Τεύχος 296

Page 1

ΔΡΧ. 600


! Μ

ΝΕΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

Ανδρέα Σταφυλίδη ΕΝΑΣ ΕΠΙΤΟΜΟΣ ΓΛΩΣΣΙΚΟΣ ΓΙΓΑΝΤΑΣ ΠΟΛΥΕΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΟΝΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ' Ενα λεξικό σταθμός. • Ετυμολογεί και ερμηνεύει πάνω από 85.000 λέξεις. • Δίνει τους αρχικούς χρόνους όλων των ρημάτων και ιδιαίτερα λεξιλόγια κυρίων ονομάτων και πληροφορικής. Θα το βρείτε σε μεγάλο και μικρό σχήμα αλλά και σε σχήμα τσέπης ως ορθρογραφικό.

ΝΕΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΣΤΑΦΥΛΙΔΗ Πλήρες, άρτιο, μοναδικό. Ζητήστε το από τα βιβλιοπωλεία και από τις

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΦΥΛΙΔΗ ΑΘΗΝΑ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 46, ΤΗΛ: 36.13.730


τα βιβηία της «γνώσης» ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ & ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Διεύθυνση σειράς - Παναγιώτης Κονδύλης

ΜΑΡΣΕΛ ΓΚΡΑΝΕ

Η ΚΙΝΕΖΙΚΗ ΣΚΕΨΗ Μ ετάφραση ΠΩ ΛΙΝΑ ΛΑΜ Ψ Α

Το βιβλίο του Μαρσέλ Γκρανέ αποτελεί από δεκαετίες βασικό έργο αναφοράς σε όλη την Ευρώπη και τον πολιτισμένο κόσμο γενικότερα για όσους ασχολούνται με την κινέζικη σκέψη. Η μεταφορά στην ελληνική γλώσσα του βιβλίου αυτού αποτελεί την πρώτη υπεύθυνη προσπάθεια εισαγωγής του Έλληνα αναγνώστη στον χώρο της κινέζικης φιλοσοφίας.

F % ftC )C 7 F l C ,

«γνά)ΟΪ) »

ΙπποκΡάτους 3 1 ,1 0 6 80 Αθήνα Τηλ.: 3620941 - 3621 194 Για το υ ς Βιβλιοπώλες: Αποκλειστική διάθεση ΔΑΝΑΟΣ Α.Ε. Μ αυρομιχάλη 64, 106 80 Αθήνα, Τηλ.: 3604 161,3631 975, 3611 054


A

Β Ι Β Λ Ι Α

Η ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α Ριουνοοούκε Ακουταγκάουα Κόπα (Μυθιστόρημα) Ρασομόν και άλλες ιστορίες 9 Νανιίν Γκόρντιμερ Η ιστορία του γιου μου (Μυθιστόρημα) Μ ια ιδιοτροπία της φύσης (Μυθιστόρημα) 9 Σιουσακού Έντο Σιωπή (Μυθιστόρημα) 9 Μιιόνιο Κίρχοφ Ινφάντα (Μυθιστόρημα) 9 Εμανουέλ Κρεστ Ράντου ή Ο ι φυσητές γυαλιού του Λιπσανί (Μυθιστόρημα) 9 Καμάρα Λάι Το μαύρο αγόρι (Μυθιστόρημα) 9 Τζεραλνχίν Μακ Κόχριν Στα πόδια των αγγέλων (Μυθιστόρημα) 9 Σπάικ Μίλιγκαν Μουρλό - Μ ια ιρλανδέζικη φαντασία (Μυθιστόρημα) 9 Γιούκιο Μισίμα Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΗΣ ΓΟΝΙΜΟΤΗΤΑΣ Ανοιξιάτικο χιόνι (Μυθιστόρημα) 9 Πέδρο Γκαρδία Μοντάλβο Μ ια ιστορία από τη Μαδρίτη (Μυθιστόρημα)

1 9 9 2

- ΠΟΙΗΣΗ

Έλσα Μοράνχε Αραθέλι (Μυθιστόρημα) 9 Ονορέ ντε Μπαλζάκ Ο μπαρμπα-Γκοριό (Μυθιστόρημα) 9 Στέφανο Μπένι Ο μάγος Μ πάολ Μ ια ήσυχη νύχτα της δικτατορίας (Μυθιστόρημα) 9 Μπέρτολντ Μπρεχτ Διόρθωση παλιών μύθων και άλλες ιστορίες 9 Χουάν Κάρλος Ονέτι Το ναυπηγέιο (Μυθιστόρημα) 9 Κέιτ Σοπέν Η αφύπνιση και άλλες ιστορίες 9 Τζόναδαν Σουίφτ Η μάχη των βιβλίων (Νουβέλα) 9 Τζουνίτοιρο Τανιζάκι Το πορτρέτο της Σούνκιν (Διηγήματα) 9 Τζων Κένεντυ Τουλ Συνασπισμός ηλιθίων (Μυθιστόρημα) Η ΕΥΡΩ Π ΑΪΚ Η Μ ΑΣ Κ Λ Η ΡΟ ΝΟ Μ ΙΑ Βολταίρος Τα περί τον Σαδίκην ή Την Ειμαρμένην (Μετάφραση: Λ. Ν. Ιοκετπέρης Βυζάντιος, 1819) 9 ' Ανρί Μυρζέ Οι λιμοκοντόροι ή Σκηναί εκ του βοημικού βίου (Μετάφραση: Εμμ. Ροΐδης, 1898)

Εκδόσεις Κ αςτανιωτη Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα


... ..........Ε κδόσεις Κ αςτανιωτη =

=

Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα

Ν Ε Α

Β Ι Β Λ Ι Α

1 9 9 2

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α

Μ αρλένα Πολιτοπούλου

Γιώργος Αρισιηνός

Ο ήχος της σαύρας (Αφήγημα)

Η Κατάβαση (Αφήγημα)

Τάσος Ρούσσος

Χριστίνα Γιατζόγλου

Αγγελόπετρα (Νουβέλα)

0 μικρός Κλαύδιος (Αφήγημα)

Γιώργος Σκαμπαρδώνης

Βασίλης Γκουρογιάννης

Η Στενωπός των Υφασμάτων (Διηγήματα) Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό (Διηγήματα)

Το ασημόχορτο ανθίζει (Μυθιστόρημα) Απόστολος Κ. Δοξιάδης

Αντώνης Σουρούνης

Ο θείος Πέτρος και η Εικασία του Γκόλντμπαχ (Νουβέλα)

Υπ’ oyiv της Λίτσας Κρίστη Στασινοπούλου

Αχιλλέας Θεοφίλου

Επτά φορές στην Αμοργό (Διηγήματα)

Μεθυσμένη ορχήστρα (Μυθιστόρημα)

Περικλής Σφυρίδης

Λεύτερης Κυπραίος

Χαράμι (Διηγήματα)

Ο μεγάλος Δεύτερος (Μυθιστόρημα)

Διονύσης Χαριτόπουλος

Γιώργος Λεονάρδος

Από εδώ πέρασε ο Κιλρόι

Το κόκκινο σαλόνι της γιαγιάς (Μυθιστόρημα) Πρόδρομος X. Μ άρκογλου

Α.Κ. Χριστοδούλου

Το αγκάθι ή Ο Παντελής Βλαστός (Νουβέλα)

Σταθερή απώλεια (Διηγήματα) Παύλος Μάτεσις

Ύλη δάσους (Διηγήματα) Αμαλία Μ εγαπάνου

Το Φιρφιρί, οι Φιρφιρογέννητοι και η Μεγάλη Κωπηλασία Βασίλης Μπούτος

Γυναίκες στα πάρκα (Διηγήματα) Νίκος Νικολαίδης

ΠΟΙΗΣΗ Σωκράτης Κ. Ζερβός

Το κρίνο του τρόμου Αντρέας Καραντώνης

Δεκατετράστιχα Ματθαίος Μουντές

Νηπιοβαπτισμός

Γουρούνια στον άνεμο (Μυθιστόρημα)

Αθηνά Παπαδάκη

Δημήτρης Νόλλας

Λέαινα της βιτρίνας

Ο τύμβος κοντά στη θάλασσα (Μυθιστόρημα)

Γ.Δ. Σιδεράς

Κυριάκος Ντελόπουλος

Γιάννης Τζανετάκης

Οδός Αρχαίων Ελλήνων (Μυθιστόρημα)

Με φώτα ερήμου

Το χαμαί

Γιάννης Ξανθούλης

Θανάσης Χατζόπουλος

Η εποχή των καφέδων (Μυθιστόρημα)

Από καταβολής δρόσου


Μετάφραση: γ ιω ρ γ ο ς π α π α δ ο γ ια ν ν η ς

K N U D Η. T H O M S E N

η ΚΑΜΠΑΝΑ της

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ (Μυθιστόρημα)

' Η τα νε πά ντα φ υ σ ικ ό γ ια μας το.υς Έ λ λ η ν ε ς να πεθα ίνο υ μ ε απ ό ά γ ρ ιο θά ν α το , ε ίπ α ενθ ο υ σ ια σ μ ένο ς, κά τι που δεν έ νιω ­ θα σ υ χ ν ά . Κ α νένα ς α π ό το υ ς ήρ ω ές μας δεν τα π εινώ θ η κ ε, π εθα ίνο ν τα ς σ το κρ εβ άτι. Θ α η τα ν ε ν τρ ο π ή γ ια το υ ς α π ο γό νο υ ς. — Ε ίμ α σ τε ό μω ς Έ λ λ η ν ε ς . Κ αι ό χ ι μό ­ νο Έ λ λ η ν ε ς , α λ λ ά Μ ακ εδό νες. Ε μείς δεν α ν ε χ ό μ α σ τε το σ α τα νά να μας π α τή σ ε ι. Ν α το θυ μ άσ αι αυτό. — Μ α το θυμάμαι. Ο ι Μ α κ εδ ό νες δεν α π οφ εύ γο υν ε πο τέ το υ ς κινδύνο υς. Π ο λ λ έ ς φ ο ρ ές, γ ια χ ά ρ η τη ς ε λευ θερ ία ς, π η γα ίν ο υ ν ν ’ ανταμώ σουν το θ άνατο με το κεφ άλι ψ ηλά! — Δ ρ α μ α τική κ α τά σ τ α σ η , αν α σ τέν α ξε ο π α π α -Κ ο λ κ ή ς, κ ι έβ γα λε το σ τα υρ ό του. — Ψ υ χ ρ α ιμ ία , α κ ο ύ σ τη κ ε η β ρ ο ντερ ή φ ω νή του Χ ρ ισ το φ ή που δε λ ο γά ρ ια ζε τ ί­ ποτα. ' Α ντε να το υ ς δείξ ο υμ ε τ ι α ξίζ ο υ ν ο ι Μ ακ εδόνες. Κ αι ο ι Α θη ν α ίο ι! σ υμ π λή ρ ω σ α εγώ. Τ ό τε έγ ιν ε κά τι. Τ ο ε ίδα σ τα μά τια τω ν γυ ­ ν α ικώ ν, α λ λ ά κα ι τω ν σ τρ α τιω τώ ν κα ι π ρ ό ­ σ εξα , ό πω ς π ρ ο σ έ χ ε ι κ α νε ίς τη β ρ ο χ ή , που ξα λ α φ ρ ώ ν ει ξα φ ν ικ ά ένα πα ρ αφ ο ρ τω μένο σ ύννεφ ο . Ο α ξιω μ α τικ ό ς μ ’ έ β γα λε από το κ ά θισ μ α κ α ι χ ώ θ η κ ε μέσα. Τ ο α π ό σ π α σ μ α σ υγ κ εν τρ ω ν ό τα ν . Μ η χ α ν έ ς κά νανε σ αματά. Α π ό τη ν ε κ κ λ η σ ία ξ ε χ ύ θ η κ α ν τα π α ιδιά . Η

εικ ό ν α δ ια λύ θη κ ε σ ε μ ικ ρ ά κομ ματάκ ια, που τα π ή ρ ε λ ες ο α έρ α ς α π ό τα μ άτια μου. Έ ν ιω σ α πολύ κο υ ρ α σ μ ένο ς κα ι σ τ η ρ ίχ τ η ­ κα σ το α υ το κ ίν η το . Ε ίχε ξε κ ιν ή σ ε ι. Τη σ τιγ μ ή που έπεφ τα, μου φ άνηκε πω ς άκουσ α αγ γ έλ ο υ ς να ψ έλ νου ν το «Ωσανά». ' Ε νιω θα σ α ν α ρ γ ο ν α ύ τη ς που θ ’ α κ ο λ ο υ ­ θούσε το ν Ιάσω να σ τη ν Κ ο λ χίδ α γ ια να κ λ έ­ ψ ουμε το « Χ ρ υσ όμ α λ λ ο Δ έρας». Μ όνο που το δ ικ ό μας ή τα νε ε ξα ιρ ε τικ ά βαρ ύτερ ο και πο λ υ τιμ ό τερ ο . Ή τ α ν η Ω σα νά, η καμπάνα τη ς Μ ακεδονίας! Τ ο κ α μ ά ρ ι τη ς Μ α κ εδ ο νία ς χα μ ή λ ω ν ε α π ίσ τε υ τα α ρ γ ά κ ι ό τα ν ο φ α κός φ ώ τισ ε τα χ ε ίλ η τη ς, δά κρυα χα ρ ά ς τρ έξα νε σ τα μά­ γ ο υ λ α του π α π α -Κ ο λ κ ή , που α ν έπεμπ ε μια ε υ χ α ρ ισ τή ρ ια π ρ ο σ ε υ χή σ τις ο υ ρά νιες δυ­ ν ά μ εις που βοη θή σ α νε. — Γ υ ρ ίζε ις πίσ ω ά λ λ ο ς άνθρ ω π ος, μου ε ίπ ε ο Γ ά λ ο ς. Τ ώ ρ α π ια ε ίσ α ι έ να ς απ ό μας. Ε ίσ α ι ένα ς Μ ακεδόνα ς.

• ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΛΕΝΤΗ < [7 |

Μαυρομιχάλη 5, τηλ. 36.23.553 106 79 ΑΘΗΝΑ


Από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΕΛΗΘΑΝΑΣΗ στη σειρά ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ κυκλοφόρησε ένα μεγάλο βιβλίο

ΓΡΑΦΗ, Η ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ίου Ζωρζ Ζαν Μ ετάφραση και ελληνικά ντοκουμέντα

του Θωμά Γκάρπα Ένα μεγάλο θέμα: η γραφή και η ιστορία της που είναι η ιστορία της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της 4000 χρόνια... Η ιστορία της γραφής είναι πάνω απ’ άλα η ιστορία του ελληνικού Πολιτισμού. 27 2 σελίδες · χαρτί ιλουστρασιόν · 3 0 0 εικόνες · μαρτυρίες και ντοκουμέντα παλιά και καινούργια

Στην πρωτοποριακή νεανική σειρά γνώσεων ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΗ Σ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗΣ μόλις κυκλοφόρησαν δυο ακόμα βιβλία: Μια πρωτότυπη και συναρπαστική ματιά στην ιστορία του Κινηματογράφου και των Καραβιών.

Οι μηχανές λήψεως και προβολής, οι ηθοποιοί και τα στούντιο, οι σκηνοθέτες και οι τεχνικοί, τα ντεκόρ, οι εταιρίες, τα Όσκαρ...

Βάρκες, πλοία, υπερωκεάνια από την αρχαιότητα έως σήμερα. Είδη και μηχανές πλοίων, στολίδια και έλικες, πετονιές και αγκίστρια...

Αστέρης Δεληθανάσης εκδότης Χαριλάου Τρικουπη 106 και Σμολένσκι, 114 72 Αθήνα Κεντρική διάθεση: Ζωοδόχου Πηγής 34, τηλ. 364 23 25,106 81 Αθήνα


ΙΑΒΑΖΩ , συνεντευξεΐ8 με Μένη Κ ουμανταρέα (No 1) Δ ημήτρη Χατζή (No 5-6) Γιώργο Ιωάννου (No 9) Διονύση Σαββόπουλο (No 10) Γαβριήλ Π εντζίκη (No 11) Ιάκω βο Κ αμπανέλλη (No 12) Ν ίκο Σβορώνο (No 18) Μ έντη Μ ποσταντζόγλου (No 19) Ν ίκο Π ουλαντζά (No 27) Α λέξανδρο Κ οτζιά (No 28) Στρατή Τ σίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Ά λ κ η Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Ν ίκο Καρούζο (No 48) Κ.Θ. Δ ημαρά (No 53» Δ ιδώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρι (No 60) Σπόρο Α σ δραχά (No 61) Εμμανουήλ Κριαρά (No 62) Αλ. Φ ιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Π έτρο Α μπατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τ ατιάνα Γκρίτση-Μ ιλλιέξ (No 71) Λιλίκα Ν άκου (No 72) Γιώργη Γ ιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δ ούκα (No 74) Φ ρέντυ Γερμανό (No 77) Νάνο Β αλαωρίτη (No 79) Γιώργο Χ ειμωνά (No 80) Μ αντώ Αραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαβούρη (No 85) Α σημάκη Π ανσέληνο (No 88) Κώστα Μ ητρόπουλο (No 89) Αρ. Ν ικολάίδη (No 90) Δ ημήτρη Χ ριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σ α μαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Ν ικηφόρο Β ρεττάκο (No 97) Γιάννη Μ ανούσακα (No 99) Α νάστο Π απαπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μ πουκουβάλα-Α ναγνώστου (No 100) Φ ίλιππο Δ ρακονταειδή (No 102) Ν άσο Δ ετζώρτζη (No 104) (No 136) Τάσο Α θανασιάδη (No 105) Jean-M arie Drot (No 107) Λίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. Π ετσάλη-Δ ιομήδη (No 109)

tous:

Ιωάννη Κακριδή (No 110) Σπύρο Π λασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρβιτσιώτη (No 115) Θανάση Βαλτινό (No 116) Γιάννη Δ άλλα (No 117) Νίκο-Αλέξη Α σλάνογλου (No 118) Δ ημήτρη Τσαούση (No 119) Γιώργο Κατσίμπαλη (No 121) Ιωάννα Καρατζαφέρη (No 122) Κώστα Μ όντη (No 123) Π αναγιώτη Π απ αδού κα (No 124) Αλέκο Σακελλάριο (No 124) Μ ανόλη Α νδρόνικο (No 125) Γ.Θ. Βαφόπουλο (No 126) Ν αταλί Σαρότ (No 129) Δημήτρη Μ αρωνίτη (No 130) Δημήτρη Π απ αδίτσα (No 133) Νίκο Χουλιαρά (No 137) Ελένη Β ακαλό (No 139) Χρήστο Γιανναρά (No 144) Ουμπέρτο Έ κ ο (No 145) Νίκο Κάσδαγλη (No 146) Π έτρο Χάρη (No 161) Δ ήμητρα Πέτρουλα (No 165) Π αντελή Πρεβελάκη (No 173) Χ ριστόφορο Μηλιώνη (No 186) Χέρο Χ οκβέρντα (No 187) Κωνσταντίνο Τρυπάνη (No 191) Μάνο Χ ατζιδάκι (No 196) Σπύρο Ευαγγελάτο (No 213) Π έδρο Μ πά δενας ντε λα Πένια (No 213) Α λέξανδρο Σχινά (No 218) Κ ατερίνα I. Κακούρη (No 223) Γιεβγένι Γιεφτουσένκο (No 225) Μ ελισσάνθη (No 234) Ντάριο Φο - Φ ράνκα Ράμε (No 247) Α νατόλι Ριμ πακόφ (No 251) Κωστή Π απαγιώργη (No 252) Γιώργο Κάτο (No 253) Γκερτ Χ όφμαν (No 256) Περικλή Σφυρίδη (No 260) Τέρι Ή γ κ λ ε το ν (No 263) Χρήστο Μ αλεβίτση (No 266) Δημήτρη Τομπαΐδη (No 268) Έ λ λ η Αλεξίου (No 269) Ευάγγελο Μ όσχου (No 269) Μ ίλοραντ Π άβ ιτς (No 270) Γεωργία Δ εληγιάννη-Α ναστασιάδη (No 272) Γιοχάνές Ίρ μ σ ερ (No 273) Ά μ ο ς Οζ (No 282) Δ ούσαν Κοβάτσεβιτς (No 283) Πολυξένη Μ ατέυ-Ρουσοπούλου (No 285) Μισέλ Βόλκοβιτς (No 288)


ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΠΑΤΑΚΗ

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ Α Ρ Χ Α ΙΑ Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Α • 50 τίτλοι που καλύπτουν όλα τα διδασκόμενα κείμενα •^Θ .,Κ . Φραγκούλης, Η Αντιγόνη του Σοφοκλή

ΝΕΟ Ι ΤΙΤΛΟΙ * Αθ. Κ. Φραγκούλης, Η Αντιγόνη του Σοφοκλή ( για τον καθηγητή) Ν Ε Α Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Α * Αναλύσεις κειμένων νεοελληνικής λογοτεχνίας για όλες τις τάξεις Ν Ε Ο Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η ΓΛ Ω Σ Σ Α - Ε Κ Θ Ε Σ Η / Ε Κ Φ Ρ Α Σ Η * 20 τίτλοι που καλύπτουν όλες τις τάξεις Λ Ε Ξ ΙΚ Α * Ομάδα φιλολόγων, Σύγχρονο λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας * Γ. Σακελλαριάδης, Ορθογραφικό λεξικό της δημοτικής * Α ννα Ιορδανίδου, Τα ρήματα της νέας ελληνικής * Σ. Πατάκης - Ν. Τζιράκης, Λεξικό ρημάτων αρχαίας ελληνικής ομαλών και ανώι * Δ. Διαμαντόπουλος, Λεξικό βασικών εννοιών * Από τις εκδόσεις Penguin, Λεξικό κοινωνιολογίας ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ * 6 τίτλοι βιβλίων για τη Γ' Λυκείου * Ετοιμάζονται 3 τίτλοι για το Γυμνάσιο Μ Α Θ Η Μ Α Τ ΙΚ Α

ΝΕΟΙ ΤΙΤΛΟΙ

• Ευπ. Κοθάλη, Σ. Αμβρουζή, Ελ. Τσιλιακός, Μαθηματικά για την Α' Γυμνασίου * Ηλ. Ντζιώρας, Ανάλυση Γ' Λυκείου

Για την A', Β' και Γ' Λυκείου κυκλοφορούν βιβλία των: φ. Αλεξόπουλου, Δ. Γεωργακόπουλου, Σ. Ευριπιώτη, Μ.Ζαννή, I. Ηλιόπουλου, Τ. Πολύδωρου, Γ. Σκανδάλη, Αιμ. Τσουλφανίδη

ΝΕΟ Ι ΤΙΤΛ Ο Ι * Ν· K°YKa(i ' Γ·Κόγκας, Γ' Γυμνασίου ____________________ » Σ. Κοκκωνάκης, Γ'Γυμνασίου * Ν. Κόγκας - Γ. Κόγκας - Φ.Μπιζέλης - Θ.Σφυρής Φυσική Γ'Λυκείου 1,2,3 και 4 (4 βιβλία) Χ Η Μ Ε ΙΑ • Β ' Λυκείου I. Κεφαλλωνίτης - Β. Χρηστίδης, Ανόργανη χημεία * Γ' Λυκείου I. Κεφαλλωνίτης - Β. Χρηστίδης, Ανόργανη χημεία για τις δέσμες Α' και Β' X. Ψαχούλιας, Ανόργανη χημεία (1ης και 2ης Δέσμης). Γ. Σπαντίδης -Λ. Χριστούλας - Δ. Σπαντίδης, Ανόργανη Χημεία για τον υποψήφιο των ΑΕΙ Τ. Ραγκούσης - Β. Χρηστίδης, Οργανική Χημεία Δ. και Π. Θεοδωρόπουλος, Χημική Ισορροπία I. Κεφαλλωνίτης, Οργανική χημεία για τις δέσμες Α' και Β' I. Κεφαλλωνίτης, Συμβολισμός - Ονοματολογία - Ισομέρεια στην ανόργανη και οργανική χημεία Σ . Π α τά κ η ς' Α .Ε., Β α λ τετσ ίο υ 14, 106 80 Αθήνα Κεντρική Διάθεση: Σ. Πατάκης Α.Ε., Εμμ. Μπενάκη 16, 106 78 Αθήνα, Τηλ·: 3638362, Fax: 3628950


ΔΙΑΒΑΖΩ αφιερώματα σε συμμραφεισ Ο. ντε Μπαλζάκ No 40* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μπόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80* Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρξ No 83* Μ. Βίαν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88* Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροίδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Αγρας No 104 I. Βερν No 105 Θ. Καίρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έσσε No 109 Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Αλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126

Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν. X. Λώρενς No 132 Γ.Σ. Έλιοτ No 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ. Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έκο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γουλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157 Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χέμινγουεϊ No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Ό μηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Ίψεν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 190

Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Ρ. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206 Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ. Σολωμός No 213 Α. Λουπέν No 218 Φ. Πετράρχης No 218 Τζ. Ό ργουελ No 226 Τ. Λειβαδίτης No 228 Κ. Ντίκενς No 229 Δάντης No 230 Γκ. Γκ. Μάρκες No 223 Γκ. Απολλιναίρ No 231 Ρ. Βελεστινλής No 235 Σοφοκλής No 243 Κέρουακ No 249 Μαρκ Τουαίν No 252 Γιούκιο Μισίμα No 253 Μοράβια No 256 Μαριβό No 257 Μ. Καραγάτσης No 258 Άρθουρ Μίλλερ No 259 Χένρυ Τζαίημς No 260 Γ. Ξενόπουλος No 265 Γκράχαμ Γκρην No 267 Γ. Σκαρίμπας No 269 Χένρυ Μίλλερ No 273 Ράινερ Μαρία Ρίλκε No 274 I. Καποδίστριας No 275 Γ. Βιζυηνός No 278 Ζαχαρίας Παπαντωνίου No 285 Νόρμαν Μαίηλερ No 286 Μισέλ Τουρνιέ No 287


ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ - ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 57 - ΤΗΛ. 3241200,3241958 - Fax 3241790 CACTUS EDITIONS - 57, PANEPISTIMIOU AV. - TEL. 3241200, 3241958 - Fax 3241790 - ATHENS


ΜΟΜΠΙ-ΝΤΙΚ ή Η ΦΑΛΑΙΝΑ (ΔΥΟ ΤΟΜ ΟΙ - 1.280 ΣΕΛΙΔΕΣ) • •

ΕΙΣΑ ΓΩ ΓΗ - Σ Χ Ο Λ ΙΑ Τ Ο Υ Κ Α Θ Η Γ Η Τ Η ΤΗΣ Α Μ Ε Ρ ΙΚ Α Ν ΙΚ Η Σ Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν ΙΑ Σ ΧΑΡΟΛΝΤ ΜΠΙΒΕΡ. Ν Ε Α Μ Ε Τ Α Φ Ρ Α ΣΗ Σ Τ Η Ν Ε Λ Λ Η Ν ΙΚ Η ΓΛ Ω ΣΣΑ Τ Ο Υ ε π ιμ ε λ ε ια

Δ. Κολοκοντές.

Σ. Κόκκαλη

Λ Ε ΞΙΛΟ ΓΙΟ - Ε ΙΚ Ο Ν Ο ΓΡ Α Φ Η Σ Η

ΔΥΟ ΤΟΜΟΙ - ΤΙΜΗ 4.000 ΔΡΧ. ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 52 ΤΗΛ.: 3628446, 3629157, FAX: 3241 790


ΔΙΑΒΑΖΩ Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81 Σύνταξη: 33.01.239 Λογιστήριο: 33.01.241 Διαφημίσεις: 33.01.313 Συνδρομές: 33.01.315

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Τεύχος 299 14 Ο κτω βρίου 1992 Τιμή: Δ ρ χ . 600

Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βα­ σίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέ­ ξης, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη. Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο Ε.Π.Ε., Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, ΤΗΛ./FAX: 33.01.330 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυλής 35, Καματερό, τηλ. 23.18.444 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «Διαβάζω» Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ.. 237.463

ΧΡΟΝΙΚΑ ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ: Γράφει ο Ηρακλής Παπαλέξης Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Μνήμη Αλέξανδρου Κοτζιά: Αλέξανδρος Κοτζιάς, δώδεκα χρόνια πριν (Γράφει η Έρη Σταυροπούλου) Έργο-βιογραφία Αλέξανδρου Κοτζιά ΕΡΕΥΝΑ: Μια νέα θεώρηση της θεωρίας του Έρασμου και Φαλμεράγερ (Γράφει ο Γεώργιος Κυριαζόπουλος)

12 15 16 18 20 21

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Στέλιος Ρογκάκος: Μια λογοτεχνική θέαση της Νέας Υόρκης Χάρης Παπαγεωργίου: Μητρόπολη. Για το Μανχάταν Τράνσφερ του Τζ. Ντος Πάσος Σώτη Τριανταφύλλου: Σημείωμα για τη Νέα Υόρκη στον αμερικανικό κινηματογράφο Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκι: Νέα Υόρκη Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ: Ένας νέος στη Νέα Υόρκη Παρατηρώντας τη Νέα Υόρκη Νέα Υόρκη-σχόλια Μάικλ Πάι: New York, New York Βάσω Κουμπαράκη: Ενδεικτική βιβλιογραφία

34 37 39 42 47 49 54 59 63

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΑΤΡΟ: Γράφει η Κυριακή Πετράκου ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη

65 68

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

73

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

79

Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

στο επόμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα στον Μάριο Χάκκα


12/χρονικα

Μ

Η έκπ λη ξη κα ι το απ ρ οσ δό κητο;

Ο γιατρός προσπάθησε να τον καθησυχάσει, δεν ή­ ταν τίποτα το σίγουρο ακόμα - αυτό το τόνιζε συ­ νέχεια - χρειαζόταν να ξαναεξετάσουν το αίμα του, γ ι’ αυτό ζήτησε να τον δει προσωπικά, κι ύστερα, αν και εφόσον επιβεβαιωνόταν η πρώτη εξέταση... - Απαιτώ να μάθω τι είδους αντισώματα, κύριε διευθυντά, τον έκοψε ο Μάριος. Αντί για απάντηση, ο γιατρός έβγαλε απ ’ το συρτάρι του την εξέταση του αίματος και του την έδωσε. Ένα χαρτάκι ήταν, που έγραφε: «Θετικό για AIDS».

Λ I Σ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ ΓΡΑΦΕΙ ο Ηρακλής Παπαλέξης

Ο

τίτλος «Χαράμι» τη ς συλλογής διηγημάτων του Περικλή Σφυρίδη δεν είναι δάνειος α π ό κάποιο διήγημα, ό π ω ς συνηθίζε­ ται σε α νάλογες περ ιπ τώ σ εις. Διατρέχει και τα π έντε διηγήματα κι α π ο τελεί τον κεντρικό του ς άξονα. Το επίρρημ α «χαράμι» α­ ντίθετο του χαλάλι, φορτισμένο ο π ω σ δ ή π ο τε αρνητικά, σημαί­ νει το ξόδεμα, το ανώφελο, το αναποτελεσματικό. Μ πορεί βέ­ βαια να είναι και κατάρά π ο υ εκτοξεύεται ενάντια σε όλους τους αγνώ μονες κι αχάριστους αυ τής της ζωής. Π άντως έτσι ή αλλιώς ο Π. Σφ υρίδης α υτό π ο υ θέλει να τονί­ σει χρησιμοποιώ ντας το σ υγχρόνω ς και ω ς κοινό πα ρανομ αστή - είναι το γ ε γο ν ό ς ότι η βαθιά κρίση της κοινωνίας μας οδηγεί κατευθείαν το υ ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς της στην απ όγνω σ η και σε αδιέξο­ δο. Υ πεύθυνοι οι ίδιοι με τις ε πιλ ογές τους, τις σ υμπ εριφ ορές και την καθημερινή, κενής περιεχομένου, δράση τους. Θ έλο­ ντας κά ποιος σ υγγρ α φ έα ς να δώσει οστά και σάρκα σ ’ αυ τό το μικρόκοσμο π ο υ μας περιβάλλει έχει δυ ο δρόμους. Ο ένας είναι να χρησιμοποιήσει την υπερβολή και το ακραίο, · έτσι π ο υ να διαγράφεται αδρά η πρ όθεσ ή του κι ο άλλος, είναι σε χαμηλούς τό νο υς και ήπ ιο κλίμα να «εμφανίσει» τις διαστά­ σεις τω ν ηρώων του. Αναμφίβολα ο Π. Σ φ υρίδης έχοντας ήδη ένα σ υγγραφ ικό έρ­ γ ο - οκτώ σ υλλογές διηγημάτων, ποίηση και μελέτες - έχει επιλέξει τον δικό του τρ ό π ο γρ α φ ή ς και διήγησης, καθώς και το υ ς χώ ρ ο υ ς α π ό του ς οπ ο ίο υ ς επιλέγει το υ ς ήρωές του. Ό λ ο ι, α π λ ο ί καθημερινοί άνθρ ω π οι, οι διπλ ανοί μας, με τις ανησυχίες και τις αγω νίες τους, τις κακίες και τις μ ικρότητές του ς κινούνται άλλοτε ένοχα κι α π ελ πισμένα ό π ω ς ο μεσήλικας δ ικηγόρος του «Μυστικού», ο ο π ο ίο ς πλ ηροφ ορείται, τυχαία, ότι είναι φ ορέας του AIDS κι άλλοτε υ περ ο π τικ ά κι αλαζονικά ό π ω ς η φιλόδοξη, αρχομανής, φιλήδονη (;) γυναίκα στο «Ρέκβιεμ για την αιώνια ποίηση». Στις σχέσεις ενός ιδιοκτήτη κι ενός ενοικιαστή, «Ο συ­ νάδελφος», θίγεται το πρ όβ λημα της υ ποκρισ ίας και τη ς έλλει­ ψης κοινής γλώ σσ ας και πρ οθέσ εω ν ανάμεσα σε αν θρ ώ π ο υ ς με διαφορετικά συμφέροντα, ενώ στο «Μοιρολόι τω ν πουλιών» η αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ σ υζύγω ν και η φιλική σχέση με­ ταξύ ενός γιατρού και του ασ θενούς του. Τέλος, στο διήγημα «Ωραίος Θ άνατος», το καλύτερο της συλλογής, θίγεται το αιώ-


χρονικα/13

νιο πρόβλημα της αγω νίας του θανάτου, η ο π ο ία τόσο ελαχι­ στοποιείται, όσο οι άνθρω π οι έχουν εξοικειωθεί με τη ζωή. Α ποσ πά σματα της καθημερινής ζω ής τα διηγήματα του Περι­ κλή Σφυρίδη. Χωρίς π ο λ λ ά λογοτεχνικά τερτίπια, δίχω ς δυσα­ νάγνω στους συμβολισμούς. Ο σ υγγρ α φ έα ς ακολουθεί το δρ ό­ μο π ο υ έχει ήδη χαράξει. Π αρόν και με την άλλη επαγγελματική του ιδιότητα ω ς γιατρός, επεμβαίνει, ό π ω ς συνηθίζει, στις ιστο­ ρίες του. Δεν αυτοβιογραφείται· δοκιμάζεται. Ο αναγνώ στης έ­ χει την αίσθηση ότι τα διηγήματα του Περικλή Σφυρίδη είναι βιωμένες ιστορίες. Κι αυτό γιατί μοιάζουν αληθινές, οικείες. Τα διηγήματα διαβάζονται ευχάριστα, είναι άμεσα, πα ρ ό τι γραμμέ­ να στο γ ' π ρ ό σ ω π ο . Δεν διαψεύδουν, ούτε απ ο γο η τεύ ο υ ν τους αναγνώ στες τους. Αν η σ υνέπεια - ω ς π ρ ο ς τη θεματολογία και τη γρ αφ ή, ενός σ υγγρ αφ έα με το πρ ο ηγο ύ μ ενο έργο του - μπ ο ρ εί να θεω ρη­ θεί αρετή, τότε η έκπληξη και το απρ ο σδό κ ητο είναι το ζητού­ μενο στα διηγήματα του Περικλή Σφυρίδη.

Ποίησ η;

Η

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΣΦΥΡΙΔΗΣ. Χαράμι. Διηγήματα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1992. Σελ. 128.

κ

ΥΚΑΟΦΟΡΗΣΑΝ ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ

Εβίτα Ν. Μ πα λτά στην ποιητική συλλογή «Απουσίες» κατατρέχεται α π ό το όραμα ενός π α ραμυθένιου Π ρίγκιπα. Δεν είναι τόσο α υτό καθεαυτό το ό ραμα π ο υ κάνει το υ ς πρ ω τό λειο υ ς στί­ χου ς της να μοιάζουν με σελίδες ημερολογίου έφηβης, όσο ο α­ δόκιμος τ ρ ό π ο ς π ο υ «ενδύει» αυτό το όραμα. Το πα ρ ακάτω ποίημα Έ σκυψ α α π ’ το μ π α λκ ό ν ι κάτω σ το δρό μο Κάτι σ α ζά λη μ ε σ υ ν επ ή ρ ε Τα σ υ ρ τά βήματα σε παίρ να νε μακριά μ ο υ Ένα π υρ ω μένο σίδερο μ ο υ έσκισε τα σω θικά '" Ένιωσα να τελειώνει μια ζωή... δείχνει φ ανερά τη σχέση της Εβίτας Μ παλτά με την ποίηση. Ω ­ στόσο ο εκδοτικός οίκος «Διάττων» έδωσε το πα ρ ό ν του στις «Α­ πουσίες».

Τα μ ά τια τη ς α ν α κά λυ ψ η ς Σ τ η σειρά «Τα μάτια της ανακάλυψης» - εκδόσεις «Δεληθανάση» - κυκλοφόρησαν δυο καλαίσθητα, ω ς σ υνήθως, παιδικά βιβλία. Το πρ ώ το , «Τα καράβια και τα άλλα πλεούμενα» σε συ­ νεργασία με το εθνικό ναυτικό μουσείο Γκρήνουιτς, αναφέρεται στην ιστορία τω ν πλεούμενω ν. Α ρχίζοντας α π ό τις α π λ έ ς σχε-

EBITA Ν. ΜΠΑΛΤΑ. Απουσίες. Αθήνα, Διάττων, 1991. Σελ. 72.


14/χρονικα

ERIC KENTLEY. Τα καράβια και τα άλλα πλεούμενα. Σειρά: Τα μάτια■της ανακάλυψης Μτφρ. Μάριος Βερέττας. Αθήνα, Δεληθανάσης, 1992 Σελ. 66. Δρχ. 2.800.

RICHARC) PLATT. Ο Κινηματογράφος. Σειρά: Τα μάτια της Ανακάλυψης. Μτφρ. Άρτεμη Θεοδωρίδου. Αθήνα. Δεληθανάσης, 1992. Σελ. 66. Δρχ. 2.800.

δίες και π λ ω τή ρες, την π ρ ώ τη βάρκα (ο καμμένος κορμός δέ­ ντρου), σ το βιβλίο εικονογραφ είται όλη η εξέλιξη τω ν π ρ ώ τω ν μέσων ανά το υ ς αιώ νες, ω ς τα πο λ υ τελή ε π ιβ α τη γό και τα σ ύ γ ­ χ ρ ο να δεξαμ ενόπλοια. Το δεύτερο βιβλίο τη ς σειράς, σε σ υνεργασ ία με το μουσείο κι­ νούμ ενης εικόνας του Λ ονδίνου, αναφ έρεται σ τον «Κινηματο­ γράφ ο». Α πό το π ρ ώ τ ο βήμα τω ν Κινέζων, π ρ ιν 1000 χρόνια, π ο υ π α ρ α τή ρ η σ α ν ότι μια τρ ύ π α σ ’ ένα πα ντζο ύ ρ ι έδινε στον τοίχο μια αντεστραμμένη εικόνα του έξω κόσμου, μέχρι την ιλιγγιώ δη εξέλιξη και τα ειδικά εφέ, το ύ το το βιβλίο ενημερώνει του ς μικρούς α ναγνώ σ τες γ ια την ιστορία τη ς 7ης τέχνης. Βέβαια, ενώ τα βιβλία είναι γρ αμμένα γ ια πα ιδιά , κανείς ενήλι­ κας δεν μπ ο ρ εί να αντισ ταθεί στην πρ όκ λησ η να τα ξεφυλλίσει καταρχήν και να τα διαβάσει προσ εκτικ ά στη συνέχεια. Σ’ αυτή την αξιέπαινη π ρ ο σ π ά θ εια π ρ έ π ε ι ιδιαίτερα να τονι­ στεί η θαυμάσ ια εικονογράφ ηση, τα σύντομα και ε ύ λ η π τ α κεί­ μενα, η καλή μετάφραση κι η άψ ογη εκτύπω ση.

Ν α ι μεν, α λ λ ά ...

WHO'S W HO 1992. Επίτομο βιογραφικό λεξικό. Αθήνα, Μέτρον, 1992. Σελ. 608. Δρχ. 6.000.

Τ ο 1958 εκδόθηκε α π ό το περ ιοδ ικό «Εκλογή» τη ς Ελένης Βλάχου το π ρ ώ τ ο ελληνικό W ho's W ho. Ά θ λ ο ς π ρ α γμ α τικ ό ς γ ια την ε πο χή , π α ρ ά τις α τέλειες και τις ελλείψεις τ ου. Ακολού­ θησ αν οι π ρ ο σ π ά θ ειες του ’62 και ’65. Το 1979, α π ό ά λλο φ ορέα, έγινε νέα π ρ ο σ π ά θ εια , αλ λά περιελήφ θη σαν μόνον όσοι α π ά ντη σ α ν στα ερ ω τηματολόγια. Η εταιρία «Μέτρον» το 1992 ξαναεπιχειρεί, π α ρ ά τις δυσχέ­ ρειες και την επιφ υ λ ακτικ ότητα τω ν β ιογραφ ούμ ενω ν, να συντάξει ένα, όσο το δυνατόν, π λ ή ρ ε ς β ιογραφ ικό λεξικό π ρ ο σ ω ­ π ικο τήτω ν π ο υ βρίσκονται στη ζωή κι έχουν διακριθεί σε τομείς ό π ω ς η πολιτική, η εκκλησία, οι τέχνες, τα γράμματα, η εκπ α ί­ δευση, η διοίκηση, η οικονομία κ.ά. Σ’ αυ τό το χρήσιμο επ ίτο μ ο βιογραφ ικό λεξικό π ρ ο σ ω π ικ ο τή ­ τω ν τη ς χώ ρ α ς μας, επειδή έχουμε ειδικό ενδιαφ έρον για του ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς τω ν γ ρ αμ μ άτω ν και ιδιαίτερα γ ια το υ ς σ υγγρ αφ είς, μάταια αναζητήσαμε τους: Μ ανώλη Α ναγνω στάκη, Λούλα Αναγνω στάκη, Τίτο Πατρίκιο, Γιώργο Χειμωνά, Αριστοτέλη ΝικολαΤδη, Μ άρω Δ ούκα, Ντίνο Χ ριστιανόπουλο, Δ ιδώ Σω τηρίου, 'Αλ­ κή Ζέη, Φ ίλ ιπ π ο Δ ρακονταειδή, Γιώργο Μ ανιώτη και π ο λ λ ο ύ ς ' άλλους. Α νάλογη π ρ ο σ π ά θ εια με το «W ho's W ho 1992» είναι η π ρ ό ­ σ φατη καλαίσθητη και π λ ή ρ η ς έκδοση του Interpress το «Who's W ho τω ν δημοσιογράφ ω ν», το ο π ο ίο όμω ς αναφ έρεται σε εξειδικευμένο ε πα γγελμ α τικό χώ ρο. Μ ήπως.εντέλει η ανά επ α γ γ ε λ ­ ματική κα τηγορία κατάταξη π ρ οσ φ έρ ετα ι γ ια μεγαλύτερη π λ η ­ ρότητα και λ ιγό τερες ελλείψεις;


Αίολος-Αθ., Αριστοτέλης-ΑΘ., Βαγιονάκης-ΑΘ., Γκοβόστης-Αθ., Γκρίτσης-Γεωργιάδης-Καλλιθέα, Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-Αθ., Εστία-ΑΘ, Ευριττίδης-Χαλάνδρι; Ιανός-Θεσσ.·, ΚαραθίαςΡουσσόττουλος, Κατώι του Βιβλίου-Θεσσ., Λέσχη του Βιβλίου-ΑΘ., Libro-Αθήνα, Μάτι-Κατερίνη, Μεθενίτης-Πάτρα, Πλήθων-Πλατεία Αμερικής Αθ., Πρίσμα-Πειραιάς, Ραγιάς-Θεσσ., Σάκης-Νέα Σμύρνη.

Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρη­ σαν 20 βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο κάθενας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βιβλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

I Μ Ο Υ ΡΣΕΛ Α Σ Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλλιά | ΚΟΥΝΤΕΡΑ Μ .: Η αθανασία

Κ ΕΔ ΡΟ Σ

ΕΣΤΙΑ

| ΓΕΡΜ Α Ν Ο Σ Φ Ρ.: Γυναίκα από βελούδο

ΚΑΚΤΟΣ

| ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ Μ.: Ταγκό μες στον καθρέφτη | Π ΙΛ Τ Σ Ε Ρ Ρ .: Ο Σεπτέμβρης

Φ ΙΛ ΙΠ Π Ο ΤΗ Σ

ΩΚΕΑΝΙΔΑ

| Μ Π ΟΥΣΚΑΑΙΑ Λ.: Να ζεις, να αγαπάς, να μαθαίνεις

ΓΛ ΑΡΟΣ

| ΔΙΑ Κ Ο ΓΙΑ Ν Ν Η Σ Κ.: Είναι Έ λ λ η να ς ο ρθόδοξος. Σφάξτε τον | Μ Α ΤΕΣΙΣ Π .: Η μητέρα του σκύλου

Κ Α ΣΤΑΝΙΩ ΤΗΣ

ΣΙΜ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ Κ.: Η διαφθορά της εξουσίας

ΕΡΜ Η Σ

Λ ΟΓΟΘΕΤΗΣ


16/χρονικα

Μνήμη Αλέξανδρου Κοτζιά

Αυτός ο Σεπτέμβρης, που μόλις έφυγε, δεν είχε τίποτε καλό να μας φέρει. Όλες του οι ειδήσεις πύκνωναν σαν μαύρα σύννεφα στον ορίζοντα μας. Τα θλιβερά του μηνύματα έφτασαν ώς τα γράμματά μας, παίρνοντας έναν ξεχωριστό συγγραφέα της γενιάς του, έναν πολύ καλό άνθρωπο, και για πολλούς ένα καλό φίλο, τον Αλέξανδρο Κοτζιά. «Γράφουμε, αποδεχόμαστε ένα στοίχημα. Δεν έχει μεγάλη σημασία αν θα το κερδίσουμε ή θα το χάσουμε. Σημασία έχει το να ’χουμε πράξει το χρέος μας στο ακέραιο». (Συνέντευξη στο Διαβάζω, αρ. 28, Φεβρουάριος 1980, σ. 54). ΓΤ αυτό το~χρέος το συγγραφικό αγωνίστηκε ο Κοτζιάς πάνω από σαράντα χρόνια, από την πρώτη δημοσίευση διηγήματος του ώς το

τελευταίο ανολοκλήρωτο έργο του, που δούλευε αυτόν τον καιρό.

πτά μυθιστορήματα, τρεις νουβέλες, δύο θεα­ τρικά έργα αποτελούν το πρωτότυπο λογοτε­ χνικό έργο που μας άφησε μαζί με τις κριτικές του, τα ιστορικά αφηγήματα και τις μεταφράσεις του. Σ υγγραφέας με ισχυρή προσωπικότητα, που σφρά­ γιζε τα γραπτά του με ζωηρά χαρακτηριστικά, θέ­ λησε να προβάλει στην πεζογραφία του τον «νεοελ­ ληνικό Τριακονταετή Πόλεμο» ((1943-1973) αλλά και τις επιπτώσεις του στην εξελικτική πορεία της ελ­ ληνικής κοινωνίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι σκό­ πευε να συνθέσει συνολικά επτά νουβέλες - με το γενικό τίτλο: Τα παιδιά του Κρόνου - σε αριθμητι­ κή και θεματική αντιστοιχία με τα μυθιστορήματά του. Σ’ αυτές θα παρουσίαζε και την εξέλιξη αρκε­ τών ηρώων που ο αναγνώστης είχε γνωρίσει στα πρώτα έργα του. Η πολιτική διάσταση, το καινούριο στοιχείο που έφεραν οι μεταπολεμικοί πεζογράφοι μας, είναι έντονη στα βιβλία του. Ιδιαίτερο χαρα­ κτηριστικό της θεματικής του είναι η αποκλειστική σχεδόν επικράτηση του κακού, τόσο με τη δημιουρ­ γία σειράς απωθητικών προσώπων, όσο και με τις επιμέρους ιστορίες και τις ακραίες καταστάσεις στις οποίες εμπλέκονται, αλλά και με την ήττα των αγα-

θών και ανυπεράσπιστων. Αλλά το στίγμα της γρα­ φής του το δίνει ο αφηγηματικός του τρόπος, κα­ θώς μάλιστα οι αναζητήσεις του ωριμάζουν στα νε­ ότερα έργα ίου. Η παρακολούθηση του λόγου των ηρώων του τον οδηγεί αφενός στη χρησιμοποίηση γλώ σσας λαϊκής, σκληρής, με άφθονες βωμολοχίες και αφετέρου στη χρησιμοποίηση τεχνικών, όπως ο εσωτερικός μονόλογος. Η συνειρμική εκφορά των σκέψεων, οι φαντασιώσεις, η συμπαρουσία του λό­ γου πολλών προσώπων στην ίδια ενότητα φράσε­ ων, οι οπτικές γω νίες που αλλάζουν χωρίς απτά σή­ ματα δημιουργούν μια ελλειπτική γραφή, που προϋποθέτει την αμέριστη προσοχή του αναγνώ­ στη. Πράγματι η πεζογραφία του Κοτζιά δεν αποτε­ λεί ούτε εύκολο, ούτε εύπεπτο, ούτε ευχάριστο α­ νάγνωσμα. Με μια λέξη δεν είναι «ελκυστική» και ο συγγραφ έας της αυτό όχι μόνο το ήξερε αλλά μοιά­ ζει να το επιδίωκε κιόλας. Η ενεργητική συμμετοχή ενός αναγνώστη διατεθειμένου να διαπεράσει την κλειστή επιφάνεια του έργου για να παρακολουθή­ σει έναν από τους πικρότερους σχολιασμούς της νεότερης ελληνικής ιστορίας και ζωής ήταν, καθώς φαίνεται το ζητούμενο του δημιουργού.

Ε


χρονικά!17 Το περασμένο φθινόπωρο του ζήτησα να δώσει μια ομιλία στους φοιτητές μου στη Φιλοσοφική Σχο­ λή. Θυμάμαι με πόση προθυμία δέχτηκε και πόσο εύκολα κανονίστηκαν οι λεπτομέρειες. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε ένα πρωινό του Νοεμβρίου και διάρκεσε μαζί με τη συζήτηση γύρω στις τρεις ώ­ ρες σε ένα κατάμεστο αμφιθέατρο με περισσότε­ ρους από διακόσιους φοιτητές. Το θέμα μας δεν ή­ ταν η συνολική παρουσίαση του έργου του. Ο ίδιος είχε διαλέγει να μας διαβάσει και να σχολιάσει ένα μικρό απόσπασμα από την Απόπειρα, που θα του έ­ δινε την αφορμή να εξετάσει κάποια από τα προ­ βλήματα της τέχνης του. Ακούγοντάς τον δεν είχα την αίσθηση ότι μας μιλούσε μόνο ο δημιουργός αλλά και ο οξύς κριτικός, που είχε μελετήσει σειρά έργω ν στις βιβλιοκριτικές του με εφόδια πέρα από την προσωπική εμπειρία και τη συστηματική ανά­ γνωση σχετικών θεωρητικών κειμένων. Το κύριο ζήτημα που τον απασχόλησε ήταν ο τρόπος της αφήγησης στο συγκεκριμένο μυθιστό­ ρημά του, για να επισημάνει την ιδεολογική, ηθική, πολιτική και κάθε άλλου είδους ακόμη απόσταση που χωρίζει τον Συγγραφέα από τον Αφηγητή του έργου. Στοιχείο γνωστό στον κάθε «επαρκή ανα­ γνώστη», αλλά και στοιχείο που προκάλεσε και προκαλεί άπειρες παραναγνώσεις σε βάρος κυρίως του δημιουργού και όχι του αφηγητή-ήρωά του. Αυτό ο Κοτζιάς το γνώριζε πολύ καλά, καθώς εί­ χε υποστεί την παρανόηση να ταυτιστεί ο ίδιος ως αγγελιοφόρος με το άσχημο μήνυμα που έφερνε, κατά την εύστοχη επιγραμματική διατύπωση του Τί­ του Πατρικίου (Βιβλιοκριτική για την «Πολιορκία», Διαβάζω, αρ. 7, Μάρτιος-Απρίλιος 1977, σ. 65). Η παλαιότερη κριτική με κριτήρια ιδεολογικά και αισθη­ τικά είχε προβάλει αρκετές αντιρρήσεις για τα πρώτα, ιδιαίτερα, έργα του. Σε ανάλογη ερώτηση για την πινακοθήκη των αρνητικών του ηρώων, στη συζήτησή μας στο Πανεπιστήμιο ο Κοτζκίς απάντη­ σε: «Μα δεν είναι πιο ενδιαφέρον για ένα συγγρα­ φέα να προσπαθήσει να συλλάβει την ψυχολογία ε­ νός κακού χαρακτήρα;» Προεκτείνοντας την άποψη αυτή σε ένα κείμενό του, όπου, σύμφωνα με δική του φράση, «παρακολουθούσε τη λειτουργία της σ υγγραφικής του κουζίνας», έγραψε για το «δαιμο­ νικό παιχνίδι των ταυτίσεων» στο οποίο ο σ υγγρα­ φέας παρασύρει τον αναγνώστη να συμπορευτεί «με διαπρεπείς μασκαράδες, ψεύτες, κλέφτες, απα­ τεώνες και φονιάδες». («Αληθομανές Χαλκειον. Η ποιητική ενός πεζογράφου», Γράμματα και Τέχνες, αρ. 64-65, Ιανουάριος-Μάρτιος 1992, σ. 12-13). Υπάρ­ χει, βέβαια, μια θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στους συγγραφ είς κα τους ήρωες που επικαλείται ο Κοτζιάς (στο κείμενο που προανέφερα) και στα δι­ κά του πλασματικά πρόσωπα. Στη μεγάλη παράδο­ ση του ρεαλιστικού μυθιστορήματος οι δαιμονικοί πρωταγωνιστές παλεύουν αδιάκοπα ανάμεσα στο καλό και στο κακό (την περίπτωση του Ρασκόλνικωφ μνημόνευσε και ο Κοτζιάς) ή τουλάχιστον αντι­ μετωπίζουν κάποια συνειδησιακά προβλήματα, ενώ συγκρούονται με το καλό που εκπροσωπούν άλλοι θετικοί ήρωες. Στα έργα του Κοτζιά αλλά και σε με­ γάλο μέρος της σ ύγχρονης πεζογραφίας, ελληνι­ κής και ξένης, το καλό είναι αδρανές ή και ανύπαρ­ κτο και το κακό δεν αποτελεί πια το ένα σκέλος ε­

νός αγωνιστικού πλέγματος δυνάμεων, αλλά μια παγιωμένη και σταθερή κατάσταση, όμοια με τη μολυσμένη ατμόσφαιρα της εποχής μας, που αναγκα­ στικά την εισπνέουμε χω ρίς να αντιλαμβανόμαστε πάντοτε τη δυσοσμία της. Ήταν, λοιπόν, για το συγγραφέα αυτοσκοπός αυτό το «δαιμονικό παιχνί­ δι», που τον οδήγησε ώς το πλάσιμο του Μένιου Κατσαντώνη του Αντιποίησις αρχής·, Την απάντηση στη ρητορική μου αυτή ερώτηση θα τη δώσω με τα όσα έγραψε ο Κώστας Στεργιόπουλος: «πίσω από την απωθητική επιφάνεια, ο Κοτζιάς κρύβει - ας μη φανεί παραδοξολογία - ένα ν ηθικολόγο, που ε ­ πιμένει να δίνει μονάχα την αρνητική όψη, επειδή βλέπει να διαψεύδεται ολοένα και πιο οικτρά η αρ­ χική ηθική του αντίληψη για τον κόσμο και την κοι­ νωνία, φ τάνοντας ως το ξέσπασμα μιας εχθρότη ­ τας απέναντι στους γύρω του και στο Σύμπαν, συσσω ρευμένης μέσα του α π ’ αυτή τη διάψευση κι από ά λλες ίσως τραυματικές εμπειρίες» («Ο Αλέξαν­ δρος Κοτζιάς και η "Πολιορκία” »,>Γοάμματα και Τέ­ χνες, αρ. 64-65, Ιανουάριος-Μάρτιος 1992, σ. 19). Απόρροια, λοιπόν, της ηθικής του στάσης απέ­ ναντι στη ζωή είναι αυτό το «είδωλο του αιώνα», που στήνει μπροστά στα μάτια του αναγνώστη. Για να τον φοβίσει με τις πιθανές εξελίξεις ή καλύτερα μεταλλάξεις των ιδεών και των πράξεων που συν­ θέτουν τον καθημερινό μας βίο; Πολύ φοβούμαι ότι σήμερα το στοιχείο υπερβολικής αγριότητας, που θεωρούμε ότι χαρακτηρίζει το έργο του, τείνει να αγγίξει το όριο της ρεαλιστικής απόδοσης της πραγματικότητας. Αν από την Πολιορκία, για παρά­ δειγμα, αφαιρεθεί το στοιχείο της συγκεκριμένης ι­ στορικής αναφοράς, δεν θα αναδυθεί αμέσως όλη αυτή η σύγχρονη παράλογη βία, τα άγρια ένστικτα των ανθρώπων, ο εξοντωτικός αγώνας, που δεν μπορεί να τα καλύψει καμία σημαία και καμιά ιδεο­ λογία. Ένα έργο που προκαλεί τον αναγνώστη σε διάλογο, δείχνοντάς του και μια άλλη όψη του κό­ σμου, την πιο σκοτεινή, την πιο απωθητική, είναι ο­ πωσδήποτε, ένα έργο που αντιστέκεται στο χρόνο, έστω κι αν εδώ τις σκέψεις δεν τις ανακαλεί το κεί­ μενο αλλά η απώλεια του δημιουργού του. Ο Αλέξανδρος Κοτζιάς είχε ένα μεγάλο προτέρη­ μα, που σπανίζει ολοένα στην εποχή μας: δεν προ­ σπαθούσε να φανεί ευχάριστος, ούτε στους ανα­ γνώ στες του, ούτε στους συγγραφ είς που έκρινε τα έργα τους. Αυτό σημαίνει πω ς προσπαθούσε να μεί­ νει πιστός στις ιδέες του, να μην αρχίσει να παρασύρεται σε «διευκολύνσεις» για χάρη του κοινού ή μιας αμφίβολης φιλίας ή μιας πιθανής βράβευσης. Ολες αυτές οι μικρές «εκπτώσεις», που ανεπαίσθη­ τα αλλά γρήγορα αλλοτριώνουν τον εαυτό μας και τη ζωή μας. Ο ίδιος γνώριζε, άλλωστε, πολύ καλά τα χαρακτηριστικά τους αφού μ’ αυτά είχε πλάσει τον άλλο Αλέξανδρο, τον Καπάνταη, ήρωα της Φα­ νταστικής περιπέτειας. Το «τάλαντο», που του είχε δοθεί, δεν το έκρυψε, δεν το σπατάλησε, το διαχειρίστηκε με τον καλύτε­ ρο τρόπο που ήξερε. Ίσως γ ι’ αυτό να πέρασε στην αθανασία, χωρίς τον πόνο, τη φθορά και την αρρώ­ στια, τη συνηθισμένη μακρόχρονη διαδικασία του κοινού μας τέλους. ΕΡΗ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


18/χρονικα

Αλέξανδρος Κοτζιάς, δώδεκα χρόνια πριν

Ο Αλέξανδρος Κοτζιάς στον Πύργο Ηλείας

Έχοντας την πεποίθηση ότι ο Αλέξανδρος Κοτζιάς δεν θα άλλαζε ούτε ένα ” ν ι” , απ’ όσα μας εκμυστηρεύτηκε στη συνέντευξη που είχε δώσει στο ΔΙΑ­ ΒΑΖΩ (Φεβρουάριος ’80, τεύχος No 28), παραθέτουμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα σχετικά με το ρόλο της κριτικής και την τεχνική του μυθιστο­ ρήματος. Για την τεχνική του μυθιστορήματος Να μιλήσουμε λίγο για την τεχνική, δηλαδή το πώς στήνετε ένα μυθιστόρημα. Πώς ξεκινάτε και πώς προχωράτε. Μιλήσαμε πριν για κάτι ρινί­ σματα που μαζεύονται σιγά σιγά... ... Αυτά με αναγκάζουν σ ’ ένα είδος πορείας πρ ος τα εκεί, η οποία όμως πορεία είναι σ’ ένα δρόμο τον οποίο δεν γνωρίζω. Π ροχωρώ ψ άχνο­ ντας. Ό π ω ς ψ άχνω βέβαια, βγαίνουν τα σ υμπλη­ ρω ματικά πρόσω πα ή βγαίνουν κ α ι κύρια πρό­ σω πα. Μ πορώ να σας πω κά τι το οποίο με ξάφ­ νιασε τελείως. Έ ν α από τα κύρια πρόσω πα στην «Αντιποίηση αρχής» είναι ο πρόεδρος τω ν τυ­ φλών, ο Γ ιαμ πάς, ο οποίος εμφανίζεται περίπου στη μέση του βιβλίου. Ώ ς τη στιγμή που ο Καρδερίνης ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα στο σωματείο τω ν τυφλών, δεν είχα καθόλου υπόψη μου ό τι αυτό το πρόσωπο, ο τυφλός πρόεδρος, θα παίξει το ρόλο που έπαιξε. Α πλώ ς ήξερα ότι υ­

πάρχει. Και εδώ συνέβη το εξής παράξενο· ότι μόλις άνοιξε η πόρτα, βγήκε όλο το κεφάλαιο με όλη τη βαρύτητα που έχει στο βιβλίο. Είναι ένα α­ πό τα κεφ άλαια που γράφ τηκε πιο εύκολα απ ό τις υπόλοιπες σελίδες κα ι δεν χρειάσ τηκε να προσθέσω ούτε μια λέξη σ ’ όλο το προηγούμενο, δεν χρειάστηκε ν’ αλλάξω τίπ οτα, γιατί η παρου­ σία του μέσα στο βιβλίο είχε προετοιμαστεί χω ­ ρίς να το έχω συνειδητοποιήσει. Υ πήρχαν στις κα τάλληλες θέσεις οι κατάλληλες μνείες, ώστε να έρθει φυσιολογικά η εμφάνισή του κι ο μεγά­ λος ρόλος που παίζει σ’ αυτό το βιβλίο.

