< 1> Β ΙΒ Λ ΙΟ Υ · Α Ρ . 3 3 6 · 25.
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΝΕΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Για αναγνώστες με απαιτήσεις
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ 5 0 0 ΝΕΑ ΒΙ ΒΛΙ Α ΣΕ 4 Χ Ρ Ο Ν Ι Α Κ Α Θ Ε Χ Ρ Ο Ν Ο ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ ΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ BEST SELLERS Κ Α Θ Ε Χ Ρ Ο Ν Ο ΚΑΙ Κ Α Λ Υ ΤΕΡΟ Ι ΕΛΑΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ
Ζ υ ρ α ν ν α Ζα τ ε α η
Και με το φως του λυκου επανέρχονται Μυθιστόρημα σέ δέκα ιστορίες ΔΕΚΑΤΗ ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Παύλος
Μ ά τ ε σ ις
'Η μητέρα του σκύλου m m m m m m Μυθιστόρημα
· η·
ΤΡΙΑΚΟΣΓΗ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
· · · · · ·
ι
Γ ι ά ν ν η ς
Ξ ά ν θ ο
ύ λ η ς
Η εποχή των καφέδων Μυθιστόρημα.
■
■
ΔΕΚΑΤΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΚΔΟΣΗ
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Α Σ Τ Α Ν ΙΩ Τ Η
■
■
■
■
Ε υγενία Φακινου
Η Μεροπη ήταν το πρόσχημα Μυθιστόρημα ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Από τις ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΕΛΗΘΑΝΑΣΗ στη σειρά ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ κυκλοφόρησε ένα μεγάλο βιβλίο
ΓΡΑΦΗ, Η ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ του Ζωρζ Ζαν Γραςη η|Μΐμηiw mipww
Μ ετάφραση και ελληνικά ντοκουμέντα
του Θωμά Γκόρπα Έ ν α μεγάλο θέμα: η γ ρ α φ ή και η ιστορία της που είναι η ιστορία της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της 6000 χρόνια... Η ιστορία της γ ρ α φ ή ς είναι πάνω α π ’ όλα η ιστορία του ελληνικού πολιτισμού 272 σελίδες·χαρτί ιλουσιρασιόν · 300 εικόνες «μαρτυρίες και ντοκουμέντα παλιά και καινούργια
•
Στην ίδια σειρά έχουν κυκλοφορήσει MOTLAPT, Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ
BAN ΓΚΟΓΚ, ΜΕ ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΜΠΡΟΣΤΑ
Το «παιδί-θαύμα» της κλασικής μουσικής στα τριάντα πε'ντε χρόνια της ζωής του θα γνωρίσει μεγάλη δόξα αλλά και δυστυχία.
Αυτός ιιου ζωγράφιζε τον ήλιο ασταμάτητα και έδωσε σαν τέλος στη ζωή του τον μαύρο ήλιο του θανάτου, που ο ίδιος διάλεξε.
'Ενας μυθικός λαός. Οι Βίκινγκς διασχίζουν τις θάλασσες, ανακαλύπτουν τη Γροιλανδία, φτάνουν ως την Αμερική, κατακτούν την Ιρλανδία...
Η εκστρατεία θα διαρκέσει πάνω από δε'κα χρόνια. Μέχρι το 323 π.Χ .πουο Αλέξανδρος πεθαίνει στο απόγειο της δόξας του στη Βαβυλώνα.
Κάτι μυθικό: η συνάντηση των Αμαζόνων και η ανακάλυψη του μεγαλύτερου ποταμού του κόσμου, που οι Ισπανοί του δίνουν το όνομα των άγριων πολεμιστριών.
Ασιέρης Δεληθανάσης εκδότης Έδρα: Χαριλάου Τρικουπη 106 και Σμολε'υσκι, 114 72, Αθήνα Κεντρική διάθεση: Ζωοδόχου Πηγής 34, 106 81, Αθήνα Τηλ. 364 23 25, 363 90 62. Fax 364 23 25
|
Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ε Ι
N E L L Y ’S Ε Ν Α Β Λ Ε Μ Μ Α ΣΕ Ε Π Α Γ Γ Ε Λ Μ Α Τ Α Τ ΟΥ Α ΣΤΙΚ Ο Υ Χ Ω ΡΟ Υ ΤΟ Μ Ε Σ Ο Π Ο Λ Ε Μ Ο
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο Ρ Ε Ι
ΧΡΟΝΗΣ ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΤ
ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ - ΤΑΞΙΔΙΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ
ΔΙΑΒΑΖΩ: Α. Μεταξά 26, Αθήνα -1 0 6 81 Σύνταξη: 33.01.239 Λογιστήριο: 33.01.241 Διαφημίσεις: 33.01.313 Συνδρομές: 33.01.315 FAX: 33.01.315
ΧΡΟΝΙΚΑ 14
ΜΟΛΕ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ Γράφουν οι: Δημήτρης Τσατσούλης (Δ.Τ.) και Τιτίκα Δημητροΰλια (Τ.Δ.) Επιμέλεια: Ηρ. Παπαλέξης
16
Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Τεύχος 336 25 Μαΐου 1994 Τιμή: Δρχ. 700 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος
17
Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτη, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Αθανασία Σπάθή Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Καλλιτεχνική επιμέλεια: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου
ΡΕΠΟΡΤΑΖ Γ. Λίκος, Μ. Γκανάς, Ν. Βαλαωρίτης σε C.D. Γράφει ο Ηρ. Παπαλέξης
27 λλ
Πεζογραφία
Ρένου Ρώτα: Ο κύριος Τζον Γράφει ο Παντελής Κρανιδιώτης Μελέτη
Απόστολου Σαχίνη: Τετρά δια Κριτικής
Γράφει ο Βαγγέλης Αθανα σόπουλος ΑΑ ·■'*'
Περιοδικό
Ναυπακτιακά
Γράφει: ο Νικ. Λυκ. Φορόπουλος
ΠΛΑΙΣΙΟ λο
Δοκίμιο
Ηλία Κεφάλα: Η Κυριακή των ποιητών
Γράφει: ο Γ. Πετρόπουλος
Στοιχειοθεσία-Ηλεκτρονική ΣελιδοποίησηΦίλμς-Μοντάζ: LEGATO Ε.Π.Ε., Χαλκοκονδύλη 9 (πλ. Κάνιγγος), τηλ.: 33.02.055-56 Fax: 36.48.223 Εκτύπωση: Γιώργος Τσιροβασίλης, Παλαιός Καβάλας 38, τηλ.: 59.87.678 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Κεντρική διάθεση: Αθήνα:
ΑΑ
Ποίηση
Ευάγγελου
Βογαζιανού:
Οπτασία Αποδραμούσα
Γράφει: ο Γ. Πετρόπουλος ΑΓ
Παιδικό
Δημήτρη
18
Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάντη 9 τηλ. 237.463
Ο δ η γ ό ς β ιβ λ ί ω ν Κινηματογράφος
Κώστα Τομανά: Οι κινημα τογράφοι της παλιάς Θεσσα λονίκης Γράφει ο Νίκος Κολοβός
25
Μανθόπουλου:
Μέρες της Αλκυόνης
ΕΡΕΥΝΑ Τα αδιέξοδα και οι τάσεις της σύγχρονης αγγλικής λο γοτεχνίας Γράφει η Αυγή-Άννα Μάγγελ
Ιίεζογραφία
Γιώργου Μανιώτη: Το ρε περτόριο του χειμώνα
Γράφει η Κυριακή Πετράκου
Γράφει: ο Θ. Καραγιάννης
Ί
Ευγένιος Τριβιζάς: Τα νήμα τα του χιούμορ στο μαγικό χαλί της φαντασίας
52
Λεία Χατζοπούλου - Καραβία: Με το γέλιο περαίνοντας την των τοιούτων παθη μάτων κάθαρσιν
58
Λιάνα Αρανίτου: Ο δημι ουργός παιδικής λογοτεχνίας στα μονοπάτια του χιούμορ
71
Αγγελική Βαρελλά: Περί «χιού μορ» και άλλων τινών
22
Κώστας Χωρεάνθης: Το με θυσμένο αμάξι της ποίησης
η') 'J
Ι.Λ. Ιωαννίδης: Το χιούμορ μέσα στο εργαστήρι του δη μιουργού
28
Νίκος Μαρουλάκης: Παραι νέσεις σε παραμυθάδες και υπουργούς...
ηΛ '■
Θέτη Χορτιάτη: Παιχνίδια λεκτικής φαντασίας και λε κτικό χιούμορ
ελληνική πεζογραφία εριπέτεια, ερωτισμός και αστυνομική πλοκή ταινιών με θέμα τη μαφία είναι τ α κύρια συστατικά του τελευταίου μυθιστορήματος της Ιω άν νας Καρατζαφέρη, Χαμόγελο στο Χάρο (Αθήνα, Καστανιώτης, 1994. Σελ. 198). Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση υποχωρεί μπροστά στη δύνα μη της εξωτερικής εστίασης του αφηγητή καθιστώντας το έργο από λυτα κινηματογραφικό. Αφαιρετική γραφή και αποστασιοποίηση της κεντρικής ηρωίδας, τεχνική του flash-back για την υπερβολική, ίσως, ως προς τον αριθμό, σκιαγράφηση των «παιδιών» της «οικογένειας» αλλά και γρήγοροι ρυθμοί στην αφήγηση. Εντυπωσιακοί στην απόδο σή τους οι κοφτοί και αμφίσημοι διάλογοι. Το τέλος κάπως βεβιασμένο και όχι απρόβλεπτο. Διαβάζεται απνευστί αλλά ο εντυπωσιασμός του αναγνώστη λήγει με το τέλος της ανάγνωσης όπως συμβαίνει με τ α αντίστοιχα έργα μιας ήδη πλούσιας για το θέμα ξένης φιλολογίας. Οι τυχόν αλληγορικές του προθέσεις φοβάμαι πως αναιρούνται από το βεβαρημένο περιβάλλον όπου τοποθετείται η δράση. Δ.Τ.
ξένη πεζογραφία Αυτοβιογραφία του στρατηγού Φράνκο, του Μ. Β. Μονταλμπάν (μτφ. X. Παπαγεωργίου, Αθήνα, Δελφίνι, 1994. Σελ. 852) είναι ένα πολυεπίπεδο κείμενο, ένα μεταμοντέρνο ιστορικό μυθιστόρημα. Μ ε ταμοντέρνο, γιατί τ α ιστορικά πρόσωπα, ο Φράνκο εν προκειμένω, περνάνε στο προσκήνιο και συνυπάρχουν αρμονικά μ αζί με τ α αμιγώς μυθιστορηματικά πρόσωπα. Η αυτο-βιογραφία του στρατηγού Φράνκο, γραμμένη από έναν ακραιφνή αντιφρανκικό, αποτελεί την προσωπογραφία μιας ολόκληρης εποχής και μιας χώρας. Ο συγγρα φέας, Μαρθιάλ, καταλήγει να διαλέγεται με τον ήρωά του, στην προσπάθειά του να αποδώσει την ιστορική αλήθεια - αλλά και να βρει τον εαυτό του. Ο σχολιασμός του όμως απαλείφ εται από τ ο τελικό κείμε νο, ως άχρηστος «θόρυβος», που δυσχεραίνει την επικοινωνία αναγνώστη-κειμένου. Μ ία περιπλάνηση στη μεθόριο της ιστορίας και του μυθιστορηματικού είδους, όπου η επίγνωση των νομοτελειών αποκτά εφιαλτικές διαστάσεις. Τ.Δ.
------------------ χρονικά
θρησκεία
Ι
ο κείμενο του Εκκλησιαστή αποτελεί κατεξοχήν σημείο ανα φοράς στους αιώνες: και μάλιστα, όχι μόνο αναφορών στο πλαίσιο της διακειμενικότητας, αλλά αντίθετα, αναφορών κα θημερινών, που κυριαρχούν στη ζωή των απλών ανθρώπων (βλέπε το περίφημο «ματαιότης ματαιοτήτων» που έχει απο κτήσει συνθηματολογικό σχεδόν χαρακτήρα). Μ ετά τη μετά φραση των εβδομήκοντα, το κείμενο του Αλ. Ίσαρη (Αθήνα, Ολκός, 1993, σελ. 94) προσφέρει για πρώτη φορά την σοφία αλλά και την ποίηση του κειμένου στους αναγνώστες. -Κείμενο βαθιά αιρετικό, ανοιχτό σε πολλαπλές αναγνώσεις, σχολιάζε ται από τον καθηγητή Μ. Κοπιδάκη σε ένα κατατο πιστικότατο επίμετρο - που ομολογουμένως λειτουργεί ως πρόκληση για περαιτέρω ενασχόληση με το κείμενο. Μ ια έκ δοση αρτιότατη - συμπεριλαμβάνεται και μετάφραση των εβδομήκοντα - , μια απόδοση δουλεμένη και με άποψη ενός παλίμψηστου κειμένου. Τ.Δ.
15
{Επισημάνσεις □ Αποκάλυψη γιατρού: Ot θάνατοι από ναρκωτικά είναι πάντα περισσότεροι το Σαβ βατοκύριακο!
Q Ωραία το επισημαίνει ο » «Τηλέμαχος» («Καθημερι νή», 12.5.94): «Τα Σαββατο κύριακα μοιάζει η ζωή μου ασήκωτη λοιπόν. Εδώ τα θέ λω τα κανάλια. Να ψάξουν το γιατί. Δ εν θέλω να δω πάλι σύριγγες να καρφώνουν φλέ βες... Θέλω να δω έρευνες που θα αποκαλύψουν τους κρί κους της αλυσίδας, η οποία σφίγγει τις ψυχές των νέων». α
παιδικά
Ι
ο μυθολόγημα Ο Τσουφης, γραμμένο το 1943 από τον νεαρό τότε και νυν ακαδημαϊκό Άγγελο Βλάχο, γνωρίζει σήμερα μια νέα ζωή μέσα από την πραγματικά πολυτελή και άρτια επι μελημένη έκδοση ενός ελληνικού μεν, αλλά με έδρα στο Δουβλίνο εκδοτικού οίκου με την επωνυμία Philomel (Φιλομή λα). Ό νομα δάνειο, άρα, από τον «Τσούφη», το μικρό αυτό αηδονάκι του Α. Βλάχου με το πάντα επίκαιρο ανθρωπιστικό του μήνυμα και τη λιτή στην έκφραση αλλά περίτεχνα δομη μένη του ιστορία, που δικαιολογημένα αποτέλεσε αντικείμενο σημειωτικής ανάλυσης από την καθηγήτρια του Παν/μίου του Λονδίνου Μπρόνγουεν Μάρτιν. Η έκδοση (Philomel Productions Ltd, Δουβλίνο, 1993. Σελ. 160. Δρχ. 7.000) εικονο γραφείται εξ ολοκλήρου από τον γλύπτη και ζωγράφο Χρήστο Γεωργίου και κυκλοφορεί ήδη στα ιρλανδικά, γαλλικά και αγγλικά ενώ σύντομα θα μεταφραστεί σε όλες τις γλώσσες και διαλέκτους της ΕΕ, καθώς και σ' εκείνες των άλλων χω ρών. Σε αναμονή των υπόλοιπων προαναγγελθέντων εκδόσε ων του Οίκου που θα ακολουθήσουν την ίδια μεταφραστική πανσπερμία, ας δοθούν τ α συγχαρητήρια που αξίζει η εκδότρια Σοφία Κάκκαβα για το όλο εγχείρημα, παράτολμο και ευγενώς φιλόδοξο. Δ.Τ.
Φανταζόμαστε κιόλας κά ποιους τίτλους και ερωτήμα τα ερευνών: «Το Σαββατοκύ ριακο μεγεθυντικός φακός της μοναξιάς μας.», «Τόσο πολλοί και τόσο μόνοι;», «Χρειαζό μαστε μια νέα αντίληψη ζω ής που θα μας φέρει πιο κο ντά;», «Ελεύθερος χρόνος νεκρός χρόνος;», «Ιδανικά ή θάνατος». α
«... η δύναμη να διατηρή σουμε τη ζωή στους άλλους υπάρχει στον καθένα μας και από τον καθένα μας χάνεται σιγά σιγά όταν δεν χρησιμο ποιείται».
(ΧΑΝΙΕΛ ΛΟΝΓΚ, «ΤΟ ΘΑΥΜΑΣΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΚΑΜΠΕΘΑ ΝΤΕ ΒΑΚΑ», ΩΚΕΑΝΙΔΑ, 1992). □ Μήπως δεν είναι ένα μεγάλο θέμα για έρευνα το πώς χάνε ται μέσ’απ’τα χέρια μας αυτή η δύναμη με αποτέλεσμα .να είμαστε έτοιμοι να παραδο θούμε;
Λ.
ο β ιβ /^ ιο υ ο ο ο ο ο ο σ ο ο ο ο | Αλφαβητάρι ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ ο | ΖΑΤΕΛΗ Ζ.: Και με το φως του λύκου επανέρχονται ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ο | ΜΕΡΚΟΥΡΗ Μ.: Γεννήθηκα Ελληνίδα ΖΑΒΡΑΝΟΣ ο | ΦΑΚΙΝΟΥ Ε.: Μερόπη ήταν το πρόσχημα ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ Αριστοτέλης - Αθ. Βαγιονάκης - Αθ. Γκοβόστης - Αθ. Γκρήσης - Γεωργιάδης - Αθ. Ελευθερουδάκης - Αθ. Ενδοχώρα - Αθ. Εστία-Αθ. Εξαρχόπουλος - Αθ. 'Ηλιος-Δράμα. Ιανός - βεσσ. Κεντρί - Θεσσ. Λέξη - Καλαμάτα. Λέσχη του Βιβλίου - θεσσ. Libro - Αθ. Μεθενπης - Πάτρα. Νέστωρ - Κατερίνη. Πλέθρον - Αθ. Πρίσμα - Περαιάς. Σάκης - Ν. Σμύρνη. Φιλιππότης - Αθ.
| ΖΩΓΡΑΦΟΥ Λ.: Η αγάπη άργησε μια μέρα ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΤΑΤΣΟΠΟΥΛΟΣ Π.: Πρώτη εμφάνιση ΕΣΤΙΑ | ΓΕΡΜΑΝΟΣ Φ.: Τα ερωτικά της Κορσικής ΚΑΚΤΟΣ | ΣΟΥΡΟΥΝΗΣ Α.: Ο χορός των ρόδων ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ | ΧΩΜΕΝΙΔΗΣ X.: Το σοφό παιδί ΕΣΤΙΑ ■ S
ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Σ.: Ν’ ακούω καλά το όνομά σου ΚΕΔΡΟΣ ΕΣΚΙΒΕΛ Λ.: Σαν νερό για ζεστή σοκολάτα ΩΚΕΑΝΙΔΑ ΣΤΡΙΓΑΣ Θ.: Παγκόσμιοι εντολοδόχοι. 2ος τόμος ΝΕΑ ΘΕΣΙΣ
B J1
Αλφαβητάριο: Τα καλά παιδιά ΤΟΥΜΠΗΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ Φ.: Η Εκτέλεση ΚΑΚΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Ν.: Πρόβα νυφικού ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ΟΥΟΛΕΡ Ρ.Τ.: Οι γέφυρες του Μόντισον ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Γ. Λίκος, Μ. Γκανάς, Ν. Βαλαωρίτης σε C.D.
υμάστε κάποιους δίσκους της LYRA που πριν πολλά χρόνια έκαναν αίσθηση επειδή αντί τραγουδιών ή μουσικής στο βινύλιο κα ταγράφονταν μεγάλες στιγμές της ελληνικής ποίησης; Τότε, αυτή η κίνηση θεωρήθηκε πρωτοποριακή. Οι ίδιοι οι ποιη τές διάβαζαν στίχους τους δια σώζοντας έτσι εκτός από το πά θος τους, και τη φωνή τους, κληρονομιά στους νεότερους. Χάρη σ’ αυτή την προσπάθεια μπορεί κανείς αντί να διαβάζει, ν' ακούει τον Ρίτσο σε ποιήματά του, τον Ελύτη στο «Άξιον Εστί», τον Εγγονόπουλο, τον Βάρναλη, τον Εμπειρικό, τη Ζωή Καρέλλη, τον Χριστιανόπουλο κι άλλους σε δικές τους ποιητικές στιγμές. Σήμερα ανάλογη προσπάθεια, προσαρμοσμένη βεβαίως στα σύγχρονα επιτεύγματα της τε χνολογίας, έχει αναλάβει μια μι κρή, που τη χαρακτηρίζει η ποιό τητα, δισκογραφική εταιρεία, άγνωστη σε πολλούς, ο Συρτός. Καταγράφει φωνές Ελλήνων ποιητών να διαβάζουν ποιήματά τους, αυτή τη φορά όμως απο τυπωμένη σε C.D. Ο «Συρτός», ο οποίος δημιουργήθηκε το 1991, σκοπό έχει να συνδέσει την ποίηση με τη μουσική και την παράδοση. Ήδη στήριξε τη Βυζαντινή Ορχήστρα Αθηνών και κατέγραψε αυθεντι κά παραδοσιακά τραγούδια. Κυκλοφόρησε δίσκους και C.D. με ελληνική κλασική μουσική,
τραγούδια από το Καστελόριζο, Τζιώτικα, τραγούδια από τη Ρού μελη, την Κάλυμνο καθώς επί σης και τους μεγάλους σολίστες της βυζαντινής ψαλτικής τέχνης. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτών των δραστηριοτήτων, που δεν στο χεύουν στην εμπορικότητα, αλ λά δημιουργούν πολιτιστικό έρ γο, εντάσσεται και η σειρά Ελλη νικός Υπερρεαλισμός, ιδέα του δημοσιογράφου και ποιητή Βα σίλη Καλαμαρά, η οποία αμέ σως έγινε ένθερμα δεκτή από τους υπεύθυνους της δισκογραφικής εταιρείας Γιώργο Λυκούρα και Μανώλη Καρπάθιο. Στο πρώτο C.D. που κυκλοφορεί ήδη στα δισκοπωλεία - ίσως θα έπρεπε να βρίσκεται στους πά γκους και τις προθήκες των βι βλιοπωλείων - καταθέτει ποιή ματά του ο Γιώργος Λίκος, δια βασμένα από τον ίδιο, που από
τα πρώτα του νειάτα, αγάπησε το Αιγαίο με το μελτέμι και το φως. Η κυκλοφορία αυτού του C.D. συμπίπτει με τα 50 χρόνια πα ρουσίας του ποιητή στα Ελληνι κά γράμματα. Ο Γιώργος Λίκος διαβάζει τα ποιήματά του: Ωδή στους τσακι σμένους πελαργούς, Τέσσερις προσωπίδες του ανέμου, Τρο χιά, Προσάναμμα, Σχεδιάσματα, Είκοσι πέντε στάσιμα, Πέλασγος και Άφες ημίν, από τη συλλογή
Ποίηση 1944-1990 (Αθήνα, Νε φέλη, 1992). To C.D. συνοδεύε ται από έντυπο υλικό στο οποίο ο ακροατής αναγνώστης θα αποκτήσει και οπτική εικόνα από το έργο του ποιητή με φωτογρα φίες του, με διάφορα κοσμήμα τα που ο ίδιος έχει φιλοτεχνή σει, μ’ ένα αυτοβιογραφικό κεί μενο κι ένα χειρόγραφο ποίημά του. Η καλλιτεχνική επιμέλεια του εντύπου είναι του Φάνη Κουζούνη, ενώ η φωτογραφία εξωφύλ λου της Νένης Λίκου-Κουζούνη.
Καλώς εχόντων των πραγμάτων στο επόμενο C.D., που θα κυκλοφορήσει σύντομα, ο Μιχάλης Γκανάς θα διαβάζει ποιήμα τά του από τις συλλογές «Μαύ ρα Λιθάρια», «Ακάθιστος Δείπνος», «Γιάννενα, Γιάννενα» και ολόκληρη την «Παραλογή» (Καστανιώτης και Κείμενα). Το τρίτο C.D. στη σειρά «Ελληνι κός Υπερρεαλισμός» θα είναι με τη φωνή του Νάνου Βαλαωρίτη να διαβάζει ποιήματά του. Άλλες αντίστοιχες ιδέες, που πε ριμένουν το χρόνο τους για να υλοποιηθούν, είναι ένα ανθολό γιο με νέους ποιητές και η κατα γραφή, επίσης σε C.D., αναγνώ σεων πεζογράφων σε διηγήματα ή αποσπάσματα πεζογραφικών τους έργων.
Ηρακλής Παπαλέξης
M
Σ
M
. __
τις 5 Νοεμβρίου 1992 η στήλη “Centipede” (Σαρανταποδαρούσα) της εφημερίδας Guardian δημοσίευσε μια λίστα από 10 συγγραφείς που θα μπορούσαν να προταθούν στο αναγνωστικό κοινό του 21ου αιώνα ως αντι προσωπευτικοί τη ς Αγγλικής Λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Μ ε αριθμητική σειρά τ α ονό ματα των λογοτεχνών είναι τα εξής: Evelyn W auch, Graham
καταγραφή δεν είναι παρά μια συρρικνωμένη αξιολόγηση που εντούτοις εκφράζει το ύφος των Άγγλων κριτικών τη ς λογοτεχνίας, οι οποίοι κατά καιρούς δημοσιεύουν εκτιμή σεις επιτυχίας ή μετριότητας ανάμεσα στους σύγχρονους πεζογράφους και ποιητές τη ς χώρας τους. Μια ανάλογη απόπειρα δια
Greene, J. Β. Priestley, D. Η. Lawrence, George Orwell, Vir ginia Woolf, P. G. Wodehouse, Julian Barnes, E. M. Forster, Siegfried Sassoon, John Calsworthy. Ονόματα όπως των John Fowles, Antonia White, Kin gsley Amis, William Golding, Anthony Burgess και Chri stopher Isherwood θα μπο ρούσαν να διεκδικήσουν μια θέση σε αυτόν τον επιλεκτικό κατάλογο, ενώ ο, ιδ ιαίτερα γνωστός στους Άγγλους ανα γνώστες, Martin Amis και ο William Boyd συναγωνίζονται στην έβδομη θέση με τον επί σης σύγχρονο συγγραφέα Julian Barnes1. Ίσως μια τέτοια λογοτεχνική
φαίνεται και στην ανθολόγηση των Καλύτερων Νέων Β ρετα νών Συγγραφέων από τις εκ δόσεις Granta2 που έχει ήδη υποκινήσει μια σειρά λόγων και αντίλογων μέσα από τις λογοτεχνικές στήλες των εφ η μερίδων. Π έρα όμως από τις γενικές κατηγοριοποιήσεις, ο πνευματικός κόσμος στην Αγγλία φαίνεται να προ βληματίζεται ιδιαίτερα για το ποιόν και το ποσόν τη ς λογο τεχνικής παραγωγής στη χώ ρα του. Στην Αγγλία διαπιστώνεται κάτι που θα μπορούσε να διαγνωσθεί ως ένα ανησυχητικό σύμπτωμα στο πνεύμα του Δυτικού κόσμου: Η Τέχνη και η Λογοτεχνία αμφισβητούνται
ως ζωτικοί παράγοντες στη διαμόρφωση σύγχρονων αντι λήψεων και ιδεών. Στη δεκαε τία 1950-1960 η κοινωνία τρ ο φοδοτούσε με δημιουργική διάθεση τ α ανήσυχα πνεύματα τη ς εποχής της, γιατί υπήρχε ακόμη ζωντανή η πίστη πως η τέχνη μπορεί να εισχωρήσει στην πραγματικότητα και να την αλλάξει.
Τα αδιέξοδα και οι τάσεις της σύγχρονης αγγλικής λογοτεχνίας
Σ
ήμερα, οι λογοτέχνες του 1990 παλεύουν με ματαιοπονία και απροσδιορι στία να ορθώσουν μια αξιόπι στη φωνή μπροστά στα επίκαι ρα θέματα, ενώ η γενιά από όπου προέρχονται, αντιμετω πίζει με σκεπτικισμό τη δυνα τότη τα τη ς τέχνης να επιδράσει στις δυσκαμψίες τη ς επο
χήςΥπάρχουν πάντα ανοικτές αιτίες κοινωνικής αγανάκτη σης, αλλα κανείς αναρωτιέται πού κρύβονται τ α οργισμένα πνεύματα που θα προβάλουν αντίσταση με έναν καινούριο τύπο αντιήρωα απέναντι στα αποπνευματικοποιημένα είδω λα τη ς εποχής μας3. Και ακόμη
---------------αναρω τιέται κανείς ποιοι είναι οι λόγοι που αντιμάχονται την καταξίωση του σ υγγραφέα σε μια σύγχρονη κοινωνία όπως η Αγγλία; Ένας παρόμοιος προ βληματισμός θα μπορούσε να απασχολήσει και τη ν ομό γλωσση ήπειρο Αμερική όπου η λογοτεχνική δραστηριότητα ακολουθεί παράλληλη πορεία με τις διαπιστώσεις που ισχύ ουν για την Αγγλία.
χρονικά
19
παρά μια σύντομη εικόνα ενός Hollywood μέχρι δημοσιογρα ευρύτερου λογοτεχνικού κό φικά ρεπορτάζ, άρθρα, βιβλίασμου που κινείται διερευνητι Finction και κάθε είδους κά στην περιφέρεια τη ς πεζο δημοσιεύσιμο κείμενο. γραφίας. Και είναι αλήθεια πως μπορεί η πεζογραφία να ι νέοι συγγραφείς βρί πάσχει από θέμ ατα και τρό σκουν δελεαστική την πους έκφρασης, όπως οι από ευκαιρία να ασκήσουν τη πειρες συγγραφής στη σύγ συγγραφική το υς ικανότητα χρονη Αγγλία είναι ποικίλες σε κείμενα σύντομα που μπο και πολυάριθμες. Μια κοινή ρούν να δημοσιευτούν σε διαπίστωση στον λογοτεχνικό εφημερίδες και περιοδικά α μ έ κόσμο είναι ότι υπάρχουν πολ σως, και να διαβαστούν εύκο την προτελευταία σελίδα λοί ελάσσονες συγγραφείς λα από ένα ευρύ αναγνωστικό του Καλλιτεχνικού τμήμα που αναζητούν πηγές κοινό. Δ ιοχετεύοντας την το ς των Sunday Times του έμπνευσης σε σύγχρονα θέμ α έμπνευσή το υς στις απαιτή Λονδίνου υπάρχει κάθε Κυρια τ α χωρίς όμως να κατα σεις των εκδοτών, καταφέρ κή ένας κατάλογος με τ α bestφέρνουν να ενταχθούν σε ένα νουν πολύ γρήγορα να γίνουν sellers, που συγκρίνει απόπνεύμα ευρύτερ η ς πεζογνωστοί και προτιμούν τη δη εβδομάδα σε εβδομάδα την γραφικής δημιουργίας. μοσιογραφική πένα του επίκαι αγοραστική κίνηση των 10 Περισσότερο στην Αμερική, ρου κειμένου, που το υς ε ξ α πρώτων βιβλίων λογοτεχνίας λιγότερο στην Αγγλία, πα σφαλίζει μισθό και σ ταθερό στην Αγγλία. Έντονα φαντανεπιστημιακές ή κολλεγιακές επαγγελματικό χώρο, από τη σιακό στοιχείο, μελοδραματι σχολές παραδίδουν μαθήματα συγγραφή, πολυσέλιδων βι κές και κοσμοπολίτικες ιστο λογοτεχνικής γ ραφής, αν και ο βλίων με αμφισβητούμενο εκ ρίες, θρίλερ, περιπέτειες στο τίτλος «Creative Writing» καλύ δοτικό αποτέλεσμα. Νείλο, στις Ινδίες, σε χρόνους πτει ένα μεγάλο φάσμα εκμά Από την άλλη πλευρά, οι εκ τωρινούς κι αλλοτινούς. Ονό θησης και εξάσκησης του γ ρ α δ ότες δύσκολα αναλαμβάνουν ματα και τίτλοι βιβλίων που πτού λόγου με εφαρ μ ο γές που την προώθηση νέων συγγρα διαβάζονται εύκολα, που κά ξεκινούν από σενάρια του φέων, εάν δεν είναι σίγουροι νουν πλούσιους το υς εκδότες και που ελάχισ τα ανταποκρίνο1 4 4 I U 'm νται στη βαρύτητα σοβαρών λογοτεχνικών έργων. Κι όμως ανάμεσα σ’ αυ τές τις εβδομα διαίες στατιστικές, παρατηρεί κανείς φω τεινές εξαιρέσεις ονομάτων που δίνουν ενδει κτικά το στίγμα τη ς σύγχρονης Αγγλικής λογοτεχνίας: Martin ί Σύγχρονη Ελληνική Πεζογραφία Amis, Ian McEwan, Ben Okri, Barry Unsworth, P. D. James, Julian Barnes. Ίσως βέβαια κα νείς να μη συναντήσει εκεί μέ ) Ματαιότης Ματαιοτήτων σα ιδιότυπους συγγραφείς I (ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ) όπως ο Graham Swift, η Angela Carter ή ο αμφίσημος ' Μόλις Κυκλοφόρησε τη ς μυθισ τορηματικής βιογρα ; φία ς Peter Ackroyd. > 1979-1994. ΔΕΚΑΠΕΝΤΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΕΦΕΛΗ Αυτή η επέκταση των ονο ...Προωθούν το ελλη νικό β ιβ λ ίο μάτων στη λίστα των παλαιό’ ΑΣΚΛΗΠΙΟΤ 6 - ΑΘΗΝΑ 106 80 - ΤΗΛ. 3607744 τερω ν και νεότερων συγγρα * * * * * * » * +.».«■ * * * » * 4φέων τη ς Αγγλίας δεν είναι
Ο
Σ
: ΤΟΛΗΣ ΚΑΖΑΝΤΖΗΣ
20
χρονικά
---------------
πως θα βγάλουν κέρδος από την πώληση των βιβλίων τους. Στο βιβλίο του «Οι Διανοού μενοι και Μάζες» ο John Ca rey6 κατηγορεί το υς λογοτέ χνες ότι κράτησαν την ποίηση μακριά από το ευρύ κοινό συντηρώντας μια αισθητική αριστοκρατία. Κατέληξαν να κάνουν το ν κόσμο να θεω ρεί ότι η σύγχρονη ποίηση είναι ακατανόητη και ανεδαφική. Ύ στερα επικρατεί και η αντί ληψη ότι η ποίηση είναι προ σωπική έκφραση με έναν τρ ό πο που δεν ισχύει για τη μυθι στοριογραφία. Όμω ς αυτή η αντίληψη φέρνει σε διάσταση ακόμη και το υς ποιητές που αρνούνται να διαβάσουν ο ένας το ν άλλον. Π αρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σίγουρα αξιόλογοι σύγχρονοι ποιητές στην Αγγλία: Ο Tony Harrison, η Calor Ann Dufy, ο Simon Armitage, o Paul Muldoon, αλλά και ο Νομπελί στας Derek Walcott, που δίνει ένα διεθνή χαρακτήρα τη ς ποί ησης στην Αγγλική γλώσσα, εί ναι μερικά από τ α ονόματα που μπορούν σύντομα να αναφερθούν. Στην Αγγλική ποίηση απομένει να βρεθεί το κλειδί που θα αλλάξει τη στά ση των πολλών σ’ αυτό που τώ ρα μόνο οι ελάχιστοι απολαμβάνουν7. ι Άγγλοι συνηθίζουν να περιλαμβάνουν στην εγ χώρια λογοτεχνική πα ραγωγή τ α ονόματα Ιρλανδών συγγραφέων. Η Αγγλική γλώσσα αφομοιω μένη από το ν εθνικό χ αρακτήρα της Ιρλανδίας δημιούργησε μονα δ ικές και αξεπέραστες φυσιο γνωμίες λογοτεχνών: G. Bernard Shaw, W. Β. Yeats, Samuel Beckett, James Joyce, Oscar Wilde, Graham Swift. Στην Ιρλανδία δεν υπάρχουν
Ο
τόσοι ελάσσονες συγγραφείς που θα μπορούσαν να θ ρ έ ψουν γεν εές λογοτεχνών αναμετρήσιμες μεταξύ τους, έτσι όπως συμβαίνει με μία πληθώ ρα προγενέστερων ελασσο νών Άγγλων συγγραφέων. Οι σύγχρονοι Ιρλανδοί συγγρα φ είς γράφουν τ α έρ γα τους υπό τη σκιά Κολοσσών τη ς λο γοτεχνίας που καταξιώνουν τις προσπάθειες των νεότερων να το υς καθιστούν υπόλογους σε μία παραδειγματική συνέχιση τη ς λογοτεχνικής παράδοσης. Σήμερα ιδιαίτερα επιτυχη μένοι Ιρλανδοί συγγραφείς θ ε ωρούνται ο John M cGahern, ο William Trevor, η Edna O ’Brien, o John Banville, ενώ οι ποιητές Derek Mahon, Michael Longley και Seamus Heaney συγκατα λέγονται μεταξύ των σπουδαιοτέρων παγκοσμίως8.
φόρνια και μετανάστευσε στις Ινδίες για όσο καιρό έγραφε το μυθισ τόρημα. Το βιβλίο αποτελείται από 1.349 σελί δες, είναι το μεγαλύτερο λο γοτέχνημα στην Αγγλική γλώσσα μετά την «Κλαρίσσα» του Samuel Richardson και συγκρίνεται με τ α μνημειώδη έρ γα του Tolstoy, G. Eliot, J. Austen. Θεω ρείται το εκδοτικό γεγονός τη ς χρονιάς στην πε ζογραφία λόγω του μεγάλου όγκου του και του πολυδιά στατου θέμ ατό ς του που εκτυλίσσεται στην Ινδία9.
ια τέτο ια εκπληκτική απόπειρα συγγραφής ίσως να αποκαλύπτει την τάση τ η ς σύγχρονης πε γραφίας να δώσει έναν παγκό σμιο χαρακτήρα στα θέμ ατά τη ς ξεκινώντας από εκείνους το υς χώρους που μπορούν να ερεθίσουν ακόμη τη φαντασία ρόσφατα οι εκδόσεις του συγγραφέα με άμεσες και Phoenix House στην ζωντανές ιστορίες ανθρώπων Αγγλία και Happer και γεγονότων. Μήπως αυτή Collins στην Αμερική κυκλο είναι η άμυνα του σύγχρονου φόρησαν ένα από τ α πιο συγγραφέα να διατηρήσει μία εντυπωσιακά δείγματα σύγ συνειδητή συνέχεια με το υς χρονης πεζογραφίας. Είναι το εξέχο ντες προκατόχους του βιβλίο του κοσμοπολίτη στην πεζογραφία του 19ου αι σ υγγραφέα Vikram Seth με τ ίτ λο A suitable boy (Ένα Ιδανικό ώνα και να αντιδράσει στο κύ Αγόρι). Ο συγραφ έας του γεν μα του μοντερνισμού με ακριβολογία και πολύπλευρη αφηνήθηκε στην Καλκούτα το γηματικότητα; 1952, μορφώθηκε στην Ινδία, σπούδασε στην Οξφόρδη, ταξίδεψ ε στην Κίνα, το Θιβέτ Αυγή-Άννα Μάγγελ και το Νεπάλ, ζει στην Καλι- *1
Μ
Π
Σημειώσεις των 1. Booker of Bookres and Waugh of wars. Best of the 20th century: British Novels. The Guardian, Πέμτπη 5 Νο εμβρίου 1992. 2. The Best of Young British Novelists, Granta, 1993. 3. Where have all the angries gone? The Sunday Times, 28 Φεβρουάριου 1993. 4. That's publishing! (New York Stories). The Guardian, Παρασκευή 30 Απρι λίου 1993.
5. Global Warnings, The Sunday Times, 7 Μαρτίου 1993. 6. John Carey, The Intellectuals and the Masses, Faber and Faber, 1992. 7. No muse is bad news, (Poetry). The Sunday Times, 28 Φεβρουάριου 1993. 8. A Great Tradition, The Sunday Times, 21 Μαρτίου 1993. 9. A caste of thousands (Fiction). Κριτι κή του Peter Kemp, επικεφαλής κρι τικού λογοτεχνίας των Sunday Times, για το βιβλίο A Suitable Boy, του Vikram Seth. 21 Μαρτίου 1993.
