεν τον έπια σαν ποτέ οι Γερμανοί. Είχε τον τρόπο του να κάνει αντίσταση χω ρίς να τον παίρνουν είδηση οι λογοκριτές. Έ γρ αφ ε για χαλάζι κι εννοούσε εκτελέσεις στην Κ αισαριανή, έγραφε για χελιδόνια κι εν­ νοούσε Απελευθέρωση. Κι αργότερα, στα χρόνια της Δ ικτατορίας, ο Ψαθάς κατάφερνε στα «Νέα» να ξεγελάει, με τον ίδιο τρόπο, τους σ υνταγματά ρχες που έσκυβαν πάνω α π ’ τις σελίδες της εφημερίδας, πριν τυπωθεί. Ή τ α ν οι Δον Κιχώ τες που κατάφ εραν ν ’ ανατρέψουν α κ ό μα κα ι τον Θ ερβάντες. Στο τέλος νί­ κησαν τους ανεμόμυλους... Φ^ # ο χρονογράφημα είναι σαν την Ε λλάδα: μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει. Αυτόν τον καιρό, σίγουρα ξαποσταίνει. Ή τ α ν επόμενο μετά από ενάμισυ αιώνα καθημερινής οδοιπορίας, σ τις σ τήλες του ελληνικού Τύπου. Σήμερα οι πρώ τες σελίδες διανύουν την εποχή τω ν ξύλινων γραμμάτω ν και τω ν ξύλινων ιαχώ ν. Το χρονογράφημα δεν είναι ιαχή - είναι ψίθυρος. Καμιά φορά ο ψίθυρος ακούγεται περισσότερο α π ’ την κραυγή. Ή τουλάχιστον πείθει περισσότερο. Ο τίτλ ο ς είναι η πρόσοψη της εφημερίδας. Το χρονογράφημα είναι το πίσω παράθυρο, α π ’ όπου κλείνει πονηρά το μάτι της στον αναγνώ στη. Πιστεύω ότι κάθε εφημερίδα θα χρειάζεται π ά ντα τέτοια παράθυρα - εκτός αν δεν έχει μάτι ή αν δεν έχει αναγνώ στες. ο χρονογράφημα είναι σαν την Ελλάδα: ξανά προς τη δόξα τραβά. Τώρα περνά βέβαια την άδοξή του εποχή. Α λλοτε ο κόσ μος έλεγε: «Το έ­ γραψε ο Ψ αθάς». Σήμερα λέει: «Το είπε η τηλεόραση». Τα ηλεκτρονικά μέσα έφεραν το χρονογράφημα σε δεύτερο πλάνο - μπορεί και σε όγδοο. Π ώ ς ν’ α­ κουστεί ένα ς ψίθυρος, όταν όλη η πολυκατοικία δονείται από τους «Σκουντ» και τους «Π άτριοτ» του Σι-Εν-Εν; Το χρονογράφημα είναι στυλ. Η ηλεκτρονική εποχή μας έχει πολλά θύματα - το στυλ είναι ένα α π ’ αυτά. Π ώ ς να κά νεις στυλ όταν πριν από δυο ώ ρες εί­ χες ζωντανή εκπομπή στο ραδιόφωνο και το βράδυ πρέπει να πεις τις ειδήσεις των εννιά; Τ α ηλεκτρονικά μέσα σκορπίζουν τα νέα παιδιά. Είναι δύσκολο να βρεθεί σήμερα ο ρομαντικός Ο δυσσέας που θα βουλώσει τ’ αυτιά του σ τις ηλε­ κτρονικές σειρήνες Σειρήνες και θα πει: «Εγώ δεν θα κάνω τηλεόραση. Εγώ θα


40/αφιερωμα γράψω!» Το χρονογράφημα θέλει πριν α π ’ όλα βασάνισμα της λέξης - θέλει πελέκη­ μα της φράσης. Ό σ ο πιο δύσκολα γράφεται, τόσο πιο εύκολα διαβάζεται. Ό ­ ταν ξεκινούσα την καριέρα μου είχα την τύχη να δουλεύω στο ίδιο γραφείο με το Σπύρο Μ ελά. Ο καθένας μας είχε, τότε, τη στήλη του. Εκείνος το χρονογρά­ φημα στην πρώτη σελίδα, εγώ τα «Διανυκτερεύοντα φ αρμακεία» στη δεύτερη! Ό τ α ν διάβαζες το χρονογράφημα του Μ ελά, ήταν σαν να κυλάει ένα γάργα­ ρο ρυάκι. Κ ανένας δεν μπορούσε να μαντέψει πόσο βασανιστικά έπρεπε να πελεκηθεί ο βράχος για να βγει το ρυάκι αυτό. ίχε θυμάμαι ένα άθλιο μπ λο κ άκι κα ι έγραφε πά ντα λοξά - οι αράδες του ανηφόριζαν α π ’ αριστερά προς τα δεξιά σαν να ’θελαν να δραπετεύσουν α π ’ το μπλοκάκι. Κάθε τόσο τον ά κουγα να σ κίζει μια σελίδα κ α ι να την τσ α λα ­ κώνει. Δεν του ’χε βγει όπω ς ήθελε! Γύρω στις δέκα το βράδυ, όταν είχε πια τελειώσει, το γραφείο του κολυμπούσε μέσα σε μια θάλασσα άπό τσαλακω μένα χαρτάκ ια. Έ ν α ακόμα γάργαρο ρυάκι είχε γεννηθεί... Μ ερικά χρόνια αργότερα, συνέχισα την καρριέρα μου στη «Μεσημβρινή». Ε­ κεί είχα την τύχη να γειτονεύω με την Ελένη Βλάχου. Τα γραφεία μας ήταν πλάι-πλάι, στο πέμπτο π ά τω μα. Π άλι βρέθηκα αντιμέτω πος με την ίδια εικόνα, ή μάλλον με τον ίδιο ήχο. Κάθε Σάββατο μεσημέρι που έγραφε το χρονογράφη­ μα της Κυριακής, την άκουγα να τσαλακώ νει χαρτιά κα ι να τα πετάει στο κα ­ λάθι της. Ύ σ τερα, γινόταν μια απότομη παύση - τα χαρτιά έπαυαν ξαφνικά να τσαλακώ νονται. Το ρυάκι είχε βρει το δρόμο του... Η Ελένη Βλάχου είχε στυλ. Το ίδιο κα ι ο Σπύρος Μ ελάς. Το ίδιο κα ι ο Παύ-* λος Ν ιρβάνας. ΓΓ αυτό το χρονογράφημά τους έμεινε. Γεννήθηκε μέσα από χι­ λιάδες τσ αλακω μένα χαρτιά, μέσα από πολύωρα κονταροχτυπήμ ατα με τη λέ­ ξη και με τη φράση. Θ α μπορούσαν να κάνουν το ίδιο σήμερα, αν έπρεπε να σκορπίσουν τον εαυτό τους ανάμεσα σε μικρόφωνα και σέ κάμερες; Μου είναι λίγο δύσκολο να φ ανταστώ το Μ ελά να ξεπετάει το χρονογράφημά του μέσα σε δέκα λεπτά, για να προλάβει να ετοιμάσει το «Ενώπιος-ενωπίω». Ή την Ελένη Βλάχου να γράφει τη στήλη της στο ταξί, για να τρέξει μετά και να κάνει τωκ-σώοου στον «Αντέννα». Ή τ α ν άλλες επο χές κ ι ήταν, ίσως, άλλοι άνθρωποι... Ή τ α ν άλλες επο χές κι ήταν άλλοι άνθρωποι. Ί σ ω ς να ’ναι άλλο κα ι το αυ­ ριανό χρονογράφημα. Η εποχή μας τρέχει - θα πρέπει να τρέξει κι αυτό. Θα τρέξει, αλλά θα ζήσει.

Ε

Ι

σως να γίνει πιο σύντομο κα ι πιο τηλεγραφικό. Είκοσι αράδες ή δέκα. Ή , ακόμα, καμιά φορά, και μια. Αυτή την εποχή το πιο επιτυχημένο χρονογρά­ φημα του Ε λληνικού Τύπου είναι ο «Καιρός» της «Ελευθεροτυπίας».Μ ια φράση που γράφεται σαν σχόλιο στο θέμα της η μέρας, ακριβώ ς πάνω α π ’ το χάρτη με το δελτίο καιρού. Μια φράση που συχνά είναι μια λέξη. Αυτό μας δείχνει το δρόμο που θα πάρει το αυριανό χρονογράφημα. Δεν μπο­ ρεί ο άνθρωπος να ζει, μονάχα, συντροφιά με το Σι-Εν-Εν κα ι την Ά ν ν α Παναγιωταρέα. Θ α έχει πάντα ανάγκη το τυπωμένο χαρτί - το είχε ανάγκη πριν α­ κόμα γεννηθεί ο Γουτεμβέργιος. Ο άνθρωπος της παλαιολιθικής εποχής που σκάλιζε λουλούδια κα ι πουλάκια στα τοιχώ ματα της σπηλιάς του έγραφε χρο­ νογραφήματα χω ρίς να το ξέρει. Π άντα θα έχουμε ανάγκη από πουλάκια κα ι λουλούδια, είτε τα χαράζουμε στα σ πήλαια των παγετώ νων, είτε τα γράφουμε με ακ τίνες λέηζερ σ τις φωτεινές εφημερίδες της Δ ιαπλανητικής εποχής. Π άντα θα έχουμε ανάγκη από ένα χ α ­ μόγελο ή από έναν ψίθυρο, πά ντα θα χρειαζόμαστε ένα φίλο που θα μας κλείνει, α π ’ τη στήλη του, πονηρά το μάτι την ώρα που, γύρω μας, θα μαίνεται ο Πόλε­ μος του Κόλπου ή ο Π όλεμος τω ν Ά σ τρω ν! Το χρονογράφημα δεν θα πεθάνει ποτέ. Αυτή είναι ίσω ς η άποψη ενός ρομα­ ντικού Δον Κιχώτη, αλλά αν δεν είσαι ρομαντικός, τί ωφελεί να γίνεις χρονο­ γράφος; Και, σε τελευταία ανάλυση, τί ωφελεί να ζεις; □


αφιερωμα/41

Κατερίνα Δασκαλάκη

Στο ρείθρο του δρόμου ο ερώτημα και εδώ, όπω ς και για όλα τα πράγματα, είναι το ερώτημα του θανάτου. Πέθανε; Ό χ ι; Κι αν όχι, τι είναι εκείνο που εξακολουθεί να ζει; Έ ν α ς που κα τ’ επίφαση «χρονογραφεί» την ημέρα, κάθε μέρα, είναι ίσως ο λι­ γότερο αρμόδιος ν’ απαντήσει. Π ροσω πικώς, διατηρώ πάντοτε το τραύμα της ανάγνωσης του σ χετικού λήμματος στην εγκυκλοπαίδεια: «το κατώτερον είδος λογοτεχνίας...». Από το χαμηλότερο στάδιο της τέχνης του λόγου ω ς το υψη­ λότερο (κατά μια και όχι επαρκώ ς θεμελιωμένη άποψη) στάδιο της δημοσιο­ γραφίας, η οποία στις μέρες μας πόρρω απέχει από του να ταυτίζεται με την τέχνη του λόγου, η απόσταση είναι αμφισβητήσιμη, τα όρια ρευστά και το απο­ τέλεσμα ερωτηματικό. Το λεγόμενο χρονογράφημα, με τη μορφή που το είχαμε συνηθίσει, καλυμμέ­ νο από τα μεγάλα ονόματα που διακόνισαν σε αυτό, έχει οριστικά πεθάνει μαζί με τους καιρούς που «έγραψε». Είναι όμως η νοσταλγία, κατά την κοινότοπη πλέον διατύπωση: δεν είναι πια αυτό που ήταν και δεν μπορεί να είναι γιατί άλ­ λαξαν και οι καιροί και οι «μελωδίες» και - για να επικαλεσθούμε τον ποιητή - «δεν αρκούν οι ψιττακοί χρειάζονται και οι περιστάσεις».

Τ

ί προσπαθούμε τότε να κάνουμε εμείς, όσοι υποτίθεται ότι χρονο-γράφουμε, προτάσσοντας κυρίως τη δημοσιογραφική ιδιότητα; Πιστεύω, πρώτα α π’ όλα, να ξεφύγουμε από τον εαυτό μας και ν’ αδράξουμε τη στιγμή. Είμαστε καβαλάρηδες στο εφήμερο και το εφήμερο είναι σαν την παπαρούνα που φυλλορροεί: με τον δικό του τρόπο παραισθησιογόνο. Γι’ αυτό και ρίχνουμε «μα­ τιές» πάνω στα πράγματα και στη ζωή, ματιές όπω ς όλος ο κόσμος. Απλώς εμείς στεκόμαστε στα πράγματα δυο δευτερόλεπτα παραπάνω. Κι επειδή τα πράγματα είναι αυτά που είναι, έτσι όπω ς είναι σήμερα, στον τόπο που ζούμε και υπάρχουμε, το χρονογράφημα δεν μπορεί παρά να είναι «και» πολιτικό, «και» αθλητικό, «και» κοινωνικό, «και» οτιδήποτε άλλο συμβαίνει και μας συμβαίνει. Καθώς όμως η εποχή στοχεύει περισσότερο στο νευρικό σύστημα του ανθρώπου και λιγότερο στον ψ υχικό του κόσμο ή στον σ τοχαστικό του νου, το χρονογράφημα γίνεται κα τά καιρούς ρηχό κι αυτό, επιφανειακώς συναισθη­ ματικό, «μελό» ή στεγνό, γιατί δεν φανερώνει σκέψη που ορίζει τους καιρούς, φυσικά, παρά «συστρατεύεται» με αυτούς κατά τη στωική επιταγή. Επειδή δεν είναι άξιο να κάνει αλλιώς.

Τ

ε αυτή την έννοια, λοιπόν, έχει πεθάνει: αν ω ς πρότυπο ληφθούν τα παλιότερα κείμενα. Και μ’ αυτή την έννοια, επίσης, έχει εκλείψει και η ανάγκη του. Μ ήπως, όμως, είναι η μοναδική ανάγκη έκφρασης και λόγου που πνέει τα λοίσθια και την οποία οι άνθρωποι δείχνουν να μην έχουν πια; Με την έννοια των ανθρώπων που δεν μπορούν παρά να βλέπουν και να επι­ σημαίνουν και να γράφουν και να καταγράφουν, ζει, φυσικά. Τι ακριβώ ς ζει; Επιστρέφουμε εκεί α π ’ όπου ξεκινήσαμε. Ζει το πάθος της αποτύπωσης ενός εφήμερου, σε συνδυασμό με το οξύμωρο του: δεν μπορεί να το κρατήσει ένα τυ­ πωμένο χαρτί. Κατά τούτο, ένα τυπωμένο χρονογράφημα, τσαλακωμένο στο ρείθρο του δρόμου, κομμάτι των απορριμμάτω ν της πόλης, είναι ένα επιτυχημέ­ νο χρονογράφημα, που έχει κλείσει τον κύκλο της ζωής του και έχει εκπληρώ­ σει τον προορισμό του: υπό την προϋπόθεση η εφημερίδα να είναι της προηγού­ μενης μέρας. □

Μ


42/αφιερωμα

Το Ελληνικό χρονογράφημα πέθανε μια βραδιά της δεκαετίας του ’70. Κανείς δεν σημείωσε την ημερομη­ νία. Οι εφημερίδες - οι αγαπημένες του εφημερίδες που το φιλοξενού­ σαν τόσα χρόνια - δεν έγραψαν λέ­ ξη. Μάλιστα συνέχισαν να δημοσιεύ­ ουν ενυπόγραφες στήλες που τις χα­ ρακτήριζαν «χρονογραφήματα». Μό­ νο που, βέβαια, οι στήλες αυτές δεν είχαν πια καμία σχέση με το τόσο ευαίσθητο λογοτεχνικό είδος που καλλιέργησαν ο Κονδυλάκης, ο Νιρ­ βάνας κι ο Μελάς. Είναι πολιτικά (και παραπολιτικά) σχόλια, ευθυμογρα­ φήματα, ή απλές προσωπικές τοπο­ θετήσεις. τελευταίος καθαρόαιμος Έ λληνα ς χρονο­ γράφος ήταν ο Π αύλος Π αλαιολόγος. Είχε πατήσει τα ογδόντα, κι ωστόσο έγραφε ακόμα ώς το τέλος της δεκαετίας του ’70. Η κομψή και κάπω ς επιτηδευμένη γραφή του μπορεί να φαινό­ ταν λίγο αναχρονιστική, όμως είχε πάντα υψηλή ποιότητα στη φράση και στη σκέψη. Ο άνθρωπος που, χωρίς να το επιδιώξει, δολο­ φόνησε το χρονογράφημα, ήταν ο Δημήτρης Ψαθάς. Εξαίρετος ευθυμογράφος, δόκιμος - στο εί­ δος του - θεατρικός συγγραφέας, σκότωσε το χρονογράφημα μολύνοντάς το με το μικρόβιο της πολιτικής. Μέσα στη δεκαετία του ’60 - ε­ ποχή ταραγμένη και δύσκολη - το χρονογράφη­ μα του Ψαθά ήταν (μαζί με τη γελοιογραφία του Δημητριάδη) εξοντωτικό πολιτικό όπλο. Σε βα­ ρύτητα μετρούσε περισσότερο από το κύριο άρ­ θρο των «Νέων». Η πολιτική κέρδισε έτσι ένα αποτελεσματικό μέσο - η λογοτεχνία όμως έχασε ένα σπάνιο εί­ δος. Σίγουρα το χιούμορ, η ειρωνεία, το πρώτο πρόσωπο, το συναίσθημα, ο διάλογος και η δρα­ ματοποίηση (ο «Αφελής» του Ψαθά με τις υποβολιμιαίες απορίες του), όλα αυτά βελτιώνουν τη δραστικότητα του πολιτικού λόγου και επιδρούν στον αναγνώστη περισσότερο από την τυποποιη­ μένη ρητορική των «σοβαρών» άρθρων. Πόσο μάλλον που σε εκείνη την εποχή η ειδησεογραφία, σχολιογραφία και αρθρογραφία γινόταν στην καθαρεύουσα - ενώ το χρονογράφημα (μό­ νον αυτό) γραφόταν στη δημοτική. Στη γλώσσα που μιλούσε άμεσα στο κοινό. Ό μ ω ς, όταν βάλεις τον έντεχνο λόγο στη υπη­ ρεσία πολιτικών (συχνά και κομματικών) στό­ χων, τον αποδυναμώνεις. Συμβαίνει εδώ ό,τι με

Νίκος Δήμου

0 θάνατος του

Ο

όλες τις στρατευμένες μορφές τέχνης: γρήγορα εκφυλίζονται και πεθαίνουν. Για εκατό και πλέον χρόνια το χρονογράφημα υπήρξε ο σύντροφος και συνομιλητής του καλ­ λιεργημένου Έ λληνα. Ή τα ν ο καθημερινός λυρι­ κ ός και φιλοσοφικός λόγος - ανάλαφρος αλλά όχι ελαφρός, ευανάγνωστος αλλά όχι επιπό­ λαιος. «Το σημερινό χρονογράφημα», είπε ο Παύλος Νιρβάνας στον εναρκτήριο λόγο του στην Ακαδημία Αθηνών, «είναι η καθημερινή ι­ στορία της ζωής και η φιλοσοφία της. Είναι η ι­ στορία της ζωής και του δευτερολέπτου. Συμβάν­ τα, επεισόδια, σκηναί της ζω ής... παραλαμβάνονται από τον χρονογράφον, ιστορούνται, διυλίζονται, καλούνται να αποδώσουν την βαθυτέραν των ουσίαν και κάποτε την βαθυτέραν των έννοιαν». Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αυτό το σύντομο απόσπασμα η λέξη «ζωή» επανέρχεται τρεις φο­ ρές. Η ζωή, η καθημερινή ζωή του μέσου ανθρώ­ που, ήταν το πλαίσιο αναφοράς του χρονογρά­ φου. Η πολιτική τον απασχολούσε μόνο στο βαθ­ μό που επηρέαζε αυτή τη ζωή. Δεν έγραφε για τα πολιτικά πράγματα - κι αν τα έθιγε, ήταν για να αποδώσει τα συναισθήματα, τις αντιδράσεις ή τα προβλήματα που γεννούσαν στον πολίτη. Έ γρ α ­ φε όμως και για την άνοιξη, τη μοναξιά, τα αηδό­ νια, τον έρωτα - ανεξάρτητα από τους τίτλους της πρώτης σ ελίδας. Και έγραφε πάντα «ωραία». Ο καλός χρονογράφος (λέγανε οι παλαιοί) «είχε πένα». Το πρώτο χαρακτηριστικό του χρονογρα­ φήματος, αυτό που το διαφοροποιούσε από όλη


αφιερωμα/43

χρονογραφήματος

την άλλη εφημερίδα, ήταν το λογοτεχνικό στοι­ χείο του ύφους. Αυτά για εκατόν τόσα χρόνια. Μ έχρι που στη θεματολογία του εισέβαλε η πολιτική, όχι σαν στοιχείο του βίου, αλλά σαν κύριο θέμα - και, α­ κόμα χειρότερα, με συγκεκριμένη κομματική κατεύθυνση και θέση. Αντί να δίνει μορφή στα συναισθήματα και τις σκέψεις του ανθρώπου, να μιλάει για τα συνήθη (αλλά τόσο σημαντικά) συμβάντα της ζωής, το χρονογράφημα σχολίαζε πια την πρωτοσέλιδη επικαιρότητα. Η δολοφο­ νία του Λαμπράκη, η Α ποστασία, όλα τα γεγονό­ τα της εποχής, πέρασαν με κάθε λεπτομέρεια μέ­ σα στα κείμενα του Ψαθά. Έ τ σ ι φτάσαμε κάποτε στο σημείο να μην μπορεί κανείς να γράφει για το πάθος ή το πένθος του βίου - διότι θα ή ταν «ανε­ πίκαιρος». Ό μ ω ς όλοι πια ξέρουν πω ς η επικαιρότητα εί­ ναι μια τεχνητή, κατασκευασμένη πραγμ ατικό­ τητα. Έ ν α δημιούργημα των ΜΜΕ, ένα (συνή­ θως κατευθυνόμενο) μοντάζ γεγονότων και πλη­ ροφοριών. Πάνω στην επικαιρότητα δεν μπορεί να βασιστεί κάνενα είδος τέχνης. Ωστόσο ο Ψαθάς είχε μεγάλη επιτυχία και βρή­ κε πολλούς μιμητές. Βοήθησε σε αυτό και η πίε­ ση των διευθυντών και εκδοτών που ξαφνικά εί­ δαν στο χρονογράφημα άλλο ένα όπλο στο πολιτικο-κομματικό τους οπλοστάσιο. «Δεν α­ φήνεις την ποίηση και τα συναισθήματα - να γράψεις κάτι για τα πράγματα που μας καίνε!» με προέτρεπε συχνά ένας διευθυντής μου. Τα «πράγματα που τους καίγανε» δεν ήταν πάντα αυτά που έκαιγαν και τους αναγνώστες.

