Τεύχος 217

Page 1


Το ((Περί Ουρανού», μεταφρασμένο για πρώτη φορά στην νεο­ ελληνική από τον ομότιμο καθητητή του Πανεπιστημίου κ. Π. ΠΑΝΑΠΩΤΟΤ, —γνωστού από τις πάμπολλες πραγματείες του επί της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, της Παραψυχολογίας, της Ιστορίας κ.λπ.— προσφέρεται στο αναγνωστικό κοινό, καλύ­ πτοντας, έτσι, την ιστορική αναγκαιότητα τού να συνυπάρχει (εις την καθομιλουμένη) με τα άλλα έργα των Ύψιστων Κλασικών.

ΟΤΕΛ

Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ

M K tiW P A S eK N ΥΠΟ: * II. Π . Π Α Ν Α Π Ω Τ Ο ν

OMQTiMOV ΚΑΘΙΙΓΗΤΟΤIIΑΝΒΠ1H W M Κ »

€ ι

|V

ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ -

Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ

k %

Ζ Ω 0Δ 0Χ 0Υ ΠΗΓΗΣ 3,106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 360.32.34 !' r i S x■ίν


ΕΚΔΟΣΕΙ Σ ΚΑΛΕΝΤΗ

Ε κ δ ό σ ε ις

Κ έδρος

Γ. Γενναδίου 3, Αθήνα 106 78 - τηλ. 36.02.007

ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 5 (1ος Ο ΡΟΦ ΟΣ) - 106 79 ΑΘΗΝΑ -Τ Η Λ .: 3623.553

MIKA ΒΑΑΤΑΡΙ Ο

Π Ε Ρ ΙΠ Λ Α Ν Ω Μ Ε Ν Ο Σ

Ευρώπη του 16ου αιώνα ήταν ένα απέραντο πεδίο μάχης, όπου οι άνθρωποι σφάζονταν για την πολιτική και τη θρησκεία. Αγανακτισμένοι, αηδιασμένοι, είπαμε ν ’ ανα­ ζητήσουμε τη γαλήνη της ψυχής μας στους Άγιους Τόπους. Και πέσαμε στα χέρια των πειρατών του Μπαρμπαρόσα. Καθώς ο Σταυρός μας είχε εγκαταλείψει, αποφασίσαμε ν ’ ακολουθή­ σουμε το Μισοφέγγαρο. Κι έτσι εγώ, ο Μιχαήλ από τη Φινλαν­ δία κι ο αδελφός μου ο Ανδρέας, βρεθήκαμε στο Αλγέρι, στην Κωνσταντινούπολη, στη Βούδα. Ακολουθήσαμε τις ορδές του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς στην πολιορκία της Βιέννης και πολεμήσαμε στο πλευρό των Μουσουλμάνων πειρατών, όταν ο αυτοκράτορας Κάρολος πολιόρκησε το Τούνεζι. Εκεί που τα κανόνια μούγκριζαν κι οι ετοιμοθάνατοι βογγούσαν και ούρλια­ ζαν, εκεί που ο Σταυρός και το Μισοφέγγαρο χτυπιόνταν σε μά­ χη θανάσιμη που έκρινε την τύχη Ανατολής και Δύσης, εκεί αντρώθηκε κι ωρίμασε η σκέψη και η ψυχή μου. Μα πάντα, είτε στις όχθες του Βοσπόρου βρισκόμουν είτε στις πεδιάδες της Ουγγαρίας, είτε στα παλάτια της Βαγδάτης, η προδοσία σερνό­ ταν πίσω μου με τη μορφή της Τζούλιας, της Ιταλίδας γυναί­ κας μου με τη διαβολική ομορ­ φιά και τα παράταιρα μάτια, που είχε κατορθώσει να γίνει η λατρεμένη του χαρεμιού της Κωνσταντινουπόλεως. Και τώ­ ρα, κ υ ν η γ η μ έ ν ο ς , προγραμμένος χάρη σ ’ αυτή και παραπεταμένος σ ’ αυτό το μεντρεσέ των ντερβίσηδων, εδώ στο Κάιρο, κάθομαι και ξεκουκίζω το κομπολόι της περασμέ­ νης μου ζωής. Χάντρα τη χάντρα.

Η

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

Ποιήματα Θ'

Ερωφάντα

ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΙΙΟΥΛΙΟΣ

Προσκυνητής

Ποιήματα (Επιλογή 1969-1978)

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔ1ΤΗΣ Ποίηση. Τόμος 3 (1979-1987)

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΙΙΟΥΛΙΟΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Τα επουσιώδη

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Τ α χίλια δέντρα

ΓΙΟΡΓΟΣ ΣΚΟΥΡΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΕΧΛΪΔΗΣ

οι εκτελεστές

Το Πανηγύρι

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΩΤΗΣ Διακοπές στην Ουρανούπολη

ΚΩΣΤΑΣ ΜΟΥΡΣΕΛΛΣ Μαχαίρι οτο κόκαλο

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΟΥΡΊΉΣ Οι Εκτελεστές

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΥΛΗΣ Οι Έφηβοι

II

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΡΝΑΛΗ

II ΓΚΝΙΛ ΤΟΥ ' 7(1

Ε. Γ. ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ

Ι* ι« ί« - ΙΙβιι,τικες ί ιι ί μ μ ι ;

Το μητρικό στοιχείο στη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΛΛΑΣ

Ο

Η δημιουργική δεκαετία στην ποίηση του Βάρναλη

ΣΤΑΘΗΣΔΡΟΜΑΖΟΣ Ξένο Θέατρο. Κριτικές

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ Παρατονισμένη Μουσική. Μελέτη για τον ΚΑΡΥΩΤΑΚΗ

ΚΩΣΤΑΣ Γ. ΙΙΑΙΙΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Η γενιά του ’70. Ιστορία - Ποιητικές όιαόρομές

Γ. ΨΑΡΙΝΟΥ-ΜΑΛΑΜΑΤΑΡΗ Αφηγηματικές τεχνικές στον ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ. 1887-1910


,,Λ α μ π \ α

\iai\y

^

ν*w

^

^

l i o jU t oM v a I i*t Afaflos

-

K e P A iiA ie ο ^/ΛnΡ //λo οΥ'Ζ-ΑΐΑΙ v £ iw «α* Tt? 6a5>

1 ^

^ να'* ,

···

V0LL r ^

^ oC· Ly

C7W0 * f * K 0 | A l \ t o / y i « l ^ ^ C 5 ^

/ ' r -

> a : ^

^

, A a Z M tfjt& ii

ptnin1 ί 1μπ·ιπ« 1.Μ πΠ1 »ΠΠ!· ^ /ΝW\ η n ilflr.ilη<1Β f i V '^ A f f !I

υ^

Λ

^

λ

' \

Λ Α

■»-*'--· ΡΑΔΙΟΥΡΓΙΕΣ

> fe f''

VH ’i«U U<i>« f>ev <V* ? K’' ^,^αριδιχ» vO/* » ta 6«:>

0Ι ΐΚ Δ Ο ΐΕ ίΣ Π ΛΤΑ ΚΗ

ΠΑΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΠΡΟΤίΐΗΟϋΜ &ΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΠΑΙΑΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΜΕΟΟΖ ΧΑΡΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ Αννα Μερκούρη

Χαρούμενες διακοπές για τα παιδιά της προσχολικής ηλικίας

Ρ£να fl ap 0 a!ou - Κατ. Πασσά

Χαρούμενες διακοπές (ένα βιβλίο για κάθε τάξη του δημοτικού — Στο βιβλίο της ΣΤ' συνεργάστηκε ο Θ. Δήμος)

ΚΑΑΟΚΑΙΡΙΝΑ Αγγελική Βαρελλά

Καλοκαιρινά (ένα βιβλίο για κάθε τάξη του δημοτικού)

ΜΠΑΟΚ ΔΙΑΚΟΠΩΝ-ΤΑΞΙΔΙΩΝ Παιχνίδια στις διακοπές 1,2 Παιχνίδια στο ταξίδι 1,2

Μ«Μ ΟΠΕΣ •νρινβοι (2) , o,0"P®Ae<n

| ΣΧΕΧΡΟΝΗ ΔΟΓΟΤΕΧΝ1Α ΓΙΑ ΠΑΙΑΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ nrriAiKH »*««*

Ντιμίτερ Ινκιόφ

Ο μικρός κυνηγός, Η Μυρτιό και ο λήσταρχος Καραμπούμ — Σειρά Κλάρα (4 βιβλία)

Καλλιόπη Σψαέλλου

Για τον πατέρα

Ρενέ Γκιγιό

Ο κύριος των ελεφάντων

Λότη ΠέτροβιτςΑνδρουτσοπούλου

Σπίτι για πέντε — Ο μικρός αδελφός — Στο τσιμεντένιο δάσος — Ιστορίες με τους δώδεκα μήνες

Ανδρέας Αγγελάκης

Μια αλεπού στην πλατεία Βάθης — Το τελευταίο φάντασμα

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΑ

ΡΑΔΙΟΔΗΜΙΟΥΡΓΙΕΣ Τα Χέγια ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ

6:00-9:00 Έριχ Καίστνερ

Σάββατο - Κυριακή

FLASH CLUB ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΛΟΙΠΟΝ

ΣΤΟ ΡΥΘΜΟ ΤΗΣ ΜΕΡΑΣ

6:00-9:00

10:00

ΡΑΔΙΟ

12:00

ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ράδιο περιοδικό με πολλά απρόοπτα

πολιτική εκπομπή

14:00

ΗΧΟΕΚΡΗΞΕΙΣ

15:00

20:30

16:00

αθλητική επικαιράτητα

απέοιαλ ροκ πρόγραμμα

Μουσικά απρόοπτα

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗ ΣΦΙΓΓΑ

ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ

22:00

κάθε Κυριακή

10:00

||

Ο Αντώνης και η Κουκιδίτσα — Ο Αιμίλιος και οι ντέτεκτιβ

Μισέλ Τουρνιέ

Ο Παρασκευάς ή η πρωτόγονη ζωή

Ζωρζ Σαρή

Τα Χέγια — Το τρακ

Λίτσα Ψαραύτη

Το διπλό ταξίδι

Γαλάτεια ΓρηγοριάδουΣουρέλη

Παιχνίδι χωρίς κανόνες — Πριν από το τέρμα

Μαρία Γκρίπε

Λόελλα, η κόρη του Μπαμπά Μπέρτα

ί» '·

ΚΛΙΠ

ΣΠΟΡ-5

NFDVr

Κυκλοφορούν και άλλοι τριάντα τίτλοι

§Η

ΕΚΔΟΣΕΙΣ k p j ΠΑΤΑΚΗ ΝΙΚΗΤΑΡΑ 3, 10678 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 36.38.362


α φ ιε ρ ώ μ α τ α

σ ε

α φ ιε ρ ώ μ α τ α

σ υ γ μ ρ α φ ε ιβ

Γο νλι/

Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Άλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126 Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν.Χ. Λώρενς No 132 Γ.Σ. ΈλιοτΝο 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ.Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβσς No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έκο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γούλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157

Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χεμινγουέη No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Αεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Α. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Όμηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Τψεν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 150 Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Β. Ράιχ No 197 Ρ. Μούζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206 Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλέξδνδρόυ No 212 Δ. Σολωμός No 213^Ά_

ίε μ α τ α

Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί.

'Γα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί

Ο. ντε Μπαλζάκ No 60* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μπόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80 Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρς No 83 Μ. Βιάν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88 Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροίδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Άγρας No 104 1. Βερν No 105 Θ. Καΐρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έσσε No 109

σ ε

Αντίσταση και Λογοτεχνία No 58* Λατινοαμερικάνικη Λογοτεχνία No 59* Η Γενιά των Μπήτνικ No 64 Οι επίγονοι του Φρόυντ No 65* Επιθεώρηση Τέχνης No 67 Άγιον Όρος No 68 Γερμανόφωνο Θέατρο No 70 Σημειωτική No 71* Μικρασιατικός Ελληνισμός No 74 Λογοτεχνία και Κινηματογράφος No 75 Ιταλική Λογοτεχνία No 76 Σύγχρονα Ολλανδικά Γράμματα No 84 Αστυνομική Λογοτεχνία No 86 Νεοελληνικό Θέατρο No 89 Παιδικό Βιβλίο No 94 Βιβλίο και Φυλακή No 99 Λαϊκό Αισθηματικό Μυθιστόρημα No 100

Αρχαία Λυρική Ποίηση No 107 Φινλανδικά Γράμματα No 114 Δοκίμιο No 117 Κοινωνιολογία No 119 Ελληνικός Υπερρεαλισμός No 120 Κυπριακά Γράμμματα No 123 Χιούμορ No 124 Θεσσαλονίκη No 128

ΔΙΑΒΑΖΩ AEKAntNOHiKPHtmotriPHiMto* e>··

Βυζάντιο No 129 Ελληνικό Παραμύθι No 130 Φουτουρισμός No 141 Γλωσσολογία No 144 Βιβλίο και Στρατός No 146 Βιβλία για το καλοκαίρι No 148 Αυτοβιογραφία No 155 Μετάφραση No 156 Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία No 163 Σύγχρονοι Αγγλόφωνοι Φιλέλληνες No 164 Αλληλογραφία No 170 Επιλογή Βιβλίων '86-87 No 172 Οι επιστήμες στον κόσμο μας No 175 Παιδικό βιβλίο No 180 Κριτική No 184 Μουσική και Λογοτεχνία No 185 Διανοούμενοι και Εξουσία No 186 Βιβλίο και Νέες Τεχνολογίες No 188 Το νέο Μυθιστόρημα No 189 Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας No 194 Πολιτισμός και Κουλτούρα No 195 Διακοπές και Βιβλίο No 196 Το Ελληνικό Φεμινιστικό Έντυπο No 198 Βιολογία No 203. Εξπρεσιονισμός No 208 Η Πράγα των συγγραφέων No 209 Ψυχιατρική και τ))υχανάλυση No 210 Θέατρο και Παιδί No 214


ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Μη ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους: Μένη Κουμανταρέα (No 1) Δημήτρη Χατζή (No 5-6) Γιώργο Ιωάννου (No 9) Διονύση Σαββόπουλο (No 10) Γαβριήλ Πεντζίκη (No 11) Ιάκωβο Καμπανέλλη (No 12) Νίκο Σβορώνο (No 18) Μέντη Μποσταντζόγλου (No 19) Νίκο Πουλαντζά (No 27) Αλέξανδρο Κοτζιά (No 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Άλκη Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Νίκο Καρούζο (No 48) Κ.Θ. Δημαρά (Νρ 53) Διδώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σπύρο Ασδραχά (No 61) Εμμανουήλ Κριαρά (No 62) Αλ. Φιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Πέτρο Αμπατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ (No 71) Λιλίκα Νάκου (No 72) Γιώργη Γιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δούκα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (No 77) Νάνο Βαλαωρίτη (No 79) Γιώργο Χειμωνά (No i§) Μαντώ Αραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαβούρη (No 85) Ασημάκη Πανσέληνο (No 88) Κώστα Μητρόπουλο (Ν· Μ) Αρ. Νικολαίδη (No 9·)

Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Νικηφόρο Βρεττάκο (No 97) Γιάννη Μανούσακα (No 99) Ανάστο Παπαπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μπουκουβάλα-Αναγνώστου (No 100) Φίλιππο Δρακονταειδή (No 102) Νάσο Δετζώρτζη (No 104) (No 136) Τάσο Αθανασιάδη (No 105) Jean - Marie Drot (No 107) Λίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. Πετσάλη-Διομήδη (No 109) Ιωάννη Κακριδή (No 110) Σπύρο Πλασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρβιτσιώτη (No 115) Θανάση Βαλτινό (No 116) Γιάννη Δάλλα (No 117) Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου (No 118) Δημήτρη Τσαούση (No 119) Γιώργο Κατσίμπαλη (No 121) Ιωάννα Καρατζαφέρη (No 122) Κώστα Μόντη (No 123) Παναγιώτη Παπαδούκα (No 124) Αλέκο Σακελλάριο (124) Μανόλη Ανδρόνικο (No 125) Γ.Θ. Βαφόπουλο (No 126) Ναταλί Σαρότ (No 129) Δημήτρη Μαρωνίτη (No 130) Δημήτρη Παπαδίτσα (No 133) Νίκο Χουλιαρά (No 137) Ελένη Βακαλό (No 139) Χρήστο Γιανναρά (No 144) Ουμπέρτο Έκο (No 145) Νίκο Κάσδαγλη (No 146) Πέτρο Χάρη (No 161) Δήμητρα Πέτρουλα (No 165) Παντελή Πρεβελάκη (No 173)

ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΠΡΗΧΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81

Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Τεύχος 217 14 Ιουνίου 1989 Τιμή: Δρχ. 350

ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Dcnvvivrii Οδυσσέως Σχεδία (Γράφει ο Άρης Δρουκόπουλος) ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Οι σοβιετικές εκδόσεις και η περεστρόικα (Γράφει ο Ορεστης Ηλιανός) Ύ

Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Νένη Ράις, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου

Στοιχειοθεσία:

Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Λ. Μεταξά 26, τ η λ . 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Π. Μαρτινιδης: Το σιωπηλό πανδαιμόνιο Γιάννης Σκαρπέλος: Τα κόμικς και η Πολιτική Κόμικς και Κινηματογράφος: Ιστορίες Παράλληλες 1. Αποστολίδης: Σενάριο - Διασκευή Βασίλης Παπαδογιαννάκης: Μια προσωπική μαρτυρία για την τέ­ χνη του κόμικ ' Ελληνικά Περιοδικά Κόμικς: Βαβέλ Ars Longa

Ντόρα Βυζοβίτου: Βιβλιογραφία για τα κόμικς

Θεσσαλονίκη: ΒιΟλ <οπωλείο “Κέντρο του βιΐίλίου» Λασσά^η 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

67 71 73 75

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

ΚΟΙΝΩΝΙΟΔΟΓΙΑ: Γράφει η Ιωάννα Λαμπίρη-Δημάκη ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ο Γιώργος Βέης ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΑ: Γράφει ο Αλ. Ζήρας ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφει ο Μιχάλης Μερακλής ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει η Σοφία Στάγκα

Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889

26 33 56 58

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

στο επόμενο «Διαβάζω» α φ ιέρ ω μ α σ το ν Α ρ σ έν Λ ο υ π έν και σ το ν Π ετρ ά ρ χ η

77

79 83 86


χρονικα/11

η ΑΓΟΡΑ του ΒΙΒΑΙΟΥ από 15 Μαΐου έως 1 Ιουνίου 1989

Τα είκοσι βιβλιοπωλεία που ρωτήθηκαν για τη σύνταξη της αγοράς του βιβλίου είναι κατά αλφαβητική σειρά: Αιχμή-ΑΘ., Αριστοτέλης-ΑΘ., Βαγιονάκης-ΑΘ., Γκοβόστης-ΑΘ., Γρηγόρης-ΑΘ., Δωδώνη-ΑΘ., Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-ΑΘ., Εξαρχόπουλος-ΑΘ., Εστία-ΑΘ., Ιανός-Θεσσ., Κατώι του Βιβλίου-Θεσσ., Κιβωτός-Πειραιάς, ΚρομμΰδαςΧίος, Ααμπρικίδης-Παγκράτι, Αέσχη του ΒιβλίουΑθ., Μεθενίτης-Πάτρα, Πλέθρον-Αθ., Πρίσμα-ΑΘ., Ραγιάς-Θεσσ.

Οδυσσέως Σχεδία

Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώ­ ρησαν 20 βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βι­ βλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.

ΕΚΟ ΟΥ.: Το εκκρεμές του Φουκώ ΓΝΩΣΗ ΚΕΡΑΜΑ Β.: Απόρρητο ημερολόγιο στο Καστρί ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ Δ.: Κ. Μητσοτάκης: Πολιτική βιογραφία ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ ΧΟΟΥΚΙΝ Σ.: Το χρονικό του Χρόνου ΚΑΤΟΠΤΡΟ

Μια νέα μετάφραση της ε ραψωδίας της Οδύσσειας αττό τον Δ. Ν. Μαρωνίτη

ΒΑΛΤΙΝΟΥ Θ.: Στοιχεία της δεκαετίας του ’60 ΣΤΙΓΜΗ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑ Μ.: Πλανόδιος Σαλπιγκτής ΚΕΔΡΟΣ

Πριν από ένα και πλέον χρόνο,1στο «Κυριακάτικο Βήμα», ο Δ. Ν. Μαρωνίτης δημοσίευσε ένα άρθρο, όπου παρέθετε απόσπασμα από τη Θεογονία του Ησίοδου σε δική του μετάφραση, εκ πρώτης όψεως πεζή. Η μετάφραση εκεί­ νη ήταν μια έκπληξη, γιατί παρ’ όλον τον πεζό χαρακτήρα της ήταν ποιητικό­ τατη και νομίζω ότι αποτελούσε τη σημαντικότερη προσπάθεια μετάφρασης αρχαίου ελληνικού ποιητικού κειμένου που έγινε τα τελευταία χρόνια. Εκεί­ νοι οι 90 περίπου μεταφρασμένοι στίχοι2 ξαναέθεταν «επί τάπητος» το πρό­ βλημα των μεταφράσεων της αρχαίας Λογοτεχνίας.

ΜΠΕΡΣΝΤΛΕΫ Μ.: Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών ΝΕΦΕΛΗ ΣΕΦΕΡΗΣ & ΜΑΡΩ: Αλληλογραφία. Τόμος Α' 1936-1940. ΒΙΚΕΛΑΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗ­ ΚΗ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ M rJI Εκλογικός Νόμος ΠΟΝΤΙΚΙ

8

ΚΑΡΘΑΙΟΥ Ρ. & ΠΑΣΣΑ - ΜΑΝΟΥ Κ..: Χαρούμενες Διακοπές (σειρά) ΠΑΤΑΚΗΣ ΣΑΡΗ Ζ.: Τα Χέγια ΠΑΤΑΚΗΣ

ριν περάσει όμως χρόνος ο Δ.Ν. Μαρωνίτης παρουσίασε, στα πλαίσια του Γ Διεθνούς Φε­ στιβάλ Πατρών, την πέμπτη ραψωδία της Οδύσ­ σειας, πάλι σε «πεζή» μετάφραση- είναι αυτή που σήμερα τη βλέπομε τυπωμένη σε βιβλίο αντικριστά με το ομηρικό κείμενο, από τις εκδόσεις «Στιγμή ». Τώρα πλέον έχομε μπροστά μας ένα ολοκληρωμένο σύνολο και μπορούμε να δούμε, να ψηλαφήσουμε, τι είναι αυτό το καινούριο που φέρνει η μετάφραση Μαρωνίτη. Όπως κάθε σημαντικό γεγονός, έτσι και τούτη η μετάφραση σε υποχρεώνει να ξανασυζητήσεις πράγματα που θα θεωρούσες τελειωμένα ή και ξεχασμένα.

Π

Ο κατάλογος που ακολουθεί παρουσιάζει, με αλφαβητική σειρά, τα υπόλοιπα βιβλία που δεν προτάθηκαν από δύο τουλάχιοτον βιβλιοπωλεία.

Βότρεν Φ.: Η κυρία του Βερολίνου (Νέα Σύνορα) · Γκούλικ Ρ.Β.: Σκελετός στην καμπάνα ( Θεμέλιο) · (Γνώση-Ιονική Τράπεζα) · Γουώρτον Γ.: Αποκαλύψεις (Aquarius) · Διακογιαννή Κ.: Τα κείμενα μάχης (Γραμμή) · Ιωαννίδη Ι.Δ.: Το κορίτσι με τις δύο μητέρες (ΑΣΕ) · Καρατζαφέρη Γ.: Η Λιάνη στη­ ρίζει την αλλαγή (Ισοκράτης) · Λάζου Μ.: Επειδή κουράστηκαν (Δωδώνη) · Μεγαπάνου Α.: Διάλογος με την 'Αννα (Libro) · Η πρόκληση του 1992 (Εστία) · Μια μέρα (Σχολή Μωραΐτη) · Μίσσιου X.: Χαμο­ γέλα, ρε... Τί σου ζητάνε; (Γράμματα) · Μόρισον Τ.: Αγαπημένη (Νεφέλη) · Μπιτσάκη Ε.: Ρήξη ή ενσω­ μάτωση (Σύγχρονη Εποχή) · Ντοντέ Λ.: Ωραία Νιβερνέζα (Καλέντης) · Ουάιλντ Ο .: Ο ιδανικός σύζυγος (Γκοβόατης) · Παπαθεμελή Σ.: Εστιν ουν Ελλάς και η Μακεδονία · Παπαθεμελή Σ.: Από ομονοίης τα μεγάλα έργα (Παρατηρητής) · Ροντάρι Τζ.: Περιπέτειες του Αντωνάκι του αόρατου (Gutenberg) · Ταχτσή Κ .: Το Τρίτο Στεφάνι (Εξάντας) · Χρονά Γ.: Η γυναίκα της Πάτρας (Σιγαρέτα)

1992

ί Α . Η «πεζή» μετάφραση Το Πρώτο που παρατηρούμε, και δεν αποκλείεται μερικούς να μας παραξένεψε, είναι ο «πεζός» χαρακτήρας της μετάφρασης.

Έχομε συνηθίσει, κακομάθει θα ήταν το σωστό, στις ποιητικές λεγάμενες, ή καλύτερα στις έμμε­ τρες μεταφράσεις- γι’ αυτό θα είναι χρήσιμο, πριν δούμε την καινούρια μετάφραση, να επιχειρήσουμε μερικές διακρίσεις. Τι σημαίνει πεζή μετάφραση ενόζ ποιητικού κειμένου; Και είναι η μετάφραση του Μαρωνίτη πεζή όπως με ένα ξεφύλλισμα του βιβλίου φαίνεται; Για τον προσδιορισμό αυτό δεν είχα τη δυνατό­ τητα να σας πω μερικά στέρεα θεωρητικά πράγμα­ τα, γι' αυτό κατέφυγα σε μια εύκολη, για μένα, μέ­ θοδο, αλλά χρήσιμη για τον άμεσο χαρακτήρα τηςστην αντιπαράθεση, δηλαδή, μιας πεζής, με το νόη­ μα που δίνομε συνήθως στη λέξη, μετάφρασης και της μετάφρασης του Μαρωνίτη. Επειδή όμως δεν είχα υπ' όψη μου πεζή μετάφραση της πέμπτης ρα­ ψωδίας και επειδή η σύγκριση έπρεπε να γίνει στο κεΦεν° διάλεξα ένα κομμάτι από την τελευταία ραψωδία της Ιλιάδας που το έχει μεταφράσει η Ολγα Κακριδή σε πεζή μετάφραση και που κατά


12/χρονικα σύμπτωση το μετέφρασε τελευταία ο Μαρωνίτης και το παρουσίασε σε άρθρο του.3 Η μετάφραση αυτή είναι πιθανότατα σύγχρονη με της Οδύσσειας και προ παντός είναι καμωμένη με το ίδιο πνεύμα. Θα ακούσομε πρώτα το Ομηρικό κείμενο, μετά τις δυο πεζές μεταφράσεις και τελευταία το ίδιο κομ­ μάτι από τη μετάφραση των Καζαντζάκη-Κακριδή. Πρώτα το Ομηρικό κείμενο:4 Άλλ' ό τε δή πόρον Ιξόν έϋρρεΐος ποταμοϊο, Ξάνθου δινήεντος, ον άθάνατος τέκ ετο Ζεύς, Ερμείας μ έν έ π ε ιτ’ άπέβη πρός μακράν "Ολυμπον, Ήώς δέ κροκόπεπλος έκίδνατο πάσαν έπ' α ία ν , .................................................. 695 οί δ ' ές άστυ έλων οίμωγή τε στοναχή τε· Ίππους, ήμίονοι δέ νέκυν φέρον. ουδέ

τις άλλος έγνω πρόσθ’ άνδρών καλλιζώνων τε γυ­ ναικών, ά λ λ ’ άρα Κασσάνδρη, Ικέλη χρυσέη 'Αφροδίτη, Πέργαμόν είσαναβάσα φίλον π ατέρ’ είσενόη σ εν ................................................ 700 έσ τα ό τ' έν δίφρφ κήρυκά τε άστυβοώτη ν τόν δ ' άρ' έφ ' ήμιόνων ίδε κείμενον έν λεχέεσσικώκυσέν τ ' ά ρ ’ έπ ειτα γέγωνό τε παν κατά άστυ“ όψεσθε, Τρώες καί Τρψάδες, Έ κτορ ' Ιόντες, ε ί ποτέ καί ζώοντι μάχης έκ νοσ τήσ αντι ............................................ 705 χαίρετ', έπ εί μέγο χάρμα πόλει τ ’ ήν παν τί τε δήμφ ." "Ως έφ α τ' ούδέ, τις α ύτό θ' έ ν ί π τό λ εϊλ ίπ ετ' άνήρ ούδέ γυνή- πάντας γάρ άάσχετον ϊκετο πένθος-

Τώρα της Όλγας Κακριδή η πεζή μετάφραση.5 Ό τα ν όμως έφτασαν στο πέρασμα του ποταμού που κυλούσε τα όμορφα νερά, του =άνθου μ ε τις πολλές δίνες, που τον γέννησε ο αθάνατος Δίας, ο Ερμής έφ υγε για τον ψηλό Όλυμπο και η Αυγή μ ε το κρόκινο φόρεμα απλώ-........................................ 695 θηκε πάνω σ ’ όλη τη γη- κι εκείνο ι οδη­ γούσαν τα άλογα προς την πόλη μ ε θρήνους και στεναγ­ μούς, και τα μουλάρια κουβαλούσαν το νεκρό- κι ο ύτε που τους πήρε είδηση πρωτύ­ τερα κανένας από τους άντρες και τις ομορφόζωνες γυναίκεςμόνο η Κασσάνδρα, η όμοια με τη χρυ­ σή Αφροδίτη, που

χρονικα/13 είχε ανέβει στην Πέργαμο, είδ ε τον αγαπημένο τη ς ....................................... 700 πατέρα να σ τέκεται ορθός στο αμάξι και τον διαλαλητή που καλούσε τον κόσμο σε συγκέντρω­ ση- κι εκείνο ν τον είδ ε να κο ίτετα ι στο στρώμα, πάνω στο αμάξι με τα μου­ λάρια. Έβαλε τό τε τα κλάματα και φώ­ ναξε δυνατά, σε ολόκληρη την πολιτεία: «Ελάτε να δήτε, Τρώες και Τρωαδίτισσες, τον Έκτορα, αν καμιά φορά χαιρόσαστε σαν γύ ρ ιζ ε ........................705 ζωντανός από τη μάχη, γ ια τί ήταν μεγ ά ­ λη χαρά και για τη ν πόλη και για το λαό». Αυτά είπε, και δεν έμ εινε κανένας άντρας ε κ ε ί μέσα στην πόλη, ο ύτε γυναίκα- γ ια τί όλους τους είχε πλακώσει πένθος ακατανίκητο

νακινάει και φεύγει. Κι ώς φάνη άπά στή γής άπλώνοντας ή Αύγή ή κροκομαντούσα, έκείνοι πρός τό κάστρο τ ’ άλογα μέ στεναγμούς καί θρήνους κεντο ύ σ α ν τό νεκρό τόν έσερναν οί μούλες, καί κανένας πριν άλλος άντρας γιά όμορφόζωνη γυ­ ναίκα δέν τούς είδε έξόν άπ’ τή Κασσάντρα, πού έμοιαζε μέ τή χρυσή Αφροδίτητί ώς είχε άνέβει άπά στά Πέργαμο, στό άμάξι όρθό νά σ τ έ κ ε ι ........................... 700 τόν άκριβό της κύρη έξέκρινε, μαζί καί τό διαλάλη. Κι ώς είδ ε τό νεκρό νά κείτετα ι στό κά­ ρο μ έ τις μούλες, σέρνει τρανή φωνή σκληρίζοντας σέ όλο τό κάστρο γύρα: «Ε λάτε, Τρώες καί Τρωαδίτισσες, τόν Έχτορα νά ίδεϊτε, πού άλλες φορές άναγαλλιάζετε, σά γύ­ ριζε άπ' τή μάχη γερός, τί άλήθεια κι ήταν σέ όλους μας ή πιό τρανή άναγάλλια!» Αυτά είπε, καί κανείς δέν έμ εινε μ ή τε άντρας μ ές στό κάστρο μ ή τε γυναίκα, τί άνεβάσταχτος τούς έπνιγε όλους πόνος.

Και του Μαρωνίτη η μετάφραση:6 «/Αλλά όταν έφτασαν στον πόρο του Σκαμάνδρου, ποταμού καλλίρροου, μ ετις πολλές του δίνες, που ήταν γόνος του Διάς, ο Ερμής ξεκίνησε να φύγει για τον πανύψηλο Όλυμπο. Και να που η Αυγή η κροκόπεπλη απλώθησε σ ’ όλη τη γη, όσο εκείνοι πλησιάζουν προς τη ν πόλη, με οιμωγές και στεναγμούς, καθώς οι μούλες οέρναν το νεκρό. Α λλος κανείς δεν πήρε πρώτος είδηση, άντρας ή και καλλίκομη γυναίκα, τον ερχομό τους- μόνη η Κασάντρα, ωραία όσο κι η χρυσή Αφρο­ δίτη, ανεβασμένη στην ψηλότερη κορφή του κάστρου αναγνωρίζει τον πατέρα της, στο πλάι να σ τέκει του αμαξιού, και δίπλα του ο κήρυκας που 'ναι η φωνή του βροντερή. Είδε και το νεκρό πάνω στο άρμα μ ε τις μούλες, να κ είτετα ι στο στρώμα του, σέρνει φωνή, βγάζει κραυγή, κι αντήχησε όλη η πόλη: Τρώες και Τρωαδίτισσες, ζυγώστε και θα δ είτε το ν Έκτορα που γύρισε- αν κάποτε χαρήκατε το νόστο του απ' τη μάχη, τό τε που ζούσε ακόμη κι έδ ινε ανήκουστη χαρά στην πόλη, σ ’ εκείνους που την κατοι­ κούν. Είπε κι ευθύς δεν έμ ειν ε ψυχή μέσα στο κάστρο, γυναίκα ή άντρας' όλους τους συνεπήρε αβάσταχτο το πένθος. Και τελευταία ας ακούσομε την έμμετρη μετάφρραση των Ν. Καζαντζάκη-Ι.Θ. Κακριδή:7 Μά σύντας φτάσαν στοϋ ώριορέματου τού ποταμού τό διάβα,, ατού πολυστρόβιλου τού Σκάμαντρου, πού είχε γεννήσει ό Δίας, ό Έρμης γιά τό ν τρανό τόν Όλυμπο ξα-

και την απόκλισή του από αυτή.10. Ας πάρουμε τους τέσσερεις πρώτους στίχους της πέμπτης ραψωδίας της Οδύσσειας· Ήώς δ ’ εκ λεχέων παρ’ άγαυού Τιθωνοίο όρνυθ, ΐν άθανάτοισοι φόως φέροι ήδέ β ρ ο το ϊσ ιν ο ί δέ θεοί θώκόνδι καθίζανον, έν δ ' άρα τοίσι Ζεύς ύψιβρεμέτης, ο ύ τε κράτος έσ τί μ έγισ τον ................................................ (1-4) Ο Καζαντζάκης μεταφράζει· Μόλις ασκώθη απ' του τρισεύγενου του Τιθωνού την κλίνη η Αυγή, το φως της στους αθάνατους και τους θνητούς να φέρει, καθίζαν οι θ εο ί σε σύναξη, κι ο Δίας ανάμεσό τους ο αψηλοβρόντης, που ακατάλυτη λογιέται η δύναμή του.

Α

ς δούμε τώρα από πιο κοντά τις μεταφράσεις που ακούσαμε. Η μετάφραση της Όλγας Κακριδή είναι μια πάρα πολύ καλή και τίμια μετάφραση· είναι χρήσιμη και ίσως απαραίτητη για τους περισσότερους από μας Που θέλομε να διαβάζομε τον Όμηρο στο πρωτότυ­ πο, και αυτή άλλωστε είναι και η αποστολή της- δεν υπάρχει χωρίς το πρωτότυπο1 είναι στενά, πολύ στενά εξαρτημένη από αυτό' μας μιλάει για το «θυ­ μό του ξακουστού Αχιλλέα» και μόνο, για να θυμη­ θούμε τον Σεφέρη.8 Η ποίηση όμως διαφεύγει μέσα από τις γραμμές της μετάφρασης. Σε πλήρη αντίθεση προς αυτή βρίσκεται η μετά­ φραση Καζαντζάκη. Έχει κανείς την αίσθηση, όταν τη διαβάζει, ότι ζητάει να αντικαταστήσει9 το πρω­ τότυπο· έχει μια υπεροπτική αυτάρκεια και, με τον τρόπο της, το διακηρύσσει. Νομίζω ότι το ίδιο συμβαίνε με όλες τις έμμετρες μεταφράσεις, συνειδη­ τά ή ασυνείδητα. Σ' αυτού του είδους τις μεταφρά­ σεις υπερτερεί η προσωπικότητα του μεταφραστή ή η εποχή του. Η μετάφραση τώρα του Μαρωνίτη βρίσκεται έξω από το χώρο που ορίζουν ως όρια οι δυο προηγού­ μενες μεταφράσεις· κινείται στο χώρο της σύγχρο­ νης ευαισθησίας, της ποίησης· έχει βέβαια αυτάρκεια, αλλά δεν είναι κομπάζουσα η αυτάρκειά της, και προ πάντων δεν σε αποκλείει από το πρωτότυ­ πο. Για να μην υπάρξει παρεξήγηση ως προς τη μετά­ φραση των Κακριδή-Καζαντζάκη, που είναι ένα εν ­ τυπωσιακό επίτευγμα, ανεξάρτητα από τη στάση nog κρατάει κανείς απέναντι της, θα μείνω για λίγο στη σύγκριση των μεταφράσεων Καζαντζάκη και Μαρωνίτη· άλλωστε ο ίδιος ο Μαρωνίτης ομολογεί τις οφειλές του προς εκείνη τη μετάφραση, αλλά

Ομηρος

Και ο Μαρωνίτης· Μόλις σηκώθηκε η Αυγή από την κλίνη του ευγενικού της Τιθωνού, το φως να φ έ­ ρ ει σε θνη­ τούς κι αθάνατους, αμέσως κι οι θ εο ί συντάχτηκαν στους θρόνους τους, στη μέση ο Δίας που ψηλά βρο­ ντά κι είχε τη δύναμή του ακαταμάχητη.

Νομίζω ότι είναι εμφανείς και οι οφειλές και οι αποκλίσεις.


14/χρονικα ενικά μιλώντας θα έλεγε κανείς ότι η καινούρια μετάφραση αρκετά οφείλει στην καταπληκτική χειρωνακτική (ας την ονομάσω έτσι) εργασία των Καζαντζάκη-Κακριδή. Ελπίζω ότι δεν σκανδαλίζει κανέναν η λέξη χειρωνακτική προκειμένου για με­ ταφραστική εργασία· αρκεί όμως να ρίξει μια ματιά στο άρθρο του Κακριδή στην «Καινούργια Εποχή» του 1956 (χειμώνας), όπου καταγράφει το ιστορικό της συνεργασίας του με τον Καζαντζάκη, για να κα­ ταλάβει τι σημαίνει η λέξη χειρωνακτική. Μας ενδιαφέρουν όμως πιο πολύ οι αποκλίσεις. Ας πάρομε τα δυο «κοσμητικά» επίθετα: «Ζευς υψιβρεμέτης» και «αγαυός Τιθωνός». Το πρώτο ο Καζαντζάκης το μεταφράζει «ο Δίας ο αψηλοθρόντης» όπως και όλοι οι προηγούμενοι μεταφραστές· ο Μαρωνίτης όμως περιφράζει- «ο Δίας που ψηλά βροντά», προφανώς γιατί δε λέει τίποτε στο σύγ^ χρονο αίσθημα το «αψηλοθρόντης». Το δεύτερο επίθετο «αγαυός» ο Καζαντζάκης το μεταφράζει «ο τρισεύγενος ο Τιθωνός», ενώ ο Μαρωνίτης «ο ευ­ γενικός της Τιθωνός», εντελώς προσαρμοσμένο στο δικό μας αίσθημα και με σαφή την ερωτική απόχρωση- γιατί για τους αρχαίους ήταν γνωστή η ερωτική ιστορία της Ηώς και του Τιθωνού. Στον Κα­ ζαντζάκη η λέξη τίποτα από αυτά δεν δηλώνει- εί­ ναι μια λέξη τυπικά Καζαντζακική. Ο Καζαντζάκης παρατεντώνει τη λέξη και γενικά τη γλώσσα, με άσχημα βέβαια αποτελέσματα. Συστηματικά στη μετάφρασή τους οι Καζαντζάκης-Κακριδής χρησιμοποίησαν παλαιικές και διαλε­ κτικές λέξεις.11 Το αποτέλεσμα ήταν οι μεταφρά­ σεις της Ιλιάδας και της Οδύσσειας να αποτελούν μια γλωσσική εγκυκλοπαίδεια, θα έλεγε κανείς. Αλ­ λά σε μια εποχή που τα ιδιώματα συγκλίνουν, φα­ ντάζουν παράξενα τα ευρήματα του Καζαντζάκη από τις διαλέκτους. Στην ποίηση, νομίζω, πρέπει να δοκιμάζεται η αντοχή της σύγχρονης γλώσσας (φθογγολογικό, λεξιλόγιο, γραμματική, σύνταξη) και όχι η επιβίωση παλαιότερων και διαλεκτικών μορφών της γλώσσας. Πιο πολύ αυτό ισχύει για τπ μετάφραση που οι φιλοδοξίες της είναι περιορισμέ­ νες τοπικά και χρονικά. Ακόμη και όταν η διαφορά σε μια λέξη ανάμεσα στον Καζαντζάκη και τον Μαρωνίτη είναι πολύ μι­ κρή (οπτικά και ακουστικά), όπως π.χ. όταν μετα­ φράζουν το επίθετο «βαθυδίνης» ο μεν Καζαντζά­ κης «θαθιοστρόβιλος»12 και ο Μαρωνίγης «βαθυστρόβιλος»,13 η απόσταση του πνεύματος των με­ ταφράσεων είναι μεγάλη. Γι’ αυτό ερχόμαστε να δούμε το πνεύμα της με­ τάφρασης του Μαρωνίτη.

Γ

Β. Το πνεύμα της μετάφρασης Το πρώτο χαρακτηριστικό που βγαίνει αβίαστα από όσα είπα προηγουμένως, αλλά και μ' ένα βια­ στικό διάβασμα της μιας φράσης, είναι η «οικειότητητα». Η λέξη ως χαρακτηρισμός της μετάφρασης ανήκει στον ίδιο τον Μαρωνίτη. Σε ένα παλιό του άρθρο14 κρίνοντας ακριβώς τις παλιότερες μετα­ φράσεις της Οδύσσειας και προτείνοντας λύση για τη σχολική, τουλάχιστον, χρήση γράφει: «Μια μετά­ φραση της Οδύσσειας, που εγκλιματίζεται μάλιστα

αφιερωμα/15 στο σχολικό χώρο, πρέπει να ικανοποιεί πριν απ' όλα τον όρο της οικειότητας, παρακολουθώντας τις διακυμάνσεις της σύγχρονης γλώσσας και της σύγ­ χρονης ποιητικής...». Ως συνέπεια αυτής της θέσης έρχεται και η άλλη θέση του ίδιου για τη γλώσσα των μεταφράσεων που την κατέγραψε σε άλλο παλιότερο βιβλίο του.15. «Ο νεοελληνικός πεζός δημοτικός λόγος, κοντά στις πολλές άλλες αρετές του, παρουσιάζει μια βασική αδυναμία- έχει κληρονομήσει από την ποίηση - όπου κυρίως καλλιεργήθηκε η δημοτική γλώσσα - ένα φορτίο νεόκοπου δυναμισμού- οι λέ­ ξεις φωνάζουν πολύ, και συχνά προβάλλουν εντυ­ πωσιακά τις αιχμές τους - συναισθηματικές και λο­ γικές. Δεν ξέρω πώς να το πω μα τους λείπει το χα­ ρακτηριστικό εκείνο που έχουν οι γλυμμένες από το νερό πέτρες: δεν είναι λείες. Πως να ταιριάξουν στην απόδοση του Ηροδότου ή και του Ομήρου ακόμη». Αυτό ακριβώς- οι λέξεις της μετάφρασης του Μαρωνίτη δεν είναι φωναχτερές- είναι λείες. Εδώ θα πρέπει να δούμε τις οφειλές του Μαρωνίτη στον Σεφέρη και τη μεταφραστική του θεωρία και πράξη.16 Ως συνέπεια του προηγουμένου έχομε ένα άλλο χαρακτηριστικό. Η μετάφραση του Μαρωνίτη είναι χαμηλών τό ­ νων. Δεν έχει υπέρμετρες φιλοδοξίες. Αυτό είναι συνέπεια του γεγονότος ότι δεν διακατέχεται ο με­ ταφραστής από τα ιδανικά της ταύτισης με τον Ό μηρο17 ή της αναβίωσης της Ομηρικής εποχής ή της μεταφοράς του Ομήρου στην εποχή μας.18 Πι­ θανότατα πιστεύει, όπως ο Σεφέρης, ότι η μετά­ φραση είναι καρπός της επιμειξίας δυο φυσιογνω­ μιών».19 Σε ένα πρόσφατο άρθρο του για τη μετά­ φραση της Αρχαίας Τραγωδίας20 ο Μαρωνίτης λέει τα εξής: «Κλασικές μεταφράσεις κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχουν και δεν τις χρειαζόμαστε. Στο βαθμό που ο μεταφραστικός λόγος πρέπει να ανα­ κλά κάθε φορά την ισχύουσα ποιητική γλώσσα και αίσθηση της εποχής του οφείλει να ανανεώνεται προς πάσα κατεύθυνση». Με δυο λόγια θα μπορούσε κανείς να περιγράφει τη μεταφραστική προσπάθεια του Μαρωνίτη έτσι: θαυμάζει και αγαπά την Οδύσσεια του Ομήρου' φροντίζει και νοιάζεται για τη νεοελληνική γλώσσσα και έκφραση.21 Ένα τρίτο χαρακτηριστικό, που διατρέχει υποδό­ ρια τη μετάφραση, είναι η πεποίθηση για την προ­ σωπική φυσιογνωμία της Οδύσσειας. Στο βιβλίο του Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα 22γράφει ο Μα­ ρωνίτης: «Οπωσδήποτε η Ιλιάδα και η Οδύσσεια προχώρησαν σε τέτοιο σημείο πρωτοτυπίας, ώστε κατάργησαν βασικούς κανόνες του παραδοσιακού χρονογραφικού έπους- η δραματική συμπύκνωση του μύθου του γύρω από ένα πρόσωπο και σε μια κοίτη χρονική ελάχιστων ημερών, ο δανεισμός θε­ μάτων από αλλότρια έπη και η μεταφύτευσή τους στον κορμό του νέου έπους, και πολλά άλλα, έδω­ σαν στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια μια φυσιογνω­ μία προσωπική, παρά τα παραδοσιακά τους στοι­ χεία». Α ,λ Ειδικά για την πέμπτη ραψωδία γράφει στο πρώτο «σχόλιο στη ραψωδία ε».23 Πουθενά ίσως αλλού δεν ελέγχεται τόσο καθαρά το χέρι του ποιητή της

Οδύσσειας όσο στην πέμπτη ραψωδία και στη συνέχειά της, όπου ο ήρωας θα συναντήσει τη Ναυσικά. Όλα δείχνουν ότι στο μέρος αυτό του έπους η πα­ ράδοση υποχωρεί στην πρωτοτυπία». Αυτή η αντίληψη βοήθησε να απαλλαγεί η μετά­ φραση από το λαϊκό-δημοτικό χαρακτήρα, που βα­ ρύνει άλλες μεταφράσεις.