τα βιβηία της «γνώσης»
ΚΑΡΑ ΠΟΥΝΑΣ ΛΟΥΒΕ ΑΛΚΜΒΙΣΤ
Γιατί όχι; ΒΟΚΚΑΚΙΟΣ
ΝΙΚΟΣ ΧΑΤΖΗ ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΓΚΙΚΑΣ
17 Ιστορίες από το δεκαήμερο
Τα όνειρα
ΒΙΡΤΖΙΝΙΑ ΓΟΥΛΦ
TENT ΧΙΟΥΖ
Φλας
Μύθοι του πρώιμου κόσμου
Π Η ΤΕΡΚΑΡΕΫ
ΝΑΘΑΝΙ1.Λ ΧΩΘΟΡΝ
Ο χοντρός στην ιστορία
Το άλικο γράμμα
ΛΑΡΑ ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ
ΜΠΑΡΜΠΕ N T ' ΩΡΕΒΙΓΥ
Γύρω από τη Λάουρα
Οι διαβολικές
ΛΑΡΑ ΚΑΡΝΤΕΛΛΑ
Ήθελα να φορέσω παντελόνια
ΖΑΝΕΤ ΟΥΪΝΤΕΡΣΟΝ
Έχει κι αλλού πορτοκαλιές
ΜΑΡΙΑ ΚΟΡΤΙ
ΤΖΟΥΖΕΠΕ ΠΟΝΤΙΤΖΑ
Το τραγούδι των σειρήνων
Η μεγάλη βραδιά
ΑΝΝΑ ΜΕΣΣΙΝΑ
ΛΕΒ ΡΑΖΓΚΟΝ
Η φοινικιά του Ρουσαφά Η γεροντοκόρη
Χωρίς επινοήσεις Ο ΣΕΣΑΝ - I. ΜΠ. ΜΑΣΛΟΦΣΚΙ Εσείς που δενέτυχε ποτέ να σας σκοτώσου
ΜΑΝΦΡΕΝΤ ΜΠΗΛΕΡ
ΣΑΒΕΡΙΟ Σ ΤΙΆ Π
ΟΝΟΡΕ ΝΤΕ ΜΠΑΛΖΑΚ
Ηρεμη σαν τη νύχτα ΑΝΡΙ-ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΜΠΛΑΝ
Τα αγρίμια παλεύουν στο λυκόφως
Ο άνθρωπος στο βάθος του πηγάδι ΓΚΟΥΕΡΡΙΝΟ ΤΖΟΡΤΖΕΤ I I
Ανθρωποι κάι άλλα ζώα
ΖΑΝΕΤ ΟΥΪΝΤΕΡΣΟΝ
ΦΟΥΛΒΙΟ ΤΙΜΙΤΣΑ
Το φύλο της κερασιάς
Ηβενετσιάνα κληρονόμος
ΤΟΜΑΣ ΧΑΡΝΤΥ
Κάτω από το δέντρο
ΓΚ. Κ. ΤΣΕΣΤΕΡΣΟΝ
Η αθωότητα του πατρός Μπράουν ΣΕΡΤΖΙΟ ΨΙ ΡΡΕΡΟ
Ετη σκιά ΙΙΛΤΡΙΤΣΙΑ ΧΑΪΣΜΙΘ
Οι απρόσκλητοι ΙΤΑΛΟ ΚΑΛΒΙΝΟ
Ο ανύπαρκτος ιππότης ΦΟΥΛΒΙΟ ΤΟΜΙΤΣΑ
Αντίστροφες φυγές ΑΝΡΙ-ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΜΠΛΑΝ
Δαιμονομανία
εκδόσεις «γνώση»
Ιππ οκράτους 31, 1 0 6 8 0 Α θή να τηλ. 3 6 2 0 94 1 , 3 6 21 1 9 4
τα βιβλία ιη ς «γνώσης» ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ
* Το όνομα του ρόδου * Επιμύθιο στο «Όνομα του ρόδου» ►Το εκκρεμές του Φουκώ *Κήνσορες και θεράποντες ►Δεύτερο Ελάχιστο Ημερολόγιο * Ο υπεράνθρωπος των μαζών * Τα όρια της ερμηνείας * Τέχνη και κάλλος στην Αισθητική του Μεσαίωνα
ΜΙΓΚΕΛ ΝΤΕ ΘΕΡΒΑΝΤΕΣ • Παραδειγματικές Νουβέλες Πρώτος τόμος: ΗΤσιγγανοπούλα Δεύτερος τόμος: Η δύναμη του αίματος ΑΝΑΤΟΛΙ ΡΙΜΠΑΚΟΦ • Τα παιδιά από το Αρμπάτ Πρώτος τόμος: 1987, 1990 Δεύτερος τόμος: 1987, 1991 • Το '35 και τα άλλα χρόνια Πρώτος τόμος Δεύτερος τόμος: Φόβος
ΜΠΕΝ ΟΚΡ1 Ο αδηφάγος δρόμος ΜΕΣΑ ΣΕΛΙΜΟΒΙΤΣ Ο Δερβίσης και ο θάνατος ' δ ο υ ι -φ ε ρ ν τ ι ν α ν ΣΕΔΙΝ Από τον έναν πύργο ο άλλος ||ΤΑΝΤΑΛ Αναμνήσεις εγωτισμού ΤΖΕΖΟΥΑΛΝΤΟ ΜΠΟΥΦΑΛΙΝΟ Τα ψέματα της νύχτας
εκδόσεις «γνώση» Ιπ π ο κρ άτου ς 3 1 , 1 0 6 8 0 Α θ ή ν α - τ η λ. 3 6 2 0 9 4 1 , 3 6 21· 1 9 4
οι κινηματογράφοι της παλιάς Θεσσαλονίκης ΚΩΣΤΑΣ ΤΟΜΑΝΑΣ. Οι κινηματογράφοι της παλιάς Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, 1993. Σελ. 191.
Κινηματογράφος αίθουσα προβολής ήταν σχεδόν έναν αιώνα ο κοσμικός ναός του κινηματογράφου. Προσκύνημα των cinephiles και αγαλλίαση των αργόσχολων. Τόπος συνάντησης με την άλλη πραγματικότητα των κινούμενων εικό νων, των επιθυμητών υπάρξεων, των τρομε ρών αλλά ακίνδυνων τεράτων, των ανεξά ντλητων ερώτων και των ανέφικτων περιπε τειών. Ακόμη, τόπος συναυλίας των ήχων. Απ’ τα σφυρίγματα, τους γέλωτες και τους ιλαρούς αλα λαγμούς ώς τη μουσική του βυθισμένου στο μισόφωτο πιανίστα που αυτοσχέδιαζε ακολουθώντας το ξετύλιγμα της οθονικής πράξης. «Στο σινεμά, θα μπορούσες να είσαι δώδεκα και είκοσι χρονώ εις τον αιώνα», έγραφε ο Michel Mesnil το 1985. Υπερασπίζοντας με φανατισμό το «άρωμα της σκοτεινής αίθουσας», και μάλιστα της μικρής. «Ένα είδος κρύπτης ή υπόγειου καθε δρικού ναού». Τόπου πρόσφορου πάντως για την ένοχη και απολαυστική συνάντηση με το μυστή ριο και το θαύμα, το όνειρο, το απροσδόκητο, το φάντασμα. Τόπου αφιερωμένου στις αβλαβείς λα τρείες όλων των ειδώλων που απαρνείται ή φειδω λά αναγνωρίζει η πραγματική ζωή. Ο ποιητής Ρομπέρ Ντεσνό κι ο μυθιστοριογράφος Ζώρζ Περέκ
«
ανήκαν στους παθιασμένους θαμώνες της σκοτει νής αίθουσας. Ο πρώτος ζητούσε επίμονα απ’ το σινεμά το «απίθανο», θεωρώντας τον σαν φυσική προέκταση της σουρρεαλιστικής εμπειρίας. Σύ χναζε στην αίθουσα με αναμμένη διάθεση. Αι σθανόμενος ότι ήταν ο ιδανικός χώρος ερωτικών συναντήσεων, πραγματικών και φαντασιακών. Ο δεύτερος ήταν ο απολογητής των πρωτοπόρων cinephiles εγκωμιάζοντας έκθυμα τις νυχτερινές κινηματογραφικές τους πανδαισίες. Στην αίθουσα μπορεί να δεί ο θεατής την αυθε ντική προβολή μιας ταινίας. Στη βιντεοθόνη και στην τηλεοθόνη βλέπει πάντα μια άλλη ταινία, κυρίως τη σμίκρυνσή της, τη σύνοψη της σημαίνουσας μορφής της, κάποιο κατάλοιπό της. Το βιβλίο που έγραψε (ο μακαρίτης πια) ο Κώ στας Τομανάς μνημονεύει τη σκοτεινή αίθουσα ως ένα απ’ τα τρία στοιχεία απόλαυσης του σινε μά. Βρίσκεται στο μεταίχμιο της λυγρής νοσταλ γίας και της κοινωνιολογικής περιέργειας. Αποτε λεί φιλόπονο συλλεκτικό έργο ενός πιστού του κι νηματογράφου ως λαϊκού θεάματος και ντοκουμέ ντο εμπειρικής έρευνας. Έχει την ψυχή του ευαί σθητου και αλκοολικού θεατή μέσα του και τη σωστική φροντίδα του «ανώνυμου» χρονικογρά φου μιας εποχής απ’ έξω του. Αρχίζει με τη γενεαλογία των ονομάτων των αι θουσών της παλιάς Θεσσαλονίκης (απ’ το 1903 ως το 1944). Ολύμπια, Πάνθεον, Ηλύσια, Πατέ... Ονόματα και κτίσματα διανθισμένα με ανα μνήσεις της εποχής. Παρεκβαίνει μετά προς την περιοχή των επιγείων θεοτήτων που πέρασαν και απ’ τη Θεσσαλονίκη, «ωραιότατες και μοιραίες» για την παρηγοριά του λαού και τις στιγμιαίες εξάψεις του. Φραντσέσκα Μπερτίνι «η μάγισσα»,
24
εταλογη
----------------------------------
Λίνα Καβαλιέρι «η μεγάλη εκπρόσωπος της θεάς Αφροδίτης στη γη», κατά τον μεγαλόστομο πάντα Ντ’ Ανούντσιο, Λύντα Μπορέλι «η πρωτόγονη» κατά τον αναλυτικό Γκράμσι. Ο συγγραφέας γρά φει γι’ αυτές τις «θείες» ενοίκους της ζωντανής οθόνης, όπως ένα παιδί που τις είδε, χθες μόλις, μένοντας έκθαμβο μπροστά τους. Ρίχνει μερικές σκέψεις του στο χαρτί υπερα σπίζοντας την παντομίμα. Παρακολουθεί τα πρώ τα βήματα του ελληνικού κινηματογράφου συμπληρώνοντας τις πληροφορίες του με χαριτω μένα σχόλια, κρίσεις κι αναφορές. Τέλος καταγράφει τις ταινίες που προβλήθηκαν στους κινηματογράφους της παλιάς Θεσσα λονίκης στο κρίσιμο διάστημα μεταξύ δύο πολέ μων. Με στοιχεία ξεθαμμένα από βιβλία ξένων στρατιωτικών, λευκώματα Κυριών και σκόρπια φύλλα εφημερίδων. Ανεμομαζώματα και απο καΐδια. Την «υπόθεση» μερικών ταινιών απ’ αυτές την ιστορεί σαν παραμύθι. Παρεμβάλλει κάποιο ανέκδοτο «πικάντικο» και ξαναβλέπει ολο ζώντανες τη Ζάρα Λεάντερ και την Κριστίνα Ζεντερμπάουμ, τις ψυχρές αλλά καρδιοκτόνες ντίβες του γερμανικού κινηματογράφου. Σκορπίζει εδώ κι εκ** στίχους από παλιά τραγούδια. Κάνει σύ ντομο, κοινωνιολογικές παρατηρήσεις για την
εξέλιξη ιου κινηματογράφου ως βιομηχανίας, για τη μεταξική λογοκρισία. Δίνει το ιστορικό στίγμα της κάθε χρονιάς, όταν ένα σημαδιακό γεγονός ανατρέπει την εξέλιξη των πραγμάτων. Ωσότου φθάνει στον επίλογο με μια αίσθηση, θα λέγαμε, πληρότητας και κορεσμού του αφη γητή, ο οποίος έκανε το παν για να τροφοδοτήσει τη ροή του λόγου του με οποιοδήποτε υλικό μπο ρούσε να παρασύρει προς την εκβολή του. Μιλώ ντας περισσότερο παρά γράφοντας. Εκούσιος δε σμώτης μιας διαθλαστικής μνήμης με υπερβάλλουσα ζωτικότητα και εξωστρέφεια. Με πλήρη αφροντισιά και ανοργανωσιά στοιχείων, που αφήνουν πάνω στο κείμενο να στάζει η δροσιά. Να κατακάθεται στις άκρες του η σκόνη απ’ το τίναγμα χαρτιών και αναμνήσεων. Να μένει ανάμε σα στις σελίδες κι ολόγυρα στο περιβάλλον της ανάγνωσης το απροσδιόριστο άρωμα της σκοτει νής αίθουσας. Ο Κώστας Τομανάς μπορεί να ονομαστεί ο λαϊκός κι εμπειρικός κοινωνιολόγος του σινεμά, και συγχρόνως ο γνήσιος υπερασπιστής της κινη ματογραφικής αίθουσας. Πιστός της και αμετά πειστος ως το τέλος.
Νίκος Κολοβός
Τά ποιη τικά βιβλία του Γ ΙΑ Ν Ν Η Β Α Ρ Β Ε Ρ Η
• Π ΙΑ Ν Ο Β Υ Θ Ο Υ • Ο Θ Α Ν Α ΤΟ Σ ΤΟ ΣΤΡΩΝΕΙ • Α Ν Α Π Η ΡΩ Ν Π Ο Λ Ε Μ Ο Υ • ΤΟ ΡΑΜ ΦΟΣ - ΕΝ Φ Α ΝΤΑΣΙΑ, ΚΑΙ ΛΟΓΩ,
Μόλις κυκλοφόρησε
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΨΙΛΟΝ
Ζ. Πηγής 34. Τηλ.: 3638257
ετηλογη
25
το ρεπερτόριο του χειμώνα μέσα στο νόμιμο και, όχι βέβαια το καλό, αλλά η συμπαθής αδυναμία, η αβεβαιότητα, η άμυνα του θύματος μέσα στο παράνομο. Η έκφραση συχνά διανθίζεται με ένα ιδιότυπο χιούμορ, γεμάτο φοι τητική δροσιά σχεδόν, πάνω στο σκελετό μιας βα θιάς ειρωνείας, η οποία δεν έχει τίποτα από τη νε ανική αφέλεια: ανήκει σε έναν ώριμο διανοούμε νο που στοχάζεται απαισιόδοξα πάνω στα σύγ χρονα προβλήματα και δεν βλέπει φως από πουθε νά, τουλάχιστο σταθερό. Οι λίγες ακτίνες που δια α τελευταία χρόνια ο Γ.Μ. χωρίς να εγκατα περνούν αυτή τη ζοφερή εικόνα είναι τόσο φευγα λείψει το θέατρο, έχει στραφεί στο πεζό, αλ λέες ώστε έχουν μάλλον το νόημα της αυταπάτης. λά είναι μόνο η φόρμα που έχει αλλάξει. Το Τα μοτίβα του είναι σταθερά: η συντριπτική πεδίο διερεύνησης όσο και το όραμα παρα εμπειρία του πολέμου, που οδήγησε τη γενιά που μένουν επίμονα τα ίδια, εφ’ όσον το αντικεί τον έζησε στη νέκρωση και την απελπισία ή αντί μενο παραμένει επίσης ανεξάντλητο: είναι ο θετα στην επιθετική μέχρις αγριότητας φιλοδοξία, άνθρωπος της εποχής μας, η περίπλοκλη πραγμα η πλήξη και το κενό της προστατευμένης ειρηνι τικότητα που έχει κατασκευάσει και που μέσα σ’ κής ζωής που οδηγεί τους νέους στο κενό και την αυτήν κοντεύει να χαθεί και το ερώτημα-μίτος παραφροσύνη. Ο τρόμος μπροστά στη φθορά και «πώς δει ζειν;» τη ζωή που χάνεται δίχως να έχει βιωθεί, σπρώ Στο βιβλίο αυτό με τις οκτώ αστυνομικές νουβέ χνουν το άτομο στο μίσος και την τυφλή εκδίκη λες (ο β' τόμος με άλλες επτά είναι υπό έκδοση) ση ενάντια σε ενόχους και αθώους^ δημιουργούν χρησιμοποιεί τη βάση μίας αστυνομικής ιστο τον εγκληματία που φαντασιώνεται με μίσος πρά ρίας, δηλαδή ένα έγκλημα και μπόλικο suspense, ξεις βίας, βέβαιος ότι και ο συνάνθρωπός του τα αλλά για να αποκαλύψει πολύ ουσιαστικότερα ίδια αρνητικά αισθήματα τρέφει γι’ αυτόν και δεν πράγματα από το ποιος είναι ο δολοφόνος. Σκύ είναι λίγες οι φορές που υλοποιεί τις φαντασιώ φτηκε ότι η ζωή μας σήμερα είναι στην πραγματι σεις του, στην προσπάθειά του να λυτρωθεί. κότητα ένα καμουφλαρισμένο θρίλερ, ότι παντού Αλλά το κακό δεν γιατρεύεται με το κακό, αυτό ελλοχεύει ο μυστηριώδης παράγοντας που δια- όλοι το γνωρίζουμε, τουλάχιστο θεωρητικά. Ο βρώνει και καταστρέφει την ομαλή και άνετη ζωή Γ.Μ. δεν μας αφήνει ανικανοποίητους: εξηγεί την μας, που με τόσο κόπο και θυσίες βάζουμε και ίντριγκα πολύ ικανοποιητικά αλλά όλο αυτό το κρατούμε σε κάποια τάξη. Φυσικά οι αστυνομικές suspence καταλήγει σε οτιδήποτε άλλο εκτός από του ιστορίες πολύ απέχουν από τη λιτότητα και τη την απόδοση δικαιοσύνης, την αποκατάσταση γύμνια της παραφιλολογίας. Είναι λυρικές, πονη της τάξης και την κάθαρση. Η πλούσια κυρία^που ρές, διφορούμενες, ειρωνικές. Καθεμιά έχει τη δι απάγεται και αγαπά τους νεαρούς απαγωγείς της, κή της τεχνική αντιμετώπιση, ανάλογα με το θέ η παραδοσιακή κοινότητα που σκοτώνει το δια μα: άλλοτε το ύφος είναι ελαφρότερο, άλλοτε πιο φορετικό άτομο, τουλάχιστο στις φαντασιώσεις ζοφερό. Η κεντρική τους ιδέα δεν είναι ποτέ η της, οι άνθρωποι της τέχνης που μετέρχονται τα πάντα για λίγη επιτυχία, οι επιστήμονες που αποαφελής αντιπαράθεση των δυνάμεων του καλού και. νόμιμου με το κακό και το παράνομο. Είναι κόβονται από τις ζωτικές ρίζες, τα νεαρά ζευγάρια μάλλον το αντίθετο: αυτό που αποκαλύπτεται εί που υποβλέπουν ο ένας τον άλλο από την αρχή, ναι το κακό, το έγκλημα, η ενοχή που κρύβονται δεν είναι δυνατό να βρουν διέξοδο στις πολύπλο
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΩΤΗΣ: Το Ρεπερτόριο του χειμώνα. (Οκτώ θρίλλερ). Τόμος Α'. Αθήνα, Κ έ δ ρ ο ς , 1993. Σελ. 465.
Πεζογραφία
Ι
26
επάογη -----------------------------------
κες σκέψεις τους και στις αντιφατικές ανάγκες τους. Μια κρίσιμη στιγμή τους υποχρεώνει να κα τανοήσουν το νόημα των επιλογών τους και να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Το τίμημα της εναλ λακτικής λύσης είναι γι’ αυτούς τόσο βαρύ ώστε το δίλημμα τους τρελαίνει, τους σπρώχνει σε πρά ξεις ηθικής και σωματικής βίας που φτάνουν στο έγκλημα. Είναι για όλα ικανοί προκειμένου να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα και να ανακαλύψουν το κλειδί που θα τους βοηθήσει να υπομεί νουν αυτό που επιθυμούν. Πολλές φορές δεν αντέχουν ως το τέλος. Η θυσία του ενστίκτου, της ζωτικότητας, της αγάπης, που απαιτείται για την κοινωνική προσαρμογή και την επιτυχία, κάνει στάχτες τον με τόσο κόπο αποκτημένο θησαυρό τους και τους μετατρέπει ακόμα και σε δολοφό νους των ανυποψίαστων γονιών τους, που είναι ένοχοι μόνο γιατί τους έσπρωξαν στο μοναδικό δρόμο που φαινόταν να οδηγεί κάπου. Αφελείς νέοι, γφάτοι έπος και έπαρση και έναν αισιόδοξο εγωισμό, παγώνουν ξαφνικά, καθώς διαπιστώ
νουν τη δυστυχία, το αδιέξοδο και την τρέλα της ανθρώπινης κατάστασης. Το όραμα του χαμένου παραδείσου, προσιτό μόνο στα άφθαρτα παιδιά και τους απροσάρμοστους, και αόρατο στους αποτρελαμένους γονιούς τους και τα αποδεκτά μέλη της κοινωνίας, βρίσκεται υπό διωγμόν. Οι άνθρωποι μισούνται θανάσιμα, άλλοτε από ζή λεια και φόβο κι άλλοτε δίχως κανένα λόγο, πα ντού υποψιάζονται κινδύνους και εχθρότητα και δηλητηριάζουν τη ζωή τους και τη ζωή των γύρω τους, παγιδευμένοι σ’ έναν αμείλικτο μηχανισμό χωρίς διέξοδο, όπου καμιά συμφιλίωση δε μοιάζει δυνατή. Όλη αυτή η απαισιοδοξία θα έκανε να μοιάζει μάταιη η συγγραφή ενός βιβλίου σε ένα τόσο ανέλπιδο κόσμο. Όμως φαίνεται ότι ο συγγραφέας εφαρμόζει το dictum του ταοϊσμού: Όταν αναγνωρίσουμε την αρρώστια σαν αρρώ στια τότε έρχεται η υγεία.
Κυριακή Πετράκου
ΑΝΟΙΚΤΟ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΟΜΑΔΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ
• Ψυχολογικών Αξιολογήσεων ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΙΣ • ΟΜΑΔΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ • ΚΟΙΝΩΝΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ &ΨΥΧΟΔΡΑΜΑ • ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΙΣ • ΣΥΜΠΟΣΙΑ· ΣΥΝΕΔΡΙΑ· ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ· ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ · I Σ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΗ1&ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ, 114
Ζ ά ννα Φ . Μ ελά - Φ λώ ρου
Χελωνάκια Καρέττα - καρέττα Σ. Εποχή
ετηλογη
27
ο κύριος Τζον ΡΕΝΟΣ ΡΩΤΑΣ. Ο Κύριος Τζον. Εικονο γράφηση: Κλεοπάτρα Χατζηγιώση. Αθήνα, Λ ω τό ς, 1992. Σελ. 40.
Πεζογραφία Κύριος Τζον δεν είναι προφανώς ένας μετα φρασμένος στα αγγλικά Κύριος Γιάννης, κάποιος που με το όνομα αυτό τον έχουμε κατά καιρούς με ένα συγκεκριμένο πρόσω πο ταυτίσει- είναι ο άγνωστός μας Χι, ή εί ναι ο Καθένας, ή μάλλον ο Κανένας που πρέπει από μόνος του να γίνει - για να είναι - κα τιτί. Η εικασία μας αυτή δεν φαίνεται να είναι πε ριττή, αφού κι ο συγγραφέας δεν μας εξηγεί το πώς και το γιατί η σκέψη του αποκαθηλώθηκε από τον κοντινό της Γιάννη - λίγο πολύ πραγμα τικόν, δικόν μας, καθημερινό - και πέταξε στον απομακρυσμένο Τζον. Φαίνεται, ότι ένα όνομα που έχει σαν προορισμό να βγει έξω από το αντικείμενό του για να απομείνει έννοια - κι εδώ μοντέλο του αντιήρωα που αγωνίζεται να υπάρξει - θα πρέπει να είναι ένα όνομα περίπου εντυπωσι ακό, αλλά από νόημα κατά το δυνατόν κενό, για να χωρέσει όλο το μήνυμα που ο συγγραφέας του επιθυμεί να πέμψει μέσα από αυτό. Ο Ρ.Ρ. με τη «συνεργασία» - όπως λέει - και της εγγονής του Αντιγόνης, μας παρουσιάζει ακριβώς τον άνθρωπο καθώς αναζητεί μια κάποια πλήρωση, έξω από όλες τις αυτόκλητες εκείνες ευκαιρίες που σε όλους μας παρέχονται - ακόμα έξω και από τη μουσική - και βρίσκει ότι αυτό που τελικά αξίζει να αναζητεί κανείς είναι η φυγή μέσα από μια προσωπική διαδρομή. Γι’ αυτό και θέλει ένα δικό του τρένο - μέσο της αναζήτησης μαζί και της φυγής - που αποφασίζει να το φτιάξει μοναχός του, με εξαρτήματα από εδώ και από κει.
Αλλ’ όταν κάποτε το τελειώνει και έχει ήδη μέσα μπει και πάει να ξεκινήσει, αντιλαμβάνεται πως έχει από καιρό σ’ αυτό παγιδευτεί με ένα απρόβλεπο αδιέξοδο. Και τότε ο συγγραφέας - ο τρυφερός και υπαρξιακός φιλόσοφος παππούς - που συμπα θεί όλους τους Κύριους Τζον και αγαπά πολύ την Αντιγόνη, θα βάλει μια νεράιδα να τους πει: «Θα φτιάξουμε άλλο παραμύθι». Γιατί αυτό το κείμενο των μόλις 17 αφηγηματι κών σελίδων - κι αυτών συχνά λειψών - κι άλλων τόσων ολοσέλιδων χρωματιστών «νάιφ» εικόνων, ο Ρ.Ρ. φυσικά το ονομάζει παραμύθι. Μπορεί, όμως, να είναι κι ένα ποίημα, αφού μέσα σ’ αυτό μιλάει κι ένα παιδί ή απλά και μόνον μια παραβο λή, που περιέχει απλουστευμένο τον συμπυκνωμέ νο στοχασμό ολόκληρης ζωής. Πάντως, με την πολυσημαντική του αυτό το παραμύθι έχει την πε ριεκτικότητα του μύθου που διδάσκει και που αν τη συμπυκνώσουμε ακόμα πιο πολύ, φτιάχνει σο φά ρητά: Αλλά, εάν θα θέλαμε να αντιληφθούμε τη λιτή κι ισόρροπη δομή του από ένα αμεσότερα καταληπτό επίπεδο, όπως αυτό της μουσικής, θυμίζει - και ως μέγεθος κι ως φόρμα - εκείνα τα μικρά απλά κι αυτόνομα μοτίβα, που μας γυρίζουν στο μυαλό κι εύγλωττα ρηματοποιούν την όποια διάθεσή μας τα καλεί - αλλά είναι τόσο περιλη πτικά και διακριτικά, χωρίς να παύουν να είναι και μεγάλα - που τα χαρακτηρίζει και αυτά η ίδια δομική αρτιότητα. Δύο εναρμονισμένοι συνδυασμοί εγέννησαν αυτό το παραμύθι. Ο πρώτος ήταν η «συνεργα σία» αυτή, παππού και εγγονής, συνεργασία μάλ λον «άτυπη» αφού ήταν άηχη κι αόρατη, γιατί ο παππούς διαισθανόταν - και ανταποκρινόταν στις γνώριμές του επιθυμίες της μικρής. Η έμπνευσή του φαίνεται κυλούσε από αυτές κι έβγαινε στην απλή, λιτή γραφή του αγωνιστικού αυτού παππού με τα έμμονα ανθρωπιστικά ορά ματα, μα φαίνεται πως κάπου συναντήθηκε μ’ αυτά, αφού το παραμύθι ολόκληρο μπορεί να εί ναι και η μετωνυμική καταγραφή της στάσης του
28
επιλογή -----------------------------------
απέναντι στις σύγχρονες ανατροπές και στα πραγματικά - ή και φανταστικά μας - αδιέξοδα κι άλλα παγκόσμιό μας «πράγματα». Κι ο δεύτερος αρμονικός συνδυασμός ήταν η σύζευξη ενός ολι γόλογου πατέρα με μία κόρη εύγλωττη στις εικό νες της, που έκλεινε μέσα της και τη μητέρα. Η Κλεοπάτρα Χατζηγιώση, από τη μια σαν Αντι γόνη, συνέλαβε όλα τα μηνύματα του Λάιου-Οιδίποδα (επισημαίνουμε στις εικονογραφήσεις της τις ομοιότητες του Κυρίου Τζον και με χαρα κτηριστικά, αλλά και με το όλο «στήσιμο» του συγγραφέα) και από την άλλη, ως Ιοκάστη - η μητέρα - υποβιβάστηκε σε μια «αφελή» ζωγρα φική της ηλικίας της μικρής - για χάρη της - από
όπου εσημάδεψε αλάνθαστα το κείμενο. Είδε, λοι πόν, τον Κύριο Τζον ερωτικά και μητρικά, καθό λου αντιπαραθετικά, εξ ου και ο λόγος όλος ακουμπά και αναγιγνώσκεται με άνεση και πάνω στο ζωγραφικό της σώμα. Δεν είναι βέβαια όλες της οι εικόνες ισάξιες, είν’ όμως όλες τους στο πνεύμα του βιβλίου και επωμίζονται αρκετό από το υπαρξιακό φορτίο του. Γι’ αυτό είναι απορίας άξιον που ένας από τους πιο πνευματικούς εκδοτι κούς μας οίκους, ενώ αποδέχτηκε το κείμενο, αρνήθηκε την έκδοση, προβάλλοντας - νομίζουμε· όχι πιστεύοντας - σαν μειονεκτικές αυτές τις εικο νογραφήσεις.
Παντελής Κρανιδιώτης
-------------------------------ΠΛΑΙΣΙΟ — Το βιβλίο του Ηλία Κεφάλα που επιγράφεται «Η Κυριακή των ποιη τών» είναι μια σειρά από σύντομα δοκίμια που αναλύουν την ιδιαιτε ρότητα και τις εκφάνσεις της ημέ ρας αυτής μέσα από τους θεματολογικούς κύκλους και την οπτική των ποιητών μας. Όμως, ίσως, θα ήταν προτιμότερο να το χαρακτη ρίζαμε ως συλλογή δοκιμίων, αφού ο ενικός του ουσιαστικού δηλώνει την αδιάσπαστη θεματολογική ενό τητα, χωρίς κεφαλαιοποιήσεις ή θεματικές διαφορές, πράγμα που δεν συμβαίνει εδώ. Ανεξάρτητα, πάντως, από αυτό, ο Ηλίας Κεφάλας με οδηγό τα προ σωπικά του αισθήματα και την υπάρχουσα ποιητική κατάθεση αξιόλογων παλαιών και σύγχρονων ομοτέχνων του, ζητά να προσεγγί σει κάθε διάσταση του φαινομένου «Κυριακή», έτσι όπως καταγράφε ται και κωδικοποιείται μέσα στον ποιητικό λόγο που, παρά τις υπάρχουσες εσωτερικές ενστά σεις, δημιουργεί παράλληλες συγκι νησιακές φορτίσεις για ένα ευρύ φάσμα εκδηλώσεων και ψυχικών ανακατατάξεων. Εκκινώντας από τα πιο απλά και καταλήγοντας στα πιο σύνθετα μας παρουσιάζει
δ ο κ ίμ ιο ΗΛΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ. Η Κ υριακή των ποιητών,
Θεσσαλονίκη, Τα Τραμάκια, 1993. Σελ. 104.
ανάγλυφα όλο το τραγικό μεγαλείο που κρύβει η μέρα αυτή. Αποστα σιοποιούμενος δε από την εύκολή της μυθολογία ανατέμνει όχι μόνο τα ποιητικά κείμενα αλλά και την κοι νωνική παθολογία της εποχής μας. Προϊόν οξείας παρατήρησης και σοβαρής μελέτης «Η Κυριακή των ποιητών» έρχεται να καλύψει ένα σοβαρό θεματολογικό κενό και πα ράλληλα να προβληματίσει τον αναγνώστη. Ίσως δεν δίνει απά ντηση στις όποιες μεταφυσικές απορίες θέτει. Δημιουργεί, όμως, μια ψυχολογική συσσωμάτωση αφού καταφέρνει να συγκεράσει όλες τις ατομικές συνιστώσες σε ομαδοποιήσεις συναισθημάτων και συμπεριφορών, που λίγο-πολύ εγγίζουν τον αναγνώστη. Πράγματι, αν εξαιρέσουμε τον περιεκτικό και
αφαιρετικό λόγο του Γιάννη Ρίτσου και τη συμβολική ή υπερρεαλιστική θέαση του Μίλτου Ιαχτούρη, οι οποίοι απαιτούν τη δέουσα ανά λυση, ο αναγνώστης εδώ θα βρει κάτι από τις σκέψεις, τους φόβους και τις ενοχές του. Δηλαδή, τον ίδιο Σ' αυτά τα δοκίμια θα πρέπει να επισημάνουμε την εξαντλητική έρευνα του πρωτογενούς υλικού, που εν προκειμένω βέβαια είναι η ποίηση, αλλά και την ενδελεχή και σε βάθος ανάλυσή του από τον συγγραφέα, που καταπιάνεται με το θέμα του με αληθινό μεράκι, προσφέροντάς μας μια πλήρη και συστηματική θεώρηση του αντικει μένου. Βέβαια, «Η Κυριακή των ποιητών» σαν θέμα μπορεί να αφίσταται της ρεαλιστικής και σκληρής πραγματικότητας της ζω ής, όμως είναι μια αισθαντική ανά σα. Μια εκεχειρία στην καθημερι νότητα που, αν μη τι άλλο, ανοίγει ένα παράθυρο στη σκέψη και στην ομορφιά αφού είναι γραμμένη κα τά τρόπο ποιητικό και έτσι μας προσφέρει και τις απαραίτητες αι σθητικές συγκινήσεις.
Γιώργος Πετρόττουλος
επάογη
29
τετράδια κριτικής ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΑΧΙΝΗΣ. Τετράδια Κριτι κής. Ό γδοη σειρά. Αθήνα, Β ιβ λ ιο π ω λ ε ίο ν τη ς « Ε σ τ ία ς » , 1993. Σελ. 268.
Μελέτη*V pιv τέσσερα χρόνια η κυκλοφορία του τό μου κριτικών δοκιμίων του Απ. Σαχίνη Προσεγγίσεις (Ινστιτούτο του Βιβλίου, Μ. Καρδαμίτσα, 1989) μου είχε δώσει την ευκαιρία να προσπαθήσω να διαγράψω τα όρια μέσα στα οποία κινείται και αναπτύσ σεται η κριτική θεωρία ή ιδεολογία του συγγρα φέα. Μέσα στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας είχα επιχειρήσει την εξακρίβωση των αξόνων αναφοράς και οργάνωσης της ερευνητικής και κριτικής δραστηριότητάς του, των αιτημάτων που συνιστούν τις κατευθυντήριες γραμμές της σκέ ψης και του έργου του, καθώς και των συνακό λουθων πεποιθήσεων-προτιμήσεών του σε ό,τι αφορά την αφηγηματική τέχνη. Η προσπάθεια εκείνη ήταν η ολοκλήρωση, θα μπορούσα να πω, μιας προσωπικής σχέσης μου ή, πιο σωστά, μαθητείας μου στο έργο του Απ. Σαχί νη, που είχε αρχίσει από τα πρώτα γυμνασιακά χρόνια μου, όταν μου είχε ανατεθεί η φροντίδα της βιβλιοθήκης των καθηγητών στην Ιωνίδειο Πρότυπο Σχολή του Πειραιά, κάτω από την επί βλεψη του καθηγητή μου των Ελληνικών Ε. Ν. Πλατή, στη στενή καθοδήγηση του οποίου χρω στώ την οργάνωση της, έως εκείνη τη στιγμή, μα ζικής και χωρίς κριτήρια ανάγνωσης λογοτε χνικών έργων, αλλά κυρίως τη μύησή μου στην ιστορία και την τέχνη της κριτικής της λογοτε χνίας: δεν θα ξεχάσω ποτέ την επιμονή του σε ό,τι αφορούσε τη σειρά με την οποία θα διάβαζα τους τόμους της βασικής βιβλιοθήκης ή τα έργα του
ff V
Απ. Σαχίνη. Σχετικά με τα τελευταία θυμάμαι πως ενώ εγώ μέσα στον ενθουσιασμό της ανακάλυψης της συστηματικότητας στην ανάγνωση (αλλά και αποδελτίωση!) του συνολικού έργου ενός λογοτέ χνη ή κριτικού είχα αρχίσει να διαβάζω το πρώτο δημοσιευμένο έργο του Απ. Σαχίνη, ο Ε. Ν. Πλατής συνέστησε την εντελώς αντίθετη σειρά: πρώ τα να διαβάσω το τελευταίο -έως εκείνη τη στιγ μή- έργο του (Το Νεοελληνικό Μυθιστόρημα, 1958) μετά το προτελευταίο (Το Ιστορικό Μυθι στόρημα, 1957), και στη συνέχεια τη Σύγχρονη Πεζογραφία μας (1951), την Πεζογραφία της Κατοχής (1948), για να καταλήξω σε αυτό που σκό πευα να διαβάσω πρώτο: Αναζητήσεις της Μεσοπολεμικής Πεζογραφίας (1945). Παρότι έχουν περάσει από τότε τρισήμισι δεκα ετίες, και στο μεταξύ έχω ασχοληθεί συστηματικά αλλά και επαγγελματικά με τη διδασκαλία και την κριτική της λογοτεχνίας, όταν έρχεται στα χέρια μου ένα καινούριο βιβλίο του Απ. Σαχίνη, πάντα η σχέση μου με αυτό είναι ανάλογη με εκείνης της εποχής. Αυτό δεν οφείλεται στην ανάπτυξη κά ποιων σταθερών αντανακλαστικών από τα οποία δεν έχω καταφέρει να ξεφύγω, αλλά στο γεγονός ότι όσο περνούν τα χρόνια και τα έργα του ακο λουθούν το ένα το άλλο, τόσο περισσότερο η αρ χικά λανθάνουσα παιδευτική προοπτική γίνεται μια συνειδητή παιδευτική αποστολή. Απόλυτα συνεπής σ’ αυτή την αποστολή είναι και ο όγδοος μέσα σε δέκα πέντε χρόνια τόμος της σειράς κριτικών δοκιμίων Τετράδια Κριτικής. Τον τόμο συγκροτούν κριτικά άρθρα, και δοκίμια που αναφέρονται: 1) σε ελληνικά λογοτεχνικά έρ γα, 2) σε ελληνικές κριτικές και φιλολογικές μελέ τες, 3) σε ευρωπαϊκά λογοτεχνικά έργα, και 4) σε ευρωπαϊκά έργα κριτικής και θεωρίας της λογοτε χνίας. Η διάταξη, ωστόσο, των άρθρων δεν είναι θε ματική αλλά, όπως και στους προηγούμενους τό μους των Τετραδίων Κριτικής, χρονολογική σύμ φωνα με τη χρονολογία συγγραφής τους.
30
ετπλογη -----------------------------------
Παρουσιάζονται, λοιπόν, στον τόμο αυτόν κεί μενα που έχουν γραφτεί από το 1944 έως το 1991, με την ευκαιρία πάντα ενός έργου που είχε πρό σφατα εκδοθεί ή επανεκδοθεί. Με τον τρόπο αυ τόν πολλά από τα έργα που κρίνονται, θα μπο ρούσαν να θεωρηθούν σήμερα ξεπερασμένα. Η επιλογή, όμως, που κάνει ο συγγραφέας μέσα από ένα προφανώς μεγάλο -αν κρίνουμε από τους οκτώ έως τώρα τόμους- διαθέσιμο υλικό είναι σα φές· πως γίνεται σύμφωνα με το κριτήριο είτε της διάρκειας είτε της επανελθούσας επικαιρότητας. Περισσότερο ενδιαφέροντα είναι τα βιβλία που ανήκουν στην πρώτη περίπτωση, όπως του Ν. Β. Τωμαδάκη, Διονύσιος Σολωμός (Βασική Βιβλιο θήκη, 15), 1954, Κ. Θ. Δημαρά, Φροντίσματα, 1962, Anatole France, Le Crime de Sylvestre Bonnard, 1958, Stendhall, Armance, 1962, Robert Musil, Ο Νεαρός Τέρλες, ελλ. μτφ. 1977, Κώστα Βάρναλη, Φιλολογικά Απομνημονεύματα, 1980, Γράμματα των πρώτων δημοτικιστών, 1985, Τόμας Μαν, Μπούντενμπροκ, ελλ. μτφ. 1986, Albert Thibaudet, Physiologie de la Critique, 1962, H. Taine, Philosophic de Part141913, και άλλα. Δεν υπάρχουν, όμως, μόνο έργα που έχουν δια χρονική αξία, αλλά και θέματα με διαχρονικό εν διαφέρον που απασχολούν τον συγγραφέα με την ευκαιρία της παρουσίασης κάποιων έργων. Μερι κά από τα θέματα αυτά είναι: 1) η παρουσία του μοραλισμού στο μυθιστόρημα, 2) η σχέση του τραγικού με το ρεαλιστικό, 3) το πρόσωπο που νομιμοποιείται να μιλήσει για, και να εξηγήσει τη λογοτεχνία, 4) η γνώση εκ μέρους του ικανού σύγ χρονου κλασικού φιλολόγου της σύγχρονης λογο τεχνίας, ως προϋπόθεση της επιτυχημένης ερμη νείας των αρχαίων κειμένων, 5) οι διαφορές ανά μεσα σε διαφορετικούς τύπους αφηγηματικού ρε αλισμού, όπως του γαλλικού από τον ρωσικό, κ.ά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον δείχνει ο συγγραφέας για το μυθιστόρημα σε ό,τι αφορά θέματα σχετικά με την ιστορία του -όπως την υποτίμησή του ως λο γοτεχνικού είδους έως τα μέσα του 19ου αιώνα, και την πλήρη επικράτησή του στο δεύτερο μισό του ίδιου αιώνα-, αλλά και σε ό,τι αφορά τη θεω ρία του. τα άρθρα που αναφέρονται σε έργα Ελλή νων λογοτεχνών, ο συγγραφέας πέρα από την κριτική παρουσίαση και αποτίμηση του έργου, συχνά επιχειρεί και μια τοποθέτησή του μέσα στο έως εκείνη τη στιγμή συνολι κό έργο του. Αυτό αποτελεί μια μόνο από τις πλευρές εκείνες των άρθρων του που τα αναδεικνύουν ως ψηφίδες μιας Ιστορίας της Νεοελλη
νικής Λογοτεχνίας που συγκροτείται από τα βασι κά έργα του Απ. Σαχίνη, και σταδιακά συμπληρώ νεται από τους τόμους των Τετραδίων Κριτικής. Η δομή, ωστόσο, που ακολουθείται στη σύνθε ση των τόμων της σειράς είναι, όπως ήδη ανέφε ρα, χρονολογική όχι ως προς το χρόνο συγγραφής των κρινομένων έργων, αλλά ως προς το χρόνο συγγραφής των κριτικών παρουσιάσεών τους, κά νοντας έτσι φανερή την πρόθεση του συγγραφέα να παρουσιάσει τα κείμενα αυτά ως μια μέσα στο χρόνο αναπτυσσόμενη προσωπική ιστορία του ως αναγνώστη, δασκάλου και κριτικού της λογοτε χνίας. Αλλά και μέσα από αυτή την προσωπικά ιστορική προοπτική δεν είναι δυνατόν να διαφύγει της προσοχής η λειτουργία τους ως μερών μιας σε μεγάλο μέρος συγκροτημένης αλλά λανθάνουσας Ιστορίας της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας.