Είναι χαρακτηριστικό πω ς από τα κείμενα που έ­ γραφα, τα «λογοτεχνικά» είχαν πάντα μεγαλύτε­ ρη απήχηση. Το κοινό - ταλαιπωρημένο από την άνυδρη επικαιρότητα - διψούσε για όσο πιο αυθεντικά και ανθρώπινα πράγματα. Α λλά οι διευθυντές και εκδότες στην Ελλάδα, βάζουν τους πολιτικούς τους πάτρωνες πάνω από το κοι­ νό. Αυτούς κυρίως θέλουν να ικανοποιούν και να υπηρετούν. Από εκεί άλλωστε πηγάζει η κα κο­ δαιμονία του Τύπου (και των ΜΜΕ γενικότερα) στη χώρα μας. Μέσα λοιπόν στη μεταπολιτευτική δίνη της πο­ λιτικοποίησης - και κομματικοποίησης - των πάντων, πού να επιζήσει το κλασικό λογοτεχνικό χρονογράφημα... Κι όταν ακόμα κάποιοξ επιχει­ ρούσε να το αναβιώσει (όπω ς δοκίμασα κι εγώ) μπορεί να κέρδιζε την επιδοκιμασία του κοινού - φάνταζε όμως σαν ξένο σώμα μέσα στην εφη­ μερίδα. Και αντιμετώπιζε την καχυποψ ία των διευθυντών αλλά και των δημοσιογράφων. Διότι όσο πιο «επαγγελματικό» γινόταν το πε­ ριβάλλον στις εφημερίδες, τόσο άλλαζε ριζικά το κλίμα για τους διανοούμενους και τους λογοτέ­ χνες. Οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι, αντί να καλοδέχονται τον επισκέπτη, αντί να τον αντιμε­ τωπίζουν ω ς συνεργάτη που εμπλουτίζει το φύλλο (το κλασικό χρονογράφημα πάντα το έγραφαν λογοτέχνες), τον βλέπουν σαν «αλεξιπτωτιστή» που ήρθε να τους ανταγωνιστεί αθέμιτα. Οι παλιότεροι θεωρούσαν τιμή τους να φιλοξενούν στην εφημερίδα έναν Π αλαμά, Ροΐδη, Καρκαβίτσα, Νιρβάνα, Μελά, Ξενόπουλο. (Τέσσερις οι ακαδημαϊκοί-χρονογράφοι!) Οι νεότεροι, επηρε­ ασμένοι από το συντεχνιακό πνεύμα, αντιμετω­ πίζουν εντελώς διαφορετικά κάθε «παρείσακτο». ντίθετα με τους δικούς μας θανάτους, οι θά­ νατοι των λογοτεχνικών ειδών δεν είναι πο­ τέ απόλυτοι. Έ τσ ι, παρά τον γενικό «θάνατο του χρονογραφήματος», υπήρξαν και τα τελευταία χρόνια ενδιαφέρουσες στιγμές - και θα ήταν δί­ καιο να τις αναφέρουμε. Ο τελευταίος των «εστέτ» χρονογράφων στερνός στη σειρά των Ροδοκανάκη, Χατζόπουλου, Νιρβάνα, Παπαντωνίου, ήταν ο Βασίλης Λ. Καζαντζής, που έγραφε με το ψευδώνυμο INDEX ως τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Είχε δημιουρ­ γήσει έναν κόσμο τεχνητό που αντλούσε ζωντά­ νια από την κομψότητα και την ακρίβεια του ύ­ φους του. Ο τελευταίος ίσως των λογοτεχνών που θερα­ πεύει (όπω ς έλεγαν παλιά) την τέχνη του χρονο­ γραφήματος είναι ο Ν ίκος Π ολίτης. Διαθέτει με­ γάλη λεκτική δεξιοτεχνία - όμως περιπίπτει κι αυτός, όλο και συχνότερα, στο αμάρτημα της πολιτικολογίας. Στους τόμους 33 και 34 της Βασικής Βιβλιοθή­ κης ανθολογούνται εκατό χρόνια χρονογραφή­

Α


44/αφιερωμα ματος και πενήντα δύο Έ λληνες χρονογράφοι από τον Κωνσταντίνο Π ωπ μέχρι τον Κώστα Ουράνη. Α νάμεσά τους ούτε μία γυναίκα. Το επισημαίνω γιατί, τα τελευταία χρόνια, τέσ­ σερις γυναίκες έδωσαν πολύ ενδιαφέροντα δείγ­ ματα δουλειάς. Π ρόκειται για τις: Ελένη Βλά­ χου, Αλεξάνδρα Στεφανοπούλου, Κατερίνα Δασκαλάκη και Ά ν ν α Δαμιανίδη. Η Ελένη Βλάχου, ορθώς αποκαλούμενη «μεγά­ λη κυρία της Ελληνικής Δημοσιογραφίας», υπη­ ρέτησε το χρονογράφημα από το 1945 ώς το 1990 (με μία διακοπή επτά χρόνων, την περίοδο της δικτατορίας). Π αρ’ όλο που - ή ακριβώ ς επειδή - δεν ήταν (όπως γράφει η ίδια) «σοβαρός χρο­ νογράφος με φιλολογικούς τίτλους», κατόρθωσε να δώσει στο κείμενό της άνεση, φυσικότητα και αμεσότητα που θα τη ζήλευαν και οι πιο έμπειροι λογοτέχνες. Ωστόσο κι αυτή βαθμιαία άρχισε να εμπλέκει την πολιτική μέσα στο χρονογράφημα. Α κόμα, επειδή ήταν ίσως η πρώτη που καθιέρω­ σε αυτό το κουβεντιαστό, μη-λογοτεχνικό ύφος, άνοιξε το δρόμο προς τη σημερινή «προσωπική στήλη» που πρότυπό της στάθηκε το αμερικάνι­ κο column - και λιγότερο το γαλλικό propos ή η γερμανική Glosse. Εκείνη βέβαια είχε το ταλέντο να κάνει αυτή την απλότητα χαριτωμένη. Οι διά­ δοχοι κ αι μιμητές της απλώ ς φλυαρούν απλοϊκά. Η Δ ασκαλάκη κα ι η Στεφανοπούλου (που και οι δυο υπήρξαν επιτελικά στελέχη εφημερίδων) βρέθηκαν πολύ κοντά στην επικαιρότητα της πο­ λιτικής διαμάχης - πράγμα που δεν τις ωφέλη­ σε. Ωστόσο η ειρωνεία και η οξύνοια της Στεφα­ νοπούλου και η ευαισθησία και καλλιέργεια της Δ ασκαλάκη διαφαίνονται πολύ συχνά στα κομ­ μάτια τους. Αντίθετα, η Δ αμιανίδη, πιο κοντά στη λογοτεχνία, έγραψε ευαίσθητα κείμενα που μπορούν κάλλιστα να ενταχθούν στην κλασική παράδοση του είδους. Τέλος, δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για το σύγχρονο χρονογράφημα χωρίς να αναφέρει τον Φρέντυ Γερμανό. Υπήρξε σίγουρα ο πιο γνω στός εκπρόσω πος του είδους - αλλά και ο πιο αμφι­ λεγόμενος. Οι επικριτές του τον κατηγορούν για μίμηση ξένων προτύπων (υπέστη πράγματι την ε­ πίδραση του A rt Buchwald, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια) για ευθυμογραφία και για εύκολη αισθη­ ματολογία. Ά σ χε τα αν ο Γερμανός δεν αντιστάθηκε πά­ ντα στον πειρασμό της εύκολης επιτυχίας, στις καλές του στιγμές (και στη ρουτίνα της καθημε­ ρινής δουλείας του χρονογράφου, μόνον οι καλές στιγμές πρέπει να μετράνε) έχει δώσει κείμενα α­ ξιόλογα, που θα ικανοποιούσαν τα δύσκολα υφολογικά κριτήρια του είδους. ε τόσους σύγχρονους χρονογράφους (και πολύ περισσότερους που ισχυρίζονται ότι γράφουν χρονογραφήματα, ενώ απλώ ς συντη­

Μ

ρούν προσωπικές στήλες) πού στηρίζουμε τη θέ­ ση μας για τον «θάνατο του χρονογραφήματος»; Α πλούστατα διότι οι λίγες κ αλές στιγμές του ε­ νός και του άλλου χρονογραφούντος είναι εξαι­ ρέσεις που δεν διαφοροποιούν το γενικότερο κλί­ μα. Το οποίο, δεν ευνοεί την παρουσία της λογο­ τεχνίας μέσα στον Τύπο. Το χρονογράφημα ήταν ο κυριότερος εκπρό­ σωπος της λογοτεχνίας στις εφημερίδες (βλ. και τη μελέτη μου «Από το φύλλο στο βιβλίο» στο σ χετικό αφιέρωμα του περιοδικού «Λέξη» τ. 104/91), αλλά δεν ήταν ο μόνος. Οι εφημερίδες παλιότερα φιλοξενούσαν διηγήματα (ολόκληρος ο Παπαδιαμάντης!), ποιήματα, μυθιστορήματα σε συνέχειες, ταξιδιω τικές εντυπώσεις (Καζαντζάκης, Ουράνης), επιφυλλίδες - δοκίμια - δηλα­ δή, όλα τα είδη του έντεχνου λόγου. Α ναπλήρω­ ναν και αντικαθιστούσαν τα βιβλία που τότε ή­ ταν είδος πολυτελείας, με ανύπαρκτες κυκλοφο­ ρίες. Αλλά και το κοινό της εφημερίδας ήταν μι­ κρότερο και πιο εκλεκτικό από το σημερινό. Θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς ποιήμα­ τα και διηγήματα στα ταμπλόιντ της σημερινής εποχής. Ο ρόλος τους είναι διαφορετικός: πραγ­ ματικά μαζικά μέσα επικοινωνίας, απευθύνονται στον δυνητικά ευρύτερο αριθμό ατόμων κα ι προ­ σπαθούν να ανταγωνισθούν την τηλεόραση. Το κοινό τους, ακαλλιέργητο και πολιτικά ποδοσφαιροποιημένο, δεν έχει χρόνο, ούτε προσλαμβάνουσες παραστάσεις, αλλά ούτε και διάθεση, για λεπτές απολαύσεις. Έ τσ ι, μόνο σποραδικά - κι από τις λίγες, πιο ποιοτικές εφημερίδες μπορεί να αναβιώνει, σαν μουσειακό είδος, αυτό που κάποτε ήταν το πρώτο ανάγνωσμα κάθε Α­ θηναίου. Π ερνάμε - αυτό είναι σχεδόν κοινότοπο μια περίοδο (μεταβατική;) ευρύτατης λαϊκοποίησης και ισοπέδωσης. Μόνο άμα περάσει αυτή η περίοδος και αναδυθεί ένα νέο πιο καλλιεργημέ­ νο και απαιτητικό κοινό, ίσως επανέλθει το ύφος και η σκέψη στα μέσα επικοινωνίας. Το οποίο δεν έπαψε να υπάρχει, όλα αυτά τα χρόνια, στα καλά ξένα έντυπα. Ο Ψαθάς της δεκαετίας του ’60 ήταν ο άνθρω­ πος που έπιασε τον σφυγμό της νέας εποχής, κα ­ τάλαβε τη διαφοροποίηση και τη μεταστροφή του κοινού - και του πρόσφερε αυτό που χρεια­ ζόταν. ΓΓ αυτό είχε άλλωστε κ αι εκπληκτική επι­ τυχία - πολύ μεγαλύτερη από τους ανταγωνι­ στές του, τον «παραδοσιακό» Π αλαιολόγο και τον παλαίμαχο Σπύρο Μελά. Ίσ ω ς εδώ οφείλω να διορθώσω αυτό που έγρα­ ψα στην αρχή: Ό χ ι, ο Ψαθάς δεν δολοφόνησε το χρονογράφημα - η αλλαγή στις κοινωνικές και μορφωτικές συνθήκες ήταν ο πραγματικός φο­ νιάς. Ο Ψαθάς, που πρώ τος αισθάνθηκε τις ανά­ γκες του νέου μαζικού κοινού, ήταν απλώς αυτός που τράβηξε την σκανδάλη. □


lABAZfl €

π ι Α o

η α ν α γ κ α ιό τη τα τω ν " ε ιδ ικ ώ ν 55 στην π ο λιτικ ή ρ - -,

ΑΘ Α Ν ΑΣΙΟ Υ ΚΑ ΝΕ ΑΑ ΟΠ ΟΥΛ ΟΥ: Η οικονομική μόρφωση της πολιτικής ηγεσίας στην Αρχαία Αθήνα. Αθήνα, Ε σ τ ία , 1991. Σελ.48.

ο βιβλίο αυτό είναι μία προσπάθεια από έναν επαγγελματία της πολιτικής να δικαιολογήσει ακριβώ ς την επαγγελματοποίηση της πολιτικής και την ανάγκη «ειδικών», αντλώ ντας επι­ χειρήματα από την αρχαία Αθήνα. Καθ’ όλα νόμιμο εγχείρημα, αλ­ λά στην προσπάθειά του αυτή δημιουργεί ορισμένες συγχύσεις και παρεξηγήσεις, όσον αφορά την έννοια κα ι την πρα κτικ ή της αρ­ χ αίας δημ οκρατίας. Σ κ οπός του συγγραφέα είναι να εξετάσει πότε κ α ι πώς γεννήθη­ κε η αναγκαιότητα των «επαγγελματιών» κα ι των «ειδικών» στον οικονομικό κα ι πολιτικό τομέα. Α ναφέρεται σε όλη την ιστορία της αρ χαία ς δημ οκρατίας (5ος και 4ος αιώ νας), δημιουργώντας έ­ τσ ι τη λαθεμένη εντύπωση ότι «η ανάγκη της γραφ ειοκρατικής και ιεραρχικής ο ργάνωσης, με μονιμότητες θέσεων κα ι α ξιω μάτω ν, ει­ δικεύσεις κα ι επαγγελματικοποιήσεις» (σελ. 6) δημιουργείται μέσα στη δημοκρατία. Αυτή η άποψη είναι λαθεμένη, διότι, ακριβώ ς, η θεωρία και η πράξη της δημ οκρατίας είναι εναντίον κάθε γραφειο­ κρατίας κα ι ιεραρχικής οργάνωσης, χω ρίς μονιμότητες θέσεων και α ξιω μάτω ν και, κα τά συνέπεια, κα τά της ειδίκευσης κα ι επαγγελματοποίησης της πολιτικής. Η ανάγκη, εξάλλου, αυτή εντοπίζεται από τον Αθ. Καν. στο τε­ λευταίο τρίτο του 4ου αι. (σελ. 6). Αυτή η περίοδος ό μω ς συμπίπτει με το τέλος της Α θηναϊκής δ ημ οκρατίας, πρά γμ α που ο συγγραφέ­ ας αγνοεί ή σ κοπίμω ς δεν το αναφέρει· κά ποια νύξη, αόριστη ε­ ξάλλου που γίνεται στη σελ. 23 δεν διορθώνει το κακό.

Τ

ίναι πολύ χ αρακτηριστικό το ό τι από παράγραφ ο σε π α ρ άγρ α­ φο επαναλαμβάνεται αδιάκο π α η «ανάγκη εγκατάλειψ ης του ερασιτεχνισμού (υπογρ. δικές μου) στους φορείς των αξιω μάτω ν και των λειτουργημάτων» (σελ. 6).~ η αναγκαιότης «προβαδίσμα­ το ς στους ειδικευμένους κα ι επαγγελματοποιημένους», ή αναγ­ καιότης να εκλέγονται αυτοί με «χειροτονία για τη διασφάλιση της ύπαρξης των αναγκαίω ν προσόντων, η μεγαλύτερη διάρκεια στην άσκηση του λειτουργήματος κα ι ο συντονισμός πολλώ ν οικονομι­ κώ ν οργάνων, που (πριν) δρούσαν περισσότερο οριζόντια και ασυντόνιστα» (σελ. 8). Δ ηλαδή, σύμφωνα με τον Αθ. Καν. στην περίοδο της δημ οκρα­ τία ς δεν υπήρχαν τα αναγκαία προσόντα, ούτε συντονισμός, ούτε ωριμότητα, ούτε οργάνωση, αλλά ερασιτεχνισμός, επειδή «δεν ε-

Ε

JTO

At

Tt ΚΗ


46/επιλογη πιλέγονταν ικανο ί κα ι έμπειροι τεχνοκράτες» (σελ. 9) κα ι δεν ε­ φ αρμοζόταν «ένα σύνολο συστηματικώ ν και συνεπών μέτρων οι­ κονομικής πολιτικής». Δ ηλαδή, ο συγγραφέας εμμέσω ς κα τηγο­ ρεί τη δημ οκρατία για μία σειρά μειονεκτημάτων κα ι ελλείψεων, τα οποία άρχισ αν να διορθώνονται από τη στιγμή που η δημ οκρα­ τία άρχισε να φθίνει κα ι η ολιγαρχία να θριαμβεύει. Μα η δημ οκρατία είχε κα ι ανάγκη, και συνείδηση αυτής της α­ νάγκης, ανθρώπων με γνώ σεις και ικανότητες σε ορισμένους το­ μείς, τους οποίους επέλεγε με ψηφοφορία (χειροτονία) όπω ς τους στρατηγούς, ταξιάρχους, ταμ ίες, επιμ ελητές... Σε καμιά, όμως, περίπτωση αυτοί οι εκλεγμένοι δεν υποκαθιστούσαν τον δήμο, ε­ φαρμόζοντας μία δική τους πολιτική ή του κό μ μ α τός τους, αλλά υπάκουαν κ α ι εφάρμοζαν τις αποφ άσεις τις ψηφισμένες στην ε κ ­ κλησία του Δήμου. πίσης η δημοκρατική πρα κτική είναι εναντίον τω ν «ηγετών» που για οποιοδήποτε λόγο απειλούν την άμεση εξουσία του δή­ μου είτε με την «ειδίκευσή τους», είτε με τον «επαγγελματισμό τους», είτε με τη δύναμή τους, είτε με τις φιλοδοξίες το υ ς- γι’ αυτό το λόγο η θητεία των αρχόντω ν ήταν ετήσια κα ι υπήρχε το πολιτι­ κό μέτρο του οστρακισμού. Αυτές οι δημ ο κρ ατικές αρ χές ενοχλούν τον Αθ. Καν., ο οποίος επιθυμεί την ανάδειξη τω ν «ειδικών» κα ι «επαγγελματιώ ν» ω ς ου­ σιαστικώ ν παραγόντω ν της εξουσίας με «πλήρη σ χεδόν α π α σ χό­ ληση» αφοσιωμένους στο «ηγετικό τους χρέος (!)» (σελ. 10) Πιστεύει επίσης ότι η «περιέλευση τω ν αξιω μάτω ν σε ειδικευμέ­ να πρόσω πα κα ι τεχνοκράτες δεν καθιστά το πολίτευμα ολιγαρχι­ κό ή αρισ τοκρατικό (σελ. 13), ούτε ότι «οδηγεί σε αλλοίωση της λαϊκής κυριαρχίας» (σελ. 14), ούτε ότι «έχει ω ς συνέπεια την πολι­ τική απάθεια» (σελ. 17) Η δημοκρατική άποψη είναι ακριβώ ς αντίθετη. Γι’ αυτό ο τρό­ πος ανάδειξης τω ν αρχόντω ν ήταν κυρίως η κλήρωση, η οποία α­ ποτελεί την ειδοποιό διαφορά της δημ οκρατίας, ενώ η χειροτονία (αίρεϊσθαι τάς άρχάς) αποτελεί την ειδοποιό διαφορά της ολιγαρ­ χίας, σύμφωνα με τον Α ριστοτέλη [Πολιτικά (IV, 1294 b 9-11)]. Με την κλήρωση όλοι οι πολίτες εναλλάσ σονται στην άσκηση της ε­ ξουσίας σ ’ όλες τις μορφές της, εκτελεστική, κυβερνητική, δικ α ­ στική, νομοθετική· ενώ με την ψηφοφορία εκλέγονται οι επαγγελματίες, οι έχοντες τη δύναμη, οι ολίγοι και έτσι αλλοιώνεται η έν­ νοια της λ αϊκής κυριαρχίας. Εξάλλου, είναι διαρκής η αντίθεση από τη μία μεριά των «επαϊόντων», τω ν «ειδότων», τω ν «βέλτιστω ν» κα ι από την άλλη του δήμου, η αντίθεση της «αρετής» κα ι της ελευθερίας, η αντίθεση τω ν ολίγων κ α ι του «πλήθους» του δήμου. Αυτή η αντίθεση κα ι π ά ­ λη διατρέχει όλη τη ζωή της αρ χαία ς Α θήνας, ό πω ς φαίνεται και στα κείμενα των διανοουμένων και πολιτικώ ν του 5ου κα ι 4ου αι. (σοφιστών, Π λ άτω νος, Α ριστοτέλους, Δ ημοσθένους, Λυσία, Ισοκράτους, Α ισχίνη...)

Ε

ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ δα κτυ ­ λογραφήσεις κειμένων σε Η /Υ . Τηλ. 93.73.345. Κα Βουγιουκλάκη.

ν συνεχεία ο συγγραφέας κριτικάρει την περίοδο του «λαϊκι­ σμού» στο τελευταίο τρίτον του 5ου αι. κα ι διαπιστώ νει ό τι «οι έπαυσαν να θεωρούνται προσόν για την ευδοκίμηση των πολιτικώ ν κα ι ο ηγέτης... απευθύνεται στο συναίσθημα παρά στη λογική του λαού... ό ταν το νέο πολιτικό κύμα αρνήθηκε τον κομ­ ματικό σχηματισμό που συνετίθετο από φίλους και στράφ ηκε στις πλατιές λαϊκές μάζες, στον άνθρωπο του δρόμου που αδιαφορούσε για την υπεύθυνη γνώση τω ν πολιτικώ ν πραγμάτω ν» (σελ. 37). Εί­ ναι φανερή η προτίμηση του συγγραφέα για τους «εκλεκτούς»,

Ε γνώσεις


επιλογη/47 τους « βέλτιστους», τους «επαΐοντες» κα ι η απόρριψη του πλήθους, τω ν πολλώ ν, του δήμου. Η εξουσία πρέπει να ασ κείται, λοιπόν, α ­ πό τους «εκλεκτο ύ ς» , από τους ολίγους τω ν κο μ μάτω ν, κα ι ό χι α­ πό τους ανθρώ πους του δρόμου, απ ό όλους τους πολίτες. Α υτοί εί­ ναι κα λοί μόνο ό ταν ψηφίζουν τους «υπεύθυνους» τω ν κομ μάτω ν. Η αρισ τοκρ ατική κα ι ο λ ιγαρχική αυτή αντίληψη φ αίνεται επίσ ης κα ι στον έπαινο που κά νει ο Αθ. Καν. της π ο λ ιτική ς ω ς «επισ τή­ μης»!! Γράφει στην σελ. 47: «Είναι πρ ά γμ α τι ε κ π λ η κ τικ ό το γεγο­ νός ότι οι αρχαίο ι Έ λ λ η νε ς σ το χ α σ τές έφ τασ αν μετά μ α κ ρ ές δια­ κυμάνσεις σ το συμπέρα σμα ότι η πολιτική, ω ς άθροισμα σ κ ό π ι­ μων ενεργειών κα τά την διαχείριση της εξουσίας είναι επιστήμη». Οι αρχαίοι Έ λ λ η νε ς σ το χ α σ τές είναι... ο Π λάτω ν, ο δηλω μ ένος ε­ χθρός της δη μ ο κρ α τία ς με τις απ όψ εις του οποίου για την πολιτική ω ς «β ασιλικής» επισ τήμη ς τω ν ολίγων ή του ενός, κλείνει το βι­ βλίο του ο Αθ. Καν. Η δημ ο κρ ατική αντίληψη κα ι πρ α κτικ ή είναι α κριβώ ς αντίθετη: Στις δ ημ όσιες υποθέσεις, στα π ο λ ιτικά π ρ ά γμ α ­ τα δεν υ πάρχει «επιστήμη», ούτε επισ τήμονες-ειδικοί, πα ρ ά μόνο γνώ μες (δ ό ξ α ι) κ α ι διαμάχη τω ν δοξώ ν. Η πιο πειστική από αυτές θα αποτελέσει την απόφ αση της εκ κ λ η σ ία ς του δήμου, στην οποία θα υπακούσουν οι αρ χ ές ( « Έ δ ο ξ ε τή Βουλή κα ί τώ δήμω») Είναι λυπηρό, 2.500 χρόνια μετά την εγκαθίδρυση της δημ οκρ α­ τία ς με τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη (508/7 π.Χ .), να διαστρ ε­ βλώ νεται κα ι να π α ρ α χα ρ ά σ σ ετα ι η αλήθεια της α ρ χ α ία ς δημο­ κρ ατίας. ΓΙΩ ΡΓΟ Σ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ

α ισθητή π α ρ ο υ σ ία σ το ν π ο ιη τικ ό χώ ρ ο p r -Λ ΙΊΑΝ Ν Η Σ ΕΒΑ ΣΤΙΑ Ν Ο Υ ΡΩΣΣΗ: Σ κιές στους λόφους. Αθήνα, Σ ίγ μ α , 1990.

πό τη συμπαθητική « Ν ύχτα τω ν κα λαμ αριώ ν» (1986), όπου ο ποιητικό ς πρ ο β λ ηματισμό ς εκδηλώ νεται απ λά , όμω ς ουσια­ σ τικά, ο Γ. Ρ ώ σ σης έ ρ χεται με τις « Σ κ ιές σ τους λόφους» να κά μει αισθητή την παρουσία του σ τον ποιητικό χώ ρο. Ο αγώ νας με τις λέξεις, κά τω απ ό την απειλή τη ς φ θοράς κα ι του θανάτου, είναι έκδ η λο ς. Το ίδιο κα ι η αγω νία του ανθρώπου, που ζει τη δική του μοίρα μέσα στη ροή του χρόνου· κα ι η αδυνα­ μία του ν ’ απ ο δεχτεί αυτό που καθημερινά χάνεται, τόσ ο σε πρ ο­ σ ω πικ ό, όσο κα ι σε γενικό επίπεδο. Κι ο ποιητής Γ .Ρ . απ λά, σ το­ χ α σ τικ ά κα ι με δέο ς ατενίζει τον κόσ μο στο καθημερινό του γίγνε­ σθαι: σαν ένα παιδί, περ ίτρο μ ο ς, « σ παρ αγμένο ς από τον εαυτό του κα ι τα δευτερόλεπτα» (35) κα ι ρω τάει για ένα σωρό πρ ά γμ ατα α ­ πλά, ρωτάει με αφέλεια συχνά, για το άνθισμα τω ν κίτρινω ν δέ­ ντρων, για τη σιωπή, το άρω μ α τω ν δέντρω ν, το θά ν α το - αλ λά και ποιός είναι «αυτός ο θόρυβος / αυτός ο έρ ω τα ς που φλυαρεί / με μάτια ορθάνοιχτα» (37), κα ι δεν τον αφήνει να ησυχάσει. Και είναι απ αρ ηγό ρ ητο ς, ό π ω ς ένα αθώο, τρομαγμ ένο παιδί, γιατί τα ερω τήμα τα παραμένουν α να πά ντη τα κα ι το δέος σ ταματημένο σ τα μεγάλα, σ τ’ απορημένα του μ ά τια - κι οι διαλογισ μοί του πικροί, φ αρμακώ νουν την α π αντο χή. Κι αναρω τιέται: «Π ώ ς να

Α

JT0I Η(Μ


48/επιλογή ξυπνήσεις / λιγαριά ή / ανεμώνη σ’ έναν κάμπο» (23), όταν μια βα­ θιά θλίψη καλύπτει, στα μάτια του, τον κόσμο; Ό τ α ν όλα γύρω τριγύρω είναι ασαφή κα ι συγκεχυμένα κι η όρασή του δεν προχωράει παραπέρα από την ψηλάφηση των π ρ α γμ ά τω ν όταν «πάντα οι δρόμοι γεμάτοι θλίψεις γοητευτικές κ ι ανεξιχνίαστες» (9), δεν ο­ δηγούν πουθενά; Έ τσ ι, κι όταν θα προσπαθήσει να σταθεί ηρωικά απέναντι στο πεπρωμένο του, πά λι θα νιώθει ένα αδύναμο παιδί μέσα του και «θα σπάσει (;) / θα μιλήσει από φρίκη και νύχτα / και κα τρακυ­ λ ώ ντας / σε μιαν άβυσσο θα δρέψει την άφεση' του θλιβερού θεού» (34). Τοπίο μουντό, συχνά θλιβερό, όπου οι χαμηλοί τόνοι συντονίζο­ νται στο ρυθμό της σιωπής με τα σιγαλά περάσ ματα τω ν πουλιών πάνω από τη «γκρίζα ακινησία των νερών» (29), κα ι σηματοδο­ τούν μια δύσκολη και κοπιαστική πορεία, με πολλά ποιητικά δρά­ ματα, αλλά κα ι πολλή - κι ίσως - αδικαιολόγητη θλίψη, εσωτε­ ρικό απελπισμό και σημαίνει πω ς: αν ο Γ. Ρώ σσης δεν ξεφύγει από αυτό το κλίμα, κινδυνεύει να μείνει «όπω ς το φύλλο / που μαραμέ­ νο ανασηκώνεις / σ άμπω ς κοχύλι / κάτω α π ’ τα μεγάλα φοινικόδεντρα» (...) σάμπω ς «δυο χούφτες (...) α π ’ το χώ μα των κεκοιμημένων» (36). Ό μ ω ς ο νέος ποιητής μπορεί ν ’ αποτινάξει από πάνω του την τέ­ φρα των κεκοιμημένων, ν’ απαλλαγεί από το θλιβερό σκουλήκι της απελπισίας, να βγει μέσ’ από τη συννεφιά, που σκοτεινιάζει την ψυχή του, ν ’ αποτραβηχτεί από τις «σκιές των λόφων» και να βγει στο «πολύανθο φως» της μέρας, όπω ς το βλέπει ένας άλλος ομότεχνός τςυ, για ν ’ αποκαθηλωθεί και να ανηφορίσει και το ποι­ ητικό του όραμα. ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ

τα desiderata του ελληνικού πληθυσμού τη ς Μ ικ ρ ό ς Α σ ίας ρ -,

Η. ΑΝ ΑΓΝ ΩΣΤΑΚΗ Η. - ΕΥ. ΜΠΑΑΤΑ: Η Καππαδοκία των «Ζώντων μνημείων». Η ανακάλυψη «της πρώτης πατρίδος της ελ­ ληνικής φυλής» (19ος αι.). Αθήνα, Π ο ρ ε ία , 1990.