Για το ρόλο της κριτικής Παράλλληλα με τη λογοτεχνική σας παραγωγή, είσαστε και κριτικός της λογοτεχνίας. Πώς βλέ­ πετε την κριτική; Π ΡΟΣΠΑΘΩ να είμαι ένας πρ οσ εκτικ ός κι α­ π ρ οκ ατάλ ηπτος αναγνώ στης. Τίπ οτ’ άλλο. Και


χρονικα/19 π ά ντω ς το αντιμετω πίζουν πρω τογενώ ς κάθε φο­ ρά. Αν έχει ενδιαφέρον το έργο. Αν έχει περάσει στο μουσείο είναι μια άλλη ιστορία. Είναι δου­ λειά τη ς φ ιλολογίας. Δ εν το λέω αυτό για να υπο­ τιμήσω τη φιλολογία. Η φ ιλολογία είναι από τις προϋποθέσεις για να ασκηθεί σωστή κριτική και δυστυχώ ς μας λείπει η φ ιλολογική υποδομή στα κα θ’ ημ ά ς, αλλά το έργο επειδή είναι ζω ντανό εί­ ναι κι άπιαστο. Ό λ ο και ξεγλιστράει, όλο κα ι το ξαναπ ιάνεις, όλο κ α ι κά ποια έκπληξη σου επιφυ­ λάσσει.

να κα τα γρ ά φ ω τις αντιδράσεις μου ω ς αναγνώ ­ σ της. Π ροσπαθώ δηλαδή να μην προβάλλω πρ ό ­ τυπα στα οποία να συμμορφώ νεται το βιβλίο το οποίο εκείνη την ώ ρα διαβάζω . Βέβαια δεν ξέρω πόσο το έχω καταφ έρει αυτό. Ε πειδή γράφω κιό­ λας, ίσ ω ς διεργασίες μέσα μου στενεύουν την προσ λ ηπτικ ό τητα κα ι με κάνουν να είμαι αναί­ σθητος σε π ρ ά γμ α τα που έναν άλλο αναγνώ στη θα τον κινητοποιούσαν. Α λλ’ αυτό νομίζω συμ­ βαίνει σ ’ όλους τους αναγνώ στες, είτε γράφουν είτε δεν γράφουν. Η γ κ ά μ α κάθε ανθρώπου δεν είναι απεριόριστη. Μπορούμε να μιλάμε σήμερα για επιστημονική κριτική ή θα πρέπει να συνδέουμε την κριτική με το ένστικτο; ΥΠΑΡΧΟΥΝ πο λ λ ά είδη κρ ιτική ς κ α ι πο λλές προσπάθειες έχουν καταβληθεί να θεμελιωθεί μια επιστημονική κριτική, κα ι μ άλισ τα με διαφορετι­ κά κριτήρια. Υ πάρχει η κριτική η κοινω νιολογι­ κή, η ψ υχαναλυτική, η φιλολογική, που στηρίζε­ ται πάνω στο γρ αμματο λο γικ ό περίγυρο, κ ι όλα αυτά βέβαια γίνονται με προσ πάθειες θεμελιώσεω ς μιας αντικειμενικής κρίσης. Το πρ ά γμ α νομίζω πω ς έχει πο λλές δυ σκολίες. Είναι συνυφασμένο με την ίδια τη μορφή του έρ­ γου τέχνης, κ ι ένα ς κρ ιτικ ό ς λόγος, όσο κ α λά κι αν είναι θεμελιωμένος, δεν είναι βέβαιο πω ς θα είναι ορ ισ τικός. Π οτέ. Π ερισσότερες πιθανότη­ τες είναι να μην είναι ορισ τικό ς πα ρ ά να είναι. Και βέβαια τα έργα εκείνα που επιδέχο ντα ι ορι­ σ τικές κρίσ εις είναι τα ασήμαντα. Έ ν α έργο που επιζεί της ε πο χή ς που γράφ τηκε για μεγάλες περιόδους σημαίνει πω ς έχει μέσα του δυνάμεις που αποτελούν μια πρόκληση για κάθε γενιά που το αντιμετω πίζει, έστω κα ι με διαλείψ εις - διαλείψ εις αιώ νω ν κα μ ιά φορά, ό­ ταν πέφτουν σε αφάνεια αυτά τα μεγάλα έργα, γιατί είναι κι αυτό στη μοίρα τους. Α ποτελούν μια πρόκληση που την αντιμετω πίζει κάθε φορά η γενιά, της κάθε επο χής, οι άνθρωποι που ζούνε τότε. Κι αυτοί βέβαια το αντιμετω πίζουν με το δι­ κ ό τους τρόπο. Λ αμ βά νοντας υπόψη τα προη­ γούμενα, τί έχουν πει οι προγενέστεροι, αλλά

Πιστεύετε ότι ο κριτικός είναι πιο αντικειμενι­ κός, πιο επιφυλακτικός, όταν είναι και συγγρα­ φέας ταυτόχρονα; ΟΧΙ, το να είναι κ α νείς επιφ υ λ ακτικ ός είναι θέμα ιδιοσυγκρασ ίας. Π ιστεύω πω ς ο κα λό ς, ο αυθε­ ντικ ό ς, ο ιδ α νικός κ ρ ιτικός, οισ τρηλατείται ό­ πω ς κι ο συγγραφέας. Μεθάει. Κι όταν ενθουσιά­ ζεται κ α νείς - μιλάω για πνευματική μέθη - τό­ τε αναλαμβάνει ευχαρίστω ς τους κινδύνους να διατυπώ σ ει μια κρίση που γνω ρίζει - επειδή βέ­ βαια ο άνθρω πος δεν είναι ανόητος ή δεν είναι α­ πληροφ όρητος - γνω ρίζει ότι μπορεί να είναι ε­ σφαλμένη. Α ναλαμβάνει αυτό τον κίνδυνο όπω ς αναλαμβάνει κ ι ο σ υγγραφέας αυτό τον κίνδυνο. Γράφουμε, απ οδεχόμασ τε ένα σ τοίχημα. Δεν έ­ χει μεγάλη σημασία αν θα το κερδίσουμε ή θα το χάσουμε. Σημασία έχει να το έχουμε πράξει το χρ έος μ α ς στο ακέραιο. Σημειώσεις για το χαρακτήρα τον κεντρικού ήρωα, Μίνιου Κατσαντώνη, του μυθιστορήματος «Αντιποίηση αρχής» » ·» ΐΗ»ιΐ·1»»->

U,


20/χρονικα

Εργοβιογραφία Αλέξανδρου Κοτζιά Α λέξανδρος Κ οτζιάς γεννήθηκε το 1926 στην Αθήνα. Με τον αδελφό του Κώστα Κο­ τζιά ανακάλυψε πολύ νωρίς τη λογοτεχνία και αποφάσισε να γίνει μυθιστοριογράφος. Σπουδάζει ν ομικά στην Αθήνα. Α πό το 1956 ώ ς το 1982 δημοσιογραφεί και α σχολείται με την κριτική της λογοτεχνίας. Επιμελητής της φιλολογικής σελίδας της «Μ εσημβρι­ νής» (’61 -’67), κριτικός της πεζογραφίας στο «Βήμα» (’71-’72>, γράφει και επιμελείται τη «Φ ιλολογική Καθημερινή» (’75-’82). Υπογράφει τη δήλωση των 18 συγγραφέων το ’69 και ανακρίνεται για την αντιδικτατορική του δράση. Μ έλος της ο μάδας των Δ ε ­ καοχτώ κειμένω ν και Ν έω ν κειμένων. Συ­ ντάκτης στο περιοδικό Η Συνέχεια. Διατέλεσε διευθυντής του γραφείου τύπου της ελ­ ληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο και διευθυ­ ντής και σύμβουλος της Γενικής Γραμμα­ τείας Τύπου και Πληροφοριών. Α ντιπρόε­ δρος και σύμβουλος της Εταιρείας Συγγρα­ φέων. Πρώτη του δημοσίευση ένα διήγημα σ τα Μ αθητικά Γ ρά μματα . Έ χ ε ι εκδώ σει μυ­ θιστορήματα, κριτικά κείμενα, ιστορικά α­ φηγήματα κι έχει μεταφράσει Ν τοστογιέφσκι, Καίσλερ, Κάφκα, Παβέζε κ.ά. Ο αδόκητος θάνατός του σ τις 19 Σεπτεμβρίου στέ­ ρησε από τη μεταπολεμική μας πεζογραφία έναν από τους σημαντικότερους εκπροσ ώ ­ πους της.

0

Μυθιστορήματα - Νουβέλες 1. Πολιορκία. Α' έκδοση, Αθήνα 1953. Β' έκδο­ ση, Αθήνα 1961. Γ'-ΣΤ' έκδοση «Κέδρος», 1976-’86. 2. Μια σκοτεινή υπόθεση. Α' έκδοση «Ο κό­ σμος» 1954. Β' έκδοση «Φέξης», 1963. Γ’ έκ­ δοση «Κέδρος, 1983. 3. Ο Εωσφόρος. Α' έκδοση, Αθήνα 1959. Β' έκ­ δοση «Κέδρος», 1981. Γ' έκδοση, 1986. 4. Η απόπειρα. Α' έκδοση «Φέξης», 1964. Β'-Ε έκδοση, «Κέδρος», 1978-1986. 5. Ο Γενναίος Τηλέμαχος. Α' έκδοση «Κέδρος», 1972, Β' και Γ' έκδοση 1981-1982. 6. Αντιποίησις αρχής. Α' έκδοση «Κέδρος», 1979. Β'-Ζ' έκδοση 1979-1986. 7. Φανταστική περιπέτεια. Α’ έκδοση «Κέδρος», 1985. Β’-Δ' έκδοση 1986-1987. 8. Ιαγουάρος. Νουβέλα, «Κέδρος», 1987. 9. Μηχανή. Νουβέλα, «Κέδρος», 1990. 10. Ο Πυγμάχος. Νουβέλα, «Κέδρος», 1991.

Θέατρο 1. Ενοικιάζεται δωμάτων μετ’ επίπλων. Δράμα σε τρεις πράξεις. Περιοδικό «Νέα Πορεία», Θεσ­ σαλονίκη 1962. Β' έκδοση «Κέδρος», 1980. 2. Μαριάννα. Μονόπρακτο. Θέατρο «Καθρέπτης» 1989-’90. Σκηνοθεσία: Πέπυ Οικονομοποϋλου. Δεν έχει εκδοθεί.

Κριτική 1. Μεταπολεμικοί πεζογράφοι. Κριτικά κείμνα, «Κέδρος», 1982. 2. Αφηγηματικά. Κριτικά κείμενα Β', «Κέδρος», 1984. 3. Δοκιμιακά και άλλα. Κριτικά κείμενα Γ', «Κέ­ δρος», 1986. 4. Τα αθηναϊκά διηγήματα και δυο δοκίμια για το χρόνο, «Νεφέλη», 1992.

Ιστορικά αφηγήματα 1. Ο Εθνικός διχασμός, «Φυτράκης», 1974. 2. Η δίκη των έξι, «Φυτράκης», 1975. 3. Η νύχτα των μεγάλων μαχαιριών, «Φυτράκης», 1975.

Μεταφράσεις 1. Φ. Ντοστογιέφσκι: Οι φτωχοί, 1954. 2. Φ. Ντοστογιέφσκι: Μια αξιοθρήνητη ιστορία, 1954. 3. Γεωργίου Φίνλεϋ: Ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, 1954. 4. Άρθουρ Καίσλερ: Το μηδέν και το άπειρον, 1960. 5. Φραντς Κάφκα: Η δίκη, 1961. 6. Αρθουρ Καίσλερ: Ο κομισάριος και ο γιόγκι, 1962. 7. Α. Τζόουνς: Ο Κωνσταντίνος και ο εκχριστιανισμός της Ευρώπης, 1963. 8. Α. Μπερν: Αλέξανδρος ο Μέγας, 1963. 9. Φραντς Κάφκα: Ο πύργος, 1964. 10. Φλάννερυ Ο’ Κόνορ: Και βιασταί αρπάξουσιν αυτήν, 1965. 11. Τσέζαρε Παβέζε: Ο διάβολος στους λόφους, 1969. 12. Ρόμπερτ Γκρέηβς: Εγώ, ο Κλαύδιος, 1969. 13. Γιαν Κοττ: Σαίξπηρ ο σύγχρονός μας, 1970. 14. Ελέιν Μόργκαν: Η καταγωγή της γυναίκας, 1976. 15. Νίκος Γκατζογιάννης: Ελένη, 1983. 16. Τσικαμάτσου Μονζαεμόν: Οι μάχες του Κοξίνγκα, 1984.


χρονικά 121

Μια νέα θεώρηση της θεωρίας του Έρασμου και Φαλμεράγερ

Γλωσσική πρόκληση από τους φίλους εταίρους

Τον τελευταίο καιρό άσπονδοι «φίλοι» και φανεροί εχθροί του Ελληνισμού α­ νασύρουν στην επιφάνεια τη θεωρία του Φαλμεράγερ για να χτυπήσουν τον ελληνισμό και να υποστηρίξουν τα ιδιοτελή και άνομα συμφέροντά τους. ρώτοι χτύπησαν οι «φίλοι» εταίροι Ιταλοί με το απαράδεκτο έντυπο που κυκλοφόρησαν από το βήμα των Ολυμπιακών αγώνων τον Ιούνιο'1991, με τη διακήρυξη ότι δεν υπάρχει ελληνική φυλή και ότι οι σ ύγχρονοι Έ λληνες είναι επίγονοι «Σλάβων και Αλβανών». Ο υπαινιγμός ότι η νεοελληνική γλώσσα δεν έχει σχέση με την αρχαία Ελληνική ή­ ταν φανερός. Ακολούθησαν έπειτα οι σ υγγραφ είς της Ευρω­ παϊκής Ιστορίας, οι οποίοι αγνόησαν το Κεφάλαιο «Ελλάδα» και τη συμβολή των Ελλήνων στον ευρω­ παϊκό πολιτισμό. Στο ίδιο τραγούδι ενορχηστρώνεται και ο Πάπας και διαβάζει το ευαγγέλιο στην τεχνητή σλαβομακεδονική γλώσσα για να εξάψει το σωβινισμό των Σκοπιανών. Οι Σκοπιανοί γείτονες, με την ενθάρρυνση «φί­ λων» και εχθρών, ανέλαβαν να μας διαφωτίσουν ότι η εθνότητα των Μακεδόνων δεν είναι ελληνική, αλ­ λά ανήκει σε κάποια διαφορετική φυλή με διαφορε­ τική γλώσσα και πολιτισμό, που ένα μέρος της στε­ νάζει υπό το πέλμα των Ελλήνων. Στη δόλια σ υγχορδία μπαίνει και ο χριστιανοδη­ μοκράτης π ρ ό εδρο ς της Ιταλικής Βουλής επί των ε­ ξωτερικών υποθέσεων και άνθρωπος του Πάπα, Φλαμίνιο Πίκολι, και εισηγείται την «άμεση Ιταλική ανάμιξη για την αυτονόμοση της Μακεδονίας του Αιγαίου που κακοποιείται από τους εξελληνισθέντες Σλαβομακεδόνες». Ταυτόχρονα γερμανικοί και αγγλικοί εκδοτικοί οίκοι εκδίδουν το 5/γλωσσο ευρωπαϊκό λεξικό

Π

(στην Αγγλική, Γερμανική, Γαλλική, Ιταλική και Ι­ σπανική, αλλά όχι και στην Ελληνική, που είναι η μητέρα των γλωσσών). Και ο Αλβανός πρ όεδρος Ραμίζ Αλία δε χάνει την ευκαιρία να πληροφορήσει τον κόσμο ότι στην Ελ­ λάδα καταπιέζονται δύο εκατομμύρια Αλβανοί!

Οι δυο όψεις του αυτού νομίσματος υνηθίσαμε να μιλάμε για τον «μεγάλο φιλέλλη­ να» Έρασμο και για τον φανατικό μισέλληνα Φαλμεράγερ, ενώ και οι δυο τους είναι όψεις του αυτού νομίσματος. Μια ευρύτερη θεώρηση δεν δι­ καιώνει την κολακευτική προσωνυμία του πρώτου, αφού αυτός ήταν η αρχική πέτρα του σκανδάλου και ο π ροπομπός του Φ αλμεράγερ. Ο δεύτερος, πά­ λι, δεν πρω τοτύπησε σε τίποτε, αφού δεν έκανε τίπο τ’ άλλο παρά να ακολουθήσει την ερασμιακή στρατηγική. Ο Έρασμος έσφαξε με το βαμβάκι τη νεοελληνική γλώσσα και έμμεσα την ελληνική φυ­ λή. Ο Φαλμεράγερ, παίρνοντας ενθάρρυνση από τη θεωρία του πρώτου, χτύπησε κατευθείαν τη φυλή για να καταλήξει στο χτύπημα της νεοελληνικής γλώ σσας και οι δυο τους ακολουθούν την αυτή στρατηγική. Ψάλλουν πρώτα μεγαλειώδη ύμνο στην αρχαία Ελλάδα και ομολογούν ότι σ ’ αυτήν η Δύση οφείλει τον εξανθρωπισμό της κι έπειτα ρί­ χνουν φαρμακερές βολές κατά της νεότερης Ελλά-

Σ


22!χρονικά δας με τη σιγουριά ότι όσα καταμαρτυρούν θα γί­ νουν πιστευτά. Ο Έρασμος δείχνει στους ομοεθνείς του και στους καθολικούς ομοθρήσκους του, πού βρίσκεται ο χρυσός και τους καλεί να ανασκάψουν και να τον βρουν. - Να εκεί στα ελληνικά συγγράμματα! Με αυτό το σάλπισμα - και αυτό είναι προς τιμήν του - συνετέλεσε σημαντικά στον ερχομό της Α ναγέν­ νησης και της ευημερίας στη Δύση. Ταυτόχρονα ό­ μως χτύπησε με δολιότητα τους Νεοέλληνες, ισχυριζόμενος ότι η αρχαία ελληνική γλώσσα δεν έχει σχέση με τη Νέα Ελληνική και ότι οι αλυσίδες της σ υνέχειας έχουν αποκοπεί. Για να γίνει αποδεκτή η θεωρία του την κάλυψε με τον μανδύα της επιστη­ μοσύνης και της έρευνας. Αντικειμενικός σκοπός ή­ ταν η αποπομπή της ελληνικής προφοράς και η αν­ τικατάστασή της με την ερασμιακή, όπω ς ονομά­ στηκε προφορά, που ήταν ένα κράμα προομηρικής, γερμανικής και γαλλικής1προφοράς. Οι χιλιάδες Έλληνες δάσκαλοι που είχαν καταφύγει στη Δύση μετά την άλωση της Πόλης και στους οποίους οφεί­ λεται κυρίως η Αναγέννηση αγνοήθηκαν. Ως ήταν φυσικό οι αντιδράσεις υπήρξαν οξύτατες και συνε­ χίστηκαν ως τις αρχές του αιώνα μας με ασυνήθι­ στη ένταση. Ο Α' παγκόσμιος πόλεμος επίσκιασε το θέμα και ο Β' το έρριξε, άλυτο, στη λήθη. Τώρα με την ευρωπαϊκή ένωση, που τα συμφέροντα συγκλί­ νουν, θα πρέπει ν ’ ανασυρθεί στην επιφάνεια για να βρει την οριστική του επίλυση, που θα είναι και δι­ καίωση ιστορική. Η ενθάρρυνση από την Ευρωπαϊ­ κή Κοινότητα της πολυγλωσσίας των πολιτών και της πολιτιστικής ποικιλίας θα ενισχύσει σοβαρά την επίλυση του προβλήματος ώστε προοδευτικά ν ’ αποκατασταθεί ο παραφθαρμένος προφορικός ελ­ ληνικός λόγος. Οι νέες ανάγκες επικοινωνίας που προκύπτουν από την Ευρώπη των πατρίδων χωρίς σύνορα και φραγμούς, επιτάσσουν την εκμάθηση και άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών. Αλλά αν αυτή η ανάγκη προκύπτει για τους Έλληνες, για τους άλ­ λους εταίρους προκύπτει η ανάγκη να μάθουν, ι­ διαίτερα, τη Νέα Ελληνική, για το λόγο ότι θα στα­ θεί ο συνδετικός κρίκος και των 12, αφού είναι η συ­ νέχεια της Αρχαίας Ελληνικής. Οι Ευρωπαίοι πολί­ τες επί αιώνες διαποτίζονται από το ελληνικό πνεύ­ μα και όλες οι ευρωπαϊκές γλώ σσες ξεκινούν από ελληνικές ρίζες και στην ελληνική γλώσσα αναζη­ τούν για να υιοθετήσουν τους κατάλληλους επιστη­ μονικούς όρους. Τα αρχαία ελληνικά - σε δεύτερη μοίρα και τα λατινικά - γραπτά κείμενα, εκφρά­ ζουν την ανθρωπιστική μόρφωση, που γίνεται επι­ τακτικό αίτημα της εποχής μας. «Η τυχόν απουσία των Λατινικών και Αρχαίων Ελληνικών από τα σχο­ λεία μας θα στοιχίσει (στη Γαλλία) πολύ ακριβά» διακηρύσσει σε όλους τους τόνους η Γαλλίδα Ελληνίστρια Ζακλίν ντε Ρομιγί (Jacqueline de Romilli)2 και ο Ά γ γ λο ς υπουργός επί των ευρωπαϊκών θεμάτων κ. Τρίστιαν Γκάρελ Τζόουνς (Tristian Garel Jones) σε διάλεξή του στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία» στην Αθήνα την 20.3.1991, με θέμα «Παλιοί φίλοι στη νέα εποχή», τονίζει με έμφαση ότι «ο εμπλουτι­ σμός της αγγλικής γλώ σσας με τις πολυάριθμες ελ­ ληνικές ρίζες είναι το πιο αποτελεσματικό μέσο επι­ κοινωνίας ανάμεσα σε συνεργάτες».3 Ό ,τι ισχύει για τους Ά γγλο υ ς και τους Γάλλους ισχύει και για τους άλλους εταίρους. Καθολική είναι πλέον η ομο­

λογία ότι η πανσοφία των ελληνικών κειμένων που καλύπτει όλο το φάσμα της φιλοσοφίας και της επι­ στήμης γίνεται σημείο αναφοράς για μεγαλύτερη προσέγγιση όλων των Ευρωπαίων. Ό λοι κοινωνούν από το ίδιο ποτήρι, το ίδιο «greek culture» κα­ τά δική τους ομολογία. Αλλά η γλώσσα έχει δυο διαστάσεις, τον γραπτό και τον προφορικό λόγο, που είναι οι δυο όψεις του αυτού νομίσματος.

Ο Έρασμος έριξε πρώτος την πετριά αι ενώ ο γραπτός λόγος γίνεται σεβαστός και θαυμάζεται μέχρι λατρείας, η άλλη όψη, ο προ­ φορικός λόγος, βάναυσα κακοποιείται, πράγμα που δε γίνετι σε καμιά άλλη γλώσσα των εταίρων. Η ρί­ ζα όλου του κακού είναι ο Ολλανδός καθηγητής Ντιζιντέριους Έρασμος (Disinderius Erasmos, 1469-1536).4 Ή ταν η εποχή που η Πόλη είχε πέσει (1453). Το ελληνικό κράτος, κατάκοιτο, είχε γίνει βορά των επιδρομέων Οθωμανών. Οι Δυτικοί, συναγωνιζόμενοι, επέπεσαν ω ς λύκοι στη διανομή των ιματίων. «Δρυός πεσούσης πάς άνήρ ζηλεύεται». Ή ­ ταν η εποχή που οι θρησκευτικές αντιθέσεις των χριστιανών δεν είχαν σιγάσει και ο Πάπας εξακο­ λουθούσε να διαβλέπει τον Πατριάρχη Κωνσταντι­ νούπολης. Ή ταν η εποχή που η Ολανδία, η πατρίδα του Έρασμου, είχε κατακτήσει τις Ανατολικές και Δυτικές Ινδίες και ο Έρασμος δε φαίνεται ν ’ αποδοκιμάζει τις αποικιοκρατικές βλέψεις των ισχυρών. Αντίθετα, μάλιστα, διακηρύσσει ότι η αρχαία ελλη­ νική γλώσσα στην οποία έχουν γραφτεί τα σοφά κείμενα, δεν έχει καμιά σχέση με τη νέα ελληνική. Φανερά ενοχλημένος από το πλήθος των φιλελλή­ νων χριστιανών, που εκδηλώνουν με συμπάθεια τα αισθήματά τους για μια Ελλάδα χριστιανική και ε­ λεύθερη, αναπτύσσει τη θεωρία ότι άλλη γλώσσα μίλαγαν οι αρχαίοι Έλληνες και άλλη οι σημερινοί κάτοικοι. Έτσι ρίχνει έμμεσα, πλην σαφώς, το σιω­ πηλό σύνθημα: Γιατί τόση συμπάθεια στους λεγά­ μενους Νεοέλληνες; Αφήστε τους στη δουλεία τους. Μη μέμφεσθε τους Σταυροφόρους για ό,τι κι αν έκαμαν στο Βυζάντιο. Με το σκεπτικό αυτό, που ήταν σύμφωνο και με το αποικιοκρατικό πνεύμα της χώ ρας του, εισηγήθη ο Έρασμος, το 1520 μ.Χ., την κακόφωνη ερασμιακή προφορά. Το ότι έπεισε πολ­ λούς Ευρωπαίους διανοούμενους ότι αυτή ήταν η ορθή προφορά που μιλούσαν οι αρχαίοι σοφοί οφεί­ λεται κυρίως στο αδιαφιλονίκητο κύρος του ως διά­ σημου λογοτέχνη, ως βαθυστόχαστου φιλόσοφου και έγκυρου καθηγητή των Αρχαίων Ελληνικών. Ο ίδιος, πάντως, δίδασκε με την καθιερωμένη, ως τό­ τε, προφορά των Βυζαντινών (που ελάχιστα διαφέ­ ρει από τη σύγχρονη προφορά των Νεοελλήνων) και ουδέποτε αποπειράθηκε να χρησιμοποιήσει κα­ τά τη διδασκαλία του την προφορά που εισηγήθηκε.

Κ

Ερασμιακή προφορά: Τι ακριβώς σημαίνει; Έρασμος για να θεμελιώσει τη θεωρία του κα­ τέφ υγε στην αρχική εκφώνηση των λέξεων -


χρονικά!23 που ανάγεται στα βάθη των αιώνων της ελληνικής γλώ σσας - τότε που δεν υπήρχαν δίφ θογγοι. Έ ­ τσι, καταργεί τις διφ θό γγο υ ς και προφέρει το αι ως άι, το οι ω ς όι, το ει ως έι, το ου ως όου κ.λπ. Έ πειτα ορίζει να προφέρεται το η ως ε, το υ όπω ς το γαλλι­ κό u και τα σύμφωνα β, γ, δ και ζ όπω ς τα γαλλικά b, g, d και ds αντίστοιχα. Οι θαυμαστές του φιλόσοφου και λογοτέχνη Έ ­ ρασμου έγιναν τώρα και φανατικοί θιασώτες της θεωρίας του για την ελληνική γλώσσα. Έπειτα, ο νέος τρόπος προφ οράς διευκόλυνε τους Δυτικούς στην εκφώνησή του δ ω ς d, του γ ως g καθώς και στην αποφυγή του κόπου για την εκμάθηση των δι­ φ θόγγων. Αλλά το σπουδαιότερο ήταν ότι με την ερασμιακή προφ ορά φαινόταν μεγάλη η διαφορά της ομιλίας των αρχαίων από την ομιλία των νεοτέρων Ελλήνων. Κι αφού άλλη γλώ σσα μιλούσαν τότε και άλλη μιλάνε σήμερα, τί άλλη απόδειξη χρειάζε­ ται για να διαπιστωθεί ότι οι Έ λληνες της κλασικής εποχής δεν έχουν καμιά σ υγγένεια με τους νεότε­ ρους κατοίκους της χώ ρας που ονομάζεται Ελλά­ δα; πρόβαλαν ως επιχείρημα οι ερασμιακοί. Από το άλλο μέρος διάσημοι γλω σσολόγοι και ε­ ρευνητές της επο χής αντετάχθηκαν με ασυνήθη σφοδρότητα και απεκάλυψαν ότι στην εποχή του Περικλή οι δίφ θο γγο ι είχαν σχηματιστεί και τα σύμ­ φωνα β, γ και δ προφέρονταν ελληνιστί και όχι γαλ­ λιστί ή αγγλιστί ως μπ, γκ και ντ αντίστοιχα. Στις αποκαλύψεις αυτές ο Έρασμος δεν είχε ν ’ αντιτάξει τίποτε το ανατρέψιμο παρά μόνο ένα εδά­ φιο από τον «Κρατύλο» του Πλάτωνα: «Ό δ ’ ήλίθιος ώσπερ πρόβατον βη-βη λέγω ν βαδίζει» που οι μετα­ φραστές το αποδίδουν έτσι: «Ό δέ ήλίθιος βαδίζει κάνοντας σάν τό πρόβατο μπε-μπε», που θα πει ό­ τι στην εποχή του Πλάτωνα το βήτα προφερόταν ως μπ και το η ως ε. Αυτό ήταν και το κυριότερο επι­ χείρημα το οποίο μετά μανίας πρόβαλαν οι φανατι­ κοί ερασμαικοί. Αλλά, παρατηρούν οι γλω σσολό­ γοι, το η αν στην προ-ομηρική εποχή προφερόταν ως ε δεν μεταμορφώθηκε απότομα από φωνή ε σε φωνή η αλλά εξελικτικά. Στην εποχή του Πλάτωνα θα ήταν ένα ς φ θό γ γ ο ς ανάμεσα στο ε και στο η. Το ίδιο ισχύει και .για το β που θα ήταν ένας φ θό γγο ς ανάμεσα στο μπ και στο ελληνικό β.

γιατί απορροφήθηκαν από τα σλαβικά και αλβανικά φύλα. Ή ταν η εποχή που η ελληνική επανάσταση έ­ βραζε, όταν ο Φ αλμεράγερ έγρα φ ε την ιστορία του. Η Ιερά Συμμαχία απειλούσε να καταπνίξει, άμα τη γενέσει του, κάθε κίνημα των υποδούλων. Ο Αυ­ στριακός διπλωμάτης Βίνεμπουργκ Μέτερνιχ (Fon Metternich, 1773-1859) δε φοβόταν άλλο λαό παρά τον ελληνικό, γιατί έκαιγε μέσα του η φ λόγα της λευτεριάς του άσβεστη και διεγείρετο συνεχώς σε επανάσταση από τα κλέη των προγόνω ν του. Τα νε­ ότερα κλέη, οι θυσίες και το ολοκαύτωμα των αγω ­ νιστών της ελληνικής επανάστασης και οι επιτυχίες του κατά των Τούρκων, ξεσήκωσαν κύματα φιλελ­ λήνων που έσπευδαν από όλα τα μέρη της Ευρώ­ πη ς και προθυμοποιούνταν να θυσιαστούν για την

Οι υπερασπιστές και οι πολέμιοι Έρασμος

ο θέμα θα φωτιστεί πολύπλευρα αν δούμε τους επιφανέστερους τουλάχιστον από τη με­ γάλη στρατιά των υπερμάχων και πολεμίων δια­ νοουμένων τη δόλιας ερασμιακής μεταρρύθμισης, προτού προχωρήσουμε στα πορίσματα των γλω σ­ σολόγων ερευνητών, που ανατρέπουν ένα πρ ο ς έ­ να τα σαθρά ερασμιακά ερείσματα. Θα αντιπαρέλθουμε το πλήθος των φανατικών υ­ περασπιστών για να σταματήσουμε στο διασημότερο εκφραστή του πνεύματος της ερασμιακής θεω­ ρίας, τον Γερμανό ιστορικό και θεολόγο Γιάκομπ Φίλιπ Φ αλμεράγερ (Jacob Philip Fallmerayer 1790-1860). Με το πολύκροτο βιβλίο του «Ιστορία τής χερσονήσου τού Μορέως κατά τόν Μεσαίωνα»6 ισχυρίζεται ότι οι σ ύγχρονοι Έ λληνες δεν έχουν καμιά σχέση με τους Έ λληνες της αρχαιότητας,

Τ

απελευθέρωση του ελληνικού γένους. Ποιος θα α­ νακόψει αυτό το ακατάσχετο και συνεχώς διογκούμενο φιλελληνικό ρεύμα; Ή ταν ο πονοκέφαλος του Μέτερνιχ. Εκείνη την κρίσιμη ώρα, ως από μηχανής Θεός, εμφανίστηκε ο αργυρώ νητος, κατά την έκ­ φραση του τέω ς προέδρου της Δημοκρατίας Χρή­ στου Σαρτζετάκη, Φον Φ αλμεράγερ για να διακη­ ρύξει μια θεωρία που συνέφερε στον Μέτερνιχ και στην Ιερά Συμμαχία. Ή ταν μια απεγνωσμένη κραυ­ γή και μια ύστατη έκκληση π ρ ος τους φιλέλληνες. Π ρος Θεού μη σπεύδετε να θυσιαστείτε, δεν υπάρ­ χει πια ελληνική φυλή, γυρίστε στις εστίες σας. Τ αυτόχρονα δικαίωνε και το λόρδο Έ λγιν που το 1800 είχε αποσπάσει από τον Παρθενώνα τα περί­ λαμπρα γλυπτά του και η κατακραυγή εναντίον του σ υνεχιζόταν αμείωτη.7


24/χρονικα Οι θεωρίες του Έρασμου και του Φαλμεράγερ, εν συνδυασμώ ανασύρονται κάθε φορά στην επιφά­ νεια όταν πρόκειται να υποστηριχθούν άνομα συμ­ φέροντα. Έτσι το 1850 ο Δανός διανοούμενος Ρόμπερτ Χένριτσεν (R. Henrischen) διακήρυττε σε ό­ λους τους τόνους, ότι όχι μόνο η ελληνική φυλή αλ­ λά ούτε και η ελληνική γλώσσα έχει σχέση με τους αρχαίους Έλληνες.8 Ή ταν η εποχή που οι Έλλη­ νες ζητώντας την αυτονομία τους είχαν εκδιώξει λί­ γ α χρόνια πριν (1843) και τον τελευταίο Βαυαρό στρατιώτη από το ελληνικό έδαφ ος και λίγο αργό­ τερα, το 1862, εξόριζαν οριστικά το βασιλιά Όθωνα. Η διακήρυξη του Χένριτσεν ήρθε την ώρα που οι Έλληνες σήκωσαν κεφάλι και απαιτούσαν Σύν­ ταγμα και Δημοκρατία και απέβλεπε να τους ταπει­ νώσει και να τους υποτάξει στα κελεύσματα των ι­ σχυρών. Δε φαίνεται άλλωστε τυχαίο ότι το 1863 ο Δανός πρίγκηπας Γουλιέλμος βαφτίστηκε Γεώρ­ γιος και ανακηρύχτηκε βασιλιάς των Ελλήνων ως Γεώργιος ο Α' Οι ισχυρισμοί του Φαλμεράγκερ ερευνήθηκαν α­ πό διάσημους επιστήμονες, όπως από τους Γερμα­ νούς Χοπφ, Τσινκχάουζεν και πλείστους άλλους Ευ­ ρωπαίους και Έλληνες ειδικούς και βρέθηκαν α­ στήριχτοι και αντεπιστημονικοί και το θέμα θεωρή­ θηκε λήξαν.9 Παρόμοια καταδίκη και με ακλόνητα επιχειρήμα­ τα και απτές αποδείξεις που θα παρουσιάσουμε στη συνέχεια, είχε υποστεί και η ερασμιακή θεωρία και μόλα ταύτα καμιά αποτελεσματική κίνηση δεν έγινε για την επαναφορά της ελληνικής ομιλουμένης προφοράς. Πρώτος που ύψωσε φωνή διαμαρτυρίας ήταν ο σύγχρονος του Έρασμου Γερμανός φιλόλο­ γος, καθηγητής των αρχαίων ελληνικών Γιόχαν Ρόυχλιν (Johan Rouchlin). Ερευνώντας το πρόβλη­ μα ο Ρόυχλιν βρήκε ότι οι προτάσεις του Ολλανδού μεταρρυθμιστή ήταν λανθασμένες, γΓ αυτό και επέ­ μενε να παραμείνει ως είχε η προφορά των Βυζα­ ντινώ ν να προφέρονται δηλαδή οι δίφ θογγοι ει, οι και υι ως ένας φ θόγγος «ι».10 Παρόμοια, να προφέρονται ως ιώτα και τα φωνήεντα ι, υ και η. (Απ’ αυτό ονομάστηκε ιωτακισμική η προφορά του Ρόυχλιν). Κρίμα που δεν επεκράτησε η εισήγησή του. Οι Έ λληνες φιλόλογοι δε θα ήσαν ανίκανοι να διδά­ ξουν ελληνικά στη Δύση και οι ξένοι Ελληνιστές θα μάθαιναν εύκολα Νέα Ελληνικά. Επικράτησε ωστό­ σο η εισήγηση του Έρασμου κι έτσι έγινε η απαρχή γελοιοποίησης της Ελληνικής γλώσσας, μολονότι οι κατακραυγές και οι διαμαρτυρίες α π’ όλες τις χώ ρες συνεχίζονταν ασταμάτητες. Χαρακτηριστική είναι η διαμαρτυρία του Ά γγλου επισκόπου. Στέφανου Βιντονιένσες (Stephanus Bintoniences, 1541). Ο σοφός επίσκοπος ήταν τόσο βέβαιος για το λανθασμένο της ερασμιακής θεω­ ρίας και για την αδικία που γινόταν σε βάρος του ελληνικού προφορικού λόγου, ώστε απευθύνθηκε στον πληθυσμό της Μητρόπολής του με απαγορευ­ τική εγκύκλιο και με την απειλή ότι θα αφορίσει τους δασκάλους μαζί και τους μαθητές που δεν θα ακολουθούσαν τη βυζαντινή παραδοσιακή ελληνι­ κή προφορά.11 Καθώς ήταν φυσικό, η αφοριστική εγκύκλιος έφερε αλυσιδωτές αντιδράσεις και όξυνση της διαμάχης, χωρίς κάποιο θετικό αποτέλεσμα, όπω ς συνήθως συμβαίνει σ ’ αυτές τις περιπτώσεις.

Και φυσικά ο αφορισμός του Ά γγλου επισκόπου δεν ή"ρκεσε για να αποτραπεί η ερασμιακή επι­ κράτηση. Μετά διακόσια περίπου χρόνια ο ελληνιστής Μιρτίσμπος Σαρπεντόνιος (Mirtisbus Sarpedonius 1750) εκφράζει την πεποίθησή του ότι όποιος δια­ βάζει ελληνικά και θέλει να γίνεται κατανοητός θα πρέπει να προφέρει όπως οι Νεοέλληνες.12 Ο φιλόλογος George Sayffarth De Sonis (Τζορτζ Σέυφαρθ ντε Sonis, 1821) υποστηρίζει ότι αυτό που ενδιαφέρει είναι να βρεθεί η προφορά του Ε' αιώνα π.χ. που αντιπροσωπεύει μια έξοχη περίοδο και όχι η προ-ομηρική.13 Ο διάσημος Ελληνιστής Κ. Liscovius (Κ. Λισκόβιος, 1825) διαπιστώνει ότι η ερασμιακή προφορά περιέχει γερμανισμούς και άλλους ξενισμούς. Και ενώ την καταγγέλλει από αυτή την άποψη, από το άλλο μέρος συντάσσεται με τον Έρασμο λέγοντας ότι η δίφ θογγος «ου» προφερόταν στην εποχή του Περικλή ως «όυ».14 Πιο σαφής ήταν ο Δανός Ελλη­ νιστής Ε. Block.15 Έ λεγε ότι το πιο ασφαλές θα ή­ ταν ν ’ ακολουθήσουμε την παράδοση όπως την διέ­ σωσαν οι λόγιοι Έλληνες (1826). Σοβαρή και πολύ ενδιαφέρουσα ερευνητική με­ λέτη παρουσίασε ο G. Pennington (1844) με το σύγ­ γραμμά του «Δοκίμιο για την προφορά της Ελληνι­ κής γλώσσας».16 Ο A nastasius Comes de Lunzi (Αναστάσιος Κό­ μες ντε Λουνζί, 1864), μετά από εμπεριστατωμένη έ­ ρευνα του θέματός, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η βυζαντινή προφορά προέρχεται από τη φυσική ε­ ξέλιξη της ελληνικής γλώ σσας και συνεπώς είναι η πιο σωστή.17 ο Γερμανός φιλέλληνας Ε. Engel (Ε. Ένγκελ, 1890), «διακηρύσσει ότι ο Έρασμος εκακούργησε εκ προθέσεως προτιμήσας το εύκολον και εσφαλμένον από το ορθόν».18 Εκατοντάδες άλλοι φιλέλληνες ευρωπαίοι ύψω­ σαν βροντερές φωνές για να σταματήσει το κα­ κούργημα του Έρασμου αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Και το κακούργημα συνεχίζεται, όπως συνεχίζο­ νται και των μισελλήνων οι διαβολές κατά του ελ­ ληνισμού για να προωθηθούν άνομα συμφέροντα. Το πιο εκπληκτικό είναι ότι και οι αποφάσεις δύο Ακαδημιών απέβησαν αναποτελεσματικές: Η Ουγκρική Ακαδημία γνωμάτευσε το 1893 ότι η βυζαντι­ νή προφορά είναι πλησιέστερη προς την εποχή του χρυσού αιώνα, από την ερασμιακή. Και η Γαλλική Ακαδημία, έπειτα από δραματική συνεδρίαση το 1863, απεφάσισε παμψηφεί για την επαναφορά της ελληνικής προφοράς, διότι η ερασμιακή είναι παραφθορά του ελληνικού προφορι­ κού λόγου.19

Αντιδράσεις και από την ελληνική πλευρά

Α

πό το χορό των σφοδρών αντιδράσεων κατά της ερασμιακής προφ οράς οι Έλληνες δια­ νοούμενοι δεν έμειναν απλοί θεατές, αλλά ένωσαν τη φωνή τους με τους Ελληνιστές στη Δύση. Ο Αδαμάντιος Κοραής (1800), ο κορυφαίος δά­ σκαλος του γένους, αντέδρασε με την απόφθεγμα-


χρονικα/25 τική αποστροφή: «Κακόν άστεΐον του Εράσμου», και είδε στην ερασμιακή προφορά τη γελοιοποίηση της γλώσσας. Ο φιλόλογος και θεολόγος Οικονόμου ο εξ Οικο­ νόμων (1830), έπειτα από σοβαρή ερευνητική μελέ­ τη για να βρει την αλήθεια, πείστηκε για την αντιεπιστημονικότητα της ερασμαικής.20 ο Κλέων Ραγκαβής (1896) πρεσβευτής στην Πε­ τρούπολη και κατόπιν στο Βερολίνο, έβλεπε με θλί­ ψη του να διδάσκονται τα αρχαία ελληνικά στις ξέ­ νες πρωτεύουσες παραποιημένα και εντελώς δια­ φορετικά απ’ ό,τι διδάσκονταν από τους Έλληνες δασκάλους στη χώρα όπου ήκμασαν και όπου εξελι­ κτικά πήραν τη σύγχρονη μορφή. Αλλά δεν έμεινε απαθής. Ανέλαβε σκληρόν αγώνα για την αποκατά­ σταση του παρεφθαρμένου ελληνικού λόγου. Δε δί­ στασε να προβεί σε διπλωματικά διαβήματα στις Κυβερνήσεις Ρωσίας και Γερμανίας και αργότερα στην πρεσβεία στο Παρίσι. Ωστόσο, οι κόποι του πήγαν χαμένοι, γιατί δε βρέθηκαν κατάλληλοι συ­ νεχιστές του αγώνα που άρχισε. Ό λο το ιστορικό αναφέρεται στα φύλλα της εφημερίδας «Ακρόπολις» τον Ιανουάριο του 1897.21 Στα διπλωματικά διαβήματα του Ραγκαβή θα πρέπει να βοήθησαν οι αξιόλογες μελέτες του Θ. Παπαδιαμαντόπουλου (1874) που συγκέντρωσε σε ένα ογκώδη τόμο όλα τα επιχειρήματα των Ευρω­ παίων ερευνητών υπέρ και κατά της ερασμαικής προφοράς.22 Τον 20ό αιώνα το μέγα πλήθος των αντιερασμικών Ευρωπαίων ελληνιστών κατέθεσε τα όπλα. Οι λίγοι εναπομείναντες χαμήλωσαν τον τόνο. Στην Ελλάδα ακούστηκαν οι τελευταίες ντουφεκιές για την τιμή των όπλων. Ο φιλόλογος καθηγητής Αθ. Μπούτουρας (1931), θέλησε ν ’ ανανεώσει του Παπαδιαμαντοπούλου την προσφορά με ένα δικό του δοκίμιο.23 Ο διαπρεπής γλω σσολόγος Γ. Χατζιδάκης (1931) έπειτα από σοβαρή ερευνητική εργασία, διαπίστωσε ότι «η δίφ θογγος "ο υ ” είχε λάβει ήδη προ του 5ου αιώνα την μονόφθογγον προφοράν του γαλλικού " u ” και υποστήριξε σθεναρά τη δια­ χρονική ενότητα της γλώ σσας.24 Από τους τελευ­ ταίους αντιερασμιακούς ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ερευνώντας το θέμα κατέληξε στο συ­ μπέρασμα ότι η ερασμιακή προφορά αγνόησε την οργανική εξέλιξη που πήρε η γλώσσα στα χείλη των Ελλήνων. «Το παράδειγμα του Ρόυχλιν που πρόφερε τα ελληνικά, όπω ς τα πρόφεραν οι Βυζα­ ντινοί λόγιοι που είχαν μεταναστεύσει στη Δύση (και όπως τα προφέρουν οι Νεοέλληνες σήμερα), θα ’ταν το καλύτερο», καταλήγει ο Π. Κανελλόπουλος.25 Και ο σύγχρονός μας γλω σσολόγος καθηγη­ τής Γεώργιος Μπαμπινιώτης επιβεβαιώνει ότι «η ελληνική γλώσσα ουδέποτε έχασε τον χαρακτήρα μιας ενιαίας εθνικής γλώ σσας μέσα σε μια ιστορική παρουσία 4000 χρόνων».26

Οι αρχικές πηγές αδιάψευστοι μάρτυρες ολύ μάκρυνε ο λόγος με τους μεταερασμιακούς γλω σσολόγους ερευνητές, χω ρίς ίσως να βεβαιωθούμε για του λόγου το αληθές. Η υπο­

Π

κειμενικότητα της εμπάθειας και της αντιπαράθε­ σης δηλητήριαζε οπωσδήποτε των ερευνητών την καλή θέληση. Τώρα που βρισκόμαστε σε ένα κλίμα ουδετερότητας, μετά 500 περίπου χρόνια από το ερασμιακό κατεστημένο, είναι καιρός να καταφύγου­ με στις αρχικές πηγές, χωρίς πάθος, να δούμε τα

πράγματα με διαύγεια και ανεπήρέαστη κρίση· ν ’ α­ νατρέξουμε στην προερασμιακή και προχριστιανική εποχή και ιδιαίτερα στην εποχή του χρυσού αιώ­ να, όπου θα βρούμε τους αψευδέστερους μάρτυ­ ρες: Τους ίδιους τους συγγραφ είς της αρχαιότη­ τας, τους αιγυπτιακούς παπύρους, τους ονομαστι­ κούς πίνακες των ελληνοταμιών, τις αττικές επι­ γραφές. Έ γκυρες μαρτυρίες πιστοποιούν ότι η έννοια της διφθόγγου ήταν γνωστή από την ομηρική εποχή, ο­ πότε είχε συντελεσθεί και η μονόφθογγος προφο­ ρά της. Ο περιώνυμος γραμματικός Διονύσιος ο Θραξ, που έζησε τον 2ο αιώνα π.Χ., δίνει τον εξής ορισμό στο βιβλίο του «Τέχνη γραμματική». «Δί­ φ θο γγος εστί η δια μιας εκπνοής εκφορά δυο φω­ νηέντων».27 Ο δε Σέξτος ο Εμπειρικός, ονομαστός φιλόσοφος του 3ου αιώνα μ.Χ., προχω ρεί επαγωγικά για να καταλήξει ότι οι δίφθογγοι είναι στοιχεία απλά και μονοειδή. «Ο του "ε ι” φθόγγος, γράφει, απλούς έστι και μονοειδής», και σε άλλο σημείο παρατηρεί: «Οι δε γραμματικοί εξεφώνουν το "αι” ως στοιχείον απλούν, μονοειδές και ασύνθετον».28 Ο Ηρωδιανός (2ος αιώνας μ.Χ.) στο έργο του «πε­ ρί μονήρους λέξεων» διαπιστώνει ότι «ουδέν μονο­ σύλλαβον εις "υξ” λήγει όνομα αλλά μόνον η προιξ» που θα πει ότι αν προφερόταν «πρόιξ» κατά ερασμιακή προφορά, δε θα ήταν μονοσύλλαβος λέξις.28 Και αλλού: «Ουδέν εις "λ ο ς” δισύλλαβον μη μόνον το "κοίλος” . Κατά ερασμιακό τρόπο προφέρεται "κόιλος”, οπότε είναι τρισύλλαβο. Αλλά και στο έργο του «περί Ομηρικής και Αττικής Πρόσω-


26/χρονικα δίας» επίσης ασχολείται με τους ορθογραφικούς κανόνες ρμοήχων λέξεων. Δε θα πρέπει ν ’ αγνοήσουμε και τις μαρτυρίες των αττικών επιγραφών. Για παράδειγμα υπάρχει αττική επιγραφή του 5ου π.Χ. αι. με τις λέξεις «ΧΡΥ­ ΣΟΥΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ» και όχι «ΧΡΥΣΕΟΣ». Ένδειξη ότι η συναίρεση χρυσέος-χρυσούς είχε συντελεστεί. Και οι φθόγγοι του «ου» δεν προφέρονταν χωριστά. Αλλά και στο κείμενο του Θουκυδίδη, γράφει ο γλω σσολόγος καθηγητής Γεώργιος Κουρμούλης, αναφέρονται οι λέξεις «βορέαν» (πεντάκις) και «βο­ ράν» (άπαξ), «υιέος» (τρις) και «υιου» (άπαξ).29 Δη­ λαδή διαφαίνεται και στον γραπτό λόγο η τάση για χρησιμοποίηση του συνηρημένου. Αλλά, έτσι, βε­ βαιώνεται ότι υπήρχουν και οι δυο τύποι. Μήπως και σήμερα δε λέμε αγαπώ και αγαπάω, χτυπώ και χτυπάω; Σε άλλη αττική επιγραφή διαβάζουμε τις ταυτό­ σημες λέξεις «υιός» και από ορθογραφικό λάθος «υος», ένδειξη ότι η μονόφθογγη προφορά της δι­ φθόγγου «υι» είχε συντελεστεί. Και αλλού «Ηφαιστιάδης» και «Ιφαιστιάδης». Ένδειξη ότι το «η» ή­ ταν ομόηχο με το «ι» και όχι με το έψιλον ως επιμέ­ νουν οι ερασμιακοί βασιζόμενοι στο βη-βη, αντί μπε-μπε, του Πλάτωνα. Έ χουν βρεθεί και κατάλογοι ελληνοταμιών, στους οποίους διαβάζουμε «ΧΑΛΚΕΙΑΤΑΙ» και αλ­ λού «ΧΑΛΚΙΑΤΑΙ». Ένδειξη ότι το «ει» και το «ι» ήσαν ταυτόφωνα. Και πολλά άλλα αποκαλυπτικά ορ­ θογραφικά λάθη βρίσκουμε στους καταλόγους των ελληνοταμιών του 4ου και 5ου αι. π.Χ. Παρόμοια ορθογραφικά λάθη βρίσκουμε και στους αιγυπτιακούς παπύρους που είχαν γραφτεί λίγα χρόνια προ Χριστού. «Ράβδος» και «Ραύδος» «Δαυίδ# και «Δαβίδ» «Σευήρος» και «Σεβήρος». Ω­ στόσο αυτή η ορθογραφική σύγχυση μας αποκαλύ­ πτει ότι η δίφ θογγος «αυ» ήταν ταυτόφωνη με το αβ και η δίφ θογγος «ευ» με το «εβ».

πόν, όλοφάνερο δτι ή δίφ θογγος «οι» ήταν από την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου ομόηχος με το «ι», γ ι’ αυτό και η φιλονικία. Παρόμοια φράση του Αριστοτέλη πιστοποιεί ότι και η δίφ θογγος «αι» ήταν ομόηχη με το «ε» και δεν ' προφερόταν ως «άϊ». «Δοκει γά ρ είναι πολλά κενά πολέμου».31 (Διότι φαίνεται ότι στον πόλεμο συμ­ βαίνουν πολλά κενά), γράφει ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια». Κι εδώ άρχισε παρόμοια φιλο­ νικία. Για ποιο από τα δυο πρόκειται; για τα «κενά» πολέμου, δηλαδή για ανέχεια και στερήσεις ή για τα «καινά» πολέμου, δηλαδή για τα καινούρια, τα ξαφνικά και απροσδόκητα; Ο Θουκυδίδης αποπει­ ράται να δώσει κάποια εξήγηση: «Καί μή άποκνήσωμεν τόν κίνδυνο νομίσαντες ούκ άλλο τι είναι τό κε­ νόν τού πολέμου ή τό τοιοΰτον».32 Και να μη φοβη­ θούμε και νομίσουμε ότι τα κενά του πολέμου είναι τίποτ’ άλλο παρά αυτό, να μη φοβόμαστε τον κίνδυνο. Το ίδιο σαφής για το ομόηχο του «αι» και «ε» είναι και η μαρτυρία του μεγάλου κωμωδιογράφου της αρχαιότητας και αθυρόστομου Αριστοφάνη: Θέλο­ ντας να κάμει κωμικό λογοπαίγνιο με το όνομα του «Παιονιδη» ρωτάει να βρει τη ρίζα, από πού άραγε να προέρχεται το όνομα; από το ρήμα «παίω» που σημαίνει κτυπώ, οπότε πρέπει να γράφεται με αι ή από το «πέος», οπότε πρέπει να γράφεται με έψιλον; Μήπως και η μαρτυρία του μεγαλύτερου ρήτορα της αρχαιότητας, του Δημοσθένη, δεν αρκεί για να βεβαιώσει ότι η ομοφωνία του «ι» και του «υ» είχε συντελεστεί εκείνα τα χρόνια; «Αισχίνης ουκ αισχύ­ νην έχειν» λέγεται ότι είπε χλευάζοντας λογοπαικτικά τον φανατικό αντίπαλο του ρήτορα Αισχίνη για τον οποίο κυκλοφορούσε η φήμη ότι δωροδοκή­ θηκε από τον Φίλιππο και από σφοδρός κατήγορός του έγινε ξαφνικά φανατικός υπερασπιστής του.