I ια συγκεκριμένη ενότητα μέσα στα άρθρα I I I III r *
για τους Έλληνες λογοτέχνες αποτελούν τα πέντε κείμενα για τον Παλαμά, από τα οποία δύο, που αναφέρονται στον Παλαμά ως κριτικό της λογοτεχνίας, είναι εκτενή και εξαιρετικά ενδιαφέροντα επειδή παρουσιάζουν I για πρώτη φορά χαρακτηριστικά γνωρίσμα1 τα της κριτικής του ποιητή που δεν επισημάνθηκαν στην εποχή του. Το πιο πρόσφατο ελληνικό λογοτεχνικό βιβλίο που κρίνει ο συγγραφέας είναι το μυθιστόρημα της Γαλάτειας Σαράντη, Τα Νερά του Ευρίπου, 1988, στο οποίο ο αυστηρός απέναντι στην περισσολογία της γυναικείας πεζογραφίας κριτικός (πβ. σχετικό σχόλιό του για το μυθιστόρημα της George Eliot, Mill on the Floss, σ. 221) βρίσκει να εκδηλώνεται η γυναικεία ευαισθησία με ισορρο πία, με μέτρο, με στοχαστικότητα και ψυ χογραφική ικανότητα. Στην παρουσίαση κριτικών έργων που έχουν σημαντική θέση μέσα στην Ιστορία της Ευρωπαϊ κής κριτικής της λογοτεχνίας ο Απ. Σαχίνης δεν περιορίζεται στις προσωπικές του αποτιμήσεις του συγκεκριμένου έργου, αλλά καταφεύγει στην αναφορά των απόψεων γνωστών ξένων κριτικών. Την ίδια τακτική ακολουθεί και για τα ξένα λογο τεχνικά έργα. Ο συγγραφέας έχει αίσθηση του ουσιώδους και του καίριου, γι’ αυτό οι παρουσιά σεις έργων ξένων θεωρητικών της λογοτεχνίας εί ναι σαφείς και περιεκτικές, και μέσα σε λίγες συνήθως σελίδες κατορθώνουν να εκθέσουν τα κυριότερα συμπεράσματα. Υποδειγματική στην ακρίβειά της είναι η παρουσίαση του έργου Physiologie de la Critique του Albert Thibaudet, ή του Philosophic de Γ Art του H. Taine. Ανάμε-
----------------------------------σα στις υποδειγματικές κριτικές παρουσιάσεις ευρωπαϊκών λογοτεχνικών έργων πρέπει να ανα φέρω εκείνη του Vanity Fair του W. Μ. Thakeray. Τα ξένα βιβλία της θεωρίας και κριτικής της λο γοτεχνίας που παρουσιάζονται και σχολιάζονται δεν αποτελούν δείγματα της πρόσφατης σχετικής βιβλιογραφίας, μια και τα περισσότερα έχουν κυκλοφορήσει στο τρίτο τέταρτο του αιώνα μας (1950-75), ενώ στις περιπτώσεις κλασικών πια έρ γων της θεωρίας και κριτικής της λογοτεχνίας ο συγγραφέας ασχολείται με βιβλία που κυκλοφό ρησαν ακόμη παλαιότερα. Αυτό είναι αποτέλε σμα κάποιων συνειδητών επιλογών του συγγρα φέα, σύμφωνα με τις οποίες δείχνει μια φανερή δυσπιστία στις φορμαλιστικές προσεγγίσεις ή γε νικότερα σ’ εκείνες τις κριτικές σχολές που ανά γουν την τεχνική σε τέχνη για να τη δεχτούν στη συνέχεια ως αντικείμενό τους. Ανάμεσα στα κείμενά του για ξένα έργα λογο τεχνίας ή θεωρίας υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο συγγραφέας όχι απλώς αφήνει να διαφα νεί η συμφωνία του με τις σχετικές απόψεις, αλλά παραδέχεται ή δηλώνει τη σύγκλιση ή ομοιότητα των προσωπικών του θέσεων. Χαρακτηριστική σχετική περίπτωση αποτελεί η παρουσίαση του έργου της Helen Gardner, The Business of Criticism, όπου ξεκινά τη σχετική παρουσίαση με μια έκθεση των προσωπικών του απόψεων σχετι κά με την ερμηνεία, την κατανόηση και την αξιο λόγηση των λογοτεχνικών έργων. Άλλο σχετικό παράδειγμα αποτελεί η κριτική του βιβλίου Moralisme et Litterature, των Jacques Riviere και Ramon Fernandez, όπου τάσ σεται υπέρ των απόψεων του δεύτερου, δεχόμενος πως «κατ’ ανάγκη, κατά αναπότρεπτο τρόπο το ηθικό στοιχείο ενυπάρχει στη λογοτεχνία - και ακόμα περισσότερο στη μυθιστοριογραφία αφού ενυπάρχει στη ζωή, της οποίας έκφραση εί ναι η λογοτεχνία».
εταλογη
31
και αντιρρήσεων, όπως για την Επιδρομή' του Γ.Ν. Άμποτ, τη Φωνή της Γης του Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, την Αντίστροφη Μέτρηση του Παντελή Πρεβελάκη, τα Διηγήματα του Στρατή Τσίρκα, το Ένα βιβλίο για τον Νίκο Γκάτσο του Τάσου Λιγνάδη, το Le Roman του Georges Jean, το Μέρες ΣΤ του Γιώργου Σεφέρη, την Αβάστα χτη Ελαφρότητα του Είναι του Μίλαν Κούντερα, ή για την Αλληλογραφία Γιώργου Θεοτοκά - Νι κόλα Κάλα. Συχνά η υπογράμμιση των θετικών στοιχείων συνδυάζεται με..?ην επισήμανση κάποιων αδυνα μιών, όπως για την Απόπειρα του Αλέξανδρου Κοτζιά, τον Χαμένο Παράδεισο του Σωτήρη Πατατζή, τη Θύελλα και Γαλήνη του Νίκου Αθανασιάδη, ή τους Υπνοβάτες του Hermann Broch.
πό τις παραπάνω παρατηρήσεις γίνεται φα νερό πως τα Τετράδια Κριτικής επιτελούν πολλαπλή λειτουργία: 1) κριτική, αποτιμώντας έργα Ελλήνων και ξένων λογοτεχνών, 2) ιστορική, συγκροτώντας σταδιακά μιαν Ιστορία της Νεοελληνικής, κυρίως, λογοτε χνίας, και 3) θεωρητική, παρουσιάζοντας έργα που εκπροσωπούν βασικές τάσεις στην κατανόη ση και ερμηνεία του λογοτεχνικού έργου. Τα Τετράδια Κριτικής μάς αποκαλύπτουν τα πλούσια περιεχόμενα της «βιβλιοθήκης» του συγγραφέα. Πραγματικά, η παρουσίαση, κρίση, ταξινόμηση και εξήγηση των διαφόρων έργων λειτουργεί σαν μιά έκθεση των βιβλίων που αυτός διάβασε και διαβάζει για περισσότερο από μισόν αιώνα. Η στάση του, μάλιστα, απέναντι σ’ αυτά βοηθά στον εντοπισμό εκείνων που συνέβαλαν στη διαμόρφωση κάποιων αρχών που καθόρισαν την κριτική σκέψη του. Στον όγδοο τόμο κάτι τέ τοιο γίνεται φανερό στο κείμενό του της 5ης Δε κεμβρίου 1966, όπου παρουσιάζεται το έργο The Great Tradition του F.R. Leavis, στο οποίο ο Άγγλος κριτικός δέχεται ως συντελεστές της με ο ίδιο παρατηρείται και στην κριτική του έρ γάλης παράδοσης του αγγλικού μυθιστορήματος γου Reflexions sur Τ Art du Roman του τους μυθιστοριογράφους που με τα έργα τους υπη Henri Massis, συμμεριζόμενος τη σοβαρότη ρετούν την ηθική ουσία, αναζητούν τα ηθικά κρι τα και αυστηρότητα με την οποία αντιλαμβά τήρια, επιδιώκουν την κατανόηση και τη νοημανεται ο Γάλλος τη μυθιστοριογραφία, καθώς τοδότηση της ζωής. Αλλά και η παρουσίαση του έργου του Thibauκαι στην κριτική του The Mill on the Floss της George Eliot συμφωνώντας με την Αγγλίδαdet μας δίνει τη δυνατότητα να καταλάβουμε σω μυθιστοριογράφο σε ό,τι αφορά την πίστη τηςστότερα το είδος της κριτικής που ασκεί ο Απ. Σα στην κοινωνική και ηθική αποστολή της λογοτε χίνης με τα Τετράδια. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις διακρίσεις του Thibaudet που παρουσιάζονται χνίας. Στις κριτικές του αυτές ο Απ. Σαχίνης δεν πε στο παραπάνω κείμενο, ο Έλληνας κριτικός κά ριορίζεται σε θετικές παρουσιάσεις ή εκτιμήσεις, νει μια κριτική του παρόντος - που προϋποθέτει αλλά προχωρά και στη διατύπωση επιφυλάξεων ή την ύπαρξη καλαισθησίας -, αλλά σύμφωνα με τις
Ι
32
επιλογή -----------------------------------
αρχές και τις προϋποθέσεις της κριτικής του πα ρελθόντος, που υπηρετεί την επιστήμη. Ο όγδοος τόμος της σειράς Τετράδια Κριτικής μας πείθει πως αυτή εξελίσσεται σε έργο ζωής του συγγραφέα, ισορροπώντας σε αξία και όγκο το υπόλοιπο γνωστό έργο τους, αλλά και συμπληρώνοντάς το. Προκαλεί εντύπωση η συστη ματικότητα και ο ζήλος με τον οποίο ο συγγρα φέας επί δεκαετίες διαβάζει και κρίνει, αλλά και ο συνδυασμός του πάθους του για ενημέρωση με μια κριτική παρόρμηση: εκεί που ένας φιλόλογος θα έκανε ένα ή μερικά δελτία από ένα καινούριο βιβλίο, για πιθανή μελλοντική χρήση, εκείνος έχει την τάση να στέκεται απέναντι σ’ αυτό το βιβλίο, να θέλει να το αποτιμήσει, να το αξιολογήσει. Δί νει την εντύπωση πως διατηρεί μια συνεχή ενερ γητική στάση απέναντι σ’ αυτό που διαβάζει, πως αισθάνεται την ανάγκη να ξεκαθαρίσει τη σχέση
Π ποιητική συλλογή του Ευάγγε λου Β. Βογαζιανοΰ που επιγράφε ται «Οπτασία Αποδραμούσα» είναι μια διαρκής εναλλαγή ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι· στην ελπίδα και στη σκληρή πραγματικότητα. Ο έντονος ουμανιστικός της χαρα κτήρας και οι κοινωνικές της ανα ζητήσεις την κάνουν να ξεχωρίζει απόλυτα από την πλημμυρίδα των συλλογών που κυκλοφορούν στις μέρες μας, αφού μας δίνει ένα όρα μα και κάποιο στίγμα ζωής. Όμως και η περιπλάνηση στο ονειρικό, η αναπόληση των ευτυχισμένων στιγμών, ο έρωτας και η λατρεία του Αιγαίου ιδωμένα κάτω από την συμπαντική οπτική του ποιητή σηματοδοτούν μια απ' τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ποίησής μας. Ο λόγος του ποιητή άλλοτε καθημερινός και άλλοτε υπερρεαλί-
του με κάθε βιβλίο που προκαλεί το θετικό ή αρ νητικό ενδιαφέρον του. Αυτός ο κριτικός μηχανισμός που βρίσκεται συνεχώς σε ετοιμότητα λειτουργίας αποκαλύπτει την αποτιμητική ροπή του συγγραφέα. Για να λει τουργεί, ωστόσο, με σταθερό ρυθμό αυτός ο μη χανισμός δεν πρέπει ο κριτικός να βασανίζεται από αμφιβολίες, αλλά να έχει ορισμένες αρχές από τις οποίες ανακαλούνται κάθε φορά εκείνες που θα στηρίξουν την κριτική αντιμετώπιση του κάθε βιβλίου. Ο Απ. Σαχίνης διαθέτει τέτοιες στα θερές και ξεκάθαρες αρχές, και αυτές αποτελούν την κινητήρια δύναμη - εξασφαλίζοντας παράλ ληλα και την αποτελεσματικότητα - του συνεχούς κριτικού εγχειρήματός του.
π ο ίη σ η ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Β. ΒΟΓΑΖΙΑΝΟΣ, Οπτασία Απο δραμούσα. Αθήνα, Κ. Κορόντζη, 1993. Σελ. 40. ζων έχει τη δική του δυναμική. Εί ναι ο λόγος που εκκινεί από την προσωπική ευαισθησία και που γονιμοποιώντας σκέψεις, μνήμες, και οράματα μετεξελίσσεται σε λυρισμό και τρυφερότητα. Ο Ευάγ γελος Β. Βογαζιανός δεν αναζητεί λεκτικά πυροτεχνήματα για να εντυπωσιάσει. Η ποίησή του ανα βρύζει καθάρια, λαγαρή και δι αυγής, σχεδόν αυθόρμητα, μέσα από την ψυχή του. Όμως, κάθε λέ ξη είναι προσεκτικά διαλεγμένη και αριστοτεχνικά τοποθετημένη, έτσι
Βαγγέλης Αθανασόπουλος
ώστε τίποτε να μη διαταράσσει την αισθητική του αναγνώστη. Στην εποχή του άκρατου ατομικισμού και του κατά σύμβαση ωραίου, είναι βέβαιο πως ο Ευάγ γελος Βογαζιανός υιοθετεί με την ποίησή του μια στάση ζωής που τα όριά της, αγάπη για τον καθό λου άνθρωπο και αναζήτηση της χαμένης ομορφιάς, αποτελούν τις κατευθυντήριες εκείνες γραμμές που θα επαναπροσανατολίσουν όχι μόνο τον ποιητικό οίστρο των ομοτέχνων του αλλά και τον απλό αναγνώστη στην ουσία των πραγ μάτων, μακριά από την παθολογία του εύκολου και νοσηρού εντυπω σιασμού. Γι' αυτό πιστεύουμε στο έργο του που και πλούσιο είναι και υψηλής ποιοτικής στάθμης.
Γιώργος Πετρόπουλος
επάογη
33
ναυπακτιακά ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ. Περιοδική έκδοση Εται ρείας Ναυπακτιακών Μελετών. Τόμος 5ος. Αθήνα, 1990-91. Σελ. 583.
Περιοδικό*1 I λούσιος σε περιεχόμενο έκανε την εμφάνισή του ο πέμπτος τόμος των «Ναυπακτιακών». Η ποικίλη ιστορική και λαογραφική ύλη που περικλείουν οι σελίδες του ζωντανεύουν I την αίγλη του παρελθόντος, ποδηγετώντας
I
1 το μέλλον μιας περιοχής του ελλαδικού χώ ρου που αξίζει την προσοχή των μελετητών. Η μέ χρι τώρα πνευματική προσφορά και συγγραφική δραστηριότητα της Εταιρείας δικαίωσε τις προσ δοκίες των ανθρώπων εκείνων που πάσχισαν να προβάλλουν την πατρίδα τους και να θεμελιώ σουν μια στέρεα και μόνιμη έπαλξη επικοινωνίας. Είναι γεγονός ότι τέτοιου είδους πρωτοβουλίες, και μάλιστα στον τομέα της επιστημονικής έρευ νας, προάγουν ουσιαστικά την επιστήμη και δί νουν την ευκαιρία κυρίως στους νέους επιστήμο νες να ασχοληθούν με θέματα της ιδιαίτερης πα τρίδας τους, προβάλλοντας την ιστορία, τα ήθη και τα έθιμα, τις λατρευτικές συνήθειες του λαού, τα αρχαιολογικά μνημεία που δεσπόζουν στην πε ριφέρεια και ό,τι άλλο είναι δυνατόν να ερευνηθεί, που θα συμβάλει στην πνευματική άνοδο του τόπου. Είναι αδύνατον να παρακολουθήσει κανείς όλες τις επιμέρους μελέτες και τα υπόλοιπα περιε χόμενα και να εκφέρει κρίσεις, έστω και επιγραμ ματικά για τα περισσότερα των δημοσιευμάτων. Όσο μας επιτρέπει ο χώρος, θα προσπαθήσουμε να σχολιάσουμε ορισμένες μελέτες του τόμου, χωρίς να νομισθεί ότι υποτιμούμε την αξία των υπολοίπων. Για να άντιληφθεί όμως καλύτερα ο αναγνώστης το εύρος των θεμάτων που αναπτύσ σονται, θα μεταφέρουμε τον πίνακα περιεχομέ
νων: Μελέτες: Γεωργίου Παπανικολάον, Μυθι στοριών μελετήματα - Άσπις ο Ναυπάκτιος (σσ. 7-44), Αλέξη Κ. Σαββίδη, Η Ναύπακτος από τα πρωτοβυζαντινά ως την Οθωμανική κατάκτηση του 1499 (σσ. 45-76), Ευγενίας Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου, Η Ναύπακτος στα χρόνια του Απόκαυκου (σσ. 77-118), Αρχιμ. Ειρηναίου Κουτσογιάννη, Η Βυζαντινή Αγιογραφία στην Επαρχία της Ναυπακτίας (σσ. 119-132), Αλέξη Γ.Κ. Σαββίδη, Περί του Γενάρχη των Καναβαίων, Νικολάου Καναβού, το 1204 μ.Χ. (σσ. 133-142), Bruno Migliorini, Ναύπακτος - LEPANTO (μετάφρ. Μ. Καμπόλη-Χαραλαμποπούλου) (σσ. 143154), Χαράλαμπου Δ. Χαραλαμποπούλου, Γεω γραφικές πληροφορίες για την Αιτωλοακαρνανία (17ος αι.) από Κώδικα του Μοναστηριού Κατα φυγίου Τριχωνίδας (σσ. 155-186), Ελένης Γιαννακοπούλου, Οικονομική εκτίμηση περιοχών της Δυτικής Στερεός Ελλάδας: Ανέκδοτη Βενετική έκθεση προς το Δόγη στα 1688 (σσ. 187-196), Ντίνου Μακρυγιάννη, Διοικητικά και Δημογραφικά στοιχεία της Επαρχίας Ναυπακτίας (σσ. 197-228), Παναγιώτη Σταμάτη, Οικονομική κα τάσταση της Τερψιθέας Ναυπακτίας (1855-1947) (σσ. 229-244), Χαράλαμπου Δ. Χαραλαμποπού λου, Δύο πολιτικοστρατιωτικές οικογένειες των Κραβάρων Ροντηραίοι - Πιλαλαίοι (σσ. 245304), Θανάση Παπαθανασοπούλου, Γλώσσα της Περίστας Ναυπακτίας (σσ. 305-326), Γεωργίου Μποσινάκου, Γλωσσικά της Αράχοβας Ναυπα κτίας (σσ. 327-364), Δημητρίου Φούρλα, Κυνήγια και ψαρέματα (στο Νεοχώρι Ναυπακτίας) (σσ. 365-428), Διονυσίου Μιτάκη, Τρία Δημοτικά μας Τραγούδια (σσ. 429-480), Μάρκου Μέντζα, Το έθιμο των Μασκαράδων στην Επάνω Δάφνη Ναυπακτίας (σσ. 481-488), Βασιλείου Μπούρμπουλα, Λαϊκή Μετεωρολογία στη Στρόνωμα (σσ. 489-492), Πάνου Αδαμόπουλου, Αχοί και απόηχοι της Τουρκοκρατίας από τη Βομβοκού Ναυπακτίας (σσ. 493-502), «Ναυπακτιακά», Θα νάσης Παπαδόπουλος - Α' Βραβείο, Γ. Αθάνατης Ακαδημίας Αθηνών (σσ. 503-528), Σύμμικτα: Δημ. Φούρλα, Α' Εικοσιενικά (σσ. 529-543), Γε-
·
34
ετπλογη -----------------------------------
ωργ.
Μποσινάκου, Β' Ποιο είναι το VILONGANI (σσ. 543-544), Ενγ. ΚαραγιάννηΧαραλαμποπούλου, Γ' Ναυπακτία, άνθρωποι και τόποι στο Δημοτικό τραγούδι (Συμπληρώματα) (σσ. 544-547), Χαραλ. Δ. Χαραλαμποπούλου, Δ' Ομολογίες των Κραβάρων, Ε' Τα Κράβαρα στην Τουρκοκρατία, ΣΤ' Συμπληρώματα, Ζ' Ο Ναυπάκτου και Αρτης Πορφύριος (σσ. 547-577), Παν. Αδαμοπούλου, Η' “Τα Τραγούδια των βουνών”, Γ. Αθάνα και Ρούμελη (σσ. 577-579), Ειδήσεις Τα μέλη της Εταιρείας - Ανακοίνωση - Βιβλιο γραφικά (σσ. 580-583). πως διαπιστώνει ο αναγνώστης-μελετητής το εύρος των επιμέρους θεμάτων είναι ικα νό να κατατάξει τα «Ναυπακτιακά» μεταξύ των επιστημονικών περιοδικών του ελλαδικού χώρου, που η παρουσία τους είναι ση μαντική για την προώθηση της επιστημονι κής έρευνας. Θα σταθώ στις δύο αξιόλογες και σημαντικές μελέτες του κ. Σαββίδη, οι οποίες αγκαλιάζουν θέματα της Βυζαντινής Ιστορίας. Ο συγγραφέας στην πρώτη μελέτη εξετάζοντας τη γεωγραφική θέση της πόλεως της Ναυπάκτου, επι σημαίνει το σημαντικό ρόλο που έπαιξε η πόλη κατά τη μεσαιωνική περίοδο της ελληνικής ιστο ρίας. Η μελέτη βασισμένη κυρίως στις πρωτό τυπες πηγές, χωρίς να παραλείπει και τις νεότερες, παρακολουθεί τις ιστορικές τύχες της Ναυπάκτου από τις απαρχές της Βυζαντινής εποχής μέχρι την πτώση της πόλεως από τον σουλτάνο Βαγιαζίτ Β' το 1499. Ο συγγραφέας παρουσιάζοντας 100 περί που συγκεκριμένα γεγονότα της μεσαιωνικής πε ριόδου (4ος - 15ος αιώνας), που σχετίζονται άμε σα ή έμμεσα με τη ναυπακτιακή ιστορία, ισχυρίζε ται ότι η μέχρι σήμερα βιβλιογραφία παρέχει την ευχέρεια της συγγραφής μιας γενικής ιστορίας της Μεσαιωνικής Ναυπάκτου. Στη δεύτερη μελέτη ασχολείται με το γενάρχη των Καναβαίων, Νικόλμο Καναβό, ο οποίος το 1204 σε δυσμενή εποχή άθελά του, χρίστηκε «βασιλεύς των Ρωμαίων» για σύντομο χρονικό διάστημα από 28 Ιανουάριου έως 5 Φεβρουάριου. Όπως πάντα έτσι και εδώ, ο συγγραφέας οριοθετεί με την πλούσια βιβλιο γραφία του την περαιτέρω έρευνα, όχι τόσο για το θέμα μι το οποίο ασχόλείιαι, γιατί η πληρότητά του αφήνι^. ελάχιστα περιθώρια, αλλά για £θλλά άλλα θέμάτ^ - . .,ν^υζαντινής περιόδου.' - . Δεν είναι δυνατόν να τιαραβλέψω τις δύο’άλλες μελέτες τι^ς κ. Ευγένειας Καραγιάννη-Χαραλ^· μποπούλου και του Αρχιμ. Ειρηναίου ΚουτσΟγιάννη που ασχολούνται επίσης με Βυζαντινά θέματα. Η κα Καραγιάννη-Χαραλαμποπούλου μας έδωσε
μια ολοκληρωμένη εικόνα της ζωής και της δρά σης του διαπρεπούς Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιω άννη Απόκαυκου (1199/1200-1232), αλλά και τα γεγονότα και τις ειδήσεις της εποχής για τη Ναύ πακτο και την περιοχή της. Σημαντικό κεφάλαιο της μελέτης αποτελούν τα κείμενα του Από καυκου, τα οποία διαφωτίζουν αρκετά και ρί χνουν άπλετο φως στη σκοτεινή αυτή περίοδο. Για την ανάπτυξη της Βυζαντινής Αγιογραφίας στη Ναύπακτο, ο Αρχιμ. Ειρηναίος Κουτσογιάννης μας επισημαίνει τα δείγματα που διασώθηκαν μέχρι σήμερα σε φορητές εικόνες, τοιχογραφίες, ενοριακούς και μοναστηριακούς ναούς και ξωκκλήσια της Ναυπακτίας. Ιδιαίτερη παράγραφο έχει αφιερώσει για τους αγιογράφους της Ναυπα κτίας αναζητώντας ονόματα και πρόσωπα που χά θηκαν μέσα στην ανωνυμία των έργων τους. Ο διευθυντής του περιοδικού, κ. Χαράλαμπος Λ. Χαραλαμπόπουλος, στην πρώτη του μελέτη που βασίζεται στον υπ’ αριθμ. 26 χειρόγραφο Κώ δικα των Γενικών Αρχείων του Κράτους του Μο ναστηριού Καταφυγίου της Τριχωνίδας, σταχυολογεί τις γεωγραφικές και τοπωνυμικές πλη ροφορίες για την Αιτωλοακαρνανία του Που αι ώνα και μεταγενέστερα. Επίσης σκιαγραφεί επ’ ευκαιρία τη μονή Καταφυγίου, συνοδεύοντας την περιγραφή του και με 4 εικόνες της πανοραμικής όψης της μονής. Η αναλυτική περιγραφή του κώ δικα συνοδεύεται και από 7 φωτογραφίες, σελίδες του κώδικα. Στη δεύτερη μελέτη ασχολείται με δύο πρλιτικοστρατιωτικές οικογένειες των Κρα βάρων, τους Ροντηραίους και Παλαλαίους, των οποίων τα μέλη βιογραφεί βασιζόμενος σε γνω στά και άγνωστα έγγραφα. Η παρουσία του κ. Χαραλαμπόπουλου στα Σύμμικτα του τόμου είναι σημαντική. ξιόλογη και πολύ ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη του κ. Γεώργιον Ν. Παπανικολάου, ο οποίος με τον τίτλο: «Μυθιστοριών Μελετήματα, Άσπις ο εκ Ναυπακτίας», ερευνά θέματα αρχαίας μυθολογίας, θρησκειολο γίας, ιστορίας, γλωσσολογίας, λαογραφίας, συγκριτικής φιλολογίας, φιλολογίας και άλλων. Η διαρκής αναφορά του στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων, θεμελιώνουν τις απόψεις του συγγραφέως σε ό,τι θέλει να παρουσιάσει. ... Σε θέματα οικονομικής ιστορίας αναφέρονται ομ-μελέτες των συγγραφέων, Ελένης Γιαννακοπουλου και Παναγιώτη Σταμάτη. Ο λαϊκός πολι τισμός και η διάσωσή του από τη φθορά του χρόvqp; οιναι η προσπάθεια που καταβάλλουν αρκε τοί συγγραφείς αυτού του τόμου με το να αποθη-
----------------------------------σουρίζουν με τις μελέτες τους, ήθη και έθιμα, θρη σκευτικές πεποιθήσεις και πανηγύρια, Δημοτικά Τραγούδια, γλωσσικά ιδιώματα και γλωσσολογικά στοιχεία, τοπωνύμια και άλλα. Το πρώτο μέρος του τόμου κλείνει με την προ σωπικότητα του Θανάση Παπαθανασόπουλου εξ αφορμής της βραβεύσεώς του από την Ακαδημία
0 Δημήτρης Μανθόπουλος είναι ο πολυβραβευμένος ποιητής για παιδιά από τη Δράμα. Τα παιδιά τον γνωρίζουν και τον αγαπούν απ' τα βιβλία του και από τα κεί μενά του στα βιβλία «Η γλώσσα μου». Τέσσερις είναι οι ποιητικές του συλλογές, την περίοδο 19761982: Η κιθάρα της αγάπης, Με λένε Ήλιο, Τραγουδώ την ειρήνη, Σαράντα χαμόγελα, με στίχους γεμάτους από ευαισθησία, χιού μορ, κοινωνικούς προβληματι σμούς, σαρκασμό και ειρωνική διάθεση! Η πεζογραφική του δυνα τότητα είναι η δεύτερη όψη του ίδιου χρυσού νομίσματος: λυρι κά, ονειρικά, ιρανταστικά, ρεαλι στικά παιχνιδίσματα, γέλιο μέχρι δακρύων και δάκρυα από τον ανθρώπινο πόνο! Μ' όλους τους στίχους του και μ' όλες τις αράδες των πεζών του έχει τον ίδιο στόχο: να περι γράφει τον κόσμο μας (φυσικό και κοινωνικό) - μέσα από τις αι σθήσεις της ψυχής του, προ σπαθεί δε να πείσει τους ανθρώ πους και κυρίως τα παιδιά, ν' αλλάξουν τον κόσμο! Πιστεύει, όμως, ότι: «Γ/α να 'ρθει η χαρά ως του κόσμου την άκρη,/ καλά ειν' τα χαμόγελα, μα θέλει και δάκρυ)). (Σαράντα χαμόγελα). Έτσι, μετά τα πρώτα πεζά του: Στην πρώτη γραμμή (ιστορι κό μυθιστόρημα), 1978, και Αγριολούλουδα για σένα (Ιστο ρίες από τη φύση), 1979, περνά
επάογη
35
Αθηνών με το Α' Βραβείο του Γεωργίου Αθάνα. Κλείνοντας θέλω να επισημάνω ότι ο αναγνώστης-μελετητής έχει πολλά να προσέξει και να ωφεληθεί από τα Σύμμικτα του τόμου.
π α ιδ ικ ό ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ. Μ έρες της Εικονογρά φηση: Βαγγέλης Ελευθε ρίου, Αθήνα Ψυχογιός, 1993. Σελ. 204. Α λκυόνης.
στο παιδικό διήγημα και μυθι στόρημα με στοιχεία ηθογραφι κού, αστικού και κοινωνικού μυθιστορήματος. Έτσι, κυκλοφο ρούν: Οι δρόμοι της άνοιξης, 1985, Η σαραντόκαρδη, 1992 και Μέρες της Αλκυόνης, 1993. Στο τελευταίο του βιβλίο, ο Γιάννης, ένα παιδί με ειδικές ανάγκες (πα ράλυτο στα κάτω άκρα), κεντρι κός ήρωας, μεταμορφώνεται ψυχολογικά, καθώς ζει για ένα χρονικό διάστημα στο χωριό. Εκεί, γνωρίζεται, συνδέεται φιλι κά και επηρεάζεται από τους δύο βασικούς ήρωες του έργου: τον σερ Κώτσο, τον θυμόσοφο «τρελό του χωριού» και το σκιάχτρο, που παίζει καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του μύθου. Το όνειρο, η φαντασία και οι πρω τότυπες συλλήψεις του συγγρα φέα δένονται άρρηκτα με τα σύγχρονα άλυτα οικολογικά και κοινωνικά προβλήματα. Ο Μανθόπουλος διατηρεί μια προηγούμενη άποψή του: «Όλα αν σ' έμοιαζαν τα σκιάχτρα,Ιθα 'ταν πιο όμορφος ο κόσμος» Τραγουδώ την ειρήνη).
Νικ. Λυκ. Φορόπουλος
Όλοι οι ήρωες αυτού του μυθιστορήματος είναι απλοί, ενεργητικοί, αληθινοί, γνήσιοι. Οι δύο σημαντικότεροι (Κώτσοςσκιάχτρο) «αγιοποιούνται», μέσα απ' το τραγικό τέλος, που τους επιφυλάσσει, ένας κόσμος ανέ τοιμος γι' ανθρωπιά, αγάπη, στοχασμό και ονειροπόληση... Εμβόλιμα στο μύθο, δίνουν ξε χωριστά χρώματα: οι γονείς του Γιάννη, ο παππούς, ο θείος Φάνης, η «εκατόχρονη» Βάβω, η θεία Κλειώ, η «αχώνευτη», ο Χρόνης, ο φίλος του, η γιαγιά Ανά στα κ.ά. Ακόμη και τα προσωποποιημένα άψυχα και τα ζωντανά τετράποδα. Επιλογικά, αναπτύσσεται ιδιαίτερη συναισθηματική σχέση με τη φί λη του Θάλεια, επίσης, παρά λυτη. Συγκλονιστικό μυθιστόρημα (και για ενήλικους), όπου ο συγγραφέας μιλάει για τη φύση, τις ανθρώπινες σχέσεις και αδυναμίες, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τα κοινωνικά προβλή ματα κι όπου το δάκρυ μας τρέ χει από γέλιο και από θλίψη, για μια ακόμη φορά, που ο Μανθό πουλος αποφασίζει να γράψει, μακριά, βέβαια, απ' τα κλειστά και ύποπτα κυκλώματα της πρωτεύουσας, στην ακριτική Δράμα. Γι αυτό πρέπει να τον θαυμάζουμε και να μην τον ξε χνάμε!
Θανάσης Καραγιάννης
λΡΑΜΠΟΥΚΑ ΣΟΦΙΑ ΖΑΡΑΜΠΟΥΚΑ ΣΟΦΙΑ ΖΑΡΑΜ1 ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
ΓΙΑ ΠΑΙ ΑΙ Α ΣΕΙΡΑ 5 ΒΙΒΛΙΩΝ ■ ΒΑΤΡΑΧΟΙ
Είκονόγραφηοη της ίδιας
■ ΕΙΡΗΝΗ ■ ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ ■ ΟΡΝΙΘΕΣ ■ ΠΛΟΥΤΟΣ
ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ
Η Σοφία Ζαραμπούκα, με τις πολύχρωμες ολοσέλιδες, όλο χιούμορ ζωγραφιές της και με πολύ απλά λόγια, διηγείται στα μικρά παιδιά την υπόθεση από μερικές κωμωδίες του σατιρικού ποιητή. Μιλάει για το Διόνυσο που κατέβηκε στον Αδη να φέρει πίσω τον Ευριπίδη, για την Ειρήνη και τη Λυσιστράτη, τονίζοντας το αντιπολεμικό τους πνεύμα, για τους Όρνιθες, για τον Πλούτο...
ΓΙΑ ΙΙΑΙ ΑΙ Α
« ;.ιιι« · Εικονογράφηση της ίδιας Η σειρά αυτή, με πλούσια ολοσέλιδη έγχρωμη εικονογράφηση, και με πολύ απλή αφήγηση, φέρνει σ’ επαφή τα πολύ μικρά παιδιά με τον κόσμο της Μυθολογίας μας. Μιλάει για την κοσμογονία και τον Όλυμπο με τους θεούς του, για τον Προμηθέα που έφερε τη φωτιά, για τον κατακλυσμό, για το Δευκαλίωνα, για τον Ασκληπιό, τον Ορφέα και για ένα πλήθος άλλα μυθικά πρόσωπα.
ΚΕΔΡΟΣ ίο παιδικό 6ι6/\ίο
ΤΡΙΒΙΖΑΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΡΙΒΙΖΑ Ο ΧΙΟΝΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ
Εικονογράφηση: Αλέξης Κυριτσόπουλος Η ιστορία αυτή είναι μια ιστορία ενός χιονάνθρωπου και ενός κοριτσιού. Ενός κοριτσιού που έφτιαξε ένα χιονάνθρωπο και του ζήτησε να μη λιώσει ποτέ.
Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Ε Σ ΑΠ Ο ΤΟ Ν Η Σ Ι ΤΩΝ Π Υ Ρ Ο Τ Ε Χ Ν Η Μ Α Τ Ω Ν ■ Η ΧΩΡΑ ΧΩΡΙΣ ΓΑΤΕΣ
Εικονογράφηση: Νίκος Μαρουλάκης
a Ω ΚΡΟΚΩΔΕΙΛΩΣ
ΠΟΥ ΠΗΓΕ ΣΤΟΝ ΟΔΟΝΤΟΓΙΑΤΡΟ
Εικονογράφηση: Νίκος Μαρουλάκης ■ 0 ΤΑΥΡΟΣ ΠΟΥ ΕΠΑΙΖΕ ΠΙΠΙΖΑ
Εικονογράφηση: Νίκος Μαρουλάκης
a0
ΛΑΙΜΑΡΓΟΣ ΤΟΥΝΕΛΟΔΡΑΚΟΣ
Εικονογράφηση: Αλέξης Κυριτσόπουλος ■ Ο ΝΑΥΑΓΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΤΡΙΧΗΣ
Εικονογράφηση: Βάλλυ Λιάπη ■ Ο ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ ΦΥΡΔΗΣ-ΜΙΓΔΗΣ
Εικονογράφηση: Βάλλυ Λιάπη
a ΤΟ ΑΠΙΘΑΝΟ ΤΣΙΡΚΟ
ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ
Εικονογράφηση: Βάλλυ Λιάπη
a ΤΟ ΠΑΠΑΚΙ
ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΟΥ ΑΡΕΣΑΝ
ΤΑ ΠΟΔΑΡΑΚΙΑ ΤΟΥ Σειρά βιβλίων με παράδοξες, έξυπνες, διασκεδαστικές και πλούσια εικονογραφημένες ιστορίες, που μιλούν για ποντίκια που ψάχνουν να βρουν πολιτείες χωρίς γάτες και φάκες, για κροκόδειλους και δράκους, για ναυαγούς που πλέκουν κασκόλ περιζήτητα, για μουσικόφιλους ταύρους, για τσίρκα με τα πιο απίθανα ζώα.
Εικονογράφηση: Βαγγέλης Ελευθερίου
a Ο ΗΛΙΟΣ ΤΗΣ ΛΙΖΑΣ Εικονογράφηση: Βαγγέλης Ελευθερίου
®ΚΕΔΡΟΣ
ίο παιδικό 6ι6/\ίο
ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ 1979-1994 Δ ε κ α π έ ν τ ε Χ ρ ό ν ι α Ν ε φ έ λ η
ΤΟΝΙ
ΜΟΡΙΣΟΝ
ΤΖΑΖ
ι^ημα Οχαν η γυναίκα. Βάιαλπ χη λένε, πήγε σχην κηδεία να δα to κορίχοι και vu χαρακώοει to νεκρό χου πρόσωπο, ο κόσμοςέπεσε πάνω χης και χην ηεχαξε έξωαπό χην εκκλησία. Τόχε εκείνη άρχισε να χρέχεί μέσα σχο χιόνι και όχαν γύρισε σχο διαμέρισμα χης. έβγαλε χα πουλιά από χα κλουβιά χους, άνοιξε τα παράθυρα και χ’ικρηοε ελεύθερα να παγώσουν ή ναηεχάξουν μαζί και χον παπαγάλο, που τηνώραεκείνηείπε· Τ αγαπώ"
ΝJ
Φ Ε Λ Η
Μ ό λ ις κ υ κ λ ο φ ό ρ η σ ε
ΝΟΜΠΕΛ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ —
*« S W
,
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ ...προω θούν το κ α λ ό β ιβ λ ίο
ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ 6 - ΑΘΗΝΑ 106 80 - ΤΗΛ. 3607744
Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗτων βιβλίων γίνεται με βάση το γνωστόΔεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνικό βιβλιογρα φία. ΣΤΗΝΚΑΤΗΓΟΡΙΑ των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομα διαίαέντυπα. ΤΟΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟΔελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνεργα σία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας».
Α ρ. 336 20 Μαρτίου 15 Απριλίου 1994 Επιμέλεια: 'Εφη Απάκη
Τραπέζης, 1994. Σελ. 596. Δρχ. 6000.
J1 ε ν ι κ ά έ ρ γ α
BROWN Η. Η σοφία ιης επιστήμης. Μει. Δ. Γκούσκος -Γ. Πεφάνης. Αθήνα, Δίαυλος, 1994. Σελ. 236. Δρχ. 2600. .
Γνώση
Α ποκρυφ ισμός
ΒΟΥΠΟΥΚΑ Μ. -ΜΕΓΑΡΙΔΗΣ Β. Οδωυυμικά. Η σημασία των ονομάτων των οδών της Αθήνας. Τόμοι A' +Β'. Β' έκδοση. Αθήνα, Δήμος Αθηναίων -Πνευματικό Κέντρο, 1993. Σελ. 524 +549. Δρχ. 4160 (οι δύο τόμοι).
ASH D. -HEWITT Ρ. Επιστήμη των θεών. Απόδ. Α. Κούμαρη Sanjond. Αθήνα, Γιαννίκος, 1993. Σελ. 216. Δρχ. 1455. BUNNAG Τ. Η τέχνη του Ταϊ Τσι Τσουάν. Μετ. Ν. Ξκραράς -Λ. Σεφεριάδη. Αθήνα, ΚΟΑΝ, 1993. Σελ. 166. Δρχ. 2600.
Τύπος ΚΟΡΜΑΛΗΣ Α. Λ. Η εκτέλεση του Ίωνος Δραγούμη στον τύπο της εποχής. Αθήναι, Πελασγός, 1994. Σελ. 111. Δρχ. 1455. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Π.Φ. Εφημερίδες αποκείμενες στη Βι βλιοθήκη της Βουλής (1789 -1970). Αθήνα, Βιβλιοθήκη Της Βουλής Των Ελλήνων, 1993. Σελ. 488. Δρχ. 4000.
ψ υ χ ο λ ο γ ία Κοινωνικό ψυχολογία ΜΑΔΙΑΝΟΣ Μ. Γ. Η ψυχοκοινωνική αποκατάσταση. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 1994. Σελ. 375. Δρχ. 3950.
