Τεύχος 46

Page 1

Μ ΗΝΙΑΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ TOY ΒΙΒΑΙΟΥ · ΑΡΙΘ. 46 · ΔΡΧ. 180

# Ξαναδιαβάζοντας τό έργο τού ‘ ’ Αγγέλου Σικελιανοϋ •

*

Ποιοι συνωμότησαν γιά νά μήν πάρει ό Σικελιανός τό Νόμπελ

• Ή τελευταία συνέντευξη τού Τάκη

Σινόπουλου

• Πληροφόρηση καί β ι β λ ί Ι ^ β Η ζ ] • Τό Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών

ιρευνα: Η εικονογράφηση,των, > ιθλίων γιά παιδιά ' - .

A


ΕΙΕΕΕΜΒ

Γραφτείτε συνδρομητές

ΕΠΙΒΕΒΡΗΣΗ ΊΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

’Ε σ ω τερ ικο ύ

Γραφεία: Ό μηρον 34, ’Αθήνα (135), τηλ. 360-3011. Διεύθυνση οόπονλος. Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Αημήτρης Δ εληπέτροΙ ρος, Βασίλης Τσάμης, Ντορίνα Τοοτοορον. Γραμματεία: Γιώρ;| Διαχείριση: Ηρακλής Παπαλέξης. Συνδρομές: Βάσω Σπάθή. Ατή^ώοεΓς: τρος Στεφανάκης. Σελιδοποίηση: Φονλη Στασινάκη. ΣτοιχειοθεΠηχ 'Φω.τυκιπ- Α / ταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 751-6333. Εκτύπωση: Β α λα σ ισ Τ η ς^Α ^^If?· Ο.Ε., Ταύρον 21, τηλ. 346-6927. Διαφάνειες: Δ. Π. Ά γγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 324-4325. Βιβλιοδεσία: Νικόλαος Κατριβάνος & Σία Ο.Ε., Στυλιανού Γόνατά 48. τηλ. 574-9951. Διανομή: Νέον Πρακτορείον Τύπου.

Σπουδαστική* (6 τευχώ ν): 550 δρχ. » (12 τευχώ ν): 1.000 δρχ.

'Απλή (6 τευχώ ν): 650 δρχ. » (12 τευχώ ν): 1.200 δρχ.

Τ εύ χ ο ς 4 6

’Ο ργα νισμώ ν, Τ ραπ εζώ ν, 'Ιδρυμάτω ν (12 τευχώ ν): 1.800 δρχ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σ ε π τέ μ β ρ ιο ς Ο κ τώ β ο ιο ς 1981

Ε ξ ω τε ρ ικ ο ύ 'Απλή (6 τευχώ ν): Δολ. » (12 τευχώ ν): Σπουδαστική* (6 τευχώ ν): Δολ » (12 τευχώ ν): Σ χολώ ν Β ιβλιοθηκώ ν Ιδ ρ υ μ ά τω ν (12 τευχώ ν): " ΟΙ σπουδαστές μέσης, άνώτερης καί άνώτατης έκπαΐδευσης γράφονται συνδρομητές μέ τήν έπίδειξη ή τήν άποστολή φωτοτυπίας τής σπουδαστι­ κής τους ταυτότητας ή τής άστυνομι* κής (δν είναι μαθητές)

Άσία Κύπρος Εύοώπη ’Αφρική ’Αμερική Αυστραλία 21 16 18 18 ΗΠΑ 15 34 34 40 28 30 ΗΠΑ 13 14 16 16 19 37 24 26 30 30

Τ ιμ ή : Δ ρ χ . 1 8 0

Δ Ι Α Λ Ο Γ Ο Ι ______________________________________ 41

43

48

47

54

, Εξώφνλλο Γιώργον Γαλάντη

’Εμβάσματα στή διεύθυνση: Βάσω Σπάθή περιοδικό «Διαβάζω» Ομήρου 34 Αθήνα (135)

ΕΚΔΟΤΙΚΑ ΜΕ ΠΛΑΓΙΑ...: Γράφει ή Κατερίνα Θανοπουλου Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΑ: Ένας μεγάλος έφυγε - Γιά τόν ’Αλκιβιάδη Γιαννόπουλο - Νέα έταιρεία συγγραφέων ΕΚΔΟΤΕΣ: Θεμέλιο ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ: Τό Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών ΤΟ =εν Ο ΒΙΒΛΙΟ: ’Ανταπόκριση τού Παύλου Ναθαναήλ άπό τό Λονδίνο· ένα αγγλικό βιβλίο γιά τόν Μακάριο

Τιμή ά πλώ ν τευχώ ν: 120 δρχ. Τιμή διπλώ ν τευχώ ν: 180 δ ρ χ Τά παλιά τεύχη τού «Διαβάζω» μπορείτε ή νά τά άγοράσετε άπά τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήν έπαρχία. νά ζητήσετε νά οάς τά στείλουμε μέ άντικαταβολή.

Τώρα καί σε τόμους Κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν ο ί τό μ ο ι: 1976-77 1978 1979 Α 1979 Β 1980 Α 1980 Β

(τεύχη 1-9): 1.200 δρχ. (τεύχη 10-15): 900 δρχ. (τεύχη 16-21): 900 δρχ. (τεύχη 22-26): 850 δρχ. (τεύχη 27-32): 900 δρχ. (τεύχη 33-37): 850 δρχ.

Κ ε ν τ ρ ικ ή δ ιά θ ε σ η :

Ι’ωΕάνη Φέσσα: Πληροφόρηση καί βιβλιοθήκη Χ ά ρ η ς Σακελλαρίου: Η προβληματική τής ποίησης τού Γάκη

Αθήνα: -Δισβά ζω» Πμήρου 34 Τηλ. 360-3011

ΑΛή” Αλιβίζάτου: Ό Άγγελος Σικελιανός καί τό βραβείο Nobel

ΙΙιβλισπιυλιίο

Ζητείστε τούς τόμους τού -Διαβάζω· όπό τά γραφεία τού περιοδικού ή, άν μένετε στήί έπαρχία, ζητείστε νά σάς τούς στείλουμε μέ άντικαταβολή Μπορείτε άκάμα νά άνταλλάζετε τά τεύχη πού έχετε μέ δεμένους τόμους, πληρώνονται μόνο τή βιβλιοδεσία (240 δρχ γιά τάν α τόμο, 100 δρχ γιά τούς υπόλοιπους)

4

7 7 9 10

14 16 18

ΑΡΘΡΑ

Θεσσαλονίκη: ‘ΐ έ σπουδαστές έκπτωση »5*>

Γράφουν οί Σ. Κόκκινης, Τ. Μηλιώνη, Κ. Δεμερτζής. Ρ. Καρθαίου, Γ. Γρηγοριάδου, Γ. Δασκαλοπούλου καί Π. Μάρκογλου ΧΡΟΝΙΚΑ

Συμπληρώστε τή σειρά

1/ 2/ 3/ 4/ 5/ 6/

ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ

Μ Εστζιά Λ Σία Τσιμιοκή 78 Τηλ 279-720, 268-940

ΐ'Χμαζ­ ίο fitfiMov or Λ Μη 04

20 26 64

lynenteyhh

ΓιΊκης Σινόπουλος: Λυτό πού μάς λείπει είναι το μεγακο αμάρ­ τημα... ΟΔΗΓΟΙ Ρίτοα Φράγκου-Κικίλια: Ξαναδιαβάζοντας τον Αγγελο Σ,κι Λημήτρης Λαοκαλόπουλος: Βιβλιογραφικά Έτους Σ,κ,λιανού

30

42 72 ι


ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφουν ή Άλικη Κατουσέλλη καί ή ’Αφροδίτη Τεπέρογλου ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ: Γράφει όΓιώργης Γιατρομανωλάκης ΠΟΙΗΣΗ: Γράφουν οί Άντρέας Φουσκαρίνης, Κώστας Παπαγεωργίου καί ’Αλεξάνδρα Πλακωτάρη ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οί Άνδρέας Καραντώνης, Μ. Μ. Παπαϊωάννου, Νίκος Φωκάς, Τάκης Μενόράκος καί Νατάσα Χατζιδάκι ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

81 84 92 99 111

ΔΙΑΒΑΖΩ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ (’Επιμέλεια: Βίτω Άγγελοποΰλου) Ή εικονογράφηση τών βιβλίων γιά παιδιά καί οί προβληματι­ σμοί τών καλλιτεχνών τους ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

123 131

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

132

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

137

ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ

ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 44 ΤΗΛ. 3604344 ΚΥΡΙΑΚΟΣ L. KATUMANIII

oocm* toirnm.K >ΦΜΙ ΗΤΙΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ! ΚΥΡΙΑΚΟΥ L KAIUM AM I. 6.ψ

ΤΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΗΘΟΣ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ

ΣΤΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ «ΚΗΡΙΑ KAt IIPA tlf

προλεγόμενα Ένώ την ώρα πού γράφονται αύτές οί γραμμές τό 1ο Φεστιβάλ τού Βιβλίου στό Π. Ά ρεω ς έχει έδώ καί μέρες άνοίξει τις πύλες του ατό άθηναϊκό κοινό κι ένώ πριν λίγους μήνες τέλειωσε ή 4η "Εκθεση τού Βιβλίου στήν Κηφισιά, τό πρόβλημα τής διακίνησης τού βιβλίου καί στίς έπαρχιακές πόλεις άντιμετωπίζεται εύκαιριακά καί, όπως είναι φυσικό, χωρίς κάποιο άποτέλεσμα. Κι ό λόγος γνωστός τοϊς πάσι: Ή διακίνηση τού βιβλίου γίνεται συστηματικά μόνο στό «κλεινόν άστυ», μιά καί ή συντριπτική πλειοψηφία τών εκδοτικών οίκων έχουν έδρα τους τήν 'Αθήνα καί τά πλέον ένημερωμένα καί πολυάριθμα βι­ βλιοπωλεία βρίσκονται έπίσης στήν υδροκέφαλη πρωτεύουσά μας. "Ας μή μιλήσουμε γιά τό χρέος τών έκδοτών ν ’ άντιμετωπίσουν μ’ εύθύνη τή διάδοση τού βιβλίου, γιατί θά κινδυνεύαμε νά χαρακτηριστούμε κοινότυ­ ποι καί άφελεΐς. Θά έπιμέναμε όμως ότι οί έκδοτικοί οίκοι σάν μικρές ή μεγά­ λες επιχειρησιακές μονάδες έχουν τουλάχιστον όφ ελος νά διαθέτουν περισ­ σότερα άντίτυπα άπό τά βιβλία τους, άρα νά άποκομίζουν μεγαλύτερο κέρ­ δος. Σ’ αύτό τό σημείο διαπιστώνουμε ότι οί μεγάλοι έκδοτικοί οίκοι, αύτοί δηλ. μέ τό μεγαλύτερο άποθεματικό κεφάλαιο, τά καταφέρνουν άπό μόνοι τους νά επιβιώνουν καί κατ’ έπέκταση νά κερδίζουν. "Ομως τί γίνεται μέ τούς μικρούς πού πασχίζουν νά διαθέτουν τά προϊόντα τους στήν 'Αθήνα ένώ τήν έπαρχία λυμαίνονται οί έκδόσεις-φίρμες, καί μάλιστα έκεί πού οί πωλήσεις έμφανίζουν περιθώρια κέρδους; Αλλά τό πρόβλημα έχει κι άλλη μιάν όψη: Οί έκδόσεις άπό οίκους ή οί ιδιωτικές τών έπαρχιακών πόλεω ν πόσες φτάνουν στήν Αθήνα καί πόσες άπ' αύτές ξεφυλλίζονται άπό τό προνομιούχο άθηναϊκό άναγνωστικό κοινό; Νά λοιπόν πού άπαιτείται ν’ άντιμετωπιστει η κατασταση με σύνεση καί σοβαρότητα καί μέ άξονα τό κοινό συμφέρον τών παραγωγών καί τών κατα­ ναλωτών τών βιβλίων, χωρίς τούτο νά σημαίνει ότι οί έκδοτικοί οίκοι σάν έμπορικές μονάδες θά πάψουν νά ύπακούουν στίς άρχές τής καπιταλιστικής οίκονομίας Ό μω ς ή δημιουργία ένός φορέα συνεταιριστικού χαρακτήρα γιά τή διακίνηση τού βιβλίου σέ Αθήνα καί έπαρχίες θά έλυνε, πιστεύουμε, Ικα­ νοποιητικά τό πρόβλημα τής διάδοσης τού βιβλίου. Αύτόσ ό συνεταιρισμός, στον όποιο θά συμμετείχαν, άντι όρισμένου ποσού γιά τή δημιουργία του, μικροί καί μεγάλοι έκδοτες, θά άναλάμβανε, μέ μικρό ποσοστό ϊέρ δ ο υ ς γ,ά τή συντήρησή του, τή διανομή τού βιβλίου στήν Αθήνα καί σέ όλες άνεξαιρέτως τίς έπαρχιακές πόλεις. Μ αυτό τον τροπο όλα τα βιβλία όλων τών έκδοτικών οίκων θά έφταναν παντού και οι έκδοτες πλέον, χωοίο τό άγχος τής διανομής τών βιβλίων τους, θά κέρδιζαν πολύτιμο χρονο καί κόπο 'Έτσι τό βιβλίο δέ θά 'ταν μόνο προνόμιο τών λίγων τής πρω­ τεύουσας καί τών μεγάλων πόλεων, οί όποιο» έχουν τήν πολυτέλεια τής έπιλογής, άλλά όλων έκείνων πού έστω στό μέλλον θά έκδήλωναν τήν πρόθεση νάφδυσιθκάσ0έπειδή ένας τέτοιος φορέας θά άπαιτούσε άρκετό χρήμα γιά τή

δημιουργίακαΓτή συνίήρηοή του, τό όποιο τουλάχιστον οί μικροί έκδότες δέ

A * Μ* A I · · ·

θά μπορούσαν νά έξασφαλίσουν, έπ,μένουμε στήν κρατική μέριμνα. Κι έδω βέβαια έπε.δή αύτό τό κρατικό ένδ.αφέρον συνίστατα. συνήθως μόνο σέ πρακτικές καί Ολικές παροχές, όταν . θά ^ α μ ε στήν καθιέ­ ρωση τής έτήσ.ας κρατικής έπιχορήγησης. Αλλά αυτό τό τεράστιο σέ σημα­ σία καί σκοπιμότητα θέμα τό θίξαμε μόνο, καί μάλιστα ούτε κάν άναλυτικά. Ό Λ,όλονοΓ πρέπει νά συνεχιστεί καί ή συμβολή των έκδοτων, των άναγνωστων καί όλων των άμεσα ένδ,αφερομένων θά έριχνε φως στήν ύπόθεση καί σως νά ήταν ή άπαρχή ένός γενικού προβληματισμού γιά τό άμεσον μέλλον. 3


διάλογοι Ολα τα γράμματα, πού παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο ένδιαφέρον, δημοσιεύονται είτε όλόκληρα (έφόσον είναι σύντομα) είτε άποοπασματικά (έάν είναι εκτενή). Γιά τό λόγο αυτό, παρακαλούνται οΐ άναγνώστες πού μάς γράφουν νά είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν καί νά σημειώνουν τό πλήρες όνοματεπώνυμο καί τήν άκριθή διεύθυνσή τους. Υπενθυμίζουμε ότι γιά νά δημοοιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νά 'χει φτάσει στά γραφεία τού περιοδικού τουλάχιστον έξι έθδομάδες πριν άπό τήν ήμέρα κυκλοφορίας τού τεύχους.

’Ανατομία ενός διαγωνισμού Αγαπητό -Διαβάζω», Τό Υπουργείο Προεδρίας Κυβερνήσεως προκή­ ρυξε «ειδικό» διαγωνισμό γιά τήν πλήρωση τής θέ­ σης τού Διευθυντή τής Εθνικής Βιβλιοθήκης (Α.Π. Δ409/8448/28.5.1981). Ή άπόφαση-προκήρυξη αύτή είναι παραδόξως διάτρητη νομικά καί ήθικά. Ιδού τά άποδεικτικά: 1. Γιά τήν διεξαγωγή «ειδικού» διαγωνισμού πού προβλέπεται άπό τόν Υπαλληλικό Κώδικα (Π.Δ. 611/77) καί τόν όποιον έπικαλεΐται ή άπόφαοη άπαιτε'ιται «ή έξεταστέα ύλη νά όρίζεται κατά κλάδους ή καθ' όμάδας κλάδων» (άρθρ, 31). Αντί αύτού στήν προκήρυξη τού Υπουργείου Προεδρίας (παρ 8) όρίζεται ότι «οί υποψήφιοι θά έξετασθούν στήν άνάπτυξη βιβλιοθηκονομικού θέματος» (γραπτά). Πού είναι ή έξεταστέα ύλη κατά κλάδους ή όμάδες; Ή άόριστη άναφορά «βιβλιοθηκονομικού θέμα­ τος» δέν συνιστά νομικό λόγο άκύρωσης τού διαγω­ νισμού; 2. Ό διαγωνισμός είναι άκυρος καί γιά ένα δεύ­ τερο λόγο: Τό Β.Δ. 654/66 (πού πάλι έπικαλεΐται τό σκεπτικό τής προκήρυξης) όρίζει άνώτατο δριο ήλικίας τό 55ο έτος. Αντί αύτού στήν προκήρυξη τού Υπουργείου Προεδρίας όρίζεται τό 54ο! Γιατί; 3. Πέραν αύτών 6 Ισχύων Ν 814/43 πού διέπει τήν λειτουργία τής Εθνικής Βιβλιοθήκης (καί πού έπικαλείται τό σκεπτικό τής προκήρυξης, γιά νά θεμελιώ­ σει τόν διαγωνισμό) στό άρθρο 9 παρ 1 λέγει: «Διευ­ θυντής τής Έθν. Βιβλιοθήκης διορίζεται διά διατά­ γματος προκαλουμένου ύπό τού Υπουργού κλπ ». Ενώ στίς έπόμενες παραγράφους πού προβλέπουν τούς διορισμούς έπιμελητού χειρογράφων, θιθλιοφυλάκων, ταξινόμων καί δακτυλογράφων όρίζεται σαφέστατα: «κατόπιν διαγωνισμού Ενώπιον είδικής έξεταστικής Επιτροπής» Καί ό νομοθέτης έχει τό λόγο του Γιατί τά πρόσωπα πού θά πρέπει νά έπιλεγούν γιά τή θέση (όπως όρίζεται στό Ιδιο άρθρο παρ 1) είναι «α) διακεκριμένοι έπιστήμονες τττυχιούχοι πανεπιστημίων μέ ειδικότητα στά περί βιβλιοθηκών, β) λόγιοι άνεγνωρισμένης συγγραφικής παραγωγής καί κατά κοινή άναγνώριση κατάλληλοι γιά τή θέση καί γ) θιβλιοφύλακες τής Εθν Βιβλιοθήκης πού έχουν πενταετία στό βαθμό τού διευθυντή- Είναι δυνατό τά πρόσωπα αυτά νά δώσουν έξετάσεις (γρα­ πτές μάλιστα), καί ποιοί θά τούς κρίνουν; Τό πιθανό­ τερο είναι -σεβόμενοι έαυτούς- νά μήν προσέλθουν Παρένθεση Εδώ είναι τό πονηρό τού «είδικοΟ» διαγωνισμού καί 6 συσχετισμός μέ τόν Υπαλληλικό Κώδικα Σήμερα σεήν Εθν Βιβλιοθήκη ύπηρετοϋν

τέσσερις διευθυντές, άλλά μόνο ένας έχει πενταετία στό βαθμό. Σάς λέει τίποτα αύτό; Καί περαιτέρω: Ύστερα άπό τό έγγραφο Β/20260/3996/21.4.81 τού Υπουργείου Πολιτισμού (πού ζητούσε νά μειωθεί στό μισό ή προβλεπόμενη άπό τόν Υπαλληλικό Κώδικα προθεσμία) Επιταχύνθηκε ό διαγωνισμός γιατί τόν άλλο μήνα άποκτά δικαίωμα συμμετοχής καί άλλος βιβλιοφύλακας -προφανώς όχι έπιθυμητός. Ερωτήματα πού προκύπτουν (γιά τούς άγευστους νομικών δολιχοδρομήσεων): Μπορούσε νομότυπα νά γίνει ή έπιλογή διευθυντή τής Εθν. Βιβλιοθήκης μέ βάση τά ίσχύοντα νομοθετήματα 814/43 καί 654/66 ή όχι; Μπορούσε νά γίνει νομότυπα ή έπιλογή μέ τίς διατάξεις περί «ειδικού διαγωνισμού» τού Υπαλληλι­ κού Κώδικα καί μόνον: Κι άν όχι μέ τό καθένα χωρι­ στά, πώς νομιμοποιείται ή άνάμιξη καί τών δύο: Υπάρχει ή έξήγηση. Ή συρραφή κατ' έκλογήν άποβλέπει στήν αύξηση τού όρίου ήλικίας (πού άποκλείει ό Υπαλληλικός Κώδικας όρίζοντας άνώτατο όριο τό 35ο) καί συγχρόνως στή διεξαγωγή διαγωνισμού (πού δέν προβλέπει ό Ν 814), ένώ άντίθετα όρίζεται άπό τόν Κώδικα. Ή πρωτοτυπία έγκειται στό γεγονός δτι άπό τή μιά μεριά (διεύρυνση όρίου ήλικίας) λαβαίνει μέρος στό διαγωνισμό πρόσωπο τής έκλογής τής Διοίκησης, ένώ άπό τήν άλλη (διαγωνισμός) ύποτίθεται ότι έξασφαλίζεται τό άδιάβλητο. Καί έδώ έρχόμαστε στούς ήθικούς λόγους (πλέον τών νομικών) πού κάνουν διάτρητο τόν διαγωνισμό τής 21.7 1981 Ή έπιτροπή πού πρότεινε τό Υπουρ­ γείο Πολιτισμού (Α.Π. Β/20260/3996/21.4 81) τήν άποτελούν άξιοσέθαστα καί ύπεράνω πόσης ύποψίαά πρόσωπα, ήτοι: ένας άμότιμος καθηγητής τού Πανε­ πιστημίου Αθηνών (στήν έδρα τής λαογραφίας) Μ® άναπληρωτή τακτικό καθηγητή στό ίδιο Πανεπιστή­ μιο (στήν έδρα τής άρχαιολογίας). ένας γεν διευ­ θυντής καί ένας διευθυντής τού Υπουργείου Πολιτι­ σμού μέ άντίστοιχους άναπληρωτές Ολοι είναι Εντελώς ξένοι μέ τήν έπιστήμη τής βιβλιοθηκονομίαν Πώς. λοιπόν, θά έπιλέξουν τό «βιβλιοθηκονομία θέμα»; Καί μέ ποιές γνώσεις θά βαθμολογήσουν τό γραπτό τού ύποψήφιου στήν άνάπτυξη τού μυστη­ ριώδους αύτού -βιβλιοθηκονομικού θέματος»; τήν έπίφοίτηση τού Αγίου Πνεύματος; -Διακεκριμένοι έπιστήμονες πτυχιούχοι πανεπι­ στημίων μέ είδικότητα στά περί βιβλιοθηκών. λ6Υ·α* άνεγνωρισμένης συγγραφικής παραγωγής καί κατά κοινή άναγνώριση κατάλληλοι γιά τή θέση, βιθλιοψυλακες μέ πενταετία στά βαθμό τού διευθυντή» (αύτοί θά είναι οί υποψήφιοι σύμφωνα μέ τήν προκήρυξη) φοβούμαι δτι είναι σέ θέση νά έξετάοουν τούς κρτ τές τους κι δχι νά Εξεταστούν Αλλά καιρός σοβαρευτεί ή Διοίκηση καί οί -άρμάδιοι ύηηρεσ>«δ>® παράνοντες- πού τήν παρασύρουν σέ τέτοια μαία l£ S ~ ^ Στοιχειώδης φρόνηση όπσιιεί νά ματαιωθεί

W

ρέτα αύτή. Καί νά πληρωθεί τάχιστα γ θέση τού διευθυντή (πού τήν έχουν λαμπρύνει υψηλά πνευμα­ τικά άναστήματα) στό κορυφαίο μας -καί ταλαιπωρη­ μένο- αύτό ίδρυμα μέ μιά άνοιχτή διαδικασία Επιλο­ γής καί σύγκρισης τών τίτλων, τών έργων καί τής δράσης τών υποψηφίων καί μέ κριτές έξέχουσες φυ­ σιογνωμίες τού τόπου μας (κι όχι, όπως καλή ώρα. κατά πλειοψηφία άπό ύπαλλήλους τού Υπουργείου Πολιτισμού). Τά άλλα Εκ τού πονηρού... Σπύρος Κόκκινης Λέσβου 70-Κυψέλη Αθήνα

Ό Γκριγιέ άπό τό 1970 Αγαπητό «Διαβάζω», Από τίς έκδόσεις «Νεφέλη» κυκλοφόρησε το μυ­ θιστόρημα τού Άλαίν Ρόμπ-Γκριγιέ «Τό σπίτι των ραντεβού» σέ μετάφραση Νόρας Αναγνωστάκη. Σε έσώφυλλο τού βιβλίου δίνεται ή πληροφορία. «Το σπίτι τών ραντεβού, τό πιό Ενδιαφέρον, ίσως, υπό τα πολλά βιβλία του, είναι καί τό πρώτο πού μεταφράζε­ ται στήν Ελλάδα». , . Ή πληροφορία δέν είναι άκριβής. Πριν άπο έντεκα χρόνια κυκλοφόρησε τό βιβλίο τού Γκριγιέ «Στιγμιοτυπα» μαζί μέ τό βιβλίο τής Σαρρώτ «Τροπισμοί», σ έναν τόμο, σέ μετάφραση Τατιάνας Τσαλίκη-Μηλιωνη (Κάλβος, 1970). Παρακαλώ γιά τή δημοσίευση αύτού του σημειώ­ ματος καί τήν άποκατάσταση τής βιβλιογραφικής άκρ1βεια£:·

Φιλ,κά Τατιάνα Μηλιώνη Άγαθίου 1 Αθήνα (708)

Τό τέλος ένός διαλόγου

Διοικητικό Συμβούλιο τού Κύκλου τού 'Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου μέ τήν -άσχετη μέ αύτό καί τό έργο τού Κύκλου- έπταμελή Επιτροπή πού συντάσσει τό περιοδικό «Χελιδόνια», προφανώς επειδή τρία μέλη τού Δ.Σ. τού Κύκλου συμβαίνει νά μετέχουν στήν Έπιτροπή τών Χελιδονιών, στήν όποια όμως είναι μέλη καί ένας άκόμη ιδιώτης καθώς καί τρεϊς Εκπαι­ δευτικοί-ύπάλληλοι τού 'Υπουργείου Παιδείας. 2. Αδυνατούμε νά παρακολουθήσουμε τό συλλο­ γισμό του, στόν όποιο συνδέονται άστοχα ή προσ­ φορά καί τό έργο τού Κύκλου, τά όνόματα μερικών συνεργατών, πρώην καί νϋν, τού περιοδικού, καθώς καί τό σημείο στό όποιο άρχίζει, τελειώνει ή Εξαν­ τλείται ή παιδική λογοτεχνία. 3. Τά «Χελιδόνια», στά 16 ώς τώρα τεύχη τους, δημοσίευσαν κείμενα τών παρακάτω γνωστών καί άναγνωρισμένων (αύτό είναι βέβαια απαραίτητο) λο­ γοτεχνών πού γράφουν γιά παιδιά καί πού πρόσφεραν πρόθυμα καί χωρίς άμοιβή τή συνεργασία τους: Γ. Άναστασιάδη-Δεληγιάννη Γ. Άνεζίνη-Λεράκη Κ. Καλαπανίδα Μ. Κουβαλιά-Γουμενοπούλου Χρ. Κουλούρη Γιώργη Κρόκου Τάκη Λάππα Δημ. Μανθόπουλου Καλλιόπης Σφαέλλου Γεωργίας Ταρσούλη Κώστα Τζαμαλή Νίτσας Τζώρτζογλου Πιπίνας Τσιμικάλη Σοφίας Φίλντιση Ντίνας Χατζηνικολάου. Δημοσίευσαν Επίσης κείμενα: Τέλλου "Αγρα, Ήλία

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ Τήν Κυριακή, 11 Οκτωβρίου, στόν Αγιο Κωνσταντίνο τού Νεκροταφείου Ζωγρά­ φου, οτίς 10.30 τό πρωί, θά τελεστεί μνη­ μόσυνο γιά τό Νίκο Λαμπρόπουλο

Αγαπητό «Διαβάζω», . Απαντούμε στό σχόλιο τού κ. Α. Δελωνη, στο τε χος σου τού Ιουνίου, σχετικά μέ τήν Επιστολή μας πού δημοσίευσες στήν ίδια σελίδα. "Εχασε τήν ψυχραιμία του ό φίλος κ. Δελωνης -φί­ λος χωρίς εισαγωγικά, γιατί Εμείς άναγνωρίζουμε στούς φίλους τό δικαίωμα καί νά διαφωνούν καί νά μάς διορθώνουν Σχολιάζει τήν καλοπροα ρετη Επι­ στολή μας μέ περίεργα Επιχειρήματα καί ύφος που £ ΐ ν άρμόζει νά άκολουθήσσυμε Γιά ενημέρωση του έώθγνωσιικού σου κοινού μόνο σημειώνουμε τά άκό ^ Σ υγχέει Επικίνδυνα ό κ. Δελώνης τό Επταμελές

':o I

πού τόσο άδικα καί ξαφνικά έφυγε άπό κοντά μας πριν άπό ένα χρόνο. Πιστεύουμε πώς ή παρουσία στό μνημό­ συνο όλων όσων υπήρξαν φίλοι ή συνεργά­ τες του είναι μιά Ελάχιστη όφειλή στή μνήμη τού άξέχαστου Νίκου. Η ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ


Βενέζη, Γιάννη Βλαχογιάννη, Γ. Δροσίνη, Όδ. Έλύτη, Άνδρέα Καρκαβίτσα, Φώτη Κόντογλου, Δ. Λουκόπουλου, Κίτσου Μάκρη, Ά. Μανούσου, Αλεξ. Μπάρα, Πέτρου Πικρού, Νίκου Πολίτη, "Αγγέλου Σικελιανοϋ, Γ. Σουρή, Σ. Σπεράντζα, Κ. Τσιρόπουλου. Κι άκόμη, δημοσίευσαν κείμενα ξένων συγγρα­ φέων, όπως: Χάνς Κρίστιαν "Αντερσεν, Άφών Γκρίμ, Λ. Τολστόι, Ά. ντέ Σαίντ Έξυπερύ, Πέτερ Μπίξελ, Σ. Τάγκεμπλατ, Φ. Ε Γκρούμπερ, Μάξ Κρούγκε, Β. Μπόνζελς, Γκ. Τούβιμ, καθώς καί τών τιμημένων μέ βραβεία "Αντερσεν: Τζέλα Λέπμαν, "Εριχ Κέστνερ, Τζέημς Κρούς, Τζιάνι Ροντάρι καί "Ανία Μπάρτο. Τό νά δημοσιεύουν καί κείμενά τους ή τό νά έχουν μιά μόνιμη στήλη οί άνθρωποι πού συντάσσουν τό περιοδικό δέν βλέπουμε γιατί θά έπρεπε νά άπαγορεύεται ή νά ύπόκειται σέ περιορισμούς καί «στατι­ στικές··, άφοϋ, όπως καί ό ίδιος ό κ. Δελώνης ση­ μειώνει, ή άξια τού προσωπικού τους έργου είναι άναγνωρισμένη. 4. Ό κ. Σακελλαρίου δέν άνέλαβε ώς Πρόεδρος τής Συντακτικής Επιτροπής τώρα, άλλά άπό τήν άρχή τής δεύτερης χρονιάς τής κυκλοφορίας τού περιοδικού, 1980-1981, δηλαδή άπό τόν περασμένο Όκτώβρη (τεύχη 9-16). 5. Περίεργος ό ισχυρισμός τού κ. Δελώνη, ότι οί συγγραφείς πρέπει νά άρκούνται στήν ύποτιθέμενη «διαφήμιση» πού τούς γίνεται μέ τή δημοσίευση τών κειμένων τους καί ότι δέ θά πρέπει νά θεωρείται προσφορά ή χωρίς άμοιβή έργασία τους, άφοϋ έτσι γίνονται γνωστοί στά παιδιά πού «τούς διαβάζουν καί τούς ξαναδιαβάζουν». Μόνο πού μέ αύτό τό σύστημα τής δωρεάν εργασίας καί μ' αύτή τή νοοτροπία, γε­ νεές γενεών συγγραφέων στήν Ελλάδα φυτοζώησαν καί τελικά πέθαναν πάμπτωχοι, κάποτε κι άπό πείνα, κι άς τούς «διάβαζε καί τούς ξαναδιάβαζε» τό Πα­ νελλήνιο. 6 Τό έάν, καί ποιοί, σέ ποιές περιπτώσεις καί μέ ποιές άποδείξεις μοχθούν ή «κόπτονται» γιά τά Ελ­ ληνόπουλα, εύκολα τό διαπιστώνει όποιος πραγμα­ τικά ένδιαφέρεται γιά τά παιδιά καί τήν παιδική λογο­ τεχνία καί όποιος δέν ώθεΐται άπό άδικες πικρίες Σ’ ευχαριστούμε, κι ένας άπό τούς λόγους πού δέ θά έπανέλθουμε σ' αύτό τό θέμα είναι γιά νά μήν κά­ νουμε κατάχρηση τής φιλοξενίας σου. Μέ έκτίμηση. Κ. Π. Δεμερτζής Γαλάτεια Γρηγοριάδου-Σουρέλη Ρένα Καρθαίου

Καί άλλο βιβλίο γιά τό χορό Αγαπητό "Διαβάζω», Στό τεύχος άρ 42, τού Μάη, δημοσιεύεται μιά κρι­ τική παρουσίαση, άπό τόν Αλέξη Κωστάλα, βυό ξε­ νόγλωσσων βιβλίων (Ρεϋνά καί Kraus) γιά τήν Ιστορία τού χορού, μεταφρασμένων έλληνικά Γράφει ό A Κ στήν είσαγωγή του: - Υπάρχουν βιβλία, μά είναι ξένα καί δέν είναι ύποχρεωμένος 6 άναγνώστης νά γνωρί­ ζει ξένες γλώσσες γιά νά ένημερωθεί | | Μέ πολλή χαρά λοιπόν έμαθα Οτι μεταφράζονται βυό ξένα θι θλία στά έλληνικά» (σελ 53) Ιάς ύπενθυμίζω τήν έκδοση (Δίφρος 1957) τού βι­ βλίου · Ό χορός ή Ιστορία μιάς τέχνης τό μπολ Αέτο» τού Κώστα Νίκολς, γνωστού γιά τήν καλλιτε χνική tou προσφορά δάσκαλου τού μπαλέτου, χορο

γράφου καί κριτικού. Αύτό ύπήρξε τό πρώτο βιβλίο γιά τήν Ιστορία τού χορού, πού γράφτηκε άπό "Ελ­ ληνα, σ' έλληνική γλώσσα. Τόν πρόλογο έγραψε ό Γιώργος Φτέρης. Αύτά, γιά τήν Ιστορία. Σ' εύχαριστώ Γλαύκη Δασκαλοπούλου Αριστοδήμου 8 Αθήνα

’Απροσεξίες άναγνωστών Αγαπητό «Διαβάζω», Είναι πράγματι «τραγικό» τό γράμμα τού Φ. Κάθειρου άπό τήν Εσπερία, στό τεύχος σου 43, γιά τό ήθος καί τήν πνευματική έντιμότητα άνθρώπων τής «λογοτεχνικής μας πιάτσας» ή τών πνευματικών μας «κυλινδρόμυλων» όπως θά έλεγε καί ό Νίκος Γ. Πεντζίκης. Στήν έπιστολή, λοιπόν, αύτή μού καταλογίζει (λοιδορεί), μέ χαρακτηριστική άνευθυνότητα, πρά­ ξεις άντιγραφής καί λογοκλοπής. σπεύδοντας μάλι­ στα νά «πιάσει τό λαυράκι», μπάς καί τό καμακώσει κανένας άλλος, χωρίς νά έχει διαβάσει τό βιβλίο μου -άλλωστε τό όμολογεί - «Συνοπτική διαδικασία» Απλώς τού άρκεϊ (τέτοια θά προσέχουμε τώρα) πού διάβασε μερικούς στίχους άπό τό ποίημά μου « Ωδή σέ έναν τύραννο» στήν κριτική, τεύχος σου 40, πού έγραψε ό Κώστας Γ. Παπαγεωργίου. Άπό πότε όμως γράφονται αύτού τού είδους έπιστολές χωρίς πρώτα νά γίνει αύτοψία στό σώμα τού έγκλήματος; Στοι­ χειώδης πρόνοια έπρεπε νά ώθήσει τό φουκαρά τόν έπιστολογράφο σου ν' άναζητήσει τό βιβλίο καί νά δει (νά διαβάσει) τί γράφω έκεϊ. Τότε βέβαια, ό κατά τά άλλα έμθριθής καί παντεπόπτης, θά έβλεπε στή ο 25 τής «Συνοπτικής διαδικασίας», στίς Σημειώσεις Α · όπου κοντά στά άλλα γράφω: «Καί δέ θά άργήσει νά ξεπεταχτεί Απ τά κόκκαλα μας κάποιος έκδικητής Exoriara aliquis nostris ex ossibus ultor: (Βιργίλιοή IV, 685)'' Από τήν προμετωπίδα τής Ελληνικής Νο­ μαρχίας Επιμέλεια Γ Βαλέτα: Βιθλιοεκδοτική -Τρίτη έκδοση- 1957 Σελ 301». Τώρα όποιος γνωρίζει έλληνικά καταλαβαίνει Δια· φορετικά γελάει κι ό πικραμένος. Πέρα άπό τά παραπάνω δμως. θά έβλεπε, 6 έπαρκής άναγνώστης. βτι όλόκληρο τό ποίημα - Ωδή ot έναν τύραννο- είναι τυπωμένο μέ πλάγια στοίχε10, σέ όντίθεση μέ τά άλλα ποιήματα τού βιβλίου Άρ°Υε γιατί: Διότι τό ποίημα είναι ένα «κολλάζ» (στίς ΣΠ; μειώσεις άναφέρονται τά σχετικά) καί άποτελει προσπάθεια γιό μιά φόρμα διαφορετική στή δουλειά μου Τό ποίημα αύτό είναι γραμμένο, καί γνωστό στή Θεσσαλονίκη, όπό τό 1973 Αύτό γιά τό συντάκτη τής Επιστολής Λυπάμαι όμως πού έσύ οόν ύπεύθυνο π ε ρ ι ο δ ι κ ό δέχτηκες ένα παρόμοιο γράμμα χωρίς νά τό έλέγξεις, πράγμα που σού ήτανε πολύ εύκολο Καί ζητ«*>ν τας τή γνώμη τού συνεργάτη σου Κώστα Γ Παπα γεωργίου. άλλά καί Φυλλομετρώντας τό βιβλίο ι|0° πού ήβη βρίσκεται στά χέρια σας άπό τήν έκδοση του Ευχαριστώ γιά τή ψιλ* 6 έπιμελής όντιγ, Πρόδρομος X Μά. Πανσέλην Νιεπώ - θε

ΧΡΟΝΙΚΑ 'Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

ΕΚΔΟΤΙΚΑ Επειδή ή στήλη συναντά δυσκολίες στή συλλογή πληροφοριών, παρακαλοϋμε τούς εκδότες νά μάς ενημερώνουν ταχτικά καί κυρίως ύπεύθυνα γιά τό τί πρόκειται νά έκδώσουν. Στή σειρά «Παγκόσμιο Θέατρο», πού έδώ καί χρόνια έχουν καθιερώσει οί έκδόσεις «Δω­ δώνη», ετοιμάζονται τά θεατρικά έργα: « Ορ­ γισμένα νιάτα» τού Τζών Όσμπορν, «Ειρήνη» τού Δημήτρη Σπηλιόπουλου καί «Τρία μονό­ πρακτα» τού Τζίμη Παπανικολόπουλου. Στό χώρο τής Ιστορίας πρόκειται νά έκδοθοϋν σύντομα τά θιθλία: «Αυτοθυσίες καί αθλιότητες» τού Θανάση Παντούλα, πού άναφέρεται στό πρώτο άντάρτικο στήν περιοχή τής Ηπείρου (Δωδώνη), «Θεσσαλονίκη 9-11

Μάη 1936 -Οί αγώνες τού λαού» τού Θέμου Κορνάρου (Καστανιώτης) καί «Ό μακεδονικός αγώνας» τού I. Κ. Μαζαράκη-Αίνιάνα (Δωδώνη). Στή βιβλιογραφία τής ψυχολογίας θά προσ­ τεθούν έξάλλου τρείς άκόμα τίτλοι: τά έργα «Ή γυναικεία σεξουαλικότητα» (Νεφέλη) καί «Ή σεξουαλικότητα» (Δανιάς) τού Σίγκμουντ Φρόυντ καί τό βιβλίο «Τί είπε πραγματικά ό Ράιχ» τού Μ. Κατιέρ (Γλάρος). Στόν τομέα τής φιλοσοφίας θά κυκλοφορή­ σει ό 6' τόμος τού έργου «Σχεδίασμα είσαγω-

ΜΕ ΠΛΑΓΙΑ... Γιατί δέν έχουμε βιβλιοθήκες "Αν τό μελάνι πού χαλάσαμε γιά νά γρά­ φουμε τόσα χρόνια ότι δέν έχουμε βιβλιο­ θήκες τό είχαμε κάνει κάτι άλλο, σίγουρα κάτι καλύτερο θά είχε βγει. Γιατί νομίζω πώς πήγε χαμένο. Ποιος διάβασε αυτά που γράφουμε; Ποιός άκουσε αύτά πού λέμε, "Αν κι ένα αύτί είχε ποτέ άφουγκραστεϊ, ή ένα μάτι δεί, σίγουρα θά χαμέ όργανωμενους καί πιό σύγχρονους ναούς σοφίας. Όπως μάθαμε νά πλένουμε τά δόντια μας περισσότερο (άλήθεια, ποιός δέν βλέπει τή διαφορά), θά μπορούσαμε νά είχαμε μάθει νά διαβάζουμε καί νά κάνουμε χρήση τής όργανωμένης πληροφόρησης. Αν φυσικά μάς τό μάθαιναν ή άν θέλανε νά μάς τό μά­ θουν.,. _ , Ποιοί είναι οί λόγοι πού έμποδίζουν νά γίνουν βιβλιοθήκες στόν τόπο μας, τό 'χουμε πει πάρα πολλές φορές. Ετσι όμως, γιά μιά φορά άκόμα, άς πούμε τούς κυριότερους. Κανείς δέν ξέρει. Μπορεί οί ουρα­ νοί νά είναι άνοιχτοί τήν ώρα αύτή. Πρώτος λόγος καί αίτία ή παιδεία μας. Μαθητές πού κάθονται στήν τάξη καί άκούνε τόν δάσκαλο ώρες άτέλειωτες, δεν υαθαίνουν ποτέ νά διαβάζουν. Αποστηθί­ ζουν τίς σελίδες τών σχολικών βιβλίων, καί \έλος ή μάθηση. Οσο γιά τό σπίτι, που

χρόνος καί ποϋ ή προτροπή. Δεύτερος λόγος, τά αίώνια χρήματα. Από τότε πού στήν πατρίδα μας κόπηκε ή πρώτη χελώνα, ούτε χρήματα όρκε τά μάς δώσανε ποτέ, ούτε αύτά πού μάς δώσανε μάς είπανε πώς νά τά χρησιμοποιήσουμε σωστά καί άποδοτικά. Τούς κωδικούς, βλέ­ πετε, τούς έχουμε γιά τούς τύπους καί όχι γιά τήν ούσία. Τρίτος λόγος, οί άνθρωποι. Οί βιβλιοθη­ κάριοι. Πού νά τούς βρεις. Στίς άνώτατες σχολές τό θεωρούν πολύ *μπανάλ» νά άσχοληθοϋνε μέ τό έπάγγελμα. Αποτέλε­ σμα; Ως καί ή Αφρική γέμισε σχολές βι­ βλιοθηκονομίας, άλλά έμείς καλά έχουμε ταμπουρωθεί πίσω άπ' τήν άρνησή μας. Ακούς έκε'ι νά τούς κάνουμε καί πανεπι­ στημιακές έδρες! Τέταρτος λόγος, οί νόμοι καί οί θεσμοί. Γινήκανε άπό άδαεϊς καί γιά άδαεϊς. Ή ύπαρξή τους, άντί γιά πρόοδο καί προκοπή, ένίοχυσε τά χάλια μας. Αφήστε δέ πού, σέ κάποιο χρονοντούλαπο, τούς έχουνε ξε­ χύσει. Κι ίσως κάποτε, άν κάποιος τούς χρειαστεί, νά τούς θεωρήσει κι άπό πάνω έντοιχισμένους κώδικες βυζαντινούς! ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΥ


ΕΚΔΟΤΙΚΑ

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

γής στη φιλοσοφία» τού Χρήστου Γιανναρά (Δόμος) καί στόν τομέα τής θεολογίας τά βι­ βλία: «ΔΓ ϋδατος καί πνεύματος» τού 'Αλέ­ ξανδρου Σμέμαν (Δόμος) καί «Βυζαντινή θεο­ κρατία» τού Στήβεν Ράνσιμαν (Δόμος). Γιό τούς φίλους τής λογοτεχνίας έπισημαίνουμε τις ποιητικές συλλογές « Απελάτες στό Αιγαίο» τού Μανώλη Γιακουμάκη (Ώλήν) καί «Τό τομάρι τού πόνου» τού Δημήτρη Κατσιμάνη ( Ωλήν). Επίσης τά μυθιστορήματα «Έβδομη έποχή» τής Σούλας Τζοβλά (Δω­ δώνη), «Γερτρούδη» τού Έρμαν Έσσε (Καστανιώτης), «Ρεβέκκα» τής Δάφνης Ντύ Μωριέ (Καστανιώτης), «Ή παρακμή τών σκληρών» τού "Αγγέλου Τερζάκη ( Εστία), «Ύπερίωνας» τού Φρειδερίκου Χέντερλιν (Ήριδανός), «Ρουντίν» τού Ίβάν Τουργκένιεφ (Πλέθρον), «Ή Ζαζί στό μετρά» τού Ραιημόν Κενώ (Νε­ φέλη), «Ή μακριά κοιλάδα» τού Τζών Στάινμπεκ (Νεφέλη), «Κλαύδιος ό θεός» τού Ρόμπερτ Γκραίηθς. πού άποτέλεσε τή βάση τού γνωστού τηλεοπτικού σήριαλ (Νεφέλη). «Le pur et Γ impur» τής Κολέτ καί « Απ’ τήν καλή κι άτι’ τήν άνάποδη» τού Άλμπέρ Καμύ ( Αστέρι), « Απ τά κόκκαλα θγαλμένη» τού Νάνου Βαλαωρίτη (Νεφέλη), «Ή Δ' σταυροφορία» τού Κώστα Κυριαζή ( Εστία), ό β' τόμος τού « Αν­ τάτζιο καί φούγκα» τού Διονυσίου Ρώμα ( Εστία), « Ο κάμπος» καί «Νέος μέ καλάς συ­ στάσεις» τού Λουκή Ακρίτα (Φιλιππότης) καί «413 ήμέρες» τής Γιολάντα Τερέντσιο ( Εστία). Επισημαίνουμε άκόμα τίς συλλογές διηγη­

μάτων: «Αύτά καί άλλα πολλά» τού Γιώργου Σκούρτη ( Αστέρι), « Αλλόκοτες ιστορίες» τού Εντγκαρ Αλλαν Πόε (Νεφέλη), «Διηγήματα» τής Ειρήνης Παπαϊωάννου (Δωδώνη), «Πρόο­ δοι έν προόδω» τού Άλέξη Φωκά (Ώλήν), «Τρία άνέκδοτα διηγήματα» τού Κωνσταντίνου Θεοτόκη (Κείμενα), «Ή ζωή τής πόλης» τού Ντόναλντ Μπάρθελμ (Νεφέλη), «Πυρπολημένη γή» καί «Μαρτυρική πορεία» τής Ιφιγένειας Χρυσοχόου (Φιλιππότης), « Εσύ δέν είσαι έγώ» τού Πώλ Μπόουλς (Νεφέλη) καί «Φανταστικές ιστορίες» τού Ε.Τ Α. Χόφμαν (Νεφέλη). Γι αύτό τό μήνα εξάλλου έτοιμάζονται: ό α τόμος τών « Απάντων» τού Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, σέ έπιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου (Δόμος), τά « Απαντα» τής Μαρίας Πολυδούρη, σέ έπιμέλεια Τάκη Μενδράκου ( Αστέρι), μιά συλλογή άνέκδοτων κειμένων τού Γ Μακρή μέ τίτλο «Ποίηση καί πεζά» σέ έπιμέλεια Ε. X. Γόνατά (Νεφέλη), ένας τόμος μέ γράμματα τού Νίκου Καχτίτση πού θά 'χει τίτλο «Ή διηνεκής έπιστολή», έπίσης σέ έπιμέλεια Ε. X. Γόνατά (Νεφέλη), καί ή μελέτη «Μαρξισμός καί λογοτεχνία» τού Ραιημόν Γουίλιαμς (Πλέθρον). Τέλος θά κυκλοφορήσουν σύντομα τά βι­ βλία: « Ημερολόγιο» τού Εύγένιου Ντελσκρουά (Νεφέλη), «Κριτική πολιτευμάτων» τού Κωνσταντίνου Πλεύρη (Νέα Θέσις) καί «Πώς είδα τήν Αμερική καί τή Ρωσία» τού Χάρη Κάππα ( Εστία).

Τό βιβλίο κι έμεΐς Τό «Διαβάζω» διεξάγει αύτό τό μήνα μία μεγάλη ερευνά για τίς σχέσεις μας μέ τόν έντυπο λόγο. Αντρις, γυναίκες καί παιδιά θά άπαντήσουν α' ένα επι­ στημονικά καταρτισμένο έρωτηματολόγιο, γιά νά μά­ θουμε, έπι τέλους, τί συμβαίνει στόν τόπο μας μέ τό βιόλιο, το διάβασμα και, γενικά, τήν αξιοποίηση τού έλεΰθερου χρόνοι» μας. Ια αποτελέσματα τής έρευνας, άφοΰ αναλυθούν κ α ί. " ιη/,>ϊ>ι(,<>ΐ'ν θά δημοσιευθοΰν στό Γεΰχος Δεκεμ^ _______ βρίου. /ίό

Τόν Ίούλιο-Αϋγουστο αγοράστηκαν περισσότερο τά έξης βιβλία: 1. Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές: Εκατό χρόνια μοναξιάς (Νέα Σύνορα) 2. Έ λενας Ακρίτα: Από τήν Έ λενα μέ χαμόγελο (Κάκτος) 3. Λίλιαν Μπάτση: Βαρύτατο τίμημα (1941-1952) (Δωδώνη) 4. Γιώργου Σκούρτη: Αύτά κι άλλα πολλά ( Αστέρι) 5. Δημήτρη Χατζή: Τό τέλος τής μικρής μας πόλης (Κείμενα) 6. Κυριάκου Διακογιάννη: Ανθρώπινα πιράνχας (Μαίανδρος) 7. Θανάση Πετσάλη-Διομήδη: Μαρία Πάρνη (Εστία) 8. Βασίλη Μπαρτζιώτα: Ό άγώνας τού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (Σύγ­ χρονη Εποχή) 9. Νίκου Χουλιαρά: Τό μπακακόκ (Κέδρος) 10. Τόμας Κούν: Ή δομή τών έπιστημονικών έπαναστάσεων (Σύγχρονα Θέματα) 11. Μένη Κουμανταρέα: Σεραφείμ καί Χερουβείμ (Κέδρος) 12. Κωνσταντίνου Τσουκαλά: Κοινωνική άνάπτυξη καί κράτος (Θεμέλιο) Ό πίνακας αυτός καταρτίστηκε μέ βάση τά στοιχεία πού μάς παραχώρησαν τά έξης 40 βιβλιοπωλεία άπ' όλη τήν Ελλάδα Α Αβραμίδης, Βαο. Παύλου 63, Γιαννιτσά · Αίολος, Σάλωνος 114, Αθήνα · Αριστοτέ­ λης Πανεπιστημίου 34, Αθήνα · Αστέρι. Σάλωνος 121, Αθήνα · Σ. Βακιάνης, Βαο. Κωνσταντίνου 10, Ξάνθη · Γνώση Γρ Αυξεντίου 26, Αθήνα · Γρηγόρη, Σάλωνος 71, Αθήνα · Γωνιά του Βιβλίου, ΈΥνατίας 73 Θεσσαλονίκη · Διάλογος. Τοπάλη21Α, Βόλος · Δωδώνη, Ασκληπιού 3, Αθήνα · Ενδοχώρα, Σάλωνος 62, Αθήνα · Επιλογή, Ίπποκράτους 15Γ, Αθήνα · Εστία, Σάλωνος 60, Αθήνα · Μ. Καλαντξής, Λυκ. Λογοθέτου Σάμος · Γ Καραγκούνης, Αβάντων 38, Χαλκίδα · Μ. Καρδαμίτοα, Ίπποκράτους 8, Αθήνα · Κέδρος Γενναδίου 6 Αθήνα · Γ. Κλάδος, Πλατεία Έλ Βενιζέλου, Ηράκλειο · Μ. Κοτξιά, Τσιμισκή 78, Θεσσαλονίκη · Α. κ'ουμπλομάτης, 2βης Οκτωβρίου 8, Ιωάννινα · Αφοί Κωνσταντινίδη, Εγνατίας 125, Θεοσαλονίκη · Λέσχη τού Βιβλίου, Σάλωνος 84, Αθήνα · Ubro, Πατρ. Ιωακείμ 8, Αθήνα · Α. Μεθενίτης, Κανακάρη 178 Πάτρα · Μόλχο, Τσιμισκή 10, Θεσσαλονίκη · Ε. Μπαρμπουνάκης, Αριστοτέλους 4, Θεσσα­ λονίκη · Αωόί Μποοτάνογλου, Κολοκοτρώνη 92, Πειραιάς · Μ. Ξηρού- Απέργη, Παπαδιαμάντη 1, Κηφισιά, Αθήνα · Πλέθρον Τοοίταα ΙΑ, Αθήνα · Προμηθεύς, Ερμου 75, Θεσσαλονίκη · Θ. Ρεράκης, Κουντουριώτου 13 Ρέθυμνο ’· Ρόμβος, Καψάλη 6, Αθήνα · I. Σιδέρης, Σταδίου 44, Αθήνα · Σύγχρονη Εποχή, Ακαδημίας 78 Αθήνα · Συνεργατική, Σίνα 7, Αθήνα · Δ. Τσιοπελάκος, Ασκληπιού 49, Τρίκαλα · Φωλιά wJ S Πανεπιστημίου 25 29, Αθήνα · Μ. Χατξούλη, Καύμα 34, Λάρισα · Χνάρι. Κιάφας 5. 'Αθήνα · Ε. Ψαρράς, Ιπποδρομίου 10, Θεοσαλονίκη.

Στό έπ όμενο τεϋ χ ο ς Κυκλοφορεί τό Νοέμβριο

Αφιέρωμα: Τά βιβλία τή ς Μ έσης 'Ε κπαίδευσης

’Έ ρ ευνα : Τά σχολικά βιβλία, κρατικό μ ονοπώ λιο ή όχι;

Φ ωτογραφικά ά λμ πουμ


ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

"Ε να ς μεγά λος έφυγε... θιστόρημα «Ή φωτιά». Γραμμένο μές στή «φωτιά» τών γεγονότων τής άντίστασης, τό έργο -άν καί δέν είναι άπό τά καλύτερα τού συγγραφέα- είναι ωστόσο μαρτυρία μιας έποχής άλλά καί μιας άντίληψης πού επικρατούσε τότε γιά τή λογοτεχνία στό χώρο τής προο­ δευτικής διανόησης. Τό 1949 ό Δ. Χατζής, πληρώνοντας άκριβά τή συμμετοχή του στό δημοκρατικό στρατό τήν περίοδο τού εμφύλιου, παίρνει τό δρόμο τής εξορίας καί περνά 26 όλόκληρα χρόνια στήν Ανατολική Γερμανία καί τήν Ούγγαρία. Στή διάρκεια τής παραμονής του στό έξωτερικό άσχολεϊται μέ τή μελέτη τής φιλολογίας και τής ιστορίας, διδάσκει νεοελληνική φιλο­ λογία καί βυζαντινολογία στό πανεπιστήμιο τής Βουδαπέστης καί εκδίδει τά δύο έπόμενα έργα του: «Τό τέλος τής μικρής μας πόλης» και τούς «Ανυπεράσπιστους». Στό πρώτο άπ αύτά -«Τό τέλος τή μικρής μας πόλης» (1963)- ό Δ. Χατζής καταγράφει τις κοινωνικές άλλαγές μιας έπαρχιακής πόλης τήν εποχή τού μεσοπολέμου καί τήν άδυναμία τών άνθρώπων της νά προσαρμοστούν στίς νέες συνθήκες. Τά έφτά διηγήματα τής συλ­ λογής επιβάλλονται μέ τή στέρεη λογοτεχνική δομή, τήν άρτιότητα τής γλώσσας καί τή γνή­ σια συγκίνηση πού μεταδίνουν στόν άναγνώστη. Δημήτρης Χατζής (φωτογραφία Λάκης Αρβανίτης)

«Θέλω νά πώ ότι μέσα μου 6 νεοελληνισμός είναι ένας μικρός Χριστός σταυρωμένος άνάποδα. Αύτό είναι γιά μένα τό ευαγγέλιο τού νέου έλληνισμού.» Μ’ αυτά τά λόγια προσδιό­ ριζε τή σχέση του μέ τήν Ελλάδα ό Δημήτρης Χατζής, ό τελευταίος μεγάλος τής παράδοσης τού πεζού μας λόγου, πού χάθηκε πρόωρα στίς 21 τού περασμένου Ιουλίου Γιός τού δημοσιογράφου καί λογοτέχνη Γ. Χατζή-Πελλερέν, ό Δ, Χατζής γεννήθηκε στά Γιάννενα τό 1914 κι έκανε νομικές καί φιλολο­ γικές σπουδές στά πανεπιστήμια τής Αθήνας καί τού Χούμπολτ. Από τή νεαρή του ήλικία έντάχθηκε ατό προοδευτικό κίνημα καί στή διάρκεια τής κα­ τοχής δούλεψε στόν παράνομο άντιστασιακό τύπο του ΕΑΜ Μετά τήν άπελευθέρωση, παράλληλα μέ τή δημοσιογραφική του έν ασχόληση, ό Δ Χατζής κάνει τό 1946 τήν πρώτη του έμφάνιοη στά γράμματα μέ τό μυ­ 10

Στό δεύτερο -τούς « Ανυπεράσπιστους» (1966)- ό συγγραφέας έκφράζει τόν έσωτερικό κλονισμό καί τήν πίκρα τών όνθρώπων μετά τή διάψευση τών έλπίδων τής δεκαετίας 40-50. Ανάμεσα στά διηγήματα τής συλλογής θυμί­ ζουμε τήν « Ορα τής φυρονεριάς», ένα άπό τά καλύτερα πεζά κείμενα τής νεοελληνικής λο­ γοτεχνίας, πού κερδίζει άνεπιφύλακτα μέ τή γεμάτη είλικρίνεια άνθρωπιά του Στήν Ελλάδα ό Δ Χατζής έπιστρέφει τό 1974 καί λίγο άργότερα βρίσκεται στό κέντρο τής έπικαιρότητας μέ τήν τεράστια έπιτυχίο τού «Διπλού βιβλίου» του (1976). Είναι ένα πι­ κρό βιβλίο που άναφέρεται στό σημερινό Λν· θρωπο, τόν ΰνθρωπσ-πρόσφυγα στή μεγάλη πόλη «Τά όνειρα μας» θά πει ό Δ Χατζής Υ·ό τό έργο του στό «Διαβάζω», τεύχος 5-6, *Μ)<^' ,J" νουν άτομικά. οί έπιδιώξεις μας είναι άτομι οτομικιστικές μέοα σέ μιά κοινωνία πού δέ/,χ ένωνει. μάς χωρίζει, μάς σκορπίζει» fr -fV Τήν Ιδια χρονιά (1976) κυκλοφορεί |* V

ακόμα τόμος μέ παλιά καί νέα διηγήματα του, οί «Σπουδές», καί τό 1979 έκδίδεται ή «Θη­ τεία», μέ άγωνιστικά κείμενα τής περιόδου 1940-1950. Από τά φιλολογικά του μελετήματα έκδόθηκε τό «Γλώσσα καί πολιτική» (1975), ένώ πολλά άλλα βρίσκονται άκόμα άνεπεξέργαστα. Ανολοκλήρωτο έμεινε επίσης τό τε­ λευταίο μυθιστόρημα του, «Ό θείος Πολυκρά­ της άπό τήν Ούγκάντα». Η γλώσσα τού Δ. Χατζή παρά τά 25 χρόνια ξενιτιάς είναι —όπως επισημαίνουν πολλοί με­ λετητές της—πυκνή, εύθύβολη καί δουλεμένη. Στό έργο του οί λέξεις είναι λειτουργικά ανα­

ντικατάστατες καί ή γραφή του πλαστική καί καίρια. Ό Δ. Χατζής δούλεψε τό διήγημα δσο λίγοι στόν τόπο μας. Στά διηγήματά του τά βιωμα­ τικά στοιχεία, ή κοινωνική πραγματικότητα καί ή φαντασία δένουν συνήθως μοναδικά μ’ έναν τρόπο πού μόνο οι μεγάλοι τεχνίτες τόν κατέ­ χουν. Ας σημειωθεί ότι τόν τελευταίο χρόνο τής ζωής του ό Δημήτρης Χατζής ήταν διευθυντής τού λογοτεχνικού περιοδικού «Πρίσμα» καί λί­ γες μέρες πρίν τό θάνατό του δούλευε άκόμα γιά τό τέταρτο τεύχος του.

Γιά τόν ’Αλκιβιάδη Γιαννόπουλο πού τ' άνομό του συνδέθηκε στενά τήν έποχή τού '30 μέ τά πρωτοπόρα λογοτεχνικά ρεύ­ ματα τής Θεσσαλονίκης. Γεννημένος τό 1896 στήν Αθήνα, ό "Αλκής Γιαννόπουλος βρέθηκε πολύ νέος γιά σπου­ δές στήν 'Ιταλία. Εκεί έγραψε τά πρώτα του διηγήματα καί άναμίχθηκε ενεργά στό κίνημα τών φουτουριστών, άπό τούς όποιους έπηρεάστηκε βαθιά στό κατοπινό του έργο. Μέ τήν έπιστροφή του στήν 'Ελλάδα, διορί­ στηκε ύπάλληλος στή Θεσσαλονίκη, δπου βρήκε πρόσφορο έδαφος γιά τούς λογοτεχνι­ κούς του πειραματισμούς. Στά νεοελληνικά γράμματα εμφανίστηκε τό 1932 άπό τις στήλες τού περιοδικού «Μακεδο­ νικές Ημέρες» καί στή συνέχεια δημοσίευσε τά έργα: «Κεφάλια στή σειρά», διηγήματα (1934). « Ηρωική περιπέτεια», διηγήματα (1938), «Τό δάσος μέ τούς πιθήκους», διηγήματα (1944), «Ό πίθος τών Δαναΐδων», άφήγημα (1950), «Ή Σαλαμάντρα», μυθιστόρημα (1957), «Ή τυφλόμυγα», διηγήματα (1962), «Νεανική Ιστορία», θεατρικό (1964), καί « Επτά άστάθμητα διηγήματα» (1974). Πολλά άπ αυτα τά έργα γνώρισαν άλλεπάλληλες έκδόσεις καί ό συγγραφέας τους τιμή­ θηκε δυό φορές μέ τό πρώτο κρατικό βραβείο διηγήματος.

λκιβιόύης Γιαννόττουλος

“τά 65 του χρόνια π έθ α νε, πρίν άπό λίγους νες, ό σ υγγρα φ έας Αλκής Γιαννόπου ος,

Ιδρυτής καί διευθυντής τού λογοτεχνικού περιοδικού «Σημερινά Γράμματα» ό "Αλκής Γιαννόπουλος ύπήρξε έπίσης άπό τά Ιδρυτικά μέλη τής Εθνικής Εταιρείας Λογοτεχνών καί μέλος τής διοίκησής της γιά πολλά χρόνια.


ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Νέα έταιρεία συγγραφέων Τήν πρόθεσή τους νά ιδρύσουν μιά νέα έταιρεία συγγραφέων έξήγγειλαν τόν περα­ σμένο Ιούλη 100 άπό τούς πιό σημαντικούς άνθρώπους τών γραμμάτων μας. Άνάμεσά τους ό Όδυσσέας Έλύτης, ό Κώστας Ταχτσής, ό Νίκος Έγγονόπουλος, ό Σπύρος Πλασκοθίτης, ό Μάριος Πλωρίτης, ό Γιώργος Ίωάννου, ό Δημήτρης Μαρωνίτης, ό Αλέξανδρος Κοτζιάς, ό Μανώλης Άναγνωστάκης, ό Τίτος Πα­ τρίκιος κ.ά. Οί Ιδρυτές τού νέου φορέα μέ κοινή τους δήλωση διατύπωσαν δημόσια μερι­ κές άρχές στίς όποιες συμφωνούν, πέρα άπό όποιεσδήποτε ιδεολογικές, πολιτικές καί αι­ σθητικές μεταξύ τους διαφορές. Τό κείμενο τής κοινής δήλωσης άναμένεται νά υπογράψουν κι άλλοι συγγραφείς (οί όποιοι γιά λόγους άντικειμενικούς δέν συμμετείχαν μέχρι σήμερα στήν κίνηση) καί άναφέρει τά έξής: ■·Οί συγγραφείς πού ύπογράφουν αύτό τό κείμενο προέρχονται άπό διαφορετικούς αι­ σθητικούς, ιδεολογικούς ή πολιτικούς χώρους καί άπό διαφορετικές γενιές. Πέρα όμως άπό τίς διαφορές τους, συμφωνούν σέ ορισμένες βασικές άρχές, πού έπιθυμοϋν μέ τή δήλωσή τους αύτή νά τίς διατυπώσουν δημόσια, ύποΥΡαμμίζοντας ότι διατηρούν στό άκέραιο τίς προσωπικές πεποιθήσεις τους. Πιστεύουν ότι ή έλευθερία καί ή πολλαπλό­ τητα στήν έκφραση, ή άντιπαράθεση τών ιδεών, ή άνεξαρτησία τής πνευματικής δη­ μιουργίας άπό κρατικές, κομματικές ή άλλες οίκονομικής τάξεως χειραγωγήσεις άποτελοϋν άναγκαίους όρους γιά τήν πραγμάτωση τού συγγραφικού έργου. Ταυτόχρονα όμως πιστεύουν στήν ένεργητική καί τήν κατά πεποίθηση συμμετοχή τών πνευματικών άνθρώπων στά κοινά γιά τήν άποτίμηση τού παρόντος καί τόν καθορισμό τού μέλλοντος τής χώρας, Ιδιαίτερα σέ ότι άφορά στήν παιδεία καί τή γλώσσα. Τούτο έπιβάλλεται περισσότερο σήμερα, πού οί συν­ έπειες τής πρόσφατης δικτατορίας βαραίνουν άκόμη Πιστεύουν ότι ή προάσπιση τής δημοκρατίας καί τών δικαιωμάτων τού άνθρώπου καί τού πολίτη είναι χρέος κοινό Σ' έναν κόσμο πού χρειάζεται τήν άλληλεγγύη, αισθάνονται άλληλέγγυοι μέ κάθε συγγραφέα καί μέ κάθε άν­ θρωπο, όπουβήποτε τής γής, που διώκεται γιά τό έργο ή τίς Ιδέες του Γιό τούς λόγους αυτούς πιστεύουν ότι

έχουν τήν υποχρέωση νά συμπαραταχθούν σέ μιά συλλογική προσπάθεια, πού θά καθιστούσε δυνατή τή συγκρότηση ένός φορέα άντιπροσωπευτικού τού πνευματικού δυναμικού τού τόπου καί Ικανού νά έκφράσει τίς άρχές αύτές καί συγχρόνως νά προστατεύσει τά έννομα συμφέροντα τών μελών του. Γιατί θεωρούν αύτονόητο ότι τό έργο τού συγγραφέα, παρά τόν ιδιαίτερο χαρακτήρα του, είναι μορφή έργασίας άπό τήν άσκηση τής όποιας άπορρέουν δικαιώματα πού πρέπει νά άναγνωρίζονται καί νά έξασφαλίζονται, χωρίς αύτό νά σημαίνει προνομιακή μεταχείριση άλλά ούτε καί δυσμε­ νείς διακρίσεις γιά τόν συγγραφέα. Δέν παραγνωρίζουν όσα θετικά έπιτέλεσαν ως τώρα πρός ορισμένες κατευθύνσεις τά σο­ βαρότερα άπό τά υπάρχοντα λογοτεχνικά σω­ ματεία. Διαπιστώνουν όμως ότι τά σωματεία αύτά, τό καθένα γιά διαφορετικούς λόγους πού άνάγονται στή συγκρότησή τους, τόν τρόπο λειτουργίας τους ή τήν πολιτεία τους, δέν καλύπτουν σήμερα τά αιτήματα καί τίς διεκδικήσεις όσων συγγραφέων συνυπογρά­ φουν αύτό τό κείμενο. 01 συγγραφείς αύτοί, πολλοί άπό τούς όποιους δέν είναι έντεταγμένοι άλλωστε σέ κανέναν άπό τούς υπάρχοντες φορείς, γνωρί­ ζουν ότι άποτελούν μέρος μόνον έκείνων, πού είχαν δικαιωματικά τή θέση τους στόν ύπό ίδρυση νέο φορέα ·· Τό παραπάνω κείμενο ύπογράφουν κατ' άρΧήν οί: Κατερίνα Αγγελάκη-Ρούκ Ανδρέας Άγγελάκης Αλκής Αγγέλου Γιάννης Αγγέλου Πέτρος Αμπατζόγλου Νόρα Αναγνωστάκη Μανόλ Αναγνωστάκης Μαντώ Αραβαντινοΰ Εύγένιος Αρανίτσης Αλέξ Αργυρίου Σταύρος Βαθούρης Νάσος Βαγενάς Νάνος Βαλαωρίτης Θανάσης Βαλτινός Βασίλης Βασιλικός Τάσος Βουρνάς Ρέα Γαλανάκη Κώστας Γεωργουσόπαυλος (Κ Γιώργης Γιατρομανωλόκης Μιχάλης Γκανός

ν

Γεωργία Άναστασιάδη-Δεληγιάννη Νάσος Δετζώρτζης Δημήτρης Δημητριάδης Μάρω Δούκα Φ. Δ. Δρακονταειδής Στ. Ίω. Δρομάζος Νίκος Έγγονόπουλος Μόνος 'Ελευθερίου Όδυσσέας Έλύτης "Αλκή Ζέη Άλέξης Ζήρας Βασίλης Ζιώγας Νάσος Θεοφίλου Μαρία Ίορδανίδου Γιώργος Ίωάννου Ρούλα Κακλαμανάκη Τόλης Καζαντζής Νικόλαος Κόλας Παντελής Καλιότσος Δημήτρης Καλοκύρης Ιάκωβος Καμπανέλλης Τάκης Καρβέλης Νίκος Καρύδης Αίνα Κάσδαγλη Έμμ. Κάσδαγλης Γιάννης Κιουρτσάκης Γιάννης Κοντός Αλέξανδρος Κοτζιάς Γιώργης Κότσιρας Κώστας Κουλουφάκος Μένης Κουμανταρέας Λουκάς Κούσουλας Τάκης Κουφόπουλος Μαρία Λαϊνά Τάσος Λιγνάδης Χριστόφ. Λιοντάκης Μαργαρίτα Λυμπεράκη Πρόδρομος Μάρκογλου

Δ. Ν. Μαρωνίτης Τζένη Μαστοράκη Κώστας Μαυρουδής Τάκης Μενδράκος Μάρκος Μέσκος Χριστόφ. Μηλιώνης Κωστούλα Μητροπούλου Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ Ματθαίος Μουντές Στέφανος Μπεκατώρος Μανόλης Ξεξάκης Γ. Δ. Παγανός Παυλίνα Παμπούδη Κώστας Παπαγεωργίου Ήλίαο X. Παπαδημητρακόπουλος Σάκης Παπαδημητρίου Τίτος Πατρίκιος Γιώργης Παυλόπουλος Σπύρος Πλασκοβίτης Μάριος Πλωρίτης Λευτέρης Πούλιος Μανώλης Πρατικάκης Δημ. Ραυτόπουλος Ζώρζ Σαρρή Κώστας Στεργιόπουλος Βασίλης Στεριάδης Λύντια Στεφάνου Γ. Ξ. Στογιαννίδης Κώστας Ταχτσής Θανάσης Τζούλης Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Αμαλία Τσακνιά Σπύρος Τσακνιάς Καίη Τσιτσέλη Νίκος Φωκάς Δημήτρης Χατζής Γιώργος Χειμωνάς

Όλων των εκδοτικών οί­ κων στέλνονται με «αντικατα­ βολή· στην Ελλάδα και στο Ε­ ξωτερικό. Απαραίτητο στις παραγγελίες-σας να αναφέ ρεται ο τίτλος του βιβλίου και ο εκδοτικός οίκος. Η τιμή κά­ θε βιβλίου είναι αυτή που κα θορίζουν οι εκδοτικοί οίκοι. Η επιβάρυνση στα έξοδα απο­ στολής είναι μόνο 65 δραχμ κατά παραγγελία. ΓράψτεΒ ΙΒ Λ ΙΑ · Β ΙΒ Λ ΙΑ · ΒΙΒΛΙΑ μας ή τηλεφωνήστε-μας.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΡΒΑΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ 8 ΑΘΗΝΑ 122 ΤΗΛ. 32.29.303 (6-8 μ.μ.)

I3


ΕΚΔΟΤΕΣ

ΕΚΔΟΤΕΣ πουλου, «Ζ» τού Βασίλη Βασιλικού, «Τό καπλάνι τής θιτρίνας» τής "Αλκής Ζέη, «Μαουτ­ χάουζεν» τού Ιάκωβου Καμπανέλλη, «Το τε λος τής μικρής μας πόλης» καί οι « Ανυπερα σπιστοι» τού Δημήτρη Χατζή, « Η 4η Αυγου στου» τού Σπύρου Λιναρδάτου και « Οταν ήμουν μέ τόν ”Αρη» τού Γιώργου Κοτζιουλα. Άπό τούς υπόλοιπους τίτλους τού “®.εύε λιου» έπισημαίνουμε: τό «Θίασο» τού Θο ω ρου Άγγελόπουλου, τή «Μάνα» του Μπερτολντ Μπρέχτ, τά «Ποιήματα 1948-1964» του Τίτου Πατρικίου, τή «Στέρνα» τού Γ. Σεφερη, μέ σχέδια Κ. Κουλεντιανοϋ, τή δίτομη «Διά­ σπαση τού ΚΚΕ», τή «Φιλοσοφία του ανθρώ­ που» τού Άνταμ Σάφ, τό «Μ ανοιχτά χαρτια τού Λουί Άραγκόν, τίς «Κοινωνικές τάξεις στο σύγχρονο καπιταλισμό» τού Νίκου Πουλαντζα, τίς «Θέσεις» τού Λουί Άλτουσέρ, το δίτομο έργο «Σοσιαλισμός καί κουλτούρα» σ επιμέ­ λεια Άντώνη Βογιάζου, τούς δυο τομους με το υλικό τών «Εβδομάδων Σύγχρονης Σκέψης», τό «Εύρωκομμουνισμός καί κράτος» του αν τιάγκο Καρίγιο, τά « Αναγνωστικά του δημοτικοϋ σχολείου» τής Άννας Φ ρ α γ κ ο υ δ ά κ η κ α ί τήν « Επαγγελία τής άδύνατης έπανάστασης» τού Αγγέλου Έλεφάντη. . Τά βιβλία τού «Θεμέλιου» καί της «Λεσ πού κατασχέθηκαν τό 1967 δέν έχουν ε έπιστραφεί, παρά τίς μέχρι τώρα προσπα <ν Πολλά άπό αύτά κυκλοφόρησαν παράνομα στήν άγορά τήν περίοδο τής δικτατορ ας. Τό «Θεμέλιο» στή νέα φάση του κατάφερε σέ σύντομο σχετικά διάστημα νά όρ καί ν' άναπτυχθεί. Πρόσφατα μάλιστα έπαναλειτούργησε ή «Λέσχη τού βιβλίου» καί στους έπόμενους μήνες ύπολογίζει νά κατακ η προδικτατορικό της επίπεδο. Στά α^.° διά της είναι νά καλύψει πλήρως τη Υ*Ρ. έλληνική έκδοτική παραγωγή βι. ένα νέο κύκλο έκδηλωσεων μ εκθε™ ς βλίου, μουσικές συναντήσεις. παρ° υ° ' ^ ^ βιβλίων μέ τή συμμετοχή των τους καί είκαστικές έκθέσεις. Στό * ρ βιβλιοπωλείου θά λειτουργήσει άΡ Υ ^ ρ τμήμα ξενόγλωσσου βιβλίου, ΜΟύσι ή Υ ' γκαλερί καί τμήμα βιβλίου του Απόδημου έλ ληνισμού μέ έπίκεντρο τίς κυπριακές έκδ

Τό «Θεμέλιο»

Εξωτερική άποψη τού βιβλιοπωλείου · Θεμέλιο>

Μέ φιλόδοξα έκδοτικά καί πολιτιστικά προ­ γράμματα ξεκίνησε τό «Θεμέλιο» έδώ καί δε­ καοχτώ περίπου χρόνια. Από τις άρχές τού '63 μέχριτόν Απρίλη τού '67, όπότε τά βιβλία του φορτώνονται σέ στρατιωτικά καμιόνια κι οΐ υπεύθυνοί του παίρνουν τό δρόμο τής φυλα­ κής ή τής έξορίας, τό «Θεμέλιο» μέ τίς πολύ­ πλευρες δραστηριότητές του δικαίωσε τίς άρχικές προθέσεις του. Κύριο στοιχείο τής προδικτατορικής προσφοράς του είναι ή καλλιέρ­ γεια μιας νέας άντίληψης γιά τήν έκδοτική δραστηριότητα: έπιμελημένες έκδόσεις, δόκι­ μες μεταφράσεις, συστηματική παρουσίαση έργων υποδομής σέ σειρές καί προσιτές τιμές. Ως πρός τό περιεχόμενο τών έκδόσεων ιδιαίτερο βάρος δόθηκε στήν προβολή τής κλασικής καί σύγχρονης μαρξιστικής σκέψης άπό τή σκοπιά μιάς άντιδογματικής θεώρησης τού μαρξισμού. Σ αύτά τά πρώτα του βήματα άλλά καί στά κατοπινά, τό «Θεμέλιο» χρωστάει πολλά στό διευθυντή του ΜΙμη Δεσποτίδη. που ήταν ό κύριος έμπνευστής καί άξονας τής προσφοράς του μέχρι τό θάνατό του Λίγο μετά τό ξεκίνημά του. τό -Θεμέλιοίδρυσε οτήν Αθήνα τή «Λέσχη τού βιβλίου», ή οποίο μέ τίς πρωτοφανείς γιό τήν έποχή έκδηλώσεις της μετατράπηκε σύντομα σέ ζωντανό πολικοί ικό κύτταρο Σιό στέκι τής «Λέσχης-, οτή σιοά τής «Όπερας-, γίνονται τήν εποχή t κείνη δεκάδες εκθέσεις ζωγροφικής, όψίοας καί β,βλίου (άπό τή Γερμανία Αγγλία. Γαλλία. Ιταλία Σοβιετική Ενωση), εκδηλώσεις γιά τή γυναίκα καί τήν Ανίίιπαοη καί πάυπολλεε ΐιαοουοιόοειε βι 14

Βλιων μέ τή συμμετοχή τών συγγραφέων τους (Β. Βασιλικός, Γ. Ρίτσος, Ε. Αλεξίου, Γ. Ιορδανιδης, Γ Θεοτοκάς, κ.ά.). Ή «Λέσχη» διοργανωνει επίσης τίς πρώτες συναυλίες τής «Ρω­ μιοσύνης» καί τού «Μαουτχάουζεν» τού Μ. Θεοδωράκη, ένώ τό «Θεμέλιο», μέ τή συμμε­ τοχή πολλών έλλήνων καί ξένων έπιστημόνων διοργανώνει τίς δυό 'Εβδομάδες Σύγχρονης Σκέψης (1965-1966). Μετά τήν έπιτυχία τής Αθήνας Ιδρύονται «Λέσχες βιβλίου» στή Θεσσαλονίκη (μ' έκατοντάδες μέλη), στά Χανιά καί -γιά ένα διά­ στημα - στό Βόλο. Μετά τή δικτατορία τό «Θεμέλιο» ξαναλειτούργησε μέ τήν ίδια νομική μορφή (Ε.Π.Ε.) κι άντιλήψεις άντίστοιχες μέ τίς προδικτατορικές, προσαρμοσμένες όμως στά νέα δεδο­ μένα. Διευθυντής του είναι σήμερα ό Θ. Μαλικιώσης, πού άπό τήν άρχή τής προσπάθειας συνδιεύθυνε τό «Θεμέλιο» μέ τό Μίμη Δεσπο­ τίδη. Οί παλιοί καί καινούριοι τίτλοι τών έκδόσεων Ανέρχονται στούς 200 καί είναι χωρισμένοι στις ένότητες: Ιστορική βιβλιοθήκη, βιβλιο­ θήκη έθνικής άντίστασης, μαρξιστική σκέψη, σύγχρονη ίστορία-πολιτικό δοκίμιο, σύγχρονη σκέψη-κριτική, ποίηση-πεζογραφία- καλλιτε­ χνικές έκδόσεις, μαρτυρίες, κινηματογράφοςθέατρο, σύγχρονη ξένη πεζογραφία καί βι­ βλιοθήκη δημοκρατικού διαλόγου. Ανάμεσα στίς έκδοτικές επιτυχίες τού «θε­ μέλιου» συγκαταλέγονται τά έργα: «Κράτος καί έπανάσταση», «Ένα βήμα μπρός δυό βή­ ματα πίσω», «Ό άριστερισμός παιδικά άρρώστια τού κομμουνισμού» καί «τί νό κάνουμε» τού Β. Λένιν, «Τό μανιφέστο τού Κομμουνιστι­ κού Κόμματος» τών Κάρλ Μάρξ - Φρήντριχ Ενγκελς, «Μισθός, τιμή, κέρδος», «Ή 1βΠ Μπρυμαίρ τού Λουδοβίκου Βοναπάρτη» τού Κάρλ Μάρξ, «Ούτοπιστικός κι έπιστημονικός σοσιαλιουός» καί «Ή καταγωγή οίκογέI u γ ι υ Υ I I τής ll|S υ ιπ ν γ ~ τομικής Ιδιοκτησίας καί τού κρά τους» τού Φρήντριχ Ενγκελς, «Πολιτική έξου σία καί κοινωνικές τάξεις» τού Νίκου Πσυλαντζά, « Επισκόπηση τής νεοελληνικής Ιστορίας" του Νίκου Σθορώνου. «Ή άναγκαιότητα τής ιέχνης» τού Ερνστ ΦΙσερ, -Ποιήματα» τού, Μπέρτολντ Μπρέχτ, - Η δίκη- τού Φρόνκ^0 Κάψκα, -ΟΙ ρομαντικοί» τού Ναζίμ Χικμέτ. »/Γ> ν λουλούδια τής Χιροσίμα- τής Εντίτα Μόριριί ■Νύχτες καί αυγές· του Μήτσου Αλεξανδρ4

%

ΟΕΗ ίδρυση βιβλιοπωλείων καί σ' Αλλες πόλεις τής Ελλάδας είναι έπίσης ύέσα στίς πρ κέσ Tfic «Λέσχης». Όσο γιό τά σχέδια το «Θεμέλιου», υπάρχει ένα έκτεταμένο έκδοτικό πρόγραμμα μέ Ιδιαίτερη έμφαση σ ή ^ΧΡ Ι σ τ ο ρ ί α τό δοκίμιο καί τή λογοτεχνύτ Ετσ 0'νΧ , ο μ α θά άρχίσε. ή έκδοαη των - /ράντων τΜ Δ η μ ή τρ η Γληνού καί ωςτότέλος του θάίβκδοθούν 20 περίπου νέα βιβλία.

±'ν'8ΐβ

Α' ΓΖΓ)

Τώρα καί οτή ν Ε λλάδα τό δ ιε θ ν έ ς ΜΠΕΣΤ-ΣΕΛΛΕΡ

«ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ» σ π ά ει κάθε π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν ο πω λήσεω ν !!!

ρ εκ όρ

«ΓΟΥΡΟΥΝΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ» Τό σ εξου α λικ ο-π ολιτικ ό ή μ ερ ο λ ό γιο δ ύ ο εφ ή βω ν...

’Εκδόσεις / βιβλιοπωλείο ΑΣΤΕΡΙ Σόλωνος 121 τηλ. 3606597/3619802


ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ

ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ

Τό Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών Τό 1930, οχτώ μόλις χρόνια άπό τόν ξερι­ ζωμό της Μικρασίας καί έξι άπό τήν άνταλλαγή τών πληθυσμών, ή μουσικολόγος Μέλπω Μερλιέ περιδιαθαίνει τούς προσφυγικούς συνοικι­ σμούς καί καταγράφει τά τραγούδια τών «χα­ μένων πατρίδων». Έτσι δημιουργεϊται τό «Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο», όπου συγκεντρώνεται τό πλού­ σιο ύλικό εκείνης της προσπάθειας. Τρία χρό­ νια μετά, όταν οί συνθήκες γιά εύρύτερη με­ λέτη τού μικρασιατικού πολιτισμού ώριμάζουν, τό «Μουσικό Αρχείο» άποκτά ένα καινούριο τμήμα: Τό « Αρχείο της Μικρασιατικής Λαο­ γραφίας», πού τό 1949 μετονομάζεται σέ «Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών», έπανδρώνεται μέ νέους συνεργάτες κι έπιστρατεύει γεωγράφους, Ιστορικούς, γλωσσολόγους, λαογράφους καί μουσικολόγους γιά νά περισώσει τό λαϊκό πολιτισμό τών Ελλήνων της Μικρασίας. Ο,τι δέ σκάφτηκε τό έπίσημο κράτος, μέ τά άνώτερα πνευματικά του Ιδρύματα, τό προσ­ παθούν μιά όμάδα ιδιωτών μέ έμψυχωτή τή Μέλπω Μερλιέ καί συμπαραστάτη τό σύζυγό της, τόν έλληνιστή Όκτάθ Μερλιέ Μέ έπιστημονική μεθοδικότητα ή Μέλπω Μερλιέ καί οί συνεργάτες της χωρίζουν γιά τίς άνάγκες της έρευνάς τους τή Μικρασία σέ έπαρχίες, σύμφωνα μέ τή ρωμαϊκή διαίρεση, κι άρχίζουν νά συγκεντρώνουν ύλικό άπό τήν προφορική παράδοση γιά κάθε μικρασιατικό οικισμό μέ έλληνες κατοίκους. Στή διάρκεια τής έρευνας έντοπίζονται 2150 οίκισμοί, κι άπό 5300 πρόσφυγες πληροφορητές τής Αθήνας, τού Πειραιά καί τής έπαρχίας συγκεντρώνεται προφορικέ ύλικό 150 000 σε­ λίδων. ΟΙ έπιστήμονες συνεργάτες τού κέν­ τρου έπισκέπτονται έπίσης γιά έπιτάπια έρευνα τίς περιοχές τής Μικρασίας όπου έζησαν έλληνικοί πληθυσμοί Τό άρχεϊο τού Κ Μ Σ πλουτίζεται παράλληλα μέ άρχειακά έγ­ γραφα τών έλληνικών κοινοτήτων τής Μικρασίας, κοινοτικούς καί έκκλησιαστικούς κώδι κες, φωτογραφικό Ολικό καί χειρόγραφα γραμμένα άπό Μικρασιάτες γιά τίς ίδιαίιερες πατρίδες τους Τό κέντρο οτή μακρόχρονη λειτουργία του Ιό

Μέλπω Μερλιέ

δέν έμεινε δεμένο άποκλειστικά μέ τό πρόσωπο τής Μέλπως Μερλιέ. Τό 1962 παίρνει τή μορφή άργανισμού ιδιωτικού δικαίου καί τό κράτος -κάπως καθυστερημένα- άναλαμθάνει νά τό έπιχορηγεϊ άπό τόν κρατικό προϋπολο­ γισμό. Δυστυχώς ή έπιχορήγηση, όπως συμ­ βαίνει συνήθως, δέν έξασφαλίζει παρά μιύ στοιχειώδη λειτουργία στό ίδρυμα μέ μειω­ μένο προσωπικό καί περιορισμένο πρόγραμμα Τά τελευταία χρόνια ή προσπάθεια τού Κ Μ Σ πέρασε σέ νέα φάση Ή συλλογή στοι­ χείων, όν καί συνεχίζεται, είναι δύσκολη πιά Οί περισσότεροι μικρασιάτες πληροφορητέ^ έχουν φύγει άπό τή ζωή Τούς διαδέχτηκε νέα γενιά πού δέν διαθέτει έγκυρες πληροφο­ ρίες παρά μόνο άπόηχους άπό τίς διηγήσεις τών γονιών της Η στροφή πρός τή μελέτη καί τήν άξιοποίηση τοϋ συγκεντρωμένου υλικού ' χαρακτηριστικό τής νέας περιόδου τοϋ Ιδρύ­ ματος- έχει ήβη όρχίσει. ένώ παράλληλα °* έρευνες έχουν έπεκταθεί καί στό άπώτερσ παρελθόν τού μικρασιατικού έλληνισμ^ί^ Πρόθεση τοϋ Ιδρύματος είναι τώρα τό εχόμενο τών νέων έρευνών νά περιλόθεΐ;/τάύ<;<7 χώρους τής Ιστορικής γεωγραφίας, ιήρ μ χα ιολογίας, Ιστορίας (οΙκονομία. καιν

Ε3

διοίκηση, παιδεία), φιλολογίας, διαλεκτολογίας, εθνογραφίας καί δημογραφίας. Στό σημείο αύτό άξίζει ν' άναφερθεϊ ή συμ­ βολή τού άείμνηστου συνεργάτη μας Φώτη Αποστολόπουλου, πού τήν περίοδο 1976-1980, σάν διευθυντής τοϋ Κ.Μ.Σ., στήριξε μέ θέρμη τά νέα προγράμματα κι άφιέρωσε όλες τίς δυ­ νάμεις του στήν πραγματοποίησή τους. Μετά τό θάνατό του, διευθυντής τοϋ ιδρύματος εί­ ναι ό έπίσης συνεργάτης μας Πασχάλης Κιτρομηλίδης καί στό διοικητικό του συμβούλιο συμμετέχουν πολλοί γνωστοί έλληνες έπιστή­ μονες. Μιά άκόμα δραστηριότητα τού Ιδρύματος είναι οί εκδόσεις του -λαογραφικές καί γλωσσολογικές, κυρίως γιά τίς περιοχές τής Βιθυ­ νίας, Ιωνίας, Λυκίας καί Λυκαονίας. Συγκεκρι­ μένα έχουν έκδοθεϊ τά έργα: «Τό γλωσσικό Ιδίωμα τών Φαράσων» τοϋ Ν. Ανδριώτη, «Τό άρχεϊο τής μικρασιατικής λαογραφίας» τής Μέλπως Μερλιέ, «Ή λαϊκή λατρεία των Φαρασων» τών Δ. Λουκόπουλου —Δ. Πετρόπουλου, “Τό γλωσσικό Ιδίωμα τού Ούλαγάτς» τοϋ I. Κεσίσογλου, «Παροιμίες τών Φαράσων» τών Δ. Λουκόπουλου - Δ. Δουκάτου (έλληνικά και γαλλικά), «Τρείς μέρες στά μοναστήρια τής Καππαδοκίας» τοϋ Γ. Σεφέρη (έλληνικά- γαλ λικά), «Ό Αγιος Μάμας» τής Α. Χατζηνικολάου-Μαράθα, «Τό γλωσσικό Ιδίωμα της Αξοϋ» τών Γ. Μαυροχαλυβίδη - Ι· Κεσίσογλου. «Ή συμβολή τής Καππαδοκίας στή χριστιανική σκέψη» τοϋ Β. Τατάκη, «Λεξιλόγιο τοϋ Αρα­ βαν!» τών Δ. Φωστέρη - Ι· Κεσίσογλου, Άνακού» τού Θ. Κωστάκη, «Grammaire συ dialecte d'Anakou» τοϋ Α. Κωστάκη, « Η ρη σκευτική ζωή στήν περιφέρεια Ακσεραι Γκέλβερι» τών Δ. Πετρόπουλου - Ε. "Vδρεάδη, «Έλληνικά έκπαιδευτήρια καί έλληνορθόδοξοι κοινότητες τής Καισάρειας» του Ε. Τσαλίκογλου, «Βάτικα καί Χαβουτσί» του ω Κωστάκη, «Σμύρνης τραγωδίες» τού Σ. αρα τζα, «La migration grecque en lonie» του Σακελλάριου, «Τό γλωσσικό Ιδίωμα της ΣΙΛλης-Ίκονίου» τού Θ. Κωστάκη, «Τό γλωσσικό Ιδίωμα τής Μάκρης καί τού Λιβισιού» του Ανδριώτη, «Παροιμίες τής Μάκρης και του θισιοϋ» τοϋ Κ Μπουγιούκου, «Karamanlidika Bibliographic» analytique d'ouvrages en angue turque imprimis en caract^res grecs» των Salavilles - E. Dalleggio, «Ό τελευταίος ελ­ ληνισμός τής Μ. Ασίας - Κατάλογος της θέσεως τοϋ ΚΜΣ» τοϋ Όκτάθιου Μερλιέ (έλ' ηνικά-γαλλικά), «Δελτίο ΚΜΣ, τόμοι - » κ ξοδος μικρασιατικού ελληνισμού», τόμος Α. είσογωγή σχόλια καί έπ,μέλε.α του Φ στολόπουλου

Από τά βιβλία αύτά ή «'Έξοδος» θά συμπλη­ ρωθεί σύντομα μέ δυό άκόμα τόμους (Πόντος, Κεντρική Μικρασία), ένώ γιά τό Δελτίο τοϋ Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών καταβάλλε­ ται προσπάθεια νά μετατραπεϊ σέ τακτική ετή­ σια έκδοση. Τό Μουσικό Λαογραφικό Άρχεϊο εξάλλου έχει κάνει άρκετές έκδόσεις. Άνάμεσά τους τά «Δημοτικά τραγούδια άπό τή συλλογή Μ. Μερλιέ» (ήχογράφηση τοϋ '30 μέ αύθεντικούς εκτελεστές καί τή φωνή τού Έλ. Βενιζέλου) τού Μ. Δραγούμη, τά «Τραγούδια τής Ρούμε­ λης», τή «Μουσική λαογραφία στήν Ελλάδα» (έλληνικά-γαλλικά), καί τέλος τίς «Etudes de musique byzantine, Le premier mode et son plagal» τής Μέλπως Μερλιέ.

ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ Οί διαστάσεις τής δομικής άλλαγής 1 AMIN V I ,\ΞΤ A I Κ ΦΡΛΝΚ V κ ΚΟΛΜ M il. ϊΠ Λ Ν Τ ΙΠ Π Ρ \ V Λ Φ ΙΙ Λ Μ.Λ ΡΑΟΥΙ

I Λ ΙΊΊ-.Ν ΙΙΣ Κ. ηΠ 'Γ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ Λ Λ Α /Λ ΙΉ Σ η Μ ΠΑΜ ΙΙΛΝ ΑΣΗΣ θ . ΠΑΓΚΑΛΟΙ I . Ι1Α ΠΛΝΊΏΝΙΟ Υ

ιΙοιιγωγικΓ; π « ν« τη ϋ Ίο π ? A. I . Ilunrcivftyim· ΚΓ.ΝΓΡΟ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΌΝ ΜΙ ΛΙ ΙΌΝ I κ ΝΟΣΕΙΣ ΑΛΕΤΡΙ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΛΕΤΡΙ Τ Η Λ . 3636026,3638461

17


ΤΟ ΞΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ

ΤΟ ΞΕΝΟ ΒΙΒΛΙΟ

’Αγγλικό βιβλίο γιά τόν Μακάριο ΛΟΝΔΙΝΟ, Αύγουστος. "Εχουν κυκλοφορήσει πολλά βιβλία γιά τό Κυπριακό, αλλά ελάχιστα γιά τόν άνθρωπο πού υπήρξε ό πρωταγωνιστής του γιά τριάντα σχεδόν χρόνια. Αύτός είναι άκριβώς ό λόγος πού κάθε βιβλίο πού επιχει­ ρεί νά παρουσιάσει τόν «άληθινό» Μακάριο προκαλεί αυτόματα ιδιαίτερο ένδιαφέρον. "Εχω τή γνώμη πώς τό «Makarios - A Biogra­ phy» τού Στάνλεϋ Μέιζ (Stanley Mayes), πού κυκλοφόρησε πρόσφατα ό έκδοτικός οίκος Μακμίλλαν, είναι ή πρώτη συστηματική προσ­ πάθεια πού έγινε στά όγγλικά νά δοθεί σφαι­ ρικά ή πολύπλευρη προσωπικότητα τού Κύ­ πριου ηγέτη. Ο συγγραφέας τού βιβλίου συγκέντρωσε τό υλικό του σιγά σιγά άπό κάθε είδους πηγές. Πολλά στοιχεία προέρχονται άπό συνομιλίες πού είχε μέ τόν ίδιο τόν άρχιεπίσκοπο, ένώ άλλα άποτελούν τό καταστάλαγμα πληροφο­ ριών πού μάζεψε άπό φίλους καί έχθρούς τού κυπριου ήγέτη. Πρέπει νά σημειωθεί ότι στή δημοσιογραφική του καριέρα ό Στάνλεϋ Μέιζ έχει γράψει πολλά άρθρα καί σχόλια γιά τό κυ­ πριακό πρόβλημα Πολλές φορές ατό παρελθον ή στάση του πάνω σέ συγκεκριμένες πτυχές τής πολιτικής τού Μακαρίου ύπήρξε έπικριτική. Γι' αύτόν άκριβώς τό λόγο τό βιβλίο άποκτά έντελώς ξεχωριστή σημασία. Τού δίνε­ ται ή ευκαιρία νά παρουσιάσει συνθετικά άλες τίς προηγούμενες άπόψεις του. μέ άποτέλεσμα νά βγαίνει ένας Ισορροπημένος άπολογισμός Επικρίσεις κατά τού Μακαρίου έξακολουθουν νά ύπάρχουν έδώ κι έκεί, άλλά ό θαυμασμός γιά τήν προσωπικότητα τού Εθνάρχη θναΐνει ξεκάθαρα Τό κυπριακό πρόβλημα έξακολουθεί, δυστυ­ χώς, νά παραμένει άλυτο “Ετσι, κάθε έμπλουτισμος τής σχετικής βιβλιογραφίας, είναι νο­ μίζω ευπρόσδεκτος καί πολλές φορές άναγκαιος Τό βιβλίο τού Στάνλεϋ Μέιζ διαβάζεται εύκολα^ Είναι γραμμένο σέ στρωτή δημοσιογραφ,κή γλώσσα χωρίς λυρικές έξάροε,ς. άλλά οϋτε καί μέ τό στεγνό ύφος μ.άς Ιστορικής μελέτης που νά προορίζεται μόνο γιά είδικους μελετητές Οποιος Αγγλος ή όγγλόψω IX

χαν γίνει δεκτά ένωρίτερα ορισμένα σχέδια πού είχαν υποβληθεί άπό τούς Β ρετα νούς, ή Κύπρος θά ενω νόταν μέ τήν Ελλάδα σέ λίγα Χρόνια.

Όπως είναι φυσικό, άρκετές σελίδες τού βι­ βλίου αφιερώνονται στή δράση τού στρατηγού Γρίβα. Πάλι ό συγγραφέας προσπαθεί νά είναι αντικειμενικός άπέναντι σέ μιά προσωπικό­ τητα πού έχει προκαλέσει τόσες άντίθετες άντιδράσεις. Πάντως πρέπει νά όμολογήσω πώς διαβάζοντας τό βιβλίο τοϋ Stanley Mayes ένισχύθηκα στήν άποψή μου άτι παρ όλες τίς άδυναμίες του (ή φιλοδοξία ήταν ίσως ή π ιό έκδηλη) ό Γρίβας είχε συνείδηση τών κινδύ­ νων πού προκύπτανε άπό τό γεγονός ότι ή Τουρκία βρίσκεται τόσο κοντά στήν Κύπρο γεωγραφικά καί δέν θά άφηνε ποτέ νά εκδη­ λωθεί τό πραξικόπημα κατά τοϋ Μακαρίου έάν ζοϋσε στίς 15 Ιουλίου 1974. Στόν « Επίλογο» τού βιβλίου ό συγγραφέας συνοψίζει τίς άπόψ εις του γιά τό Μακάριο. Θά

περιοριστώ έδώ νά παραθέσω μία παράγραφο: «Ό Μακάριος ήταν στήν οΰοία άνθρωπος απλός, παρ' όλη τήν πονηριά που τού έπέβαλλε ό ρόλος του σάν δημόσιου άνδρα. Διέ­ θετε πολλή φυσική έπιβλητικότητα, πού τά ράσα τήν έκαναν έντονότερη, δέν οφειλόταν όμως σέ αυτά. Ήταν πολύ προσιτός και ευγε­ νικός καί έδειχνε ένδιαφέρον άκόμη καί γιά τόν πιό ταπεινό άπό τούς έπιοκέπτες του. Λίγοι μπορούσαν νά άντιοταθοϋν στή γοητεία καί τό οπινθήρισμα τής ματιάς του, πού άπουσίαζε μόνο σέ πολύ σοβαρές περιστάσεις. Στίς επα­ φές του μέ όσους γνώριζε καλά -όπως μέ τούς υπουργούς του- χρησιμοποιούσε ένα χιούμορ κάπως περιπαιχτικό άλλά πού δέν έπαιρνε ποτέ τή μορφή κακίας. Δέν είχε πραγματικά στενούς φίλους, καί αυτό θά πρέπει νά ήταν ένα άπό τά βαρύτερα φορτία τής “κοσμικής” πλευράς του άξιώματός του». ΠΑΥΛΟΣ ΝΑΘΑΝΑΗΛ

βιβλίου - Makarios-

νος στόν κόσμο ένδιαφέρεται νά κατατοπιστεί γιά τό Κυπριακό καί τόν πρωταγωνιστή του χωρίς τούς φανατισμούς τών νοσταλγών τής Βρετανικής Αύτοκρατορίας άλλά οϋτε καί τή ■•μυθοποίηση» ένός πολιτικού ήγέτη μέ ράσα, θά βρει στό βιβλίο τούτο ένα άπό τά καλύτερα βοηθήματα. Τό βιβλίο παρακολουθεί τό Μακάριο σέ άλες τίς φάσεις τής πολυτάραχης σταδιοδρομίας του, άπό τά παιδικά του χρόνια στήν Ανω Πα­ ναγιά, τό χωριό του, ώς τήν τελευταία φάοη τής προεδρίας του μετά τήν τουρκική είσβολή· Μέ τρόπο σχεδόν χρονογραφικό ό συγγρ0' φέας παρακολουθεί, τή μία μετά τήν άλλη· όλες τίς φάσεις, παρουσιάζοντας άνάγλυψα τήν άδιάκοπη μεταβολή στίς θέσεις πού υπο­ στηρίζανε τά ένδιαφερόμενα μέρη. Ιδιαίτερα έξαντλητική είναι ή παράθεση τών λεπτομερειών -σχεδόν μέρα μέ τήν ήμέρα' που όδήγησαν στίς συμφωνίες τής Ζυρίχης *α1 τήν άνακήρυξπ τής άνεξάρτητης Κυπριακής ημοκρατίας ΟΙ άδυναμίες τών συμφωνιών εκείνων φαίνονται άμέσως. άλλά ό συγγρα­ φέας αφήνει ίσως νά έννοηθεϊ άτι τή στιγμή εκείνη θά ήταν βύοκολο νά γίνουν άπό δ/ Λ ,αφερόμενοι'9 ®Ρσι ευνοϊκότερο τήν ελληνική Πλευρά Από άλλες σελίδε/ βιβλίου βγαίνε, βέβαια π.ό καθαρά ή αου έχει ύποστηριχθεΐ καί άπό άλλους τητές τού κυπριακού προβλήματος: άτι

7' aν u ν νΐΜΠΠΟΥΛΟΣ

0 ΧΑΡΤΗΣ

ΤΑΚΗ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ 0 ΧΑΡΤΗΣ (β' έκδοση) άλλα έργα τοϋ ΤΑΚΗ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ

•ο I '/

ΑΘΗΝΑ 1977

- ΠΕΤΡΕΣ - ΝΕΚΡΟΔΕΙΠΝΟΣ - ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ - ΝΥΧΤΟΛΟΓΙΟ

Λ 7Γ

Ή ανθρώπινη κι απάνθρωπη ποίηση τής καθημερινότητας

ΚΕΔΡΟΙ

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Ε Δ Ρ Ο Σ | HUM|<η 11ΝΝΛΑΙιΛ ΜΐΙιψοΛ’Ό ·\κπ.Τΐ|μίΛΟTip. Jill' Μ

19


Ρωξάνη Φέσσα

Πληροφόρηση καί βιβλιοθήκη Οί Ά γ γ λ ο σ ά ξο νες έχουν ένα ρητό πού λέει «Information is Pow er», δηλ. ή πληρο­ φόρηση είναι δύναμη. Γιά τη μετάφραση τής λέξης Power μπορεί νά προσθέσει κανένας πώς δέν είναι μόνο δύναμη, καί αύτός πού κατέχει τίς πληροφορίες κατέ­ χει την έξουσία. Πάντως δέν νομίζω ότι χρειάζεται μεγάλη φιλοσοφία γιά νά δει κανείς ότι πραγματικά αύτός πού ξέρει, πού έχει τή γνώση, πού έχει τίς πληροφο­ ρίες, είναι σέ πλεονεκτική θέση άπέναντι στόν άλλο πού δέν γνω ρίζει. Καί άν αύτό είναι σημαντικό γιά τά άτομα, είτε γιά τήν καθημερινή ζωή τους είτε γιά τήν έργασία τους, καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικό είναι γι' αύτούς πού παίρ νουν τίς αποφ άσεις γιά τό εύρύτερο σύνολο, γ ι’ αύτούς πού διοικούν μιά χώρα. Γι’ αύτούς τούς λόγους τό θέμα πληροφόρηση άκούγεται τώρα τόσο συχνά καί παίζει τόσο σημαντικό ρόλο γιά τήν άνάπτυξη μιάς χώ ρας. Καί όταν πρόκειται γιά μιά ύπό ανάπτυξη χώ ρα, σάν τή δική μας, ή σημασία τής καλά όργανω μένης πληροφόρη­ σης θά έλεγα ότι είναι ίσως ό βασικότερος παράγοντας. Τιάρα Ας δούμε πού βρίσκονται αυτές οί πληροφορίες, πώς τίς αποκτά κανένας καί. μιά καί τις άπόκτησε, πού καί πώς τίς φυ­ λάει γιά νά τίς έχει όταν τίς χρειαστεί. Δύο είναι οί βασικές πηγές πληροφοριών: 1) Ο ίδιος μας ό τόπος όπου βρίσκονται οί πληροφορίες πού τόν άφορούν. 2) Ολες οί άλλες χώρες έκτος άπό τήν Ελλάδα. "Ας έξετάαουμε πρώτα τίς πληροφορίες πού μάς έρχονται άπ' έξω, ποιος τίς έχει καί μάς τίς δίνει. Ιό μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας έρευνας καί πληροφόρησης βρίσκεται ατά χέρια των πλουσίων καί Ανεπτυγμένων κρα­ τών, καθώς καί τών πολυεθνικών ίταιοειών, πού τά διοχετεύουν πρός τά φτωχότερα, ύποαναπτυκτα ή ύπό Ανάπτυξη, κράτη. Καί για να μτ| θεωςιηθη ότι μιλάω άτεκμηρίωτα. έκτος άπο τη σχετικέ) βιβλιογραφία, με συμ­ περάσματα της UNESCO, πού έχω συγκεν­ τρώσει. νομίζω ότι Αρκεί νά σκεφθεί κανέ­ νας ποια κράτη έχουν τίς μεγάλες τράπεζες πληροφοριών καί τεκμηρίωσης: II II Λ ,

Ομοσπονδιακή Γερμανία. Σουηδία. ’Ιαπω­ νία κλπ. Οσο γιά τίς πολυεθνικές έταιρεϊε?» είναι γνωστό ότι τή μεγαλύτερη τράπεζ'1 πληροφοριών τήν έχει ή έταιρεία Lockheed· γνωστή στους περισσότερους άπο μας άπό τά Αεροπλάνα της. (Κάποτε ρώτησα ί'ν“ φίλο, διευθύνοντα σύμβουλο μεγάλης έτιυ· ρείας, γιατί πούλησαν τό 5 1''/< τών μετοχ<ι,ν σέ μεγάλο ξένο όμιλο. Ή Απάντηση ήτα'«Είμαστε Αναγκασμένοι, αυτοί έχουν Know How. δηλ. τή γνώση, σού φτάνει ν<ι δεις τό κέντρο έρευνών πού έχουν.») Τίς πληρικ) ιτρίες πού πηγάζουν άπό ίδιο μας τόν τόπο, τουλάχιστον αυτές I 'πρεπε νά τίς έλέγχουμε Απόλυτα. Γιά τ,Ιν παιδεία, τή βιομηχανία, τή γεωργία, το π όριο, to έδαφος, τό υπέδαφος κλπ.. α<|ι>> Αφορούν τόν τόπο μας, έμεις θά έπρεπε ν<< έχουμε όλα τά ιτχετικά στοιχεία. Ψοβούμώ ί’τμως ότι τά πρε'ιγματα δέν είναι άκρα έτσι. Ακόμη καί πρόσφατα, μέ τού σμσύς, συνέβη νά μάς πληροφο πρώτα οί ξένοι καί μετά οί δικοί μα of τεχνητοί δορυφόροι, πού γυρίζοι

άπό τή γή καί φωτογραφίζουν τή στεριά και τίς θάλασσες μας, όπως λένε αυτοί πού ξέ­ ρουν, μπορούν νά κρίνουν τί κρύβει τό έδα­ φος καί υπέδαφος μας! . , 0 ί άγρότες μας είναι άραγε αρκετά καλα πληροφορημένοι γιά τό τί ζητιέται, ώστε ανάλογα νά προγραμματίσουν τίς καλλιέργειές τους; Ξέρουν άραγε ποιές είναι οι προδιαγραφές γιά νά πουληθούν τα προϊόντα τους σείς χώρες τής Ε.Ο.Κ., _ερουν π.χ. τί πάχος πρέπει νά έχει ή φλούδα τού πορτοκαλιού καί πόσα κουκούτσια πρέπει νά ’χει; 'Όσο γιά τίς Αρχαιολογικές μας άνασκαφές, εξακολουθούν νά τίς κά­ νουν κατά μεγάλο μέρος οί ξένοι, καί τα Αποτελέσματα συνήθως πρώτα δημοσιεύον­ ται σέ ξένα περιοδικά, σέ ξένη γλώσσα, και πολύ Αργότερα τά μαθαίνουμε εμείς εδώ. Καί ενώ εμείς μοιάζει νά Αδιαφορούμε γιά τίς πληροφορίες πού μάς Αφορούν, τον τελευταίο καιρό κυκλοφορούν ερωτηματο­ λόγια σταλμένα άπό ξένους, πού δέν γνωρί­ ζουμε Ακριβώς τί σκοπούς εξυπηρετούν... ’Αλλά τί γίνεται μέ τίς πληροφορίες που φθάνουν σ’ αυτό τόν τόπο, τίς σωστές, τις έπιστημονικές, τίς καλόπιστες, που βρι σκόνται σέ άρθρα περιοδικών, σέ περιλή­ ψεις καί ευρετήρια άρθρων, σέ έκδόσεις με­ γάλων διεθνών οργανισμών, τί γίνεται με τη δική μας έκδοτική παραγωγή; Καί έδω ι υοτυχώς ή εικόνα είναι κακή. Γιατί, ενώ φ α νουν οί πληροφορίες, χάνονται κάπου στο δρόμο. Αφού δέν έχουμε τίς Ανάλογεςβιβ ιοθήκες πού θά τίς παραλάβουν, θά τίς τα­ κτοποιήσουν ή ταξινομήσουν, γιά να ται προσιτές σέ κάθε ζήτηση. Πριν Από καιρό, σέ άρθρο του στην εφη μερίδα «Καθημερινή», ό Σπάρος Κόκκινης έδωσε στοιχεία γιά τίς βιβλιοθήκες στα υπουργεία, τά όποια -Αν καί είναι τα νει ραλγικότερα σημεία τής κρατικής μηχανής στερούνται ουσιαστικά βιβλιοθηκών. ι βαιιι υπάρχει ό χώρος που όνομάζιται βι­ βλιοθήκη.' Αλλά ’ στις περισσότερες δεν υπάρχει ειδικευμένο προσωπικό και το υλικό είναι παλιό, άταξινόμητο καί ακαταλογογράφ ητο. Καί πάλι διερωτάται κανένας: μέ ποια στοιχεία θά γίνουν οί εισηγήσεις γ·α να ηφθούν οί Αποφάσεις πού θά έπηρεασουν τόσους ζωτικούς τομείς για Τ,Ι σωστή και .ομαλή Ανάπτυξη της χώρας αυτής; Ό! λαϊκές καί σχολικές βιβλιοθήκες πναι ώ δ ύ ν Ανύπαρκτες. Ιό IΙανιπιοτημιο nvtiiv στιοειται κεντρικής βιβλιοθήκης

καί οί βιβλιοθήκες πού Ανήκουν στις σχολές καί στά σπουδαστήρια πολύ λίγα προσφέ­ ρουν στό διδακτικό προσωπικό καί στους φοιτητές. Τά δέ άλλα πανεπιστήμια τής χώ­ ρας Αντιμετωπίζουν τρομερές δυσκολίες μέ τίς βιβλιοθήκες τους, όχι τόσο άπό έλλειψη χρημάτων, όσο άπό έλλειψη Αρκετού καί ει­ δικευμένου προσωπικού. Ή όποια έλλειφιη υπάρχει, γιατί τό κράτος δέ φαίνεται νά Αντιλαμβάνεται ότι ή λειτουργία μιάς βι­ βλιοθήκης προϋποθέτει Αρκετό καί ειδικευ­ μένο προσωπικό καί Αγνοεί τίς διεθνείς προδιαγραφές, πού δίνουν τή σχέση Αρι­ θμού βιβλιοθηκάριων πρός έντυπο υλικό καί πρός Αριθμό χρηστών! Καί ύστερα απο­ ρούμε γιατί δέν γίνεται έρευνα στήν Ε λ ­ λάδα. Ή Εθνική μας βιβλιοθήκη, μέ πολύ λίγο εκπαιδευμένο προσωπικό καί έλλειψη χώ­ ρου, δέν έχει τή θέση καί τήν αίγλη πού θά έπρεπε νά έχει ή πρώτη βιβλιοθήκη στή χώρα μας. Καί δέν κατόρθωσε Ακόμη νά έκδώσει τήν τρέχουσα εθνική μας βιβλιογρα­ φία, έτσι ώστε νά είμαστε σήμερα ή μόνη χώρα τής Ευρώπης πού όέν έχει εθνική βι­ βλιογραφία! Επίσης δέν έχουμε συλλογι­ κούς καταλόγους τού έντυπου υλικού πού βρίσκεται στίς διάφορες βιβλιοθήκες τής χώρας, γεγονός πού Αναγκάζει τούς επιστή­ μονες, πολύ συχνά, νά καταφεύγουν στό εξ­ ωτερικό γιά νά βρούν ένα άρθρο περιοδι­ κού, ενώ τό περιοδικό μπορεί νά βρίσκεται σέ Απόσταση 100 μέτρων άπό τόν τόπο τής εργασίας τους... Θά μπορούσα νά συνεχίσου τήν Απαρί­ θμηση αυτή, Αλλά δέν νομίζω ότι έχει νόημα- καί άν Ανέφερα όλα τά παραπάνω παραδείγματα, τό έκανα γιά νά έπισημάνω γιά μιά Ακόμη φορά μιά Ακόμη επικίνδυνη πλευρά τής έλλειψης βιβλιοθηκών στή χώρα μας. Πώς όμως συνδέεται η έλλειφιη βιβλιοθη­ κών μέ τήν έλλειψη πληροφόρησης; Μά οί βιβλιοθήκες, μαζί μέ τά Αρχεία καί τά κέν­ τρα τεκμηρίωσης. Αποτελούν τή βάση πού στηρίζεται ή πληροφόρηση μιάς χώρας. Γιατί στίς βιβλιοθήκες φυλάγονται οί πλη­ ροφορίες καί κατατάσσονται γιά νά είναι οτή διάθεση τού καθένα πού θά τίς χρεια­ στεί. Πρίν προχωρήσω θέλω νά τονίσω (καί τό τονίζει καί ή UNESCO) ότι τό όλο κύκλωμα «πληροφάρηοη-βιβλιοθήκες-δίκτυο βιβλιο­ θηκών-κέντρα τεκμηρίωσης-Αρχεία» δέν μπορεί νά έξαρτάται άπό άτομα- Ανήκει


άπόλυτα στό κράτος ή ευθύνη γιά τό σχε­ δίασμά καί τήν έκτέλεσή του. "Αλλωστε ένα τέτοιο πρόγραμμα, πού θά γίνει σέ διάφορες φάσεις, πιστεύω δτι θά πρέπει νά ένταχθεΐ στό ΙΟετές πρόγραμμα άνάπτυξης. Καί άσφαλώς θά χρειαστούν νομοθετικές ρυθμί­ σεις, ένας φορέας (σήμερα οί κρατικές βι­ βλιοθήκες άνήκουν σέ πολλούς φορείς: 'Υπ. Εσωτερικών, Πολιτισμού καί ’Επιστημών, Παιδείας κλπ.) καί εκπαιδευμένο προσω­ πικό πού θά άναλάβει τήν πραγμάτωση αύτού τού έργου. Ακόμα θά πρέπει νά έχομε ύπόψη μας —καί πάλι θά άναφερθώ στήν UNESCOδτι ή οργάνωση τού δικτύου τών βιβλιοθη­ κών σέ κάθε χώρα, καθώς καί ή εκπαίδευση τών στελεχών, είναι υπόθεση εθνική, γιατί οί συνθήκες διαφέρουν άπό κράτος σέ κρά­ τος καί δέν μπορεί ό ξένος νά τις γνωρίζει. “Αλλωστε τά τελευταία τριάντα χρόνια έχουν παρελάσει άπό τήν Ελλάδα, έχουν μελετήσει, συμβουλεύσει καί άποφανθεϊ αρ­ κετοί εμπειρογνώμονες, καί ώς τώρα οί εκ­ θέσεις τους δέν είχαν κανένα άποτέλεσμα. “Ας προχωρήσουμε όμως καί νά δούμε πώς πρέπει νά γίνει ό σχεδιασμός τού δι­ κτύου τών βιβλιοθηκών στή χώρα μας. 1. Απογραφή τού τί έχομε σήμερα σ' αύτο τόν τόπο. Απογραφή πραγματική, πού νά γίνει μέ έπιτόπια έρευνα γιά τό πού ύπαρχουν βιβλιοθήκες, τί βιβλιοθήκες είναι (τί είδους), ποιά ή οργάνωσή τους, πού στε­ γάζονται. τί υλικό έχουν, τί προσωπικό δια­ θέτουν κλπ. Γι' αύτό τό θέμα ή Ένωση Ελ­ λήνων Βιβλιοθηκάριων έχει υποβάλει σχέ­ διο έρευνας στην Υπηρεσία Επιστημονικής Ερευνας καί Τεχνολογίας καί ελπίζει ότι θά έγκριθεϊ.

στήμη καί νά δώσει στό βιβλιοθηκάριο τή θέση.,:Τού τού «ρμόζεε μέ έξέλιξη άνάλογη τού άλλου επιστημονικού προσωπικού, καί άν δέν πάψουν οί ιδιωτικοί φορείς νά προσλαμβάνουν τό βιβλιοθηκάριο μέ τό μι­ σθό τού άνειδίκευτου εργάτη, δέν θά έχουμε ποτέ αρκετούς καί καλούς βιβλιοθηκάριους.

