ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ E T O g Q P H ^ T ^ iB A lO Y
ΑΡΙΘ. 66 ·
6 .4.83 · ΔΡΧ. ISC
Κάθε μέρα. Άπό τό 1841. Πάντα κάτι έγκαίνιάζουμε: καταστήματα, όργανωτικά συστήματα, τρόπους έπικοινωνίας αύτοματισμούς, μηχανογραφικές έξελίξεις, διαδικασίες άπλούστερες καί έπωφελέστερες γιά τό κοινό. Γι’ αύτό 6 μισός ένεργός πληθυσμός τής χώρας μας συνεργάζεται μέ τήν ’Εθνική Τράπεζα, γι’ αύτό κάθε δυναμική μορφή συναλλαγής φέρνει τήν υπογραφή μας. Μέ τήν παράδοση οικοδομούμε τό μέλλον.
fftSSts
w lH i l p S iif
ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
Μ ήν ξεχνάτε τή μ ε γ ά λ η π ρ ο σ φ ο ρ ά τ ο ϋ « Δ ια β ά ζ ω » ,
τά α φ ιε ρ ώ μ α τ α :
Βιβλία γιά παιδιά (No 24)
Σοβιετική λογοτεχνία (No 57)
Γυναικεία λογοτεχνία (No 36)
’Αντίσταση καί λογοτεχνία (No 58)
Γκέοργκ Λούκατς (No 41)
Λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία (No 59)
Τό σχολικό βιβλίο (No 47)
Όνορέ ντέ Μπαλζάκ (No 60)
Φράντς Κάφκα (No 50)
Δημήτρης Γληνός (No 61)
Μαρσέλ Προύστ (No 52)
Τζέημς Τζόυς (No 62)
Ουΐλλιαμ Φώκνερ (No 54)
Κώστας Χατζηαργύρης (No 63)
’Αγγλική λογοτεχνία (No 56)
Ή γενιά τών μπήτνικ (No 64) Οί έπίγονοι τοΰ Φρόυντ (No 65)
Κ ι ά κ ό μ η τ ίς σ υ ν ε ν τ ε ύ ξ ε ις μ έ τ ο ύ ς :
Μένη Κουμανταρέα (No 1)
Γιάννη Τσαρούχη (No 42)
Γιώργο Ίωάννου (No 9)
Τάκη Σινόπουλο (No 46)
Διονύση Σαββόπουλο (No 10)
Νίκο Καρούζο (No 48)
Γαβριήλ Πεντζίκη (No 11)
Λογοτέχνες τής νεότερης γενιάς (No 50)
’Ιάκωβο Καμπανέλλη (No 12)
Κ. Θ. Δημαρά (No 53)
Νίκο Σβορώνο (No 18)
Διδώ Σωτηρίου (No 58)
Μέντη Μποσταντζόγλου (No 19)
Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59)
Νίκο Πουλαντζά (No 27)
Κώστα Ζουράρη (No 60)
’Αλέξανδρο Κοτζιά (No 28)
Σπύρο Άσδραχά (No 61)
Στρατή Τσίρκα (No 29)
’Εμμανουήλ Κριαρά (No 62)
Ζωή Καρέλλη (No 30)
Ά λ. Φιλιππόπουλο (No 63)
Άλκη Ζέη (No 33)
Καίη Τσιτσέλη (No 64)
T .T fA O
ΣΠΠΤΓ.
ΣΥΓΧ ΡΟΝ Η ΕΠΟΧΗ
ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛ ΛΑΔΑ. 'Επιστημονική έργασία τοϋ Γιάννη Σαμαρά. "Η άνάλυση τής λειτουργίας τής σύγχρονης οίκονομίας στήν Ελλάδα. 4η έκδοση συμπληρωμένη καί έκσυγχρονισμένη μέ βάση τά πρόσφατα δεδομένα τής σύγχρονης έλληνικής πραγματικότητας.
ΔΕΚΑ ΜΕΡΕΣ ΠΟΥ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΑΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ. Τό κλασικό βιβλίο τού Τζών Ρίντ, μέ τό όποιο γαλουχήθηκαν πολλές γενιές επαναστατών σέ όλες τίς γωνιές τής γής. Τό ζωντανό χρονικό τής πιό μεγάλης, τής πιό κοσμογονικής κοινωνικής έπανάστασης όλων τών έποχών.
ΔΟΜΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙ ΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΑΣ. Συλλογική μελέ τη τοϋ 'Αγροτικού τμήματος τού Κέντρου Μαρξιστικών ’Ερευνών. Συμβολή στήν ι δεολογική πάλη ένάντια στις άστικές καί άναθεωρητικές θεωρίες γιά τό άγροτικό ζή τημα.
ΕΣΣΔ 60 ΧΡΟΝΙΑ. Τά τεράστια άλματα πού πραγματοποίησε στά 60 χρόνια ύπαρ ξής της ή μεγάλη πολυεθνική χώρα, πού πρώτη έκανε πράξη τή θεωρία τού έπιστημονικού σοσιαλισμού.
Ο ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ. Η δη μιουργική παρακολούθηση τής μεταβαλλό μενης πραγματικότητας άπό τον πολιτικό παράγοντα καί συγγραφέα Γκιόργκι "Ατσιλ. Μιά πολύπλευρη έξέταση καίριων προβλη μάτων τοϋ ιδεολογικού άγώνα τών κομμου νιστών μέ βάση τήν ούγγρική πείρα.
ΜΑΧΟΜΕΝΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ, Μιά συλ λογή μελετών τού Μίκη Θεοδωράκη πού μιλάει γιά τή ζωή καί τό έργο του, γιά τά καυτά προβλήματα τής έλληνικής πραγμα τικότητας άπό τόν τομέας τής Τέχνης καί τής Αισθητικής, ώς τόν τομέα τής πολιτι κής καί τού κράτους.
Άποκτεΐστε διαβάστε
Τό μνημειώδες έργο τοϋ θεμελιωτή τοΰ έπιστημονικοΰ κομμουνισμοί
ΚΑΡΑ ΜΑΡΞ ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Κριτική τής πολιτικής οίκονομίας Τόμοι 1,2 καί 3 Θεωρίες γιά τήν ύπεραξία (τέταρτος τόμος τοΰ Κεφαλαίου) Κυκλοφόρησαν τά μέρη Ιο και 2ο Κυκλοφορεί σύντομα τό 3ο καί τελευταίο μέρος
Γραφτείτε συνδρομητές στό άθάνατο έργο τοΰ ζωντανού καί μαχόμενου μαρξισμού, στά ΑΠΑΝΤΑ τοΰ Β.Ι. ΛΕΝΙΝ, τοΰ άνθρώπου πού μέ τή ζωή καί τή δράση του ά νοιξε διάπλατα τόν καινούργιο, σ οσιαλιστικό δρόμο τής άνθρωπότητας.
Κυκλοφόρησε ό 40ος τόμος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑ ΛΟΝΤΟΥ 1 ΤΗΛ. 3624187 ΜΙΚΡΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΣΕΙΡΑ
οι πρώην άνθρωποι
& Ιάκωβος πασίγκωφ κλάρα μίλιτς
ΜΟΠΑΣΑΝ
υθέτ
ΕΡΡΙΚΟΣ ΣΙΕΓΚΕΒΙΤΣ I τό αιώνιο θύμα
η γυναίκα ενός άλλο
Εκδοτικός Οίκος ’Αδελφών Τολίδη Τάσον Βουρνά, 'Ιστορία τής νεώτερης 'Ελλάδας. Τό μος Α' (1821 - 1909) σελ. 620 650 Τάσον Βουρνά, Ιστορία τής Σύγχρονης Ελλάδας, τό μος Β' (1909 - 1940) σελ. 520 550 Τάσου Βουρνά, Ιστορία τής Σύγχρονης Ελλάδας τό μος Γ' (1941 - 1945), Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση. ’Απελευθέρωση, Βάρκιζα, σελ. 480 550 Τάσου Βουρνά, Ιστορία τής Σύγχρονης Ελλάδας, τό μος Δ\ Ό Εμφύλιος (1946 - 1953). Ό τέταρτος καί τελευταίος τόμος μέ τόν όποιο όλοκληρώνεται τό δλο έργο. 650 Ή σειρά διατίθεται καί σέ πολυτελή βιβλιοδεσία στήν τιμή τών 3500 Γεωργίου Φίνλεϋ, Ιστορία τής Τουρκοκρατίας καί τής Ενετοκρατίας στήν Ελλάδα. Μετάφραση Μ. Γαρίδη. Εισαγωγή - συμπληρωματικό κεφάλαιο, σχολιασμός Τάσου Βουρνά. "Αδετο 500 Καρόλου Μέντελσον, Μπαρτόλντυ,, Επίτομη Ιστο ρία τής Ελληνικής Επανάστασης. Μετάφραση Ελέ νης Γαρίδη καί πρόλογος τού Τάσου Βουρνά γιά τούς ξένους Ιστορικούς τής Ελληνικής Επανάστασης. 250 σελίδες 236. "Αδετο Φρανσουά Λ/ινκ,'Ιστορία τής Γαλλικής Επανάστασης. ’Απόδοση στά νέα έλληνικά Τάσου Βουρνά καί μ’ ένα συμπληρωματικό κεφάλαιο άπό τό σοβιετικό Ιστο ρικό Ταρλέ γιά τά ναπολεόντεια χρόνια. "Αδετο 400 Τάσου Βουρνά, Άλή-πασάς. Τύραννος ή ιδιοφυής πο λιτικός; σελ. 128 180 Τάσου Βουρνά, Φιλική Εταιρία Α' Τό παράνομο όργανωτικό της Β' Ό διωγμός της άπό τούς ξένους σελ. 384 450 Ελληνική Νομαρχία. Νέα έκδοση μέ προλεγόμενα Τάσου Βουρνά
Γκρέοργκ Λούντβιχ - Φόν Μάουρερ, Ό Ελληνικός Λαός. Τόμοι Α' - Β' (όλοκληρωμένοι). Μετάφραση; Όλγας Ρομπάκη. Πρόλογος : Τάσου Βουρνά. Σελίδες 800 1000 Σατωβριάνδου, ‘Οδοιπορικό Μετάφραση: Έμ. Ροίδη. Τόμοι δύο (φωτομηχανική άνατύπωση άπό τό πρωτό τυπο τού 1860). Σελίδες 1100 800 Πουκεβίλ, Ταξίδι στό Μόριά (1805). Μετάφραση Ό λ γας Ρουμπάκη - 'Ελένης Γαρίδη 500 ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΕΙΡΑ ΚΑΤΑΤΑΣΣΟΝΤΑΙ: Έντμόντ Αραιού, Ή Ελλάδα τού Όθωνα (1854). Μετάφραση: Ά. Σπήλιου, είσαγωγή Τ. Βουρνά. 500 Φρειδερίκου Τίρς, Ή 'Ελλάδα τού Κ,αποδίστρια. Μετάφραση: Ά . Σπήλιου, είσαγωγή: Τ. Βουρνά, τό μοι δύο^ 1000 Τάσου Βουρνά, Ό πολίτης Ρήγας Βελενστινλής. Λο γοτεχνική βιογραφία τού Πρωτομάρτυρα τής έλληνικής έλευθερίας, σελ. 289. 350 Τάσου Βουρνά, 'Αρματολοί καί κλέφτες. Λογοτενικά χρονικά τής τιμής καί τής παλικαριάς πρίν τό '21, σελ. 387. 400 Τάσου Βουρνά, Τό ξεκίνημα τής φωτιάς. Μυθιστορη ματική βιογραφία τού δημοκράτη τού 19ου νεοελλη νικού αίώνα Ρόκκου Χοϊδά. 300 Μακρυγιάννη, ’Απομνημονεύματα. Είσαγωγή: Τάσου Βουρνά. 250 Τάσου Βουρνά, Δημήτρης Γληνός, ό άγωνιστής, ό δά σκαλος τού Γένους. 100 Γιεβγκένι Γιεφτουσένκο, Αύτοθιογραφία (περιλαμβά νονται καί 5 ποιήματά του σέ μετάφραση Τάκη Μεν δράκου). 200
250
ΞΕΝΟΙ ΠΕΡΙΗΓΗΤΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ δήμου καί Ν. Στεφανόηολι, 'Οδοιπορικό «Ταξίδι στήν Ελλάδα» (Ήπειρο - Μάνη) τό 1979 καί 1898, κατ’ έντολή τού Στρατηγού Βοναπάρτη. Μετάφραση: Α Σπήλιου. Είσαγωγή - Σχολιασμός: Τάσου Βουρνά Φελίξ Μπωζούρ, «Πίνακας τού 'Εμπορίου τής 'Ελλά δας στήν Τουρκοκρατία» (1787 - 1797). ’Επιμέλεια, είσαγωγή, σχόλια Τάσου Βουρνά, μετάφραση Ελένης Γαρίδη. Τό έργο τής σειράς «Ξένοι περιηγητές στόν 'Ελληνικό χώρο», πού δίνει τήν πιό έναργή εικόνα τής κοινωνικής καί οίκονομικής ζωής τής 'Ελλάδας στό μεταίχμιο τού 18ου πρός 19ο αίώνα. Σελίδες 306 500 Λουδοβίκου Ράςς, Αναμνήσεις άπό τήν 'Ελλάδα. Ό Γερμανός άρχαιολόγος δίνει ζωντανές εικόνες άπό τήν 'Ελλάδα τού 1831 - 1833. Μετάφραση: Α Σπήλι ου. Πρόλογος, έπιμέλεια καί σχολιασμός: Τάσου
Ξενοφώντος, Ίέρων. Ή βιογραφία ένός Τυράννου. ’Αρχαίο κείμενο, μετάφραση καί είσαγωγή γιά τή δη μοκρατία καί τήν τυραννίδα στήν έλληνική άρχαιότητα, Τάσου Βουρνά. Κ.Γ. Καρυωτάκη, Ποιήματα. Είσαγωγή: Τάσου Βουρ νά. Σ. Ροΐδη, Ή Πάπισσα ’Ιωάννα, Φωτομηχανική άνα τύπωση άπό τήν α' έκδοση τού 1866. Πρόλογος Τά σου Βουρνά. Έκδοση πολυτελής 700 Τάσου Βουρνά, Ποιοί καί γιατί σκότωσαν τό Μπελογιάννη καί τούς συντρόφους του. 230 Τάσου Βουρνά - 'Ελένης Γαρίδη, Ή παράδοση: Παρελ θόν, παρόν καί μέλλον. Μέ άνθολογία δημοτικών τραγουδιών, παροιμιών καί παραδόσεων. Έκδοση ει κονογραφημένη. 250 Τάσου Βουρνά, 'Ιστορικά καί φιλολογικά πορτραΐτα. Έντεκα πορτραίτα λογοτεχνών καί άλλες μελέτες. 350
Ε κδόσεις - Βιβλιοπωλείο Σόλωνος 71 - Τηλ. 3611318
γραμματα ^
K
a i j c x v s Q
^
αντί Τό ζήτημα δέν είναι μόνο νά διαβάζετε «ΑΝΤΙ» άλλά νά μπορείτε ν’ άνατρέχε,τε' σ’ αυτό σταθερά. • Τό καλύτερο δώρο γιά σάς καί τούς φίλους σας: • Ένας πανόδετος τόμος τού περιοδικού «ΑΝΤΙ»
Γραφτείτε συνδρομητές Εσωτερικού 'Απλή (15 τευχών): 1.350 δρχ. » (25 τευχώ ν): 2.100 δρχ.
Σπουδαστική* (15 τευχών): 1.250 δρχ. » (25 τευχώ ν): 1.900 δρχ.
’Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμ άτω ν (25 τευχώ ν): 2.500 δρχ.
Κύπρος 22 34 20 31
Εύρώπη 25 39 23 36
’Αμερική Ασία ’Αφρική 28 44 26 41
Αύστραλία 31 50 30 47
40
45
50
56
Εξωτερικού 'Απλή (15 τευχών): » (25 τευχών): Σπουδαστική* (15 τευχών): » (25 τευχών): Σχολών Βιβλιοθηκών Ιδρυμ ά τω ν (25 τευχών):
Δολ. ηπα Δολ. ηπα
*οι σπουδαστές μέσης, άνώτερης καί άνω- Εμβάσματα στή διεύθυνση: Κατερίνα Γρυπονησιώτου τατης έκπαίδευσης γράφονται συνδρομητές μέ τήν έπίδειξη ή τήν άποστολή φωτοτυπίας τής σπουδαστικής τους ταυτότητας ή τής άστυνομικής (άν είναι μαθητές).
ΠΓΟΙΟδίκό «Δ ιαβά ζω » περίΟΟΙΚΟ ίλ ία σαςω Ο μήρΟ ΙΙ 34 Α θ ή ν α (135)
Συμπληρώστε τή σειρά Τιμή μηνιαίων τευχώ ν: 150 δρχ. (διπλών 230 δρχ.) Τιμή δ εκα π ενθή μ ερω ν τευχώ ν: 100 δρχ. (διπλών 130 δρχ.) Τά παλιά τεύχη τού «Διαβάζω» μπορείτε ή νά τά άγοράσετε άπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία, νά ζητήσετε νά σάς τά στείλουμε μέ άντικαταβολή.
Κυκλοφορούν οί τόμοι 1- 10 : 1.100* δρχ. Αξία β ιβλιοδεσίας 250 δρχ. * Σέ σπουδαστές έκπτωση 15%
Ζητήστε τούς τόμους τού «Διαβάζω» άπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία, ζητήστε νά σάς τούς στείλουμε μέ άντικαταβολή. Μπορείτε άκόμα νά άνταλλάξετε τά τεύχη πού έχετε μέ δεμένους τόμους, πληρώνοντας μόνο τή βιβλιοδεσία (250 δρχ. γιά κάθε τόμο).
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Ό μηρου 34, ’Αθήνα - 135
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.26.910
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α ΧΡΟΝΙΚΑ
Τεύχος 66 6 *Απριλίου Τιμή: Αρχ. Ι ·$ 0 ’Εξώφυλλο Γιώργον Γαλάντη Διευθυντής: Περ. Άθανασόπουλος ’Αρχισυντάκτης: Νίκος Στεφανάκης Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Σοφία Γεμενάκη, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης Γραμματεία Σύνταξης: Γιώργος Σαρηγιάννης Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Διαφημίσεις: ’Ηρακλής Παπαλέξης Διορθώσεις: Πέτρος Στεφανάκης Σελιδοποίηση: Νένη Ράις Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, 'Υμηττού 219, Παγκράτι, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες: Δ. Π. Άγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 ’Εκτύπωση: Βαλασάκης-Άγγελής Ο.Ε., Ταύρου 21, τηλ. 34.66.927 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος & Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου
ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οί: Φίλιππος Δρακονταειδής - Πέτρος Παπασαραντόπουλος, Ά ν δ ρ έα ς Φουσκαρίνης, Γ. Βελουδής,’ Δ. Δ ασκαλόπουλος, Κ. Μαυρουδής, Μάριος Πλωρίτης - ’Αλέκος ’Αργυ ρίου, Φρ. Γιαλαμά-Σιδηροπούλου, Λεωνίδας Χρηστάκης, Στέλιος Φώκος, Ν. Ή σαία, Τζ. Παπανικολόπουλος καί Ν. Θρακίτης ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Γράφει δ Βασίλης Ραφαηλίδης Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
8 14 16
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Εισαγωγή Ζ. Ζενέ. Ή ζωή καί τό έργο του Πέτρος Παπαδόπουλος: Ζενέ - Μιά εισαγωγή Συζητήσεις Ό Σάρτρ γιά τόν Ζενέ Έ ρ γα τού Ζενέ στά έλληνικά
17 18 27 30 56 62
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ: Γράφει ό Θ. Βαλαβανίδης ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει δ Γιώργος Βέης ΘΕΑΤΡΟ: Γράφει ό Βάλτερ Πούχνερ
63 67 69
ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ό Βάιος Παγκουρέλης
65
ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ: Γράφει ή Ε. Παμπούκη
71
Κεντρική διάθεση: «Διαβάζω» ’Ομήρου 34 Τηλ. 36.40.488
ΔΕΛΤΙΟ
Πειραιάς: Βιβλιοπωλείο «Κιβωτός» Δραγάτση 1 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά καί Σία Τσιμισκή 78 Τηλ. 279.720, 268.940 Κύπρος: Πρακτορείο βιβλίου Χρ. Άνδρέου καί Σία Ρηγαίνης 64 Λευκωσία
’Υπεύθυνος τυπογραφείου: Υμηττού 219, Παγκράτι
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
73
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
78
στό έπόμενο «Διαβάζω»
άφιέρωμα στήν «Επιθεώρηση Τέχνης» Κ.
Λεμπέση.
μέ κείμενα των Τ. Βουρνά, Μάρθας Καρπόζηλου, Κ. Κουλουφάκου, Δ. Ραυτόπουλου κ. ά.
8/χρονικα ^
__ Ο
3 1 ^ δ ιά λ ο γ ο ι
Όλα τά γράμματα, πού άπευθύνονται άποκλειστικά ατό «Διαβάζω» καί πού παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο ένδιαφέρον, δημοσιεύονται εϊτε όλόκληρα (έφόσον είναι σύντομα) εϊτε άποσπασματικά (έάν είναι έκτενή). Γιά τό λόγο αύτό, παρακαλούνται οΐ άναγνώστες πού μάς γρά
Καταγγελία κλεψιτυπίας Αγαπητό «Διαβάζω», Μέ τήν έπιστολή μας αύτή είμαστε υποχρεωμένοι νά σάς καταγγείλουμε μιά άκόμη βάναυση περίπτωση κλεψι τυπίας -φαινόμενο πού τείνει νά πά ρει ένδημικές διαστάσεις στόν τόπο μας. Συγκεκριμένα, μέ έπιμέλεια καί με τάφραση Φίλιππου Δρακονταειδή κυ κλοφόρησε πρίν τέσσερα χρόνια άπό τίς έκδόσεις «Έγνατία» τό βιβλίο «Πεζογράφοι τής Λατινικής Αμερι κής». Ό έκδότης αύτός άθέτησε δλες τίς συμφωνίες -κάτι πού κατά τά φαι νόμενα συνήθιζε ιδιαίτερα- καί ό έπιμελητής τού έργου μέ δύο άναπάντητα έξώδικά του τού γνωστοποίησε δτι άποσύρει τά κείμενά του. Στό μεταξύ τό βιβλίο έξαντλήθηκε χωρίς νά έπανεκτυπωθεϊ ένώ άτόνισε πλήρως καί ή έκδοτική δραστηριότητα τής «ΈγναΜέ όλα αύτά τά δεδομένα, ό έπιμελητής τού έργου συμφώνησε μέ τόν έκδοτικό οίκο τής Θεσσαλονίκης «Πα ρατηρητής» νά προχωρήσουν σέ νέα έκδοση τού βιβλίου, περιλαμβάνον τας καί όρισμένα νέα κείμενα τού Φ. Δ. γιά τή λογοτεχνία τής Λατινικής 'Αμερικής. Ένώ τό βιβλίο βρισκόταν στήν τελική φάση τής βιβλιοδεσίας, έκδότης καί έπιμελητής μέ έκπληξη πληροφορήθηκαν ότι... τό ίδιο βιβλίο πρόκειται νά κυκλοφορήσει άπό τίς έκδόσεις «Γράμματα». Επικοινώνη σαν μέ τόν ύπεύθυνο τών «Γραμμά των» καί ή άπάντησή του ήταν δτι αύ τός άγόρασε τά δικαιώματα τού βι βλίου άπό τόν έκδοτικό οίκο «Έγνα τία» καί τού είναι τελείως άδιάφορο άν διαφωνεί ή δχι ό έπιμελητής τής έκδοσης καί μεταφραστής τού βιΈτσι στις άρχές ’Ιανουάριου κυκλο φόρησαν άπό τόν «Παρατηρητή» οί «Πεζογράφοι τής Λατινικής ’Αμερι κής» μέ 23 σελίδες εισαγωγικά κείμε να τού Φ. Δ. καί δύο έβδομάδες άργότερα ή κλεψίτυπη έκδοση τών «Γραμ μάτων», μέ πετσοκομμένο άκόμα καί τόν πρόλογο τής α’ έκδοσης σέ δύο (!) σελίδες. Πιστεύουμε δτι ή άχαρακτήριστη
φουν νά είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν καί νά σημειώ νουν τό πλήρες όνοματεπώνυμο καί τήν άκριβή διεύθυνσή ους. Πάντως, γιά νά δημοσιευθεϊ ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στά γραφεία τού περιοδικού τουλάχιστον τρεις έβδομάδες πριν άπό τήν ήμέρα κυκλοφορίας τού τεύχους.
αύτή ένέργεια δέν πρέπει νά μείνει άναπάντητη. "Ετσι άποφασίσαμε, πέ ρα άπό τήν προσφυγή μας στήν 'Εται ρεία Συγγραφέων, νά καταφύγουμε στή δικαιοσύνη, ζητώντας τήν άπαγόρευση τής κυκλοφορίας τής κλεψίτυπης έκδοσης τών «Γραμμάτων», υλική άποζημίωση καθώς καί τήν ποινική δίωξη δλων δσων ένέχονται σέ αύτή τή θλιβερή Ιστορία. Ή δημοσία γνωστοποίηση δλων αΰτών ήταν έλάχιστο χρέος μας. Φίλιππος Δρακονταειδής, συγγραφέας, Πέτρος Παπασαραντόπουλος, έκδότης, διευθυντής τού «Παρατηρητή»
Γιά τό περιοδικό «Όδυσσέας» Στό άρθρο τού κ. 'Αλεξ. ’Αργυρίου «Σύντομες άναφορές σέ περιοδικά τής Κατοχής», στό τεύχος 58, 15-1282, σελ. 42, τό άφιερωμένο στή λογο τεχνία τής ’Εθνικής Αντίστασης, ύπάρχουν δύο λάθη, σαφώς τυπογρα φικά, πού δεν διορθώθηκαν, σχετικά μέ τό περιοδικό «Όδυσσέας», πού έξέδιδε κατά τή διάρκεια τής Κατο χής ό Ιστορικός σύλλογος «Πυργιώτικος Παρνασσός», στόν Πύργο τής ’Ηλείας. Τό πρώτο τεύχος τού περιο δικού κυκλοφόρησε τό Μάρτη τού 1943 καί δχι τού 1934, δπως άναφέρεται στό κείμενο, ένώ τό τελευταίο εί ναι τό ύπ' άριθ. 11-12 καί δχι τό 11-20. Γιά νά συμβάλω καί έγώ στήν έρευ να γιά αύτό τό σημαντικό περιοδικό έπιτρέψτε μου νά κάνω κάποιες συμ πληρώσεις. Ούσιαστικά, ό «Όδυσ σέας» κυκλοφόρησε πολύ πιό ένωρίς, ήδη άπό τά μέσα τού 1942, σέ χειρό γραφη μορφή (δυστυχώς δέν μπόρε σα νά δώ ένα τέτοιο τεύχος) καί στή συνέχεια δακτυλογραφημένος, γιά νά φτάσουμε στήν όριστική μορφή του, τήν έντυπη, τό 1943. 'Επίσης, ό Τάκης Δόξας δέν είναι διευθυντής τού πε ριοδικού άπ’ τήν άρχή. Τά τεύχη 1,2 καί 3 έκδίδονται μέ τήν ένδειξη: «Έκδίδεται άπό τόν Όμιλο Πυργιώτικος Παρνασσός». Δέν σημειώνεται πουθε
νά όνομα διευθυντή. Στά τεύχη 4 καί 5-6, όταν ή όμάδα έχει γίνει πιά έπίσημος σύλλογος, μέ άπόφαση τού Πρωτοδικείου ’Ηλείας, ύπάρχει ή έν δειξη: «"Εκδοση Συλλόγου Τέχνης “ Πυργιώτικος Παρνασσός»". Συντα κτική 'Επιτροπή: Γιώργης Παυλόπουλος καί Θ. Βαρουξής». Όπως βλέπου με, ώς τό τεύχος 5-6 δέν άναφέρεται πουθενά τό δνομα τού Δόξα, ό όποιος πολύ άργότερα θά γίνει μέ λος τού συλλόγου καί πρόεδρος καί στή συνέχεια, άπό τό τεύχος 7-8 καί ώς τό τελευταίο, τό 11-12, διευθυν τής τού περιοδικού. Στά τεύχη αύτά ύπάρχει ή ένδειξη: «"Εκδοση Συλλό γου Τέχνης “ Πυργιώτικος Παρνασ σός” . Διευθυντής: Τάκης Δόξας. Γραμματεύς Σύνταξης: Γιώργης Παυλόπουλος». Μέ έκτίμηση Άνδρέας Φουσκαρίνης Έλ. Βενιζέλου 10 ’Ανδραβίδα ’Ηλείας
’Απάντηση Γ. Βελουδή ’Αγαπητό «Διαβάζω», Σάς εύχαριστώ καί γιά τό νέο γράμ μα σας (26.1.83) καί γιά τήν κοινο ποίηση τής έπιστολής-παρέμβασης τού κ. Π. Θασίτη. Δυστυχώς, κι αύτή ή παρέμβαση στό μελέτημά μου προέρχεται άπό πρόσωπο προκατειλημμένο καί άναρμόδιο (ό κ. Π.Θ. είναι δικηγόρος). Τό θεωρώ έντελώς άσκοπο ν’ άπαντήσω στούς αύτοσχεδιασμούς καί τίς προχειρολογίες του. Στό μεταξύ είδα καί τή σύντομη έπιστολή τού κ. Χρ. Ρουμ. στό «Δια βάζω», τεϋχ. 61, σ. 10. Κατά τή γνώμη μου δέν έπρεπε νά τή δημοσιέψετε, έπειδή άποτελεϊται μόνο άπό μιά βρι σιά έναντίον μου («Ζντάνωφ»), χωρίς νά προσφέρει τήν παραμικρή συμβο λή στή συζήτηση καί διευκρίνιση ένός τόσο σημαντικού θέματος, δπως είναι ή λογοτεχνία τής ’Αντίστασης. Μετά άπ’ τίς τρομοκρατικές αύτές
χρονικα/9
ένέργειες έναντίον μου, καταλαβαί νετε δτι δέν τολμώ νά γράψω τήν κρι τική γιά τόν τόμο «Φώτα 'Ολόφωτα», μέ τήν όποια μέ είχατε, άς πούμε, «έπκρορτίσει»: Είναι πάρα πολύ πιθα νό δτι, άν τολμήσω νά έκφράσω έλεύθερα τΙς άπόψεις μου γιά τόν Παπαδιαμάντη -άπόψεις ένός είδικοϋ νεοελληνιστή-, θά δεχτώ τήν έπίθεση μερικών έλληνοχριστιανών, πού θά μοϋ κολλήσουν τή ρετσινιά τού «Αν τίχριστου». 'Αντί λοιπόν νά φθείρομαι σέ διενέξεις μέ μερικούς άνεύθυνους, στενόμυαλους καί καφενόβιους ρωμιούς, πού «λύνουν» δλα τά προ βλήματα άνάμεσα σ’ ένα τάβλι καί μιά πρέφα, προτιμώ ν’ άφοσιωθώ στις με λέτες μου, άπ’ τίς όποιες δέν άποκλείεται νά ξαναβγεί κάτι χρήσιμο καί γιά τό «Διαβάζω». Μέ φιλικούς χαιρετισμούς Γ. Βελουδής
Διόρθωση Αγαπητό «Διαβάζω», Στήν έκδοση πού κυκλοφόρησε στά πλαίσια τών Εύρωπαλίων '82 μέ τόν τίτλο Panorama des Lettres Grecques De la Chanson Populaire a nos Jours, τό σύντομο άρθρο γιά τόν Κώστα Βάρναλη (σελ. 63-64) φέρει έσφαλμένα τήν ύπογραφή μου. Στήν πραγματικότητα τό κείμενο αύτό έχει γραφτεί άπό τή μελετήτρια τού Βάρναλη, Θεανώ Μιχαηλίδου. Εύχαριστώ γιά τή φιλοξενία Δημήτρης Δασκαλόπουλος
’Οργίλη καταγγελία Αγαπητό «Διαβάζω», Τό «Δέντρο» είναι τό μόνο περιοδι κό τού είδους του στό όποιο τό ύπουργεϊο Πολιτισμού άρνήθηκε έπιχορήγηση γιά τό έτος 1982, ένώ ένίσχυσε δλα άνεξαψέτως τά παρεμφε ρή λογοτεχνικά έντυπα. Όχι μόνον δλα τά γνωστά καί τρέχοντα τού άθηναϊκοΰ κέντρου. Άπό τή «Νέα Εστία» μέχρι τόν «Καθρέφτη» τής Νίκαιας καί άπό τά «Αίολικά Γράμματα» έως τήν «Όμπρέλλα» καί τή «Σύγχρονη Οί άναφορές είναι μόνον ένδεικτικές καί κάποιες άπ’ αύτές εύγλωττες. 'Αξιολογικά κριτήρια πίσω άπ’ αύτή τήν άπόφαση είναι βέβαια μάταιο καί γελοίο νά άναζητηθούν άπ’ δσους στοιχειωδώς άντιλαμθάνονται ή γνω ρίζουν τά λογοτεχνικά πράγματα. Τέ τοιους ύπαλλήλους δμως δέν φαίνε ται νά διαθέτει τό μέλαθρον τής όδοϋ Άριστείδου. Είμαστε λοιπόν τόσο
ένοχλητικοί γιά τίς «ειδικές» έπιτροπές τού ύπουργείου; 'Αναζήτησαν αύτοί οί κύριοι κάποια νέα κριτήρια ή κάνουν χρήση ένός έπίσημου τρόπου γιά νά έκφράσουν τή δυσαρέσκειά τους στήν «κακή» συνήθεια τής κριτικής -άπ’ τήν όποία δέν έχουμε άκόμη άπ-αλλαγεϊ καί έπιμένουμε νά άσκοϋμε πρός κάθε κα τεύθυνση; Άς άπαντήσουν οί έμπνευσμένοι έπίτροποι τής κουλτούρας. Είναι προφανές δτι τό «Δέντρο» έτυχε μιας έντελώς είδικής μεταχειρίσεως πού σέ σχέση μέ τό έκτόπισμά του στόν κόσμο τών γραμμάτων, άλλά καί στό εύρύτερο άναγνωστικό κοινό, γίνεται σκανδαλώδης! Αύτής λοιπόν τής μεταχειρίσεως πρέπει -άν ύπάρχουν κάποιοι ύπεύθυνοι σ' αύτή τήν ύπηρεσία- νά βρεθούν τά έλατήρια. Ό εΙδικός αύτός άποκλεισμός, πού άγνοεϊ ποιοτικά ή Ιστορικά δεδομένα, μπορεί νά έχει προέλθει τόσο άπό έρασιτέχνες όσο καί άπό μανδαρί νους, πού μυωπικά, άφελέστατα καί βέβαια άνενεργά, έδρασαν γιά τούς μικροπολιτικούς στόχους τους. Γε λοιοποιούνται καί έκτίθενται. Ή άντίδρασή μας άπέναντι στήν κα ταγέλαστη άπόφαση-ποινή δέν προσ διορίζεται βέβαια μόνον άπό πικρία γιά τόν άποκλεισμό μας. "Αλλωστε οί κρίνοντες κρίνονται, καί σ’ αύτή τήν περίπτωση τά πράγματα είναι πε ρισσότερο άπό προφανή. Αφού λοιπόν στήν 'Ελλάδα έξακολούθεϊ νά ύπάρχει καί πρέπει νά λει τουργεί ύπουργεϊο γιά τόν πολιτισμό, άφείλουμε χωρίς μεμψιμοιρίες νά κα ταγγείλουμε τήν έξωφρενική αύτή διάκριση. Γιά μιά άκόμη φορά, άποδεικνύεται δτι τά δρια φαιδρότητας τών εύκαιριακών θεσμικών όμίλων καί τών άποφάσεών τους, μπορούν νά εί ναι άπέραντα! Γιά τό «Δέντρο» Κ. Μαυρουδής
Μιά άπάντηση τής Εταιρείας Συγγραφέων Αγαπητό «Διαβάζω», Δέν θά «άποροϋσες» καί δέ θά «άπογοητευόσουν» γιά τή «σιωπή» τής 'Εταιρείας Συγγραφέων σχετικά μέ τή δίωξη τών τούρκων διανοουμέ νων (τεύχος σου 62, 9.2.83, σελ. 5-6), δν είχες πληροφορηθεϊ πώς ή 'Εται ρεία μας διαμαρτυρήθηκε γιά τίς διώ ξεις αύτές (δπως είχε κάνει καί γιά τή γενοκτονία στό Λίβανο) μέ τηλεγρα φήματα πρός τόν ΟΗΕ, πρός τήν 'Επι τροπή Ανθρώπινων Δικαιωμάτων τής Γενεύης καί πρός τήν έδώ τουρκική
πρεσβεία. Ό εύρωβουλευτής καί μέ λος μας κ. Σπύρος Πλασκοβίτης κατέ θεσε άντίγραφα τών τηλεγραφημά των αύτών στό Εύρωκοινοβούλιο. Όσο γιά τή γενικότερη δραστηριό τητα τής 'Εταιρείας, τό Διοικητικό Συμβούλιο προτίμησε τήν άθόρυβη έργασία άπό τή διαφημιστική αύτοπροβολή. Ποιά ή έργασία αύτή καί ποιοί οί καρποί της, θά έκτεθεΐ στή γενική συνέλευση τής 6.3.1983. Καί ίσως, τότε, λυθούν οί «άπορίες» καί έξανεμισθοϋν οί «άπογοητεύσεις» καλοπροαίρετων φίλων δπως έσύ... . Μέ φιλικούς χαιρετισμούς γιά τήν 'Εταιρεία Συγγραφέων ό πρόεδρος Μάριος Πλώρίτης , ό γεν. γραμματέας Άλέκος Αργυρίου
Υπεράσπιση τού Λώρενς Αγαπητό «Διαβάζω», Στό ένδιαφέρον άφιέρωμά σου στήν άγγλική λογοτεχνία (τεύχος 56) θά ήθελα νά έπισημάνω μιά, κατά τή γνώμη μου, σημαντική παράλειψη: ένα δοκίμιο γιά τόν Ντ. X. Λώρενς, τό συγγραφέα πού δσο κανείς άλλος άποτελεΐ κύριο μελέτημα στά άγγλικά πανεπιστήμια αύτή τήν έποχή. Τήν ώρα πού οί μελέτες γιά τόν Λώρενς, σέ βιβλία ή άρθρα, έκδίδονται σέ πο λύ μεγαλύτερη άναλογία άπ’ δ,τι γιά άλλους συγγραφείς, πού θεωρείται δχι μόνο μεγάλος συγγραφέας άλλά καί «μείζων έπιρροή στήν κουλτούρα» τής Αγγλίας, όραματιστής καί προφή της τού όποιου τά δράματα γιά τήν άπελευθέρωση τού άνθρώπου άπό τή μηχανοποίηση καί τήν καταπίεση μιας όλοένα καί πιό στυγνής κοινωνίας εί ναι δσο ποτέ άλλοτε έπίκαιρα, ό Λώ ρενς άναφέρεται στό άφιέρωμά σου μέ αύτή μόνο τή «σημαντική» φράση: «Πολλά άπό τά μυθιστορήματά του έχουν γίνει κινηματογραφικές έπιτυχίες»! Αύτό άλήθεια είναι τό κριτήριο γιά τόν όρισμό ένός πετυχημένου -καί στήν περίπτωση τού Λώρενς τό σο άμφιλεγόμενου- συγγραφέα! Όσο διαγραμματική κι άν είναι ή έπισκόπηση μιας έθνικής λογοτε χνίας, τό βιαστικό προσπέρασμα ένός συγγραφέα πού άντιπροσωπεύει μιά άλλη προβληματική κι έναν διαφορε τικό τρόπο γραφής άπό τούς Moder nists (Virginia Woolf, James Joyce, T. S. Eliot), άλλά παράλληλα άνήκει στό κί νημά τους άπό τήν άποψη τών νεοτερισμών στό μυθιστόρημα καί τήν άνανέωση τής γλώσσας, άφαιρεί άπό τόν έλληνα άναγνώστη τή δυνατότητα νά γνωρίσει μιά πραγματικά καθοριστική μορφή τής άγγλικής λογοτεχνίας καί κουλτούρας. Ό Λώρενς θά πρέπει νά γίνει γνωστός στό έλληνικό κοινό δχι μόνο σάν ό συγγραφέας τού «Έρα-
10/χρονικα
στή τής Λαίδης Τσάτερλυ», άλλά καί τού «Women in Love», ένα άπό τά πιό μεγάλα μυθιστορήματα τοϋ 20οϋ αίώΚαί μιά πού στό άφιέρωμά σας άναφέρεστε συχνά στόν κριτικό F. R. Leavis, καλό θά ήταν νά σημειωθεί ότι στό βιβλίο του «The Great Tradition» ό Leavis θεωρεί τόν Λώρενς έναν άπό τούς πέντε μεγάλους τής σύγχρονης άγγλικής λογοτεχνίας, μαζί μέ τούς Jane Austen, George Eliot, Joseph Con rad καί Henry James, κι δτι άφιέρωσε τή ζωή του στήν άποκατάσταση τού περιφρονημένου κατά τή διάρκεια τής ζωής του συγγραφέα (κυρίως έξαιτίας τής έπιρροής τοϋ Τ. S. Eliot, φανατικού έχθροϋ καί διαμετρικά άντίθετου συγγραφέα, άλλά καί τής ρι ζοσπαστικής σκέψης καί τοϋ άντικομφορμισμοϋ τοϋ ίδιου τοϋ Λώρενς) κι δτι μόνο τό 1961 κατόρθωσε νά πετύχει τήν άρση τής άπαγόρευσης γιά τήν κυκλοφορία τών έργων του στήν 'Αγγλία. Φιλικά Φρειδερίκη Γιαλαμά-Σιδηροπούλου Μπάφρας 6, Γιαννιτσά
Άλλοϋ οί ευθύνες Στό τεύχος σας No 63 καί στή σελίδα «χρονικό/11» διάβασα τό γράμμα μιάς άναγνώστριάς σας, μέ τόν δικό σας τίτλο «'Αγανάκτηση γιά μιά έκδοση»! Καταλαβαίνω τή σπουδή σας γιά τόν τίτλο, άλλα έάν αύτή θά ήταν έξ ίσου δυνατή -δπως καί ό τίτλος σας- θά έπρεπε νά γνωρίζετε άτι αύτός πού κάνει τό έξώφυλλο καί ό έπιμελητής μιάς έκδοσης, δέν μπορεί νά είναι ό έπιμελητής κειμένων, πόσο μάλλον μιάς μετάφρασης. ΟΙ έκδόσεις «Άγχιβασίη» άνήκουν στήν Κα ’Ανθή Χατζηασλάνη, πού σ' αύτό τό βιβλίο γιά τό όποιο άναφέρεται ή συμπαθής κα τά τά άλλα άναγνώστριά σας, Τασώ Γαϊτάνη, τυγχάνει νά είναι καί ή μετα φράστρια τών διηγημάτων «Γυναϊκες τοϋ κόσμου». Σάν «έπιμελητής έκδόσεων» έπιμελήθηκα μιά σειρά βιβλία τών έκδό σεων τής ’Ανθής Χατζηασλάνη (ένα μάλιστα άπ’ αύτά, τοϋ Μαγιακόφσκη, τό συνέταξα έγώ). ΟΙ έκδόσεις δμως «Άγχιβασίη» δέν μοϋ άνήκουν, καί γι’ αύτό θά σάς παρακαλοϋσα νά δημο σιεύατε αύτό τό γράμμα μου, γιά νά σταματήσει αύτή ή τάση νά μοϋ προσ δίδουν εύθύνες γιά μεταφράσεις ή άλλα κείμενα πού δέν μέ άφοροϋν στό μέτρο τής λογοτεχνικής τους άπόδοσης, άλλά μόνο ώς πρός τήν παρουσίασή τους. Λεωνίδας Χρηστάκης έκδότης-έπιμελητής έκδόσεων Λεοντ. Σγουροϋ 5 ’Αθήνα (706)
’Ακόμη γιά τόν Έλιοτ ’Αγαπητό «Διαβάζω», 'Έστω καί κάπως άργά, θ’ άσχοληθώ κι έγώ μέ τό δοκίμιο τής Νανάς Ήσαΐα γιά τόν "Ελιοτ (τεϋχ. 56, σελ. 81-92). Παρά τήν άγανάκτηση πού ένιωσα διαβάζοντάς το, δέν είχα σκοπό νά σοΰ γράψω, άν δέ μεσολαβούσαν οί δυό άλλες έπιστολές (τής Χριστίνας Φωστιέρη, τεϋχ. 59, σελ. 8, καί τοϋ Β. I. Καράλη, τεϋχ. 60, σελ. 8) καί, κυ ρίως, οί «άποστομωτικές» άπαντήσεις τής κριτικού πού, άντί νά παραδεχτεί τά λάθη της, καταφεύγει σέ περι σπούδαστες έξηγήσεις, στηριζόμενη σέ διάφορες θεωρίες καί τσιτάτα (βλ. πρώτη άπάντησή της, τεϋχ. 59, σελ. 8· ό καημένος ό Έσσε, πού έπικαλεϊται ή Ήσαΐα, μιλάει γιά κριτικό πού «είναι σέ θέση νά ύπερασπίζεται τίς άπόψεις του»...) άλλά καί ειρωνευόμενη τήν «έκφραστική άδεξιότητα» τοϋ δεύτε ρου έπιστολογράφου (γιά τή δική της, βλ. παρακάτω), πολύ φοβάμαι πώς ή δεύτερη άπάντηση τής δοκιμιογρά φου δείχνει καθαρά τήν κατρακύλα πού έχει πάρει, άρκεϊ μονάχα νά δεί κανείς αύτά τά «θεϊκά» λόγια: «μόνο αύτός πού έχει τίς άπαραίτητες γνώ σεις μπορεί νά χειριστεί ένα τέτοιο τεράστιο θέμα μέσα στίς σχετικά έλάχιστες σελίδες πού τό χειρίστηκα. Μπορεί νά μήν τά λέω άλα, όσα όμως λέω, αύτά είναι» (δλες οί ύπογραμμίσεις δικές μου). 'Οφείλω νά όμολογήσω άπ' τήν άρχή δτι οϋτε «θαυμαστής» είμαι τοϋ "Ελιοτ οϋτε κι ύπήρξα «μαθητής» του, δπως ή δοκιμιογράφος, καί μάλιστα έγώ δέν τόν κατάλαβα, δπως έκείνη, (διαφορά Ικανοτήτων, βλέπετε) άπό τά 20 μου χρόνια. Παρόλ’ αύτά πι στεύω πώς ό ποιητής άξιζε όπωσδήποτε καλύτερη μεταχείριση, καί μάλι στα άπό μαθήτριά του [δσο γιά τήν «έπανάσταση τοϋ μαθητή ένάντια στό δάσκαλο» (βλ. σελ. 81), τήν όποια, κα θώς φαίνεται, άναλαμβάνει καί ή δική μας κριτικός, τόσο σίγουρη γιά τόν έαυτό της, θά ήταν άρκετό νά ση μειώσουμε πώς δέν είναι πάντα τόσο εύκολο πράγμα] κι δτι δικαιούνταν, τουλάχιστον, ένα σοβαρότερο άρθρο. Θά ήταν άστεϊο άν πιστεύαμε δτι, μέ δσα λέει ή κριτικός στήν περίφημη παράγραφο τής σελ. 83, ξεμπερδεύει μέ τήν «"Ερημη χώρα» κι άποδεικνύει, δπως ή ίδια νομίζει, τήν έλλειψη δο μής πού χαρακτηρίζει τό ποίημα [ίσως, τό μόνο πού μάς μένει τελικά είναι δτι «τό καλοκαίρι ήρθε ξαφνικά, πρώτα μέ βροχή καί μετά μ ’ έναν ήλιο πού έπέτρεψε κι έναν καφέ στό ώραίο του φώς» (!!!)]. Τό ίδιο Ισχύει καί γιά τήν κριτική τών θεατρικών έργων τοϋ Έλιοτ. Θαυμάστε κριτική σκέψη: «Μέ αύτά, ώς πρός έμένα, τά πράγματα συνέβη-
σαν κάπως διαφορετικά άπ’ δ,τι μέ τά ποιήματά του, πού άπό τήν άρχή δέ μοϋ είχαν άρέσει. Όταν τά πρωτοδιάβασα [...] μοϋ είχαν άρέσει ύπερβολι κά, ένώ τώρα πού τά ξαναδιάβασα άντέδρασα άλλιώς: Δέν μοϋ άρεσαν κα θόλου...» (σελ. 86). Αύτά τά «πράγμα τα», βέβαια, δέν είναι κάν κριτική. Κι έπειτα, πότε άραγε είχαμε στόν τόπο μας έπιστημονικά κριτικά δοκίμια γιά τή λογοτεχνία, έστω καί «φιλολογικά» ή «περισπούδαστα», δπως τά ειρω νεύεται ή κριτικός στήν πρώτη άπάν τησή της; ”Ας μάς άναφέρει κάποια τέτοια δείγματα, άν ύπάρχουν, γιατί έμείς πιστεύουμε πώς συμβαίνει άκριβώς τό άντίθετο: στή χώρα μας είχα με πάντα μόνο «συναισθηματικά», γενικόλογα καί βερμπαλιστικά «κριτικά δοκίμια», δπου ό δοκιμιογράφος έβγαζε κάθε φορά τά άπωθημένα του. Καλή ώρα... ’Ισχυρίζεται άκόμη (βλ. πρώτη άπάντησή της) δτι στό κείμενό της «συνδυάζει» τή ζωή τοϋ Έλιοτ μέ τό έργο του, λέγοντας μάλιστα ούκ όλίγα γιά τό θέμα αύτό. Κάτι τέτοιο, βέ βαια, άν γινόταν, θά ήταν καί σωστό καί χρήσιμο. "Ας μάς πει, δμως, ποϋ ύπάρχουν αύτά τά πράγματα μέσα στό κείμενό της. Όταν λέει πώς ό "Ελιοτ δούλευε πολλές ώρες στόν έκδοτικό οίκο Faber and Faber; 'Αλήθεια, ποϋ κάνει κάποια συσχέτιση τοϋ έρ γου τοϋ "Ελιοτ μέ τήν έποχή του, τόν κοινωνικό περίγυρο, τή σύγχρονή του τέχνη κλπ., κλπ.; Φυσικά, ζητάω πάρα πολλά, τή στιγμή πού άνάθεμα καί κα ταλαβαίνει κανείς τί είναι, τέλος πάν των, αύτή ή «Έρημη χώρα» καί πώς «δένεται» μέ τήν έποχή στήν όποία γράφτηκε... Καί τί νά πούμε γιά κείνες τίς και νούριες, «φεμινιστικές» όπωσδήποτε, θεωρίες τής κριτικού (βλ. σελ. 82) γιά τίς γυναίκες (κριτικούς;) πού έχουν βρει τά «βαθύτερα στρώματα τής ύπαρξης» καθότι γυναίκες κι έπειδή «έχουνε βρει πιά άρκετά τή δική τους φωνή»; ’Αλίμονο στούς άντρες, λοι πόν, πού μπορεί κανείς νά τούς ξεγε λάει μέ «έπιφανειακά» πράγματα, δπως λόγου χάρη τά ποιήματα τοϋ "Ελιοτ. Πάντως, έκεϊνο πού κάνει Ιδιαίτερη έντύπωση είναι ή έκφραστική άνεπάρκεια τής κριτικού (στοιχείο πού τονίζει καί ή δεύτερη έπιστολή). Νομί ζει κανείς δτι διαβάζει κακοφτιαγμένη μετάφραση κι δχι έλληνικά. Κι έπειδή ή δοκιμιογράφος διαμαρτύρεται γιατί ό δεύτερος έπιστολογράφος δέν άναφέρει συγκεκριμένα παραδείγματα, θά μπώ έγώ στόν κόπο νά παραθέσω μερικά, έντελώς δειγματοληπτικά. Γε νικά, στό κείμενό της δεινοπαΡοϋν ή άντωνυμία αύτός ή αύτό, τό ποϋ καί τά έπιρρήματα, πού ρίχνονται τυχαία σ’ όποιοδήποτε μέρος τής φράσης. Καί παραπέρα: πολύ ένδιαφέρουσα καί πρωτότυπη ή χρήση τής λέξης συ νειδητός, συνειδητή (σελ. 81, 88-89)
χρονικά/11
άλλά καί οί περίεργες γενικές ύποκειμενικές: «νά ΰποστηρίξω αΰτή τήν έλλειψη μιας μεταφυσικής του άντιμετώπισης τών πραγμάτων» (σ. 82) «προσέφερε πολλά στήν κατανόη σή μας αύτής τής τέχνης» (σ. 90). «Μία έλάχιστη προσπάθεια... πα ρουσίασης τής διάκρισής του αυτών τών τριών φωνών» (σ. 90). "Ας άφήσουμε στήν άκρη δλα έκείνα τά κακόηχα σέ αύτό κι άς δούμε λίγη σύνταξη: «Ό ίδιος ό "Ελιοτ, μέ δσο σεβασμό καί άν μιλάει γιά τούς φορείς τής πα ράδοσης πού κληρονόμησε, σύγχρο να καί πιστεύει...» (σελ. 81). «μία κυρία Σοσόστρις, ένα φημισμέ νο μέντιουμ,... σέ σχέση μέ τό όποΙο πολλά καί άλλα, άσχετα μέ τά πιό πά νω, πάλι λέγονται.» (σελ. 83) «Πρόκειται γιά ένα μονόλογο πού πολλά μάς άφήνει νά φανταστούμε γιά τά τι θά ήταν ή ποίησή του, άν θά ήταν [ποιά, ή ποίησή του; δχι βέβαια] ό έλεύθερος άνθρωπος πού θά έπρε πε νά ήταν.» (σελ. 87) «Ό ήρωας... άναγκάζεται σέ έναν άπολογισμό ζωής, πού δείχνει δτι γιά μιά κοσμική έπιτυχία, πού δέν έσήμαινε τίποτα στό τέλος, είχε καταφέρει (!!!) νά πουλήσει τήν ψυχή του.» (σ. 87). «είναι μιά άποψη μέ τήν όποία όξύ-
τατα διαφωνώ, άλλά στήν όποία πάνω δέν μπορώ νά έπεκταθώ...» (σελ. 90) «Τό δικό μου αύτό έδώ κείμενο...» (σ. 92) «καί αύτά τά έλάχιστα κάτι θά έχουν ίσως νά ποϋν άκόμα στόν άναγνώστη, παρά τά όσα πάρα πολλά έχουν ήδη λεχθεί» (σ. 92). "Ας δούμε άκόμη τήν παρουσία καί τήν άπουσία τού κτητικού του: «άναλύοντάςτο..., άποδεικνύεται κι ένας θαυμάσιος κριτικός τού έαυτοϋ - » (σ. 86). «στό βασικό διάλογο τού παντρεμέ νου του ήρωα μέ τή νεαρή του φί λη...» (σ. 87). Μιά χαρακτηριστική χρήση τού αύ τό: «αύτό τό στοιχείο μπορεί ν’ άποβεϊ καταστροφικό καί θά έλεγα δτι αύτό ύπήρξε γιά τήν ποίηση τού ίδιου τού Έλιοτ, τής όποιας ό έπίπεδος τόνος σέ αύτό κυρίως θά πρέπει νά άποδοθεί» (σ. 82. Τό δεύτερο αύτό νά γρα φεί τέτιο, άν καί δέν είναι μόνο αύτό τό πρόβλημα...). Νά κι όρισμένα άκόμη δείγματα γραφής: «δυσκολίες πού έχουν γιά μένα καί πολλά νά κάνουν μέ τό γεγονός δτι έχω ύπάρξει μαθήτρια τού "Ελιοτ.» (σ. 81. Ή ύπογράμμιση δείχνει πάντα ένα λάθος, δχι καί τό μοναδικό...) «Τό θέμα αύτό... είναι ένα άπό τά
πιό δύσκολα ν’ άποφασιστοϋν.» (σ. 88) «ό Έλιοτ πιστεύει τά έπακριβώς άντίθετο» (σ. 89). «Καί αύτό έτσι είναι» (σ. 89. Δέν πρόκειται γιά τό τυπογρ. λάθος πού άναφέρει ή ΉσαΤα) «Ή λέξη "feeling” σέ άγγλικά, πού στέκει έδώ γιά τό συναίσθημα...» (σ. 92 σημ. 4) Σταματώ έδώ, γιατί σέβομαι τό χώ ρο τού περιοδικού. Λάθη, βέβαια, ύπάρχουν «πολλά καί άλλα» (έκεϊνα τά χαριτωμένα μεταβατικά δέ είναι άριστούργημα...). Δέν παρουσιάζονται μόνο μιά φορά κι έπομένως θά 'ταν άστεΐο νά τά άποδίδομε δλα στό «δαί μονα» τού τυπογραφείου. Πόντιος, θέλω νά πιστεύω δτι δέ θά πρέπει νά άποδοθούν στίς έκφραστικές «δυνα τότητες» τής δοκιμιογράφου άλλά, μάλλον, στήν προχειρότητα μέ τήν όποια γράφτηκε τό άρθρο. Βέβαια, εί ναι γεγονός δτι δλοι μας -γενικό φαι νόμενο στή χώρα μας- κάνουμε έκφραστικά λάθη. Καλό θά ήταν, δμως, νά τά παραδεχόμαστε κι δχι νά ειρω νευόμαστε τούς άνθρώπους πού μάς τά έπισημαίνουν. Τελειώνοντας, θέλω νά πώ κάτι άκόμα: άπό τήν άρχή τού δοκιμίου της ή κριτικός έπαναλαμβάνει διαρκώς -τόσο πού καταντά πιά κου ραστικό- τίς δυσχέρειες πού τής προ-
Τάκης Γιαννόπουλος ΕΠΑΝΟΔΟΣ
Ε |ΐείς κ ά ν ο μ ε ένα β ή μ α κ ο ν τά σ α ς... κάντε κι εσείς άλλο ένα κι ελάτε να συναντηθούμε στο βιβλιοπωλείο ’Αθήνα 1982
AVANT GARDE ΛΑ Μ Ψ Α 7 και Σ. ΒΙΚ ΑΤΟΥ 14 Τηλ.: 6925840 - 6 9 29326 (Έ ν α ν τ ι Φ Λ Ο Κ Α Λ εω φ . Κ ηφισίας) Γία σας που μένετε στους Αμπελόκηπους μέχρι Φιλοθέη και Βόρεια Προάστια, τώρα υπάρχει το Βιβλιοπωλείο σας
Κυκλοφόρησε ή νέα ποιητική συλλογή τοΰ Τάκη Γιαννόπουλου μέ 100 ποιή ματα καί 35 σχέδια τής ζωγράφου ’Αλίκης Τόμπρου. Στό βιβλίο τήν 19-1-83 άπονεμήθηκε ή διάκριση τής ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ τοΰ διμήνου ’82-83 γιά τήν ποίηση, άπό επιτροπή πού άποτελεϊται άπό τούς: Γιώργο Βαλέτα, Μανώλη Γιαλουράκη, Γιωργή Κότσιρα, Δημήτρη Σιατόπουλο, ’Ηλία Σιμόπουλο, Πέτρο Σπεντζή, Θεόφιλο Δ. Φραγκόπουλο.