εταφέροντας τον ορισμό που προτείνουν στον πρόλογο της βιβλιογραφίας τους οι Salaville-Dalleggio,1 με τον όρο καραμανλίδικα χαρακτηρίζονται κείμενα και έργα γραμμένα στην τουρκική γλώ σσα, αλλά τυπωμένα με ελληνικούς χαρ ακτήρες. Η επιστημονική ενασχόληση με το κα ραμανλίδικο έντυπο εγκαινιά­ στηκε ακριβώ ς με τη βιβλιογραφία που αναφέραμε, κα ι συνεχίστη­ κε με το βιβλιογραφικό έργο της Ευαγγελίας Μ πα λτά .2 Για να έ­ χει κα νείς μια πλήρη εικόνα της βιβλιογράφησης των καραμανλίδικων εντύπων, θα πρέπει να προσθέσει σ ’ αυτές τις δυο βασικές, πολυσέλιδες, βιβλιογραφίες και άλλες λιγότερο εκτενείς που κα­ ταρτίστηκαν από άλλους ερευνητές.3 Έ τ σ ι θα μπορούσαμε σήμε­ ρα να χαρακτηρίσουμε τον τομέα του καραμανλίδικου εντύπου ω ς έναν από τους βιβλιογραφικά καλύτερα τεκμηριωμένους. Η βιβλιογράφηση ωστόσο, παρόλο που είναι ένα στάδιο της έ­ ρευνας καθοριστικό για την εξέλιξή της, δεν είναι αυτοσκοπός της. Α ντιθέτως βρίσκει, νομίζω, τη δικαίω σή της από τη στιγμή

Μ


επιλογη/49 που η έρευνα συνεχίζεται πέρα α π ’ αυτήν, με στόχο πλέον την ερ­ μηνεία των δεδομένω ν που διαπίστωσε η βιβλιογράφηση. Η βιβλιογράφηση του καραμανλίδικου εντύπου την είχε αυτή την τύχη. Κ αρπός της συνέχισης της σχετικής έρευνας υπήρξαν αρκε­ τά άρθρα,4 μια διδακτορική διατριβή5 κα ι ένα βιβλίο. Με το τε­ λευταίο θα ασχοληθούμε εκτενέστερα. Το βιβλίο αυτό, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πορεία» και προσελκύει τον αναγνώ στη ήδη με το καλαίσθητο εξώφυλλό του, έχει τον εύγλωττο τίτλο «Η Κ αππαδοκία τω ν "ζώ ντω ν μνη­ μείων” ». Α ποτελεί μια από τις σπάνιες εκείνες περιπτώ σεις μελε­ τών που προκύπτουν από τη συνεργασία δυο επιστημόνων που προσπαθούν να πλησιάσουν το ίδιο αντικείμενο, στην περίπτωση αυτή τον κα ππα δο κικό χώρο, από διαφορετικούς δρόμους, από το ακριτικό τραγούδι (ο Η λίας Α ναγνω στάκης) και από το καραμανλίδικο έντυπο (η Ευαγγελία Μ παλτά), όπω ς αναφέρουν και οι ίδιοι στο προλογικό τους σημείωμα. ε τη μελέτη τους αυτή οι δυο συγγραφείς επιχειρούν να ερμη­ νεύσουν το ενδιαφέρον για την Κ αππαδοκία από την πλευρά τόσο των ελλαδιτώ ν λογίων, όσο κα ι των ελλήνων λογίων της Ο­ θωμανικής Α υτοκρατορίας, στην καμπή του 19ου κα ι στις αρχές του 20ού αιώνα, όπω ς αυτό εκδηλώθηκε μέσα από τις λαογραφικού κα ι ιστορικού περιεχομένου μελέτες τους. Παρατηρούν και αποδεικνύουν ότι το ενδιαφέρον αυτό ακολούθησε μια αντίστοιχη πορεία με το ενδιαφέρον για τη μελέτη λαογραφικών κα ι ιστορι­ κών θεμάτων περιοχώ ν της κυρίως Ε λλάδας, όπω ς τη σ κιαγράφη­ σε η Ά λ κ η Κυριακίδου-Νέστορος στο έργο της «Η Θεωρία της Ελ­ ληνικής Λαογραφίας». Το ενδιαφέρον αυτό κινείται, από μια α ρχι­ κή φάση, προσανατολισμένη σε δ ιδακτικούς στόχους, από την «ε­ πιστημονική» φάση, προς μια δεύτερη, προσανατολισμένη εθνικά, που αναζητεί να αποδείξει την ελληνικότητα της Κ αππαδοκίας, προσ παθώ ντας να ανασυνθέσει με τη βοήθεια της γλώ σσ ας - εξ ου και η προβολή των ζώντων μνημείων6 - μια αδιάσπαστη συνέ­ χεια από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Φ υσικά μια τέ­ τοιου είδους ερμηνεία μπορεί να γίνει μόνο με τη θεώρηση του φαι­ νομένου που ερευνάται μέσα στα ισ τορικά πλαίσια της εμφάνισής του. Αυτό ακριβώ ς επιχειρούν, με επιτυχία, οι δυο μελετητές. Με το βιβλίο τους οι Η . Α ναγνω στάκης και Ε. Μ παλτά όχι μόνο προτείνουν μια ιστορική ερμηνεία της εξέλιξης του ενδιαφέροντος για την Κ αππαδοκία, στο δεύτερο μισό του περασμένου και στις αρχές του αιώνα μας, αλλά και καταδεικνύουν πολλά από τα desiderata της έρευνας της σχετικής με τους ελληνικούς πληθυ­ σμούς της Μ ικράς Α σίας. Στο Π ρολογικό τους Σημείωμα, οι ίδιοι οι συγγραφείς σημειώ­ νουν ότι το έργο τους αυτό αποτελεί «μια σύντομη παρουσίαση των πρώ των «[...] διαπιστώσεων», μια «πρόδρομη ανακοίνωση». Δε θα αναφερόμασταν στην παρατήρησή τους αυτή εάν δεν πιστεύαμε ότι ακριβώ ς αυτός ο προδρομικός χαρ ακ τήρ ας του έργου τους, προξένησε μια σημαντική δυσκολία που, νομίζω, δεν κατόρθωσαν πάντα να ξεπεράσουν. Θα πρέπει ίσως να δεχτούμε ότι μια σημα­ ντική δυσκολία για έναν ερευνητή που έχει ασχοληθεί για μεγάλο διάστημα με ένα αντικείμενο του οποίου η έρευνα δεν έχει κάποια παράδοση, και α ποφασίζει να γράψει γι’ αυτό μια μάλλον σύντομη μελέτη, είναι το να επιλέξει ποιες πλευρές του θέματος είναι ενδια­ φέρουσες για τον μέσο αναγνώστη κα ι ποιες όχι. Εάν ισχύει βέβαια ότι απευθύνεται στον μέσο αναγνώστη κι όχι στον ειδήμονα. Έ τ σ ι συμβαίνει αρκετές φορές να παραλείψει, συνειδητά, στοιχεία τα ο­ ποία μπορεί να μην είναι σημαντικά για τη μελέτη του, αλλα να εί-

Μ

ΒΑΛΗ Ν ΑΚ Η - ΒΕΡΕ­ Μ Η - ΙΟ ΡΔΑΝ ΙΔΗ - ΚΙΤΣΟΥ - Μ Ο ΥΡΤΟ Υ ΧΑ ΡΒΑΔΙΑ: Η αμυντική πολιτική των Βαλκανι­ κών Κρατών. Αθήνα, Παπαζήση-ΕΛΙΑΜΕΠ, 1991. Σελ. 334. Αποτέλεσμα ερευνητικού προ­ γράμματος στο Ελληνικό Ίδρυμα Α­ μυντικής και Εξωτερικής Πολιτικής ο συλλογικός αυτός τόμος παρέχει ένα πλούσιο υλικό στον ιστορικό των διεθνών σχέσεων. Ο καθηγητής και διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ θάνος Βερέμης υπογρά­ φει το πρώτο άρθρο του βιβλίου και αναφέρεται στη σχέση Στρατού και Πολιτικής στα Βαλκάνια. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο η εγκαθίδρυση κομμουνιστικών συστημάτων στη Βαλκανική, κατά τη μεταπολεμική περίοδο, συνοδεύθηκε κι από μια καθολική επιβολή της ισχύος των πολιτικών αρχών πάνω στις στρα­ τιωτικές και τον έλεγχο του στρα­ τού από την κομματική ιεραρχία. Ε­ ξέλιξη που έγινε δυνατή λόγω των παρακάτω προϋποθέσεων: α) Επι­ βολή της κρατικής ιδεολογίας στους στρατιωτικούς. β) Υπεροχή της πολιτικής έναντι των στρατιωτικών προτεραιοτήτων


50/επιλογη ναι σημαντικά για το κοινό, τη στιγμή που το αντικείμενο της με­ λέτης παρουσιάζεται ουσιαστικά για πρώτη φορά. Ενώ, λοιπόν, «η ιστορία και η γεωγραφία της Κ αππαδοκίας»7 δεν είναι τόσο ση­ μαντική για την επεξεργασία του θέματος των δύο ερευνητών στην παρούσα μελέτη τους, είναι απαραίτητη για τον αναγνώ στη, τη στιγμή μάλιστα που σ τα μόνα κείμενα που ασχολούνται κ ά πω ς γε­ νικότερα με τους καραμανλήδες, στους προλόγους δηλαδή των δυο βιβλιογραφιών που αναφέραμε στην αρχή της παρουσίασής μας, δε γίνεται παρά μόνο μια πά ρα πολύ γενική αναφορά από τους Salaville — Dalleggio στο θέμα αυτό. Έ τ σ ι ο αναγνώ στης δεν έχει παρά μια πολύ γενική κα ι ασαφή εικόνα του χώρου για τον ο­ ποίο γίνεται λόγος. Ό π ω ς αναφέρουν οι συγγραφείς, χρησιμο­ ποιούν τα γεωγραφικά όρια που υιοθέτησε το Κέντρο Μ ικρασιατι­ κών Σ π ουδ ώ ν κα τά πόσο όμω ς θα έπρεπε να θεωρηθούν τα όρια αυτά ω ς ευρύτερα γνω στά; Επίσης, οι δυο χάρτες που παρατίθε­ νται, δεν βοηθούν ιδιαίτερα. Καθώς δεν συνοδεύονται από τις α π α­ ραίτητες πληροφορίες για τη χρονολογία σ χεδίασής τους, για τις πηγές από τις οποίες άντλησαν τα πληθυσμιακά στοιχεία που χρη­ σιμοποίησαν και για την εποχή στην οποία αναφέρονται, δεν χρη­ σιμεύουν στον αναγνώστη παρά για να εντοπίσει ορισμένα τοπω ­ νύμια που αναφέρονται στο κείμενο. Φυσικά δεν πρέπει κανείς να αγνοεί τις δυσκολίες που παρουσιάζει ο καθορισμός των γεωγραφι­ κώ ν ορίων λόγω των μ εταβολών τους, αλλά π ά ντα υπάρχει η δυνα­ τότητα καθορισμού τους μέσα από την ιστορία τω ν μεταβολών τους. Αυτά ω ς πρ ο ς τη γεωγραφία. ς προς την ιστορία, ένα ερώτημα μένει ανοικτό. Π ώ ς έγιναν τουρκόφωνοι οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μ. Α σίας; Αυτό που θα είχε ενδιαφέρον δεν είναι βέβαια να δει κανείς το παραπάνω ε­ ρώτημα αυτό καθεαυτό, αλλά τον τρόπο με τον οποίο το αντιμετώ­ πισαν οι επιστήμονες που καταπιά στηκ αν με θέματα σ χετικά. Αυ­ τή η παράμετρος δε μου φ αίνεται άσχετη με την προβληματική που αναπτύσσεται στην παρούσα μελέτη. Ό σ ο ν αφορά στα χρησιμοποιούμενα ερμηνευτικά σχήματα, θα παρατηρούσε κανείς ότι μερικές φορές παρουσιάζονται με τρόπο περιληπτικό, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται ω ς δεδομένα και αυ­ τονόητα πρά γμ ατα που δεν είναι. Πιο συγκεκριμένα, στη σελίδα 23 και 31 αναφέρονται «οι νέες συνθήκες στην οθωμανική αυτο­ κρατορία μετά το Τανζιμάτ». Νομίζω ότι δεν είναι τόσο αυτονόη­ τες οι νέες αυτές συνθήκες ώστε να τις χρησιμοποιούμε χω ρίς να καθορίζουμε τί εννοούμε μ ’ αυτές. Α νάλογο είναι κα ι το πρόβλημα με τη χρήση ορισμένων όρων, που μάλλον θα έπρεπε, έστω και σε υποσημείωση, να ερμηνεύονται. Π αράδειγμα ο όρος ελληνοθωμανισμός σ τις σελίδες 11 και 31. Στην περίπτωση βέβαια που οι πα­ ραπάνω όροι χρησιμοποιούνται βάσει κά πο ιας βιβλιογραφίας, και γι’ αυτό θεωρούνται ω ς γνω στοί, θα έπρεπε να γίνουν οι σχετικές παραπομπές. Π αραπομπές είναι, νομίζω, αναγκαίες και σε ορισμένα άλλα ση­ μεία του κειμένου, όπω ς αυτά που ακολουθούν. Στη σελίδα 18, αναφέρονται τα «λεγάμενα του Niebuhr», χω ρίς να πληροφορείται ο αναγνώ στης όχι το πού θα τα διαβάσει αλλά ούτε καν ολόκληρο το όνομα του περιηγητή. Στη σελίδα 68 γίνεται λόγος για ελληνικά, βλα χικά και αλβανικά τραγούδια με τουρκικές επωδούς. Και σ’ αυτή την περίπτωση θα ήταν αναγκαία μια παραπομπή σ τις συλ­ λογές που περιέχουν τα τραγούδια αυτά.

Ω

Τ

ελευταία αφήσαμε μια θεωρητικής υφής παρατήρηση. Στη σε­ λίδα 11, εκφράζουν οι συγγραφείς την πρόθεσή τους να εντά-

ττου δεν θεσπίστηκε μόνον στις σχέ­ σεις μεταξύ κράτους και στρατού, αλλά και μέσα στις ίδιες τις τάξεις των αξιωματικών. γ) Υποχρεωτική πολιτικοποίηση των αξιωματικών. δ) Ενσωμάτωση των στρατιωτι­ κών στο πολιτικό σύστημα με εγ­ γραφή στο κομμουνιστικό κόμμα, και ο διπλός έλεγχος από τις κρατι­ κές υπηρεσίες και το κόμμα. ε) Αποκλεισμό σχέσεων των αξιω­ ματικών με ανταγωνιστικούς οργα­ νισμούς όπως η εκκλησία. στ) Επιλογή ατόμων με χαμηλή κοινωνική προέλευση για το στρα­ τιωτικό στάδιο. Στην αμυντική πολιτική των Βαλ­ κανικών Κρατών (Στρατηγικό πλαί­ σιο) αναφέρεται ο καθηγ. και υπο­ διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ Γιάννης Βαληνάκης. Η Ρουμανία απασχολεί στη μελέτη του τον Γιώργο Μούρτο, ο οποίος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην πολιτική της ανεξαρτησίας και στον σταλινικό τρόπο διακυβέρνη­ σης. Ο δημοσιογράφος Κώστας Ιορδανίδης εξετάζει τη Βουλγαρία και την αμυντική της πολιτική, ενώ ο ε­ πίσης δημοσιογράφος Γιώργος Χαρβαλιάς ασχολείται με τη μικρή Αλβανία. Ο τόμος ολοκληρώνεται με την ανάλυση του Πάρι Κίτσου για τη Γιουγκοσλαβία.

ΣΩΤ. ΝΤΑΛΗΣ


επιλογη/51 ξουν τη μελέτη του καππαδοκικού τραγουδιού στα ευρύτερα ιστο­ ρικά πλαίσια που καθόρισαν την εκδήλωση του ενδιαφέροντος γι’ αυτό, γιατί «μόνο σ’ αυτό το πλαίσιο μπορεί "η μελέτη του κα ππα­ δοκικού τραγουδιού” να οδηγήσει σε κάποια συμπεράσματα πέ­ ραν αυτών που ορίζει η λαογραφία». Η δήλωση αυτή, θα έλεγα πως απηχεί μια κά πω ς ξεπερασμένη θεώρηση, που ταυτίζει τη λαογρα­ φία με το φ ολκλόρ, θεώρηση που πολύ α πέχει από το πώ ς αντιλαμ­ βάνεται σήμερα τους σκοπούς και τις μεθόδους της η επιστήμη αυτή. Οι παραπάνω παρατηρήσεις δε μειώνουν ωστόσο την αξία του έργου που παρουσιάζουμε, που αποτελεί εκτενέστερη συνθετική μελέτη για το θέμα του, κι ω ς εκ τούτου έχει αφενός το δύσκολο έργο της σκιαγράφησης της γενικής προβληματικής, αφετέρου το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει το καινούριο. ΙΛΙΑ ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Σημειώσεις 1. Severirt Salaville/Eugene Dalleggio: Karamanlidika. Bibliographic analytique d’ouvrages en langue turque imprimis en caracteres grecs. Αθήνα 1958-1966, (στις βι­ βλιογραφικές παραπομπές των Η. Αναγνωστάκη και Ε. Μπαλτά καταγράφεται κι ένας τρίτος τόμος - 1974 - , τον οποίο δεν αναφέρουμε, καθώς δεν κατέστη δυνα­ τόν να εντοπισθεί στη Βιέννη, όπου και γράφτηκε η παρουσίαση αυτή). 2. Evangelia Balta: Karamanlidika. Additions. Αθήνα 1987. 3. Για τις βιβλιογραφίες αυτές βλ. όπ.παρ. Introduction, σελ. xv-xvi. 5. Θεωρώντας ότι παρουσιάζουν ενδιαφέρον για τους συγγραφείς θέτουμε υπ' όψιν τους τον τίτλο της διατριβής αυτής καθώς και δυο μελέτες σχετικές με το θέμα. Michael Grimm Miller: The karamanli-turkish texts: The historical changes in their script and phonology. Phil, Diss. Indiana University 1974. Jinos Eckmann: Die karamanische Literatur. Στο: Philologiae Turcicae Fundamenta 2. Aquis Mattiacis 1964, a.· 183-192. Mefkiire Mollova: Sur le terme «Karaman» et les recherches sur les Karamans de J. Eckmann. Στο: Giiney-Dogu Avrupa Arastirmalari Dergisi 8/9 (1979/1980), σ. 201-257, Βλ. Max Demeter Peyfuss: Die Druckerei von Moschopolis. 1731-1769. Buchdruck und Heiligenverehrung im Erzbistum Archida. Βιέννη 1989, όπου υπάρχει ιδιαίτερα πλού­ σια βιβλιογραφία για την ιστορία του βιβλίου στα Βαλκάνια. 6. Για τον όρο ζώντα μνημεία βλ. Α. Κυριακίδου-Νέστορος: Στίλπων Κυριακίδης, α­ πό τη ρομαντική στη μορφολογική προσέγγιση των δημοτικών τραγουδιών. Στο: Στίλπων Κυριακίδης: Το δημοτικό τραγούδι. Συναγωγή μελετών. Αθήνα 1978, σελ. ζ· - κθ\ 7. Σελ. 11.


52/επιλογη

μια διαφ ω τιστική μελέτη για τον εξηλεκτρισμ ό ΝΙΚΟΥ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗ Σ.: Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδας. Από την ιδιωτική πρωτοβουλία στο κρατικό μονοπώλιο (1889-1956). Αθήνα, Μ ο ρ φ ω τ ικ ό Ί δ ρ υ μ α Ε θ ν ικ ή ς Τ ρ α π έ ζ η ς , 1991. Σελ. 572.

κοινότητα των ιστορικών υποδέχεται με χαρά το καινούριο βιβλίο υποδομής της σειράς «Μ ελέτες Ο ικονομικής Ιστο­ ρίας» του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, το οποίο έρ­ χεται να συμπληρώσει ένα μεγάλο κενό της ελληνικής ιστοριο­ γραφίας. Το βιβλίο του Ν.Σ. Π αντελάκη διερευνά τον τρόπο με τον οποίο αναπτύχθηκε στην Ε λλάδα η παραγωγή και κατανάλω ση της ηλε­ κτρικής ενέργειας από τα τέλη του 19ου αι. - εποχή εμφάνισής της - μέχρι τη δημιουργία του κρατικού μονοπωλίου της Δημό­ σιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού. Ιδιαίτερα ενδιαφέρον σε αυτή τη μελέτη είναι ότι παρακολουθεί έναν οικονομικό παράγοντα από την στιγμή της γέννησής του (ή και μετασχηματισμού του, καθώς η ηλεκτρική ενέργεια έρχεται να αντικαταστήσει σε πολλές λει­ τουργίες το φωταέριο) και εξερευνά τα (δύσκολα) βήματα που γί­ νονται μέχρι την ολοκληρωτική επιβολή του ηλεκτρικού ρεύματος ω ς πηγής φωτισμού και ενέργειας και τη δημιουργία του εθνικού δικτύου. Ό σ ο ν αφορά τη μεθοδολογία που ακολουθεί ο συγγραφέας, θα συμφωνούσαμε μαζί του ότι η μελέτη ενός οικονομικού παράγοντα μιας χώ ρας δεν μπορεί να συντελεστεί ανεξάρτητα από συγγενείς οικονομικούς παράγοντες, από το σύνολο της οικονομίας της χώ ­ ρας, από τη διεθνή οικονομία, από την πολιτική κατάσταση της χώρας, από τις συνθήκες διεθνούς σταθερότητας ή αποσταθερο­ ποίησης (π.χ. μέσω πολέμων). Ο συγγραφέας κατορθώνει να δώσει την οργανική σχέση μεταξύ όλων αυτών των παραγόντω ν και όταν κρίνεται απαραίτητο ένα μέτρο σύγκρισης, παραθέτει στοιχεία α­ πό τη διεθνή εμπειρία, ώστε να είναι κανείς σε θέση να αντιμετωπί­ σει τα φαινόμενα και τις εξελίξεις συγκριτικά - και επομένως πε­ ρισσότερο αντικειμενικά.

Η

ο βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, με βάση την περιοδολόγηση που μπορεί να κάνει κανείς γι’ αυτόν τον κλάδο της βιομη­ χανίας. Το πρώτο μέρος αναφέρεται στην περίοδο 1889-1922. Εδώ εξετάζεται η δημιουργία των πρώτων εταιριών ηλεκτρισμού (Γενι­ κή Εταιρία Εργοληψιών, Α.Ε. Κερκύρας και Π αρεκτάσεων, Thomson Houston της Μεσογείου, Ελληνική Η λεκτρική Εταιρία) και οι δυσκολίες επιβίωσης που αντιμετωπίζουν στην αρχή, όταν η κατανάλωση είναι ακόμα πολύ μικρή και χρησιμοποιείται κυ­ ρίως για φωτισμό και για έλξη τροχιοδρόμων. Βασικά προβλήμα­ τα αυτής της περιόδου είναι η επιλογή και εξοικονόμηση της καύ­ σιμης πρώτης ύλης και η συνεξαρτώμενη τιμολογιακή πολιτική (καθώς χρησιμοποιείται κ α τά κύριο λόγο ο γαιάνθρακας, ο οποίος εισάγεται από το εξωτερικό, υπάρχει διαρκής εξάρτηση από τη διεθνή συγκυρία). Πολύ ενδιαφέρουσα είναι η περιγραφή των δυ­ σκολιών που παρουσίαζε μερικές φορές η προσπάθεια για αντικα­ τάσταση του φωταερίου με τον ηλεκτρισμό, λόγω της αντίδρασης των τοπικών αρχών. (Π .χ. η περίπτωση της Π άτρας, όπου η εται-

ΟΙΚΟ

νο Η'ιΚΗ

UFT

°Ρι.α

Τ

ο


επιλογη/53 ρία ThomsonHouston της Μεσογείου αναγκάστηκε να αγοράσει τις εγκαταστάσεις φωταερίου για να μπορέσει να εκμηδενίσει τον ανταγωνισμό του φωταερίου και να το αντικαταστήσει με το ηλε­ κτρικό ρεύμα). Το δεύτερο μέρος αναφέρεται στην περίοδο 1922-1940, που χα ­ ρακτηρίζεται από τη γρήγορη ανάπτυξη μικρών τοπικώ ν μονάδων παραγω γής η λεκτρικής ενέργειας και τη σταδιακή καθιέρωσή της στην οικονομία και την ιδιωτική ζωή. Συντελείται μία πολύ μεγάλη άνοδος της ζήτησης και της προσφοράς, η αγορά αναπτύσσεται με τις ηλεκτρικές οικιακές συσκευές, την ηλεκτρική έλξη κα ι τον ε­ ξηλεκτρισμό των επαρχιακώ ν πόλεων (Ζακύνθου, Χ αλκίδας, Τρί­ πολης, Κ αλαμάτας, Ιωαννίνων κ.λπ .) και της υπαίθρου, πράγμα που συν τοις άλλοις σημαίνει χρήση της η λεκτρικής ενέργειας στη γεωργία. Γίνεται προσπάθεια ομογενοποίησης του υλικού, κα τα­ σκευής δικτύων και επέκτασης ήδη υπαρχόντων. Καθώς δε εξακο­ λουθούν να υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά την (εισαγόμενη) καύσιμη πρώτη ύλη (π.χ. εξάρτηση, απότομη άνοδος της τιμής), το κράτος και η Εθνική Τ ράπεζα στρέφονται στη διερεύνηση της δυνατότητας αντικατάσ τασης της θερμικής με υδροηλεκτρική ε­ νέργεια. Ό μ ω ς η έλλειψη κεφαλαίων μετά τη μικρασιατική κα τα­ στροφή δεν επέτρεψε να γίνουν επενδύσεις για την κατασκευή (πο­ λυδάπανων) υδροηλεκτρικώ ν εργοστασίων, πράγμα που θα γίνει μόλις κ α τά την επόμενη περίοδο, με την οποία ασχολείται το τρίτο μέρος του βιβλίου (1940-1956). Το σπουδαιότερο γεγονός σ ’ αυτήν την περίοδο είναι η εθνικο­ ποίηση της παραγω γής και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας και η ίδρυση, το 1950,-της Δημόσιας Επιχείρησης Η λεκτρισμού, στην οποία παραχωρήθηκε το αποκλειστικό προνόμιο κατασκευής, λει­ τουργίας και εκμετάλλευσης υδροηλεκτρικώ ν και θερμικών έρ­ γων, που θα χρησιμοποιούσαν - κατά προτίμησιν - εγχώρια καύ­ σιμη ύλη. Αυτό θα έχει ω ς αποτέλεσμα την παραγωγή φθηνής ηλε­ κτρικής ενέργειας, πράγμα που θα δοισει μεγάλη ώθηση στην ελλη­ νική βιομηχανία. «Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θεωρείται πλέον υπηρεσία κοινής ωφελείας» (σ. 33). Ο συγγραφέας έχει βασίσει την εργασία του σε μια εντυπωσιακή αρχειακή έρευνα και παραθέτει έναν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό πι­ νάκω ν με συγκριτικά στοιχεία, τα οποία όχι μόνον τεκμηριώνουν τις απόψεις του, αλλά δίνουν στον αναγνώστη και μια σαφέστερη εικόνα των πραγμάτων. Θα κλείσουμε αυτή την μικρή βιβλιοπαρουσίαση με την ευχή ότι το «Μ .Ι.Ε.Τ .» θα εξακολουθήσει να χρηματοδοτεί τέτοιες έρευνες υποδομής. ΑΓΑΘΟΚΛΗΣ ΑΖΕΛΗΣ


54/επιλογη

η α ποδεικ τικ ή πορεία τη ς ισ τορικ ής αλήθειας Γ γ> Η μέχρι Φιλίππου αρχαία ιστορία της Μακεδονίας. Συνταχθείσα μεν ' πό ΟΘΩΝΟΣ ΑΒΕΛ, μεταφρασθείσα δε υπό Μαργαρίτου Γ. Δήμιτσα. Εν Λειψία, εκ του τυπογραφείου T eu b n e r, 1860. (Βιβλιοθήκη ιστορικών μελετών 242). Βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νότη Καραβία, Α ­ θήνα, MCM LXXXXI, σελ. Χ Χ /317/3 λευκές. 8ο.