-τ. Εκπαιβενση βιβλιοθηκάριων. Ή πρώτη Σχολή Βιβλιοθηκονομίας στήν Ε λ ­ λάδα υπήρξε τής YEN, πού ιδρύθηκε τό 1961 καί λειτούργησε γιά 16 χρόνια. Παρ' όλο πού οί σπουδές διαρκούσαν μόνο ένα χρόνο, έβγαλε πολλούς καλούς βιβλιοθηκά­ ριους, πού ώς τώρα λειτούργησαν καί κρά­ τησαν τίς ελληνικές βιβλιοθήκες. Από τό 1977 λειτουργεί μία μόνο σχολή βιβλιοθηκονομίας, στά ΚΑΤΕΕ ’Αθηνών, είναι τριετής καί φέτος άποφοίτησαν οί πρώτοι βιβλιοθηκάριοι. Ή σχολή αυτή έχε1 πολλές έλλαψεις σέ διδακτικό προσωπικό, ένω στερείται ακόμη καί τεχνικών μέσων. Εδώ μάλιστα συμβαίνει καί ένα μοναδικό φαινόμενο: ή σχολή δέν έχει βιβλιοθήκη μέ τό κατάλληλο υλικό γιά τήν εξάσκηση τών σπουδαστών! Πάντως καί νά διορθωθεί, όπως έλπιζε* κανένας, δέν φτάνει γιά τίς ανάγκες τού τό­ που. Θά χρειαστούν καί άλλες σχολές άνώτερης εκπαίδευσης, καθώς καί πανεπιστη­ μιακού επιπέδου. Αλλα πρώτα θά πρέπει νά μελετηθεί τά θέμα τών καθηγητών πού θά διδάξουν. Αρκετοί βιβλιοθηκάριοι έχουν σπουδάσει καί σπουδάζουν τώρα σέ καλά πανεπιστή­ μια τού έξωτερικού, ένώ έπίσης μπορούν νά δοθούν υποτροφίες, ώστε νά σταλούν έξώ βιβλιοθηκάριοι πού νά Λιαθέτονν τά προσάιτα καί που θά έπιστρέφιουν γιά νά στελε­ 2. Απογραη ή τού ανθρώπινου παοά- χώσουν τις σχολές. Καί έδώ θέλω νά τονίσω γσντα πού θά άναλάβει νά λειτουργήσει τίς οτι. σύμφωνα μέ διεθνείς μελέτες, ή από­ βιβλιοθήκες. Έρευνα δηλαδή γιά τό τί δοση των βιβλιοθηκάριων πού έχουν σπσυβλιοθηκάριους έχουμε, ποιά ή εκπαίδευσή δαοΐΊ στον τόπο τους, έχουν εργαστεί σε βι­ τους, ή πείρα τους, το έργο τους. βλιοθήκες, καί μετά ξεκινούν γιά μετεκπαί­ Χωρίς νά αγνοήσουμε τήν προσφορά τών δευση στο εξωτερικό. είναι πολύ καλύτερό παλιοτερων καί χωρίς νά άμφ ιοβητήοουμε απο τούς άλλους πού έχουν κάνει μ<'ν" τα σημαντικά προσόντα πού δίνει ή πείρα, ό σπουδές έξω. Καί αύτο συμβαίνει, γιατί Ί σχεδιασμός γίνεται γιά τό μέλλον. Ποιές πρώτη κατηγορία γνωρίζει τιί π ρ ο β λ ή μ α τ α λοιπόν οί (Αλείφεις μας καί ποιές οί ιινάγτης χώρας της καί προσαομέιζει τίς γνώσεις κ ,: μας; <Λεν είναι σκοπός μας νά φτιά­ της στήν πραγματικότητα Ενώ ή δεύτερό· νουμε βιβλιοθηκάριους πού θά μείνουν μι σπουδές μονο οτέι έξωτερικό, θέλοντας άνεργοι.) Τί καινούριες ειδικότητες πρέπει Iτ να εφ αρμόσει αμέσως συστήματα ξένα νά φτιάξουμε; Ποιά θέση θά κατέχουν στον συχνά δυσκολίες προσαρμογής. οργανισμό πού θα δουλεύουν; Ακόμη, πρίν γίνουν οί νέες οχολέ! Ιέλος. αν δέν Αποφασίσει τό κράτος νά πριπει να μελετηθούν τιί πρόγραμμα «ιναγνωρίσει τό επάγγελμα αύτο σάν έπ. δασκαλίας καί νά γίνουν οί έιπαραίτητ

δλιοθήκες στις σχολές. Επιπλέον νά γίνει ένα πρόγραμμα συγγραφής βιβλίων βιβλιο­ θηκονομίας. Καί πιστεύω ότι μπορούν να έπιλεγούν καλά ξένα βιβλία βιβλιοθηκονο­ μίας γιά νά μεταφραστούν στά ελληνικά. Α Τά εϊόη τών βιβλιοθηκών καί ό ρόλο: τονς α) ’Εθνική Βιβλιοθήκη β) Λαϊκές βιβλιοθήκες γ) ’Εκπαιδευτικές σίολιοθήκες δ) Ειδικές. Παρ' όλο πού τό κάθε είδος βιβλιοθήκης έχει διαφορετικό σκοπό, δέν μπορούμε να τίς δούμε μεμονωμένα, άλλά στό σύνολο τους, γιά νά οργανωθούν κατά τρόπο που νά άλληλοσυμπληρώνονται. α) Ή ’Εθνική μας βιβλιοθήκη, που περι­ έχει όλο τόν πλούτο τής γραπτής καί τής εκ­ δοτικής μας παραγωγής, χρειάζεται ανα­ διοργάνωση. Στερείται, όπως άναφερ ηκε ήδη, προσωπικού καί χώρου. Ο χώρος πι­ στεύω ότι θά μπορούσε νά βρεθεί, οχι με υπόγεια έπέκταση, άλλά μέ τή χρήσιμο ποίηση παλιών κτιρίων πού άνήκουν στο Δημόσιο καί έχουν άναπαλαιωθεϊ. Σ αυτα τά κτίρια θά μπορούσαν νά τοποθετηθούν οί συλλογές κάτι» είδος. Ετσι θά γινόταν κιίποια άποκέντρωση, ή Βαλλιάνειος « παρέμενε σάν κεντρική βιβλιοθήκη και οι διάφορες συλλογές θά μοιράζοντο κ<ιτα 11 δος, όπως, π.χ.. ’Εθνική Παιδική Βιόαο θήκη, ’Εθνική ’Ιατρική Βιβλιοθήκη κλπ. ^ Τό προσωπικό έξαλλου θα πρέπει υ ι αι ξηθεϊ σταδιακά καί νά πληρωθούν τα κενά μέ ειδικά έκπαιδευμένους βιβλιοθηκάριους, ώστε νά άναδιοργανωθεϊ επί συγχρόνων βάσεων. Μάλιστα μέσα οτό ειδικευμένο προσωπικό θά πρέπει νά συμπεριληφ ο ι\ καί ειδικοί γιά τή μικροφωτογράιριση, ει< ι κοί γιά τή συντήρηση χειρογράφων και πα

λιών βιβλίων καί βιβλιοδέτες. Ή κατά νόμο προσφ ορά κάθι έντυποι ού έκδίδεται θά πρέπει νά ίφ αρμοστεί επιλους στήν πραγματικότητα, γιά να μπορι n νά έκδοθεί ή τρέχουσα έθνικη μας *>''οογραφ ία. Πιστεύω ότι όταν έκ< ο ι * ό βιογραφία, όλοι πού έκδίδουν <·* 1/111 ναι πρόθυμοι νά οτείλουν δυο α\τιτι, ροκειμένου νά συμπεριληφ βουν οι αι τη. β) Λαϊκέ: βιβλιοθήκες . Είναι οί δανειστικές βιβλιοθήκες · 'π.... .. ολο τον ...........τμο της χωράς α τα έιπό ηλικία, επάγγελμά και *ν< \α Σκοπός τους είναι ν ά πληροφορούν. Ι.παιδεύουν καί νά τ|·υχαγωγουν.

Γιά νά προγραμματιστεί σωστά ή δη­ μιουργία τους πρέπει νά άκολουθηθεί ό διοικητικός χωρισμός τής Ελλάδας (νομοί, δήμοι, κοινότητες) καί νά γίνει προσπάθεια ώστε σταδιακά νά καλυφθεί όλη ή χώρα μέ ένα δίκτυο λαϊκών βιβλιοθηκών. Ή οργάνωση αυτή τών λαϊκών βιβλιοθη­ κών ξεκινά, γιά οικονομία χρόνου καί χρή­ ματος, άπό 'ένα κέντρο πού φροντίζει γιά τήν άγορά καί έπεξεργασία τού υλικού, δη­ λαδή τήν ταξινόμηση καί τήν καταλογογράφηοη. Επίσης, άφού ή ταξινόμηση καί ή καταλογογράφηση θά ξεκινά άπό τό ίδιο κέντρο, όλες αυτές οί βιβλιοθήκες πρεπει να έχουν καταλόγους πού θά βασίζονται στις ίδιες προδιαγραφές, πράγμα πού θά βοηθή­ σει στή συνεννόηση καί συνεργασία μεταξύ τους. Η έπιλογή τών βιβλίων άπό ένα κέντρο δέν άποκλείει καί τή συνεργασία μέ τήν το­ πική διοίκηση τής κάθε βιβλιοθήκης. 11 προσπάθεια είναι νά (/ τάοπ τά καλό βιβλίο οτά χέρια τον κάθε πολίτη καί ώς ένα ση­ μείο ϊ| ίκλογή είναι ή ίδια γιά κάθε περιοχή. Από κι ί καί πέρα, γιά κάθε περιοχή, γίνε­ ται ειδική μελέτη: α) τού πληθυσμού όπου βρίσκεται ή κάθε βιβλιοθήκη. Ποιά είναι δηλαδή ή σύνθεσή του (άστικός, άγροτικός. βιομηχανικός κλπ.) καί ποιές οί άνάγκες του σέ έντυπο υλικό σέ σχέση μέ τή δουλειά του· (>) τής τοπικής ιστορίας τής περιοχής, της 23


πόλης, τού χωριού κλπ. καί τού τί έχει γρα­ φεί γι' αύτά. Ή προσπάθεια μας θά πρέπει νά 'ναι νά μήν άποκοπούν οί άνθρωποι άπό τίς ρίζες τους, αλλά άντίθετα νά γνωρίζουν τήν ιστορία καί τίς παραδόσεις τους, γιά νά μπορέσουν νά τίς μεταδώσουν καί στά παι­ διά τους. Η λαϊκή βιβλιοθήκη πρέπει νά βρίσκεται στό κέντρο τής περιοχής πού εξυπηρετεί καί. όπως είπαμε ήδη. νά είναι ανοιχτή σέ

Βιβλιογραφία 1. ’Αναστασίου, Ιωάννης: «Αργοπεθαίνει ή Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη Θεσσαλο­ νίκης». Συνέντευξη τού καθηγητού Πανε­ πιστημίου Θεσσαλονίκης I. Αναστασίου στό «Βήμα», 12 Ιανουάριου 1980. 2. Κόκκινης. Σπόρος: «Βιβλιοθήκες άνωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων», Δια­ βάζω, 29. Μάρτιος 1980. 2. Κόκκινης, Σπόρος: «Βιβλιοθήκες καί βι­ βλία ή σκοτάδια μέ αριθμούς». 2η έκδ., 'Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1981. 4. Κόκκινης, Σπόρος: «Βιβλιοθήκες υπουρ­ γείων». Καθημερινή. 19 Φεβρουάριου 1981. 5. Νταή, Γιόλα: «Σχολικές βιβλιοθήκες». Ανακοίνωση στό Α' Πανελλήνιο Συν­ έδριο Ελλήνων Βιβλιοθηκάριων. Πάντειος. 12-14 Οκτωβρίου 1977. 6. Φέοσα, Ρωξάνη: «Τό δίκτυο των βιβλιο­ θηκών οτήν 'Ελλάδα: πειραματικό πρό­ τυπο (μοντέλο)». Ανακοίνωση στό Α' Πανελλήνιο Συνέδριο Ελλήνων Βιβλιο­ θηκάριων. Πάντειος, 12-14 'Οκτωβρίοι 1977. 7. Atherton. Pauline: «Ηadbook for infor­ mation systems and services». UNESCO. 1977. 8. Grolier. Eric dc: - I he organization ol in­ formation systems for government and public administration ·. UNESCO. 1979 9. Martin. Stisom K : Library networks. Ι97Θ-Ι977. Knowledge Ind. Publ.. Inc. 1971, III. Olier. J, II dc — Dclmas. It : •Plannining • national infrnstmstiires for documenta­ tion. libraries and archives·, UNESCO. 1971 11. Massil. s W »Establishment of a Natio­ nal Documentation Centres·· technical report. KP 1977-78 1 I t UNESCO. Pa ns. 1977. 12. Unamboowe, Ira: A unified information system lot appropriate technology- Une sco journal of information science. Itbnirianship and archives administration Vol 2. n 2. April

όλους. Σέ κάθε βιβλιοθήκη πρέπει νά υπάρχει ειδικό τμήμα γιά τά παιδιά, αρχίζοντας άπό τήν προσχολική ηλικία. Τακτικά επίσης νά διοργανώνονται εκδηλώσεις γιά τά παιδιά μέ εύρα παραμυθιού, προβολές καραγκιόζη κλπ. (Τά τελευταία χρόνια, στίς βιβλιοθήκες έχουν προστεθεί στό έντυπο υλικό καί όπτικοακουστικά μέσα: δίσκοι, κασέτες, διαφά­ νειες καί κινηματογραφικές ταινίες, πού προβάλλονται σέ κλειστό κύκλωμα τηλεοράσεως.) Επίσης, ή λαϊκή βιβλιοθήκη πρέπει νά χρησιμεύει καί σάν πνευματικό κέντρο (γιά διαλέξεις, εκθέσεις κλπ.) άκόμα καί, σέ ει­ δικές περιπτώσεις, σά χώρος ψυχαγωγίας. Η λαϊκή βιβλιοθήκη είναι ένας καθαρά δημοκρατικός θεσμός, πού συμπληρώνει τήν εκπαίδευση καί δίνει τή δυνατότητα στόν κάθε πολίτη νά διαβάζει, νά πληροφορείται καί τελικά νά βγάζει μόνος του τά συμπε­ ράσματα του μέ βάση τά όσα μπορεί νά πληροφορηθεί. γ) Έκπαιδεντικές βιβλιοθήκες Ξεκινούν άπό τή στοιχειώδη εκπαίδευσή γιά νά φτάσουν ώς τήν άνώτατη. Ei βιβλιοθήκη τού σχολείου έξυπηρετεί καί τό δάσκαλο καί τά παιδιά. Βοηθάει το δάσκαλο γιά τά μαθήματά του καί τά παι­ διά, επίσης, γιά τή γενικότερη εκπαίδευση καί ενημέρωσή τους· τούς προσφέρει άκόμα καί εξωσχολικά βιβλία καί περιοδικά. Κά­ νει τό παιδί νά σκέπτεται καί νά προβλημα­ τίζεται. Ό που υπάρχει καλή λαϊκή βιβλιοθήκη μπορεί νά εξυπηρετεί καί τό σχολείο. Και αντίθετα, σέ μικρά μέρη, όπου όέν έχΠ ακόμη ιδρυθεί λαϊκή βιβλιοθήκη, ή σχολική μπορεί νά ι ίυπηρετήοει τον πληθυσμό ένομικροΰ χωρίου. Αλλα ή βιβλιοθήκη πρέπει ν<ί υπάρχει of όλες τίς βαθμίδες τής έκπαιδεύοεως: κ α ί<,τ<’ γυμνάσιο καί στο λύκειο καί. φυσικά. *,(l στό πανεπιστήμιο. Μάλιστα σε πολλές X(i’ρες του κόσμου. Ιδιαίτερα στις έιγγλοσαςονικές. γιά νά αναγνωριστεί το πτυχίο ένόί πανεπιστημίου. Ελέγχεται ή βιβλιοθήκη καί to ποσά βιβλία έχει κατά σπουδαστή κ<σ διδακτικό προσωπικό. Ενα καινούριο πανεπιστήμιο, πού τωρ“ αρ/ί-ΐ ι να διαμορφώνεται, μποοει να ςικ^ νηοιτ μέ μιιϊ κεντρική βιβλιοθήκη, καί οσα , όταν ή κεντρική Λέν θα ίπαρκ| ιδρύσει και στις όιάφορι σχολές Είδε Πανεπιστήμιο Αθηνών, λογω της δια®

ράς τών σχολών του, δέν μπορεί νά εξυπη­ ρετηθεί μέ μία κεντρική. Θά χρειαστούν βι­ βλιοθήκες κατά σχολές. Ή πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη πρεπει \α 'χει άνετα άναγνωστήρια, συλλογή διδακτι­ κών βιβλίων σέ πολλά αντίτυπα, περιοδικά, βιβλιογραφίες καί εύριτήρια άρθρων, φω τοτυπικό μηχάνημα καί Readei γιά μικροφις καί μικροφίλμ. Προπαντός πρέπει να εχει ειδικευμένο προσωπικό, δηλ. βιβλίο ηκα ριους πραγματικούς, πού άν είναι δυνατόν νά έχουν καί γνώσεις στίς επιστήμες που καλύπτει ή βιβλιοθήκη. Τέλος, μιά πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη πρέπει νά είναι δανειστική, ανοιχτή οσο το δυνατόν περισσότερες ώρες καί, έκτος απο τήν εκπαίδευση, νά στηρίζει καί το ερευνη τικό έργο τών επιστημόνων. δ) Ειδικές βιβλιοθήκες. Ό πως αλλωσ τό λέει καί ή λέξη, οί βιβλιοθήκες αυτές περιέχουν ειδικό υλικό γιά νά ε».υπΐ)ρετι μιά κατηγορία άνθρώπων μέ πο υ ε -ε11 κευμένα ενδιαφέροντα. Συνήθως ανηκοι \ έναν οργανισμό, π.χ. μιά τράπεζα, μια επι χείρηση, ένα ερευνητικό κέντρο. ’Ενώ οί ειδικές βιβλιοθήκες Φαινο , ανεξάρτητες καί οί εργασίες πού κανουν ε ναι πολύ ειδικευμένες, δέν μπορούμε να ? δούμε χωριστά. ΙΙρέπει νά μπουν' κι αιτι^ στό σύνολο τού δικτύου τών βιβλιοθηκών γιά νά όλοκληρώνεται έτσι ό κύκλος των προσφερόμενων πληροφοριών. Μέ τή στενή συνεργασία όλων των βι­ βλιοθηκών πού άναφέραμε πιο πανω’ , εύκολη Επικοινωνία μέ τηλέφωνο, c κλπ., ελπίζει κανείς ότι σχετικά γρήγορα μπορέσουν οί βιβλιοθήκες να κα υή'οι πολλές ελλείψεις τους καί νά είναι σε σι νά δίνουν στούς χρήστες τις π ηροηι πού χρειάζονται.

τούς κινδύνους πού υπάρχουν καί συγχρό­ νως νά προσφέρω ένα πολύ άδρό σχέδιο τού τί πρέπει νά γίνει. "Αλλωστε δέν έχουμε άλλα χρονικά περιθώρια γιά καθυστέρηση. Ε φ ό ­ σον ανήκουμε ήδη στήν Ευρωπαϊκή Κοινό­ τητα, δέν μπορούμε νά υστερούμε τόσο άπό τούς εταίρους μας, όπως δέν μπορούμε νά υστερούμε τόσο άπό τούς γείτονές μας, που τά τελευταία χρόνια έχουν σημειώσει με­ γάλη πρόοδο σ' αυτόν τόν τομέα. Κάθε κα­ θυστέρηση είναι εις βάρος μας καί ή έλ­ λειψη βιβλιοθηκών καί σωστής πληροφόρη­ σης έχει σοβαρές συνέπειες στήν εκπαίδευση τών Ελλήνων καί στήν οικονομική ανά­ πτυξη τής Ελλάδας γενικότερα.

Τό θέμα πληροη όρηο'Ι ^νέΓτώ είναι πολύ μεγάλο καί πολύπλοκο , . καλύψει κανένας σ' ένα άρθρο πιρ ‘ ^ γι' αυτό προσπάθησα τουλάχιστο ^ τά κύρια σημεία του όλου προ > >11 προοπάθειά μου αυτή πηγάζω <ιπί’ Τ(·, συχία πού αισθάνομαι, άλεποντα.^ σοβαρό αυτό θέμα παραμελ -ΙΤ(·, μας καί πόσο πίσω βρισκομαοτι· ^ δέν θά μέ ανησυχούσε τοσο. αν κ(·,τ( υπάρχει κάποιος προβληματισμό -......... κα,,7 ^ | 1 τ π ‘ γύρω άπό ιως μακαριότητα ιπικω τά τά θέματα. Λπό )έλησα λοιπόν νά τονίσω μερικοί ς

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

μεθοδική νεοελληνική γραμματική r

Γ ρ α μ μ ένη σ ύ μ φ ω ν α μ ε τ ίς τ ε λ ε υ τ α ίε ς α π λ ο υ σ τ ε υ σ ε ις π ο υ έ κ α μ ε τό Κ.Ε.Μ Ε σ τ ή Ν εο ελ λ η ν ικ ή Γ ραμ ματική τού Μ ανόλη Τ ρ ια ν τ α ψ υ λ λ ιδ η >

,ΙΙ Ο Ι ΙΠ

All Μ. *

II A ll Λ M IM A

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΙ 8 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ 3627318


Χάρης Σακελλαρίου

Ή

προβληματική τής ποίησης του Τάκη Σινόπουλου

Μέ τόν ξαφνικό, ανήμερα τό Π άσχα, θάνατο τού ποιητή Τάκη Σινόπουλου ή πρώτη μεταπολεμική λογοτεχνική γενιά εχασε έναν απ' τούς κυριότερους εκπρο­ σώ πους της, ίσως τόν π ιό ειλικρινή καί συνεπή. Τό έργο του καί ή όλη προσφορά του στό λογοτεχνικό-πνευματικό χώ ρο είναι σημαόεμένα άπό τίς έπιτεύξεις καί τά στίγματα τής γενιάς αύτής, πού άκόμα άναξητεϊ τό πραγματικό πρόσωπό της. Γεννήθηκε ό Τάκης Σινόπουλος στον Πύργο Ηλείας τό 1917, άκριβώς τή χρονιά πού οί δείκτες τής Ιστορίας έκαναν τήν ου­ σιαστικότερη στροφή τους. Γόνος μισοαστικής οικογένειας -ό πατέρας του ήταν γυ­ μνασιάρχης- έζηοε τά ώριμα νεανικά του χρόνια όλες τίς δοκιμασίες άπ' τίς οποίες πέρασε ο έλληνικός λαός: μεταξική δικτα­ τορία. Κατοχή. Εμφύλιος. I ο καλοκαίρι τού 1942 πιάστηκε άπό τούς Ιταλούς καί πέ­ ρασε άπό στρατοδικείο, γιά δήθεν συμμε­ τοχή του στήν Εθνική Αντίσταση, αλλά δέ βρέθηκαν άρκετά αποδεικτικά στοιχεία οι όάρος του κι άθωώθηκε. Ενα χρόνο πιό πριν είχε επιστρατευθεί, σάν φοιτητής τής Ιατρικής που ήταν, κι είχε υπηρετήσει σ' ένα νοσοκομείο στό Λουτράκι, όπου νοση­ λεύονταν ανάπηροι κι ακρωτηριασμένοι άπό τόν πόλεμο τού '40. Στίς άρχές τού 1945 τόν ξαναεπιοτράτευοαν. Υπηρέτησε στο στρατό, σάν στρατιωτικός γιατρός, κιίπου πέντε χρόνια (παρά τρεις μήνες). Κα­ τόπι άραξε στήν Αθήνα, οτόν ΙΙερισσό. κι ΐκεί. ο ένα ταπεινό σπιτάκι, στήν δδό Ναζλή, άριθ. 22. άσκησε εύσυνιίδητα κι Αθόρυβα. ώς τό τέλος τής ζωής του. τό λει το οργή μα τού γιατρού. II πρώτη του ποιητική συλλογή, μι τίτλο «Μεταίχμιο», κυκλοφιέρησι to 1951 |{). άαια. 6 ποιητής είχε Αρχίση νά δημοσιεύει κι από πιο πρίν, άπό τό τέλος της Κατσχή2ft

κι έπειτα, ποιήματά του σέ διάφορα περίοδικά. Μά τά ποιήματα έκείνα μάλλον τά άπέρριψε, άφού δέ θέλησε νά τιί συμπερι* λάβει σέ καμιά του ποιητική συλλογή· Αποφάσισε νά έκδώσει σέ βιβλίο τίς ποιη­ τικές του άνησυχίες όταν αίσθάνθηκε ότι μορφ οποιήθηκαν μέσα του οί εμπειρίες -π ι­ κρές στό σύνολό τους- καί τά βιώματά του κι ότι καταστάλαξαν, έπειτ" άπό επίμονο καί μακρόχρονο διάβασμα, οί άντιλήψει? του για τήν ποίηση καί. γενικά, τήν πνευμα­ τική δημιουργία. Γιά νά βρούμε λοιπόν τά στοιχεία και τούς παράγοντες πού προσδιόρισαν τό έρΊ70 του άλλά καί τήν όλη στάση του έιπέναντι στη ζωή. όέν έχουμε παρά νά άνατρέξουμι στις δυο αυτές πηγές: τά βιώματέι του άπ Τ,Ι μεταξική καί τή μεταμιταξική 'Ελλάδα καί την αναστροφή του μέ τόν κ.έκηιο των βι­ βλίων. II πρώτη όρισε, ως ένα μεγάλο βα­ θμό. το περιεχέιμενο τής ποίησής του. ή όι υτερη προοδιόρισι τή μορφιή, τον τρέστο ί*" φρασήςτου. Είναι χαρακτηριστικό Λτι ό Τ. Σινοπουλος κρατήθηκε, σχεδόν Αμετακίνητος, μ*1'11 otov ιϊικεανό των βιωμι'ιεων του αυτών, π<”' τον συνόδεψαν έιπ' τήν έμφάνιαη τη; «η; του ποιητικής συλλογή . ώ; τό τ ιΛ σ /τ ^ ποιητική; παραγωγής εου: »ΝεχροδεΜβ*#’ (1972). • Χρονικό» (1975). · «·■». (1977) και · Νυχτολόγιο» ( |97Η),

Κυρίαρχο στοιχείο, πανταχοΰ παρόν σ όλη σχεδόν τήν ποίησή του, είναι ο άμετρη τος έσμός, ή Ατέλειωτη σειρά άπό τους α ι κοχαμένους συντρόφους του τού πο εμού τών άγώνων τού λαού γιά λευτεριά- ραφ στό «Χρονικό»: «...Μέσα στόυ ύπνο έρχονται οι παλιοί ματωμένοι πόλεμοι. Σύντροφοι που σκοτω θηκαν έβγαινανε άπό τή γή τά πεθαμετα χ ρια τους. Σηκώνομαι λοιπόν και τ01’? θάβω ολάκερους, Κι είναι οά ζωιταιοι νά ’ναι σήμερα. Μιλάμε περπατώντας...» Τόν ίδιο τόν έχει κουράσει αύτό τ’ ατε­ λείωτο ξαναγύρισμα τών νεκρών μέσα στ μνήμη του ή στήν ύπνοφαντασια του κ φωνάζει Απελπισμένα: «Καί τελοσπαι των πρέπει νά τελε'ιώνω κάποτε μ αυτοί ,. τοι νεκρούς έτσι πον συνεχώς ανξαινοι ι κατ ντησα σωστό νεκροταφείο». , Θυμάται κάποτε, έτσι Ανάκατα, κα άπ’ αυτούς τά ονόματα, τ αναφέρει τύχη: ό Μάρκος, ό Γεράσιμος, ο ουκ, ’ , Φαρμάκης, ό Φάκαλος, ό Μπίλιας..., ίλ ζοντας, βέβαια, άπό τόν άρχαιο εκείνο αδ κοχαμένο καί παρατημένο σ ενα ν9 κρό, τόν Έλπήνορα. Κι έτσι που περ γ , , τόν κόσμο τών νεκρών, ό κοσμος το , σμος μέσα στόν όποιο ζεϊ. δίνει τή πωση μιάς φοβερής κόλασης, ώ α - J · λημένης κοιλάδας τού Ίωσαφατ, κι ή ** λάδα δέν είναι πιά παρα η * Ερημ^, \,- ς τού Έλιοτ ή ή χώρα των Κψμψ ', 'Οδύσσειας. Ό ίδιος όρισε τόν του, πού μέσα του κινείται, μ ^ τ_ ορισμό: «Τοπίο θανάτου». Είναι 1 πρώτη φράση άπό τήν τΐ* συνόδεψε συλλογή, τό «Μεταίχμιο», και τ ώς τό θάνατό του. Τριάντα ‘* * 0 .» » “ '^ ύ π ο υ λ ο ς ,

Τάχη: Σαύχυι-λυζ

βαια, πώς «ή 'Ελλάδα ταξιδεύει χρόνια ανάμεσα ατούς δολοφόνους», κι αύτό τόν γεμίζει πίκρα, όπως «πλήγωνε» πάντα ή Ελλάδα κάποιον άπ' τούς «δασκάλους» του, άλλά δέν παίρνει τό θάρρος νά τούς δείξει καί, πολύ περισσότερο, νά τούς ονο­ ματίσει. ’Αφήνει τούτο τό έργο στούς... νε­ κρούς, τούς σκοτωμένους. Γράφει: «Πέφ­ τουν απάνω ατούς νεκρούς οί σκοτωμένοι αλλάζουν θέση όέν ξυπνάνε. Μόνο τό χέρι τους υψώνεται καί δείχνει τή μεριά πού περπατάνε οί δολοφόνοι» («Τό χρονικό», σελ. 85). Αύτό καί τίποτε άλλο. Κι έτσι, Αφήνει τούς δολοφόνους νά «περπατάνε», νά χαίρονται τιί «άλλοθι» τους καί νά έτοιμάζουν ίσως νέες σφαγές. Γιατί, καταπώς λέει κι ή λαϊκή παροιμία, «άπιαστος κλέφ­ της καθάριος νοικοκύρης». Μέ μιά τέτοια Αντιμετώπιση οί δολοφόνοι μπορούν νά εί­ ναι πάντα «Ασπροπρόσωποι», άστιγμάτιστοι καί νά κυκλοφορούν άνάμεσά μας Ανε­ νόχλητοι. Ακολούθησε σέ τούτο τόν «πάντα διατα­ κτικό», όπως ό ίδιος τόν χαρακτήρισε, Σεφέρη; Θέλησε νά κρατήσει τήν ποίησή του μακριά άπ’ τήν πολιτική; Οί θεωρητικές θέ­ ίΦ η τή viviouH'yYT’ σεις του πάνω σ’ αύτό παρουσιάζουν μιαν πον τόν ταλήνιο, ν.οττι'Γ.Ο1 111 . ούτε λύση καί διέξοδο μπορισι . άντιφατικότητα. Απ τη μια μεριά, καί στό Κατατρίφ τήκε στη ψαινομιΌ ‘ (·, ίδιο κείμενο, γράφει: «7/ λογοτεχνία γενικά πράγματος, έγινε. κατά " ‘J ’g t|. ή fc’iu- κ α ί ειδικότερα ή ποίηση, όποιοδήποτε κι άν είναι τό "μήνυμά" της, δέν εργάζεται γιά χρονικσγραφος του, άλλα τ υ λεκτική 'του διαδικασία. Λ^χοληθηκ μέ τά λογαριασμό (αποκλειστικά) τών κοινωνικών εξελίξεων καί διαμορφώσεων ούτε γιά λο­ θύματα καί τού ξέφ υγαν οι ι τι «· , α>> θέτησε μια . '·ρεμ.άδ«α . ^ νο>’ γαριασμό (πολύ περισσότερο) τής πολιτι­ έστρωσε κι ετοίμαοι τι . κ. κήν- Λέν είναι μέσο (= όχημα). Είναι σκοάλλά έμειναν στή ^ ‘μΐεύθυνοι. οί Ί,·,-,,, (Δηλαδή αύτοοκοπός. Ποίηση γιά την j.7Ttιοαχτοι. οί υπαίτπ άνΟοο- ποίηση.) Απ’ τήν άλλη μεριά, τήν ίδια μέρα, ™οκινητί ς κι ωφ ελημινοι απιπιστώνει. βέ- σημειώνει: « Ό ποιητής ιίνα, πολίτης τής Ιήσφταγή καί τή συμφορά. . α 27


πολιτείας. Συνειδητοποιώντας τό χρέος του άποφαίνεται συχνά πάνω σέ θέματα κοινω­ νικής καί πολιτικής σημασίας, λαβαίνει μέ­ ρος λιγότερο ή περισσότερο στά πράγματα τής εποχή: του... μέσα ατό δημιουργικό του έργο εκβράζεται περισσότερο ή λιγότερο φανερά ή πολιτικοκοινωνική του τοποθέ­ τηση». ( Ομιλία του στην Πάντειο Σχολή στίς 22-1-1975.) φ Ή ταλάντευση αυτή σημάδεψε όλο τό έργο του κι έκανε καί τήν τεχνική του «εγ­ γαστρίμυθη», όπως πολύ εύστοχα τή χαρα­ κτηρίζει ό Γ. Σαββίόης. Σημάδεψε ακόμα καί τή ζωή του, πού πέρασε άνάμεσα στή ρουτίνα τής «καθημερινής δουλειάς» καί στά «ένδιάμεσα» αυτής τής δουλειάς, όπου «μισόγραφε», όπως λέει ό ίδιος, «τούτο ή εκείνο». Κι ήταν τό «τούτο ή εκείνο» κυ­ ρίως αναδρομικές ύποστασιώσεις, μνήμες πού έρχονταν ν' άποχτήσουν ποιητικό

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

I ΤΟΝ

Ο Μ Η Ρ Ο

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ ΙΠΓΙΟΚΡΑΤΟΥΣ Β ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ 3Θ27318

σώμα. Κατά τό τέλος τής ζωής του μπόρεσε νά κατανικήσει κάπως τή φυσική του έπιφυλακτικότητα καί νά υψώσει θαρραλέα τό άνάστημά του ενάντια στή δικτατορία, συμ­ μετέχοντας στήν εκδήλωση «λύσης τής σιω­ πής» πού πραγματοποιήθηκε μέ τά «Δεκαο­ χτώ κείμενα». Ακολουθώντας αύτή τήν τακτική τής έκ­ φρασης, πού άναφέραμε πιό πάνω, ήταν φυσικό ν' άναζητήσει καί ν' άφομοιώσει καί τήν τεχνική τής συγκάλυψης τών ιδεών καί τών αισθημάτων. Θήτευσε λοιπόν, μέ σχε­ τική μελέτη, κοντά στούς μεγάλους δασκά­ λους τής «καθαρής ποίησης», τόν Τ. Σ. Έλιοτ καί τόν Έζρα Πάουντ καί, βέβαια, τόν Τζαίημς Τζόυς καί τόν Μαλαρμέ καί τό δικό μας Γ. Σεφέρη, καί οί άναφορές στό έργο τους είναι συχνές. Δούλεψε κι ό ίδιος επίμονα γιά τήν ποιό­ τητα τού ποιητικού λόγου, πού τόν θέλησε απαλλαγμένο άπό κάθε περιττό στολίδι, δίνοντάς μας στίχους άρρενωπούς, γεμάτους χυμό κι ειλικρίνεια. Σίγουρα στέκεται, άπό την άποψη αυτή, στήν πρώτη γραμμή άνά­ μεσα στούς σύγχρονούς του νεοέλληνες ποιητές.

Στά τελευταία του χρόνια, ίσως άπό ένα καρδιακό επεισόδιο πού τόν κλόνισε, άρ­ χισε νά κατατρύχεται άπό τό υπαρξιακό άγ­ χος. Τό φάσμα ενός πιθανού, κοντινού θα­ νάτου του τόν ακολουθεί παντού. Γράφε1·' « Από καιρό ή ιδέα (όχι ό φόβος) ενός έπικείμενου θανάτου. Μώς θά πεθάνω; Μέσα οί πόνους, σέ ξεράσματα, σέ σκατά: θ ά ναι μέρα ή νύχτα;» («Νυχτολόγιο». 1978). Νέθανε ξαφνικά, άδόκητα. μέρα γιορτασ­ τική. άνάμεσα στούς φίλους καί γνωστοί'? του, οτόν Πύργο Ηλείας, άπ' όπου «έσΧ0* ταν συνεχώς», δίχως ίσως καθόλου να Λ0νέθει, δίχως νά τό καλοκαταλάβει. άφηνοντας πίσω του ένα έργο πού άποτελει ϋπ·1' δείγμα τέχνης καί ήθους αλλά καί παράδει­ γμα άδικαίωτης προσπάθειας. Παράδε»ΥΜ“ αυτοκαταδίκης. I ιατί ό Τάκης ΣινόπουλΟ?· πού ύπήρξε καί προσωπικός μας φίλος *ul δάσκαλος πάνω οί ζητήματα τεχνικής στίχου, δίν ήταν ένας τυχαίος «βιρτουσζσ? του κενού-, όπως πολλοί σύγχρονοι τ σλλα ένα αληθινό- ποιητής, πού ί.πιφ σόταν να ίκφραοτιι Κι αυτό ύπήρ&ι * J βΐ« προβληματική του καί τό δρά(ΐα t

Π Ο Υ ΦΕΥΓΕΙ

iHtfi-t AVAwan*o<* I A O i u t t «3* l i „ „ „ HI

iiwnui

' A

- ' 1,ΤΤ

_ 'Γ

y»o*r

• αλ nric εικόνες Τής λαϊκής μας κληρονομιάς εϊΤό πιό συναρπαστικό για μας ς συνοχής πού α να δ ύετα ι απο ναι αύτή ή αίσθηση τής πλψ °*Ρ ™ ^ uaCi ώς σύνολο σάν νά καθρεφτίζεται κάθε στοιχείο ξεχωριστά και συνεκτικές σχέσεις καί οί δεσμοί πού σέ κάθε άνθρώπινο δημιούργημα . άμοιβαία ικανοποιητική άνταλσυνέδεαν άνθρώπους και πραγματα σε μια μ

\αγή

Ορεστης Δουμανης

λριΊκωυα 224 σελ. τ οϊι Δημήτρη Ένα μοναδικό φωτογραφ παοουσιάζουν οί έκδόσεις Νέα Παπαδήμου μέ u n s P j a °έντεΡγχώσσες, έλληνικό, αγγλικά, Σύνορα. Κβ/κλοφορΓ?σε σε Υ πρόλθγο του αρχιτέκτονα γαλλικά, γερμανικά, ρωσικά και μ Όρέοτη Δουμάνη.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΥ ΦΕΥΓΕΙ ^flrnrnc υιός Ελλάδας καί γιά τό έξωτερικο. Ο έντυπος πρεσβευτής μ ^ Ένα δώρο ποιότητας.

ΑΝΤ. ΛΙΒΑΝΗΣ& ΣΙΑ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ». Σ ό λ ω ν ο ς

94

τη λ . 3 6 1 0 5 8 9


Τάκης Σινόπουλος: «Αυτό πού μάς λείπει είναι τό μεγάλο αμάρτημα...»

ψ

ι

Στή σειρά τών συνεντεύξεων μέ λογοτέχνες καί, γενικά, μέ συγγραφείς καί ανθρώπους τού βιβλίου, πού μέχρι σήμερα έχει παρουσιάσει τό «Διαβάζω», στό τεύχος αύτό δημοσιεύουμε μιά συζήτηση πού είχαμε μέ τόν Τάκη Σινόπουλο, λίγους μήνες πρίν πεθάνει. Συγκεκριμένα, ή συνέντευξη αύτή δόθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1980, στό σπίτι τού Τ. Σινόπουλου, στον Περισσό, καί τή μεταφέρουμε έδώ σχεδόν ολόκληρη, χωρίς φυσικά νά άλλοιώσουμε τή ζωντάνια τού προφορικού λόγου τού άξέχαστου ποιητή. (Τή συνέντευξη άπομαγνητοφώνηοε ή Γαβριέλλα Τριανταφύλλου.)

"Ας Αρχίσουμε μέ κάτι πού θά μάς πάιι Αρκετά πίσω: ΙΙοιές είναι οΐ πνευματικές οας καταβολές; ΝΑ σάς πιο. II παιδεία μου ήταν μιά καλή παιδεία γυμνασιακή κατ' αρχήν καί πανε­ πιστημιακή ύστερα -παρά τό γεγονός άτι σπούδασα ιατρική, Ταυτόχρονα όμως, ατό πανεπιστήμιο, διάβαζα καί λογοτεχνία καί κυρίως ποίηση, Από νωρίς άρχισαν νά μι .10

απασχολούν τά ποιητικά προβλήματα, οί ποιητές, τά ποιήματά τους, καί βέβαια μέσα άπό τούς ποιητές καί τά διάφορα πράγματα πού πρόσφεραν ξεχώρισα κατά κάποιον τρόπο τούς άνβρώπους εκείνους οί οποίοι μού έδιναν περισσότερα, δηλαδή πού συγ* γένευαν μέ τέιν πνετ'ματικό καί τόν ψυχικό μου χώρο περισσότερο. Διότι εκεί ουνίστα* ται ή συνεισφορά. Τό νά λές ότι εγώ δια· βασα πολύ καί Αγάπησα καί μιμήθηκα τον τάδε ή τέιν δείνα ποιητή, δεν σημαίνει. σωνει καί καλά, ότι έκατσα κάτω καί τόν αντέ­ γραψα ή τόν μιμήθηκα. Σημαίνει ότι ύπηρλ' μιά βαθύτερη πνευματική συγγένεια μέ τόν ποιητή μέ τέιν όποιο άοχολιόμουνα και διάβαζα καί ξαναδιάβαζα ποιήματα το»'· προσπαθώντας νά 6ρώ τόν τρόπο τής γθ°' φής του. τίς είκι'ινες του. τίς ιδέες του. τ·? σκέψεις του, τό χώρο του. καί νά δω *t,u κατά πόσο μπορώ νι'ι ταιριάζω αυτά Τ<1 πράγματα μέ τά δικά μου δεδομένα. Γώρα, άπό τήν άλλη πλευρά, είναι καί ο χωροταξικός παράγοντας, ή χώρα. Μ στην οποία έζηοα. οτήν οποία μεγάλωσα καί τή γνώρισα άπίι κοντά κατά καιρούς **·* τήν Αγάπησα. Βέβαια, ξεχωρίζοντας τ" διάφορα γήινα στοιχεία, τι» χώμα καί τη θά* λαοσα. τό ποτάμι, τό δέντρο, τήν πέτρα κα· το βουνό, βλέπουμι ότι όλη αύτή ή πσιτ)" τική. ή γεωγραφική χιίιρα είναι ή Πε νήσος, που είναι καί ή πατρίδα μου. περνάει σέ όλο τό μάκρος τής ποίησή ποτέ σέ ένιι δεύτερο έπίπεδο καί * στεςιο, πέσε σέ ένα πρώτο έπίπεδο VS-

νερότερο, όπως π.χ. στό «Νυχτο ογιο», όπου κάνω άναφορά φανερή πιά σε ορισμέ νους τόπους. Ό λα αυτά αποτελούν κατα κάποιο τρόπο ένα είδος χώρου, ό όποιος ε ναι και γεωγραφικός ή χωροταξικός, άν θέλετε, α ταυτόχρονα καί πνευματικός χώρος· ιοτί εκεί τοποθέτησα πολλές φορές εικόνες η πράγματα άπό τά ποιήματά μου · ι ;ιωζ ™ άκρογιάλι τού 'Αγίου Άνδρέα και η περ οχή τού ’Αλφειού είναι τά δυο μεΘύ όποια γίνεται ή ποίησή μου, ό η λ α δ η τα πρόσωπα καί τά πράγματα που υπαρχ στήν ποίησή μου. Τό παλιό βι 1 10 ^ , «"Ασμα τής ’Ιωάννας καί τού ωνστ . νου», γεωγραφικά, άνήκει στην περιοχή Πύργου, στά άγροκτήματα τής περιοχή* ^ Πύργου πού βρίσκονται κοντά f TO’V ψειό, δηλαδή μισή ώρα έξω άπο τον Επειδή γεννήθηκα στήν Αγουλινιτσ . είναι ένα χωριό κοντά στον υΘΥ κοντά στό ποτάμι, θεωρώ το ποταμ κατά κάποιον τρόπο σάν ένα στοιχει μέ έχει διαποτίσει ολόκληρο. πολλές φορές πού πήγαινα μι» ,txt ■ στήν ’Αρχαία ’Ολυμπία και πηγαιν έ δούμε τό μουσείο καί τίς Αρχαιότητες, θεωρούσα Αναπόσπαστο μέρος τής μής νά πάμε καί στύν Αλφειό, a σουμε μέσα άπό τή γή τού Κλαδαίοτ η ένα μονοπάτι μέσα άπό τά αμπέλια πάμε νά δούμε τό ποτάμι. Ηταν, τό καταλαβαίνω, ένα είδος προσκυν | πρός ένα πατέρα ή πρός ένα εο, γι τήν παλιά έποχή ό ’Αλφειός ι(ορι σάν θεός ή σάν ημίθεος ή κάτι τέτοιο. Αργότερα, βέβαια, Αναζήτησα όχι | ' .ν Αλφειό στήν κατάληξή του. που είναι τό τήν Αρχαία 'Ολυμπία και ν. ήγα καί πιό πάνω - πήγα να - τών έται ό ’Αλφειός, πώς γίνεται η μ ^ οταμιών τού Λάδωνα, τού Ερυμ< χ(.)ν >ύ Αρχικού ' Αλφειού^ M ew αγ< J1, πηγα ώς γίνεται ό Έ ^ μ «νθος,

6ρ^ η

ποταμών... Κ«ταλ«^τε. Κ « ^ ο ύτό τό πρ«γμ«* έκτος Toetc μορφιά πού είχε τή. ^ ^ ^ [ , ί χ α ν ε καί ειμαρρώδεις ποταμοί, π ο ι σ ν ^ ΐ ^ ,^ άάχναν τον Ερύμανθο, * > ρίζες προγονικές· μέ·’“ ,απ ,, ,·, αύτή έβλεπα νά ύπαρχε· η θα '

*

ή Τάχη: Σινόποΐ'λος (I960)

φυλή μου, οί πρόγονοί μου οί ίδιοι... νΑς περάσουμε κάπου άλλου τώρα. Πώς οδηγηθήκατε στήν ποίηση καί όχι σέ άλλο χώρο τής λογοτεχνίας; ΔΕΝ ξέρω. Αυτά τά πράγματα είναι λιγάκι Ανεξήγητα. Λιγάκι! Μάλλον τελείως Ανεξή­ γητα, κανείς δέν ξέρει. “Αν τό πάρουμε άπό κληρονομική άποψη, ατούς προγόνους μου δέν ξέρω νά υπήρχε κανείς νά έγραφε· μό­ νον ένας θείος μου, Αδελφός τής μάνας μου, ήταν ποιητής σατιρικός καί έβγαζε μιά σα­ τιρική έφημερίδα. Τό μόνο πού ξέρω, τίποτε άλλο. Έ νας άλλος πάλι τής οικογένειας ήταν τραγουδιστής, πού τραγούδαγε δημο­ τικό τραγούδι μέ μιά φωνάρα Απίθανη μπορούσε νά τήν Αρχίσει άπό τήν Απάνω ρούγα καί νά κατέβει στήν κάτω ρούγα του χωριού κρατώντας τή φωνή του συνέχεια, χωρίς σταματημό, χωρίς Ανάσα! Τώρα, πώς άρχισα δέν ξέρω. Απλώς, όταν ήμουν μαθητής, πολλές φορές μέ έπιανε μιά μελαγχολία, ή συνήθης έφηβικη 31


μελαγχολία, καί τά απογεύματα, ή μάλλον μιά Πέμπτη απόγευμα, πού συνήθως ήταν διαθέσιμη τότε γιά μάς, καθόμουνα στό γραφειάκι μου καί διάβαζα κάτι ψευτοπρά­ γματα, κάτι βιβλία άπό τή βιβλιοθήκη τού πατέρα μου, καί άντέγραφα στίχους. Κάπως έτσι έγινε. Ή άντέγραφα στίχους ή προσπα­ θούσα νά γράψω εγώ. Φυσικά μετά τό γυ­ μνάσιο έτέθη θέμα τί θά σπουδάσω. Ό πα­ τέρας μου έπέμενε ιατρική, καί έτσι ακο­ λούθησα τήν εκλογή του, γιατί εγώ τά είχα χαμένα λιγάκι. Σποί'δασα λοιπόν ιατρική καί μέ τήν ιατρική σιγά σιγά μπήκα στό χορό. Ό ντας μάλιστα φοιτητής ιατρικής έγραψα καί τά πρώτα μου ποιήματα, τά όποια βέβαια δέν υπάρχουν πιά, γιατί δέν ήταν τής προκοπής καί τά έφαγε τό σκο­ τάδι... Εμεινε μόνο μιά μετάφραση ποιημά­ των τού Ανρύ ντέ Μοντερλάν, ή όποια δη­ μοσιεύτηκε στή «Νέα Εστία» τότε, τό 1937, άν θυμάμαι καλά. Η ιατρική σάς επηρέασε καθόλου; ΑΦΑΝΤΑΣΤΑ. Από ποιά κανάλια; ΑΠΟ όποιοδήποτε κανάλι μπορεί νά βγει στη μέση ή ιατρική. Κατ' αρχήν, έπειδή υπηρέτησα πολλά χρόνια σάν στρατιωτικός γιατρός. Μόλις τελείωσα τις σπουδές μου καί πήρα το πτυχίο μου, αμέσως μέ αρπά­ ζανε. Η μάλλον προτού ακόμα, γιατί υπη­ ρέτησα καί στόν πόλεμο τόν ‘Αλβανικό Μάς πήρε λοιπόν ό μακαρίτης ό Μεταξάς καί μας εβαλε δυο σαρδέλες έδώ, μάς έκανε λοχίες τού Υγειονομικού καί πήγαμε σέ νο­ σοκομείο καί δουλεύαμε σάν βοηθοί ιατρών χειρουργών, καί εκεί άρχισα νά βλέπω πιά άρρώοτους, δηλαδή τραυματίες. ’Αργότερα απολυθήκαμε (όταν μπήκαν οί Γερμανοί), λουφάξαμε στήν Κατοχή καί τό ’45. όταν έγινε ή επιστράτευση γιά τήν οργάνωση τού στρατού, μάς ξαναθυμήθηκαν. μάς πήρανε, μας ντι'ισανε λοχίες Υγειονομικού πάλι, πε­ ράσαμε από μιά σχολή καί μας κάνανε Αν­ θυπίατρους. Λεν πρόλαβε νά άναουνταχθιι ο στρατός, ζεαπά ό Ανταρτοπόλεμος, τήν άνοιξη του ‘46, οπότε ό καλός ό Σινόπουλος. ό όποιος ήτανε γιατρός τάγματος τότε, βρέθηκε σε άλλο τάγμα αύτό συνέχεια, μέ­ χρι τό 1949 τό Μάη. πού Απολύθηκε Φυσικά ό πόλεμος ήταν μιά φοί.ερή υπό­ θεση Σκοτωμένοι, τραυματίες, σκοτωμένοι, 32

τραυματίες -καί αντάρτες ακόμα-, λογιών λογιών εμπειρίες. Καί εμπειρίες πολλές φο­ ρές φοβερές γιά μένα προσωπικά, δέν ξέρω γιά άλλους γιατρούς. Ό ταν φερ’ είπείν μέ διέτασσε κάποιος ανώτερος άπό μένα μέσο στό τάγμα -είχα έναν Αντάρτη λαβωμένοκαί μού ’λεγε «τί τόν φυλάς αύτόν, κάν’ τον δύο ενέσεις εκεί πέρα νά ξεμπερδεύεις, τό κάθαρμα», έγώ δέν μπορούσα νά τό κάνω· Όχι πώς είχα καμιά ιδιαίτερη προσήλωση στούς Αντάρτες καί τό άντάρτικο, άλλά τό επάγγελμα, ή ϊδια μου ή συνείδηση, δέν μού έπέτρεπε νά σκοτώσω άνθρωπο πού είναι ζωντανός, επειδή είναι μόνο κομμένο τό χέρι του. Έγώ τού έβαζα τό χέρι καί έλεγα νά κατέβει άμέσως κάτω στό νοσοκομείο νά τού τό ράψουνε: «Ά π ό δώ καί πέρα εσείς κάντε ο,τι καταλαβαίνετε». Βέβαια τσακω­ νόμουνα μέ τόν Αξιωματικό αύτόν, μέ απει­ λούσαν ότι θά μού κάνουν χαρτί, θά μέ στείλουν στή Μακρόνησο καί όλα τά σχε­ τικά' έβλεπαν κιόλας ότι δέν πολυέκανσ παρέα μέ τούς Αξιωματικούς τού τάγματος καί πολλές φορές προτιμούσα φαντάρους ή λοχίες. καταλαβαίνετε... Kui άλλα πράγματα, πολύ δυσάρεσταπολύ άσχημα, τώρα θυμάμαι ότι πέρασαθυμάμαι π.χ. πληγωμένους τούς όποιους επρεπε νά περιθάλψω χωρίς νά έχω δυνατό­ τητα περιθάλψεως, καί νά πεθαίνουν στά χέρια μου... Ήταν μιά φορά μιά Λντάρ* τισοα, τήν όποια είχαν πιάοει οί φαντάροιβαριά τραυματισμένη, έτοιμοθάνατη. *(11 μού τή φέρανε στό ιατρείο νά τή συνεφέρ10· νά τή βοηθήσω. Τί νά βοηθήσω; Αυτή ήτ“ν διάτρητη άπό τίς σφαίρες καί βρώμαγε όλο* κληρη από αίμα, άπό ιδρώτα κι άπό απλυσια. Αέν τά λέω αύτά γιά νά κατηγορή(,<ι1 τούς Αντάρτες, Αλλά θέλω νά σάς πώ. Η0' πού σου έρχότανε νά κάνεις εμετό... Η έμπειρία τού στρατιωτικού γιατρ·” έληξε μέ τό '49. Μετά βέβαια άρχισε ή έ)·' πειρία τού πολιτικού γιατρού, τού γιατρό'1 τού συνοικιακού. Άρχισα νά έργάζομαι κα· ξαναρθα σέ έπαφή μέ τόν κόσμο. Αλλά *’ κικηιος δέν ήταν έιπλώς ότι «έχω αυτό μ έκείνο» καί «πάρε αύτό τό φάρμακο ψέιγε». Ιέ* ιατρείο τό ‘παιρναν καί γιά *5* ομολογητήριο. Πάρα πολλοί άνθρωποιπέρα Από τήν άρριίκιτιιι τους, έ ρ χ ο ν τ α ν * '* ___ .σρναγανε όλα τους τέι ικκογενιιακα μα^ι και τα έιπωθημένα τους, καί τίς ·’" ' τίς ά α κ ε ί ι . το υ .. δυο πράγματα, Ακόμη και σχέδια ir*w.fh^*|p| "" / 1 ;α Καί ../ η αύαί ήμοννε \ ά \

χρεωμένος νά τά δέχομαι, νά τά ακούω και νά προσπαθώ νά βάλω μιά ισορροπία στούς ανθρώπους κάνοντας λιγάκι καί τον ψυχίατρο. Γυναίκες Ανικανοποίητες, άνδρες Ανίκανους, παιδιά στραβοχυμένα κ.ο.κ. “Επειτα, Ανθρώπους πού πέθαιναν. ε φώναζαν, άς πούμε, σ' ένα σπίτι νά πάω να δώ έναν άρρωστο, καί πήγαινα καί βρισκα έναν άνθρωπο ό όποιος ψυχοραγοΰσε και έπρεπε νά τόν συντηρήσω στή ζωή, έστω και γιά λίγο. Κι όμως πέθαινε σέ λίγο. πή γαινα, καί πηγαίνοντας ό άνθρωπος είχε πεθάνει. Καί οί θάνατοι αυτοί ήτανε, να μην Πώ καθημερινοί, άλλά στή βδομάδα ι υο τρεις υπήρχαν, καί κατά κάποιον τροπο έγινα κατάστιχο νεκρών έγώ. Δέν κανα άλλη δουλειά παρά νά καταγράφω τους νε­ κρούς πού είχαμε στή συνοικία. Η πήγαινα, έβλεπα έναν άρρωστο, τού δινα αυτ τα φάρμακα, τού 'βαζα κανά δυό ενεσεις: «Πάρε αύτά. Κουράγιο. Νά δούμε, αν χει ροτερέψεις νά σέ βάλω στό νοσοκομείο κλπ.». Έβγαινα άπό τήν πόρτα, πήγαινα πενήντα μέτρα πιό πέρα, έρχονταν τρεχον τας: «γύρνα πίσω γιατρέ, ό άνθρωπος εν ει ναι καλά». Πήγαινα πίσω καί τόν έβρισκα ξερό. Λοιπόν όλα αύτά τά πράγματα κρα­ τήσανε κάπου είκοσιοχτώ χρόνια. Εικοσιο Χτώ χρόνια ίατρικής τέτοιου είδους και οχι μέ πέντε άρρώοτους τήν ήμερα. Με είκοσι, μέ είκοσιπέντε, μέ τριάντα, μέ σαράι τα, με πενήντα, μέ έξήντα! Σέ περίοδο γριππης, π.χ., ήταν Απίστευτα τά νούμερα, ένενήντα άρρώοτους τήν ημέρα, πού νά σού ρ Π ν τρελαίνεσαι. Νά σηκώνεσαι τό πρωί στις οχτώ ή ώρα καί νά τελειώνεις στις 1 ω εκα τό βράδυ. “Ε, όλο αύτό τό πράγμα, λίγο-πο υ, ΙΙΕ ίρθηκε μέσα στήν ποίησή μου- κομά ό πρώτο «Μεταίχμιο» υπάρχει >ίημα πού είναι μιά, λ ι γ ά κ ι βέβαια ουμ κή, παράσταση ενός νεκρού του no · )ύ μέ κατηγορούσε ότι πεθανι κα ρησα άθαφτον καί άκλαυτον. κα ανα ούτε ένα μνημόσυνο γιά τήν ψυχ 1 ,π., κλπ. Αύτό είναι γεγονός. τα Υ ός μου αύτός ό όποιος οκοτω η · αν γύρισα Από τό μέτωπο, π'Γι ' >ήκα τή μάνα το»' καί μού λέει. « 0· ινουμε μνημόσυνο, πρέπει νά ρ ι ' . ωουμι ένα μνημόσυνο». Γο ξ'θ 1 ’ -α τ ο υ έν τ ω μεταξύ, άλλά ήταν μία άλ, ~.·η/βηνη στιγμή.

Ό Αφηγητής δηλαδή τών ποιημάτων σας εϊσαστε εσείς; ΚΟΙΤΑΞΤΕ νά δείτε. Τό πράγμα παίζει. Πότε ό Αφηγητής είμαι έγώ ό ίδιος, πότε ό Αφηγητής είναι ένα πρόσωπο έπαμφοτερίζον, πού είμαι μισό έγώ καί μισό κάποιος άλλος, καί πότε ό Αφηγητής είναι ένα άπό τά πρόσωπα τά όποια τοποθετώ συνήθως στά ποιήματά μου καί τό όποιο είναι κατά κάποιον τρόπο Ανεξάρτητο άπό μένα, δη­ λαδή δέν είμαι έγώ. Δέν είμαι έγώ, στό πο­ σοστό πού μεταφέρει, ας πούμε, καταστά­ σεις καί πράγματα ή αισθήσεις ή οτιδήποτε άλλο, μεταφέρει τέτοια πράγματα έξω άπό μένα. , Προσπάθησα να κάνω ενα είδος -θ α ήταν τρομαχτικό νά τό πώ—ποίησης αντικειμενι­ κής. Δηλαδή νά λέει κάποιος, νά άφηγεϊται κάποιος καί νά φτιάχνει ένα ποίημα ή αύτό πού λέει νά γίνεται ένα ποίημα καί αύτό νά είναι ένα ποίημα Αντικειμενικό, έξω άπό μένα, μέ καταστάσεις οί όποιες δέν είναι δι­ κές μου. “Ας πούμε ένα παράδειγμα. Μιά τέτοια προσπάθεια έκανα στό βιβλίο «’Άσμα τής ’Ιωάννας καί τού Κωνσταντί­ νου», όπου έβαλα ιδανικά πρόσωπα, έβαλα δηλαδή τόν Κωνσταντίνο, τήν Ιωάννα, τή μάνα τού Κωνσταντίνου, τόν γείτονα. Λοι­ πόν δέν μπορούσα νά είμαι έγώ ό αφηγητής, ό ποιητής καί ταυτόχρονα ό συμμετέχων στή δράση τού ποιήματος, σέ όλα τά έπίπεδα. ’Έπρεπε οί άλλοι νά λειτουργούν κατά κά­ ποιον τρόπο σάν πρόσωπα Ανεξάρτητα άπό μένα. Ή ’Ιωάννα, φερ’ είπείν, είναι γυ­ ναίκα · πώς μπορώ έγώ νά μπώ στήν ψυχο­ λογία μιάς γυναίκας; Καί όλη μου ή προσ­ πάθεια ήταν αύτό τό πράγμα; νά μπορέσω νά δώσω καταστάσεις τής ’Ιωάννας μέσα άπό μιά δυνατή, πιθανή, άς πούμε, ψυχολο­ γία γυναίκας. Καί αύτά, χωρίς στό κάτω κάτω τής γραφής νά είμαι ομοφυλόφιλος, δηλαδή κατά κάποιον τρόπο νά υπάρχει μέσα μου τό στοιχείο τό άνδρικό καί τό γυ­ ναικείο μαζί, ή χωρίς νά είμαι ένας Τειρε­ σίας πού Αλλάζει τούς ρόλους του. Έπειτα έβαλα τό γείτονα; ένα πρόσωπο τό όποιο εί­ ναι μισό έγώ καί μισό αύτός. Ή μάνα πάλι είναι μιά γριά, ένα πρόσωπο άπό τό περι­ βάλλον τό δικό μου. Ταυτόχρονα προσπαθεί νά είναι καί ένα πρόσωπο Αντικειμενικό, σι'ιν τά πρόσωπα πού φτιάχνει ένας συγ­ γραφέας ένός θεατρικού έργου ή ένός μυθι­ στορήματος.

α.

33


Αρα είναι δραματουργικοί οί λόγοι τής, άς την πούμε, «άντικειμενικής» ποίησης; ΟΧΙ πάντοτε. Θυμάμαι πρό καιρού ό Σαββίδης μέ ρώτησε ώς ποιό σημείο στό «Νε­ κρόδειπνο» τού ’72 ό ποιητής ταυτίζεται μέ τόν άφηγητή. Καί μάλιστα μού έπεσήμανε δυό-τρείς στροφές, όπου μέ ταύτιζε μέ τόν άφηγητή. «"Οχι εκεί», τού λέω, «διότι εκεί ό ποιητής είναι άλλος. "Αλλος άφηγεΐται καί άλλος ποιεί. Δηλαδή είναι μιά άφήγηση ενός άλλου προσώπου». Τελικά, πώς γράφεται ένα ποίημα. Πώς ξεκινάει κανείς; ΔΕΝ ξέρω πώς ξεκινάνε οί άλλοι, άλλά δέν ξέρω ούτε κι έγώ πώς ξεκινάω. Περίεργα. Τό άρχίνισμα είναι είτε μέ ένα στίχο πού σού ρχεται ξαφνικά στό μυαλό είτε μέ ένα ρυθμό πού γεννιέται ξαφνικά μέσα σου καί πού ακόμα δέν μπορείς νά τόν βάλεις σέ λέ­ ξεις. Ό ρυθμός αύτός κατά κάποιον τρόπο παίζει μέσα σου, σάν όργανο παίζει μέσα σου, άλλά δέν γίνεται λέξεις. Καί αύτό σέ βασανίζει. Σέ βασανίζει όχι άπλώς μισή ή μιά ώρα, σέ βασανίζει μέρες, βδομάδες καί πολλές φορές καί μήνες ολόκληρους. Καί ξαφνικά, μιά μέρα, αύτός ό ρυθμός γίνεται ένας χείμαρρος λέξεων, εικόνων καί κατα­ στάσεων καί οδηγεί τό χέρι σου νά τά κατα­ γράψεις. Νά τά καταγράψεις όμως, όχι άσυνείδητα όπως, άς πούμε, θά τά κατέγραφε ένας πτωχοϋπερρεαλιστής, άλλά συνειδητά. Κι αύτό πού θά καταγράψεις είναι λογικό, οί εικόνες σου λογικές, μπορεί νά ’ναι άτελες ακόμα, μιά άμορφη μάζα, ένας σωρός λέξεων; εικόνων καί στίχων, άλλά πάντως αύτό είναι μιά πρώτη ύλη τού ποιήματος. Λ"Τό τ·') πράγμα τό κοιτάς μετά καί λ ίc «άοτο». Ιό βάζεις στό φάκελό του, τό βά ζεις στην άκρη καί τό ξανακοιτάς άργότιρα τήν άλλη μέρα καί τήν παράλλη ή τό άφήνεις καναδυό μήνες, καί τό παίρνεις πάλι ξαφνικά μιά μέρα. Οπότε βλέπεις ότι αύτό τό πράγμα σού άρέσει, άλλά σου δίνει καί ερεθίσματα νά τό άναπτύξιις. Μέσα σου έν τω μεταξύ έχουν δημιουργηθεί ζυμώσεις διάφορες γύρω άπ' αύτό τό πράγμα, ώοτι αναπτύσσοντας το. φ τιάχνεις ήδη τήν πρώτη μορφή ένός ποιήματος. Δφου γίνει ή πριύτη μορφή, άπό κεί Καί πέρα ακολουθούν οί Επεξεργασίες, Ί πεξερ γασίες οί οποίες είναι απανωτές, Μπορείς,

άς πούμε, νά άλλάξεις μία στροφή ολόκληρέ καί νά βάλεις μία άλλη ή καί νά πετάξεύ μιά στροφή τελείως πού δέν σού χρειάζεται "Η πάλι νά προσθέσεις μιά στροφή, γιατί βλέπεις ότι υπάρχει ένα κενό ή ότι χρειάζί' ται συμπλήρωμα ή δέν ξέρω τί. "Η, τέλος, | άλλάξεις μιά λέξη, ένα επίθετο καί δέν ξέρ<ϋ τί άλλο κλπ., κλπ., Τό ποίημα αύτό τό άφήνεις πάλι καί ^ ξανακοιτάς άργότερα, οπότε άρχίζεις ξ«ν“ μιά επισκευή: Μιά λέξη εδώ, μιά στροφ'ί εκεί, ένα επίθετο, μιά εικόνα, κάτι πού δό πάει καλά στό ρυθμό, κάτι πού κλωτσώ1 κλπ. Τού κάνεις μιά δεύτερη γραφή, άΛ° τήν άρχή τώρα πιά. Έ ν τώ μεταξύ, μπορεί? νά προσθέσεις κιόλας ορισμένα πράγματα· άλλά όχι άλλαγή τού ποιήματος. Καί αΰτ° συνεχίζεται γιά τρίτη, πέμπτη, δέκατη. ε·; κοστή. τριακοστή φορά καμιά φορά. Μα1' έχει συμβεϊ, ένα ποίημα νά τό έχω άρχ'ώ1 άπό τήν άρχή νά τό γράφω καί νά τό διοί’" θώνω, καί νά τό γράφκυ καί νά τό όιθ(?' θώνω, καί αύτό νά πάει τριάντα φορές ' χ| αύτό, γιά νά μπορέσω νά πετύχω εκείνο A0*1 τελικά θέλω. Πρέπει νά προσθέσω κι αύτό: ότι καθ^? μού βγαίνει ή πρώτη ύλη τού ποιήμ«τ°% Εγύι δέν ξέρω τί κάνω, δέν ξέρω πού πάει τ° ποίημα, δέν ξέρω τί θέλει νά πεί τό ποίηΐ*0 Απλώς, υπάρχει ένα ποιητικό υλικό. (Ιΐί μάζα ποιητική, τήν όποια όμως δέν ξέύ. πώς θά τή χρησιμοποιήσω, καί τί θά <’Yfl καί πού θά πάει. Μέ τή δεύτερη γραφή 6f' 6αια τά πράγματα παίρνουνε μιά κάπα·“ κατεύθυνση, έναν κάποιο στόχο. Μέ ί'ίν τριτη-τέτιιρτη. τέλος, γραφή έχουν πόΐ'^, πιά τό δρόμο τους καί άπό κεί καί πέρα επεξεργασίες είναι καθαρά επεξεργασίες Τ λειοποίησης, θά έλεγα, τού ποιήματος. . Αύτό μπορεί νέε τό δει κανένας σέ ποιήματά μου, τά οποία τά δημοσί·*1 ποωτα σέ μιά περίπου τελειωτική μορψ’ΐ \ ένα περιοδικέ) καί έπειτα άπέ» δυό χρέ>νι11 νι' έβγαλα ειιβλίο. έεπέ) τιί δημόσιοί* » —σέ■—W 'HT». Έ Li«. \Λ 4*\Ψ IV »W 'lf»' ·| «ττο περιοδικό ποίημα μέχρι τή γραφή , Ι·έσα στο ίιιέιλίο ύπάρχει τεράστια διαφ 71άρα πολλές προσθήκες καί άφαιρ""^ Ι·να ποίημα φερ’ φευ' είπείν άπο to «Ν·κ*Ενα άπό τό δείπνο*, τιί προτελευταίο, τό «Περίπουι Οώ 1^ γραφίο«. με ταλαιπύιρησε έιπέ) to 1 χρι το ΙΘ72, Αύτό είναι Ισως καί

το οποίο τό έγραφκι τίς περιοοοτε ιικιπου νέι βγει τελικά αύτό τ<’» όπ και νέε μπει στό τελευταίο, σ’ αύτ «Πιθανές προιιθήκες». Ιτέι ·ΙΙερ'

γραφία» ήταν στροφές, φράσεις, τίς όποιες άρχικά είχα βάλει μέσα στό ποίημα, άλλα δέν χωράγανε, πώς τό λένε, δέν κολλάγανε, καί τίς έβγαλα. Καί λέω «τί νά τίς κάνω τώρα; νά τίς πετάξω;» καί ξαφνικά έπιασα αύτό τό κόλπο: νά τίς κάνω ένα δεύτερο ποίημα. Τίς σουλούπωσα λιγάκι καί τις έβαλα. Τελικά βγήκε ένα πολύ ωραίο κομ­ μάτι, σάν προσθήκη στό ποίημα πού είχα γράψει. ( , Γιά μένα τουλάχιστον,· τό ποίημα δεν εί­ ναι άπλώς μιά γέννα· είναι μιά σειρά απο άλλεπάλληλες γέννες', όπου τό ασυνείδητο καί τό συνειδητό συνεχώς συμπλέκονται και άλληλοβοηθούνται γιά νά δώσουν την τε­ λική μορφή στό ποίημα. Δέν είναι ξεκομ μένα τά πράγματα πού δουλεύει τό συνει δητό καί πού δουλεύει τό άσυνείδητο. Μπο­ ρεί τήν τελευταία στιγμή, πάνω στό τυπο­ γραφείο, νά άλλάξω μιά λέξη καί αλλάζει ολόκληρος ένας στίχος, άλλάζει όλοκληρη μιά είκόνα.

Τύχης Σ η’όπονλος (1980)

είτε τή γλώσσα τής πολιτικής, είτε τή γλώσσα τής εκκλησίας, είτε τή γλώσσα τής άστυνομίας, είτε τή γλώσσα τήν όποιαδήποτε, γιά όλα αυτά, λέω, ή ποίηση είναι μιά γλώσσα έξω άπό τή γλώσσα. Δέν μπαίνει σέ καμία γλώσσα μέσα. Δέν τό θεωρούμε σάν φαινόμενο γλωσσικό, σάν φαινόμενο γλωσ­ σικό πού βρίσκεται έξω άπό τήν τρέχουσα γλώσσα. 'Όσο καί άν χρησιμοποιεί στοιχεία πεζολογικά ή στοιχεία καθημερινότητας, εί­ ναι άλλου είδους πράγμα. Αύτή ήταν καί εί­ "Ας έρθουμε τώρα στή σχέση γλώσσας καί ποίησης. Κάποτε είχατε πεί οτι η ναι ή άποψή μου. Έχω νά προσθέσω όμως καί τά Εξής: Ή ποίηση είναι μιά γλώσσα έξω απ τη πεποίθησή μου είναι ότι έχοντας άμεση γλώσσα. σχέση μέ τή γλώσσα ή ποίηση, κατά κάποιον τρόπο ταυτίζεται μέ τή γλώσσα. Μπορούμε ΧΥ ΓΟ τό πρωτοεϊπα επί χούντας, σέ μια δηλαδή, χωρίς ενδοιασμούς, νά πούμε ότι δημόσια συζήτηση μέ θέμα τή δημοτική ποίηση καί γλώσσα είναι μιά ταυτότητα· 'λώοοα. Ή θέση μου ήταν περίπου όμοια με όταν λέμε γλώσσα λέμε καί ποίηση ή όταν ή θέση τού Σεφέρη: Αφήστε τήν τέχνη ι λέμε ποίηση Εννοούμε πρίν άπ’ όλα γλώσσα. ϊπό τό γλωσσικό ζήτημα, έξω άπο το\ Πάνω σ’ αύτό βέβαια έχουνε μιλήσει διάφο­ ΐγώνα τής δημοτικής καί τής καθαρευου ροι θεωρητικοί, όπως ό Βίττγκενστάιν, πού κις. ’Αφήστε δηλαδή τό δημιουργό να νομίζω ότι σέ ορισμένες προτάσεις του πι­ ρτιάχνει τό έργο του, άπερίσπαστος απο στεύει ότι υπάρχουν πράγματα πού ξεπερ­ γλωσσικούς καταναγκασμούς. Ειδικά η νάνε τή γλώσσα καί ότι ό άνθρωπος δέν τοίηση δέν μπορεί νά άκολουθήσει τους μπορεί νά ξεπεράσει τά όριά του, τά όρια τρωτοπόρους τού δημοτικισμού και τον τών δυνατοτήτων του, τών διανοητικών καί ΐγώνα τού δημοτικισμού ή τούς θιασώτες τών Εκφραστικών, καί ώς εκ τούτου δέν ιής καθαρεύουσας. Ή ποίηση είναι ινα μπορεί νά ξεπεράσει καί τά όρια τής γνύιτράγμα πάρα πολύ Ελεύθερο και Εχε1 μια σεώς του. ΐνεξαρτησία άπέναντι στη γλώσσα, >ε ιαιως 'Υπάρχουν βέβαια καί άλλα πράγματα, ιΐέ βάση τή δημοτική. Η ποίηση είναι σμω? όπως ότι τήν ουσία αύτή καθεαυτή τού καί ή ίδια μία γλώσσα (πού τή λίμι γ ωσοα ποιήματος δέν μπορούμε νά τήν πιάοουμε, ποιητική), καί Επειδή αύτή ή γλώσσα δέν γί­ νά τήν έκφράσουμε μέ τή γλώσσα της ή μέ νεται κατανοητή άπό τόν καθένα που α μιά όποιαδήποτε γλώσσα· ότι δηλαδή ή διαβάσει αύτό ή τό άλλο ποίημα, ιΐναι η γλύκισα είναι πεπερασμένη, ένώ 6 άνθρωπος λαδή μία γλώσσα διαφορετική, που 11 καί τά πράγματα είναι άπειρα. Δέν ξέρω άν Γουργεί διαφορετικά, έξω άπο την κα ημι τό καταλαβαίνετε... Καί αύτό βέβαια κατά ρινή χρήση τής γλύισσας, έξ«" «πο τ,Ι κάποιον τρόπο έχει άποδειχθιί καί μέ τή γλύκισα των Εφ ημερίδων καί των τη ιοπτι γλύκισα τύιν μαθηματικύιν καί τής φυσικής •ων μέσων, έξω άπό τή γλώσσα την καθημεκαί πολύ περισσότερο τύιρα μέ τήν άστρο' . .. , ....... ,,,,,,,'.ΐΜ-θα. τέλος φυοική καί μέ τίς διάφορες σχετικές Επιστή35


μες, όπου οί άνθρωποι δεν συνεννοούνται γαλύτερη άπήχηση στό κοινό, άνεξάρτητα μέ όποιαδήποτε γλώσσα, δηλαδή μέ λέξεις, τού τί τούς δίνει ή ποίηση σάν ποίηση, άπ' συνεννοούνται μέ εξισώσεις μαθηματικές, ό.τι οί άλλοι ποιητές πού δέν έχουν καμιά πού είναι ένα είδος γλώσσας, άλλης μαθη­ στέγη, είτε ιδεολογική είτε κομματική, είτε ματικής γλώσσας, ή όποια όμως δέν μπαίνει οτιδήποτε άλλο. μέσα στό σύνολο τών γλωσσών πού ξέρουμε. Είπαμε ότι ή έπίδραση πού έχουν οί ποιη­ Λοιπόν μέ αυτές τις σκέψεις ομολογώ ότι τές γενικότερα στό κοινωνικό σύνολο είναι κι εγώ τά ’χω λιγάκι χαμένα, καί πολλές φο­ μικρή καί περιορισμένη, διότι τίποτε δέν ρές σκέφτομαι τά πράγματα καί δέν βρίσκω άλλάζει τό ρυθμό τής εξέλιξης τών πραγμά­ άκρη... Έπειτα λέμε «έποιήθη» καί λέμε καί των, κανένας δηλαδή ποιητής, οτιδήποτε «ποιητές». Ποιητές μεγάλου άναστήματος, ποίημα καί νά γράψει, άκόμα καί έπαναπρώτου άναστήματος, είναι π.χ. ό 'Όμηρος, στάτης ποιητής, σήμερα τουλάχιστον δέν ό Σοφοκλής, ό Σαίξπηρ, ό Ντάντε, ό Σεφέμπορεί νά πει ότι άλλαξε τόν κόσμο, ότι τόν ρης, ό Καβάφης. Δέν μπορείς νά ταυτίσεις έφερε άνάποδα. Αυτό δέν γίνεται πιά. Πατά ποιήματα τών ποιητών αυτών μέ τήν λιότερα ό Ρήγας Φεραίος ξεσήκωσε, λένε, ποίηση. 'Η ποίηση, κατά κάποιον τρόπο, τήν Ελλάδα μέ τά επαναστατικά του τρα­ ξεπερνάει τό όποιοδήποτε άνάστημα πού γούδια· δέν τό πολυπιστεύω. Περισσότερο έχει ό Όμηρος ή ό Καβάφης. Καί ξεπερνάει ξεσηκώθηκε ή Ελλάδα γιατί ήτανε άλλοι όχι μόνο τόν Όμηρο καί τόν Καβάφη, άλλά παράγοντες στή μέση, καί ήρθαν καί τό καί όλους μαζί τούς ποιητές άπ’ τόν καιρό τραγούδια άπό πάνω καί βοήθησαν. πού γεννήθηκε ό κόσμος μέχρι σήμερα. Δη­ Εκείνο πού βοήθησε, κατά κάποιον λαδή ή ποίηση δέν είναι μιά έννοια συγκε­ τρόπο, γιά μιά, άς πούμε, συνειδητοποιηθεί κριμένη, είναι ένας τεράστιος χώρος πού επαναστατική, είναι ή μελοποίηση τών τρα* χωράνε οί πάντες μέσα, ό καθένας βέβαια γουδιών ορισμένων ποιητών άπό βρισμέ­ μέ τό άνάστημά του. άλλά όλοι αυτοί μαζί νους συνθέτες. "Αν καί αυτό τό πράγμα εί­ είναι μικρότεροι σάν έννοιες άπό τήν έννοια ναι δίκοπο μαχαίρι. «ποίηση». Μήπως δηλαδή ό κόσμος παίρν(1 άλλο πράγμα καί όχι ποίηση; Μιά πού μιλάμε γιά τήν ποίηση, ποιο νομίζετε ότι είναι τό μέγεθος καί τό βάρος τής παρουσίας της μέσα στήν κοινωνία; Η ΠΟΙΗΣΗ νομίζω ότι βέβαια παίζει κά­ ποιο ρόλο, είτε θετικό είτε άρνητικό. Έχει μια κάποια απήχηση στον κόσμο πού δια­ βάζει καί παρακολουθεί τήν ποίηση. Καί νομίζω ότι ή θέση αυτή, η έπίδραση αυτή τής ποίησης δέν είναι καθόλου άοήμαντη. είναι κάτι: μιά μονάδα πάρα πολύ μικρή βέβαια, άλλά οπωσδήποτε μιά θετική πα­ ρουσία μέσα στόν κοινωνικό χώρο Βέβαια οί κοινωνικοί ποιητές, έκείνοι δηλαδή οί οποίοι βάζουν μέσα οτήν ποίησή τους επα­ ναστατικά συνθήματα, έχουν μιά έπίδραση μεγαλύτερη στόν έλληνικό χώρο καί κυρίως οτούς (παναοτατημίνους άνθρώπους· άλλά στους έπαναστατημένους. όχι καλλιεργημέ­ νους άνθρώπους. Εκείνο πού παίρνουν οί άνθρωποι αυτοί άπό τήν ποίηση δέν είναι ή ποίηση, είναι τά συνθήματα. Γι* αυτό έχουν καί μιά όπωσδήποτε κυκλοφορική ίπιτυχία, πολύ μεγαλύτερη I π ίσης, οί ποιητές οί ιτποιοι στεγάζονται κάτω άπό μιά βρισμένη ιδεολογία έχουν με. 3β

ΑΚΡΙΒΩΣ. Γιατί τραγουδάνε, άς πούμε, Τ<1 τραγούδια, ξέρω 'γώ. τού Θεοδωράκη ή τι”' Μαρκόπουλου, άλλά παίρνουν μόνο τού? στίχους τούς όποιους τραγουδάνε, δέν π<«νί ποτέ στό βιβλιοπωλείο νά πάρουνε τά ποιψ ματα τού ποιητή πού έχει γράψει αύτούί τούς στίχους. Περιορίζονται νά γνωρίσο,,ν, μόνο τούς στίχους αύτούς. Καί αυτό σάς Τ° λέω άπό δική μου πείρα. Γιατί κάποτε ώ’1 τηλεφώνησαν άπό τή Γερμανία καί μοϋ ςθ τάγανε έπειγόντως νά τούς οτείλω νά l,rt<1, φράοουνε τό ποίημά μου « Ό έπιζών»· τ όποιο, ώς γνωοτίτν. έχει μελοποιήσει ό Ηι< δωράκης, καί μάλιστα μόνο τό άπόοΛβΟΡ έκείνο πού έχει μελοποιηθεί. Δέν θέλανετ1 ποτέ άλλο. Καταλάβατε; Δηλαδή άπό τι Σινόπουλο δέν τούς ένδιέψερε τίποτε Λλ 1 παρά · Ο έπιζων», πού μελοποίησε ό Η·ι>^ δωράκης, Έ , αυτό δείχνει φανερά γ*" πού τράβηξε ή συνεργασία ποίησης μουσικής. Έγινε γνωστότερος ό "Ελυτ Σεφέρης άπό τις μελοποιήσεις; Ι φ ένα σημείο, δίν ύπάρχει άμη ιβολίγ_> ( δέν νομίζω βτι 6 κόσμος κάθησε ν οει τά ποιήματά τους ν·^.

’Αναφέρατε πιό πρίν τήν κοινωνική ποίηση. Εσείς πώς τήν οριοθετείτε αυτή τήν ποίηση καί πού τοποθετεί­ στε άπέναντί της; ΕΙΝΑΙ λιγάκι μπερδεμένα τά πράγματα. Υπάρχει μιά κοινωνική ποίηση πού ασχολείται μέ τά κοινωνικά προβλήματα ή με ιστορικά προβλήματα, όπου μπαίνει ο Παράγοντας κάποιας τοποθέτησης απέναντι στό πρόβλημα αυτό. Από τή στιγμή που 0 ποιητής μετέχει ενεργά μέσα στό ποίημα σε αυτή τήν κοινωνικοποίηση, τότε το προ βλήμα (καί τό ποίημα) τό λέμε καθοδηγη­ μένο. Έάν όμως ό ποιητής καταγράφει μια κοινωνική πραγματικότητα ή μιά ιστορική πραγματικότητα καί ό ίδιος τραβιέται, οσο γίνεται περισσότερο, στό παρασκήνιο, οπω^, π.χ. έκανε ό Καβάφης, τότε φυσικά μπο­ ρούμε νά μιλήσουμε άνεπιφύλακτα για μια ΰπάρχουσα καί δρώσα κοινωνική ποίηση. Καί όλα τά ποιήματα τού Καβάφη είναι ποιήματα μιάς κάποιας κοινωνικής αφορ μής ή θέτουν'προβλήματα κοινωνικά. ίδιο καί πολλά ποιήματα τού Σεφερηδέν μπορούμε νά πούμε γιά τό Σεφερη «τι είναι ποιητής στρατευμένος, έτσι δεν είναι. Νομίζετε ότι σήμερα υπάρχει δυσκο λία στό νά έπικοινωνεϊ τό ευρυτερο κοινό μέ τήν ποίηση; ΦΥΣΙΚΑ. Κοιτάξτε, τό πρόβλημα είναι γνωστό άπό πολύ παλιά. Δέν είναι μακρια η έπσχή κατά τήν οποία δ Παλαμάς (θεωρείτο ποιητής δυσνόητος, γιά νά μήν πώ ακατα νόητος. Δέν είναι μακριά ή έποχη κατα την οποία οί άνθρωποι γελούσαν μέ την ποίηση τού Παπατσώνη καί δέν καταλάβαιναν τι ποτά άπό τόν Καβάφη. Γό ίδιο γινόταν και μέ τό Σεφέρη. Όταν βγήκε ό Σεφέρης και όλη τήν περίοδο άπό τή «Στροφή» Μ'ΧΘ1 Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ό εψερης ήταν γιά πολλούς, άλλά άκόμα και σήμιρα, άκατανόητος. Σχεδόν δέν τόν κατα α η ναμε. Καί αυτό δέν τό 'λεγαν, άς πουμι. ο οδοκαθαριστές ή ένας οικοδομάς. ’ τ'* ‘λίγε ένας φαρμακοποιός, το λεγε ιν<ά κηγόρος, τό 'λεγε ένας γιατρός, το ■· ι1 ‘ άνώτερός υπάλληλος τού τάδι υπουργι ' κλπ. Δηλαδή άνθρωποι πού υποτίθεται» έπρεπε νά έχουν μιά στοιχειώδη κουλτοι t . ήΗά στοιχειώδη παιδεία, και ,,α πί>ε , %εταλαβαίνουν βρισμένα πράγματα ■ «ν οχ τουλάχιστον βρισμένα. Νά μή σου λένε

«δέν καταλαβαίνουμε». Τόν Παλαμά τόν καταλαβαίνουν τώρα πιά. Ό Παλαμάς, βέβαια! Διότι έχει ρίμα, έχει ρυθμό, έχει στροφές, έχει τούτο, έχει κείνο. Είναι τό τελευταίο άγκίστρι πού έχει πιαστεί τό θέμα τού «δέν καταλαβαίνω». Ενώ εσείς τί γράφετε εδώ πέρα; Ούτε ρίμα υπάρχει, ούτε ρυθμός υπάρχει, ούτε τίποτα δέν υπάρχει. Πού είναι τά παλιά, ωραία ποιήματα! Είναι δηλαδή θέμα παιδείας; Ήρθε μετά ή έκπαίδευση καί τόν εμπέδωσε τόν Παλαμά; ΚΑΙ ΒΕΒΑΙΑ. Καί ή εμπέδωση αυτή τού Πα­ λαμά έγινε καί άπό τά πανεπιστήμια, καί άπό τίς μελέτες τίς πολλές, καί άπό μιά ολό­ κληρη πολιτική, ή οποία τόν έστήριξε σάν εθνικό φλάμπουρο. Ά λλά καί μέ τό Σεφέρη τό ίδιο έγινε. Καί ό ίδιος β Σεφέρης άκόμα έχει άρνητές (όχι αρνητές τού «δέν μ’ άρέσει ή ποίησή του», άλλά «δέν καταλα­ βαίνω»), καί πολύ περισσότερο βέβαια οί μεταγενέστεροι. Ά λλά σιγά σιγά, όσο περ­ νάν τά χρόνια, αύτό τό «δέν καταλαβαίνω» ξεπερνάει καί τή γενιά τή δίκιά μας. Τώρα οί άνθρωποι λένε «δέν καταλαβαίνω, ξέρω γώ, τόν Σαχτούρη», άλλά όταν τούς έρθουν άπανωτά ένα βιβλίο γιά τό Σαχτούρη, δεύ­ τερο βιβλίο γιά τό Σαχτούρη, μερικές επι­ φυλλίδες στό «Βήμα», συζητήσεις δεξιά καί άριστερά, μιά διάλεξη, τούτο, κείνο, διαβά­ σματα σέ διάφορες αίθουσες κλπ., τότε λένε: «Γιά κάτσε, τί γίνεται; Δέν μπορούμε νά λέμε πώς δέν καταλαβαίνουμε. Κάτι λέει αυτός. Πρέπει νά τόν καταλαβαίνουμε. Γιά νά προσπαθήσουμε». Καί λένε μετά ότι τόν καταλαβαίνουνε. Τό ίδιο καί τόν Σινό­ πουλο. Τόν καταλαβαίνουνε τώρα. Μήπως συμβαίνει μέ όλες τίς τέχνες αύτό; Δηλαδή μήπως υπάρχει πάν­ τοτε μία περίοδος πού ένα καινούριο ρεύμα τέχνης κινείται μέσα σ' ένα περιορισμένο κοινό; ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλά πράγματα τά όποια γί­ νονται άποδεκτά όταν περάσει β χρόνος, όταν δηλαδή κυρωθούν στή συνείδηση ενός κοινού. Αμέσως δέν γίνεται. Ά λλά νομίζω ότι, περισσότερο άπ’ όλα, στήν ποίηση καί στή ζωγραφική γίνεται αύτό. Θυμάμαι μά­ λιστα σέ μία Πανελλήνια Έκθεση είχαν έρ­ θει δύο χωρικοί, πού μπήκαν μέσα κατά λά37


θος ή άπό περιέργεια, καί καθώς μπαίνανε, στην πρώτη μεγάλη αίθουσα, στό δεξιό μέ­ ρος, ήτανε δυό μεγάλοι πίνακες τού Έγγονόπουλου, μέ αυτά τά ξεροκάνικα. Κάθον­ ταν λοιπόν καί τούς βλέπανε, οπότε σέ μιά στιγμή γυρίζει ό γεροντότερος καί λέει στόν άλλον: «"Αλλες φυλές»... Μιλήσαμε πιό πριν γιά τούς παλιότερους, σέ σχέση μέ τό καταληπτό ή όχι τής ποίησης. Νά κοιτάξουμε καί λίγο τούς νεότερους ποιητές. Πώς βλέπετε τή νεότερη γενιά; ΚΟΙΤΑΞΤΕ, γιά τήν ποίηση τών νεότερων τά έχω πει πολλές φορές, καί μάλιστα έγινα αφορμή νά γίνουν πολλές διαμάχες καί νά τά βάλουν τελικά μαζί μου, διότι είναι ορι­ σμένα πράγματα τά όποια δέν θέλουν νά τά καταλάβουν καί νομίζουν ότι. όταν κάποιος παλιότερος, ας πούμε, σάν καί μένα, τούς δίνει μιά συμβουλή ή τούς προτρέπει γιά κάτι, ότι αύτό λέγεται πατερναλισμός καί ή συμβουλή είναι βρισιά ή ταπείνωση! Επίσης πιστεύουνε βέβαια ότι όλοι όσοι βγήκαν άπό τή γενιά τού '70, όλοι είναι ποιητές κλάοεως. Τά πράγματα όμως αυτά είναι λιγάκι απαράδεκτα. Βεβαίως ξεχωρί­ ζουνε ποιητές άπό τή γενιά τού '70 καί δι­ αρκώς βγαίνουνε καί καινούριοι, πού δέν ανήκουν πιά στή γενιά τού '70. άλλά στή γε­ νιά τού '80 · αύτό όμως δέν σημαίνει ότι κάθε ποιητής πού άνήκει στή γενιά τού "7(1 είναι κι ένας εξαίρετος ποιητής. Υπάρχουν καί πάρα πολλές μετριότητες. Καί of με­ τριότητες είναι εκείνες οί όποιες κάνουν τό θόρυβο καί τή φασαρία καί δημιουργούν καί γκρίνιες καί ένα σωρό άλλα πράγματα... H γνώμη μου είναι ή εξής: Ά π ό τήν άρχή. τήν έξόρμηση, άς πούμε, ξεχωρίσανε ορισμένα ονόματα, τά όποια συνέχισαν γιά αρκετά χρόνια νά κρατούν, σάν νά είναι ένας δρόμος ταχύτητας, τήν πρωτιά ή τίς πρωτιές. Αλλα μετά όμως έγώ τουλάχιστον είδα ότι όλοι μαζί, καί οί καλοί καί οί μέ­ τριοι. με τά καινούριο τους βιβλία πού βγαίνανε, δέν κάνανε τίποτα άλλο άπό τό νέι έπαναλομβάνουν τούς εαυτούς του: Φυ­ σικά θεώρησα σκόπιμο, όταν μέ ρωτάγανε, νά τούς τό λέω προφορικά, άλλά καί όταν μου ζητηθηκι μιά συνέντευξη άπίι την «Αυγή», πάλι καί κει τά είπα Προηγουμέ­ νως βέβαια, παλιοτερα, οι μια. συνέντευξέ) μου στό περιοδικό «Σήμα., είχα μιλήσει γι αύτό τό φαινόμενό καί είχα πει ότι βεβαίως 3Χ

έχει καλούς ποιητές, μέ μιά καινούριο γλώσσα κλπ., κλπ., άλλά είχα έπισημάνει ότι είχε άρχίσει νά φαίνεται μιά κάμψη· σταμάτησα σ’ αύτό τό θέμα χωρίς νά πώ τί­ ποτα παραπάνω. ’Αργότερα, όταν έδωσα τή συνέντευξη στήν «Αύγή», είχα θυμώσει γιά τή συμπεριφορά τους, γιά τό ότι δηλαδή ή πορεία τους, ή άνοδική τους πορεία, άνεκόπη. Βλέπετε, πολλοί σταμάτησαν νά γρά­ φουνε: ό Πούλιος, άς πούμε, λόγω άδυνατότητος πιά πνευματικής, ό Στεριάδης συνει­ δητά, γιατί ξέρει ότι δέν μπορεί νά πάει πιό πέρα, ίσως καί μερικοί άλλοι, πού δέν θυ­ μάμαι αύτή τή στιγμή. Αύτό τό σταμάτημα νομίζω ότι είναι άποτέλεσμα ένός γενικού τελματώματος τή? πνευματικής ζωής, πού είναι ηθελημένο κ«' κατασκευασμένο: επιβάλλεται έκ τών άνο)· Δηλαδή νομίζω ότι οί κυβερνήσεις τής δε­ ξιάς εδώ έχουν μιά υπευθυνότητα 100%· Διότι δέν κάνουν τίποτε απολύτως γιά ν° βοηθήσουν κατά κάποιον τρόπο τήν έξέλιΙ'Ι τών πραγμάτων. Μετά τή δικτατορία, ά? πούμε, θά έπρεπε αύτή ή καινούρια δημ0' κρατία. πού θά 'ρχόταν, θά έπρεπε ή πρώτΊ της δουλειά νά ήταν νά βοηθήσει τ0’’^ πνευματικούς άνθρώπους καί τήν παιδεώ σέ τέτοιο σημείο, πού νά μπορέσουν ν® άποδώσουν όλοι καί νά δημιουργηθεί *(ΐΤΙ καλό. Εντούτοις, όμως, δημιούργησαν ενίΙ κλίμα τέλματος, τού οποίου θά έλεγα ότι έγώ θύμα είμαι, καί θύματα βέβαια είνα καί αύτοί οί νέοι, οί όποιοι δέν τό καταλα (ιαίνουν. Καί άντί νά καταλάβουν αύτό. νι\ j μίζουν ότι ή ιστορία αρχίζει απ' αύτσύς κ<ι θά τελειώσει μ' αυτούς... Είναι φοβερό πράγμα vet βλέπεις άνθρ< πους vet μήν ξέρουν ποιος είναι ό Καβαφπΐυ ποιος είναι ό Σιφέρης, ποιός είναι ό Πιώ ^ μάς. καί νά μήν έχουν ιινοίξει ούτε ·ν(Ι V βλίο ι'ιπιί τούς παλαιότερους ποιητέ?· δουν τί διάβολο κάνανε αυτοί οί συνά*r ψοι οί πριν άπ' αύτσύς: ό ΙΙιιπατσώνης * ο Γέλλος Ά γρας, ό ΔαπαΟιώτηε. ό Oi'frJ νης. ό Καρυωτάκης. Καταλάβατε; I'5111 ι'ιπολύτως. Καί δέν <| τανει μιτνσ αύτό άλλά τΐ<*' νονται καί δημιουργοί*ν κλίκες καί Ί·, ν,μ χνουν καί ανθολογίες άπό πάνω. Y"‘ επικυρώσουν τήν ύπαρξη μιάς ίινυπαρ* γένια; Διότι όταν λέμε γενιά, δέν νά χεις ποιητές μονάχα· έννοούμ ποιητές, (ΐλλι'ι καί πεζογράφου γράφους, ζωγράφους, μουσικούς, στρατηγούς θά λίγα Καταλάβα

αύτοί δέν είναι τίποτα άπ' όλα αύτά. Γρά­ ψουν μόνο ποιήματα. Καί άν προσέξετε, τά τελευταία χρόνια, δέν υπάρχει περιοδικό °τό όποιο νά έχει γραφτεί κριτική άπό νεό­ τερο γιά κάποιον παλιότερο. Καμία άπολύ*ω5· Πράγμα πού σημαίνει ότι «κύριοι, αγνοούμε εσάς όλους, γιά νά υπάρξουμε εψεϊς». μπορείτε νά υπάρξετε, βρέ παιδιά, ούτε μέ πενήντα πόδια! Πώς νά τό κάνουμε δηλαδή!... ΓΓ αύτό καί τούς τό κο­ πανάω συνέχεια: παιδεία καί ξανά παιδεία· κ« ι μακάρι νά υπάρχει. ΒΥήκε στό φεστιβάλ τής «Αύγής» ένας ποιητής, και γι· μ0(. είπε; «Ό κύριος Σινόπουλος φοβάται μή χάσει τή θέση του». ΗΗοτός καί Παναγία! Δές κι έγώ κατέχω ίι,ιί θέση οτό Υπουργείο τής Ποιήσεως καί κινδυνεύω άπό τούς ποιητές τού 70 μή μέ θίξουνε καί γίνουν αύτοί διευθυντές φερ ριπειν η τμηματάρχες, άς πούμε! , Αξίζει όμως νά γίνει καί μία σύγκριση, Ό’άμεσα στούς παλαιότερους, τής γενιάς ^*ύ 30 δηλαδή, καί στή δική μας τή γένια. . εν μπορείτε νά φανταστείτε το τί τραβή-(τμε εμείς άπ’ τή γενιά τού '30. γιά νά μπο­ ρ ο ύ μ ε νά υπάρξουμε, νά σταθούμε, νά φθάνουμε καί νά δημιουργήσουμε ένα χ(,,ύο. Καί αύτοί οί οποίοι βρήκανε καλο”Τθωμένο τραπέζι, άγκαλιά, άγάπες, βοηε,α>άπό δώ, άπό κεί, άπό χίλιους άνθρω?°υζ- γυρίζουνε καί σού λένε: «Μάς πουΐ ατε πατερναλισμό» ή «είσθε. κύριε, ήθικο°Υ°ξ καί πουριτανός»! Τι να κάνουμε. · (*'<ι ήθιχολόγος καί πουριτανός. Αφού τους -ήτύ νά διαβάζουν τό Σολωμό καί το\ t άλβο καί δέν ξέρω τί άλλο, βεβαίως είμαι Πωκολόγος κσί βεβαίως είμαι πουριτανός... βέβαια άνάμεοα στούς νέους ύπαρχοι ' *αι βρισμένα ονόματα πού άξιζουν. Να. , ν,,ς πολύ σεμνός άνθρωπος, νέος ποιητης, τ,,ν όποιο τόν έχουνε πνίξει, γιατί δε μετέχει ί^βάλου σ' αύτά τά συμβούλια καί διαβου/’ι,ι> είναι ό Μιχάλης ό Γκανάς. Αημσσιιυ(’ατ' στό «Διαβάζω» καμιά κριτική για τον 18ανά; Ί ' έΐ^σιι ΐ| γράφιετε καί γιά τή δεύτερη, ή οποία ιί ' ίι ίνα βιβλίο άριστούργημσ. 1σ καλυτιρι ’'βλίο που διάβασα τα δυο τελευταία χρσ **· I ίναι ποιητής ό άνθρωπος. Καί καθι στή γωνιά του. δέ μιλάει, δεν ανακα 11 μέ κανένα καί έχει μ*ά σεμνοτηυ νου πνευματικοί1άνθρώπου.

π» np.ewtre. v

i

'

J

u

. *ΐττ% ,

V i !· Ciwti

Λ * ip i )-tvS

ev.'An ***·’

c .(<>o %»j

. p*

t i S ^ lU tx·

μ ·«

T<

yii-w-i*

t

Umh«

/

V

( pvtCw iK k **<»<« c '» '

r,

£}*■ ΓΓίίτ

pir^c^TtuciTie·,, μ \ ·Γ«

-i , '

p .' tritVT.Tt

kW T*rji ,

μ

^μ [·

pe·' -elv . —

βτ?» C)c4C%>4 t»x. , 'M i ^

'ΤΓ-^τ.ε,

t* -W· * t»i 5ίλλ·

. T ««-p.ve<i

rm‘.

p -i w λ

r w · · τi

& ·

- T f.u iJ t

Ih

|e*

σ ν .τ * ί·

X e»-vi.

IT*?.

H e r *J'

w

p fT 4 A

f:

tit,

teaeU*-·*—**WED "Scireττ»τΰ»»·τ*τ.

^

u .u i t.·

r.w «

· >P»IV. « »

•Απόσπασμα άπό τί; σημείωση; II. άπό τό βιβλίο «Χρο­ νικό»

Ποιούς άλλους άπό τούς νέους βλέ­ πετε νά μετράνε; ΔΟΙΠΟΝ. Βλέπω τόν Πούλιο, τό Στεριάδη, τό Νάσο τό Βαγενά, τό Γιάννη τόν Κοντό, άν καί μέ λιγότερες μετοχές. Διγάκι πιό κάτω τό Γιάννη τόν Πατίλη. ό οποίος γιά μένα είναι ένα δείγμα ποιητή ό όποιος άτόνισε. καί έναν πολύ νέο ποιητή πού λέγεται Πόνος Κυπαρίσσης. Ούτε τόν ξέρω κάν, άλλά έβγαλε μιά ποιητική συλλογούλα πού ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Πρόπερσι θυμά­ μαι αύτή ή δουλειά. Τώρα μού είπαν ότι έβγαλε μιά καινούρια. Ά ς περάσουμε τώρα σέ κάτι γενικό­ τερο. Πώς βλέπετε, ζώντας σ’ έναν κόσμο σάν τό σημερινό, τό μέλλον τής ποίησης;

ΚΟΙΤΑ-ΤΕ Δέν είμαι μελλοντολόγος και ,W είμαι καί Πυθία. Όμως ό κόσμος έχε. πεοάσει πολλές δύσκολες περιόδους, και πάντα ή ποίηση ίπέζησε. Μήν ξεχνάτε δτι διαιροοοι. κατά τό παρελθόν, είχαν καταδι­ κάσει τήν ποίηση ότι θά σβήσει, στ. η ποίηση, μέσα σέ λίγα χρόνια, δεν θα υπαρνι1 διότι θά έχει αντ.κατασταθε. με άλλες τέννε- Παρ' όλα αύτά. υπάρχει, ανθίζει, ί,,Λ· ξέρω άν βασιλεύει, άλλά άνθίζει πάντως ;,άν τό χορταράκι τήν άνοιξη. 1 ιι^ ft. ι rri iumi 39


κρίσης, πολλά χρόνια κρίσης. Διότι, γιά την ώρα, εκείνο πού λείπει είναι τό μεγάλο άμάρτημα. ’Από τή γενιά τού ’70 οί περισ­ σότεροι εκπρόσωποί της δέν έχουν ένα άνάστημα πού νά είναι μεγάλο ή τουλάχιστον νά καταλαβαίνεις ότι αυτός, αύριο μεθαύ­ ριο, θά είναι μεγάλο άνάστημα. Δεν μπορώ νά πώ αύτό τό πράγμα γιά κανένα. Λοιπόν, άπό την άποψη αύτή, βέβαια, είμαι λιγάκι άπαισιόδοξος. Καί γενικότερα πιστεύω ότι θά περάσει μιά περίοδος νέκρας γιά την ποίηση. Νέκρας, καί κίνησης, καί ουσίας. Γράφονται συνέχεια ποιήματα, βγαίνουν ποιητές βέβαια, άλλά ουσιαστικά πράγματα δέ νομίζω ότι θά έχουμε, γιά πολλά χρόνια.

’Εκδόσεις «Σύγχρονη ’Εποχή»

έβελυν ρήντ

•C

ο C ■ω

**************

ν -ο 3. Ο ι*3· ω

40 χρόνια άπό τό μεγάλο ξεσηκωμό!

D

40 χρόνια τοΰ ΕΑΜ!

V· > > 3 -< ω :U

Μιά νέα σειρά τής «Σύγχρονης άφιερωμένη στά

Τό Νοέμβριο ή Δεκέμβριο τού '81 συμπληρώνονται τριάντα χρόνια άπό τότε πού πρωτοεμφανιστήκατε στό χώρο τών γραμμάτων. Κοιτάζοντας πρός τά πίσω, πώς βλέπετε ό ίδιος τήν πορεία σας; ΚΟΙΤΑΞΤΕ. Έχω περάσει πολλές άπογοητεύσεις στή διαδρομή αυτών τών χρόνων μέσα άπό τήν πνευματική μου ζωή. Έχω δοκιμάσει καί Ικανοποιήσεις, άλλά ώς γνω­ στόν οί ικανοποιήσεις είναι ικανοποιήσεις πρόσκαιρες, ένώ οί άποτυχίες καί οί τύψεις γιά ορισμένα πράγματα είναι οπωσδήποτε έπικρατέστερες. Λένε πώς, τέλος πάντων, είμαι ένας γνωστός ποιητής τώρα πιά. "Αλ­ λοι πάλι λένε ότι έχω καί διεθνή φήμη, διότι γράφτηκαν πολλά στον ξένο τύπο κλπ., κλπ. Ό λ' αύτό δέν κουδουνίζουν στ' αυτιά μου καθόλου. Δέν έχω καμιά Ικανοποίηση μπορώ νά πώ ότι έχω μιά γεύση ματαιότητας γιά όλα αΰτά. "Ισως βέβαια νά περνώ μιά περίοδο, ξέρω γώ. μιας γενικότερης, άς πούμε, έσωτερικής καθίζησης. 'Αλλά, εν πάση περιπτυισει, έχω αύτή τήν αίσθηση τής ματαιό­ τητας, χωρίς βέβαια νά σταματάει καθόλου ή διάθεσή μου νά ασχολούμαι μέ τούτα τά πράγματα πού μέ ένδιαφίρουν καί άγαπώ. Αλλά δέν είμαι ό άνθρωπος 6 όποιος θά καυχηθει. Ούτι θά πώ «έγώ είμαι, ξέρεις, ό τάδε». Λέν τό λέω ποτέ μου...

40 χρόνια άπό τό έπος τής Αντίστασης!

Εποχής»

40χρονα τοΰ ΕΑΜ *Η δοξασμένη ’Αντίσταση

στην ποίηση, στην πρόζα, στό θέατρο, στό δοκίμιο

ν λίΐη

φ

Μ » " M l n i h l l T H l f w w i · * «,·«*...»■

iirrm i τ μ μ ι »

« (till IM T M t

OTU'Ml «UlTirfMl

t

ι*·' utm i*«-

»*ΤΜ« «Μ» ·.„

r ! T

IW « **·.

null «ftM l »♦-»*·: O1<4 . 4 -«· k

. n

k

«· »■«,»»*, * '« m n ·*--*«·'·

Ih f-

«ι«■.·«*>>*

(παραΟέτονται αλφαβητικά)

Νικηφόρου Βρεττακουι «ΕΙς μνημφ■Ο κλήρος στην Αντίσταση», ιστορικό δοκίμιο Λημήτρη Κάιλα: , „ n nvru τΛγ κατοχή» - ΑΙκκ παρωάία», Ιστορικό δοκίμιο

' ι ι «mrr.ni νι^ η ίμμ MW ΙΙΙΜ Μ β r m o κ * «μι i n ι.. «,.*»,

’ Από τά βιβλία τής σειράς:

. S

»

αρνήσεις (κυκλοφόρη­

"Παραλειπόμενα τή, 'Εθνικής -Αντίσταση,», «ν,

σε),, « ΊΊιηρσσΟοφυλακή·, μυθιστόρημα (κυκλοφόρησε) Ν,κυυ Ι ^ανδρέου. μ^ |u_ ποιήματ„ (κυκλοφόρησε)

τ­

W I W 1 IM tlM H l «MVM r. **»*»· -* ,ln

β «4 η ι

4u«Mm »»«■■>■*<« «■«►«■«* W , «

*«►—■»*» '··* *

·«■»*·-·* Μ···υ·Μ·**K «m«·Μ*»·* / T (K

Jm /

λ

μ

·

πι

, λ · ε λ α ς · κ π ο ν ·

"( Ο

Γλ

» V \J T

|l|

,

i

Ο

41


Ρίτσα Φράγκου-Κικίλια

Ξαναδιαβάζοντας τόν Άγγελο Σικελιανό Τής ΦΤ'λλιας ικ>ν Οπως έχω πει και άλλου, πιστεύω πώς ό 'Άγγελος Σικελίανός είναι μιά σνντρτ πτικη ποιητική προσωπικότητα. 1 Ίσω ς πολλοί νά ταλαιπω ρήθηκαν άνάμεσα οτήν άρνηση και στην κατάφαση τού έργου του, στό τέλος όμως κι αυτοί πείστηκαν πώς το αναστημα του Σικελιανοΰ είναι ένα άπό τά μεγαλύτερα νεοελληνικά ποιητικό αναστήματα.- Ο Σικελιανός μπορεί νά μήν είναι ό μοναδικός μας ποιητής πού «έκλεισε μέσα στήν καρδιά του τήν Ε λ λ ά δ α » , μόνον αυτός όμως τή βίωσε. πέτρ« με πέτρα, χορτάρι μέ χορτάρι, στάλα μέ στάλα, είναι ό μοναδικός πού έσκυψε στί§ πρώτες αρχές της, πού άνακάλυψ ε μορφές άρχέτυπες καί παγκόσμιες καί πού τί? εόαλε να ταξιδέψ ουν μέσα στό λυρικό ποτάμι τού έμμετρου λόγου του Οπου κι 6ν ταξίδευε ή Ελλάδα τόν πλή­ γωνε. Γόν πλήγωνε όμως όχι μέ τόν τρόπο π.°υ πλήγωνε τό Σεφέρη, γιατί ό Σικελιανός είχε μιά μοναδική ικανότητα νά έπουλώνει. νά γιατρεύει αυτές τις πληγές, μέ τά μαγικά βοτάνια του Χείρωνα. μέ τό γλυκό καί μο­ ναδικό τραγούδι τού Όρψέα. μέ τήν έπέμόαοη τού Ασκληπιού, μέ τή γλυκύτητα τού Χριστού καί μέ τήν άοτείρευτη χαρά καί όργιασμό τού Διόνυσου. ° ™>'»|τή? γεννήθηκε στή Λευκάδα στίς 15 τού Μάρτη (π.ή.) τού ΙΚΚ4. άπό τόν ίωάννη Σικελιανό καί τή Χαρίκλεια Στεηανίτοη. () πατέρας του, καθηγητής ξένων γλωσσών στό γυμνάσιο τής Λευκάδας, δια­ νοούμενος κι ό Ιδιος, διέθετι μιά πλούσια βιβλιοθήκη κι είχε μεταβάλει τό σπίτι του σε * Tf «’κτήριο τιόν λογοον tot* νηοιοΐν' Ι.τιιι ό Σικελιανός πι'ρασι ιό παιδικά και ι</ηθικά to r χρόνια βι/on σ' fva πιιαόαλλαι· παυ τον πρόοψιρ, τόν προβληματισμέ, τής ' ιανόηοης, την ι νιιιοΟηοίο τής τέχνης άλλα η η,η παυ τη λα Ton,;, ,η Κ<ιι ° τ·> fyyo την t ραγόνόησε ,* Ιο IVOI άφήνει τό όμορφο νησί του καί κουβαλώντας μέσα του τή μαγεία τής η ύσης. τά έφηβικά του δράματα καί τή βαθιά καί

μυστική «αίσταντικότητά του» έρχεται στήν ' Αθήνα καί γράφεται στή Νομική Σχολή· Αλλά κανένα ένδιαφέρον δέν έδειξε γιά Τ<1 στεγνά νομικά καί νομικίστικα πράγμ,ιΤ<Ι. Είχε πιά πειστεί πώς ήταν σημαδεμένος(tJI^ τη σφραγίδα τής «κρυφής», ποιητικής. ώ'|,1ί δωρεάς. Από τήν έφηβεία του άκύμ υπήρξε ό Απόλλωνος μαζί κι ό Διόνυά*’· που τήν πύρα τής άνήσυχής του ψυχής· έψαχνε τό δρόμο της, τή διοχέτευσε στή ly ; Σκηνή τού Κ. Χρηστομάνου. που τίΛ (I9UI) Ιδρύθηκε. Μαζί μέ τις άδελφές τ°* | Πηνελόπη καί Ελένη παίρνει μέρσς ",W παραστάσεις τής άρχαίας τραγωδίας χ· *® j χίζει έτσι νά μυείται στά πανανθρώπινα Μ στικά της. νά συλλαμβάνει τίι μηνύματα HE νά προβληματίζεται πάνω στή μοίρα τ .1 ανθρώπου καί στό σκοπό τής ζωή?· -1 θάνατος: Iέλος ή Αρχή; Κι ο Ηεσς; «·'* “ γιά όλους, αίιίινιος κι Αδιαίρετος. Αρν^ | καί θήλυς Λόγος, πού τόν κουβαλαμΓ μέσα μας. όντας έτσι τό καθρέητιαμά fl πάνω σέ τούτη τή γή, ένσαρκωση τ κης ουσίας του; Καμία έΛΟΤΤήμή ρούσε νά καλύψει τιί έρωτήματα νεαρού τιττε ποιητή Κι έψαξε Vj απαντήσεις μόνος Του. μέσα στή

τής φύσης, μέσα στους κόλπους τής ΜάναςΓής, άνάμεσα στό ποικιλόχρωμο καί πολύ­ βουο πλήθος, ή «έλίτ» τού όποιου μαϊμούδιζε τόν τρόπο ζωής τής Ευρώπης, ή άποτραβηγμένος στήν απόλυτη τής φύσης μονα­ ξιά. Παρακολουθούσε τό σπόρο νά σκάει μέσα άπ’ τό χώμα, άφουγκραζόταν τούς χυ­ μούς τών δέντρων, λουζόταν στά νάματα των ποταμών καί πάλευε μέ τά κύματα τής θάλασσας. Κι ύστερα, άφοϋ τιθάσευε τό άπολλώνιο σώμα του -«μαύρο άνεπίβατο άτι»— άνοιγε τά βιβλία του καί χανόταν μέσα τους ώρες, μέρες, νύχτες. Καθοριστι­ κές στιγμές γιά τή ζωή καί τή μετέπειτα εςέλιξή του, στιγμές πού τίς έβαψε μέ τό αιμα τής καρδιάς του, στιγμές εναγώνιας πνευμα­ τικής κύησης, πρώτα άσταθή βήματα στο χώρο τής «Αδιαίρετης ποιητικής άλήθειας», στιγμές γιά τούς μυημένους, μαρτυρικές. Τό 1907 είναι γιά τό Σικελιανό ό χρόνος πού σημάδεψε τή ζωή καί τό έργο του. Στόν Κοπανά, τό σημερινό Βύρωνα, στούς πρόποδες τού Υμηττού ή Isadora Duncan είχε χτίσει ένα σπίτι σύμφωνα μέ τα μυκηναϊκά άρχιτεκτονικά πρότυπα. Εκεί ο ποιητής γνώρισε τήν Αμερικάνα Εύα Pal­ mer, πού —προϊδεασμένη στό Παρίσι απο τήν Πηνελόπη Σικελιανού-Duncan- ήρθε στήν ’Αθήνα ειδικά γιά νά τόν γνωρίσει. _ Ή Εύα γοητεύτηκε άπό τόν ποιητή. Σί­ γουρα μπροστά της παρουσιάστηκε «έξ άποκαλύψεως» ό ίδιος ό Απόλλωνος καί έκανε άπό τότε τάμα στόν εαυτό της τήν προβολή καί τή βοήθεια τού νιόβγαλτου ποιητή Ή Εύα υπήρξε γυναίκα που διέθετε μιά σπάνια καλλιέργεια καί μιά μοναδική ευαισθησία. Έτσι οι κεραίες της επιασαν άμέσως τούς έσωτερικούς κραδασμούς, τις άνησυχίες, τά μεγαλόπνοα σχει ια τοι «Ποιητή» κι άποψάσιοε νά τού άφοσιωθει. Αυτή τή χρονιά ό Σικελιανός φεύγει για τη Αιβυκή έρημο όπου μέσα σέ μια βδομάδά έγραψε τόν «Άλαφροίσκιωτο» -όπως θα ’λεγαν μερικοί λόγιοι- «άπνευστί». Στο γυ­ ρισμό βρίσκει τήν Εύα στή Λευκάδα, στό σπίτι του, νά μαθαίνει έλληνικα, να μα αι νει άργαλειό, νά βοηθάει τή μάνα του και νά τόν περιμένει. Νά τόν περιμένει μ αυτή τήν περίεργη γυναικεία καρτερικότητα που σίγουρα πηγάζει Λπο τή βαθιά της πίστη πώς στό τέλος θά πετύχε, αυτό που λαχτα­ ράει. Τήν ίδια χρονιά παντρεύονται στην Αμερική, ατό Bar Harbor Maine. )a lu>? W o e . πέρα άπό τήν ψυχική γαλήνη, την Ιαλτανόηοη. τήν ίερή σιωπή καί τηλ α,απη. ί& τ φ ι ρε "Τόν ποιητή καί μια πολύ μεγάλη 1κ> I ,ζ,Ι / ί

Ό "Αγγελο: Σικελιανός 20 ετών

οικονομική άνεση, έτσι πού μπόρεσε άπερίσπαστος νά άφοσιωθει στό έργο του, τό όποιο πέρασε πιά οριστικά καί άμετάκλητα στό χώρο τής «άποστολής» του. Τό 1909 έκδίδεται ό «’Αλαφροΐσκιωτος» καί γεννιέ­ ται ό μοναχογιός του ό Γλαύκος. ’Από τό 1910 ως τό 1912 ταξιδεύει. Ρώμη-Παρίσι -Λευκάδα-’Αθήνα καί πάλι Παρίσι. ’Εκεί γνωρίζει τό Rodin, τόν επισκέπτεται στό σπίτι του καί μαγεύεται άπό τή δουλειά του. Τό υλικό πού τιθασεύεται στά χέρια τού καλλιτέχνη, ή ομορφιά τού άνθρώπινου σώ­ ματος, ό βαρύς όγκος πού άποχτάει μιά παράξενη άλαφράδα, ό φιλοσοφικός στοχα­ σμός κι ή ποίηση μέσα στή γλυπτική.5 Τό κα­ λοκαίρι τού 1912 γυρίζει στήν ’Αθήνα καί τό Σεπτέμβρη πού κηρύσσεται ό Βαλκανι­ κός Πόλεμος έπιστρατεύεται ιός απλός στρατιώτης καί φτάνει μέχρι τήν Ήπειρο. Έ νας άπό τούς σημαντικότερους στα­ θμούς τής ζωής του ήταν ή γνωριμία του, στά 1914, μέ τόν Καζαντζάκη. Συναντήθη­ καν στά γραφεία τού ’Εκπαιδευτικού Ο μ ί­ λου. τού οποίου ό Σικελιανός ήταν μέλος, άπό τό 1910, χρονιά τής ίδρυσής του, καί «άναγνωρίζονται άμέσως άδελφοί». Νοέμ­ βρη? μήνας κι Αποφασίζουν αμέσως μια οαρανταήμερη περιήγηση στό Αγιο “Ορος. Περιήγηση πού γέμισε καί τούς δυο μι και­ νούριες εμπειρίες άλλά καί πού μεγάλωσε τή 43


μεταφυσική τους άγωνία. Πάλι τό αιώνιο πρόβλημα: ή Ζωή, ό Θάνατος, ό Θεός. Τί είναι ό Θεός, πού είναι, νά τόν ψάξουμε, νά τόν βρούμε, στό κάτω-κάτω νά τόν δη­ μιουργήσουμε. Είναι καιρός νά ξαναβρεϊ ό άνθρωπος τή χαμένη του ταυτότητα, είναι καιρός νά ξαναενωθεϊ μέ τό Θεό, είναι και­ ρός νά ξαναγίνει ένα ή πολυμερισμένη αν­ θρωπότητα. Κι αυτοί οί δυό αισθάνονταν τόσο δυνατοί, αισθάνονταν πώς μπορούσαν νά δώσουν στόν κόσμο αυτό πού λαχτα­ ρούσε, αυτό πού τού έλειπε. Την 'Ενότητα. Ή δεκαετία 1915-1925 κύλησε άνάμεσα σέ ταξίδια καί περιηγήσεις στόν έλλαδικό χώρο, περισυλλογή, γράψιμο καί μελέτη.6 Μέσα του έχει ωριμάσει πιά ή Δελφική Ιδέα. Ένιωθε έτοιμος νά κάνει πράξη ορατή άπό όλους τή θεωρία καί τήν ποίησή του. Ά π ό τό 1924 μένει σχεδόν μόνιμα στούς Δελφούς καί μέ τή βοήθεια τής Εύας άρχίζει σιγά σιγά νά έτοιμάζει τίς Δελφικές Γιορτές, πού πραγματοποιούνται τρία χρό­ νια μετά. "Ετσι στίς 3 μέ 10 τού Μάη τού 1927 στό αρχαίο θέατρο τών Δελφών παίζε­ ται, μάλλον διδάσκεται, ό «Προμηθέας Δε­ σμώτης», δίνονται τά «Σεπτήρια», ή άναπαράσταση δηλ. τής μάχης τού ’Απόλλωνα μέ τόν Πύθωνα, έκτελείται βυζαντινή μου­ σική στό άρχαϊο θέατρο, άκούγεται ό «Ύμνος τού Απόλλωνα», καί τό βράδυ άκολουθεί λαμπαδηφορία. Παράλληλα γίνε­ ται έκθεση λαϊκής τέχνης άπ’ όλα τά έλληνι κά διαμερίσματα. "Εκθεση πού τή σκέφτηκε. τήν πραγμάτωσε καί τήν έπίβλεψε ή Εΰα. Οί γιορτές είχαν πολύ μεγάλη απήχηση στήν Ελλάδα καί στό έξωτερικό.7 Αποτέλεσμα τής Απήχησης αυτής ήταν νά άπονεμηθούν άπό τήν Ακαδημία δύο αρ­ γυρά μετάλλια είς τό φοιβόληπτον ζεύγος Αγγελον και Era; Σικελιανοι· διά τήν γι ι·ναίαν προσπάβειαυ προς άνασύστασιν τιϊιν 1ελφικών Λγώι·α»ν." Για πρώτη φορά τώρα μέ άρθρο του, τό περιοδικό «Ίόνιος Α ν θ ο ­ λογία» ρίχνει την ιδέα νά πρσταθει ό Σιχιλιανός για τό βραδεία Nobel.’ Ομως ά ποιητής είναι συνεπαςιμενσ; άπό τήν προε­ τοιμασία των δεύτερων Δελφικών Γιορτών Μεθυσμένος Ακόμα άπό τήν έπιτυχία που είχαν οί πρώτες ονειρεύεται γιά τίς δεύτερες τηι τελειότητα. Ετσι, λίγο πρίν άπό τήν πραγμάτωσή τους τό 1930, ό Σικελιανός κυκλοφορεί ένα φυλλάδιο άπό δεκατρείς σελίδες χωρίς Ιδιαίτερα ίξωφυλλο. Είναι ή περίφημη Δελφική Iκκ/ηση που κυκλοφό­ ρησε καί ατά γαλλικά:

’Ελάτε άόελφοί μου όλοι εν πνεύματι xc βοηθήστε νά οικοδομήσουμε μαζί, αυτό τό πρώτο μικρό ναό τής ’Αναγέννησης το' ’Ανθρώπου. 'Ελάτε καί βάλτε άφοβα 7 πόδι σας μαζί μου, στό τραχύ αυτό μοΛ πάτι τού Κρόνου, που κατά τόν όρφ$ Λόγο ή ψυχή προχωρώντας γίνεται πάντΛ νεώτερη καί δυνατότερη. Βοηθήστε με τ άπολυτρώσουμε τήν ανθρωπότητα, άπ' αί'7· τή δεύτερη άπ' αυτή τήν τρίτη καί τήν Τί ταρτη μνήμη, πού άπό σκαλί σ' άλ,λο σκ<β έχει χαμηλ.ώσει τό μυαλό της χαμηλότεΦ άπ' όλων τών ζώων καί βοηθήστε με νά 7Ψ κάνουμε νά ξαναποχτήσει τή μεγάλη μνήη τών Μουσών, τή Μνήμη-Θεό μέσ' τόν έανν της. Καί στό τέλος τού φυλλάδιου ή πραγί1®τική έκκληστι καί ή επίκληση τού Δαίμσνβ επίκληση ορφικού όργιαστή: Ναί άς πάρουμε όλοι τό δημιουρΥ1^. σφυρί. Καί μέ τά μάτια καρφωμένα ώς τ<>1 Αυγκέα άπάνω στόν καιρό όπού διαβθδ'Ε ενώ δουλεύουμε άς τόν διατάξουμε τού φωνάξουμε, κοιτάζοντάς τον *αΓ πρόσωπο. «Ύπάκουσέ μας, Δαίμονα! σήκωσε τό έργο μας όλόαγνο κατά τή ” ληση μας.»10 Στίς δεύτερες Δελφικές Γιορτές, πού *0°. τηοαν άπό τήν I ώς τίς II τού Μάη 19.30, έκτος άπό τόν Προμηθέα ΔεαμιΜΊ δάσκονται καί οί Ίκέτιδες τού Αισχύλό1' ^ πράγμα κατά τήν Αντίληψή μου καθσλ^ τυχαίο, όπως θά δείξω παρακάτω. Τό ;1ί' γραμμα περιλάβαινε καί Έκθεση ύ'0 | χνίας. Παρέλαση Αθλητών. 'Όρκο Ηλου, Ιππική έπίδειξη. Οπλίτη δρόμο· . ξότη. Πυρρίχιο χορό. Ή έπιτυχία κ«' Μj υπήρξε συγκλονιστική, όπως αυγκλονυά υπήρξε παράλληλα καί ή οικονομική J ζηση τού ζεύγους Σικελιανού. Οί Σ ικ ε λ ώ . ξόδεφκιν γι' αυτές τίς γιορτές -ούμφ"’'/Ο \ Γ τόθ° προφορική μαρτυρία τού Η. Ξύδη- Λγ0' χρήματα, Αρκετά για να , α, οσα όσα θά ήταν άρ ραστεί όλη ή Αττική. Μά τί ρόλο (tQttyt τό χι>ήμ<( ywi fvav ju τήν kcaam v μασίιι ιδεαλιστή, γιά έναν ίδιολόγό. Υ* ψ. τόν πού βγαίνει περίπατο tu έναστρέ ^ χτες καί μιλάει μέ τό θ εό , γΓ a>r βγαίνει έξω μέ τή μπέρτα του στίς καί καταπαύει τήν όργή τους; Παρ' όλα ιιύτά γιά τους Σικέ Αγώνας συνεχίζεται μέ κάθε τεΛ στίς ΜΦλεβάρη 1931 ύπογράφ ι /'^έ στατικό τής \ελη ικής I νισσης ( Ν. Λ. Αίγινίτη, Από τούς; A

λιανό, Εΰα Σικελιανού, Μαρία Ν. Αίγινίτου, I. Σ. Τουρνάκη, Ν. Φωτιά, Ν. Αίγινίτη, Π. Κανελλόπουλο καί Γ. Καρανικολό. Στή Βουλή ψηφίζεται νόμος σύμφωνα με τόν όποιο επιτρέπεται σέ ξένα κράτη νά χτίσουν πνευματικά κέντρα κοντά στούς Δελφούς. Μέχρι τό 1933 γίνονται απελπισμένες προσπάθειες νά πάρει καί μιά νομική χροιά τό όνειρο τού ποιητή. Έ ν τώ μεταξύ τόν Αύγουστο τού ίδιου έτους ή Εΰα φεύγει γιά τήν Αμερική μέ σκοπό νά προπαγανδίσει τή Δελφική ’Ιδέα. Ό ποιητής άποτραβιέται στή Σαλαμίνα κι αισθάνεται μιά τεράστια μοναξιά. Ήρθε ή στιγμή νά κατανοήσει ποιό είναι άκριβώς τό τίμημα πού πληρώνει ό δημιουργός όταν βουτάει τήν πένα του στό αίμα τής καρδιάς του. Η χαρά -μά πρόσκαιρη- πού ένιωσε σ αύτό τό διά­ στημά ήταν όταν ψηφίστηκε ό Νόμος Περί Συστάσεως Δελφικού ’Οργανισμού." Νόμος όμως πού, παρά τίς Απεγνωσμένες προσπά­ θειες τού Σικελιανού καί τών φίλων του, έμεινε στά χαρτιά. Μιά πληγή μεγάλη γιά τόν ποιητή, πού τή γιάτρεψε κι αύτή μέ στί­ χους Ανεπανάληπτους.12 Είναι ή στιγμή πού σκέφτεται βαθύτερα τόν ανθρώπινο πόνο, τήν τεράστια εσωτερική μας μοναξιά, ιδιαί­ τερα τή μοναξιά τού δημιουργού, πού για τόν Σικελιανό δέν είναι άλλος παρα ο Οδηγητής, ό Μύστης, ό Προφήτης. ’Αλληλογρα­ φεί μέ τήν Εύα, Απογοητεύεται κι άπό κεΐ, οί δυσκολίες πού συνάντησε εκείνη στήν ’Αμερική ήταν πολλές, Ιδιαίτερα οικονομι­ κές, μιά πού δέν είχε πιά καθόλου εισόδημα, άφού ξόδεψε όλη τήν Ατομική της περιουσία γιά τίς γιορτές.