Οργανισ μοί
Ε φ αρμοσμένη ψυχολογία ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Αθήνα, Κέντρον Νεοελληνικών Ερευνών / Ε.Ι.Ε., 1993. Αριθ. 19. Δρχ. 1400.
φ
ιλ ο σ ο φ ία
ROMAN S. -PACKER D. Channeling. Μετ. Π. Περισσάκη. Αθήνα, Έσοπτρον, 1994. Σελ. 259. Δρχ. 2080.
0
L) ρ η σ κ ε ι α
Γενικά
Γενικά
WITTGENSTEIN L. Φιλοσοφική γραμματική. Εισ. -μετ. σχόλ. Κ. Μ. Κωβαίος. Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής
Η Ακολουθία του Ακάθιστου Ύμνου. Αθήναι, 1994. Σελ. 192. Δρχ. 6760.
40
δελπο
ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΙ I. Ανάλυσις και κριτική του έργου «The Photian Schism», καθηγητού Francis Dvomik. Κατερίνη, Τέρτιος, 1994. Σελ. 65. Δρχ. 520. MIGNE J. -Ρ. Ελληνική Πατρολογία. Τόμος 74. Αθήναι, Κένιρον Πατερικών Εκδόσεων, 1993. Σελ. 1094. Δρχ. 3430. MIGNE J. -Ρ. Ελληνική Πατρολογία. Τόμος 137. Αθήναι, Κέντρον Πατερικών Εκδόσεων, 1994. Σελ. 1515. Δρχ. 3640.
β οινωνικές επιστήμες Κοινωνιολογία
ΜΟΥΔΑΤΣΑΚΙΣ Τ. Ε. Η θεωρία του δράματος στη σχολική πράξη. Αθήνα, Καρδαμίτσας, 1994. Σελ. 252. Δρχ. 3120.
Εκπαίδευση Η αμφισβήτηση των εξετάσεων και βαθμών στο Σχολείο. Επιμ. Σ. Χιωτάκης. Αθήνα, Γρηγόρης, 1993. Σελ. 369. Δρχ. 3600. ΔΟΥΛΑΒΕΡΑΣ Α. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Ανθολόγιο λυρικής ποίησης. Ευριπίδη, Ιφιγένεια η εν Ταύροις. Αθήνα, Κώδικας, 1993. Σελ. 270. Δρχ. 3120. ΛΑΜΠΡΙΑΝΙΔΗΣ Λ. Περιφερειακά Πανεπιστήμια στην Ελλά δα. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1993. Σελ. 283. Δρχ. 3640.
ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ Θ. Κ. Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και προ στασία της υγείας. Αθήνα, Παπαζήσης. Σελ. 282. Δρχ. 2700.
ΜΑΡΚΙΑΝΟΣ Σ.Σ. Η διδασκαλία των Ιστοριών του Ηροδότου. Αθήνα, Σχολή I. Μ. Παναγιωτόπουλου, 1994. Σελ. 179. Δρχ. 2400.
ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ Α. Δ. Η γυναίκα στο Ισλάμ. Μύθος και πραγμα τικότητα. Κατερίνη, Τέριιος, 1994. Σελ. 151. Δρχ. 1350.
ΠΑΠΑΓΕΩΡΠΟΥ Γ. Κ. Η γλώσσα στο Δημοτικό Σχολείο. Αθή να, Σμυρνιωτάκης, 1993. Σελ. 246. Δρχ. 2600.
Πολιτική
ΧΟΥΡΔΑΚΗΣ Α.Γ. Ο «Αρχαίος Κόσμος» στα βιβλία του ελληνι κού Δημοτικού Σχολείου. Αθήνα, Γρηγόρης, 1994. Σελ. 45. Δρχ. 950.
ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ I. Προγραμματικοί πολπικοί στοχασμοί. Αθήνα, Ελεύθερη Σκέψις, 1994. Σελ. 16. Δρχ. 520. ΗΦΑΙΣΤΟΣ Π. Αμερικανική εξωτερική πολπική. Αθήνα, Οδυσσέας, 1994. Σελ. 394. Δρχ. 3950. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣI. Μ. Εκκλησία και π<$\ιιεία. Αθήνα, Σάκκουλας, 1993. Σελ. 109. Δρχ. 1500. ΤΖΕΝΟΣ Α. Η ιδέα και η πολιτική της υπέρβασης. Αθήνα, 1994. Σελ. 129. Δρχ. 1560.
Δίκαιο ΜΑΛΑΚΑΣΗΣ Δ. Η πνευματική ιδιοκτησία. Αθήνα, 1994. Σελ. 103. Δρχ. 1560.
Λαογραφία
J1 λώσσα Γενικά ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ Π. X. Ετυμολογικό ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής. Αθήνα, Σπουδή, 1993. Σελ. 842. Δρχ. 7800. ΚΡΙΑΡΑΣ Ε. Λεξικό της Μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμματείας. 1100 -1669. Τόμος ΙΓ. Θεσσαλονίκη, 1994. Σελ. 350. Δρχ. 5000. ΤΟΜΠΑΪΔΗΣ Δ. Θέματα σύνταξης της νεοελληνιικής γλώσ σας. Θεσσαλονίκη, Κώδικας 1994. Σελ. 164. Δρχ. 2080.
Ξένες γλώσσες ΑΥΔΙΚΟΣ Ε. Το λαϊκό παραμύθι. Αθήνα, Οδυσσέας, 1994. Σελ. 172. Δρχ. 1660. ΣΑΡΡΑΣ Γ. Γ. Παράδοση και χρέος. Μελέτη. Αθήνα, Ιωλκός, 1993. Σελ. 105. Δρχ. 1560.
Εθνολογία ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ Δ. Π. Η καταγωγή των Ελλήνων. Αθήνα, Ελεύθερη Σκέψις, 1994. Σελ. 335. Δρχ. 2600. LEVI -STRAUSS C. Ο μύθος του Λύγκα. Μετ. Α. Βόζιου. Αθή να, Γκοβόστης, 1994. Σελ. 317. Δί>χ. 3640.
j"| αιδαγωγική - εκπαίδευση
ΓΚΙΝΗΣ Ν. X. Ελληνο -Αλβανικό λεξικό. Επιμ. Ε. Οικονόμου. Ιωάννινα, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, 1993. Σελ. 1159. Δρχ. 10400.
0 ειικές επιστήμες Χημεία JACQUES J. Το μόριο στον καθρέφτη. Μετ. -Επιμ. Κ. Γεωργούλης. Αθήνα, Κάτοπτρο, 1993. Σελ. 157. Δρχ. 2080.
J έχνες
Γενικά Διαχρονική παρουσία της ελληνικής αρχαιότητας της επιστήμης της αγωγής. Β' Επιστημονικό Συμπόσιο. Αθήνα, Γρηγόρης, 1993. Σελ. 225. Δρχ. 2000. I
Γενικά ΚΑΣΔΑ Π. Πυρίσπορος Αθήνα, Αιγόκερως, 1994. Σελ. 126. Δρχ. 1245.
-------------------------Λευκώματα ΛΙΑΣΚΟΥ Ρ. «Πλακιώπκες γωνιές». Αθήνα, Συλλογές, 1993. Σελ. 62. Δρχ. 1560. ΜΑΘΑΣ Γ. Πολιτική θέματα μέσα από καρτποστάλ. Αθήνα, Συλλογές, 1993. Σελ. 128. Δρχ. 3640.
Ζ ωγραφική ΒΑΚΑΛΟ Ε. Η απώλεια της μορφής μέσα στο χώρο. Αθήνα, Γαβριηλίδης, 1994. Σελ. 56. Δρχ. 3325.
Φ ω τογραφ ία ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ Δ. Φωτορομάντσο. Αθήνα, Ύψιλον / Βιβλία, 1993. Σελ. 151. Δρχ. 2080.
λασική Φιλολογία
δελτίο 41
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Βίοι παράλληλοι. Δημήτριος -Αντώνιος. Εισ. μετ. -σχόλ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 363. Δρχ. 2495. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Βίοι παράλληλοι. Δημοσθένης -Κικέρων. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 235. Δρχ. 1560. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Βίοι παράλληλοι. Σερτώριος -Ευμένης. Εισ. μετ. -σχόλ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 147. Δρχ. 1245. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Βίοι παράλληλοι. Φωκίων -Κάτων. Εισ. μετ. -σχόλ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 283. Δρχ. 1870.
Μελέτες ΚΑΛΟΓΕΡΑΣ Β. Αισθητική ερμηνεία της αρχαίας τραγωδίας. Ζ' έκδοση. Αθήνα, Γρηγόρης, 1994. Σελ. 262. Δρχ. 3120.
^
ογοτεχνία
Αρχαίοι σ υγγραφ είς Ηροδότου Ισιορίαι. Ερατώ -Πολύμνια. Μετ. -σχόλ. Η. Σ. Σπουρόπουλος. Αθήνα, Γκοβόστης, 1993. Σελ. 426. Δρχ. 3120. Ομήρου Οδύσσεια. Ραψωδία κ. Μετ. -επιλ. Δ. Ν. Μαρωνπης. Αθήνα, Στιγμή, 1994. Σελ. 65. Δρχ. 1660. ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ, θεσμοφοριόζουσαι. Μετ. Τ. Ρούσσος. Αθή να, Κήκτος, 1994. Σελ. 160. Δρχ. 1245. ΠΛΑΤΩΝ. Αλκιβιήδης I -Αλκιβιάδης II -Ερασταί. Εισ. μετ. -σχόλ. Φιλολογική Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 286. Δρχ. 2285. ΠΛΑΤΩΝ. Επινομίς -Όροι νοθευόμενοι. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φι λολογική Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 369. Δρχ. 2495. ΠΛΑΤΩΝ. Ιππίας μείζων. Ιππίας ελάττων. Εισ. -μετ. σχόλ. Φιλολογική Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου, 1993. Σελ. 217. Δρχ. 1560. ΠΛΑΤΩΝ. Κρατύλος. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φιλολογική Μετα φραστική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 253. Δρχ. 1560. ΠΛΑΤΩΝ. Μένων -Κλειτοφών -Μίνως. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φιλο λογική Μεταφραστική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 257. Δρχ. 1870. ΠΛΑΤΩΝ. Σοφιστής. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φιλολογική Μετα φραστική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 306. Δρχ. 2495. ΠΛΑΤΩΝ. Φαίδων. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φιλολογική Μετα φραστική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 308. Δρχ. 2495. ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Βίοι παράλληλοι. Αγησίλαος -Πομπήιος. Εισ. -μετ. -σχόλ. Φιλολογική Ομάδα Κάκτου. Αθήνα, Κάκτος, 1993. Σελ. 347. Δρχ. 2495.
Γενικά ΚΑΒΒΑΘΑΣ Β. Ο Θεός κι η ψυχή μας. Αθήνα, Καστανιώτης, 1994. Σελ. 182. Δρχ. 2600.
Ποίηση ΒΕΛΤΣΟΣ Γ. Σύμβολα. Αθήνα, Πλέθρου, 1993. Σελ. 29. Δρχ. 1245. ΓΈΩΡΠΟΥ Τ. Από άγγελο σε άγγελο. Αθήνα, Σμίλη, 1994. Σελ. 124. Δρχ. 1560. ΠΟΚΑΣ Ν. Ωφέλιμα ποιήματα. Αθήνα, Νεφέλη, 1993. Σελ. 85. Δρχ. 1455. ΖΕΥΓΩΛΗ -ΓΛΕΖΟΥ Δ. Η αγέριυη κλωστή. Ποιήματα. Αθήνα, Οι Εκδόσεις Των Φίλων, 1993. Σελ. 214. Δρχ. 2910. ΚΡΑΝΙΔΙΩΤΗΣ Ν. Η κοιλάδα του ήλιου. Αθήνα, Ίδρυμα Α. Γ. Λεβέντη, 1993. Σελ. 78. Δρχ. 1040. ΜΙΧΑΚΗΣ Γ. Η Ανοιξη στο πένθος. Αθήνα, Νεφέλη, 1993. Σελ. 59. Δρχ. 1245. ΠΑΥΛΟΣΤΑΘΗΣ Τ. Σημεία του εξαφανιζόμενου τρίτου (Ποιή ματα 1973 -1993). Αθήνα, Νεφέλη, 1993. Σελ. 83. Δρχ. 1455. ΠΙΕΡΡΑΤΟΥ Ε. Τόνος δακρυγόυος. Αθήνα, Δήμητρα, 1993. Σελ. 79. Δρχ. 1040. ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ Ν. Λάφυρο αγαπημένων ημερών. Αθήνα, Νε φέλη, 1993. Σελ. 61. Δρχ. 1245. ΤΡΑΚΑ Γ. Ποιήσεις. Μετ. Δ. Σ. Δήμου. Θεσσαλονίκη, Το Ροδακιό, 1993. Σελ. 56. Δρχ. 1560.
Π εζογραφ ία ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ Γ. Ταμάμα η αγνοούμενη του Πόντου. Αθήνα, Γόρδιος, 1993. Σελ. 117. Δρχ. 1200.
42
δελτίο -------------------------------------
ΑΝΩΝΥΜΟΣ. Η ιστορία της Βιολέτας. Μετ. Κ. Θεοδωρίδου. Αθήνα, Ερατώ, 1994. Σελ. 172. Δρχ. 1980.
CORONIS A. Tennessee Williams and greek culture. Athens, Kalendis, 1994. Pag. 124. Drs. 2600.
ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ X. Υπόθεση μπεστ-σέλλερ. Β'. έκδοση. Αθήνα, Εστία, 1993. Σελ. 191. Δρχ. 1700.
Δοκίμια
ΠΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ Η. Οδύσσεια 2016. Αθήνα, Ιωλκός, 1994. Σελ. 245. Δρχ. 1560.
ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.Σ. Της παιδεύσεως της ημετέρας. Αθήνα, Εστία, 1994. Σελ. 172. Δρχ. 1780.
ΚΑΡΑΠΑΝΝ1ΔΟΥ Ο. Η μικρή της Κατοχής. Αθήνα, 1993. Σελ. 301. Δρχ. 2390.
ΜΑΣΤΡΟΠΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ Η. Σημάδια του πνεύματος. Κατε ρίνη, Τέρτιος, 1993. Σελ. 101. Δρχ. 830.
ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ Π. Οι Πόντιοι. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Ρή σος, 1993. Σελ. 602. Δρχ. 5200.
SCHAEF A.W. 365 σκέψεις και ιδέες για την πολυάσχολη γυναίκα. Μετ. Ε. Κεσίσογλου. Αθήνα, Λύχνος, 1994. Σελ. 391. Δρχ. 2600.
ΧΑΡΤΟΚΟΛΛΗΣ Π. Οιδιπόδειο '46-47. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Εστία, 1994. Σελ. 383. Δρχ. 3000. ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ I. Η μάνα. Αθήνα, Εστία, 1993. Σελ. 110. Δρχ. 1120. ANONYMOUS. Εκείνος. Μετ. Φ. Θεοδοσοπούλου. Αθήνα, Aquarius, 1993. Σελ. 266. Δρχ. 1870. CAMPION J. Μαθήματα πιάνου. Μετ. Σ. Κόκκαλης. Αθήνα, Το Κλειδί, 1994. Σελ. 150. Δρχ. 1560. MAILER Ν. Το φάντασμα της «πόρνης». Μετ.: Κ. Δόλκας. Αθή να, Νέα Σύνορα, 1994. Σελ. 1021. Δρχ. 4680.
0 έαιρο Γενικά Είκοσι χρόνια Θέατρο Έρευνας 1973-1993. Αθήνα, 1993. Σελ. 190. Δρχ. 6240.
j σιορία
NOSTUNGER C. Γράμματα που δε γράφτηκαν ποτέ, της Έμμας Κ., 75 χρονώ. Μετ. Μ. Αγγελίδου. Αθήνα, Καστανιώτης, 1993. Σελ. 148. Δρχ. 2080.
Γενικά
SCHMIDT Α. Λεβιάθαν. Μετ. Γ. Κοίλης. Αθήνα, Οδυσσέας, 1993. Σελ. 109. Δρχ. 1245.
Το παιχνίδι με την ιστορία. Ιδεολογικά στερεότυπα και υποκει μενισμός στην ιστοριογραφία. Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1994. Σελ. 118. Δρχ. 1245.
CHE GUEVARA Ε. Λατινοαμερικάνο. Μετ. Ν. Σιδέρη. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1994. Σελ. 173. Δρχ. 1765.
Αλληλογραφία ΓΕΡΜΑΝΟΣ Φ. Τα ερωτικά της Κορσικής. Αθήνα, Κάκτος, 1994. Σελ. 230. Δρχ. 2600.
Μελέτες ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ Τ. Γ. Ιδιοσυστασίες. Κάλβος - Καβάφης - Καρυωτάκης. Αθήνα, Πιτσιλάς, 1993. Σελ. 88. Δρχ. 1560. ΚΑΚΛΑΜΑΝΗΣ Σ.Ε. Έρευνες για το πρόσωπο και την εποχή του Γεωργίου Χορτάτση. Ηράκλειο, Εταιρεία Κρητικών Ιστο ρικών Μελετών, 1993. Σελ. 136. Δρχ. 2080. ΛΑΖΑΝΑΣ Β. I. Rainer Maria Rilke, Αθήνα 1994. Σελ. 201. Δρχ. 3120. ΜΑΡΚΙΔΗΣ Μ. Το μαύρο καράβι. Αθήνα, Ερατώ, 1994. Σελ. 244. Δρχ. 2600. ΜΙΣΣΙΟΝΣ Κ. Γ. Μυτιληνιοί λόγιοι και λογοτέχνες. Τόμος Α' Μυτιλήνη, Αστερίας, 1994. Σελ. 509. Δρχ. 4160. ΣΟΥΛΙΩΤΗΣ Μ. Σχόλια στον Καβάφη. Αθήνα, Ύψιλον/ Βιβλία, 1993. Σελ. 114. Δρχ. 1560. ΧΑΤΖΗΘΩΜΑΣ Α. Αφιερώματα λογοτεχνικών περιοδικών της Κύπρου. Λευκωσία 1993. Σελ. 171. Δρχ. 4680.
ΓΡΓΓΣΟΠΟΥΛΟΣ Τ. Α. Ιστορία και ζωή. Αθήναι 1993. (Ανάτ.) Σελ. 112. Δρχ. 1560.
Μαρτυρίες ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ Γ. Tenesur. Οι Κλωστοί. Αθήνα, Γόρδιος, 1993. Σελ. 122. Δρχ. 1400.
Β ιογραφ ίες ΡΑΥΓΟΠΟΥΛΟΣ Γ. Ε. Διονύσης Λαυράγκας. 18601941. Από τη ζωή και το έργο του. Θεσσαλονίκη, Κώδικας, 1993. Σελ. 447. Δρχ. 5200.
ΕΑΛηνική Ιστορία Η επικοινωνία στο Βυζάντιο. Πρακτικά Β' Διεθνούς Συ μποσίου. Αθήνα, Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών Ι.Ε.Ι.Ε., 1993. Σελ. 756. Δρχ. 8320. Θράκη. Επιμ. Α.Ε. Καραθανάσης. Θεσσαλονίκη, Μαίανδρος, 1993. Σελ.174. Δρχ. 2080. ΑΥΔΙΚΟΣ Ε.Γ. Η ταυτότητα της περιφέρειας στο Μεσοπόλεμο. Αθήνα, Καρδαμίτσας, 1993. Σελ. 195. Δρχ. 3120. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ Κ.Α. Σύγχρονα εθνολογικά όρια του Ελλη νισμού στα Βαλκάνια. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1994. Σελ. 336. Δρχ. 4160.
δελτίο 4 3 ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ I. Κύλικες ζωής κατευ.άστριαι. Ιστορική και ια τρική προσέγγιση στις δηλητηριάσεις της βυζαντινής περιόδου. Αθήνα 1994. Σελ. 335. Δρχ. 6500. ΜΠΑΡΤΙΚΙΑΝ Χ.Μ. Η βυζαντινή αριστοκρατική οικογένεια των Γαυράδων (Γαβράδων). Αθήνα, Ηρόδοτος, 1993. Σελ. 116. Δρχ. 2080.
Ο ΑΡΑΜΠΑΣ ΤΟΥ ΑΓΡΙΝΙΟΥ. Φύλλα 29 και 30. Δρχ. 100. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 50. Δρχ. 950. ΒΟΙΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Περιοδική έκδοση λογοτεχνίας. Τεύχος 1. Δρχ. 1000. ΠΑΤΙ. Τεύχος 226. Δρχ. 400. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 148. Δρχ. 900.
Παγκόσμια Ιστορία ΛΑΓΚΑΔΑΣ Α. Οι Πυραμίδες της Αίγυπτου. Μύθοι και ιστορία. Αθήνα, Σμπίλιας, 1994. Σελ. 78. Δρχ. 2600. ΜΠΑΡΜΠΗΣ Κ. Ιστορία και βλέψεις του Σιωνισμού. Αθήνα, Λογοθέτης, 1994. Σελ. 341. Δρχ. 3120. ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ X. Απομυθοποιημένη Ιστορία του Κυπριακού στα τελευταία 50 χρόνια. Λευκωσία, 1993. Σελ. 569. Δρχ. 5200. ΣΠΑΣΟΒΣΚΙ Μ. - ΖΙΒΚΟΒΙΤΣ Δ. - ΣΤΕΠΓΓΣ Μ. Το αληθινό πρόσωπο της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης. Αθήνα, Εταιρεία Ελληυοσερβικής Φιλίας, 1993. Σελ. 109. Δρχ. 1560.
ΔΕΛΤΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΝΑΥΠΛΙΟΥ. Μηνιαία έκδο ση. Τεύχος 62. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 334. Δρχ. 700. ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟΣ. Περιοδικό εκπαιδευτικού και κοινωνικού προβληματισμού. Τεύχος 1. Δρχ. 300. ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΠΝΕΥΜΑ. Έρευνα - στοχασμός - τέχνη - κριτι κή. Τεύχος 91. Δρχ. 700. ΕΜΒΟΛΙΜΟΝ. Τριμηνιαία επιθεώρηση. Τεύχος 20. ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών/Ε.Ι.Ε. Τεύχος 11. ΕΞΟΔΟΣ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 12. Δρχ. 700.
Τ αξίδια
ΕΠΟΓΠΈΙΑ - NEWSLETTER. Τεύχος 41.
Κόσμος
ΕΡΕΥΝΑ. Πολπική - οικονομική - φιλολογική. Φύλλο 31. Δρχ. 500.
Κρουαζιέρα στο Νείλο. Αθήνα, Τζαφέρη, 1994. Σελ. 159. Δρχ. 2600.
ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύχος 268. Δρχ. 800.
ΣΑΡΛΗ Κ. Ανατολικά και δυτικά της Εδέμ. Αθήνα, Πησιλός, 1994. Σελ. 287. Δρχ. 2600.
ΕΩΑ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΑ. Τόμος 1ος, 1993. Δρχ. 4160.
ΤΣΕΛΕΜΠΙ Ε. - COVEL J. Από Κωνσταντινουπόλεως εις Ανδριανούπολιν. Μετ. Ν. Χειλαδάκης. Αθήνα, Εκάτη, 1993. Σελ. 130. Δρχ. 2080.
ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 252. Δρχ. 800. ΘΕΣΕΙΣ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 47. Δρχ. 1200. ΙΘΩΜΗ. Περιοδική έκδοση. Τεύχος 35-36. ΜΑΖΙ - TOGETHER. Τεύχος 55.
|Ί αιδικά
ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑΣ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 3. Δρχ. 1000. ΜΝΗΜΩΝ. Τόμος 15ος, 1993. Δρχ. 4160.
Γνώσεις Μικρή εγκυκλοπαίδεια. Τα φυτό. Larousse, 1994. Σελ. 125. Δρχ. 2495.
Αθήνα,
Άμμος/
|Ί εριοδικά
Η ΜΥΚΟΝΙΑΤΙΚΗ. Μηνιαία εφημερίδα από τη Μύκονο. Φύλ λα 60 και 61. ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ. Διμηνιαίο πολιτιστικό περιοδικό. Διπλό τεύχος 5-6. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1605. Δρχ. 650.
ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 5. Δρχ. 800.
ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΠΑ. Κοινωνιολογική επιθεώρηση. Τεύχος 18. Δρχ. 750.
ΑΜΥΝΑ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ. Μηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 38. Δρχ. 600.
ΤΑ ΝΕΑ ΤΟΥ ΕΛΙΑ. Τεύχος 34.
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ. Τεύχος 317. Δρχ. 300.
ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Τεύχος 114. Δρχ. 600.
ΟΙ ΝΙΚΗΤΕΣ. Φύλλο 174.
ΑΝΟΙΧΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ. Διμηνιαίο εκπαιδευτικό περιοδικό. Τεύ χος 48. Δρχ. 500.
ΠΑΝΤΑ. Περιοδικό για το παρόν και το μέλλον του Ελλη νισμού. Τεύχος 4. Δρχ. 450.
ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ. Τεύχος 912.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Έκδοση για την κοινωνία και τον πολιτισμό στην Κοζάνη. Τεύχος 73. Δρχ. 200.
Η ΑΠΟΠΕΙΡΑ. Μηνιαία εφημερίδα. Τεύχος 77-78. Δρχ. 100.
44
δελτίο ------------------------------------
ΠΑΡΕΝΘΕΣΗ. Περιοδική έκδοση τεχνών και γραμμάτων. Τεύχος 8.
ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΙΓΎΓΤΠΩΤΩΝ. Όργανο των επαναπατρισμένων Ελλήνων της Αφρικής. Τεύχος 209.
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ. Φύλλα λόγου τέχνης και πολιτιστικής καλλιέργειας. Τεύχος 75-76. Δρχ. 500.
ΤΕΥΧΗ ΤΟΥ Ε.Λ.Ι.Α. Περιοδική έκδοση. Τόμος 3ος, 1993. Δρχ. 2600.
Ο ΡΑΜΠΑΓΑΣ ΚΙ Ο ΣΚΥΛΟΣ. Φύλλο 179. Δρχ. 50.
ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ. Τριμηνιαία περιοδική έκδοση της Επιστημονικής Ένωσης του ΨΝΑ. Τεύχος 45. Δρχ. 1000.
ΡΕΥΜΑΤΑ. Απόψεις - κείμενα - τέχνες. Τεύχος 18. Δρχ. 800. ΤΟ ΡΟΔΙ. Το περιοδικό για τα παιδιά. Τεύχη 5 και 6. Δρχ. 450. ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΒΗΜΑΤΑ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Τεύχος 89. Δρχ. 600. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Δίμηνη επιθεώρηση. Τεύχος 75. Δρχ. 900. ΣΥΝΑΞΗ. Τριμηνιαία έκδοση σπουδής στην Ορθοδοξία. Τεύ χος 49. Δρχ. 1000.
ΦΟΝΙΤΙΚΙΓΡΑΦΙ. Φιλ. 13. ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ. Τεύχος 28. Δρχ. 800. THE ART MAGAZINE. Τεύχος 6. Δρχ. 2600. D & A SPIRIT. Τεύχος 7. Δρχ. 800. INFORMATION. Το περιοδικό του Έλληνα Manager. Τεύχος 89. Δρχ. 800.
Γ ιώ ρ γο ς Μ α νιώ τη ς
Το π ο ν η ρ ό μ ο ν ο π ά τ ι Ένα μ υ θ ισ τό ρ η μ α αφιερωμένο στην πορεία της ζωής ενός ανδρώπου και στις προσπάθειες, στους αγώνες και στις περιπέτειες του για να βρει το ζωτικό του χώρο. Αντιπροσωπευτικά περιστατικά του καθημερινού βίου, επεισόδια μεταφερμένα από την άμεση πραγματικότητα, παραισθήσεις και όνειρα από την άλλη όψη των πραγμάτων... ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: Σ. ΠΑΤΑΚΗΣ Α.Ε. Εμμ. Μπενάκπ 16, 106 78 Αθήνα Τήλ.: 36.31.078, Fax: 36.28.950 Κ α ι σε ό λ α τ α β ι β λ ι ο π ω
λεία
Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτι κές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσι εύονται στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες ήταν δυνατόν να εξασφαλίσουμε ή μας απέστειλαν οι συντά κτες τους.
Αρ. 336 22 Απριλίου 5 Μαΐου 1994 Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη
Μ ουσεία
Λ α ονραφία
Γουλάκη - Βουτυρά Α.: Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών Πύργου Τήνου. (Δ. Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 4/5)
Ελληνικές φορεσιές. (Δ. Σταμέλος, Ελευθεροτυπία, 4/5). Σταμέλος Δ.: Λαογραφική Πινακοθήκη. (Θ. Κ. Πολίτης - X. Ρώκου, Ελεύθερος Στερεός Ελλάδος, 908-10).
Δημοσιογραφία Οικολογία Κούλογλου Σ.: Οι Κόκκινοι ξανάρχονται; (Ρ. Σωφεριΐης, Βήμα, 24/4).
Ψυχολογία
Τζούνης Γ.: 1) Λεξικό για το περιβάλλον 2) Τα δρώμενα στην Ελληνική φύση. (Α. Παπαδάκη, Αυγή, 24/4).
Τέχνες
Μπαντ εντέρ Ε.: Χ.Υ. (Δ. Χουλιαράκης, ELLE, Μάιος, 1994). Πούχνερ Β.: Βαλκανική θεατρολογία. (Δ. Σταμέλος, Ελευθε ροτυπία, 4/5).
Θρησκεία Ντιέλ Π. - Σολαιάρεφ Ζ.: Ο συμβολισμός στο Κατά Ιωάννην. (Ε. Χατζηϊωάννου, Νέα, 26/4).
Πολιτική Κοινωνικές επιστήμες. Σ’ αναζήτηση του πολιτικού. (Π. Κάζιος, Νέα, 5/5). Εντσενμπέργκερ X.: Υπό την Απειλή εμφυλίων πολέμων. (Μ. Τσουκαλά, Μεσημβρινή, 25/4).
Γλώ σσα Καλιόρης Γ.: Γλωσσικός αφελληνισμός. (Γ. Ζησιμόπουλος, Δια βάζω, 334). Χαραλαμπάκης X.: Νεοελληνικός λόγος. (Ε. Ζωγράφου, Ριζο σπάστης, 21/4).
Ποίηση Ασλανίδης Ε. Γ.: Μεσαγρός. (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυ πία, 20/4).
46
δελτίο -------------------------------------
Βερβέρης Γ.: Ο κύριος Φογκ. (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 30/4). Βαρόπουλος Ν.: Ο 'Ηχος του Χιονιού. (Θ. Μ. Πολίτης - X. Σώκου, Ελεύθερος Στερεός Ελλάδος, 905-907). Κόρφης Τ.: Εγκώμια. (Θ. Μ. Πολίτης - X. Σώκου, Ελεύθερος, 911-913). Κουισούνης Σ.: Τρύγος αιμάτων. (Γ. Κουβαράς, Εποχή, 24/4). Μηλάς Σ.: Το παιδί με τη φυσαρμόνικα. (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύ θερη Ώρα, 24/4). Μιχάκης Γ.: Η άνοιξη στο πένθος. (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθε ροτυπία, 20/4). Ράλλη - Υδραίου Μ.: Αναλώσιμα. (Γ. Πετρόπουλος, Διαβάζω, 334). Σιουζουλάς Β.: Η ήττα του απογεύματος. (Ν. Βεράλης, Ελευθε ρία Λάρισας, 24/4). Χριστοφιλόπουλος Κ.: Ποιήματα 1981-1991. (Δ. Παυλάκου, Αυγή, 24/4).
Δοκίμια Κούρτοβικ Δ.: Ανπλεξικό της νεοελληνικής Χρηστομάθειας. (Κ. Τσαούσης, Έθνος, 29/4). Μαρίνος Γ.: Κοινός νους. (Σ. Καργάκος, Οικονομικός Ταχυ δρόμος, 21/4). Μπασαντής Δ.: Βιβλίο και επικοινωνία. (Ε. Κοτζιά, Καθημερινή, 30/4). Brown Η.: Η σοφία της επιστήμης. (Ν.Γ.Ξ., Αθηνόραμα, 22/4).
Κροντηρά Λ.: Πρώτη γνωριμία με την Αθήνα του Περικλή. (Ε. Σαραντίτη, Ελευθεροτυπία, 27/4).
Πεζογραφία
Ιστορία
Καζαντζής Τ.: 1) Η κυρά Λισάβετ 2) Ματαιότης ματαιοτήτων. (Π. Μπουκάλας, Καθημερινή, 26/4). Καστρινάκη Α.: Εκδρομή με φίλες. (Δ. Κωσιίδης, Διαβάζω, 334). Παπαδάκη Α.: Το σχισμένο ψαθάκι. (Τ. Δημπτρούλια, Ανή, 29/4). Τριανταφυλλόπουλος Ν. Δ.: Λιμενάρχης Ευρίπου. (Θ. θεοδώ ρου, Διαβάζω, 334). Φερεντίνος Γ.: Πάχνη. (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώρα, 30/4). Χωμενίδης X.: Το σοφό παιδί. (Δ. Τσατσούλης, Διαβάζω, 334). Εντο Σ.: Σιωπή. (Δ. Τσατσούλης, Αντί, 29/4). Μέιλερ Ν.: Το φάντασμα της «πόρνης». (Ε. Αρανττσης, Ελευθε
Αθανασιάδης Γ.: Η πρώτη πράξη της Ελληνικής τραγωδίας. (Α. Χρηστίδης, Ριζοσπάστης, 5/5). Κοντής Γ.: Λεσβιακό πολύπτυχο. (Ε. Τουλούπα, Νέα, 3/5). Κωστόπουλος Δ.: Βαλκάνια. (Ν. Τσούλιας, Εξόρμηση, 24/4). Σαρρής Ν.: Προεπαναστατική Ελλάδα και Οσμανικό κράτος. (Θ. Παπαρήγας, Ριζοσπάστης, 21/4).
ροτυπία, 27/4).
Γελαδόπουλος Φ.: Μακρόνησος. Η μεγάλη σφαγή του 1948. (Φ. Ζαμπαθά - Παγουλάτου, Ριζοσπάστης, 21/4). Καιροφύλλας Γ.: Οι έρωτες των Αθηναίων. (Κ. Τσαούσης, Έθ νος, 30/4). Κρανιάς Φ.: Τα βήματά μου στη ζωή και στον αγώνα. (Ε. Ζω γράφου, Ριζοσπάστης, 5/5). Πανσέληνος Α.: Φύλλα ημερολογίου. (Τ. Δ., Αντί, 29/4). Χριστοδούλου Γ.: Σελίδες ημερολογίου. (Φ. Μαυρογιώργης, Ριζοσπάστης, 21/4). Γκεβάρα Ε.: Λατινοαμερικάνικα. (X. Ποντίδα, Νέα, 3/5).
Σετούλβεδα Λ.: 'Ενας γέρος που διάβαζε ιστορίες. (Ν. Κώτσιου, Αυγή, 4/5). Σνπσλερ Α.: Η δεσποινίς Έλζε. (Ε. Κοτζιά, Καθημερινή, 24/4).
Μελέτες - Ιστορία Λογοτεχνίας Γεωργαντά A.: Ε. Ροΐδης. (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 4/5). Δάλλας Γ.: Η ποιητική του Α. Κάλβου (Γ. Π. Σαββίδης, Νέα, 3/5). Δετζώρτζης Ν.: Άπαντα τα ελάχιστα ευρισκόμενα 4. (Δ. Δασκαλόπουλος, Νέα, 26/4). Πλατής Ν. Ε.: Η Άθληση και το Έργο Ενός Μάρτυρα της Ελευ θερίας. (Κ. Παπαπάνος, Πολπικά Θέματα, 22/4). Σαχίνης Α.: Τετράδια Κριτικής (όγδοη σειρά). (Ε. Ν. Μόσχος, Καθημερινή, 26/4). Easterling Ρ. Ε. Know B.M.W.: Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας. (Σ. Ντάλης, Αυγή, 27/4).
Μαρτυρίες
Περιοδικές εκδόσεις Εκκλησιαστικός Κήρυκας. (Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Καθη μερινή, 26/4). Στασίνος. (Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Καθημερινή, 26/4).
4 j ΜΙΝΩΑΣ η γοητεία ιης Λογοτεχνίας
ΜΙΝΩΑΣ η σαγήνη ιης περιπέτειας
ΜΙΝΩΑΣ η χαρά της αναζήτησης
ΜΙΝΩΑΣ
40 Χ Ρ Ο Ν Ι Α
ΜΙΝΩΑΣ ΗΛΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΙΑ Ο.Ε. Αδριανού 2δ -14Ι~2Τ Ν. Ηράκλειο - ΑΘΗΝΑ Τηλ. 2797946 - 2776814 - 2871222 FAX: 2871056
Ευγένιος Τριβιζάς Χιούμορ,λυρισμός,περιπέτεια και φαντασία για μικρούς και μεγάλους στα βιβλία του Ευγένιου Τριβιζά από τις Εκδόσεις Πατάκη.
Έγραψαν για τον Ευγένιο Τριβιζά Μ α γ ικ ή π έν α . Κ.Ι. Τ Σ Α Ο Υ Σ Η Σ , Ε Θ Ν Ο Σ Α ν ε ξ ά ν τλ η τη φ α ν τ α σ ία . ΕΙΚΟ ΝΕΣ Ξ εκ α ρ δ ισ τικ ά π ρ ό σ ω π α και κ α τα σ τ ά σ ε ις . Δ ΙΑ ΒΑ ΖΩ Κ α ταιγ ισ μό ς ε υ φ υ ΐα ς , φ α ν τ α σ ία ς και π ρ ω τ ο τ υ π ία ς . ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ Λ Ο ΓΟ Τ Ε Χ Ν ΙΚ Η Σ Υ Ν Τ Ρ Ο Φ ΙΑ
Φρουτοπία (δεύτερος κύκλος)
Η ν έ α ζω ο γ ό να δύναμη τ η ς ελληνικής π α ιδικ ή ς λο γ ο τεχν ία ς . Α. Δ Ε Λ Ω Ν Η Σ , Α Ν Θ Ο Λ Ο Γ ΙΑ Π Α ΙΔ ΙΚ Ο Υ Δ ΙΗ Γ Η Μ Α Τ Ο Σ Έ ξοχος π α ρ α μ υ θ ά ς , ά ξ ιο ς διάδοχος τ ο υ Ροντάρι. Μ . Κ Α Ν Α ΤΣΟ Υ ΛΗ , "ΤΟ Α Σ Τ Ε ΙΟ Σ Τ Η Ν Π Α ΙΔ ΙΚ Η ΛΟ ΓΟΤΕΧΝΙΑ" Χιούμορ α λ λ ά και κοινω νική ευ α ισ θη σ ία με χ α ρ α κ τή ρ ε ς π ο υ έχο υ ν π ερ άσ ει π ια σ τη φ α ν τ α σ ία τ ω ν π αιδιώ ν.
Η Χαρά και το Γκουντουν (4 τίτλοι)
Η Κ Α Θ Η Μ Ε Ρ ΙΝ Η Κ α τα π λ η κ τικ ό ς π α ρ α μ υ θ ά ς τ ω ν καιρ ώ ν μας, π ο υ εδώ και χρ ό ν ια γ α λ ο υ χ ε ί με τ α έρ γ α το υ τ ις ν εό τερ ες γ εν ιές τ ω ν Ελλήνων, γ ο η τ ε ύ ο ν τ α ς μ ικρούς και μ εγά λο υ ς. Π Ο Λ Υ Κ Ρ Η Ν Ν ΙΩ Τ Η
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΠΑΤΑΚΗ
Τα μαγικά μαξιλάρια
Χιούμορ και Παιδική Λογοτεχνία ... στον κόσμο αντόν παίζεται ένα μεγάλο παιχνίδι και ίσως να έπρεπε, στο τέλος, να υιοθετήσουμε τη στάση των βουδιστώ ν Ζεν, οι οποίοι, μετά από πο λλά χρόνια επώβύνης πνευματικής προσπάθειας για την ανακά λυψ η της Σημασίας, αρχίζουν ξαφνικά να γελάνε· κι εδώ βρίσκεται η έκλα μψ ή τους, τουλάχιστον σε δεύτερο επίπεδο: αρχίζουν να γελάνε.
[Ευγ. Ιονέσκο, «Αναζητήσεις», Μτφρ. Μ. Σκάρα, Εκδ. Ροές: 1986, σ. 17].