Γ. Η μεταφραστική πράξη Με αυτό το πνεύμα και με τις ελευθερίες που δί­ νει ο αστιχούργητος ποιητικός λόγος, πώς πραγματώθηκε η μετάφραση; δηλαδή πώς χειρίστηκε την Ομηρική γλώσσα ο μεταφραστής;

νίτης όμως αντμετώπισε το πρόβλημα με ευλυγισία αντάξια της νεότερης ποίησής μας από τον Καβάφη και δώθε. Έτσι ακολούθησε τους πάρα κάτω δρό­ μουςα. κράτησε αρκετές λέξεις αμετάφραστες- όπωςατρύγετος (52), καλλίσφυρη (365), καλλίροος (441), ουρανομήκης (239), κρήνες (70), σπέρμα (490), ρ ί­ γησε (116). Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι δε δίστασε να χρησιμοποιήσει και λέξεις λόγιες όπως- κλίνη (1), εντέλ λ ετα ι (112), κ.ά. Και αυτές και οι ομηρικές δίνουν στο κείμενο της μετάφρασης ένα χαρακτή­ ρα που μας πηγαίνει πέρα από τον λαϊκο-δημοτικό των προηγούμενων μεταφράσεων. 6. Άλλες λέξεις τις μετέφρασε μονολεκτικά όπως- έϋπλόκαμος (30), = καλλίκομη, ταλασίφρων

σνμτον

Εδώ θα υποχρεωθείτε φοβάμαι, να ακούσετε κάμποσες σχολαστικές παρατηρήσεις- νομίζω όμως ότι μερικές, τουλάχιστον, θα σας είναι ενδιαφέρου­ σες. Και ας αρχίσουμε από τις λέξεις. Δεν μπορώ να πω αν είναι το σοβαρότερο πράγμα οε μια μετάφραση του ομηρικού κειμένου η μετά­ φραση των λέξεω ν ξέρω όμως ότι για τους μετα­ φραστές ήταν πρόβλημα αγκαθερό. Είναι χαρακτη­ ριστική η περίπτωση των επιθέτων, σύνθετων συνή­ θως, που συνοδεύουν ένα όνομα κάποιο θεού ή κά­ ποιου ήρωα ή κάποιου αντικειμένου. Εδώ οι μετα­ φραστές στάθηκαν δύσκαμπτοι, γιατί βέβαια προέρχονταν οι περισσότεροι από το δημοτικισμό με την καθαρευουσιάνικη δυσκαμψία του. Ο Μαρω-

(31) = καρτερικός, ταχύγλωσσος (66) = μακρύγλωσσος, ποΛύυητις (214) = πολύγνωμος. γ. Αντίθετα, λες τις αναλύει σε φράσεις ποικί­ λου τύπου- π.χ. σκηπτούχος βασιλεύς (9) = που το βασιλικό ρα­ βδί κρατά Ζεύς αίγίοχος (103) = που έχει σκουτάρι τη βρο­ ντή του νεφ εληγερ έτα Ζεύς (21) = Ο Δίας που τα νέφη συννεφιάζειείναι μια πρωτότυπη μετάφραση αυτής της λέξης που πλησιάζει την ποίηση της ομηρικής και είναι σε πλήρη, ίσως και συνειδητή, αντίθεση προς τη μετα­ φραστική παράδοση της λέξηςνεφελοσυνάκτης (ο Πολυλάς)


16/χρονικα

χρονικα/17 όμως σε ένα ανώτερο επίπεδο- την ποίηση. Να αφήσουμε τη λέξη και να περάσουμε στη φράση. Θέλω να υπογραμμίσω δυο κυρίως περιπτώ­ σεις. α. είδαμε προηγουμένως το στίχοΉμος δ ' ήριγένεια φάνη ήοδοδάκτυλος

Ήώς (228) Μόλις έπήρε νά χαράζει φάνηκε ροδο­ Ο Πάτροκλος περι­ στοιχισμένος από τον Νέστορα, τον Αντίλοχο και τη θέτιδα

συννεφομαζώχτης (ο Εφταλιώτης) συγνεφοσυνάχτης (ο Σίδερης) νεφελοστοιθάχτης (ο Καζαντζάκης). Αξιοπροσεχτη είναι η μετάφραση της λέξης ήριγένεια (228). Η λέξη είναι επίθετο που μαζί με το βοδοδάκτυλος προσδιορίζουν την Ηώ, την Αυγή. Ήμος δ ’ ήριγένεια φάνη ήοδοδάκτυλος Ήώς (228) ο στίχος στη μετάφραση από τυπικός στο έπος με τα ζωγραφικά επίθετα πήρε να γίνεται δυ­ ναμικός παρουσιάζοντάς μας τη γέννηση μιας και­ νούριας μέρας. Μόλις επήρε να χαράζει, φάνηκε ροδοδάχτυλη η Αυγή. Το επίθετο ήριγένεια μεταπλάστηκε στην πρόταση «επήρε να χαράζει». Η πιο εντυπωσιακή όμως μετάφραση λέξης, θα μιλούσε κανείς για τόλμη, είναι του γνωστού συνο­ δευτικού επιθέτου της Αθηνάς γλαυκώπις (427/ 437), που σημαίνει είτε «με τα γλαυκά μάτια» είτε «με τα σπινθηροβόλα μάτια». Δυο φορές έρχεται η Αθηνά να δώσει φώτιση στον Οδυσσέα για να σωθεί από τον κίνδυνο- και στις δυο η Αθηνά συνοδεύεται από το επίθετο γλαυκώπιςακούστε κείμενο και μετάφρασηένθα κε δή δύστηνος ύπέρ μύρον ώ λετ' Όδυσσεύς, ε ΐ μή έπιφροσύνην δώκε γλαυκώπις

Άθήνη (436-7) θα 'ταν κι αυτό απρόβλεπτος χαμός του δύστυχου Οδυσσέα, αν πάλι η Αθηνά, η λάμψη των ματιών της, δεν έδινε τη φώτισή της.

Δεν ξέρω πώς οι κλασικοί φιλόλογοι θα κρίνουν τη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι όμως κάτι καινού­ ριο στους μεταφραστικούς μας τρόπους-24 νομίζω. Παράξενη στ' αυτιά μας ακούγεται η μετάφραση της πασίγνώστης φράσης «έπεα π τερόεντα »■

φραση του Ησίοδου,25 το άκουσμα εδώ είναι «ανοί­ κειο». Ίσως θα έλεγε και γι’ αυτή την περίπτωση, ό,τι έγραφε εκεί για τον Ησίοδο- «είναι καλό παρά­ δειγμα για να πάρουμε είδηση ότι ο αρχαίος κό­ σμος έχει και τις δικές του ανοίκειες σε μας, ανα­ φορές, και ίσως εκεί βρίσκεται και η πιο μεγάλη γοητεία του- αναγνωρίζοντας το ξένο, γνωρίζουμε καλύτερα το δικό μας ή ό,τι νομίζουμε δικό μας». Και μια τελευταία περίπτωση μετάφρασης λέ­ ξεω ν λέξεις στενά δεμένες μεταξύ τους διασπώνται και λειτουργούν στη φράση η καθεμιά ανεξάρ­ τητα από την άλλη. Δυο μόνο παραδείγματα καί τ ό τ ' έπ ειτ' άνεμος μ έν έπαύσατο ήδέ γαλήνη έτιλετο νηνεμίη (391-2)

δάχτυλη η Αυγή. Προσέξτε τη συντακτική θέση του επιθέτου βοδο­ δάκτυλος· θεωρείται γενικά ως επιθετικός προσ­ διορισμός της Ηώς και έτσι το μεταφράζουν οι άλ­ λοι μεταφραστέςεφάν’ η ροδοδάκτυλη Ηώ του Όρθρου κόρη (Πολυλάς) Σα φάνη η ροδοδάχτυλη της νύχτας κόρη Αυγούλα (Εφταλιώτης) Σαν ήρθε η ροδοδάχτυλη νυχτοθρεμμένη Αυγούλα (Σίδερης) Κι η Αυγή σα φάνη η πουρνογέννητη και ροδοδαχτυλάτη (Καζ.). Ο Μαρωνίτης όμως αλλάζει τη σχέση του επιθέ­ του με του ουσιαστικό και το ροδοδάχτυλη το κάνει κατηγορηματικό προσδιορισμό- αυτή την ελευθε-

Γ

Μόλις επήρε να χαράζει φάνηκε ροδο­ δάχτυλη η Αυγή. (228) Δεν είναι πια το μόνιμο και συνηθισμένο χαρα­ κτηριστικό της Αυγής - που δε μας κάνει εντύπω­ ση- αλλά είναι σαν να διαπιστώνουμε εκείνη τη στιγμή, κατά τη γέννησή της, τούτο το χαρακτηρι­ στικό' έτσι το επίθετο ξεχωρίζει, εξαφανίζεται ο κο­ σμητικός του χαρακτήρας. Και ένα άλλο παράδειγμαΣτην πέμπτη μέρα η Καλυψώ θεόμορφη τον ξεπροθόδησε από το νησί της. (263)

Έτσι διατυπωμένη η μετάφραση είναι σαν να πα­ ρακολουθεί την Καλυψώ κάποιος την ώρα που φεύ­ γει ο Οδυσσέας και να θαυμάζει τη θεϊκή της ομορ­ φιά- κάτι που έχει μεγάλη σημασία τη στιγμή εκείνη του χωρισμού των δυο παλαιών εραστών- άλλωστε τις τελευταίες, πριν από το χωρισμό, μέρες με τον ίδιο ακριβώς τρόπο26 χαρακτηρίζεται η Καλυψώ. Αυτή η χρησιμοποίηση του επιθέτου θυμίζει από μακριά βέβαια, την ιδιόρρυθμη χρήση του από τον Κάλβο Ωκεανέ, πατέρα των χορών αθανάτων άκουσον την φωνήν μου... (Ωκεανός, κ')Ζ

η λέξη νηνεμίη είναι επιθετικός προσδιορισμός της λέξης γαλήνη · και όμως στη μετάφραση διασπώντατ έπεσε ο άνεμος, γαλήνεψε, κι έγινε νη­ νεμία.

Και το δεύτερο παράδειγμα"Ως είπών σύναγεν νεφέλας, έτάραξε δέ πόντον χερσιτρίαιαν έλ ώ ν πάσας δ' όρόθυνεν

άέλλας παντοίων άνέμων, σύν δέ νεψέεσι κάλυ­

Ο βνμόξ τον Αχιλλέα

ψε γαϊαν όμού και π ό ντο ν (291-4)

οι λέξεις παντοοίων άνέμων είναι μια γενική που προσδιορίζει τη λέξη άέλλας (= ανεμοστρόβιλοι, θύελλες) η μετάφραση τώραείπε και σύναξε τα νέφη και, πιάνοντας στα χέρια του την τρίαινα, συντάραξε το ν πόντο, σκέπασε μ ε τα σύννεφα θάλασσα και στεριά, ξεσήκωσε

Ρίγησε η Καλυψώ, ακούγοντας το λόγο το υ ’ Ύστερα μίλησε, και πέταξαν τα λόγια της σαν τα πουλιά...... '................... (116-7)

όλες μαζί τις θύελλες και τους ανέμους όλους. / V -, ’(

Παράξενη- και για να χρησιμοποιήσω μια λέξη του ίδιου του Μαρωνίτη από το άρθρο του με τη μετά­

Θύελλες χωρίς ανέμους δεν μπορούν να υπάρξουν κι όμως- ο μεταφραστής τα χώρισε, για να ενωθούν

ρία νομίζω του τη δίνει η έλλειψη του άρθρου στο Ομηρικό κείμενο- και όπως καταλαβαίνετε δεν χρη­ σιμοποιεί τον τρόπο αυτό ο μεταφραστής αδιάφο­ ρα. Να συγκρίνουμε τη θέση του ίδιου επιθέτου σε άλλο στίχοΌ ταν η ροδοδάχτυλη Αυγή διάλεξε τον Ωρίωνα, θ εο ί εσ είς της ευτυχίας, φθονήσατε την τύχη της. (121-2)

Εδώ το επίθετο έχει τη θέση του επιθετικού προσ­ διορισμού. Τι διαφέρει από την προηγούμενη περί­ πτωση ;

και είναι αξιοπαρατήρητο ότι παρόμοια σύνταξη του επιθέτου χρησιμοποιεί ο Κάλβος στους λίγους στίχους από την Ιλιάδα που έχει μεταφράσειοι γερανοί διαβαίνουσι της θαλάσσης τα κύματα μακρά. (Γ, 5)ΖΒ

β. Μέσα στα όρια της φράσης και της πρότασης υπάρχουν και μερικές συντάξεις ιδιόρρυθμες που σε ξαφνιάζουν- και όσο κι αν είναι απομονωμένες δίνουν και αυτές τον τόνο τους στο κείμενο της μετάφρασης- όπως π.χ. άλλ' ό τε δή τρ ίτο ν ήμαρ έϋπλόκαμος


18/χρονικα τέ λ ε σ ’ Ήώς (390) μόνο την τρίτη μέρα, σαν την ξημέρωσε η Αυγή μ ε τους ωραίους πλοκάμους.

Η ενεργητική μεταβατική σύνταξη του ξημερώνω δεν είναι συνηθισμένη· έχομε μόνο τη φράση «να ξημερώσει ο θεός τη μέρα (από όπου μάλλον ο Ελύτης) έγραψε «ο θεός... στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως»).29 Και όμως αυτή τη σύνταξη την φέρνει στη χρήση η μετάφραση και είναι από αυτές που δημιουργούν μαζί με άλλες την ποίηση μέσα στο μεταφρασμένο κείμενο. Εδώ ακριβώς πρέπει να αναφέρω μια παρόμοια σύνταξη στη μετάφραση της «θεογονίας» από το Μαρωνίτη- αξίζει τον κόπο. Ο λόγος είναι για τη ΓηΟύρανώ εύνηθεισα τέ κ ' ’Ω κεανόν αύτάρ έπ ειτα βαθυδίνην (132-3) Ύστερα την κοιμήθηκε ο Ουρανός κι έτσ ι γεννήθηκε ο βαθυστρόβιλος Ωκεανός.

Η ενεργητική μεταβατική σύνταξη του κοιμήθηκε είναι μια έξοχη και «ποικίλως» τολμηρή σύνταξη, που μέσα από το Σεφέρη30 και το Μακρυγιάννη31 μάς πηγαίνει στα μεσαιωνικά κείμενα32 κι από κει στην αρχαία γλώσσα. Ως προς τη δομή της περιόδου γενικά ακολουθεί το ομηρικό κείμενο, χωρίς όμως να αποφεύγει τις αποκλίσεις, μερικές φορές· να εμφανίζει δηλαδή υπόταξη εκεί που ο Όμηρος έχει παράταξη ή αντί­ στροφα. Πολύ συχνά όμως η μετάφραση του Μαρω­ νίτη εμφανίζει ασύνδετη συμπλοκή προτάσεων εκεί που το ομηρικό κείμενο έχει χαλαρή παράταξη. Να ακούσουμε ένα απόσπασμα, όπου υπάρχουν οι τρεις χαρακτηριστικές μορφές δομής· Κι ενώ μ ’ αυτή τη σκέψη πάλευαν νους και ψυχή ...................................................365 του, ο κοσμοσείστης Ποσειδών σηκώνο­ ντας κύμα μεγάλο - άγριο, φοβερό και κατακόρυφο -, το 'ρίξε καταπάνω του. Πως άνεμος σφοδρός σκορπίζει αλ­ λού κι αλλού ξερά της θημωνιάς τα άχυρα, έτσι σκορπίστηκαν και τα μακριά μαδέρια. Κι όμως ο Οδυσσέας κρατήθηκε σ' έναν κορμό, τον καβαλίκεψε, λες κι ήταν άλογο της κούρσας, πέταξε από πάνω του τα ρούχα, εκείνα που του φό­ ρεσε η θεία Καλυψώ, αμέσως το μαγνάδι ζώστηκε στο στέρνο, μ ε το κεφάλι βούτηξε στη θάλασσα, τα χέρια του άπλωσε, κι έβαλε δύναμη να κολυμπή­ σει. (365-375)

Εδώ πρέπει να υπογραμμίσω ότι ο μεταφραστής

χρονικα/19 δεν ακολούθησε το δόγμα του δημοτικισμού που, πιστεύοντας στον αναλυτικό χαρακτήρα της νεοελ­ ληνικής γλώσσας, έδωσε έμφαση στην παράταξη· ταύτισε δηλαδή ο δημοτικισμός, σχεδόν, αναλυτικό χαρακτήρα με παράταξη. Ο νεοελληνικός λόγος έχει αρκετά καλλιεργηθεί και έχει αναπτύξει πολ­ λές δυνατότητες και ο μεταφραστής τις εκμεταλ­ λεύεται όλες. Και μια άλλη μεταφραστική πρακτική πρέπει να προσέξουμε, πέρα από τη στενά γλωσσική. Είναι η περίπτωση των επαναλαμβανόμενων στερεότυπα στίχων του Ομηρικού κειμένου. Ο Μαρωνίτης δεν τους μεταφράζει πανομοιότυπα όποτε τους ξανασυναντήσει αλλά τους παραλλάζει, αντίθετα προς την τακτική του Καζαντζάκη.33 Ας δούμε ένα παράδειγμα' οι στίχοι­

μέσα. Κόρωνε στη σχάρα μια φωτιά μ ε ­ γάλη, και μοσκοβόλαγε ένα γύρο στο νησί, που καίγονταν ο κέδρος ο καλόσχιστος κι η θούγια. Εκείνη εκεί: να τραγουδά με τη ν ωραία φωνή της, υφαίνοντας στον αργαλειό μ ε τη χρυσή σαΐτα. Γύρω από τη σπηλιά θρασομανούσε δάσος μ ε σκλήθρες, λεύκες, κυπαρίσσια μυριστά. Πουλιά μ ε τα φτερά τους τ ε ­ ντωμένα,

η ψυχή του. Έ μεινε ε κ ε ί ο Ερμής, ψυ­ χοπομπός κι αργοφονιάς, το θαύμα να κοιτάζει. Κι όταν ο νους του χόρτασε θαυμάζοντας, το βλέμμα του γυ­ ρίζοντας παντού, μπήκε κατόπι στη φαρδιά σπηλιά. (55-77) Δεν έχει κανείς παρά να συγκρίνει το απόσπασμα που ακούσαμε με οποιαδήποτε άλλη μετάφραση για να καταλάβει ποια σημασία έχει η καινούρια με­ τάφραση.

ού γάρ οί (μοι) πάρα νήες έπήρετμοι και έταϊροι, ο ϊ κεν μ ιν πέμποιεν έπ ’ εύρέα νώτα θα­ λάσσης. (16-17 = 141-2) Την πρώτη φορά τους λέει η Αθηνά στο Δία σκο­ πεύοντας να προκαλέσει εντολή του για αίσια επά­ νοδο του Οδυσσέα στην πατρίδα τουγ ια τί του λείπουν και καράβια 'και κου­ πιά και σύντροφοι που θα μπορούσαν να τον φέρουν πίσω, περνώντας την πλατιά ράχη της θάλασσας.

Τη δεύτερη φορά τους λέει η Καλυψώ στον Ερμή πικραμένη, πεισμωμένη, αλλά και με υπόκωφη την αγάπη της προς τον Οδυσσέα· Δ εν έχω καράβια και κουπιά και ναυτι­ κούς συντρόφους που θα μπορούσαν να τον συντροφέψουν πάνω στη ράχη την πλατιά της θάλασσας.

ελαφρές ίσως παραλλαγές, αλλά ικανές να υποδη­ λώσουν διαφορετικά ψυχικά κινήματα σε διαφορε­ τικές στιγμές.34 Και ένα τελευταίο, σημαντικό όμως για την και­ νούρια μετάφραση της Οδύσσειας. Ιδιαίτερη προσοχή, νομίζω, έδειξε ο Μαρωνίτης για να ακουστούν όπως λέει ο ίδιος «και οι πρώτοι σφυγμοί της λυρικής και δραματικής φωνής» «πλάι στον αφηγηματικό τρόπο»35 του έπους. Να ακούσουμε την περιγραφή του περίγυρου της σπηλιάς της Καλυψώς όπου ακούγονται οι λυρικοί τόνοι, υπογραμμισμένοι στη μετάφραση· Κι όταν πετώντας έφ τασε το απόμακρο ν η σ ί, ....................................................... .^ § 5 τό τε από τον πόντο βγήκε τον μ ενεξελή, και πά/V τη σε τη γη. Πλησίασε προς την ευρύχω­ ρη σπηλιά ί , όπου η καλλίκομη νεράιδα κατοικούσε. Τη βρήκε

I

ι I

‘Ik (

τώρα πάνω στους κλώνους κούρνιαζαν: γεράκια, κουκουβάγιες και μακρύγλωσσες θα­ λασσινές κου­ ρούνες, που ξόδεψαν τη μέρα τους στη θάλασσα. Κι ε κ ε ί μπροστά να περιβάλ­ λ ει τη βαθιά σπηλιά μια νιούτσικη και καρπερή κληματαριά, σταφύλια φορ­ τωμένη. Τέσσερεις κρήνες στη σειρά να τρέχουν, στο πλάι η μιά της αλληνής, κι όμως η καθε­ μιά αλλού το γάργαρο νερό της να ξεδίνει. Σ τις δυο μ ερ ιές λιβάδια μαλακά μ ’ άγριες βιολέτες κι άγρια σ έ­ λινα. Κι ένας θεός αν έρχονταν εδώ, κοιτάζο­ ντας αυτό της ομορφιάς το θαύμα, θα γέμιζε αγαλλίαση

Δ . Το αποτέλεσμα της μεταφραστικής πράξης Όλα αυτά, που ειπώθηκαν, και άλλα, που χρειά­ ζεται προσεκτικότερη και εμπειρότερη μελέτη για να προσεχτούν, προσδιορίζουν μ’ ένα ορισμένο τρόπο τη μετάφραση· σύντομα θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κανείς δυναμική. Δεν έχει τον ισοπεδωτικό χαρακτήρα που έχουν οι άλλες μεταφρά­ σεις. Ο άλλος χαρακτήρας της είναι ο ποιητικός. Υπάρ­ χουν βέβαια κομμάτια που έχουν «ρυθμική άρθρω­ ση»·36 αλλά κυριαρχεί ο ελεύθερος, δηλαδή αστιχούργητος, ποιητικός λόγος. Και δεν υπάρχει καλύ­ τερος τρόπος για να δεις ή να δείξεις την ποίηση από το να διαβάσεις προσεκτικά την ποίηση. Να ακούσουμε το τελευταίο κομμάτι της πέμπτης ρα­ ψωδίας· είναι από Τα κομμάτια εκείνα που δικαιολο­ γούν εκείνους nou έλεγαν «ώς τήν Ελλάδα πεπαίδευκεν ούτος ό ποιητής»·37


20/χρονικα Κι όπως το συλλογίστηκε, αυτό του φά­ νηκε πως................................................. 474 είναι το καλύτερο: ξεκίνησε να βρει το δάσος, το βρήκε πλάι στον ποταμό, από ψηλά να του αγναντεύει. Τρύπωσε εκεί, κάτω από θάμνα δίδυμα, ελιά κι αγρίλι που ξεφύτρωναν μαζί. Δ εν έφ τα νε ώς εδώ το μένος των υγρών ανέμων, δεν τα χτυπούσε αυτά τα θάμνα μ ε τις αχτίνες του ο ήλιος, όταν σηκώνεται λαμπρός, μ ή τε η βροχή τα διαπερνούσετόσο πυκνά συμπλέκονταν το 'να μαζί μ ε τ ' άλλο. Γλίστρησε ο Οδυσσέας στον κόρφο τους, και με τα χέρια του φτιάχνει το στρώμα του παχύ κι ευ ­ ρύχωρο, από τα φύλλα τα πολλά που ήταν χυμένα γύρω, τόσο και τέτοιο, που θα μπορού­ σε δυο και τρεις ανθρώπους να τους προφυλάξει, ακόμη και σε ώρα χειμωνιάτικη, όταν βαραίνει ο και­ ρός πολύ. Το έργο του κοιτώντας, βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος, ένιωσε μέσα του χαρά στη μέση ξάπλωσε ρίχνοντας από πάνω του σωρό τα φύλλα. Πώς κάποιος έκρυψε δαυλό μέσα στη μαύρη στάχτη, σε χτήμα, απόμερο, που γείτο νες στο πλάι του δεν έχει, σώζοντας έτσ ι το σπέρμα της φωτιάς, που να μην είναι ανάγκη απ' αλλού ν' α ν ά β ε ι- μ ε ένα δαυλό παρόμοιος ο Οδυσσέας σκε­ πάστηκε μ ε φύλλα. Τότε κι η Αθηνά χύνει στα μάτια του το ν ύπνο, γρήγορη ανάπαυση από το μόχθο και τον κάματό του. Κι ο ύπνος σφράγισε τα βλέφαρά του. (474-493)

Το κομμάτι που ακούσαμε μας δίνει ένα τρίτο χα­ ρακτηριστικό' το κείμενο της μετάφρασης είναι γλωσσικά υποδειγματικό' δεν έχουμε να κάνουμε με μεταφραστικά ευρήματα, όσο εκπληκτικά, αλλά με μια γλώσσα που μπορεί να ασκήσει ευεργετική επίδραση στο γλωσσικό όργανο των αναγνωστών ή των ακροατών της· μια γλώσσα που ενώ δεν της λείπει η τόλμη, ωστόσο καταφέρνει αυτή η τόλμη να φαίνεται εντελώς φυσική. Ένα τελευταίο χαρακτηριστικό της μετάφρασης είναι ότι μας δείχνει, με τον τρόπο της, το πρωτό­ τυπο κείμενο, μας οικειώ νει μ ε το ομηρικό κείμενοτι θέλω να πω; να ακούσουμε πρώτα ένα απόσπα­ σμα.

χρονικα/21 Μίλησε ο Δίας και δεν απείθησε ο Ερ­ μής, ψ υ - .....................................................43 χοπομπός κι αργοφονιάς. Αμέσως έδ ε ­ σε στα πό­ δια του τα ωραία σαντάλια, εκείνα τα θεσπέσια, χρυσά κι ανάλαφρα που σαν πνοές του ανέμου, τον ταξιδεύουν στην απέραντη στεριά και στα πελάγη. Πήρε και το ραβδί του αυτό που μαγνη­ τίζει τα μάτια των ανθρώπων, όποιου θελήσει εκείνος, και τα κλείνει- ή κι απ' τον ύπνο το βαθύ τους ανασταίνει. Με τούτο το ραβδί στα χέρια του, άρχισε να πετά ο κρατερός αργοφονιάς, κι ολοταχώς, απ’ το ν αιθέρα του ουρανού, πάνω απ' την Πιερία, χ ύ ­ θηκε στο πέλαγος, το κύμα ακροπατώ­ ντας σαν το γλάρο, που ψάρια αρπάζει μέσα από τους άγριους κόλπους της ατρύγητης θαλάσσης, βρέχοντας τα πυκνά φτερά του στο αλμυρό νερό. Ό μοιος με γλάρο κι ο θεός Ερμής, φάνταζε καβα­ λάρης των αμέτρητω ν κυμάτων. (43-55)

Έχουμε εδώ ένα κείμενο γλωσσικά οικείο που το περιεχόμενό του, οι αναφορές του είναι «ανοί­ κειες»™ σε μας, αλλότριες, ξένες. Η ένταση που δημιουργείται από τη σχέση οικείας γλώσσας και «ανοίκειου» περιεχομένου είναι μια κατάσταση που μπορεί να μας οδηγήσει στο πρωτότυπο· αντίθετα προς άλλες μεταφραστικές προσπάθειες, που, επειδή είναι γλωσσικά πλαδαρές ή ανοίκειες, μας αποτρέπουν από το πρωτότυπο. Και για να τελειώνουμε· Η μετάφραση Μαρωνίτη ξαναθέτει το πρόβλημα των μεταφράσεων των αρχαίων κειμένων δείχνο­ ντας ένα μεταφραστικό δρόμο. Και για να είμαστε πιο ρεαλιστές, η καινούρια μετάφραση είναι μια «επείγουσα πρόταση».39 Η επανέκδοση μεταφρά­ σεων που έχουν στην πλάτη τους 30,40,50 ή και πε­ ρισσότερα χρόνια, δείχνει από τη μια μεριά την ανάγκη των μεταφράσεων, αλλά από την άλλη απο­ καλύπτει το μεταφραστικό τέλμα- και όταν αυτή η κατάσταση έχει εισχωρήσει στα σχολεία, τότε μπο­ ρούμε να αντιληφθούμε γιατί προτάσεις σαν του Μαρωνίτη είναι κάτι παρά πάνω από επείγουσες. Αλλά και κάτι άλλα η έκδοση της μετάφρασης της πέμπτης ραψωδίας της «Οδύσσειας» καθώς και ο θαυμαστής πυκνότητας σχολιασμός του ομηρι­ κού κειμένου μας δίνουν την ελπίδα ότι ο κύριος Μαρωνίτης θα συνεχίσει και θα ολοκληρώσει την προσπάθεια που άρχισε· είναι κάτι που η κοινωνία μας το έχει ανάγκη. ΑΡΗΣ ΔΡΟΥΚΟΠΟΥΛΟΣ

Σημειώσεις-Παραπομπές 1. 2. 3. 4. 5.

Στις 4 Οκτωβρίου 1987. Στίχοι 116-204. Στο κυριακάτικο ΒΗΜΑ της 24ης Ιουλίου 1988. Ιλιάδος Ω στ. 692-708. Βιβλιοθήκη Αρχαίων συγγραφέων «I. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ» 6. Κοίτα τη σημείωση 3. 7. Ομήρου Ιλ ιά δ α -Α θ ή ν α 1962 8. Γ. Σεφέρη, Δοκιμές, Τ. Α, σελ. 88. 9. Κοίτα για την αντικατάσταση του πρωτοτύπου τ ι λ έει ο Ι.Θ. Κακριδής στο «Μεταφραστικό πρόβλημα» - 1936 σελ. 16*. Είναι χαρακτηριστικά όσα οι Καζαντζάκης-Κακριδής λένε στον πρόλογο της μετάφρασης: «και στο δικό τους κείμενο ο Ό μηρος ξαναζεί, και με την ομορ­ φιά της γλώσσας του και με τη μεγαλοπρέπεια του στί­ χου του και με τον πλούτο της ψυχής του τον ανεξά­ ντλητο· ξαναζεί και όλος ο ηρωικός κόσμος με τις αρε­ τές του κ.τ.λ.» (σελ. 12). Επίσης και το τέλος του προ­ λόγου (σελ. 13). 10. Σελ. 8 της έκδοσης. 11. Κοίτα το άρθρο του I. Κακριδή «Μεταφραστικά προ­ βλήματα στον Όμηρο» στον τόμο και «Πρωτότυπο και μετάφραση» Αθήνα 1980, σελ. 93 κ.ε. 12. ΙλιάδαςΦ 603. 13. Ησιόδου «Θεογονία» στ. 1 3 3 - εφημ. ΒΗΜΑ 4-10-87 14. Μια επείγουσα πρόταση, στο περ. ΠΟΛΙΤΗΣ τευχ 8 (1977) σελ. 39 κ.ε. 15. Ηροδότου Ιστορίαι-Κλειώ. Εισαγωγή,-Μετάφραση-Σχόλια Δ.Ν. Μαρωνίτη. ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ - ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ - σελ. 350. 16. Κοίτα Γιώργος Σεφέρης, Μεταγραφές - Αθήνα 1980ΛΕΣΧΗ σελ. 274-5, 281-2, 3. 17. Ι.Θ. Κακριδή, Το μεταφραστικό πρόβλημα, σελ. 11. 18. Γρηγ. Σηφάκης, Προβλήματα μετάφρασης του Αριστο­ φάνη, στον τόμο «Πρωτότυπο και Μετάφραση», σελ. 130. 19. Θ.Σ. Έ λιοτ, Η έρημη χώρα, μετάφραση Γιώργου Σ εφ έ­ ρη, ΙΚΑΡΟΣ 1965, σελ. 16. 20. Περ. ΛΕ^Η, τευχ. 56, σελ. 712 κ.ε. 21. Κοίτα επίσης Ασμα Ασμάτων, μεταγραφή Γ. Σεφέρη ΙΚΑΡΟΣ, σελ. 7-8. Η Αποκάλυψη του Ιωάννη, μεταγρα­ φή Γ. Σεφέρη, ΙΚΑΡΟΣ, σελ.18. 22. Σελ. 151. 23. Οδυσσέως Σχεδία, σελ. 39. 24. Γενικά για το κοσμητικό επίθετο κοίτα- α) Ι.Ν. Καζάζη, Παρατηρήσεις για την τυπολογία της επικής ποίησης του Ομήρου, περιοδ. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ, τευχ. 34, σελ. 325 κ.ε. και β) Μ. Bowra, Το ύφος (του Ομήρου) στον τόμο των A. Wace και F. Stubbings, ΟΜΗΡΟΣ, A companion to Homer (ελλην. μετάφραση) - εκδ. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ 1984, σελ. 44. 25. Κοίτα σημείωση 1.

26. Με τον ίδιο τρόπο μεταφράζονται τα επίθετα στους στίχους 123,124, 128, 159, 354, 214. 27. Κοίτα το άρθρο του Ανδριώτη, «Η γλώσσσα του Κάλβου», Ν. Εστία, Σεπτ. 1960, σελ. 307. 28. Στην «Επισημείωσιν» των Ωδών. 29. «Το Ά ξιο ν εστί»., Η πορεία προς το μέτωπο. 30. Τρία κρυφά ποιήματα, επί Σκηνής Γ, 25. 31. Απομνημονεύματα Β, κεφ. Α, σελ. 309, εκδ. ΓΑΛΑΞΙΑ. 32. Κοίτα το Λεξικό Κριαρά στη λέξη. 33. Ι.Θ. Κακριδής στη μελέτη του στον τόμο «Πρωτότυπο και μετάφραση» σελ. 93. 34. ΓΓ αυτή τη διαφοροποίηση κοίτα όσα λ έει για τις φόρ­ μουλες ο Bowra στο A companion to Homer, σελ. 44. 35. Οδυσσέως σχεδία, σελ. 42. Την προσοχή του Μαρωνίτη να αποδίδει η μετάφραση τέτο ιες διακυμάνσεις κοίτα περ. ΛΕΞΗ, τ. 56,713 §6 36. Κοίτα τ ι λ έ ε ι ο Μαρωνίτης στο άρθρο του τη ς σημείω­ σης 14. 37. Πλάτωνος «Πολιτεία» 606 e. 38. Κοίτα σημείωση 1 και όσα αντιστοιχούν στη σημείωση 39. Κοίτα σημείωση 14. Βιβλιογραφία 1.

Τ . Γιατρομανωλάκης, Αρχαία Ελληνική τραγωδία: Ορι­ σμένα μεταφραστικά προβλήματα - στον τόμο ΠΡΩΤΟ­ ΤΥΠΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. 2. Ι.Θ. Κακριδή, Το μεταφραστικό πρόβλημα - 1936. — Μ εταφραστικά προβλήματα στον Όμηρο. Στον τόμο ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. 3. Ι.Ν. Καζάζη, Παρατηρήσεις στην Τυπολογία της επικής ποίησης του Ομήρου, περ. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ, τευχ. 33 και 4. Δ.Ν. Μαρωνίτη, Ηροδότου Ιστορία-Κλειώ: ΕισαγωγήΜετάφραση-Σχόλια έκ. ΓΚΟΒΟΣΤΗ 1964. — Αναζήτηση και Νόστος του Οδυσσέα - Η διαλεκτική της «Οδύσσειας» εκδ. ΚΕΔΡΟΣ, 2η έκδ. 1978. — Οι μεταφράσεις της «Οδύσσειας», περ. ΠΟΛΙΤΗΣ τευχ. 8. Η αρχαία Τραγωδία και η δοκιμασία της μετάφρασης -π ε ρ . ΛΕΞΗ τευχ. 56. — Αφιερωμένο εξαιρετικά, - εφημ. ΒΗΜΑ 4-10-87 — Νεκρώσιμος Νόστος στην Ιλιάδα - εφημ. ΒΗΜΑ 247-88 5. Γ. Σεφέρη, Μ εταγραφές, επιμ. Γ. Γιατρομανωλάκη εκδ. ΛΕΣΧΗ. 1 6. Γρ. Σηφάκη, Προβλήματα μετάφρασης του Αριστοφά­ νη. Στον τόμο ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ. 7. A. Wace και F. Stubbings, ΟΜΗΡΟΣ - A companion to Ho­ mer (ελλην. μετάφραση) - έκδ. ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΑ - 1984.


22/ΧΡονικα

αφιερωμα/23

ςτ και η περεστρόικα U)

Ο ν©

Μια ανοιχτή συζήτηση με τον Αλέξανδρο Αβελήτσεφ, γενικό διευθυντή των εκδόσεων «Προγκρές» της Μόσχας

* W

ς/' *

Η w 5

ο ©

- Ποιες αλλαγές έφερε η Περεστρόικα σίο είδος και το περιε­ χόμενο των σοβιετικών εκδόσεων; - Υπάρχει σήμερα πλήρης ελευθερία έκφρασης στην ΕΣΣΔ; - Ποιος αποφασίζει αν ένα έργο θα εκδοθεί ή όχι; - Υπάρχει ελπίδα να εκδοθούν σύντομα οι απαγορευμένοι συγγραφείς, όπως ο Σολτζενίτσιν; Αυτά είναι μερικά από τα καίρια ερωτήματα στα οποία απαντά ο Α. Αβελήτσεφ στην ανοιχτή συζήτηση που έλαβε χώρα την Τε­ τάρτη 26 Απριλίου 1989, στα πλαίσια της Διεθνούς Έκθεσης Βι­ βλίου και Τύπου της Γενεύης. εκδοτική δραστηριότητα στη Σοβιετική Ένωση, τόσο από το μέγεθός της, όσο και από την επιρροή που ασκεί στη διαμόρ­ φωση της κοινής γνώμης, δε μοιάζει να έχει το αντίστοιχό της σε καμιά από τις ευρωπαϊ­ κές χώρες και ίσως σε καμιά χώρα στον κό­ σμο. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: Μό­ νο οι εκδόσεις «Προγκρές» εκδίδουν κάθε χρόνο 150 βιβλία στα Ρωσικά και 650 σε 51 άλλες γλώσσες, καθώς και πάνω από 200 πε­ ριοδικά, και όλα αυτά σε εκατοντάδες χιλιά­ δες - κάποτε εκατομμύρια - αντίτυπα. Είναι γεγονός βέβαια ότι πρόκειται για μια χώρα τριακοσίών σχεδόν εκατομμυρίων κα­ τοίκων, αλλά επίσης ότι οι Σοβιετικοί γενικά και οι Ρώσοι ιδιαίτερα αγαπούν εξαιρετικά το διάβασμα. Ο έντυπος λόγος κάτεχε ανέκαθεν διακε­ κριμένη θέση στη σοβιετική κοινωνία, παρ' όλο που τα τελευταία χρόνια της μπρεζνιεφικής περιόδου οι πωλήσεις τόσο των βι­ βλίων όσο και των περιοδικών και εφημερί­ δων είχαν σημειώσει κάποια πτώση, γεγονός που μάλλον οφειλόταν στην έλλειψη πρωτο­ τυπίας των εκδόσεων και στη στερεοτυπία των εκφραζομένων απόψεων. Από τότε βέβαια πολλά έχουν αλλάξει. Η διαδικασία ανασυγκρότησης της κοινωνίας, που μπήκε σε ενέργεια μετά την άνοδο του Γκορμπατσώφ στην εξουσία το Μάρτιο του 1985, είχε άμεσο αντίκτυπο και στον εκδοτι­ κό κόσμο: κάποια δείγματα πολυφωνίας άρ­ χισαν να εμφανίζονται σε άρθρα περιοδικών και εφημερίδων, κάποια βιβλία εκδόθηκαν, των οποίων τα χειρόγραφα περίμεναν χρόνια αφημένα σε κάποιο ράφι. Απτό παράδειγμα

Η

του ανέμου ανανέωσης που πνέει είναι και ο ίδιος ο Αλέξανδρος Αβελήτσεφ, που βρέθη­ κε στη θέση του γενικού διευθυντή των εκ­ δόσεων «Προγκρές», όχι από κάποιον άνω­ θεν διορισμό, αλλά χάρη στη θέληση του ίδιου του προσωπικού τού Εκδοτικού Οίκου, που τον ψήφισε στις εκλογές που έγιναν γι’ αυτό το σκοπό. Τη στιγμή αυτή στην ΕΣΣΔ η απόφαση για την έκδοση ή μη ενός έργου παίρνεται απευ­ θείας από τους υπεύθυνους των Εκδοτικών Οίκων, χωρίς να χρειάζεται γι' αυτό καμιά ει­ δική άδεια από κάποια «αρμόδια» κρατική υπηρεσία, όπως αυτό συνέβαινε προηγουμέ­ νως. Η Υπηρεσία Λογοκρισίας υπάρχει βέ­ βαια ακόμα, αλλά η δικαιοδοσία της έχει πε­ ριοριστεί αποκλειστικά στα θέματα που αφο­ ρούν την εθνική ασφάλεια και τα κρατικά μυ­ στικά. Η καθυστέρηση που παρατηρείται στην έκ­ δοση των έργων που είχαν απαγορευτεί στο παρελθόν δεν οφείλεται στη λογοκρισία, αλ­ λά στις αντιστάσεις των συντηρητικών κύ­ κλων, που εξακολουθούν ακόμα να ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό το κύκλωμα πληροφόρη­ σης. Το πνεύμα του σταλινισμού και του μπρεζνιεφισμού δεν είναι δυστυχώς νεκρό έχει ακόμα άφθονους εκφραστές στα πρό­ σωπα ατόμων που κατέχουν υπεύθυνες θέ­ σεις και προβάλλουν σθεναρή αντίσταση οε κάθε ανανεωτική προσπάθεια. Για το λόγο αυτό, τα πάντα σήμερα στην ΕΣΣΔ παίζονται στον σκληρό αγώνα που διεξάγεται,άνάμέσο σε ανανεωτές και συντηρητικούς/ανάμεσα στους οπαδούς της Περεστρόικα και σε αυ­ τούς που προπαγανδίζουν την εμιιονή στίΟ

παραδοσιακές αξίες και δομές. Για τον Αλέξανδρο Αβελήτσεφ, το καθή­ κον όλων των πνευματικών ανθρώπων και των προοδευτικών εκδοτών στη Σοβιετική Ένωση είναι η ενεργός υποστήριξη της Πε­ ρεστρόικα, ειδικά με τη συνεισφορά στην πνευματική ανάπτυξη και τη σωστή πληρο­ φόρηση των σοβιετικών πολιτών. Μιλώντας βέβαια για πνευματική ανάπτυξη δε θα πρέπει να νομιστεί, όπως συχνά συμ­ βαίνει στη Δύση, ότι το πνευματικό επίπεδο των Σοβιετικών είναι χαμηλό. Κάθε άλλο. Οι Σοβιετικοί είναι άνθρωποι που διψούν για μάθηση και πολλοί από αυτούς κατέχουν γ ε ­ ρή κλασική μόρφωση. ο πρόβλημα υφίσταται μάλλον στα κενά που υπάρχουν, ειδικά όσον αφορά τη Τ διανόηση της δυτικής Ευρώπης και Αμερι­ κής. Είναι γεγονός ότι εξαιτίας του πνευμα­ τικού δογματισμού του παρελθόντος σημα­ ντικοί στοχαστές του δυτικού κόσμου: φιλό­ σοφοι, επιστήμονες, ψυχολόγοί' όπως ο Sar­ tre, ο Jaspers, ο Heidegger, ο Kierkegaard, ο Weber κ.ά. δεν έχουν ποτέ εκδοθεί στην ΕΣΣΔ και είναι κατά συνέπεια άγνωστοι στο σοβιετικό κοινό. Η έκδοση των έργων αυτών και άλλων ακό­ μα Δυτικοευρωπαίων και Αμερικανών συγ­ γραφέων αποτελεί έναν από τους στόχους της εκδοτικής δραστηριότητας τη στιγμή αυτή στην ΕΣΣΔ' έργο που έχει ήδη προχωρή­ σει αρκετά: για παράδειγμα, όλα σχεδόν τα κλασικά έργα της δυτικής οικονομολογίας έχουν ήδη εκδοθεί στα ρωσικά. Ένας άλλος σημαντικός στόχος των σο­ βιετικών εκδόσεων είναι η διαμόρφωση μιας νέας πιο ρεαλιστικής, αντικειμενικής εικό­ νας της σοβιετικής πραγματικότητας και η ταυτόχρονη καταπολέμηση της παλιάς μυθι­ κής αντίληψης που προβαλλόταν από τα προπαγανδιστικά έντυπα και εργασίες του παρελθόντος. Στα πλαίσια αυτού του στό­ χου, πολλά έργα σοβιετικών συγγραφέων έχουν πάψει να επανεκδίδονται και αποσύρονται από την κυκλοφορία, όπως για παρά­ δειγμα κάποιες μελέτες ορισμένων ψυχολό­ γων που ανέλυαν τη δομή της προσωπικότη­ τας του σοβιετικού ανθρώπου, δήθεν θεμε­ λιακά διαφορετικής από εκείνη των ανθρώ­ πων των χωρών του καπιταλισμού. Η κύρια όμως προσπάθεια εκδοτών και πνευματικών ανθρώπων συγκεντρώνεται στο σημαντικότατο έργο της αναθεώρησης της ιστορίας. Μπορούμε να πούμε ότι τούτη τη στιγμή η εβδομηντάχρονη ιστορία της Σοβιε­ τικής Ένωσης είναι σαν να μην υπάρχει' τα παλιά εγχειρίδια της σχολικής ιστορίας έχουν εξάλλου αποσυρθεί και περιμένοντας να γραφτούν νέα, η διδασκαλία της ιστορίας σταματά προς το παρόν στο 1917. Ολόκληρη η ιστορία της μετεπαναστατικής περιόδου θα πρέπει να ξαναγραφτεί από την αρχή, με νέο πνεύμα και πάνω σε νέες βάσεις. Πρό­ κειται όμως για έργο τιτάνιο που συχνά ξε­

περνά τις δυνατότητες της ντόπιας διανόη­ σης. Για το λόγο αυτό οι Εκδοτικοί Οίκοι δε διστάζουν, όταν r ανάγκη το επιβάλλει, να προστρέξουν στο εξωτερικό και να εκδώσουν αξιόλογα έργα ξένων συγγραφέων για την ιστορία της ΕΣΣΔ. Έτσι για παράδειγμα, εκδόθηκε πρόσφατα στα ρωσικά μια βιογρα­ φία του Μπουχάριν γραμμένη από τον Αμε­ ρικανό συγγραφέα Steven Cohen, της οποίας τα 100.000 αντίτυπα της πρώτης έκδοσης εξαντλήθηκαν μέσα σε δέκα μέρες! Είναι γεγονός ότι η ζήτηση του κοινού σε εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία σημείωσε τελευταία τέτοια εκρηκτική άνοδο, που η παραγωγή αδυνατεί να ανταποκριθεί. Έτσι συμβαίνει συχνά ορισμένα βιβλία να εξαφα­ νίζονται για μήνες από τις προθήκες των βι­ βλιοπωλείων. Ο λόγος γι’ αυτό είναι βασικά η έλλειψη χαρτιού. Πραγματικά, η ΕΣΣΔ είναι αναγκασμένη αυτό τον καιρό να κάνει εισα­ γωγή χαρτιού από τη Φινλανδία, πράγμα που φυσικά ανεβάζει το κόστος παραγωγής και την τιμή πώλησης των εντύπων. Ενα σημαντικό ερώτημα ωστόσο τίθεται σαν συμπέρασμα σε αυτές τις θεωρήσεις. Εί­ ναι προφανές ότι όλη η παρούσα εκδοτική προσπάθεια στην ΕΣΣΔ αναλώνεται αποκλει­ στικά σχεδόν για το παρελθόν: αναθεώρηση της ιστορίας, έκδοση των απαγορευμένων έργων, μετάφραση των σημαντικών αντιπρο­ σώπων της δυτικοευρωπαϊκής διανόησης. Τι γίνεται όμως με το παρόν και ειδικά με το μέλλον; Υπάρχουν δηλαδή αξιόλογοι νέοι σοβιετικοί συγγραφείς για να παραλάβουν τη σκυτάλη και να συνεχίσουν την πλούσια πνευματική παράδοση της χώρας; Αναμφισβήτητα ναι. Η νέα αυτή ευέλπιδα γενιά των σοβιετικών συγγραφέων υφίσταται και ήδη δημιουργεί. Για να πειστεί κανείς, δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στο μεγάλης κυκλοφορίας λογοτεχνικό περιοδικό «Γιουνόστ». Θα δει εκεί κάθε μήνα τέσσερα, πέ­ ντε ονόματα πρωτοεμφανιζόμενων νέων συγγραφέων. Για τον Αλέξανδρο Αβελήτσεφ μόνο ο ελεύθερος συναγωνισμός μεταξύ των εκδο­ τών μπορεί να εγγυηθεί τη συνέχιση της ανανεωτικής προσπάθειας και να εξασφαλί­ σει ποιοτικά ανώτερες εκδόσεις. Για το σκο­ πό αυτό όμως οι εκδοτικοί οίκοι πρέπει να είναι λειτουργικά και οικονομικά ανεξάρτη­ τοι και προς το παρόν αυτό δε συμβαίνει. Οι περισσότεροι από τους 300 εκδοτικούς οί­ κους που μετρά σήμερα η ΕΣΣΔ βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο του κράτους και κά­ νουν δουλειά τυπογράφου μάλλον παρά εκ­ δότη, αφού περιορίζονται να εκδίδουν άκρι­ τα οτιδήποτε τους παραδίδουν οι κρατικοί οργανισμοί. Είναι αυτό μια ακόμα ένδειξη ότι η Περεστρόικα αποτελεί μια ιδιαίτερα εύ­ θραυστη πραγματικότητα και ότι ο κίνδυνος ενός πισωγυρίσματος είναι κάτι περισσότερο από υπαρκτός.