Ή Ενα Σικελιανού IN ετών

"Αννα, κορφή όλων τών άνθρώπινων ώδίνων, κορυφή, δικαίωση, χάρη αμέτρητη, ΰψιατη "Εκφραση, Ωραιότητα, Φωνή, Σιγή! "Αννα, νευρή τού τόξου τής καρδιάς μου, ιερή μου άντίσταση άντικρύ στόν κόσμο, αυριανή μου τέλεια Νίκη, ΑΝΝΑ ΜΟΥ, ΣΤΕΜΜΑ ΤΗΣ ΑΙΩΝΙΟ­ ΤΗΤΑΣ ΜΟΥ!" "Υστερα άπό πολλές περιπέτειες καί τα­ λαιπωρίες παντρεύονται τό 1940, τήν ημέρα τού Α γίου Πνεύματος, στό εκκλησάκι τής «"Ωσπου μιά μέρα άστραψε φώς!» Η Παναγίας στήν ’Ελευσίνα. Τά χρόνια τής Κατοχής περνάνε γιά τούς "Ελλη Δαμπρίδη13 τού γνωρίζει τήν Αννα Καμπανάρη-Καραμάνη. Μάρτης του 1938, Σικελιανούς πολύ δύσκολα, όπως γιά όλον καί τόν Ίούνη τού ίδιου χρόνου ο Σικελια- τόν κόσμο. Ό ποιητής θεωρεί πιά ώς νός βρίσκεται κοντά της στό Πηλιο. Η προσωπική του υπόθεση τήν καταδυνά­ "Αννα είναι τό μπόλι πού χρειαζόταν η στευση τού έλληνικού λαού, τίς έκτελεοεις, τήν πείνα. Καί γράφει, συνέχεια γράφει. Τό ποίησή του, είναι ή πρωινή δροσιά, είναι καλοκαίρι τού 1942 τόν βρίσκει στήν Αί­ ΑΝΝΑ ΜΟΥ, ή μόνη άναρχη ρίζα τής ζωής γινα, άντάμα μέ τόν Καζαντζάκη, καί τό μου, Φλεβάρη τού 1943 κουβαλάει στούς ώμους "Αννα μου, ό μόνος μου κι ό υπέρτατος της του τό φέρετρο μέ τό «σκήνωμα» τού Παζωής μου προορισμός! λαμά. Κουβαλάει στούς ώμους του τήν Ε λ ­ "Αννα, Ρυθμέ μου, άοπίδα, λόγχη μου, γα­ λάδα. Συνεργάζεται μέ τήν παράνομη έφ>ηλήνη μου, άγρυπνία μου, σκέπη μου, μεριδούλα ’Ελευθερία καί στίς 25 τού Μάη φρουρά μου! τού 1943 δίνει μιά διάλεξη γιά τόν Παλαμά, Λννα μου, βάθος καί ύψος τής ψνχης διάλεξη πού δέν ήταν τίποτα άλλο παρά ένα νη μου, ’Αντοχή μου στό μεγάλο πόνο, μήνυμα έλευθερίας, όπως καί ή διάλεξη πού uaxa τον ολόκληρού μου Πόθου, άοβη- έδωσε τόν Αύγουστο γιά τόν Αριστοτέλη λΠάθοςμον. Πορεία μου. Ανδρισμέ μου 45


Βαλαωρίτη. Κι έρχεται ό Όκτώβρης καί παύει πιά νά άκούγεται ή βαριά μπότα τού κατακτητή στους δρόμους, έτσι όπως τό είχε προδικάσει τέσσερα χρόνια πριν με τη «Σί­ βυλλα» καθώς καί μέ άλλα κείμενα ό Σικελιανός.15 Ό πρώτος πανηγυρικός τής άπελευθέρωσης καί τό ποίημα πού άπάγγειλε στην κη­ δεία τού Παλαμά είναι άπό τά πρώτα λόγια πού άκούγονται στό ελληνικό ραδιόφωνο άπό τό στόμα έλεύθερου Έλληνα.16 Τά Δεκεμβριανά, ό εμφύλιος, ή νίκη τής Αγγλίας τόν βρίσκουν ένα έκπληκτο μεγάλο παιδί. Έ να παιδί πού τόλμησε, στό συν­ έδριο τού Montreux γιά μιά παγκόσμια Ομοσπονδιακή όργάνωση, νά προτείνει ώς διεθνή γλώσσα τήν ελληνική.17 Ήταν γιά τόν ποιητή απόλυτα φυσικό, όπως απόλυτα φυσικό τού φάνηκε νά δημοσιέψει τό 1945 άρθρο όπου θεωρεί τό Λένιν ώς τόν "Αν­ θρωπο πού ύψωσε τό «Σύνθημα πού ή θεω­ ρητική αιχμή του νά ταυτίζεται μ' αυτήν τήν ίδια τή Δικαιοσύνη» καί μέ κάθε άνεση καί άφέλεια καί σιγουριά πώς είναι σωστή, άν όχι καί μοναδική οέ σύλληψη ή γνώμη του, τολμάει νά προτείνει «μιά νέα άνάμεσά μας. αδιάβλητη, αυθεντική, λαϊκή δημοκρα­ τία»!...18 Βέβαια, γιά τό Σικελιανύ οΰόείς ιθύνων τής εποχής θά μπορούσε νά πεί αΰτύ πού είπε ό de Gaulle γιά τόν Sartre τό Μάη τού 1968 στό Παρίσι: «On n’arretc pas Dide­ rot». Κι αυτό βέβαια γιά λόγους έξαιρετικά απλούς. Ούδείς είχε διαβάσει ή έστω κατα­ νοήσει το Σικελιανό, άς μή μιλήσουμε περί έγκυκλοπαιδιστών, ΦυΊτων καί Diderot. Ο Σικελιανός δέν είχε τέτοιο πρόβλημα, για τον απλουοτατο λόγο πώς πρόβλημα, κι ιδιαίτερα τέτοιας μορφής, δέν έχουν ποτέ ο( « Αλαφροί οκιωτοι». Στό μεταξύ γίνονται άλλεπάλληλες προσ­ πάθειες, κυριότατα άπό τούς διανοούμενους τής Ευρώπης, νά πάρει ό ποιητής τό βρα­ βείο Nobel. Ιο 1946 ή Εταιρεία Ελλήνων Λογοτε­ χνών υποβάλλει μέ έγγραφό της τήν άποψη φιότητα τού Σικελιανού. Αλλά στίς 27 τού Μαη ξαναύποβάλλεται υπόμνημα μέσα στό οποίο γίνεται λόγος τιάρα καί γιε* τόν Καζαντζάχη. Γό Σικελιανό ύποοτηρίζουν εϋ* ρωπαίοι ουγγραί) είς-ποιητές-ζωγραΐ|οι-δι <1νοούμενοι, Ιίποτα όμως Λί μίτρηοι ότιιν ή Ιδια του ή πατρίδα, που τιχιο τήν άγαπηοε. τή βίιοσε, τήν τραγούδησε, οαμποτά ρισε μ έναν τρόπο έζαιρετιχέι άήθη γι(ι νά

μήν πούμε ανθελληνικό- όλη αυτή τήν ίο1' ρία. Ό Σικελιανός δέχτηκε αύτή τήν κώ στάση μέ μιά πίκρα κι ένα χαμόγελο, κρυόεν γελάσας» θά ’λεγε ό τυφλός π»' πούς. Σίγουρα τό βράδυ στόν ύπνο τού' 'ρχονταν καί ό Όμηρος καί ό Αισχύλος * ό Όρφέας καί ό Χριστός καί θά τόν διθ' βαίωναν ότι άγάπησαν -μέχρι θανάτου^1' άνθρωπο, αλλά Nobel δέν άπόχτησαν o'f κι αυτοί. Χτυπημένος άπό τήν άρρώσΐΚ* ποιητής, υπέρταση, άλλεπάλληλες συμψ°| σεις, έξακολουθεί νά γράφει, δουλ® ιδιαίτερα τίς τραγωδίες του. ελπίζει πώς** τόν γιατρέψει ό ’Ασκληπιός. "Ομως ό ’Ασκληπιός, ό ’Απόλλωνα?·. Διόνυσος κι όλος ό θίασος τών μι*& βιών, κάθησαν σέ ^ ν · rμαζεμένοι ----r*VVA ' «μιάν " Π άκρη J ο -Αγγελος w - J J -Σικελιανός W . L . . I V 4 . U S άρχισε ν' V U άντρ1 * ‘ t ’ .. λιέται καί ν ’ άγγελοκρούεται μέ τόν ΆΥΓ τού Θανάτου. Στίς 19 Ίούνη τού 1951 τό φθαρτό 11 σώμα νικήθηκε. Καί ή "Αννα -πικρή η* γική φιγούρα καί μαζί της όλη ή Έλλά^ τηλεγράφησε τής Εύας: «Χάσαμε τόν "Αγγελό μας...»

I. ΤΟ ΛΥΡΙΚΟ ΕΡΓΟ Ο ίδιος ό ποιητής μαρτυρεί πώς fYl’1' τό πρώτο του ποίημα στήν προοχολι«·ι ολική ^^ χία. όταν άχόμα φορούσε φουφούλε? ί δέν μπορούσε καλά καλά νά πιάσειτ<) τύλι ατά χέρια του. Τόν είχε. λέει. τό θέαμα τού νησιού του. ένα πρωο'1’· J όπως τόI ·— βλεπε άπό τό άνοιχτό του <fiUr θυρο. Τό ποίημα είναι τό παρακάτω: - ε μιά τρανή εά μάτια μσν .lor κλιίνιι άηιτριχίλιι μον ξεφ νλλίζεται ή ψυχή μίνα ατό ψώζ, γαλάζια. ύ'

Οπως φαίνεται άπό τήν άρτιότη111 ^^ στίχων. ό ποιητής δέν θά ήταν καί Ι,Μ" ^ κρός. 'Εκτός τούτου τι» θέμα πρσδικύ1-1 (·ι τήν , *0 " l T κατοπινέ) n w i v « i Y i | του ί ο υ έοωτερική ι σ ω τ ι ρ ι κ η πόρτά* π ιν 1 έλιξη. Οί λέξεις Ανατριχίλα·φιϊ>ζ~ , . τέ* γαλάζια χριιιμα ουναντιωνται o*'Xv u ποίησή του καί θα μπορούοιι νο ■ πως έ) θέση καί ή λειτουσγικότητό είναι διαη «φατική άπό ίϊ.ιι στό Λ

τετράστιχο Σ»ην ί<|«|6ιτιι του yiuiuπ κι ui'TiV? \ 'y .

46

σέ λευκώματα κυριών, σύμφωνα μέ τή συν­ ήθεια τής έποχής, τό ρομαντισμό καί τήν ευαισθησία της. Ή πρώτη του δημόσια ποιητική εμφάνιση γίνεται άπό τό περιοδικό Διόνυσος μέ τά ποιήματα Ballades 1-3. Τό πρώτο, Παντρεύονται όυό σύννεφα μες στη σιγή τή ατοιχειωμένη ή μαύρη νύχτα είναι νοννός βρυκόλακες οί καλεσμένοι Μέσα ατά όάαη όές όυό νιοί τό πρώτο δίνουνε φιλί τους ζηλεύει ό γάμος τ’ ουρανού καί πέφτει, ώιμέ, στήν κεφαλή τους2 όπως κι όλα τά υπόλοιπα μέχρι τόν Άλαφροΐσκιωτο, έχει φανερές επιδράσεις άπό τή βόρεια λογοτεχνία. Τρομαχτική σιγή, στοι­ χειά, κατάμαυρη άναστρη νύχτα πού τή σκί­ ζουν άστραπές, βρικόλακες, φιλί πού προκαλεΐ καί φέρνει τό θάνατο. Μιά μελέτη θά μπορούσε νά δείξει πώς μέχρι τό 1907 ή ποίηση τού Σικελιανού έχει δεχτεί επιδρά­ σεις άπό τόν Ντ’Άννούντσιο, τόν Καρντούτσι, τόν Κλωντέλ, επίσης άπό τήν καθαρή πηγή τού Σολωμού, όπως πολύ σωστά έχει έπισημάνει ό Κ. Θ. Δημαράς, στήν Ιστορία τής Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του. Τά πέντε χρόνια πού πέρασαν μέχρι νά γραφτεί ό Άλαφροισκιωτος ήταν χρόνια πού κύλησαν μέσα σέ μιά εναγώνια άναζήτηση, δέος γιά τήν άφιξη τού άναμενόμενου, μακροχρόνια κύηση, κι όταν έφτασαν στην άπεραντοσύνη τής Αιβυκής έρημου οί ώδι­ νες τού τοκετού, ό Σικελιανός ήταν έτοιμος νά τίς ύποστεί, σάν ένας καινούριος Δίας πού γέννησε άπό τό κεφάλι του τήν Ιδέα, σάν ένας νέος Αισχύλος πού μετάλαβε άπό τόν έλευσίνιο κυκεώνα καί μπόρεσε έτσι νά κάνει τούς άμύητους, τούς ανίδεους καί τούς χορτάτους νά νιώσουν τό νόημα τής άνθρώπινης υπόστασης άλλά καί τής άνθρώπινης θυσίας. Αύτή είναι ή πικρή μοίρα τού δημιουργού, ή τιμή του καί τό τίμημα. Ή ζωή μέσα στό μυστήριο τής ανθρώπινης μοναξιάς, γιά νά μή νιώσουμε εμείς ποτέ μόνοι. Ό ποιητής Ιδιαίτερα -σύμφωνα μ' ένα γαλλικέ) ρομαντικό ποίημα- μοιάζει μέ τέιν πελεκάνο ίκεϊνο πού, γυρνώντας τ’ άπόγεμα, χωρίς νά έχει φέρει τροφή στά παιδιά του, ξαπλώνει άνάσκελα καί κείνα "τ^δμάνε καί τόν κατασπαράζουν, καί τρώνε τα<όΧλάχνα του.21 ΙΙιστεύω πώς άν άκόμα κρατιέται λίγο στά πόδια της ή άνθρωπό-

τητα, είναι γιατί λίγο-πολύ όλοι μας μετα­ λαβαίνουμε άπό τό αίμα καί τό σώμα τού ποιητή, τού μουσικού, τού ζωγράφου, τού καλλιτέχνη γενικότερα. Πιστεύω πώς ή ποίηση μάς σώζει καί πώς ή τεχνολογία θά μάς «άποσώσει». "Οπως προαναφέρθηκε, τό πρώτο μεγάλο ποίημα τού Σικελιανού είναι ό Άλαφροΐσκιωτος, πού γράφτηκε τό 1907 καί έκόόθηκε τό 1909. "Ολα τά βιβλία κυκλοφόρη­ σαν έκτος έμπορίου, δεμένα μέ πολυτελές δέρμα ή υφαντό πανί. 'Υπήρξε πραγματικά τυχερός ό Σικελιανός πού τά τότε οικονο­ μικά του τού έπέτρεψαν ν’ άποδείξει πώς ή τέχνη δέν πουλιέται καί δέν άγοράζεται. 'Η τέχνη δίνεται άνωθεν δωρεάν, καί δωρεάν πρέπει νά μεταδοθεί. «Δωρεάν λάβατε, δω­ ρεάν όότε». Τί σημασία όμως έχουν όλα αυτά γιά τήν έποχή μας πού καμιά ηθική άξια δέν μπορεί νά σταθεί στά πόδια της; Πολλές φορές άναρωτήθηκα σέ τί χρησι­ μεύει άκόμα ή ποίηση, όταν προσπαθούμε νά τή στριμώξουμε άνάμεσα στίς παραδο­ σιακές μεθόδους άνάλυσης, συγκρίσεις καί δομισμούς, όταν ό ’Άρτος τών ’Αγγέλων χο­ ρεύει πάνω άπό τά κεφάλια μας, αίωρείται όπως λέει φίλος ποιητής «μεταξύ Σουηδίας καί φαντασίας».

α) Άλαφροισκιωτος Ό Άλαφροισκιωτος δέν αίωρείται. Πα­ τάει γερά στή γή καί χορεύει τό χορό τόν πανάρχαιο άνάμεσα στίς κορυφογραμμές καί τίς πεδιάδες, λούζεται στά ποτάμια καί στίς θάλασσες, κοιμάται έναν ύπνο ιερό λιονταρίσιο. Τό ποίημα άποτελείται άπό πολλά αυτό­ νομα ποιήματα, πού παράλληλα είναι δε­ μένα σ’ ένα αρμονικό οργανικό σύνολο. Κατά τό Θ. Ξύδη, Τρεις κεντρικές πορείες θά έχει νά παρατηρήσει ό αναγνώστης: τήν αντυλατρεία τού ποιητή μέ τήν έξαρση τον προσωπικού στοιχείου, τή λατρεία τής φύσεως μέ τήν πλαστική ανταπόκριση τού ποιητή στά όντα της, καί τή λατρεία τού λαού μέ τήν πηγαία συναναστροφή τής απρόσωπης λαϊκότητας.22 Κατά τό Χρήστο Μαλεβίτση πρόκειται γιά έργο άατρώο.23 Κι έγώ πιστεύω πώς αυτοί οί 2.293 στίχοι ήταν ό καθένας τους ένα αστέρι πού έλαμψε καί ξάφνιασε τούς άνθρώπους τής έποχής. «Τί είναι ό Άλαφροισκιωτος;» λέει ό Βλάσης Γαβριηλίδης. «Chi Ιο sa?»24 47


Καί ό Γιάννης ’Αναγνωστόπουλος: Γεγονός είναι δη έχει την αίσθηση πώς τώρα βρίσκει μέσα τον τή δική τον δράση καί δτι τώρα πρωτοβλέπει τόν έαντό τον καί τόν κόσμο, τή δική τον άκοή καί ακροάζεται τόν παλμό καί τό ρνθμό τον- πώς τώρα πρωτολειτονργεϊ καί αισθάνεται καί «νοεί» τόν κόσμο ή καρδιά τον.25 Ό Άλαφροΐσκιωτος είναι ένα ποίημα νεανικό μέσα στό όποιο ξεχύθηκε όλη ή «έφηβότητα» τού Σικελιανού κι όλες οί ευαισθησίες καί εμπειρίες πού κουβαλούσε μέχρι τότε μέσα του. Είναι ό καφτός ήλιος, ό γαλάζιος ουρανός, τό κρουσταλλένιο νερό, ή έναστρη νύχτα, ό λαός «ό άργάτης», είναι ή μάνα του, ή άόελφή του, ή Γλαύκη [Εύα], είναι ό ποιητής καί ή άποστολή του, τό Τάμα του. ’Όχι, δέν ειν' ό θάνατοςΤό τάμα εσύ δέν τό 'αωαεςπού είναι ό μακάριος ό λαός σον γύρα; Νέα σάρκα ντύνει σον τά κόκκαλα περνάει αά φώς καί βλέπει τό μελούδι.16 είναι ό Γνρισμός Ύπνος ιερός, λεονταρίσιος, τον γυρισμού, στή μεγάλη τής άμμον διάς άπλωσιά. Στήν καρδιά μον τά βλέφαρά μον κλεισμένα ■ καί λάμπει, ώαάν ήλιος βαθιά μον...17 Ό γυρισμός στή γή του, στά άρχέτυπα καί τά πρότυπα, στίς ίόέες-Μητέρες, άλλά καί «Ή έπιοτροφή πρός τό βαθύτερον Ιστορι­ κόν έαυτύ μας». Ό Λ λαφροΐσκιωτος είναι ό ίδιος ό ποιητής πού απλώνει τίς κεραίες του κι άψουγκράζεται τίς μυστικές φωνές τής νύχτας προσπαθώντας νά λύσει τό μυ­ στήριο τής Ανθρωπότητας, άφού πρώτα μυηθεϊ στά όργισ τής φύσης, καί χορέψει άγκαλιά μέ τό Διόνυσο, τό Βάκχο, τόν Ιακχο, άφού έκπυρωθεί κι άναπαυτεί μέ τή λύρα καί τό τραγούδι τού Άπόλλωνα-Ό ρφέα. Στον Άλαφροΐσκιωτο, όπως καί σ' όλο τό υπόλοιπο έργο τού Σικελιανού, ό ποιητής είναι ό 'Οόηγητής-Προφήτης, ό αίρων τάς άμαρτίας τού κόσμου.

β) Πρόλογος στή Ζωή Λπο το Ιό 15 ώς τό 1917 ό ποιητής τυπώ­ νει τόν Πρόλογο στή Ζωή. Τέσσερα βιβλία μικρού σχήματος μέ τούς τίτλους 48

α) Ή Συνείδηση τής Τής μου (1915) β) Ή Συνείδηση τής Φυλής μου (1915) γ) Ή Συνείδηση τής Γυναίκας (1916) δ) Ή Συνείδηση τής Πίστης (1917) Ή πέμπτη «Συνείδηση τής Προσωπικής Δη­ μιουργίας» γράφτηκε [ή ξαναδουλεύτηκε] πολύ άργότερα καί τυπώθηκε γιά πρώτη φορά ολόκληρη τό 1946, στό Β' τόμο τού Λυρικού Βίου, μαζί μέ τίς πρώτες τέσσερις. Συνείδηση γιά τό Σικελιανό σημαίνει γνώση εσωτερική στήν όποια πρέπει νά όδηγηθεϊ ό άνθρωπος γιά νά ξαναβρεί τό χαμένο του εαυτό. Φυσικά καί άναντίρρητα ό ποιητής -κατά τόν ποιητή- είναι έκείνος πού θά βοηθήσει τόν άνθρωπο νά άποχτήσει πλήρη αυτογνωσία, ώστε μ' αύτό τό εφόδιο νά γνωρίσει τόν έξω καί μέσα κόσμο. Eivui αύτός πού θά σηκώσει πάλι στούς ώμους του τό βάρος νά πει μέ τρόπο «μυστικό» καί «κρυφό» τά «άρρητα» καί νά τού δείξει τό άδυτο τής ψυχής, ώστε νά κατανοήσει τή Μία καί Μεγάλη ψυχή, τήν Παγκόσμια, τής όποιας είναι κομμάτι καί πρός τήν όποια όφείλει νά έπιστρέψει. Θεωρία ΈλευσίνιαΠυθαγόρεια-’Ορφική πού τή μετουσίωσε ό Σικελιανός στό κατορθωμένο [μυημένο] σώμα τής ποίησης. Στίς πρώτες, κι αυτές έκτος έμπορίου, έκδύσεις πρίν όπό κάθε ποιητική ενότητα μιας Συνείδησης ύπάρχουν οί γνωστές έλευσίνιες λέξεις-κλειδιά: Ύε-θύε-Κύε-Ύπερκ ύε-Νίκα-Τέλει. Αύτές είναι οί λέξεις πού άκουγε ό μύστης από τό στόμα τού Ιεροφάντη στά έλευσίνια μυστήρια κι άκουγε έπίσης καί καταλάβαινε -όσο αύτό τού ήταν δυνατότήν έρμηνεία τους. Ό ποιητής είχε συλλάβει τήν ιδέα τών Συνειδήσεων Ακόμα Από τό 1910, κι αύτό πού ωρίμαζε στό μυαλό του ήταν ή Ιεράρχηση κι ή άρχιτεκτόνησή τους. Ή Συνείδηση τής Τής μον περιλαβαίνει τά ποιήματα: 1. Ταξιδεύω μέ τό Διόνυσο, II. Πρώτη γνωριμία μου μέ τή Γή μου, 111. Ανεβαίνοντας τόν Ολυμπο. IV. Τά χώ­ ματα. V. Ηρακλής. VI. Απόκρυφος Ο λυμ ­ πος, VII. Πρός τήν Ά νω Ελλάδα. Οπως ό Ομηρος, οί ορφικοί ή καί λυρι­ κοί ποιητές, ό Σικελιανός στήν πρώτη ένοτητα Αρχίζει μέ μι Α έπίκληοη: Ορθιι Σκοπέ τής Φύσης! Ο άνθρωπος πού θέλει ν’ άνασάνιι σηκώνεται όλος νά γεμίσει αναπνοή ώς κόκκαλο καί καθιίις Α ώριμος θεός μ ολο τεί πρόσωπο ΑιΆμυρτο σρο£ w χτερινά σύρσνό

μέ τό λαιμόν όρτό καί μέ τό γένι τον ώσά σύριγγα στημένο άπάνον— άφήνει βίαια ατό σκοτάδι σάν άηδόνι, τή Στροφή!28 Ό ποιητής παίρνει μέρος κι αύτός στόν πλοΰ τού Διόνυσου καί ξαφνιάζεται μέ τά θεϊκά κι Ασύλληπτα, Από τούς πεπερασμέ­ νους νόες, συμβάντα τού ταξιδιού. Αρχίζει πιά νά μυεϊται ουσιαστικά, άλλά Ανάμεσα Από Ατραπούς καί Αναβαθμούς, στό σώμα τής ποίησης. Στά άλλα ποιήματα αύτής τής Συνείδησης προσπαθεί νά γνωρίσει τή γή του, ν' Ανέβει όλος θείο δέος «δαφνοτόμοςκισσοτόμος» τόν 'Όλυμπο, ν' Ανταμώσει μέ τό Δία, μέσα Από «κρυφές βοές», «τραντά­ γματα», Αστραπές, κοσμογονίες προσπαθεί νά βρει τό Θεό τών Θεών, τό Νήπιο, "Ανηθο, "Εφηβο, Άντρίτη, Γαλήνιο, Ύπόμονο, 'Απλονόητο, Έπαφο, Πατέρα Δία καί νά τού Απιθώσει τόν «καλό του Αόγο», πού «πόσο περσότερο» ποτισμένος τή δροσιά πού ώσά βαρύ ροδάκινο μές στό νερό άστράφτει όμοια άσημένια σφαίρα, δέ θά μείνει αιώνιος όπου κι δπως στήν κορφή τού Όλύμπον τόν άπίθωσα!29 Στά άλλα ποιήματα άποζητάει τή λύ­ τρωση, καί μετά Από αυτή τήν Αγωνιώδη Αναζήτηση καταλήγει πώς τό τέλος τής πο­ ρείας τού Πλάτωνα γίνεται ή Αρχή τής δικιάς του. Ποιητική μαρτυρία τού Σικελιανού πώς ή ποίηση καί ή κοσμοθεωρία του είναι -μέσα στΑ μέτρα τής έποχής του- ή συνέχιση τής Αρχαίας ελληνικής: Ώ λύγε, π' άναπαύτηκεν ή σκέψη τής Αθήνας αιώ­ νες γιά ν’ ανθίσει στόν αγώνα μον: « 7/ μόνη μέθοδο είναι ό θάνατος!»2"

Ο

Ά'/γτλοζ y.ui //

Αννα ατό Ί οΐΌΧθλι/iuro

Η προσπάθεια τού ποιητή είναι νά φτά­ σει πρός τήν Ά νω Ελλάδα περνώντας Από τόν ’Απόκρυφο Όλυμπο. Είναι νά νιώσει τά αιώνια μυστικά πού δέν λέγονται στούς Αν­ θρώπους, νά συλλάβει έννοιες καί παναν­ θρώπινες Αξίες καί νά τούς τά μεταδώσει. Ή δεύτερη Συνείδηση περιλαβαίνει τά ποιήματα: I. Αίμα τής Φυλής μου, II. Ύμνος στήν Όρθια Άρτέμιδα, III. Κρυφή Ίλιάδα, IV. Μπρος άπ' τόν πηλό τής γής μου, V. Παλιγγενεσία, VI. Στό άνθος τών 'Ελλήνων. Στό Αίμα τής Φυλής μου Ανακαλύπτει πιά οριστικά τήν ελληνική του ταυτότητα, νιώ­ θει τόν πόνο καί τήν πίκρα νά τή στεριώνει μέσα του καί στούς άλλους, γιατί πιστεύει πώς δέ βρέθηκε τυχαία πάνω σ' αυτή τή γή καί πώς έχει ιερό καθήκον τή φυλή του, μέ τά δικά του μέσα πού τά θεωρεί γνήσια, Αληθινά, νά τήν προαγάγει. "Ετσι, λέει γιά τή φυλή του

Ό 'Ηρακλής αυτόν τόν καιρό γίνεται ό συνοδοιπόρος του, λατρεύει τά νιάτα, τή δύναμη, τήν Αγνότητα καί τήν έλληνικότητά του:

έτσι βαμμένοι άπ' τών παιδιών σον τό αίμα οί ποταμοί κ' ή θάλασαά σου σ' έζωναν άπό παντού!32

Ώ Ηρακλή, ποιο βυθόν εβύθιαα νε> ξαναφέρω )τί ολοκάθαρη ι ελληνική φωνή!2'

Ό λη αυτή ή ενότητα χαρακτηρίζεται Από μιά λιτή, πρωτοδωρική Αντίληψη τής ζωής, τής πορείας της καί τού θανάτου. Ή τρίτη Συνείδηση, τής Γυναίκας, Αποτελείται Από τά παρακάτω ίπιμέρους ποιή49


ματα: I. ’Ερωτικός Πόθος, II. Τέλειος Πό­ θος, III. Ο Χωριάτικος Γάμος, IV. Δ έ­ σποινα Υπομονή, V. Διοτίμα, VI. Η Έστιάδα. Όλη ή ενότητα αυτή είναι ένα βαθύ εγ­ κώμιο στή γυναίκα, περισσότερο στή θηλύτητα καί τό ρόλο πού διαδραματίζει μέσα στην παγκοσμιότητα. Δέν μπορούμε ν' άρνηθοΰμε μέσα σ' αυτή τήν ένότητα απηχή­ σεις από τήν εποχή (;) τής γυναικοκρατίας, γιατί ή Γυναίκα στήν όποια άναφέρεται ό Σικελιανός κλείνει μέσα της τίς γυναίκες τού κόσμου όλου σέ κάθε τους ιδιότητα. Μάνα-ερωμένη -άρραβωνιαστικιά -σύγυζοςσυντρόφισσα. Ολόκληρη ή ένότητα είναι ένας ύμνος γιά τή Γυναίκα, άλλά κι ένας πόθος, ένας Τέλειοί Πόθοι: ενώ ή Γυναίκα όμοια κορφή όλη χιόνια περιμένει άκοιμητη τόν άντρα τόν άνέγγιχτο, τόν άπαρτο, τό μυστικό, μέ τήν ψυχή πού μέο' απ’ τήν άγκάλη τής γλιστρά ώς θεός κι άφήνοντάς τη μέ τό σπόρο πού ώς διαμάντι στο σκοτάδι μέσα της σκορπίζει φλόγες άνλες τρίλαμπες διχάλες καί δροσιές, λυτρώνεται, καί όρτός κοιτάει κατάματα τόν τρίσβαθο άπονΰχτερο ούρα νό!33 Καί τά τραγικά λόγια τής μάνας στή θυ­ γατέρα πού παντρεύεται καί φεύγει άπό τό σπίτι: θυγατέρα, σάν έβγεις παρακάτου, στον πηγαδιού θ' ανέβεις τό ζωνάρι νά πιεις στερνό απ' τό χέρι μου ποτήρι νά χαιρετήσεις τά νερά τού τόπου θά πιεις νερό όσο ζητά ή καρδιά σου, κι όσο μείνει, τής μάνας σου θά μείνει. .τ' άδειασ' όλ' ή καρδιά της άπ' τό κλάμα. Πέρνα ή θέρα σου.»3*

εϊν' έλινθιρη

μπροστά

Στίχοι τραγικοί καί πλέρια Ανθρώπινοι. Γίναι ή στιγμή πού Αναπόφευκτα κόβεται καί νοητικά ό ομφάλιος λώρος, κι είναι ή

στιγμή αυτή ή πιό οδυνηρή. Στό δημοτικό τραγούδι, σέ άντίστοιχη περίπτωση ή θυγατέρα Απαντάει: «Φεύγω κλαίγοντας, φεύγω παραπονιόντας...» Ή ουσία όμως είναι μία: Φεύγει! Κι αυτό, ή ευαισθησία, ή «αίσταντικότητα» τού Σικελιανού τό συνέλαβε άμέσως. Έπιασε τήν τραγική πάλη πού γίνεται μέσα στήν καρδιά τής κοπέλας καί τής μάνας, τό γερό τους δέσιμο κι άντάμωμα τών βλεμμά­ των τους κάτω άπό τή δυναστική παρουσία τού άντρα καί τήν άνυπομονησία του νά πάρει αυτό πού τού άνήκει. Αύτό πού ή ίδια ή φύση τόν διατάζει νά κάνει. Κι ή γυναίκα καλά τό ξέρει πώς ή οδύνη καί ο! ώδινες της άρχίζουν άπό τή στιγμή πού γεννιέται καί δέν τελειώνουν παρά στό ξυλοκρέβατο, κι άν θά βρεθεί ένας άντρας νά χύσει γιά κείνη ένα άληθινό δάκρυ! Παρ’ όλα αυτά μέ χέρια άχνά κι άνάλαφρα πιασμένη άπ' τ' άντρα τή γερή καρδιά φέρνεις ατόν κόσμο -εικόνα μυστική τηςτό παιδί, μέ μιά κραυγή σου, καθώς τό έργο ό Ποιητής.33 Ξέχωρα άπό τό ότι στους τελευταίους στί­ χους βλέπουμε καί τήν άποψη τού Σικελιανού γιά τόν Ποιητή καί τό Ποίημα θά ’θελα νά τονίσω ότι τό κοινό Ανάμεσα στή γυ­ ναίκα καί οτόν Ποιητή βρίσκεται στό ση­ μείο ότι καί οΐ δυό «ξέρουν» τόν πόνο, τό δάκρυ, τήν αγωνία, τή γέννα, τήν αχαριστία. Στή Συνείδηση τής Πίστης, 77 πίστη τού ποιητή έρχεται σάν προσήλωση σέ άλήθειες, πού είναι παραπάνω άπό τόν εμπειρικό ή λογικό έλεγχο.3'’ Αποτελεϊται άπό τίς ένότητες: I. Ή Μετάληψη τού Ελευσίνιου Κυκεώνα, II. θιαγονία, III. Δύση θεών, IV. Άντρίκειο βάφτισμα, V. Μάνα τού Γιου τού Ανθρώ­ που, VI. Διόνυσος-Ίηοοΰς, VII. Δέκατη Μούσα. Γιά τή Συνείδηση της Πίστης θά μπορούσα νά πω πώς πρόκειται γιά μιά ποίηση καθαρά μυητική πού προετοιμάζει τόν Αναγνώστη γιά τήν έλευοίνια έποπτεία, γιά τήν παγκόσμια έποπτεία. γιά τή θεώ­ ρηση τού κόσμου άπό μιά νέα οπτική γωνία: Παλιό ιερό ποτό, Κυκεώνα, ώς μι λουσμένη τήν ψυχή σέ ώκεαυό Ιερός, θεωρός

μ’ όλόαγνην άναπνοιά μέ μέλη λεία στ’ άγέρος τήν άφή ντυμένος τής σιγής μου τό λινό, σ’ ένιωθα όμπρός στά χείλη μου νά πνές, ώ μυρωδιά όλων τών καρπών μαζί, τών σπόρων όλων ώ χυμέ, ...37 Στό Διόνυαο-Ίησού ό θρησκευτικός συγ­ κρητισμός τού Σικελιανού είναι απόλυτα σαφής: Ω Πάσχα, πανσεβάσμιο Πάσχα! Ώ Ίακχε! ’Απόλλωνα! Ιησού! Πώς βρέφος άπλωνες τό χέρι ατό σταφύλι! Πώς άρμόνισες τή λύρα, άν τρίτης, στή χαρά! Κ’ ’Εσύ στερνέ ’Αρτοκόπε, τής καρδιάς Σου μεραστή!38 Γιά τήν πέμπτη Συνείδηση, τής Προσωπι­ κής Δημιουργίας, ό Γ. Π. Σαββίδης λέει: Η σύγκριση μέ τίς τέσσερες προηγούμενες «Συνειδήσεις» μέ πείθει πώς τούτη έμεινε μισοτελειωμένη,39 Ή παρατήρηση αύτή εί­ ναι σωστή, όπως σωστό είναι επίσης ότι ο Σικελιανός δούλευε άπό παλιά μέσα του κι αύτή τή Συνείδηση, γιατί στά 1928 ή Alma Reed μεταφράζει στά Αγγλικά τήν Αφιέ­ ρωση τού Δελφικού Λόγου καί στήν όγδοη άπό τίς πρώτες μή άριθμημένες σελίδες υπάρχει κατάλογος τών έργων τού Σικελιανοϋ. Σ’ αύτό τόν κατάλογο άναφέρεται καί ή Συνείδηση τής Προσωπικής Δημιουρ­ γίας*" ώς ημιτελής. Πράγμα πού δείχνει πώς ύπάρχει μιά συνέχεια οτίς Συνειδήσεις, ότι τό θέμα αύτό ό Σικελιανός χρόνια τό βασά­ νιζε άλλά καί τόν βασάνιζε. Ή ένότητα αύτή -ήμιτελής ή, άν τό Αποδείξουν άλλοι, όχι- Αποτελεϊται άπό τά παρακάτω μεγάλα ποιήματα: I. Άρμένιαμα πρός τόν εαυτέ) μου, II. ’Αντίκρισμα μέ τόν εαυτό μου, III. Απόλλων Διονυσόδυτος, IV. Γιά τόν και 7ψ$>ύρχια θερισμό τού Μυστικόν Άσταχυού, ΝτΗρός τήν Ποίηση-Πράξη, IV. Ιό κατορθωμέγρ σώμα·*'

Έδώ μάς παρουσιάζεται ένας Σικελιανός μέ τόν ’ίδιο πάντα προβληματισμό, άλλά μέ μιά συγκρότηση καί ώριμότητα πού Αγγί­ ζουν τήν τελειότητα. "Αλλωστε αύτό τό καταλαβαίνει κι ό ίδιος: τι, αχ, δέν είναι πιά ό καιρός πού πρωτανάβρνσεν ή νιότη μου βαθιά μου (δάκρυ άπάρθενο, άνεροϋσα ή δρόσο νά τό πώ;) τό πιό γλυκό τραγούδι άπό τά βάθη τής άθάνατης εφηβικής ψυχής! Δέν είναι πιά ή πηγή τού «Άλαφροΐσκιωτον» στήν ’Έρημο, μέσα στήν πρώτην όαση τής άπάρθενης καρδιάς μου! 'Ω Λόγε, Λόγε άπ’ όπου περιμένω τό ξεκί­ νημά μου!*2 Μέ μιά βαθύτερη ενδοσκόπηση προσπα­ θεί νά κατακτήσει τή Μείζονα Ζωή μέσα άπό τό Λόγο. Ό Αόγος έδώ είναι Διόνυσος - Πέιθος - Μέθη - Ρίζα - Μυστικός - 'Απόλ­ λωνος - Νηφάλιος - Ξέατερο άντροκάλεσμα - Ελλάδα - Βάκχος αθάνατος τού «νήφειν» κι 'Απόλλων Διυνυσόδοτσς. Μέσα άπ’ αύτές τίς μορφές καί μέσα άπό τό πάλεμά του μέ τό χρόνο προσπαθεί νά πετύχει τόν και­ νούργιο θερισμό τού μυστικού άσταχυού: Καί γιά νά σκύψω, τέλος, Ιεροφάντης, καί νά τό θερίσω σιωπηλός, καί νά τό υψώσω άνάμεσα άπ’ ολόκληρο τό λαό τό Λ αό-’Ανθρωπότητα, αρραβώνα τού καινούργιου νικητήριου πλέον ’Απόλλωνα, πάνω άπ' τό Φίδι-Χρόνσ, τού άνοιχτυϋ άδασίλευτού σου αιώνα, τού καινούργιου σου άρραβώνα, ώ 'Ελλάδα, μέ τή Ζωή!*3 "Ολη ή σικελιανική ποίηση στρέφεται τε­ λικά γύρω άπό αύτή τή μαγική λέξη ΙΕΡΟ­ ΦΑΝΤΗΣ. ’Εγώ είμαι ό Ιεροφάντης, έγώ ξέρω τό μεγάλο μυστικό, έγώ βρέθηκα Ατά­ ραχος, ένώπιος ένωπίω, όχι μόνο μέ τήν έλευοίνια άλλά καί μέ τήν παγκόσμια Έ πο­ πτεία. Κι έγώ είμαι έκεϊνος πού θά ξαναενώσω τά σπαραγμένα μέλη τού Διόνυσου καί θά Αποδώσω έτσι τήν Ένότητα στούς Ανθρώπους. “Ετσι θά βασιλέψει ή Αρχαία 51


Δωρική, Πυθαγόρεια καί ’Ορφική παντο­ δύναμη 'Αρμονία, ή 'Αρμονία του, πού εί­ ναι πάνω απ' όλους τους θανάτους.

γ) Πάσχα των Ελλήνων Τό Πάσχα τών Ελλήνων άρχισε νά τό τυ­ πώνει ό ποιητής τό 1918. Τό τύπωμα έμεινε στή μέση καί τό Ποίημα, όπως ήταν ό τοτινός του τίτλος, δέν κυκλοφόρησε ποτέ! Στό σύνολό του κυκλοφόρησε τριάντα χρόνια άργότερα ενσωματωμένο στόν Γ' τόμο τού Λυρικού Βίου, όμως άνολοκλήρωτο. Μέχρι τότε είχε δημοσιευτεί τμηματικά σέ διάφορα περιοδικά.

νείμει», δέν είναι έργο ενός μόνου ποιητή, αλλά καί ολόκληρης τής Ιστορίας. Καί ή ιστορία, Ακριβώς κατά τά χρόνια πού ’έγραφα τό Πάσχα τών 'Ελλήνων, κι όπως βρίσκονταν στήν κυοφορία μιας συν- | ολικής μεταμορφωτικής απόδοσής της, μ ’ έκαμε ώστε, πρός τά μέσα τού ’Εργου νά στραφώ πρός τά βαθιά κι όχι όλότελα άπροσδόκητα διδάγματά τους, μέ σκοπό νά 'ψ συνεχίσω, αν μού χρειάζονταν, άργότερα τήν προσπάθειά μου, έχοντας στή σκέψη μου τά λόγια τού Angelus Silesius: «ολο­ κληρωτικός Χριστός δέν φάνηκε στή γήν ακόμα. Η θεϊκιά Ανθρώπινη εικόνα του έχει Ανάγκη Ακόμα νά συμπληρωθεί».46 Δέν θά έπιμείνω περισσότερο σ' αύτή τή μεγάλη, μεγαλόπνοη κι άνολοκλήρωτη σύν­ θεση τού Σικελιανού, γιά δυό βασικά λό­ γους: α) Πολύ καλά μάς τά λέει ό Θ. Ξύδηξ στήν παρουσίασή του47 καί β) όπως άναφέρει ό Γ. Π. Σαββίδης, τό ποίημα αύτό είναι ένα Από τά πιό έλκνστικά καί ουσιαστικά προβλήματα πού περιμένουν τό φιλολογικό μελετητή τού Σικελιανού.4" Κατά συνέπεια ή λύση, ή έστω ή προσπάθεια γιά τή λύση καί αυτού τού οικελιανικού προβλήματος δέν έχει θέση μέσα σέ μιά γενική σκιαγρά' φηση τού ποιητή καί τού έργου του, όπως είναι τούτη δώ ή μελέτη.

Τά τμήματα τής σύνθεσης δημοσιεύτηκαν μέ τούς παρακάτω τίτλους: α) Καθαρμοί, 6) Ο Ύμνος στην Ελένη, γ) Τό Τραγούδι τών ’Αργοναυτών, δ) Τό Πέμπτο Ευαγγέλιο, ε) Η Φυγή, στ) Στόν Ξενώνα τής Βηθλεέμ, ζ) Ή Γέννηση, η) Ό Δωδεκαετής, θ) Ό Ιη­ σούς στή Βηθανία, ι) Μαγδαληνή, ια) Ύμνος στήν Παναγία. Ό Γ. Π. Σαββίδης στόν Δ' τόμο τού Λυρικού Βίου, πού έκδόθηκε μέ δική του επιμέλεια, πρόσθεσε στό Δωδεκαετή άλλα δυό αποσπάσματα πού ό ίδιος παρουσίασε γιά πρώτη φορά. Ό Θ. Ξύδης άναφέρει πώς, σύμφωνα μέ άνακοίνωση τού ποιητή πρός τόν ίδιο, σχέ­ ό) Μήτηρ Θεού διαζε καί κάποια τμήματα γιά τή διδαχή του Χριστού στή Γαλιλαίο, γιά τήν επί τού Ορους ομιλία, γιά τά θαύματα, τό Πάθος Μιά πολύ ώραία μελέτη γιά τή Μητί<]α καί τή Σταύρωση, θ ' ακολουθούσε τό σχε­ θ εού δημοσίευσε ή "Ελλη Ααμπρίδη αΤ° τικό μέ τήν ’Ανάσταση, κι από εκεί τό περιοδικό Νέα Πολιτική τό 1939. Είναι ή ποίημα θά έκανε τή μετάδοσή του πρός τόν πρώτη φορά πού δημοσιεύεται ολόκληρο Τ° παγκόσμιο μυθικό κύκλο.44 κείμενο μέ προλεγόμενα. επιλεγόμενα κα* Ή πρώτη περίοδος τού θρησκευτικού υποσημειώσεις. Τά σχόλια τής Δαμπρίδη ~ συγκρητισμού τού Σικελιανού αποκορυφώ­ ή οποία υπήρξε στενή φ>ίλη τού Σικελιανού νεται μέ τή φιλόδοξη σύνθεση Τό Πάσχα είναι έξαιρετικά έπιτυχή. Άλλωστε από των Ελλήνων, ιδιαίτερα μέ τά άσματα δ-ια. γράμμα της τού 1938 πρός τόν ποιητή γνω­ Καί όπως έχω πει καί άλλου, ότι όταν ό Σι- ρίζω την άγάπη πού έτρεφ ε γι' αυτό τό Με­ κελιανός έχει νά διαλέξει άνάμεοα στό μύθο γάλο ποίημα καθώς καί τό π έκτο ιίπασχοκαί τήν Ιστορία προτιμάει άναντίρρητα τό λησε ή ποιητική αύτή σύνθεση τή φιλοσο­ μύθο, έτσι καί έδώ, οποτι τού δίνεται ή εύφική της σκέψη. καιρία, προτιμάει τήν παράδοση τών από­ I ό ποίημα αύτό είναι άποτέλεαμα μεγά­ κρυφων Ευαγγελίων από εκείνη των Κανό- λου πόνου τής καρδιάς πού μεϊατςκίπηκε ο* νικών, βαθύτατο φιλοσοφικό στοχασμό, πού κι αυ­ Ο ίδιος ό ποιητής στόν Πρόλογο τού Λ υ­ τός μέ τή σειρά του ξεχύθηκε σέ 279 άψοΥ“ ρικού Βίου λέει μεταξύ των άλλων γιά τό λυρικά δεκαπεντασύλλαβα δίστιχα, χωρι­ Πάσχα των Ελλήνων: σμένα σέ πέντε μέρη. Αλλά ή συμπλήρωση μιας κοσμικής γιΙέ) Ιθ|7 πιθανέ οτέι Νταβέις της Ελβετία γαντιαιας κοσμικής μορφής, καθώς / κείνη Μαδελφή του Πηνελόπη, '() θιινατσς αύτ εσύ Χριστού, όχι «κατά σάρκα· Αλλά «δυύπήρξι ή αφορμή γιά νά γραφτεί αύτό 52

Γ>

Αριστούργημα «καθαρής ποίησης» μέ τόν τίτλο Μτ)τηρ θεού. Παρά τόν τίτλο, ή Κοί­ μηση τής Θεοτόκον, στό ποίημα αυτό, χρη­ σιμεύει ώς διπλή πρόφαση γιά ένα θρήνο στήν μνήμη τής Αδελφής του ποιητή, Πηνε­ λόπης Duncan, καί γιά μιά δοξολόγηαη τύρς «natura naturans perpetuenn divinitateni». Κατά τόν Κ. Π. Μιχαηλίδη, Ή «Μήτηρ Θεού» είναι ένα ποίημα Αφιερωμένο στήν πρωτοεικόνα τής Μάνας Φύσης, πού απ Αρχής υπήρξε γιά τόν ποιητή ό χώρος τής ιερής ενότητας τών πόντων. Ο θάνατος σμίγει μέ τόν έρωτα μέσα στόν κόρφο μιας ζεστής μητρικής θαλπωρής Από τήν όποια τώρα ξεπηδά τό μυστικό τής δημιουργίας. Μακρόκοσμος καί μακρόκοσμος συγκλίνουν, όπως συγκλίνει ή Φύση μέ τό πρόσωπο τής Παναγίας,50 Στή Μητέρα Θεού βλέπουμε ότι υπάρχει μιά φανερή λογική συνέπεια αναμεσα στήν έμπνευση καί τήν εκτέλεση, 51 ότι ό ποιητής ταυτίζεται άπόλυτα μέ τό ποίημα καί παρ όλα αύτά τό ποίημα διατηρεί μιά σπάνια αυτονομία πού τό κάνει νά άντέχει σέ κάθε είδους άνάλυση, σύγκριση καί κριτική. Ή άλήθεια τού παραπάνω ισχυρισμού μου νομίζω πώς γίνεται σαφής άπό τούς πρώτους άκόμα στίχους: «Χνούδια καί πούπουλα, μικρά φτερά, ξυλάκια, φύλλα, όσα σωρεύει τό πουλί ατού δάσους τή μαυρίλα καί πηγαινάρχεται Αστραπή, στή γή υ Αδράξει κΑτου μιά λαμπερή Αλογότριχα, λίγο μαλλί προβά­ του! "Α, τούτ' ή ζέστα είναι βαθειάι· δε μοιάζει, λες, εκείνη πού μέσα ατού ήλιου τήν πηγή σάν κύκνοι πλύνε οι κρίνοι! Αύτή είναι ρόδο πδγινε καί π ’ όλο μεγαλώ­ νει σι μεταξένιο κέντημα, καιρούς, μέ τό βε­ λόνι.51 Στήν πρώτη ενότητα ό ποιητής κάνει τή γνωριμιά του μέ τή φύση, τούς ανθρώπους καί τήν Παναγία, πού τήν ταυτίζει μέ τό αιώνιο θήλυ. Στή δεύτερη τόν απασχολεί ή ή καί επιζητεί τή σύνδεση τού πνεύμααί τής ύλης, άντλεί χαρά καί δύναμη ό τόν άνθρώπινο πόνο, καί κηρύο-

σει τήν άγάπη, πού, κατά γενικότερη αντί­ ληψή του -αντίληψη όρφικοχριστιανική-, είναι άποτέλεσμα άθλησης μυστικής. Στήν τρίτη ενότητα υμνεί τήν άνάσταση τής Φύ­ σης πού προδικάζει μιαν άνάσταση εσωτε­ ρική καί άπό τή Μάνα-Φύση φτάνει στή Μάνα Θεού, στήν Παντάνασσα, τήν Πανα­ γία, «δι’ ής ή χαρά έκλάμπει καί ή άρά εκ­ λείπει». Ή τέταρτη ενότητα άναφέρεται στό Ψυχοσάββατο καί τού δίνεται έτσι ή άφορμή νά κάνει μνεία τής χαμένης άδελφής του, τής «δακρόχαρης», πού γι' αυτόν πάντα υπάρχει γιατί «δέν τήν έφθειραν τά χώματα, δέν τήν έφαγε τό σκουλήκι». Γενι­ κότερα ή άγάπη νικάει τό θάνατο κι ή Πη­ νελόπη είναι ή Πορφυρογέννητη ψυχή, πολύ λησμονημένη τόν έρωτά σου ό Έρωτας, Ακέριος τόυ προσμένει.53 Στήν πέμπτη ενότητα όλα πιά βρίσκουν τό δρόμο τους καί μεταβάλλονται σέ μιά δοξα­ στική χαρά. Τό κοιμητήρι μέ τά κυπαρίσσια γίνεται πόρτα γιά δύναμη καί ύπεργήινες άπολαύσεις, τά άνθρώπινα οστά γίνονται άρμονία, ή Γή, ό Ουρανός κι ό Άδης ενώ­ νονται κι ή Μνήμη φέρνει τούς νεκρούς μας ίδιους κι άναλλοίωτους κοντά μας, ό άν­ θρωπος όπως κι ή Φύση άνασταίνεται, λυ­ τρώνεται. Άναντίρρητα λοιπόν στή Μητέρα Θεού ό Σικελιανός δικαιώνει τό μότο πού τής είχε προτάξει: «Κατεπόθη ό θάνατος εις νϊκος» (Παύλος, Πρός Κορινθίους, ’Επιστολή Α ).

ε) ’Ά λλα λυρικά έργα Τό 1920 τυπώνεται μιά εκλογή άπό τό μέ­ χρι τότε λυρικό του έργο, μέ τόν τίτλο Στί­ χοι , τό 1925 ένα τετρασέλιδο μέ τή γνωστή Ώδή στό Βαλαωρίτη καί τό 1927, χρονιά τών πρώτων Δελφικών Γιορτών, τυπώνεται ό Δελφικός Λόγος « Άρχά τών ’Αρίστων», μέ τόν υπότιτλο «7/ Αφιέρωση». Τό ποίημα αύτό, χωρισμένο σέ τέσσερις ενότητες, απο­ τελεί τή λυρική έκφραση τής Δελφ ικής του 'Ιδέας, πού τόν ίδιο καιρό διατύπωνε μέ άρθρα σέ έφημερίδες καί περιοδικά. Παράλληλα προβάλλεται ή θέση τού ποιητή, πού έξακολουθεί νά είναι γιά τό Σικελιανό ό μύστης, ό προφήτης, ό έσωτερικά άθλούμενος Όδηγητής. Στάθηκα στις βασικότερες λυρικές συνθέ­ σεις τού Σικελιανού. έπειδή πιστεύω ότι


μπορούν νά δώσουν, μέσα στά πλαίσια τής μικρής αυτής παρουσίασης, τό γενικό πνεύμα τής όλης ποιητικής του παραγωγής.

2. ΟΙ ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ Πάμψνχος καί ολόκληρος ό Σικελιανός δόθηκε στή σύνθεση τραγωδιών, γιατί πί­ στευε πώς ή Τραγωδία αποτελεί τήν νψιστη τών ηρωικών κοινωνικοπνενματικών λει­ τουργιών,, τήν υπέρτατη μορφή κοινωνικοπνευματικού ’Οργίου. Δέν τό κρύβω, ισχυρίστηκε, όλότελα πώς λογαριάζω τόν εαυτό μου άνάμεσα σέ κεί­ νους πού πιστεύουν πώς ή Τραγωδία θά ξαναγεννηθεϊ, άφού πρώτα ό ποιητής καταφέ­ ρει νά πραγματοποιήσει γιά τόν ίδιο του τόν εαυτό ολόκληρο τό διαλεκτικό του θάρρος μέ τή ζωή καί νά κερδίσει έτσι από παντού τήν ενιαία πνευματική διάσταση μές στήν οποία νά μπορεί, άπό κεϊ καί μπρος, νά πά­ ρει άρτια κι άμεση τήν επαφή του μέ τό 'Μύθο.5*

α) Ό Διθύραμβος τού Ρόδον Ή πρώτη -ά ς τήν πούμε έτσι- τραγωδία πού έξέδωσε ό Σικελιανός είναι Ό τελευ­ ταίος Ορφικός Διθύραμβος, ή Ο Διθύραμ­ βος τού Γάδου. Δέν έχει τή δομή τής τραγω­ δίας. κι ό ίδιος τή θεωρεί ώς τήν απαρχή μιας τελειωμένης δημιουργικής εργασίας μου (τού κύκλου τών ανέκδοτων τραγωδιών μου), ένα ξεκίνημα απλής άλλ ’ ατράνταχτης πίστης, μές στήν ατμόσφαιρα τής όποιας καλείται νά δουλέψει άπό κοινού ή εποχή μας, και που είναι ή ατμόσφαιρα τής πιο υψηλής Ενότητας... *® Οπως λέει ο θ . Ξύδης, Στο ποίημα ό δαίλιυγος προοδίνει τό δραματικό στοιχείο, όπως στόν διθύραμβο τού Βακχυλίόη ό χο­ ρός έχει δύο ημιχόρια.** Τό έπεισόδιο είναι παρμένο από τόν 'Ρευδοερατσσθένη, κι ό Σικελιανός τό χρησιμοποιεί ώς άφορμή προκειμένου ν' Αναπτύξει καί μέ δραματικό λόγο τό θέμα τής παγκόσμιας Αδελφοσύνης καί ενότητας, τής οποίας σύμβολο είναι τό Ρόδο, τό ρόδο τό εκατόφυλλο πού φ υτρώνει στήν περιοχή τού ΙΙαγγαίου. Ο Ορμιάς, (ερέας του Ήλιου-’Απόλ­ λωνα, ετοιμάζεται ν' Ανέβει στήν-κορφή του βουνού γιά νά προσφέρει θυσία στό θ εό του, γνωρίζοντας ότι κινδυνεύει νά κατα­ σπαραχτεί άπό τις Μαινάδες πού δέν του συγχώρισαν ποτέ τήν Αποχή του έιπό τις γυ­ ναίκες Από τή στιγμή πού, Από λάθος δικό 54

λος Αντιπροσωπεύει τό Αρτιο Πνεύμα στήν καθαρότητά του καί στή σύγκρουσή του μέ τή Βία, «πού συνεχίζεται ολοένα μές στήν Ιστορία τής Ανθρωπότητας...»60 Τά πρό­ σωπα πού κρατάνε τό βάρος αυτής τής τρα­ γωδίας είναι τέσσερα. [Μέ τή σειρά πού εμ­ φανίζονται, θά έλεγαν τά σημερινά θεα­ τρικά προγράμματα, κάπου μεταξύ φωτο­ γραφιών καί καλοπληρωμένων διαφημί­ σεων.) Ο Μίνωας, ό Δαίδαλος, ή Πασιφάη καί ό Ίκαρος. Ό Μίνωας είναι ή Αρχουσα τάξη, είναι ή Αλογη δύναμη, ό τύραννος πού ενεργεί «car tel est son plaisir», ό Αδίστα­ χτος «Αρχος καί ταγός» πού δέ διστάζει νά κάνει κάθε αυθαιρεσία, προκειμένου νά διατηρήσει τήν εξουσία. Φυσικά, είναι μι­ σητός άπό όλους όσους τόν περιβάλλουν, άπό τήν οίκογένειά του, τούς στενούς συν­ εργάτες του καί άπό τό λαό. Από τό λαό πού άκόμα δέν είχε βρεθεί άνθρωπος νά τού μάθει νά μή φοβάται, νά τόν διδάξει πώς ή τυραννία δέν είναι παρά ένα φάντασμα, ένα

του, του κράτησε ό "Αδης γιά πάντα τή γυ­ ναίκα του, τήν Ευρυδίκη. Έτσι -όπως ακριβώς Αργότερα κι ό Χριστός- γνωρίζον­ τας τό μαρτυρικό του θάνατο δίνει τίς τε­ λευταίες του συμβουλές στους μαθητές του, συμβουλές γιά ’Αγάπη-'Ενότητα-Ψυχική Άθληση-Είρήνη: Ω καλοί μου, όλο ν’ άθλεϊ καί νά μή λέει ποτέ του κανένας πώς νικά. Γιατί, όση νά 'ναι ή νίκη καί ή θυσία, θά υά 'ναι πάντα μικρά μπροστά στόν 'Έρωτα! Ή καλοί μου, σέ λ.ίγο σάς αφήνω, καί τι τάχα γιά παρηγοριά υά σάς πώ; Είστε οί λίγοι σπόροι μι άς άμετρης σποράς, ν' ανθίσει πού θά υ' αργήσει αιώνες; Μά είστε οί σπό­ ροι ενός εικέριου λυτρωμού, καί φτάνει ISτ Κι αύτός ό Ακέριος λυτρωμός είναι για τόν ποιητή μας ό μοναδικός σκοπός τή? ζωής καί τού έργου του. ( Καμιά φορά σκέφ­ τομαι πόσο άγια πρέπει νά είναι ή υπομονή τών ποιητών!)

β) Ό Δαίδαλος στήν Κρήτη Τό 1943 τυπώνεται Ό Δαίδαλος οτή] Κρήτη, πολύ έλκυστικό πρόβλημα γιά τό φι­ λόλογο πού θα ήθελε νά Ασχοληθεί ιδιαί­ τερα μέ τό δραματικό έργο τού Σικελιανού· Κι αυτό γιατί ό ίδιος ό Σικελιανός έχει κατα καιρούς ισχυριστεί πώς είχε έτοιμες βυ° τραγωδίες μέ τό όνομα Δαίδαλος. Ο Δα1' Αήλος στήν Κρήτη καί ό Δαίδαλος στή ~ ,ytl' λία, τό κείμενο τής όποιας δέν βρέθηκε. Αε' έχω δεϊ στό Α ρχείο Σικελιανού τού Μου­ σείου Μπενάκη παρά μόνο σκόρπιε? σή' μειώσεις γιά τήν τραγωδία αυτή. Στήν εισ­ αγωγή όμως πού προτάσσει στόν Δαίδαλο στήν Κρήτη λέει: 1έυ ί τελείωσα το Δαίδαλο στή Σικελία, προτίμησα υά τήν <<)ω Ι,Τ<’ ■εσωτερικό της γίγνεσθαι». "Ετσι δίχως διασπάται όλότελα αυτή ή πορεία, θα *Ψ ξανασυναντήσουμι τελιστικότερη στο Λυσμενσ Χριστό [ή θάνατο του Αχευή) κι <Ψ(~ σως ίπιιτα στον Ασκληπιό, όχου οι χρσυΐκις διαστάσεις ενοποιούνται μέσα στο < θμό μιας λύτρωσης καί μιάς όναρρωσμί ου­ σιαστικής* Δ* Ο Ιαίδα/,ος στην Κοήτη γραηΤήΜ ,n,l Αίγινα στό σπίτι του Ιακη Κα/.μσυχου σσψ tl; Ν του \/ση ώς το τέλη τού Οκίι»1 ιοί· Ιό42Δ'> Στήν τραγωδία αύτή ό Ααί

σκιάχτρο πού ζεί τό ίδιο μέσα στό μεγάλο φόβο, πού οί Αντιδράσεις του δέν είναι παρά μιά επίφαση. Ό τύραννος δέν είναι τίποτα Αλλο παρά ένας γίγαντας μέ ξύλινα πόδια, πού τά βράδια θρηνεί γιατί είναι ό μόνος πού βλέπει τά δεκανίκια του. «Έξ ού» καί οί Αναλλοίωτες μέσα στό πέρασμα τών αιώνων απειλές: 'Έτσι λοιπόν;... Νά βγάλω τ' άλικο σαντάλι καί νά πατήσω γυμνοπόδαρος τήν Κρήτη γιά νά σηκώστε εσείς απάνω της κεφάλι;... Μά εγώ τό κόκκινο σαντάλι στόν αυχένα νά σάς τό βάλω, εδώ κι όμπρός δέ θά ν' άργήσω!61 ’Από Ανώνυμα Αρχαία Αποσπάσματα γνωρίζουμε ότι ό Δαίδαλος είναι εκείνος πού φανέρωσε μέ τήν τέχνη του στούς Αν­ θρώπους τήν Αρμονία, πού έκανε δηλαδή τόν κρυφό λόγο φανερό. Είναι ό πρώτος πού ξεκόλλησε χέρια καί πόδια άπό τά άρ-

Έκδόσεις έργων τού Α. Σικελιανου Λ

Ά πό τήν εκδοτική εταιρία «Ίκαρος» καί μέ τή φιλολογική επιμέλεια του I . Π. Σαββίδη, κυκλοφορούν σέ πρώτη τυποποιημένη έκδοση (τα πεζά σέ πρώτη συγκεντρω­ τική) τά παρακάτω έργα τού Σικελιανού: ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1. Αγγέλου Σικελιανου, Λυρικός Βίος, τό­ μος Α', ’Αθήνα 1965. (Πρόλογος τού Ποιητή - Άλαφροίσκιωτος - Ραψωδίες τού Ίόνιου). 2. Αγγέλου Σικελιανου, Λυρικός Βίος, τό­ μος Β', ’Αθήνα 1965. Λυρικά 1 (Δελφικός "Υμνος - Έπίνικοι, α' - Νέκυια, α’ - Σονέτα - ’Αφροδίτης Ούρανίας). 3. Αγγέλου Σικελιανου, Λυρικός Βίος, τό­ μος Γ', ’Αθήνα 1965. Πρόλογος οτή Ζωή (Ή Συνείδηση τής Γής μου - Η Συνείδηση τής Φυλής μου - Ή Συνείδηση τής Γυναίκας - Ή Συνείδηση τής Πίστης - Ή Συνείδηση τής Προσωπικής Δημιουργίας). 4. "Αγγέλου Σικελιανου. Λυρικός Βίος, τό­ μος Δ', ’Αθήνα 1965 (Μήτηρ Θεού - Πάσχα τών Ελλήνων - Δελφικός Λόγος). 5. "Αγγέλου Σικελιανου. Λυρικός Βίος, τό­ μος Ε', ’Αθήνα 1968. Λυρικά II (Νέκυια, 6 Όρφιικά - "Ιμεροι - Έπίνικοι, 6'). 6. Αγγέλου Σικελιανου, Λυρικός Βίος, τό­ μος ΣΤ, ’Αθήνα 1969 (Άγνωστα καί άνέκτΤΓΧδοτα ποιήματα) καί 0 ίκδ. συμπληρωμένη. • Α .

7 \

~7.\

________________

ΤΡΑΓΩΔΙΕΣ 1. "Αγγέλου Σικελιανου, Θυμέλη, τόμος Α', ’Αθήνα 1970. (Πρόλογος τού Ποιητή - 'Ο Δι­ θύραμβος τού Ρόδου - Σίβυλλα). 2. "Αγγέλου Σικελιανου, Θυμέλη, τόμος Β', ’Αθήνα 1971. (Ό Δαίδαλος στήν Κρήτη - Ό Χριστός στή Ρώμη). 3. "Αγγέλου Σικελιανου, Θυμέλη, τόμος Γ', ’Αθήνα 1975. (Ό θάνατος τού Διγενή ’Ασκληπιός), [τών τραγωδιών προηγούνται προλογικά σημειώματα τού ποιητή]. ΠΕΖΑ. 1. "Αγγέλου Σικελιανου, Πεζός Λόγος, τό­ μος Α', ’Αθήνα 1978. (Κείμενα τού 1908-1928. IΙαραλείπονται έκεΐνα πού Αφο­ ρούν τίς Δελφηκές Γιορτές). 2. Αγγέλου Σικελιανού. 11εζός Λόγος, τό­ μος Β', ’Αθήνα 1980. (Κείμενα Δελφικά 1921-1951). 3. Αγγέλου Σικελιανου. Πεζός Λόγος, τό­ μος Γ',’Αθήνα 1981 (Κείμενα 1940*1951).


χαϊκά αγάλματα. τούς έδωσε καινούρια λει­ τουργικότητα, έβαλε μάτια στά είδωλα, έπιασε δηλαδή καί άνταποκρίθηκε στά αι­ τήματα τής εποχής. Ό Δαίδαλος, είναι ό καλλιτέχνης καί ό μύστης, κλείνει σφαιρικά μέσα του τόν φυσικό, πνευματικό καί ήθικό κόσμο, είναι ή συμβίωση τής Ιστορίας καί τού Μύθου, είναι ό άγνός καί γνήσιος επα­ ναστάτης. Κι ό Λαβύρινθος δέν ήταν δη­ μιούργημα πού θά εξυπηρετούσε τά όργια τού τύραννου, ήταν ή παγίδα πού είχε μελε­ τηθεί γιά νά πιαστεί στά βρόχια της τελικά ό Μίνωας καί νά γλιτώσει ό λαός άπό τήν καταπίεσή του, άπό τό «κόκκινο του τό σαντάλι». Στό διάλογό του μέ τήν Πασιφάη τής διη­ γείται τή μέχρι τότε πνευματική του πορεία καί άθληση. Τής εξηγεί δηλαδή πώς πέρασε τίς δυό Ορφικές μυητικές νύχτες, α) τή νύ­ χτα τής άγάπης, τής επίγνωσης καί τής σχε­ τικότητας τής άνθρώπινης ζωής, 6) τή νύχτα τής προφητείας καί τής αναζήτησης, στήν όποια ισχυρίζεται ότι τόν μύησε ό ίδιος ό Όρφέας. Τώρα βρίσκεται στήν τρίτη Νύχτα, τή μεγαλύτερη καί τή σπουδαιότερη, τή Νύ­ χτα τής Δικαιοσύνης, τής οποίας πάλι ό Ορφέας τού φανέρωσε κατά τόν άργοναυτικό πλού τό όνομά της: Ιοί'τ fir' ή Νύχτα ή πιό /αγάλι;» άπολυγήθη. <τήζ Δικαιοσυνης, τής πλατιάς .Ίικαιοσύ•Τor Αφού γνωρίσετι τί/ι· άλλη, θά ι·ά μπείτε... / 1 ή πίκρα, ή πίκρα, -τούτο πρόατεσε μο­ νάχαον ή γή, τον Άνθρωπον rival πολλή, κι άπ' τους ανθρώπους y.t άπ' τούς θεούς...»61

καταπιεσμένη γυναίκα πού δέν τολμάει ή δέν έχει τό δικαίωμα νά πει στόν άντρα της τόν πόνο της, νά τού ξομπλιάσει ένα-ένα τά όνειρά της, νά γύρει κεφάλι μέ κεφάλι μαζί του στό μαξιλάρι τους. «Χρή δέ τάσδε γυναίκας είναι κ’ ούκ άνειμμένας» οϋρλιαξε σέ κάποιον άλλο χώρο ό Κρέοντας. Ή Πασιφάη όμως δέν άπόμεινε νά θυσιαστεί παθητικά όπως ή ’Αντιγόνη. Συνειδητοποίησε τή δική της καταπίεση μά καί τού λαού της, καί κάηκε, έλιωσε όπως ό πυρσός τής λευτεριάς. Δέν χρειάζονται παραπάνω σχόλια γιά νά κατα­ νοηθεί ή μοίρα αυτής τής θείας γυναίκας, τό ψυχικό της πάλεμα κι ό λόγος γιά τόν όποιο βοήθησε τό Δαίδαλο. Τά λέει όλα μέ σαφή­ νεια ό ίδιος ό κομμός της. ’Ενώ περίμενε πασίχαρη καί πασιφάη ν’ ανταμώσει στο ιερό βοννόν απάνω μέ τό Δία. τής φέραν άξαφνα τό Μίνω. Υποτάχτηκε. Ήταν άν­ θρωπος θνητός, όμως μεγάλος, πίστευε πως θά παράστεκε στό πλευρό της τέλειος άν­ τρας. Μά άλί· άπ' τή δύναμη τήν πρώτη τήζ άγνότης τό βλέμμα τον είχε ξεκληρίσει · καί πως τάχα τό θ εό νά Ιδεί πού λαχταρούσα στήν καρ­ διά μον; Τι. άν μάτια αλλήθωρα κοιτάξοννε τόν ηλΚ>· μήπως γιά τοντο φώς περσότερο θά πόρονr. Μόνο θαμπώνονν πιό πολύ, κι δπον κοίτανι ή άσπράόα τον ήλιον τονς φωνάζει !,,α

μανρίλα

τόπον-τόπονς, 'ίσκιοι γέμοννε τ<" άέοα... Κι αν τό πονλάρι γλνκαθιϊ από τή φοραα · ποιος τό κρατάει;... Απ' τήν κόρη ή ΤΙΙ~ παρθενιάς μον, σαν άπό βράχον άλατομητον. ΐκόπη II Δικαιοσύνη. Κήρυγμα καί μήνυμα αλήθεια, ωστόσο, ή 'Αριάδνη· άλλα στα' μέγα τού ποιητή γιά τούς ανθρώπους, ιδιαί­ βράχον τερα σε κείνους τούς δύσκολους πού γράιι - τή ρίζα τά αίματα, πον στάλαζαν όλοενα τήκε καιρούς. I Ιρόβλημα μέγα άν έχει ή καθάις τον πόθο τίι θεϊκό μον οφάγιον ά'/.* ποίηση καί ή μύηση τή δύναμή νά χαρίσει πάνω στό ίη ήμισο οργιό τον ό Μινως. π'/' αύτιά καί καρδιά οτή βόμβα νετρονίου, ζαν ατούς τύραννους τού κόσμου όλου. ΙΙρό- και πνιγηρά βαριαναόίνανι τήν πνοή rove··· θλημα μέγα όμως άν έχει τό δικαίωμα γι' Κι ωστόσο κι άλλων τον παιδιών γενήκα αυτους τους λόγους νά σπάσει τήν πένα του μάνα. ό ποιητής, και τήν οργή κρατσνσσ σί ύψος καί ΤΟ' I ο τραγικότερο πρόσωπό κατά τήν άντίπόνο, λήψή μου αυτής τής «ορφικής» τραγωδίας καθώς βασίλισσα καί ιέρεια ίο χρωστούσα είναι ή I ΙαΟιφάη. Παρά τό γεγοντίς ότι είναι Κι άπ τις σνγες στον Αργαλειό μον θρσν ή Κοσμική Μητέρα, ή Μάνα I ή, ή Σύζυγοςομίνη Ηασίλιοσα τού Μίνωα, είναι ή αίιίινια ωσμι, τις ν ν /τ ι; τίς βαθιές, »·’ άποζιχάΟ 5ft

καί.

πάσχιζα τούτοι’ τόν καημό, μέ τό ρνθμό τον, υφάδια πλούσια ιστορίζοντας ολοένα... Μά μές σέ τοντο τό ρυθμόν άναόινόταν τής παρθενιάς μον άπάνω-άπάνω τό τρα­ γούδι, κ ’ έκλαιε στά βάθη μον ή ψυχή, πον ώς με βοτάνια φαρμακερά μον ’χεν ό Μίνως Αποκλείσει, στον Θεόν τόν πόθο, τόν πόθο τον τή μή­ τρα... Τί, άν λίγο στάθηκε πιστός στήν άγια κλίνη, ξάφνου, ώς ό Σείριος ό σκληρός στό μέγα κάμα τον φοβερού καλοκαιριον, σηκώθη ολόρθος καί μέ τά κρίνα Ακόμα Απάνω στό κεφάλι, άπ’ τίς μασκάλες, βαστημένος άπό σκλάβους πον έντιντινίζαν στά σφυρά τονς τά βρα­ χιόλια, στις άγιες γύριζε έφηβότητες, νά κάψει τήν παρθενιά τονς, νά μαράνει τό δροσιά τονς, κι όσες γυναίκες γνραθέ τον άνθονσαν, κι όπου πόδι μικρό, λιγνό κορμί, μεγάλο μάτι, δλα μαζί, κνράόες, σκλάβες, άθλιες δούλες, άχραντα αγόρια, γονάτιζαν στό ζυγό τον, κι όλα φοράδες γιά τόν ίδιο καβαλάρη,63 Θά μπορούσαμε νά πούμε πώς ό Δαίδα­ λος άντιπροσωπεύει τήν επανάσταση, είναι όμως ό θεωρητικός, ό άνθρωπος πού έχει μελετήσει κι αποφασίσει, άλλά κι ό άνθρω­ πος πού περνάει άπό τή θεωρία στήν πράξη, είναι ό νούς πού μέσα του καταστάλαξαν τά ποτάμια τής σοφίας όλης, κι αυτή η σοφία προερχόταν άπ’ τόν Όρφέα. Αντίθετα ο γιος του ό ’Ίκαρος ούτε νούς είναι ούτε βίος θεωρητικός. Ό ’Ίκαρος είναι ή ορμή, ή τόλμη, τό αίμα πού βράζει, είναι μέ μιά κουβέντα τά «ψυχωμένα νιάτα». Είναι ό νέος πού μόλις είδε τήν καινούρια άποστολή τών άγοριών καί κοριτσιών από τήν "Αθήνα —τροφή γιά τό Μινώταυρο- αποφάσισε νά ξεσηκώσει τό λαό, νά «καθαρίσει» τούς λο­ γαριασμούς του μέ τόν τύραννο καί τελικι'ι ’Όνειρο τά χα άπό παιδί μέσα στό νον μον καί, σνντας τά είδα, ξάφνου ώς νά είδα τήν ’Αθήνα, πον άπό παιδί τήν άπαστόχησα... Πατίσα γλνκίς μολπές μον ξεσηκώνουν τήν καρδιά μον ονι/ ό άχολόημα δωρικό... Νίι φύγω θέλω!Μ [ΐ( τό ψηλό του πέταγμα κι ό θάνατός έ δείχνει άπρονοηαία, μά μόνο δείχνει

πώς «θέλει άρετήν καί τόλμην ή έλευθερία». ’Έτσι μόνο «λύονται τών δεσμωτών τά χέ­ ρια», μόνο όταν ό λαός καταλάβει τή δύ­ ναμή του, γιατί Δέν εΐν’ ό Δίας ό μέγας Ταύρος, μήτε ό Μί­ νως! Ό μέγας Ταύρος εΐν’ ό λαός!...65 ’Έτσι Ό Δαίδαλος στήν Κρήτη είναι ένα σάλπισμα έλευθερίας, ελευθερίας εσωτερι­ κής πρώτα πού προέρχεται άπό πλήρη αυ­ τογνωσία, καί μιά κραυγή στά πέρατα γιά νά πέσουν οί άπανταχού τύραννοι: Μά πάνω άπ’ όλα, ’Εσείς, οπού στά πόδια Σας τών Αλυσίδων έχετε τά χνάρια Ακόμα, καθώς μεθαύριο πρώτοι θά νά σύρετε τόν πεντοζάλη στό Ιερό Σας χώμα, κάμετε Ανάμεσα ουρανού καί γης άβέδαιο πλάσμα νά μή στέκεται κανένα μά όλα, ουρανός, πελάη, βουνά, λαοί, μαζί Σας νά χορέψουνε σάν "Ενα!66

γ) Σίβυλλα Ή Σίβυλλα κυκλοφόρησε τό 1944. Ό ίδιος ό ποιητής εξηγεί γιατί διάλεξε νά τή δώσει εκείνη τήν εποχή (γράφτηκε τόν Αύ­ γουστο τού 1940): Γι’ αυτό καί τότε νπακυύοντας σέ μιάν ώθηση εσωτερικήν άνέν-

Βιβλιογραίρίες ’Αγγέλου Σικελιανοΰ 1. Γ. Κ. Κατσίμπαλη: Βιβλιογραφία Α. Σικελιανού, ’Αθήνα 1946. 2. Γ. Κ. Κατσίμπαλη: Συμπλήρωμα Βιβλιο­ γραφίας Α. Σικελιανοΰ. Περ. «Νέα Εστία», Χριστούγεννα 1952. 3. Φ. Γιοφύλλη: Συμπλήρωση οτή Βιβλιο­ γραφία Α. Σικελιανοΰ. Περ. «Ό Βιβλιόφι­ λος» Ε', I, Ίανουάριος-Μάρτιος 1951, σελ. 6. 4. Γ. II. Σαββίδη, Βιβλιογραφικά στόν Σικελιανό (1909-1945). Έπιθεώρηοις «Ήώς», ’Αφιέρωμα Εϋας Σικελιανοΰ, Αθήνα, 1966, σελ. 305-336 |καί Ανάτυπο]. 5. Αημήτρη Λαοκαλόπουλου: Βιβλιογρα­ φικά "Ετους Σικελιανοΰ, περ. Διαβάζω 46, Σεπτέμβριος-Όκτώβριος 19Η1. 6. Ρίτσας Ψράγκου-Κικίλια: Συμβολή οτή Βιβλιογραφία τού Α. Σικελιανοΰ (ύπό έκ­ δοση).


δοτή, διάλεξα γιά νά φωτίσω καί στην ϊόια τήν ψνχή μου καί στους άλλους μιά ιστο­ ρικά ομόλογη μέ τή δική μας εποχή, τό Μ ύθο τής Σ ί β υ λ λ α ς . 67 'Η Σίβυλλα είναι Αφιερωμένη «Τής ΑΝ­ ΝΑΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΥ, πού παραστάθηκε άγρυπνη στή γένεση τής τραγωδίας αυ­ τής».66 Τί παράξενα πράγματα φέρνει ή ζωή ή, καλύτερα, πόσο παράξενη, παράλογη καί ίονεσκική είναι ή ζωή. Πόσοι ρινόκεροι δέν κυκλοφορούν άθέατοι στούς δρόμους μας, πόσες φαλακρές τραγουδίστριες δέν περιμέ­ νουν άπλά ένα σύνθημα γιά ν' άρχίσουν νά χτενίζονται, πόσες καρέκλες καί θώκοι είναι ουσιαστικά άδειοι ένώ τά δικά μας μάτια τούς βλέπουν γεμάτους. Έτσι καί τής Ά ννα ς τής άφιερώθηκε ή Σίβυλλα. Τής Ά ννα ς πού ούτε «μαίνεται στόματι ούτε φθέγγεται άγέλαστα καί άκαλλώπιστα καί άμύριστα». Τής "Αννας θά τής ταίριαζε μιά πηλιορίτικη Παναγιά κάποιου ξωκκλησιού, μιά Παναγιά αιώνια Θηλύτητα καί θεία υπομονή. Τό κεντρικό πρόσωπο τής τραγωδίας εί­ ναι ή Δελφική Σίβυλλα, πού ό χρησμός της συμβολίζει τή γενικότερη μελλοντική λύ­ τρωση, καί τό έπεισόδιο γύρω άπό τό όποιο πλέχτηκε τό έργο είναι ή μετάβαση τού Νέ­ ρωνα, τού δεσποτισμσύ δηλαδή τής άλογης βίας, τού καισαρισμού, τής έσωτερικής κι έξωτερικής καταστροφής. Απέναντι του ύψωσε ή Σίβυλλα προφητικά τό άνάστημά της καί τού μάντεψε τά όσα τόν περίμεναν δεινά. Έργο συμβολικό καί έπίκαιρο και προ­ φητικό γιά τόν έπερχόμενο σιδερόφραχτο τότε (1940) καταχτητή. Ή Σίβυλλα, γράφ ­ τηκε μετά άπό έξαντλητική μελέτη έλλήνων καί λατίνων άρχαίων συγγραφέων. Ό Σικελιανός ξαναδιάβασε τότε τόν Πλούταρχο, τόν Παυσανία, τό Αιώνα τέ>ν Κάσα to, τό Σώπατρο, τό Σουετώνιο, τό Λουκιανό, τόν Ίάκιτο, τόν Πλίνιο, τό Σ ινικά.6'' Σημαντικό μέρος διαδραματίζουν οί «άπό Δευκαλίωνος "Οσιοι», ό Νίχανδρος, ό Τελέσφιορος, ό Άργίλαος, ό Κράτης, ό Πύθιος, όπως καί ό Κλούβιος Ρούφος, ό Τιγελλίνος. 6 Κεντυρίων, ό Νεωχόρος. οί τρεις Ά γ γ ε ­ λοι. Ό Πυθαγόρας, ό Γερηνός. ό Σπόρος, ή Καλβίιι Κριοπιλίνα (πού είναι βουβά πρόσωπα). Τό χορό Αποτελεί ό λαός καθώς καί οί μουσικοί τού ναού. II Σίβυλλα είναι έργο πού Αποπνέει δύ­ ναμη, Αντίστασή καί τελική νίκη II κολα­ κεία βέβαια γιά τό δικτάτορα-αύτοκράτοςια

είναι φανερή. Καθώς πλησιάζει πρός τούς Δελφούς άκούγονται οί φωνές τών υποτε­ λών του: Όλυμπιονίκη! Ίσθμιονίκη! Νεμεονίκη! Ό Καΐσαρ ό καλός! Ό Πύθιος, τώρα! Π ιό πάνω κι άπό Πύθιος! Παντονίκης!70 Κι όταν ό Νέρων πλησιάζει πρός τούς Δελφούς, «ή ιαχή κορυφώνεται»: Λευτερωτή! Πατέρα! Νέρωνα Ηλιε! Νεότατε Ήλιε! ’Αθάνατε 'Ήλιε! 'Ανίκητε Ήλιε! Είναι τραγικό σέ ποιό σημείο γελοιότητας κατεβάζει ό φόβος ή ή προσμονή τής Απονομής όφικίων τήν άνθρώπινη προσωπικό­ τητα. Ακόμα κι ό "Οσιος Νίκαντρος τόν προσφωνεί ’Αναγαλλιάζει κι ό Όλυμπος οτόν έρχομσ Σου! Μά κι αυτόν ό Κλούβιος Ρούφος Τ° ν προσβάλλει, τόν διακόπτει άπότομα καί ζ’Τ τάει νά δει τή Σίβυλλα. Τό ίδιο κι οΐ Αυγουσταϊοι. τό ίδιο κι ό λαός. Κι ή Σίβυλλα άνατρομαγμένη μέσα στό ίερό άδυτο όρμάε1 κι Αγκαλιάζει τόν Τρίποδα:

Ά!... ά!... Μή μ ' αφήνεις, μή!... Μήν παίρνεις άπό μέσα σου τό φώς Σου καί μ ί γιομίζεις δπως τό σκοτάδι γιομίζει ένα τυφλό! Ο π ου μέ πάς πηγαίνω!... Μά αλί. μέ οτοέη εις τώρα, τής Μυκήνας νά ΙΑώ τά ίρείπια τάχα, καί του Ορέοτη νά βρώ τ' έιχναρια, Απόλλωνα μπροστά μον; Τί αύτή ή κραυγή, λέαινας κι άν είναι ή τι’ Υρης. φωνή είναι άκόμα μάνας!... «Χτύπο, χεύπα μι ς στήν κοιλιά, καί νά μπιί τό μαχαίρι βαθιά κι ιύομε τό κόκαλο, νά σκίσει τή Ι'ήτρα τό πικρό θεριό πού /γέννα!.·· πριν έρθω ή μέρα τού καθαρμού που Iο υ [ Απόλλωνα] ’

έχιις τάξει

τής ενότητας αύτής πού διάσπασε ή παθο­ λογική υπερτροφία τής πόλης πού, έχοντας υψώσει θεούς της καί θεσμούς της τή Φιλαργυρία, τή Λαιμαργία, τή Λαγνεία, τήν ’Οκνηρία, τά ενσαρκώνει καί τά συγκεν­ τρώνει κληρονομικά σ’ έναν άνθρωπο: ατό Αόγια προφητικά πού κατατρόμαξαν τό Νέρωνα Αντοκράτορα.74 Μετά τούς τόσους Νέρωνα, λόγια πού κάνουν νά τρέμουν τα σταυρικούς θανάτους ό θάνατος τού Χρι­ πόδια τού κάθε παράφρονα δυνάστη, λόγια στού γίνεται ένα τεράστιο Σύμβολο. Κάτω προμήνυμα τής λευτεριάς. άπ’ αύτό τό σύμβολο πρέπει νά μαζευτούν οί άνθρωποι νά κατανοήσουν τή σημασία του καί νά ενωθούν με το Χριστό, όπως παδ) Ό Χριστός στή Ρώμη λιότερα μέ τό Διόνυσο. Στήν τραγωδία αύτή Τό 1946 τυπώνεται Ό Χρίστος στή Ρώμη. φαίνεται πώς ή βία καί ή στυγνότητα θά εί­ ναι πάντα Αντίπαλες μέ τή γλυκύτητα καί Ή σημαντικότερη καί ή πιό ^ σ ο ν ρ γ ικ η συμβολή τού Σικελίανοϋ οτόν ΧρΜτηανιπο τήν καλοσύνη. Μέ δυό λόγια, μέ τήν Αγάπη. Ό μαρτυρικός θάνατος τού ηγέτη Μύθο βρίσκεται στις δυο τραγωι ιις είναι αύτός πού καταλύει τή διάσπαση καί έγραψε τό 1945 καί 1946, ^ Ρ<στος Ρώμη καί Χριστός Λυόμενος η Ο Θα\αι ς πού φέρνει τήν ενότητα: τον Διγενή καί οί όποιες πάντως αποτε τό επιστέγασμα τής παραγνωρισμένης ποιη­ τικής δραματουργίας του, κυρίως γνωστής άπό τήν άνιση Σίβυλλα. t . , Ο ΙΗΣΟΥΣ Στις δύο αυτές τραγωδίες, ο Σικελιανος επιτέλους ξεπέρααε τόν πειρασμό του «πέμ­ Σάς ζάλισεν ό πόνος μου. Ζυγώσατε τή πτου Ευαγγελιστή» (πού ακόμα υποφώσκει νίκη, οτόν άπελπισμένο μεσσιανισμό της Σίβυλ­ μά ίδές π' άκόμα, άλίμονο, νειρευεστε τό λας), πειρασμό πού ό Καζαντζάκης στάθηκε θάρρος... άνήμπορος νά τόν υπερνικήσει ως το τέλος. Μεθύστε πιά άπό μένανε κι αφήστε τό Ό Χριστός στή Ρώμη βασίζεται χαλαρ σταυρό μου στίς Πράξεις, άλλά πραγματικό αντιπαραΤί εγώ εΐμ’ επάνω άπ' τό σταυρό κι άπάνω τάσσει τούς πρώτους Χριστιανούς στω άπ' τά καρφιά μου, Καισαροπαπισμό τού Νέρωνα, με τροπο σά μέγα κλήμα τά τσαμπιά πόχει βαριά κρε­ πολύ πιό άποτελεσματικο άπο ό τι ανμι5α μάσει νει ιιέ τούς είδωλολάτρες αδελφούς τους καί τό κρασί τής πιό τρανής θά σάς ποτίσει στήν Σίβυλλα. ’Επίσης τελείως εξαιρετικά Μέθης. γιά τό Σικελιανό τούτη ή τραγωδία δεν εχει Μέ μένα άν ενωθήκατε, κι ολον τόν κόσμο όοατόν, άτομικό πρωταγωνιστή. Η σταύ­ ενώστε... ρωση κυριολεκτικά άναπαριστανεται απο μιά ομάδα Μυστών, άλλά τό Μυστήριο της ο ι ΜΥΣΤΕΣ Μετάληψης διακόπτεται άπότομα απο το πειναομένο πλήθος. ίλς και τό μ άρτι ριο Καί πώς: τού Πέτρου είναι απλώς ένα επεισόδιό στον συλλογικό άγώνα Εβραίων και Ελλήνων ο ΙΗΣΟΥΣ γιά μιά έξοδο πρός τά Νέα Ιεροσόλυμα. Τά πρόσωπα τής τραγωδίας είναι: Απο­ Μ' ένα απειρί σταριού, τήν ίδια μου τή συνάγωγοι άπό τις συναγωγές τής Ρώμης, σάρκα■ ένας Ιουδαίος μυημένος στις έλληνικές μέ μιά γουλιά βαριά κρασί, τό ίδιο μου τό ιδέες, "Ελληνες, δ Νΐρωνας καί ό Ιουδαίος γαίμα.75 ψευτοσύμβουλός του, ό IΙέτρος, ό χορός τών Καί τούτη δώ ή τραγωδία είναι ένα κήρυ­ ► Μυστών, ό ίιποκρινόμενος τόν Ιησού, χορός γμα ειρήνης. Ειρήνης -μέ τήν πλατύτερη έν­ άντρών καί γυναικών, ό Κεντυρίωνας, Ιου­ νοια χριστιανικής, σύνδεση τού πνεύματος δαίοι πού πρόσκεινται στή ρωμαϊκή νοοκαί τής ζωής, ένότητα αυτών τών δύο μέσα )πία δύο Άγγελοι καί βουβά πρόσωπα. σ' έναν άνθρωπο, μέσα σ' δλους τούς Αν­ ' ,ήν εισαγωγή του ό Σικελιανος μιλάει θρώπους. "Ετσι τό Παν γίνεται Ενα. ή δίψα τής ουμπαντικής «Ενότητας»,

προαιώνια καί π' όλόκαιρο θά ςώοει τό φοβερό ερπετό, θά τ αναγκάσει νά δαγκωθεί μέ τά ϊόια τον τά δόντια ^ καί νά χαθεί άπ' τό ΐόιο του φαρμάκι.

59


ε) Ό θάνατος τοϋ Διγενή Γιά τό θάνατο τον Διγενή ό ίδιος ό Σικελιανός λέει στό προλογικό του σημείωμα ότι Η μυθική μορφή τον Διγενή όέν πήρε όλη της τή σημασία γιά με παρά μονάχα όταν, έπειτα από τό διάβασμα δλιυν τών γνωστών ώς τό 1942 κειμένων, ή μονογραφία τον Βέλγον βυζαντινολόγον Henri Gregoire, π ον είδε τό φώς τόν ίδιο χρόνο στην ’Αμε­ ρική (καί π ον τή διάβασα τρία χρόνια αρ­ γότερα), μον τήν έφώτισε ώς τήν κορυφαία μορφή, πού ή θρήσκεντικοπολιτική αίρεση τών Παυλικιανών, όπως λέει ό Gregoire. φαντάστηκε νά πάρει κεντρικό ήρωά της. 76 Εδώ ό ποιητής άναφέρεται ατό έργο τοϋ Henri Gregoire Ο Διγενής 'Ακρίτας. Ή Βυ­ ζαντινή εποποιία στήν ιστορία καί στήν ποίηση. Νέα Ύόρκη, 1942, έκδ. «Εθνικού Κήρυκος».77 Τό έργο λοιπόν γράφτηκε μεταξύ τών έτων 1945 καί 1947. Κατά τόν Κώστα Γεωργουσόπουλο, τό 1946 είναι ή χρονιά πού συστηματικά ό Σικελιανός συνθέτει τήν «Τραγωδία» τον. Καί βάζει τή λέξη τραγω­ δία μέσα σέ εισαγωγικά γιατί -καί σωστάδέν της άναγνωρίζει παρά μόνο τά έξωτερικά γνωρίσματα τής δομής τής άρχαίας τραγωδίας, ένώ λείπει ή ύβρις, που έχει αντικατασταθεϊ άπό τό σκάνδαλο, τό όποιο όμως δικαιώνεται καί θριαμβεύει. Ετσι ο θάνατος τού Διγενή χαρακτηρίζεται άπό τόν Κ. I . ώς ηθολογία, μιά moraliie, ή αναπαράσταση τον αγώνα ενός μάοτνοα τον πανανθρώπινου Μαρτυρολογίου, 7* Εχουμε καί δώ ένα πλήθος προσώπων πού λαβαίνουν μέρος στό έργο, μεταξύ τών οποίων σημαντικό μέρος διαδραματίζουν ό Διγενής, ή Βδοκιά, ό Βασίλειος, άλλοι ήρωες τού άκριτικοΰ κύκλου, δεσποτάδες, αύλικοί κλπ. Αντλώντας άπό ιστορικά στοιχεία ό ποιητής αποδεικνυει τή διάσταση πού υπήρχε ανάμεσα άπό τό θεοκρατούμι νο Βυ­ ζάντιο μι τήν άντιλαίκότητά του, άπό τό Βυζάντιο των «άκρων» πού άνάπνιι η ε ­ νικά καί σκέπτονταν ελεύθερα («αιρετικά·· ιπομένως) και που για το λόγο αυτό πραγματσποιουσι όγάλι-ιιγάλι i να ουσιαστικό Ο-ελληνισμό τού Χριστιανισμού ™ Σί συνάντηση του Βασιλείου μέ τό Διγενή ό Ακρίτας του λέει: Ισγιάζω ξάφνου, Βασιλιά, σό να y οβήθης Μα ήσύχασι μ' αύτα που θά σου πω Απ' τα ϊόδοιιά σου Μ

μακρά ώς έζήσαμε κ' έλεντεροι άπό πάντα, Μ στόν τόπο τούτον ορκιστήκαμε κοράκι νά μή διαβεϊ, μηδέ ψοφίμι νά μυρίσει στά χώματά μας... Τό στρατό σου νά πα­ λέψω δέν καταδέχομαι. Τί αν μπρος άπ' τόν κα­ θένα πού σέ κοιτάμε βάλεις εκατό, γιά νά 'μπει ό φόβος μέσα τους, καί ξάφνου σάν κοπάδι χωρίς βοσκόν άπό μιά πέτρα νά σκορπίσει τ ασκέρι σου, φτάνει ένα βούκινο ν' άχήσει. φτάνει μονάχα μιά κραυγή παλικαριού μον νά τού πετρώσει τήν καοδιά μέσα στά στήθη.™ Τό τέλος όμως τοϋ Διγενή είναι, όπως καί στήν παράδοση, άναπόφευχτο. Μέ τή δια­ φορά πώς γιά τό Σικελιανό ό Θάνατος μεταμορφώνεται βαθιά μας σέ θεϊκή ελευ­ θερία γιά τό θάνατο.8' Καί όπως πάντα, ό ποιητής είν' απ' τούς πρώτους πού άποδέχΐται ελεύθερα τό θάνατο, άν μέ τούτη τήν άποδοχή του πρόκειται νά με}’αλώαει ή ποίηση, πού ναι σύγχρονα δική του (ίσο x‘ ολόκληρου τού λαού του.82

στ) ’Ασκληπιός Σύμφωνα μέ μαρτυρία τού Φώτου 1 ιο* φύλλη ή τελευταία -μέχρι τώρα- γνωστή τραγωδία τού Σικελιανού ’Ασκληπιός άρ­ χισε νά γράφεται τό 1917.81 ’Επίσης ό Γ. Π· Σαββίδης υπενθυμίζει πώς Καθώς είναι γνωστό ό Σικελιανός πιθανέ ένώ άγωνιςοταν νά τελειώσει (ή νά ξαναγράψει:) το·' Ασκληπιό, αποσπάσματα τού οποίου εΐ'/.1 αρχίσει νά δημοσιεύει από τό 1919.84 y Πρόλογος στήν «ήμιτελή» αυτή τραγωδία δημοσιεύτηκε γιά πρώτη φορά στο αηά­ ρωμά στόν Αγγελο Σικελιανό τού περιοδι­ κού Νέα Εστία, τά Χριστούγεννα τού 19·“'(οελ. 53-58). 'Ο ποιητής προτάσσει ώς |·ι,τ° τούς στίχους τού Ι'ίλκε: Καί δωσ μας έπειτα - κατόπι άπ όλες tic ωδίνες που γνωρίσανε σί γυναΐκι c τή βαριά μητρότητα τού όνδρός. ** Πρόκειται γιά τούς οτίχους mill girl· mis jctzt much oiler Wciher Welt·’") ih's Mcnschvn enisle Mntfcrsehttfl M Kilkc. Dus Much von ilen Anno, uml void fod c, 1903) τοι*ς όποιους ό Σ* λιανός γνώριζε προφανώς άπό ΜετάφρβΜτη. Ή υπόθεση τή; τραγ<

ανάγεται στόν 4ο μ.Χ. αιώνα, τή χρονική στιγμή δηλαδή κατά τήν οποία πραγματο­ ποιείται ή οριστική σύγκρουση Ανάμεσα στο χριστιανισμό καί τήν αρχαία θρησκεία. Τα ελληνικά ιερά έχουν όλα καταργηθεϊ και το μόνο πού άπομένει είναι τό ’Ασκληπιείο τής Επίδαυρου. Κι αυτό γιατί ό άνθρωπος εί­ ναι ικανός νά πιστέψει στόν όποιο θεο η μάγο ή άγύρτη προκειμένου νά ξαναποχτήσει τή χαμένη υγεία του. Βέβαια ό ποιητής δέν στέκεται εκεί. Καί στό έργο αυτό υπάρ­ χουν συμβολικές προεκτάσεις,^ είναι ένας προβληματισμός του πάνω στή ζωή καί στο θάνατο, είναι τό αιώνιο υπαρξιακό πρό­ βλημα, είναι τό πρόβλημα τής 'Υγείας τής γενικότερης, τοϋ ανθρώπου καί του έθνους, είναι μιά πυκνή άνατοποθέτηση τών άξιών πού ή βοηθούσαν, ή εμπόδιζαν τήν ορθή βιολογική άνάπτυξη τού “Εθνους μας. Εί­ ναι μιά «μελέτη θανάτου» καί τό παντοτινό ερώτημα, τό άπαντημένο άπό τόν ποιητη μας. ’Αλλά χωρίς άλλο, ό κάθε αληθινός ποιητής χρειάζεται ένα δικό του δρόμο για νά φτάσει ένα «δικό τον θάνατο», ένα θά­ νατο πού, καθώς πάλι λέει ό ίδιος Ριλκε, εί­ ναι «ό καρπός πού ολόγυρά του στρέφεται τό πάυ»87 Κι άν μέ τό θάνατο τό θάνατο πατήσεις τής άγωνίας σου παίρνεις τότε τό στεφάνι. Ά ν αθλητής νά λάμψεις νέος γυρεύεις, δέξου τό θάνατο...88 Αυτές είναι οί μέχρι τώρα γνωστές τρα­ γωδίες τού Σικελιανού. Δέν ξέρω αν, έδώ στόν Άη-Γιάννη τού Πηλίου πού βρίσκομαι Απομονωμένη καί γράφω, είδε τό φως της δημοσιότητας μιά άκύμα, πού Ανακάλυψε γνωστός μελετητής τού ποιητή.

3. ΤΑ ΠΕΖΑ Τό πεζογραφικό έργο τού Αγγέλου Σικελιανού βρισκόταν, μέχρι τό 1978, σκόρπιο σέ έφημερίδες καί περιοδικά. Ά π ό τό 1978 ώςτό 1981 ό καθηγητής Γ. Π. Σαββίδης έξέδωοε τρεις τόμους τών πεζών καί αναμέ­ νονται καί οί υπόλοιποι. Μέ τά πεζά του, τίς τραγωδίες καί τόν καθαρό ποιητικό του λόγο ό Σικελιανός προσπαθεί νά Αποδείξει τήν ενότητα τής Παγκόσμιας Ψυχής. Λυτή τήν Παγκόσμια ό ποιητής τή θεωρούσε στην εποχή :ομματιαομένη καί Αγωνίστηκε μέ όσα ,διέθετε νά τήν έπαναιμέρει στήν πρω­

ταρχική της κατάσταση. ’Αγωνίστηκε νά δείξει στούς Ανθρώπους πώς είναι Άναρχη καί Ατελεύτητη, πώς τό Πάν είναι "Ενα καί πώς είναι δυνατόν -χωρίς πληγές καί σημά­ δια- νά ξανασυντεθούν τά διασπασμένα μέλη τού Διόνυσου, όπως έγινε στόν Αρχαίο ορφικό μύθο. Πολλοί είπαν πώς ό Σικελιανός έζησε μιά ουτοπία, έγραψε μιά ουτοπία. Ό μως πι­ στεύω πώς όλες οί μεγάλες ιδέες πού πραγματώθηκαν, ξεκίνησαν άπό μιά ουτοπία. Κι άν αύτή ή ουτοπία δώσει νόημα καί περιεχόμενο στή στεγνή καί στυγνή, άχαρη καί τεχνοκρατική εποχή μας, γιατί καί μεϊς νά μήν τή ζήσουμε; Κι άν ό Ντοστογιέφσκι έλεγε πώς ή ωραιότητα θά σώσει τόν κόσμο, γιατί αύτή ή ωραιότητα δέν βρίσκεται μέσα σ’ αυτό πού μάθαμε νά Αποκαλούμε «γνήσια καί καθαρή Ποίηση»;

1. Αναζητώντας τήν Παγκόσμια Ψυχή, έφ. Μεσημ­ βρινή, 17 Μαρτίου 1981. 2. Βλ, Παναγιωτόπουλον, 1. Μ., Άγγελος Σικελιανός

(ένας χαρακτηρισμός). Κότινος στόν Άγγελο Σικελιανό, «Τετράδια Ευθύνης», άρ. 11. ’Αθήνα 1980. σελ. 12-17. 3. Γιά τά οΙχογεναακά τον Σικελιανού, 6λ. θεοδώρου ~νόη, Άγγελος Σικελιανός, 'Αθήνα 21979, οελ. 9-14. 4. "Ο.π. σημ. 1. 5. Βλ. Ά γγελο ν Σικελιανού, α) 'Ομιλίες μέ τόν Rodin, περ. Γράμματα, Ά λεξανόριίας, Τόμ. 1, Γεν. 1912, οελ. 387-391. 6) Συνέχεια τής όμιλίας μου μέ τό Ro­

din καί αισθητικά σημειώματα, περ. Γράμματα, 'Αλεξάνδρειάς, Τόμ. Β \ Ά πρ. 1913-Ίούνιος 1914, οελ. 124-130. γ) Αύγουστος Ροντέν, περ. Γράμματα, Άλεξανόριίας, Τόμ. 4, Γεν. 1917-Ίονλ. 1918, οελ. 495-501. [Τό γ τυπώθηκε καί αύτοτελώς τό 1918] = α) Ά γγελο ν Σικελιανού, Πεζός Λόγος, Τόμ. Α ’, 'Αθήνα 1978, οελ. 35-40, Φιλολογική 'Επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδης, 6) = Πεζός Λόγος, ό.π. οελ. 41-52, γ) Πεζός Λόγος, ό.π. οελ. 53-01. 0. Τό 1921 ό Σικελιανός επισκέπτεται τήν Παλαιστίνη καί μελετάει τήν ιστορία της. 7. 'Ενδεικτικά αναφέρω μερικούς τίτλους δημοσιευμά­ των τής έποχής: α) Αεβάρης, Α. Σ. - 7 ζελέπης, Ε. Ν.:

Ά πό τήν μυσταγωγίαν τών Δελφών. Θριαμβευτική έπιτυχία τών Δελφικών Εορτών. Μεγαλειώδες τό ξαναζωντάνεμα τού άρχαίου ίλληνικου πνεύματος. Αί γνώμαι τών ξένων διανοουμένων. Τί έτηλεγράφησαν είςτό έξωτερικόν,ίφ. Ή Βραδυνή, 10 Μαίαν 1927. 6) Τσαμόπονλος, Α.: Εις τόν «Όμφαλόν τής γής». ΛΙ Δελφικοί Έορταί. Μεγαλειώδης έπιτυχία τής παραοτάοεως τοϋ «Προμηθέως». Οί χοροί καί τά τραγούδια των χωρικών. Ό ένθουσιαομός των ξένων. Άποθέωσις τού ζεύγους Σικελιανού, έη. Πρωία. 10 Μαίαν 1927. γ) Παράσχος, λλ. Μετά τήν Δελφικήν μυσταγωγίαν. Ή άναβίωσις τής έλληνικής ουνειδήοεως. Τί οφείλει ό κόσμος εις τήν Ελλάδα.

βΙ «


Όμιλεϊ άπό τών στηλών τής «Βραδυνής» ό μεγαλύ­ τερος έλληνιστής τής Γαλλίας κ. Μάριος Μενιέ, έφ. Ή Βραδυνή, 30 Μαΐον 1927. ό) G. Boissy, La sublime representation du -Promethee enchaine-./ιγ. Comirdia 11-5-1927. el 22-5-1927 e) Firnholzer. E. Festspieltage in Delphi. Die Emeuerung altgriechi· schen Geistes, i<p. Neue Wiener Zeitung, 21-5-1927. or) J. Esterlich. De las fiestas Delphicas. El discurso de Sikelianos. έφ. El Sol, 8-6-1927 ως 10-6-1927. 8. Βλ. Me νάρδον, Σ.: Λάγος στή συνεδρία τής ’Ακαδη­ μίας τής 25ης Μαρτ. [γιά τή βράβευση τον ζεύγους Σιχελιανού], έφ. ’Ελεύθερον Βήμα, 26 Μαρτ. 1929, χαί Πρακτικά τής ’Ακαδημίας ’Αθηνών, Τόμ. 4,

πρώτους του στίχους, έφ. ’Αθηναϊκά Νέα, 22 Νοεμ. 1934, χαί Ξύόης, δ.π., αημ. 3, σελ. 128. 20. Άγγελον Σιχελιανού, Ballades. 1-3, περ. Ό Διόνυ­ σος, Τόμ. 2, Άπρ. 1902, σελ. 211-212 = Λυρικός Βίος, Τόμ. Σ Τ , 1969, σελ. 15-17. 21. Πρόκειται γιά Απόσπασμα άπό τό ποίημα τού Alfred de Mussel (1810-1857) La nuit de Mai (1835), πού επιγράφεται Le Pelican:

λιανό, δ.π. οημ. 2, σελ. 38. Σιχελιανον, Λυρικός Βίος, Λ , 1965, οελ. 34. Ξύόης, δ.π. οημ. 3, σελ. 134-151. Σαββίόης, δ.π. σημ. 39, σελ. 309. Σαββίόης, δ.π. σημ. 2, σελ. 36. Μιχαηλίόη, Κ. Π., Οί φιλοσοφικές πηγές στην ποίηση χοΰ Αγγέλου Σιχελιανού, δ.π. οημ. 2, σελ.

77.

51. Ξύόης, δ.π. αημ. 3, οελ. 115 [γίνεται άναφορα στο Σεφέρη ]. 52. Σιχελιανον, Μήτηρ θεού, Λυρικός Βίος, Δ', 1965, οελ. 9. 53. Ό .π. σημ. 52, σελ. 37. 54. Γιά τή γενικότερη άντίληφη τον Σιχελιανού γιά την τραγωδία βλ. τον ίδιον, Στοχασμοί γύρω στήν Ιδέα

Lorsque le pelican, lasse d’un long voyage. Dans les brouillards du soir retourne a ses roseaux, Ses petits affames courent sur le rivage

1929, οελ. (92)-(93). Sombre et silencieux, itendu sur la pierre 9. Βλ. Ή Δελφική ’Ιδέα καί τό βραβείο Nobel [γιά νά Partageant a ses fils ses entrailles de pere προταθεί ό Σιχελιανός γιά τό βραβείο], περ. Ίόνιος Dans son amour sublime il berce sa douleur. ’Ανθολογία, έτος Γ', Μάρτ.-Άπρ. 1929, οελ. 58-59. 10. Δελφική Έκκληση (οελ. 13). Στό τέλος: Άγγελος Σιχελιανός. Poete, e ’est ainsi que font les grands poetes. 11. Περί συστάσεως Δελφικού όργανισμού, Νόμος 6323, Έφημερίς τής Κυβερνήσεως, 3 Νοεμ. 1934. Leurs declamations sont comme des epees: Τεύχος πρώτον, άριθ. 382. Elies tracent dans Pair un cercle eblouissant: 12. Π.χ. τά ποιήματα: α) 'Ιερά 'Οδός (1935), 6) Στ’ Mais il y pend toujours quelque goutte de sang. Όσιου Λουκά τό μοναστήρι, γ) Στό έρμο χωράφι έκεϊ στή Σαλαμίνα (1936), ό) Φθινόπωρο 1936, ε) 22. Ξύόη, δ.π. αημ. 3. οελ. 19. Carmen Occultum (1937), Ή αύτοκτονία τού Άτζε23. Μαλεβίτοη Χρήστου, Ό ’Αλαφροίσκιωτος Σικελιασιβάνο (1937), οτ) «Λιλίθ» (Ένα σύμβολο ή ό ύμνος νός, δ.π. αημ. 2, οελ. 54. τής Μεγάλης Εντολής) χ.ά. 24. [Γαβριηλίόης, Η ] Λακωνικά. Κάποια μέρα, [έγχώθ· 13. Ή Ελλη Λαμπρίόη (1898-1970) ήταν ένα έξαιρεσημείωμα γιά τόν Άλαφροίσκιωτο], έφ. Άχρόπολις· τιχ.άι άνήονχο πνεύμα. Φιλόλογος χαί φιλόσοφος, 15 Μαρτίου 1909. Εκπαιδευτικός, συγγραφέας φιλοσοφικών μελετών 25. Ά ναγνωστόπουλου, Γιάννη, Μιά εισαγωγή <πήν χαί μεταφράστρια υπήρξε ατενή φίλη τού Καζανποίηση καί τήν ποιητική τού 'Αγγέλου Σικελιανου, τζάχη χαθώς χαί τού ζεύγους Άγγ. χαί Άννας Σικε­ δ.π. αημ. 2. οελ. 104-105. λία νού. θ ά άξιζε πραγματικά νά γραφτεί μιά μονο­ 26. Άγγελον Σιχελιανού, ’Αλαφροίσκιωτος, Λύρα·®? γραφία, άπό μιά γυναίκα, γι' αύτή τή γυναίκα. Ή Βίος, Α 'Α θ ή ν α 1965, οελ. 87-88. Λαμπρίόη κυνηγήθηκε πολύ χαί άπό πολλούς χαί 27. Σιχελιανού, ’Αλαφροίσκιωτος.δ.π., αημ. 26, οελ. ° ' άτυχώς άπό άνθρώπονς τού πνεύματος. Καί σάν 28. Σιχελιανού, Ταξιδεύω μέ τό Διόνυσο. Λυρικός Βίο?· έπιστημόνιοοα χαί σάν γυναίκα καί σάν μάνα. Γι' Γ'. 'Αθήνα 1965. ο,λ. I I , α ϊτό λέω πώς μιά γυναίκα θά έπρεπε νά μπει βαθιά 29. Σιχελιανού, 'Ανεβαίνοντας τόν Όλυμπο, δ.π σήθστή ζωή χαί ατό έργο της, έπειόή υπάρχουν μερικές 28, οελ. 33. λεπταίσθητες Αποχρώσεις πού μόνο ή Ιόιαίτερη 30. Σιχελιανού, Τά χώματα, δ.π. αημ. 28, οελ 44 ευαισθησία μιας γυναίκας θά μπορούσε νά τις χιά ­ 31. Σιχελιανού, 'Ηρακλής, δ.π. αημ. 28, σελ. 51 σει. 32. Σιχελιανού, Αίμα τής φυλής μου, δ.π. αημ. 28, οε 14. Άγγελον Σιχελιανον, Γράμματα οτήν Άννα, Πρό­ 77. , λογος Άννας Σιχελιανον, 'Αθήνα 1980, οελ. 24. 33. Σιχελιανού, Τέλειος Πόθος, δ.π. αημ. 28, ό 15. Όπως π.χ α) Ή Ελληνική πνευματική έπιστρά127-128. λ τευση (τό όλοκληρωμένο νόημά της) [Ραόκχρωνιχή 34 Σιχελιανού, Χωριάτικος Γάμος, δ.π. αημ- 28, Of ομιλία ) περ. Νέα Εστία, Τόμ. 28, Χριστούγεννα 138-139 1940, σελ. 7-9. β) Τό σημερινό έλληνοκεντρικό 35. Σιχελιανού, δ π αημ 34. οελ. 143. πνευματικό μας αίτημα, περ. Νέα Εστία, Τόμ. 21, I 36 Ξύόης. δ.π. οημ. 3, σελ. 74. „ χαί 15 Μαρτίου 1941. σελ. 362-364, γ) Κωοτής 11α37. Σιχελιανού. Ή Μετάληψη τού Έλενοίνιου λαμάς. Έχόόοεις «Άλφα», Αθήνα (Τυπώθηκε τόν χειίινα, δ.π, οημ 28, σελ. 165. , Ιούλιο τού 1943 ατό τυπογραφεία τής · 'Ελληνικής 38 Σιχελιανού. Λιόνυοος-Ίηοσύς, δ.π. οημ. 28. 01 Έχόοτιχής Εταιρείας» Α.Ε.) [Περιλαμβάνεται χαί 203. ή ομιλία πού έχανε ό Σιχελιανός τό 1936 στό πενην39 Σαββίόη Γ. I I . Βιβλιογραφικά στον Σικελιονό. ί-8 τάχρονο tor Παλαμα: Ό Παλαμάς άσχηιής καί μύθεώρησις Ήώς, 'Αφιέρωμα Εύας Σικτλκ,νι στης) Τό 1941 Ιπίοης κυκλοφορούν loulrrfiiouiiil τά Αθήνα 1966. οελ. 324, οημ 10. . _ι Αχριτιχά. οέ 100 Αντίτυπα γραμμένα μέ τό χέρι χαί 40 Βλ Ihc Delphic Word «The principle of >h« μέ £υλογραφ ire τού Σπ Βασιλείου. Ίοί- The Dedication. By Anuria ,ΜλέΙΙσυατ ri . 16 Ο πρώτος πανηγυρικός τής Απελευθέρωσης IIχή slated h\ Alma Herd Nr*· York Harold Vlnal σττ οί σάλπιγγες |Σεεί τέλος ) Άγγελος Σιχελιανός Puhlnhrn (1928). οελ |*| )|(/ ι I I πρώτη ραδιοφωνική ομιλία τής Απελευθέρωσης, 41 Ιό Κατορθωμένο Σώμα όημιχιιεύτηχε γιά *9 14-10-1944). Γ.χτύπωοις Εργοστασίου Α Βι τοίχου φορά στή συλλογή τών ποιημάτων εσύ Σικελία νάχη Λντίδωρο. ειί 1941, σείς σελ 50-34 17 Βλ Λόγος ατό «Συνέδρισν διά μίαν παγκόσμιον I ' Σιχελιανού, Άρμένισμα πρός τόν έαυτό μΟ®· ‘ ομοσπονδιακήν όργάνωσιν» στό Μαντραί τής 'Ελβε­ αημ 28, σελ 230 χαί 231 τίας, έφ Γό Βήμα χαί Ελευθερία, 31 Α ύγ 194 7 43 Σιχελιανού, Γιά τόν καινούργιο θερισμό του μ· , 18 Άγγελον Σκολιανού, Ή Ρωσική Ί πανάσταστι. Ευ κού Λοταχυού, δ π αημ 28. οελ 239 Ελευθερία, 7 Νοεμ 1945 44 Σύόης, Α π οημ J, σελ / 13 19 Ηλ Συνέντευξη μέ τήν ΑίμιΜα Καραβία γ,,ΐ τούς 43 ίαββίόη Γ 11 . Ό Χριστιανικός Μύθος ι,ΤΡ

62

46. 47. 48. 49. 50.