Οι μαρτυρίες των Θουκυδίδη, Αριστοτέλη, Αριστοφάνη και Δημοσθένη

Η διαχρονική εξέλιξη της γλώσσας

ι πιο πάνω μαρτυρίες δείχνουν, χω ρίς καμιά αμφιβολία, πω ς ο Έρασμος πολύ απείχε από του να προσεγγίσει τον προφορικό λόγο της επο­ χής του Περικλή. Ωστόσο οι μαρτυρίες του μεγά­ λου ιστορικού της αρχαιότητος του Θουκιδίδη (5ος αιώνας π.Χ.) είναι αποκαλυπτικότερες όλων και τις επικαλούμαστε γιατί δίνουν τη χαριστική βολή στη λαθεμένη ερασμιακή προφορά. Στο βιβλίο Β των Ι­ στοριών του εξιστορείται ο προβληματισμός των Α­ θηναίων από το προφητικό παλιό τραγούδι, που ψαλλόταν απ’ όλους τους Έλληνες. «"Ηξει δωριακός πόλεμος καί λοιμός άμ’ αύτφ»30 (θα ’ρθει δωριακός πόλεμος και λοιμός μαζί μ’ αυτόν). Τι λοιπόν μας αναμένει; διερωτώνταν οι Αθηναίοι, όταν ακό­ μη ο Πελοποννησικός πόλεμος βρισκόταν στην πιο επικίνδυνη φάση. Θα ’ρθει λοιμός (με «οι») δηλαδή πανώλη και άλλες αρρώστιες φοβερές, ή λιμός (με ιώτα), δηλαδή λίμα από μεγάλη πείνα; «Έγένετο μέν οΰν έρις τοϊς άνθρώποις μή λοιμόν ώνομάσαι έν τώ έπει ύπό τών παλαιών αλλά λιμόν». Είναι, λοι­

ι ομοιότητες της αρχαίας με τη νέα ελληνική γλώσσα και στην προφορά και στο λεξιλόγιο και στη δομή είναι πολύ περισσότερες από τις δια­ φορές. Η φυσιολογική διαχρονική εξελικτικότητα της γλώ σσας γίνεται ολοφάνερη και από τις άπει­ ρες ομηρικές λέξεις που υπάρχουν και σήμερα ζω­ ντανές και αναλλοίωτες όπω ς για παράδειγμα: ου­ ρανός, γη, θάλασσα, έλος, λίμνη, ποταμός· ελεύθε­ ρος, δούλος, αιχμάλωτος, αγαθός, δειλός, αν­ δρείος· Αθηναίος, Μεσσήνιος, Λακεδαιμόνιος και μυριάδες άλλες «ών ούκ έστι άριθμός». Λέξεις που περιέχουν διφ θόγγους ή όχι, που περιέχουν τα σύμφωνα β, γ, δ και ζ και που προφέρονται και σή­ μερα παραπλήσια με την προφορά των Ελλήνων της εποχής του χρυσού αιώνα, παρά την εξέλιξη που συντελέστηκε από τότε. Αν προχωρήσουμε και σε έννοιες φιλοσοφικές και επιστημονικές θα δούμε ότι αυτές έχουν γίνει ή­ δη διεθνείς σε εκπληκτική έκταση: Δημοκρατία, τυ­ ραννία, ολιγαρχία, πραγματισμός, ιδεαλισμός, βιο­ λογία, μαθηματικά, χημεία.

Ο

Ο


χρονικά127 Η διαχρονική εξέλιξη της γλώσσας από τα κείμενα φυλετική ενότητα των Ελλήνων, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας τους, υπάρχει αδιάσπα­ στη, ως έχουν αποδείξει έρευνες ανθρωπολόγων, γλωσσολόγων και άλλων ερευνητών, μολονότι κα­ τά καιρούς εισήλθαν στην Ελλάδα, εκτός από τους Ρωμαίους και άλλοι ξένοι επιδρομείς, Τούρκοι, Σλά­ βοι και Αλβανοί και τελευταία Ιταλοί και Γερμανοί. Με αυτούς τους λαούς οι Έλληνες σπάνια αποκτού­ σαν δεσμούς αίματος, διότι έφεραν τον χαρακτήρα του εισβολέα και κατακτητή. Η μίξη του ελληνικού στοιχείου με ξένα είναι σή­ μερα περισσότερό πιθανή γιατί οι ξένοι πρόσφ υγες και οι λιμοκτονούντες Ασιάτες και Βαλκάνιοι δεν έρχονται στη χώρα μας ως κατακτητές αλλά ως ικέ­ τες, αναζητώντας εργασία για την επιβίωσή τους. Ό σοι απ’ αυτούς εγκατασταθούν μονίμως θα αφο­ μοιωθούν με τον εντόπιο πληθυσμό, όχι μόνο γιατί το ελληνικό στοιχείο υπερισχύει - και οι ξένοι εί­ ναι σταγόνα στον ωκεανό - αλλά και γιατί η ελλη­ νική γλώσσα, λόγω του μορφωτικού της δυναμι­ σμού έχει καταλυτική επίδραση. «Η μεγάλη κληρονομιά μας, λέγει ο μεγάλος μας ποιητής Αγγελος Σικελιανός, η νεοελληνική γλώσ­ σα, είναι ένα μέσο έκφρασης τελείας ωραιότητας και αρμονίας. Οι διάφοροι λαοί, χρησιμοποιώντας μια τέτοια γλώσσα θα αισθάνονται, κατά κάποιον τρόπο, οι ίδιοι κληρονόμοι των ανεκτιμήτων θησαυ­ ρών του ελληνικού πολιτισμού, διότι η νεοελληνική γλώσσα είναι η πραγματική διάδοχος και κληρονό­ μος της αρχαίας ελληνικής». Θα πρέπει, λοιπόν, να δούμε αυτό το πρόβλημα όχι με ρατσιστική νοοτροπία, κατά το χιτλερικό μοντέλο - απεναντίας κάθε σωβινιστική υπόθαλ­ ψη, απ’ όπου κι αν προέρχεται, πρέπει να καταδικά­ ζεται - , αλλά με ανθρωπιστική θεώρηση. Να εκτι­ μήσουμε τη μεγάλη μορφωτική επίδραση της κοι­ νωνίας και της γλώσσας στα άτομα που εγκαταστά­ θηκαν εδώ, να διαγνώσουμε τον εσωτερικό μορφω­ τικό τους μετασχηματισμό, ώστε ενώ βρίσκονται σε πλήρη ελευθερία και ισοτιμία, να αισθάνονται και να σκέπτονται ελληνικά, όπω ς συμβαίνει και με τους Ελληνιστές στη Δύση. Κατά πόσον υπάρχει αυτή η γλωσσική κληρονο­ μιά, η συνέχεια δηλαδή και η ενότητα της ελληνι­ κής γλώσσας για την οποία μιλάει ο Σικελιανός, θα φανεί καλύτερα αν πάρουμε ενδεικτικά φράσεις α­ πό τα συγγράμματα των μεγάλων σοφών αρχίζο­ ντας από τον Ηράκλειτο, τον Πυθαγόρα, τον Πλά­ τωνα κάι τον Αριστοτέλη, ως και των μεταχριστιανικών χρόνων. Θα φανεί ότι υπάρχουν πλείστα ση­ μεία από τα αρχαία κείμενα, κατανοητά από τον σύγχρονο Έλληνα, παρά τη χρονική απόσταση που μας χωρίζει. Από τον Πυθαγόρα που έζησε τον 6ο αι. π.Χ. (585-500) παίρνουμε την επιγραφή που πρόβαλε με μεγάλα γράμματα πάνω από το άγαλμα του Λόγιου Ερμή στην είσοδο της Σχολής του Κρότωνα: «ΕΚΑΣ ΒΕΒΗΛΟΙ» (Μακριά οι Βέβηλοι). Και μερικά από τα πυθαγόρεια συμβολικά ρητά που ήσαν αναγραμμέ­ να στις αίθουσες της Σχολής: «Πύρ μάχαιραν μή σκαλεύειν». Μη σκαλίζεις τη φωτιά με το μαχαίρι,

Η

που αντιστοιχεί στο δικό μας ρητό: Μη ρίχνεις λάδι στη φωτιά. «Τάς λεωφόρους μή βαδίζειν», που με­ ταφορικά θα πει να μην ακολουθούμε τον εύκολο δρόμο της απραξίας αλλά το δύσκολο της δημιουρ­ γίας. Από τον προσωκρατικό Ηράκλειτο παίρνουμε τις φράσεις. «’Οφθαλμοί γάρ τών ώτων άκριβέστεροι μάρτυρες». Οι οφθαλμοί είναι ακριβέστεροι μάρτυρες από τα αυτιά. «Η φύσις κρύπτεται φιλεί». Η φύση αγαπά να αποκρύβει τον εαυτό της. «Πάντα ρει, πάντα χωρεί, ποταμώ γαρ ουκ έστιν εμβήναι δις τω αυτώ». Τα πάντα ρέουν, τα πάντα προχω­ ρούν, στο ίδιο ποτάμι δεν είναι δυνατό να μπεις δυο φορές.33 Από τον «Πρωταγόρα» του Πλάτωνα (5ος αι. π.Χ.) παίρνουμε την αρχή: «Της παρελθούσης νυκτός ταυτησί, έτι βαθέος άρθρου, Ιπποκράτης ο Απολλο­ δώρου υιός, Φάσωνος δε αδελφός, πάνυ σφόδρα έκρουε τη βακτηρία την θύραν». Την περασμένη νύ­ χτα ακριβώς, ενώ ακόμη ήταν βαθιά χαράματα, ο Ιπποκράτης ο γιος του Απολλοδώρου και αδελφός του Φάσωνα, χτυπούσε την πόρτα πολύ δυνατά με τη μαγκούρα του.34 Από τα «Ηθικά Ευδήμεια» του Αριστοτέλη (4ος αι. π.Χ.): «Αδικούσιν οι φίλοι αλλήλους ένιοι· τα γαρ πράγματα μάλλον, αλλ’ ου φιλούσιν τον έχοντα». Οι φίλοι αδικούν ο ένας τον άλλο κάθε φορά που α­ γαπάνε τα πράγματα μάλλον, παρά αυτόν που τα κατέχει. «Ανάγκη άρα τρία φιλίας είδη είναι». Άρα είναι α­ νάγκη τρία να είναι τα είδη της φιλίας.33 Από τους «Βίους Παράλληλους» του Πλουτάρ­ χου 1ος αι. μ.Χ.: «Η δε σύγκλητος εις το δέκατον έ-

η θανατική ποινή είναι ύβρις

διεθνής

αμνηστία


28/χρονικα τος του πολέμου, καταλύσασα τας άλλας αρ χάς δι­ κτάτορα Κάμιλλον απέδειξαν».36 (Η σύγκλητος κα­ τά το δέκατο έτος του πολέμου, αφού κατέλυσε τις άλλες αρχές, διόρισε τον Κάμιλλο δικτάτορα). Από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. «’Αγαπάτε τούς έχθρ ο ύς ύμών, καλώς ποιείτε τοϊς μισούσιν ύμάς, εύλογεϊτε τούς καταρωμένους υμάς... Καί καθώς θέλετε ϊνα ποιώσιν ύμΐν οί άνθρω­ ποι καί ύμεις ποιείτε αύτοϊς όμοίως».37 Ο άγιος Γρηγόριος ο Θ εολόγος (συμμαθητής του Μεγάλου Βασιλείου 4ος αιώνας μ.Χ.), που σπούδα­ σε στην Αθήνα, στο σημαντικότερο πανεπιστημιακό κέντρο της εποχής με την πλατωνική Ακαδημία και το Αριστοτελικό Λύκειο ακόμη σε ακμή, γράφει: «Ό ούρανός μοϋ έδώρησεν άνεκτίμητον χάριν. Φίλος μου έγινεν ό σοφώτατος, ο μεγαλόφρων, ό έξοχος εις παιδείαν. Καί έάν έρωτηθώ ποιος αύτός, άρκεΤ πρ ός άπάντησιν μία καί μόνη λέξις - ό Βασίλειος ό σπουδαιότερος άνθρωπος τού αίώνος μας».38 Από τον «Λειμώνα Πνευματικό» του Ιω. Μόσχου 6ου αι. μ.Χ.: «Ληστής τις ήν περί τά μέρη τής Έ ρμουπόλεω ς όνόματι Δαβίδ, πολλούς γυμνώσας, πολλούς δέ καί φονεύσας καί πάμπολλα κακά ποιήσας, ϊνα ούτως εϊπω, ώς ούδείς άλλος...».39 Από τον «Ερωτόκριτο» του Βιτζένζου Κορνάρου 17ου αι. «’Αδέλφι μου, γνω ρίζω το, τό πώ ς τόν κόπο χά­ νω, καί τό ζυγώνω έτσι μακρά, ποτέ μου δέν τό φτά­ νω, κατέχω κι α μαθευτή, έκεϊνο, πού ξετρέχω, έσίμωσε τό τέλος μου καί μπλιό ζωή δέν έχω· μά πιά­ στηκα, μπδρδεύτηκα, ξεμπερδεμό δέν έχω, μ’ δλο που βλέπω τό κακό, τό βλάψιμο κατέχω...»49 Από τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη (19ος αι.) «...Δέν ύποφέρω νά βλέπω τό άδικον νά πνίγει τό δίκαιον. Διά κείνο έμαθα γράμματα εις τά γεράματα καί κάνω αύτό τό γράψιμον τά άπελέκητο, δτι δέν είχα τόν τρόπο όντας παιδί νά σπουδάξω...».41 Από αυτή τη γλωσσική παρουσίαση και μόνο στο διάστημα 2500 χρόνων, γίνεται ολοφάνερη η συνο­ χή και η σ υγγένεια της ελληνικής γλώ σσας σε ό λες τις περιόδους. Ταυτόχρονα φαίνεται η συνέχεια και η φυσιολογική εξέλιξη στη μακραίωνη εν δυνάμει πορεία της. Στα τελευταία χρόνια η γλωσσική εξέ­ λιξη προχώ ρησε με ταχύτερρ ρυθμό με αποτέλε­ σμα ό λες οι επιστήμες σε όλες τις γ λώ σσες του κό­ σμου να δανειστούν από την αστείρευτη παρακατα­ θήκη της ελληνικής γλώ σσας την αναγκαία επιστη­ μονική ορολογία, που έδινε λύση στο γλωσσικό επι­ στημονικό αδιέξοδο. Για παράδειγμα: atomic energy (ατομική ενέργεια), electrolysis = (ηλέκτρόλυση), electricity (ηλεκτρισμός), technology (τεχνο­ λογία), cybernetics (κυβερνητική), logo and basic (γλώσσες των ηλεκτρονικών υπολογιστών από τις ελληνικές λέξεις λ ό γο ς και βασικός), typography τυπογραφία, m etaphysics (μεταφυσική), hypo­ thesis (υπόθεση), hierarchy (ιεραρχία), harmony (αρ­ μονία), idealism (ιδεαλισμός) biology (βιολογία), chemistry (χημεία), microbiology (μικροβιολογία), Patho biochem istry (παθοβιοχημεία), chrom osom e (χρωμόσωμα), genetic (γενετική) genetic code (γε­ νετικός κώδικας) και μύριες ά λλες ελληνικές λέξεις έγιναν σήμερα όροι διεθνείς.

Από το άλλο μέρος η ελληνική γλώ σσα πλουτί­ στηκε υιοθετώντας και αρκετούς καινούριους ξέ­ νους όρους που μας έδωσαν τα σ ύγχρονα φιλοσο­ φικά, κοινωνιολογικά και τεχνολογικά ρεύματα ό­ πω ς για παράδειγμα: καπιταλισμός (κεφαλαιοκρατία), διεθνώ ς capitalism, από τη λατινική λέξη capital = κεφάλαιο· μιλιταρισμός (στρατοκρατία) διεθν. militarism, από τη λατινική λέξη miles = στρατιώτης· σοσιαλισμός (κοινωνισμός) διεθν. socialism από τη λατινική λέξη societas = κοινω­ νία· ρεαλισμός (πραγματοκρατία) διεθν. realism, α­ πό τη λατ. λέξη res = πράγμα· βερμπαλισμός (λογοκοπία), διεθν. verbalism από τη λατ. λέξη verbum = λόγος· ζαμανφουτισμός (αδιαφορία), γαλλισμός je m’en foutisme· μαζοχισμός (ηδονή από τον πόνο εαυτού) διεθν. m asochism από το όνομα του Γάλ­ λου σ υγγραφ έα Masoch Σάχερ· σαδισμός (ηδονή για τον πόνο του άλλου) από το όνομα του Γάλλου μαρκησίου de Sande· σεξουαλισμός (γενετήσια ορμή) διεθν. sexualism, από τη λατ. λέξη sexus = γένος· σεξ απήλ (ερωτική έλξη) αγγλ. έκφραση: sex appe­ al· τουρισμός (ταξίδια αναψυχής) διεθν. tourism α­ πό την αγγλική λέξη tour. Οι δυο αυτές γλω σσικές αναφορές με τα αντί­ στοιχα παραδείγματα, δείχνουν τη γλωσσική αλλη­ λεπίδραση μεταξύ των εθνών αλλά κυρίως πόσο α­ ποφασιστικά η ελληνική γλώ σσα υπεισέρχεται σε όλες τις γλώ σσ ες του κόσμου, διευκολύνοντας την ύψωση των επιστημών με το γλωσσικό μας πλούτο. Παρά ταύτα το παιχνίδι ορισμένων ιταλικών, ί­ σως, και γαλλικών και γερμανικών κύκλων να υπο­ θάλπουν το φυλετικό σοβινισμό, χρησιμοποιώντας ως όργανο τις καταδικασμένες θεωρίες του Έ ρα­ σμου και του Φαλμεράγερ, για ά γρια χαρά των Σκο­ πιανών, των Αλβανών και των Τούρκων σε τίποτα δεν ωφελεί την ευρωπαϊκή κοινότητα. Και ο απο­ κλεισμός της Ελληνικής από το πολύγλωσσο ευρω­ παϊκό λεξικό (multilingual Dictionary — Dictionnare Multilngue — Dizionario Multilingue...) δυσκολεύει την προσέγγιση και αλληλοκατανόηση των εταί­ ρων σε μεγάλο βαθμό, αφού στην Ελληνική κατα­ φ εύγουν οι επιστήμονες όλου του κόσμου για να ε­ πενδύσουν τις εξελισσόμενες επιστήμες. Οι δυσκο­ λίες μεγαλώνουν με την Ερασμιακή προφορά, αφού οι Ελληνιστές στη Δύση έχουν συνηθίσει έτσι να προφέρουν τα ελλήνικά διαστρεβλωμένα και ως εκ τούτου η εκμάθηση της Νέας Ελλληνικής παρου­ σιάζεται, προβληματική.

Ένα περιστατικό εύγλωττη απόδειξη υνέβη αυτές τις ημέρες να συνταξιδεύουμε α­ πό Σούνιο για Αθήνα με ένα γλωσσομαθή Ιταλό καθηγητή. Ή ταν γνώ στης της αρχαίας ελληνικής και λατινικής καθώς και της αγγλικής και ισπανικής γλώ σσας, (αλλά όχι και της νεοελληνικής). Μιλώ­ ντας αγγλιστί βεβαίωνε ότι όλοι οι Ευρωπαίοι έχου­ με το ίδιο «γκρηκ κάλτσιουρ» που μας ενώνει. The greak spirit (το ελληνικό πνεύμα) είπε, είναι ο συν­ δετικός κρίκος. Τελικά μας μίλησε και ελληνιστί με την ακόλουθη φιλοφρόνηση: Ό ι Χέλλενες έινάι κα­ λοί φιλόι». Αυθόρμητα γελάσαμε. Ο Ιταλός τότε κα­ τάλαβε ότι στα μάτια μας έγινε αστείος και με τη

Σ


χρονικα/29 βεβαιότητα ότι αυτός μιλάει σωστά τα Ελληνικά, αντέδρασε δι'νοντάς μας με σοβαρότητα την εξήγη­ ση: «Εγκώ χομιλώ χόπω ς όι αρχάιοί χέλλενες». Ξαναγελάσαμε χωρίς καμιά πρόθεση να τον προσβά­ λουμε. Στη συζήτηση που επακολούθησε αντιπροτείναμε μερικά από τα βασικά επιχειρήματα που α­ νατρέπουν την ερασμιακή θεωρία. Τα πρόσεξε με ε­ ξαιρετικό ενδιαφέρον όπως έδειξε και από τις ση­ μειώσεις που κράταγε στο μπλοκ του. Στο τέλος φάνηκε ν ’ αμφιβάλει σοβαρά για την ορθότητα της προφοράς με την οποία δίδασκε τους μαθητές του και έπεσε σε συλλογισμό. Το γεγονό ς αυτό του φίλου Ιταλού μού θύμισε κάποια παρόμοια ιστορία πριν από πολλά χρόνια στην Α γγλία (1958), σε εποχή που η ΕΟΚ μόλις πριν ένα χρόνο είχε ιδρυθεί. Επισκέφτηκα τότε πολλά σχολεία με προγραμματισμό του Ινστιτούτου Εκ­ παίδευσης του Πανεπιστημίου Λονδίνου και σε ένα απ’ αυτά πήγα μαζί με τον Ελληνιστή καθηγητή του Πανεπιστημίου αείμνστο William King. Ο διεθυντής του κλασικού τμήματος του Dick Sheppard Comprehensive school s.w. 2, London, μας καλωσό­ ρισε ως εξής: «Καλώς έλθατε καλόι κάι αγκαπετόι φιλόι». Για χάρη μας μερικοί μαθητές διάβασαν το κείμενο με την ερασμιακή προφορά. Η κατανόηση του κειμένου από τον Έλληνα καθηγητή ήταν πρό­ βλημα. Απαίτηση, έπειτα από τους μαθητές να δια­ βάσει και ο Έλληνας το αρχαίο κείμενο. Έγινε. Οι μαθητές, αν και πρόσεχαν με πολύ ενδιαφέρον, δεν κατάλαβαν την ανάγνωση του κειμένου. Ο Ά γγλο ς καθηγητής της τάξης σίγουρα θα τους είπε: Δε σας το ’λεγα; οι νεοέλληνες δεν έχουν σ χέ­ ση με τους αρχαίους· το είπε ο Έρασμος το επιβε­ βαίωσε ο Φαλμεράγερ! Το είδατε και με τα μάτια σας! Ο καθηγητής Kink, όμως, μπήκε σε συλλογισμό. Είδε το πρόβλημα στις ορθές του διαστάσεις και σαν να συνήλθε από κάποια αφηρημάδα ανεφώνησε: «Κρίμα που δεν έγινε δεκτή η εισήγηση του Ρόυχλιν».

την ελληνική προφορά τους; 2. Η παραποίηση της ελληνικής γλώσσας έχει τις προεκτάσεις της ως τη σύγχρονη εποχή. Ά πει­ ρα τα καθημερινά παραδείγματα: Μπαζιλέιο προ­ φέρουν το Βασίλειο, Τζεώρτζιο το Γεώργιο, Ντέλος (Delos) βαφτίζουν πρόσφατα ένα πλοίο κ.ο.κ. Θα δεχόμαστε στο διηνεκές, τη διακωμώδηση του ελ­ ληνικού προφορικού λόγου; Και είναι ορθό οι καθη­ γητές και σπουδαστές των κλασικών σχολείων στη Δύση, αντί να συντονίζονται με τη χώρα όπου ανα­ πτύχτηκαν και εξελίσσονται τα ελληνικά γράμματα, να ζουν με την ψευδαίσθηση ότι με την παρεφθαρμένη προφορά που χρησιμοποιούν βρίσκονται πιο κοντά προς τους αρχαίους από τους Νεοέλληνες; Αλλά αυτό φανερώνει ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε, γίνεται και πρόβλημα ευρωπαϊκό. 3. Οι Ευρωπαίοι εταίροι και προπάντων οι Ελλη­ νιστές που θα ήθελαν τώρα - σύμφωνα άλλωστε και με τις συστάσεις της Ενωμένης Ευρώπης για πολυγλωσσία - .να μάθουν και μια ακόμα γλώσσα εταιρικής χώ ρας και προτιμούσαν τη Νέα Ελληνική,

Τα προβλήματα σήμερα διατήρηση της ερασμιακής προφοράς επί πέ­ θα εύρισκαν επιπρόσθετες δυσκολίες. Δυσκολίες ντε περίπου αιώνες δημιούργησε, εύλογα ορι­ που δε συναντιούνται στις άλλες εταιρικές χώρες. σμένα προβλήματα, μερικά από τα οποία είναι και Θα έπρεπε να ξεμάθουν πρώτα την ερασμιακή και βασικότερα. Τώρα, με την πλήρη ένταξή μας στην έπειτα ν ’ αρχίσουν την εκμάθηση της Νέας Ελληνι­ Ευρωπαϊκή Ένωση ως ίσοι προς ίσους, τα προβλή­ κής με την ελληνική πλέον προφορά. ματα αυτά αναμένουν την επίλυσή τους. 1. Οι Έλληνες φιλόλογοι και γλωσσολόνοι, ακό­ 4. Μήπως αυτή η δυσκολία δεν είναι μια από τις μη και τώρα και αφότου καθιερώθηκε η ερασμιακή αιτίες που το multilingual dictionary (πολυγλωσσιπροφορά, δεν κρίνονται «επαρκείς» για να διδά­ κό λεξικό)43 εκδίδεται>»£ πέντε γλώ σσες στις ο­ ποίες περιλαμβάνονται και οι δυο συγγενικές λατι­ ξουν Ελληνικά στα κλασικά σ χολεία της Δύσης· ού­ τε και οι ίδιοι δέχονται να ασκηθούν σε μια απαρά­ νογενείς γλώ σσες Ιταλική και Ισπανική, αλλά όχι δεχτη προφορά και να εμπλακούν στη διακωμώδηκαι η Ελληνική; Αλλά η multinational Europe, η πο­ λυεθνική Ευρώπη, αν θέλει να κρατήσει τη άυνοχή ση της ελληνικής γλώσσας. Ταυτόχρονα οι άλλοι ε­ της και την επικοινωνία των πολιτών με σχέσεις α­ ταίροι καθηγητές θα έχουν το δικαίωμα - και είναι δελφοσύνης, οφείλει να μην αρνηθεί τη μητέρα των αυτό πολύ φυσικό - οι Ά γγλοι να διδάσκουν την αγγλική, οι Γάλλοι τη γαλλική, οι Γερμανοί τη γερ ­ εθνών που την τρέφει δια μέσου των αιώνων με τα νάματα του ανθρωπισμού, της υψηλής αισθητικής μανική κ.ο.κ. Δε θα πρέπει να αναληφθεί κάποια αντίληψης και της δημοκρατίας, παρέχοντας ταυ­ προσπάθεια, στο όνομα της ισότητας, ώστε και οι τόχρονα στερεά θεμέλια για κάθε φιλοσοφία και Έ λληνες καθηγητές να μπορούν να διδάξουν την κάθε επιστήμη. ελληνική χωρίς να είναι υποχρεωμένοι ν ’ αλλάξουν

Η


30/χρονικα Ωστόσο η νεοελληνική γλώσσα, που βρίσκεται ή­ δη σε έναν πρωτόγνωρο δυναμισμό, δεν εκφράζε­ ται σήμερα από ένα δουλεμένο έθνος για να τεθεί σε περιφρόνηση, όπως έγινε από τον Έρασμο με την ελληνική γλώσσα στην εποχή του βουλωμένου Βυζαντίου, ούτε από ένα βαυαροκρατούμενο κρά­ τος για να τεθεί σε περιφρόνηση ολόκληρη η ελλη­ νική φυλή, όπως έγινε από τον Φαλμεράιερ. Η νέα ελληνική γλώσσα εκφράζεται σήμερα μέσα από την πολυεθνική Ευρωπαϊκή Ένωση και ακτινοβολεί με την υψηλή λογοτεχνία και ποίηση όχι μόνο των διά­ σημων νομπελιστών Σεφέρη και Ελύτη, αλλά και του Κωστή Παλαμά, του Καζαντζάκη, του Σαμαράκη, του Βενέζη, του Ρίτσου και πλείστων άλλων, που τα έργα τους μεταφράζονται σε πολλές ευρω­ παϊκές αλά και σε διεθνή έκταση γλώσσες. Το ελληνικό έθνος οφείλει, εν ονόματι τις ισοτι­ μίας, ν ’ αξιώσει δικαίωση: α) Να μην αγνοηθεί η νεοελληνική γλώσσα. Το multinational dictionary από πεντάγλωσσο να γίνει εξάγλωσσο, και β) Η ερασμιακή προφορά στη διδασκαλία των αρχαίων ν ’ αντικατασταθεί από τη βυζαντινή ελλη­ νική προφορά, την ίδια προφορά που και σήμερα στην Ελλάδα διδάσκονται τα αρχαία. Η ένταξη του θέματος στα πλαίσια έρευνας των προγραμμάτων Lingua και Έρασμος, είναι, νομίζω, σκόπιμη και ίσως η πιο ενδεδειγμένη για να υπάρ­ ξει αποτελεσματική κατάληξη.4·5 Αυτό που δεν κα­ τορθώθηκε επί πέντε αιώνες, παρά τους αδιάκο­ πους σκληρούς αγώνες των διανοουμένων, είναι τώρα εύκολο γιατί οι εθνικές αντιπαραθέσεις των Ευρωπαίων αμβλύνονται και τα συμφέροντα συ­ γκλίνουν. Οι καταδικασμένες θεωρίες του Έρα­ σμου και του Φαλμεράγερ, ταπεινωτικές για τον Ελ­ ληνισμό, δεν εξυπηρετούν πια καμιά σκοπιμότητα. Σήμερα καταδικάζεται η αντιπαράθεση και προέχει η ενότητα, η συνοχή, ο συντονισμός και η φιλική προσέγγιση μεταξύ των εταίρων της Ενωμένης Ευρώπης.

ξάρτητα από φυλή η θρησκεία. Η υπόθαλψη του ρατσισμού σε βάρος άλλης χώ­ ρας μπορεί να ενεργήσει ως μπούμεραγκ στην Ενω­ μένη Ευρώπη ή ακόμη και στις Η.Π.Α. Ωστόσο το με­ γάλο αυτό πρόβλημα δεν είναι σκοπός αυτού του σημειώματος. Εδώ θα γίνει λόγος για τις ύπουλες σοβινιστικές δολοπλοκίες που χρησιμοποιούνται για να πληγεί ο Ελληνισμός και να εξυπηρετηθούν τυφλά και ιδιοτελή συμφέροντα. Για παράδειγμα η Ιταλία, μια ε­ ταιρική χώρα, αντί να προκαλεί τους Έ λληνες αμφι­ σβητώντας την καθαρότητα της φυλής και να τους αποκαλεί σαρκαστικά ως κράμα Σλάβων και Αλβα­ νών, ενθαρρύνοντας έτσι τη γείτονα Αλβανία να αντιστρέφει την πραγματικότητα και να διαδίδει ό­ τι δυο εκατομμύρια Αλβανοί στενάζουν υπό τον ζυ­ γόν της Ελλάδας· αντί να υποθάλπει τον γιουγκοσ­ λαβικό σοβινισμό των Σκοπιωνών και να τους ενι­ σχύει την αυταπάτη ότι είναι απόγονοι του Μ. Αλε­ ξάνδρου και του Αριστοτέλη και ότι αυτοί μιλάνε τη γνήσια μακεδονική γλώσσα, θα ήταν συμφερότερο για τους ίδιους τους Ιταλούς ν ’ αντιμετωπίζουν την καθαρή αλήθεια χωρίς πάθος. Ν’ απαλλαγούν πρώ­ τα από το σύνδρομο της φυλετικής τους ανομοιογέ­ νειας, της γλωσσικής τους ασυνέχειας, της παπι­ κής δεσποτείας, πιθανώς και από το αλβανικό σύν­ δρομο της ήττας. «Ο Ιταλικός λαός ουδέποτε υπήρξε ένας ομοιογε­ νής λαός εις μίαν σταθερώς καθοριζομένην περιο­ χήν» καθώς συμβαίνει με τον ελληνικό λαό. «Οι λα­ οί της Ιταλίας ήταν διαφορετικών προελεύσεων, ό­ πως προκύπτει από τα εθνολογικά, αρχαιολογικά και γλωσσολογικά δεδομένα και άλλας πηγάς».* Είναι κράμα από Λατίνους, Έλληνες, Κέλτες, Βενετούς, Λομβαρδούς, Λιγούριους, Οστρογότθους, Αυστριακούς, Γάλλους, Ισπανούς, Γερμανούς. Το ό­ νομα Ιταλία είχε δοθεί αρχικά σε ορισμένα τμήματα της χερσονήσου και όχι πάντοτε στα ίδια. Πρώτα στην Καλαβρία, έπειτα στο Λάτιο στην Κομπανία, αλλά όχι και στη Β. Ιταλία. «Η ιστορία της Ιταλίας αρχίζει από της πτώσεως του Ρωμαϊκού κράτους το 476 μ.Χ. αλλά δεν είχε καν ενιαία εθνική γλώσσα». Υστερόγραφο Πατέρας της Ιταλικής γραφομένης γλώσσας, της Τοσκανικής, είναι κυρίως ο Δάντης (1265-1321 μ.Χ.), ο ποιητής της Θείας Κωμωδίας. «Προ του 1250 μ.Χ. νας κίνδυνος πού μπορεί ν ’ απειλήσει τη συνο­ δεν υπήρχε εν Ιταλία ενιαία εθνική γλώσσα. Ο 1ος χή της Ενωμένης Ευρώπης και να φέρει ανά­ σχεση στην πρόοδό της είναι ο φυλετικός σοβινι­αιών της Ιταλικής γλώσσης είναι ο 13ος αιών»* ση­ μειώνει ο Λυκούδης. Συνεπώς η Ιταλική γλώσσα σμός. Αυτός εξέθρεψε στο παρελθόν τους χιτλερι­ δεν είχε διαχρονική εξέλιξη, όπως συμβαίνει με την κούς που επισώρευσαν στον κόσμο τα μεγάλα δει­ Ελληνική. Ό πω ς και η Ιταλική φυλή και η Ιταλική νά. Ο φυλετικός ρατσισμός, με την υπόθαλψη της γλώσσα είναι ένα μίγμα Λατινικής, Ελληνικής, Το­ Δύσης, δίχασε τις μεγάλες ενότητες εθνοτήτων σκανικής, Γαλλικής και Ισπανικής. στη Σοβετική Ένωση και στη Γιουγκοσλαβία και εΑξιοσημείωτο είναι ότι το ελληνικό στοιχείο στην νήργησε όπως η πέτρα του Ιάσονα: Έφερε τη σύγ­ Ιταλία, και ιδιαίτερα στην Κάτω Ιταλία, είναι σημα­ χυση σ ’ αυτές τις χώρες, την αλληλοσφαγή και τε­ ντικό· και αυτό είναι φυσικό, διότι μετά την πτώση λικά τη διάσπαση σε κρατίδια αμφίβολης φυλετικής της Πόλης, αλλά και πριν απ’ αυτή, χιλιάδες Έλλη­ σύνθεσης. Και αυτό γίνεται σε μια εποχή που οι α­ νες εισέρρευσαν εκεί, όχι ως ανεπιθύμητοι εισβο­ λυσιδωτές σχέσεις και οι αλληλεξαρτήσεις μεταξύ λείς αλλά ως πρόσφυγες ευπρόσδεκτοι, λόγω της των εθνών και των Ηπείρων δημιουργούν επί της υψηλής τους μόρφωσης. Γι’ αυτό και εθεωρείτο τιγης μια παγκόσμια έλξη που εγγυάται την ισορρο­ πία· σε μια εποχή που οι μικρότερες ενότητες τεί­ νουν να ενωθούν σε μεγαλύτερα σχήματα· σε μια ε­ Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν «Ήλιος», τ. 9ος, ποχή όπου οι άνθρωποι μπορούν και πρέπει να σελ. 10Ρ3, εκδ. 1947 Αθήνα. ζουν ελεύθεροι και ίσοι απέναντι στο νόμο, όπου κι Λυκού^.ις Νεώτερον εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ηλίου, τ. αν βρίσκονται, σε όποιο κράτος κι αν ανήκουν ανε­ 13ογ

Ε


χρονικά!31 μητικό να προσλαμβάνονται από τους ντόπιους κα­ τοίκους ως δάσκαλοι των παιδιών τους, αλλά και πέραν αυτού να συγγενεύουν μαζί τους. Είναι ακόμη αξιοσημείωτο ότι αυτοί, οι Έλληνες από το Βυζάντιο, πρώτα δίδαξαν στη Δύση τα αρ­ χαία ελληνικά με την ελληνικότατη δική τους προ­ φορά και αυτοί ουσιαστικά έφεραν την Αναγέννηση στη Δύση. Αλλά μήπως η'αρχική ζύμη στην Ιταλία δεν ήταν ελληνική από την εποχή της Μεγάλης Ελλάδας, ό­ πως αποδείχνεται από τη μεγάλη ακμή του Ελληνι­ σμού στη σημερινή Κάτω Ιταλία; Εκεί ήκμασε η πε­ ρίφημη Σχολή της Ελέας με καθηγητές τον Ξενοφάνη (566-475 π.Χ.), τον Παρμενίδη (540-475 π.Χ.) και τον Ζήνωνα (468-365 π.Χ.) αυτούς τους κολοσσούς της φιλοσοφίας. Εκεί στην Κάτω Ιταλία την τότε Μ. Ελλάδα ιδρύθηκε από τον Πυθαγόρα το πρώτο συ­ στηματικό πανεπιστήμιο του κόσμου. Έλληνες από τη Μεσσηνία ίδρυσαν το 730 π.Χ. τη Μεσσήνη της Σικελίας και άλλες χιλιάδες πρόσφυγες μετά τον Β' Μεσσηνιακό πόλεμο (645-628 π.Χ.) κατέφυγαν στην Κ. Ιταλία. Λείψανα του Ελληνισμού, εκείνου υπάρ­ χουν στην Καλαβρία, στη Σικελία και σε όλη τη γύ­ ρω περιοχή. Πλείστες λέξεις με Ιταλικές καταλή­ ξεις διατηρούν την ελληνική ρίζα. Αυτή η πλούσια ελληνική ζύμη είναι που προσθέ­ τει στους Ιταλούς ελληνικά χαρακτηριστικά και χρωματίζει τις δυο φυλές με τη γνωστή φράση «Ούνα φάτσα ούνα ράτσα». Κι απ’ αυτή την άποψη θα έποεπε οι Ιταλοί να βλέπουν έναν αδελφικό λαό και

όχι έναν αντίδικο. Αν είχαν γνωρίσει σωστά την ι­ στορία τους ίσως είχαν ματαιώσει στην Αλβανία τα αδελφοκτόνα σχέδια του Μουσολίνι. Αλλά γιατί να φαίνεται τόσο μακρύς ο δρόμος που οι άνθρωποι να' βλέπουν τον κάθε συνάνθρωπό τους ως ανθρώπινη ύπαρξη, έτοιμοι να του συμπαρασταθούν και όχι ως εχθρό για να τον εξοντώσουν; Ως είναι φυσικό και η Ιταλική γλώσσα, όπως και η φυλή, δεν έχει καμιά καθαρότητα, ούτε διαχρονι­ κή εξέλιξη από την αρχαία εποχή, όπως συμβαίνει με την Ελληνική. Είναι κι αυτή ένα μίγμα Τοσκανικής και διαφόρων άλλων ιταλικών διαλέκτων, που συγχωνεύτηκαν με στοιχεία λατινικά, ελληνικά, γαλλικά, ισπανικά κ.λπ. Τελικά, περί τον 12ον αι. μ.Χ., διαμορφώθηκε η Ιταλική σε ενιαία εθνική γλώσσα. Φαίνεται ότι ο Έρασμος και αργότερα ο Φ αλμεράγερ βρήκαν λογικό έρεισμα να εντάξουν και την ελληνική στην ίδια κατηγορία με την Ιταλική και να αγνοήσουν τη διαχρονική της εξέλιξη. Κα­ ταργώντας έτσι τις διφ θόγγους και προφέροντας τους φ θόγγους χωριστά, κατά το πρότυπο της ιτα­ λικής, κάνουν να ηχεί πολύ διαφορετικά η αρχαία α­ πό τη νέα ελληνική προφορά και φαινομενικά να δί­ νεται η εντύπωση ότι πρόκειται για δυο άσχετες γλώσσες. Φαίνεται ότι ξεμακρύναμε λίγο με τις όχι και τό­ σο άσχετες παρεκβάσεις. Επανερχόμενοι στο θέμα της συνοχής θα πρέπει να τονιστεί ότι η μονόπλευ­ ρη οικονομική και πολιτική διείσδυση μιας χώρας της Ενωμένης Ευρώπης σε άλλες χώρες, χωρίς την κοινή συγκατάθεση, τον κοινό προγραμματισμό και

Σ

2&ωτερικ

Ε

Μ

Ε

Λ

Η

amzKTVtffvt

vTLapoiioevt

ΟρκβκεΙε* Ο ,κ ο λ ο ^ .α

ν^ίο^οτεκνία

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ■’ΣΕΜ ΕΛΗ1’ (πρώην "ΚΑΡΜΑ·') ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 68 - 106 81 ΑΘΗΝΑ - ΤΗΛ.: 3607951 Ξενόγλωσσα βιβλία - Περιοδικά - Παλαιοπωλείο σπάνιων βιβλίων - Είδη εσωτερισμού


32/χρονικα τον κατάλληλο συντονισμό θα εκκολάπτει πάντοτε ρήγματα στη συνοχή του ευρωπαϊκού μωσαϊκού. Ισχυρότερα ίσως ρήγματα μπορεί να επιφέρει η έξαψη του θρησκευτικού φανατισμού. Η ντροπή του ισλαμικού Τζιχάντ που παρουσιάστηκε στο λυ­ καυγές του 21ου αιώνα πάει να μεταφερθεί και ανά­ μεσα στους χριστιανούς. Η παπική εκκλησία των ευρωπαίων χριστιανών ανταγωνίζεται προκλητικά την ορθόδοξη εκκλησία, εισχωρεί ύπουλα, κατά την έκφραση του Αρχιεπισκόπου, στα ορθόδοξα ανατο­ λικά κράτη και φιλοδοξεί ν ’ απλώσει τη δεσποτεία *1 Σημειώσεις 1. Αθηναϊκές εφημερίδες 10-7-1991. 2. Jacquelin de Romilli, Οι αρχαίες γλώσσες στα σχο­ λεία, εφ. Βήμα 24-3-1991. 3. Tristian Garel Jones, Παλιοί φίλοι και νέα εποχή. Διά­ λεξη που δόθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, Αθήνα 26-3-1991. 4. Dislnderius Erasmos, Oe recta latini qraecious seremonis pronunciation, 1528, (περί της ορθής προ­ φοράς της Λατινικής και Ελληνικής. Βλέπε και: Γαλλική Ακαδημία των Επιγραφών, Προφορά Ελληνικής γλώσσης, εφ. Παλιγγενεσία 28-11-1884. 5. Πλάτωνα Κρατύλος, 418, «...διότι ο Κρατίνος είπεν· ο δ’ ηλίθιος ώσπερ πρόβατον βη-βη λέγων βαδίζει». 6. Fallmerayer Jacob Fhilip (1790-1860), Ιστορία της χερ­ σονήσου του Μορέως κατά το Μεσαίωνα. Βλέπε και: Ι.Φ. Φαλμεράυερ, περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 1984. 7. Elgin Μ.Ν. (Έλγιν Μαίρη Νίσμπετ) Πώς λεηλατήθηκαν τα γλυπτά από τις μετόπες του Παρθενώνα, εκδ. Τολίδη, Αθήνα, 1989, μετ. Έφης Ματθαίου. 8. Μεγάλη Ελληνική εγκυκλοπαίδεια Παύλου Δρανδάκη, εκδ. Φοίνιξ, Αθήνα 1976, και Μπούτουρα Αθ., Ιστορία του ζητήματος της προφοράς της ελληνικής γλώσσας, Αθήναι, 1920, βλέπε λέξη: Henrischer R., (1850). 9. Παγκόσμιος Σύγχρονη εγκυκλοπαίδεια «Παιδεία» εκδοτ. οργανισμός Μάλλιαρη, Αθήνα, 1976, βλ. λ. «Φαλμεράγερ». 10. Κανελλόπουλος Παναγ., Ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος, τομ. Ill, σελ. 122, Αθήνα, 1975. 11. Bintoniences Stephanus, Μεγάλη Ελληνική εγκυκλ. Παύλου Δρανδάκη, εκδ. Φοίνιξ, Αθήναι, 1976. 12. Sarpedonius Mirtisbus, de vera Atticorum Pronunciation liber, Romee, 1750 και Μεγάλη Ελλ. εγκ., Παύλου Δρανδάκη, εκδ. Φοίνιξ, 1976. 13. Sayffarth George de Sonis, Litterarum graecarum libri duo, Lipsiae, 1821 και Μεγάλη ελλην. εγκ. ibid. 14. Liscovius K., uber die Aussprache des Griechischen, Liepzig, 1825 και Παπαδιαμαντοπούλου Θ, Βάσανος των περί της ελληνικής προφοράς ερασμιακών αποδεί­ ξεων, Αθήναι, 1889. 15. Παπαδιαμαντόπουλος Θ., ibid (Block Ε., 1826 Δανός). 16. Pennington G. An essay on the pronunciation of the Greek language, London, 1844 (Δοκίμιο για την προφο­ ρά της ελληνικής γλώσσας). 17. Anastasius Comes de Lunzi, De Pronunciation greaca, Berolini, 1864. 18. Μπούτουρα Αθ., Ιστορία του ζητήματος της προφοράς της ελλ. γλώσσας και των σχετικών αγώνων των φιλο­ λόγων, Αθήνα, 1920 (Engel Ε. Γερμανός 1890). 19. G.d’ Eichtal, De la Pronunciation mutual du Grec et deson introduction dans I’enseignement classique, 1867, και Μεγ. ελλ. εγκ. ibid. 20. Οικονόμου ο εξ Οικονόμων, περί της γνησίας προφο­ ράς της ελληνικής γλώσσης, Πετρούπολις, 1880. 21. Εφημ. Ακρόπολις, Ιαν. 1897, σε συνέχειες (Κλέων Ραγκαβής (1896) κ.ά. 22. Παπαδιαμαντόπουλος Θ., ibid.

του και σ ’ αυτά, βα θ αίνο ντα ς έτσι το σ χίσ μα και προκα λώ ντα ς διακοπή των σ χέ σ εω ν μεταξύ των δυο εκκλησιών. Σήμερα, στην αυγή του 21ου αιώνα, θα έ π ρ επ ε οι θ ρ ησκείες, και ιδιαίτερα οι χριστιανικές θ ρησκείες, ν α θ έσ ο υ ν ω ς κύριο σκοπό το υς την ένω ση των λα ­ ών γ ια αγαθή συνερ γα σία , για φιλικότητα και α δ ελ ­ φ οσύνη, με το κήρυγμα της α γά π η ς και της ειρήνης.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β. ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ 23. Μπούτουρας Αθ. ibid. 24. Χατζιδάκης Γ., Ακαδημικά Αναγνώσματα τ.Α'., Αθήναι, 1931, και του ιδίου: Σύντομος Ιστορία της Ελλην. γλώσσης, Συλλόγου προς διάδοσιν των γραμμάτων, Σιδέρης, 1967. 25. Κανελλόπουλος Παν., Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύ­ ματος, τ.ΜΙ, σελ. 121-122, Αθήναι, 1976. 26. Μπαμπινιώτης Γ., Συνοπτική Ιστορία της ελληνικής γλώσσας, Αθήνα, 1986, σελ. 74. 27. Διονύσιος ο Φραξ, Τέχνη Γραμματική 2ος αι. π.Χ. 639,15. 28. Ηρωδιανός «Περί μονήρους λέξεων» και «Περί Ομηρι­ κής και αττικής προσδοκίας», 2 αι. μ.Χ. και Παπαδιαμαντόπουλος Θ., ibid, Σέξτρος ο Εμπειρικός 3ος αι. π.Χ. 29. Κουρμούλης Γ., Ιστορία της Ελληνικής γλώσσης, κατά τας παραδόσεις του, Αθήναι, 1964. 30. Θουκυδίδου Ιστορίαι Β παρ. 54, Μετάφρ. Ελ. Βενιζέλου, εκδ. Ελληνικός Εκδοτ. Οργανισμός «εψάλλετο εις παλαιοτέραν εποχήν: "Θα έλθη δωρικός πόλεμος και λοιμός μαζί μ' αυτόν”. Είναι αληθές ότι αντέτειναν με­ ρικοί ότι ο παλαιός στίχος «ομιλούσε περί λιμού και όχι λοιμού, αλλ’ επί του παρόντος επεκράτησε φυσικά r γνώμη ότι η λέξις, της οποίας είχε γίνει χρήση εις τ< άσμα, ήτο λοιμός, καθόσον οι άνθρωποι εμνημόνευαι τον στίχον σύμφωνα με τα παθήματά των. Αλλ’ έαν πο τέ επέλθη άλλος δωρικός πόλεμος μετά τον σημερινόν και συμπέση να επέλθη λιμός, μου φαίνεται πιθανόν ό­ τι τον στίχον θα ψάλλουν με την αυτήν λέξιν» (σε πιστή μετάφραση του Ελευθερίου Βενιζέλου από τον στίχον 54 του βιβλίου Ιστορίαι Β). 31. Αριστοτέλης, Ηθικά Νικομάχεια, Γη 6 και Β3 1116 (και­ νόν ή κενόν;). 32. Θουκιδίδου Ιστορίαι Γ,30 μετ. Ελ. Βενιζέλου, ελλ. εκδ. Οργανισμός «Βιβλιοθήκη των Ελλήνων» Αθήνα. 33. Πυθαγόρας, Ηράκλειτος, Λεξικόν Ήλιος, βλ. λ.τ. 16 και 9 αντίστοιχα, μετ. Γεωργούλη Κ. και Ε. Σταμάτη, προσωκρατικοί φιλόσοφοι, Αθήνα 1966. 34. Πλάτωνα Πρωταγόρας 15-18. 35. Αριστοτέλης, Ηθικά Ευδήμεια κεφ. II 7. 36. Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι, Θεμιστοκλής - Κάμιλλος V. 25. 37. Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον στ. 27 κ.ε. 38. Λεξικόν Ήλιος, Ε.Π. Φωτιάδης, βλ. λ. Βασίλειος ο Μέγας. 39. Ιω. Μόσχου, Λειμών Πνευματικός, D.C. Hesseling Moreeaux choisis du pre spirittual de Jean Moschos, εκδ. Bude, 1931, σελ. 92 κ.ε. και Μπαμπινιώτη Γ. ibid. 40. Κορνάρου Βιτζέντζου, Ερωτόκριτος, Α'. 251 κ.ε. 41. Μακρυγιάννη Απομνημονεύματα, από τον επίλογο σ. 219, εκδ. Πάπυρος ΕΠΕ, Αθήναι. 42. Μαυρούλια Σαπφώ - Γεωργαντζή Ευαγγ., Τα νέα ελ­ ληνικά για ξενόγλωσσους Αθήνα, 1991. 43. Αθηναϊκές εφημερίδες 9-12-1991. Multilingual Dictionary, Dictionnaire Multilingue, Dizionario Multilingue... Kompakt Press, Munich, 1991. 44. Κυριαζοπούλου Γ., Γλωσσική πρόκληση σε μια Ευρώ­ πη χωρίς Σύνορα (Μια σύγχρονη εξέταση της θεωρίας του Φαλμεράιερ και του Έρασμου, Κυρ. Ελευθεροτυ­ πία 10-11-1991).