ΟΡΕΣΤΗΣ ΗΛΙΑΝΟΣ


M IKA B ΑΛΤ API

To Διαβάζω έχει ώς τώρα δημοσιεύσει κάποια άρθρα σχετικά με τα κόμικς*. Με το αφιέρωμα αυτό κλείνει έτσι μια πρώτη περίοδος στη σχέση τον περιοδι­ κού μ ’ αυτό το είδος έντυπης τέχνης, που κακώς αποκαλείται παραλογοτεχν ία. Σίγουρα, τα άρθρα και οι συνεντεύξεις που ακολουθούν δεν καλύπτουν το ζή­ τημα, εισάγουν όμως μια νέα προβληματική που αποκαλύπτει κάποιες νέες απόψεις και υποδηλώνουν τη σωρεία νέων ζητημάτων που θα πρέπει να συζη­ τηθούν. Αναγνωρίζουμε έτσι πως το αφιέρωμα αυτό πρεπει να το ακολουθήσει ενα δεύτερο αφιέρωμα που θα δώσει ακόμη μεγαλύ­ τερο βάρος στην παρουσίαση των ανθρώπων που αοχολούνται με τα κόμικς (και που είναι πολλοί), καθώς και στη συγγραφή μιας ιστορίας των ελληνικών κόμικς, μ α ζί με κάποια θεωρητικά κείμενα. Επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Σκαρπέλος**

Ο Π Ε Ρ ΙΠ Λ A N Ω Μ Ε Ν Ο Σ

ΚΑΛΕΝΤΗΣ

* Πλάτης Νίκος, «Περί Κόμικς και άλλων δεινών», Διαβάζω, τεύχ. 15, σελ. 26, Κυριαζάκος Αντώνης «Τα πε­ ριοδικά κόμικς». Διαβάζω, τεύχ. 61, σελ. 14. Παντελίδου-Μαλούτα Μ., «Η συμβολή των κόμικς στην πολιτική κοινωνικοποίηση των παιδιών», Διαβάζω, τεύχ. 94, σελ. 41. ** Ιδιαίτερα σημαντική για την ολοκλήρωση του αφιερώματος υπήρξε η βοήθεια και η συμπαράσταση της Ντά­ ρας Βυζοβίτου. 1 '


26/αφιερωμα

αψιερωμα/27

Π. Μαρτινίδης

Το σιωπηλό πανδαιμόνιο «Εμείς τι είμαστε; Είμαστε συμβολιστές, δημιουργούμε σύμβολα, μέ­ σα από μ ια σχέση αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας, μέσα από μ ια σχέ­ ση χιούμορ και τρυφερότητας, ενός χιούμορ που πολλές φορές προέρ­ χεται και από το φόβο»

Mordillo «Τα κόμικς είναι βασικά το όνειρο, η περιπέτεια, η φαντασία, το γέλιο»

Rend Gosciny

Από τη στιγμή που το κείμενο ενσωματώνεται στο σκίτσο για να μετατραπεί σε τμήμα της όλης παραστατικότητας, παραχωρώντας τη διήγηση στις ε ι­ κόνες και δίνοντας στα κόμικς την πλήρη τους ταυτότητα, δεν μπορεί να αρκείται σε λίγες ή πολλές κατατοπιστικές κι απλώς ευανάγνωστες αράδες. πό τη στιγμή δηλαδή που το σχέδιο γίνεται κείμενο, μέσα στη συνολική οργάνωση των Α σελίδων και την ανάπτυξη της πλοκής, και το κείμενο, αντίστοιχα, αναζητά μια σχεδιαστική εκφραστικότητα. Μια εκφραστικότητα που την αποκτά, εντέλει, μ’ ένα πλήθος ευρηματικές κω­ δικοποιήσεις. Κι ασφαλώς, οι ποικιλίες των γραμμάτων που συναντάμε στα κόμικς δεν οφεί­ λουν τις διαφορές τους μόνο στο ταλέντο της καλλιγραφίας. Οι βασικές κατηγορίες-δίοδοι από τις οποίες το κείμενο εισέρχεται στα σχεδιασμένα «καρέ» είναι τρεις: Κείμενο-φωνή του αφηγητή· κείμενοφωνές των ηρώων και κείμενο-ήχοι του περι­ βάλλοντος (διάφοροι θόρυβοι ή κραυγές πλή­ θους). Κατά κανόνα, η «φωνή» του αφηγητή πε­ ριορίζεται με ξεχωριστά πλαίσια σε κάποιαν άκρη των καρέ, οι «φωνές» των ηρώων περι­ κλείονται σε λευκά (ακόμη και για τα χρωματι­ στά κόμικς) μπαλονάκια με μυτερές απολήξεις που δείχνουν ποιος μιλά κάθε φορά, και οι υπό­ λοιποι ήχοι αποτυπώνονται πάνω στα ίδια τα σκίτσα. Αλλ’ αυτός ο κανόνας ούτε απαράβατος είναι, ούτε κι εξαντλεί το πώς, παραπέρα, ποι­ κίλλεται η δεδομένη ηχητική επένδυση των εικονογραφημάτων. Κατ’ αρχάς, η «φωνή» του αφηγητή δε δε­ σμεύεται πάντοτε μέσα σε ξεχωριστό πλαίσιο. Κάπου-κάπου το κείμενο που την εκθέτει αραδιάζεται πάνω στο φόντο. Τον τρόπο αυτό τον προτιμούν οι πιο μόνιμα λακωνικοί σχεδιαστές (όπιυς ο Ερμάν, για παράδειγμα), αλλά και πολ­ λοί από τους πιο φλύαρους, όταν η πληροφορία που θέλουν να παράσχουν σε κάποιο σημείο εί­ ναι λακωνική ή περίπου προφανής (όταν λ.χ.

γράφεται κάτι σαν: «Μόλις έφθασαν εκεί», «Δυο ώρες αργότερα» κ.λπ., χωρίς να χαλά η εικαστι­ κή αρτιότητα του καρέ από ένα μικροσκοπικό πλαισιάκι). Φαντάζομαι, πάντως, πως όλες αυ­ τές οι εξαιρέσεις στον κανόνα του πλαισίου για τη φωνή του αφηγητή σπανίζουν και για έναν ακόμη λόγο: Γιατί δυσκολεύουν τεχνικά τις με­ ταφράσεις όταν πρέπει να αφαιρεθεί το κείμενο της μιας γλώσσας για να καταχωρηθεί η απόδο­ σή του σε κάποιαν άλλη. Μια άλλη γενική τάση, με ακόμη σπανιότερες εξαιρέσεις, είναι να αποδίδεται η φωνή του αφηγητή με κεφαλαία. Κανένας τεχνικός λόγος δεν την υπαγορεύει, εκτός, ίσως, από την παρα­ δοσιακή προτίμηση των κόμικς στα πιο ευανά­ γνωστα κεφαλαία. Αλλ’ εδώ κι αρκετές δεκαε­ τίες πολλοί δημιουργοί (π.χ. Ερζέ, Ζακόμπ, Μαρτέν κ.ά.), έχουν υιοθετήσει τα πεζά γράμμα­ τα για τους διαλόγους και τις «φωνές» των ηρώων τους, ενώ διατηρούν, οι περισσότεροι, τα κεφαλαία για τη φωνή του αφηγητή. Μάλλον γιατί αυτό την κάνει να «ακούγεται» πιο ουδέτε­ ρη και πιο αντικειμενική! Ή γιατί αποκτά, έτσι, την επιγραμματικότητα των τίτλων εφημερίδας. Ο ουδέτερος κι επιγραμματικός χαρακτήρας της αφηγηματικής «φωνής» δεν επιβάλλει πάντα τη συντομία στις διατυπώσεις της. Την έκταση που καταλαμβάνουν τα σχετικά πλαίσια την κα­ θορίζουν τόσο η προσωπική έφεση του κάθε δη­ μιουργού προς τη λακωνικότητα είτε τη φλυα­ ρία, όσο και οι τρόποι ανάπτυξης της πλοκής. Αν, δηλαδή, μια ενότητα δράσης αποδοθεί με μεγάλα καρέ σε χρονικά απομακρυσμένες φά­ σεις, αρχίζουν να απαιτούνται εκτενή πλαίσια με περιγραφές που θα «γεφυρώνουν» τα ίιή ευ­

νόητα κενά. Αν, πάλι, τα διαδοχικά καρέ πα­ ρουσιάζουν κάποια κίνηση, την εξέλιξη ενός συμβάντος ή τα στάδια μιας διαδρομής σχεδόν από λεπτό σε λεπτό, το επεξηγηματικό κείμενο, μοιραία, περιττεύει. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν ο δημιουργός θέλει να εκθέσει κάποιο συγκεκριμένο περιστα­ τικό ή ιστορικό συμβάν με το οποίο και σχετίζε­ ται άμεσα η ιστορία του, η φωνή του αφηγητή καταλαμβάνει ένα αυτόνομο καρέ, ιδιαίτερα χρωματισμένο ή λευκό, και ρητά περιγραφικό ή έμμεσα κατατοπιστικό (δείχνοντας, φερ’ ειπείν, τη σελίδα ενός βιβλίου, τις στήλες κάποιων εφη­ μερίδων και ό,τι άλλο μπορεί να προσδιορίζει τη συνοχή των εικόνων). Κρίσιμη, σ’ αυτές τις περι­ πτώσεις, γίνεται η θέση του πλαισίου μέσα στην όλη οργάνωση των σελίδων. Συνήθως τοποθετεί­ ται σαν πρώτο ή τελευταίο καρέ μέσα στη σελί­ δα, και μερικές φορές ακριβώς στο κέντρο της. λλά και γενικότερα η θέση του πλαισίου με τη φωνή του αφηγητή επιλέγεται έτσι ώστε Α ή να προετοιμάζει, στο επάνω μέρος μιας εικό­

νας, για το σχεδιασμένο της περιεχόμενο, ή να συνοψίζει την έκβαση του σκίτσου αν δεν έπεται άλλο σχετικό καρέ. Ειδαλλιώς το κείμενο εκπί­ πτει σε αμιγή φλυαρία (όπως πολύ συχνά γίνεται με το Στορμ, του Ντον Λώρενς κ.ά.) όταν περιγράφονται στο ειδικό πλαίσιο όσα ήδη εκθέτουν οι εικόνες από μόνες τους. Αξίζει, τέλος, να σημειωθούν κάποια κωμικά παιχνίδια ανάμεσα σε μια «φωνή» του αφηγητή που παρουσιάζει με ριζικά παραποιημένο τρόπο τα όσα δείχνουν τα σκίτσα. Συνήθως με το να διηγείται κάποιο πρόσωπο ανδραγαθήματα ενώ στις εικόνες βλέπουμε το ίδιο πρόσωπο να δει­ λιάζει, να τρέπεται πανικόβλητο σε φυγή, ή να συμπεριφέρεται με τελείως διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι εκθέτουν τα λεγόμενό του. (Ό πως για παράδειγμα στα παραμύθια που η Μικρή Λονλού διηγείται στον Άλβιν). Η μεγαλύτερη ποικιλία ευρημάτων, πάντως, και το πλήθος των κωδικοποιήσεων που την επι­ τρέπει βρίσκεται στις «φωνές» των ηρώων. Οι πρωταγωνιστές των εικονογραφημάτων δεν αρκούνται στο να εκθέτουν απόψεις, μιλώντας,

όπως οι ήρωες της λογοτεχνίας. Η πρόζα τους, ακόμη κι αν έχει σκοπό να φωτίσει τον κόσμο ή να τον κεραυνοβολήσει με επικρίσεις, εννοεί πρωτίστως να «ακούγεται» (στις διαβαθμίσεις κάποιων «μεγακύκλων» και στην ένταση ορισμέ­ νων «ντεσιμπέλ») και λιγότερο να «εισακούεται» ως άποψη. Ο Ρανξήροξ, των Λιμπερατόρε και Ταμπουρίνι, ας πούμε, μπορεί να παραθέτει πικρόχολα αποσπάσματα από την ηλεκτρονική του μνήμη, αλλ’ ενδιαφέρεται ακόμη περισσότερο για τη βραχνή χροιά της αθυροστομίας του. Ο Ρικ Οσέ, των Τιμπέτ και Ντυσατώ, μπορεί να συμπερασματολογεί όπως ο Σέρλοκ Χολμς, μα κυρίως του χρειάζεται να μιλά με μιαν αποκαλυπτική στιλπνότητα, να μουρμουρίζει ή να απειλεί με-


28/αφιερωμα γαλοφώνως κ.ο.κ. Ο σκληρός Τορπέντο, των Άμπουλι, Τοθ, Μπερνέτ, επαναλαμβάνει με τον κυνισμό του Κοντινένταλ Οπ καθώς και άλλων ηρώων του Ντ. Χάμετ, αλλ’ ενδιαφέρεται εξίσου να ξεστομίζονται οι πραγματιστικές του αλή­ θειες «στρογγυλές» και χαμηλότονες. Και οι ήρωες του Μπιλάλ μπορεί να διερωτώνται περί Θεού και κοινωνίας των ανθρώπων, όπως κι ο Ιβάν Φεντόροβιτς ή ο Αλέξης Καραμαζώφ, προέχει όμως το να διακριθούν οι φωνές τους από τους κρωγμούς ζωόμορφων ηγεμόνων και τις οιμωγές του καταπιεσμένου πλήθους. Για να ξεχωρίζουν οι «φωνές» των ηρώων χρειάζονται, πρώτα απ’ όλα, έναν διαφορετικό τύπο πλαισίων από εκείνον της «φωνής» του αφηγητή. Τα μπαλονάκια με τη μυτερή απόληξη είναι ο πιο διαδεδομένος τέτοιος τύπος, αλλ’ όχι κι ο μόνος. Συχνά τα «μπαλονάκια» των διαλό­ γων γίνονται ορθογώνια στο σύνολό τους (όπως στον Εντ. Ζακόμπ, π.χ.), ίσως για να εντάσσο­ νται καλύτερα, λιγότερο «χτυπητά», μέσα στα ορθογωνικά καρέ. Η ίδια εικαστική επιμέλεια φροντίζει να τους δίνει και κάποιο απαλό χρώ­ μα όποτε, για λόγους αφηγηματικής έμφασης, το πρόσωπο που μιλά σχεδιάζεται χωρίς κανένα φόντο πίσω του. Μερικές φορές συνδυάζονται οι δύο τύποι -*■στρογγυλά και ορθογωνικά μπαλο­ νάκια - για να σηματοδότηθούν, ανάλογα, διά­ φοροι χαρακτήρες. Και δεν είναι σπάνιες οι πε-

αψιερωμα/29 κά, χρωματιστά, λευκά ή και καθόλου μπαλονά­ κια. Κατορθώνει, δηλαδή, να κάνει το μάτι ν’ ακούει! Τα μεγέθη των γραμμάτων υπαγορεύουν τις εντάσεις: Συγκριτικά μεγάλα γράμματα ση­ μαίνουν βροντερή φωνή, συγκριτικά μικρά ή πο­ λύ μικρά σημαίνουν ψιθύρισμα, κι ανάλογα προ­ σαρμόζονται τα πλαίσιά τους. Ο ευέξαπτος σερί­ φης Ντογκ Μπουλ βρυχάται κάθε τόσο μέσα σε μπαλονάκια που γεμίζουν τα καρέ καταπιέζο­ ντας τον αφελή Κιντ Ορντίν ο διαρκώς χολωμένος Ιζνογκούντ ξεφωνίζει κι αυτός σε βάρος του υπηρέτη του με τεράστιους χαρακτήρες γραμμά­ τω ν το ίδιο και ο Αμπραρακουρσίξ με τους Γαλάτες που τον ρίχνουν κάθε τόσο από την περί­ φημη ασπίδα του. Αντίθετα, όταν οι ήρωες μι­ λούν σε χαμηλούς τόνους τα γράμματα μικραί­ νουν, ή, όπως συνηθιζόταν παλιότερα, το μπα­ λονάκι που τα περιλαμβάνει χαράσσεται με δια­ κεκομμένη γραμμή. Κανονικό μπαλονάκι με τρέχοντες χαρακτήρες γραμμάτων αλλά με απόληξη που τη σχηματί­ ζουν μικρά κυκλάκια στη σειρά αποδίδει, πά­ ντα, την «εσωτερική» φωνή ενός προσώπου - τις σκέψεις του. Κάτι τέτοιο, στην περίπτωση που υπάρχει αφήγηση σε πρώτο ενικό πρόσωπο, δε χρειάζεται διόλου, αφού οι «σκέψεις» του ήρωα που διηγείται την ιστορία συμπίπτουν με τα ορ­ θογωνικά πλαίσια της «φωνής» του αφηγητή. Ένα πλήθος από σχεδιασμένες εξεικονίσεις

Το ζήτημα για τα κόμικς δεν είναι να περιορίσουν το λεξι­ λόγιο των νεαρών αναγνωστών τους στις περίπου 50 λέξεις που μπορεί να ξεχωρίζει ένας έξυπνος σκύλος, ή στις 80 όπου φθάνει ένας εκπαιδευμένος χιμπατζής. Το ζήτημα είναι να κάνουν να «ηχήσει» η σιωπή των σελίδων τους και να αναδυθούν κάθε λογής φωνές, κρότοι, ορρυμαγδοί ή βορβορυγμοί, ήδη από το πιο πρόχειρο ξεφύλλισμα.

ριπτώσεις όπου δε χρησιμοποιούνται καθόλου μπαλονάκια και μόνο κάποιες γραμμούλες συν­ δέουν το κείμενο με το πρόσωπο που μιλά. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει ασπρόμαυρα κόμικς, για να μη χάνεται το κείμενο μέσα στους τόνους του φό­ ντου, και σχετικά μικρά ή τυπικά καρέ στην αφήγηση, ώστε να μην ξοδεύεται ιδιαίτερος χώ­ ρος στα μπαλονάκια. (Διασημότερο δείγμα αυ­ τής της τακτικής ο Κόρτο Μαλτέζε). πως ήδη σημείωσα, οι ήρωες των κόμικς δεν εκθέτουν απλώς τις απόψεις τους - τις Ο προφέρουν σε μια πλήρη ποικιλία τόνων. Και το κείμενο των λόγων τους κατορθώνει να δείχνει αυτούς τους τόνους, σε στρογγυλά ή ορθογωνι-

λογοτεχνικών μεταφορών κατορθώνει, επιπλέον, ν’ αποδίδει με απόλυτη ευστοχία και τη χροιά των «φωνών». Έτσι, ένας «μελίρρυτος» λόγος δείχνεται με τη σχεδίαση ενός βάζου με μέλι στο ίδιο μπαλονάκι· μια «συννεφιασμένη» διάθεση εκφράζεται με την παρουσία ενός βροχερού σύν­ νεφου πάνω από τις φράσεις· μια «κεραυνοβό­ λος» επίπληξη δείχνεται με μικρούς κεραυνούς ανάμεσα στις λέξεις κ.ο.κ. Ακόμα, η παρουσία λουλουδιών, πουλιών που τιτιβίζουν ή πεντα­ γράμμου με νότες μέσα στα μπαλονάκια των δια­ λόγων φανερώνει, ανάλογα, «φωνές» καλοσυνά­ τες, καλλωπισμένες ή μελωδικές. Αντίστοιχα .ευ­ ρηματικά ιδεογραφήματα αποδίδουν «φωνές» μοχθηρές, εξοργισμένες, κακεντρεχείς ή ενταγμέ-

OHNONi P A SE U X !

I a R ^ U E Z Y a M ARRES* RES LES LAR6 U E E S ' A M A R R E S j^ ^ ^

=h

Γχοσινν-Ονντερζό: «Ο Αστερίξ λεγεωνάριος» vd. Dur^uud 1967


30/αφιερωμα νες σε κάποιες τεχνικές δεσμεύσεις: Ένα πράσι­ νο φόντο λ.χ. για τις μοχθηρές παρατηρήσεις που διατυπώνει κάποιος· νεκροκεφαλές, αγκυ­ λωτοί σταυροί, κεραυνοί και γροθιές για την ορ­ γή· τοξωτές ουρές ή κεφαλάκια διαβόλων για την κακεντρέχεια· πλαίσια με τεθλασμένες γραμ­ μές και συχνά χρωματισμένα σε γαλάζιο ή γκρι φόντο για φωνές που βγαίνουν από ακουστικά τηλεφώνων, μεγάφωνα κ.λπ.

αφιερωμα/31 Ήδη, με τα σταθερά κεφαλαία της, η «φωνή» του αφηγητή εννοεί ν’ ακούγεται κατατοπιστική και μονότονη· με τη ζωντανή ποικιλία μεγεθών και χαρακτήρων, πεζών ή κεφαλαίων, των χρω­ ματισμών και των συμβόλων, βομβούν διαρκώς οι «φωνές» των ηρώων κι ακόμη περισσότερο απευθύνονται στο αυτί μέσω του βλέμματος τα διάφορα: «Βρουούμ, Σπλατς, Φλοπ, Γκουπ, Κρατς, Σνιφ, Γκαλπ, Γκασπ, Ντοκ» και άλλα

Η «φωνή του αφηγητή» σε περίπου ορθογωνικά πλαίσια, πάντα, συνδέει τις αφηγηματικές μονάδες - τα «καρέ» - δίνο­ ντας μια νοηματική συνέχεια στην παρουσίαση της πλοκής. Οι «φωνές των ηρώων», σε μπαλονάκια με μυτερές απολή­ ξεις, εξηγούν ποιος μιλάει, με τι είδους τόνους, από ποια θέ­ ση κ.λπ. Αυτές, κυρίως, μαζί με τους ήχους του περιβάλλο­ ντος τους αναγραφόμενους πάνω στο φόντο, είναι που πρέπει να «ακούγονται» σε μια ποικιλία χροιών και εντάσεων.

Εκεί όπου συχνά αυτή η ευρηματικότητα με­ γαλουργεί είναι στην απόδοση ξενικής προφοράς στις διάφορες φωνές: Αιγύπτιοι που μιλούν με ψευδό-ιερογλυφικά, Γερμανοί που φωνάζουν σε γοτθικούς χαρακτήρες, εξωγήινοι που εκφράζο­ νται με αναμίξεις σφηνοειδούς και καλλιγρα­ φίας, αλλοτριωμένοι υπάλληλοι που απευθύνο­ νται στον κόσμο με μπαλονάκια μορφής δημο­ σίων εντύπων κ.ο.κ. (Ο Πλοίαρχος Χάντοκ που υπαγορεύει ένα τηλεγράφημα μιλά με χαρακτή­ ρες τηλεγραφικής ταινίας, ο Οβελίξ που μόλις μαθαίνει Αιγυπτιακά εκφράζεται με μπαλονάκια που τα ιερογλυφικά τους σχεδιάζονται τρεμουλιαστά, και η αποθέωση ενός πολυγλωττισμού βρίσκεται σίγουρα στην περιπέτεια «Ο Αστερίξ λεγεωνάριος»). Το κορυφαίο, ίσως, δείγμα αυτών των ευρη­ μάτων που κάνουν το βλέμμα ν’ ακούει, είναι οι βρισιές. Δείχνονται συνήθως με κάποιες μουτζούρες πάνω στο κείμενο ή πάνω σε σκίτσα γουρουνιών, κεράτων και ό,τι άλλου θα μπορού­ σε να μισοκρύβει και να μισοφανερώνει μαζί τον υβριστικό λόγο, ή αναγράφεται ρητά στο μπαλο­ νάκι η λέξη «λογοκρισία». Κινητοποιείται, έτσι, ακόμη παραπάνω ο αναγνώστης να «ακούσει» όσα δεν παρουσιάζει το κείμενο, αντλώντας κα­ τευθείαν από την παρακαταθήκη της φαντασίας και του προσωπικού του υβρεολογίου, και να «ταιριάζει» στο μπαλονάκι εκείνο που λείπει. έλος, ο αναγνώστης κινητοποιείται ν' ακού­ σει (!) κι όλους τους θορύβους που συμπλη­ Τ ρώνουν το συνολικό σιωπηλό πανδαιμόνιο.

που γράφονται, με διάφορους χαρακτήρες και τρόπους, πάνω στο ίδιο το σχέδιο. Όσα δηλαδή έχουν κατά καιρούς προκαλέσει την ύπατη ανα­ τριχίλα βδελυγμίας σε παιδαγωγούς, φιλολόγους και γλωσσαμύντορες. Άδικα, θα ’λεγα εδώ, κα­ θώς όλη η πρόθεση αυτών των ανατριχιαστικών, πράγματι, ονοματοποιιών είναι να μετατραπούν σε σχέδιο κάποιες ηχητικές εντυπώσεις. Ό χι να εισηγηθούν έναν ιδιότροπο εμπλουτισμό του λε­ ξιλογίου. Η κύρια απόπειρα είναι να μετατρέπονται σε σχέδιο οι διάφοροι ήχοι με κατά κανόνα «εξευγενιστικό» τρόπο: Πάνω από κάποιο πρόσωπο που κοιμάται ροχαλίζοντας, εμφανίζεται συνή­ θως μπαλονάκι που δείχνει ένα πριόνι να κόβει ένα κούτσουρο· γύρω από δυο ερωτευμένους που φιλιούνται κι αναστενάζουν ζωγραφίζονται καμπανάκια ή καρδούλες· ένα μπαλονάκι που παρουσιάζει κάποιο σακάκι να σχίζεται εξευγε­ νίζει τον ήχο ενός ατόμου που πέρδεται κ.ο.κ. Αλλά, συχνά, και κάποια «Σνορ, Σμακ ή Φαρτ» που γράφονται στο φόντο διευκρινίζουν ακόμη καλύτερα τα πράγματα (ιδιαίτερα για το εύπλαστο αγγλοσαξωνικό λεξιλόγιο). Εξάλλου, αν κά­ ποια ιδεογραφήματα στα μπαλονάκια μπορούν να αποδίδουν ανθρωπογενείς ήχους, κάτι τέτοιο είναι μάλλον ακατόρθωτο για τους περισσότε­ ρους θορύβους του περιβάλλοντος. (Ανοιχτά στόματα λιονταριών, π.χ., σε μπαλονάκια πάγιό από εν λειτουργία μηχανές, υποθέτω ότι θα/τάν απολύτως άστοχα). ) Αεροπλάνα που απογειώνονται. πύραυλοι πθύ σχίζουν την ατμόσφαιρα, οχήματα κάθε, λογής.

που τρέχουν ιλιγγιωδώς, βόμβες που βομβούν, πόρτες ή καταπακτές που ανοιγοκλείνουν τριζοβολώντας κ.ο.κ., όσο καλά κι αν είναι σχεδια­ σμένα πρέπει, επίσης, και ν’ αντηχήσουν κα­ τάλληλα. Θα ’λεγα μάλιστα πως όσο μεγαλύτερη ρεαλιστική πιστότητα διαθέτει το σχέδιο, τόσο παραπάνω τείνει να χρησιμοποιεί παρείσακτες ονοματοποιίες. Η καρικατούρα της «Ζωής στο ύπαιθρο» του Ρεζέρ διαδραματίζεται σχεδόν χω­ ρίς καθόλου «Σπλατς» ή «Πλονφ», και τα τρένα που σχεδιάζει ο Ούγκο Πρατ ταξιδεύουν χωρίς «Τσουφ-τσονφ»· ενώ τα ρεαλιστικότατα βέλη του Μισθοφόρον, του Σεγκρέλλες, διασχίζουν τον αέρα με διάφορα «Ζζιπ» και καρφώνονται στους στόχους τους με «Γκαπ» και «Στανγκ», όπως κι η εξέγερση του Θόργκαλ και των άλλων αιχμαλώτων στη «Μαύρη Γαλέρα» δείχνεται από καρέ σε καρέ, με τα διαστήματα μεταξύ των κα­ ρέ καλυπτόμενα από το σταθερό «ΜπουμΜπόυμ» του τυμπάνου να δίνει ρυθμό τόσο στη

ρεαλιστικά σχεδιασμένη κωπηλασία, όσο και στην ανάγνωση. Μέσα στις φωταψίες των εκρήξεων, τις επιμη­ κύνσεις των εκσφενδονιζομένων οχημάτων ή τους χαλασμούς συμπλοκών και φυσικών κατα­ στροφών, η απουσία ηχητικών ενδείξεων θα ήταν όσο ατυχές και το να τελούνται παρελάσεις χωρίς ανακρούσεις εμβατηρίων, ή να αυτοκτονεί η Έντα Γκάμπλερ επί σκηνής χρησιμοποιώντας πιστόλι με σιγαστήρα! Όπως η ποικιλία των «φωνών» ολοκληρώνει τις καταστάσεις των ηρώων, έτσι και η ποικιλία των «θορύβων» ολο­ κληρώνει τη ζωή του περιβάλλοντος τους. Εκ­ πυρσοκροτήσεις και κλαγγές, κροταλίσματα ή συριγμοί, χειροκροτήματα ή ποδοβολητά συ­ μπληρώνουν ένα κοινό σιωπηλό πανδαιμόνιο. Με τις κωδικοποιημένες ψευδαισθήσεις που εκτείνονται από τον παραμικρότερο ψόφο ώς τον πάταγο, κι απ’ τον ακαριαίο γδούπο ώς τον ατέλειωτο ορυμαγδό.

* Προδημοσίευση από το βιβλίο που θα κυκλοφορήσει εντός του ’89, στις Α.Σ.Ε., με τίτλο: «Comics: Τέχνη και τινχηκίχ roc ει­ κονογράφησης». (Κεφάλαιο III: «Οι τεχνικές της ψευδαίσθησης», ενότητα 1).


αψιερωμα/33

32/αψιερωμα

Γιάννης Σκαρπέλος

Τα Κόμικς και η Πολιτική'

m i auto βλβγα προηγοοααβμ 2 2 2T0L& /7PAUTDPB2 2A2„. otaaj =uomhaa j j p 2,1rr/ top 'A abam u aao o , a sm ,., ΑΒλ/ HTAA) Π/A BP AMP AAOO, ABM Μ ΤΑΛΑΜ /Μ 2 T/M/JOPBt MA 5Γ/ΜΑΜ, ΑΛΛΑ B/MAt ΑΠΛΟ MA A/A2TAOP22B7B ΤΑ ΛΒΓΡΑΑΒΜ MPU ATP /IPOBEMBtOAAOU

n t im / tpibbita ,ΑΡΜΤΡΟΦΒ, MT/M/TPlBBITA... ΘΒΛ2ΜΑ /7Ρ01ΘΒΑΡ OP, AM M l Γ/Ρ2 ΠΡ02Φ0ΓΑ BtMAlMBAOP TOP Μ0ΛΛΜΑΤ02. ΓΡΑΡΡ ΑΛΛ02ΤΒ m THTAfTpOMOMUH 2ΤΗΛΗ 2 7 W "ΟΟΛ4ΑΜ/Τ6 TH2 UUPIAUH2" OPOTSdA B/AAAt ΠΟΛΟA/AUP/T/UOi 2M T/U A ATAUTO ΤΟ Λ ΛΑ/ΙΤΡΟ ■ BT7B/JO· A/O M I

ΑΡΓΟΤΒΡΑ ΘΑ BXOOAAB „ 7 HM BPAAIPIA MA AAtAh'i 20UA1B T/A m/IOAfT/AU 2A 2 ATJOtPBIA 5 /WOP AABSA/VTfV&ITZ. A l/fn B/MAt ΑΠΛΟέ M1/A ΠΡΟΤΗΒ/7Α0Η. , Γ/A AJA ΓΜΡΡ/ΙΤΟΟΛΙΪ

Οταν στα 1971 ο Αριέλ Ντορφμάν και ο Αρμόν Ματλάρ χαρακτήριζαν τον Ντόναλντ Ντακ «λιανοπωλητή του ιμπεριαλισμού» κι έγραφαν πως «όσο θα μπορεί να περιφέρει ανενόχλητος τη γελαστή του μουρίτσα στους δρόμους μας, όσο θα είναι εξουσία και συλλογική νοητή παράσταση, ο ιμπεριαλισμός και η αστική τάξη θα μπορούν να κοιμούνται ήσυχα»,1βιαστήκαμε να υποθέ­ σουμε ότι το ζήτημα μας αφορά. Βόλευε και τους δικούς μας μύθους, να βρε­ θούμε από τη μεριά της αθώας παιδικότητας του κόσμου, κατατρεγμένες Κοκκινοσκουφίτσες στα δόντια του λύκου που ετοιμαζόταν να μας κατασπα­ ράξει. Και μας συγκινούσε το γεγονός ότι προηγουμένως είχαμε απαγορέψει το κυνήγι στο δάσος κι έτσι αν κάποιος κυνηγός μας έσωζε, θα περνούσε από δίκη ως λαθροθήρας. Αν όμως τα πράγματα ήταν έτσι, μια λύση έμενε στην ευρωπαία Κοκκινοσκουφίτσα: να γίνει αυτή λύκος. Να πει ξαφνικά, γεμάτη αφέλεια, στον λύκο: πώς πέσαν τα δόντια σου, γιαγιά; α κόμικς, ως ένατη τέχνη, θα έπρεπε να θεωρηθούν ότι βρίσκονται υπό την προστα­ Τ σία της Μούσας Τερψιχόρης, που σύμφωνα με τον Πλούταρχο {Συμποσιακά, βιβλίο IX, 746e747a), αφαιρεί την επικίνδυνη γοητεία από τα θεάματα, αφήνοντας μόνο την τέρψη. Σαν «λό­ γος» όμως που πρέπει να συγκροτεί κάθε φορά το σύμπαν του, σαν λόγος που οφείλει ν’ ανακα­ λύψει μέσα από τεχνάσματα τις φωνές που θα συνδέσουν τις εικόνες είναι λόγος αλληγορικός, γοητευτικός με τη σατανική έννοια που ο Πλά­ τωνας έδινε στον όρο {Πολιτεία, 380d). Κι ας μη θεωρηθεί τυχαία εδώ η αναφορά στον Πλάτωνα, γιατί στο ίδιο αυτό έργο αναγνωρίζει ένα καθή­ κον του φιλοσόφου που κάθε κριτικός της μαζι­ κής κουλτούρας και, ακόμη περισσότερο, των κόμικς επαναλαμβάνει μέσα του: την επιστασία

στο έργο των «μυθοποιών» (337b). Η επιστασία σημαίνει πως υπάρχουν δυο είδη μύθων: οι κα­ λοί και οι κακοί, αυτοί που είναι για τ’ αυτιά μας κι εκείνοι που μοιάζουν με το τραγούδι των Σειρήνων. Αυτό πραδεχόταν το 1983 - δώδεκα περίπου χρόνια μετά τον Ντόναλντ - ο Αριέλ Ντορφμάν: ότι είναι δυνατό και ευκταίο στη θέ­ ση των «κακών» κόμικς που πουλάνε τον ιμπε­ ριαλισμό στους υπανάπτυκτους λαούς, πρέπει να πάρουν τα «καλά» «λαϊκά» κόμικς, που θα έχουν έναν πολιτικά εκπαιδευτικό χαρακτήρα .2 Στη θέση των κόμικς που ξανακάνουν παιδιά τους ενήλικες αναγνώστες των υπανάπτυκτων χω­ ρών,3 μπαίνουν τα κόμικς που δίνουν «όχι μόνο μια πολιτική ερμηνεία του λόγου που η κατάστα­ ση είναι αυτή που είναι και του τρόπου με τον οποίο είναι δυνατή η αλλαγή της, αλλά και διό-


34/αφιερωμα δους έκφρασης της χαράς, των αμφιβολιών και των φόβων που πλημμύριζαν τους ανθρώπους εκείνους που, αδύναμοι ώς σήμερα, άρχιζαν να έχουν λόγο στην ύπαρξή τους».4 Η αναζήτηση μια νέας γλώσσας που ενώ μιλά για την πολιτική δεν θα είναι προπαγάνδα, επι­ στρέφει στα κόμικς και στις άλλες μορφές μαζι­ κής κουλτούρας, ζητώντας να τις συνδέσει με τη λαϊκή δημιουργία. Η βασική παραδοχή ότι «το λαϊκό είναι καλό» παραβλέπει το γεγονός ότι οι λαϊκοί δημιουργοί είναι αυτοί που έχουν δεχθεί τη μακροχρόνια επίδραση των «κακών» μηνυμά­ των δίχως να αναπτύξουν μηχανισμούς άμυνας και ότι, συνεπώς, πίσω από μια λαϊκότροπη φόρμα είναι πιθανή η ασυνείδητη επιστροφή της προπαγάνδας. Παραβλέπει επίσης το γεγονός ότι λόγιοι σαν τον Ντορφμάν και τον Ματλάρ αναλαμβάνουν να εξηγήσουν στο λαό τι είναι λαϊκό και τι όχι: ένας νέος εκλαϊκευτικός λόγος ερμηνευτικός της κατάστασης εμφανίζεται. Ένας λόγος που πολύ συχνά θεωρεί πως απένα­ ντι του βρίσκονται υπανάπτυκτα μεγάλα παιδιά. Κι όταν μετασχηματίζεται σε κόμικς, είναι εξί­ σου σχηματικός, απόλυτος και ιδεολογικός, όσο και ο λόγος του Λατινοαμερικανού Ντόναλντ Ντακ. Μπορούμε όμως να θεωρήσουμε αυτές τις σκέ­ ψεις ως καθολικά ισχύουσες και να ισχυριστούμε πως κάθε πολιτικό κόμικ είναι καταδικαστέο; Ή μήπως πρέπει να αρκεστούμε στην καταδίκη μό­ νο εκείνων που στοχεύουν στην «πολιτική αγω­ γή» του κοινού τους, που έχουν δηλαδή έναν πο­ λιτικά εκπαιδευτικό χαρακτήρα; Για ν’ απαντήσουμε σ’ αυτό το ερώτημα θα πρέπει να στραφούμε στα ευρωπαϊκά κόμικς που είναι συνήθως έργα κοινωνικού στοχασμού, στα οποία η πολιτική υπάρχει μόνο για να αποκαλυ­ φθεί η σημερινή της αδυναμία να απαντήσει στα σύγχρονα κοινωνικά προβλήματα. Μια αδυνα­ μία που την περιορίζει στη διαχείριση των συ­ μπτωμάτων μιας γενικευμένης κοινωνικής παθο­ λογίας μάλλον, παρά στην ουσιαστική τους επί­ λυση. στροφή στα σύγχρονα ευρωπαϊκά κόμικς, θα πρέπει να λάβει υπόψη της δυο κεντρι­ κά στοιχεία που ισχύουν για όλη την comics-πα­ ραγωγή: Α. Το κεντρικό ζήτημα της γενικευμένης βίας: Η βία είναι διαρκώς παρούσα στα σύγχρο­ να ευρωπαϊκά κόμικς. Κυριαρχεί η αντίληψη ότι ο οικονομικός ορθολογισμός που διακήρυξε η αστική σκέψη και που στηρίζεται στον ανταγω­ νισμό και σε μια συμπεριφορά «λύκου», έχει εξαπλωθεί σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δρα­ στηριότητας. Και συνεχίζει να εξαπλώνεται γύ­ ρω, μέσα και κάτω από την πόλη, που αποτελεί τον φυσικό χώρο στον οποίο παίζεται το έργο. Η

Η

αφιερωμα/35 Λιμνούπολη με τους δημάρχους, τα βραβεία και τα αγαθά παπιά ανήκει στο παρελθόν. Στους δρόμους της νέας comic- ής πόλης κυριαρχούν η αθλιότητα, το μαχαίρι, τα ναρκωτικά και ο τρό­ μος. Το Κράκεν των Bernet-Segura για παράδειγμα βρίσκεται κάτω από την πόλη, στους υπονόμους όπου κατοικούν οι μικροπωλητές και οι ζητιά­ νοι. Το Κράκεν τράφηκε από την ίδια την πόλη, είναι το γνήσιο τέκνο της. Όλα τα εγκλήματα κατά της ανθρώπινης ύπαρξης ως ύπαρξης πολ­ λαπλής, εκδηλώνουν την πραγματοποίησή τους εναποθέτοντας τα ίχνη τους στους υπονόμους της πόλης, ταΐζοντας το κτήνος που μια μέρα θ’ ανεβεί στο φως και θα την καταστρέφει. Β. Τον ονειρικό (και μερικές φορές εφιαλτι­ κό) εικονογραφικό ρεαλισμό, τον περιορισμό της σχηματοποιημένης αναπαράστασης, την εμμονή στη λεπτομερή απεικόνιση του φανταστικά πραγματικού, είτε σ’ έναν κόσμο μελλοντικό, εί­ τε σ’ έναν άχρονο κόσμο, δηλαδή έναν απάντα κόσμο του παρόντος. Ο ρεαλισμός εντείνει τις διαφορές ανάμεσα στο ωραίο και το άσχημο, μετατρέποντάς το σε ενδείξεις του Καλού και του Κακού. Άσχημο σώμα-Κτήνος, ωραίο σώμαεκπρόσωπος του Καλού: αυτά είναι τα δυο δίπο­ λα στα οποία στηρίζεται το νέο κόμικ, και τα οποία τονίζει ακόμη περισσότερο ο «ρεαλισμός» του σκίτσου για να τους δώσει τελικά απόλυτη σημασία. Τα δύο αυτά στοιχεία δεν λειτουργούν ανε­ ξάρτητα, αλλά συνεργάζονται για ν’ αναδείξουν την κοινωνική βία που στην εποχή μας είναι πράγματι γενικευμένη: τη βία που απλώνεται από τις εξέδρες των γηπέδων ώς τα πολιτικά μπαλκόνια και που εισβάλει στην προσωπική μας ζωή από άπειρες μεταβλητές «θύρες». Η βία που δεν είναι πάντα σωματική, αλλά συχνά εμ­ φανίζεται απλώς ως απειλή χρήσης βίας, χαρα­ κτηρίζει την εποχή μας. Την απειλή αυτή χρήσης βίας βιώνει διαρκώς η Ευρώπη, και η λεγάμενη «ευρωπαϊκή ιδέα» είναι προϊόν της. Βέβαια, η βία δεν είναι μια τυφλή πραγματι­ κότητα: είναι παράγωγο και ταυτόχρονα υπό­ μνηση του κοινωνικού και πολιτικού αδιεξόδου, παράγωγο και υπόμνηση της πανταχού παρού­ σας κοινωνικής και πολιτικής κρίσης, και ταυτό­ χρονα συναίσθηση της ανεπάρκειας των χειραφετητικών (επαναστατικών ή μη) λύσεων. Τα κόμικς, λοιπόν, για να μιλήσουν γι’ αυτήν την κρίση, της οποίας η συνείδηση διατρέχει την Ευρώπη είτε ως νεοσυντηρητισμός, είτε ως θεω­ ρία της μετανεοτερικότητας, συγκροτούν μια κοινωνία σε άμεσο διάλογο με την κοινωνία τους: η κοινωνία που φτιάχνουν αποτελεί τον αρχιμήδειο «τόπο» απ’ όπου μπορούν να πάρουν το λόγο και να μιλήσουν για ο,τιδήποτε. Η «ομι­ λία» των κόμικς, η «γραφή» και η «ανάγνωσή»

Wtw) rweenA' '

/ A\M\A \

7 XA(

(W

<

3 T fA 0 A 2Tii ,

»* A'JXP Τί>Μ ΨΑ\?£>

BL

1

err

}

\ ΜΑe/Π!Z2 / / ΧΑΜ Π*

MeOA

£UA AA XTU \o,

•JUKI, M e ΟΛΑ

f

7 t4 Me AjMpq·ntU0 ΗΡΒΑΪ X 0 '& A (A {

r Mrutfei im { e^A\it oso T^q· A^OIQ eeATWUA X4F MA (SMfei y£p\i klA rt^puei.. L2 ΟΛΑ ΤΑ £p!H ΓιύΡ- A- Aj K MTAl Mfc a M0P£ - IgA* \ \ mPpuyeAl

OiTAtwr»'

/acAicTtifiti auto uBJrpp,.,* ikku td-u aiAJer ΠΑΙΑ ΜΛ)„0ίΚ*2<I fl*2 ΗΠΟΚ IMlooi , txf eMrtilroiuunJ \ 6XSΛ U i ΤΑ λ ΜΛΙ

ii γενικενμένη βία είναι επίσης βία κατά τον εαντον και σωματική ασχήμια...