τής ’Αναγέννησης τής Τραγωδίας [άποσπάσματα γύρω άπό τόν άσυμπλήρωτο πρόλογο στήν «θυ­ μέλη»], θυμέλη, Τόμ. Α', 1970, οελ. 9-23. 55. 56. 57. 58. 59. 60. 61. 62. 63. 64.

ι

θυμέλη, δ.π. σημ. 54, σελ. 29. Ξύόης, δ.π. σημ. 3, σελ. 157. θυμέλη, δ.π. σημ. 54, σελ. 54-55. θυμέλη, Τόμ. Β ’, 1971, σελ. 9. Πρεβελάχη, Π., Τετρακόσια Γράμματα τού Καζαντζάκη στόν Πρεβελάκη, ’Αθήνα 1965, σελ. 506. θυμέλη Β \ δ.π. αημ. 58, σελ. 9. θυμέλη Β ’, δ.π. σημ. 58, σελ. 30. θυμέλη Β', δ.π. σημ. 58, σελ. 51. θυμέλη Β', δ.π. αημ. 58, σελ. 58-59. Θυμέλη Β', δ.π. αημ. 58, σελ. 64-65

65. 66. 67. 68. 69. 70. 71. 72. 73. 74. 75. 76.

θυμέλη Β \ δ.π. σημ. 58, σελ. 75. θυμέλη Β ’, δ.π. σημ. 58, σελ. 82. θυμέλη Α ', δ.π. σημ. 54, σελ. 65. Περ. Νέα Εστία, Τόμ. 35, 1 Ίαν. 1944, σελ. 8. θυμέλη Β', δ.π. σημ. 58, σελ. 63. θυμέλη Β \ δ.π. αημ. 58, οελ. 106. θυμέλη Β', δ.π. αημ. 58, σελ. 111. θυμέλη Β ’, δ.π. αημ. 58, σελ. 117, 120 χα ί 121. Σαββίόης, δ.π. σημ. 2, οελ. 41-42. θυμέλη Β ', δ.π. αημ. 58, σελ. 85. θυμέλη Β', δ.π. σημ. 58, οελ. 128. θυμέλη Γ , Αθήνα 1975, οελ. 9. 77. Βλ. χαί, Ρωμαίου Κ., Λαογραφία καί Σιχελιανός, περ. Νέα Εστία, Τόμ. 52, Χριστουγεννιάτικο τεύχος, σελ. 171. 78. Βλ. Γεωργουσόπονλον Κ., Ό «θάνατος τού Διγενή». ’Απόπειρα Ανάγνωσης, δ.π. σημ. 2, σελ. 85-89. 79. θυμέλη Γ', δ.π. σημ. 76, σελ. 14. 80. θυμέλη Γ', δ.π. σημ. 76, οελ. 81. 81 + 82. θυμέλη, Γ', δ.π. σημ. 76, σελ. 19 83. Βλ. Γράμματα τού Σιχελιανού. Μ' Εξηγητικά κεί­ μενα τού Φώτον Γιοφύλλη, Αθήνα 1952. 84. 85. 86. 87. 88.

Σαββίόης, δ.π. αημ. 39, σελ. 324, σημ. 13. θυμέλη Τ , δ.π. σημ. 76, οελ. 113. θυμέλη Γ', δ.π. αημ. 76, σελ. 121. θυμέλη Γ , δ.π. σημ. 76, σελ. 124. θυμέλη Γ , δ.π. σημ. 76, σελ. 149.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗΣ 1981 Έλλης Αλεξίου Γιά νά γίνει μεγάλος (Βιογραφικό) Καί υπέρ τών ζώντων (Διηγήματα) Βασιλική Δρυς (Αύτοβιογραφικό, Α' καί Β’ τόμος) Κατερειπωμένα Αρχοντικά (Διηγήματα) Θέμου Κορνάρου Θεσσαλονική, 9-11 τού Μάη 1936 (01 άγώνες τού Λαού) Έρμαν Έσσε Γερτρούδη Δάηινη Ντί Μωριέ Ρεβέκκα (Μυθιστόρημα) Γιάννη Γαλανού Διχασμένη Συνείδηση Κείμενα πολιτικής ψυχολογίας

Ζωοδόχου Πηγής 3, Αθήνα 142,

τηλ. 360.32.34 - 360.13.31 63


δας είναι γραμμένα ελληνικά. νοάυΆκολουθούν, σέ μετάφραση, Υέ μ ματα καί οί περικοπές που εχου X Η τήν προβολή στη Σουηδία του έργου το_ ποιητή καί τήν υποψηφιότητα α_ βραβεϊο Nobel. Ά π ό τα κείμενα " όχος τίθενται προκύπτει ό σημαντικός ρολοζ ενός άγνωστου στό εύρύτερο ^ ν ο σ ο υ η δ ο υ ελληνολάτρη, τού Borje Κηοε, γιά την άπο νομή τού βραβείου Nobel στον Αγγελο Σι κελωνό καί αντίθετα ή άρνητικη συμβολή κελιανο, κών καί άλλων κύκλων

Λιλή Κ. Άλιβιζάτου

Ό Άγγελος Σικελιανός και τό βραβείο Nobel

? Ζ μ·

64

,

"

S 7 .- n w

*

· ΐ ™ λ”-

Μελά. Στίς 6 Δεκεμβρίου 1944 (Αρχείο Γιώρ­ γου Θεοτοκά, Φ. 6, άρ. 269) ό Borje Knos γράφει στον Γ. Θεοτοκά: «(Είμαι) πολύ ευ τυχής άπό τά νέα σας και ελπίζω πως θα μπορέσω νά λάβω σύντομα, απο την Αγα­ πητή σας πατρίδα, βιβλία και πληροφορίες νιά τήν πνευματική ζωή, πληροφορίες που μού χρειάζονται πολύ, γιά νά εξαπλώσουμε εδώ μιά βαθύτερη γνώση τής νεοελληνικής

Μερικά καινούρια στοιχεία από τό άρχεΐο τού Γιώργου Θεοτοκά Κοντά σέ όσα γράφηκαν καί ειπώθηκαν τόν τελευταίο καιρό, μέ τήν εύκαιρία τών τριάντα χρόνω ν άπό τό θάνατο τού ’’Α γγέλου Σικελιανού, άς μου έπιτραπεί να παρουσιάσω μερικές άγνω στες ίσως λεπτομέρειες γύρω άπό τό θέμα τής ύποψηφιότητας τού ποιητή γιά τό βραβείο N obel, όπω ς προκύπτουν άπό τήν άλληλογραφία τού Γιώργου Θ εοτοκά μέ τόν Borje Kniis, στήν περίοδο 1945-1951, καθωζ καί ά πό τέσσερα γράμματα πού αντάλλαξαν τό 1946 ό πρέσβυς τής Έλλάβας^στή Σουηδία Ε π α μ εινώ νδ α ς Π ονάς μέ τόν Γιώργο Θεοτοκά. Τά γράμματα αύτά είναι καταχωρισμένα στούς φακέλους 6, 7 καί 8 τού άρχείου τού Γ. Θ εοτοκά, πού βρ>' σκεται στά χέρ ια τής οίκογένειάς του. καί κυκλοφόρησε τό «Δαιμόνιο» στά σουη­ Ό έλληνιστής καί συγγραφέας τής δικά. Ά π ό τότε ξεκινέι μιά άρκετά συχνή « Ιστορίας τής νέας έλληνικής λογοτεχνίας» άλληλογραφία μεταξύ τους, καί άπό τ0 Borje Knos, «Γραμματέας τού κράτους στό περιεχόμενο τών επιστολών βλέπει κάνε ? Υπουργείο τών Εκκλησιαστικών τής ότι γρήγορα δημιουργήθηκε άνι'ιμεσα ιττιυ'Σουηδίας», καθώς σημειώνει ό ίδιος σ' ένα γράμμα του. «... εντελώς αυθόρμητα, χωρίς δύο μιά άμοιβαία έκτίμηση. φιλία καί έμΛ στοούνη. Ό Β. Kniis συμβουλευόταν τον · καμμία παρακινήσει ή ήθική ένίσχυοη, πρό­ θυμος νά προσφέρη πολύτιμες υπηρεσίες θεοτοκά γιά πρόσωπα καί θέματα που *ι γιά τή διάδοση τών έλληνικών γραμμάτων χαν σχέση μέ τά νεοελληνικά γράμματα κα' οτίς χώρες τού βορρά» -όπως γράφει ό Γ. ό Γ. θεοτοκάς τόν έφερνε σέ έπαφη Μ*’ , θεοτοκάς σιόν πρέοβυ της Ελλάδας Έ. λΐ|νες συναδέλφους του καί τού γνωρίσι Tt Πανά- είναι έκεινος πού πρώτος υπέβαλε έργο τού ’Αγγέλου Σικελιανού. στή Σουηδική 'Ακαδημία τήν υποψηφιότητα II άλληλογραφία αυτή, πού κράτησι ώτού 'Αγγέλου Σικελιανού γιά τό βραβείο τι» θάνατο τού Γ. Θεοτοκά (30 "Οκτώβριο* Nobel. Ι96β), διακινούνταν άπό τό 1943 ώς Ή άλληλογραφία μεταξύ Β. Knos καί Γ. πρύιτη μετακατοχική περίοδο μέσω τι1' Θεοτοκά άρχίζει τό 1938. μέ άφορμή τή Ερυθροί' Σταυρού, φίλων πού ταξίδι υ< μετάφραση τού «Δαιμόνιου» του Ηιοτοκα στήν 'Ελλάδα καί τή Σουηδία ή με τ° 1 ^ ατά σουηδικά άπό τόν Β. Kniis. Διακόπτε­ πλωματικι'ι σάκο. ’Εκτός τ'ιπέ» τά δυο πρ·' ται τό 1940 καί ξαναρχίζει μέσω τής Σουη­ γράμματα του Β, Kniis πού είναι γραμθ'/by δικής Αποστολής τού Διεθνούς 'Ερυθροί1 έλληνικά (καί δέ θα μάς άπασχολήσι’ε^ Σταυρού τό 1943, μέ τήν είδηση ότι χίιρη όλα τά άλλα είναι γραμμένα γαλλικά στήν πρωτοβουλία τού Β, Kniis έκδοθηκτ γράμματα βέβαια μέ τόν πρέοίτυ τής ■'

Ζ

-

Τήν 1η Φεβρουάριου 1945 (Φ. 6, άρ. -77) Γιώργος θεοτοκάς ό Γ. Θεοτοκάς γράφει μεταξύ άλλων στον Β. Knos: «Σκέφθηκα ότι θά χαρείτε νά γνωρικρή μελέτη έπάνιυ στά έργα τού Σικελιανού, σετε τό έργο τού μεγάλου μας έν ζωή ποιητη μελέτη πού θά δημοσιευτεί τού χρόνου, στη Αγγέλου Σικελιανού (γεννημένου τό 1884). σουηδική έπιθεώρηση “Ord och Bild ( Σάς στέλνω τέσσερα άπό τά έργα του, Λόγοι καί είδη). Διάβασα τά έργα του με τη μεταξύ τών όποιων τό"Μήτηρ Θεού" συνμεγαλύτερη ευχαρίστηση, τά μετέφρασα οδευμένο άπό μία θαυμάσια γαλλική μετά­ σουηδικά, άλλά δυστυχώς ή ποίηση δεν φραση. Θά ήμουν πολύ περίεργος να μάθω πουλιέται πολύ έδώ καί κανένας έκδοτης δε τί εντύπωση σάς έκαμε αύτό τό ποίημα». θέλει νά άναλάβει (τήν έκδοσή τους)». Στίς 5 Μαρτίου 1945 (Φ. 6, άρ. 287) ο Γ. Στίς 13 Φεβρουάριου 1946 ό I . Θεοτοκάς Θεοτοκάς επανέρχεται στό θέμα Σικελιανού στέλνει τό άκόλουθο γράμμα στόν πρέοβυ καί γράφε, στόν Β. Kniis: « Ο κ. Δανιηλιτής Ελλάδας στή Στοκχόλμη Ε. Πανα (<». δης1 έχει τήν Ιδέα νά Ιδρύσουμε μια Ενωση 6, άρ. 357): γιά τήν καλλιέργεια τών πνευματικών σχέ­ «Φίλε Κύριε Πρέοβυ, σεων άνάμεαα στήν Ελλάδα και τις Σκι Σάς ευχαριστώ γιά τό γραμμα σας της δ.ναβικές χώρες. Μελετούμε το θέμα μέ μεΙανουάριον καί γιά τό βιβλίο του κ. Κνος, ο,κούς συναδέλφους. Ένδιαφερομαστε επ .τού είχατε τήν καλοσύνη νά μου μεταβιβά­ σης πολύ γιά τό θέμα τού βραβείου Nobel. σετε. Ζήτησα άπό τό Υπουργείο Ιυπου Δέν υπάρχει καμμιά Αμφιβολία ότι ο Σικεαντίγραφο τού έγγραφου σας υπ αριΗ. Ι Λ , λιανός θά έπρεπε νά είναι σήμερα ο υποψημά όέ μου τό έστειλαν ακόμη. Στον κ. Κνος Φ ,ος τής Ελλάδας. Είναι ή σημαντικότερη έστειλα φωτογραφία τον κ. Σικελιανού και ? ιτινότητα μέ διεθνή Αναγνώριση. Πιτόν έθεσα σ' έπαφή μέ του κ. ΙΙετοα/.η. () κοινός μας φίλος Κατσιμπαλης μου μ ί­ S E T T S ’*»»· U .. .. “ ,,,’,τύ τύ 1,11 στιγμή*, πιθανότητες.» λησε τελευταία γιά τό ζήτημα τής απονομής ι ,(υγ αυτή οντιοτού βραβείου Νόμπελ στήν Ελλάι)α. που ως φαίνεται αρχίζει πάλι νά συζητιέται. Ιο θέμα βέβαια είναι έξαιρετικά σημαντικό, καί ή ίθνική ωφέλεια πού μπορε, να προ· ^ η ρ ο ΐ ι ρ ί ε ς : «Έχω σκα<?ιά μ,ά μ" 65


κύψει απ' αυτό θά είναι πολύ μεγάλη. Τό Νόμπελ έχει τεράστιο γόητρο σ ’ όλο τόν κό­ σμο καί θά 'έπρεπε αντί} τή φορά νά βάλονμε όλα μας τά όννατά. Λέγεται ότι ή άποτυχία τής απονομής τον στόν Παλαμά πρό ετών οφείλεται στην αδιαφορία τον Κράτους, πού όέν ένίαχνσε καθόλον τις Ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Σήμερα ή γενική εντύπωση τον πνευματι­ κού κόσμον είναι ότι ό ένόεόειγμένος υπο­ ψήφιος είναι ό ”Αγγελος Σικελιανός. Λυτός άποτελεΐ τήν αναμφισβήτητη κορυφή τών ελληνικών γραμμάτων τής εποχής μας καί τό κύρος τον έξω άπό τήν 'Ελλάδα αυξάνει ολοένα. ”Εργα τον έχω στείλει ήδη στόν κ. Κνός, πού γράφει μιά σχετική μελέτη καί ετοιμάζει, νομίζω, καί μεταφράσεις ποιημά­ των μέ τή συνεργασία ενός Σουηδού ποιητή. Υπάρχει καί μία πολύ σημαντική εκλογή ποιημάτων τού Σικελιανού σέ γαλλική μετάφραση μέ σχόλια τού κ. Λεβέκ, πού ελ­ πίζω νά μήν άργήσει νά έκδοθεϊ. Ό Κατσίμπαλης κ' εγώ είμαστε στή διάθεσή σας γιά κάθε σχετική πληροφορία καί στηρί­ ζουμε μεγάλες ελπίδες στήν ηθική συνδρομή σας. Μέ πολλούς χαιρετισμούς Γ. θεοτοκάς» Στις 17 Μαρτίου 1946 (Φ. 6, άρ. 362) ό Β. Knos γράφει στόν Γ. θεοτοκά: «Θά ήθελα νά σάς έπισημάνω -έντελώς μεταξύ μας- ότι υπέβαλα ήβη τήν υποψηφιότητα τού κ. Σικελιανού γιά τό βραβείο Nobel. Ό μόνιμος Γραμματέας τής Σουηδικής Ακα­ δημίας -οργανισμού πού κάνει τήν άπονομή- δέχτηκε τήν πρότασή μου μέ πολύ καλή διάθεση καί ή Ακαδημία θά μελετήσει μέ ιδιαίτερη προσοχή τό θέμα. Αέν ξέρω ποιό θά είναι τό Αποτέλεσμα, άλλά σάς βε­ βαιώνω ότι θά κάνω ό,τι είναι δυνατό γιά νά προετοιμαστεί ή έπιτυχία του διαβήμα­ τος μου. Παρ' όλα αύτά Αγνοώ τί σκέπτον­ ται τά άλλα μέλη τής Ακαδημίας. II άπόψαση δέν θά ληφ θει παρά μόνο κατά τό τέ­ λος τού χρόνου. Μοΰ είπαν ότι ό κ. Leve­ sque. τής Γαλλικής ‘Αρχαιολογικής Σχολής (τής Αθήνας), έκδίδιτ μία μετάφραση των έργων του Σικελιανού. θ ά ήταν έπιθυμητό άν ό έκδοτης μπορούσε νά στείλει μερικά αντίτυπα στή Σουηδία. ‘Αν τα λάβω, θά μπορέσω νι* τά μοιράσω στά ι'ιρμι'ιδια πρόσωπα». Ί'ίς ίδιες μέρες. IX Μαρτίου 1946 (Φ. 6. άρ. 363). άπαντά ί> πρέσβυς Ί·π, ΙΙανάς 66

στόν Γ. Θεοτοκά: «Φίλε Κύριε Θεοτοκά, Ευχαρίστως έλαβα τό γράμμα σας. Εις τόν έξάόελφόν μου Γ. Κατσίμπαλην πέστε τον, στις παρακαλώ, μαζί μέ τούς χαιρετι­ σμούς μου ότι καθ’ α έχω πληροφορηθή ή 'Ακαδημία Nobel ήαχολήθη μέ τό φιλολογι­ κόν έργον τού κ. Σικελιανού. Νομίζω ότι αφού λάβητε γνώσιν τού εγ­ γράφου πού σάς έγραψα θά πρέπη να γραφή εις τόν τύπον ότι τό φιλολογικόν βραβείον Nobel άπενεμήθη εις τόν Δανόν συγγραφέα Johannes Jensen διά τό 1944 καί τήν Χιλιανήν ποιήτριαν καί φιλόλογον Gabriella Mistral διά τό 1945, ότι λόγω του παγκοσμίου πολέμου δέν μπόρεσε νά τεθή ύποψηφιότης διά τόν Παλαμάν καί ότι θα πρέπη ή Σουηδία νά λάβη ύπ’ όψιν της Χψ ' διεθνή φήμην τού μεγαλυτέρου έν ζωή Ελ­ ληνας ποιητού τού δοξάζοντος τήν Πατρίδα όπως οί ήρωες τής ’Αλβανίας έδόξασαν τήν Ελλάδα κατά τόν κατακτητικόν Ενάντιον τής Ελλάδος πόλεμον τού άξονος. Σάς δίδω έν όλίγοις στοιχεία τήν άνάπτυξιν των όποιων γνωρίζετε σείς καλλίτερα. Η άρθρογραφία νομίζω ότι πρέπει να εί­ ναι επιμελημένη καί σ υ ν ε χ ή ς . Επιο>Ε παρακαλώ πολύ νά μοΰ αταλή ή μελετη Levesque μόλις έκδοθή. Ό εδώ Πρέσβυς τής Γαλλίας ένθερμ0φιλέλλην μοΰ έδειξε στό γραφείου τον τ γαλλικόν έργον τού φίλ.ου μας Έλύτη. κ ° λόν θά είναι νά φροντίοη ό έξάδελφος S(l τσίμπαλης νά μοΰ στείλετε γαλλικός μ1Τ<1 φράσεις έργων διά σχετικήν προπαγάνδαν Ο κ. Knos μου είπεν σήμερα ότι ελα 11 γράμμα σας. Μί φιλικός προσρη<’“ '-

Έ. Πανάς»

Τήν 1η Μαίου 1946 (Φ. 6. άρ. 372) ό Θεοτοκάς γράφ ει στόν Β. Knos: Υπήρξαμε πολύ ευτυχείς πού μάθιψ1 ότι θέσατε ίαείς τήν ύποψηφιότητα του χ· Σικελιανού γιά το βραβείο Nobel. Είναι ι 1 θέμα πού έχουμι στήν καρδιά και όλη Ί I λλαδα θα σάς ιυγνωμονι i άν τά δια ΟΙ οατά σας ι πιτυχουν. () ΙΙαλαμάε ήταν τρεώ χρονιές ύΛοψήφιος, δυστυχώς χωρίς άπι> ^ λτομα. Ο Σικελιανός ίχει χωρίς άμψΐβοΑ,η τους Ιδιους τίτλους. Αναγνωρίζεται ατμοί" "πιί όλο τον πνευματικέ! κέκιμο οάν κοΰ11^ της ζωντανής μας λσγοτιχνίσς και αρχ νά Ιχιι διεθνές κύρος Από το Λλλο μ* 7 άνιςαρτητη καί θαρραλέα στάση tol

δικής ’Ακαδημίας. Η 'Ακαδημία θά Εξετά­ σει τώρα τήν πρόταση. Σάς ευχαριστώ άπει­ ροι ς πού θελήσατε νά μοΰ στείλετε τά συμ­ πληρωματικά στοιχεία Επάνω στό Σικελιανό, ειδικά τις μεταφράσεις του κ. Leve­ sque. Μόλις τις λάβω θά τις διαβιβάσω στήν 'Ακαδημία. Πήρα τό θάρρος νά σάς στείλω, μέσω τού διπλωματικού σάκου, μία μικρή μελέτη, πολύ ταπεινή, πού έκαμα γιά τόν κ. Σικελιανό, γιά νά τόν παρουσιάσω στό σουηδικό κοινό. ’Επίσης θά κάμω, σέ κα­ μιά δεκαριά μέρες, μιά διάλεξη γι' αυτόν στή Στοκχόλμη. Νά είστε βέβαιος ότι θά κά­ νουμε ό,τι μπορούμε. Τό άποτέλεσμα όμως έξαρτάται άπό τούς ακαδημαϊκούς, επάνω στους όποιους δέν έχω δυστυχώς καμία επιρροή. Παρ ο/, αυτα, είμαι εξαιρετικά ευτυχής νά ξέρω ότι ή πρότασή μου θά υπο­ στηριχτεί άπό τήν Εταιρία 'Ελλήνων Λογο­ τεχνών». Τήν ίδια μέρα. 10 Μαίου 1946 (Ψ. 6, άρ. 395). γράφει καί ό πρέσβυς Έπ. Πανάς στόν Γ. Θεοτοκά: «Φίλε κύριε Θεοτοκά, Εις άπάντησιν τής Επιστολής σας τής 2 τρέχοντος, ήν λίαν ευχαρίστως άνέγνωσα, σπεύδω νά σάς πληροφορήσω ότι επισκυ­ φθείς τόν Ισόβιον Γραμματέα τής Ακαδη­ μίας Nobel κ. Osterling επέδωσα αύτώ τά έργα τού κ. Ά γγ. Σικελιανού εξάρας καταλ­ λήλως καί διά μακρών τό πρωτότυπον έργον τού μεγάλου μας ποιητου. Νομίζω ότι πρέπει νά σταλή καί τό ποίημα τού Σικελιανού Επί τώ θανάτω του Παλαμά ένα τώ δώσω καί αυτό καθώς καί ό,τι άλλο χρήσιμον στοιχεϊον. Εισηγητής τής συγγραφικής εργασίας του κ. Σικελιανού θά είναι, ως έμαθαν, ό καθη­ γητής τής ελληνικής εις τό πανεπιστήμιου τής Lund κ. Wifstrand, δν λογαριάζω νά Επισκεφθώ. Τό τελευταίου μεταξύ μας. Τό γράμμα αυτό είναι τό τελευταίο τού 1 . Θέλω σάς τηρήση Ενήμερου πόσης περαι­ τέρω Ενταύθα Εξελίξεως. Θεοτοκά γιά τό ζήτημα Σικελιανού πού Μέ φιλικός προσρήσεις ύπ άρχει στό Αρχείο. Μεταγενέστερα υπάρ­ Έπ. Πανάς χουν άσιμαλώς καί άλλα, γιατί τα Αναφέρει Υ.Γ. Εις τόν κ. Osterling ανήγγειλα τήν ό Η. Knos στά απαντητικά γράμματά του. προσεχή έκδοσιν Levesque. Αν αργή, Ό Γ. Θεοτοκάς όμως -όπως φαίνεται άπό τά περιεχόμενα τού άρχείου του- δέν κρα­ παρακαλώ νά μου σταλή αυτή εν ανάγκη ι ν τούσε παρά σέ σπάνιες περιπτώσεις Αντί­ γραφομηχανημένω κειμένω. Έ. Πανάς» γραφά άπό τά δικά του γράμματα. ν Τ(ς 10 Μαίου 1946 (Φ. 6, άρ. 394) ό Β. Στίς 7 Ιουνίου 1946 (Φ. 6. άρ. 404) ό Β. Knos γράφει στόν Γ. Θεοτοκά: Knos πληροφορεί τόν I . Θεοτοκά ότι «...άπό φίλο μου στο Παρίσι έμαθα ότι μία Χτες τό άπόγευμα, ό κ. ΙΙανάς, πρέσβυς ομάδα συγγραφέων πού συγκεντρώνει ονό­ [Ελλάδας καί Εγώ, κάναμε μιά μικρή ματα γιιλλικιί καί ξένα, είναι διατεθειμένη ' ψη οτό μόνιμο Γραμματέα τής Σουη­

τήν εχθρική κατοχή, επάξια του έδωσε τόν τίτλο του εθνικού ποιητή. Θά συνεχίσω νά σάς στέλνω, όσο είναι δυνατό, όλα τά κεί­ μενα πού χρειάζονται. Δυστυχώς ό κ. Leve­ sque ταξιδεύει άπό πολλούς μήνες και η ση­ μαντική τον Εργασία δέν τυπώθηκε ακόμα. Θά προσπαθήσω νά προμηθευτώ γιά σάς ένα δακτυλογραφημένο αντίγραφο». Τήν επομένη, 2 Μαίου 1946, στέλνει τό ακόλουθο γράμμα (Φ. 6, άρ. 375) στόν πρέσβυ Έπ. Πανά: «Φίλε Κύριε Πρέσβυ, Ά πα ΐ’τώ μέ καθυστέρηση1 εις τό γράμμα σας τής IS Μαρτίου, διότι ήθελα, εν τώ μεταξύ, νά φροντίσω διά τά ζητήματα περί τών οποίων μοϋ γράφετε, καί νά έχω κάτι συγκεκριμένου νά σάς ειπώ. Ήλθα εις επαφήν μέ δημοσιογραφικούς κύκλους καί έδωσα οδηγίας διά τήν υπόθεσιν Σικελιανού. 'Επίσης συνέστησα εις τόν κύκλον τον κ. Σικελιανού νά συγκεντρώ­ νουν τά σχετικά άρθρα καί σάς τά άποοτέλλουν. Ωσαύτως θά σάς στείλουν βιβλία. Ο Καταίμπαλης ένδιαφέρεται καί εργάζεται διά τήν ύπόθεσιν. Τελευταίως έλαβε σχετι­ κήν άπόφααιν καί τό Διοικητικόν Συμβου­ λίου τής Εταιρίας 'Ελλήνων Λογοτεχνών. Ό κ. Λεβέκ έπέοτρεψε εις τήν Ελλάδα καί υπόσχεται ότι θά έπιταχύνη τήν έκόοσιν εις Γαλλίαν τού βιβλίου του, τό όποιον έχει ήδη δεχθή γνωστός Γάλλος εκδότης. Σάς ευχαριστούμεν όλοι θερμότατα διά τό μεγάλο ενδιαφέρον σας καί ατηρίζομεν εις τάς Ενέργειας σας τάς μεγαλυτερας ελπίδας. 'Επειδή κατ’ αύτάς παύει ή θητεία μου εις τό ’Εθνικόν Θέατρου, σάς παρακαλώ νά έχετε τήν καλοσύνην να μου γράφετε εφιξής εις τήν διεύθυνσιν: Βασιλίασης Σοφίας 4. Μέ φιλικούς χαιρετισμούς Γ. Θεοτοκάς»

67


νά υποστηρίξει μέ υποβολή υπογραφών, στή Σουηδική ’Ακαδημία, τήν πρότασή μου γιά τόν Σικελιανό, γιά τό βραβείο Nobel. Είμαι πολύ ευτυχής καί έγραψα ήδη στό Παρίσι γιά τό θέμα αυτό. νΑν έχετε σχέσεις μέ κά­ ποιον στό Παρίσι, θά σάς ήμουν πολύ υπο­ χρεωμένος νά τού θυμίσετε τήν υπόθεση». Στίς 14 ’Ιουνίου (Φ. 6, άρ. 409) ό Β. Knos γράφει στόν Γ. Θεοτοκά: «Ευχαριστώ πολύ γιά τό γράμμα σας τής 4 ’Ιουνίου. Είμαι άπόλυτα τής γνώμης σας. Πρέπει νά άποφύγουμε κάθε περιπλοκή αυ­ τής τής ύποθέσεως.2 Ειδοποίησα άμέσως τό Γραμματέα τής Σουηδικής ’Ακαδημίας. "Ωστε ενημερώθηκε γιά τήν κατάσταση. Αάβατε ελπίζω τό τελευταίο γράμμα μου, όπου σάς γνωρίζω μιά κίνηση στό Παρίσι υπέρ τού Σικελιανού. Πρέπει νά ένθαρρυνθεϊ αυτή ή κίνηση καί νά πιεστούν νά κάμουν μία έκκληση. Θά ωφελήσει, χωρίς άμφιβολία». Στίς 5 ’Ιουλίου 1946 (Φ. 6, άρ. 419) ό Β. Knos γράφει στόν Γ. Θεοτοκά: «Ή επιστολή πού γράφηκε στό Παρίσι ύπέρ τού Σικελιανού καί απευθύνθηκε στή Σουηδική ’Ακαδημία, ύπογράφηκε από τούς Mauriac, Duhamel. Aragon κλπ. Μόλις θά έχω ένα άντίγραφο. θά σάς τό στείλω». Χωρίς χρονολογία (Φ. 6, άρ. 436), στό περιθώριο ένός αντίγραφου τής έκκλήσεως τών γάλλων διανοουμένων στή Σουηδική Ακαδημία, ύ Β. Knos γράφει στόν Γ. Θεο­ τοκά: «’Αγαπητέ μου συνάδελφε, ιδού ένα άντίγραφο τής επιστολής γιά τήν οποία σάς μίλησα στό τελευταίο γράμμα μου. Quod bonum faustumque....! 1 Πολύ είλικρινά δι­ κός σας Borje Knos». Ιδού τό κείμενο τής έκκλήσεως τών Γάλ­ λων διανοουμένων: Παρίσι, 14 7ου»Ίον Ι94β Πρύς τον Μόνιμο Γραμματέα τής Σουηδικής Ακαδημίας. Κύριι Γραμματέα, Πληρυφορηθέντες ότι τίθηχι ή έποψηφιότητα το Ομεγάλου "Ελληνα ποιητή Λ γγι λον Σικελιανού, γιά τήν ιίπονομή τον βρα­ βείου Nobel τής Λογοτιχνίας. παίρνουμε τέι θάρρος νά φέρουμε γιιί τήν υποψηφιότητα αντή μιά γαλλική μαρτυρία διάπυρης συμ­ πάθειας. Ο Αγγτλος Σικελιανός Αέν ιΙναι μόνο ένας ποιητής τον έιπυίον τό υπέροχο έργο Ανα νεωνεί, ουνεχίζο ντοζ το. τό λυρικό πνεύμα τής Αρχαίας Ελλάδας II Λραοτη ριότητο τον ίκδηλωθηκι οτήν προσπάθεια 6Η

πού έκανε γιά νά εξασφαλίσει τήν επιτυχία εκείνων τών Δελφικών εορτών, πού είχαν γιά σκοπό τή αύσφιξη τής επαφής μεταξύ τών έπιλέκτων όλων τών εθνών καί νά ξαναόώσει στόν κόσμο τήν Ισορροπία τον πνεύματος πού έχει ανάγκη γιά νά άνανεωθεϊ. Έξ άλλον, κατά τά φοβερά χρόνια τής εχθρικής κατοχής, αυτός ό μεγάλος ποιητής, εξήρε πάντα μέ τή λύρα τον καί τήν πίστη του, εκείνα τά αισθήματα τής τιμής, τήζ Αξιοπρέπειας, τής {'περήφανης ελευθερίας, πού είναι Αδιαχώριστα από τόν ηρωισμό καί τήν ελληνική ψυχή. Δ εχθεϊτε κλπ. Paul Claudel, Andre Giile, Georges Duhumel, Francois Mauriac, Louis Aragon. Fatd Eluard. Roger Marlin du Gard, Mario Mennier. Camille Marbo (Πρόεδρος τής Εται­ ρίας τών Ανθρώπων τών Γραμμάτων τήζ Γαλλίας), Paul Mazon, Andre Billy. Maurice Bedel. Charles Picard, Gerard Bauer, Lucien Maury». Στίς 9 ’Οκτωβρίου 1946 (Φ. 7, άρ. 29) ° Β. Knos γράφει ένα μεγάλο κατατοπιστικό γράμμα στόν Γ. θεοτοκά. Τόν εύχαρι<,ΤίΙ γιά ένα γράμμα του τών μέσων Αύγουστο'' καί γιά τά δελτάρια πού τού έστειλε άπύ τ° Si rad ford καί τό Παρίσι, καί συνεχίζει: «Κάτι άλλο θά ήθελα νά σάς πώ. ε,λ}' κοινά καί έντελώς μεταξύ μας. Μόνο ΤΙΙ Αλήθεια! Πρόκειται γιά τήν υπόθεση ~ ,κΙ λιανού καί τό βραβείο Nobel. Ξέρετε ότι >1 διαφιρομαι πολύ γιά τήν νποψηφί(>τήτα τον, καί έκανα τό πάν γιά νά τήν υποοεη ρίξω στή Σουηδία. Είχα μακριές συ>'ομιλά­ με τό Γραμματέα τής Σουηδικής Α χ <1<ή μίας. ΟΙ Ακαδημαϊκοί είναι πάντα άκα / μ αικοί■ ή μέση ηλικία αυτής τής σννελ σεως είναι τά 70 περίπου χρόνια, άρα εχοι ξερό κεφάλι καί Αέν Αγαπούν τους νε ωτερί' σμούς, οΰτι τέι πράγματα πού είναι λίγηο η ■ιό ιπε πάνιο Από τό κανονικό. Ιδού τί μον ι>· ό Γραμματέας: , .t 1 ) 0 ειδικός που Αποδείχθηκε γιο _*'**,*ετάσει to έργα τον Σικελιανού Αέν θα 1,1 έτοιμος αυτό το χρόνο. ΟΙ μ ε τ α φ ρ ά ο ι ΐ c π·Χ τών τραγωδιών τον λείπουν ακόμη /ητ« καιρό γιά νά μπιι καί νά σνλλέιβιΐ πνεύμα καί tic ιδέες τού μιγάλον ποιήτ,Ι ποι 2) ,)/' ον νίβει ποτέ, ένας έποψήν10 προτιιΟηχε για τό βραβείο Nobel Vfl ϊηιέοως δεκτός, δηλαδή Απο τήν 4 η ορα. Μ ΟI Ακαδημαϊκοί, άρχιτα ήλίκιώέ

ί ί I I

| ]

Πέρυσι διάλεξαν ένα σκέτο ποιητή, φέτος φαίνεται προτιμούν ένα μνθιστοριογράφο καί τού χρόνον θά μπορέσουν ευκολότερα νά ξαναγυρίσονν σέ ένα λυρικό. Αυτά μού είπε ό Γραμματέας τής ’Ακαδη­ μίας. Έν τούτοις, ξέρω ότι οί συμπάθειες γιά τόν Σικελιανό είναι πολύ μεγάλες. Χω­ ρίς νά γνωρίζουν τά έργα του, σχημάτισαν τήν εντύπωση ότι πρόκειται γιά ένα πνεύμα πολύ πολύ μεγάλης Αξίας. Χάρη στή μικρή μελέτη μου, πολλοί διανοούμενοι άρχισαν νά ενδιαφέρονται γ ι’ αυτόν καί δέ ζητούν παρά τίς μεταφράσεις τον. Αυτή τού κ. Levesque δεν τελείωσε Ακόμη; δεν τυπώ­ θηκε; Τό πνευματικό κοινό τής Σουηδίας ακούσε επίσης νά μιλούν γιά τόν κ. Καζαντζάκη, χωρίς νά ξέρει τίποτα γ ι’ αυτόν. Διερωτώνται αν αυτό τό βραβείο θά έπρεπε νά απονεμηθει μόνο στόν Σικελιανό ή νά μοι­ ραστεί ανάμεσα στόν Σικελιανό και τόν Καζαντζάκη. 'Οπωσδήποτε ό πάγος έσπασεάρχισαν νά μιλούν καί νά συζητούν, κι αυτό άποόεικνύει πώς τό πράγμα βρίσκεται σέ

(!), έχουν ανάγκη νά σκεφτονν καί νά συν­ ηθίσουν τό όνομα τον ύποψήφιον και νά γνωρίσουν τά έργα τον. 4) Πολλά ονόματα προτάθηκαν καί νποατηρίχθηκαν άπό τήν 'Ελλάδα: Καζαντζάκης, Δροσίνης, Ξενόπονλος. Εσείς ό Ιδιος, άγαπητέ μου φίλε, προταθήκατε άπό μερι­ κούς Σουηδούς! 'Ωστε οι Ακαδημαϊκοί, λίγο μπερδεμένοι, έχουν τήν εντύπωση ότι στήν 'Ελλάδα βασιλεύει κάποια Ασυμφωνία ατό θέμα τον ποιος αξίζει περισσότερο τό βρα­ βείο. Θά χρειαστεί νά εξεταστούν καί άλλοι Έλληνες καί αυτό θά πάρει καιρό. 5) Πρέπει νά μεταφραστούν μερικά κομ­ μάτια άπό τήν ποίηση τού Σικελιανού σέ σουηδικούς στίχους. "Ενας Από τούς πιό διαπρεπείς ποιητές τής Σοι<ηδίας ύποσχέθηκε νά ασχοληθεί. Ο σκοπός θά ήταν νά γίνει γνωστή ή ποίηση τού Σικελιανού στό σουηδικό κοινό, έτσι πού νά μήν ξαφνιαστεί εμπρός σέ μιά βράβευση πού μπορεί νά Αμφισβητηθεί. 6) Ή ’Ακαδημία θέλει ν’ Αλλάξει λίγο.

F m rla , c · H J u l n 1 946.

CoplLAt. A M onalaur 1 · S a e r i U t r a

d* l'A c a d d n le

M on alau r 1 · 8 u c r < t a t r · , A yant a p u r l a qua l a c a n d id a tu r e du g ra n d p o i t a e r **c . l o B lk d lla n o a . a 4 t4 p o a in po u r l 'o b t n n t l o n du p r l x KoUal de L l t t A r a t u r * , i i u . n o u . ^ . U o n . P . p p o E w k C . U . c a n d i d a t u r e un t ^ l g n . . . f , a n ?« t -

....... ...... - Γ·>.. JJ»t κ . .. rJ... n-ipt.!.».. IP.· 1. *”* «·<» **

m “«"Ιοί ........

«It.. ..

i-hiro,».. . «

...... ..

; . ι—

“ r°" ··»

> . . . . . . . ««»..

hom rag· da n o t r a a p a c tu a d a se n tim e n tfl. u r.

I'n u n i p r

Cant H e h a rb o F r d a ld e n te d e l a B o c lk td d en Oena da L a i t r a · de I r e n e · .

P a u l C la u d e l A cb acead eu r A t F ra n c e , Membra de 1 *Academic f r a n f a i · · . Oaorp.ea Duhamel de I'A e a d d n te P r a n f a la a

P r a n g e la M auriac da I'A c a d lm le P ra n c a l» »

And ι· 4 B i l l y da I 'A c a d d a la O nncourt K a u rir· Pedal C h a ri a a P ic a r d Membra de l ' l n a l l l u t , i n r a o t e u r h o n o r a t r · de l 'R c e l a P ra n » a la a d ’A thknea

R oger M a rtin Du Oard O k ra rd d a u a r

b u e te n Maury

UI ι» ‘Έ -ΛΙ.ΙΆ· - -,. few. ...h.„f„ , (i,... ■ ·1-— · <■' . zt * « « !·— * .

1

u.

fceu e·*"

II Ανατολή noi< iarrdn v ol γάλλοι dum iov/irvoi ΐ'.τίς» τον ίιχ ιλ ιο ν ο ν ,

onι Xiινηύική Ακαδημία


καλό δρόμο. "Ας ελπίζουμε γιά τό καλύ­ τερο». Στις 2 1 ’Οκτωβρίου 1946 (Φ. 7, άρ. 43) ό Β. Knos ευχαριστεί τόν Γ. Θεοτοκά γιά τό γράμμα του τής 12 Οκτωβρίου καί συνεχί­ ζει: «Όσο γιά την υπόθεση τού βραβείου Nobel, κίνησα ουρανό καί γη υπέρ τού Σικελιανοϋ. Έ νας άπό τους φίλους μου, ένας κριτικός που έκτιμάται πολύ, εμπνευσμένος άπό τό μικρό μου δοκίμιο, άρχισε νά μελετά άπό κοντά τά έργα του. Ό ,τι ήταν δυνατό έγινε καί δέν έχασα ευκαιρία νά υποστη­ ρίξω τήν υπόθεση. "Εχω την έντύπωση ότι είναι σέ καλό δρόμο, σύμφωνα μέ τίς επιθυ­ μίες μας. Οί Σουηδοί είναι πάντα άργοί στίς άποφάσεις τους· πρέπει νά προετοιμάζεται κάτι καλά, μέ προσοχή, χωρίς προπαγάνδα, στήν όποια δυσπιστοΰν εδώ». Τελικά, τό 1946 τό βραβείο Nobel δόθηκε στόν ’Ελβετό Η. Hesse.

μπορούσε, αν αυτό τό βιβλίο βρίσκεται στήν Αθήνα, νά τό στείλει επί πληρωμή στή Βι­ βλιοθήκη μας;» Στίς 26 Ίανουαρίου 1946 (Φ. 7, άρ. 2Θ6) ό Β. Knos επανέρχεται στό θέμα τής προη­ γούμενης επιστολής του ή όποια νομίζει ότι χάθηκε μεταξύ Στοκχόλμης καί ’Αθηνών. Στίς 3 Φεβρουάριου 1948 (Φ. 7, άρ. 207) ό Β. Knos γράφει στόν Γ. Θεοτοκά: « ’Αγαπητέ μον συνάδελφε, Ευχαριστώ γιά τό τελευταίο σας γράμμα καί όλο τόν κόπο πού πήρατε γιά νά μον δώσετε πληροφορίες γιά τόν κ. Βουγιονκλάκη καί τά έργα του. Σπεύδω νά σάς απαντήσω γιά τό θέμα τον βραβείου NobelΚατά τή γνώμη μου, ήταν άληθινό σκάν­ δαλο νά δοθεί τό βραβείο στόν κ. Hesse το 1946. Δέν καταλαβαίνω τούς λόγους και άσφαλώς έχει προκαλίσει κάποια περί­ σκεψη. “Ετσι τό 1947 ή ’Ακαδημία θέλησε νά επανορθώσει τή ντροπή δίνοντας τ° Στίς 14 Δεκεμβρίου 1947 (Φ. 7, άρ. 181) βραβείο σέ ένα γνωστό συγγραφέα πού εκό Β. Knos γράφει στόν Γ. Θεοτοκά: τιμάται παντού.* Ξέρω ότι τό όνομα του Σι«Ζητώ συγγνώμη .τού θά σάς ενοχλήσω και πάλι μέ μία μικρέ] ερώτηση. Είναι πού έ] κελιανού προτάθηκε καί πώς δίστασαν πολύ. Εν τούτοις ό Σικέ λιανός μένει υπο­ Βασιλικέ] Βιβλιοθήκη τής Στοκχόλμης ψήφιος γιά τό 1948 καί ελπίζω τό καλύτερο· άπενθύνθηκε σ' εμένα γιά νά λάβει μερικές Έμπιστεντικά μπορώ νά σάς πώ ότι Χτ(λ· πληροφορίες επάνω σέ ένα βιβλίο πού καθώς ή 'Ακαδημία δέν ήταν άπόλυτα ευ­ έλαβε, όέν ξέρω άπό πού. Πρόκειται γιά μία μικρή μπροσούρα 15 οελίόων, μέ τίτλο: " Η χαριστημένη άπό τήν έκθεση τον ειδικοί' πού είχε λάιβει τόν περασμένο χρόνο για τ0 Ελλάβα καί τό βραβείο Nobel" άπό τόν Σικελιανό, ιίπενθύνθηκε σ' εμένα, για να Wilson Soiilhwick. μεταφρασμένο από τά έχει μία νέα έκθεση ειδικού. Ξέρετε σΛ άγγλικά άπό τόν Άμεβαϊο Τρικό. Φαίνεται πριν τί θά πώ. ’Επίσης έγραψα μιά καινού­ ότι οι κ.κ. Soiilhwick καί Ίοίκος είναι έιντιρια μικρή μελέτη επάνω στό μεγάλο ποιψ'Ι· βραοτικοί βη/ισσιογράφοι, γιατί ή μπρο­ μελ,έτη πού τυπώνεται αυτή τή στιγμή· "Ετσι σούρα περιέχει ('βρεις κατά τού Σικελιανού δέν έχασα καθόλου τήν ελπίδα μον. Οί καί τού Καζαντζακη καί τούς θεωρώ κομμοννιστές καί φλύαρους. Αντίθετα, ό συγ­ Σουηδοί είναι πάντα λίγο άργοί στήν αντ γραφέας τής μπροσούρας κάμνει τό ίγκώμιο ληψη ■χρειάζεται καιρός γιά νά τους προ< τοιμάσει κανείς καί ελπίζω πάντα στή1' ενός Ελληνα μυθιστσριογράφου, τού κ. I. Βονγιονκλάκη, τού όποιον τό όνομα ποτέ καλή επιτυχία τών προσπαθειών μον. πολν Πιστέψτε, αγαπητέ σννιιδελφε, στα βεν έχω ακονοιι. Ο /ινθιστοριογράφος αυ­ βιατό; ίγραψι το “Κηρίο Εύα", το " Yugedru- άφικιιιυμένα αίσθήματά μον. Πολν sii , τοι· όποιοι· ή νπόθεση ίκτνλίσσι ται οτή στικιί, δικι'ις πας Biirje Kniis>·. Σονηβια, τονς “Πωλητές", ionic καί άλλα Στίς 20 Μαρτίου (Φ. 7. άρ. 222) ό Β· πράγματα. Νομίζω πώς βέν είξίζει ο κόπος Knos αναφέρει ανάμεσα οί άλλα: «...τένά γίνει ζήτημα γιά τόν κ. Βονγιονκλάκη. λειωοα τήν έκθεσή μου γιιί τον Σικελία''·’· θέι ήταν όμως ίνβιιιφιρον νά ξέρονμι ποιος την κατέθεσα στη Σουηόικι) Ακαδημία κα είναι αντός ο άνθρωπος. Επίσης ή Βασι­ έλπίζω γιά τι» καλύτερο». λική Βιβλιοθήκη τη: Στοκχόλμης, πού ουγΥστερα από μακριά σιωπή, μεταξύ · κεντρωνει όλα τα βιβλία πού· ίιναφ έρονται καί 1951, ή άλληλογραη ία για τό θέμα τοι στ η Σονηβια, θα ήθελι νά αποκτήσει το βραβείου Nobel κλείνει μί δύο γρ««|»Ι*“^ '' iggiulrnsll , παρ έιλο ποέ· είναι χιίτι του Bftrie Knos στόν Γ. Θεοτοκά to Μ “σνγκεχνμι ι*α . Ιι να κανόνια γιά να έιπαντου 1951 τηαανμι στίς ίπιθνμίι ς της Βιβλιοθήκης: -tic 9 Μαρτίου 1951 (Φ. 8, άρ. Μήπως ένας βιβλιοπώλης της Αθήνας θα φτι: 7(1

«’Αγαπητέ μου συνάδελφε. Σάς εύχαριστώ πολύ γιά τήν πριν άπό λίγο καιρό κάρτα σας, μέ τήν ευκαιρία τής επιακέψεως τού φίλου μου κ. Edfeldt. Τώρα δέ θέλω παρά νά σάς έπισημάνω, μέ δυό λό­ για καί εντελώς έμπιστευτικά, ότι ό κ. Σπύρος Μελάς βρίσκεται στή Στοκχόλμη, σάν εκπρόσωπος τής ’Ακαδημίας Αθηνών και τών Ελλήνων συγγραφέων. Ί όν είδα και κουβέντιασα πολύ λίγο μαζί τον. Τόν γνώ­ ριζα ήδη άπό τή φήμη τον, ό χι προσωπικά, άλλά οί συμπατριώτες μον και οί εφημερί­ δες εδώ, πού δέν ξέρουν τίποτα, νομίζουν πώς είναι ό πιό διακεκριμένος συγγραφέας τής'Ελλάδας. Ό πρέσβυς τής 'Ελλάδας στη Σουηδία είναι τής ίδιας γνώμης, όπως φαί­ νεται.5 Κάμνω ό,τι μπορώ γιά νά διορθώσω τίς παρεξηγήσεις, άλλά ή φωνή μον πνίγεται άπό τό μεγάλο θόρυβο πού δημιούργησαν. Δέ θέλω παρά νά σάς τό έπισημάνω, ώστε νά είστε ενήμερος. Πιστέψτε, άγαπητέ μον συνάδελφε, στά άφοσιωμένα αίσθήματά μου. Πολ.υ βια­ στικά, Biirje Kniis» Καί τό τελευταίο γράμμα, τής 29 Μαρτίου 1951 (Φ. 8, άρ. 52): «’Αγαπητέ μον συνάδελφε, Ευχαριστώ πολύ γιά τό τελευταίο γράμμα σας. Γιά νά πώ τήν άλήθεια είμαι πολύ στε­ νοχωρημένος γιά όλον αυτό τό θόρυβο πού δημιούργησε εδώ δ κ. Σπύρος Μελάς. Εγινε δεκτός άπό τό Βασιλέα, πράμα πού όέν έχει σημασία. Αλλά τό χειρότερο είναι ότι πήγε καί έπισκέφθηκε μερικά μέλη τής Σουηδικής ’Ακαδημίας -τόν κ. Oderling, μόνιμο Γραμματέα, καί τόν κ. Tallberg- και έκαμε τό πάν γιά νά συκοφαντήσει τόν Σικελιανό καί τόν Καζαντζάκη πού, γιά κείνον, ήταν "κομμουνιστές” καί τούς βλέπουν μέ πολλή δυσμένεια στήν Ελλάδα. Ερχόμενός, μι τήν ίδιέπητα τού μέλους τής Ακαδημίας Αθη­ νών, άντιπροσώπευε ό ίδιος τήν αληθινή νεοελληνική λογοτεχνία! Ήθελε μάλιστα να μεταφράσω μερικές νονβέλλες που έχει δη­ μοσιεύσει. "Εκανα γνωστή ατούς φίλους μου ποιά ήταν ή άλήθεια στά λόγια του και έκανα ό,τι μπορούσα γιά νά διορθώσω τις παρεξηγήσεις καί τά λάθη που θά μπορού­ σαν νά γίνουν. Δυστυχώς, παρ' όλ' αυτά, μερικές εντυπώσεις μένουν. Πήγι επίσης οτέιν Ουψάλα τήν πανεπιστημιακή μας κοντά στή Στοκχόλ,ιιη. Ιι ικανι εκεί ,σιούς συνάντησε, δεν το γνωρίζω, φαλώς θά είπε τά ίδια πού είπε καί α αυτά μεταξύ μας.

Πιστέψετε, άγαπητέ μον συνάδελφε, στά πιό άφοσιωμένα αίσθήματά μου, Biirje Knos» Τρεις μήνες άργότερα, στίς 19 ’Ιουνίου 1951, πέθανε ό "Αγγελος Σικελιανός. Παρά «τίς μοιραίες παρεξηγήσεις πού δηλητήρια­ σαν τά τελευταία χρόνια τής ζωής του» γράφει ό Γιώργος Θεοτοκάς στό άνέκδοτο ημερολόγιό του, «τό ύφος του (τού νεκρού) ήταν μεγαλόπρεπο καί γαλήνιο καί κο­ σμούσε τά χείλια του ένα γνώριμο, πολύ φίνο καί διακριτικό χαμόγελο, ένα χαμό­ γελο αβροφροσύνης, πού δέν τού έλειπε, καί μιά δόση ειρωνείας... ό Σικελιανός πού μάς άγαπούσε εΐλικρινά καί άπό μέσα του μάς κοροΐδευε λιγάκι...». Σημειώσεις: 1. Πρόκειται γιά τόν κοινωνιολόγο Δημοσθένη Δανιη-

λίδη.

.

2. Ή «περιπλοκή τής ύποθίοεως» πού άναφέρει ο Biirje Knos είναι πιθανό ι·ά οφείλεται στό όεντερο υπό­ μνημα πού έστειλε (στίς 27 Μαΐον 1946) ή Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών οτή Σονηόική Ακαδημία γιά τήν υποψηφιότητα, αυτή τή φορά «άδιαιρέτως». τον Σικελιανού καί τον Καζαντζάκη. Ά ς σημειωθεί ότι νωρίτερα ή Εταιρία είχε υποβάλει υπόμνημα μόνο γιά τό Σικελιανό. (Βλ. σχετικά «Κότινοςστόν Ά γγελο Σικελιανό», «Τετράδια Εύθννης» ΙΙ,σ ε λ . 186-187.) 3. Quod bonum fauslumque (εννοείται: sil) σημαίνει τύχη άγαθή — μέ τό καλό. 4. Πρόκειται γιά τόν Andre Clide. 5. Τό 1951 πρέσβυς τής Ε λλάδας στή Σουηδία ήταν ό Π. Ά νδρουλής.

71


Δημήτρης Δασκαλόπουλος

Βιβλιογραφικά Έτους Σικελιανοΰ Πρώτη συναγωγή Βαρυφορτω μένο τό 1981 μέ έπετείους θανάτω ν στό χώρο τής νεότερη? λογοΤΙ χ ν ώ ς μας. Α πό τά ονόματα πού μνημονεύτηκαν συχνά μέσα οτή χρονιά πού πρός τό τέλος της, άς ξαναθυμηθούμε τόν Π απαδιαμάντη (70 χρόνια άπό τό θ®' νατό του), τούς Δ ροσίνη, Σικελιανό, Ξ ενόπουλο (30 χρόνια), τό Σεψέρη ( Π) νια). Καί γιά νά μήν έγκαταλείψουμε οτή δικαιοδοσία τής λήθης άνθρώ πους Λ°1' ► άγωνίστηκαν καί πρόσφ εραν ατά γράμματά μας, ας θυμηθούμε τόν Σπ. Ζαμπέλ1® (100 χρόνια ά π ό τό θάνατο του), τον Κ. Παρορίτη καί τόν Π άνο Ταγκοπουλο (χρ ό νια ), γιά νά περιοριστώ οέ έπετείους μέ στρογγυλεμένες δεκαετίες.

Η πρωτοβουλία τού έπίοημου κράτους νά αγκαλιάσει φέτος τέ>ν άλλοτε Αποδιοπομπαϊο ποιητή, είναι μιά χειρονομία πού προκαλεϊ ενδιαφέρον. Έτος, λοιπόν, Σικελιανού το 1981. Γιατί όμως αυτή ή προτί­ μηση; Γιατί δχι έτος Παπαδιαμάντη. Ξενόπουλου ή Δροσίνη; (θ ά μπορούσε, άραγε, νά υπάρξει έτος Καραγάτοη; ’Αναρωτιέμαι, χωρίς νά βρίσκω απάντηση.) Τά έρωτήματα αύτά δέν άποβλέπουν οτή νομιμοποίηση δημαγωγικών συγκρίσεων. Απλώ ς επιση­ μαίνουν τή σπουδή να κηρυχθεί τό 1081 «Έτος Σικελιανοΰ». I ιατί. στ' Αλήθεια, ποιά θά είναι ή θέση τής πολιτείας, όταν σι 3 μόλις χρόνια άπό η έτος. (>ή rt ι> ι ,τ / / νιϊ γιορτάσουμε τά 100 χρόνια άπό τή γέννηση τού Σικελίανού; Τί θα κάνουμε τότε, οέ μιά έπετειο δηλαδη πολύ πιο βαρυσήμαντη από τά τριαντάχρονα τού θανάτου; Αφελείς Απορίες, ίσως, ‘Αλλά οί μέχρι σήμερα ποικιλώνυμες καί ποικιλότροπες τι­ μητικές έκδηλωοιτς γιά τέτν ποιητή πείθουν γιά την πλήρη Απουσία συστηματικού προ 72

γραμματισμού, πού θά ξαναζωντάνευε ενδιαφέρον τού κοινού γιά τό έργο to'' ; κελιανού καί θά έμπέδωνε τή βαρυσήμ0 '· παρουσία του στήν πορεία τής ν,οτι^(·,' ποίησής μας. Ούτε ή έκδοση « Αν*ώ^ γημα» τού ‘Οργανισμού Έκδόσεως *·% j κών Βιβλίυιν, ούτε ή έκτός έμπορίου ιΧ<^ } οη-φτιντασμα των «’Ακριτικών» - λοι* ) ορίζεται, λέει, γιά ιιργανισμούς. ίδρύμ* ΐ εκπροσώπους τού τύπου, δημόσιο*’? ■ τουργούς (;) κλπ. μπορούν νά ιο"*"11 \ ► βουν στοιχεία γιά βαθύτερη γνωρίΜ**' τ ποίησης του Σικελιανοΰ. Μακάρι, ο |ΛΙ "^ στος χρόνος πού Απομένει για να κλο"· 1 ι ορταομος, να μας αποζημιώσει |θ■ σΰοώ | στικότερα τεκμήρια τιμής καί Αγάπης τειά ο’ έργο τού ποιητή. . . Μοιραία, (ίναλογίζεται κανείς τί 1 ραν παλαιοτεροι ανάλογοι ίορτασμο· 1959. οτέ* έκατο χρονιά Από τή γέννη ΙΙαλαμα. οΐΊΐταθηχι το * Ιδρυμα Π·· Αρχιοι ή συστηματική συγκέντρωση * λιιμικού έργου κι έτσι διαθέτουμε. Αλ

νια τώρα, τό λαμπρό μνημείο τών Απάν­ των. Τό 1963, ατά εκατό χρόνια άπό τή γέν­ νηση τού Καβάφη, άποκτήσαμε τήν πρώτη φιλολογική έκδοση τών ποιημάτων του κι ανάμεσα στήν πλούσια συγκομιδή τών τιμη­ τικών εκδόσεων μπορούμε νά ξεχωρίσουμε τούς δύο τόμους μέ τά πεζά τού ποιητή καί δύο θαυμάσια άφιερώματα περιοδικών (Επιθεώρηση Τέχνης, Νέα Εστία), πού έχουν γίνει πιά βασικά βοηθήματα γιά τή μελέτη τού έργου τού Καβάφη. Η φετινή χρονιά δέν μάς πρόσφερε τέτοιες χαρές. Κι άν δέν υπήρχε ή έκδοση τών Απάντων Σικελιανού, πού άρχισε πριν 15 χρόνια καί πλησιάζει στό τέλος της, αμφιβάλλω άν θά είχαμε πρόχειρο τό έργο του, γιά νά μπο­ ρούμε νά συνεννοούμεθα. Έ να ακόμη χαρακτηριστικό τού φετινού εορτασμού είναι ή ουσιαστική αποχή τών δεκάδων λογοτεχνικών περιοδικών άπό τό «Έτος Σικελιανοΰ». Μέ ευκολία μπορεί νά αριθμήσει κανείς τριάντα τόσα περιοδικά λογοτεχνικά, φιλολογικά, γενικής παιδείας, ακόμη καί πολιτικές επιθεωρήσεις μέ εντυ­ πωσιακά ανοίγματα στό χώρο τών γραμμά­ των. Κανένα άπό αύτά τά έντυπα δέν μάς πρόσφερε ένα άφιέρωμα, πού θά έπανατοποθετοΰσε τό έργο τού Σικελιανοΰ καί θά έδειχνε τήν εμβέλειά του ανάμεσα στους νεότερους καί νεότατους ομοτέχνους του. ‘Απεναντίας, είδαμε πολλές δεκάδες σελί­ δων ο- αύτά τά περιοδικά νά αφιερώνονται στόν Άπολλιναίρ, τόν Παβέζε, τόν Έγελο, Ακόμη καί στόν Ήλία Πετρόπουλο. Τί νά συμβαίνει, άραγε; Πρόκειται γιά Αδιαφορία καί Αντίδραση πρός τόν έπίοημο εορτασμό, ή μήπως βρισκόμαστε μπροστά σέ πνευμα­ τικό νεοπλουτισμό καί άγνοια τού έργου τού Σικελιανοΰ; Τό ότι υπάρχει, άπό παλιά, μιά σύγχυση άνάμεοα στήν ιδιομορφία τής συμπεριφοράς τού Σικελιανοΰ και οτό τιλειωμένο πιά έργο του, είναι γεγονός. Αρ­ κεί νά διαβάσει κανείς τήν έρευνα τής εφ. Ή Αΰγή, όπου Απαντούν Αποκλειστικά νέοι ποιητές, γιά νά καταλάβει ότι συντηρούνται ώς τίς μέρες μας κάποιοι Αναπόδεικτοι κοι­ νοί τόποι γύρω άπό τήν ποίηση τού Σικελιανοΰ, πού μαρτυρούν, σαφέστατα, ελλιπή γνώση τού έργου. Η έρευνα τής Αυγής εν­ διαφέρει κι άπό μιά άλλη σκοπιά: δείχνει όλη τή νεφελωμένη σκέψη τών νέων ποιητών μας. Νομίζω πώς είναι καιρός νά ουνέλ“ουν. ’Αρκετά τούς χάιδεψαν, τούς βαυκά'λιόιιν καί πήραν τά μυαλά τους Αέρα μι άνθ ίώ γίις. μεταφράσεις, συνεντεύξεις καί "Λοπροβολή. "Ας σοβαρευτούν λιγάκι.

δέν είναι πιά καί τόσο νέοι. (Οί δυό-τρείς εξαιρέσεις, παραμένουν εξαιρέσεις.) Στό σημείο αυτό αξίζει νά μάς άπασχολήσει καί ή άνατύπωση τού άφιερώματος τής Νέας Εστίας τού 1952. Ά π ό μιά πλευρά, επικροτεί κανείς χωρίς ενδοιασμούς τέτοιες άνατυπώσεις, πού καθιστούν προσιτά στό ευρύτερο κοινό δυσεύρετα, σημαντικά κεί­ μενα. Ά ν εξετάσουμε, όμως, τό θέμα άπό μιά άλλη πλευρά, αναρωτιέμαι μήπως οί ανατυπώσεις αυτές (καί δέν είναι λίγες μέ­ χρι σήμερα) υποδηλώνουν μιά πνευματική οκνηρία καί μιά αδυναμία νά έχουμε σύγ­ χρονες θεωρήσεις τών τιμωμένων προσώ­ πων. Πέρα άπό τήν ιστορική προοπτική τους, μπορούν τά άρθρα τού 1952, γραμ­ μένα πάνω στόν νωπό άκόμα τάφο τού Σικελιανού, νά διατηρούν τήν αξία τους μετά άπό τριάντα ολόκληρα χρόνια; Η εύκολη λύση τού έτοιμου φαγητού δέν μπορεί νά διεκδικεϊ απαιτήσεις σπάνιας γεύσης. Ελά­ χιστα, εξάλλου, είναι τά κείμενα πού μπο­ ρούμε νά τά παρομοιάσουμε μέ τά παλιά κρασιά... Σκέπτομαι, τελικά, ότι ό κερδισμένος τού 1981 δέν είναι ό Σικελιανός, αλλά ό Παπα- · διαμάντης. Όπου νά ναι, θά κρατήσουμε στά χέρια μας τόν πρώτο τόμο τής κριτικής έκδοσης τών Απάντων του, πού τόν χρω­ στάμε στόν πολύχρονο μόχθο καί τήν άφοσίωση τού Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου (μιά μικρή γεύση τού έργου μάς πρόσφερε τό τεύχος 7, Ά νοιξη 1981, τού περ. Εκηβόλος). Ά ς προσθέσουμε καί τόν ογκώδη τόμο-άφιέρωμα στόν Παπαδιαμάντη, μέ σημε­ ρινές καί ειδικά γραμμένες μελέτες, πού τυ­ πώνει τό Ε.Λ.Ι.Α. Δέν μένει παρά νά περιμένουμε καρτε­ ρικά τίς έκδηλώσεις γιά τό Σικελιανό τό 1984, τότε πού θά γιορτάζουμε τά 100 χρό­ νια άπό τή γέννησή του. Γιατί δέν είναι παραδεκτό νά άνατρέπεται ή Ιεραρχία τών έπετείων άπό τίς όποιεσδήποτε σκοπιμότη­ τες. Δυό λόγια Ακόμη. Ή συναγωγή πού ακο­ λουθεί δέν μπορεί, μέ κανένα τρόπο, νά θεωρηθεί έξαντλητική. Καλύπτει τό διά­ στημα άπό 1.1. έως 31.8.1981. Δυό μόνον έξαιρέοεις έγιναν, γιά τά λήμματα I καί 4, πού υπήρξαν οί προάγγελοι τού «Έτους Σικελιανού». Η κατάταξη τού υλικού έγινε έτοι ώστε νά διευκολύνει τόν ερευνητή καί νά αποδίδει άμεσα τήν εικόνα καί τή βαρύ­ τητα των δημοσιευμάτων. Προσθήκες, συμ­ πληρώσεις καί διορθώσεις είναι ευπρόοδε-


κτες. Χωρίς τή γενναιόδωρη συμβολή τής κυρίας Ρ. Φράγκου-Κικίλια, ή εργασία αυτή δέν θά ήταν δυνατό νά πραγματοποιηθεί. Τήν ευχαριστώ θερμά.

λιανού (Γιάννη Άναγνωστόπουλου) - "Ενας μυημένος (Κυριάκου Πλησή) - Οί πηγές τής Δελφι­ κής ’Ιδέας (Τάκη Δημόπουλου) - Ή Σίβυλλα τού Σικελιανοΰ (Δημ. Πλάκα) - Τρία σονέτα τού Σικελιανού καί ό Πλούταρχος (Ρίτσας ΦράγκουΚικίλια) - Φωτολογία. Σχόλιο στήν ποίηση τού "Αγγέλου Σικελιανοΰ (Κώστα Ε. Τσιρόπουλου) Ένας μύθος ζωής. Απόσπασμα άπό ένα βιβλίο Α. ’Εκδόσεις έργων Σικελιανοΰ (Άννας Σικελιανοΰ) - ’Επιστολή στόν Κωνσταν­ τίνο Τσάτσο (Ανακοίνωση) - Βιοχρονογραφία 1. Γράμματα στήν "Αννα. Πρόλογος "Αννας Σικετού "Αγγέλου Σικελιανοΰ. Αφιέρωμα μέ άνισες λιανοϋ. "Ικαρος [1980]. 23,5X17,5, σελ. 232. Βι­ βλίο μέ ιδιωτικό καθαρά χαρακτήρα. Δείχνει μιά μελέτες. Απορία προκαλεϊ ό τίτλος τοΰ άφιερώματος, πού φαίνεται νά συντηρεί τήν εικόνα ένός υψηλή συναισθηματική θερμοκρασία πού, άπ' Σικελιανοΰ έκτος τής έποχής του, άρχαιόπληκτον όσα ξέρουμε, δεν υπήρξε ούτε ή μόνη ούτε ή υψη­ καί έξωπραγματικού. Μολαταύτα, άποτελεϊ λότερη. Ή πνευματική φυσιογνωμία τού Σικελιανοΰ δεν κερδίζει τό παραμικρό άπό τίς σελίδες τική συνεισφορά. τού βιβλίου. Γιά κρίσεις καί σχόλια, 6 λ. τούς 5. Άγγελος Σικελιανός: Ανέκδοτα Ποιήματα κ«ι άριθ. 16, 31 καί 32. ’Επίσης: Διαβάσαμε καί ξε­ Γράμματα. Έπιμέλεια-παρουσίαση Βιβέτ Τσαρχωρίσαμε, έφ. Τό Βήμα, 21 Δεκ. 1980 (βλ. κυρίως λαμπά-Κακλαμάνη. Βιβλιοπωλεϊον τής « Ε' τίς διαμετρικά άντίθετες άπόψεις τών Έμμ. X. στίας». I. Δ. Κολλάρου καί Σίας Α.Ε. Άθηνο Κάσδαγλη, Άδ. Πεπελάση καί Α. Τάσσου). ’Επί­ [1981], 21X14, σελ. 152. Παραπλανητικός ό τί­ σης 6 λ. παρουσίαση τής Χαράς Λουκάκου, περ. τλος τοΰ βιβλίου, όπου ό Σικελιανός έμφανίζετα* Διαβάζω, 44, Ίούλ. 1981, σελ. 6 8 . σά συγγραφέας του. Οί Αναμνήσεις ένός δεκά­ χρονου κοριτσιού άπό τήν οικογενειακή του συ'1' 2. Άνθολόγημα. 30 χρόνια άπό τό θάνατό του. άφεια μέ τόν ποιητή, γραμμένες μέ έκδηλο θαυ­ Εισαγωγή Παντελή Πρεβελάκη. ’Οργανισμός μασμό. Παρεμβάλλονται αύτόγραφα τοΰ ΣικελιαΈκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων. ’Αθήνα 1981. νοΰ, γράμματα πρός συγγενικό πρόσωπο τής συγ16,5X11, σελ. 168. γραφέως καί φωτογραφίες. Βλ. καί άριθ. 36. I κρίσεις καί σχόλια, βλ.: Έφ. Μεσημβρινή· 3. Πεζός Αόγος. Γ' (1929-1938). Φιλολογική έπιμέλεια: Γ. Γ1. Σαββίδης. "Ικαρος |1981], 20X13, Άπρ. 1981. Έφ. Ελευθεροτυπία, 23 Άπρ. 1 ^ 8 σελ. 180. Ό δωδέκατος κατά σειρά τόμο: τών (Κ. Τσαούσης). Έφ. Μεσημβρινή, 19 Μαίι” 1981. Έφ. Ή Καθημερινή. 24 Μαίου 1981. 'Απάντων Σικελιανοΰ. Βλ. σχόλια: έφι. Τό Βήμα, περ. Επίκαιρα, 671. 11-17 Ίουν. 1981. ο. 19 Αύγ. 1981. (Τάκης Μενδράκος). 6 . Βαγγέλη Σκουβαρά, καθηγητή τοΰ Παν ^ Αθηνών: Ό ΓΙαπαδιαμάντης όπως τόν τράγο 4, Κότινος στόν Άγγελο Σικελιανύ. Τριάντα χρό­ δησε ό Σικελιανός. Εκδοτικός Οίκος « Αστηρ’· νια άπό τόν θάνατό του. «Τετράδια Ευθύνης» 1 1 Άλ. & Ε. Παπαόημητρίου. Λυκούργου I [1980], 24.5X15.5, σελ. 192. Περιέχει: Ποιητής Άθήναι 1981. 20X13,5. σελ. 88. Τό κείμενο το καί Μύστης (Προλογικό) - Ο «ένθεος» Άγγελος βιβλίου (χωρίς τίς σημειώσεις) ξανατυπ. οτοτ Σικελιανός (Παν. Κανελλόπουλου) Άγγελος χος: Σύλλογος τών Απανταχού Σκιαθιτών, Σικελιανός, ένας χαρακτηρισμός (1. Μ. Παναγιω- δήλωσις 23ης Νοεμβρίου 1980, έορτή τής πολιο^ χου τής νήσου Παναγίας Κονίστρας. Λθήν · τόπσυλου) - Σικελιανός (Ε. II. Παπανούτσου) Μνημόσυνο οτό Σικελιανό (Π Πρεβελάκη) - Γιά Μάιος 1981, σελ. 17-42. Τό άρχικό κείμενο τη τόν Άγγελο (Σπ. Βασιλείου) - Μνήμη Αγγέλου ομιλίας τοΰ Β. Σκουβαρά στήν πιό πάνω ί·Χ’ Σικελιανοΰ (Νικηψ. Βρεττάκου) - Ό Χριστιανι­ έχει έμπλουτισθιί μέ υπερβολικές οτήν έχ,<^ κός Μύθος στόν Σικελιανό (Γ. Π. Σαββίδη) Μ τους ΰπικιημειώοεις. Σχολιάζεται τό Yv|l,‘ ε(κόνα στήν ποίηση τού "Αγγέλου Σικελιανοΰ ποίημα τοΰ Σικελιανοΰ γιά τόν Παπαδιού·1'^ ("Ολγας Βιάση) Ό Έμπεδόκλειος άλήτης μέσα μέ συνεχείς παρεκέιάοεις, χωρίς Ιδιαίτερό ***· σ' ένα ταξί μέ τόν Παύλο Βαλερΰ (Ν. Λ, Καρού- τητα. ζου) Ό άλαφροίσκιωτος Σικελιανός (Χρήστου Sikcllanoi. 1884-1951. An c*h,bl '’ Μαλεβίτοη) Στό σταθμό τού Διακοηαοΰ (Πέ­ 7MayΑημεΙοπ 15-July 31, 1981. (Univcivily ol MinncO τρου Χρονά) (X φιλοσοφικές πηγές στήν USA|. 25X16, σελ 24 I εΰχος-πρόγραμμ" ποίηση τού "Αγγέλου Σικελιανοΰ (Κώστα Π Μιμητικής έκδήλωσης γιά τό Σικελιανό στο Π'·ν' χαηλίδη) Ό «θάνατος τού Λιγενή». Απόπειρα άνάγνωιιης (Κώστα Γεωργουσόπουλου) <) Ά γ ­ ΟΤήμιο τής Μιννεοι'ττα Τό έκτενές κείμενο ^ γράφεται άπό τι’τν καθ Ητση Σταυρού. ' γελος Σικελιανός καί ή θεατρική πράξη (Σπόρου ψυχογραφίες καί καλαίσθητη τυπογρΟΦ*** Λ Γΰαγγελάτου) Άγγελος Σικελιανίις ή τά ρι ζιίιματα πάντων (Παν. Φωτέιι) Μιά εισαγωγή ηάνιση Βλ καί άριθ. 116. ιετήν ποίηση καί τήν ποιητική τού Αγγέλου Σικέ 8. Ντίνος Κουμπατης Ό άγνοημένος Προ*

H. Βιδλία γιά τό Σικελίανό

"Αγγελος Σικελιανός. Ή μεταφυσική στή ζωή καί στό έργο του. Εκδόσεις Γλάρος [1981], 20,5X14, σελ. 126. ’Εργασία χωρίς νεύρο, μέ συνεχείς προσφυγές σέ κείμενα τοΰ Σικελιανοΰ. Βλ. σχόλια στήν έφ. ’Ελευθεροτυπία, 11 Ίουν. 1981. 9. Ντίνος Σ. Κουμπάτης: Ό "Αγγελος Σικελιανός δίπλα στήν Εϋα Πάλμερ. ’Εκδόσεις ’Οργανισμός Επτανησιακού Θεάτρου, [πρώτο τομίδιο τής σει­ ράς: Τριάντα χρόνια δίχως Σικελιανό. Αθήνα 1981], 21X14, σελ. 32. Πρόχειρη έργασία. Γνω­ στά τά στοιχεία πού προσκομίζει. Αλλεπάλληλα τυπογραφικά λάθη. Βλ. σχόλια: έφ. Τά Νέα, 8 Μσίου 1981 (Ώτοβλεψίες). 10. Άσημάκης Πανσέληνος: "Αγγελος Σικελιανός ή τά πολιτικά πρόσωπα τών θεών. Κέδρος 1981. 21X14, σελ. 32. Βιβλίο μέ ζόρικο, άπαιτητικό υπότιτλο πού δέ συμφωνεί μέ τό αχαμνό περιεχό­ μενό του. 'Ολόκληρο τό κείμενο δέν ξεπερνά τήν έκταση μιας συνήθους έπιφυλλίδας.

Γ. 'Άρθρα-Μελέτες- Όμιλίες-Συνεντενξεις 11. Θ. Ξύδης: Ό «Παντάρκης» τοΰ Σικελιανοΰ, Φιλολογική Πρωτοχρονιά 1981, σελ. 105-108. (Σιωπηρή άναδημοσίευση άποσπάσματος άπό τό βιβλίο τού Ξύδη γιά τό Σικελιανό, Ίκαρος, 1973. Τό κείμενο πού δημοσιεύεται έδώ άντιατοιχεϊ στις σελ. 242-249 τού βιβλίου.) 12. Ν.: Δυό έργασίες γιά τόν Σικελιανό, έφ. Θεσ­ σαλία, Βόλου, 1 Ίον. 1981. [Γιά τίς έργασίες τής Ρ. Φράγκου-Κικίλια.] 13. I. Κ. Φλωρόπουλος: Ή κ. Ρίτσα Φράγκου-Κι­ κίλια μάς διδάσκει τό έργο τού Σικελιανοΰ. (Δυό πολύτιμες έργασίες γιά τό μεγάλο ποιητή). Έφ. Πρωινή, Βόλου, 5 Ίαν. 1981. 14. Γιάννης Καζαντζής: Τρία σονέτα τοΰ Σικελιανοΰ καί ό Πλούταρχος, έφ. Ταχυδρόμος, Βό­ λου, 18 Ίαν. 1981 [ό,τι καί τό 12]. 15. Τάσος Βουρνάς: "Αγγελος Σικελιανός. ΟΙ γυ­ ναίκες τόν λάτρεψαν σάν θεό, περ. Ταχυδρόμος, 1394, 29 Ίαν. 1981, σελ. 6 6 -6 8 . Ξανατυπ. στό βι­ βλίο τοΰ Βουρνά: Ιστορικά καί Φιλολογικά Πορτραίτα. Εκδόσεις Άφών Τολίδη, 1981, σελ. 203-217. 16. Μαρία Καραβία: Τά 128 έρωτικά γράμματα τοΰ ποιητή πρός τήν "Αννα. Σικελιανός: Ή μυ­ στική περιουσία... Άγνωστες πτυχές τής προσω­ πικότητας καί τοΰ έργου του, έφ. Ή Καθημερινή, 25/26 Ίαν. 1981. 17. Νικηφόρος Βρεττάκος: Μνήμες άπό τό νεοελ­ ληνικό μεσαίωνα, έφ. Κυριακάτικη Έλευθεροτυ22 Φεβρ. 1981. νος Χωριανόπουλος: Ή Αννα Σικελιανοΰ ιά τόν ποιητή τοΰ Άλαφροέσκιωτου. Ή

ζωή μου μέ τόν Άγγελο, έφ. Άκρόπολις, 1981.

1

Μαρτ.

19. Ελένη Σπανοπούλου: "Αγγελος Σικελιανός: ’Αναζητώντας καί στή ζωή καί στήν ποίηση τήν αιωνιότητα, έφ. Μεσημβρινή, 10 Μαρτίου 1981. ('Όλα τά λήμματα τοΰ Μάρτη, άπό τήν έφ. Με­ σημβρινή άποτελούν «Αφιέρωμα» στόν Σικελιανό.) 20. 'Ελένη Σπανοπούλου: ’Εκπρόσωποι τού πνευματικού κόσμου μιλούν γιά τόν ποιητή καί τήν ελληνικότητα τού έργου του. Στό Σικελιανό ταιριάζει δ τίτλος «Έλληνας Ποιητής», έφ. Με­ σημβρινή, 11 Μαρτ. 1981. (Απόψεις γιά τόν ποιητή άπό τούς: Γιάννη Ρίτσο, "Αννα Συνοδινοΰ, Π. Πρεβελάκη, Ε. Π. Παπανούτσο, Ν. Καρύδη, Σπ. Εύαγγελάτο, Κ. Ε. Τσιρόπουλο, Σπ. Βασι­ λείου, I. Μ. Παναγιωτόπουλο καί Νικηφ. Βρεττάκο.) 21. Ελένη Παπασωτηρίου: 'Η γυναίκα πού έδωσε τά πάντα στήν υλοποίηση μιάς ιδέας. Χω­ ρίς τήν Εΰα ό Σικελιανός δέν θά ζούσε τό Δελ­ φικό του όνειρο... Καθοριστικός ό ρόλος της στή ζωή καί τό έργο τοΰ ποιητή. Ή πρώτη συνάντηση τοΰ ξανθού Άδωνι τής Λευκάδας μέ τήν άνήσυχη καί ρομαντική Αμερικανίδα, μέσα άπό τίς σελί­ δες τού ημερολογίου της καί μαγνητοφωνημένες διηγήσεις τού ποιητή, έφ. Μεσημβρινή, 12 Μαρτ. 1981. 22. "Ελλη Στάη: Ή Γυναίκα δωρήτρια τής αιώ­ νιας μέθης στήν ποιητική ιδεολογία τού Σικελιανού, έφ. Μεσημβρινή, 13 Μαρτ. 1981. 23. "Ελλη Στάη: Ή πολιτική διάσταση τοΰ μεγά­ λου ποιητή. "Ενας άριστοκράτης τοΰ πνεύματος μέ τήν καρδιά του δοσμένη στό λαό. Ή «βενιζελική» του πορεία καί ή στάση του στήν Κατοχή. Τό μαζικό ξεσήκωμα τοΰ λαού είχε συγκινήσει βαθύτατα τόν "Αγγελο Σικελιανό, έφ. Μεσημ­ βρινή, 16 Μαρτ. 1981. (Συνέντευξη μέ τόν Παν. Κανελλόπουλο.) 24. Ρίτσα Φράγκου-Κικίλια: Αναζητώντας τήν Παγκόσμια Ψυχή, έφ. Μεσημβρινή, 17 Μαρτ. 1981. 25. Ρίτσα Φράγκου-Κικίλια: Μέσα άπ’ τήν Δελ­ φική Ιδέα τό "Ονειρο τής Παγκόσμιας Αδελφό­ τητας, έφ. Μεσημβρινή, 18 Μαρτ. 1981. 26. Θ. Λ. Φραγκόπουλος: Bar Harbor, Main. (Στό περιθώριο τού Έτους Σικελιανοΰ.) Έφ. Ή Κα­ θημερινή. 18 καί 19 Μαρτ. 1981. 27. Αναμνήσεις τοΰ Θάνου Βελούδιου, συνερ­ γάτη τοΰ έμπνευσμένου ζευγαριού. Ένα ελληνικό μεσημέρι στόν κήπο τού Α. Σικελιανοΰ. Μέ τήν Εΰα καί τόν "Αγγελο μπροστά σ’ ένα μαρμάρινο τραπέζι φορτωμένο φρούτα, λουλούδια καί κρασί, έφ. Μεσημβρινή, 19 Μαρτ. 1981. 28. Ό θ. Ξύδης, μελετητής, καί δ Ροζέ Μιλλιέξ, 75


φίλος του, μιλούν γιά τόν Σικελιανό. Παιδιά! Κινδυνεύει τό σώμα τού 'Ελληνισμού!, έφ. Με­ σημβρινή, 20 Μαρτ. 1981.

Σικελιανού. Ή άναβίωση τών Δελφικών Έορτών άπό ένα ζευγάρι ϊδεολόγων, έφ. Ελευθεροτυπία· 22 Άπρ. 1981.

29. Ελένη Παπασωτηρίου: Οί Δελφικές Γιορτές. Όνειρο καί πραγματικότητα, έφ. Μεσημβρινή, 21 Μαρτίου 1981.

41. Βάιος Παγκουρέλης: Φαντάσματα στόν τάφο τού Σικελιανού, έφ. Τό Βήμα τής Κυριακή? (Εβδομάδα), 26 Άπρ. 1981, σελ. 2-4. (Βλ. κ<*ί έπιστολή άναγνώστη στήν έφ. Μεσημβρινή, 30. 4· 81, στή στήλη «Μικρές Ειδήσεις στούς Διαδρο- , μους», πού διαμαρτύρεται γιά τό χειρισμό τοΐ> θέματος άπό τόν Β. Παγκουρέλη.)

30. 'Ελένη Παπασωτηρίου: Οί Δελφικές Γιορτές. Ή ’Αμερική άρνεϊται νά «θρέψει» τά έλληνικά όνειρα τής Εύας, έφ. Μεσημβρινή, 23 Μαρτ. 1981. 31. Λεία Παπαευστρατίου: Ό "Αγγελος τής "Αν­ νας Σικελιανού. Συζήτηση μέ τή χήρα τού ποιητή, άπ’ άφορμή τά «Γράμματα στήν "Αννα», περ. Γυ­ ναίκα, 814, 25 Μαρτ.-7 Άπρ. 1981, σ. 117-118. 32. Ελένη Σπανοπούλου: «Σ’ άγαπώ όπως τά παιδιά άγαπούν τά παραμύθια». Τριάντα χρόνια μετά τό θάνατό του ή "Αννα ’Αγγέλου Σικελιανού -Ή Άννα του- άναθυμάται τά λόγια του -«λό­ για λατρευτά πού σού σκίζουν τήν καρδιά»- καί τό βαθύ δεσμό πού τούς ένωσε καί λέει: «Έγώ ήμουν ή γυναίκα στή ζωή του», έφ. Μεσημβρινή, 26 Μαρτ. 1981. 33. Νικηφόρος Βρεττάκος: Ή άνάκληση τού Σικελιανού στό προσκήνιο, έφ. Κυριακάτικη ’Ελευ­ θεροτυπία, 29 Μαρτ. 1981. 34. Ε. Π. Παπανούτσος: Σικελιανός. Τριάντα χρόνια άπό τό θάνατό του, έφ. Τό Βήμα τής Κυ­ ριακής, 29 Μαρτ. 1981. 35. Άννα Σικελιανού: (Άγγελος Σικελιανός] περ. Νέα 'Εστία, Τόμ. 109, 1 Άπρ. 1981, ο. 428-429. ('Ομιλία στήν τιμητική έκδήλωοη τής Αρχαιολο­ γικής Εταιρείας. 10.3.81.) 36. Βιβέτ Τσαρλαμπά-Κακλαμάνη: Ανέκδοτα κείμενα τού "Αγγέλου Σικελιανού. περ. Νέα 'Εστία, Τόμ. 109, I Άπρ. 1981, σελ. 429-430. (Σύντομο προλογικό σημείωμα στήν προδημο­ σίευση άνέκδοτης έπιοτολής τού Σικελιανού. πού περιλαμβάνεται στό βιβλίο τής Κακλαμάνη. Βλ. λήμμα 5.) 37. Λημήτρης Χαλατοάς: Άγγελος Σικελιανός. περ. Σύγχρονη Σκέψη, Άπρ. 1981. 38. Γάκης Μενδράκοί: Άγγελος Σικελιανός Ενας Ολύμπιος τού έλληνικού λυρισμού, περ. Επίκαιρα. 661, 2-8 Άπρ. 1981, οελ. 102-103. 39. -Φιλολογική Βραδυνή» (Αφιερωμένη οτά 30 χρόνια άπό τό θάνατο τού Σικελιανού). 7 Άπρ. 1981. Περιέχει: Λ. Σιατόπουλου. Ό άνθρωπολά τρης Άγγ, Σικελιανός Άννας Σικελιανού. Ηταν ένας άλαφροΐοκιωτος Μαρίας ΙοίκουλαI αίτατζή. Φαινόμενο δύναμης καί παρορμήσεων Επίσης σχόλια έπιχαιρότητας. (Όλα τά δήμο σιευόμενα κείμενα είναι Ομιλίες πού έγιναν στην έκδήλωοη τού θιάσου «Θυμέλη·, βλ 8ά καί 87 | 40 Ελένη Χαλκούση: Μνήμη Εύας καί Άγγελοι· 76

42. Μεταφράζοντας Καβάφη, Σικελιανό, ΣεφέρΦ Ρίτσο καί Έλύτη. Μιά συνέντευξη τού Edmund Keeley στόν Warren Wallace, περ. Τό Πρίσμα, 3· Άνοιξη 1981, σελ. 87-104. 43. Π. Πρεβελάκης: Ό Άλαφροίσκιωτος. Επί' μνημόσυνος λόγος γιά τά τριάντα χρόνια άπό τ° θάνατο τού "Αγγέλου Σικελιανού. Εκφωνήθηκε στίς 7 Απριλίου 1981 σέ δημόσια συνεδρία τή5 Ακαδημίας Αθηνών παρουσία τού Προέδρ0” τής Δημοκρατίας, περ. Νέα 'Εστία, Τόμ. Μαίου 1981, σελ’ 565-579. 44. Γιώτα Σπηλιοπούλου-Μπερτσάτου: Ό Ποιη τής Άγγελος Σικελιανός, έφ. Ή Αυγή. ΠύρΥ°ι Ηλείας, 4, 11, 18, 25 Μαίου καί 1(;) Ίουν. (Κείμενο ομιλίας πού έκφωνήθηκε σέ έκδήλω<ω γιά τό Σικελιανό, στήν αίθουσα τής Άποστολική» Διακονίας Πύργου, στις 6. 4. 81.) 45. Πέτρος Χάρης: Ένας Πρόλογος. (Σα<Ρ*ί'^| καί άσάφεια στά λογοτεχνικά κείμενα.) Περ δ* 'Εστία, Τόμ. 109, 15 Μαίου 1 9 8 1 , σελ. 632-6. 46. Πέτρος Χάρης: ΟΙ Τραγωδίες τού ΑγΥΕ^ Σικελιανού. περ. Νέα 'Εστία, τόμ. 109. 15 1981, σελ. 678-682. 47. Παν. Κανελλόπουλου Ε. Π. Παπανούτσο^ Άννας Σικελιανού - θεοδώρου Ξύδη - Σπυρ Βασιλείου - Χρήστου Μαλεβίτση - Σπύρθ0 Εύαγγελάτου: Δημόσια συζήτηση γιά τον -Αγγελ Λγί1^· 1981. °1,1 Σικελιανό, περ. Εύθύνη. 113, Μάιος ,<>ul 265-277. 48. Χρηστός Β. Χειμώνας: Ένα ποίημα τού άυυΣικελιανού γιά τόν Άλ. Παπαδιαμάντη. πει?· σελ· Απανεμιά, χρ. 5ος, Γεν.-Μάης 1981. 185-187.

1942 καί 1892), περ. Νέα Εστία, Τόμ. 109, 1 Ιουν. 1981, σελ. 702-705.

Καθημερινή, 18 Φεβρ. 1981. (Βλ. καί τις άλλες έφημερίδες τής 18. 2. 81.)

53. Ισαβέλλα Παπαζήση: Σικελιανός, άγαπημένος τών θεών, λατρεμένος τών γυναικών, περ. Co­ smopolitan, Ίουν. 1981, σ. 34 καί 36.

68. Τήλεφος: Σημειωματάριο. Προσοχή!, έφ. Ή Καθημερινή, 19 Φεβρ. 1981.

54. Γ. Βαλέτας: Σικελιανός. Ό ποιητής τού Δελφισμού καί τής Αντίστασης, περ. Αιολικά 1ράμ­ ματα, χρ. ΙΑ', Μάης-Ίούν. 1981, σελ. 209-224. 55. Ό Συνεργάτης Α.: Ή Εύα έπλασε τόν δικό της Θεό, περ. Φαντάζιο, 637, 2 Ίουν. 1981. 56. Άρτέμης Μάτσας: Ή Δελφική Ιδέα καί τό Θέατρο, περ. Ραδιοτηλεόραση, 592, 13-19 Ιουν. 1981, σελ. 40-41. 57. Αναστασία Πολίτου: Ή έλληνική φύση στό έργο τού Σικελιανού, έφ. Πελοπόννησος, Πάτρας, 14 Ίουν. 1981. 58. Πέτρος Χάρης: Τό συμπέρασμα, περ. Νέα Εστία, Τόμ. 109, 15 Ίουν. 1981, σελ. 773-774. 59. Κώστας Σταματίου: Ό Σικελιανός είχε πει γιά τή Δεξιά: «Δέν είναι παρά Αποσύνθεση»! Τώρα οί διώκτες του τιμάνε -δήθεν- τή μνήμη του, έφ. Τά Νέα, 23 Ίουν. 1981. 60. Κατερίνα Κακούρη: Οί Δελφικές Εορτές. (Μέσα άπό τή Δελφική Ιδέα), περ. Νέα 'Εστία, Τόμ. 110, I Ίουλ. 1981, σελ. 865-872. 61. Γιάννης Σιαφλέκης: Πώς γνώρισα τόν "Αγγ. Σικελιανό, έφ. Θεσσαλία, Βόλου, 5 καί 7 Ίουλ. 1981. Ξανατυπ. στό περ. Πολιτική Οικονομική "Ερευνα, έτος Ζ', Αύγ. 1981, σελ. 38-40. 62. Γιώργος Κοτζιούλας: Πώς άναθυμιέμαι τό Σικελιανό (Σημειώσεις ένός έπιγόνου), περ. Θού­ ριος, 144, 9 Ίουλ. 1981, σελ. 44-47. (Αναδημο­ σίευση παλαιού άρθρου άπό το περ. Νέοι Στα­ θμοί.) 63. 1981: «Έτος Σικελιανού». Μουσειακές έκδηλώοεις ή ουσιαστικό πνευματικό αίτημα;, έφ. Η Αυγή, 12, 17, 26 Ίουλ. καί 9 Αύγ. 1981. (Εκτε­ νής έρευνα άνάμεσα σέ «νεότερους καί νεότατους ποιητές».)

69. Αφιέρωμα τής ΥΕΝΕΔ στόν "Αγγελο Σικελιανό, έφ. Απογευματινή, 20 Φεβρ. 1981. (Βλ. καί έφ. Ή Βραδυνή καί Μεσημβρινή τής ίδιας ημερομηνίας.) 70. Σάν σήμερα πριν άπό 38 χρόνια ή 'Ελλάδα κήδευε τόν Κ. Παλαμά, έφ. Μεσημβρινή, 27 Φεβρ. 1981. (Βλ. καί: Μνήμες δόξας, έφ. ’Ελευ­ θεροτυπία, 27. 2. 1981.) 71. Ώτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. Έτσι θά τιμη­ θεί; έφ. Τά Νέα, 6 Μαρτ. 1981. (Γιά τόν έγκαταλελειμμένο άνδριάντα τού ποιητή στή Λευκάδα. Τό ίδιο καί στή στήλη τής Σόνιας Τζαννετή, Πίσω άπό τή βιτρίνα, περ. Ταχυδρόμος, 1402, 26 Μαρτ. 1981.) 72. Φ. Καββαδίας: Ό Σικελιανός ήταν ή δόξα ολόκληρου τού ελληνικού ήθικού πολιτισμού. "Αρχισαν χθες στήν Αρχαιολογική Εταιρία οί έκδηλώοεις τού «Έτους Σικελιανού». Συνωστι­ σμός στήν αίθουσα, μικροεπεισόδια στό πεζοδρό­ μιο. Προλόγισε ό τέως Πρωθυπουργός κ. Παν. Κανελλόπουλος καί πήραν μέρος στή συζήτηση: Ε. Παπανούτσος, "Αννα Σικελιανού, Θ. Ξύδης, Σπ. Βασιλείου, Χρ. Μαλεβίτσης, Σπ. Εύαγγελάτος, έφ. Μεσημβρινή, 11 Μαρτ. 1981. 73. Λάμπρος Μάλαμας: Τό έτος Σικελιανού κι ό κορυφαίος ποιητής, περ. ’Ελεύθερο Πνεύμα, χρ. 10ος, 39, Γεν.-Φλεβ.-Μάρτ. 1981, σελ. 5-6. 74. Ή έπίσημη έναρξη τού "Ετους Σικελιανού, έφ. Μεσημβρινή, 7 Μαρτ. 1981. (Ή ίδια είδηση καί στίς έφ. Τό Βήμα τής Κυριακής, 8. 3. 81, Τά Νέα καί Απογευματινή, 10. 3. 81.) 75. Γιά τόν Σικελιανό, έφ. Ή Βραδυνή, 11 Μαρτ. 1981. 76. Τό έτος Σικελιανού, έφ. Θεσσαλία, Βόλου, 13 Μαρτ. 1981. (Δημοσιεύεται έπιστολή άναγνώστη.)

Δ. Σχόλια ίπικαιρότητας-ΕίόηαεογναφιαΈκόηλώαεις

77. Εκδήλωση γιά τόν Σικελιανό, έφ. Ή Καθη­ μερινή, 18 Μαρτ. 1981. (Στόν Πειραίκό Σύνδε­ σμο.)

49. Σπ Παναγιωτόπουλος: Ό Άγγελος κ·*^ ^ Εύα. (30 χρόνια άπό τόν θάνατο τού Σικελία^1 ερ ’Ιατρολογοτεχνική Στέγη, έτος 13, α Περ. 1981. σελ 36-37.

64. 1981: Έτος Σικελιανού, έφ. Τά Νέα, 16 Ίαν. 1981.

78. Συγκλονιστικά έπίκαιρη ή Σικελιανική Ιδεο­ λογία. Συζήτηση χθές στόν Πειραίκό Σύνδεσμο στά πλαίσια τού «"Ετους Σικελιανού», έφ. Με­ σημβρινή, 19 Μαρτ. 1981.

50. I Κ II II άγνωστη ιΐιραία φιλία I Σικελιανού. γούμη you! Μαρτυρίες Μαρτυρίε άπό άνεκ^^ ήμερολόγιο (τοι Ιωνιι ΛραγουμηΙ έψ· 19 Μαίου 1981

66. Γιά τόν Σικελιανό, έφ>. "Ελευθεροτυπία, 14 Φεβρ. 1981.

51 Λιον Γιατριις: Σικελιανός καί αίσθηιυ^ οχής , έφ Ι λευθεοοτυπία. 29 Μαίου 198 57 Πέτρος Χάρη. II σαφήνεια καί ή

65. «Έτος Σικελιανού» χωρίς σφετεριστές, έφ. Μεσημβρινή, 27 Ίαν. 1981.

έκδηλώοεις γιά τό έτος Σικελιανού ύπό τήν τού Προέδρου τής Δημοκρατίας, έφ>. Ή

79. Τήλεφος: Σημειωματάριο. "Evu άγύρι άλλοιώτικο, έφ Ή Καθημερινή, 22 Μαρτ. 1981. (Γιά τόν Γλαύκο Σικελιανό.) 80. ’ίίτυβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. Οί Ανευλά­ βειες τού Εθνικού Θεάτρου, έφ. Τά Νέα, 26 Μαρτ. 1981. (Βλ. στήν ίδια στήλη: Τό ’Εθνικό


άπαντά ατούς Λευκαδίτες, 27. 3. 81.) 81. Εκδήλωση στή μνήμη Σικελιανού, έφ. Τά Νέα, 30 Μαρτ. 1981. (’Οργανωμένη άπό τόν θίασο «Θυμέλη».) 82. Διάλεξη γιά τό Σικελιανό, έφ. Τά Νέα, 30 Μαρτ. 1981. (Προαναγγέλλεται εκδήλωση στό Πνευματικό Κέντρο τού Δήμου Νίκαιας.)

πού οργανώνει τό ΚΘΒΕ γιά τό Σικελιανό, μέ όμιλητή τόν Γ. Κεχαγιόγλου.) 94. Τατιάνα Μιλλιέξ: Στού 'Όσιου Λουκά τό μοναστήρι, έφ. Κυριακάτικη ’Ελευθεροτυπία, 1® Μαίου 1981. (Ταξιδιωτικές έντυπώσεις. Λίγε? άναφορές στό Σικελιανό καί τό γνωστό ποίημ0 του γιά τό μοναστήρι.)

83. Στους Δελφούς ή πρεμιέρα τής «Σίβυλλας», έφ. ’Ελευθεροτυπία, 4 Άπρ. 1981.

95. Ώτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. ΈκδήλωσΊ γιά τόν Σικελιανό στή Λευκάδα, έφ. Τά Νέα, 1° Μαίου 1981. (Άπό τόν τοπικό σύλλογο «Όρ· φέας».)

84. Ό Σικελιανός έθνικός ποιητής. Ή χθεσινή εκδήλωση στήν ’Ακαδημία, παρουσία τού Προέ­ δρου τής Δημοκρατίας κ. Κων. Καραμανλή, έφ. Μεσημβρινή, 8 Άπρ. 1981. (Βλ. καί τίς λοιπές έφημερίδες τής ίδιας ημερομηνίας.)

96. X. Λ.: Τό έργο τού Σικελιανού, έφ. ΘεσσαλιΦ Βόλου, 17 Μαίου 1981. (’Εντυπώσεις άπό τήτ ; έκδήλωση τού ΚΘΒΕ, μέ γενικότερες κρίσεις γι° ι τό έργο τού ποιητή.)

85. Έκθεση γιά τόν Σικελιανό στό Ζάππειο, έφ. ’Ελευθεροτυπία, 9 Άπρ. 1981. (Ή ίδια είδηση καί στίς λοιπές έφημερίδες τής 9 καί 10. 4. 81.)

97. Γιά τόν Σικελιανό, έφ. ’Ελευθεροτυπία, 20 Μαίου 1981. (Ειδήσεις γιά τήν «Πανλευκαδιώτικη έκδρομή-προσκύνημα» στούς Δελφούς.)

86. Στή μνήμη Αγγέλου καί Εύας Σικελιανού, έφ. Μεσημβρινή, 10 Άπρ. 1981. (Προαναγγέλλεται ή τιμητική έκδήλωση τής Εταιρείας Θεατρικών Συγγραφέων. Ή ίδια είδηση καί στίς λοιπές έφη­ μερίδες.)

98. Ή «Σίβυλλα» κινδυνεύει άπό τήν λιτότητΦ Περικοπές μέχρι 60% στό ’Εθνικό, έφ. ’Ελευθε­ ροτυπία, 21 Μαίου 1981.

87. Τιμητική έκδήλωση στή μνήμη Αγγέλου καί Εύας Σικελιανού, έφ. Μεσημβρινή, 14 Άπρ. 1981. (Τής 'Εταιρείας θεατρικών Συγγραφέων. Μίλησαν οί Π. Χάρης, Κατερίνα Κακούρη καί "Αννα Συνοδινού.) 88. Άπό τή ζωή τού Σικελιανού. Ό Πρωθυπουρ­ γός κ. Γ. Ράλλης έγκαινίασε χθές έκθεση ένθυμημάτων τού μεγάλου έλληνα ποιητή, έφ. Μεσημ­ βρινή, 16 Άπρ. 1981. (Στό Ζάππειο. Βλ. καί: Σικελιανός καί Νέα Δημοκρατία, έφ. Ελευθεροτυ­ πία, 16. 4. 81.) 89. Σικελιανός στήν Κρατική ’Ορχήστρα, έφ. ’Ελευθεροτυπία, 20 Άπρ. 1981. (Παρουσίαση τού έργου «Στού "Οσιου Λουκά τό Μοναστήρι» τού Μαν. Καλομοίρη.) 90. ’Εκδηλώσεις γιά τό Σικελιανό άπό τό ΚΘΒΕ, έφ. Ή Καθημερινή, 25 Άπρ. 1981. (Προαναγ­ γέλλονται όμιλία τού Γ. Κεχαγιόγλου καί άνέβαομα τραγωδίας τού ποιητή.) 91. Μεγάλο άφιέρωμα στό Σικελιανό, έφ Τά Νέα, 7 Μαίου 1981 (Είδηοεογραφία γιά τίς έκπομπές τού πρώτου προγράμματος τον ραδιοφώνου τής ΕΡΙ πού είναι άφαερωμένες στον ποιητή.) 92. ( Ομιλία τού Δουκά Κούοουλα στό Πνευμα­ τικό Κέντρο Αγίου Νικολάου Χαλανδρίου, σέ τι­ μητική έκδήλωση γιά τό Σικελιανό, άργανωμένη άπό τήν ΕΛΜΕ Ανατολικής Αττικής ) Βλ έφ ’Ελευθεροτυπία, 7 Μαίου 1981 93. Μνήμη Άγγελον Σικελιανού. έφ Μεσημ βρινή, ΗΜαίου 1981, ( Αναγγέλλεται ή έκδήλωση

99. (Διάλεξη άργανωμένη άπό τήν Εταίρε'0 Δευκαδικών Μελετών στήν Αρχαιολογική Ετθι ρεία, μέ όμιλητή τόν Ν. Σβορώνο καί θέμα: | σικές ιδέες στήν ποίηση τού Σικελιανού» ) * | Μαίου 1981. 100. Τήλεφος: Σημειωματάριο. Σπύρου λείου, Ξυλογραφίες, έφ·. Ή Καθημερινή. Μαίου 1981. (Ανάμεσα σέ άλλα: «... ’Εκείνο π φαίνεται νά συγκινεϊ αυτή τήν έποχή τόν λ·πι' Βασιλείου είναι, κυρίως, ή έπανέκδοση * “Άκριτικών" τού Σικελιανού, πού τά είχε Yt,a^a ό ίδιος ένα-ένα μέ τό χέρι του, σέ έκατό <"tVTlT|T(1. τόν καιρό τής Κατοχής. Πρόσφατα, στίς Υ“Χ. στικές έκδηλώσεις γιά τόν Σικελιανό στο πειο, δ πρωθυπουργός κ. Γ. Ράλλης, όταν π ·Ίϊ φορήθηκε τή συγκινητική Ιστορία αυτής τη? 7^ ράγραφης έκδικτης. έδωσε έντολή νά άνατυπ ώστε νά τήν χαροί'ν περισσότεροι Έλληνες» ' 101 Πέτρος Λινάρδος: Τ( παράπονο νάχσυμ^Υ^_ τό Σικελιανό. έφ. Τό Βήμα τής Κυριακής ( ^ μάδα), 24 Μαίου 1981. οελ. II. (Σχολιάζετε! γεγονός ότι τά ΕΛ ΙΆ δέν έκδίδουν γρσΡΡ σημο γιά τό Σικελιανό.) 102. Έκδήλωση γιά τόν Σικελιανό, έφ1 ** ' ,j. μερινή. 2(· Μαίου 1981. (Προαναγγελία T**c ^ τικής έκδήλωση; πού όργιινώνπ ό ΟρΥ" Επτανησιακού θεάτρου, γιά τίς 3 Ιούνιο' ^ καί έφ Τό Βήμα. 31/5/81. έφ Μιοημβΐ"νΤ 3. 6. 81. καί έφ·. Τό Βήμα, 3, 6. 81. 103. (Έκόέ|λωαη γιά τόν Σικελιανιι τής«Αέ Βιβλίου καί Πολιτισμοί··, μέ όμιλητή tot1 Σιμόπουλο ) Βλ. έφ Ελευθεροτυπία. Ι98|

104. Βραδυά-άφιέρωμα στόν "Αγγελο Σικελιανό οργανώνει ή Πνευματική Εστία Νέας ’Ιωνίας [Βόλου], έφ. Θεσσαλία, Βόλου, 31 Μαίου 1981. (’Εκτενής είδηοεογραφία μέ πολλά στοιχεία γιά τή ζωή καί τό έργο τού ποιητή.)

πρόγραμμα περιλαμβάνει καί τό «Πνευματικό ’Εμβατήριο» τού Σικελιανού σέ μουσική Μίκη Θεοδωράκη. Διευθύνει ή Τερψιχόρη Παπαστεφάνου. Ή έκδήλωση άφιερωμένη στό Έτος Σικελιανοΰ.) 29 Ίουν. 1981.

105. Γιά τόν Σικελιανό, έφ. ’Ελευθεροτυπία, 1 Ίουν. 1981. (Γιά τήν έκδήλωση τού ’Οργανισμού Επτανησιακού Θεάτρου, μέ κύριο όμιλητή τόν Γεράσιμο Γρηγόρη.)

119. (Θεατρική παράσταση μέ τή «Σίβυλλα» τού Σικελιανού, άπό τόν ’Οργανισμό Επτανησιακού Θεάτρου, στό θέατρο «Παπάγου» τής όμώνυμης συνοικίας. Οί παραστάσεις έγιναν στίς 3, 4, 5, 8, 9, 14 καί 15 Ίουλ. 1981.)

106. Προτομή Σικελιανού θά τοποθετηθεί στήν όδό Ρηγίλλης. Τά άποκαλυπτήρια στίς 18 ’Ιου­ νίου, έφ. Ή Καθημερινή, 2 Ίουν. 1981. (Βλ. καί λοιπές έφημερίδες τής ίδιας ημερομηνίας.) 107. (Όμιλία τού Μ. Παπαϊωάννου μέ θέμα: «Άγγελος Σικελιανός, ή ζωή καί τό έργο του», στή Σχολή Στελεχών ’Επιχειρήσεων στό Αιγά­ λεω.) Βλ. έφ. Ελευθεροτυπία, 2 Ίουν. 1981. 108. (Τιμητική έκδήλωση γιά τά 30 χρόνια άπό τόν θάνατο τού Σικελιανού, στή Μονή τού Όσιου Λουκά άπό τήν Εταιρία Γραμμάτων καί Τεχνών Πειραιά.) Βλ. έφ. Ελευθεροτυπία, 6 Ίουν. 1981. 109. Μαίρη Βέργου: Πρέπει νά γνωρίσουμε τό Σικελιανό, έφ. τό Βήμα τής Κυριακής (Εβδο­ μάδα), 14 Ίουν. 1981.

120. Τατιάνα Μιλλιέξ: Σ. Βασιλείου - χαρακτική: 40 χρόνια τού ΕΑΜ, έφ. Κυριακάτικη Ελευθερο­ τυπία, 12 Ίου. 1981. (Άναφορές στή δουλειά τού Βασιλείου πάνω στά «Άκριτικά» τού Σικελιανού.) 121. Χειρόγραφα τού Σικελιανού, έφ. Ή Καθη­ μερινή, 15 Ίουλ. 1981. (Αναγγέλλεται έκθεση βι­ βλίων, χειρογράφων καί φωτογραφιών τού ποιητή, πού οργανώνεται στό Ευρωπαϊκό Πολι­ τιστικό Κέντρο Δελφών.) 122. Φούλα Χατζιδάκη: Άντικομφορμιστικά, έφ. Ή Αυγή, 26 Ιουλίου 1981.

110. Τό «παρασκήνιο» γιά τό Σικελιανό, έφ. Τά Νέα, 17 Ίουν. 1981. (Βλ. καί λοιπές έφημερίδες τής ίδιας ημερομηνίας.)

123. Σ. Άλεξανδροπούλου: Τό ’Εθνικό άλλαξε Βολανάκη μέ Μεσάλα, έφ. Ελευθεροτυπία, 30 Ιουλίου 1981. [Γιά τό άνέβασμα τής «Σίβυλ­ λας»]. Βλ. καί: Σίβυλλα, άλλαγή πορείας, έφ. Με­ σημβρινή, 31 Ίουλ. καί: Πρός τά δικαστήρια πάει ή «Σίβυλλα», έφ. Ελευθεροτυπία, 31 Ίουλ.

111. Άποκαλύφθηκε ή προτομή τού "Αγγέλου Σικελιανού, έφ. Μεσημβρινή, 19 Ίουν. 1981. (Βλ. καί λοιπές έφημερίδες τής ίδιας ημερομηνίας.)

124. Ώτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. Τά «Άκριτικά» τού Σικελιανού, έφ. Τά Νέα, 27 Αύγ. 1981. (Σχόλια γιά τήν έκτος έμπορίου έκδοση.)

112. Ώτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. Κι ό Σικελιανός... δεξιά κουλτούρα; έφ. Τά Νέα, 19 Ίουν. 1981.

125. Θ. Ξύδης: Τιμητικές έκδηλώσεις στή Λευ­ κάδα γιά τόν "Αγγελο Σικελιανό, περ. Νέα Εστία, Τόμ. 110, I Σεπτ. 1981, σελ. 1167-1168.

I 13. Συμπόσιο στούς Δελφούς γιά τό Σικελιανό, έφ. Ή Καθημερινή, 20 Ίουν. 1981. I 14. Εκδηλώσεις γιά τόν Σικελιανό, έφ. Ή Κα­ θημερινή, 21 Ίουν. 1981. (Γιά τήν όμιλία τού Ήλία Σιμόπουλου στήν αίθουσα τού Συνδέσμου «Εύγένειος ό Αίτωλός» στό Καρπενήσι.) 115. Νέστ. Μάτσας: Τό Συμπόσιο τών Δελφών γιά τόν "Αγγελο Σικελιανό, έφ>. Η Βραδυνή, 23 Ίουν. 1981. 116. Ώτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. Ό Σικελιανός έορτάζεται στήν Αμερική, έφ. Τά Νέα, 24 Ίουν. 1981. I 17. Ώτοβλεψίες: Ακούω... Βλέπω. «Σικελιανός καί... δεξιά κουλτούρα», έφ. Τά Νέα, 25 Ίουν. 1981. (Δημοσιεύεται έπιστολή τού Κωοτή Κοκόροβιτς, πού έπικροτεϊ τό σχόλιο τής 19. 6. 81. Βλ. λήμμα 112.) (Συναυλία τής χορωδίας τού Συλλόγου λήλων Εθνικής Τραπέζης στό Χίλτον. Τό 79


η

επιλογή

ΤΗΣ «J*

ολοκλήρωσή στον έρωτα

Τζήν Μπαίηκερ Μίλλερ

Στις σελίόες πού άκολονθοϋν οί συνεργάτες τον «Διαβάζω» παρουσιάζουν καί κρίνουν μερικά από τά πιό ενδιαφέροντα βιβλία πού κυκλοφόρησαν τούς τελευταίους μήνες. Τά βιβλία επιλέγει ή Σύνταξη τού περιοδικού.

Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η

χο αίτημα τής ισότητας

«Μιά πρωτότυπη, τολμηρή καί αξιοσημείωτη μελέτη πάνω στις σχέσεις τών δύο φύλων»

«Μιά σημαντική πρόοδος στήν κατανόηση τής ψυχολογίας καί τών δύο φύλων.

εχει ενα όνομα: χειραφέτηση

NEW YORK REVIEW

Ταντέους Γκόλας

Γκνάτ Χοτκέβιτς

JE/VHIE/llk A H f lC N & αυτογνωσία

Η Απάτη τών δέκα έντολών

V Πώς ν ' άνακαλύψεις1"" έναν όλόκλποο ’ παράδεισο — } γύρω σου καί ^ μέσα σου

Μιά πρωτότυπη νουβέλα πού Αναπλάθιι τίς ταραγμένες στιγμές ένός λαοΟ )Λ ιί

Εκδόσεις Γλάρος ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ 31 · ΑΘΗΝΑ 141 * ΤΗΛ 36 18 457

ΡΟΣΑΝΑ ΡΟΣΑΝΤΑ: Γυναίκες καί πολιτική. Όόνασέας, Αθήνα, 1081). Σελ. .106.