να βιβλίο ακόμα για τη Μ ακεδονία, ανάμεσα στα τόσα που Ε κυκλοφορούν και μάλιστα καθώς έρχεται από μιαν εποχή πε­ ρασμένη - είναι πάνω από εκατόν τριάντα χρόνια από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε - ίσως να μην έχει να προσθέσει τίποτα στα όσα μέχρι τώρα έχουν διατυπωθεί και ερευνηθεί, στα όσα η αρ­ χαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως και έχει αξιοποιήσει η επιστή­ μη με τον πιο επιβλητικό τρόπο, στα όσα, μέσα στην καθημερινή τριβή, εμπλέκονται στις παραχρήμα φροντίδες και ανιχνεύσεις. Ό μ ω ς, ένα βιβλίο που έρχεται από το παρελθόν, πάντα έχει το ι­ στορικό του ενδιαφέρον κ ι ένα έργο που α σχολείται με τη Μ ακεδο­ νία έχει να επιτελέσει, και σήμερα - ένα περισσότερο σήμερα πολλαπλή λειτουργία. Η διάσταση της αξίας του μεγαλώνει ακό­ μα, καθώς είναι γραμμένο από ξένον επιστήμονα, και δη Γερμανό, ως απάντηση στα όσα αστήριχτα και αναπόδεικτα υποστήριξε συμπατριώτης τού Ά β ελ (Otto Abel), ο Κ άρολος Ο ττφρείδος Μύλλερος (Karl Otfried Muller, 1797-1840, επιφανής αρχαιολόγος και φιλόλογος) σχετικά με την καταγωγή των αρχαίων Μ ακεδόνων. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Μύλλερ υποστηρίζει στην πραγματεία του ότι οι Μ ακεδόνες δεν ήταν άλλο παρά βάρβαροι Ιλλυριοί και ο Ά ­ βελ αναλαμβάνει ν’ αποδείξει, μ’ έναν τρόπο που φανερώνει τη με­ γάλη του εποπτεία και την υπεύθυνη επιστημονική του αντιμετώπι­ ση, ότι οι Μ ακεδόνες δεν ήταν άλλο από ένα δωρικό ελληνικό φύ­ λο, όπω ς εμφαίνεται μέσ’ από τις αυθεντικές πηγές της ιστορίας και από τις πολυάριθμες αναφορές σε ένα χρονικό διάστημα πολ­ λών εκατονταετιών. Κι ενώ θα περίμενε κανείς η πραγματεία του να έχει έναν απολογητικό ή αμυντικό χαρακτήρα, διαπιστώνει πω ς το έργο το διακατέχει από την αρχή ω ς το τέλος η νηφαλιότη­ τα της βεβαιότητας για τις αλήθειες που αναπτύσσει και μια δι­ καιολογημένη ορθολογιστικά αποδεικτική περιωπή, που εδράζε­ ται πάνω στην εποπτεία και την ασφάλεια των πηγών και των μαρ­ τυριών. Κι αυτό χαρακτηρίζει την πληρότητα ενός επιστημονικού έργου, για το οποίο μπορεί κανείς, μεθοδολογικά, να εκφέρει τις αντιρρήσεις του ή να αντιπαραθέσει όποιες άλλες απόψεις ή θεω­ ρίες, ωστόσο δεν μπορεί να αμφισβητήσει πω ς η εργασία έγινε με την υπεύθυνη προσήλωση και με την ασυνθηκολόγητη αμεσότητα, που απαιτεί η διαπραγμάτευσή της. Ο Ά β ε λ (και χρησιμοποιώ το όνομα όπω ς το μεταφέρει στη γλώσσα μας ο μεταφραστής) έτσι, διαιρεί την εργασία του σε τέσ­ σερα μέρη (Η χώρα, σελ. 1-28, Οι κάτοικοι, σελ. 29-105, Η κατα­ γωγή των Μ ακεδόνων, σελ. 106-160, Ιστορία του μακεδονικού κράτους μέχρι Φιλίππου, σελ. 161-288) και τα μέρη αυτά, μ’ έναν σχεδίασμά κατανέμονται σε κεφάλαια, που θα τον χαρακτήριζε κανείς ευφυή και διορατικό. Γιατί, αυτό που αποτελεί σήμερα ση­ μείο τριβής σπό κείνους που προσπαθούν να ιδιοποιηθούν αλλό-

Ι(Τ

τοΛ Ρ


επιλογη/55 τρία πολιτιστικά και ιστορικά στοιχεία για ν ’ αποχτήσουν μια κατακύρωση και μιαν επιβεβαίωση στο σύγχρονο κόσμο, ο Ά β ελ το διευκρινίζει με τον εναργέστερο τρόπο, καθώς διατυπώνει την άπο­ ψη ότι η Μ ακεδονία είναι ένας γεωγραφικός χώρος, που κι αν δεν έχει καμιάν ακριβώς ορισμένη περιοχή, ωστόσο εθνογραφικά και ιστορικά πήρε τόσο μεγάλη σημασία, που απαιτεί μια διεισδυτική έρευνα στη γεωφυσική της ιδιαιτερότητα και στην προοπτική της ιστορικής της παγκοσμιότητας. Εξάλλου, τα σύνορα, με τη σημε­ ρινή έννοια, ήταν άγνωστα στις εποχές εκείνες, όπου το κοινό πο­ λιτιστικό υπόστρωμα ήταν ο άρρηκτος δεσμός μεταξύ των ομοε­ θνών και των ομοφύλων πληθυσμών, επομένως δεν έχει καμιά ση­ μασία η αναφορά σε συμβατικές οριοθετήσεις, που οι μεταγενέστε­ ροι, μέσα σ’ ένα κατακτητικό πνεύμα επινόησαν, για να μπορέ­ σουν να νομιμοποιήσουν την επιθετική τους συμπεριφορά. Ο συγγραφέας με λεπτομέρειες εξετάζει το ανάγλυφο του μακε­ δονικού χώρου και τον οριζόντιο διαμελισμό του, επιμερίζει την ε­ ξέτασή του σε γεωφυσικές ενότητες ευκρινείς (όπως είναι οι κοιλά­ δες των ποταμών που διαρρέουν την χώρα, οι λιμναίες λεκάνες, η παραλιακή πεδιάδα, η περιοχή ανατολικά του Αξιού ω ς το Στρυμόνα, η χερσόνησος της Χ αλκιδικής με την τρίγλωσση χερσονησίζουσα προβολή της), επισημαίνει τη σημασία του εδάφους για την οικονομική επάρκεια του πληθυσμού, αλλά και τη στρατηγική του σημασία, που είλκυσε από πολύ νωρίς αποίκους, κυρίως Αθη­ ναίους, υπογραμμίζει την ιδιαιτερότητα της χώ ρας με το σύστημα των ποταμών και των λιμνών, των πεδιάδων και των ορέων, των ακτών και των παραλίων και διαπιστώνει πω ς η Μ ακεδονία, που βρίσκεται ανάμεσα στις αντιθέσεις της Θ εσσαλίας και της νότιας Ελλάδας, παρουσιάζει την ποικιλία που χαρακτηρίζει τον ελληνι­ κό χώρο, όχι «έν μείζονι, άλλ’ έν άδροτέρφ μέτρω» (σελ. 26).' τον ισχυρισμό του Μύλλερ ότι οι Μ ακεδόνες δεν είναι παρά Ιλλυριοί (τώρα, πώ ς μπορεί συγχρόνως να είναι κ αι το ένα και το άλλο, αυτό είναι ζήτημα περισσότερο ταχυδακτυλουργικής ευπιστίας παρά επιστημονικής απόδειξης), ο Αβελ αντιπαραθέτει μιαν εμβριθή εξέταση της προέλευσης των φυλών, που κατά και­ ρούς κατέκλυσαν το μακεδονικό χώρο, και που, βέβαια, δεν έχουν καμιά σχέση με τους Ιλλυριόύς. Δεν ή ταν παρά οι πελασγικές και φρυγικές φυλές, κυρίως, που μαζί με άλλες φυλετικές ομάδες, ό­ πω ς οι Κάρες και οι Λέλεγες, κατοικούσαν στον ελλαδικό χώρο και που αποτελούν το προελληνικό και πρωτοελληνικό υπόστρω­ μα της φυλής. Για τους Πελασγούς μάλιστα, ο Ά β ελ, παρατηρεί καίρια, ότι είναι «σύμπαν τό άρχαΐον έθνος, όπερ συμπεριέλαβεν έν έαυτω πάντα τά ιδιαίτερα ελληνικά φύλα» (σελ. 142), ενώ για τους Φρύγες εκφέρει την πολύ σημαντική άποψη ότι, χάρη σ ’ αυ­ τούς επιτεύχθηκε η καταλλαγή των αντιθέσεων ανάμεσα στην ελ­ ληνική δύση και στη σημητική ανατολή, και ότι χωρίς αυτούς θα ήταν αδύνατη η αποτελεσματικότητα των εκστρατειών του Αλε­ ξάνδρου (σελ. 65 κ.ε.). Και βέβαια, εξετάζει τις επιμέρους φυλετι­ κές οριοθετήσεις και τη σχέση τους με τους Πελασγούς, όπω ς τους Ημαθείς, τους Ορέστες, τους Βοττιαίους, τους Ελυμιώτες, τους Π ελάγονες, τους Λυγκηστές, τους Π ερραιβούς, τους Βισάλτες, τους Θ ράκες ακόμα, πελασγικό προελληνικό φύλο (σελ. 31-46). Κι ακόμα, σχετικά με τους Φρύγες, τη συγγένειά τους με τους Τρώες (και οι Τρώες ήταν Ελληνικό φύλο και οι Π αίονες ήταν απόγονοι των τρωικών Τεύκρων), όπου το βορειότερο όριό τους ήταν ο Ί στρος (οι Παννόνιοι της ρωμαϊκής εποχής δεν ήταν παρά απόγονοι των Φρυγών), ενώ το νοτιότερο ήταν ο Θ εσσαλικός Πηνειός και η Ημαθία η νοτιότερη έδρα τους (σελ. 71-75).

Σ

ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΩ υπεύθυνες με­ ταφράσεις Ιταλικών. Τηλ. 68.78.720. Κα Σπανού.


56/επιλογή Το ίδιο κατηγορηματικός είναι ο συγγραφέας και στην εξέταση μιας άλλης φυλετικής ομάδας, των θυννικών Θ ρακών, που δεν εί­ ναι παρά οι Η δωνοί της ελληνικής μυθολογίας, αλλά και συνάμα ιστορική ονομασία του πληθυσμού εκείνου που κατέκλυσε κάποτε τη Χ αλκιδική (σελ. 79 κ.ε.) και που η συνάφειά του με τα ελληνικά έθνη των Οδρυσών, των Σιντών και των Κικόνων είχε ω ς αποτέλε­ σμα έναν αποκαθαρτικό εξελληνισμό, πράγμα που αμφισβήτησε ο Μύλλερ, ωστόσο ο Ά β ε λ αντικρούει τον ισχυρισμό του με μιαν α­ ποστομωτικήν απάντηση: «’Αντί δηλαδή», λέει, «ώς συνήθως οί Θράκες νά γείνωσιν 'Έ λληνες, ά π’ έναντίας ένταΰθα εξηγούνται οί Π ελασγοί κ αί "Ελληνες ώ ς άρχικώ ς Σκύθαι, όπερ Έ λ λ η νί τινι τής Περικλείου έποχής δέν θά ήτο πολύ άρεστότερον ή όσον, έάν τίς μεταβάλη έν τοΐς καθ’ ημάς χρόνοις τούς άνθρώπους εις ήμέρους πιθήκους» (σελ. 84). Η ελληνική υπόσταση της φυλετικής αυτής ο­ μάδας, που είχε άμεση συνάφεια με τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μ ικράς Ασίας εξηγείται με επάρκεια και με γνώση των επιμέρους πολιτιστικών στοιχείων, που συγκροτούν τη συμβολή του φύ­ λου στην όλη εξημέρωση της περιοχής. Και, τέλος, εξετάζει τη φυ­ λετική ομάδα των Ιλλυριών (σ. 97 κ.ε.), που η καταγωγή τους απετέλεσε αντικείμενο πολλών θεωριών, ωστόσο ο Ά β ε λ υπογραμμί­ ζει: «δέν δυνάμεθα», λέει, «όριστικώς νά συμπεράνωμεν ότι αύτοί ήσαν έντελώς μή έλληνικόν έθνος» (σελ. 98). Αυτό το ορεινό φύλο, που είχε έρθει σε συνάφεια με την πελασγική φυλή, οπωσδήποτε ε­ πηρεάστηκε απ’ αυτήν και στις επεκτάσεις του, βέβαια, έφτασε στην Ή πειρο, που ήταν από τους πανάρχαιους χρόνους πελασγική και που το ελληνικό στοιχείο με την ηγεμονία των Μολοσσών αντιστάθηκε στην κατάκτησή της. Και αργότερα, με τις ελληνικές α­ ποικίες στην Ιλλυρία της Επιδάμνου, της Α πολλωνίας και άλλων, το ελληνικό στοιχείο «έπέδωκε» στην περιοχή, ωστόσο άφησε χω ­ ρίς πολιτιστικήν επιρροή τους Ιλλυριούς, που έφτασαν στον κολοφώνα της δύναμής τους όταν η Μ ακεδονία κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους (σελ. 104). εξέταση όλων αυτών των θεμάτων, που έχουν σχέση με τη φυ­ λετική σύσταση των πληθυσμών, που κατάκτησαν κατά και­ ρούς τη Μ ακεδονία, έναν σκοπό έχει: να πληροφορήσει, μέσ’ από τις πρω ταρχικές πηγές και μαρτυρίες, μέσ’ από τις μυθολογικές διερμηνεύσεις και τις γλω σσικές κοινότητες ενός βαθιού υποστρώ­ ματος, μέσ’ από την αυτογενή ονοματοθεσία, πω ς όλοι αυτοί οι πληθυσμοί δεν έχουν καμιά σχέση με τους Ιλλυριούς και πω ς στην προελληνική τους υπόσταση δέχθηκαν αναπόφευκτα αλλοιώσεις και επιδράσεις και επέδω καν αντίστοιχα και αυτοί επιδράσεις και επιρροές. Έ τσ ι, γεννάται από μόνο του το ερώτημα για κείνους που ιδιοποιούνται την καταγωγή τους ω ς μακεδονική: ποια ήταν εκείνη η φυλετική ομάδα, μέσ’ απ’ αυτό το πλήθος, που οικειοποιείται την αφετηρία των Μ ακεδόνων; Αν υπάρχει έστω και μια στοιχειώδης σοβαρότητα στην αντιμετώπιση του θέματος, τότε θα πρέπει να προσδιοριστεί το ελάχιστο ποσοστό συμμετοχής σε μια φυλετική προέλευση. Ο Ά β ελ, με τον τρόπο του, αποδεικνύει το αδύνατο μιας τέτοιας παραδοχής και θα ήταν αφελής εκείνος που θα πίστευε σε μιαν αόριστη και γενικήν αφετηρία, που δεν κάνει άλλο παρά να παραχαράσσει την αυταπόδεικτη αλήθεια. Και είναι γεγονός ότι αυτές οι φυλετικές απομονώσεις, τόσο ευ­ κρινείς στο πεδίο των διερευνήσεων, άποκλείουν μια γενική θεώ­ ρηση του φυλετικού προβλήματος που ενέχεται στη λειτουργικότητά τους. Εκείνο, λοιπόν, που μένει είναι η εξέταση της καταγωγής των Μ ακεδόνων - κι αυτό καταλαμβάνει το τρίτο μέρος της ερ­ γασίας και γίνεται με τρόπο ασφαλή και εποπτικό των ιστορικών

Η

ΣΑΛΜ ΑΝ ΛΗ X. ΑΘ Α­ ΝΑΣΙΟ Υ - ΜΠΙΤΣΙΑΝΗ Π. ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής. Θεσσαλονί­ κη, Βάνιας, 1992. Σελ. 604. Πάντα μια νέα συνθετική και σο­ βαρή πρόταση για την εξέταση και τη διδασκαλία της σύνταξης της α.ε. είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη και μάλιστα σήμερα που οι συγκυρίες όλο και περισσότερο απειλούν τον ήδη ευαίσθητο χώρο των κλασικών σπουδών. Οι συγγραφείς-φιλόλογοι Αθ. Σαλμανλής και Αντ. Μπιτσιάνης ερ­ γάστηκαν για το Συντακτικό της Αρχαίας Ελληνικής έχοντας αξιόλο­ γη θεωρητική κατάρτιση και γνώση των πρακτικών δυσκολιών που συ­ νεπάγεται η διδασκαλία της α.ε. Οι δύο αυτές συνθήκες προβάλλονται στον διττό χαρακτήρα του βιβλίου, που αποτελεί και το κύριο πλεονέ­ κτημά του. Από τη μια επιχειρείται η θεωρητική ερμηνεία των μηχανι­ σμών και των λειτουργιών της γλώσσας κι απο την άλλη προσεγ­ γίζεται ο τρόπος με τον οποίο πραγματώνεται η γλώσσα, η συγκε­ κριμένη δηλ. χρήση της. Όπως εύ­ στοχα άλλωστε σημειώνεται στον πρόλογο, η πρωτοτυπία στο βιβλίο


επιλογη/57 πηγών και μαρτυριών: οι Μ ακεδόνες δεν ήταν παρά ελληνικό φύ­ λο, που κατέκτησε, ξεκινημένο από το Ά ρ γ ο ς (επομένως δωρικό) τη μακεδονική χώρα (σελ. 110). Μ εσ’ από τις αρχαίες πηγές, μέσ’ από το λόγο των ιστορικώ ν (Η ροδότου, Θουκυδίδη και των νεοτέρων, Δίωνος του Χρυσοστόμου, Διοδώρου, Α ππιανού, Αρριανού), μέσ’ από το. λόγο των ποιητών (Ευριπίδη),2 μέσ’ από το λόγο περι­ ηγητών και γεωγράφων (Π αυσανία, Στράβω να), αλλά κυρίως μέσ’ από το κοινό έδαφ ος των μύθων και των μυθολογικών επεκτάσε­ ων, απλωμένο σ ’ όλη την επιφάνεια του ιστορικού ελληνικού χώ ­ ρου, μέσ’ από τη γλώ σσα κα ι τη θρησκεία, την ονοματοθεσία και την κοινή χρήση λατρευτικών εθίμων και τελετουργικώ ν εκδηλώ ­ σεων, μέσ’ από την τέχνη ακόμα, καταδεικνύει την ελληνική κ α ­ ταγωγή εκείνων, που ω ς Έ λ λ ηνες έπαιξαν τον παγκόσμιο ρόλο τους όταν ήρθε η ώρα της αλήθειας τους, όπω ς οι Αθηναίοι διαδρα­ μάτισαν πρωτύτερα το οικουμενικό πρόσω πο της μοναδικής του πολιτιστικής άνθισης. «Π αραδεχόμενοι τούς Μ ακεδόνας», λέει ο Ά β ε λ , «ώς άρχικώ ς μή έλληνικόν έθνος, περιερχόμεθα εις θαυμα­ σμόν, ϊνα έννοήσωμεν τόν τόσ φ ταχύν κα ί όλοσχερή έξελληνισμόν αύτών. 'Η ιστορία δέν παρέχει ήμΐν ούδεμίαν πρόχειρον έξήγησιν τούτου, διότι ούτε ή επιρροή των έλληνικών άποικιώ ν, ούτε αί σπουδαί ενός βασιλέως έξαρκοΰσι πρός τούτο» (σελ. 135). Οι αλή­ θειες είναι απλές, ωστόσο οι άνθρωποι συχνά αδυνατούν αυτό το απλό να το κατανοήσουν. Και, φυσικά, δεν το κατανοούν, όταν υ­ πάρχει πρόθεση αυτή η αλήθεια να αλλοιωθεί. Γι’ αυτό ο Ά β ε λ , σε κάποια στιγμή, αδυνατεί να καταλάβει τη συλλογιστική εκείνων, που δε βλέπουν αυτή την απλή αλήθεια: «έθνος τι», λέει, «άνευ πνευματικών άρχών καί άνευ ήθικής ισχύος άνέχεται ίσω ς τήν κατάλυσιν τής έθνικότητός του, τούτο όμω ς νά δεχθώμεν περί τού έ­ θνους έκείνου όπερ ύπό έναν Α λ έξα νδ ρ ο ν κατέκτησε τόν κόσμον, θά ήτο παραλογισμός. Διά τούτο λοιπόν εκφέρω τούτο ούχί ώ ς ύπόθεσιν, ά λλ’ ώ ς σαφεστάτην ιστορικήν άλήθειαν: ότι οί Μ ακεδό­ νες ήσαν "Ελληνες» (σελ. 142). Αυτή η οριστική έκφραση περιέχει μια μοναδική μαρτυρία για τον ιστορικό, που, μέσ’ από τον δαιδαλώδη δρόμο της επιστημονι­ κής έρευνας, μέσ’ από τη λογική των αλληλοδιαδόχω ν ιστορικώ ν στοιχείων κα ι τη διασκεπτική συνέπεια της αποδεικτικής δ ιαδικ α­ σίας οδηγείται σ’ αυτόν τον συναισθηματικό κραδασμό - αποτέ­ λεσμα και αιτία συνάμα αυτής της εργασίας. Και, φυσικά, ένα από τα ασφαλέστερα αποδεικτικά στοιχεία, που κατακυρώνουν και την ενότητα τη φυλετική, είναι η γλώ σσα, που, όπω ς αποδεικνύεται για τους Μ ακεδόνες, δεν ήταν παρά μια μορφή της δω ρικής διαλέκτου, ένα ιδίωμα ελληνικό, που αν δέχτηκε κά ποιες εισροές ξένων στοιχείων, αυτό όχι μόνο δεν αλλοιώνει το χαρακ τήρα της, αλλά αποδεικνύει τη ζωντανή της λειτουργικότητα.3 Έ τσ ι, ο ιστο­ ρικός φτάνει στο συμπέρασμα: «"Α μα δέ άκριβέστερον προέλθωμεν εις τήν έρευναν τής μακεδονικής γλώ σσης, τότε δέν έρωτάται πλέον, εΐ έλληνική ή μή έλληνική, άλλά ποία έλληνική διάλεκτος έλαλεΐτο;» (σελ. 136).4 Κι εδώ έχουμε να διαπιστώσουμε γι’ άλλη μια φορά εκείνο που για πολλούς ξένους είναι ίσως ακατανόητο: πω ς τα ελληνικά γλω σσ ικά ιδιώ ματα (σ’ όλη τη διάρκεια του ιστο­ ρικού βίου του ελληνισμού) είναι τόσα πολλά, ώ στε συχνά να βρί­ σ κεται κανείς σε αμηχανία να κατανοήσει τα εκφερόμενα. Έ ν α ν Ρουμελιώτη δύσκολα τον καταλαβαίνει ένας νησιώτης, έναν Μωραΐτη δύσκολα τον παρακολουθεί ένας Η πειρώ της, ένας Μ ανιάτης δύσκολα κατανοείται από έναν Επτανήσιο και, φυσικά, ένας Π ό­ ντιος ή ένας Τ σά κω νας από πολλούς άλλους Έ λληνες. Κι αυτό δε συμβαίνει μόνο ανάμεσα στα μεγάλα γεωγραφικά διαμερίσματα, αλλά και στις μικρότερες κοινοτικές ενότητες. Είναι η εναλλαγή