α τελευταία εικοσιπέντε χρόνια το ΧΙΟΥΜΟΡ* αποτέλεσε αντικείμενο - σοβαρής - μελέτης για τους ανθρώπους του πνεύματος - επιστήμονες και λογοτέχνες. Κυρίως οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι διερεύνησαν τη σχέση παιδιού και χιούμορ, στηριζόμενοι στις θεωρίες των S. Freud, Η. Bergson, A. Koestler, D. E. Berlyne κ.ά. Οι σύγχρονοι λογοτέχνες, ακολουθώντας τα βήματα του Αισώπου και του Λουκιανού, του Κ. Κολλόντι και του Λ. Κάρολ, δημιούργησαν και δημιουργούν με ευθύνη και σοβαρότητα, γνώση • « και επί-γνωση των δυνατοτήτων και της δύναμης του χιούμορ, έργα που πάλλονται από φαντα σία, ζωντάνια, πρωτοτυπία και δημιουργικότητα· έργα που αφορίζουν τον ηθικοδιδακτισμό και την υπο κρισία και προτείνουν το σεβασμό στον Άνθρωπο, την ιερότητα της εσωτερικής, κυρίως, ελευθερίας όχι της ασυδοσίας - και το βαθύ γέλιο που αποτελεί αλάνθαστο σημάδι της αυτογνωσίας. Έστω και καθυστερημένα ακούγονται οι πρώτες φωνές υπο-στήριξης της παιδαγωγικής αξίας του χιού μορ. Η πολυεπίπεδη ανάγνωση στην οποία προσφέρεται ένα ποιοτικό χιουμοριστικό λογοτέχνημα, αποτελεί μια δημιουργική πρόκληση για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης του παιδιού. Αυτήν ακρι βώς που χρειάζεται ο πολίτης του αύριο, αν θέλει να επιζήσει στον πολιτισμό του «Τρίτου Κύματος», που κατά τον Α. Τόφλερ απαιτεί την ικανότητα του λεπτού χειρισμού συμβόλων, της διάκρισης «απο χρώσεων» της σκέψης και του λόγου, της σύνθεσης. Στην προσπάθειά μας να προσεγγίσουμε με σεβασμό και διακριτικότητα την ουσιαστική και αναντι κατάστατη σχέση παιδιού και χιούμορ αναδιφούμε τους μηχανισμούς του, όπως αυτοί διαφαίνονται τό σο από τους χιουμοριστικούς τύπους της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους - παραδοσιακούς, κλασικούς και σύγχρονους - όσο και από τη μετα-λογοτεχνική εξομολόγηση που, με την αγνότητα και την αυθορμησία της παιδικής ψυχής τους, μας εμπιστεύθηκαν οι ίδιοι οι δημιουργοί. Με το αφιέρωμα αυτό γιορτάζουμε το παιδί** και το χιούμορ, δυο αδελφές-ψυχές ελεύθερες που απαι τούν το δικό τους χώρο για να ζήσουν και να αναπτυχθούν. Αποφεύγοντας, λοιπόν, εκ πεποιθήσεως κά θε ορισμό και κατ’επέκταση περι-ορισμό του χιούμορ, ας γευτούμε αυτή τη στάση ζωής, όπως αντιφεγγίζεται στη λογοτεχνική δημιουργία για παιδιά και νέους. Ρ ^
Επιμέλεια αφιερώματος: Μαρία Τζαφεροποΰλου * Το «Διαβάζω» έχει δημοσιεύσει σε παλαιότερα τεύχη του χιουμοριστικά κείμενα, συνεντεύξεις ή θέματα σχετικά με το χιούμορ. Βλ. τ. IS (Ν. Πλατή: «Περί κόμικς και άλλων δεινών»), συνεντεύξεις των Μέντη Μποσταντζόγλου (τ. 19), Φρ. Γερμανού (τ. 77), Κ. Μητρόπουλου (τ. 89), Κυρ (τ. 95), τα αφιερώματα στο Χιούμορ (τ. 124), στα Κόμικς (τ. 217), στον Αίσωπο (τ. 167). ** Στις 2 Απριλίου γιορτάστηκε η Παγκόσμια Ημέρα του Παιδικού Βιβλίου και το ΥΠΠΟ αφιέρωσε την εβδομάδα 17-24 Απριλίου στην προώθηση του παιδικού και νεανικού βιβλίου με ποικίλες εκδηλώσεις («Μ’ένα βιβλίο πετάω»).
50
αφιέρωμα -----------------------------------------------------------------------------------Είδη του χιούμορ που ανταποκρίνονται στη γνωστική, συναισθηματική και γλωσσική ανάπτυξη των παιδιών προσχολικής και σχολικής ηλικίας και των εφήβων ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
ΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
ΕΦΗΒΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
* Χονδροειδής φάρσα * Έκπληξη, υπερβολή, παρα δοξολογία * παθήματα και αδεξιότητες του ήρωα * στοιχειώδες παιχνίδι με λέ ξεις (απλά αινίγματα, λογο παίγνια) * πειρακτικά τραγουδάκια και α-νόητες λέξεις
* τυποποιημένο/συμβατικό χιού μορ (ο Τοτός, οι Πόντιοι, κ.λπ.) * λεκτικό χιούμορ (λογοπαί γνια και περίπλοκα αινίγμα τα) * Επιθετικό χιούμορ * χιούμορ που θίγει θέματαταμπού
* Στόχος του χιούμορ είναι οι γονείς, οι καθηγητές, οι συνομήλικοι * Θίγονται απαγορευμένα θέ ματα, ηθικές και κοινωνικές αξίες, θεσμοί * λεκτικό χιούμορ, ευφυολό γημα * καλοπροαίρετος σαρκασμός * Περί το 15ο έτος εμφανίζεται ο αυτοσαρκασμός και η ει ρωνεία. Το χιούμορ γίνεται αυθόρμητο. Ο έφηβος εκτι μά τη σάτιρα και συμμετέχει σε ανέκδοτα των ενηλίκων
Πηγές: Gesell, A. - Ilg, Fr. (1946) The child from five to ten (N.Y.: Harper & Row). Gesell, A. - Ilg, Fr. - Ames Bates, L. (1956) The years from Ten to Sixteen (N.Y.: Harper & Row). Piaget, J. (1963) The Psychology of Intelligence (Paterson, New Jersey). Piaget, J. (1963) The Psychology of Intelligence (Paterson, New Jersey). Loevinger, J. (1976) Ego Development (San Francisco: Jassey-Bass). Kohlberg, L. (1964) Development of Moral Character and Moral Ideology (In: «Review of Child Development Pesearch» Ed. M. Hoffman - L. W. Hoffman, N.Y.: Saga, vol. 1,383-Y31.
αφιέρωμα
51
άνθρωπος, μ ε την πολλαπλότητα που τον χαρακτηρίζει, αγκαλιάζει τα συμ βάντα της πραγματικότητας με τρό πους ποικίλους, φαινομενικά αλληλοαναιρούμενους, αντιφατικούς ή ετε ρόκλητους. Η παραδοξότητα και το απροσδόκητο που ορίζουν αναρίθμητα τις ανθρώπινες αντιδράσεις και στάσεις ζωής θα μπορούσαν πολύ σχηματικά να αναχθούν σε δύο βασικές κατευθυντήριες γραμμές: την τραγική και την κωμική θεώ ρηση των πραγμάτων.
ΰ
Μενη Κανατσοΰλη
ΓΊ
ο κωμικό, είναι αλήθεια, ξεγελά. Μοιάζει λι1 γότερο σοβαρό, ηπιότερο, οι πραγματικό τητες που ξετυλίγει έχουν πολλές υπερβολές για να εμπνέουν αλήθεια και ανησυχία. Γι’ αυτό αρέσει στο παιδί. Του χαρίζει μια πιο φανταστική και παιγνιώδη όψη της πραγμα■ ι τικότητας, το αστείο τη διαπερνά και την κάνει ρευστότερη, μοιάζει λιγότερο σταθερή και γι’ αυτό πιο εύκολα ανατρέψιμη· πολύ περισσό τερο όταν αυτό συμβαίνει μέσα στο μαγικό χώρο του βιβλίου, όπου καταστροφή του γνώριμου δεν εμπεριέχει αντικειμενικές απειλές για τη συ ναισθηματική ισορροπία του παιδιού1. Τα λογοτεχνικά βιβλία, της ελληνικής και πα γκόσμιας γραμματείας, που διαβάζονται από παι διά - είτε γιατί γράφτηκαν γι’ αυτό το σκοπό είτε γιατί τα ίδια τα παιδιά τα οικειοποιήθηκαν -, αναδεικνύουν πλήθος χιουμοριστικών χαρακτήρων. Διατρέχοντάς τα, θα παραμείνουμε στο σχολια σμό των χιουμοριστικών τύπων, γιατί πιστεύουμε ότι οι μυθοπλαστικοί χαρακτήρες στη λογοτεχνία είναι αυτοί που δίνουν σάρκα και οστά στις περιγραφόμενες ιδέες και ενσωματώνουν, με ατομικά χαρακτηριστικά και με επισυμβαίνοντα γεγονότα, την πλοκή. Ο Henry James θα πει χαρακτηριστικά: «Τι εί ναι ένας χαρακτήρας, παρά ο καθορισμός της δράσης; Τι είναι η δράση, παρά η απεικόνιση του χαρακτήρα;»2, ενώ για τους Tomashevsky και Barthes, είναι σαφές το αναπόσπαστο πλοκής και χαρακτήρα. «Ο χαρακτήρας είναι το κατευθυντή ριο νήμα που μπορεί να ξεμπερδέψει μια ενότητα 1
Χιουμοριστικοί χαρακτήρες και τύποι των παιδικών αναγνωσμάτων
52
αφιέρωμα
μοτίβων και τους επιτρέπει να ταξινομηθούν και να οργανωθούν»3. ι χαρακτήρες των παιδικών βιβλίων συνή θως είναι πολύ πιο επίπεδοι, η σκιαγράφη σή τους δεν έχει το βάθος, την πολυσυνθετότητα ή τη σφαιρικότητα των βιβλίων για ενηλίκους. Αυτό προφανώς σχετίζεται με τις περιορισμένες αντιληπτικές ικανότητες του αποδέκτη παιδιού, κυρίως όμως με την ανάγκη του να ομαδοποιεί τις ανθρώπινες συμπε ριφορές σε ευανάγνωστα σχήματα και σε διαυγή, αν και εξαιρετικά απλουστευμένα, χαρακτηριστι κά. Ιδιαίτερα οι κωμικοί τύποι πολύ συχνά κατα λήγουν να έχουν τόσο διογκωμένη μία τους ιδιό τητα, που να συρρικνώνονται τελικά ή και να εξα φανίζονται μέσα σ’ αυτήν. Οι λεπτομέρειες στην απεικόνισή τους είναι προσθετικά χαρακτηριστι κά σε ένα, ουσιαστικά, και μοναδικό γνώρισμα. Για να θυμίσω μερικά παραδείγματα, ο Ταρτού φος είναι ο υποκριτής, ο Διογένης ταυτίζεται με τον κυνισμό του, ο Σαρλώ είναι ο ευαίσθητος κλόουν, ο Σταύρακας ο θρασύδειλος μάγκας4. Ο Bergson διατυπώνει ανάλογη άποψη για τους κωμικούς τύ πους· θεωρεί ότι από μόνη της η απεικόνισή τους ορίζει το αντι κείμενο της κωμωδίας. Δίνεται βέβαια μια διαφορετική από χρωση στον όρο, πιστεύοντας ότι ένας ήρωας γίνεται κωμικός από τη στιγμή που μοιάζει με κάτι ή κάποιον ήδη γνωστό, που μπαίνει δηλαδή σε ένα έτοιμο πλαίσιο. Κατά βάση, λοιπόν, οι κωμικοί τύποι είναι γενικοί και γενικευτικοί5. Στη γένεση κάθε χιουμορι στικού χαρακτήρα ενυπάρχει μία αντίθεση· η αντίθεση και η ασυμφωνία είναι συμφυείς με την έννοια του κωμικού, και ο χαρακτήρας, ως μία από τις παραστάσεις του, ίσως μάλιστα η πιο περιγραφική, εσωκλείει επίσης, λιγότερο ή περισσότερο αποκαλυπτικά, την αντίθεση. Ο Schopenhauer την ονομάζει σύ γκρουση λογική που προκαλείται από το ασύμπτωτο ενός συγκεκριμένου (μιας παράστα σης) και ενός αφηρημένου (μιας
έννοιας)6. Ο Jean Paul δίνει στην αντίθεση μία διάσταση μεταφυσική, ενώ οι Goethe και Lipps συμφωνούν ότι η εγγενής στο κωμικό αντίθεση εί ναι ηθική7. Ανεξάρτητα από τις ποικίλες εξηγή σεις του κωμικού, επικρατεί η άποψη ότι πρόκει ται για δύο διαφορετικά νοήματα ή τάξεις πραγ μάτων, καθεμιά με τη δική της πειθαρχία και τους δικούς της όρους, οι οποίες διασταυρώνονται απροσδόκητα εξαιτίας μιας τυχαίας και ασήμα ντης σχέσης που υπάρχει μεταξύ τους8. Η αντίθεση του κωμικού θα αποτελέσει θεμε λιώδη και αυτονόητη ιδιότητα των χιουμοριστι κών χαρακτήρων στους οποίους θα αναφερθούμε. Μέχρι στιγμής χρησιμοποίησα, όχι πολύ αυ στηρά, ως συνώνυμες τις λέξεις χαρακτήρας και τύπος. Στη συνέχεια, θα προτιμώ τον όρο χαρα κτήρας, όταν θα αναφέρομαι σε συγκεκριμένους λογοτεχνικούς ήρωες, ενώ όταν θα μπορώ, πολ λούς από αυτούς, λόγω των γενικών ομοιοτή των τους, να τους ανάγω σε έναν συγκε ντρωτικό, τότε θα ομιλώ για τύπο. Το πρώτο ζεύγος, που από την αντίθεση των μελών του πηγάζει κωμικό, είναι το μικρός-μεγάλος. Η ηλικιακή αντίθεση πα ρουσιάζει μεγάλη συχνότητα στην παιδική λογοτεχνία. Σε μερικά από τα παιδικά βιβλία που βασίζουν την κωμική δομή τους στη διαφορά των ηλικιών, αυτή είναι τόσο έκδηλη που εμπε ριέχεται ήδη στον τίτλο, όπως στο Πατέρας και γιος του Π. Καλιότσου (Κέδρος, Αθήνα 21987) και στο ο Άκης και οι άλλοι του Κ. Ντελόπουλου (Γνώση, Αθήνα 31990). Στα δύο αυτά βιβλία, το κωμικό αποτέλεσμα οφείλεται, ουσιαστικά, στην αντιστροφή και ανταλλαγή των όρων που ισχύουν τόσο για τη μια όσο και για την άλλη ηλικία. Σε άλ λα παιδικά αναγνώσματα, ό πως στον Τρελαντώνη, στο Μικρό Νικόλα, στη Μαφάλντα, η προσωπικότητα των παιδιών τόσο δυναμική σε πράξεις και τό σο σπινθηροβόλα σε λόγια που βάζει εντελώς σε δεύτερη μοίρα τους ενήλικες. Βέβαια, η κωμικότητά τους, που άλλοτε προκύπτει από τις εύστοχες παρατηρή σεις των παιδιών άλλοτε από την καυστικότητα και το σαρκασμό τους, θα ήταν
----------------------------------- αφιέρωμα
53
οποιονδήποτε τρόπο ξεφεύγουν από τις νόρμες, εξαιτίας είτε μιας σωματικής είτε μιας πνευματι κής παραμόρφωσης. Πολλοί παιδικοί ήρωες, κυρίως προερχόμενοι από ένα χώρο όχι αμιγώς λογοτεχνικό, για παράδειγμα από τα κόμικς ή το θέατρο σκιών, ανήκουν στην κατηγορία αυτή.
ανύπαρκτη, αν δεν είχε τους ενήλικες για να συγκριθεί μαζί τους. Το οφθαλμοφανές που ξεφεύγει από τη λο γική των ενηλίκων με ταβάλλει στην πραγμα τικότητα την ηλικιακή διαφορά σε αντίθεση νοητική. Η ανοησία των ενηλίκων προβάλλει ακόμη χειρότερη, εφόσον έχει να αντιπαραβληθεί με την παιδική ευφυία, και γι’ αυτό φαίνεται ακό μη πιο αξιογέλαστη. Αυτήν ακριβώς τη διάσταση του κωμικού, με τους τόνους της υπερβολής που επιτρέπει ο χώρος του παραμυθιού, αναγνωρί ζουμε επίσης στο ζευγάρι του ταλαίπωρου, κομψευόμενου, πλην όμως γυμνού, βασιλιά και του παιδιού που τόλμησε να του ξεφουρνίσει την αλή θεια, στο γνωστό παραμύθι του Άντερσεν («Τα καινούρια ρούχα του Αυτοκράτορα» στο Χανς Κρίστιαν Αντερσεν: Ιστορίες και παραμύθια, Ωκεανίδα). Η αντίθεση παιδιού-ενήλικος κρύβεται, συνή θως, και μάλιστα με τρόπο ελκυστικότατο, πίσω από τη χρήση του ζεύγους τεράστιος-λιλιποντειος9. Ο νάνος και ο γίγας των μαγικών παραμυθιών, κυρίως όμως οι τρομακτικές συγκρίσεις μεγεθών του Γκάλιβερ ή οι αυξομειώσεις της Αλίκης ανή κουν σ’ αυτόν τον κωμικό τύπο, ενώ το βαθύτερο κωμικό αίτιο της αντίθεσης μεγεθών βρίσκεται στην παραποίηση της ίδιας της πραγματικότη τας10. Τα μεγέθη στα οποία αλληλοδιαδόχως ει σέρχονται και, συνεπώς, η αστάθεια της κλίμακάς τους αυθόρμητα κλονίζει τα κοινά ανθρώπινα μέ τρα, υπονοώντας την ανθρώπινη σχετικότητα, και εισάγει το είδος εκείνο του κωμικού που κινείται μεταξύ παραλόγου και γκροτέσκου11. Η παραπάνω κατηγορία είναι επίσης συναφής και, με μία έννοια, εμπεριέχεται στο ευρύτερο δι πολικό σχήμα του κανονικού μη-ομαλού. Εδώ θα συμπεριλαμβάναμε κωμικούς χαρακτήρες που με
ρώτος και καλύτερος ο Καραγκιόζης, του οποίου το τρομακτικά δύσμορφο παρουσιαστικό επιβεβαιώνει πόσο συχνά το κω μικό εμπεριέχει σκληρότητα και πόσο αρέσκεται να περιγελά τις ανθρώπινες αδυνα μίες ή ανωμαλίες12. Η όψη του Καραγκιόζη δεν είναι αποκρουστική μόνο σε σχέση με τον μέσο άνθρωπο, είναι άσχημος και σε σχέση με τους άλλους ήρωες σκιών. Ούτως ή άλλως, η απεικόνιση των ηρώων του θεάτρου σκιών, όπως άλλωστε και των ηρώων των κόμικς, είναι γελοιογραφική13, που σημαίνει ότι παραμόρφωση και υπερβολή συνυφαίνονται με την οντότητά τους. Ο Καραγκιόζης ακόμη και σε σύγκριση με αυτούς είναι η εξαμβλωματική καρικατούρα τους. Κατ’ αναλογίαν, το συμπαθές ζευγάρι του νανοειδούς Αστερίξ και του θεόρατου Οβελίξ είναι ιδιαζόντως δύσμορφο, ακόμη και μέσα στον εικονογραφικό περίγυρό τους, αυτό όμως σίγουρα επιτείνεται από την κωμικοτραγική αντίθεση με ταξύ τους. Ο Οβελίξ μάλιστα οφείλει σε μεγάλο βαθμό τη γελαστική του υποβολή στο ακατασί γαστο πάθος του για το φαγητό και αυτό κυρίως σε αντιπαραβολή με τον καχεκτικό Αστερίξ. Ού τως ή άλλως, η αφθονία του πιοτού και του φαγη τού, τα αρχαία συμπόσια και τα λουκούλλεια γεύ ματα, το απύθμενο βάθος του ανθρώπινου στομα χιού, που τόσο καλά συνέλαβαν οι λαϊκές γιορτές, αποτελούν εικόνες χαράς και αστειότητας14. Η πνευματική ή η νοητική περέκκλιση από το ομαλό εκφράζεται με τον καλύτερο τρόπο από το χαζό των ευτράπελων διηγήσεων, καθώς επίσης από το υπερθετικό της ανθρώπινης κουταμάρας, τον τρελό. Οι δύο αυτοί τύποι έχουν μακραίωνη παράδοση, κυρίως στο λαϊκό πολιτισμό, και είναι εντυπωσιακό πόσο ο διασκεδαστικός τους χαρα κτήρας έμεινε ανεκμετάλλευτος στο σύγχρονο παιδικό βιβλίο15. Ιδιαίτερα ο τρελός, όπως μαρ τυρεί μια πλουσιότατη φιλολογία16, ταυτίστηκε, σε αντιπαράθεση με το σοβαροφανή σοφό, με το γέλιο και τη χαρά της ζωής. «Η καρδιά των σο φών κατοικεί με το πένθος, η καρδιά των τρελών με τη χαρά», θα μας πει ο εγκωμιαστής της μω ρίας17. Οι λέξεις μωρός και τρελός δείχνουν τη «συμπαθητική» συγγένεια του παιδιού με την τρέ λα, τουλάχιστον ως προς την καθαρότητα στην
Π
54
αφιέρωμα
Φιγούρες τον Καραγκιόζη από τον Σπαβάρη
εξωτερίκευση της αλήθειας. Αδελφός του τρελού εξάλλου είναι ο παράξενος εκείνος τύπος που δεν διαχωρίζει, ούτε και το επι θυμεί άλλωστε, τη φαντασία από την πραγματικό τητα. Η διάζευξη ρεαλιστικού-φανταστικού αποτυπώνεται θαυμάσια στους χαρακτήρες του Δον Κιχώτη και του Σάντσο Πάντσα. Η ονειροβατική διάθεση του πρώτου τον οδηγεί αναπόφευκτα στη γελιοποίηση, που γίνεται εντονότερη σε σύγκριση με την προσγειωτική τάση του δεύτερου. Όμως και ο Μυνχάουζεν, χαμένος μέσα στον κυκεώνα των αυταπατών και ψεμάτων του, αποδεικνύει πως οι φαντασιώσεις του, ξέφρενες για το ρυθμό του μέσου ανθρώπου, είναι το μεγαλείο του αλλά και ο περίγελός του. Φυσικά για να κατανοηθεί το πολυσύνθετο του κωμικού στον Δον Κιχώτη και στον Μυγχάουζεν, θα πρέπει να «αναγνωσθούν» όχι απομονωμένοι, απλά σαν ανθρώπινοι χαρακτήρες, αλλά ενταγμένοι στα λογοτεχνικά τους περιβάλλοντα. Όπως έχει ορισθεί ήδη από τη θεωρία της διακειμενικότητας, υπάρχουν δεσμοί σύνδεσης ενός κειμένου με ένα άλλο, όπου το ένα έχει απορροφηθεί μέσα στο άλλο και ταυτόχρονα μετασχηματισθεί18. Η κωμική ευρύτητα του Δον Κιχώτη ή του Μυγχά ουζεν θα αποκαλυφθεί ελάχιστα, εάν δε διαβασθούν ως ο παρωδιακός σχολιασμός των ιπποτικών μεσαιωνικών μυθιστορημάτων, για τον πρώ το, ή της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, για τον δεύτε ρο. Στην καθαυτό παρωδία εφαρμόζεται σε ένα ευγενές κείμενο μια «χυδαία» δράση, αρκετά δια φορετική από την παρωδούμενη, όμως με αρκετές αναλογίες για να επιτευχθεί η εφαρμογή της19. Ο Δον Κιχώτης συγχωνεύει στο πρόσωπό του τους ένδοξους ήρωες μιας πλουσιότατης ιπποτικής φιλολογίας - άλλωστε και ο ίδιος, ως λογο τεχνικό πρόσωπο είναι «θύμα της παραισθητικής δύναμης της μυθοπλασίας» - με την καυχησιά του
όμως, την έπαρση και την αποκοπή του από το πραγματικό έχει ανοίξει χάσμα με το πεδίο ανα φοράς του. Τίποτε από τη σοβαρότητα των αρχι κών έργων δεν έχει απομείνει και η προσω πικότητα του ήρωά μας δημιουργεί διπλή ρήξη, αφενός με τον ίδιο τον πραγματικό κόσμο και αφετέρου με τον κόσμο της σύγχρονής του λογο τεχνικής πραγματικότητας20.
ια να ανιχνευθεί, στη συνέχεια, η κωμική διάσταση του δίπτυχου παρελθοντικό-τωρινό, θα χρειαστεί να καταφύγουμε ακόμη μια φορά στη διακειμενική ανάγνωση. Το κωμι κό περιεχόμενο των χαρακτήρων στα σύγ χρονα παραμύθια, όπως μας τα δίδαξαν ο Rodari και ο Τριβιζάς, παραμένει ερμητικά κλειστό, εάν δεν το «διαβάσουμε» συνειρμικά κα εκ παραλλήλου με το νόημα των αλλοτινών ηρώ ων των λαϊκών παραμυθιών. Η μεταμόρφωση των πρωτότυπων ηρώων ακριβώς στο αντίθετό τους (η μάγισσα γίνεται καλή, ο γίγας αγαθός κ.λπ.) ή η επανατοποθέτησή τους σε άλλη σχέση με τα γνωστά πρόσωπα και καταστάσεις του παραμυ θιού (πρβλ. Η επανάσταση των παραμυθιών της Ζ. Βαλάση, Γνώση, Αθήνα 1982), μόνο όταν ανα γνωσθούν συγκριτικά, αναδιπλώνονται και με ταλλάσσονται σε παρωδία. Άλλη κατηγορία της κωμικής ταυτότητας των χαρακτήρων είναι ο συνδυασμός ζώο-άνθρωπος. Το ζώο, από μόνο του, δεν προκαλεί το γέλιο, πα ρά μόνο εάν συνδεθεί με το σύστημα αναφοράς του που είναι ο άνθρωπος. Ο Μίκυ, ο Ντόναλντ και όλη η κουστωδία του Disney, ο Σνούπυ και ο Ρανταπλάν είναι οικείοι, γιατί μέσα στο ζωόμορ φο περίβλημά τους, κρύβουν χαρακτήρες ανθρώ πινους και αυτούς σατιρίζουν21. Η προοπτική να σατιρίζεται ο άνθρωπος μέσα από υποκατάστατα επεκτείνεται, πέρα από το ζώο, και στα φρούτα
Γ
---------------------------------- αφιέρωμα
(Φρουτοπία) αλλά ακόμη και στα άψυχα αντικεί μενα. Έτσι όμως περνάμε στην τελευταία κατηγορία χαρακτήρων, οι οποίοι οργανώνονται γύρω από την αντίθεση άψυχο-έμψυχο. Ο πιο γνωστός ήρωας που ανήκει εδώ είναι ο κούκλος Πινάκιο. Η πα ρέα του όμως μεγαλώνει ολοένα και περισσότερο, καθώς ο L. Carroll, ο Andersen, οι Σουρρεαλιστές και ο Rodari έχουν στήσει μια μυθολογική χαρα κτηρολογία από τραπουλόχαρτα, σβούρες, καλ τσοδέτες, καρέκλες και κάθε είδους αντικείμενα που τους αποδίδονται ανθρωπομορφικά χαρακτη ριστικά. Το γελαστικό αποτέλεσμα θα το συσχετί ζαμε όχι με μια συνολική σάτιρα των ανθρωπί νων, αλλά με κείνη την ιδιαίτερη ιδιότητα του αν θρώπου να συμπεριφέρεται μηχανικά, να επανα λαμβάνει ως αυτόματο τις ίδιες κινήσεις και να στερεοποιεί ανεξέλικτα τους ίδιους τρόπους συμπεριφοράς. Είναι η «μηχανική ακαμψία» για την οποία κάνει λόγο ο Bergson και με την οποία υπογραμμίζεται η ομοιότητα ανθρώπων με τα «νευρόσπαστα» ή τις μαριονέτες22. ε τα παραπάνω αντιθετικά ζεύγη, προσπα θήσαμε να συρρικνώσουμε την πολυμορι και πολυσημία των χιουμοριστικών χα ρακτήρων και να την αιτιολογήσουμε βά σει ενός πρωτογενούς κωμικού αιτίου. Η ακραία αυτή αφαιρετικότητα βοηθά καλύι τέρα την κατανόησή τους, προφανώς όμως δεν καλύπτει την πραγματική λογοτεχνική τους υπόσταση, η οποία κερδίζεται μόνο με την ανάγνωση του λογοτεχνικού κειμένου. Ακόμη όμως και τότε, η λογοτεχνία είναι κάτι περισσό τερο από τη λογοτεχνία, η λογοτε χνία είναι «συγχρόνως λεκτική και υπερλεκτική»23. Αυτό θα μπορούσε να ση μαίνει πολλά, όπως ότι πί σω από τις λέξεις που περιγράφουν ένα χιουμο ριστικό χαρακτήρα, εμείς, ως αναγνώστες, θα πρέπει να εν σαρκώσουμε τους ήρωες, να τους αποδώσουμε τη γλώσσα που μιλούν, το ύφος που χρη σιμοποιούν ή την αμφίεση που επιλέγουν. Όπως έδειξε ο Μ. Bakhtine, με τη θεωρία του πο· λυγλωσσισμον (στο μυθιστό ρημα), πίσω από όλα αυτά τα πρόσωπα διαφαίνονται εικόνες ομιλούντων, υπάρχει
55
η «εικόνα της γλώσσας τους», η οποία όμως για να γίνει εικόνα της λογοτεχνίας πρέπει να συνε νωθεί με την εικόνα του ανθρώπου που μιλεί24. Στους παιδικούς χιουμοριστικούς χαρακτήρες που προέρχονται από το θέατρο σκιών ή που εμ ψυχώθηκαν από το κινούμενο σχέδιο, η «φωνή» είναι αδιαχώριστη από τη συνολική τους πα ρουσία. Για τους υπόλοιπους, ας ακουστούν οι ξε χωριστές «γλώσσες» τους, οι γλώσσες της κάθε ηλικίας, το λεξιλόγιό της, ο τόνος ή η έμφαση που δίνεται ανάλογα με τη μόρφωση ή την κοινωνική διαστρωμάτωση, κ.λπ. Τον πολυγλωσσισμό των παιδικών χιουμοριστικών ηρώων θα μπορούσαμε να τον οργανώσουμε κατ’ αντιστοιχίαν προς τους αντιθετικούς συνδυασμούς των χαρακτήρων. Η αναπαράσταση του «ήχου» στο στόμα του μικρού παιδιού, για παράδειγμα στο Πατέρας και γιος, αναδύεται διπλά κωμική: σε ένα πρωτοβάθμιο επίπεδο, γιατί απροσδόκητα, τουλάχιστον για τον απροειδοποίητο αναγνώστη παιδικών βιβλίων, εκφέρεται από το στόμα του λόγος αθυρόστομος και γαργαλιστικός· και, σε ένα δευτεροβάθμιο συνθετότερο επίπεδο, γιατί ο λόγος αυτός είναι μί μηση του λόγου του ενήλικος και με τη γλωσσική και υφολογική μίμηση, όπως άλλωστε με τη συνο λική διάρθρωση του χαρακτήρα, παίζεται το κω μικό παιχνίδι του μπερδέματος των ηλικιών και της ανταλλαγής, πολυεπίπεδα πια, των ηλικιακών χαρακτηριστικών. Αυτό αναπτύσσεται με πληρότητα στους παρωδιακούς ήρωες. Εισάγονται στο στόμα των ηρώων οι επίσημες, σοβαρές γλώσσες, αυτές που συμφωνούν με το πνεύμα των αρχικών, παρω δούμενων χαρακτήρων, υποσκάπτονται όμως με τέτοιον τρόπο, πρώτα απ’ όλα από τους παρωδιακούς ήρωες, ώστε να απομείνει μόνο ο ψεύτικος, κωμικοτρα γικός τους απόηχος. ΠρόI κειται για την υβριδοποίη1 ση του Μ. Bakhtine, την ανάμιξη δύο κοινωνικών γλωσσών εντός μιας μόνης διατύπωσης, τη συνάντηση δύο γλωσσολογικών συνειδήσεων που τις χωρίζει μια εποχή ή μια κοινωνική διαφορά ή και τα δύο25. Κλασικό παράδειγμα αποτελεί ο λόγος του Δον Κιχώτη, που μέσα από την υπερβολή26 και την ψευδοέπαρση διαθλάται ο κό σμος της φαντασίας του μέχρι την τελική αυτοκαταστροφή του. Τα κωμικά πρόσωπα της Παιδί-
56
αφιέρωμα ---------------------------------
κής Λογοτεχνίας παρουσιάστηκαν εδώ με εξαιρε τικά συνεπτυγμένα τα χαρακτηριστικά τους. Αυτό δεν ανταποκρίνεται σίγουρα στη λογοτεχνική πραγματικότητά τους. Έχουν συνήθως μια προ σωπικότητα πιο σύνθετη, η οποία φανερώνεται με ένα μίγμα ποικίλων ιδιοτήτων. Στην κάθε περί πτωση εξατομικεύονται ιδιορρυθμίες, ταυτόχρονα όμως αντιπροσωπεύεται κάτι ευρύτερο από τον εαυτό τους. Κατά τη διατύπωση του R. Scholes, τον λογοτεχνικό χαρακτήρα θα πρέπει να τον σκε πτόμαστε «ως λειτουργία δύο παρορμήσεων: της*1
παρόρμησης να ατομικεύει και της παρόρμησης να αντιπροσωπεύει τα τυπικά χαρακτηριστικά»27. Μέσα από αυτό το πρίσμα θελήσαμε και εμείς να φωτίσουμε τις συμβάσεις που καταλήγουν σε μία εξήγηση της κωμικότητάς τους. Όμως, η ολο κληρωτική σύλληψή τους δεν θα κερδηθεί παρά μόνο μέσα από τα ίδια τα κείμενα. Η συνομιλία με τους κωμικούς ήρωες είναι δυνατή μόνο αν είναι συνομιλία με τα κείμενα και ο πλούτος της φύσης του κωμικού δεν χαρίζεται δια μιας, αλλά μόνο με τη συνεχή επιστροφή μας σ’ αυτά.
Σημειώσεις
14. Για το κωμικό του φαγητού, στο Μ. Bakhtine: L ’oeuvre de Frangois Rabelais et la culture poputaire, ό.π., σσ. 227 κ.ε. 15. Η λογοκριτική πρόθεση και, τελικά, περικοπή της μορφής του τρελού από τη νεότερη παιδική λογοτεχνία προφανώς απορρέει από τις παιδαγωγικές επιταγές για μια ευαισθητοποίηση του παιδιού στις ανθρώπινες ιδιαιτερότητες. Για την κωμικότητα του μοτίβου της ανθρώπινης κουταμά ρας στο Μ. Γ. Μερακλής: Ευτράπελες διηγήσεις. Το κοινωνι κό τους περιεχόμενο, Εστία, Αθήνα 1980, σσ. 9-21 και 64-68. 16. Στο τέλος του δυτικού Μεσσαίωνα, ζωγραφική και λογοτεχνία, σε άμεση διασύνδεση μεταξύ τους, παραπέ μπουν συνεχώς στο θέμα της τρέλας, με πιο γνωστές αναπα ραστάσεις, το πλοίο των τρελών του Bosch και του Brueghel ή το χορό των τρελών του καρναβαλιού, υπογραμ μίζοντας το γιορτινό περιεχόμενό τους. Ειδικά στις φάρσες και στις soties, ο τρελός με την απατηλή γλώσσα του «μω ρού» λέει τα λόγια της λογικής, δημιουργώντας έτσι μια κω μωδία δευτέρου βαθμού, όπου το λογικό προέρχεται από τον «άλογο» (Δες Μ. Φουκώ: Ιστορία της τρέλας (μτφρ. Φ. Αμπατζοπούλου), Ηριδανός, Αθήνα 9-38 και εισαγωγή στο Εράσμου Μωρίας Εγκώμιον (μτφρ. Σ. Τσίρκα), Ηριδανός, Αθήνα 1970, σσ. 22-26). 17. Εράσμου Μωρίας Εγκώμιον, ό.π., σ. 141. 18. Πολύ συνοπτικά για τη διακειμενικότητα στο Ζ. Σιαφλέκης: Συγκριτισμός και Ιστορία της Λογοτεχνίας, Επικαιρότητα, Αθήνα 21988, σσ. 31-32. 19. Με βάση τον ορισμό του Genette στο Συγκριτισμός και Ιστορία της Λογοτεχνίας, ό.π., σ. 155. Εξαιρετικά δείγματα διακειμενικής ανάγνωσης παρωδιακών κειμένων στο Α. Ζερβού: Λογοκρισία και αντιστάσεις στα κείμενα των παιδι κών μας χρόνων, Οδυσσέας, Αθήνα 1992. 20. Συνοπτική και καίρια η παρουσίαση του Δον Κιχώτη στο Μ. Φουκώ: Ιστορία της τρέλας, ό.π., σσ. 31-33. Επίσης, F. Beer: Μυθιστορία, (μτφρ. Γ. Δ. Παπακωνσταντίνου), ΕρμήςΗ γλώσσα της κριτικής, Αθήνα 1974, σσ. 64-70. 21. Για τη σάτιρα, σύντομα στα A. Pollard: Σάτιρα (μτφρ. θ . Παπαμάργαρης) Ερμής-Η γλώσσα της κριτικής, Αθήνα 1972 και Β. Παπαϊωάννου: Η σάτιρα στην αρχαία ελληνική και λατινική λογοτεχνία. Εκδοτική Ομάδα, Θεσσαλονίκη 21993. 22. Η. Bergson, ό.π., σσ. 8 και 78 κ.ε. 23. Δάνειο από τον Τ. Todorov, στο Εισαγωγή στη φανταστική λογοτεχνία (μτφρ. Α. Παρίση), Οδυσσέας, Αθήνα 1991, σ. 189. 24. Μ. Μπαχτίν: Προβλήματα λογοτεχνίας και αισθητικής (μτφρ. Γ. Σπανός), Πλέθρον, Αθήνα 1980, σσ. 145 και 202. Επίσης, στο L ’oeuvre de Frangoise Rabelais et la culture populaire, ό.π., σσ. 149-197. 25. Μ. Μπαχτίν: Προβλήματα λογοτεχνίας, ό.π. σ. 228 και 271. 26. Για τον Α. Σολομό, η υπερβολή αποτελεί προϋπόθεση κάθε κωμικής τέχνης, στο Καλή μου θάλεια ή Περί Κωμωδίας, Κέδρος, Αθήνα 1984, σσ. 107 κ.ε. 27. R. Scholes: Στοιχεία της πεζογραφίας (μτφρ. Α. Παρίση), Κωνσταντινίδη, Θεσσαλονίκη 1985, σ. 34.
1. Για τη σημασία του αστείου στην παιδική ψυχολογία και συμπεριφορά, στα Η. Rubinstein: Psychosomatique du rire. Rire pour guerir, Laffont, Παρίσι 1983. Επίσης F. Bariaud: La gendse de Thumour chez I’enfant, PUF, Παρίσι 1983, και F. Tessier: L ’humour a I’ecole. Developper la creativite varbale chez I’enfant, Privat, Toulouse 1990. Στα ελληνικά, Μ. Κανατσούλη: Ο μεγάλος περίπατος του γάλων. Το αστείο στην παιδική λογοτεχνία, 'Εκφραση, Αθήνα 1993, όπου και εκτενέστερη βιβλιογραφία. 2. Η. James: Η τέχνη της μυθοπλασίας (μτφρ. Κ. Παπαδόπουλος), Αγρα, Αθήνα 1984, σ. 43. 3. W. Martin: «Αφηγηματική δομή: Μια σύγκριση μεθόδων» (μτφρ. Α. Κουφού) στο θεωρία της αφήγησης, Εξάντας, Αθήνα 1991. 4. Πρόκειται για μια τεχνική μετωνυμική, γιατί οι επιλεγμένες λεπτομέρειες εκπροσωπούν την ολότητα· δες επίσης, για την «ανάγνωση» του χαρακτήρα βάσει μετωνυμικών του χαρα κτηριστικών, στο Δ. Τζιόβας: Μετά την αισθητική, Γνώση, Αθήνα 1987, σσ. 130-142. 5. Η. Bergson: Το γέλιο (μτφρ. Ν. Καζαντζάκης), Φέξη, Αθή να 1965, σσ. 90-91. 6. Στο Ε. Π. Παπανούτσου: Αισθητική, Ίκαρος, Αθήνα 1976, σ. 293. 7. στο ίδιο, σ. 294. 8. στο ίδιο, σ. 297. 9. D. Escarpit: La litterature d ’enfance et de jeunesse, PUFQue sais-je?, Παρίσι 1981, σ. 57. 10. Για την κωμικότητα της αλλαγής μεγεθών, δες Ο μεγάλος περίπατος του γέλιου, ό.π., σσ. 108-110, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 11. Σε πολύ γενικές γραμμές, για το παράλογο κωμικό: «προκαλεί το κοινό να βγάλει νόημα από το δίχως νόημα... και να διακρίνει με το γέλιο τον θεμελιώδη παραλογισμό», και περισσότερα στο A. Ρ. Hinchliffe: Το παράλογο (μτφρ. Ε. Μοσχονά), Ερμής-Η γλώσσα της κριτικής, Αθήνα 1979. Για την έννοια του γκροτέσκου: «είναι η έκφραση του αποξενωμένου και αλλοτριωμένου κόσμου, δηλαδή του γνώ ριμου κόσμου μέσα από μια προοπτική που ξαφνικά τον κα θιστά αλλόκοτο» και πιο αναλυτικά στο Ρ. Thomson: Γο γκροτέσκο (μτφρ. I. Ράλλη - Κ.Χατζηδήμου), Ερμής-Η γλώσσα της κριτικής, Αθήνα 1984. Ο Μ. Bakhtine μιλώντας για τη σχέση του γκροτέσκου με το λαϊκό πολιτισμό του δυτικού μεσαίωνα, ιδιαίτερα με το καρναβάλι, διακρίνει ως βασικό χαρακτηριστικό του τον υποβιβασμό αυτού που είναι υψηλό, πνευματικό, ιδανικό και αφηρημένο και το πέρασμά του σε ένα επίπεδο πιο υλικό και σωματικό, στο L ’oeuvre de Frangois Rabelais et la culture poputaire au Moyen Age et sous la Rennaissance, Gallimard, Παρίσι 1970, σ. 28 κ.ε. 12. Για τη σχέση κωμικού και σκληρότητας, Η. Bergson, ό.π., σσ. 15-17. 13. Για τη γελοιογραφική απεικόνιση, στο ίδιο, σσ. 18-19.