ΚΑΊΩ άπό τόν τίτλο «Οί άλλες», πού στά έλληνικά άποδόθηκε «Γυναίκες καί πολιτική», ή Ιτα­ λίδα διανοούμενη τής άριστεράς Ροσάνα Ροσάντα παρουσιάζει τά κείμενα μιας σειράς ραδιοφωνι­ κών συζητήσεων πού έγιναν άπό τό Νοέμβρη τού 1978 έως τόν Φεβρουάριο τού 1979 στά πλαίσια τής εκπομπής «Εμείς, Εσείς, Αύτοί - Γυναίκα» καί μεταδόθηκαν άπό τό I πρόγραμμα τής ιταλι­ κής ραδιοφωνίας. "Αν άναφέραμε ότι τά κείμενα -έκτύς άπό τόν πολύ άναλυτικό καί έκτεταμένο πρόλογο- είναι αύτούσια μεταφορά έκπομπών μέ σχόλια καί συν­ εντεύξεις άπό μιά ομάδα σχεδόν άποκλειοτικά γυναικών, μέ βασική συντονίστρια τή Ρ. Ροσάντα, είναι γιά νά τονίσουμε τήν ιδιαιτερότητα τού βι­ βλίου αύτού, πού μπορεί νά άντιμετωπιστεί άπό δύο πλευρές: 1. Προσεγγίζοντας τά κείμενα οάν περιεχό­ μενα έκπομπών, δέν μπορεί κανείς παρά νά θαυ­ μάσει τή αφαιρικάτητα, τήν ούσιαοτική καί σέ βάθος, μπορούμε νά πούμε έπιστημονική, άνάλυοη, τήν άμεσότητα καί τήν τόλμη, πού ίκπλήοσει γιά μέσο μαζικής ένημέρωσης -σέ Αντιπαρά­ θεση μάλιστα μέ τή δική μας πραγματικότητα-, μί " ήποία θίγεται τό γυναικείο ζήτημα, όπως τό ή συγγραφέας, οί άντιπρόσωποι τού ίτα■μινιστικού κινήματος, οί ουνόικαλιομέ-

Ροαάνα Ροσάντα

νες εργάτριες, ό τότε πρόεδρος τής Βουλής Ρ. 1ηgrao καί οί άλλες συζητήτριες. 2. Άπό τήν άλλη πάλι πλευρά, τά κείμενα, σάν μέρη ένός έργου προβληματισμού, επιστημονικής άνάλυσης καί σέ βάθος άνίχνευσης ένός τόσο «καυτού» θέματος, είναι «φορτισμένα» μέ όλα τά μειονεκτήματα καί τούς περιορισμούς πού πα­ ρουσιάζει τό πέρασμα τού προφορικού λόγου στόν γραπτό, όταν μάλιστα πρόκειται γιά συζη­ τήσεις καί όχι διαλέξεις μέ προετοιμασμένο καί καλά μελετημένο κείμενο. Αυτό τό καταλαβαίνει κανείς καλύτερα άν με­ λετήσει τόν πρόλογο, όπου φαίνεται ή συγγρα­ φική ικανότητα τής Ρ. Ροσάντα, τό λογοτεχνικό της ύφος -ομοιογενές, γλαφυρό, πυκνό έστω καί σέ υπερβολικό βαθμό. Ό πρόλογος είναι γραπτός λόγος! "Ας προχωρήσουμε όμως στήν παρουσίαση τού έργου, πού τό θέμα του είναι οί γυναίκες καί βα­ σικά οί Ιταλίδες σέ σχέση μέ τήν πολιτική τους χειραφέτηση (βλέπε μέσα οτό άριστερό κίνημα), τό φεμινιστικό κίνημα, τόν συνδικαλισμό, τό «άλλο» φύλο. Τό βιβλίο ξεκίνα μ' έναν, όπως προαναφέραμε, περιεκτικό πρόλογο πού καλύπτει τό ιστορικό τών έκπομπών, τούς δισταγμούς τής συγγραφέα νά δεχθεί αυτή τήν πρόκληση, τίς προσωπικές της

ΚΙ


εμπειρίες καί σχέσεις μέ τό Κομμουνιστικό Κόμμα. ’Ακόμη, Αναφέρεται στήν καθεαυτό θέση τής γυναίκας, πού τή βλέπει στενά συνδεδεμένη μέ τήν «κοινή μοίρα τών έκμεταλλευόμενων» όλου τού κόσμου, καί ξεκαθαρίζει τίς σχέσεις της μέ τό οργανωμένο φεμινιστικό κίνημα τής χώρας της. Οί δώδεκα έκπομπές-συζητήσεις πού άκολουθούν, καί πού άποτελούν τό κυρίως έργο βέβαια, έχουν σάν πυρήνα ή καθεμιά έννοιες τής πολιτι­ κής επιστήμης καί φιλοσοφίας, χωρίς άξιολογική σειρά, καί ή δομή τους είναι σταθερή. Προσδιο­ ρίζεται δηλαδή τό νόημα τής κάθε έννοιας καί ή ιστορική της προέλευση, έξετάζεται ή θέση τής γυναίκας άπέναντί της, αναπτύσσονται οί Από­ ψεις τών φεμινιστριών καί όσων παίρνουν μέρος στίς συνεντεύξεις, ενώ ένδιάμεσα ή συγγραφέας άνακεφαλαιώνει, άποσαφηνίζει, σχολιάζει, συμ­ περαίνει. Ή πρώτη καί ή δεύτερη εκπομπή είναι άφιερωμένες στήν έννοια τής πολιτικής. Οί γυναίκες, όντας έκ δεδομένου έξω άπό τήν πολιτική τουλά­ χιστον μέχρι τά μισά τού αίώνα μας, κατάφεραν μόνο κάτω άπό ειδικές καί συχνά κρίσιμες γιά τήν όποια κοινωνία συνθήκες, όπως ό πόλεμος, ή μόρφωση, ή δουλειά μέσω τού συνδικαλισμού, οί έπαγγελματικές πιά σπουδές, νά «εισχωρήσουν» στή σφαίρα της. ’Αλλά καί τότε έγιναν δεκτές γιά ορισμένους λόγους καί πρόαιρεραν κυρίως στούς κατεξοχήν γυναικείους κλάδους, όπως συνήθως θεωρείται ή υγεία, ή κοινωνική πρόνοια, ή οικο­ γένεια. Οί φεμινίστριες οδηγούνται πάλι σέ άρ­ νηση τής πολιτικής χειραφέτησης τών γυναικών, τίς ενδιαφέρουν πιότερο οί διαπροσωπικές, άτομικές σχέσεις μεταξύ τους σάν ένα μέτωπο ένάντια στήν κυριαρχία τών άνδρών στήν πολιτική καί τήν όποια ίεραρχία της, πού είναι καθαρά δικό τους δημιούργημα πού χαριστικά άνοιξαν τίς πύλες καί γιά τίς γυναίκες. Ή όιαχήρνξη τών δικαιωμάτων τον πολίτη τής Γαλλικής ’Επανάστασης, «έλευθερία-άδελφότητα-ισότητα», είναι τό θέμα τών τριών επόμενων έκπομπών. ’Εδώ, πέρα άπό τήν προσπάθεια νά δοθεί ό ορισμός τών τριύιν έννοιών, «παίζεται» ένα παιχνίδι προτιμήσεων άνάμεοα στούς συζη­ τητές γιά τό ποιά άπό τίς τρείς θά θεωρούσαν καθοριστική γιά τήν πραγμάτωση του ιδεώδους τής ούοιαστικής ισοτιμίας των μελών μιάς ιδανι­ κής κοινωνίας. Κάτω άπ’ αυτό τό πρίσμα έξετι'ιζσνται καί υ( θέσεις τών δύο φύλων σέ σχέση μέ τίς έννοιες αύτές, γιατί ή έλευθερία, π.χ., άλλο νόημα έχει γιά τόν άνδρα, άλλο γιά τή γυναίκα, άφού (κείνος Ανέκαθεν είχε μεγαλύτερες ΙΧευθερίες, παρ’ όλο πού στή συζήτηση ή γυναίκα χα­ ρακτηρίζεται τελικά σάν «αιώνια, δεμένη μέ τίς θείες ρίζες τής ζωής», άν καί Αδύναμη, ένω 6 άνδρας. άν καί δυνατός, είναι «πεπερασμένος, "λαϊκό"», Σάν παράδειγμα άναφέρεται ή Λντιγέννη τού Σοφοκλή, ή οποία μπορεί νά Αφηφά καί νά ξεπερνά τούς νόμους τής πέιλης τούς φτιαγμέ­ νους άπό άνδρες καί νά ίιγγίζει. αυτή ή καταπιε­ σμένη. τό θείο, Ιελικά. δριοτικές λύσεις γιά τό

πώς καί μέ ποιά άπό τίς τρείς έννοιες Ανοίγουν οί πύλες τού παραδείσου δέν δίνονται. Είναι άλλω­ στε άπό τά αιώνια Ανθρώπινα προβλήματα πού περιμένουν τή λύση τους. Ή όημοκρατία καί ό φασισμός είναι οί έννοιες πού Αναλύονται στίς δύο επόμενες εκπομπές· Ποιά είναι τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τής δημοκρατίας (συμμετοχή, Ανταγωνισμός, έλεγχος, πολυεπίπεδο σχέσεων καί δομών), τού φασισμού (Ανισότητα σ’ όλα τά επίπεδα τών σχέσεων μεταξύ φύλων καί φυλών, τάξεων καί ομάδων), πώς καί γιατί βρέθηκαν ϊταλίδες γυναίκες στό φασιστικό κίνημα παρασυρμένες κυρίως Από έθνικοπατριωτικά ιδεώδη (τιμή, θρησκεία, οικο­ γένεια). ’Ακολουθεί ή έκπομπή ή Αφιερωμένη στήν ιτα­ λική Αντίσταση καί στίς γυναίκες Αγωνίστριες. Η έννοια Αντίσταση έξετάζεται καί στήν ευρύτερη έννοια, καί έκεί ή γυναίκα φαίνεται ότι διαθετει κάτι περισσότερο άπό τόν άνδρα. διαθέτει υπο­ μονή, σταθερότητα, Αντοχή, γι’ αυτό μπορεί και Αντιστέκεται καί στήν καθημερινή ζωή μ’ έναν τρόπο Αντίθετο άπό τόν κραυγαλέο τρόπο των άνδρών. Στό κράτος Αφιερώνεται ή ένατη έκπομπή *αι έξετάζεται σέ σχέση καί μέ τίς έννοιες νόμος-έξ" ουσία σάν ή «ψυχή τού κράτους», ή θετική και Αρνητική συμβολή του στήν έλευθερία, έπικοινωνία, Αναγνώριση καί δημιουργικότητα τού Ατό­ μου. Τό κράτος γιά τίς φεμινίστριες όμως είναι σύστημα έξουσιών πού έγινε άπό άνδρες, και εί­ ναι ουτοπία ή πεποίθηση ότι ή γυναικεία συμμε­ τοχή στήν πολιτική μπορεί νά τό Αλλάξει ριζικα·^ Στή δέκατη έκπομπή Αναφέρεται τό κόμμα 00 έννοια τής «καθαρής πολιτικής», χωρίς ιδεολο­ γική φόρτιση. Λέξη σύγχρονη σέ σχέση μέ τό κθα' τος. Οί φεμινίστριες βλέπουν πιύ σημαντικό το κίνημά τους Από όποιοδήποτε κόμμα σάν ΨιΗ?,α μέσω τού οποίου θά λυθεί τό γυναικείο ζήτημα· ^ Ή γυναίκα καί ή ϊπανάσταση είναι τό θέμα τ'Ε προτελπ'ταίας έκπομπής. Ή γυναίκα πού είναι παρούσα σ' όλα τά έπαναστατικά κινήματα· φεμινισμός, έπανάσταση είναι ενάντια στήν έξού αία τού άνδρα πάνω στή γυναίκα. Ή (πανόσια·'1! έστω καί μέ ήττες προχωρεί καί προοφ'έρε* <ΓΓΤί λύση τής Ανθρώπινης μοίρας. Ή τελευταία έκπομπή Αναλύει τόν όρο φινα'ΐ ομύς. έννοια κυρίαρχη καί ο’ όλες τίς προηγο'Ί* , νες. Είναι μιά «νέα λέξη» πού Ανταποκριτή*1 ένα νέο κίνημα καί έπεσήμανε τήν καταπίεση τ0* γυναικών προβλέποντας τήν ένωσή τους. Ο φ*·* νιομός χαρακτηρίζεται Από ίοωοτρέφ εια ώς πι τήν κατάσταση τής γυναίκας, δέν είδε άλλα κοι νωνικά ύποκείμενα. γεννήθηκε άπό τήν *μθ θυμία τών γυναικών νά ύπάρχουν κατά ένα W ομένο τρόπο καί τή μή δυνατότητα νά ύπαρΧ* μ' άλλον*. Στό παράρτημα ή συγγραφέας παραθέτει ι κλήρο τά κείμενο τής συνέντευξης toO I’· όπου φαίνεται ή προσπάθεια καί των ο υ ζ η · μι προσεγγίσουν ό καθένα , άπό τή σκοπιά γυναικείο ζήτημα Κι έδώ έτ φεμινισμό?

δηλαδή άπό τά δύο κυρίαρχα θέματα τού έργουέξετάζεται σέ Αντιδιαστολή μέ τή γυναικεία χει­ ραφέτηση. Ό Ρ. Ingrao διαφωνεί μέ τήν Αντιθεσμική στάση τού φεμινιστικού κινήματος καί πι­ στεύει στή νίκη όχι μέ γκρέμισμα Αλλά μέσα άπό εξελικτικές διαδικασίες, μέ συμμετοχή καί συνερ­ γασία. Γενικά τό έργο «Γυναίκες καί πολιτική» πα­ ρουσιάζει ενδιαφέρον, πέραν άπό τό πραγματικά σοβαρό θέμα του, καί σάν δομή, γιατί: Χωρίς νά λέει έντελώς καινούρια πράγματα, καί μόνο ή παράθεση κειμένων έκπομπών τού προσδένει Αμεσότητα καί ζωντάνια. Χωρίς νά είναι εγχειρίδιο πολιτικής επιστήμης, καταπιάνεται μέ τήν Ανάλυση εννοιών της, έστω καί δίχως τόν αύστηρό καί λιτό τρόπο πού Αρμό­ ζει σέ μιά καθαρά επιστημονική δουλειά. Μάς δίνει πληροφορίες γιά τήν πορεία τού γυ­ ναικείου κινήματος στήν ’Ιταλία. Χωρίς νά είναι ιστορικό έργο, κάνει συχνές Αναφορές σέ ιστορικά γεγονότα μεγάλης σημα­ σίας όπως είναι ή Γαλλική καί ή Όχτωβριανή ’Επανάσταση, ή πορεία τού φασισμού στήν ’Ιτα­ λία κλπ. ’Ακόμη, γιά τό ελληνικό Αναγνωστικό κοινό οί συχνές Αναφορές στήν ελληνική γραμματολογία σάν πηγή τού έννοιολογικού περιεχομένου τών πολιτικών όρων καί ή έπίμονη Αναφορά στήν ’Αντιγόνη σάν γυναίκας-πρότυπου, πού κάνει τή

δική της έπανάσταση μέσα σέ μιά αύστηρά άνδροκρατούμενη κοινωνία, παρουσιάζει ένα πρόσθετο ένδιαφέρον. Τίς όποιες έπιφυλάξεις μας τοποθετούμε: Στήν κάποια Ασάφεια στόν τρόπο πού ορίζον­ ται βρισμένες λέξεις-κλειδιά, πράγμα άλλωστε πού έπισημαίνει καί ή συγγραφέας λέγοντας «διαπιστώνεις έντρομη πόσο δύσκολο είναι νά προσδιορίσεις έννοιολογικά λέξεις χιλιοειπωμέ­ νες καί καθημερινής χρήσεως». Στήν έλλειψη πληροφοριών γιά τήν Απήχηση πού είχαν οί έκπομπές στό ιταλικό κοινό καί τήν Ανταπόκριση τών γυναικών σ’ αύτές. Στό γεγονός ότι Αναπτύσσονται Απόψεις κυ­ ρίως πολιτικοποιημένων έργαζομένων γυναικών καί έτσι μεγάλα τμήματα τού γυναικείου πληθυσιιού δέν φαίνονται πουθενά. Τέλος, θ' άναφερθούμε στή δουλειά τής μετα­ φράστριας Γιάννας Νικολίτσα, πού Αναγνωρί­ ζουμε πόσο έπίπονη θά ήταν λόγω τής ιδιαιτερό­ τητας τών κειμένων (έννοιολογικής πυκνότητας, συχνών έπαναλήψεων, κάποιων πλατειασμών), πράγμα άλλωστε φυσικό γιά τέτοιας έκτάσεως συζητήσεις γύρω άπό ένα τόσο έπίμαχο θέμα. Κάτω Απ' αύτές τίς προϋποθέσεις ή ελληνική μορφή του σέ στρωτή καί ομοιογενή γλώσσα είναι έπίτευγμα. ΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΥΣΕΛΛΗ ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΤΕΠΕΡΟΓΛΟΥ

Μωρίς Μπλανοό

WASSILY

KANDINSKY Γιά τό πνευματικό ατά τέχνη

ΚΕΙΜΕΝΚ .

.

σημειολογίας

MftevJVBvtor. Μ οάρτ Nteptv τό, Π»ρς Φουκω

Καταδίκη σε θάνατο ΜΐΗ/φΐΗΚΗΙ

ΜΑΡΙΑWAUMUY tKkK W M »,«οΐι>«!<>ν*κ*κι uuirti; Π α ηαγιΰ ρ γης

νεφελη

’Εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9 τηλ. 3607744


ΚΛ ΑΣ ΙΚ Η Π Α Ι Δ Ε Ι Α

τά ζω ντανά μέλη μιας άρχαίας τέχνης C. Μ. BOWRA: ’Α ρχαία ελληνική λυρική ποίηση. Τόμος A . 'Αλκμάν, Στησίχορος, Α λ­ καίος, Σαπφώ. Μετ. I. Ν. Κιιζάζη. Μορφωτικό Ίόρνμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1980. Σελ. ■106.

ΔΕΝ έτυχε νά διαβάσω τήν πρώτη έκδοση τής ’Αρχαίας Ελληνικής Λυρικής Ποίησης (ΑΕΛΠ) τού Bowra. πού κυκλοφόρησε τό 1936. Φαίνεται πάντως πώς υπήρξε ένα έξαιρετικά επιτυχημένο βιβλίο, όπως δείχνουν οί σχετικές κριτικές, πού γρήγορα εξαντλήθηκε καί πολλές φορές ζητήθηκε ή έπανέκδοσή του. Ό Bowra όμως, πού τό 1936 ήταν 38 χρονών, ούτε ξιπάστηκε ούτε βιάστηκε. ’Αντίθετα περίμενε 25 χρόνια, δουλεύοντας έντωμεταξύ μέ ζήλο καί υπομονή, καί, σέ ήλικία 63 χρόνων, τό 1961 μάς παρέδωσε τή δεύτερη, Ανα­ θεωρημένη έκδικιη (όπως μετριόφρονα τήν άποκαλεί) τής ΑΕΛΠ. Ωστόσο, όπως 6 ίδιος λέει στόν πρόλογο τής νέας έκδοσης, δέν αναθεώρησε απλώς παλαιότερες απόψεις του άλλά έγραψε απαρχής ολόκληρο τό βιβλίο. Συγκεκριμένα άφαίρεσε τά πρόωρα καί βιαστικά συμπεράσματα πού είχαν εξαχθεί στήν πρώτη έκδοση, έλαβε υπόψη του καί μελέτησε όσα νέα κείμενα τής λυ­ ρικής ποίησης είδαν τό φώς στιί διάστημα τών 25 χρόνων καί ένημερώθηκε γιά τή σχετική φιλολο­ γία, πού έμφανίστηκε οτό ίδιο αύτό χρονικό διά­ στημα. Κυρίως όμως ό Bowra χρησιμοποίησε γιά τήν νέα ΑΕΛΠ όλες τίς γνώσεις καί όλη τήν πείρα πού ό ίδιος άπόκτηοε έντωμεταξύ, έτσι ώστε τό ξαναγραμμένο βιβλίο νά ξανακερδίσει τήν καθο­ λική παραδοχή, νά άποβεί μοναδικό οτίιν χώρο του, γιά τόν τρόπο μέ τόν όποιο συνθέτει καί έεναλύει τι') αποσπασματικό καί συχνά αινιγμα­ τικό ύλικό του, καί νά θεωρηθεί κλασικό δείγμα τής παραδοσιακής αγγλικής λογοτεχνικής κριτι­ κής. Ομως, ή ωριμότητα δέν Αμβλύνει τή φρε­ σκάδα. ή πείρα καί οί γνώσεις δέν φορτώνουν τό βιβλίο μέ κανένα ίχνος σχολαστικισμού. Αντί­ θετα το βιβλίο συναρπάζει τόν αναγνώστη χάρη στή στέρεα γλώσσα του, οτίς ιδιοφυείς παρατη­ ρήσεις του, πού ωστόσο ποτέ δέν χάνουν τήν έποψή τους μέ τό Αρχαίο κείμενο, στή δημιουρ­ γική φαντασία πού δέν ταχυδακτυλουργέ! καί στήν ευαισθησία του πού δέν διαχέεται μέσα σέ θολές καί Αβέβαιες λέξεις. Αλλά πάνω Από όλα ή ΑΤ,ΛΠ είναι ένα επιστημονικά βιβλίο γραμμένο μέ γνώση καί τεχνική, ό συγγραφέας τού οποίου έχει ώς Αντικείμενο υψηλοί) βαθμού λογοτεχνία.

τή λυρική ποίηση. Εδώ έγκειται άλλωστε *1 προσφορά τού Β., πού δέν είναι (Απλώς <ν((“ καταρτισμένος καί έξυπνος φιλόλογος γνωστής τής άρχαίας ελληνικής καί λατινικής λογοτεχνίαν άλλά κάτοχος καί μελετητής τής μεσαιωνικής τής σύγχρονης λογοτεχνίας, καί μάλιστα όχι Μ° τής εύρωπαίκής άλλά καί τής ρώοικης καί τη? Αφρικανικής. Ό Β. ούδέπστε λησμονεί ότι ύλικό πού διαχειρίζεται είναι υψηλή λογοτεχ' ’ ότι τά Αποσπάσματα τών λυρικών ποιητών είναι άψυχα κείμενα ίιλλά ζωντανά μέλη μιάς <? χαίας τέχνης, θά μπορούσε κανείς, σημείων01^ παρενθετικά, νά περιμένει ποτέ ένα Ανάλογο ^ βλίο άπό κάποιον έλληνα πανεπιστημιακό llt τητή; Ποτέ, έως ότου οί πανεπιστημιακοί φ*^° γοι. μέ τήν έξαίρεοη έλαχίστων, άντιληφ’θουν τά κείμενα τών κλασικών συγγραφέων. Λπο Τ1^ όποίους τρώνε ψωμί, είναι κείμενα λογοτεχ'' ^ Δεδομένου όμως ότι ή επιστημοσύνη, όπω- j Αντιλαμβάνονται οί έλληνες πανεπιστημιακοί· ή λογοτεχνία, έστω καί άν αύτή Αφορά κλασι · συγγραφείς, είναι πράγματα Ασυμβίβαστα, ή ^ γραφή ένός βιβλίου Ανάλογου προς τήν <4 Μ πρέπει μέιλλον νά ι’ιποκλειοθεί. Ιδού χάρη στιί Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής I (ΜΙΕΤ) έχουμε στή γλύκισα μας ένα τόσο τικέι καί χρήσιμο βιβλίο γιά είδικους Επειδή ένιίι ό Β. μπορεί καί κινείται μέ θα Ανεση σέ μιά περιοχή τι*οο δύσβατη, όπω λυρική ποίηση, όπου χρειάζονται είδ παλαιογραφίας, κριτικής του κειμέ Αλλά καί ή πλήρης έξοικείωοη μέ τά

ται έκτος άπό τόν ’Αλκμάνα, τόν Στησίχορο, τόν καί διαλεκτικά προβλήματα είναι Απαραίτητη, οί ’Αλκαίο καί τήν Σαπφώ, ό "Ίβυκος, ό Σιμωνίδης, ερμηνείες καί οί Αναλύσεις πού προτείνει κάθε ό Άνακρέοντας καί τά πρώιμα Αττικά συμποτικά φορά είναι σαφείς καί κατανοητές καί γιά εκεί­ άσματα. Επομένως μιά πιό λεπτομερής καί πιό νους πού δέν έχουν έντρυφήσει στή μελέτη τής εμπεριστατωμένη κριτική θά μπορούσε νά γίνει λυρικής ποίησης. Πέρα όμως άπό αύτά ή ΑΕΛΠ μετά τή δημοσίευση καί τού δεύτερου μέρους τής παρουσιάζει ένα γνώρισμα πού πρέπει ιδιαίτερα ΑΕΛΠ. Σκοπός τού κριτικού αύτού σημειώματος νά τονισθεί. Όλες οί συζητήσεις καί όλη ή έπιείναι νά περιγράφει μέ όλη τή δυνατή συντομία χειρηματολογία τού Β. στηρίζονται καί Αναπτύσ­ τή μέθοδο αλλά καί τήν προσφορά τού Bowra καί σονται πάνω στά ίδια τά κείμενα τών λυρικών νά μιλήσει γιά τή μεταφραστική προσπάθεια πού πού παρατίθενται (στήν πλειοψηφία τους άπό τίς κατεβλήθη προκειμένου νά έχουμε στά νέα έλλη­ εκδόσεις τών Ε. Lobel καί D. Page) καί μεταφρά­ νικά καί τό ξένο πρωτότυπο άλλά καί τά άρχαϊα ζονται προτού συζητηθούν. Υπάρχουν μάλιστα Αποσπάσματα. περιπτώσεις όπως όταν λ.χ. ό Β. καταπιάνεται μέ τό Παρθένιο τού Άλκμάνα (σελ. 70έξ.) ή τό αφη­ γηματικό ποίημα τής Σαπφώς, πού άναφέρεται Τά προβλήματα άλλά καί τό ενδιαφέρον τού στόν γάμο τού Έκτορα καί τής ’Ανδρομάχης βιβλίου Αρχίζουν άπό τήν εισαγωγή του. Στήν (σελ. 325έξ.), όπου τό κείμενο σχολιάζεται καί προσπάθειά του ό Β. νά ξεκαθαρίσει όσο γίνεται αναλύεται στίχο στίχο. Ωστόσο οί φιλοδοξίες τής σαφέστερα τόν ελαστικό καί συγκεχυμένο όρο ΑΕΛΠ δέν εξαντλούνται στόν ύπομνηματισμό «λυρικός», παρακολουθεί αύτόν τόν όρο άπό τήν τού κειμένου -κάθε άλλο μάλιστα. Ούτε αποτελεί εμφάνισή του στήν Αρχαιότητα καί μέ βάση τίς τό βιβλίο εισαγωγή στή λυρική ποίηση. Ό Β. φιλολογικές μαρτυρίες καταλήγει στό συμπέρα­ εφαρμόζει στήν ΑΕΛΠ μιά πολύ ενδιαφέρουσα σμα ότι λυρική ποίηση είναι μιά κατηγορία ποίη­ άλλά καί έξαιρετικά δύσκολη μέθοδο, ή οποία σης πού συνοδεύονταν, όταν καί όπου Απαγγελ­ ατά χέρια κάποιου άλλου, λιγότερο Ικανού, θά λόταν, άπό κάποιο έγχορδο όργανο (λύρα, φόρ­ οδηγούσε σέ καταστροφή: Ξεκινά άπό τό ειδικό μιγγα, κιθάρα). Ό Β. δέν τονίζει ιδιαίτερα στήν σημείο πού είναι τό κείμενο (ολόκληρο τό άπόεισαγωγή του τόν «προσωπικό» χαρακτήρα τής σπασμα, ένας στίχος ή μιά λέξη), συζητά τά πάλυρικής ποίησης σέ Αντιδιαστολή πρός τό έπος σης φύσεως προβλήματα πού άφορούν αύτό τό -αύτό γίνεται συχνά στά έπιμέρους κεφάλαια. συγκεκριμένο χωρίο, Απλώνεται ύστερα, κροτών­ ’Εκείνο γιά τό όποιο φροντίζει είναι νά καταδείτας πάντοτε στό χέρι ό,τι έξετάζει, σέ όλη τήν ξει τίς απαρχές τού είδους, τίς παραλλαγές του, επιφάνεια τού χώρου άπό όπου προέρχεται τό ει­ τό χαρακτήρα καί τό ύφος του καί τή σχέση του δικό καί συγκεκριμένο, δοκιμάζει λύσεις μέσα ιιέ τή λατρεία. Ή παραδοσιακή πάντως διαίρεση άπό συγγενείς συγγραφείς, καταφεύγει σέ άλλες τής λυρικής ποίησης σέ Ιαμβική, ελεγειακή, με­ περιοχές τής άρχαιογνωσίας (αρχαιολογία, Ιστο­ λική, χορική κλπ. (πρβ. λ.χ. τό οικείο κεφάλαιο ρία κλπ.) καί έπιστρέφει πάλι στό συγκεκριμένο. στήν Ιστορία τής ’Αρχαίας Ελληνικής Λογοτε­ Αυτή ή κίνηση άπό τό είδικό οτό γενικό καί πάλι στό ειδικό είναι πού κάνει τό βιβλίο τόσο στέρεο χνίας τού A. Lesky) δέν τηρείται στήν εισαγωγή καί τά συμπεράσματά του τόσο αξιόπιστα. Επι­ τού Β. Καθορίζοντας ώς λυρική τήν ποίηση πού πλέον ή παρουσία τού άρχαίου κειμένου καί ή συνοδεύεται έιπό κάποιο όργανο, ούσιαστικά ό Β. Ακολουθεί τόν Αλεξανδρινό Πίνακα τών ’Εννέα μετάφρασή του καθιστά τήν ΑΕΛΠ έξαιρετικά Λυρικών πού άφορά μιά Ιδιαίτερη ομάδα διακε­ πολύτιμο βιβλίο ποί’ συμβάλλει ουσιαστικά στήν κριμένων ποιητών πού δέν έγραφαν τραγωδία, κατανόηση τής λυρικής ποίησης. Ή μετάφραση, συνεπώς, τής ΑΕΛΠ στή γλωσσά μας δέν ήταν έπος, Ιάμβους καί έλεγεία. Άπό τούς ’Εννέα Λυ­ ρικούς οί επτά έξετάζονται στήν ΑΕΛΠ, ένώ μέ­ (Απλώς ένδεδειγμένη έξαιτίας τών πολλαπλών άρετών της άλλα καί έπειδη παρέχει την ευκαιρία νουν έξω ό Πίνδαρος καί ό Βακχυλίδης καί φυ­ νά δούμε μεταφρασμένο στά νέα έλληνικά μεγάλο σικά οί ιαμβογράφοι (Αρχίλοχος, Σιμωνίδης) μέρος τής άρχαίας λυρικής ποίησης. Στό θέμα καί οί έλεγειακοί (Καλλίνος, Σόλωνιις κλπ.). Αύτό πάντως δέν σημαίνει ότι ό Β. ένδιαφέρθηκε όμως αύτό θά έπανέλθουμε. μόνο γιά τούς Επτά τής ΑΕΛΠ. Γιά τόν Πίνδαρο ειδικά (Ασχολήθηκε τριπλά. Τό 1935 τόν έκδίδει θά ϋπερέβαινε κατά πολύ τούς στόχους αύτού στή σειρά τής ’Οξφόρδης (OCT), τό 1964 γράφει τού σημειώματος (Αλλά καί τίς δυνάμεις τού γρά- γι' αύτόν ένα μεγάλο βιβλίο καί τό 1969 τιιν φοντος μιά λεπτομερής κριτική παρουσίαση τής μεταφράζει έμμετρα. Γιά τιιν Βακχυλίόη, μολο­ ΑΕΛΠ. Αλλωστε έχουν δημοσιευτεί (Αναλυτικές νότι δέν Αφιερώνει είδικό κεφάλαιο, άσχολείται κριτικές σέ ξένα έπιστημονικά περιοδικά, όπου, εκτεταμένα μέσα στήν ΑΕΛΠ, ένώ τό 1938 έκδίπέρα άπό κάποιες διαφωνίες σέ πολύ ειδικά θέ­ δει ένα βιβλίο γιά τούς πρώιμους έλεγειακούς. ματα, όλοι οί κριτικοί έκθειάζουν τή μεγάλη Αξία Μεγάλη έκταση μέσα οτέι βιβλία του καί τέι άρ­ καί τήν ούσιαοτική προσφορά τού Bowra. Έξάλ- θρα του γιά τούς λυρικούς καταλαμβάνει έπίοης τό βιβλίο πού έχουμε στά χέρια μας άπό τό ό Αρχίλοχος, τού όποιου, ώστόσο, τό πρόσφατα δέν είναι παρά τι) μισό τού πρωτοτύπου, (1974) πρωτοδημοσιευμένο νέο έρωτικό άπόοπαται Από 444 σελίδες, τού αύτού οχή- σμα (Pap. Colon. Inν. 7511. 1-35 — απ. 196 Λ. τή μετάφρασή του, καί όπου έξετάζον- West) δέν πρόλαβε νά δει, λόγω τού θανάτου του.


Γνώστης λοιπόν βαθύς τών συνθέτων προβλημά­ αυτές καί άλλες άρετές άναδεικνύονται στό έπα­ των τής λυρικής ποίησης ό Β. οριοθετεί τό άντι- κρο. κείμενό του στήν εισαγωγή τής ΑΕΛΠ καί καταΠερνώντας άπό τήν άρχαϊκή Σπάρτη στή Με­ λήγει μέ τή διαπίστωση πώς ό μελετητής αυτού γάλη Ελλάδα, καί συγκεκριμένα στόν Στησίχορο, τού είδους τής ποίησης δέν φτάνει νά είναι μόνο ό Β. έχει μιά άλλη ευκαιρία νά δείξει, μέσα στά φιλόλογος -χρειάζονται καί γνώσεις ιστορικές. πλαίσια τής έρευνάς του, φυσικά, πόσο εξοικειω­ Δεδομένου μάλιστα ότι έκτος άπό τόν προσωπικό μένος είναι μέ τή λογοτεχνία καί μέ τίς εικαστικές καί λατρευτικό χαρακτήρα της, ή λυρική ποίηση τέχνες τής εποχής αυτής. Προκειμένου νά σταθε­ έντονα αντικατοπτρίζει τις κοινωνικές καί πολι­ ροποιήσει τή μορφή τού Στησίχορου, τή «σκιά τικές άλλαγές πού έπιτελούνται κατά τόν 7ο καί ενός μεγάλου ονόματος», νά ερμηνεύσει έοιιτινεύσει τήν 6ο αιώνα, ή κατανόηση αύτού τού κόσμου καί ποίησή του καί νά άξιολογήσει τελικά τήν κατα­ αυτής τής ποίησης, μόνο μέσα άπό μιά ίστορικο- λυτική επίδραση τού ποιητή πάνω οπούς μεταγε­ φιλολογική προσέγγιση μπορεί νά έπιτευχθεϊ. νέστερους. ό Β. ερευνά πολύ προσεκτικά τίς πη­ Στημόνι γιά τήν Ανάπτυξη τής ΑΕΛΠ άποτελεϊ ή γές του, τά κείμενα, άναλύει σχολαστικά τό λεξι­ εξέταση τών κοινωνικοπολιτικών συνθηκών τής λόγιο, συνδέει μέσα άπό τά θέματα καί τή γλώσσα εποχής κατά τήν όποια ακμάζει ή λυρική ποίηση τόν Στησίχορο μέ τόν "Ομηρο, τόν Ησίοδο, τόν και ό Β. συνειδητά προσδίδει σ' αυτήν τήν άνά­ ομηρικό Κύκλο καί βρίσκει νά υπάρχει σχέση τού πτυξη ιδιαίτερο χρώμα. ποιητή μέ πιό «έξελιγμένες μορφές έπους», ένώ ή Ο κόσμος τού Άλκμάνα, τού πρώτου έλληνα γλώσσα του παρουσιάζεται πιό ελεύθερη καί πιο χορικού ποιητή, είναι ό κόσμος μιας Σπάρτη; τε­ προσωπική άπό τό επικό λογοτυπικό σύστημα. λείως διαφορετικής άπό εκείνη πού μάς γνώρισε Επισημαίνει, ταυτιτχρονα. τή σχέση τού ποιητή ή ιστορία τών κλασικών χρόνων. Ή αυστηρή καί μέ τίς τοπικές λαϊκές παραδόσεις, πράγμα πού καταπιεστική στρατιωτική ζωή δέν έχει άκόμη είχε κάνει προηγουμένως καί μέ τόν Άλκμάνα. Ό επιβληθεί, ή πόλη χαίρεται μιά παράδοση μου- Στησίχορος, ώστόσο. διαφέρει άπό τόν Άλκμάνα οική. χαρούμενες τελετές, όπου χοροί άγοριών ώς πρός τήν έκταση μέ τήν όποια ό καθένας χρη­ καί κοριτσιών διαγωνίζονται μέ τήν ευκαιρία σιμοποιεί τόν παραδοσιακό μύθο. ’Εδώ ό Στησί­ ζωηρών πανηγυριών. Ό Β. άνασυστήνει αυτόν χορος αποδείχνεται άπαράμιλλος καί δέν είναι τόν κόσμο μέσα άπό τά αποσπάσματα τού Ά λ­ τυχαία ή άπό μέρους του «δραματική» χρήση τών κμάνα. καθώς ό ποιητής, χωρίς νά έχει κόψει Αρχαίων μύθων, πράγμα πού κάνει τόν ποιητή τούς δεσμούς του μέ τό επικό λεξιλόγιό, χρησιμο­ πρόδρομο, ιός πρός τό σημείο αύτό, καί διδά­ ποιεί μιά παραδοσιακή γλώσσα γιά λόγους σκαλο των τραγικών. Επειδή ύ Στησίχορος δέν προσωπικούς. Ο Άλκμάνας γίνεται έτσι -καί χρησιμοποιεί τό μυθικό ύλικό σάν μιά άπλή λ.χ· ιιύτο σαφέοτατα δηλώνεται άπό τόν Β.- γέφυρα παρομοίωση ή «παραδειγματικά» μέσα στό άνάμεσα στήν επική ανωνυμία κιιί στήν άνάδυση ποίημά του. Ή χρήση είναι δυναμική καί ή τής προσωπικότητας. Μέσα άπό τό νέο εΐόος τού προσωπική επέμβαση τού Στησίχορου πάνω σέ ,τριϊιιιμίοΓ —έτσι αποκαλεί ο Ηρόδοτος τούς γνω­ παραδεδομένα μυθικά οχήματα προκειμένου νά στότερους οι μας Ο/σ/ρΟΓούς α μ ν ό ν ό ποιητής εξυπηρετήσει τούς στόχους του είναι έντονη· έχει τή δυνατότητα νά έγκαταλείψει τόν συμβα­ ί νωοτή ή Παλινωόία τής Ελένης, ή μεταβολή τικό έπικο κώδικα και νά μιλήσει γιά τόν έαυτό διάφορων πτυχών τού μύθου τού Ηρακλή κλπ. του (σελ. 50έξ.). Στο σημείο αύτό ό Β. δέν βιάζει I νωοτή επίσης ή Όράοηιά του. όχι μόνο για τούς xcivivci γίνεται o|hd; occi|i*c ότι πολιτικούς στόχους πού είχε (καθώς λ.χ. μεταφέ­ πολλά ποιήματα τού Άλκμάνα θά πρέπει νά εί- ρει τό κέντρο δράσης άπό τίς ομηρικές Μυκήνες, χαν ατενή πΐ’γγίνπα με τά xifhiQ wdtxd .inooiiun που ευνοούσαν τά Άργος, στις Άμύκλες της Λα­ tor Ifynfivftpov. Στον Λλχμάνα μρ ί>ι(>αιότΐ|τα κωνίας. πού εξυπηρετούσαν τά σχέδια τής Σπάρ­ άκιπιοτώνη ο Η. τι) μεταφορά τού κέντρου 6ά- της). άλλα καί γιά τίς ιμυχολογικές καί ήθικές ροι·; από τό έπιχό «τόττ καί έχει» ατό λυρικό προεκτάσεις πού λαβαίνει ό μύθος. Ειδικά αυτός "'δω καί τώρα», μιά «παράβαση» δηλαδή μέ τήν β μύθος τών Ατρειδών Αποκτά νέες καί βαθύτε­ όποια ό ποιητής μίλα γιά θέματα πού είναι δικά ρες σημασίες στά χέρια τού Σ., καθώς ή όμηρ'^ή του. που τά χαίρεται καί του άρέαουν: τόν έρωτα, «παραδειγματική·· έκδοχή στόν Αρχαϊκό ποιητή τόγλέντι. τό καλό φαγητό, τό κρασί, τη φύση. Ό γεμίφει άπό εφιαλτικά όνειρα καί φρικτές Γρ·Β φαίνεται να βρίσκεται οτίς καλύτερες στιγμές νυι ς πίσω άπό ένα μαινόμενο Όρέοτη. Ο Στησί­ του όταν, Ακολουθώντας την έξοχη έκβαση τού χορος είναι ό συνειδητός ποιητής τής αρχαϊκής α/.κμανικου Παρθενίου άπό τόν I) Ιλιμν tAl­ ϊποχής, κατά τήν οποία ή ψυχή αρχίζει νά κοιτά­ umni I In' I’arlhealim. 'Οξφόρδη, IVi I) αναλύει ζει με τρόμο τόν έαυτό της, μέοα οττ)ν Αβεβαιό­ το δυσπρόσιτα αύτό άπίκιπαομα, που βρεθηκε τητα κιιί τήν ά/σ/χαvia Αν δέν μπορούμε ν" o t i |v Αίγυπτο tii IK 5 V Προσκομίζοντας τεκμήρια υποστηρίξουμε ΟΤΙ μέ τόν Στησίχορο ή έλληνική ι'ιπο την αρχαία ελληνική λογοτεχνία, σε συνδυα­ λογοτεχνία καί ό πολιτισμέ·; εισέρχονται σμό μι τις έμμεσες πηγές, ό Μ έπιχειριι μιά έξ- περιοχή ιής ένοχής, είναι ώοτοοο βέβαιο πω ίταοη καί ερμηνεία του ΙΙαρθενίου, όπου ή φίλο τος ο ποιητής δείχνει στους τραγικούς ti· μι* λογική οξυδέρκεια καί ή Ιστορική γνώση, φ στενή πάτι, Αλλά δημιουργική γλωσσική Ανάλυση καί ή Ικα­ Σι δυο μεγάλα κεφ αλαία τής Λ/ III ο Β νότητα του ίρευνητη νά συλλαμβάνει τίι σύνολο. ριγμένος.όπως φιιίνέτοι καί ό ίδιος ίιμολογει

λαμπρές έργασίες τού D. Page (κυρίως Snpplio ami Alcaeus, ’Οξφόρδη, 1955) έξετάζει τούς δυό λέσβιους ποιητές, τόν Αλκαίο καί τήν Σαπφώ, δίνοντας έμφαση τόσο στίς κοινωνικές συνθήκες μέσα στίς όποιες ζούν —κυρίως γιά τόν Άλκαϊοδσο καί στήν προσωπική τους ζωή. Πιστεύει (καί έδώ εκφράζεται περισσότερο «συναισθηματικά» άπό ό,τι οί Lobel-Page) πώς οί δυό ποιητές είχαν ώς πρωταρχικό τους μέλημα νά έκφραστούν ελεύθερα γιά τόν έαυτό τους χωρίς ώστόσο νά φτάνουν στή ρητορεία ή στή σαρκαστική ειρω­ νεία, όπως θά μπορούσε νά λεχθεί γιά τόν Αρχί­ λοχο, επειδή, συνεχίζει ό Β., διαθέτουν καί αυτο­ γνωσία καί αυτοέλεγχο. Άκόμη καί ό Αλκαίος, Αριστοκράτης ποιητής σέ μιά έποχή πού τά συμ­ φέροντα τής τάξης του κινδύνευαν ολοκληρω­ τικά, δέν μιλά έπειδή θεωρεί τόν έαυτό του συν­ ήγορο τών ομοϊδεατών του, άλλά επειδή νιώθει Ανάγκη έσωτερική. Ό Β. πιστεύει πώς ό Α λ­ καίος, πού είναι στενά προσκολλημένος στό ομη­ ρικό λεξιλόγιο (σελ. 257), καί όταν άκόμη τρα­ γουδά πράγματα ήρωικά, όπως όταν άναφέρεται μέ καμάρι σέ μιά Αρματωσιά (σελ. 21 Οέξ.), χρησι­ μοποιεί τή γλώσσα του «εσωτερικά» έκεί όπου ό Όμηρος θά έκφραζόταν «έξωτερικά». Ή τελική αποτίμηση γιά τόν Αλκαίο, άφού προηγήθηκε όλη ή φιλολογική δουλειά, Αφορά πιά τό ίδιο τό πρόσωπο τού ποιητή. Ό Αλκαίος υπήρξε ένας ζωντανός άνθρωπος πού μίλησε έπειδή είχε κάτι νά πεϊ. Βλέπει τά πράγματα καθαρά, γράφει ό Β. (σελ. 259), καί τά αισθάνεται μέ Ακέραιες τίς αι­

H < LU <1 < X Η I ►X U Η < Ο X X

σθήσεις του, κυριεύεται άπό άγριες διαθέσεις καί ό στίχος του έχει μιά τέτοια σκληράδα πού τόν κρατά πάνω άπό τό επίπεδο τού πεζού λόγου. ’Άλλοτε κατρακυλά Αδέξια μέσα στήν ποίηση, άλλοτε όμως γίνεται ένας έπιδέξιος καβαλάρης πού ιππεύει μέ άνεση καί ξεπερνά τά έμπόδια μέ θαυμαστή ευκολία. Τό τελευταίο κεφάλαιο τού Α' τόμου τής ΑΕΛΠ άφορά τήν Σαπφώ καί είναι κατά τι μεγα­ λύτερο άπό τά υπόλοιπα. Άφού ξεκαθαριστούν πολλά (πάντοτε μέ βάση τίς Αρχαίες μαρτυρίες) γιά τή ζωή, τίς σχέσεις καί τό έργο τής ποιήτριας, ό Β. μέσα άπό τά Αποσπάσματα προσπαθεί, όπως έκανε καί μέ τούς προηγούμενους ποιητές, νά άνασυστήσει καί τήν ποίηση καί τό πρόσωπο τής Σ. Βρίσκω πώς τό κεφάλαιο αύτό είναι τό πιό εν­ διαφέρον τού βιβλίου, όχι τόσο γιά τίς πληροφο­ ρίες καί τίς ιδέες πού κάποιος Αναγνώστης μπο­ ρεί νά βρει έκεί μέσα, άλλά διότι δ τρόπος μέ τόν όποιο ό Β. αντιμετωπίζει τήν ποιήτρια, ή κριτική του δηλαδή, χωρεί σέ πολλά έπίπεδα. ’Επειδή ήδη ή Αρχαιότητα Ασχολήθηκε άρκετά έκτεταμένα μέ τήν ποίηση τής Σαπφώς καί άρχαίοι κριτικοί, όπως ό Ανώνυμος, γνωστότερος ώς ψευδο-Λογγίνος, ό Δημήτριος, ό Διονύσιος ό Άλικαρνασσέας κ.ά. έξέφρασαν σχετικά τίς απόψεις τους, δημιουργείται στόν σύγχρονο ερευνητή όχι μόνο ή υποχρέωση άλλά καί ή άκαταμάχητη έλξη νά έμπλσκεί μέ τίς γνώμες τών παλαιών αυτών. Ό Β. όχι μόνο δέν χάνει τήν ευκαιρία νά έκθέσει τίς

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΣΥΝΤΟΜΑ Στη σειρά: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ & ΣΗΜΕΙΩΤΙΚΗΣ ΑΟΥΓΚΟΥΣΤΟ ΜΠΟΑΛ: Το θέατρο του Καταπιεσμένου ΠΟΥΡΙ ΛΟΤΜΑΝ: Αισθητική και Ση­ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ μειωτική του Κινηματογράφου ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΕΙΜΕΝΟΝ ΠΑΝΩ ΠΩΛ ΣΗΓΚΕΛ: Η επανάσταση και το ΣΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ μυθιστόρημα του 20ου αιώνα H iT m iM m u n ΘΕΩΡΙΑ « Ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ

Στη οειρα: ΙΔΕΕΣ GEORGES BATA1LLE: Ο ερωτισμός Στη σειρά: ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΣΙΛΑ ΡΟΟΥΜΠΟΘΛΜ: Πέρα απ’τον Κατακερματισμό Στη σειρά: ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΡΟΥΝΤΟΛΨ ΜΙ1ΛΡΟ: Θα συνέχισα» το δρόμο-μου Στη σειρά: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΛΡΚΚ XΑΛΤ’Γ.Ρ: Η α|Ιέ(Ιαιη ζωη του Μάρκο Μιιλερ (μυθιστόρημα)

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑ Αργολίδας 60-62 Αθήνα, 605 Τηλ. 6927015 87


άρχαΐες γνώμες καί νά έπιχειρηματολογήσει αλλά χάρη στήν τεχνική του, όπως είπαμε, νά κινείται άπό τό ειδικό στό γενικό καί πάλι στό ειδικό, δη­ μιουργεί μέ τή ατελή κάποτε φιλολογική του άνάλυση, μέ τήν εΰρεία, παράλληλα, άρχαιομάθειά του καί μέ τή συνδρομή τής άρχαίας λογοτεχνικής κριτικής διάφορα πρίσματα μέσα άπό τά όποια ή ποίηση τής Σαπφώς προβάλλεται καλειδοσκο­ πικά, σύνθετα άλλά, ταυτόχρονα, καθαρότατα. Δέν θά ήθελα νά έπεκταθώ περισσότερο στή μέ­ θοδο τού Β. Προτείνω ώστόσο νά διαβαστεί προσεκτικά τό μέρος τού κεφαλαίου αυτού όπου άναλύεται τό ποίημα τής Σαπφώς πού άναφέρεται στά προσωπικά της αισθήματα καθώς βλέπει τήν άγαπημένη της νά συνομιλεί μέ κάποιον άνδρα, φαίνεται μοι χήνας ίσος θέοιοιν/εμμεν' ώνηρ... (σελ. 273έξ.). Ο ’Ανώνυμος (περί ί’ψονς, 10) πιστεύει πώς ή άξια τού ποιήματος έγκειται στήν ικανότητα τής Σαπφώς νά συνενώσει μιά σειρά άλλότρια αισθήματα, πού δημιουργούν τε­ λικά τή μολ’αδικότητα τού χωρίου. Ό Β., άντίθετα καί πρός τόν άρχαίο κριτικό καί ένμέρει πρός τόν Page, πιστεύει ότι ή υπεροχή τού ποιή­ ματος έγκειται στό γεγονός ότι ή Σ. περιγράφει τά αίσθήματά της ρεαλιστικά, ότι έχει τήν Ικανότητα νά παρατηρεί τά πάθη της καί νά τά έκθέτει μέ δι'ιναμη καί άκρίβεια, μέ πυκνότητα λόγον καί οι­ κονομία. Ο Σεφέρης θά έλεγε μέ τόν τρόπο του πώς τό «ποιητικό ρήμα» αναπτύχθηκε τόσο ώστε νά μήν ξεπεράσει τήν «ευαισθησία» καί νά δημιουργηθεί ρητορεία, καί πάλι ότι ή «ευαισθη­ σία» δέν κάλυψε τό «ποιητικό ρήμα» ώστε λ'ά προκληθεί «θολούρα» καί «συναισθηματική έξάτμιση». Θά ήθελα νά πώ. τελειώνοντας, ότι 6 Β. σέ όλη τήν έκταση τού βιβλίου του δείχνει τις ίδιες άρετές πού βρίσκει στή Σαπφώ. Είναι άκριβολόγος καί συγκεκριμένος χωρίς νά είναι σχο­ λαστικός, είναι εύαίσθητος άλλά όχι θολός.

φέα, δεδομένου ότι ό λόγος του δέν είναι καθό­ λου Ατημέλητος. Ευτυχώς γιά τόν Bowra τά πρά­ γματα δέν είναι έτσι καί ό λόγος του ούτε άπό «άφέλεια» (έστω καί γοητευτική) χαρακτηρίζεται ούτε, πολύ περισσότερο, άπό «άτημελησία». Αντίθετα ό λόγος του είναι άκριβής, καίριος, κάποτε εξεζητημένος, καί στά έπίμαχα σημεία τής Ανάλυσής του ή φράση διατυπώνεται μέ πολλή προσοχή. Στό βιβλίο μέσα υπάρχουν, ευτυχώς. Αναρίθμητες περιπτώσεις όπου μπορεί κανείς νά διαπιστώσει τήν προσεκτική διατύπωση καί τήν επιστημονική άκρίβεια τού λόγου τού Β. Ώστόσο, δέν είναι τού παρόντος αύτή ή συζήτηση. Ή γε­ νική παρατήρηση πού θέλω νά κάμω ξεκινά άπό τή συγκεκριμένη άποφιη τού μεταφραστή γιά τόν Β. επειδή έτσι έχουμε τή δυνατότητα νά άντιληφθούμε καί ρητά τή μεταφραστική ιδεολογία τού κ. Καζάζη. Πιστεύω λοιπόν πώς σέ πάμπολλα σημεία ό καίριος καί τεντωμένος λόγος τού Β. ξεχορδίστηκε καί πώς ή Αποδεδειγμένη άτημελησία τού λόγου τού κ. Κ. δέν προκαλεί τήν άνετώτερί έπικοινωνία τού Αναγνώστη μέ τό συγγραφέα, άλλά φέρνει άκριβώς τά Αντίθετα Αποτελέσματα. Φράσεις τού είδους «Τέτοια έπιχειρήματα ευθύ' νονται γιά τή διάδοση τής άποφιης...» (σελ. 88), «όσο δέν μπορεί νά Αποδειχτεί ή παραπάνω δυ­ νατότητα...» (σελ. 92), «Ή σημασία τής λέξη? 'περιστερές- έφαρμόζεται έξίσου ατά πουλιά.··» (σελ. 94), «Τό νόημα τής διαφοράς... μπορεί να μάς διαφιεύγει έμάς... (σελ. 107), «Ή ίδια πεποί­ θηση ύπόκειται στή διαπίστωση ότι...» (σελ. 235) καί άλλες παρόμοιες, σαφώς «Ατημέλητες», °Χ' μόνο δέν είναι κατανοητές (δέν λέω έλληνικές) άλλά Αποτελούν γιά τόν ύποψιασμένο Αναγνώστη μεγάλο πειρασμό νά μαντέψει τί πράγματι λέει το πρωτότυπο, κάτι πού. υποθέτω, δέν ήταν στίξ προθέσεις τού μεταφραστή. Ώστόσο τέτοιου ιώ­ δους έκφράσεις θά μπορούσε νά πεί κανείς είναι συνηθισμένες τήν σήμερον ήμερα καί ότι π Τό βιβλίο αυτό έπρεπε, όπως είπα, νά μετα­ πάοη περιπτιίισει γιά άλλων τό γλωσσικό αίσθημα φραστεί, άλλά έπρεπε, νομίζω, νά μεταφραστεί είναι δεκτές καί γιά άλλων όχι. Λέν έπιχειρηΐΚΙ' διαφορετικά. νΑς εξηγηθούμε, («σχίζοντας μέ μιά τολογώ όταν πρόκειται γιά γλωσσικό αίσθημα, γενική παρατήρηση. Ό κ. Καζάζης στόν πρόλογό καί γι' αύτό πάω παρακάτω. Αφού, άλλωστ . του (σελ. 13) εκφράζει μιά περίεργη, θά έλεγα, υπάρχουν σοβαρότερα πράγματα νά συζητά άποψη σχετικά μέ τόν «λόγο» τού C. Μ. Bowra. σουμε. Λέει συγκεκριμένα: «Τόν Αναγνώστη, πράγματι, Μέσα στή μετάφραση τού κ. Καζαζη ύπαρχου' τόν σταματά πέρα άπό τή γοητευτική άφέλεΐα Αρκετά σημεία πού πέρα άπό τήν «άτημελησία* (κάποτε ακόμη καί άτημελησία) τού λόγου πού τους είναι παοιφανως (σφαλμένα, καθώς άι' καταρρίπτει τό ψυχολογικέ) φράγμα στήν πρα­ μεταδίδουν όρθά τό «γνωστικό» περιεχομε'1’ γματοποίηση τής γραπτής επικοινωνία; ή ευ­ (όπως θά (λίγε ό γλωσσολόγος) τού πρωτοτύπουφάνταστη... επεξεργασία κλπ.». "Αν καταλαβαίνω Γά σφάλματα αυτού τού είδους μπορούν χσ καλέι τή δεύτερη πρόταση τού κ. Κ.. ή άφέλεια τριχά νιι χωριστούν σέ δύο κατηγορίες: 1,1 . καί ή άτημελησία του (γραπτοί·) λόγου σπάζει τό περιπτώσεις (κείνες όπου λάθος λέξη χρη"·μ° φράγμα Ανάμεσα στό συγγραφέα καί τον άνα- ποιείται ο( λάθος θέση καί οτ(ς περιπτώσεις έκ· γνιίχπη του. Λέν συμφωνώ μέ τήν άποφιη αύτή, νες όπου ό μεταφραστής δέν κατανόησε το πρ επειδή όχι μόνο νομιμοποιεί τήν «άτημελησία» τάτυπο καί (δώσε λάθος «πληροφορίες», γΤ άλλά καί τή θεωρεί έιπαραίτητη στο νά Ανατινα­ Αρκετές φορές παραχαράοοεται τό νόημα τύ*ν ‘ χτεί «τό φράγμα» Ανάμεσα στίτν πομπό καί τόν γων του Bowm. μέ Αποτέλεσμα ό μεγάλος Ί 1 δέκτη Τπεκτείνοντας λ(γο τήν Ιδία θά μπορούσε ληνας μελετητής νέι μένει Ανεπανόρθωτα έκτε κάποιος νά ύπικετήρίξει πως ό αναγνώστης των μένος. Πιό συγκεκριμένα: Στίς οελ. 87 κι ίοχιμοιν τού Σεφέρη, φτρ' ε(πείν, συναντά Ανυ­ συναντούμε εή λ, «Αγωνοδρομία», Η λ. αυτή πέρβλητα έμποδια στέι νέ« κατανοήσει τέι συγγρα­ σύμφωνα μέ τόν κ. Κ. θά πρέπει νέι οημ

κυκλοφόρησε

ΒΑΣΙΛΗ ΡΩΤΑ ΘΕΑΤΡΟ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ ο αγώνας μου μ ’ εναν τιτανα (σαιξπηρ) θέατρο και δημοκρατία ο προφορικός μας λογος τα τραγούδια του ελληνικού λαού η αρχαία τραγωδία (γέννηση - αναγέννηση - εξευτελισμος) δελφικές εορτες παιδικό - σχολικο θέατρο θέατρο στην αντίσταση

ξάγναντο εκδόσεις αγ.ισιόωρου 6, τηλ. 3630896.3631622

«Αγώνας δρόμου», «τρέξιμο», ούτε υπάρχει στήν έλληνική γλώσσα άλλά καί άν υπήρχε δέν θά σήμαινε αύτό πού έννοεϊ ό μεταφραστής. "Ας Ανα­ λύσει όσες σύνθετες λέξεις λήγουν σέ -δρομία καί θά άντιληφθεί τό λάθος. Τέσσερις φορές (σελ. 87, 164, 198 καί 237) συναντούμε τό επίθετο «περιοτατικός» («περιστατικό! όροι τής εκτέλεσης», «περιστατικά επεισόδια», «περιστατική του γλυκύτητα» καί «περιστατικές του λεπτομέρειες»). Τό επίθετο «περιστατικός» υπάρχει στή γλώσσα μας άλλά μέ τή σημασία τού «περιστασιακού», όπως θά τό εννοεί ό κ. Κ., πουθενά στά νέα έλληνικά δέν εύρίσκεται καί, κατά πάσα πιθανότητα, ούτε στά Αρχαία (6λ. λεξικά Δημητράκου καί LSJ στό λήμμα). "Ισα ίσα σημαίνει (τίς περισσότερες φορές) «ό άναφερόμενος σέ δύσκολες περιστά­ σεις», «ό άβέβαιος», «ό τυχαίος». Ποιά είναι τά Αντίστοιχα έπίθετα τού Bowra: actual, cir­ cumstantial, incidental τίς τρεις φορές, ενώ τήν τέταρτη δέν υπάρχει Ανάλογο επίθετο στό πρωτό­ τυπο -Απλώς ό κ. Κ. αυτοσχεδιάζει (Αντίστοιχες σελ. στόν Β. 51, 105, 129 καί 157). Λυπάμαι πού δέν μπορώ νά Αναφέρω περισσότερα παραδεί­ γματα, γιά λόγους οικονομίας -πάντως γιά όποιον επιθυμεί υπάρχει στή διάθεσή του ένας έκτενής κατάλογος. Ή δεύτερη κατηγορία σφαλμάτων είναι σοβα­ ρότερη, τά παραδείγματα άφθονα, δυστυχώς, καί κανονικά θά έπρεπε νά τά Αναφέρουμε όλα. "Ας δούμε μερικά. Στή σελ. 59 (στόν Β. 30) διαβά­ ζουμε: «στό τέλος ενός μακρού, κατά πάσα πιθα­ νότητα, ποιήματος». Τό σωστό είναι —καί λυπά­ μαι πού δέν γίνεται νά παραθέσω τό πρωτότυπο«πιθανώς στό τέλος ενός μακρού ποιήματος». Στή σελ. 61 (στόν Β. 31): «Ή ποίησή του έδενε χορό καί χοροδιδάσκαλο μέ μιά (sic) χαρούμενη Αμοι­ βαιότητα...». Εκτός τού ότι ή «χαρούμενη Αμοι­ βαιότητα» δέν έχει σαφές νόημα, ή λέξη «χοροδι­ δάσκαλος» δέν Αποδίδει τό choir-master τού πρωτοτύπου, καί δημιουργεϊται σύγχυση έπειδή στά νέα ελληνικά ή λέξη «χορός» δέν συμπίπτει πάντοτε μέ τή λ. «χορωδία». Στή σελ. 102 (Β. 61) διαβάζουμε: «Αύτό σημαίνει ότι ή Άγησιχόρα είναι, στήν Ανάγκη, σπουδαιότερη άπό τήν Άγιδώ, κι άς είναι ή θέση της λίγο κατώτερη». Ό Αναγνώστης μπερδεύεται προσπαθώντας νά καταλάβει τί έννοεϊ ό Β. λέγοντας ότι μιά κοπέλα είναι σπουδαιότερη άπό τήν άλλη, ένώ ή θέση της τήν ίδια στιγμή είναι «λίγο κατώτερη». Ώστόσο ό Β. έγραφιε: «Αύτό σίγουρα σημαίνει ότι ή Άγηοιχόρα είναι, σέ τελευταία Ανάλυση, πιό σημαντική άπό τήν Άγιδώ, μολονότι. Αμέσως παρακάτω [στό χορό] ή Άγησιχόρα παίρνει θέση δίπλα στήν Άγιδώ». Ά ς δει ό κ. Κ. τούς στίχους 78έξ. τού Παρθενίου καί θά καταλάβει. Στή σελ. 110 (Β. 67) διαβάζουμε: «Ό Welckcr θεωρεί ότι [οί στί­ χοι] Απευθύνονται άπό τόν ποιητή σέ κάποια νεαρή άγιχπημένη του, καί τούς παραβάλλει μέ τήν καρδάρα καί τήν κούπα πού κλπ.». Δύσκολα ό έν λόγω μελετητής κι άκόμη δυσκολότερα ό Β. θά παρέβαλλε στίχους μέ καρδάρες καί κούπες ποιμενικές. Ή κατάσταση πού περιγράφουν οί


στίχοι τοϋ Άλκμάνα μπορεί νά συγκριθεί μέ μιαν ρισμένου κύρους, καί άπό ό,τι φαίνεται μεγάλη άνάλογη κατάσταση, πού Αναφέρει ό Θεόκριτος φροντίδα καταβάλλεται όχι μόνο γιά τήν άψογη -αύτό εννοεί καί ό W. καί ό Β. έμφάνιση τών βιβλίων άλλά κυρίως γιά τήν έγ­ Μιά άλλη ομάδα σφαλμάτων έχει νά κάνει μέ κυρη μετάφρασή τους. Γι’ αύτούς λοιπόν τούς λό­ τά παραθέματα τά όποια ό Β. είτε μεταφράζει γους πιστεύω πώς καί εκείνος πού άνέλαβε νά κατά λέξη είτε παραφράζει έλαφρώς, καθώς τά παρουσιάσει τήν ΑΕΛΠ στό κοινό έχει παρο­ εντάσσει μέσα στόν λόγο του. Σχεόόν σέ όλες τίς μοίως εύθύνες. Ά ς δούμε λοιπόν τήν τελευταία περιπτώσεις ό κ. Κ. παρανοεϊ τό άρχαϊο παρά­ κατηγορία σφαλμάτων τής έλληνικής έκδοσης, θεμα, όπως έχει χρησιμοποιηθεί άπό τόν Β. Θά πού άφοράτή μεταγραφή τών άποσπασμάτων στά μπορούσε ώστόσο, έτσι γιά νά ελέγξει τό κείμενο, νέα ελληνικά. Καταρχήν μιά (άλλη) γενική παρανά καταφύγει στό άρχαϊο χωρίο (μιά καί οί τήρηση. Στίς μεταφράσεις τών άρχαίων χωρίων παραπομπές υπάρχουν), τό όποιο καί τήν άκριβή άλλά καί σέ ολόκληρο τό βιβλίο φαίνεται μιά λέξη θά τού υποδείκνυε γιά τή νεοελληνική μετά­ τάση νά παρουσιαστεί ή γλώσσα «λογοτεχνικά» φραση άλλά καί θά τόν προφύλαγε άπό κάμποσο καθώς λέξεις «ποιητικές» άνασύρονται μέσα άπό λάθη. Δυστυχώς ό μεταφραστής όέν προσφεύγει τήν άτυχη μεταφραστική μας παράδοση, όπως στό άρχαϊο κείμενο -πράγμα πού άποβαίνει οδυ­ λ.χ. δοξάρι, μακρυδόξαρος, μπροστάρικο, ώριόνηρό καί στή μετάφραση τών ένσωματωμένων μαλλων, άνιφτόποδοι κ.ά. Καταλαβαίνω πώς εί­ παραθεμάτων καί κυρίως στή μετάφραση τών ναι δύσκολο νά γλιτώσει κανένας άπό αύτή τή άποσπασμάτων τών λυρικών, όπως θά δούμε. μεταφραστική παράδοση πού πολλά δεινά έχει Έτσι στίς σελ. 66-67 (στόν Β. 35) διαβάζουμε: επισωρεύσει στή γλώσσα μας. Υπάρχει, ώστόσο, «Σέ έναν άλλο παράξενο χορό προσκομίζονταν καί ή άλλη άποψη, καί όέν είναι κακό οί νέοι στή θεά καρβέλια στό σχήμα γυναικείου στήθους, μεταφραστές νά έγκαταλείψουν τά γύφιινα έκμαένώ συνάμα (sic) ό χορός τών κοριτσιών άνέ- γεία καί νά άντιμετωπίσουν τή γλώσσα ζωντανά. πεμπε ειδικό ύμνο». Ή πρόταση αύτή (όπως Στή σελ. 50 τό έπίθετο τού Όδυσσέα ταλασίυπάρχει στό βιβλίο τού Bowra) Αποτελεί μετά­ φρονος, δέν μεταφράζεται. Στή σελ. 64 διαβά­ φραση μιάς πληροφορίας άπό τόν Άθήναιο (14. ζουμε: «Ή Άστυμέλοισα... σάν άστέρι... ή [σάν] 646A) πού λέει πώς οί πιστοί προσέφεραν στή χρυσό κλωνί, ή τρυφερή αύγούλα...» Αύτό είναι θεά «πλακούντας... μαστοειδείς», δηλ. γλυκίσματα λάθος. Τό κείμενο λέει ώ] τις... άατήρ... ή χρύοιον (ό Β. γράφει cakes) σέ σχήμα μαστού, καί πώς τά Ιρνος ή άπαλό[υ ψί]λον. Ψιλόν ή πτίλου είναι τό κορίτσια τραγουδούσαν όχι έναν «ειδικό» ύμνο πούπουλο, ό Β. γράφει down (πούπουλο) καί ό κ. άλλά «τό παρεσκευασμένον έγκώμιον τής Παρθέ­ Κ. μπερδεύοντας, πιθανώς, τήν άγγλική αύτή λ. νου» (στόν Β. a hymn of praise to the «Maiden ). μέ τό dawn (αύγή) καί άδιαφορώντας γιά τήν έλΚάτι άνάλογο βρίσκουμε στή σελ. 70 (στόν Β. 38) ληνική λέξη μετατρέπει τό άπαλό πούπουλο σέ οποί' άκοϋμε γιά μιά προσφορά τυριού ή οποία τρυφερή αύγούλα! (άναλογικά) «θυμίζει τίς πλάκες τυρί πού προσΣελ. 79. Όλο τό Παρθένιο υποφέρει μεταφρα­ φέρονταν... στήν Κρήτη κλπ». Ή πληροφορία στικά. Η κλεινή χορηγός έχει γίνει «ό ξακουστός προέρχεται πάλι άπό τόν Άθήναιο (14.658D) άρχηγός...». Τά έπίθετα «κολαξαιος» καί «ίβηπού μίλα γιά «λεπτούς καί πλατείς τυρούς» καί νιακος» μπερδεύουν, ένώ ή φράση «ό δρομέας εί­ αύτό μεταφράζει στό κείμενό του ό Β* (the ναι ένητικός» είναι άκαταλαβίοτικη. Ό κέλης δέν smooth, flat cheeses)καί όχι «πλάκες».Τέλος, στή αποδίδεται «δρομέας» -μπορεί νά μείνει κιιί ώς σελ. 183 (στόν Β. I 19) διαβάζουμε γιά μιά «αινι­ έχει, άν όμως πρέπει νά μεταφραστεί, άλογο άγωγματική παρατήρηση πρός τούς Λοκρούς», ότι νιστικό ή άλογο κούρσας (όπως ό Τοοπανάκης) πρέπει νά σταματήσουν νά είναι Αλαζόνες «γιατί πρέπει νά τό πούμε. Γιά τό ένητικός πολλά συν­ άλλιώς οί γρύλοι θά τραγουδήσουν μέσ' άπό τό τρέχουν (καί ύπάρχει Αρκετή βιβλιογραφία) νά τό χώμα». Όντως ή «παρατήρηση» είναι αινιγμα­ μεταγράψουμε ένετικός (ό Β. λέει venetie). τική. Πώς γίνεται νά τραγουδήσουν τά τριζόνια Στή σελ. 89 ή φράση (στή μετάφραση) «πού δέν «μέσ άπό τό χώμα»; Ωστόσο ή πρωτότυπη τον Αντικρίζει» νά γίνει «πού δέν τίς Αντικρίζει»· φράση άπό τή Ρητορική τού ’Αριστοτέλη ( Ι395Α) Στή σελ. 92 ή «Κυρά τής Νύχτας» νά γίνει «Κυρά είναι σαφέστερη άς προσέξουν οί Λοκροί, Νύχτα» (πότνια Ννξ). Στή σελ. 108 έχουμε έναν «όπως μή οί τέττιγες χαμόθεν άδωοιν», δηλ. τέ­ κατάλογο κρασιών «άπό τούς Πέντε Λόφους ή τοια θά είναι ή καταστροφή τής γής ώστε τά τζιαπο τόν Οίνο, Λένδιο...». Περιοχή «Οίνος» δέν τζίκια όέν θά βρίσκουν δέντρο νά καθίσουν καί υπάρχει καί έπομένως κρασί άπό τόν «Οίνο» δέν θά τραγουδουν άπό τό χώμα. Ό Β, μετάφρασε βγαίνει. Υπάρχει όμως ή Οίνους.καί αύτό δηλώ­ έσφαλμένα τό «τέττιγες», άλλά έκανε τνα λάθος νει το έπίθετο ο/υωυτίάιιυ. άπό τήν ΟΙνούντα (ό -ό κ. Κ. τά πολλαπλασίασε Β. from Oenus). Ιήν τελευταία φράση «κρασί που Θά ήταν ολωσδιόλου άδικο νά νομίσει κάποιος δεν πύρωσε μι τό άρωμα των λουλουόιών», δέν πώς ή σχολαστικότητα (άν πράγματι πρόκειται τη σχολιάζω Στή σελ. 178 υπάρχει ίε στίχος «τήν^ γιά σχολαστικότητα) πού έδειξα διαβάζοντας τή άνοιξη, όταν κελαηδά τ' Αηδόνι». Οσο πόιητ μετάφραση τού κ. Κ. έχει άλλα κίνητρα άπό τήν καί νά είναι δέν άνέ|κει στόν Στησίχορε άγάπη καί τό θαυμασμό μου γιά τόν Bowra καί έγραφα iituv ήριις ώρα κτλιιόή χελιόών Γιά τήν .4 /1 // Επιπλέον έχουμε συνηθίσει νά παίρ­ λογο, λοιπόν, ή Αλλαγή, Πιστεύοντας, πρι νουμε άπό τό Mil I σημαντικά βιβλία, άναγνω- ίιτι το Αρχαίο ρήμα -ιλαόω οημαίνιι «κελιΐ '/(I

καί άρνούμενος νά πιστέψει πώς τά χελιδόνια κε­ λαηδούν, ό κ. Κ. Αλλάζει τά πράγματα πρός το μελωδικότερο. Είναι γνωστό όμως ότι όντως τα χελιδόνια δέν «κελαηδούν» άλλά τιτιβίζουν η φλυαρούν άναρθρα, καί τούτο ήθελε νά πει ο Στησίχορος: «τήν εποχή τής άνοιξης, όταν τό χε­ λιδόνι φλυαρεί». Στή σελ. 201 τό έπίθετο τής εσβου ήγαθέη, πράγματι δικαιώνει τή φύση του νησιού. Σημαίνει Αξιαγάπητη, χαριτωμένη -ποτέ Αμμουδερή. Στή σελ. 213έξ. Αντιμετωπίζουμε ενα πρόβλημα. Ό άντρας πού σκότωσε ό άδελφος του Αλκαίου είχε ύψος «πέντε βασιλικές (περσικές) πήχεις παρά μία παλάμη» (άπ. 350 . οί. 5έξ.). Ό Bowra δίνει μεγάλη σημασία σια νού­ μερα καί μετατρέποντας τίς πήχεις σε ιντσες προσπαθεί νά βρει τό ύψος τού νεκρού, που, ούτε λίγο ούτε πολύ, ήταν δυόμιση μέτρα περίπου, κ. Καζάζης μετατρέπει κι αυτός τίς ιντσες σε εκα­ τοστά καί μάς βοηθά στό μέτρημα του γίγαντα. Όλα καλά ώς έδώ. Ή μετάφραση όμως του κ. Κ. δέν μιλά γιά πήχεις άλλά λέει «ψηλό ίσαμε δέκα βασιλικές οργές» (sic). ( Α λ ή θ ε ι α , γιατί επιμετει νά γράφει τίς οργιές «όργές»; Τί θά συμοει ν ε λήσει νά γράψει μιά οργ( ι)ά;) Αν πάρουμε τη μετάφραση κατά γράμμα καί υπολογίσουμε τη\ όργιά 1.80 έκ„ τότε ό ψηλός άντρας γίνεται υπερφυσικός-δεκαοχτώ μέτρα ύψος. Ο κ. . ε\ υποψιάζεται τό λάθος, άφού Αμέσως παρακάτω χρησιμοποιεί Αδιάκριτα πήχεις καί όργιες ωσατ νά είναι τά ίδια μέτρα. Όμως δέν είναι. Στη σελ. 217 έχουμε πάλι ένα Απόσπασμα του Αλκαίου όπου γίνεται λόγος γιά κάποια συμμαχια. "Υστερα άπό τήν εισαγωγή του, ό ποιητης αναφέρεται στόν όρκο τών συντρόφων να συνεχισο τόν Αγώνα διαλέγοντας τόν θάνατο η το δίκιο τους, άλλ' ή θάνοντες γάν έπιέμμενοι / κεισεοθ ύπ’ Ανάριου... Ή μεταφορά γην έπιέμμενοι είναι παλιά καί σημαίνει στήν κυριολεξία «ντυμένοι χώμα». Ό Β. μεταφράζει (σέ δίκη μου με φραση) « ά λ λ ά είτε νεκροί, ντυμένοι τη γη < τόμαστε». Ή μετάφραση τού κ. Κ. είναι διαφορε­ τική, άφού Αδιαφορεί γιά τη μεταφοράς «άλλά είτε νεκροί καί ντυμένοι (sic) να κειτομαοτε μέσα

παρακαλεί τήν Αφροδίτη νά έκπληρώσει τούς ενδόμυχους πόθους της. ελθε μοι καί νυν, χαλί.παν όέ λϋαον εκ μέριμναν, όσσα όέ μοι τέλεοοαι θύμος Ιμέρρει, τέλεσον σύ ό’αϋτα σύμμαχος εσσο.

Ακόμη καί ό μή εξοικειωμένος μέ τή γλώσσα τής Σαπφώς «καταλαβαίνει» τό ποίημα, άφού οί περισσότερες λέξεις του ζούν καί σήμερα. Σχεδόν δέν χρειάζεται μετάφραση. Ό κ. Κ.. μεταφράζει τή στροφή ώς έξης: «Έλα πάλι σιμά μου καί λευτέρωσέ με άπ' τίς σκληρές έγνοιες· τέλεψε αύτά πού λαχταρά ή καρδιά μου καί γίνε σύμμαχός μου» (σελ. 291). "Οπως είπα ή μετάφραση είναι γενικά «σωστή», άν έξαιρέσουμε τή χρήση τού ρ. «τέλεψε» στή θέση τού «(έκ)τέλεσε» -άλλο ρήμα τό τελεύω καί άλλο το τελώ (βλ. λ.χ. το λεξικό τού Δημητράκου). "Ομως μέ ποιά αιτιολογία ό κ. Κ. περιφρόνησε καί Απέκλεισε άπό τή μετάφρασή του τό τέλεοον τού τρίτου στίχου, πού Αντιστοιχεί στό προηγούμενο τέλεοοαι καί ή σπαρακτική του έπανάληψη Αποκαλύπτει όλη τήν ένταση τής Ικε­ σίας; Έδώ άκριβώς έγκειται ή διαφωνία μου μέ τόν κ. Κ. καί γι’ αύτό ή ριζική μου Αντίρρηση πρός τή μετάφρασή του δέν έχει άφορμή τά υπάρχοντα σφάλματα -ξεκινά άπό τό γεγονός ότι, καί έκεί όπου μεταφράζει «σωστά», δέν τιμά, όπως πρέπει, ούτε τόν λόγο τού Bowra ούτε τή λέξη τών Λυρικών. Ελπίζουμε, ώστόσο, πώς ό τρόπος μέ τόν όποιο Αντιμετωπίστηκαν τά κεί­ μενα τού πρώτου τόμου τής ΑΕΛΠ θά είναι δια­ φορετικός στόν δεύτερο. Λίγα ορθογραφικά σφάλματα πέρασαν μέσα στό βιβλίο, τα όποια, φοβάμαι, πρέπει νά χρεω­ θούν καί αύτά στόν κ. Καζάζη. Οί λέξεις «Ίπποκόοντας» καί «Ίπποκοοντίδες» (έδώ κι έκεί στόν Άλκμάνα) είναι όρθό νά γραφούν «Ίπποκόωντας, -ωντίδες». Ή λ. «Ύπερίωνα» (σελ. 146 κ.ά.) νά γίνει «Ύπερίονα» καί ή λ. «Χίρων» (στή μετάφραση, σελ. 148), άφού πρόκειται γιά δω­ ρικό τύπο, νά γραφτεί «Χείρων». Τά Αθλα (σελ. 158 κ.ά.) δέν παίρνουν υπογεγραμμένη. Τέλος, στή σελ. 253 «τούς Αδελφούς της» νά γίνει «τούς Αδελφούς του», μιά καί ό στίχος άναφέρεται στόν ΤΔέν θά ήθελα νά συνεχίσω αύτό τόν κατάλογο. Πάρη. Στήν έπόμενη Αράδα ή λ. «άρματα» νά Κάπου ό Bowra (σελ. 150) λέει Each word does διορθωθεί σέ «άρματα». its duty. Είτε αύτό σημαίνει « Η κάθε λεξ | τουργεϊ σωστά», όπως μεταφράζει ο κ. ·· ΓΙΩΡΓΗΣ Π ΑΤΡΟΜΛΝΩΛΑΚΗΣ «Ή κάθε λέξη έκτελεί τό καθήκον της», όπως τό έλεγα έγώ, ένα είναι βέβαιο: οί λέξεις τ°υ δέν είναι άστοχες. Πολύ περισσότερό, οί λέξεις των Λυρικών έχουν Ιδιαίτερη βαρύτητα καί σημασία μέσα στόν στίχο. Πάνω σ αυτό τ· ' ' Ac μου έπ,τραπεί νά φέρω ένα τελευταίο παρά­ δειγμα άπό τή μετάφραση του *' Κ· οχι ( ,, έπκίημάνω Αλλο ένα σφάλμα τον (κα 1 l’ ,* λωστε. δέν κάνε, σφάλματα.) αλλα για ν« δ.ίξι πώς Ακόμη καί όταν μεταφράζει «σωστά», ο 'λνΝ,.όπος μέ τόν όποιο Αντιμετωπίζει το αρχαίο ίΧ ό ,, νο δέν είναι ό ένδι δειγμένος. Πρώτα το κείώ ΐ ή τελευταία στροφή Από τό ποίημα-προο3 τής Σαπφώς (Απ. I 1 -Ρ.) όπου η «οιήτρ.α Β|


ΠΟΙΗΣΗ

δημιουργικός καί γόνιμος καβαφ ικός επ ίγονος ΣΤΑΥΡΟ Υ ΒΑΒΟ ΥΡΗ : Στον αστερισμό τών έγχλίαεων κα ί τών χρόνων τον ρήματος «έρχομαι». Έγνατία, σειρά Τράμ, 1980. Σελ. 25.

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ Βαβούρης μέ την πρώτη του κιόλας εμφάνιση είσήγαγε στη μεταπολεμική μας ποίηση μια άτμόσφαιρα ζόφου καί μυστηρίου μέσα στην όποια διαδραματίζονται οί Ανθρώπινες πράξεις κάτω άπ' τή βασανιστική πίεση σκληρών καί αβυσσαλέων παθών. Έτσι δέν είναι καθόλου περίεργο πού ή οικογένεια τών Ατρειδών έπανέρχεται στή νεοελληνική ποίηση. Ή άπόγνωση τών Ατρειδών, ή απομόνωση κι ό σπαραγμός τους είναι καί άπόγνωση καί άπομόνωση καί σπαραγμός τού ποιητή. Στήν ίδια άκριβώς Ατμό­ σφαιρα κινείται καί ή πεζογραφία τού Βαβούρη, στήν όποια είναι έμφανής καί δημιουργική ή έπίδραση τού Κάφκα. Ο Σταύρος Βαβούρης γεννήθηκε τό 1925 στήν Αθήνα. Εχει έκδώοει ώς τώρα τις ποιητικές συλλογές: « Εδώ φαντάσου καλπασμούς καί κύ­ ματα» (1952), «Τρία ποιήματα» (1953), «Ση­ μειώσεις γιά έναν άνθρωπο πού πέθανε» (1956), «Πικρά χείλη δίχως γεύση παραδοχής» (1959), «Ξηρά ποιήματα - Στή διακεκαυμένη» (1963), «Οί Ατρείδες τής Φωτιάς καί τής Σιωπής» (1964) καί «Όρφέας κατερχόμενος» (1971). Επιλογές άπό τό έργο του: «Delecta-(1971) καί «Ποιήματα» (1977). Μοναδική συλλογή πεζογραφημάτων: «Έν έρημίαις καί σκολιαϊς» (1965. 1979). Η ποίηση τού Βαβούρη είναι ποίηση τής μοναξιάς, τής απόγνωσης, τής Αγωνιώδους καί άπέλπιδος προσδοκίας, τού πάθους καί τών πα­ θημάτων, είναι μιά ποίηση βροχής πίσω άπ' τό τζάμι τού παραθύρου, όταν περιμένεις νά έρθει κάποιος ή νά συμβεί κάτι πού δέ συμβαίνει ποτέ, πού δέν ξέρεις πολλές φορές τί είναι αυτό πού περιμένεις, άλλά τό περιμένεις νά έλθει, είναι ή ποίηση τής φωτιάς καί τής σιωπής, τού έρωτα καί τής φιλίας που δέν ολοκληρώνεται ποτέ, τής Αθό­ ρυβης καί υπομονετικής παρουσίας μέσα σέ μιά θορυβώδη καί Απάνθρωπη ζωή. Είναι ό πιό δη­ μιουργικός καί γόνιμος καβαφικός έπίγονος, II συλλογή του Βαβούρη «Στόν Αστερισμό των έγκλίοεων καί των χρόνων τού ρήματος "έρχο­ μαι"» έρχεται σά συνέχεια τών ποιημάτων πού έχουν τό γενικό τίτλο «Λόγω τής βροχής».1 Συν'> 2

αντάμε τά ίδια μοτίβα, τήν ίδια άτμόσφαιρα, τά ίδια σύμβολα, τήν ίδια τεχνική, τή βροχή πού εί­ ναι τό μεγάλο εμπόδιο, τή μοναξιά καί τή σκληρή καί βασανιστική αναμονή πού δέν τελειώνει ποτέ γιατί δέν έρχεται κανείς. Τό ρήμα «έρχομαι» κυριαρχεί μαζί μέ τά ρήματα καί τις ρηματικές έκφράσεις «βρέχει», «περιμένω», «τρέχω», «χά­ θηκα», «βρίσκω», «άρχισε ή βροχή», «έχύθηκα στοιίς δρόμους», «βγαίνω», πού Αποτελούν συγ­ χρόνως καί λέξεις-κλειδιά γιά ολόκληρο τό ποιη­ τικό έργο τού Βαβούρη. Ρήματα καί έκφράσεις που δηλώνουν κίνηση, ή οποία όμως δέν οδηγεί πουθενά ή οδηγεί σέ Αδιέξοδο, πού είναι τό ίδιο, γιατί παντού καραδοκεί τό «περιγελώ» ή τό «εί­ μαι μόνος». Έδώ άς σημειωθεί ιικόμη ότι ή βαρύ­ τητα στήν ποίηση τού Βαβούρη πέφτει πάντα οτό ρήμα, πού έχει πάντα ώς υποκείμενο τό «έγώ» ή τό «ίου». Ετσι ή ποίησή του είναι ύποκειμενική. που δέν Αφορά όμως μόνο τόν ίδιο, γιατί τά βιώ­ ματα δέν είναι μόνο προσωπικά άλλά κοινός τόπος τής σύγχρονης ζωής, πού κύρια χαρακτηρι­ στικά της είναι ή έιπανθρωπιά καί ή Απομόνωση. Στή μικρή αυτή συλλογή τό ρέμια «έρχομαι» όράται κυκλικά καί τέμνεται σέ όλες τίς έγκλίσεις καί τούς χρόνους του· όμως τό Αποτέλεσμα παρά το διακαή ποθο τού ποιητή παραμένει το ίδιο. Ή ίιρχή του πρώτου ποιήματος «Πού λέτε» υποδη­ λώνει μιά συνέχεια πού κάποια στιγμή διακό­ πηκε. μα που ήρθι η ώρα να Ιπανιίληφθεϊ. Παράλληλα, οάν παραμύθι, κάνει τί> λόγο πιό οίκιίο. πιο άπλό, του δίνει έναν τόνο άφηγηματικότητος, αναγκαίο αντίβαρο στήν κυριαρχία τού λυρισμού. Αλλο ένα στοιχείο γιά τό ότι έχουμε συνέχεια του «Λόγω τής βροχής», γιατί επιπλέον ίμφ ανίζονται και τά ίδια ύποθετικα οχήματα, καί ή ίδια έγκεφ άλικη διάρθρωση πού έξουδεττρώνεται Απ' τήν άκρα ιύιιισθηιιι(α τού ποιητή καί τύ. λυρική φόρτιση των ποιημι ιιιυν, κι Ακόμη υπαΦ χει ή ίδια αίσθηση φθοράι- αυτή ή χασακ/ηίύ . , οτική αίσθηση του Καβούριΐ| που ίιδηγεί σττ\ΡΨ - w λύση Αφήνοντας μιά γεύση ΠΐΚΙ*Ι|ζ Ol«VrC Vf^· πλανιέται Αόριστα στή ιιουνΐή Κ«(

%

σφαίρα καί πού έχει ένα μέρος τής καταγωγής της στόν Καβάφη. Πιστεύω ότι δέν υπάρχει μεταπο­ λεμικός ποιητής πού νά επηρεάστηκε άπό τόν Καβάφη περισσότερο άπό όσο ό Βαβοΰρης άλλά πού νά έχει έκμεταλλευθεϊ συγχρόνως μέ τέτοια δύναμη, οξύτητα καί προσωπικό ύφος τήν επί­ δραση αύτή. Ό Καβάφης μέ τίς άπειρες δυνατό­ τητες πού περικλείει έχει γονιμοποιήσει δημιουρ­ γικά καί πρωτότυπα τήν πραγματικά θηλυκή ποίηση τού Σταύρου Βαβούρη. Τό έδαφος της συλλογής φαίνεται ότι τό έχουν προετοιμάσει άριστα καί τά ποιήματα «Σέ χρόνο υπερσυντέ­ λικο» καί «Οί υποθετικοί λόγοι»,* άπό τεχνικής τουλάχιστον πλευράς. Δέν είναι λοιπόν ή πρώτη φορά πού ή γραμματική καί τό συντακτικό έμπνέουν τόν ποιητή καί τέμνουν τήν ευαισθησία του. "Ας μήν ξεχνάμε έπίσης ότι ο Βαβούρης είναι καί φιλόλογος καθηγητής, πού σημαίνει καθημε­ ρινή καί Αναγκαία ενασχόληση μέ αύτά τά θέ­ ματα, καί έτσι όταν μιλάμε γιά κατασκευή καί εγκεφαλικότητα, πρέπει νά θυμόμαστε πάντα πώς αυτό δέν είναι έξω άπό τόν κύκλο τών καθημερι­ νών του βιωμάτων.3

νως φαντάσματα δέν μπορεί νά στηριχτεί κανείς στά σίγουρα. Πάλι ή βροχή στό ένατο ποίημα, ή σύνθεση ετοιμάζεται νά κλείσει τόν κύκλο της. Τό τελευταίο ποίημα, σέ πλήρη Αντιστοιχία μέ τό πρώτο, Αφήνει τόν ποιητή έξω άπ’ τήν τροχιά τών πλανητών «τών έγκλίοεων καί τών χρόνων τού ρήματος "έρχομαι”». Εκείνο πού δηλώθηκε στήν Αρχή μέ τόν «άνυδρο καί φυσικά παντέρημο πλα­ νήτη» βεβαιώθηκε πιά όριστικά κι ό ποιητής κλείνεται Αναγκαστικά στόν εαυτό του μέ μόνη του συντροφιά, μονότονη καί βασανιστική, τή βροχή. Ό έρωτας, ή φιλία, ή συντροφιά, ή κοινω­ νικότητα παραμένουν άπιαστα πουλιά πού δέ θά 'ρθουν ποτέ. Ή μοναξιά κυριαρχεί Απόλυτα, ό πόνος κι ό σπαραγμός γιά μιάν έλευθερία πού δέν έπιτυγχάνεται γιατί λείπουν οί Αντικειμενικές συνθήκες καί πού όμως Αποτελεί τό ιδανικό καί τό διακαή πόθο τού ποιητή, δίνει μιά τραγικό­ τητα στή σύνθεση. Ό ποιητής, τό Ανθρώπινο όν, ζεί μόνος μέσα σ’ έναν άνυδρο καί παντέρημο πλανήτη. Τό παρόν δέν όδηγεί πουθενά, τό ίδιο καί τό παρελθόν καί τό μέλλον. ’Ελπίδα δέν υπάρχει, διέξοδος δέν υπάρχει. Μέ τό ποίημα «’Αφαίρεση» μεταφερόμαστε Απ’ τή γραμματική στά μαθηματικά. Έδώ έχουμε τή γνωστή πράξη τής Αριθμητικής, τήν Αφαίρεση, πού κάνει λειψή τή ζωή, πού μπερδεύεται Αρχικά μέ τήν πρόσθεση καί πού κανείς δέν μπορεί νά τής άντισταθεί γιατί γίνεται «μ' όλους τούς κανό­ νες». Στό «Πώς γίνονται έτσι» τό Αποτέλεσμα δη­ λώνεται Απ’ τήν Αρχή:

Ή συλλογή «Στόν Αστερισμό τών εγκλίσεων καί τών χρόνων τού ρήματος "έρχομαι » περιέχει εκτός άπ" τήν ομώνυμη σύνθεση, πού τήν Αποτε­ λούν δέκα κομμάτια, καί τέσσερα Ακόμη συγγενή ποιήματα. Τά δέκα Ανισομερή σέ έκταση, όχι όμως καί σέ ένταση, ποιήματα Αποτελούν οπωσ­ δήποτε μιά σύνθεση, γιατί κάθε ποίημα έχει τή δική του αυθύπαρκτη οντότητα κι όλα μαζί συγ­ «Πριν μπεις σχεόόν κλίνουν κλιμακωτά στό γενικό θέμα, πού είναι οι ακόμα στή ζωή μου, χάθηκες». χρόνοι καί οί εγκλίσεις τού ρήματος «έρχομαι» Στό «Ό βρεγμένος δέ φοβάται τή βροχή» τά ώς καθοριστικός παράγων τής ζωής. 1 ό πρώτο ποίημα μάς δίνει τό κύριο στοιχείο τής σύνθεσης. γνωστά μοτίβα τής βροχής καί τής φωτιάς. ’Αντί Τή ζωή τού ποιητή πού πέρασε μέσα σέ μια δι­ γιά όποιοδήποτε σχόλιο Αντιγράφω τούς στίχους: αρκή Αναζήτηση, Αποτυχημένη βέβαια, όπως δη­ «Τήν τρέμω τή βροχή τήν τρέμω λώνουν τά έπίθετα «άνυδρος» καί «παντέρημος» πού κάποτε θά πάρει τήν Απόφαση καί βεβαιώνει κατηγορηματικά τό έπίρρημα «φυ­ νά μέ καταποντίσει όριστικά σικά». Ή Αναζήτηση αύτή, ή κίνηση αυτή καλύ­ τήν τρέμω τή φωτιά τερα, πού ηχητικά Αποδίδεται μέ τή συνεχή ροη που θά μέ ζώσει κάποτε μαινόμενη των παρηχήσεων, γνώριμο τεχνικό μέσο τού α καί θά μέ κάνει παρανάλωμα τής λύσσας της βούρη. είναι χωρίς Αντίκρισμα στήν πραγματικό­ καί θά μέ κάνει στάχτη». τητα, γιατί όδηγεί στήν πλήρη Ακινησία του τιΤά δυό στοιχεία προοιωνίζουν ίσως τή διάλυση λους καί βεβαιώνεται όριστικά Απ' το δεύτερο ήδη ποίημα πού διαπραγματεύεται τούς; χρόνους τού ποιητή καί τής ζωής του; Ταυτίζονται μέ τό τής οριστικής. Δύο στοιχεία πού δίνουν ένταση, ή θάνατο; Ξέρουμε τή σημασία τους στήν προσωκρατική φιλοσοφία, τήν ξέρει φυσικά κι ό κλασι­ βροχή καί ή φυγή τού (τής) Αναμενομένου, διάψευση φέρνει τήν Απογοήτευση οτό τρίτο κιό­ κός φιλόλογος Σταύρος Βαβούρης. Αυτό είναι τε­ λικά πού περιμένει έναγώνια, αύτός είναι ό τρό­ λας ποίημα: «Ήτανε χρόνοι Οριστικής - πως ν Αμφιβάλλεις». Όμως υπάρχει πάντα η πιθανό­ μος του, μήπως έρθει ή δέν έρθει; Νομίζω μιά τητα, Αλλά ούτε «ό Παρακείμενος μέ τον Υπερ­ παράλληλη Ανάγνωση τών πεζογραφημάτων τής συντέλικο» μπορούν νά σώσουν την κατάσταση συλλογής «Έν έρημίαις καί σκολιαϊς» θά έδινε γιατί είναι «χρόνοι παρωχημένοι κι άσχετοι τε­ κάποιες πειστικές Απαντήσεις στά παραπάνω λείως». Απ' τό μέλλον τί μπορείς νά περιμένεις (ρωτήματα. Τό «Βράδυ» κλείνει τή συλλογή. Γιά μιά στιγμή Αφού τίποτα σίγουρο δέν ύπάρχιτ στο παρόν, Λεν Απομένουν παρά οί σαθρές έλπίδες τής Ευκτικής ή έλπίδα μέ τό Αναπάντεχο φώς τού ήλιου, σέ λίγο όμως ή βροχή όπως πάντα καί ό άνεμος τήν πάνω «στ' Ανύπαρκτα έ.ρείσματα τής Υποτακτιής» καί «στής Προστακτικής τίς παραισθήσεις» άποδεικνύουν μπλόφα: ή «νόθες καταστάσεις τού Άπαρέμφατου» καί «Μετοχής ή μπλόφα». Σέ τέτοια όμολογουμι - ,, Ό ήλιος βασιλεύοντας


απλώνει τρυφερά γιά λίγο κι αναπάντεχα τό φως τον γύρω τον φυσάει στις γρίλιες ό άνεμος κι έπειτα κλαίει άπαρηγόρητη συχνά ή βροχή ατά τζάμια».

ΠΟ ΙΗ ΣΗ

Αυτό τό «συχνά» δηλώνει, πιστεύω, αναγκαστικά πίκρα καί φόβος τόν κανόνα. Αυτή είναι ή ατμόσφαιρα στην όποια κινείται ή ποίηση τού Σταύρου Βαβούρη, ενός άπ' τούς πιό μέ σημαντικούς εκπροσώπους τής μεταπολεμικής ποίησης. Θά ήθελα γιά τελευταία φορά νά τονίσω τήν έγκεφαλικότητα τών ποιημάτων του: Είναι κοινω νικές διαστάσεις λογικές καί σοι, ά δομημένες κατασκευές, όμως ή συναισθηματική φόρτιση είναι τέτοια καί τόση ώστε ό εγκεφαλισμός νά εξουδετερώνεται, τό I ΙΩΒ ΓΗ Π Α ΥΛΟ Π Ο ΥΛΟ Υ: Τό σακί. Αθήνα, προσχέδιο νά χάνεται καί τό ψυχρό του αγκάλια­ Κέδρος. 1980. Σελ. 54. σμα νά γίνεται παρανάλωμα τής φωτιάς τού ποιητή. Η ποίηση τού Βαβούρη είναι ποίηση ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ κανείς τή νέα ποιητική συλ­ συγκινησιακή, μέ έντονο τό προσωπικό στοιχείο, λογή τού Γιωργή Παυλόπουλου. Τό σακί, τού δηπού κατορθώνει όμως έγκαιρα νά γίνεται αντι­ μιουργεϊται άδιόρατα ή αίσθηση ότι ό ποιητής κειμενικό, κι ό Αναγνώστης, ό άκροατής θά 'λεγα καλύτερα, γιατί είναι ποίηση γραμμένη γιά ν’ επιχειρεί καί τό κατορθώνει νά έπαναπροσδιορίσει τά στοιχεία έκείνα πού Αποτελούσαν τό βα­ άκούγεται κι όχι νά διαβάζεται μόνο, δέ θά γυρί­ σικό γνώρισμα -στίγμα τού προηγούμενου καί σει στον εαυτό του άλώβητος. Ή μοναξιά, ή από­ πρώτου- ποιητικού του βιβλίου (7ο κατώγι, γνωση, τό πάθος κι ή Απελπισμένη, μά ήρεμη, 1971)· κι Ακόμη νά καθορίσει -βοηθώντας πα­ κραυγή τού ποιητή θά τόν διακατέχει βασανι­ ράλληλα κι έμάς νά καθορίσουμε- μέ Απόλυτη στικά γιά πολύ. σαφήνεια τά όρια τού προσωπικού-ποιητικού του χώρου καί μύθου. Ορια πού είναι φανερό- τό ΑΝΤΡΕΑΣ Κ. ΦΟΥΣΚΑΡΙΝΗΣ νιώθεις ότι ταυτίζονται, κάποτε μάλιστα έπώδυνα Σημειώσεις: συμπλέκονται, μέ τά Απώτατα όρια μιάς μνήμης τραυματισμένης καί συνάμα τραυματικής· τής 1. Βλέπε: Σταύρου Βαβούρη «Ποιήματα», έκδοση 'Ερ­ μνήμης του. πού τά πολλά, ήθελημένα ή Αθέλητα, μής, Αθήνα 1977, σελ. 147-170. πραγματικά ή συναισθηματικά χάσματά της Απο2. "Ο.π.π., σελ. 198 καί 199-20!. τυπώνονται, προδίδσνται ίσως, στήν ποίησή του, 3. Ηλε.πε και τιί ποιήματα: «7/ περίπτωση ενός καθη­ μέ κάτι χασματικές σιωπές. Καί ό,τι συνέχει τή γητή» Α κ α ί Β \ ο.π.π., σελ. 109-110. μνήμη του, κρυμμένο, μισοκρυμμένο ή φανερό, ύλοποιείται -στήν ποίησή του- σέ πράγμα ή κατάσταση ή σαρκώνεται οέ πρόσωπα -πρόσωπα μάλλον. W

ΣΙίΓΧρΟΝΟΣ

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ I ■ 9R / 90

94

Οί έναλλαγές τού ποιητικού τοπίου, όπως αύτό ξανοίγεται μέ Τό κατώγι καί μέ Τό σακί, είναι πλασματικές -δέν θά τίς έλεγα παραπλανητικές-, μέ τήν έννοια ότι είναι αυτές Απόρροια όχι τών πραγματικών ή συναισθηματικών μετατοπίσεων τού Αναγνώστη Αλλά τού ίδιου τού ποιητή. Κι άλ­ λοτε πάλι έχουν νά κάνουν μέ τήν κάθε φορά διαφορετική χρονική στρώση-έπίστρώση τού το­ πίου ολόκληρου ή συγκεκριμένων σημείων του μονά, πράγμα πού οφείλεται προπαντός στήν Απολύτως ύποκειμενική λειτουργία τού χρόνου στήν ποίηση τού Γιωργή ΙΙαυλόπουλου. Ίό κατώγι καί Τό σακί, λοιπόν, Αποτελούν έναν ένιαίο χώρο ή αλλιώς δύο διαφορετικούς κι όμως ταυτισμένους κατά τι» μεγαλύτερο ποσοστό τους χώρους. Τά ίλάχιοτιι σημεία όπου ή ταύτιση δέν είναι ίιλοκληρωμένη. Απόλυτη, ο! ίλάχιστ, προεξοχές τού ένέ»ς ή τού άλλου χώρου ρούν (οκέφ τομαι πώς ύπάρχουν ίικριβως μαρτυρουν) τά λιγοστά όρια έλευθερίας πόυΤΛφ^ μένουν στον ποιητή γιά νά ξεφ ύγει άπ* τονμίιι<

τινο κλοιό τής μνήμης του. Γιατί, άν Τό κατώγι καί Τό σακί γιά έναν τρίτο Αποτελούν, περιχαρα­ κώνουν έναν ολόκληρο χώρο, περιορισμένον έστω χρονικά (Κατοχή, ’Αντίσταση, ’Εμφύλιος, Ηττα) καί τοπικά (Πύργος καί περίχωρα τού Πύργου), γιά τόν ίδιο τόν ποιητή ό χώρος αυτός μοιάζει νά είναι ένας κύκλος Ασφυχτικά κλειστός- ένα ση­ μείο όπου στέκεται καί άπ’ όπου προσδοκά τή διαρκώς Αναμενόμενη Αλλ’ όμως μή πραγματο­ ποιούμενη πτώση τού μαύρου σκοτωμένου περι­ στεριού: (...) Κόκκαλα μονάχα καί τό φώς άδειο 6ουιζον­ τος στήν ερημιά κι ενα περιστέρι μαύρο κοντά ατή συλλογή σκοτωμένο πέφτοντας ολοένα άπό τόν ουρανο. Τό σημείο αύτό τής διαρκώς προσδοκώμενης καί μή πραγματοποιούμενης πτώσης είναι, θά μπορούσε νά πεί κανείς, τό σημείο όπου ό ποιη­ τής στέκει Ακινητοποιημένος μνημονικά καί σω­ ματικά (ή μνήμη του έξάλλου γίνεται, είναι συχνά σωματική). Καί είναι, αύτό τό Ιδιο πάντα σημείο, ή μήτρα τής μνήμης του καί τού φόβου του, επειδή μνήμη καί φόβος φαίνεται πώς είναι ταυ­ τισμένες οάν έννοιες καί σάν κατάσταση στή συν­ είδησή του: ’Έτσι λοιπόν θυμάμαι αρχίζοντας μέ τό φόβο καθώς ξεδίπλωναν τό σεντόνι πίσω άπό τά συρ­ ματοπλέγματα βρώμικο Αχνίζοντας γεμάτο αίματα και μύγες ή παραστάσεις άπό τήν άλωση τής Γόσιας. (...)

Ό,τι κυρίως δεσπόζει στό χώρο πού Απαρτί­ ζουν Τό κατώγι καί Τό σακί, είναι τά πρόσωπα αυτών πού κάποτε υπήρξαν φορείς.καί έκφραστές συνάμα μιάς σκοτωμένης, χαμένης γιά παντα πιά έλπίδας· αύτών πού κάποτε ύπήρξαν και ήταν -σημαδεμένοι Από ένα κακό ριζικό- ούτε ζωντανοί ούτε πεθαμένοι. Καί πού άπό πάντα ήταν, όπως καί τώρα άλλωστε, στήν Αναβίωση τους μέσα άπό τό ποίημα, μέ τό στίγμα τής φρίκης καί τού τρόμου στό πρόσωπο καί στό σώμα τους. Πρόσωπα πού συχνά παίρνουν -σκεπασμένα κα­ θώς είναι μέ τήν άχλή μιάς μνήμης σπαραχτικήςυπέρογκες διαστάσεις καί μιλούν, μπορούν Ακόμη καί μιλούν μέ μιά φωνή μαύρη, θερισμένη Από το κακό. (’Ενδεικτικά Αναφέρω τιί ποιήματα - < . ’Αποκαθήλωση, Αναπαράσταση, Ό νεκρός καί Ή καρέκλα άπό Τό κατώγι καί Πουθενά or βρέ­ θηκε, "Αγγελος αντάρτης, Φαντάροι μ.λ.. Τό σακί. Παλιά γραφή. Ίό μαύρο, Ο φόβος, Νεκρός καβαλάρης καί "Ασκηση άπό Τό σακί). Τά πρόσωπα στήν ποίηση τού I ιωργη ΙΙαυλοπουλου συνθέτουν, θά μπορούσα νά πω. ένα σε­ πτό μαρτυρολύγιο άγνώστων-γνωοτών καί μαζί κοντινών μας μαρτύρων- Αποτελούν μιαν Ατέ­ λειωτη πινακοθήκη αύτών πού πίστεψαν κάποτε 'χάπου καί χάθηκαν τέλος ή Αποσβολώθηκαν μέσα καιρό σάν Από κεραυνό, Κι ί» ποιητής νιώθει πί,\ χρέος του είναι ν’ Αποτυπώοει αυτά τα \Ζ]

Ό Γιώργης Πανλόπονλος μέ τό Γιώργο Σεφέρη στόν Πύργο τής Ηλείας (30 Αύγουστον 1970)

πρόσωπα, νά σώσει τή μορφή καί τή φωνή τους, πριν σβήσουν γιά πάντα καί χαθούν: ( ...)

Ποιους πήρανε καί πότε: Πόσοι χαβήκανε: Κι εμείς πού ήμασταν; Σέ ποιό δάσος καί ποιές εποχές; ’Εμείς πού μετράμε τά χρόνια μας μέ ξεθωρια­ σμένες φωτογραφίες φαντάρων χρόνια πριν καί μετά άπό κείνο τό τρελό ξενύχτι. Καί στό Κατώγι καί στό Σακί δύο είναι τά στοιχεία πού καταλυτικά επικρατούν: τής πίκρας καί τού φόβου. Μιάς πίκρας πού ριζώνει βαθιά στήν επίγνωση τού ποιητή πώς όλα πιά έχουν χα­ θεί- ό Αγώνας πήγε χαράμι, τό αίμα τό ίδιο, ή ελπίδα θάφτηκε οριστικά πλέον κάτω Από τά «έρείπια» τής θλιβερής σύγχρονής μας πραγματι­ κότητας. Ό θάνατος είναι τώρα παντού: ... Τά συλλογιέμαι τώρα εδώ μέ τή βροχή φώτα, κορίτσια, λαμπερές προθήκες διάκοσμοι γιά τό σκοτάδι τής ψυχής νά ξεγελάμε τό φόβο κι ό θάνατος ένας καθρέφ της πού τόν βλέπαμε κάθε πρωί νά δυναμώνει γύρω μας τό φώς. Ό φόβος, πάλι, στήν ποίηση τού Γ. Π. παίρνει τίς περισσότερες φιορές σωματικές διαστάσεις, σαρκώνεται, κι άλλοτε αισθάνεσαι νά διογκώνει Αρρωστημένα πρόσωπα, πράγματα καί καταστά­ σεις καί ό,τι άλλο Αγγίζει ή περιβάλλει. Άπό τήν άποψη αύτή, τού φόβου, είναι πού θά μπορούσε κανείς, μέ πάρα πολλές έπιψυλάξεις, νά συσχετί­ σει τήν ποίηση τού Παυλόπουλου μέ αύτήν τού Μίλτου Σαχτούρη. Η διαφορά τους έγκειται στή διαφορετική καταγωγή-καταβολή τού καθένα, καθώς στόν Παυλόπουλο φαίνεται νά δεσπόζει τό ύφος καί δ λόγος τού Σεφέρη, ένώ ό λόγος τού Σαχτούρη άκούγεται περασμένος, γδαρμένος θά έλεγα Από τό πέρασμά του άπό τόν ύπερρεαλι95


σμό, καθώς καί άπό έναν σπαραγμό περισσότερό προσωπικό καί ιδιωματικό. ’Αντίθετα, ό σπαρα­ γμός, ή οδύνη καί ό φόβος τού Παυλόπουλου, έτσι όπως εκφράζονται, έχουν κοινωνικές δια­ στάσεις -ά λλ ο άν ό πυρήνας τους είναι μάλλον προσωπικός· καί άνεβαίνοντας μέσα άπό την έκ­ φραση πρός τά πάνω, πρός τήν επιφάνεια, διαστέλλονται. Διαστέλλονται μάλιστα έτσι, ώστε νά ανακαλούν στή σκέψη τρόπους σεφερικούς -κ α ί μακρυγιαννικούς- άναγωγής τού εγώ στό εμείς, σάν άπό χρέος. Καί ίσως αυτό, τό τελευταίο, νά μήν είναι άσχετο μέ τό γεγονός ότι ό ΓΙαυλόπουλος υπήρξε ό μόνος, άπ' ό,τι ξέρω, ποιητής τής γενιάς του (άπό τήν άποψη αυτή θά τόν τοποθε­ τούσα στό μεταίχμιο, άνάμεσα πρώτης καί δεύτε­ ρης μεταπολεμικής ποιητικής γενιάς) πού ό Σεφέρης πρόσεξε ιδιαίτερα καί εκφράστηκε ευνοϊκά γιά τήν ποίησή του: «Μ’ ενδιαφέρει -γ ρ ά φ ει* - ή ποίηση τού Γ. Π. γιατί είναι άποτελεσματική χω­ ρίς ψιμύθια. Λέγοντας ψιμύθια εννοώ, χωρίς γλωσσικούς κορδακισμούς, πού συνήθως είναι επιφανειακά σχήματα χωρίς ν' άγγίζουν τίποτα στό βάθος. Καί ή ποίηση είναι, άν μπορώ νά πώ, έκφραση βάθους. Σέ τί προχωρεί μ- αυτόν ή ποίηση; Δέν ξέρω, άλλοι θά τό πούν, άλλά στά χρόνια πού ζούμε τό νά κρατά κανείς τήν τέχνη σέ μιά ορισμένη στάθμη είναι πρόοδος».

ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ * Τό κείμενο αί·τό τον Γ. Σεφέρη γιά τόν Γ. Πανλόπονλο βρέθηκε ατό τετράδιο πον ό ποιητής κρατούσε κι έγραφε ατά τελευταία ταυ σποραόικά, καί πον ή κυρία Μαρώ Σεφέρη είχε τήν καλοσύνη νά μον θέσει νπόψη.

ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΥΠΟΔΟΜΗ 3ης Σεπτεμβρίου 22 τηλ 5234790

ΠΟΙΗΣΗ

μιά έπανασχάχισσα ποιήχρια χοϋ περασμένου αιώ να Ντίκινσον. Επιλογή άπό τό έργο της. Μετ. Μελιααάνθης. Οί Ποιητές τον Κόσμον, ειριθ. 5. Θεσσαλονίκη, Μικρή Έγνατία, 1980. Σελ. 59.

ΜΕ μιά επιλογή άπό τό έργο τής Έ μιλυ Ντίκινσον πού μεταφράζει ή Μελισσάνθη μάς ξαναφέρ­ νει στά μονοπάτια πού χάραξε μέ τήν ποίησή της μιά γυναίκα πού τά περισσότερα χρόνια τής ζωής της τά έζησε απομονωμένη άπό τόν κόσμο, μέσα οτύ στενό οικογενειακό της περιβάλλον, μά που κατόρθωσε νά φτάσει σέ βάθη καί σέ ύψη πού λί­ γοι ποιητές ή ποιήτριες έφτασαν. Χαρακτηρι­ στικά γυναικεία ή ποίησή της. μέ πλατιά συναι­ σθηματική κλιμάκωση, έρευνητικό διεισδυτικό μυαλό πού περνά άπό τήν έκπληξη τής πρώτης εντύπωσης στή φιλοσοφημένη ενατένιση τής ζωής, τής φύσης καί τών πραγμάτων γύρω της, γιά νά καταλήξει σέ συμπεράσματα όλότελα προσωπικά, πού μάς μεταδίνει μέ ένα δικό της εκφραστικό τρόπο, δικό της ιδίωμα. Δέν έχουμε καμιά ένδειξη ότι ή Ντίκινσον ( Ι830-Ι8Η6) γνώριζε τό έργο τών άλλων δύο συγ­ χρονιών της συγγραφέων πού καί αυτοί θεωρούν­ ται πρωτοπόροι τής άμερικανικής λογοτεχνίας, τόν Ούίτμαν (1819-1892) καί τόν Πόού ( 18 0 9 -1849) ■ ό δεύτερος όχι τόσο μέ τήν ποίησή του, πού είναι παραδοσιακή στή μορφή, όσο μέ τά πεζογραφήματά του, όπου συνδυάζει τό φρ·" κιαστικό μέ καταπληκτική λογική όξυδέρκεια καί διείσδυση στά σκοτεινά βάθη τής Ανθρώπινη? ψυχής. Καί οί δύο έχουν μεταφραστεί στά έλληνικά. ό Ούίτμαν άπό τί>ν Ν. I Ιροεστόπουλο καί ° ΙΙόου άπό πολλούς, πολλές φορές όχι κατευθείαν άπό τά άγγλικά άλλά άπό γαλλικές μεταφράσειςΟύτε είναι βεβαιωμένο ότι ή Ντίκινσον γνώριζι τήν έκκληση πού έκαμε 6 "Εμεροον γιά μιά νέα καί Ανεξάρτητη Αμερικανική λογοτεχνία. Ή σχο­ λική της μόρφωση δέν ξεπερνάει τά όρια τά συν ηθιομένα σέ κορίτσια τής έποχής της. Έζ*. όμως μέσα σέ πνευματικά ανεπτυγμένο πειφήΰώ λον καί Αναμφισβήτητα βασίστηκε π ο λ / προσωπικές της δυνάμεις, πού φαίνονται τλητες καί Ανανεώνονται συνεχώς Ιύνιιβεη. λ ι \

γάλογη, ελλειπτική, άλλά καί καταπληκτική στήν ευστοχία τών λέξεων πού διαλέγει γιά νά έκφράσει αύτό πού θέλει όπως θέλει, Αδιαφορώντας γιά τά μέτρα καί σταθμά τών άλλων καί τούς καθιε­ ρωμένους τύπους καί συμβατισμούς, διατηρώντας ρίμα καί παρήχηση όπου θέλει ή άπορρίπτοντάς τες. Μέ ελάχιστα ποιήματα σταλμένα έδώ κι έκεϊ, σέ φίλους καί συγγενείς, καί μόλιςκανένα δυό δη­ μοσιευμένα καί γιά ένα άπό αυτά, πού έστειλε σέ γνωστό κριτικό τής έποχής, μέ μιά όχι καί τόσο ενθαρρυντική κριτική, ή Ντίκινσον συνεχίζει να γράφει, τακτοποιώντας σέ δεματάκια τά έργα της καί κρύβοντάς τα στά συρτάρια της. Δέν ξέρουμε θετικά άν επανερχόταν σ’ αυτά, ούτε μπορούμε νά προδικάσουμε ποιά μορφή θά έπαιρνε η ποίησή της άν Ακολουθούσε τίς συμβουλές του παραπάνω κριτικού, ή άν, δημοσιεύοντας τα ποιήματά της, τά υπέβαλλε στήν κριτική τού ευ­ ρύτερου κοινού τής έποχής της. Οπως είναι τα ποιήματά της δέν έχουν εποχή, έχουν όμως προσωπικότητα. , , , Ή πρώτη μου έπαφή μέ τήν ποιήτρια ήταν απο ένα παιδικό μου Αγγλικό Αναγνωσματάριο, με ενα λιγόστιχο, Αστραφτερό ποιηματάκι πού τό συνόδευε μιά φωτογραφία της, ένα νεανικό, σχεδόν παιδικό πρόσωπο, μέ κοντά κομμένα μαλλιά και λαμπερά μάτια. Αυτή ή έντύπωση κυριαρχεί στο νού μου, παρ' όλες τίς μεταγενέστερες επαφες που είχα μέ τό έργο της. 'Η Έ μ. Ντίκινσον ήταν ενα ευτυχισμένο παιδί, έξυπνο καί ζωηρό, προικι σμένο άπό τή φύση, πού μεγάλωνε έλεύθερα με τ Αδέλφια της στό φιλόξενο σπίτι της. Έ γραφε απο μικρή, όπως γράφουν πολλά παιδιά. Ιο nuifn αυτό κάποτε πληγώθηκε καί οί πληγές ματωσαν Ανεξάλειπτα. Τά σημάδια είναι φανερα στην ποίησή της, κι έτσι, νέα Ακόμη, είτε Απο περηφα νια. είτε Από αίσθημα αυτοσυντήρησης. Απομα­ κρύνθηκε άπό τόν έξω κόσμο, κλείστηκε στον εαυτό της, ντύθηκε Αποκλειστικά στά ασπρα και έξακολούθησε νά γράφει τά έκρηκτικά, λιγολογα, συχνά έπιγραμματικά ποιήματα της. ............. Ή περίπτωση τής Ντίκινσον μπορεί, ως ενα σημείο, νά συγκριθεϊ μέ έναν άλλο ιόιοτυπο ποιητή σύγχρονό της, γεννημένο στήν α η | ηοκ τού Ατλαντικού, τόν'Α γγλο Τζ. Μάνλυ Χοπκ.νς (1844-1889), πού κι αύτός δέν δημοσίευσε παρα έλάχιστα ποιήματά του όσο ζούσε, γιατί, όταν έγινε καθολικός καί Ανέλαβε τά Ιερατικά του καθήκοντα, οί άρχοντες τής έκκλησίας του < 1011 έπέτρεψαν νά δημοσιεύσει παρά τά θρησκευτικά του ποιήματα. Ο τ α ν χρόνια μετά το θανατο τοι δημοσιεύβήκαν, τό 1918. είχαν τεράστια απήχηση ατούς νέους τής έποχής χσί ή έπιρροή του στους ποιητές τού '30 στήν Αγγλία είναι πολύ σημαν­ τική, γιατί ό Χόπκινς, μέ τήν κλασική του μόρ­ φωση, προσπάθησε νά ξαναφέρει αί χρηοη πα λ ιούς ξεχασμένους ρυθμούς καθώς καί λέξεις. Έ να πνευματικό προσκύνημα της Μελιαοάνθης ρός τήν Έ μ. Ντίκινσον είναι αύτός ο μικρός τομέ τίς μεταφράσεις, καί είναι ίσως η πιο ,ληλη μεταφράοτρίά της, γιατί το ψυχικό της τΛ νλίιια τέις Ντίκινσον, ι·11» 1*VM'IIΓI

Emily Dickinson I IS.10- ΙΗΗ(τ)

ιδιαίτερα όταν πρόκειται γιά τό θάνατο ή τίς μεταθανάτιες καταστάσεις. Σωστός είναι καί ό χαρακτηρισμός τής Μελιαοάνθης γιά τό όλο έργο τής ποιήτριας στή σύντομη εισαγωγή της. Επειδή είναι τόσο ιδιόρρυθμο τό έργο της, είναι καί δύσ­ κολο νά μεταφραστεί. Τό δύσκολο δέ σταμάτησε ποτέ τή Μελιοσιίνθη, ι’ιλλέι έδώ, κοντά στα άλλα, πρέπει νά προστεθούν καί οί ιδιοτροπίες πού πα­ ρουσιάζει ή ίδια ή έιγγλική γλώσσα, πού είναι όλη ένα ιδίωμα πού δύσκολα μεταφέρεται σέ άλλο ιδίωμα. Έ πειτα ή Αγγλική γλώσσα έχει ένα με­ γάλο ποσοστό μονοσύλλαβων λέξεων, καί αυτό βοηθάει τήν έλλειπτική έκφραση τής Ντίκινσον, δυσκολεύει όμως ιδιαίτερα τό μεταφραστή πού έπιθυμεϊ νέι Αποδώσει όσο μπορεί πιο πιστά τό ρυθμό. Παράδειγμα τό παρακάτω ποίημα, πού είναι καί τό πρώτο καί στήν ιϊγγλική καί στήν ελ­ ληνική έκδοση: This is my let lev to the world.

Unit never wrote to me, The simple news iluii Nature told. With lender majesty. tier message is committed To hands I cannot see; For love oj her. sweet countrymen. Jndue tenderly of me! Αντό είναι τό γράμμα μον στόυ κόσμο πον ποτέ όέ μον άπάντι/σι Γ Απλά νέο πού μον 'πι ή Φάση μέ τρνη ιρή μεγάλουννη.


Τό μήνυμά της είναι έμπιοτευτικό αέ χέρια που όέ γίνεται νά δώ Γιά τήν αγάπη της, καλοί μου συμπολίτες κρίνετε με καί σείς με τρυφερότητα. Στίς παραπάνω δυσκολίες πρέπει νά προστεθεί κι ό ιδιόρρυθμος λόγος τής Ντίκινσον, οί ιδιο­ τροπίες τής σκέψης της, τό άναπάντεχο τών λέ­ ξεων πού διαλέγει, ή άπροσδόκητη κατάληξη τού συλλογισμού της, πού πρέπει νά άποδοθούν μέ τόν ίδιο παλμό. Γιά μιά επιτυχημένη μετάφραση άπαραίτητος όρος είναι ή τέλεια εξοικείωση μέ τή γλώσσα άπό την όποια μεταφράζουμε. Τά ελλη­ νικά λεξικά είναι άνεπαρκέστατα, ιδιαίτερα όταν πρόκειται γιά τή δημοτική. Μάς λείπουν τά εργα­ λεία γιά μιά υπεύθυνη δουλειά, καί τό νά συμ­ βουλευτούμε μεταφράσεις άλλων είναι ριψοκίν­ δυνο. Βασιζόμαστε, λοιπόν, στίς προσωπικές μας δυνάμεις καί στήν έμπνευση, ιδιαίτερα όταν πρό­ κειται γιά ποίηση. Πριν άπό χρόνια, γνωστός άγγλος καθηγητή; άπό ένα άπό τά φημισμένα άγγλικά πανεπιστή­ μια, μιλώντας κυρίως γιά μεταφράσεις άρχαίων κλασικών κειμένων, κατέληξε στό συμπέρασμα ότι μεταφράζοντας κανείς συχνά Αμαρτάνει. Έχοντας στό παθητικό μου μερικές μεταφράσεις άπό καί πρός τά έλληνικά, στό τέλος τής διάλεξης πλησίασα τόν καθηγητή καί τού έξομολογήθηκα ότι άμάρτησα. «’Οχι, μού άπάντησε. υπηρετή­ σατε». Αναμφίβολα, άνεξάρτητα άπό τό ποσοστό επιτυχίας, ό μεταφραστής προσφέρει μιά υπηρε­ σία πολύ σημαντική. Σκεφτείτε πόσο περιορισμέ­ νες θά ήταν οί γνώσεις μας σέ πολλούς κλάδους χωρίς αυτόν. Μέ τις μεταφράσεις της άπό τό έργο τή; Ντί­ κινσον ή Μελιοσάνθη έρχεται νά συμπληρώσει ένα κενό. ΙΙολύ λίγοι στίχοι της έχουν μεταφρα­ στεί οτή γλύκισα μας καί δημοσιευθεί σκόρπια

έδώ κι εκεί. Παρ' όλη τήν παγκόσμια Αναγνώρισή της, αύτή ή έπαναστάτισσα ποιήτρια τού περα­ σμένου αιώνα μένει άγνωστη στόν τόπο μας, αύτή πού τό ύφος της θά μπορούσε νά γίνει υπόδειγμα στούς νέους ποιητές, γιατί δέν μοιάζει καθόλου μέ τό παραδοσιακό ύφος πού κυριαρχούσε στήν εποχή της. Σέ μερικές περιπτώσεις ή λεπτομέρεια αύτή διαφεύγει τής Μελισσάνθης. Εύτυχώς όμως αύτό συμβαίνει σπάνια. Μιά άπό τίς πιό πετυχη­ μένες της Αποδόσεις είναι τό τελευταίο ποίημα τής συλλογής: Σφίξε τό χαλινάρι τής ζωής μου, Κύριε κι είμαι έτοιμη. Μιά γρήγορη ματιά μονάχα στ' άλογα. Καί ξεκινάμε. Στό πιό σίγουρο μέρος, βάλε με γιά νά μήν πέσω μέ τό τρέξιμο ό όρόμος πού κινάει γιά τό κριτήριο είναι κάτω άπ’ τό λόφο. Δέ μέ πτοούν γιοφύρια ή θάλασσες ώς τώρα, όέ φοβήθηκα. Κράτα με ατέρηα. μές στό αιώνιο τρέξιμο όικό μου καί όικό σου διάλεγμα. Λαίσε, τώρα, ή πού εζησα ζωή Χαϊρε κι ό κόσμος πού "χω ζήοει δώσε στους λόφους άπό μέρους μου ενα φίλημα κι εμπρός κατά τή δύση. Ωστόσο νά πού όλα τά γράμματα πού έγραψε ή Ντίκινσον στόν κόσμο δέν έμειναν Αναπάντητα. 'Ανάμεσα στις Απαντήσεις είναι καί μερικές άπ τήν Ελλάδα. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΛΑΚΩΤΑΡΗ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

τελευταίο δείγμα μιας ιδιότυπης πεζογραφ ίας ΑΛΚ. ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ: Ή συνέλευση. Ε πτά παράδοξα άφηγήματα. Νεοελληνική Λογοτε­ χνία, άριθ. 244. Εστία, ’Αθήνα, 1980. Σελ. 114.