12/χρονικα καλέ! ό περιορισμένος χώρος πού διαθέτει κλπ., κλπ. Δέ νομίζω δτι οί 11 σελίδες ήταν τόσο μικρός χώρος γιά μιά σωστή παρουσίαση τού "Ελιοτ. 'Αλλού πρέπει ν’ άναζητήσουμε τά αί τια τής άποτυχίας τού δοκιμίου (όσο κι δν ή συγγραφέας πιστεύει δτι τά κατάφερε περίφημα, άπ’ δ,τι μάς δεί χνουν οί δύο άπαντήσεις της...). Γιατί, βέβαια, δέν ήταν δυνατόν νά δεχτού με πώς αύτό τό άπαράδεκτο κείμενο καταφέρνει, έστω καί έλάχιστα, νά προβεϊ σέ «μιά κριτική άποτίμηση» τών έργων τού "Ελιοτ καί «τής έπίδρασης πού άσκησαν γενικά στό δυτι κό πολιτισμό καί πιό συγκεκριμένα στόν τόπο μας» (σελ. 81), πράγμα πού τόσο φιλόδοξα βάζει σάν στόχο της ή Νανά Ήσαΐα. Εύχαριστώ γιά τή φιλοξενία Στέλιος Φώκος 'Ελευθερίου Βενιζέλου 60 Ζωγράφου, 'Αθήνα Τήν έπιστολή του Στέλιου Φώκου θέσαμε ύπόψη τής Νανάς Ήσαΐα, ή όποια μάς έστειλε τήν παρακάτω άπάντηση:
'Αγαπητό «Διαβάζω», Δέν έχω πολλά νά πώ γιά τό γράμμα τού Στέλιου Φώκου, μιά καί έπαναλαμβάνει πράγματα πού ήδη έχουν λεχθεί καί στά όποια έχω ήδη άπαντήσει. Χαίρομαι, πάντως, πού τό διάβα σα, γιατί μέ έκανε νά δώ κάτι πού δέν είχα δε! έντελώς σέ σχέση μέ τά προηγούμενα, έναντίον τού δοκιμίου μου, γράμματα: μέ έκανε νά δώ δτι τά γράμματα αύτά, σύν τό δικό του, δέν γράφτηκαν γιά νά ύπερασπιστοΰν τόν Ελιοτ, άλλά άπλά καί μόνο γιά νά τά βάλουν μαζί μου! Αύτό πού μέ έκανε νά τό δώ ήταν, φυσικά, αύτή ή φράση πού λέει δτι δέν είναι «θαυμαστής» τού Έλιοτ, καθώς καί μερικά άλλα πράγματα άκόμα, 'Αλλά σέ τέτοιες προθέσεις δέν ύπάρχουν, στό τέλος, άπαντήσεις. Καί αύτό παρά τό γεγο νός δτι κατάφερα ήδη νά δώσω μερι κές καί, όπως φαίνεται, καί μέ αύτές έδώ τίς λίγες γραμμές, έξακολουθώ νά δίνω άκόμα! Πάρα πολλά λόγια στά γράμματα αύτά πού, στήν ούσία, ένα μόνο πράγ μα έχουν νά ποϋν: «Είμαι έναντίον, χωρίς νά ξέρω καλά καλά καί γιατί εί μαι!» Έπίτρεψέ μου, λοιπόν, νά πλη ροφορήσω έγώ όλους αύτούς τούς «έναντίον» έπιστολογράφους γιατί αι σθάνονται έτσι: αισθάνονται μία έπιθετικότητα έπειδή καί τό δικό μου κείμενο έχει μία έπιθετικότητα έπίσης! Καί τώρα θ’ άναρωτηθεϊ κανείς: πρέπει μία κριτική νά προκαλεί τέτοια συναισθήματα, μ’ έναν τέτοιου είδους έπιθετικό τόνο; Κατά τή γνώμη μου πρέπει, είδικά αύτή τή στιγμή στόν τόπο μας, μήπως καί καταφέρομε νά ταρακουνήσομε λίγο τά πάρα πολλά «δεδομένα» πού έχομε φορέσει κα
πέλο, καί τά πάρα πολλά λιμνάζοντα ϋδατα.'Εξαιτίας, κυρίως, τού Σεφέρη ό Έλιοτ είναι καί δική μας ύπόθεση. Μία ύπόθεση πού καλά θά κάναμε νά έξετάσομε δσο καλύτερα μπορούμε, χωρίς προκατασκευασμένες Ιδέες. Μέ πολλή έκτίμηση Ν. Ήσαΐα 'Αγαπητοί φίλοι, Μιά άντιπαράθεση έπιστολών στό τεύχος σας No 59, τής Χριστίνας Φωστιέρη καί τής Νανάς Ήσαΐα, στάθηκε άφορμή γιά νά ξαναπώ πράγματα χι λιοειπωμένα καί καθόλου πρωτότυπα. Ή Χρ. Φωστιέρη μέ άρκετή σαφή νεια καί χωρίς γενικολογίες μάς λέει έπί λέξει: «Ό κριτικός δέν είναι κρι τής τής ζωής ένός συγγραφέα». Καί ή Ν. ΉσαΤα άντιλέγει: «... "Εργο καί άν θρωπος είναι ένα». Θά ήθελα πολύ νά συμφωνήσω μέ τό ώς άνω σπαραξικάρδιον φθέγμα τής καλής ποιήτριας, άλλά έκεϊνος πού έχει άντίρρηση είναι ένας μεγάλος«μάστορης» -ό χρόνος. Δηλαδή ό άνθρωπος φεύγει, άλλά τό έργο έπιζεϊ, κι άν ή άληθινή τέχνη είναι μία διαρκής προσφορά, τότε μένει νά άπαντηθεϊ ένα έρώτημα καίριο: Ποιό πρέπει νά είναι τό άντικείμενο τής λογοτεχνικής κριτικής, τό έργο τού Ζενέ ή τό ποινικό του μητρώο, τά Cantos τού Πάουντ ή οί ραδιοφωνικές του έκπομπές, ή 'Οδύσσεια τού Τζόυς ή οί... τιράντες του κλπ., κλπ. Κι άκό μα, γι’ αύτούς πού έπιστρατεύουν τίς κοινωνικές έπιδράσεις καί τά Ιστορικά δεδομένα μέ σκοπό νά καταλήξουν σέ αίσθητικές άποτιμήσεις, τό έρώτη μα άς γίνει άνήλεο: "Αν ό καημένος ό Ζαχαρώδης γράφοντας τή μελέτη του γιά τόν Παλαμά δέν είχε στή διά θεσή του τήν άπαραίτητη βιβλιογρα φία έπειδή τόν είχαν φυλακή, έχω τά χα έγώ τήν εύθύνη; "Ας τούς έκανε μήνυση -έκεϊνος έγραψε, έγώ έπιλέγω. «... Ένα έργο δέν άξίζει γιά δ,τι θέλει νά άποδείξει άλλά γιά δ,τι είναι» έλεγε έπιγραμματικά ό Σεφέρης, κι άν αύτή ή κουβέντα έχει διατυπωθεί πρίν άπό μισό αιώνα (1936), φαίνεται νά τήν άγνοοϋν πολλοί κονδυλοφόροι τών νεοελληνικών μας πραγμάτων. «Ό άνθρωπος πού λέει ψέματα στή ζωή λέει καί στό έργο του, ή άγάπη τής άλήθειας είναι μία καί δέν μπορεί παρά νά Ισχύει καί γιά τή ζωή καί τό έργο» Ισχυρίζεται ή Νανά Ήσαΐα. θά ήταν μακρύς ό κατάλογος πού θά πα ρέθετα προκειμένου νά άμφισβητήσω αύτό τό αύτάρεσκο θέσφατο, άλλά δλοι γνωρίζουν - καί μερικοί άπό πρώτο χέρι- δτι ύπάρχουν καλλιτέ χνες π.χ. μικροπρεπείς ή άνέντιμοι καί έκεϊνο πού τούς διαχωρίζει άπό τούς άλλους άνθρώπους δέν είναι ή ήθική συνείδηση άλλά τό ταλέντο δλα τ' άλλα είναι κάλπικες άντιπαροχές γιά τόν κορβανά τών δημοσίων σχέσεων. 'Αλλά μιά καί περί «άλη-
θείας» ό λόγος, «τί έστίν άλήθεια»; Άπ’ δσο ξέρω τή λογοτεχνία ένδιαφέρουν τά άληθινά ψέματα. "Ετσι, δταν βρέχει, πέφτει νερό άπό τόν ούρανό - αύτό είναι μιά άλήθεια τού ... θεού - άλλά στό Μακόντο τή νύχτα πού πέθαινε ό Χοσέ Άρκάδιο Μπουένδια, έβρεχε μικρά κίτρινα λουλουδάκια κι αύτό είναι μιά άλήθεια τού Μάρκες. Όσο γιά τό άρθρο τής Ν. Ήσαΐα, ή καλή μου διάθεση μέ έγκατέλειψε δταν διαβάζω: «... είμαι συνειδητή τών δυσκολιών» ή «έχω ύπάρξει μα θήτρια τού Έλιοτ» -καθώς καί πάμπολλα άσαφή, καθημερινά καί άσύντακτα, ών ούκ έστιν άριθμός άλλά μο νάχα άπελπισία καί θόρυβος. Τζίμης Παπανικολόπουλος Γαρηττοϋ 8 - Άγ. Παρασκευή Σχετικά μέ τήν έπιστολή τού Τζ. Παπανικολόπουλου ή Να νά Ήσαία άπαντά:
'Αγαπητό «Διαβάζω», Όσα γράφω γιά τό γράμμα τού Στέ λιου Φώκου θά ήθελα νά θεωρηθούν καί σάν άπάντηση στό γράμμα τού Τζίμη Παπανικολόπουλου. Πέρα άπό αύτά, πάντως, έχω νά πώ μερικά άκό μα πάνω στό θέμα πού θίγει, τής σχέ σης πού ύπάρχει άνάμεσα στήν προ σωπικότητα ένός συγγραφέα καί τό έργο του. Αύτό πού έχω νά πώ είναι δύσκολο, άλλά θά προσπαθήσω νά τό κάνω κατανοητό: ή προσωπικότητα τού συγγραφέα βγαίνει στό έργο του μέ πλάγιους τρόπους. Στήν περίπτω ση τού Πάουντ π.χ. οί ραδιοφωνικές του έκπομπές δείχνουν μιά μεγάλη έπιπολαιότητα, δπως καί μιά έλλειψη συγκροτημένης σκέψης. Πώς τώρα αύτά βγαίνουν στό έργο του: ή έλλει ψη συγκροτημένης θεωρητικής σκέ ψης είναι όλοφάνερη στά δοκίμιά του, πού άποτελοϋνται άπό άποσπασματικές παραγράφους, πολλές φορές έν τελώς άσύνδετες μεταξύ τους. Ή έπι πολαιότητα παρουσιάζεται στά Κάντος άκριβώς, τά όποια είναι έν πολλοΐς άδιάβαστα άπό τίς πολλές σέ άλ λη άπό τή δική τους γλώσσα φράσεις, τίς άτέλειωτες άναφορές σέ κι έγώ δέν ξέρω πόσες μυθολογίες καί παρα δόσεις, δπως κι άπό άλλους «νεοτερισμούς» πού, άντί νά προωθούν τήν ποίησή του, τήν καταστρέφουν. Ό "Αλλαν Τέιτ, άπό τούς καλύτερους ποιητές καί δοκιμιογράφους τής έποχής έκείνης, μέ τήν τόλμη πού χαρα κτηρίζει τόν πραγματικό κριτικό, τά είχε άποκαλέσει «Συζητήσεις κυρίων μετά τό κυνήγι». ("Αν καί, άν θυμάμαι καλά, ήταν μέλος τής έπιτροπής πού είχε δώσει τό 1949 στόν Πάουντ τό μεγάλο βραβείο Μπόλλινγκεν, πράγ μα πού προκάλεσε καί μεγάλο σκάν δαλο γιά τούς γνωστούς λόγους, λέ γοντας δτι, παρά δλα αύτά, ό Πάουντ άξιζε τό βραβείο γιά τή μεγάλη του
χρονικά/13
συμβολή στή γλώσσα.) Στήν είσαγωγή πού γίνεται γιά τόν Πάουντ στό τρίτομο έργο «American Poerty And Prose» (έκδ. Houghton Mif flin Company) διαβάζομε: «... τά Κάντος, τό τζοϋσικό, έλεύθερα συνειρμι κό, προσωπικό έπος, στό όποίο πέρα σε τά άποθέματά του φιλολογικών άναφορών, τό εΙρωνικό του χιούμορ, τΙς προκαταλήψεις του, καί τίς όκραϊες οικονομικές καί πολιτικές του θεωρίες». Θεωρίες πού, όπως φαίνεται, ήταν ένα κράμα μαρξιστι κών άπόψεων καί φασιστικών! Καί ΰν δλα αύτά δέν δείχνουν τή μεγάλη σχέση πού ύπάρχει άνάμεσα στό τί εί ναι ένας καλλιτέχνης καί τό έργο του, τότε, δέν ξέρω τί καλύτερα θά μπο ρούσε νά τό δείξει. Βέβαια, μέ δλα αύτά καθόλου δέν θέλω νά πώ δτι ό Πάουντ ήταν γιά... πέταμα, όπως όρισμένοι θά ήθελαν νά βιαστούν νά Ισχυριστούν. 'Υπάρχουν σχεδόν τέλεια μικρά ποιήματα στό έργο του, σύν τό γεγονός δτι πραγμα τικά κατάφερε νά κινήσει τή γλώσσα, τότε, στήν ποίηση, κατά ένα καινού ριο τρόπο. 'Επίσης: τά δοκίμιά του, παρά τό άσύνδετο στοιχείο τους, πε ριέχουν τίς καλύτερες πρακτικές συμβουλές πρός ποιητές, πού έχω διαβάσει στή ζωή μου. 'Ωστόσο τά σω στά δέν άποκλείουν τά λάθη. Λάθη πού ή πηγή τους βρίσκεται στά δύο χαρακτηριστικά του πού άνέφερα πιό πάνω, καί πού ήταν αύτά πού όδήγησαν έξίσου στίς άτέλειες τού έργου του, δπως καί στίς ραδιοφωνικές έκεϊνες όμιλίες, τίς όποιες, κατά τή γνώ μη μου, δέν τίς έκανε έπειδή ήταν ...παλιάνθρωπος άλλά έπειδή ήταν τρομακτικά έπιπόλαιος, μή συγκροτη μένος στή σκέψη του καί ύπερβέβαιος γιά τόν έαυτό του, νομίζοντας δτι ή έπιτυχία του σέ όρισμένους το μείς τού είχε έξασφαλίσει καί άλάνθαστη κρίση σέ άλλους. Τώρα, τό γράμμα αύτά περιέχει καί τό έρώτημα: «Τί έστί άλήθεια;» Σέ αύτό άπαντώ: «Ή άλήθεια είναι αύτά πού ψάχνομε νά βρούμε καί πολύ συ χνά βρίσκομε έπίσης»! Ή έποχή μας δέν πάσχει πιά άπό τό «μυστήριο» άκριθώς, άλλά άπό τήν καταστροφή τού «μυστηρίου». 'Αλλά μιά καί βρι σκόμαστε στήν άλήθεια, άς δώσω κι έναν βουδιστικό όρισμό της: «'Αλή θεια είναι αύτά πού λειτουργεί». Καί δχι: τά ψέματα δέν λειτουργούν στή λογοτεχνία, δπως καί πουθενά άλλου. Παρά τούς τρομακτικούς ψυχολογι κούς κινδύνους πού διατρέχομε τώρα δλοι, μέ τήν καταστροφή τού «μυστη ρίου», άπό μιάν άποψη είναι καλύτερα πού καταστράφηκε, μιά καί μαζί μέ τήν όνειρική διάσταση τού κόσμου, πού μάς έπέτρεπε, πολύ συχνά μάς έκανε έπίσης καί νά χτυπάμε τό κε φάλι μας στόν τοίχο. Φυσικά ό άγώνας τώρα είναι τό νά μπορέσομε νά διατηρήσομε τό δνειρο παρά τίς πολ λές καί τρομακτικές μας γνώσεις..
Μοιραία, σάν ποιήτρια, δίνω κι έγώ τή μάχη μου γι’ αύτό. Καί καθημερινά βλέπω νά χάνω τό παιχνίδι. Μέ πολλή έκτίμηση Ν. Ήσαΐα
Βιβλιογραφικές συμπληρώσεις 'Αγαπητό «Διαβάζω», ΟΙ βιβλιογραφικές έργασίες τού Δημήτρη Δασκαλόπουλου είναι, κατά κανόνα, αύστηρά τεκμηριωμένες καί άκριβεΐς στήν καταγραφή. Ή μελέτη πού δημοσιεύθηκε στό 58ο τεύχος τού περιοδικού καί άφορά τά βιβλία πού έκδόθηκαν στήν κατοχή 19411944 (παίρνω τό έκδοτικό σκέλος) γράφτηκε μέ προχειρότητα κι έχει λά θη καί παραλείψεις. Μέ τό σημείωμα αύτό θέλω -δέν κάνω συστηματική έρευνα- νά συμπληρώσω, πληρέστε ρα, τόν κατάλογο τών βιβλίων: 1942 Τσέλλερ-Νέστλε: Ή Ιστορία τής έλληνικής φιλοσοφίας. Μετ. X. Θεοδωρίδη. 'Αθήνα, έκδοση Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης 1942. 1943 Άμπάτη Γ.: Μύηση στό λυρικό λόγο. Βασιλειάδης X.: Γιώργος Σταμπολής. Βενέζης Ήλίας: Γαλήνη (Δ' έκδοση). Βουτυράς Δ.: Ό έρωτας στούς τά φους. Λώλος Κ.: Διηγήματα σέ πρώτο πρόσωπο. Μυριβήλη Στρ.: Ό Βασίλης ό ’Αρβανίτης. Παπαγεωργίου Ν.: Ό παράδοξος Γκόζλος. Πολίτης Κ.: Τρεις γυναίκες. Ρυσσιάνος Ν.: Ή πο ρεία τού Σάλιαγκα. Χάρης Π.: Κ. Γ. Καρυωτάκης. 1944 Άγγελόγλου Αλ.: Αμαρτωλοί. Βοναπάρτη Μ.: Ή λανθάνουσα νεκροφιλία στό έργο τού "Εδγαρ Πόε. Γκρίμ Χάνς: Νοτιοαφρικανικές μορφές. Μετ. Εύρ. Χειμωνίδη, Θεσσαλονίκη. Κοββατζή Άδ.: Πρώτη άνοιξη. Κόντογλου Φ.: Ιστορίες καί περιστατικά. Μυριβήλης Στ.: Ό Βασίλης ό Αρβανί της (Β' έκδοση). Μυριβήλης Στρ.: Τά παγανά. Παλαμά Κ.: Βραδινή φωτιά. Παπαγεωργίου Ν.: Τό μάγο σπίτι. Παπαστρατηγάκη Μ.: Τά γερμανικά γράμματα τού Γιάννη Καμπύση 18721901. Θεσσαλονίκη. Σφακιανάκης Γ.: Αγνή Πολυλά. Νέανθος Θρακίτης Τό γράμμα τού Ν. Θρακίτη θέ σαμε ύπόψη τοΰ συνεργάτη μας Δ. Δασκαλόπουλου, ό όποιος μάς έστειλε τήν παρα κάτω απάντηση:
Εύχαριστώ τόν κ. Θρακίτη γιά τά χρή σιμα συμπληρώματά του. Δυό πράγ ματα ήθελα μόνο νά σημειώσω έδώ: 1) Δέ γνωρίζω βιβλιογραφική άπόπειρα στήν Ελλάδα πού νά μπορεί νά καυχηθεί δτι είναι άλάνθαστη ή χωρίς άναπόφευκτες παραλείψεις. Τό κρίσι μο, κατά τή γνώμη μου, έρώτημα είναι κατά πόσο τά λάθη καί οί παραλείψεις άλλοιώνουν τή συνολική εΙκόνα. Κά νοντας κατάχρηση τής φιλοξενίας τού «Διαβάζω», θυμίζω γιά μιά άκόμη φορά τίς ΰποθήκες τού Γ. Κ. Κατσίμπαλη: «... "Οπως βλέπετε, τά βιβλιο γραφικά συμπληρώματα δέν έχουν τελειωμό καί πάντα κάτι βρίσκεται κρυμμένο πού άργά ή γρήγορα βγαί νει κι αύτό στό φώς, είτε άπό τόν ίδιο είτε άπό άλλον έρευνητή. "Οσοι πι στεύουν πώς μπορεί νά έπιτευχθοϋν άπό μιάς άρχής κι άπό ένα μόνον άν θρωπο έξαντλητικές βιβλιογραφίες τών νεοελλήνων συγγραφέων ή άνίδεοι θά είναι ή πολύ άφελεϊς. Τό πλή θος καί ή ποικιλία τών έντύπων, οί άναρίθμητες δυσκολίες πού παρου σιάζει ή άνεύρεσή τους μέ τίς άπει ρες έλλείψεις τών δημοσίων βιβλιο θηκών μας, ή άπεριόριστη πίστωση χρόνου πού άπαιτείται κλπ. κλπ., είναι έμπόδια πού καί ή πιό έπίμονη προσ πάθεια δύσκολα μπορεί νά ύπερνικήσει, καί όπωσδήποτε δχι πέρα άπό ένα όρισμένο δριο. ΓΓ αύτό, δλοι δσοι κα ταπιάνονται μέ παρόμοιες έργασίες στήν 'Ελλάδα θά έπρεπε, νομίζω, νά φέρνουν στή δημοσιότητα τό ύλικό πού έχουν συγκεντρώσει, δίχως άναβολή καί χωρίς νά περιμένουν μιάν άνέφικτη -τίς περισσότερες φορέςτελειότητα. Γιατί έκεϊνο πού πρωτεύ ει είναι νά γνωρίσουμε τά πράγματα τής λογοτεχνίας μας καί νά βοηθή σουμε τή μελέτη καί έρευνά τους μέ ούσιαστικές καί συγκεκριμένες πλη ροφορίες. "Αν ύπάρξουν στήν άρχή μερικές έλλείψεις (δευτερεύουσας καί τριτεύουσας σημασίας συνηθέστατα), ή ζημιά θά είναι όπωσδήποτε μικρότερη άπό τό νά παραδέρνουμε, δπως σήμερα, όλότελα άκαθοδήγητοι σέ πυκνά καί άξεδιάλυτα σκοτάδια». 2) Άπό τούς 22 τίτλους πού συμπλη ρώνει ό κ. Θρακίτης οί 4 περιλαμβά νονται στήν καταγραφή μου (οί 2 μέ λανθασμένη άπό πλευράς μου χρονο λόγηση). Σήμερα είμαι σέ θέση νά προσθέσω άλλους 80 περίπου τίτ λους, χωρίς καί πάλι νά έξαντλείται τό θέμα. Τό σχετικό ύλικό είναι στή διά θεση κάθε ένδιαφερομένου. Δ. Δασκαλόπουλος
14/χρονικα
οι σημειώσεις...
Λόγος επικήδειος γιά τόν έπικήδειο λόγο Ό έπικήδειος λόγος έχει έναν συγκεκριμένο σκοπό: Νά πληροφορήσει τούς παρευρισκόμενους στήν κηδεία πενθοϋντες ή ψευτοπενθούντες γιά τό ποιόν τού μακαρίτη, έτσι γιά νά ξέρουν τί σπουδαίο πράγμα είναι αύτό πού θά πετάξουν σέ λίγο στόν σκουπιδότοπο πού λέγεται νεκροταφείο. Κατά κάποιον τρόπο, οί ρητορικές κορώνες τού έκφωνοϋντος τόν έπικήδειο είναι μιά «άναγνώριση» τού πνεύ ματος τού μακαρίτη, μέ τήν ίδια άκριβώς έν νοια πού τό κλάμα τού συγγενούς στό νεκρο τομείο είναι μιά άναγνώριση τού σώματος τού μακαρίτη. Ή πολυτέλεια τής άναγνώρισης τού πνεύ ματος τού μακαρίτη θά έπρεπε νά προορίζε ται μόνο γιά τούς διαθέτοντες, κατά τεκμήριον, πνεύμα, πού γ ι’ αύτό λέγονται καί «πνευματικοί άνθρωποι». Παραδόξως όμως, ή ίδια τιμή έπιφυλάσσεται καί στους «έπιφανεϊς» νεκρούς, άσχετα ά π ' τήν έν ζωή πνευματικότητά τους. Έτσι, άν πεθάνει, ό μή γένοιτο ό άρχηγός τής Αστυνομίας, θά τού τραβήξουν κι αύτουνοϋ έναν περιποιημένο έπικήδειο, παρά τό βεβαιωμένο, λόγω έπαγγέλματος, γεγονός πώς ή μόνη σχέση τού έν λόγω μακαρίτη μέ τό πνεύμα περιορι ζόταν στό «πνεύμα τού νόμου» πού καλούν ταν νά έφαρμ όσει,όσο ζοϋσε, μέ τρόπους κά θε άλλο παρά πνευματικούς. Ή παραπάνω σύγχυση δείχνει πώς ό έπικήδειος λόγος είναι κατά κανόνα ψευδής καί άποσκοπεί άποκλειστικά στή δημιουργία μιάς τελευταίας καλής έντύπωσης γιά τό νε κρό. Πάντα είχα τήν έμμονη ιδέα πώς αύτοί πού έκφωνούν έπικήδειους είναι λίγο ώς πο λύ άπατεώνες. Τελούν μιά ψευδή άναγνώριση τού πνεύματος τού μακαρίτη άφού άρνοϋνται νά τού κάνουν κριτική. Έτσι, ή άρχική κοινω νική σκοπιμότητα τού έπικήδειου λόγου - ή
άναγνώριση τής πνευματικής ταυτότητας τού ν εκρο ύ - κατάντησε ρητορικό σχήμα, παντε λώς κενό περιεχομένου, ίσης άξίας κα ί σημα σίας μέ τά σαχλά λογίδρια τών πολιτικών στά έπίσημα γεύματα. "Αν είχε κανείς τήν εύχέρεια νά έκδώσει σ' έναν τόμο μερικούς ά π ' τούς έπικήδειους πού έκφωνήθηκαν κατά καιρούς -ν ά μιά καλή έκδοτική ιδ έ α - θά διαπιστώναμε εύχερώς πώς ό έπικήδειος λόγος είναι ό κα τ’ έξοχήν «φατι κός» λόγος, όπως λέμε στή γλωσσολογία αύ τό πού κοινώς όνομάζεται κοσμική φλυαρία. "Ομως, αύτό πού έχει ένδιαφέρον στή μελέ τη τών έπικήδειων λόγων δέν είναι ή ήθική, λογική κα ί νοηματική τους κενότητα άλλά ή λανθάνουσα μεταφυσική τους. Πού γίνεται φανερή κα τ’ άρχήν μέ τόν χρησιμοποιούμενο γραμματικό τύπο. Ό έπικήδειος ρήτωρ, λ ο ι πόν, κατά κανόνα μιλάει στό δεύτερο ένικό πρόσωπο, μιάς κα ί άπευθύνει τό λόγο του στό... νεκρό!!! (Έσύ, ό όποιος κλπ, κλπ.). Γιατί λοιπ ό ν ή χρήση τού δεύτερου προσώ που κι όχι τού τρίτου, όπως θά ήταν λογικότε ρο; Μά, διότι τό δεύτερο πρόσωπο προϋποθέ τει τή ζωντανή παρουσία ένός άκροατή. Καί, ώς γνωστόν, ό σωματικά νεκρός πρός ταφήν είναι ένας... πνευματικά ζωντανός πού μόλις άρχισε νά ζεί τήν άλλη ζωή. Χωρίς τή μεσολά βηση μέντιουμ, ό έπικήδειος ρήτωρ έπιασε ήδη κουβεντούλα μ ’ ένα πνεύμα, πράγμα πού σέ λίγο, μόλις έξαφανιστεϊ τό πτώμα μέσα στή γή, θά γίνει πολύ προβληματικό. Μ πορεί ό ρήτωρ νά μιλούσε πάντα στόν πληθυντικό μέ τόν μακαρίτη όσο ζοϋσε. "Ομως τώρα πού πέθανε άπόχτησε έπιτέλους οικειότητα κα ί τού μιλάει στόν ένικό. Πώς εί ναι δυνατό νά μ ή ν αίσθάνεσαι οικείος μπρο στά σ ’ ένα άκακο πτώμα, πρός τό όποιο ό σε βασμός σου είναι έντελώς άλλης τάξεως ά π'
χρονικα/15
...του βασιλη ραφαηλιδη
αυτόν που θά έδειχνες άν, γιά παράδειγμα, ό μακαρίτης ήταν προϊστάμενός σου, όσο ζοϋσε; Επιτέλους, μπροστά στό θάνατο όλοι εί μαστε ίσοι. "Ανίσοι είμαστε στή ζωή. Καί πρέ πει νά τό δείχνουμε κα ί τό ένα κ α ί τό άλλο. Αλλωστε, τούτη ή αύτόματη κατάργηση τού πληθυντικού μπροστά στό θάνατο, πού είναι ένα γεγονός βιολογικό, μαρτυράει τήν καταναγκαστική έπιβολή τοϋ πληθυντικού στήν κοινωνική ζωή. Όταν καθιερώθηκε στόν Μεσαίωνα ό πληθυντικός δέν ήχοϋσε παρά λογα όπως τώρα, άλλά ήταν μιά σήμανση σα φής καί καθαρή: Ό δουλοπάροικος μιλούσε στόν πληθυντικό στό φεουδάρχη όχι γιά νά τοϋ δείξει τό σεβασμό του, άλλά διότι τόν άντιμετώπιζε σάν έκπρόσωπο όλων τών μελών τής οίκογένειάς του, πού όλοι τους ήταν βέ βαια άφεντικά γιά τόν δουλοπάροικο. Έτσι, τό «έσεϊς» έσήμαινε έσύ, ή γυναίκα σου, τά παιδιά σου, ό πατέρας σου, ό παππούς σου, ό θείος σου - κ ι όλο τό σκυλολόι πού μέ κατα πιέζει κα ί έκ περιτροπής κα ί έν σώματι. Ό θάνατος είναι τό κα τ’ έξοχήν προσωπικό γεγονός. Συνεπώς, δέν γίνεται νά μιλάς στόν πληθυντικό στόν πεθαμένο, άφοΰ τώρα πιά δέν «έκπροσωπεί» παρά τόν έαυτό του, καί καθόλου τό σόι του, ή τήν κάστα του, ή τήν «κοινωνική θέση» του. Ό θάνατος είναι άψο γα δημοκρατικός, κα ί είναι καταπληχτικό πού οί άνθρωποι, ύστερα άπό έναν έπικήδειο έκφωνημένο στό δεύτερο πρόσωπο τοϋ ένικοϋ, δέν μπορούν νά γίνουν μιά στάλα δημοκρατι κότεροι. Βλέπουμε, λοιπόν, πώς ή λανθάνουσα μετα φυσική είναι πάντα πολύ διδακτική όταν άποκωδικοποιεϊται σωστά. Ά ς δούμε, τώρα, σύν τομα γιατί κάποιοι ζωντανοί διανοούμενοι κά νουν τρομαχτικές μεταφυσικές χοντράδες μπροστά σ ’ άλλους διανοούμενους, φρεσκοπεθαμένους κυρίως. Λέν, γιά παράδειγμα, μ ι λώντας γιά έναν πεθαμένο λογοτέχνη: «Πέθανε, άλλά τό έργο του θά ζεϊ αιώνια». Κατ' άρχήν, ποιός τούς είπε πώς τά έργα, άκόμα κα ί τά άριστουργήματα, ζούν αίώ νια; (Αύτό ε ί
ναι ένα μεγάλο θέμα τής κοινωνιολογίας τής τέχνης, πού πρέπει νά μ ελετηθεί χωριστά.) Κι ύστερα, τί σόι παρηγοριά είναι αύτή γιά έναν μακαρίτη ή γιά έναν ύποψήφιο μακαρί τη; Πώς μ π ο ρ εί νά νιώθει καλύτερα ό ύποψήφιος μακαρίτης καλλιτέχνης ά π ’ τό γεγονός κα ί μόνο πώς θά «ζήσει» τό έργο τού -ό σ ο ζήσει, έν πόση περιπτώσει; Πρέπει νά πήρε πολύ στά σοβαρά τή ρήση πού λέει «στό έργο έχει περάσει ή ψυχή τοϋ καλλιτέχνη». Μά, ώ άφελή μεταφυσικέ, ή ψυχή τοϋ καλλιτέχνη δέν περνάει πουθενά, παραμένει δέσμια τού σώματος, κα ί τό έργο ά π ' τή στιγμή πού δημιουργηθεϊ είναι όλικά κα ί ριζικά άσχετο ά π ’ τόν ζωντανό καλλιτέχνη μέ σάρκα, όστά καί πνεύμα. Ένα βιβλίο τού Καζαντζάκη, γιά πα ράδειγμα, δέν είναι ό Καζαντζάκης, είναι ένα βιβλίο τοϋ Καζαντζάκη, κα ί τίποτα περισσότε ρο. Αύτό πού ζεϊ -π ρ ό ς τό π α ρό ν- δέν είναι ό Καζαντζάκης, άλλά τό βιβλίο τοϋ Καζαντζάκη, κι αύτό ό Καζαντζάκης τό ήξερε βέβαια πολύ καλύτερα ά π ' τόν κάθε ποιητίσκο, πού ίδρωκοπά ό καημένος νά περάσει στήν «άθανασία» μέ τό βιβλιαράκι του, μπερδεύοντας τό ύποκείμενο μέ τό άντικείμενο, κα ί συσσω ρεύοντας τή μιά άναξιοπρεπή πράξη δίπλα στήν άλλη προκειμένου νά έκβιάσει τούτη τήν ποθητή «άθανασία». Δ έν θά καταλάβει, λοιπόν, ποτέ τούτος ό τρομοκρατημένος ά π' τόν έπικείμενο άφανισμό του πώς τό νά γρά φει κανείς τό όνομά του στό έξώφυλλο ένός βιβλίου πού θά ξεχαστεί πριν κάν ξεχαστεϊ ό ίδιος σάν ζωντανή ύπαρξη είναι πράξη ά\/άλο γης άξίας μ ' αύτή τού γραψίματος τού όνόματος στήν τουαλέτα τού σχολείου; Γιατί λοιπόν δέν τραβούν τό καζανάκι όσο είναι καιρός; Μά, διότι πάν κι αύτοί γιά τόν έπικήδειο πού λέγαμε.
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Από 9 έως 23 Μαρτίου
1. Ν. Δήμου: Ή χώρα τού έδώ καί τώρα (Νεφέλη)
Χνάρι - Άθ.
2
Φιλιππότης - Άθ.
|2
Μεθενίτης - Πάτρα Πειραίκή Φωλιά του Βιβλίου - Άθ. Σύγχρονη Εποχή - Άθ.
8 ο
Λέσχη τοϋ Βιβλίου - Άθ.
Εστία- Άθ.
Κατώι τοϋ Βιβλίου - Θεσ.
Επιλογή - Άθ.
Έλευθερουδάκης - Άθ.
Ένδοχώρα - Άθ.
Γωνιά τοϋ Βιβλίου - Θεσ.
Δωδώνη - Άθ.
ΒΙΒΛΙΑ
Δωδώνη - Γιάννινα
τελευταίο μέ ένα (* ). Επειδή όμως είναι τεχνικά άδύνατο νά δημοσιεύονται όλα τά βιβλία πού άναφέρουν οΐ βιβλιοπώλες, ό πίνακας περιλαμβάνει τελικά έκείνα τά βιβλία πού δηλώθηκαν άπό δύο του λάχιστον βιβλιοπώλες. Όσο γιά τό ένδιαφέρον καί τήν ποιότητα τών βιβλίων τοϋ πίνακα, σκόπιμο είναι νά συμβου λεύεστε τίς σελίδες τής «’Επιλογής».
Ό παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τά έμπορικότερα βιβλία ένός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα μέ τά στοιχεία πού μάς παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες άπ’ όλη τήν Ελλάδα, δηλώνοντας ό καθένας τους τά τρία βιβλία πού είχαν τις πε ρισσότερες πωλήσεις ατό βιβλιοπωλείο του κα τά τό διάστημα αύτό. Έτσι, τό βιβλίο μέ τις με γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται μέ τρεις άστερίσκους (**), τό άμέσως μετά μέ δύο (**) καί τό
.
2. Κ. Μ. Γουντχάουζ: Καραμανλής. Ό άνορθωτής τής έλληνικής δημοκρατίας (Μορφωτική Εστία)
Λ
3. Κ. Παπαϊωάννου: Ή Ιστορία τής κυρίας «Ού»... (Καστανιώτης)
,,
Λ
„
4. Σ. Άσδραχά: Ζητήματα Ιστορίας (Θεμέλιο) 5. I. Μπέργκμαν: Σκηνές άπό ένα γάμο (Νέα Σύνορα) 6. Κ. Γώγου: Τό ξύλινο παλτό (Καστανιώτης)
*
*
Σημείωση: Στό βιβλιοπωλείο Δωδώνη - Άθ. τό βιβλίο πού είχε τίς περισσότερες πωλήσεις ήταν τό: Γκ. Γκ. Μάρκες: 'Εκατό χρόνια μοναξιάς (Νέα Σύνορα). Στό Κατώι τοϋ Βιβλίου - Θεσ. ήταν τό: Ε. Παπανούτσου: Πρακτική φιλοσοφία (Δωδώνη). Στή Σύγχρονη 'Εποχή - Άθ. ήταν τό: Δομικές άλλαγές στήν άγροτική οικονομία μας (Σύγχρονη Εποχή). Στό Χνάρι - Άθ. ήταν τό: Β. Πρατολίνι: Χρονικό τών φτωχών έραστών (Θεμέλιο).
Ό
Ζ ενέ
μ ιλ ά γ ι α τ ο ν Ζ ε ν έ 'Ο Ζάν Ζενέ κατέχει στη γαλλική λογοτεχνία μιά μοναδική θέση· είναι ίσως ό «καταραμένος» ποιητής της. "Οταν παίζεται κάποιο έργο τον σέ μιά κρατική σκηνή, όπως τό «Όντεόν», τό σκάνδαλο είναι τεράστιο. Μιά άλλη κρατική σκηνή, ή «Κομεντί Φρανσαίζ», δέν δέχεται νά τόν σνμπεριλάδει στό ρεπερτόριό της. Τά ποιήματά τον, τά μνθιστορήματά τον, άρχισαν νά έκδίδονται χωρίς νά άναφέρεται ό εκδότης, παράνομα δηλαδή. 'Ωστόσο ό Κοκτώ, ό Ζίντ, ό Σάρτρ κινοϋν γη καί ονρανό γιά νά προδάλονν τή φήμη τον. ’Ακόμα κι ό Κλωντέλ σνννπογράφει γιά νά τοϋ δοθεί χάρη άπό τόν τότε πρόεδρο τής δημοκρατίας, Βενσάν Ήριόλ, γιατί έχει καταδικαστεί καί κινδννεύει νά εκτοπιστεί. Κανένας λογοτέχνης δέν είδε νά έκδίδονται τόσο γρήγορα τά «'Άπαντά» τον, όταν μάλιστα είχαν γιά πρόλογο ένα τεράστιο έργο τοϋ Σάρτρ μέ τόν τίτλο: «'Ο άγιος Ζενέ, θεατρίνος καίμάρτνρας».
18/αφιερωμα
Ζάν Ζενέ: Ή ζωή καί τό έργο του Ό Ζενέ όέν έχει οϋτε βιογραφία οϋτε άποσκενές, καί τό έργο του εξηγεί καθαρά ποιος είναι.
1910 19 Δεκεμβρίου. Γεννιέται στό Πα ρίσι άπό άγνωστο πατέρα. Ή μη τέρα του τόν εγκαταλείπει καί τόν αναλαμβάνει ή Κοινωνική Πρόνια. Τό 1918 τόν άναθέτουν σέ μιά οικογένεια χωρικών τού Μορβάν. 1920 Κατηγορεΐται γιά κλοπή καί τόν στέλνουν στό αναμορφωτήριο τού Μεττραί. Πάει έθελοντής στή Λεγεώνα τών Ξένων- τήν άκολουθεΐ στή Συρίαλιποτακτεΐ κι αρχίζει μιά μεγάλη περίοδος περιπλανήσεων σ’ όλα τά λιμάνια, τά καταγώγια καί τίς φυ λακές τής Ευρώπης: Βαρκελώνη, Τανγκέρη, Νάπολη, Ρώμη, Μασ σαλία, Βρέστη, ’Αμβέρσα... Ζεϊ στή Γιουγκοσλαβία, τή Γερμανία. Τό πρώτο γνωστό γράμμα τού Ζάν Ζενέ (τό άπευθύνει στόν Άντρέ Ζίντ) έχει ήμερομηνία 12 Δεκεμ βρίου 1933. 1942 Δημοσιεύει, χωρίς όνομα έκδοτη, κι ένώ βρίσκεται στή φυλακή, τόν Θανατοποινίτη, τό πρώτο του κεί μενο. Ό Ζάν Κοκτώ τόν υπερα σπίζεται στό δικαστήριο.
Τό τεύχος τον περιοδικού Άρμπαλέτ (Άνοιξη 1944) δπον δημοσιεύτηκε ή Παναγιά τών Λσυλουδιών Μιά άπό τίς πρώτες έκδόσεις τον Γραφείου τελετών
«’Αφιέρωσα αύτό τό ποίημα στή μνήμη τού φίλου μου Μωρίς Πιλόρζ [...] Οί ένορκοι, πειραγμένοι άπό τή γοητεία του, βλά κες άλλά ωστόσο μέ όλο τό γόητρο πού έχουν οί Μοίρες, τόν καταδικάσανε σέ είκοσι χρόνια καταναγκαστικά έργα γιατί εί χε ληστέψει βίλες στήν Κυανή ’Ακτή, καί τήν άλλη μέρα, επει δή είχε σκοτώσει τόν έραστή του Έσκούντερο γιά νά τού κλέ ψει ούτε κάν χίλια φράγκα, αύτό τό ίδιο κακουργοδικείο κατα δίκαζε τό φίλο μου Μωρίς Πιλόρζ νά άποκεφαλιστεΐ. Τόν έκτελέσανε στίς 17 Μαρτίου 1939 στό Σαίν Μπριέκ.» ( Ό θανατοποινίτης, "Απαντα Β')
αφιερωμα/19
1944 Στη φυλακή τής Σαντέ, άρχίζει τό πρώτο θεατρικό του έργο, Υψηλή έποπτεία. Μερική προδημοσίευση τής Πανα γιάς των λουλουδιών- τήν πρωτό τυπη έκδοση τυπώνει, χωρίς όνο μα έκδοτη, ό Ρομπέρ Ντενοέλ.
«Θά ευχόμουν νά περιληφθεϊ αυτό τό έργο στό τέλος τού δ' τόμου τών 'Απάντων μου, σάν μιά σημείωση ή σάν ένα πρόχει ρο. Καί μιά πού άρχισα νά έκφράζω ευχές, θά ήθελα έπίσης νά μήν παιχτεί ποτέ αύτό τό έργο. Μού είναι δύσκολο νά θυμηθώ πότε καί σέ ποιές συνθήκες τό έγραψα. Μάλλον άπό άνία κι άπερισκεψία. Αύτό είναι: μού ξέφυγε». {Υψηλή έποπτεία, "Απαντα, Δ')
1945 Κρυφά άσματα. 1946 Τό θαύμα τού ρόδου. 1947 Υψηλή έποπτεία καί Δούλες (πρώτη μορφή). Χωρίς νά άναφέρεται ό εκδότης, ό Γκαστόν Γκαλλιμάρ τυπώνει τό μυθιστόρημα Γραφείο τελετών καί ό Πώλ Μοριχιέν τόν Καβγατζή τής Βρέστης (Κερέλ). Ή Γαλέρα, με έξι λιθογραφίες τής Λεονόρ Φινί. Ό Λουί Ζουβέ ανε βάζει τίς Δούλες (πρώτη μορφή) στό θέατρο Άτενέ. Άπονέμεται στόν Ζενέ τό βραβείο τής «Πλειά δας» γιά τά χειρόγραφα Δούλες καί Υψηλή έποπτεία. 1948 Γράφει τό άνέκδοτο θεατρικό έργο Σπλέντιτ καί τό κείμενο τό Παιδί έγκληματίας, πού θά διαβαζόταν στό ραδιόφωνο καί άπαγορεύτηκε. Δημοσιεύεται ό Σχοινοβάτης στήν πρώτη συλλογική έκδοση τών Ποιημάτων, με είκοσι μία φωτο γραφίες τοϋ Ζενέ.
«’Απ’ όλες τίς φυλακές, ή Φοντεβρώ είναι ή πιό συνταρακτική. Αύτή μού έδωσε τήν πιό δυνατή έντύπωση άπόγνωσης καί θλί ψης καί ξέρω πώς όσοι κρατούμενοι γνώρισαν κι άλλες φυλα κές, δοκίμασαν, άκούγοντας τό όνομά της καί μόνο, μιά συγκί νηση, έναν πόνο όπως κι έγώ. Δέν θά γυρέψω νά ξεδιαλύνω τήν ούσία τής δύναμης πού άσκεί πάνω μας: δέν έχει σημασία άν αιτία είναι τό παρελθόν της, οί γαλαζοαίματες ήγουμένες της, ή όψη της, οί τοίχοι της, ό κισσός της, οι περαστικοί βαρυ ποινίτες γιά τά κάτεργα τής Καγιέν, κρατούμενοι πιό μοχθηροί άπό άλλού, τ’ όνομά της· άλλά σ’ αυτούς όλους τούς λόγους, υπάρχει γιά μένα κι ένας άλλος: όταν ήμουν στό άναμορφωτήριο τού Μεττραί, ή φυλακή ήταν τό άδυτο πού μαγνήτιζε τά παιδικά μας όνειρα. Ένιωθα πώς οί τοίχοι της διατηρούσαν -σάν τό άρτοφόριο πού διατηρεί τόν άρτο- τήν ίδια τή μορφή τού μέλλοντος.» (Τό θαύμα τοϋ ρόδου, "Απαντα, Β') «Μιά άπότομη κόπωση μάς έκανε νά παρατήσομε τόν Κερέλ, πού είχε άρχίσει νά ξεφτίζει. Έ ν α χρόνο άργότερα (γράφω αύ τή τή σημείωση τόν Σεπτέμβριο τού 1947) άρχίζει πάλι νά ανα μορφώνεται ξανά μέσα μας καί νά έπιβάλλει τήν άτακτη καί χα ρούμενη ένοχή του. Θά συγκεντρώσομε τίς περιπέτειές του μ’ αύτό τόν τίτλο: Ικανός γιά δλα. ’Αφού τελειώνει τό έργο τήν έρχόμενη άνοιξη, θά μπορέσομε νά τό πουλήσομε τό φθινόπω ρο.»
’Ανεβαίνει τό μπαλέτο Κυρά μου καθρέφτη μέ μουσική Ντάριους Μιλώ· χορογραφία τής Ζανίν Σαρά. Ό Ζάν Ζενέ καταδικάζεται σέ έκτόπιση. Μέ πρωτοβουλία κυ ρίως τοϋ Σάρτρ καί τοϋ Κοκτώ, ό πρόεδρος τής δημοκρατίας Ώριόλ τοϋ άπονέμει χάρη. 1949 Δημοσιεύεται τό Παιδί έγκλημα τίας μαζί·μέ τό Κυρία μου Καθρέ φτη, καί χωρίς όνομα έκδοτη τό Ημερολόγιο τοϋ κλέφτη.
«Ή Γαλλική Ραδιοφωνία μού είχε προσφέρει μιά άπό τίς έκπομπές της: “ Ελεύθερος λόγος” . Δέχτηκα θέλοντας νά μιλήσω γιά τό παιδί έγκληματία. Τό κείμενό μου, άν καί τό δέχτηκε στήν αρχή ό κ. Φερνάν. Πουεΐ, τώρα άπορρίφτηκε. ’Αντί νά νιώθω περήφανος, ντρέπομαι πράγματι. Θά ήθελα νά άκουστεΐ
20/αφιερωμα
’Ανεβαίνει ή Υψηλή έποπτεία (στην πρώτη της μορφή), σε σκη νοθεσία τοϋ Ζάν Μαρσά καί τού Ζενέ.
Φωτογραφία τον Ζενέ άπό τό έξώφυλλο τοϋ Παιδιού έγκληματία
1950 Δημοσιεύεται τό Γράμμα στη Λεονόρ Φινί με έξι πίνακές της. Ό Ζάν Ζενέ γυρίζει την πρώτη του ταινία, «Ένα ερωτικό άσμα», πού προβάλλεται πάντα παράνο μα. Τό πρώτο γνωστό άρθρο τού Ζενέ είναι γιά τόν Ζάν Κοκτώ. 1951 'Άπαντα, δεύτερος τόμος, καί, χωρίς όνομα εκδότη, τά Όμορφα παλικάρια, μέ είκοσι επτά σχέδια τοϋ Ζάν Μπουλλέ. 1952 Ό Σάρτρ δημοσιεύει τό έργο του Ό άγιος Ζενέ, θεατρίνος ή μάρτυ ρας. ’Αποτελεί τόν πρώτο τόμο τών απάντων τοϋ Ζενέ (578 σελί δες). 1953 °Απαντα, τρίτος τόμος. Ό Ζάν Ζενέ δίνει συνέντευξη στόν Μπερνάρ Φρέτσμαν, τόν άγγλο μεταφραστή του, καί γράφει «Γράμμα άπό τό Παρίσι» στό πε ριοδικό «Νιού Γιόρκερ» (Δεκέμ βριος). 1954 Ή Τάνια Μπαλάσοβα άνεβάζει τίς Δούλες (δεύτερη μορφή). Προβάλλεται στην ταινιοθήκη τό «’Ερωτικό άσμα».
ή φωνή τού έγκληματία. Καί όχι τό μοιρολόγι του αλλά τό δο ξαστικό άσμα του. Μιά μάταιη σκέψη νά είμαι ειλικρινής μ’ έμποδίξει νά καμαρώνω- άλλά νά είμαι ειλικρινής όχι τόσο μέ τήν άκρίβεια τών γεγονότων όσο έπειδή υπακούω στούς βρα χνούς κάπως τόνους τής φωνής μου, πού μόνο αύτοί μπορού σαν νά πούν τή συγκίνησή μου, τήν άλήθεια μου, τή συγκίνηση καί τήν άλήθεια τών φίλων μου.» (Τό παιδί έγκληματίας, "Απαντα, Δ') «Στό κάτεργο εκείνες οί γιορτές, γι’ αυτές θέλω νά μιλήσω. Οί πληγωμένοι λεβέντες γύρω μου, ή παρουσία τους, είναι κιόλας μιά μεγάλη ευτυχία πού μοϋ δόθηκε. 'Ωστόσο μόλις πού τό άναφέρω, άλλες καταστάσεις (ό στρατός, τ’ άθλήματα κλπ.) μπορούν νά μού προσφέρουν κάτι άνάλογο. Τό δεύτερο τόμο αυτού τού “Ημερολόγιου” θά τόν ονομάσω “Υπόθεση ηθών” . Σκέφτομαι ν’ άναφέρω εκεί μέσα, νά περιγράφω, νά σχολιάσω αυτές τίς γιορτές κάποιου κρυφού κάτεργου πού ανακαλύπτω μέσα μου, άφού διάβηκα αυτή τή δική μου περιοχή πού όνόμασα ’Ισπανία.» (*Ημερολόγιο τοϋ κλέφτη, 1949) «’Εγώ, δραματουργός; Ό χι: προσπαθώ μόνο νά είμαι έξυπνος. Νά σάς μιλήσω γιά τήν 'Υψηλή έποπτεία. Δέν έχω τίποτα νά πώ, άφού έγραψα τό έργο... Ναί, είναι ένα έργο σύγχρονο μέ τίς Δούλες... Ναί, υπάρχουν συγγενικά στοιχεία άνάμεσα στά δύο έργα: τό μόνο πού άλλαξα είναι τό κελλί. ’Από τό δωμάτιο τής κυρίας στή φυλακή, ή “δουλειά” μου γυρνά πάντα γύρω άπό τό ίδιο πρόβλημα. Στό θεατρικό έργο πού τελειώνω τώρα θά είναι τό ίδιο: πάντα ένα μεγάλο πρόβλημα έχομε νά λύσο με...» (Δήλωση στήν έφημερίδα «Παρί - Πρές - ’Ανένδοτος», 24 Φε βρουάριου 1949) «"Εχουμε δίχως άλλο σ’ αυτό τό έργο τίς εμπειρίες πού γνώρισε ό Ζάν Ζενέ στίς φυλακές πού πέρασε- άλλά πέρα άπό τήν ήχώ τού κελλιοΰ καί μιάς κατάρας, είναι πρίν άπ’ δλα ή διαδρομή ένός άνθρώπου πού είχε γιά στόχο του νά μετατρέψει τήν κατάρα πού τόν βάραινε σέ σωτηρία. Γι’ αυτό τό λόγο τά μυθι στορήματα καί τά ποιήματά του δέν είναι τόσο μιά μαρτυρία γιά προσωπικές έμπειρίες κι έναν κόσμο αυτόνομο, δσο ένα αυθεντικό λογοτεχνικό έργο, καλοδουλεμένο, συμπληρωμένο, άποφασιστικό... Δέν υπάρχει λόγος ν’ άναζητήσομε σ’ αύτά τά έργα τίς σελίδες πού τοποθετούν τόν Ζάν Ζενέ άνάμεσα στούς καλύτερους λογοτέχνες: δέν ξέρομε άν ή σκηνή τής δίκης τής Παναγιάς τών λονλουόιών ξεπερνά σέ ποιότητα τό καταπλη κτικό τέλος άπό τό Θαύμα τοϋ ρόδου. Είναι επειδή ό Ζενέ άνανέωσε δίχως άλλο τό γαλλικό λυρισμό, έτσι πού νά μπορέσει νά τόν ταιριάξει μέ τό ρεαλισμό τών ύπο πτων καταστάσεων- καί άν πρέπει νά τού βρούμε ένα δάσκαλο, αύτός δέν είναι ό Βιγιόν άλλά ό Ρεμπώ. Ποτέ λογοτεχνικό ύφος δέν μεταμόρφωσε μέ τόσο λαμπρό τρόπο καθημερινούς ήρωες- άλλά πίσω άπ’ αυτούς τούς ήρωες, ζοΰνε ύπάρξεις αυ στηρές δσο καί παραδειγματικές.» (Κλώντ Μωριάκ, Μάρτιος 1951, στό Δελτίο τής Νέας Γαλλικής ’Επιθεώρησης) «Οί σελίδες πού άκολουθοΰν δέν είναι άπό κάποιο ποίημα. Θά έπρεπε νά οδηγήσουν έκεϊ. Θά ήταν σάν μιά προσέγγιση, άν
αφιερωμα/21
«Γράμμα στόν Ζάν-Ζάκ Πωβέρ γιά τίς Δοϋλες» (γιά τήν έκδοση τών δύο μορφών τού έργου). «’Αποσπάσματα» από ένα έργο πού φαίνεται νά μην όλοκλήρωσε (περιοδικό «Σύγχρονοι Καιροί», τεύχος Αύγούστου).
καί άπόμακρη, άν δέν κατέληγε νά είναι ένα άπό τά πολλά πρόχειρα ενός κειμένου πού θά είναι μιά πορεία άργή, μετρη μένη,πρός αυτό τό ποίημα,δικαίωση αυτού τού κειμένου, δπως τό κείμενο θά είναι ή δικαίωση τής ζωής μου.» (Περιοδικό Σύγχρονοι Καιροί)
Ό Ζάν Ζενέ δικάζεται στό Παρίσι γιά «προσβολή τών ήθών καί πορ νογραφία». 1955 Τό Φεβρουάριο, ό Ζενέ τελειώνει ένα σενάριο γιά τό κάτεργο· τό Νοέμβριο, υπογράφει, μαζί μέ πολλούς άλλους διανοούμενους, ένα μανιφέστο εναντίον τής γαλλι κής άποικιοκρατίας. 1956 Δημοσιεύεται ή πρώτη μορφή τού Μπαλκονιού μέ λιθογραφία τού Άλμπέρτο Τζιακομέττι στό εξώ φυλλο. 'Ο Ζενέ δίνει συνέντευξη στόν Ρομπέρ Πουλέ. Τόν ’Ιανουάριο είχε καταδικαστεί σέ οκτώ μήνες φυλακή καί εκατό χιλιάδες φράγκα πρόστιμο γιά προσβολή τών ηθών (μέ τά έργα πού είχαν δημοσιευτεί τό 1948). 1957 Τό ’Ατελιέ τού Άλμπέρτο Τζιακομέττι Τό Μπαλκόνι ανεβαίνει στό Λον δίνο από τόν Πήτερ Ζάντεκ. Ό Ζάν Ζενέ άμφισβητεΐ τή σκηνοθε σία καί άναστατώνει τήν τελευ ταία δοκιμή. Τή μέρα τής παρά στασης ή αστυνομία τόν εμποδίζει νά μπεϊ στό θέατρο.
«Νά ζεΐς μέ έκπλήξεις, μέ αλλαγές, νά διακινδυνεύεις, ν’ άντιμετωπίζεις προσβολές: Είναι κάτι άντίθετο άπό τόν κοινωνικό καταναγκασμό, τήν κοινωνική κωμωδία... Όπότε, άν ό παιδε ραστής δέχεται λίγο-πολύ νά παίξει κάποιο ρόλο σ’ αύτή τήν κωμωδία, σάν τόν Προύστ ή τόν Ζίντ, έξαπατά, ψευδολογεΐδλα δσα λέει φαίνονται ύποπτα. Ή φαντασία μου είναι βου τηγμένη στήν άχρειότητα, άλλά σ’ αύτό έδώ τό σημείο είναι έξευγενισμένη, είναι άδολη. Δέν δέχομαι τήν άπάτη· κι άν μού τυχαίνει νά υπερβάλλω, ώθώντας ήρωες καί περιπέτεια πρός τή φρίκη ή τό άσεμνο, είναι μέ τήν έννοια τής αλήθειας... Σημερινοί μυθιστοριογράφοι θέλουν νά τό ξεχνούν: τό μυθι στόρημα είναι μιά τελετουργία, μιά τελετή, μιά λειτουργία πού πρέπει νά τελούμε μέ μιά σοβαρότητα προσεκτική καί έπίφοβη· κυρίως, δχι ειρωνεία! Δέν κοροϊδεύω ποτέ κανένα. Έ χω τόσο πολύ τό νού μου στήν αγάπη καί τό μίσος.» (Παρισινό Δελτίο, 19 ’Ιουλίου)
Στό τέλος τής χρονιάς, καί διαδο χικά, πέντε παρισινά θέατρα δέ χονται κι ύστερα άπορρίπτουν τή σκηνοθεσία τού Πήτερ Μπρούκ γιά τό Μπαλκόνι. 1958 Δημοσιεύονται οί Νέγροι μ’ ένα σχέδιο τού Ζενέ στό εξώφυλλο καί οί Δούλες στήν τελική μορφή τους. Ό Ζενέ δίνει «Τό μυστικό τού Ρέμπραντ», άπόσπασμα άπό κά ποιο έργο πού γράφει.
«Τά πρόσωπά μου έχουν δλα τους μάσκες, πώς θέλετε νά σάς πώ άν είναι άληθινά ή ψεύτικα; Έγώ ό ίδιος δέν ξέρω πιά τίποτα, άλλά έχω νά προσάψω στόν Ζάντεκ πώς τά παρουσία σε σάν χυδαία. Τό έργο μου δέν πρέπει νά είναι χυδαίο έπειδή παρουσιάζει ένα μπορντέλο. Ό ρεαλισμός είναι λιγότερο κον τά στήν άλήθεια άπ’ δ,τι ή άλήθεια στήν προσποίηση. "Αλλω στε ή υπέρτατη κατάληξη κάθε γεγονότος είναι τό ποίημα, ή
22/αφιερωμα
γιορτή. Στό ποίημα ένα λογοτεχνικό έργο άγγίζει τό άνώτερο στάδιό του. Τί είναι ένα γεγονός άνάμεσα σε τόσα άλλα; ”Αν, άλλάζοντας μορφή, δεν φτάνει στήν ποίηση, τότε δέν είναι τί ποτα. Γι’ αυτό δίχως άλλο μέ πιάνει ύπνος τόσο συχνά στό θέατρο. Θά έπρεπε νά αλλάξομε πορεία. Οί περισσότεροι δρα ματουργοί π.χ. θά μπορούσαν νά διαλέξουν μιάν άλλη δου λειά- φυσικά δέν μιλώ γιά τόν Ίονέσκο ή τόν Μπέκετ... Δέν έχομε τό δικαίωμα ν’ άγγίξομε τή γλώσσα. Θά προτιμούσα νά έξαπατήσω έναν εκδότη παρά νά προδώσω σ’ ένα βιβλίο τή σκέψη μου. Μέ λίγα λόγια, είμαι στό πλευρό τής ηθικής. "Αλ λωστε ποτέ μου δέν τήν άποχωρίστηκα... Δέν μ’ ενδιαφέρουν οί ένοχοι, μπαίνω στό πετσί τους. Πρέπει νά είσαι ένοχος. "Οταν γράφεις γιά τά “ήθικά” δέν σημαίνει πώς είσαι ήθοπλάστης.» (Στό περιθώριο τού Μπαλκονιού, δήλωση στό περιοδικό Τέ χνες, 1-6 Μαίου 1957) 1959 Ό Ροζέ Μπλέν άνεβάζει τούς Νέ γρους. Ό Ζενέ δίνει δυό συνεντεύξεις σέ γερμανικά περιοδικά.
1960 Δημοσιεύεται ή δεύτερη μορφή τού Μπαλκονιού. 'Ο Πήτερ Μπρούκ άνεβάζει τήν πρώτη του μορφή στό Παρίσι. Οί Νέγροι φτάνουν τίς εκατό πα ραστάσεις στό Παρίσι. Τα Τετράδια τών εποχών δη μοσιεύουν δηλώσεις τού Ζενέ γιά τήν ’Ιταλία καί τούς ’Ιταλούς.