αφιέρωμα
57
Ε υγένιος Τριβιζάς
Τα νήματα του χιούμορ στο μαγικό χαλί της φαντασίας ριν από μερικούς μήνες, στο πλαίσιο μιας εγκληματολογικής έρευνας για τις διαδικασίες κατάτα ξης αιφνίδιων θανάτων στην κατηγορία της αυτοκτονίας, του εγκλήματος, ή του δυστυχήματος, συζητούσα με έναν ειδικό, επικεφαλής μιας ομάδας επιφορτισμένης με την περισυλλογή των με λών ατόμων που αυτοκτονούν πηδώντας μπροστά στα τρένα του υπόγειου σιδηροδρόμου (London Undergound). Μου εξήγησε ότι μετά από κάθε τέτοιο τραγικό συμβάν, τα μέλη της ομάδας του, μαζεύουν και τοποθετούν σε πλαστικές θήκες ό,τι έχει απομείνει από τα διαμελι σμένα σώματα. - Πώς τα βγάζετε πέρα ψυχολογικά, με τη μακάβρια αυτή δουλειά; τον ρώτη-
Π
- Αστειευόμαστε! μου απάντησε και μου έδωσε στη συνέχεια μερικά παρα δείγματα αστεϊσμών, που οι συνάδελ φοί του ανταλλάσσουν μεταξύ τους την ώρα της δουλειάς, όπως την έκ φραση give me a hand (δώσε μου ένα χεράκι - μια χιουμοριστική φράση βα σισμένη στο διπλό νόημα των λέξεων, δώσε μου'ένα χέρι και βοήθησέ με). Με παραξένεψε στην αρχή η απά ντησή του, αλλά δεν άργησα να κατα λάβω ότι το χιούμορ σ’ αυτές τις περι πτώσεις δεν αποτελεί περίπτωση κυνι- Σχέδιο: Μάνα ΐωαννίδου κής αναισθησίας, αλλά σωτήρια τεχνι κή επιβίωσης. Όσο πιο τραγικές, όσο πιο καταθλιπτικές, πιο αποκρουστικές οι συνθήκες, τόσο πιο χρή σιμη ή ακόμα και απαραίτητη η ασφαλιστική δικλείδα του χιούμορ1. Και αν αυτό ισχύει στη ζωή, άλλο τόσο ισχύει στη λογοτεχνία. Ιδίως στην παιδική λογοτεχνία, το χιούμορ μας επιτρέπει να πλησιάσουμε ευκολότερα επώδυνα, τραγικά και λεπτά θέματα. Σε πρόσφατο άρθρο μου ασχολούμαι με τις θεωρητικές πτυχές και προσεγγίσεις του θέματος2. Στο ση μείωμα αυτό θα ήθελα να αναφερθώ στους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιώ ο ίδιος το χιούμορ στη συγγραφική μου δουλειά για τα παιδιά. Πρώτα απ’ όλα, σπάνια ξεκινάω με την πρόθεση να γράψω ένα αποκλειστικά χιουμοριστικό κείμενο. Το χιούμορ συνήθως δεν είναι παρά ένα από τα συστατικά, στο αμάλγαμα των στοιχείων, που συγκρο τούν το κάθε λογοτέχνημα και η ανάγκη χρήσης του ανακύπτει από τη φύση και δομή του μύθου. Παρ’ όλο που τα κείμενά μου είναι και χιουμοριστικά, πολλές φορές το κυρίαρχο στοιχείο είναι μάλλον το τραγικό, το ερωτικό ή το λυρικό. Σε συνδυασμό με αυτά τα στοιχεία ή στο πλαίσιο που αυτά τα στοιχεία διαμορφώνουν, χρησιμοποιώ για διαφορετικούς σκοπούς και με διάφορους τρόπους κάθε φορά το χιού μορ.
58
αφιέρωμα ----------------------------------
κάθε τόσο με ένα λεπτοδείχτη ρολογιού, ή έχει γε Σε πολλά βιβλία μου όπως τα Μαγι μάτες τις τσέπες του με δεκάδες ξυπνητήρια) σε το Στοχολούλουδο4, αντίστιξη με τη στέρηση και το μαρτύριο και τον ή σε θεατρικά μου έργα όπως ο Πετα εξευτελισμό του καταδικασμένου σκιάχτρου, κα λούδας5 το χιούμορ τοποθετείται στα θιστούν εύληπτη για τα παιδιά αυτή την πιο δύ σκολη σκηνή του έργου. πλαίσια μιας τραγικής ιστορίας. 2. Λεκτικό χιούμορ μέσα από ονοματοποιίες, Για παράδειγμα στο θεατρικό έργο το Όνειρο του σκιάχτρου6, ένας γαιο παρετυμολογίες, λογοπαίγνια, υπερκυριολεξίες κτήμονας (ο Κυρ-Δίκανος) για να προ κ.λπ. (για παράδειγμα τα ονόματα των δώδεκα στατέψει τα λαχανικά του, κατασκευά ενόρκων που όλα υποδηλώνουν προκατειλημμέ ζει ένα σκιάχτρο και του δίνει μαθή νους κυνηγούς, φράσεις του κατηγόρου όπως ματα αγριάδας. Το σκιάχτρο όμως αισθάνεται μο «Πήγαινε από το κακό στο αχυρότερο» κ.λπ.). 3. Σάτιρα και παρωδία. Όπως οι αυθαίρετοι ναξιά, πιάνει φιλίες με τα πουλιά, και τ’ αφήνει να κανονισμοί της φυλακής (το σκιάχτρο απαγορεύ τρώνε τα λαχανικά. Με τη σειρά τους τα πουλιά, βαφτίζουν το σκιάχτρο Αχυρούλη και του υπό εται να αναστενάζει για να μην ενοχλεί τις κατσα ρίδες). Ολόκληρη η σκηνή της δίκης όπου κυνη σχονται ότι θα το μάθουν να πετάει. Ο Κυρ-Δίκανος υποπτεύεται ότι κάτι δεν πάει καλά, μεταμφιέ γοί δικάζουν και καταδικάζουν το σκιάχτρο απο ζεται σε σκιάχτρο και ξεσκεπάζει την αλήθεια. τελεί σάτιρα - παρωδία πολιτικής - εικονικής δί κης. Το σκιάχτρο π.χ. δικάζεται από κυνηγούς, Ακολουθεί η σύλληψη και η δίκη του σκιάχτρου από τους κυνηγούς. Το σκιάχτρο καταδικάζεται απολογείται με το στόμα του φιμωμένο κ.λπ. 4. Η τεχνική που ο W. Russel ονομάζει κωμική να μείνει φυλακισμένο, ώσπου να φτιάξει χίλια εκατό κλουβιά. Τα κατασκευάζει, αλλά μόλις ειρωνεία (comic irony) και την αντιπαραθέτει συνειδητοποιεί ότι θα χρησιμοποιηθούν για φυλα στην τραγική ειρωνεία (tragic irony)8. Η κωμική κές των πρώην φίλων του, τα καταστρέφει με απο ειρωνεία στηρίζεται στην αρχή ότι ο θεατής γνω τέλεσμα να καταδικαστεί, αυτή τη φορά σε κάψι ρίζει περισσότερα από κάποιον ή κάποιους, ή και όλους τους χαρακτήρες του έργου και συνεπώς μο. Αρχικά τίποτα το κωμικό στα νοήματα, τις κα απολαμβάνει τις παρεξηγήσεις, παρανοήσεις και παρερμηνείες των ηρώων, οι οποίοι αγνοούν κά ταστάσεις και τη δομή αυτού του έργου. Ίσως αυτός ήταν ο λόγος που γνωστός παιδικός θίασος ποιο ζωτικό στοιχείο ή πληροφορία. Ο θεατής για αρνήθηκε να το παρουσιάσει, με το σκεπτικό ότι παράδειγμα γνωρίζει ότι το δήθεν σκιάχτρο που δεν θα άντεχαν τα παιδιά τόση κατάθλιψη (ιδίως πιάνει φιλίες με τον Αχυρούλη είναι στην πραγ τη δεύτερη πράξη που η πρώτη της σκηνή διαδρα ματικότητα ο μασκαρεμένος Κυρ-Δίκανος, ενώ ο ματίζεται σε μια αυστηρή αίθουσα δικαστηρίου, η ήρωας το αγνοεί. 5. Τέλος, μια τεχνική που χρησιμοποιώ συχνά, δεύτερη σε ένα σκοτεινό κελί και η τρίτη στην ιδίως στο θέατρο, είναι να ξεκινάω το έργο με τις αυλή της φυλακής). Τα παιδιά όχι μόνο το άντεξαν7 αλλά το Όνει πιο ανάλαφρες και κωμικές σκηνές (π.χ. τα μαθή ρο του Σκιάχτρου είναι από τα πιο πολυπαιγμένα ματα αγριάδας στην περίπτωση του Ονείρου του έργα μου, όχι μόνον από επαγγελματικούς, αλλά Σκιάχτρου) και όταν πια το έργο έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον του θεατή, όταν τον έχει κερδίσει ο κυρίως από σχολικούς θιάσους. Αυτό το αποδίδω μεταξύ άλλων ακριβώς στο ότι επειδή το θέμα του μύθος, όταν έχει ταυτιστεί με τον ήρωα και νοιά έργου ήταν τόσο σοβαρό, χρησιμοποίησα στην ζεται για την τύχη του, τότε να ακολουθούν οι ανάπτυξή του διάφορα είδη χιούμορ: απαιτητικότερες, οι δυσκολότερες σκηνές με τα 1. Το γκροτέσκο, φαρσικό στοιχείο, ιδίως γιατραγικά στοιχεία και τα όποια μηνύματα. τις μικρότερες ηλικίες, όπως στη σκηνή που ο γαι Παρόμοιες τεχνικές χρησιμοποιώ σε μυθιστοοκτήμονας μεταμφιέζεται σε σκιάχτρο για να ξε ρήματά μου στα οποία προέχει το τραγικό στοι γελάσει τον ήρωα και κυρίως στη σκηνή της χείο, όπως στα «Μαγικά Μαξιλάρια», όπου ένας φυλακής με τον χαρακτήρα του αποτυχημένου άρχοντας για να υποτάξει τους υπηκόους του, υπναρά δεσμοφύλακα που του αρέσει να φυλάει προσπαθεί να τους στερήσει τα όνειρά τους, ανα(έχει χρηματίσει φαροφύλακας, δασοφύλακας, γκάζοντάς τους να κοιμούνται σε μαγικά μα τερματοφύλακας, νυχτοφύλακας κ.λπ.) αλλά όλο ξιλάρια που τους προκαλούν εφιάλτες9. και κάτι του συμβαίνει, όταν τον παίρνει ο ύπνος Από τα ονόματα των ηρώων (Αρπατιλάος ο και χάνει τη δουλειά του. Οι κωμικές προσπάθειες Πρώτος, ο άρχοντας, Σαυρίλιος Βρισελιέ, ο μά του δεσμοφύλακα να μην αποκοιμηθεί (τσιμπιέται γος, Τύλιος Ξεφτύλιος ο υπασπιστής, Βουλίμιος Χ ιο ύμο ρ και το τρα γ ικ ό σ τ ο ιχείο
κά μαξιλάρια3, ή
---------------------------------- αφιέρωμα Βλήμας ο στρατηγός) στους παράλογα αυθαίρε τους νόμους τους οποίους επιβάλλει ο Αρπατίλαος, ο οποίος όχι μόνο καταργεί τις Κυριακές και τις ονομάζει Προδεΰτερες, αλλά Τα παιδιά ξυπνούσαν τις παγωμένες Προδεΰτερες και πήγαιναν στο σχολείο, τουρτουρίζοντας από το κρύο. Εκεί όλα τα μαθήματα ή ταν άχαρα και βαρε τά. Στην Ιχνογραφία μάθαιναν να ζωγραφίζουν πρσωπογραφίες του Αρπατιλάου, στο μάθημα της Γυμναστικής μάθαιναν να γονατίζουν, στο μάθημα των θρησκευτικών μάθαιναν τροπάρια που δόξαζαν τον Αρπατίλαο και στο μάθημα της Γραμματικής μάθαιναν την Παθητική φωνή. Α πό χρόνους μάθαι ναν τον Ενεστώτα και τον Παρατατικό, αλλά όχι τον μέλλοντα χρόνο. Μόνο ο Αρπατίλαος και οι αυλικοί του είχαν δικαίωμα να μιλάνε για το μέλλον. Χιο ύμο ρ και το ερ ω τ ικ ό σ τ ο ιχείο
Σε άλλα μου πάλι λογοτεχνή ματα τοποθετώ το κωμικό στοι χείο στο πλαίσιο μιας ουσιαστι κά ερωτικής ιστορίας. Στο μυθι στόρημα «Ο χιονάνθρωπος και το κορίτσι»10 για παράδειγμα, ένα κορίτσι, η Μαριάννα φτιάχνει έναν χιο νάνθρωπο, του χαρίζει ένα ψεύτικο δαχτυλίδι και του ζητάει να μη λιώσει ποτέ. Ο χιονάνθρωπος της υπόσχεται να ζήσει για πάντα αλλά δεν αργεί να καταλάβει ότι είναι αδύνατον να τηρήσει την υπόσχεσή του. Η μόνη του ελπίδα είναι να κατα φέρει να φτάσει στον Βόρειο Πόλο. Το μυθιστό ρημα είναι ένα οδοιπορικό του χιονάνθρωπου προς τον Βόρειο Πόλο, ενώ παράλληλα αναπτύσ σεται η σύγκρουση της αγνής αγάπης της Μαριάννας για τον χιονάνθρωπο και της αισθησιακής της σχέσης με τον ήλιο. (Η Μ αριάννα) είδε... ρόδινα σύννεφα ν ’ αρμενί ζουνε στον ουρανό, τον ήλιο να προβάλει. - Θ α λιώσει ο χιονάνθρωπός μου! σκέφτηκε. Δεν θα προλάβει να φτάσει στον Βόρειο Πόλο. - Γεια σου! την καλημέρισε ο ήλιος. Κρυωμένη εί σαι; Μη σε νοιάζει! θ α σε ζεστάνω εγώ στο πι και φι. Εγώ μόνο ξέρω πώς να σε ζεσταίνω! Κλείσε τα μάτια σου! Αυτό δεν θέλεις; - Ό χι. - Τότε; - Να κρυφτείς! Κάνε μου τη χάρη! Κρύψου πίσω από το πιο μεγάλο σύννεφο και μη φανερωθείς για χίλια χρόνια! - Ό χ ι και χίλια χρόνια! διαμαρτυρήθηκε ο ήλιος. Επειδή όμως μ ’ αφήνεις τα καλοκαίρια να σε χαϊδεύω στην ακρογιαλιά, επειδή μ’ αφήνεις να σε φιλώ τα πρωινά και να ζωγραφίζω χρυσά στολίδια στα μαλλιά σου, θα σου κάνω το χατίρι και θα κρυφτώ για μια-δυο μέρες...
59
Σ’ αυτόν τον ρομαντικό αφηγηματικό καμβά, χρησιμοποιώ παράλληλα με άλλα νήματα, το νή μα του χιούμορ. Για παράδειγμα στο ταξίδι του για τον Βόρειο Πόλο, ο χιονάνθρωπος περνάει από διάφορες χώρες που η καθεμιά σατιρίζει και κάποιο χαρακτηριστικό των σύγχρονων κοι νωνιών: Τους εξοπλισμούς (Χώρα των Κανονι κών ανθρώπων με τα κανόνια), την καταναλωτι κή ευπείθεια (Χώρα των Ψωνιστών ανθρώπων), την ισοπεδωτική ομοιομορφία (Χώρα των Αν θρώπων με τα κίτρινα καπέλα) κ.λπ.11. Σ ’ αυτή την πολιτεία ήταν πολύ της μόδας τα κίτρινα καπέλα. Ό λ ο ς ο κόσμος έπρεπε να φοράει οπωσδήποτε ένα τουλάχιστον κίτρινο καπέλο. Έ τσ ι όριζε ο νόμος κι όποιος τολμούσε να τον αψηφήσει, αλίμονό του. Τ ον έπιαναν οι καπελονόμοι. Ο ι καπελονόμοι ήταν επιφορτισμένοι με την τήρηση της μό δας και χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες: Αρχικαπελονόμους, Καπελοκόπανους και Υποκόπανους... Οι Αρχικαπελονόμοι άμα εντοπίζανε κανένα διαβάτη χωρίς κίτρινο καπέλο σφύριζαν με την σφυρίχτρα τους και τον έπαιρναν στο κυνήγι. Ο ι Καπελοκόπανοι κρατούσαν έναν κόπανο και του δίνανε μια με τον κόπανο στο κεφάλι. Ο ι Υποκόπανοι παίρνανε αγκαζέ τον ζαλισμένο παραβάτη που του είχε έρθει ο ουρανός σφοντύλι και τον οδηγούσαν στο Καπελοδικείο... Δεν ήταν όμως μόνο τα κίτρινα καπέλα. Ό χι. Ο ι πόρτες, οι τοίχοι, τα λούκια, και τα παρά θυρα των σπιτιών έπρεπε να είναι ασορτί. Γι’ αυτό οι μπογιατζήδες έκαναν χρυσές δουλειές, δηλαδή μάλ λον κίτρινες δουλειές. Επίσης, ο κάθε κάτοικος έπρεπε να έχει μιμόζες στον κήπο του και ένα τουλά χιστον καναρίνι στην κάμαρά του. Ό πο ιο ς είχε πυράκανθους στον κήπο του ή κοκκινολαίμη στην κάμαρά του, την είχε άσχημα. Τ ον δίκαζαν δικαστές κιτρινοδίκες, που φορούσαν κίτρινη τήβεννο και σύμφωνα με τον Κίτρινο Κώδικα τον καταδίκαζαν να στίβει λεμόνια στην φυλακή ώσπου να πάθει κί τρινο πυρετό.
60
αφιέρωμα ----------------------------------
Και στην ιστορία του χιονάνθρωπου, όπως και στην ιστορία του σκιάχτρου, μια βασική πηγή χιού μορ είναι η τεχνική του αφελούς ήρωα (innocent outsider) που αγνοεί τους φυσικούς νόμους, τις δεδομένες γλωσσικές και κοινωνικές συμβάσεις, τους όρους επικοινωνίας12, τους γενικά αποδε κτούς θεσμούς, ρόλους και κανόνες συμπεριφο ράς με κωμικά αποτελέσματα. Ο χιονάνθρωπος δεν θέλει να λιώσει, όπως το σκιάχτρο επιθυμεί να πετάξει, όπως ο Θάνος, το κολοκυθάκι της Φρουτοπίας, θέλει να δείρει έναν μανάβη, όπως ο πο ντικός θέλει να φάει μια γάτα (Ο Ιγνάτιος και η γάτα), ο στόχος να γίνει λουλούδι (Το στοχολούλουδο), η κουρτίνα να γίνει μπαλαρίνα (Η κουρτί να) και το άλογο του σκακιού να καλπάσει ελεύ θερο σε ένα λιβάδι με τετράφυλλα τρυφύλλια (Οι δραπέτες της σκακιέρας). Αυτό οδηγεί με τη σειρά του, στο σοβαρό-τραγικό θέμα της ετερονομίας, του μεταλλάξιμου της πραγματικότητας και της δυνατότητας ή όχι, ρηξικέλευθης υπέρβασης των κοινωνικών ρόλων και των περιορισμών της ύπαρξης. Τα αναφερόμενα δεν είναι βέβαια τα μόνα στοιχεία που συνθέτουν τα παραπάνω έργα. Μό νο τα ποσοστά των συστατικών διαφέρουν. Άλ λοτε κάποια ψήγματα αρκούν, άλλοτε η ιστορία υπαγορεύει διαφορετικές αναλογίες και ισορρο πίες. Στο Όνειρο του Σκιάχτρου συνυπάρχει το ερωτικό στοιχείο (που το τόνισε για παράδειγμα ο Γιάννης Καλαντζόπουλος όταν σκηνοθέτησε το έργο για το ΚΘΒΕ, το 1988) όπως και στο «Χιο νάνθρωπο και το Κορίτσι» συνυπάρχει έντονο και το τραγικό: Όταν μετά από πολλές περιπέτει ες κατορθώνει ο χιονάνθρωπος να φτάσει στον Βόρειο Πόλο, αισθάνεται τόσο ευτυχισμένος που λιώνει από τα δάκρυα της ευτυχίας του. Το έργο τελειώνει με τον εξής επίλογο: Α ν καμιά φορά τύχει να πας στον Βόρειο Πόλο, ίσως εκεί, στην κορφή του χιονισμένου λόφου, ίσως βρεις ένα δαχτυλίδι ασημένιο σαν αληθινό με τρεις ψεύτικες γαλάζιες πετρούλες, γαλάζιες σαν τα μάτια της Μαριάννας... Α ν μάλιστα με μισόκλειστα βλέ φαρα κοιτάξεις για ώρα πολλή τη φωτεινή έκταση που απλώνεται μπροστά σου, σίγουρα κάπου εκεί θα τον δεις, καθόλου αλλαγμένο, όπως τον έφτιαξε εκεί νη πριν από τόσα χρόνια. Θ α δεις τον χιονάνθρωπό της χαρούμενο να ζει κι ευτυχισμένο στα παντοτινά παραμυθένια χιόνια, γιατί οι χιονάνθρωποι είναι χιόνι και το χιόνι είναι ένα κι είναι τόσα όνειρα κι ελπίδες κι αγάπες παλιές μες το χιόνι κρυμμένα...
Το τέλος αυτό, θεωρήθηκε από τον Αλέξη Κυριτσόπουλο, που το εικονογράφησε, όπως και
από τον εκδότη, ιδιαίτερα καταθλιπτικό για τα παιδιά. Μετά από αρκετές συζητήσεις καταλήξα με στη συμβιβαστική λύση να κυκλοφορήσει το βιβλίο με δυο διαφορετικά φινάλε, ένα τραγικό και ένα κωμικό happy end. Σε άλλα βιβλία μου πάλι χρησιμοποιώ το χιού μορ παράλληλα με το λυρικό στοιχείο (Ο ήλιος της Λίζας13), το φανταστικό στοιχείο (Οι πειρα τές της καμινάδας14), το μυστήριο (Φρουτοπία15) ή την περιπέτεια (Το σεντούκι με τις πέντε κλειδα
ριές16).
Χιο ύμο ρ και επ ώ δ υ να θ έμ α τ α
Όπως αναφέρω στην αρχή του σημειώματος, το χιούμορ είναι ιδιαίτερα χρήσιμο, όταν πρέπει να μορφοποιήσει κανείς επώδυνα, λεπτά θέματα. Μου ζήτησαν στην Αγγλία πριν από μερικά χρόνια να γρά ψω μια σειρά παραμυθιών για παιδιά με σοβαρές σωματικές αναπηρίες. Ήθελαν αισιόδοξα κείμενα που θα έδειχναν στα παιδιά αυτά, ότι οι αναπη ρίες τους μπορεί να ξεπεραστούν με τη βοήθεια της ιατρικής τεχνολογίας και, το κυριότερο, ότι παρά την αναπηρία τους, έχουν πολλά θετικά να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο. Αρχικά δυσκολεύτηκα να πλησιάσω και ένα τόσο λεπτό θέμα, μέσα από το παραμύθι. Τελικά αποφάσισα να γράψω μια σειρά χιουμοριστικών ιστοριών, ανάμεσα στις οποίες συγκαταλέγεται ο Ερίκος ο Κόκορας (που όταν βραχνιάζει και δεν ακούγεται η φωνή του, θέλουν να τον αντικαταστήσουν με ένα ξυπνητήρι, ώσπου ένα μικρόφωνο που του χαρίζουν τα παιδιά λύνει το πρόβλημά του)17. Το Άταχτο ελεφαντάκι (που όλοι το κοροϊδεύουν για τη μακριά προβοσκίδα του, ώσπου αναδεικνύεται ήρωας όταν αρχίζει να χρησιμοποιεί την προβο σκίδα του για να σβήνει φωτιές στα πάνω πατώ ματα των σπιτιών)18 και ο Φαλακρός σκατζόχοιρος (που όταν του κλέβουν τα αγκάθια του, τα αντικαθιστά με καλαμάκια της πορτοκαλάδας).19 Το χιού μ ο ρ σ ε λ ο γο τεχνή μα τα με εκ π α ιδ ευ τ ικ ο ύ ς σ κ ο π ο ύ ς
Τέλος, ακόμα και για καθαρά εκ παιδευτικούς σκοπούς είναι χρήσι μο το χιούμορ. Δεν βλέπω το λόγο γιατί το χιούμορ πρέπει να εξοστρακίζεται από αυτόν τον χώ ρο, γιατί οι κανόνες της γραμματι κής, του συντακτικού ή της αριθμητικής, πρέπει
---------------------------------- αφιέρωμα Σκίτσα Βαγγέλη Ελευθερίου
να δίνονται με κουρα στικό ή βαρετό τρόπο. Ασχολούμαι τους τε λευταίους μήνες με το γράψιμο μιας σειράς ιστοριών, όπου οι κα νόνες της γραμματικής και αριθμητικής μορφοποιούνται σε χιουμοριστικές ιστορίες στις οποίες πρωταγωνιστούν κωμικοί χαρακτήρες όπως ο Αλέξης Πτωτιστής (σε ιστορίες που αναφέρονται στις πτώσεις της γραμματικής) ο Εμβα δόν Κιχώτης και ο Κυκλώνιος, ο άρχοντας των κύκλων που στέλνει κύκλους για να τον περι κυκλώσουν (σε κείμενα που διευκολύνουν την εκ μάθηση της Γεωμετρίας), ο Κλασμούλης και οι Γυμνασμένες Πασχαλίτσες του (σε ιστορίες που δισάσκουν τα κλάσματα), Ο Δεκανέας Παραδέκας και οι στρατιώτες του (σε ιστορίες με δεκαδι κούς αριθμούς). Η γλώσσα και ο τόνος (δυο ψά ρια που πρωταγωνιστούν σε ιστορίες που έχουν για στόχο τους την εκμάθηση των κανόνων τονι σμού). Δυο χαζοί από την Χαζαμπλάνκα (δυο Σημειώσεις 1. Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα 70% των συγγραφέων υποφέρουν από κάποια μορφή μη περιοδικής κατάθλιψης, (non transien episodes of depression), η οποία έχει κάποια σχέση με την καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία (artistic temperament). Σε αυτές τις περιπτώσεις τα χιουμοριστικά κείμενα βοηθούν ακόμα και τους ίδιους τους δημιουργούς να ξεπεράσουν αυτό πρόβλημα. 2. Το χιούμορ και το παράλογο στην παιδική λογοτεχνία, Λέ ξη 118, Νοέμβρης-Δεκέμβρης 1993, σ. 667-677. 3. Τα μαγικά μαξιλάρια, Εκδόσεις Πατάκης, 1992. 4. Το στοχολούλουδο, Εκδόσεις Ακρίτας, 1991. 5. Ο Πεταλουδόσαυρος, πρωτοπαίχτηκε από τον θίασο 81 το 1992-93. Εκδόσεις Καστανιώτης στη σειρά το θέατρο με τη μισή αυλαία (υπό έκδοσιν). 6. Το ύνεψο του σκιάχτρου, Εκδόσεις του Βιβλιοπωλείου της Εστίας, 1984. 7. Δοσμένα με τον κατάλληλο τρόπο, το τραγικό, το ερωτικό ακόμα και το τρομακτικό στοιχείο και το μαύρο χιούμορ, έχουν, τηρουμένων των αναλογιών, τη θέση τους στο παιδι κό βιβλίο, ακόμα και για τις μικρές ηλικίες. 8. W.M.S Russell, Jrony in Greek and Latin Humour, F.L.S. Confrence on Traditional Humour, 1988. 9. Στο μεγαλύτερο μέρος του, το μυθιστόρημα αυτό περιγράφει την εκμετάλλευση και τη στερημένη ζωή των κατοίκων μιας μυθικής χώρας. 10. Ο χιονάνθρωπος και το κορίτσι, Εκδόσεις Κέδρος, 1983. 11. Με παρόμοιο τρόπο, στο μυθιστόρημα, Η ζωγραφιά της Χριστίνας, η ζωγραφιά ενός κοριτσιού σε ένα σκονισμένο βιβλίο που κανείς δεν το διαβάζει, βγαίνει από το βιβλίο και κυνηγημένη από ένα βιβλιοσκούληκο ψάχνει να βρει το ιδανικό βιβλίο για να μείνει. Με αφορμή την αναζήτηση του
61
χαρακτήρες κάνουν συνέχεια γκάφες, επειδή αγνοούν στοιχειώδεις κανόνες της γραμματικής και του συντακτικού). Η Φραγκόκοτα και η Διφραγκόκοτα (σε παραμύθια που διδάσκουν τις αξίες των νομισμάτων και τις αντιστοιχίες τους). Για τον ίδιο σκοπό χρησιμοποιώ και το χιούμορ καταστάσεων, όπως στην ιστορία που τα ρήματα κάνουν διαδήλωση απαιτώντας αύξηση ή στις ιστορίες στο Γραφείο ζευγαρώματος, όπου φωνήε ντα ζητούν να ζευγαρώσουν με άλλα φωνήεντα για να σχηματίσουν διφθόγγους. Η ζωντάνια, λοιπόν, και η αισιοδοξία του χιου μοριστικού λόγου και των κωμικών καταστάσεων μπορούν κάλλιστα να λειτουργήσουν σε συν δυασμό με ποικίλα άλλα στοιχεία. Πρέπει να ανα γνωρίσουμε, ότι το παιδί είναι ένας απαιτητικός και πολυσύνθετος αναγνώστης20 ικανός να κατα νοήσει και να συγκινηθεί από πολυεπίπεδες ιστο ρίες. Τα ζωηρά νήματα του χιούμορ μπορούν να πλεχτούν και να ταιριάζουν με χίλια δυο άλλα φανταχτερά και σκοτεινά νήματα, για να υφάνουν και να απογειώσουν το αχαλίνωτο χαλί της φα ντασίας, ένα χάλι που δεν θα κινδυνεύει από τους σκώρους της σοβαροφάνειας, του στείρου διδακτισμού και της υποκριτικής ηθικολογίας.
12.
13. 14. 15. 16. 17. 18.
19. 20.
ιδανικού βιβλίου και στο πλαίσιο των περιπετειών της καταδιωκομένης ηρωίδας, επιχειρώ μια σάτιρα διαφόρων εντύπων αντιπροσωπευτικών της σύγχρονης κοινωνίας (φι γουρίνι, κόμικς, αστυνομικό βιβλίο, οδηγός μαγειρικής κ.λπ.) Η Ζωγραφιά της Χριστίνας, Εκδόσεις Ψυχογιός, 1992. Δεν είναι σύμπτωση ότι οι βιρτουόζοι του είδους του χιού μορ που ξεπηδά από την έντεχνη ανατροπή ή υπονόμευση των δεδομένων γλωσσικών συμβόλων και του πλέγματος κανόνων καλόπιστης επικοινωνίας, ο Lewis Carroll και ο Α. A. Milne ήταν και οι δυο μαθηματικοί. Ο κόσμος των μαθηματικών απαρτίζεται από ένα σύνολο αυστηρών και επακριβών κανόνων όπου κάθε βήμα προόδου στηρίζεται στην παράβασή τους και στην ερμηνεία του παράδοξου το οποίο ανακύπτει. Για την επίδραση των μαθηματικών στο λεκτικό-επικοινωνιακό χιούμορ του A. A. Milne βλ. Eugene Trivizas - Crhistie Davies: A.A. Milne, Mathematics and Humour, in The Encyclopedia of British Humorists, edited by Steven H. Gale, Kentucky State University (In print). Ο Ήλιος της Λίζας (Στη σειρά Ιστορίες από το Νησί των Πυροτεχνημάτων) Εκδόσεις Κέδρος, 1991. Οι Πειρατές της καμινάδας, Εκδόσεις Ψυχογιός, 1992. Φρουτοπία (σειρά κόμικς από τις Εκδόσεις Πατάκης: Η ιπτάμενη σκάφη, 1991 - Ο συναχωμένος τενόρος, 1991 - Ο ζόρικος δεσμοφύλακας, 1994) Το σεντούκι με τις πέντε κλειδαριές. Εκδόσεις Κέδρος, 1993. Enrico, in B.B.C. Playdays Story and Poem Book, BCA, London, New York, Sydney, Toronto 1992. The story o f Boris, Playdays Magazine, B.B.C. Number 149, June 1993. Στα Ελληνικά κυκλοφορεί με τον τίτλο Το άτα χτο Ελεφαντάκι στη σειρά Τα μακρουλά Μικρούλικα, Εκδόσεις Κέδρος, 1992. Ο φαλακρός σκατζόχοψος, Εκδόσεις Κέδρος, 1992. Alan Richardson: Nineteen Century Children Satire and the Ambivalent reader. Quart, Fall 1991.
62
αφιέρωμα
^ ^ α Χριστούγεννα του 1844 ο Δρ. Χάινριχ Χόφμαν έψαχνε να βρει ένα βιβλίο να το κάνει δώρο στο γιόκα του. Ήθε λε κάτι που να περνάει μηνύματα όχι με τρόπο διδακτικό ή, χειρότερα, εκ, . φοβιστικό, όπως συνηθιζόταν εκείνον τον καιρό, παρά μέσα από το χιούμορ, την αίσθηση του παράλογου, το γέλιο. Στάθηκε αδύνατο να βρει ό,τι ζητούσε. Έπιασε τό τε κι αυτός κι έγραψε τον Struwwelpeter, και τον εικονογράφησε μο ναχός του, δίχως να είναι ούτε συγ γραφέας ούτε ζωγράφος. Το βιβλίο περι λάμβανε δέκα έμμετρες ιστορίες και μιαν έμμετρη εισαγωγή. Την παραθέτω σε δική μου μετάφραση.
Λεία Χατζοποΰλου-Κ αραβία
Με ίο γέλιο περαίνονχας την των «Αν τα παιδιά ήταν καλά, δηλαδή, με λόγια απλά, καλά την ώρα του φαγιού, καλά και στα παιχνίδια, ολονυχτίς καλότατα κι ολημερίς τα ίδια τότε θα λάβουν ασφαλώς τα όμορφα τα πράματα που φέρνουν τα Χριστούγεννα με τα καλά χαράματα. Άτακτα σκάνταλα παιδιά όλο κάνουν σαματά, λερώνουν τα φορέματα, τις φόρμες, τα βρακάκια, γ ι’ αυτό και δεν τους πρέπουν τα Χριστού γεννα δωράκια. Τέτοια παιδάκια δε θα δουν ποτέ, το απο κλείω, ετούτο εδώ το όμορφο ζωγραφιστό βιβλίο». Η εικονογράφηση των άρθρων της κ. Α. Χατζοπονλον-Καραβία καιι της κ. Λ. Αρανίτον είναι τοο Α. Καλαμάρα
Δρ. Χόφμαν δεν ξαφνιάστηκε για το μεγά λο ενθουσιασμό που έδειξε το παιδί του για το δώρο του. Εκείνο που τον έκανε να απο ρήσει ήταν ο ενθουσιασμός των ενηλίκων φίλων τους για τον Struwwelpeter, που είχε σαν υπότιτλο Εύθυμες ιστορίες και αστείες ζωγραφιές. Καθόλου δεν το περίμενε, κι ούτε μπορούσε να το εξηγήσει. Ωστόσο υποχώρη σε στις προτροπές τους, και συμφώνησε απρό θυμα να εκδοθεί το βιβλίο. Το αποτέλεσμα τον παραξένεψε ακόμη πιο πολύ. Ο Struwwelpeter έκανε εκατοντάδες εκδόσεις και μεταφράστηκε σ’ όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Μια ανάλυση του βιβλίου αυτού θα διαφώτιζε πολλά πράματα γύρω από το χιούμορ. Και μόνο οι ερωτήσεις που θέτουν η γέννηση και η δια δρομή του είναι σημαντικές. Ξέρουμε ότι υπάρχει κάποιο χιούμορ ακατανόητο ή και ακατάλληλο δΤ ανηλίκους, και αντίστροφα κάποιο που κάνει μόνο τα παιδιά να ξεκαρδίζονται. Υπάρχει μήπως κάποιο είδος χιούμορ που μπορεί να απευθύνεται και στα παιδιά και στους μεγάλους, και που έτσι γίνεται ενωτικό στοιχείο ανάμεσα στις γενιές; Ξέ ρουμε πως ό,τι κάνει να γελούν τα Γερμανάκια
Ο
---------------------------------- αφιέρωμα π.χ. δε φαίνεται αναγκαστικά αστείο στα Κινεζάκια ή και στα παιδιά μιας άλλης ευρωπαϊκής χώ ρας. Υπάρχει μήπως χιούμορ κάποιας παγκοσμιό τητας; Σίγουρα μεγάλο τμήμα της παιδαγωγικής και των ηθικών αξιών καθορίζεται από τον τόπο και το χρόνο. Υπάρχουν κάποια στοιχεία τους υπερβατικά του χωρόχρονου; Ή , τουλάχιστον, ο αστείος σχολιασμός των πεπερασμένων αξιών μπορεί να γίνεται με τέτοιο τρόπο που να μας δια σκεδάζει και άλλοτε, και αλλού;
63
κο, ένα παλιόπαιδο σκαρφαλωμένο σε τοίχο κρα
δαίνει σπασμένη καρέκλα. Στα πόδια του μεγάλο σφαγμένο πουλί κι αναποδογυρισμένο κλουβί, με καναρίνι νεκρό. Παρακάτω αριστερά, στο κεφα λόσκαλο μικρής σκάλας, ο Φρειδερίκος ξεριζώνει χαιρέκακα τα φτερά μύγας. Στο γρασίδι δίπλα στη σκάλα κείται ψόφια γάτα λιθοβολισμένη. Δεξιά στο γρασίδι, ο Φρειδερίκος μαστιγώνει την υπηρέτριά τους τη Μαρία, που στέκει ψηλή και χειρο δύναμη, με το μακρύ της φόρεμα και τη λευκή πο διά, και κλαίει γοερά με το πρόσωπο χωμένο σε το εξώφυλλο του βιβλίου ένα αγόρι με μα μαντίλι, ανήμπορη λόγω κοινωνικών συνθηκών να του αστράψει ένα χαστούκι. κριά αγκαθωτά μαλλιά μάς κοιτά σοβαρό Έ ναν αιώνα και κάτι χρόνια αργότερα, η μαύ και κάπως αμήχανο. Μοιάζει να φορά στο κεφάλι τεράστιο ξανθωπό σκαντζόχοιρο που ρη τραγουδίστρια Ήρθα Κητς σχολίαζε το διχα του εμποδίζει τις κινήσεις. Οι παλάμες του σμό ανάμεσα στην αξιοπρεπή αστική συμπεριφο είναι τεντωμένες με δάχτυλα ορθάνοιχτα και ρά και στην κακιωμένη οργή που αναβράζει μέσα μαύρα νύχια τόσο υπερβολικά μακριά ώστε στο καταπιεσμένο άτομο. Με απαλότατη φωνή τραγουδούσε: «Η μαμά μου μού λέει να φέρομαι σίγουρα ούτε να πιάσει, ούτε να παίξει, ούτε να ζήσει κανονικά μπορεί. Είναι ο Αναμαλλιάρης ευγενικά, να κάνω τούτο και να μην κάνω, το άλ λο...». Κι αίφνης άλλαζε σε σκληρό άγριο τόνο, Πέτρος, ο Struwwelpeter. μετά από ένα τεράστιο «όμως». «Όμως εγώ θέλω Ντυμένος με τα ρούχα αγοριού του καιρού του, με τα πόδια ανοιχτά, λες και εμποδίζεται ακόμα να είμαι μοχθηρή, θέλω να μαδάω μύγες, θέλω να
Σ
τοιοΰτων παθημάτων κάθαρσιν | | και στο βάδισμα, μας δίνει αίσθηση διφορούμενη. Ακόμα και πριν διαβάσουμε το σύντομο ποίημα, νιώθουμε ότι η υποταγή του στα παραγγέλματα της καλής κοινωνίας του καιρού: καλοστρωμένα στιλπνά μαλλιά, καθαρά κοντοκομμένα νύχια, θα του ήταν τουλάχιστον τόσο περιοριστική όσο του είναι και η ακραία ανυποταξία του. Φαινομενικά το ποίημα σχολιάζει την απαρά δεκτη εμφάνισή του. Οι εκφράσεις όμως είναι τό σο υπερβολικές όσο η εικόνα: «τα νύχια του είναι σαν να τα βούτηξε στην καπνιά, το χτένι ποτέ δεν άγγισε τα μαλλιά του». Μικροί και μεγάλοι γελού με ανοιχτόκαρδα. Βρε τον καημένο! Απ’ τη μια τον απειλεί ορθάνοιχτο ψαλίδι και ψιλή τσατσάρα ζωγραφισμένα από τις δυο μεριές του ποιήμα τος, από την άλλη έχει παγιδευτεί στην ίδια του την επανάσταση. Θυμίζει τίποτα τωρινό αυτό; Φαίνεται να ανή κει στον περασμένο αιώνα το αδιέξοδο του Πέ τρου, ή είναι και σημερινό πάθημα αμέτρητων αγοριών και κοριτσιών παντού; Και πώς «περαί νει» ο Χόφμαν «την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν»; Ό χι με το φόβον αλλά με τον έλεο, δηλ. τον οίκτο και το γέλιο. Στο δεύτερο ποίημα, τον Άσπλαγχνο Φρειδερί
πατάω πάνω στα πόδια των ανθρώπων...». Τον Φρειδερίκο τον λυπόμαστε. Πόση πίκρα πρέπει να ’χει μαζέψει από τόσο νωρίς για να τσαλαπατά ζώα κι ανθρώπους! Μα κι η εικονο γράφηση και το ποίημα σπρώχνουν τα πράματα στην υπερβολή για να οδηγήσουν στη γνώση μεσ’ από το γέλιο. Η γάτα κείται ανάσκελα, σαν τον άγνωστο στρατιώτη, και στο στήθος της μέγας λί θος. Ο Φρειδερίκος με το μαστίγιο μοιάζει νάνος μπρος στη «Μαρία του». Κι αυτό το διφορούμενο κτητικό βάζει σε σκέψεις. Η Μαρία κτήμα του; Ίσως και μοναδική συντροφιά του, έναν καιρό που οι καλοί αστοί δεν έδιναν πολύ καιρό στα παιδιά τους. Αν όμως η Μαρία γνωρίζει την κοινωνική ιε ράρχηση και τους κανόνες της, ο «πιστός» σκύ λος τους αγνοεί. Έτσι, όταν πάει να πιει νερό διψασμένος κι ο Ασπλαχνος Φρειδερίκος ξεσπά πά νω του τη σαδιστική μανία του κλοτσώντας και μαστιγώνοντάς τον, ο «καλός» σκύλος αγριεύει, γρυλίζει προειδοποιητικά, τέλος τον δαγκώνει. Πάει η υπεροψία κι η ατιμωρησία του πλουσιόπαιδου. Ο σκύλος φεύγει θριαμβευτής, με το μα στίγιο στο στόμα. Αυτά στη δεύτερη σελίδα του ποιήματος. Στην τρίτη, ο Φρειδερίκος είναι κρε-
64
αφιέρωμα
βατωμένος με πρισμένο πόδι κι ένας παλιομοδίτης γιατρός με φράκο τού δίνει μια κουτάλα για τρικό από μπουκάλι που γράφει: «Για το Φρειδε ρίκο». Ειδικό γιατρικό (ή τιμωρία) γι’ αυτόν. Κι ο σκύλος; Αυτός κάθεται σε αναπαυτική καρέκλα μπρος σε πλούσια στρωμένο τραπέζι με λευκό τραπεζομάντιλο, με πετσέτα δεμένη γύρω από το λαιμό, τρώει φαγητό και κέικ πίνει κόκκινο κρασάκι. Για να μην ξεχάσουμε την αδικία που διέπραξε και πληρώνει το παιδί, ούτε το όργανό της, το μαστίγιο φιγουράρει στην πλάτη της καρέκλας του σκύλου. Γελούμε βέβαια. Τα παιδιά γελούν περισσότερο από μας. Κυρίως θυμούνται περισσότερο από μας, ό,τι τραβά την προ σοχή τους. Έ να παράγγελμά μας: μη βασα νίζεις τα ζώα ή τους «αδύναμους», μπορεί να το ξεχάσουν. Τον Φρειδερίκο εξαθλιωμένο και το σκύλο να χαίρεται το γεύμα του δικαίου δε θα το ξεχάσουν ποτέ. Το επόμενο ποίημα τιτλοφορείται: «Η Τρομερή Ιστορία της Χάρριετ και των Σπίρτων». Αρχίζει: «Με δάκρυα στα μάτια μου έρχομαι να σας πω / πώς έπεσε στη Χάρριετ το μέγιστο κακό». Η μαμά και η νταντά της βγήκαν μια μέρα και την άφη: σαν μόνη, λέγοντάς της ότι θα τη μάλωναν αν άγ γιζε τα σπίρτα. Πρόκειται, λοιπόν, για απαγό ρευση, όχι για εξήγηση του κινδύνου. Η Χάρριετ, με άφθονες κόκκινες κορδέλες και κορδελάκια στα μακριά μαλλιά και στα ωραία ρούχα της, σέρ νοντας μια κούκλα απ’ το χέρι, μπαίνει σε πειρα σμό. Της αρέσει η φλογίτσα του σπίρτου και δεν καταλαβαίνει γιατί είναι κακό ν’ ανάψει μερικά, αφού το κάνει κι η μαμά. Εδώ παρεμβαίνουν οι δυο γάτες του σπιτιού. Της κουνούν το χέρι απαγορευτικά νιαουρίζοντας, και τη συμβουλεύ ουν: «Νιάου - νιάου, αν το κάνεις / θα καείς και θα πεθάνεις». Η Χάρριετ όμως δεν μπορεί να αντισταθεί στον πειρασμό. Στη δεύτερη εικόνα, τη βλέπουμε ν’ ανάβει ένα σπίρτο, και τόσο τη μαγεύει ο ήχος του, που τρίζει καθώς παίζει η μικρή φλόγα, ώστε ξεχνά να το σβήσει. Οι γάτες όρθιες νιαουρίζουν δυνατότερα. «Αχ, άτακτή μου Δεσποινίδα! Πράξη πιο άμυαλη δεν είδα». Στην τρίτη εικόνα, η Χάρριετ έχει πιάσει φω τιά. Οι γάτες νιαουρίζουν τσιριχτά. Ο συγγραφέας σχολιάζει λογικά: «Γάτες ήταν οι φτωχές / τι άλλο νάκαναν, μαθές;» Στην τελευταία εικόνα, οι γάτες κλαίνε γοερά πάνω από ένα μικρό σωρό στάχτη που καπνίζει.