ΑΠΟ τήν πρώτη ώρα τής άπότομης έμφάνισής του στή λογοτεχνία μας -τής εισβολής του, θά λέ­ γαμε- μέ τά διηγήματά του «Κεφάλια στή σειρά» (1934) ώς τήν τελευταία του συλλογή διηγημάτων «Ή συνέλευση», πού ένα άπό τά κομμάτια της, ο «Περίπλους», γράφτηκε δυό μόλις χρόνια πριν άπό τόν θάνατό του χωρίς νά προδίνει καθόλου πνευματική κάμψη καί ελάττωση τής πνευματικής λάμψης καί τής φιλοσοφικά διαβρωτικής εκείνης Ακτινοβολίας τού χιουμοριστικού του στοχασμού, ό ’Αλκιβιάδης Γιαννόπουλος έμεινε γιά μένα το πιό παιχνιδιάρικο, τό πιό έλαστικό, τό πιό φω­ σφορικό καί τό πιό πιραντελλικά έπαμφοτερίζον πνεύμα τής νεότερης πεζογραφίας μας. Μιά πνοή δροσιάς, ένα κυμάτισμα χρυσής χαί της Αλόγου πού καλπάζει στούς χώρους τής παγι δευτικής φαντασίας, μέσα στό σκυθρωπό νατου­ ραλισμό καί τόν βαρύ ψυχολογισμό τών συναγω­ νιστών του πεζογράφων τής «Γενεάς τού . ». Δέν περιφρονώ, κάθε άλλο μάλιστα, μήτε το να τουραλιομό ένός Καραγάτση, μήτε τόν βαρύ Ψυ χολογιομύ τού Τερζάκη, μήτε τόν έθνικο Ιστορι­ σμό τού Θ. Πετσάλη ή τού Μυριβηλη τόν λαικα νατουραλιστικό διονυσιασμό, μήτε τού Βενεζη τη μελαγχολική νοσταλγία γιά ό,τι έχει πι ραοει στο χαώδες παρελθόν, Ανεπιστρεπτί. Υστιρ απο δεκάδων χρόνων άπολαυστικής κραιπάλης τόσων καί τόσων Αναγνώσεων λογοτεχνικών έργων, κατάλαβα πώς κάθε ειδική μορφή τέχνης, μας ξε­ κουράζει άπό μιάν άλλη, σπουδαία έπιοης, μα άπό τήν όποία έχουμε χορτάσει. Σέ μιά έποχή πού άρχισε νά ξεπεταρίζει μα καινούρια πεζογραφία στήν Ελλαδα, παρά­ πλευρα οτή «μοντέρνα ποίηση», ο Λλκ. I ιαννο πουλος, Αμάλγαμα πεζογράφου, ποιητή καί βολταιρικού στοχαστή, προσκόμιζε κάτι τ το πρωτότυπο, τό πιό Ανάλαφρο, το πιο σκαν < οτικό. Ήταν σάν νά παιζόταν στο θέατρο ένα «σοβαρό» έργο, ένα Ιψενικό δράμα λ.χ. κι Λξα>να νά πετιόταν στή σκηνή, άπό το ταβανι. ένα νταοτικό πλάσμα, ντυμένο Αρλεκίνος μαζί καί ρόττος, κρατύιντας στά χέρια του κομμένα κε­

φάλια, πού μεταμορφώνονταν σέ φεγγάρια καί πάλι ξαναγίνονταν κεφάλια, ένώ ταυτόχρονα, ό Απρόσμενος αύτός παρείσακτος, εξακόντιζε Απα­ νωτά Αποφθέγματα γιά τή ζωή καί τόν άνθρωπο, παράδοξα, Αντιφατικά, παγιδευτικά, τσουχτερά, κομψά, επιχρυσωμένα μέ διαβολικό πνεύμα, Αθώο κατά βάθος, γιατί έπρόκειτο γιά πνεύμα λυρικό, ποιητικό. Μιά φαντασμαγορία τής Αλή­ θειας καί τού ψεύδους, σφιχταγκαλιασμένων σ' έναν Αποκριάτικο χορό, ευρωπαϊκό βέβαια, καί καθόλου έλληνικά φολκλοριστικό. Έφερνε καί ό Γιαννόπουλος στήν Ελλάδα έναν δικό του «Αέρα Εύρώπης» -έκεΐνον τό γλυκό καί θερμό Αέρα τής μεσογειακής ’Ιταλίας, όπως ό Θεοτοκάς έφερνε τόν γαλλικό Αέρα τής ορθολογιστικής διαύγειας, ό Καραγάτσης τίς βαριές παριζιάνικες οσμές τού Μπαλζάκ καί τού Ζολά, ό Τερζάκη ς τά χνώτα τού ρωσικού Αέρα πού άνάσαινε στά σκοτεινά φτωχόσπιτα τής Πετρούπολης ό Ντοστογιέφσκυ, καί ό Γιάννης Σκαρίμπας έκεΐνον τό σκανδιναυίκό άέρα πού μισοτρέλαινε τούς ήρωες τού Χάμσουν. Όσο γιά τόν Κοσμά Πολίτη, τόν μόνο πού «Ακροθιγώς» κάπου συγγενεύει μέ τό παιχνι­ διάρικο πνεύμα τού Γιαννόπουλου, έφερνε στην πεζογραφία μας τόν εύωδιαστό άέρα τών πολιτι­ σμένων φραγκολεβαντίνων τής Σμύρνης. ’Από τήν πρώτη μας κριτική γιά τόν Γιαννόπουλο («Νέα Γράμματα», 1935) αποσπούμε έναν χαρακτηρισμό τής ιδιότυπης αύτή; πεζογραφίας, πού νομίζουμε πώς ισχύει καί γιά τό κατοπινό του έργο καί γιά τά τελευταία του διηγήματα: «Άπό τά "Κεφάλια στή σειρά”, ένα νόημα βγαί­ νει: πώς τίποτα μέσα στήν Ανθρώπινη ψυχή δέν είναι σταθερό, πώς οί κόσμοι καί τά ιδανικά πού πλάθουμε είναι Αστείες καί παρανοημένες χίμαι­ ρες, πώς ή σύμπτωση καί τό τυχαίο παίζουν πιό ούσιαστικό ρόλο οτή διαμόρφωση τού χαρακτήρα μας Από τή βούληση κσί τή μοίρα, πώς ή ψυχή μας κυνηγά μέ τυχοδιωκτική άμεριμνησία κάθε τί πού θά τής φαντάξει σάν ιδανικό πραγματοποιή­ σιμο, καί πώς όλη μας ή ζωή σπαταλεύεται στήν προσπάθεια πώς νά Αντικαταστήσουμε τά φθαρ­ μένα ιδανικά μας μέ καινούρια, πιό Απατηλά καί άπό τά προηγούμενα». Στά 1962, σχολιάζοντας τά διηγήματά του «Ή τυφλόμυγσ», παρατηρούσαμε: «Ό Άλκ. Γιαννό­ πουλος, έκανε ένα λάθος στή ζωή του. Γεννήθηκε πολύ πιό νωρίς άπ’ ό,τι Απαιτούσε ή λογοτεχνία του». Τώρα Ανακαλύπτουμε πώς έμείς κάναμε λάθος -τουλάχιστον ένα μερικό λάθος. Τότε, θέ­ λαμε νά πούμε πώς ιόντα; ούσιαστικό νεοτεριοτής έπρεπε νά φανεί Αργότερα γιά νά είναι πιό συν­ ταιριασμένος μέ τή μεταπολεμική λογοτεχνία τού παράλογου. Γιά νά είναι, δηλαδή, πιό σιμά στό πνεύμα τής έποχής μας: πνεύμα τέχνης καί πνεύμα ζωής. Μά δέν τού χρειαζόταν αύτή ή μετατόπιση. Γιατί ή πεζογραφία του, άποδεσμευμένη άπό τήν πεπερασμένη πραγματικότητα (τήν όποια), μπορεί νά ταιριάσει μέ όλες τίς έποχές. Γιατί όλες οί έποχές. όποια κι Αν είναι ή κάθε φορά ί.τικαιρική ιδιαιτερότητα τους, κρατούν


πολλά παράθυρα άνοιχτά πρός εκείνους τούς ορίζοντες όπου ή φαντασία έχει άναλάβει νά δια­ δραματίσει τόν ρόλο τής πραγματικότητας. Σ' ένα άπό αυτά τά παράθυρα στάθηκε ό Γιαννόπουλος, σ' όλη του τή ζωή, άκίνητος εκεί καί προσηλωμένος πρός έναν δικό του ορίζοντα, άφησε τή φαντασία του νά δημιουργήσει ένα εί­ δος ζωής όπου ό άνθρωπος ή οί άνθρωποι δέν διαφέρουν καί πολύ άπό τό όνειρο. Μπορούμε λοιπόν νά πούμε πώς ή πεζογραφία του είναι καί υπερρεαλιστική (όπως είναι, σέ άλλο έπίπεδο, λαϊκό, και ή πεζογραφία τού Σκαρίμπα). "Ετσι, γεμίζει καί ένα κενό πού δέν τό είχε συμπληρώσει ό νεοελληνικός ύπερρεαλισμός: τήν υπερρεαλι­ στική άφήγηση. Πολλοί σημαντικοί γάλλοι ποιη­ τές τού υπερρεαλισμού γράψανε καί υπερρεαλι­ στικά μυθιστορήματα, ό Μπρετόν, ό Άραγκόν. ’Εμείς, περιοριστήκαμε στήν ποίηση, έκτος άν θεωρήσουμε αύθεντική υπερρεαλιστική πεζογρα­ φία τά ύπερσεξουαλικά αφηγήματα τού Άνδρέα Εμπειρικού, καί πρό παντός τό άνέκδοτο χιλιοσέλιδο μυθιστόρημά του «Ό Μέγας ’Ανατολι­ κός». ’Αλλά καί αύτό -έχω ακούσει άπό άναγνώσεις τού ίδιου πολλά καί μεγάλα κεφάλαια- καί ή «’Αργώ» καί άλλα πεζά πού έχει δημοσιεύσει, έχουν δομή, σύνθεση, ροή καί έκβαση καθαρά ρεαλιστικών ιστοριών. Δέ σού μένει καμιά αμφι­ βολία πώς τά πράγματα συμβαίνουν καί είναι όπως τά ιστορεί ό εύρέτης καί κατασκευαστής τους. Μόνο πώς τά κλυδωνίζει, μαζί μέ τό σε­ ξουαλικό, καί ένα χειμαρρώδες λυρικό πάθος. Λοιπόν, ό Γιαννόπουλος -ιδίως μέ τά τελευταία του διηγήματα- παραμένει ό μόνος άπρογραμμάτιοτα ύπερρεαλιστής μυθογράφος, έχοντας, ου­ σιαστικά, νά κάνει μέ ένα κσί μόνο μύθο: μέ τήν εκτός άπό κάθε λογικό πλαίσιο ύποκειμενικότητα ή, μάλλον, μέ τή φανταστική ουσία καί ύπύοταση τής ανθρώπινης ψυχής. Στό διήγημά του «Νυκτερινό», ένας άγνωστος συναντιέται τυχαία σ' ένα μπάρ μέ μιά κοπέλα. Πίνουν, ανταλλάσσουν μυστηριακές κοινοτυπίες κι ύστερα βγαίνουν μέσα στή νύχτα. Ή πολιτεία, κοιμισμένη: «Φτάσανε στον όγκο τών σπιτιών. Μοιάζανε κι έκείνοι μεταφερμένοι εδώ νά παρα­ στήσουν μιά μαρμαρωμένη πολιτεία, χωρίς ανη­ συχίες καί άνώφελες φροντίδες. Σκιές ανθρώπι­ νες ίσως νά σάλευαν στά όνειρα -άερικά χαμένα πού παράδερναν ψάχνοντας ατά ανοιχτά παρά­ θυρα νά βρούν τόν προορισμό τους. Άρχοντες τής γαλήνης λοιπόν μόνον οί δυό. Καί απήχηση άπό τίς θολές φαντασίες πού φτερούγιζαν ολό­ γυρά τους, πώς, τελευταίοι οί ίδιοι οτόν κόσμο, ήσαν τώρα έρμαιά -όπως φοβόταν ή Λή- μιας αράχνης τής σελήνης» (σελ. 10.1). Όλες οί άνθρώπινες οκιές πού κινούνται καί μιλούν σ' αύτά τά κομψά, τά ήμιτελή -μέ τή μουσική έννοια διηγήματα, μοιάζουν μέ άράχνινες κλωστές χρυ­ σοπράσινων πέπλων πού τούς φουοκιίινει καί τούς κινεί χορευτικά ένας άνεμος φυοημένος άπό κάποιο άνύπαρχτο υπερπέραν, Κι όταν τ’ικόμα περιγράφει κάτι τό πραγματικό, αύτό παίρνει τίς μορφές τού μετασχηματιζόμενου όνειρου: - Πρός 100

τό λιμάνι φορτηγά- πίσω άπό κείνα, όλα σβυσμένα. Στήν πιό κοντινή προκυμαία, ιστοί, πλέ­ γματα δυσδιάκριτα. Μιά σκούνα κόκκινη καρ­ φωμένη δώθε καί παντού ή ακινησία. Ό ούρανός; Κύκλοι θαμποί, άμέτρητοι» (σελ. 102). Σ' άλλο σημείο τού ίδιου διηγήματος (κατά βάθος πρόκειται γιά ένα διήγημα πού έχει πυρήνα του ή βλέψη του ύποσυνείδητη έναν άκαθόριστα κο­ σμοπολίτικο ερωτισμό) ό Γιαννόπουλος μιλεϊ πιό συγκεκριμένα γιά τόν ρόλο τής φαντασίας. Μάς λέει γιά «ιπτάμενους ιππότες πού περιπλανώνται νοερά άπό σύννεφο σέ σύννεφο, ώς πού νά προσ­ γειωθούν δήθεν άποσταμένοι, σέ σκοτεινές γωνιές καί νά παίξουν τό ρόλο πού τούς δίνει ή δική μας φαντασία». Πλήθος ιδέες, παράδοξα μά λεπτά καί βαθιά, κάποτε, άποφθέγματα πεταλουδίζουν άνάμεσα σ' αυτές τίς χασματικές, τίς άποοπασματικές, τίς «ιπτάμενες» ίστοριούλες. ’Ιδέες πού παρά τό παι­ χνιδιάρικο καί άριστοκρατικά περιπαιχτικό χιούμορ τους, είναι καί άποστάγματα τής έμπειρίας ενός μακροήμερου βίου μά καί μιάς νεανικής άκμής γερατιών. 'Αλλά γι' αύτό τό «κεφάλαιο τών ιδεών», πού μολαταύτα τόσο προσθέτει στήν ιδιοτυπία καί τό άνάλαφρο βάρος αυτής τής πε­ ζογραφίας, δέν έχουμε χώρο μήτε γιά νά παραθέ­ σουμε μερικές άπό τίς πιό σημαντικές. Ωστόσο, γιά τίς ιδέες, γενικά, έχει τούτη τήν άποιμη ό Γιαννόπουλος: «Οί ιδέες ενσωματώνονται σέ λέ­ ξεις: λαός, κοινωνία, οργάνωση. ’Ανάκατα σ' αύτές, σκόρπιες, άναρίθμητες άλλες, πού πλέκουν τίς άραχνιές τής καθημερινότητας καί τής ιστο­ ρίας». "Αλήθεια, κάθε ιδέα είναι κάτι τό άσύλληπτο, αφού μπορεί κανείς νά τήν άναποδογυρίοει αντιτάσσοντας σ' αύτήν χίλιες άλλες ή παραλλάζοντάς την τόσο, ώστε τελικά νά χάνεται τό αρχέτυπό της μέσα στις ταυτόχρονες καί διαδοχι­ κές συνάμα παραλλαγές. Κι αύτό τό συνειδητο­ ποίησε άπό πολύ νέος ό Γιαννόπουλος, γιατί όλα του τό βιώματα τά προεκτείνει σέ μαγικές εικόνες καί σέ γοητευτικά ή πένθιμα άπατηλές ίδέες. Πστόσο. τό καλύτερο διήγημα αυτής τής συλ­ λογής, κι ένα άπό τά σπουδαιότερα τής όλης του δημιουργίας, είναι τό πρώτο, «Ή συνάντηση»· Σωστή νουβέλα ι’ιλληγορική, πλεγμένη άριστοτεχνικά καί μέ άμείωτο σαρκαστικό πνεύμα, γύρω άπό ένα καίριο θέμα τής έποχής μας. πού κι αύτό. μέ τή σειρά του, συμβολίζει ή μάλλον ταυτίζεται δραματικά μέ τό συναίσθημα αυτού τού τρομα­ χτικού χάους καί τού άκατόρθιυτον νά συνεννοηθούν οί σημερινοί άνθρωποι -άτομα, λαοί, τάξε*?· κυβερνήτες, εξουσίες, συστήματα πολιτικά, ιδεο­ λογίες. συμφέροντα, φιλοσοφίες-, γιά νά μπορέ­ σουν νά βάλουν κάποια τάξη στη ζωή τής ανθρω­ πότητας. Ποτέ άλλοτε δεν έγιντιν τόσα «συν­ έδρια», τόσες «συναντήσεις» σοφών, κορυφαίων τής κάθε δράσης καί ειδικότητας, άρχηγων κρ« των. όσο γίνονται σήμερα. Καί τό άπστέλει Ενα τρομαχτικό κομφούζιο λέιγων. ένας χεί ρος Τυποποιημένων έκφράσεων καί σλόγκε ο άλλους προκαλεί θυμηδία -είναι οά ν πούμε στό θέατρο των σκιών τόν Κιιραγκιί

θρωποσωτήρα-, σ' άλλους όργή, σ άλλους άδιαφορία καί σ’ άλλους άφάνταστη άνία ή τό συναί­ σθημα ενός σατανικού έμπαιγμοϋ πού είναι έιδύνατο νά βρούμε τόν υπεύθυνό του. Ακριβώς αύτό τό θέμα άρπαξε ή φαντασία τού Γιαννόπουλου καί τό ζωντάνεψε σάν διήγημα «πνευματικού τρόμου», γραμμένο άπό έναν σύγ­ χρονο Πόου φιλοσοφικό κοινωνιολόγο. Το διή­ γημα, σάν ειδικά εμπνευσμένο άπό άσυνάρτητες ελληνικές τηλεοπτικές συζητήσεις «κορυφαίων ειδικών» γύρω άπό τά μεγάλα, δήθεν, προβλή­ ματα τής έποχής μας, είναι στατικό καί τό μεγα­ λύτερο μέρος του τό πιάνει ό διάλογος. Σέ μια παράξενη, βραχνιασμένη, σάν άπομονωμένη απο τόν πραγματικό κόσμο, αίθουσα, ό «έξοχώτατος». ό «κ. καθηγητής» καί ένας μυστηριώδης «έπο πτης» -καί ξέρουμε σήμερα τί σημαίνει «επο πτης»- πρόκειται νά κάνουν σπουδαίες ανακοι­ νώσεις «άπό βήματος» σ' ένα ολιγάριθμο ακροα­ τήριο εξίσου άκαθορίστων καί σκιωδων ανθρώ­ πων, άλλά πού ό καθένας τους μάς δίνεται απο τόν συγγραφέα, ενσαρκωμένος σέ επιφατικα γνω ρίσματα πραγματικότητας. ’Αλλά ουσιαστικά εν γίνεται καμιά συγκεκριμένη ανακοίνωση, ι υο έπίσημοι ομιλητές, όλο άρχίζουν κάτι να ποί'. άδιάκοπα τούς διακόπτουν οί άκροατες, ια σταυρώνονται στήν αίθουσα έγωιστικές ανοησίες (ξεχωριστό γνώρισμα τού κακού Ρωμιού) ή κα τάληπτες προτάσεις, οί έπίσημοι ομιλητές ια κόπα ξαναρχίζουν τό προφορικό τους μη fV; κάθε ένας προσπαθεί νά επιβληθεί στό σύνολο με άσυνάρτητες φράσεις, κι ένα σύννεφο κενού, μια όμίχλη ηλιθιότητας όλοένα καί πυκνώνει μέσα ο αυτή τήν αίθουσα πού θυμίζει λίγο και αφκα. ’Επεμβαίνει ό «επόπτης» χωρίς κανένα ποτέ ι σμα, καί τελικά όλοι άλληλοβρίζονται και «,επερ νούν κάθε όριο λογικής καί σεμνότητας, νω άδιάκοπα άναφέρονται οί ομιλητές «στο μέγαρο τής κυρίας Λαλαλά» -μήπως πρόκειται για τον Ο.Η.Ε.;-, τό πανδαιμόνιο τών λόγων ξεστράτιζε άδιάκοπα σέ σκοτεινές προβολές ύποσυνει ήτω άναλλοίωτης άνθρώπινης φύσης, και ξαφνικ «συνάντηση» αυτή διαλύεται σάν σαπουνοφο σκιι, οά νά μήν ειπώθηκε τίποτε. Σβήνουν ο α ένα «ντό, ρέ. μί, φά, οόλ,... ντό, ρι. ψα. <”> * ψιθυρίζει τραγουδιστά ό περίφημο? «κ.^ε.ιχ 1 τος», καθώς έτοιμάζεται νά πάει στο μι Υαθ° κυρίας Λαλαλά... , , .» Ίσως αυτή ή έλευθερία κινήσεων μέσα καί έξι άπό τήν πραγματικότητα, όπουδήποτε, στ I . · οτίς έννοιες, στή φαντασία, στό χρονο. πο κτηρίζιι τήν πεζογραφία τού Γιαννόπουλοιε, να του έπέτρεψε νά συλλάβε. καί να έστω καί συμβολικά ή άλληγορικά, ο καίριο θέμα τής σύγχρονης παγκόσμιας < νοηοίας: σ' αυτόν τό σταυροδρομιακό κόμβο στόν καταλήγουν σήμερα όλα τα ριυμ< ^ τής πολιτικής καί τών ίδιων. ■ ι νο αυτό, τόσο άπείλητικό γιά το τώρα κα αύριο της παγκόσμιας ζωής, δέν ε ναι σηII Ιστορία όλων τών εθνών είναι ένας μορφος καθρέφτης του. Μόνο πως ο συγ-

Τ Ό Δ Ε Ν Τ Ρ Ο ιτ π ε ζό - π ο ίή ο η - κρ ιτική

’Α φ ιέ ρ ω μ α στόν RO BERT M U S IL

Στό Μαρούσι «Η ΓΩΝΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ» ΘΗΣΕΩΣ 25 σ τό ν έο

μας

β ιβ λ ιο π ω λ ε ίο

θά β ρ ε ίτ ε β ιβ λ ία :

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΙΔΙΚΑ ΣΧΟΛΙΚΑ

ΙΟΙ


χρονος άνθρωπος έχει αρχίσει νά τό καταλαβαί­ νει. Κι είναι φυσικό αυτή ή αυτοσυνείδηση νά τόν συνταράζει. Κι άν τό διήγημα αυτό τού Γιαννόπουλου μαζί μέ τήν όλη του πεζογραφία φαίνεται σάν σύνολο χαριτωμένων ελιγμών χορεύτριας στήν έπιφάνεια μιάς παγωμένης λίμνης, πολλοί άπό τούς ελιγμούς αυτούς είναι σήματα άπό τόν βυθό. "Ας φανταστούμε τόν ’Αλκιβιάδη Γιαννόπουλο, πού μάς άφησε αυτό τό καλοκαίρι, νά παρουσιά­ ζεται στόν Ύψιστο κι Εκείνος νά τόν ρωτά: - Τί έκαμες εκεί κάτω πού σέ φύτεψα; - Κύριέ μου, θά μπορούσε νά απαντήσει, τήν πραγματικότητα πού δημιούργησες, τή μετάφρασα σέ φανταστικές καί σοβαρά ευτράπελες ιστορίες, διατηριύντας στή μετάφραση διαυγή τήν εικόνα τού πρωτοτύπου. Μέ χαμογελαστά καί πι­ κάντικα καί χορευτικά διηγήματα προσπάθησα νά διασκεδάσω τούς όμοιους μου. βοηθώντας τους νά άνακαλύψουν κάποια άπό τά τρωτά τού μεγάλου καί ωραίου σφάλματος τής Δημιουργίας σου. Βέβαια, λίγοι μέ διάβασαν, γιατί στόν φτωχό μου τόπο, άν καί είναι τόσο πλούσιος άπό τόν ήλιο σου -γιά νά τόν φωτίσεις ή νά τόν κάψεις;— ό κόσμος δέν πολυαγαπά τά βιβλία. Έσύ όμως πού είσαι τό Πάν κι έτσι τούς έμπεριέχεις όλους, θά καταλάβεις... ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ

Α φοί

ΜΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ

Τά πληρέστερα βιβλιοπωλεία στόν Πειραιά

Λογοτεχνία Ποίηση Ιστορία Πολιτική Φιλοσοφία Μελέτες Κοινωνιολογία

Ψυχολογία Περιοδικά Παιδικά βιβλία Ναυτικά Τεχνικά Σχολικά Βοηθήματα

Εγκυκλοπαίδειες οέ τιμές προσφοράς I" Κολοκοτράτνη 92 τηλ. 41Ι225Κ 2° Νοταρά 59 τηλ. 4123234

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

αύτοβιογραφικά κείμενα ένός κοινω νικού πεζογρά φ ου ΒΑΣΙΛΗ ΛΟ ΥΛΗ : "Απαντα. Τόμος Β '.

Αθήνα.

Κέόρος, 1980. Σελ. 326. ΤΑ πέντε άφηγήματα τού Β' τόμου τών «Απάν­ των» τού Βασίλη Λούλη δέν είναι δυνατόν νά προδιαθέσουν καλά τόν άναγνώστη τους, έτσι όπως είναι άνόμοια μεταξύ τους καί τά περισσό­ τερα άπ- αυτά χωρίς τήν τελική έπεξεργασία έιπό τό συγγραφέα τους. Μοιάζουν μαζώματα άπό δώ κι άπό κεϊ. Έπειτα καί ή εισαγωγή είναι πολύ διοταχτική. Περιορίζεται νά δώσει μόνο πληροφο­ ρίες, ακριβείς βέβαια, άλλά ό αναγνώστης δέ βοηθιέται ούτε γιά μιά πρώτη γνωριμία μέ τόν πεζογράφο Λούλη. Ποιος ό λόγος ν' άρχίσει ή έκ­ δοση τών «Απάντων» άπό τό Β' τόμο μέ άνέκδοτα χειρόγραφα κι όχι μ’ έναν πρώτο τόμο, πού θά περιλάβαινε τά δημοσιευμένα διηγήματα οέ περιοδικά κ- έφημερίδες καί τή νουβέλα τοι1 «Λυσίκομος Εκάβη»; Ήταν πού ήταν άτυχος στή ζωή του ό Βασίλης Δούλης, τώρα Αδικείται καί τό έργο του. Όποιος φταίει, ν’ ιϊναλάβει τίς εύθύνες του. Κι ό εκδοτικός οίκος «Κέδρος» έχει σοβαρές ευθύνες. Ό Βασίλης Δούλης φάνηκε στά γράμματα σάν πεφτάστερο οέ ζοφ ερές συνθήκες· Μέσα στόν έμφύλιο πόλεμο. Άπό μιά κατοχή βγαίναμε, οέ άλλη πέφταμι. Κι ό ναυτεργάτης πεζογραφ ος τής Κύμης είχε κοινή τή μοίρα μέ όλους τους Αγωνιστές τής Εθνικής Αντίστασης. Από τήν ιιπομόνωοή του στή μικρή εΰβοίκή πατρίδα του έστειλε τιί 1Μ47 τά πρώτα διηγήματα του στό περιοδικό τού Δημήτρη ΦωτιΑδη «Ελεύ­ θερα Iράμματα». Καταπλήξαν Αναγνώστες καί λογοτέχνες Ό φωτιέιδης καί μέ τι'ι «Νεοελληνικά I ράμματα», τίι προπολεμικέ!, καί μέ τα « Ελεύ­ θερα I ράμματα», τέι μεταπολεμικά, ιίποδείχτηκι ψαράς μαργαριτιιριων μέ τιί νέα ταλέντα που εφ ερνε ατό προσκήνιο, μέ τους νέους συγγραφ είς που καθιέρωνε, Ίσως ώς έκδιίτης περιοδικών πρωτοπορίας να μήν έχει έιλλο πριιηγούμι ν· τον έκδοτη τού «Νουμιί», τόν Λημ. Ιιιγκί II Ανάδειξη νέων συγγραφέων ήταν ιίπί> σικές του έιρχές, Άλλιί είχε καί κριτήριο χνικο, είχε έκιφρηση, τόλμη. Μέ τιί Βασίλτ

Βασίλης Λονλης

ή έπιτυχία του ήταν μεγάλη. Τά «Γαλλικα ράμ­ ματα» έσπευσαν νά δημοσιεύσουν μετάφραση της «Λυσίκομης Εκάβης». Τί άλλη έπιβεβαίωση της Αξίας του νά ζητήσει κανείς; ’Αλλά ό Βασίλης Λούλης δέν ήταν ένας που ήξερε νά γράφει, πού έγραφε καλά, «ωραιολογος». Τό στύλ τό δικό του Ανήκει στο γλωσσικό νατουραλισμό. Μοιάζει τόσο πολύ μέ τήν προφο ρική του κουβέντα. Άφηνε τήν έντύπωση πως γράφει όπως μιλάει. Όμως έφτανε νά δώσει τε τοια έντύπωση μέ πάρα πολύ κόπο. Αν συγκρίνει κανείς ένα πρωτόγραφό του κείμενο με το ίδιο κείμενο στήν οριστική του μορφή, θά βρει ι ιαφορά. Δέν Αποκλείεται νά τού έλειπε η πεποί­ θηση στίς ίκανότητές του, επειδή δέν πήγε παρα­ πάνω Από έφτά χρόνια στό σχολειό, κάμποσα άπ αυτά στό νυχτερινό. Συχνά μιλάει γι αυτό το παράπονό του. Μέ όοα ό ίόιος έλεγε, α τον κατατάξει κανείς ατούς άοπούδαχτους λογοτεχνες. Ό Αϊμ. Χουρμούζιος σ' ένα μελέτημα του τούς χαρακτήριζε περιφρονητικά «Αλητογραφους». Χωρίς Αμφιβολία, οΐ λογοτέχνες, ιπι τητ κοινωνική τους προέλευση, τίς αισθητικές τάσεις τους καί τό περιεχόμενο τού έργου τους, >α _ου\ τούς κριτικούς καί τούς Ιστορικούς τής ογοτι χνίας στόν πειρασμό νιί τούς χωρίζουν οι κιαη γορίες, όμως αυτός ό χωρισμός θα ήταν λάθος να ταυτίζεται μέ τήν ποιότητα. μέ τή λογοτεχνική Αξία τού έργου τους. Ή παγκόσμια λογοτεχνία προσφέρει πολλά παραδείγματα. Άλλα τόσα και ή νεοελληνική. II περίπτωση του Δούλη είναι " ι,δειχτική μέ τήν πλούσια προσφορά σε πεζορικά Αριστουργήματα. ί δόθηκε ή ευκαιρία στό Αναγνωστικό καινό, κριτικούς καί τούς Ιστορικούς τής λογοτι -

χνίας μας νά κοιτάξουν σοβαρά τά διηγήματα καί τίς νουβέλες τού Β. Λούλη, άν καί άπό τή μνήμη τών Αναγνωστών τού 1947-1955 δέ λέει νά σβή­ σει ή πρώτη τόσο ζωηρή έντύπωση πού προκάλεσε, όπως είπαμε. Μάλιστα μ’ ένα σημερινό ξαναδιάβασμα, τούτη ή έντύπωση γίνεται Αποφασι­ στική κρίση γιά τήν οριστική τοποθέτηση τού Β. Λούλη άνάμεσα ατούς άριστους στυλίστες τής κοινωνικής πεζογραφίας μας. "Οταν παρουσιάστηκε άπό τά «’Ελεύθερα Γράμματα» τό 1947 ό Δούλης ήταν κιόλας μεγά­ λος στήν ηλικία. Γεννήθηκε τό 1901 καί είχε διανύσει κιόλας περίπου τά δυό τρίτα τής ζωής του -σαράντα έξι χρόνια-, άν λάβουμε υπόψη μας πώς πέθανε στό νοσοκομείο τής Κύμης τό 1972. “Εντεκα χρονών μπαίνει υπηρέτης σέ Αθηναϊκό σπίτι. Βγάζει τή νυχτερινή σχολή, γιά τά άπορα παιδιά, τού «Παρνασσού». Άλλα τρία χρόνια ύστερα υπάλληλος σέ γραφείο καί σέ κατάστημα κι άπέ δένεται μέ τή θάλασσα. Ναυτεργάτης σέ φορτηγά βαπόρια είκοσι ένα χρόνια. Τή γεύτηκε γιά καλά καί τή θάλασσα καί τά καλά τού έμπορικού ναυτικού. Χτυπημένος άπό τή φυματίωση άποσύρεται στήν Κύμη τό 1939 μέ μιά σύνταξη πενιχρή -900 δραχμές τό μήνα- κι όπως φαίνε­ ται, μέ κλονισμένη, περισσότερο άπό τή σωμα­ τική, τήν ψυχική υγεία του. Ασφαλώς δέν τόν φέραν σ’ αυτή τήν κατάσταση μόνο τά βάσανα τής σκληρής βιοπάλης, μά κι ό διχασμός τής προσωπικότητάς του. Ένας προικισμένος άπό τή φύση λογοτέχνης καταδικάστηκε όχι τόσο νά βιοπαλαίει στά πελάγη καί τούς ωκεανούς, μά πώς νά πνίξει μέσα του αυτό τό πιό αυθεντικό πρόσωπό του, τό μεγάλο πεζογράφο. γιά νά γλι­ τώσει άπό τή θανάσιμη έσωτερική κρίση του. Κατά τούτο ό Β' τόμος είναι πολύτιμος: Τά κείμενά του είναι άμεσα αύτοβιογραφικά. Σ' αυτό τό τελευταίο τού τόμου μέ τόν τίτλο «Μαραμπού» καί μέ τήν πεποίθηση τής υπεροχής του Απέναντι στόν ποιητή Νίκο Καββαδία ώς λογοτέχνη κι ώς μαχόμενου κοινωνικού ανθρώπου, άρνείται τό ρο­ μαντισμό καί τήν ήθογραφία στή θαλασσινή ποίηση -όπως καί στήν πεζογραφία- έν όνόματι ένός ρεαλισμού, πού βλέπει κ’ έξετάζει τή ζωή τών έργατών τής θάλασσας Από τήν πλευρά τού ύποοτηριχτή τών ανθρώπινων δικαιωμάτων, τής κοινωνικής δικαιοσύνης. Ό Καββαδίας ήταν Ασυρματιστής στά καράβια, κι ό Δούλης έξετάζει τήν ποίησή του όχι ώς λογοτεχνικός κριτικός, μά ώς ναυτεργάτης πού πέρασε Απαρατήρητος, Από τόν ποιητή, πού χρόνια καί χρόνια όντας πλάι του δέν είδε τό δράμα του. Ή κριτική του είναι Ανελέητη. Κανείς. Απ' όσους Ασχολήθηκαν μέ τόν Καββαδία, δέν τόν είδε Από αυτή τήν πλευρά. Συνεπώς καί πρωτότυπος είναι ό έλεγχος καί ούοιαστικός. Ό Καββαδίας στηρίχτηκε σέ νέα δική του τεχνική, άλλά καί στό παραπλανητικό εξ­ ωτικό στοιχείο πού έχουν σέ Αφθονία τά μεγάλα ταξίδια στίς ηπείρους, στά νησιά καί τούς ωκεα­ νούς. 'Αναγνωρίζει ό Λούλης στόν έαυτό του φταίξιμο Απέναντι στους παλιούς του συντρό­ φους τών βιιποριών. πού ένώ είχε τόσα πράγματα 103


νά γράψει άπό τή ζωή τους τήν πραγματική γιά τού πεζογράφου. Φαίνεται αύτό στό «Βόλτα στά νά τούς δικαιώσει, δέν τό έκανε. Μεγάλος του ό περασμένα» (σελ. 169-228). "Ως τή μέση τό Από­ καημός όταν τό συλλογιόταν. Αυτός ό καημός τόν σπασμα αύτό άπό μυθιστόρημα πάει καλά. Θυμίκαίει συνεχώς. Ίσως νά μή φταίει ή άμέλειά του, ςει σελίδες Χάμσουν. Περιπλανιέται στά βουνά, καθώς λέει. Οσο ταλέντο κι αν διαθέτεις, όταν σέ στάνες καί μοναστήρια, γιά ν’ άποφύγει τή ξεκινάς από τελειόφοιτος νυχτερινού σχολαρ­ σύλληφιή του έιπό τό μεταδεκεμβριανό κράτος καί χείου, είναι φυσικό νά σέ ταλαιπωρούν διστα­ τούς έθνικόφρονες. Όλο ένας μονόλογος -λίγο γμοί, φιυχικά μουδιάσματα, νά χάνεις πολύ χρόνο πολύ καί τ' άλλα του έτσι ξετυλίγονται- γεμάτος γιά τήν αύτομόρφωσή σου. Τά φιλικά του αύτοαναλύσεις, διλήμματα, τύψεις. Όνειρο τό πρόσωπα κάναν τό χρέος τους παρακινώντας τον Αιγαίο κάτω οστό τά πόδια του, άπό άσήμι καί συνεχώς νά μή σταματάει τό γράψιμο. ’Αλλά ήταν φώς καί νοσταλγία καί λαχτάρα. Νοσταλγία καί ανίκανος νά κατανικήσει τήν εσωτερική του λαχτάρα γι άλλες θάλασσες, γι’ άλλους τόπους, αδράνεια, πού τή δυνάμωναν οί επεμβάσεις τού γι άλλους καιρούς. «Θά φύγανε στόν άγύριστο οί εχθρικού επαρχιακού περιβάλλοντος, όπου κυ­ Γερμανοί (πάλι ή σουβλιά, ή μυστική φωνή, τί ριαρχούσε μέ τή θρασύτητά του ό δοσιλογισμός κάνεις γι αύτό σύ, άναντρε; μά δέ βαριέσαι, τόν καί ή έθνικοφροσύνη. κουφό έγώ), θά κατέβουμε κάτω...». "Οταν ήταν Η έχτιμηση του έργου τού Λούλη γίνεται με έξω στούς ωκεανούς νοσταλγούσε τό χωριό. απόλυτα λογοτεχνικά κριτήρια. Δέν ξέρουμε τί Γώρα κυνηγημένος νοσταλγεί τήν παλιά ζωή τών θά είναι τό άνέκοοτο μυθιστόρημά του «Τή λέ­ βαπσριέυν, τής Αμβέρσας του, τού Ρόττανταμ. γανε Μαρία», πού θά άποτελέσει τόν τρίτο τόμο τής Μαρσίλλιας. τών « Απάντων». Αλλά τό δημοσιευμένο πρίν Από κεϊ καί πέρα χάνεται ό ειρμός τής σύνθε­ άπό τήν έκδοση τού Β' τόμου τού δίνει μιά άπό σης. Αύτό συμβαίνει συχνά. "Ετσι δέν μπορεί νά τις πρώτες θέσεις οτήν πεζογραφία μας. Δέν είναι Αποτελειώσει τό Αφήγημά του, τά άφηγήματά μεγάλο σέ όγκο, άλλα είναι μεγάλο σέ ποιότητα του. Έφτασε πιά νά γίνει ένα Αντικοινωνικό καί στη μοναδικότητά του. Ο ρεαλιστικός τρόπος άτομο, καθώς έιπομονώνεται. χωρίζεται άπό τό αναπαράστασης τής ζωής τών ναυτεργατών στά περιβέιλλον του. Κέινει κριτική -γκρινιάζει μάλεμπορικά καράβια, στούς απέραντους ωκεανούς λον- πρός όλες τις κατευθύνσεις. Μά πιό πολύ καί τά πολύβουα λιμάνια τού κόσμου είναι τόσο δέν Αφήνει ήσυχο τόν έαυτό του. Κατηγορεί γιά πετυχημένος, τόσο τέλειος, πού επιτρέπεται νά τούτο καί γιά κείνο τό Αντάρτικο τής κατοχή? τόν προτείνουμε γιά ίιπόδειγμα. Μέ τή νουβέλα στην Εύβοια, έπειτα όμως μετανοιώνει. Αναγνω­ του «Λυσίκομος Εκάβη» (1951) ό Β. Δούλης γί­ ρίζει φταίξιμο καί στόν έαυτό του. θέι μπορούσε νεται δάσκαλος τής θαλασσογραφίας. Λυρισμός, νά τέι είχε χειριστεί διαφορετικά τά ζητήματα, πλούσιο λεξιλόγιο, έξωτιομός, γοργός ρυθμός, σκέφτεται. Κ' έτσι προχωρεί συνεχώς, χωρίς φράση σφιχτή, απέριττη, άγάπη τής ζωής, αγάπη ωστίχιο νά ξεφεύγει ποτέ έιπό τήν κύρια ιδεολο­ τής θάλασσας, τού ταξιδιού, νιχιταλγία τής μι- γική του γραμμή, πού δέν είναι ίιλλη άπό τήν κρής πατρίδας, δέσιμο τού ναυτεργάτη μέ τήν οί- κομμουνιστική. κογένειά Του, πίστη στό δίκαιο τών καταπιεσμέ­ Ο Β. Δούλης δέν έχει μόνο τίτλους λογοτεχνι­ νων, μίσος οτήν άδικία καί τήν τυραννία. Όλα κούς. Ήταν καί ένας πολίτης, ένα κοινωνικό τούτα είναι στοιχεία μιας δυνατής προσωπικότη­ άτομο -κι όταν ή ιμυχική του γαλήνη είχε κλονι­ τας καί δίνουν στην πεζογραφία του βάθος καί στεί συνειδητό. Μπορεί σέ έιλλα πράγματα νά σοβαρότητα. έλεγχε τόν έαυτό του, όμως ή κοινωνική καί τα­ Ιά άφηγήματα τού Β τόμου δέν έχουν αυτά τά ξική του συνείδηση δέν τού δημιούργησε ποτέ στοιχεία ή όλα αυτά τά στοιχεία. Ό άναγνώοτης προβλήματα. Οπως μπήκε νέος στό κομμουνι­ πού πάει νά κάνει τή γνωριμία του μέ τό Β. στικέ) κίνημα, έτσι καί έφυγε, όταν έφυγε Από Λούλη, αρχίζοντας άπό αύτό τόν τόμο δέ θ' άντι- τούτο τόν κοσμο. Τό είχε γιέι περηφάνια του πώς ληφ θεί όσα γράφονται παραπάνω. Τό θεωρούμε πρωτοστιίτηοε στό πρώτο συλλαλητι)ριο διαμαρ­ ι Ατύχημα άπό μιά πλευρά, γιατί δε θά είναι σέ τυρίας οτήν Κύμη γιέι τήν πείνα. Τό λέει καί τό θέση νά κάνει τή σύγκριση μέ τό άνώτερο έργο -αναλέει ιιτίς σελίδες τού Β τόμου μέ αίσχυλική τη; πρώτης περιόδου, άφ ού δέν τό γνωρίζει. (ϊσο επιμονή, πώς ξεκίνησε τήν έθνική Αντίσταση καί κι άν τι» κείμενα τούτου τού τόμοι' είναι ιίιχρη πώς γι αύτό δικάστηκε καί φυλακίστηκε. «Καί σκιι'ι σχετικιί μέ τι» προηγούμενα πεζογραφήματιι ήταν έκείνο τέι συλλαλητήριο. Αν δέν κάνω λάθος, του. δι ν παυουν να έχουν βγει" με μιτχθο έιπό τον ή πρώτη (6.9.41) μαζική έκδήλωοη, τέι πρώτο ξε­ ίδιο συγγραφέα. II λογοτεχνική προσωπικότητα σηκωμό κίιντρα οτή οκλαέιια καί τήν πείνα. Και δε λείπει εντελώς κιιί τώρα. Προπαντός δέ λείπει είμαι περήη ανος γι' αυτό. Περηφανεύομαι καί ή κοινωνική, ή έπαναστιιτική προσωπικότητα. γιά τό Ε.Α.Μ Ήδω οτήν κοιμισμένη Κύμη μ·*? Δέν είναι όμως ολοκληρωμένα. Πρώτα πρώτα ή γλώσσα. Τόσο φτωχή έδιϊι. 'Επίσης ή φράση του. (...) Ιδρύθηκε τά τέλη ΤΟύ Σεπτέμβρη. μίιλις Υ'1' πολύ φτωχή Φαίνεται πως ό Δούλη-, καθώς ριοιι απ' τή φυλακή τής Χαλκίδας». II σημαντική διάστασή τής προαι ιψυγε φτωχός Από τό Αγροτικό νησιωτικό περί του II, Δούλη, ή οοέίαρή Αντίληψη γιέ βιίλλον, ξέχασε τό λεξιλόγιό ταυ, τίμιο πλούσιο κι αύτι'ι. Ιιι ναυτικέ) λεξιλόγιο έσβησε τό πρώτο του κοινωνική ευστοχία τής πεζογραφίας τ έγινε ξένο. II οτεργιά δέν είναι πιιι τό έδαφος τεχνική της Αξία ή μεγέιλη. δέν είνιι άσχετη μ αυτή τήν Ιδεολογική του ΚΜ

Όσο κι άν τά φερσίματά του, έξ αιτίας τής Αρ­ ρώστιας του, μπορούσαν νά παραπλανήσουν τούς φίλους του, πού τόν συναντούσαν τά τελευταία χρόνια τής ζωής του, ή προσωπικότητα τού Λούλη ήταν τόσο μεγάλη όσο μεγάλη είναι καί ή τέχνη τής πεζογραφίας του τής πρώτης περιόδου. "Επαινος άξίζει γιά τήν εκδοτική επιμέλεια, γιά τό πορτραϊτο τού Αούλη έιπό τόν Λ. Ρόρρο, τέι σχέδια τών κειμένων έιπό τή Λέλα Σταματίου και στή Μιμίκα Καραχιίλιου. Μέ μιά παρατήρηση γιά τή δουλειά τής Μ. Κ.: Τής δόθηκε μιά λαμπρή ευ­ καιρία νά γράψει μιά μελέτη γιά τό Β. Αούλη και δέν τήν εκμεταλλεύτηκε. ’Εκτός άν δέν τής ζητή­ θηκε ή μελέτη. Μ. Μ. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

λίγο πριν άπό τήν άποόιοργάνω ση τού παλαιού μυθιστορήματος ΣΑΜΟΥΕΛ ΜΠΕΚΕΤ: Ο άχατανάμαατος. Μ η . Αλεξάνδρας Παηαθαναοοπονλον. Κρνοτάλλο, 'Αθήνα, 1980. Σελ. 22 7.

«Ο ΑΚΑΤΑΝΟΜΑΣΤΟΣ» (L’innomable). πού κυκλοφόρησε τή χρονιά τού πρώτου Ανεβάσματος τού Γκοντό (1953), είναι τό τρίτο μυθιστόρημα του Mjnxrr στή σειρά «Μολλόυ» (1951) και « Μαλόν πεθαίνει» (1952). Ταυτόχρονα είναι το τελευταίο στάδιο οτήν Αποδιοργάνωση του πα­ λαιού μυθιστορήματος, πού είχε Αρχίσει προπο­ λεμικά μέ τό «Μάρφυ», καί τό πρσστάδιο μιας νέας (ίσως Ανέφικτης, ίσως θεατρικής) οργανω οης τής λογοτεχνικής γραφής. Σί σχέση μέ τόν «'Ακατονόμαστο», μυθιστορή­ ματα όπως τέι «Μολλέιυ» καί « Ο Μαλον πεθα νει» ΰνήχονν ί/όι/ out παλαιό είόας. είναι με έιλλα λόγια συμβατικά μυθιστορήματα. Μί τον ίδιο μαικό τρόπο γραφ ής φτασμίνο τώρα στο έπακρο ιυ όλα συμβαίνουν καί όλα Αναιρούνται οχιταυτόχρονα, χωρίς V άφ ήσουν καθόλου Ιχνη, ιίονεί ί'δάτινες παραστάσεις έλάχιοτης διαρ-

Σάμονελ Μπέχα

κειας, εκφράζεται στόν «Ακατονόμαστο» τό άμφισβητήσιμο τής Αντικειμενικής πραγματικότη­ τας τού κόσμου άπό τή θέση ενός άγωνιακού μπροστά στό θάνατο «έγώ». Σέ συνάρτηση μέ τά παραπάνω τό βιβλίο στό σύνολό του Αποτελεί επιπλέον μία καταγγελία τής γλώσσας (κάθε γλώσσας), σάν μέσο επίπλαστο, άπό μία συνείδηση πού δέν έχει ωστόσο άλλη εκ­ λογή έιπό τού νά μιλήσει τή γλώσσα αυτή ■ δέν έχει κάν τήν εκλογή τής σιωπής. Έτσι δέν είναι σαφές έιν ή γλώσσα αϋτονομημένη πιά μέσα στή διάρκεια τόσων αιώνων πολιτισμού (ή γλώσσα μέ τά «ώστε», μέ τά «άν καί», μέ τις κύριες καί μέ τίς ύποτεταγμένες προτάσεις, μέ τά ρήματα, τά υποκείμενα, τά Αντικείμενα κλπ. -πού Αντιστοι­ χούν σέ τί τής Απόλυτης πραγματικότητας;) χρη­ σιμοποιείται άπό τή φωνή (συνείδηση) τού συγ­ γραφέα γιά νά έκφραστεϊ αυτός, ή άν, Αντί­ στροφα, είναι αυτή ή ίδια πού χρησιμοποιεί τή φωνή (συνείδηση) τού συγγραφέα Αλλοιώνοντάς τη μοιραία. Τό βέβαιο είναι ότι ή γλώσσα στόν «Ακατανόμαστο», σέ μιά Απεγνωσμένη καί δι­ αρκή προσπάθεια αύτοαναίρεσής της (καί ταυτό­ χρονα Αναίρεσης τής λογοτεχνίας καί τής σκέ­ ψης). προκειμένου νά γίνει έπιτέλους ήσυχία, μοιραία διαιωνίζεται. Ή είκονοπλαοία τού κειμένου (Ακατάσχετη κι εκπληκτικά έπινοητική καί έικριβής) μέ τήν όποια προχωρεί «Ό Ακατονόμαστος», συνοδεύεται Από μιά ρυθμική έκφορά πού σχεδόν Αντικαθιστά τή στίξη, στίξη πού Αποβάλλεται συνεχώς μέ τήν πρόοδο τού μυθιστορήματος, γιά νά μή μείνουν τελικά παρά τά κόμματα, δηλωτικά μιάς λαχανιαστής, διακεκομμένης Ανάσας. Τώρα, πόσα Απ' όλα τά πρωτογενή χαρακτηριοτικέι τού «Ακατονόμαστου», όπως συνοπτικά τέι έκθέοαμε παραπάνω, διασώζονται οτή μετιί105


φράση τής Αλεξάνδρας Παπαθανασοπούλου; Ή τική Ακρίβεια του πρωτότυπου. ’Αντίθετα είναι Απάντηση είναι σύντομη: Όλα! Καί ή κριτική θά περιπτώσεις πού ή «θέρμη» της συμβάλλει στή μπορούσε πιθανώς νά τελειώσει εδώ, άν ή έν διαφύλαξη τής Ακρίβειας αυτής καί στή διάσωση λόγω μετάφραση δέ δικαιολογούσε τή δική της τής οικονομίας τού λογου τού Μπέκετ. Je vais ιδιαίτερη περιγραφή καί σχολιασμό. tout m'interdire, λέει τό πρωτότυπο, καί ή μετά­ Η μεταφράστρια, όπως γίνεται άντιληπτό άπό φραση,^ τολμηρά Αγνοώντας τό άνοικονόμητο τήν παραβολή, έργάζεται καί μέ τίς δύο γλωσσι­ εκείνο εμμεσο Αντικείμενο «στόν έαυτό μου» πού κές εκδοχές τού πρωτότυπου, τή γαλλική καί τήν Απαιτούν τά τυπικά έλληνικά γιά νά Αποδώσουν αγγλική, πού δέν είναι πάντα πανομοιότυπες τό οικονομικότατο γαλλικό «me», Αντιπροτείνει μεταξύ τους. Σ' αυτές προσθέτει μία τρίτη Ισότιμη «μάγκικα»: Θά μον άπαγορεναω τά πάντα. εκδοχή, τήν έλληνική, πού δέν μπορεί παρά νά Ομοιες εκφράσεις άφθονούν στό έλληνικό κείέχει κι αύτή τίς διαφορές της άπέναντι στίς άλλες. μενο, χωρίς καμιά νά προσβάλλει τή γλωσσική Εκτός από τό κείμενο τού Μπέκετ, ή μεταφρά­ εύπρέπειά του, όπως όταν ή μεταφράστρια γρά­ στρια οδηγείται άναπόφευκτα καί άπό τήν έλλη­ φει: «παραλίγο νά μέ πάρω γιά άλλον» ή «θά μού νική γλώσσα. Εφόσον τήν κατέχει, τήν άγαπάει φτιάξω ένα κεφάλι. Θά μού φτιάξω μιά μνήμη»· καί τή σέβεται σέ ίση άναλογία πον κατέχει, άγα­ Εξάλλου τά «μάγκικα» τής μεταφράστριας Αντι­ πάει καί σέβεται τόν Μπέκετ, ή έλληνική γλώσσα σταθμίζονται, ως ένα βαθμό, μέ ίση μαστοριά κι γίνεται γι’ αυτήν ένας δεύτερος οδηγός άπό μόνη ευαισθησία, άπό εύπρόσδεκτους λογιοτατισμούς, της. θέλω νά πώ ότι ή μεταφράστρια δέν οδηγεί ή πού μέ τόν τρόπο τους μαλακώνουν -πάντα μέ ίδια τήν έλληνική γλώσσα πρός τόν Μπέκετ. προμέτρο- τή δημοτική τής μετάφρασης όταν πάει νά κειμένου νά άποδώσει τό κείμενο τού «’Ακατο­ σκληρύνει καμιά φορά —λογιοτατισμούς όπως: δι’ νόμαστου», άλλά μάλλον όδηγείται άπ’ αυτήν Αλληλογραφίας, Απλώς, άπείρως, έξ οΰ, τήν Ικα­ άφήνοντάς την νά λειτουργήσει φυσιολογικά καί νότητά τους πρός έργασίαν καί τήν ευχέρειαν αβίαστα. Γό αποτέλεσμα είναι ένας Μπέκετ πού τους πρός εύτυχίαν κ.ά. άποκλίνει άνεπαίσθητα (και πάντως εύπρόσδεκτα Είναι φορές πού θά μπορούσα νά φανταστώ καί συμπαθητικά) άπό τήν άγγλο-γαλλική τον- μιά πιό καίρια καί πειστική Απόδοση μιας συγκε­ παιδεία πρός μιά κάπως θερμότερη παιδεία, τή κριμένης έκφρασης τού πρωτότυπου στά έλληδική μας. νικά- καί είναι φθορές πού διαπίστωσα μιά στι­ Οταν μέ καχυποψία κάποτε σταματάμε σέ μιά γμιαία χαλάρωση τής προσοχής τής μεταφρά­ έκφραση τής μετάφρασης καί άνατρέχουμε στό στριας άπό τό πρωτότυπο (πρωτότυπο που δέν πρωτότυπο γιά έξακρίβωση. μέ χαρούμενη έκ­ επιτρέπει απολύτως καμία χαλάρωση προσοχή? πληξη συνήθως Ανακαλύπτουμε ότι ή μεταφρά­ ούτε καί Από τόν Αναγνώστη, πόσο μάλλον άπό στρια, έχοντας νά άποδώσει μιά κάπως τυπική τό μεταφραστή). Ωστόσο όχι μόνο οί περιπτώσει? έκφραση τού πρωτότυπου, πού στή μετάθεση της αυτές πρέπει νά θεωρηθούν Αμελητέες έξαιρέσει?. στά έλληνικά θά γινόταν άκόμα τυπικότερη καί Αλλά, όσον Αφορά τουλάχιστον τήν πιό καίριο σαφ ώς λιγότερο πειστική, προτίμησε νά θερμάνπ Απόδοση, μπορεί έιπλώς νά πρόκειται γιά μιά ένκατά ένα ή δύο βαθμούς τό πρωτότυπο πρός όφε­ τυπωσή μου υποκειμενική ή φευγαλέα. λος τής φυσικότητας τού κειμένου της. Γιά παρά­ Στό σύνολο, θά έλεγα τελειώνοντας, ή μεταδειγμα: Τό πρωτότυπο λέει: Νά φτάσω έχει πον φραστρια, πολύ σωστά, στερείται άπό προσωπική πέφτει τσεκούρι χωρίς άλλον εϊΑονς διαδικασία. γλύκισα καί στερείται από προσωπικό ρυθμό. Η Η Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου (σ. 222) γλωσσά της -μολονοτι ή έλληνική—είναι γλωσσά μεταφράζει: Νά φτάσω εκεί πού πέφτει τσεκούρι τού κειμένου (ένα δυό βαθμούς πιό θερμέ), όπου χωρίς πολλά πολλά. Ποιά άπό τίς δύο έκδοχές κρίνεται σκόπιμο). Ί ο πρωτότυπο γράφει: Τό μέ­ προτιμάτε; "Αν ρωτάτε καί έμένα, Αναμφισβήτητα ρας. αυτά πάντως Ηιί τό φ τιάξω. Ή μετάφ·ρ<ιοη όέ τή δεύτερη, πού οάν έκφραση ένός Αγοραίου λέει: «πάντως τό μέρος, οοο γι' αντό θά το ιδιώματος φέρνει Ακριβώς Αναμνήσεις καί όομές φ τιάξω, Αλλά έπαναλαμβάνει: Τό μέρος, αόΐο καθημερινές, χωρίς ούτε νά προστυχεύει τό κεί­ πάντως βά τό φ τιάξω (ο. 221). Τό ίδιο καί ό ρυ­ μενο. ούτε νά μανιερίζει ή ίδια. θμός της (αυτές οΙ βραχυχρόνιες Ανάσες έν0{ Εξάλλου ή μεταφ ράστρια, μολονότι πολύ τολ­ ασθματικού Ατόμου, γιά το όποιο ή είσπνοή καί ή μηρότερη άπ' ό.τι τή δείχνει τό παραπάνω πασάίκπνοή είναι Αγώνας καί παιδεμό;) είναι ό ρυ­ δειγμα, ποτέ δέν μανιερίζει. παρ’ όλες τίς ίδω κι θμός του κειμένου. Καί τίκτο πιστή παραμένει ατό εκεί «μάγκικες» έκφράοεις πού χρησιμοποιεί κείμενο καί τι) ρυθμική έκφορά του ή Αλεξάνδρα («Ιφαγα στή μούρη τό Ανεκτίμητο δώρο τής Παπαθανασοπούλου. ώστε Αξίζει νά σημειωθεί ζωή;», ο. 19. «(έρμα έπίοης στά μπορεί καί στά "ΤΙ οέ δέκα γραμμές τού πρωτότυπου (μιας ίαη? πρέπει, παραφορέθηκαν», ο 4.1). έκφράοεις πού σχεδόν πρός τήν έλληνική οέ μέγεθος καί τυπο­ ί>πως είπαμε, άπλως θερμαίνουν, μέ μέτρο ένα γραφική καλαισθησία γαλλικής έκδοσης) Λναλολογοτεχνικό ίπιτέλους ύφος καί όχι τό ύφος κά έουν περίπου έντεκα έλληνικές πρέιγμα πο ποιου ύφηγητή επαρχιακού πανεπιστημίου Καί /'ΐι /μι μ(α σκομιι φορά T»|ν ιιύιοπιτθίΐρ)(|ίΓι,ά' βέβαια ή θερμότητα πού προσδένουν ίδω κι εκεί 'ήν υπευθυνότητα τής μπαφ ριίοτριαοίίρ^ :Τ(υ ατό κείμενο τά έλληνικά τής ’Αλεξάνδρας ΙΙαπο ι πάχη τελείας μεττιφραοτική; ιίγριιιψ'άίίβυίίι θα ναοοπ ούλου ούτε στήν καζαντζακική ψευτοκαί Αουνειδηοίας σ ΐόν τέτπο μας. πυράκτωση φτάνει, ούτε προδίδει τήν καθηλω ΝΙΚΟ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

άντιπροσω πευτικό δείγμα «άντιμυθιστορήμαχος» Α ΛΑ ΙΝ ΡΟΜΠ-ΓΚΡΙΓΙΕ: Τό οπίτι τών ραντε­ βού. Μυθιστόρημα. Μετ. Νόρας Άναγνωοτάκη. Αθήνα, Νεφέλη, 1980. Σελ. 190.

ΟΣΟ κι άν -τίς περισσότερες φορές- Αποτελεί θετική συνεισφορά ό μεσολαβητικός ρόλος ένός θεωρητικού ματιού Ανάμεσα στόν Αναγνώστη ή θεατή καί στό έργο τέχνης, υπάρχουν περιπτώσεις πού μιά τέτοιου είδους προσέγγιση εγκυμονεί τόν κίνδυνο τού Αποπροσανατολισμού ή, έστω, τής Αποτυχίας μιάς Αποτελεσματικής επικοινωνίας. Ιδιαίτερα όταν έρχόμαστε σέ πρώτη έπαφή με ένα καινούριο ρεύμα, μέ μιά νέα τάση στήν περι­ οχή τής οποιοσδήποτε τέχνης, δέν είναι σπάνιο το ενδεχόμενο μιάς κριτικής Ανεπάρκειας, μιάς ιδεο­ λογικής ή αισθητικής σκοπιμότητας ή Ακόμα και τής έμφυτης καχυποψίας τού κριτικού γιά τό και­ νούριο. Τότε, ίσως, είναι πολύ πιό καρποφόρα μιά άμεση έπαφή τού κοινού Απευθείας με το έργο. ”Αν έπιχειρείται μιά προσέγγιση στό είδος αυτό πού άνθισε στή δεκαετία τού ’50 κι έγινε γνωστό σάν «άντιμυθιστόρημα» ή οάν «νουβώ ρομάν», είναι γιατί, παρά τήν έντυπωσιακή έμφιάνισή του στήν Ευρώπη καί ιδιαίτερα στή I αλλία, έπρεπε νά περάσει μιά όλόκληρη εικοσαετία, για νά φα­ νούν κάποια μικρά του δείγματα στήν Ελλαδα. Τό νέο μήνυμα έφερναν μεταφράσεις απο το πεζογραφικό έργο τού Μπέκετ κι ένα μικρό λιγοαελιδο βιβλίο στίς έκδόσεις «Κάλβος», με έξι διη­ γήματα άπό τή συλλογή «Στιγμιότυπα» του Άλαίν Ρόμπ-Γκριγιέ κι ένα μέρος απο τους «Τροπισμούς» τής Ναταλί Σαρρώτ. Τήν έκδοση συμπλήρωναν δυό δοκίμια τού πρώτου κι ένα της δεύτερης, δοκίμια πού παίρνουν τή θέση τού μα­ νιφέστου τής κίνησης γιά τό «καινούριο μυ Ιιστο ρήμα». Αφού ό Γκριγιέ καί ή Σαρρωτ Λογαριά­ ζονται οάν οί θεωρητικοί Απολογητές του. Εκεί, καθορίζονται οί φιλοσοφικές καί αισθητικές βά­ σεις τού νέου ρεύματος, όριοθετουντα. οί σχέσεις του μέ τό παραδοσιακό μυθιστόρημα και διαγρά­ φονται οί προθέσεις των δημιουργών του. Τό μεστό άπό Ανησυχία καί Αναζητήσεις κλίμα πού έπικρατε. άπό τίς Αρχές τής τελευταίας ίκατρνταετίας έχει σάν φυσική συνέπεια κάποιον Μονισμό των Απόλυτων δρθολογιστικων Αξιων, ήόύ είχαν παγιι..... στόν 19ο αιώνα. Στην κάθε

Ά λα ίν Ρόμπ-Γκριγιέ

πτυχή τής φιλοσοφικής έρευνας ή φαινομενολο­ γία κερδίζει έδαφος Αργά άλλά σταθερά, καί φυ­ σικά δέν θά ήταν ή λογοτεχνία έκείνη πού θά έμενε Αμέτοχη. Ή ποίηση είχε περάσει μέ γοργό βήμα άπό ένα πλήθος μετασχηματισμούς, ένώ τό μυθιστόρημα άφηνε μέ μεγάλο δισταγμό τούς μπαλζακικούς κανόνες, γιά νά περάσει στόν Προύστ, στόν Κάφκα, στόν Τζόυς καί στόν Φώκνερ. ’Αλλά άκόμα καί σ’ αυτές τίς φόρμες όπου κινήθηκαν ώς τόν μεσοπόλεμο οί μεγάλοι τού πεζού λόγου, άρνήθηκαν νά πειθαρχήσουν κάποιοι πεζογράφοι τού μεταπολέμου. Χωρίς νά Απορρίπτουν τή θε­ τική συνεισφορά τών προγενέστερων στήν έξέλιξη τού μυθιστορήματος, Αλλά θεωρώντας τό έργο τους σάν ένα σταθμό, σάν μιά φάση στήν πορεία τού είδους μέσα στό χρόνο, έχουν τή φιλοδοξία νά τή συνεχίσουν, όχι καλύτερα ή χειρότερα, Αλλά όπωσδήποτε πιό κοντά σέ μιά σύγχρονη πραγματικότητα: «... ’Εφόσον ή πραγματικότητα τού κόσμου πού μέις περιβάλλει, έδρεύει πριν άπ’ όλα στήν παρουσία του, θά φτιάξουμε μιά φιλο­ λογία πού νά μαρτυρεί γι’ αυτό...» δηλώνει σ’ ένα άπό τά δοκίμιά του ό Γκριγιέ. Στή δεκαετία τού ’50 παρουσιάζεται μιά ομάδα πού, παρά τίς δια­ φορές ουσίας ή μορφής, τό έργο τους έχει τά βα­ σικά γνωρίσματα τής νέας αύτής τάσης. Είναι οί Σάμουελ Μπέκετ, Κλώντ Σιμόν, Μισέλ Μπυτόρ, Κλώντ Μωριάκ, Μαργκερίτ Ντυρά, Ναταλί Σαρ­ ρώτ καί Άλαίν Ρόμπ-Γκριγιέ. "Επρεπε νά περάσουν άλλα δέκα χρόνια έιπό τότε πού κυκλοφόρησε τό μικρό έκεΐνο βιβλίο τών έκδόοεων «Κάλβος», γιά νά μπορέσει νά χαρεί ό έλληνα ς Αναγνώστης ένα δεύτερο βήμα στήν περιοχή τού «νουβώ ρομάν». Οί έκδόσεις «Νε­ φέλη» κυκλοφορούν τό πιό σημαντικό ίσως μυθι­ στόρημα τού Γκριγιέ, «Τό σπίτι τών ραντεβού», πού μέ πλαστικότητα άλλά καί πιστότητα στό κλίμα του μεταφέρει στή γλώσσα μας ή γνωστή γιά τήν αισθητική της παιδεία Νόρα Άναγνω­ στάκη. Ό συγγραφέας γεννήθηκε τό 1922, σπούδασε γεωπόνος καί άπό τό 1953 πού πρωτοεμφανίζεται στά γράμματα έως σήμερα έχει γράψει τά μυ107


θιστορήματα «Οί γομμολάστιχες», «Ή ζήλεια». «Στό Λαβύρινθο» καί «Τό σπίτι τών ραντεβού», ρητικά ούτε τά ιστορικά υπόβαθρα καί πού δέν έχει καμιάν Απολύτως σχέση μέ έγκεφαλικοίις τά διηγήματα «Στιγμιότυπα», τά σενάρια «Πέρσι Ακροβατισμούς. στό Μάριενμπατ» —πού σκηνοθέτησε ό Άλαίν ΤΑΚΗΣ ΜΕΝΔΡΑΚΟΣ Ρενέ—καί « Η άθάνατη», όπως καί δεκαεπτά δο­ κίμια, πού κυκλοφόρησαν κάτω άπό τόν τίτλο «Γιά ένα καινούριο μυθιστόρημα». Πιστός στις αρχές του ότι οί έννοιες πού έκΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ φράζουν τόν σημερινό κόσμο είναι περισσότερο άπό ποτέ προσωρινές καί σ’ ένα μεγάλο μέρος τους αντιφατικές, έπομένως ένα έργο τέχνης δέν μπορεί νά εκφράζει μιάν a priori σημασία, ό ή Κασσάνδρα Γκριγιέ άρνιέται νά περιοριστεί σέ μιά «υπό­ θεση» καί στή δημιουργία «ήρώων», σύμφωνα μέ τά πρότυπα τού παραδοσιακού μυθιστορήματος, εξω άπό τά τείχη άλλά προχωρεί σέ μιάν άνίχνευση, πού σχηματο­ ποιεί μέ τήν άλυσίδα τών εικόνων πού φτάνουν στή συνείδηση τού άτόμου —τού κάθε άτόμου— τής Τροίας καί μετασχηματίζονται σέ εμπειρίες, άφού περά­ σουν άπό τό καμίνι τών παθών του. τής φαντα­ σίας του καί τής προσωπικής του Οπτικής γωνίας. Λ / Ο I ’l l ΛΕΣΣΙΝΤΚ: Τό χρυσό σημειωματάριο. Ακόμα καί τά πράγματα, πού βρίσκονται Μι τ. Τοσούλας Κόφαϊοχάχη. Όόνσοεας. 1980. πάντα ε κ ε ί, παρόντα, σάν μιά άμετακίνητη, θά Σ(λ. 658. έλεγε κανείς, άλήθεια καί πού περιγράφονται λε­ πτομερειακά καί μέ μιά έμφαντική έμμονή, άκόμα «... Η Ντόρις Λέοσινγκ είναι ή Κασσάνδρα ένός κό­ κι αυτά παίζουν ένα ρόλο άζεδιάλυτα δεμένο μέ σμου σέ κατάσταση πολιορκίας...» τά συμβάντα, άλλά μόνο μέσα άπό τή δική του Margaret Drabble σκέψη ή τις μνήμες του. Μέσα απ αύτή τήν έναλλαγή τών είκόνων, πού Η ΝΙΟΡΙΣ Μαίη Ταίηλορ γεννήθηκε άπό βρεταάλλοτε μέ τήν έπίμονη επανάληψή τους σ' ένα νους γονείς στο Kermansah τής Περσίας τό 1919. φλάς-μπάκ μέ έντονο ΰπομνηματισμό υπογραμμί­ Οταν ήταν πέντε χρονών ό πατέρας της μετανα­ ζουν τή σημασία τού γεγονότος καί άλλοτε μέ τήν στέυσε στή Ροδεσία καί τήν πήρε μαζί του. Μεγά­ Αλληλοδιαδοχή μικρών κυματισμών μόλις άγγίλωσε σέ μιά φάρμα καί τό 1949 ήρθε γιά πρώτη ςουν τήν αντίληψη τού άναγνώστη καί φεύγουν, Φ°Ρά οτήν Αγγλία, στή χώρα όπου ζεϊ μέχρι σή­ αναδύεται κατακερματισμένη ή αφήγηση τού μερα. Είχε πίσω της δυό γόμους, δυό διαζύγιά συγγραφέα, γιά νά ολοκληρωθεί οτήν τελική της καί τρία παιδιά. Καί μιά χώρα όπου ή πλειοψησύνθεση, πού οί κάποιες δυσκολίες οτήν Αφο­ φια των λευκών καταδυνάστευε τή συντριπτική μοίωσή της δέν οφείλονται οτόν τρόπο πού μοοπλειοψηψία των μαύρων, Μαζί της έφερνε καί τό φοποιείται, άλλά στή σύσταση τού ίδιου τού θέ­ χειρόγραφο τού πρώτου της μυθιστορήματος. «Τό ματος καί τού κλίματος όπου άναπνέει. Ό ίδιος ό χορτάρι τραγουδάει», πού δημοσιεύτηκε τό 1950 I κριγιέ ομολογεί: « Αν ό Αναγνώστης καμιά με τέ) όνομα Ντόρις Λέοσινγκ (ενθύμιο έιπέ) τον φορά δυσκολεύεται νά βρει τό δρόμο μέσα στό τελευταίο της σύζυγο). Ή Λέοσινγκ πήγε για τε­ σύγχρονο μυθιστόρημα, με τόν ίδιο τρόπο χάνεται λευταία φορά στή Ροδεσία τό 1956. Χαρακτηρί­ καμιά φορά μέσα στον ίδιο τον κόσμο πού ζεϊ, στηκε ως ανεπιθύμητη άπό τίς Αρχές καί Από τότε όταν όλα γύρω του υποχωρούν, παλιές δομές καί δέν τής επίτρεψαν τήν είσοδο, (Δέν ξέρουμε τί παλιοί κανόνες...». ■'ΐνεταί σήμερα μετά τή μετονομαοίο τής Ροδεσίας Παρ' όλ' αύτή, ή Αφαιρετική αύτή Αφήγηση δέν οι Ζιμπάμπουε καί τήν Ανάληψη τής έξουσίας εμποδίζει τόν Αναγνώστη νά ζήση όχι μόνο τά απο τήν πλειοψηψία.) εξωτερικά χαρακτηριστικά του Χόνγκ-Κόνγχ, τής Ηεώρησα Απαραίτητο νά προτάξω τά βιογραπολυάνθρωπης καί πολύχρωμης πολιτείας, που ψικιί της Ντόρις Λέοσινγκ. κυρίως γιατί τό βιβλίο στέκει Ακόμα τό Αμαρτωλό σταυροδρόμι τής σω­ που σχολιάζεται σήμερα είναι Απόλυτα βιογραματεμπορίας καί των ναρκωτικών, άλλά καί τή Ί ικο καί είναι τό Λεύτερο μυθιστόρημά της. βαρια καί αισθησιακή του Ατμόσφαιρα, πού Λια/ράφτηκε δηλαδή αμέσως μετά τήν κρίσιμη φάση, ποτίζει όλο αυτό τό ίτερίεκλητο πλήθος, όλα αυτά τον ερχομό της οτήν Αγγλία καί τήν οριστική τά άτομα πού όσο κι άν συνωστίζονται οτά στενά απομάκρυνση Από τούς χώρους ατούς Λπσίους σοκάκια, όσο κι άν Απεγνωσμένα άναζητάνε στή στην κυριολεξία έζηοι τιί νισνικά της χρόνια. ητηνη Απόλαυση μιά πρέκιβαοη για έπικοινωνία. Αλλωσιι τό θέμα κιιπως γραμμικά τού Αφανίζονται τυλιγμένα τό καθένα στή δική του "συ σημειωματάριου» είναι ίικριβώς iivtfhOm Αδυσώπητη μοναξιά. δυοχολιι προσαρμογή; μι.,. νέα . γυναίκι^ Μέ τό μυθιστόρημα τού Αλαίν Ι'όμπ ί κριγιέ τό /II ήδη δημοσιεύσει ένα μυθιστόρημα IrK μυθιστόρημα περνάει σέ μιά Ιδιαίτερα ένδιαψί'"Θιερωθεί σαν συγγ,,α.ι ια ;. έχει ςΐιοζυιΐυ Vl iv,A %| ..... . '(Ίση. όπου δέν της λείπουν ούτι τα θεω­ ωρισμένη και με καμία επιθυμία

τρευτεί, μέ ελεύθερους ερωτικούς δεσμούς- στις νέες συνθήκες ζωής πού δημιουργοΰνται μετά τό Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, μετά τήν κατάρρευση τού σοσιαλιστικού ονείρου καί τό θάνατο τού Στάλιν (οί Αποκαλύψεις γιά τή ζωή καί τά έργα του) καί τή χρεωκόπία τών Ατομικών σχέσεων μέ δάση τό γάμο σέ μιά χώρα τής Δύσης. Όπως λέει ή ίδια ή Λέοσινγκ στόν πρόλογο τού βιβλίου της, ή μορφή τού μυθιστορήματος στηρί­ ζεται κυρίως στό σκελετό ένός άλλου μικρού σχε­ τικά μυθιστορήματος περίπου 60.000 λέξεων πού έχει τόν τίτλο «Ελεύθερες γυναίκες». Είναι οί παράλληλες ζωές δυό γυναικών πού είναι φίλες, κατά διαστήματα έχουν συγκατοικήσει, είναι χω­ ρισμένες, έχουν άπό ένα παιδί καί δέν σκοπεύουν νά δημιουργήσουν παγιωμένες σεξουαλικές σχέ­ σεις, όσο κι άν αυτό τό πληρώνουν ακριβά μέ διάφορους τρόπους. Καί οί δυό γυναίκες ήταν κάποτε μέλη τού Κομμουνιστικού Κόμματος Αγ­ γλίας καί είχαν Ανάμιξη στόν Απελευθερωτικό άγώνα τών μαύρων τής Ροδεσίας. Η μία, ή "Αννα, έρχεται Ακριβώς άπό εκεί. Οί πιό λυρικές σελίδες τού βιβλίου έχουν σάν θέμα τή δράση καί τή ζωή μιας ομάδας Αμετανόητων -γιά διάφορους λόγους- ίδεολόγων καί οί περιγραφές τής φύσης, τών έντόμων καί τού τοπίου, ιδιαίτερα στό επει­ σόδιο τού κυνηγιού τών περιστεριών σ ένα ξέφωτο τής ζούγκλας, είναι άριστουργηματικές. Σέ κάποιο σημείο τού βιβλίου ή ήρωίδα μέ τήν όποια ταυτίζεται ή συγγραφέας Λέοσινγκ δηλώ­ νει: «Θά κρατήσω τέσσερα σημειωματάρια, ένα μαύρο πού θά άφορά τήν "Αννα Βούλφ τή συγ­ γραφέα, ένα κόκκινο πού θά άφορά τήν πολιτική, ένα κίτρινο όπου θά γράφω ιστορίες μέ βάση τίς εμπειρίες μου κι ένα μπλέ πού θά είναι κάτι σαν ήμερολόγιο...» Ή "Αννα Αρχίζει νά κρατάει τά ημερολόγια όταν Αρχίζει νά έχει προβλήματα ψυχολογικά, να μήν μπορεί δηλαδή νά έξισορροπήσει τήν Ατομική Ανάγκη της γιά γράψιμο μέ τίς Απαιτήσεις που έχει ό ρόλος τής συγγραφέα πού τήν υποχρεώ­ νουν νά υποδύεται καί σταματάει νά γράφει -δεν μπορεί νά γράψει—, άρχίζει νά έπισκέπτεται μια ψυχαναλύτρια. Είναι ή εποχή τού πολέμου τής Κορέας καί τής Αρχής τού ψυχρού πολέμου. Μέσα Από τιί ημερολόγια ή Αννα δημιουργεί την "Ελλά καί φοράει τό προσωπείο της. όπως στα μέρη τών «’Ελεύθερων γυναικών» ή Ντόρις δη­ μιουργεί τήν "Αννα καί φοράει τό προσωπείο τη. «... παρατηρούσα τήν "Ελλά νά κινείται στο δω­ μάτιο· κι ύστερα άρχισα νά φαντάζομαι πω: θα ήταν μέ τέιν Σώλ· νομίζω πολύ πιίτ έξυπνη απο μένα, πιό ψύχραιμη άς πούμε. Υστερα απο λίγο άντιλήφθηκα ότι έκανα κάτι πού τό είχα ξανακά­ νει. δημιουργούσα τό "τρίτο πρόσωπο , τήν πολύ καλύτερη άπό μένα γυναίκα...» γράφει στό ημε­ ρολόγιό της ή “Αννα, τό «τρίτο πρόσωπο» που δημιουργεί ή Ντόρις. Τό «Χρυσό σημειωματάριο» έχει χαρακτηριστεί •ό μιά νεότερη ι’ιγγλίδα συγγραφέα (γενν. 9), τήν Μάργκαρετ Ντράμπλ, σάν «ένα ντσιέντο οτήν Ιστορία τής απελευθέρωσης, σαν

Ντόρις Λέοοινγχ

την πιό σύνθετη Απόδοση τής γυναίκας διανοού­ μενης πού έχουμε μέχρι σήμερα...». Άλλά ή Λέσσινγκ επιμένει πώς τό κύριο θέμα τού «Σημειω­ ματάριου» δέν άφορά τήν Απελευθέρωση τών γυ­ ναικών. "Αλλωστε υπάρχουν στοιχεία πού δίνουν επιχειρήματα γι' αύτές τίς θέσεις όπως τό διατυ­ πώνει στή μελέτη της γιά τίς άγγλίδες μυθιστοριογράφους ή Elaine Showalter:1 «... Τείνω νά συμφωνήσω μέ τήν Ε. Morgan ότι ή Λέοσινγκ δέν έχει Ακόμη άναμετρηθεϊ μέ τά βασικά φεμινιστικά συμπεράσματα τών ίδιων της τών κειμένων, ότι ή ίδια έχει Αποξενωθεί άπό τίς αυθεντικές γυναι­ κείες προοπτικές...». Γιά τίς σκληροπυρηνικές φεμινίστριες, ένα στοιχείο βασικό είναι ή Αντίληψη ότι πρέπει νά γίνεται διάκριση ανάμεσα στόν κολπικό οργασμό καί τόν κλειτοριδικό. Ό κολπικός οργασμός είναι Ανύπαρκτος, άρα ή Αναζήτηση τής ικανοποίησης στόν έρωτα μέ έναν άντρα Αχρηστεύεται, μιά καί ή διείσδυση μπορεί νά Αποκλειστεί. Καί ό Απο­ κλεισμός αυτός είναι χρήσιμος καί στό γεγονός πώς ή πλήρης Αποκόλληση καί αποξένωση Από τόν Ανδρικό κόσμο είναι πιά μιά έφικτή πραγμα­ τικότητα. Στό «Χρυσό σημειωματάριο» ή ήρωίδα τής Λέοσινγκ δηλώνει Απερίφραστα τήν Απόλυτη Ανάγκη της γιά διείσδυση καί τήν Απογοήτευσή της Από τούς βίαιους έξωτερικούς οργασμούς. Καί σημειώνει κάπου στήν ίδια μελέτη της ή Ε. Showalter: «... ή Αλλαγή οτήν πεζογραφία τής Α. Από τήν Ατομική συνείδηση στή συλλογική, άπό τή θηλυκή στήν πανανθρώπινη, εμφανίζεται κατ' Αρχήν σάν βίαιη καί Ανεξήγητη. Παρ' όλα αύτά όμως είναι μιά συστηματική καί ήθελημένη πο­ ρεία οτήν προαπάθειά της νά ξεφύγει όσιό μιά πολύ όδυνησή Αναμέτρηση μέ τόν έαυτύ της, μέ τήν Αγωνία της γυναικείας κατάτμησης. Σχεδόν Από τήν Αρχή τής καρριέρας της ή Λέοσινγκ πά­ λεψε εναντίον τών θηλυκών στοιχείων μέσα της όπως είναι εκφρασμένα στήν Αφηγηματική τι\ l.iiei untie ιι.Ι I licir Own — British Women Novellu\ liont limitle In Lesxing, by Elaine Showalter. ϊχόοοη Vi­ rago. I.oiuloii I97N. 109


χνική της...». ένός -φαύλου;- κύκλου. Σέ μιά πρόσφατη συνέντευξη στόν Guardian Δέν μπορώ νά άντισταθώ στόν πειρασμό, κοη (15/5/81) ή Λέσσινγκ δήλωνε: «... Πολλές γυναί­ παραθέτω άκόμη μερικές άπόψεις τής Ε. Sho· κες είναι έξω φρένων μαζί μου γιατί όέν είμαι waiter γιά τήν Ντόρις Λέσσινγκ, πρίν κλείσι» πλέον -αλλά καί δέν ήμουν ποτέ- τό είδος τής αύτό τό σημείωμα: φεμινίστριας πού νομίζουν ότι πρέπει όλες νά εί­ «... Η Λ έ σ σ ιν γ κ σ ά ν τή ν Κ α σ σ ά ν δ ρ α φ α ίνετα ι ναι. Νομίζω πώς ή κίνηση τών γυναικών υπήρξε νά είν α ι μ ιά μ ο ν α χ ικ ή κ α ί έτο ιμ η γ ιά μ ά χ η φ 1' πολύ χρήσιμη γιατί κατάργησε ένα σωρό συμπε­ γ ο ν ρ α τ ο ν σ ύ γ χ ρ ο ν ο ν κό σ μ ο ν. "Εχει μ ιά ά σ ννή θ ν ριφορές καί έδωσε σέ πολλές γυναίκες τή δυνατό­ σ τη β α ρ ο μ ετρ ικ ή ευ α ισ θ η σ ία σ τις ειλλα γές τού τητα νά αισθανθούν πώς έχουν κάποια υποστή­ κ ο ιν ω ν ικ ο ύ κ λίμ α το ς, ά λ λ ά π ε ρ ισ σ ό τ ε ρ ο π ρ ο λο * ριξη σέ μιά πολύ μοναχική κατάσταση. ’Αλλά δέν β α ίν ει α υ τ έ ς τ ίς Α λ λ α γές π α ρ ά τ ίς Αποκαλύπτειχρησιμεύει σέ τίποτα νά πούμε. Τί κρίμα, άλλά Ε τσ ι ή ά ν ά λ ν α η τώ ν δ ια ν ο ο ύ μ εν ω ν π ο λίτικο ' ΕΙΝΑΙ κρίμα, γιατί προσπάθησαν νά άκολουθήπ ο ιη μ έν ω ν γυ ν α ικ ώ ν σ τό " Χ ρ υ σ ό σημειώ ματα· σουν τούς άνδρες σ’ αύτά πού έκαναν. Ό τρόπος ρ ιο <1962) π ρ ο η γ ή θ η κ ε κ α ί κ α τά κ ά π ο ιο ν τράκα πού σκέφτονται καί έπέτρεψαν αυτός ό τρόπος ά π ο τέ λ ε σ ε τή ν εισ α γ ω γ ή σ τή ν Κ ίνη ση γιά τήτ σκέψης νά γίνει Ιδεολογία, είναι άπλά μιά μί­ Α π ε λ ε υ θ έ ρ ω σ η τώ ν Γ υνα ικώ ν. Ο ί θεω ρίες τήί μηση...». Λ έ ο σ ιι γ κ γιά τή ν α ν ε π ά ρ κ ε ια τώ ν Α νδρώ ν ΐ’β( Από τά μεγάλα θέματα πού θίγονται καί φωτί­ α ν μ μ ε τά σ χ ο ν ν σ τό ν κ ό σ μ ο τώ ν γ υ ν α ικ ώ ν κ α ί ° 1 ζονται στό «Χρυσό σημειωματάριο» τό υπαρ­ δ ια φ ο ρ έ ς τ ο υ ς ό σ ο ν αφορά, τή δ υ ν α μ ικ ή χ ρ η α ψ 0" ξιακό είναι πού τά επισκιάζει όλα, ή αναζήτηση π ο ίη σ η τή ς γλώ σ σ α ς, π ρ ο ε κ τε ίν ο υ ν τ ίς α ισ θ η τ ικ ά μιάς ταυτότητας πού θά άποτελέσει κριτήριο αύθ εω ρ ίες τ ή ς Γ ο ύ λ φ κ α ί τή ς Ρ ίτα α ρα ον. Ά ν εξ ά β ’ τοπροσδιορισμού. Ό έθνικοαπελευθερωτικός τη τα ά π ό τή ν επ ιμ ο ν ή τή ς ή ρ ω ίδ α ς τη ς "Ανναζ> άγώνας τών μαύρων στή Ροδεσία, ή κρίση τού π ώ ς ή ίδ ια κ α ί ή φίλ.η τη ς Μ ό λ λ υ είν α ι έν α ς απο­ Αγγλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, οί τρόποι λ ύ τ ω ς κ α ιν ο ύ ρ ιο ς τ ύ π ο ς γυ ν α ίκ α ς , υ π ά ρ χ ει μ*® πού μιά γυναίκα ελεύθερη, δηλ. χωρίς δνδρα, έξσ α φ ή ς κ α ί α π ε ρ ιό ρ ισ τη σ υ ν έχ εια ά ν ά μ εσ α <’Th ουθενώνεται καί όδηγείται οτήν παραίτηση, στήν ε μ π ε ιρ ίε ς το υ ς, τά σ υ ν α ισ θ ή μ α τα κ α ί τ ίς αξ<1* ίδια κατάσταση άλλά μέσα άπό άλλους τρόπους τ ο υ ς κ α ί σ τή ν κ υ ρ ίω ς γρ α μ μ ή π ο ύ α κο λο ύ θησα πού οδηγείται καί ή γυναίκα μέ άνδρα, ή παντρε­ ο ί Α ν εξ ά ρ τη τες γ ι ·ν α ίκ ες -κ α λ λ ιτ έχ ν ες το ύ π ά ρε'·' | μένη, τά προβλήματα καί ό διχασμός πού παγιθ ό ν τ ο ς ...·. δεύουν τά παιδιά τών διαλυμένων γάμων. οί σχέ­ Καί άκόμη: σεις τών γυναικών μεταξύ τους πού γνωρίζουν «... Τό Σ η μ ειω μ α τά ρ ιο είν α ι μ ιά τέτο ια fi,'1 | πώς δέν τίς χωρίζει τίποτα, άλλά όλα τούς θυμί­ μ ε ιώ δ η ς π ρ α γμ ά τ ω σ η π ο ύ ε ύ κ ο λ α υ π ο κ ύ π τει *α 1 ζουν πώς τίποτα δέν τίς ένώνει άπό τή στιγμή πού ν είς σ τό ν π ε ιρ α σ μ ό νά τό δ ε ϊ ο ά ν τή ν τελική δή θά βγουν στό κυνήγι γιά τό ηδονικό θήραμα, τό λω ση τή ς Λ έ σ σ ιν γ κ γιά τίς γ υ ν α ίκ ε ς το υ ^ Ι άνταγωνιστικό άρσενικό πού θά τούς προσφέρει α ιώ να ... Α λ λ ά τό γ ρ ά ψ ιμ ό τη ς έχει Α λλά ξει κ ° | όλα τά κοινωνικά άλλοθι πού τό ίδιο έχει θεσπί­ τεύ θ υ ν σ η έν τελ ώ ς Α πό τότε. Ή Λ έ σ σ ιν γ κ τωβ σει γιά τόν έαυτό του, τούς όμοιους καί τούς υπο­ π ισ τ ε ύ ε ι π ώ ς β α δ ίζ ο υ μ ε πρύις μ ιά ο λικ ή κ α τ τακτικούς του. που θά τίς κάνει μητέρες, θά τίς σ τρ ο φ ή π ο ύ θά έρ θ ει ε ίτε μ έ τό ν π ό λ ε μ ο τών Μ έντάξει, θά είναι ό προστάτης-προμηθευτής-έπι- κρ ο β ίω ν, τή ν Α το μ ικ ή β ό μ β α , ή ύιπλά Α πό τό * | βήτορας. Τό βιβλίο έχει μιά αισιόδοξη λύση. Ή α κ ό λ ο υ θ η τ ικ ό γή ρ α α μ α το ύ δ υ τ ικ ο ύ π σ λ ιτ κ ψ 0 ' άποψη τής Ντόρις Λέσσινγκ. πού δέν προδόθηκε Ι ό φ ύ λ ο επ ο μ ένω ς κ α ί τό γ έ ν ο ς είν α ι ιίπ σ λ υ τ ί j ούτε στιγμή μέσα άπό τόν έναγώνιο λεκτικό μα­ ά σ χετα μ π ρ ο σ τά σ ' α υ τ ή τή φ ρ ικ α λ έα π θ ° | ραθώνιο πού συντρίβει, απογειώνει, καθαγιάζει, π τικ ή ...» καί δικαιώνει τήν ήρωίδα της. εμφανίζεται πολύ Ίό «Σημειωματάριο» είναι οριακό έρΥ° κ1* καθαρά στο τέλος, όταν ή Άννα χωρίζει άπό τόν τελευταίο έραστή της, τόν Σώλ. άμερικανό κομ­ άπο άποιμη μουφ ής καί άπί) άποψη περιεχσμ^1® Εστω καί άν ή συγγραφέας του έχει πέσει **'1^ μουνιστή συγγραφέα πού ήρθε οτήν Αγγλία τήν κάποιου γκουρού -Λπυις «ψιθυρίζεται»— έποχή του Μακάρθυ γιά νά βρει καταφύγια. Ό φαίνεται νά τό έχει προδώσει. τουλάχιστον . καθένας υπόσχεται στόν άλλο-άλλη τή συγγραφή πραγματική της ζωή. Εδώ δέν μάς άφβρούν ν' ένός βιβλίου. Η Άννα χαρίζει στόν Σώλ τό και­ ήρωες καί οί ήρωίδες τών έπόμενων βιβλίοέν ^ | νούριο της σημειωματάριο μέ τό χρυσαφί χρώμα, τό μόλις άγορασμένο άπό τό χαρτοπωλείο τής πού φτάνουν σέ σύνολο περίπου τά είκοσιπε Σήμερα βρίσκεται στό τέλος του τέταρτου τι,·Γ γειτονιάς Της. τό σημειωματάριο πού ήθελε νά μιι'ις πενταλογίας. ένα είδος έπ ιστημόνικήC χρησιμοποιήσει γιά τό καινούριο της βιβλίο, τασίας πρίν μερικές έβδομάδες βγήπι <Πί* έλευθερωμένη άπό τούς έφιάλτες πού τήν κατα­ βλιοπωλεία Λ τρίτος τόμος καί πήρε Ι,Γ^" πίεζαν. Μαζί' μέ τό σημειωματάριο τού δίνει καί ιιδιιίφ ορες κριτικές. Τίς πρώτες φράσεις του έπόμενου βιβλίου του 1ρέιφ ει στό διαμέρισμά της στό Γσυέιά, Καί 6 Σώλ τής δίνει τις πρώτες φράσεις του μυθι­ στεντ, μιά Αστική συνοικία του ( στορήματος «'Ελεύθερες γυναίκες», Καί χωρί­ Λονδίνου, βπσυ ζεί μέινη, μέ τρεις ζουν, οάν Ισοι Ίσως καί ίσοι Η Λέσσινγκ μέσα έξέ|ντιι δύο (των στο βιβλίο της είναι τό φίδι πού συνέχεια γυρίζει καί δαγκώνει τήν ούριί ton. είναι τό περίγραμμα ΝΑΙΛΣΛΙ

I 10

παράρτημα Στις σελίδες τον «Παραρτήματος» σχολιάζονται όσα ενδιαφέροντα βιβλία δέν παρουσιά­ ζονται στήν «’Επιλογή». Τά βιβλία επιλέγει ή Σύνταξη τον περιοδικού. Γράφουν οί Κώστας Καλημέρης, "Ελένη Κοροντζή, Χαρά Λονκάκον, Γλύκα Μαρκοπονλιώτον, Βασίλης Παπαβασιλείου καί Κατερίνα Ρονφον.

Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΟ Α Ο Γ ΙΑ

ΓΙΩΡΓΟΥ Σ. ΒΕΛΤΣΟΥ: Οί Απροσδιόριστοι παράγοντες. Δοκίμιο δομικής κοινωνικής ψυχο­ λογίας. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1981. Σελ. 271.

ΣΤΟΧΟΣ τού δοκιμίου αυτού τού Γ. Βέλτσου είvui ή αναγνώριση, ή όριοθέτηση καί ή περιγραφή τών κοινωνιο-ψυχολογικών έκείνων αιτίων (όπως τό ύφος ή τό βλέμμα) πού σάν άτυπα στοιχεία επικοινωνίας άποτελούν άναπόσπαστο κομμάτι κάθε «διαδικασίας κοινωνικής επιρροής» και ταυτόχρονα, παρά τήν ονομαστική τους άπροσδιοριστία (άπροσδιόριστοι παράγοντες), ύπακούουν σέ δυναμικούς νόμους καί διέπονται άπό μιά ειδική μορφή δομικής αιτιότητας. «Χ α ρ α κ τη ρ ίζ ω το ύ ς π α ρ ά γ ο ν τε ς α υ τ ο υ ς ως " Α π ρ ο σ δ ιό ρ ισ το υ ς ” κ α ί όχι " Α σ τά θ μ η το υ ς ή "Α σ τα θ είς " ή " ά δ ό μ η τ ο υ ς " . Ο λ ό γ ο ς είνα ι δ ι τ ­ τός: Α φ ενό ς ζη τώ νά δ η μ ιο υ ρ γ η θ ε ϊ μ ιά π α ρ ή χ η σ η σ έ φ ω ν ο λο γικ ό κ α ί ΰ φ ο λ ο γικ ό ίπ ίπ ε δ ο , μ έ τήν ίδ ια τή δ ρ ά σ η τώ ν π α ρ α γό ν τω ν α υτώ ν, δ η λ α δ ή μ ε τό ν π ρ ο σ δ ιο ρ ισ τικ ό το υ ς ρ ό λο σ τή δ ια μ ό ρ φ ω σ η τώ ν σ υ ν ο λ ικ ώ ν κ ο ινω νικ ώ ν φ α ινο μ ένω ν, κ α ι α φ ε ­ τέρ ο υ εισά γω ένα ε ίδ ο ς ε π ισ τη μ ο λ ο γ ικ ο ί' ε υ φ η ­ μ ισ μ ο ύ , ο ν ο μ ά ζ ο ν τα ς " Α π ρ ο σ δ ιό ρ ισ το υ ς του ς π α ρ ά γ ο ν τ ε ς εκ είν ο υ ς π ο ύ έ ν τέλ ει είν α ι π ρ ο σ δ ιο ­ ρ ισ μ έν ο ι εφ ό σ ο ν λ ε ιτο υ ρ γ ο ύ ν π ά ν το τ ε μ έσ α ατά όρια τή ς δομ ής...»

Τό όλο κείμενο λειτουργεί σέ δυύ κύρια έπίπεδιι: Σ' ένιι πρώτο καθαρά έπιοτημολογικό, συ­ στηματικό ή περι-γραφικό, μέ σύνθετες, άναγκαίες ή μή, βιβλιογραφικές άναφορές, βασισμένο στήν «δμολογία» διαφορετικών μεθοδολογικών έργαλείων. Καί σ’ ένιι δεύτερο «έκρηκτικο καί φ>ανταοιογενές», Ιδιόμορφο καί ά-προοδιόριστο, πού άποτελεί τό «ύφος» τού δοκιμίου καί πού παίζει τόν καθοριστικό καί «προσδιορισμένο» ρόλο του οτά πλαίσια τής Ιδιαίτερης λειτουργίας του, σάν κομμάτι τιϊιν κοινωνιο-ψυχολογικων διαδικασιών τών ειδικών μορφών τής «κοινωνι­ κής έπιρροής». Γ. Μ.

Π Α ΙΔ Α Γ Ω Γ ΙΚ Η

MAURICE DEBESSE — GASTON M1ALARET: Οί παιδαγωγικές επιστήμες. Τόμος A Γενική εισαγωγή. Πρόλογος-μετάφραση-σχόλια-σημειώσεις Ήλία Βιγγόπουλου. Προλε}·όμενα Χρήστου Φράγκου. Αθήνα. Δίπτυχο. 1980. Σελ. 363.

ΣΤΗ χώρα μας «διαμορφώθηκε μιά νόθος παιδα­ γωγική τάση ίστορικοφιλολογικής παράθεσης παιδαγωγικών γνωμών, άπό τήν άρχαιότητα ώς σήμερα, καί όχι μιά πραγματική παιδαγωγική κα­ τεύθυνση στηριζόμενη στή συστηματική μελέτη καί έρευνα τής σχολικής πραγματικότητας ή του­ λάχιστον στήν "κοινή λογική"»,γράφει οτάπρολεγόμενα τών «Παιδαγωγικών έπιστημών» ό Χρ. Φράγκος, καθηγητής τής παιδαγωγικής στό Πα­ νεπιστήμιο Ίωαννίνων. Μετά τά παραπάνω, είναι αυτονόητη συνέπεια ότι ή έρευνα κι αύτό πού ονομάζεται σύγχρονη επιστημονική παιδαγωγική βρίσκεται στόν τόπο μσς σέ έμβρυιική κατάστικτη. Άπό τήν άλλη με­ ριά, οί άνάγκες τού άναγνωστικού κοινού πού θέλει νά συνδέσει τόν έκπαιδευτικό χώρο μέ τόν εύρύτερύ του κοινωνικοϊδεολογικό, καλύπτεται μέ τήν έκδοση μεταφράσεων βιβλίων πού περι­ έχουν τίς νέες τάσεις καί κυρίως τίς νέες θέσεις τής παιδαγωγικής -πού όμως δέν άποτελούν πάντα άπόφιεις έμπεριστατωμένων έπιοτημονικών άναζητήσεων. Ή έκδοση τών «Παιδαγωγικών έπιστημών» «μάς έπιτρέπει νά ακεφτούμε ότι κάτι άρχίζει νά άλλάζει καί στόν τόπο μας» γράφει ό Χρ. Φράγ­ κος. Πράγματι, χωρίς νά Αμφισβητούμε τή χρησι­ μότητα καί τήν ποιότητα πολλών άπό τίς σχετικές εκδόσεις, πρέπει νά δεχτούμε ότι ένα έργο βάσης, ένα έργο Αναφοράς, σάν τίς «Παιδαγωγικές έπιοτήμες», λείπει άπό τή βιβλιογραφία μας. Τό όκτάτομο αύτό έργο είναι προϊόν συλλογι­ κής ίργασίας, όχι μόνο γάλλων άλλά καί γερμανών, βρετανών, Αμερικανών παιδαγωγών πού χρησιμοποιούν έπιστημονικά δεδομένα έρευνών σέ διάφιορες χώρες, πράγμα πού προσδίδει στήν έκδοση πραγματικά διεθνείς διαστάσεις.


Τήν έποπτεία τού έργου έχουν οί Μ. Debesse, καθηγητής τής παιδαγωγικής στό Πανεπιστήμιο τού Παρισιού, καί ό G. Milliard, καθηγητής επί­ σης τής παιδαγωγικής στό Πανεπιστήμιο τής Caen. Στόχος τών εποπτικών έκδοτων είναι τό σύγγραμμα αύτό νά άποτελέσει μιά σαφή καί αντικειμενική άπογραφή τών ερευνών πού έχουν πραγματοποιηθεί καί τών αποτελεσμάτων πού έχουν προκύψει άπό αυτές. Νά είναι δηλαδή ένα σύγγραμμα άναφοράς όπου θά Ανατρέξουν φοι­ τητές καί έρευνητές με σκοπό νά ένημερωθούν καί νά καταρτισθούν, ώστε νά άναλάβουν κι αυ­ τοί μέ τή σειρά τους άλλες έρευνες. Χωρίς νά δια­ χωρίζονται οί θεωρητικές Απόψεις άπό τίς πρα­ κτικές έφαρμογές, άφού οί παιδαγωγικές έπιστήμες είναι έφαρμοσμένες έπιστήμες, αυτό πού θά βρούν οί έκπαιδευτικοί είναι όχι ένα έγχειρίδιο διδακτικής άλλά τίς θεμελιώδεις έπιστημονικές άρχές τής παιδαγωγικής πρακτικής τους. Ά ς έρθουμε τώρα στόν πρώτο τόμο τής έκδο­ σης πού κυκλοφορεί: περιέχει μιά σειρά άπό με­ λέτες πού χρησιμεύουν σάν γενική εισαγωγή στό όλο έργο. Ξεκινώντας άπό μιά κριτική άνάλυση τής έννοιας τής άγωγής καί τής παιδαγωγικής, δί­ νεται μιά είκόνα τής πρόσφατης έξέλιξη; τών έπιστημών αύτών. ’Ακολουθεί τό κεντρικό θέμα τού βιβλίου: είναι τό κεφάλαιο τό άφιερωμένο στή φιλοσοφία τής άγωγής, ιδωμένο κάτω άπό τό πρίσμα τών παιδαγωγικών έπιστημών. Στό τελευ­ ταίο κεφάλαιο, «θεωρία, πράξη καί παιδαγωγική έρευνα», έκθέτονται οί μεθοδολογικές άρχές χάρη στίς οποίες οί παιδαγωγικές σπουδές άρχισαν νά παίρνουν προοδευτικά χαρακτήρα έπιοτημονικύ. Τελειώνοντας πρέπει νά τονίσουμε τή δουλειά τού Ηλία Βιγγόπουλου τόσο στή μετάφραση όσο καί οτά σχόλια πού βρίσκονται ατό τέλος τού τό­ μου. Γ. Μ.

ΠΑΙΔΑΓίΙΓΙΚΙΙ

ΠΕΠΗΣ Δ Α Ρ Α Κ Η : ΟμαΛικη παιχνίόια τών παώ ιώ νμας. 'Αθήνα, (iuienbrrn, 1980. Σελ. 181

MC τήν άλλαγή τού τρόπου ζωής, μέ τίς πόλεις πού γίνονται όλο καί πιό πυκνοκατοικημίνες καί όπου τ' αυτοκίνητα όλο καί πληθαίνουν, κινδυ­ νεύει νά χαθεί ένα είδος πού ίπιβίωοε γιά πολ­ λούς αίωνες: Τό παιδικό ομαδικό παιχνίδι πού άλλοτε παιζόταν οτίς άλάνες καί στους χωρίς κί­ νηση δρόμους τ' Απογεύματα μετά τό σχολείο. Έτσι, τό βιβλίο τής Πίπης Λαράκη « Ομαδικά παιχνίδια τών παιδιών μας» καθώς καί όλα τά σχετικά βιβλία Αποκτούν ιδιαίτερη σημασία, μιά καί συμβάλλουν στό νά διατηρηθούν στή μνήμη τουλάχιστον πολλά παιχνίδια πού παίζονται στήν 112

πατρίδα μας έδώ καί αιώνες. Μόνο πού φοβούμαι πώς θά έπρεπε νά τιτλοφορείται 'Ομαδικά παι­ χνίδια τών γονιών μας ή τών παππούδων μας. Πάντως, πέρα άπό άπαισιόδοξες σκέψεις, ή συγ­ γραφέας έχει κάνει ένδιαφέρουσα δουλειά. ’Εκ­ τός από μιά συλλογή 177 ομαδικών παιχνιδιών άπό διάφορα μέρη τού τόπου μας, τό βιβλίο τη? περιλαμβάνει κεφάλαια γιά τήν παιδαγωγική ση­ μασία τών παιχνιδιών —καί συγκεκριμένα γιά τίς ιδιαίτερες Ικανότητες πού άναπτύσσει τό κάθε εί­ δος παιχνιδιού στό παιδί- καί κάνει μιά ιστορική άναδρομή στά παιχνίδια τής άρχαιότητας. Αύτό πού συνειδητοποιεί ό άναγνώστης είναι τό πόση άνάγκη ύπάρχει νά δημιουργηθούν otic πόλεις χώροι όπου θά μπορούν τά παιδιά νά συγ­ κεντρώνονται καί νά παίζουν. Κάτι πού ή πολι­ τεία προέβλεπε μόνο στήν 'Ελλάδα έδώ καί 2.500 χρόνια, σήμερα, καί μάλιστα τή στιγμή πού τα άλλα κράτη τό έφαρμόζουν μέ σύστημα, έδώ είναι άνύπαρκτο. Κρίμα. Ε. Κ.

-----------------------------------------

Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ Σ Η

Μ Λ ΡΙΚΑΣ ΒΕΛ. ΦΡΕΡΗ: 41) χρόνια στή* πρώτη τάίη. Αθήνα, Καστανιώτης. 1981. Σιλ· 125.

ΣΤΟ πρωτότυπο καί τόσο αυθεντικά αναμνη­ στικό «οδοιπορικό» (40 χρόνια) τής παιδαγωγι­ κής της καριέρας, ή δασκάλα Μαρίκα Φρέρη Μ®? δίνει ένα γνήσιο έλληνικύ πρότυπο τής πρώτη? τυπικής-σχολικής διαπαιδαγώγησης τών παιδιώνΠρόκειται γιά ένα κείμενο φυσικό καί άβίαστο· γιά μιά μαρτυρία καλογραμμένη καί ζωντανή. Υιϋ ένα πεζογράφημα χωρίς προσποιήσεις καί ταλαντευσιις πού άναφέρεται στίς εμπειρίες, στά βιώ­ ματα καί στίς δράσεις ένι'τς ανθρώπου που ζωΟ του έχει κάνει τό στήσιμο των πρώτων «τυπικιώ βάσεων», τών πρώτων «δομημένων εννοιών’ στους καινούριους Ανθρώπους. Πολυτάλαντη ή Μαρίκα Φρέρη. πού γεννήθηκι στό Ηράκλειο τό 1907 καί δίδαξε στήν ίδιωτικη εκπαίδευση άπό τό '24 μέχρι τό '68, άσχολήύηκΐ παράλληλα μέ τή λογοτεχνία, τή μουσική, τό Λ·1*" δικιι θέατρο, τήν οπερέτα καί τό συστημστ·* χρονογράφ ημα. I ιά μάς τά κείμενά της Αποτέλεσαν μιά οτιγΜ" δροσιάς καί ί|ρεμίας. Γ. Μ

Λ Α Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ

ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΑΠΑΤΑΚΗ: Τό Δωόεχάμερο. Πα­ λιά χριστουγεννιάτικα ήθη καί έθιμα. Αθήνα, Παπαόήμας, 1981. Σελ. 332.

ΠΑΝΤΑ είναι εύπρόσδεκτο ένα βιβλίο μέ τά ήθη καί έθιμα τού τόπου μας. Καί γίνεται πραγματικέ] άπόλαυση τό διάβασμά του όταν αύτά περιγράφονται μ’ ένα ζωντανό, καθημερινό ύφος. Αύτό συμβαίνει καί μέ τό βιβλίο τού Κ. Καραπατάκη. Αναμνήσεις άπό τήν παιδική ηλικία, άπό τίς διηγήσεις τών παππούδων ή τίς παραμονές στά διάφορα χωριά τού τόπου μας, ξεπηδούν κάθε τόσο διαβάζοντας γιά τά ήθη καί τά έθιμα —άπ όλη τήν Ε λ λ ά δ α - τού Δωδεκάμερου πού άρχιζε τήν πρώτη μέρα τών Χριστουγέννων καί τελείωνε τήν παραμονή τών Θεοφανείων καί πού οτά παλιά χρόνια ήταν μιά Αλυσιδωτή γιορτή μέ διάφορες παραλλαγές καί πολλές άποχρώσεις. Οί καλικάντζαροι, τά κάλαντα, τό χριστου­ γεννιάτικο δέντρο, τά χριστόψωμα, τά Χριστού­ γεννα καί τά σούρβα, ή Πρωτοχρονιά καί τό πο­ δαρικό, ή βασιλόπιτα, τά Θεοφάνεια σέ διάφορες περιοχές τής 'Ελλάδας καί χίλιες δυό λεπτομέ­ ρειες περιγράφονται άπύ τόν Κ. Καραπατακη με ένα δροσερό καί κατανοητό ύφος πού σέ κάνει να διαβάζεις εύχάριστα καί μέχρι τέλους τό βιβλίο του. Ό Κ. Κ αραπατάκη; γεννήθηκε οτά Γρεβενά τό

1906. ’Εργάστηκε σά δάσκαλος. Ιδρυσε στο Συνενδρο Γρεβενών, όπου υπηρετούσε, το 1936 ένα μικρό άρχαιολογικό μουσείο. Τό 1940 πήρε μέρος στόν ’Αλβανικό Πόλεμο καί σέ συνέχεια στην Εθνική Αντίσταση. Γιι'ιτή δράση του αυτή, απο­ λύθηκε ι’ιπό τήν υπηρεσία του καί άπό τότι ασχολεϊται συστηματικά μέ τή λαογραφία. Εκτός απο «Τό Δωδεκάμερα τών Χριστουγέννων» έχει γρά­ ψει τό «Γάμος τού παλιού καιρού», « Ο Δράκος τού Θεού», «Ό Μάρτης καί τά χελιδονίσματα», «Ή μάνα καί τό παιδί στά παλιότερα χρόνια». Έχει βραβευτεί πολλές φορές άπό τήν Ακαδη­ μία. Ό Κ. Καραπατάκης έχει έτοιμα Αρκετά βιβλία λαογραφικσύ περιεχομένου πού σίγουρα θ άξιζε τόν κόπο νά τά δούμε: τυπωμένα. Γ. Μ.

Λ Α Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ ΙΩΑΝΝΗ ΧΑΒΑΚΗ: Ό κρητικός αργαλειός καί τά κρητικά μεσαιωνικά καί μεταμεσαιωνικά ρούχα. Σελ. 75.

ΟΙ περισσότερες μελέτες πού έχουν δημοσιευθεί μέχρι τώρα γιά τίς κατά τόπους ενδυμασίες έχουν ώς Αφετηρία τήν Τουρκοκρατία, Αγνοώντας τήν έξέλιξη πού πέρασε τό κοστούμι μέσα άπό τίς προηγούμενες ιστορικές περιόδους: Αρχαιοελλη­ νική, πρωτοχριστιανική, μεσαιωνική καί μεταμεσαιωνική. ’Εξαίρεση λοιπόν Αποτελεί τό βιβλίο τού 1. Χαβάκη, στό οποίο ό συγγραφέας τοποθε­ τεί ώς Αφετηρία τής κρητικής φορεσιάς τήν έποχή πού ή βυζαντινή μόδα έπέδρασε στό νησί, μετά τήν κατάληψή του άπό τό Νικηφόρο Φωκά, ένώ στή συνέχεια έπισημαίνει τίς έπιρροές τής φράγκικης μόδας, όταν τούς Βυζαντινούς ύποκατέστησαν στήν Κρήτη οί Φράγκοι. Πλήρεις περιγραφές τών γυναικείων καί Αν­ δρικών φορεσιών γίνοναι στίς σελίδες τού βι­ βλίου καί συνεχείς Αναφορές στίς πηγές, πού οί περισσότερες είναι τό κρητικό τραγούδι, άπό συλλογές τόσο τού ίδιου τού συγγραφέα όσο καί άλλων μελετητών. ’Από τίς ίδιες πηγές εξάλλου άντλησε ό I. Χαβάκης πληροφορίες γιά νά κατα­ γράψει τήν έξέλιξη τού κρητικού Αργαλειού καί νά περιγράφει μέ κάθε λεπτομέρεια όλα τά οργα­ νικά μέρη του, καθώς καί τά ιδιαίτερα σημεία πού ξεχωρίζουν τόν Αργαλειό τής Κρήτης άπό τούς Αργαλειούς τών άλλων νησιών. Θά τελειώσουμε μέ μία παρατήρηση: Είναι παράλειψη νά μήν ύπάρχουν σ’ αυτή τήν οπωσ­ δήποτε Αξιόλογη καί χρήσιμη μελέτη σκίτσα τών τοπικών κοστουμιών- θά βοηθούσαν στήν κατα­ νόηση τού όλου θέματος τόσο τούς σημερινούς Αναγνώστες όσο καί τούς μελλοντικούς μελετητές πού θά ένδιαφέρονταν νά Ασχοληθούν ιδιαίτερα μέ τίς κρητικές ένδυμασίες. Γ. ΓΑΛΑΝΊΉΣ

Φ Υ Τ Ο Λ Ο Γ ΙΑ ARNE STRIP): Φντά τού Όλυμπον. Προσαρ­ μογή έκ τού Αγγλικού καί μετάφραση Ευαγγε­ λίας ΟΙκονομίΑιιν. Αθήνα. Μουσείο Ι'ουλανΛρή Φυσικής Ιστορίας, 1981. Σελ. XXIX + 402.

ΑΝΑΜΕΣΑ στίς δραστηριότητες τού Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας συγκαταλέγεται καί ή έκδοση βιβλίων μέ Αντικείμενο σχετικό μί τούς στόχους καί τά έκθέματά του. Καί Ακριβώς μέσα στά πλαίσια αυτής τής δραστηριότητας Ανή­ κει καί ή πρόσφατη έκδοση τού όγκώδους βιβλίου


ταΐες σελίδες τού τόμου, είναι Αφιερωμένες σ' ένβ εύχρηστο ευρετήριο μέ όλα τά φυτά πού Αναφέρω ό συγγραφέας.

Παραλείψαμε όμως νά άναφέρουμε τήν τόοο κατατοπιστική εισαγωγή γιά τή γεωγραφία, τό κλίμα, τή γεωλογία καί τίς μέχρι σήμερα βοτανι­ κές έρευνες (όπου διαβάζουμε ότι μέχρι τό 1930) Αρχίζοντας Από τό 1851, θέλησαν νά γνωρίσουν τή βοτανική φυσιογνωμία τού Όλύμπου I I βοτβ" νολόγοι, έλληνες καί ξένοι). Στην Αναλυτική αύτή εισαγωγή εντάσσονται, έπίσης, πληροφορίες Υιί1 τούς δρόμους καί τά μονοπάτια πρόσβασης, τήν καταγωγή τών φυτών καί, τό σημαντικότερο, τήν κατά τόπους βλάστηση. Πιστεύουμε ότι τό βιβλίο «Φυτά τού Όλύμπου», συγκρίνοντάς το μέ άλλα παρόμοια, παίρ­ νει δικαιωματικά μία σημαντική θέση μέσα στήν παγκόσμια βιβλιογραφία. "Αλλωστε προσφέρει τή δυνατότητα νά διαβαστεί καί στό έξωτερικό, μι° κι έχει έκδοθεΐ καί στήν Αγγλική γλώσσα. Μέ λίγα λόγια, ένα βιβλίο πού θά μείνει Ανεπα­ νάληπτο γιά πολλά χρόνια. Γ.

γαλα ν τη Σ

Ζ Ω Γ Ρ Α Φ ΙΚ Η

Symphytum Biilbauau. Eva Οπό τα φυτά r or ()/. run nr ,7(»Γ· βρίσκεται at μεσοτιπικιί Λάοη όξνάς, μεταξύ 000 καί 1300 m.

Ή ελληνική ζωγραφική 1832-1022. Πρόλογος Χρύσανθον Α. Χρήστου. ’Αθήνα, Εθνική Τρά­ πεζα τής Έλλάόος, 1981. Σελ. 170.

Η ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ εικονογράφηση καί οί ιστορι­ κές Αναφορές τού κειμένου στήν όμορφα επιμε­ λημένη έκδοση τής Εθνικής Τράπεζας έπιτρέπουν στόν Αναγνώστη νά ζήσει έποχή-χώρο-καλλιτεχνικό έργο καί Ιστορία. Πράγμα ιδιαίτερα ωφέλιμο, μιά καί τό αισθητικό καί ενημερωτικό τού καλλιτεχνικού έργου δίνει πλήρες σήμα τής ελληνικότητάς του. Αύτό δέν Αποκλείει τούς καλ­ λιτεχνικούς έπηρεασμούς Από έξω, Αντίθετα ενι­ σχύει τήν ιστορικότητα τών έργων καί σημαδεύει καλύτερα τήν έποχή. Έτσι ή έκδοση Αποτελεί ή ίδια ζωγραφικοίστορικό πίνακα καί λειτουργεί μεταδίδοντας τή συγκινησιακή κατάσταση, τήν κοινωνική συγκυ­ ρία, τά ήθη καί τίς δυναμικές τής Ιστορικής περι­ όδου 1832-1922. Τονίζω ιδιαίτερα ότι οί ιστορι­ κές Αναφορές δέν εκμηδενίζουν Αλλά τονίζουν καί έξηγούν τίς επιρροές πού διαμόρφωσαν τη συγκεκριμένη τεχνοτροπία τού κάθε καλλιτέχνη. Κ. Κ.

ΚΙΤΣΟΥ ΜΑΚΡΗ: Χιονιαόέτες ζωγράφοι - ^ , λαϊκοί ζωγράφοι από τά χωριό ΧιονάΑες ώ* Ηπειρον. Αθήνα, Μέλισσα, 1981. Σελ. 100.