αυτό πρέπει ν' αναζητηθεί στη μέ­ θοδο παρουσίασης των συντακτι­ κών φαινομένων και στη συστηματοποίηση της γνώσης. Διαπιστώνει κανείς τη μεθοδικότητα, τη συνέπεια και την επιστημονικότητα της μελέτης στους σα­ φείς σκοπούς της, στη σύνθεσή της και στο περιεχόμενό της. Οι συγ­ γραφείς εξετάζουν την α.ε. δηλώ­ νοντας συνεχώς τη διαλεκτική σχέ­ ση μέρους και όλου, προβάλλοντας δηλ. μέσα από τη συστηματική ανά­ λυση του γλωσσικού φαινομένου το Λόγο με τον οποίο είναι αξεδιά­ λυτα δεμένο. Η πρωτοτυπία της σύνθεσης του βιβλίου φανερώνεται ήδη από τη γενική διάρθρωσή του. Χωρίζεται σε πέντε (5) βασικά μέρη κι όπου εί­ ναι απαραίτητο για τη λειτουργικό­ τερη παρουσίαση της ύλης, τα μέρη διαιρούνται σε κεφάλαια. Με παρα­ γωγικό τρόπο, ξεκινώντας από το Λόγο και τα συστατικά του και μέσα από την πορεία των πέντε (5) με­ ρών και δεκαοχτώ (18) κεφαλαίων, εξετάζονται η Πρόταση, οι Προσ­ διορισμοί, οι Πτώσεις, οι Επιρρημα­ τ ικοί προσδιορισμοί, η Λειτουργία του Ρήματος, οι Χρόνοι, οι Εγκλίσεις και οι Ο νοματικοί Τύποι του, η Σύν­ δεση των Προτάσεων, ο Ερωτηματι­ κός Λόγος, η Υπρτακτική Σύνδεση, ο Πλάγιος Λόγος, τα Μόρια, η Αυ­ τοπάθεια και τα Σχήματα Λόγου με


58/επιλογη και η ποικιλία του εδάφους, οι διαφορετικές κλιμα τικές συνθήκες, ο πλούσιος κάθετος και ο πλουσιότερος οριζόντιος διαμελισμός, που καθιστούν ευεξήγητες αυτές τις ιδιω ματικές γλω σσικές εκφο­ ρές, που ωστόσο επανθούν πάνω στο κοινό π ολιτιστικό κ α ι φυλετι­ κό υπόστρωμα. Έ τσ ι, λοιπόν, και η μακεδονική διάλεκ τος δεν ή­ ταν παρά μια μορφή αυτού του φαινομένου. Και είναι, φυσικά, ο­ λωσδιόλου κοινός τό π ο ς ν ’ αναφερθεί κανείς στη θεραπεία των Μ ακεδόνων, λέγοντας ότι ήταν η ίδια με της υπόλοιπης Ελλάδας - τα αρχαιολογικά ευρήματα των τελευταίων χρόνων το αποδεικνύουν περίτρανα, ό πω ς αποδεικνύουν και τόσα άλλα ακόμα, εί­ ναι η λαλούσα ψυχή του κόσμου αυτού. Για την πολιτική κατάσταση της Μ ακεδονίας ο Ά β ε λ επισημαί­ νει πω ς η βασιλεία, που επικρατούσε ω ς σύστημα διακυβέρνησης, δεν ήταν π α ρά η μορφή πολιτεύματος που είχε καθιερωθεί ω ς τους μεταγενέστερους χρόνους στη Σπάρτη και σ τους Μ ολοσσούς (σελ. 143), με κά ποιαν αλλοιωμένη μορφή στη Θ εσσαλία (μην ξεχνάμε πω ς και στην Αθήνα την ίδια, με τους προχωρημένους δημ οκρατι­ κούς θεσμούς, υπήρχε κα ι ο θεσμός του «αρχοντος βασιλέως», βέ­ βαια, ως όρος ψιλός, ωστόσο θύμιζε σ τον δημοκρατικό κόσμο την πρω ταρχική μορφή έξουσίας). Δεν είναι λοιπόν περίεργο, που σε αντίθεση με τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο, οι Μ ακεδόνες είχαν διαφυλάξει τη βασιλεία και μάλιστα τη διαδοχική, ω ς σύστημα, καθώς η δωρική καταγωγή είχε ω ς «συμπεφυκός αίσθημα» την α­ μετάβλητη διατήρηση της αρχαία ς πολιτικής κα τάστασης. Ό λ ’ αυτά τα στοιχεία, που συγκροτούν μιαν επιβλητική επιχει­ ρηματολογία, αποδεικτική της ελληνικότητας των Μ ακεδόνων, δεν είναι παρά η εισαγωγή στην καθαυτό αρχαία ιστορία της Μα­ κεδονίας, που ο Ά β ε λ αφηγείται στο υπόλοιπο μέρος του βιβλίου του (και τη διαιρεί σε τρεις περιόδους: από την ίδρυση του μακεδο­ νικού κράτους ω ς τους Π ερσικούς πολέμους, σελ. 161-173, από τους Περσικούς πολέμους ω ς το θάνατο του βασιλιά Α ρχελάου [498-399], σελ. 173-234 και από το θάνατο του Α ρχελάου ως την α­ νάρρηση στο θρόνο του Φ ιλίππου [399-360], σελ. 234-288). Η εξιστόρηση αυτή είναι απαραίτητη, όχι μόνο, γιατί αυτή είναι η κ α ­ θαυτό ιστορική ύλη του βιβλίου, αλλά γιατί, πέρ’ από τις αποδεί­ ξεις που έχουν έναν οιονεί σ τατικό χαρ ακτήρα, η ιστορική ροή και εξέλιξη δίνει, μέσ’ από τη δυναμική της, την ασφαλέστερη στήριξη για το ζητούμενο. Η δράση και η συμπεριφορά των ιστορικώ ν προ­ σώπων και ομάδων, εθνών κα ι φυλών, οι αντιμετω πίσεις τους και οι σχέσεις τους, οι δ ιαπολιτικές και διανθρώ πινες καταστάσεις, οι διασυμμαχικές αποφάσεις και οι εχθρικές ενέργειες, οι πόλεμοι και οι μάχες, οι κατακτήσ εις και υποταγές, όλο αυτό το πλέγμα που συνιστά το ιστορικό γεγονός, είναι εντέλει ο αναμφισβήτητος δρόμος που οδηγεί στη φυλετική σύσταση ενός λαού ή ενός έθνους. Ά β ε λ έτσι, ξεκινά την ιστορία της Μ ακεδονίας από την αρ­ χή, από την ίδρυση του κράτους, που η πρω ταρχική εδαφική του υπόσταση ήταν η Η μαθία και οι Αιγές η πρώτη πρωτεύουσά του.5 Ο πρώ τος κλονισμός της Η μαθίας έγινε ό ταν ο πελασγικός κόσ μος αναστατώθηκε από τη μετανάστευση των Φρυγών, πριν α­ πό τα Τρωικά, οπότε «δΓ αίώ νος τό ειρηνικόν κράτος τού Μίδου είχε τό κέντρον του εις τούς πρόποδας τού Βερμίου» (σελ. 161). Μ ετά τα Τρωικά ακολούθησε η θύελλα των Θ ρακικώ ν φύλων και τότε εξελάστηκαν οι Φρύγες από τους Βοττιαίους. Ο πρώ τος Μακεδόνας βασιλιάς, ο Π ερδίκ κας, κατέκτησε τη χώ ρα την 7η εκ α ­ τονταετία και ακολούθησε μια γενεαλογική διαδοχή: Αργαίος, Φί­ λ ιππος Α ', Α έροπος, Α λκέτας, Α μύντας Α ' (Η ρόδοτος, VIII 139). Οι κα τακτήσ εις των Μ ακεδόνω ν συνεχίστηκαν, πόλεμοι με γείτο-

Ο

τρόπο συστηματικό, εξαντλητικό κι εύληπτο. Στα’ θετικά του βιβλίου καταχωρί­ ζεται και η τυπική διαίρεση όλων των κεφαλαίων σ’ εφτά (7) μέρη με τα οποία πετυχαίνεται: α) η συστη­ ματική παρουσίαση του φαινομέ­ νου που συνοδεύεται από ικανό σε ποσότητα και ποιότητα υποστηρι­ κτικό υλικό, 6) η συσχέτισή του με αντίστοιχο φαινόμενο της ν.ε. και γ> η εμπέδωση της αποκτημένης γνώ­ σης με πολλές, έξυπνες και πρωτό­ τυπες ασκήσεις. Η φιλόδοξη αυτή «εφταμερής» διάρθρωση του κάθε κεφαλαίου υπογραμμίζει τη δυναμι­ κή της γλώσσας μας στην αδιάλει­ πτη εξέλιξή της ανά τους αιώνες και συγχρόνως λειτουργεί αποτελε­ σματικά για τη διδασκαλία της. Έ­ τσι ο θεωρητικός λόγος ζυγιάζεται ισόρροπα με την πρακτική άσκηση και τους τρόπους χρήσης της γλώσ­ σας· η σχολαστική συστηματική α­ νάλυση της γλώσσας με το Λόγο. Στις 604 σελίδες του νέου αυτού πολύτιμου αποκτήματος, οι συγ­ γραφείς με επιστημοσύνη και μερά­ κι, ευθύνη κι ευγένεια εξετάζουν την α.ε. πολύπλευρα, χαρίζοντάς μας χρησιμότατο εργαλείο προσέγ­ γισής της. Χωρίς να θυσιάζεται στο ελάχιστο η ακρίβεια και η συνέπεια του επιστημονικού λόγου, με σω­ στούς τεχνικούς όρους (επιτρέποντος του δαίμονος) μας έδωσαν ένα βιβλίο ψυχής που κερδίζει τον ανα­ γνώστη και βοηθά ουσιαστικά το μελετητή της α.ε. οποιοσδήποτε βαθμίδας.

ΠΗΝΕΛΟΠΗ ΤΖΙΩΚΑ


επιλογη/59 νες έλαβαν χώρα (με τους Εορδούς, τους Βοττιαίους, τους Ά λ μ ω πες, τους Ηδωνούς) Kat ακολούθησαν πόλεμοι πρ ο ς τους Λυγκησ τές και τους Ιλλυριούς (σελ. 170). Ύ σ τερα, οι Π έρσες, στην προσπάθειά τους να επεκτείνουν την κυριαρχία τους στην Ευρώπη, α­ ποπειραθηκαν την κα τάκτησ η της Μ ακεδονίας, κι εδώ τελειώνει, για τον ιστορικό, η πρώτη περίοδος, που χαρακτηρίζεται από α­ στάθεια αλλά και διεύρυνση του κατακτημένου εδαφικού χώρου. Η δεύτερη περίοδος αρχίζει από τον Α λέξανδρο τον Α' (498-454), που είχε τη βαριά μοίρα να δεχθεί τον περσικό ζυγό, αλ­ λά και να προειδοποιήσει με τον τρόπο του τους άλλους Έ λληνες για την επικείμενη εισβολή του περσικού στρατού, κα τά πω ς ιστο­ ρεί ο Η ρόδοτος (VIII 139-144), γιατί αυτός, λέει ο ιστορικός, ήταν «άνήρ Έ λ λ η ν , Μ ακεδόνων ύπαρχος» (V 20). Ύ σ τερ ’ από το τέλος των Π ερσικών πολέμων άρχισε η προσπάθεια αγκίστρω σης της Α ­ θήνας στη Μ ακεδονία και επακολούθησαν τα γνω στά, τα σχετικά με τον πελοποννησιακό πόλεμο. Η περίοδος τελειώνει με τον Αρ­ χέλαο, το βασιλιά που μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους στην Π έλλα, καθιέρωσε αγώνες στο Δίον, συμμετείχε (όπω ς και ο Αλέ­ ξανδρος εξάλλου) στους Ο λυμπιακούς αγώνες και μετεκάλεσε α­ πό τη ρημαγμένη από τον πόλεμο Αθήνα τους σημαντικότερους πνευματικούς δημιουργούς, τον Ε υριπίδη,6 τον Α γάθωνα, τον Τι­ μόθεο, το Χοιρίλο, διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον Π λάτω να και εντέλει προσέδωσε στη χώ ρα μια πολιτιστική διάσταση, που τη στερούνταν προηγουμένως. Με λεπτομέρειες ο ισ τορικός διαπραγματεύεται τα γεγονότα της τρίτης περιόδου από το θάνατο του Α ρχελάου ω ς την ανάρρηση του Φιλίππου Β' και επισημαίνει την επιρροή, μέσα στην περίοδο αυτή του λυγκηστικού ηγεμονικού οίκου, που δεν ήταν κι αυτός παρά ένα πα ρ ακλάδι της δω ρικής φ υλετικής ομάδας, κα τά τη μαρτυρία του Στράβω να (7,326).7 Ό μ ω ς , τώρα, τα πρά γμ ατα για τη Μ ακεδονία δεν έβαιναν καθόλου καλά, και μέσα σ ’ εκείνη τη δυσχείμερη περίοδο σωτήρας της πα τρίδας του φανερώθηκε, ως deus ex machina, ο Φ ίλιππος, ο καθαυτό ιδρυτής της μακεδονικής πολιτείας (σελ. 266). Ο βίαιος θάνατός του στέρησε το κρ άτος από έναν αδιαμφισβήτητα ιδιοφυή ηγεμόνα, ωστόσο το επιβλητικό α­ νάστημα του Α λεξάνδρου άνοιξε το δρόμο για τον οικουμενικό ρό­ λο της Μ ακεδονίας στα αμέσω ς επόμενα χρόνια, αφού είχε τόσους αιώνες πριν ετοιμαστεί γ ι’ αυτό - και η τελεολογική άποψη του Ά β ε λ βρίσκει εδώ τη δικαίω σή της. Η μορφή του δεσπόζει στο παγκόσμιο ιστορικό στερέωμα και δείχνει, γι’ άλλη μια φορά, την επιτέλεση του οικουμενικού προορισμού του ελληνικού πνεύμα­ τος. Με τον Α λέξανδρο ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική γλώ σσα έγιναν διεθνείς και στην ελληνική διαδόθηκε στα έθνη η νέα θρησκεία με τον Π αύλο και επηρέασε την ανθρωπότητα με το βαθύ και πολύτιμο περιεχόμενό της. Κι αν η Ρώμη τελικά υπέταξε την αυτοκρατορία του Α λεξάνδρου, ωστόσο, όπω ς διαπιστώνει κα ταλή γοντας ο ιστορικός (και μαζί του κι εμείς), «μόνον τό άθάνατον μέρος τού έλληνικοϋ έθνους, τούτέστιν ή έπιστήμη καί ή τέ­ χνη έμεινεν άήττητον καί έπανηγύρισε τόν θρίαμβόν του έπί τω ν νι­ κητών» (σελ. 288). ην πραγματεία του Γερμανού ιστορικού μετέφρασε στην ελλη­ νική ο Μ αργαρίτης Δ ήμιτσας, λόγιος Μ ακεδόνας από το Μο­ ναστήρι, που κι άλλες εργασίες, πρω τότυπες, έχει γράψει σχετικά με την ιδιαίτερη πατρίδα του και συνέβαλε κα τά πολύ στην προώ­ θηση των συναφών θεμάτων σε μιαν εποχή, που το μακεδονικό, ω ς μία από τις φάσεις του ανατολικού ζητήματος, απαιτούσε μια σύ­ ντομη και ενδελεχή στήριξη. Η γλώ σσα του βέβαια είναι αρχαϊκή,

Τ

ΔΑΚΤΥΑΟΓΡΑΦΗΣΗ με P.C. Επεξεργασία κειμένου (Word Perfect). Εκτύπω ση Laser Pri­ nter. Τηλ. 9916142 και 9936763. Κα Κουτροκόη.


60/επιλογη μιμείται εν πολλοίς εκείνην των μεταγενεστέρων ιστορικών, ωστό­ σο είναι γοητευτική μέσα στην πυκνότητα και την οριστικότητά της, η επισύνθεση των μελών της γίνεται με την αυτοτέλεια του καθαρεύοντος γραπτού νεοελληνικού λόγου κι αυτό δεν είναι καθό­ λου ασήμαντο. Και η προσπάθεια του αποβαίνει ιδιαίτερα βαρύνουσα στις μέρες μας (έτσι η ανατύπωση του έργου είναι καίρια), όπου και πάλι η Μ ακεδονία γίνεται αντικείμενο ιδιοποίησης από άσχετους και παρείσακτους Σλάβους, που δεν έχουν καμιάν ιστο­ ρική συνάφεια με το μακεδονικό γένος. Γιατί δεν μπορείς να ισχυ­ ρίζεσαι (και να είσαι) την ίδια στιγμή και τούτο και κείνο. Και είναι αξιοθρήνητοι οι λαοί και τα έθνη, οι πολιτείες και οι κρατικές υπο­ στάσεις που έχουν ανάγκη, για να σταθούν και να επιβεβαιωθούν, την οικειοποίηση μιας ξένης γΓ αυτούς (από κάθε άποψη) πολιτι­ στικής και ιστορικής κληρονομιάς, γιατί αργά ή γρήγορα θα ορθω­ θούν μπροστά τους τα αδιέξοδα που η ίδια τους η συμπεριφορά αυ­ τή ορθώνει αναπόφευκτα και νομοτελειακά. Κι αν όλ’ αυτά δεν υ­ πηρετούν παρά κάποια μικρά ή μεγάλα συμφέροντα, ένα περισσό­ τερο αποδεικνύουν την αδυναμία πολιτιστικής και ιστορικής βα­ ρύτητας και την ανυπαρξία μιας αυτοτέλειας στο ιστορικό και στο πνευματικό πεδίο, μέσα σ’ έναν κόσμο που δεν έχει ανάγκη από παραχαράξεις και ιδιοποιήσεις αλλοτρίων, από εθνικισμούς και ε­ πεκτατικές βλέψεις, που αναβιώνουν ένα θλιβερό παρελθόν, αλλά από μια φωτεινή προοπτική, που θα εξασφαλίσει στους λαούς μιαν ευτυχή συνύπαρξη και μιαν ευδαιμονία που όλοι ποθούν. Για μας, για τους Έ λληνες, που είμαστε από φυσικού μας, οι λι­ γότερο σωβινιστές α π’ όλους όσοι μας τριγυρίζουν, κοντά ή μα­ κριά μας, αυτή η προοπτική περνά μέσ’ από την αυτογνωσία και την εμβάθυνση και αξιοποίηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, που ο οικουμενικός της χαρακτήρας είναι δεδομένος. Και τότε μό­ νο θα συμβάλουμε ξανά στην πρόοδο και την πνευματικήν ευημε­ ρία του κόσμου μας. ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ Σημειώσεις 1. Βλ. για παράδειγμα στο «Ιστορικό υπόμνημα για τη νήσο Χίο» του Fustel de Coulanges (μτφρ. Κ. Χωρεάνθη, Αθήνα 1977, σελ. 39): «Αυτό που στην αρχαία Ελ­ λάδα συνετέλεσε να έχει κάθε πόλη μιαν αξιόλογη ιστορία, είναι ότι κάθε πόλη έχει σχεδόν έναν ξεχωριστό χαρακτήρα. Η Ελλάδα είναι ο τόπος της εναλλαγής και του διαμελισμού· όταν τη διασχίζει κανείς, έχει την εντύπωση πως διασχίζει είκοσι διαφορετικές χώρες· οι άνθρωποι ποικίλλουν εδώ περισσότερο από τη φύση. Ο χα­ ρακτήρας, οι επιδεξιότητες, τα ήθη ακόμα, όλα αλλάζουν από την ώρα που θα πε­ ράσετε ένα πορθμό ή θα πηδήσετε ένα ρυάκι». Βλ. ακόμα, J.B. Bury, «Ιστορία της Ελλάδας ως το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου»: «Τα παράλια και οι πεδιάδες, ot κόλποι και τα νησιά της Ελλάδας θα γίνουν οικεία στον αναγνώστη κατά την εξέλιξη της ιστορίας, και δε χρειάζεται να επιχειρήσουμε εδώ λεπτομερείς περι­ γραφές. Είναι όμως χρήσιμο, στο ξεκίνημά μας, να κατανοήσουμε κάποια γενικά χαρακτηριστικά τα οποία συνέβαλαν στο να γίνει η ιστορία της Ελλάδας έτσι ό­ πως την ξέρουμε, και έτσι όπως δε θα μπορούσε να είναι με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Ο χαρακτήρας της ιστορίας των Ελλήνων είναι τόσο στενά δεμένος με το χαρακτήρα του τόπου τους, ώστε δε γίνεται να τον συλλάβουμε ξέχωρα από τις θάλασσες και την ηπειρωτική χώρα τους». (Η μετάφραση του αποσπάσματος από τη Μ.Χ. έγινε από την έκδοση του 1916, σελ. 1). 2. Ο Ευριπίδης έγραψε για χάρη του Μακεδόνα βασιλιά το έργο «Αρχέλαος», από το οποίο σώζονται αρκετά αποσπάσματα. Παραθέτω εδώ ένα χαρακτηριστικό για το θέμα μας (230Ν): Δαναός ό πεντήκοντα θυγατέρων πατήρ Νείλου λιπών κάλλιστον έκ γαίας ύδωρ, ός έκ μελαμβρότοιο πληροΰται 'ροάς ΑΙΘιοπίδος γης, ήνίκ’ άν τακή χιών τέθριππ’ έχοντος ήλιου κατά χθόνα, έλθών ές Άργος ώκισ' Ινάχου πάλιν Πελασγιώτας δ’ ώνομασμένους τό πριν

πολιτική

ΣΩΤΗΡΗ ΒΑΛΝΤΕΝ: Ελλάδα-Γιουγκοσλαβία. Γέννηση και εξέλιξη μιας κρίσης. Αθήνα, Θεμέλιο, 1991. Σελ. 142. Οι ιστορικές εξελίξεις στην πρώην Αν. Ευρώπη, το τέλος,της ψυχρο­ πολεμικής περιόδου κι ο εμφύλιος στη Γιουγκοσλαβία έφεραν πάλι στο προσκήνιο τις σχέσεις της χώ­ ρας μας με τους Βόρειους γειτόνους μας, σχέσεις που θα πρέπει να προ­ βληματίσουν ιδιαίτερα την εξωτερι­ κή μας πολιτική. Ο Σωτήρης Βαλντέν στη μελέτη του επιχειρεί μια α­ νάλυση της γέννησης και εξέλιξης της ελληνογιουγκοσλαβικής κρίσης των ετών 1961-1962, κρίση που το­ ποθετεί στο ευρύτερο Βαλκανικό πλαίσιο της περιόδου. Η επίκαιρη και ενδιαφέρουσα εργασία του συγ­ γραφέα περιλαμβάνει επτά κε­ φάλαια. Στο πρώτο αναφέρεται στο χρονι­ κό των διμερών σχέσεων της περιό­ δου 1950-1961, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην υπογραφή των συμ­ φωνιών του 1959. Στο δεύτερο ανα­ λύει τις ανακατατάξεις στα Βαλκά­ νια στις αρχές της δεκαετίας του '60. Στη συνέχεια στα τρία επόμενα κεφάλαια ασχολείται αναλυτικά με την πορεία των ελληνογιουγκοσλαβικών σχέσεων. Στο κεφάλαιο 6 εξετάζει τη στάση της ελληνικής άριστεράς για να ο­ λοκληρώσει τη διεξοδική μελέτη του με το κεφ. 7, όπου αναλύει την περίοδο 1964-65 της κυβέρνησης κέντρου.


επιλογη/61 Δαναούς καλεϊσθαι νόμον έθηκ’ &ν’ 'Ελλάδα. Σε πρόχειρη μετάφραση: Ο Δαναός πατέρας πενήντα θυγατέρων τ ’ όμορφος αφήνοντας νερό της γης του Νείλου, που τις ροές γιομίζει απ’ την Αιθιοπίδα μελανόμορφη χώρα όταν το χιόνι λιώσει καθώς του ήλιου τα τέθριππα τη γη κατέχουν, κατοίκισε στην πόλη του Ινάχου, στο Αργος· κι αυτούς που πριν ονόμαζαν Πελασγιώτες Δαναούς να λεν όρισε νόμο στην Ελλάδα. Τα δράματα «Τήμενος» και «Τημενίδαι» (από τα οποία επίσης σώζονται κάποια αποσπάσματα, 728-741Ν και 742-751Ν) αποτελούσαν με τον «Αρχέλαο» μια τρι­ λογία που η υπόθεσή της ήταν δανεισμένη από το μύθο της επιστροφής των Ηρακλειδών (βλ. σχετικά, A. Lesky, Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων, Β', Ο Ευριπίδης και το τέλος του είδους, μτφρ. Ν. Χουρμουζιάδη, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα, 1989, σελ. 336 κ.ε.). Τημενίδες ήταν και οι λυγκηστικοί βασιλιάδες, έτσι επεκτείνεται η ηρακλειδική καταγωγή του βασιλικού μακεδονικού οίκου. 3. Το φαινόμενο είναι κοινό σ’ όλες τις γλώσσες και διαλέκτους από την αρχαία επο­ χή ακόμα. Λ.χ. οι λέξεις: Θάλασσα, νήσος, κυβερνώ, θάλαμος, ζέφυρος, λήκυ­ θος, 'ρόδον είναι προελληνικές - και λειτουργούν ακόμα στη γλώσσα μας! Στον Όμηρο υπάρχουν πολλές τέτοιες λέξεις, και, φυσικά, από κει και πέρα πέρασαν στη γραμματεία μας. 4. Όταν λ.χ. ο Πλούταρχος αναφέρει (Άλέξ. 51) ότι ο Αλέξανδρος «άναπηδήσας έβόα Μακεδονιστί καλών τούς ύπασπιστάς», δεν πρέπει να εννοήσουμε παρά πως φώναξε στο μακεδονικό ιδίωμα, με τον ίδιο τρόπο που οι Σπαρτιάτες μιλούσαν «δωριστί», οι Ίωνες «ίαστί» (και οι Αθηναίοι), οι Αιολείς «αίολιστί», οι Χίοι «χιαστί» κ.τ.ό. Δε σημαίνει πως μιλούσαν άλλη γλώσσα! Βλ. ακόμα στον Αρριανό (Άνάβ. 7,12,2): «αύτός δέ έπιμελήσεσθαι ώς έκτρέφοιντο Μακεδονικώς», πράγμα που σημαίνει, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες συνήθειες, τον τρόπο και τα ήθη των Μακεδόνων, όπως ανατρέφονταν «λακωνικώς» τα παιδιά των Σπαρτιατών και, ανά­ λογα με την ιδιαιτερότητά τους, οι νέοι των άλλων ελληνικών πόλεων. 5. Ο Άβελ ακολουθεί για την ετυμολογία της λέξης τον Ησύχιο, που ερμηνεύει: «αί­ γες, τά κύματα- οί Δωριείς». Συγγενικό είναι το λατινικό aqua και το γερμανικό Aach - στην ελληνική η ρίζα αυτή βρίσκεται στις ονομασίες ποταμών: Αχελώος, Αχέρων, Άραχθος, Αξιός. Αλλά βλ. και Αιγαίον, αιγιαλός. Επομένως οι Αιγές ή­ ταν επιθαλάσσια πόλη, που δεν είχε καμιά σχέση με τις μυθικές αίγες, που τάχα, σύμφωνα με το χρησμό ακολούθησε ο Κάρανος (σελ. 131) και ήταν, σύμφωνα με τον Άβελ, εγγύτατα της Εδέσσης, με τα πολλά νερά επίσης. 6. Ο τραγικός έγραψε στη Μακεδονία την τελευταία του τετραλογία από την οποία σώζονται τα δυο δράματα: «Ιφιγένεια ή έν Αύλίδι» και «Βάκχαι», το λαμπρότερο έργο του, που το έγραψε κάτω από την εντύπωση της μακεδονικής φύσης. 7. «οί δέ Λυγκήσται ύπ’ Άρραβαίιρ έγένοντο τού Βακχιαδών γένους δντι- τούτου δ’ ήν θυγατριδή ή Φιλίππου μήτηρ του Άμύντου Εύριδίκη». Η μαρτυρία του γειογράφου και για τους υπόλοιπους πληθυσμούς της Μακεδονικής χώρας είναι αφο­ πλιστική!