Μοιάζει να έχουν «κληρονομήσει» την κυρούλα τους. Ξαφνικά απόκτησαν κόκκινα μαντίλια και σκουπίζουν μ’ αυτά τα δάκρυά τους που σχημα τίζουν υδάτινο κύκλο γύρω από τα κόκκινα πα πουτσάκια της Χάρριετ. Στις ουρές τους φορούν μεγάλες πένθιμες μπλε κορδέλες, ενώ η «Δεσποινίδα» φορούσε κόκκινες στις πλεξούδες της, προάγγελμα ίσως της φωτιάς που θα την έκαιγε. Νιαουρί ζουν απελπισμένες: «Τώρα; Τι θα κά νει η Νταντά της / κι η καημένη η Μα μά της;» Το ποίημα κλείνει με την πληρο φορία ότι τελικά τα δάκρυά τους ήταν τό σα ώστε έφτιαξαν λιμνούλα. Οι λεπτομέρειες της εικονογράφησης και της περιγραφής δίνουν τόνο παράλο γο σε ένα θέμα που παραείναι βαρύ και λογικό για το παιδικό μυαλό. «Κάηκε μ’ όλα τα ρούχα της / και τα χέρια και τα πόδια της και τα μάτια και τη μύτη της / ώσπου άλλο πια δεν έμεινε / απ’ τα κόκκινα παπούτσια της». Εξάλλου, το μή νυμα πως δεν μπορούμε να παίζουμε με επικίν δυνα πράματα (ακόμα και μεις οι μεγάλοι βέ βαια), περνά μέσα από τις γάτες, και άρα χάνει κάθε σοβαροφάνεια και διδακτισμό. Η ακόλουθη ιστορία, η «Η Ιστορία των Μελα νωμένων Αγοριών», είναι αξιοθαύμαστη θεματι κά και περίεργη εικονογραφικά. Μια εικοσαετία περίπου πριν τον εμφύλιο της Β. Αμερικής (18611865), όταν σε 15 Πολιτείες η δουλεία των μαύ ρων ήταν ακόμα νόμιμη, όταν σε ολόκληρο τον κόσμο οι φυλετικές διακρίσεις οργίαζαν (και σά μπως δεν οργίαζαν έναν αιώνα μετά τον Struwwelpeter, ή δεν οργιάζουν ακόμα και σήμε ρα, ενάμιση αιώνα ακριβώς μετά απ’ αυτόν;), ο Δρ. Χόφμαν ανασκουμπώνεται και καταγγέλλει εξευτελίζοντάς το (ή εξευτελίζει καταγγέλλοντάς το), το θέμα της φυλετικής διάκρισης. Σιγά μην κρίνουμε τον άνθρωπο από το χρώμα του δέρμα τός του! Εκείνο που μετρά είναι πώς επιλέγει να ζει, τί αποφασίζει να πράξει ή να μην πράξει, κι όχι πώς τον έφτιαξε η φύση - κατσαρομάλλη, κο ντό, ψηλό, ξανθό, μαυριδερό.
διδασκαλία είναι πρωτοποριακή για τον καιρό του βιβλίου. Σε ορισμένα γεωγραφι κά μήκη και πλάτη ο συγγραφέας θα μπο ρούσε να προκαλέσει την μήνιν πολιτικών οργανώσεων, καλοβολεμένων αστών, λευκών με μαύρη ψυχή. Να όμως που περ νά τό μήνυμά του μεσ’ από μια τρελή ιστο ρία, υπερδιακοσμημένη με ροδέλες, τρίγωνα, τε τράγωνα, ρόμβους, δεντράκια, γιρλάντες, ξωτικά
Η
αφιέρωμα
65
πουλιά. Θυμάμαι τον καιρό της δικτατορίας που μπράτσα, κούτρες, δαχτυλάκια, καμουφλάραμε τα μηνύματά μας για εξέγερση μέ ρούχα, σκούφοι, παιχνιδάκια.» σα σε «ακίνδυνες» τάχα παιδικές ιστορίες. Θυμά Και γιατί τα έπαθαν όλα αυτά τα Μελανωμένα μαι ότι τον ίδιο καιρό που τα θεατρικά και τα κι Αγόρια; νηματογραφικά έργα περνούσαν από ψιλό κόσκι . «Γιατί κάναν συμμορία νο λογοκρισίας, το επαναστατικότατο «Κίτρινο και πειράζανε το άκακο μαυράκι Υποβρύχιο» των Beatles προβαλλόταν ανενόχλη με μεγάλη φασαρία.» το, γιατί ήταν κινούμενα σχέδια. Ο Αγρίππας δεν είναι Μπαμπούλας. Όσο μι Βγήκε, λοιπόν, ο σγουρομάλλης Μαύρος, λέει το ποίημα, για μια βολτίτσα καλοκαιρινή. Πήρε κρός κι αν είναι ο αναγνώστης, κι ευφάνταστος ή και την πράσινη ομπρέλα του για να προστατεύ κι αλαφροΐσκιωτος, δεν μπορεί να φοβηθεί την εται από τον καυτό ήλιο, και περπατούσε αμέρι καλοσυνάτη βιβλική μορφή, που το κεφάλι της μνος. Τότε βγήκαν ο Εδουάρδος ανεμίζοντας μια «σχεδόν αγγίζει τον ουρανό». Κι ούτε υπάρχουν σημαία (θαρρείς κι είναι το πουλί της επταετίας τόσο μεγάλα μελανοδοχεία -κολυμπήθρες. Όλα μας!), και ο καλοντυμένος Ουίλλιαμ με το τσέρκι αυτά είναι αστεία. Σοβαρό όμως είναι ότι μπορεί του, και ο Αρθούρος με τα παιχνίδια του, και βάλ- κανείς να πάθει όχι απλά ό,τι κορόιδεψε, αλλά θηκαν να τον γιουχαΐζουν και να του φωνάζουν: χειρότερα. Η ζωγραφική υπαινίσσεται χωρίς να δηλώνει. «Μαύρε, μαύρο μου χαϊβάνι, μελανέ σαν το μελάΑκόμα κι η σκιά των τριών αγοριών είναι μελανή, ενώ το νεγράκι δε ρίχνει σκιά στο πέρασμά του. Γ I 1 α τρία αυτά αγόρια εικονίζονται δυσμενώς. Ιστορία του Ανθρώπου που πήγε Κυνήγι», 1I ' Ενώ ψηλά στη σελίδα το ρωμαλέο νεγράκι που«Ηακολουθεί, σε πρώτο επίπεδο αφηγείται τι I βαδίζει με πλατύ διασκελισμό σε στέρεη γη έπαθε ένας κυνηγός όταν αποκοιμήθηκε και του I ανάμεσα σε καταπράσινα δενδρύλλια και άρπαξε ένας λαγός το ντουφέκι και τα γυαλιά του. I φυτά, ξιπόλητο, ντυμένο μόνο με κόκκινο Σε δεύτερο επίπεδο ωστόσο περιγράφει τη σχέση I παντελονάκι, τα αγόρια βαριά ντυμένα θύτη και θύματος, υπενθυμίζοντας πόσο εύκολο Α σχοινοβατούν σε διακοσμητικά ικριώματα, είναι να αντιστραφεί αυτή η σχέση. Αν είχαν πιο χαμηλά στη σελίδα. Τα μαλλιά τους δείχνουν έναρθρο λόγο τα θηράματά μας, θα φώναζαν: λειψά κι άχαρα, του ενός κόκκινα, του άλλου κα «Βοήθεια! Άνθρωπος!» Εδώ ο κυνηγός φωνάζει: στανά, του άλλου πάλι ξανθά. «Βοήθεια! Λαγός!» Η έμμετρη ιστορία προχωρεί. Εκεί κοντά ζούσε Η εικονογράφηση τονίζει το στοιχείο της αντι ο τεράστιος Αγρίππας και είχε τεράστιο μελα στροφής. Το ντουφέκι είναι τεράστιο για το μικρό νοδοχείο με τεράστια πένα-φτερό. Πορφυροντυ- ζώο, τα γυαλιά στέκουν άβολα στο μουσούδι του. μένος, με ιδιότυπο πορφυρό φέσι απ’ όπου κρέ Στον ουρανό, ο ήλιος γελά με όσα περίεργα μεται προς το μέτωπό του κουδουνάκι, με μακριά συμβαίνουν στον κόσμο μας. Ο κοντόθωρος άν γενειάδα, μοιάζει στην εικόνα με ιερέα κάποιας θρωπος έχει όλα τα πολυτελή εξαρτήματα που ακαθόριστης θρησκείας. Προσπαθεί να νουθετή απαιτεί το «σπόρ» του, αλλά όταν μπαίνει στο σει τα τρία παιδιά. στόχαστρο του λαγού τρέπεται σε άτακτη φυγή. Είναι άραγε μόνο ως προς την όραση κοντόθω «Αγόρια, αφήστε ήσυχο εκείνο το νεγράκι, γιατί δεν είν’στο χέρι του όσο κι αν προσπαθήσει ρος; ναμεταλλάξει να γενεί από μαυράκι ασπράκι.» Η ιστορία κλείνει αντιηρωικά και για τις δυο πλευρές. Ο λαγός πυροβολεί και αστοχεί, ο άν Εκείνα εξακολουθούν το γιουχάισμα δίχως να θρωπος σκοντάφτει και πέφτει του δώσουν σημασία. Οργισμένος ο Αγρίππας τ’ στο πηγάδι του σπιτιού του, αρπάζει κι όσο κι αν τσιρίζουν και κλοτσούν τα όπου έσπευδε να προσταβουτά μες στο μελανοδοχείο. Στην τελευταία εικόνα τα τέσσερα παιδιά πα ρελαύνουν σε είδος πασαρέλας. Πρώτος ο νέγρος, που τώρα είναι ο λιγότερο μαύρος. Οι άλλοι ακο λουθούν μελανιασμένοι από την κορφή ως τα νύ χια.
«κατάμαυροι σαν τα κοράκια μάτια, μύτες, ποδαράκια,
νει την ανήσυχη αί
66
αφιέρωμα ----------------------------------
νο, ο συγγραφέας και εικονογράφος Χόφμαν ει σάγει άλλα δυο πρόσωπα. Η γυναίκα του κυνηγού πίνει τσάι περιμένοντάς τον, και το βόλι τρυπάει το φλιτζάνι και το πιατάκι της. Το παιδί του λαγού βγαίνει να δει τί γίνεται, κι ο καφές πέφτει στη μύ τη του και τη ζεματά. Όποιος νομίζει ότι μπορεί να βλάπτει άλλον δίχως να την πληρώσει ο ίδιος, γελιέται, μηνάει στους αναγνώστες, μικρούς και μεγάλους, τούτη εδώ από τις «εύθυμες ιστορίες και αστείες εικόνες», όπως τις περιγράφει ο υπότι τλος του βιβλίου. «Μην πιπιλάς το δάχτυλό σου!» Πόσες φορές το ακούν αυτό τα παιδιά, και συνεχίζουν απτόητα; Καταλήγουν τότε στα μεγάλα μέσα οι γονιοί. Τον παλιό καιρό τα μεγάλα μέσα ήταν ο Μπαμπούλας. Τώρα είναι κάποιος μείζων ή ελάσσων εκβιασμός. Έχω ένα μακρυμάλλη ανιψιό, και κάθε βδομάδα παίζεται το ίδιο δράμα. «Αν θέλεις το χαρτζιλίκι σου, κόψε λίγο τα μαλλιά σου.» Δεν είναι ώρα να κουβεντιάσουμε πού μπορεί να βγάλει τέτοιο στρίμωγμα. Ας κουβεντιάσουμε τη στάση του Χόφμαν μπρος στον εκφοβισμό. «Η Ιστορία του Πιπιλοδάχτυλου» αφηγείται πώς η μαμά φεύγει λέγοντας στο γιο της ότι αν πάλι πιπιλήσει το μεγάλο δάχτυλο, θα έρθει ο ψη λός ο ράφτης με την ψαλίδα του και θα του κόψει τους αντίχειρες «για πάντα» (λες και θα μπορούσε να τους κόψει προσωρινά!). Καλοχτενισμένος και καλοντυμένος, ο μικρός στέκει φαινομενικά υπά κουος. Όμως κοιτάζει εμάς κι όχι τη μάνα του, με το σάλι της, το μπονεδάκι,το ομπρελίνο, την τερά στια μακριά φούστα. Σημάδι ότι δεν την ακούει κιόλας. Πραγματικά, μόλις βγει η μάνα, ο Κόνραντ αλ λάζει στάση. Προφίλ, με λογισμένα γόνατα και πεισμωμένο ύφος, αρχίζει να πιπιλά με μανία τον αριστερό του αντίχειρα. Μπαίνει τότε ο μακρυπόδαρος ράφτης με τόση φόρα ώστε το ψηλό του καπέλο πέφτει, τα κόκ κινα μαλλιά του, το φράκο, η μεζούρα ανεμίζουν ξωπίσω, αστείος, με ψαλίδα μεγαλύτερη από το αγόρι.
«Χρατς και χρουτς το ψαλιδάκι. Πάει και τούτο, πάει και τ’άλλο το μεγάλο δαχτυλάκι». Στην τελευταία εικόνα, ο Κόνραντ μας κοιτά με τεντωμένα τέσσερα μόνο δάχτυλα σε κάθε χέρι. Η μαμά, αόρατη στην εικόνα αυτή, απαγγέλλει το ηθικόν δίδαγμα με σουρρεαλιστική ψυχραιμία.
«Τόξερα εγώ το πικρό, ότι θάρθει αυτός ο ράφτης στο ατακτούλι μου μικρό».
Η σύντομη ιστορία που έπεται έχει τον πηχυαίο τίτλο «Η Ιστορία του Αύγουστου που δεν εννοού σε να φάει τη Σούπα του». Στην πρώτη εικόνα, ένα ολόπαχο αγόρι αρνείται να φάει τη σούπα που του έχουν σερβίρει με μεγάλο πιάτο πάνω σε μεγάλο τραπέζι. Πιο κάτω, το αγόρι εικονίζεται την επαύριο, πο λύ πιο λιγνό. Όλα έχουν μικρύνει: τραπέζι, πιάτο, ακόμη και το κουτάλι του. Ακόμα πιο χαμηλά, τη μεθεπομένη, ο Αύγου στος έχει απομείνει ανησυχητικά ισχνός. Το τρα πέζι, το πιάτο, το κουτάλι είναι τώρα μια σταλιά. Την τετάρτη μέρα, στο ίδιο επίπεδο, τα μέλη του αγοριού δεν είναι παρά γραμμούλες. Κατευθύνεται προς τον τάφο του. Στην άκρη δεξιά βλέπουμε ένα σταυρό, μια τεράστια σουπιέρα αντί για ταφό πλακα, και πάνω της επίσημα γραμμένο «Σούπα». Τέρμα ο Αύγουστος! Ο σωφρονισμός της ιστορίας γίνεται καλα μπούρι. Κανείς δε λιώνει έτσι μέσα σε τέσσερις μέρες. Κι ύστερα, το υπέρβαρο παιδί της αρχής έμοιαζε να χρειαζόταν δίαιτα, όχι πίεση να φάει όλη του τη σούπα. Σωστή η αντίδρασή του, που κλείνει σαν επωδός κάθε στροφή.
«Πάρτε τούτη εδώ τη σούπα! Πάρτε τη την παλιοσούπα! Σήμερα δεν τρώω σούπα!» Μα συχνά υπεραντιδρούμε και μπορεί έτσι ν’ αυτοκαταστραφούμε. «Η Ιστορία του Ανήσυχου Φίλιππου» είναι λι γότερο ολέθρια, αλλά αρκετά τραγική αν σκεφτούμε ότι τα παιδιά αναγκάζονταν να καταπνί γουν τη φυσική κινητικότητα της ηλικίας τους χά ρη σε αυστηρούς κανόνες «σαβουάρ βιβρ». Η τριμελής οικογένεια κάθεται για γεύμα. Ο μπαμπάς ζητάει από το γιο του να μείνει ήσυχος σαν τζέντελμαν. Εκείνος κάνει μια προσπάθεια, μα γρήγορα αρχίζει να κουνάει μπρος πίσω την καρέκλα του. Στη δεύτερη σελίδα, η καρέκλα γέρ νει προς τα πίσω επικίνδυνα, κι ο Φίλιππος αρπά ζεται από το τραπεζομάντιλο για να μην πέσει. Εί ναι πολύ αργά. Στην τρίτη σελίδα, το παιδί έχει εξαφανιστεί κάτω από το ριγμένο τραπεζομάντι λο, και πάνω του κείνται τα φαγητά σωρός κουβά ρι. Οι γονείς, αστεία αξιοπρεπείς μέχρι τότε, βρί σκονται τώρα σε κατάσταση υστερίας. Ο πατέρας μοιάζει να χορεύει από τα νεύρα του, ενώ η μυωπι κή μάνα, έτοιμη να σωριαστεί, με το φασαμέν στο χέρι, ψάχνει να βρει το γιό της μες στα σιντρίμμια. Νιώθουμε ότι, μετά από την ιστορία αυτή, ο γιός του Δρ. Χόφμαν και οι άλλοι νεαροί αναγνώ στες θα χαμογελούσαν με τα παραγγέλματα των
---------------------------------- αφιέρωμα μεγάλων στο τραπέζι, κι αν φοβόνταν κάτι, αυτό δε θα ήταν τόσο η τιμωρία, όσο ο χαλασμός που μπορούσε να προκαλέσει κάθε υπερβολή. Ακολουθεί «Η Ιστορία του Απερίσκεπτου Γιαννάκη». Ο Γιαννάκης περπατούσε πάντα χα ζεύοντας τα σύννεφα, κι όλοι του φώναζαν. «Πρό σεχε λοιπόν λιγάκι / απερίσκεπτε Γιαννάκη». Μια μέρα, βρέθηκε μπροστά του ένας σκύλος, κι όπως το αγόρι αεροβατούσε, σκόνταψε πάνω του, και πάρτους κάτω και τους δυο. Μιαν άλλη φορά, ο Γιαννάκης παρακολουθού σε τα χελιδόνια που ξεπαράβγαιναν στο πέταγμα. Βάδιζε δίπλα στο ποτάμι με μια κόκκινη σάκα υπό μάλης, και κοίταζε τον ήλιο να ξεπροβάλλει και να κρύβεται λες κι έπαιζε κρυφτό. Απορροφημένος στις εναέριες παρατηρήσεις του, έκανε άλλο ένα βήμα κι έπεσε στο νερό, διαταράζοντας τρία ψάρια. Περνούσαν δυο χειροδύναμοι άντρες που τον ψάρεψαν και τον έβγαλαν, αξιοθρήνητο όμως και τρεμουλιαστό.
«Από την κορυφή ως τα νύχια μουσκεμένος: ρουχαλάκια, μπράτσα, μούτρα και μαλλάκια». Ο χαρτοφύλακάς του είχε παρασυρθεί από το ρεύμα και δεν ήταν πια παρά μια κουκίδα μακριά στο ποτάμι. Αυτή τη φορά, το ηθικό δίδαγμα έρχεται από τα τρία ψάρια. Επιστρέφουν για να χασκογελάσουν με το πάθημα του παιδιού, και του λένε αυστηρά εν χορώ, παραταγμένα στη σειρά σαν στρατηγοί:
«Πάει τετράδιο και βιβλίο, πάει χαρτί και μολυβάκι, απερίσκεπτε Γιαννάκη». Στην τελευταία σελίδα του βιβλίου βρίσκεται «Η Ιστορία του Ιπτάμενου Ροβέρτου». Και πάλι τα πράγματα ωθούνται σε υπερβολή καταλυτική και ελευθερώνουσα. Καλό είναι να μη βγαίνουμε όταν κάνει μπόρα και φυσά δυνατά. Τα φρόνιμα παιδιά μένουν στο σπίτι με τέτοιο παλιόκαιρο. Όμως ο Ροβέρτος είχε άλλη γνώμη.
«Άμα βρέχει και βροντά κι ο άνεμος λυσσομανά, τότε είναι καλύτερο ναβγαίνουμε περίπατο». Πήρε, λοιπόν, μιαν απαίσια μέρα την κόκκινη ομπρέλα του και ξεπόρτισε. Ύστερα από μερικά βήματα, ο άνεμος έκανε να του αρπάξει την ομπρέλα κι αυτός, αντί να την αφήσει να πάει στο καλό, γαντζώθηκε πάνω της και σηκώθηκε στον αέρα μαζί της. Φυσικά πάτησε τις φωνές και τις
67
τσιρίδες, μα ποιός να τον ακούσει, αφού όλοι οι εχέφρονες βρίσκονταν ασφαλείς στα σπίτια τους; Έφτασε στα σύννεφα, με προπομπό το γαλάζιο καπέλο του, που πετούσε πρώτο. Πέρασε τα σύν νεφα, κι από τη γη κανείς πια δεν μπορούσε να τον διακρίνει. Το καπέλο του κόντεψε να αγγίξει τον ουρανό. Και αγνοείται πού σταμάτησε ή πού έπεσε ποτέ. Το μόνο σίγουρο είναι ότι έγινε άφα ντος στους αιώνες των αιώνων. Οι τρεις ζωγραφιές που συνοδεύουν την ιστο ρία βρίσκονται μέσα σε πολυστολισμένα χρυσά πλαίσια, όπως ήταν συνήθως την εποχή εκείνη τα κάδρα που κρέμονταν στα πλούσια σπίτια, ακόμη κι αν ο πίνακας που πλαισίωναν ήταν μέτριας ή μηδαμινής καλλιτεχνικής αξίας, ή παράλογος όπως στην ιστορία τούτη. Όπως στην περίπτωση του «Μικρού Πρίγκι πα», που τον εικονογράφησε ο ίδιος ο συγγρα φέας του, ο Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ, δεν μπο ρούμε να σκεφτούμε τον Struwwelpeter με άλλην εικονογράφηση. Κι επειδή δεν είναι πάντα ο συγγραφέας ικανός να «συμπληρώσει» τα κείμενά του με εικόνες, ονειρεύεται έναν εικονογράφο τό σο εμπνευσμένο και εμπνεόμενο από το κείμενο ώστε οι εκδότες κι οι αναγνώστες να λένε ακριβώς αυτό που είπα πριν: «Δεν μπορώ να διανοηθώ το βιβλίο με άλλην εικονογράφηση». Ας θεωρηθεί αυτό το μικρό δοκίμιο σαν πρό ταση και πρόσκληση και πρόκληση. Πρόταση σε κάποιον εκδότη που θα ενδιαφερόταν για το βι βλίο. Δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ έκδοσή του στα ελληνικά κι αν όχι, είναι κρίμα. Έχω συναντήσει γιαγιάδες ή παππούδες, γιους ή κόρες, εγγονούς ή εγγονές, που είχαν διαβάσει στις διαφορετικές δε καετίες τους (και στις διαφορετικές γλώσσες τους) τον Struwwelpeter κι είχαν μνήμες συνδετικές από τις «εύθυμες ιστορίες και αστείες εικόνες» του. Εύχομαι να συμβεί αυτό και στον δικό μας τόπο. Απ’ την άλλη μεριά, προσκαλώ όσους μπο ρούν, να το γνωρίζουν στις γλώσσες που προσφέρεται να το κάνουν. Η δική μου έκδοση είναι του Blackie (Λονδίνο και Γλασκόβη). Από το 1844 ως τις μέρες μας, η «παιδική» λο γοτεχνία, ή η πολυεπίπεδη λογοτεχνία που μπορεί να είναι και παιδική, και η εικονογράφηση που εί ναι κατάλληλη για τέτοια λογοτεχνία έχουν διανύσει παρασάγγες. Έχω ωστόσο την αίσθηση ότι ο Struwwelpeter δεν παλαιώθηκε, κι ότι μπορεί να αποτελέσει πρόσκληση για όσους θέλουν να γρά ψουν και να ζωγραφίσουν έτσι που να προκαλέσουν, μεσ’ από χιούμορ που οδηγεί στη συμπονε τική γνώση και στην αυτογνωσία, γέλιο λαγαρό, γέλιο κάθαρσης.
68
αφιέρωμα
νας ευαίσθητος χώρος όπως η παιδική λογοτεχνία πρέπει να λαμβάνει υπόψη του την παιδαγωγική επιρροή που ασκεί στα παιδιά παράλληλα μ ε την αι σθητική και ψυχο-πνευματική καλλιέρ γεια στην οποία συντείνει καθοριστικά. Λέγοντας όμως παιδαγωγική επιρροή δε μιλάμε για στείρους διδακτισμούς, αλλά για μια αλληλέγγυα πορεία της παιδαγωγικής τακτικής και της αμιγούς τέχνης (στην προ κειμένη περίπτωση τέχνης του λόγου), όπου «ο κάθε συγγραφέας πρέπει να είναι δάσκαλος και ο κάθε δάσκαλος και καλλιτέ χνης», όπως λέει ο Μπρεχτ, και σαν τέτοιος θα πρέπει να περνάει μηνύματα που θα εμπνέουν και θα αποπνέουν ζωή, αισιοδο ξία, δύναμη και τόλμη για να στηρίξουν τα παιδιά στο ραγδαία εξελισσόμενο μέλλον μηνύματα τα οποία μπορούν να κατακτη θούν με ένα άριστο ψυχο-παιδαγωγικό μ έ σον, όπως το πρόσφατα εκτιμημένο σαν τέ τοιο, το ΧΙΟΥΜΟΡ.
Ε
Δ ιά να Α ρανίτου
0 δημιουργός παιδικής λογοτεχνίας στα... μονοπάτια του Χιούμορ
ώς αλλιώς θα επαναστατήσουμε το πνεύμα και τη φαντασία του παιδιού; Πώς θα αφυπνίσουμε συνειδήσεις, αν αγνοήσουμε το όνειρο, το τυχαίο, το γέλιο, το συναί σθημα και την αντίφαση, πράγματα που πρεσβεύει το χιούμορ, που συνθέτουν το χιούμορ. «Το χιούμορ είναι η απόλυτη επανάσταση του πνεύματος, είναι ένα μέσο αυτοάμυνας σε ό,τι μας καταπιέζει». Σ’ αυτόν τον ορισμό του η λογοτεχνία μάς πετάει το γάντι να βρούμε δρόμους και τρόπους να το εκμαιεύσουμε, να το ανακαλύψουμε, να το αναδείξουμε. Αλλωστε η διαδικασία της τέχνης είναι η διαδικασία να μετατρέπει το αντικείμενο σε κάτι παράξενο, και το χιούμορ σαν μορφή, πτυχή της τέχνης αυτό κάνει, μετατρέπει πρόσω πα - ζώα - γεγονότα - αντικείμενα και καταστά-
Π
----------------------------------αφιέρωμα σεις σε κάτι παράξενο, σπάζοντας διαρκώς τα σχήματα της εμπειρίας, και δική μας δουλειά των εκπ/κών και συγγραφέων είναι ν’ ανοίγουμε δρό μο στη φαντασία του παιδιού, στο απρόοπτο και στο τυχαίο, στους βασικούς δηλ. άξονες και συντελεστές του αστείου.
69
Σ’ αυτό το δείγμα «παραλόγου» (αφαιρώντας τη δομική του λειτουργία), το χιούμορ έντονα ανατρεπτικό ενέχει στοιχεία μύθου, σουρρεαλιστικά στοιχεία, στοιχεία φαντασίας, και μια γερήγερή δόση τρυφερότητας, που ξαφνιάζει και καθη συχάζει συνάμα το παιδί-αναγνώστη. Η φράση... «ακολουθήσανε κρυφά» εμπνέει στο παιδί τόλμη... σε όρια θάρρους, θράσους και ουλειά μας είναι να μην κρατάμε καμιά ιδέα, καμιά εικόνα που να επιδέχεται κάποια εξή ρίσκου. Με τη συνέχεια... «δύο αλήτες γάτους», γηση λογική. Να ανοίξουμε όλες τις πόρτες γιατί ο γάτος είναι γάτος, η εξυπνάδα του δεν αναστο παράλογο. Να μη δεχόμαστε παρά μόνο τρέπεται, ούτε τα φοβερά αντανακλαστικά του. τις εικόνες που μας έκαναν ισχυρή εντύπω Η φράση όμως... «ήταν χορτασμένοι», είναι το ση χωρίς να ψάχνουμε να βρούμε το γιατί. κλειδί που οδηγεί στη λύση-κάθαρση, δηλ. «και Να τροποποιούμε δομικά στοιχεία μιας υπό σε ταβέρνα τα κερνούν κάμπια καλοψημένη», μη θεσης, ανατρέποντας τις καθιερωμένες ηθικές αναμενόμενη βέβαια, αλλά τόσο τρυφερή και ιπσυμβάσεις, μετατρέποντας όλα αυτά σε λόγο είτε ποτική. Στο δε πολυσύνθετο επίθετο, το οποίο αν πεζό είτε ποιητικό, με αποδέκτη το παιδί και λαμ- και δεν ισχύει στο ελληνικό λεξιλόγιο, ευσταθεί βάνοντας σοβαρά υπόψη ότι το διώνυμο παιδική ως νεολογισμός που ενισχύει την κάθαρση, και ως λογοτεχνία - χιούμορ, είναι συνυφασμένο και με γλωσσικό παιχνίδι, επιφέρει από μόνο του γέλιο το γλωσσικό παιχνίδι και με το παράλογο, και με εντοπίζεται ο παράγων τύχη που σημαίνει ότι θα τη δημιουργική φαντασία και με το οικείο, κύρια μπορούσε (η τύχη) και να απουσιάζει, οπότε δηλ. υλικά ώστε να δημιουργήσουμε χιουμοριστι συνειρμικά, το παιδί οδηγείται στο τί θα πρέπει να κή διάθεση στο παιδί και επομένως ψυχική ισορ αποφύγει. ροπία. Εν ολίγοις σε ένα παράλογο αντί να βγάλεις Δεδομένου ότι το χιούμορ είναι από τη φύση ένα ηθικό δίδαγμα με ένα πρέπει και με φόβο, το του ανατρεπτικό, αυτή του η ανατρεπτική λει βγάζεις δια της εις άτοπον απαγωγής (όπου τουργία σημαίνει την εξεύρεση από άτοπο = παράλογο) και με γέλιο. πλευράς μας (των δημιουργών) / / Έτσι ερχόμαστε στο ίδιο επιδιωενός κώδικα συνομιλίας με το I f \ \ κόμενο αποτέλεσμα, αλλά δια μέπαιδί, στον οποίο κώδικα θα ' I I σου άλλης οδού, δια μέσου της χιχρησιμοποιήσουμε το παραδοσιακό / ουμοριστικής οδού. γλωσσικό υλικό, με τρόπο όμως που ν< Σ’ ένα τέτοιο ποιηματάκι έχουμε σπάει τα δεσμά της συμβατικής του χρή σπάσιμο του σχήματος της εμπειρίας που σης, στο σημείο αυτό παράγεται και το έχει το παιδί του τύπου... «οι γάτες τρώνε χιούμορ. τα πουλιά». Η ανατροπή αυτής της λογι Άλλωστε... «η τέχνη πεθαίνει στο κής με το ρήμα κορύφωσης της αγωνίας σημείο εκείνο που θα την εκφράσει (μυρίστηκαν) και τη μετοχή ανακούφισης η πραγματικότητα». από την αποφυγή του άμεσου κινδύνου Και χρησιμοποιώντας μια φράση (χορτασμένοι), προκαλούν έντονο γέ του Κούντερα που λέει: «...Όπως λιο, το οποίο με την ανατρεπτική όσο αναφέρω στο βιβλίο μου “ Το βι-βλί-ο και απρόοπτη ενέργεια «και σε τα μου”, μια φράση που αποτελεί τον φω βέρνα τα κερνούν κάμπια καλοψημέ νητικό ανελκυστήρα της αυτο-ικανονη», κορυφώνεται και εξελίσσεται σε «έκρηξη της ποίησης του συγγραφέα...». Έ τσι κι εγώ θα αναφέρω ένα limeric, από το βι βόμβας της φαντασίας» όπως λέει ο Ροντάρι, που δεν είναι άλλη από το Χιούμορ και εκφράζεται βλίο μου «19 παράλογα και ένα με 2 άλογα» κάνο ντας μια προσέγγιση στον τρόπο που δρα το χιού πια με γέλιο απελευθερωτικό, καθησυχαστικό, αποφορτισμένο, που δημιουργεί αίσθημα ασφά μορ στον παιδικό ψυχισμό: λειας και αβίαστα μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι Δυο νεογέννητα πουλιά, πέσαν απ’ τη φωλιά τους ένα χιουμοριστικό κείμενο είναι για το παιδί σο κι ακολουθήσανε κρυφά, δύο αλήτες γάτους. βαρό και αληθινό όσο το παιχνίδι, και του χρησι Οι γάτοι τα μυρίστηκαν, μα... ήταν χορτασμένοι μεύει για να γνωρίσει τον εαυτό του, για να μετρή και σε ταβέρνα τα κερνούν κάμπια... καλοψημένη τα ΤΥΧΕΡΟΠΕΣΜΕΝΑ αυτά, πουλιά απ’ τη φωλιά σει τις δυνάμεις του, για να αναμετρηθεί με το φό-
4
τους.
70
αφιέρωμα ---------------------------------
Αποσυνδέοντας, λοιπόν, τη λογική του παιδιού από την ηθική τακτοποίηση των κλασικών παρα δοσιακών δομών και μορφών του λόγου και υπερβαίνοντας την πραγματικότητα, η λογοτεχνία κα τακτά και επαναπροσδιορίζει την αισθητική από λαυση του παιδιού με τη γέννηση του χιούμορ, υποτάσσοντας παράλληλα την πραγματικότητα που υπάρχει γύρω μας, σε μια πραγματικότητα άλ λης τάξης, σε μια αισθητική πραγματικότητα που τα συστατικά της χαρίζουν ένα καινούριο νόημα στον κόσμο του παιδιού, προβληματίζοντάς το παράλληλα και μαθαίνοντάς το να επινοεί από τα στοιχεία του περιβάλλοντος του, που του είναι οι κεία. Έτσι με βάση το οικείο δημιουργούμε μία δι αρκή ανατροφοδότηση της χιουμοριστικής διά θεσης του παιδιού, προσπαθώντας να το χρησι μοποιήσουμε έτσι ώστε να το μετατρέψουμε σε ένα ακόμα μονοπάτι που θα οδηγεί στο χιούμορ. Αλλωστε «ξαναανακαλύπτουμε το οικείο εκεί όπου αναμένουμε κάτι καινούριο, εκεί που πλη σιάζουμε την τεχνική του αστείου». Ορμώμενη απ’ αυτό το αξίωμα του Φρόυντ για την τεχνική του αστείου, φέρνω στο μυαλό μου ένα παρά δειγμα από το χώρο της επιστήμης, όπως: Το να πέφτουν μήλα από μια μηλιά είναι κάτι εντελώς οικείο για όλους μας και πολύ φυσικό. Όμως, όταν σκεφτούμε το Νεύτωνα ή οποιονδήποτε άλ λο να βρίσκεται κάτω από ένα δένδρο και το κε φάλι του να είναι ο αποδέκτης της ισχύος του Νό μου της βαρύτητας, τότε το γέλιο του είναι ο απο δέκτης της ισχύος του Νόμου της βαρύτητας, τότε το γέλιο που μας προκαλείται είναι αδιαμφισβή τητο. Το ξάφνιασμα γίνεται γέλιο. Το απροσδό κητο της έκπληξης που προκαλεί το οικείο και ο σύνδεσμος των αταίριαστων, του τυχαίου, γίνεται πηγή γέλιου. Αλλά αυτός ο αστεϊσμός, ο φαινομενικός παραλογισμός είναι ταυτόχρονα και τόσο γόνιμος, γιατί αποτελεί το σκαλοπάτι που οδηγεί και μας βοηθάει να φτάσουμε σε άλλο επίπεδο σκέψης, να ανοίξουμε νέους δρόμους. Αρα πρέπει να μάθουμε να προσέχουμε το οι κείο, το καθημερινό, για να βγάλει από μέσα του Βιβλιογραφία * Αρανίτου Λιάνα: «19 παράλογα και ένα με 2 άλογα» εκδ. Σύγ χρονη Εποχή * Baumert-Holtz G.: Αρθρο «Η λογοτεχνία και η αγωγή» - περιοδ. Εκπαιδευτικά, τευχ. 3. * Ζήρας Αλέξης: Εισαγωγή· «Η Τέχνη μορφή της πραγματικό τητας - Μαρκούξε» εκδ. Γλάρος. * Κανατσούλη Μένη: «Ο μεγάλος περίπατος του γέλιου» - εκδ. Έκφραση.
το χιουμοριστικό στοιχείο. Έτσι μόνο μπορούμε να αναζητάμε το χιούμορ. Δεν το ψάχνουμε στις σφαίρες του άπιαστου, του δύσκολου, του υπέρτα του. Έτσι δεν πρόκειται να το βρούμε πουθενά, γιατί αυτό που ήδη κάνουμε, δηλ. το να το ψά χνουμε, είναι χιούμορ. Άλλωστε ποιος το ’χάσε για να το βρούμε εμείς; Το χιούμορ ιδιαίτερα στην παιδική λογοτεχνία, δεν είναι κάτι που το κατασκευάζεις, δεν υπάρχουν δημιουργοί - κατασκευαστές χιούμορ. Το χιούμορ καθεαυτό υπάρχει γύρω μας, δίπλα μας, επάνω μας, πάνω στους γύρω μας, εμείς απλώς δεν έχουμε μάθει να το εντοπίζουμε και να το ανάγουμε σε τρόπο ζωής, σε στάση ζωής, - όπως και θα ’πρεπε - ακόμα και σε τρόπο διδασκαλίας, όπως μας λέει ο Baumert H.G.: μια ώρα σχολείου που δεν ακού
στηκε ούτε ένα γέλιο, είναι χαμένη ώρα.