Τις μέρες πριν από το ρ ο κ ’ν ’ρολ, πριν το Chelsea Girls, πριν τους Νιού Γιορκ Ντολς, πριν το New York του Λου Ριντ, η πόλη της Νέας Υόρκης ήταν η πατρίδα και μαζί η άλλη χώρα: ο Ο. Χένρι έγραφε για τα σπουργίτια της πλατείας Μ άντισον, ο Φίλιξ Ρίζενμπεργκ για την Α ­ νατολική και Δυτική Πλευρά της δεκαετίας του ’20, ο Έρνεστ Πουλ για το Λιμάνι. Η Νέα Υόρκη φιλοξένησε τους ήρωες τούς πιο αγαπημέ­ νους: τη μικρή Κάρι, τον Χ όλντεν Κ όλφιλντ, τη Φράνση και τον Νίλι Νόλαν. Ενώ ο Έντουαρντ Φιλντ έγραφε το ποίημα «Νέα%Υόρκη», ο Μπρους Σπρίνγκστιν πάγωνε στη Δέκατη Λεωφόρο: ποιήματα, ιστο­ ρίες και τραγούδια έγιναν κομμάτι του μύθου της πόλης, κι ο Ά λ ε ν Γκίνσμπεργκ, ο Γκρέγκορι Κόρσο, η Κέιτ Σάιμον, ο Χάρβεί Σαπάιρο-, δεν μπόρεσαν να γλιτώσουν από την τυραννία της. «Χτίστε τις πόλεις σας υπερήφανες και ψηλές», γράφει ο Χένρι Μ ίλερ στο «Σέξους»: «Φτιάξτε τους υπονόμους σας. Α πλώ στε τα ποτάμια σας. Δουλέψτε πυρετωδώς. Κοιμηθείτε χωρίς όνειρα. Τραγουδήστε τρελά και θυμωμέ­ να». Ο Χένρι Μ ίλερ ήταν από τους λίγους που αντιστάθηκαν. Επιμέλεια αφιερώματος: Σώτη Τριαντάφυλλου


34/αφιερωμα

Στέλ ιο ς Ρ ο γ κ ά κ ο ς

-------Μ ια λ ο γ ο τ ε χ ν ικ ή θ έ α σ η τη ς Ν έας Υ όρκης I ϋ

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1609 ο Βρετανός θαλασσοπόρος Χ ένρυ Χ άντσ ον εισέπλευσε στο λι­ μάνι της Νέας Υόρκης, σε μια μάταιη αναζήτηση ενός θαλάσσιου δρόμου προς την Ινδία, για λογαριασμό της Ο λλανδικής Εταιρείας Δυτικώ ν Ινδιών. Οι αναφορές του Χ άντσον προς τους εργοδότες του, για ένα υπέροχο φυσικό λιμάνι που προστατευόταν από πράσι­ νους λόφους και με απεριόριστες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης, σε ένα ημιτροπικό, όπως φαινόταν, βόρειο πλάτος, ήταν η αφορμή του πρώτου εποικισμού από τους Ολλανδούς, ο οποίος έγινε το πρότυπο στη μεταγενέστερη ανάπτυξη και ανεξαρτησία της πόλης - ένα πνεύμα που συνεχίστηκε και όταν μόνο παρεφθαρμένα ολλανδικά ονόματα έμειναν για να θυμίζουν στους Νεοϋορκέζους ότι οι Ο λλανδοί ήταν οι θεμελιωτές της πόλης τους. Η ο λλα ν­ δική υπεροχή τερματίστηκε στις 8 Σεπτεμβρίου του 1664, όταν ένας στόλος, που είχε σ τα λεί από τον δούκα της Υόρκης στη διάρκεια του Α γγλο-Ο λλανδ ικού πολέμου, κυρίευσε εύκολα την πόλη, καθώς οι Ο λλανδοί δεν συμπαθούσαν πολύ τον σκαιό κυβερνήτη τους Πέτερ Στέυβεζαντ. Οι Ά γ γ λ ο ι μ ετονόμασαν την πόλη από Νέο Ά μσ τερνταμ σε Νέα Υόρκη. Π ολύ πριν από την Α μερικανική Επανάσταση, στην πόλη είχε επικρατήσει ένα ισχυρό αίσθημα αυτοδυναμίας, συνδυασμένο μ ’ ένα επιχειρηματικό πνεύμα και μ ιαν αρειμάνια συμπεριφο­ ρά, που οι Νεοϋορκέζοι ποτέ δεν απέβαλαν. «Η πόλις, η διδά σκα λος... εις κάθε λόγο, εις κάθε τέχνη η πιο σοφή», όπως θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί από τον Α λεξ α ν­ δρινό η Νέα Υόρκη, εξελίχτηκε με σταθερά βήματα σε παγκόσμια μητρόπολη. Τ ζέ ρ ο μ Ν τέη βιντ Σ ά λ ιν τ ζερ το π ο θ ε τ εί το κύ ρ ιο μ έ ρ ο ς τ η ς π λ ο κ ή ς το υ π ο λ ύ κ ρ ο τ ο υ μ υ θ ισ τ ο ρ ή μ α τ ο ς του «Ο φ ύ λ α κ α ς σ τη σ ίκ α λ η » (1951) σ τη Ν έα Υ ό ρ κ η , π α ρ έ χ ο ν τ α ς έτ σ ι σ τ ο υ ς α ­

Ο

π α ν τ α χ ο ύ τ η ς γ η ς α ν α γ ν ώ σ τ ε ς του τ ό σ ο τ η ν αισ θα ντ ικ ή σ υ μ μ ετ ο χ ή σ ε ευ ρ η μ α τ ικ ά σ υ μ β ά ν τ α ό ­ σ ο κα ι τ η ν ευ χ α ρ ίσ τ η σ η μ ια ς δ ιδ α κ τ ικ ή ς π ρ ο ­ σ φ ο ρ ά ς Α ξίζ ει ν α π α ρ α κ ο λ ο υ θ ή σ ο υ μ ε τ ο σ ύ ν τ ο ­


αφιερωμα/35 μο α λ λ ά σ α γ η νευτ ικ ά ά γρ ιο ο δ ο ιπ ο ρ ικ ό εν ό ς δεκ α εξ ά χ ρ ο ν ο υ αγορ ιού σ το υ ς μ α ιά ν δ ρ ο υ ς τ η ς μ ε­ γα λούπ ολης. Ο Χ ό λ ν τ εν Κ ώ λφ ηλντ, γ ν ή σ ιο ς α π ό γ ο ν ο ς του Χ ά λ κ μ π ερ υ Φιν του Μ α ρ κ Τ ου α ίη ν, φ α ντ ά ζει α ­ ν ίκ α ν ο ς ν α π ρ ο σ α ρ μ ο σ τ ε ί σ ’ έ ν α ν κ ό σ μ ο α π α ρ ά ­ δ εκ τ ο , χ υδ α ίο κ α ι α π ά ν θ ρ ω π ο . Ό π ω ς ό λ ο ι οι ήρ ω ες του Σ ά λιντζερ π ρ ο β ά λ λ ει κι α υ τ ό ς « ν εο φ ώ ­ τισ τ ο ς σ ’ ό ,τ ι α φ ορά την α π ο τ ε λ εσ μ α τικ ό τη τ α τού ν α ξ εμ α κ ρ α ίνεις α π ό τη ν α γέλ η » . Α π ο σ τ ρ έφ ετα ι τ ου ς « κ ά λ π η δ ε ς » , ό λ ο υ ς εκ είνο υ ς δ ηλαδή' που μυ κτη ρίζου ν με υ π οδ ειγμ α τικ ή ά νεσ η τ α εύ­ θρ αυ στα ιδεώδη του. Α π ο σ τ έρ γε ι τις ό π ο ιες σ υ μ ­ βά σ εις π ου π α ρ α π έμ π ο υ ν σ ’ έ ν α ν γλ ο ιώ δ η μιμητι­ σ μ ό κ α ι κ ο σ τ ο λ ο γ εί μ ό ν ο σ υ γκ ινη σ ια κ ά την α π ο ­ τυχία του ν α ε ν τ α χ τ εί σ ’ έν α ευ ρ ύτερ ο σ ύ σ τη μ α α ­ ξιώ ν κα ι α ντιλή ψ εω ν. Νιώθει μια αφ όρη τη ν ο ­ σ τα λ γ ία για τα π ρ ό σ ω π α π ο υ ξεθ ω ρ ιάζο υ ν α π ό το α π ό κ ο σ μ ο π έρ α σ μ α του χ ρ ό ν ο υ . Δ ια τυ π ώ ν ει, ε­ ξ ά λ λ ο υ , α φ ορισ τικ ά τ η ν ά πο ψ η π ω ς « δ εν π ρ έπ ει ν α δ ιη γείσ αι π ο τ έ τ ίπ ο τα , σ ε κ α ν έ ν α ν . Έ τ σ ι κα ι τ ο κ ά ν εις , τότε ό λ ο ι α ρ χ ίζο υ ν ν α σ ου λείπ ο υ νε .» Ο σ π ιν θ ή ρ α ς π ου π ρ ο κ α λ εί την α νά φ λεξ η της α φ ήγη ση ς είνα ι η α π ο β ο λ ή του Χ ό λ ν τ εν , γ ι’ α κ ό ­ μη μια φ ορ ά , α π ό το σ χ ο λ είο . Μ ετά α π ό φ ευγα ­ λ έε ς σ υ γκ ρ ο ύ σ εις κ α ι μετέω ρ ο υς α π ο χ α ιρ ετ ι­ σ μ ο ύ ς α π οφ α σ ίζει ν α εκ μ ετ α λλευ θ εί τ η ν π ρ ό ­ σ κα ιρ η κι επ ίφ οβη «ελευθ ερ ία » το υ. Φ ορά τ ο κ α ­ π έλ ο που έχ ει α γο ρ ά σ ει α π ό τη Ν έα Υ όρ κη - «εί­ ν α ι κ α π έ λ ο για α νθ ρ ω π ο κ υ ν η γ ο ύ ς» , δ ια τείνεται, « κ υ νη γά ω α νθ ρ ώ π ου ς μ ’ α υτό το κ α π έ λ ο » - κα ι εφ ορ μ ά α τ ίθ α σ ο ς π ρ ο ς τη γ ενέθ λ ια π ό λη . Η γεω γρα φ ική π ρ οσ έγ γισ η τη ς π ερ ιπ έτ ειά ς του ξεκ ιν ά α π ό τ ο τ ρ έν ο . «Σ υνήθω ς μ ’ α ρέσ ει ν α τ α ­ ξιδεύω με τ ο τ ρ έν ο , κυ ρ ίω ς τη ν ύ χ τ α , π ο υ ε ίνα ι α ­ ν α μ μ έν α τ α φ ώ τα κα ι τα π α ρ ά θ υρ α μ α ύ ρ α , κι έ ­ ν α ς α π ό κ είν ου ς τ ο υ ς τ ύ π ο υ ς π ερ νά ει σ το δ ιά δ ρ ο ­ μο κ α ι π ο υ λ ά ει κ α φ έ κ α ι σ ά ν τ ο υ ιτ ς κ α ι π ερ ιο δι­ κ ά . Εγώ π αίρ νω συνήθ ω ς έν α σ ά ν τ ο υ ιτ ς μ ε ζ α μ ­ π ό ν κα ι κ ά π ο υ τέσ σ ερ α π ερ ιο δ ικ ά . Ό τ α ν είμα ι νύ χ τ α σ το τ ρ έν ο , μ π ορ ώ συνήθ ω ς ν α δ ια β ά σ ω α­ κ ό μ α κα ι κ ε ίν ες τις ηλίθιες ισ τ ο ρ ίες σ τα π ερ ιο δι­ κ ά , χ ω ρ ίς ν α ξ ερ νά ω . Ξ έρ ετε. Α π ό κ ε ίν ες τις ι­ σ τορ ίες π ου έχ ο υ ν ε έν α σ ω ρ ό κ ά λ π η δ ες μ ε λεπ τ ά π η γ ούνια , π ου τ ου ς λ έν ε Ν τέηβιντ, κι έ ν α σ ω ρ ό κ ά λ π ισ σ ε ς π ου τις λ έν ε Λ ίν τ α ή Μ ά ρ σ ια , κ α ι που π ά ν τ α ό λ ο α νά β ο υ νε τις π ίπ ε ς τω ν Κ ο λ ο ντέη βιντ. Μ έχρι π ου μ π ορ ώ ν α τις δ ια β ά σ ω α υτές τις σ κ α τ ο ϊσ τ ορ ίες σ το τ ρ έν ο τη ν ύ χ τ α , συνήθ ω ς. Α υτή τη φ ορ ά όμ ω ς ή τ α νε α λλιώ τικ α . Δ ε ν είχ α κέφ ι. Κ α­ θ ό μ ου να έτσ ι μ ό ν ο , κ α ι δ εν έ κ α ν α τ ίπ ο τ α .» Ό τ α ν πια φ τάνει σ τη ν π ό λη α φ ήνεται α ρ κ ετ ές φ ορ ές στη χ ρ ήσ η του τηλ εφ ώ νο υ, π ρ ο δ ίδ ο ν τ α ς έ ­ τσι την α να π ο φ α σ ισ τ ικ ό τ η τ α κ α ι τη νευρ ικ ό τη τά του. Π α ρ ό λ ο π ου α να γνω ρίζει π ω ς « σ τη Ν έα Υ­ όρ κ η το χρ ή μ α έχ ει γλ ώ σ σ α κ α ι μιλά ει» , δε δι­ σ τά ζει ν α επ ιβ ιβ α σ τ εί επ α νε ιλ η μ μ έν α σ ε τ α ξί κα ι ν α επ ιχειρ ή σ ει δυο φ ο ρ ές ν α υ π ο β ά λ ε ι σ το υ ς α ­

δ ιά φ ο ρ ο υς ο δ η γο ύ ς το ερ ώ τη μα π ου τ ο ν β α σ α ν ί­ ζει α π ό τ η ν α ρχή κ ιό λ α ς τ η ς α φ ήγη ση ς: « π ο ύ να π η γ α ίν ο υ ν ε οι π ά π ιες , ά μ α π α γώ νει ό λη η λίμνη (του Σ έν τ ρ α λ Π α ρ κ ) α π ό π ά ν ω .» Δ ε ν εισ π ρ ά τ τ ει, ω σ τ ό σ ο , π α ρ ά μ ό ν ο μια τυπική π ερ ιφ ρόνη ση. ν α τ μ ή μ α α π ό τη ζωή τη ς π ό λ η ς τη ν ύ χ τ α τού π α ρ έχ ε τα ι κ α ι π ά λ ι μ έ σ α α π ό κ ά π ο ιο τ α ξί, « ...έ ξ ω είχ ε τέτοια η σ υχ ία κι ερ ημ ιά, κι α ς ή τ α ν ε Σ α β β α τ ό β ρ α δ ο . Σ το δ ρ ό μ ο δ εν έ β λ επ ες

Ε

Τζέρομ Ντέηβιντ Σάλιντζερ σ χ ε δ ό ν ψ υ χή. Κ αμιά φ ο ρ ά μ ό ν ο έ β λ επ ες κ α ν έν α ν ά ντ ρ α μ ε μια κοπέλ-α, π ου π ερ ν ά γ α ν ε α π ένα ν τ ι α γ κ α λ ια σ μ έν ο ι α π ’ τη μ έσ η , ή κ α μ ιά α λ η τ ο π α ­ ρέα με τα κ ο ρ ίτσ ια τ ο υ ς , π ου γ ε λ ά γ α ν ε σ α ν ύαι­ ν ε ς χ ω ρ ίς ν α υ π ά ρ χ ει τ ίπ ο τα α σ τ είο - σ το ίχ η μ α π ή γ α ιν ες. Η Ν έα Υ όρ κη είνα ι σ κ έτη φρίκη ά μ α χ α χ α ν ίζει κ α ν είς σ το δ ρ ό μ ο π ο λ ύ α ρ γ ά τη ν ύ χ τ α . Τ ο ν α κ ο ύ ς μίλια μ α κ ρ ιά . Κι α υτό σ ε κ ά ν ει ν α νιώ ­ θεις π ο λ ύ μ ο ν ά χ ο ς κα ι λ υ π η μ έ ν ο ς .» Τ ο ξ εν ο δ ο χ είο σ το ο π ο ίο εγ κ α θ ίσ τ α τ α ι του π ρ ο σ φ έρ ει ε κ τ ό ς α π ό μια ο λιγόω ρ η α νά π α υ λ α σ ’ έν α κ λ α μ π , την π ρ ο κ λη τ ικ ή ευ κα ιρία ν α μυηθεί


36/αφιερωμα σ τ ο ν α γο ρ α ίο έρ ω τ α . Η α δ υ να μ ία του ν α σ υ ν υ ­ π ά ρ ξ ει λ ά γ ν α μ ε μια π ό ρ νη κι η επ α κ ό λ ο υ θ η ρήξη του μ ε τ ο ν π ρ ο α γ ω γ ό τη ς, τ ο ν « εξ ο ρ ίζ ο υ ν » ο ρ ι­ σ τικ ά α π ό εκ είνο τ ο ν « ο ίκ ο τη ς α π ώ λ εια ς » . Η σ υνεύρ εσ η με δ υο κ α λ ό γ ρ ιε ς σ ’ έν α εσ τ ια τ ό ­ ριο, τ ο ν πρ οδια θέτει ευ νο ϊκ ά α π έ να ν τ ι σ ε μια ν η ­ φ ά λια σ υζή τη ση γύρω α π ό τη θ ρ η σ κ εία , τη φ ιλα ν ­ θ ρ ω π ία, την εκ π α ίδ ευ σ η κα ι τη δ ιδ α σ κ α λ ία . Π ερ ­ π α τ ώ ν τ α ς κ α τ ά το Μ π ρ ό ν τ γο υ εϊ π α ρ α κ ο λ ο υ θ εί τ ο υ ς δ ια κ ρ ιτ ικ ο ύ ς κ ρ α δ α σ μ ο ύ ς στη σ υ μ π ερ ιφ ο ­ ρά τ ω ν κ α τ ο ίκ ω ν τη ς π ό λ η ς. Τ ο κ ο ρ ιτ σ ά κ ι π ου τ ρ α γ ο υ δ ά τ ο σ κ ο π ό « ό τ α ν π ιά ν εις κ ά π ο ιο ν που ’ρ χ ετ α ι μ έ σ ’ α π ’ τη σ ίκ α λ η » τ ο ν ηρ εμ εί π ρ ο σ ω ρ ι­ ν ά , ενώ η κ ο σ μ ο σ υ ρ ρ ο ή τ ο ν κ α τ α π ιέζει α φ ά ν τ α ­ σ τα . Ό τ α ν α ρ γ ό τ ερ α σ υ ν α ν τ ιέτ α ι με τη φίλη του Σ ά λυ ξ ε σ π ά σ ε μια α πα ρ ίθ μ η σ η τω ν π ρ α γ μ ά τ ω ν π ο υ μισ εί. « Α ς π ο ύ μ ε, μισώ τη Ν έα Υ όρ κη π ου μένω . Μ ισώ τα τ α ξιά κ α ι τα λεω φ ο ρ εία τ η ς Μ άν τ ισ ο ν Ά β ε ν ι ο υ , μ ε τ ο υ ς ο δ η γ ο ύ ς κ α ι τα ρ έσ τα π ου ό λ ο σ ου β ά ζο υ ν ε τις φ ω ν ές ν α κ α τ εβ α ίνε ις α π ’ τ η ν π ίσω π ό ρ τ α , κ α ι σ ιχ α ίν ο μ α ι ν α με σ υ σ τή ­ ν ο υ ν ε σ ε κ ά λ π η δ ες π ου λ έν ε τ ο υ ς Λ α ν τ ς α γ γ έ­ λ ο υ ς , κ α ι ν ’ α νε β ο κ α τ εβ α ίν ω μ ε το α σ α ν σ έρ ό τ α ν ό λ ο κι ό λ ο π ου θέλω είν α ι ν α βγω έξ ω , κ α ι το υς τ ύ π ο υ ς π ου μου π ρ ο β ά ρ ο υ ν ε κ ά θ ε τ ρ εις κ α ι λίγο τ α βρ α κ ιά μου σ το υ Μ π ρ ο υ κ ς ...» . Έ π ε ιτ α , σ ε μια σ χ ε δ ό ν α π ε γν ω σ μ έν η π ρ ο σ π ά θ ε ια ν α ορ ίσ ει τ α νεφ ελώ δη σ υν α ισ θ ή μ α τ ά του για τη Σ ά λυ , της εξ ο μ ο λ ο γ είτ α ι: « είσ α ι ίσ ω ς ο μ ο ν α δ ικ ό ς λ ό γ ο ς π ου β ρ ίσ κ ο μ α ι αυτή τη σ τιγμή στη Ν έα Υ ό ρ κ η ή ο π ο υ δ ή π ο τ ε α λ λ ο ύ ... Α ν δ ε ν ή σ ο υ ν α 'εσύ, τώ ρα θα ’χ α π ά ε ι σ τ ο δ ιά ο λ ο .» Π ερ ιπ λα ν ιέ τα ι φ ο ρ τ ω μ έ νο ς μ ε σ κ έψ εις σ το π ά ρ κ ο , σ τ ο μ ου σ είο, σ το υ ς δ ρ ό μ ο υ ς , σ τα μ π α ρ , σ τ ο π α τ ιν ά ζ, σ τ ο ν ζω ο λ ο γ ικ ό κ ή π ο , σ τ ο ν υ π ό ­ γε ιο . Π η γα ίνει σ τ ο ν κ ιν η μ α τ ο γ ρ ά φ ο - θ έα μ α που α π ε χ θ ά ν ετ α ι - , π α ρ α κ ο λ ο υ θ εί μια θ εα τρ ική π α ­ ρ ά σ τ α σ η , β ρ ίσ κ ετ α ι με γ ν ω σ τ ο ύ ς κ α ι φ ίλο υ ς. Α ­ π ό π α ν τ ο ύ σ υ λ λ έγει α κ ό ρ εσ τ α κι α τ α ξ ινό μ η τ α εν τ υ π ώ σ εις . Κ α τα λ ή γει σ τ ο σ π ίτι τ ο υ , ό π ο υ π α ­ ρ α δ ίν ετ α ι σ ε μια ά λ λ ο τ ε χ α ρ ω π ή κι ά λ λ ο τ ε α γχ ω τική σ υν ο μ ιλ ία μ ε την α δελ φ ή το υ. Π ρ ό κ ε ιτ α ι για μια επ α φ ή π ου σ χ ε δ ία ζε α π ρ ο σ δ ιό ρ ισ τ α ό τ α ν α ­ π ο φ ά σ ισ ε ν α π ρ α γ μ α τ ώ σ ει τη δ ο νκ ιχ ω τ ικ ή υ π ό ­ σ χε σ η μ ια ς α σ ύ λ λ η π τη ς π ερ ιδ ιά β α σ η ς . Η σ υ ν α ι­ σ θη μα τικ ή του χ α λ ά ρ ω σ η κ α ι η σ οφ ή α φ έλεια τη ς Φ οίβη ς τ ο ν π ρ ο τ ρ έ π ο υ ν τ ελ ικ ά ν α εκ δ η λ ώ σ ει μ ’ α πό λ υ τ η α κ ρ ίβεια τις α ρ έ σ κ ειές το υ κ α ι μια βα θύτερη επ ιθ υμία τ ου. Φ έρνει β ια σ τ ικ ά σ το νου το υ τ ις δ υο κ α λ ό γ ρ ιε ς κ α ι τη γε νν α ία σ τά σ η ε ν ό ς σ υμμ αθ η τή του α π έ ν α ν τ ι σ τις εν ο χ λ ή σ ε ις το υ μ α ­ θ ητικού π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν τ ο ς. Α π ερ ίφ ρ α σ τ α , ω σ τ ό σ ο , ερ μ η νεύει με τη δικ ή του γ ό ν ιμ η α ίσθηση τ η ς π ο ί­ η σ η ς έ ν α ν σ τ ίχ ο του Ρ ό μ π ερ τ Μ π ε ρ ν ς . « ...φ α ­ ν τ ά ζο μ α ι ό λ α εκ είνα τα πιτσιρ ίκ ια ν α π α ίζο υ ν ε έ­ ν α π α ιχ ν ίδ ι σ ’ έ ν α μ ε γ ά λ ο σ ικ α λ ο χ ώ ρ α φ ο κ α ι τα ρ έσ τα . Χ ιλ ιά δ ες π ιτσιρ ίκ ια , κ α ι δ εν είνα ι κ α ν έ ­ ν α ς εκ εί - Θέλω ν α π ω , κ α ν έ ν α ς μ ε γ ά λ ο ς - ε­

κ τ ό ς α π ό μ έ να . Και γω σ τ έ κ ο μ α ι φ ύ λ α κ α ς , σ το χ ε ίλ ο ς ε ν ό ς τ ρ ελ ο γ κ ρ εμ ο ύ . Α υτό π ο υ π ρ έπ ει να κ ά ν ω , είν α ι ν α τα π ιά νω ά μ α κ ά ν ο υ ν ε ν α π έσ ο υ ν ε σ τ ο γ κ ρ ε μ ό - θ έλω ν α π ω , ά μ α τ ρ έχ ο υ ν ε κ α ι δε β λ έ π ο υ ν ε π ο ύ π ά ν ε , π ρ έπ ει ν α π ετ ά γ ο μ α ι α π ό κ ά ­ π ο υ κ α ι ν α τα π ιά νω , α υ τ ό θα κ ά νω ό λη μ έρ α . Θ α ’μαι μ ο ν ά χ α ο φ ύ λ α κ α ς σ τη σ ίκ α λ η , ν α π ιάνω 'τα π α ιδ ά κ ια κα ι τα ρ έσ τα . Τ ο ξέρ ω π ω ς είνα ι π α λ α β ο μ ά ρ α , α λ λ ά είνα ι τ ο μ ό ν ο π ρ ά μ α π ο υ θα ’θ ελα ν α ’μα ι σ τ ’ α λή θ εια .» Έ ν α ς κα θ η γη τή ς νουθ ετεί με τη γνώ ριμ η κ ο μ ψ ο π ρ έπ εια ό λ ω ν τω ν δ α σ κ ά λ ω ν τ ο Χ ό λ ν τ ε ν . Μ ε θ α υ μ α στή ευ κ ο λ ία ερ α νίζετ α ι τ η ν α π ο σ τ ρ ο φ ή ε­ ν ό ς ψ υ χ α ν α λυ τ ή κι επ εξ η γ εί έτ σ ι τ η ν ορ μ η τικ ά ατμώ δη σ τά σ η του ν εα ρ ο ύ μα θ ητή. « Γ νώ ρ ισ μ α του α νώ ρ ιμ ο υ α νθ ρ ώ π ο υ είνα ι π ω ς θ έλει ν α π εθ ά νει ευ γεν ικ ά για μια υ π ό θ εσ η . Γ νώ ρ ισμ α του ώ ρ ιμου α νθ ρ ώ π ο υ είν α ι π ω ς θ έλει ν α ζή σ ει τ α π ε ιν ά γ ι’ α υ τ ή ν .» Η δ ο λ ιχ ο δ ρ ο μ ία του Χ ό λ ν τ ε ν σ ’ έ ν α ν α φ ιλ ό ξ ε­ ν ο ο ρ υ μ α γ δ ό α π ό β ρ α χ ύ β ιες εμ π ε ιρ ίες κ ορ υ φ ώ νετα ι φ α ιν ο μ ε νικ ά σ τ ο λ ο ύ ν α π α ρ κ . Η κ α τ α ρ ρ α ­ κ τ ώ δη ς β ρ ο χ ή κι η σ υμφ ιλίω ση με τ η ν α δελφ ή του σ χ ε δ ό ν τ ο ν α π ο γ ειώ ν ο υ ν. Ό μ ω ς , η π ρ α γ μ α ­ τική έλλ ειψ η β α ρ ύ τ η τ α ς π ρ ο κ ύ π τ ει α π ό τη βα θ ­ μ ια ία σ υ νειδη τ ο π ο ίη σ η του γ ε γ ο ν ό τ ο ς ό τ ι γεύτ η ­ κ ε το μ εθυ σ τικ ό κ ρ α σ ί τ η ς γν ώ σ η ς. Ό τ α ν ο λ ο κ λ η ρ ώ νε τ α ι η γλ α φ υ ρ ή εξ ισ τ ό ρ η σ η τω ν επ εισ ο δ ίω ν του βιβλίου δ ια π ισ τ ώ ν ο υ μ ε π ω ς η Ν έα Υ ό ρ κη επ ιβ ά λ λ ετ α ι μ ’ έ ν α ν κ α τ α ιγ ισ τ ικ ό τ ρ ό π ο σ τη ν π ρ ο σ ω π ικ ό τ η τ α του κ ε ντ ρ ικ ο ύ χ α ρ α ­ κ τ ή ρ α . Ε π ικ ρ α τ εί μια επ ίπ ο νη έν τ α σ η , οι δ ιά λ ο ­ γ ο ι εκ φ έρ ο ντ α ι με κοφ τή κ α ι κα ίρ ια σ τ ιλ π ν ό τ η ­ τ α , η α τ μ ό σ φ α ιρ α τη ς κ ο σ μ ό π ο λ η ς δ ια χ έετ α ι α ­ π ό τ η ν α ίσ θησ η μ ια ς α ν ε ξ έ λ ε γ κ τ η ς α ν α μ ο ν ή ς. Ο Σ ά λιν τ ζερ κ α τ ό ρ θ ω σ ε π ερ ίτ ρ α ν α α π ό τη μια ν ’α να τ ρ έψ ει κι α π ό τη ν ά λλη ν α σ υ ν η γ ο ρ ή σ ει με τ ο π ν εύ μ α κ ά π ο ιω ν σ τίχ ω ν του Φ ερ ν ά ντ ο Π εσ ό α . Ο Π ο ρ τ ο γ ά λ ο ς π ο ιη τ ή ς μο ιά ζει ν α εν τ ο π ίζε ι με εγ κ υ ρ ό τ η τ α τη δ ιφ ο ρ ο ύ μ ενη εικ ό ν α κ ά θ ε μ ε γ α ­ λ ο ύ π ο λ η ς:

«Στην πόλη τα μεγάλα σπίτια κλείνουν τη θέα με κλειδί, κρύβουν τον ορίζοντα, σπρώχνουν τη ματιά μας μακριά από κάθε ουρανό, μας κάνουν μικρούς γιατί μας αφαιρούν ό, τι τα μάτια μας μπορούν να μας δώσουν και μας φτωχαίνουν, γιατί ο μοναδικός μας πλούτος είναι να βλέπουμε.» Βιβλιογραφία J.D. Salinger, Ο φύλακας στη σίκαλη (μτφ. Τζένη Μαστοράκη) Φερνάντο Πεσσόα, Ποιήματα του Αλμπέρτο Καέιρο(μτφ. Φ.Δ. Δρακονταειδής).


αφιερωμα/37

Μ ητρόπολη

Μανχάταν Τράνσφερ Τζον Ν τος Π άσος «Ή ταν η Βαβυλώνα και η Νινευή· ήταν πλινθόκτιστες. Ή ταν η Αθήνακαι ήταν χρυσοποίκιλτες μαρμάρινες κολόνες. Η Ρώμη στηριζόταν σε φαρδιές αψίδες από ακατέργαστα πετρώματα. Στην Κωνσταντινούπολη οι μιναρέδες λάμπουν σα γιγάντια κεριά γύρω από το Χρυσούν Κέρας... Ατσάλι, γυαλί, πλακάκι, μπετόν θα είναι τα υλικά των ουρανοξυστών. Στοιβαγμένα πάνω στη νησιωτική λωρίδα τα κτίρια με τ' αναρίθμητα πα­ ράθυρα θα εξέχουν στραφταλίζοντας, πυραμίδα πάνω σε άλλη, όπω ς το άσπρο σύννεφο πάνω από την καταιγίδα». /Τζον Ντος Πάσος, Manhattan Transfer] τ σ ά λ ι, γυ α λί, π λ α κ ά κ ι κ α ι μ π ε τ ό ν ... Α υτά είνα ι τα υ λικ ά μ ε τ α ο π ο ία ο ικ ο δ ο μ ή θ η κ ε η ν έα π α γ κ ό σ μ ια μ η τ ρ ό π ο λ η τ ις π ρ ώ τ ες δ υο δ εκ α ­ ετίες του α ιώ να π ου δ ια ν ύ ο υ μ ε. Κ ιν η μ α τ ογ ρ α φ ικ ές εικ ό ν ε ς κ α ι π ειρ α μ α τ ικ ό μ ο ν τ ά ζ κ α ι κ ο λ ά ζ είν α ι οι τ ε χ ν ικ έ ς π ου χ ρ η σ ιμ ο ­ ποιεί ο Ν τ ο ς Π ά σ ο ς για ν α δ η μ ιο υ ργή σ ει μια κ α ­ τ α π λ η κ τ ικ ή εικ ό ν α τ η ς Ν έα ς Υ ό ρ κ η ς σ α ν μια μ ε­ γ ά λ η φ ουτου ρ ισ τική μ η χ α ν ή γεμ ά τη κ ίν η σ η , δ ρ ά ­ ση κ α ι α νθ ρ ώ π ινη τ ρ α γω δ ία . Έ τ ο ς 1925. Ν έα Υ όρ κη: Έ κ δ ο σ η του μυ θ ισ το­ ρ ή μ α τ ο ς του Τ ζο ν Ν τ ο ς Π ά σ ο ς , M a n h a tt a n T r a n ­ s f e r . Β ερολ ίνο: Π ρ ο β ο λ ή τ η ς τ α ιν ία ς του Φ ριτς Λ α νγκ M e tr o p o lis . Κ άθε ά λ λ ο π α ρ ά συμ π τ ω μ α τικ ό μ π ο ρ εί ν α θεω ρηθεί τ ο γ ε γ ο ν ό ς ό τι η τ ελευτα ία π ινελιά σ τη ν π α ρ α π ά ν ω τα ινία μ π ή κ ε μετά τη ν επ ίσ κ εψ η του Φ ριτς Λ α ν γ κ κ α ι το υ Έ ρ ιχ Π ό μ ερ σ τη Ν έα Υ όρ κη τ ο 1924. «Ο ν ο υ ς μια ς γ ε ν ιά ς » , έγ ρ α ψ ε κ ά π ο τ ε ο Ν τ ο ς Π ά σ ο ς , « είν α ι ο λ ό γ ο ς τ η ς». Οι εικ ό ν ε ς τη ς π ό λ η ς τ η ς Ν έα ς Υ ό ρ κ η ς του M a n h a tt a n T r a n s f e r είν α ι εικ ό ν ε ς π ο υ σ φ ύ ζο υ ν α ­ π ό την ανθ ρ ώ π ινη π α ρ ο υ σ ία , α π ό τ ο ν α νθ ρ ώ π ινο λ ό γ ο . Λ ό γ ο ς π ου ά λ λ ο τ ε δ ια γρ ά φ ει εκ κ ω φ α ν τ ικ ή

Α

τ ρ ο χ ιά , ά λ ο τ ε υ π ο κ λ έπ τ ετ α ι με π λ ά γ ιες μεθό ­ δ ο υ ς κ α ι ά λ λ ο τ ε επ ιλ έγ ει τη ν ο δ ό μ ια ς , εξ ίσ ο υ εκ κ ω φ α ν τ ικ ή ς, σ ιω π ή ς π ρ ο κ ειμ έ νο υ ν α εκ π έ μ ψ ει τ ο μ ή νυμ ά τ ο υ. Σε κ ά θ ε π ερ ίπτω ση π ά ν τ ω ς, τ ο α ­ π ο τ έλ εσ μ α δ εν μ ε τα β ά λ λ ε τ α ι. Λ ό γ ο ς κ α ι εικ ό ν α π ε ρ α σ μ έ ν α μ έ σ α α π ό τη γ ρ α φ ίδ α τού π ο ρ τ ο γ α λ ι­ κ ή ς κ α τ α γ ω γ ή ς Α μ ερ ικ α ν ο ύ σ υ γγ ρ α φ έα , μ ε τα ­ σ χ η μ α τ ίζ ο ντ α ι π α ρ ά γ ο ν τ α ς έ ν α α ισ θ η τικ ό α π ο τ έ ­ λ ε σ μ α π ο υ κινείται μ ε α π ό τ ο μ ο υ ς , π υρ ετώ δεις, σ υ ν α ρ π α σ τ ικ ο ύ ς ρ υθ μ ο ύ ς. Ρ υθ μ ο ύς κ ιν η μ α τ ο ­ γρ α φ ικ ο ύ ς. Και η α φ η γη μ α τική αυτή ροή τα υτίζε­ τα ι ό σ ο τ ίπ ο τα ά λ λ ο (κ α ι π ο τ έ π ρ ιν , θα μ π ο ρ ο ύ σ ε ν α π ρ ο σ θ έσ ει κ α ν είς ) με τ η ν ίδια τ η ν π ό λη της Ν έα ς Υ όρκης. Ο φ α κ ό ς τ η ς κ ά μ ε ρ α ς του Ν τ ο ς Π ά σ ο ς δ εν α ­ φ ήνει κ α μ ία α μ φ ιβ ο λία . Τ ο Μ α ν χ ά τ τ α ν του π ο λ ύ μικρή σ χ έ σ η έχ ει μ ε τ ο ν κ α λ ο κ ά γ α θ ο ε π α ρ χ ια κ ό κ ό σ μ ο μ ε τ ο ν ο π ο ίο τα υ τ ίσ τ η κ ε ο Γ ο υο λ τ Γουίτ μ α ν , ποιητή π ου τ ό σ ο θ α ύ μ α σ ε ο σ υ γγ ρ α φ έα ς σ τα χ ρ ό ν ια τη ς ν ε ό τ η τ ά ς το υ, α ν κ α ι δ εν έ χ ο υ ν π ερ ά σ ει π ά ν ω α π ό π έν τ ε χ ρ ό ν ια α π ό τ ο θ ά ν α τ ό του. Η π ό λη τη ς Ν έα ς Υ ό ρ κ η ς μ ε τ η ν αυγή του ε ικ ο ­ σ τού α ιώ να τα υτίζεται κ α ι α π ο τ ε λ εί π λ έ ο ν σ υνώ ­

-


38/αφιερωμα νυμο της γης της ευκαιρίας, της πύλης εισόδου των μεταναστών στο Νέο Κόσμο, της σ κηνής ό­ που διαδραματίζεται το αμερικανικό όνειρο της επιτυχίας, του εγκέφαλου του σ ώ ματος της οικο­ νομίας. Η κάμερα του Ν τος Π άσ ος αιωρούμενη, ωσάν κρεμασμένη μέσω μυριάδων αόρατω ν νημάτων από το «άσπρο σύννεφο», πάνω από την κα ταιγί­ δα, τη σαρώνει κα ταγράφ οντας τα πάντα. Οι πά ντες στο Manhattan Transfer βρίσκονται σε αναζήτηση του «κέντρου των πραγμάτω ν» και της «κορυφής της επιτυχίας». Ο Ν τος Π άσος δεν ενδιαφέρεται για τα άτομα ω ς ιδιαίτερες κα ι ξε­ χωριστές περιπτώσεις. Ε ξετάζει το σύνολο ω ς μάζα που με τη μορφή γραναζιών κινεί την οικο­ νομική μηχανή της πόλης. Η περιγραφή της άφι­ ξης μιας νέας ομάδας μεταναστών στην πρώτη κιόλας παράγραφο του μυθιστορήματος είναι δη­ λωτική των προθέσεών του: « ... άνδρες κα ι γυ­ ναίκες συνωθούνται διαμέσου του ξύλινου τούνελ του σταθμού που βρωμοκοπάει κοπριά, στραπατσαρισμένοι και αλληλοαπωθούμενοι ωσάν τα μήλα πάνω στον ταινιόδρομο που οδηγεί στην πρέσα». κάμερα σηκώνεται ψηλά πάνω από τον θο­ λό, καπνισμένο ουρανό του Μ ανχάταν και κινείται μαζί με την πόλη παράλληλα στο χρόνο. Π άντοτε με κατεύθυνση από το σήμερα πρ ο ς το αύριο. Από τότε που στην Μ πρόντγουεϊ υπήρχαν ακόμη άδεια οικόπεδα και συστάδες θάμνων α­ νάμεσα στις οποίες πρόβαλλαν οι διαφημιστικές επιγραφές Bull Durham, ω ς την εποχή που ήταν γεμάτη από φτηνά ξενοδοχεία (όπω ς εκείνο το ευτελές οίκημα όπου η Ά ν ν α η μοδίστρα «δια­ σκεδάζει» τον επαρχιώ τη αγοραστή)· από την ε­ ποχή που ο Τζορτζ Μ πόλντουιν ήταν ένα ς μικροδικηγδρος που έψαχνε απελπισμένα για πελάτη, ω ς την εποχή της ανάδειξής του σε «μεταρρυθμι­ στή» πολ ιτικό - από τον Κονγκό Τζέικ, τον απένταρο ναυτικό, ω ς τον Κονγκό Τζέικ, τον ζά­ πλουτο λαθρέμπορο. Η μεταλλική, απρόσωπη φωνή του αφηγητή μάς μεταφέρει μέσα στη δίνη της πόλης αλλά και μας κρατάει ταυτοχρόνω ς σε απόσταση από τα υποκείμενά της. Υ ποκείμενα με τα οποία ερχό­ μαστε σε επαφή όταν η κάμερα αποφασίσει να βουτήξει στους δρόμους κ α ι τις σ υνοικίες της πό­ λης και να μας φέρει πρόσκαιρα αντιμέτω πους με τους πρω ταγω νιστές τους. Α πό τον Μ παντ Κόρπενινγκ που εις μάτην αναζητά το «κέντρο των πραγμάτω ν» ω ς τον εξοργισμένο καπετάνιο του ρυμουλκού που υποχρεώνεται να ψαρέψει στο τέλος το πτώ μα του, από την Έ λ εν Θ άτσερ, έναν από τους λίγους κεντρικούς χαρακτήρες του μυθιστορήματος, η συνεχής αλλαγή του ονό­ ματος της οποίας από Έ λ εν σε Ελέιν και, τέλος, σε Έ λ ενα, υποδηλώνει αφενός τη συνεχή ρευστό­

Η

τητα κα ι κινητικότητα της ίδιας της της ζωής και αφετέρου της ίδιας της αμερικανικής κοινωνίας, ω ς το κατεστραμμένο Σαΐνι τη ς Γουόλ Σ τρ η τ που ζητιανεύει λεφτά για το ουίσκι του στο Μ πάουερι. Α πό τα λαμπερά φώτα της Μ πρόντγουεϊ όπου ε­ κτρέφονται όλοι οι μύθοι της επιτυχίας και της κορυφής, ω ς τη Γουόλ Στρητ α π ’ όπου παίρνουμε κά ποιες αμυδρές εικόνες γύρω από το πώ ς λει­ τουργεί η οικονομική κα ι πολιτική μηχανή της πα γκ όσμιας μητρόπολης, αλλά και τους ανθρώ­ πους που την αποτελούν. Ά νθρ ω ποι για τους ο­ ποίους η είδησή του Πρώτου Π αγκοσμίου Πολέ­ μου έχει σημασία μόνον εφόσον επηρεάζει το Χ ρηματιστήριο και τις Εκλογές. Δύο είναι τα εμβλήματα-κλειδιά του Μ ανχά­ ταν στο M ahnattan Transfer. Το πρώ το είναι το ε­ ναέριο τρένο, το κροτάλισμα, το τρίξιμο, ο βρυ­ χηθμός και οι δονήσεις που προκαλεί, το οποίο σε συνδυασμό με το παιχνίδι φωτός και σ κιάς που δημιουργούν οι μεταλλικοί πυλώνες στήρι­ ξής του είναι πανταχού παρόντα στο κείμενο. Το δεύτερο, κα ι ίσως το χαρακτηριστικότερο, είναι οι πυροσβεστικές αντλίες, οι οποίες διασχίζουν διαρκώ ς τους πολυσύχναστους δρόμους του Μ ανχάταν που σφύζουν από κίνηση, δημιουρ­ γώ ντας με τον ήχο των σειρήνων τους ένα μόνιμο ηχητικό φόντο στην αφήγηση. Η συνεχής παρου­ σία τους μαζί με αυτή του εναέριου τρένου μας υ­ ποβάλουν την αίσθηση της αέναης κίνησης της πόλης, αλλά και αυτών που την κατοικούν, απο­ δίδοντας τον πυρετώδη, ανηλεή της ρυθμό. Η κάμερα του Ν τος Π άσος σαρώνει ασταμά­ τητα τις Λεωφόρους κα ι τις Οδούς του Μ ανχά­ ταν μεταφέροντάς τις εικόνες κα ι την αίσθηση α­ πό το ανολοκλήρω το των ανθρώπινων σχέσεων και χαρακτήρω ν σε μια πόλη-αδηφάγο μηχανι­ σμό ρ οκανίσ ματος της ψυχής. Η πόλη κα ι η κοι­ νωνία υποτάσσουν και τελικά συνθλίβουν το άτο­ μο. Τα σημάδια ό μω ς της κρίσης έχουν ήδη α ρχί­ σει να ιχνηλατούνται στα τελευταία κεφάλαια του μυθιστορήματος. Ο δρόμ ος της φυγής απλώ ς υποδεικνύεται, δεν διερευνάται καθόλου. Ο κε­ ντρικότερος ίσως χαρ ακ τήρ ας του Manhattan Transfer, ο Τζίμυ Χέρφ, ο οποίος ενσαρκώ νει το μεγάλο αρχέτυπο της αμερικανικής λογοτεχνίας, αυτό του μοναχικού ταξιδιώ τη στον ανοιχτό δρό­ μο, προσπαθεί εναγω νίως να διαφύγει και να προβάλει ενα λλακτικό πρότυπο απέναντι στον ντετερμινισμό της μοιρολατρείας. Ο δρόμος πά­ ντω ς παραμένει ανοιχτός πρ ος εξερεύνηση, και τα ερωτήματα αναπάντητα. Η τελευταία σ τιχο­ μυθία του, με την ο ποία κλείνει κ α ι το Manhattan Transfer, με τον φορτηγατζή που σταμάτησε για να τον πάρει, θα μπορούσε να αποδοθεί σε οποιονδήποτε κά τοικο οποιοσδήποτε σύγχρονης μεγαλούπολης. «Για πού τρ αβάς;» «Ιδέα δεν έχω ... Πολύ μα­ κριά πάντω ς».


αφιερωμα/39

Σώτη Τριανταφύλλου

Σημείωμα για τη Νέα Υόρκη στον αμερικανικό κινηματογράφο

Η Ν έα Υόρκη π α ρ ο υ σ ιά ­ ζετα ι κάτω α π ’ το π α ρ ά ξ ε­ νο φ ω ς της κ λη ρ ονομ ιά ς ό λ ω ν τω ν έν δ ο ξ ω ν π ό λ ε ­ ω ν του π α ρ ελ θ ό ντ ο ς, της Ρώμης, της Μ έμ φ ιδας και της Β αβυλώ να ς. Σ υναρμολ ο γ ε ίτ α ι και δ ια λύετα ι ό ­ πω ς το «Overdrive» του Ράο υ σ ενμ π ε ρ γ κ , έν α σ ύ ν ο λ ο α π ό διά σ π α ρ τα σημεία: ε ί­ ναι η π ερ ισ σ ό τερ ο κινηματο γρ α φ η μ ένη πόλη , η π ε­ ρ ισ σ ό τ ε ρ ο π ερι-γρα μ μ ένη και κατα-γρα μμ ένη. Η π ό­ λ η π ο υ ζω γ ρ ά φ ισ ε ο Τζον Σ λόα ν, ο Α ντρ ια ν Λούμπ ε ρ ς κι ο Ρ έτζ ιν α λν τ Μ αρς σ α ν ένα υ π έ ρ ο χ ο α νθ ρώ ­ π ινο τσίρκο. Κι ο Μ π λεζ Σ α ν τρ ά ρ ς π έρ α σ ε ε κ ε ί έν α π ο λ ύ ευ λα β ικ ό Π άσχα κι ο Σ α ν Κοκτό μια ε π ο χ ή στη δική του κ όλα ση. Ο Μ αγιακόβσκι την ε ίδ ε απ ό μ α­ κριά, καθώ ς π λη σ ία ζε το μ ε γ ά λ ο καράβι, χτ υ π ώ ντ α ς τα χ έ ρ ια - και, π ό σ ο δ ια φ ο ρ ετ ι­ κά α π ’ τη ν Ά ιν Ράιντ π ο υ δ ιέκ ρ ιν ε σ τη ν κ ο ρ υ φ ο γρ α μ μ ή της το φ ω ς της δ ό ξ α ς του κό­ σμου. ”My e y e s h ave s e e n y o u ” μ ο ιά ζο υ ν να λ έ ν ε οι φ ω τ ο γ ρ α φ ίες του Σ έσ ιλ Μ πίτον κι οι σ τίχοι του Φ εντερίκο Γκαρθία Λ όρκα (Ο π οιη τή ς στη Ν έα Υόρκη) - που, α νά μ ε­ σα σ το θ ά μ βος και τη ν απ όκρουσ η , π ερ ιπ λ α ν ή θ η κ α ν σ ’ αυτό το « θ εσ π έσ ιο καθα ρτή­ ριο» π ο υ π ερ ιγ ρ ά φ ει ο Π ολ Μ οράν. Νέα Υόρκη είναι μια γλώ σσα. Μ ια γλώ σσα διαφορετική από κείνη της βαθιάς Α μερι­ κής, διαφορετική από κείνη του Λ ος Ά ν τζελ ες. Στον κινηματογράφο, είναι αυτή η γλώ σσ α που εικονοποιείται: η πόλη αποτελεί τον χώρο της «ε­ ξόδου», το χώρο της φυγής, ή, το χώ ρο της «ει­

Η

σόδου» και της άφιξης. Δεν είναι τόπ ος κατοι­ κίας, αλλά ιδεολογική επιλογή, τόπ ος εγκλήμα­ το ς κα ι πάθους, πράγμ α varium et mutabile, αντι­ κείμενο αδιάκοπ ης κίνησης, ανυψωμένο στα νη­ σιά, οριοθετημένο από τον ω κεανό. Είναι η πρώ ­ τη πόλη (πριν) την Α μερική, γι’ αυτό, ω ς γλώ σ ­


40/αφιερωμα σα, αποκρυπτογραφ είται από τον ξένο - είναι ο ορίζοντας του μετανάστη του (Α μέρικα, Αμέρικα) και το ιπτάμενο χαλ ί που οδηγεί στην ενδοχώ ρα, το μαγικό σημείο α π ’ όπου αρχίζει το κυ­ νηγητό της ευτυχίας (όπω ς στο Οι άνδρες π ρ ο τι­ μ ο ύν τις ξανθές του Χ άουαρντ Χ οκς, 1953, ή στο Georgia’s Friends του Ά ρ θο υ ρ Πεν, 1981). Η γεω­ μετρία της Ν έας Υ όρκης, οι δρόμοι, οι πυ ρακτω ­ μένοι ουρανοξύστες καθορίζουν το ύφος του δρ ά­ ματος κα ι της περιπέτειας: στα διαμερίσματα, τις ιδιω τικές λέσχες, τα γραφεία, τα υπόγεια, τα πεζοδρόμια, τις λιμουζίνες κα ι τις πα ρ άγκ ες, οι άνθρωποι βρίσκονται σε κα τάσταση μόνιμης και άγριας σύγκρουσης. Στον χολιγουντιανό κινημα­ τογράφο το ρομαντικό όνειρο της ε πιτυχίας, η ά­ νοδος, η πτώση, η αναγέννηση, τοποθετείται μέ­ σα στο περιβάλλον αυτό της απέραντης δυνατό­ τητας: ο συνηθισμένος έρω τας φαίνεται εδώ εξαι­ ρετικός κι η φρίκη ανείπωτη. Σε όλα τα αμ ερικανικά είδη, η Νέα Υόρκη περιγράφεται ω ς μια πόλη-φάρος όπου συρρέουν άνθρωποι από το Μ ινσκ, το Μ αρακές κα ι τον Δ ούναβη, για να συναντήσουν μιαν αόριστη μοί­ ρα. Σαν τη νεαρή Ο υγγαρέζα που φτάνει στο Κουήνς στο Π έρα από το ν π αρ άδεισο (Τζιμ Τζάρμους, 1984) για να κα ταλήξει σερβιτόρα στο Κλίβλαντ κοντά σε μια χοντρή θεία. Για ένα συ­ γκεκριμ ένο εμπορικό κινηματογράφο η Νέα Υ­ όρκη ταυτίζεται με το glam our, ακόμα κα ι μέσα στην γκρίζα κι απειλητική ατμόσφαιρα του φιλμ νουάρ ή του κοινωνικού δρ άμ ατο ς όπου η πόλη δείχνει τα σω θικά της. Στο φιλμ νουάρ, είναι έ­ ν ας χώ ρος βροχερός, ένα προσκήνιο σ κληρότη­ τα ς, που στην πα ρακμή του - σ τις ταινίες δρ ά­ σης - αιμορραγεί και ουρλιάζει: στον κινηματο­ γράφο της βίας, από τα τέλη της δεκ αετίας του ’70, οι φτωχογειτονιές, τα γκέτο, οι ερημωμένες περιοχές του Μ προνξ και του Μ προύκλιν γίνο­ νται το κα τεξοχήν πλαίσιο της κοινω νικής κρί­ σης κι ενός είδους εικαστικού σαδομαζοχισμού (π.χ. στην ταινία Οι π ο λ εμ ισ τές του Μ προ νξ του Έ ν τσ ο Κ αστελάρι, 1982, και σ το Fort Apache-the Bronx του Ν τάνιελ Π έτρι, 1981). Έ τ σ ι, η Νέα Υ­ όρκη εμφανίζεται σηπόμενη: όχι πλέον επεισο­ διακά όπω ς σε ταινίες σ υγκεκριμένης βίας (Κ α­ κόφημοι δρόμοι του Μ άρτιν Σκορσέζε, 1973), αλ­ λά συνολικής επιστροφής στη βαρβαρότητα, που συχνά φτάνει στην προβληματική της επιστημο­ νικής φ αντασ ίας (Α π ό δ ρ α σ η από τη Ν έα Υ όρκη του Τζον Κ άρπεντερ, 1981). Η καθολική κα τά ρ ­ ρευση προαναγγέλλεται από το ρεύμα under­ ground της δεκ αετίας του ’60 και δοξάζεται στον λ αϊκό κινηματογράφο βίας κα ι αίμ ατος, όπου η πόλη διαλύεται στα στοιχεία της κι η αισθητική αλλάζει δρ αμ ατικ ά πρ ο ς την πλευρά μιας διαστροφ ικής φαντασμαγορίας. Στην κω μωδία, η Νέα Υόρκη είναι το ντεκόρ χλιαρώ ν ερώτων, όπου αποκρύπτεται η «λάθος

μεριά της πόλης» κι εκθειάζεται το ασ τικό θαύ­ μα: αποτελεί τον χώρο της φ ιλοδοξίας, του βιο­ μηχανικού ονείρου, όπω ς κα ι του ιλίγγου και του άγχους. Στο Το χρήμ α δ εν είναι θεός του Ρόμπερτ Μ άλιγκαν (1960), η αμερικανική μητρόπο­ λη παρουσιάζεται σαν μια ζούγκλα όπου νεαροί λύκοι κυνηγούν τις γυναίκες κα ι το χρήμα. Συ­ χνά, σατιρίζεται η παράνοια τη ς «εποχής της α­ σπιρίνης» (Η γκ α ρσονιέρα του Μ πίλι Γουάιλντερ, 1960) που συντρίβει τον εργαζόμενο άνθρω­ πο (ο Τ ζακ Λέμον στο ρόλο του Μ παντ) μέσα στον λαβύρινθο των γραφείων και της ιεραρχίας - αλλά, εξίσου συχνά, η λάμψη της πόλης συ­ γκαλύπ τει την αγριότητα της καθημερινής ζωής (Π ρόγευμ α σ το υ Τίφανι του Μ πλέικ Έ ντουαρντς, 1961) ή εξωραΐζει την κατάσταση των πραγμάτω ν: στο Η αδελφή μ ο υ η Α ϊλ ίν του Ρίτσ αρντ Κουάιν (1955), περιγράφεται το Γκρίνουιτς Βίλατζ τω ν καλλιτεχνώ ν, όπου κυριαρ­ χούν τα κ α λά αισθήματα κα ι η εύχαρις νιότη. Στο μιούζικαλ, εξαιτίας της ισ χνής πλ οκή ς και τη ς π ρ οσ χηματικής αφήγησης, αναδεικνύεται ω ς ένα ρόδινο περιβάλλον, όπου η Ν τόρις Ντέι τρα­ γουδάει «Το νανούρισμα του Μ πρόντγουει» κι ο Φ ρανκ Σινάτρα χορεύει πάνω σ τις ηλιόλουστες ταρ άτσες. Η Νέα Υόρκη παρουσιάζεται ω ς το μυθικό φόντο της χα ρ ά ς της ζωής: στο Ραντεβού σε δ έκ α χρόνια, οι τρεις φίλοι βρίσκονται σ ’ ένα μπαρ μετά το τέλος του πολέμου της Κ ορέας με τα όνειρά τους ματαιωμένα - οι νεούρκέζικοι δρόμοι θα τους ενώσουν κα ι πά λι σ’ ένα τρελό χορό με τους σκουπιδοτενεκέδες. Αν στο φιλμ νουάρ η εικόνα της Ν έας Υόρκης παραπέμπει στον Ά ϊζ α κ Φ ρίντλάντερ, στο μιούζικαλ πρ ο­ σεγγίζει εκείνη του Λου Μ πιτς - ένα ς κόσμος που εκρήγνυνται μέσα στο φ ως, ένα έμβλημα της κινηματογραφοφιλίας. Η εικόνα τη ς Νέας Υ όρκης στον αμερικανικό κινηματογράφο μοιάζει μ’ ένα τεθλασμένο είδω ­ λο, συναρμολογημένο από δυο διαφορετικά παζλ: τις ταινίες του Γούντι Ά λ ε ν κι εκείνες του Τζον Κασαβέτη, απλά και σύνθετα μαθήματα π α τριδογνω σ ίας. Ο Γούντι Ά λ εν , βολεμένος, προνομιούχος κα ι πρ οπάντω ν Εβραίος, αντιπαραθέτει τη Νέα Υόρκη στο Λ ος Ά ν τζε λ ες, χώρο αδειανό, διατρυπημένο από χρυσαφιές Κ άντιλακ και ηλίθιους μπόντιμπίλντερς: είναι απλούστατα αδιανόητο να μένει κα νείς κάπου αλλού εκ τό ς α­ πό τη Νέα Υόρκη, μητέρα παραλυτική, όπου «τί­ πο τα κ α κό δε μπορεί να σου συμβεί». Στις ται­ νίες του η Νέα Υόρκη είναι «driving character», ηρωίδα που ο κα λλιτέχνης προστατεύει: αντίθετα, σε ταινίες όπω ς το Klute του Ά λ α ν Π άκιουλα (1971) ή Ο καουμπόι του μεσο νυχτιο ύ του Τζον Σλέσιντζερ (1969), η Νέα Υόρκη εκτίθεται κι η ν ο σ τα λγία έχει τοπικό χαρ ακ τήρ α. Οι ήρωες έρ­ χονται από αλλού κι ονειρεύονται το αγροτόσπι­ τό τους στο Κ άνσας. Στον Γούντι Ά λ εν , η νο­


αφιερωμα/41 σταλγία έχει χρονικό χαρακτήρα: είναι η Νέα Υόρκη των παιδικών χρόνων φωτογραφημένη από τον Γκόρντον Γουίλις. Ο Τζον Κ ασαβέτης μοιάζει να μη σκέφτεται αλλά να κινηματογραφεί άμεσα, τα σημεία της νεοϋορκέζικης γλώ σσας: στη Γκλόρια (1980) τα κίτρινα ταξί σώζουν την ηρωίδα από το θάνατο και το μοναχικό πλήθος την προασπίζει σα­ λεύοντας. Ως πλαίσιο της ταινίας δράσης, η Νέα Υόρκη ταυτίζεται με τη βορειοαμερικανική αντίληψη για την πολεοδομία, τ,ην αρχιτεκτονική και τη διάτα­ ξη του χώρου: μέσα στη λογική του κατακόρυφου, αναπτύσσεται η μονάδα - εδώ είναι κανείς πά ντα μόνος. Κατά κάποιον τρόπο, υπάρχει νεοϋρκέζικος κινηματογράφος όπω ς υπάρχει νεοϋρκέζικο μυ­ θιστόρημα και νεοϋρκέζικο θέατρο: πέρα από τις ταινίες των Ρίτσαρντ Π ρέστον και Λάιονελ Ρογκοζίν - ντοκουμένα πάνω στη ζωή της πόλης - η Νέα Υόρκη αναπλάθεται στην οθόνη μέσω της λογοτεχνίας. To Butterfield 8 του Τζον Ο’Χάρα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Ντάνιελ Μαν (ε.τ. Ζ ή σα μ ε μ ες σ τη ν αμα ρτία (!)) ιστορία της κοσ μικής ζωής της Νέας Υ όρκης και

uG4irc<uifSi

zQ U T S

στον Υπέροχο Γ κ ά τσ μ π ι (1974), ο Τζακ Κλέιτον παρουσιάζει το Λονγκ ' Αιλαντ του Φ ράνσις Σκοτ Φ ιτζέραλντ, το σκηνικό του μυθιστορήματος της ευημερίας. Η ευημερία ταυτίζεται με τη μεγαλού­ πολη μέχρι τη δειλή και σύντομη εμφάνιση ενός κινηματογράφου κοινωνικής κριτικής που τε­ λειώνει κάπου στις αρχές της προεδρίας Ρέιγκαν: πα ρ’ όλ’ αυτά, η αλήθεια ξεγλιστράει πα ­ ραμορφωμένη, θρυμματισμένη κι αμφίσημη σ τις ταινίες των μαύρων σκηνοθετών, ιδιαίτερα στο Κάνε το σω στό του Σπάικ Λη (1990) απεικο­ νίζεται η πόλη των αληθινών ανθρώπων, που σπαράσσονται από τις φυλετικές (και άλλες) προκαταλήψεις. Στον Βασιλιά της μοναξιάς του Τέρι Γκίλιαμ (1991) ήρωας είναι επιτέλους κά­ ποιος που δεν αναδεικνύεται ποτέ σε πρίγκηπα της πόλης, ένας άστεγος και τρελός, ο ενδεχόμε­ νος αυριανός πολίτης μιας χώ ρ ας που καταβυθί­ ζεται στην αρρώστια και τη φτώχεια. Στον αμερι­ κανικό κινηματογράφο, από το New York, New York ώς τα Λ ουλούδια της ασ φ ά λτου του Γκρέγκορι Μ αρκόπουλος, η πόλη της Ν έας Υόρκης υ­ ψ ώνεται σε κοντρ πλονζέ, υψώνεται σαν μια ιαχή - κι ακούγεται σαν λυγμός και σαν εμβατήριο.

Μπμούκλιν: από το «Ένα δέντρο μεγα­ λώνει στο Μπμούκλιν» ως τον Ιουόλτ Γουίτμαν, ποιητή της μεγάλης γειτονιάς και συνεργάτη της τοπικής εφημερίδας «Brooklyn Doilv ICngly» (1846). Κι απ' τον Τρούμαν Καπότε ως τον Χέρμαν Μελβίλ, τον ΑρΟρουρ Μίλερ, τον Τζον ντος Πό­ σος, τον Γόμας Γονλφ, τον Νόρμαν Μέιλερ.


42/αφιερωμα

Β λα ντιμ ίρ Μ α γ ια κ ό β σ κ ι

Ν έα Υ όρκη Ο Μ αγιακόβσκι γεννήθηκε σ ’ ένα αποξεχασμένο χωριό της Γεωργίας και γνώρισε τη Μ όσχα μόλις το 1908. Η επαφή του μ ε τους φουτουριστές λίγα χρόνια αργότερα θα τον φέρει κοντά στους λάτρεις των πόλεω ν και της ταχύτητας, σ ’ αυτό που ο Μ αρινέτι έλεγε «πολύχρωμες και πολύφωτες παλίρροιες των επαναστάσεω ν στις μοντέρνες πρωτεύουσες». Το 1924, ο Μ αγιακόβσκι πήγε στο Παρίσι και το 1925 στην Α μερική: στην Α βάνα, το Μ εξικό, τη Νέα Υόρκη. Κι έπειτα, στο Σ ικάγο και το Ντιτρόιτ, όπου τότε βούιζε η βαριά βιομηχανία. Η Νέα Υόρκη που είδε ήταν η πρωτεύουσα της τζαζ της Α νατολική ς Α κτής και των συμμοριών που είχα ν εμ π λα κεί σε αιματηρούς πολέμους: την ίδια στιγμή ετοιμαζόταν ο ουρανοξύστης της Κράισλερ με το περίφημο βέλος του Γουίλιαμ Β αν Ά λ ε ν . Πρόεδρος ήταν ο Κ έλβιν Κούλιτζ, Γιάνκης, πουριτανός, οικονόμος και θρησκόληπτος, παραφωνία μπροστά στην αφθονία, τη σπατάλη και την ελευθερία των ηθών που επικρατούσαν στις αμερικανικές μεγαλουπόλεις: η Αμερική έμοιαζε με τα Σόδομα που είχα ν για βασιλιά ένα τύπο που έμοιαζε κληρικός σε χωριάτικη ενορία του 19ου αιώνα. Α πό την άλλη πλευρά, ήταν ήδη μια εποχή που το επαναστατικό όνειρο των μ πολσεβίκω ν ξεθώριαζε, αν κι όχι για τον Μ αγιακόβσκι - ο ποιητής απέδιδε την κρίση στην εχθρική καπιταλιστική περικύκλωση και μόνο σ ’ αυτή. Α πό τον Νέο Κ όσμο έστειλε τα «Γράμματα» κι έγραψ ε τον λεγόμενο αμερικανικό κύκλο ποιημάτων όπως το «Ά σπρο-Μ αύρο», την «Π ρόκληση», την «Α μπελοφιλοσοφία πάνω α π ’ την άβυσσο», το «Μ προντγουέι» και την «Ανατομία ενός ουρανοξύστη». Την ίδια χρονιά, αυτοκτόνησε ο Σεργκέι Γιεσένιν: ο ποιητής της επαρχίας έφυγε αφήνοντας πίσω του τον ποιητή της πόλης, που θα τον ακολουθήσει πέντε χρόνια αργότερα. Π ριν «το επεισόδιο», όπως έγραφε στο τελευταίο του σημείωμα, «θεωρηθεί λήξαν», ο Μ αγιακόβσκι είχε δει τον μ εγά λο, περήφανο κόσμο: «Αγαπώ τη Νέα Υόρκη», κατέληξε. «Την αγαπώ τις φθινοπωρινές μέρες, τις μέρες της καθημέρινής ζωής». Σ .Τ .