«Ένα βράδι, ένας ήθοποιός μού ζητά νά γράψω ένα έργο πού νά παίζεται άπό νέγρους. ’Αλλά τί είναι λοιπόν ένας μαύρος; Καί πρώτα πρώτα ποιό είναι τό χρώμα του; Αύτό τό έργο, τό επαναλαμβάνω, γραμμένο άπό ένα λευκό προορίζεται γιά ένα κοινό λευκών. ’Αλλά άν, κατά τύχη, παι ζόταν κάποιο βράδι μπροστά σ’ ένα κοινό μαύρων, θά έπρεπε νά καλούνε σέ κάθε παράσταση έναν λευκό -αρσενικό ή θηλυ κό. Ό οργανωτής τού θεάματος θά πάει νά τόν υποδεχτεί μέ επισημότητα, θά τόν ντύσει έπίσημα καί θά τόν οδηγήσει στή θέση του, κατά προτίμηση στό κέντρο τής πρώτης σειράς τής πλατείας. Ή παράσταση θά δοθεί γι’ αυτόν. Πάνω σ’ αύτόν τόν συμβολικό λευκό θά είναι στραμμένος ένας προβολέας όσο κρατά τό θέαμα. Καί άν κανένας λευκός δέν δεχόταν αύτή τήν παράσταση; ”Ας μοιράσουν τότε στό μαύρο κοινό, στήν είσοδο τής αίθουσας, μάσκες λευκών. Καί άν οί μαύροι δέν δεχτούν τίς μάσκες, άς χρησιμοποιήσουν μιά κούκλα βιτρίνας.» (Οί νέγροι) « Ό καλλιτέχνης δέν έχει -ή ό ποιητής- γιά άποστολή νά βρί σκει τήν πρακτική λύση στά προβλήματα τού κακού. "Ας δε χτούν τίς κατάρες. Θά χάσουν τήν ψυχή τους, άν έχουν, δέν πειράζει. ’Αλλά τό έργο θά είναι μιά δραστήρια έκρηξη, μιά πράξη γιά ν’ άντιδράσει τό κοινό, δπως θέλει, όπως μπορεί. "Αν στό έργο τέχνης πρέπει νά παρουσιαστεί τό “καλό” , θά τό χρωστά στή μαγεία τού άσματος, πού φτάνει μέ τή δύναμή του καί μόνο νά μεγαλύνει τήν επίδειξη τού κακού. Μερικοί ποιητές, στίς μέρες μας, επιχειρούν κάτι πολύ περίερ γο: τραγουδούν τό Λαό, τήν ’Ελευθερία, τήν ’Επανάσταση κλπ., πού έπειδή άκριβώς ύμνούνται γκρεμίζονται, κι ύστερα καρφώνονται πάνω σ’ έναν άφηρημένο ουρανό όπου είκονίζονται όλα αύτά άναυδα καί ξεφούσκωτα, σάν παραμορφωμέ νοι άστερισμοί. ’Εξαϋλωμένα, όλα αύτά γίνονται απρόσιτα. Πώς νά τά πλησιάσομε, νά τά άγαπήσομε, νά τά ζήσομε, άν τά στέλνομε τόσο εξαίσια μακριά; Γραμμένα στήν πιό πλούσια γλώσσα, γίνονται τά συστατικά σημεία ενός ποιήματος. ’Επει δή ή ποίηση είναι νοσταλγία- κι έπειδή τό άσμα καταστρέφει τό πρόσχημά του, οί ποιητές μας σκοτώνουν ό,τι θά ήθελαν νά ζωντανέψουν.» (Τό μπαλκόνι)
αφιερωμα/23
1961 Δημοσιεύονται τά Παραβάν. ’Ανεβαίνει αύτό τό έργο στά γερ μανικά άπό τόν Χάνς Λιτσάου. 1962 «Πώς νά παίζεται τό Μπαλκόνι»: δημοσιεύεται στήν τελική μορφή του. Τό δικαστήριο τού ’Αμβούργου, παρά τό αίτημα τής εισαγγελίας γιά κατάσχεση καί άπαγόρευση, έπιτρέπει τή γερμανική μετάφραση τής Παναγιάς των λουλουόιών. 1963 «Πώς νά παίζονται οί Δονλες». Δημοσιεύεται στήν έπανέκδοση τού έργου. Δημοσιεύεται ένα γράμμα τού Ζενέ όπου λέει πώς δεν δέχτηκε νά παιχτούν οί Νέγροι στή Βαρσοβία τόν Όκτώβρη τού 1961. Στίς 23 Φεβρουάριου δημοσιεύε ται σέ αγγλική έφημερίδα τό άρ θρο του «Αύτό πού μ’ αρέσει στούς Άγγλους: είναι τόσο ψευ ταράδες». Ό Τζόζεφ Στρίκ διασκευάζει γιά τόν κινηματογράφο τό Μπαλκόνι. 1964 Ό Πήτερ Μπρούκ άνεβάζει στήν ’Αγγλία καί ό Πέρ Κάρλσεν στή Σουηδία τά Παραβάν. Ό Ζάν Ζενέ δίνει τήν πρώτη ση μαντική του συνέντευξη στό «Πλαιυμπόυ» (’Απρίλιος). Δημο σιεύεται στά άγγλικά ένα άλλο άπόσπασμα άπό τή μελέτη γιά τόν Ρέμπραντ. «Κάτι πού μοιάζει νά θυμίζει παρακμή...». 1965 ’Ανεβαίνει στή Νέα 'Υόρκη ένα μπαλέτο εμπνευσμένο άπό τίς Δονλες (μουσική τού Ντάριους Μιλώ, χορογραφία τού Χέρμπερτ Ρός). Τό Νοέμβριο, τό υπουργείο ’Εξω τερικών τών Η.Π.Α. δέν δίνει άδεια διαμονής στό Ζενέ. 1966 Ό Ροζέ Μπλέν άνεβάζει τά Πα ραβάν στό θέατρο «Όντεόν». Ή συντηρητική κοινή γνώμη άντιδρά βίαια. Ό βουλευτής Κριστιάν
«Καί κάτι άλλο: αύτό τό έργο νά μήν παίζεται σάν νά θέλει νά σατιρίσει αύτό ή έκεϊνο. Είναι -θ ά παιχτεί λοιπόν έτσι- ή εξύ μνηση τής Εικόνας καί τής ’Αντανάκλασης. Ή σημασία του -σατιρική ή όχι- μόνο σ’ αύτή τήν περίπτωση θά ξεπροβάλει.» («Πώς νά παίζεται τό Μπαλκόνι»)
«Αύτές οί κυρίες -οί Δούλες καί ή Κυρία- λένε μαλακίες; σάν καί μένα κάθε πρωί μπροστά στόν καθρέφτη ενώ ξυρίζομαι ή τό βράδι όταν σκυλοβαριέμαι ή σ’ ένα δάσος όταν νομίζω δτι είμαι μόνος: είναι ένα παραμύθι, δηλαδή μιά μορφή άλληγορικής άφήγησης πού είχε ίσως γιά πρωταρχικό σκοπό, όταν τό έγραφα, νά μέ κάνει νά σιχαθώ τόν εαυτό μου δείχνοντας ή έπειδή δέν ήθελα νά δείξω ποιος είμαι- καί γιά δευτερότερο σκοπό νά φέρει σέ δύσκολη θέση κάπως τό άκροατήριο... Έ να παραμύθι... Πρέπει νά τό πιστέψομε καί συνάμα νά μή δεχτού με κάτι τέτοιο- άλλά γιά νά μπορέσομε νά τό πιστέψομε πρέπει οί ήθοποιοί-γυναΐκες νά μήν παίζουν μέ ρεαλιστικό τρόπο. Ιερ ά ή όχι, αύτές οί δούλες είναι τέρατα, σάν καί μάς, όταν ονειρευόμαστε τούτο ή έκεϊνο. Χωρίς νά μπορώ νά πώ άκριβώς τί είναι τό θέατρο, ξέρω τί δέν θά δεχτώ ποτέ νά είναι: ή περι γραφή καθημερινών κινήσεων, άπ’ έξω: πάω στό θέατρο γιά νά δώ τόν έαυτό μου πάνω στή σκηνή (ένώ μέ άποδίδει ένα μόνο πρόσωπο ή μέ τή βοήθεια ενός πολλαπλού προσώπου καί μέ τή μορφή τού μύθου), όπως δέν θά μπορούσα -ή δέν θά τολμού σα- νά δώ τόν έαυτό μου ή νά τόν ονειρευτώ, κι όμως όπως ξέρω πώς είμαι. Οί ήθοποιοί έχουν λοιπόν γιά άποστολή νά περιβληθούν μέ κινήσεις καί μεταμφιέσεις πού θά τούς έπιτρέψουν νά μέ δείξουν στόν έαυτό μου, καί νά μέ δείξουν γυμνό, μέσα στή μοναξιά καί τήν εύδαιμονία της. Πρέπει νά γράψω αύτό: δέν ύπερασπίζομαι έδώ τή μοίρα τού ύπηρέτη. 'Υποθέτω πώς υπάρχει ένα συνδικάτο γιά όσους έργάζονται σέ σπίτια -δέν είναι δική μας δουλειά.» («Πώς νά παίζονται οί Δούλες») Δνό πορτρέτα τον Ζενέ άπό τή Λεονόρ Φινί
24/αφιερωμα
Μποννέ καταθέτει στη βουλή δύο έρωτήσεις γραπτές πού άποσκοπούν ν’ απαγορευτεί τό έργο καί ν’ άνασταλούν οί επιχορηγήσεις στό Ζάν-Λουί Μπαρρώ. Τά Παρα6άν δέν συνεχίζονται στήν έπόμενη θεατρική περίοδο. Στό περιθώριο αυτού τού έργου ό Ζενέ δημοσιεύει τά Γράμματα στό Ροζέ Μπλέν. Παρουσιάζεται στίς Κάννες ή Δ ε σποινίς, ταινία τού Τόνυ Ρίτσαρντσον, πάνω σέ πρωτότυπο σενά ριο τού Ζενέ. 1967 Τό περιοδικό Τέλ Κέλ δημοσιεύει σέ συνέχειες «Ό ,τι άπόμεινε άπό έναν Ρέμπραντ σκισμένο σέ μικρά κανονικά τετράγωνα χαρτάκια γιά τόν άπόπατο», τελευταίο γνωστό άπόσπασμα αύτοΰ τού έργου. Επίσης τό κείμενο: «Ή περίεργη λέξη...». Ό ’Αλμπέρ-’Αντρέ Λερέ γυρίζει τό Δαιμονισμένο κατάόικο, βελγι κή ταινία εμπνευσμένη άπό τόν Θανατοποινίτη. 1968 Κυκλοφορεί ό τέταρτος τόμος των 'Απάντων. Καλούν τόν Ζενέ στό Σικάγο, μαζί με τόν Ίονέσκο καί τόν Μπάρροουζ, μέ τήν εύκαιρία τού Συνεδρίου τού Δημοκρατικού Κόμματος. Δημοσιεύονται σέ άμερικάνικα περιοδικά τά άρθρα του: «Τά μέλη τού Συνεδρίου», «Χαιρετισμός σέ 100.000 άστέρια» καί «Γράμμα γιά τό Βιετνάμ». Στή Γαλλία Οί φιλε νάδες τον Λένιν.
Ζάν Ζενέ
«Τό δράμα, δηλαδή ή θεατρική πράξη τή στιγμή τής παράστα σης, αύτή ή θεατρική πράξη δέν μπορεί νά είναι οτιδήποτε καί μπορεί μέσα σ’ οτιδήποτε νά βρει τό πρόσχημά της. Νομίζω πράγματι πώς όποιοδήποτε ορατό ή όχι γεγονός, άν είναι άπομονωμένο, θέλω νά πώ κομματιασμένο σέ μιά συνέχεια, μπο ρεί, άν κατευθύνεται καλά, νά χρησιμεύσει γιά πρόσχημα ή καί νά είναι ή άφετηρία καί τό τέρμα τής θεατρικής πράξης. Όποιοδήποτε γεγονός πού ζήσαμε έτσι ή άλλιώς, αλλά νιώ θοντας καί τό έγκαυμα πού προκάλεσε μιά φωτιά πού δέν θά μπορέσει νά σβήσει παρά μόνο άν τήν ανασκαλέψομε. Ή πολιτική, οί διασκεδάσεις, ή ήθική κλπ. δέν έχουν καμιά σχέση μέ ό,τι μάς άπασχολεί. Ά ν , άθελά μας, παρεισφρύσουν στή θεατρική πράξη, νά τίς διώξομε ώσότου χαθούν όλα τους τά ίχνη: είναι σκουριές, καλές γιά μιά ταινία, τήν τηλεόραση, εικονογραφημένες ιστορίες, φωτορομάντζα -άχ! υπάρχει κά ποιο κοιμητήριο γιά όλα αυτά τά σαπιοκάραβα.» (Ή περίεργη λέξη...)
1969 Ό Ζενέ μένει στίς Ηνωμένες Πο λιτείες καί δίνει διαλέξεις σέ διά φορες πόλεις γιά τούς «Μαύρους Πάνθηρες». 1970 Δημοσιεύονται στίς Ηνωμένες Πολιτείες διάφορες ομιλίες τού Ζενέ. ’Αποσπάσματα άπό τήν τε λευταία του διάλεξη γιά τήν Ά ντζελα Νταίηβις. Έ να άρθρο γιά τή δίκη τού Ρολάν
«Αυτό πού λένε άμερικάνικος πολιτισμός θά έξαφανιστεί. Έ χει ήδη πεθάνει, γιατί βασίζεται στήν περιφρόνηση. Γιά πα ράδειγμα: ή περιφρόνηση τών πλούσιων γιά τούς φτωχούς, ή περιφρόνηση τών λευκών γιά τούς μαύρους κλπ. "Οποιος πολι τισμός βασίζεται στήν περιφρόνηση, πρέπει άνάγκαστικά νά έξαφανιστεί. Καί δέν μιλώ γιά τήν περιφρόνηση σάν ήθική έν νοια, αλλά σάν λειτουργία: Θέλω νά πώ ότι ή περιφρόνηση,
αφιερωμα/25
Κάστρο καί δυό συνεντεύξεις γιά τούς «Μαύρους Πάνθηρες». Στό αμερικάνικο Κέντρο τού Πα ρισιού μαζί με τόν Τζαίημς Μπώλντουιν. 1971 Προλογίζει τά ’Αδέλφια τον Σολεντάντ τού Τζώρτζ Τζάκσον. Διαβάζει στό γαλλικό ραδιόφωνο τό κείμενο «Γιά τόν Τζώρτζ Τζάκ σον». “Αρθρο με τίτλο «Ή Αμερι κή φοβάται». Σχολιάζει φωτογρα φίες άπ’ τόν άγώνα τών Παλαιστι νίων. Καταθέτει μήνυση έναντίον άγνω στων έπειδή άστυνομικοί χτύπη σαν άγρια τόν ίδιο κι ένα φίλο του. 1972 Μένει πολλούς μήνες στό Λίβανο μαζί μέ τούς Παλαιστίνιους. 1974 Στό περιθώριο τών προεδρικών έκλογών ό Ζενέ διαβάζει στό ρα διόφωνο μιά δήλωση γιά τούς με τανάστες έργάτες. Ύστερα άπό τά άποτελέσματα γράφει στήν Ονμανιτέ (όργανο τού Γαλλικού Κο μουνιστικού Κόμματος) ένα άρ θρο γιά τόν Ζισκάρ. 1975 «Οί Γυναίκες τού Τζέμπελ Χουσείν». 1976 Στό φεστιβάλ τών Καννών παρου σιάζεται, έκτος συναγωνισμού, μιά ταινία τού Κρίστοφερ Μάιλς: Οί Δούλες. Τό δεύτερο κανάλι δείχνει τήν ται νία τού Γκύ Ζίλ: «"Αγιος Ζενέ, μάρτυρας καί ποιητής». Στή Γερ μανία δημοσιεύονται άποσπάσματα άπό τή συνέντευξη πού τού πή ρε ό Χούμπερτ Φίχτε. 1977 Ό Ζενέ τελειώνει τό σενάριο μιάς ταινίας πού θά γυρίσει ό ίδιος: «"Οταν νυχτώσει». Ή έφημερίδα Ονμανιτέ δημοσι εύει όυό άρθρα του: ένα γιά τούς άμερικάνους μαύρους κι ένα άλλο γιά τόν καθεδρικό ναό τής Σάρτρ. Ό Ζενέ προλογίζει τά Κείμενα
σάν θεσμός, περικλείνει τό διαλυτικό της στοιχείο, πού είναι καί στοιχείο γιά όσα κυοφορεί. ’Ασχολούμαι, θά μού πείτε, μέ τίς άμερικάνικες υποθέσεις: εί ναι γιατί ή ’Αμερική μού έδωσε τό παράδειγμα όταν άσχολήθηκε μέ τίς δικές μου υποθέσεις καί μέ τίς υποθέσεις σχεδόν όλης τής ύφηλίου. ’Αφού άσχολήθηκε μέ τήν Κορέα, άσχολεΐται τώ ρα μέ τό Βιετνάμ, ύστερα μέ τό Λάος, σήμερα μέ τήν Καμπό τζη· έτσι κι εγώ άσχολούμαι μέ τήν ’Αμερική.» (Περιοδικό Μ α ’Αφρική, 10.11.1970) «"Αν ή ίδια συνενοχή ενώνει τά έργα πού γράφτηκαν στή φυ λακή ή μέσα σέ άσυλα (ό Σάντ καί ό Άρτώ άνταμώνουν στήν ίδια άνάγκη πού νιώθουν γιά νά βρούν μέσα τους δ,τι -έτσι νομίζομε- πρέπει νά τούς οδηγήσει στή δόξα, δηλαδή, παρ’ όλα τά τείχη, τίς τάφρους, τούς δεσμοφύλακες καί τούς δικα στικούς, μέσα στό φώς, μέσα σέ άνυπότακτες συνειδήσεις), αυ τά τά έργα δέν συναντιούνται μέσα σ’ ό,τι άποκαλούμε άκόμα ξεπεσμό· άναζητώντας τόν έαυτό τους μέσα άπ’ αύτό τόν ξεπε σμό πού άπαιτεί ή κοινωνική κατάσταση, βρίσκουν κοινά στοι χεία μεταξύ τους μέσα στά τολμηρά τους οράματα. Στά κάτερ γα περισσότερο άπό άλλού είναι άπαραίτητο νά μή δεχόμαστε τήν άνεμελιά. Δέν μπορούμε νά μάς φορτώνουν μέ ποινές τόσο τερατώδεις σάν τήν έλλειψη έλευθερίας, χωρίς νά άπαιτούμε άπό τό νού μας καί τό σώμα μας μιά δουλειά λεπτή όσο καί σκληρή, ικανή νά μεταστρέψει τόν φυλακισμένο πρός μιά κα τεύθυνση πού τόν άπομακρύνει πάντα πιό μακριά άπό τήν κοι νωνία. ’Αλλά...» (Τά άόέλφια Σολεντάντ, πρόλογος) «Σ’ όλη τή σύγχρονή της ιστορία, ή Γαλλία κινείται έναλλακτικά άνάμεσα στόν κλασικισμό καί στήν έπαναστατική έκρηξη. Αύτό είναι πού επιτρέπει σέ κάθε δημαγωγό νά άναφέρεται στήν τάξη -στήν άπόλυτη Μοναρχία καί συνάμα στήν ’Επανά σταση. Τό ζεύγος Ζισκάρ μοιράζεται τή δουλειά. ’Εκείνος κατάγεται άπό τόν Πολυφίλητο [Λουδοβίκος ΙΕ']. ’Εκείνη άπό τόν Ζύλ Γκέσντ [συνδικαλιστή], "Ολος ό κόσμος, σκέφτονται, είναι μαζί τους. Κι αύτό είναι μάλιστα τόσο εύκολο -πιστεύουν- άφοΰ οί πανεπιστημιακοί άκινητοποίησαν τίς μεγάλες στιγμές τής επα νάστασης μέσα σ’ ένα μύθο πού καθησυχάζει όσο καί ή έθιμοτυπία τού Βασιλιά-Ήλιου. Μιλώ φυσικά γιά τήν εικόνα πού μού έπέβαλε ένα σχολείο δη μόσιο, όσο γιά τήν εκκλησία, άλλά θρησκευτικό όσο γιά τό μύ θο. Δέν ήμουν ό μόνος πού ή 'Ιστορία τού έδωσε νά διαλέξει άνάλογα μέ τόν καιροσκοπισμό του πότε δεξιά καί πότε άριστερά. Ό Ζισκάρ θά κάνει τό ίδιο. Θά βρει μεγάλους προγό νους δεξιά, αριστερά καί σηκώνοντας σκεπάσματα, θά βρεί με γάλους προγόνους καί γιά τή γυναίκα του. ’Αλλά πρέπει νά κυβερνήσει, καί άπό σήμερα μάλιστα. Θά χρησιμοποιήσει ένα βασιλικό προνόμιο. Θά βάλει τό λαό καί τούς μαθητές νά πάρουν μέρος στά μεγαλεία μιάς ιεροτελεστίας χωρίς περιεχόμενο: δίνει άδεια ή, άν θέλετε, χαρίζει τά μαθή ματα τής Δευτέρας στά παιδιά τών σχολείων. Οί υπηρεσίες τού πρωτοκόλλου ετοίμασαν στήν έντέλεια γιά χάρή του άκριβώς τό άντίθετο άπό τόν Ντέ Γκώλ τό 1945: άντί νά κατέβει τή λεω φόρο τών ’Ηλυσίων Πεδίων θά τήν άνέβει θριαμβευτικά καί μέ τά πόδια. Θέλει νά δείξει πώς είναι λαμπρός καί άπλός.» (Έφημερίδα Ονμανιτέ, 25.5.1974)
26/αφιερωμα
τών φυλακισμένων τής κόκκινης γερμανικής ταξιαρχίας. 1979 Κυκλοφορεί ό πέμπτος τόμος τών ’Απάντων. 1980 Τό Εθνικό Θέατρο τής Γαλλίας δέν δέχεται νά περιλάβει τά έργα τοΰ Ζενέ στό ρεπερτόριό του. Στις 19 Δεκεμβρίου ό Ζάν Ζενέ εί ναι έβδομήντα χρονώ. 1982 Ό Φασσμπίντερ διασκευάζει σέ ταινία τό μυθιστόρημα τοϋ Ζενέ ό Καβγατζής τής Βρέστης. Ταινία τοϋ ’Αντουάν Μπουρσεγιέ γιά τον Ζενέ. Πολλές σκηνές είναι γυρισμένες στήν Ελλάδα (Δελφοί, Πλάκα). Είναι ή τελευταία έξομολόγηση τοϋ Ζενέ.
«Οί δημοσιογράφοι πετάν στόν άέρα λέξεις πού θαμπώνουν χωρίς νά σκοτίζονται γιά την άργή κυοφορία αύτών τών λέ ξεων μέσα στίς συνειδήσεις. Βία, καί τό άπαραίτητο συμπλή ρωμά της «κάτω ή βία», είναι ένα παράδειγμα. Ά ν φέρομε στό νοϋ μας όποίοδήποτε ζωτικό φαινόμενο, μέ τήν πιό στενή του μάλιστα έννοια, τή βιολογική, καταλαβαίνομε πώς ζωή καί βία είναι σχεδόν συνώνυμα. Ό σπόρος τοϋ σιταριοϋ πού φυτρώνει καί σπάει τήν παγωμένη γή, τό πουλάκι πού σπάει μέ τό ράμ φος του τό τσόφλι τοϋ αύγοϋ, ή γονιμοποίηση τής γυναίκας, ή γέννηση τοϋ παιδιοϋ μποροϋν νά περάσουν γιά βίαιες εκδηλώ σεις. ’Αλλά κανένας δέν καταδιώκει τό παιδί, τή γυναίκα, τό πουλάκι, τό μπουμπούκι, τό σπόρο. Είσάγοντας σέ δίκη τήν “Κόκκινη Ταξιαρχία” καί τή βία της είναι κάτι τό πραγματικό, άλλά ή 'Ομοσπονδιακή Γερμανία, καί μαζί της όλη ή Ευρώπη καί ή ’Αμερική, θέλουν νά ξεγελάσουν τόν έαυτό τους. Λίγοπολύ συγκεχυμένα, όλος ό κόσμος ξέρει πώς αύτές οί δύο λέ ξεις: δίκη καί βία, κρύβουν μιά τρίτη: κτηνωδία. Ή κτηνωδία τού συστήματος. Κι όταν δικάζουνε τή βία αύτό είναι ή κτηνω δία. Κι δσο πιό μεγάλη είναι ή κτηνωδία καί πιό άτιμωτική ή δίκη, ή βία γίνεται πιό επιτακτική καί άναγκαία. "Οσο πιό σκαιή είναι ή κτηνωδία, τόσο ή βία, πού είναι ζωή, θά είναι πιό άπαιτητική ως τόν ηρωισμό.» (Πρόλογος στά Κείμενα τών φυλακισμένων) Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Πέτρος Παπαδόπουλος
'Εξάντας
Κεντρική διάθεση: Κωλέττη 11 - Αθήνα Τ.Τ. 145
αφιερωμα/27
Πέτρος Παπαδόπουλος
Ζενέ: Μιά εισαγωγή «Ξεριζώνω τίς λέξεις μέσα άπό τά σπλάχνα μου, άπό μιά περιοχή δπου δέ χωρά ή ειρωνεία καί οΐ λέξεις αυτές φορ τίζονται μέ τούς καταχωνιασμένους πόθους μου, τούς έκφράζουν, καί δσο θά τίς γράφω, θά ξαναχτίζουν τόν σιχα μερό καί λατρεμένο κόσμο άπ’ δπου θέλησα νά λυτρωθώ». (Τό θαύμα τον ρόδου).
’Αλίμονο στην τέχνη αν είναι ανώδυνη κι άκίνόννη καί δεν θυμίζει ταυρομαχία. Πρέπει νά εϊναι κάτι σάν τό ακονισμένο κέρατο τοϋ ταύρου, μιά ύλική άπειλή πού δίνει άλήθεια στην τέχνη τοϋ ταυρομάχου καί τόν γλιτώνει άπό τούς μάταιους χαριεντισμούς μιας χορεύτριας (Μισέλ Λερί). Δέν είναι τίποτ’ άλλο ή τέχνη τοϋ Ζενέ: "Ας τόν πλησιάσομε λοιπόν κι εμείς χωρίς γάντια, όπως τοϋ ταιριάζει. Και ρός είναι... Αΐιτός ό άνθρωπος μάς άναγκάζει νά δοϋμε έναν «κόσμο» πού θά προτιμούσαμε ν’ άποφύγομε, κι άς είναι σάν την άβυσσο πού κρύβομε μέσα μας: πειρασμοί, άπωθημένα, άποστερήσεις, μονομα νίες... Ό Ζενέ τά ξεψαχνίζει δλα αυτά γιά λογα ριασμό μας. «Κάτι κλονίζεται μέσα μας, όταν μερικές συνειδήσεις άνοίγουν κάτω άπό τά μάτια μας σάν άπύθμενα πηγάδια: ό,τι νομίζαμε γιά τόν πιό κρυφό έαυτό μας, μοιάζει ξαφνικά νά είναι μιά τεχνητή επιφάνεια· έχομε τότε τήν εν τύπωση πώς μιά απίστευτη τύχη μάς γλίτωσε άπό τίς διαστροφές πού τόσο σιχαινόμαστε στούς άλλους· καί μέ φρίκη άναγνωρίζομε ένα έγώ· είναι ή άλήθεια μας, όπως κι εμείς είμαστε ή δική του- οί άρετές μας καί τά έγκλήματά του εναλλάσσονται» (Σάρτρ). "Ενα παιδί εξώγαμο μεγαλώνει σέ ξένα χέρια· τυχαίνει νά κλέψει μιά μέρα καί μπλέκει στά γρανάζια τοϋ άναμορφωτικού (άν είναι δυνατό!) μηχανισμού. Δέν τοϋ άπομένει παρά νά σώσει, μέσα σ’ αύτό τόν κατακλυσμό, ό,τι πιό μονάκριβο τοϋ δόθηκε: τήν ευαισθησία του, πρώτα αυ τή. ’Ακόμα θυμάται (καί μάς ικετεύει νά τόν πι στέψομε) τή μέρα πού κατά τύχη κάποιος τού πέταξε στά χέρια, στήν αυλή τής φυλακής, έναν τόμο τού Μαρσέλ Προύστ (τρέχα γύρευε πώς βρέθηκε μέσα σ’ αυτή τήν κόλαση μιά τέτοια
νταντέλα). ’Ανοίγει τό βιβλίο, άρχίζει νά διαβά ζει τήν πρώτη μακρόσυρτη φράση καί λέει μέσα του: «Τώρα είμαι ήσυχος, ξέρω πώς θά πηγαίνω άπό θαύμα σέ θαύμα». ...’Από θαύμα σέ θαύμα. Αύτό είναι τό θαύμα τού Ζενέ: ένα χαμίνι νά διαβάζει ό,τι πιό λεπτό έδωσε ή γαλλική λογοτε χνία. Σημασία έχει λοιπόν νά μπούμε στή θέση αυ τού τού παιδιού, σέ μιά έποχή πού είχε πετάξει άπό πάνω του «κάθε είδος ελαφράδα, κατεργα ριά ή παιδιακίσιο κάμωμα» καί κράτησε «μόνο έκεΐνα τά στοιχεία πού είναι άποκλειστικά τού δράματος: τό Φόβο, τήν ’Απελπισία, τόν Νταλ κά...» (Παναγιά των λονλονδιών, μετάφρ. Δημ. Δημητριάδη). Μέσα σ’ αύτό τό σινάφι άλλοι χάνονται, οί πιότεροι βουλιάζουν· στό Ζενέ έτυχε νά λειτουρ γήσει ή μυστηριακή επαφή μέ τό έργο τέχνης γιά νά γίνει αύτό πού είναι, όπως ζητούσε ό Πίνδα ρος. Μέσα στή φυλακή, τριαντάρης τώρα, ύστερα άπό μιά άλήτικη ζωή σ’ όλη τήν Εύρώπη, ή εύαισθησία του θά βρει τό κανάλι της καί θά κατα ξιωθεί στό γραπτό λόγο. Μιά μέρα πού πήγε νά γράψει δύο λόγια πίσω άπό μιά κάρτα, ή τραχιά επιφάνεια τού χαρτιού «ξεκλείδωσε» μέσα του τό όνειρο κι άρχισε νά μιλά γιά τό χιόνι. 'Όλα είναι
28/αψιερωμα
έτοιμα πιά γιά νά γράψει τήν Παναγιά των λονλουδιών, σέ μιά πλούσια κι επιβλητική γλώσσα πού χίλιοι μανδαρίνοι τών γραμμάτων δεν θά μπορούσαν νά σκαρφιστούν μήτε στόν ύπνο τους. Πού άλλού ξευτελίζεται πιότερο ή γλώσσα παρά στή φυλακή. Ό Ζενέ θά τήν τιμήσει γιατί κινδύνεψε νά τή χάσει. Είναι σάν νά λέει: όχι μόνο θά τή γράψω σωστά, εγώ ό χαμένος, άλλά καί καλύτερα άπό σάς. Τόν φανταζόμαστε νά δουλεύει κάθε φράση μέ τό ίδιο μεράκι πού πε λεκά ό φυλακισμένος ένα κούτσουρο γιά νά τού δώσει μορφή. Μόνο τότε ή δημιουργία έχει τήν αίγλη μιάς γιορτής. Πώς νά μήν έπιχειρήσει ό Σάρτρ νά ξεδιαλύνει στό μεγάλο του βιβλίο (573 σελ.) γιά τό Ζενέ αύτό τό μυστήριο; Πώς δηλαδή αυτός ό άλήτης, αύτό τό χαμένο πλάσμα γέννησε ένα λογοτέχνη. Θέλησε ό Σάρτρ στή μελέτη του «νά δείξει τά όρια τής ψυχαναλυτικής έρμηνείας καί τής μαρ ξιστικής έξήγησης καί πώς μόνο ή ελευθερία μπορεί νά έξηγήσει ένα πρόσωπο στό σύνολό του· αυτή ή ελευθερία πού τά βάζει μέ τή μοίρα της ήταν στήν άρχή γραφτό της ν’ άφανιστεΐ κι ύστερα ν’ άλλαξογυρίσει καί ν’ άφομοιώσει σιγά σιγά τό πεπρωμένο της... ή μεγαλοφυία δέν είναι ένα χάρισμα άλλά ή διέξοδος πού βρίσκομε μέσα στήν άπελπισία μας. Σημασία έχει πώς διαλέγει τόν έαυτό του ό λογοτέχνης, άλλά καί τή ζωή του καί τήν έννοια τού κόσμου, ως μέσα στά τυπικά χαρακτηριστικά τής τεχνοτροπίας του καί τής γραφής του, ως μέσα στή δομή τών εικόνων του καί τήν ιδιαιτερότητα τών προτιμήσεών του, περιγράφοντας έτσι, καί σ’ όλες της τίς λεπτομέ ρειες, τήν ιστορία μιάς άπελευθέρωσης» (Σάρτρ). «Δέν γνωρίζω άλλο κριτήριο γιά τήν όμορφιά πού κλείνει μιά πράξη, ένα άντικείμενο ή κάποιο πλάσμα, παρά τό άσμα ποΰ προκαλοΰν μέσα μου καί πού έκφράζω μέ λέξεις γιά νά τό μεταδώσω: αύτός είναι ό λυρισμός. Ά ν τό άσμα μου ήταν ωραίο, άν σάς άναστάτωσε, θά τολμήσετε νά πεί τε πώς αύτός πού τό ένέπνευσε ήταν άχρεϊος;» (Ζενέ).
Τό σύστημα άξιών τού Ζενέ (όπως τό παρου σιάζει, άνετα πιά, στό Ημερολόγιο τοϋ κλέφτη, 1949) ξενίζει, δταν δέν άπωθεϊ. Κλέφτης, προδό της, πούστης, διαλαλεϊ μέ τό ίδιο τουπέ πού κράζει ή Πάολα «έμεΐς οί πούστηδες» γιά νά μή λένε μόνο οί άλλοι «έμεΐς οί γυναικάδες». Αύτή ή αυθάδεια είναι άπαραίτητη στό Ζενέ γιά νά μείνει μακριά μας· προκαλεΐ απ’ τή στιγμή πού τόν δέχεται ή κοινωνία κι είναι έτοιμη νά τόν άγκαλιάσει, σάν έναν άκόμα «καταραμένο» ποιητή της. Είναι μιά μελετημένη κίνηση. Μόλις άρχισε νά γίνεται γνωστός κι οί καλαμαράδες -άλλο αύτό σινάφι- πέσαν νά τόν λιβανίζουν, ό Ζενέ είδε τόν κίνδυνο· κι δταν τού ζήτησαν τό 1948 νά μιλήσει στό ραδιόφωνο γιά τά παιδιά
τών άναμορφωτηρίων (πού θά βρίσκανε πιό ει δικό) ήταν τόσο τολμηρές οί άπόψεις του, πού ήταν φυσικό νά μήν άκουστεΐ ή φωνή του. Πώς άλλιώς νά σπάσει τίς γέφυρες πού τού έστηναν; «Θά μείνομε οί τύψεις σας, μόνο καί μόνο γιά νά ομορφαίνομε πιό πολύ τήν περιπέτειά μας· γιατί ξέρομε πώς ή όμορφιά της έξαρτάται άπό τήν άπόσταση πού μάς χωρίζει άπό σάς.» (Τό παιδί εγκληματίας). Σίγουρα ό Ζενέ ήθελε νά προκαλέσει, νά βγά λει τό άχτι του άλλά καί νά προβάλει τή μυθολο γία μιάς άλλης όψης τού κόσμου, όπου ή βία καί ή όμορφιά επιβεβαιώνουν, μέ τόν τρόπο τους, τή ζωή. «’Αποφάσισα νά ζήσω μέ σκυφτό κεφάλι καί ν’ άκολουθήσω τή μοίρα μου, εκεί πού μέ πήγαινε ή νύχτα, άντίθετα άπό σάς -κ ι έτσι νά καρπωθώ τήν άλλη όψη τής ομορφιάς.» Ό κόσμος τού Ζενέ είναι πολύ όργανωμένος, άλλά συνάμα καί ρευστός. Κάθε αίσθηση είναι δεμένη μέ άξιες, θετικές ή άρνητικές: τά ίδια χτυπητά ή σκοτεινά χρώματα, μιά πνιγερή άτμόσφαιρα όπου μοναδική άνάσα είναι ή έκσταση μπροστά στήν όμορφιά. Στά μυθιστορήματα του λάχιστο, τά πρόσωπα τού Ζενέ προεκτείνουν τίς φαντασιώσεις του. (Κι είχε δίκιο, νομίζομε, ένας ξεχασμένος σήμερα γάλλος κριτικός, ό Άλμπέρ Τιμπωντέ, δταν έγραφε: « Ό αυθεντικός μυθιστοριογράφος δημιουργεί τά πρόσωπά του μέσα άπό τίς άπειρες κατευθύνσεις τής πιθανής ζωής του· ό ψεύτικος, δημιουργεί τά πρόσωπά του πάνω στή μοναδική γραμμή τής πραγματικής ζωής του...») Τά πρόσωπα τού Ζενέ: κλέφτες, νταβατζήδες, μόρτες, ναύτες, τεκνά, νταήδες, φουκαράδες. Στό θέατρό του, ό όρίζοντας πλα ταίνει: πόρνες καί έπαναστάτες (τό Μπαλκόνι), μαύροι (οί Νέγροι), άντάρτες κι άλεξιπτωτιστές (τά Παραβάν). ’Αλλά ό έρωτισμός, ό θάνατος, ή όμορφιά παραμονεύουν παντού. Στόν κόσμο τού Ζενέ όλα έπαναλαμβάνονται: οί ίδιες εικόνες, τά ίδια θέματα, μέ μιά πυρετική μονομανία. Δήμιοι καί θύματα, μπάτσοι κι άλήτες, άντάρτες καί στρατιώτες, δούλες καί κυράδες, άρχοντες καί πόρνες δέν παύουν ν’ άγαπιούνται, νά ταιριά ζουν, νά τρώγονται καί νά ξαναμονιάζουν. Οί άξιες μόνιμα άλλοιώνονται, συγχέονται μέσα σ’ ένα σωρό καθρέφτες, κι αύτή ή επίμονη άναζήτηση τής φύσης τού κακού γίνεται στό τέλος μιά στάση ζωής: ή ματιά τοϋ Ζενέ. Άλλά τό χάλι, ή φρίκη, ή άκολασία έχουν τόση ένταση πού μετα μορφώνονται σέ λυρισμό. Ή περιγραφή τους δέν είναι στεγνή, άλλά γίνεται μέ τήν άργή μεγαλο πρέπεια μιάς ιεροτελεστίας- άκόμα κι ένα χάδι άναλύεται μέ άργό ρυθμό, λές καί πρέπει οί λέ ξεις νά βροΰν τό ρυθμό του καί νά τό ξαναπλάσουν μέ εικόνες. Τό εξεζητημένο, πολλές φορές, ύφος του, ή μεγαλόπρεπη γλώσσα του, καί γιά τίς πιό φτηνές άκόμα καταστάσεις, οί συχνές πα
αφιερωμα/29
ρεμβάσεις τού ίδιου τοϋ Ζενέ άποστασιοποιούν τό άντικείμενο τής περιγραφής. Σωστά παρατη ρεί ό Σάρτρ: «διατηρεί μιά τέτοια άπόσταση άνάμεσα στό περιεχόμενο καί τη μορφή πού αυ τή δείχνει νά κυματίζει Οτόν άέρα, ολομόναχη». (Συγκρίνετε τη σκηνή τής δίκης στόν Ξένο τοϋ Καμύ μέ τη δίκη στην Παναγιά των λονλουδιών). Ό κριτικός Κλώντ Μπονφουά χωρίζει σέ δυό κατηγορίες τά θέματα πού κυριαρχούν στό έργο τοϋ Ζενέ: 1) Είναι αυτά πού σχετίζονται μ’ έναν τρόπο ζωής πού διάλεξε ή οραματίστηκε πρώτα ό ίδιος ό Ζενέ γιά τόν εαυτό του καί ύστερα γιά τά πρό σωπά του. Μιά στάση ζωής πού άρνιέται τόν κό σμο καί τήν ηθική τών άλλων. 2) Τ’ άλλα του θέματα δείχνουν νά είναι πιό θεωρητικά καί έπιτρέπουν στήν άσφυκτική ζωή τών έργων του νά ξεφύγει άπό τή χυδαιότητα καί τή φτήνεια. Έδώ λειτουργούν άξιες καλλιτε χνικές, ηθικές, μεταφυσικές, πού δίνουν στά πρόσωπά του μιάν άλλη διάσταση, διαβολική καί άντιφατική. Σήμερα υπάρχει ή άπόσταση καί έξηγούμε δια λεκτικά τή σκέψη τού Ζενέ. ’Αλλά άμέσως μετά τόν πόλεμο αυτός ό άνθρωπος ήταν ένα σκάνδα λο. Σκάνδαλο πρίν άπ’ όλα ή ομοφυλοφιλία του, οί σκληρές ερωτικές περιγραφές, μακριά άπό τά κορδελάκια τού Προύστ ή τά κηρύγματα τού Ζίντ. Ό Ζενέ δέν δικαιολογείται γιά τίς έρωτικές του προτιμήσεις. Έ τσι έζησα, έτσι άγάπησα, αύτά θά σάς πώ. Χωρίς συμπλέγματα καί άπολογητικές άκροβασίες. ’Αλλά σκάνδαλο ήταν καί ή προβολή τής προδοσίας καί τής κλεψιάς, κατά λοιπα τής νιότης του, βραχνός άπόηχος κάποιου κόσμου, δπως τόν έζησε. Καμάρωνε ό ίδιος γιά δλα αύτά· κι όμως όσα έλεγε γιά τό Χίτλερ καί τούς γερμανούς στρατιώτες στό Γραφείο τελετών (άφιερωμένο στή μνήμη κάποιου νέου πού σκο τώθηκε στήν άπελευθέρωση) δέν ενοχλούσαν, γιατί πήγαζαν άπό μιά προσωπική μυθολογία. Στό μεταξύ ή προδοσία καί ή κλεψιά πέρασαν στό περιθώριο, κι άν ενόχλησε άργότερα ό Ζενέ ήταν γιατί έπαιρνε μέρος σέ περιθωριακά κινή ματα (Μαύροι Πάνθηρες, Γερμανοί τρομοκρά τες) ή κι έπειδή μίλησε γιά τούς Άλγερινούς καί Παλαιστίνιους άντάρτες. ’Αλλά ποιά είναι ή εξέλιξη τού έργου του; Στά πεζά του (1944-1948) ό Ζενέ είχε μυθοποιήσει τήν εμπειρία του άπό τή ζωή του στά άναμορφωτήρια, τίς περιπλανήσεις του. Ό κλέφτης, ό άλήτης, ό φυλακισμένος, ό ομοφυλόφιλος ύπαγορεύουν στό Ζενέ τί θά γράψει. Ύστερα άπό τό «σόκ» τής υπαρξιστικής άνάλυσης τού Σάρτρ (1952) καί τήν ψυχική άπογοήτευση πού ένιωσε (σέ τέτοιο βαθμό πού τού ήρθε νά κάψει τό χει
ρόγραφο τού Σάρτρ), ό Ζενέ συνειδητοποιεί τίς δυνατότητές του. «Δέν άντλεϊ πιά μέσα άπό τή ζωή του λεπτομέρειες ή γεγονότα γιά νά τά κα ταγράψει σέ μύθο, άλλά εικόνες, συγκινήσεις, σημεία πού σάν μουσικά θέματα έρχονται καί ξανάρχονται επίμονα δίνοντας στό έργο του μιά πιό σταθερή δομή κι ένα βαθύτερο νόημα» (Μπονφουά). ΓΓ αυτό μπροστά στό θέατρο τού Ζενέ έχομε τήν έντύπωση πώς ό Ζενέ παραμερί ζει τά περιθωριακά πρόσωπά του, τό χάος καί τό βάθος τής ζωής τους, γιά νά δείξει μέ πιό δυ νατά χρώματα καταστάσεις άπό τή δική μας πιά ζωή. ’Αν δέν επικοινωνούμε ή δέν τόν άκολουθούμε στόν εφιαλτικό κόσμο τών βιβλίων του, δέν μπορούμε νά ξεφύγομε τή ζωή πάνω στή σκηνή. Τό θέατρο είναι άμεσος λόγος χωρίς δια λείμματα περιγραφής. Πού βρίσκεται ή άλήθεια στό μυθικό κόσμο τού Ζενέ; Ό ίδιος γράφει στό Γραφείο τελετών: «αύτό τό βιβλίο είναι άληθινό, είναι καί καλαμ πούρι...». Στό 'Ημερολόγιο τον κλέφτη: «όσα έγραψα είναι άλήθεια; ψέματα; μόνο τό βιβλίο τού έρωτα θά είναι άληθινό». Στήν Παναγιά τών λονλονδιών: «Λίγα ομολογώ αύθόρμητα, γιά νά μπορώ νά κρύβω καλύτερα τά πιό σοβαρά». ’Ίσως γι’ αύτό κι ό Σάρτρ άναρωτήθηκε κάτω άπό τόν τίτλο 'Άγιος Ζενέ: Θεατρίνος ή μάρτυ ρας; (προτιμώ τή λέξη «θεατρίνος» παρά «ήθοποιός» πού είναι πολύ πιό σοβαρή). ’Αλλά γιατί °Άγιος Ζενέ; Είχε στό νού του άραγε τό «αιώνιο ζευγάρι τού εγκληματία καί τής άγιας» πού ορα ματίστηκε ό Ζενέ, είτε κάποια ξεχασμένη τραγω δία τού Ροτρού (1609-1650) ”Αγιος Ζενέ, ηθο ποιός ειδωλολάτρης; "Οποιο όμως κι άν είναι τό πρόσχημα τοϋ έργου -άλήθεια ή ψέματα- ή τέ χνη στό τέλος έχει τή δική της άλήθεια. «Τό έργο φλέγεται καί τό πρόσωπό του πεθαίνει» γράφει ό Ζενέ. Τό έργο είναι λοιπόν γιά τόν Ζενέ μιά Ασκητική πού τόν βοηθά νά ξεπεράσει τούς έφιάλτες του μέ τή μυθοποίησή τους. Τό πιό έπικίνδυνο στοιχείο στό έργο τού Ζενέ είναι ή λυρική ένταση τής ματιάς του. Μάς στή νει αδιάκοπα παγίδες· άν πέσομε μέσα δέν θά μάς συμπονέσει γιατί ξέρει πώς δέν υπάρχει άλ λος τρόπος νά δούμε άπό πού πέρασε ό ίδιος καί ποιά μπορούσε νά είναι ή δική μας μοίρα. Ποιος κρίνει; Ποιος είναι τό θύμα; μάς έχει πιά κλείσει μέσα στή δική του ματιά. ’Εκείνος λυτρώθηκε άπό τό σιχαμό έξιδανικεύοντας τίς φαντασιώσεις του. ”Αν μάς πετά κατάμουτρα τήν πορνεία, τήν κλεψιά, τήν άγυρτεία είναι γιά νά μάς θυμίσει πώς είμαστε συνένοχοι καί όχι τόσο άθώοι. Τήν ηθική δέν θά μάς τή μάθουν οί νοικοκυραΐοι άλ λά ή ίδια ή ζωή, δπως είναι, σκληρή κι άτόφια, χωρίς ν’ άναθέτομε στούς δικαστές, τούς άστυνόμους, τούς παπάδες καί τούς ψυχίατρους ν’ άσχολοϋνται μαζί μας. ■
30/αφιερωμα
Συζητήσεις Έδώ καί δεκαπέντε χρόνια, εφημερίδες καί περιοδικά δημοσιεύουν τίς άπόψεις τοϋ Ζάν Ζενέ γιά τούς «Μαύρους Πάν θηρες», τούς Παλαιστίνιους, τούς μετα νάστες, την ταξιαρχία «Κόκκινος Στρα τός». ’Α λλά γιά δ, τι σχετιζόταν μέ τόν εαυτό του, πολύ σπάνια έδινε εξηγή σεις· καί στη Γαλλία μάλιστα πολύ λιγό τερο άπ’ δ, τι αλλού. Οί δυο μοναδικές, άλλά καί σημαντικές πράγματι συνεντεύξεις πού έδωσε, χρο νολογούνται άπό τό 1964 καί τό 1976.1 Αυτές οί συνεντεύξεις δέν είχαν δημο σιευτεί, επειδή άόιαφοροϋσε ό ίδιος άν έπρεπε ή δχι νά επιτρέψει τή δημοσίευ σή τους. Διαβάζοντάς τις σήμερα χρο νολογικά καί γιά δ, τι έχουν νά ποϋν, θά δούμε πώς πολλές άπό τίς σημερινές ανησυχίες του θυμίζουν παλαιότερες μέ μιά συνέπεια παραδειγματική.
«Οί άγγελοι κι εγώ είμαστε έξίσου φτωχοί»
1. Playboy (άρ. 4, ‘Απρίλιος 1964, σελ. 15-53). Die Zeit (άρ. 8, 13 Φεβρουάριον 1976, σελ. 35-37). Τήν τελευταία αυτή συ νέντευξη συνέχισε καί συμπλήρωσε ό Χούμπερτ Φίχτε ατό βιβλίο του: Ζάν Ζενέ (108 σελίδες), στή σειρά «Πορτρέτο».
Εντάξει ή όχι, γνωρίσατε πάντως μιά κα ταπληκτική έπιτυχία, ιδιαίτερα στίς Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τό Μπαλκόνι καί οί Νέγροι ήταν οί πιό μεγάλες έμπορικές έπιτυχίες στην ιστορία τοϋ πρωτοπο ριακού θεάτρου. Τί σκέψεις σάς γεννά μιά τέτοια υποδοχή; ΔΕΝ μπορώ νά τό πιστέψω. Τά έχω χαμένα. "Ισως οί 'Ηνωμένες Πολιτείες νά είναι διαφορε τικές άπ’ ό,τι είχα φανταστεί. "Ολα μπορούν νά συμβοΰν στήν ’Αμερική. Μπορεί μάλιστα νά δεις νά έμφανίζεται καί κάποια άνθρωπιά.
Ύστερα άπό πολλά χρόνια άνωνυμίας καί περιθωριακής ζωής γιά διάφορες κολάσι μες πράξεις, πώς αισθάνεστε τώρα πού γνωρίζετε τήν έπιτυχία καί είστε διάση μος;
Αυτή ή καλότυχη άνακάλυψη δέν θά σάς παρακινήσει γιά κανένα ταξιδάκι στήν ’Αμερική;
ΠΑΡ’ ΟΛΗ τήν έπιτυχία καί τή φήμη μου δέν είμαι καί τόσο έντάξει σχετικά.
ΕΧΩ μιά άδεια εισόδου στίς Ηνωμένες Πολι τείες, μιά άδεια γιά τέσσερα χρόνια, άλλά νομί ζω πώς ό πρόξενος μού τήν έδωσε κατά λάθος.
αφιερωμα/31 "Αλλωστε μοϋ άρνήθηκαν τό δικαίωμα νά τή χρησιμοποιήσω, μόλις έμαθαν ποιος ήμουν καί κυρίως τί ήμουν. "Αν ύπονοείτε τό πρόσωπο πού θέλετε νά προβάλετε, δηλαδή τού ομοφυλόφιλου, τού προδότη, τού κλέφτη καί τού άναν δρου, κανείς δέν μπορεί λογικά νά σάς κατηγορήσει πώς κρύβετε τήν πραγματική σας φύση. ’Αλλά γιά νά πούμε τήν άλήθεια, σάς έχουν κυρίως προσάψει πώς αυ τή ή ομολογία είναι γιά σάς κάτι σάν «δή λωση πίστεως» γιά διαφημιστικούς λό γους, ένας τρόπος γιά νά εξασφαλίσετε τήν προσωπική σας προβολή. Νομίζετε πώς αυτοί οι υπαινιγμοί έχουν κάποια βά ση; ΕΙΝΑΙ άλήθεια πώς στά αύτοβιογραφικά μου έργα -μήν ξεχνάτε πώς τά έγραψα πρίν είκοσι χρόνια- έτόνισα τίς ιδιότητες πού άναφέρατε, άλλά γιά λόγους πού δέν ήταν όλότελα άνιδιοτελείς. Θέλω νά πώ πώς ή φύση τους δέν ήταν πάντα αύστηρά ποιητική. Θά έπρεπε λοιπόν, φαντάζομαι, νά υπήρχε κάποιο διαφημιστικό κί νητρο. Πράγματι, χωρίς νά τό συνειδητοποιώ καλά καλά, έπλασα κάποιο πρόσωπο, άλλά τά ίδια τά μέσα εκείνης τής διαφήμισης δέν ήταν τόσο άκίνδυνα. Θέλω νά πώ πώς είχα διαλέξει μιά επικίνδυνη πορεία. "Οταν διαλαλοϋσα πώς είμαι ομοφυλόφιλος, κλέφτης, προδότης κι άναν δρος, ή κατάσταση πού διάλεγα δέν ήταν καί τόσο άνετη, καί θά μοϋ ήταν πιά άδύνατο νά γράψω βιβλία πού θά άφομοίωνε εύκολα ή κοι νωνία. Μέ λίγα λόγια, ένώ άφηνόμουν νά πι στεύω κάτι τέτοιο, βρέθηκα ξαφνικά σ’ ένα άδιέξοδο. 'Ηταν σάν νά καταδίωκα εγώ ό ίδιος τόν εαυτό μου. Διαλέξατε συνειδητά νά γίνετε ομοφυλό φιλος, προδότης, κλέφτης καί άνανδρος, όπως κι όταν διαλέξατε νά γίνουν όλα αυ τά τό θέμα τής προσωπικής σας προβολής; ΔΕΝ διάλεξα στόν άέρα. Δέν είχα τίποτα προ σχεδιάσει. "Αν άρχισα νά κλέβω, είναι γιατί, άπλούστατα, πεινούσα. Ύστερα έπρεπε νά δι καιολογήσω αύτή τήν πράξη, νά τή δεχτώ. "Οσο γιά τήν ομοφυλοφιλία μου, είμαι άνίκανος νά σάς πώ γιατί είμαι ομοφυλόφιλος. Δέν ξέρω τί ποτα. Ποιος ξέρει γιατί είναι ομοφυλόφιλος; Ποιος ξέρει γιατί διαλέγει αύτή ή εκείνη τή στά ση γιά νά κάνει έρωτα; Ή ομοφυλοφιλία, άς πούμε πώς μού επιβλήθηκε όπως καί τό χρώμα τών ματιών μου καί ό άριθμός τών ποδιών μου. ’Από παιδί άκόμα είχα συνειδητοποιήσει τήν έλ ξη πού άσκούσαν πάνω μου τ’ άγόρια, καί μόνο όταν δοκίμασα τήν έμπειρία αυτής τής έλξης
«άποφάσισα», διάλεξα έλεύθερα τήν ομοφυλοφι λία μου μέ τήν έννοια πού δίνει ό Σάρτρ στό ρή μα «διαλέγω». Γιά νά μιλήσω πιό άπλά, αναγκά στηκα νά τά βγάλω πέρα μέ τήν ομοφυλοφιλία μου, νά τή συνηθίσω, ξέροντας πολύ καλά συνά μα πώς ήταν κάτι πού άποδοκίμαζε ή κοινωνία.
Ή ομοφυλοφιλία; μιά ευλογία Ένδιαφερθήκατε ποτέ γιά τίς γυναίκες; ΚΑΙ βέβαια. Τέσσερις γυναίκες προκάλεσαν τό ενδιαφέρον μου: Ή Παναγία, ή ’Ιωάννα τής Λωραίνης, ή Μαρία Άντουανέτα καί ή κυρία Κιουρί. Θέλω νά πώ σεξουαλικά. ΟΧΙ ποτέ. Μήπως προτιμάτε ν’ άποφύγετε μιά τέτοια συζήτηση; ΚΑΘΕ άλλο. Τό άντίθετο μάλιστα. Δέν μού δια φεύγει ή ευνοϊκή υποδοχή πού προκαλεί σήμερα ή ομοφυλοφιλία στόν ψευτοκαλλιτεχνικό κόσμο. ’Αλλά ή άποδοκιμασία υπάρχει πάντα άνάμεσα στούς αστούς. Προσωπικά οφείλω πολλά στήν ομοφυλοφιλία. "Αν σάς αρέσει νά τή βλέπετε εσείς σάν κατάρα, δικαίωμά σας. 'Όσο γιά μένα, ήταν καί είναι πάντα μιά ευλογία. Μέ ποιά έννοια; ΕΙΝΑΙ αύτό πού μ’ έκανε νά γράψω καί μέ βοή θησε νά καταλάβω τούς άνθρώπους. Χωρίς νά ισχυριστώ πώς ήταν τό μοναδικό στοιχείο γιά τή συνειδητή μου συμμετοχή, δέν θά είχα ίσως υπο στηρίξει τό ’Απελευθερωτικό Μέτωπο τής ’Αλ γερίας, άν δέν είχα πλαγιάσει μέ Άλγερινούς. "Ας είναι, δέν είναι άκριβώς έτσι· είναι πιό πι θανό πώς θά ήμουν στό πλευρό τους οπωσδήπο τε. Ά λλά ίσως νά είναι ή ομοφυλοφιλία πού μού έδωσε νά καταλάβω πώς οί Άλγερινοί δέν ήταν διαφορετικοί άπό τούς άλλους. Ποιό ρόλο παίζει σήμερα ή ομοφυλοφιλία στή ζωή σας; ΘΑ ήθελα νά πώ δυό λόγια γιά τήν παιδαγωγική της όψη. Περιττό νά τονίσω πώς πλάγιασα μέ όλα τά άγόρια πού λίγο-πολύ μέ άπασχόλησαν. 'Ωστόσο, τά κίνητρά μου δέν ήταν σεξουαλικά καί μόνο. Δοκίμασα νά ξαναζήσω μαζί τους τήν περιπέτεια πού είχα ζήσει μόνος μου καί πού
32/αφιερωμα σύμβολά της είναι τό εξώγαμο παιδί, ή προδο σία, ή κοινωνική άποδοκιμασία καί, τέλος, τό γράψιμο. Δηλαδή ή έπιστροφή στήν κοινωνία, αλλά άπό άλλους δρόμους. Ή ομοφυλοφιλία το ποθετεί τόν ομοφυλόφιλο στό περιθώριο τής κοι νωνίας καί γι’ αυτό τό λόγο άναγκάζεται αύτός ν’ άψηφήσει τίς κοινωνικές άξιες. Ά ν άποφασίσει ν’ άσχοληθεϊ μ’ ένα αγόρι, αυτό δέν θά γίνει μέ χυδαίο τρόπο. Θά τό βοηθήσει νά συνειδητο ποιήσει τή διπλή άσυναρτησία τής λογικής καί τής συγκίνησης πού άξεχώριστα υπάρχει μέσα σέ κάθε ομαλή κοινωνία. Ή κάποια θηλυκότητα πού βρίσκεται μέσα στήν ομοφυλοφιλία αγκα λιάζει τόν νεαρό καί δημιουργεί ίσως ένα πλεό νασμα στοργής. Τήν εποχή τής Οικουμενικής Συνόδου στή Ρώμη είχα τήν ευκαιρία νά δώ μιά τηλεοπτική εκπομπή τού Βατικανού. Μάς έδει ξαν μερικούς καρδινάλιους. Δυό-τρεϊς άπό αύτούς ήταν φανερά άγνώστου φύλου καί άσήμαντοι. "Οσοι άγαποϋσαν τίς γυναίκες, ήταν βαρε τοί καί διψούσαν γιά εξουσία. Έ νας μόνο πού έμοιαζε μέ ομοφυλόφιλο, έδειχνε καλός καί έξυ πνος. Νομίζετε πώς ή ομοφυλοφιλία συμβάλλει στήν προσεκτικά ενορχηστρωμένη εξέλιξη γιά μιά κοινωνία χωρίς διάκριση φύλου; ΑΚΟΜΑ κι άν ό ανδρισμός βρισκόταν σ’ ένα κρίσιμο στάδιο, αυτό δέν θά μ’ ενοχλούσε υπερ βολικά. Ή λατρεία τού άνδρισμού είναι πάντα ένα παιχνίδι. Οί άμερικάνοι ήθοποιοί καμαρώ νουν γιά τό άρρενωπό τους ύφος. 'Ο νούς μου πάει καί στόν Καμύ, πού ήθελε νά παρασταίνει τόν πολύ άντρα. Ά π ’ ό,τι βλέπω, ό άνδρισμός είναι ένα προτέρημα, δσο θέλουν νά έμφανίζονται μερικοί σάν προστάτες τού γυναικείου γέ νους άλλά καθόλου δταν πρόκειται νά διακορέψουν αυτό τό γένος. Αυτό είχα νά πώ, άλλά άπ’ ό,τι φαίνεται δέν είμαι άρμόδιος γιά νά κρίνω όλα αυτά. "Οταν άρνεΐται νά προσαρμοστεί στήν παραδοσιακή εικόνα τού αρσενικού, ό άντρας σπάει τό καβούκι του καί μπορεί ν’ άποκαλύψει μιά ευαισθησία πού μπορούσε νά μή φανερωθεί ποτέ. Μπορεί μάλιστα ή άπελευθέρωση τής σύγ χρονης γυναίκας νά υποχρεώσει τόν άντρα νά έγκαταλείψει τά παλιά σχήματα γιά νά προσαρ μοστεί μέ μιά γυναίκα λιγότερο υποταγμένη άπ’ ό,τι άλλοτε. Τώρα πού πέρασαν δεκάξι χρόνια άπό τήν τελευταία σας έξοδο άπ’ τή φυλακή καί άφού άμνηστεύθηκε ή ποινή γιά ισόβια κάθειρξη «λόγω έπανειλημμένων κλο πών», έχετε έπιτέλους νοικοκυρευτεί ή εί στε πάντα ένας κλέφτης; ΚΙ έσεΐς;
Προτιμώ νά ρωτώ, άν δέν έχετε άντίρρηση. ΣΥΜΦΩΝΟΙ. Δέν κλέβω όπως οί κοινοί θνητοί. Πάντως δέν κλέβω πιά όπως παλιά. Εισπράττω άρκετά συγγραφικά δικαιώματα άπό τά βιβλία μου καί τά θεατρικά μου έργα -ά ς είναι, άς πού με πώς έγώ τά θεωρώ άρκετά-, κι όμως αύτά τά χρήματα άπορρέουν άπό τίς προηγούμενες κλο πές μου. Συνεχίζω λοιπόν νά κλέβω, μέ τήν έν νοια πώς δέν είμαι εντάξει άπέναντι σέ μιά κοι νωνία πού ισχυρίζεται πώς είμαι εντάξει. Περάσατε εφτά χρόνια στή φυλακή γιά διάφορα παραπτώματα. Πιστεύετε πώς ήσαστε τότε προικισμένος γιά μιά τέτοια δραστηριότητα; ΔΕΝ ήμουν καί τόσο άτζαμής. Υπάρχει άναγκαστικά κάποια δόση υποκρισίας στήν πρά ξη τής κλοπής... (’Αλλά τό μικρόφωνό σας μ’ ένοχλεΐ. Σπάει τόν ειρμό τών σκέψεών μου. Πα ρακολουθώ τήν κίνηση τής ταινίας κι έχω τήν εν τύπωση πώς θά έπρεπε νά φέρομαι τουλάχιστο ευγενικά σ’ αυτή τήν ταινία πού ξετυλίγεται ολο μόναχη μέσα στή σιωπή.) Έλεγα λοιπόν πώς ή κλοπή άπαιτεί μιά κάποια προσποίηση. Ά π ό τή στιγμή πού κρύβεσαι, καλύπτεις κάποιες πράξεις σου πού δέν μπορείς νά ομολογήσεις. Είναι άκόμα πιό έπικίνδυνο νά τίς άναγνωρίσεις μπροστά σ’ ένα δικαστή. Μπροστά στούς δικαστές, πρέπει νά άρνιέσαι. Νά άρνιέσαι μέ τήν προσποίηση. Ά λλά δταν κρύβεις όσα κάνεις, δέν ενεργείς πιά παρά σάν νά είσαι ηλίθιος. Θέλω νά πώ πώς δέν χρησιμοποιείς όλες σου τίς δυνατότητες, άφού ένα μέρος άπ’ αύτές κινητοποιούνται άναγκαστι κά γιά ν’ άρνηθούν τήν πράξη πού καταπιάστη κες νά βγάλεις πέρα. Νιώθετε καμιά άλληλεγγύη συντροφική μέ τούς άλλους έγκληματίες; ΚΑΜΙΑ απολύτως, γιά τόν άπλούστατο λόγο πώς άν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θά έπαιρνα θέση μέ κριτήρια ήθικά καί συνεπώς θά είχα πάρει τό δρόμο τής άρετής. Ά ν , άς πούμε, υπάρχει μιά κάποια ευθύτητα άνάμεσα σέ δυό-τρεϊς κακούρ γους, αυτό θά άντιστοιχοΰσε σέ κάποιο κώδικα ήθικής, δηλαδή στά πρώτα βήματα μιας πορείας πρός τό καλό.