«Φΐ'τά τού Ολυμπου», ένός βιβλίου μοναδικού γιά την έλληνική βιβλιογραφία, τόοο για τό Αντι­ Ο ΚΙΤΣΟΣ Μακρής, Λαρισαϊος στήν καταγωγή’ κείμενό του όσο καί γιά τήν άρτιότητά του στον ζεί έιπ' τό 1926 στό Βόλο. Οι δεκάδες μονογρα" τομέα έμφάνισης-έκδοσης. φίες του πάνω οέ θέματα λαϊκής τέχ\-ης. ή <η'ν” Στις 400 σελίδες τού τόμου παρουσιάζεται ό θέσή του «Λαϊκή τέχνη τού Πηλίου», δουλει φυτικός κόσμος τής περιοχής του Όλυμπου, άπό 3θχρονης έρευνας (βραβείο 'Ακαδημίας Υ'ά τι’ τίς άμμώδεις παραλίες μέχρι τίς κορυφές τού σύνολο τού έργου του), καί οί συνεργασίες του |“ βουνού, εικονογραφημένος μέ σπάνιο φωτογρα­ εφημερίδες καί περιοδικά τόν καθιστούν φικό ύλικό, δημιουργία τού ίδιου τού συγγραφέα, πρόσωπο έιπ' τά σημαντικότερα στόν τομέα λαο τού Arne Striil. Ο A. Soid. καθηγητής τής συστηματικής βοτα­ γραφ ία-λαίκή τέχνη. Ό Μακρής λοιπόν μέ έλιιχ1" νικής οτό πανεπιστήμιο τής Κοπεγχάγης καί μέ­ στο έιρχειακό ύλικό καί οέ περιοχή Αγονη Υι“ πολλούς λόγους, ούλλεξε Αγιογραφίες, κοσμθώ λος τής Ακαδημίας Επιστημών τής Δανίας, ζωγραφική, παλιές φωτογραφίες, σχέδια, έπιστ·’ ίζησε πολλούς μήνες άποτραβηγμένος στόν λ<ϊ . συνεντεύξεις, ύλικό πού έιποτέλεοε τή 6ά<Λ Ολυμπο, περιμένοντας τήν άνθοφορία των φυ­ αυτού του βιβλίου. Έτσι καλύπτει όλη τήν πΗ1 τών (πολύ σύντομη γιά βρισμένες κατηγορίες), ιώο δραστηριότητας τιϊτν ζωγράφων απ' τό χωρ'1’ γιά να τά άποτυπώοει οί φίλμ καί. στή συνέχεια, Χιονιάδες. να τά άναλύσει καί νά τά κατατάξει. Εξάλλου « II μελέτη τής λαϊκής τέχνης μιάς έλληνίΧ'Ε τον κόπο τής συλλογής καί τής επεξεργασίας τού περιοχής δέν μποριι νά έχει έστω καί σχεΤίΧΐ υλικού μπορεί Ακόμη καί β αμύητος Αναγνώστης πληρότητα χωρίς παράλληλη γνώση τής τέχν'Ι’· να εκτιμήσει έτσι που είναι παρουσιασμένο κάθε ϊ'ιλων των περιοχών τής χώρας μας καθώς καί τ<»ν φυτό (κοινό ή σπάνιο), μέ τη φωτογραφική του γειτονικών λ..... προλογίζει ό Μακρής. ΆόΧ'ΐ • ταυτίττητα» καί μέ μιά σύντομη πληροφόρηση ίνδιαφ ερουσα πού Αποτελεί σημαντική ιΙ»ί*,ΙΙ,,Ι για τή συμπεριφορά του. Αλλά ιιύτό είναι μόνο ένα μέρος τού βιβλίου, στη μελέτη τέτοιων θεμάτων, Τό βιβλίο αυτό γιατί Ακολουθεί ένα κεφάλαιο μέ εύρύτερο περι­ τήν Αριια είκονογριιφ ημι'νη παρουσίαση τη γραφικό χαρακτήρα γιά τούς βιότοπους, τή μορ· κής μας παράδοσης, τιμά τέι συγγραφέα κι φολογία των φυτών τήν έποχή τής Ανθησης καί τή βοήθησαν νά έκδοθεΐ, γεωγραφική τους ίξάπλωοη Οσο γιά τίς τελευ III

Ζ Ω Γ Ρ Α Φ ΙΚ Η

Α Ρ Χ ΙΤ Ε Κ Τ Ο Ν ΙΚ Η ΡΟΜΠΕΡΤ Φ ΥΡΝΩ-ΤΖΟΡΝΤΑ Ν: Ιστορία τής Αρχιτεκτονικής. Μετ. Δημήτρη Ηλία. Αθήνα, Ύποόομή, 1981. Σελ. 434.

ΑΣ τό τονίσουμε Απι> τήν Αρχή: έκδόσεις σαν κι αύτήν Αποτελούν καίρια συμβολή στήν έλληνική βιβλιογραφία. Μιις λείπουν, οέ πολλούς τομείς, τά βασικά έργαλεία. Μιις λείπουν έκδόσεις υπο­ δομής όσον Αφορά σ' ένα εύρύ φάσμα θεμάτων τού έπιστητού. Μπορούμε, λοιπόν, νά πούμε ότι βιβλία οάν κι αύτό έρχονται νά καλύψουν ένα κενό. Ή «Ιστορία τής Αρχιτεκτονικής» είναι γραμ­ μένη μέ γνώση, μεθοδικότητα καί σαφήνιια. Και πώς νά γίνει! Ό συγγραφέας της, ό Ρόμπερτ Φυρνώ-Τζόρνταν (1905-1979). δούλεψε Αρκετά χρόνια δ ίδιος σάν Αρχιτέκτονας πρίν γίνει καθη­ γητής τής Ιστορίας τής Αρχιτεκτονικής στην Ar­ chitectural Association School τού Λονδίνου. Καχει τό θέμα του ίκ τών έσω καί είναι προικισμέίς\ιέ συγγραφικό τάλαντο. Περιδιαβαζιι μ ινεότΚοτό τοπίο τής δυτικής Αρχιτεκτονικής, ξειινώνηες Από τήν Αρχαιοελληνική περίοδο και

Ό καθεόρικός ναός τον Κύβον (1037-40) ήταν χτισμέ­ νος μέ τό ρνθμό πον επικρατούσε στή Θεσσαλονίκη

φτάνοντας ώς τήν έποχή μας. Ή Ανάπτυξη τών έπιμέρους κεφαλαίων γίνεται μέ τρόπο έπαγωγό, εύληπτο καί σαφή, Ακόμη καί γιά τό μή ειδικό. Νά σημειωθεί ή πλούσια είκονογραφική κάλυψη τών θεμάτων. Β. Π.

Κ Λ Α Σ ΙΚ Η Π Α ΙΔ Ε ΙΑ ΑΡΗ ΔΙΚΤΑΙΟ Υ: Anthologia Graeca, ή λεγομένη Παλατίνη. Τόμος Α'. Αθήνα , Γχοβόστης, 1980. Σελ. 393.

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ "Αρης Δικταϊος καταπιάστηκε μ’ ένα πολύ φιλόδοξο καί δύσκολο εγχείρημα: Τή μεταφορά στή σύγχρονη έλληνική γλώσσα τού συνόλου σχεδόν τής «Ελληνικής Ανθολογίας», τής γνωστής ώς Πιελατίνης. Ή έργασία του Αρ­ χισε στά 19β7. Τότε, γράφει ό Δικταϊος, «πρωτόρθα σ' έπσψή μέ τήν έκδοση τού Hermann Beckby, πού μού Αποκάλυψε σ’ όλη του τήν έκταση, τούτο τό έκπληκτικό θαύμα, ένός ποιήματος πού φωτίζει τήν έλληνική μοίρα μας, σέ μιάν Απί­ στευτα μακρά διαδρομή. Από τά προομηρικά ώς τά μέσα βυζαντινά χρόνια, ένώνοντας τόν "Ομηρο μέ τόν Φώτιο, τήν προϊστορία μιις μέ τήν αυγή τής σύγχρονης Ιστορίας μας». Ό Δικτιιϊος πολιορκεί τό θέμα του μέ όπλα τή γνώση καί τήν ευαισθησία. Κομίζει στοιχεία καί καταθέτει μεταφραστικές προτάσεις πού συμβάλ­ λουν στή γνωριμία μέ διάφορες πτυχές αυτού τού πολυσήμαντου corpus. Μπορεί κάποιος νά ιηιμφωνεϊ ή νά διαφωνεί μέ τίς προτάσεις αύτές. Κα­ νείς όμως δέν μπορεί νά Αρνηθεϊ τό μόχθο καί τό πνεύμα εύθύνης μέ τό όποιο Αντιμετωπίζεται τό Αντικείμενο σ’ όλες σχεδόν τίς διαστάσεις του. Β. 11.


Π Ο ΙΗ Σ Η

Π Ο ΙΗ Σ Η

ΑΘ Η ΝΑΣ Π Α Π Α ΔΑ Κ Η : Η άμνάόα τών ατμών. Θεσσαλονίκη, Έγνατία, 1980. Σελ. 35.

ΝΙΚΟΥ ΣΠΑΝΙΑ: Ποιητική Ανθολογία άπό τόν ισπανικό έμφύλιο πόλεμο. Θεσσαλονίκη, Έγνατία, 1981. Σελ. 140.

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ τής «γυναίκας» ή τής νοικοκυράς, τού άνθρώπου πού όρίζοντάς του μοναδικός, αιώνες τώρα, είναι ό νεροχύτης, ή χύτρα μέ τό φαγητό πού βράζει, τά ρούχα πού πλένονται καί σιδερώνονται, είναι τά τραγούδια τής Άθηνάς Παπαδάκη, ή τελευταία συλλογή της «’Αμνάδα τών ατμών». Μετά άπό άλλη μιά ποιητική συλ­ λογή καί δυό παραμύθια, «Ό τενεκές τού λα­ διού» καί «Ό πετούμενος κήπος», ή ποιήτρια μάς δίνει τήν τελευταία της δουλειά.

ΣΑΝ κόκαλο στεγνή, τεντωμένη σάν πετσί Τύμπανου τον μεσημεριού πού βγάζει υπόκωφο ' Ήχο. Κάμπος καί άετοφωλιά, σιωπή Κάτω απ' τήν τρίαινα τών καιρών "Ετσι ήταν ή Ισπανία. Δείγμα γραφής άπό ένα ποίημα τού Pablo Ne­ ruda γιά τήν αιματοκυλισμένη χώρσ, παρμένο άπό τήν ποιητική άνθολογία τού Νίκου Σπάνια γιά τόν ισπανικό έμφύλιο πόλεμο. Rafael Alberti. Pablo Neruda, Antonio Ma­ chado, Paul Eluard, Pierre Jean Jouve. W. H. Au­ den... "Αλλοι μέ τήν πένα, άλλοι μέ τήν πένα καί τό όπλο, όλοι μέ τίς ευαίσθητες ποιητικές τους κεραίες νά δονούνται έντονα άπό τά τραγικά γε­ γονότα καί τή φασιστική άπειλή, έκαναν τόν έμφύλιο έμπειρία τους γιά νει τήν άποκρυσταλλώσουν μέ τή σειρά τους στά ποιήματά τους. Γιά νά θυμάται ό κόομος! Η μικρή αύτή άνθολογία περιλαμβάνει καί μιά σύντομη εισαγωγή. Τό πρώτο μέρος είναι κατα­ τοπιστικό γιά τή στίγχυση πού έπικρατούσε ο όλες τίς άντιμαχόμενες μερίδες, γιά τίς άναπόφευκτες άκρότητες ένός έμφυλίου σπαραγμού. Τό δεύτερο μέρος τής εισαγωγής είναι άιριερωμένο ο έναν ειδικά ποιητή, τόν Miguel Hernandez, μ' ένα σύντομο βιογραιρικό σημείωμα. Η μετάφραση όλων τών ποιημάτων υποθέ­ τουμε ότι έχει γίνει (έφόσον δέν σημειώνεται ρητά όνομα μεταφραστή) άπό τόν Ιδιο τόν κ. Ν. Σπά­ νιά.

«Ή σκλαόιά μου δέ μετριέται μέ τίποτα». "Οπως μέ τίποτα δέ μετριούνται οί στίβες τά πιάτα στό νεροχύτη, τά ρούχα γιά πλύσιμο, οί δουλειές τού νοικοκυριού, τά κουζινικά... Δια­ μαρτυρία; Ίσως όχι. Μόνο οργή δέν υπάρχει στό έργο τής Α. Π. ’Ενώ υπάρχει τρυφερότητα, εύαισθηοία, ένα άπόλυτα γυναικείο γράψιμο (καί τής χρειάζεται ιδιαίτερο μπράβο γι’ αυτό) καθώς καί ή συνειδητοποίηση τού παραδοσιακού ρόλου τής γυναίκας, τού ρόλου πού άποτέλεσε τό κέντρο τής ύπαρξης γιά εκατομμύρια άνώνυμες γυναίκες, γιά τίς μανάδες μας (δέν είναι τυχαίο πού ή ποιήτρια άφηερώνει τή συλλογή αύτή στή μάνα της) πού μάς μεγάλωσαν φτιάχνοντας γλυκά, καθαρίζον­ τας ψάρια, πλένοντας, συγυρίζοντας, δίνοντας τόν έαυτό τους γιά τούς δικούς τους άνθρώπους, καί γιά τή δίκιά μας γενιά πού συνεχίζει μέ τή θέλησή της ή καί όχι τήν ίδια μοίρα: Κι είναι φορές πού αγγίζει τήν πληρότητα ή οννήθεια. Μ' αγάπη καί υποταγή προστατεύω τούς άντρες μον. Σνχνά, πληγώνω μέ βελονιές τά ρούχα γιά χάρη τους». Τραγουδά τή ζωή τής νοικοκυράς, τήν άχαρη κ. Ρ ζωή τόσων καί τόσων γυναικών: «Αύτή είναι ή ζωή μον, ό διάδρομοςποέ< / ένώνει τά ύπνοόωμάτια μέ τό σαλόνι / τ( Αλλο; όέν τολμάω νά πώ. / κάτι μ' έιπουροφτι ύπουλα». Βαθιά άληθινή φωνή ή φωνή της, φωνή πού Π Ε ΖΟ ΓΡ Α Φ ΙΑ τόλμησε νά τραγουδήσει Ασχολίες ταπεινές κι ασήμαντες (;). Ή πλούσια γλώσσα της αποκαλύ­ πτει έναν κόσμο γεμάτο άπραγματοποίητα όνειρα, δάκρυα πού στέγνωσαν προτού τά δει κανείς, δλα ιδωμένα μέ άπειρη γλυκύτητα κι Π Ο Π Η Σ 1KPUNYM AKH Η βγαίνει τίποτα ευαισθησία καί πόνο κι έκφρασμένα μέ σπάνια 'Αθήνα, 'Εξάντας, 1980 Στ λ 148 Ικανότητα: «Είμαι γνναίκα, κάτι Ι'.ΝΛ σπάνιο βιβλίο γραμμένο άπό μιά καινσυρι·* οάν συγγραφέα έπεσε ιττά χέρια μου. Είναι Τό μεσάνυχτα, μέ τό πολύτιμο οκοτάΛι Ακόμη βγαίνει τίποτα. τής ΙΙάπης I ερωνυμάκη Μιά Ϊλ/^|!Ν άκα τέργαοτο-, ναίκα ζεϊ, με τόν άντρα της καί τει δυό της Ε. ΚI δια. μιά ζωή μικροαστική, μίζερη, μέσα σί νομικές δυσκολίι . Διασκεδάσεις οέ κέντράΝ-. γλέντιιι μέ φίλους που έρχονται άπό τό ίί·τ®ε I Ιβ

ρικό, λίγο παιχνίδι. ’Ασυνεννοησία άνάμεσα στό άντρόγυνο -εκ είνο ς πρακτικός άνθρωπος, ή δου­ λειά, οί δυσκολίες, τά οικονομικά δέν τόν άφήνουν ν ’ άπογειωθεϊ. ’Εκείνη μονίμως στά σύν­ νεφα, τεμπέλα, άνέμελη, χαριτωμένη, έπιπόλαιη, τρυφερή, λίγο διανοούμενη, τραγικός εκπρόσω­ πος μιάς γενιάς γυναικών πού άφησε τόν παρα­ δοσιακό της ρόλο πριν προλάβει νά βρει καινού­ ριο, πρίν «άπελευθερωθεί» ούσιαστικά. Γράφει ημερολόγιο καί γράφει κι ένα μυθιστόρημα όπου τά πρόσωπα καί οί καταστάσεις είναι λίγο-πολύ εμπνευσμένα άπό τή ζωή της καί τή ζωή τών φί­ λων της.

«Ή Βιψανία έδωσε τού Δαβίδ νά διαβάσει «ϋτή τή σελίδα... Ό Δαβίδ ήταν βυθισμένος στ αθλητικά, καμιά φορά τόν κατάφερε. Τό διάβασε στά γρήγορα, τό παράτησε μέ λίγο άπορημένη βαριεστημάρα: άρλούμπες! ’Εμένα μ άρέσει είπ αύτή πεισματωμένα. Ναί εσύ όλο τή σπουδαία κάνεις κι όλο άρλούμπες γράφεις καί λεφτά γιοκ. Γιά νά δώ τόν τίτλο: Οί καθρέφτες! Κύριε ε εησον, γιά όργια θά γράφει. Ναί, γιά όργια, καλα κάνω, τά όργια μ' άρέσουν, καί συνέχισε πιό πει­ σματωμένη.» Ή άσυνεννοηοία κορυφώνεται μέ μιά εξωσυζυγική περιπέτεια τού άντρα, πού έχει μά ιστα δυσάρεστες συνέπειες. Εκείνος τήν άντιμετωπιςει άνάλογα μέ τό χαρακτήρα του, δειλά —τήν πίτα ολόκληρη καί τό σκύλο χορτάτο-, μέ μεγαλύτερη πάντως ισορροπία άπό τή γυναίκα, στην οποίο φέρνει τεράστια ψυχική άναστάτωση καί αντί ρα πότε σύμφωνα μέ τίς προοδευτικές της ιδέες, ποτέ όπως θά άντιδροϋσε ή μητέρα της. Η ζωή ξαναγυρίζει όμως στήν παλιά της ρου τίνα καί συνεχίζεται μέ τίς συνηθισμένες της δυσ­ κολίες καί δέν τελειώνει ούτε μέ τό θάνατο, όπως άτελείωτο μένει καί τό μυθιστόρημα τής ΠΙΙΗ νιας... Ή Πάπη Γερωνυμάκη έχει έναν έξαιρετικό τρόπο γραφής, λιτέ), άμεσο, τά νοήματά της γι νονται φράσεις προτού άκόμα γίνουν σκέψεις κι έκλογικευθούν. Θαρρείς καί πέφτουν στό χαρτί συναισθήματα άτόφια: «Τήν κοίταξε λοξά-λοξα. τά μάτια του γεμάτα αγκάθια. Αν υπάρχουν στον κόσμο Θέ μου άλλα τέτοια μάτια σάν τριαντα­ φυλλιές, πετάχτηκε πάνω ή Βιψανία. άχ γιατί με κάνεις καί σέ λυπάμαι έτσι, δέν άντέχω αυτή τη λύπη, μή οκάς, δέν έκανες καί κάνα έγκλημα... Μή οκάς». Ι'ά πρόσωπα είναι τόσο ζωντανά που ξαφνια ζουν τά λόγια τους, οί σκέψεις τους πονανι. γιατί είναι λόγια καί σκέψεις δικά μας. τών γύρω μας αφάνταστα αληθινά: «Τότε, ένα ξέσκισμα περασ άπό μέσα της όπως όταν τρέχεις καί πιάνεται το ρούχο σου έ ι π ό ϊνα καρφί καί σκίζεται. Ο α) . Ιρέχα βρες τον τώρα τον Δαβίδ... Ο ~ ά°' 11 ‘‘ν έπιαοι στιι κιιλα καθούμενα, τσσι ς μ Ρ^ς Τ^ρίΐΝ/ιατί δέν τήν ένοιαζε; Καί χωθηκι μις στην ’ νη ΑΑναλέτα σκουπίζοντας προσεχτικά τα μαI 1 η|Α ά να μήν ζ. βάψουν. να μή μοί'ντζουρωί· ιτΧιί ς γκρίζες σάν κι αυτί c που ταξί η’συν

μέσα της, χαράματα μισοσβησμένα του λαλήματος». Βλέπουμε τόν έαυτό μας καί τούς άλλους, άν­ τρες καί γυναίκες, νά κινούνται, νά ζούν, νά δια­ σκεδάζουν, νά υποφέρουν εδώ καί πιό έξω, άνθρωπάκια άνήμπορα ν' άλλάξουν τίποτα, άνήμπορα νά καταλάβουν τό παραμικρό. «Ξέχασέ τα 6λ’ αυτά, Δαβίδ, κοιμήσου. Καί νά καταλάβαινες, ποιό τό όφελος; Τίποτα. Δέ βγαί­ νει τίποτα.» Ε. Κ.

Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ

ΚΩΣΤΟΥΛ ΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ: Ή ζωή μέ τούς άλλους. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Κέδρος, 1981. Σελ. 168.

«ΑΥΤΟ τό σπίτι πρέπει νά γκρεμιστεί». «Ό δι­ κηγόρος μιλούσε άδιάκοπα μέ ρήματα πού τής φάνηκαν άγνωστα -λειτουργώ, μεθοδεύω, τεκμη­ ριώνω-», ... «αύτή είναι ή λέξη: ρημαγμένη. Μιά ζωή ρημαγμένη. Πώς νά έρθω μαζί σου;» Όλα έχουν κάτι νά πούνε, γιά λίγα όμως πρά­ γματα ή πρόσωπα, γιά τούς άλλους σέ σχέση μέ ’μένα, κι άντίστροφα. Πρόσωπα πού τελικά άναδεικνύονται στή φυσική άπλα τής ζωής. Κι έρχε­ ται ή στιγμή πού τ’ άγαπημένα πρόσωπα ή πρά­ γματα στοιχειοθετούν μιά διαθήκη, δικαιοπραξία, πράξη ταφής κι άνασκαφής τού παρελθόντος, μέ νόημα άγνωστο, ψυχρό, άπίστευτο. «Ή ζωή μέ τούς άλλους» τής Μητροπούλου εί­ ναι βγαλμένο απ' τό album μέ τίς φωτογραφίες, είναι μοντάζ μνήμης, άγάπης, επικοινωνίας. Ή μαγευτική άναούσταση, ή Ανάσταση κι ή άποκαθήλωση τής ζωής μέ τούς άλλους, είναι ό,τι άπομένει άπ’ τό ρημαδιό. Ή ζωή μου, εγώ, είναι οί άλλοι. Μοιραία κι ασταμάτητα. Κι όπου δέν μπο­ ρείς νά κουβαλήσεις τό album, φτάνει ένα φιλί πού ή φωτογραφία δέν έπιασε. Κείμενο γρήγορο, καθημερινό, τής πόλης, ίσοπεδωτικό, όπως είναι δηλαδη τά πραγματα, μέ δυό-τρεϊς κουβέντες άγαπημένες, λόγια γλυκά, χέρια καί πρόσωπα. Καί φωτογραφίες. Ίσως νά φαίνεται πώς έπιδίωξη τής Μητροπούλου είναι νά τρομάξει κι όχι νά συγκινήσει. «Φίλησέ μου τά παιδιά.» Δυό λέξεις άρκούν, νά σταθούν άντιμέτωπες μά τό ήρωικό κλίμα τής εποχής. «Ήταν ευ­ λογημένη. Ήτανε δυνατή. Καί μόνη.» ’Εποχή γε­ μάτη ήρωες πού σπρώχνει έιφελεϊς νά γράφουν «συνειδητοποιώντας» τό θεόπνευστο τού ήγετικού ρόλου τους. _ «Είχε ένα σπαρακτικό είδος έξάρτησης απο τούς άλλους, άπό τά μάτια, τό στόμα, τά χέρια τους, τά πρόσωπά τους σημαδεύανε τίς μέρες της 117


μέ άσπρο, μέ γαλάζιο, μέ μώβ, μέ μαύρο, μέ τί­ ποτα -τούς άγαπούσε.» Κ. Κ

Π Ε Ζ Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ

Λ ΙΟΝ. ΡΩ.ΜΑ: Αντάτζιο κα ί φούγκα. 'Αθήνα. Εστία, 1981. Σελ. 363.

ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΣ τόν «Περίπλου» του ό ζακυνΗινός συγγραφέας Διον. Ρώμας δίνει τόν ένατο τόμο αυτού τού «μυθιστορήματος-ποταμού» μέ τόν τίτλο «’Αντάτζιο καί φούγκα». Κόντηδων Νταβιτσέντσα συνέχεια. Καί όπως και στά θεατρικά του έργα (Ζακυνθινή σερενάτα κλπ.) κέντρο είναι ή Ζάκυνθος -έδώ ή ειρηνική Ζάκυνθος τού 1735 καί μετά. Τό μόνο πού ταρά­ ζει τήν ήσυχη ζωή τών κατοίκων είναι μιά-δυό συμμορίες νεαρών πού γυρνάνε στά καντούνια μετά τό σούρουπο αναστατώνοντας τήν πόλη είτε μέ παράνομες ερωτοδουλειές είτε μέ λιγότερο ει­ ρηνικούς τρόπους διασκέδασης: καυγάδες, λη­ στείες καί μαχαιρώματα. Τά νόμιμα καί νόθα τέκνα τής οικογένειας Νταβιτσέντσα πρωτοστατούν παντού. Στήν τέχνη καί τά γράμματα όπως καί στίς φασαρίες. Ο νεότερος γόνος θά θελήσει νά διαπρέψει στέι εΰγενές στάδιο τών όπλων καί πηγαίνει οτή Ρωσία, όπου παντρεύεται τή ρωσίδα πριγκίπιοσα Ντολγκορούκι. Κι απ' αότό τ<>γάμο καί τόν περίγυρό του νέα πρόσωπα στόν επόμενο τόμο θά παίξουν ση­ μαντικό ρόλο στον ξεσηκωμό τού Μόριά κατά τά Όρλωφικά. Πρόσωπα άπό τόν κόσμο τής πραγματικότητας καί τού μύθου (Μανόν Λεσκώ - Ντέ Γκριέ κλπ.) μπλέκονται μεταξύ τους σέ τρελό χορό. Περιπέ­ τειες, έρωτες, ίντριγκες, δολοφονίες, όλα σί ένα μαγευτικό μυθιστορηματικό κλίμα κάνουν τόν «Περίπλου» πολύ ενδιαφέροντα κι εύχάριστο. παρ' όλη τή δυσκολία τού ταξιδιού πού οφ είλεται στήν ιδιωματική γλώσσα. Ε. Κ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ IΡΗ Ο ) Ρ ΚI)ΝΛΝ \ Ι Ο ) I Οί τ ε ρ ιτ η ια , τ ον Σίρλοχ Χολ/ic \Ιπ Hanoi/ Καλέπολίτη ΙΙι κτωρίας ΐυα.ιαλη. Αθήνα, Ιζόττας, 1981 Σελ

2Η5. II συγγραφέας κι αυτός έι Κάναν Ντόυλ1 ι ισι, I IX

καί ένα κεφάλαιο πάνω στό Γιώργο Σεφέρη καί έπιφωνηματικά, σού 'ρχεται νά έκφραστεϊς σάν τήν άγγλόφωνη ποίηση. αποτελειώσεις τό διάβασμα τών ιστοριών τού Στή σύντομη αύτή μελέτη ό Μ. Β. Ρ. άσχολείται Σέρλοκ Χόλμς. Οί παλιότεροι, βέβαια, γνωρίζουν μέ τήν ιδιαιτερότητα τού έργου τού ποιητή καί τόν Χόλμς καί τίς περιπέτειές του. Γνωρίζουν τή τήν «έκλεκτικότητά» του στό νά άντλεϊ άπό τόν σχέση του μέ τό βοηθό του τόν Γουώτσον. Ήταν πλούτο τής ελληνικής παράδοσης. Η χρήση τού μιά εποχή πού τό όνομα Χόλμς έσήμαινε τό άπαν ελεύθερου στίχου -μέ τόν όποιο οί Άγγλοσάξοπερίπου τής άστυνομικής λογοτεχνίας. Σήμερα, νες ήταν άπό καιρό εξοικειωμένοι- ήταν κατά τόν χάρη στήν παρούσα έκδοση, μπορεί νά έρθει σέ Μ Β. Ρ. ή κυριότερη αιτία προσέλκυσης καί επαφή μέ τόν κόσμο τού Ντόυλ κι ένα νεότερο προσοχής τών ξένων στήν ποίηση τού Γιώργου κοινό. Γνώμη μας: ή γοητεία τής γραφής, ή ειρω­ Σεφέρη. νική άπόσταση, ή πρισματικότητα τού βλέμματος j Κ. Ρ. καθιστούν ορισμένες άπό τίς ιστορίες τού Χόλμς ! λογοτεχνικά έπιτεύγματα πρώτης γραμμής. Αξίζει νά τονιστεί ή άρτιότητα τής μετάφρα­ σης. Ό Χόλμς είναι ένα ύφος. Αυτό, διαβάζοντας τό ελληνικό κείμενο, δέ σού διαφ εύγει ούτε λεπτό. Β. Π.

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΤΕΡΥ ΗΓΚΛ ETON: Ό μαρξισμός καί ή λογο­ τεχνική κριτική. Μετάφραση I ρηγόρ'Ι Αζαριάόη. θεώρηση κείμενον Κνριλλον Σαρρή, ’Αθήνα, 'Ύψιλον, 1981. Σελ. 120.

ΜΑ ΙΊΟ ) Η Υ ΙΏ Ν A ΡΑΪΖΗ: Αγγλόφωνη φιλο­ λογία. Σνγκριτικεζ μελέτες. Αθήνα. ΚέΛρος· 1981. Σελ. 216.

Ο ΜΑΡΙΟΣ Βύρων Ραίζης γεννήθηκε στήν Αθήνα καί σπούδασε άγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών καί σέ διάφορα άλλα πα­ νεπιστήμια τού έξωτερικού. Άπό τό IΜ78 έχ(| Αναλάβει τήν έδρα άγγλικής λογοτεχνίας καί ψι" λολογίας στό Πανεπιστήμιο ’Αθηνών. Iό πρώτο κεφ άλαιο τού βιβλίου άσχολείται Μ * τούς Αγγλους ποιητές Ούίλλιαμ Μπλέηκ I έητς. Οσον (έφορό τόν Μπλέηκ, μέ τόν τρόπο που μετουοιώνεται ύ κοσμοθεωρία του στήν ποίησή του. τό ποιητικό δηλαδή Αποτέλεσμα τής κριτικής του στάσης Απέναντι στίς κοινωνικοθρησκευτικο-πολιτικές δοξασίες τής έποχής το1',' καί τής σύγκρουσης λογικής καί ένστικτου που τόσο Απασχολούσε τόν ποιητή. Όσον Αφορά το' I εητς. έξετάζει τή σχέση ποιητή-ίοτορίας κ<1 συγκεκριμένα έδώ τήν Ιδέα τού Βυζαντίου όπως περνά οτήν ποίησή του. Μεγάλο μέρος του βιβλίου περιέχει μαέ μελέτη πάνω στον βυρωνισμό καί κατ' έπίκταση στον φ· λελληνισμό γνωστών καί μή Αμερικανών καί *Υ γλων λογοτεχνών. Στήν ένιέτητα πού τιτλοφορείται «Ά λληλοε*1 δράσεις» ί> αναγνώστης ΘΑ συναντήσει μ*α■ έπι* σκόπηση τού συγγράμματος τής June Ui·*Illlli' I’inchin: «Αιώνια ‘Αλεξάνδρεια: Φιέριττερ. Ντάρ οι/ και ΝιΚιαφης· Στόχο; του ουγγοαμμαιό:** ίπίδΐΗΐοη του ίι> εξανδρινου ποιητή στο ftfY Φοροτερ καί Ντάρρελ Στην (δια ένοτητα ύ; μιά κριτική του έργου τής ποιήτριτις Αραβαντινού «ΙΑ έλληνικέε του Τζέημς

«Η ΕΝΝΟΙΑ τού ρεαλισμού πρέπει νά είναι εύρεία καί πολιτική, κυρίαρχη πάνω άπό όλες τις συμβάσεις... δέν πρέπει νά Αναζητήσουμε τήν προέλευση τού ρεαλισμού σάν τέτοιου σέ συγκε­ κριμένα υπάρχοντα έργα, Αλλά θά χρησιμοποιή­ σουμε κάθε μέσο, παλαιό καί καινούργιο, δοκι­ μασμένο καί μή, άπορρέον άπό τήν τέχνη άλλα καί άπό άλλού, γιά νά Αναπαραστήσουμε την πραγματικότητα μέ μορφή πού νά καθιστά έξουσιάαιμη τήν πραγματικότητα αύτή άπό τούς αν­ θρώπους.» Ή θέση αύτή τού Μπρέχτ, ή όποια Αποτελεί Απάντηση στόν Λούκατς, τότε πού ήταν τό «χαϊδεμένο παιδί» κι ό Μπρέχτ ό «Αριστερι­ στής», είναι Ακόμα Αντίδοτο στήν καχυποψία και τήν άκαμπτη άντίληφιη τού σταλινισμού. Ο Τέρυ Ήγκλετον πραγματεύεται τό θέμα του άναοκοπώντας, έμβαθύνοντας, καί παρουσιάζει φάσεις καί προσεγγίσεις τής μαρξιστικής Αντίλη­ ψης σάν κριτικής τής λογοτεχνίας. Πιστεύει πως «δέν μπορεί νά υπάρξει, στήν κυριολεξία της. μια "μαρξιστική κριτική", έάν μέ αυτήν εννοούμε μια Ακαδημαϊκή μέθοδο πού Απλά Αναπαράγει τίς διαδικασίες τής Αστικής κριτικής Αλλά καταλήγει σέ μέιλλον διαφορετικά πολιτικά συμπεράσματα». Όσον Αφορά τή λογοτεχνική κριτική στήν Ελ­ λάδα, πού επιβιώνει είτε σάν προσωπική ίνασχοληοη ή κακουργεί στ' όνομα τίτλων καί θεωριών, τό βιβλίο αυτό θεωρείται σημαντικό καί για τα θέματα πού πιύινει συνοπτικά, καί γιά τή βιβλιο­ γραφία πού προσφέρει σάν Αναφορά, αλλα και γιατί βοηθάει ώστε ή λογοτεχνική κριτική να """ τήσει μιά αυτόνομη διανοητική πρακτική, > ι ς Αντικείμενο, μεθόδους προσέγγισης άιμραοη βοηθάει σημαντικά καί δίνει ένα

κείμενο εύχρηστο γιά τήν προσέγγιση τέτοιου θέ­ ματος. Κ. Κ.

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΚΙΜΩΝΑ ΦΡΑΙΕΡ: Τά πέτρινα μάτια τής Μέόονσας. Αθήνα, Κίόρος, 1981. Σελ. 311.

ΑΠΟ τό Μαρμαρά στίς Ηνωμένες Πολιτείες, καί άπό τό 1961 πίσω στήν Ελλάδα. Λαμπρές σπου­ δές στήν άγγλική καί Αμερικάνικη λογοτεχνία, δι­ δασκαλία σέ διάφορα πανεπιστήμια, διάδοση τής νεοελληνικής λογοτεχνίας σ' όλο τόν κόσμο μέ μεταφράσεις καί μελέτες. Πρόκειται γιά τόν Κίμωνα Φράιερ. Στό έργο του κυριαρχούν οί μετα­ φράσεις έλλήνων λογοτεχνών: Καζαντζάκη, Σαχτούρη, Έλύτη, Ρίτσου, Σινόπουλου, Κινδύνη, Άναγνωστάκη. Τελευταία στά έλληνικά έκδόθηκαν τά: Ή Γέννηση. Τοπίο θανάτου: Εισαγωγή στήν ποίηση τού Τάκη Σινόπουλου, "Αξιόν έστί τό τίμημα: Εισαγωγή στήν ποίηση τού Όδυαοέα Έλύτη. Τώρα ό «Κέδρος» κυκλοφορεί έναν τόμο μέ δοκίμια καί μέ τόν τίτλο τά «Μάτια τής Μέδου­ σας». Ό συγγραφέας Αρχίζει Αναλύοντας τά σύμβολα τής Μέδουσας, τού Περοέα, γιά νά κάνει μιά

Κίμιον Φράιερ I 19


σειρά μελέτες γιά τήν αγγλική καί άμερικάνικη λογοτεχνία. Τόν Απασχολούν οί σχέσεις μέ τή μυ­ θολογία καί τή θρησκεία, οί επιδράσεις πού δέχτηκε από ευρωπαϊκές σχολές καί οί διάφορες κληρονομιές, τό πέρασμα άπό τή χριστιανική στήν κοινωνική μυθολογία, ό άποχωρισμός άπό τό Θεό. ή υπερρεαλιστική καί συμβολισπκή ποίηση, ή πολιτική στήν ποίηση. Μάς διδάσκει πώς διαβάζεται ένα ποίημα καί μάς εξηγεί πώς έγραψε ένα ό ίδιος καί ποιες άντιθέσεις ένωσε σ' αυτό. Λεπτομερή στήν άνάλυσή του είναι τά κεφά­ λαια τά άφιερωμένα στους Ντάλαν, Γέητς, Γουέμπστερ (Δούκισσα τού Μάλφι). Τό τελευταίο μέρος είναι αφιερωμένο στή μετάφραση. Δέν υπάρχει λόγος νά πει κανείς πολλά γιά τό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν αυτά τά δοκίμια, ολα μεταφρασμένα άπό άξιόλογους μεταφραστές. Η διεισδυτική ματιά τού συγγραφέα Ανακαλύ­ πτει τις βαθύτερες διαστάσεις τών θεμάτων του καί ή γραφή του μάς τις αποκαλύπτει. Ε. Κ.

Π Ε Ρ ΙΟ Δ ΙΚ Α Ό Αιόννοος. Τόμος Α ': 1901 Τόμος Η : 1902. ία Ελληνικά ΠεριοΑικά ΠεριοΛικά τον 20ον Αιώνα. άριθ 2. Αθήνα. Ελληνικά Λογοτεχνικό καί Ιστορικό Αρχείο. 1981. Σελ 408 + ΜΗ.

ΙΟ Ελληνικό Λογοτεχνικό καί Ιστορικό Αρχείο συνεχίζει μια ένόιαφέρουσα, αξιολογότατη καί χρήσιμη εργασία. Η άποοτολή του έξηγείται μέ τον τίτλο του. θέλει νά ταξινομήσει καί νά έκδώοη ό.τι καλό ο αυτόν τό χιΐ^ο '^ι^ίοαίΗ· ή όχι. κι ft*ναι άνεμοοκορπισμένο -πραγμα που όέν όφείλεται μόνο στήν Απερισκεψία των ιθαγενών αυτού του τόπου. Ετσι ή έκδοση των δυό τόμων του περιοδικού «Διόνυσος» των ί. Καμπύοη καί Λ. Χατζοπουλου (Μποέμ), βοηθάει ώστε νά γίνει πραγματικότητα αυτή ή ευχή πού διατύπωνε ό Π. Χάρη; νεκρολογώντας μέ ειδικό άρθρο του στή Νεα Εστία του IV3f> τόν ί Καμπύοη. μιλώντας γιιί τιίν άδικο χαμό τού Ιθχρονου νέου καί τό έργο του: «...θά μείνουν υλικό πού θά έκτιμηθεί καλλίτερα, όταν τακτοποιηθεί μι στοργή καί γνώση». Μπορεί ό I Καμπύοη;. πού ή ίπιθανάτια άγωνία του συνδέεται άμεσα μέ τόν ποωτο τόμο τού περιοδικού, νά μήν πρόλαβε νά Λιανυσει τό μισό τής ζωής του. «κηόσσ ό <Διόνυσος· άποτελιι μέτρο γιά τούς έπόμινους. Μαζί μέ τό Λ Χατζο.τουλο. συνεχίζουν τήν παράδικτη καί τόν προσανατολισμό τής . Ιέχνης. τού Κ Χατζοπουλου «Δέν θα ήταν ύπεράολή νά υποστήριζε κανιί: οτι, ουσιαστικά, πρόκειται για τό ίδιο περί οδικο. που άλλάζει απλώς όνομα» γράφ ει ό Μσ120

νος Χαριτάτος προλογίζοντας. Οί εκδότες τού τότε, ταράσσουν τά βαλτωμένα νερά καί τά βα­ τράχια μαζί τους. Παθιασμένοι νέοι, σέ κρίσιμη εποχή, άνοίγουν τήν πόρτα στή βόρεια ευρω­ παϊκή λογοτεχνία καί παρουσιάζουν μεγάλα ονό­ ματα γιά πρώτη φορά. Παρακολουθούν μέ τό περιοδικό τή διεθνή πνευματική ζωή, δημο­ σιεύουν μαχητικά σχόλια καί ντόπιες συνεργα­ σίες. Εν όλίγοις, περιοδικό πού στόχευε στήν προκοπή καί άνύψωση τής πνευματικής ζωής τον τόπου καί έχει τή θέση του στήν ιστορία τών κα­ λών περιοδικών. Κ. Κ.

Α Ν Θ Ο ΛΟ ΓΙΑ IΗ ΜΗ ΤΡΗ Π Α ΝΑ Π Ω ΤΑ ΤΟ Υ (Σύνταξη); Φανταστικό κ α ί λογοτεχνία. Λογοτεχνικά λειμένα καί θεωρία, άριθ. 2. ’Αθήνα. Αίγόχερωί· 1981. Σελ. 20S.

ΤΟ «φανταστικό» είναι μιά έννοια πού έχε1 οπωσδήποτε προκαλέσει πολλές συγχύσει?· Αναφερόμαστε, κυρίως, οτή χρήση τού όρου οτό χώρο τής λογοτεχνίας. Τί είναι τό φανταστικό: Πάν τό μή πραγματικό: Πάν τό λογοτεχνικό; Ο τόμος πού έχουμε στά χέρια μας έπιχειρεΐ νά δώσει μιάν Απάντηση μέσ- άπό τήν πρέίξη καί Τ,1 θεωρία τής λογοτεχνίας. Περιέχει δυό άνθολογικές ένότητες. Στήν πρώτη (Λογοτεχνικά κείμενο) περιλαμβάνονται κείμενα τών: Ε. Τ. Α. Χόφμβν’ Μιλιέ ντέ Λίλ Άντάμ, Γκύ ντέ Μωπασάν. ΜπράΡ Στόουκερ, Έντγκαρ Άλλον Πόε, Χένρυ Τζέημ?· X Φ. Δάβκραφτ, Άντόλφο Κασάρες, Νίκου Καχτίτση καί Τριαντάφυλλου Πίττα. Στή δεύτερη (θεωρία) οί καταθέσεις προέρχονται άπό τού?· Ιζβέταν Τοντόροφ. Ύμπέρ Ζσϋέν, Πιέρ Άντρέ Ιουτέν. Ζακ Γκουαμάρ. Θεόφιλο Γκωτιέ. /·ό* Καμπώ. Ντενί Δεβύ. Μοτέλ Γκρανζέ, X Λ Μπόρχες και Μ. X Παπαδημητρακόπουλο Στή δεύτερη αυτή ενότητα έντιισσεται καί ή είσαγωΥ'Ι τού συντάκτη τού τόμου Λημήτρη Παναγιωτάτού· ο οποίος τοποΗρτρί Γΰοτοχα τό όλο Ηέμο. Β. Π·

ΘΕΑΤΡΟ ΛΗΜΗΤΡΗ ΜΙ ΜΗΙ Ρ Ι ΑΛ Ι Ι II τιμή "Ν τοροΐοζ οεή μανση σγορο Αθήνα. Ακμ

19*Ο Σιλ I II

"ΙΙΙΌΙΑΣΜ θεατρικού έργου*

κείμενό του ό Δημήτρης Δημητριάδης. Μετριο­ φροσύνη; "Οχι. Συνειδητή ήθική-πνευματική στάση. Ό συγγραφέας έξηγείται στό εισαγωγικό του σημείωμα. Δίνει ιστορικά στοιχεία γιά τά άνεβάσματα τού έργου στή Γαλλία (τό 1968 άπό τόν. διάσημο σήμερα, Patrice Chereau, τό 1970 άπό τόν Jacques Albert-Canque), άναφέρεται στίς αλλεπάλληλες επεξεργασίες τού κειμένου καί καταλήγει: «Αυτή ή δουλειά, πάντως, εκεί ποΐ’ έφτασε σήμερα, έκανε συνειδητά σαφέστατο σ αυτόν πού άσχολήθηκε μαζί της, πώς τό γράψιμο ενός θεατρικού έργου, όπου κι άν έχει φτάσει, όποια άξια κι άν έχει, είναι πάντα μιά διαδοχή άπό άπρόβλεπτες φάσεις καί άπό συνεχείς προσ­ πελάσεις τού σημείου τής ολοκληρωτικής του διαμόρφωσης -δέν υπάρχει έργο πού γράφεται μεμιάς καί φείιγει-, τό γράψιμο αυτό δέν τελειώ­ νει σχεδόν ποτέ, καί πώς, στό βάθος, τό μόνιμο άλλά κρυφό θέμα κάθε έργου είναι ό χρόνος καί μόνον αυτός. Τί μένει άπό ένα έργο όταν δέν έχει δημιουργήσει τόν δικό του χρόνο;» Κείμενο άνοιχτό, λοιπόν, ή «Τιμή τής άνταρσίας» έπικαλείται τή σκηνική πράξη ώς πόλο δια­ λόγου άναγκαϊο γιά τή σύνθεση τού νοήματος του. Κείμενο έκκρεμές καί διεγερτικό, υπάρχει γιά νά θυμίζει τήν παρουσία άνάμεσά μας μιας ριζικά διαφορετικής φωνής. Β. Π.

νά προκαθορίζει τήν κοινή γνώμη. Τό μέσο είναι οί δημόσιες σχέσεις καί ό τρόπος παρομοιάζεται μέ αυτόν τής διαφήμισης ένός όποιουδήποτε καταναλωτικού προϊόντος. Στό τρίτο μέρος, τό σημαντικότερο ίσως, ό Σ. Δρομάζος άναζητάει τούς φορείς τού θεατρικού γεγονότος. Χωρίζει τό θέατρο σέ δυό μεγάλες κα­ τηγορίες: κρατικό θέατρο-ΐδιωτικό θέατρο. Κι εκεί άκριβώς ό συγγραφέας, παρά τίς όποιες γε­ νικεύσεις, άγγίζει τό πρόβλημα στή ρίζα του. Τί θέατρα έχουμε; Είτε κρατικά πού έχουν μετατρέ­ ψει τήν πνευματική αυτή λειτουργία σέ υπαλλη­ λική άπασχόληση, είτε πρωταγωνιστικούς θιά­ σους πού τήν έχουν μετατρέψει σέ ιδιωτική επι­ χείρηση. Βέβαια θά ήταν τεράστια παραποίηση τής άλήθειας άν ό συγγραφέας περιόριζε τήν ει­ κόνα σέ αυτούς τούς δυό φορείς. Άλλά δέν τό κάνει. Τονίζει, μέ ιδιαίτερη μάλιστα έμφαση, τήν προσφορά θεατρικών οργανισμών ή όμάδων πού έχουνε δώσει έστω περιθωριακά τόσα θετικά δεί­ γματα στή θεατρική ζωή τού τόπου. Ή λύση πού προτείνει ό Δρομάζος είναι μία: Δημιουργία αυτόνομων καί αϋτοδιοικούμενων θεατρικών οργανισμών μέ κρατική καί δημοτική οικονομική ένίσχυση, ώστε νά μήν υποκύπτουν κάποτε στήν εύκολη λύση τής έμπορευματοποίησης. «Τό θέατρο γιά νά ζήσει έχει άνάγκη άπό κρατική επιχορήγηση, άλλά χωρίς κρατικό πα­ ρεμβατισμό καί ιδιωτική άνευθυνότητα.» Πώς θά μπορούσε κανείς νά μήν προσυπογράψει αύτή τήν πρόταση; X. Λ.

Θ ΕΑΤΡΟ Μ Α Ρ ΤΥ Ρ ΙΕ Σ ΣΤΑΘΗ ΛΡΟΜ ΑΖΟΥ: Προβλήματα θεατρικής κριτικής. Αθήνα, Κίβρος, 1981. Σελ. 01.

Η ΣΧΕΣΗ μεταξύ θεατρικής δημιουργίας καί κριτικής είναι μία σχέση λειτουργικού διάλογου πού παρ' όλες τίς πιθανές άδυναμίες και των δυό πλευρών οφείλει νά είναι ένας διάλογος δημιουρ­ γικός. Σήμερα όμως οτόν τόπο μας ό διάλογος έχει πάρει τή μορφή αντιδικίας, μιάς αντιδικίας άπό τήν όποια μόνος χαμένος είναι τελικά το <ιο t0 κοινό. , , Ό Στάθης Δρομάζος, θεατρικός κριτικός ο διος, θέλοντας νά έξηγήσει τό Αδιέξοδο τής σχί ιης κριτικής-θεάτρου, έπιχειρεΐ νά έντοπίσει τα αίτια πού έχουν προκαλέσει τό ουσιαοτικο οπα σιμό αύτού τού διαλόγου καί έπισημαίνει τα κα­ κώς κείμενα τού θεατρικού γίγνεσθαι. Ετσι του δίνεται έδώ ή εύκαιρία νά κρίνει όχι ένα συγκε­ κριμένο έργο ή μία συγκεκριμένη παράσταση, ιλλιι τό σύνολο τής θεατρικής δημιουργίας στη τοπολεμική Ελλάδα. βιβλίο χωρίζεται σέ τρία μέρη. Ιο πρώτο ι δεύτερο έιναφέρονται στήν άρνητικη δια„ ίπιβιώκιΊ νά προκατασκεύαζε! καί

MARGUERITE YOURCENAR: Μέ ανοιχτά τά μάτια. Σι ’ζητήσεις μέ τόν Malhien Galey. Μετά­ φραση: Μανώλη Πέταλά. ’Αθήνα, Χατζηνικολή. 1981. Σελ. 380.

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ στό έρώτημα άν ή Marguerite Yourcenar είναι άπλώς μυθιστορηματογράφος, ποιήτρια ή καί φιλόσοφος έξαρτάται κυρίως άπό τήν πνευματική στόφα τού άναγνώστη-δέκτη καί όχι υποχρεωτικά μόνο άπό τήν παιδεία του. Τά βιβλία τής πρώτης γυναίκας πού πέρασε τίς πύλες τής Γαλλικής Ακαδημίας μπορούν κάλλιστα νά ιδωθούν τόσο σάν άπλά Ιστορικά ή μή μυθιστο­ ρήματα, σάν στιγμές ύψηλής ποίησης, όσο καί οιίν φιλοσοφικά μελετήματα πού τείνουν νά Οδη­ γήσουν τόν άναγνώστη σέ υπερβατικά έπίπεδα. Στήν Ελλάδα ή Marguerite Yourcenar έγινε γνωστή μόλις πρίν 2-3 χρόνια, όταν οί έκδόσεις Χατζηνικολή έξέδωσαν τόν «Άδριανό» καί στή συνέχεια τήν «Άβυσσο», τή «Χαριστική βολή», τόν «Άλέξη» καί τίς « Ιστορίες τής ’Ανατολής». 121


(’Ελπίζουμε ή προσφορά νά μή σταματήσει εδώ, άλλα νά συνεχιστεί καί μέ τό υπόλοιπο συγγρα­ φικό της έργο, πού περιλαμβάνει θέατρο, δοκί­ μια, ποίηση, αυτοβιογραφία κ.τ.λ.) Φέτος ό ίόιος εκδοτικός οίκος κυκλοφόρησε μιά συζήτηση-μαμοΰθ μέ τόν Mathien Galey. Συ­ ζήτηση πού δέν είναι μιά, άλλά πολλές. Ό Μ. G. συγκέντρωσε μέσα σ' ένα βιβλίο όσα μέσα σέ πολλά χρόνια κουβέντιασε μέ τή συγγραφέα. Ό ίδιος παρεμβαίνει σπάνια καί μέ σεμνότητα. Δέν έπωφελείται τής ευκαιρίας γιά νά άναπτύξει τίς δικές του άπόψεις, άλλά μέ εύστοχες παρατηρή­ σεις κατευθύνει τή συζήτηση έτσι ώστε νά άκούγεται μόνο ή φωνή τής Yourcenar. Αυτό πού κυρίως κάνει τή συνέντευξη έλκυστική καί «διαβαστερή» είναι ή πολυμορφία τής θεματολογίας. Βιογραφικά στοιχεία, άνάλυση τού λογοτεχνικού της έργου (σχεδόν ένα πρός ένα), επιρροές, γνώμες γιά άλλους συγγραφείς, πολι­ τική, έρωτας, φιλοσοφία, θρησκεία. Όλα αύτά όχι μόνο θίγονται, άλλά στήν ούσία άναλύονται άπό τήν ίδια μέ τή μοναδική καθαρότητα καί οξύτητα τής σκέψης της. Καί ή μέγιστη άρετή πού διακρίνει τό συγγραφικό έργο αυτής τής σπάνιας γυναίκας είναι κι έδώ παρούσα: βαθιά σκέψη τόσο άπλά διατυπωμένη. Τόσο άπλά. πού ένώ μπορεί κανείς νά περάσει βιαστικά μιά δυό σελί­ δες. μετά αισθάνεται τήν άνάγκη νά ξαναγυρίσει πολλές φορές σ' αύτές, άκόμα καί άφοΰ έχει κλεί­ σει πιά τό βιβλίο. Ή Marguerite Yourcenar δέν κινείται σίγουρα στά μέτρα τού «μέσου» άνθρώπου. Οι ταοίστές. ό Βούδας, ή αρχαία ελληνική σκέψη, ό χριστιανι­ σμός τήν έχουνε σφραγίσει. ΓΤ αυτό πολλές φορές ξενίζει, ενοχλεί, γοητεύει καί έλκει συνάμα. Διαβάζοντας κανείς τό «Μέ άνοιχτά τά μάτια» έχει τό αίσθημα ότι συνομιλεί ό ίδιος μέ τή συγ­ γραφέα. Καί είναι μιά συνομιλία μέ έναν άν­ θρωπο πού οτή σκέψη του ενώνεται άδιάσπαοτα τό χθές, τό σήμερα καί τό αύριο. «Ό μύθος, γιά μένα, ύπήρξε ένας τρόπος προσ­

έγγισης τού άπόλυτου. Γιά νά μπορέσω ν’ άνακαλύψω κάτω άπό τόν άνθρωπο αύτό πού διαρκεί ή, άν προτιμάτε μιά μεγάλη λέξη, τό αιώνιο.» X. Λ.

δια β α ζω

για παιδια

Επιμέλεια: Βίτω Άγγελοπούλου

ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ

Τό Παρθεναγωγείο καί τά « Ά θεϊκά» τον Βόλοι'· Η αλληλογραφία τών πρωταγωvt(πόιι 'Επιμέ­ λεια Χαράλαμπον Γ. Χαρίτον. Βόλο;, Εταιρεία θεσσαλικών Έρεννών, 1981. Σελ. 386.

ΜΙΑ φωτεινή παρένθεση καί μιά άρχή άνευόδοτιυν μεταρρυθμιστικών προσπαθειών στήν πρόσ­ φατη εκπαιδευτική πραγματικότητα τής πατρίδα? μας άποτελεϊ ή λειτουργία στό Βόλο τού ’Ανώτε­ ρου Δημοτικού Παρθεναγωγείου γιά δυόμισι σχολικά χρόνια. 1908-09. 1909-10, 1910-11 (τό 1911 τό έκλεισαν). Καί είναι εξαιρετικά ενδιαφέ­ ρουσα ή ιστορία τών γεγονότων τού Παρθεναγω­ γείου καί στά σημεία πού άφορούν τή δομή καί τό έργο του καί σέ κείνα πού άνσφέρονται στή δικα­ στική δίωξη τών πρωταγωνιστών του, Ά . Δελμούζου καί Δ. Σαράτση, πού είναι γνωστή μέ τό όνομα «Τά Άθείκά». Ό Χαράλαμπος Γ. Χαρίτος έρεύνησε μέ έπιμέλεια καί παρουσιάζει σ' αύτό του τό βιβλίο κύριο τά αρχεία τών Δελμούζου - Σαράτση. Μέ τή δη­ μοσίευση τών περιεχομένων τών αρχείων (έπιστολών) αυτών, πού αποτελούν πολύτιμες πηγέ? πληροφοριών καί τεκμηρίων γιά τή νεότερη ιστο­ ρία μας, καί τόν έπιμελή σχολιασμό τους άποκτά ο αναγνώστης μιά σωστότερη εικόνα γιά τίς τά­ σεις έξέλιξης της παιδείας μας άλλά καί γιά τά αίτια τής κακοδαιμονίας της. Γ. Μ-

" Ο Βαγγέλης Μάντζαρης παρακαλεϊ όσους άπ ' τούς άναγνώοτες μας έχουν στήν κατοχή τους βιβλία, άρθρα ή μονογραφίες γιά τούς Έλληνες τής Αφρικής γενικά ή Ελληνες ξεχωριστών χωρών τής Αφρικής, νά έπι~ κοινωνήσουν μαζί του στή διεύθυνση »

Ε.Α. MANTZARIS C/O Dept, of sociology U.C.T. P.B 7700 RONDEBOSCH, CAPETOWN SOUTH AFRICA

/ Λ

Ή εικονογράφηση τών βιβλίων γιά παιδιά καί οί προβληματισμοί τών καλλιτεχνών τους - · Υοώιιατα καί σχήματα μάς πολιορκούν άπό παντού. Στήν Ζούμε στήν έποχη της είκονας^Χρ μ στό^ κι^ μαχογράφο καί τά περιοδικά. Καί ή τηλεόραση στις άφισες, ^ ^ ^ “ ^ ο φ ο ρ ε ί γύρω μας έχει μεγάλη σημασία γιά τήν αισθηποιοτητα αυτής της είκονας που κυκ I L πρώτο μέσο γιά τήν έπαφη με τον τική καλλιέργεια τού κοινού. Εξάλλου ή είκονα έντυπο λόγο. - ποοσελκύσουμε τό παιδί στό βιβλίο μέ τήν είκονοΕίναι, λοιπόν, φυσικό να θελου£ ? τά πλούσια καί ζεστά χρώματά τους, αύτά πού γράφηση. Τά εικονογραφημένα 010 - Ρ κείμενο στήν άρχή καί μέ ελάχιστο κείμενο διευθύνονται σέ πολύ ^ τους καθώς δείχνουν καθηλωμένο στό χαρτί τό άργοτερα, προκαλουν τον ένθουσι ι - γάτα, τό αυτοκίνητο, τήν κούκλα... Και γνωστό τους κόσμο, τό άρκουδακι ,^ κα( ποή τούς τά διαβάζει ό ενήλικος, συνιά μικρά σημάδια πού συνοδειών η νά τ· άποκρυπτογραφήσουν. δέονται άμεσα μ’ αυτήν, όσο κι αν 1 1 ε άναγνωστική ικανότητα, ή εικονογράφηση Φυσικά όσο τό παιδί μεγαλώνει κ 1χ(ΐ( ο1 στόχοι χης άλλάζουν. Ό είκονογράτού βιβλίου γίνεται διαφορετική, μένα πράγματα. Έ χει νά εικονογραφήσει ενα φος δέν άρκεΐται νά δώσει απλα κ _ V ' χου κα( μέ Χ(ς γραμμές τού σχεδίου του ορισμένο κείμενο. Μέ τα χρωμ“τ , κείμενο, νά προβάλει τήν άτμόσφαιρά του, τό θέλει νά διίισει ό,τι τόν συγκίνησε α έοεθίσματα στή φαντασία τού παιδιού καί λυρισμό, τήν ποίηση, τό χιούμορ της. νά συγκινήσει τόν ψυχικό του κόσμο. Καλλιεργεί τήν εύαισθησία τού παιδιού Σπουδαίος ό ρόλος τής καλής t Ύν ν ι χαθωτά [κανό νά δέχεται τά μηνύματα καί μαθαίνοντάς το νά βλέπει και - · ΚΚ Χ(-, κείμενο τού βιβλίου, τό κάνει νά τού καλλιτέχνη καί ταυτόχρονα το προσελκύει προς ) άγαπήσει τό διάβασμα. ,,,,Ν,ά ένει ιιακριά παράδοση -λόγου χάρη τήν Αγγλία, Στίς χώρες όπου τό βιβλίο γ.« ηαώιά ,1 ^ ΒιΑιΧΚΙΧΙΧό έπίπεδο είναι άνεβατή Γαλλία, τήν Ιαπωνία. Η.Ι ;Λ’ κ . ·ή|,ναΤοτητες είναι μεγάλες καί ή γενική κοινωνική ομένο, όπου οί οικονομικές και χ . . . κα|· σιΗπηματική καί κάνει δυνατό το μεγάλο πολιτική ατόν τομέα «βιβλίο» l lval ‘ ^ ,,(κονογράφηση δέν άνεβαίνει δυσανάλογα), τιράζ (κι επομένως τό κόστος του > , τέχνης. Στίς διεθνείς έκθέσεις βιβλίων βρίσκουμε πλήθος βιβλία που n v“ ' π ~' . ποιι'ηητα τών εικονογραφημένων εκδόσεων γιά μένει κανένας κατάπληκτος μπροστά στήν πο.ι ι Αντίξοες συνθήκες όχι τόσο τέλεια τεχνικά μέσα, αβέβαιη Γίλν*Τ’Ι λ""-’" Ι'«δ. ολ,? .,,.γάλο κόστος παραγωγής έξαιτίας του μικρού τιράζ κάτώκρή διακίνηση του βιβλίο . I « κ{1|.γ(„ μιά ενθαρρυντική προσπάθεια στην είκοάρχισηνά παρουσιάζεται την Τ|Λ" ’1< π Απευθύνεται στή μικρή ηλικία. Ετσι έχουμε - φ,γράιέ ηση του βιβλίου κ. ιδιαίτερα αυτοί πι


αρκετες εκδόσεις πού είναι πολύ ικανοποιητικές άπό καλλιτεχνική άποψη καί πού όσο κι αν μερικες φορές δεν πετυχαίνουν την τέλεια άπόδοσή τους -άπό άποψη τεχνικής, ιδιαί­ τερα στην εκτύπωση των χρωμάτων- μαρτυρούν όμως τή γενική άνανεωτική τάση πού επι­ κρατεί στο χώρο τής εικονογράφησης. Είναι αυτονόητο ότι ή εικονογράφηση τού βιβλίου γιά παιδιά, εκτός άπό τήν οικονομική της πλευρά, που άφορα κυρίως τούς εκδότες, έχει καί τούς προβληματισμούς καί τίς δυσ­ κολίες της και για τόν καλλιτέχνη. Απευθυνθήκαμε σ' έναν αριθμό καλλιτεχνών -άλλων καθιερωμένων άπό πολύν καιρό κι άλλων νέων, που τα πρώτα τους έπιτεύγματα είναι πολύ ενθαρρυντικά- καί τούς ζητήσαμε να μας μιλήσουν γιά τίς άπόψεις τους πάνω στή δουλειά τους. Τούς ευχαριστούμε γιά τήν ανταπόκρισή τους καί παραθέτουμε τίς άπαντήσεις τους. %

άποκλειστικά άπό μάς. Έτσι μού είναι άδύνατο νά απαντήσω ατά συγκεκριμένα έρωτήματα πού περιλαμβάνονται στό έρωτηματολόγιο. Μπορώ ωστόσο νά σάς πώ ότι βασικό κίνητρο γιά τήν παραπάνω δουλειά μας στάθηκε ή διαπίστωση, πριν άπό κάποια χρόνια, τής φτώχειας, τής κακο­ γουστιάς καί τής προχειρότητας (οι έλάχιστες έξαιρέσεις δέν λογαριάζονται) πού συνθέτανε τήν υπόθεση τού ελληνικού εικονογραφημένου παιδι­ κού βιβλίου. Είναι παρήγορο τό γεγονός ότι άπό

Β. Α· Πώς άποφασίσατε νά ζωγραφίσετε για παιδιά; (συμπτωματικά; σάς ένδιέφερε τό παιδί; γιά κάποιο\· άλλο λόγο;)

παιδικών βιβλίων. Μέσα άπό κάθε ζωγραφιά πού έκανα τότε άνακάλυπτα τό ένδιαφέρον μου γιά τά παιδιά, γιατί αυτό μέ βοηθούσε ν' άνασύρω τό δικό μου ξεχασμένο παιδικό παρελθόν. (Έλευθ. Λιοκουκουδάκη ς). • Μέ άφορμή ένα θεατρικό μου έργο, τόν «Μάγο μέ τά χρήματα», πού παίχτηκε στό θέατρο Έρευ­ νας τό 1978. (Γιάννης Ξανθούλης). • Επαγγελματικά μέ τή ζωγραφική γιά παιδιά ασχολήθηκα μάλλον συμπτωματικά. ’Αλλά ή εΐκονογράφηση τού παραμυθιού, τού Ιστορικού βι­ βλίου καί τού θεατρικού κειμένου ήταν έπιθυμίεξ μου πού λίγο πολύ πραγματοποιήθηκαν. Ειδικά μέ τό παιδικό βιβλίο, πέρα άπό δική μου άνάγκη γιά έκφραση, θέλησα νά ζωγραφίσω τίς είκόνεζ πού διέιβαζα οτά μάτια τών παιδιών μου κι έκείνες πού είχαν μείνει στή μνήμη μου έιπ' τή δική μου παιδική ήλικία. (Διατσέντα Παρίση). • Αύτό είναι τό έπιίγγελμά μου. Έχω σπουδάσει γραφικέ; τέχνες κι έχω ειδικευτεί οτήν εικονο­ γράφηση παιδικών βιβλίων. (Ευγενία Φακίνου). • Τέ) σχέδιο γιά παιδιά πιστεύω ότι πρέπει νά είναι ζωντανό, τρυφερό, πολύχρωμο, διασκεδαοτικά. Μ’ αρέσει νά ζωγραφίζω έτσι. Πάντα μού άρεσε να ξιφυλλίζω καί νά διαβάζω βιβλία με όμορφ ες εικόνες. 'Από μικρή έκανα συλλογή άπό ι τικέτες καί κουτιά σοκολάτας, καραμέλας, )*όζευα όλα αυτά τά πολύχρωμα χαρτάκια πού ήταν γιά παιδιά. Λργιηερα μου δόθηκε ή ευκαιρία να σχεδιάζω έγώ αυτού τού είδους τα «χαρτακια» που ήταν γιά παιδιά. Δούλεψα ίικτώ χρόνια σε ελληνική σσκολατοπσιία μελετώντας καί σχεδίά­ ςόντας άμπαλάζ γιά προϊόντα πού Λπευθυνοντουοιιν σε παιδιά, καί άκομα ουοκευασίες-παιχνίδια. Αυτά τά σχέδια τά είδαν Αργότερο φίλο· καλώ, που είχαν σχέση μέ τό παιδικέ) βιβλίο, μ* έπεισαν νά ασχοληθώ καί μέ βοήθησαν νέι κέινω την έιρχή. (Βάοω Ψαράκη).

• "Ητανε Πάσχα, καί ήθελα νά κάνω κάτι γιά τά παιδιά. Τί άλλο; Κόκκινα αύγά!... Μαζί τους σκέφτηκα μιάν ιστορία άγάπης. Έτσι έγινε τό πρώτο τυπωμένο παραμύθι μου μέ «ζωγραφιές». «Τό Αύγό, ή Πλάκα καί τό "Αλογο». (Μαριάννα Αίνου-Κουτούζη). • Μ' ένδιέφερε φυσικά καί τό παιδί, άλλά καί μού άρεσε πάντα νά φτιάχνω «ζωγραφιές». (Παύλος Βαλασάκης). • Μέ ένδιαφέρει τό παιδί. (Πέτρος Ζαμπέλης). • Αρχισα νά ζωγραφίζω γιά παιδιά έπειδή μ’ ένδιέφερε ή αισθητική τού έντυπου. Τό παιδικό εικονογραφημένο βιβλίο δίνει όλες τίς ευκαιρίες πού μπορεί νά έπιθυμήσει ό ειδικός. Παράλληλα βρήκα ότι είναι μιά πολυσύνθετη καλλιτεχνική δημιουργία καί αυτό μέ συνεπήρε έντελώς. Τό κείμενο, η είκόνα καί τό βιβλίο σάν αντικείμενο, είναι τά τρία στοιχεία πού συνεργάζονται γιά ένα άποτέλεομα πού γιά μένα έχει τίς διαστάσεις μιάς σκηνοθεσίας στό θέατρο ή στόν κινηματογράφο. (Σοφία Ζαραμπούκα). • Δέν μπορώ νά ξεχωρίσω άν ή άγάπη πού έχω γιά τά παιδιά ή ή άνάγκη νά ξεφεύγω γιά λίγο σέ άλλους κόσμους φτιαγμένου; μέ σχέδια καί χρώ­ ματα παραμυθένια είναι πού μ' έκανε νά ζωγρα­ φίσω γιά παιδιά. Ίσως καί τά δυό. (Άντωνης Καλαμάρας). • Τά παιδικά μου χρόνια τά έζηοα στό Λονδίνο, όπου υπήρχε, άπό παλιά, μεγάλη παράδοση βι­ βλίων γιά παιδιά. Πολλά άπό τά βιβλία μου (κεί­ νης τής ίποχής δέν έχουν πάψη νά μέ γοητεύουν και νά είναι ένα ζωντανέ) κομμάτι τής ζωής μου καί τώρα, θέλησα λοιπόν νά μεταδώσω αύτή τήν ιδιαίτερη εμπειρία μου εικονογραφώντας βιβλία, καταρχήν γιά παιδιά, έιλλά πού νά μπορούν νά διαβάζονται μέ ευχαρίστηση καί άπό τούς μεγά­ Κι ένα γράμμα άπό τή λους. (Καλλιίιπη Κοπανίτσα). Μιιριοι»ι Εξιιρχοπούλου 0 Οπως όλες οί αποφάσεις των έινθρώπων ρυ­ θμίζονται έιπό μία έιλυοίδα συμπτώσεων, έτσι Συμίιαινει τα παιδικέι βιβλία πού έχω κάνει )θ πρίν 20 χρόνια ρυθμίστηκαν κι ο! δικές μου άποoi’Vroyficiici τον Hiivrtctt] I φέισεις, οέ σχέση μέ τήν εικονογράφηση βιβλίων, ί/σ υ ν καί κείμενα καί σχέδια δικιι μας Λκι/ή*/' μέ αφορμή μια «ουμπτωματική» πρόταση ν’ έιναίπιμελεια του δίσκου που συνσδευιι χά ίβ β/όλυ λαβω τήν εικονογράφηση μιάς σειράς Ιστορικών κ α θ ω ; και δλη ή ίκδικιη. δια θ ια η κλπ

τότε μέχρι σήμερα έγιναν άρκετά καλά παιδικά βιβλία. Μέ κάθε τιμή Μαριόρα Έξαρχοπούλου Νομίζετε ότι υπάρχει διαφορά στήν εικο­ νογράφηση ενός βιβλίου γιά παιδιά άπό τήν εικονογράφηση ενός βιβλίου γιά ένήλικους; Ά ν ναί, ποιά είναι, κατά τή γνώμη σας; ® Υπέιρχει διαφορά, γιατί στό παιδικό βιβλίο ζωγραφίζεις, κατά κέιποιον τρόπο, «κόσμο» πού τό παιδί πρέπει μαζί του νά κάνει επαφή. Ιά οχήματα καί τά χρώματα, δηλαδή, πρέπει νά ναι προσιτά, άφομοιώσιμα, καί νά έξασκοϋν γοητεία έπάνω του. Καί όπως ό κοσμάς τού παιδιού έχει πολλέι στοιχεία έιπό τή μορφή τού δικού μας. έιλλά είναι έιλλος, έτοι συμβαίνει καί μέ τήν εικο­ νογράφηση τού παιδικού βιβλίου. Υπάρχουνε, δηλαδή, κοινά στοιχεία, πού όμως συνθέτουνε έναν κόσμο είδικέι γιά παιδί. (Μαριάννα ΑίνουΚουτούζη). • Ασφαλώς υπέιρχει μεγέιλη διαφορά. Αλλιώς εικονογραφείται ί;να βιβλίο γιά παιδιά κι αλλιώς ένα γιά «μεγάλους». Στό βιβλίο γιά μεγάλους πρέπει νά εικονογραφήσεις τό νόημα, πρέπει να μπεις στό πνεύμα τού συγγραφέα, άπό τη μιά με­ ριά, άλλά συγχρόνως έχεις μεγάλη έλευθερία στην έπιλογή τής τεχνικής, τού θέματος, τής τεχνοτρο­ πίας. Μπορείς νά φτιάξεις, μέ λίγα λόγια, ο,τι σού άρέσει. Στό παιδικό βιβλίο πρέπει νά περιγράψεις ζωγραφικά τίς καταστάσεις που περιΥρέιφονται μέ λόγια στό βιβλίο, μέ Απλό τρόπο, καταληπτό, μέ ευχάριστα χρώματα, μέ χιούμορ. 1 ·;εις πολλούς περιορισμούς. (Παύλος ία αοα ύπάρχει. Στέι βιβλία πού προορίζονται ικους έκφράζεσαι έλευθερο και αναλον1 ιγκίνηοη πού σού προκαλεί τό έργο που

πρόκειται νά φιλοτεχνήσεις. Στά παιδιά υπάρ­ χουν κανόνες, δεσμεύσεις ώς πρός τήν εικονο­ γράφηση, καί ή φαντασία καί δημιουργία τού καλλιτέχνη πρέπει νά είναι στά παιδικά μέτρα. (Πέτρος Ζαμπέλης). • Αφού τό κείμενο είναι εκείνο πού οδηγεί τήν εικονογράφηση, φυσικά άλλιώς εικονογραφείς ένα βιβλίο γιά μεγάλους κι άλλιώς ένα βιβλίο γιά παιδιά. Πάντως δέν λαβαίνω υπόψη τίς συνταγές τού είδους: «τά παιδιά θέλουν λεπτομέρεια», «τά παιδιά θέλουν ζωηρά χρώματα» κλπ. Τά παιδιά θέλουν αλήθεια καί έμπνευση καί ποίηση καί καλό σχέδιο, άκριβώς όπως καί οί μεγάλοι. Ποιος μπορεί νά πεί ότι οί ζωγραφιές τών κλασικών είκονογράφων παιδικών βιβλίων είναι μόνο γιά παιδιά, άρχίζοντας άπ’ τόν Gustave Dore μέχρι τόν σύγχρονό μας σουρεαλιστή Etenne Delessert; (Σοφία Ζαραμπούκα). • Ή εικονογράφηση στό παιδικό βιβλίο είναι απαραίτητη. Τό παιδί —ειδικά το μικρό—δέν έχει εικόνες στό μυαλό του γιά όλες τις έννοιες πού τό βιβλίο μπορεί νά άναφέρει. Δέν ξέρει πώς είναι ό σκίουρος ή ό σκαντζόχοιρος ή πώς είναι τό μα­ γκανοπήγαδο, άν δέν τό δει σε είκόνα. Πρέπει νά τού τό μάθουμε εμείς. Αύτό σημαίνει πώς οί εικό­ νες, μέ όποια τεχνική κι άν δοθούν, δέν πρέπει νά είναι ποτέ πολύ άφηρημένες... Ή εικονογράφηση σέ βιβλία γιά μεγάλους -πού έγώ δέν βρίσκω απαραίτητη- είναι τελείως άλλο πράγμα. Εκεί είσαι ελεύθερος νά φτιάξεις ό,τι θέλεις. (Άντώνης Καλαμάρας). • Δέν πιστεύω σέ εικονογράφηση γιά μικρούς ή γιά μεγάλους. Τό κείμενο είναι πού καθορίζει αυτή τή διαφορά καί όχι ή είκόνα. Τά παιδιά, νο­ μίζω, δέχονται άνετα άφηρημένες έννοιες στά σχήματα καί στά χρώματα. Τούς είναι, Αντίθετα, πιό δύσκολο νά δεχτούν τό άντίστοιχο στά

γραφτα νοήματα. Καί πάλι, όμως, αύτό είναι σχε­ τικό, διότι οέ πολλά κείμενα τού πολιτισμού μας, λαϊκά ή έντεχνα, υπάρχουν, κατά κανόνα, πολλα­ πλά έπίπεδα. Ό άναγνώοτης έπομένως, σύμφωνα μέ τήν ήλικία του ή τίς ίκανότητές του, συλλαμ­ βάνει καί τά άνάλογα έπίπεδα. Τό ϊδιο, λοιπόν, νομίζω πώς Ισχύει καί γιά τήν είκόνα. Ανεξάρ­ τητα έιπό τή μορφή της, πιστεύω πώς μιά είκόνα εκπληρώνει τό σκοπό της όταν λειτουργεί σάν άντίοτιξη στό κείμενο. Δίνει στόν Αναγνώστη τή διάθεση, τήν Ατμόσφαιρα τών λέξεων, άλλά ταυ­ τόχρονα τού έπιτρέπει νά συνθέσει μιά δίκιά του έρμηνεία τού κειμένου. Δέν είναι δηλαδή παθητι­ κός θεατής καί άναγνώοτης. Στήν Ελλάδα πάν­ τως Απουσιάζουν γενικά οί εικόνες άπό τά βιβλία 125


τών ενηλίκων. Προνομιούχα είναι λοιπόν τά π αι­ διά, γιά τήν ώρα, σ’ αυτό τόν τομέα! (Καλλιόπη Κοπανίτσα). • Διαφορές υπάρχουν πολλές. Π.χ. τό παιδί θέ­ λει ξεκαθαρισμένες έννοιες καί εικόνες, πιό άπλές γραμμές καί πιό σύνθετες μορφές, φαντασία καί

μεγαλύτερα παιδιά ή εικόνα βοηθάει τή φαντασία τους καί συμπληρώνει τό κείμενο. Τό μεγάλο παιδί ένδιαφέρεται κυρίως γιά τό κείμενο. Σ' αυτή τήν περίπτωση ή εικόνα ξεκουράζει τό μάτι άπό τό διάβασμα, βοηθάει στή δημιουργία «άτμόσφαιρας» καί ομορφαίνει τό βιβλίο. Αύτό τό ρόλο παίζει ή εικονογράφηση καί στά βιβλία γιά τούς ένήλικες. 'Οπότε μπορεί νά είναι τελείως ελεύθερη, νά συμβαδίζει όμως καί νά «δένει» μί τό ύφος τού κειμένου. (Βάσω Ψαράκη).

ύπάρχει άμφιβολία ότι κερδίζουν πολλά καί οί δύο μέ τήν άνταλλαγή ιδεών, άλλά φυσικό είναι ό συγγραφέας νά έχει συχνά μιά προκαθορισμένη ιδέα γιά τό εικαστικό μέρος τού βιβλίου του. Αν τυχαίνει νά είναι ό συγγραφέας καί ζωγράφος, δέν γεννιέται θέμα. "Αν συνεργάζεται μέ ζω­ γράφο, καλό είναι τότε νά διαλέγουν καί οί δυό τήν κατάλληλη χρονική στιγμή γιά μιά έπαφή.

Έρχεστε σ’ έπαφή μέ τούς συγγραφείς τών βιβλίων πού εικονογραφείτε;

περιπέτεια. Τό παιδί άντιμετωπίζει πάντα πολύ προσεκτικά τή δουλειά σου καί δίνει μεγάλη ση­ μασία στίς λεπτομέρειες. Μελετάει όχι μόνο τό κείμενο (ελλά καί τήν εικόνα. Γι' αυτό τό λόγο καί οί εικόνες πού άπευθύνονται στό παιδί πρέπει νά ναι πολύ πιό περιγραφικές καί συγκεκριμένες. (Π άνος Κουτρουλάρης). • Ή διαφορά βρίσκεται στην άντίληψη τού σχε­ δίου. αντίληψη πού τό χωρίζει σέ δύο κατηγορίες, δηλ. θεωρείται δοσμένο πώς ένα κλασικό σχεδία­ σμα γίνεται κατανοητό άπό τούς μεγάλους καί άντίθετα μία ναίφ ζωγραφιά άνταποκρίνεται μόνο στά παιδιά. Νομίζω πώς θά ήταν πολύ ση­ μαντικό νά άντιοτρεφόταν κάποτε αυτή ή άντί­ ληψη. (Έ λευθ. Λιοκουκουδάκης). • Λέν νομίζω ότι υπάρχει σπουδαία διαφορά. Αλλωστε πολλά παιδικά βιβλία έχουν ζωγραφιές μέ καθαρά, άς πούμε, ένήλικη νοοτροπία. (Γιάν­ νης Ξανθούλης). • Υπάρχει, ί ιατί ή διαφορά πηγάζει άπό τό κείμενο. Τό κείμενο πού άπευθύνεται στά παιδιά οού έπιτρέπει νά πλησιάσεις (ζωγραφικά) τήν παρθενικότητα τής παιδικής φαντασίας, νά κινηθείς μαζί τους στό όνειρο καί στήν αναζήτηση τής χαράς καί τής έλπίδας γιά τό «καλύτερο» αύριο πού εύχομαι γιά όλα τά παιδιά τής Γής. Οί φόρ­ μες, τά χρώματα, ό μύθος, ή έλευθερία σου έπιτρέπουν νά προσπαθείς. (Διατσέντα Παρίση). • Οταν ή εικονογράφηση είναι καλόγουστη καί προσφέρει έρεθίσματα, δέν μπορεί νά χαρακτηρι­ στεί «παιδική ή μεγαλίοτικη». "Αν είχα νά έπισημάνω ένα στοιχείο, όχι διαφοράς άλλά προτίμη­ σης ίσως, είναι ότι τά πιό πολλά παιδιά άγαπούν τίς λεπτομέρειες στό σχέδιο. Ά γα π ο ύ ν νά Λιη6ήζυΐ'ΐ· τήν εικόνα. Ό χ ι όλα όμως, κι όχι πάντα. (Εύγενία Φακίνου).

• Πιστεύω Απόλυτα ότι άλλο σκοπό έχει ή είκο νογράφηοη ένός βιβλίου γιά παιδιά άπό τήν είκονογράφηοη ένός βιβλίου γιά ένήλικες. Καί όχι μόνο αύτό, άλλά διαφορά στον τρόπο τής εικονο­ γράφησης πρέπει νά («άρχει κα( Ανάμεσα στά παιδικά βιβλία. Ανάλογα μέ τήν ήλικία των παι­ διών πού άπευθύνονται. Τά παιδιά τής πρσσχο λικής ήλικίας «διαβάζουν» άπό τήν εικόνα ||ρέ· πει νά τήν καταλαβαίνουν Αμέσως καί σωστά Ιέ 126

• Βεβαίως καί έρχομαι σ' έπαφή. Συνήθως εικο­ νογραφώ δικά μου, λοιπόν αύτή γίνεται μέ°α στόν ίδιο άνθρωπο, πού επιθυμεί ή αίσθάνετα* τήν άνάγκη νά βγάλει τόν ίδιο κόσμο σέ δύο μορ­ φές. "Ομως εικονογράφησα καί Τά παραμύθια τοι> Αιβισιού καί τής Μάκρης τής κυρίας Καλλιόπη? Μπουγιούκου. Τότε, ή έπαφή πού μού χρειά" στηκε, δέν ήτανε μέ τή συγγραφέα άλλά μέ τα κείμενα. Τά διάβαζα τή νύχτα, έτσι πού νά έΧ10 άπόλυτη ησυχία, καί έβρισκα τότε, μέ προσεχτικά διάβασμα, μιά εικόνα πιό φωτισμένη άπό τίς δλ- λες. Μιά εικόνα πού τήν έβλεπα καθαρά μπροστά μου, καί μού άρεσε. (Μ αριάννα Αίνου-Κου­ τού ζη). • Συνήθως δέν έρχομαι σ' έπαφή μαζί του?· Προϋπόθεση γιά τή συνεργασία είναι νά ζωγρ®" φι'ζω τό βιβλίο μέ κάθε έλευθερία. χωρίς επεμβά­ σεις άπό τό συγγρσφέα ή τόν έκδοτη. (Παύλο? Βαλασάκης).

• Καί βέβαια ναί... (Πέτρος Ζαμπέλης). ( • Ναί, όταν διαβάσω τό Χειρόγραφο καί έχ·1’ I11* ίδέα. μ' άρέοει νά τήν κουβεντιάζω μέ τό συΥ γραφ έα. Πραγματικά έξαρτάται Απ’ τό βιβλ °· Υπάρχουν εικονογραφήσεις πού είναι παρ βάση στό κείμενο, καί τότε πρέπει νά κουβέντά* στούν καί νά συμφωνηθούν άπό πρίν. (ΣιΝ ίο Ζαριι μπούκα). • Βεβαίως, Τό συζητάμε άρκετά. οί σημείο π"'| γινόμαστε φίλοι θέλω ή δουλειά μου νά άρε*” , οπωσδήποτε στό συγγραφέα καί γι' αύτό τού δείχνω τουλάχιστον τά πράσα σχέδιό Μου, (Ά ντώ νης Καλαμάρας)

• Επιδιώκω τήν έπαφ ή μί τους συγγρο βιβλίων άλλά μέ άνάμικτα συναισθήμα

Αίγο νά τραβήξει, καί καταστράφηκε ή ισορρο­ πία. Στό κάτω κάτω ένα έργο μιλάει άπό μόνο του. Δέν χρειάζεται, νομίζω, πολλές επεξηγήσεις από τό δημιουργό του. (Καλλιόπη Κοπανίτσα). • Απαραίτητα. Μόνο μέ τή βοήθεια καί τή συν­ εργασία τού συγγραφέα μπορεί νά βγει μιά σωστή καί ολοκληρωμένη δουλειά. (Π άνος Κουτρουλάθης)· • Τίς περισσότερες φορές, μιάς καί ή έπαφή με τούς συγγραφείς είναι άναγκαία, γιατί ό ζωγρά­ φος άντλεϊ άπ' αυτούς πολλές πληροφορίες πού δέν βγαίνουν άπό τό κείμενό τους, έτσι ώστε αυτή τήν πληροφόρηση νά τή χρησιμοποιεί σάν όαση πού θά στηρίξει τήν κάθε εικόνα τού βιβλίου. ( Ελευθ. Λιοκουκουδάκης). • Συμβαίνει νά εικονογραφώ μόνο τά δικά μου βιβλία. ’Εννοώ ότι καί τά κείμενα είναι δικά μου. (Γιάννης Ξανθούλης). • Πάντοτε. Θεωρώ άπιεραιτητο νά συνδιαλέγον­ ται. Τό κείμενο καί ή εικόνα λειτουργούν σέ οχέση διαλεκτική. (Διατσέντα Παρίση). • “Ως τώρα έχω εικονογραφήσει έξι παιδικά βι­ βλία πού έχω γράψει ή ίδια. (Ευγενία Φακίνου). • Συνήθως τά βιβλία πού εικονογραφώ είναι βι­ βλία φίλων συγγραφέων. "Ετσι, ή φιλική σχέση πού ύπάρχει μεταξύ μας, μέ βοηθάει νά μπω πιο σωστά στήν Ατμόσφαιρα τού βιβλίου. (Βάσω θ αράκη).

ρία πολύ γλυκερή καί ύπερρομαντικη, με προκαλεϊ γιά μία Αντίθετη εικονογράφηση. Αυτά βέ­ βαια, άν συμφωνεί καί ό συγγραφέας. (Σοφία Ζαραμπούκα). • Α ν δέν μέ ένδιαφέρουν, δέν τά Αναλαμβάνω. (Ά ντώ νης Καλαμάρας). • Νομίζω πώς πάντα βρίσκεις σ’ ένα κείμενο αναπάντεχα έρεθίσματα, κρυμμένες πτυχές, πού τά μετατρέπεις σέ εικόνες. (Καλλιόπη Κοπανί­ τσα). • Ό χ ι πάντα. (Π άνος Κουτρουλάρης). • Είναι Αλήθεια ότι υπάρχουν καί κείμενα πού είναι άπό μέτρια έως κάκιστα, άλλά άν κάποιος έχει τή δυνατότητα «έπιλογής», αύτό σημαίνει πώς έχει ξεπεράσει τήν οικονομική άνάγκη καί μπορεί νά ελπίζει στά σπουδαιότερα κείμενα. Νομίζω πώς στόν επαγγελματικό χώρο τών εϊκονογράφων υπάρχουν ελάχιστοι μέ τή δυνατότητα έπιλογής, καί πολλοί μέ τήν οικονομική άνάγκη. (Έ λευθ. Λιοκουκουδάκης). • Αναγκαστικά ναί. (Γιάννης ξανθούλης). • Πρέπει νά σ’ ένδιαφέρουν γιά νά μπορέσεις όχι μόνο νά εικονογραφήσεις ένα γραφτό άλλά νά συμμετέχεις στήν Ανάπλαση τής ιστορίας. (Διατσέντα Παρίση). • Μόνο άν μ' ενδιαφέρει εικονογραφώ. (Ευγενία Φακίνου). • Γιά νά φτιάξω μιά εικονογράφηση είναι απα­ ραίτητο νά μ’ ένδιαφέρει τό κείμενο. Ά π ό κεί θά ξεκινήσει καί σ’ αύτό θά στηριχτεί όλη ή δουλειά μου. Ή εικονογράφηση θ' Αντιπροσωπεύει τό κείμενο. Έ τσι, άν τό κείμενο μού είναι Αδιάφορο ή Αντιπαθητικό, τότε θά τό δουλέψω χωρίς κέφι. Πολύ πιθανόν νά παρασυρθώ νά φτιάξω εικόνες καλαίσθητες ή έντυπωσιακές, πού όμως νά μή «δένουν» καθόλου μέ τό κείμενο. Πάντως θά έχω άποτύχει. (Βάσω Ψαράκη). Τί είδους βιβλία θά θέλατε νά εικονογρα­ φήσετε; (παραμύθια, ιστορικά, κλπ.).

Σάς ένδιαφέρουν πάντα τά κείμενα που εικονογραφείτε; • Προσπαθώ νά βρώ μέσα τους αύτό πού μ ί' διαφέρει. (Μαριάννα Α ίν ο υ - Κουτουζη)· • Ό χ ι πάντα. I Ιολλές φορές δέν έγκρίνω ούτε το κείμενο ούτε τό θέμα, άλλά είμαι φυσικά αναγκα­ σμένος έκ τών πραγμάτων νά προχωρώ στην ι κονογράφηαη, γιατί είναι ή δουλειά μου. .νας γιατρός δέν μπορεί πάντα νά διαλέγει τους αρ υώστους του. (Παύλος Βαλασάκης)· ^ Λ ω ρ ίς ένδιαφίρον γι’ αύτό πού κάνεις. Λεν .τίποτα. (Πέτρος Ζαμπέλης). ν:ωαδήποτε μί ένδιαφέρει Ακόμα κι στα ιώ. Γιά παράδειγμα. Αν βρίσκω μιά Ιστο­

• Ολων τών ειδών τά βιβλία. Κι έχει γίνει μέσα μου ένας παράξενος αυτοματισμός, πού μετατρέ­ πει, ή θέλει νά μετατρέπει, τό λόγο σέ είκύνιι, έτσι πού τά δύο νά άλληλοσυμπληρώνονται. (Μαριάννα Αίνου-Κουτούζη). • Μπορώ νά εικονογραφ ώ κάθε είδους βιβλία. Λέν έχω ειδική προτίμηση. (Παύλος Βαλασάκης). • Κάθε βιβλίο έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. ΤΑ προβλήματα καί οί προβληματισμοί καί φυσικά τό ενδιαφέρον τού καλλιτέχνη είναι τό ίδιο κι άπ'

127


την άρχή γιά κάθε καινούριο βιβλίο μέ τό όποιο θά καταπιαστεί. Ό μ ορφ α είναι νά εικονογραφείς γιά μικρά παιόιά (παραμύθια). (Πέτρος Ζαμπέλης). • Θά ήθελα νά κάνω κόμιξ μερικά κλασικά θεα­ τρικά έργα. (Σοφία Ζαραμπούκα). • Ένα βιβλίο μέ ιστορίες άπό τό Βυζάντιο. Νο­ μίζω ότι είναι μιά εποχή πού όέν έχει πολύ εικο­ νογραφηθεί, ένώ παράλληλα είναι μιά έποχή μέ

θαυμάσια κοστούμια, εσωτερικά σπιτιών, έπιπλα, εκπληκτικές πολεμικές στολές καί πολεμικές μη­ χανές. "Εχει έπίσης πολύ παραμυθένιο στοιχείο. (Ά ντώ νη ς Καλαμάρας). • Ενα ζωντανό καλογραμμένο κείμενο έχει ση­ μασία γιά μένα προσωπικά, καί άς είναι τό θέμα του ότιόήποτε. Αύτάν τόν καιρό, πάντως, προσ­ παθώ νά συμμετάσχω στήν προσπάθεια τών τε­ λευταίων χρόνων οτόν τόπο μας, νά γίνουν γνω­ στά καί άγαπητά άπό ένα πλατύτερο κοινό μι­ κρών καί μεγάλων κείμενα τού τόπου μας όπως ή όημοτική ποίηση, οί άρχαίοι καί νεότεροι συγ­ γραφείς. Χρειαζόμαστε όιαρκώς νέες έκδόσεις έπιμελημένες μέ τόλμη καί ευαισθησία, άπιιλλαγμένες άπό κοινοτυπίες στήν παρουσίαση, γιά νά φτάσει ή ανεξάντλητη ζωντάνια τών κειμένων οτό σημερινό κοινό. (Καλλιόπη Κοπανίτσα). • Βιβλία μέ πολλή φαντασία καί σάτιρα. (Π όνος Κουτρουλάρης). • Επειδή έχω εικονογραφήσει βιβλία όλων των ειδών, γνωρίζω έμπειρικά πώς κάθε κατηγορία έχει ιδιαίτερο καί ξεχωριστό ένδιαφέρον. άλλά ή κατηγορία των Ιστορικών βιβλίων είναι αύτή κυ­ ρίως πού μέ ένδιαφέρει, ίσως γιατί είναι καί ή πιά δύσκολη γιά εικονογράφηση. (Έ λευθ. Λιοκουκουδάκης).

κονογραφεϊτε τά κείμενα όπως θά τά θέ­ λατε; • Πρέπει νά ομολογήσω πώς όχι μόνο δέν μοϋ κάνουν ώς τώρα μιζέριες, παρά γοητεύονται σάν νά τανε παιδιά καί οί ίδιοι. (Μαριάννα ΑΐνουΚουτούζη). • Νομίζω ναί. Ή εικονογράφηση μπορεί νά προσαρμοστεί στίς έκάστοτε τεχνικές ή εμπορικέ; συνθήκες χωρίς νά πέφτει ή ποιότητά της. (Παύ­ λος Βαλασάκης). • Παλιά ήταν βασικό πρόβλημα. Τώρα ό καλλι­ τέχνης έχει μικρές πιέσεις, κι άν τό θελήσει δέν ενδίδει σ' αύτές. (Δ έν «ρισκάρει» ό εκδότης μιά φθηνή, οικονομική έκδοση, μπρος στόν άρκετά μεγάλο άνταγωνισμό). (Πέτρος Ζαμπέλης). • Οχι, κανένα πρόβλημα, γιατί ή «οικονομία» στή σχεδίαση ένός βιβλίου είναι μέρος τής δη­ μιουργίας του. Οί περιορισμοί οδηγούν σέ ευρή­ ματα, καί αυτό είναι μιά Απ' τίς γοητείες αύτή; τής δουλειάς. (Σοφία Ζαραμπούκα). • Εχω ευτυχήσει ώστε οί μέχρι τώρα εικονο­ γραφήσεις μου νά μήν έχουν εμποδιστεί άπό οι­ κονομικούς καί τεχνικούς λόγους. (Ά ντώ νης Κα­ λαμάρας). • Δέν έχω πολλά παράπονα, άν λάβουμε ύπόψΊ μας τά μεγάλα έξοδα πού απαιτούνται γιά τήν έκδικτη ένός βιβλίου, πού θεωρείται, δυστυχώ;· άπό μεγάλη μερίδα τού κοινού σάν είδος πολυτε­ λείας. Βέβαια, τά παιδικά βιβλία άγοράζονται περισσότερο άλλά καί πάλι οί γονείς προτιμούν νά διαθέσουν ένα ορισμένο ποσό γιά τρία τέσ­ σερα βιβλία παρά νά άγοράσουν ένα βιβλίο με τ® Ιδια λεφτά. Κατά συνέπεια, ό εκδοτικός οίκος δεν είναι πάντα έτοιμος νά πειραματιστεί μέ καινού­ ριους τρόπους παρουσίασης ένός βιβλίου, “V πρόκειται νά βγει ζημιωμένος. Σ' αύτές τίς περ1' πτιίκιεις, τό καλό όνομα πού έχει ένας ζωγράΦ0' οτήν άγορά, τόν βοηθάει αναμφ ισβήτητα νά βάλε* τούς όρους του. Καμιά φορά, ή άποτυχία ή f ΜΛ°' ρική ένός βιβλίου οφ είλεται άκριβώς στήν πρσσ πάθεια οικονομίας ιττήν έκτύπωση. Καταλήγ1’'

• Παραμύθια. (Γιάννης Ηανθούλης). • Ιστορίες γιά παιδιά πού διαβάζουν ζωγρα­ φιές πρίν Απ' τ' Αλφάβητο. ιστορικά βιβλία, θεα­ τρικά καί σχολικά δοκίμια. (Λιατσέντα Παρίση). • Κάθε είδους βιβλίο είναι μιά πρόκληση γιά τι'εν είκονογράψο. (Εύγενία Φακίνου). • Ό μαγικός χώρος των παραμυθιών, της φ αν­ τασίας καί τού χρώματος μέ συναρπάζει. Μ' ι'ιρί σει όμως καί ή έναλλαγή τού είδους καί τού ύφους τής δουλειάς. Είναι μιά άσκηση: νά κρατάς τό προσωπικό σου ύφτ»ς μέσα οί διαφορετικά πλαίσια καί μέ διαφορετικό τρόπο έκφρασης. (Βάσω Φορτική), Οί τεχνικές κι έμπορικίς συνθήκες των έκόόοεων σάς Αφήνουν περιθώρια νά εί

128

τας. θά θελα νά πω πώς πιστεύω ότι θά βελτιώ θουν ο( συνθήκες δουλειάς γιά τούς συγγρα φ ή καί ζωγράφχτυς μόνο όταν άλλάξη ή νοοτρσΛ ^ τού άναγνωοτικου κοινού, πού θά περιλάβιΐ * βιβλίο οτά είδη πρώτης άνάγκης γιά τή ζώή ,ι> (Καλλιόπη Κοπανίτσα). • Οταν ............... .. σ ι............ιιρικό. ναί '' τόπο μας. θά έλεγα όχι πάντα. (Π άνος Κουτρ·’ λιιρης). ® Ιο βιβλίο, άν προέρχεται άπό Ιδιωτικό μπαίνει άνσγκαοτικά ιττό παιγνίδι τού κ καί τού κέρδούς, πού έξαρτύινται άπό τή νάλωση Οσο λοιπόν καί άν τά τρία αΰτ

χεία φαίνονται άσχετα μέ τήν εικονογράφηση, ωστόσο τήν καθορίζουν άρνητικά ή θετικά. Γιατί τελικά ή ποιότητα κάθε βιβλίου, καί ή τεχνική καί ή καλλιτεχνική, καθορίζεται άπό τό πόσο θά κο­ στίσει καί πόσο θά άποφέρει στόν εκδότη. ( Ελευθ. Λιοκουκουδάκης). • Συνήθως ναί, άν καί τό σλόγκαν τών εκδοτών είναι συνήθως «Λιγότερα έγχρωμα, γιατί οί δια­ χωρισμοί κοστίζουν». (Γιάννης Ξανθούλης). ® Οί τεχνικές δυνατότητες είναι άρκετά ικανο­ ποιητικές, άλλά ή επιλογή τους συχνά γίνεται άπό τούς έκδοτες. Τά περιθώρια είναι σχετικά, γιατί γίνονται υποχωρήσεις πάνω στά ζητήματα τού κόστους, άλλά τίς περισσότερες φορές μού φτά­ νουν. (Διατσέντα Παρίση). • Κανένας άπό τούς εκδότες μου δέν έθεσε ώς τώρα περιοριστικούς όρους. Κι άνάμεσα στά βι­ βλία μου υπήρχαν δύο μέ πραγματικές δυσκολίες στήν έπεξεργασία εκτύπωσης. (Εύγενία Φακί­ νου). • Οί τεχνικές συνθήκες δέν είναι ιδανικές. Οσο γιά τίς εμπορικές, ό παράγων κόστος πολλές φο­ ρές επηρέασε τή δουλειά μου. Τώρα διαφαίνεται θΐά κρίση τού βιβλίου, πού πολύ φοβάμαι ότι θά επηρεάσει τήν εικονογράφηση. Γιά τή μείωση τού κόστους ή εικονογράφηση θά ελαχιστοποιηθεί καί ή πολυχρωμία θά άντικατασταθεϊ άπό τή δι­ χρωμία καί τή μονοχρωμία. (Βάσω Ψαράκη).

βιβλίου καί νά μήν είναι σώμα ξένο καί άχρηστο. (Π άνος Κουτρουλάρης). • Είναι βασικό νά διαβαστεί όλο τό βιβλίο καί βασικότερο νά κατανοηθεϊ. Ή εικόνα πού θά ξεπηδήσει άπό τό κείμενό του πρέπει νά είναι συγ­ γενική μέ τό πνεύμα καί μέ τό στύλ τής γραφής. Ή έπιλογή τής εικόνας τελικά γίνεται άπό τό ζω­ γράφο, γιατί είναι καί ό μόνος πού ξέρει τίς είκονογραφικές του δυνατότητες, είναι ό μόνος πού θά δώσει μέ τίς εικόνες του τά πιό ουσιαστικά σημεία τού κειμένου. (Έλευθ. Λιοκουκουδάκης). • Πάντα... (Γιάννης Ηανθούλης). • Α παραίτητα. Προτείνω τίς εικόνες πού έγώ βλέπω καί μαζί ξεχωρίζουμε αύτές πού διαμορ­ φώνουν τό έργο στό σύνολό του. (Διατσέντα Πα­ ρίση). • Ισχύει ή Απάντηση 3. (Εύγενία Φακίνου). • Πάντα διαβάζω ολόκληρο τό βιβλίο καί οπωσδήποτε όχι μόνο μία φορά. Τήν πρώτη φορά τό διαβάζω σάν νά είναι γραμμένο γιά μένα -κ α ­ θόλου επαγγελματικά. Μετά σκέπτομαι τίς σκηνές καί τά σημεία πού μού έκαναν περισσότερο εντύ­ πωση. Ή δη έχουν σχηματιστεί μερικές εικόνες στό μυαλό μου. Μέ τά επόμενα διαβάσματα ξε­ χωρίζω τά σημεία πού χρειάζεται νά εικονογρα­ φηθούν, έχοντας ύπόψη μου βέβαια τούς περι­ ορισμούς λόγω κόστους, καθώς καί τις απαιτή­ σεις τής σελιδοποίησης. (Βάσω Ψαράκη).

Διαβάζετε πάντα ολόκληρο τό βιβλίο πού σάς δίνουν νά εικονογραφήσετε ή έπιλέγετε σείς τί θά εικονογραφήσετε;

Έρχεστε ποτέ σ’ επαφή μέ τά παιδιά, τούς γονείς, τούς παιδαγωγούς; Ξέρετε τίς Αντιδράσεις τους σχετικά μέ τήν εικονο­ γράφησή σας;

® Διαβάζω, φυσικά, όλο τό βιβλίο. Αλλά όχι όπως θά τό διάβαζα άν δέν είχα τό σκοπό τής εικονογράφησης. Σ' αύτή τήν περίπτωση ψάχνω, «βλέποντας» τό κείμενο, ώσότου με συγκινήσει θιά εικόνα πού πρέπει νά μετατρέψω τό νόημά της σέ γραμμές καί χρώμα. (Μαριάννα ΑΙνουΚουτούζη), • Πάντοτε. (Παύλος Βαλασάκης). ® Πρέπει οπωσδήποτε γιά τήν επιλογή των εικό­ νων ό καλλιτέχνης νά διαβάζει όλο τό βιβλίο. Κι ίτσι κάνω. (Οί συγγραφείς σέ μένα τουλάχιστον καί τή συνεργάτιδά μου κα Μενδρινού έχουν έμπιοτοσύνη στήν έπιλογή τών εικόνων.) (Πέτρος Ζαμπέλης). ® Διαβάζω πάντα όλο τό βιβλίο, ακόμα κι όταν πρόκειται νά κάνω μόνο τό έξώιμυλλο. (Σοφία Ζαραμπούκα). ® Διαβάζω πάντα ολόκληρο τό βιβλίο γιά νά δω βν μ' άρέοει κι άν πάει στή δουλειά μου. Αν ναί, το ξαναδιαβάζω σιγά σιγά, ψάχνοντας πιά γιά τίς εικόνες. (Ά ντώ νης Καλαμάρας). • Νομίζω ότι ή έπιλογή τών θεμάτων γιά είκονογράφηοη μπορεί νά γίνει μόνο όταν έχουν προηγηθεί πολλές άναγνώοεις τού βιβλίου. Πώς Αλλιώς νά μπει ό ζωγράφος στήν άτμόοφαιρα τού Φν^γριιφέα; (Καλλιόπη Κοπανίτσα). ά τή γνώμη μου, τό βιβλίο πρέπει νά δια■λόκληρο καί πολλές φορές, έάν θέλουμε ες του νά Αποτελούν ζωντανό μέρος τού

• Οί γονείς καί οί παιδαγωγοί είναι φυσικό νά ναι πιό εύκολοι, άφού ή σκέψη τους είναι σχημα­ τισμένη πιά καί βρίσκεται κάπου δίπλα μου. "Ομως μέ τά παιδιά είναι άλλιώς. Ε κ είνα κρύ­ βουνε εκπλήξεις, μέ Απρόβλεπτες παρατηρήσεις καί επιφωνήματα. Πρέπει λοιπόν νά πώ πώς δέν παραδίνω τίποτα, πρίν νά τό διαβάσω σέ παιδιά. Τά παρακολουθώ, καί θυμάμαι τά σημεία πού έκαναν κάποια παρατήρηση. (Μαριάννα ΑίνουΚουτούζη). • Ποτέ. Άλλωστε οί Αντιδράσεις τους μέχρι σή­ μερα ήταν πάντα θετικές. (Παύλος Βαλασάκης). • ’Ερχόμαστε σ ’ έπαφή μέ όλο αυτό τόν κόσμο. Καί τά πιιιδιά κρίνουν καί συμβουλεύουν καί οί γονείς καί οί παιδαγωγοί. Απ' αύτά άλλα στέ­ κουν -κ αί άπό τά παιδιά έχεις πολλές φορές συφές παρατηρήσεις καί μαθαίνεις καί διδάσκε­ σα ι-, άλλοτε πάλι δέν έχουν θέση αύτά πού άκούς, καί τ’ Απορρίπτεις... (Πέτρος Ζαμπέλης). • Προσπαθώ όσο γίνεται πιό πολύ. Δέν είναι όμως εύκολο. Τίς Αντιδράσεις τους τίς μαθαίνω άφού ένα βιβλίο έχει έκδσθεί. Πολύ θά μέ ένδιέφερε νά δοκιμάσω νά δουλέψω ένα θέμα γιά βι­ βλίο σέ ένα χώρο μέ παιδαγωγούς, ίσως τή σχολή ένός πανεπιστημίου, καί ταυτόχρονα νά δοκι­ μάζω αυτό πού κάνουμε σέ παιδιά. (Σοφία Ζα­ ραμπούκα). • Τούς πρώτους πού ρωτάω άν τούς Αρέσει είναι

129


τά τρία παιδιά μου. ’Α π ’ αυτά παίρνω τήν... κρυάδα. ’Επειδή όμως φοβάμαι ότι τά παιδιά μου μεροληπτούν, πάντα ρωτάω τόν έκδοτη, πού έχει οπωσδήποτε κάποιες κριτικές, τό συγγραφέα, πού όλο καί κάτι θά τού ’χουν πει οί φίλοι, άλλά περισσότερο τόν άρχισυντάκτη ή τό διευθυντή τού παιδικού περιοδικού, πού πάντα έχει κάποια γράμματα μέ κρίσεις άπό τά παιδιά. Πάντως θά ήθελα νά έχω κάποιο τρόπο νά βρίσκομαι κάποτε κάποτε μέ πολλά παιδιά καί νά έχω τίς κρίσεις τους άπό πρώτο χέρι. (Ά ντώ νης Καλαμάρας). • Μέχρι στιγμής, δέν έχω συναντηθεί μέ παιδιά παρά μόνο σέ άραιά διαστήματα καί μάλλον τυ­ χαία. Θά ’θελα, έπομένως, νά έρχομαι πολύ συ­ χνότερα σέ επαφή μέ τό κοινό, πηγαίνοντας μαζί μέ τούς συγγραφείς σέ σχολειά καί άλλους χώ­ ρους όπου βρίσκονται μαζί παιδιά καί μεγάλοι. Δέν γίνεται νά δουλεύει κανείς στήν άπομόνωση. Χρειάζεται διαρκώς ή επαφή μέ παιδιά πού άγοράζουν τά βιβλία σου. Οί κρίσεις καί οί ιδέες τους είναι πάντα Ανεκτίμητες. (Καλλιόπη Κοπανίτσα). • Μόνον έφόσον τύχει. (Π άνος Κουτρουλάρης). • Η έπαηή μέ παιδιά καί μεγάλους σέ σχέση μέ μιά είκονογραφική μου δουλειά είναι έμμεση, πάντα μέσω τού βιβλίου πού εικονογράφησα. Μιά αμεσότερη έπαφή προύποθέτει καί μιά άνάλογη έκδήλωση, όπως έκθεση μακέτας βιβλίου «ύπό έκδοση», έκδήλωση σπάνια γιά τήν Ε λ ­ λάδα. (Έ λευθ. Λιοκουκουδάκης). • Επειδή άσχολούμαι μέ τήν παιδική σκηνή «’Αλφαβητάρι» έχω μεγάλη επαφή μέ κοινό όλων

Των ηλικιών καί Αποχρώσεων. (Γιάννης Ξανθού· λης). • Μέ τά παιδιά περισσότερο καί μί τούς γονείς λιγότερο. "Οσο γιά τούς παιδαγωγούς, πιστεύω ότι θά ήταν χρήσιμη ή συμμετοχή τους. Γιά τίς Αντιδράσεις τους, ξέρω τών παιδιών μου καί των φίλων, καί νομίζω ότι είναι πάρα πολύ καλές έως ενθαρρυντικές. (Διατοέντα Γΐαρ(ση).

• II δουλειά μου οτό κουκλοθέατρο μέ φέρνει σέ έπαφ ή μέ παιδιά, γονείς, παιδαγωγούς. Έτσι είδα ότι τά παιδιά Αγαπούν τίς λεπτομέρειες στήν εικόνα, ιδιαίτερα όταν τά (δια Λέν ξέρουν Ακόμα νά διαβάσουν μόνα τους. Βλέποντας τίς είκιτνες Αναπλάθουν τίς Ιστορίες πού Ακόυσαν Απ' τούς μεγάλους. Λέν μποριϊι νά πω ότι ζωγραφίζω μέ πολλές λεπτομέρειες Μ’ ένόιαφέρει νά ζωγρα­ φίζω μέ διαφορετικές τεχνικές (ξύλινα χρώματα, μαρκαδόρους, λαδοπαοτέλ. κολλάζ, ύφασμα κλπ.) γιατί αύτό δίνει τήν ευκαιρία ατά παιδιά νά

Αναγνωρίσουν τεχνικές πού μάθανε τά ίδια ατό νηπιαγωγείο ή στό σχολείο. (Ευγενία Φακίνου). I • Δέν είναι πολλές οί εύκαιρίες έπαφής μέ τά παιδιά, τούς γονείς καί τούς παιδαγωγούς. Πάν­ τως νομίζω ότι είναι χρήσιμες, καί τίς έπιδιώκο)· (Βάσω Ψαράκη). ΓΙοιό βιβλίο εικονογραφήσατε μέ περισσό­ τερο κέφι; (Προαιρετική Απάντηση). • Τό κάθε μου χειρόγραφο χωρίς εικονογρά­ φηση , είναι γιά μένα ένας κόσμος πού θέλει να πάρει μιά πλαστική μορφή καί νά βγει στό φώ?· Είναι σά νά γράφω άλλο βιβλίο, πού καθόλου δέν τό ξέρω καί πού κρατάω στά χέρια μου τό ύλιΧ° του. Πώς νά -χω λιγότερο ή περισσότερο κέφ1· άφού αισθάνομαι δέος γιά τό κείμενο πού πρέπθ νά εικονογραφήσω; Τό φοβάμαι όσο καί τό χαι" ρομαι. Καί παλεύω μέ τίς μορφές πού γεννιούνται κάτω άπό τά δάχτυλά μου, ώσπου νά τίς δαμάσ**· "Ωσπου νά γεννηθούν τέλειες (εννοώ τό «τέλειο* πού μπορώ). "Ετσι οτό «Πίσω άπ' τόν καιρό», τ° μαλλιά τής Κρινιώς έχάλασαν μέ μιά πινελιά, *0 τότε χρειάστηκε νά κάτσω άπό πάνω τους μιά νύ­ χτα. καί μέ πινέλα, μέ τά δάχτυλα, ξεπλένονταζ τα κάτω άπό τή βρύση, ή οκίζοντάς τα ολωσδιό­ λου . νά προσπαθώ νά τά ξαναφιτιάξω. Κάποι στιγμή πρός τό πρωί τά είδα νά ξαναγεννιούντα ■ Νά γίνονται τά πλούσια καί όμορφα μαλλιά κοπέλας τού παραμυθιού. Kui είπα μόνη il0V Τόσο κοντά λοιπόν βρίσκεται τό τέλειο μέ το τ ποτά; (Μ αριάννα Α(νου-Κουτούζη). • «Τό θαυμαστό ταξίδι τού Νίλς Χόλγκερσο' στή Σουηδία», πού έλπίζω νά κυκλοφορήσει μ χρι τά Χριστούγεννα. (Παύλος Βαλααάκης)· • Οποιος καταπιάνεται μέ τό παιδί καί τό * α δικό βιβλίο πρέπει νά νιώθει πολύ υπεύθυναΈ πομένως δέν ύπάυχορν όρια κεφ ιού καί δέν ® κονογραφεί: ένα βιβλίο μέ κέφ ι ή χωρίς. , προσωπικά μετά τήν πρώτη χαρά γιά τό θέμα * τήν εικόνα μέ καταλαμβάνει τό άγχος μέχθ 1 τ λους γιά το Αποτέλεσμα. (Πέτρος Ζαμπέλης)· . • Γό βιβλίο «Κάποτε στήν IΙοντικούπολη» τ<’ Μάνου Κοντολέων. (Ά ντώ νης Καλαμάρας)· • I ιά μένα ή πιο ί νδιαφ έρουσα δουλειά _Ρι ήταν σέ μιά σειρά Ιστορικών παιδικών βιβλ j ύπό τόν τίτλο «Ή μουν κι έγώ έκεί». Ενδι«<Γ^ ρουσα Ισιος γιατί ήταν ή πρώτη μου δουλειά <,τ* τομέα τής εικονογράφησης καί ήμουν ΡΕ<° κάθε «έπαγγελματική» αύτοκαταπίεση. Π® όμως λέω πώς τό βιβλίο πού θά είκονογραφΠ μέ περιοοίετερο κέφι θά είναι τό έπυμιν< ( Ελευθ. Αιοκουκουδάκης). • Τό πρώτο μου. (Γιάννης Εανθούλης) • Μί κέφι ζωγραφίζω πάντα κιίθι βιβλίο ^ συμβάλλει στήν αισθητική καλλιέργεια \ (1 διού καί τού παρέχει τήν ευκαιρία νά ιϊναπ τόν φιυχισμό του. (Αιατοέντα Παρίση)· • 1 "· ί . ....... 1 >· ' Η>αμί ο I.,·/' ο οδικά. (Ευγενία Φακίνου). • Ολες τίς είκονογραφ ήοεις πού δουλ χάρηκα Ο μω ς, τό τελευταίο βιβλίο που

γράφησα, «Τά μαγικά μολύβια» τής Ζωής Βαλάση, πραγματικά ήταν ένα γλέντι γιά μένα. Ο μαγευτικός χώρος τού παραμυθιού καί τής φαν­ τασίας καί ή ήρωίόα τους ή Τρελούτσικη ήλιαχτίδα, μού έδωσαν τήν ευκαιρία γιά ένα τρελό παιχνίδι χρωμάτων. (Βάσω Ψαράκη).

’Ιο ύ λιο ς - Α ύγουστος 1981

ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΑΙΑ Επιμέλεια: Ε. Ά πάκη

Ή ταξινόμηση τών βιβλίων γιά παιδιά γίνεται μέ βάση τό γνωστό Δεκαδικό Σύστημα ταξινόμησης, προσαρμο­ σμένο στήν ελληνική βιβλιο)'ραφία και στις ιδιομορφίες αυτής τής κατηγορίας βιβλίων. Κατά τά άλλα ισχνονν οσα άναφέρονται προλογικά στό Βιβλιογραφικό Δελτίο.

ΕΓΚ Υ Κ Λ Ο Π Α ΙΔΕΙΕΣ

ΑΜ1ΤΣ1Σ ΕΝΤΜΟΝΤΟ ΝΤΕ. Καρδιά. Τό ήμερολόγιο ενός μαθητή. Μετ. Δώρας Κομίνη-Διαλέτη. ’Αθήνα, Ά στήρ, 1981. Σελ. 158. Δρχ. 200. BLYTON EN1D. Οί πέντε στήν κορυφή τού λα­ θρέμπορα. Μετ. Μ. Ν. Αύγέρου. ’Αθήνα, Ταμασός. Σελ. 189. Δρχ. 220. BLYTON EN1D. Τά πέντε λαγωνικά. 1: Τό μυ­ στήριο τής χαμένης γάτας. Μετ. Βίκυς Λάδη. ’Αθήνα, Gutenberg, 1981. Σελ. 150. Δρχ. 180. BLYTON ENID. Τά πέντε λαγωνικά. 3: Τό μυ­ στήριο τού πύργου. Μετ. Κώστα Γιουργου. ’Αθήνα, Gutenberg. 1981. Σελ. 136. Δρχ. 180. BLYTON ENID. Τά πέντε λαγωνικά. 4: Τό μυττήριο τού χαμένου πρίγκηπα. Μετ. Μαρίας

Υ ΙΟΝ EN1D. Τά πέντε λαγωνικά. 5: Τό

Ο κόσμος μας. "Εγχρωμη θεματική εγκυκλοπαί­ δεια: Οί Μεταφορές-Ή προϊστορική ζωή-Τύδιάστημα-Τά ζώα-Τά φυτά. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ, 1980. Σελ. 4 9 + 4 9 + 4 9 + 49 + 49 + 49. Δρχ. 600.

ΜΑΤΑΛ. Δυό καλοί φίλοι. 1981. Δρχ. 150.

Λ ΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΜΑΤΑΛ. Τό ερωτευμένο κουνελάκι. Αθήνα, Μί­ νωας, 1981. Δρχ. 100.

ΑΝΕΖΙΝΗ-ΛΕΡΑΚΗ ΓΕΩΡΓΊΑ. Ό Σπαθάτος καί άλλα διηγήματα. Α θ ή να , Κέδρος, 1981. Σελ. 95.

ΜΑΤΑΛ. Τό παιχνιδιάρικο γατάκι. Α θή να , Μί­ νωας, 1981. Δρχ. 150.

ΚΑΝΛΒΑ ΖΩΗ. Μέ τίς Αλυσίδες τής έλευθερίας (Παύλος). Παιδικοί 'Ορίζοντες, “ 0 1 ■ Αθήνα, Ά ποοτολική Διακονία τής Ι κκ ησιας τής Ε λλάδος, 1981. Σελ. 260. ΚΕΔΡΟΣ ΑΝΤΡΕΑΣ. Τό νησί μέ τά ζωντανα Απολιθώματα. Μυθιστόρημα. Απόδοση στΑ έ ληνικά Ζώρζ Σαρή. ’Αθήνα. Κέδρος, ■ 205. ΣΙΝΟΥ ΚΙΡΛ. Γό μεγάλο πείραμα. (Μυθιοτορημα έπιοτημονικήςφαντασίας.) Αθήνα. ι< 0ο ?> r -«981. Σελ. 137. V \ IT ^ V l ZOI AOY ΝΙΤΣΑ I δω σελήνη. Αθήνα. ‘- έδαιίε. 1981. Σιλ. 160. Δρχ. 220.

Αθήνα, Μίνωας,

ΜΑΤΑΛ. Έ να ς μικρός εύγενικός κύριος. Αθήνα, Μίνωας, 1981. Δρχ. 100.

Γ1ΕΡΓΚΩ ΔΟΥ1Σ. Η ιστορία ένός σκύλου. Μετ. Ε λένης Σοφούλη. Αθήνα, Λυχνάρι, 1981. Σελ. 237.

ΠΕΤΡΕΣΚΟΥ ΤΣΕΖΑΡ. Φράμ, ή πολική Αρ­

κούδα. Μετ. Γιώργη Ζωίδη. Α θή να . Κέδρος, 1981. Σελ. 277. ΜΠΟΥΤ ΜΛΪΚΛ. Κι Αλλα γιά τόν Πάντινγκτον. Μετ. Μαρίας Ν. Αύγέρου. Αθήνα, Αύγέρου. Σιλ. 149. Δρχ. 200. ΤΣΟΥΚΟΦΣΚΙ ΚΟΡΝΕΪ. Ιό τηλέφωνο. Σχέδια τοϋ Β. Λντρίγιβιτς. Αθήνα. Σύγχρονη Ε ποχή, 1980.