αφιερωμα/43 ο καλύτερο α π ’ όλα στη Νέα Υόρκη είναι το μια μεγάλη αυτόματη μηχανή, ρίχνουν πέντε πρωί με βροχή· τότε δεν βλέπεις ούτε έναν σεντς, πατάνε ένα κουμπί και αμέσως ένα φλι­ περιπλανώ μενο, ούτε έναν άχρηστο. Μόνο εργά­τζάνι γεμίζει με καφέ. Με δυο-τρία νίκελ ακόμα, τες της μεγάλης στρατιάς των εργατώ ν στην πό­εξασφαλίζουν με τον ίδιο τρόπο και σάντουιτς. Εκείνοι που παίρνουν εξήντα δολάρια τρώνε λη τω ν δέκα εκατομμυρίων. μικρές πίτες με γλυκό ή ομελέτα σε κά τασπρα Το πλήθος τω ν εργατών πηγαίνει σ τα εργοσ τά­ πιατάκια από εμαγιέ που έχουν αποτυπωμένη τη σια ανδρικώ ν και γυναικείων ενδυμάτων, στα διαφήμιση για καφέ του Ροκφέλερ. καινούρια τούνελ του υπόγειου σιδηρδρόμου που Εκείνοι που παίρνουν πάνω από εκατό δολά­ ανοίγονται τώρα, σ τις αμέτρητες δουλειές του λι­ ρια πηγαίνουν στα εστιατόρια όλων των εθνοτή­ μανιού. Κατά τις οχτώ η ώρα οι δρόμοι γεμίζουν των - κινέζικα, ρώσικα, ασυριανά, γαλλικά, ιν­ από καθαρές, λεπτεπίλεπτες κα ι ξερακιανές δε­ δικά, σε όλα εκτός από τα άνοστα αμερικάνικα σποινίδες: οι περισσότερες έχουν κοντά μαλλιά, που σου εξασφαλίζουν ξινίλες στο σ τομάχι από γυμνά μπράτσα και κ ά λτσ ες που αφήνουν γυμνά το κονσερβοποιημένο κρέας της εταιρίας "Α ρτα γ όνα τα. Είναι υπάλληλοι ιδιω τικώ ν γραφείων, μόρ” , που βρίσκεται στα κουτιά σχεδόν από τον δημοσίων υπηρεσιών και κα ταστημάτω ν. Δ εκά­ καιρό του πολέμου της απελευθέρωσης. δες ασανσέρ τις σκορπίζουν σε όλους τους ορό­ Οι αμειβόμενοι με εκατό δολάρια τρώνε αργά φους των ουρανοξυστών του κέντρου. - αυτοί μπορούν και ν’ αργήσουν στη δουλειά Δ εκάδες ασανσέρ που σταματούν σε κάθε όρο­ φο και δ εκ άδες ασανσέρ χω ρίς ενδιάμεση στάση και όταν φεύγουν, κάτω από το τραπέζι είναι πε­ ω ς τον δέκ ατο έβδομο, τον εικοστό ή τον τριακοταμένα άδεια μπουκαλάκια ουίσκυ των ογδόντα στό όροφο. Ειδικά ρολόγια σας δείχνουν τον ό­ βαθμών. (Αυτά ήταν για την παρέα). Έ ν α άλλο ροφο που βρίσκεται τώρα το ασανσέρ, ειδικές μικρό πλακ έ μπουκάλι, γυάλινο ή ασημένιο, βρί­ σ κεται στην πίσω τσέπη του παντελονιού, όπλο λάμπες σημειώνουν με κόκκινο και λευκό φως αγάπης και φιλίας, ακριβώ ς όπω ς το μεξικάνικο την άνοδο και την κάθοδο. κολτς. Αν έχετε δυο δουλειές, τη μια στον έβδομο ό­ Π ώ ς τρώει ο εργάτης; ροφο και την άλλη στον εικοστό τέταρτο, παίρ­ Ο εργάτης τρώει άσχημα. νετε το ασανσέρ ω ς τον έβδομο όροφο κα ι μετά, Δεν είδα πολλούς, αλλά εκείνοι που είδα, αν για να μη χάσετε έξι λεπτά, παίρνετε το εξπρές. Ως τη μία τρίζουν οι μηχανές, ιδρώνουν οι άν­ κα ι ήταν από τους κα λά αμειβόμενους, μόλις προλαβαίνουν στο δεκ απεντάλεπ το διάλειμμα θρωποι που δουλεύουν χω ρίς σ ακάκ ι, μεγαλώ­ νουν στα χαρτιά οι σ τήλες των αριθμών. Αν έχετε ανάγκη από κάποιο γραφείο, δεν χρειάζεται να σπάτε το κεφάλι σας για την οργά­ νωσή του. Τηλεφωνήστε σε κάποιον τρ ιακοστό όροφο: - Εμπρός! Να μου ετοιμάσετε ω ς αύριο ένα γραφείο με έξι δω μάτια και δώ δεκα δακτυλογράφους. Η ταμ πέλα να γράφει: Μ εγάλη και γνωστή εμπορική εταιρεία πεπιεσμένου αέρα για τα υπο­ βρύχια του Ειρηνικού. Δυο πα ιδιά με καφετιές σ τολές και κα πέλα που θα έχουν κορδέλες με α­ στέρια κα ι δώ δεκα χιλιάδες κόλλες χαρτί με τυ­ πωμένη την παραπάνω ονομασία τη ς επι­ χείρησης. - Αντίο σας! Το άλλο πρω ί μπορείτε να πά τε στο γραφείο σας κα ι οι μικροί τηλεφωνητές θα σας χαιρετή­ σουν χαρούμενα: - Π ώ ς είστε, κύριε Μ αγιακόφσκι; Στη μία η ώ ρα γίνεται διάλειμμα: μια ώ ρα για τους υπαλλήλους κα ι ένα τέταρτο για τους εργάτες. Πρόγευμα. Ο καθένας τρώει ανάλογα με τον εβδομαδιαίο μισθό. Εκείνοι που παίρνουν 15 δολάρια αγορά­ ζουν μ’ ένα νίκελ ένα πρόγευμα στο πα κέτο και το τρώνε με μεγάλη όρεξη. Εκείνοι που παίρνουν 35 δολάρια πηγαίνουν σε

Τ


44/αφιερωμα να φάνε το άνοστο φαγητό τους, είτε δίπλα στη μηχανή, είτε έξω από το εργοστάσιο, στον δρόμο. Η εργατική νομοθεσία, που προβλέπει έναν ει­ δικό χώρο για φαγητό, δεν έχει εφαρμοστεί στις Η νωμένες Π ολιτείες. Μ άταια θα αναζητήσετε στη Νέα Υόρκη την οργανω τικότητα, τη μεθοδικότητα, την ταχύτη­ τα, την ψυχραιμία που έχουν υμνηθεί τόσο πολύ από τη φιλολογία. Μ πορείτε να δείτε ομάδες ανθρώπων να χαζεύ­ ουν στο δρόμο. Ο καθένας μπορεί να σταματήσει και να συζητήσει για οποιοδήποτε θέμα. Αν υψώ­ σετε το βλέμμα σας πρ ο ς τον ουρανό κα ι σταθεί­ τε έτσι ένα λεπτό, θα σας κυκλώσει ένα πλήθος που δύσκολα ακούει τις συμβουλές της αστυνο­ μίας. Η ικανότητα να διασκεδάζει κανείς με κάτι άλλο, εκτό ς α π ’ το χρηματιστήριο, με συνδέει στενά με τον κόσμο της Ν έας Υόρκης. Και πάλι δουλειά ώ ς τις πέντε, τις έξι, τις εφτά το βράδυ. Από τις πέντε ώ ς τις εφτά είναι οι ώ ρες της πε­ ρισσότερης κίνησης, της μεγαλύτερης πολυ­ κοσμίας. Α νάμεσα σ ’αυτούς που σ χόλασ αν α π ’ τη δου­ λειά ανακατεύονται οι αγοραστές, οι αγοράστριες κα ι οι αργόσχολοι.

Τότε ο χείμαρρος των αυτοκινήτω ν και των ανθρώπων σταματά για δυο λεπτά, για να περά­ σουν οι μικρότεροι χείμαρροι α π ’ τις παρόδους. Ύ σ τερα από δυο λεπτά ανάβει και πά λι το πράσινο φανάρι, ενώ το κόκκινο που ανάβει στις γωνιές των παρόδων σταματά ει την κίνηση α π ’ την κατεύθυνση αυτή. Αυτή την ώ ρα πρέπει να διαθέσεις πενήντα λε­ πτά για να κάνεις μια διαδρομή που το πρωί θα την έκανες μέσα σε ένα τέταρτο. Ο πεζός πρέπει να σταματά ει κάθε δυο λεπτά χω ρίς κα μιά ελπί­ δα να περάσει το δρόμο αμέσως. Αν αργήσετε να περάσετε το δρόμο και βλέπε­ τε να ξεχύνεται η λάβα των αυτοκινήτω ν που είχε σταματήσει δυο λεπτά, ξεχάσ τε τις πεποιθήσεις σ ας κ α ι ζητήστε π ροστασία κάτω από τη φτερούγα του αστυνομικού - φτερούγα είναι τρόπος του λέγειν: στην πρα γμ ατικότητα είναι το γερό χέρι ενός από τους πιο ψηλούς ανθρώπους της Νέας Υ όρκης, μ’ ένα πολύ βαρύ ρόπαλο-κλομπ. Το ρόπαλο αυτό δεν ρυθμίζει πά ντα την κίνησή σας. Μ ερικές φορές (κατά τη διάρκεια μιας δια­ δήλωσης για παράδειγμα) ρυθμίζετε κα ι την ακινητοποίησή σ ας. Έ ν α γερό χτύπημα στον αυχέ­ να και δεν ξεχωρίζει πια τη Νέα Υόρκη από το Μ πιελοστόκ της τσ αρικής εποχής, μου είπαν οι σύντροφοι.

Στην πιο πολυσύχναστη Π έμπτη λεωφόρο που χωρίζει την πόλη στα δυο, από το ύψος του δευ­ τέρου ορόφου των εκατοντάδιον λεωφορείων, βλέπετε δεκ άδες χιλιάδες ξεπλυμένα α π ’ τη βρο­ χή, αστραφτερά αυτοκίνητα που τρέχουν κι από τις δυο πλευρές της λεωφόρου σε έξι-οχτώ σειρές. Κάθε δυο λεπτά σβήνουν τα πράσινα φώτα στα αμέτρητα φανάρια κι ανάβουν τα κόκκινα.

τις έξι με εφτά το βράδυ ανάβουν τα φώτα του Μ πρόντγουεϊ. Είναι ο πιο αγαπημένος μου δρόμος. Σ τις ίσιες σαν κιγκλίδω μα φυλακής παρόδους και λεωφόρους μόνο αυτός πηγαίνει λοξά με πείσμα και θρασύτητα. Στη Νέα Υόρκη είναι δυσκολότερο να μπερδευτεί κανείς α π ’ ό,τι στην Τ ούλα!1 Από Βορρά προς Νότο είναι οι λε­ ωφόροι. Α πό τα δυτικά προς τα ανατολικά είναι οι οδοί. Η 5η λεωφόρος χωρίζει την πόλη στα δύο: σε δυτική και ανατολική. Αυτό είναι όλο. Β ρίσκομαι στην 8η οδό, γωνία της 5ης λεωφόρου και θέλει να πάω στην 53η οδό, γωνία της 2ης λε­ ωφόρου- δεν έχω παρά να περάσω 45 τετράγωνα και να στρίψω δεξιά, ω ς τη γωνία της 2ης λε­ ωφόρου. Πλέει στο φως όχι βέβαια ολόκληρο το Μ πρόντγουεϊ των τριάντα χιλιομέτρων (εδώ δεν μπορείς να πεις: ελάτε, είμαστε γείτονες, μένου­ με και οι δυο στο Μπρόντγουεϊ), αλλά ένα τμήμα του, από την 25η ω ς την 50ή οδό, ειδικότερα η Τάιμς Σκουέαρ- αυτό οι Αμερικανοί το λένε «Grand White Way», δηλαδή «Μ εγάλος Λευκός Δρόμος». Είναι σ τ’ αλήθεια λευκός και σου δημιουργείται πρ α γμ ατικά η εντύπωση ότι εδώ είναι πιο φω­ τεινά κι α π ’ τη μέρα, επειδή τη μέρα είναι όλα φωτεινά, τώρα όμω ς το τμήμα αυτό του δρόμου στο φόντο της σκοτεινής νύχτα ς είναι πιο φωτει­ νό κι α π ’ τη μέρα. Φως από τις λάμπες σ τις κο­ λόνες, φως από τις φωτεινές διαφημίσεις, φως α-

Σ


αφιερωμα/45 Η Νέα Υόμκη ως «κέντρο τον σύμπαντος»: ως κέντρο των εξόριστων στις οδικές αρτηρίες Μαγιακόβσκι, Λόρκα, Μπήαν, Μοράν, Βοζνεζένσκι. «Η Νέα Υόρκη είναι ένα είδος ανθολογίας τον αστικού πολιτισμού»> γράφει ο Ρ. Λ. Ντούφους.

πό τις βιτρίνες κα ι τις εκθέσεις των πάντα ανοι­ χτώ ν καταστημάτω ν, φως από τους προβολείς που φωτίζουν τεράστια ζωγραφισμένα πλακ άτ, φως από τις εισόδους των κινηματογράφω ν και των θεάτρων, φως από τα αυτοκίνητα και τα λε­ ωφορεία, φω ς από (τα υπόγεια) κάτω από τις γυάλινες πλ ά κ ες των πεζοδρομίω ν, φως από τα υπόγεια τρένα, φως από τις φωτεινές διαφημίσεις στον ουρανό. Φως, φως και πά λι φως. Μ πορεί κανείς να διαβάσει εφημερίδα και μά­ λιστα την εφημερίδα του διπλανού του, ακόμα κι αν είναι γραμμένη σε ξένη γλώ σσα. Φ ωτεινά είναι και στα εστιατόρια και στο κέ­ ντρο των θεάτρων. Οι κυριότεροι δρόμοι κα ι τα μέρη όπου ζουν τα αφεντικά ή τα υποψήφια αφ εντικά είναι κα θαροίεκεί που ζει η πλειοψηφία τω ν εργατώ ν και υ παλ­ λήλων, σ τις φ τω χές εβραϊκές, μαύρες κα ι ιτα λι­ κές συνοικίες - στη 2η και 3η λεωφόρο, ανάμε­ σα στην πρώτη και τριακοστή οδό - υπάρχει πολλή βρομιά, περισσότερη α π ’ ό ,τι στο Μ ινσκ. (Και στο Μ ινσκ υπάρχει πολλή βρομιά). Υ πάρχουν κ ά σες με σκουπίδια κάθε είδους, α π ’ όπου οι φτω χοί μαζεύουν αποφάγια και κό ­ κα λα, που δεν είναι εντελώ ς ξεκοκαλιασμ ένα. Σ τις λακκούβες πήζουν τα βρόμικα νερά από τη σημερινή και την προχθεσινή βροχή. Τα χαρτιά κα ι τα σ άπια πρ ά γμ ατα φτάνουν ω ς τον ασ τράγαλο - ναι, στον ασ τρ ά γα λο - όχι με­ ταφορικά, αλλά πρ α γμ ατικά . Κι αυτό δεκαπέντε \ζ π τ ά με τα πόδια κα ι πέντε λεπτά με το αυτοκί­ νητο από την αστραφτερή Π έμπτη λεωφόρο και το Μπρόντγουεϊ. Ό σ ο πλησιάζει κανείς τις αποβάθρες τόσο πιο σ κοτεινός, πιο βρόμικος, αλλά και πιο επικίνδυ­ νος γίνεται ο τόπ ος. Την ημέρα η περιοχή αυτή έ­ χει μεγάλο ενδιαφέρον. Εδώ θα ακουστεί οπω σ­ δήποτε κά τι' - ο θόρυβος της εργασίας, πυροβο­ λισμοί ή φωνές. Οι γερανοί που ξεφορτώνουν τα πλοία τραντάζουν τη γη! Π ιάνουν φ ορτίο με ό γκο σχεδόν ενός ολόκληρου σπιτιού πάνω από το φουγάρο και το βγάζουν έξω από το αμπ άρι του πλοίου. Π εριφέρονται οι απεργιακές φρουρές, που ε­ μποδίζουν τους απεργοσ πάσ τες να πιάσουν δουλειά. Σήμερα, 10 του Σεπτέμβρη, η Έ νω σ η Ναυτεργατώ ν του λιμανιού της Ν έας Υόρκης κήρυξε α­ περγία αλληλεγγύης προς τους απεργούς ναυτεργ ά τες της Α γγλίας, της Α υστραλίας κα ι της Νό­ τια ς Αφρικής κα ι την πρώ τη κιόλας μέρα σταμά-


46/αφιερωμα τησε το ξεφόρτωμα τριάντα μεγάλων πλοίων. Την τρίτη μέρα, παρά την απεργία, στο πλοίο «Μ ατζέστικ» που κινήθηκε με απ εργοσ πάσ τες, ήρθε ένα ς πλούσιος δικηγόρος, αρχηγός της το­ πικής μειοψηφίας του σοσιαλιστικού κόμ ματος, ο Μ ορίς Χ ίλκβιτ. Χ ιλιάδες κομμουνιστές κα ι μέ­ λη της Π .Ε .Ε .Β . (ή της IWW)2 τον γιουχάϊζαν α­ πό την αποβάθρα κα ι του πέτα γαν κλούβια αυγά. Πριν από μερικές μέρες, εδώ πυροβόλησαν έ­ ναν στρατηγό που είχε κα ταπνίξει την εξέγερση στην Ιρλανδία κα ι είχε έρθει για κά ποιο συνέ­ δριο. Τον πήγαν από άλλη πόρτα σε ασφαλές μέρος. Το πρω ί μπαίνουν και ξεφορτώνουν σ τις αμέ­ τρητες αποβάθρες τα πλοία αμέτρητων εταιρειών κα ι άλλοι γίγαντες τω ν 50.000 τόννων. Η λεω φόρος που συνορεύει με τις αποβάθρες, λόγω τω ν ατμομηχανώ ν που μπαίνουν με τα ε­ μπορεύματα κατευθείαν στο δρόμο κα ι προκαλούν συχνά δυστυχήματα κα ι λόγω των κλεφτών που γεμίζουν τις καφετέριες, λέγεται εδώ «Λεω­ φόρος του Θ ανάτου». Α πό ’δω ξεκινούν οι κλέφ τες για ολόκληρη τη Νέα Υόρκη: στα ξενοδοχεία σφάζουν ολόκληρες οικογένειες για να τους πάρουν τα λεφτά, στον υ­ πόγειο σιδηρόδρομο στριμώχνουν τους ταμ ίες στη γωνιά του παρ απήγματο ς κα ι παίρνουν όλα τα έσοδα της η μέρας. Στο μεταξύ, οι συνάδελφοί τους συνεχίζουν να διευκολύνουν (ή: να εξυπηρε­ τούν) τους περασ τικούς, που δεν έχουν υποπτευθεί τίποτα, αλλά ζοντας δολάρια με ψιλά. Αν τους πιάσουν, τους στέλνουν στην η λεκτρι­ κή κα ρέκ λα στη φυλακή Σινγκ-Σ ινγκ. Α λλά μπο­ ρεί κα ι να ξεγλιστρήσουν. Ο κλέφ της πριν από τη ληστεία πηγαίνει στον δικηγόρο του κα ι του λέει: - «Κύριε, τηλεφωνήστε μου την τάδε ώ ρα στο τάδε μέρος. Αν δεν είμαι εκεί, αυτό θα σημαίνει ότι πρέπει να καταθέσετε για μένα εγγύηση και να με βοηθήσετε να βγω απ ό τη φυλακή». Η εγγύ­ ηση είναι μεγάλη, αλλά κα ι οι κλέφ τες δεν είναι φ τω χοί ούτε άσ χημα οργανωμένοι. Οι εφημερίδες έχουν γράψει για έναν κλέφτη που βγήκε 42 φορές από τη φυλακή με εγγύηση. Εδώ στη Λεωφόρο του Θ ανάτου αλωνίζουν οι Ιρ­ λανδοί. Στα άλλα τετράγω να, άλλοι. Οι Μ αύροι, οι Κινέζοι, οι Γερμανοί, οι Εβραίοι, οι Ρώ σοι ζούνε σε δικές τους συνοικίες, με τ ις δι­ κές τους συνήθειες και τη γλώ σσα τους, που δια­ τηρούνται επί δεκ ά δες χρόνια ανόθευτες. Στη Νέα Υόρκη, χω ρίς τα προάστια, υπάρχουν περίπου: 1.700.000 Εβραίοι 1.000.000 Ιταλοί 500.000 Γερμανοί 300.000 Ιρλανδοί 300.000 Ρώσοι 250.000 Μαύροι 150.000 Π ολωνοί

300.000 Ισπανοί, Κινέζοι, Φ ινλανδοί. Παράξενη εικόνα: ποιοι είναι λοιπόν οι Αμερι­ κα νοί κα ι πόσοι α πό αυτούς είναι εκα τό τοις εκ α ­ τό Α μερικανοί; Στην αρχή κα τέβαλλα επί ένα μήνα απεγνω ­ σμένες προσπάθειες να μιλάω αγγλικά. Ό τ α ν οι προσπάθειές μου άρχισαν να έχουν επιτυχία, τό­ τε κα ι οι άνθρωποι γύρω μου - κα ι ο μπ ακάλης κ α ι ο γα λ α τά ς κα ι ο άνθρωπος στα αυτόματα πλυντήρια, ακόμα κα ι ο ασ τυνομικός ά ρχισ αν να μιλάνε μαζί μου ρώσικα. Επιστρέφ οντας τη νύχτα με τον εναέριο βλέ­ πεις αυτές τις εθνότητες κα ι τα τετράγω να σαν να είναι χω ρισμένα με μαχαίρι: στην 125η ανεβαί­ νουν Μαύροι, στην 90ή Ρώσοι, στην 50ή Γερμα­ νοί κ.λπ . σχεδόν με ακρίβεια. Σ τις δώ δεκα, αυτοί που βγαίνουν από τα θέα­ τρα πίνουν το τελευταίο αναψ υκτικό τους, τρώνε το τελευταίο παγω τό και φτάνουν στο σ πίτι στη μία ή σ τις τρεις, στην περίπτωση που διασκ εδά­ σουν σε κά ποιο νυχτερινό κέντρο για δυο ώρες, με φοξ-τροτ ή με τον χορό που είναι πολύ της μό­ δα ς, το τσάρλεστον. Η ζωή όμω ς δεν σ ταματά. Κ αταστήματα όλων τω ν ειδών μένουν ανοιχτά, κυκλοφορούν ο υπόγειος και ο εναέριος, μπορεί­ τε να βρείτε κινηματογράφο που είναι ανοιχτός όλη τη νύχτα και μπορείτε να κοιμηθείτε εκεί όσο θέλετε με τα 25 σεντς που δώ σατε για το ει­ σιτήριο. Ό τ α ν φ τάσετε στο σπίτι, αν είναι άνοιξη ή κ α ­ λοκαίρι, κλείνετε τα παράθυρα για να μην μπουν τα κουνούπια κα ι οι μύγες, πλένετε τ ’ αυτιά και τα ρουθούνια σας κα ι βγάζετε την καρβουνόσκο­ νη α π ’ το λαρύγγι σ ας, β ήχοντας. Ιδιαίτερα τώ ­ ρα, που η τετράμηνη απεργία 158.000 ανθρακω ­ ρύχων, που έβγαζαν πετροκάρβουνο, στέρησε την πόλη από τον ανθρακίτη, κα ι που από τ ις κ α ­ μινάδες των εργοστασίων βγαίνει ένα ς πυκνός κα π ν ό ς από λιγνίτη. Συνήθως ο λιγνίτης απ αγο­ ρεύεται να χρησιμοποιείται σ τις πόλεις. Αν γρατζουνιστήκατε, κάντε επάλειψη ιωδίου· η ατμόσφαιρα της Ν έας Υόρκης είναι γεμάτη α­ πό κάθε λογής βρομιά που προκαλεί το κριθαρά­ κι, το πρήξιμο και την πυόρροια όλων των γρ α­ τζουνισμάτων κα ι μέσα στην οποία ζούνε, ω σ τό­ σο, εκατομμύρια που δεν έχουν τίποτα κα ι για τα οποία δεν υπάρχει κα μιά διέξοδος. Μετάφραση: Βάσω Κουμπαράκη Σημειώσεις 1. Βιομηχανική (μηχανουργία-σιδηρουργία) πόλη της πρώην Ρωσικής Δημοκρατίας, στα νότια της Μόσχας. 2. Παγκόσμια Ένωση Εργατών Βιομηχανιών (η Industrial Workers of the World). Συνδικαλιστική οργάνωση που ιδρύ­ θηκε στο Σικάγο στα 1905.


αφιερωμα/47

Φ. Σ κ ο τ Φ ιτζέραλντ

Ο Φ. Σ κοτ Φιτζέραλντ γεννήθηκε (1896) και μ εγά ­ λω σε στο Σαιν Π ολ της Μινεζότα, κοντά στη Μ ινεάπολη, αλλά χαρακτηριστικά μακριά από τη Νέα Υόρκη. Στη Νέα Υόρκη εγκατα σ τά­ θηκε αμέσως μετά το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πο­ λέμου: τότε, η πόλη είχε ήδη

Έ ν α ς ν έ ο ς σ τη Ν έ α Υ ό ρ κ η πληθυσμό πάνω από πέντε εκατομμύρια και συνεχιζόταν η έλευση νέων μεταναστώ ν και Μαύρων, τόσο από τον Ν ότο όσο κι από τις Δυτικές Ινδίες. Σε λίγο, άρχισε η ποτοαπαγό­ ρευση και μ αζί η εποχή του αμερικανιύμού και της ευημε­ ρίας που κατέληξε στο κραχ και το New Deal: η Νέα Υόρκη χτιζόταν αδιάκοπα - ο υπόγειος σιδηρόδρομος επεκτεινόταν κι οι ουρανοξύστες έμοιαζαν με γαμήλιες τούρτες. Ο πολεοδομικός νόμος του 1919 ρύθμιζε το ύψος των κτιρίων σε συνάρτηση με το εύρος των οδών προστατεύοντας τους πεζούς α π ’ το απόλυτο σκοτάδι: ένα από τα αποτελέσματα αυτού του κανονισμού ήταν τα κτίρια με διαδοχικά επίπε­ δα. Στη δεκαετία του ’20, ήδη ζούσε εκ εί ο Μ αρσέλ Ν τυσάν κι όταν ο Φ. Σ κοτ Φιτζέραλντ έγραφε το «Αυτή η πλευρά του παραδείσου», κυκλοφορούσε η «Κεντρική οδός» του Σίνκλεαρ Λιούις. Λ ίγα χρόνια αργότερα στην πόλη αντη­ χούσε η «Γαλάζια ραψωδία» του Γκέρσουιν κι ο κόσμος χ ό ­ ρευε τσάρλεστον. Το 1925, εκδόθηκε ο «Μ εγάλος Γκάτσμπι», μ αζί με το «Πώς γίνεται κανείς Α μερικανός» της Γερτρούδης Στάιν: η Νέα Υόρκη συνδεόταν με το Π αρίσι με μια ανεξίτηλη γραμμή κι ο Τζέι Γκάτσμππι γινόταν το σύμ­ βολο μιας γενιάς και μιας μεγαλούπολης. Ο Τζέι έχει το σπί­ τι του στο Ιστ Εγκ, το πραγματικό Γκρέιτ Ν εκ όπου έμενε ο Φιτζέραλντ - από κει, ταξιδεύει στους επικίνδυνους δρό­ μους της Α μερικής, αναζητώντας μια χίμαιρα. Το ύφος της ζωής του καθορίζεται από την πόλη και την ταχύτητα, τη διασκέδαση και τον πόνο μιας μεγάλης αγάπης. «Περνού­ σα τα σαββατόβραδα στη Νέα Υόρκη για τί εκείνα τ ’ αστρα­ φτερά, εκτυφλω τικά πάρτι του ήταν τόσο έντονα στη μνήμη μου που άκουγα ακόμα τη μουσική και το γέλιο - έσβηναν αργά στο βάθος του κήπου, καθώς τ ’ αυτοκίνητα πηγαινο­ έρχονταν σ την αλέα», λέει ο αφηγητής στον Μ εγάλο Γκάτσμπι” μετά το τέλος του ήρωα. Και τελειώνει: «Ο Γκάτσμπι πίστευε στο πράσινο φως, το οργιαστικό μ έλλο ν που


48/αφιερωμα

V * J > XC

μας επιφυλάσσουν τα χρόνια. Μας διέφευγε τότε, αλλά, δεν πειράζει - αύριο θα τρέχουμε γρηγορότερα, θ ’ απλώνουμε τα χέρια μας μακρύτερα... Κι ένα ωραίο πρωί...» Ό τα ν ο Φιτζέραλντ πέθανε (1940), ένα ωραίο πρωί, η Νέα Υόρκη γιόρταζε: η Π αγκόσμια Έκθεση στο Φ λάσινγκ Μέντόουζ του Κουήνς είχε συγκεντρώσει 44 εκατομμύρια επι­ σκέπτες. Στο Κ άρνεγκι Χ ολ έπαιζε ο Μ πένι Γκούντμαν. Σ.Τ.

ξανά όσα έχω γράψ ει ω ς τώ ρα, διαπιστώ νω ότι έδω σα την ε­ Δ ιαβάζοντας ντύπωση πω ς το μόνο που μ’ απορρόφησε ήταν τα γεγονότα που συνέβησαν σε τρία βράδια πριν από αρκετές εβδομάδες. Αντιθέτως, δεν ήταν παρά κά ποια τυχαία περισ τατικά ενός παραφορτωμένου κα λοκαιριού και, για πολύ καιρό, μ’ απορρόφησαν απείρω ς λιγότερο α π ’ ό,τι οι προσ ω πικές μου υπο­ θέσεις. Τον περισσότερο καιρό δούλευα. Νωρίς το πρω ί ο ήλιος έριχνε τη σ κιά μου πρ ο ς τα δυτικά καθώ ς κα τέβαινα β ιασ τικά τα λευκά χά σ μ α τα τω ν δρόμων της Κάτω Ν έας Υ όρκης κατευθυνόμενος πρ ος το χρηματιστικό γραφείο Π ρόμπιτυ Τραστ. Γνώριζα τους άλλους υπαλλήλους και τους νεαρούς πω λητές ομολόγων με τα μικρά τους ο νόματα κα ι γευμάτιζα μαζί τους σε σκοτεινά, πολυσύχναστα εστιατόρια, τρώ γοντας μικρά χοιρινά λουκ άνικα κα ι π α τά τες πουρέ κα ι πίνο­ ντα ς καφέ. Ε ίχα μ άλισ τα και έναν σύντομο δεσμό μ’ ένα κορίτσι που έμενε στο Τζέρζι και δούλευε στο λογιστήριο, αλλά ο αδελφ ός τη ς άρχισε να μου ρίχνει λ οξές ματιές κι έτσι, ό ταν εκείνη πήγε δια κ ο π ές τον Ιούλιο, άφησα το πράγμα να ξεχασ τεί από μόνο του. Συνήθως έτρω γα το βραδινό μου στη Λέσχη Γιέηλ - για κά ποιον ανεξήγητο λόγο ήταν το πιο θλιβερό γεγονός της ημέρας - , κ ι έπειτα ανέβαινα στη βιβλιο­ θήκη και μ ελετούσα ευσυνείδητα για επενδύσεις κα ι τίτλους ιδιοκτησ ίας επί μία ώρα. Συνήθως τριγυρνούσαν εκεί κάποια θορυβώδη μέλη, όμως ποτέ δεν έμπα ι­ ναν στη βιβλιοθήκη κα ι γι’ αυτό ή ταν ό,τι έπρεπε για μελέτη. Μ ετά, αν η νύχτα ήταν γλυκιά, έκανα έναν περίπατο κατηφ ορίζοντας τη λεωφόρο Μ άντισον, περνώ ντας το παλιό ξενοδοχείο «Μ άρεϊ Χιλ» κα ι την 33η Οδό, κατευθυνόμενος προς τον σταθμό της Π ενσυλβάνια. Ά ρ χ ισ ε να μ’ αρέσει η Νέα Υ όρκη, η αίσθηση ζω ντάνιας και περιπέτειας που σου προκαλεί τη νύχτα κι η ικανοποίηση που προσφέρει στο αχόρταγο βλέμμα το λίκνισμα ανδρών, γυναικώ ν και τροχοφόρων. Μ’ άρεσε ν ’ ανηφορίζω την Π έμπτη Λεωφόρο, να ξεχωρίζω γυναίκες με ρομαντική φυσιογνωμία από το πλήθος και να φ αντάζομ αι ότι σε λίγα λεπ τά θα έμπαινα στη ζωή τους κα ι κ α ­ νείς ποτέ δεν θα το μάθαινε ούτε θα το αποδοκίμαζε. Μ ερικές φορές τις α κ ο­ λουθούσα νοητά μέχρι το διαμέρισμά τους σε γωνίες κρυμμένων δρόμω ν κι ε­ κείνες γυρνούσαν κα ι μου ανταπ έδιδα ν το χαμόγελο προτού χαθούν περνώ ντας μέσα από κάπο ια πόρτα στο ζεστό σ κοτάδι. Μ έσα στο μαγεμένο λυκόφω ς της μ ητρόπολης μερικές φορές ένιωθα να με κα ταδιώ κει η μοναξιά κα ι τη διαισθα­ νόμουν κα ι σε άλλους, τους φ τω χούς νεαρούς υπαλλήλους που χάζευαν μπρο­ στά σ τις βιτρίνες περιμ ένοντας να ’ρθει η ώ ρα για ένα μοναχικό δείπνο σε κ ά ­ ποιο εστιατόριο - νεαροί υπάλληλοι το σούρουπο, που σπαταλούσαν τις πιο έντονες σ τιγμές της νύχτα ς κα ι της ζωής. Και πά λι σ τις οχτώ , ό ταν τα σ κοτεινά τμήμ ατα της 40ής οδού πλημμύριζαν α π ’ τα ασ φ υκτικά γεμ άτα τα ξί που, σ χη ματίζοντα ς πέντε λωρίδες, κατευθύνονταν προς την περιοχή τω ν θεάτρων, ένιωθα την κα ρδιά μου να σφίγγεται. Διέκρινα μορφές που έγερναν η μια πρ ος την άλλη μέσα στα ταξί, ενώ περίμεναν, κι άκουγα φωνές που τραγουδούσαν κ α ι γέλια από αστεία που δεν έπιανε τ ’ αυτί μου- κι έβλεπα αναμμένα τσιγάρα που σ χημάτιζαν αδιόρατους κύκλους στο ε­ σω τερικό τους. Τ ότε φ ανταζόμουν πω ς κι εγώ έτρεχα πρ ος την ευτυχία κα ι μοι­ ραζόμουν τον ιδιαίτερο ενθουσιασμό τους κα ι τους ευχόμουν να είναι καλά. Μετάφραση: Βάσω Κουμπαράκη


αφιερωμα/49

Παρατηρώντας τη Νέα Υόρκη

κπ λήσ σ ο μαι συνέχεια με τους ω κ εα νούς τω ν λέξεω ν, που μια νεαρή πόλη, σ αν τη Ν έα Υόρκη, ξεχειλίζει σ π ά τα λ α , ό τα ν αναφέρεται σ τον εαυτό τη ς, ένα ικ ανο π ο ιητικό δε δείγμα α π ’ αυτό το ξεχείλισμα έχει συγκεντρω θεί σ τις σ ελίδες που α κολουθούν. Φυ­ σ ικά, δεν έχουμε τη συσσώρευση λέξεω ν που υπάρ χει για τη Ρώμη ή το Π αρίσι ή το Λ ονδίνο κα ι ο πω σδήπο τε ό χι τις αρ χα ίες φωνές της Ιερουσαλήμ, π α ρ ’ όλα αυτά έχουμε σ υγκεντρώ σει πλημμυρί­ δες πρ οσ ω δ ίας εξαιρ ετικ ής πο ικιλ ίας. Αυτή (η πλημμύρα) υψώνε­ τα ι με τους υπερβολικούς ρυθμούς της περιγραφ ής τη ς πόλ ης από

Ε

τον Τ όμας Γουλφ σαν «υπέροχης, Y n W lT C V M Q r V fll μυστικής συγκίνησης μια ς επικεί1νΙΛΑ/Α/1 vc*y^ V G i, Ιυ Ιλ Ι μενης έκσ τασ η ς» κ α ι τους ολόψ υχους ύμνους του Γουόλτ Γουίτμα ν, ησυχάζει με τ α έντονα κα ι τρυφερά πο ρ τρέτα του Τζόζεφ Μίτσελ, κα ι βυθίζεται με τις γκρίνιες τω ν π α ρ από νω ν - του Μ αρκ Τουαίην, για πα ράδειγμα. Τι τα πρ ο κ αλεί ό λ ’ αυτά; Α ρκετή ματαιοδοξία κ α θώ ς κα ι η ιδιό τητα που η Τζόυς Κίλμερ περιγράφει ε­ δώ σ αν «την έλξη που νιώθουμε για το πα ρ ά δο ξο , το αντιφ ατικό, το α π ρ οσ δόκ ητο .» Το να βρει κα νείς το δρόμ ο του, ανάμεσ α σ’ όλες αυτές τις λέ­ ξεις κα ι τις εικόνες που κομ πάζουν «για τη δύναμη, την ενέργεια, τη ζωή, την ομορφιά, το ν τρόμο», ό πω ς λέει κα ι ο Ν τράιζερ, α π ο ­ τελεί ένα εντυπ ω σιακό πα ρ άδο ξο . Η ενέργεια κ α ι η συνεχής αλλα-

Κέιτ Σάιμον

συγγραφείς ρίχνουν μια ματιά στην πόλη


50/αφιερωμα

Λάνγκστον Χιούζ: 66 νουβέλες για τη ζωή των Μαύρων. Ανάμεσα τους ο Σιμπλ τα λέει όλα (1950)

γή που μαρτυρεί αυτή η αναζήτηση είναι καθεαυτά μόνιμα χα ρ α ­ κτηριστικά της πόλης, κα θώ ς επίσης κα ι οι παύσεις για επαναλή­ ψεις, για αντιλάλους. Καθώς ένας φ ίλος διαμαρτύρεται για τα όλο αυξανόμενα ενοίκια, πίσω από τα λόγια του ακούμε τη φωνή του Φίλιπ Χόουν να μεταφέρει παρόμοιους θρήνους το 1835. Το γεγο­ νός ότι καθόμαστε σ’ ένα λεωφορείο στην Πέμπτη Λεωφόρο και χω νόμαστε όλο και πιο βαθιά, σαν τη μύγα στην κόλλα, στην κυ­ κλοφορία που μας φυλακίζει, μας καθιστά κληρονόμους των αμα­ ξών που κολλούσαν στην κυκλοφορία του Κάτω Μπρόντγουεϊ, ό­ ταν αυτό ήταν η κύρια κυκλοφοριακή αρτηρία. Κ ατσαρίδες εδώ, εκεί, παντού είναι οι μ ικροσκοπικές σύγχρονες πα ραλλαγές των γουρουνιών που κά ποτε περιπλανιόνταν στους δρόμους, ω ς μονα­ δικό σύστημα απορριματοφόρων. Η Νέα Υόρκη ήταν μια ποδηλατούπολη τις μέρες του Στήβεν Κρέην, ενώ τώρα ζούμε μια αναβίω­ ση αυτού του μέσου πολύ λιγότερο κομψή, πολύ πιο σκληρή. Και ,ούτω καθ’ εξής. Είναι για μας μια διαρκής έκπληξη η προσ αρμοσ τικότητα του βιαστικού, ανυπόμονου, τυπικού Νεοΰρκέζου, η ανεκτικότητά του σ τις υπερβολές της πόλης του κα ι η ανεξίκακη απόλαυση των εξιλεώσεών της. Επιτρέπουμε, για παράδειγμα, στον ουρανό μας να εξαλείφεται από ουρανοξύστες, που αποκεφαλίζουν ο ένας το εκ ­ κεντρικό κεφάλι του άλλου κα ι τους συγχωρούμε, σουλατσάρον­ τα ς με την ευγενική διάθεση Κινέζων ποιητών ανάμεσα στα λου­ λούδια τους και στα ελκυσ τικά, ανόητα, μικρά συντριβάνια τους. Η γειτονιά μου, το Κιπς Μπαίυ, κα ι τα περίχω ρά της, μου πρόσφεραν τη δυνατότητα σ υναρπασ τικής μελέτης της δικής μου προ­ σαρμοστικότητα ς. Δ ιασ χίζοντας τη νότια Π αρκ Ά βενιου, οφείλω να θαυμάσω το θάρρος το δικό μου κα ι των γειτόνων μου μπροστά στα παιχνίδια της κυκλοφ οριακής αναμπουμπούλας. Ξ εγελασμέ­ νοι από τα ψευδόμενα σήματα «Π ΕΡΠ Α ΤΑ », είμαστε παγιδευμένοι ανάμεσα στη συγκλίνουσα πορεία ενός τα ξί κι ενός φορτηγού τεραστίων διαστάσεω ν αφενός κα ι ενός ποδηλάτου αφετέρου, του οποίου ο οδηγός δείχνει την υπεροπτική περιφρόνηση έφιππου σταυροφόρου που επιτίθεται κα θ’ οδόν πρ ος τους ειδω λολάτρες. Ο τομέας μου, της λεωφόρου Λ έξινγκτον, ο οποίος μια φορά κι ένα καιρό (μια ή δυο δεκαετίες, εδώ, αποκτούν την πατίνα του μύθου) συγκέντρωνε μια χούφτα εστιατόρια της Μ έσης Α νατολής είναι τώρα αμιγώ ς κα ι κ α τ’ εξακολούθηση Α νατολικοϊνδικός, με τέσσε­ ρα εστιατόρια σ ’ ένα τετράγωνο και σάρι, κα ι μαγαζιά με λιχου­ διές το ένα πάνω στο άλλο. Ί σ ω ς αυτό να είναι ένα ανιαρό πα ρ ά­ δειγμα του λεχθέντος από τον Ντέλμορ Σουώρτς «είναι η επίγνω ση τη ς πόλη ς που β λέπει και λέει κι άλλο , α κό μ α πιο πολύ, π ά ν το τε όλο και περισσ ότερο.» Έ τσ ι, αν δεν μπορώ να έχω χούμους για πρώ το πιάτο στο δείπνο μου, θ’ αρχίσω μασουλώ ντας chapati. γειτονιά μας έχει να επιδείξει πόρνες με κόκ κινα σορτς, τό­ σο εφαρμοστά που θα μπορούσαν να είναι ζωγραφισμένα. Α ­ ποφασίζω - προσαρμογή; - ότι είναι ευπρόσδεκτοι φρουροί στις νυχτερινές μου βόλτες. Η εικόνα τω ν ανθρώπων με τα απλανή πρόσω πα που θυμίζουν πίνα κα του Μ πος, όλοι αυτοί που φωνά­ ζουν αισχρόλογα στον αδιάφορο αέρα, φ αντάσματα γενεών ολό­ κληρων Νεοϋορκέζων αλητών, επιμένουν, με τον αριθμό τους και μόνο, ότι θα τους συνηθίσω και πρ α γμ ατικά αυτό κάνω. Ό π ω ς οι πιο πολλοί, προσαρμοσμένοι πια, Νεοϋρκέζοι, περπατώ προσ εκτι­ κά αλλά ό χι φοβισμένα και, μέσα στο κλίμα της διαρκούς εξερευ-

Η


αφιερωμα/51 νήσεως των θαυμάτων κάθε δρόμου, ανακαλύπτω τον εαυτό μου να θαυμάζει το αφιερωμένο στο πιστό ζευγάρι, στολισμένο με μπουκάλια τυλιγμένα σε χαρτοσακούλες, να κοπροσκυλιάζει όλο ευχαρίστηση κάτω από την απογευματινή σ κιά ενός δέντρου. Τα απόβραδα στη γειτονιά μου μού χαρίζουν, επίσης, το διαμαντένιο σκούφο του Μ εγάρου της Κράισλερ, τις πολύχρω μες διαθέ­ σεις του Ε μπάιρ Στέητ Μ πίλντιγκ, κα ι πέρα προς τη δύση, μια φω­ τεινή, ρόδινη πλατιά λουρίδα ουρανού, που είναι το δικό μου ηλιο­ βασίλεμα. Η πόλη, ακόμη, μού τρέφει μια ευχάριστη νοσταλγία, ένα ήπιο οίκτο, ποτέ πένθιμο. Περιτριγυρισμένη από αστραφτερό σύμπλεγ­ μα του Σάουθ Στρητ Σήπορτ, πιάνω τον εαυτό μου να ψάχνει για το τρελό παζάρι που ήταν η Η γκλ Μ παγκ και Μ πέρλαπ Κόμπανυ, θαμμένο κάπου κάτω από την αισιόδοξη κοινοτυπία, και για την όλο τσαλαβούτημα και λάμψη ψ αραγορά του Φούλτον πριν τη σταδιακή της εξαφάνιση. Γι’ αυτή τη συλλογική, φυλετική μας νο­ σταλγία είναι που κοιτάζω τους παλιούς πίνα κες στα μουσεία και φυλλομετρώ βιβλία σαν κι αυτό, ελπίζοντας ότι θα μου α π οκα τα ­ στήσουν τα πλοία, τους λιμενεργάτες, τις άμαξες, τα άλογα που έσερναν τα κάρα και που διέσχιζαν σαν βέλη την πόλη πρ ος τα νε­ ρά του Κοέντις Σλιπ, που είναι τώρα ξερός, γκρίζος κα ι ακίνητος. Υ πάρχει παρηγοριά, πα ρ ’ όλα αυτά, στο να τραβήξει κανείς προς τα νότια στο Σάουθ Φέρυ και να ατενίσει τις αρχιτεκτονικές τονι­ κότητες κ α ι τις υφές που δημιουργούν μια ασυνήθιστη ταπετσαρία. Οι πιο πολλοί από μας, επίσης, μάλλον απολαμβάνουν τη χτυ­ πητή υπερβολή, το κίβδηλο, στην προσπάθεια να δελεάσουν τους Ευρωπαίους σ’ αυτές τις α κ τές με γκραβούρες που έδειχναν μεγα­ λ οπρεπή φοινικόδενδρα να αγγίζουν με τις ά κ ρες τους το νερό. Αυ­ τή η ελαφρά διαστρεβλωμένη ιδιότητα βρίσκεται στην Κολόμπους Ά βενιου, κουρασμένη και σαραβαλιασμένη μέχρι πρότινος, που τώρα παίρνει έναν αέρα κομ ψ ότητας σαν τω ν Ηλυσίων Πεδίων. Μολύνει τα μαγαζιά των αλχημιστών μας, που προσπαθούν να εμ­ φανίσουν τα σκουπίδια για χρυσάφι, και τω ν εστιατορίων μας, που προσφέρουν κατά βάση φαγητό που θυμίζει τον Ό λ ιβ ερ Τουίστ σε λουκούλλειες τιμές, αλλά πα ρ ’ όλα αυτά δεν με νοιάζει - εύθυμη και προσαρμοσμένη. Καθώς λέει κα ι ο Ε. Μ π. Γουάιτ στο «Ιδού η Νέα Υόρκη», μετά από μια ιερεμιάδα για το πώ ς το να ζει κανείς εδώ είναι ανεφάρμοστο, «δεν είναι εύλογο». «Α λλά η πόλη μάς α­ ποζημιώνει για τους κινδύνους της και τα ελαττώ μα τά της προσφέροντας σ τους κατοίκους της τεράστιες δόσεις μιας συμπληρω­ ματικής βιταμίνης - την αίσθηση ότι ανήκεις σε κά τι το μοναδι­ κό, κοσμοπολίτικο, ισχυρό κα ι απαράμιλλο.»

ίναι ένας μύθος, η πόλη, τα δω μάτια και τα παράθυρα, οι γε­ μάτοι δραστηριότητα δρόμοι. Για τον καθένα, για όλους, ένας διαφορετικός μύθος, ένα κεφάλι ειδώλου με μάτια φωτεινούς ση­ ματοδότες να αναβοσβήνουν σε ένα τρυφερό πράσινο, ένα κυνικό κόκκινο. Αυτό το νησί, που αιωρείται στα νερά του ποταμού σαν διαμαντένιο παγόβουνο, πες το Νέα Υόρκη, ονόμασέ το όπω ς θέλεις. Το όνομα ελάχιστο ρόλο παίζει γιατί, μπαί­ νοντας από την πιο μεγαλόπρεπη πρ α γμ ατικότητα ενός άλλο τό­ που, το μόνο που ψάχνεις είναι μια πόλη, ένα μέρος να κρυφτείς, να χάσεις ή να ανακαλύψεις τον εαυτό σου, να κάνεις ένα όνειρο στο οποίο να αποδεικνύεται ότι τελικά δεν είσαι ένα ασχημόπαπο,

Ε

Οι πίσω αυλές: Θίοντορ Ντράιζερ και Χούμπερτ Σέλμπι Τζούνιορ

Τρούμαν Καπότε

Το διαμαντένιο παγόβουνο


52/αφιερωμα αλλά υ πέροχος, και άξιος ν’ αγαπηθείς, όπω ς ακριβώ ς πίστευες ε­ νώ καθόσουν σε μια στάση λεωφορείου, με τις Φ όρντ να σε προ­ σπερνάνε. Ό π ω ς ακριβώ ς νόμιζες όταν σχέδιαζες την έρευνά σου για μια πόλη...

ο μοναδικό δέντρο στην αυλή της Φ ράνσις δεν ήταν ούτε πεύ­ κο, ούτε κωνοφόρο. Είχε μυτερά φύλλα που φύτρωναν κατά μήκος πράσινων βεργών, οι οποίες απλώ νονταν ακτινω τά από τα κλαδιά και έκαναν το δέντρο να μοιάζει με ένα σύμπλεγμα από ανοιχτές, πράσινες ομπρέλες. Μερικοί το έλεγαν το Δ έντρο του Ουρανού. Ο πουδήποτε έπεφτε κάποιος σ πόρος του, φύτρωνε ένα δέν­ τρο που πάλευε να φτάσει τον ουρανό. Φύτρωνε μέσα σε περιφραγ-

Τ

Μπέττυ Σμίθ

Ένα δέντρο Μπρούκλιν

11 P V f / flS v P I Π ΤΠ μένα οικόπεδα και σε παρατημέ­ ν ο ι ' vA/VUJ V G I U IV J νους σωρούς σκουπιδιών και ήταν το μοναδικό δέντρο που φύτρωνε στο τσιμέντο. Βλάσταινε πλού­ σια, αλλά μόνο στις περιοχές των λαϊκώ ν πολυκατοικιών. Έ κ α ν ες μια βόλτα ένα κυριακάτικο απόγευμα κι έφθανες σε μια όμορφη γειτονιά, πολύ εξευγενισμένη. Έ β λ επες ένα μικρό δέντρο α π ’ αυτά, μέσα α πό τη σιδερένια πόρτα, ν’ ακουμπά στην αυλή κ ά ­ ποιου, και ήξερες ότι σύντομα αυτή η περιοχή του Μ προύκλιν θα γεμίσει λ αϊκές πολυκατοικίες. Το δέντρο ήξερε. Είχε έρθει εκεί πρώτο. Στη συνέχεια, φτωχοί αλλοδαποί διέρρεαν παντού, και τα ήσυχα, παλιά σπίτια από καφετιά τούβλα διαιρούνταν σε διαμερί­ σματα, πουπουλένια στρώ ματα αερίζονταν κρεμασμένα από τα περβάζια των παραθύρων κ α ι το Δ έντρο του Ουρανού ανθούσε. Τέ­ τοιου είδους δέντρο ήταν. Α γαπούσε τους φτωχούς ανθρώπους. Αυτού του είδους ήταν το δέντρο στην αυλή της Φ ράνσις. Οι ομ­ πρέλες του υψώνονταν πάνω , γύρω και κάτω από τη σκάλα κινδύ­ νου του τρίτου ορόφου. Έ ν α εντεκάχρονο κορίτσι καθισμένο σ ’ αυτή τη σ κάλα κινδύνου μπορούσε να ονειρευτεί ότι ζούσε πάνω στο δέντρο. Αυτό ονειρευόταν η Φ ράνσις κάθε Σάββατο απόγευμα του καλοκαιριού.

ο 1982, η Νέα Υόρκη είναι πιθανόν ότι θα έχει αναπτυχθεί τόσο πολύ, εάν ο ίδιος ρυθμός πληθυσμιακής ανάπτυξης συνεχισθεί επόμενα πενήντα χρόνια, όπω ς ίσχυε για τα προηγούμενα ^ ^ πενήντα, που η απογραφή της θα δείξει μια κοινότητα κοντά στα 50.000.000. Τα δε όρια της περιφέρειάς της θα περιλαμβάνουν ένα μεγάλο μέρος του Λονγκ Ά ιλ α ν τ, καθώ ς επίσης θα απορροφούν \T c n V A m /n Τ Λ 1 0 0 0 το Γουάιτ Π λαίηνς του Γιόνκερς 1 Ν 8 (X I Ο ρ Κ Τ ] Τ Ο Ϊ 7 0 Δ και την παρακείμενη περιοχή προς τα βόρεια. Ο Ηστ Ρίβερ θα έχει γεμίσει και εκατοντάδες ε­ κτάρια του ποταμού Χάντσον θα έχουν αξιοποιηθεί. Τα κτίρια θα έχουν πιθανότατα 200 ή 250 πα τώ ματα ύψος. Τριόροφοι ανελκυστήρες, κυλιόμενες σ κάλ ες κ αι ά λλα είδη κατακόρυφης μετακίνησης θα έχουν τόσο βελτιωθεί που θα μεταφέρουν τους (Από το «Νέα Υόρκη, κατοίκους ψηλά με τέτοια ταχύτητα που ξεπερνά κάθε φαντασία στην εποχή μας. _ η Πόλη Κ υκλοφοριακές ρυθμίσεις θα έχουν γίνει πέρα από κάθε αμφιβο­ λία με πολλαπλά επίπεδα εναερίων αυτοκινητοδρόμων και αθορύτων θαυμάτων», 1932) βων σιδηροδρόμων — κτισμένων σε προεξέχοντες εξώστες που θα πλευροκοπούν τους ουρανοξύστες, ή θα περνούν ακριβώ ς ανάμε-

Γ Πάοκεο Tosnc

H α λα Μπέλλαμυ

Τ

για τα


αφιερωμα/53 σά του ς... έτσι ώστε να κρατούν τους δρόμους ελεύθερους για τα «αεροταξί». Θα είναι κ ά τι πολύ εύκολο για κά ποιον να τρώει πρωινό στη Νέα Υόρκη και να παρακολουθεί τα Φ ολλί Μ περζέρ στο Π αρίσι, το ίδιο απόγευμα. Α υτοί, που για κάποιο λόγο θα προτιμούν να κοιμηθούν στο Σικάγο, θα συγκαταλέγονται σ’ αυτούς που ζουν στα προά­ στια της Ν έας Υόρκης.

932. Α πό τα ερείπια, μοναχικό κα ι ανεξιχνίαστο σαν τη σφίγ­ γα, ορθώνεται το Εμπάιαρ Στέητ Μ πίλντιγκ και, όπω ς ακρι­ βώς ήταν για μένα παράδοση να ανεβαίνω στο Π λάζα Ρουφ, για ν’ αποχαιρετήσω την πανέμορφη πόλη που εκτεινόταν όσο μακριά έ­ φθαναν τα μάτια μου, έτσι Και τώρα πήγα στη στέγη του τελευ­ ταίου κα ι πιο μεγαλοπρεπούς πύργου. Και τότε κα τάλα βα - καθε­ τί μπορούσε να εξηγηθεί. Ε ίχα αναΤΤ Π Ι I Ολ /Ό καλύψει το κορυφαίο λάθος τη ς πό-Π· V11 λης, το κουτί της Π ανδώ ρα ς της. Γ εμάτος από κομπάζουσα υπε­ ρηφάνεια ο Ν εοϋρκέζος σ καρφάλωσε εδώ πάνω και είδε με κα τά­ πληξη και τρόμο αυτό που δεν είχε π οτέ υποπτευθεί, ότι η πόλη δεν ήταν η ατέλειωτη διαδοχή φαραγγιών που είχε υποθέσει, αλλά είχε όρια - από το υψηλότερο οικοδόμημα είδε για πρώτη φορά ότι έ­ σβηνε προς την εξοχή α π ’ όλες τις πλευρές, σε μια απεραντοσύνη πράσινου και γαλανού που μόνον αυτή ήταν απεριόριστη...

1

εν το νιώθω όπω ς σ’ ένα μιούζικαλ του Μ προντγουαίι - τίπο­ τα σαν το «Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη, τί υπέροχη πόλη» - αλ­ λά η πόλη πρ α γμ ατικά με κάνει να κοιτάζω τους ανθρώπους και να βλέπω ότι είναι σχεδόν μια ολότητα. Π α ς σ’ ένα κουρείο, δεν μιλούν χαμηλόφωνα, και καθένας κα ταλαβαίνει το καθετί. Πήγα για ένα ξύρισμα. Ο άνθρωπος λέει, «χρειάζεσαι ένα κούρεμα». Λέω, «δεν νομίζω ότι το χρειάζομαι». «Λοιπόν», μου είπε, «αν δεν χρειάζεσαι κούρεμα, δεν χρειάζεσαι ούτε ξύρισμα,» και όλοι στο μαγαζί τ ’ άκουσαν αυτό κα ι όλοι ξέσπασαν στα γέλια. Γέλασα κι εγώ. Είπα, «θαυμάσια». Κάθε φορά που γνώ ριζα κάποιον στην Ευρώπη, κάποιον πραγ­ ματικά έξυπνο, είχα την εντύπωση ότι κάτι έλειπε από την εξυπνά­ δα του, εάν δεν είχε πάει ποτέ στη Νέα Υόρκη. Μ ετά γύρισα πίσω κ αι συνάντησα κάποιους ανθρώπους εδώ που διαρ κώ ς υποτιμού­ σαν τη Νέα Υόρκη. Είπα, «Αυτό που πρέπει να κάνετε για να εκτι­ μήσετε την πόλη είναι να φύγετε Τ Γ Π Γ /'ν ΐ I Π Τ Ι Υ Γ \ Γ α π ’ αυτή». Επιστρέφ οντας με το / l |J v A )r I lIv U ^ πλοίο ήταν υπέροχα - έξι το πρωί, ο ήλιος έμπαινε μέσα. Ό λ ο ι έτρεξαν να δουν το Ά γ α λ μ α τη ς Ελευθερίας σ τα αριστερά μας. Έ ­ μεινα στα δεξιά και κοίταζα την πτώση με αλεξίπτω το στο Κόνυ Ά ιλ α ν τ, και είπα, «Α, ο Α μερικανικός Π ύργος του Ά ιφ ελ». Και κοίταξα το παλιό ξενοδοχείο Χαφ Μουν, εκεί που ήταν κάποτε· η Νέα Υόρκη είναι καλό μέρος για ένα ποιητή, γιατί είναι πρώ της κατηγορίας και ένας ποιητής είναι πρώ της κα τηγορίας. Είναι υπέ­ ροχο να έχεις γεννηθεί ποιητής στη μεγαλύτερη χώ ρα του κόσμου, και το να έχεις γεννηθεί ποιητής στη σπουδαιότερη πόλη της μεγα­ λύτερης χώ ρ ας του κόσμου είναι η μεγαλύτερη ευλογία.

Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ

μου πόλη

Δ

Απόδοση: Χίλντα Παπαγεωργίου

Γκρέγκορι Κόρσο

Νέα Υόρκη, βορράς


54/αφιερωμα

Οι μ ε γ ά λ ο ι σ υ γ γ ρ α φ ε ίς της λ ε γ ά μ ε ν η ς « επ οχή ς του α μ ερικα νικού μ υθισ τορή μ α ­ τος» δ ε ν έ ρ χ ο ντ α ι απ ό τη Νέα Υόρκη. Ίσω ς είνα ι μ ό νο ο Τζον ντ ο ς Π άσος π ου κατάφ ε ρ ε να γρ ά ψ ει κάτι τόσ ο π υκνό γ ι ’ αυτή τη ν πόλη , όσ ο το «Μ ανχάταν Τράνσφερ». Α ν κι οι ή ρω ες του Τζ. Ντ. Σ ά λ ιν τζερ α νή κ ο υν στη Ν έα Υόρκη, α ν κι ο «Δ εσ π οινίς Μ ο­ να χικ ές Κ αρδιές» του Ν α θά νιελ Γ ο υ έσ τ α π ο τ ε λ ε ί το ν συνα ισ θη μ ατικό παρία της μ ε ­ γ α λ ο ύ π ο λ η ς στη δεκα ετία του ’30, η Ν έα Υόρκη μ οιά ζει να μ η ν π α γ ιδ εύ ετα ι στις λ έ ­ ξεις: να π α ρουσ ιά ζετα ι αποσπα σμα τική και φαντασματική. Ό π ω ς υ π ά ρ χ ει το Παρίσι του Μ παλζάκ και το Παρίσι του Ζ ολά, το Π αρίσι του Ζ υλ Ρομ αίν κι εκ είνο του Ζιροντού, έτσ ι υπ ά ρ χ ει κι η Νέα Υόρκη του Χ ένρι Τζέιμς, της Ίντιθ Γ ουόρ τον, του Ά λ φ ρ ε ν τ Χ έιζκ α ι του Χ έρ μ π ερ τ Γκολντ. Α λ λ ά πιο π ο λ ύ υ π ά ρ χ ει η Ν έα Υόρκη σ ε φ έτες: το Χάρλ ε μ του Τ σ έσ τερ Χ άιμς κι η εβρ α ϊκή της π λευρ ά , π ο υ π ερ ιγ ρ ά φ ετα ι σ τ ο ν Φ ίλιπ Ροθ και το ν Μ π έρνα ρντ Μ άλαμουντ. Κι ακόμα η γ ειτ ο νιά του Μ π ρόντγουεϊ, όπ ω ς φα ίνετα ι σ το «Μ π ρόντγουεϊ, το χω ρ ιό μου» του Ν τέιμ ον Ράνιον. Π α ρ ’ ό λ ’ αυτά, οι σ υ γ γ ρ α φ ε ίς π έρ α σ α ν απ ό τη Ν έα Υόρκη - ανα π όφ ευκτα : εδώ , ο Ο υίλιαμ Κ όουλ έκ α ν ε μια ε π ιλ ο ­ γή α π ό σ χό λ ια σ χετικά μ ε το Μ εγ ά λο Μ ήλο π ου π ερ ιλα μ β ά νο ν τα ι σ το β ιβ λ ίο του «N ew York - a Literary C om panion», εκδ. P u sh cart P ress. ^ ^ Ξέρετε, πιστεύω ότι όταν ένα ς Α μερικανός μείνει για πολύ καιρό μακριά α π ’ τη Νέα Υόρκη κά τι παθαίνει. Ί σ ω ς γίνεται λίγο επαρ ­ χιώ της, λίγο νεκ ρός κα ι φοβισμένος. Σέργουντ Άντερσον

Ά φ ο β α πα ραδέχομαι ότι η Νέα Υόρκη είναι η πιο σπουδαία πόλη στη γη του Θεού. Α ρκεί να την κοιτάξετε από ψηλά, από τον ποταμό, από το άγαλμα του Π ατέρα Ντάφι. Η Νέα Υόρκη εύκολα

^ Ν^α ε^ναι Π μεγαλύτερη συλλογή χωριών στον κόσμο, Άλιστερ Κουκ


αφιερωμα/55 αναγνω ρίζεται ω ς η σπουδαιότερη πόλη στον κόσμο, δείτε την με κάθε τρόπο και με όλους τους τρόπους - από πίσω, από μπροστά και άπό το πλάι. Μπρένταν Μπήαν

Πιστεύω ότι η Νέα Υόρκη δεν είναι το πνευματικό κέντρο της Α ­ μερικής, αλλά το επιχειρησιακό κα ι διοικητικό κέντρο του Αμερι­ κανικού πνεύματος. Σολ Μπέλοου Μ όλις προέρχομαι από νύχτα πέντε ετών, κι αυτό το όργιο των βίαιων φώτω ν μού δίνει για πρώ τη φορά την εντύπωση μιας καινού­ ριας ηπείρου. Μια τεράστια διαφήμιση της Camel, ύψους 50 πο­ διών: ένας φ αντάρος με το στόμα του ορθάνοιχτο ξεφυσά τερά­ στιες ρουφηξιές αληθινού κ απνού. Τόση κακογουσ τιά μοιάζει σ χε­ δόν απίστευτη. Αλμπέρ Καμύ (1946)

Καμιά φορά, πέρα α π ’ τους ουρανοξύστες, η κραυγή ενός ρυ­ μουλκού σε βρίσκει στην αϋπνία σου κα ι θυμάσαι ότι αυτή η έρη­ μος από σίδηρο κα ι τσιμέντο είναι ένα νησί. Αλμπέρ Καμύ

Η Νέα Υόρκη είναι η μόνη αληθινή πόλη-πόλη.

Αλμπέρ Καμύ Τρούμαν Κάποτε

Ό τ α ν κοίταξα τα φώτα του Μ πρόντγουεϊ τη νύχτα, είπα στους Α μερικανούς φίλους μου: «Τι ένδοξος κ ή π ο ς θαυμάτω ν θα ήταν αυτός, για όσους είχαν την τύχη να μην ξέρουν ανάγνω ση». Τ.Κ. Τσέστερτον

Έ μ οιαζε σ χεδόν αφόρητα απαστράπ τουσα, ασφ αλής κα ι σ τολι­ σμένη, λες κα ι πήγαινε διαρ κώ ς σε πά ρτι ομοφυλοφίλων, ενώ το Λονδίνο έμεινε α ναγκασ τικ ά στο σπίτι να κάνει το νοικοκυριό. Νόελ Κάουαρντ

Υπάρχει κά τι στον αέρα της Ν έας Υ όρκης που κάνει άχρηστο τον ύπνο. Σιμόν ντε Μποβουάρ Λ έγεται συχνά ότι η Νέα Υόρκη είναι η πόλη για τους πλούσιους κα ι τους πολύ φ τω χούς μόνο. Λ ιγότερο συχνά λέγεται ότι η Νέα Υ­ όρκη είναι επίσης, τουλά χιστον για όσους άπό μας πήγαμε εκεί α­ πό κάπου αλλού, η πόλη για τους πολύ νέους μόνο. Τζόαν Ντίντιον

Ερω τεύτηκα την πόλη, με τον τρόπο που αγ α π ά ς τον πρώ το άνδρα που σε αγγίζει ποτέ. Τζόαν Ντίντιον

Αυτό που με εντυπώσιασε τότε, ό πω ς κα ι τώ ρα σ χετικά με τη Νέα Υ όρκη..., ήταν η οξεία κα ι σ υγχρόνω ς τεράστια αντίθεση ανά­ μεσα σ τους αργόστροφους κα ι τους κα πάτσ ο υς, τους ισχυρούς και τους αδύναμους, τους πλούσιους κα ι τους φτω χούς, τους σοφούς


56/αφιερωμα και τους α δαείς... οι ισχυροί, ή αυτοί που τελικά κυριαρχούσαν, ή­ ταν τόσο πολύ ισχυροί, και οι αδύναμοι τόσο, μα τόσο αδύναμοι - και τόσο, μα τόσο πολυάριθμοι. Θίοντορ Ντράιζερ

Και τότε, στη διασταύρωση, είδα σοκαρισμένος ένα μαύρο τρο­ χονόμο - και υπήρχαν λευκοί οδηγοί που υπάκουαν στα νοήματά του σαν να ήταν το πιο φυσικό πράγμα στον κόσ μο... Αυτό ήταν λοιπόν το Χάρλεμ. Ραρφ Έλισον (Φτάνοντας απ’ το Νότο)

Θα σας δείξω την αληθινή Νέα Υόρκη - πνευματώδης, κομψή και διεθνής - όπω ς κάθε μητρόπολη. Π είτε μου - πού στην Ευ­ ρώπη μπορείς να βρεις την παλιά Ο υγγαρία, την παλιά Ρωσία, την παλιά Γαλλία, την παλιά Ιταλία; Στην Ευρώπη προσπαθείτε να α­ ντιγράψετε την Α μερική, είστε σχεδόν Α μερικανοί. Εδώ όμω ς θα βρείτε Ευρωπαίους που μετανάστευσαν πριν από εκατό χρόνια και δεν τους έχουμε χαλάσει. Oh, Dio! Π ρέπει να δείτε γιατί αγα­ πώ τη Νέα Υόρκη. Επειδή όλος ο κόσ μος βρίσκεται στη Νέα Υόρκη.

Θίοντορ Ντράιζερ

Οριάνα Φαλάτσι

Κουβαλάω αυτή την πόλη σ ’ όλο τον κόσμο μες την καρδιά μου, όμως, καμιά φορά, προσπαθώ να την πετάξω από πάνω μου μες τα όνειρά μου.

Είναι μια πόλη στην οποία έρχεσαι μόνο για λίγο καιρό.

Φ. Σκοτ Φιτζέρλαντ Έρνεστ Χέμινγουεϊ

Υπάχει κά τι το ερωτικό στον τρόπο που, εμείς α π ’ το Μ ανχάταν, βλέπουμε το Μ προύκλιν. Το Μ προνξ μπορεί να προκαλέσει χάχανα. Το Κουίνς ίσως μας κάνει να χασμουριόμαστε και το Χάρλεμ να μας βάζει να χορεύουμε ξέφρενα. Ό μ ω ς το Μ προύκλιν μας αγγίζει στην ίδια μας τη λίμπιντο. Έ ν α α π ’ τα αναρίθμητα γκράφιτι, που προχειρογράφουν τα ζευγάρια που βολτάρουν στη γέφυρα του Μ προύκλιν, θα ’πρεπε να ’ναι φωτεινό και να λέει: «Το Μ ανχάταν αγαπάει το Μ προύκλιν». Έλεν Χέιζ και Ανίτα Λος

Χωνευτήρι Χ άρλεμ - Χ άρλεμ του μελιού κα ι της σ οκολάτας και της κα ρα μέλας και του ρουμιού και του ξυδιού και του λεμο­ νιού και τους γλυκολέμονου και της χολής. Χ άρλεμ του σκοτεινού ονείρου που βροντά υπόκω φα σε μια σήραγγα εφιαλτική, όπου ο υ­ πόγειος α π’ το Μ προνξ συνεχίζει ω ς το κέντρο της πόλης. Λάνγκστον Χιούζ

Θ υμάμαι ότι δεν εξεπλάγην ούτε καταβλήθηκα α π ’ τη Νέα Υόρ­ κη. Τη βρήκα όπω ς την περίμενα- ένα είδος απέραντης κάθετης α­ ταξίας (ο Έ ντμ ουντ Ουίλσον την αποκαλούσε ξετρελαμένη ακίνη­ τη περιουσία) τοποθετημένη πάνω σε μια τετράγωνη οριζόντια τάξη. Νίκολας Ναμπόκοφ

Κάθε φορά που η άνοιξη έρχεται στη Νέα Υόρκη, δεν αντέχω τα ίχνη της γης που τα φέρνει ο άνεμος πάνω α π ’ τον ποταμό πέρα α π ’ το Νιου Τζέρζι και νιώθω την ανάγκη να φύγω. Έ τσ ι, φεύγω. Τζακ Κέρουακ

Η Νέα Υόρκη είναι ένα ρουφηγμένο πορτοκάλι. Ραρφ Γουάλντο Έ μ ερσ ον


αφιερωμα/57 Η Νέα Υόρκη είναι, άλλωστε, επιχειρησιακός χώρος· δεν είναι κατασκευασμένη για να κατοικηθεί. Ουίνταμ Λούις

Μέρος του επερχόμενου θανάτου (της Ν έας Υόρκης κα τά τη διάρκεια της τρομερής της οικονομικής κρίσης) είναι ότι κανείς μας δεν μπορεί να το πιστέψει. Είμασταν πάντα η καλύτερη και ι­ σχυρότερη πόλη, κι ο λαός μας έσφυζε από ζωή. Ρ ίξ’ τους κάτω· οχτώ φορές και θα σηκωθούν μ’ αυτό το ύφος που δηλώνει ότι ο αγώνας μόλις που άρχισε. Νόρμαν Μέιλερ

Μία σκέψη έχω: να ξεφύγω α π ’ τη Νέα Υόρκη, για να βιώσω κά­ τι γνήσια αμερικάνικο. Χένρι Μίλερ

Η Νέα Υόρκη έχει μια βίαιη ζω τικότητα που σε οδηγεί στην πα­ ραφροσύνη και την ταραχή αν δεν έχεις κάποιο εσω τερικό σταθε­ ροποιητή.

Νόρμαν Μέηλερ

Χένρι Μίλερ

Γενικά είναι μια πόλη εξω πραγματική, που μεγαλώνει, πλημμυ­ ρισμένη, αστραφτερή, πιεστική, φλύαρη, καλοπροαίρετη, κοσμο­ πολίτικη, και ίσως κατά κάποιον τρόπο η καλύτερη απομίμηση του Παρισιού (με μεγάλη δική της αυθεντικότητα).

Θα ’ναι σπουδαία πόλη αν ποτέ καταφέρουν να την τελειώσουν. Ο. Χένρι

Χένρι Τζέιμς

Μου λείπει η ζωική αμεριμνησία στη Νέα Υόρκη, και η ζωική ζω­ τικότητα. Δε με πειράζει το ότι δεν είχε νόημα ή βάθος. Αναΐς Νιν

Στο ντύσιμο, τις συνήθειες, τους τρόπους, τον επαρχιω τισμό, την καθημερινότητα και τη στενότητα, απέκτησε αυτή τη γοητευ­ τική αυθάδεια, την εκνευριστική πληρότητα, την εκλεπτυσμένη χοντροκοπιά, το υπερβολικό παράστημα που κάνει τον κύριο του Μ ανχάταν τόσο απολαυστικά μικρό μέσα στο μεγαλείο του. Ο. Χένρι

Π ιθανότατα πέθανε... από υπερβολική δόση σκόρδου, όπω ς τε­ λικά συμβαίνει σε όλους τους Νεο-Υορκέζους κουρείς. ΤΖ. NT. Σάλιντζερ

Υπάρχουν δύο εκατομμύρια ενδιαφέροντες άνθρωποι στη Νέα Υόρκη και μόνο εβδομήντα οχτώ στο Λος Ά ντζελες. Νηλ Σάιμον

Νέα Υόρκη, πατρίδα των ζωοτόμων του μυαλού και όσων α π ’ τους πνευματικά ζωοτομημένους μπορούν ακόμα να συναρμολογηθούν, όσων ζουν ά θικτοι, απορώ ντας κάπου-κάπου για την πνευ­ ματική τους υγεία και πατρίδα όσων το μυαλό έχει πεθάνει, φέρο­ ν τας τις ουλές της ανάσ τασης... Μύριελ Σπαρκ

Χένρι Τζέιμς


58/αφιερωμα Κάτω α π ’ αυτό τον Ή λ ιο οι άνθρωποι δε μπορούν να κάτσουν ήσυχα, να μηρυκάζουν στο δείπνο, να χαζεύουν στα γραφεία τους κα ι να ’ναι τεμπέληδες κα ι γαλήνιοι - πρέπει να ’ναι σε συνεχή κί­ νηση, να τρέχουν από μια δραστηριότητα στην άλλη, να πετάγον­ ται α π ’ τα κρεβάτια τους και να τρέχουν σ τις δουλειές τους, να ’χουν ισχνά, ανυπόμονα πρόσω πα - θέλω να πετα χτώ στο δρόμο τώρα. Γ.Μ . Θάκερεϊ (1855)

Ο Χέμινγουεϊ περιέγραψε τη λογοτεχνική Νέα Υόρκη σαν ένα μπουκάλι γεμάτο ταινίες εντέρω ν που προσπαθούν να επιβιώσουν τρώ γοντας το ένα το άλλο.

Εθνικό πά ρκο ουρανοξυστών. Κερτ Βόνεγκατ

Τζον Άπνταικ

... η πραγματική μυστική πεποίθηση του Νεο-Υορκέζου ότι όσοι ζουν οπουδήποτε αλλού θα πρέπει, κα τά κάποιον τρόπο, να α­ στειεύονται. Τζον Απνταικ

Για την Ευρώπη ήταν η Α μερική, για την Αμερική η πύλη προς τη γη. Για να πει ό μω ς κα νείς την ιστορία της Ν έας Υ όρκης θα ’πρεπε να γράψει μια κοινωνική ιστορία του κόσμου. Χ.Γ. Ουέλς

Μ πορεί να καταστρέψ ει το άτομο, ή να το ολοκληρώσει, εξαρτάτα ι κ α τά πολύ α π ’ την τύχη. Κανείς δε θα ’πρεπε να ’ρθει να ζήσει στη Νέα Υόρκη αν δεν είναι πρόθυμος να φανεί τυχερός. Ε.Β. Ουάιτ

Η όμορφη πόλη, η πόλη με τα γοργά νερά που λαμπυρίζουν! Η πόλη των οβελίσκω ν και των καταρτιών! Η Πόλη φωλιασμένη σε όρμους! Η δική μου η πόλη! Η πόλη τέτοιων γυναικών, είμαι τρε­ λός γ ι’ αυτές! Θα επιστρέφω α π ’ το θάνατο για να ’μαι μαζί τους! Η πόλη τέτοιω ν νέων αντρών, τ ’ ορκίζομαι δεν μπορώ να ζήσω ευ­ τυχισμένος αν δεν μιλήσω, περπατήσω , φάω, πιω, κοιμηθώ μαζί τους συχνά! Ουόλτ Γουίτμαν

Χ αίρεται κανείς να επιστρέφει στο γκρίζο νεο-υορκέζικο αέρα, τα ψυχρά πρόσω πα, τα άχρω μα κτίρια. Εντμουντ Ουίλσον Ουόλτ Γουίτμαν

Α νήκεις ακαριαία στη Νέα Υόρκη, της ανήκεις εξίσου μέσα σε πέντε λεπτά ή σε πέντε χρόνια. Τόμας Γουλφ

Δεν υπάρχει άλλος τέτοιος τό π ο ς, τό π ο ς με ίχνος α π ’ τη δόξα, την περηφάνεια κα ι την αγαλλίασή της. Α πλώνει το χέρι της πάνω στα σ πλάχνα σου· μεθάς από έκσταση· γίνεσαι νέος κα ι γεμάτος δόξα, νιώθεις ότι δε γίνεται να πεθάνεις ποτέ. Τόμας Γουλφ

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Κονταξάκη


Μ ά ικ λ Π ά ι

«Το παράδοξο της Ν έας Υόρκης συνίσταται στο ότι είναι φωτεινή και πλανεύτρα, γεμάτη λάμψη και όμορφα πράγματα, κι ωστόσο σφύζει δυ­ σάρεστα από ιδέες. Θέματα όπω ς ο π λούτος, η ταυτότητα, η ελευθερία και η δημοκρατία δεν είναι γενικότητες, είναι αυτά με τα οποία πρέπει να μάθεις να επιβιώ νεις».

N ew Y o rk , N ew Y o rk Αυτές οι φράσεις καθώς και η παρακάτω ιστορία είναι παρμένες από μια καινούρια βιογραφία μιας πόλης που διαμόρφωσε την αντίληψή μας για τη ζωή στη μητρόπολη. Οι άνθρωποι της σήραγγας άνω α π ’ το υψωμένο πεζοδρόμιο κοιτάζω κά τω μέσα σ το υγρό, σ κονισμένο σ κο τάδι. 29η οδός, 60ή λεω φόρος, ένα α λ λό κ ο το τετρ άγω ­ νο στο Μ ανχάταν γεμ άτο κο ρ εά τικα μαγαζιά κι ερ γαστήρια ρούχω ν, ώ ρα 01.00 το πρω ί. Τα φώτα του δρόμου κάνουν τη βροχή να φ αίνεται σ αν ά­ σπρη ομίχλη. Κι αυτό δεν είναι π α ρ ά μο νάχα μια εικόνα. Η μυθική Ν έα Υ όρκη είναι ένα θαύμα: λαμπερή μαζί κ α ι δυσοίωνη. Ζωντανεύει την ι­ στορία τη ς πόλ ης κα ι την κά νει διαφ ορετική από άλ λα λιμάνια, άλ λες μ ητροπόλεις, άλ λα πο λιτι­ σ τικά κέντρα, μο νάχα αυτή η πόλη μπορεί να ’ναι συναισθηματική κ α το ικ ία όσο κα ι τό π ο ς.

Π

Ό μ ω ς μπορεί να σε πα ραπλανήσει. Ό τ α ν βγαί­ νεις στο δρόμ ο όλα αυτά ξεχνιούνται. Ο λ οχία ς Στηβ Κ λάμπα τσεν κατεβαίνει πρώ ­ το ς. Ε ίμα στε έξι άντρ ες που συναντιούνται ανά­ μεσα σ τις φωτεινές δέσ μες τω ν φ ακώ ν μ ας, γλι­ σ τρ ώ ντα ς πά νω στη μεταλλική σ κ ά λ α που οδη­ γεί σε τσ ιμεντένια σ κ α λ ο π ά τια κά τω α π ’ τη γη. Η μαύρη κ α π ν ιά σ κεπάζει τους τοίχους, τις κου πα­ στές τη ς σ κ ά λ α ς, κα πν ιά που κα τα λα βα ίνεις μό­ νο ό ταν ξαναγυρ νάς στο φ ω ς κα ι βλέπεις ότι τα χέρια σου έχουν πιάσει μαύρη κρούστα κα ι βρομάνε. Τ ο νερό σ τάζει κ α ι πλημμυρίζει κ α ι κά νει τη σ κ ά λ α να γλιστράει. Ο αέρ ας είναι μουχλιασμέ­ νο ς. Α πό κά τω μ α ς περνάει ένα τρένο κα ι δη­


60/αφιερωμα μιουργεί ρεύμα. Ο κατάμαυ ρ ο ς αέρας μάς έρχε­ ται ύπουλα ζω ντανός, γεμάτος καπνιά, νερό και σκουπίδια. «Π ροσέχτε τις σύριγγες», φωνάζει ο Στηβ. Οι σ κάλες δ ιακλαδώ νονται σε σ τενούς, υγρούς και σκοτεινούς διαδρόμους. Ο Ρ οντρίγκεζ παίρ­ νει τη σ κάλα που οδηγεί κάτω· δεν υπάρχει κ α ­ νείς εκεί. Ο Κ λάμπατσεν πηγαίνει σ τις ράγες. Έ ­ νας μεγάλος αρουραίος διακρίνεται να περνάει μέσα α π ’ το φως. Στον τοίχο είναι γραμμένο με κιμωλία «Ο Τσάρλι βρίσκεται απέναντι α π ’ τις ράγες κα ι πάνω ». Ά ρ α κά πο ιο ς είναι εδώ. Ακολουθεί σύντομη συζήτηση: «Θα μπορούσα­ με να κατέβουμε και να περάσουμε απέναντι, αλ­ λά αν βρίσκαμε κάποιον, δε θα μπορούσαμε σε καμιά περίπτωση να τον ξαναφέρουμε πίσω α π ’ τις ράγες»: Θα ήταν πολύ ριψοκίνδυνο. Εξάλλου οι ράγες είναι ζω ντανές: όχι μόνο τα 600 βολτ η­ λεκτρισμού της τρίτης γραμμής, αλλά επίσης το σύστημα από διακό π τες που στέλνει τα τρένα α π ’ τη μια γραμμή στην άλλη, τεράστιοι ατσ άλι­ νοι στύλοι που μετακινούνται ξαφ νικά κα ι χω ρίς προειδοποίηση. «Είναι ο μεγαλύτερος φόβος μου», λέει ο Στηβ, «μετακινούνται με τέτοια δύναμη που μπορούν να σου τσακίσουν το πόδι. Είναι σαν να περ π α­ τά ς σε ναρκοπέδιο». Έ ν α ς κουρασμένος μηχα­ νοδηγός δεν μπορεί να σ ταματήσει ακ αριαία ένα τρένο μήκους 75 ποδιών αν εντοπίσει έναν άν­ θρωπο στη γραμμή, αν καταφ έρει δηλαδή να σε εντοπίσει ανάμεσα α π ’ τις τυφλές γωνίες του συ­ σ τήματος. Α νάμεσα σ τις διαφορετικές γραμμές υπάρχουν κενά ύψους 8-10 ποδιών, ανάμεσα σ τις παράλληλες γρ αμμές υπάρχουν λά κ κ ο ι γεμάτοι χαλίκια, συχνά δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου χώ ­ ρος ανάμεσα α π ’ τους τοίχους για να περνάνε τα τρένα. Κάθε χρόνο 5 ή 6 άστεγοι πεθαίνουν εδώ κάτω· κ ι είναι αξιοσημείω το το ότι οι θ άνατοι εί­ ναι τόσο λίγοι. Συμφωνήσαμε να γυρίσουμε πίσω κα ι να δοκιμάσουμε την είσοδο που βρισκόταν α­ πέναντι α π ’ το δρόμο. Το άλλο πεζοδρόμιο ανοι­ γόταν στο φως. Έ ν α φανελένιο πουκάμισο κα ι τ ’ απομεινάρια ενός κουρελιασμένου υφάσματος κρέμονται α π ’ τα σύρματα. Υπάρχουν ίχνη από σβω λιασμένο χα ρ τί και πλασ τικό , κο μ μάτια βι­ βλίων, μια στίβα παλιώ ν Κ οσμ ο πό λιταν, σ χισμέ­ να και σ κορπισμένα ρούχα σαν συγκομιδή σκουπιδιών που περιμένει να σαπίσει. Οι ράγες οδηγούν όλο και πιο κά τω , από την τάξη στο χά ο ς, όμως οι κά τοικοι έχουν ήδη φύ­ γει. Στην επιφάνεια οι αστυνομικοί είναι ανήσυ­ χοι. Έ ν α ς άντρ ας κάθεται μονάχος μπροστά α­ πό μια είσοδο του σταθμού κα πνίζο ντας κ α ι κ ά ­ νει μια σκεφτική χειρονομία καθώ ς απομακρύνε­ ται. «Αυτός είναι, πάω στοίχημα», λέει ο Κ λά­ μπατσεν. Π ριν από τρεις ή τέσσερις μήνες, είχε κατέβει από μια τέτοια είσοδο στη συμβολή των οδών Ντιλάνσεϊ κα ι Φόρσαϊθ. «Β ρήκαμε μπρο­

στά μας όλα εκείνα τα σύρματα», λέει, «ήξερα πω ς η θέση τους δεν ή ταν εκεί. Σκέφτηκα μήπως ήταν βόμβες και πα γίδες. Π εράσαμε ανάμεσά τους κα ι α νακα λύψ αμε ότι κ α ι η ίδια η πύλη ή ταν κλεισμένη με σύρματα. Ακολουθήσαμε τα σύρ­ ματα περίπου πέντε π α τώ ματα πιο κάτω . Ακούγαμε κόσμο να μιλάει σχεδόν 250 γιάρδες μέσα στη σήραγγα. Π οτέ δεν ξέρεις τί πρόκειται να βρεις ή ποιον πρόκ ειται να βρεις». Ξ αφνικά δείχνει να τον α πασχολεί το γεγονός ότι δεν θα ’πρεπε κα νείς να νομίζει ότι οι άστεγοι είναι βίαιοι. Στον Κ λάμπατσεν είχαν επιτεθεί μό­ νο μια φορά όταν ακόμα υπηρετούσε κι ήταν κ ά ­ ποιος που κάθε άλλο παρά άσ τεγος ήταν κι εμ­ φανίστηκε από πίσω από μια κολώ να του σταθ­ μού κ ρ ατώ ντας μια τσ ιμπίδα πάγου. «Μ πορεί να κλέβουν ο ένας τον άλλο», λέει, «αλλά είναι μό­ νο μεταξύ τους. Ό μ ω ς τις γ υναίκες τους συμβαί­ νει να τις βιάζουν. Κάποτε κάποιοι περαστικοί έ­ βαλαν φωτιά σ ’ έναν άστεγο που κοιμόταν». Υ πάρχει μια παράλληλη πόλη εδώ κάτω . Στη συμβολή των οδώ ν Ντιλάνσεϊ κα ι Φόρσαϊθ οι α­ στυνομικοί βρήκαν κουρτίνες του μπάνιου να κρέμονται στη σειρά απέναντι α π ’ το διάδρομο.


αφιερωμα/61 Η εγκατάλειψη, ο φόβος, η φτώχεια, ο θάνατος: Dirty Realism

Ο Κ λάμπατσέν φώναξε ρ ω τώ ντας ποιος ήταν ε­ κεί. «Κ άποιος βγαίνει έξω, εντελώ ς φιλικά, λέ­ γο ντας: "Γ εια σου, τι κ ά νεις;” » Έ μ ενε με τον α­ δερφό του εκεί πέρα σαν να ήταν το σ πίτι τους. Μ πήκαν όλοι στο δω μάτιο τω ν ηλεκτρικώ ν ε­ γκατα στάσ εω ν. Τα είχαν όλα, τηλεόραση, φούρ­ νο, βίντεο, ψυγείο κα ι ηλεκτρική σ όμπα, στους τοίχους υπήρχαν πρίζες για τρυπάνια σε περί­ πτωση που κάποιος κατέβαινε εδώ κάτω . Είχαν νερό και φωτογραφίες στους τοίχους. Είπαν πω ς μέναν εκεί για 8 μήνες. Δεν μπορούσα να πιστέ­ ψω το πόσο φιλικοί ήταν. Ρ ώ τησα πώ ς έφεραν τα πρ ά γμ ατα εκεί κα ι απ άντησαν πω ς τα χα ν σύρει ανάμεσα α π ’ τις ράγες από το σταθμό, στρίβο­ ν τα ς σ το τέλο<^ της σιδηρογραμμής D. Είπαν πω ς εκείνοι μπορούσαν ν’ ακούσουν πότε ερχόταν τρένο, αλλά πω ς κά ποιος άλλος δεν θα μπορού­ σε. Θα το άκουγε, αλλά δεν θα ήξερε αν ερχόταν α π ’ τα βόρεια ή τα νότια, α π ’ τα ανατολικά ή τα δυτικά. Οι αστυνομικοί που πηγαίνουν κάτω σ τις ρά­ γες εξακολουθούν να είναι μπάτσοι, γνώ στες του ότι το καθήκον τους είναι να καθαρίσουν την πε­ ριοχή α π ’ αυτό το βραχνά, αλλά είναι κι ένα εί­ δο ς κοινωνικών λειτουργών. Στην αρχή μιλάνε καλω συνάτα, μετά αγριεύουν. «Συνήθιζα να πι­ στεύω ότι οι άστεγοι είναι αλήτες, και μόνο αλή­ τες», λέει ο Στηβ Κλάμπατσέν. Τώρα ξέρει ότι


62!αφιέρωμα αλληλοϋποστηρίζονται, πηγαίνουν στα ίδια μέρη την ίδια ώρα, τρώνε μαζί, συμφωνούν ότι μπορεί να υπάρξει ολιγόωρη συσκότιση στο 24ωρο της ηλεκτροφώ τισης. Συνήθως οι ομάδες είναι περί­ που της ίδιας η λικία ς. Στην 181 οδό κατοικούν μαύροι κα ι Ισπανοί, πό τες, που ζουν στο πίσω μέρος του σταθμού, το χειμώ να ανάβουν φωτιές για να ζεσταθούν, όταν έρχονται οι αστυνομικοί «πετάνε μπουκάλια κα ι κα ρέκλες. Α ισθάνονται ότι τους διώχνουν α π ’ το σ πίτι τους». Στη λεωφό­ ρο Φ όρεστ, στα σύνορα Μ προύκλιν και Κουίνς, λευκοί μέθυσοι, άντρες κα ι γυναίκες, μαζεύονται α κ όμα κα ι το χειμώ να σ τις εξω τερικές απάνω α­ ποβάθρες. Στη συμβολή τω ν οδώ ν Μ πρόντγουεϊΛ αφαγιέτ υπάρχει μια εσοχή μήκους 8 ποδιών περίπου στον τοίχο τη ς σήραγγας κα ι υπάρχουν άνθρωποι που κοιμούνται εκεί, σ ’ ένα άνοιγμα ό­ χι περισσότερο από δύο ίντσ ες πλατύ. Το πέρα­ σμα ενός γρήγορου τρένου μπορεί να τους πα ρ α­ σύρει σαν ρουφήχτρα πρ ο ς τις γραμμές. Στην 57η οδό, στη γραμμή της 6ης λεωφόρου, υπάρχει μια μεγάλη, άνετη σήραγγα που δεν οδη­ γεί πουθενά- ανάμεσα σ τις γρ αμμές κ α ι τα περιτ­ τώ μ ατα τω ν ποντικιώ ν υπάρχουν σ τρώ ματα, πα ­ λιά μπουκάλια κό κ α-κό λα κι ένα σχισμένο δια­ φημιστικό φυλλάδιο για μια γραμμή βοήθειας για το έιτζ. Στην οδό Τ σά μπερς το καλοπροαίρετο τοπικό παράρτημα των φ αστ-φουντάδικων Ρόι Ρότζερς συνήθιζε ν ’ αφήνει ένα πα κέτο με κοτόπουλο δί­ πλα σε κάθε κοιμισμένο της αποβά θρας, μέχρι που οι αστυνομικοί αναγκάσ τηκα ν να υποδεί­ ξουν ότι η καλοσύνη έκανε το σταθμό να γεμίζει. Στη Δεύτερη Λεωφόρο, στη γραμμή F, κοιμό­ ντουσαν περίπου 80 με 90 άτομα, ύστερα έμαθαν πω ς οι αστυνομικοί έρχονταν τις Τ ρίτες κα ι κοι­ μόντουσαν εκεί τις υπόλοιπες μέρες της εβδομά­ δα ς. Τώρα τους έχουν διώξει κι α π οδείχτηκε πω ς ένας κενός χώ ρος είναι πά ντα χρήσιμος: οι πόρ­ νες παίρνουν τους πελάτες τους εκεί που κά ποτε κοιμόντουσαν οι άστεγοι. Σ τις μέρες, μας οι ατυνομικοί δεν προσπαθούν ν ’ αδειάσουν τους σ ταθμούς- κινούνται μόνο ό ταν υπάρχουν πα ρ ά­ πονα. Ξέρουν πω ς το μόνο που κάνουν είναι να μεταφέρουν το πρόβλημα αλλού, ό μω ς ό ταν έρ­ χονται με λεωφορεία για να πάρουν τους ανθρώ­ πους στα άσυλα, εκεί που έχει φ αί κα ι νερό και κοινωνικούς λειτουργούς που θα τους βοηθή­ σουν, έχουν την ελπίδα πω ς μπορούν να σώσουν κάποιον, έστω κα ι για ένα βράδυ. Η αλήθεια είναι πω ς όποτε ο χειμώ νας είναι ά­ σχημος, άντρες κα ι γυναίκες χτυπάνε τις πόρτες των λεωφορείων, εκλιπαρούν για μια στέγη κι έ­ να κρεβάτι, όμως, συνήθως τα άσυλα της πόλης τρομοκρατούν αυτούς που περισσότερο τα χρειά­ ζονται. Φ οβούνται το κρ ακ , τις συμμορίες που διαχει­ ρίζονται τα κτίρια σαν ξενοδοχεία, «υπάρχουν

φήμες ότι πρέπει να πληρώσεις για ένα κρεβάτι, να πληρώσεις τις κλίκες». Οι άνθρωποι κοιμού­ νται με τα πα πούτσια τους για να μην τους τα κλέψουν, κοιμούνται με το φόβο ότι θα τους ξε­ σχίσουν τις τσ έπ ες με ξυράφι. Α π ’ όταν η αστυνομία ξεκίνησε την προσπάθειά της να δουλέψει με τους άστεγους το 1982, έχει κάνει 42.000 επαφ ές, ενώ 3 στους 5 συμφω­ νούσαν να πάνε στα άσυλα. Το 1988 το ποσοστό είχε πέσει σε 2 στους 5 κα ι στο πρώ το μισό του 1989 σε 3 στους 10. Δεν είναι ασυνήθιστο να βρει κανείς άτομα που να δουλεύουν ω ς σω ματοφ ύλακες, αλλά που εί­ ναι υποαμειβόμενοι κα ι δεν μπορούν να βρουν την προκαταβολή και τις εγγυήσεις για ένα μέρος να μείνουν, να κοιμούνται στην αποβάθρα μέσα σε χαρτόκουτα. Ο Κ λάμπατσεν βρήκε ένα νεαρό 21 έτους στο Κόνεϋ Ά ιλ α ν τ που είχε χάσ ει το σ πίτι του όταν πέθανε η γιαγιά του· ήταν αρ κετά καλοντυμένος κα ι δούλευε στην ασφάλεια, αλλά είχε μόνο 500 δολάρια κα ι χρειαζόταν ακόμα 250 για να μπορέ­ σει να μείνει κάπου. Είχε δουλειά, άρα δεν μπο­ ρούσε να πάρει λεφτά α π ’ την Π ρόνοια: έτσι κι αλλιώ ς η στέγη είναι απαραίτητη για να πάρεις λεφτά α π ’ την Πρόνοια; πα ρόλο που τα λεφτά εί­ ναι απαραίτητα για να βρεις μια στέγη. Έ ν α παι­ δί που ζούσε τον περισσότερο καιρό από την κοι­ νωνική ασφάλιση τη ς γιαγιάς του δεν έχει πιστω ­ τικ ές κά ρτες, δεν είχε πίστω ση ποτέ του. Οι άνθρωποι που μας φυλάνε βρίσκονται κι αυ­ τοί μέσα σ τις σήραγγες. Ο πουδήποτε αλλού η ζωή μπορεί να οργανωθεί με τέτοιο τρόπο που να μη φαίνεται πόσο εύθραυστη είναι· στη Νέα Υόρκη ο εκτρ οχια σμός είναι εμφανής. Ο Κ λάμπα­ τσεν είχε βρει ένα αντρόγυνο που δεν ήθελε να πάει σ το άσυλο. «Ξέρουμε», έλεγαν, «ότι θα πρέ­ πει να μας χωρίσετε». Ο άντρ ας είχε κάνει δύο χρόνια στο Π ανεπιστήμιο της Ν έας Υ όρκης, η γυναίκα ένα χρόνο στο κολέγιο. Το διαμέρισμά τους έπιασε φωτιά, ο άντρ ας έπαθε πνευμονία κι οι ζωές τους διαλύθηκαν. Ο άντρ ας ζύγιζε 180 λί­ βρες κα ι κατέβηκε σ τις 95. «Α υτός ο τύπος ήταν πολύ έξυπνος. Δεν κα ταλά βα ινα γιατί δεν μπο­ ρούσε να βρει δουλειά αλλά μετά μου είπε: δεν υ­ πά ρχει άλλο μέρος που να μπορεί να μείνει η γυ­ ναίκα μου. Δεν μπορώ να την αφήσω μόνη της εδώ». Το υπνωτήριο της σ ήραγγας ξυπνάει. Έ ν α νεα­ ρό μαύρο κορίτσι τεντώνεται πάνω σ’ ένα νεαρό λευκό αγόρι· από κάτω τους ένα παλιό κάλυμμα κρεβατιού και β αλίτσες για μαξιλάρια, από πάνω τους άλλο ένα κάλυμμα, λαμπερό χρυσάφι νάι­ λον. Στην άκρη του κρεβατιού τους μέσα σ ’ ένα κύπελο της κόκ α-κόλα καίει λιβάνι. Μ άλλον θα φαντάζονται π ω ς βρίσκονται σ ’ ένα φτηνό μοτέλ. Α πόδοση: Μυρτώ Ρηγοπούλου


αφιερωμα/63

Β άσω Κ ο υ μ π α ρ ά κ η

Ε νδεικτική βιβλιογραφία Σύλβια Πλαθ: Ο Γυάλινος Κώδων (εκδ. Αίολος, 1984, μτφ. Γιάννα Νικολίτσα). Τομ Κάρσον: Κακές παρέες (εκδ. Απόπειρα, 1991, μτφ. Κατερίνα Ρεμούνδου). Ουίλιαμ Μπάροουζ: Τ ζά νκυ (εκδ. Απόπειρα, 1983, μτφ. Νίκος Πρατσίνης και Ντίνα Σώτηρα). Πέτερ Χάντκε: Σύντομο γράμμα για έ να ν μεγά λο απο­ χαιρετισμό (εκδ. Ά γρα, 1989, μτφ. Μαρία Αγγελίδου). Τομ Γουλφ: Στο βω μό της ματαιοδοξίας (εκδ. Ακουάριους, 1989, μτφ. Λίνα Σταματιάδη). Μπετ Αν Μόσκοβιτς: Μ ετά τον Μ π άρνεϊ (ε κδ. Μπελ, 1990, μτφ. Αλέκος Μανωλίδης). Γουίλιαμ Μπόιντ: Έ νας Ά γ γ λ ο ς Κ ά ουμπ οϊ στη Νέα Υόρκη (εκδ. Ακουάριους, 1989, Ράνια και Γιώργος Τζώρτζης). Κένεθ Λίπερ: Γουόλ Στρητ (εκδ. Μπελ, 1988, μτφ. Γιώργος Μπαρουξής). Νταίηβιντ Λήβιτ: Η χαμένη γλώ σσα των γερανώ ν (ε κδ. Ακουάριους, 1988, μτφ. Γιάννης Τζώρτζης). Πολ Όστερ: Γυάλινη Π όλη (εκδ. Ζαχαρόπουλος, 1992, μτφ. Σάρα Μπενβενίστε). Πολ Όστερ: Φαντάσματα (εκδ. Ζαχαρόπουλος, 1992, μτφ. Σάρα Μπενβενίστε). Τζαίυ Μακ Ίνερντ: Η Ιστορία της Ζωής μου (εκδ. Α­ κουάριους, 1990, μτφ. Στ. Κωνσταντινέα). Τζέιν Μπόουλς: Δ ύο σοβαρές κυρίες (εκδ. Απόπειρα, 1990, μτφ. Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλη). Τζ. Ντ. Σάλιντζερ: Ψηλά σηκώ στε τη σκεπή (εκδ. γράμματα, 1982, μτφ. Σεραφείμ Βελέντζας). Λίζα Άλθερ: Αμ αρτίες γονέων, τόμοι Α' και Β' (εκδ. γράμματα, 1984, μτφ. Έφη Φρυδά). Φίλιπ Ροθ: Το β υζί (εκδ. γράμματα, 1984, μτφ. Αλεξάν­ δρα Κοντού). Τζέιμς Μπόλντουιν: Μια άλλη χώ ρα (εκδ. Οδυσσέας, 1983, μτφ. Έφη Φρυδά). Έντουαρντ Λιμόνοφ: Δήμιος γυναικώ ν (εκδ. Ακουά­ ριους, 1988, μτφ. Λίνα Σταματιάδη). Κάθριν Τέξιερ: Α γά π η σ έμ ε τρυφερά (εκδ. σέλας, 1987, μτφ. Στέλλα Κωνσταντινέα). Χιούμπερτ Σέλμπυ: Τελευταίος σταθμός Μ προύκλυν (εκδ. γράμματα, 1980, μτφ. Αλίκη Αλεξανδράκη). Τζ. Ντ. Σάλιντζερ: Φράνυ και Ζ ους (εκδ. Επίκουρος, 1983, μτφ. Κώστας Αλάτσης). Νόρμαν Μαίηλερ: Το Α μ ερικά νικ ο Ό ν ειρ ο (εκδ. Πλειάς, 1982, μτφ. Βασίλης Καζαντζής). Τζαίυ Μακ Ίνερντ: Φώτα ολόφω να πόλη μεγάλη (εκδ. Ακουάριους, 1988, μτφ. Γιώργος Μπλάνας). Κουρτ Βόνεγκατ: Σ λάπ στικ (εκδ. Παραπέντε, 1992, μτφ. Μαρίνα Λώμη). Μπέτυ Σμιθ: Ένα δέντρο μεγαλώ νει στο Μ προύκλυν (εκδ. Δαρεμά, 1965, μτφ. Στέλλα Βουρδουμπά). Μπέρναρντ Μάλαμουντ: Ε νοικιοστάσιο (εκδ. Βίπερ, 1971, μτφ. Τάκη Καλφόπουλου). Τόμας Γουλφ: Γύρνα σπίτι ά γγελέ μου (εκδ. Καραβία, 1969, μτφ. Κ. Πολίτη).

Η άλλη πλευρά: οι Fisher Kings...

Χάρολντ Ρόμπινς: Π αρ κ Ά β εν ιο υ 79 (εκδ. Κάκτος, 1982, μτφ. Γ. Ντούμα). Ήντιθ Γουώρτον: Οι αντίζηλες (εκδ. γράμματα, 1985, μτφ. Μαρία Λαϊνά). Ελία Καζάν: Ο Α νατολίτης (εκδ. Μπελ, 1983, μτφ. Γιούρι Κοβαλένκο).. ©ήοντορ Ντράιζερ: Η αδελφή Κάρι (εκδ. Σύγχρονη Ε­ ποχή, 1987, μτφ. Έλλη Φιλοκύπρου). Τζ. Ντ. Σάλιντζερ: Ο φ ύλα κας στη σίκαλη (εκδ. Επί­ κουρος, 1977, μτφ. Τζένη Μαστοράκη). Ναθάνιελ Γουεστ: Ο δεσποινίς μο ναχικές καρδιές (εκδ. Αστέρι, 1°83, μτφ. Κρίστυ Τρίγκου). Τζων Ντος Πάσος: Τα π ο λλά λεφτά (εκδ. Οδυσσέας, 1988, μτφ. Σούλα Παπαϊωάννου). Τζων Ο’ Χάρα: Τα παράνομα της Ν έας Υόρκης (εκδ. Αστάρτη, 1987, μτφ. Ντορίνα Παπαγεωργίου). Μάριο Πούζο: Ο Νονός (εκδ. Ζάρβανος, 1972, μτφ. Βόδα Κοραή). Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι: Η δική μου ανακάλυψ η της Αμ ερική ς (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1974, μτφ. Ν. Μπέκος).

Ελληνική πεζογραφία Ηλίας Βενέζης: Αμερικανική Γη (Εστία). Θανάσης Βαλτινός: Συναξάρι Α ντρέα Κορδοπάλη (Άγρα). Ιωάννα Καρατζαφέρη: Το χαμ ένο κουμπί (Καστανιώτη). Μήτσος Κασόλας: Η άλλη Α μερική (Κέδρος). Κατερίνα Ζαρόκωστα: Τ όμεκ (Νεφέλη).


ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

Π. ΠΕΤΡΙΔΗΣ: Σκιαγραφία Ιωάννου Καποδίστρια. Α. Η ευρωπαϊκή πολιτική. Β. Η κυβερνητική πολιτι­ κή. Ν. ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ: Ο Καποδίστριας και ο πολιτικοινωνικός πλουραλισμός της εποχής του. Β. ΣΦΥΡΟΕΡΑΣ: Οι στόχοι της εκπαιδευτικής πο­ λιτικής του Καποδίστρια. Π. ΠΕΤΡΙΔΗΣ: Η εξωτε ρική πολιτική του Κυβερνήτη και η συμβολή της στην κατωχύρωση της εθνικής ανεξαρτησίας. Γ. ΚΟΝΤΟΠΠΡΓΗΣ: Κοινοτική αυτοδιοίκηση και καποδιστριακό πολιτειακό σύστημα. Γ. ΑΝΑΣΤΑ-

στο υ

ΣΙΑΔΗΣ: Σύνταγμα, νομιμότητα και κυβερνητικό σύστημα στην καποδιστριακή περίοδο. Δ. ΔΟΥ­ ΛΕΣ: Κατευθύνσεις και προοπτικές της οικονομι­ κής πολιτικής του I. Καποδίστρια. Γ. ΝΑΚΟΣ: Προ­ σπάθειες εφαρμογής της ‘«πολιτικής ενότητας» της Ελληνικής Επικράτειας επί Καποδίστρια. Σ. ΠΑΠΑΓΕΟΡΠΟΥ: Η στρατιωτική πολιτική του I. Καποδίστρια. Ν. ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ: Το σύνδρο­ μο της αυθαιρεσίας και ο Κοποδίστριας.

γ κ ο 6 ό σ τ η

Ζωοδόχου Πηγής 21 - τηλ. 3615433


ΙΙΑΒΑΖΩ επιΑογη δοκίμια σε κλα σικά θεατρολογικά θέματα t-r-v

Χ Α Ρ Α Σ Μ ΠΑΚΟΝΙΚΟΑΑ-ΓΕΩ ΡΓΟΠΟΥΑΟ Υ: Οπτικές και προοπτικές του δράματος. Αθήνα, Σελ. 200.

Χ α ρ ά Μ π α κ ο ν ικ ό λ α -Γ εω ρ γ ο π ο ύ λ ο υ δ ιδ ά σ κ ε ι σ τ ο ν ε ο σ ύ σ τ α ­ τ ο Θ εα τ ρ ο λ ο γ ικ ό Τ μ ή μ α τ η ς Φ ιλ ο σ ο φ ικ ή ς Σ χ ο λ ή ς . Μ ε τ ο ν π ιο π ά ν ω υ π ο δ η λ ω τ ικ ό κ α ι π ερ ιεκ τ ικ ό τ ίτ λ ο , π α ρ α δ ίν ει μια σ υ λ λ ο ­ γή α π ό δ ιαυγή δ ο κ ίμ ια π ά ν ω σ ε κ λ α σ ικ ά θ εα τ ρ ο λ ο γ ικ ά θ έμ α τ α , π ρ ο σ θ έ τ ο ν τ α ς τ η ν ά π ο ψ η ε ν ό ς α κ ό μ α έ γ κ υ ρ ο υ μελετη τή σ ’ αυτή τ η ν Ε π ισ τή μ η τ η ς Τ έ χ ν η ς. « Α ν τ ί εισ α γ ω γ ή ς » α ν α π τ ύ σ σ ε ι μ ε ρ ικ ές ιδ έ ες τ η ς σ χ ε τ ικ ά μ ε τ η ν ου σ ία κ α ι τ η ν εμ β έλ εια τ ο υ Θ εά τ ρ ο υ ω ς τ έ χ ν η ς . Ε ν τ ο π ίζει τ η ν ιδ ια ιτερ ό τη τα τ η ς φ ύ σ η ς τ ο υ , τ η ς τ ό σ ο σ ύ ν ­ θ ετη ς, ώ σ τ ε ν α μ π ο ρ εί ν α εν σ ω μ α τ ώ ν ει ό λ ε ς τις ά λ λ ε ς τ έ χ ν ε ς , α λ ­ λ ά σ υ ν ά μ α κ α ι τ ό σ ο λ α ϊκ ή ς . Τ ο θ έα τρ ο α ν ά τ ο υ ς α ιώ ν ες σ π ά ν ια α ­ π ευ θύ νθη κε σ ε μια ολιγ ά ρ ιθ μ η ελ ίτ , α ντ ίθ ετ α π ά ν τ α π ρ ο σ π α θ ο ύ σ ε ν α π ρ ο σ ελ κ ύ ει ό σ ο τ ο δ υ ν α τ ό ν ευ ρ ύτερ ο κ ο ιν ό , για τ ο ν α π λ ό λ ό γ ο ό τ ι α π ό α υ τ ό ε ξ α ρ τ ά τ α ι η επ ιβίω σ ή το υ. Ε π ο μ έ ν ω ς ό τ α ν οι α π ό ψ εις θ εά τρ ου κ α ι κ ο ιν ο ύ δ ιίσ τ α ν τ α ι, π ρ ό κ ειτ α ι για μια α τ υ χ ή σ υγκ υρ ία , με π ο λ λ έ ς εξ η γ ή σ εις. Δ ε σ π ό ζ ο υ σ α α ν ά μ ε σ ά τ ο υ ς , είν α ι η ε κ μ έ­ ρ ο υ ς κ ά θ ε τ έ χ ν η ς α μ φ ισ β ή τ η σ η τ ω ν κ α θ ιερ ω μ έ νω ν , η ο π ο ία είνα ι α ρ κ ετ ά φ υ σ ικ ό ν α μη γίν ετ α ι π ά ν τ α δ εκ τ ή έγ κ α ιρ α α π ό έ ν α ο ρ ισ μ έ ­ ν ο κ ο ιν ό . Ω σ τό σ ο ο κ α θ ο ρ ισ τ ικ ό ς π α ρ ά γ ω ν σ τη σ χ έ σ η τ έχ ν η ς θεω ρού είν α ι η α ισ θ ητική η δ ο ν ή κ α ι ο π ο ια δ ή π ο τ ε ιδ ε ο λ ο γικ ή επ ί­ δ ρ α σ η π α ρ α μ έν ει π α ρ α π ρ ο ϊό ν .