Μαζί μέ τό μοναχικό άτομο πού ορθώνεται μπροστά σέ μιά κωδικοποιημένη κοινωνία Ποιά είναι ή άντίδρασή σας μπροστά σέ
αφιερωμα/33
έγκλήματα δπως αυτό γιά τό όποιο κατηγορεϊται ό Λή Χάρβεϋ Όσβαλντ;2 Νομίζε τε πώς ήταν ένας πληκτικός άνθρωπος ή έξυπνος καί ευαίσθητος; ΝΙΩΘΩ κάτι νά μέ δένει μέ τόν Όσβαλντ. ’Ό χι πώς ποτέ μου ένιωσα την παραμικρή εχθρότητα γιά τόν πρόεδρο Κέννεντυ. Μοϋ ήταν όλότελα άδιάφορος καί τίποτ’ άλλο. Ά π ό τήν άλλη όμως είμαι μαζί μέ τό μοναχικό άτομο πού ορθώνεται άπέναντι σέ μιά κοινωνία άρκετά κωδικοποιημένη, όπως είναι ή άμερικάνικη κοινωνία, ή οί δυ τικές κοινωνίες ή κάθε άλλη κοινωνία στόν κό σμο πού ισχυρίζεται πώς θά εξαλείψει τό κακό. Είμαι στό πλευρό του όπως καί μέ κάθε μεγάλο καλλιτέχνη πού τά βάζει μέ κάθε κοινωνία. Ούτε πιό λίγο, ούτε πιό πολύ. Είμαι μέ τόν μοναχικό άνθρωπο, όποιος κι άν είναι αυτός. 'Ωστόσο, άν καί είμαι -πώς νά τό πώ ;- άν καί είμαι ηθικά μ’ αυτόν πού είναι μόνος, οί μοναχικοί άνθρωποι μένουν πάντα μόνοι στη μοναξιά τους. Μπορώ θαυμάσια νά είμαι μέ τόν ’Όσβαλντ· όταν εγκλη ματεί -άν έγκλημάτησε πράγματι- είναι μόνος. Μπορώ νά είμαι μέ τόν Ρέμπραντ όταν ζωγραφί ζει, εκείνος είναι πάντα μόνος. Ό τα ν άρχίσατε νά γράφετε στη φυλακή, πιστεύατε πώς ή μοναξιά τού δημιουργού ήταν προτιμότερη άπό τη μοναξιά πού γνωρίσατε πρωτύτερα, δηλαδή τη μοναξιά τού κλέφτη πού άποξενώθηκε άπό τήν κοινωνία; ΟΧΙ, γιατί ό,τι έγραφα χειροτέρευε τή μοναξιά μου. Τί σάς έκανε λοιπόν νά γράψετε; ΔΕΝ έχω ιδέα. Δέν ξέρω τίποτα γιά τά βαθύτε ρα κίνητρα. Τήν πρώτη φορά πού συνειδητο ποίησα τί δύναμη έχει τό γράψιμο, ήταν μιά μέ ρα πού ήθελα νά στείλω μιά κάρτα σ’ ένα γερμανό φίλο πού ήταν τότε στήν ’Αμερική. Ή πλευρά τής κάρτας όπου θά έγραφα υποτίθεται ήταν άσπρη καί τσαλακωμένη, κάτι σάν τό χιόνι, κι αυτή ή έπιφάνεια άκριβώς μοΰ έφερε στό νού τό χιόνι καί τά Χριστούγεννα. ’Αντί νά γράψω τίς συνηθισμένες κοινοτυπίες, άρχισα νά λέω γιά τήν ποιότητα τού χαρτιού. Αύτό στάθηκε τό ξε κίνημα. Αυτή ή εμπειρία δέν εξηγεί τί μέ ώθησε στό γράψιμο, άλλά μού έδωσε γιά πρώτη φορά μιά μικρή γεύση τής έλευθερίας. 2. Κατήγορήθηκε δτι δολοφόνησε τόν πρόεδρο Κέννεντυ. Ύστερα άπό λίγες μέρες δολοφονήθηκε ό Ιδιος άπό «άγανακτισμένο πολίτη» (Σ.τ.Μ.).
Ό Ζενέ 16 χρονώ
Μέ φλόγα και λύσσα Στή φυλακή γράψατε τήν Παναγιά των λονλονδιών, τό πρώτο σας μυθιστόρημα. Ποιά ήταν ή άντίδραση τών άρχών τής φυλακής μπροστά στίς λογοτεχνικές «φι λοδοξίες» τών φυλακισμένων; Σάς έδωσαν τά άπαραίτητα γιά νά γράφετε; ΚΑΙ βέβαια όχι... Μάς έδιναν χαρτί γιατί έπρε πε νά φτιάξομε σακιά. Πάνω λοιπόν σ’ αύτό τό σκούρο χαρτί έγραψα τήν άρχή τού βιβλίου. Δέν φανταζόμουν πώς θά διαβαζόταν κάποια μέρα. Νόμιζα πώς δέν θά ’βγαινα ποτέ άπό τή φυλακή. Έ γραψα λοιπόν μέ κάθε ειλικρίνεια, μέ φλόγα καί λύσσα, καί τόσο έλεύθερα μάλιστα άφού ήμουν βέβαιος πώς κανένας δέν θά μέ διάβαζε. Μιά μέρα μάς μετέφεραν άπό τή φυλακή τής Σαντέ στό δικαστικό μέγαρο τού Παρισιού. "Οταν ξαναγύρισα στό κελλί μου, τό χειρόγραφο είχε έξαφανιστεί. Μέ κάλεσαν στό γραφείο καί μέ τιμώρησαν: τρεις μέρες πλήρη άπομόνωση, ένα ξεροκόμματο καί νερό, έπειδή χρησιμοποίη σα χαρτί «πού δέν μού δόθηκε γιά νά τό γεμίσω μέ λογοτεχνικά άριστουργήματα». Αύτή ή κλοπή άπό τό δεσμοφύλακα ήταν κάτι τό ταπεινωτικό γιά μένα. "Υστερα παράγγειλα μερικά σημείωμα-
34/αφιερωμα
τάρια στήν καντίνα κι έπεσα νά κοιμηθώ· σκεπά στηκα με τίς κουβέρτες ώς πάνω άπ’ τό κεφάλι καί προσπάθησα νά θυμηθώ, λέξη πρός λέξη, τίς πενήντα σελίδες πού είχα γράψει. Νομίζω μάλι στα πώς τά κατάφερα. Ά ν καί ήταν λίγοι δσοι χαιρέτισαν την Παναγιά των λονλουδιών σάν ένα άριστούργημα τής λογοτεχνίας τού ερωτι σμού, πολλοί κριτικοί δέν δέχτηκαν πώς τό βιβλίο σας ήταν μιά λογοτεχνική έπιτυχία. Σάς κολάκεψε αυτή ή έκρηξη επαίνων καί διαμαρτυριών; ΝΑΙ, άλλά θά προτιμούσα νά τύπωνε ό έκδοτης μου τό βιβλίο μ’ ένα άνώδυνο έξώφυλο καί σέ λίγα άντίτυπα -τρακόσα ή τετρακόσα-, έτσι ώστε νά διαβάσουν τό βιβλίο μου τίποτα καθολι κοί τραπεζίτες καί άλλοι κύριοι άπό τό ίδιο σινάφι. Σάς άφήνει έξίσου άδιάφορο ή άναγνώριση τών άνθρώπων τών γραμμάτων όσο καί ή εύνοϊκή ύποδοχή τού κοινού καί τών κριτικών; ΔΕΝ ζήτησα ποτέ μου νά ένταχτώ στή γαλλική λογοτεχνία. Γιά νά μήν πώ περισσότερα γιά τήν ύποδοχή πού θά περίμενα άπό τή λογοτεχνία πού άνάφερα. Τώρα άποκτήσατε μιά διεθνή φήμη σάν λογοτέχνης, δέν είστε περιζήτητος στά λο γοτεχνικά σαλόνια; ΚΑΘΟΛΟΥ! Ή κοινωνία ξέρει τί κάνει. Οί άν θρωποι δέν μέ καλούνε στά σπίτια τους γιατί κα ταλαβαίνουν πολύ γρήγορα πώς δέν είμαι δικός τους. Άλλά γιά νά πώ τήν άλήθεια, δέν μ’ άρέσει καί πολύ νά κυκλοφορώ. Λέτε πώς δέν είστε «δικός τους άνθρω πος». Μήπως όμως κάνετε παρέα μέ τούς παλιούς συνενόχους σας ή τούς συντρό φους σας τής φυλακής; ΚΑΘΕ άλλο. Γιά σκεφθεϊτε το λιγάκι. Εισπράτ τω συγγραφικά δικαιώματα άπ’ δλο τόν κόσμο. Τό Πλαιυμπόυ σάς έστειλε νά μού πάρετε συνέν τευξη. Ένώ έκεϊνοι είναι πάντα στή φυλακή. Πώς θέλετε λοιπόν νά διατηρούμε σχέσεις; ΓΓ αυτούς είμαι κάποιος πού πρόδωσε. Αναγκά στηκα νά προδώσω τήν κλοπή, πού είναι μιά άτομική πράξη, διαλέγοντας μιά δραστηριότητα πιό γενική, δπως είναι ή ποίηση. 'Υποχρεώθηκα νά προδώσω τόν κλέφτη πού ήμουνα γιά νά γίνω ό ποιητής πού έλπίζω πώς έγινα. Άλλά αύτή ή
«νομιμότητα» δέν μού χάρισε ώστόσο τήν ευτυ χία. Δείχνετε νά πιστεύετε πώς δχι μόνο ή κοι νωνία άλλά καί ό υπόκοσμος σάς θεωρούν σάν ένα είδος παρία. Πώς βλέπετε μιά ζωή πού σκοντάφτει πάνω στή γενική άποδοκιμασία; ΚΑΤΙ τέτοιο δέν μ’ ενοχλεί, άλλά αύτό πιά είναι θέμα χαρακτήρα. Μ’ άρέσει νά νιώθω ξεγραμμέ νος. Α κριβώ ς σάν τό Σατανά (μέ δλο τό σεβα σμό πού τού οφείλομε), πού ένιωσε άγαλλίαση δταν τόν ξέγραψε ό Θεός. Φυσικά αύτό είναι σωστή άλαζονεία καί δέν πολυκαμαρώνω γι’ αύ τό. Είναι μάλιστα κάπως κουτό. Μιά κατάσταση πού θυμίζει άφελή ρομαντισμό. Θά έπρεπε νά ξεπεράσω αύτό τό στάδιο. 'Υπάρχουν άνθρωποι άκριβώς πού λένε πώς τό ξεπερνάτε αύτή τή στιγμή. Ό Σάρτρ, π.χ., άναφέρει πώς είπατε κάποτε: «Θέλω νά ζήσω τό κακό ώς τά έσχατα δριά του». Τί έννοούσατε μ’ αύτή σας τή φράση; ΗΘΕΛΑ νά πώ: νά ζήσω έτσι τό κακό ώστε νά είναι άδύνατη όποιαδήποτε άνάκτησή του άπό τίς κοινωνικές δυνάμεις πού συμβολίζουν τό κα λό. Δέν πρόκειται γιά μένα νά ζώ μέσα στό κακό ώς τή μέρα πού θά πεθάνω άλλά νά ζώ μέ τέτοιο τρόπο πού νά μήν μπορώ νά βρώ καταφύγιο πα ρά μόνο μέσα στό κακό καί ποτέ μέσα στό καλό -άν ύποθέσομε πώς θά παρουσιαστεί ποτέ έτσι τό πρόβλημα. Μερικοί κριτικοί μίλησαν γιά άσέβεια δταν ό Σάρτρ σάς έβάφτισε «άγιο Ζενέ» στίς έξακόσες σελίδες πού σάς άφιέρωσε, γιά νά εξυμνήσει τό πρόσωπό σας καί τό έργο σας.Τί έχετε νά πείτε γι’ αύτή τή λο γοτεχνική άγιοποίηση; ΟΙ συκοφάντες μου θά έβρισκαν πολύ φυσικό έναν άγιο Καμύ. Γιατί λοιπόν στενοχωριούνται μέ τόν άγιο Ζενέ; 'Όταν ήμουν παιδί, δέν μού ήταν εύκολο νά ονειρευτώ τό μέλλον μου -έκτός άν προσπαθούσα πολύ- σάν πρόεδρος τής δημο κρατίας ή στρατηγός ή κάτι άπό τήν ίδια φάρα. Ή μουν ένα έξώγαμο παιδί. Γεννήθηκα έξω άπό τήν κοινωνική τάξη. Τί μπορούσα νά έλπίζω, παρά μιά μοίρα κάθε άλλο παρά κοινή; Ά ν ήθε λα νά έπωφεληθώ, δσο καλύτερα γίνεται, άπό τήν έλευθερία μου, τίς δυνατότητές μου, τά χαρίσματά μου -δέν είχα τότε άκόμα τήν παραμι κρή ιδέα γιά τό λογοτεχνικό μου ταλέντο- τό μό νο πού μού άπόμενε ήταν νά θέλω νά γίνω άγιος.
αφιερωμα/35
Αυτό ήταν όλο. Μέ άλλα λόγια, ν’ άρνηθώ τόν άνθρωπο.
Θέλοντας νά γίνω άγιος Μιλάτε ατά βιβλία σας γιά τό «αιώνιο ζευ γάρι» πού άποτελοΰν ό «έγκληματίας καί ό άγιος». Τί σχέση υπάρχει μεταξύ τους; ΚΙ οί δυό τους ζοΰνε μέσα στη μοναξιά. Δέν έχε τε την έντύπωση, άν κοιτάξετε πιό προσεκτικά, πώς οί μεγάλοι άγιοι μοιάζουν κάπως μέ εγκλη ματίες; Δέν υπάρχει κανένα σημείο επαφής άνάμεσα στόν άγιο καί την κοινωνία. Ή αγιοσύνη είναι κάτι τό τρομερό. Πολλοί κριτικοί έπικρίναν όχι μόνο την αντίληψή σας γιά την αγιοσύνη άλλά καί την αύθάδειά σας όταν τολμήσατε νά χρη σιμοποιήσετε αύτή τή λέξη. Τί θά άπαντούσατε; ΟΙ συκοφάντες μου άνατριχιάζουν μόνο καί μό νο πού χρησιμοποιώ μιά λέξη, έστω καί μιά τε λεία. Ό Φρανσουά Μωριάκ έγραψε κάποτε ένα άρθρο γιά μένα καί στό τέλος μέ καλοϋσε άπειλητικά νά πάψω νά γράφω. Οί καλοί χριστιανοί, κυρίως όταν βρίσκονται άνάμεσα ατούς συκο φάντες μου, θεωρούν ιδιοκτησία τους τή λέξη άγιοσύνη καί δέν θά μού επιτρέψουν ποτέ νά τή χρησιμοποιώ. Γράψατε πώς ποίηση είναι «ή τέχνη νά χρησιμοποιείς τά περιττώματα καί νά βά ζεις τόν αναγνώστη σου νά τά φάει». Μή πως αυτός ό όρισμός άποσκοποϋσε νά δι καιολογήσει τή γνωστή σας προτίμηση γιά μιά γλώσσα κοινωνικά απαράδεκτη, όπως βλέπομε στά βιβλία σας καί τά θεατρικά σας έργα; ΟΣΟ γιά τό λεξιλόγιο πού όνομάζουν άσεμνο, τό γεγονός είναι πώς αυτές οί λέξεις υπάρχουν. Κι άν υπάρχουν είναι γιά νά χρησιμοποιούνται. ’Αλλιώς δέν θά τίς είχαν σκαρώσει. Ά ν εγώ δέν τίς χρησιμοποιούσα, όλες αυτές οί λέξεις δέν θά ζούσαν παρά ά-παθητικά. Καί όμως ρόλος τού λογοτέχνη είναι νά έμφυσήσει άξια στίς λέξεις. ’Αναφέρατε τόν όρισμό πού έδωσα κάποτε γιά τήν ποίηση. Δέν θά τής έδινα πιά έναν τέτοιο όρισμό. Ά ν θέλομε νά κατανοήσομε, έστω καί σ’ ένα ελάχιστο βαθμό, τόν κόσμο, πρέπει ν’ απαλ λαγούμε άπό κάθε μνησικακία. Κρατώ άκόμα κακία στήν κοινωνία, άλλά όλο καί λιγότερη, κι έλπίζω πιά μέ τόν καιρό πώς αύτή μου ή έχθρα μιά μέρα θά σβήσει. Κατά βάθος δέν χολοσκάω
Ό Ζενέ 30 χρονώ περίπου
καθόλου. Άλλά τότε πού έγραφα αυτές τίς λέ ξεις ήμουν πικραμένος, καί ή ποίηση ήταν γιά μένα μιά προσπάθεια γιά νά μετατρέψω, μέ τή βοήθεια τού λόγου, μιά ύλη πού θεωρούσαν πρόστυχη σέ κάτι πού θά περνούσε γιά υλικό εξευγενισμένο. Τό πρόβλημα σήμερα είναι δια φορετικό. ’Εσείς -δηλαδή ή κοινωνία- δέν μ’ ένδιαφέρετε πιά σάν έχθρός. Πρίν δέκα, δεκαπέντε χρόνια, ήμουν έναντίον σας. Τώρα δέν είμαι ού τε ύπέρ ούτε κατά. Ζούμε μιάν ίδια έποχή, καί τό πρόβλημά μου δέν είναι νά τά βάλω μαζί σας, άλλά νά κάνω κάτι πού νά μάς δέσει, εσάς καί μένα, στόν ίδιο βαθμό. Νομίζω τώρα πώς άν τά βιβλία μου διεγείρουν σεξουαλικά όποιον μέ διαβάζει, είναι επειδή είναι κακογραμμένα, για τί ή ποιητική συγκίνηση θά έπρεπε νά είναι άρκετά δυνατή ώστε κανένας νά μή σταματά στή σεξουαλική πλευρά, όταν μέ διαβάζει. Ά ν τώρα τά βιβλία μου είναι πορνογραφικά, δέν τ’ άπαρνιέμαι φυσικά. Έ να λέω: μού έλειψε άπλούστατα κάποια μυστική χάρη.
36/αφιερωμα
Μιά καί μιλάμε γιά έρωτισμό, τί λέτε γιά τά μυθιστορήματα τοϋ Ντ. X. Λώρενς καί τοΰ Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ; ΔΕΝ διάβασα κανένα.
μυθιστορήματα. Τό βιβλίο τού Σάρτρ δημιούρ γησε μέσα μου ένα κενό πού λειτούργησε σάν μιά ψυχολογική κατάπτωση. Πόσον καιρό μείνατε βυθισμένος μέσα σ’ αύτό τό κενό;
Καί ό Χένρυ Μίλλερ; ΔΕΝ ξέρω καί πολλά γιά τό έργο τοϋ Μίλλερ, άλλά τά λίγα πού διάβασα δέν μ’ ένδιαφέρουν. Πολυλογία καί μόνο. Κάποιος πού μιλά συνέ χεια. Πώς θά έκτιμούσατε τόν Σάρτρ; Ο ΣΑΡΤΡ έπαναλαμβάνεται. Έ χει μερικές άξιόλογες βασικές ιδέες πού εκμεταλλεύεται μέ δια φορετική μορφή κάθε φορά. "Οταν τόν διαβάζω, προχωρώ πιό γρήγορα από τόν ίδιο. 'Ωστόσο μέ κατέπληξε ή τελευταία του αύτοβιογραφία [Οί λέξεις - Σημ. Μετ.], δπου δείχνει νά θέλει ν’ άπελευθερωθεϊ άπό τόν άστικό του περίγυρο. Σ’ έναν κόσμο δπου ό καθένας πασχίζει νά είναι μιά άξιοσέβαστη πόρνη, είναι ευχάριστο νά συ ναντάς κάποιον πού ξέρει πώς είναι πουτανίτσα άλλά καί πού δέν γαντζώνεται πάνω σέ καθω σπρεπισμούς. ’Αγαπώ τόν Σάρτρ προσωπικά γιατί ή συντροφιά του είναι κεφάτη, γιατί κατα λαβαίνει τά πάντα μέ αρκετό χιούμορ καί δέν παριστάνει τόν κριτή. Δέν παραδέχεται τά πάν τα σέ μένα, άλλά γλεντά τίς διαφωνίες μας. Εί ναι ένας άνθρωπος μέ πολύ μεγάλη φινέτσα. Δέν έπρεπε νά σάς κολακέψει άρκετά ή μοναδική στό είδος της λογοτεχνική ψυχα νάλυση πού έπιχείρησε γιά σάς; ΜΟΥ ήρθε σάν μιά ζάλη, γιατί είδα ν’ απογυ μνώνομαι, καί μάλιστα από έναν άλλο κι όχι άπό μένα τόν ίδιο. Φυσικά αποκαλύπτομαι όλότελα μέσα σ’ δλα μου τά βιβλία, άλλά τήν ίδια στιγμή, προσφεύγω στή μεταμφίεση τών λέξεων, τών στάσεων καί κάθε είδους ιδιαίτερης έπιλογής. Χρησιμοποιώ μιά κάποια μαγεία καί φροντίζω νά φυλάγομαι κάπως. Ένώ ό Σάρτρ μ’ Απογύ μνωσε χωρίς καμιά τσιριμόνια, μιά κι έξω. Ή πρώτη μου άντίδραση ήταν νά κάψω τό βιβλίο· ό Σάρτρ μοϋ είχε δώσει νά διαβάσω τό χειρόγρα φο. "Υστερα δέχτηκα νά δημοσιευτεί, γιατί βασι κή μου έγνοια ήταν πάντα νά αναλαμβάνω τήν ευθύνη τών πράξεων μου. Χρειάστηκε καιρός γιά νά συνέλθω άπό τό διάβασμα τοΰ βιβλίου του. Βρέθηκα σέ μιά κατάσταση πού μοϋ ήταν σχεδόν άδύνατο νά γράψω. Θά μποροϋσα νά έπιμείνω σ’ έναν όρισμένο τύπο μυθιστορήματος, γράφοντας μηχανικά. Θά μπορούσα μέ τόν ίδιο τρόπο νά δοκιμάσω νά γράψω πορνογραφικά
ΕΖΗΣΑ μέσα στή φρικτή αύτή κατάσταση κά που έξι χρόνια. "Εξι χρόνια άποβλάκωση γέμι σαν τήν καθημερινή μου ζωή: περνάς τήν ώρα σου ν’ άνοίγεις πόρτες καί ν’ άνάβεις τσιγάρο. Στή ζωή του ό άνθρωπος έχει καί μερικές στιγ μές φωτεινές. Τήν υπόλοιπη τήν περνά μέσα στή μούφα. Κι δμως αύτή ή περίοδος κατάπτωσης μέ προβλημάτισε άρκετά καί μ’ οδήγησε στό θέα τρο. Καί δμως τά θεατρικά σας έργα Δούλες καί Υψηλή έποπτεία γράφτηκαν καί παί χτηκαν πρίν κυκλοφορήσει τό έργο τού Σάρτρ, μού φαίνεται. ΣΩΣΤΑ. ’Αλλά τό βιβλίο τού Σάρτρ μέ βοήθησε νά έκμεταλλευτώ έναν τομέα πού μού ήταν κιό λας οικείος. Καί αύτός ό τομέας ήταν, δπως είπαν με ρικοί κριτικοί τού θεάτρου, ή μοίρα τών μειονοτήτων πού είναι ή υπόθεση τών έρ γων σας στό θέατρο μαζί μέ τήν κοινωνική άλλοτρίωση; Κι έσεϊς ταυτίζεστε προσωπι κά μαζί τους σάν όμοφυλόφιλος καί σάν κλέφτης; Έ τσι δέν είναι; ΓΡΑΦΩ θέατρο γιά νά Αποκρυσταλλώσω μιά δραματική καί θεατρική συγκίνηση. Λίγο μ’ ένδιαφέρει π.χ. άν οί Νέγροι εξυπηρετούν ή όχι τήν υπόθεση τών μαύρων. Δέν νομίζω άλλωστε νά συμβαίνει κάτι τέτοιο. Πιστεύω πώς ή άμεση δράση, ό άγώνας κατά τής Αποικιοκρατίας, θά βοηθήσουν πιό πολύ τούς μαύρους άπ’ όποιοδήποτε θεατρικό έργο. Σ’ αυτά τά έργα θέλησα νά δώσω λαλιά σέ κάτι βαθιά θαμμένο, κάτι πού οί μαύροι καί οί άλλοι Αλλοτριωμένοι είναι Ανίκα νοι νά έκφράσουν. Γιά τίς Δούλες, ένας κριτικός είπε κάποτε πώς οί δούλες δέν «μιλούσαν έτσι». Καί δμως έτσι μιλούνε, άλλά μόνο γιά μένα, καί γιά μένα μόνο τό βράδι, τά μεσάνυχτα. Ά ν έρχόταν κανένας νά μού πει πώς οί μαύροι δέν μι λάνε έτσι, θά τόν συμβούλευα νά πάει ν’ άφουγκραστεϊ τήν καρδιά τους, γιατί άκριβώς αύτό θά άκουε. Πρέπει νά μπορείς νά άκούς δ,τι δέν δια τυπώνεται. 'Οπότε στά έργα σας δείχνετε νά συμπα θείτε τίς καταπιεσμένες καί παραμελημένες τάξεις;
αφιερωμα/37
ΕΚΤΟΣ κι άν έγραψα αύτά τά έργα έναντίον μου, καί είμαι, έγώ, οί λευκοί, τό άφεντικό, οί παπάδες, καί προσπαθώ νά καταγγείλω τίς κου ταμάρες πού κλείνουν μέσα τους αυτές οί ιδιότη τες. Οί γάλλοι κριτικοί σάς κατηγόρησαν πώς θέλετε μάλλον νά έξοντώσετε παρά νά κα ταγγείλετε αυτές τίς «κουταμάρες», γιά νά χρησιμοποιήσω τά ίδια σας τά λόγια. Λένε πώς συστήνετε τήν προσφυγή στή βία γιά νά άνατρέψετε τίς κυρίαρχες τάξεις καί τίς συμβατικότητές τους. Μήπως υπερ βάλλουν τά όσα λέτε; , ΕΙΝΑΙ βέβαιο πώς θά ήθελα νά άπαλλαγώ άπό τή συμβατική ήθική πού άρτηριοσκληρώνει, έμποδίζει τήν έξέλιξη καί περιορίζει τή ζωή. Κι όμως ένας καλλιτέχνης δέν είναι ποτέ όλότελα αιτία καταστροφής. Ή έγνοια του νά πλάσει μιά όμορφη γλώσσα, μιάν άρμονική φράση, προϋπο θέτει πώς υπάρχει μιά ήθική καί ειδικά κάποια σχέση άνάμεσα στό λογοτέχνη καί τόν πιθανό άναγνώστη. Κάθε αισθητική κλείνει μέσα της μιά ήθική. ’Αλλά έχω τήν έντύπωση πώς ή ιδέα πού έχετε γιά μένα βασίζεται σέ όσα έγραφα πρίν εί κοσι χρόνια. Σήμερα, δέν γυρεύω πιά νά δώσω γιά τόν εαυτό μου μιά εικόνα άπωθητική, γοη τευτική ή άπλούστατα παραδεκτή. ’Εργάζομαι πολύ, πάει τέλειωσε. Γράφετε; ΠΟΤΕ πότε, δουλεύω τά θεατρικά μου έργα. ’Ό χι κάθε μέρα, ούτε συστηματικά. Σέ λίγον και ρό π.χ. είναι πιθανό νά γράψω μιά όπερα μέ τό μεγάλο μουσικό Πιέρ Μπουλέζ, πού είχε διευθύ νει πέρσι τό χειμώνα, στήν παρισινή «Όπερα», τόν έξαίσιο Βότσεκ τού Α λμπαν Μπέργκ. Τόν άλλο καιρό ζώ μέσα σέ μιά κάποια άποβλάκωση, όπως όλοι μας. Συνεχίζετε νά γράφετε επειδή διαλέξατε κάτι τέτοιο, ή επειδή είναι πιά κάτι σάν έπάγγελμα, ένας τρόπος γιά νά κερδίζετε τή ζωή σας; ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ υπεύθυνος γιά τό χρόνο πού μού δίνεται. Δέν θέλω καθόλου νά πάει χαμένος, καί τό καλύτερο πού έχω νά κάνω είναι νά γρά φω. Ό χ ι πώς είμαι υπεύθυνος άπέναντι στούς άλλους. Δέν είμαι καί τόσο άπέναντι στόν εαυτό μου άλλωστε. νΙσως νά είμαι υπεύθυνος άπέναντι στό Θεό, γιά τόν όποιο μου είναι άδύνατο νά μιλήσω, άφοϋ δέν ξέρω στήν πράξη τίποτε γι’
Παρόλο λοιπόν πού άφιερώσατε τή ζωή σας στό «κακό», πιστεύετε στό Θεό; ΠΙΣΤΕΥΩ πώς πιστεύω σ’ Αύτόν. Δέν πιστεύω καθόλου στίς μυθολογίες πού άκοΰμε στό κατη χητικό. ’Αλλά γιατί νά έχω τό αίσθημα πώς πρέ πει νά λογοδοτώ γιά τό χρόνο τής ζωής μου, το νίζοντας ό,τι μού φαίνεται νά είναι πιό πολύτι μο; Τίποτε δέν μέ άναγκάζει γιά κάτι τέτοιο. Τί ποτε τό χειροπιαστό δέν μέ άναγκάζει. Γιατί λοι πόν νά αισθάνομαι τόσο δυνατά μιά τέτοια άνάγκη; Παλιά, τό θέμα έβρισκε τή λύση του μέ σα στό γράψιμο. Μέ τίς παιδικές μου ανταρσίες καί άργότερα τίς έφηβικές, επαναστατούσα'γιά τήν ταπείνωση πού έζωνε τή ζωή μου κι έπειδή κινδύνευε ή πιό βαθιά μου πίστη -άλλά ή πίστη μου σέ τί\ Μερικοί φίλοι σας σάς βλέπουν πάντα σάν έναν έπαναστατημένο. ’Αλλά ή άνταρσία σας φαίνεται πώς στοχεύει σήμερα τούς έπαίνους πού προκαλεΐ ή όψιμη επιτυχία καί όχι τόσο τίς ταπεινώσεις πού δοκιμά σατε στά νιάτα σας. Δηλώνετε πώς ει σπράττετε άξιόλογα συγγραφικά δικαιώ ματα άπ’ όλες τίς χώρες τού κόσμου καί όμως δείχνετε σά νά μήν έχετε δεκάρα -κ αί μάλιστα λένε πώς πράγματι δέν έχε τε. Τί κάνετε τά λεφτά σας; ΕΣΕΙΣ νά κοιτάτε τή δουλειά σας. Καί όμως, εδώ μέσα, σ’ αύτό τό ταπεινό δωμάτιο, εκτός άπό μερικά τιποτένια έπι πλα, δέν βλέπω παρά έφτά βιβλία, ένα ξυ πνητήρι, μιά βαλίτσα, μιά φορεσιά καί τρία πουκάμισα -έκτος άπ’ ό,τι φοράτε. Αυτή είναι όλη κι όλη ή περιουσία σας; ΝΑΙ. Καί γιατί έπρεπε νά είχα κάτι πάραπάνω; Οί άγγελοι κι έγώ είμαστε τό ίδιο φτωχοί. Τά υλικά άγαθά κι όποια περιουσία τά ’χω γραμμέ να. "Οταν πηγαίνω στό Λονδίνο, ό άτζέντης μου μού κρατά καμιά φορά δωμάτιο στό ξενοδοχείο «Ρίτζ». ’Αλλά τί άνάγκη έχω νά ζώ στήν πολυτέ λεια; Γράφω, κι αύτό μοϋ φτάνει. Ποιος είναι ό τελικός σκοπός στή ζωή σας, άν έχετε φυσικά έναν σκοπό; Η ΛΗΘΗ. Οί περισσότερες ένέργειές μας έχουν κάτι άπό τήν άνυπαρξία καί τό κενό μιας άλήτικης ζωής. Σπάνια προσπαθούμε συστηματικά νά ξεπεράσουμε αύτή τήν κατάσταση. ’Εγώ τήν ξε περνώ υπερβατικά μέ τό γράψιμο.
38/αφιερωμα
Ό τελικός σκοπός μιας άνταρσίας Χτες μοϋ μιλήσατε γιά μιά διαδήλωση δπου θά πηγαίνατε. ΟΧΙ, δεν πήγα· έγιναν διαδηλώσεις χτές άπό τά μέλη τής Γενικής 'Ομοσπονδίας ’Εργατών, τής Γαλλικής 'Ομοσπονδίας ’Εργασίας καί τής Γενι κής 'Ομοσπονδίας Στελεχών ’Επιχειρήσεων, καί άπό τά τρία κόμματα τής άντιπολίτευσης, δηλα δή τό Κομουνιστικό Κόμμα, τό Σοσιαλιστικό Κόμμα καί τούς Ριζοσπάστες τής ’Αριστερός. Ή διαδήλωση έγινε σάν διαμαρτυρία γιά τήν οικο νομική πολιτική τής κυβέρνησης. Πράγματι όμως τή διαδήλωση είχε προκαλέσει ή σύλληψη πολ λών συνδικαλιστών, άκόμα καί άπλών φαντά ρων, μέ τήν κατηγορία δτι υπονομεύουν τό ήθικό τού στρατού- υπήρχε ό κίνδυνος νά δικαστούν άπό τό Δικαστήριο ’Ασφαλείας τού Κράτους, μέ πιθανές ποινές πέντε ως είκοσι χρόνια κάθειρξη. Ή ταν λοιπόν μιά διαδήλωση εναντίον τού Ζισκάρ ντ’ Έσταίν; ΕΝΑΝΤΙΟΝ τού ύπουργοΰ Άμύνης καί τού ύπουργοΰ ’Εσωτερικών, κυρίως. Δέν είστε μέλος σέ κανένα άπό τά κόμμα τα πού οργάνωσαν τή διαδήλωση; ΚΑΘΕ άλλο, δέν άνήκω σέ κανένα κόμμα! Λένε: ό Ζάν Ζενέ δέν έχει μόνιμη κατοι κία, ό Ζάν Ζενέ ζεΐ σέ μικρά ξενοδοχεία... ΔΕΝ είναι αύτή ή πρόθεσή μου· τυχαίνει νά έχω πάνω μου τό διαβατήριό μου. Μπορείτε νά δια βάσετε τή διεύθυνσή μου. Είναι ή διεύθυνση τού Γκαλλιμάρ, οδός Σεμπαστιέν-Μποττέν, 5.
Στις όχθες τον Σηκουάνα
ΔΕΝ μ’ άρέσει νά μαγειρεύω. Δέν άπομένει παρά νά καλούν οί άλλοι.
ΔΕΝ έχω άλλη- είναι, δπως βλέπετε, ή επίσημη διεύθυνσή μου. Ζώντας χωρίς μόνιμη διεύθυνση, χωρίς διαμέρισμα, αυτό δυσκολεύει τίς φιλίες· δέν μπορείς νά καλέσεις κανέναν, δέν μπορείς νά μαγειρέψεις...
ΚΑΙ λοιπόν; Φυσικά, κάτι τέτοιο δημιουργεί προβλήματα, άρα καί λύσεις, καί συνάμα επιτρέ πει κάποια άνευθυνότητα. Κοινωνικά, δέν είμαι υπεύθυνος γιά τίποτα, κι αύτό έπιτρέπει μιά πιό άμεση,υπεύθυνη συμμετοχή, μιά «στράτευση» χωρίς άναβολή. "Οταν συνέλαβαν τόν Μπόμπυ
αφιερωμα/39
Σήλ, δυό υπεύθυνοι από τούς «Μαύρους Πάνθη ρες» ήρθαν νά μέ βρουν καί μέ ρώτησαν τί μπο ρούσα νά κάνω γιά τόν άρχηγό τους, τόν Μπόμπυ Σήλ. ’Ηταν πρωί άκόμα, καί άπάντησα: «Τό πιό άπλό είναι νά πάω στίς Ηνωμένες Πολιτείες νά δώ την κατάσταση». Μοϋ λένε: «Πότε;» «Αύριο» - «Τόσο γρήγορα;». Είδα πώς οί «Πάν θηρες» τά ’χαν χαμένα. Έ χουν συνηθίσει νά γί νονται όλα πολύ γρήγορα, κι εγώ τούς είχα ξεπεράσει, γιατί άπλούστατα έμενα στό ξενοδοχείο. Είχα μαζί μου μιά βαλιτσούλα. “Αν είχα κανένα διαμέρισμα, θά γίνονταν δλα έτσι εύκολα; “Αν είχα φιλίες, θά μπορούσα νά μετακινιόμουν τόσο άστραπιαΐα; Μέ τή φήμη πού έχετε καί τήν οικονομική άνεση δέν φοβάστε τήν πολυτέλεια μιάς αστικής ζωής; Α! ΕΙΝΑΙ πολύ κουτό αύτό, φυσικά. “Οχι, δέν τό πιστεύω, γιατί δέν έχω κανένα σεβασμό γι’ αύτή τήν πολυτέλεια. Θά χρειαζόμουν τουλάχι στο κανένα παλάτι. Τά συγγραφικά μου δικαιώ ματα δέν μού επιτρέπουν νά έχω τήν Αύλή ενός Βοργία, οπότε δέν ύπάρχει τέτοιος κίνδυνος.
Ή Αύλή τοΰ Βοργία Τί σάς γοητεύει στήν Αύλή ένός Βοργία; ΔΕΝ μέ γοητεύει τίποτα. Νομίζω άπλούστατα πώς στήν Αναγέννηση είχαμε τίς τελευταίες εκ δηλώσεις μιάς άρχιτεκτονικής πολυτέλειας. Δέν βλέπω τίποτα μετά. 'Ο γαλλικός 18ος αιώνας δέν μ’ ενθουσιάζει, άλλά ούτε κι ό 17ος. Δέν θέλω νά πώ πώς έπαψε νά ύπάρχει άρχιτεκτονική ύστερα άπό τήν ’Αναγέννηση. "Οταν γιά πρώτη φορά βρέθηκα στά άνάκτορα τών Βερσαλλιών, τρόμα ξα. Τό παλατάκι άπό τούβλα είναι χαριτωμένο, άλλά μόλις μπείτε στόν κήπο καί στρίψετε τό κε φάλι καί δείτε τή μεγάλη πρόσοψη, σάς πιάνει τρόμος. ’Αναρωτιόμουν γιατί αύτός ό τύπος πώς τόν λέγανε τόν άρχιτέκτονα; Μανσάρ, δέν είναι; γιατί δηλαδή ο Λουδοβίκος 14ος δέν πολ λαπλασίασε σέ χιλιόμετρα συνέχεια τίς κολόνες; Είναι κάτι χοντροκομμένο, θεόκουτο, άπεριόριστο. 'Υπάρχουν άναγεννησιακά άνάκτορα στήν ’Ιταλία πού δείχνουν μικρά άλλά πού είναι πράγματι τεράστια· είναι πολύ ώραΐα καί κατοικούνται άκόμα. Ή Αίθουσα μέ τούς Καθρέφτες, δέν ξέρω ποιές είναι οί διαστάσεις της, άλλά στήν Μπραζίλια π.χ.... Ή Μπραζίλια δέν σάς φαίνεται άχανής, μιά μόνιμη επανάληψη;
ΟΧΙ, ύπάρχουν πολλά κτίσματα πού άνήκουν σ’ ένα σύνολο, είναι κάτι τό πολύ άρμονικό. Τήν είδα άπό τό άεροπλάνο. Τή γνώρισα μέ ήλιο, μέ βροχή, μέσα στή νύχτα, τή μέρα· κι όταν φυσού σε, μέσα στό κρύο καί τή ζέστη, καί ξέρω τήν Μπραζίλια άπό τόν ένατο όροφο τού ξενοδοχεί ου «Ναθιονάλ» καί μέσα στούς δρόμους της. Κι όμως είναι περίεργο πώς ένας τύπος σάν τόν κο μουνιστή “Οσκαρ Νιμέγερ δέν μπόρεσε νά έμποδίσει, σχεδιάζοντας αύτή τήν πόλη, νά τήν κυ κλώσουν τά χαμόσπιτα τών ’Ινδιάνων. Στίς ψη λές πολυκατοικίες τής Μπραζίλια νομίζεις πώς κατοικούν άποκλειστικά λεβέντες πανύψηλοι, ξανθοί ή μελαχρινοί, καλοφτιαγμένοι, μάλλον σάν άγάλματα παρά άνθρωποι, ένώ πράγματι δέν μένουν έκεϊ παρά κάτι κοντοί ύπάλληλοι, πρεσβευτές, ύπουργοί· μήτε ’Ινδιάνοι, μήτε Μαύροι στήν Μπραζίλια· κι όμως δέν ξέρω άλ λες πόλεις πού νά χτίστηκαν άπό τό τίποτα, πού νά είναι τόσο επιφανειακά άρμονικές σάν τήν Μπραζίλια. Ό “Οσκαρ Νιμέγερ δέν κατάλαβε μερικά πράγματα, δέν τά κατάφερε, δέν πέρασε κάν άπ’ τό μυαλό αύτού τού πολεοδόμου ή ιδέα πώς θά μπορούσε, πώς θά έπρεπε νά στεγάσει άνθρωπινά σ’ αύτή τήν πόλη ένα προλεταριάτο ή νά έξαφανίσει κάθε ταξική διαφορά. Ή πόλη του διώχνει τό προλεταριάτο, πού πάει καί μυρ μηγκιάζει στήν περιφέρεια. Μού έκανε τή μεγα λύτερη έντύπωση τό μέγαρο τού ύπουργείου ’Εξωτερικών. Ή Μητρόπολη, «μπετονένιο λου λούδι», δέν μού λέει τίποτα. Έ χω πάει στήν έκκλησούλα τού Ματίς στή Βάνς, πού είναι άφιερωμένη στόν άγιο Δομίνικο, έναν τύπο πού θά ’πρεπε νά μή χωνεύω. Πρέπει νά μπείτε μέσα. Υ πάρχει έκεϊ μιά τέτοια άξιοποίηση τού χώρου, κάτι τό άπίστευτο· λές καί είσαι μέσα σ’ ένα ποίημα. 'Υπάρχει ή ίδια ποιητική ποιότητα στή ρομανική άρχιτεκτονική. ΝΑΙ. Στό Μονμαζούρ, στό Σολινιάκ. Ξέρετε τήν έκκλησιά μέ τούς τρούλους στό Σολινιάκ; ΟΙ ρομανικές έκκλησιές έχουν πάντα τρούλους. 'Υπάρχουν καί μέ αψίδες κλπ. ΕΧΟΥΝ σχεδόν πάντα τρούλους γιατί τό ρομα νικό τόξο ζητά τόν τρούλο. Συγκρίνοντας τήν άρχιτεκτονική τού Νι μέγερ μέ τό παρεκκλήσι τού Ματίς, θά μπορούσατε νά πείτε πώς ό Ματίς είναι έπαναστάτης στήν τέχνη του;
40/αφιερωμα
ΟΧΙ. Πρέπει νά είμαστε πολύ προσεκτικοί δταν μιλάμε γιά επανάσταση· δέν πρέπει νά είμαστε έπιπόλαιοι μ’ αύτή τή λέξη- είναι κάτι δύσκολο. ’Αναρωτιέμαι αν ή έννοια «επανάσταση» μπορεί νά διαχωριστεί άπό την έννοια «βία». Πρέπει νά βρίσκομε άλλες λέξεις, άλλους δρους γιά νά χα ρακτηρίσομε την τέχνη τού Σεζάν π.χ. Νομίζω πώς οί άνθρωποι σάν τόν Σεζάν καί οί κατοπινοί ζωγράφοι ή οί συνθέτες πού άναθεώρησαν την τονική μουσική, νομίζω πώς ήταν άρκετά τολμη ροί, αλλά δχι καί τόσο, γιατί ή απολυταρχία τής προοπτικής στή ζωγραφική ή τής χρωματικής κλίμακας στή μουσική είχε άρχίσει ήδη νά υπο χωρεί, άλλά έτσι στ’ αστεία. 'Ο “Αλμπαν Μπέργκ έγραψε μουσική γιά νά τό γλεντήσει, χωρίς νά τήν παίρνει στά σοβαρά, καί ύστερα άρχισε νά τή δουλεύει καλύτερα- ήταν λοιπόν κάτι'τολμηρό, οί συνέπειες ήταν τεράστιες, άλλά πιστεύω πώς σάν πνευματική περιπέτεια δέν είχε γι’ αυτούς τή σημασία πού δίνομε εμείς. Αύτό ίσως εξηγεί γιατί ό Σεζάν έμεινε ένας άπλός άν θρωπος. Πήγαινε στήν εκκλησία, ζοϋσε μέ μιά γυναίκα χωρίς νά τήν παντρευτεί· κι άν κάτι τόν πλήγωσε είναι πού δέν τόν κατάλαβε ό Ζολά, ό παιδικός του φίλος· άλλά δέν νομίζω πώς ό Σε ζάν πίστεψε ποτέ του πώς θά έμενε τό έργο του ή θά γνώριζε τή δόξα μετά τό θάνατό του.
Βουδιστής ή σιντοϊστής; Μιλήσατε χτές γιά τόν Μοντεβέρντι· νομί ζετε πώς ή τέχνη του σπάει άπότομα τήν παράδοση; ΔΕΝ υπάρχει τίποτε πιό εύθυμο καί χαρούμενο γιά μένα άπό τή λειτουργία τής «Μακαρίας Παρ θένου»; Δηλώνετε πώς είστε άθρησκος καί άθεοςπώς γίνεται καί σάς άγγίζει ό εσπερινός τής Μακαρίας Παρθένου; ΠΡΙΝ είκοσι χρόνια διάβασα τήν Ίλιάδα, είναι ένα πάρα πολύ ωραίο έργο- αύτό σημαίνει πώς πιστεύω στό Δία; Κατά βάθος, πιστεύω πώς δέν είστε καί τόσο μακριά άπ’ αύτόν, γιά νά πούμε τήν άλήθεια. ΟΤΑΝ ήμουν στήν ’Ιαπωνία, τήν τελευταία φο ρά, πρίν έφτά-όκτώ χρόνια, είδα ένα γιαπωνέζι κο Νό πού μέ συγκίνησε πολύ. Ξέρετε πώς οί γυ ναικείοι ρόλοι σ’ αύτό τό είδος τού θεάτρου παί ζονται άπό άντρες. Μιά ορισμένη στιγμή, ένας
ηθοποιός φορούσε τή μάσκα μιάς γριάς καί έπαιζε τήν τελευταία βούδισσα γυναίκα. Μπαί νει σέ μιά σπηλιά, κρύβεται πίσω άπό μιά βεντά λια καί παρουσιάζεται μ’ άλλο πρόσωπο, τό πρόσωπο μιάς πολύ νέας κοπέλας, τής πρώτης σιντοϊστικής γυναίκας. Ή υπόθεση τού έργου ήταν τό πέρασμα άπό τή βουδιστική στή σιντοϊστική θρησκεία. Μήπως πιστεύετε πώς είμαι βουδιστής ή σιντοϊστής; Νομίζω πώς τό έργο σας, δλη σας ή ζωή γοητεύονται άπ’ δ,τι είναι ιεροτελεστία. ΣΤΗΝ Ίλιάδα δέν ύπάρχει ιεροτελεστία. Στήν Ίλιάδα υπάρχει ή ιεροτελεστία τής περιγραφής, υπάρχουν οί παλιλλογίες, τά χωρία... ΟΧΙ, αύτά είναι ένας έκφραστικός τρόπος· άναρωτιέμαι άν είναι πράγματι ομηρικά ευρήματα ή μόνο κάτι πού έπιταχύνει τήν πλοκή. 'Ο τρόπος μάλιστα πού γράφει ό “Ομηρος έχει κάτι τό θρησκευτικό. ΣΤΗΝ Ίλιάδα, ναί· άλλά δχι στήν ’Οδύσσεια. Γιατί σάς άρέσει ή Δεσποινίς Τζούλια τού Στρίντμπεργκ καί γιατί δέν σάς άρέσει ό Μπρέχτ τού Γαλιλαίον; ΕΠΕΙΔΗ ό Μπρέχτ λέει μαλακίες καί μόνο, έπειδή ό Γαλιλαίος μού μιλά γιά ολοφάνερες άλήθειες πού θά έβρισκα καί μόνος μου χωρίς τόν Μπρέχτ. Ό Στρίντμπεργκ πάντως στή Δ ε σποινίδα Τζούλια δέν μού προτείνει τέτοιες εύ κολες άλήθειες. Είναι κάτι πρωτόγνωρο, κάτι πού δέν περίμενα. Είδα τή Δεσποινίδα Τζούλια ύστερα άπό τό Μακάβριο χορό. Κι ήταν κάτι πού μ’ άρεσε πολύ. "Οσα λέει ό Στρίντμπεργκ, μόνο ποιητικά μπορούν νά ειπωθούν, κι δσα λέει ό Μπρέχτ, μπορούν νά ειπωθούν, καί τελικά ει πώθηκαν μέ πεζό τρόπο. Μά δέν ήθελε τ(ποτ’ άλλο. Άποκαλοΰσε τό θέατρό του επικό θέατρο καί εισάγει ή μάλλον νόμιζε πώς εισάγει τήν αποστασιο ποίηση πού είχε ήδη πετύχει ό Στρίν τμπεργκ στήν εισαγωγή τής Δεσποινίδας Τζούλιας. Ό Στρίντμπεργκ φαντάζεται έναν ψυχρό θεατή, αύτόν τό θεατή πού βλέπει ό Μπρέχτ νά κρατά ένα πούρο. Σ’ ΑΥΤΗ τήν έκλογή πού κάνεις, νά καπνίζεις πούρο δηλαδή, υπάρχει μιά τέτοια ανέμελη άνε ση σέ σχέση μέ τό έργο τέχνης, πού κανονικά δέν
αφιερωμα/41
έπιτρέπεται. Δεν τήν έπιτρέπει τό ίδιο τό έργο. Δεν ξέρω τούς Ρότσιλντ, άλλα νομίζω επιτέλους πώς μπορείς νά κουβεντιάζεις μαζί τους γιά τέ χνη καπνίζοντας κι ένα πούρο. Δέν μπορείς νά πάς δμως στό Λούβρο καί νά δεις τή Μαρκησία ντέ λά Σολάνα μέ τόν ίδιο τρόπο πού κάθεσαι καί μιλάς μέ τούς Ρότσιλντ γιά τέχνη, καπνίζον τας ένα πούρο. Βρίσκετε λοιπόν πώς ή χειρονομία τού Μπρέχτ είναι μιά καπιταλιστική, άστική χειρονομία; ΣΑΝ νά μού φαίνεται κάτι τέτοιο. Τουλάχιστο μπροστά σ’ ένα έργο τέχνης, γιατί τώρα σάς βλέπω νά καπνίζετε ένα πουράκι. ΑΝ καπνίζω ένα πούρο σάν μανιακός των πού ρων, άν περνάω γιά κάτι τέτοιο, άν άκούω τό Ρέκβιεμ τού Μότσαρτ καί τό κάπνισμα τού πού ρου μ’ ένδιαφέρει πιό πολύ άπό τό Ρέκβιεμ πού άκούω, τότε όχι μόνο δέν πρόκειται γιά άποστασιοποίηση, άλλά γιά έλλειψη ευαισθησίας. Δέν δίνομαι στή μουσική, κι αύτό σημαίνει πώς προ τιμώ τό πουράκι μου άπό τό Ρέκβιεμ.
Ή σύλληψη τού έργου τέχνης Μιλήσατε γιά μιά κάποια έκσταση μπρο-. στά στό έργο τέχνης. ΣΙΓΑ σιγά παύω νά αισθάνομαι τόν έαυτό μου καί χάνω τό «εγώ», γιά νά γίνω αύτός πού συλ λαμβάνει τό έργο τέχνης. Μπροστά σέ γεγονότα τρομερά, ό έαυτός μου, ό «κοινωνικός έαυτός μου», όσο πάει χορταίνει άπό αύτά, παραφου σκώνει καί όσο πάει λιγότερο μπορώ, όταν άντιμετωπίζω τέτοια γεγονότα, είμαι λιγότερο ελεύ θερος γιά μιά τέτοια άκριβώς έκσταση. Ρώτησα μιά μέρα τόν Μπουλέζ πού διεύθυνε τό Δάφνις καί Χλόη: «Δέν ξέρω ως ποιό βαθμό μπορεί τό αύτί σας νά καταγράψει κάθε όργανο». Καί μού λέει ό Πιέρ Μπουλέζ: «Δέν μπορώ νά έλέγξω παρά ένα 25 ή 30 τοίς εκατό», καί έχει ό Μπου λέζ ένα μουσικό αύτί άπό τά πιό λεπτά πού υπάρχουν· πρέπει λοιπόν νά είσαι τρομερά προ σεκτικός όταν διευθύνεις μιά όρχήστρα· άλλά κι όταν άκούς μουσική, πρέπει νά είσαι εξίσου προσεκτικός. Έστω καί μ’ ένα αύτί λιγότερο λε πτό άπό τού Μπουλέζ, χρειάζεται μιά τέτοια αύτοσυγκέντρωση πού προσωπικά τουλάχιστο μέσα σ’ ένα μουσείο δέν μπορώ νά δώ παρά ένα-δυό πίνακες καί σέ μιά συναυλία δέν μπορώ ν’ άκού-
Β. Σ. Νάιπουλ Ή πιό δυνατή λογοτεχνική φωνή τού σημερινού κόσμου Πέντε άπό τά καλύτερα μυθιστορήματα του πού τού έφεραν τήν παγκόσμια άναγνώριση καί τόν τοποθέτησαν στή λίστα τών υποψηφίων γιά τό βραβείο Νόμπελ, θά κυκλοφορή σουν σύντομα στά έλληνικά έπειτα άπό τό ειδικό συμβόλαιο συμφωνίας πού ύπογράφτηκε άνάμεσα στό συγγραφέα καί τόν Μπάμπη Γραμμένο (’Εκδόσεις Γλάρος). Ό Νάιπουλ, πού ή φωνή του είναι ένα μείγμα άπό Τζέημς Τζόυς καί Τζόζεφ Κόνραντ, θεωρείται ένας άπό τούς σπουδαιότερους σύγχρονους άνατόμους τού Τρίτου Κόσμου καί ταυτόχρονα ένας άπό τούς καλύτερους πεζογράφους πού έχει νά έπιδεί|ει ό σημερινός κόσμος. Τά πέντε μυθιστορήματά του θά κυκλοφορήσουν μέ τήν παρακάτω σειρά:
1. 2. 3. 4. 5.
Οί Αντάρτες Στην καμπή τού ποταμού Μιά σημαία στό νησί Μίγκουελ Στρήτ 'Ο κύριος Στόουν καί ή φαντασία του
’Αργότερα θ’ άκολουθήσουν καί άλλα μυθιστορήματα καί νουβέλες τού Νάιπουλ καθώς καί τά περίφημα δοκίμιά του γιά τίς άποικίες καί γιά τόν άγώνα τών λαών γιά τήν άνεξαρτησία τους.
_____ J
42/αφιερωμα
σω παρά ένα-δυό κομμάτια, τά άλλα... είμαι πά ρα πολύ κουρασμένος.
ή είναι μάλλον κάτι σάν τήν έπαναστατική πράξη, τήν προσήλωση πάνω στόν έαυτό μας πού κινδυνεύει σωματικά;
Κι όταν διαβάζετε; ΤΟ ίδιο πάλι. Μπορώ νά σάς πώ πώς χρειάστη κα δυό μήνες γιά νά διαβάσω τούς ’Αδελφούς Καραμαζόφ. Ήμουν ξαπλωμένος. Στην Ιταλία· διάβαζα μιά σελίδα κι ύστερα... έπρεπε νά σκεφτώ δυό ώρες, ύστερα ξανάρχιζα· είναι τρομερό, έξουθενωτικό. Αύτή ή έκσταση άπορροφά τόσο τόν έαυτό σας ώστε νά νιώθετε πώς χάνεστε; ΟΧΙ πώς χάνομαι, δέν φτάνω στό σημείο νά χά σω όλότελα τόν έαυτό μου, γιατί, μιά ορισμένη στιγμή, νιώθεις νά μουδιάζεις, συνέρχεσαι, άλλά πάντα κάτι σέ τραβά νά χάνεις τόν έαυτό σου. Ένώ ή έπαναστατική πράξη; ΠΙΣΤΕΥΩ πώς είναι κάτι τό άντίθετο, γιατί τότε πρέπει νά δράσεις. Καί μπροστά στό έργο τέχνης πρέπει νά δράσεις. Ή προσοχή πού χρειάζεται μπροστά του, είναι μιά δράση· άν δέν συνθέτω μέ τά ταπεινά μέσα πού διαθέτω τόν εσπερινό τής «Μακαρίας Παρθένου» τού Μοντεβέρντι τή στιγμή πού τόν ακούω κι άν δέν γράφω τούς ’Αδελφούς Καραμαζόφ ενώ τούς διαβάζω, δέν κάνω τίποτα.
Η ΠΡΩΤΗ διατύπωση είναι πιό σωστή. "Οταν γράφω δέν κινδυνεύω ποτέ· δέν κινδύνεψα ποτέ μου προσωπικά ή τουλάχιστο ποτέ μου σοβαρά. Οί έπιπτώσεις δέν ήταν ποτέ σωματικές. Δέν έγραψα ποτέ μου τίποτα πού νά γίνει άφορμή γιά νά μέ βασανίσουν, ή νά μέ φυλακίσουν ή νά μέ σκοτώσουν. Ά λλά πρόκειται γιά μιά λογοτεχνία πού τάραξε, πού έπηρέασε μιά ολόκληρη γε νιά. Ά ν χρειάζεται νά υπερβάλω, μπορώ νά πώ πώς δέν υπάρχει σήμερα στόν κό σμο ούτε ένας ομοφυλόφιλος πού νά μήν έχει έπηρεαστεϊ άμεσα ή έμμεσα στή σω ματική του μοίρα άπό τό έργο σας. ΠΡΩΤΑ πρώτα, καί γιά νά είμαστε προσεκτικοί, δέν μού πολυαρέσουν όσα λέτε. Υπάρχει κίνδυ νος νά άποκτήσω μιά σημασία πού, κατά τή γνώ μη μου, δέν έχω. Ύστερα νομίζω πώς γελιέστε έπίσης· όσα έγραψα δέν προκάλεσαν τήν άπελευθέρωση γιά τήν όποια μιλάτε, τό άντίθετο μάλιστα· ήρθε πρώτα ή άπελευθέρωση, πού συμ πίπτει σχεδόν μέ τήν κατοχή τής Γαλλίας άπό τή Γερμανία, ύστερα ή Άπελευθέρωση, ή ειρήνη κλπ. Αυτού τού είδους ή άπελευθέρωση τών συ νειδήσεων μού έπέτρεψε νά γράψω τά βιβλία μου.