κριτικογραφια Σ τή ν κριτικογραφ ια αυτού τον τεύχονζ περιλαμβάνονται βιβλιοκριτικές π ον δημοσιεύτηκαν τό Μ άιο κ α ί Ιο ύ ν ιο στον ημερήσιο αθηναϊκό τύπο. Π ερ ιλα μ β ά ν ο ν τα ι, επίσης, κ α ί κρ ιτικές δημοσιευμένες στόν περιοδικό κ α ί επαρχιακό τύπο όσες φυσικά φρόντισαν νά μάς στείλουν οί συντάκτες τους. Γιά κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα αέ παρένθεση: τό όνομα τού κρ ιτικο ύ κ α ί ό τίτλος τού εντύπου (6λ. Υ π ό ­ μνημα), καθώς κ α ί ή ημέρα δημοσίευσης τής κριτικής, άν πρόκειται γιά εφημερίδα, ή ό αριθμός έκδο­ σης. άν π ρόκειται γιά περιοδικό έντυπο. ('Επιμέλεια: Κατερίνα Παπαλιβερίον)

Κλειώσης X. Π.: Ή συνταγματική κατοχύρωση τής Τοπικής Αύτοδιοικήσεως (ΣΑ, ΡΑ, 592) Κοντογεώργης Δ.: Τά στελέχη τών έπιχειρήσεων καί ή έλληνική πραγματικότητα (Α. Παπ., ΟΤ, 21/1411) Λουρίδης Ο.: Τό κλήμα τής ήθικής καχεξίας (ΘΜ. ΚΟ. 9/5) Μητσός Α.: Ή προσχώρηση στίς Ευρωπαϊκές Κοινότητες (Α. Δ. Παπαγιαννίδης, ΟΤ, 21/1411) Μιττεράν Φ.: Έ νας έφικτός σοσιαλισμός (ΚΤ, ΕΛ, 14/5) ΟΙκονομίδης Α.: Πόλεμος καί ειρήνη στό Ίσλάμ (ΑΦ. ΑΚ, 3/6) Πόνος Α.: Εισαγωγή στήν πολιτική κοινωνιολογία (ΔΖ, ΤΕ, 39) Σερβάν-Σρεμπέρ Ζ.-Ζ.: Παγκόσμια πρόκληση (ΓΜ, ΑΥ, 22/5) Στεφάνου Κ.: Βιομηχανική ιδιοκτησία καί Κοινή ’Αγορά (Α. Δ. Π., ΟΤ, 20/1410) Τσακλαγκάνος A. Α.: ΕΙσαγωγή στήν έπιχειρησιακή έρευνα (Α. Παπ., ΟΤ, 22/1412) Χατζηαργυρης Κ.: Ό καπιταλισμός σέ Απορρύθμιση (Λ. Πέτσι­ νης, ΡΙ. 11/6), (ΚΤ, ΕΛ, 28/5) Ψυρούκης Ν.: Ό νεοαποικισμός (ΤΜ, ΙΣ, 156)

Έκπαίδευση-Παιδαγωγική Β Γ.Ε.Μ.Ε. Αιτωλοακαρνανίας: Πρακτικά παιδαγωγικού σεμι­ ναρίου καθηγητών (ΘΠ, ΕΣ, 14/6) Γέρου θ .: Παιδεία καί νεοέλληνες διαφωτιστές (Ν. Στερεό.,0 7 , 24/1414), (ΚΤ. ΕΛ, 7/5), (X. Σακελλαρίου. ΚΑ, 14/5) Γεωργίου-Νίλσεν Μ.: Ή οίκογένεια στά Αναγνωστικά τού δημοτι­ κού (X. Σακελλαρίου, ΚΑ. 14/5) Γκρέμμινγκερ Α.: Τό παιδί καί τό βιβλίο (ΤΜ, ΕΠ, 672) Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών: Νεοελληνικά κείμενα γιά τό γυμνάσιο Από δμάδα έργασίας (θ . Παπαλιβερίου-Φήμη, Μαζί. 4) Καραστάθης Κ. Β. - Παπανικολάου Ν. Κ.: Δυό βασικά μαθήματα. Έκθεση καί Αριθμητική Στ' Δημοτικού (ΚΤ, ΕΛ. 7/5) Μαραγκού-Πρόκου Σ.: Εκπαιδευτική μεταρρύθμιση καί σχολικό κτίριο (ΚΤ, ΕΛ. 7/5) Ντεμπές Μ. - Μιαλαρέ Γ.: ΟΙ παιδαγωγικές έπιστήμες (ΚΤ, ΕΛ. 7/5) Πολυχρονόπουλος Π.: Παιδεία καί πολιτική στήν Ελλάδα, τ. Α' (ΤΜ, ΕΠ, 669)

'Υ π ό μ ν η μ α ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΑ: Α. ’Αργυρίου ΑΚ: Α. ΚαλογΓροπούλου ΑΠ: Α. ΓΙαπαόάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Άγ'/ελοπούλου ΒΠ: Β. Παπαβασιλείον ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΔΖ: Δ. Ζαβές ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΔΚ: Δ.Κονιβάρης ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΚ: Ε. Κοραντζή HP: Ε. Ρόζος ΖΒ: Ζ. Βαλάση ΘΙ1: θ. Μ. ίίολίτης ΚΑ: Κ. Άνδρο νίκα ς ΚΛ: Κ. θ . Λημαρας ΚΚ: Κ. Καλημέρης ΚΡ: Κ. Ρούφου ΚΣ: Κ. Σταματίον

ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΜΓ: Γ. Μαρκοπουλιώτου ΜΠ: Μ. ΙΚυιαόοπούλου ΟΠ: Ό Παρατηρητής ΠΠ: Π. Παγχρατης ΣΑ: Σ. Άρτεμάκης ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΑ: Τ. Αειδαδίτης ΤΜ: Τ. Μενόράκος ΦΜ: Φ. Μπουμπουλίόης ΧΛ: X. Λουκάκου XX: X. Χειμώνας ΕΝΤΥΠΑ ΑΚ: Άκρόπολιε ΑΝ: Αντί All: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΗ: Ίο Βήμα ΒΡ: Ή ΒραΛυνή ΔΙ: ΔιαΙκίζιο

ΕΛ: 'Ελευθεροτυπία ΕΟ: 'Εποπτεία ΕΝ: 'Επίκαιρα ΕΣ: 'Ελεύθερος (Στερ. Έλ)..) ΙΣ: Ιστορία ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος ΚΟ: Ελεύθερος Κόσμος ΛΕ: Ή Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τά Νέα ΟΚ: Οικονομία καί Κοινωνία ΟΤ: Οίκονομικός Ταχυδρόμος ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΟ: Ό Πολίτης IIP: Πορφύρας ΡΑ: Ραδιοτηλεόραση ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΚ: Σκιάθος ΣΥ: Συμβολή ΤΕ: Τριφυλλιακή ’Εστία ΤΟ: Τομές

Λαογραφία Βαρίκα-Μοσκόβη Ε.: Παραμύθια καί τραγούδια τής Καρπάθου (ΣΤ, ΕΛ. 25/6) Γισννακόπουλος Τ.: ΟΙ γύφτοι καί τό δημοτικό μας τραγούδι (θ . Παπαθανασόπουλος, Ε μ είς καί τό βιβλίο, 30) I Συμπόσιο Λαογραφίας Βορειοελλαδικού Χώρου (Σ Ί . ΕΛ.

Γενικά έργα Εγκυκλοπαίδεια Πάηυρος-Λειρους-Μηριτείννικει (ΤΜ, ΗΓ1. 66ft) Κόκκινης I Βιβλιοθήκες καί βιβλία (/.Η. PI, #»I

Φιλοσοφ (α-Ψ υχολογία-Ά ποχρυ<| ισμός Ηίλτιιος I Οί Απρεκιδισριοτικ παράγοντες (Γ. Γάτος. ΝΕ, 9/3) Κατοιμανης Κ I : Πρακτική φιλοσοφία καί πολιτικό ήθος toe Σωκράτη ( I f . ΕΛ. IR/ft) Μαχρής Ν.: Τά μεταφυσικά Ηεμέλια τής μυστικής (Λ Μουκανος. tO . 7 |) Μπέλυ Λ Η μαγεία των λέξεων (Κ Ι. ΕΛ. 4 ε»| Μπιτσάκης I Ή δυναμική τού έλάχιοτου ( I \α|κοίλης. Ο ί . 19 1409) ΠαΛΛά f () Πλάτωνας οτήν έπιητή μας (Κ Ι . ΕΛ. ’ Η 5| Η ρ η ο κ εία Aλεξίου 1 Μ έκκληοΐα Μήν έπι»χή μας (1Λ. ΡΛ. 394) f Μκονομακη-Ναπαδοηουλιεν I I κκληοιαοτικά Αργυρά (A I Καλετγεροηουλιευ. Ml 26/3). i/B PI. 2ft ft) Σμέμαν A MryiUt) ϊΐΐ(κα.μιπή (ΣΊ. I Λ. 7/3) Ιτραγγας « ΕκχΑηοίας Ελλάδος Ιοταράi (Σ Αλεξίου. KA. 4 ft) Σ*'αήοχος I Οδηγός Λράοδοξίας |ΦΜ. KO. V 3) Ηβάρης Λ Μ|Λ βυζαντινοί ύμνοι στήν νεολληνική ( fM <|J, |*4)

Κοινωνικές έπιοτημις Λβδελιδης 11 Ό συνεταιριομός καί ό μαρξισμός (ΚΊ ♦ ^^Τ· ΛΒ«ιν«ι)ίίκης Λ Τό νέφος ιπή ζωή μας (ΓΜ. Λ \. 2. · · ^ι| ΕΛ. 14 3). ( Λ Α Ζαρίφης. T"£'*r,,<,vtΛλεξάπουλος V: Εν δψει tf|c Αλλαγής (Κ Γ. ΕΛ. 2*/3) .^,μΚ) Βακαλάπουλος Κ A OImmouxA λειτουργά* wC M*,V’f καί θρακικου jrnyiir otO μέσα του 19ου *ι( t*ta^ j ti»i> διεθνούς Ιμπορίου (Κ Λατίφης. ^ I '/ ^ y o ) Bw’tcyrtc I Μ γυναίκα οτή μιοθωτή ίργτισία ( ΙΜ. ΕΠ· * ^ ,μ . (ireen I Note Ρ Τά οίκονομικά χωρίς πρικκιΐηησ (Π ^ ,μ ίΜ

vtVc. Οι. * ’

Λερτιλής I Ιό ζήτημα ιών Τραπεζών 1871-1873 (I '^',,,,νίσ* της. ΠΟ. 41), (Κ Ισουκαλάς, Οΐιονομία **·< Κ,Μ |ol Διεθνείς lu A itn lj και ιΜ(,νμιι·ηικ( ; ουνάήκες (ΤΜ* ΕμΓίς καί ιό σώμα μας (Κ Ι. ΕΛ. 21/31 Μ έξέγεροη Αρχίζει Από καλιά (I 'Λρανίότης. ΕΛ. I Λ. 4 ft). (ΤΜ· Ιμβριυοης | Ίδοιλογικπ θέματα (Μ Μ ΜοπαΙωΑνσυ. Καββαδίας | Καραγκιτυνηδες ( Κ Ισαλόγλου, ΚΛ, Ν' Κάνιτζ Α Λ Πατέρας ό *έθς ρόλος tol* Ανδρα β ψ /

(Ιΐ]

Κάνα I Μ γι^Μίνική πρόκληση (Κ Ι. ΕΛ, 14·Μ Κατιίουλη; Μ | πισεημαλιτγικα Λρσβληματσ *ήί ^ · α ή ι α |ς ( Λ

Ι Ι μ ί ΐ μ ^ ί Ι ί Ν 'Μ Κ · ^

Δεληβοριάς θ . Λ.: Οδηγός τού Μουσείου Μπενάκη (ΣΤ, ΕΛ. 28/5) Ηπειρωτικό ήμερολόγιο 1981 (ΣΤ. ΕΛ. 21/5) Ίγνατιάδου-Καίλή Μ.: Σχέδια χειροτεχνίας μέ λαϊκή βάση (ΣΤ. ΕΛ. 28/5) Κλάδου-Μπλέτσα Α.: Τά Χανιά έξω Από τά τείχη (ΣΤ, ΕΛ. 28/5) Κακούτης Σ.: Παράδοση καί δημοτικό τραγούδι (ΔΖ. ΤΕ, 39) Καραπατάκης Κ.: Τό Δωδεκάμερα (ΣΤ. ΕΛ. 18/6), (ΕΖ. ΡΙ. 15/5). (ΤΜ. ΙΣ. 156) Καραπατάκης Κ.: Ή μάνα καί τό παιδί στά παλιότερα χρόνια (ΖΒ. ΡΙ. 26/16) Καοελούρης Λ. X.: Ιστορικά καί λαογραφικά τής Αρτας ( Π . Vl ΕΛ, 25/6) Κάοσης Κ. Δ.: Μοιρολόγια τής Μάνης (ΣΤ. ΕΛ, 25/6) Λαμνότος Β.: Ή ζωή στά χειμαδιά (ΣΑ. ΡΛ. 589) Νημάς Ο. Λ.. Δημοτικά τραγούδια τής Θεσσαλίας (ΖΒ. ΡΙ. 26/6) ΙΙαιδούοη Γ. Μ.: Τά Βίλια του Κιθαιρώνα καί τά άρβανίτικα τρα­ γούδια (Κ. II.. Συμβολή. 14) Πετρόπουλος Η.: Παλιά Θεσσαλονίκη (ΚΤ, ΕΛ, 28/5). (ΚΣ.^ΝΕ. Τά βενιτσάνικα μνημεία του Ρέθυμνου (Λ. Καλογεροπουλου. ΜΕ. 16/6) Τσίτοος Θ Λ.: Τραγούδια Από τά Ά γραφ α (ΣΊ . ΕΛ. 25/6) Χατζηοωτηρίου I Λ.: Λαογραφικά τής Μεοογαίας Αττικής^(/Β.

*

Φυσικές ίττιιιτήμις λ Β Πρώτες βοήθειες (ΣΤ. ΕΛ. 7/5)

έττιστήμρς Ή Ιπανάσταση των κομπιούτερ (ΚΤ, ΕΛ. 18/6)

Γλώσσα Βηλαράς-Ψαλίδας-Χριστόπουλος κ.ά.: Ή δημοτικιστική άντίθεση στήν κοραϊκή μέση όδό (ΤΜ, ΕΠ, 667) Κριαράς Ε.: Λεξικό τής μεσαιωνικής ελληνικής δημώδους γραμ­ ματείας (ΑΦ. ΑΚ, 19/5) Τριανταφυλλίδης Μ.: Νεοελληνική γραμματική - 'Ιστορική εισ­ αγωγή (ΓΜ. ΑΥ, 22/5), (ΚΤ, ΕΛ, 7/5)

Τέχνες-* Αθλητισμός Δέργκαλιν I. - Κυριακόπουλος Κ. κλπ.: Προοπτικές γιά τήν μό­ νιμη διεξαγωγή τών ’Ολυμπιακών Αγώνων στήν Ελλάδα (W.. ΟΤ, 22/1412) Ή θεσσαλική ζωγραφική 1500-1980 (ΑΦ. ΑΚ, 13/5) Κολώνας Β. Σ. - Παπαματθαιάκης Α. Γ.: Ό Αρχιτέκτονας Vitalliano Roselli (ΑΦ, ΑΚ, 13/5) Κοντός Ν. - Γράββαλος Π.: ’Οπτικόν (ΚΣ. ΝΕ, 23/5) Παραδοσιακά μικρασιατικά καί θρακικά κεντήματα γιά τήν σύγ­ χρονη Έλληνίδα (Ν. Στερεό., ΟΤ, 26/1416) Πετσάλης Διομήδης Ν.-Γρηγοράκης Ν.: Νεοελληνική χαρακτική (Ν. ’Αλεξίου, ΡΙ, 18/6) Τσιρόπουλος Κ.: Ρομανική ζωγραφική - Βυζαντινή ζωγραφική (Ι.Γ. θεοχάρης, ΠΚ, 245) Φιόρι Ο.: Μπόμπ Ντύλαν, Τζό Χίλ. Γούντυ Γκάθρυ - Ιστορία τού Αμερικάνικου λαϊκού τραγουδιού (ΤΜ, ΕΠ, 673) Φυρνώ-Τζόρνταν Ρ.: Ιστορία τής Αρχιτεκτονικής (ΚΤ, ΕΛ. 21/5), (ΤΜ, ΕΠ. 671) Χατζηφιώτης 1. Μ.: Ό Καραγκιόζης Φτωχοπρόδρομος (ΚΧ. ΠΚ.

Κλασική παιδεία Gronningen Β. A. van: Πραγματεία περί τής ιστορίας καί τής κρι­ τικής τών έλληνικών κειμένων (ΑΦ. ΑΚ. 3/6) Ήλιού Η.: Τό μήνυμα τού Θουκυδίδη (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 71) Ήρώνδας: Ε π τά μιμίαμβοι (Ε. Άρανίτσης, ΕΛ, 7/6) Μαρκιανός Σ. Σ.: Ερμηνευτική καί μεθοδολογική προσέγγιση τών κειμένων τής Αρχαίας έλληνικής γραμματείας (I Ξ. Ν., Τό Τεύχος, 1) Συνέδριο «Πρωτότυπο καί μετάφραση» (ΣΤ, ΕΛ, 18/6)

Μοίηση ’Αλεξίου Γ.: ’Αντιστέκομαι (ΘΠ, ΕΣ, 15/5) Άμανατίδης Δ.: Ούκ έοτιν άλλος (ΣΑ. ΡΛ, 593) ’Αντωνίου Γ. X.: Έ ν άρχή ήν τό μηδέν (ΘΠ, Μεοολογγίτικα Χρο­ νικά, 28/5-11/6) ’Αντωνίου Γ. X.: Κύκλος θανάτου καί γενέσεως (ΘΠ. Μεσολογγίτικα Χρονικά. 28/5-11/6) ’Αντωνίου Γ. X.: Ή έπανάσταση τών νεκρών (ΘΠ, Μεοολογγίτικα Χρονικά. 28/5-11/6) Βαβούρης Σ.: Στόν Αστερισμό τών έγκλίοεων καί τών χρόνων τού ρήματος έρχομαι (ΓΒ. ΚΑ. 7/5). (ΤΜ. ΕΠ, 667) Βαφόπουλος Γ. θ .: Τά ποιήματα (Σ. Κατσίμης, ΚΑ, 21/5) Βιοτωνίτης Α.: Τέφρες (θ . θ . Νιάρχος. Ή Λέξη. 4) Βρεττάκος Ν.: Λειτουργία κάτω Από τήν Ακρόπολη (ΚΤ, ΕΛ. 18/6) Γιατράκου-Φόοοι Α.: Κάπως έτσι (ΚΣ, ΝΕ, 6/6) Γιοβάννα: θ ά οού μιλήσω (ΤΜ. ΕΠ. 669) Γκανάς Μ.: Μαύρα λιθάρια (ΚΤ, ΕΛ, 4/6) Γκόρπας θ .: Στάσεις στό μέλλον (Δ. Κονιδάρης. Πορφύρας. 6) Λημουλά Κ.: Τό τελευταίο σώμα μου (ΚΣ. ΝΕ, 6/6), (Κ. Λάντα6ος, ΤΟ. 71) Έ λιγιά Γ.: Ποίηση - Ά σμα ’Ασμάτων - Ψαλμοί (ΚΣ. ΝΕ, 30/5), (ΤΜ. ΕΠ. 673) Εμμανουήλ Κ : Ποιήματα (Τ. Κόρφης, ΚΑ. 18/6) ΖαφεΊρης Μ.: Ταξίδι στό θάμπωμα τού χρόνου (Α. Παννάτος. Νέα Εποχή. 147) Ζαφειριού Λ.: Σχεδόν μηδίζοντες ( ΓΜ. ΕΠ. 671) Ήλιού Μ : Κογκολέζικα (Β. Κάσσος. ΚΑ. 11/6) ΊΙσαία Ν.: Μορηή (ΚΣ. ΝΕ, 6/6) Θεοδωράκης I : ΙΙλημμύςια (ΤΛ. ΑΥ. 17/5) Καντιγκάμπι Ν : Πορεία Από τό μηδέν στό Απόλυτο (ΣΑ. ΡΑ. 592) Καραμολέγκου Σ : Κίνηση στό Αδιέξοδο (ΤΛ. ΑΥ. 17/5) Καρβέλας Λ Λ : Μετέωρη φλόγα (ΚΤ. ΕΛ. 4/6) Κατράκης II : Αποκάλυψη (ΛΣ. ΒΡ. 6/6) Κεφάλας Η : Ί Α μαοτίγια (ΤΛ. ΑΥ. 14) Κοκκίνης Σ ί) καμένος κήπος (Η. Κεφάλας. ΊΟ . 71)


Κοντός Γ.: Στή διάλεκτο τής έρημον (Α. Φωστιέρης. Ή Λέξη, 3) Κύρου Κ.: Οί κατασκευές (Σ. Κατσίμης, ΚΑ, 21/5) Λασκαράτος Α. - Τυπάλδος Γ.: Ποιητικά άπαντα (ΤΜ, ΕΠ, 667) Λυσιώτης Η.: Έ ν α σμάρι πουλιά (Β. Κουτσιμπέλας, Μελέτες, 11) Λύτρας Σ.: Έλπήνωρ (ΤΑ. ΑΥ. 17/5) Μαγιακόφσκι: Ποίηση καί έπανάσταση (Μ. Δ., ΠΟ. 42) Μαργαρίτης Λ.: Σελίδες σέ δύο Αποχρώσεις (Ν. Στεφανόπουλος. « Ημέρα» Πατρών, 11/6), (Τ. Ξανάλατος, «'Ημερήσιος Κήρυξ» Πατρών, 14/6), (Σ. Ίντζεγιάννης, «'Ημερήσιος Κήρυξ» Πατρών, 20/6), (Γ. Πανίτσας, «Αλλαγή» Πα­ τρών', 22/6), (Σ. Λσυκόπουλος, «'Ημερήσιος Κήρυξ» Πατρών. 18/6) Μιχαήλ Κ. Π.: Σκιές στό φώς (ΔΣ, ΒΡ. 12/5) Μιχαήλ Κ. Π.: Ή λιε γιατί; (ΔΣ, ΒΡ, 12/5) Μόντης Κ.: Κύπρια ειδώλια (ΔΣ. ΒΡ. 16/6) Μπένου-Παπαδίαμαντοπούλου Β.; Ερω τικά (ΘΠ. ΕΣ, 28/6) Μπεχράμογλου Α.: Τουρκία θλιμμένη μου πατρίδα (Π. Παιονίδης, Νέα Εποχή, 147) Νεστορίδης Δ.: Βιώματα (Η. Κεφάλας, ΤΟ, 71) Ντεγιάννης Γ.; Προλεγόμενα κάθε μελλοντικής ευτυχίας (Σ. Κα­ τσίμης. ΚΑ. 4/6) Ντίκινσσν Ε.: Επιλογή άπό τό έργο της (Ε. Δαμβουνέλη, ΚΑ, 14/5) Παμπούδη Π.: Κάρτ-ποστάλ (ΚΣ. ΝΕ. 6/6) Παπαγεωργίσυ Κ. Γ.: Ιχνογραφία (ΤΜ, ΕΠ. 670) Παπαγεωργίου Κ. Γ.: Τό οίκογενειακό δένδρο (ΤΜ, ΕΠ. 670) Παπαδάκη Α.: ’Αμνάδα τών άτμών (ΤΜ. ΕΠ. 673) Παρασκενά Μ.: Πορεία (ΔΖ. ΤΕ. 39) Πασιαρδής Μ.: Πέντε κύκλοι (ΚΧ. ΠΚ. 245) Πετούσης Γ.: Ενόραση (ΚΧ. ΠΚ, 245) Πλαστήρα Α.: Σχέδια γιά νά μάθω νά υπακούω (ΤΜ. ΕΠ, 672) Πολιτάρχης Γ. Μ.: Ανοιχτή πύλη (ΔΖ, ΤΕ. 39) Ρώτα θ .: Πάνω ατό γιασεμί πέφτει τό χιόνι (ΚΤ. ΕΛ. 21/5) Σιδερίδου Ν. I.: ‘Αβέβαιο τείχος (ΑΦ. ΑΚ. 19/5), (ΣΑ. ΡΑ. 587) Σικελιανός Α : Άνθολόγημα (ΣΑ. ΡΑ. 590). (ΤΜ. ΕΠ. 671) Σιμόπουλος Η.: Σημαφόροι (Κ. Καραχάλιος. ΡΙ. 22/5) Σοφιανός Κ.: Οί Απολαύσεις (ΤΜ. ΕΠ. 665) Σταφυλοπάτης Ν.: Ποιήματα (X. Σαμουηλίόης. ’Εμείς καί τό βι­ βλίο. 29) Τοσούλης θ.: Άνερχόμενοι ρόμβοι (ΔΣ. ΒΡ, 23/6) Τερτίπης Β : Οί τελευταίες συμφωνίες (Κ. Λεούοης. ΡΙ. 26/5) Τζερμιαδιανός Ν.: Ό άνθρωπος μέ τ' Ανθισμένο στάχυ (Μ. Ε. Α.. Κάμειρος. 26) Τουτουντζής Μ : Τπιμεντι»κολόνες (ΣΑ. ΡΑ. 588) Τσακνιάς Σ Ιστορίες γιά τόν Σέργιο (ΤΜ. ΕΓ1. 665) Φερέντης Α.: Αντίπαρόν (Γ. Κ. Κ.. ΚΑ. 25/6) Φιλύρας Ρ Πορτραΐτα καί κειμήλια (ΚΣ. ΝΕ. 27/6) Χαρίτος Δ.: Μανδραγόρες (ΤΑ. ΑΥ. 14/6) Χρονάς Γ : Τά Αρχαία βρέφη (Ρ Χατζιδάκι. ΛΜΦΙ. 7-8)

Πεζογραφία Ά δάμος Γ.: Γιά μιά άσπρη μέρα (Ε ’Αλεξίου. ΡΙ. 15/5) Ά θανασιάδης Τ.: Ή αίθουσα του θρόνου (ΣΑ. ΡΑ. 591) Ακρίτας Λ.: Αρματωμένοι (ΤΜ. ΕΠ, 6 7 1) Ά λλεν Γ.: Χωρίς φτερά ( ΤΜ, ΕΠ. 670) Βαλιούλης Σ.: Γό ήμερολόγιο τού Ίάσονα (ΑΦ. ΑΚ, 27/5) Ηαμβουνάκη Μ Τό χρονικό μιας μοιχείας (ΚΤ. ΕΛ. 4 6). (ΔΣ. ΒΡ. 19/5) Βασίλιεφ Μ : Είναι γαλήνια έδω ή χαραυγή (ΕΖ. ΡΙ. 5/6) Δανέλλη Τ. Κιτντολέων Κ : Ένα κι ένα κάνουν δοα θές (ΑΦ. ΑΚ. 19 5) Λασκαλάκης Η : Οί ξεριξωμένικ (ΕΖ. ΡΙ. 19/6) Λενδρινός Γ (7 άνθρωπος πού τά δέχονταν Αλα (Φ Λ Λρακον· ταειδής. Ή Λέξη. 4) Λίζελος θ Μικρές Αγγελίες (ΚΤ. ΕΛ. 2 1 5 ) Λρακανταειδής Φ Λ ΓΙρός Όφρυνιο 4ΚΙ. ΝΕ. I Tfc) Εοοε Γ Κνουλπ (ΜΠ. ΝΕ. 9/5) Ζακίυιαυλός Ν Ο ένας καί 6 Αλλος (Η Λ Φραγκόηουλος. ΚΑ. 25/6) Μλιόπουλος Η II πρώτη νύχτα καί Αλλα διηγήματα (Μ I Λ Κάμειρος, 26) Μεοδωραυ Ο Ιωάννης τής νέας έπιεχής | ΙΜ. 1 11. 670) Ιαιρίδη I Στις πέντε τήν αύγή (ΙΛ . ΡΑ. 588). ( ΙΜ. I II. 6 7 1) Ιωάννου I I ιΑ ένα φιλότιμο ( θ ΠαπαλιβερίαιΦημη. Μαξί. 4) Ιωόννου I Επιτάφιος θρήνος (Κ Ι. Ν|·’. 13 6) Ιωάννου I Νικτάοματο (ΚΣ. ΝΕ. 1.5/6) Ιωάννου I Ομόνοια 1980 (ΚΣ. ΝΙ . 13 6) Καββαδ(ας Ν Βάρδια (Μ Παπαλιβεράιι- Φήμη. Μαζί- 4) Κανελλόπαυλός 1 f # έρωτα καί τής Αγάπη·. (ΑΦ. ΑΚ. 27/5)

134

Λαζανάς Β. I.: Ερρίκος Χάυνε (ΘΠ, Αίτωλική, 10/5-24/5) Μαρωνίτης Δ. Ν.: Ό ρ οι τού λυρισμού στόν Όδυσσέα Έλύτη (X. Λιοντάκης, ΠΟ, 42) Μαστροδημήτρης Π. Δ.: Ό «Ζητιάνος» τού Α. Καρκαβίτσα (ΣΤ, ΕΛ, 18/6) Μητρόπουλος Β.: Ό κόσμος σέ σκίτσα (Γ. Μαρίνος, ΟΤ, 19/1409) Νικολόπουλος Γ.: Σύγχρονοι ρεαλιστές λογοτέχνες (Δ. X. Σέττας, ’Εμείς καί τό βιβλίο, 29) Νταλί Σ.: Παρανοϊκο-κριτική (Ε. Άρανίτσης, ΕΛ, 7/6) Παπαδιαμάντης Α.: Αλληλογραφία (ΤΜ, ΕΠ, 667) Παρασκευόπουλος Σ.: Α ναφορά στόν Τάκη Δόξα (ΔΖ, ΤΕ, 39) Πιερίδης Γ. Φ.: Δυό παράλληλα θέματα λόγου (Α. Παννάτος, Νέα ’Εποχή, 147) Πλάτης Ε. Ν.: Ερμηνευτικά στόν Κρίτωνα (ΔΖ, ΤΕ, 39) Ραίζης Μ. Β.: Αγγλόφωνη φιλολογία (Β. Χατζηβασιλείου, ΊΟ .

Καρατζαφέρη I.: Τά κορίτσια τής Έρεχθείου (ΚΣ, ΝΕ, 13/6) Κάτος Γ.: Τά κακά παιδιά (ΑΦ. ΑΚ, 27/5) Καχτίτσης Ν.: Μιά κραυγή άπ’ τόν Εμφύλιο (Κ. Δεδούσης, Ρΐ. 15/5) Κέρουακ Τ.: ΟΙ υπόγειοι (ΜΠ, ΝΕ, 30/5) Κίνγκα Σ.: Ή λάμψη (Ε. Άρανίτσης, ΕΛ, 7/6) Κοτζιάς Α.: Ό Γενναίος Τηλέμαχος (ΚΤ, ΕΛ, 25/6), (ΤΜ. ΕΠ. 662)

Κοτζιάς Α.. Ό έωσφόρος (ΚΤ, ΕΛ. 25/6), (ΤΜ, ΕΠ, 672) Κοτζιάς Α.: Άντιποίησις άρχής (ΤΜ. ΕΠ, 672) Κουλούρης X. Ν.: Ο ρεπόρτερ (ΣΑ, ΡΑ, 588) Κουμανταρέας Μ.: Σεραφείμ καί χερουβείμ (Φ. Κωστομητσόπου· λος. Ο Δρόμος. 4), (ΤΜ. ΕΠ. 669) Κούντερα Μ : Τό βάλς τού Αποχαιρετισμοί' (ΤΜ, ΕΠ, 669) Λόντον Τ.: Γραφείο δολοφονιών ΕΠΕ (ΤΜ, ΕΠ, 666) Λούρος Ν. Κ.: Μεγάλοι χειρουργοί (ΔΣ, ΒΡ, 23/6) Μαγκανέλλι Τ.: ’Ατελεύτητος (ΤΜ, ΕΠ, 667) Μάρας θ .: Παράλληλα καί παράταιρα (Η. Κεφάλας, ΤΟ, 72) Μέηλερ Ν.: Οί στρατιές τής νύχτας (Ε. Άρανίτσης, ΕΛ, 17/5) Μήλας Σ.: Πρίν άπό τίς παπαρούνες (ΕΖ, ΡΙ, 12/6) Μηλιώνης X.: Δυτική συνοικία (ΚΣ. ΝΕ, 13/6), (Σ. Τσακνιά?. ΚΑ. 18/6) Μηλιώρη Π.: Γράμμα στή Μαργαρίτα (ΤΜ, ΕΠ, 666) Μπίκος Π.: Ευτυχία μέ μπαλώματα (Κ. Λεουσης, ΡΙ. 23/5) Μπόρχες X. Λ.: Ό δημιουργός καί άλλα κείμενα (Γ. Η. Χάρή?· ΠΟ.·»-' Ξένος Π. Φ.: θαλασσινοί πυράκανθοι (ΑΦ. ΑΚ, 19/5). (Γ. Κ. tv-· ΚΑ, 28/5) Ξεφλούδας Σ.: Μέρες μέσα στό σκοτάδι (ΚΤ, ΕΛ. 4/6) Ούζάι Α - Πίντορ Τ.: Γουρούνια μέ φτερά (ΜΠ. ΝΕ, 13/6) Πανάγος Γ.: Requiem γιά τρεις γενιές (ΑΦ. ΑΚ, 27/5) Παπαπαναγιώτον Δ.; Α ντίο Γουτεμβέργιε (ΚΤ, ΕΛ. 25/6) ; Παρασκεναίδης θ .: Τό πάρτυ στούς κήπους τού Άκάδημου (· · Χατζηγιαννιού. «Δημοκράτης» Μυτιλήνης. 20 Πεζερίδης Β.: Κλεμμένοι χρόνοι (Γ. Κ. Καραβασίλης, ΤΟ. 71) Πίττας Τ.: Τό κίνημα τών γυμνών (Β. Χατζηβασιλείου. ΤΟ. 72) Ρόκκο Α.: Γουρούνια μέ φτερά (ΤΜ. ΕΠ. 668) Ρουσιάνος Ν. Κ : Ή μάχη τών πελαργών (ΚΤ, ΕΛ. 25/6) Ρώμας Δ.: Αντάτζιο καί φούγκα (ΣΑ. ΡΑ, 591) Ρωτά Α.: Σάν τ’ Αγριολούλουδα (ΕΖ, ΡΙ. 5/6) Σιάπικας Γ.: Μικρέ στρατιώτη (ΕΖ. ΡΙ. 22/5) Σκσυρολιάκος Π : ’Αγκούσα (ΓΜ. ΑΥ, 22/5) Σταθάκης: Κύμα καί ψυχή (ΣΑ. ΡΑ. 594) Στήβενσον Ρ.-Λ.: Δσκιωρ Τζέκυλ καί κύριος Χάυντ (Ε. Αρ*1' τσης, ΕΛ. 28 6), ( θ Παπαλιβερίου Φημη. MnC1· Σφακιανάκης Γ. Γ.: Οί δδηγοί τού Αίγαίου (Μ. Ε. Α . Κα)»*»

72)

Ρηγάτος Γ.: Ή παρουσία τής Ιατρικής στην νεοελληνική λογοτε­ χνία (ΓΜ, ΑΥ, 22/5), (ΤΜ, ΕΠ, 666), (Μ. Σταματελάτος, 28/5), (ΚΤ, ΕΛ, 14/5) Ρωσοίδης I.; Α ναφορά στην Αντιπολεμική λογοτεχνία (Ν. Γεωργιάδης, Νέα ’Εποχή, 147) ^*ένχ Τ.: Γράμματα στην Κατερίνα (θ . Παπαλιβερίου-Φήμη, Μαζί,

4)

Σταμάτης X. θ .: Κωστής Παλαμάς (ΚΠ, ΚΑ, 4/6) Φράιερ Κ.: Τά πέτρινα μάτια τής Μέδουσας (θ . Δ. Φραγκάπουλος, ΚΑ, 4/6), (ΑΦ, ΑΚ, 19/5)

Θέατρο Γκόμπροβιτς: Ό γάμος (Ε. Άρανίτσης, ΕΛ, 7/6) Δρομάζος Σ*: Προβλήματα θεατρικής κριτικής (ΑΑ, ΒΗ, 12/6), (ΤΜ, ΕΠ, 667) Ζαράνης Μ.: Πολιτική μασκαράτα (ΕΖ, ΡΙ, 15/5) Κορνάρος Β.: Έρωτόκριτος (Μ. Vitti, ΒΗ. 27/6) Παπακωνσταντίνου Ν.: Τό μαγεμένο κρασί (ΔΣ. ΒΡ, 5/5) Παπακωνσταντίνου Ν.: Ό θάνατος τού Πατροκοσμά (ΔΣ. ΒΡ, 5/5) Παπακωνσταντίνου Ν.: Τό πλιάτσικο τού Χατζηγομάρα (ΔΣ, ΒΡ. 5/5) Παπακωνσταντίνου Ν.: Λιτανεία (ΔΣ, ΒΡ. 5/5) Σούλης Λ.: θέατρο 1972-1980 (ΔΣ, ΒΡ, 19/5) Χουρμούζης: Διάλογοι έπτά (Μ. Μ. Παπαίωάννου. ΡΙ, 22/5)

Βοίσκου Ε.; Eloui καί ού μές στό βιβλίο (Η. Κεφάλας, ΊΟ , 71) Γεωργίου-Νίλσεν Μ.: Ή Μελίνα οτή σελήνη (θ . ΠαπαλιβερίουΦήμη. Μαζί. 4) Δεληγιάννη-Άναστασιαδη Γ.: Ή ώρα, ή μέρα, ή χρονιά (ΑΠ. ΑΥ, Κεραοιώτη Ξ.: Πετάμε οτήν όνειροχώρα (ΤΜ, ΕΠ. 666) Κολοβός Κ. Παπανδρέου Λ.: Ο έξυπνος γάιδαρος καί ό λύκος (ΑΠ, ΑΥ. 31/5) Κολοβός Κ. Παπανδρέου Α : Ό ξανθός καραβοκύρης (ΑΠ, ΑΥ, 13/6) Κολοβός Κ. Παπανδρέου Α.: Τό πουλί μέ τά όλόχρυσα φτερά (A ll, ΑΥ. 13/6) Κοντολέων Μ.; Ή Ά ννα καί τό τζιτζίκι (A ll. ΑΥ. 13/6) Κουτούζη-Αίνου Μ.: Ζαχαροκάλαμα (Η. Κεφ'άλας, ΤΟ, 72) Μάοτορη Β.: Εκείνη τή φ>ορά (ΤΜ, ΕΠ, 668) Μηχιώτης X.: Διονύσιος Σολωμός (ΑΠ. ΑΥ, 31/5) Μηχιώτης X.; Μύθοι γιά τούς θεούς καί τούς ήρωες τής Αρχαίας Ελλάδος (A ll. ΑΥ. 31/5) Νεοίν Α.: Τά παιδιά καί οί μεγάλοι (II Δράμαλης. ΡΙ, 26/6) ΠαπανικολόπουλοςΤ.: Ά χ ή (ΜΠ. ΝΕ. 27/6) Πατεράκη Γ.: Τό μυστικό τού ευλογημένου νησιού (ΣΑ, ΡΑ. 589) Πέτροβιτς-Άνδρουτσοπούλου Λ.: Τό τσιμεντένιο δάσος (ΒΛ. ΚΛ^.

Λθκέμΐα·ΜρλΙτΐ?(·Κριτική·Χΐθύμορ* Λλλήλογρ<ΐ(|ί((

Η λογοτεχνική κληρονομιά μας (Κ ΚαρσχάλΜ

Ακρίτα I

Από τήν Έλενα μέ χαμόγελο (ΚΙ. ΕΛ.

Κόκκινης Σ.: Τά μουσεία τής 'Ελλάδας (ΕΖ, ΡΙ, 26/6) Κρεμμυδάς Β.: Νεότερη Ιστορία (ΤΒ, ΝΕ, 16/5) Κύρρης Κ.: Κύπρος, Τουρκία καί έλληνισμός (ΤΜ, ΕΠ, 673) Ααούρδας Β.: Μακεδονικά άνάλεκτα (ΣΤ, ΕΛ, 14/5) Μανούσακας Γ.: Σαράντα μέρες στην Κέρκυρα (Σ. Χαϊκάλης, ΟΤ, 22/1412) Μάτσας Ν.: Τό χειρόγραφο τής Βαβυλώνας (ΑΦ, ΑΚ, 3/6), (ΣΑ, ΡΑ, 589) Μενούνος 1: Ό κατάσκοπος Marco γιά τόν Κοσμά τόν Αίτωλό (ΣΑ, ΡΑ, 593), (ΦΜ, ΚΟ, 16/5) Μινώτος Σ.: Ή έποποιία τού 40-41 (ΦΜ, ΚΟ, 6/6) Μουτσόπουλος Ν. Κ.: Θεσσαλονίκη 1900-1917 (ΑΦ. ΑΚ, 13/5) Μουφίτ Α.: Ά λή πασάς δ Τεπελενλής (ΣΤ, ΕΑ, 7/5) Νάκου Α.: Τό χρονικό μιας δημοσιογράφου (ΔΖ, ΤΕ, 39) Νικολόπουλος Γ. Π.: Τά προβλήματα, οί δυνάμεις καί δ χαρακτή­ ρας τής έλληνικής έπανάστασης τού 1821 (ΔΖ, ΤΕ, 39) Πετράκης X. Μ.: Nick the Greek (ΚΣ, ΝΕ, 20/6) Πετρίδης Π.: Ξενική έξάρτηση καί έθνική πολιτική (Κ. Μοσκώψ, ΑΝ, 179) Πέτσας Φ.: Delphi (ΚΤ, ΕΑ, 25/6) Σαρδελής Κ.: Γεώργιος Βαρνακιώτης (ΤΜ, 1Σ, 154) Σπάνιας Ν.: Φόρος τιμής στόν Τζιόρτζιο ντέ Κίρικο (Ε. Ά ρανί­ τσης, ΕΑ, 28/6) Σταματίου Γ. Π.: Νικόλαος Β. Δαβαρης (Κ.Π., Συμβολή, 14) Σταοινόπουλος Μ. Δ.: Μορφές άπό τόν 4ο αί. μ.Χ. (ΚΠ, ΚΑ, 28/5) Τζώρτζης Γ.: Μπόμπ Ντύλσν (ΜΠ, ΝΕ, 6/6), (ΚΤ, ΕΛ, 21/5) Χανιώτου Ε.: Τό φθινόπωρο τής ζωής (ΔΖ, ΤΕ, 39) Χατζηιωάννου Κ.: Ή άρχαία Κύπρος είς τάς έλληνικάς πηγάς (Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, ΚΑ, 14/5)

Παιάικά

Σφυρίδης Π : Χωρίς Αντίκρισμα (Λ Ζήρας. ΚΑ. 4/6) Τθΐφόρθ( Ν. Ομορφη Θεσσαλονίκη (ΚΣ. ΝΕ. 16/5) Γσουλλή Ε.: Ξεριζωμένα λουλούδια (Γ. Χατζηκωστής. ΠΚ. 2 Φανταστικό καί λογοτεχνία (Ε. Άρανίτσης. ΕΛ. 7/6) Χάμμει Ν Γό γεράκι τής Μάλτας (Ε Άρανίτσης. ΕΛ. 28 6) Χάξλεύ Α : Ο ί θύρες τής ένόρασης (Ε. Άρανίτσης. ΕΛ. 2$/ ) Χαραλάμπους Μ Μ : Τρεις μυεττικές ίστορίες (ΑΦ. ΑΚ. *- · ^ Χέμινγσυαιη Ε : Νησιά τής Καραίβικής (Ε. Άρανίτσης. ΕΛ. \ιί»νης Λ Ίιετσρίες μιάς παλιάς έποχής new Λέν ήρθε (ΜΠ. ΝΕ. 20/6). ( ΓΜ. Ε Π .6 Χσυλιαρας Ν Ό Λιτύσιας (Ε Νιχολουδάχη. Ό Λ(η'·|μΚ. Χριστοδούλου Λ Ελ Ντάμπα (ΚΣ. ΝΕ:. 13/6) Χρυσάνθης Κ Ά π ό τίς άφ-ηγήσεΐζ ένός κύπρισυ, αΙχμπλ£*2 ,Λ Ϊ. ΒΡ. Β·'*’

Λδάμος 1

Βουρνάς Τ.: Ό έμφύλιος (ΚΤ, ΕΑ, 25/6) Βραχνιάρης X.: Τά χρόνια τής δοκιμασίας (Μ. Μ. Παπαίωάννου, ΡΙ. 19/6) Γεωργιάδης: 'Οδοιπορικό τής Αντίστασης (Κ. Δ. Κωτσούκαλης, ΡΙ. 19/6) Γιαννακόπουλος Τ.: Τό ήμερολόγιο ένός Αγωνιστή (Ν. Μπούτβας, ΡΙ, 29/5) ’Εγγλέζος Τ.: Αφγανιστάν (ΓΜ. ΑΥ, 22/5) Ζεύγου Κ.: Μέ τόν Γιάννη Ζέβγο στό έπαναστατικό κίνημα (Τ. Μιλλιέξ, ΑΝ, 179) Καγιάς Π. Γ.: Χωρίς φόβο καί πάθος (ΔΣ, ΒΡ, 12/5) Καράγιωργας Γ.: Οί άετοί τής έρημου (ΣΑ, ΡΑ, 593) Κεφαλληνιακά χρονικά (ΣΤ, ΕΑ, 14/5), (Φ. Δρακονταειδής, ΚΑ, 7/5)

Πλαστήρα Α.: Σχέδια γιά νά μάθω νά ύπακούω (ΤΑ. ΑΥ. 14/ύ) Σακελλαρίου X.; Ζωολογική μυθολογία (I Μ. A3 . 22/5) Σίνου Κ.: Τό τέλος τών τεράτων (ΑΣ. ΒΡ. 23/6). (ΒΑ. ΚΑ, 21/5) Σκιαδάς Ν. Ε.: Αχελώος, τό παιδί καί τό ποτάμι (ΒΑ. ΚΑ. 21/5) Χαλάστ Μ Ή Κάτυ τού τελευταίου θρανίου (ΒΑ. ΚΑ. 25/6) Φαχίνου I Τά Έλληνάκια (ΒΑ. ΚΑ. 25/6), (A ll. ΑΥ. 13/6) 'Ραραυτη Λ,: Μέ ιήν Ανδρομέδα στό γαλάζιο πλανήτη (ΒΑ. ΚΛ.

■ „ ρευματικό πρό*-...... (ΑΦ ΑΚ, 15/5). (ΑΧ Η.Μ |ΐνάς I I.Πιιοι,ιι «οί <| ιλιι.ογι,ο l i t ^ N i t . ( 1 " . Λιιιλιριμιις 1 ΙΙιΜ /ιιι/^ tttf|v I,i»tj<tt| tin I Ρ ί.σισ'ίΚ ΐ I Λιηάμιιι (« II. Μ ιω λ.,ή If. Λ). (ΙΑ . ΡΑ "Ηλ*ι'.Αης I I ο , , ή π,Μ,.,. (I VMtn"*

ιία-ΙΙιογρ(Μ|ίι-ς-ΐνΐαρτυρ(Γς σέλης I

a

Ό φ>(λος μου 6 Θεόφιλος (ΚΙ. ΕΑ, 18/6)

Ι'πογραφί«-Ταξίί)ι« Γιαλουράκης Μ.: 'Οδοιπορικά στοχασμού (ΣΤ, ΕΑ, 14/5), (ΚΣ. ΝΕ, 9/5), (Κ. Π., ΚΑ, 7/5) Γκίκας Γ. Π.: Κάστρα (ΣΑ, ΡΑ, 591) Αακαμιέρ Ζ.: Τό έλληνικό καλοκαίρι (θ . Παπαλιβερίου-Φήμη, Μαζί, 4) Μάλαμας Α.: Α λβανία ή νύφη τών άετών (ΚΣ, ΝΕ, 9/5) Μανουσάκης Γ.: Οδοιπορικό τών Σφακιών (ΣΑ, ΡΑ, 590), (Φ. Δ. Αρακοντσειδής, Ή Λέξη, 3) Πλατανιάς θ .: Ταξιδεύοντας στόν σημερινό κόσμο (ΚΣ, ΝΕ, 9/5) Νοίφτη Κ : Περπατώντας ο’ έναν καινούριο κόσμο (ΑΦ, ΑΚ, 10/6), (ΚΣ, ΝΕ, 9/5) Σάρρας Γ.: Άνιχνεύοντας τήν Αλβανία (ΑΦ. ΑΚ, 10/6), (ΚΣ, ΝΕ, 9/5) Τοιάτης Β. Ε.: Ηλιόλουστη καί θαλασοοφ.ίλητη χώρα (ΑΦ. ΑΚ, 1 10/6), (ΓΜ. ΑΥ. 22/5) Φλώρος Π.: Χώρες τών Κελτών (ΑΦ, ΑΚ. 10/6), (ΚΣ, ΝΕ. 9/5) Χαρσούλης Κ.: Ταξίδι σέ ταξίδια (ΑΦ. ΑΚ. 10/6). (ΚΣ. ΝΕ. 9/5)


Ε π ιμ έλ εια :

Ιο ύ λ ιο ς-Α ΰ γο υ σ το ς

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Ε Π ΙΚ Α ΙΡ Ο Τ Η Τ Α

”Εφη L

1981

Ασκληπιού 1 Τηλ. 3636083

ΑΓΡΑ

I

M

F

I

B

Ά πάκη

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

Β ΙΒΛ ΙΟ ΓΡΑ Φ ΙΚ Ο ΔΕΛ ΤΙΟ Α ΡΙΘ . 46 Ο Λ Υ Μ Π ΙΑ ΚΛΡΑΓΙΩΡΓΛ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ

Σνντάσσεται μέ τήν πολύτιμη σννεργασία τον διδλιοπωλειον τ ή ς

V IR G IN IA W O O L F

ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΝΩΣΤΗ

« Ε σ τ ία ς »

ΓΡΑΠΤΑ Ή

ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ

® Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνεται μέ βάση τό γνωστό Δεχαόιχό Σύστημα ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στήν ελληνική βιβλιογραφία.

(23-26 Νοεμ. 1978). ’Αθήνα, 1980. Σελ. 410. Δρχ. 500.

Υ Ψ ΙΚ Α Μ ΙΝ Ο Σ ® Σέ χάβε κατηγορία βιβλίων προηγούνται Αλφαβη­ τικά οί έλληνες συγγραφείς καί Ακολουθούν οί ξέ­ νοι.

ΕΝΔΟΧΩΡΑ •

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΠΑΜΠΛΟ Π ΙΚΑΣΣΟ

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙΑ ΠλατεΙι Στα 8ί<Λ, 5, \AW-vtx 501 — ·π)λ. 728.263 Διανομή στήν Α θήνα: τηλ. 32 . 65.332

3

Η κατάταξη των ξένων συγγραφέων γίνεται σύμ­ φωνα μ έ τό έλληνικό Αλφάβητο.

• Στήν κατηγορία των περιοδικών δέν περιλαμβά­ νονται έντυπα πού έκδίδονται δύο ή περισσότερες φορές τό μήνα.

® Τά ιχόοτιχά στοιχεία χάθε διβλίον άναγράφονται

ΛΕΞΙΚΑ ΒΑΓΙΑΝΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ. Πλήρες συστηματικό καί άλφαβητικό τρίγλωσσο λεξικό, Γαλλικό ’Αγγλικό - Έλληνικό καί μέ λατινική όρολογία έπί τής γεωπονίας - δασοκομίας - κτηνιατρικής άλιείας - Ε.Ο.Κ. κ.λ.π. Τόμος Β'. ’Αθήναι, 1981. Σελ. 469-823. Δρχ. 700.

όπως τά παραδίνει ό έχόότης.

• Γιά τήν άχόμη μεγαλύτερη πληρότητα τον Δελτίου χαθε έχόότης &ς μάς στέλνει τά πλήρη βιδλιογραφιχά στοιχεία των καινούριων έκόόσεών τον. θ ά καταχωρηθονν όπωσόήποτε.

jack kerouac

JACK KEROUAC

Β ΙΒΛ ΙΟ ΓΡΑ Φ ΙΑ

στό δρόμο

Παρουσία τής Μαριάννος ΑΙνου-Κουτούζη μέ τά έργα:

ΜΕΤΑΦΡΜΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΝΙΚΟΑΟΠΟΥΛΟΥ

ΛΛΕ^ΙΑΔΗΣ ΜΗΝΑΣ ΑΛ. Καρπαθιακή βι­ βλιογραφία. ’Ανάτυπο τού περιοδικού «Καρπαθιακαί Μελέται», τόμο; Β' (1981). ’Αθήνα, Εταιρεία Καρπαθιακών Μελετών, 1981. Σελ. 337-346.

στό δρόμο

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΝΕΑΣ ΙΩΝΙΑΣ. Δελτίο νέων βιβλίων. Νέα ’Ιωνία, 1981. Σελ. 26.

Ρ'νο, Οιοιήμαηιΐ lupd. fla p d ft^ Ίαηνί,ς ol ηο/ηβη Ι ορρΟνβ; ·αΙ Δαιρυγόνα CAUtpi)

(ΆκυλανΜ Μ ΤΙ ton

Τΐή

I uvtnnla Idμα n mo 0«ι*™νιί6'1

»(Η· Ιίλιπ'ς

λμίρτήημ /.•(■(ΚΜ4λαι« ( A.MooOd

ΠΛίβΡΟΝ •J &

AOfOTEXNIAf ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΛΕΘΡΟΝ Τοοίτσα t Α

Αύήνα Τηλ Ββ3469?

ιόμ<ν)

ΕΡΑΣΜΙΑ-ΛΟΥίΖΑ. ο ι πρώτες έφημερίδες τής Καρδίτσας καί τών I ρικάλων. ’Ανάτυπο άπό τά πρακτικά τού Α Συν­ εδρίου Θεσσαλικών Σπουδών. «Θεσσαλικά Χρο­ νικά», Τόμος ΙΓ' (1980). ’Αθήνα, 1980. Σελ. 435-477. ςταυροπουδου

T* Λι>π> ή llldtu tut to Άλογο Mm Φμ ο Αι Α ntov OOfarO

ΤΣΑΜΠΟΥΝΑΡΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Λεξικό ξε­ νόγλωσσων συντμήσεων καί άρκτικογραμμάτων. ■Αθήνα, 1981. Σελ. 648. Δρχ. 1000. ΣΟΚΟΛΙΟΥΚ Β. Γ. Ρωσοελληνικοί καί έλληνορωσικοί διάλογοι. ’Αθήνα, Μαρτάκης, 1981. Σελ. 440. Δρχ. 200.

Φ ΙΛ Ο Σ Ο Φ ΙΑ ΔΡΟΥΛΙΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ. Αιώνιες άναζητήσεις καί άνάλογες θεωρήσεις. ’Αθήναι, 1981. Σελ. 262. Δρχ. 350. ΚΕΝΤΡΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ' ΣΕ­ ΜΙΝΑΡΙΑ. ’Ιδεολογία. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1980. Σελ. 100. Δρχ. 200. ΛΑΣΣΙΘΙΩΤΑΚΗ ΛΙΖΥ-ΕΛΕΝΗ. Ό Σάρτρ καί δ δρόμος τής έλευθερίας. ’Αθήνα, Έλληνικό Λ ο­ γοτεχνικό καί Ιστορικό ’Αρχείο, 1981. Σελ. 23. Δρχ. 80.

llloi. At tot ηιρό (Itoownto, rMi «Aous. Α<Λ*Ν> Κι»*»·, ή I DOT» «iri I' Atovoni t»|«. 11*<·(tonlAK V* *® " μηρό kutoto. ΚΜμας) AkuAintooM Id fl|»jkaicvto6Al« ti 6 I toM6 t>>» M llO M

ItllU l

Κ 2 (0 ||

-^ Π Ρ Α Κ Τ ΙΚ Α •Α ,-νΤ 7 \ . Πρακτικά τού Λ ’ Συνεδρίου Ηλειακών Σπουδών

ΜΕΡΕΝΤΠΉΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤ. Ή έννοια τής «καθάροεως» παρ’ Άριστοτέλει («Ποιη­ τική») καί Goethe («Wilhelm Meister»). Β' έκδικιη. ’Αθήναι, 1980. Σελ. 50. Δρχ. 150.

137


ΓΙΑΝΕΚΟΥΚ ANTON. Ό Λένιν σάν φιλόσοφος. Μετάφραση-έπιμέλεια Ζαχαρία Δεμαθά - Γιώρ­ γου Σιούνα. Μικρά Βιβλία, άριθ. 10. ’Αθήνα. Ύψιλον, 1981. Σελ. 188. Δρχ. 200.

διαμόρφωσης τού χαρακτήρα. Τόμος Γ": ’Α πό τήν ψυχανάλυση στή βιοφυσική τής όργόνης. Μετ. Νίκου Σιδέρη. ’Αθήνα. Καστανιώτης, 1981. Σελ. 216 + 176 + 336.

Σελ. 147. Δρχ. 130.

Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΟ Λ Ο ΓΙΑ ΚΟΡΣ ΚΑΡΑ. Μαρξισμός καί φιλοσοφία. Μετ. Μανώλη Λαμπρίδη - Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου. Μικρά Βιβλία, άριθ. 12. ’Αθήνα, 'Ύψιλον, 1981. Σελ. 196. Δρχ. 200. KUHN THOMAS S. Ή δομή τών έπιστημονικών επαναστάσεων. Εισαγωγή-έπιμέλεια Β. Κάλφα. Μετ. Γ. Γεωργακόπουλου - Β. Κάλφα. Θεσσαλο­ νίκη, Σύγχρονα θέματα, 1981. Σελ. 257.

ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ Γ. (Π). Ή Αλή­ θεια διά τάς έκτρώσεις. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 119.

MACRIDIS ROY C. Σύγχρονα πολιτικά συστή­ ματα: Ευρώπη. Τόμος A . Δ έκδοση. Αθήνα, Παπαζήσης, 1981. Σελ- 542.

Π Α ΡΑ Ψ Υ Χ Ο Λ Ο ΓΙΑ

ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ I. Τά ναρκωτικά πέ­ ρασαν τήν πόρτα μας. ’Αθήνα, Νιάρχος, 1980. Σελ. 140.

ΠΑΣΧΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Πολιτική δημοκρατία καί κοινωνική έξουσια. Β έκδοση. Δίκαιο και Πολι­ τική, άριθ. ί. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1981. Σελ. 410. Δρχ. 400.

Ψ Υ Χ Ο Λ Ο ΓΙΑ

ΤΣΙΜΠΟΥΚΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΩΑΝ. Ή ψυχική υγεία τού σύγχρονου άνθρώπου. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 108. Δρχ. 200. ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ Α Κ Α ΔΗ ­ ΜΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΕΣΣΔ. Ψυχολογία τής προσωπικότητας. Μετ. Δημήτρη Ρωμανού. ’Αθήνα, Κοροντζής. Σελ. 210. Δρχ. 250. ΚΑΑΐΝ ΜΕΛΑΝΙ - ΡΙΒΙΕΡ ΤΖΟΑΝ. Αγάπη καί μίσος. Ή άνάγκη τής έπανόρθωσης. Μετ. Λέ­ ν α ; Τζελέπογλου. ’Αθήνα, ’Ανδρομέδα, 1981. Σελ. 135. Δρχ. 200. ΜΓΙΕΡΝΤ ΛΟίΣ. Of άντρες ατόν έρωτα. Τί τούς έλκύει, τί τούς γοητεύει. Μετ. 'Ελένης Μπακοπσύλου. ’Αθήνα, Ά ναοτασιάδης, 1980. Σελ. 301. Δρχ. 450.

Δρχ. 200.

Η έξέγερση Αρχίζει Από παληά. Σελίδες Από τά πρώτα βήματα τού γυναικείου κινήματος. Ά ν θ ο '•άγη αη-μετάφραση-σχόλια Ε λένη ς Βαρίκα Κωστούλας Σκλαβενίτη. ’Αθήνα, ’Εκδοτική Ομάδα Γυναικών, 1981. Σελ. 258. Δρχ. 400.

Α Π Ο Κ ΡΥ Φ ΙΣΜ Ο Σ ΚΑΑΡΚ ΑΡΘΟΥΡ. Τά μυστήρια τού κόσμο»· Μετ. Α. Ά ιδίνη. ’Αθήνα, Κάκτος, 1981. Σελ. 3 6 ύ· Δρχ. 4(H).

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΚΟΥΛΑ. ’Αγώνες καί νίκες τής Έλληνίδας. Ε' έκδοση. ’Αθήνα, Πύλη, 1981. Σελ. 87. Δρχ. 120. ΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Δ. ’Αντίο Γουτεμβέργιε... Αθήνα, Καθημερινή, 1981. Σελ. 156. Δρχ. 250.

ΜΠΕΡΑΙΤΖ ΤΣΑΡΛΣ. 1999: ή συντέλεια. Με*· Μάριου Βερέττα. ’Αθήνα, Ράπτης, 1981. Σελ· ’ 229. Δρχ. 260.

ΝΤΑΙΝΙΚΕΝ ΕΡΙΧ ΦΟΝ. Ταξίδι στό ΚιριμπάΠ Μετ. Φιλοκτήτη Κυριαζόπουλου. 'Αθήνα, Νότος· 1981. Σελ. 343. Δρχ. 450.

Ρ Α /Ο Υ Α Ν Ε ΜΑΤΖΥ, Of άντρες καί τί θάπρεπε νά ξέρετε γι' αύτούς. Μετ. Αλίκης Χρυσόθεμις. 'Αθήνα, Ά ναοτασιάδης, 1981. Σελ. ) | 5 Λι>χ 450.

ΡΑΙΧ ΒΙΛΧΕΛΜ Ή Ανάλυση του χαρακτήρα. Τόμος Λ : Ή τεχνική Τόμος Β : II θεωρία της 138

ΠΙΜΠΛΗΣ ΜΑΝΩΛΗΣ. ’Επιστολή στό 6 . Έμβέρ Χότζα. Κερατσίνι, ’Επαναστατική Φωνή, 1981. Σελ. 121. Δρχ. 80. ΟΥΑίΛΝΤ ΟΣΚΑΡ. Ή ψυχή τού άνθρώπου στό σοσιαλισμό. Μετ. Ζωζώς Πεσκετζή. Επιμέλεια Νίκου Μπαλή. ’Αθήνα, ’Ελεύθερος Τύπος, 1981. Σελ. 61. Δρχ. 70. HOBSBAWM ERIC J. Ή συμβολή τού Κάρολου Μάρξ στήν έπιστήμη τής ιστορίας. Μετ. Ά λέξη Πολίτη. Θεωρία καί Μελέτες Ιστορίας, άριθ. 2. Σελ. 31. Δρχ. 70.

ΠΑΠΑΡΗΓΑ ΑΛΕΚΑ. Γιά τήν Απελευθέρωση τής γυναίκας. ’Αθήνα, Σύγχρονη Ε ποχή , 1981. Σελ. 239.

Ο ΙΚΟΝΟΜ ΙΑ ΣΚΙΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΡΗΣ. Είναι πού... οί τοξι­ κομανείς έξομολογοϋνται, Αποκαλύπτουν καί καταγγέλλουν. ’Αθήνα, Γνώση, 1981. Σελ. 145. Δρχ· 180.

UM LAND ERIC ΚΑΙ CRAIG. Μυστήρια τήν Αρχαιότητα. Ή άπειλή τών Μάγιας. Άθήνά* Ώ ρόρα . Σελ. 195. Δρχ. 60.

ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ I. Α. Ή Αναπαραγωγή τού κοι­ νωνικού προϊόντος στό σύγχρονο καπιταλισμό. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 127. Δρχ. 250. ΠΙΣΣ1ΑΣ Β. Ά διέξοδιι τής Αγροτικής πολιτικής.

Ιστορικές ’Εκδύσεις, 1981. Σελ. 239. Δρχ. 27(1. VALENTINE TOM. Τό μυστήριο τής μεγάληί πυραμίδας. Μετ. Μάριου Βερέττα. Ά θ ή νβ· Ώ ρ όρα , 1981. Σελ. 155. Δρχ. 60.

α η μ ο γ ρ α φ ια

πρόκληση. Υπογεννητικότητα καί γήρανση στήν Ελλάδα.

ΠΟΛΥΖΟΣ ΝΙΚΟΣ. Δημογραφική ΝΙΚΟΛΣ ΓΖΑΚ. Ή Απελευθέρωση τών άντρων. Met. Τασώς Γαϊτάνη. Αθήνα, Ώ κεανίδιι. 1981, Σελ. 354. Δρχ. 350.

ΚΟΤΖΙΑΣ ΝΙΚΟΣ. Ή Πολωνία κι εμείς. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1981. Σελ. 96. Δρχ. 100.

ΣΤΑΦΦΟΡΝΤ-ΚΛΑΡΚ ΝΤΑΙΗΒΙΝΤ. Τί είπε πραγματικά ό Φρόυντ. Μετ. Δημήτρη Κωστελένου. ’Ανθρωπιστικές ’Επιστήμες, άριθ. 6 . ’Αθήνα, Γλάρος, 1980. Σελ. 235.

ΚΑΡΑΦΟΥΛ ΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Υπνωτισμός. ’Αθήνα, Βασδέκης, 1981. Σελ. 246. Δρχ. 350.

ΜΑΛΕΦΑΚΗΣ ΕΥΤΥΧΙΟΣ. Μπροστά στό έκτελεστικό άπόσπασμα. Χανιά, 1981. Σε).. 79. Δρχ. 140.

ΚΑΨΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Κουβεντιάζοντας στό Κρεμλίνο. ’Αθήνα, Κάκτος, 1981. Σελ. 165. Δρχ. 230.

Αθήνα, Ε ξάντας, 1981. Σελ. 225. Δρχ. 300.

Θ ΡΗ ΣΚ ΕΙΑ ΖΙΛΚΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΙ Λ Ιστορία τών θρήσκε»· μάτων. Τόμος Β : Τό Ίσλάμ Θεσσαλονίκη· Πουρναράς. 1981. Σελ. 362. Λρχ 5(8). <ill.LET LEV, Ιησούς, Α τενίζοντας τόν τήρα Β έκδοση Μετ. ’Επισκόπου Βρκ Λημητρίου Γρακατέλλη Α θή να , Λέτμος.

ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΑΣ Δ. II. Οί δημοσιονομικοί θε­ σμοί. Δημόσια Οικονομική, άριθ. 2. Αθήνα, Πα­ παζήσης. 1981. Σελ. 480. Δρχ. 450. ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ. Οικονομικές μονο­ γραφίες. Συμβολή στό χωροταξικό σχεδίασμά τής Ρόδου. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 71.

Π ΟΛ ΙΤΙΚΗ Α ΙΚΑ ΙΟ ,ΙΟΥ ΒΑΣΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΑΝΑΣΗΣ, ιινία θά μείνει σοσιαλιστική. Αθήνα, Εποχή. 1981. Σελ. 8 6 . Λρχ. 80.

Λ ΠΌ ΥΡΙΛΟΥ ΜΑΡΙΑ. Τά δικαιώματα τού ίρ139


γαζόμενου σέ ιδιωτικές επιχειρήσεις. ’Αθήνα, Τε­ κμήριο, 1981. Σελ. 107. Δρχ. 200. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ Β. Τό ίσχύον έν Δωόεκανήσω δίκαιον. Β' έκδοσις. ’Α θή να .Ε θ νι­ κόν Τυπογραφεϊον, 1981. Σελ. 631. Δρχ. 1300.

Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ Σ Η -Π Α ΙΔ Α Γ Ω Π Κ Η ΒΩΡΟΣ Φ. Κ. Ή διδασκαλία τής άρχαίας γραμ­ ματείας. Προσπάθεια άνανέωσης καί άναπροσανατολισμοϋ. ’Αθήνα, Νέα Παιδεία, 1981. Σελ.

221. ΚΟΥΚ1ΑΔΗΣ I. Δ. ’Εργατικό δίκαιο. Συλλογι­ κές έργασιακές σχέσεις. Τόμος Α'. Δίκαιο καί Πολιτική, άριθ. 5. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1981. Σελ. 655. Δρχ. 750. ΜΕΡΕΝΤ1ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ 1ΩΑΝΝ. ’Επιστημονικός καί ήθικός έλεγχος Ανωνύμων έπιστολών. Ά θή να ι. 1980. Σελ. 111. Δρχ. 300. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ. Συνταγματικό δίκαιο. Τά όργανα τού κράτους. Τεύχος Α': Τό έκλογικό σώμα. ’Αθήνα, Σάκκουλας, 1981. Σελ. 117.

ΤΕΝΕΚΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ - ΤΕΝΕΚΙΔΟΥ ΑΙΚ. Διεθνείς όργανισμοί. Α': Ευρωπαϊκοί όργανισμοί. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1981. Σελ. 270. ENGLISCH KARL. Εισαγωγή στή νομική σκέψη. Μετ. Διονυσίου Δ. Σπινέλλη. ’Αθήνα, Μορφωτικό "Ιδρυμα ’Εθνικής Τραπέζης, 1981. Σελ. 359. Δρχ. 400.

Δ ΙΕ Θ Ν Ε ΙΣ ΣΧ ΕΣΕΙΣ COULOUMBIS A. — WOLEE J. Η. Είσαγωγή στίς διεθνείς σχέσεις, έξουσία καί δικαιοσύνη. Μετ. Σπ. Κ. θεοδωρόπουλου. Α θή να , Παπαζή­ σης, 1981. Σελ. 648. Δρχ. 800.

ΜΑΚΑΡΕΝΚΟ Α. Σ. Παιδαγωγικό ποίημα. Ό δρόμος πρός τή ζωή. Βιβλίο πρώτο. Μετ. Ζήνω­ νος Ζορζοβίλη. ’Επιμέλεια Θόδωρου Λιακόπουλου. Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1981. Σελ. 284.

ΦΑΦΟΝΤΑΚΗΣ ΠΑΥΛΟΣ I. Συλλογή ηρωικών κρητικών Ασμάτων εις τήν δημώδη γλώσσαν. Βι­ βλιοθήκη Ιστορικών Μελετών, άριθ. 154. ’Αθήνα, Καραβίας, 1981. Σελ. 128. Δρχ. 250.

p a i n t e r G e n e v i e v e . Πώς νά βοηθήσετε τό Λαιδί σας ν ’ άναπτυχθεϊ. Μετ. Έ φ ης Καλαϊτζή. Αθήνα, Καστανιώτης, 1980. Σελ. 264.

Γ Ε Ω Λ Ο Γ ΙΑ

ΚΑΣΣΩΤΑΚΗΣ Μ. I. Ή Αξιολόγηση τής έπιδόσεως τών μαθητών. (Μέσα, μέθοδοι, προβλήματα, προοπτικές.) ’Αθήνα, Γρηγόρης, 1981. Σελ. 379. Δρχ. 600.

Τ Ρ Ο Φ ΙΜ Α

ΚΑΣΣΩΤΑΚΗΣ MIX. I. Ή πληροφόρηση γιά τίς σπουδές καί τά έπαγγέλματα. ’Αθήνα, Γρηγόρης, 1981. Σελ. 94. Δρχ. 200.

ΒΕΪΝΟΓΑΟΥ β . - ΑΝΥΦΑΝΤΑΚΗΣ Ε. Γαλα­ κτοκομία. Τόμος Β'. ’Αθήνα, Καραμπερόπουλος, 1981· Σελ. 490. Δρχ. 1000.

ΚΑΨΑΛΗΣ ΑΧΙΛ. Γ. Παιδαγωγική ψυχολογία. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1981. Σελ. 515. Δρχ· 500.

Ν Α Υ Τ ΙΛ ΙΑ

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΠΑΥΛΟΣ X. Τό φαινόμενο τού σεισμού. Αθήνα, 1981. Σελ. 111. Δρχ. 250.

ΚΥΡ1ΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Β. Παιδικά διαφέροντα, κίνητρα γιά μάθηση, άπό τήν νηπιακή ώς τήν έφηβική ήλικία. Α': Νηπιακή ήλι* κία. ’Αθήνα, ’Επιτυχία, 1981. Σελ. 227. Δρχ. 250. νΐΑΝΟΣ ΚΩΣΤΑΣ Γ. Ψιιχοσωματική Ανάπτυξη :οΰ παιδιού. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 58. Δρχ. 100.

ΣΠΑΡΤΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ε. Ή έλληνική έμποΟΐκή ναυτιλία είς τά πλαίσια τής Ε.Ο.Κ. Β' έκ­ δοση. Α θή να , 1981. Σελ. 291. Δρχ. 450.

*

Χ Η Μ Ε ΙΑ ΤΣΑΜΠΟΥΝΑΡΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Έλληνοαγγλο-ελληνικό λεξικό χημικών όρων. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 196.

Β ΙΟ Λ Ο Γ ΙΑ ΠΑΠΟΥΤΣΟΓΛΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ Ε. Έφηρμοσμένη ύδροβιολογία. Μέρος Α' γενικό: τό υδά­ τινο περιβάλλον καί οί όργανισμοί του. Αθήνα, Καραμπερόπουλος, 1981. Σελ. 350. Δρχ. 1000.

Λ Α Ο Γ Ρ Α Φ ΙΑ

ΊΟΤΑΡΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΩΤ. Τό μάθημα τής στορίας καί ή διδασκαλία του. ’Ανάτυπο άπό τό τεριοδικό «Νέα Παιδεία» τεύχος 16. Α θήνα, 1981. Σελ. 14. Δρχ. 40.

ΑΛΕΞΙΑΔΗΣ ΜΗΝΑΣ ΑΛ. Συμβολή στήν ερευνά τού καρπαθιακού αινίγματος. Ανάτυπο εού περιοδικού «Καρπαθιακαί Μελέται», τόμος Β (1981), ’Αθήνα, 'Εταιρεία Καρπαθιακών Με­ λετών, 1981. Σελ. 45-97.

Υ Γ ΙΕ ΙΝ Η

ΠΑΙ1ΑΚΩΣΤΟΥΛΑ-ΓΙΑΝΝΑΡΑ Γ. Α. - ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Α. - ΣΤΕΦΟΣ Λ. Ή διδασκα­ λία, στά κείμενα καί στή γλώσσα. Α': Νεοελλη­ νική λογιπεχνία-γραμματική-συντακτικό. Ά θ ή να · Ή βος, 1981. Σελ. 350.

Ανθολογία δημοτικών τραγουδιών. 6ο Φεστιβάλ ΝΝΕ-Όδηγητής. Αθήνα, Όδηγητής, 1980. Σελ. *64· Δρχ. 200.

70.

Τά τετράδια τής γιαγιάς. Φυσικές συνταγές για τή φροντίδα τών μαλλιών, τών ματιών καί τού στό­ ματος. ’Αθήνα, Ά κιδάλια, 1981. Σελ. 38. Δρχ.

τετράδια τής γιαγιάς. Φυσικές συνταγές γιά τή ,ντίβα m e όμορφιάς στον ήλιο καί συνταγές

ΒΛΒΟΥΡΛΚΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΩΡΓ. Κρητικές

Δ ΙΙΜ Ο Σ ΙΕ Σ ΣΧ ΕΣΕΙΣ ΛΗΜΟΥ ΝΙΚΟΣ. Κι έοείς διαφημιστής Γιόχαν Σεμπάστιαν; Α θ ή να , 1981. Σελ. 244. Λρχ. 300. ΕΝΤΧΕΝΣΜΠΕΡΓΚΕΡ ΝΛΝΣ ΜΛΓΚΝΟΥΣ Ιιά μιά θεωρία των μέσων ίπικσινωνίας. Μετ. Γιιίιργσυ Βιιμβαλή. Αθήνα, Επίκουρος, 1981 Σελ 60. Λρχ. 80.

ΠΟΡΠΟΛΑΣ ΚΩΣΤΑΣ Λ. Δυσλεξία. Η ειδική διαταραχή στή μάθηση τού γραφτού λόγου. (Ψ υ­ χολογική θεώρηση.) Ά ίΐήνα, 1981. Σελ. 146. ΛρΧ· 250. ΦΛΟΥΡΗΣ Γ ΚΟΥΛΟΙΙΟΥΛΟΥ Λ ΣΠΥ* ΡΙΛΑΚΗΣ I Τό αύτοσυναίοθημα κιεί ή παιδαγω· γική του Αντιμετώπιση. 'Αθήνα, Ά λκυώ ν. I9 8 '· Σελ. 166. Λρχ. 3(8).

ΧΑΡΛΛΑΜΠΙΛΗΣ Η Ή ύκοδαμή τής τεχνι ίπαγγελματικής ίκπαιδεύσεως Σελ. 7. Λρχ 5 (1,

Αθήνα,

μαντινάδες καί ρίμες. Η ράκλειο, 1981. Σελ. 73. ΑΟΥΚΑΤΟΣ ΛΗΜ

Σ. Τά καλοκαιρινά. Λαο-

νραφία-1 1αράόοση. άριθ. 3. Α θή να . Φιλιππότης. Ινκ *· Σελ. 176. Λρχ. 300.

IΑΤΡ1ΚΗ

__________

Ι1ΛΝΛΓΟΥΛΙΛΣ ΠΑΝ. I Παροιμίες τού λαού μας. Α θή να , Βασιλόπουλο;. 1981 Σελ. 192. Δρχ. 7.50.

ΚΑΓΣΙΜΠΑΡΔΗΣ ΛΙ1Μ. Αλλεργία καί παιδι­ κές Αλλεργικές παθήσεις. ’Αθήνα, Δωδωνη, 1981. Σελ. 195. Δρχ. 500.

ΙΛΟΘΕΟΣ ΨΑΡΟΣ Τό πένθος. Ό ρ «ογραφική καί ψυχολογική θεώρηση, κρίτας, 1981, Σελ. 422. Λρχ. 380.

Ι 1ΑΠΛΛΗΜΗ ΓΙΊΟΥ Δ. I ΜΛΓΣΛΣ Μ Η Κλινική Ακτινοδιαγνωστική. ΜΛΓΣΛΣ Σ. ΜΠ.

141 140


Τόμος Α".

Αθήνα, Ά ργυρός. Σελ. 368. Δρχ.

1.200 .

ΜΠΑΖΑΙΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Συνδυασμοί-βιταμίνες. ’Αθήνα, Μπαζαϊος, 1981. Σελ. 208. Δρχ. 300.

τζίκης. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Γράμματα, 1980. Σελ. 47. Δρχ. 120.

Χ Ω ΡΟΤΑ ΞΙΑ

PAPANICOLAOU LILIKA. Galaxies. Ekdotike Hellados.

ΡΟΚΟΣ ΔΗΜ. Φυσικά διαθέσιμα, κτηματολόγιο καί όλοκληρωμένες άποδόσεις. θέματα Ά νά π τυξης-Κτηματολογίου καί Πολιτικής Γής, άριθ. 1. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής. Σε).. 304. Δρχ. 500.

ΤΖΑΡΤΖΑΝΟΣ ΖΗΣ1ΜΟΣ Α. Λεξικό τών λαϊ­ κών τεχνικών όρων τής οίκοδομικής τών μεγάλων άστικών κέντρων. ’Αθήνα, Λ ύ χ νο ς 1981. Σελ. 244. Δρχ. 400.

Κ Λ Α ΣΙΚΗ Π Α ΙΔ Ε ΙΑ

Ο ΙΚΟ Λ Ο ΓΙΑ

84 χαλκογραφίες άπό τήν Ε λλάδα τού 1840-1890. ’Αθήνα, Συλλέκτης 1981. Δρχ. 850.

ΜΕΡΕΝΤΙΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΩΑΝΝ. Ό Α πόλλω ν έν τή θρησκεία τών άρχαίων Ελλήνων. Ά θή να ι, 1981. Σελ. 142. Δρχ. 300.

THE ECOLOGIST. Σχέδιο γιά τήν έπιβίωση. ’Αθήνα, Παπαζήσης, 1980. Σελ. 176.

ΠΕΤΣΑΛΗΣ-ΔΙΟΜΗΔΗΣ ΝΙΚ. Σπύρου Βασι­ λείου: οί ξυλογραφίες. Αθήνα, 1981. Σελ. 235. Δρχ. 1.500.

ΒΛΑΧΟΥ ΜΑΡΙΑ. Νέα μαγειρική-ζαχαροπλαστική. ’Αθήνα, Μπούκας. Σελ. 380. Δρχ. 800.

ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΠ. Ό κωμικός λόγος του Ά ριστοφάνους. Διδακτορική διατριβή. Αθηναι, 1981. Σελ. 325.

Α ΡΧ ΙΤΕΚ ΤΟ Ν ΙΚ Η

SNELL BRUNO. Ή Ανακάλυψη τού πνεύματος. Ελληνικές ρίζες τής ευρωπαϊκής σκέψης. Μετ.

Φ Ω ΤΟ ΓΡΑ Φ ΙΑ ΟΙΚΙΑ ΚΗ Ο ΙΚ Ο Ν Ο Μ ΙΑ

PRADE EMSTFRIED. Γουΐντσέρφινγκ. ’Αθήνα, Τερζόπουλος, 1981. Σελ. 157. Δρχ. 700.

ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ

ΤΕΧ Ν Ο Λ Ο ΓΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΠΑΥΛΟΣ X. Μελέτη πλακών έξ ώπλ. σκυροδέματος διά τής μεθόδου τών γραμ­ μών διαρροής Β' έκδοση. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 125. Δρχ. 250.

ΜΠΟΡΓΚ ΜΠΓΙΟΡΝ. Τό τέννις: ή ζωή μου. Αθήνα, Κάκτος 1981. Σελ. 269. Δρχ. 300.

ΚΑΝΤΑΡΤΖΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. - ΤΣΑΛΙΚΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Α. ’Αρχιτεκτονική τοπίου καί περιβάλλον. Θεσσαλονίκη, 1981. Σελ. 229. Δρχ· 500. ΤΡΟΥΜΠΟΥΝΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Ηλιακή ένέργεια καί Αρχιτεκτονική. ’Αθήνα. Ε ξάντας, 1981. Σελ. 70. Δρχ. 300.

ΚΟΝΤΟΣ Ν. - ΓΡΑΒΒΑΛΟΣ Π. ’Οπτικόν. Πρό­ λογος Μάριου Πλωρίτη. ’Αθήνα, Χρυσός Τύπος. £ελ. 304. Δρχ. 1.400.

Π ΟΙΗ ΣΗ Μ ΟΥΣΙΚΗ STEARNS MARSHALL W. Τζάζ. Μετ. Κυρ. τελόπουλου. ’Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 1981. Σελ. 322.

ΓΛ ΥΠ ΤΙΚ Η

Δρχ. 400.

Ο ΡΓΑ Ν Ω ΣΗ ΕΠ ΙΧ ΕΙΡΗ ΣΕ Ω Ν ΠΛΑΚΙΩΤΗΣ ΜΑΡΚΟΣ ΣΤΕΦ Ανθρώπινες σχέσεις καί σύγχρονη διοίκηση έπιχειρήσεων οργανισμών - υπηρεσιών - πλοίων. Π ειραιάς 1981. Σελ. 166. Δρχ. 350.

β ις β α ρ δ η

Π Α Π Α Ν Ν Ο Σ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ. Τό Ακροκέραμο καί άλλα πηλοτεχνήματα. ’Αθήνα. Ε ξάντας, 1981. Σελ. 198. Δρχ. 1.200. Σκλάβος. ’Αθήνα. Zoumhoulakis Gaieties. 1981· Δρχ. 7(81.

ΕΝ Α ΣΧ Ο Λ Η ΣΕ ΙΣ

Χρήοτος Καπράλος Αθήνα. 1981 Σελ. 309. Αρχ. 1.5(81.

ΚΡΛΒα ρ τ ο ΓΙΑΝΝΟΣ ΔΡΟΣΟΣ. 'Ιστορία του .... ^Χ αίου έλληνικσΰ καί ρωμαϊκού νομίσματος. 2 „ο^να ’ Ελληνικέ) Νόμισμα. 1981. Σελ. 83. Αρχ.

Παπαστράτος-

ΤΕΧΝΙΙ

ρο υ λ α

,

I Ιιριέιαλλον-δράση Τάσεις ιής έλληνική; τέχνης σήμερα Αθήνα. Εταιρεία 'Ελλήνων Τεχνοκρι των, 1981. Σελ, 69. Δ ρχ 100. 142

Ζ Ω ΓΡΑ Φ ΙΚ Η

Ά π ό τό μηδέν έως τό Ποιήματα. Α θή να , Διο-

mystique. Perl. Lilho-

ΓΡΗΓΟΡΙΑΛΗΣ ΠΑΝΝΟ ΠΟΥΛΟΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ. 'Ελληνική γραμμή Βιβλιοθήκη Ελλήνων Συγγραφέων, άριο 19 Αθήνα, Γ αλαξίας 1981. Σελ 169 Δρχ 250,

.

άπειρον τού ένεστώτος. γένης, 1980. Σελ. 63.

ΝΙΚΟΣ.

Δειγματοληψία

Α'.

Αθήνα, 1981. Σελ. 121.

Α Θ Λ Η ΤΙΣΜ Ο Σ

.^ Κ Λ Ε Ο Υ Σ ΚΥΡΙΑΚΟΣ. Αναζητήσεις. 1980.

BONNET JILL Γυναίκες τής Καρπάθου. ΣκίσΜΙ

ΊΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

ΛΗΜ

καί έντυπιίκεεις Αθήνα. Εθνικό Συμβούλιο I ,χ' ληνίδων. 1980 Αρχ 6 5 »

ύ μ π ι. Α θ ή να , 1981, Σ ε λ 9 9 . Α ρ χ. 150.

Μεθοδολογία

ετ Λ. Ά ιδ(νη . Αθήνα. Κάκτος, 1981

ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΗΜΑΣ Νίκος Γαβριήλ Π

ρχ.

2 (8 1

Σελ. 93.

r ,^

L

n i98Hr ? r m


ΚΑΚΕΠΑΚΗ ΚΛΙΤΗ. Τά ρομαντικά. ’Αθήνα, Compu-type, 1981. Σελ. 82. Δρχ. 200.

ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ή άλλη γλώσσα. ’Αθήνα, Ύ ψ ιλον, 1981. Σελ. 74. Δρχ. 100.

ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ ΕΚΤΩΡ. Τά μαχαίρια τής Κίρ­ κης. ’Αθήνα, Κείμενα, 1981. Σελ. 49. Δρχ. 100.

ΧΡΙΣΤΟΓΙΑΝΝΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ I. ’Αμείλικτη γεω­ μετρία. Ποιήματα 1949-1979. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 8 6 . Δρχ. 150.

ΚΑΛΟΠΙΣΗΣ ΘΟΔΩΡΟΣ. Ο ψηλός τοϋ οίκου σου. ’Αθήνα, Κάλδος, 1981. Σελ. 54. Δρχ. 60. ΚΑΛΦΑΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Έκταση τής αισθηματι­ κής ηλικίας. Ποιήματα. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 46. ΚΑΤΣΑΡΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ. 3Μ + 3Μ = ’Αθήνα, Νεφέλη, 1981. Σελ. 39. Δρχ. 60.

6 Μ.

Ανθολογία τούρκικης προοδευτικής ποίησης· Έκλογή-μετάφραση-έπιμέλεια Έ ρμου Άργαίου. ’Αθήνα, ’Αλφειός, 1981. Σελ. 202. POUND EZRA. Hugh selwyn mauberley. Ποίηση. ’Απόδοση καί ποιητικοφιλοσοφική δο­ κιμή Λουκά Ά ννινο υ . ’Αθήνα, Γαλαξίας, 1980. Σελ. 82. Δρχ. 200.

Π ΕΖΟ ΓΡΑ Φ ΙΑ

ΡΕΜΠΕΛΙΝΑ ΕΛΕΝΑ. Παραλλαγές γιά τή γή. Έ να καλοκαίρι. 1980. ’Αθήνα, ’Εκδοτική Ό μάδα Γυναικών, 1981. Σελ. 125. Δρχ. 200.

ΑΙΔΩΡΙΚΗΣ ΜΙΑΤΟΣ Α. Ό ίδιος άνθρωπος. Πεζά. ’Αθήνα, Κέδρος, 1981. Σελ. 154. Δρχ. 220.

ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ. Πεζός λόγος. Γ' (1929-1938). Α θή να , Ίκαρος, 1981. Σελ. 169. Δρχ. 300.

Λογοτεχνικά κείμενα καί θεωρία. Τόμος Γ : Ελ­ ληνικό διήγημα 1981. Διεύθυνση Γιάννη Σολδάτου. Σύνταξη Ά ρ η Σφακιανάκη. Α θή να , Αίγόκ«ρως, 1981. Σελ. 164. Δρχ. 200.

ΜΑΡΣΕΛΛΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ. Ούτοπία. βέλα. Λάρνακα, Κύκλος, 1981. Σελ. 87.

ΛΑΖΑΡΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗΣ. ’Επιστροφή. Ποιή­ ματα. Λευκωσία, 1981. Σελ. 39. ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Οί λωτοφάγοι. Μυθι­ στόρημα. ’Αθήνα, Δωρικός, 1981. Σελ. 220. Δρχ·

ΠΕΤΣΚΟΣ ΧΑΡΑΛ. Δ. Ζητούνται άνθρωποι. Διηγήματα-νουβέλες. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 192. Δρχ. 200.

ΛΑΧΑΝΑΣ ΜΑΚΗΣ. Φωταγωγός. ’Αθήνα, Κέ­ δρος, 1981. Σελ. 55. Δρχ. 100.

ΜΑΡΚΙΔΗΣ ΜΑΡΙΟΣ. Λαϊκά άναγνώσματα. Αθήνα, Αίγόκερως, 1981. Σελ. 80. Δρχ. 1 0 0 .

ΚΙΤΣΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΘΑΝΟΣ. Φωνές κοντά στό χώμα. Ποιήματα. ’Αθήνα, Κέδρος, 1981. Σελ. 48.

ΛΙΒΕΡΗΣ A. I. Ό Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκο τραγουδάει έλληνικά. Έκδοση δίγλωσση. ’Αθήνα Νιάρχος. Σελ. 153.

ΚΟΛΩΝΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Τά δάκρυα είναι γέ­ νους ουδετέρου. Διηγήματα. ’Αθήνα, ’Αστέρι, 1981. Σελ. 109. Δρχ. 150.

ΑΜΑΝΤΟ ΧΟΡΧΕ. Τερέζα Μπατίστα. Μυθι­ στόρημα. Μετ. Γ. Δ. Ταμβίσκου. Α θή να , Νεα Σύνορα, 1981. Σελ. 337. Δρχ. 400. ΒΑΡΕΛΑ ΑΛΦΡΕΝΤΟ. Τό θολό ποτάμι. Μυθι­ στόρημα. Μετ. Ρ· καί Α. Μπόουλς. ’Αθήνα, Σύγ­ χρονη Ε ποχή , 1981. Σελ. 248. Δρχ. -5 .

Νου­ ΒΟΜΠΟΥΡ MAP. Κραυγές μές στή σιωπή. Μετ. Τασίας Χατζή. Α θή να , Ό δυσσέας, 1981. Σελ. δον

ΜΠΕΚΙΑΡΗ ΑΝΝΑ. Τού χωριού... Διηγήματα. Αθήνα, Πατσούρης, 1981. Σελ. 285. Δρχ. 300.

9ΠΠ

250. RETON ANDRE — ELUARD PAUL. Ο άν-

ΜΑΡΑΓΚΟΥ ΝΙΚΗ. Τά άπό κήπων. ’Αθήνα. Ά γ ρ α , 1981. Σελ. 35. Δρχ. 80. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΩΣΤΑΣ. Ά ναδυομένη σιωπή. Ποιήματα. ’Αθήνα, 1981. Σελ. 141,

ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ ΤΙΤΟΣ. Προαιρετική ’Αθήνα, Γνώση. 1981, Σελ. 40. Δρχ. 130.

ΓΚΡΙΤΣΗ-ΜΙΛΛΙΕΕ ΤΑΤΙΑΝΑ. Αλλάζουμε; Μυθιστόρημα. Β έκδοση. 'Αθήνα, θεμέλιο, 1981· Σελ. 117. Δρχ. 150. ΔΑΜ ΙΑΝΙΔΗΣ ΕΥΘ Πρίν άπό μένα καί μετά! Τό Χρυσό Βιβλίο. Πειραιάς. 1981. Σελ. 326. ΔρΧ· 400.

ΣΙΩΤΗΣ ΝΤΙΝΟΣ. Καιρικές συνθήκες. ’Αθήνα, Γνώση, 1981. Σελ. 38. Δρχ. 120. ΤΣΑΚΝΙΑΣ ΣΓ1ΥΡΟΣ. Ιστορίες γιά τό Σέργιο, Β έκδοση Θεσσαλονίκη, Έ γνατία. 1980. Σελ 35. Δρχ. 60. ΤΣΛΡΝΑ Η Ρ Ω . Γκρίζο καί πράσινο. Ποιήματα Α θ ή να , Διογένης, 1981, Σελ, 6 6 .

ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΟΥ ΑΛΙΚΗ ΑΓΑΜ. Λίγο πρίν σβύσει τό χθές. Μυθιστόρημα. Α θή να . Βασδέκης Σελ. 397. Δρχ. 350. ΖΑΡΚΟΣ IΙΩΡΓΗΣ. Ζωντανά πτώματα. ’Αθήνα. Κάλδος. Σελ. 127. Δρχ. 150. ΖΑΡΚΟΣ I ΙΩΡΓΗΣ. Ή τρέλα σ’ δλα τά στάδιαΑθήνα. Κάλβος, 1981. Σελ 106. Δρχ 150. ΖΗΚΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ν Χαμένες έλπίδες. Χΐ?1’· νικό. Αθήνα. 1981. Σελ. 214 Δρχ. 250. ΙΩΛΝΝΟΥ IΙΩΡΓΟΣ

35ο" Χ ΛΤ2Η Α ΙΤΕΛΗ Σ ΒΑΓΓΕΛΗΣ Γειά σας άδέρφια Ποιήματα καί πεζά τής φυλακής, Αθήνα. Σύγχρονη Ε ποχή . 1981, Σελ 141

ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Ό κύριος Αθήνα, Α στέρι, 1981. Σελ. 174. Δρχ. 220. ΞΗΡΑΔΑΚΗ ΚΟΥΛΑ. 198>· Σελ. 29. Δρχ. 70.

στάση.

Πρώτη Πανελλήνια Ποιητική Συνάντηση Ι960-Ι980/Α . Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1981 Σελ. 109. Δρχ. 140.

ΜΠΙΚΟΣ ΠΕΤΡΟΣ. Ευτυχία μέ μπαλώματα. ΔιήΥήματα. Α θ ή να , Κέδρος. 1980. Σελ. 121.

Λ,>y,V,,·

Κοιτάσματα. ΙΙεζά *Γ

Ι9ΗΙ

Διηγήματα.

Χί.

AMES HENRY. Τό στρίψιμο τήςi 6ίδα^ Met. Πολίτη. Α θή να , Αγρα, 1981. Σελ. 22/.

Α θή να ,

ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ I Μ. Τά έφτά κοιμιΡθένα παιδιά. Μυθιστόρημα. Β έκδοση. Ά θή να ι, Α<>τήρ. 1981. Σελ. 225. Δρχ. 200.

ιΡΕΝΣ NT. X. Ό ήλιος καί άλλα διηγήματα. Τ Ά λέξη Ζώρα. Α θή να , Νεφέλη. Σελ. 151.

(· !«<>■ Π α ν ΑΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Requiem γιά τρεις γενιές. ΟΓορικό μυθιστόρημα Θεσσαλονίκη. 1980. Σελ. 21 *■ Δρχ. 250.

, ομ ,ΙΕΖ GABRIEL GARCIA. Ε κατό χρόνια

ΠΑΣΧΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ IUANN. Αποτιμήσεις ’’Υείας. Ιω ά ννινα, 1980. Σελ. 224. Δρχ. 200. ΠΑΣ,ΧΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΩ Λ Ν Ν . Τρία έτη παι"’ν Ιωάννινα. 1981. Σελ. 192. Αρχ. 200.

Εσωτερική ζωή. Μετ. ΜΟΡΑΒΙΑ ΑΛΜΠΕΡΤΟ. , 'Εξάντας, 1981. Σελ. Ι-ίρήνης Βασιλάκη. Α θήνα 414. Δ ρχ. 350.

irX 224

ΚΛΡΑΜΑΝ1ΙΣ ΦΙΛΙΙΙΙΙΑΣ Ε Φώς πρώτο Μυτιλήνη. Αίολική έκδικτη. 1981 Σελ 329

ΌΙΙΟΥΛΟΣ ΗΛΙΛΣ Μικρά κείμενο U179. Αθήνα. Γράμματα, ΙΘ80, Σελ 165.

Μ . .Α Τ Α .Γ

m u

Ιουλίας Φωτοπσυλου. Αθήνα,

Α ρ χ.

ιμ

1δ 0. 145


ΜΠΟΥΤΣΑΤΙ ΝΤΙΝΟ. Ό σκύλος πού είδε to Θεό. Μετ. Πωλίνας Πεφάνη. ’Αθήνα, Στοχαστής, 1981. Σελ. 144. Δρχ. 160.

ΔΙΟΜΗΔΗΣ ΘΑΝΟΣ. Μπροστά στήν έπίκαιρότητα. Χρονογραφήματα καί άπόψεις. Θεσσαλο­ νίκη, Μελέτες, 1980. Σελ. 138. Δρχ. 150.

ΝΕΪΜΑΡΚ ΠΩΛ. Συναρπαστικές έρωτικές έμπειρίες 11 διασημοτήτων. Μετ. Ντίνας Πετροπούλου. ’Αθήνα, Ά ναστασιάδης, 1980. Σελ. 138. Δρχ. 220.

ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΑ ΟΛΥΜΠΙΑ. Virginia Woolf. Μιά μεγάλη άγνωστη. ’Αθήνα, Έπικαιρότητα. Σελ. 62. Δρχ. 120.

ΟΟΥΤΣ ΤΖΟίΣ-ΚΑΡΟΛ. ’Αδέσποτα παιδιά. Μετ. ’Αμαλίας Τσακνιά. ’Αθήνα, Νεφέλη, 1981. Σελ. 231. Δρχ. 280.

ΡΟΥΪΣΛΙΝΚ ΒΑΡΝΤ. Χρυσή Όφηλία. CM Αδιά­ φοροι. Νουβέλες. Μετ. Γεωργίας ’Αλεξίου. ’Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1981. Σελ. 245. Δρχ. 250. SARRAUTE NATHALIE. ’Ανάμεσα στή ζωή καί στό θάνατο. Μετ. Λήδας Παλλάντιου. ’Αθήνα Χατζηνικολή, 1981. Σελ. 143. ΣΟΛΟΧΩΦ ΜΙΧΑΗΛ. Ξεχερσωμένη γή. Μετ. Διονυσίου Μπιτζιζάκη. 'Αθήνα, Δωρικός. Σελ. 477. Δρχ. 300. ΣΟΛΟΧΩΦ ΜΙΧΑΗΛ. Ό ήρεμος Ντόν. Τόμος Α \ Μετ. Ά ντρέα Σαραντόπουλου. Σύγχρονη Λ ο­ γοτεχνία, άριθ. 1. ’Αθήνα, Ζαχαρόπουλος. 1981. Σελ. 574. Δρχ. 350.

ΧΑΜΜΕΤ ΝΤΑΣΙΕΛ. Τό γεράκι τής Μάλτας. Μετ. Τέλη Λιβανίδη. ’Αθήνα, Μπογιάτης, 1981. Σελ. 221. Δρχ. 250.

ΧΑΜΣΟΥΝ ΚΝΟΥΤ. Παιδιά τής έποχής τους. Μετ. Ν. I. Μπούσουλα. ’Αθήνα. Δωρικός, 1981 Σελ. 350. Δρχ. 280.

ΧΡΛΜΙ1ΛΛ ΜΠΟΧΟΥΜΙΛ. Θέλετε νά δείτε τή χρυσή Πράγα; Μετ. Ρενέ Ψυρούκη. Αθήνα, Α ίο­ λος. 1981. Σελ. 223.

νίδης. Σελ. 207+ χάρτες. Δρχ. 400.

Α Λ Λ Η Λ Ο ΓΡΑ Φ ΙΑ ΓΚΟΓΚ BAN. Γράμματα τού Βικέντιου στόν άδελφό του Θεόδωρο. Μέ 12 πίνακες έχτός κει­ μένου. Μετ. Σ. Σκιαδαρέση. ’Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 293. Δρχ. 300.

ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ. Κριτικά μελετήματα. ’Απόψεις γιά πρόσωπα καί θέματα τής νεοελληνικής λογοτεχνίας. ’Αθήνα. Σελ. 552. Δρχ. 600.

ΘΕΑΤΡΟ

ΚΑΣΙΝΗΣ Κ. Γ. Ή έλληνική λογοτεχνική παρά­ δοση στή «Φλογέρα τού βασιλιά». "Ιδρυμα Κωστή Παλαμά, άριθ. 3. ’Αθήνα, 1980. Σελ. 558. Δρχ. 600. ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΗΣ ΦΑΙΔΩΝ Κ. Νεοελληνικά μελετήματα. Δ -: Ή δοκιμιογραφία τού Π. Καραβία γιά θέματα νεοελληνικά. Ά θή να ι, 1981. Σελ. 30. Δρχ. 200. ΠΑΠΑΔΗΜ ΑΣ ΑΔΑΜ ΑΝΤΙΟΣ Δ. Νέα έλλη­ νική γραμματολογία. ’Αθήνα. Δημακαράκος, 1981. Σελ. 111. Δρχ. 180.

ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ ΜΙΛΤ. ΙΑΚ. Τουριστική γεωγρα­ φία. Α θή να , 1981. Σελ. 112. Les guides bleus - οί μπλέ όδηγοί. Λονδίνο Ρώμη - Ρουμανία - Βουλγαρία - ΕΣΣΔ - Γιουγ­ κοσλαβία. Α θή να , Hachette - Γιαλελής. Σελ. 299 f 311+ 388+ 402+ 527+ 549. Δρχ. 400+ 400+ 500+500+700+700. ΦΩΣΕΤΤ Π. X. ’Εξερευνήσεις. Μετ. Γιώργου Μπαλάνου. Α θή να , Ώ ρόρα, 1981. Σελ. 232.

ΚΟΡΡΕΣ ΜΑΝΩΛΗΣ. Τό διπλανό κρεβάτι. (ΣάΤι0 α). ’Αθήνα, Κέδρος, 1980. Σελ. 159. Δρχ. 220.

Δρχ. 70.

ΜΑΛΟΒΡΟΥΒΑ ΙΣΑΒΕΛΛΑ. Κύπρια μάνα. Θέατρο. Δράμα σέ δύο πράξεις. Σμύρνα, 1981. Σελ· 16. Δρχ. 60.

Μ ΑΡΤΥ ΡΙΕΣ

ΠΑΠΑΔΟΓΕΩΡΓΟΣ ΣΠΥΡΟΣ. Τήν άλλη Κυρια*ή· ’Αθήνα, Κέδρος. 1981. Σελ. 85. Δρχ. 150.

ΑΝΑΣΤΑΣΕΛΛΗΣ ΣΤΡΑΤΟΣ. Ό φίλος μου ό Θεόφιλος. Α θή να , Κείμενα, 1981. Σελ. - 8 . Δρχ.

100.

ΠΟΝΤ1Κα ς ΜΑριΟΣ τ ό Τρομπόνι. ’Αθήνα, Κάλβος, 1981. Σελ. 78. Δρχ. 1 0 0 . Ρ ^ΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Καποδίστριας. νεα τρ ο. ’Αθήνα, Έπτάλοφος. Σελ. 99. Δρχ. 150.

ΑΡΧ Α ΙΟΛ ΟΓΙΑ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Π. Α. Ή άντιμεταφραστική παράδοση τών έκκλησιαστικών ύμνων. ’Ανάτυπο άπό τόν τόμο « Πρωτότυπο καί μετάφραση»· Αθήνα. 1980. Σελ. 233-259. Δρχ. 80.

ΑΠο λ ι ν α ΙΡ ΓΚΥΠΩΜ. ΟΙ μαστοί τού Τειρε^ u ' Ή*άμα σουρεαλιστικό σέ δύο πράξεις καί ^σν πρόλογο. Μετ. "Αρη Σφακιανάκη. ’Αθήνα, ^ ‘Υοκερως, 1981. Σελ 78 Λην 120.

ΣΚΟΥΒΑΡΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ Ό Παπαδιαμάντηξ δπως ιόν τραγούδησε δ Σικελιανός. Ά θήναι, Ά στήρ. Σελ. 87. Δρχ 100.

^ΑΛΕΝΊΊΝΙ ΚΙΑΡΑ. Ιστορία τού Ντάριο Φό. .Ρη · ^ ‘ίσας ΓΙαπαμικρούλη. ’Αθήνα, Ιστορικές « « ό σ ε ις . Σελ. 223. Δρχ. 280.

ΓΟΠΟΥΖΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Κείμενα σύγχρονη? ποίησης ( Ενας τρόπος προσέγγισης). Γόμος A : Καβάφης - Σεφέρης - Ρίτσος - Έλύτης - Βρεττάκος - Πιιπατσιίινης - Καρέλλη 'Αθήνα. GulenHerg. Σελ 218, Δρχ. 350.

t[ APA °O Y ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Έ δουάρδος Β 1 ί"'Υ,Ι καί μετάφραση Γιώργου 'Ορφανού. "Vu, Ίριδα, 1981 Σελ. 140. Δρχ. 2 4 0 .

ΑΜΨΩΝ ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ. Εύβοϊκή Κύμη 1. ΐταιρεία Εύβοϊκών Σπουδών, 1981. Σελ.

,ρχ. 200.

KAAHNIKH U T O P I A 1 Ksil Γ Α Ψ Ι Λ - Τ Λ Ξ Ι Λ Ι Λ

ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΡΜΥΡΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ή ζωή καί ό έργο τής Δούλας Δ. Κωνοταντινίδου Αθήνα, Ελληνα Βελγική καί Πανευρωπαϊκή Επιθεώρηση. | 9 Η| Σελ 54 Δρχ. 50.

146

' σ ι M i ΙΙΕΤΡΟΣ. ϋιςκιντα χρονιά κριτικής *·■ ληνικού πεζιτύ λόγου. ‘Αθήνα. Ε λληνικό Aoyotf χνικό καί Ιστορικό Αρχείο. 1981 Σελ. 347. ΛρΧ 500.

λ^ γνογγοπουλο^

Ρόδ

·

Μ|\ΑΛΗΣ I ΜΜ <8 πέτα)

Αθήνα, Κάμειρος, 1981 Σελ

'ν \

1 \

LUKACS ΟΓΟΚίί Η τραγωδία τής σύγχρύ τέχνης. Μετ Γεράσιμου Λυκιαρδόπου’

Αθήνα,‘Ερασμος.

1981 Σελ 8 0 Δρχ ΜΚΙ

Τ’ \

ΑΙΐΡ.λΜΛ,,ν

ς

ι ,·,0(ι,ηη ()Λ,κό. χάρτης καί

>8 ός ίτδηγός Η ίκδικτη, Ά θ ή να ι. Κσπρα»

ρ^

“CS.srsT· ^

; ^

' ”


ΒΛΑΝΤΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. ’Εμφύλιος πόλεμος 1945-1949. Τόμος Δ' (δεύτερος ήμίτομος). ’Αθήνα, Γραμμή, 1981. Σελ. 516. Δρχ. 600.

ΠΕΝΤΟΓΑΛΟΣ ΓΕΡΑΣ. Η. Ή ’Ιατρική Σχολή τής Ίονίου ’Ακαδημίας (1824-1828, 1844-1865). Θεσσαλονίκη, 1980. Σελ. 216.

ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ ’80-81. Δρχ. 700.

Η ΜΑΧΗ. ’Εφημερίδα Άχαρνών-Κάτω Πατη σίων. Φύλλο 46. Δρχ. 10.

ΓΙΑΤΙ. Μηνιάτικη έπιθεώρηση. Τεύχος 72. Δρχ.

ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 347-348. Δρχ.

40. ΓΑΛΑΝΟΣ Μ. Ή Μασονία έναντίον τού έλληνισμοΰ. ’Αθήνα, Μορφές. Σελ. 80. Δρχ. 100. Γεώργιος Σούλης, 1927-1966. 'Ιστορικά μελετήματα. Βυζαντινά-Βαλκανικά-Νεοελληνικά. Αθή­ να, 1980. Σελ. 404. ΔΕΝΔΡΙΝΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ. Έλληνισμός-Σκυνι­ σμός. Ά θή να ι, ’Ελεύθερη Σκέψη, 1981. Σελ. 172. Δρχ. 250. ΔΗΜΙΤΣΑΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ Γ. ’Επίτομος Ιστο­ ρία τής Μακεδονίας. Βιβλιοθήκη Ιστορικών Με­ λετών, άριθ. 155. ’Αθήνα, Καραβίας, 1981. Σελ. 43. Δρχ. 150. ΚΑΡΑΜΦΥΛΛΙΔΗΣ ΛΕΑΝΔΡΟΣ Ε. Ή δίκη τού ’Αλεξάνδρου Παναγούλη. ’Αθήνα, Περιοδι­ κός Τύπος, 1980. Σελ. 272. ΚΥΣΤΑΣ ΤΙΜΟΘΕΥ. Πάντες ι έλινες έγγράματι. Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελετών, άριθ. 157. ’Αθήνα, Καραβίας, 1981. Σελ. 31. Δρχ. 80. Μ ακεδσνία-θεσσαλσνίκη. Α φιέρω μα τεσσαρακονταετηρίδος. Θεσσαλονίκη, Ε ταιρεία Μακεδο­ νικών Σπουδών, 1980. Σελ. 449. Δρχ. 1400.

Μ ΑΡΑΒΕΛΕΑΣ Γ. Α. Πραστεϊο. Μιά Αγνοημένη μικρογραφία τού Μυστρά. 'Ιστορικό άφήγημα. Αθήνα, 1981. Σελ. 119. Δρχ. 200. Μέγας ’Αλέξανδρος. 2300 χρόνια άπό τόν θάνατό του. Μακεδονική Βιβλιοθήκη, άριθ. 57. Θεσσα­ λονίκη, 'Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών. 1980 Σελ. 286. Δρχ 1200.

ΣΒΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ. Ή άπόφαση γιά τήν υποχρεωτική Ανταλλαγή τών πλη­ θυσμών μεταξύ 'Ελλάδος καί Τουρκίας. Δημο­ σιεύματα τής 'Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, άριθ. 41. Θεσσαλονίκη, 1981. Σελ. 27. Δρχ. 60. Τά παράπονα τού γερο-θόδω ρου τού κρητικού. Βιβλιοθήκη 'Ιστορικών Μελετών, άριθ. 156. ’Αθήνα, Καραβίας, 1981. Σελ. 20. Δρχ. 80.

2 00 .

ΓΡΑΦΟΛΟΓΙ ΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣ1Σ. Διμηνιαία έκδοσις δικαστικής γραφολογίας. Τεύχος 11.

Η ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ. ’Εφημερίδα τέχνης-πνευματικού προβληματισμού. Φύλλο 14.

ΔΕΛΤΙΟ. Σύνδεσμος Βιομηχάνων Βορείου Ελ­ λάδος. Τεύχος 5/185.

ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΕΠΟΧΗ. Παγκόσμια έπιθεώρηση πνευματικής καλλιέργειας. Τεύχος 18-19. Δρχ. 160.

ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ. Τεύχος 19.

ΤΣΙΡΠΑΝΛΗΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ Ν. Τό έλληνικό Κολλέγιο τής Ρώμης καί οί μαθητές του (1576-1700). Ά νάλεκτα Βλατάδων, άριθ. 32. Θεσσαλονίκη, Πατριαρχικόν "Ιδρυμα Πατερικών Μελετών, 1980. Σελ. 935. Δρχ. 1500.

ΔΙΑΒΑΖΩ. Μηνιαία έπιθεώρηση τού βιβλίου. Τεύχος 44. Δρχ. 1 2 0 .

ΧΙΟΝΙΔΗΣ Γ. X. Α νέκδοτα έγγραφα καί άγνω­ στα στοιχεία γιά κλεφταρματολούς καί γιά τήν έπανάσταση (1821-1822) στή Μακεδονία καί Ιδιαίτερα στόν Ό λυμπο. Α νά τυ π ο έκ τού Κ' τό­ μου τών «Μακεδονικών». Θεσσαλονίκη, 1980 . Σελ. 103-165.

ΔΙΑΛΟΓΟΙ. ’Αδέσμευτο δργανο προβληματι­ σμού. Τεύχος 31. Δρχ. 40.

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΑ

ΜΟΛΙΝΟΣ ΣΤΡΛΤΗΣ A ll. Μυτιλήνη Χάρτες καί τοπωνύμια. Αθήνα, 1981 Σελ. 101. Λον 300.

148

^ ν^ * °

ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Τρίμηνη έκδοση τής Μορφωτικής Ενωσης Λεχαινών «Ά νδρ έας Καρκαβίτσας». ΤεύΧος 12/13.

ΧΙΩΤΟΣ Π. Ιστορικά Απομνημονεύματα 'Επτανήσου. Τόμος Ζ ’. Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελε­ τών, άριθ. 158. Α θ ή να , Καραβίας, 1981. Σελ. 249. Δρχ. 5(H).

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Φύλλο 4-5.

Π Α ΓΚ Ο ΣΜ ΙΑ ΙΣΤΟ ΡΙΑ

ΕΛΛΗΝΟΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΚΟΣ ΣΜΟΣ. Τεύχος 1 1 .

ΑΝΤΕΡΣΟΝ Γ1ΕΡΥ. Ά π ό τήν Αρχαιότητα στΑν φεουδαρχιαμό. Μετ. 'Ελένης Ο ίκονόμου- Λ στ ε­ ρίου ’Αθήνα, Ό δυσοέας, 1980. Σελ. 335. ΔρΧ 350.

ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Ό ρ γ α νο τής Πανελλή-

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ. Τεύχος 2. ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ. Σύγγραμμα ^ Ε ταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Τόμος Δ ρχ. 600.

Μ ΑΝΤΑΤΟΦΟΡΟΣ. Δελτίο νεοελληνικών σπου δών. Τεύχος 17. Δρχ. 125.

ΕΚΦΡΑΣΗ. Μαθητικό περιοδικό Α λυκείου, ‘ εϋχος 1. Δρχ. 10. ΣΥΝΔΕ­

-ΕΡΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Τεύχος 30.

*ια? Ομοσπονδίας Έκδοτών-Βιβλισχαρτοπωλών. Φύλλο 30.

ΜΟΜΙΑ

ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Τ,»χο=

Π.

Ό. ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Isiitulo ltaliano di ,ΛΙΤΗΣ. Μηνιαία έπιθεώρηση. Τεύχος 43. 100 .

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΛΘΙΙΝΑΐΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ 100.

Τεύχος I ΛρΧ

ΕΙΙΑΝΛΣΤΑΠΚΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΣΗ. Λιμηνιαϊο θεωρητικό πολιτικό περιοδικό ΤΤ15 Κ.Ε. τής Ε.Δ.Ε. Τεύχος 22-23. Λρχ. 50.

,ΕΙΑ-ΛΟΓΟΣ-ΠΡΑΗΗ. Μηνιαίο περιοδικό. ,ς 22-23. ΠΜΛολογ.χόν είαν έκδιδόμενσν. 1 ει χη 4ΑΣΣΟΣ

ΙΙΛΠΛίΩΑΝΝΟΥ ΜΙΛΤ I Ό Θεόδωρος / , „ κας καί ή συμμετοχή του ατούς Απελευθερωτικούς Αγώνες του έθνους. Δημοσιεύματα τής Ε ταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, άριθ 10 Θεσσαλονίκη 1981. Σελ. 73. Λρχ 100

ΤΕΤΡΑΔΙΑ-

ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ. Τετράμηνο λογοτεχνικό καί καλλιτεχνικό περιοδικό. Τεύχος 7. Δρχ. 150.

Eultura in Aicnc. ΤεΟχος 15. Μ ΗΛΙΩΡΗΙ ΝΙΚΟΣ Ε. Τό μικρασιατικό χρέος. ‘Αθήνα, Ίωλκός, 1981. Σελ. 22. Λρχ 80.

ΚΑΜΕΙΡΟΣ. Δώδεκανησιακό καί γενικής παι δείας περιοδικό. Τεύχος 27.

ΑΠΑΝΕΜΙΑ Μηνιαίο περιοδικό λόγΟύ-τέΧ1^ καί κριτικής. Τεύχος 2 7 -3 1.

(ΦΙΆΣΙΣ Μηνιαία ίψημερίς. Φ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ

ΘΕΜ ΑΤΑ

ρήση Τεύχος IS. Λρχ 1,000,

’Ε τ ή σ ια Η

120

. . . , , μ ια ο ν ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑ-


ΔΟΣ. Τεύχος 149.

χασμός. Τεύχος 2. Δρχ. 150.

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΟΣ. Τεύχος 246-247.

ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΕΥΘΥΝΗΣ. Τεύχος 14. Δρχ. 250.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΑΣΟΠΟΝΙΑΣ. Δίμηνη περι­ οδική έκδοση. Τεύχος 31.

ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ. Τεύχος 23. ΤΖΑΖ. Τρίμηνο μουσικό περιοδικό. Τεύχος 1.

πρόσφατες εκόόοεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης ^

ΣΗΜΑ. Δίμηνο περιοδικό τέχνης. Τεύχος ’Απρι­ λίου. Δρχ. 150. ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ. Πεζό-ποίηση-κριτική. Τεύχος 22. Δρχ. 140.

j

ΣΠΕΙΡΑ. Γλώσσα-ποίηση. Τεύχος 8 . Δρχ. 200. ΣΤΡΟΦΗ. Α νεξάρτητη έφημερίδα τού Χαλαν­ δρίου. Φύλλο 3. Δρχ. 20.

ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ. Μηνιαίο περιοδικό γιά συλλέκτες καί φιλότεχνους. Τεύχος 75. Δρχ. 60. ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό γιά συλλέκτες. Τεύχος 8-9. Δρχ. 100. ΣΥΜΠΤΩΜΑ. ’Απόπειρα τής όμάδας φοιτητών οδοντιατρικής. Τεύχος 4. ΣΧΟΛΙΚΑ ΝΙΑΤΑ. Περιοδική μαθητική φυλλάδα γιά τή σχολική ζωη καί τή λογοτεχνία τού δημοτικού σχολείου Αγίου Γεωργίου Φερών Νο­ μού Μαγνησίας. Φύλλο 23. ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ. Τεύχος 43. Δρχ. 60. ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ. 'Οδηγός διακοπών. ’Ετήσια έκδοση. Δρχ. 200.

W. Wlndalband Α Η. Helmaoeth, Εγχειρίδιο

Ιστορίας τής Φιλοσοφίας

Βιβλιοθήκη Γενικής Παιδείας

ΤΟΜΕΣ. Στή σκέψη, στά γράμματα, στίς τέχνες· Μηνιαίο περιοδικό πνευματικού προβληματισμού. Τεύχος 73. Δρχ. 100.

!

Η φιλοσοφία τών ελληνιστικών

Δ.Ρ, θεοχάρη. Νεολιθικός Πολιτισμός (17» 24) οο 198 χάρτες 2 ίνχρ είκ 24. Α/Μ 49 οχ 57

τό έργο τού Ομήρου A 76 όμηρικό ζήτημα Μετ Φάνης ι Κακριδής (14x21) 00 284 - 28 Α/Μ ε.κ

ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ. Δίμηνη περιοδική έκ­ δοση. Τεύχος 40. Δρχ. 100. ΦΑΙΑΔΕΡΩΝ. Τεύχος 5. *

Νεοελληνική Προσωπογραφία

Δρχ 450

BALKAN STUDIES. A biannual publication the Institute for Balkan Studies. Vol. 21 and 22.

Γενικό Ευρετήριο τού Ιστορικού Αρχείου τής Ε Τ Ε.

(17x24). σσ. 224+ είκ. Α/Μ 33

Δρχ 600

Δρχ 200

' Επιλογή ά π ό τό έρ γο του) (14x21). σσ 299+ εικ. Α/Μ 6

αρχ

Οί μαρτυρίες καί ή κριτική τους

Λευκώματα

όζιοποίηση Μ ετ Χρίστος Παπάζογλου -

(20x28). σσ 10 + 352 + η' + πίν.

Ε Π Ποπανούτοου, Α Δελμούζος ( Η ζωή του -

Γενικό προβλήματα Μ ετ Ελένη Στεφανάκη

Δρχ 350

Παραδοσιακές βοηθητικές επιστήμες

Γραπτός μαρτυρίες Μ ετ

Κάρλ Κ ρστσάιζεν. Προσωπογραφίες Ρ£λλΓνων καί Φιλελλήνων άγων,ατών (Προλεγόμενα Π Πρεβελάκη)

Ελένη Στεψανάκη

» ;Γ Λ ί^ ί« »

Δρχ 430

(14x21) σσ 423

4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχος 130. Δρχ. 50.

Τραπέζης Τής Ελλάδος (1842-1902)

* Encyclopedia da la Pleiad#», Ιστορία και μέθοδοί της

Δρχ. 350

Ι.Α. ΒαλοωρΙτου, Ιστορία τής Εθνικής

Ε υτυχία ς Δ. Λιάτο,

(14x21). σσ 354

ΩΛΗΝ. Δίμηνο λογοτεχνικό περιοδικό. Τεύχος 5· Δρχ. 50.

Τό ζήτημα τών τραπεζών (1871-1873). Οικονομική καί πολιτική διαμάχη στήν Ελλάδα του /Θ' αιώνα

Γιώργου Δ ερ τιλ ή .

C. Μ. Bowra, Αρχαία ελληνική λυρική ποιήοπ Α Αλκμάν, Στησίχορος Αλκαίος Σαττφω Μ ετ Γιόννης Καζάζης Λο 450 (14x21). οσ 408 ρχ peul Lamarle, Ο πρώτος βυζαντινός ουμανιομός Μ ετ Μ Νυστοζοπούλου - Πελεκίδου

-

Δρχ 350

Μ ελέτες Οικονομικής Ιστορίας

(14x21). οσ κα' + 355 + 37 είκ. . 370 Δρχ J'u

(14x21). σσ 475

ΧΡΟΝΙΚΑ. Ό ρ γα νο ν τού Κεντρικού Ίοραηλιτί' κού Συμβουλίου τής 'Ελλάδος. Τεύχος 40.

και ρωμαϊκών χρόνων Μετ Ν Μ Σκουτερόπουλος (14x21). σσ 342

Δρχ 400

Βάοου Κοραγιωρνη. Αρχαία Κύπρος - Απ0 τη Νεολιθική εποχή ώς τό τέλος τής Ρωμαϊκής (17x24). σσ 151 + πίν . είκ ίνχρ 21 Α/Μ 250 Δρχ 30 Wolfgang Schadawaldt. Από τόν κοομο και

ΤΡΑΠΕΖΙΤΙΚΗ. Μηνιαίο όργανο τού Συλλόγου τών 'Υπαλλήλων τής ’Εθνικής Τραπέζης τής 'Ελ­ λάδος. Φύλλα 420 καί 421. Δρχ. 1.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Φύλλο 49.

Α Η φιλοσοφία τών άρχαιων Ελλήνων

'Encyclopedia da la Pieiade·, Ιστορία τής Φιλοσοφίας

Θεσσαλονίκη _a t 31 έγχρωμοι πιν 35x39 έκ

H Καντιανή Επσνόστσση Μετ Κυριάκος Σ Κατσιμάνης Δρχ 250 <14 x 211.00 305 ι®ος αιώνας Ρομαντικοί ■Κοινωνιολόγοι Μετ Τΐιος Πατρίκιος Παύλος Χριστοδουλίδης Δρχ 350 (14x21). οσ 379 ’ βος·20άς αιώνας Η Εζελικτική Φιλοσοφία Εθνικές Φιλοσοφικές Σχολές Μ ει Μαριλίζα Μητσού Ποππά (14x21) σο 3J4

Δρχ 400

- ι T iu v n c Καρούζου. Θησαυροί του

^ Τ χ α ι ο λ ο γ Ζ Τ λ λ ο υ Τ ο υ Αθηνών

Δρχ 300

(25 X 30) οο

με 150 δραχμές

Πωλοΰντα. οί όλο τό e,f (τ η λ 32.21 337) Κεντρική Διάθεση Πλατεία Μπτροπόλεως «*■ ? (Πλατεία Συντάγματος) Προτήρ,ο Εθνική Τράπεζα καραγεωργπ Σεροιαζ λΤό

έσ οδα

όηό

τίς

πωλήσας d i a u Q t v w ,

γ ιά π ο Α .π ο τ.κ ο υ » ,

151


ΣΕΙΡΑ «ΘΕΜΑΤΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ-ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ» Διεύθυνση: ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ

ΜΕΛΕΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Βιβλία γιά μιά σφαιρική ένημέρωση £κ6οΐικός Οίκος ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗI Πρ ΚορομηΜ 38 ιι μ 264958 277350 θεοοαλονικη

152


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.