36/αφιερωμα τους ως διπλή δημιουργία, προϋποθέτουν μια εναρκτήρια αναγωγική αλληγορία. Σ’ αυτήν οφείλεται η δυναμική τους, η οποία τα καθιερώ­ νει ως ένα από τα πιο ισχυρά μέσα έντυπης επι­ κοινωνίας που μιλούν για την κρίση της κοινω­ νίας και της επικοινωνίας με άλλα λόγια, ώσπου στο τέλος την βιώνουν ιος ιδιαίτερη, δική τους, εσωτερική κρίση. Η κρίση των κόμικς είναι βέβαια μάλλον πρόσφατη και οφείλεται στην κυριαρχία «της παθητικής παράδοσης στην κατοχή και την κα­ τανάλωση»5 επί της ενεργητικής τάσης, αφού τα κόμικς - όποτε παίρνουν στα σοβαρά (δηλαδή στα αστεία) την αλληγορική τους διάσταση προϋποθέτουν την εξοικείωση του αναγνώστη με μια ριζικά διαφορετική αισθητική της ανάγνω­ σης, τόσο του κειμένου και της εικόνας, όσο και της μεταξύ τους σχέσης. Η παρατήρηση του J. Tardi πως «πολλοί άνθρωποι που είναι 50 ή 60 χρόνων, νιώθουν αδυναμία μπρος σε ένα κόμικ δεν ξέρουν πώς να το διαβάσουν, αν πρέπει να κοιτάξουν πρώτα τα σχέδια ή να διαβάσουν το κείμενο»,6 δεν αναζητά πια τη λύση σε μια «τε­ χνική της ανάγνωσης». Αντίθετα, τίθεται το ζή­ τημα μιας νέας αισθητικής της ανάγνωσης των κόμικς: μετά την κυριαρχία του κειμένου που αντιστοιχεί στην προτεραιότητα του διαβάσμα­ τος, την κατοπινή κυριαρχία του εικονογραφικού ρεαλισμού και - παράλληλα - της εικόνας, μπορούμε να διαγνώσουμε στο ευρωπαϊκό κόμικ μια στροφή προς την εξισορρόπηση λόγου και εικόνας, ιδίως εκεί όπου ο ρεαλισμός μετατρέπεται σε φανταστικό ρεαλισμό για να υποδηλωθεί η αλληγορία, ενώ ταυτόχρονα ο λόγος γίνεται περιεκτικότερος και την αποδεικνύει. Τα σύγ­ χρονα κόμικς δείχνουν αυτή τη σχέση τους με την αλληγορία, ανεξάρτητα από την «πολιτική» τους στάση απέναντι στην κοινωνία και την πο­ λιτική. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητό στα κό­ μικς του Ptiluc και του Αρκά. αλληγορία είναι εμπλοκή στο ζητούμενο. Και η εμπλοκή ως συμπάθεια είναι ταυτό­ Η χρονα και εμ-πάθεια. Και το πάθος (όχι μόνο το ερωτικό) είναι «εξ ορισμού φτιαγμένο για να φαίνεται: η απόκρυψη πρέπει να φαίνεται: έχε υπόψη σου ότι κάτι πάω να σου κρύψω, αυτό εί­ ναι το μεγάλο παράδοξο που πρέπει να επιλύσω: το πράγμα πρέπει ταυτόχρονα να γίνεται και να μη γίνεται γνωστό: να γίνεται γνωστό πως δεν θέλω να το δείξω: ιδού το μήνυμα που απευθύνω στον άλλον».7 Γιατί όμως θα έπρεπε η αναφορά μας στην αλ­ ληγορία να στραφεί στην κατεύθυνση του ερωτι­ κού λόγου και να δώσει στο πάθος τη διάσταση επιστημολογικού παραδείγματος; Μα, στο βαθ­ μό που είμαστε μέσα στον κόσμο, εν-υπάρχουμε στην κοινωνία και ο κοινωνικός κόσμος συνιστά

αφιερωμα/53 το διπλό ενδιαίτημά μας (πολιτιστικό και βιολο­ γικό), όπως ακριβώς η ψυχή του ερωμένου είναι το ενδιαίτημα του ερώντος κατά τον Κάτωνα,8 η σχέση μας με την κοινωνία στην οποία ανήκουμε διέπεται από τους ίδιους κανόνες μ’ αυτούς που διέπουν το πάθος και την επιθυμία: τους κανό­ νες της γοητείας. Η λέξη ως επικοινωνία με τον κόσμο είναι, για τον Αντρέι Μπέλι, μια πράξη «γητειάς»:9 μαγγανεία και γοητεία: Γοητεία που μιμείται το αυθεντικό για να το οδηγήσει στην ύπαρξη - να πραγματώσει το πραγματικό, που αποτελεί μόνο μια πιθανότητα. Η γοητεία και η αλληγορία είναι βαθιά συνδεδεμένες: το ξόρκι είναι ονομασία όπου το σημαί­ νον αντιφάσκει ριζικά στο σημαινόμενο διότι μόνο μέσω αυτής της αντίθεσης μπορεί να επιτύ­ χει το στόχο του. Ο ίδιος ο λόγος είναι πάντα μια αλληγορία, είτε ως «μουσική του ανέκφρα­ στου»,10 είτε ως απόφανση για ό,τι μπορεί να εκ­ φραστεί δια του λόγου, γιατί ο λόγος πάντα μι­ λάει για κάτι - ακόμη κι όταν μιλάει για τον εαυτό του (μεταγλώσσα). Ταυτόχρονα, ο λόγος είναι προϊόν της γοητείας, αφού είναι το αποτέ­ λεσμα μιας παγίδας που στήνει το μέρος στο όλον: «ο εγκέφαλος παγιδεύεται στην αποτελεσματικότητα της ίδιας του της δράσης».11 Ας μην αφήσουμε όμως την παρέκβαση αυτή να μας ξεμακρύνει άλλο: ας τη συνοψίσουμε στον ισχυρισμό πως κάθε λόγος είναι αλληγορικός και, όσο και αν επηρεάζεται από ιδεολογι­ κές κατασκευές, παραμένει ένας λόγος που μιλά για το παρόν στη σχέση του με το παρελθόν ως παρωχημένο παρόν και με το μέλλον ως αναπό­ τρεπτο δυνάμει παρόν. Πράγματι, οι μεγάλοι δημιουργοί κόμικς αρ­ θρώνουν τον αλληγορικό τους λόγο γύρω από αυτό το χρονικό περιορισμένο/απεριόριστο στοι­ χείο που συγκροτείται από το παρόν. Χαρακτη­ ριστικό παράδειγα αποτελεί ο RankXerox των Liberatore-Tamburini, που η πλοκή εκτυλίσσεται σ’ ένα απόλυτα άμεσο μέλλον: την επαύριο της στιγμής της δημιουργίας κι ίσως ήδη την χθες του παρόντος της στιγμής της ανάγνωσης. Η αλληγορία αρθρώνεται πάντα γύρω από τον άξονα του χρόνου - στη συγχρονία δεν υπάρχει λόγος: το παρόν βιώνεται και μπορεί να βιωθεί μόνο ως συνισταμένη του παρελθόντος με το μέλλον, δηλαδή σαν μια στιγμή του χαμένου χρό­ νου που δεν έχει κερδηθεί ακόμη. Τόσο στις προβλέψεις του Marx για τον καπιταλισμό και το τέλος του, όσο και στην αναφορά του Πλάτωνα στην Ατλαντίδα ,12 ή στον σύγχρονο σοσιαλιστικό πολιτικό λόγο (όπου το όραμα του μέλλοντος καθοδηγεί το παρόν και το παρελθόν), η αλλη­ γορία πραγματώνεται ως μια πράξη εύρεσης τής' αλήθειας σ’ έναν άλλο κρίκο της χρονικής διαδο­ χής. Αυτή η βασική αρχή περνά και στα κόμικς: Η ομιλία για το παρόν προσφεύγει σ’ ενα χρΟνι-

ρ γκρ£ γκρρ ιμπαν1£<9 αγτο-

y&CHie ΑΠΟ ΤΗιΊ ΟΠΗΡέΖΙΑ

ΚΑΙ ΤΡέιΖ Η ΗΚ£Ζ ΗέΧΑ Π£~

eArte. ο rebhiox τοΜ(ΑΚέ. _______

_______

_________

ΓΕΡΑΖέΙ. Ο Ύ Ρ ο Η ο ί Λ ίη ,Τ Α Ι

KRAK6M.

° τρόμος κατονομάζεται και βιώνεται. Η παροιισία τον είναι διαρκής και ο θάνατος είναι (;) η μόνη οδός διαφυγής απ' αυτόν. ° τρόμος ίχει όνομα και υπόσταση, δεν έχει όμως πρόσωπο: είναι απρόσωπος ή πολυπρόσωπος (Beriiet-Scgura).


— — — — — — — — —_ —

— — — — — — —

— — — I l l :ι: — —“~- —-— — — ______ — — — — — — :ι::ι: — — — — — —

___ — — — — — — — — — —

___

— — —

— — — — — — — — ' —

1— — | |

— — —

— — — — — — :ι::ι: — — — — —

___

— — — —

:ι: ___ '—— — — — — — — — — — — — — — — __ Δ

— — — — £

— ___ _________________ — — — — — — — r ^l : : : .J I - —— — — — - --- — — — — — — — — — — — — — — — — —_ — — — — — — —

_

— ______ __ _,_I l l : ι : : ι : — ___________ — — — — :ι: — — — — — — — ___ — — — — — — ___ — — ._— — — — — —

— — — —

— — — — — — — — — — — — — —

Λ

Τ

Ι

0

— — — — —

__ ___ τ -___ — — — — — — — — “ 2J 1 7 — — — — — — _____ — — — — — — — — — — — — — — :ι:I l l — — — — — — — ::: — — — — — — ___ ___ — — — — — — — — — — — --- — — — —

rj; >ν "(<\. V ,\ 7τκ. ■”1 ΐΖ~'^ -j f ■v i * 'S / — — — — — — -VIΊ 7 — — — — — — — \


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

ο

LU

Οι

Sa £a

SS

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

6 >

Οργανισμοί

Γενικά

X

Γ' Επιστημονική Συνάντηση Ν.Α. Αττικής. Πρακτικά. Καλύβια, Επι­ μορφωτικός Σύλλογος Καλυβιών, 1988. Σελ. 563. Δρχ. 2000.

ΚΟΥΝΑΔΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Ο καρ­ πός του πνεύματος. Αθήνα, 1989. Σελ. 335. Δρχ. 800.

'Ρ C Ρ"

ο

Ρ" Ρ.

Ό >

Κ Ο

Η Ο

«5

Ρ.

Ρ"

8β Ο)

'Ρ

>Ό

. Ο Q/ ρ

ρ

W ‘Ο ■ο β χ

40 Ό §· •S Ό X ? ρ-

> 3

3

ρ·

a κ P H

as g O

a > > o X 3 > H §■ 'a ΡΓ p. 40 «? 'P 5L 5 a a 8a 'C5 a 40 ■s . 8 a >- £ £ > «Ο ‘P 0 3 *ω I e 8· '3x P“ >- « a §1 oO > &■ o £ β/ .23 Q

< i

CO ®

O H

40 ,< > “2 3 no H -pX 5 w > X. S· o ^ -ill b < o Η -ω X D

1

<40 ‘o/ o

fa x

UJ

0 <

UJ

I J .mp

> 3 H X 01 < H < H <

Ο X

Γενικά ΛΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ. Ο τεκτονισμός στην Ελλάδα. Αθή­ να, 1989. Σελ. 322. Δρχ. 2100.

i

o 4p

«χ o

O * e < CU ο δ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

Ό

<O

D =- 3 ΙΈ £ g 6 ■ > 0/ .=

X *a <

Ρ Ρ

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ

ο & JJLT

i Gβ Ο ο

X a Οι a κ

CHAIX-RUY JULES. Η ζωή και η σκέψη του Νίτσε. Μετ. Β. Κατσάνης. Αθήνα, Άπειρον. Σελ. 287. Δρχ. 1200.

ρ* ο

Αποκρυφισμός AlVANHOV Ο.Μ. Το βιβλίο της θεϊκής μαγείας. Αθήνα, Prosveta, 1989. Σελ. 229. Δρχ. 700.

•a

5

Ρ- ^ οι g ω Ο Η Η

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Ο ω

a. O u X H < Z ■x H W

r— X

a Όa a z X H <

·“ ui 6, | t a *

ΠΑΣΧΟΥ Π.Β. Μέλι το εκ πέτρας. Οι Γέροντες του Σινά. Αθήνα, Ακρίτας, 1989. Σελ. 205. Δρχ. 700.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Κοινωνιολογία ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ. Το εργατικό πρόβλημα στην Ελλά­ δα στα πρώτα μεταδικτατορικά χρόνια. Αθήνα, Ελεύθερος Τύπος. Σελ. 220. Δρχ. 800. ΜΑΔΙΑΝΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ Γ. Κοι­ νωνία και ψυχική υγεία. Τόμοι Α ' + Β'. Αθήνα, Καστανιώτης, 1989. Σελ. 375+313. Δρχ. 2000+ 2000.

GIDDENS ANTHONY. Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία. Μετ. Ντίνα Τριανταφυλλοπούλου. Αθήνα, Οδυσσέας, 1989. Σελ. 191. Δρχ. 950.

Γενικά Π1ΝΤΕΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Η αστρο­ λογία στο μικροσκόπιο ενός ψυχο­ λόγου. Αθήνα, Θυμάρι, 1989. Σελ. 188. Δρχ. 750. ΛΕΟ. Η αγάπη. Δημήτρης Κωστελένος. ΑθήΣελ. 157. Δρχ. 700.

Πολιτική Νέες τεχνολογίες και νέες κοινωνι­ κές σχέσεις. Αθήνα, Κοινοβουλευ­ τική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, 1989. Σελ. 203. Δρχ. 400. Οι νέοι μπροστά στην Ευρώπη του 39


1992. Αθήνα, 1989. Σελ. 171. Δρχ. 400.

Δρχ. 500.

Τεχνολογία

Μουσική Michael Jackson. Το φαινόμενο. Μετ. Ε. Καλκάνη. Αθήνα, Νέα Εποχή. Σελ. 153. Δρχ. 800.

ΠΑΠΑΛΗΓΟΥΡΑΣ ΑΝΑΣΤΑ­ ΣΙΟΣ ΚΑΙ ΑΛΑΟΙ. Η πρόκληση του 1992. Αθήνα, Εστία, 1989. Σελ. 411. Δρχ. 1600.

Ε ' Εκπαιδευτικό Συνέδριο ΟΛΜΕ. Αθήνα, ΟΛΜΕ, 1988. Σελ. 825. Δρχ. 1500.

ΓΑΡΙΔΗΣ Π. - ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΑΚΗΣ Μ. Σύγχρονο λεξικό πληρο­ φορικής ελληνοαγγλικό-αγγλοελληνικό. Αθήνα, 1989. Σελ. 761. Δρχ. 3500.

Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό Συνέ­ δριο ΟΛΜΕ. Αθήνα, ΟΛΜΕ, 1984. Σελ. 229. Δρχ. 500.

ΚΟΡΙΑ ΜΠΕΝΖΑΜΙΝ. Ρομποτι­ κή. Μετ. Ειρήνη Μιγάδη. Αθήνα, Α/Συνέχεια, 1988. Σελ. 134. Δρχ.

ΤΖΙΦΑΣ ΘΕΜΗΣ. Απάτες και αυ­ ταπάτες. Αθήνα, 1989. Σελ. 302. Δρχ. 1000.

ΓΚΟΓΚΟΣ Α. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Συζη­ τήσεις για την εκπαίδευση. Αθήνα, ΟΛΜΕ, 1988. Σελ. 142. Δρχ. 600.

1000.

ΒΑΚΑΛΙΟΣ ΘΑΝΑΣΗΣ. Κρίσιμη ώρα του υπαρκτού σοσιαλισμού. Αθήνα, Γνώσεις, 1989. Σελ. 123. Δρχ. 900.

Δίκαιο____________ _____ ΔΑΓΤΟΓΛΟΥ Π.Δ. Το Σύνταγμα αναθεωρημένο. Αθήνα, Σάκκουλας, 1989. Σελ. 246. Δρχ. 800. ΔΑΓΤΟΓΑΟΥ Π.Δ. Συνθήκη της ΕΟΚ. Αθήνα, Σάκκουλας, 1989. Σελ. 182. Δρχ. 1000.

Δ ' Εκπαιδευτικό Συνέδριο ΟΛΜΕ. Αθήνα, ΟΛΜΕ, 1986. Σελ. 400. Δρχ. 600.

ΓΚΟΤΟΒΟΣ Α.Ε. Απόκλιση και παρέμβαση στην εκπαίδευση. Αθή­ να, Σύγχρονη Εκπαίδευση, 1988. Σελ. 272. ΦΡΑΓΚΙΑΔΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (ΙΕΡΕΑΣ). Η ιστορία και η διδα­ σκαλία της. Χαϊδάρι, 1989. Σελ. 78.

ΜΕΡΑΚΛΗΣ Μ.Γ. Λαογραφικά ζητήματα. Αθήνα, Μπούρας, 1989. Σελ. 287. Δρχ. 1500. ΣΕΤΤΑΣ ΔΗΜ. ΧΡ. Η Κύμη. Αθήνα, Εταιρεία Ευβοϊκών Σπου­ δών, 1988. Σελ. 235. Δρχ. 1500.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ Εκπαίδευση______________ Γ' Εκπαιδευτικό Συνέδριο ΟΛΜΕ. Αθήνα, ΟΛΜΕ, 1986. Σελ. 208. 40

ΜΑΡΓΑΡΗΣ ΝΙΚΟΣ. Οικολογικά. Αθήνα, Κάκτος, 1986. Σελ. 248. Δρχ. 900.

ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ ΕΛΠΙΝΙΚΗ. Παιδαγωγική εμπειρία. Αθήνα, Στρουμπούκης, 1988. Σελ. 120. Δρχ. 600. ΣΤΑΜΑΤΑΚΗ ΕΛΠΙΝΙΚΗ. Πεσταλότσι και Κοραής. Συγκριτική παιδαγωγική έρευνα. Αθήνα, Στρουμπούκης, 1988. Σελ. 120. Δρχ. 600. PEARCE JOHN. Πώς να μεγαλώ­ σετε σωστά το παιδί σας. Μετ. Γ. Μπαρουξής. Αθήνα, Διόπτρα, 1989. Σελ. 255. Δρχ. 900.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

Χιούμορ ΠΙΚΡΙΔΑΣ Χ.Φ. Ερωτογραφίες. Αθήνα, Εστία, 1987. Δρχ. 700.

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ Οικιακή οικονομία Γενικά

Παιδαγωγική Λαογραφία______________

Οικολογία

ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ ΚΩΝΣΤ. Δ. Ο μουσουργός Ιωάννης Θ. Σακελλαρίδης και η βυζαντινή μουσική. Β' έκδοση. Θεσσαλονίκη, 1988. Σελ. 303. Δρχ. 2000.

ΜΠΑΡΟΥΤΑΣ ΚΩΣΤΑΣ. Βυζα­ ντινή προεικονοκλαστική και γερ­ μανική προκαρολική τέχνη. Αθή­ να, Σμίλη, 1989. Σελ. 96+εικ. Δρχ. 1500.

ELWOOD. C. Κινέζικη κουζίνα. Μετ. Ντίνα Σάπκα. Αθήνα, Χρυσή Πέννα. Σελ. 93. Δρχ. 600. MANLEY DEREK. Δίαιτα με υδατάνθρακες. Μετ. Α. ΣαλίμπαΒρανά. Αθήνα, Βασδέκης, 1988. Σελ. 86. Δρχ. 400.

ΜΠΟΖΗ ΣΟΥΛΑ. Ζωγραφιστές σταμπωτές μαντήλες. Αθήνα, 1989. Σελ. 34. Δρχ. 1100.

ΓΛΩΣΣΑ

Ζωγραφική

Ελληνική γλώσσα

ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ. Μικρό αφιέρωμα στον Τζιόρτζιο ντε Κίρικο. Αθήνα, 1988. Σελ. 85.

13ο Διεθνές Συνέδριο Λειτουργι­ κής Γλωσσολογίας. Πρακτικά. Αθήνα, ΟΕΔΒ, 1988. Σελ. 224.

ΚΟΥΒΛΚ11Σ. Ζωγραφική 197889< Θεσσαλονίκη, Δήμος θεσσαλονίκης/Βαφοπούλειο Πνευματικό . Κέντρο, 1989. Σελ. 44.

ΤΖΑΡΤΖΑΝΟΣ ΑΧΙΛΑ. Α. Νεοελληνική σύνταξις (της κοινής δημοτικής). Β' έκδοση. Τόμος Α'. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1989. 41


Σελ. 351. Δρχ. 1400.

, Αμφίδρομοι εραστές. Αθήνα, Καλέντης, 1989 Σελ. 35.

Συντροφιά, 1988. Σελ. 174. Δρχ. 450.

Γκοβόστης. Σελ. 196. Δρχ. 800.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

ΜΑΡΚΟΓΑΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ X. Πάροδος μοναστηριού. Αθήνα, Στιγμή, 1989. Σελ. 29. Δρχ. 300.

ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ ΜΕΝΗΣ. Πλανόδιος σαλπιγκτής. Αθήνα, Κέδρος, 1989. Σελ. 373. Δρχ. 1500.

ΜΠΟΛΕΤΣΗΣ ΣΤΕΡΓΙΟΣ. Ο διά­ βολος και η νύχτα. Αθήνα, 1989. Σελ. 30.

ΜΗΝ1ΩΤΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Χρονο­ γραφήματα. 1958-1988. Αθήνα, 1988. Σελ. 187. Δρχ. 600.

ΓΚΟΛΝΤΙΝΓΚ ΓΟΥΙΔΙΑΜ. Ά ν ­ θρωποι από χαρτί. Μετ. Α. Μανωλίδης- Α. Σταματοπούλου. Αθήνα, Καστανιώτης, 1989. Σελ. 222. Δρχ 800.

ΝΤΑΟΥΣΑΝΗΣ ΑΘΑΝ. Β. Χρώ­ μα μαύρο. Ποιήματα. Αθήνα, Γλά­ ρος, 1989. Σελ. 118.

ΝΑΧΜΙΑ ΜΠΕΡΡΥ. Κραυγή για το αύριο. Αθήνα, Κάκτος, 1989. Σελ. 225. Δρχ. 900.

ΠΑΤΣΗ ΔΗΜΗΤΡΑ. Αθήνα, 1989. Σελ. 62.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ ΜΑΓΔΑ. Το μωβ. Αθήνα, Απόπειρα, 1988. Σελ. 43. Δρχ. 250.

THEROUX PAUL. Στο δρόμο του μισοφέγγαρου. Μετ. Γ. Πατσάκας. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1989. Σελ 139. Δρχ. 750.

ΗΑΝΘΟΥΛΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Οικο­ γένεια Μπες-Βγες. Β' έκδοση. Αθήνα, Κάκτος, 1989. Σελ. 150. Δρχ. 600.

ΚΑΜΠΑΝΙΛΕ ΑΚ1ΔΕ. Αύγουστο μήνα γυναίκα μου δε σε ξέρω. Μετ. Ιρένε Μαραντέι. Αθήνα, Αστάρτη 1988. Σελ. 201. Δρχ. 800.

ΠΕΤΡΙΤΑΚΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Σε απόσταση βολής. Νουβέλα. Αθήνα, 1989. Σελ. 32. Δρχ. 500.

CLAREMONT CHRIS. Η πρώτη πτήση. Μετ. Δ. Σταματιάδης. Αθή­ να, Aquarius, 1989. Σελ. 241. Δρχ 700.

Ποίηση 51 φωνές. Ποιητική ανθολογία. Αθήνα, Πρόσπερος, 1989. Σελ. 76. Δρχ. 400. ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ ΤΑΚΗΣ. Σύνο­ ψη. Ποιήματα. Τόμος Γ' (19731979). Θεσσαλονίκη, Παρατηρη­ τής, 1988. Σελ. 229. ΔΟΓΑΝΤΖΗ ΓΕΩΡΓΙΑ Π. Ελεύ­ θερη φωνή. Ποιήματα. Αθήνα, 1988. Σελ. 38. Δρχ. 300. ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ-ΡΟΚΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Της ζωής και του θανάτου. Αθήνα, 1989. Σελ. 153. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Π. Γράμ­ ματα στον Ιησού. Αθήνα, 1989. Σελ. 62.

Στιγμές.

ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ. Οι κραδασμοί της Ατράκτου. Αθήνα, 1988. Σελ. 40. ΤΖΩΡΤΖΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΑΡΑΝΑΣΙΟΥ Π. Τοπία του μύθου. Αθή­ να, 1989. Σελ. 60. ΣΑΙΕΠΗΡ ΟΥΙΛΛΙΑΜ. Σονέτα. Εισ.-επιλ.-μετ. Στυλιανός Αλεξίου. Αθήνα, Στιγμή, 1989. Σελ. 49. Δρχ. 400.

ΚΑΒΒΑΘΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Ο των επιδαυρίων θίασος. Αθήνα, θ έα ­ μα, 1988. Σελ. 148. Δρχ. 600.

Πεζογραφία

ΚΑΡΑΤΖΑΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ. Ανάμε­ σα νερό και μαύρο αποφασίζω το κόκκινο. Αθήνα, Διάττων, 1989. Σελ. 37.

ΑΠΟΣΤΟΛ1ΔΗΣ ΡΕΝΟΣ. Η αυτοκρατορία των σκουπιδιών. Αθή­ να, Κάκτος, 1989. Σελ. 364. Δρχ. 900.

ΚΑΣΣΟΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Η πείρα του θανάτου. Αθήνα, Αλως, 1989. Σελ. 61. ΚΕΦΑΛΑΣ Η ΑΙΑΣ. Σκοτεινός μαγνήτης. Αλως, 1989. Σελ. 46. ΚΟΥΡΟΣ ΝΙΚΟΣ. Ο μονομάχος της σιωπής. Αθήνα, Κείμενα, 1988. Σελ. 52. Δρχ. 500. ΚΡΟΥΣΤΑΛΙΑΣ

42

ΔΗΜΗΤΡΗΣ.

ΚΑΒΒΑΘΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Λονγκ Μπίιτς Λονγκ Ά ιλαντ. Αθήνα, θέαμα, 1989. Σελ. 152. Δρχ. 600. ΚΑΒΒΑΘΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. 50+1 γράμματα από έναν αυτόχειρα. Αθήνα, Γνώση, 1989. Σελ. 236. Δρχ. 1000. ΚΑΠΑΔΟΧΟΣ ΔΗΜ. Δύο παιδία σε ναρκοπέδιο. Β' έκδοση. Αθήνα-, V;

ΡΑΓΚΑΒΗΣ Α.Ρ. Ο αυθέντης του Μωρέως. Αθήνα, Νεοελληνική Βι­ βλιοθήκη, 1989. Σελ. 248. Δρχ. 1000. ΣΑΡΑΝΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΟΣ Φ. Το δόκανο. Νεάπολη, 1988. Σελ. 111. ΣΚΑΡΛΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ Ν. (ΠΡΙΑΜΟΣ). Αναφορά στο μέλ­ λον. Αθήνα, Αριάδνη, 1989. Σελ. 258. Δρχ. 900. ΦΑΣΙΔΗ-ΓΙΑΧΝΗ ΓΙΑΝΝΑ. Κόκκινος έρωτας σε μαύρο φόντο. Αθήνα, Νέοι Καιροί, 1989. Σελ. 47. ΑΒΑΝΤΕΝ ΚΡΙΣΤΙΝ. Με την κάρδιά στην τσέπη. Μετ. Δόισκα Λβάγιάνού. Αθήνα, Αστάρτη, 1988. Σελν. 172. Δρχ. 700. Ν. Τάρας Μπούλμπα. ς Αλεξάνδρου. Αθήνα,

EIRES ANITA. Το εργαζόμενο κορίτσι. Μετ. Α. Ζάννα. Αθήνα, Gutenberg, 1989. Σελ. 125. Δρχ 550.

COLLINS JACKIE. Rock star. Μετ. Φανή Πανταζή. Αθήνα, Bell 1989. Σελ. 504. Δρχ. 550. KRANTZ JUDITH. Ίσως την άλ­ λη φορά. Μετ. Καίτη Οικονόμου Αθήνα, Bell, 1989. Σελ. 630. Δρχ 650. MALRAUX ANDRE. Η ελπίδα. Μετ. Γιώργος Σπανός. Αθήνα, Εξάντας, 1989. Σελ. 643. Δρχ

2000.

BALZAC ONORE DE. Η γερο­ ντοκόρη. Μετ. Ζήσης Σαρίκας. Αθήνα, Εξάντας, 1989. Σελ. 190 Δρχ. 1000. BLOOM HAROLD. Η αγωνία της επίδρασης. Εισ.-μετ.-σημ. Δ. Δημαρούλης. Αθήνα, Ά γρα , 1989. Σελ. 237. Δρχ. 1350. 43


Δρχ. 550.

ΝΙΝ ΑΝΑΙΣ. Τα παιδιά του Ά λμπατρος.Μετ. X. Ευαγγελίδου. Θεσσαλονίκη, Μπαρμπουνάκης. Σελ. 151. Δρχ. 600.

Μελέτες

ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΙ ΦΙΟΝΤΟΡ. Ο αιώνιος σύζυγος. Μετ. Αντρέας Σαραντόπουλος. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος. 1989. Σελ. 199. Δρχ. 450.

Ερμής ο λόγιος. Τόμος Β' 1812. Αθήνα, Εταιρεία ελληνικού Λογο­ τεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, 1989. Σελ. 384. Δρχ. 2000.

ΡΟΤ ΓΙΟΖΕΦ. Το συναξάρι του Αγίου Πότη. Μετ. Τούλα Σιέτη. Αθήνα, Οδυσσέας, 1989. Σελ. 123. Δρχ. 300.

ΑΡΑΓΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ζητήματα λογοτεχνικής κριτικής. Τόμος Β'. Αθήνα, Δωδώνη, 1988. Σελ. 114.

ΣΕΜΙΟΝΟΦ ΓΙΟΥΑΙΑΝ. Επέ­ κταση. Μυθιστόρημα. Τόμος Β'. Μετ. Νίκος Κυτόπουλος. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1989. Σελ. 534. Δρχ. 1200. ΣΤΑΪΝΜΠΕΚ ΤΖΩΝ. Οι ταξιδιώ­ τες. Μετ. Αγγελική Βαλαβάνη. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 1989. Σελ. 314. Δρχ. 700. TUROW SCOTT. Αθώος μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Μετ. Γωγώ Αρβανίτη. Αθήνα, Bell, 1989. Σελ. 502. Δρχ. 550. FINLAY DAVID. Ο Αόρδος Νέλσονας όμηρος για τα Ελγίνεια. Μετ. Φ. Μανούσου-Σωτηράκου. Αθήνα, Μιχαλάς, 1988. Σελ. 276. Δρχ. 800. ΦΩΚΝΕΡ ΓΟΥΙΔΙΑΜ. Έ ξ ι ιστο­ ρίες μυστηρίου. Μετ. Στ. Τσίρκα. Αθήνα, Γράμματα, 1988. Σελ. 220. Δρχ. 800. WHARTON WILLIAM. Αποκα­ λύψεις. Μετ. Λίνα Σταματιάδη. Αθήνα, Aquarius, 1989. Σελ. 289. Δρχ. 850. HOOPER MARY. Τα γράμματα της Έμμας. Μετ. Γ. Τρούλης. Αθή­ να, Gutenberg, 1989. Σελ. 106. 44

ΓΚΙΚΟΠΟΥΔΟΣ ΦΟΙΒΟΣ Κ. Μορφές και τάσεις της ιταλικής ποίησης του 20ού αιώνα. Θεσσαλο­ νίκη, University Studio Press, 1989. Σελ. 85. Δρχ. 700.

σημοι και άσημοι λόγοι. Κριτικά μελετήματα. Αθήνα, Κριτική, 1988. Σελ. 217. Δρχ. 850. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΕΤΡΟΣ. Σημάν­ σεις (οι πρώτες). Πρόζες. Λευκά­ δα, 1989. Σελ. 101.

Δοκίμια ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΜΙΚΗΣ. Αντιμανιφέστο. Αθήνα, Γνώσεις, 1989. Σελ. 73. Δρχ. 900.

j

ΔΕΛΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Βασικές γνώσεις για το παιδικό και νεανικό βιβλίο. Αθήνα, 1988. Σελ. 176.

ΤΑΜΠΑΚΗ ΑΝΝΑ. Ο Μολιέρος στη φαναριώτικη παιδεία. Τετρά­ δια εργασίας, αρ. 14. Αθήνα, Κέντρον Νεοελληνικών Ερευνών, 1988. Σελ. 244. Δρχ. 850. ΦΩΤΕΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Μορ­ φές Ελλήνων. Δοκίμια. Αθήνα, Αστήρ, 1989. Σελ. 198. Δρχ. 700.

ΔΡΟΣΙΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Ο ποιη­ τής και η μνήμη. Αθήνα, Σύλλογος Προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βι­ βλίων, 1989. Σελ. 285.

ΑΡΙΕΣ ΦΙΛΙΠ. Ο άνθρωπος μπρο­ στά στο θάνατο. Μετ. Κατερίνα Λάμψα. Αθήνα, Γλάρος. Σελ. 197. Δρχ. 800.

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΠΑΝΝΗΣ Π. Το ποιητικό έργο της Ηγούμενης Ευ­ γενίας Κλειδαρά. Μελέτη. Αθήνα, 1989. Σελ. 103.

ΘΕΑΤΡΟ

ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. Έλλη Αλεξίου - Λιλή Ζωγράφου - Ά ννα Σικελιανού. Τρεις δρόμοι. Αθήνα, Αυτογνωσία, 1989. Σελ. 78. Δρχ. 450.

ΚΕΧΑΪΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Το πα­ νηγύρι. ΣΤ' έκδοση. Αθήνα, Κέ­ δρος, 1988. Σελ. 95.

ΜΑΡΚΙΔΗΣ ΜΑΡΙΟΣ. Είναι και ποτέ. Αθήνα, Έρασμος, 1989. Σελ. 30. Δρχ. 250.

ΣΑΙΞΠΗΡ ΟΥΙΛΛΙΑΜ. Ρωμαίος και Ιουλιέτα. Μετ. Β. Ρώτας. Αθή­ να, Επικαιρότητα, 1989. Σελ. 153. Δρχ. 400.

ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ ΝΙΚΟΣ Α. Η ελληνική παράδοση στο Νίκο Καζα,-· ντζάκη. Β' έκδοση. Θεσσαλονίκη; Βάνιας, 1989. Σελ. 69. Δρχ. 4ΓΛ ΜΠΕΛΕΖΙΝΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

Έργα

j

ΣΑΙΞΠΗΡ ΟΥΙΛΛΙΑΜ. Τίμων ο θηναίος. Μετ. Β. Ρώτας. Αθήνα, ικαιρότητα, 1989. Σελ. 121. . 400.

ΙΣΤΟΡΙΑ Αρχαιολογία ΣΑΜΨΩΝ ΑΔΑΜΑΝΤΙΟΣ. Η νεολιθική περίοδος στα Δωδεκάνη­ σα. Αθήνα, Ταμείο Αρχαιολογι­ κών Πόρων και Απαλλοτριώσεων, 1987. Σελ. 195+σχέδια. Δρχ. 5000.

Μαρτυρίες ΜΑΡΙΚΑ ΝΕΖΕΡ. Θυμάμαι... Αθήνα, Σμυρνιωτάκης. Σελ. 235. Δρχ. 700. Nelly’s. Αυτοπροσωπογραφία. Αθήνα, 1989. Σελ. 309. Δρχ. 5000. ΔΕΔΗΠΕΤΡΟΣ ΝΙΚΟΣ Δ. Το μέγα έθνος της Πλάκας και ένας Πλακιώτης στο εξωτερικό. Αθήνα, Εστία, 1989. Σελ. 196. Δρχ. 1000. ΚΑΒΟΥΡΑΣ ΣΤΑΘΗΣ. Σκιαγρα­ φώντας τα περασμένα. Αθήνα, 1989. Σελ. 318. Δρχ. 1000. ΞΥΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Ό σα δεν ξέ­ ρει ο Ανδρέας για τη Λιάνη. Αθή­ να, Ναι!, 1989. Σελ. 160. Δρχ. 600. ΧΡΟΝΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Η γυναίκα της Πάτρας. Αθήνα, Σιγαρέτα, 1989. Σελ. 156. Δρχ. 700. ΚΟΝ-ΜΠΕΝΤΙΤ ΝΤΑΝΥ. Την αγαπήσαμε τόσο την επανάσταση. Μετ. Γ. Μπιξιούρας. Αθήνα, Αλε­ ξάνδρεια, 1989. Σελ. 204. Δρχ. 900. ΤΡΙΣΤΑΝ ΑΝΝΑ. Στο μέτωπο. Έ ξι μήνες στο κόμμα του Λεπέν. Μετ. Μάριος Βερέττας. Αθήνα, Στάχυ, 1989. Σελ. 269. Δρχ. 1200.


Βιογραφίες ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ Δ. Κώστας Μητσοτάκης. Πολιτική Βιογραφία. Τόμος Α ': (1918-1961). Αθήνα, Παπαζήσης, 1989. Σελ. 574. Δρχ. 2000.

Ελληνική ιστορία Χίος-Γένοβα. Πρακτικά Α ' Διε­ θνούς Συνεδρίου Χίου για την ιστορία και τον πολιτισμό του νη­ σιού. Χίος, Νομαρχία Χίου. Σελ. 88. Δρχ. 112. ΚΑΤΣΑΦΑΝΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Γ. Στη σκιά του Ταΰγετου. Αθήνα, 1989. Σελ. 420. Δρχ. 1500. ΚΟΛΛΑΣ ΧΑΡ. Β. Χώρος και πληθυσμός της Κέρκυρας του Που αιώνα. Κέρκυρα, 1988. Σελ. 201. Δρχ.. 1600. ΛΑΜΠΡΑΚΗ-ΠΑΓΑΝΟΥ ΑΛΕ­ ΞΑΝΔΡΑ. Το υπόμνημα του 1. Καποδίστρια για τα εκπαιδευτήρια της Hofwyl. Αθήνα, Επικαιρότητα, 1989. Σελ. 244. Δρχ. 1000. ΛΑΜΠΡΟΠΟ ΥΑΟΣ ΚΟΣΜΑΣ. Ιωάννης Απόκαυκος. Αθήνα, Βασιλόπουλος. Σελ. 311. Δρχ. 4000. ΜΠΙΜΠΙΚΟΥ-ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ ΕΛΕΝΗ. Το Βυζάντιο και ο ασια­ τικός τρόπος παραγωγής. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 1988. Σελ. 57. Δρχ. 300. ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΔΟΣ ΠΑΝΟΣ Δ. Ο Μακρυγιάννης κριτής και σωφρο­ νιστής. Αθήνα, Παρουσία, 1989. Σελ. 47. Δρχ. 200.

Σπ. Ζαμπέλιο. Αθήνα, 1989. Σελ. 147. Δρχ. 600.

Ιωλκός,

Ελεύθερα αναγνώσματα

θεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 214. Δρχ. 350.

ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝΣΤ. Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας (1855-1872). Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1988. Σελ. 273.

Τα ωραιότερα παραμύθια. Τόμος Α '+ Β '. Μετ. Ελισάβετ ΗλιάδηΓεωργιάδη. Αθήνα, Σμυρνιώτι­ κης, 1988. Σελ. 78+75. Δρχ. 1100+1100.

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Τεύ­ χος 2/89.

ΤΣΙΑΜΗΣ ΜΗΤΣΟΣ Ν. Η κοινω­ νική ανάπτυξη του Μολύβου (Μήθυμνας) και ο Μιχαήλ Γούτος. Αθήνα, Παπαδήμας, 1989. Σελ. 86. Δρχ. 1000.

ΡΑΒΑΝΗΣ-ΡΕΝΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Παραμυθέατρο. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή. Σελ. 52.

TSOUGARAKIS DIMITRIS. By­ zantine Crete. Αθήνα, Βασιλόπουλος. Σελ. 462. Δρχ. 7000.

ΤΣΟΥΚΑΛΑ ΔΗΜΗΤΡΑ. Παρέα με τα ζώα. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1988. Σελ. 64. Δρχ. 500. ΤΟΥΕΪΝ ΜΑΡΚ. Πρίγκηπας και φτωχός. Αθήνα, Καστανιώτης, 1989. Σελ. 337. Δρχ. 950.

Παγκόσμια ιστορία ΑΛΕΞΙΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ I. Η ΕΟΚ. Κριτική θεώρηση. Αθήνα, 1989. Σελ. 628. Δρχ. 3000. ΔΑΣΚΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Ισλάμ και Τουρκία. Αθήνα, Ορίζοντες, 1989. Σελ. 61. Δρχ. 300. ΠΑΝΤΑΖΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Χάρ­ τες και ιδεολογίες. Αθήνα, Κάλ· 6ος, 1989. Σελ. 317. Δρχ. 1500. ΚΑΝΤΑΡ ΓΙΑΝΟΣ. Ο ιστορικός μας δρόμος. Μετ. Δ. Κωστίδη. Αθήνα, Ειρήνη, 1988. Σελ. 254. Δρχ. 1500.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική και πολιτιστική επιθεώρηση. Τεύ­ χος 403. Δρχ. 150. Η ΑΡΑΧΩΒΑ. Τριμηνιαία τοπική έκδοση. Τεύχος 2. Δρχ. 100. ΓΥΝΑΙΚΑ. Δεκαπενθήμερο γυναι­ κείο περιοδικό. Τεύχος 1021. Δρχ. 300. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επι­

ΕΥΘΥΝΗ. Περιοδικό ελευθερίας και γλώσσας. Τεύχος 207. Δρχ. 200. ΖΑΛΗ. Περιοδικό για τη λογοτε­ χνία. Τεύχος 4. Δρχ. 350. ΙΑΤΡΙΚΗ ΙΑΤΡΟΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Διμηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπουδών. Τόμος 55, συ­ μπλήρωμα No 49. ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕ­ ΝΗ. Τεύχος 251. Δρχ. 350. ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ. 40ήμέρη περιοδική έκδοση εκπαι­ δευτικού προβληματισμού. Τεύχος 4. Δρχ. 120. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΠΤΙΩΤΩΝ. Φύλλο 151.

ΑΙΓΥ-

ΤΕΥΧΟΣ. Δίγλωσσο περιοδικό αρχιτεκτονικής. Τεύχος 1. Δρχ. 1500. ΦΥΣΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΖΩΗ. Περιοδικό για φυσική διατροφήδιαβίωση-περιβάλλον. Τεύχος 10 Δρχ. 250.

ΜΠΕΡΤΩ ΖΑΝ ΠΩΛ. Η καθημε­ ρινή ζωή στη Γαλλία τον καιρό της Επανάστασης (1789-1795). Μετ. Σ. Αλεξανδράτου-Δ. Αγγελοπούλου. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 1989. Σελ.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ζ. Η ενότητα του ελληνισμού κατά τον 46

47


mam * 1 ff6 g

If

P f lf o i

Οδηγοί-Λεξικά

Οικολογία

Σακελλαρίου Χ.-Μπάρτζης Γ.-Καραγιάννης Θ. Οδηγός παιδικού-νεανικού βιβλίου (ΚΤ,ΕΘ, 10/5) Σύγχρονο λεξικό πληροφορικής. Ελληνοαγγλικό. Αγγλοελληνικό (Πα. Μ, ΠΗ, 13/5)

Μοδινός Μ.: Από την Εδέμ στο καθαρ­ τήριο (Σ. Κουρουζίδης, ΡΙ, 11/5), (Δ. Τσαντίλης, ΑΝ, 402), (Σ. Γιαννακοπούλου, Πολίτης, 98)

Φιλοσοφία

Βακιρτζής Γ.: Το έργο του. Λεύκωμα (ΜΝ, ΕΛ, 7/5) Θεόφιλος.: Ζωγραφικοί πίνακες (Μ. Μεντξελοπούλου, ΔΙ, 214) Ντύρερ Α.: Η Αποκάλυψες του Ιωάννου (ΕΑ, ΕΛ, 10/5)

i- F w S c .g 2 3

1 ^ 1 ! 13· 3ω ha “y",;;„iSC®.g· O/ .. ο Ό

23 8,3 g x .s &

CQw5 2 *4 Ο* μ, 6 S'"’| o | d ^ ■fH 8i® !| ϋΐκο-δ*?* >;« s u z c &a ί <J ■ O — .c ^ 5 , «< S * S

I i,! ir s

Ιλιένκοφ Ε.: Η διαλεκτική του Λένιν και η μεταφυσική του θετικισμού (Θ. Κουτσουμπός, ΠΗ, 6/5) Husserl Ε.: Η φιλοσοφία ως αυστηρή επιστήμη (Ν. Μακρής, ΔΙ, 214)

Ποίηση Οικονομία Προβόπουλος Γ.Α. (Επιμ). Προτεραιότητες δημοσιονομικής πολιτικής (Α.Δ. Παπαγιαννίδης, ΟΤ, 11/5)

Πολιτική Παντελής Α.Μ.: Τα ελληνικά εκλογικά συστήματα και οι εκλογές 1926-1985 στον κομπιούτερ (ΚΣ, ΝΕ, 13/5)

Δίκαιο .5 O 3 Jm ^ο'ϊP,Ξw S.. (2..