Το χιούμορ δεν απευθύνεται σε λίγους, ούτε γεννιέται από λίγους και προικισμένους, απλώς εμείς που καλούμαστε να πούμε «πώς το παρά γουμε» και το απευθύνουμε στα παιδιά, έχουμε εξοικειωθεί μαζί του, το έχουμε οικειοποιηθεί, το εντοπίζουμε ευκολότερα. Η όλη τέχνη έγκειται στο να το εντοπίζουμε και να επιλέγουμε ό,τι το βοηθάει, ό,τι βοηθάει να έχουμε λιγότερες χαμένες ώρες στα σχολεία μας, λιγότερες χαμένες ώρες στη ζωή. Άλλωστε το γέ λιο είναι το καλύτερο όπλο για να αποτινάξουμε το ζυγό της υποκρισίας, σε μια κοινωνία που ευτυχώς όπως λέει ο Α. Λασκαράτος: εκτός από
τους σοβαρούς ανόητους υπάρχουν και οι νουνε χείς αστείοι...
Για να αποτινάξω και γω - με τον τρόπο μου το ζυγό της υποκρισίας, σας αφιερώνω, και πάλι απ’ το βιβλίο μου, ένα αντιπροσωπευτικό για μένα limeric (με κίνδυνο να αφοριστώ;) Μια κατσαρίδα που βγήκε από τοβόθρο
στης εκκλησίας τα σκαλιά έψελνε έναν όρθρο. Ο παππάς μόλις τη βλέπει μονομιάς λιποθυμά και τη θέση του, αυτή παίρνει μα αντί ράσα έχει... φτερά, η ΚΑΤΣΑΡΙΛΟΠΑΠΠΙΣΑ αυτή που βγήκε από το βόθρο * Κούντερα Μίλαν: «Η τέχνη του μυθιστορήματος» - εκδ. * Λασκαράτος Α: «Ιδού ο άνθρωπος» - εκδ. Πέλλα. * Μαρκούζε Χερμ.: «Η τέχνη μορφή της πραγματικότητας» εκδ. Γλάρος. * Μπονιουέλ Λουίς: «Η τελευταία πνοή» - εκδ. Οδυσσέας * Φοντάρι Τζ.: «Ασκήσεις φαντασίας» - εκδ. Τέσσερα * Τριβιζάς Ευγ.: Άρθρο: «Το Χιούμορ και το παράλογο στην παιδική λογοτεχνία» - περιοδικό «Λέξη», Τεύχος 118 - αφιερ. στην Παιδ. Λογοτεχνία.
αφιέρωμα
71
Αγγελική Βαρελλά
Περί “χιούμορ” και άλλρν τινών
ολλές φορές στις κουβέντες μου με τα παι διά επανέρχεται το ερώτημα: Ένας συγγρα φέας γεννιέται ή γίνεται; Τους απαντώ και τα δυο: Και γεννιέται και γίνεται, αν χρησι μοποιήσει το τάλαντό του και δεν το αφή σει να πάει χαμένο. Ως τώρα κανένα παιδί i ι δεν με ρώτησε αν ένας ευθυμογράφος-χιουμορίστας συγγραφέας γεννιέται ή γίνεται. Δεν θα είχα κανένα δισταγμό να δηλώσω: «Γεννιέται». Πιστεύω ότι το χιούμορ είναι συνυφασμένο με το DNA του ανθρώπου και βρίσκεται στον πυρήνα των κυττάρων του. Ένας συγγραφέας, που γράφει ειδικά για παι διά, πρέπει - δε γίνεται αλλιώς - να έχει μέσα του μια αστείρευτη πηγή κεφιού, να εκπέμπει αισιοδο ξία, χαρά κι ελπίδα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τους κρύβει την αλήθεια της ζωής. Ξεκίνησα να γράφω για παιδιά, χωρίς αυτό να
προδικάζει το μελλοντικό συγγραφικό μου έργο. Όμως, το γοητευτικό κοινό των παιδιών-αναγνωστών με μάγευε. Τα κεντρίσματα που μου έδι ναν από τις απόψεις τους για τον κόσμο, τα παιχνιδίσματα των λέξεών τους, τα φανταστικά τους ευρήματα, έγιναν δρομοδείχτες για τα παρακάτω βήματά μου, ταίριαζαν με την εσωτερική μου διά θεση και σηματοδότησαν την πορεία μου. Έτσι στρατεύθηκα στην Παιδική Λογοτεχνία και βρί σκομαι - συνειδητά πια - στους χώρους της, «εκ πεποιθήσεως» και «εκ βαθέων». Όταν κάθομαι να γράψω, δεν επιδιώκω να γρά ψω «χιουμοριστικά». Αυτό συμβαίνει από μόνο του. Γράφοντας ή δημιουργώντας χαρακτήρες και καταστάσεις, ξεπηδά από μέσα μου και μένει με τέωρη μια ευχάριστη, παιχνιδιάρικη ατμόσφαιρα. Ύστερα, κάθεται στα πλήκτρα της γραφομηχα νής μου. Μου ξεγλιστράει και μου επιβάλλεται.
72
αφιέρωμα ----------------------------------
Επεμβαίνει στα γραφτά μου δυναμικά και τους δί νει ύφος και στιλ. Αδυνατώ να την υποτάξω, γι’ αυτό κιόλας δεν της αντιστέκομαι. Υποκύπτω στα κέφια της κι έτσι οι σελίδες μου βγαίνουν... γελα στές. Όταν τα παιδιά αναγνωρίσουν ως κύριο χαρα κτηριστικό των γραφτών μου το χιούμορ, αισθά νομαι, ειλικρινά, δικαιωμένη, γιατί τουλάχιστον εκείνα ανακαλύπτουν αβίαστα κάτω από την επι φάνεια των λέξεων τη σοβαρότητα αυτών που θέ λω να πω. Πιστεύω, λοιπόν, ότι το... γελαστό γράψιμο εί ναι θέμα προδιάθεσης και αισιόδοξης αντίληψης για τη ζωή, που σε μένα ευτυχώς, είναι «μακράς διάρκειας». Πιστεύω ακόμα στην προσευχή που διάβασα κάποτε στον τοίχο ενός ναού στο Τσέστερ της Αγγλίας.
Δώσε μου, Κύριε, διάθεση, χιούμορ δώσε μου το χάρισμα ναβλέπω το αστείο, να παίρνω κάποια ευτυχία από τη ζωή και να τη μεταβιβάζω στους άλλους ανθρώπους. Κι ο Κύριος, όταν τον παρακαλώ, μου δίνει αυτό το χάρισμα πλουσιοπάροχα. Εκτός όμως από την ψυχική μου προδιάθεση
έχω και απίθανες πηγές. Ανεπανάληπτες, και, το κυριότερο, γνήσιες. Έχω παιδιά, εγγόνια, κουβε ντιάζω καθημερινά με παιδιά, ρουφώ όσα λένε, τα καταγράφω για να μην τα ξεχνώ, για να μην πάει τίποτε χαμένο. Έχω μαζεμένο ένα υλικό σπαρτα ριστό από φρεσκάδα και χάρη, τρυφερό, ονειρικό κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή στολίζω, «αλατοπιπερώνω», μ’ αυτό το υλικό τα γραφτά μου. Χαμογελώ όταν η εγγονή μου μού λέει: «Γιαγιά, σβήσε το φεγγαράκι να κοιμηθούμε», καταγράφω για τους μελλοντικούς δασκάλους το θηλυκό του παπά- παπίνα (ίσως κατά τη γιατρίνα;), σημειώ νω ότι η ανάγκη για τσίσα είναι «μεγαλειοτάτη», δεν απορώ καθόλου όταν ο Κωνσταντίνος ο Παλαιολόγος μου προκύπτει Αεκτζής - επειδή έχει σύμβολο το δικέφαλο αετό - έχω κατανόηση για τον πιτσιρικά ποδοσφαιρόφιλο που μου λέει ότι είναι «αποκρουστικός» τερματοφύλακας, και βέβαια προβληματίζομαι με την επιρροή της τηλεόρασης, όταν στην ερώτησή μου: «Πες μου μια λέξη που ν’ αρχίζει από Χι», η απάντηση είναι «Χίος Μπανκ». Τελικά, κι αυτό δεν είναι μυστικό, νομίζω ότι γράφω για παιδιά, αλλά και εύθυμα, για να μη γερ νάω. Είναι μια καλή συνταγή και τη συστήνω σε όλους ολόθερμα και ολόψυχα.
Σειρά: Παρουσίες
Π ίΐ€ρ Ν τίκινσ ο ν
ΑΚ Σε μια φανταστική χώρα της Αφρικής που σπαράζεται από εμφύλιο πόλεμο, καδώς η δικτατορία προσπαθεί να επιβληθεί στους ανεξάρτητους πατριώτες, ο Πολ -ο ήρωάς μας- ανδρώνεται μαθαίνοντας να εμπιστεύεται μόνο το όπλο του. Το ΑΚ. | ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: Σ. ΠΑΤΑΚΗΣ Α.Ε. Εμμ. Μπενάκη 16, 106 78 Αθήνα Τήλ.ι 36.31.078, Fax; 36.28.950
αφιέρωμα
73
Ζ. Λ. Ιωαννίδης
Ρ ^ ο χιούμορ μέσα στο εργαστήρι του δημι ουργού έχει ή πρέπει να έχει, σημαντική θέση. Άλλο κατά πόσο ένας δημιουργός μπορεί να το χρησιμοποιεί κάθε φορά. Προσωπικά, μπο ρώ, μπορώ να πω με βεβαιότητα, ότι θέλω να χρησιμοποιώ το χιούμορ έστω κι αν μερικές t > φορές μου βγαίνει πικρό. Χρησιμοποιώ το χιού μορ όχι μόνο επειδή είναι κάτι που το αγαπούν και τα παιδιά αλλά επειδή με εκφράζει κι εμένα προσω πικά. Μερικές φορές το χιούμορ στα γραφτά μου υπο βόσκει και ίσως δεν γίνεται ολότελα φανερό. Από το πρώτο μου βιβλίο με διηγήματα για μεγάλους κι από το πρώτο μου μυθιστόρημα, αργότερα, για παιδιά, άρχισα να το χρησιμοποιώ, θα ’λεγα ασυναίσθητα. Σε μια ερημική π.χ. χαράδρα της Σαμοθράκης, ακούγεται ένα σαξόφωνο. «Ένα σαξόφωνο σ’ αυτή την ερημιά!!». «Το σαξόφωνο σε λίγο φαίνεται ότι ακούγεται από ένα ραδιοφωνάκι κρεμασμένο σε μια γκλίτσα...» Δηλαδή αλλοτρίωση ακόμα και στο βουκολικό χώρο... Μερικά από τα βιβλία μου έχουν μια φανερή χιου μοριστική χροιά ( Ένα Καράβι στη βιτρίνα, Ζαζά όνειρα ελεφάντων, Το Καλάθι με τα λάθη κ.ά.), άλ λα έχουν το πολύ λίγο ή και καθόλου χιούμορ (Γα τρία παιδιά, το Κορίτσι με τις δυο μητέρες) και σε άλλα το χιούμορ γίνεται πικρή ειρωνεία. (Ο Γύρος του κόσμου χωρίς λεφτά, λ.γ. λειτουργεί ως τίτλος χιουμοριστικά μόνο σε συσχέτιση με τα διάφορα πε ριστατικά του βιβλίου). Μα, το παιδί είναι σε θέση να κάνει τέτοιους συσχετισμούς; Νομίζω ναι. Ανά λογα με το βαθμό της ωριμότητάς του φυσικά. Ένα μικρό παράδειγμα από ένα διήγημά μου βασισμένο σε ένα αληθινό περιστατικό: Ένα παιδί σε μια αί θουσα κατάμεστη από «σοβαρούς» ακροατές, ρωτά τον ένδοξο αστροναύτη «αν φοβήθηκε». Και το «σοβαρό ακροατήριο» βρίσκοντας αστεία αυτή την ερώτηση, ξεσπά σε ένα τρανταχτό γέλιο. Όταν
όμως, στη συνέχεια, ο αστροναύτης δηλώνει ότι η ερώτηση αυτή του παιδιού ήταν από τις πιο σοβαρές που είχε ακούσει, το «σοβαρό» κοινό βουβαίνεται... Το ευχάριστο είναι ότι τα παιδιά βρίσκουν το αστείο ότι βρίσκεται στη δεύτερη περίπτωση, όταν το «σοβαρό» κοινό βουβαίνεται κι όχι όταν ξεσπά σε γέλιο. Εκείνο που με παρακινεί και με κατευθύνει στη χρήση του χιούμορ είναι αυτό καθεαυτό το θέμα. Κι όταν ακόμα το θέμα είναι στενόχωρο, ψάχνω να βρω τρόπο να το απαλύνω με χιούμορ. Όταν λ.χ. σε κάποιο μακρινό ταξίδι βρεθήκαμε στα δίχτυα της ασυδοσίας του πράκτορα, που μας δημιούργησε του κόσμου τα μπλεξίματα, εκείνο που μας έσωσε, μας διέσωσε, ήταν το χιούμορ· το χιούμορ, το πικρό χιού μορ, που το παρέθεσα αργότερα ατόφιο σε ένα μου αφήγημα (Ο Μίστερ Φονφασολά). Καταλήγω να πω ότι χρησιμοποιώ στο γράψιμο το χιούμορ γιατί το βρίσκω και στην καθημερινή μου ζωή. Ακόμα, πολλές φορές, κι ο ίδιος φανερά αυτοσαρκάζομαι για λάθη, παραλείψεις ή γκάφες που έχω κάνει. Κι έτσι, βρίσκω ότι μου είναι εύκολο τη διάθεσή μου αυτή να την περνώ και στο έργο μου. Φυσικά, οι επεξηγήσεις και οι κάποιες αναφορές είναι απλώς ενδεικτικές, μια και ο ανανγώστης είναι εκείνος που θα ανακαλύψει, θα εκτιμήσει και θα χαρεί, από μόνος του, το χιούμορ. Εκείνο που εγώ ως δημιουργός θέλω να υπο γραμμίσω, πέρα από το πόσο σημαντικό θεωρώ το χιούμορ, είναι και το πόσο ευχαριστημένος νιώθω που μπορώ να το χρησιμοποιώ, άλλοτε λιγότερο κι άλλοτε περισσότερο. Νομίζω πως χωρίς το χιούμορ, το κείμενό μου θα ήταν λειψό ή καλύτερα άχρωμο. Το χιούμορ είναι κάτι που με εκφράζει αν όχι περισ σότερο από ο,τιδήποτε άλλο, τουλάχιστο κατά ένα μεγάλο μέρος. Γι’ αυτό και νομίζω ότι αποτελεί κι αυτό στοιχείο ουσιαστικό της όλης συγγραφικής μου ταυτότητας.
74
αφιέρωμα ----------------------------------
ίναι δύσκολο να ερμηνεύσω τη λογική της ποιητικής ατμόσφαιρας μέσα στην οποία κινήθηκε η δημιουργική μου παρόρμηση. Ίσως την ερμηνεία να τη δί νουν τα βιβλία μου και τα παιχνίδια που παίζω με τα παιδιά κι ακόμα η ανταπόκριση των παιδιών που είναι γέλιο και κέφι. Συχνά στο λόγο μου παίζω ένα έμμετρο λεκτικό παιχνίδι φαντασίας, όπου, μέσα από μια γλωσσική επεξεργασία, η λέξη αναδύεται, εκτινάζεται, στραφταλιάζει κα θώς πατάει και παραπατάει στο λογικό, στο παράλογο, ενώ το αναπάντεχο-απρόοπτο, το αταίριαστο, το τυχαίο, συντείνουν σ ’ ένα ξάφνιασμα που προκαλεί το γέλιο. Έτσι γεννιέται το λεκτικό χιούμορ.
Ε
Γ
Θέτη Χορτιάτη
Παιχνίδια λεκτικής φαντασίας και λεκτικό χιούμορ
^ α βιβλία μου «Παιχνιδόλεξα» (Κέδρος, 1986), «Παιχνιδόλεξα» (Καμπανάς, 1988), «Ο Αλέξης ο παλαβολέξης» (Λωτός, υπό έκδοση) καθώς κι ένα υλικό «Λεξοσκαντα λιές», «Βιβλιοαινίγματα», «Παιχνίδια στο βασίλειο των λέξεων» αποτελούν μια ενότη τα μιας έμμετρης προσπάθειας με σκοπό να αναφανούν, μέσα από κεφάτα παιχνίδια και παιχνιδίσματα, οι τεράστιες δυνατότητες της ελληνι κής μας γλώσσας. Μιας γλώσσας που δεν είναι μόνο εκφραστικό όργανο, αλλά μιας γλώσσας που ξαφνιάζει παίζοντας με τον εαυτό της, δημι ουργώντας διασκεδαστικά παιχνίδια με γράμμα τα, φθόγγους, ήχους, παρηχήσεις, συνειρμούς λέ ξεων, σύνθετες λέξεις, ομώνυμα, παράγωγα, πο λυτυπίες, πετώντας από το λογικό στο παράλογο, αγγίζοντας πότε το σημαίνον και πότε το σημαινόμενο σε μια φαντασμαγορία εικόνων. Και στις καλές στιγμές, μέσα απ’ όλα αυτά βγαίνει το χιού μορ.
Πήρα άριστα με τόνο γιατί ψάρεψα έναν τόνο που είχε βάρος έναν τόνο εκτονώθηκα εντόνως και με τόνωσε ο τόνος σ’άτονο τραγούδι όμως λίγο μου ’φύγε ο τόνος. (Παιχνιδόλεξα)
αφιέρωμα
75
άπορος πατάω στον Πόρο δίχως να ’χω κάποιον πόρο
Όλα αυτά, βέβαια, είναι ένα χαρούμενο κάλε σμα, για να έρθουν τα παιδιά στο μαγικό ανεξά ντλητο παιχνίδι και να παίξουν, να διασκεδάσουν με τις λέξεις, με το λόγο, ανακαλύπτοντας δικούς τους συνδυασμούς και παιχνίδια, ενώ θα ενεργο ποιείται και θα πλουτίζεται το γλωσσικό τους αι σθητήριο και θα ευρύνεται η σκέψη τους. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι όσο η γλώσσα πλαταίνει τό σο ξανοίγει κι ο νους.
όλοι παίρνουν απ’την Πάρο κι εγώ πάωγια να πάρω [...]
Αν έχεις τριάντα φίλους γίνεσαι τριαντάφυλλο;
Μυτιλήνη και στη Χιο τριγυρίζω σαν στοιχειό
αν τρως πάντοτε σέλινο γίνεσαι πανσέληνος;
Ανήκω στη γενιά που έχει βιώσει τη λαϊκή πα ράδοση. Έτσι, λοιπόν με τ’ αποθέματα από τα πλούτη της λαϊκής παράδοσης, από το πάθος μου για το διάβασμα που μου γνώρισε τη λόγια παρά δοση, από τα βιώματά μου κι αφού είχαν μεγαλώ σει τα δυο αγόρια μου, άρχισα να δέχομαι από τα παιδιά μου αυτά που τους είχα δώσει, σαν ένα μπούμερακ που γύρισε πίσω σ’ εμένα, αλλά από μια άλλη εποχή κι από την άποψη της άλλης γε νιάς με τα δικά της προβλήματα και με τη ματιά μιας διαφορετικής καλλιτεχνικής έκφρασης. Ο πρώτος γιος μου είναι αρχιτέκτονας και ζωγρά φος, είναι ο εικονογράφος των βιβλίων μου και ο δεύτερος είναι μουσικός. Κι όλες αυτές οι εικόνες και οι ήχοι που παίζουν στο λόγο μου, ίσως να εί ναι η συνέχεια του παιχνιδιού από τότε που είχα τα παιδιά μου στην αγκαλιά και παίζαμε κάνοντας τα λόγια γέλια και τα γέλια λόγια.
(Παιχνιδόλεξα)
Εμείς οι Έλληνες είμαστε λαός ευφάνταστος, παιχνιδιάρης, λαός ποιητής-ποιητάρης. Οι Έλλη νες πάντοτε ήξεραν να κάνουν τέχνη στην καθη μερινή τους ζωή και να ζουν καθημερινά με τα αριστουργήματά τους. Έτσι κρατήθηκε και καλ λιεργήθηκε αυτή η γλώσσα, που είναι σήμερα το ισχυρότερο πολιτιστικό μας στοιχείο, η ψυχή του πολιτισμού μας. Κι όπως η λογοτεχνία, η τέχνη του λόγου, είναι η πιο κοντινή τέχνη στον άν θρωπο, από πολύ παλιά, κι ως τώρα, συχνά γίνε ται λεκτικό παιχνίδι κι αστεϊσμός και διασκέδαση από μεγάλους και μικρούς.
...Στιχάκι που δε στοίχισε είναι στοιχειό που στοίχειωσε και πάω το στίχο στοίχημα συχνά πως είναι ατύχημα. (Ο Αλέξης ο παλαβολέξης)
Κατά τη δική μου αίσθηση, τολμώ να πω, «ποι ητική αδεία», πως έζησα παίζοντας σε μια θάλασ σα από λέξεις. Οι ελληνικές λαμπερές μας λέξεις ήταν για μένα τα πάτρια για τα οποία αγωνίζομαι.
Άνοιξα του Αιγαίου τη θύρα την περνώ φτάνω στη Θήρα Απ’την Άνδρο και τη Σύρο κύματα χορό θα σύρω για να πάωστην Αίγινα γλαροπούλι έγινα Πάτμο Λέρο Κω και Ρόδο ροδοπέταλα από ρόδο
παίζω σε γιαλό και σ’άμμο απ’τη Λήμνο πάω στη Σάμο
Τρέμουνε ταβιβλίαμου τα πιάνει ανατριχίλα μήπως και το φθινόπωρο τους πέσουνε τα φύλλα. (Παιχνιδόγελα)
/1Η7£ρ ^
76
αφιέρωμα -----------------------------------
Η σημερινή παιδική ποίηση, πότε με λυρικούς τόνους, πότε με αντιλυρικές φωνές, με χιούμορ, σάτιρα, παίζει τις διαλεγμένες λέξεις της σε πολλά πλάνα: στο λογικό, στο παράλογο, στο φα νταστικό, ξεδιπλώνοντας την ποιητική εικόνα σαν μια μαγική έκπληξη. Στις νέες τάσεις της παι δικής ποίησης παρατηρούνται νέες τεχνικές, ίσως μια νέα αισθητική, μια άλλη εκφραστική που βοη θάει το παιδί να γίνει ενεργητικός αναγνώστης και συνδημιουργός, συμπληρώνοντας με δικά του ευρήματα σαν σε παιχνίδι. (Νεοτερική ποίηση: λίμερικ, λογοπαίγνιδα, παιχνιδόλεξα, παιχνιδόγελα, λεξοσκανταλιές κ.ά.). Από τους σημαντικούς ανανεωτές της πρόσφατης παιδικής λογοτεχνίας ο Τζιάνι Ροντάρι διδάσκει πολλούς τρόπους και τεχνάσματα, βάζοντας σε κίνηση λέξεις και εικό νες μελετώντας τη θεωρία της φαντασίας, γιατί πι στεύει ότι είναι ανάγκη ν’ αποκτήσει η φαντασία τη θέση της στην εκπαίδευση. Κι αυτό συντείνει στο να δημιουργηθεί μια παιδική λογοτεχνία που ενδιαφέρει τα παιδιά γιατί βασίζεται σ’ εκείνο που χαρακτηρίζει την προσωπικότητα του παιδιού, δηλαδή τη διεγερμένη φαντασία. Αλλά και ο Κορνέι Τσουκόφσκι υποστηρίζει ότι τα παιδιά είναι γλωσσικές ιδιοφυίες και αρέσκονται να παίζουν με ήχους και λέξεις, για να γίνει η προέκταση του παιχνιδιού διασκέδαση και γέλιο.
[...] Αν ο τράγος τραγουδάει
αν κορδώνονται κορδόνια αν κυλάν οι κοιλαράδες τις κοιλιές τους στις κοιλάδες αν οι τάξεις πάν ταξίδια παίζουνροκ ταροκανίδια τότε η μπόρα θαμπορούσε και το μήλο θαμιλούσε κι αν καλπάζουν τα καλπάκια έτσι κι όλα τα παπάκια θα’ναι του παπά παιδάκια. (Ο Α λέξης ο παλαβολέξης)
Έ να από τα δικαιώματα του παιδιού είναι και το δικαίωμα να διασκεδάζει και το παιχνίδι είναι αναντικατάστατη διασκέδαση. Για το παιδί είναι αξία ζωής. Και βέβαια δεν είναι τυχαίο που οι λέ ξεις παιδί και παίζω έχουν την ίδια ρίζα.
Τι θα δούμε ακόμα λάθος σ’ένα κόμμα κάνει η νοσοκόμα πέφτουνε σε κώμα βουλευτές και κόμμα κόμμα σε κομμάτια του ’βγαλαν ταμάτια κωμικές δηλώσεις κομμωτές κομμώσεις κι ψυχή του κόμματος νοσοκόμα κόμματος.
αφιέρωμα
77
Κώστας Χωρεάνθης
Το μεθυσμένο αμάξι ια μένα η ποίηση είναι ένα μεθυσμένο αμάξι που με ταξιδεύει σε δύσβατους, αλλά γοητευτικούς δρόμους μια ολόκληρη ζωή. Και είναι μεθυσμένο αμάξι γιατί με πάει και με φέρνει όπως κι όπου εκείνη θέλει. Από παιδί γοητευόμουνα να διαβάζω χιουμοριστικά ποιήματα γιατί με διασκέ δαζαν. Θυμάμαι εκείνο το πεταχτό «περνώντας από το χωριό» του Πάλλη, το «τσιρντρό» του Ζ. Παπαντωνίου πόση ευχαρίστηση μου έδιναν. Κάποτε έγραψα χιουμοριστικά ποιήματα για να διασκεδάσω τα παιδιά και όχι μόνο γι’ αυτό, αλλά και για να τα βοηθήσω στο δύσκολο δρόμο της μάθησης. Έχω επίσης μεταφράσει έναν αγερμό, δημοτικό άσμα από την αρχαιότητα, ένα είδος κάλαντα για την άνοιξη:
Ήρθε ήρθε χελιδόνα, φέρνει την καλή εποχή, φέρνει τον καλό καιρό, (...) φέρε συ την αρμαθιά μέσ’από το πλούσιο σπίτι: του κρασιού το κύπελλο, του τυριού το κάνιστρο(...) Όμως κατιτί θα δώσεις δε σ’αφήνουμεν αλλιώςή τη θύρα παίρνουμε ή το παραθύρι ή τη γυναίκα που είναι μέσα, (...) γέροντες δεν είμαστε μα μικρά παιδιά Επίσης έχω μεταφράσει για παιδιά το χορικό των Ορνίθων του Αριστοφάνη, όπου ο τσαλαπετεινός καλεί όλα τα πουλιά σε συνέλευση:
Εποπόι ποποποποποποπόι τσίου τσίου τσίου τσίου τσίου τσίου ομόφτεροίμου ελάτε εδώ(...) ελάτε εδώ ν’ακούσετε τα νέα.
Γιατί όλες τις φυλές εδώσυνάξαμε τωνμακρολαίμιων πουλιών Ελάτε ελάτε ελάτε. Όταν δουλεύαμε με την ομάδα στο Παιδαγωγι κό Ινστιτούτο με βάση πρόγραμμα που οι ίδιοι εί χαμε συντάξει, χρειάστηκε να επιλέξουμε ή να γραφτεί ένα κείμενο που θα περιελάμβανε προ παροξύτονα ουσιαστικά, τα οποία στη γενική δεν κατεβάζουν τον τόνο τους. Ο επικεφαλής της ομά δας - παραλείπω το όνομά του, γιατί πιστεύω πως κι ο ίδιος δεν θα ήθελε ν’ αναφερθεί - για να βοη θήσει, είπε το παράδειγμα: «όπως ανήφορος κατή φορος». Από αυτό παρορμήθηκα και δημιουργήθηκε η πρώτη στροφή του ποιήματος «το με θυσμένο αμάξι»:
Ανήφορος, κατήφορος, λόφοι, βουνά, τρελός χορός! Και να σε λίγο μια πεδιάδα που σου αλαφρώνει τη ζαλάδα. ( ...)
Μ ’ αυτούς τους πονοκέφαλους
θαρρώ θα φτάσουμε μισοί - ζαλάδα εγώ και γέλια εσύ! λες κι ήπιαμε όλοι μας κρασί!
Όπως διαπιστώνεται καθημερινά, αρέσει πολύ και διασκεδάζει τα παιδιά με το λεπτό χιούμορ, το ανάλαφρο, πεταχτό, παιχνιδιάρικο κι ανεπι τήδευτο ύφος, τα απλά και άμεσα νοήματα και τα συγκεκριμένα πράγματα που εκφράζει. Ενώ το δι δακτικό στοιχείο υπολανθάνει και περνάει αβίαστα, σύμφωνα και με την πλατωνική ρήση: «Παί ζοντας τρέφε τους παίδας». Το ίδιο συμβαίνει και με όλα τα σατιρικά ποιήμαα που έχω γράψει για παιδιά.
78
αφιέρωμα -----------------
Ν ίκος Μ αρουλάκης
ν είναι κάτι που πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει σε ένα παιδικό διήγημα, αυτό είναι, ασφαλώς, το χιούμορ. Έ να παράθυρο στην καθημερινή ομί χλη. Το χιούμορ είναι εξελίξιμο, και πρέπει να διδάσκεται στα παιδιά. Είναι ένα όπλο που πρέπει να κουβαλάει ο καθένας μας στην πλάτη του. Κόβεις μπόι στο πρόβλημα, όταν μπορείς να το δεις από την κωμική του i πλευρά. Κάνεις ευκολότερα φίλους, όταν έχεις χιούμορ. Το χιούμορ ευαισθητοποιεί, φέρνει τους ανθρώπους κοντά, κάνει καλό στ’ αφτιά, στα μάτια, στη μύτη, στο στόμα, στην καρδιά, στους πνεύμονες, σ’ ολό κληρο το σώμα. Είναι ένας αόρατος γιατρός. Τα παιδιά τον έχουν ανάγκη αυτόν τον αόρατο παιδίατρο. Όλοι μας τον έχουμε ανάγκη. Ευγνωμονώ και σέβομαι αυτούς τους άγιους ανθρώπους, που με κάνουν να γεΠαραμυθάδες όλου του κόσμου: κάντε στα παιδιά ενέσεις χιούμορ, ενέσεις αι σιοδοξίας. Μόνο όταν μάθουμε να χαμογελάμε, όταν καταλάβουμε την αξία του χιούμορ, υπάρχει ελπίδα ν’ αλλάξουμε τον άχαρο κόσμο, που ζούμε. Παραμυθάδες: περάστε με χιούμορ τα μηνύματά σας στα παιδιά. Τα δάχτυλά σας πρέπει να χαμογελούν όταν γράφουν. Αν ήμουν υπουργός παιδείας, θα πρόσθετα αμέσως ένα ακόμα μάθημα στο σχολικό πρόγραμμα. Το μάθημα του χιούμορ. Επειδή όμως δεν είμαι, και ούτε πρόκειται να γίνω, κάνω μια έκκληση, μέσα από αυτή τη στήλη, στον υπουργό παιδείας. Δύο ώρες την εβδομάδα, κύριε υπουργέ. Μόνο δύο ωρίτσες. Στείλτε στα σχολεία κλόουν, γελωτοποιούς, παλιάτσους, παραμυθάδες, να διδάξουν στα παι διά χιούμορ. Το αποτέλεσμα θα σας καταπλήξει.
Ο «Πινάκιο», «Οι Περιπέτειες του Βαρώνου Μυνχάουζεν», «Τα Καινούργια
Ρούχα του Βασιλιά», εκατοντάδες παραμύθια, γεμάτα χιούμορ, δεν βρίσκονται τυχαία, στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας παιδικής λογοτεχνίας. Γιατί άραγε έγραφαν έτσι αυτοί οι άνθρωποι; Λέτε να είχαν καταλάβει τί είχαν ανάγκη τα παιδιά; Ο Αίσωπος ζει και βασιλεύει χιλιετηρίδες. Διαβαζόταν, διαβάζεται και θα δια βάζεται εις τους αιώνας των αιώνων, προς πείσμα όλων των κατσούφηδων του κόσμου. Χιούμορ, λοιπόν, στα παιδιά, για να σταθούν γερά στα πόδια τους. Χιούμορ, γιατί χανόμαστε. Εικονογράφηση Ν. Μαρουλάκη
αφιέρωμα
Αντί επιλόγου... «Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο, θα ήθελα να κάνω μια ευχή: όσοι το διάβασαν να μην πάθουν ό,τι έπαθα εγώ. Εξαιτίας της επιστη μονικής διερεύνησης του χιούμορ και της ανάλυσης των τεχνικών του, μερικές φορές διαπιστώνω ότι αντί να απολαύσω ένα καινού ριο ανέκδοτο, το αναλύω για να δω αν ανταποκρίνεται στο θεωρη τικό μου μοντέλο. Το να γελάς λιγότερο με τ’ αστεία είναι ένα βα ρύ τίμημα για την επιστημονική γνώση. Όμως υπάρχει και η αντα μοιβή: τώρα πια τα σοβαρά θέματα με κάνουν να γελώ περισσό τερο». [Α. Ζΐν (1984), «Personality and Sense of Humor», N.Y: Springer, p. 98]
79
ΔΗ Μ Ο Σ Θ Ε Ν Η Σ ΒΟΥΤΥΡΑΣ ΑΠΑΝΤΑ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ Ο Λ' ΤΟΜΟΣ
Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Δ Ε Λ Φ ΙΝ Ι •ΙΟΥΣ 33-23, ΛΒΙΙΝΛ :{() .ί ο !):»:>, F a x : ()'ι :.ο τ ο i
ι ΙΛ ΓΟΥ ΣΙ ΙΟΊ: I Λ /Μ ΛΚΙΛ. Ο· Σ1ΙΩ1 Η ΚΟ) Κ \()ΙΙ API \ <)| \ΙΜ(-)ΜΟ| I. > . ο Λ»»·ο mu, n ΌΒΟΣΚΟΣ. ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ: VI API ΣΟΥΝ ΤΑ / ° \ . \Γ API ΙΟΥ
)l IIΑΡΑΞΕΙΣ: ΔΙΑΙΡΕΣΗ
Α μμος
παιδιά παιδιά
Μ Ιΐό ΐ/.Η
[ΐνγάΛϋί ήολιΐιΰμοί... γΐ(Χ π α ι δ ι ά
βιβλία
μεγάλοι συρ/οαφείς... γΐ(Χ JT C tld l0
ΠΟΛΗΣ.
ΚΟΥΚΛΟΙI \ΙΜ \· <>1 \ι Ι'->Μ»>»
£
^ Νί ■μεγάλες ιστορίες... m
/
γ ΐ(Χ JU XiO LCt
ΧΡΩΜΑ 1 \ \ΝΊ1ΘΙ I \ ΟΙ ΛΙΡΟ: ΞΙ MAi ΚΑΛΟΙ H’oilO.Y .·>> I
/ ,
μεγάλοι, επιστήμονες... Υ ΙΟ ί Τ Τ Ο ίίδ ίΟ ί
ΕΙΜΑΙ 1.ΛΊ X. MIA I II PH ΦΟΒΕΡΗ. Γ \\Σ Β,ΟΡΛΧΟΣ ΜΙΚΡΟΥ \Ιί1 ο t ΜΜ \\ΟΥ.
L κ-
/■.ή ■μεγάλοι καλλιτέχνες.^. Y l( X J T G iS iC t \ Ξ \\\Γ- l i t ) \<->\ ιιι ιι ·. μ \ ν\ρ<>ι ο Κ' μιγ ΣΤΕΛΙΟΣ ΙΟ I VI ΑΚΙ. ·\ΥΟ VI ΛΚ I Α ΙΙΟΝΊ IKΑΚΙΑ. Ι/\Μ Ι. ΟΙΜΛΊΙΚΟΣ I Hi lOVHS 11All IΛ ΙΟ ΧΛΙΟΥΧΛΚΙ O Ml MAMIN J \ ΜΙΙΙΧΙΛ 1 . Q /
τ ^ ο ί... γ ΐΟ ί J lO llO K X
;
ΒΙΤΡΙΜΣ Of ΙΙΛΙ'ΛΞΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΟΣΚΑΡ ΟΥΛΪΛΝΤ: ΜΩΙΣΙΙΙΣ ί 11 \Ν! \Σ. < \ll\ONI. II ΙΟΣΟΧΟΥ XX, Ο ΧΟΙΡΟΒΟΣΚΟΣ. ΛΣΚΙΙΣ1
για
^
\1 Κ ΛΜΗΛΟΙΙ \ΡΛ \ ΜΙΓΑΚ ΧΚΟΥΑΙΙΣ. Ml.I ΑΧΟΙ I ΞΙ ΡΙ ΥΜΙΓΙ Σ. ΓΟ I
1
£
/
γ ια Η ΚΥΚΛΟΠΛΙΛΙ Η ΟΛΗΣ. ΙΟ ΧΛΙΟΥΛΧΚΙ Ο III I ΠII. 1/1 Ml I1AIWI \Ι ΜΊΙ Η II All ΙΑ ΙΟ \ ΧΙΟΥ Vxl Ο Ml V ^IIN I \JdlMM
γιαποιτοια
.ΟΥΚΑΟΙΙΑΡΙ \: ΟΙ ΧΡΙΟΜΟΙ Ι.ΛΧΡΩΜΧΙΧ ΙΑ ΙΌΥ \ \. ΟΙ ill I ΡΙΜ Σ ΟΙ II ΛΡΑΞΙ ΙΣ VI ΜΡΓΣΙ1 ΟΞΚ VP OV Ν ΜΑΙΩΝ. ΧΛΝΣ ΚΡ1ΣΤΙΛΝ \Μ I ΡΣΓΝ ΓΟ ΛΗΔΟΝΚ II ΓΟΣΟΛΟΥΛΛ. ο ΧΟΙΡΟΒΟΣΚΟΣ. ΑΣΚΗΣΗΣ Κ I ΠΑΙΧΝΙΔΙ X VI ΧΕΝΡΥ: Ί . \ \Γ ΧΡΙ ΣΟΥΝ ΟΙ ΧΣΚΙΙΣΙ ΙΣ. ΝΓ ΧΡΓΣΟΝ \ ΟΙ M1IWM Σ. lAjlPDl Λ ΜΙΙΜ \Ί \. ΣΧΙΐνί Σ ΑΙ A. • API ΣΟΥΝ ΙΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ, ΜΑΡΙ Α ΚΙΟΥΡΙ. ΧΡΩΜΑ I Λ. ΑΝ ΓΙΟΙ I V Mil PANT. ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ. ΘΩΜΑΣ ΕΝΤΙΣΟΝ, VOYKI \ ΟΙ ο \ΩΓ Β1ΑΑΣΚΗΘ. ΛΙ.ΟΝΛΡΝIΟΛ'ΓΛ BIVIΣΙ. HIM VI 1ΑΊ Α. MIA I II ΡΗ ΦΟΚΙ PH. I Ν’ ΤΟΥ ΜΑΡΚΟ ΠΟΛΟ. ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ Κ ΤΑΞΙΑΙΑ ΣΤΟ ΒΟΡΙ ΙΟ 1ΙΟΛΟ. ΟΙ Ml I A /.ΩΗ ΣΙ Η ΦΥΣΗ Η 7.12Η ΣΤΗΝ ΙΙΟ\Η. \ ΡΩVIΛ I Ι/Ω Ί ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΛΟΛΙΠΙΙΣ. ΛVI Ξ \Ν \ΡΟΣ Ο Κ\ ΜΗ ΩΣ. X ΙΙΟΝΊΙΚ ΧΚΙΧ. Ι/ΑΜΙΣ Ο ΝΟΜΙΚΟΣ I I II XI I Σ.ΧΟΜ ΙΟ. I > ΧΛΙΟΥΛΑΚΙ Ο
...κ α ι
ρ \ ξ, ιι.
m
m m &
..««Mtirnff,ΕΛΟ,ΥΪ,7ρ.®ΕΣΣΑΛΟΝ1Κ«,54ί24,ΙΗΑ.371391ρρ κγ ,ρ , , , ν
,μ , ρ
ΑΛΕΞΗ ΚΤΡΙΤΣΟΠΟΤΛΟΤ
ΤΟ ΑΣΠΡΟ ΑΛΟΓΟ Εικονογράφηση του ίδιου
Μ ια φ ορά κ ι έ ν α ν κ α ιρ ό , ή τ α ν έ ν α τό σ ο μ ικ ρ ό ν η σ ά κ ι που δ ε ν το ’γ ρ ά φ ε ο χ ά ρ τ η ς . Π α ίρ ν ο υ μ ε φ όρα κ α ι ξ α φ ν ικ ά έ ν α ς ιπ π ό τ η ς μ ε ά σ π ρ ο ά λ ο γ ο μ ά ς α ν ο ίγ ε ι το δρ ό μ ο μ έ χ ρ ι τ η ν ά κ ρ η του κ ό σ μ ο υ , δ η λ α δ ή α π έν α ν τ ι.
Π α ρ α μ ύ θ ι α
γι α
μ ι κ ρ ο ύ ς
και
γι α
μ ε γ ά λ ο υ ς
®ΚΕΔΡΟΣ
ίο παιδικό 6ι6/\ίο