ΔΙΑΒΑΖΩ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Κάθε τεύχος κι αφι έρωμα

r^

° ^

Ρ

Λ

Α. Μ ετα ξά : 10681 - Αθη


αφιερώματα ««"a?”"0s srs E n S V n

N° 6

AV'0V ° £ ° v o Θ έοτρ° N ° « * * * £ ! 74*

s..ηϋ„οα«οτ.κός s 5 i s »^ ν«ηηματογΡ°Φος * , rn° ” «ο 5 M,Kpoo»aW- ■ιΕKivnviai„ - ■ N ’'v i a No 76 No 84 s°^ v « ^ rr% r sΝεοελλη^'*® s s & sNos 9f4*r · t

S ^ S S ^ r NO,0° ^ ^ Γ ,οΝ

Κύπρια^

ελλην,Κ06?ραί^αΝ° 1 ΓΡ PV>

SΒυζάντιο ^ rNoS2 1*N o 430 ekmv»*°

n ap p 1A1 φουτουρ'°Ρ*ςΝ ·\Λ4

Γ Κ Ν Ο Ο οΧ ον'ο^ Ν οΙ» Βιβλίο KOI

Β,η

Ρ ολοκαίρι No

νο νΡθ4.ΓοΝοΑ55

S ^ S ss·Μουσΐκη και

Εξ0υοιο Ν

Λ,ανοο0 ρ ε ν ω ^ Τεχνολο ν.εςΝ ° Βιβλίο ^

5

^

mV oo°M o^

^

l ^

o

α

(EJ o

188

NO 489 ν ο 194

S o

po

N

No o

S ”po‘"«i'"“'5,N'>2'‘

, »


σε ΰεματα τηλεόραοΠ Ν° 2^5

Ρ ο Γ ά 21®^ φονΤοαία No 22° , τ00 κ°»νού ΒφΚίο - Η ογ κ

XTp° .m Λογοτέχνη Νέο» * ° Κο,νωνίο * ° ι

"

ος No **> 234

ΕλληνΙ 3β^ ς *α' κε'μεν?4ί No 236

ey * w

° " „ Κογοτεχν»° " 0^0Υ ένε

■No 241

5 ««g£Ei« *«»SSi w *“

48 ε“ „λJ c σ “δια*°πε(’ « ο«ς β 245 ° fΓ 4 “ - * J. . «mo 1<‘ .. . , 2*1 Λ θ ° < “ , ια N o 2 4 6 εκΠοίδεοσηi Nc Ο ροφοΚ οφ .g l0)tiKlA E mo 248

B,pKi°

I

no

250

Τα .K W »*6 V

τα X P '^ ° ‘

ίη κ ε ό ρ ο ο η ^ ; Λ ο γ ο τ ε ^ ^ ς . No 2

KwnpoT°VP

λο,0γρθΦ'α * Νο 270

C“% ”i ^ r o2? u εί,ουοία * ° Π

ξοντΚΠΡ^0

277

Ν


Ισπανικά Εταιρεία Ισπανικώ ν Σπουδών ΜΙΓΚΕΛ ΝΤΕ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ Καποδιστρίου 2, Τηλ. 3628880 • Π ρ ώ το ς κα ι δεύτερος κύκλος (τελ ειο πο ίη σ η τη ς γλώ σσ ας και Ισπ ανόφ ω νος Π ο λιτισ μό ς) • Προετοιμασία για τα διπλώματα D ELE του Υπουργείου Π αιδείας της Ισπανίας (BASICO και SU PERIOR) • Μ εταφ ρασ τικό τμήμ α • Π ρόγραμμα Λ ατινοαμερικανικώ ν Σπουδών • Τ μήμ α π ρ ο φ ο ρ ικ ή ς ά σ κ η σ η ς • Π ο ρ το γα λ ικά Διδάσκουν Ισπανοί καθηγητές πτυχιούχοι ισπανικών πανεπιστημίων Πληροφορίες-εγγραφές: Από 1 Σεπτεμβρίου, πρωί 10.00-1.30, απόγευμα 6.00-9.00 καθημερινά S 36.28.880

Παρακαταθήκη παλαιών τευχών ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΣΟΛΩΝΟΣ 116 - ΑΘΗΝΑ 106 81 - ΤΗΛ.: 3 6 .1 0 .3 6 6 , FAX: 3 6 .2 8 .9 3 8


δελτιο/65

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚ Ο Δελτίο συντάσσεται μ ε την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του ο­ ποίου ευχαριστούμε θερμά. Η ΤΑΞΙΝ Ο Μ Η ΣΗ των β ι­ βλίων γίνεται μ ε βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνική βιβλιογραφία.

* /> Α Γ ς ^ h r λ * g** Π 1Π ΐ \ 1ί ) ν ν V

ΣΕ Κ Α Θ Ε κατηγορία βιβλίω ν προηγούνται αλ­ φαβητικά οι Έλληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι.

δ ε λ

Τ I ο

3 Ιουνίου 16 Ιουνίου 1992

γρα φικό ptimi» ·

292

Επιμέλεια: Έφη Απάκη

Η Κ Α Τ Α Τ Α Ξ Η των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα μ ε το ελληνικό αλφάβητο. ΣΤ Η Ν ΚΑ Τ Η ΓΟ Ρ ΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδιαία έντυπα. ΓΙΑ Τ Η Ν ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνταιι οι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.

ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Κ. Χέγκελ. Μετ. Γ. Φαράκλας. Α­ θήνα, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 1992. Σελ. 145. Δρχ. 1245.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ Βιβλιογραφία Οδηγός βιβλίου 1991-1992. Αθήνα, «Ιχνευτής», 1992. Σελ. 143. Δρχ. 3000. ΑΝΔΡΕΟΥ Α. Πηγές της ιστορίας της νεοελληνικής εκπαίδευσης. Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1992. Σελ. 103. Δρχ. 1040. Ε γκυκλοπαίδειες

_____

Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Μαθηματι­ κά - Φυσική — Χημεία. Τόμος Β'. Αθήνα, Εκδοτι­ κή Αθηνών, 1991. Σελ. 436.

Αρχαία φιλοσοφία Ηράκλειτος. Επιμ. Jean Brun. Μετ. Σ. Διαμαντή. Α­ θήνα, Πλέθρου. Σελ. 149. Δρχ. 1350. Α ποκρυφισμός ΚΟΥΠΕΡ ΤΖ. Λεξικό συμβόλων εικονογραφημένο. Μετ. Α. Τσάκαλης. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1992. Σελ. 615. Δρχ. 5720. Ψ Υ ΧΟΛΟΓΙΑ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Εφαρμοσμένη μυχολογία

Γ ενικά

Πρόοδος στην αναπτυξιακή μυχολογία των πρώτων χρόνων. Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1992. Σελ. 223. Δρχ. 2600.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Π.Π. Θέματα διανόησης. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 301. Δρχ. 2390.


66/δελτιο ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ Γ.Ν. Μεσαιωνικά και νέα ελληνικά. Τόμοι Α' + Β' (επανέκδοση). Αθήνα, Πελεκάνος. Σελ. 662 + 765. Δρχ. 8320 (οι δύο τόμοι).

Κοινω νιολογία ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Π. Άπαντα κοινωνιολογικά. Τόμος Α'. Α8ήνά, Γιαλελής, 1992. Σελ. 376. Δρχ. 2600.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

CLASTRES Ρ. Η κοινωνία ενάντια στο κράτος. Μετ. Κ. Καμαμπέλη. Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1992. Σελ. 238. Δρχ. 2080.

HAUGELAND J. Τεχνητή νοημοσύνη. Μετ. Σ. Ζαχαρίου. Αθήνα, Κάτοπτρο, 1992. Σελ. 378. Δρχ. 4050.

ΜΠΟΥΡΝΤΙΕ Π. Μικρόκοσμοι. Μετ. Μ.Γ. Δημητρακόπουλος-Ν. Παναγιωτόπουλος. Αθήνα, Δελφίνι, 1992. Σελ. 232. Δρχ. 3120. Πολιτική ΔΟΞΙΑΔΗΣ Κ. Υποκειμενικότητα και εξουσία. Αθή­ να, Πλέθρον, 1992. Σελ. 210. Δρχ. 2080. Οικονομία

Γ ενικά

Μαθηματικά Θέματα διδακτικής μαθηματικών. Επιμ. Φ. Καλαβάσης-Μ. Μεϊμάρης. Διεθνής Επιστημονική Δι­ ημερίδα. Αθήνα, Προτάσεις, 1992. Σελ. 394. Δρχ. 5200. THOMAS J.B.-FINNEY R.L. Απειροστικός λογι­ σμός. Τόμος Β'. Μετ. Κ. Τσίγκανος. Ηράκλειο, Πα­ νεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 1992. Σελ. 674. Δρχ. 7070.

ΣΤΑΜΑΤΗΣ Γ. Ο Staffa και η σχέση του με τον Ricardo και τον Marx. Αθήνα, Κριτική, 1992. Σελ. 653. Δρχ. 8320.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Λαογραφία

Υγιεινή

ΠΑΠΑΔΑΚΗ-ΛΑΜΠΑΚΗ Ε. Επιλογή από μαντινά­ δες της Κρήτης. Αθήνα, 1992. Σελ. 221. Δρχ. 1245.

ΚΑΤΑΗΝ Μ. Η δίαιτα τον παράγοντα. Αθήνα, Βασδέκης, 1992. Σελ. 344. Δρχ. 3120.

ΠΟΛΙΤΗΣ Ν.Γ. Γνωστοί ποιηταί δημοτικών ασμά­ των. Αθήνα, Ελεύθερη Σκέμις, 1992. Σελ. 47: Δρχ. 620. ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Π οτοποιία Ιστορία του ελληνικού κρασιού. Τριήμερο εργασίας. Αθήνα, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, 1992. Σελ. 310. Δρχ. 5200. Γ ενικά

Εκπαίδευση ΑΝΤΩΝΙΟΥ Δ. Οι απαρχές του εκπαιδευτικού σχεδιασμού στο νεοελληνικό κράτος: Το Σχέδιο της Επι­ τροπής του 1833. Αθήνα, Πατάκης, 1992. Σελ. 220. Δρχ. 2180. ΤΡΙΛΙΑΝΟΣ. Μεθοδολογία της διδασκαλίας. Τόμος Β'. Αθήνα, Τολίδης, 1992. Σελ. 257. Δρχ. 2080. ΓΛΩΣΣΑ Ελληνική γλώσσα Λεξικόν της ελληνικής γλώσσας. Α': Ιστορικόν Λεξι­ κόν της Νέας Ελληνικής. Τόμος Ε', τεύχος 2ον. Εν Αθήναις, Ακαδημία Αθηνών, 1989. Σελ. 431. Δρχ. 8300. ΧΑΤΖΗΘΩΜΑΣ Φ.Π. Σύγχρονο λεξικό εννοιών. Θεσσαλονίκη, Φίλιππος, 1991. Σελ. 501. Δρχ. 2700.

ΔΑΒΒΕΤΑΣ Δ. Ερωγραφές. Αθήνα, Εξάντας, 1992. Σελ. 159. Δρχ. 1040. ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗΣ Γ.-Ι. Βορειοδυτικό πέρασμα. Cobra - Λεττριστές - καταστασιακοί. Αθήνα, Ελεύθε­ ρος Τύπος. Σελ. 149. Δρχ. 1560. ΝΤΕΚΑΣΤΡΟ Μ. Διαβάζοντας τις βυζαντινές εικό­ νες. Αθήνα, Νέοι Ακρίτες, 1992. Σελ. 63. Δρχ. 1765. WOLFFLIN Η. Βασικές έννοιες της ιστορίας της τέ­ χνης. Μετ. Φ. Κοκαβέσης. Θεσσαλονίκη, Παρατηρη­ τής, 1992. Σελ. 304. Δρχ. 3740.


δελτιο/67 Ζωγραφική Η Αποκάλυμη του Ιωάννη σε τοιχογραφίες. Θεσσα­ λονίκη, Παρατηρητής, 1992. Σελ. 190. Δρχ. 8850. Μουσική ΜΠΑΡΟΥΤΑΣ Κ. Η μουσική ζωή στην Αθήνα το 19ο αιώνα. Αθήνα, Νάκας, 1992. Σελ. 87. Δρχ. 1600. ΛΑΙΝΓΚ Ν. Η αισθητική του πανκ. Μια σημειολογική ανάλυση. Μετ. Ηλίας Μαλεβίτης. Αθήνα, Πρίσμα, 1992. Σελ. 53. Δρχ. 675.

Λ Ο ΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ ενικά ΠΑΛΑΜΑΣ ΚΩΣΤΗΣ. Άπαντα. Αθήνα, Ίδρυμα Κωστή Παλαμά. Βιβλία 32. Δρχ. 1245 (το κάθε βιβλίο). Ποίηση ΒΟΓΑΣΑΡΗΣ Α. Ο μονόλογος οργής και μοναξιάς του πολίτη «Άλφα». Αθήνα, Δωδώνη, 1992. Σελ. 84. Δρχ. 830.

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ

ΔΕΚΑΒΑΛΛΕΣ Α. Αν μας πληγώσει ο ήλιος. Αθήνα, Διάττων, 1992. Σελ. 77. Δρχ. 1040.

Α θλητισμός

ΚΑΡΑΜΒΑΛΗ Δ.Ι. Αιμάσσουσα καταγραφή. Ποιή­ ματα. Αθήνα, Ιωλκός, 1992. Σελ. 47.

ΣΠΑΘΑΡΗ Ε. Το Ολυμπιακό πνεύμα. Αθήνα, Αδάμ, 1992. Σελ. 365. Δρχ. 15600. ΚΛΑΣΙΚΗ Φ ΙΛΟ ΛΟ ΓΙΑ Α ρχαίοι συ γγραφ είς ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. Συμηόσιον ή περί μέθης. Εισ. - μετ. - σχόλ. Μ.Ι. Γιόση. Αθήνα, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 1992. Σελ. 41. Δρχ. 620. ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ. Ικέτιδες. Μετ. Τ. Ρούσσος. Αθήνα, Κά­ κτος, 1992. Σελ. 155. Δρχ. 935. ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ. Φοίνισσαι. Μετ. Τ. Ρούσσος. Αθήνα, Κάκτος, 1992. Σελ. 194. Δρχ. 1245. Μ ελέτες ΜΑΡΟΥΔΗΣ Δ.Β. Πολιτειολογικά στοιχεία εις τας Iκέτιδας του Ευριπίδου. Εν Αθήναις, 1992. Σελ. 173. Δρχ. 2080.

ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ Θ. Οι ασίκηδες. Αθήνα, Εξάντας, 1992. Σελ. 276. Δρχ. 2600. ΚΟΡΦΗΣ Τ. 153 graffiti. Μονόστιχα. Αθήνα, 1992. Σελ. 60. Δρχ. 450. ΚΟΥΓΕΑΣ Β. Ό λο και πιο λίγες. Αθήνα, Κέδρος, 1992. Σελ. 52. Δρχ. 850. ΚΥΡΟΥ Κ. Περίοδος χάριτος και άλλα ποιήματα. Θεσσαλονίκη, Χειρόγραφα, 1992. Σελ. 45. Δρχ. 1040. ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ Π. Σήματα λμγρά. Αθήνα, Ά γρα, 1992. Σελ. 54. Δρχ. 620. ΝΙΚΟΛΑΟΥ Α. Τα ενύπνια. Αθήνα, Θεμέλιο, 1992. Σελ. 58. Δρχ. 620. ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ X. Τραγούδι για το σκοτωμένο φαντάρο του Σαράντα. Αθήνα, Δωδώνη, 1991. Σελ. 45. Δρχ. 520. ΤΡΑΪΑΝΟΣ Α. Φύλακας ερειπίων. Τα-ποιήματα. Α­ θήνα, Πλέθρον, 1991. Σελ. 334. Δρχ. 2600. ΥΦΑΝΤΗΣ Γ. Ποιήματα κεντήματα στο δέρμα του διαβόλου. Αθήνα, Ερατώ, 1991. Σελ. 59. Δρχ. 830. ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ Γ. Fast food classics. Αθήνα, Yyiλ ο ν/Β ^λία , 1992. Σελ. 61. Δρχ. 725. ΧΟΥΡΔΑΚΗΣ Ν.Ι. Άσκηση καθόλου. Αθήνα, Λωτός, 1992. Σελ. 28. Δρχ. 830. ΧΥΤΗΡΟΓΛΟΥ Κ. Θωπείες ονείρου. Αθήνα, Περ­ γαμηνή, 1992. Σελ. 43. Δρχ. 570. CHAR R. Το αδέσποτο σφυρί. Εισ.-μετ. Σ.Κ. Ζερβός. Αθήνα, Εστία, 1992. Σελ. 126. Δρχ. 1200. Π εζογραφ ία ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΚΟΣ Θ. Cabrio. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1992. Σελ. 200. Δρχ. 1560.


68/δελτιο ΔΡΟΣΟΥ ΕΦΗ. Απότομα. Αθήνα, Σιγαρέτα, 1992. Σελ. 100. Δρχ. 1245.

λίτης. Αθήνα, Bell, 1992. Σελ. 573 + 505. Δρχ. 1700 (οι δύο τόμοι).

ΘΕΟΦΙΛΟΥ Ν. Ιστορίες του Καζαμία. Αθήνα, Ε­ στία, 1992. Σελ. 141. Δρχ. 1300.

ΣΑΜΠΟΥΡΕ Α. Απόκρυφες αναμνήσεις. Μετ. Β. Ελιανού. Αθήνα, Ελληνική Ευρωεκδοτική, 1992. Σελ. 323. Δρχ. 2080.

ΚΥΡΙΑΖΗΣ Κ. Βάλτερ Ντε Μπριέν. Το τέλος του Φραγκικού Δουκάτου της Αθήνας. Αθήνα, Εστία, 1992. Σελ. 370. Δρχ. 2200. ΛΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ Δ. Νόστος. Αθήνα, Κέδρος, 1992. Σελ. 316. Δρχ. 2300. ΜΑΡΚΙΔΗΣ Μ. Ανεμομαζώματα. Θεσσαλονίκη, Χει­ ρόγραφα, 1992. Σελ. 59. Δρχ. 1040. ΜΙΓΙΑΣ Χ.Χ. Μια χασμωδία το όνομά σου. Μετ. Ε. Χαράτση. Αθήνα, Φόρμα, 1992. Σελ. 171. Δρχ. 1660. ΠΕΠΠΑ Ν. Λάινα. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1992. Σελ. 120. Δρχ. 1040. ΠΡΕΒΕΛΑΚΗΣ ΠΑΝΤΕΛΗΣ. Ο θάνατος του Μέδικου. Αθήνα, 1992. Σελ. 60. Δρχ. 5200. ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ Β. Η αυτοκρατορική μνήμη του αίματος. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 1992. Σελ. 413. Δρχ. 3000.

ΤΟΜΑΖΑΝΙ D. L’eau du silence. Roman. Trad. J. Pipart. Athenes, Hatier, 1992. Pag. 215. Drs. 1900. ΤΡΙΟΔΕ Ε. Οι εραστές της Αβινιόν. Μετ. Κ. Αγγελάκη-Ρουκ. Αθήνα, Ερμείας, 1992. Σελ. 94. Δρχ. 1245. Χ ρ ονογρ αφ ία ΖΟΥΒΕΛΟΣ Μ. Φωνή στην έρημο. Αθήνα, Παπαζήσης, 1992. Σελ. 363. Δρχ. 2600. Μ ελέτες ΒΕΛΟΥΔΗΣ Γ. Ψηφίδες. Αθήνα, Γνώση, 1992. Σελ. 120. Δρχ. 1040. ΔΗΜΑΡΑΣ Κ.Θ. Ιστορικά φροντίσματα. Τόμος Α': Ο Διαφωτισμός και το κορύφωμά του. Αθήνα, Πορεία, 1992. Σελ. 328. Δρχ. 3640.

ΣΜΥΡΛΗ Α. Η επιστροφή του Αγαπήνορα. Αθήνα, Κέδρος, 1992. Σελ. 205. Δρχ. 1600.

ΔΗΜΑΡΑΣ Κ.Θ. Σύμμικτα, Γ'. Περί Καβάφη. Αθήνα, Γνώση, 1992. Σελ. 244. Δρχ. 2910.

ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ Ε. Χοιροκάμηλος. Διηγήματα. Αθήνα, Κέδρος, 1992. Σελ. 80. Δρχ. 800.

.ΛΙΓΝΑΔΗΣ Τ. Ο Λόρκα και οι ρίζες. Αθήνα, Έκτυ­ πο, 1992. Σελ. 173. Δρχ. 2910.

ΦΑΡΟΥΠΟΣ Ν. Μη κύπτετε έξω. Αθήνα, Aquarius, 1992. Σελ. 269. Δρχ. 1660.

ΣΑΧΙΝΗΣ Α. Το αφηγηματικό έργο του ΠετσάληΔιομήδη. Αθήνα, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, 1992. Σελ. 95. Δρχ. 830.

ΦΟΙΒΟΥ Δ. Bed side stories. Αθήνα, ΒΑΒΕΛ/ΣΕΑΑΣ. Σελ. 156. Δρχ. 1455. VINCENZI Ρ. Παλιές αμαρτίες. Μετ. Κ. Μπαρμπής. Αθήνα, Bell, 1992. Σελ. 735. Δρχ. 950. ERICKSON S. Η απέναντι όχθη του Ρουβίκονα. Μετ. Σ. Σαμάκας. Αθήνα, Aquarius, 1992. Σελ. 298. Δρχ. 1870. CLARK Μ.Η. Ο τελευταίος χορός. Μετ. Π. Ισμυρίδου. Αθήνα, Bell, 1992. Σελ. 319. Δρχ. 750. ΜΟΡΑΝΤΕ Ε. Αραπέλι. Μυθιστόρημα. Μετ. Άμπυ Ράϊκου Στάϊκου. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 477. Δρχ. 3120. XANTHOULIS Υ. La liqueur morte. Roman. Trad. L. Rotis. Athenes, Hatier, 1992. Pag. 201. Drs 1900. PINGET R. Ο κύριος Συλλογίδης. Μετ. Γ. Σπανός. Α­ θήνα, O pera, 1992. Σελ. 128. Δρχ. 1450. ΠΙΤΕΡΣ Ε. Φέρετρο από πάγο. Μετ. Ε. Μπονάτσου. Αθήνα, Άγρωστις, 1992. Σελ. 320. Δρχ. 1660. RIPLEY Α. Σκάρλετ. Η συνέχεια στο «Όσα παίρνει ο άνεμος» της Μ. Mitchell. A' + Β'. Μετ. Β. Καλλιπο-

ΙΝΙΝΣΚΑΓΙΑ Σ. Επισημάνσεις. Αθήνα, Πολύτυπο, 1992. Σελ. 110. Δρχ. 725. Δ οκίμια ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ Κ. Η κόκκινη αλεπού. Οι ξυλοδαρ­ μοί. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 293. Δρχ. 2600. ΧΡΗΣΤΑΚΗΣ Λ. Περί στοματικής ορμής. Αθήνα, Χάος και Κουλτούρα, 1992. Σελ. 95. Δρχ. 1560. ΙΛΙΤΣ I. Η20 και τα νερά της λησμοσύνης. Μετ. Κ. Χατζηκυριάκος. Αθήνα, Χατζηνικολή, 1992. Σελ. 82. Δρχ. 1500. FABBRINI S.-ZIMA P.V. Κρίση του λόγου και μετα­ μόρφωση του υποκειμένου. Μετ. Κ.Α. Κατσουρός. Α­ θήνα, Λεβιάθαν, 1992. Σελ. 196. Δρχ. 1455.


δελτιο/69

ΘΕΑΤΡΟ

ΛΑΜΕΡΑΣ Κ.Γ. Περί Μικρός Ασίας και των εν αυτή κρυπτοχρισπαυών. Αθήνα, Ελεύθερη Σκέμις, 1992. Σελ. 64. Δρχ. 725.

Γ ενικά

ΜΑΧΑΙΡΑΣ Π. Μακεδονία. Ελλάδος πρόφραγμα. Αθήνα, Δίας, 1992. Σελ. 87. Δρχ. 935.