Είναι λοιπόν μιά διπλή ένέργεια; ΝΑΙ. Δέν έχετε τήν εντύπωση πώς συμβαίνει κά τι τέτοιο; Ναί, άλλά καί ή έπαναστατική πράξη εί ναι μιά διπλή ένέργεια. ΤΑ μέσα όμως δέν είναι τά ίδια- στήν έπαναστα τική δράση παίζετε τή ζωή σας, στό έργο τέχνης καί στήν άναγνώρισή του άπό τούς άλλους παί ζετε ίσως τή φήμη σας άλλά ή ζωή σας δέν κιν δυνεύει. Ά ν άποτύχει ένα ποίημά σας, άν άποτύχει ένα κοντσέρτο σας, άν άποτύχει τό άρχιτεκτονικό σας έργο, θά σάς κοροϊδέψουν ίσως, ή θά χάσετε κάτι άπό τή φήμη πού άξίζει νά έχετε, άλλά δέν κινδυνεύετε καί νά πεθάνετε. "Οταν κάνετε έπανάσταση, κινδυνεύετε έσεϊς ό ίδιος καί συνάμα κινδυνεύει όλη ή έπαναστατική πε ριπέτεια. "Οταν γράφετε, είναι κάτι σάν μιά πράξη πού θ’ άναπλάσει τούς ’Αδελφούς Καρα μαζόφ, είναι κάτι σάν τήν έκσταση, σάν τήν προοδευτική έξάλειψη τού εαυτού σας
Επιμένω: είχαμε στή Γερμανία ένα νόμο πού άπαγόρευε τή σεξουαλική πράξη με ταξύ άνηλίκων, ώς τό 1968. Ή δίκη Ζενέ στό Αμβούργο έπαιξε άποφασιστικό ρόλο γιά τήν ελεύθερη έκδρση έργων μέ τολμη ρό περιεχόμενο. ΑΚΟΜΑ κι άν είχαν τά βιβλία μου κάποια άπήχηση, τό γράψιμο, ή περίεργη αύτή ένέργεια νά γράφεις άκόμα καί στή φυλακή, δέν μ’ επηρέα σε· οπότε υπάρχει κάποια δυσαναλογία ανάμεσα σέ ό,τι μού περιγράφετε γιά τήν επίδραση τών βιβλίων μου καί τό γράψιμο αυτών τών βιβλίων· τό γράψιμο μάλιστα, πού θά ήταν σχεδόν τό ίδιο άν είχα περιγράψει τούς έρωτες ένός νέου καί μιας κοπέλας, δέν ήταν γιά μένα κάτι τό τόσο δύσκολο. Αναρωτιέμαι μάλιστα άν δέν μεγαλο ποιούνται όλα αύτά· φαινόμενο πού οφείλεται στά τεχνικά μέσα κυκλοφορίας κάί άναπαραγωγής τών έργων. Πρίν διακόσα χρόνια, άν κά ποιος έφτιαχνε τό πορτρέτο μου, θά υπήρχε αυ τό καί μόνο. Τώρα, μιά φωτογραφία μου βγαίνει σέ διακόσες χιλιάδες καί περισσότερα μάλιστα άντίτυπα- έντάξει, αύτό όμως σημαίνει πώς έχω
αφιερωμα/43
περισσότερη σημασία; Ό χ ι, όχι περισσότερη σημασία, άλλα με γαλύτερο νόημα. ΑΛΛΑ τό νόημα άποκτά νέα μορφή, γίνεται διαφορετικό. Τό χειρόγραφο των 120 ήμερων στά Σόόομα τού Μαρκήσιου ντε Σάντ, καταχωνια σμένο σ’ έναν τοίχο τής Βαστίλλης, ήταν ανύπαρκτο, όπως είπε ό Σάρτρ· άλλά άπό τή στιγμή πού τυπώθηκε σέ βιβλίο τσέπης, έπηρεάζει ένα ολόκληρο πλήθος. ΝΟΜΙΖΕΤΕ πώς ό Μαρκήσιος ντέ Σάντ άπελευθέρωσε τά τέλη τού 18ου αιώνα χάρη στό έργο του καί τόν τρόπο τής ζωής του; Έγώ νομίζω άντίθετα πώς τά πρώτα σκιρτήματα μιάς πολύ διαφωτιστικής ήδη ελευθερίας τήν έποχή τών έγκυκλοπαιδιστών, στό δεύτερο μέρος τού 18ου αιώνα, έπέτρεψαν νά εμφανιστεί τό έργο τού Σάντ. Ζάν Ζενέ
Διαβάζοντας τά έργα σας, άνακαλύπτομε ένα μεγάλο θαυμασμό γιά τήν όμορφη κτηνωδία, τήν κομψή κτηνωδία. ΝΑΙ, άλλά μήν ξεχνάτε πώς ήμουν τριάντα χρονώ όταν έγραψα τά βιβλία μου καί σήμερα είμαι έξήντα πέντε.
Δεν ξέρω τήν οικογένεια μου Εκείνος ό θαυμασμός πού είχατε, καί πού τόσο μέ είχε ξαφνιάσει, γιά τό δολοφόνο, τόν Χίτλερ, τά στρατόπεδα συγκέντρω σης, έσβησε πιά; ΝΑΙ καί όχι. Έσβησε άλλά τή θέση του δέν πήρε κάτι άλλο, υπάρχει κενό. Είναι πολύ περίεργο γιά όποιον ζεί αύτό τό κενό. Τί σήμαινε αύτή ή γοητεία μπροστά στά κτήνη ή τούς δολοφόνους ή τόν Χίτλερ; Γιά νά μιλήσω πιό στεγνά, ίσως καί πιό άπλά, σάς θυμίζω πώς δέν έχω ούτε πατέρα ούτε μητέρα, μέ άνέθρεψε ό οργανισμός Κοινω νικής Πρόνοιας, έμαθα άρκετά νέος πώς δέν ήμουν Γάλλος καί πώς δέν άνήκα στό χωριό μου. Μεγάλωσα στήν κεντρική Γαλλία. Τό έμαθα πο λύ κουτά καί χωρίς νά τό καταλάβω καλά καλά· ό δάσκαλός μάς ζήτησε μιά μέρα νά γράψομε μιά μικρή έκθεση· κάθε μαθητής έπρεπε νά περιγράψει τό σπίτι του· έτυχε ή δική μου περιγραφή, άπ’ ό,τι είπε ό δάσκαλος, νά είναι ή πιό όμορφη. Τή διάβασε σ’ όλη τήν τάξη κι όλα τά παιδιά άρχισαν νά μέ κοροϊδεύουν: «Μά, δέν είναι τό
σπίτι του αυτό, είναι τού δρόμου αυτός», καί τό τε βρέθηκα μπροστά σ’ ένα κενό, ένιωσα νά τα πεινώνομαι. ’Απότομα έγινα τόσο ξένος. ’Α! δέ φτάνει αύτή ή λέξη· τό μίσος γιά τή Γαλλία δέν είναι τίποτα, θά ’πρεπε όχι νά μισήσω, άλλά κά τι παραπάνω, νά τήν ξεράσω τή Γαλλία· τέλος πάντων... καί τό γεγονός πώς ό γαλλικός στρα τός, ό,τι πιό ξεχωριστό υπήρχε στόν κόσμο πρίν τριάντα χρόνια, συνθηκολόγησε μπροστά στά στρατεύματα ένός αυστριακού λοχία, έ! αύτό πιά κι άν μ’ έκανε νά χαρώ! Είχα πιά εκδικηθεί, άλλά ξέρω καλά πώς δέν είμαι έγώ αύτός πού προκάλεσε αύτή τήν έκδίκηση, δέν είμαι έγώ ή αιτία αύτής τής έκδίκησης. Οί άλλοι τήν προκάλεσαν, ένα ολόκληρο σύστημα· ήξερα έπίσης πώς έπρόκειτο γιά μιά σύγκρουση στά πλαίσια τού κόσμου τών λευκών, πού μέ ξεπερνοϋσε σέ μεγά λο βαθμό· άλλά ή γαλλική κοινωνία έπιτέλους πήρε ένα καλό μάθημα καί δέν μπορούσα παρά ν’ άγαπώ αύτόν πού έδωσε ένα τόσο σοβαρό μά θημα στή γαλλική κοινωνία. Έ τσι λοιπόν ήμουν ύπερ-ικανοποιημένος γιά ό,τι έγινε άλλά καί άπό τό μέγεθος τής τιμωρίας πού γνώρισε ή Γαλ λία· μέσα σέ λίγες μέρες ό γαλλικός στρατός άλ λά κι ό γαλλικός πληθυσμός βρέθηκαν άπό τά γερμανικά στά ισπανικά σύνορα. 'Όταν ένα έθνος δίνει τόση σημασία στίς στρατιωτικές άρετές, τότε άναγκάζεσαι νά πεις πώς ή Γαλλία τα πεινώθηκε καί δέν μπορούσα παρά νά λατρεύω αύτόν πού προκάλεσε τήν ταπείνωση τής Γαλ λίας. Ύστερα άπ’ δλα αύτά δέν μοϋ έμενε παρά νά βρεθώ κοντά σ’ δσους καταπίεζαν γιά τό
44/αφιερωμα
χρώμα τους κι εκείνους πού επαναστατούσαν κατά τών λευκών. Είμαι ίσως ένας μαύρος πού έχει άσπρο ή ροδαλό δέρμα, άλλα είμαι μαύρος. Δεν ξέρω ποια είναι ή οικογένεια μου. ΟΕ «Μαύροι Πάνθηρες» σάς δέχτηκαν παρ’ όλο τό λευκό σας δέρμα; ΑΜΕΣΩΣ. Πολλές φορές άναρωτήθηκα. Ήμουν όλομόναχος, δέν υπήρχε ούτε ένας λευκός, ήμουν εκεί, άνάμεσά τους, δυό ολόκληρους μή νες, κι ύστερα ή αστυνομία έστειλε ένα χαρτί στούς «Πάνθηρες» · οι μπάτσοι μοΰ ζητούσαν νά παρουσιαστώ κι έγώ δέν ξέρω πού. ΟΕ «Πάνθη ρες» μού είπαν: «Καλύτερα νά φύγεις, γιατί θά έχομε φασαρίες». Έφυγα. ’Αλλά γιά δυό μήνες ήμουν όλομόναχος άνάμεσά τους. Έτρωγα μαζί τους. Έλεγα: «Μά δέν μπαφιάσαν νά βλέπουν έναν λευκό πάντα μαζί τους;» ’Αλλά φαίνεται πώς όχι. Ξανάδα τήν Άντζελα Νταίηβις πρίν τρεις μήνες. Τής λέω: «Κατατρομάξαμε γιά σάς». Καί μού λέει: «Καί μεΐς τό ίδιο, γιά σάς». Μού μίλησε γιά εκείνη τη στιγμή, τότε στήν προκα ταρκτική δίκη τού Μπόμπυ Σήλ, ήμουν κι έγώ έκεϊ, όταν συνέλαβαν τόν Ντέιβιντ Χίλλιαρντ πού άντικαθιστούσε τόν Μπόμπυ Σήλ εκείνο τόν καιρό. Έκεϊ πού μού έδειχνε κάποιο χαρτί, τόν κύκλωσαν οί μπάτσοι, τόν πιάσανε, κι είδα πώς θά μιλούσε καί φώναξα, είπα στά γαλλικά: «Ντέιβιντ, Ντέιβιντ, τσιμουδιά, σώπα!» καί φο βήθηκα πολύ. Παραξενεύτηκα πού κανένας δέν πήγε νά έπέμβει· πήγα νά βρώ ένα δικηγόρο καί τού είπα, είχε γένια σάν καί σάς, ξέρετε πώς δέν φοράνε τήβενο οί άμερικάνοι δικηγόροι, τόν έπιασα από τούς ώμους καί τού λέω: « Γιά άκούστε, κάντε κάτι.... εμποδίστε...» κι αύτός έβαλε νά μέ πιάσουν. Είχα πέσει έξω, ήταν ό εισαγγε λέας. Δέν καταλάβαινα τ’ άγγλικά, τό κατάπια, μέ πιάσανε άλλά πολύ ευγενικά, μ’ έβγαλαν έξω, σχεδόν ζητώντας μου νά βγώ. Τί διαφορετική μεταχείριση! Θά σάς πώ τί είχε γίνει: φτάνομε στήν αίθουσα τού δικαστηρίου στό Νιού Χέιβεν. Ήμουν μέ τούς «Πάνθηρες», δηλαδή καμιά δε καριά μαύροι κι ένας λευκός, ένας λευκός εξην τάρης γέρος, δηλαδή έγώ, σ’ ένα πολύ μικρό δι καστήριο. 'Υπήρχαν δυό-τρεϊς σειρές μέ καρέ κλες μπροστά στήν έδρα καί πιό πίσω κάτι μπάγ κοι καί πάνω στούς μπάγκους ήταν μαύροι. Έτυχε στήν πρώτη σειρά νά υπάρχει μιά άδεια θέση κι έγώ τραβούσα κατά κεϊ χωρίς νά τό κα ταλαβαίνω καλά καλά, καί μόνο όταν κοίταξα γύρω μου, προτού κάτσω, είδα τόν Ντέιβιντ Χίλλιαρντ στό βάθος πέρα. Είπα: «Έρχομαι μαζί σας» κι ό μπάτσος... τού ’δωσα μιά πάνω στό χέρι, είπα: «Παράτα με!» καί μ’ άφησε, άλλά τί τά θέτδ, καταλάβαινα τή διαφορά. Καί κάτι άλ λο: όταν βγήκε ό Ντέιβιντ, άφησε ένα βαλιτσάκι
μέ σημειώσεις μέσα κι ένας μαύρος μπόρεσε νά τό βγάλει έξω στό διάδρομο, άλλά έπρεπε τώρα νά τό βγάλουν κι άπό τό δικαστήριο· έντάξει, καί σέ ποιόν έδωσαν τό βαλιτσάκι; σέ μένα γιατί ξέρανε πώς θά τούς ψάξουν έκείνους όταν θά βγαΐναν άπό τό δικαστήριο, όχι όμως έμένα, όπως κι έγινε.
Οί «Μαύροι Πάνθηρες»; μιά ποιητική επανάσταση Είπατε πώς οΕ «Πάνθηρες» έκαναν μιά ποιητική έπανάσταση; ΚΑΙ βέβαια! Πρίν σάς μιλήσω γι’ αυτό, θά ήθε λα νά συμφωνήσομε, άν γίνεται. Φαίνεται πώς υπάρχουν δυό είδη έπικοινωνίας τουλάχιστο: μιά ορθολογική, συνειδητή έπικοινωνία. Συμφω νείτε πώς αύτός έδώ ό άναπτήρας είναι μαύρος; Ναί. ΝΑΙ. Κι ύστερα, υπάρχει μιά έπικοινωνία λιγό τερο σίγουρη καί όμως σαφής. Θά σάς ρωτήσω τώρα, άν θέλετε, γιά ένα στίχο τού Μπωντλαίρ: «μαβιά μαλλιά, όλοτέντωτη τών σκοταδιών παν τιέρα». Σάς άρέσει; Ναί. ΚΑΙ έπικοινωνοΰμε. 'Ωραία, υπάρχουν λοιπόν τουλάχιστο δυό είδη έπικοινωνίας· ή μιά έλέγχεται καί ή άλλη δέν έλέγχεται. Ή δράση τών «Πανθήρων» ανήκε στήν άνεξέλεγκτη έπικοινωνία. ’Ήμουν σ’ ένα ταξί στό Σάν Φραντσίσκο, οδηγούσε ένας μαύρος καί τού λέω: «Σάς άρέσουν οί “Πάνθηρες” ;» καί μού λέει: «Δέν μ’ άρέσουν, άλλά τούς θαυμάζω». Ή ταν πενήντα χρονώ. Κι όμως τού άρέσανε κι αύτουνού. Δέν μπο ρείς νά θαυμάζεις χωρίς ν’ άγαπάς, άλλά δέν μπορούσε νά τό πει, γιατί άπωθούσε τίς εικόνες πού είχε σχηματίσει γιά τή βία. Έλεγαν πώς εί χαν ρημάξει τόν κόσμο, πώς είχαν σκοτώσει· εί ναι άλήθεια, είχαν σκοτώσει μερικούς μπάτσους, μερικούς λευκούς. ”Ας είναι, άλλά ή βία τους δέν ήταν χειρότερη άπ’ ό,τι μέ τούς Άμερικάνους στό Βιετνάμ, τήν Κορέα ή άλλού. "Ήταν μιά έπα νάσταση πού είχε ένα συγκινησιακό καί όλο πά θος χαρακτήρα- οπότε, δέν υπάρχει καμιά σχέ ση... έχει ίσως κάποια σχέση, άλλά διακριτική, μέ έπαναστάσεις πού γίνονται άλλού άλλά δια φορετικά. Ή έπανάσταση όπως τήν άντιλαμβάνεστε, έχει άναλογίες μέ τήν έπανάστασή τους;
αφιερωμα/45
ΟΧΙ, όχι. Οι «Πάνθηρες» τή ζούσαν μ’ ένα πά θος πού μάς λείπει, κι αύτό τό πάθος δέν είχε άφορμή την καταγωγή τους άπό την ’Αφρική, ή έπειδή ήταν μαύροι, άλλά, άπλούστατα, γιατί ένιωθαν άποδιωγμένοι, ήταν στό περιθώριο, κι αύτό έπί τέσσερις αιώνες· τούς έδενε ή έκφραση «μπράδερς - αδέλφια», αύτή ή άδελφοσύνη δέν είναι δυνατή άν μιλήσομε γιά μιά γενική επανά σταση. ’Ά ς είναι, έτσι νομίζω. Δέν μπορούμε νά μιλάμε γι’ αύτά άν δέν έχομε πολύ καιρό μπρο στά μας. Διαπιστώνομε πώς υπάρχει μιά άπόσταση άνάμεσα σέ ποιητικές, καλλιτεχνικές έπαναστάσεις καί κοινωνικές επαναστάσεις. ΑΥΤΟ πού λένε ποιητικές ή καλλιτεχνικές επα ναστάσεις δέν είναι άκριβώς επαναστάσεις. Δέν πιστεύω πώς άλλάζουν τήν παγκόσμια τάξη. ’Αλλά ούτε άλλάζουν τή θεώρηση πού έχομε γιά τόν κόσμο. Λεπταίνουν αύτή τή θεώρηση, τή συμπληρώνουν, τήν κάνουν πιό πολύπλοκη, άλ λά δέν τή μεταλλάζουν μονομιάς, όπως γίνεται μέ μιά κοινωνική ή πολιτική επανάσταση. "Αν στή συνέχεια τής συζήτησής μας μιλήσομε γιά καλλιτεχνική επανάσταση, άς ξεκαθαρίσομε με ταξύ μας πώς χρησιμοποιούμε μιά έκφραση κά
πως έξαντλημένη, κάπως όκνηρή. 'Όπως σάς εί πα, οί πολιτικές έπαναστάσεις σπάνια άνταποκρίνονται, θά μπορούσα νά πώ δέν άνταποκρίνονται ποτέ, στίς καλλιτεχνικές έπαναστάσεις. "Οταν οί επαναστάσεις πετυχαίνουν μιά πλήρη κοινωνική άλλαγή, βρίσκονται μπροστά σ’ αύτό έδώ τό πρόβλημα: πώς νά δώσουν μιά έκφραση, πώς νά έκφράσουν μέ τόν πιό κατάλληλο τρόπο τήν έπανάστασή τους. Νομίζω πώς όλοι οί έπαναστάτες χρησιμοποι ούν τά πιό κλασικά μέσα τής κοινωνίας πού άνατρέψανε ή πού θέλουν ν’ άνατρέψουν. "Ολα γίνονται σάν νά έλεγαν οί έπαναστάτες: «Θά αποδείξομε στό καθεστώς πού ανατρέψαμε πώς είμαστε έξίσου ικανοί νά τά καταφέρομε». Κι άρχίζουν νά μιμούνται τίς άκαδημαϊκές συνταγές, μιμούνται τήν έπίσημη ζωγραφική, τήν έπίσημη άρχιτεκτονική, τήν έπίσημη μουσι κή. Πολύ άργότερα αντιμετωπίζουν μιάν έπανάσταση πολιτιστική, όπως λένε, καί τότε στρέφον ται όχι πιά στά άκαδημαϊκά πρότυπα άλλά στήν παράδοση καί σέ νέες μορφές γιά νά άξιοποιήσουν τήν παράδοση. Δέν ύπάρχει έξαίρεση σ’ αύτό τόν κανόνα; Ό Δαντών; ό Σαίν Ζύστ;
ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΒΙΒΛΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ
nVPINOE ΚΟΣΜΟΣ
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 33 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ. 3602883
ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ·ΙΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΟΓΚΑ* ΙΝΔΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΙΔΕΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ
46/αφιερωμα
Ο ΔΑΝΤΩΝ, όχι! Δέν νομίζω πώς ό Δαντών πλησίασε μιά όποιαδήποτε επαναστατική έκφρα ση, δηλαδή ένα νέο τρόπο γιά νά νιώσει τόν κό σμο καί νά τόν έκφράσει. Ό Σαίν-Ζύστ, ίσως. "Οχι στις διακηρύξεις του, άλλά στίς δυό έπεμβάσεις του σχετικά μέ τή θανατική καταδίκη τοϋ Λουδοβίκου ΙΣ Τ . Τό ύφος του θυμίζει τό ύφος τού 18ου αιώνα, άλλά μέ τί τουπέ! Ό ρυθμός, ή σύνταξη, ή γραμματική, δλα άνήκουν στό 18ο αιώνα. ’Αλλά αύτή ή σύνταξη δείχνει παραμορ φωμένη, οπωσδήποτε τήν άλλοιώνουν οί τολμη ρές του άπόψεις. Ά ν θέλετε, χρησιμοποίησε μιά πολύ βίαιη ευγενική γλώσσα. Άλλά ή λογοτε χνία, δπως μέ τόν Ντιντερό, καμιά φορά καί μέ τό Μοντεσκιέ, ήταν αρκετά βίαιη. Ό Σαίν-Ζύστ λέει στή δεύτερη επέμβασή του: «Ά ν ό βασιλιάς έχει δίκιο, είναι ό νόμιμος ήγεμόνας, τότε πρέ πει νά σκοτώσομε τό λαό πού επαναστάτησε έναντίον του· άν πάλι ό νόμιμος ήγεμόνας είναι ό λαός καί ό βασιλιάς είναι ό σφετεριστής, πρέ πει τότε νά σκοτώσομε τό βασιλιά». Είναι κάτι πρωτόφαντο. Κανένας δέν τολμούσε νά μιλά μ’ έναν τόσο άμεσο τρόπο. Στίς διάφορες γαλλικές έπαναστάσεις, υπήρξαν άλλες στιγμές ποιητικής επανά στασης, καλλιτεχνικής επανάστασης; ΟΧΙ. Βέβαια είχαμε τήν παρισινή Κομούνα. Πράγματι δλος ό παρισινός λαός είχε πάρει τήν εξουσία. Είναι κάτι πολύ συγκινητικό καί ώραΐο, άλλά ό μόνος καλλιτέχνης πού θέλησε νά υπηρετήσει τήν επανάσταση σάν καλλιτέχνης καί σάν επαναστάτης συνάμα είναι ό Κουρμπέ, πού είναι ένας μεγάλος ζωγράφος, άλλά όχι ένας ζω γράφος πού άπαρνήθηκε τή ζωγραφική τού και ρού του. Ό Βίκτορας Ούγκώ καμάρωνε επειδή τά παρισινά χυτήρια είχαν χύσει ένα κανόνι μέ τό όνομά του. Δοκίμασε νά καταλάβει. Λίγοπολύ κατάλαβε, άν καί τρόμαξε λιγάκι άπό τίς διαστάσεις πού πήρε ή παρισινή Κομούνα. Ά λ λά σάν λογοτέχνης δέν άλλαξε. Ή Κομούνα κρά τησε τόσο λίγο πού δέν μπορούσε ν’ άλλάξει καί πολλά. Ό σ ο γιά τήν έπανάσταση τού 1848, τί τής χρωστάμε; Λένε πώς ό Μπωντλαίρ ήταν στά οδοφράγματα, άλλά ό Μπωντλαίρ είχε ήδη γρά ψει τά πιό ώραία ποιήματα γιά τά ’Άνθη τοϋ κα κού. Στήν έπανάσταση τού ’48 χρωστάμε τήν Α ι σθηματική άγωγή. Ά λλά αύτό τό βιβλίο τό γρά φει ό Φλωμπέρ, πού δέν ήταν καθόλου μέ τήν έπανάσταση. "Ενας νέος τρόπος αίσθησης τών πραγμάτων, πού έδειχνε, στό τέλος τού πολέμου, ν’ άντιστοιχεΐ μέ τή σοβιετική έπανάσταση, ήταν ό σουρεαλισμός. Άλλά οί σουρεαλιστές πολύ γρήγορα διέκοψαν τίς σχέσεις τους, όχι μόνο μέ τή Σοβιετική Ένωση -ήταν τότε πού ό Άραγκόν είχε γράψει: «Μόσχα, ή ξεκουτιάρα»- άλλά καί
μέ τό Φρόυντ, πού δέν τούς κατάλαβε. Ή συ νάντησή του μέ τόν Μπρετόν δείχνει πώς δέν τόν ένδιέφερε καθόλου ό σουρεαλισμός καί δέν έβλε πε τήν ψυχανάλυση νά έξυπηρετεΐ ποιητικούς στόχους καί μόνο. Ταξιδέψατε στή Σοβιετική "Ενωση; ΟΧΙ, ποτέ. Κι όμως σάς καλέσανε νά πάτε; ΟΧΙ. Ό Σάρτρ μού είχε προτείνει νά τόν συνο δέψω· νομίζω πώς φοβόταν μήπως μπαφιάσει μόνος του· άν πηγαίναμε μαζί, θά σπάζαμε πλά κα· άλλά δέν μέ είχαν καλέσει· ίσως καί νά μή μού δίναν θεώρηση. Γιατί δέν δοκιμάσατε; ΘΑ μπάφιαζα, φοβάμαι. Μήπως βλέπετε στό κουβανέζικο πείραμα μιά ευκαιρία γιά «ποιητική καί καλλιτε χνική έπανάσταση»; ΟΧΙ, γιατί όταν ό Κάστρο έβλεπε τή λογοτεχνία καί τή μοντέρνα ζωγραφική στή Δύση, στήν Ευ ρώπη, βέν τίς έβλεπε παρά άπό τήν Κούβα, άλλά ήταν ήδη άκαδημαϊκά σχήματα, τίς άνα-γνώριζε, ένώ τίς καθαυτό πρωτότυπες μορφές τους μέσα στήν ίδια τήν Κούβα, δέν τίς είχε άναγνωρίσεί. ΤΗταν νά ταξιδέψετε στήν Κούβα, άλλά πάλι δέν δεχτήκατε; ΟΤΑΝ ό υπεύθυνος τών μορφωτικών σχέσεων μέ είχε καλέσει, είπα: «Ναί, θέλω νά πάω στήν Κούβα, άλλά μ’ έναν δρο: Θά πληρώσω τό ταξί δι μου, θά πληρώσω τή διαμονή μου καί θά πάω όπου θέλω, θά μείνω δπου θέλω»· καί είπα ακό μα: «Ναί, θέλω νά πάω έκεϊ, άν είναι πράγματι μιά έπανάσταση δπως τή φαντάστηκα, δηλαδή άν δέν ύπάρχουν πιά σημαίες, γιατί ή σημαία σάν σημείο άναγνώρισης, σάν έμβλημα πού συγ κεντρώνει γύρω του τούς άλλους, κατάντησε μιά θεατρικότητα πού ευνουχίζει, πού σέ άφανίζει κι ό έθνικός ύμνος; "Αντε ζήτα του λοιπόν νά μήν υπάρχει πιά κουβανέζικη σημαία, μήτε κου βανέζικος έθνικός ύμνος». Μού λέει: «Έπεσες έξω, γιατί τόν έθνικό μας ύμνο τόν έγραψε ένας μαύρος». Στήν Κούβα υπάρχει μιά ιδέα τού θανά του· «Πατρίδα ή Θάνατος», έσεϊς τί λέτε; ΑΥΤΟ μού φαίνεται πολύ σπουδαίο, γιατί δχι
αφιερωμα/47
μόνο ένας καλλιτέχνης άλλα όποιος νά ’ναι απο κτά τίς πραγματικές του διαστάσεις άφοΰ πεθάνει. Μιά τέτοια έννοια έχει, πιστεύω, ό στίχος τού Μαλλαρμέ: «άτόφιος όπως ήταν, έτσι τόν θέ λει πιά ή αιωνιότητα». Ό θάνατος μεταμορφώ νει τά πάντα, οί προοπτικές άλλάζουν· όσο ζεΐ ένας άνθρωπος, όσο μπορεί ν’ άλλοιώνει τη σκέ ψη του, όσο μπορεί, ζώντας άκόμα, νά ξεγελά, όσο μπορεί νά δοκιμάζει νά κρύψει τήν πραγμα τική του προσωπικότητα, παίρνοντας άρνητική ή θετική στάση, δέν ξέρομε καλά καλά ποιος εί ναι αυτός ό άνθρωπος. ’Αφού πεθάνει, άδειάζει ή φούσκα. Ό άνθρωπος είναι πιά κάτι καθορι σμένο καί βλέπομε άλλιώτικα τήν εικόνα του.
Ό Μάης τού ’68, μιά άκίνδυνη θεατρικότητα Γιά σάς λοιπόν μιά συνέντευξη πού κατα γράφεται στό μαγνητόφωνο είναι κάτι σάν νά πεθαίνεις, κάτι πού δέν άλλάζει πιά. ΟΧΙ, τό άντίθετο μάλιστα, γιατί-αύτή τή στιγμή έτσι πού κουβεντιάζομε, σάς δίνω μιά πιό παρα δεκτή εικόνα, μιά εικόνα πού ταιριάζει πιό πολύ στά κέφια μου αύτή τή στιγμή, μέ κάποιο τρόπο ύποκρίνομαι. "Οταν σάς μιλώ, εδώ μπροστά στό μικρόφωνο, δέν είμαι όλότελα ειλικρινής. Θέλω νά δώσω μιά εικόνα τού έαυτοΰ μου. Καί δέν μπορώ νά πώ άκριβώς ποιος είμαι ούτε τί επιθυ μώ, γιατί είμαι σάν όλους τούς άλλους, ουσια στικά μεταβλητός. Βλέπετε στό κίνημα τού Μάη ’68 τή δυνα τότητα μιάς επανάστασης όπως τή φαντά ζεστε; ΟΧΙ, όχι, γράψανε πολλά γι’ αύτό τό Μάη, μιλή σανε γιά μιμόδραμα, αύτό μοϋ φαίνεται άρκετά σωστό. Μερικοί άπό τούς πιό άδιάντροπους φοι τητές είχαν καταλάβει τό θέατρο «Όντεόν». Πή γα τότε δυό φορές σ’ αύτό τό θέατρο, καί τήν πρώτη φορά, ύπήρχε μιά κάποια βία, άλλα πού είχε κάποια μαγεία. Προσέξτε: εδώ είναι ή αί θουσα- οί επαναστάτες, όλοι αύτοί οί τύποι, οί φοιτητές ήταν εκεί, πάνω στή σκηνή είχαν σχε δόν ξαναστήσει ένα-κανονικό δικαστήριο, δηλα δή ένα μεγάλο τραπέζι μέ τόν εκπρόσωπο τής ’Ιδέας μπροστά ή πίσω, καί στις δυό πλευρές ήταν διάφορες ομάδες πού άμφισβητουσαν ή συμφωνούσαν μέ τήν ’Ιδέα τού εκπροσώπου. ’Απέναντι τους ήταν τό κοινό, στά θεωρεία ή στά καθίσματα τής σάλας, καί πού συμφωνούσε πάνω-κάτω, είτε χαλούσε τόν κόσμο, είτε κλπ.
«"Ενα λάβαρο, μιά θεατρικότητα πού ευνουχίζει»
Τή δεύτερη φορά πού βρέθηκα στό «Όντεόν», τό Μάη τού ’68, όλη αύτή ή βία είχε εξαφανιστεί, δηλαδή τίς λέξεις πού ξεκινούσαν άπό τή σκηνή τίς δεχόταν τό κοινό, καί πρέπει νά τό πούμε κοινό, κι αύτές οί λέξεις πού ήταν πότε πότε συνθήματα ξαναγυρνοϋσαν πίσω σάν τήν ήχώ άπό τή σκηνή στό κοινό, άπό τό κοινό στή σκη νή, καί πάντα όσο πήγαινε πιό ξεφτισμένες. Τε λικά οί φοιτητές είχαν καταλάβει ένα θέατρο. Τί είναι ένα θέατρο; Καί πρώτα πρώτα τί είναι ή έξουσία; Νομίζω πώς ή εξουσία δέν μπορεί νά κάνει χωρίς θεατρικότητα ποτέ της. Καμιά φορά ή θεατρικότητα άπλουστεύεται, κι άλλοτε πάλι άλλάζει, άλλά πάντα ύπάρχει θεατρικότητα. Ή έξουσία προστατεύεται άπό τή θεατρικότητα, στήν Κίνα, στή Σοβιετική Ένωση, στήν ’Αγγλία, στή Γαλλία, παντού, ή θεατρικότητα κυριαρχεί. Ό Ζισκάρ ντ’ Έσταίν ισχυρίζεται πώς έξαφάνισε τή θεατρικότητα, ένώ στήν πραγματικότητα μεταμόρφωσε τή θεατρικότητα τής Τρίτης Γαλλι κής Δημοκρατίας σέ μιά θεατρικότητα κάπως πιό συγχρονισμένη, σουηδικού ή καναδικού μά λιστα τύπου: πηγαίνει μέ τά πόδια στή λεωφόρο των Ήλυσίων Πεδίων, κάτι τέτοια άς πούμε. 'Υπάρχει ένας χώρος στόν κόσμο όπου ή θεατρι κότητα δέν κρύβει καμιά έξουσία, είναι τό ίδιο τό θέατρο. "Οταν ό ήθοποιός σκοτώνεται πάνω στή σκηνή άπό κάποιον, ξανασηκώνεται μιά χα ρά, χαιρετά τό κοινό καί ξαναρχίζει τήν άλλη μέρα τήν ίδια σκηνή, τίς ύποκλίσεις στό κοινό
48/αφιερωμα
κλπ. Χωρίς απολύτως κανένα κίνδυνο. Τό Μάη τού ’68 οί φοιτητές είχαν καταλάβει ένα θέατρο, δηλαδή ένα χώρο όπου δέν χωρά καμιά εξουσία, όπου ή θεατρικότητα καί μόνο υπάρχει άκίνδυνα. ”Αν είχαν καταλάβει τό δικαστικό μέγαρο -άφήστε πού θά ήταν κάτι πολύ πιό δύσκολο, επειδή τό μέγαρο αύτό φρουρείται καλύτερα άπό τό θέατρο τού «Όντεόν», άλλά κυρίως θά είχαν άναγκαστεϊ νά στείλουν κάποιους φυλακή, νά βγάλουν άποφάσεις. Τότε θά ’ρχιζε μιά έπανάσταση. Άλλά δέν έκαναν κάτι τέτοιο. Μοϋ φαίνεται σκληρό όταν σάς άκούω νά λέτε πώς οί έπαναστάτες ή οί φοιτητές τού Μάη, στό δικαστικό μέγαρο, θά έπρεπε νά φυλακίσουν άλλα άτομα. ΑΣ καταστρέφουν λοιπόν τίς φυλακές, άλλά άς έβγαζαν άποφάσεις κι άς άποφάσιζαν εκτελέ σεις.
ΠΩΣ! Τό έκαναν οί Κινέζοι στήν περίπτωση τού τελευταίου αύτοκράτορα Μαντσού: τόν μετέτρε ψαν σέ κηπουρό. Κι αύτό σάς φαίνεται πιό προοδευτικό άπό τή θανατική ποινή εναντίον τού Λου δοβίκου ΙΣΤ'; ΟΧΙ, άλλά πιό ειρωνικό· άλλά καί στίς δυό περι πτώσεις εκμηδενίζεις τήν ιδέα τής κυριαρχίας ενός άνθρώπου. 'Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' ήταν πολύ ικανός στίς δουλειές τού χεριού. "Οπως ξέρετε, ήταν κλειδαράς. Ά ν ή γαλλική επανάσταση τόν έκανε έναν καλό ή μέτριο κλειδαρά, θά ήταν εξί σου ώραΐο μέ τήν καρατόμησή του· άλλά οί πολι τικές δυνάμεις στήν έποχή τής Τρομοκρατίας, στά 1791-93, ήταν τέτοιες πού έπρεπε ή νά τόν καταδικάσουν σέ θάνατο ή νά τόν έξορίσουν· άλλά ή εξορία ήταν κάτι τό πολύ επικίνδυνο.
Στήν περίπτωση τού Σαίν-Ζύστ μπορεί νά προτείνει κανείς μιά θανατική ποινή. Δέν υπάρχει ή δυνατότητα μ’ έναν τρόπο εξί σου τολμηρό νά προχωρήσομε σέ κάτι πιό προοδευτικό άπό μιά θανατική καταδίκη;
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Μανος Χ ατζιδάκις
Μυθολογία Ά νδρεας Ε μ πειρικός
Αργώή Πλους ’Αεροστάτου Γιώργος Χειμωνάς
Πεισιστρατος Δημήτρης Καλοκύρης
Τό Μετεωρο Σώμα Οδυσσεας Έ λύτης
Γιατί είναι εξίσου ωραίο νά κάνεις κά ποιον κηπουρό ή κλειδαρά ή νά τόν καρα τομήσεις; ΕΙΝΑΙ εξίσου ωραίο γιατί τό ζήτημα δέν είναι νά έξάρομε τό θάνατο, δπως στήν περίπτωση τού
Γιώργος Χρονάς
Ιστορίες τού Καζαμία
Γιώργος Χουλιάρας
Λουκιανού
Ή Άλλη Γλώσσα
Άληθινη Ιστορία
Ν. Δ . Καροΰζος
Μαρία Κυρτζάκη
Φαρέτριον Τίτος Πατρίκιος
Αντιδικίες Ν. Ά . Ά σλάνογλου
’Ωδές στόν Πριγκηπα Μάρκος Μέσκος
Αναφορά στον Άνδρέα ’Εμπειρικό Μαύρο Δάσος Μάνος ’Ελευθερίου
Μαθήματα Μουσικής - Τά Ξόρκια Πάνος θεοδω ρ ίδη :
Στην Αγκαλιά τή: Ντεζιρέ Νίκος Έ γγονόπουλος
Ό Καραγκιόζη: Σ. Κακίσης - Στ. Κουμανούδης
Ήρώνδας Νάνος Βαλαωρίτης
Ό Διαμαντένιος Γαληνευτής
Νάσος Θεοφίλου
Ελληνορωμαϊκή Πάλη
Γιάννης Πατίλης
ΗΓυναικα μέ τό Κοπάδι Βύρων Λεοντάρης
Ψυχοστασία Ά ρ η ς Αλεξάνδρου
Ό Λόφος μέ τό Σιντριβάνι Τόλης Καζαντζής
Οί Πρωταγωνιστές Γιάννης Πάνου
Μή Καπνιστής σέ Χώρα Καπνιζοντων Άπο τό Στόμα τής Παλιάς Γιάννης Βαρύέρης Remington ’Αναπήρων Πολέμου Γιώργος Ίωάννου
Τά Χίλια Δέντρα ’Αλεξάνδρα Δεληγιώργη
Οί Φωνές Ά ντώ νη ς Σουρούνης
Μερόνυχτα Φραγκφουρτης
τ
ύψιλον δίδλία
αφιερωμα/49
Λουδοβίκου ΙΣΤ', άλλά νά γελοιοποιήσομε την ιδέα τής κυριαρχίας ένός ανθρώπου πάνω στους άλλους. Γιά σάς, δεν υπάρχει μιά καθαυτή ομορ φιά δταν καρατομούν κάποιον; ΣΤΗΝ περίπτωση των έπαναστατών, δεν ξέρω άν μπορούμε νά μιλήσομε γιά ομορφιά, γιατί ήταν ήδη στήν εξουσία. Καί ξέρετε πώς δταν ό Πομπιντού δέν έδωσε χάρη στους Μπυφέ καί Μποντάν, τούς δυό-δολοφόνους, δέν ήταν καί κάτι πολύ ωραίο. Στή δολοφονία πού προκάλεσε ό Πομπιντού, τή διπλή δολοφονία τού Μπυφέ καί Μποντάν, δέν βρίσκω τίποτα τό ήρωικό, τό αισθητικό, τίποτα τέλος πάντων. 'Υπέκυψε μπροστά στήν κοινή γνώμη πού άπαιτοΰσε τήν έκτέλεσή τους γιατί ό Μπυφέ είχε σκοτώσει τή γυναίκα κάποιου δεσμοφύλακα. Νά υποκύπτεις στήν κοινή γνώμη, δπως σ’ αύτή τήν περίπτωση, δέν είναι καί κάτι τό έξαίσιο. Ένώ δταν σκοτώνει ένας φτωχός, αυτό εί ναι έξαίσιο; ΜΙΑ στιγμή· δέν πρέπει νά συγχέομε τά επίπεδα: υπάρχει τό λογοτεχνικό έπίπεδο καί τό έπίπεδο τής ζωής. Ή. ιδέα μιάς δολοφονίας μπορεί νά εί ναι ώραία. Ή πραγματική δολοφονία είναι κάτι άλλο. Λοιπόν έγώ είδα έναν Άλγερινό, άμέσως μετά τήν άπελευθέρωση, νά σκοτώνει μπροστά μου ένα Γάλλο. Παίξανε χαρτιά. Ή μουν έκεϊ, δίπλα τους. Ο Άλγερινός ήταν είκοσιτεσσάρων χρονώ καί άφραγκος. Ό Γάλλος τόν είχε τυλί ξει γιά καλά, καί ζήτησε νά τού δανείσουν λεφτά γιά νά δοκιμάσει τήν τύχη του, άκόμα μιά φορά. Τού τό άρνήθηκαν. Έβγαλε τό μαχαίρι του καί σκότωσε. Καί είδα τόν τύπο νά πεθαίνει. Κι ήταν κάτι πολύ ώραΐο. Ά λλά γιατί ήταν πολύ ώραϊο; Γιατί ό φόνος ήταν ή έκπλήρωση, ό τελι κός στόχος μιάς εξέγερσης πού φώλιαζε άπό καιρό μέσα στό νεαρό Άλγερινό. Ή εξέγερση ήταν ώραία κι δχι ό ίδιος ό φόνος. Κι ό κίνδυνος έδινε μιά δύναμη, ναί... άν θέτε, υποβοηθούσε τήν πεποίθηση μπροστά στόν κίνδυνο. Ό δολο φόνος έτρεξε νά γλιτώσει, καί δέν τόν έπιασαν. Νά σκοτώνεις χωρίς νά κινδυνεύεις, δταν είσαι άστυνόμος, δχι, αύτό δέν είναι καί τόσο άξιοθαύμαστο. Ποιά επανάσταση λοιπόν θά ήταν γιά σάς ή πιό έπικίνδυνη; ΑΠ’ Ο,ΤΙ ξέρω σχετικά, ή κινέζικη επανάσταση. Μήπως μπορείτε νά πείτε ποιά θά ήταν ή δική σας πολιτική έπανάσταση;
ΟΧΙ, γιατί δέν θέλω καί τόσο νά γίνει έπανάστα ση. Ά ν είμαι ειλικρινής, δέν θέλω κάτι τέτοιο. Ή σημερινή κατάσταση, τά σημερινά καθεστώτα μού έπιτρέπουν τήν έξέγερση, άλλά ή έπανάστα ση, είναι σχεδόν βέβαιο, δέν θά μού έπέτρεπε τήν έξέγερση, δηλαδή τήν άτομική έξέγερση. Ένώ τό σημερινό καθεστώς μού έπιτρέπει τήν άτομική έξέγερση. Μπορώ νά τά βάλω μαζί του. Ά λλά σέ μιά πραγματική έπανάσταση δέν θά μπορούσα ίσως νά τά βάλω μαζί της. Θά έπρεπε νά προσχωρήσω, κι ό άνθρωπος πού είμαι δέν είναι απ’ αυτούς πού προσχωρούν, είμαι ένας έπαναστατημένος άνθρωπος. Ή άποψή μου εί ναι πολύ έγωιστική. Θά ήθελα ό κόσμος, άλλά προσέξτε καλά πώς τό λέω αύτό, θά ήθελα ό κό σμος νά μήν άλλάξει γιά νά μού έπιτρέπει νά τά βάζω μαζί του. Ποιά θά ήταν αύτή ή ποιητική έπανάστα ση πού ονειρεύεστε; ΠΡΩΤΑ πρώτα... (Μπορώ νά πάρω σταφύλι;) "Ως τώρα μ’ έχουν καλέσει δυό έπαναστατικά κι νήματα, οί «Μαύροι Πάνθηρες» καί οί Παλαι στίνιοι. 'Ωραία. Σάς είπα στίς προηγούμενες συ ζητήσεις μας αύτό πού μπορεί νά ομολογήσει κανείς, τούς λόγους πού λέγονται· κάτι δμως πού πιό δύσκολα όμολογείται, είναι πώς οί «Πάνθηρες» είναι μαύροι Άμερικάνοι, οί Πα λαιστίνιοι είναι Άραβες· μού είναι δύσκολο νά έξηγήσω γιατί γίνονται έτσι τά πράγματα, άλλά οί δυό αυτές ομάδες είναι πάρα πολύ φορτισμέ νες έρωτικά. Αναρωτιέμαι άν θά μπορούσα νά προσχωρήσω σέ έπαναστατικά κινήματα πού νά είναι τόσο δίκαια -καί βρίσκω πώς είναι πολύ δίκαια- δσο οί «Πάνθηρες» καί οί Παλαιστίνιοι -άλλά αύτή ή προσχώρηση, αύτή ή συμπάθεια, μήπως δέν καθορίζεται συνάμα άπό τήν έρωτική φόρτιση πού άντιπροσωπεύει γιά τή σεξουαλικότητά μου ό άραβικός κόσμος στό σύνολό του ή οί μαύροι Άμερικάνοι; Υπάρχει καί κάτι άλλο άκόμα. Τό πρόβλημα τού παιχνιδιού. Νά πηγαί νεις στήν Αμερική μέ τούς «Πάνθηρες» ένώ ή άμερικάνικη πρεσβεία σού άρνείται τρεις φορές τή θεώρηση τού διαβατηρίου σου, ήταν κάτι σάν παιχνίδι. Τό γλεντούσα τρομερά. Είναι κι αύτό λοιπόν. Δέν μπορώ νά πώ, έστω κι άν έκανα μιά δουλειά ίσως άρκετά εύσυνείδητη, πώς είχα στό νού μου νά προκαλέσω· άντιλήφθηκα π.χ. πώς ή αστυνομία είτε δέν τόλμησε νά μέ συλλάβει, είτε δέν ήξερε πώς ήμουν έκεϊ, οπότε τό F.B.I. είναι γιά πλάκα, σωστό άλαλούμ, δέν ξέρουν μήτε ποιος μπαίνει μήτε ποιος βγαίνει, είτε πάλι άν ξέρουν, τότε... Δηλαδή σκασίλα τους.
50/αφιερωμα
ΣΚΑΣΙΛΑ τους φυσικά, κι άπό τήν άλλη υπάρ χει ένας νόμος πολύ παλιός εναντίον όποιου έχει καταδικαστεί καί γι’ αυτό τού άπαγορεύεται ή είσοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες. 'Οπότε παρα βίασαν τόν ίδιο τους τό νόμο. Γιά μένα άρχίζουν νά διαψαίνονται, γιά δ,τι άποκαλεϊτε έσεϊς ποιητική επανάστα ση, τά σημεία αυτά: ό ερωτισμός, ή δια σκέδαση, ή άναίδεια καί, ίσως, μιά περι θωριακή κατάσταση· είναι έτσι; ΝΑΙ, δέν ξέρω άν μπαίνουν μέ τή σειρά πού δια λέξατε, άλλά φαίνεται αυτές νά είναι οί συνι στώσες, άλλά καί συνάμα μιά βούληση νά τά βά ζω μ’ δ,τι είναι κατεστημένο, νά ’μαι στό πλευρό τού πιό άδύνατου, γιατί άν μέ είχε καλέσει, όχι ό Νίξον, άλλά ό Ούάλλας, στίς Ηνωμένες Πολι τείες, φυσικά δέν θά είχα πάει έκεΐ. Δέν θέλω νά πώ πώς πέφτετε σέ άντιφάσεις. ’Ίσα ίσα πού συνεννοούμεθα, ίσως έπειδή δεχόμαστε τίς άντιφάσεις.
τεχνοτροπία, κάθε καλλιτέχνης μπορούσε νά έκφράζεται έλεύθερα. Ζωγράφιζαν πά νω στούς τοίχους, στούς δρόμους, σ’ ολό κληρες συνοικίες- δέν ήταν ίσως κάτι όλότελα καινούριο, άλλά έδινε έναν άέρα άνεμελιάς σ’ αυτή τήν κάπως θλιβερή πό λη τού Σαντιάγκο, κι έκεΐ έβλεπα νά ξεκι νά μιά έπαναστατική ζωγραφική τέχνη. Πώς κρίνετε αύτό τό πείραμα τής κυβέρ νησης Άλλιέντε; ΠΡΑΓΜΑΤΙ, δέν ξέρω· δσα μοϋ λέτε, είναι κάτι καινούριο, δέν τό ήξερα. Καί τό οικονομικό πείραμα τής κυβέρνη σης Άλλιέντε, σάς φαίνεται βιώσιμο; ΟΧΙ, τό άντίθετο μάλιστα, κάθε άλλο παρά βιώ σιμο, άν σκεφτοϋμε τίς μεγάλες άπεργίες τών ορυχείων τού χαλκού καί τών φορτηγατζήδων καί τόν τρομερό πληθωρισμό, δύσκολα, νομίζω, θά πετύχαινε αύτό τό πείρμα. Καί πού ύποδαύλιζε ή Ι.Τ.Τ.
ΝΑΙ. Γιά πλάκα, είπατε πώς θά πηγαίνατε στή Ρώμη άν σάς καλοϋσε ό πάπας. ΤΟ είπα σέ μιά ορισμένη περίπτωση. Τό είπα μι λώντας γιά τήν κουβανέζικη έπανάσταση, πώς δηλαδή δέν μπορώ νά πάω έκεΐ γιά νά λιβανίσω τόν Κάστρο, όπως έγινε μέ τούς εύρωπαίους δια νοούμενους, άλλά στό κάτω κάτω, καθώς δέν πι στεύω στόν πάπα, καθόλου μάλιστα δεν έχει ση μασία ό πάπας, κι άν πήγαινα στή Ρώμη δέν θά σήμαινε τίποτα. Γιατί σάς ενοχλεί ή κινέζικη έπανάσταση; ΓΙΑΤΙ οί ύπεύθυνοι τής κινέζικης έπανάστασης κατάφεραν πρώτα πρώτα ν’ άπελευθερώσουν τήν τεράστια χώρα τους άπ’ όλες τίς έξωτερικές δυνάμεις: τούς Γιαπωνέζους, τούς Γάλλους, τούς "Αγγλους, τούς Γερμανούς, ποιούς άλλους άκόμα; τούς Άμερικάνους. Κι αύτό μοϋ φαίνεται τρομερά σημαντικό: διαολοστείλανε όλους τούς λευκούς· ύστερα, κι αύτό είναι σημαντικό, όκτακόσα έκατομμύρια άνθρωποι μπόρεσαν νά φάνε χάρη σ’ αυτούς· φρόντισαν άκόμα νά βάλουν όλους τούς Κινέζους νά μάθουν γράμματα. Κάτι πολύ άπλό τώρα: πήγα νά δώ τή Χι λή τόν καιρό τού Άλλιέντε, καί είχα τήν έντύπωση πώς στίς πολιτικές άφίσες, στίς τεράστιες τοιχογραφίες πού κατέκλυζαν ολόκληρες συνοικίες, μέ πολύ διαφορετική
ΕΝΤΑΞΕΙ, σύμφωνοι, τίς προκάλεσαν οί Άμερικάνοι, ή Ι.Τ.Τ. σίγουρα, άλλά ή κυβέρνηση εί τε είχε προβλέψει κάτι τέτοιο καί δέν μπόρεσε νά τά βγάλει πέρα, ή πάλι δέν πρόβλεψε τίποτα.
Ένορμήσεις γιά φόνο καί ποιητικές ένορμήσεις ’Εσείς ό ίδιος γιατί ποτέ σας δέν σκοτώ σατε; ΜΑΛΛΟΝ έπειδή έγραψα τά βιβλία μου. Ή ιδέα τού φόνου φώλιαζε μέσα σας; ΠΩΣ! Άλλά ένός φόνου χωρίς θύμα. Χρειάζεται όσο νά ’ναι κάποια προσπάθεια γιά νά δεχτώ τό θάνατο κάποιου, έστω κι άν πρέπει νά πεθάνει. Ά ν προκαλέσω δηλαδή ένα «φυσικό» θάνατο ή ένα αύτοκινητιστικό δυστύχημα κλπ. δέν είναι τόσο σπουδαίο. Δέν θά ’πρεπε νά είναι τόσο σπουδαίο, κι όμως είναι. Θά μπορούσατε φυσι κά νά μέ ρωτήσετε: προκαλέσατε ποτέ τό θάνατο κάποιου; Ναί. ΑΛΛΑ δέν θά σάς άπαντήσω. Ά θελά σας;
αφιερωμα/51
ΟΧΙ, τό άντίθετο. Τό έρώτημα είναι: προκαλέσατε συνειδητά τό θάνατο κάποιου;
Εσείς περάσατε την... ΚΙΒΩΤΟ;
από
Ναί. ΔΕΝ άπαντώ. Κι αυτό βάραινε πάνω σας; ΚΑΘΟΛΟΥ δεν με βάραινε. Ποιά στάθηκε ή εξέλιξη τής σκέψης σας, ποιό ήταν τό μονοπάτι, άπό τη ζωή σας ώς τό γραπτό έργο: ΑΝ δέχεστε μιά εύκολη άπάντηση, θά πώ πώς οί ένορμήσεις τοΰ φόνου ξαστόχισαν κι έγιναν ποιητικές ένορμήσεις. Έχετε καμιά ιδέα νά μοϋ έξηγήσετε πώς γίνεται νά θέλομε τόσο πολύ νά διαβάζομε γιά φρικτά πράγματα, γιά φόνους, γιά βα σανιστήρια, νά μάς άρέσει νά περιγράφομε φόνους καί βασανιστήρια ένώ στην κα θημερινή ζωή διστάζομε τόσο πολύ μπρο στά στόν άλλο, μπροστά στό σώμα τού άλ λου, την αυτοτέλεια τού άλλου; ΜΗΠΩΣ μπορείτε νά θέσετε τό συνακόλουθο έρώτημα πού έπιβάλλεται; Γιατί οί δολοφόνοι όταν γράφουν δίνουν γιά τόν εαυτό τους, τίς πράξεις τους ή τίς φανταστικές τους πράξεις πε ριγραφές πού θυμίζουν σχεδόν παντού αγγελού δια; Εσείς προβάλλετε αύτό τό έρώτημα. Θά ήθελα νά ξαναγυρίσω στίς παρατηρήσεις μας σχετικά μέ την Ίλιάδα. Πιστεύω πώς έκεί υπάρχει αύτό πού θά έλεγα μαγικό στοιχείο, τό τελετουργικό. Τό θίξατε πρίν άπό λίγο μιλώντας γιά θεατρικότητα. ΔΕΝ συμφωνώ γιά τό τελετουργικό στοιχείο. Αύτό πού άναφέρατε πρωτύτερα, δηλαδή ή ρυθ μική έπανάληψη των ίδιων έκφράσεων, ορισμέ νες στιγμές- δέν είναι κάτι τέτοιο τό τελετουργι κό. Αύτό είναι ένας λογοτεχνικός τρόπος έκφρα σης πού μπορεί νά χρησιμοποιηθεί άπό τό τελε τουργικό. Τό τελετουργικό είναι καί κάτι άλλο. Είναι ή άναγνώριση μιας ύπερβατικότητας καί είναι ή έπαναληπτική άναγνώριση αύτής τής ύπερβατικότητας, μέρα μέ τή μέρα, βδομάδα μέ βδομάδα, μήνα μέ μήνα, σ’ αύτά τά Παναθήναια, σάν τίς ιεροτελεστίες τής... όχι, τέλος σάν όποιοδήποτε τελετουργικό, ακόμα καί τής καθο λικής έκκλησίας ή τών μασόνων. Χρησιμοποιούν σ’ αύτές τίς τελετουργίες βιβλία ή άφηγήσεις ή
βιβλία - χαρτικά παιχνίδια Δραχάτση I - Πειραιάς
52/αφιερωμα
άσματα πού καθαυτά δεν είναι τελετουργικά. Ή Ίλιάδα ήταν κάτι τέτοιο. Στά Παναθήναια άπαγγέλναν επίσημα την Ίλιάδα. ’Αλλά ή ίδια ή Ίλιάδα δεν έχει τίποτα τό τελετουργικό ή τό μυ σταγωγικό. Είναι ένα ποίημα. Ναί, άλλά σ’ έναν κόσμο πολύ δεμένο μέ τελετουργίες; ΑΛΛΑ όλος ό κόσμος έξαρτάται άπό τελετουρ γίες. Δέν ύπάρχει τίποτα πού νά μην έξαρτάται άπ’ αυτές, εκτός φυσικά στίς προχωρημένες έρευνες, στά έργαστήρια ή... Ή στην έπανάσταση. ΝΑΙ, ή στην έπανάσταση φυσικά. ’Αλλά καί κεΐ άκόμα την ώρα πού ξεσπά· γιατί όταν τελειώσει, σχεδόν αύτόματα βρίσκει τό τελετουργικό της. Πρέπει νά δούμε τί έγινε στην Κίνα, γύρω άπό τό Μάο, όλες αυτές οί τελετουργικές έκδηλώσεις. Ξέρουν καί υπολογίζουν τά λεπτά, σχεδόν τά δευτερόλεπτα πού παραχωρεί ό Μάο Τσέ Τούνγκ στούς έπισκέπτες του. Θά ήθελα νά σάς δώσω ένα παράδειγμα μιάς πολύ ειδικής τελετουργίας. Έχομε σ’ όρισμένες τελετές μύησης ένα σύνολο έκδηλώσεων: μαστίγωμα, προδοσία τής φυ λής, προδοσία τής οικογένειας, φόνο τών μελών τής οικογένειας, τελετές μέ ούρα, μέ περιττώματα, μέ δέρματα ζώων. Τίς άποκαλούν κοινωνία τού πάνθηρα, κοινωνία τοϋ κροκόδειλου κλπ. Ξαναδιαβάζοντας κάτι άπό τό έργο σας, καί ιδιαίτερα τό Θαύμα τοϋ ρόδου, όλα αύτά μοϋ ξαναπαρουσιάζονται, άλλά όχι μέσα σ’ ένα στενό κύκλο. Νομίζετε πώς μέ τίς δικές σας έμπειρίες φτάσατε ν’ άγγίξετε ένα τελετουρ γικό καί άρχαϊκό βάθος; ΝΑΙ. Γι’ αύτά δέν ξέρω, δέν έχω γνώσεις άνθρωπολογίας· όσα περιγράψατε άφοροϋν τελετουρ γίες γιά τη μετάσταση άπό την έφηβική στήν ώριμη ηλικία. Πρόκειται γιά προδοσία τής φυ λής, άλλά γιά νά ένσωματωθεΐς ξανά στη φυλή. Πίνεις τά ούρα, άλλά γιά νά φτάσεις νά μήν τά πιεις. Ειδικά όμως γιά τό Θαύμα τοϋ ρόδου ίσως νά προσπάθησα μόνος ν’ άνακαλύψω, άλλά ασυ νείδητα φυσικά, τελετουργίες μετάστασης. Αυτό δέν τό είχα ξανασκεφτεΐ, άλλά θά μπορούσε νά εξηγήσει γιατί δέν ξανάγραψα μετά τη φυλακή, εκτός άπό τό 'Ημερολόγιο τοϋ κλέφτη. Δέν είχα πιά τί νά γράψω. Ή μετάσταση είχε γίνει. ΓΓ αύτό έχομε τά 'Άπαντα άπό τό 1952 ήδη.
ΑΥΤΟ είναι δική σας ερμηνεία. Νομίζω πώς πλησιάζει τήν άλήθεια. Τί σημασία δίνετε στή βία; Ω! ΘΑ ’πρεπε νά μιλήσω γιά ό,τι δέν είμαι. Θά ’πρεπε νά μιλήσω γιά τό ποτλάχ,3 γιά τήν κατα στροφική μέθη. Μέθη καταστροφική πού γνωρί ζουν καί οί πιό ευσυνείδητοι, οί πιό έξυπνοι άν θρωποι. Θυμηθείτε τόν Λένιν πού έταζε στό σο βιετικό λαό χρυσά ουρητήρια. 'Υπάρχει όσο νά ’ναι σέ. κάθε έπανάσταση μιά μέθη πανικού πού μόλις καί ελέγχεται άλλά πού λίγο-πολύ ξεσπά κάποια στιγμή. ’Εκδηλώσεις μιάς τέτοιας μέθης είχαμε στή Γαλλία π.χ. μέ τίς εξεγέρσεις τών χω ρικών πρίν τή γαλλική έπανάσταση, άλλά καί μ’ άλλους τρόπους· μ’ έναν τρόπο τελετουργικό ή πού θεσμοποιούσε τό καρναβάλι. Όρισμένες στιγμές, όλος ό λαός θέλει ν’ άπελευθερωθεϊ, νά ζήσει τό φαινόμενο τού ποτλάχ, τής ολοκληρωτι κής καταστροφής, τής γενικής άνάλωσης, χρειά ζεται τή βία. Πάω συχνά στήν ’Αγγλία, θαυμάζω πάρα πολύ τούς Ρόλλινγκ Στόουνς γιά τή μουσι κή τους, άλλά όχι τά άλλα συγκροτήματα μουσι κής πόπ, τούς Ρόλλινγκ Στόουνς όμως, ναί. Πάω στήν ’Αγγλία άπό τό 1948. Πράγματι, σχεδόν άπό τή μιά μέρα στήν άλλη, άπό τή στιγμή πάνωκάτω πού ή ’Αγγλία έχασε τά πάντα στήν κοινο πολιτεία της, όλες τίς κτήσεις της, τήν αυτοκρα τορία της, έχασε ή ’Αγγλία μονομιάς καί τή βικτοριανή ηθική της κι άπό τότε έγινε παζάρι, πανηγύρι.