Η

τ ο π ρ ώ τ ο α π ό τ α τρ ία δ ο κ ίμ ια γ ια τ η ν Ε λ λη ν ικ ή Τ ρ α γω δ ία , ερ ­ μη νεύετα ι η σ τά σ η τ η ς Μ ή δ ε ια ς , ε ν ό ς α τ ό μ ο υ δ ια φ ο ρ ετ ικ ο ύ α ­ π ό τ α ά λ λ α κ α τ ά τ ο ότ ι είν α ι π ιο σ ύ ν θ ετ ο α π ό α υ τ ά . Η δ ιπ λή , π λ ή ­ ρ η ς φ ύση τ η ς , η ο π ο ία τείνει εξ ίσ ο υ π ρ ο ς τ ο σ τ ο χ α σ μ ό ό σ ο κ α ι τη δ ρ ά σ η , εκ φ ρ ά ζετ α ι μ ε σ τέ ρ ε ο κ α ι σ αφ ή λ ό γ ο , π εισ τ ικ ό τ ερ ο α π ό τ ο ν π ο λ ύ σ η μ ο α λ λ ά α σ α φ ή τ ω ν θεώ ν. Η ίδια έ χ ε ι π λή ρη επ ίγνω σ η τ η ς α ντ ίφ α σ ή ς της: α π ο φ α σ ίζε ι μ ε τ έλ ε ια επ ίγν ω σ η κ α ι ορθή σ υ λ ­ λ ο γ ισ τ ικ ή ν α υ π η ρ ετ ή σ ει τ ο εξ ώ λ ο γ ο π ά θ ο ς τ η ς για εκ δ ίκ η σ η . Η π α ιδ ο κ τ ο ν ία είν α ι δ υ ν α τ ό ν α μη ν α π ο τ ε λ εί ψ υ χ ο π α θ ο λ ο γ ικ ή ε κ δ ή ­ λω ση α λ λ ά μια α κ ρ α ία έκ φ ρ α σ η τ η ς β ο ύ λ η σ η ς γ ια δ ικ α ιο σ ύ ν η . Σ α ­ φή λ ό γ ο χ ρ η σ ιμ ο π ο ιεί κ α ι ο Π ρ ο μ η θ έα ς , π ο υ δ ια φ έρ ει α π ό τ ο υ ς υ­ π ό λ ο ιπ ο υ ς τ ρ α γ ικ ο ύ ς ή ρ ω ες , οι ο π ο ίο ι τ ιμ ω ρ ο ύ ν τα ι για τ η ν α κ ο ύ ­ σ ια π λ ά ν η τους: η π ρ ά ξ η τ ου έγ ιν ε σ υ ν ειδ η τ ά , εν γ ν ώ σ ει τ ω ν σ υ ν ε­ π ειώ ν κ α ι για τη ν α γά π η τ η ς α νθ ρ ω π ό τ η τ α ς . Η τιμω ρία του είν α ι

Σ

Sea

τρο


66/επιλογη ο υ π ο β ιβ α σ μ ό ς τ ου α π ό τη θεϊκή σ φ α ίρ α σ ε έ ν α μ ε τέ ω ρ ο χ ώ ρ ο κ α ι

χ ρ ό ν ο κ ι έ ν α α ιώ ν ιο β α σ α ν ισ τ ή ρ ιο . Ο Π ρ ο μ η θ έ α ς π α ρ α μ έ ν ε ι π ι­ σ τ ό ς σ τ ις α ρ χ ικ έ ς τ ου ε π ιλ ο γ έ ς : θ ε τ ικ ό ς α π έ ν α ν τ ι σ τ ο ν ά ν θ ρ ω π ο , σ τ ο ν ο π ο ίο χ ά ρ ισ ε τ ις π ρ ο ϋ π ο θ έ σ ε ις δ η μ ιο υ ρ γ ία ς τ ο υ π ο λ ιτ ισ μ ο ύ κ α ι α σ υ μ β ίβ α σ τ α α ρ ν η τ ικ ό ς α π έ ν α ν τ ι σ τ η ν α υ θ α ιρ εσ ία κ α ι τ η ν τυ­ ρ α ν ν ία τ ω ν ισ χ υ ρ ώ ν , α ιώ ν ιο ς υ π ε ρ α σ π ισ τ ή ς τ η ς α ν θ ρ ώ π ιν η ς α ξ ιο ­ π ρ έ π ε ια ς . ο θ έα τ ρ ο τ ου H einrich v o n K leist ε ρ ω τ ο τ ρ ο π ε ί σ υ σ τ η μ α τ ικ ά μ ε τ ο π α ρ ά δ ο ξ ο , τ ο α ν ε ξ ή γ η τ ο κ α ι τ ο π α ρ α π λ α ν η τ ικ ό . Η π ο λ υ π λ ο κ ό τ η τ α του κ ό σ μ ο υ κ α ι τ η ς π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α ς σ υ χ ν ά α π ο δ εικ ν ύ ο ν τ α ι α φ ό ρ η τ α για τ ο ν ή ρ ω α , π ο υ , μη μ π ο ρ ώ ν τ α ς ν α τ α π ρ ο ­ σ εγ γ ίσ ει μ ε τ ις ν ο η τ ικ έ ς τ ο υ δ υ ν ά μ ε ις , τ ο κ ά ν ε ι μ έ σ ω ε ν ό ς ο ν είρ ο υ , του ο π ο ίο υ τ ο α π ο κ α λ υ π τ ικ ό -π ρ ο φ η τ ικ ό π ε ρ ιε χ ό μ ε ν ο α π ο τ ε λ ε ίτ α ι α π ό σ τ ο ιχ ε ία τ η ς α λ η θ ιν ή ς τ ο υ κ α τ ά σ τ α σ η ς . Η σ χ ε δ ό ν τ υ π ικ ά ψ υ­ χ α ν α λ υ τ ικ ή α υτή σ χ έ σ η ζω ή ς κ α ι τ έ χ ν η ς , είν α ι η έκ φ ρ α σ η τ η ς π ρ ο ­

Τ

σ ω π ικ ό τ η τ α ς τ ου K leist, ο ο π ο ίο ς ο υ δ έ π ο τ ε κ α τ ό ρ θ ω σ ε ν α σ υμ φ ι­ λιω θεί ή ν α α π ο σ τ α σ ιο π ο ιη θ ε ί α π ό τ ις α ν τ ιφ ά σ ε ις τ η ς ε π ο χ ή ς του ώ σ τ ε ν α α υ τ ο σ υ γ κ ρ ο τ η θ εί κ α ι ν α ε φ α ρ μ ό σ ε ι έ ν α π λ ά ν ο ζω ή ς . Β α ­ θιά ε π η ρ ε α σ μ έ ν ο ς α π ό τ ις π ερ ί ο ν είρ ο υ θ εω ρ ίες τ ο υ φ ιλ ο σ ό φ ο υ G .H . Schubert χ ρ η σ ιμ ο π ο ιε ί σ τ α έ ρ γ α τ ο υ τ ο ό ν ειρ ο σ α ν μ έ σ ο τ η ς β α θ ύ τ ερ η ς κ α ι ο υ σ ια σ τ ικ ό τ ε ρ η ς επ ικ ο ιν ω ν ία ς τ ο υ ή ρ ω α μ ε τ η ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α . Ο G . B uchner, μια « τ ρ α γ ικ ή σ υ ν είδ η σ η τ ο υ κ α ιρ ο ύ τ ο υ » , α ν α λ ύ ε ι σ ε δ ύ ο έ ρ γ α έ ν α ν ήρ ω α κ α ι έ ν α ν α ντ ι-ή ρ ω α . Ο Ν τ α ν τ ό ν , π ρ ω τ ε ρ γ ά ­ τ η ς τ η ς Γ α λ λ ικ ή ς Ε π α ν ά σ τ α σ η ς , ά ρ α ά τ ο μ ο π ο υ ο φ είλ ει ν α π α ρ α ­ μ έ νει δ ο σ μ έ ν ο σ ε μια τυφ λ ή α π ο φ α σ ισ τ ικ ό τ η τ α κ α ι δ ρ ά σ η , δ ια βρ ώ ν ετ α ι α π ό τ ο σ τ ο χ α σ μ ό κ α ι α ρ χ ίζ ει ν α α μ φ ισ β η τ εί α ξ ίε ς π ο υ ο ­ δ η γ ο ύ ν σ τ η ν α ν ε σ τ ρ α μ μ έ ν η τ ρ ο μ ο κ ρ α τ ία . Στη σ υ ν είδ η σ η τ ω ν ά λ ­ λ ω ν τ ο π ο θ ε τ είτ α ι α υ τ ό μ α τ α σ α ν ε χ θ ρ ό ς τ ω ν α ρ χ ικ ώ ν α ξιώ ν μ ε φ υ­ σ ικ ή κ α τ ά λ η ξ η τη θ α ν ά τ ω σ ή τ ο υ . Ο Β ό υ τ σ ε κ , α ντ ίθ ετ α , είν α ι ά τ ο ­ μ ο τ ό σ ο α λ λ ο τ ρ ιω μ έ ν ο , ώ σ τ ε π ά σ χ ε ι α π ό β α θ ιά σ ύ γ χ υ σ η π ρ α γ μ ά ­ τ ω ν κ α ι α ξιώ ν κ α ι α π ώ λ εια επ α φ ή ς με τ η ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α . Η ε λ ­ λ ειπ τ ικ ή τ ου γ λ ώ σ σ α σ υ μ β α δ ίζ ει μ ε τ η ν ε λ λ ε ιπ τ ικ ή κ ο ιν ω ν ικ ο ο ρ θ ο λ ο γ ικ ή τ ου σ υ ν είδ η σ η κ α ι ε κ φ ρ ά ζε ι σ υ μ β ο λ ικ ά τ ο π ν ε υ μ α τ ικ ά α κ ρ ω τ η ρ ια σ μ έ ν ο σ υ ν α ισ θ η μ α τ ικ ό τ ο υ είν α ι. Α ν ο Ν τ α ν τ ό ν υ π ο φ έ ­ ρ ει α π ό δ ια υ γή σ τ ο χ α σ μ ό , ο Β ό υ τ σ εκ γ ίν ετ α ι τ ρ α γ ικ ό ς ε ξ α ιτ ία ς τ η ς α δ υ ν α μ ία ς κ α τ α ν ό η σ η ς τ η ς ύ π α ρ ξ ή ς τ ο υ . Α ν σ υ γ κ ρ ιθ ο ύ ν ο Ι ψ ε ν ικ ό ς Σ τ ό κ μ α ν κ α ι ο Π ρ ο μ η θ έ α ς , θ α μ π ο ­ ρ ο ύ σ α ν ν α θ εω ρ η θού ν ο μ ό λ ο γ ε ς σ υ λ λ ή ψ εις λ ό γ ω τ ω ν κ ο ιν ώ ν τ ο υ ς π ρ ο θ έ σ εω ν (α γ ά π η π ρ ο ς τ η ν α νθ ρ ω π ό τ η τ α ) κ α ι μ έ σ ω ν έ κ φ ρ α ­ σ η ς (σ α φ ή ν εια , π α ρ ρ η σ ία ) α ν δ ε ν α ν ή κ α ν σ ε ε π ο χ έ ς ό π ο υ τ ο ηρ ω ι­ κ ό π ρ ό τ υ π ο έ χ ε ι ο λ ό τ ε λ α δ ια φ ο ρ ετ ικ ό ν ό η μ α . Ο Π ρ ο μ η θ έ α ς τ ιμ ω ­ ρ είτα ι κ ο σ μ ο γ ο ν ικ ά α π ό τ ο Δ ία για τ η ν ευ ερ γ εσ ία τ ου π ρ ο ς τ ο υ ς α νθ ρ ώ π ο υ ς , ο Σ τ ό κ μ α ν α π ό τ ο υ ς ίδιο υ ς τ ο υ ς α ν θ ρ ώ π ο υ ς τ ω ν ο ­ π ο ίω ν υ π ε ρ α σ π ίζε τ α ι τ ο κ α λ ώ ς ν ο ο ύ μ ε ν ο σ υ μ φ έρ ο ν σ ε μια α ντ ιηρ ω ική ε π ο χ ή π ο υ α π ε χ θ ά ν ε τ α ι κ α ι α π ο μ ο ν ώ ν ε ι τ α ά τ ο μ α π ο υ α ­ π ειλ ο ύ ν τ η ν α π α τ η λ ή τ η ς η ρ εμ ία . Σ χ ε τ ικ ά μ ε τη μ η τ ρ ό τ η τ α , ο Ί ψ εν , π α ρ ο υ σ ιά ζ ο ν τ α ς τ η ν κ α τ ά κ α ν ό ν α π ρ ο β λ η μ α τ ικ ή , π έ ρ α α π ό τ ο ν α κ α τ α γ γ έ λ λ ε ι τ ο γ ε γ ο ν ό ς ό τ ι η γ υ ν α ίκ α κ α τ α π ιέ σ τ η κ ε ε ν ο ν ό μ α τ ί τ η ς , τ η ν α π ο μ υ θ ο π ο ιεί, α λ λ ά μ ε π ρ ό θ ε σ η ν α τ η ς π ρ ο σ δ ώ σ ε ι τ η ν κ α θ ο λ ικ ό τ ερ η κ α ι α νθ ρ ω π ισ τικ ό τ ερ η δ ιά σ τ α σ ή τ ης: τη δ η ­ μ ιου ρ γ ία κ α ι τ η ν π ρ ο β ο λ ή τ ο υ α τ ό μ ο υ μ έ σ α σ τ ο ε ίδ ο ς κ α ι τ ο μέλλον. ξ ε τ ά ζ ο ν τ α ς ο ρ ισ μ έ ν ε ς π τ υ χ έ ς το υ σ ύ γ χ ρ ο ν ο υ δ ρ ά μ α τ ο ς η Χ .Μ . α ρ χ ίζει μ ε τ ο Λ ό ρ κ α κ α ι τ η ν ιδ έ α -κ λ ειδ ί το υ έρ γ ο υ του: ο έρ ω τ α ς κ α ι ο π ό θ ο ς π ο υ είν α ι κ α τ α δ ικ α σ μ έ ν ο ι ν α μ ε ίν ο υ ν α νικ α -

Ε

Α Ν Α Λ Α Μ Β Α Ν Ω υ π ε ύ θ υ ν ες μ ε­ τ α φ ρ ά σ ε ις Ιτ α λ ικ ώ ν . Τ η λ. 6 8 .7 8 .7 2 0 . Κ α Σ π α ν ο ύ .


επιλογη/67 ν ο π ο ίη τ ο ι κ α ι μ α τ α ιώ ν ο ν τ α ι μ ε τ ο θ ά ν α τ ο . Στη σ υ ν έχ εια σ υ γ κ ρ ίν ει τ η ν υ π α ρ ξισ τ ικ ή δ ρ α μ α τ ο υ ρ γ ία τ ω ν Κ α μ ύ -Σ α ρ τ ρ μ ε τ ο θ έα τρ ο το υ Π α ρ ά λ ο γ ο υ , τ α ο π ο ία , π α ρ ά τ α κ ο ιν ά τ ο υ ς σ τ ο ιχ εία έ χ ο υ ν τ ό σ ο ο υ ­ σ ιώ δ εις α ισ θ η τ ικ ές κ α ι ιδ ε ο λ ο γ ικ έ ς δ ια φ ο ρ ές , ώ σ τ ε ο Μ ά ρ τ ιν Έ σ σ λ ιν τ α δ ια χ ώ ρ ισ ε. Η φ ιλ ο σ ο φ ικ ή α ντ ίλη ψ η το υ Π α ρ ά λ ο γ ο υ έ χ ε ι τη ρ ίζα τ η ς σ τ ο δ ο κ ίμ ιο τ ου Κ α μύ « Ο μ ύ θ ο ς τ ο υ Σ ίσ υ φ ο υ » . Τ α θ έμ α τ α του Π α ρ ά λ ο γ ο υ κ α ι τ ου φ ιλ ο σ ο φ ικ ο ύ θ εά τρ ο υ είν α ι ό μ ο ια : ο α γ ώ ­ ν α ς τ η ς α νθ ρ ώ π ιν η ς σ υ ν είδ η σ η ς ν α α π ο κ ρ υ π τ ο γ ρ α φ ή σ ε ι έ ν α σ ό ­ μ π α ν π ο υ α ρ ν είτ α ι π ε ισ μ α τ ικ ά ν α α π ο κ α λ ύ ψ ε ι τ ο ν ό η μ ά τ ο υ , α λ λ ά κ α ι η π α ρ ό μ ο ια ς φ ύ σ η ς δ ιά σ τ α σ η κ α ι α δ υ να μ ία επ ικ ο ιν ω ν ία ς π ο υ υ π ά ρ χ ε ι σ τ ις δ ια π ρ ο σ ω π ικ έ ς σ χ έ σ ε ις , σ τ ις σ χ έ σ ε ις τ ο υ α τ ό μ ο υ μ ε τ η ν κ ο ιν ω ν ία κ α ι μ ε τ ο ν ίδιο τ ο υ τ ο ν ε α υ τ ό . Τ α εκ φ ρ α σ τ ικ ά μ έ σ α τ ω ν υ π α ρ ξ ισ τ ώ ν σ υ γ γ ρ α φ έω ν ω σ τ ό σ ο , π α ρ α μ έ ν ο υ ν π α ρ α δ ο σ ια κ ά κ α ι τ ο π α ρ ά λ ο γ ο τ η ς ζω ή ς κ α τ α δ ε ίχ ν ε τ α ι μ ε μια λ ο γ ικ ή α π ο δ εικ τ ικ ή επ ιχ ε ιρ η μ α τ ο λ ο γ ία , εν ώ σ τ ο Π α ρ ά λ ο γ ο θ έα τ ρ ο η φ ό ρ ­ μ α α π ε λ ευ θ ε ρ ώ ν ετ α ι κ α ι τ ο ν ό η μ α υ π ο δ η λ ώ ν ετ α ι σ υ μ β ο λ ικ ά α ισ θ η τ η ρ ια κ ά . Ο ι ή ρ ω ες τ ου π ρ ώ τ ο υ είν α ι θ ε λ η μ α τ ικ ές π ρ ο σ ω π ι­ κ ό τ η τ ε ς π ο υ π ρ ο σ π α θ ο ύ ν ν α επ ιβ ά λ λ ο υ ν τ η ν ά π ο ψ ή τ ο υ ς , μ ε σ α ­ φ είς δ ιε κ δ ικ ή σ εις κ α ι η θ ικ ά α ιτ ή μ α τ α , εν ώ σ τ ο δ εύ τ ερ ο ε μ φ α ν ίζο ­ ν τ α ι α κ α θ ό ρ ισ τ α , α ν τ α λ λ ά ξ ιμ α ά τ ο μ α , τ α ο π ο ία ε ν ε ρ γ ο ύ ν α υ τ ό μ α ­ τ α κ α ι σ π α σ μ ω δ ικ ά κ α ι δ ε ν δ ικ α ιο ύ ντ α ι κ α ν τ ο ν τ ίτ λ ο τ ο υ α ν τ ι­ ή ρ ω α . Η α τ μ ό σ φ α ιρ α τ ω ν υ π α ρ ξ ισ τ ικ ώ ν έρ γ ω ν έ χ ε ι μια σ υ μ β ο λ ικ ή ή ρ εα λ ισ τ ικ ή σ χ έ σ η μ ε τ η ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α , εν ώ σ τ ο ν έ ο θ έα τρ ο τ α γ ε γ ο ν ό τ α δ ια δ ρ α μ α τ ίζο ν τ α ι σ ε έ ν α ν ο ν ε ιρ ικ ό -φ α ν τ α σ τ ικ ό χ ώ ρ ο ό π ο υ κ α τ α ρ γ ο ύ ν τ α ι ο ι κ ο ιν ω ν ικ έ ς δ ο μ έ ς κ α ι ο ι φ υ σ ικ ο ί ν ό μ ο ι. Η κ ο ιν ή τ ο υ ς θ εμ α τ ικ ή , η κ α τ α γ γ ε λ ία το υ π α ρ ά λ ο γ ο υ κ ό σ μ ο υ π ο υ ζο ύ μ ε, κ α τ α λ ή γ ει σ ε α ντ ιδ ια μ ε τ ρ ικ ά α ντ ίθ ετ ες λ ύ σ ε ις: εν ώ τ ο Π α ρ ά λ ο γ ο σ τ α μ α τ ά ε ι σ τη ν π ρ ό κ λ η σ η κ α ι σ τ η ν α να γ ν ώ ρ ισ η ε ν ό ς αδ ιε ξό δ ο υ π ο υ θ εω ρ είτα ι σ ύ μ φ υ τ ο μ ε τ η ν α νθ ρ ώ π ιν η κ α τ ά σ τ α σ η , τ ο φ ιλ ο σ ο φ ικ ό θ έα τρ ο κ α τ α λ ή γ ει σ ε μια σ υ γ κ εκ ρ ιμ έ ν η π ρ ό τ α σ η . ο σ ύ γ χ ρ ο ν ο Ε υ ρ ω π α ϊκ ό δ ρ ά μ α έ χ ε ι δ ια φ ο ρ ο π ο ιη θ εί α π ό τ ο κ λ α σ ικ ό κ α τ ά τ ο ό τ ι η φ α ν τ α σ ία -τ ο υ δ ρ α μ α τ ικ ο ύ ή ρ ω α επ ι­ β ά λ λ ε τ α ι π ά ν ω σ τ ο π α ρ ε λ θ ό ν τ ο υ κ α ι φ α ίν ετ α ι ν α μ ε τ α τ ο π ίζει με π ρ ο β ο λ έ ς τη χ ρ ο ν ικ ή τ ά ξη α λ λ ά κ α ι τ ο ν ό η μ α τ ω ν γ ε γ ο ν ό τ ω ν το υ π α ρ ε λ θ ό ν τ ο ς . Ο ι ή ρ ω ές του δ ια θ έτ ο υ ν α σ θ εν ή μνή μ η α λ λ ά π λ η θ ω ­ ρική φ α ν τ α σ ια κ ή λειτ ο υ ρ γ ία , π ο υ σ υ χ ν ά σ υ ν δ έε τ α ι μ ε α π ο υ σ ία δ ρ ά σ η ς . Τ α π ρ ό σ ω π α τ ω ν έ ρ γ ω ν τ ω ν σ ύ γ χ ρ ο ν ω ν σ υ γ γ ρ α φ έω ν (Ιο ν έ σ κ ο , Μ π έ κ ετ , Α ν τ ά μ ο φ , Ζ ε νέ, Π ίν τ ερ , Γ κ ο μ π ρ ό β ιτ ς , Γ κ ρ α ς κ .λ π .) δ εν ε ν σ α ρ κ ώ ν ο υ ν α τ ο μ ικ έ ς π ερ ιπ τ ώ σ ε ις α λ λ ά τ ο σ υ λ λ ο γ ικ ό π ε π ρ ω μ έ ν ο μ ια ς π α ρ α π α ίο υ σ α ς , α β έβ α ιη ς ε π ο χ ή ς , π ο υ α ν α ζ η τ ά σ τ ο π α ρ ε λ θ ό ν έ ν α ν ό η μ α π ο υ α δ υ ν α τ εί ν α α ν α κ α λ ύ ψ ε ι σ τ ο π α ρ ό ν κ α ι επ ιν ο εί π α ρ α μ ύ θ ια σ τη θ έσ η μ ια ς α νυ π ό φ ο ρ η ς π ρ α γ μ α τ ι­ κότη τας.

Τ

Κ Υ Ρ ΙΑ Κ Η Π Ε Τ Ρ Α Κ Ο Υ

Ζ Η Τ Ε ΙΤ Α Ι έ μ π ε ιρ ο ς π α ρ α γ ω ­ γ ό ς δ ια φ η μ ίσ εω ν α π ό π ερ ιο δικ ό. Υ ψ ηλά π ο σ ο σ τ ά κ έρδους, χ η λ . 3 6 0 .4 6 .3 0 κ α ι 7 2 4 .5 5 .5 3 .


68/επιλογη

η δύναμη της αδυναμίας γ ~γ λ

ΕΛ ΣΑ Σ ΜΟΡΑΝΤΕ: Το νησί του Αρτούρο. Μετάφραση: Θανάση Μετσιμενίδη. Αθήνα, Σ .Ι . Ζ α χ α ρ ό π ο υ λ ο ς , 1992. Σελ. 416.

r~c-\

ΕΛ ΣΑ Σ ΜΟΡΑΝΤΕ: Αραθέλι, μυθιστόρημα. Μετάφραση: Ά μ π υ Ραϊκου-Σταύρου. Αθήνα, Κ α σ τ α ν ιώ τ η ς , 1992. Σελ. 477.

π ό δ ύο δ ια φ ο ρ ετ ικ ο ύ ς ε κ δ ο τ ικ ο ύ ς ο ίκ ο υ ς κ υ κ λ ο φ ό ρ η σ α ν δύο μ υ θ ισ τορ ή μ α τα τ η ς Ιτ α λ ίδ α ς σ υ γγ ρ α φ έω ς Έ λ σ α ς Μ ο ρ ά ν τ ε. Και τ α δ ύο έρ γα χ α ρ α κ τ η ρ ίζε ι η α να ζή τη σ η τ η ς α γ ά π η ς . Κ α θ έν α ς α π ό τ ο υ ς δ ύο ή ρ ω ες-α φ η γ η τές είνα ι κ α τ α ρ χ ή ν θύμ α τ ω ν σ υνθ η κ ώ ν ζω ή ς κ α ι δ ια π α ιδ α γ ώ γ η σ ή ς τ ο υ . Και οι δ ύο ζ ο υ ν α π ο μ ο ν ω μ έ ν ο ι α ­ π ό τ ο υ ς γύρω α νθ ρ ώ π ο υ ς , σ ε κ λ εισ τ ό π ερ ιβ ά λ λ ο ν , π ρ ο σ κ ο λ λ η μ έ ν ο ι σ ε έ ν α π ρ ό σ ω π ο , π ου κ α θ ο ρ ίζει με τη σ υ μ π ερ ιφ ο ρ ά το υ κ α ι τις σ χ έ σ ε ις τω ν δ υο π α ιδ ιώ ν, π ο υ είν α ι οι π ρ ω τ α γω νισ τέ ς φ α νερ ά τ ο υ ­ λ ά χ ισ τ ο ν , σ τ α δ ύ ο μ υ θ ισ τ ο ρ ή μ α τ α π ο υ κ υ κ λ ο φ ό ρ η σ α ν τ ο μ εν π ρ ώ ­ τ ο τ ο 1957 κ α ι τ ο δ εύτ ερ ο τ ο 1982 σ τη ν Ιτ α λία . Ο Α ρ το ύ ρ ο , ο ή ρ ω α ς-α φ η γη τή ς του π ρ ώ το υ μ υ θ ισ τ ο ρ ή μ α τ ο ς με τ ο ν τίτλο: Τ ο ν η σ ί τ ο υ Α ρ τ ο ύ ρ ο , ζει σ ’ έν α π α ρ α δ ε ισ έν ιο μ ε σ ο γ ε ια ­ κ ό ν η σ ί, μ έ σ α σ ε π λή ρη μ ο ν α ξ ιά , α νά μ ε σ α σ ε π α ρ ά ξ ε ν α ζώ α κ α ι φ υτά . Κ α τοικεί μ έ σ α σ ’ έ ν α π α ρ ά ξ ε ν ο κ ι α ρ α χ ν ια σ μ έ ν ο σ πίτιπ ύ ρ γ ο , ό π ο υ θα μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν α κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν φ α ν τ ά σ μ α τ α κ α ι χ α ί­ ρ ετα ι τ η ν εξω τικ ή ο μ ορ φ ιά του νη σ ιο ύ τ ο υ , α π ο κ ο μ μ έ ν ο ς α π ό τ ο α νθ ρ ώ π ινο π ερ ιβ ά λ λ ο ν το υ ν η σ ιο ύ το υ, για τί έτ σ ι ο ρ ίζει ο κ ώ δ ικ α ς σ υμ π ερ ιφ ο ρ ά ς π ου του έ χ ε ι ε π ιβ ά λ λ ει ο π α τ έ ρ α ς τ ο υ . Ε ίνα ι ε ξ α ρ τ η ­ μ έ ν ο ς α π ό τ ο ν π α τ έ ρ α τ ο υ , τ ο ν ο π ο ίο α γ α π ά κ α ι μ ισ εί μ ε π ά θ ο ς . Ο π α τ έ ρ α ς λ είπ ει σ υ χ ν ά σ ε μυστη ριώ δη κ α ι α ν ε ξή γη τα τ α ξίδ ια , χ ω ρ ίς ν α δίνει λ ό γ ο σ ε κ α ν έ ν α ν . Μ ητέρ α δ ε γν ώ ρ ισ ε ο ή ρ ω α ς . Τ η ν α να τρ οφ ή κ α ι την α γω γή του α σ κ εί κ α τ ’ α π ο κ λ εισ τ ικ ό τ η τ α η φ ύ­ σ η , ω ς μ ο ν α δ ικ ό ς δ ά σ κ α λ ο ς , ό π ω ς κ α ι σ τη ν π ερ ίπ τ ω σ η του Α ι μ ί ­ λ ι ο υ του Ρ ου σ ώ . Ο Α ρ το ύ ρ ο είνα ι ω σ τ ό σ ο ευ τ υ χ ισ μ έν ο ς μ έ σ α στη μ ο ν α ξιά κ α ι τ η ν α π ο μ ό ν ω σ ή του ή έτ σ ι ν ο μ ίζει. Ό τ α ν ό μ ω ς ο π α ­ τέρ α ς, σ ε κ ά π ο ια επ ισ τ ρ οφ ή το υ, φ έρ νει μ α ζί του μια ν έ α δ εκ α εξ ά χ ρ ο ν η , λ ίγ ο μ εγα λύτερ η α π ό τ ο ν Α ρ το ύ ρ ο , ω ς σ ύ ζυ γο , τη Ν α π ο λ ι­ τ ά ν ο Ν ο υ ν τ σ ια τ ίνα , η ζωή το υ ν έο υ α να σ τα τ ώ ν ετ α ι.

Α

Ν ο υ ν τ σ ια τ ίνα είνα ι α π λ ή , σ τ ο χ α σ τ ικ ή , α γνή κ α ι τ ό σ ο αθώ α , ό σ ο τα λίγ α α π λ ά π ρ ά γ μ α τ α π ο υ κ ο υ β ά λ η σ ε μ α ζί τ η ς, ό σ ο η αθώ α π ίστη τ η ς για τ η ν ά λλη ζωή κ α ι ο ι α φ ελείς τ η ς σ κ έψ εις . Χ ω ρ ίς ν α είνα ι ό μ ορ φ η , είν α ι έν α α ξια γ ά π η τ ο π λ ά σ μ α γ ε μ ά τ ο τρ υ ­ φ ερ ότη τα κ α ι σ το ρ γ ή , δ έχ ετ α ι τα π ά ν τ α κ α ι έχ ει ε ν ο χ έ ς για τ α π α ­ ρ α σ τ ρ α τ ή μ α τα τ ω ν ά λ λ ω ν α νθ ρ ώ π ω ν του σ πιτιο ύ. Η α π έ ρ α ν τ η α ­ γά π η τη ς έρ χ ετ α ι σ ’ α ντίθ εσ η μ ε τα μίση κ α ι τη σ κ λ η ρ ό τ η τ α τω ν δ ύο α ντ ρ ώ ν, μ ο ν α χ ικ ώ ν κ α ι α δ ιά φ ο ρ ω ν , π ο υ α ρ ν ο ύ ντ α ι τ α αισθήμ α τ ά τ η ς. Ε ίνα ι υ π ο τ α γμ έν η σ ’ α υτ ο ύ ς κι υ π ο χ ω ρ η τ ικ ή , ό μ ω ς σ τη ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α τ ο υ ς π ρ ο σ τ α τ εύ ει (172). Η Ν ο υ ν τ σ ιά τ α , π ου φ έρ νει μ α ζί τ η ς κ α ι τ η ν υγεία τ ω ν κ ο ιν ω ν ι­ κ ώ ν κ α ι φ υσ ιο λ ο γικ ώ ν α νθ ρ ώ π ω ν, θα δ ώ σ ει ζωή κ α ι ψ υχή σ ’ α υτό το σπίτι, θα τ ο α νο ίξ ει δ ιά π λ α τ α ν α μπ ει τ ο φ ω ς κ ι η ζ εσ τ α σ ιά τω ν α π λ ώ ν κ α τ ο ίκ ω ν του ν η σ ιο ύ , θα τρ υφ ερ ά νει τη ζωή μ έ σ α σ ’ α υτό τ ο σ πίτι, θα δη μ ιου ργή σ ει σ χ έ σ ε ις μ ε τ ο ν έξ ω κ ό σ μ ο . Κι ο Α ρ το ύ ­ ρ ο , π α ρ ά τ ις ό π ο ιε ς α ν α σ τ ο λ έ ς κ α ι α ντ ιδ ρ ά σ εις τ ο υ , θα δ εχ τ εί τη ζ ω ο γ ό ν α π ν ο ή π ου φ υσ ά ει σ το εξ ω τ ικ ό νη σ ί α π ό τ ο ν ε ρ χ ο μ ό τη ς μ η τ ρ ιά ς κ α ι μ ετά . Θ α ξ α ν α γεν ν η θ εί μ έ σ α σ τ ο α γ ν ό κ α ι τρ υφ ερ ό φ ω ς τ ω ν μα τιώ ν τ η ς ν έ α ς κ ι έ ν α ς σ φ ο δ ρ ό ς , α λ λ ά κ ρ υ φ ό ς κ α ι μυ­

Η

πεζό

ΥΡ*,<Ρι

ια


επιλογη/69 σ τ ικ ό ς έ ρ ω τ α ς θ α φ λ ο γ ίσ ει τ ις κ α ρ δ ιέ ς κ α ι τ ω ν δ ύ ο . Κι ό τ α ν θα β ρ εθ ο ύ ν α ν τ ιμ έ τ ω π ο ι κ ι εκ είνη θ α π α γ ιδ ευ τ εί μ έ σ α σ τ η ν π υ ρ ω μ έν η α γ κ α λ ιά τ ου π ρ ο γ ο ν ο ύ τ η ς , θα α ν τ ιδ ρ ά σ ε ι ή ρ εμ α κ α ι τ ρ υ φ ερ ά κ α ι θα ξ ε π ε ρ ά σ ε ι τ ο δ ικ ό τ η ς σ υ γ κ ρ α τ η μ έ ν ο π ά θ ο ς , π ο υ δ εν δ ια φ έρ ει α π ό τη σ το ρ γ ή γ ι’ α υ τ ό τ ο δ υ σ τ υ χ ισ μ έ ν ο μ ο ν α χ ικ ό π λ ά σ μ α . Μ ια σ το ρ γ ή ό μ ω ς π ο υ α γγίζε ι τ α ό ρ ια τ ο υ ερ ω τ ικ ο ύ π ά θ ο υ ς . Ε ίν α ι ή ρ ε­ μη κ α ι μ π ο ρ εί ν α α ίρ ετ α ι π ά ν ω α π ό τ ις π ε ρ ισ τ ά σ ε ις , γ ια τ ί είν α ι μια π ισ τή χ ρ ισ τ ια ν ή κ α ι ξ έρ ει ν α δ ίνει. Μ ε τ ο ν τ ρ ό π ο τ η ς θα β ο η θή σ ει τ ο ν ν έ ο ν α βρ ει δ ιέ ξ ο δ ο , ν α ξ ε π ε ρ ά σ ε ι κ ι ε κ ε ίν ο ς τ ις α π ω θ η μ έ νε ς ερ ω τ ικ ές τ ου π α ρ ο ρ μ ή σ ε ις , ν α σ π ά σ ε ι τ ο ν κ λ ο ιό π ο υ τ ο ν κ ρ α τ ο ύ σ ε δ έσ μ ιο σ τ ο ε ξ ω τ ικ ό ν η σ ί, μ έ σ α σ ε ψ ευ δ α ισ θ ή σ εις κ α ι π λ ά ν η · κ α ι θα τ ρ α π ε ί σ ε φ υγή, κ υ ν η γ ώ ν τ α ς τη μ ο ίρ α τ ο υ έξ ω α π ό τ α ό ρ ια του κ λ εισ τ ο ύ χ ώ ρ ο υ κ α ι τ η ς μ ο ν ό τ ο ν η ς μ ο ν α χ ικ ή ς ζ ω ή ς τ ο υ ν η σ ιο ύ , ό ­ π ο υ ο έ φ η β ο ς Α ρ τ ο ύ ρ ο δ ε ν δ ιέ φ ε ρ ε α π ό έ ν α έ κ π λ η κ τ ο , τ ρ ο μ α γ μ έ ν ο ζώ ο ! Θ α π ά ρ ε ι ό μ ω ς μ α ζί τ ο υ τ ο μ α γ ικ ό ν ε ρ ό τ η ς μ υ σ τ ικ ή ς π η γ ή ς , π ο υ π η γ ά ζε ι α π ό τ ο ν τ ρ υ φ ερ ό , τ ο ν α ν ο μ ο λ ό γ η τ ο έρ ω τ α τ η ς Ν ο υ ν τ σ ιά τ α , κ λ ε ισ μ έ ν ο μ έ σ α σ ’ έ ν α τ η ς σ κ ο υ λ α ρ ίκ ι, τ ο ν τ ρ υ φ ερ ό ή χ ο τ η ς φ ω ν ή ς τ η ς π ο υ θ α τ ο ν ψ ά χ ν ε ι κ α ι θ α τ ο ν κ α λ ε ί ν α γ υ ρ ίσ ει π ά λ ι, ό μ ω ς ώ ρ ιμ ο ς κ α ι δ υ ν α τ ό ς κ ι α υ τ εξ ο ύ σ ιο ς! τ ο Ν η σ ί τ ο υ Α ρ τ ο ύ ρ ο η Έ λ σ α Μ ο ρ ά ν τ ε β γ α ίν ει έξ ω α π ό τ α ό ­ ρια του π ρ α γ μ α τ ικ ο ύ κ α ι κ ιν είτ α ι, α π ό έ ν α σ η μ είο κ α ι π έρ α , σ τ ο χ ώ ρ ο τ ου ο ν είρ ο υ . Ο ι ή ρ ω ες τ ρ α β ά ν ε π ρ ο ς χ ώ ρ ο υ ς υ π ε ρ β α τ ι­ κ ο ύ ς , σ π ά ζ ο ν τ α ς τ ο κ έ λ υ φ ο ς τ ο υ λ ο γ ικ ο ύ , θ α ρ ρ είς π ω ς σ υ χ ν ά δ ε ν π α τ ο ύ ν σ τη γη , ε κ τ ό ς α π ό τη Ν ο υ ν τ σ ιά τ α , ζ ο υ ν σ τ ο δ ικ ό τ ο υ ς κ ό ­ σ μ ο ό π ο υ α σ φ υ κ τ ιο ύ ν , π ιέ ζ ο ν τ α ι κ ι ό τ α ν σ υ ν α ισ θ ά ν ο ν τ α ι τη ν π ρ α γ ­ μ α τ ικ ό τ η τ α π ο υ ζ ο υ ν , είν α ι έρ μ α ια μ ια ς μ ο ίρ α ς α κ α τ α λ ό γ ισ τ η ς . Ο Α ρ τ ο ύ ρ ο θ α ξ εφ ύ γ ει, ό μ ω ς ο π α τ έ ρ α ς , μ ισ ό ς Ι τ α λ ό ς μ ισ ό ς Γ ερ μ α ­ ν ό ς (κ ι α υ τ ό έ χ ε ι σ η μ α σ ία γ ια τη Μ ο ρ ά ν τ ε ), θ α μ είνει δ έ σ μ ιο ς τ ω ν α δ υ να μ ιώ ν, τ ω ν ε μ μ ο ν ώ ν , τ ω ν π ρ ο κ α τ α λ ή ψ ε ω ν , τ ω ν π α θ ώ ν κ α ι τ ο υ εγ ω ισ μ ο ύ τ ο υ . Ο ι ή ρ ω ες τ η ς Μ ο ρ ά ν τ ε , ω ς χ α ρ α κ τ ή ρ ε ς είν α ι α μ ιγ είς . Κ α θ έν α ς με τ α δ ικ ά τ ου ε φ ό δ ια κ ι α π ό τ ο δ ικ ό το υ δ ρ ό μ ο , φ τ ά ν ο υ ν σ υ χ ν ά σ τ ις υ π ε ρ β ο λ έ ς . Ο ι α ντ ιθ έσ εις, π ο υ φ α ίν ετ α ι ν α είν α ι κ α ι μ έ σ α σ τ ις π ρ ο θ έ σ ε ις τ η ς σ υ γ γ ρ α φ έω ς , είν α ι ε υ δ ιά κ ρ ιτ ες . Τ ο κ α κ ό έρ χ ε τ α ι α ­ ν τ ιμ έτ ω π ο μ ε τ ο κ α λ ό , η δ ια φ θ ο ρ ά μ ε τ η ν α ρ ε τ ή , ο έ κ λ υ τ ο ς β ίο ς μ ε τ η ν α γ ν ό τ η τ α , ο π α ρ ο ρ μ η τ ισ μ ό ς μ ε τ η ν ε γ κ ρ ά τ ε ια , τ ο σ φ ο δ ρ ό ερ ω τ ικ ό π ά θ ο ς μ ε τ ο ή θ ο ς κ α ι τ η ν ευ π ρ έ π ε ια , η α ρ ρ ω σ τ η μ έν η π ρ ο ­ σ κ ό λ λ η σ η σ τ ο ν π α τ έ ρ α , ω ς τ ο μ ό ν ο ισ χ υ ρ ό , κ υ ρ ία ρ χ ο , γο η τ ευ τ ικ ό κ α ι π α ρ ά ξ ε ν ο π λ ά σ μ α , β ρ ίσ κ ε τ α ι α ντ ιμ έ τω π η μ ε τ ο σ φ ο δ ρ ό ερ ω τ ι­ κ ό π ά θ ο ς , π ο υ ε μ π ν έ ε ι σ τ ό ν έ ο η γ ε μ ά τ η α υ τ α π ά ρ ν η σ η κ α ι α φ ο σ ίω ­ σ η γ λ υ κ ύ τ η τ α τ η ς μ η τ ρ ιά ς . Η σ κ λ η ρ ό τ η τ α έρ χ ε τ α ι α ντ ιμ έ τω π η με τ η ν τ ρ υ φ ερ ό τ η τ α . Κι α υτή ίσ α ίσ α η τ ρ υ φ ερ ό τ η τ α είν α ι π ο υ κ ρ α τ ά ε ι ό ρ θ ια , φ ω τεινή κ ι α δ ιά φ θ ο ρ η , ω ρ α ία κ ι α κ λ ό ν η τ η , α λώ β η τ η κ α ι π ρ ο σ τ α τ ευ τ ικ ή τη Ν ο υ ν τ σ ια τ ίν α α ν ά μ ε σ α σ ε δ ύ ο λ ύ κ ο υ ς π ο υ μ ισ ο ύ ν τ α ι μ ε τ α ξ ύ τ ο υ ς κ α ι τη μ ισ ο ύ ν ,, φ α ιν ο μ ε ν ικ ά , κ α ι π ρ ο σ π α ­ θ ο ύ ν ν α τ η ν τ α π ε ιν ώ σ ο υ ν . Σ τη ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α τη φ ο β ο ύ ν τ α ι κι υ π ο τ ά σ σ ο ν τ α ι ά θ ε λ ά τ ο υ ς σ τ η ν α π λ ή θέλη σή , τ η ς . Φ ο β ο ύ ν τ α ι τη δ ύ ν α μ η τ η ς α δ υ ν α μ ία ς τ η ς . Γ ιατί η α γ ρ ά μ μ α τ η , η α ν υ π ερ ά σ π ισ τ η γ υ ν α ίκ α έμ α θ ε α π ό έ ν σ τ ικ τ ο κ ι α π ό τη μ ο ίρ α τ η ν α ιώ νια τ η ς κ α τ α ­ π ιε σ μ έ ν η ς κ ι υ π ο τ α γ μ έ ν η ς γ υ ν α ίκ α ς , ν α λ υ γίζει σ τ ις μ π ό ρ ε ς για ν α μ η ν τ σ α κ ίζ ε τ α ι. Κ αι βγ α ίν ει κ ε ρ δ ισ μ έν η α π ό τ ο ν ά ν ισ ο α γ ώ ν α , α ­ ν τ λ ώ ν τ α ς δ ύ ν α μ η α π ό τ ο θ ύ λ α κ α τ η ς α δ υ ν α μ ία ς , π ο υ κ ο υ β α λ ά ε ι α ιώ ν ες μ έ σ α τ η ς .

Σ

Ν ο υ ν τ σ ιά τ α με τ η ν α π λ ή λ ο γ ικ ή τ η ς α γ ά π η ς , φ ω τ ισ μ έν η α π ό τ ο ερ ω τ ικ ό π ά θ ο ς μ π ο ρ εί ν α ε λ π ίζε ι κ α ι ν α π ερ ιμ έν ει μ υ σ τ ικ ά σ τ η ν ψ υ χή τ η ς τ ο γ υ ρ ισ μ ό τ ο υ Α ρ τ ο ύ ρ ο κ α ι ν α ψ ελ λ ίζει κ ρ υ φ ά ,

Η

Α Ν Α Λ Α Μ Β Α Ν Ο Ν Τ Α Ι δ α κ τυ ­ λ ο γ ρ α φ ή σ ε ις κ ε ιμ έ ν ω ν σ ε Η /Υ . Τ η λ. 9 3 .7 3 .3 4 5 . Κ α Β ου γιου κλάκη.


70/επιλογή π ε ρ ν ώ ν τ α ς α π ό τ ’ α κ ρ ο θ α λ ά σ σ ι: « Α ρ το υ ! Π ο ύ π α ς Α ρ το υ ; Σ ο υ ε ­ τ ο ίμ α σ α γ λ υ κ ά κ α ι π ίτ σ α , ό π ω ς π έρ σ υ για τη γιο ρ τ ή σ ο υ ...» (374). Α ξίζει ν α π ο ύ μ ε δ υο λ ό γ ια κ α ι γ ια τ η ν ω ρ α ία μ ε τά φ ρ α σ η το υ Θ α ­ ν ά σ η Μ ετ σ ιμ εν ίδ η . Ο Θ .Μ ., λ ο γ ο τ έ χ ν η ς ο ίδ ιο ς , μ ετέφ ερ ε στη γ λ ώ σ σ α μ α ς τ ο υ ς τ ρ υ φ ερ ο ύ ς κ υ μ α τ ισ μ ο ύ ς , τη ζ εσ τ α σ ιά κ α ι τ η ν α ­ π α λ ό τ η τ α τ ου κ ε ιμ έν ο υ τ η ς Ιτ α λ ίδ α ς σ υ γ γ ρ α φ έω ς , τ η ν κ α θ α ρ ό τ η ­ τ α τ ω ν ε ικ ό ν ω ν , τ η ν ο μ ο ρ φ ιά του μ ε σ ο γ ε ια κ ο ύ τ ο π ίο υ , τ ις δ ια κ υ ­ μ ά ν σ ε ις τ ω ν ψ υ χ ο λ ο γ ικ ώ ν α ν τ ιδ ρ ά σ εω ν τ ω ν η ρ ώ ω ν μ ε μια σ τίλ β ο υ σ α φ ω τ ειν ό τ η τ α σ τ η ν α φ ή γη σ η , π ο υ βο ή θ η σ ε τ ο υ ς δ ύ σ κ ο λ ο υ ς ή ρ ω ες ν α κ ιν η θ ο ύ ν ά ν ε τ α μ έ σ α σ τ ο ελ λ η ν ικ ό π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν τ ω ν λ έ ξ ε ­ ω ν κ α ι τ ω ν φ ρ ά σ εω ν, χ ρ η σ ιμ ο π ο ιώ ν τ α ς μια γ λ ώ σ σ α σ τρ ω τ ή , εύ η ­ χη κ α ι εύ χ υ μ η , α π λ ή , κ α θ α ρ ή , χ ω ρ ίς λ ε κ τ ικ ο ύ ς α κ ρ ο β α τ ισ μ ο ύ ς κ α ι π ερ ιτ τ έ ς εξ ά ρ σ ε ις . Έ τ σ ι τ ο α ν α γ ν ω σ τ ικ ό κ ο ιν ό μ π ο ρ εί ν α χ α ρεί α υ τ ό τ ο γ ε μ ά τ ο ο μ ο ρ φ ιά , δ υ ν α τ έ ς σ υ γ κ ρ ο ύ σ ε ις κ α ι α νθ ρ ω π ιά , β α θ ιά τ ρ υ φ ερ ό , βα θ ιά α νθ ρ ώ π ιν ο , β α θ ιά ερ ω τ ικ ό , π ρ ω τ ό γ ο ν α α ι­ σ θ η σ ια κ ό μ υ θ ισ τόρ η μ α !

Α ν ο Α ρ τ ο ύ ρ ο , χ ά ρ η σ τη Ν ο υ ν τ σ ια τ ίν α , π ο υ ή ρ θ ε ω ς « ο α π ό μη­ χ α ν ή ς θ ε ό ς » σ τ ο ν η σ ί τ ο υ , κ α τ ά φ ερ ε ν α σ π ά σ ε ι τα δ ε σ μ ά τ η ς α π ο ­ μόνω ση ς κα ι της τυφ λής υποτα γή ς σ το ν π α ρ ά ξενο π α τέρα , ο σ α ­ ρ α ν τ ά ρ η ς μ ο ν α χ ικ ό ς ή ρ ω α ς -α φ η γη τή ς σ τ ο τ ελ ε υ τ α ίο μ υ θ ισ τ ό ρ η μ α τ η ς Μ ο ρ ά ν τ ε μ ε τ ο ν τ ίτ λ ο Α ρ α θ έ λ ι , π α ρ α μ έ ν ε ι δ έ σ μ ιο ς το υ π α θ ια ­ σ μ έν ο υ π α ρ ε λ θ ό ν τ ο ς π α ιδ ικ ο ύ , κ υ ρ ίω ς, κ α ι εφ η β ικ ο ύ το υ βίο υ. Και ω ς α υτή τ η ν τέτ α ρ τ η δ εκ α ετ ία τ η ς ζω ή ς τ ο υ δ ε ν κ α τ ά φ ερ ε ν α ξ επ ερ ά σ ει τ η ν ψ υ χ ο λ ο γ ικ ή η λ ικ ία τ ο υ α π α ρ η γ ό ρ η τ ο υ ο ρ φ α ν ε μ έ ν ο υ κ α ι δ ιψ α σ μ έν ο υ γ ι’ α γ ά π η π α ιδ ιο ύ , π ο υ κ ο υ β α λ ά ε ι μ έ σ α τ ο υ . Κ αι τ ρ έ­ χ ε ι ξ ω π ίσ ω α π ό τ ο φ ά ν τ α σ μ α τ η ς π ε θ α μ έ ν η ς μ η τ έρ α ς το υ Α ρ α θ έλ ι, ψ ά χ ν ο ν τ α ς π α ν τ ο ύ κ α ι π ά ν τ α γ ι’ α γ ά π η κ α ι σ τ ο ρ γ ή . Σ ε μια α π ό δ ρ α σ η α π ό τ η ν κα θ η μ ερ ιν ή τ ο υ ε ρ γ α σ ία , ξ ε κ ιν ά ε ι έ ν α τα ξίδ ι επ ισ τ ρ ο φ ή ς σ τ ις ρ ίζες τ ο υ , μ ε σ κ ο π ό ν α επ ισ κ εφ τ εί κ α ι ν α γν ω ρ ίσ ει τ ο χ ω ρ ιό ό π ο υ γ ε νν ή θ η κ ε η φ τω χή Ι σ π α ν ίδ α μ η τ έρ α τ ο υ , π ο υ κ α τ α ν τ ά ε ι ν α είν α ι κι έ ν α ο δ υ ν η ρ ό ο δ ο ιπ ο ρ ικ ό σ τη μ νή μ η . ε μ ά τ ο ς ο δ υ ν η ρ ές α ν α μ ν ή σ ε ις κ α ι ε ν ο χ έ ς ο δ εύ ει π ρ ο ς τ ο Α μ εδ ρ ά λ , τ ο σ τ α θ ερ ό σ η μ είο τ ο υ κ ό σ μ ο υ , τη μ ο ίρ α τ ο υ , ψ ά χ ν ε ι μ έ­ σ α τ ο υ ς τ ις ρ ίζες του π ρ ο τ ο ύ γε νν η θ εί, π ρ ο σ π α θ ε ί ν α σ χ η μ α τ ίσ ει τ η ν ε ικ ό ν α τ η ς μ η τ έρ α ς τ ο υ ό π ω ς ή τ α ν τ ο ν κ α ιρ ό π ο υ α γ α π ή θ η κ α ν μ ε τ ο ν π α τ έ ρ α τ ο υ , έ ν α ν α ρ ισ τ ο κ ρ ά τ η Ιτ α λ ό π λ ο ία ρ χ ο , η π α ρ ο υ σ ία του ο π ο ίο υ δ εν π α ίζει σ χ ε δ ό ν κ α ν έ ν α ρ ό λ ο σ τη ζω ή τ ο υ α γ ο ρ ιο ύ , ή ρ ω α -α φ η γη τ ή . Τ ο ο δ ο ιπ ο ρ ικ ό σ τ ο χ ώ ρ ο β α ίνει π α ρ ά λ λ η λ α , α λ λ ά α ντ ίσ τ ρ ο φ α σ τ ο χ ρ ό ν ο , μ ε τ ο ο δ ο ιπ ο ρ ικ ό σ τη μ ν ή μ η . Ζει ξ α ν ά κι α π ό το τ έλ ο ς π ρ ο ς τη ν α ρχή κ α ι κ ά π ο τε α νά κ α τ α , το π α ρ ελ θ ό ν, λ ύ π ε ς κ α ι χ α ρ έ ς μ ε κ υ ρ ία ρ χ ο π ρ ό σ ω π ο τη μ η τ έρ α π α ρ ο ύ σ α κ α ι α ­ π ο ύ σ α α π ό τη ζω ή τ ο υ . Γ ύρω το υ σ ε κ ά θ ε α ε ρ ο δ ρ ό μ ιο κ α ι σ τ α θ μ ό κ ό σ μ ο ς π ο λ ύ χ ρ ω μ ο ς κ α ι π ο λ ύ γ λ ω σ σ ο ς π η γ α ιν ο έ ρ χ ε τ α ι α π ό τ ο π ο υ θ εν ά π ρ ο ς τ ο τ ίπ ο τ α μ έ σ α σ ε μια σ ύ γ χ υ σ η , α δ ια φ ο ρ ία κ ι α π ο ­ ξ έν ω σ η . Χ ω ρ ίς ερ ω τ ικ ές εμ π ε ιρ ίες με γ υ ν α ίκ ε ς τ ο π α ρ ε λ θ ό ν το υ ήρ ω α π ρ ο β ά λ λ ε ι μ π ρ ο σ τ ά τ ου ά δ ειο σ χ ε δ ό ν κ α ι τ ο υ π ρ ο κ α λ ε ί φ ό β ο , α ­ γω ν ία κ α ι τ ρ ό μ ο . Κ ά π ο τ ε έ τ ρ ε χ ε , έφ η β ο ς, π ίσ ω α π ό ε υ τ υ χ ισ μ έν ο υ ς ε ρ α σ τ έ ς ή εκ λ ιπ α ρ ο ύ σ ε τ ο ν Μ α ο υ ρ ίτ σ ιο , έ ν α ν ν ε α ρ ό ερ α σ τ ή , για ν α ε ισ π ρ ά ξ ε ι χ λ εύ η κ α ι κ α τ α φ ρ ό ν ια . Ή α ν α μ ο χ λ ε ύ ε ι α ν α μ ν ή σ ε ις α π ό γ ε λ ο ία π ερ ισ τ α τ ικ ά τ ο υ εφ η β ικ ο ύ τ ο υ β ίο υ, ά γ ο υ ρ ε ς σ υ ν α ν τ ή ­ σ εις μ ε π ό ρ ν ε ς , σ α π ισ μ έ ν α π α ιδ ικ ά κ ι εφ η β ικ ά ό ν ειρ α , έ ν α ν ο λ ό ­ κ λ η ρ ο κ ό σ μ ο π ο υ είν α ι κ α τ α χ ω ν ια σ μ έ ν ο ς μ έ σ α τ ο υ . Ε π ισ τρ έφ ει ν ο ε ρ ά σ τ ο υ ς χ ώ ρ ο υ ς ό π ο υ τ ο π έ ρ α σ μ ά το υ ά φ η σ ε κ ά τ ι α π ό τ η ν ίδια του τη ν υ π ό σ τ α σ η . Και τ έ λ ο ς σ τ ο Α λ μ ε ν δ ρ ά λ , τ η ν α ρ χ ή κ ά θ ε κ α -

Γ

Δ Α Κ Τ Υ Λ Ο Γ Ρ Α Φ Η Σ Η μ ε P .C . Ε π ε ξ ε ρ γ α σ ία κ ε ιμ έν ο υ (W ord P erfect). Ε κ τ ύ π ω σ η Laser P ri­ nter. Τ η λ. 9916142 κ α ι 9936763. Κα Κ ουτροκ όη.


επιλογη/71 λ ο ύ κ α ι κ ά θ ε κ α κ ο ύ γ ι’ α υ τ ό ν , για ν α δ ια π ισ τ ώ σ ει μ ε θλίψ η π ω ς τ ο Α λ μ ε ν δ ρ ά λ είν α ι έρ η μ ο , α ν ύ π α ρ κ τ ο . Σ τ ις α ν α ζ η τ ή σ ε ις τ ο υ θ’ α ­ π α ν τ ή σ ει σ τω ικ ά έ ν α ς γ ε ρ ά κ ο ς : « Μ α εδ ώ δ ε μ έ νει π ια κ α ν ε ίς . Και τι ν α έ κ α ν ε α ν έμ ενε; Ε δ ώ δ εν υ π ά ρ χ ε ι τ ίπ ο τ α κ α ι για κ α ν έ ν α ν » (451-452). Κι ό σ ο ν α φ ο ρ ά τ ο Μ α ν ο υ έ λ Μ ο υ ν ιό θ Μ ο υ ν ιό θ , α δ ερ φ ό τ η ς μ η τ έρ α ς , ίν δ α λ μ ά τ ου σ τ α π α ιδ ικ ά τ ο υ χ ρ ό ν ια , ήρ ω α σ τη ν α ­ ντ ίσ τ α σ η κ α τ ά τ ου Φ ρ ά ν κ ο , θα π ά ρ ει τ η ν α π λ ή α π ά ν τ η σ η π ο υ δ εν ε π ιδ έ χ ε τ α ι π α ρ α π έ ρ α έρ ευ να : « Ε δ ώ τρ ιγ ύ ρ ω ό λ ο ς ο κ ό σ μ ο ς έχ ει α υ τ ό τ ο ό ν ο μ α « (452). Δ η λ α δ ή τ ο τ α ξίδ ι ή τ α ν μ ά τ α ιο ; Σ υ ν ετ έλ εσ ε μ ό ν ο σ τ ο ν α α ν α σ υ ρ ­ θ ο ύ ν σ τη μ νή μ η τ α α π ω θ η μ έ να , ό λ α τα γ ε γ ο ν ό τ α κ α ι τ α π ερ ισ τ α τ ι­ κ ά π ο υ σ υ ν ό δ ε ψ α ν κ α ι σ η μ ά δ ε ψ α ν τη ζω ή το υ; Έ γ ι ν ε μ ό ν ο για ν α ξ α ν α ζ ή σ ε ι κ ά τ ω α π ό τ ο ν ίσ κ ιο του φ α ν τ ά σ μ α τ ο ς τ η ς μ η τ έρ α ς α π ό τ η ν ε π ο χ ή π ο υ ζ ο ύ σ α ν ο ι δ υ ο τ ο υ ς ευ τ υ χ ισ μ έ ν ο ι μ έ σ α σ ε μια α ρ ρ α ­ γή (;) ε ν ό τ η τ α , ό π ο υ εκ είνη κ α τ ε ίχ ε τ ο κ έ ν τ ρ ο τ ο υ κ ό σ μ ο υ ω ς πηγή α γ ά π η ς κ α ι τρ υ φ ερ ό τ η τ α ς ; Κ αι μ ε τά τ ο θ ά ν α τ ο τ η ς Κ ρ ίν α ς , τ η ς α ­ δ ερ φ ή ς τ ο υ κ α ι τ η ν α ρ ρ ώ σ τ ια τ η ς μ η τ έ ρ α ς , εξ α ιτ ία ς α κ ρ ιβ ώ ς του θ α ν ά τ ο υ α υτ ού κ α ι τη μ ε τ α τ ρ ο π ή τ η ς σ ε μ ο ιχ α λ ίδ α κ α ι π ό ρ ν η , π λη γή α ιμ ά σ σ ο υ σ α για ό λ η τ η ν ο ικ ο γ έν εια ; Ή μ ή π ω ς για ν α φ α ν ε­ ρω θεί, γ υ ρ ίζ ο ν τ α ς α π ό τ ο ν ά λ λ ο κ ό σ μ ο μ ε π ικ ρ ή π είρ α για τ ο μ ά ­ τ α ιο τ ω ν α ν α ζη τ ή σ ε ω ν μ ό ν ο κ α ι μ ό ν ο για ν α τ ο υ π ει τ ο ν τ ε λ ε υ τ α ίο κ α ι α π ο κ α ρ δ ιω τ ικ ό λ ό γ ο : « Μ α , μ ω ρ ά κ ι μ ο υ μ ικ ρ ό , δ ε ν υ π ά ρ χ ε ι τί­ π ο τ α ν α κ α τ α λ ά β ε ις ! » (449). Κ αι ν α δ ώ σ ει έτ σ ι λ ύ σ η (;) σ τ ο δ ρ ά μ α τ η ς ψ υ χ ή ς τ ου γιο υ της; ο ο δ ο ιπ ο ρ ικ ό σ τ ο χ ώ ρ ο κ α ί τ ο χ ρ ό ν ο δ ε ν ή τ α ν μ ά τ α ιο . Σ η μ α ­ σ ία έ χ ε ι η π είρ α π ο υ α π ό χ τ η σ ε , ό π ο ια κ ι α ν είνα ι! Έ δ ω σ ε τ η ν ευ κ α ιρ ία σ τ ο ν ή ρ ω α ν ’ α π ο δ ρ ά σ ε ι α π ό τ η ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α , μια π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α σ η μ α δ ε μ έν η α φ ε ν ό ς α π ό τ η ν α τ έλειω τ η δι­ κ τ α τ ο ρ ία τ ου Φ ρ ά ν κ ο σ τ η ν Ι σ π α ν ία , π ο υ δ η μ ιο ύ ρ γ η σ ε α νθ ρ ώ π ο υ ς δ υ σ τ υ χ ισ μ έ ν ο υ ς , α π ο δ ιο ρ γ α ν ω μ έ ν σ υ ς , μ ε τέ ω ρ ο υ ς , π ο υ δ η μ ιο ύ ρ γ η σ ε χ ά ο ς α ν ά μ ε σ α σ τ ις τ ά ξ ε ις τ ω ν α νθ ρ ώ π ω ν· κι α φ ετ έρ ο υ ν α ξεφ ύ-

Τ

γε ι α π ό τ η ν α π ά ν θ ρ ω π η π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α π ο υ ζο ύ σ ε η Ε υ ρ ώ π η κ α τ ά τ ο ν Β' Π α γ κ ό σ μ ιο π ό λ ε μ ο π ο υ σ υ γ κ λ ό ν ιζ ε τ ό τ ε τ ο υ ς λ α ο ύ ς τ η ς κι α ν α μ ό χ λ ε υ ε ν έ ε ς ιδ έ ε ς , για ν α γίν ει σ τ ο τ έ λ ο ς επ ικ ίν δ υ ν η π ρ α γ ­ μ α τ ικ ό τ η τ α γ ια ό λ ο υ ς . Και η ε μ π λ ο κ ή τ η ς Ι τ α λ ία ς σ τ ο ν π ό λ ε μ ο α υ ­ τ ό σ υ ν ε τ έ λ ε σ ε σ τ ο ν α α ν α τ ρ α π ο ύ ν τ α π ά ν τ α , ν α χ ά σ ο υ ν ο ι ά νθ ρ ω ­ π ο ι τ ο ν π ρ ο σ α ν α τ ο λ ισ μ ό κ α ι τ η ν α νθ ρ ω π ιά τ ο υ ς , κ α θ ώ ς μ έ σ α στη γε νικ ή α ν α σ τ ά τ ω σ η κ α ι α ν α τ α ρ α χ ή , ό λ α ά ρ χ ισ α ν ν α μ π ερ δ εύ ο ­ ν τ α ι, οι φ α ν τ α σ ιώ σ εις ν α μ ε γεθ ύ ν ο υ ν τα γ ε γ ο ν ό τ α , ν α δ η μ ιο υ ρ γ ο ύ ν τ α ι σ υ γ χ ύ σ ε ις κι ο ι σ χ έ σ ε ις μ έ σ α σ τη ν ο ικ ο γ έν εια κ α ι τ η ν κ ο ιν ω ­ νία ν α χ ά ν ο υ ν τη σ υ ν ο χ ή τ ο υ ς κ α ι ν α ο δ η γ ο ύ ν τ α ι, μ ο ιρ α ία , τ α ά τ ο ­ μ α σ τη ν α π ο ξ έ ν ω σ η κ α ι τ ο ν π α ρ α λ ο γ ισ μ ό . Μ ό νη σ ω τ η ρ ία , σ ύ μ φ ω ­ ν α μ ε τη Μ ο ρ ά ν τ ε , η κ α τ α φ υ γή σ τ ο ό ν ειρ ο , α π ο κ α θ α ρ μ έ ν ο σ τ ο ν κ α θ ρ έφ τη τ η ς λ ο γ ικ ή ς τ ου π α ρ ό ν τ ο ς . Ο ή ρ ω ά ς τ η ς ο νειρ εύ ετ α ι κ α ι ζει μ έ σ α σ τ ο ό ν ειρ ο ό σ α δ εν μ π ο ρ εί σ τ η ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α . Ζ ει μ έ­ σ α σ τ ο ό ν ειρ ο κ α ι ψ ά χ ν ε ι γ ι’ α γ ά π η σ ε χ ώ ρ ο υ ς δ ύ σ β α τ ο υ ς κ ι α π ρ ό ­ σ ιτ ο υ ς μια ο λ ό κ λ η ρ η ζω ή. μ ω ς η Μ ο ρ ά ν τ ε δ εν θ ’ α φ ή σ ει κ ι εδ ώ τ ο ν ήρ ω ά τ η ς ν α ζει α ιώ ­ ν ια με α υ τ α π ά τ ε ς μ έ σ α σ ε ο ν ε ιρ ικ έ ς κ α τ α σ τ ά σ ε ις , έξ ω α π ό τ η ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α . Ό ,τ ι δ ε ν μ π ό ρ ε σ ε ν ’ α ν α κ α λ ύ ψ ε ι τ ό σ ε ς δ ε ­ κ α ε τ ίε ς ψ ά χ ν ο ν τ α ς , ο δ ο ιπ ο ρ ώ ν τ α ς κ ι α γ ω ν ιώ ν τ α ς , θ α τ ο α ν α κ α λ ύ ­ ψ ει σ ε μια σ τιγ μ ή . Κι είν α ι αυτή η σ τιγ μ ή εκ είνη π ο υ θ ’ α ντ ικ ρ ύ σ ε ι τ ο ν δ υ σ τ υ χ ισ μ έ ν ο π α τ έ ρ α τ ου α ν α γ κ ε μ έ ν ο τ η ς α γ ά π η ς . Κι είν α ι α υ ­ τ ό τ ο ά λ λ ο κ έ ρ δ ο ς τ ο π ιο σ η μ α ν τ ικ ό π ο υ α π ο κ ό μ ισ ε α π ό τ ο ο δ ο ι­ π ο ρ ικ ό σ τ ο χ ώ ρ ο κ α ι τ ο χ ρ ό ν ο . Κ αι θα ’χ ε ι ω ς α π ο τ έ λ ε σ μ α ν ’ α ν α ­ θ εω ρ ή σει ο ή ρ ω α ς σ τ ο ε ξ ή ς τ ις α π ό ψ ε ις τ ο υ για τα π ρ ό σ ω π α το υ

Ο

ΑΝΑΛΑΜ ΒΑΝΩ φ ρ ά σ ε ις ιτ α χ ικ ώ ν . gg

7g

j^a £ π α ν ό ύ

μ ετα Τ ηλ.