Σωτηρέλης Γ.Χ.: Το δικαίωμα της λευ­ κής ψήφου κατά το Σύνταγμα και η εκλογική νομοθεσία (ΚΣ, ΝΕ, 13/5)

flM airl

f P s ic ll

5 Sa *$.·Λ * M = .|“ g 1 g s e |· ι ο ^ Η fa r « j s ^ li-p iS T

f: J •l gi -ίοi$gf W

f

Τέχνες

Καπόπουλος Φ.: Δεσμοί (Ι.Χ. Δημητρίου, Συνάντηση, 14) Κώστας Ζ.: Λύτρωση Α ' και Β' (Κ. Βαλαβάνης, Ελεύθερη Ώ ρα, 7/5) Λιοντάκης X.: Ο ροδώνας με τους χω­ ροφύλακες (Μ.Γ. Μερακλής, ΔΙ, 214) Μαγγανάρης Α. Ποιητική ανθολογία (Τ.Γ. Αναγνώστου, ΚΑ, 14/5) Μαρκόπουλος Γ.: Η ιστορία του ξένου και της λυπημένης (Ν.Γ.Δ, Ελεύθερος Τύπο*,, Λ/5) Νικολαίδης Α.: Ερωφάντα-συλλαβικά νερά (ΔΟ, ΑΥ, 14/5) Ντάλκα Ν.: Ανοιχτή πορεία (Ν. Καταικάδη. Συνάντηση, 14) Ρίτσος Γ.: Ποιήματα Τόμος Θ ' (ΣΤ, ΕΛ, 10/5), (ΚΣ, ΤΑ, 11/5) Στεργιόπουλος Κ.: Τα ποιήματα 19441965 (Ν.Γ.Δ, Ελεύθερος Τύπος, 14/5)

Κοινωνιολογία Borneman Ε.: Η πατριαρχία (Δ. Λιάρος, ΔΙ, 214)

Εκπαίδευση Νίτσε Φ.: Μαθήματα για την παιδεία (ΔΚ, ΕΛ, 10/5)

Πεζογραφία Δρακονταειδής Φ.: Χρόνια προϋπηρε­ σίας (Δ. Κούρτοβικ, ΕΛ, 10/5) Μεγάλου-Σεφεριάδη Λ.: Η γυναίκα της άμμου (Λ.Κ, ΕΛ, 3/5) Πστρικαλάκις Φ.: Έ να υπερβατικό γε­ γονός (Ν.Γ.Δ, Ελεύθερος Τύπος, 7/5)

LS m3 -2'

g UZHC άS a,, ,ί'H Lh, x x(| 49


νίαλρό Α.: Η Ελπίδα (Ν.Γ. Δαβέττας, Ελεύθερος Τύπος, 14/5) Μαν Τ .: Τα αλλαγμένα Κεφάλια (Γ. Ματξουράνης, ΑΥ, 7/5) Μπέρναρντ Τ.: Μπετόν (ΚΤ, ΕΘ, 10/5) Μπούρα Τ.: Η ξένη νύφη (Σ. Στάγκα, ΔΙ, 214) Ούνγκαρ X.: Η τάξη (Ν.Γ. Δαβέττας, Ελεύθερος Τύπος, 7/5)

Μελέτες Δασκαλόπουλος Δ.: Κ.Π. Καβάφης (Ν. Παρίσης, Βήμα, 7/5) Λαζανάς Β.Ι: Φιλολογικά μελετήματα (Κ.Γ. Σταυρόπουλος, Μετέωρα, Τομ. 42-43) Παπαγεωργίου Κ.: Η γενιά του ’70 (ΚΣ, ΝΕ, 6/5) Παππάς Κ.,: Α. Σαμαράκης, (Σ. Δη­ μούλης, ΑΥ, 14/5) Σταυρόπουλος Κ.Γ.: Δημήτρης Δ. Λέος.: (Κ. Βαλαβάνης, Μετέωρα, Τομ. 42-43) Bloom H.W Η αγωνία της επίδρασης (Δ. Καψάλης, ΠΗ, 6 και 13/5)

Δοκίμια Πιντέρης Γ.: Η αστρολογία στο μικρο­ σκόπιο ενός ψυχολόγου (ΝΝ, ΕΛ, 7/5) Borges J.L.: Τι είναι ο Βουδισμός (Π. Μπουκάλας, ΠΗ, 13/5)

Θεατρικά έργα Τσέχωφ Α.: Ο θείος Βάνιας (ΚΤ, ΕΘ, 14/5)

Ιστορία Κρήτη: Ιστορία και Πολιτισμός (Κ.Γ. Τσικνάκης, Εξόρμηση, 3/5) Λάξαρης Β.Κ.: Πολιτική ιστορία της Πάτρας (ΚΤ, ΕΘ,ΙΟ/5) Μπιμπίκου-Αντωνιάδη Ε.: Το βυζάντιο και ο ασιατικός τρόπος παραγωγής (Γ. Μπουμπούς, ΡΙ, 11/5) Κίπολλα Κ.: Η Ευρώπη πριν τη βιομη­ χανική επανάσταση (ΚΤ, ΕΘ, 7/5) Φλάισερ X.: Στέμμα και Σβάστικα (Α. Ρήγος, Βήμα, 14/5) Horner Τ.: Η ερωτική και σεξουαλική ζωή στη Βίβλο (ΚΣ, ΤΑ, 4/5)

Μαρτυρίες Παπαποστόλου Τ.: Το τάμα (ΝΝ, ΕΛ, 7/5) Φασιανός Α.: Σήμερα και αύριο και χθες (Ν.Γ.Δ, Ελεύθερος Τύπος, 7/5)

ΓεωγραφίαΤαξιδιιοτικά Πανταζής Β.: Χάρτες και ιδεολογίες (Κ. Καραφωτιάς, Σχολιαστής, Μάιος, 1989) Κουκ Τ .: Τα ταξίδια γύρω από τον κό­ σμο (ΚΤ, ΕΘ, 10/5)


ΚΙΚΙΙ ΛΙΙΜΟΙ'ΛΑ: Σ ά ς πΜ μησα ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ: Γιά ·Τό τιλουταϊο σώμα, τής Κιχής Δημουλά ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΤΚΛΛΛΣ: *Ύηίρ άσωτιίας. Ν.Γ. ΔΛΒΒΕΤΑΣ: 7 / αυμπιριφορά τών αγαλμάτων στήν ποίηση τής Δημουλά ΗΛΝΛΣΗΣ θ . ΝΙΑΡΧΟΣ: Πίσω χαί πέρα άπό χίς λέξιις ΜΙΚΙΙΣ βΕΟΔΟΡΛΚΗΣ: Σαν έρωμένη χαί σά μητέρα ΚΟΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΙΙΣ: 01 Γιρμανοί χ, έγώ (άνέχίστο άφήγημα), Π ΟΡΓΟΣ ΙΟΑΝΝΟΤ: Γι' μ ί οννβέιι μ ί τόν Ταχτσή χα ίμ έ χό έργο του ΤΛΚΗΣ ΒΛΡΒΓΓΣΙΟΊΉΣ: Άχουαι τή σιωπή * Γό πικραμένο μας · Ύ στα τη Ιξςμολόγηση ΚΟΣΤΑΣ ΑΖΚΛΟΣ (μ ιτ. Κχχιρίνα Δασχολβχη). Τό έρωτημαχιχό αΰτό (συνοπτικά) ΝΤΕΝΙΖ ΛΕΒΕΡΤΟΦ (μ ιτ. Σ.Λ. Σχαρτσής): Τραγούίι γιά χήν Ίσχάρ * Στό χριβάτι · « ... 'Αλλιώς ένας μ (γάλος πρίγχηπας xiixtxai σχά aiitpa · ΧΑΐΝΡΙΧ ΜΠΕΛΑ (ματ. Αγαθοκλής Ά ζίλ η ς): "Οπως ατά μιΛισχορήμαχα τής πανχάρας ΝΛΣΟΣ ΒΛΓΕΝΑΣ: Βάρβαροι στίχοι ΑΙΑ ΜΕΓΑΛΟΓ-ΣΕΦΕΡΙΛΑΗ: Σχή ριυσχή όροφή τού κόσμου * Τοπιογραφία ΤΟΜΛΣ ΜΠΕΡΝΧΑΡΝΤ (μιχ. Δημήτρης Ηβρσος): Ό άνηψιάς τού Βίττγχινσταϊν ΜΙΧΛΛΗΣ ΕΦΤΛΓΟΜΤΗΣ: Ν ιλα γχολία ατό Ρέ&μνο * Τό ποίημα τού ΡΜ μνου β .Π . ΖΛΦΕΠΊΟΓ: 'Απόβαρο * 'Απόφαση ιίλημμένη · Α ντιζηλία · Σχηνιχό ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ: Τό άλσος χριιάζιχαι βωμό ή κλιψύδρα Κώστας Γο^ργουοόκουλος, Δημήτρης Πσταμίτης, βανάσης β . Νιάρχας Σί β' πρόσωπο (μια συνομιλία ui τήν Κική Δημουλά) Σί γ ' κρώιυκο (Μόνος Στοφανίίης: Μαρτυρίις τού Ν.Δ. Καρούζου γιά τό* Γιώργο Μκαυζιάντ,) Ή κρίση τού βοοτρου (έκό τόι Γιόντη Βσρβόρη) •Η κρίση τού κινηματογράρου (άκό τό* Νίκο Κολοβό) Ί Ι κρίση τού βιβλίου ( Μ τους Κώστα Δοσκστάκουλο, Σκύρο Τσακνιά, Μ μ ι «ο la CoaofPUn) Σχόλιο και ζωγρορ ική τού Γιώργου Μκουζιόνη


αφιερωμα/53

36/αφιερωμα τους ως διπλή δημκ εναρκτήρια αναγωγι οφείλεται η δυναμική νει ως ένα από τα πι< κοινωνίας που μιλού’ νίας και της επικοινο στο τέλος την βιώνοι εσωτερική κρίση. Η κρίση των κόμ πρόσφατη και οφείλ παθητικής παράδοση· τανάλωση»5 επί της ε κόμικς - όποτε παίρ' στα αστεία) την αλλ προϋποθέτουν την εξ< μια ριζικά διαφορετι σης, τόσο του κειμένο της μεταξύ τους σχέε Tardi πως «πολλοί ά' χρόνων, νιώθουν αδι δεν ξέρουν πώς να τι κοιτάξουν πρώτα τα κείμενο»,6 δεν αναζη χνική της ανάγνωσης τημα μιας νέας αισθ κόμικς: μετά την κυ αντιστοιχεί στην πρε τος, την κατοπινή κ κού ρεαλισμού και μπορούμε να διαγνώι μια στροφή προς τη εικόνας, ιδίως εκεί ό: ται σε φανταστικό ρι η αλληγορία, ενώ τε περιεκτικότερος και χρονα κόμικς δείχνε την αλληγορία, ανεξ τους στάση απέναντι λιτική. Αυτό γίνεται μικς του Ptiluc και τε

#

αλληγορία είνε.. Και η εμπλοκή ως συμπαυεια είναι ταυτονοονα και ειι-πάθεια. Και το πάθος (όχι μόνο το

Η

λ

37

ΚΙΚ Η ΔΗΜΟΤΛΑ: Σάς πεΚμησα ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ: Για .Τό τελευταίο σώμα. τής Κιχής Δημουλά ΙΙΑΝΤΚΛΙΙΣ ΜΠΟΓΚΛΛΑΣ: .'Τ πέρ άσωτείας. Ν.Γ. ΛΛ11ΙΙΗΤΛΣ: 7 / συμπεριφορά τώ» αγαλμάτων στην ποίηση τής Δημουλά ΘΑΝΑΣΗΣ θ . ΝΙΑΡΧΟΣ: Πίσω καί πέρα άκό τις λέξεις ΜΙΚΙΙΣ ΘΕΟΔΏΡΛΚΙΙΣ: Σάν έρωμένη χαί σά μητέρα ΚΏΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ: ΟΙ Γερμανοί χι έγώ (άνίκ&ττο άφήγημα). ΓΙΏΡΓΟΣ ΙΏΑΝΝΟΤ: Τί μ ί σννδεει με τόν Ταχτσή χαί με τό έργο τον ΤΑΚΗΣ ΒΛΡΒΓΓΣΙΏΤΙΙΣ: 'Αχούσε τή σιωπή · Τό πεπρωμένο μας · Ύ στατη έξτμολόγηση ΚΏΣΤΑΣ ΑΕΕΛΟΣ ήιετ. Κατερίνα Δασχαλάχη): Τό έρωτηματιχό αΰτό (συνοπτικά) ΝΤΕΝΙΖ ΛΚΒΕΡΤΟΦ (μετ. Σ.Λ. Σκαμτσής): Τραγοΰίι γιά τήν Ίστάρ · Στό κρεβάτι * « ... 'Αλλιώς ένας μεγάλος πρίγκηπας χείτεται στά σίδερα · Χ ΑΐΝΡΙΧ ΜΠΕΛΑ (μετ. Αγαθοκλής Ά ζάλης): ‘Οπως στά μιΑιστορήματα τής πεντάρας ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΛΣ: Βάρβαροι στίχοι ΑΙΑ ΜΕΓΑΛΟΓ-ΣΕΦΕΡΙΑΔΙΙ: Σ τή ρευστή όροφή τού κόσμου * Τοπιογραφία ΤΟΜΛΣ ΜΙΙΕΡΝΧΑΡΝΤ (μετ. Δημήτρη; Ηάρσος): Ό άνηψιός τού Βίττγχεναταιν ΜΙΧΛΛΙΙΣ ΕΦΤΑΓΏΝΠΊΙΣ. Μ ελαγχολία στό Ρέβψνο · Τό ποίημα τού Ρεϋψνου Θ.Π . ΖΑΦΕΙΡΙΟΤ: 'Απόβαρο · Απόφαση ειλημμένη * Α ντιζηλία · Σκηνικό ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ: Τό άλσος χρειάζεται βωμό

ή κλεψύδρα Δημήτρης Πστκμίτης, Θανάσης θ . Νιάρχος ΙΛ ο πρόσωno (μια σννομιλία μέ τήν Κιχή Δημουλά) ΣΙ τ ' πρόσωπο (Μόνος Στερανίάης: Μαστοριές τού Ν.Δ. Καρούζου γιά τόν Γιώργο Μποοζιάνς) Ή κρίση τού θέατρου (4πό τόν Γιάννη Βαμβάρη) Ή κρίση τού κινηματογράφου (άπό τόν Νίκο Κολοβό) Ή κρίση τού βιβλίου (άπό τους Κώστα Δεσκοτόκουλο, Σκύρο Τσαχνιά, Π ·Ι| Σχάβια καί ζωγραρική τού Γιώργου Μκουζιάνη

84

ίρχ. 300

του παρόντος της στιγμής της ανάγνωσης. Η αλληγορία αρθρώνεται πάντα γύρω από τον


36/αφιερωμα τους ως διπλή δημκ εναρκτήρια αναγωγι οφείλεται η δυναμική νει ως ένα από τα πι< κοινωνίας που μιλού' νίας και της επικοινο στο τέλος την βιώνοι εσωτερική κρίση. Η κρίση των κόμ πρόσφατη και οφείλ παθητικής παράδοσηι τανάλωση»5 επί της ε κόμικς - όποτε παίρ' στα αστεία) την α>λ προϋποθέτουν την εξ< μια ριζικά διαφορετι σης, τόσο του κειμένο της μεταξύ τους σχέι Tardi πως «πολλοί ά­ χρονων, νιώθουν αδι δεν ξέρουν πώς να τι κοιτάξουν πρώτα τα κείμενο»,6 δεν αναζη χνική της ανάγνωσης τημα μιας νέας αισθ κόμικς: μετά την κυ αντιστοιχεί στην πρι τος, την κατοπινή κ κού ρεαλισμού και μπορούμε να διαγνώι μια στροφή προς τη εικόνας, ιδίως εκεί ό: ται σε φανταστικό ρι η αλληγορία, ενώ τι περιεκτικότερος και χρονα κόμικς δείχνε την αλληγορία, ανεξ τους στάση απέναντι λιτική. Αυτό γίνεται μικς του Ptiluc και τε αλληγορία είνα. Και η εμπλοκή ως συμπαοεια είναι ταυτό­ χρονα και εμ-πάθεια. Και το πάθος (όχι μόνο το ερωτικό) είναι «εξ ορισμού φτιαγμένο για να φαίνεται: η απόκρυψη πρέπει να φαίνεται: έχε υπόψη σου ότι κάτι πάω να σου κρύψω, αυτό εί­ ναι το μεγάλο παράδοξο που πρέπει να επιλύσω: το πράγμα πρέπει ταυτόχρονα να γίνεται και να μη γίνεται γνωστό: να γίνεται γνωστό πως δεν θέλω να το δείξω: ιδού το μήνυμα που απευθύνω στον άλλον».7 Γιατί όμως θα έπρεπε η αναφορά μας στην αλ­ ληγορία να στραφεί στην κατεύθυνση του ερωτι­ κού λόγου και να δώσει στο πάθος τη διάσταση επιστημολογικού παραδείγματος; Μα, στο βαθ­ μό που είμαστε μέσα στον κόσμο, εν-υπάρχουμε στην κοινωνία και ο κοινωνικός κόσμος συνιστά

αφιερωμα/53

ΚΙΚ1Ι ΛΙΙ.ΜΟΙ'ΛΛ: Σάς πΜ μηαα ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ: Γιά «Τό τιλιισαίο σώμα· τής Κιχής Δημουλά ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΓΚΑΛΑΣ: .Ύ π ίρ άσω τιίας. Ν.Γ. ΔΑΒΒΚΤΛΣ: 7 / σιμπιριφορά τών αγαλμάτων στην ποίηση τής Δτμουλά ΗΑΝΑΣ1ΙΣ « . ΝΙΛΡΧΟΣ: Πίσω καί nipa dmi τις Χΐξ,,ς ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΙΙΣ: Σάν ίρωμίνη καί σά μητίρα ΚΟΣΤΑΣ ΤΛΧΤΣΙΙΣ. ΟΙ Γερμανοί κ, Ιγώ (άνίκόοτο άφήγημα). ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΓ: Γι' μ ί συνίίει μ ι τόν Ταχτσή καί μ ί τό ίργο του ΤΛΚΗΣ Ι1ΑΡΙ1ΓΓΣΙΩΤΙΙΣ: "Αχουσι τή σιωπή · Τό πιπρωμίνο μας · Ύ στατη Ιξτμολόγηση ΚΩΣΤΑΣ ΑΣΕΛΟΣ (μ*τ. Κ»τ«ρίν« Δασκαλάχη): Τό ίρωτηματιχό αυτό (συνοπτικά) ΝΤΕΝΙΖ ΛΕΒΕΙΤΟΦ (μ ιτ. Σ.Λ. Σκαρτσής): ΤραγοΆι γιά njv Ίστάρ · Σ τό κρεβάτι · «... Αλλιώς ένας μεγάλος πρίγκηπας κείτεται ατά aiitpa· ΧΑΐΝΡΙΧ ΜΠΕΛΑ (μττ. 'Αγαθοκλής Ά ζίλ η ς): "Οπως στά μυθιστορήματα τής χ ι ντάρα; ΝΑΣΟΣ Ι1ΑΓΕΝΑΣ: Βάρβαροι στίχο, ΑΙΑ ΜΚΓΛΛΟΓ-ΣΕΦΕΡΙΛΔΗ: Σ τή ρευστή όροφή του κόσμου · Τοπιογραφία ΤΟΜΑΣ ΜΙΙΚΡΝΧΛΡΝΤ (ματ. Δημήτρης Ηάρσας): Ό άνηψιός τού Βίττγκενσταϊν ΜΙΧΛΛΙΙΣ ΕΦΤΛΙΏΝΠΊΙΣ: Μ ελαγχολία στό ΡΜλμνο · Τό ποίημα τού ΡεΟιμνου Θ .ΙΙ. ΖΛΦΕΙΡΙΟΓ: 'Απόβαρο * Απόφαση ειλημμένη * Α ντιζηλία · Σκηνικό Χ ΑΡΙΙΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ: Τό άλσος χρειάζεται βωμό ή κλαψΰίρα Κώστας Γεωρπουσόπωλμ, Διρήτριχ Π «·μίτη;, Ησνάστ,ς β. Νιάρχβς Σά C πρόσωπο (μια συκμ,ΧΙα μά τήν Κική Δημαυλά) Σά γ ' πρόσωπα (Μώκς ΣτεφανΛης: Μ«ρτυρί«< τού Ν.Δ. Καραύζου γιά τό. Γιώργο MWCiivr.) Ή κρίση τού θεάτρου (in i τό» Γιάννη Βαράάρη) Ή κρίση τού χινηματογράρου (άκά τόν Νίκο Κολοίά) Ή κρίση τού βιβλίου (άκό τούς Κώστα ΛεσποτόπουΧ», Σκύρο Τσακνιά, ΚΗρρο *· k «"--- —γγ) Σχόλια και ζισγρο^ική τού Γιώργου Μκουζιάνη

του παρόντος της στιγμής της ανάγνωσης. Η αλληγορία αρθρώνεται πάντα γύρω από τον άξονα του χρόνου - στη συγχρονία δεν υπάρχει λόγος: το παρόν βιώνεται και μπορεί να βιωθεί μόνο ως συνισταμένη του παρελθόντος με το μέλλον, δηλαδή σαν μια στιγμή του χαμένου χρό­ νου που δεν έχει κερδηθεί ακόμη. Τόσο στις προβλέψεις του Marx για τον καπιταλισμό και το τέλος του, όσο και στην αναφορά του Πλάτωνα στην Ατλαντίδα,12 ή στον σύγχρονο σοσιαλιστικό πολιτικό λόγο (όπου το όραμα του μέλλοντος καθοδηγεί το παρόν και το παρελθόν), η αλλη­ γορία πραγματώνεται ως μια πράξη εύρεσης της, αλήθειας σ’ έναν άλλο κρίκο της χρονικής διαδο­ χής. Αυτή η βασική αρχή περνά και στα κόμικς: Η ομιλία για το παρόν προσφεύγει σ’ ενα χρονι-

ο

rve£rw>p ΐΜΠΑιάέ* α π ο -

yce?Hl£ Α ηο

τη μ (ΙΠ η Ρ6 ζ ι α ΚΑΙ Τ Ρ έ ιί ΜΜΜ££ Η 6 ΤΑ Ofc«Α»46 Ο Π%>Μο£ ΤοΜ6IV&

Γ£ε>ΑΖ£|. οΎΡοΗοΧ ΑόΤίΤΑΙ U T A l< 6 M .

(> τρόμος κατονομάζεται και βιώνεται. H παρουσία τον είναι όιαρκής και ο θάνατος είναι (;) η μόνη οΛός διαφυγής απ' αυτόν, τρόμος έχει όνομα και υπόσταση, Λεν έχει όμως πρόσωπο: είναι απρόσωπος η πολυπρόσωπος <Bernel-St‘gura).


αφιερωμα/55

54/αφιερωμα κό παιχνίδι, που ακολουθεί έναν από τους τρό­ πους διαχείρισης του χρόνου - αντίστοιχους μ’ αυτούς που ήδη αναφέραμε - ανάλογα με το ίδιο το παρόν, όχι γιατί καθορίζεται με την έννοια της υποταγής, αλλά γιατί διαλέγεται με το παρόν και αυτός ο διάλογος καθορίζει τόσο το παρόν, όσο και τον λόγο (και, φυσικά, τον λόγο των κό­ μικς). Έτσι ο λόγος των κόμικς είναι βαθιά πολιτι­ κός, είναι κοινωνικά στρατευμένος, όμως δεν εί­ ναι, ή τουλάχιστον δεν είναι πια, λιανοπωλητής των ιδεολογιών. Τις ιδεολογίες που, όπως είναι φυσικό, περιλαμβάνει, τις φέρει γραμμένες στο ίδιο του το σώμα. Τις περιέχει στις ίντριγκες ανάμεσα στο λόγο και την εικόνα.13 Τις προβάλ­ λει μ’ ένα κλείσιμο του ματιού στον αναγνώστη, που πρέπει να είναι έτοιμος να το καταλάβει, να το διακρίνει στο φευγαλέο της στιγμής που ο δη­ μιουργός άφησε να διαφανεί το πρόσωπό του. Σίγουρα τα κόμικς έχουν και μια λειτουργία πολιτική. Δεν πρόκειται όμως για μια λειτουργία μονοδιάστατη, ούτε μονής κατευθύνσεως. Αντί-

θετα, λαμβάνει υπόψη της όλους εκείνους που μεσολαβούν ώσπου να φτάσει στον αναγνώστη, όλες τις δυνατές λογοκρισίες και αναστολές που μπορεί να συναντήσει, όχι τόσο για να προπα­ γανδίσει, όσο για να εκφράσει τις απόψεις του δημιουργού. Ν’ αποτελέσει το βήμα απ’ όπου, μέσα από τους κινδύνους και τις περιπέτειες που περνά η φωνή στον σύγχρονο δυτικό κόσμο, ν’ ακουστεί τελικά το (από) φθεγμα. Ίσως όλη αυτή η προσπάθεια να είναι μάταιη. Ίσως το (από)φθεγμα δεν είναι παρά ο ύμνος στο σύστημα που επιτρέπει, έστω και με εμπό­ δια, τον έσχατο αυτό προσωπικό λόγο. Ίσως δεν ακούγονται όλα όσα θα έπρεπε να ακουστούν, γιατί τ’ αυτιά μας δεν είναι ακόμη έτοιμα για έναν τέτοιο λόγο. Αυτές όμως οι αντιρρήσεις δεν αρκούν για να μας πείσουν για «προσθέσεις» και δολοπλοκίες πίσω από την πλάτη των αιώνια ανήλικων, ανυποψίαστων αναγνωστών. Είναι το τελευταίο εμπόδιο στην αναγνώριση μιας άλλης πρόθεσης, και την αναγνώριση της ύπαρξης των εμποδίων.

Σημειώσεις

θος- ουδ’ αν μηδετέρως έχοντες· όταν δ ’ εν ταις φιλίαι; εγγένηται τα πάθη, οίον ειαδελφός αδελφόν ή υιός πατέρα ή μήτηρ υιόν ή υιός μητέρα αποκτείνει ή μέλλει ή τι άλλο τοιούτον δρα, ταύτα ξητητέον.«(Ποιητική, 1453b). Εξάλ­ λου, το φανέρωμα του κρυμμένου πάθους είναι το κεντρι­ κό ζητούμενο της τραγωδίας, από τους Οιδίποδες ώς τον Ευριπίδη. 8. Πλουτάρχου, Ερωτικός, 79c. 9. Αντρέι Μπέλι, Η Μαγεία των Λέξεων, μετ. Γ. Λυκιαρδόπουλος, εκδ. Έρασμος, Αθήνα 1981, σελ. 11 10. Μ. Foucault, Οι λέξεις και τα πράγματα, μετ. Κ. Παπαγιώργης, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1981, 45 κ.επ. 11. Γ. Χειμωνάς, Ο Λόγος: Μάθημα έβδομο και τελευταίο: Ο Χρόνος και το Σύμβολο, εκδ. Ράππα, Αθήνα 1985, σελ. 12. 12. Βλ. Ρ. Vidal-Naquet, Ο Μαύρος Κυνηγός, μετ. Γιάγκος Ανδρεάδης-Π. Ρηγοπούλου, εκδ. Νέα Σύνορα, Αθήνα 1983, σελ. 354 κ.επ. 13. Βλ. Γ. Σκαρπέλος, Για τα Κόμικς, περ. «Σύγχρονα θέμα­ τα», τ. 34, σελ. 100 κ.επ. * Το κείμενο αυτό αποτελεί μέρος της διδακτορικής διατριβής του συγγραφέα, που πραγματοποιείται με υποτροφία του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών.

1. Αρμάν Ματλάρ-Αριέλ Ντορφμάν, Ντόναλντ ο Απατεώνας ή η διήγηση του ιμπεριαλισμού στα παιδιά, μετ. Αγνή Ζακοπούλου-Νάντια Τσαούλα, εκδ. Ύψιλον, Αθήνα 1979, σελ. 214. 2. Ariel Dorfman, The Empire's Old Clothes, Pluto Press, London 1983, σελ 3-13. 3. Στο ίδιο, κεφάλαιο «The Infatilization on the Adult Rea­ der», σελ. 135 κ.επ. 4. Στο ίδιο, σελ. 5 5. Βασ. Καραποστόλης, Συμβίωση καί Επικοινωνία στην Ελ­ λάδα, εκδ. Γνώση, Αθήνα 1987, σελ. 14. 6. Βλ. τη συνέντευξη του Jacques Tardi στο περ. «Το Τέταρ­ το», με τίτλο Η κρίση των κόμικς, τ. 341/1988. 7. Roland Barthes, Αποσπάσματα τον Ερωτικού Λόγον, μετ. Βασ. Παπαβασιλείου, εκδ. Ράππα, Αθήνα 1983, σελ. 59. Η παρατήρηση αυτή συνδέει κατά κάποιον τρόπο τα κό­ μικς με την αρχαία τραγωδία, αφού κι αυτή, όπως γράφει ο Αριστοτέλης, ασχολείται με τα πάθη: «Ποία ουν δεινά ή ποία οικτρά φαίνεται των συμπιπτόντων, λάβωμεν. ανά­ γκη δε ή φίλων είναι προς αλλήλους τας τοιαύτας πράξεις ή εχθρών ή μηδετέρων. αν με ουν εχθρός εχθρόν, ουδέ ελεεινόν ούτε ποιων ούτε μέλλων, πλην κατ’ αυτό το πά-

Ω ~Ο

Ρ

I ♦ '

0Π2Σ. 6Λ0ΤΑ 6X2- Μ Α Δ ΙΑ Ρ Κ Η

J4 > (ΑΛΓΗ

V W n 5 £ii*teX£lA2TPVS άάλΐΔ ΜΡψ ' ( Λ I 6ΑΑΖ ΖΔ'Μ γΤΑΣ ΕΛί&ΑΛΛεί

STA ΧέλΡέΡΐΜ ASiAlST<?PA.

ΜΡά ΚΑ606Ι ΊΟ 6ΑΙΧήΘΫΟ flpU έ ΐΧ ά ΚΑΜ 6Ι Α 9?0

Η ΜΑΜΑ Α 04, ΑέΠΡΙόΤΑΣ 0Ί\ Η £Γί>ΡΙΑ μ£ τ ο μ ν ? θ ί τ 0*4. ΑΙλ>έ·Ι MIA Κ Ο \) \Λ°Λ0 ΚΑΙ IAFV6I MIA tUptVCAΤι ΚΗ Χ Α Γ Α Μ λ Κ Μ


αφιερωμα/59

58/αφιερωμα

Τ. Αποσχολίδης

Σενάριο - Διασκευή Το σενάριο - είτε γράφεται για κινηματογράφο, είτε για τηλεόραση ή για κόμικς - είναι μια ιστορία δράσης που περιγράφεται με εικόνες και διαλό­ γους. Στον κινηματογράφο τις εικόνες που περιγράφει ο σεναριογράφος, τις «δημιουργεί» ο σκηνοθέτης - στο πλατό του στούντιο ή σε εξωτερικούς χώ­ ρους - με τη βοήθεια του σκηνογράφου, του ενδυματολόγου, του φωτιστή, του μακιγιέρ, του ηχολήπτη και φυσικά των ηθοποιών. Στα κόμικς τις εικόνες «δημιουργεί» ο εικονογράφος, μόνος του. Είναι αυτός που - όπως λέει ο Π. Μαρτινίδης - κάνει την ακινησία κίνηση και την ανάγνωση (των διαλόγων που γράφονται στα γνωστά συννεφάκια) ήχο. Δουλειά καθόλου υποδεέστερη εκείνης του σεναριογράφου. σκηνοθέτης, όπως και ο εικονογράφος. Ο αναπλάθουν τις εικόνες αφού οι περιγρα­ φές και τα ερεθίσματα του σεναρίου προκαλέσουν την έμπνευσή τους, κεντρίζοντας τη δη­ μιουργική τους φαντασία. (Η τεχνική τους κα­ τάρτιση θεωρείται δεδομένη). Το σενάριο αποτελείται από μια σειρά βασικά εννοιολογικά συ­ στατικά, τα οποία εκφράζονται μέσα από μια «καθορισμένη δομή» με αρχή, μέση και τέλος. Αυτή η «καθορισμένη δομή» είναι μια γραμμική διάταξη συμβάντων, επεισοδίων ή γεγονότων

που παράγουν το μύθο και που τον οδηγούν σε κατάληξη. *

Ο Δημητράκος στο «Μεγάλο Λεξικό της Ελλη­ νικής Γλώσσας» αναφέρει ότι: «Διασκευή είναι η επεξεργασία και η, δια προσθαφαιρέσεων, μετα­ βολή της αρχικής μορφής και η εμφάνισις υπό νέαν μορφήν». Επεξεργάζεται, δηλαδή, ο διασκευαστής ένα είδος - ας πούμε, ένα θεατρικό Α'.. ΠΡΟΤΑΡΗΙ, ΔΚΛΑΔΜ1

έργο - επιφέρει μεταβολές στη δομή, στη λει­ τουργία και στη μορφή του, με σκοπό να παρά­ γει μια διευθέτηση των επιμέρους στοιχείων που θα εξυπηρετούν τη μορφή - ας πούμε τα κόμικς στην οποία στοχεύει η επεξεργασία. Η διασκευή είναι μεταγραφή από μια μορφή Τέχνης σε άλλη, που υπακούει στους νόμους της δεύτερης και όχι επιβολή της μιας μορφής πάνω στην άλλη. Όταν, λοιπόν, το σενάριο είναι διασκευή, είναι σίγουρα ένα αυθεντικό έργο, πιστό στα εκφρα­ στικά μέσα του είδους, που βασίζεται σε «αλλότριο υλικό» που, βέβαια, αποτελεί το αρχικό ερέθισμα, την πηγή, την πρώτη ύλη, αλλά τίποτα περισσότερο.

Οι Κωμωδίες τ ο ν Αριστοφάνη σε κόμικς ταν το 1981 αποφασίσαμε να μεταφέρουμε σε κόμικς τις κωμωδίες του Αριστοφάνη, Ο είχαμε βάλει τρεις στόχους: Η σειρά έπρεπε να ψυχαγωγεί, να πληροφορεί και να προβληματί­ ζει τον αναγνιόστη γύρω από τα -πάντα επίκαι­ ρα - θέματα που θίγει ο μεγάλος κωμωδιογρά­ φος. Απευθυνόμασταν ιδιαίτερα στο νεανικό κοινό, που αποτελεί άλλωστε και τον αναγνωστι­ κό πυρήνα των κόμικς. Θέλαμε, με τη δουλειά μας, να του δώσουμε την ευκαιρία να γνωρίσει το έργο του Αριστοφάνη, με μια μορφή προσιτή κι ιδιαίτερα δημοφιλή σ’ αυτό το κοινό, μέσα από την οποία θα μπορούσαμε να εκφραστούμε κι εμείς. Η έκπληξη ήταν ότι, τελικά, τα κόμικς τον Αριστοφάνη διαβάζονται κι από αναγνώστες με­ ΤΙ 6ΓΟ

γαλύτερης ηλικίας αλλά κι από παιδιά. Τα κόμικς δεν ανταγωνίζονται το θέατρο, ούτε έρχονται να υποκαταστήσουν τη θεατρική παρά­ σταση. Τα κόμικς θέλουν να φέρουν τον αναγνώ­ στη σ’ ένα «διαφορετικό» πλησίασμα με το έργο του ποιητή. Πλησίασμα όμως που είναι ικανό να μεταφέρει τα πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστι­ κά μηνύματα του Αριστοφάνη. Στην περίπτωσή μας, που το θέμα και ο μύθος δεν είναι πρωτότυπα, επιστρατεύεται μια μορφή Τέχνης - το κόμικ - για να «περάσει» στο πλατύ κοινό μια άλλη μορφή Τέχνης - το αρχαίο θέα­ τρο - που από τη φύση της είναι λιγότερο προσι­ τή. Κι αυτό, βέβαια, δεν το κάναμε πρώτα εμείς με το κόμικ και το θέατρο. Το έκαναν πρωτύτε­ ρα ο κινηματογράφος και η τηλεόραση με τη λο­ γοτεχνία, το τραγούδι με την ποίηση, ο χορός με τη συμφωνική μουσική... Η μεταφορά όμως ενός θεατρικού έργου σε κόμικ επιβάλλει το ξαναπλάσιμο του έργου, μια κι οι κανόνες γραφής των δύο αυτών ειδών είναι διαφορετικοί. Το κόμικ σαν περισσότερο ευέλικτο και λιγό­ τερο αυστηρό από τη θεατρική παράσταση, έχει τη δυνατότητα μέσα από την ανάπτυξη τον μύ­ θου, ή παράλληλα μ ’ αυτή, να σχολιάσει, να πα­ ρεμβάλει, ν’ αντιπαραθέσει, ώστε ο αναγνώστης πέρα από την υπόθεση της κωμωδίας, που έτσι κι αλλιώς θα 'μενε αναλλοίωτη, να σχηματίζει μια γενικότερη και πιο ολοκληρωμένη εικόνα τον περιβάλλοντος χώρου της Αθήνας του Περικλή, αγγίζοντας την κοινώνικοπολιτική κατάσταση της εποχής όπως και τα προβλήματα των ανθρώ-

6Γ 9 ΕΡΧΟΜΑΙ ΚΑΘ6 ΜΕΡΑ

ϋΠΗΡΕΣΙΑΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΔΟΙΤ AEUQ IT H N EMU*»

ΚΑΘΕ Η6ΡΑ

* € Θ ν ικ η ΗΕτεβΡΟΑΟπκμ u r w e iiA


αψιερωμα/61

60/αφιερωμα πων της. Ο Αριστοφάνης έγραψε τα έργα του σε μια εποχή που οι καθημερινές αξίες άρχιζαν να ξε­ πέφτουν, καινούρια ρεύματα (πολιτικά, ιδεολο­ γικά, φιλοσοφικά) να συγκρούονται, μέσα σε μια κοινωνία που αναζητούσε μια καινούρια ταυτότητα, καθώς οι κάτοικοι των Ελληνικών πόλεων βυθίζονταν στη φτώχεια και τη δυστυ­ χία, αποτελέσματα ενός εμφυλίου πολέμου (Πελοποννησιακού) που δεν έλεγε να τελειώσει... Όλα αυτά τα ρεύματα, τις αντιθέσεις, τις δια­ μάχες, προσπαθήσαμε να τα περάσουμε στα κό­ μικς, όπως ακόμη και τη χαρακτηριστική πολυ­ μορφία της Αθηναϊκής ζωής, τα βάθη της επε­ κτατικής πολιτικής της, τον πλούτο των αγορών της, τις ιδιομορφίες των ανθρώπων, τη διείσδυ­ ση των νέων ιδεών, την επανάσταση στις Τέχνες και στα γράμματα. Φροντίσαμε ώστε όλα αυτά να δοθούν απαλ­ λαγμένα από τη στείρα σχολαστικότητα με την οποία συνήθως αντιμετωπίζονται όλα όσα αναφέρονται στην αρχαιότητα. Δανειστήκαμε στοιχεία από την παράδοση για να μεταμφιέσουμε και να παρουσιάσουμε την επικαιρότητα - την τότε, αλλά και τη σημερινή, μια που πολλά πράγματα, παρά τους αιώνες που μεσολάβησαν, παρέμειναν αναλλοίωτα - διανθι­ σμένη με ευρήματα, υπερβολές, χιούμορ κι εκ­ πλήξεις. Κάθε φορά που γίνονται κάποιες νύξεις σε τω­

ρινές καταστάσεις, γεγονότα ή πρόσωπα, δεν γί­ νονται μόνο για να «βγάλουν γέλιο», αλλά και για να τονίσουν τις συμπτώσεις με το τότε και μέσα απ’ αυτές τη διαχρονικότητα των έργων του ποιητή. Απ’ την άλλη μεριά ο χειμαρρώδης διάλογος και η εκπληκτική φαντασία του Αριστοφάνη, θα ασφυκτιούσαν μέσα στα περιορισμένα όρια ενός καρέ, όταν αυτό απλά και μόνο θα «φωτογράφι­ ζε» τις σκηνές μιας υποτιθέμενης θεατρικής πα­ ράστασης. Αυτό το σκεπτικό μας οδήγησε ώστε στα κό­ μικς (στα περισσότερα έργα) να μεταφέρουμε τις σκηνές σε φυσικούς χώρους. Η επιλογή αυτή πολλαπλασίασε τις δυνατότη­ τες του σκιτσογράφου, αφού του επέτρεπε να καδράρει τα πλάνα του με μεγαλύτερη ευελιξία, να διαλέξει γωνίες λήψης, να αφήσει αδέσμευτη τη φαντασία του στην επιλογή και διαμόρφωση των σκηνικών χώρων και να χρησιμοποιήσει μια μεγάλη ποικιλία χρωμάτων. Ποικιλία που δεν επιδιώκει πάντα τη ρεαλιστική απεικόνιση, αλλά κάποιες φορές συνοδεύει τη συναισθηματική κα­ τάσταση των ηρώων, υπογραμμίζοντας τη φόρτι­ ση ή την εκτόνωση της σκηνής. Οι διάλογοι στα κόμικς «στήθηκαν» ελεύθερα και η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε είναι ανάλα­ φρη, απλή, καθημερινή, για να έχει την αμεσότη­ τα που επιβάλλει ο Αριστοφάνης, αλλά και να «αγγίζει» ένα μεγάλο φάσμα κοινού, αφού τα

κόμικς διαβάζονται από μικρούς και μεγάλους με διάφορα επίπεδα μόρφωσης. Κάτι άλλο που έπρεπε να ξεπεράσουμε ήταν οι αθυροστομίες του ποιητή καθώς και μερικές τολ­ μηρές σκηνές των έργων. Το θέατρο απευθύνεται σε ενήλικες, ενώ το κόμικ πηγαίνει και σε παιδι­ κά χέρια. (Άλλωστε ένα χοντρό αστείο έχει άλλη βαρύτητα όταν λέγεται στη σκηνή κι άλλη όταν γράφεται σε βιβλίο). Ο Αριστοφάνης, βέβαια, ήταν υποχρεωμένος να χρησιμοποιεί αυτές τις ακρότητες του λόγου και της μιμικής, αφού δεν μπορούσε να αποξε­ νωθεί απ’ την πνευματική του μητέρα τη φαλλική γιορτή, που επέβαλε σαν συστατικό γνώρισμα το ξέφρενο κι οργιαστικό ξεφάντωμα και την υπέρμετρη ελευθερία στο λόγο και στις πράξεις. Στη δουλειά μας, που η εξάρτηση αυτή δεν ήταν αναγκαία, δώσαμε μεγαλύτερο βάρος στην πλοκή, τη σάτιρα και τα μηνύματα των κωμω­ διών παρά στα αθυροστομικά τους στολίδια. Για να ολοκληρωθεί η μεταφορά των έντεκα κωμωδιών σε κόμικς χρειάστηκαν πέντε χρόνια (1981-1986). Στις 506 σελίδες των βιβλίων υπάρ­ χουν 3.895 καρέ και 10.112 συννεφάκια με κείμε­ να. Η έκδοσή τους κράτησε τρία χρόνια (19831986) κι από τότε επανεκδίδονται συνέχεια. Μέ­ χρι το τέλος 1987 πουλήθηκαν περίπου 180.000 αντίτυπα (συνολικά). Δύο κωμωδίες (« Ορνιθες» και «Λυσιστράτη») δημοσιεύτηκαν σε συνέχειες

σε εβδομαδιαία κι ημερήσια εφημερίδα («Ποντί­ κι», «Ελεύθερος Τύπος», αντίστοιχα). Τα βιβλία χρησιμοποιήθηκαν σε σχολεία και σε μερικά απ’ αυτά ανέβηκαν θεατρικές παρα­ στάσεις με τους διαλόγους των κόμικς και τη σκηνοθετική «άποψη» του σκιτσογράφου. (π.χ. Γυμνάσιο Κοντοπεύκου Αγ. Παρασκευής Αττι­ κής, 1987).

Οι... «Μεταριστοφανικές» μου κόμικς - παραγωγές «ΚΑΝΩ ΚΟ Μ ΙΚΣ»

πό τις επαφές που είχα με το κοινό, κυρίως Α σε διάφορες εκδηλώσεις που γίνονταν για τα κόμικς του Αριστοφάνη, διαπίστωσα ότι τελι­ κά πολύ λίγοι αναγνώστες μπορούσαν να διαβά­ σουν σωστά τα κόμικς! Οι περισσότεροι διάβαζαν γρήγορα τα λόγια και αδιαφορούσαν, ή έβλεπαν επιπόλαια τις ει­ κόνες «για να πάρουν μια ιδέα»! Λίγοι παρατηρούσαν πολύ προσεκτικά τις ει­ κόνες έτσι που χάνουν τον ειρμό του λόγου και αναγκάζονταν να ξαναδιαβάζουν τους διαλό­ γους με αποτέλεσμα αυτό το μπρος-πίσω να τους κουράζει. Ελάχιστοι είχαν την ικανότητα (όχι με την έν­ νοια της επάρκειας, αλλά με την έννοια της επι-


62/αφιερωμα

αφιερωμα/63

δεξιότητας) να «αγκαλιάζουν» με το βλέμμα την εικόνα, να εστιάζουν για λίγο την προσοχή τους στους διαλόγους και στη συνέχεια, χαλαρώνο­ ντας σιγά-σιγά αυτό το «αγκάλιασμα» της εικό­ νας, να στέλνουν το βλέμμα τους στο διπλανό καρέ για να συνεχιστεί η ίδια διαδικασία. Πόσα πράγματα έχανε ο αναγνώστης γιατί δεν ήξερε να διαβάζει σωστά μ ια α φ ή γ η σ η με εικόνες! Σκέφτηκα, λοιπόν, τότε, πως θα ’ταν χρήσιμη μια προσπάθεια «διδασκαλίας ανάγνωσης» των κόμικς που θα απευθυνόταν σε αναγνώστες μι­ κρής ηλικίας και φυσικά θα ήταν ευχάριστη, ακριβώς για να είναι εύληπτη. Έτσι πάνω σ’ αυτή την ιδέα, με κείμενα όπου χρειάζονταν - δικά μου και τη συνεργασία δεκατεσσάρων (!) εικονογράφων γεννήθηκε η σειρά «ΚΑΝΩ ΚΟΜΙΚΣ». Αποτελείται από 8 βιβλία - παιχνίδια (4 για παιδιά 7-10 χρόνων, 2 για παιδιά 9-12 χρόνων και 2 για παιδιά 11-14 χρόνων). Η σειρά χαρα­ κτηρίστηκε σαν «ψαχαγωγικό γύμνασμα φαντα­ σίας, γραφής και ζωγραφικής».