ΠΟΥΧΝΕΡ Β. Το θέατρο στην Ελλάδα. Αθήνα, Παϊρίδης, 1992. Σελ. 407. Δρχ. 3320. 'E p y o __________________

'

ΚΑΜΠΥΣΗΣ Γ. Οι Κούρδοι. Το δαχτυλίδι της μά­ νας. Αθήνα, Δωδώνη, 1992. Σελ. 178. Δρχ. 1870. ΜΑΝΙΩΤΗΣ Γ. Η Κρυστάλω ήταν άντρας. Αθήνα, Έ ­ κτυπο, 1992. Σελ. 171. Δρχ. 1870. ΜΑΝΙΩΤΗΣ Γ. Καθισηκή ζωή. Αθήνα, Έκτυπο, 1992. Σελ. 187. Δρχ. 1870. ΙΣΤΟΡΙΑ

ΠΑΠΑΡΡΗΓΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Τόμοι ΣΤ' -I- Ζ'. Αθήνα, Κάκτος, 1992. Σελ. 203 + 279. Δρχ. 1245 + 1450. PUAUX RENE. Ο θάνατος της Σμύρνης. Μετ. Α. Κατρά. Αθήνα, Ειρμός, 1992. Σελ. 87. Δρχ. 1350. ROMILLY J. DE. Προβλήματα της αρχαίας ελληνι­ κής δημοκρατίας. Μετ. Ν. Αγκαθανάκης. Αθήνα, Καρδαμίτσας, 1992. Σελ. 280/ Δρχ. 3120. Π αγκόσμια Ιστορία ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ Α.Ε. Σύγχρονα βαλκανικά εθνο­ λογικά προβλήματα. Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1992. Σελ. 118. Δρχ. 935.

Α ρχαιολογία ΟΥΕΝΑΜΟΥΝ. Οι περιπέτειες του Ουεναμούν. Εισ. - μετ. - σχόλ. Κ. Μεγαλομμάτης. Αθήνα, Στοχαστής, 1992. Σελ. 149. Δρχ. 1660. Β ιογραφ ίες ΓΕΡΜΑΝΟΣ Φ. Γυναίκα από βελούδο. Αθήνα, Κά­ κτος, 1992. Σελ. 317. Δρχ. 2910. Μ αρτυρίες ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ Π. Έλληνες κατάσκοποι στην K.G.B. Αθήνα, Ελληνική Ευρωεκδοτική, 1992. Σελ. 181. Δρχ. 1245. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Π. Αναμνήσεις ενός οικογενειακού γιατρού. Β' έκδοση. Αθήνα, 1992. Σελ. 170. Δρχ. 2500. ΚΑΡΡΕΡΑΣ X. Τραγουδώντας με την μυχή. Μετ. Έρση Λάγκε. Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 219. Δρχ. 2080. Ελληνική Ιστορία ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ X. Ορθοδοξία και Δύση στη νεότερη Ελλάδα. Αθήνα, Δόμος, 1992. Σελ. 505. Δρχ. 4160.

ΠΑΙΔΙΚΑ Ε λεύθερα αναγνώ σματα ΒΑΛΑΣΗ Ζ. Σχολείο παιχνιδιών. Αθήνα, Λωτός, 1991. Σελ. 70. Δρχ. 1870. Παραμύθια των Αδελφών Γκριμ. Μετ. Μ. Ντεκάστρο. Αθήνα, Μύθος, 1992. Σελ. 157. Δρχ. 1350. ΒΕΡΝ I. Ο θείος Ροβινσώνας. Μετ. Ε. Ζαΐμη. Αθήνα, Μ ύθος, 1992. Σελ. 316. Δρχ. 2280. ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ_________________________ ______ ΑΙΓΑΙΟΠΕΛΑΓΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Διμηνιαίο περιο­ δικό. Τεύχος 26. Δρχ. 500. ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 128. Δρχ. 600. ΑΜΥΝΑ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 20. Δρχ. 350. ΑΝΟΙΧΤΟ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ. Μηνιαίο περιοδικό για το βιβλίο. Τεύχος 1. Δρχ. 550. Ο ΑΡΑΜΠΑΣ ΤΟΥ ΑΓΡΙΝΙΟΥ. Μηνιαία σατιρική ε­ φημερίδα. Φύλλο 9. ΑΡΝΑΙΑ. Περιοδική έκδοση. Φύλλο 14. Δωρεάν. ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ MEDIA. Τεύχος 19. Δρχ. 500. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 126. Δρχ. 600. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βι­ βλίου. Τεύχος 289. Δρχ. 600. ΔΥΤΙΚΟΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Περιοδικόν


70/δελτιο σύγγραμμα. Τόμοι 1, 1990- 2, 1991. Δρχ. 8000 (οι δύο τόμοι).

ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ. Κείμενα παιδευτικού προβληματι­ σμού. Τεύχος 62. Δρχ. 700.

ΕΛΛΩΤΙΑ. Ετήσια έκδοση Δήμου Χανίων. Τόμος 1ος. Δρχ. 1800.

ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ Ε.Λ.Ι.Α. Τεύχος 27.

ΕΞΟΔΟΣ. Περιοδική έκδοση Ορθόδοξης παρέμβα­ σης. Τεύχος 8. Δρχ. 600.

ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Διμηνιαία έκδοση. Τεύχος 45. ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Μηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 54. Δρχ.

ΕΠΟΠΤΕΙΑ NEWSLETTER. Τεύχος 21.

100.

ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύ­ χος 246. Δρχ. 350.

ΡΕΥΜΑΤΑ. Απόμεις - κείμενα - τέχνες. Τεύχος 7. Δρχ. 800.

ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου­ δών. Τόμος 61, τεύχος 6.

ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΒΗΜΑΤΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό χρι­ στιανικού προβληματισμού. Τεύχος 82. Δρχ. 500.

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΦΥΣΗ. Τετράμηνο περιοδικό πολι­ τικής οικολογίας. Τεύχος 1. Δρχ. 1000.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Δίμηνη επιθεώρηση. Τεύχος 64. Δρχ. 700.

ΜΕΤΑΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 1 (20). Δρχ. 500.

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ. Βορράς-Νότος. Τεύχος 10. Δρχ. 250.

Περιοδική

ΣΥΡΙΑΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύ­ χος 19. Δρχ. 1000.

ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Μηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 56. Δρχ. 50.

ΤΟΤΕ. Περιοδικό για την ελληνική ιστορία. Τεύχος 37. Δρχ. 450.

ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1560. Δρχ. 500.

Ο ΤΥΠΟΣ. Μηνιαία δημοσιογραφική επιθεώρησις. Τεύχος 24. Δρχ. 1000.

ΜΟΛΥΒΔΟΚΟΝΔΥΛΟΠΕΛΕΚΗΤΗΣ. έκδοση. Τεύχος 3. Δρχ. 3120.

ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Μηνιαία επιθεώρηση. Τεύχος 92. Δρχ. 400.

ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΤΩΝ. Φύλλο 188.

ΧΟΡΟΣ. Τρίμηνη έκδοση. Τεύχος 6. Δρχ. 600.

ραφτείτε συνδρομητές

Συνδρομές εσωτερικού και Κύπρου Ετήσια 12.000 - Σπουδαστική 11.000 δρχ. Εξάμηνη 6.500 - Σπουδαστική 5.500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων 14.000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ετήσια 90 δολ. (ΗΠΑ) Σπουδαστική Ετήσια 85 δολ. Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών 105 δολ. Τα παλιά μηνιαία τεύχη'κοστίζουν 1000 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 600 δρχ. ι Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81


δελτ ιο/71

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οί ε ­ πώνυμες β ιβλιοκριτικές και βιβλιόπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο α θηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον π εριο­ δικό και επαρχιακό τύπο, ό ­ σες ήταν δυνατόν να εξα ­ σφαλίσουμε ή μας αηέστειΛ λαν οι συντάκτες τους. Για l \ U I I I Ι \ \J κά θε β ιβ λίο σημειώνονται, * μέσα σε παρένθεση: το όνο­ μα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου, καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής αν πρό­ κειται για εφημερίδα, ή ο αριθμό ς έκδοσης αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

1/

I Τ 1I { Λ

δελ 1ο

Τ

7 Ιουνίου 20 Ιουνίου 1992

γ ρ α φία 292 Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Τσέχωφ Μ.: Μαδήματα για έναν επαγγελματία ηδοποιό (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 12/6/92)

Πολιτικές Επιστήμες Σημίτης Κ.: Προτάσεις για μια άλλη πολιτική (Π. Κο­ ζάκος, Ο ικονομικός Ταχυδρόμος, 18/6) Λοκ Τ.: Δεύτερη πραγματεία περί Κυβερνήσεως (Σ. Ντάλης, Διαβάζω, 289) Σολζενίτσιν Α.: Πώς 8α οργανώσουμε τη Ρωσία μας; Θ. Διαμαντόπουλος, Ο ικονομικός Ταχυδρόμος,

11/ 6 ) Εκπαίδευση Εγώ ελπίζω να τη βολέμω (Σ. Παπαθανασίου, Δ ια β ά ­ ζω, 289) Παπαζαρής Α.Χ.: Η μουσική στην εκπαιδευτική δια­ δικασία (Δ. Κουκουλομμάτης, Διαβάζω, 289) Οικολογία Μοδινός Μ. (επιμ.) Πού βαδίζει ο κόσμος; (Γ. Σταματόπουλος, Αυριανή, 14/6) Τ έ χ ν ε ς ___________________________________ Δαββέτας Δ.: Ερωγραφές (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 14/6) Η κρυφή ζωή των Αστών. Κείμενο: Ν. Δήμου (Δ. Κούρτοβικ, Νέα, 12/6) Θάνος Κωτσόπουλος (Κ. Παπαπάνος, Π ο λ ιτικ ά Θ έ­ ματα, 12/6)

Γλώσσα Τζαννετάκος Γ.: Λόγος ελληνικός στη δημοσιογρα­ φία (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 9/6) Ποίηση Γεράνης Σ.: Ξαναβρήκα την ποίηση (Γ. Κουβαράς, Διαβάζω, 289) Δέφνερ Ο.: Σπχηρά Ιδιόμελα (Κ. Παπαπάνος, Π ο λ ι­ τικά Θέματα, 19/6) Καραμητσόπουλος Γ.: Στα βήματα του χρόνου (Κ. Παπαπάνος, Π ολ ιτικ ά Θέματα, 12/6) Καρυτινού Σ.: Σώπασαν οι φλόγες του δάσους (Κ. Παπαπάνος, Π ολ ιτικ ά Θέματα, 12/6) Καμάλης Δ.: Υπό κλίμακα (Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Μ ε­ σημβρινή, 12/6) Κουτσούνης Σ.: Τρύγος αιμάτων (X. Παπαγεωργίου, Αυγή, 14/6) Μαρκίδης Μ.: Μαντίνεια (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 7/6) Χιόνης Α.: Εσωτερικά τοπία (Τ. Μενδράκος, Αντί,

12/ 6)


72!δελτίο Δημαράς Κ.Θ.: Σύμμικτα Γ'. Περί Καβάφη (Η. Παπαλέξης, Διαβάζω, 289)

Πεζογραφία Αμπατζόγλου Π.: Μια συνηθισμένη μέρα (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 7/6), (Ε. Κοτζιά, Καθημερινή, 21 / 6 ) Ζωγράφου Λ.: Πού έδυ σου το κάλλος (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 8/7 Θεοφίλου Ν.: Ιστορίες του Καζαμία (Ε. Αρανίτσης, Ε­ λευθεροτυπία, 17/6) Κοτζιάς Α.: Τα Αθηναϊκά διηγήματα (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 17/6) Μπίκος Π.: Των αγγέλων η πείνα (Δ. Γιάκος, Εξόρ­ μηση, 7/6) Μπιούμπι Φ.: Σχέσεις οργής (Π. Κουνενάκη, Ταχυ­ δρόμος, / ) Πετρόπουλος Α.: Πέραμα-Καρνάγια (Φ. Γελαδόπουλος, Ριζοσπάστης, 11/7) Σκαμπαρδώνης Γ.: Η στενωπός των υφασμάτων (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 10/6) Σκαρίμπας Γ.: Το Σόλο του Φίγκαρο (Κ. Κωστίου, Βήμα, 7/6) Χαριτόπουλος Δ.: Από δω πέρασε ο Κιλρόι (Ε. Κο­ τζιά, Καθημερινή, 14/6) Γκρακ Ζ.: Η ακτή των Σύρτεων (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 14/6) Ζίσκιντ Π.: Το καλοκαίρι του κυρίου Ζόμερ (Κ. Τσα­ ούσης, Έθνος, 8/6) Μακ Γιούαν I.: Ξένοι στη Βενετία (Α. Εξαρχοπούλου, Διαβάζω, 289) Μέλβιλ X.: Μόμπυ Νηκ (Δ. Κωστόπουλος, Καθημε­ ρινή, 9/6) Πούσκιν Α.: Μικρές τραγωδίες (Τ. Μενδράκος, Αντί, 12/ 6 )

176

Μελέτες Αναγνωστόπουλος Δ.: Η ποιητική του έρωτα στο έρ­ γο του Α. Εμπειρικού (Δ. Τσατσούλης, Διαβάζω, 289)

Δοκίμια Παπαγιώργης Κ.: Η κόκκινη αλεπού - Οι ξυλοδαρ­ μοί (Δ. Κούρτοβικ, Νέα, 19/6) Έλιοτ Τ.Σ.: Η ενότητα του Ευωπαϊκού πολιτισμού (Κ. Παπαπάνος, Π ολιτικά Θέματα, 19/6) Παιδικά Βαρέλα Α.: Το φεγγάρι παίζει σκάκι (Μ. Κοντολέων, Αυγή, 14/6) Θεατρικά έργα Αλεξίου Σ. - Αποσκίτη Μ.: (επιμ.) Ζήνων (Κ. Πετράκου, Διαβάζω, 289) Ιστορία Βαλντέν

Σ.: Ελλάδα και Ανατολικές χώρες 1950-1962 (Σ. Ντάλης, Διαβάζω, 289) Κουτελάκης Χ.Μ. —Φωσκόλου Α.Μ.: Πειραιάς και συνοικισμοί (Α.Γ.Κ. Σαββίδης, Μεσημβρινή, 12/6) Κυρτάτας Δ.: Επίκρισις (Α.Γ.Κ. Σαββίδης, Μ εσημβρι­ νή, 12/6) Λεονταρίτης Γ.: Ανάμεσα στα δύο άκρα (Δ. Καπ, Κ α ­ θημερινή, 17/6) Σιμόπουλος Κ.: Ξενοκρατία — Μισελληνισμός και υποτέλεια (Α.Χ. Παπανδρόπουλος, Ο ικονομικός Τα­ χυδρόμος, 11/6) Ταξιδιωτικά Καραγάτσης Μ.: Από Ανατολή σε Δύση (Γ. Βέης, Διαβάζω, 289)

Δημοσιεύουμε στο παρόν τεύχος το Βιβλιογραφικό Δελτίο και την Κριτικογραφία που στάθηκε αδύνατο να συμπεριληφθούν στο προηγούμενο λόγω έλλειψης χώρου.


δελτιο/73

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦ ΙΚΟ Δ ελτίο συντάσσεται μ ε την πολύτιμη συνεργασία του β ιβλιοπωλείου της «Ε­ στίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του ο ­ ποίου ευχαριστούμε θερμά.

δελ Τ 1 ο

17 Ιουνίου 30 Ιουνίου 1992

Ή

Τ ΑΞ ΙΝ Ο Μ Η ΣΗ των β ι­ βλίων γίνεται μ ε βάση το γνωστό Δ εκαδ ικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνική β ι­ βλιογραφία.

Lf

λ

»

j 1/ 1 j λ VJ 1 I J f \ 1 | 1

γ ρ α φικό

293

Επιμέλεια: Έφη Απάκη

ΣΕ Κ Α Θ Ε κατηγορία βιβλίω ν προηγούνται α λ­ φαβητικά οι Έλληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν ο ι ξένοι.

Η Κ Α Τ Α Τ Α Ξ Η των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα μ ε το ελληνικό αλφάβητο. Σ Τ Η Ν Κ Α Τ Η Γ Ο Ρ ΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβ δο μαδ ια ία έντυπα. ΓΙΑ Τ Η Ν ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται ο ι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδ όσεις τους.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ

ΦΕΡΟΥΣΗΣ Δ.Σ. Η άλλη τάξη, του λαού. Αθήνα, Φιλιππότης, 1992. Σελ. 141. Δρχ. 1140.

Λευκώματα

Ν εότερ η φιλοσοφία

ΚΟΥΡΟΥΠΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ-ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ. Πυλάδης. Αθήνα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 1992. Σελ. 185. Δρχ. 8320.

ΓΚΑΙΤΕ. Επιλογή από τα Maximen und Reflexionen. Μετ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος-Κ. Μπέτσεν. Αθήνα, Στιγμή, 1992. Σελ. 108. Δρχ. 1450.

Ο δηγοί

Α ποκρυφ ισμός

ΚΕΣΟΠΟΥΛΟΣ Α. Θεσσαλονίκη. Μεγάλος Οδηγός. Θεσσαλονίκη, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1992. Σελ. 667. Δρχ. 3640.

RIJCKENBORGH J. Στοιχειώδης φιλοσοφία του σύγχρονου Ροδό-σταυρου. Β' έκδοση. Αθήνα, 1992. Σελ. 218. Δρχ. 2080.

Φ ΙΛΟΣΟΦ ΙΑ

ΣΥΡΕ Ε. Από τη Σφίγγα στον Χριστό. Μετ. Β. Σκλη­ ρός. Αθήνα, Πύρινος Κόσμος, 1992. Σελ. 439. Δρχ. 4000.

Γ ενικά ΑΡΓΎΡΑΚΗ Ρ. Τα κριτήρια και ο κακός λύκος. Αθή­ να, Σμίλη, 1992. Σελ. 183. Δρχ. 1660. ΚΟΥΖΕΛΗΣ Γ. Από τον βιωματικό στον επιστημονι­ κό κόσμο. Αθήνα, Κριτική, 1991. Σελ. 265. Δρχ. 3640.


74/δελτιο ΨΥΧΟ ΛΟ ΓΙΑ

Λ αογραφία ΜΟΛΙΝΟΣ Σ. Επώνυμα και συντεχνίες. Εσνάφια. Α­ θήνα, Φιλιππότης, 1992. Σελ. 124. Δρχ. 1245.

Εφαρμοσμένη μυχολογία ΜΑΡΙΝΟΣ Γ.Ζ. Το άγχος οι νευρώσεις Kat η θερα­ πεία τους. Αθήνα, Γλάρος, 1992. Σελ. 148. Δρχ. 1140.

Οικολογία ΑΡΑΜΠΑΤΖΗΣ Π.Α. Οικολογία-μελέτη του περι­ βάλλοντος. Θεσσαλονίκη, 1992. Σελ. 165. Δρχ. 1870.

Παραμυχολογία FRASURE D. Τα γαλαξία πουλιά. Μετ. Ο. Αβραμίδης. Αθήνα, Διόπτρα, 1992. Σελ. 111. Δρχ. 830.

ΓΛΩΣΣΑ Ελληνική γλώσσα

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Τα ελληνικά του Μακρυγιάννη. Τόμοι Α' + Β' Η- Γ' + Δ' + Ε' + ΣΤ' + Ζ'. Αθήνα, Παπαξήσης, 1992. Δρχ. 21700 (οι 7 τόμοι).'

Γ ενικά

ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΑΤΟΣ Γ . Λεξικό αρχαίων, βυζαντι­ νών και λογίων φράσεων της νέας ελληνικής. Αθήνα, Gutenberg, 1992. Σελ. 154. Δρχ. 1975.

ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ X. Αγία Γ ραφή και αιρετικοί. Προτεστάνται. Αθήναι, 1992. Σελ. 55. Δρχ. 360. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ Γ.Δ. (ΙΕΡΕΑΣ) ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Η Ουνία χθες και σήμερα. Αθήνα, Αρμός, 1992. Σελ. 172. Δρχ. 1350.

ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ Χ.Π. Εισαγωγή στην ελληνική ονο­ ματολογία. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1992. Σελ. 189. Δρχ. 1870. ΤΖΑΝΝΕΤΑΚΟΣ Γ.Π. Λόγος ελληνικός στη δημο­ σιογραφία. Αθήνα, Λύχνος. Σελ. 211. Δρχ. 2080.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Πολιτική ΔΗΜΑΡΑΣ Γ. Τα άκυρα. Αθήνα, Κάκτος, 1992. Σελ. 260. Δρχ. 1560. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ Π. Πολιτική αναδρομή 1986-1991. Αθήνα, Φυτράκης/ ο Τύπος, 1992. Σελ. 346. Δρχ. 2080. ΣΚΛΑΒΟΣ Κ. Το σκάνδαλο Κοσκωτά. Αθήνα, Φασούλας, 1992. Σελ. 71. Δρχ. 1560. ΧΑΣΑΠΙΔΗΣ Σ. Η διαρκής μεταρρύθμιση. Θεσσα­ λονίκη, 1992. Σελ. 304. Δρχ. 1560. ΜΠΑΜΠΕΡΙ Κ. Ποτέ ξανά φασισμός!.. Μετ. Β. Φωτοπούλου. Αθήνα, Εργατική Δημοκρατία, 1992. Σελ. 61. Δρχ. 620. Οικονομία ΣΤΑΜΑΤΗΣ Γ. Συμβολή στην κριτική της νεορικαρδιανής και νεοκλασικής θεωρίας. Αθήνα, Κριτική, 1992. Σελ. 335. Δρχ. 5200. Κοινωνική πρόνοια ΖΩΝΙΟΥ-ΣΙΔΕΡΗ Α. Οι ανάπηροι και η εκπαίδευσή τους. Αθήνα, Βιβλιογονία, 1991. Σελ. 167. Δρχ. 2080.

Γ ενικά CHAPMAN C.-MORRISON D. Κοσμικές καταστρο­ φές. Μετ. Ν. Κανέλλος. Αθήνα, 1992. Σελ. 395. Δρχ. 3535. Αστρονομία Το Σόμπαν. Αθήνα, Καπόπουλος, 1992. Σελ. 142. Δρχ. 6240. DICKS D.R. Η πρώιμη ελληνική αστρονομία. Μετ. Μ. Παπαθανασίου. Αθήνα, Δαίδαλος, 1992. Σελ. 315. Δρχ. 2900.


δελτιο/75

ΕΦ ΑΡΜ Ο ΣΜ ΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Γ ενικά ΒΑΓΙΑΝΟΣ I. Λεξικό γερμανο-ελληνικό. Αθήναι, 1992. Σελ. 270. Δρχ. 3120.

Μουσική ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Γ. ΚΑΙ Α. Συνοπτική ιστορία της μουσικής. Αθήνα, Νάκας. Σελ. 230. Δρχ. 1200. Queen. Μετ. Δ. Λαλέτας. Αθήνα, Σιγαρέτα, 1992. Σελ. 115. Δρχ. 1245.

ΒΑΓΙΑΝΟΣ I. Λεξικό ελληνογερμανικό. ΑΘήναι, 1992. Σελ. 413. Δρχ. 3640.

ΚΛΑΣΙΚΗ Φ ΙΛΟΛΟΓΙΑ

Ιατρική

Γ ενικά

ΜΗΝΑΣΙΔΟΥ-ΜΑΥΡΙΔΟΥ Π. Υγεία είναι το Α και το Ω. Θεσσαλονίκη χ.ε., χ.χ. Σελ. 203. Δρχ. 5200.

BRUNEL Ρ. Ο μύθος της Ηλέκτρας. Μετ. Κ. Μιτσοτάκη. Αθήνα, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 1992. Σελ. 289. Δρχ. 2080.

WEINER Μ. Το πλήρες βιβλίο της ομοιοπαθητικής. Μετ. Γ. Μπαρουξής. Αθήνα, Διόπτρα, 1992. Σελ. 383. Δρχ. 2285. PRICE S. Πρακτική αρωματοθεραπεία. Μετ. Κ. Πα­ πακωνσταντίνου. Αθήνα, Τ ρόπος Ζωής, 1992. Σελ. 207. Δρχ. 2985. Επιχειρήσεις SEGLIN J.L. Το μάρκετιγκ σε 36 ώρες. Μετ. Σ. Σεβαστόπουλος-Μ. Πέτρου. Θεσσαλονίκη, Α.Σ.Ε., 1992. Σελ. 249. Δρχ. 2800.

ΛΟ ΓΟΤΕΧΝΙΑ Π οίηση ΔΟΥΣΜΑΝΗ X. Το πέταγμα της αλήθειας. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 50. Δρχ. 780. ΣΙΔΕΡΗΣ Γ.Δ. Το χαμαί. Ποιήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 47. Δρχ. 620. Π εζογραφ ία

ΤΕΧΝΕΣ

ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ Α. Δώδεκα και ένα μέματα. Αθή­ να, Ίκα ρος, 1991. Σελ. 91. Δρχ. 1245.

Γ ενικά

ΒΕΡΓΗΣ Α. Στον κάτω κόσμο. Διηγήματα. Αθήνα, Το Ελληνικό Βιβλίο, 1992. Σελ. 147. Δρχ. 1040.

ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΔΗΣ Β.Α. 90 έλληνες ζωγράφοι - χαράκτες - γλύπτες. Αθήνα, Pylarinos, 1991. Σελ. 610. Δρχ. 12480.

ΓΕΡΟΝΤΑ Ρ. Ελληνικό πανόραμα. Διηγήματα. Αθή­ να, 1992. Σελ. 63. Δρχ. 725.

Αρχιτεκτονική Ό μεις αθηναϊκών σπιτιών. Αθήνα, Κτηματική Τρά­ πεζα, 1992. Σελ. 146. Δρχ. 12480. Κ ινηματογράφ ος Σουρρεαλισμός-νταντάίσμός και κινηματογράφος. Ε­ πιλογή κειμένων, εισ.-επιμ.-σημ. Γ. Σολδάτος. Αθή­ να, Αιγόκερως, 1992. Σελ. 158. Δρχ. 1245. ΜΠΑΛΑΖ Μ. Η δημιουργική κάμερα. Μετ. Μ. Μωραΐτης. Αθήνα, Α ιγόκερως, 1992. Σελ. 93. Δρχ. 620. ΜΠΑΛΑΖ Μ. Το σενάριο - ο ήχος - το μοντάζ. Μετ. Μ. Μωραίτης. Αθήνα, Αιγόκερως, 1992. Σελ. 95. Δρχ. 620.