Μιά διέξοδος στή βία Ή βία, τό ποτλάχ έχουν τούς κανόνες τους, τό τελετουργικό τους; ΦΥΣΙΚΑ! Κάθε είδους βία στό έργο σας, κάθε κατα στροφή λικνίζονται μέσα σέ μιά τελετουρ γία. Ό Παζολίνι λίγο πρίν τόν σκοτώσουν είχε πει πώς ή προλεταριακή βία άλλαξε ουσιαστικά καί στρέφεται περισσότερο άπό κάθε τί άλλο, πρός τήν καταναλωτική κοινωνία. Οί ίταλοί προλετάριοι σκοτώ νουν σήμερα γιά νά μπορέσουν ν’ αγορά σουν μιά μοτοσικλέτα, γιά νά ντυθούν κα λά, καί πρέπει νά τιμωρούνται σάν τούς 3. Δώρα πού Αντάλλασσαν οί ινδιάνικες φυλές στίς Ακτές τον Ειρηνικού καί που κατάατρεφαν πάνω στίς θρησκευτικές
αφιερωμα/53
Ιταλούς νεοφασίστες. Τό συμπέρασμα εί ναι, νομίζω, τελείως λαθεμένο. ΣΥΜΦΩΝΩ μαζί σας. ’Από την άλλη όμως, μήπως δέν υπάρχει αύτή τη στιγμή μιά τάση γιά άσκοπους φόνους, μιά έκτροπή, κάτι έξω άπό τήν τελετουργία, όταν σκοτώνουν γιά ένα δολλάριο, μιά σύγχυση τελείως διαφορετική άπό τή βία όπως τήν περιγράφετε;
μάλλον ήθελε λεφτά καί φοβόταν μήν τόν γαμήσει ό Παζολίνι ή τού πασπατέψει τόν κώλο. Δέν ξέρω. Ό λ α νά τά περιμένομε άπό τούς νέους. Μπορούν νά δεχτούν κάθε είδους σεξουαλικότη τα καί τήν πιό ξεδιάντροπη πουτανιά, κι ύστερα ξαφνικά σού παρασταίνουν τούς έτεροφυλόφιλους. «νΑ! έγώ είμαι μάγκας, δέν μ’ άρέσει νά μέ πασπατεύουν!» Δέν ξέρω. Πιστεύετε πώς ή δικαιολόγηση τού φόνου άλλάζει τήν ψυχική του άξια;
ΤΩΡΑ λέτε όμως κάτι άντίθετο άπό τόν Παζολί νι. Ό Παζολίνι λέει: «Ή προλεταριακή βία άποσκοπεΐ στήν οϊκειοποίηση καταναλωτικών άγαθών». ’Αναρωτιέμαι πράγματι, κι έσεϊς τώρα μόλις δώσατε τήν άπάντηση, άν θέλουν όλοι αυ τοί νά εκφραστούν μέ βίαιο τρόπο, νά είναι βίαι οι καί νά δώσουν μιά διέξοδο στή βία. 'Οπότε λένε: μά είναι γιά ένα δολλάριο, γιά μιά φορε σιά. Ένώ πράγματι είναι γιά τήν ίδια τή βία.
ΓΙΑΤΙ όχι. Ό άνθρωπος δέν μπορεί νά ζήσει χωρίς δικαιολογίες, καί βρίσκει πάντα μέσα στή συνείδησή του τά μέσα καί τίς δυνατότητες γιά νά δικαιολογήσει τόν εαυτό του καί τίς πράξεις του. Ό νεαρός φούρναρης μπορεί στή φυλακή νά λέει μέσα του, καί μάλιστα μέ τή βοήθεια τού δικηγόρου του: «Στό κάτω κάτω σκότωσα έναν ζάπλουτο πού ξέκοβε άπό τό λαό, άρα είχα δί κιο». Δέν ξέρω. 'Υποθέτω.
Δηλαδή, γιά σάς, ή βία τού Κερέλ (στόν Καβγατζή τής Βρέστης) καί ή βία τού νεα ρού φούρναρη πού σκότωσε τόν Παζολίνι δέν διαφέρουν;
Φαίνεται πώς ό Παζολίνι είχε μαζοχιστικές τάσεις.
ΟΣΟ γιά τό φούρναρη, δέν ξέρω. Νομίζω πώς
ΔΕΝ ξέρω τίς λεπτομέρειες. “Αν ήθελε νά τόν δέρνουν ή νά τόν μαστιγώνουν ή νά χτυπά ό ίδιος, είναι πολύ πιθανό τό παιδί πού πληρώνε-
τα νεα βιβλία της «γνώσης»
ΗΑΙΑΓΚΡΗ
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΛΕΤΑΣ
ΟΙ ΑΓΛΥΚΑΝΤΟΙ
ΟΙ ΜΕΤΟΙΚΟΙ
Διηγήματα
Μυθιστόρημα
ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΟΥ ΕΝΤΕΝ ΦΟΝ ΧΟΡΒΑΤ Η ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΚΑΖΙΜΙΡ ΚΑΙ ΚΑΡΟΛΙΝΑ ΤΟ Υ ΜΠΑΜΠΑΚΙΟΥ Θέατρο ΚΑΙ ΑΛΛΕΣΙΣΤΟΡΙΕΣΑΠΟΤΗΛΙΒΑΔΙΑ
εκδόσεις «γνώση» Κλείτου 8 - Ιλκ ια - Αθήνα 621 - Τηλ.: 77.94.879 - 77.54.963 - 77.57.228
54/αψιερωμα
ται γιά νά παίξει, νά χτυπήσει πρώτο, κι ύστερα τό ίδιο τό παιδί άρχίζει νά τή «βρίσκει». Δεν μπορεί πιά νά σταματήσει καί φτάνει νά σκοτώ σει τόν τύπο. Μπορεί. Δεν ξέρω. Πώς βρίσκετε τίς ερωτήσεις μου; ΚΑΛΕΣ άλλά δεν μπορώ νά πώ δλη τήν άλήθεια. Τήν άλήθεια τή λέω μόνο στήν τέχνη. Τί είναι γιά σάς ή άλήθεια; ΠΡΙΝ άπ’ δλα μιά λέξη. Τή χρησιμοποιούμε στήν άρχή γιά νά πιστέψουν οί άλλοι τήν είλικρίνειά μας. Λένε οί άνθρωποι: "Οσα λέω είναι ή άλήθεια. Δέν νομίζω πώς μπορώ νά χρησιμοποιώ αυτή τή λέξη δοκιμάζοντας νά δώσω ένα φιλο σοφικό όρισμό. Ούτε μπορώ νά τήν ορίσω σάν τούς επιστήμονες όταν μιλάνε γιά άντικειμενική άλήθεια. Ή άλήθεια είναι φυσικά τό άποτέλεσμα μιάς παρατήρησης καί γενικών παρατηρή σεων. Άλλά αυτές οί παρατηρήσεις δέν βοηθούν άναγκαστικά ν’ άνακαλύψομε τήν άλήθεια, καί κυρίως νά τήν άνακαλύψομε μ’ έναν άμεσο τρό πο. Νομίζετε πώς θά περάσω τή ζωή μου ή ένα μέρος τής ζωής μου γιά νά έλέγχω τά έπιστημονικά πορίσματα; Ποιά επιστημονικά πορίσματα έχετε εξα κριβώσει; ΠΡΑΚΤΙΚΑ κανένα. Καί ποιά θά θέλατε νά έξακριβώσετε; ΥΠΑΡΧΕΙ ένα λοιπόν πού μέ βασανίζει: υπάρ χουν φυλές; Τί σημαίνει ή έννοια τής φυλής; 'Υπάρχουν κατώτερες καί άνώτερες φυλές; Καί άν υπάρχουν άνώτερες φυλές, δέν θά έπρεπε νά έχουν τό προβάδισμα άν δέν θέλομε νά υποβαθ μιστεί ή ανθρωπότητα; Άλλά υπάρχουν άνώτε ρες φυλές; Νά μιά άλήθεια πού θά ήθελα νά μά θω. Πιστεύετε πώς ό νεγροαφρικάνος άνήκει σέ μιά άνώτερη φυλή; ΟΧΙ άνώτερη. Άλλά δέν τόν βλέπω καί κατώτε ρο. Αύτό βέβαια πρέπει νά τό άποδείξω, κι είναι κάτι πού δέν μπορώ νά κάνω. Γνωρίζω καθηγη τές. .. καί μάλιστα πού είναι καθηγητές στό Κολλέγιο τής Γαλλίας, έστω κι άν αύτό δέν σημαίνει τίποτα σπουδαίο- μού έτόνιζαν πώς υπάρχουν φυλές, καί μάλιστα κατώτερες φυλές, δπως υπάρχουν κατώτερα άτομα καί άνώτερα άτομα, διανοητικά, σωματικά κλπ.
'Υπάρχει ουσιαστική διαφορά δταν θίγο με τό θέμα τής ειλικρίνειας σέ μιά συζήτη ση καί στήν τέχνη, ή ή διαφορά είναι μόνο στή διαβάθμισή της; ΕΔΩ άπαντώ άμέσως: Ναί. 'Υπάρχει μιά ουσια στική διαφορά. Γιατί στήν τέχνη είμαστε μόνοι, έμεϊς καί ό έαυτός μας. Σέ μιά συζήτηση, μιλάμε μέ κάποιον. Κι αύτό ενοχλεί. ΦΥΣΙΚΑ άλλάζει τήν προοπτική. "Οταν γράφετε, δέν άπευθύνεστε στόν άλ λο; ΠΟΤΕ. Δέν τά κατάφερα ίσως, άλλά αύτό πού μ’ ενδιαφέρει είναι ή στάση μου άπέναντι στή γαλλική γλώσσα, πού ήθελα νά τήν πλάσω μέ δσο γίνεται πιό όμορφο τρόπο- δλα τ’ άλλα μ’ άφήνουν άδιάφορο. Τή γλώσσα πού ξέρατε καλύτερα ή τή γαλ λική γλώσσα; ΤΗ γλώσσα πού γνώριζα καλύτερα, ναί, φυσικά, άλλά καί τή γαλλική γλώσσα, γιατί μ’ αύτή τή γλώσσα καταδικάστηκα. Τά δικαστήρια μέ κα ταδικάσανε μιλώντας γαλλικά. Καί θέλατε νά τούς άπαντήσετε σ’ ένα άνώτερο έπίπεδο; ΑΚΡΙΒΩΣ. 'Υπάρχουν ίσως καί κίνητρα πιό αφανή, άλλά πολύ λίγο επεμβαίνουν τελικά, πι στεύω. Καί ποιά θά ήταν αύτά; Ω! ΙΣΩΣ θά μπορούσε νά σάς απαντήσει κανέ νας ψυχαναλυτής. Γιατί νομίζω πώς είναι άρκετά υποσυνείδητα δλα αύτά. Πότε αρχίσατε νά καταπιάνεστε μ’ αύτή τήν ποιητική προσπάθεια; ΜΕ άναγκάζετε νά γυρίσω πίσω, κι είναι κάτι άρκετά δύσκολο, γιατί δέν έχω τόσα σημεία άναφοράς. Νομίζω πώς ήμουν είκοσιεννιά, τριάντα χρονώ. "Ημουν στή φυλακή. Τό ’39 λοιπόν. Τό 1939. Ήμουν μόνος στό μπουντρούμι, τό κελλί άς πούμε. Πρέπει άμέσως νά πώ πώς δέν είχα γράψει τίποτα άκόμα, εκτός άπό γράμματα σέ φίλους, σέ φίλες, καί νομίζω πώς τά γράμματα ήταν πολύ συμβατικά, δηλαδή φράσεις τυπο ποιημένες πού άκουσα ή διάβασα, άλλά πού πο
αφιερωμα/55
τέ δέν είχα δοκιμάσει μέσα μοικ Καί μιά μέρα έστειλα μιά χριστουγεννιάτικη κάρτα σέ μιά γερμανίδα φίλη, στην Τσεχοσλοβακία. Τήν είχα άγοράσει στη φυλακή καί τό πίσω μέρος τής κάρτας, έκεϊ πού γράφομε δυό λόγια, ήταν άνώμαλο στήν άφή· κι αύτοί οί κόκκοι μέ συγκίνη σαν, κι αντί νά μιλήσω γιά τά Χριστούγεννα, μί λησα γιά τήν άνώμαλη έπιφάνεια τής κάρτας, καί γιά τό χιόνι πού μοΰ θύμιζε. Ά π ’ αύτό τό σημείο άρχισα νά γράφω. Πιστεύω πώς κάτι ξε κλείδωσε μέσα μου έκείνη τή στιγμή. Έ ν α τίπο τα πού μετατόπισε κάτι μέσα μου. Ποιά ήταν τά βιβλία ή τά λογοτεχνικά έρ γα πού σάς είχαν εντυπωσιάσει ως τότε; ΛΑΪΚΑ μυθιστορήματα· τά μυθιστορήματα τού Πώλ Φεβάλ. ’Από τά βιβλία πού βρίσκεις στίς φυλακές. Δέν ξέρω. Ό χ ι όταν ήμουν δεκαπέντε χρονώ. "Οταν βρέθηκα στό άναμορφωτήριο στό Μεττραί, έπεσαν στά χέρια μου τά ποιήματα τού Ρονσάρ καί μέ είχαν μαγέψει. Καί ό Μαρσέλ Προύστ. ΕΝΤΑΞΕΙ. Διάβασα στή φυλακή τό Στη σκιά των Ανθισμένων κοριτσιών, τόν πρώτο τόμο. Στήν αύλή τής φυλακής μιά μέρα άλλάζαμε βι βλία μεταξύ μας στά κρυφά. Ό πόλεμος συνεχι ζόταν κι επειδή δέν μέ πολυσκότιζαν τά βιβλία, έμεινα μέ τούς τελευταίους· μοϋ λένε λοιπόν: «Νά, εσύ, πάρε αύτό». Καί βλέπω Μαρσέλ Προύστ. Καί λέω: «Ποιος ξέρει τί φέσι θά ’ναι αύτό». Ό πότε.... ’Αλλά εδώ σάς ζητώ νά μέ πι στέψετε: άν δέν είμαι πάντα ειλικρινής μαζί σας, αύτή τή φορά θά είμαι. Διάβασα τήν πρώτη φράση αυτού τού τόμου όπου εμφανίζεται ό κύ ριος ντέ Νορπουά σ’ ένα δείπνο στό σπίτι τού Προύστ, δηλαδή τού άφηγητή, πού γράφει τό βι βλίο. Καί είναι μιά φράση πολύ μεγάλη. Καί όταν τέλειωσα τή φράση, έκλεισα τό βιβλίο καί είπα μέσα μου: «Τώρα είμαι ήσυχος, ξέρω πώς θά πηγαίνω άπό θαύμα σέ θαύμα». Ή πρώτη φράση ήταν τόσο πυκνή, τόσο όμορφη πού αύτή ή περιπέτεια ήταν μιά πρώτη μεγάλη φλόγα πού προμηνούσε ολόκληρη φωτιά. Καί μού χρειάστη κε όλη ή μέρα γιά νά συνέλθω. Δέν ξανάνοιξα τό βιβλίο παρά τό βράδι, καί πράγματι πήγαινα άπό θαύμα σέ θαύμα, συνέχεια. Είχατε γράψει κανένα σας μυθιστόρημα πρίν διαβάσετε Προύστ; ΟΧΙ, ή τότε έγραφα τήν Παναγιά των λουλουόιών. Κανένας άλλος λογοτέχνης σάς εντυπώ
σιασε σάν τόν Προύστ; Α! ΝΑΙ! Περισσότερο μάλιστα! τΗταν οί ’Αδελ φοί Καραμαζόφ Καί ό Μπαλζάκ; ΛΙΓΟΤΕΡΟ. 'Υπάρχει όσο νά ’ναι στόν Μπαλ ζάκ κάτι τό φτηνό. Ό Σταντάλ; ΠΩΣ, πώς; Καί βέβαια ό Σταντάλ. Τό Μοναστή ρι τής Πάρμας κι ύστερα τό Κόκκινο καί τό μαύ ρο. ’Αλλά περισσότερο τό Μοναστήρι τής Πάρ μας. ’Αλλά τίποτα δέν άξίζει, νομίζω, όσο οί ’Αδελφοί Καραμαζόφ. 'Υπάρχουν εκεί τόσοι διαφορετικοί χρόνοι. Ό χρόνος τής Σόνιας κι ό χρόνος τού Ίλιούσα, ό χρόνος τού Σμερντιάκοφ, άλλά κι ό δικός μου χρόνος όσο διάβαζα αύτό τό βιβλίο. 'Ο χρόνος πού τό ξεκούκιζα κι ό χρόνος πρίν εμφανιστούν αύτά τά πρόσωπα στήν πλοκή. Τί έκανε ό Σμερντιάκοφ πρίν γίνει λόγος γι’ αυ τόν; Έπρεπε όλα αύτά νά τά ξαναστήσω· ήταν κάτι τό συναρπαστικό, κάτι πάρα πολύ ώραϊο.
Νά είσαι άπόλυτα ελεύθερος Μού έπιτρέπετε μιά παρένθεση σχετικά μέ τό χρόνο; ΝΑΙ. Πώς ζεϊτε τό χρόνο; ΜΕ άναγκάζετε νά σάς δώσω μιά δύσκολη άπάντηση, γιατί έδώ καί είκοσι, είκοσι πέντε χρόνια παίρνω νεμπουτάλ κι όλο τό πρωί είμαι κάτω άπό τήν επιρροή του- σέ κάνει νά κοιμάσαι άμέσως... άς πούμε μέσα σέ δέκα λεπτά... ένα τέταρτο... να ί.’Αλλά ύπάρχουν καίοί συνέπειες, δηλαδή δέν φτάνει, άς πούμε, νά πιεις ένα ποτή ρι καφέ τό πρωί. Πρέπει τό νεμπουτάλ νά πάψει νά επηρεάζει τόν εγκέφαλο. 'Ωραία. "Οσο βαστά ή έπίδραση τού νεμπουτάλ πάνω μου, δέν άντιλαμβάνομαι τό χρόνο. "Οταν πρόκειται γιά συγ κεκριμένες πράξεις, πού θά τίς έλεγα «κοσμικές» γιά νά μήν ψάχνω άλλη λέξη, νά πάω δηλαδή άπό δώ ως εκεί, γιά ν’ άγοράσω κάτι, όλα γίνον ται πολύ καθαρά, σέ καθορισμένο χρόνο, δέν χάνομαι. Δέν ύπάρχει πρόβλημα. "Οταν θέλω νά γράψω, πρέπει όλος ό καιρός νά είναι δικός μου. Νεύριασα κάπως τίς προάλλες όταν πήγα στόν έκδοτη μου νά τού ζητήσω ένα μεγάλο ποσό. Ό Κλώντ Γκαλλιμάρ ήθελε νά μού κόψει ένα μηνιά τικο, ένα ικανοποιητικό μάλιστα μηνιάτικο. Ά λ-
56/αφιερωμα
λά είπα όχι: «Τά θέλω δλα καί σήμερα. Θέλω νά είμαι άπόλυτα έλεύθερος. Νά κοιμάμαι δποτε θέλω. Νά πηγαίνω όπου θέλω. ’Αλλιώς δέν κάνω τίποτα. Δέν κάνω τίποτα, δέν είναι δυνατό. Πρέπει νά μπορώ νά εχω μπροστά μου δυό-τρεϊς μέρες καί νά γράφω στό κρεβάτι μέρα-νύχτα, κλπ. ή μιά ώρα καί μόνο κλπ. Έξαρτάται». Καί δέν δέχτηκε; ΙΣΑ, ίσα! Κι υστέρα δέν ήξερα τί νά κάνω μέ τίς τσέπες γεμάτες λεφτά.
Τά χρήματα σάς χαρίζουν χρόνο ή αισθη σιασμό; ΧΡΟΝΟ, καί δχι αισθησιασμό. Δέν κερδίζω πολλά. ’Αλλά φτάνουν γιά νά μπορώ νά ντύνο μαι άσχημα, νά μήν πλένομαι, νά κάνω κάτι τέ τοια, νά μήν κόβω τά μαλλιά μου· νά κάτι πού δέν μ’ άρέσει, νά κόβω τά μαλλιά, δέν έχει πιό μεγάλη μπάφα. ’Ά ν δέν κόψω τά μαλλιά μου δέν έχει καί τόση σημασία.
Πόσα κερδίζει τό μήνα ένας λογοτέχνης στή Γαλλία;
Κάποτε βρισκόσαστε άπό τήν άλλη πλευ ρά. Τώρα περάσατε στήν άλλη όχθη. Πώς αισθάνεστε μπροστά στούς νέους άκοινωνικούς πού συναντάτε;
ΕΓΩ δέν ξέρω τί κερδίζουν οί λογοτέχνες. Δέν ζήτησα ποτέ λεπτομέρειες. Επειδή δέν ντρέπο μαι τά λεφτά καί νά λέω πόσα κερδίζω, δέν θά μπορούσα νά πώ κερδίζω... δταν γράφεις, είναι κάπως οδυνηρό καί συνάμα... κάπως ευχάριστο. Δέν είναι κάτι σάν δουλειά. Ά ς πούμε λοιπόν πώς κερδίζω. Κέρδισα πέρυσι είκοσι εκατομμύ ρια περίπου. ’Αλλά είναι καί τό θέατρό μου.
ΤΙΠΟΤΑ δέν αισθάνομαι, τίποτα, τίποτα. Δέν έχω κανένα αίσθημα ενοχής. ’Ά ν μού ζητήσουν λεφτά ή άν καταλάβω, έστω κι δταν δέν μού ζη τήσουν, πώς θέλουν λεφτά, δίνω πολύ εύκολα, πράγματι πολύ εύκολα, καί αυτό δέν έχει σημα σία. Ή άδικία είναι μέσα στή ζωή καί ή άδικία δέν είναι μέσα στή ζωή έπειδή τά συγγραφικά μου δικαιώματα είναι σχετικά μεγάλα.
Τά χρήματα καθαυτά έχουν σημασία γιά σάς, τά χαρτονομίσματα, τά λεφτά;
Περιγράφετε τόν εαυτό σας νά ληστεύει τούς ομοφυλόφιλους πού ζητούν σεξουα λική επαφή. Σάς έτυχε ποτέ νά σάς περά σει κανένας νέος γιά κάποιον πού θά μπο ρούσε νά ληστέψει;
ΝΑΙ, κι δταν μάλιστα είναι μπόλικα. Ναί, μ’ άρέσουν.
Ό Σάρτρ γιά τόν Ζενέ «...Ε ίναι δεκαπέντε χρονώ. "Υστερα έγινε αύτό πού θέλανε νά γίνει: ένας έξασκημένος κλέφτης [...] Δέν χρειάζεται πολλή φαντασία γιά νά μαντέ ψομε τί τράβηξε: ώς τότε ή εξορία του δέν ήταν άκόμα παρά ήθική· τώρα τόν κλείνουν μέσα σέ τέσ σερις τοίχους, τόν άποκόβουν άπό τόν έξω κόσμο. Οί πόρτες κλείσανε πάνω του· άτενίζει μέ τρόμο αύτό τόν καινούριο κόσμο δπου άποφασίστηκε πώς θά περνούσε τη ζωή του, καί αύτή τήν άλλη κοινω νία πού θά είναι άπό δώ καί μπρος ή κοινωνία του. Μέ μανία δμως δέν δέχεται νά ύπομείνει τή μοίρα πού τού έτοιμάζουν· άποφασίζει νά προσαρμοστεί στή νέα του ζωή. ’Αλλά πρίν προλάβει καλά καλά νά πάρει άνάσα, βρίσκεται μπροστά σ’ ένα “φρικτό θαύμα” : αύτή ή κοινωνία, δλο κατακάθια καί σκουπίδια, αύτή ή κοπροκοινωνία τόν ξερνά. “Πονοΰσα φριχτά, ντρεπόμουν πού μέ είχανε κουρέψει, πού μού είχανε φορέσει μιά περιβολή άτιμασμένη, πού μέ είχανε άποκλείσει σ’ αύτό τό
ξευτελισμένο μέρος· γνώριζα τώρα τήν περιφρόνη ση τών άλλων παιδιών, πιό δυνατών καί μοχθηρών άπό μένα.” Καταδικασμένος άπό τό Καλό, περιφρονημένος άπό τό Κακό, άπωθεΐται στά πέρατα δυό άντίπαλων κοινωνιών πού ή μιά τόν ξαποστέλνει στήν άλ λη. Συσσωρεύει μέσα του κάθε είδους αισχύνη: οί άστικές του συνήθειες, πού δέν είχε χάσει όλότελα, τόν κάνουν νά νιώθει φρικτά, τώρα πού τόν κουρέ ψανε καί τού φορέσανε μιά άτιμασμένη περιβολή. ’Α λλά άν θέλει νά βρει κάποια παρηγοριά μέ τή σκέψη πώς θέλησε τό Κακό μέ δλες τίς συνέπειες τού Κακού, τότε πρέπει νά όμολογήσει πώς έπεσε πάνω σέ πιό μοχθηρούς άπό τόν ίδιο. Είναι πάρα πολύ νέος, μαλακός, άδύνατος, λιγόψυχος, κι αύτό σημαίνει κυρίως: πάρα πολύ τρυφερός καί ξύπνιος. Τήν άλήθεια, θά τήν πει άργότερα ό Πρασινομάτης στόν Λεφράν: “ Δέν είσαι ά π’ τό σινάφι μας” τού περνάν καψόνια, τόν βρίζουν, τόν βιάζουν· κα-
αφιερωμα/57
«Μέ’δέκα δολλάρια δέν μπορείτε νά μείνετε σ’ αύτό τό ξενοδοχείο». «Έχω φίλους.» Ψέμα φυ σικά. «Έχω φίλους πού μέ περιμένουν εκεί». Δέν ήθελα νά βγάλω τά λεφτά. ’Αλλά τού ήταν πάντα εύκολο νά μέ ξεκάνει αφού θά μού τά έπαιρνε όλα. Τέλος πάντων. Τά έβγαλα πέρα. Καί λέω: «Πάρε, δέν έχω, άλήθεια, άλλα νά σού Κι αυτό δέν σάς τρομοκρατεί; δώσω». Μού τά άλλαξε καί κατέβηκε όταν φτά σαμε στό ξενοδοχείο. ’Αλλά φτάνοντας εκεί δέν ΜΠΑ, καθόλου. Μά καθόλου. ’Ά ν τό ποσό είναι μού φτάναν τά δέκα δολλάρια γιά νά πληρώσω μεγάλο μπορώ νά νιώσω άσχημα. Μπορεί νά μέ τόν ταξιτζή. Τότε είπα στό θυρωρό... Τό ξενοδο νευριάσει γιατί θά πρέπει νά ξαναπάω στόν εκ χείο ήταν γεμάτο. 'Ηταν νύχτα. "Ολος ό κόσμος δότη μου. ’Αλλά, όπως βλέπετε, χτες έκλεισα τά κοιμόταν πάνω σέ καρέκλες, σέ ψάθες, στά ταπενήντα έξι μου... πενήντα πέντε... πέτα, ρωτάω: «Έχετε δωμάτιο; Θά ήθελα ένα δωμάτιο τουλάχιστο γι’ άπόψε». «’Όχι». Τί θά Πενήντα πέντε ή έξήντα πέντε; κάνω τώρα; Καί τό ενάμισι εκατομμύριο; Είχα ένα μάτσο λεφτά καρφιτσωμένα στήν τσέπη τού ΕΕΗΝΤΑ πέντε. ’Ήμουν πενήντα πέντε λοιπόν όταν βρέθηκα στό Καράτσι. Τό άεροπλάνο είχε παντελονιού μου. Τραβώντας ένα χαρτονόμισμα, έπρεπε άναγκαστικά νά βγάλω όλο τό μάτσο. φτάσει στις μιά τό πρωί. Ήμουν μόνος. Τό άε«Μπορείτε νά μού άλλάξετε άμέσως λεφτά;» Κι ροδρόμιο είναι είκοσι πέντε χιλιόμετρα άπό τήν έβγαλα όλα μου τά φράγκα. ’Αμέσως βρήκα δω πόλη. 'Ωραία. Έ νας μπάτσος μού ’βάλε μιά μάτιο. 'Ωραία. ’Αλλά ό ταξιτζής δέν ήξερε πώς σφραγίδα γιά ένα μήνα καί φώναξε ένα ταξί. Δέν είχα προσέξει, ήταν ένας ταξιτζής καλοντυ-. είχα όλα αυτά τά λεφτά καί τού ’δωσα λίγα γιά νά τόν άνταμείψω. ’Αλλά σίγουρα όχι όσα θά μένος· καί πρίν μπορέσω ν’ άρνηθώ, άνεβαίνει κέρδιζε άν μέ είχε αφήσει δεκαπέντε χιλιόμετρα καί κάθεται δίπλα μου ένα παλικάρι. Άλλαζε λεφτά. Έπέμενε πολύ. Μές στήν καρδιά τής νύ μακριά άπό τό Καρότσι. ’Αλλά υπάρχουν κι άλ λες ευκαιρίες. Βρισκόμουνα στό Μαρόκο. Γνώ χτας μάλιστα. «Πού θά μείνετε;» μέ ρώτησε άγρισα ένα νεαρό Μαροκινό είκοσι τεσσάρω-εϊκοσι γλικά. Είπα: «Στό ξενοδοχείο Έντερκοντιναντάλ». Είναι τό πιό μεγάλο ξενοδοχείο στό Καρό πέντε χρονώ, πολύ φτωχό. Ερχόταν κάθε μέρα στό δωμάτιό μου. Έμενε εκεί καί δέν άγγιζε τά τσι. Είπα: «Μπορώ ν’ αλλάξω δέκα δολλάρια». ΝΑΙ, αυτό εγινε πάρα πολλές φορές. Έ γινε στό ’Αμβούργο, π.χ., όπου δέν μπορούσα νά κάνω τίποτ’ άλλο παρά ν’ άφήσω τούς δυό τύπους, ήταν δυό μάλιστα, νά πάρουν τά λεφτά πού είχα στην τσέπη μου.
ταντά κλοτσοσκούφι. “Ή μουν δεκάξι χρονώ... δέν είχα μιά γωνιά μέ σα στην καρδιά μου γιά νά κουρνιάσει έκεϊ τό αί σθημα τής άθωότητάς μου. Πίστευα γιά τόν έαυτό μου πώς είμαι ό λιγόψυχος, ό προδότης, ό κλέφτης, ό πούστης πού έβλεπαν οί άλλοι [...] Βαθιά μέσα μου, μέ λίγη ύπομονή καί περισυλλογή άνακάλυψα άρκετές δικαιολογίες γιά δλους αυτούς τούς χαρα κτηρισμούς καί ξαφνιάστηκα τώρα πού ήξερα πιά πώς δέν είμαι παρά ένας σωρός άπό βρομιές. Κι έτσι έγινα πρόστυχος”. Πώς θά έκανε γιά νά τόν άγαπήσουν. Καί ποιός; Τόν φτύνουν κατάμουτρα. Τολμά νά κοιτάξει τούς άλήτες τούς πιό μοχθηρούς καί τούς πιό ώραίους, άλλά τού λείπει τό κουράγιο νά ονειρευτεί πώς θά τόν άγαπήσουν: ξέρει μέ τό παραπάνω πώς δέν είναι άγαπητός· ή μανιασμένη του άπόφαση νά επιβληθεί στή μοίρα του μεταγγί ζει σ’ δλες του τίς σκέψεις, σ’ όλες του τίς έπιθυμίες, άκόμα καί στά όνειρά του, ένα είδος κυνικοϋ καί σκληρού ρεαλισμού [...] Ά λλω στε αύτά τά γοη τευτικά αγόρια δέν είναι φτιαγμένα γιά ν ’ άγαποΰν: μέ μιά αύλή άπό θαυμαστές όλόγυρά τους, ξέρουν νά καίνε καρδιές. ’Απόλυτοι στόχοι, συλλέ γουν καί προσηλώνουν πάνω τους όλη τή διάχυτη άγάπη πού τρεμοπαίζει μέσα σ’ αυτούς τούς τέσσε
ρις τοίχους: ούσία τους είναι ν ’ άγαπιοΰνται άπό τούς άλλους. Τότε είναι πού ό Ζενέ άποφασίζει μιά άπό τίς καταπληκτικές άναστροφές στίς όποιες μάς έχει συνηθίσει: τήν ίδια στιγμή πού άποφασίζει, πιστός στήν πειθαρχία πού έταξε στόν έαυτό του λίγα χρόνια νωρίτερα, “νά λέει ναί άπό τό βάθος τής καρδιάς του σέ κάθε κατηγορία πού τού έκτοξεύουν” , ρίχνεται ν ’ άγαπά όσους τόν περιφρονοΰν. ’Ακριβώς επειδή είναι μόνος καί φουκαράς έπειδή λιώνει γιά βοήθεια καί παρηγοριά, επειδή νιώθει μιά άπίστευτη άνάγκη νά δεχτεί τήν άγάπη, άποφασίζει νά δώσει ό ίδιος: όλα αύτά τά όμορφα καί σκληρά παιδιά πού τόν ταπεινώνουν άλύπητα, τά λατρεύει, ύποτάσσεται δουλικά στίς έπιθυμίες τους, γίνεται ταπέτο νά τό πατήσουνε: άφοΰ δέν μπόρεσε νά τόν άγαπήσουν, θ’ αγαπήσει αυτός. Περίεργο εγχείρημα όπου ή πιό δύστροπη άλαζονεία μεταμφιέζεται καί γίνεται μιά τιποτένια ταπεί νωση· ό ολοκληρωτικός έρωτας καλύπτει τό πιό καταλυτικό μίσος. Ά ν καταφέρομε νά πιάσομε τήν έννοια αύτής τής άναστροφής, δέν θά μάς είναι πιά καί τόσο δύσκολο νά ξεδιαλύνομε τό μυστικό τού Ζενέ: τήν παθητική παιδεραστία του.» ( Σάρτρ, Ό άγιος Ζενέ, θεατρίνος κ α ί μάρτυ ρας, 1952, σελ. 78-80)
58/αφιερωμα
λεφτά. Έπρεπε νά τόν θαυμάζω γι’ αύτό; Καθό λου. Νομίζω πώς τό έκανε άπό πονηριά. Ά ς πούμε πώς τόν θαυμάζω πού στάθηκε τόσο πο νηρός. Ύστερα τόν φέρατε στη Γαλλία; ΚΑΙ βέβαια. Καί ήταν πολύ καπάτσος, δέν μετάνιωσα πού τόν πήρα μαζί μου στη Γαλλία· στίς αραβικές χώρες, στίς χώρες τού τρίτου κόσμου, ένας νέος, δταν συναντά έναν λευκό πού τόν πρόσεξε κάπως, τόν βλέπει σάν πιθανό θύμα, σάν κάποιο πού πρέπει νά γδύσει, κι είναι πολύ φυσικό. Ποιές είναι οί σχέσεις ένός νέου προικι σμένου, εύαίσθητου, έξυπνου πού αγαπά τούς άντρες άλλά πού είναι εξαθλιωμένος καί ληστεύει τούς ομοφυλόφιλους; ΜΠΑΣ καί ξέρω· άλλά μπορεί καί νά πεινά άπλούστατα κι ό γέρος όμοφυλόφιλος είναι πάν τα κάποιος πού τόν ληστεύουν πάρα πολύ εύκο λα. Κάποτε περιγράφατε τόν έαυτό σας νά κάνει κάτι τέτοιο; ΦΥΣΙΚΑ καί τό έκανα, τό έκανα στην ’Ισπανία. Π.χ. στην ’Ισπανία καί τή Γαλλία, καί τί μ’ αύτό; Δέν υπήρχε καμιά προοπτική, έκείνη ή προοπτική... Ο ΝΟΥΣ μου πάντως ήταν στην κλεψιά. "Οταν πήγαινα μ’ έναν πούστη, γέρο ή όχι, άλλά τόν ήθελα κάπως ανίσχυρο, ήταν γιά νά τόν κλέψω. Ά π ό άνάγκη; ΒΕΒΑΙΑ, βέβαια. Δέν σάς πείραζε πού προδίδατε αυτή τή σεξουαλική άνάγκη; ΜΑ δέν έπρόδιδα καμιά σεξουαλική άνάγκη, δέν μέ τραβούσαν σεξουαλικά οί· γέροι πού λή στευα· τά λεφτά τους μόνο μέ τραβούσαν· οπότε έπρεπε νά πάρω τά λεφτά τους είτε χτυπώντας τους άγρια είτε αφού τή «βρίσκανε» μαζί μου. Τό παραδάκι καί τίποτ’ άλλο. Δέν βάζατε στό νού σας, χρησιμοποιώντας έναν γέρο ομοφυλόφιλο, πώς βοηθούσατε έτσι μιά κοινωνία πού μισούσατε; Ω! Είναι σά νά μού ζητάτε νά έβλεπα τότε καθα
ρά, νά είχα μιά πολιτική καί έπαναστατική συ νείδηση πριν πενήντα χρόνια. Πενήντα χρόνια, ήταν τότε πού ιδρύθηκε τό Γαλλικό Κομουνιστι κό Κόμμα μέ τή διάσπαση τού συνεδρίου τής Τούρ· φαντάζεστε τί μπορούσε νά ήταν όλα αύτά γιά ένα δεκαπεντάχρονο χωριατόπαιδο πού με γάλωσε στήν κεντρική Γαλλία, τί μπορούσε νά σκέφτεται; Ή ταν ή μεγάλη εποχή τής Ρόζας Λούξεμπουργκ· νομίζετε πώς θά μπορούσα νά τά σκέφτομαι όλα αύτά; Μπορείτε όμως τώρα νά τό σκέφτεστε.
Μιά ναρκισσιστική ευτυχία Πότε άνακαλύψατε πώς σάς ενδιαφέρουν έρωτικά οί άντρες; ΠΟΛΥ νέος: ήμουν ίσως οκτώ χρονώ, δέκα τό πολύ, πολύ νέος πάντως, εκεί στήν έξοχή, καί στό άναμορφωτήριο τού Μεττραί, όπου φυσικά καταπολεμούσαν τήν ομοφυλοφιλία· άλλά άφού δέν υπήρχαν κοπέλες, κάτι έπρεπε νά γίνει, όλα τ’ άγόρια ήταν άπό δεκαπέντε χρονώ ως είκοσι ένα· άλλη λύση δέν υπήρχε άπό τήν ομοφυλοφι λία· είτε τυχαία ή πού θά γινόταν μόνιμη κατά σταση, οπωσδήποτε ή ομοφυλοφιλία- κι αύτό μ’ έκανε νά πώ πώς σ’ εκείνο τό άναμορφωτήριο ήμουν πράγματι ευτυχισμένος. Καί ξέρατε πώς ήσαστε τότε ευτυχισμέ νος; ΝΑΙ, ναί, ναί, ναί! Παρ’ όλες τίς τιμωρίες, παρ’ όλες τίς προσβολές, παρ’ όλο τό ξύλο, παρ’ όλες τίς απαίσιες συνθήκες ζωής, παρ’ όλα αύτά, ήμουν εύτυχισμένος. Είχατε άντιληφθεϊ πώς αύτός ό τρόπος ζωής ήταν γιά σάς κάτι άλλο άπ’ ό,τι γιά τούς άλλους; ΟΧΙ, νομίζω πώς δέν έβαζα κάτι τέτοιο στό νού μου. Σπάνια, σ’ έκείνη τήν περίοδο τής ζωής μου, είχα στό νού μου τούς άλλους. Ό χ ι, ή στά ση μου γιά πάρα πολύ καιρό έμεινε ναρκισσιστι κή. Αύτή ήταν ή ευτυχία μου. Τίποτ’ άλλο δέν μετρούσε άπό τήν εύτυχία μου. Ήσαστε τότε κάτι τό ξέχωρο; ΗΜΟΥΝ κάτι ξέχωρο. Καί πρώτα πρώτα για τί... άλλά νομίζω πώς πέφτω σέ άντιφάσεις... Παρ’ όλη τήν εύτυχία πού ένιωθα, μιά εύτυχία πολύ βαθιά, πολύ σοβαρή, ζώντας μέσα σ’ αύτό τό άναμορφωτήριο κι έχοντας τόσο στενές σχέ σεις μ’ άλλα άγόρια τής ηλικίας μου ή κάπως πιό
αφιερωμα/59
μεγάλα ή πιό μικρά, δεν ξέρω... Την άμφισβήτηση τής κατάστασής μου καί τής φυλακής, τής κοινωνίας, δεν την ήξερα. Τό φαντάζεστε πώς έπρεπε νά βγώ άπό τη φυλακή, όταν μέ άφησαν γιά νά πάω στό στρατό, γιά νά μάθω πώς ό Λίντμπεργκ είχε διασχίσει τόν ’Ατλαντικό; Δεν τό ήξερα. Κάτι τέτοια, δέν τά ήξερα. Έκεΐ μέσα ζεϊς άπομονωμένος, είσαι όλότελα άποκομμένος άπό τόν κόσμο. Είναι κάτι σάν μοναστήρι. 'Ωραία. Ή άμφισβήτησή μου ήταν πολύ πιό σκληρή καί πολύ πιό άγρια άπ’ δ,τι τήν ένιωθαν οί πιό νταήδες, άς πούμε. Πιστεύω πώς πολύ γρήγορα ξεχώρισα τί γελοία πράματα ήταν οί προσπάθειες γιά άναμόρφωση, όλες εκείνες οί ώρες τής προσευχής, γιατί δέν έλειπαν κι αυτές, οί ώρες τής γυμναστικής, ή καλή διαγωγή γιά νά σοϋ δώσουν τη σημαία, όλες έκεϊνες οί σάχλες τέλος πάντων. Μήπως αυτή ή συνειδητοποίηση έφτανε ως τόν έρωτισμό καί τή σεξουαλική έκπλήρωση; Ή δεχόσαστε μέσα σ’ αυτό τόν κό σμο τής φυλακής τούς ρόλους πού σάς πα ραχωρούσε τό σύστημα; ΟΧΙ. ’Αλλά ποτέ μου δέν έζησα άδολα τή σε ξουαλικότητα. Τή συνόδευε πάντα ή στοργή, μιά πολύ στοιχειώδης καί γρήγορη συγκίνηση, άλλά ως τό τέλος τής σεξουαλικής μου ζωής, υπήρχε πάντα μία... δέν έκανα ποτέ έρωτα στό βρόντο... Θέλω νά πώ χωρίς συγκινησιακό περιεχόμενο. Έ χω νά κάνω μέ άτομα, μέ παλικάρια, μέ άτο μα... κι όχι μ’ ένα ρόλο. Μού άρεσε ένα άγόρι τής ήλικίας μου... μή μέ παρασύρετε ν’ άρχίσω νά γυρεύω όρισμούς... Δέν μπορώ νά ορίσω φυ σικά τί είναι ό έρωτας... άλλά δέν μπορούσα νά πλαγιάσω παρά μόνο μέ άγόρια πού άγαπούσα... άλλιώς... έπεσα καί μέ τύπους γιά τά λεφτά καί μόνο. Μήπως έχετε μιά έπαναστατική άντίληψη τού έρωτισμού; Α! ΟΧΙ. Έπαναστατική! 'Οχι. Συχνάζοντας τούς Ά ρα βες... ευτυχώς ικανοποιήθηκα γενικά. Γενικά, οί πιό νέοι άπ’ αυτούς δέν ντρέπονται... ένα γερασμένο σώμα, ένα γερασμένο πρόσωπο. Τό γήρασμα άποτελεΐ μέρος, δέν μιλώ γιά τή θρησκεία, άλλά άποτελεΐ μέρος τού ίσλαμικού πολιτισμού. Γέρασες; γέρασες.
Τό πρωταρχικό δάσος Τώρα πού είστε πιό μεγάλος, άλλαξε τίπο τε στίς σχέσεις σας μέ τούς φίλους σας Άραβες;
«Νά μή λές τίποτα σέ κανένα. Τίποτ’ άλλο παρά ψέματα»
ΟΧΙ. Ά λλά τούς καταλαβαίνω καλύτερα. "Οταν ήμουν δεκαοχτώ χρονώ, βρισκόμουν στή Συρία, είχα έρωτευθεΐ στή Δαμασκό ένα μικρό κου ρέα... ήταν δεκάξι... κι έγώ δεκαοχτώ... κι όλος ό κόσμος στό δρόμο τουλάχιστον ήξερε πώς τόν είχα έρωτευθεΐ καί γελούσαν, οί άντρες άς πού με... οί γυναίκες είχαν σκεπασμένο τό πρόσωπο καί ούτε πού ξεμύτιζαν... άλλά τ’ άγόρια, οί νέοι, οί γέροι χαμογελούσαν, τό γλεντούσαν. Μού έλεγαν: «Έ! λοιπόν! άντε μαζί του». Κι εκείνος δέν έδειχνε καθόλου ένοχλημένος. Ξέρω πώς ήταν δεκάξι χρονώ. Ή μουν λοιπόν δεκαοχτώμισι χρονώ, σχεδόν... κι ένιωθα πολύ άνετα μαζί του. Πολύ άνετα μέ τήν οίκογένειά του, πο λύ άνετα μέ τήν πόλη τής Δαμασκού. Βρισκό μουνα στή Δαμασκό λίγο ύστερα άπό τούς βομ βαρδισμούς πού είχε διατάξει ύστερα άπό τήν εξέγερση τών Δρούζων, πού είχε διατάξει ό στρατηγός Γκουντό... Γκουρώ... ένας κουλοχέρης πού είχε σωριάσει τά έρείπια μέσα στή Δα μασκό. Βαρούσε μέ τά κανόνια κι οί διαταγές ήταν πολύ αυστηρές, νά κυκλοφορείς πάντα οπλισμένος καί μ’ άλλους δυό μαζί, καί πάντα πάνω στό πεζοδρόμιο. Ά ν τίποτα γυναίκες ή γέ ροι Άραβες, Συριάνοι νά πούμε, τύχαινε νά πε ράσουν ή νά μάς διασταυρώσουν, έπρεπε εκείνοι ή αυτές νά κατέβουν άπ’ τό πεζοδρόμιο. Αυτός ό ρυθμός χάλασε, δηλαδή τόν χάλασα έγώ... καί
60/σφιερωμα
μόνο έγώ φυσικά. Πάντα άφηνα νά περνούν οί γυναίκες καί πήγαινα οπό παζάρι τους άοπλος, καί πολύ γρήγορα μαθεύτηκε αύτό, γιατί στή Δαμασκό ζοϋσαν ίσως διακόσες, διακόσες πε νήντα χιλιάδες άνθρωποι, καί παντού με δέχον ταν καλά. Έ τυχε ποτέ στή ζωή σας νά φερθείτε σάν πατέρας στις σχέσεις σας μέ τούς νέους; Α! ΝΑΙ!’Αλλά άθελά μου. Έξαιτίας τους κι όχι έπειδή τό ήθελα εγώ. Μήπως θά θέλατε νά τούς δώσετε κάποια καθημερινή ασφάλεια, νά τούς άνοίξετε κάποιο μονοπάτι γιά τήν τέχνη; Α! ΦΥΣΙΚΑ! Είναι ένα πρόβλημα πολύ περί πλοκο, πολύ μεγάλο πού θίγετε. Σήμερα, μέ ρω τάτε σχετικά μέ μένα· κι όμως τυχαίνει νά έχω φτάσει σ’ ένα σημείο τής ζωής μου πού δέν λογα ριάζω πιά τό πρόσωπό μου. Δέν νομίζω πώς θέ λω νά κρύψω τίποτα, άλλά, άπλούστατα, βαριέ μαι νά μιλώ γιά μένα. Θίγετε τό ιδιαίτερο πρό βλημά μου, άλλά ιδιαίτερο πρόβλημα δέν έχω πιά. Ά λλά οί έμμονες ιδέες σας, τά τυχαία συμβάντα, οί πικρίες σας άπλώθηκαν παν τού. “Εχουν έπηρεάσει τή συμπεριφορά μιας όλόκληρης γενιάς. ΙΣΩΣ. Ά λλά μοΰ μιλάτε γιά πράματα πού έγι ναν πρίν τριάντα πέντε ή σαράντα χρόνια καί πού λίγο-πολύ τά ξέγραψε ή ήλικία, ή μνήμη, τά ναρκωτικά πού έπαιρνα καί πού σβήνουν άκριβώς άπό τή μνήμη ό,τι θά μπορούσε νά είναι δυ σάρεστο, μήν άφήνοντας νά παραμένει παρά ό,τι είναι ευχάριστο· μοΰ θυμίζετε έναν κόσμο σά\ παρθένο δάσος, πού υπάρχει ίσως άκόμα άλλο όπου δέν είμαι πιά μέ τόν ίδιο τρόπο. Ά π ’ αύτό τό παρθένο δάσος πού υπάρχει σίγουρα, κλάδε ψα τά πιό χοντρά κλαδιά· έφτιαξα κάποιο ξέφωτο. Δέν ξεχωρίζω πιά πολύ καλά τό άρχέγονο δάσος. Κι όταν μού λέτε: «Άλλά εκεί πού μένα τε, υπήρχαν φτέρες κι άμπελόκλαδα» -ναί, άν μού τό λέτε, ξέρω πώς είναι αλήθεια, άλλά πώς ήταν τότε δέν τό ξέρω πιά. Δέν μ’ ενδιαφέρει πιά καί τόσο. "Ολα αύτά μαράθηκαν καί πάνε. Ποιά είναι ή θεωρία σας γιά τήν ομοφυλο φιλία; ΔΕΝ έχω. Έ χω πολλές. Έχουν μιλήσει γιά πολ λές. Καμιά δέν είναι ικανοποιητική, είτε ή οίδιπόδια θεωρία τού Φρόυντ, είτε ή θεωρία τών γενεσιολόγων, είτε ή θεωρία τού Σάρτρ σχετικά μέ
μένα σ’ ένα άπό τά βιβλία του. Σύμφωνα μέ τόν Σάρτρ, άνταποκρίθηκα κατά κάποιον τρόπο, ένα ελεύθερο τρόπο, στίς κοινωνικές συνθήκες πού μού επιβλήθηκαν· ούτε αύτό μέ ικανοποιεί. Δέν ξέρω τελικά. Δέν έχω θεωρία γιά τήν όμοφυλοφιλία. Δέν έχω κάν θεωρία γιά μιά άδιαφοροποίητη επιθυμία. Διαπιστώνω καί λέω: είμαι παιδεραστής. 'Ωραία. Δέν χάλασε ό κόσμος. Νά κάτσουμε νά γυρεύουμε γιατί ή πώς έγινα παιδε ραστής καί πώς τό έμαθα, γιατί είμαι, αύτά είναι καλαμπούρι πιά... είναι κάπως σάν νά γύρευα νά μάθω γιατί τά μάτια μου έχουν πράσινα στίγ ματα. Πάντως δέν πιστεύετε πώς είναι μιά νεύ ρωση; ΟΧΙ. Κι άναρωτιέμαι άν τήν έζησα σάν τή λύση κάποιας νεύρωσης, άν ή νεύρωση δέν προϋπήρχε τής ομοφυλοφιλίας. Δέν έχω τίποτα νά πώ μέ σι γουριά. Δέν σάς κάνει έντύπωση πού σ’ όλα τά έπαναστατικά πρότυπα πού γνωρίζομε, δέν ύπάρχει καμιά θεωρία τής σεξουαλι κότητας πιό ελεύθερη άπό τή θεωρία τής μικροαστικής σεξουαλικότητας; ΕΧΕΙΣ τήν έντύπωση, άς πούμε, πώς οί έπαναστάσεις γίνονται άπό οικογενειάρχες. "Οταν σάς είχαν άποδεχτεί οί Παλαιστί νιοι καί οί «Μαύροι Πάνθηρες» σάς είχαν άποδεχτεί καί σάν παιδεραστή; ΑΥΤΗ είναι ή πλάκα. Ή άμερικάνικη τηλεόρα ση είχε έρθει νά πάρει συνέντευξη άπό τόν Ντέιβιντ Χίλλιαρντ· ήταν έκεΐ ένας μαύρος πού ρω τούσε καί είπε στόν Ντέιβιντ, πού τό ήξερε, φυ σικά, άφού διάβαζε όλα μου τά βιβλία. Τά είχε μέσα στό δισάκι του. Τού λέει: «Ξέρετε πώς ό Ζάν Ζενέ είναι ομοφυλόφιλος;» Ντέιβιντ: «Καί τί μ’ αύτό; Ναί». «Κι αύτό δέν σάς ένοχλεί;» «“Οχι, δέν θά ’ταν άσκημο άν όλοι οί ομοφυλό φιλοι έκαναν δώδεκα χιλιάδες χιλιόμετρα γιά νά ’ρθουν νά ύπερασπίσουν τούς Πάνθηρες».
Συντροφιά μέ τούς ποιητές Εύγενικό αύτό άλλά κουβέντα στόν άέρα. Γιά φανταστείτε έναν καλό σοσιαλιστή, με γάλο γυναικά, τόν Κάστρο γιά παράδειγ μα. Ο ΑΔΕΡΦΟΣ του είναι ομοφυλόφιλος. Ό Ραούλ Κάστρο. Έ τσι λένε.
αψιερωμα/61
"Ας πάρομε έναν καλό σοσιαλιστή, νοστι μούλη, γερό, γυναικά· φτάνει στούς «Μαύρους Πάνθηρες», δεν θά κάτσουν φυσικά νά τόν διευκολύνουν άλλά θά τόν βοηθήσουν εύγενικά, στήν ανάγκη μάλι στα θά τού γνωρίσουν τίποτα κοπέλες. "Οταν όμως δέχονται οί «Μαύροι Πάνθη ρες» τήν ομοφυλοφιλία τού Ζάν Ζενέ τής δίνουν υπόσταση καί μιά συγκεκριμένη μορφή. ΩΡΑΙΑ. Ό Ντέιβιντ άγαποΰσε τίς γυναίκες. Ή ταν παντρεμένος, άλλά είχε καί φιλενάδες. Ά λ λ ά ξέρω πώς ένας μαύρος, καί πιστεύω πώς δέν ήταν ομοφυλόφιλος... κάποιο βράδι, άφού μίλησα στό πανεπιστήμιο τού Γαίηλ, άρχίσαμε τίς άγκαλιές, όλοι τους μ’ άγκαλιάζανε, καί δέν μ’ άγκάλιασε σάν τούς άλλους, μ’ άγκάλιασε πράγματι μέ συγκίνηση, μ’ έσφιξε πράγματι πά νω του, καί δέν ήταν... κι ούτε τό ’κάνε κρυφά άλλά μπροστά σέ είκοσι μαύρους. Μιλήσατε πρίν άπό λίγο γιά τό τέλος τής σεξουαλικής σας ζωής· ή γοητεία πού νιώ θατε, ή έπιθυμία σας δέν προχώρησαν πιό πολύ μέ τούς «Μαύρους Πάνθηρες»; ΑΥΤΟ πού μοΰ ζητούσαν ήταν πράγματι πολύ, πολύ δύσκολο· συνέχιζα νά παίρνω νεμπουτάλ, άφού έπρεπε νά κοιμηθώ. Ή ταν κάτι παλικάρια δέκα οχτώ ως είκοσι πέντε χρονώ, είκοσι οχτώ χρονώ, ό Ντέιβιντ ήταν είκοσι όχτώ, μέ μιά κα ταπληκτική δραστηριότητα· μέ ξυπνούσαν στίς δυό τό πρωί, έπρεπε νά πάω νά δώσω συνέντευ ξη τύπου, στίς δυό τό πρωί καί νά είμαι σέ θέση ν’ άπαντήσω. Πιστεύετε πώς είχα στό νού μου άν θά κάνω έρωτα. Κι έπειτα τό άλλο περίεργο ήταν πώς δέν έκανα καμιά διάκριση μεταξύ τους, τούς άγαπούσα όλους, κανένας δέν μέ τρα βούσε περισσότερο άπό τόν άλλο. Μού άρεσε τό φαινόμενο «Μαύρος Πάνθηρας». Τούς είχα έρωτευθεϊ. Δέν υποβάλατε όμως έτσι τόν εαυτό σας σέ μιά ερωτική άποχή πού δέν θά είχατε δεχτεί σ’ έναν κόσμο πιό φιλελεύθερο;
Ό Ζενέ (μέ τόν σκηνοθέτη Ζάν-Λονί Μπαρρώ δίπλα τον) διευθύνει μιά σκηνή άπό τά «Παραβάν»
έπρεπε νά τούς υπερασπίζομε, πώς ήταν μιά μειονότητα κι έπρεπε νά τούς δεχτούμε νά υπε ρασπίζονται τούς «Πάνθηρες» καί νά υπερασπι στούμε αυτόματα αύτή τή μειονότητα. Πιστεύετε ότι αύτή ή συνηγορία θά είχε καί μιά πρακτική πλευρά; ΦΥΣΙΚΑ, δέν έχω άποδείξεις. Ό χ ι. Γιατί οί «Πάνθηρες» ήταν πολύ νέοι σάν κίνημα, τούς γνώρισα τό ’70, ήταν ένα κίνημα δύο έτών. Έ λε γαν πώς δέν πίστευαν στό θεό, άλλά θέλανε νά παντρεύονται στήν έκκλησία, όλο κάτι τέτοια. Λοιπόν... Θά ήθελα νά ξαναγυρίσομε στό λογοτεχνι κό σας έργο. Ένώ γράφατε τά μυθιστορήματά σας, διαβάσατε τίποτα τό σημαντι κό; ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ.
ΚΑΘΟΛΟΥ. Σέ τέτοιο βαθμό πού ό Μπόμπυ Σήλ μοΰ έστειλε ένα γράμμα λέγοντάς μου πώς θά γράψει ένα άρθρο γιά τήν όμοφυλοφιλία- δέν ξέρω, άλλά αύτό τό γράμμα ή δέν μεταφράστηκε καλά ή ήταν προχειρογραμμένο, πάντως έγώ τού άπάντησα: «"Αν τά βάλεις μέ τούς παιδεραστές, θά τά βάλω μέ τούς νέγρους». Τήν άλλη βδομά δα, πήρα τήν έφημερίδα, τό άρθρο τό είχε γρά ψει ό Νιούτον κι έλεγε πώς έπρεπε οπωσδήποτε νά είμαστε στό πλευρό τών ομοφυλόφιλων, πώς
Στή φυλακή ήδη; Α! ΒΕΒΑΙΑ. ”Α! ναί. Πρίν πάω άκόμα φυλακή. Στό στρατό διάβασα τίς ’Αναμνήσεις άπό τό σπί τι τών πεθαμένων, διάβασα τό *Έγκλημα καί τι μωρία. Γιά μένα ό Ρασκόλνικοφ ήταν ένας άν θρωπος ζωντανός, πολύ ζωντανός, πολύ πιό ζωντανός άπό τό Λεόν Μπλούμ, γιά παράδειγ μα.
62/αφιερωμα
Βγαίνοντας άπό τή φυλακή, δλος ό λογο τεχνικός κόσμος έπεσε πάνω σας. 'Υπήρ ξατε φίλος τού Κοκτώ. Σάς υπεράσπισε, νομίζω;
ΔΕΝ είχαν χτές. μένα.
μέ παρασκοτίσατε καί τόσο. Οί έρωτήσεις λιγότερο ένδιαφέρον άπ’ δ,τι χτές καί προ Εσείς, θά θέλατε σήμερα νά μιλήσω γιά Δέν μ’ ενδιαφέρει καί τόσο ό έαυτός μου. Πιστεύετε ώστόσο πώς ή συνέντευξη δίνει μιά ιδέα γιά όσα πράγματι σκέφτεστε;
ΝΑΙ, όλα αυτά είναι μέρος μιά μικρής ψευτολογοτεχνικής ιστορίας, χωρίς ένδιαφέρον, χωρίς σημασία. ΟΧΙ. Εκτιμάτε τόν Κοκτώ σάν ποιητή;
Τί σάς λείπει; ΟΧΙ. Ξέρετε, πολύ λίγοι ποιητές μέ συντροφεύ ουν. Ό Μπωντλαίρ, ό Νερβάλ, ό Ρεμπώ, αυτοί καί μόνο, πιστεύω. 'Ο Μαλλαρμέ; Α! ΝΑΙ! Βέβαια, ό Μαλλαρμέ. Ό χ ι πιά ό Ρονσάρ; ΟΧΙ, δχι, δχι. Ό Ρυτμπέφ; ΝΑΙ, άλλά όχι πάντα ό Ρυτμπέφ. Ξέρω άπ’ έξω στίχους τού Μαλλαρμέ, τού Μπωντλαίρ, τού Νερβάλ, τού Ρεμπώ, όχι όμως τού Ρυτμπέφ. Ετοιμάζεστε νά γράφετε κανένα νέο έρ γο, θά είναι θέατρο μήπως;
Η ΑΛΗΘΕΙΑ: υπάρχει όταν είμαι ολομόναχος. Ή αλήθεια δέν έχει καμιά σχέση μέ τήν έξομολόγηση. Δέν έχει καμιά σχέση μ’ ένα διάλογο· μιλώ γιά τήν άλήθεια μου. Προσπάθησα ν’ άπαντήσω στίς ερωτήσεις σας όσο πιό πιστά γίνεται. Κι όμως έμεινα μακριά απ’ αύτό πού θέλατε. Είναι πολύ σκληρό αύτό πού λέτε! ΜΑ πολύ σκληρό γιά ποιόν; Γιά όποιον θέλει νά σάς πλησιάσει. ΔΕΝ μπορώ νά πώ τίποτα σέ κανέναν. Νά πώ τίποτ’ άλλο παρά ψέματα στούς άλλους. “Οταν είμαι μόνος, λέω ίσως κάποια άλήθεια. "Οταν εί μαι μέ κάποιον, λέω ψέματα, περνώ δίπλα στήν άλήθεια. Ά λλά τό ψέμα έχει μιά διπλή άλήθεια.