α. Περιγραφή: Σε κάθε βιβλίο υπάρχουν τρεις ενότητες με αυτοτελείς ιστορίες κόμικς που καθεμία έχει δια­ φορετικό θέμα και ήρωες. Στις ιστορίες της πρώτης ενότητας τα παιδιά κολλούν - στα λευκά μπαλονάκια - τους διαλό­ γους που βρίσκουν στις ένθετες ειδικές σελίδες αυτοκόλλητα, αφού η αλληλοδιαδοχή των εικό­ νων και η προσεκτική παρατήρηση τους βοηθή­ σει να καταλάβουν το μύθο. Στις ιστορίες της δεύτερης ενότητας, τα παιδιά γράφουν μόνα τους - στα λευκά συννεφάκια τους διαλόγους, διαμορφώνοντας έτσι το σενά­ ριο με βάση τις εικόνες. Στην τρίτη ενότητα τα παιδιά ζωγραφίζουν τις εικόνες που πιστεύουν ότι ταιριάζουν με τους τυπωμένους διαλόγους. Έτσι τα παιδιά, που αγαπούν τα κόμικς, με τα βιβλία της σειράς αυτής, έχουν την ευκαιρία επιστρατεύοντας τη φαντασία, την παρατηρητηρικότητα και την επιδεξιότητά τους - να μετα­ τραπούν, από... παθητικοί αναγνώστες, σε δη­ μιουργούς!

Μ ιλ ώ ν τ α ς γ ι α μ έ ν α Γεννήθηκα στη Θεσσαλονίκη το 1947 κι όταν άρχισα να μαθαίνω τα «πρώτα γράμμα­ τα», το 1953-1954, άρχισαν να κυκλοφορούν στην Ελλάδα και τα «πρώτα κόμικς». Ανήκω λοιπόν, κυριολεκτικά, στη γενιά που... γαλουχήθηκε και μεγάλωσε μαζί τους. Πρέπει να διάβασα - και να ξαναδιάβασα - όλες τις παραγωγές του Πεχλιβανίδη και του Τερξόπουλου. Και το περίεργο - για κείνη την εποχή - είναι ότι δεν διάβαζα τα κόμικς... κρυφά, αλ­ λά φανερά! Μου τ ’ αγόραζαν οι δικοί μου!! θυμάμαι μια μόνο παρατήρηση της μητέρας μου: «Μακάρι να διάβαζες και την αριθ­ μητική σου με την ίδια προσήλωση που διαβάζεις τα κόμικς!». Το ότι αργότερα σπούδασα Μαθηματικά και έγραψα και σενάρια για κόμικς, δεν πρέπει να ’ναι άσχετο μ’ εκείνη την παρατήρηση... Γύρω στα 14-15 μου χρόνια εγκατέλειψα τα «παιδικά» αναγνώσματα και έπεσα, μετά μανίας, σε άλλα και μόνο γύρω στα... 25 μου ανακάλυψα τον ΤΕΝ-ΤΕΝ, τον ΛΟΥΚΥΛΟΥΚ, και τον ΑΣΤΕΡΙΞ! Αυτή τη φορά η παρατήρηση ήταν του περίπτερά της γειτονιάς μου: «Μόνο εσύ, όταν αγοράζεις κόμικς - στην ηλικία σου - δεν το κρύβεις μέσα στην εφημερίδα!». Ήμουν απ’ αυτούς που δε... ντρεπόμουνα να διαβάζω κόμικς - σ’ εκείνη την ηλικία εκείνη την εποχή, όπως δε ντρεπόμουνα να κάνω και ό,τι άλλο μου προκαλούσε ευχαρί­ στηση. Σε καμιά περίπτωση όμως, δεν είχε περάσει τότε - ποτέ - απ’ το μυαλό μου η ιδέα ν’ ασχοληθώ κάποτε επαγγελματικά με το είδος. Το 1973 εκδίδεται το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο: «ΕΥΘΥΜΟΓΡΑΦΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΚΑΤΗΦΕΙΣ» (Γυπο-ελληνισμού, θεσ/νίκη) και μέχρι το 1982 - που κυκλοφορεί το δεύτερο βιβλίο μου: «ΑΝΘΡίίΙΙΑΚΟΣ» («Gutenberg», Αθήνα), με ευθυμογραφικά χρονογρα­ φήματα που είχαν ήδη δημοσιευτεί σε εφημερίδα με την οποία συνεργαζόμουν τότε δεν έγραψα παρά δύο βιβλία Μαθηματικών για υποψήφ ιους Αυκείου και ένα ταξιδιωτι­ κό οδηγό (!) παραγγελίες των εκδόσεων Μόλχο (θεσ/νίκη). Ήταν η εποχή που είχα συνειδητοποιήσει ότι οι δύο άσχετοι μεταξύ τους στόχοι που είχα βάλει στη ζωή μου - να διδάσκω και να κάνω τον κόσμο να γελάει, είχαν μπει σ’ ένα δρόμο υλοποίησης. Ήδη δούλευα σαν καθηγητής Μαθηματικών σε Ιδιωτικό Αύκειο της θεσ/νίκης και τα γραπτά μου στην εφημερίδα «βγάζαν γέλιο» στο κοινό που μ’ ενδιέφερε και στο οποίο, φυσικά, απευθυνόμουν.

Στο τέλος το κέρδος είναι τριπλό: Η χαρά της δημιουργίας, ένα συναρπαστικό κόμικς-άλμπουμ και η μάθηση (προσεκτικής) ανάγνωσης της αφήγησης με εικόνες. 6. Εικαστικό μέρος:

επιλέχτηκαν με κριτήρια την ηλικία και τα αντί­ στοιχα ενδιαφέροντα των παιδιών. Έτσι έχουμε για παράδειγμα: Ιστορίες με ζώα, ιστορίες με ήρωες παιδιά, διασκευές ή αναστροφές γνωστών μύθων και παραμυθιών, περιπέτειες κ.ά.

Μια που η σειρά έίχε ένα... κρυφοεκπαιδευτικό στόχο, σκεφτήκαμε να δώσουμε κι άλλες πλη­ ροφορίες στα παιδιά. Αυτές θα περνούσαν μέσα απ’ την εικαστική διάσταση του αποτελέσματος. Οι εικόνες σαν τεχνοτροπία - γι’ αυτό και συ­ νεργάστηκαν τόσοι καλλιτέχνες - καλύπτουν όλη τη γκάμα του σχεδίου: Από το απλό γραμμικό, μέχρι το σύνθετο και το αφαιρετικό. Η ίδια «λογική» πέρασε και στην τεχνοτροπία χρωματισμού: Χρησιμοποιήθηκαν απλά υλικά (ξυλομπογιές, μαρκαδόροι) αλλά και ακουαρέλες, τέμπερες μέχρι και εκολίνες με αερογράφο. Έτσι τα παιδιά έχουν την ευκαιρία να γνωρί­ σουν τη δυνατότητα των υλικών και να διακρί­ νουν τα είδη. γ. Θέματα:

δ. Χρήση:

Τα θέματα των λιγοσέλιδων κόμικς - ιστοριών,

Τα «ΚΑΝΩ ΚΟΜΙΚΣ» εκτός από «ατομικά», μπορούν να «παιχτούν» και σαν ομαδικά παιχνί­ δια, όπου εκτός απ’ την άμιλλα, ενισχύονται η πρωτοβουλία, η αυτοπεποίθηση και η αυτοεκτί­ μηση του παιδιού. Χρησιμοποιήθηκαν σε πρότυπα ή πειραματικά σχολεία σαν άσκηση ανάπτυξης συνειρμικής σκέ­ ψης και φαντασίας. Χρησιμοποιήθηκαν, ακόμη, για διδασκαλία και εξάσκηση ξένων γλωσσών. Μια άμεση ωφελιμότητα είναι η επαφή του παιδιού με το βιβλίο και η -με ενεργό τρόπο επέμβασή του σ’ αυτό. Τέλος η σειρά αυτή θα δώσει τη δυνατότητα να ανακαλυφθούν κάποια ταλέντα και να καλ­ λιεργηθούν έγκαιρα.

Η ιδέα να ασχοληθώ με κόμικς και ειδικότερα με τη διασκευή των κωμωδιών του Αριστοφάνη σε κόμικς, ήταν αποτέλεσμα συμπτώσεων. Βέβαια, μου άρεσε σαν ιδέα είναι αλήθεια ότι με προκάλεσε και η δυσκολία της πραγματοποίησής της - και δεν την άφησα να περάσει ανεκμετάλλευτη. Κάθε χρόνο, με μια ομάδα μαθητών του Αυκείου που δούλευα, ανεβάζαμε ένα θεα­ τρικό έργο που παρουσιάζαμε στο τέλος της χρονιάς σε 3-4 παραστάσεις (ανοιχτές και στο κοινό της πόλης)· ήθελα να πιστεύω πως εκείνες οι παραστάσεις ήταν κάτι παραπά­ νω από «σχολικές παραστάσεις»... Το 1981, λοιπόν, αποφασίσαμε ν’ ανεβάσουμε τους «ΟΡΝΙΘΕΣ». Οι σκηνοθετικές ανάγκες για ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διδασκαλία του έρ­ γου, μ’ ανάγκασαν να «σχηματοποιήσω» τις σκηνές, περιγράφοντάς τες αναλυτικά σε σελίδες, με τους διαλόγους και σκηνοθετικές-υποκριτικές υποδείξεις, να τις αναπαράγω φωτοαντιγραφικά και να τις μοιράζω στους μικρούς μου ηθοποιούς για μελέτη. Το αποτέλεσμα αυτής της μεθόδου ήταν, όταν τέλειωσαν οι τετράμηνες πρόβες, να έχω γύρω στις 200 σελίδες σημειώσεων και «διαλογοποιημένο» εικόνα-εικόνα το συγκε­ κριμένο έργο του Αριστοφάνη. Είχα, δηλαδή, μια πολύτιμη πρώτη «δομική ύλη» κόμικς! Η διαπίστωση ότι οι μαθητές μου δεν ήξεραν σχεδόν καθόλου τον μεγάλο κωμωδιο­ γράφο και η μεγάλη απήχηση που είχε σ’ αυτούς το έργο του, όταν το γνώρισαν, ήταν επίσης μια πολύτιμη εμπειρία. Την εποχή εκείνη δούλευα παράλληλα, όπως ανέφερα και πιο πάνω, στην «Εγνατία» απογευματινή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης, όπου εκτός από χρονογράφημα έκανα για πρώτη φορά - κείμενα για στριπς που δημοσιεύονταν καθημερινά και που σχεδίαζε ο Αλέκος ΙΙαπαδάτος. Στην ίδια εφημερίδα - άλλη σύμπτωση - δούλευε σαν γελοιογράφος ο Γιώργος Ακοκαλίδης, γνωστός σκιτσογράφος μ’ έντονα προσωπική γραμμή, ένστικτο και πείρα... «Αυτό γίνεται κόμικς», του είπα και έδειξα τις 200 σελίδες μου! «Είσαι τρελός», μου απάντησε και την άλλη - κιόλας - μέρα στρώθηκε στη δουλειά! «Αυτά τα πράγματα δ.ν γίνονται στην Ελλάδα», μου είπε άλλος φίλος - εκδότης αυ­ τός —στον οποίο είχα πει τότε τι πάμε να φτιάξουμε... Χρειάστηκαν 6 χρόνια σκληρής δουλειάς για να ολοκληρώσουμε την κόμικς - μεταφο­ ρά των 11 κωμωδιών (τόσες είναι οι κωμωδίες του Αριστοφάνη που σώζονται). Ανακαλύπταμε, τη μια μετά την άλλη, τις τεχνικές, αλλά και τη μαγεία της αφήγησης με εικόνες...


64/αφιερωμα Ο Ι Μ Υ Θ Ο Ι ΤΟΥ Α ΙΣ Ω Π Ο Υ Σ Ε Κ Ο Μ ΙΚ Σ

ουλεύοντας τα «ΚΑΝΩ ΚΟΜΙΚΣ», ήρθα, αναγκαστικά, σ’ επαφή με θέματα που εν­ διαφέρουν τα παιδιά και «τεχνικές ανάπτυξης μύθων» που απευθύνονται σε παιδιά. Έτσι όταν βιβλιογραφικά ανέτρεξα στον Αί­ σωπο, στάθηκα - αναπόφευκτα - πιο πολύ σ’ αυτόν και ξαναγύρισα πάλι αργότερα κοντά του. Καθώς οι μύθοι του Αισώπου αναπτύσσονται με χάρη, σαφήνεια, συντομία και χιούμορ, βρί­ σκονται σε πλήρη συζυγία με τους ρυθμούς και τους κώδικες των κόμικς. Ακόμη η εύγλωττη αλληγορία, η λιτότητα αλ­ λά και η συμπύκνωση του ύφους, η περιγραφή χαρακτήρων και εικόνων ανάγουν ακριβώς εκεί: Στην κόμικς - διασκευή! Η μεγάλη μου απορία είναι πώς δεν το είχε σκεφτεί κανείς άλλος μέχρι τώρα. Ακόμη μια τέτοια διασκευή θα είχε και εμπο­ ρικό ενδιαφέρον για τους εκδότες, αφού και ο Αίσωπος είναι δημοφιλής στα παιδιά και τα κό­ μικς είναι τα προσφιλή τους αναγνώσματα. Διασκευάζουμε - εικονογράφος είναι ο Κώ­ στας Βουτσάς - γύρω στους 50 μύθους που θα κατανεμηθούν σε 4 βιβλία (τα δύο θα κυκλοφο­ ρήσουν το Β' εξάμηνο του 1989 και τ’ άλλα δύο το 1990). Η σειρά απευθύνεται σε παιδιά 5-12 χρόνων. Μια πρωτοτυπία, νομίζω, της διασκευής είναι ότι από βιβλίο σε βιβλίο υπάρχει ένα χρονικό άλμα 12 αιώνων! Έτσι ενώ το Ιο βιβλίο αναφέρεται στην εποχή του Αισώπου, το 4ο αναφέρεται στο 3.000 μ.Χ! (Με δύο ενδιάμεσα, στο Βυ­ ζάντιο και στις αρχές του αιώνα μας). Η επιλογή αυτή έγινε και για να αντιμετωπι­ στεί το πρόβλημα της χρονικής αναφοράς στα ντεκόρ, κοστούμια, περιβάλλον, αλλά, κυρίως, για να τονισθεί και μ’ αυτό τον τρόπο η διαχρονικότητα των Αισώπειων μύθων. Το ύφος της διασκευής εμπνέεται από τη διά­ θεση του Αισώπου να επικρίνει τη βαναυσότητα και την αδικία, να φανερώσει την αλήθεια, να ασκεί πολιτική και κοινωνική κριτική, να δείχνει συμπάθεια στον βασανισμένο πολίτη και να βοη­ θάει τον άνθρωπο να ανακαλύπτέι τις δυνάμεις που ελλοχεύουν μέσα του, έτσι ώστε κάθε μύθος να αποπνέει αισιοδοξία... Ο εικονογράφος αναπτύσσει κάθε μύθο σε δύο, τρεις ή τέσσερις σελίδες, σε τετράγωνο έ­ ντυπο χώρο, με 2 «στριπς» στη σελίδα. Χρησιμο­ ποιεί σαφή περιγράμματα και χρωματίζει με εκολίνες, ώστε να παράγει «ατμόσφαιρες» που εντυπωσιάζουν τα παιδικά μάτια και αγγίζουν τις ευαισθησίες τους.

Δ

Ο! Α ΘΑ Ο Ι ΤΟ Υ ΒΟΥΤΑ Ο ΥΠΟ Υ

στις Μυκήνες την εποχή του Ευρυσθέα. Β ρισκόμαστε

αφιερωμα/65 Οι άθλοι του Ηρακλή έχουν τελειώσει. Έτσι κανείς πια δεν ασχολείται με τις Μυκήνες, τον Ευρυσθέα και το θρόνο του. Ο βασιλιάς νιώθει το κύρος του να μειώνεται και πέφτει σε βαθιά μελαγχολία. Δυο «πονηροί τύποι» των Μυκηνών, ο 'Ανο­ μος και ο Μουτρίων,σχεδιάζουν να εκμεταλλευ­ τούν την κατάσταση με στόχο την περιουσία του Ευρυσθέα. Βρίσκουν κι εκπαιδεύουν τον γιγα­ ντόσωμο κι αγαθό λαχανοπώλη Βούγδουπο και τον παρουσιάζουν στο βασιλιά - με τη βοήθεια του μυστικοσύμβουλου των ανακτόρων Κοπρέα - σαν ένα καινούριο ήρωα, πρόθυμο να κάνει για χάρη του ένα καινούριο δωδέκαθλο. Έτσι ο κόσμος πάλι θα εντυπωσιαζόταν κι ο θρόνος θα αποκτούσε την παλιά του δύναμη και δόξα! Ο Ευρυσθέας πείθεται, η αμοιβή καθορίζεται με το κομμάτι (κατά άθλο) και καταβάλλεται μό­ νο όταν ο άθλος πραγματοποιηθεί. Αυτό όμως συμβαίνει σπάνια! Έτσι οι «τύποι» αναγκάζονται, για να αντιμε­ τωπίσουν τα έξοδα των διαφόρων «αποστολών», να πουλήσουν τις περιουσίες τους και να φορτω­ θούν μ’ ένα σωρό χρέη. Το περίεργο είναι ότι αποτυχαίνουν οι άθλοι στους οποίους βάζουν κι αυτοί το χεράκι τους! Ενώ οι άθλοι που επιχειρεί μόνος του ο Βούγδουπος πετυχαίνουν! Έτσι ο ήρωας αποκαλύπτει προτερήματα (γνώσεις και δεξιοτεχνίες) που ξαφνιάζουν, ακριβώς γιατί δεν είναι «ορατές» από την αρχή. Ο Βούγδουπος ταξιδεύει στην Πελοπόννησο, αλλά και στην Αίγυπτο, την Κρήτη, αλλά και στην Κίνα, κατεβαίνει σε κρατήρες ηφαιστείων, κυνηγάει θεριά σε βουνά και σε ρουμάνια, τα βάζει με θεούς και δαίμονες για να εκτελέσει τις απίθανες επιταγές του Ευρυσθέα... Έτσι, κάθε φορά, δίνεται η ευκαιρία στον αναγνώστη να παρακολουθεί φανταστικές περι­ πέτειες, μ’ ένα σωρό απίθανα, κωμικά επεισόδια κι εκπλήξεις... Οι «Άθλοι του Βούγδουπου» είναι μια σειρά μύθων που δεν ανήκουν, βέβαια στην... Ελληνι­ κή Μυθολογία, αλλά δανείζονται απ’ αυτήν την ατμόσφαιρα, τους χώρους, τα μορφολογικά και δομικά της στοιχεία. Υπάρχει «ηρωική δράση» με πρόσωπα «αντιηρωικά» που κινούνται ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό. Δεν διακωμωδούνται μόνο πρόσωπα, χαρα­ κτήρες, πάθη, καταστάσεις, αλλά και ο ίδιος ο ΜΥΘΟΣ με τις υπερβολές του, την απλοϊκότητα και τις - παρά τη λογική - έπεμβάσεις του. Κύριος στόχος η ψυχαγωγία των μικρών - αλ­ λά και των μεγάλων - αναγνωστών. Παράλληλα - και μέσα από την εξέλιξη ,τού μύθου, μ’ ένα τρόπο ανώδυνο, (στα παραμύθια όλα συγχωρούνται) - θίγονται σύγχρονα θέματα με αναφορές στη σημερινή πραγματικότητα, για

σύγκριση, αντίθεση, αλλά και για υπαινιχθούν τωρινά προβλήματα ή να περάσουν μηνύματα (ειρηνιστικά, οικολογικά, ποιότητα ζωής κ.λπ.) Ακόμη, από την έρευνα που προηγήθηκε, συλλέχτηκαν πληροφορίες - που αφορούσαν στην καθημερινή ζωή, τη διατροφή, το ρουχισμό, τα σκεύη και τα αντικείμενα χρήσης, τα οικοδομή­ ματα, τις θεότητες, τις γιορτές, τα έθιμα κ.λπ. που στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν στη διάρθρωση του μύθου, δίνοντας ακριβή στοιχεία για την κοινωνία, την πολιτική και τον περιβάλ­ λοντα χώρο της εποχής εκείνης. Ο «Βούγδουπος» εντάσσει® λοιπόν στην παQa-μ υθο λο γία (όπου η πρόθεση «παρά» δεν έχει κατ’ ανάγκη αξιολογική χροιά! Αλλά δηλώνει τον τόπο: Κοντά στη Μυθολογία). Γίνονται, άλλωστε, αναφορές - σύνδεσμοι με γνωστά μυθολογικά πρόσωπα (Ευρυσθέας, Μίνωας κ.ά.) και τόπους (Μυκήνες, Κνωσσός κ.ά.) για να «τοποθετηθεί» ο μύθος, αλλά και για να εξαφθεί η περιέργεια, ώστε να τηρηθεί αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αφού παρουσιά­ ζονται πράγματα παράλληλα και πολύ κοντά ο αυτά που ο ίδιος ήδη ξέρει.

Ελληνική παραγωγή κόμικς ο ότι δεν υπήρχε, μέχρι πριν λίγα χρόνια, ελληνική κόμικς - παραγωγή, δεν οφείλεται - βέβαια - στο ότι δεν υπήρχαν καλλιτέχνες που να ασχολούνταν με το είδος. Καλλιτέχνες υπήρχαν και μερικοί μάλιστα ικανότατοι, αλλά δεν τους δινόταν η ευκαιρία να παρουσιάσουν δουλειά τους. Οι εκδότες δεν διακινδύνευαν τα χρήματά

Τ

Ο Ζ ητή σ τε Χ

Ο

Ν

Δ

Ρ Ι Κ

Η

:

I .

2. 3. 4. I

■ ’ κ - <S

γ

ϊ

ί : ι cr

χον

τους σε τέτοιου είδους παραγωγές. Και χωρίς τους εκδότες - μια που τα κόμικς είναι αλληλένδετα με το έντυπο - δεν μπορούσε να υπάρχει κόμικς - παραγωγή. Η άρνηση των εκδοτών οφείλονταν κυρίως στο γεγονός ότι το κοινό στο οποίο απευθύνονταν οι περισσότερες προτάσεις, ήταν ένα «ειδικό» κοι­ νό ενηλίκων - περιθωριακό ίσως - που δεν το γνώριζαν και δεν ένιωθαν καθόλου σίγουροι ότι θα «παίρναν τα λεφτά τους πίσω». Ο ΑΡΚΑΣ, βέβαια, με τον «Κόκορά» του, αρ­ χικά, κι αργότερα με τις «Σόου μπίζνες», το «Κτήνος» και τον «Ισοβίτη», καθώς και οι «ΚΩ­ ΜΩΔΙΕΣ του ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ» απευθύνονταν σ’ ένα ευρυτερο κοινό ενηλίκων (και... όχι μόνο!) γι’ αυτό και είχαν διαφορετική υποδοχή (από τους εκδότες) και απήχηση (στο κοινό). Οι παραγωγές όμως αυτές είναι, σχετικά, πο-' λύ πρόσφατες. Από το 1983 και μετά. Στο ίδιο διάστημα βλέπουμε και κάποιες άλλες απόπειρες, με καθαρά εμπορικούς στόχους αυ­ τές, όπως τη σειρά: «Γιωρίκας και Κωστίκας», αλλά και τη μεταφορά κεφαλαίων της «Μυθολο­ γίας» του Τσιφόρου σε κόμικς, που όμως δεν φά­ νηκε να αγγίζουν το κοινό. Φυσικά λιγοσέλιδες συνεργασίες Ελλήνων δη­ μιουργών βλέπουμε να δημοσιεύονται στα πε­ ριοδικά κόμικς «ΒΑΒΕΛ» και «ΠΑΡΑ ΠΕ­ ΝΤΕ», που παρά τους επηρεασμούς τους από ξέ­ να πρότυπα, σε μερικά απ’ αυτά, είναι ολοφάνε­ ρη η ποιότητα. Μόλις το 1987 στην ΑΣΕ ΑΕ, δημιουργείται για πρώτη φορά στην Ελλάδα - ανεξάρτητο τμή­ μα παραγωγής κόμικς, αποκλειστικά Ελλήνων καλλιτεχνών.

1 1 *:/ * ι τ τ λ ex v t w / / *: \ 'f > ς οιτήμχ-ρα. α τ τ ώ

χο

β ιβ λ - ν ο τ τ ώ λ η

α τας

Π Α Τ Α Ρ Ι Τ η λ . 3602542 Π Ρ Ο Ο Δ Ο Σ Τ η λ . 3621001 Ϊ Τ Α Μ Ο Υ Α Η Ϊ - Κ Α Ν Α Κ Η Ϊ Τ η λ . 3623113 Χ Ρ ΙΣ Τ Α Κ Η Σ Τ η λ . 3607876

Μ α υ ρ ο μ ιχ ά λ η

5,

Τ η λ .

3 6 2 3 5 5 3


66/αφιερωμα

αφιερωμα/67

Βασίλης Παπαδογιαννάκης

Μια προσωπική μαρτυρία για την τέχνη του κόμικ

Θέσαμε στον Βασίλη Παπαδογιαννάκη μια ερώτηση σχεδόν ανόητη: «Γιατί φτιάχνεις κόμικς;» Είναι το ίδιο σαν να ρωτάς τον άλλον: «Γιατί αναπνέεις;» Στη δεύτερη αυτή ερώτηση, φυσικά, δεν υπάρχει απάντηση. Ούτε και στην πρώτη. Ο Βασίλης όμως βρήκε κάτι να γράψει: ρχονται κάποιες στιγμές που νιώθει κανείς την ανάγκη να εξωτερικεύσει τα βαθύτερα συναισθήματά του, να μετατρέψει τις άμορφες ιδέες που κυριαρχούν μέσα του σε μηνύματα, να επικοινωνήσει μ’ εκείνους που θα ’θελαν να συμ­ μεριστούν τους φόβους, τις αγωνίες και τις ελπί­ δες του και να κραυγάσει ενάντια σ εκείνους που δυσκολεύουν την ανάσα του και με κακό­ γουστες πινελιές παραμορφώνουν την ανθρώπι­ νη εικόνα. Έρχονται στιγμές που θέλει κανείς να φωνά­ ξει, να μιλήσει, να γελάσει, να δείξει την αγάπη ου, να κλάψει ακόμα ή να διαμαρτυρηθεί. Ερ­ χονται, τέλος, στιγμές που η πνοή της δημιουρ­ γίας βγαίνει από μέσα σου και σε συνεπαίρνει η ευχάριστη διάθεση να προσθέσεις ένα δικό σου κομμάτι, μια προσωπική σου έμπνευση, την απο­ κλειστικά δική σου ανθρώπινη σφραγίδα στον κόσμο που σε περιβάλλει. Τόγε γεννιέται η τέχνη, τότε γεννιούνται τα κόμικς: Μορφές επικοινωνίας του ανθρώπου με τους άλλους μέσα από το δημιούργημά του, τρό­ ποι ζωής μέσα από τρόπους έκφρασης. Οπως η τέχνη, έτσι και τα κόμικς δεν περιορίζονται στα δημιουργήματα των αρχικών εμπνευστών τους, δεν τυλίγονται φιλήδονα διαρκώς γύρω από τα σαγηνευτικά κορμιά του εφησυχασμού, της επα­ νάληψης, του καθιερωμένου και του γενικά απο­ δεκτού. Εξελίσσονται, αναδημιουργούνται μέσα από τις στάχτες του παλιού και του τετριμμένου, ακολουθούν την πορεία της κοινωνίας, συμμερί­

Ε

ζονται τις αγωνίες και τις προσδοκίες των δη­ μιουργών τους και αντιπαλεύουν με φαντασία και ευαισθησία - συχνά όμως και με ρεαλισμό τους ανθρώπινους φόβους και την αλλοτρίωση της πεζής καθημερινότητας. Σε μια εποχή που το σύνθημα της διαρκούς κί­ νησης μαστιγώνει τ’ αυτιά μας, η τεχνολογία, η μόδα, η κουλτούρα, ακόμα και οι ιδέες μεταλλάσονται ραγδαία (κι όχι απαραίτητα προς το κα­ λύτερο) και το αίσθημα της εγρήγορσης και της συνεχούς επαγρύπνησης για την αλλαγή του σκηνικού κυριαρχεί, είναι φυσικό να μη μένουν πια στατικές οι εικόνες, αλλά ν’ ακολουθούν μια πορεία μέσα στο χρόνο (που συνήθως συμπίπτει με την πορεία του/των κεντρικού/κών ήρωα/ ηρώων), είναι φυσικό να μετατοπίζουν το βάρος από την αισθητική της αιχμάλωτης ομορφιάς και της στιγμιαίας μορφής στην αντίληψη της δρά­ σης, της πλοκής, της συνέχειας και των αντίστοι­ χων συγκινησιακών εκδηλώσεων που υπαγορεύ­ ουν κάθε φορά. Είναι αλήθεια πως τα κόμικς κατηγορήθηκαν όσο κανένα άλλο είδος τέχνης, παρεξηγήθηκαν, πολλές φορές διώχθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν (και ακόμη χρησιμοποιούνται),ως μέσο κοινωνικο-πολιτικής προπαγάνδας προς όφελος της εξουσίας και της άρχουσας τάξης. υμάμαι τον εαυτό μου που, πιτσιρικάς ακό­ μη, έτρεχα με τις ελάχιστες οικονομίες μου Θ στο ψιλικατζίδικο του κυρ-Νίκου, ν’ αγοράσω


68/αφιερωμα μεταχειρισμένα κόμικς, που τροφοδοτούσαν τη φαντασία μου με περιπέτειες ανέγγιχτες θαρρείς από το πέρασμα του χρόνου, όπου το καλό κυ­ ριαρχούσε επί του κακού, η ηθική ανταμοιβή ακολουθούσε την ηρωική προσπάθεια, οι κοινωνικοπολιτικές ανάγκες του αγέραστου ήρωα περ­ νούσαν στο περιθώριο και η καθημερινή ρουτίνα και μιζέρια παραχωρούσαν τη θέση τους στην ακατάβλητη δράση και τα επαναλαμβανόμενα κατορθώματα. Κι έτρεχα κρυφά, καθώς οι γονείς μου διαφω­ νούσαν με το διάβασμα τέτοιων «αποπροσανα­ τολιστικών» εντύπων, που στο κάτω κάτω η αγο­ ρά τους ήταν και αντιοικονομική στην ανέχεια της εποχής εκείνης. Έκρυβα τα περιοδικά σ’ όποιο μέρος του σπιτιού μπορούσα, γιατί δεν ήθελα να μου λείψουν μετά το διάβασμά τους, αν και το σπίτι - μικρό γαρ - δεν διευκόλυνε κα­ θόλου τέτοιου είδους φιλόδοξες προσπάθειες. Κι αυτό αποδεικνυόταν συχνά, καθώς πολλά περιο­ δικά εξαφανίζονταν χωρίς ίχνη από τα σημεία που με τόση αγωνία και ευλάβεια τα είχα κρύ­ ψει. Παρ’ όλα αυτά είχα κατορθώσει να αποκτήσω μια αξιόλογη «συλλογή» από τα κόμικς που με ενδιέφεραν περισσότερο, εμπλουτίζοντάς την με νέες αγορές ή με ανταλλαγές με φίλους μου. Τα έντονα συναισθήματα - είτε χαράς, είτε λύπης που συνόδευαν κάθε εκδήλωσή μου σχετιζόμενη με τον μικρόκοσμο των κόμικς δεν ήταν τυχαία και δεν είχαν τον αντίστοιχο επιπόλαιο και επι­ φανειακό χαρακτήρα των παιδιών της ηλικίας μου, που η αίσθηση της ιδιοκτησίας και της κα­ τοχής υποκαθιστούσε τη σύνδεση με το αντικεί­ μενο. Αγαπούσα αυτά τα άψυχα έντυπα, όχι μόνο γιατί τα διάβαζα ευχάριστα, αλλά και γιατί, υποτυπωδώς, όσο η ηλικία και οι γνώσεις μου το επέτρεπαν, σκίτσαρα κι εγώ και ήθελα μελλοντικώς να δημιουργήσω εκείνες τις εικόνες που ακούραστα έτρεχαν μπροστά στα μάτια μου. Ήμουν περίπου τριών χρονών όταν το «καλλιτε­ χνικό» μου ταλέντο άρχισε να εκδηλώνεται δει­ λά, σε κάποιο θυρωρείο στου Ζωγράφου, με τη συνδρομή του χασάπη της γειτονιάς που τροφο­ δοτούσε τις ακόρεστες ανάγκες μου σε γραφική ύλη με το χαρτί περιτυλίγματος των κρεάτων. Και δεν ήταν τα σκίτσα μου μια προκαθορισμένη ενέργεια για να ικανοποιήσει τα αισθητικά μου κριτήρια ή κάποια αφηρημένη και επιπόλαια κί­ νηση για να διώξει την πλήξη της στιγμής. Ήταν η αυθόρμητη εκδήλωση μιας πηγαίας έμπνευσης, μιας εσωτερικής ανάγκης που δεν προσδοκούσε το αποτέλεσμα, όποιο κι αν ήταν αυτό, αλλά ικα­ νοποιούσε τη διάθεση για δημιουργία και (γιατί όχι;) φυγή. Μια διάθεση που δεν ξεχώριζε στιγ­ μές κούρασης ή ατονίας, έντονης διέγερσης ή νη­ φαλιότητας, δυνατών συναισθημάτων ή ειρηνι­

αφιερωμα/69 κής ψυχραιμίας. Απλά το χέρι, με λυτρωτική γρηγοράδα και έμφυτο (πιστεύω) ένστικτο, κι­ νούνταν πάνω στο λευκό χαρτί και το γέμιζε με σχήματα και ιδέες, ανθρώπινες φιγούρες και κα­ ταστάσεις, φανταστικά όνειρα ή ρεαλιστικούς εφιάλτες. κόμα ζηλεύω αυτήν την παράξενη ικανότη­ τα εκείνων των χρόνων - που το τέλος τους Α δεν είναι και τόσο μακρινό στο παρελθόν: να παίρνω το στυλό ή το μολύβι σε στιγμές ακαθό­ ριστες και απροειδοποίητα να μετουσιώνω τις σκέψεις και τις επιθυμίες σε σχεδιαστικές ανα­ παραστάσεις, νιώθοντας μια αλλόκοτη ευφορία και ικανοποίηση. Δεν ξέρω τι ακριβώς ήταν αυτό που άλλαξε εκείνη την ομορφιά της απόλυτης υποταγής στο αυθόρμητο ένστικτο, εκείνη την αναπάντεχη δροσερή πηγή στον καύσωνα του πεζού ρεαλι­ σμού και της προγραμματισμένης καθημερινότη­ τας. Ίσως ο διαθέσιμος χρόνος για ονειροπαρσίες και φαντασιώσεις να γέμισε τώρα πολύπλο­ κες σκέψεις και σθεναρά συγκροτημένες ιδέες, με φιλοσοφημένες αντιλήψεις και έντονους προ­ βληματισμούς πάνω σε καίρια ζητήματα. Ίσως το γεγονός ότι με τον καιρό άρχισα να σκιτσάρω για τους άλλους - περιοδικά, εφημερί­ δες, φίλοι και οργανώσεις - με κάποιο προμελετημένο σχέδιο και όχι αποκλειστικά για τον εαυ­ τό μου, να περιόρισε το χαρακτήρα του αυθορ­

μητισμού και της ικανοποίησης (που προέκυπτε, όπως προανέφερα, όχι από το αποτέλεσμα, αλλά από την ίδια την ενέργεια που οδηγούσε σ’ αυ­ τό). Ίσως να ήταν η αλλαγή στον τρόπο ζωής, έκ­ φρασης και επικοινωνίας με τους άλλους που έκανε όλο και πιο μικρή καθώς μεγάλωνα την ανάγκη για συνομιλία με τον εαυτό μου και για εξωτερίκευση των φόβων και των ελπίδων μου μόνο για μένα. Ίσως, τέλος, να ήταν όλα αυτά μαζί, ακόμα κι άλλα, που δεν μου έρχονται αυτή τη στιγμή στο νου ή που επιδόθηκαν στο διαβρωτικό τους έργο υποσυνείδητα και αθόρυβα. Πιστεύω ότι όνο είναι οι βασικοί λογοι που ο άνθρωπος γίνεται καλλιτέχνης: ο πόθος για επι­ κοινωνία και η αγάπη για τη δημιουργία. Προ­ φανώς, στα αρχικά βήματα της πορείας μου σαν σχεδιαστή και σκιτσογράφου το δεύτερο μέρος αυτού του δίπτυχου ήταν πιο ανεπτυγμένο, πιο έντονο και καθοριστικό. Τα έργα μου αντιπρο­ σώπευαν κάποια νοήματα και προσωπικές τά­ σεις, αλλά αφορούσαν μόνο εμένα και γι αυτό απευθύνονταν μόνο σ’ εμένα. Η επικοινωνία μέσα απ’ τη δημιουργία ήρθε αργότερα, όταν άρχισαν να κατασταλάζουν οι απόψεις μου για την κοινωνία και τον άνθρωπο, όταν οι αντιλήψεις μου απόκτησαν ιδεολογικό υπόβαθρο και ανέβηκαν απ’ το εγώ στον άνθρω­ πο και όταν συνειδητοποίησα τη δυνατότητα έκ­ φρασης μέσα από την τέχνη όχι μόνο των προσω­

πικών επιλογών και ερεθισμάτων, αλλά και μιας γενικότερης αντίληψης για τον πολιτισμό, την κοινωνία και την πολιτική, μέσα σε κάποια υπο­ κειμενικά πλαίσια οπωσδήποτε. Η μετάδοση ιδεών μέσα απ’ το έργο είναι και ο πιο δύσκολος και ευαίσθητος ρόλος του καλλιτέ­ χνη. Γιατί δεν ενεργεί πια αυθόρμητα και εγωκε­ ντρικά, δεν αντιμετωπίζει το θεατή, τον αναγνώ­ στη ή τον ακροατή μόνο σαν κριτικό τέχνης ή σαν άνθρωπο με αισθητική αντίληψη, αλλά πάνω απ’ όλα - σαν άτομο με προσωπικότητα, με πολιτιστικό επίπεδο, με πολιτικούς και κοι­ νωνικούς προβληματισμούς. Και αυτό είναι που τον κάνει όχι μόνο ικανό σαν καλλιτέχνη, αλλά και υπεύθυνο σαν άνθρωπο και ώριμο σαν δη­ μιουργό. ε μιλάω για τη στράτευση της τέχνης. Αυτό είναι δικαίωμα και επιλογή του καθένα. Δ Αλλά, είτε το θέλει είτε όχι, ο καλλιτέχνης - και, φυσικά ο δημιουργός των κόμικς - γίνεται φο­ ρέας μιας ιδεολογίας, ορισμένων αξιών, που αν δεν είναι γενικά αποδεκτές, υφίστανται την κοι­ νωνική και ατομική κριτική, προτρέπουν ή απο­ τρέπουν, «περνάνε» τα μηνύματά τους ή παραμέ­ νουν σιωπηλοί μάρτυρες των καλλιτεχνικών επι­ δόσεων του εκφραστή τους. Στα κόμικς το στοιχείο της δημιουργίας και, κυρίως, της επικοινωνίας είναι συχνά εντονότε­ ρα απ’ ό,τι στις άλλες τέχνες όπως η ζωγραφική


70/αφιερωμα ή η λογοτεχνία, αφού συνδυάζει την εικόνα με το λόγο σε μια έγχρονη πορεία. Στο κόμικ μπορείς να ηθογραφήσεις την προ­ σωπικότητα του ηρώα μέσα από τις εναλλαγές των εικόνων και τις αντίστοιχες καταστάσεις που αντιμετωπίζει, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει με την παρατήρηση της σταθερής εικόνας ενός ζωγραφικού πίνακα ή σχεδίου που περι­ γράφει συναισθήματα μιας συγκεκριμένης στιγμής. Μερικές φορές πάλι, η λογοτεχνική πένα, όσο επιδέξια κι αν χρησιμοποιηθεί, δεν είναι ικανή να αποδώσει την ανάλογη εκφραστικότητα και να δείξει με τρόπο ζωντανό και παραστατικό τα συναισθήματα που κυριαρχούν την ψυχή του ήρωα τόσο καλά, όσο μια εικόνα ή μια ομάδα από εικόνες. Βέβαια, αυτό δεν είναι ο κανόνας, ούτε γίνε­ ται εδώ προσπάθεια ν’ αντιπαραθέσουμε τα κό­ μικς με τα άλλα είδη τέχνης. Ο παραπάνω συλ­ λογισμός όμως, μπορεί να σταθεί σαν μια ερμη­ νεία της γεφύρωσης του χώρου ανάμεσα στη λο­ γοτεχνία και το σχέδιο/ ζωγραφική μέσω του κό­ μικ. Κάτι που με ενόχλησε όσον καιρό σκιτσάρω σε διάφορα έντυπα είναι η προσπάθεια ορισμένων «κρατούντων» να κατευθύνουν τη μορφή του σε­ ναρίου, να οργανώσουν τη δομή του κόμικ ή του σκίτσου και να καθορίσουν τον συγκεκριμένο στόχο του, που πολλές φορές είναι καθαρά εμπορικός, αδιαφορώντας για την προσωπική δημιουργία και την καλλιτεχνική συνέπεια. Έτσι όμως περιορίζονται και χαλιγανωγούνται τόσο η

αφιερωμα/71 φαντασία όσο και η έμπνευση - πρωταρχικά στοιχεία της τέχνης - καθώς και η πρωτουβουλία και η αίσθηση της αυτόνομης δημιουργίας - ου­ σιαστικά στοιχεία της ανθρώπινης προσωπικό­ τητας. Το αποτέλεσμα είναι μια ακρωτηριασμένη αντίληψη, ένα καταπιεσμένο συναίσθημα, ένα μερικά καθοδηγούμενο πνεύμα και μια βιασμένη ιδέα. Διαφωνώ μ’ αυτή τη λογική, που δυστυχώς αρκετές φορές μου επιβλήθηκε και που συχνά αποτελεί καθιερωμένη συνταγή και ζωντανή πραγματικότητα. Δεν παραβλέπω βέβαια την πιθανή χρησιμότη­ τα κάποιας παρέμβασης συμβουλευτικού χαρα­ κτήρα στο έργο μου, ούτε τη διαμόρφωση ορι­ σμένων πλαισίων μέσα στα οποία θα πρέπει να κινούμαι, ανάλογα με ορισμένα στοιχεία που ισχύουν για κάθε περίπτωση (π.χ. «γραμμή» που ακολουθεί το έντυπο, η σχέση του με θέματα επικαιρότητας, οι βασικοί του στόχοι). Όταν όμως τα στοιχεία αυτά ξεπεράσουν κάποια όρια, και γίνουν αφορμές καθοδήγησης και ελέγχου, τότε η τέχνη χάνει το δημιουργικό της χρώμα και την ανεξαρτησία της, ο καλλιτέχνης γίνεται φερέφω­ νο εκείνων που θέλουν να περάσουν τα δικά τους (αμφιβόλου αξίας) μηνύματα. Όπως ο δημιουργός βάζει την προσωπική του σφραγίδα στο έργο τον και το χαρακτηρίζει, έτσι και το έργο φανερώνει τις προθέσεις και την προσωπικότητα του δημιουργού του.

Ό λα όσα θα θέλατε να μάθετε και όεν τολμάτε να ρωτήσετε

Ελληνικά Περιοδικά Κόμικς Δύο είναι οι εκδοτικοί οίκοι που εκδίδουν σήμερα περιοδικά κόμικς στην Ελ­ λάδα. Η Βαβέλ («ΒΑΒΕΛ») και η Ars Longa («ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ», «ΜΙΚΡΟ ΠΑΡΑ ΠΕΝΤΕ»). Τα περιοδικά αυτά δεν είναι τα πρώτα και μόνα που κυκλοφόρησαν στον ελληνικό χώρο. Προηγήθηκαν τα περιοδικά «ΚΟΛΟΥΜΠΡΑ» και «ΜΑΜΟΥΘ». Σε επόμενο τεύχος του Διαβάζω, στα πλαίσια μιας γενικότερης ανα­ φοράς στην ιστορία των εκδόσεων κόμικς στη χώρα μας, θα αναφερθούμε διεξοδικότερα σ’ αυτά. Από τις συνεντεύξεις που θα διαβάσετε, παραμένει ανοιχτή μια πρόσκληση-πρόκληση στους αρμόδιους φορείς σχετικά με την αντιμετώπιση των κό­ μικς από την πολιτεία. Θα περιμένουμε, λοιπόν, μία απάντηση από αυτή την πλευρά.