72/επιλογη π ερ ιβ ά λ λ ο ν τ ο ς του κ α ι ν α επ α νε κ τ ιμ ή σ ει τις σ χ έ σ ε ις το υ μ ’ α υτά κ α ι π ρ ο φ α ν ώ ς ν ’ α να θ εω ρ ή σ ει κ α ι τη σ τά σ η του α π έ ν α ν τ ι στη ζωή κ α ι τ ο υ ς α νθ ρ ώ π ο υ ς . Θ α σ υ ν ειδ η τ ο π ο ιή σ ει π ω ς για ν α λυτρω θεί κ α ν είς α π ό τ ο β ά σ α ν ο τ η ς μ ο ν α ξ ιά ς π ρ έπ ει ν ’ α γ α π ά . Π ω ς α γά π η είν α ι ν α δ ίν εις κι ό χ ι ν α π α ίρ ν εις! Και θα κ λ ά ψ ε ι α π ό α γά π η για τ ο ν π α τ έ ρ α , α υ τ ό ν τ ο ν α φ ανή ή ρ ω α , π ο υ ξ ό δ εψ ε μια ζω ή α γ α π ώ ν τ α ς τ ο υ ς ά λ λ ο υ ς , χ ω ρ ίς ν α τ ο ν π ρ ο σ έ χ ο υ ν . Ο ή ρ ω α ς θα κ λ ά ψ ε ι α π ό α ­ γά π η επ ιτ έλ ο υ ς κ α ι θα πει: « έκ λ α ιγ α α π ό α γά π η . Για τ η ν Α ρ αθ έλι; ( ...) Ό χ ι - α δ ύ ν α τ ο ν . Για μ έ να , εκ είνη τ η ν επ ο χ ή , η Α ρ α θ έλ ι ή τ α ν ά ρ ν η σ η -α π όρ ρ ιψ η -εκ δίκ η σ η -λή θ η ( ...) . Για π ο ιο ν; Για τ ο ν Ε υ γένιο Ό θ ω ν α Α μ ε ν τ έ ο (476). ( ...) Κ ά π ο ιο ι ά νθ ρ ω π ο ι φ α ίν ετ α ι π ω ς κ λ α ίν ε ευ κ ο λ ό τ ερ α μ π ρ ο σ τ ά σ τη ν α γά π η π α ρ ά σ τ ο θ ά ν α τ ο » (477). Α υτή είνα ι κ α ι ή έκ π λ η ξ η π ο υ επ ιφ υ λ ά σ σ ει η σ υ γγ ρ α φ έα ς για τ ο ν α να γ ν ώ σ τ η , π ου θα έχ ει τ η ν υ π ο μ ο νή κ α ι τ η ν επ ιμ ο ν ή ν α δ ια τ ρ έξ ει τ η ν α π ό σ τ α σ η τ ω ν 477 σ ελ ίδ ω ν το υ μ υ θ ισ τ ο ρ ή μ α τ ο ς , π ο υ δ εν δ ια ­ θ έτει μή τε τη ν τρ υφ ερ ότη τα μή τε τη λ α μ π ε ρ ά δ α του « Ν η σ ιο ύ του Α ρ το ύ ρ ο » .

Ε Π Α Γ Γ Ε Λ Μ Α ΤΙ Α Σ διορθώ ­ τρια αναλα μβάνει διορθώ σεις και επ ιμέλεια κάθε είδους κει­ μένων. Τηλ. 8648601, α πογευ­ μ α τινές ώρες.

ΕΛΕΝΗ ΧΩΡΕΑΝΘΗ

Οι οικολόγοι στην πυρά;, του Δήμου Τσαντίλη Με τις συγκοινωνίες δεν παίζουν, του Γιάννη Παρασκευόπουλου Θα σωθεί η Τάιγκα;, του Μιχάλη Μοδινού

• Τ εύχος 95, Σεπ τέμβ ρ ιο ς 1992

Οικολογικός ανορθολογισμός στην εκτροπή του Εύηνου, των Κ. Βασιλάκη και Δ. Μπούσμπουρα Αχελώος: κι όμως η μάχη μαίνεται, της Γεωργίας Τσάκωνα

• Η απώλεια της επάρκειας σε τρόφιμα, των Λ. Μπράουν, Κ. Φλέιβιν, Σ. Ποστέλ. Χημικά σπς μπανάνες της Κόστα Ρίκα, του Τ. Π. Οζέλ Νέες καλλιέργειες σε άγονες περιοχές, των Δ. Γκουντουβά και Δ. Τσοπανίδη

Μηνιαία επιθεώρηση, Μαυρομιχάλη 39, Αθήνα 106 80, τηλ. 36 19 837 Τα σκουπίδια της Αθήνας και το Θριάσιο, των X. Χρηστάκη και Γ. Παρασκευόπουλου Οικονομική πολιτική: ανεμομαζώματα, του Γιάννη Σακιώτη Ο πόλεμος που δεν θελήσαμε να καταλάβου­ με, του Γιώργου Ριτζούλη Η αρχή της πρόληψης, της Greenpeace Οι άνθρωποι της Δεξιάς, του Κίμωνα Χατζημπίρου Μετασταλινικός εφιάλτης στο Δούναβη, της ΈφηςΑθανασοπούλου ι

Η ελληνική φύση τον Σεπτέμβριο, του Γρηγόρη Τσούνη Ευρωοικολογικά, του Μιχάλη Παπαγιαννάκη Πλήθη και κέραμοι, του Δημήτρη Κωστόπουλου Η οδύσσεια του κογιότ, του Ντικ Ράνταλ Βιοκλιματική αρχιτεκτονική, της Κατερίνας Χάρη Περιβαλλονπκή εκπαίδευση, του Κώστα Στασινού Η βιολογία στην επικαιρότητα, του Γιάννη Σακιώτη Λιτότητα και περιστολή, του Ρίτσαρντ Ντίλον

• Ρενέ Πασσέ: Τα όρια της εμπορευματικής ρύθ­ μισης Μπερνάρ Κασσέν: Η υποχρέωση να διασφαλισθεί το μέλλον Χάρης Ναξάκης:Τεχνολογική θεολογία και ανά­ πτυξη


δελτιο/73

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Δελτίο συντάσσεται μ ε την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Ε­ στίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του ο ­ ποίου ευχαριστούμε θερμά. Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ των βι­ βλίων γίνεται μ ε βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνική βιβλιογραφία.

% ί / j iJ Λ | 11 1 11 111 ν ^ ^

δελ Τ ιο

12 Αυγούστου 25 Αυγούστου 1992

Υ Ρ α φικό 296

ΣΕ ΚΑΘΕ κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλ­ φαβητικά οι Έλληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι.

Επιμέλεια: Έφη Απάκη

Η Κ ΑΤΑΤΑΞΗ των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμφωνα μ ε το ελληνικό αλφάβητο. ΣΤΗΝ ΚΑ ΤΗΓΟΡΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδιαία έντυπα. ΓΙΑ ΤΗΝ ακόμη μεγαλύτερη πληρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ Βιβλιογραφία Π Α Π Α ΔΟ Π Ο Υ Λ Ο Σ Θ.Ι. Ελληνική βιβλιογραφ ία (1 5 4 4 -1 8 6 3 ). Α δήνα, Εταιρεία Ε λληνικού Λ ο γ ο τ ε­ χ νικ ο ύ και Ιστορικού Α ρ χ είου , 1 9 9 2 . Σελ. 134. Δρχ. 2080. ΤΟΤΣΙΚΑΣ Α.-Λ Α ΒΔΑ Σ Ν. Βιβλιογραφ ία και ο ρ θ ο ­ γραφία για τα αρχαία ελληνικά Α δήνα, G u tenb erg, 1 9 9 2 . Σελ. 143. Δρχ. 2 6 0 0 .

Δημοσιογραφία C HARNLEY M .V .-C H A R N L EY Β. Η τέχνη του ρ ε­ πορτάζ. Μ ετ.-σχόλ. Α. Χ ριστοδουλίδης. Α δήνα, Γ νώ ­ ση, 1 992. Σελ. 191. Δρχ. 2 9 0 0 .

Οδηγοί Λευκή βίβλος. Τ όμ ος 3ος. Α δήνα, Λ α μ π ρ ό π ο υ λ ο ς, 1 9 9 2 . Σελ. 5 1 9 . Δρχ. 72 8 0 .

Ο δ ηγός Ε υρώπης ’9 2 . Α δήνα, Λ ή δρ α , 1 992. Σελ. 198. Δρχ. 3 1 2 0 .

Λευκώματα Π α νόρα μα του Π ολέμου 1 9 1 2 -1 9 1 3 . Α δήνα, Ε λ εύ ­ θ ερ η Σ κ έμ ις, 1 9 9 2 . Σελ. 125. Δρχ. 4 5 7 5 .

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Γενικά Η ελευθ ερ ία ως θυσία. Πρακτικά Συμποσίου. Α θ ή ­ να, 1 99 1 . Σελ. 156. Δρχ. 3 1 2 0 . Οι αξίες, π αρ ά δοσ η και δημιουργία. Τρία Συμπόσια. Α θήνα, 1 9 9 1 . Σελ. 1 91. Δρχ. 3 1 2 0 . ΠΑΜ ΠΟΥΚΗΣ Γ. Π λ ο η γό ς ιδεών για την τρίτη χιλιε­ τία. Α θήνα, Δ ό μ ο ς , 1 992. Σελ. 2 8 7 . Δρχ. 2 9 0 0 . ΨΑ ΡΟ Υ ΔΑ Κ Η Σ Γ. Η δυναμική της π ρ οσπ ά θεια ς για βελτίωση. Α θήνα, Γ α λαίος, 1 9 9 2 . Σελ. 9 5 . Δρχ. 1200. M ATURANA Η .-VARELA F. Τ ο δέντρο της γνώ ­ σης. Μετ. Σ. Μ ανουσέλης. Α θήνα, Κ άτοπτρο, 199 2 . Σελ. 2 6 8 . Δρχ. 4 0 6 0 .


7Λ!δελτίο Αρχαία φιλοσοφία ΒΑΡΝΑΚΙΩΤΗΣ Α.Α . 3 .0 0 0 «γνώμες» αρχαίω ν ελλήνω ν φ ιλοσόφω ν. Α θήνα, 1 9 9 2 . Σελ. 3 1 0 . Δρχ. 3450.

Αποκρυφισμός KNIGHT S . Η α πόκρυφ η αδελφότητα. Μετ. Γιάννης Τσέτος. Α θήνα, Σ τερ έω μ α , 1 9 9 2 . Σελ. 2 3 1 . Δρχ. 2080.

ΚΑΠΠΟ Σ Κ. Έ γκλημα εναντίον της Κύπρου. Α θήνα, Γ ν ώ σ εις, 1 9 9 2 . Σελ. 142. Δρχ. 1 0 4 0 . ΛΕΟΝΤΑΡΙΤΗΣ Γ.Α. Α νάμ εσα στα δ ύ ο άκρα. Η π ο ­ ρεία του Κέντρου 1 9 4 6 -1 9 6 7 . Α θήνα, Εστία, 199 2 . Σελ. 5 1 9 . Δρχ. 4 2 0 0 . ΛΥΓΕΡΟΣ Σ. Σκόπια. Τ ο αγκάθι της Βαλκανικής. Α ­ θήνα, Ν έα Σ ύ νο ρ α , 1 9 9 2 . Σελ. 183. Δρχ. 156 0 . Μ ΟΥΖΕΛΗΣ Ν. Π. Μ εταμαρξισπκές προοπτικές. Μετ. Β. Καπετάν-γιάννης. Α θήνα, Θ εμ έλ ιο , 199 2 . Σελ. 2 0 8 . Δρχ. 156 0 .

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΜΠΙΤΣΑΚΗΣ Ε.Ι. Έ να φάντασμα πλανιέται. Α θήνα, Στάχυ, 1 9 9 2 . Σελ. 4 8 5 . Δ ρχ. 4 0 0 0 .

Εφαρμοσμένη μυχολογία

Τ Ο Υ Λ Ο Υ ΔΗ Σ Π. Ε πέμ βαση της Χ ρουστσωφικής η­ γεσία ς στο ΚΚΕ. Α θήνα, Α λ φ ειό ς , 1 9 9 2 . Σελ. 2 1 6 . Δ ρχ. 1 2 4 5 .

IVEY A .-G LU C K ST ER N N .-IVE Y Μ. Συμβουλευτική μ έ θ ο δ ο ς πρακτικής π ρ οσέγγισης. Μετ.-επιμ. Μ. Μ αλικιώ ση-Λοίζου. Α θήνα, Ε λληνικά Γ ράμματα, 1 9 92. Σελ. 189. Δ ρχ. 166 0 . ΣΚΙΝΝΕΡ Ρ.-ΚΛΙΖ Τ. Ο ικογένεια. Η σ ύγχρονη Ο ­ δύσσεια. Μετ. Μ. Σεϊτανίδη. Α θήνα, Κ έ δ ρ ο ς, 1 992. Σελ. 3 7 4 . Δρχ. 2 0 0 0 .

ΙΣΤΡΑΤΙ Π. Π ρ ο ς την άλλη φλόγα. Μετ. I. Χατξηδημητρίου. Α θήνα, Δ ω ρ ικ ό ς, 1 9 9 2 . Σελ. 1 88. Δρχ. 1245.

Δίκαιο

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΣΚΑΛΙΔΗΣ Λ.Γ. Ν ομοθετήματα γενικού εμ πορικού δικαίου. Θ εσσα λονίκη , Π αρατη ρη τής, 1 9 9 2 . Σελ. 1 90. Δρχ. 5 7 0 0 .

Γενικά

ΣΟΙΛΕΝΤΑΚΗΣ Ν.Π. Ιστορία και δικ ονομ ία. Α θήνα, 1 9 9 2 . Σελ. 2 1 9 . Δ ρχ. 2 0 8 0 .

ΚΟΝΤΟΣΤΕΡΓΙΟΥ Δ.Δ. Η ΣΤ' Οικουμενική Σύνοδ ο ς και η θ εολογ ία της. Θ εσσαλονίκη , Π ο υ ρ να ρ ά ς , 1 9 9 2 . Σέλ. 3 4 8 . Δρχ. 2 6 0 0 . ΛΙΑΛΙΟΥ Δ.Α . Ερμηνεία των δογματικώ ν και σ υ μ β ο ­ λικών κειμένων της Ο ρ θ ο δ ό ξ ο υ Εκκλησίας. Τ ό μ ο ς Α'. Θ εσσαλονίκη , Κ υρια κίδης, 1 9 9 2 . Σελ. 2 0 5 . Δρχ. 2285. ΠΑ ΤΡΩ Ν Ο Σ Γ.Π. Θ εολ ογία και εμπειρία του γάμου. Α θήνα, Δ ό μ ο ς , 19 9 2 . Σελ. 3 5 5 . Δ ρχ. 3 5 3 5 . ΤΑΧΙΑΟΣ Α.-Α. Ν. Κ ύριλλος και Μ εθόδ ιος. Θ εσ σ α ­ λονίκη, Κ υρια κίδης, 1992 . Σελ. 2 6 4 . Δ ρχ. 3 4 3 0 .

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Κοινωνιολογία ΛΕΜΠΕΣΗ Ε. Κ οινω νιολογία του Τύπου. Γ' έκδοση. Α θήνα, Α ρ σ εν ίδ η ς , 1992 . Σελ. 144. Δρχ. 1 560.

Πολιτική ΔΙΑ Μ ΑΝ ΤΟ ΠΟΥ ΛΟ Σ Θ. Ο ικολογισμ ός και πολιτι­ κή. Α θήνα, Π α π αξή σ η ς, 1 9 9 2 . Σελ. 5 7 . Δ ρχ. 4 1 5 . ΚΑΖΑΚΟΣ Π. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Η ελληνική κοινωνία μπροστά στις βαλκανικές εξελίξεις. Α θήνα, Π απαζήσ η ς, 1992. Σελ. 63. Δρχ. 5 2 0 .

Οικονομία Α ΓΓΕΛΟ Π Ο Υ ΛΟ Σ Α.Θ. Οικονομικά. Α θήνα, Παπ α ζή σ η ς, 1 9 9 2 . Σελ. 3 0 9 . Δ ρχ. 2 0 8 0 . ΓΕΩΡΓΑΚΟΠ ΟΥΛΟΣ Θ. 1992: Η κατάργηση των δ ημοσ ιονομ ικώ ν φ ραγμώ ν στην Ευρωπαϊκή Κ οινό­ τητα και οι επιπτώσεις στην Ε λλάδα. Α θήνα, Π απαζή σ η ς, 1 9 9 2 . Σελ. 1 81. Δρχ. 1 8 7 0 . ΚΙΤΣΟΠΑΝΙΔΗΣ Γ.Ι.-ΚΑΜΕΝΙΔΗΣ Χ.Θ. Αγροτική οικονομική. Β' έκ δοσ η. Θ εσσαλονίκη , Ζήτης, 1 992. Σελ. 4 4 8 . Δρχ. 5 2 0 0 . BELL ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Ο ικονομική θεω ρία και τεχνο λο ­ γία. Μετ. Ν. Σταματάκης-Δ. Ο υξουνίδης. Α θήνα, G u ten b erg , 1 9 9 1 . Σελ. 4 0 4 . Δρχ. 4 1 6 0 .


δελτιο/75 Δημόσια διοίκηση ΤΖΟΥ ΣΟΥΝ. Η τέχνη του π ολέμ ου. Μετ. Δ.Ν . Παυλάκης. Α δήνα, Φόρμιγξ, 199 2 . Σελ. 9 4 . Δρχ. 1 350.

Δημόσιες σχέσεις

νωνα έω ς τον C auchy. Μετ. Μ ανόλη ς Μ αγειρόπουλο ς. Η ρά κλειο. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρή­ της, 1 9 9 2 . Σελ. 4 7 3 . Δρχ. 3 2 2 0 . PETER SON I. Ταξίδι στον κ ό σ μ ο των μαθηματικών. Μετ.-επιμ. Β. Κ ουσουλά κου Α δή να , ΓιαλλελήςΜανωλάκης, 1 9 9 2 . Σελ. 2 4 7 . Δρχ. 3 6 4 0 .

Α Ν ΤΩΝΙΑΔΗΣ Α.Κ. Δ η μ όσ ιες σχέσεις. Α δήνα. Ζή-

της, 1992. Σελ. 3 0 9 . Δρχ. 3 1 2 0 .

Φυσική

Λαογραφία

EPSTEIN L .C . Ε ικόνες της σχετικότητας. Μετ. Α. Μ άμαλης. Α δή να, Κάτοπτρο, 1 9 9 2 . Σελ. 108. Δρχ. 2390.

ΒΑ Ρ ΒΟ Υ Ν Η Σ Μ.Γ. Σ π ου δές και κατάδεσμοι α πό την ανατολική Σάμο. Α δή να , Αιγέας, 1 9 9 2 . Σελ. 4 3 . Δρχ. 725. ΟΙΚΟΝΟΜ ΟΥ Κ.Ε. Τοπω νυμικό της περ ιο χή ς Ζαγορίου. Ιωάννινα, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 199 1 . Σελ. 9 7 5 . Δρχ. 8 3 2 0 . Π Α Π Α ΤΡΕ ΧΑ Σ Γ.Η. Δημοτικά τραγούδια Ξηρόμερου. Α γρίνιο, Μοσχονάς, 199 2 . Σελ. 72. Δρχ. 2 5 0 0 . Π Α Π Α ΤΡΕΧΑ Σ Γ.Η. Υφαντά δυτικής Στερεάς. Α γρ ί­ νιο, Μοσχονάς, 19 9 2 . Σελ. 1 03. Δ ρχ. 3 5 0 0 . ΦΑ ΡΑ Ν ΤΟΣ Χ.Δ. Δημοτικά τραγούδια α πό την Αμά ρυνδο, το Α λιβέρι, και άλλα χωριά της Ν. Εύ­ βοια ς. (Ανάτ.). Α δή να, 19 9 1 . Σελ. 3 8 . Δρχ. 3 0 0 .

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ-ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Ιατρική ΒΥ Θ Ο ΥΛ Κ Α Σ Γ. Ομοιοπαθητική. Η νέα ιατρική. Α ­ δήνα, Αδάμ, 1 9 9 2 . Σελ. 1 65. Δ ρχ. 2 0 8 0 . ΠΑ ΠΑ ΓΕΩ ΡΓΙΟΥ Ε.Γ. Ν ευρ ολογία. Α δήνα, Πασχα-

λίδης, 1 9 9 1 . Σελ. 2 2 2 . Δ ρχ. 2 6 0 0 . ΣΤΕΡΓΙΟΥΛΑΣ Α. Τραυματισμοί στα σ πο ρ . Α δήνα, Συμμετρία, 1 9 9 1 . Σελ. 4 0 2 . Δρχ. 5 2 0 0 .

Τεχνολογία ΡΗΓΑΣ Δ. Α γγλοελληνικό λεξικό ηλεκτρονικής η λ ε­ κτρολογίας. Θ εσσα λονίκη , Τξιόλας, 1 9 9 2 . Σελ. 4 8 0 . Δ ρχ. 3 8 5 0 .

Εκπαίδευση ΤΣΑΡΔΑΚΗΣ Δ. Η,κοινω νική θεω ρία των ρόλω ν. Α ­ δήνα, Σκαραβαίος, 1992. Σελ. 2 1 6 . Δρχ. 2 0 8 0 . C HA R LOT Β. Τ ο Σ χολείο αλλάξει. Μετ. Ε. Μ ποναφάτου-Ν. Π απαγεω ργίου. Α δή να , Προτάσεις, 1 9 9 2 . Σελ. 4 3 1 . Δρχ. 3 6 4 0 .

ΓΛΩΣΣΑ Γενικά ΧΑ ΡΑ Λ ΑΜ ΠΑ ΚΗΣ X. Ν εοελλ η νικό ς λό γ ο ς. Α δ ή ­ να, Νεφέλη, 1992. Σελ. 3 8 1 . Δρχ. 3 6 4 0 .

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Μαθηματικά BELL Ε.Τ. Οι μαθηματικοί. Τ ό μ ο ς Α': Α π ό τον Ζή­

Φυτολογία ΠΙΚΡΑΦΤ Ν. Γκαξόν. Μετ.-επιμ. Θ. Γιαπούλιας. Α ­ δήνα, Ψύχαλος. Σελ. 2 0 2 . Δ ρχ. 2 6 0 0 .

ΤΕΧΝΕΣ Γενικά ΡΑΦΤΗ Σ Α. Χ ο ρ ό ς, π ολιτισμός και κοινωνία. Α δ ή ­ να, Θέατρο «Δόρα Στρατού», 1 9 9 2 . Σελ. 1 65. Δρχ. 2495. Alberto G iacom etti. Γλυπτική - ζωγραφική - σχέδια. Α νδρ ο ς, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, 1 9 9 2 . Σελ. 197. Δρχ. 8 8 4 0 .

Διακόσμηση Ιδανικό Σπίτι ’9 2 . Διακοσμητική εγκυκλοπαίδεια. Τ ό ­ μοι Α' + Β'. Α δή να , 1 9 9 1 . Σελ. 1 0 0 + 1 0 0 . Δρχ. 1 2 4 8 0 (οι δ ύ ο τόμοι).

Φωτογραφία MELETZIS SP IR O S. Φ ω τογραφία 1 9 2 3 -1 9 9 1 . Β ιέννη, 1 9 9 2 . Σελ. 2 1 4 . Δρχ. 6 5 0 0 .


76/δελτιο Μουσική ΠΛΕΣΣΑΣ Α. Τέχνη και τεχνολογία. Αθήνα, Σ ύ γχ ρ ο ­ νη Μ ουσική, 1992. Σελ. 142. Δρχ. 3 0 0 0 .

Χιούμορ W UINO. Η Μαφάλντα και οι άλλοι. Μετ. Λ. Ιωαννίδου. Α θήνα, Ν έα Σ ύνορα , 1 992. Σελ. 4 7 . Δρχ. 9 3 5 .

ΤΣΙΡΟΠΟΥΑΟΣ Κ. Τελικά κείμενα. Τ όμ ος Α': Τα ποιητικά. Α θήνα, Μ έγα ς Α σ τ ρ ο λά β ο ς/Ε υ θ ύ ν η , 1 9 9 2 . Σελ. 4 5 0 . Δρχ. 4 1 6 0 . ΟΥΙΤΜΑΝ Ο. Στη γαλάζια όχθη της Οντάριο. Δ ί­ γλωσση έκδοση. Μετ. Γ. Β αρβέρης. Αθήνα, Ρ όπ τρ ον, 199 2 . Σελ. 6 5 . Δρχ. 104 0 . ΤΟΜΑΣ Ν. Κι ο θάνατος δ εν θα χει εξουσία. Β' έκ­ δοση. Επιλ.-μετ. Γ. Μ πλάνας. Α θήνα, Ε λ εύ θ ερ ο ς Τύ­ π ο ς . Σελ. 4 1 . Δρχ. 5 2 0 .

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ Πεζογραφία Αθλητισμός ΖΑΚΑΣ Θ.Π. Χάντμπωλ. Θεσσαλονίκη, M eg a T yp e, 1992. Σελ. 2 7 2 : Δρχ. 5 2 0 0 .

ΑΡΙΣΤΗΝΟΣ Γ. Η κατάβαση. Α φήγημα. Α θήνα, Καστανιώτης, 1 9 9 2 . Σελ. 145. Δρχ. 1560. Κ ΑΠΑΝΤΑΗ Ι.Β. Η ιστορία της Ιόλης. Α θήνα, Ε ­ στία, 1 992. Σελ. 185. Δρχ. 1 500.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ

ΚΟΛΛΑΤΟΣ Δ. Καπετάν-Αντώνης. Ο τελευταίος των Ελλήνων. Α θήνα, Γ κοβόσ της, 1 9 9 2 . Σελ. 143. Δρχ. 156 0 .

Αρχαίοι συγγραφείς

ΜΑΝΙΩΤΗΣ Γ. Σταυροβελονιές. 1 9 9 2 . Σελ. 2 6 5 . Δρχ. 2 0 8 0 .

ΑΡΡΙΑΝΟΣ. Α λεξά νδρ ου ανάβασις. Ινδική. Τόμοι A' + Β'. Μετ. Α. Καλυβιώτη. Α θήνα, Ε ξά ντα ς, 199 2 . Σελ. 5 2 2 + 4 7 5 . Δρχ. 7 2 8 0 . (οι δ ύ ο τόμοι).

Αθήνα,

Α δά μ,

ΠΙΕΡΡΗΣ Γ. «Δώστε τα χέρια αδέρφια». Μ υθιστόρη­ μα. Α θήνα, 1 9 9 2 . Σελ. 3 5 4 . Δρχ. 2 0 8 0 .

Η ροδότου Ιστορία. Α ρχαίο κείμενο. Μετ.-σχόλ. Λ. Ζενάκος. Α θήνα, Γ κοβόσ της, 1 9 9 2 . Σελ. 3 9 6 . Δρχ. 31 2 0 .

ΡΙΚΑΚΗΣ Δ. Επίτομον Εγκυκλοπαιδικόν π ροσω πι­ κόν λεξικόν. Τ ό μ ο ς Α'. Α θήνα, Εστία, 1 9 9 2 . Σελ. 2 6 2 . Δρχ. 2 5 0 0 .

Λ υσίου λόγοι. Τόμοι Α' + Β'. Α π όδ. Β, Μ οσκόβης. Α θήνα, Ν ομική Β ιβλιοθή κη, 199 2 . Σελ. 7 5 1 . Δρχ. 6 0 0 0 (οι δ ύο τόμοι).

ΣΙΔΕΡΗ ΜΑΡΙΑ. Χ ρόνια οδύνης. Α θήνα, Μ ο χλ ό ς, 199 2 . Σελ. 117. Δρχ. 104 0 .

Μελέτες

ΣΦΥΡΙΔΗΣ Π. Χαράμι. Διηγήματα. Α θήνα, Καστανιώ της, 1 992. Σελ. 121. Δρχ. 1560.

ΜΠΑΡΜΠΑΣ Ι.Α. Φ ιλολογικές και διδακτικές δοκι­ μές στους κλασικούς. Θ εσσαλονίκη, Β ά ν ια ς, 1992. Σελ. 165. Δρχ. 1560.

Χ ΡΙΣΤΟ ΔΟΥΛΟΥ Α.Κ. Τ ό αγκάθι ή ο Παντελής Βλαστός. Ν ουβέλα . Α θήνα, Καστανιώ της, 1992. Σελ. 78. Δρχ. 1 040.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

APOLLINAIRE G. Οι έντεκα χιλιάδες βέργες. Μετ. Β. Ν ικολαΐδης. Α θήνα, Γ α βριη λίδη ς, 1 9 9 2 . Σελ. 157. Δρχ. 1 660.

Ποίηση ΔΙΛΜΠΟΗΣ Γ. Μια θ άλασσα μεγάλη πήρε φως. Ποιήματα. Α θήνα, 1991. Σελ. 64. Δρχ. 5 2 0 . ΚΙΖΗΛΟΥ Β. Gloria victis. Α θήνα, Ο Π ολίτης, 1992. Σελ. 173. Δρχ. 104 0 . ΜΑΣΤΡΟΔΗΜΟΣ Δ. Μα πως να πάμω... Α θήνα, Ο Π ολίτης, 1992. Σελ. 95. Δρχ. 8 3 0 . Π ΑΠΑΔΑΚΗΣ Λ. Τ ο πάρτυ δ εν έγινε. Αθήνα, Π λα ­ ν ό δ ιο ν , 1992. Σελ. 53. Δρχ. 6 2 0 . ΣΙΔΕΡΗΣ Γ. Λυρικά και ανθρώπινα. Ποιήματα. Α θ ή ­ να, Μ οχλ ός, 1992. Σελ. 4 6 . Δρχ. 5 2 0 . ΤΣΑΚΙΡΗ Κ.Ν. Μετά το λυκαυγές. Μ έρος Α'. Θ εσ σα ­ λονίκη, Κ υριακίδης, 1992. Σελ. 74. Δρχ. 1040.

ΓΚΟΛΝΤΕΜΠΕΡΓΚ Ν. Οι δια κοπ ές του μπαμπά κλώσα. Μετ. Σ. Λ α μπ ρ οπ ούλου. Α θήνα, Τ εκμή ριο, 1 9 9 2 . Σελ. 2 4 5 . Δρχ. 176 5 . C O X J. Ο στόχος. Μετ. Τ. Π απαϊω άννου. Α θήνα, Ο δ υ σ σ έα ς , 199 2 . Σελ. 3 4 2 . Δρχ. 4 0 0 0 .


δελτιο/77 ΚΡΙΣΤΙ Α. Ο λ ό ρ δ ο ς Έ ντγκουερ πεθαίνει. Μετ. X. Κ οντοθεοδώ ρου. Α θήνα, Ε ρ μ εία ς. Σελ. 2 5 1 . Δρχ. 2080. ΚΡΙΣΤΙ Α. Πέντε μικρά γουρουνάκια. Μετ. Μ άριος Βερέττας. Α θήνα, Ε ρ μ εία ς. Σελ. 2 5 6 . Δρχ. 2 0 8 0 . ΛΕ ΓΚΕΝ Ο. Οι τάφοι του Ατουάν. Μετ. Λ. Ιωαννίδου. Α θήνα, Ο Μ Μ Α , 1992. Σελ. 143. Δρχ. 145 5 . Μ ΑΧΕΝ Α. Ο τρόμος. Μετ X. Π απαϊω άννου. Α θήνα, Α ίο λ ο ς , 1992. Σελ. 155. Δρχ. 1 765. ΜΟΥΖΙΛ ΡΟΜ ΠΕΡΤ. Ο ά νθ ρ ω π ος χω ρίς ιδιότητες. Μ υθιστόρημα. Μετ. Τ. Σιέτη. Τ όμοι Α ' + Β'. Α θήνα, Ο δ υ σ σ έα ς , 1992. Σελ. 7 9 5 + 7 6 9 . Δρχ. 1 0 .4 0 0 (οι δ υο τόμοι). BU R R O U G H S E.R. Ο Ταρξάν και η πόλη του χ ρ υ ­ σού. Μετ. Α. Π α πασταθοπούλου. Α θήνα, Μ έδο υ σα , 1 9 9 2 . Σελ. 193. Δρχ. 1245. ΜΠΟΣΙ-ΦΕΝΤΡΙΓΚΟΤΙI. Κ όρ ες καλής οικογένειας. Μετ. Ε. Καλλκρατίδη. Α θήνα, Ω κεανίδα , 1 9 9 2 . Σελ. 2 1 9 . Δρχ. 1660.

ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΟΣ Π. Σύντομη ιστορία της αγγλικής λογοτεχνίας. Α θήνα, 1 9 9 2 . Σελ. 147. Δρχ. 1350. ΚΟΡΦΗΣ Τ. Ρ ώ μος Φ ιλύρας. Α θήνα, Π ρ ό σ π ε ρ ο ς , 1 9 9 2 . Σελ. 163. Δρχ. 1 5 6 0 . Χ ΡΙΣΤΟ ΔΟ Υ ΛΟ Υ Γ.Α. Φ ιλολογικά ραπίσματα. Α ­ θήνα, Στιγμή, 1 9 9 2 . Σελ. 1 85. Δρχ. 187 0 . ANDREIOM ENO S G. The reception of Kalvos by m odern greek criticism (1 8 1 8 -1 8 8 9 ). A thens. P erip lo u s, 1 9 9 2 . Σελ. 4 2 . Δρχ. 8 3 0 .

Δοκίμια ΣΦ ΑΕΛΟΥ Κ. «Λειτουργία» κάτω α π ό την Α κ ρ ό π ο ­ λη. Α θήνα, Ν έα Σ ύ νορα , 1 992. Σελ. 135. Δρχ. 104 0 . HA LD O N J. Μ αρξισμός και ιστοριογραφία. Μετ. Κ. Γαγανάκης. Α θήνα, Μ νή μω ν, 1 9 9 2 . Σελ. 104. Δρχ. 935.

ΘΕΑΤΡΟ Έργα

DORRIS M .-ERDRICH L. Τ ο στέμμα του Χ ριστόφ ο­ ρου Κ ολόμβου. Ν ουβέλα . Α θήνα, Ν έα Σ ύ νορα , 1 9 9 2 . Σελ. 4 1 5 . Δρχ. 2 3 9 0 . ΤΑΟΥΝΣΕΝΤ Σ. Οι ειλικρινείς εξ ομολογήσ εις. Μετ. Ε. Μ πονάτσου. Α θήνα, Α γρ ω σ τις, 1 9 9 2 . Σελ. 2 3 2 . Δρχ. 1870.

ΖΑΚΟ ΠΟΥΛΟΣ Ν. Μια παράξενη πόρνη. Η επ ι­ στροφή. Α θήνα, Δ ω δώ νη , 1 9 9 2 . Σελ. 145. Δρχ. 104 0 .

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΤΟΜΑΣ Ν.Μ. Τ ο τρένο του έρωτα. Μετ. Ελένη Αστε­ ριού. Α θήνα, Η ρ ό δ ο το ς , 1992: Σελ. 188. Δρχ. 166 0 .

Μαρτυρίες

JAM ES Η . Τι ή ξερ ε η Μέιξι. Μετ. Σ. Τριαντάφυλλου. Α θήνα, Δ ελ φ ίν ι, 1992. Σελ. 33 4 . Δρχ. 2 6 0 0 .

ΚΑΤΟΙΚΟΥ-ΤΟΛΙΑ Ε. ... Ποτέ δ εν ξέχασε. Α θήνα, Β α σ ιλ ό π ο υ λ ο ς , 1 992. Σελ. 2 9 . Δρχ. 5 2 0 .

FORTUNE D. Ο τρ α γοπ όδα ρ ο ς Θ εός. Μετ. Λ. Τσοπάνη-Θ . Σιαφαρίκας. Α θήνα, Ιά μ βλ ιχο ς, 1 992. Σελ. 4 2 7 . Δ ρχ. 23 9 0 .

Μ ΑΔΛΩΣΗΣ Ι.Η. Ο Ίων Δρ α γο ύ μ η ς εξόριστος. Α ­ θήνα, Π ελ α σ γ ό ς , 1 9 9 2 . Σελ. 6 0 . Δρχ. 7 2 5 .

ΗΑΜΜΕΤ D. Ο α δύνατος άντρας. Μετ. Γ-Ι. Μ παμπασάκης. Α θήνα, Γ α βριη λίδη ς, 1 9 9 2 . Σελ. 3 1 5 . Δρχ. 2080.

Ευδυμογραφικά ΧΑΤΖΗΦΩΤΙΟΥ Ζ. Η η δονή της εξουσίας. Α θήνα, Π α τσού ρ ης, 1992. Σελ. 117. Δρχ. 1 245.

Βιογραφίες ΛΙΒΙΕΡΑΤΟΣ Δ. Παντελής Π ου λιό π ο υλ ο ς. Έ νας δ ια νο ο ύμ ενο ς επαναστάτης. Α θήνα, Γ λά ρ ο ς. Σελ. 1 64. Δρχ. 1 350. Μ ΕΛΑ Ν.Π. Π α ύλ ο ς Μ ελάς. Βιογραφία. Α θήνα, Π ε ­ λ α σ γ ό ς , 199 2 . Σελ. 3 7 + φωτ. Δρχ. 9 3 5 .

Ελληνική Ιστορία Μελέτες Πρακτικά Ενάτου Συμποσίου Π οίησης. Τόμοι Α' + Β'. Πάτρα, Α χ α ϊκ ές Ε κ δ ό σ εις , 199 2 . Σελ. 3 5 6 + 3 9 6 . Δρχ. 2 9 0 0 + 3 3 2 5 .

Δ ιεθ νές Επιστημονικό Σ υνέδριο «Η Π όλη της Χ αλκί­ δας». Α θήνα, Εταιρεία Ε υ βο ϊκώ ν Σ π ο υ δώ ν, 1990. Σελ. 4 3 1 . Δρχ. 4 1 6 0 . Η νεότερη και σύγχρονη Μ ακεδονία. Ιστορία - οικο ­ νομία - κοινωνία - πολιτισμός. Τ όμοι Α' + Β'. Α θήνα, Π α π αξήσ ης/Π αρ α τηρ ητή ς, 1 9 9 2 . Σελ. 5 2 7 + 4 5 4 . Δρχ. 2 1 8 4 0 . (οι δ ύο τόμοι). ΔΗΜ ΗΤΡΙΟ Υ Α. Ο Ελληνισμ ός υπό ξένη κυριαρχία


78/δελτιο (250 Π.Χ.-1821). Αδήναι, Νέα θ έ σ ις, 1992. Σελ. 310. Δρχ. 2080.

ντάρι. Μετ. Ν. Ιορδανίδου. Αθήνα, Πατάκης, 1992. Σελ. 26. Δρχ. 1530.

ΚΑΡΟΛΙΔΗΣ Π. Μικρασιανή αρία ομοφυλία. Θεσ­ σαλονίκη, Κυραμάνος, 1992. Σελ. 144. Δρχ. 1140.

Γν ώ σ ε ις

ΚΟΡΜΑΛΗΣ Α.Λ. Ανατολική Θράκη. Αθήνα, Π ε­ λασγός, 1992. Σελ. 142. Δρχ. 1350.

ΜΑΡΑΓΚΟΥ Α. Παίζω με τις λέξεις. Αθήνα, Λωτός, 1992. Σελ. 54. Δρχ. 1040.

ΚΥΡΑΝΗΣ Β. Ελληνο-Ηπειρωτικά. Τόμοι Α' + Β' + Γ'. Θεσσαλονίκη, Μαίανδρος. Σελ. 2302. Δρχ. 15600 (οι τρεις τόμοι).

ΠΑΡΚΕΡ Σ. Πώς λειτουργούν. Μετ. I. Βλαχόπουλος. Θεσσαλονίκη, Σίρρις, 1991. Σελ. 157. Δρχ. 5200.

ΛΕΒΕΝΤΗΣ Γ.Α. Η κατά της Μακεδονίας επιβουλή Γ' έκδοση. Αδήναι, Νέα Θ έσις, 1992. Σελ. 379. Δρχ. 4160. ΝΑΝΑΚΗΣ Α.Α. Το Επισκοπικό ζήτημα 1880-1882 και η Εκκλησία της Κρήτης. Κατερίνη, Τέρτιος, 1992. Σελ. 194. Δρχ. 2080. ΠΑΝΔΗΣ Π.Ο. Νοταριακές πράξεις και πληθυσμιακά στοιχεία του Νομού Κέρκυρας. Αθήνα. 1992. Σελ. 238. Δρχ. 2800. ΣΒΟΛΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Η ελληνική εξωτερική πολιτι­ κή 1900-1945. Αθήνα, Εστία, 1992. Σελ. 362. Δρχ. 3200. ΣΤΕΦΟΠΟΥΛΟΣ Σ. Ματιές και σκέμεις πάνω στην ιστορία. Τόμος Α': Η Δεκαετία 1958-1967. Ιωάννινα, 1992. Σελ. 334. Δρχ. 2080. ΤΑΡΝΑΝΙΔΗΣ I. Στα βόρεια της Μακεδονίας. Θεσ­ σαλονίκη, Κυριακίδης, 1992. Σελ. 139. Δρχ. 1765. ΤΖΙΦΡΑΣ Π.Ν. Σύντομη ιστορία του Βογατσικού. Α­ θήνα, 1992. Σελ. 80. Δρχ.. 1040.

ΜΠΡΑΟΥΝ Ν. Πώς κτίστηκαν. Μετ. Π. Μαρτινίδης. Θεσσαλονίκη, Σίρρις, 1991. Σελ. 139. Δρχ. 5200. Π Ε Ρ Ι Ο Δ ΙΚ Α

ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 129. Δρχ. 620. ΓΥΝΑΙΚΑ. Το κλασικό γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 1086. Δρχ. 600. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βι­ βλίου. Τεύχος 293. Δρχ. 600. ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 26. Δρχ. 500. ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύ­ χος 248. Δρχ. 350. ΙΣΤΟΡΙΚΟΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ. Περιοδική έκδοση. Τό­ μος Γ'. Δρχ. 4680. ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΟΜΕΣ. Προβληματισμοί και θέσεις. Τεύχος 35. Δρχ. 300. Η ΛΕΞΗ. Ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Τεύχος 110. Δρχ. 1000.

Π α γ κ ό σ μ ια Ισ τ ο ρ ία

ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1564. Δρχ. 500.

McNEILL W.H. Ιστορία της ανθρώπινης κοινωνίας. Μετ. Κ. Ραμπαβίλα. Αθήνα, Παρασκήνιο, 1992. Σελ. 899. Δρχ. 8300.

ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 2. Δρχ. 500.

BAIGENT Μ.-LEIGH R. Ο ναός και η στοά. Μετ. Κ. Μπάλλας-Δ. Σκλάβος. Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 429. Δρχ. 5200. Π Α ΙΔ ΙΚ Α

Ε λ ε ύ θ ε ρ α α να γνο'ισ μ α τα

ΑΠΕΛΑΤΗΣ Δ. Η μηλιά με τα χρυσά μήλα. Ελληνι­ κό παραμύθι. Θεσσαλονίκη, Μ αλλιάρης-Παιδεία, 1992. Σελ. 61. Δρχ. 1040. ΓΡΑΜΜΕΝΟΣ Μ. Μέγας Αλέξανδρος. Αθήνα, Ά ­ γκυρα, 1992. Σελ. 124. Δρχ. 740. ΜΠΕΡΤΙΝΟ Α.-ΒΑΛΛΑ Φ. Ένας χρόνος με την αρ­ κούδα. Μετ. Ν. Ιορδανίδου. Αθήνα, Πατάκης, 1992. Σελ. 26. Δρχ. 1530. ΜΠΕΡΤΙΝΟ Α.-ΒΑΛΛΑ Φ. Ένας χρόνος με το Λιο­

ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 33. Δρχ. 800. ΡΕΥΜΑΤΑ. Απόμεις - κείμενα - τέχνες. Τεύχος 8. Δρχ. 800. ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ. Τριμηνιαία έκδοση. Τεύχος 48. Δρχ. 1560. ΤΕΤΡΑΜΗΝΑ. Τεύχος 48. Δρχ. 520. ΤΟΤΕ. Το περιοδικό για την ελληνική ιστορία... και όχι μόνο. Τεύχος 38. Δρχ. 450. Ο ΤΥΠΟΣ. Μηνιαία δημοσιογραφική επιθεώρηση. Τεύχος 26. Δρχ. 1040. MEDIA VIEW. Το περιοδικό για τα media και τη διαφήμιση. Τεύχος 3. Δρχ. 600.


δελτιο/79

Στην Κριηκογραφία περιλαμβάνονται όλες· οι ε ­ πώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεω ν που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, , επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιο­ δικό και επαρχιακό τύπο, ό ­ σες ήταν δυνατόν να εξα­ σφαλίσουμε ή μας απέστειλαν οι συντάκτες τους. Γιρ κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σ ε παρένθεση: το όνο­ μα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου, καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής αν πρό­ κειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

δελ

_____________ •J· ·|

1 Σεπτεμβρίου ■ 14 Σεπτέμβριο 1992

κριτικό γρα φια 29β Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Πολιτική

Θ ετικές επιστήμες

Βαλντέν Σ.: Ελλάδα-Γ ιουγκοσλαβία (Σ. Ντ., Διαβάζω, 29 3 ) Β ερέμης Θ., κ.ά.: Η αμυντική πολιτική των Βαλκανι­ κών χωρώ ν (Σ. Ντάλης, Διαβάζω, 29 3 ) Ράσκε Γ.-Κατσούλης Η.: Τα πολιτικά κόμματα της Δυτικής Ε υρώπης (Α.Δ .Π., Οικονομικός ίαχυδρόμος. 3 /7 )

Γιανγκ Τ.: Ο εγκέφ α λος και οι φ ιλό σ ο φ ο ι (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 6 /9 ) Γκρμέκ Μ.: Ιστορία του A ID S (Κ. Τ σαούσης, Έθνος, 6 /9 ) Λαζόρτ Γ.: Ε γκέφ αλος και πνεύμα (Ν. Ντόκας, Ελευ­ θεροτυπία. 6 /9 )

Τ έχνες Κοινωνιολογία Π αυλάκου Δ.: Τ ο είδω λο του καθρέφτη της (Π. Καρ αβασίλης, Εξόρμηση, 4 /9 )

Δεμ ίρη Κ.: Τα ελληνικά κλωστοϋφαντουργεία (Ν. Ν τόκας, Ελευθεροτυπία, 1 3 /9 )

Μ ητροπούλου Κ.: Φ ω τογραφίες για πάντα (Κ. Τ σα­ ούσης, Έθνος, 7 /9 )

Α λφαβητάριου (Δ. Γιάκος, Εξόρμηση, 4 /9 ) Σ α λμανλής Α.-Μ πιτσιάνης Α.: Συντακτικό της Α ρ ­ χα ία ς Ελληνικής (Π. Τζιώκα, Διαβάζω. 2 9 3 )

Εκπαίδευση

Κλασική Φιλολογία (Μελέτες)

Φ ρειδερίκου Α .-Φ ολερού-Τ σερούλη Φ.: Οι δάσ κα ­ λοι του Δημοτικού Σχολείου (Γ.Κ. Μωραΐτης, Ριζο­

Ράινχαρτ Κ.: Ψ υ χής λ ό γ ο ς (Γ. Σταματόπουλος, Α υ ­ ριανή, 1 3 /9 )

σπάστης, 6/9) Chariot Β .: Τ ο σ χολ είο αλλάζει (Δ. Παυλάκου, Α υ ­ γή, 6 /9 )

Ποίηση Κατσιγιάννης Χ.Ε.: 0 θάνατος του καλοκαιριού (Κ. . Βα λα βά νη ς, Ελεύθερη Ώρα, 1 3 /9 ) Κ όρφ ης Τ.: (επιμ.) 4 9 φωνές (Ε. Αρανίτσης, Ελευθε­ ροτυπία, 2 /9 )


80/δελτιο Κούλης Β.: Βεργίνα, και άλλα ποιήματα (Δ, Ζαδές, Ε­ ξόρμηση, 11/9) Πραπκάκης Μ.: Ποιήματα (Τ. Μενδράκος, Αντί, 4/9) Ρώσσης Γ.: Σκιές στους λόφους (Ε. Χωρεάνθη, Δια­ βάζω, 293) Στάμης Ν.: Ποιήματα (ΘΠ, Ριζοσπάστης, 3/9) · Τσικρίτση-Κατσιανάκη X.: Εν θλίμεσι, Κύριε (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώρα, 6/9)

Βελουδής Γ.: Ψηφίδες για μια θεωρία της λογοτε­ χνίας (Ε. Κοτζιά, Καθημερινή, 6/9) Δρούβερης Α.: Ο Α.Ν. Κυριάκός και το λαϊκό αφή­ γημα (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 2/9) Μηλιώνης X.: Παπαδιαμάντης και ηθογραφία (Ε. Κοτζιά, Καθημερινή, 6/9)

Πεζογραφία

Βαλάση Ζ.: Σχολείρ παιχνιδιών (Ε. Σαραντίτη, Ελευ­ θεροτυπία, 2/9)

Καλκάνη-Αυδή I.: Εκείνο το πρωί: Πειραιάς 1892 (Π. Μηλιώρη, Αυγή, 13/9) Κυπριωτέλης Π.: Τα Καρταλέικα (Δ. Παυλάκου, Αυ­ γή, 13/9) Μανιώτης Γ.: Σταυροβελονιές (Μ. Χαρτουλάρη, Νέα, 8/9) Ραπτόπουλος Β.: Η αυτρκρατορική μνήμη του αίμα­ τος. 1. (Η. Παπαλέξης, Διαβάζω, 293) Ρούσσος Τ.: Αγγελόπετρα (Μ. Κοντολέων, Αυγή, 6/9) Σφυρίδης Π.: Χαράμι (Μ. Κοντολέων, Αυγή, 6/9) Χριστοδούλου Α.Κ.: Το αγκάθι ή ο Παντελής Βλα­ στός (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, 6/9) Κλάιστ Ε.: 4 νουβέλες (Μ. Θεοδοσοπούλου, Εποχή, » 13/9) Μπωσώ Α.: Η Διοτίμα και τα λιοντάρια (Κ. Τσαού­ σης, Έθνος, 7/9) Ο. Παπαλάνγκι: (Γ. Σταματόπουλος, Αυριανή, 13/9) Πανζέ Ρ.: Ο κύριος Συλλογίδης (Κ. Τσαούσης, Έ­ θνος, 13/9) Λεργκό Λ.: Ο πόλεμος των κουμπιών (Α. Κώττη, Ρι­ ζοσπάστης, 3/9) Μελέτες Αναγνωστάκης Η.-Μπαλτά Ε.: Η Καππαδοκία των «Ζώντων μνημείων» (I. Χατζηπαναγιώτη, Διαβάζω, 29/3).

Παιδικά

Ιστορία Η μέχρι Φιλίππου αρχαία ιστορία της Μακεδονίας (Κ. Χωρεάνθης, Διαβάζω, 293) Κανελλόπουλος Α.: Η οικονομική μόρφωση της πο­ λιτικής ηγεσίας στην Αρχαία Αθήνα (Γ. Οικονόμου, Διαβάζω, 293) Καρρέρ Α.: Οδοιπορικό στην ιστορία και το θρύλο (Α. Ελληνούδη, Ριζοσπάστης, 6/9) Κυράνης Β.: Ελληνο-ηπειρωτικά (Δ.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Αντί, 4/9) Παντελάκης Ν.: Ο εξηλεκτρισμός της Ελλάδας (Α. Αζέλης, Διαβάζω, 293) Μαρτυρίες Βαφειάδης Μ.: Απομνημονεύματα. Τόμ. 5ος (Σ. Λιναρδάτος, Βήμα, 13/9) Κατσής Δ.Ν.: Το ημερολόγιο ενός αντάρτη του ΔΣΕ, τόμ. Β' (Δ.Φ. Σουλιώτης, Ριζοσπάστης, 3/9) Ρίζου-Κουρουπού Μ.: (επιμ.) Αναμνήσεις του Μετώ­ που 1920-1921 (Μ. Φάις, Ελεύθερος Τύπος, 13/9) Το κρυφό αρχείο της εξορίας του Ν. Ζαχαριάδη (Σ. Λιναρδάτος, Βήμα, 13/9) Π εριοδικές Εκδόσεις Ελληνοαραβικά (Σ. Αποστολοπούλου, Αντί, 4/9)

αφτειτε συνόρομητες Συνδρομές εσωτερικού και Κύπρου

Ετήσια 12.000 - Σπουδαστική 11.000 δρχ. Εξάμηνη 6.500 - Σπουδαστική 5.500 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων 14.000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού

Ετήσια 90 δολ. (ΗΠΑ) Σπουδαστική Ετήσια 85 δολ. Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών 105 δολ. Τα παλιά μηνιαία τεύχη κοστίζουν 1000 δρχ., τα δεκαπενθήμερα 600 δρχ. και τα διπλά 1000 δρχ. Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Α. Μεταξά 26, Α θήνα - 106 81___________________


Β

Ι

Β U

G Σ

Ο

Λ

Ω

Λ T Ν

Ι

Ο E

Ο

Π

Ω

N

Σ

103

Λ E

B -

Τ Η

Ε R

Ι

Ο G

Λ. - F A X

36 00 127

Ταξινομημένα και για κάθε βαθμίδα της Εκπαίδευσης, θα βρείτε στο χώ­ ρο μας όλα τα βιβλία ό λ ω ν των Εκδοτικών Οίκων. *

Ακόμη, θ’ ανακαλύψετε μια πλούσια συλλογή λογοτεχνικών βιβλίων, πεζογραφίας για παιδιά και νέους, περιοδικών -ελληνικώ ν και ξέ­ ν ω ν -, όπως επίσης ειδικά τμήματα με βιβλία Ιατρικής, Οικονομίας και ηλεκτρονικών υπολογιστών, καθώς και όλες τις εκδόσεις του οεδβ και του Ευγενιδείου Ιδρύματος. *

Ζητήστε τους καταλόγους των Εκδόσεών μας. Εκτός από τον γενικό, υπάρχουν κι οι εξής: ο ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

0 ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΥ

0 ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ

0 ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

0 ΦΥΣΙΚΟΥ-ΧΗΜΙΚΟΥ

φ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

0 ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Τέλος, ιδιαίτερα κατατοπιστικά είναι τα αναλυτικά φυλλάδια για κάθε εκδοτικό πρόγραμμα του Οίκου μας. *

Μ πορείτε ν ’ αγοράσετε τα βιβλία που σας ενδιαφέρουν κ α ι με πιστωτι­ κές κάρτες (diners, εθνοκαρτα , εμποροκαρτα).

1 Σ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ ΤΜΗΜΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΓΙΑ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Λ

,0

Β

Ω

U

G I

Β

Ν

0

103

Σ

Ε

Τ Λ

I

-

Τ

Ν 0

Η

Λ. - F

Β Π

Ε Ω

Λ

A

X

36 00 127

R Ε

|

G | I

0


ΚΩΣΤΑΣ

Μ ΟΥΡΣΕΛΑΣ

ΒΑΜΜΕΝΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΜΑΛΛΙΑ

80.000 αντίτυπα

Μυθιστόρημα

Το δημοφιλέστερο βιβλίο των τελευταίων ετών Ε ν α μυθιστόρημα που προκαλεί, ερεθίζει, εξοργίζει. Ερωτικό, αισθησιακό, χυδαίο, αποτρόπαιο, δοσμένο απλά, με χιούμορ, ειρωνεία κα ι καυστική διάθεση.

Γ. Γενναδίου 3 - Τηλ. 36.02.007


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.