ΓΛΥΚΟΦΡΥΔΗ Κ. Χρυσάνθεμα για μένα. Αθήνα, Φιλιππότης, 1992. Σελ. 158. Δρχ. 1350. ΖΩΓΡΑΦΟΥ Λ. Που έδυ μου το κάλλος. Αθήνα, Γαβριηλίδης, 1992. Σελ. 36. Δρχ. 3120. ΚΟΡΔΟΣΗ Α. Ο εμπρησμός. Αθήνα, Φιλιππότης, 1992. Σελ. 135. Δρχ. 1140. ΜΑΜΑΛΑΚΗ Ζ. Έρως εναντίον Έιτζ. Αθήνα, Σύγ­ χρονη Εποχή, 1992. Σελ. 182. Δρχ. 1560. ΜΑΤΕΣΙΣ Π. Ύλη δάσους. Διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 78. Δρχ. 1040. ΜΠΑΡΤΖΗΣ Γ.Δ. 66 φράσεις δυόμισι χιλιάδων χρό­ νων. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 215. Δρχ. 1560. ΠΑΝΑΓΟΣ Γ. Ρέκβιεμ για τρεις γενιές. Θεσσαλονί­ κη, Παρατηρητής, 1992. Σελ. 317. Δρχ. 3000. ΠΟΛΙΤΗΣ Γ. Η χαμένη Πηνελόπη της αγάπης. Αθή­ να, Εξάντας, 1992. Σελ. 68. Δρχ. 520. ΡΟΥΣΣΟΣ Τ. Αγγελόπετρα. Νουβέλα. Αθήνα, Κα­ στανιώτης, 1992. Σελ. 171. Δρχ. 1560.


76/δελτιο ΧΑΡΗΣ Π. Ανεμοστρόβιλος. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Αστήρ, 1992. Σελ. 135. Δρχ. 1200.

Δοκίμια

WELTY Ε. Η κόρη του αισιόδοξου δικαστή Μακ Κέλβα. Μετ. Α. Αποστολίδης. Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1992. Σελ. 196. Δρχ. 1560.

ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ Γ.Δ. (ΙΕΡΕΑΣ). Ορθοδοξία και ελ­ ληνικότητα. Β' έκδοση. Αθήνα, Μήνυμα, 1992. Σελ. 261. Δρχ. 1870.

GROSJEAN D.-ROLAND C. Εγώ η Νεφερτίτη. Μετ. Κ. Κομμένου. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1992. Σελ. 119. Δρχ. 1200.

ΤΣΟΥΡΑΣ Ν.Α. Η «άλλη Βιοτή». Δοκίμια. Αθήνα, Αρμός, 1992. Σελ. 163. Δρχ. 1350.

QUENEAU R. Φταίμε εμείς που είμαστε καλοί με τις γυναίκες. Μετ. Α. Κυριακίδης. Αθήνα, O pera, 1992. Σελ. 195. Δρχ. 1870.

ΕΚΟ Ο. Τέχνη και κάλλος στην αισθητική του Με­ σαίωνα. Μετ. Ε. Καλλκρατίδη. Αθήνα, Γνώση, 1992. Σελ. 257. Δρχ. 2910.

MALRAUX Α. Λάζαρος. Μετ. Κ. Καλατζάκου. Αθή­ να, Ρόπτρου, 1991. Σελ. 158. Δρχ. 1660.

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΜΠΑΛΖΑΚ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Δέκα τέσσερα ερωτικά διη­ γήματα. Αθήνα, Γλάρος, 1992. Σελ. 303. Δρχ. 1765.

Μ αρτυρίες

BURROUGHS E.R. Ο γιος του Ταρζάν. Μετ. Α. Ματζαβίνου. Αθήνα, Μέδουσα, 1992. Σελ. 253. Δρχ. 1450. ΜΩΠΑΣΑΝ Γ. ΝΤΕ. Ο Οξαποδός και άλλες ιστορίες τρόμου και τρέλας. Απόδ. Σ. Πασχάλης. Αθήνα, Ί ­ καρος, 1992. Σελ. 296. Δρχ. 2390. MAUFFRET Υ. Εγώ ο Μαγγελάνος. Μετ. Κ. Κομμέ­ νου. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1991. Σελ. 127. Δρχ. 1200 . ΝΤΥΡΑΣ Μ. Τα πράσινα μάτια. Μετ. Μ. Αγγελίδου. Αθήνα, Αιγόκερως, 1992. Σελ. 204. Δρχ. 1660. PAGNOL Μ. Η δόξα του πατέρα μου. Μετ. Π. Ζαχοπούλου-Βλάχου. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 199. Δρχ. 1765. SAGAN F. Φυγή χωρίς επιστροφή. Μυθιστόρημα. Μετ. Ε. Κεκροπούλου. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 218. Δρχ. 1870. SAUQUET Μ. Εγώ ο Καλιγούλας. Μετ. Δ. Τσουκα­ λά. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1992. Σελ. 122. Δρχ. 1200 . SCHMIDT Α. Από τη ζωή ενός φαύνου. Μετ. Γ. Κοιλής. Αθήνα, Κριτική, 1992. Σελ. 140. Δρχ. 1560. CHERAQUI Υ. Εγώ ο Γαλιλαίος. Μετ. Δ. Τσουκαλά. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1992. Σελ. 119. Δρχ. 1200. FEVRE F. Η ευνοουμένη του Αυτοκράτορα. Μετ. Λ. Ιωαννίδου. Αθήνα Νέα Σύνορα, 1992. Σελ. 314. Δρχ. 2390. ΧΕΛΕΡ Ε. Ο επόμενος άντρας. Μετ. Σ. Τζιρούδη. Α θήνα, Ψυχογιός, 1992. Σελ. 392. Δρχ. 2600. Μ ελέτες ΔΟΥΡΒΑΡΗΣ Α. Ο Αριστείδης Ν. Κυριάκός και το λαϊκό ανάγνωσμα. Αθήνα, Στιγμή, 1992. Σελ. 170. Δρχ. 1870.

Για τον ηθοποιό και συγγραφέα Θάνο Κωτσόπουλο. Αθήνα, 1992. Σελ. 149. Δρχ. 1455. ΑΘΗΝΙΩΤΗΣ Γ.Α. Ταξιδεύοντας στ' αγριεμένα κύ­ ματα. Αθήνα, 1990. Σελ. 167. Δρχ. 1100. ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Προσωπολατρεία. Αθή­ να, Έκτυπο, 1992. Σελ. 109. Δρχ. 3120. ΚΑΡΑΜΑΛΑΚΗΣ Γ. Η Εθνική Αντίσταση στο νομό Κιλκίς (1941-1944). Κιλκίς, 1990. Σελ. 268. Δρχ. 1040. ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ Γ. Η μαύρη κούρσα του κυρίου Καρούζου. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 60. Δρχ. 1040. ΛΙΑΝΗΣ Γ. Τα είδωλα. Αθήνα, Κάκτος. Σελ. 372. Δρχ. 2285. ΣΤΑΜΑΤΗΣ Σ.Ι. Απ’ την Αλβανία στην Κατοχή και την Αντίσταση. 1940-46. Αθήνα, 1991. Σελ. 284. Δρχ. 1040. ΤΑΚΙΣ. Ουδέν σχόλιου. Αναμνήσεις από τη φυλακή. Μετ. Δ. Μπόκοτα. Αθήνα, Το Κλειδί, 1992. Σελ. 262. Δρχ. 1975. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ X. Περιμένοντας τον «Ατ­ τίλα». Αθήνα, Εστία, 1992. Σελ. 445. Δρχ. 3700.


δελτιο/77 Ελληνική Ιστορία

ΠΑΙΔΙΚΑ

ΙΒ' Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο. Πρακτικά. Θεσ­ σαλονίκη, Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, 1992. Σελ. 457. Δρχ. 1560.

Γνώ σεις

ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ Β. Μεταξουργείο-Κολωνός. Α8ήνα, Φιλιππότης, 1992. Σελ. 142. Δρχ. 1245.

Η ζωή των ζώων. Μετ. Α. Δημητρόπουλος. Αθήνα, Δεληδανάσης, 1990. Σελ. 77. Δρχ. 2900.

ΔΟΥΔΟΥΜΗΣ Γ.Ε. Βαλκανικά. Αθήνα, 1992. Σελ. 84. Δρχ. 1245.

ΔΡΟΜΑΖΟΥ Ε.Π. Το βιβλίο ενός μικρού ελληνοευρωπαϊου. Αθήνα, Ηράκλειτος, 1992. Σελ. 63. Δρχ. 880.

ΚΟΡΟΜΗΛΑ Μ. 1453 η ύστατη αγωνία της Βυζαντι­ νής Πρωτεύουσας. Αθήνα, Πανόραμα, 1992. Σελ. 54. Δρχ. 1660. ΚΑΝΦΟΡΑ Λ. Ελληνισμός. Ερμηνεία της Αλεξαν­ δρινής Εποχής. Μετ. Σ. Μαρκέτος. Αθήνα, Αλεξάν­ δρεια, 1992. Σελ. 191. Δρχ. 1660. Παγκόσμια Ιστορία ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΜΝΗΣΤΙΑ. Ινδία. Βασανιστήρια, βιασμοί και θάνατοι κατά την κράτηση. Αθήνα, 1992. Σελ. 69. Δρχ. 725. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ.Γ. Ρωσσία - ΕΣΣΔ - Κοινοπο­ λιτεία. Αθήνα, Τέσσερα Έιμλον, 1992. Σελ. 1100. Δρχ. 5400. ΛΑΖΟΣ Χ.Δ. Χριστόφορος Κολόμβος. Ένα ελληνι­ κό πρόβλημα. Αθήνα, Αίολος, 1992. Σελ. 158. Δρχ. 1765. ΑΛΠ ΤΕΚΙΝ. Το τουρκικό και παντουρκικό ιδεώδες. Μετ. I. Κασσεσιάν. Αθήνα, Αρμένικοι Ορίζοντες, 1992. Σελ. 113. Δρχ. 1040. LEWIS B.-PACE E.-MAGISTER S. Το ισλαμικό αί­ νιγμα. Μετ. Α. Κατσουρός. Αθήνα, Λεβιάθαν, 1992. Σελ. 93. Δρχ. 1040. ΤΑΞΙΔΙΑ Κ όσμος ΚΟΝΤΑΜΙΝ CH.M. DE. Ταξίδι στον Αμαζόνιο. Μετ. - πρόλ. - παράρτ. Ν. Πέππα. Αθήνα, Αίολος, 1992. Σελ. 154. Δρχ. 1765.

COHAT Υ. Βίκινγκς, Οι βασιλιάδες των θαλασσών. Μετ. Δ. Δημητρούλια. Αθήνα, Δεληδανάσης, 1991. Σελ. 176. Δρχ. 2910. GHEERBANT Α. Αμαζόνιος ένας πληγωμένος γί­ γαντας. Μετ. Δ. Δημητρούλια. Αθήνα, Δεληδανάσης, 1991. Σελ. 192. Δρχ. 2910. Ε λεύθερα αναγνώ σματα ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ Μ. Δομήνικος. Αθήνα, Πατάκης, 1992. Σελ. 136. Δρχ. 935. ΜΠΟΥΛΩΤΗΣ X. Το στρατιωτάκι που ήθελε να γί­ νει αρχιτέκτονας και ποιητής. Αθήνα, Λωτός, 1992. Σελ. 84. Δρχ. 1040. ΕΚΟ Ο.-ΚΑΡΜΙ Ε. Οι νάνοι του Γκνου. Απόδ. Ν. Θα­ λάσσης. Αθήνα, Γνώση, 1992. Σελ. 40. Δρχ. 1660. Π ΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ. Τεύχος 894. ΑΠΟΨΕΙΣ. Περιοδική έκδοση του Συλλόγου Εκπαι­ δευτικών λειτουργών του Κολλεγίου Αθηνών. Τεύχος 6 + παράρτημα 5. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Ετήσια επιθεώρηση. Τεύχος 26. Δρχ. 6730. ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΚΙ ΕΜΕΙΣ. Περιοδικό της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών Βιβλιοπωλών. Τεύχος 4 (107). ΓΥΝΑΙΚΑ. Το κλασικό γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 1085. Δρχ. 600. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βι­ βλίου. Τεύχος 290. Δρχ. 600. ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Διμηνιαίο περιοδικό διε­ θνούς πολιτικής. Τεύχος 12. Δρχ. 500. ΕΜΒΟΛΙΜΟΝ. Τριμηνιαία επιθεώρηση. Τεύχος 14-15. Δρχ. 1000. ΕΝ ΣΗΤΕΙΑ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 4. Δρχ. 450. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ. Μηνιαία λογοτεχνική εφημε­ ρίδα. Φύλλο 16. Δρχ. 150. ΗΧΩ ΤΩΝ ΑΙΘΕΡΩΝ. Μηνιαία εφημερίδα. Φύλλο 289.


78/δελτιο ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου­ δών. Τόμος 62, τεύχος 1. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιθεώρηση κοινωνικών ε­ πιστημών. Τεύχος 25. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1561. Δρχ. 500. ΝΟΥΜΑΣ. Επιθεώρηση τέχνης γραμμάτων. Τεύχος 9. Δρχ. 200. ΠΑΡΑΔΟΣΗ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 2. Δρχ. 800. ΠΑΡΟΥΣΙΑ. Επιστημονικό περιοδικό του Συλλόγου Δ.Π. Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών. Τόμος Ζ'-1991. ΠΕΡ1ΠΛΟΥΣ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 32. Δρχ. 800. Μηνιαία επιθεώρηση, Μαυρομιχάλη Αθήνα 106 80, τηλ. 36 19 837 Πετρέλαιο, πράσινοι φόροι και κουπόνια, του Μιχάλη Μοδινού Ουαί ημίν, του Αγγέλου Ελεφάντη Λειψυδρία: η νέα "μητέρα όλων των μαχών", του Γιάννη Σακιώτη Δάσος και καλοκαίρι: ποιος συνδυασμός;, των Σ.Κ. και Γ.Π. Σπάτα: Διάτρητη η περιβαλλοντική μελέτη, του Γιάννη Παρασκευόπουλου Η πυρηνική ενέργεια στην Ιαπωνία, του Μιχάλη Προμπονά Σκέψεις περί αξιών, του Κίμωνα Χατζημπίρου Ο πράσινος καρκίνος της Μεσογείου, του Βασίλη Παπακριβόπουλου • Πιέρ Μπενουά Ζυλί: Ρίο, η διάσκεψη της αλή­ θειας Ηλίας Ευθυμιόπουλος: Μετά τη Συνάντηση της Γης

• Μιχάλης Μοδινός: Πολιτική και θρησκεία στο αμερικάνικο περιβαλλοντικό κίνημα Γιάννης Σακιώτης: Το πράσινο κίνημα μετά το θρίαμβο των Γάλλων Πράσινων Ελέν Κριέ: Μπρις Λαλόντ, στην εξυπηρέτηση των φιλοδοξιών του Τζουντίθ Περινιόν: Αντουάν Βεστέρ, ο φύλα­ κας του ναού Γιώργος Β. Ριτζούλης: Οι πράσινοι μπορούν να είναι αλλιώτικοι Αντρέ Γκορζ: Σοσιαλισμός και οικολογική αναδιάρθρωση της κοινωνίας • Βιομηχανία χλωρίου: ο άγνωστος κίνδυνος, του Στέλιου Ψωμά Ανθρωπογενής επέμβαση στην παραλία της Κατερίνης, του Χρήστου Αναγνώστου Ευρωοικολογικά, του Μιχάλη Παπαγιαννάκη

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ. Φύλλα λόγου τέχνης και πολι­ τιστικής καλλιέργειας. Τεύχος 53-54. Δρχ. 300. ΣΗΜΑ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 8. Δρχ. 1000. ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Τεύχος 39. Δρχ. 415. ΣΚΟΥΠΙΔΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ. Τεύχος 2. Δρχ. 500. Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. Επιθεώρη­ ση πολιτικού διαλόγου. Τεύχος 2. Δρχ. 1560. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ. Ετήσια έκδοση για τη διαφήμιση, το μάρκετινγκ, την επικοινωνία. 1992. ΣΥΝΑΞΗ. Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθο­ δοξία. Τεύχος 42. Δρχ. 830. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 68. Δρχ. 725. ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ. Τριμηνιαία έκ­ δοση. Τόμος 4, τεύχος 2. Δρχ. 850. MAG SIMULATOR. Τεύχος 1/2.


Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι ε ­ πώνυμες βιβλιοκριτικές.και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον π εριο­ δικό και επαρχιακό τύπο, ό ­ σες ήταν δυνατόν να εξα ­ σφαλίσουμε ή μας απέστειλα ν οι συντάκτες τους. Για κάθε β ιβ λ ίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνο­ μα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου, καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής αν πρό­ κειται για εφημερίδά, ή ο αριθμό ς έκδοσης αν πρόκειται για π εριοδικό έντυπο.

δελ τ ι ο

κριτικό γ ρ α φια 293 Μ αρία Τρουπάκη

Τύπος

Οικονομία

Καρόζηλου Μ.: Τα ελληνικά οικογενειακά φιλολογι­ κά περιοδικά (Κ. Ντελόπουλος, Καθημερινή, 23/6)

Birzaguet A.: 1993, Η Μεγάλη Ευρωπαϊκή Αγορά (Σ. Ντάλης, Διαβάζω, 290) Druesue G .-Κρεμλής Γ.: Η πολιτική του ανταγωνι­ σμού (Σ. Ντάλης, Διαβάζω, 290)

Ψυχολογία Ίχνη (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 22/6)

Οικολογία

Θρησκεία Χριστιανικόν Εορτολόγιον (Φ. Τριάρχης, Δραμινή, 31/5, Ταχυδρόμος Καβάλας, 3/6)

Σχίζας Γ.: 1) Υμηττός 2) Πόλη, φύση και κοινωνία (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 28/6) Μπούκτσιν Μ.: Τι είναι Κοινωνική Οικολογία (ΜΚ, Μ εσημβρινή, 26/6)

Πολιτική

Τ έχνες

Αίτζίδης Β.: Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 28/6) Δημαράς Γ.: Τα άκυρα (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 28/6) Δραγούμης Μ.: Πορεία προς το φιλελευθερισμό (Αθ. X. Παπανδρόπουλος, Ο ικονομικός Ταχυδρό­ μος, 25/6) Μπαμπασάκης Γ.Ι.: Βορειοδυτικό πέρασμα (Ε. Αρανίτσης, Ελευθεροτυπία, 24/6) Παρασκευόπουλος Π.: Ο Καραμανλής στα χρόνια 1974-1985 (0. Ψαλιδόπουλος, Διαβάζω, 290) Τζερμιάς Π.: Η πολιτική σκέμη του Κ. Καραμανλή (Θ. Ψαλιδόπουλος, Διαβάζω, 290)

Αραμπατζής Γ.: Λαϊκισμός και κινηματογράφος (Δ. Κούρτοβικ, Νέα, 26/6) Κάσδαγλης Ε.Χ.: Γιάννης Κεφαλληνός, ο χαράκτης (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 23/6) Κυπαρίσσης Π.: Βεάκης (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 21/6)


80/δελτιο Γλώσσα Μπαμπινιώτης Γ.: Η γλώσσα της Μακεδονίας (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 29/6) Κλασική Φιλολογία 1) Αρχαίοι συγγραφείς (Σειρά) 2) Οι Έλληνες (Σει­ ρά) 3) Αρχαίο Ελληνικό θέατρο (Σειρά) (Δ. Κούρτοβικ, Νέα, 3/7) Ποίηση

νωνικό φαινόμενο (X. Στρατηγοπούλου, Διαβάζω, 290) Καρβέλης Τ.: Δεύτερη ανάγνωση. Τόμ. Β' (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 26/6) Ροζάνης Σ.: Τέλλος Άγρας (Γ. Κοροπούλης, Κ α θ η ­ μερινή, 30/6), (Δ.Τ., Αντί, 26/6) Δοκίμια Βέλτσος Γ.: Το βέλτιστο επιχείρημα (Δ. Δημητρού­ λης, Βήμα, 28/6) Αλληλογραφία

Καλλιαντά-Γάλλιου Μ.: Βραδινά ταξίδια (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώρα, 28/6) Καραχάλιος Ν.: Το αίμα (Δ. Ζαδές, Εξόρμηση, 21/6) Μαστροδημήτρης Π.: Η ποίηση του νέου Ελληνι­

Κάσδαγλης Ε.Χ.: (επιμ.) Γιάννης Κεφαλληνός. Αλλη­ λογραφία (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 23/6)

σμού (Α.Γ.Κ. Σαββίδης, Μ εσημβρινή, 26/6) Σανιάνου Β.: Ποιήματα (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώρα, 2/7) Σπυροπούλου Κ.: Δελφικοί απόηχοι (Κ.Ι. Βαλαβά­ νης, Ελεύθερη Ώρα, 21/6) Τραϊανός Α.: Φύλακας ερειπίων (Γ.Α. Παναγιώτου, Εποχή, 28/6) Φαφούτης Δ.: Τα πρόσωπα της απουσίας (Σ. Δημού­ λης, Αυγή, 28/6)

Γκέρτσου-Σαρρή Α.: Το κόκκινο της Ανατολής (Μ. Κοντολέων, Διαβάζω, 290) Εκατό μύθοι του Λαφοντέν με ζώα του βουνού και του κάμπου (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 22/6) Κόνραντ Π.: Έμελιν (Ε. Σαραντίτη, Ελευθεροτυπία, 24/6)

Πεζογραφία Βαλτινός Θ.: Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60 (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 21/6) Βαρβέρη-Βάρρα X.: Προβληματισμοί και οραματισμοί (Δ. Ζαδές, Εξόρμηση, 3/7) Γεωργιάδης Β.: Άννα Νοταρά (Δ. Πάκος, Εξόρμη­ ση, 21/6) Γκαντζιός Θ.: Μια χαμένη φωνή, μια κραυγή (Κ. Παπαπάνος, Π ο λιτικά Θέματα, 26/6) Καπαρουνάκη Ε.: Πνευστά και κρουστά (Κ. Παπαπάνος, Π ολ ιτικ ά Θέματα, 26/6) Μανιώτης Γ.: Ορίστε τα ρόδα, μαμά! (Η. Παπαλέξης, Διαβάζω, 290) Μάτεσις Π.: Ύλη δάσους (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 22/6), (Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Μ εσημβρινή, 3/7), (Β, Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 24/6) Νόλλας Δ.: Ο τύμβος κοντά στη Θάλασσα (Τ. Μεν­ δράκος, Αυγή, 21/6) Παπαπάνος Κ.: Αγωνίες (Σ.Ι. Καργάκος, Π ολιτικά Θέματα, 3/7) Δοστογέφσκη Θ.: Το έγκλημα και η τιμωρία. Μετ. Αλ. Παπαδιαμάντης (Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Β ή ­ μα, 21/6) Οζ Α.: Το μαύρο κουτί (Δ.Τ., Αντί, 26/6) Όουτς Τ.Κ.: Ο κήπος των επίγειων ηδονών (Η. Κεφά­ λας, Διαβάζω, 290) Μελέτες Βρεττός Σ.: Οι λαϊκοί ποιητές της Λευκάδας ως κοι­

Παιδικά

Ιστορία Στεργίου Α.: Βασίλισσα Θεσσαλονίκη (Φ. Τριάρχης, Μ ακεδονία, 3/6, Ταχυδρόμος Καβάλας και Δραμινή, 17/6) Φωτιάδης Κ.: Ο Ελληνισμός της Κριμαίας (Ν. Ντό­ κας, Ελευθεροτυπία, 28/6) Μπαρτικιάν Χ.Μ.: Ελληνισμός και Αρμενία (Ν. Ντό­ κας, Ελευθεροτυπία, 28/6) Μαρτυρίες Μιχαηλίδης Π.Μ.: Αγαθουπόλεως 7 (Π. Ανταίος, Β ή­ μα, 21/6)


Λ ΟΓ Ο ΤΕ ΧΝ ΙΑ

ΓΙΑ Ν Ε Ο Υ Σ

ι. D. Η. L awrence, Ο Άνθρωπος που αγαπούσε τα Ν ησιά Απόδοση Σπόρος Ηλιόπουλος 2. H onore de B alzac , Η Γρεναδιέρο (Το Σ π ίτι με τις Ροδιές) Μετάφραση Έφη Κορόμηλά '

3. H erman B ang , Οι Τέσσεροι Διάβολοι Μετάφραση Κώστας Χατζόπουλος

4. J ames Joyce , Η Πανσιόν κ α ι Αλλα Δ ιηγήματα Μετάφραση Κοσμάς Πολίτης 5. G iovanni V erga , Περιπλάνηση Μετάφραση Ελένη Ροντογιάννη

7. H erman M elville, Η Ιστορία του Τάουν-Χο Μετάφραση A. Κ. Χριστοδούλου 9. L afcadio H earn, Όλεθρος και Αλλα Διηγήματα Μετάφραση Πέτρος Π. ((αλονάρος ίο. G abriele D ’A nnunzio, Επίσκοπο & Σ '0 Μετάφραση Πέτβΰ$ΊΙ|ρ0 ρς π . H einrich B oll , Ιστορίες μ ε Τσιγάρα Μετάφραση Γιώργος Κεντρωτής is. G abriele D ’A nnunzio, Η Γυναικαδέλφη Μετάφραση Πέτρος Πικρός 16. G ustaf G eijerstam, Το Αγόρι της Κυρά-Λένης Μετάφραση Λέων Κουκούλας ι& V oltaire, Ζαντίγκ, ή Το Πεπρωμένο Μετάφραση Μανόλης Γιαλουράκης 19. Robert M usil, Εικόνες Μετάφραση Γιώργος Κεντρωτής 20. C harles B audelaire, Ο Μ ικρός Γητευτής Μετάφραση Κ. X. Σύρρος 21. J an N eruda, Ιστορίες από τη Μ άλα-Στράνα Μετάφραση Sona Domakova-Στάμου 23. G ustaf G eijerstam, Ο Π έτρος μ ε το Ένα Μ άτι Μετάφραση Λέων Κουκούλας


4 Εκδόσεις Κέδρος Γ. Γενναδίου 3 - Τηλ. 36.09.712

ΒΑΓΓΕΛΗΣ

ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ

Μόλις κυκλοφόρησε

Ά λ λ α βιβλία του Β αγγέλη Ραπτόπουλου

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΡΑΠΤΟΠΟΥΛΟΣ Η αυτοκρατορική μνήμη του αίματος Ο ίδιος άνθρωπος ζει έναν μεγάλο, ρομαντικό και κυρίως τραγικό έρωτα· κολυμπάει σε μια θάλασ­ σα από σκανδαλιστικούς, ειρωνικούς και σχεδόν αχρείους έρωτες· και τέλος επιχειρεί να διανοηθεί τι σημαίνει να είσαι, σήμερα, Έλληνας και ταυ­ τόχρονα πολίτης του «παγκόσμιου χωριού»!

• Κομματάκια • Διόδια • Τα τζιτξίκια


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.