ΔΕΝ μπορώ νά μιλώ γι’ αύτά. Τί θά είναι, δέν ξέρω. Σήμερα σάς παρασκότισα;
Α! ΝΑΙ! Νά βρείτε εσείς τήν άλήθεια έκεί μέσα. Νά βρείτε έσείς δ,τι ήθελα νά κρύψω μέσα σ’ αύ τά πού είπα. ■ Copyright: Magazine Litteraire Μετάφραση: Πέτρος Παπαδόπουλος
Έ ρ γα τοΰ Ζενέ στά ελληνικά Πεζά
Κουνέζη, επιμέλεια Ρένας Χατζηδάκη. “Ακ μών, 1982.
Τό ημερολόγιο ενός κλέφτη. Μετάφραση Δημήτρη Δημητριάδη. 'Εξάντας, 1975. Ή Παναγιά τών λουλουδιών. Μετάφραση Δημ. Δημητριάδη. 'Εξάντας, 1976. Ό καβγατζής τής Βρέστης. Μετάφραση Μαργαρίτας Μαντά. 'Εξάντας, 1982. Τό θαύμα τού ρόδου. Μετάφραση Μαρίνας
Οί νέγροι. Μετ. Μαρίας ΠορτολομαίουΛάζου. Αθήνα, Δωδώνη.
Θέατρο
Οί δούλες. Πώς παίζονται οί Δούλες. Μετ. ’Αλεξάνδρας Παπαθανασοπούλου, εισαγωγή Ζάν Πώλ Σάρτο. Πολιτεία, ’Αθήνα, 1973.
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ
επιλογή
1
ό διανοητικός πλούτος ενός μεγάλου επιστήμονα του αιώνα μας JO H N D ESM O ND BERNAL: Ή έπιστήμη στήν ιστορία. Τόμος A '. Μετ. Ε. I. Μπιτσάκη. Σύγχρονη Φιλοσοφική Βιβλιοθήκη. ’Αθήνα, Ζ αχαρόπονλος, 1982. Σελ. 387.
Τό βιβλίο τού J. D. Bernal «Science in History» θεωρείται μνη μειώδες γιά τό είδος του καί παρουσιάζει τό διανοητικό πλούτο ένός άπό τούς μεγαλύτερους έπιστήμονες τού αιώνα μας (άν καί στην Ελλάδα ή προσφορά του είναι τελείως άγνωστη). Γι’ αύτό χαιρετίζω με ενθουσιασμό την, έστω καθυστερημένη, έκδοση τού βιβλίου του. Τό έργο αύτό έκδόθηκε σε 4 τόμους τό 1954, άναθεωρήθηκε τό 1957 καί τό 1965 καί άπό τήν τελευταία μορ φή του έχουμε τήν έλληνική μετά φραση. Τό 1969 οΐ έκδόσεις Pen guin έβγαλαν τούς 4 τόμους μέ πλούσια εικονογράφηση, πού έδω σε στό έργο τήν τελική κλασική μορφή του. Ό Bernal κάνει μιά βαθυστόχα στη καί συνάμα μαρξιστική άνάλυση τής ιστορίας τής επιστήμης μέσα άπό τίς διάφορες ιστορικές περιό δους, σύμφωνα μέ τή δική του άντίληψη γιά τό σπουδαίο κοινωνικό ρόλο τής επιστήμης στήν άνάπτυξη
τής άνθρώπινης σκέψης καί τού άνθρώπινου πολιτισμού. Στήν κριτική μου θά παρουσιά σω τόν α τόμο τού βιβλίου, άλλά θά ήταν σημαντική παράλειψη νά μήν άναφερθοϋμε, έστω καί σύντο μα, στό ιδεολογικό υπόβαθρο τού «φαινομένου Bernal», τή δραστηριότητά του ώς έπιστήμονα καί άριστερού διανοούμενου στίς δε καετίες ’30 καί ’40 στήν ’Αγγλία (πού έχει γίνει καί τό θέμα δύο θαυμάσιων βιογραφιών) καί τής φιλοσοφίας του γιά τόν κοινωνικό ρόλο τής επιστήμης, μέ τό διάσημο βιβλίο του «The Social Function of
Science» ( Ό κοινωνικός ρόλος τής έπιστήμης, 1939), πού έχει καθιε ρωθεί ώς Bernalism ή Scientism (ένα είδος ελιτίστικης καί συνάμα τεχνοκρατικής άντίληψης τού ρό λου τής έπιστήμης καί τών έπιστημόνων). Οί πρόλογοι τών διαφόρων εκ δόσεων δίνουν τήν εύκαιρία στό συγγραφέα νά άναπτύξει τίς βασι κές άρχές τής φιλοσοφίας του γιά τή θετική προσφορά τής έπιστήμης στόν πολιτισμό τού άνθρώπου. Ά ν καί άναγνωρίζει τίς άντιφάσεις τής έπιστημονικής «προόδου» μέ τήν άνακάλυψη τής πενικιλίνης καί τής άτομικής βόμβας γιά παράδειγμα, πιστεύει άκράδαντα, καί μέ νεανι κό πάντοτε ένθουσιασμό, ότι τελι κά ορθολογικός προγραμματισμός τής έπιστημονικής δραστηριότητας, καί μέσα στά πλαίσια τού σοσιαλι σμού, θά έπιφέρει τήν άπελευθέρωση τής άνθρώπινης σκέψης καί τήν
64/οδηγος
πραγματική πρόοδο τής κοινωνίας. Μ ιά αντίληψη πού έχει τήν προέ λευσή της στόν Bacon καί στήν πί στη του δτι ή επιστήμη άφιερώνεται γιά τή βελτίωση τής εύημερίας τού άνθρώπου, ένώ ή κοινωνία θά μπορούσε νά εμπιστευτεί στούς επιστήμονες διάφορες εξουσίες σάν άμοιβή γιά τήν άφοσίωσή τους στό σκοπό αύτό. Στήν εκτενή εισαγωγή τού βι βλίου έξετάζονται οί σχέσεις τής έπιστήμης μέ τίς άλλες δραστηριό τητες τού άνθρώπου, οί θεσμοί, οί μέθοδοι, ή γλώσσα καί ή στρατηγι κή της. ’Επίσης, άναφέρεται στή συσσώρευση τών έμπειριών των επιστημόνων (πού, κατά περίεργο τρόπο, γιά τήν εποχή μας, άποκαλεϊ «μεγάλους άντρες», σ. 73) γιά τή λύση διαφόρων προβλημάτων. Τέλος, έξετάζεται ή άλληλεπίδραση τής επιστήμης μέ τήν τέχνη καί τήν τεχνολογία, ό ταξικός της χαρα κτήρας καί ειδικά οί φυσικές έπιστήμες ώς πηγή έμπνευσης γιά νέες ιδεολογίες. Στό β' μέρος, « Ή έπιστήμη στόν άρχαΐο κόσμο», γίνεται μιά σύντο μη άνασκόπηση τών πρώτων άνθρώπινων κοινωνιών τής παλαιολι θικής εποχής. Ό άναγνώστης έχει μιά πρώτη γεύση τής μαεστρίας καί μεθοδικότητας τού Bernal στήν άνασύνθεση τής ύλικής βάσης τής ζωής τού πρωτόγονου άνθρώπου (έργαλεϊα, ενδυμασία, φωτιά, ζώα κλπ.) καί τής κοινωνικής (γλώσσα, συμβολισμός, καταμερισμός έργασίας, μαγεία, μύθοι κλπ.) μέσα άπό τόν κόσμο τών όρθολογικών λύ
σεων τών καθημερινών προβλημά των μέ τήν πρωτόγονη μηχανική καί τεχνική. Στό κεφάλαιο «Γεωργία καί π ο λιτισμός» έχουμε τήν έξέταση μιας πολύ σημαντικής περιόδου τού άνθρώπινου πολιτισμού. 'Η έγκατάλειψη τής νομαδικής ζωής καί τού κυνηγιού άναγκάζουν τόν άνθρω π ο νά ζήσει σέ μικρά πρωτόγονα χωριά, μέ βασική τροφή του τά γεωργικά προϊόντα καί τά εξημε ρωμένα ζώα. Έ δώ ό Bernal άναγνωρίζει κάποιο σημαντικό ρόλο τής γυναίκας στήν εφεύρεση δια φόρων εργαλείων γιά τή σπορά. Ή γεωργία φυσικά δημιουργεί μιά καινούρια σχέση τού άνθρώ που μέ τό περιβάλλον του. ’Α να πτύσσονται λοιπόν νέες δομές κοι νωνικής ζωής, ή τυποποίηση τής θρησκείας, νέα διαρρύθμιση τού σπιτιού, ό καταμερισμός τής εργα σίας καί νέες κοινωνικές τάξεις (τεχνίτες, έμποροι, γεωργοί, γυναί κες, δούλοι, δουλοπάροικοι). ’Α λ λά τό πιό ένδιαφέρον ήταν ή άνάπτυξη τών γεωργικών τεχνικών. Στήν περίοδο αύτή άνακαλύφθηκαν διάφορα μέταλλα, τό γυαλί, οί μεταφορές-τροχός, τό πλοίο, ή γραφή, οί άριθμοί κλπ. ’Επίσης, άναπτύχθηκαν σημαντικοί κλάδοι τής επιστήμης, δπως μαθηματικά, γεωμετρία, άριθμητική, άστρονόμία, τό ήμερολόγιο, ιατρική, άλχημεία, άλλά καί οί πολεμικές μηχα νές. Συγχρόνως, ή καί μέ τίς άνακαλύψεις αύτές, έχουμε τή δημιουρ γία αύτοκρατοριών, τίς άποικιο-
κρατικές κτήσεις καί μεγάλες πολε μικές έκστρατεϊες, καθώς καί τήν άνάπτυξη τής ναυσιπλοΐας καί τού έμπορίου. Στό τελευταίο κεφάλαιο τού α' μέρους, « Ή έποχή τού σιδήρου: Κλασικός πολιτισμός», ό Bernal έξετάζει τήν άποφασιστική καμπή στήν ιστορία χοΰ άνθρώπου, μέ τή γέννηση καί έξέλιξη τών κλασικών πολιτισμών τών Ελλήνω ν, Ρω μαίων, ’Ινδών καί Κινέζων. Ά ν α φέρεται έπίσης συνοπτικά σ’ όλους τούς τομείς τής επιστήμης πού άνα πτύχθηκαν στήν περίοδο αύτή καί στούς πιό σπουδαίους της έπιστήμονες, φιλοσόφους, γιατρούς κλπ. (Πυθαγόρας, Παρμενίδης, Δημό κριτος, Ιπποκράτης, Σωκράτης, Πλάτωνας, ’Αριστοτέλης, Εύκλείδης, Πτολεμαίος, ’Αρχιμήδης κλπ.) καί στή σημαντική έπίδρασή τους στήν πορεία τού άνθρώπινου πολι τισμού. Τό πανόραμα τής έπιστημονικής αύτής δραστηριότητας δί νεται καί σ’ έναν πίνακα (σσ. 266269) μαζί μέ τίς νέες τεχνικές καί κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις τής κλασικής έποχής. Ή άντιπαράθεση αύτή δέν άφήνει καμιά άμφιβολία γιά τό σημαντικό καί συνάμα κοι νωνικό ρόλο τής έπιστήμης, πού εί ναι καί ή βάση τής φιλοσοφικής θέ σης τού Bernal. Τό γ' μέρος καλύπτει τήν περίο δο άπό τόν 5ο αιώνα μ.Χ ., μέ τήν εξαφάνιση τού έλληνορωμαϊκού πολιτισμού, μέχρι καί τήν ’Α ναγέν νηση. Ή περίοδος αύτή χαρακτη ρίζεται άπό τό σύστημα τής φεου δαρχίας καί τήν επικράτηση τού
ΜΙΑ ΧΡΗΣΙΜΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ Μπορείτε νά προσφέρετε στόν έαυτό σας καί στους φίλους σας μέ τά μισά χρήματα
Μιά σειρά του ΠΟΛΙΤΗ ’Από τό τεύχος 1 έως τό 56, τό περιοδικό άπό τό 1976 έως τό 1982
Μόνο μέ 3000 δρχ.
Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΣΟΥΡΛΑΓΚΑ_________ ' 1KUPI IA ΚΑΙ ΙΙΙ ΙΊΒΛΛΛΟΝ · Ι ΚΠ Ιϋ^Ι ΐυ:
ΓΙαραγγείλετε τή σειρά στά βιβλιοπωλεία ή κατευ θείαν στά γραφεία τού περιοδικού. Σέ περίπτωση ταχυδρομικής αποστολής μέ αντικαταβολή έπιβαρύνεστε μέ 250 δρχ. γιά τά ταχυδρομικά.
οδηγος/65
δογματισμού τής έκκλησίας γιά τά θέματα τής έπιστήμης, στήν περιο χή τής Ευρώπης. ’Αντίθετα, πα ρουσιάζεται μιά άνθιση τής έπιστή μης στη Συρία, τήν Αίγυπτο, την ’Ινδία καί στόν άραβικό κόσμο, μέ τήν προβολή τής ΐσλαμικής έπιστή μης, γιά τήν όποια ό Bernal άφιερώνει άρκετές σελίδες κατά κλά δους (γεωγραφία, μαθηματικά, άστρονομία, ιατρική, όπτική, χη μεία κλπ.), δίνοντας έτσι τή σοβα ρότητα πού δικαιούται καί τήν πραγματική θέση της μέσα στό φά σμα τής έπιστημονικής δραστηριό τητας τής έπόχής. Σέ άντίθεση, ό Μεσαίωνας στή Δυτική Ευρώπη ήταν μιά σκοτεινή περίοδος παραφορτωμένη μέ σχο λαστικισμό καί μυστικισμό. Ό Bernal βλέπει τή μεσαιωνική έπιστήμη ώς τήν τελική φάση τής βυζαντινο-συρο-ισλαμικής προσαρμο γής τής έλληνιστικής στίς συνθήκες τής φεουδαρχικής κοινωνίας, καί τήν άνάπτυξή της ώς συνέπεια τής κατάρρευσης τής παλιάς κλασικής οικονομίας. Έ τσι, οί τεχνικές πρόοδοι των μέσων χρόνων ήταν, στήν ουσία, κατά τόν Bernal, ή έκμετάλλευση τών έφευρέσεων (ιπποσκευή, νερό μυλος, άνεμόμυλος, ρολόι, πυξίδα, πηδάλιο, φακοί, γυαλιά γιά τά μά τια, πυρίτιδα, πυροβόλο δπλο, άπόσταξη, χαρτί καί τυπογραφία) πού έγιναν στήν ’Ανατολή καί ιδιαίτερα στήν Κίνα. Ή κινέζικη έπιστήμη έχει άποτυπωθεΐ στό πε ρίφημο πολύτομο έργο τού φίλου τού Bernal,, καθηγητή στό Καίμπριτζ, Joseph Needham. Τό βιβλίο (πρώτος τόμος) τε λειώνει μέ μιά σειρά άπό σημειώ σεις πού έξηγοΰν διάφορα σημεία τού κειμένου ή άναφέρονται σέ γνώμες καί συγγράμματα άλλων ιστορικών καί φιλοσόφων τής έπι στήμης, δπως τού Τ. S. Kuhn («The Structure of Scientific Revolutions», 1962 - Ή δομή τών έπιστημονικών έπαναστάσεων, έκδ. Σύγχρονα Θέ ματα, ’Αθήνα, 1981), γιά τόν όποιο λέει δτι, άν καί ή άνάλυσή του δέν είναι μαρξιστική, ωστόσο συμφω νεί μέ τή δική του άποψη γιά τήν ιστορία τής έπιστήμης σέ μεγάλο βαθμό. Ή μετάφραση τού καθ. Ε. Μπιτσάκη είναι έξαιρετικής ποιότητας. Έ χοντας στό ένεργητικό του μιά σειρά άπό βιβλία έπιστημολογίας, είναι καλός γνώστης τής ορολογίας καί τής θεματολογίας τού βιβλίου
τού Bernal. Ή μόνη μου παρατή ρηση είναι δτι δέν γίνεται καμιά μνεία στό βιβλίο γιά τούς άλλους τρεις τόμους (πού ήδη έκδίδεται μέ 20-25 χρόνια καθυστέρηση). Ή ιστορία τών έπιστημονικών όργανώσεων γιά υπευθυνότητα καί κοινωνική δράση είναι άναντίρρητα συνδεδεμένη μέ τή δράση τού Bernal. Ή συμβολή του στήν πε ρίοδο τού ’30 στήν ’Αγγλία μεταξύ τών έπιστημόνων καί διανοουμέ νων γιά τήν κατανόησή τού κοινω νικού ρόλου τής έπιστήμης καί τήν πολιτικοποίηση τών έπιστημόνων είναι σχεδόν άνεπανάληπτη. Ό Bernal καί πολλοί έπιστήμονες τής έποχής του έπηρεάσθηκαν σημαντικά άπό τή θετικιστική (po sitivism) παράδοση, πού άποτελούσε ιδιαιτερότητα τού άγγλικοΰ σο σιαλισμού στό τέλος τού 19ου καί τίς άρχές τού 20οΰ αιώνα, καθώς καί άπό τό περίφημο συνέδριο γιά τήν ιστορία τής έπιστήμης πού έγι νε τό 1931 στό Λονδίνο. Στό συνέ δριο αυτό ή σοβιετική άντιπροσωπεία μέ έπικεφαλής τόν Μπουχάριν παρουσίασε τίς πιό σημαντικές άνακοινώσεις. ’Ιδιαίτερη έντύπωση προκάλεσε ή μελέτη του Β. Hessen «The Social and Economic Roots of Newton’s Principia» (Κοινωνικές καί οικονομικές βάσεις τού βιβλίου τού Νεύτωνα Principia). Σύμφωνα μέ τή μελέτη (πού άντιπροσώπευε μιά μαρξιστική διαλε κτική θέση), ή θεωρία τού Νεύτω να δέν ήταν ένα άπομονωμένο προϊόν έπιστημονικής διάνοιας πού δημιουργήθηκε μόνο άπό τήν έσωτερική λογική τής έπιστήμης, άλλά άναδύθηκε ώς άποτέλεσμα τών ειδικών τεχνολογικών άπαιτήσεων τής άνερχόμενης άστικής τά ξης τού 17ου αιώνα καί τών παρα γωγικών σχέσεων στή βιομηχανία (στήν πρώτη περίοδο τής βιομηχα νικής έπανάστασης στή Μ. Βρετα νία). Οΐ Bernal, Haldane, Needham καί άλλοι έπιστήμονες καί άριστεροί διανοούμενοι πού συγκεντρώ νονταν στό Καίμπριτζ τήν έποχή έκείνη (καί πού μέ μαεστρία περι γράφει ό G. Werskey στό βιβλ^οδιδακτορική διατριβή του) άνακάλυψαν μέσα άπό τό συνέδριο ένα κλειδί γιά τή θεωρητική στήριξη τής δραστηριοποίησης καί πολιτι κοποίησης τών έπιστημόνων. Πα ραμερίζοντας τή θεωρία τής ουδε τερότητας τής έπιστήμης, προσπά-
πλαίσιο ΣΤΕΦ ΕΝ ΚΡ Ο Ο Υ Λ ΓΟ ΥΙΛΛ ΙΑΜ ΡΑΝΚΙΝ: Ή οικολογία (γιά άρχάριους). Μετ. Μαρίας Γραικόν - Γιαν. Ά βραμίδ η. Θεσσαλονίκη, ’Επιλογή, 1982. Σελ. 171. Α ΛΛΟ ένα βιβλίο μέ σκίτσα καί κείμενο, πού, δίνοντας άπλοποιημένες έννοιες, «έρεθίζει» γιά σκέψεις γύρω άπό τό παρελθόν, τό παρόν καί τό μέλλον αύτού τού δύσμοιρου πλανήτη μας. Χωρίς δασκαλίστικο στύλ προβάλλει μερικά βασικά πράγματα γιά τήν οικολογία, πράγματα πού τά γνωρίζει ίσως ό καθένας διάσπαρτα, δίχως νά τά έχει δμως τοποθετήσει έτσι ώστε νά υπάρχει ή συνέχεια καί ή ολοκληρωμένη εικόνα τους. Βέβαια, τό χιούμορ τού βιβλίου είναι λιγάκι «έλιτίστικο», άλλά δέν πειράζει. Ή ουσία γίνεται σίγουρα κατανοητή, άπό άρχάριους καί μή. ΤΖΟ Σ Β Α Ρ Τ Ζ ΜΙΚΑΕΛ Μ Α Κ ΓΚΙΝΝΕΣ: Ό Αϊνστάιν (γιά άρχάριους). Μετ. Χρύαας Τσαλικίδου. Θεσσαλονίκη, ’Επιλογή. Σελ. 170. Ν Α άλλο ένα έξυπνο βιβλίο: Μέ όπτικό μέσο κολάζ άπό σκίτσα καί γκραβοΰρες παρουσιάζει άπλοποιημένα (καί μέ πολύ χιούμορ) τή θεωρία τής σχετικότητας τού ’Αϊνστάιν καί όσα προηγήθηκαν τούς τελευταίους αιώνες γιά νά φτάσουμε σ’ αυτήν. Πράγματα άγνωστα ή ξεχασμένα άπό τό γυμνάσιο, έντυπώνονται ή ξαναγυρνούν στή μνήμη, καθώς ή έννοια τού τίτλου τού βιβλίου («γιά
66/οδηγος
θησαν νά δείξουν ότι ή έπιστήμη καθορίζεται άπό πολλούς παρά γοντες, κοινωνικούς, πολιτικούς, τεχνολογικούς καί ταξικούς. Αύτά βέβαια συνέβαιναν σέ μιά έποχή δπου ή έπιστήμη ήταν τελείως παραμελημένη καί άπρογραμμάτιστη στις καπιταλιστικές χώρες, υπήρχε άναβρασμός στήν κεντρική Ευρώ πη μέ τήν άνοδο τού φασισμού (διωγμός έβραίων έπιστημόνων, ρατσιστικές άντιλήψεις περί άνωτερότητας φυλών κλπ.) καί βαθιά οικονομική κρίση. "Ολα αύτά σέ άντίθεση μέ τή φωτεινή έξαίρεστι τού νεαρού σοβιετικού κράτους, τή μεγάλη ένίσχυση τής έπιστημονικής ερευνάς καί τή σημαντική θέση τών έπιστημόνων μέσα στήν όργάνωση τού κράτους. ’Αποκορύφωμα τής διανοητικής έντασης τών χρόνων αύτών καί τής παράλληλης συνδικαλιστικής δρά σης πολλών νεαρών έπιστημόνων ήταν τό βιβλίο τού Bernal «The So cial Function of Science», 1939. Τό βιβλίο έκανε μιά συνοπτική κριτική τής έπιστημονικής δραστηριότητας στίς καπιταλιστικές χώρες. Ή έπι στήμη τού Bernal είναι γεμάτη αι σιοδοξία καί άπό τή φύση της προοδευτική, καί γι’ αύτό φυσικός σύμμαχος τού σοσιαλισμού. Γιά τόν Bernal, σοσιαλισμός είναι ή ορ θολογική χρησιμοποίηση τών έπιτευγμάτων τής έπιστήμης καί ό προγραμματισμός της ώστε νά άνταποκριθεϊ στίς άπαιτήσεις τής έργατικής τάξης. Γιά τούς έπιστήμονες βλέπει ένα μέλλον δπου οί γνώ μες τους υπολογίζονται σοβαρά καί οί ίδιοι καταλαμβάνουν υψηλές θέσεις στά διοικητικά καί έκτελεστικά όργανα. Ή φιλοσοφική αύτή θέση τού Bernal γιά τήν έπιστήμη καί τούς έπιστήμονες, πού τή χαρακτηρίζει καί μιά έντονη έλιτίστικη τάση μέ οίκονομικοτεχνοκρατικές άντιλήψεις γιά τό ρόλο τής έπιστημονικής έρευνας, έγινε δεκτή ως ένα βαθμό στίς προγραμματικές δηλώσεις τής κυβέρνησης τού 1964 στήν ’Αγγλία (κυβέρνηση Εργατικώ ν μέ πρωθυ πουργό τόν Η. Wilson). Στό πρό γραμμα αύτό γίνονταν αισιόδοξες άναφορές στόν προγραμματισμό τής έπιστημονικής έρευνας καί τή χρησιμοποίηση τών τεχνολογιών αιχμής γιά τήν έπίτευξη οικονομι κής άνάπτυξης καί άνοδο τού βιο τικού έπιπέδου τού πληθυσμού (τό μανιφέστο τών Εργατικώ ν κωδικοποιήθηκε ώς «The white heat of the
technological revolution»). 'Η ίδια άντίληψη γιά τόν κοινω νικό ρόλο τής έπιστήμης βρίσκεται διάσπαρτη σέ προγραμματικές δη λώσεις καί μανιφέστα πολλών σο σιαλιστικών κομμάτων τού κόσμου, άλλά καί άστικών. Στίς χώρες δέ τού ύπαρκτοΰ σοσιαλισμού γίνεται συστηματική άναφορά τής προσφο ράς τής έπιστήμης καί τών έφαρμογών της στήν αύξηση τής παραγω γής καί στήν άνοδο τού βιοτικού έπιπέδου τού πληθυσμού, ώς ένα είδος τελικού άποτελέσματος μιάς δρθολογικά προγραμματισμένης κατεύθυνσης πού είναι άδύνατο νά κάνει λάθη. Κατά τή διάρκεια τού Β' Παγκό σμιου Πολέμου οί περισσότεροι έπιστήμονες καί άριστεροί δια νοούμενοι (δσοι έπέζησαν άπό τόν πόλεμο κατά τού Φράνκο στήν ’Ισπανία) έργάσθηκαν μέ ένθουσιασμό στήν πολεμική μηχανή τής Μ. Βρετανίας. Ό Bernal ιδιαίτερα πρόσφερε σημαντικές ύπηρεσίες στήν προετοιμασία τής άπόβασης τών συμμάχων στή Γαλλία τό 1944. Τό ένδιαφέρον είναι δτι ή φήμη τού Bernal δημιουργήθηκε άπό τό κίνημα τών έπιστημόνων Cambrid ge Scientists Anti-War Movement καί τίς προτάσεις τους γιά τήν προστασία τού πληθυσμού σέ ύπόγεια καταφύγια κατά τούς βομβαρ δισμούς. Στή δεκαετία τού ’50 ό Bernal άπομονώνεται άπό τά άλλα μέλη τού κινήματος μέ τήν δξυνση τού ψυχρού πολέμου, τήν ύπόθεση Λυσένκο καί τήν ούγγρική έπανάσταση τό 1956 (φίλοι του λένε δτι έκλαψε γοερά γιά τήν τελευταία, άλλά ποτέ δέν καταδίκασε έπίσημα). Παραμένει πιστός στίς ιδέες του γιά τή Σ. Έ νωση (γίνεται καί προσωπικός φίλος τού Κρούτσεφ) καί διατηρεί τήν ιδιότητα τού μέ λους στό Κ. Κ. Μ. Βρετανίας. Τώ ρα δμως ή δραστηριότητά του προ σανατολίζεται πρός τό κίνημα τής ειρήνης (δπως ή διεθνής όργάνωση World Peace Council) καί πρωτο στατεί στήν ίδρυση τής διεθνούς όργάνωσης έπιστημόνων World Fe deration of Scientific Workers, 1948 (μέ πρώτο πρόεδρο τόν JoliotCurie). Σ’ αύτά τά χρόνια άρχίζει καί τή συγγραφή τού μεγάλου έρ γου του « Ή έπιστήμη στήν ιστο ρία». Τό 1958 γράφει ένα βιβλίο ένάντια στόν άνταγωνισμό τών έξοπλισμών καί τά πυρηνικά δπλα, τό «World without War» (Κόσμος
χωρίς πόλεμο), πού είναι καί τό μοναδικό έργο του μεταφρασμένο στά έλληνικά (έξαντλημένο). Τό 1953 τιμάται μέ τό βραβείο Στάλιν (άργότερα Λένιν) γιά τήν Ειρήνη, ώς ανταμοιβή γιά τή δραστηριότη τά του στό World Peace Council. Μ ιά άλλη πλευρά τού Bernal, πού είναι άκόμη λιγότερο γνωστή στούς έλληνες άναγνώστες, είναι ή έπιστημονική του δραστηριότητα. Στό Καίμπριτζ τού είχαν δώσει τό παρατσούκλι «ό σοφός» («sage»), πού είναι καί ό τίτλος τής δεύτερης βιογραφίας του. Γιατί δπως λέει καί ό Max Perutz σ’ ένα πρόσφατο άρθρο του, «ό Μπέρναλ σοΰ έδινε τήν έντύπωση δτι ήξερε τά πάντα». ’Αρκετοί νομπελίστες στήν ’Αγγλία άναγνωρίζουν τίς πολύτιμες συμ βουλές του κατά τή διάρκεια τών έρευνητικών τους προσπαθειών, δταν ήταν νέοι έπιστήμονες, ιδιαί τερα στόν κλάδο τής κρυσταλλο γραφίας βιολογικών ένώσεων. Πολλές φορές άπό ένα διάγραμμα περίθλασης άκτίνων X ό Bernal έκανε νοητά μερικούς ύπολογισμούς καί έδινε πολύ καλές έκτιμήσεις γιά τή δομή τού μορίου («λές καί έκτελούσε μετασχηματισμούς Φουριέ μέ τό μυαλό του», λέει ό Max Perutz). Ό Bernal άσχολήθηκε καί μέ τό θέμα τής προέλευσης τής ζωής καί πρότεινε τήν ιδέα τής καταλυτικής δραστηριότητας των κρυσταλλικών πύριτικών άλάτων καί άλλων συ στατικών τού έδάφους στίς όχθες ποταμών, θαλασσών κλπ. γιά τή σύνθεση βιολογικά σημαντικών ένώσεων. Τό 1967 δημοσίευσε τό τελευταίο του βιβλίο, «The Origin of Life». Τό 1968 δέχθηκε νά μπει τό όνο μά του στά ιδρυτικά μέλη τής ριζο σπαστικής όργάνωσης τών νέων έπιστημόνων τής Μ. Βρετανίας γιά κοινωνική ύπευθυνότητα (British Society for Social Responsibility in Science) πού δέν δεχόταν τό άπλοποιητικό σχήμα τών ιδεών τού Ber nal γιά τήν προοδευτική φύση τής έπιστήμης, καί έστρεφε κατά κύριο λόγο τήν κριτική της στήν οίκονομικοτεχνοκρατική άντίληψη τής έπιστήμης καί τίς έλιτίστικες τάσεις μέσα στό σώμα τής έπιστημονικής κοινότητας στίς τελευταίες δεκαε τίες. Ό Bernal πέθανε τό 1971 μετά άπό μακριά άσθένεια.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑ ΛΑ ΒΑΝ ΙΔΗ Σ
οδηγος/67
άρχάριους») καλύπτει εύρύ πεδίο, τόσο άρχαρίων στή γενική γνώση όσο καί άρχαρίων στήν ειδική. Καί τελικά ή γνώση γίνεται διασκέδαση, καί τούμπαλιν.
ή εξοικείωση με τούς εφιάλτες ώς τρόπος ζωής ΚΩ ΣΤΑ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩ ΡΓΙΟ Υ: Τό σκοτωμένο αίμα. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 37.
”Αν παραδεχτούμε ότι οί περισσότεροι άπ’ τούς μετασεφερικούς ποιητές άξιοποίησαν κιόλας, λίγο-πολύ με ικανοποιητικό τρόπο, τά διδάγματα τού Σεφέρη, έχοντας μάλιστα φτάσει στην καλύτερη περίπτωση καί στη σταδιακή διαμόρφωση αύτού πού χαρακτηρι στικά ορίζεται ώς «προσωπικό έργο» ή ώς «προσωπική κατάθε ση», τότε ή παρουσία τού ποιητή Κώστα Γ. Παπαγεωργίου άνάμεσά τους άποτελεϊ ένα άπ’ τά σπουδαιότερα σχετικά παραδείγμα τα. Ή κριτική, πού στηρίχτηκε κυρίως στό προηγούμενο ποιητικό του βι βλίο «Τό οικογενειακό δέντρο» (1978), άναφέρθηκε ήδη τόσο στήν ύπαρξη μιας «προσήλωσης ατά άντικείμενα, στά μέλη τού κορμιού, στήν αίσθηση πού αύτά άναδίνουν, σέ στοιχεία μιάς βαθιάς ριζωμένης παράδοσης πού δέν έχει χάσει κα θόλου τη λειτουργία της μέ τό πραγματικό» (Ά λ έξ η ς Ζήρας), δσο καί στή χρήση ένός «προσωπικού γλωσσικοΰ-έκφραστικού όργάνου» (Κώστας Γουλιάμος), προσδιορί ζοντας έτσι εύκρινώς τή σχέση τού ποιητή αυτού πρός τόν περιβάλ λοντα χώρο καί πρός τούς όμοειδεϊς συναδέλφους του. Αυτήν άκριβώς τή δυναμική σχέση έρχε ται ν ά επαναπροσδιορίσει ή συλλο γή του «Τό σκοτωμένο αίμα», πού κυκλοφόρησε στό τέλος τού περα σμένου χρόνου. Στό πρόσφατο έργο του ό Π απα γεωργίου επιμένει στήν όλοκλήρωση τών ποιητικών του εκείνων σχη μάτων, πού παλιότερα όντας ήμιτελή δέν προσέφεραν στόν άναγνώ-
στη δσα ήθελε ό ίδιος, φωτίζει μέ περισσότερη προσοχή τίς άμυδρές εικόνες τής «Ιχνογραφ ίας» (1975), ένώ τίς θολές κι άσαφείς άναπτύξεις, στίς όποιες συνήθιζε νά κατα φεύγει στό παρελθόν, τίς καταργεί, άντιπαραθέτοντας τώρα μιά συμ παγή έκφραση. Ή χαλαρότητα τής δομής πού μερικές φορές άδικοΰσε τίς προηγούμενες συνθέσεις του έχει σχεδόν έκλείψει. Μπορούμε συνεπώς ν ά μιλάμε γιά μιά δουλειά πού βρίσκεται στό τέρμα μιάς δεκαεξάχρονης πορείας (ή πρώτη του συλλογή μέ τίτλο «Ποιήματα» κυ κλοφόρησε τό 1966) καί πού τό κύ ριο χαρακτηριστικό της είναι ό συγκεκριμένος λόγος, οΐ λακωνικές έπί τό πλεϊστον έκφορές καί ή οι κονομία στή χρήση τών συμβόλων, Ικεϊ πού ό ρεαλισμός δέν προσφέρεται ώς όχημα. Έγκαταλείποντας τά δεκαέξι, κύρια ή δευτερεύοντα, πρόσωπα τού «Οικογενειακού δέντρου», ό Κ. Γ. Παπαγεωργίου περιορίζεται τη φορά αυτή στήν έξιστόρηση τών προσωπικών του όδυνηρών έμπει-
ΓΙΑΝ ΝΗ Α Υ Γ ΙΖ Ο Υ : Π αλιά άντριώτικα σπίτια. ’Αθήνα, Σιδέρης, 1983. Σελ. 342. Η Α ΞΙΑ καί ή όμορφιά τής κυκλαδίτικης άρχιτεκτονικής είναι φημισμένη όχι μόνο στόν έλλαδικό άλλά καί τόν διεθνή χώρο. "Ομως, τά σπίτια καί τά άλλα κτίσματα, τό ένα μετά τό άλλο χάνονται, είτε άπό τό χέρι τού χρόνου είτε άπό τό χέρι τού άνθρώπου, καί οί προσπάθειες διάσωσης λίγες. Μιά τέτοια -πο λ ύ άξιόλογηπροσπάθεια διάσωσης «έστω στά χαρτιά» είναι καί τό βιβλίο τού Γιάννη Λ υγίζου, πού παρουσιάζει σχέδια, φωτογραφίες καί ούσιαστικές λεπτομέρειες παλιών σπιτιών τής "Ανδρου, καθαρά μέσα στά άρχιτεκτονικά πλαίσια.
Δ υναμ ικές τεχνικές σκοτεινού θαλάμου: Μετ. Μ. Ρουμελιώτη Θεσσαλονίκη, Μωρεσόπονλος, 1982. Σελ. 199. ΜΙΑ έπιλογή κειμένων καί εικόνων γύρω άπό τούς κυριότερους πειραματισμούς στόν σκοτεινό θάλαμο (όπου έκτυπώνονται οί φωτογραφίες) διαθέτει αυτός ό τόμος. Τά ισάριθμα κεφάλαια έχουν γράψει 16 πρωτοπόροι φωτογράφοι πού έχουν δουλέψει π άνω σ’ αυτές τίς διαδικασίες. Καί είναι γραμμένα μέ τέτοιον τρόπο ώστε νά άποτελοΰν πολύτιμο βοήθημα γιά τούς πεπειραμένους καλλιτέχνες φωτογράφους, άλλά καί κατανοητό οδηγό γ ι’ αυτούς
68/οδηγος
Κώστας Παπαγεωργίου
ριών. Ή μόνη άναφορά στους γο νείς του καί ειδικά στό θάνατο τού πατέρα του, πού γίνεται στό άκροτελεύτιο έφτάστιχο τής συλλογής, υπογραμμίζει την άπόλυτη μοναξιά του καί τη βιολογική του άπόσχιση ά π’ τό συγγενικό κορμό. Έ χοντας ξανά νά άντιμετωπίσει τίς αιφνί διες επιθέσεις τής μνήμης, τό φρικώδες κάλεσμα τών ζωντανώννεκρών του, οί όποιοι καί όρίζουν σέ πολύ μεγάλο μέρος τη δική του ταυτότητα, θ’ άναζητήσει πρώτα στόν εαυτό του τίς (όποιες) δυνά μεις άμυνας. ’Ανακαλύπτοντας στή συνέχεια καί τό μεγάλο βαθμό έν τασης πού περικλείουν άπό μόνες τους οί καταστάσεις αυτές καί τήν περιορισμένη άποτελεσματικότητα τών δικών του έκλογικευμένων άντιδράσεων, θά προσπαθήσει νά έξοικειωθεί μέ τίς σκιές τής νύχτας άποκρυπτογραφώντας τούς διαπε ραστικούς κρωγμούς τους. Γι’ αύτό καί τό «Σκοτωμένο αίμα» θά τό άποκαλούσαμε έγχειρίδιο μελέτης τού θανάτου. Ό χ ι όποιουδήποτε θανάτου άλλά έκείνου άκριβώς πού βρίσκεται στό τέλος τής μαρτυ ρικής πορείας πρός τή γνώση: «Γιά ν ’ άνεβεϊ τή νύχτα ένας νεκρός/μεταμορφώνεται κρυφά σέ νυχτερίδα/ Κατέβαιναν σάν ένας άγριος ϋπνος/μαργαρίτες σέ ρυάκι άπό βροχόνερο τίς γνώριζα/άπό πάντα ώραϊα λειωμένες ωραία γυμνές/μέ φαγωμένο τό δεξί βυζί ένα μήλο/ καί χόρευαν άνάποδα έπάνω στό ταβάνι/άλλάζοντας χρωματιστά/καί δαντελένια έσώρουχα τών πεθαμένων/βγάζοντας άηδιαστικές κραυγές/μ’ αισχρές κινήσεις κι άσπρο βλέμμα/έτσι φυτρώσανε τά βρώμι κα τά νύχια/τοϋ έφιάλτη/Στό βήχα τους πετάγονταν/κάτι τεράστια
δόντια σάν πουλιά/κάτι μεγάλα βρώμικα πουλιά/μοΰ δείχνανε τά νύχια τους/καί τά φοβάμαι». Τρεις είναι συνεπώς οί άφετηρίες γραφής τού «Σκοτωμένου αίμα τος»; α) Ή άναζήτηση τής οριακής αυ τογνωσίας τού ποιητή. Στις δύο ένότητες τής συλλογής, πού ή μία φέρει ώς μότο τό δημοτικό στίχο «Έ δώ είν’ τά φίδια σταυρωτά μέ τίς οχιές πλεγμένα»1 καί ή άλλη τόν άφορισμό «Μιλάω μιά γλώσσα άγράμματη», μνημονεύονται οί σπουδαιότερες φάσεις τών προσ παθειών νά όριστεί ή αυτοτέλεια τού Παπαγεωργίου μέσα στόν κλει στό άλλά εκρηκτικό συναισθηματι κά χώρο πού τού έπεφύλαξαν συγ γενικά του ή καί άλλα πρόσωπα, πού δέν είναι πολύ διαφορετικός άπό άλλους σύστοιχους χώρουςκυψέλες τής έλληνικής μεταπολεμι κής κοινωνίας· β) Ή συλλογή καί ή άποτύπωση τών σημαντικότερων περιπετειών πού άντικατοπτρίζουν τούς κλυδωνισμούς τού έφιαλτικού άλλά όχι καί τόσο σκοτεινού μεγάκοσμου τών όνείρων του. Οί ύπόγειες αύτές συγκρούσεις έρχονται στό φώς μέ σκοπό νά διαιωνισθοΰν. Ό ποιητής μέ τή χρήση τού δοκιμα σμένου καί πειθαρχημένου γλωσσι κού του όργάνου, πού διακρίνεται γιά τήν άκριβολογική του λειτουρ γικότητα, άφ’ ένός μέν θά τίς κατα γράψει τίς έμπειρίες αύτές τόσο γιά νά ελέγξει τά έσωτερικά συμβάντα καί νά φωτίσει τό νού του δσο καί γιά νά γνωρίσει τόν βαθύτερο άσύνειδο ψυχισμό του, άφ ’ έτέρου θά θελήσει νά προχωρήσει σέ κάτι πο λύ ουσιαστικότερο: στήν άνίχνευση δηλαδή τού μέλλοντος. Κι δχι μόνο τού σχετικού μέ τή δική του μοίρα, άλλά μέ τή μοίρα τής γενιάς του, τής έποχής του, τού τόπου του. Ή όμαδική ψυχή πάλλεται σ’ αυτούς τούς στίχους: «Μέχρι τό χώμα θά ύψώνονται οί νεκροί/τό σκοτωμένο μου αίμα/ένας ρυθμός τετράποδος παντού/ή όσμή τετράποδη κι αυτή/ μέ πάντα ύγρό τό χνούδι της/θά τά σκεπάσει δλα» καί σ’ αυτούς «"Ωσπου έσπαγαν τέλος αίμα τά νερά τρομάζανε τά φίδια καί σφυ ρ ίζοντας σκορπίζανε φωτιές/Έτσι ένας άρρωστος λαός θά γεννηθεί μιά άρρώστια πού ύστερα θά πούν»· καί γ) Ή άνάγκη τής παραμυθίας, ή άναζήτηση τής έξιλέωσης μέσα άπό τήν ήδονή αυτής τής ίδιας τής γρα
φής. Σέ άντίθεση μέ τίς δύο πρώτες τάσεις ή άνάγκη αύτή υπολανθά νει. Μ όνο στή β' στροφή τής πρώ της ενότητας διακρίνουμε ένα κά ποιο δείγμα τής βαθιάς χρείας: «Σπέρμα νά πεταχτεϊ νά μέ ραντί σει οί λέξεις ν ’ άπλώσουν πράσινο λιβάδι/καί τά γράμματα κάτασπρα πρόβατα κοπάδι άναμασώντας/Τό φθόγγο του χωριστά μιά μουσική πού άν ύπερβεΐ/Τσακίζεται σέ άπάτητη σπηλιά ουρλιάζει ή λέξη». "Ετσι ή γλώσσα τής ποίησής του πού συντηρεί τό διάλογό του μέ τούς νεκρούς, έξόρκίζοντάς τους ή κρατώντας τους σέ μιά άπόσταση άπαραίτητης άσφάλειας, τού προσ φέρει αύτό τό άλλο πού είναι έξ ίσου σημαντικό, τήν άνακούφιση. Πρόκειται γιά μιά γλώσσα πού συγγενεύει μέ τή γλώσσα παλαιότερων ή νεότερων ποιητών, πού άναφέρθηκαν συστηματικά ή παρεμπι πτόντως σέ άνάλογες θεματικές. Ή επικοινωνία μαζί τους, τολμώ νά πώ, είναι ή sine qua non προϋπόθε ση τής ισορροπίας τού ποιητή, ή άναγκαία εξασφάλιση τής συνεν νόησης κι επαφής μέ όντα νοήμονα , πού βρίσκονται στήν άπέναντι όχθη, στόν άντίποδα τών νεκρών. ΓΓ αύτό καί ή όμοιότητα τών άναφορών, ή ύφολογική ταυτότητα με ρικών στίχων, ή κοινότητα τών συμβόλων καί ή συχνότητα παρεμ φερών επικλήσεων πού συναντάμε στά άνάλογα έργα τών ποιητών πού εμπιστεύτηκε ό Παπαγεωρ γίου. « Ή σονάτα τού σεληνόφω τος» τού Γιάννη Ρίτσου καί τά «Τρία κρυφά ποιήματα» τού Γ. Σεφέρη έχουν χρησιμεύσει, τό καθένα σέ διαφορετικό βαθμό, στή συν διαλλαγή του μαζί τόυς. "Ας δούμε μερικά παραδείγματα: Οί στίχοι «Τούτο τό σπίτι, παρ’ δλους τούς νεκρούς του, δέν εννοεί νά πεθάνει/Έ πιμένει νά ζεϊ μέ τούς νε κρούς του/νά ζεϊ άπ’ τούς νεκρούς του/νά ζεϊ ά π ’ τή βεβαιότητα τού θανάτου του/καί νά νοικοκυρεύει άκόμη τούς νεκρούς του σ’ έτοιμόρροπα κρεββάτια καί ράφια» (Γ. Ρίτσος) ή «Καίγονται τ’ άσπρα φύκια/Γραίες άναδυόμενες χωρίς βλέφαρα/σχήματα πού άλλοτε χορεΰαν/μαρμαρωμένες φλόγες. /Τό χέρι σκέπασε τόν κόσμο» καί «Κι δμως σ’ αύτό τόν ύπνο/τ’ όνειρο ξε πέφτει τόσο εΰκολα/στό βραχνά» (Γ. Σεφέρης), είναι στίχοι πού ύπονοούνται στό βάθος έκείνων τού «Σκοτεινού αίματος»: «Μετακομί ζω πάντα στό ίδιο σπίτι... τά έπι
οδηγος/69 πλα άγριεύουν μέ χόν καιρό/ξυπνοΰν τη νύχτα τρίζουν ή γαυγί ζουν σάν σκυλιά/μέ δόλο άπό τήν κλειδαρότρυπά τους σέ κοιτούν» ή «ή όσμή τετράποδη κι αύτή/μέ π άν τα υγρό τό χνούδι της/θά τά σκεπά σει δλα» καί «ένα κύμα τόν άνέβαζε μές στό νερό/άνεμίζοντας τά φύ κια πού είχαν γίνει τά μαλλιά».2 Ή σύγκριση τών άποσπασμάτων αύτών εύκολα πείθει γιά τίς δυνα τότητες τού Παπαγεωργίου καί φα νερώνει τί διήνυσε μέχρι νά φτάσει στη σημερινή προσωπική φωνή του, στή στερεά κι αύστηρή σύντα ξή του καί στήν αύτοελεγχόμενη συναισθηματική του έκφόρτιση, γε γονότα πού πολλοί άλλοι δεν μπό ρεσαν νά πετύχουν παραπαίσντας άκόμα κάτω ά π ’ τίς δυναστικές έπιδράσεις τών πνευματικών πατέ ρων των. Γιά όλους τούς παραπάνω λό γους νομίζω ότι τό «Σκοτωμένο α ί μα» συμβάλλει άποφασιστικά, ώς τό ώριμότερο έργο τού Κ. Γ. Π α παγεωργίου, στήν άποκάλυψη μιάς άλλης ενδιαφέρουσας πλευράς τής πολυφωνικής γενιάς τού ’70: της τάσης της δηλαδή νά εκφραστεί
καίρια καί μέσα άπό τίς άπαιτητικές καί δύσκολες μορφές τής μετα φυσικής ποίησης. ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ
Σημειώσεις: 1. Είναι ό προτελευταίος στίχος τής Γ ' παραλλαγής τής παραλογής «Τοϋ κολνμπητή». Βλ. «Δημοτικά τραγούδια, έκλογαί άπό τά τραγούδια τοϋ έλληνικοϋ λαόν» τον Ν. Γ. Πολίτου, έκδόσεις «Διόνυσος», σ. 132 έπ. 2. Πρβλ. ίπίσης καί Άλλες, αέ μικρότερο βαθμό, σνμπτωματικές συνηχήσεις μέ νεότερους ποιητές, όπως: «Ξυπνούν τά ήμερωμένα μου τά ψίδια» (σ. 19) μέ τούς στίχους: «Στήν κατάψυξη κά τι καλά φιδάκια/νά ’χω άλλάζω γλώσσα/κάθε πού νικώ· σάρκες» άπ’ τό A ' τής «*Οστιας» τοϋ Γιάννη Βαρβέρη, άπ’ τό «Ράμφος» 1978, ή «οί γείτονές μου δλοι έχουν άγιάσει/ίδίως οί άντρες είναι βλοσυροί!στό χώμα ώς τή μέση έχουν θαφτεΰκαπνίζοντας διαρκώς καί δέ μιλάνε!μοιάζουν νά είναι πεθαμένοι άπό καιρό» (σ. 18) μέ τά σπίτια καί τίς πολυκατοικίεςμανσωλεϊα τοϋ ποιήματος «τίς Κυ ριακές τ’ άπόγευμα» τοϋ Γιώργου Μαρκόπουλου, άπ’ τή «θλίψη τοϋ προαστίου», τοϋ 1976.
πού τώρα πρωτοανακαλύπτουν τή μαγεία καί τίς δυνατότητες τού σκοτεινού θαλάμου. Θ ΑΝ Α ΣΗ ΤΖΟ ΥΛΗ. Ή γλώ σσα τον Ά δ ά μ . Θεσσαλονίκη, Ή Μικρή Έ γνατία, 1982. Σελ. 58. Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ φωνή στή συλλογή αύτή τού Τζούλη ξεπηδά μέσα άπό ένα τεχνοκρατικό σύστημα, πού άγωνίζεται νά καλύψει κάθε άνοιγμα εύαισθησίας. Είναι ή φωνή (γλώσσα) τού πρωτογενούς άνθρώπου, τού σάρκινου, ένώ γύρω του άναδύονται οί άτονικές στριγγλιές τών άλάδωτων μηχανών. Καί ή φωνή τούτη έξελίσσεται (στά τελευταία ποιήματα) στή δημιουργία κάποιου ιδιαίτερου θύλακα (σάν μανιτάρι πού ξεπηδά ά π ’ τήν ίσοπέδωση τού συστήματος), έντός τού όποιου πιά άπλώνονται άπρόσκοπτα οί σχέσεις «σκέψεων» καί έκλεκτικών συγγενειών.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ
ό μεγάλος άδερφός τοϋ Καραγκιόζη Karagoz. Τό θέατρο σκιών στήν ’Ελλάδα κ α ί στήν Τουρκία. Είσαγω γή-μετάφραση-σχόλια Αικατερί νης Μ νστακίδου. ’Αθήνα, 'Ερμής, 1982. Σελ. 310 + 8 έγχρωμες είκ.
Ή εργασία τής συγγρ. άποτελεϊ τήν ελληνική μετάφραση τής δια τριβής της στό Πανεπιστήμιο τής Columbia πού περατώθηκε τό 1978 καί παρουσιάζεται έδώ ώς εισαγωγή σέ δυό έργα τού θεά τρου σκιών, μεταφρασμένα άπό τά τουρκικά («Τό φαρμακείο» καί « Ό άνάποδος γάμος»). Σημαδεύει μιά στροφή στή σχετική έρευ-
Στήν τριμηνιαία ’Οθόνη (τεύχος 10, Ίαν.-Μ άρτ. 1983), μεγαλύτερο ένδιαφέρον ά π’ τ’ άφιερώματα στόν χαοτικό σύγχρονο έλληνικό κινηματογράφο καί τήν παραποιούσα τηλεόραση, υπάρχει ίσως στό άφιέρωμα στό Φρανσουά Τρυφφώ. ("Οσο γιά τήν «κλειστή γλώσσα τών κειμένων, είναι κι αύτή μιά θέση. Σεβαστή, άλλά όχι παραδεκτή.) Στό Δ έντρο τού Φεβρουάριου (άρ. 32), άπό τά έλληνικά κείμενα στέκει κανείς περισσότερο σ’ ένα χρονικό-έπιστολή τού Τάκη Σινόπουλου καί μιά συνέντευξη τού Μένη Κουμανταρέα. Κι άπ’ τά ξένα στίς «στιγμές» τού Μ ικελάντζελο Ά ν το ν ιό ν ι καί τού Ρομπέρ Μ ουζίλ. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ
70/οδηγος
να, γιατί γιά πρώτη φορά, στά ελληνικά τουλάχιστον,1 έπιχειρεΐται μιά υπεύθυνη σύγκριση τών δυό παραλλαγών τού μεσογειακού θεάτρου σκιών, τού οθωμανικού καί τού έλληνικού, χωρίς νά πα ραποιηθεί ή γενετική σχέση τού δεύτερου άπό τό πρώτο. Διαβάζοντας προσεκτικά τήν έργασία άποκομίζει κανείς τήν εντύπω ση πώς ή συγγρ. έχει εξοικειωθεί περισσότερο μέ τόν όθωμανικό πα ρά μέ τόν ελληνικό Καραγκιόζη. Α ύτό βέβαια είναι, σέ αυτή τή φά ση τής έρευνας, πολύτιμο, γιατί στήν πολυάριθμη έλληνική βιβλιο γραφία γιά τό θέμα συμβαίνει συ νήθως τό άντίθετο. Ή τουρκολογική συγκρότηση τής Μ. όδηγεΐ βέ βαια σέ ορισμένες ίσοπεδωτικές συγκρίσεις, πού άποβαίνουν εις βάρος τής ιδιοτυπίας τής ελληνικής παραλλαγής τού θεάματος. Έ τσι π .χ. ό χαρακτηρισμός τών έλληνικών τύπων στηρίζεται συχνά (σσ. 134, 139, 144) στήν πεπαλαιωμένη, προπολεμική έργασ'ία τού Καΐμη,2 ενώ ήδη διαθέτουμε πλήθος νεότε ρες καί πιό έγκυρες έργασίες. Τό χαρακτήρα μιας τουρκολογικής διατριβής άποκαλύπτει καί ή πλού σια βιβλιογραφία, δπου δμως συγ κεντρώνονται πολλά εφήμερα τουρκικά άρθρα (κυρίως τών And, Gergek καί Tecer· άλλά οί συγκρι τικές έργασίες τού And γιά τόν τουρκικό καί έλληνικό Καραγκιόζη δέν άναφέρονται),3 ενώ οί άναφορές στήν έλληνική βιβλιογραφία εί ναι λιτές.4 'Ωστόσο ή βιβλιογραφία δέν είναι πλήρης, δσον άφορά τό όθωμανικό, άραβικό καί βορειοαφρικανικό θέατρο σκιών,5 καί γιά τό ινδικό, κινέζικο, ταϊλανδινό καί ίαβανικό θέατρο σκιών λείπουν όρισμένες νεότερες μονογραφίες.6 Παρατηρεϊται έπίσης δτι μόνο ένα μικρό μέρος τών έργων πού άναφέρονται στη βιβλιογραφία χρησιμο
ποιήθηκαν πραγματικά στό κείμενο τής μελέτης. Ή έμφάνιση τού κειμένου πα ρουσιάζει όρισμένες άτέλειες, γιά τίς όποιες δέν εύθύνεται πάντα έξ όλοκλήρου ή συγγρ.: ή Βιβλιογρα φία καί οί Σημειώσεις έχουν τυπο γραφικά λάθη, κυρίως στήν άναγραφή ξενόγλωσσων τίτλων· τό βι βλίο είναι κάπως δύσχρηστο, γιατί δέν έχει πίνακα περιεχομένων, κα τατοπιστικούς τίτλους τών κεφα λαίων καί γενικό εύρετήριο. ’Αλλά υπάρχουν καί πιό ουσιαστικές άβλεψίες. ’Αναφέρω ένδεικτικά μερικές: ή παραπομπή τού Jacob στή σελ. 103 δέν άναφέρεται στό χέρι τού Καραγκιόζη άλλά στό σκούφο του· ή «'Ιστορία τού Κα ραγκιόζη» τού Καλονάρου δέν έκδόθηκε τό 1946 άλλά τό 1977 (σ. 221)· ή βασική μελέτη τού Μπίρη έκδόθηκε τό 1952, δχι τό 1956 (σ. 225)· ή μελέτη τού Πετρόπουλου γιά τό Σταύρακα δέν έχει τίτλο «'Ο Καραγκιόζης» άλλά «'Υπόκοσμος καί Καραγκιόζης», καί δέν δημο σιεύτηκε τό 1979 (σ. 211) ούτε τό 1980 (σ. 227) άλλά τό 1978·7 τό άρ θρο τού Χαρίδημου στό «Θέατρο» 10 (1963) δέν έπεκτείνεται στις σσ. 5-58 (δηλ. σέ δλο τό τεύχος) άλλά στίς σσ. 55-58 (σ. 232)· τό γνωστό έργο τού J. Κ. Campbell γιά τούς Σαρακατσάνους «Honour, Family and Patronage» δημοσιεύτηκε τό 1964, δχι τό 1914 (σ. 217)· ή βραχυ γραφία στή σημ. 175 (σ. 212) δέν έξηγεΐται πουθενά (καί στή βιβλιο γραφία δέν υπάρχει)· τό βιβλίο πού άναφέρεται στή σημ. 184 δέν
είναι τού «Andreas», άλλά συγγρα φέας του είναι ό γνωστός τουρκολόγος Andreas Tietze (πού διδά σκει σήμερα στό πανεπιστήμιο τής Βιέννης)· τό βιβλίο μου γιά τόν Καραγκιόζη «Das neugriechische Schattentheater Karagiozis» (Μόνα χο 1975) άναφέρεται στή βιβλιο γραφία χωρίς συγγραφέα, στό λήμ μα «Das» (σ. 217), δηλ. τό άρθρο τού τίτλου, κτλ. Οί άβλεψίες δέν άπαντοΰν σέ τέτοια έκταση στό ίδιο τό κείμενο τής μελέτης, ώστε έχει κανείς τήν εντύπωση δτι ή συγγρ. δέν πρόλαβε νά δει τά δοκί μια τών Σημειώσεων καί τής Βι βλιογραφίας. Παρά τίς άτέλειες αύτές είναι μιά πολύ εύπρόσδεκτη έργασία, γιατί παρέχει, γιά πρώτη φορά στό έλληνικό κοινό, μιά έπιστημονικά υπεύθυνη, σύνθετη καί λεπτομε ρειακή πληροφόρηση γιά τόν όθω μανικό Καραγκιόζη. Ή προσπά θεια αύτή, άπαλλαγμένη άπό «πα τριωτικούς» τόνους (ίσα ίσα μερι κές φορές φτάνει στό άλλο άκρο), είναι άξιέπαινη, κυρίως άν ρίξουμε μιά ματιά στήν ιστορία τής έλληνικής έρευνας, στήν όποια τονίζεται συνήθως μονομερώς ή άπόλυτη χει ραφέτηση καί ό «έξελληνισμός» τού είδους άπό τό όθωμανικό πρότυπο. 'Η άπόφαση λοιπόν τού έκδοτικοΰ οίκου νά φέρει σέ έπαφή τό έλληνι κό άναγνωστικό κοινό μέ τά νεότε ρα έπιτεύγματα τής επιστήμης στόν τομέα αύτό (πού γιά τόσο καιρό εί χε μείνει έξω άπό κάθε έπιστημονική άναζήτηση), είναι άπόλυτα δι καιολογημένη. Οί άρετές τής έργασίας είναι πολλές, κυρίως στόν τουρκολογικό τομέα. ’Αλλά δέν μπορούν νά άναφερθοΰν λεπτομε ρώς στά στενά πλαίσια μιας βιβλιο κρισίας. Γι’ αύτό άς μοΰ έπιτρα-
Σημειώσεις: 4.
1. "Ιδιο θέμα έχει καί τό σύντομο άρ θρο τον Ε. Zakhos-Papazahariou, Les origines et survivances ottomanes au sein du Thidtre d’ Ombres grec. Turcica V (1975) aa. 32-39. 2. G. Caimi, Karagheuz ou la comddie grecque dans l’ame du theatre d’ om bres. Athines 1935. 3. M. And, Yunanlilar Bizim Karagoze Nasil Qiktilar? (With English Summa ry: How Greeks Claimed Ownership of Karagoz). Tiirkiyemiz 3 (1971) σσ. 2-11. Ό ίδιος, Diinyada ve Bizde Golge Oyunu. Ankara 1977, σσ. 371382.