σ υ νέντευ ξη Νίκη Τζούδα θώντας να αποφύγουμε τη ρουτινιάρικη δουλειά της απλής έκδοσης ενός εντύπου και να γίνουμε μέλη μιας διεθνούς οικογένειας. Πραγματικά, 100 τεύχη για ένα περιοδικό κό­ μικς σαν και το δικό μας, είναι ένα γεγονός όχι μόνο για τα ελληνικά δεδομένα αλλά και για τα διεθνή. Το μυστικό ίσως έγκειται στη «χειροτε­ ΤΟ ΠΡΩΤΟ τεύχος της Βαβέλ κυκλοφόρησε χνική» δουλειά μας. Δε θέλουμε να είμαστε το Φεβρουάριο του 1981. Οι απαρχές της ανάγο­ απλοί εκδότες δημιουργών κόμικς αλλά φίλοι νται στην παραμονή μας λόγω σπουδών στην τους, συμμέτοχοι της δουλειάς τους. Τα πάντα Ιταλία, όπου γνωρίσαμε το ευρωπαϊκό κόμικ περνάνε από το χέρι μας. Από τις συζητήσεις για και, όταν γυρίσαμε στην Ελλάδα, σκεφτήκαμε να τα δικαιώματα και την επιλογή των ιστοριών σε βγάλουμε ένα περιοδικό κάπως σαν το Linus που συνεργασία με τους δημιουργούς, μέχρι το στή­ ήταν εκείνη την εποχή το καλύτερο περιοδικό σιμο του εντύπου, την παρακολούθηση της τυπο­ κόμικς στην Ιταλία. Εδώ δεν υπήρχε εκείνη την γραφικής δουλειάς και της διανομής. Το είδος εποχή άλλο αντίστοιχο έντυπο. Η Κολούμπρα εί­ του κόμικ που δημοσιεύουμε δεν προσφέρεται χε κλείσει, ενώ το Μαμούθ κυκλοφόρησε σχεδόν για πλατιά κατανάλωση, όπως π.χ. το Μίκυ ταυτόχρονα με τη Βαβέλ και έκλεισε μετά από 16 Μάους ή το Λούκυ Λουκ, και δεν επιτρέπει την τεύχη. Η αρχή μπορεί να χαρακτηριστεί λίγο ανάπτυξη μεγάλων εκδοτικών οίκων. Ίσως ο γι­ «νεανική τρέλα» καθώς δεν ξέραμε καθόλου αν γαντισμός να ήταν και το λάθος πολλών ξένων αυτό το είδος περιοδικού μπορούσε να επιβιώσει αντίστοιχων εκδοτικών οίκων και γι’ αυτό λίγα και κινδυνεύαμε να βρεθούμε καταχρεωμένοι. Η περιοδικά στην Ευρώπη έφθασαν τα 100 τεύχη. Παράλληλα με το περιοδικό, ο εκδοτικός οί­ συνέχεια δεν μας απογοήτευσε αν και περάσαμε πολλές δυσκολίες. Δημιουργήθηκε ένα κοινό αλ- κος Βαβέλ έχει εκδώσει και μία σειρά άλμπουμ λοΚκαι ένας κύκλος σχεδιαστών και εραστών του που είναι όμως σχετικά λίγα, γιατί προσπαθήσα­ είδους που μας βοήθησαν πολύ. Παράλληλα συ- με να εξασφαλίσουμε ποιότητα τόσο όσον αφορά οφίξαμε τις σχέσεις μας μ’ όλους σχεδόν τους ξέ­ το υλικό, όσο και στην εκτύπωση την οποία θεω­ νους δημιουργούς που δημοσιεύουμε, προσπα­ ρούμε σημαντικό στοιχείο μιας έκδοσης κόμικς, Η Βαβέλ φέτος το καλοκαίρι συμπληρώνει 100 τεύχη. Πρόκειται πραγματικά για ένα εκδοτικό γεγονός στο χώρο των ειδικών εντύπων, όχι μό­ νο για τα ελληνικά αλλά και για τα διεθνή δε­ δομένα. Πότε και πώς ξεκίνησε το περιοδικό σας;


72/αφιερωμα

αφιερωμα/73

επειδή το κόμικ είναι εικόνα. Δυστυχώς ορισμέ­ να ιδιαίτερα ποιοτικά άλμπουμ που εκδώσαμε δεν είχαν την ανταπόκριση του κοινού. Χαρα­ κτηριστικό παράδειγμα αποτυχημένης εμπορικά επιλογής μας είναι το καταπληκτικό αντιπυρηνικό άλμπουμ του Raymond Briggs: «Όταν φυσάει ο άνεμος», το οποίο γνώρισε μεγάλη διεθνή επι­ τυχία, τόσο εμπορική όσο και από την πλευρά της κριτικής.

κών κόμικς δεν είναι σε καμιά περίπτωση η εμπορικότητά τους, αλλά κυρίως το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν είτε από άποψη εικαστική, είτε από άποψη αφηγηματική.

Στα πρώτα τεύχη δημοσιεύτηκε μ ια σειρά από γενικά θεωρητικά κείμενα γύρω από την ιστο­ ρία και την τεχνική των κόμικς. Προφανής στό­ χος τέτοιων δημοσιεύσεων είναι η εκπαίδευση τον κοινού γύρω από αυτό το νέο «είδος γρα­ φής», για την Ελλάδα πάντα. Πιστεύετε ότι λεί­ πουν από την Ελλάδα τα θεωρητικά κείμενα για τα κόμικς; Α ν ναι, σκοπεύετε κάποιες τέ­ τοιες εκδόσεις;

ΔΕ ΘΕΩΡΟΥΜΕ σε καμιά περίπτωση τη δη­ μοσίευση ελληνικών κόμικς αυτοσκοπό. Φυσικό είναι ο δημιουργός που φέρνει στο περιοδικό ένα κόμικ να θεωρεί ότι αξίζει να δημοσιευθεί. Αυτή είναι η υποκειμενική του γνώμη. Η δίκιά μας υποκειμενική γνώμη έρχεται πολλές φορές σε σύγκρουση με τη δίκιά του. Και εκεί γεννιέται η πικρία που αναφέρετε. Αυτό συμβαίνει όχι μό­ νο στο χώρο των κόμικς αλλά παντού και πάντο­ τε: ανάμεσα στους συγγραφείς και στους εκδότες βιβλίων, ανάμεσα στους ζωγράφους και τους γκαλερίστες κ.ο.κ. Θεωρούμε ότι οι Έλληνες σχεδιαστές μπορούν να δημιουργήσουν κόμικς εξίσου αξιόλογα με τους ξένους συναδέλφους τους. Συνεπώς τα κριτήρια και για τους Έλλη­ νες και για τους ξένους είναι τα ίδια. Δεν μπο­ ρούμε να τους θεωρήσουμε «ανάπηρους» και να δημοσιεύουμε οτιδήποτε μας φέρνουν μόνο και μόνο για «πατριωτικούς λόγους». Ούτε και η φι­ λική σχέση μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο. Φίλοι μας είναι και οι ξένοι δημιουργοί και θέλουν και αυτοί να δουν τις δουλειές τους δημοσιευμένες στη Βαβέλ. Η αυστηρότητα των κριτηρίων μας για την επιλογή των ελληνικών κόμικς επιβε­ βαιώνεται και από το ενδιαφέρον που δείχνουν τελευταία οι ξένοι εκδότες για αυτούς. Παρά­ δειγμα, δουλειές του Μπότσου δημοσιεύθηκαν σε ιταλικά έντυπα και πρόκειται να δημοσιευθούν και σε γαλλικά.

η ΒΑΒΕΛ ως ειδικό περιοδικό, έκανε όντως μια στοιχειώδη προσπάθεια να γεφυρώσει το χρονι­ κό χάσμα της εμφάνισης των κόμικς στο εξωτερι­ κό και στην Ελλάδα δημοσιεύοντας κάποια ιστο­ ρικά και θεωρητικά κείμενα. Βέβαια η ανάγνω­ ση του κόμικ προϋποθέτει εξοικείωση όχι τόσο θεωρητική όσο με το είδος αυτό καθεαυτό. Συνε­ πώς μεγαλύτερη γνωριμία με το κόμικ προσέφερε η δημοσίευση πολλών ιστοριών διαφόρων πε­ ριόδων και σχολών κόμικ, καθώς και οι απο­ κλειστικές μας συνεντεύξεις ξένων σχεδιαστών που μας μετέφεραν τη δίκιά τους δημιουργική εμπειρία. Αυτό δε σημαίνει ότι αρνούμαστε τη χρησιμότητα της θεωρίας. Και γι’ αυτό προ­ γραμματίζουμε τη δημοσίευση και άλλων θεωρη­ τικών μελετών στο περιοδικό, αλλά και κάποιων μεγαλύτερων σε βιβλία, μια παλιά μας σκέψη που θα υλοποιηθεί μέσα στο καλοκαίρι. Ποια είναι τα κριτήρια που εσείς ακολουθείτε στην επιλογή του υλικού σας;

Η ΕΠΙΛΟΓΗ γίνεται από επιτροπή. Τα κριτή­ ρια είναι, βέβαια, υποκειμενικά. (Δε θα μπο­ ρούσε να είναι κι αλλιώς). Πολλές φορές μέσα στην επιτροπή αυτή υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες γνώμες. Το πρώτο κριτήριο είναι πάντα η ποιότητα. Οι προσωπικές μας σχέσεις με τους ξένους εκδό­ τες και δημιουργούς μας επιτρέπουν μια καλή πρόσβαση στη διεθνή παραγωγή και μας δίνουν τη δυνατότητα να εξασφαλίζουμε τη δημοσίευση σημαντικών κόμικς, πολλές φορές σχεδόν ταυτό­ χρονα με τά ξένα έντυπα. Επειδή η διεθνής πα­ ραγωγή είναι σήμερα πολύ μεγαλύτερη από την Ελληνική και αντίστοιχα έντυπα κυκλοφορούν εδώ και πολλά χρόνια στο εξωτερικό, στη Βαβέλ υπερισχύει το ξένο υλικό. Στο περιοδικό δημο­ σιεύονται πάντα και Έλληνες δημιουργοί. Επει­ δή θέλουμε να προωθήσουμε την ελληνική παρα­ γωγή, τα κριτήρια μας για την επιλογή ελληνι­

Πολλοί Έλληνες δημιουργοί θεωρούν ότι αδι­ κούνται ή και αγνοούνται από τους εκδότες. Στο περιοδικό σας εμφανίσθηκαν από τα πρώ­ τα τεύχη Έλληνες δημιουργοί. Ποια είναι η σχέση σας μ ’ αυτούς;

Ποια είναι η αντιμετώπιση των κόμικς από την πολιτεία; Η ΙΤ Ν Ε στο συνέδριο που έγινε το Μάη του '82 στο Ζάππειο με θέμα «Νεολαία και γλώσσα» περιέλαβε και μ ία «συνάντηση» με θέμα «Τα κόμικς και η γλώσσα τους». Επι­ δότησε επίσης και οργάνωσε δύο εκθέσεις: την πρώτη το Νοέμβριο του '87 στον Εύμαρο που είχε διεθνή χαρακτήρα και τη δεύτερη στα Γιάννενα πριν ένα μήνα, με Έλληνες δημιουρ­ γούς αποκλειστικά. Πώς κρίνετε αυτές τις κινή­ σεις; βοηθούν ουσιαστικά ή είναι επιφανεια­ κές;

ΤΙ σημαίνει πολιτεία γενικά; Η αλήθεια είναι ότι μερικοί άνθρωποι έδειξαν ενδιαφέρον να βοηθήσουν στην οργάνωση αυτών των εκδηλώ­ σεων που αναφέρατε, όταν τους προτάθηκε. * Δεν υπάρχει βέβαια κανένα πρόγραμμα για την ενίσχυση των κόμικς ούτε και κάποια πολίτι­ κή για τα κόμικς γενικά. Δυστυχώς ή ευτυχώς;

4 ,5 “ > * 0 4 Π

Α

Ρ

Α

*

»

συνέντευ ξη Γίώ ργος Μ παζίνας

Π

Ε

Ν

Τ

Ε

Ο εκδοτικός οίκος Ars Longa έχει εκδώσει τα περιοδικά «Παρά Πέντε», «Επόμενη Μέρα», «Μικρό Παραπέντε» και «Απαγορευμένος Πλανήτης». Μιλήστε για την ιστορία τους και για την ιστο^-σ του εκδοτικού οίκου σας γενι­ κά.

Οι εκδόσεις Ars Longa ασχολούνται με τα κό­ μικς απ’ το 1981. Κόμικς κι επιστημονική φαντα­ σία είναι οι δύο κύριοι τομείς της δραστηριότητάς μας σήμερα. Παρά Πέντε, και Μικρό Παρά Πέντε και Επό­ μενη Μέρα ήταν τα τρία περιοδικά που κάλυ­ πταν όλο το φάσμα της έκφρασης των κόμικς. Η Επόμενη Μέρα εστίαζε στην επιστημονική φα­ ντασία, δεν βρήκε την ανταπόκριση που ελπίζα­ με, που χρειαζόταν και που άξιζε, γι’ αυτό κι έχει ανασταλεί η έκδοσή της. Αντίθετα Παρά Πέντε και Μικρό Παρά Πέντε έχουν μια πορεία ανοδική και σήμερα το τιράζ των 18.000 αντιτύ­ πων (για το καθένα) θεωρούμε πως είναι ένα νούμερο φοβερά ενδιαφέρον για περιοδικά που δεν προορίζονται για λαϊκή κατανάλωση. Πα­ ράλληλα η Ars Longa εκδίδει μια σειρά από κό­ μικς άλμπουμς ανθολογημένα απ’ ό,τι καλύτερο κυκλοφορεί σήμερα στον κόσμο. Ο Απαγορευμένος Πλανήτης δεν είναι περιο­ δικό κόμικς. Περιέχει και κόμικς αλλά ο κύριος όγκος του είναι αφιερωμένος στη λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας και γι’ αυτό, φανταζό­ μαστε, είναι θέμα για άλλη συζήτηση. θεωρητικά κείμενα με θέμα τα κόμικς λείπουν από τον ελληνικό χώρο. Η ενημέρωση τον κοινού για την ιστορία τους, τις σχολές, τις νέες ' τάσεις, γίνεται μέσα από τα ίδια τα κόμικς στα ) ειδικά περιοδικά. Κατά πόσο έτοιμος είναι ο ) Έλληνας αναγνώστης να αντιμετωπίσει τα κό· ■] μ ικς όπως πρέπει σαν ένα αυτόνομο κα ι κ α ι­

νούριο γ ι’ αυτόν «καλλιτεχνικό» είδος; Προσανατολίζεσθε στην έκδοση κάποιων θεωρητικών κειμένων είτε άρθρων είτε μονογραφιών;

ΣΗΜΕΡΑ μπορούμε να μιλάμε για «αποδοχή» της κόμικς έκφρασης από ένα αξιοσημείωτο αναγνωστικό κοινο. Και μπορούμε να σας διαβεβαιωσουμε πως πρόκειται για ένα κοινό συνεχώς διερυνόμενο. Τώρα πια η καλλιτεχνική «κατα­ ξίωση» του είδους ουσιαστικά δεν αμφισβητεί­ ται. Φυσικά, εκφράζονται μερικές φορές από­ ψεις που αναφέρονται στα κόμικς με υποτιμητι­ κό τρόπο, αλλά δεν πρόκειται παρά για έκφραση (κυρίως) αμάθειας κι έλλειψης επαφής με το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι της εποχής μας. Το δικό μοχς χοινο χι οι απόψεις που εχφράζουμε αναφέρονται στο «ενήλικο κόμικ» και προϋποθέτουν απ’ τον αναγνώστη ένα στοιχειώδες επίπεδο για την κατανόηση τους και την απόλαυσή τους. Επίσης προϋποθέτουν μια «παιδεία» στην ανά­ γνωση της εικόνας, πράγμα που λείπει μερικές φορές από ανθρώπους κάποιας ηλικίας. Αυτές, φυσικά, είναι απλώς δυσκολίες που συναντά το κόμικ στην κατάκτηση ενός ευρύτερου κοινού κι όχι αντιθέσεις απόρριψης. Μέχρι τώρα η κύρια έγνοια μας ήταν να παρά­ γουμε και να παρουσιάσουμε τον μεγαλύτερο δυ­ νατό όγκο από τις καλύτερες δουλειές κόμικς. Τώρα νομίζουμε πως έφτασε η ώρα της έκδοσης θεωρητικών κειμένων κι αρχίζουμε απ' το Σε­ πτέμβρη μια σειρά βιβλίων που αναφέρονται στην ιστορία και την τεχνική των κόμικς. Με ποια κριτήρια διαλέγετε το υλικό που δη­ μοσιεύετε;

ΜΕ κριτήρια προσωπικής ευχαρίστησης. Η απασχόληση της Ars Longa με τα κόμικς έγινε από αγάπη για το είδος κι όχι σαν αποτέλεσμα


74/αφιερωμα

αφιερωμα/75

οποιοσδήποτε έρευνας αγοράς. Απ’ αυτή την άποψη δεν θεωρήσαμε πως υπάρχει ένα κοινό που έχει κάποιες ανάγκες και ακόμη ένα κοινό με κοινές μ’ εμάς ανάγκες. Είμαστε οι ίδιοι «κα­ ταναλωτές» της ευρωπαϊκής παραγωγής κόμικς και για πράγματα που μας αρέσουν, φροντίζου­ με να εξασφαλίζουμε τα δικαιώματα για την Ελ­ λάδα. Ώ ς τώρα, αυτή η πρακτική είχε ευτυχή αποτελέσματα, όπως μαρτυρούν και οι κυκλοφο­ ρίες των περιοδικών μας. Οι Έλληνες δημιουργοί πιστεύουν ότι αδικού­ νται ή και αγνοούνται από τους εκδότες. Σ τις σελίδες του περιοδικού σας φιλοξενούνται συ­ χνά Έλληνες δημιουργοί. Ποιες είναι οι σχέ­ σεις σας μ α ζί τους;

ΟΙ Έλληνες δημιουργοί αδικούνται πραγματι­ κά, αλλά από τους περιορισμούς της ελληνικής γλώσσας και της οικονομικο-πολιτικής μας θέ­ σης που δεν δίνει τη δυνατότητα να δουλεύουν οι ταλαντούχοι άνθρωποι και να αμείβονται ανάλογα. Έτσι έχουμε μια διαφορά ταλέντων σε «παρεμφερείς» χώρους, όπως είναι η διαφήμιση, που μπορεί και αμείβει. Υπάρχουν φυσικά άνθρωποι που μπορούν να θεωρούν ότι αδικούνται ή αγνοούνται. Θα ’θελαν να είναι δημιουργοί κόμικς, παρ’ όλο που δεν ξέρουν να σχεδιάζουν, να γράφουν ή να ’χουν κάτι να πουν. Πιθανότατα κάποιοι θα ’χουν παράπονα κι από εμάς, δεδομένου ότι κα­

ΙΩ ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΥ

ΒΛΛΕΝΤΙΝΗ Π0ΤΑΜ1ΛΝ0Ϊ

θημερινά βομβαρδιζόμαστε από σκίτσα. Δεν εί­ μαστε επιεικείς γιατί κανείς δεν έχει να κερδίσει από μια δημοσίευση μετριότατων (αν όχι κακών) σελίδων. Φυσικά, προσπαθούμε να ανιχνεύσουμε τα ταλέντα και να τα βοηθήσουμε να αξιοποιηθούν, γιατί θεωρούμε ότι αν πρόκειται να «δικαιωθεί» η δουλειά μας είναι μέσα απ’ την ανάδειξη Ελλήνων δημιουργών και πρωτότυπης δουλειάς. Η σχέση μας με τους δημιουργούς που συνδράμουν στο περιοδικό μας είναι πολύ φιλι­ κές. Π οια είναι η αντιμετώπιση των κόμικς από την πολιτεία; Η ΓΓΝΓ στο συνέδριο που έγινε το Μάη του ’82 στο Ζάππειο με θέμα «Νεολαία κα ι Γλώσσα» περιέλαβε και μ ια «συνάντηση» με θέμα «Τα κόμικς και η γλώσσα τους». Επι­ δότησε επίσης και οργάνωσε δυο εκθέσεις: την πρώτη τον Νοέμβριο του 1987 στον Εύμαρο που είχε διεθνή χαρακτήρα και τη δεύτερη στα Γιάννενα, πριν ένα μήνα, με Έλληνες δημιουρ­ γούς αποκλειστικά. Πώς κρίνετε αυτές τις κινή­ σεις; Βοηθούν ουσιαστικά ή είναι επιφανεια­ κές;

Η Ελληνική Πολιτεία είναι χοντρόπετση, ημι­ μαθής κι απρόθυμη. Ούτε κατάλαβε, ούτε ενδιαφέρεται. Απλώς, φροντίζουν κάπου-κάπου, σε ξαφνικές αναλαμπές στιγμιαίας επαφής με την πραγματικότητα, να ρίχνουν και λίγο μαϊντανό από κόμικς στην ελληνική πολιτιστική σούπα.

Η ΑΙΛΗ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΣΤΙ Σ Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ Γ Α Β Ρ Ι Η Λ Ι Δ ΗΣ Ή Σ ν β α ρ ίτ ισ α α έκτη έκδοση ★

Ά ν τ ιγ ν ώ σ η

Τά δεκανίκια τον Καπιταλισμόν ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ

ΚΥΒΕΛΗ

ΕΝΑ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ

ΦΟΡΜΑ ΕΠΕ - Κλυμένης 3 - ’Αθήνα Τηλ. 821.8732 - 832.7008

Ντόρα Βυζοβίτου

Βιβλιογραφία για τα κόμικς Τα τελευταία χρόνια το θέμα «κόμικς» απασχόλησε πολλούς μελετητές και αρθρογράφους στον ελληνικό χώρο. Θεωρητικά κείμενα έχουν δημοσιευθεί τόσο στα ειδικά περιοδικά, όσο και στον περιοδικό τύπο.1 Παραθέτουμε λοιπόν στη συνέχεια, μία επιλεκτική, και όχι εξαντλητική, βι­ βλιογραφία,2 με βιβλία και άρθρα στην ελληνική γλώσσα. Τα ίδια τα κείμενα βρίσκονται στη διάθεση κάθε αναγνώστη. Ά ρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά 1. Καλαϊτζής, Γιάννης. Και βέβαια φταίνε οι τέ­ χνες στη γλωσσική μας φτώχεια. Στο: Ελευθεροτυ­ πία, Αθήνα, Δεκ. 22,1987: 29. 2. Κοτσιώλης, Απ. Η ευθύνη των κόμικς για τη γλωσσική φτώχεια. Στο: Ελευθεροτυπία, Αθήνα, Δεκ. 7, 1987: 29. 3. Κυριαζάνος, Αντώνης. Τα περιοδικά κόμικς. Στο: Διαβάζω, Αθήνα. Τεύχ. 61, Ιαν. 1983: 14-20. 4. Μαρτινίδης, Πέτρος. Για τις κριτικές αναλύ­ σεις των κόμικς: Ελάσσονες Φρόνό απέναντι σε μι­ κρούς Μιχαήλ Αγγέλους. Στο: Αντί, Αθήνα. Πε­ ρίοδος Β \ τεύχ. 364, Ιανουάριος 1988: 42-47. 5. Μαρτινίδης, Πέτρος. Το κόμικς κόκκαλα δεν έχει. Στο: Αντί, Αθήνα. Περίοδος Β , τεύχ. 271, Σεπτέμβριος 1984: 33-36. 6. Μπαρτζής, Γιάννης. Στράτευση και βία στα παιδικά περιοδικά ευρείας κατανάλωσης. Στο: Επιθεώρηση παιδικής λογοτεχνίας, Αθήνα. Ετος Β', τ. 2, 1987: 167-208. 7. Παντελίδου-Μαλούτα, Μ. Η συμβολή των κό­ μικς στην πολιτική κοινωνικοποίηση. Στο: Διαβά­ ζω, Αθήνα, τεύχ. 94, Μάιος 1984: 41-47. 8. Πλατής, Νίκος. Από το «Μικρό Μπιμπίκο» στο «Πινκ-Μάους». Στο: Αντί, Αθήνα. Περίοδος Β , τεύχ. 115, Δεκέμβριος 1978: 26-35. 10. Σκαρπέλος, Γιάννης. Για τα κόμικς. Στο: Σύγ­ χρονα θέματα, Αθήνα. Τεύχ. 34, Μάιος 1988: 100103. 11. Τσαούλα, Νάντια. Μίκν Μάους ο απατεώνας. Στο: Αντί, Αθήνα. Περίοδος Β', τεύχ. 115, Δεκέμ­ βριος 1978: 40-41.

ϊν<χτη έκδοση

Βιβλία ★

Ε π ά γ γ ε λ μ α : Π όρνη εικοστή έκδοση

1. Βααιλειάδης, Γιάννης. Animation: Το κινούμενο σχέδιο. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. 2. Έ κο, Ουμπέρτο: Κήνσορες και θεράποντες. Θεωρία και ιδεολογία των μέσων μαζικής επι­

κοινωνίας. Αθήνα, Γνώση, 1987. 3. Κάσσης, Κυριάκος. Παραλογοτεχνία στην Ελ­ λάδα: 1830-1980. Αθήνα, Ιχώρ, 1985. 4. Τα κόμικς. Σύνταξη Δημήτρης Κολιοδήμος. Αθήνα, Αιγόκερως, 1982. 5. Ματλάρ, Αρμάν (και) Ντορφμάν, Αριέλ. Ντόναλντ ο απατεώνας: ή η διήγηση τον ιμπεριαλι­ σμού στα παιδιά. Αθήνα, Ύψιλον, 1982. 6. Μεταξάς, Α .Ι.Δ. Πολιτική επικοινωνία. Αθήνα, Σάκκουλας, 1976.

Συμβολές σε βιβλία 1. Αναγνωστόπουλος, Βασίλης. Θέματα παιδικής λογοτεχνίας: Ανιχνεύσεις. Αθήνα, Καστανιώ­ της, 1987, σ.σ. 155-164. 2. Αναγνωστόπουλος, Βασίλης (και) Δελώνης, Αντώνης. Η περίπτωση των κόμικς. Στο: Ανα­ γνωστόπουλος Βασίλης (και) Δελώνης Αντώ­ νης, «Παιδική λογοτεχνία και σχολείο», 4η έκδ. Αθήνα, Πατάκης, 1988, σ.σ. 56-60. 3. Βουγιούκας, Αριστείδης. Τα κόμικς. Στο: Βουγιούκας, Αριστείδης, «Ά ρθρα και μελετήματα». Αθήνα: Νικόδημος, (198-;), σσ. 285-290. 4. Γκρέμινγερ, Άρνολντ. Παραμύθια και κόμικς: Δύο αμφιλεγόμενα αναγνώσματα. Στο: Γκρέμιν­ γερ, Άρνολντ, «Το παιδί και το βιβλίο». Αθή­ να, Νότος, (198-;), σ.σ. 43-51. 5. Κύρου, Ά δωνης (και) Ιΐαναγιωτάτος, Δημή­ τρης. Για μια επαναστατική παρα-τέχνη. Αθή­ να, Πλειάς, 1976, σ.σ. 62-64. 6. Μαρτινίδης, Πέτρος. Χωρικές παραστάσεις και χώροι αναφοράς στα «κόμικς». Στο: Μαρτινί­ δης, Πέτρος, «Συνηγορία. της παραλογοτεχνίας». Αθήνα, Πολύτυπο, 1982, σ.σ. 49-58. 7. Σακελλαρίου, Χάρης. Εικονογραφημένα περιο­ δικά και άλλα έντυπα. Στο: Σακελλαρίου, Χά­ ρης, «Ιστορία της παιδικής λογοτεχνίας». 2η έκδ. Αθήνα, Φιλιππότης, 1984, σ.σ. 497-506.

1. Στη βιβλιογραφία δε αυμπεριλαμβάνονται τα άρθρα που δημοσιεύθηκαν στα ειδικά περιοδικά (Κολούμπρα, Μαμονθ, Βαβέλ, Παρά πέντε). 2, Οι βιβλιογραφικές αναγραφές έγιναν σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα του ISO (International Standards Organization) 690-1975 \ (E) και 214-1976 (E) που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά από την τ. καθηγήτρια της σχολής βιβλιοθηκονομίας της Αθήνας, κ. Νίνα Σκανδάλη (Σκανδάλη Νίνα, Βιβλιογραφικές παραπομπές. Στος Ινστιτούτο Διαρκούς Επιμόρφωσης. Σεμινάριο Περι­ γραφικής Καταλογογράφησης: 30 Νοεμβρίου - 4 Δεκεμβρίου 1987. Αθήνα: Μ Ε , 1987. Φωτοτυπία δακτυλογραφημένου κει··*νου).


εφαρμογές νέων θεσμών στις εργασιακές σχέσεις Λ ΙΤ Σ Α Σ ΝΙΚΟΛΑΟΥ-ΣΜ Ο ΚΟ ΒΙΤΗ: Νέοι θεσμοί στις Εργασια­ κές Σχέσεις. Συμμετοχή και Αυτοδιαχείριση. Αθήνα, Π α π α ζ ή ­ ση, 1988. Σελ. 306.

ρόσφατα κυκλοφόρησε το ιδιαίτερα ενημερωτικό και ενδια­ φέρον βιβλίο της κ. Λ. Νικολάου-Σμοκοβίτη, αναπληρώτριας Καθηγήτριας στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς. Αναφέρεται στους νέους θεσμούς στις εργασιακές σχέσεις και ει­ δικότερα στην εφαρμογή τους στη χώρα μας. Ήδη από το 1957, ο γνωστός Γερμανός κοινωνιολόγος Ralf Dahrendorf (που διετέλεσε επίσης διευθυντής της Οικονομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου) είχε επισημάνει στο πολυσυζητημένο βιβλίο του «Κοινωνική τάξη και ταξική σύγκρουση στη βιομηχανική κοινω­ νία», τα νέα κοινωνικο-πολιτικά δεδομένα που οδήγησαν σταδια­ κά στη μεταλλαγή της δομικής φυσιογνωμίας των δυτικών βιομη­ χανικών κοινωνιών καθώς και των σχέσεων των ομάδων συμφερό­ ντων μέσα σ’ αυτές τα τελευταία 100 χρόνια. Αποτέλεσμα των τά­ σεων αυτών υπήρξε ο τύπος της δυτικής κοινωνίας του 20ού αιώ­ να να διαφέρει σε πολλά σημεία από τον αντίστοιχο κοινωνικό τύ­ πο του 19ου. Ανάμεσα στους διάφορους παράγοντες κοινωνικής αλλαγής, ο Dahrendorf ανέφερε και τη θεσμοποίηση της συμμετο­ χής των εργαζομένων στη διοίκηση των επιχειρήσεων. Από τη δε­ καετία του ’50 μέχρι σήμερα, αρκετά πρόσθετα βήματα έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή, τόσο στις Η.Π.Α., όσο και στον ευρω­ παϊκό χώρο, για τα οποία είναι αναμφίβολα χρήσιμο, να πληροφορηθεί υπεύθυνα το ευρύτερο ελληνικό κοινό. Ακριβώς το κενό αυτό στην «παρουσίαση του προβληματισμού και της διεθνούς εμπειρίας για τη συμμετοχή των εργαζομένων στη διοίκηση των επιχειρήσεων, την αυτοδιαχείριση και για διάφορες άλλες μορφές οργάνωσης της εργασίας στο χώρο της παραγωγής» έρχεται να κα­ λύψει η κ. Λ. Νικολάου-Σμοκοβίτη με το νέο βιβλίο της στο χώρο της βιομηχανικής κοινωνιολογίας και ειδικότερα των εργασιακών σχέσεων.

Π

Από τις εκδόσεις της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και του Μορφωτικού της Ιδρύματος

Tafcaseoa mTaffmaTcT

i iiiiiwpmtnf

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ. ΚΑΡΑΓΕΟΡΓΗ ΣΕΡΒΙΑΣ 2. ΤΗΛ 3222730

Η

συγγραφέας προσεγγίζει το θέμα της συγκριτικά, αναφερόμενη στις εμπειρίες χωρών με διαφορετικά πολίτικα και οι-


78/επιλογη

επιλογη/79

κονομικά συστήματα, επιχειρεί δε με επιτυχία τη σύζευξη της θεω­ ρητικής ανάλυσης με την εμπειρική παρατήρηση. Το βιβλίο διαι­ ρείται σε τρία μέρη. Στο πρώτο, επιχειρείται με μεθοδικότητα η αποσαφήνιση των δύο εννοιών κλειδιών, δηλαδή, «η συμμετοχή των εργαζομένων» και «η αυτοδιαχείριση» με αναφορά στην ιστο­ ρική ανέλιξη των θεσμών αυτών σε συνδυασμό με την ανάλυση του ιδεολογικού τους υπόβαθρου και της θεωρητικής τους εδραίωσης. Στο δεύτερο, εξετάζεται με εμπεριστατωμένο πάντοτε τρόπο, η εφαρμογή των νέων - σχετικά βέβαια νέων - εργασιακών αυτών θεσμών, στα πλαίσια των σύγχρονων κοινωνιών, όπως του Ισ­ ραήλ, της Γιουγκοσλαβίας, των χωρών των Ευρωπαϊκών Κοινοτή­ των και ειδικότερα της Ελλάδας κατά τη δεκαετία του ’80, γίνεται δε ιδιαίτερη μνεία στην κριτική που ασκήθηκε κατά καιρούς στην εφαρμογή των θεσμών αυτών. Το τμήμα που αναφέρεται στην ελ­ ληνική πραγματικότητα, παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον για το ελληνικό κοινό, το οποίο δεν είχε μέχρι τώρα την ευκαιρία να έρθει σ’ επαφή με μιμ ολοκληρωμένη εικόνα των νέων τάσεων για την κατοχύρωση της συμμετοχής των εργαζομένων στον δημόσιο τομέα. Η συγγραφέας θεωρεί αρνητική τη «διασύνδεση των νέων θε­ σμών κατ’ αποκλειστικότητα με πολιτικές ιδεολογίες, πολιτικές εξελίξεις και επιλογές» και κρίνει αναγκαίο «να επανεξετασθούν οι μέχρι σήμερα θέσεις και στάσεις με κοινωνικά και εργασιακά κριτήρια, πέρα από τις συγκρουόμενες πολιτικές ιδεολογίες, με στόχο την επιλογή μοντέλων ικανών να πετύχουν την αποτελεσματικότητα της διαχείρισης και της διεύρυνσης του αυτοκαθορισμού των εργαζομένων». Τέλος, στο τρίτο μέρος του βιβλίου, επισημαίνονται εύστοχα τα κενά στην κοινωνιολογική εμπειρική έρευνα των νέων αυτών μορφών οργάνωσης των εργασιακών σχέ­ σεων και διατυπώνονται συγκεκριμένες προτάσεις για τη διεξαγω­ γή και νέων μελετών σχετικών με τη συμμετοχή και την αυτοδια­ χείριση στους χώρους της βιομηχανίας. μελέτη συμπληρώνεται με πέντε, ενδιαφέροντα και αυτά, πα­ ραρτήματα, στα τέσσερα από τα οποία παρατίθενται οι σχε­ Η τικές προτάσεις της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κα­ θώς και συμπληρωματικά στοιχεία για τη συμμετοχή των εργαζο­ μένων σε επίπεδο διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου και για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς στις χώρες-μέλη της ΕΟΚ. Το όλο έργο κλείνει με την παράθεση μιας πλουσιότατης ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας. Σε τελευταία ανάλυση, η νέα μελέτη της Καθηγήτριας Λ. Νικολάου-Σμοκοβίτη, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη αντικειμενικότη­ τα, πλούσια επιστημονική τεκμηρίωση και σαφήνεια ύφους, πλη­ ροφορεί τον αναγνώστη για την ιστορική ανέλιξη των θεσμών της συμμετοχής και της αυτοδιαχείρισης στη βιομηχανία, καθώς και των συνεταιριστικών μορφών οργάνωσης, κυρίως όμως για τις σύγχρονες εφαρμογές τους. Τον κατατοπίζει επίσης σχετικά με τις κριτικές επιφυλάξεις που έχουν διατυπωθεί για τους θεσμούς αυ­ τούς, με τις δυσχέρειες που συναντά η εφαρμογή τους αλλά και με τα πλεονεκτήματα που εμφανίζει. Εκτός όμως από την πολυ-επίπεδη ενημέρωση του αναγνωστικού κοινού που πετυχαίνει η συγ­ γραφέας με την εργασία της αυτή, εμπλουτίζει και τον μάλλον παραμελημένο κλάδο της κοινωνιολογίας της εργασίας, προσφέροντας πολλαπλά ερεθίσματα και συγκεκριμένες υποδείξεις για πα­ ραπέρα έρευνα στο χώρο αυτό. ΙΩΑΝΝΑ ΛΑΜΠΙΡΗ-ΔΗΜΑΚΗ

η αγωνία των προσώπων και η αντοχή των πραγμάτων ΚΩΣΤΑ ΣΤΕΡΓΙΟΠΟΥΛΟΥ: Τα Ποιήματα Α ! 1944-1965. Αθήνα, Ν ε ­ φ έ λ η , 1988. Σελ. 260.

«Να κινδυνέψουμε, για να σωθούμε»

Κώστας Στεργιόπουλος συγκεντρωτικός τόμος των «Ποιημάτων 1944-1965» του Κώ­ στα Στεργιόπουλου περιλαμβάνει τις τέσσερις πρώτες ποιη­ Ο τικές του συλλογές: «Τα τοπία του φεγγαριού», οπού περιεχονται

ΕπΙ χ ε ιΒματΑ Πολιτικοί θεσμοί ^ A I

τα ποιήματα της περιόδου 1944-1954, «Η σκιά και το φως», με τα ποιήματα των ετών 1954-1960, «Το χάραμα του μύθου», με τα ποιήματα της περιόδου 1960-1963, και «Ο κίνδυνος», στον οποίο εντάσσονται μαζί με τα κείμενα των ετών 1963-1965 και τα συ­ μπληρώματα που γράφτηκαν στο διάστημά 1965-1971. Απο τα «Τοπία του φεγγαριού», τα οποία εχει υπαγορεύσει ένας καλα αφομοιωμένος συμβολισμός ως τα αυστηρά, διδακτικά ποιήματα του «Κινδύνου», που μαρτυρούν αμέσως τον αναπόφευκτο αλλα ελεγχόμενο σκεπτικισμό της ωριμότητας, ο Κώστας Στεργιόπου­ λος παραμένει απόλυτα συνεπής στις αρχές μιας ιδιαίτερα απαι­ τητικής ποίησης, που θέλει να πνευματοποιήσει τη ζωή, να ανιχνεύσει τους ψυχικούς χρόνους και να μιλήσει αυθεντικά για τις πολλαπλές σχέσεις που συνδέουν τον κόσμο των ορατών με τον κόσμο των αοράτων. Γεννημένος στην Αθήνα το 1926, δημοσιεύει το πρώτο του ποίημα σε ηλικία δέκα επτά ετών στο περιοδικό «Νέα Εστία», ενώ αποφασιστική επίδραση στα κρίσιμα πρώτα χρόνια της διαμόρφωσης της καλλιτεχνικής του συνείδησης ασκεί ο Τέλλος Άγρας, ο οποίος μάλιστα παραχωρεί στο περιοδικό «Καλλιτεχνικά Νέα», το Σεπτέμβριο του 1943, μια θετική βιβλιο­ κρισία για τα «Χινοπωρινά», το σιωπηρά αποκηρυγμενο πρωτό­ λειό ποιητικό βιβλίο του Κώστα Στεργιόπουλου. Τόσο οι εσωστρεφείς κλειστοί στίχοι της εφηβείας, που δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τη φθορά της Κατοχής και το μένος του εμφυλίου, όσο και οι περιεκτικοί, αποτελεσματικοί στίχοι των συλλογών «Η σκιά και το φως» και «Το χάραμα του μυθου», οπού περιέχονται μερικά από τα σημαντικότερα ποιήματα της πρώτης οδού της ποιητικής παραγωγής του Στεργιόπουλου, περικλείουν όλους εκείνους τους, κραδασμούς που δοκίμασε ο ποιητής στην προσπάθειά του να οργανώσει και να συντηρήσει στη συνεχεία το δικό του σύστημα ηθικών αξιών, όπου οι διάφορες αντιθέσεις θα μπορούσαν ενδεχομένως να συνυπάρξουν, χωρίς να εξουδετερώ­ σει η μία την άλλη. επιστροφή του ποιητή στον «σιωπηλό» κόσμο των οραμάτων, η ενσωμάτωσή του στον γαλήνιο χώρο της αθωότητας δεν Η αποτελεί μία ακόμα φενάκη: είναι μία συνεπής με τον εαυτό της πράξη ουσιαστικού βίου, που άδικα λοιδωρει ο υπερφίαλος μηχανοκρατικός πολιτισμός της εποχής μας. Εξ ού και η ταύτιση του φανταστικού με το αληθινό, που ευαγγελίζεται με δικαιολογημένη αυτοπεποίθηση η ποίηση του Κώστα Στεργιοπουλου - μια ποίηση που συχνά συναγωνίζεται την αποκαλυπτική ευδαιμονία που χα­ ρακτηρίζει γενικά τις θεολογίες: η οριακή στιγμή της ποίησης ει-

ποι

κ ση

ΤΑ Π ΟΙ ΗΜΑΤ Α


80/επιλογή

επιλογη/81

ναι η είσοδός της στη μυθική σπηλιά, όπου συμβαίνουν ακόμα τα θαύματα. Το ποίημα «Χαμένη άνοιξη» (βλ. σελ. 116 επ.), πιστο­ ποιεί με υποδειγματικό τρόπο τη - λανθάνουσα - δυνατότητα της αναγωγής μας στο άρρητο, συνιστώντας ένα κείμενο κλειδί για τη διερεύνηση της ποιητικής του Κώστα Στεργιόπουλου, που γνωρί­ ζει όσο λίγοι νεο-Έλληνες ποιητές να μη χάνει από τα μάτια το στόχο του, καταγράφοντας με αφοπλιστική καθαρότητα ακόμα και τις λεπτότερες, σχεδόν ανεπαίσθητες, διακυμάνσεις της μεγά­ λης περιπέτειας της ψυχής. Χωρίς να υπερβάλλει ή να ενοχλεί η ποίηση αυτού του είδους μας πείθει εύκολα για την αξία της: παραμένοντας προσηλωμένη στη μελέτη και επεξεργασία των δραστικών συμβόλων της, διευρύ­ νει ευφυώς τις χρήσεις τους, απομονώνοντας και εξαίροντας ταυ­ τόχρονα το καίριο και το λεκτικά αναγκαίο. Το ποίημα «Δεν μπο­ ρώ να πω...», από τη συλλογή «Ο κίνδυνος» (βλ. σελ. 195), που παρατίθεται αυτούσιο, περιέχει συνοπτικά τις αρετές που προανέφερα:

να τρέξει αίμα ή I να μας τσακίσει κόκαλο. / Να μη μου πεις πως φτάσαμε, να μη μου πεις I πως δεν υπάρχει τίποτα από δω και πέ­ ρα. I Την αυγή στο βουνό, το δειλινό στη θάλασσα, υπάρχουν τό­ σοι κίνδυνοι που δεν τους λογαριάζαμε, I και το βαρύ, το μεσημέ­ ρι μες στο δάσος. / Να βυθιζόμαστε, / και να μη φτάνουμε ποτέ στα βάθη του ύπνου. / Να σκοντάφτουμε όλο στα ρηχά. / Να μην υπάρχει ένας βαθύς βυθός να μας κρατήσει / και το νερό να μας σηκώνει πάλι απάνω. / Σκοτεινή κίνηση απ’ τα έγκατα, / σκοτεινή φωνή... / Θα προχωρούμε. / Με την ορμή και την έκσταση των αγ­ γέλων και των θηρίων».

Δεν είναι πως «βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες» · είναι βουλιάζοντας που γίνεται ένα με τις πέτρες, καθώς μας παίζει ο ένας κι ο άλλος δαίμονας.

Αφού εγώ δεν μπορώ, αφού μου λείπει η δύναμη, ας βοηθήσει ο σταυρός. Σα σφραγίδα πυρωμένη καίγοντας το κακό πάνω στο δέρμα μου, αφήνοντας σημάδια ανεξίτηλα».

ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΣΙΑ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ με λέιζερ, 1,1 δρχ. η λέξη για βιβλία και 1,3 δρχ. για μικρά έντυπα. Από δισκέτα 0,6 δρχ. η λέ­ ξη. Καφετζής. Τηλ. 5909350.

«Γιατί να στρέφουμε αλλού τα μάτια, μέσα στης ύπαρξής μας τα σκοτάδια, κι όχι σ’ αυτό το χειμωνιάτικο δρόμο, σ ’ αυτά τα γυμνά δέντρα, που θα μπορούσαν ίσως να γίνουνε παρηγοριά μας;

Στον κόσμο των ιδεών του Κώστα Στεργιόπουλου σημαίνουσα θέση κατέχει το μοτίβο της κίνησης. Ό χι με την έννοια της εκλογικευμένης τάσης ή δράσης για πρόοδο, όπως τη συναντάμε π.χ. στην ποίηση του κατά δύο χρόνια νεότερου του Τίτου Πατρικίου, αλλά με την έννοια της σωτηρίας της ψυχής μας από την ακινησία. Ενδεικτικά θα μπορούσε να παραβάλει κανείς τους στίχους:

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

ΚΟΙΜΙΜΟΛΟΙ IKK ΗΙΗΜΟΘΙΙΚΙΙ - UVTENBF.Hl

ΗΛΣΙΛΙΙΣ I. ΦΙΛΙΑΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΣΤΟΝ 20° ΑΙΩΝΑ ΤΟΜΟΣ Λ

KOIΜΙΜΟ\OIIMI *

MtUOHMKHliin

JA C Q U E S VAI.I.1N

Ο ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΙΉΣ Κ ψ λΙψ ίί. ΙΙροβλήμακι, llim o n ix i;

Γιατί να στρέφουμε αλλού το πρόσωπο, στη σκιά και στο θάνατο, κι όχι σ' αυτή την ερημιά του χειμώνα, σ’ αυτά τα παγωμένα σπουργίτια, που πηδούν από κλώνο σε κλώνο;

«Αγαπάς την κίνηση, ένα τυφλό έντομο, ένα ζώο που σ’ έχει χάσει απ' την άλλη άκρη του χρόνου, αγαπάς όλο το χωματένιο δρόμο που περάσαμε. Αγαπάς τον άνθρωπο». [από την ποιητική συλλογή «Χωματόδρομος», του 1954, του Τίτου Πατρικίου], με το ποίημα του Κώστα Στεργιό­ πουλου «Μην πεις πως φτάσαμε» (βλ. σελ. 246 επ.): Μην πεις πως φτάσαμε και να σταθούμε. / Στέκουν και φτάνου­ νε μονάχα οι άγιοι κι οι άγγελοι. / Οι άγιοι, οι άγγελοι κι οι ετοι­ μοθάνατοι. / Τώρα που κινδυνέψαμε στα βαθιά, / χάσαμε το φόβο και τον ύπνο. / Ευέλικτοι περνάμε μέσα από όρθια σπαθιά, / χωρίς

Μ ΕΛΙΝΑ ΣΚΡΛΦΕΤΙΝΙΛΟΥ

Σ

«Δενμπορώ να πω πως η ζωή δεν είναι με πολλά χρώματα, πως ο έρωτας δεν έρχεται μέσα από πολλούς καθρέφτες, ακονμπώντας το μάγουλό μου στο μάγουλό σου, το μάγουλο της ζωής, μέσα από πολλούς καθρέφτες, πρίσματα, φωσφορισμούς κι αντανακλάσεις.