Δέν χρησιμοποιήθηκε τό σχετικό μαντικά άρθρα τον F. Seltmann βοήθημα Β. Πούχνερ, Σύντομη Ανα (1971, 1972), γιά τήν Ταϊλάνδη καί λυτική βιβλιογραφία τον θεάτρου Καμπότζα οί μονογραφίες τού Ρ. Σκιών στήν ’Ελλάδα. Λαογραφία 31 Dhaninivat (1968) καί τοϋ Ε. Η. S. (1976-78) σσ. 294-324. Simmonds (1961), ό συλλογικός τό . 5. Βλ. τή βιβλιογραφία στό Μ. And, μος πού έξέόωσε ό Μ. Rutnin (1975), History of Theatre and Popular En καί τά άρθρα τον D. Η. Μ. Shep tertainment in Turkey. Ankara 1963/ pard (1968) καί τών Μ. Smithies / Ε. 64, σσ. 139-144, όσιό δπον ή συγγρ. Kerdchouay (1971), γιά τή Μαλαισία Αντλεί τά πολυάριθμα τουρκικά άρ τέλος οί μονογραφίες τον J. Cuisinier θρα. (1957) καί τον Ρ. L. A. Sweeney 6. Γιά τό ίαβανικό θέατρο σκιών οί μο (1972). νογραφίες τού Ε. Horsten (1962, 7. Καί τό προηγούμενό τον άρθρο στό 1966) καί τον J. Scott-Kembal (1970), «’Αντί» (φυλ. άρ. 51-52, δχι 31-32) γιά τό ’ινδικό ή μονογραφία τον Κ. άναφέρεται μέ λανθασμένο τίτλο (σ. Shivarama Karanth (1975) καί τά ση 227).
δελτιο/71
πλαίσιο για παιδια Π Α ΥΛ ΙΝ Α Σ Π Α Μ Π Ο Υ ΔΗ : Ο Σ ιγα νό ς π ού μ ιλάει μέ τά πράγμ ατα. Νεφέλη, 1982. Σελ. 130 (9-12 χρ.).
πούν στό τέλος μερικές κριτικές παρατηρήσεις. Στην περιγραφική έπισκόπηση τού θεάτρου σκιών στήν "Απω ’Ανατολή όρισμένες μορφές, δπως τό μαλαισιανό θέατρο σκιών, λεί πουν έντελώς, άλλες, δπως τό ταϊλανδικό καί τό καμποτζιανό, π α ρουσιάζονται πάρα πολύ σύντομα· ή παρουσίαση τών προβληματι σμών σέ αύτό τόν τομέα είναι γενι κότερα πολύ λιτή καί δέν στηρίζε ται πάντα στίς τελευταίες έρευνες· ίσως έπρεπε νά έγκαταλειφθεΐ αύτή ή προσπάθεια, ή', άλλιώς, νά διευρυνθεϊ ό τομέας αυτός σημαντικά.8 'Υπάρχει μιά κριτική συζήτηση τού περσικού «θεάτρου σκιών» (σσ. 41 έξ., δπου ή συγγρ. διατηρεί, πολύ πειστικά, έπιφυλάξεις γιά τήν ύπαρξη τού είδους αύτοΰ), λείπουν δμως τελείως οΐ άναφορές στίς, έπίσης συζητήσιμες, πηγές άπό τό χώρο τής ’Α ρμενίας.9 Δέν είναι σωστό δτι οί περιγραφές τού θεά τρου σκιών στήν ’Α λγερία φτάνουν μόνο ώς τό 1930 (σ. 45), άφοΰ ή αυτοψία τού Hoenerbach (ή έργασία του άναφέρεται στή βιβλιογρα φία) έγινε στά ’50· στό σημείο αύτό υπάρχουν καί σημαντικές βιβλιο
γραφικές έλλείψεις.10 Στήν κριτική παρουσίαση τού θέματος τής κατα γωγής τού μεσογειακού θεάτρου σκιών λείπει ή σημαντική υπόθεση τής D ostSlovi-Jenistovi (πού λείπει καί άπό τή βιβλιογραφία), πού άφορά τούς Τσιγγάνους ώς φορείς τών παραστάσεων τού είδους.11 Ή διαπίστωση δτι τό μεσαιωνικό αι γυπτιακό θέατρο σκιών είναι όπωσδήποτε προγονική μορφή γιά τό τουρκικό (σ. 61), παραμένει συ ζητήσιμη, καί άντικρούεται ήδη σέ παλαιότερες μελέτες.12 ’Αόριστη παραμένει ή στάση τής συγγρ. άπέναντι στίς θεωρίες τής μεταφοράς τού θεάτρου σκιών άπό τήν κεντρι κή ’Α σία κατά τήν πορεία τών τουρκικών φυλών πρός τή Δύση (θεωρίες τίς όποιες ό G. Schnorr έχει άπορρίψει κατηγορηματικά ήδη τό 1958),13 άφού ή ίδια πιστεύ ει στήν προέλευση τού τουρκικού Καραγκιόζη άπό τήν Α ίγυπτο (ή προέλευση τού αιγυπτιακού θεά τρου σκιών δέν συζητεϊται έκτενέστερα, ούτε καί ή πολυγενετική θεωρία τής καταγωγής τού θεάτρου σκιών, τήν όποια διατύπωσα τό 1975).14 Παραδέχεται, άπό τήν άλ λη μεριά, τήν έπίδραση τού βυζαν-
8. Βλ. σημ. 6. 9. G. Gojan, 2000 let armjanskogo teatra. /-//. Morskva 1952, τόμ. A ', σσ. 264 έξ., τόμ. B', σσ. 369έξ. 10. Ρ. Jacquinot d’Oisy, Autour du Ra madan tunisien. Paris 1887. R. Mar ty, L ’annie liturgique musulmane ά Tunis. Revue des Etudes Islamiques 1935, τεϋχ. 1. Πολλές πηγές βρί σκονται συγκεντρωμένες στό άρθρο του Μ. Charfeddine, Deux siicles de thiatre en Tunisie. L’Action (Tunisie 20-27.9.1969). 11. R. Dostdlovd-Jenistovd, Das neugriechische Schattentheater Karagoz. Probleme der Neugriechischen Lite-
ratur, τόμ. Δ ' (Βερολίνο 1959) σσ. 185-197. 12. Friedrich Kern στό παράρτημα τοϋ J. Horovitz, Spuren griechischer Mimen im Orient. Berlin 1905, σσ. 98έξ. 13. Ή άναφορά τοϋ άρθρου λείπει στη βιβλιογραφία (G. Schnorr, Aspekte der Puppen- und Schattenspielforschung. Quand les marionettes du monde se donnent la main. Liige 1958, σσ. 157έξ.). 14. W. Puchner, Das neugriechische Schattentheater Karagiozis. Miinchen 1975 (Miscellanea Byzqntina Monacensia, 21), σσ. 18έξ.
ΕΝ Α παιχνίδι μέ τίς έννοιες, τίς λέξεις καί τά πράγματα, πού άκροβατεί άνάμεσα στό παράλογο καί τήν κυριολεξία άλλοιώνοντας τή μονοσήμαντη καθημερινότητά τους. Ή Παμπούδη δίνει στό λόγο μιά πολλαπλότητα πού άναιρεί τόν παραλογισμό του (ή τόν έπιτείνει;) μέσα άπό τήν άποστομωτική κυριολεξία τής παιδικής λογικής. Ό Σιγανός παρασύρει τά παιδιά σέ ένα άναπάντεχο κυνήγι θησαυρού. «Θησαυρός», οί άλλεπάλληλες εικόνες πού φτιάχνουν οί λέξεις καί ό έμπλουτισμός τής ικανότητας τού μικρού άναγνώστη νά χειρίζεται τό λόγο σέ άτέρμονες καί έναλλασσόμενες εφαρμογές. A N N IE Μ. G. SCHMIDT: Ή Βρομίτσα κι ό Μ οντζονρης μα γειρεύο υν. Μετ. Γιάννη Εύαγγελίδη. Είκ. Fiep Westendorp. Τεκμήριο, 1983. ΕΝ Α άπό τά έξι βιβλία της σειράς, πού έχουν τούς ίδιους πάντα ήρωες, ένα κοριτσάκι μέ τό σκύλο του. Τό πώς τά καταφέρνουν αύτοί οί δύο νά τή «βγάζουν καθαρή» δταν μπερδεύονται σέ δλα καί δλους τούς γύρω τούς άνακατεύουν, άφήνεται στό ταλέντο τής συγγραφέα, στή λειτουργικότητα τής εικονογράφησης καί στά παιδιά πού άπολαμβάνουν τίς ιστορίες τους. Κατά τή γνώμη μου, είναι μιά άπό τίς καλύτερες σειρές πού κυκλοφορούν γιά παιδιά αυτής τής ήλικίας. ΕΛΕΝΗ ΠΑΜΠΟΥΚΗ
72/δελτιο τινοΰ μίμου (σσ. 62 έξ.), γιά τήν ϋπαρξη τοϋ όποιου υστέρα άπό τόν 7ο αιώνα οί πηγές είναι ελάχιστες, στηριγμένη στην ξεπερασμένη θεω ρία τοϋ Reich (πού παίρνει άρκετά στοιχεία άπό τόν Κωνστ. Σάθα), τήν όποια άντιγράφουν ό Metin And κι άλλοι·15 ή θεωρία τής γέν νησης τής Commedia dell’ Arte άπό τό βυζαντινό μίμο άνήκει στήν ιστορία των έπιστημών. Τό «περι στατικό τοΰ Μακρυγιάννη» (σ. 77) είναι, όπως μπόρεσε νά άποδείξει ό Ά . Φωτιάδης μέ τήν άνεύρεση τοϋ άρθρου τοΰ Μπ. Ά ν νίν ο υ , άνύπαρκτο.16 Στήν περιγραφή τής όθωμανικής παράστασης λείπουν οί κατατοπι στικές παρατηρήσεις τοϋ Siyavusgil σχετικά μέ τή λειτουργικότητα των έργων στή μικροκοινωνία τοΰ μα χαλά. Τό έκτο κεφάλαιο (σσ. 124-145) άσχολεΐται μέ τόν έλληνικό Καραγ κιόζη. Έ δώ θά περιορίσω τίς π α ρατηρήσεις μου στό έλάχιστο, γιατί οί άδυναμίες του, γιά τόν έλληνα ειδήμονα, είναι πιό φανερές. Ή
μορφή τοΰ Μπάρμπα Γιώργου δέν μπορεί νά συγκριθεί άμεσα μέ τόν Baba Himmet (τό έπιχείρησε ήδη ό Metin And· βλ. σημ. 3), γιατί οί ίστορικοπολιτισμικές προϋποθέ σεις τής δημιουργίας του, καί οί σχέσεις του μέ τό κοινό, δπως τά άνέλυσε ό Μπίρης πρώτος, είναι τελείως διαφορετικές. Ό ρόλος τών Τούρκων στήν κανονική (τή μή ήρωική) παράσταση παρουσιάζε ται κάπως άντιφατικά. Τέλος, δέν έξετάζονται οί άλλοι πολιτισμικοί χώροι τής δημιουργίας τοΰ «έξελληνισμένου» Καραγκιόζη (ή ήθογραφία, τό κωμικό καί δραματικό ειδύλλιο, ή έπιθεώρηση καί ό Φασουλής), άλλά δλα τά συστατικά τοΰ θεάματος άνάγονται στόν οθω μανικό Karagoz. Μελλοντική συζή τηση θά φανερώσει σέ ποιό βαθμό μιά τέτοια άποκλειστική έξάρτηση είναι σωστή, μιά πού έσπασε τώρα ό πάγος στίς σχετικές συγκριτικές έρευνες. Κλείνοντας τό σημείωμα αυτό, τό όποιο άδικε! κάπως τήν έργασία, γιατί έπιμένει σχεδόν άποκλει-
στικά σέ κριτικές παρατηρήσεις, θά ήθελα νά τονίσω δτι πρόκειται γιά μιά εμπεριστατωμένη μελέτη, πού καλύπτει ένα παλιό καί όδυνηρό έρευνητικό κενό, άπό έλληνικής πλευράς, καί πολύ χρήσιμη, ώστε νά «σοβαρευτεί» καί νά προσγειω θεί ή μεταγενέστερη έρευνα. ΒΑΛΤΕΡ ΠΟΥΧΝΕΡ
15. W. Reich, Der Mimus. Berlin 1903. K. Σάθα, 'Ιστορικόν δοκίμιον περί τής μουσικής καί τοϋ θεάτρου τών Βυζαντινών. Έν Βενετίφ 1878. Μ. And, Bizans Tiyatrosu. Ankara 1962 (λείπει στή βιβλιογραφία). Γιά τήν κριτική τών θεωριών αύτών βλ. τώ ρα Β. Πούχνερ, Τό Βυζαντινό Θέα τρο. θεατρολογικές παρατηρήσεις στόν έρευνητικό προβληματισμό τής ύπαρξης θεάτρου στό Βυζάντιο. ’Επετηρίς τοϋ Κέντρου Επιστημονι κών ’Ερευνών X I (Λευκωσία 1981/ 82) υπό έκδοση. 16. Α. Φωτιάδης, Καραγκιόζης ό πρόσ φυγας. ’Αθήνα 1977, σ. 74.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΜΕΘΟΔΟ Ρ.Κ. Feyerabend Διάθεση: Αθήνα, Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ. Μαυρομιχάλη 9, τηλ. 36.07.744,
ΔΕAT ΙΟ 10 Μαρτίου23 Μαρτίου 1983
βιβλιογραφικό δελτίο άριθ. 66 • Τό Β ιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται μ έ τήν πολύτιμη συνερ γα σία τον βιβλιοπωλείου τής « ’Εστίας», τή διεύθυνση κ α ί τό προσω πικό τον ό π οιον εύχαρι στούμε θερμά. • Ή ταξινόμηση τών βιβλίων γίνε ται μ έ βάση τό γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ μοσμένο στην έλληνική βιβλιο γραφία. • Σ έ κάθε κατηγορία βιβλίω ν π ροηγούνται άλφαβητικά ο ί έλ-
Έπιμέλεια: Έ φη Ά πάκη
ληνες συγγραφ είς κ α ί άκολονθοϋν ο ί ξένοι. • Ή κατάταξη τών ξένων συγγρα φέων γίνετα ι σύμφωνα μ έ τό έλληνικό άλφάβητο. • Στήν κατηγορία τών περιοδικών δέν περιλαμβάνονται έβδομαόια ϊα έντυπα. • Γιά την άκόμη μεγαλύτερη πλη ρότητα τον Δελτίου, παρακαλ ο νντα ι ο ί έκδότες νά μά ς στέλ νουν έγκαιρα τίς κα ινούριες ίκδόσεις τους.
ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
ΘΡΗΣΚΕΙΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΘΕΟΛΟΓΙΑ
Σπάνιες καί παλαιές έκδόσεις στη Γ.Γ.Τ.Π . ’Αθήνα, Γενική Γραμματεία Τύπου καί Πληροφοριών, 1982. Σελ. 25.
Μ ΑΝΤΖΟΥΝΕΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Κ. Στό Γιάννη Κορδάτο. Όφειλόμενη άπάντηση. Ά θ ή ν α ι, 1983. Σελ. 266. Δρχ. 400.
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ’Ηπειρωτικό ήμερολόγιο. ’Ιω άννινα, Ε τα ιρ εία ’Ηπει ρωτικών Μελετών, 1983. Σελ. 424. Δρχ. 600.
ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΓΕΝΙΚΑ ΑΓΡΑΦΙΩΤΗΣ ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ. Πολιτιστικές άναδιπλώσεις. ’Αθήνα, Θεωρία, 1983. Σελ. 153. Δρχ. 280.
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΝΕΟΤΕΡΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Μ ΑΡΚΟΥΖΕ ΧΕΡΜΠΕΡΤ. ’Αρνήσεις. Μετάφρασηεΐσαγωγή Γιάννη Σαρίκα. ’Α θήνα, “Υψιλον/ Βιβλία, 1983. Σελ. 156. Δρχ. 250.
ΡΟΟΥΜΠΟΘΑΜ ΣΙΛΑ - ΓΟΥΕΪΝΡΑΪΤ ΧΙΛΑΡΥ ΣΗΓΚΑΛ ΛΥΝ. Πέρα άπό τόν κατακερματισμό. Φεμι νισμός καί οικοδόμηση τού σοσιαλισμού. Μετ. Νανάς Τσόγκα. ’Αθήνα, Θεωρία, 1983. Σελ. 225. Δρχ. 420.
74/δελτιο
Π Ο Λ ΙΤΙΚ Η
ΠΑΙΔΙΚΑ
ΔΡΟΣΟΣ ΝΙΚΟΣ. Ή άποπαρθενοποίηση τοϋ τύπου καί οί κλητήρες τοϋ άντικομμουνισμοΰ. ’Α θήνα, Μπογιάτης, 1983. Σελ. 100 + παράρτημα. Δρχ. 200. ΜΟΥΣΤΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ε λ λά ς Ελλήνω ν δεσποτά δων. ’Αθήνα, Gutenberg, 1983. Σελ. 235. Δρχ. 400.
Ο ΙΚ Ο Ν Ο Μ ΙΑ
ΕΛ Ε Υ Θ Ε Ρ Α ΑΝΑ ΓΝ Ω ΣΜ Α ΤΑ Β Α ΛΑ Β ΑΝ Η ΕΛΕΝΗ Γ. Στή λαϊκή! Στή λαϊκή! Εικό νες Διατσέντας Παρίση. ’Αθήνα, Πατάκης, 1983. Σελ. 28. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΟΥ-ΣΟΥΡΕΛΗ ΓΑΛΑΤΕΙΑ. Παιχνίδι χωρίς κανόνες. ’Αθήνα, Πατάκης, 1982. Σελ. 243.
ΑΡΑΜ ΠΑΤΖΗΣ Ε. - ΚΟΠ ΟΣ Α . - ΠΑΠΑΣΤΑΜ ΚΟΣ Γ. Ή μεσογειακή πολιτική τής ΕΟΚ. Πολιτικές, νομικές καί οικονομικές απόψεις. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1983. Σελ. 268. Δρχ. 400. ΑΣΔΡΑ Χ ΑΣ ΣΠΥΡΟΣ I. Ζητήματα ιστορίας. ’Αθή να , Θεμέλιο, 1983. Σελ. 281. Δρχ. 400. ΜΠΗΤΡΟΣ Γ. Μικροοικονομική άνάλυση. Κείμενα άπό τη διεθνή βιβλιογραφία. Τόμος Α '. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1982. Σελ. 450. 'Ολοκλήρωση καί άνιση άνάπτυξη. Ή έμπειρία τών έννέα στήν ΕΟΚ. ’Επιμέλεια Dudley Seers - Κωστή Βαΐτσου. Μετ. Γιώργου Μελά. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1982. Σελ. 470.
ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ ΜΑΝΟΣ. Κοιμήσου, Όρέστη. Ζωγρα φιές Τατιάνας Βολανάκη. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 45. Δρχ. 300. Π Α Π Α ΔΑ Κ Η ΑΘΗΝ Α . Παλιές ιστορίες τοϋ κόσμου. (’Α σία). Εικονογράφηση Α . Φουντουκλή. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 127. Δρχ. 250. ΛΑΜ Π ΤΣΑΡΛΣ - ΛΑΜ Π ΜΑΙΡΗ. Διηγήσεις άπό τόν Σαίξπηρ. Μετ. Αίας Χατζοπούλου-Καραβία. ’Α θήνα, Πέργαμος. Σελ. 181. Δρχ. 180. ΡΟΣΣΙΝΙ ΤΖ. Α . Γουλιέλμος Τέλλος. Εικονογράφηση Χιρόσι Μ ιζουσάουα. Κείμενο Ταμάο Φουτζίτα. Μετ. Βαγγέλη Καμάρη. ’Επιμέλεια Κωστούλας Σκλαβενίτη - Μιχάλη Ίερωνυμίδη. ’Αθήνα, Γνώση, 1983. Δρχ. 300. ΣΟΥΙΦΤ ΤΖΟΝΑΘ ΑΝ. Ταξίδια τού Γκιούλιβερ. Μετ. Λ. Κούβαρη. ’Αθήνα, Πέργαμος. Σελ. 172. Δρχ. 180.
Λ Α Ο ΓΡΑ Φ ΙΑ ΜΑΚΡΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ. Δωδεκανησιακά δημοτικά τραγούδια. ’Α νθολογία. Ρόδος, Πρίσμα, 1983. Σελ. 351. ΜΑΥΡΑΚΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ I. Λαογραφικά Κρήτης. ’Αθήνα, Βασιλόπουλος, 1983. Σελ. 415. Δρχ. 650. ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ ΕΛΕΝΗ. Κεντήματα άπό υφαντά τής Κρήτης. ’Αθήνα, Περιηγητής, 1983. Σελ. 112. Δρχ. 950.
ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΥ Π. I. Ό καρυοθραύστης. Παραμύθι βασισμένο στό όμώνυμο μπαλέτο τού Τσαϊκόφσκυ άπό τήν ιστορία τού Ε. Τ. Α . Χόφφμαν. Εικονογράφηση Φουμίκο Χόρι. Κείμενο Μαγκοίτσι Κουσίντα. Μετ. Βαγγέλη Καμάρη. Επιμέλεια Κωστούλας Σκλαβενίτη - Μιχάλη Ίερωνυμίδη. ’Αθήνα, Γνώση, 1983. Δρχ. 300.
ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
ΣΤΑΜΕΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Νεοελληνική λαϊκή τέχνη. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Ε σ τία, 1982. Σελ. 198. Δρχ. 280.
Μ Α Θ Η Μ Α ΤΙΚ Α
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΠΑΙΔ/ΓΙΚΗ
ΛΙΒΕΡΗΣ Δ. I. Ή διαλεκτική άνέλιξη τού μαθηματι κού γίγνεσθαι. ’Αθήνα, 1983. Σελ. 162. Δρχ. 300.
Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ ΣΗ ΖΩ Ο Λ Ο Γ ΙΑ ΚΑ ΛΑ Π Α Ν ΙΔΑ Σ ΚΩΣΤΑΣ. Α θ ή ν α . Σελ. 270. Δρχ. 150.
’Ωδική
άνθολογία.
Πλουτίζω τά έλληνικά μου. Συνεργασία τοϋ διδακτι κού προσωπικοΰ τοϋ Σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσ σας τού Ά ριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 1983. Σελ. 165. Δρχ. 370.
ΑΜΠΕΡΜΑΝ ΕΡΙΚ. Καναρίνια. Μετ. Β. Φράνκε. Α θ ή ν α , Κάκτος, 1983. Σελ. 73. Δρχ. 200. PETERSON ROGER - MOUNTFORT GUY - HOLLOM P .A .D . Τά πουλιά τής Ε λλά δα ς καί τής Εύρώπης. ’Απόδοση καί προσαρμογή Α . Κανέλλη - W. Baver. ’Αθήνα, Χρυσός Τύπος. Σελ. 480. Δρχ. 1000.
δελτιο/75
ΕΦΑΡΜΟΣΜ. ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Υ Γ ΙΕΙΝ Η
Μ Ο Υ Σ ΙΚ Η ΓΙΑΝΝΟΥΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Τ ζάζ. Ό δ η γό ς δίσκων. ’Α θήνα, ’Α πόπειρα, 1983. Σελ. 254. Δρχ. 360. ΓΚΡΕΫ ΚΛΙΤΗ. Αυτή είναι ή ζωή μου. ’Αθήνα, « Ό δ ό ς Πανός», 1983. Σελ. 174. Δρχ. 350.
Μ ΠΑΖΑΙΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. 100 βότανα 1000 θεραπείες. Μ έρος Β' + ευρετήρια. ’Α θήνα, Μ παζαΐος, 1983. Σελ. 223. Δρχ. 300.
ΓΛΩΣΣΑ
ΤΕΧΝΕΣ
ΕΛ Λ Η Ν ΙΚ Η ΓΛ Ω ΣΣΑ
Α ΡΧ ΙΤΕ Κ ΤΟ Ν ΙΚ Η
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΗ Σ ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡ. Συντακτικό έρμηνευτικό τής δημοτικής. Τεύχος Α ' : Ή παθητική σύν ταξη. ’Α θήνα, Ε σ τ ία , 1983. Σελ. 142. Δρχ. 220.
ΝΕΖΕΡΙΤΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ Θ. Βυζαντινή έκκλησιαστική άρχιτεκτονική. Θεσσαλονίκη, «Βυζαντινοί Μελέται». Σελ. 267. Δρχ. 350.
ΞΕΝ ΕΣ ΓΛ Ω ΣΣΕΣ
Ζ Ω Γ ΡΑ Φ ΙΚ Η
VITANIOTOU AGNES - VOSINAKIS ΤΗΕΟΡΗΙLUS. English - Greek dictionary. Ά γγλοελληνικό λεξι κό. Μ ονοτονικό. ’Αθήνα, Στρουμπούκης. Σελ. 351. Δρχ. 200.
ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΪΔΗ Σ ΜΙΛΤΗΣ. Βιβλιογραφική άναδρομή εικαστικών καί άρχαιογνωσίας. Ά θ ή ν α Μυτιλήνη, 1983. Σελ. 16.
ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ
ΓΛΥ Π ΤΙΚ Η Α Ρ Χ Α ΙΟ Ι ΣΥ ΓΓΡΑ Φ ΕΙΣ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ ΕΜ ΜΑΝΟΥΗΛ. Μπέλλα Ραφτό πουλου. ’Ελεύθερα σχέδια άπό ελληνικά άγγεΐα γιά τίς Δελφικές γιορτές 1925-1927. Πρόλογος "Αγγέλου Σικελιανοϋ. ’Αθήνα, 1983. Σελ. 172. Δρχ. 1000.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ. ’Αληθινή ιστορία. Μετάφραση καί ει κόνες Δημήτρη Καλοκύρη. ’Α θήνα, Ύ ψ ιλον/ Βιβλία, 1983. Σελ. 108. Δρχ. 140.
Χ Α ΡΑ Κ Τ ΙΚ Η
ΓΕΝ ΙΚ Α
40 χρόνια ΕΠΟΝ. 10 χαρακτικά άπό την ’Αντίσταση. Α θ ή ν α , 1983. Δρχ. 250.
ΠΟΛΙΤΗΣ ΝΙΚΟΣ. Χρονογραφήματα ένός πολίτη. ’Α θήνα, ’Εκδόσεις Καθημερινής, 1983. Σελ. 146. Δρχ. 300.
Κ ΙΝ Η Μ Α ΤΟ ΓΡΑ Φ Ο Σ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΡΕΝΤΖΗΣ ΘΑ ΝΑΣΗΣ. Corpus. Εισαγωγή Ντάρας ’Ηλιοπούλου-Ρογκάν. ’Α θήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 56. Δρχ. 300.
Π Ο ΙΗ Σ Η
ΤΣΙΚΑΗΡΟΠΟΥΛΟΣ ΜΠΑΜΠΗΣ. Τά βαποράκια. Σενάριο. ’Α θήνα, Καστανιώτης, 1983. Σελ. 81. Δρχ. 200.
------------------------------------------------------------------------------___________________________________________________ ΑΡΓΕΣΤΗ ΕΛΕΝΗ. ’Ερωτικά. Ποιήματα. ’Αθήνα, 1983. Σελ. 47.
76/δελτιο
ΓΑ ΛΑΝΟΥ ΕΙΡΗΝΗ. Τό πουκάμισο τοϋ φιδιού. ’Α θήνα, 1983. Σελ. 44.
λο. Μετ. Γ. Δ . Ταμβίσκου. ’Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1983. Σελ. 267. Δρχ. 450.
ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ. Μπολιβάρ. Μέ 9 έγχρω μους πίνακας έκτός κειμένου. Δ ' έκδοση. ’Α θήνα, "Ίκαρος, 1983. Σελ. 59. Δρχ. 600.
ΑΣΙΜΩΦ ΙΣΑΑΚ. ’Επιχείρηση: ’Αφροδίτη. Μετ. Δ . Μ αυρογένη. ’Α θήνα, Κάκτος. Σελ. 197. Δρχ. 250.
ΖΑΧΟΥ-ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. Βήματα στήν δμίχλη. ’Αθήνα, Ίωλκός, 1982. Σελ. 92. ΚΑΡΑΜΗΤΡΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ. Βυθόμετρο. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, 1983. Σελ. 57. ΚΟΡΤΗ-ΚΟΝΤΗ ΣΤΕΦΗ. Ψευδαισθήσεις. Ποιήμα τα. Θεσσαλονίκη, 1983. Σελ. 37. ΚΟΡΦΗΣ ΤΑΣΟΣ. Ποιήματα. Βιβλίο, άριθ. 29. Α θ ή να , Πρόσπερος, 1983. Σελ. 185. Δρχ. 250. Μ ΑΥΡΙΔΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. ’Ιριδισμοί. Ποίηση. Θεσ σαλονίκη, 1982. Σελ. 78. ΜΕΪΜ ΑΡΗΣ ΣΠΥΡΟΣ. Έ ξορκισμοί. Ποιήματα. ’Α θήνα, Καστανιώτης, 1983. Σελ. 107. Δρχ. 180. ΝΕΣΤΟΡΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Φώτα κι όμίχλες. Ποιή ματα. ’Αθήνα, 1983. Σελ. 78. 56 φωνές. Ποιητική άνθολογία 1982. ’Επιμέλεια Τάσου Κόρφη. Βιβλίο, άριθ. 31. ’Αθήνα, Πρόσπερος, 1983. Σελ. 85. Δρχ. 200. ΧΙΟΝΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ. Λεκτικά τοπία. Ποιήματα. Νεοελληνική Ποίηση, άριθ. 8. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1983. Σελ. 97.
ΛΟΟΥΡΥ ΜΑΛΚΟΛΜ. Κάτω άπό τό ήφαίστειο. Μετ. Μαρίνας Λώμη. Εισαγωγή Φίλιππου Δ. Δρακονταειδή. ’Α θήνα, ’Αστέρι, 1983. Σελ. 180. Δρχ. 450. ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΥ Φ. Οί φτωχοί. Εισαγωγή ’Α θανά σιου Γιέφτιτς. Β' έκδοση. Σειρά Γ' / Λογοτεχνία, άριθ. 1. ’Αθήνα, Imago, 1983. Σελ. 236. Δρχ. 400. ΟΥΑΪΛΝΤ ΟΣΚΑΡ. Τό έγκλημα τού Λόρδου Ά ρ θ ο υ ρ Σάβιλ. Νουβέλα. Μετ. Δάφνης Ά νδρ έο υ . ’Α θήνα, Στοχαστής, 1983. Σελ. 53. Δρχ. 100. ΣΤΑΪΝΜΠΕΚ ΤΖΩΝ. Ή πεδιάδα τής Τορτίγια. Μετ. Γιάννη Εύαγγελίδη. Γράμματα/Λογοτεχνία, άριθ. 80. ’Α θήνα, Γράμματα, 1983. Σελ. 207. Δρχ. 300. ΧΑΝΤΚΕ ΠΕΤΕΡ. ’Αμέριμνη δυστυχία. Μετ. Νίκης Ά ιντενά ιερ . ’Αθήνα, Νεφέλη, 1983. Σελ. 109. Δρχ. 180.
Μ ΕΛ ΕΤΕΣ ΒΕΛΟΥΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Γιάννης Ρίτσος. Προβλήματα μελέτης τού έργου του. Μελέτες γιά τόν Γιάννη Ρίτσο, άριθ. 5. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 206. ΚΑΛΗΣΠΕΡΗΣ Σ. Ά κτινικ ά κείμενα. Δοκίμιαμελέται-άρθρα. Ά θ ή ν α ι, Ή Δαμασκός, 1983. Σελ. 197. Δρχ. 320.
Π Ε Ζ Ο ΓΡ Α Φ ΙΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΣ. Οι κωμωδοί. ’Αθήνα, Σιγα ρέτα, 1983. Σελ. 63. Δρχ. 120. ΒΑΛΕΤΑΣ ΚΩΣΤΑΣ. Οί μέτοικοι. Μυθιστόρημα. Γ' έκδοση. Ελληνική Πεζογραφία, άριθ. 4. ’Αθήνα, Γνώση, 1983. Σελ. 176. ΒΑΡΔΟΥΛΑΚ ΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΔΗΜ ΟΣΘΕΝΗΣ. Οί ρί ζες τού κόσμου. Διηγήματα. ’Αθήνα, Νέα Σκέψη, 1982. Σελ. 78. ΔΕΛΗΟΛΑΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Pusher, τό βήμα τής άλεπούς. ’Α θήνα, Στοχαστής, 1983. Σελ. 68. ΔΡΙΤΣΙΟΣ ΘΩΜΑΣ. Γιατί μέ σκοτώνεις σύντροφε. Έ λληνες Συγγραφείς, άριθ. 6. ’Α θήνα, Γλάρος, 1983. Σελ. 190. Δρχ. 300. ΚΕΡΕΝΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ. Πτήση 474. Μυθιστόρημα. ’Εκδόσεις «Ά νδρ έα ς Καρκαβίτσας», 1983. Σελ. 312.
ΜΑΡΚΑΡΗΣ ΠΕΤΡΟΣ. Ό Μπρέχτ καί ό διαλεκτικός λόγος. ’Α θήνα, ’Ιθάκη, 1982. Σελ. 94. Δρχ. 250. Νέα Ε σ τία. Τεύχος 1163. (Φωτοανατύπωση). ’Α φιέ ρωμα στόν Κώστα Βάρναλη. ’Αθήνα, 1975. Σελ. 179. Δρχ. 300. ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ-ΠΑΝΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ. « Ά συ γχύ τως συγκροτημένα». Δοκίμια καί σημειώματα βιβλιο κρισίας. ’Εκλογή. ’Α θήνα, 1983. Σελ. 132. Δρχ. 200. EUDOKIM OV MICHEL. Ή άναζήτηση τού Θεού στή σύγχρονη σκέψη καί λογοτεχνία. Μετ. Μ αρίας Λ αγουρού. ’Αθήνα, Ό μ ά δ α Προβληματισμού Μαθητών Λεόντειου Λυκείου Ν. Σ ., 1983. Σελ. 32. Δρχ. 40.
ΘΕΑΤΡΟ
ΚΟΝΤΕΑ ΡΟΥΛΑ. Φιδοτόμαρο. Μυθιστόρημα. ’Α θήνα, Καστανιώτης, 1983. Σελ. 135. Δρχ. 250. ΝΑΣΙΟΥΤΖΙΚ ΖΩΗ. Θύμηση. ’Εποχή, 1982. Σελ. 125.
’Αθήνα, Σύγχρονη
Π Α Π Α ΔΑ ΤΟ Υ ΒΙΚΤΩΡΙΑ. Ή μάνα μου, ή Κρήτη. ’Α π ό τά βήματα τών Καλοκαιρινών. 'Ιστόρημα. ’Αθή να , Θεμέλιο, 1983. Σελ. 223. Δρχ. 350. ΑΜ ΑΝΤΟ ΖΟΡΖΕ. Γκαμπριέλα κανέλα καί γαρίφα
ΕΡΓΑ ΑΛΕΞ ΑΝ ΔΡΟΥ ΑΡΗΣ. Ό λόφος μέ τό συντριβάνι. Σενάριο βασισμένο στό όμώνυμο θεατρικό έργο τού Γ. Ρίτσου. Β' έκδοση, ’Α θήνα, "Υψιλον/Βιβλία, 1983. Σελ. 42. Δρχ. 100.
δελτιο/77
ΓΑΒΡΙΗΛΟΓAOΥ ΓΑΒΡΙΗΛ. Σκηνές έργοστασίου. Θέατρο. Θεσσαλονίκη, 1983. Σελ. 54.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 6. Δρχ. 280.
ΛΙΔΩΡΙΚΗΣ ΑΛΕΚΟΣ. Θέατρο. Τόμος Α '. Μεγάλη στιγμή. Λόρδος Βύρων. Τό ξύπνημα. Έ ν α ς ιππότης στόν καιρό μας. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1983. Σελ. 442. Δρχ. 600.
ΤΟ ΒΗΜΑ. Τής Εΰξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης. Φύλλο 168.
ΙΣΤΟΡΙΑ Α ΡΧ Α ΙΟ Λ Ο ΓΙΑ GUILMOT M AX. Ή μυητική διαδικασία στήν άρχαία Αίγυπτο. ’Αθήνα. Σελ. 46. Δρχ. 250.
ΔΕΛΤΙΟ ΚΕΝΤΡΟΥ ΔΩ Ν . Τόμος 3/1982.
ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΩΝ
ΣΠΟΥ
ΔΙΑ ΒΑ Ζ Ω . Δεκαπενθήμερη έπιθεώρηση τού βιβλίου. Τεύχος 64. Δρχ. 100. ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ. Περιοδική έκδοση τέχνης. Τεύχος 15. Δρχ. 150. ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Ό ρ γ α ν ο τής Πανελλήνιας 'Ομοσπονδίας Έ κδοτων Βιβλιοχαρτοπωλών. Φύλλο 44. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ. Μηνιαία έπιθεώρησις. Τεύχος 366-367-368. Δρχ. 200. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 120. Δρχ. 80.
ΕΛ Λ Η Ν ΙΚ Η ΙΣ ΤΟ ΡΙΑ
ΙΑΝΟΣ. Έ ν α τετράδιο άναζητήσεων. Τεύχος 4. Δρχ. 120. ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Ε ταιρείας Σπουδών. Τόμος 42. Τεύχος 6.
ΒΑΚΑΛΟ ΠΟΥΛΟ Υ ΑΠΟΣΤ. Ε. Ό χαρακτήρας των Ελλήνω ν. Ά νιχνεύ οντα ς τήν έθνική μας ταυτότητα. Έ ρ ευνα , πορίσματα, διδάγματα. Θεσσαλονίκη, 1983. Σελ. 399. Δρχ. 850. ΚΕΝΤΡΟ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. Ή έξοδος. Τόμος Β'. Μαρτυρίες άπό τίς έπαρχίες τής Κεντρικής καί Νότιας Μικρασίας. Είσαγωγή-έποπτεία Πασχάλη Κ. Κιτρομηλίδη. Επιμέλεια Γιάννη Μουρέλου. ’Α θή να , 1982. Σελ. 539. Δρχ. 800.
’Ιατρικών
ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Μηνιαίο περιοδι κό ιστορικής ύλης. Τεύχος 176. Δρχ. 130. ΚΑΝΑΛΙ 14. Λόγος-τέχνη-πολιτισμός. Τεύχος 7. Δρχ. 80. ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Έφημερίς τών άπανταχού Κορινθίων. Φύλλο 241. Ν ΕΑ ΕΠΟΧΗ. Τεύχος 157. Ν ΕΑ ΕΣΉ Α . Τεύχος 1337. Δρχ. 175.
Μ ΑΡΤΥΡΙΕΣ ΛΙΜΠΕΡΟΠΟ Υ ΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. ’Ωνάσης. (Ό π ω ς τόν γνώρισα). ’Αθήνα, Ε ξά ντ α ς, 1983. Σελ. 194. Δρχ. 300. Ή παλιά Λαμία. ('Ιστορικό καί φωτογραφικό λεύκω μα). Φωτογραφίες Νίκου Ταξ. Δαβανέλλου. Κείμενα Δημ. Θ. Νάτσιου. Πρόλογος Ά λέκ ου Κ. Καΐλα. Λ α μία, «Φθιωτικά Χρονικά», 1982. Σελ. 176. Δρχ. 1000.
Ν ΕΑ ΠΑ ΙΔΕ ΙΑ . Κείμενα παιδευτικού προβληματι σμού. Τεύχος 24. Δρχ. 300. ΟΥΡΑΝΟΙ. ’Αεροδιαστημική 195. Δρχ. 50.
έπιθεώρησις.
Φύλλο
ΠΑΝΘΕΟ Ν. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχος 772. Δρχ. 60. ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΙ. Νεανική έφημερίδα άπό τό Νεανικό Κέντρο τού Α γ ίο υ Βασιλείου Πειραιά. Φύλλο 39. ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ. Τριμηνιαία έκδοση έπιστημονικοΰ προβληματισμού καί παιδείας. Τεύχος 16. Δρχ. 150.
ΧΟΥΤΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Θ. Ή μάχη τού Μακρυνόρους (14-22 ’Ιουλίου 1943). ’Α πό τό έπος τής ’Εθνικής ’Αντίστασης. Ά θ ή να ι, I. Σιδέρης, 1983. Σελ. 82. Δρχ. 300.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμμάτων καί τεχνών. Φύλλο 76. Δρχ. 7.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ
ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό γιά συλλέκτες. Τεύχος 28. Δρχ. 100.
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ. Ά ργολική έπιθεώρηση ένημέρωσης καί προβληματισμού. Φύλλο 144.
ΤΡΑΠΕΖΙΤΙΚΗ. Μ ηνιαίο όργανο τού Συλλόγου τών 'Υπαλλήλων τής Ε θνική ς Τραπέζης τής Ελλά δος. Φύλλο 441. Δρχ. 1.
ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική έπιθεώρηση. Τεύχη 226 καί 227. Δρχ. 50. ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ ΤΗΣ Α ΡΝΑΙΑΣ. Ό ρ γα ν ο γιά τήν προ βολή καί πρόοδο τής Βόρειας Χαλκιδικής. Φύλλο 57.
ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ’83. Τεύχος 32. Δρχ. 180.
ΧΑΡΤΗΣ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 4. Δρχ. 150. Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ. Ό ρ γα ν ο τού χριστιανοσοσιαλιστικού κινήματος τής Χριστιανικής Δημοκρατίας. Φύλλο 217. Δρχ. 15.
78/δελτιο 24 Φεβρουαρίου9 Μαρτίου 1983
κριτικογραφία
Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
Στην Κ ριτικογραφία περιλαμβάνονται δλες ο ί έπώνυμες βιβλιοκριτικές πού δημοσιεύονται στόν ημερήσιο άθηναϊκό τύπο. Π εριλαμβάνονται, έπίσης, κ α ί κριτικές δημοσιευμένες στόν περιοδικό κ α ί έπαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν νά μ ά ς στέλνουν ο ί συντάκτες τους. Γιά κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σέ παρένθεση: τό όνομα τού κριτικού κ α ί ό τίτλος τού έντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς κ α ί ή ημέρα δημοσίευσης τής κριτικής, άν πρόκειται γιά έφημερίδα, ή ό άριθμός έκδοσης, αν πρόκειται γιά περιοδικό έντυπο.
- 'Υπόμνημα ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΑ: Α. ’Αργυρίου ΑΘ: Π. ’Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώχης BA: Β. Άγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΠ: Ε. Παμπούκη ΕΡ: Ε. Ρόζος EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΚΑ: Κ. Άνδρονίκας ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΕ: Κ. Έμσνίδης ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου ΟΠ: Ό Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΠ: Π. Παγκράτης ΣΔ: Σ. Δρακοπούλου ΣΤ: Δ. Σταμέλος
ΤΘ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΜ: Τ. Μενδράκος TP: Κ. Τρίγκου ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΤ: Φ. Τριάρχης XX: X. Χειμώνας
ΕΝΤΥΠΑ ΑΗ: ’Απογευματινή ΑΚ: Άκρόπολις ΑΝ: ’Αντί ΑΠ: ’Απανεμιά ΑΥ: Αύγή ΒΡ: 'Η Βραδυνή Π : Γιατί ΓΤ: Γράμματα καί Τέχνες ΔΓ: Διαγώνιος ΔΙ: Διαβάζω ΕΒ: ’Εμείς καί τό Βιβλίο ΕΘ: Έθνος ΕΛ: ’Ελευθεροτυπία ΕΚ: Έλικώνας ΕΟ: Έποπτεία ΕΠ: ’Επίκαιρα ΕΣ: ’Ελεύθερος (Στερ. Έλλ.) ΕΨ: ’Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: ’Ελεύθερη "Ωρα
Βιβλιογραφίες Μηναίδης Σ.: Βιβλιογραφία συνταγματικοί δικαίου 1974-1979 (Κ. Γιαννόπουλος, ΔΙ, 63) Λεξικά Τσαβέας θ.: Μέγα άγγλοελληνικό λεξικό (W, ΟΤ, 60) Δημοσιογραφία Κωστόπουλος Δ.: Στρατευμένη δημοσιογραφία (ΒΠ, ΔΙ, 63) Φιλοσοφία Νατσούλης Τ.: ’Αρχαίο έλληνικό πνεύμα (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 27/2), (Κ. Ξηρ., ΑΥ, 24/2) Παναγουλόπουλος Α.: Πλάτων καί Κρήτη (Ε. Χατζηανέστης, ΕΟ, 77) Τζαμαλίκος Τ.: ’Ελληνισμός καί άλλοτρίωση (ΒΠ, ΔΙ, 63) Μπόρχες X. Λ.: 'Ιστορία τής αιωνιότητας (ΒΠ, ΔΙ, 63) θρησκεία Μπατάιγ Ζ.: Ή θεωρία τής θρησκείας (Κ.,Γουλιάμος, ΓΤ, 14)
ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ή χος καί Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Ή Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τά Νέα ΝΗ: Νέα ’Εποχή ΝΣ:: Νέα Εστία ΟΙ: Οικολογία καί Περιβάλλον ΟΠ: 'Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη ’Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Ή Χριστιανική
Κοινωνιολογία Lefei re Η Κο νωνιολσγ α τού Μάρξ (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 14) Μισέλ Α,: Κοινωνιολογία τής οικογένειας καί τού γάμου (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 14) Πολιτικές έπιστήμες Macridis R.: Σύγχρονα πολιτικά συστήματα (Γ. Δημητριάδης, ΟΤ, 60)
Οικονομία Κιντής Α.: ’Ανάπτυξη τής έλληνικής βιομηχανίας (Π. Λινάρδος-Ρυλμόν, ΟΤ, 60) Κυριαζής Ν.: Ή ένταξη τής ’Ελλάδας σιήν Εύρωπαϊκή Κοινότητα (Α. Δ. Π., ΟΤ, 60) Λημόσια διοίκηση Άθανασόπουλος Δ.: Ή έλληνική διοίκηση (Κ.Π.Κ., ΚΑ, 24/2) Τάχος A. I.: θεμελιώδεις υποχρεώσεις τών δημοσίων υπαλλήλων (Α. Δ. Π., ΟΤ. 61)
δελτιο/79
Ε κπαίδευση Ράμφος Σ.: Παιδεία έλληνική (Κ. Ξηρ., ΑΥ, 24/2) Χαραλαμπόπουλος Β. I.: ’Οργάνωση τής διδασκαλίας καί τής μάθηση: (ΘΠ, ΟΤ, 60) Παιδικά Μάατορη Β.: Τό αυγουστιάτικο φεγγάρι (EM, ΚΑ, 24/2) Μιχαήλ-Δέδε Μ.: 'Ινδιάνικοι θρύλοι (ΕΠ, ΔΙ, 63) Χατζηχάννα Φ.: Ό Ντιντόν, ό Παβελάκης μου κι έγώ (ΕΠ, ΔΙ, 63) Στάινμπεκ Τ.: Τό κόκκινο άλογάκι (ZB, ΡΙ, 25/2) Τέχνες 'Αλεξίου Ν.: Αίοθητικά σημειώματα (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Δανιήλ Γ.: Κιαροσκσϋρο (Δ. Κράγκαρης, ΔΑ, 17) Κωτίδης Α.: Ό ζωγράφος Κ. Μαλέας (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Λυγίζος Γ.: Παλιά άντριώτικα σπίτια (ΚΝ, ΚΑ, 24/2) Παπαδόπουλος Σ.: Συλλογή τύπων καί διακοσμητικών θεμάτων τών χάλκινων σκευών (ΒΠ, ΔΙ, 63) Σπητέρης Τ.: Δάσκαλοι τής έλληνικής ζωγραφικής (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Χαραλαμπίδης Α.: Ό χαράκτης Ν. Βεντούρας (ΚΤ, Εθ, 23/2) Amandry Α.: Ή έλληνική έπανάσταοη σέ γαλλικά κεραμικά τοϋ Ι9οι· αίώνα (Δ. Τσίτουρας, ΔΙ, 63> Βολλάρ Α.: Ό ζωγράφος Ρενουάρ (ΒΠ, ΔΙ, 63) Mordillo: 'Αλλού τ’ δνειρο (ΒΠ, ΔΙ, 63) Οικιακή οικονομία Κρεμεζή Α.: Καινούρια κουζίνα (ΒΠ, ΔΙ, 63) Κλασική φιλολογία Δρομάζος Σ.: Άριστοτέλους Ποιητική (ΚΤ, Εθ, 6/3) Ποίηση Βαγενάς Ν.: Πεδίον νΑρεως (Γ. Παναγιώτου, Πρωινή Βόλου, 7/2) Δαλακούρα Β.: Ό ύπνος (Δ. Κονιδάρης, ΠΡ, 15) Δρούζα Ε.: Τό τετράγωνο θηλαστικό (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Ζιτσαία X.: Συνέπεια (Ε. Παλαιολόγου-Πετρώνδα, ΝΗ, 157) «Καβάφης» (ΚΤ, Εθ, 23/2) Καρά-Άμαράντου Ε.: Τά μυστικά πουλιά (ΑΦ, ΑΚ, 26/2) Κάρτερ Γ.: ’Ατομικός φάκελος (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 25/2) Λάσκαρης X.: Νά έμποδίζεις τίς σκιές (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Μίχαλος Η.: Περιπέτεια (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Μπεκατώρος Σ.: Πατριδογνωσία (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 14) Μπελιές Ε.: Τό διακεκριμένο σώμα (Δ. Κονιδάρης, ΠΡ, 15) Νικηφόρου Τ.: Μέ τή φωτιά στά μάτια (Γ. Μολέσκης, ΝΗ, 157) Παπαντωνίου Β.: ’Ερωτικά (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Παπούλιας Γ.: Μονομαχία μέ τή σιωπή (ΚΤ, Εθ, 6/3) Πούλιος Λ.: Τά ποιήματα τοϋ Λευτέρη Πούλιου (Κ. Γουλιάμος, ΔΙ, 63) Πρατικάκης Μ.: Τό σώμα τής γραφής (Π. Παγκράτης, ΠΡ, 15) Σισμάνης Α.: Σπόρος φωτιάς καί γραμμή στόν άέρα (Ν. Γεωργιάδης, ΝΗ, 157) Σπουρλιάκου Α.: Ρέκβιεμ (Κ. Άνδρονίκας, ΡΙ, 25/2) Φουσκαρίνης Α.: Συμπληγάδες πέτρες καί άλλα συναφή (Π. Α. Σινόπουλος, ΔΑ ’’ Φράγκος Α.: Νεκρός δρόμος (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 14) Χαλατσάς Δ.: Ύμνολόγιον (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 26/2) Χατζηιωάννου Γ.: Βυθομετρήσεις (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 27/2) Κέρτα - Σκαμάκα. Δυό Σικελοί ποιητές (Β. ΣΤ, ΑΥ, 26/2) Νίτσε Φ.: Οί διθύραμβοι τοϋ Διονύσου (ΒΠ, ΔΙ, 63) Πεζογραφία ’Αλεξίου Δ.: Μικρά άθηναϊκά (ΚΤ, Εθ, 2/3), (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Άρβανιτάκης Α.: Γράμματα στό Μάριο (ΒΠ, ΔΙ, 63) Γκόρπας θ.: Περιπετειώδες κοινωνικό καί μαύρο νεοελληνικό άφήν (Γ. Παναγιώτου, Πρωινή Βόλον. 2! Δαμιανίδη Α.: Οί ξυπόλητες (ΒΠ, ΔΙ, 63) Δρακονταειδής Φ.: Πρός Όφρύνιο (W, ΟΤ, 61) Ζήσης Σ.: Ή τιμωρία (ΕΖ, ΡΙ, 27/2) θεοδώρου Β.: Ό Τράικο (Κ. Ξηρ., ΑΥ, 24/2) Κασόλας Μ.: Ό πρίγκηπας (ΘΠ, ΕΣ, 25/2) Κερένης Α.: Οί κανόνες τού παιγνιδιού (Δ. Κράγκαρης, ΔΑ, 17) Κέτσης Μ.: Κρανίου τόπος (Ν. Παπανδρέου ΡΙ, 27/2) Κουμανταρέας Μ.: Ό ώραΐος λοχαγός (Μ. Μερακλής, ΔΙ, 63) Κούσουλας Λ.: Τό βουνό (Γ. Παγανός, ΔΙ, 63) Λαμπαδαρίδου-Πόθου Μ.: Γράμμα στό γιό μου (Β. ΣΤ, ΑΥ, 26/2) Λεφούσης Η.: Οί κολήγοι (Β. Φυτσίλης, ΡΙ, 27/2) Μούλιος Φ.: Οί εύδαίμονες (ΚΤ, Εθ, 23/2)
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ
ΑΝΤΡΕΑ ΚΕΡΕΝΗ ΠΤΗΣΗ 474 Μυθιστόρημα •
ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΥ ΠΑΙΧΝΙΔΙΟΥ Διηγήματα •
Εκδόσεις «Α. Καρκαβίτσας»
Κεντρική διάθεση: ΟΔΥΣΣΕΑΣ τηλ. 36.19.724
j ------ ------------------------ V ΑΛΕΞΗ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΥ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ
Γεωργίου Γενναδίου 6 - Τηλ.: 36.15.783
80/δελτίο
μικρές αγγελίες ΕΙΣΤΕ περίεργοι; Έχετε τα λέντο ντετέκτιβ; Θέλετε νά έξιχνιάσετε ένα μυστήριο; Διαβά στε ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΒΙ ΒΛΙΩΝ. Μετά, τηλεφωνήστε στό συγγραφέα του Κυριάκο Ντελόπουλο (777.29.46) καί πείτε του -άν τό βρήκατεΓΙΑΤΙ ή Επιτροπή ’Αγοράς Βιβλίων τού 'Υπουργείου Παι δείας ΔΕΝ ένέκρινε τήν άγορά ΑΥΤΟΥ τού βιβλίου γιά έμπλουτισμό τών σχολικών βι βλιοθηκών. (ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τό κείμενο αυτό μπορείτε νά τό έκλάβετε: α) 'Ως μικρή άγγελία, β) 'Ω ς μεγάλη καταγγελία, γ) 'Ως καταχώρηση, δ) 'Ως άπορία).
♦
ΜΕΛΕΤΗ έτοιμη γιά έκδοση παρουσιάζει κάποιο κενό. Έ νδιαφέρεστε νά συμβάλετε στήν όλοκλήρωσή της; Τότε, άν έχε τε τήν πλήρη σειρά τοΰ παιδι κού περιοδικού «Πιτσιρίκος» δανείστε την ή πουλήστε την έπικοινωνώντας μέ τό 031/ 23.14.05
* Έ χω σχεδόν όλη τή σειρά τού περιοδικού «Τό Δέντρο». Μού λείπουν όμως τά τεύχη 3, 5 καί 12. Τά ψάχνω έδώ καί καιρό. Μήπως τά έχετε; ’Αν ναί, νά ό άριθμός: 46.10.470 (Κάθε λέ ξη στις «μικρέ; άγγελίες» στοι χίζει ΙΟ μόνο όρχ.)
Ξένος Π.: Ιδεολογικό έγκλημα (Π. Άπέργης, Πολιτική καί ΟΙκονομική Έρευνα, 95) Παρασκευαίδης θ.: Τά λιόδεντρα καί οί ξωμάχοι στή Λέσβο (Σ. Χατζηγιάννης, Λεσβιακή Φωνή, 18/2) Ρίτσος Γ.: ’Αρίοστος ό προσεχτικός άφηγεϊται σκηνές τοΰ βίου του καί τοΰ ΰπνου του (X. Προκοπάκη, ΔΙ, 63) Ρόζου Ε.: Οί άκροβάτες τού ιλίγγου (Ν. Μπούτβας, ΡΙ, 27/2) Σούκας Κ.: Θάλασσα (ΒΠ, ΔΙ, 63) Σταφυλάς Μ.: 'Ιστορία άνθρωπίνων δικαιωμάτων (Κ. Ξηρ., ΑΥ, 24/2) Τατσόπουλος Π.: Τό παυσίπονο (Σ. Τσακνιάς, ΛΕ, 22) ’Ανθολογία τσεχοσλοβάκικου διηγήματος (Β. ΣΤ, ΑΥ, 26/2) ’Απόκοπος. ’Απολώνιος. 'Ιστορία τής Σωσάννης (ΒΠ, ΔΙ, 63) Κλασικές Ιστορίες φαντασμάτων (ΘΠ, ΑΥ, 26/2) Μπασάνι Τ.: Τά χρυσά γυαλιά (Β. Ήλιόπουλος, ΔΙ, 63) Μπέλοου Σ.: "Αρπαξε τή μέρα (Μ. Φραγκόπουλος, ΔΙ, 63) Πιραντέλλο Λ.: Ή άποδιωγμένη (ΒΠ, ΔΙ, 63) Ράσπε Ρ.: Οί άλλόκοτες περιπέτειες τοΰ βαρώνου Μυγχάουζεν (ΒΠ, ΔΙ, 63) Σιέγκεβιτς Ε.: Τό αίώνιο θύμα (ΒΠ, ΔΙ, 63) Σουίφτ Τ.: Τά ταξίδια τοΰ Γκάλλιβερ (ΒΠ, ΔΙ, 63) Giono Τ.: ’Ανάρρωση (Σ. Τσακνιάς, ΔΙ, 63) Τολστόι Λ.: Ή ζωή μου (ΒΠ, ΔΙ, 63) Χάρντυ Τ.: Μιά εύφάνταστη γυναίκα (ΒΠ, ΔΙ, 63) Δοκίμια - Μελέτες - ’Αλληλογραφία Ανδρόνικος Μ.: Ιστορία καί ποίηση (ΒΠ, ΔΙ, 63) "Ασμα πολεμιστήριον. ’Ανώνυμο έργο τοΰ Κοραή (Ε. Φραγκίσκος, ΔΙ, 63) Μαλάνος Τ.: Ή ποίηση τοΰ Σεφέρη καί ή κριτική μου (ΒΠ, ΔΙ, 63) Μαλάνος Τ.: Ό Καβάφης άπαραμόρφωτος (Α. Ζήρας, ΓΤ, 14) Μητσάκης Κ.: Πορεία μές τό χρόνο (ΚΤ, Εθ, 2/3) Μουσόπουλος θ.: Προσεγγίσεις 2 (Α. Φουσκαρίνης, ΔΑ, 17) Παπαδημητρίου-Καραδημητρίου Ε.: Νίκος Τσιφόρος, ό Όμηρος τοΰ υποκόσμου (ΒΠ, ΔΙ, 63) Ροζάνης Σ.: Σπουδές στό Διονύσιο Σολωμό (ΒΠ, ΔΙ, 63) Σαμολαδάς Ζ.: Ό Σικελιανός, ή Δελφική ’Ιδέα καί τό μέλλον της (ΦΤ, Ταχυδρόμος Καβάλας, 25/2) Σιμόπουλος Η.: ’Επαφή καί προσεγγίσεις (ΑΦ, ΑΚ, 26/2) Σιμώτας Τ.: Ό κυνηγός (θ. Ζερβός, ΠΡ, 15) Carrol L.: Γράμματα στά κοριτσάκια καί φωτογραφίες (Κ. Γουλιάμος, θέα τρο Νάσκος Σ.: Ό γάμος. Τό σαββατοκύριακο. Ή μοιχεία (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Ίσνέσκο Ε.: Σημειώσεις καί άντισημειώσεις (ΒΠ, ΔΙ, 63) ’Ιστορία - Μαρτυρίες - Βιογραφίες ’Α πομνη μονευ ματα Βρανά Σ.: Τά μπουλούκια, τό θέατρο κι έγώ (ΒΠ, ΔΙ, 63) Γελαδόπουλος Φ.: Μαρία Δημάδη ή ήρωίδα τής έθνικής άντίστασης (ΔΓ, Πολιτική καί Οικονομική Έρευνα, 95), (ΚΤ, Εθ, 2/3), Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου Ε.: Ό άντίκτυπος τοΰ Δ' Βενετοτουρκικού πο λέμου στήν Κέρκυρα (ΒΠ, ΔΙ, 63) Γκιόκας Π.: Καιροί έθνικής δοκιμασίας (ΦΤ, Ταχυδρόμο; Καβάλας, 26/ 2) Δοσατζής Γ.: Οί ταγματασφαλίτες (ΚΤ, Εθ, 2/3) •Ιωαννίδης Σ.: Ξάνθη 1870-1940 (ΒΠ, ΔΙ, 63) Καλλίνος-’Αμάρμπεης θ.: Ενότητα (ΘΠ, ΕΣ, 19/2) Σισμάνης Κ.: Λίνκολν Μάκ Βέυ (ΑΦ, ΑΚ, 5/3) Τυπάλδος-Ίακωβάτος Γ.: Ιστορία τής Ίόνιας ‘Ακαδημία; (Γ. Μεταλληνός, ΔΙ, 63) Χατζηπατέρας Κ. Ν. - Φαφαλιοϋ Μ. Σ.: Μαρτυρίες 40-41 (ΑΦ, ΑΚ, 5/3) Ψυχογιός Δ.: Μεροληπτική κατάθεση (Σ. Χαϊκάλης, ΟΤ, 61) Γκαλεάνο Ε.: Οί άνοιχτές φλέβες τής Λατινικής ‘Αμερική; (Φ. Δρακονταειδής, ΔΙ, 63) Σινιορέ Σ.: Ή νοσταλγία δέν είναι πιά αύτό πού ήταν (ΒΠ, ΔΙ, 63) Ταξιδιωτικά Παπαστράτου Δ.: Ταξίδια μέ τάν πολικό (Α. Βιοτάκη, Πολιτική καί Οι κονομική Έρευνα, 95) Χατζηγάκης Π.: Πορεία καί στάσεις (I. Δραγώης, ΓΤ, 14) Μάρκο Πόλο: Τά ταξίδια (θ. Ζερβού, ΔΙ, 63) Περιοδικά Έκηβόλος (ΚΤ, Εθ, 23/2)
Έναςχρόνος «Οικολογία και περιβάλλον»
Τώρα έχετε ένα υπεύθυνο Περιοδικό που εκλαϊκεύει σ ω στά τις καινούργιες ιδέες και αξίες του καιρού μας.
ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ Σόλωνος 94, Αθήνα τηλ. 3610589 - 3600398
ίι