Συχνά, κρατιόμαστε από μια κλωστή, το τεντωμένο σκοινί, κι ο ακροβάτης, όπως ο ίλιγγος πάνω από βάραθρα.

το ποίημα «Τα πράγματα», από την ενότητα «Σκοτεινά δια­ λείμματα» της συλλογής «Το χάραμα του μύθου» (βλ. σελ. 146), η διαβάθμιση από το πράγμα στο δέντρο και από το δέντρο και το πράγμα σ’ εμάς ορίζει με ακρίβεια την ουσία της κίνησης: η συνεχής απομάκρυνση, αντιδιαστολή μας από τη φύση, αυτή η αέ­ ναη άπωση συνιστά το αρχέγονο δράμα. Η φαινομενολογία του διχασμού εγώ ή αυτό αποτελεί πρωταρχικό υλικό για την ποίηση του Κώστα Στεργιόπουλου. Ο ποιητής θέλει να αντισταθεί σε μία πιθανή ισοπεδωτική του ταύτιση με την πανίσχυρη ύλη που τον περιβάλλει, επιχειρεί να εφεύρει τρόπους διαφυγής, αρνείται να παραδεχτεί την απώλεια του ατομικού ( = πνευματικού). Κίνηση, σε τελευταία ανάλυση, σημαίνει επιβίωση του ήθους. Το 8ο κομμάτι της ενότητας «Η σκιά και το φως» από την ομώ­ νυμη, δεύτερη, ποιητική συλλογή του Κώστα Στεργιόπουλου όπως επίσης και το ποίημα «Αιώνια Επιστροφή», από το «Χάραμα του μύθου» (βλ. σελ. 184), είναι ενδεικτικά μιας σειράς κειμένων, που προβάλλουν το θέμα της αιώνιας επιστροφής, της ανακύκλησης, όπως τουλάχιστον την καθόρισε με εξαιρετική διαύγεια η νιτσεϊκή φιλοσοφία του διαρκούς γυρισμού. 0 ποιητής επικοινωνώντας με τη Φύση αντιλαμβάνεται τη μεγάλη διαφορά που τον χωρίζει απ’ αυτήν και αρχίζει ξανά να μελετά τη δική του μοίρα, βιώνοντας την κοσμική μοναξιά σε όλο της το βάθος. Το κείμενο που ακο­ λουθεί είναι χαρακτηριστικό:

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Άφυλλα ξύλα μες στην παγωνιά, κι άδειος απ' τις διχάλες τους περνάει ο αέρας. Μα αυτά γνωρίζουν έναν αιώνιο γυρισμό. Γιατί να στρέφουμε αλλού τα μάτια, γιατί να στρέφουμε αλλού το πρόσωπο;» (σελ. 131)

Ο

ποιητής αναζητεί ασφαλώς προστασία μέσα στα όνειρά του. Εκεί το άλλο φως, εκεί η διέξοδος. Βέβαια τα πράγματα δε

Μκιιψίκΐιΐη I.UPC.M A ΕκιμΟχα: Λ. Γ. ΤΣΑΟΥΣΗΣ

MMMJMUMNUH t ANNnMKUOlUH UUMMMUH UTOM1C

GUTENBERG


82/επιλογή

επιλογη/83

θ’ αργήσουν να εκδικηθούν. Η αδυσώπητη, ακατανίκητη βαρύτη­ τά τους θα συμπαρασύρει το δραπέτη τους με την πρώτη ευκαιρία. Ο αμετανόητος όμως φυγάδας θα αναζητήσει άλλη μια φορά οδούς διαφυγής κι η διαδικασία θα επαναληφθεί κ.ο.κ. Η ενέργεια που εκλύεται από αυτήν ακριβώς την τριβή του υποκει­ μένου με τις δύο διαμετρικά αντίθετες «φύσεις» συνιστά το βασι­ κότερο στοιχείο της ποίησης του Κώστα Στεργιόπουλου. Το ποίημα, λοιπόν, στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι απλά το προϊόν μιας καταγραφής, αλλά η ίδια η αγωνία, ο φόβος, η απελευθέρωση από το φόβο, η κάθαρση, η κάθοδος στον Άδη, που δοκιμάζει ξανά και ξανά ο Σίσυφος των στίχων. Το ποίημα «Η κόλαση», από την ποιητική συλλογή «Το χάραμα του μύθου» (βλ. σελ. 147), συνοψίζει τα παραπάνω:

ταξίδι σε πολλά επίπεδα ν \λ

Κ Α Τ ΙΑ Σ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΥ: Οι Ινδίες μου. Αθήνα, Τ ο Κ λ ε Τ ό ί , 1988. Σελ. 453

ο βιβλίο της Κάτιας Αντωνοπούλου είχε εξαρχής τις προϋπο­ θέσεις να γίνει δημοφιλές - πράγμα που άλλωστε έγινε. Το θέ­ Τ μα του πρώτα πρώτα: η περιήγηση σ’ έναν τόπο που οσοδήποτε

«Η κόλαση είναι μέσα μας· μα αν μείνουμε έξω από μας, πάμε στην κόλαση, ή σμίγουμε με τα ζώα και τα φυτά: αχόρταγοι από ανώφελες συγκινήσεις κι ασάλευτοι.από άσκοπες περιπέτειες. Δεν μπορώ άλλο πια να γέρνω και να κλονίζομαι, δεν μπορώ άλλο πια να πέφτω και να σηκώνομαι. Τα κοράκια κι οι ύαινες καραδοκούνε την πτώση μου. Λοιπόν, προχωρείτε! Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Προχωρείτε, λοιπόν! Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Προχωρείτε, όπως όταν σημαίνει η σάλπιγγα. Σας το λέω, γέρνοντας πάλι από μια νέα πληγή. Η κίνηση είναι κόλαση, αλλά στην κόλαση πάμε με την ακινησία». Οι αλλεπάλληλες αυτές μεταπτώσεις αντιστοιχούν στις φάσεις της πορείας προς τη μεταιχμιακή εκείνη κορύφωση όπου ο ποιη­ τής θα αποπειραθεί να επαναποκτήσει την παλιά, χαμένη ταυτό­ τητά του, αποκαθιστώντας συγχρόνως την ισορροπία που διασά­ λευσε, με τόσο καταστρεπτικές συνέπειες, η άτεγκτη Λογική της συμβατικής δυτικοευρωπαϊκής σκέψης. Και ο κίνδυνος που επαπειλείται σε όλα αυτά τα στάδια είναι καθ’ όλα ορατός: τα πάντα μπορούν να απωλεσθούν από τη μια στιγμή στην άλλη - το πρόσω­ πο μπορεί να ξαναγίνει αμέσως κύμβαλο αλαλάζον. Ο ντετερμινι­ σμός του κινδύνου, που αναλύει μεθοδικά στην ομώνυμη ποιητική του συλλογή ο Κώστας Στεργιόπουλος, προσδίδει μια σημαντική διάσταση στο όλο δράμα: αν δεν κινδυνέψω, θα χαθώ. Παράλλη­ λα όμως η πιθανότητα επιτυχίας, δηλαδή η θέαση των ηδονικών τοπίων, είναι θανάσιμα περιορισμένη. Ο λόγος του ποιητή μετα­ φέρει αυτούσιο ως εμάς το μείζον αυτό πάθος. Από την άποψη αυτή το ποιητικό έργο του Κώστα Στεργιόπουλου είναι κατ’ εξο­ χήν υπαρξιακό, ένα έργο που δεν οφείλουμε απλώς να προσέχου­ με αλλά και να μαθαίνουμε. ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ γερμανικών, φιλόλογος, απόφοιτος .. πανεπιστημίου, παραόίδει μαθήματα σε αρχάριουςλ^ίίι προχωρημένους. feW ® Τηλ. 41.74.898 απογεύματα

και αν μοιάζει πλησιέστερός μας σήμερα, λόγω της ραγδαίας εξέ­ λιξης των μέσων ενημέρωσης, παραμένει στο βάθος το ίδιο με πριν αινιγματικός και σε σημαντικό βαθμό ακατανόητος, για όλους εμάς που έχουμε εθιστεί στο μύθο μιας κοινότητας πολιτιστικής και πολιτισμικής μέσα στα όρια της Δύσης. Ο αφηγητής του, έπει­ τα: μια γυναίκα που ξεκινάει από μια πόλη της Πελοποννήσου, την Καλαμάτα, για να κερδηθεί, όχι αιφνίδια αλλά σιγά σιγά, από τον ασιατικό τρόπο ζωής και σκέψης - χωρίς εντούτοις να έχει κλείσει τους λογαριασμούς της με τον πάτριο χώρο, στον οποίο πάντοτε επιστρέφει. Δεν είναι λοιπόν από τις περιπτώσεις εκείνες των νέων, της ρομαντικής αμφισβήτησης του ’50 και του ’60 - αν και βιολογικά ανήκει η συγγραφέας στη γενιά που ανακάλυψε ξα­ νά την Ασία και τη Μεσόγειο μια δεκαετία μετά τη λήξη του πολέ­ μου - που χάθηκαν σε διάφορα σημεία της Βόρειας Ινδίας και του Νεπάλ, με εξωτικά ονόματα όπως Κατμαντού ή Γκόραχπούρ. Σε κάποιο μέτρο όμως - κι αυτό δηλώνεται εξάλλου μέσα στο βιβλίο - είναι αλληλέγγυη με το πνεύμα αυτής της γενιάς που, αναζητώ­ ντας μια ήδη χαμένη πίστη στον δυτικό κόσμο, στράφηκε προς την ανατολή, περνώντας όχι τυχαία από τα αιγαιοπελαγίτικα νησιά, την 'Υδρα και τη Μύκονο. Και λέω, «όχι τυχαία», γιατί μέσα στην αναζήτηση του ιδεαλιστικού απόλυτου η Ελλάδα και τα νησιά της ήταν το κατώφλι προς μια άλλη γεωφυσιολογική ταυτότητα και ενότητα ζωής. Ο τρόπος αφήγησης, τέλος: είναι το πιο ενδιαφέ­ ρον από τα στοιχεία που μας κομίζει αυτό το βιβλίο. Είναι μια αφήγηση που οπωσδήποτε δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για την εγκυρότητά της από την άποψη των χρονολογιών. Από την αρχή ακόμα φαίνεται η συγγραφέας να μην είναι τόσο ένθερμα στρατευμένη στην υπόθεση της γνωριμίας μας με τις Ινδίες. Περισσότε­ ρο προσπαθεί να απαντήσει η ίδια στις απορίες, στα θαυμαστά και στα λιγότερο ειδυλλιακά που ξεφυτρώνουν γύρω της, άλλα ως ερωτήματα, άλλα ως ονειροπολήσεις, άλλα ως συνειρμοί. Ετσι, περισσότερο μπορώ να πω ότι μας υποβάλλει σε μια ψυχική ή συ­ ναισθηματική της κατάσταση και λιγότερο έχει στο νου της να μας βοηθήσει να συναρμολογήσουμε το πολιτικό, θρησκευτικό ή πολι­ τισμικό p u zzle της Ινδίας. Γιατί αλήθεια είναι ότι η αναγνωστική μας εμπειρία του βιβλίου αυτού είναι συναρπαστική στα σημεία εκείνα όπου η συγγραφέας λησμονεί τελείως το ρόλο του οδηγού, ο οποίος μας ενημερώνει για την ιστορία και τις ιδιομορφίες των διαφόρων τόπων, παρασύροντάς μας στη δική της, την ιδιοσυγκρασιακή πραγματικότητα όπου περιλαμβάνονται δεκάδες από άλλες πραγματικότητες, της Ινδίας, της Ελλάδας, της Αγγλίας, της ζωής της στην Αστυπάλαια, και που όλες αυτές οι πραγματικότη­ τες είναι αδύνατο να αναπαρασταθούν με απολύτως πειστικό τρόπο. Εγκαταλειπόμαστε μέσα τους ή δε μας αφορούν καθόλου δεν υπάρχει εδώ άλλη εκδοχή ανάγνωσης. Άλλωστε, αυτή η πραγματικότητα που μας αποκαλύπτεται στις Ινδ ίες μ ο υ , με κανένα τρόπο δεν είναι πιστά απεικονιστική της εκεί καθημερινότητας, ή περιγραφική κάποιων «αντικειμενικών»

@

ΚΛΙ ΙΛ Λ \ ΓΙΊΝΟΙIOVAOY

ΟΓ ΙΝΔΙΕΣ ΜΟΥ

I ΡIΤΗ

»· Κ \ Ο L Η


επιλογη/85

84/επιλογη δεδομένων που θεωρούνται χρήσιμα σε μια ενδεχόμενη τουριστική μας περιήγηση. Το «οδοιπορικό» της Κάτιας Αντωνοπούλου, στη­ ριγμένο όπως είναι σε παλαιότερες ή πρόσφατες ενθυμήσεις της, πολλές φορές παίρνει αφορμή από μια εντύπωση, μια παρατήρη­ ση, έναν συσχετισμό αρκετά συχνά, μια αναγωγή από μια ανθρώ­ πινη μορφή σε μια άλλη, από το περίγραμμα ενός βραχμανικού ναού στο περίγραμμα ενός λόφου· «ο Ντιρέντρα, ο επικεφαλής οδηγός μας, μου θυμίζει το Νικόλα στην Αστυπαλιά, λίγο πριν γί­ νει πολύ in. Έχει κι αυτός το star quality που κάνει ένα ντόπιο να ξεχωρίζει από τους άλλους· θυμάσαι το Νίκο που μπήκε στο κα­ φενείο στην Αγιά για να βρει το χτίστη του και βγήκε άπραχτος λέγοντας, “δεν τον είδα βρε παιδιά, όλοι ίδιοι μου φαίνονται”» (σελ. 322).

ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ

επάλληλοι ο ενεστώς και ο παρελθών χρόνος, ο ευθύς και ο πλά­ γιος λόγος, η ατομική και η συλλογική μνήμη, όπως, λ.χ., συμβαί­ νουν όλα αυτά στις πρώτες ήδη σελίδες του «ταξιδιωτικού» της Κάτιας Αντωνοπούλου: «Τέτοια σκέφτομαι τώρα στο φθινοπωρινό Μεταξοχώρι ενώ πί­ νω καφέ ξαπλωμένη στο κρεβάτι χαζεύοντας την υγρή ομίχλη που σέρνεται σαν ερπετό και καταπίνει τις κατσίκες που βό­ σκανε στον απέναντι λόφο, κι αμέσως τον αφήνει πεντακάθαρο και φρεσκολουσμένο (...) Τότε το μόνο που σκεφτόμουνα ήτανε πώς να ταράξω τα νερά της επαρχιακής ανίας και κυρίως πώς να το σκάσω, πώς να ξεφύγω από τον κλοιό της πόλης, της οι­ κογένειας, αχ να μη με ξέρει κανείς ονειρεύομαι, κι όπως κατε­ βαίνω τα σκοτεινά σκαλιά και τα υγρά κατηφορικά στενοσόκα­ κα της Σίμλας στη βόρεια Ινδία, προσπερνώντας ιδρωμένους αχθοφόρους με τεράστια φορτία που στηρίζονται στο μέτωπό τους με μια φαρδιά λουρίδα, το σκοτάδι, τ αγκομαχητά τους, η κάθοδος στα έγκατα της άγνωστης πόλης, το φως των κεριών που φωτίζει μονόπλευρα τις ακίνητες καθιστές φιγούρες στα μικροσκοπικά μαγαζάκια, όλα στάζουν, τα μισόγυμνα κορμιά των βαστάζων, οι τοίχοι, οι υγρές πλάκες (..·)» (Σελ. 12-13)

MARY HOOPER ΤΑ

ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΗΣΕΜΜΑΣ

δράση λοιπόν στο «οδοιπορικό» αυτό εκτυλίσσεται σε δύο και σε περισσότερα επίπεδα· σ’ ένα χώρο που εντελώς αιφνί­ Η δια αλλάζει διαστάσεις και διευρύνεται απεριόριστα - και αυτές οι εναλλαγές νομίζω, είναι που δίνουν στο βιβλίο, ή τουλάχιστον σε αρκετά σημεία του, μια γοητευτική και συναρπαστική πλαστι­ κότητα. Με τις Ινδίες μου, εκτός των άλλων, μπορούμε εξαιρώ­ ντας ακόμα και αυτή καθαυτή την ιστορία, ή τις παράλληλες μι­ κρότερες ιστορίες που μας αφηγείται η Κάτια Αντωνοπούλου, να διακρίνουμε ένα στοιχείο ιδιαίτερα σημαντικό, που έχει να κάνει με τη διαφοροποίηση που υφίσταται τα τελευταία χρόνια το είδος της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Γιατί, πραγματικά, και στο είδος αυτό υπάρχουν κάποιες βαθιές λίγο πολύ αλλαγές, όπως λ.χ., ο τρόπος περιήγησης μέσα στο χώρο, ή, ακόμα, ο τρόπος της ιστορι­ κής προσέγγισής του, δεδομένα που μας πείθουν ότι έχει αλλάξει πια η οπτική του συγγραφέα ως προς τις γραφές της περιπλάνη­ σης, αλλά και η οπτική του «περιπλανώμενου» ως προς τόν χώρο που διασχίζει και γνωρίζει. Ο ευθύγραμμος, πάνω κάτω, τρόπος αναπαράστασης των ταξιδιωτικών εντυπώσεων, έτσι όπως τον γνωρίσαμε από γνωστούς πεζογράφους και στοχαστές της γενιάς του ’30, τον Γ. Θεοτοκά, τον Π. Χάρη, τον Α. Καραντώνη, τον Γ. Σφακιανάκη - έχει μεταμορφωθεί ολοένα και περισσότερο σε πλά­ γιο τρόπο, με την έννοια ότι πολλές φορές ο «περιπλανώμενος» όχι μόνο παρεμβάλλει στην αφήγησή του συνειρμούς αλλά και συ­ χνά δημιουργεί έναν προσωπικό διάλογο με τον τόπο, τα τοπία και τον χρόνο, όπως για παράδειγμα ο Γιώργος Σεφέρης στο οδοι­ πορικό του, Τα Μοναστήρια της Καππαδοκίας. Αυτό δηλαδή που μοιάζει να ενδιαφέρει τον σύγχρονο ταξιδιώ­ τη, στις αρκετά πιο ασφαλείς από άλλοτε μετακινήσεις του, δεν εί­ ναι πια η ηθογραφική και νατουραλιστική απεικόνιση των τόπων και των ανθρώπων. Σε μια εποχή όπου όλα είναι πια, περισσότερο ή λιγότερο, αναγνωρίσιμα και γνωστά, η μετακίνηση αναζητεί την αποκάλυψη του θαυμαστού σε μιαν άλλη διάσταση του κόσμου1 ο δε συγγραφέας χρησιμοποιεί μπορούμε να πούμε το ταξίδι ως πρόσχημα, μια και στο βάθος αναζητεί την προσωπική σχέση του με τον κόσμο στον οποίο βρίσκεται. Έτσι κι αλλιώς, για να είναι καρποφόρα αυτή η μετακίνηση, αυτό το ταξίδι, όπου οι ημερολο­ γιακές σημειώσεις είναι κάτι το δευτερεύον, και όπου η λογοτεχνι­ κή τους αξία είναι ευθέως ανάλογη με την οργανική σχέση συγ­ γραφέα και περιβάλλοντος, θα πρέπει να υπάρχει - και μάλιστα σε έντονο βαθμό - αυτή η διάχυση του ατόμου προς τον κόσμο, μια διάχυση άμεσα συνδεδεμένη με ό,τι ονομάζουμε βίωμα. Αν υπάρχει αυτή η κατάσταση διάχυσης, μπορούν, χωρίς ιδιαίτερες δυσκολίες, να διαρραγούν τα όρια φαντασίας και πραγματικότη­ τας κατά τη διάρκεια της πράξης της γραφής. Μπορεί να είναι

^ \ £ Τ Η Μ 0Λ0Ρ/4 tttlSTHMaΛ0Γ __ GUTENBERG

FRANCO SELLERI

Η ΔΙΑΜΑΧΗ ΓΙΑΤΗΝ ΚΒΑΝΤΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΜΡΤΑΦΡΑΣΗ ΝΙΚΟΣ ΤΑΜΙΙΑΚΗΣ

^ΣΤΗΜΟΐορ, tfJlTA EIB®S TO

ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ

Gutenbere ΒΙΒΛ ΙΑΓΙΑΝΕΟΥΣ'-λ

Gutenber

λάι σ’ αυτό το ταξίδι στη μυθική για μας και ακόμα και σή­ μερα παραμυθένια Ινδία, όπου είναι ανύπαρκτες ή είναι αντεστραμμένες οι ηθικές διακρίσεις, οι λογικές κατηγορίες και η έννοια της δικαιοσύνης, έτσι όπως τις γνωρίζουμε και υπάρχουμε μέσα απ’ αυτές στη Δύση, παρακολουθούμε τα άλλα ταξίδια/αναδρομές της Κάτιας Αντωνοπούλου. Αλλεπάλληλα ταξίδια, αιφνί­ δια και αστραπιαία, με τον τρόπο που τα ορίζει και τα προκαλεί η μνήμη. Ή , ταξίδια πραγματοποιημένα σε διάφορους καιρούς που διευρύνουν απεριόριστα τη δύναμη της φαντασίας, δημιουργώ­ ντας γόνιμο έδαφος ώστε να συνδυαστούν συνειρμικά γεγονότα, αισθήσεις, εντυπώσεις που φαινομενικά και μόνο μοιάζουν αταί­ ριαστα. Δε θα ήμουν πιστεύω καθόλου άδικος αν έλεγα ότι τα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια αυτού του άνισου βιβλίου, απ’ όπου 0u μπορούσαν να απουσιάζουν αρκετές σελίδες επίπεδων περιγρα­ φών, είναι ακριβώς τέτοιας υφής - όπως αυτής που σκιαγράφησα λίγο πιο πάνω. Ενώ τα πιο ανούσια είναι εκείνα όπου η περιγρα­ φή σέρνεται σχεδόν πειθαναγκασμένη πίσω από μια αμφίβολης αξίας «ανάγκη» να ειπωθούν τα πράγματα ακριβώς όπως έγιναν. Γιατί, τουλάχιστον ως προς εμένα, με την ιδιότητα του αναγνώ­ στη και μόνο, η ουσιαστική σημασία του βιβλίου αυτού δεν είναι φυσικά η πιστοποίηση των όσων είδε η συγγραφέας του στην Ιν­ δία - κάτι τέτοιο θα μπορούσε να το φέρει σε πέρας καλύτερα ένας τουριστικός οδηγός - αλλά ό,τι μας υποβάλλεται μέσα και πέρα από όλα αυτά: ότι η ζωή είναι μια, ότι δεν υπάρχει μια ζωή στην Καλκούτα, π.χ., κι άλλη μια στην Αστυπάλαια ή μια τρίτη στο Μεταξοχώρι της Αγιάς και μια τέταρτη στην Καλαμάτα των παιδικών χρόνων της Κ. Αντωνοπούλου. Γνωρίζοντας η συγγρα­ φέας την καθημερινή όψη της Ινδίας μπορεί να ανιχνεύσει και τη μυθική της όψη, και μπορεί - συνάλληλα - να γνωρίσει καλύτερα έστω και εκ των υστέρων τα δικά της εφηβικά χρόνια. Πάνω απ’ όλα όμως γνωρίζει με απόλυτα βιωματικό τρόπο το νόημα της ασιατικής ζωής: τη συμπληρωματική αντίθεση της πληρότητας και της απουσίας, του να έχεις και να μην έχεις, της ζωής και του θα­ νάτου. IΪΛ,| '§,! ΑΛΕΞ. ΖΗΡΑΣ

Π

GUTENBERG '

Ε. Γ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ Π Α ΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΚΑ Ι ΚΟΙΝίΙΝΙΚΑ ΘΕΜΕΛΙΩΜΕΝΟ ΕΙΙΙΣΤΗΜΟΛΟΠΑ

«flffTHMQAQp, GUTENBERG

ΟΙ

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΣΤΗΝ

ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΟΜΑΔΑ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

m

.GUTENBERG


86/επιλογη

επιλογη/87

η αισθητική διδαχή και το θάρρος της γνώμης ΑΠ Ο ΣΤΟ ΛΟ Υ ΣΑΧΙΝΗ: Τετράδια κριτικής. Πέμπτη σειρά. Α θή­ να, Β ι β λ ι ο π ω λ ε ί ο υ τ η ς « Ε σ τ ί α ς » , 1988. Σελ. 239.

πέμπτος τόμος των «Τετραδίων κριτικής», που έχω μπροστά μου, μου δίνει την ευκαιρία να κάνω μια πιο γενική αναφορά Ο στη σειρά, που περιέχει ήδη πάνω από 250 παρουσιάσεις έργων της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας και λογοτεχνικής θεωρίας και κριτικής. Κατά κύριο λόγο πρόκειται για έργα πεζογραφίας, - στη μελέτη της οποίας έχει αφοσιωθεί κατεξοχήν ο κ. Σαχίνης, - αλλά πολύ σημαντικός είναι κάι ο αριθμός έργων της θεωρίας και της ιστο­ ρίας της λογοτεχνίας που τον απασχολούν, ενώ, όσον αφορά την ποίηση, επανέρχεται επανειλημμένα στην Κρητική σχολή (για την οποία έχει δημοσιεύσει και μια πρωτότυπη μελέτη1) και στον Κωστή Παλαμά. Στον πέμπτο πάντως τόμο είναι αυξημένες και οι ποιητικές αναγνώσεις (Καβάφης, Εγγονόπουλος, Εμπειρικός, Καββαδίας και βέβαια πάλι Κρητική σχολή και Παλαμάς). Πολλά έχει να πει κανείς με αφορμή αυτόν το «σύλλαβον» των 1200 και πλέον σελίδων. Θα σταθώ σε δυο παρατηρήσεις, που τις νομίζω κύριες. Αν στον θεωρητικό, αλλά και τον κριτικό της λογοτεχνίας είναι απαραίτητη η ύπαρξη ορισμένων βασικών αρχιόν, αυτό είναι προ­ φανές ότι υπάρχει στο έργο του κ. Σαχίνη. Πιστεύει στον κοινωνι­ κό προορισμό της λογοτεχνίας· έναν προορισμό ωστόσο, που είναι αυτόθετος, αφεαυτού τεθειμένος, όχι υπαγορευμένος. Κάτι που τον φέρνει σε αντίθεση προς τις αρχές, ας πούμε, του σοσιαλιστι­ κού ρεαλισμού. Είναι όμως ενδεικτικό για το δικό του σύστημα αρχών το γεγονός ότι πρόσεξε και αξιολόγησε, τελικά, θετικά το βιβλίο του Georg Lukacs για το ιστορικό μυθιστόρημα. Γράφει μεταξύ άλλων: «Πρέπει να παραδεχτώ πως αυτή η κοινωνιολογική ανάλυση του Lukacs, η κοινωνική δηλαδή αφετηρία των μυθιστο­ ρημάτων, και τα συμπεράσματα που προκύπτουν απ’ αυτήν, συ­ μπίπτουν προς τις δικές μου αξιολογήσεις των ίδιων αφηγηματι­ κών έργων, που ωστόσο δεν ξεκινούν από κοινωνιολογικά και ιστορικά, αλλά από άλλα, γενικότερα ανθρωπιστικά και “ηθικά” , κριτήρια» (4, σ. 130). πως βλέπουμε, ο κ. Σαχίνης δεν διστάζει να πει, ότι το αξιο­ λογικό του σύστημα, που εφαρμόζει κατά την αποτίμηση των Ο έργων της λογοτεχνίας, έχει και μια σαφέστατη ηθική βάση· σε τε­ λευταία ανάλυση τον ενδιαφέρει και η ηθικότητα της τέχνης: κάτι που προκαλεί τον αποτροπιασμό ενός εξαιρετικά μεγάλου αριθ­ μού διανοουμένων, που ασχολούνται με αισθητικά ζητήματα (ιδίως ενΈλλάδι). Όμως η αντίδραση αυτή δε νομίζω ότι απα­ σχολεί ιδιαίτερα τον κ. Σαχίνη. Και αυτό είναι το δεύτερο πράγ­ μα, που θα ήθελα να επισημάνω. Ο κ. Σαχίνης έχει την τάση να λέει αυτό που πιστεύει ή αισθάνεται, - να λέει τα σύκα, σύκα. Θα μνημονεύσω πρώτα μια περίπτωση από τα δικά μας· του Σεφέρη. Βεβαίως αναγνωρίζει τα κοινώς ομολογούμενα «ουσιαστικά προτερήματά του», όταν το 1973 διαβάζει τις κυκλοφορημένες την ίδια εκείνη χρονιά «Μέρες του 1945-1951». Αναγνωρίζει το πυκνό

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΣΑΧΙΝΗ

ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΠΕΜΠΤΗ ΣΕΙΡΑ

ύφος και τον προσωπικό στοχασμό του. Όμως: «Εντύπωση (...) προξενεί η αυστηρότατη κριτική του Σεφέρη εναντίον των Ελλή­ νων του καιρού του. Μιλά πολύ περιφρονητικά γι’ αυτούς, και φαίνεται σαν να βάζει τον εαυτό του σε πολύ ψηλότερη θέση. Οι κατηγορίες του είναι ιδιαίτερα σοβαρές - αλλά δεν μαρτυρούν ψύχραιμη κρίση ή νηφάλια στάση. “Βλέπει κανείς καθαρά” , πα­ ρατηρεί για τους Έλληνες, “τα ψυχολογικά συμπτώματα πεινα­ λέων ναυαγών σε μια ξυλάρμενη σχεδία. Γυρεύουν να φάει ο ένας τον άλλο”». Ο κ. Σαχίνης δεν θα δυσκολευτεί διόλου να επισημάνει κι άλλες φράσεις με την ίδια διάθεση και καταδίκη, από το Σε­ φέρη, ενός τόπου, - του τόπου του, βουτηγμένου τότε σ’ ένα λου­ τρό αίματος που, αυτό και μόνο, θα μπορούσε να τον καθαγιάσει, - όπου «οι άνθρωποι, μια αρρώστια (ας αφήσω τον πολιτικό κό­ σμο και τη Διοίκηση), σ’ εμποδίζουν να ιδείς, και σου χαλούν ό,τι βλέπεις». Το 1977, όταν κυκλοφορούν οι «Μέρες Γ » (που καλύ­ πτουν το διάστημα από 16 Απριλίου 1934 έως 14 Δεκεμβρίου 1940), ο κ. Σαχίνης τις διαβάζει, όπως φαίνεται, αμέσως (ενώ πο­ λύ συχνά αφήνει να περάσει καιρός ανάμεσα στην έκδοση ενός έρ­ γου και την ανάγνωσή του). Τα ελαττώματα του Σεφέρη τον ενο­ χλούν ολοένα περισσότερο: «υπάρχει κι εδώ η ίδια στοχαστικότητα, η ίδια επιφυλακτικότητα, η ίδια αποφυγή της πραγματικής, γνήσιας και ειλικρινούς προσωπικής εξομολόγησης (...). Επειτα ξεχωρίζω τις κρίσεις του για ομοτέχνους του, για επωνύμους συ­ ναδέλφους του ή για άλλους σημαίνοντες πνευματικούς ανθρώ­ πους (π.χ. για τον Καβάφη, τον Σικελιανό, τον Καζαντζάκη, τον Ελύτη, τον Δ.Ι. Αντωνίου, τον Π. Κανελλόπουλο ή για το περιο­ δικό Τα Νέα Γράμματά), που επίσης είναι αρκετές εδώ και χαρα­ κτηρίζονται, σχεδόν πάντα, από επιφύλαξη και άρνηση» (4, 1923). Πιστεύω λοιπόν πως εγκαινιάζεται εδώ μια διαφορετική, νηφαλιότερη στάση απέναντι στο Σεφέρη, στον ποιητή και τον άν­ θρωπο (αυτά τα δύο, και να το θέλουμε, δεν μπορούν να ξεχωρί­ σουν), που δεν έχει σχέση με την ώς τώρα συνηθιζόμενη, κατά τη γερμανική έκφραση, Tabuierung του προσώπου. Στον πέμπτο τόμο οι σημειώσεις του κ. Σαχίνη για το βιβλίο του Μαλάνου, «Η ποίη­ ση του Σεφέρη» (1951), γραμμένες το Σεπτέμβριο του 1952 (ο χ(ίόνος γραφής των κειμένων των «Τετραδίων» δε δίγεται σε ευθεία γραμμή, αλλά κυκλικά, ώστε σε κάθε νέο τόμο να έχουμε και μιαν εκ νέου, αυτοτελή παρακολούθηση της κριτικής σκέψης του κ. Σα­ χίνη), δείχνουν, ότι οι πιο πάνω επιφυλάξεις του για τον Σεφέρη είχαν διαμορφωθεί από πολύ νωρίτερα: «Η υπερβολική αυτοκυ­ ριαρχία και η αυτοσυνειδησία του Σεφέρη ενοχλεί τον 1ίμο Μαλάνο- ακόμα και η ερμητικότητα και η σκοτεινύτητά του ως ποιη­ τή. Πάνω στο τελευταίο αυτό ζήτημα, και από αφορμή ένα εκτενές ερμηνευτικό γράμμα του ποιητή για την Κίχλη, ο Ί ίμος Μαλάνος εκφράζει μια εύλογη απορία, που νομίζω πως έχει γενικότερη ισχύ. Αφού ο ίδιος ο ποιητής έρχεται «εκ των υστέρων», με βοη­ θήματα και στηρίγματα, να διευκολύνει τον αναγνώστη στην επι­ κοινωνία του με την ποίησή του, τότε προς τι ο γριφώδης τρόπος της έκφρασης και η σκοτεινότητα; Όταν ο ποιητής γράφει ένα ποίημα, που μπορεί να το «εννοήσει» μόνο αυτός και που για να το «εννοήσουν» και οι άλλοι χρειάζονται τα σχόλιά του, τότε γιατί να το δημοσιεύει;» (σ. 39-40). ην ίδια παρρησία εκδηλώνει ο κ. Σαχίνης απέναντι και στους ξένους συγγραφείς και τα έργα τους. Δεν εκτιμά ιδιαίτερα Τ τον Μπόρχες. Και το λέει: «Κρίνοντας συνολικά, παρατηρεί κα­ νείς πως από τις ιστορίες του Μπόρχες λείπει η συγκίνηση πως λείπει η ανθρωπιά (...). Το ζήτημα είναι αν οι ιστορίες του έχουν

πεζογραφία ΒΑΣΙΛΗ

ΜΠΟΥΤΟΥ:

Νυχτερινή

Αποστασία.

Α θήνα, Καστανιώτης, 1988. Σελ. 130. Ο Βασίλης Μποΰτος έχει γεννη­ θεί στο Μακρυχώρι της Λάρισας στα 1959. Στα ελληνικά γράμματα εμφανίστηκε το 1986 με τη συλλογή διηγημάτων: «Χειρονομίες ντροπής». Πρόκειται δηλ. για έναν συγγραφέα που ακόμα Βρί­ σκεται στα πρώτα του βήματα. Παρ' όλα αυτά και πιάνεται στο καινούριο του έργο, με τίτλο «Νυχτερινή Αποστασία», με ένα πολύ σοβαρό θέμα: τις επιπτώ­ σεις π ου έχει σ' ένα παιδί και συ­ γκεκριμένα αγόρι, η προσωπική ζωή της μάνας. Μας αναλύει όλα τα δραματικά αποτελέσματα που έχει στην ψυχολογία και γενικό­ τερα στην προσωπικότητα ενός παιδιού, που έχει αναθρεφτεί με ιδιαίτερη στοργή, η αναζήτηση ενός συντρόφου από το μέρος της μάνας. Στη νουβέλα αυτή ο Βασίλης Μπούτος δείχνει με ζωντανό και παραστατικό τρόπο όλες τις αντιδράσεις του παιδιού-θύματος, όπω ς αυτό νιώθει για τον εαυτό του. Δεν δέχεται τον μέλλο­ ντα πατριό και το φανερώνει με ποικίλους τρόπους. Αρνείται να παρασταθεί στο γαμήλιο γλέντι και δημιουργεί καβγάδες. Στο όλο κλίμά επιδρά καταλυτικά και η στράτευσή του, μια κατάσταση που από μόνη της ήδη ηιέρνει χι­ λιάδες προβλήματα στους νέους κάθε γενιάς. Έτσι καταλήγει να ζει έντονα

0^


J

88/επιλογη ουσιαστική λογοτεχνική αξία κι αν μ’ αυτούς τους εκφραστικούς τρόπους μπορεί να πάει μακριά στην αφηγηματική πεζογραφία· δεν το νομίζω. Κι ακόμα έχω τη γνώμη πως ο συγγραφέας αυτός έχει υπερτιμηθεί και σ’ εμάς εδώ (από τα λίγα που γράφτηκαν για το έργο του) και στο εξωτερικό» (4, 191). Ανάλογα αντιδρά και για τον Μαρκές, για το μυθιστόρημά του «Εκατό χρόνια μονα­ ξιάς»: «Το μυθιστόρημα είναι φλύαρο και περισσόλογο, και ο συγγραφέας του επιμένει και εκτείνεται σε απεριόριστες λεπτομέ­ ρειες, που θα μπορούσαν θαυμάσια να λείπουν, χωρίς να θίγεται ή να επηρεάζεται η εντύπωση του συνόλου. Οι αδυναμίες αυτές μπορεί πρόσκαιρα, στη σημερινή εποχή, κατά την οποία ο Mar­ quez είναι συγγραφέας του συρμού - ιδίως στην Ελλάδα - να μην συζητούνται από την κριτική και να παραβλέπονται, αλλά σίγου­ ρα δεν βοηθούν το έργο να γίνει βιώσιμο στο προσεχές μέλλον» (4, 215-6). Η γνώμη του δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκή ούτε για τον Φώκνερ (4, 91-3), θαυμάζει όμως απερίφραστα τον Τζόυς (5, 96-105). Έγραφαν, ότι, τα «Τετράδια κριτικής» «είναι τα μοναδικά σε ελληνική γλώσσα διδακτικά βιβλία λογοτεχνίας». Τον διδακτικό ρόλο ο κ. Σαχίνης τον αποδέχεται. Εγώ θα παρατηρούσα σχετικά με το έργο της διδαχής, ότι κανένας διδάσκαλος δε θα μπορούσε να έχει ποτέ επιτυχία, αν δε διέθετε θάρρος γνώμης, αν δε δίδα­ σκε καθαρά αυτό που ξέρει και αυτό που πιστεύει. Ο βαθμός επι­ τυχίας και της αισθητικής διδαχής εξαρτάται από το βαθμό του θάρρους, με το οποίο λέει κανείς τη γνώμη του. Και ο βαθμός αυ­ τός είναι στον κ. Σαχίνη πολύ υψηλός. ΜΙΧΑΑΗΣ ΜΕΡΑΚΛΗΣ Σημειώσεις 1. «Κριτικές παρατηρήσεις στη “Θυσία του Αβραάμ” του Κορνάρου», Θεσσαλονίκη 1973 (ανάτυπο από το περιοδικό «Βυζαντινά» 1973, σ. 59-86). Τους λόγους, για τους οποίους θεώρησα τη μελέτη αυτή πρωτότυπη, είχα εκθέσει σε σχετικό ση­ μείωμά μου στη «Νέα Πορεία», τεύχη 223-225 (Σεπτ. - Νοέμβρ. 1973), σ. 189-90.

ΕΚΠΤΩΤΙΚΗ ΚΑΡΤΑ ΕΚΠΤΩΣΙΣ 10-20%

Δ ΙΑ Ρ Κ ΕΙΑ Σ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΙΔΗ (ΕΚΤΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ) ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΕΣ ΜΙΣΟΤΙΜΗΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ

Η ΕΚΠΤΩΣΗ ΙΣΧΥΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΚΤΙΚΕΣ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ ΒΙΒΛΙΟΥ

ΙΩΑΝΝΗΣ Μ ΠΟ ΣΤΑΝ Ο ΓΛΟ Υ & ΣΙΑ Ο.Ε. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

92 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.12.258 ΣΩΤΗΡΟΣ ΔΙΟΣ 13-15 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.71.330 ΝΟΤΑΡΑ 75 ΠΕΙΡΑΙΑΣ-ΤΗΛ. 41.12.258

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΟΥ ΒΙΒΛΙΑ Για την προσχολική ηλικία

"W1 τις μυστηριώδεις νύχτες που προσφέρονται στα στενάκια γύ­ ρω από την Ομόνοια με όλο της τον περιθωριακό κόσμο. Φτάνει να ερωτοτροπεί με τη γυναίκα του εργοδότη του - μια συνομή­ λικη της μητέρας-ερωμένης. Θα λέγαμε ότι η αποκορύφωση όλων αυτών είναι όταν γνωρίζεται μ' έναν μοναχό από το Άγιο Ό ρ ο ς και ανταποκρίνεται στην π ρ ό ­ σκλησή του να τον επισκεφτεί. Εκεί, μετά από κάποια εξομολό­ γησή του σ' έναν σεβάσμιο γέρο­ ντα, νιώθει λυτρωμένος, εξαγνι­ σμένος. Αρχίζει να δίνει δίκιο στην ακόμα νεαρή μητέρα για την αναζήτησή της ενός αρσενι­ κού συντρόφου, ξέχωρα από τον ίδιο. Ό μω ς φαίνεται πω ς η κακή του τύχη τον κατατρέχει. Ένας μοναχός ομοφυλοψιλικών τά­ σεων τον πλησιάζει εκφράζοντας τις επιθυμίες του. Εκείνος μη μπορώντας να ανταποκριθεί νιώθει ιερές τις στιγμές που βρί­ σκεται στον άγιο αυτό τόπο - συ­ γκρούεται μαζί του. Το αποτέλε­ σμα είναι να βρεθεί νεκρός ο «ανήθικος» μοναχός, και ο πρω ­ ταγωνιστής μας κατηγορούμενος για έναν φόνο. Μια ιστορία που λίγο πολύ αναβιώνει ένα οιδιπόδειο σύ­ μπλεγμα. Ένας γιος ερωτευμένος με τη ζεστή αγκαλιά της μάνας, με το απαλό και διακριτικό άρω­ μα που αναδύει ο κόρφος της. Γεύσεις και μυρωδιές που δε θέλει κανείς άλλος να νιώσει. Και όταν έρχεται ο αρσενικός - αντίζηλος να διεκδικήσει και αυτός δικαιω­ ματικά το αγαπημένο κορμί, όλα αυτά ανατρέπονται για τον νεα­ ρό που θεωρεί τη μάνα αποκλει­ στικά δική του. Ο Βασίλης Μπούτος, με λόγο ποιητικό και λυρικό, παρασύρει τον αναγνώστη του σε μια περι­ πέτεια γεμάτη γοητεία, τρυφερό­ τητα και απόγνωση. Η Νυχτερινή Αποστασία εκτός από το σαγη­ νευτικό παιχνίδι του μύθου και της γραφής, προσφέρεται σε πολλά επίπεδα ανάγνωσης, ιιου όλα όμως τα διαπερνά η αγωνία της ζωής και του θανάτου. ff~; Ά

ΣΟΦΙΑ ΣΤΑΓΚΑ

BLYTON Ε.:

0 θησαυρός χοο Μπάρμπα Κούνελου και άλλες

ιστορίες BLYTON Ε.:

Ο Μπάρμπα Κούνελος και το φεγγάρι και άλλες

ιστορίες 0 Μπάρμπα Αλεπούδος πηγαίνει στην αγορά και άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Τα κόκκινα καρότα του Μπάρμπα Αρκούδου και άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Τα καινούργια παπούτσια του Μπάρμπα Κούνε­ λου και άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Το καινούργιο σπίτι του Μπάρμπα Αλεπούδου και άλλες ιστορίες ΔΑΡΑΚΗ Π.: Η Τεμπελομαρία ΑΑΡΑΚΗ Π.: Όνειρα στο Πετροχώρι. ΣΤΙΚΑ δ .: Χαρούμενες Καλοκαιρινές διακοπές Φιγούρες Καραγκιόζη

BLYTON Ε.:

Η ΤεμπελοΜ αρία

ΑΠ’ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG


Ε κ δ ό σ ε ις

Κ έδρος

Γ. Γενναδίου 3, Αθήνα 106 78 - τηλ. 36.02.007

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΙΚΖΟΙ ΡΑΦΙΑ Σ τέλ λα Βογιατζόγλου

ΠΕΤΡΟΣ ΑΜΠΑΤΖΟΓΛΟΥ

Τι θέλει η κυρία Φρίμαν. Νουβέλα ΣΤΕΛΛΑ BOriATZQTAOY

TO

ΜΑΓΓΑΝΟΠΗΓΑΔΟ

Το μαγγανοπήγαδο. Μυθιστόρημα Η συγκάχοικος. Μυθιστόρημα

m

4

% WL

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ

Στάχτη στα μάτια. Πεζογράφημα ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ

Nw«Κχηχγλτ,ζ

Λεύκες Ασάλευτες. Μυθιστόρημα

ΛΙΗΧΝΗΗ T ill ΙΤ Κ Η Λ Ι

ΑΛΚΗ ΖΕΗ

ΚΛΙ T i l l Η Λ Α Α 1 1 Α 1

-----------LUHii________

Η αρραβωνια'στικιά του Αχιλλέα. Μυθιστόρημα ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑ,ΚΙΙΣ

Οι Δρόμοι του Αρχάγγελου. 3. Αυτοβιογραφία Οι Δρόμοι του Αρχάγγελου. 4. Αυτοβιογραφία ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Ο Λ/ηφντας του κόομου '

Ομόνοια 1980. Φωτογραφίες: Ανόρέας Μπίλιας

<% 5

ΝΙΚΟΣ ΚΑΣΔΑΓΛΗΣ

Δρόμοι της στεριάς και της θάλασσας. Ταξιδιωτικά ΜΗΤΣΟΣ ΚΑΣΟΛΑΣ

Ο άρχοντας του κόσμου. Μυθιστόρημα ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ

ΠΛΑΝΟΔΙΟΙ

Ιαγουάρος. Νουβέλα

ϊΑ Λ ίιίΓ κ τιη .

ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ

Πλανόδιος σαλπιγκτής. 14 Κείμενα ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΩΤΗΣ

Τα μαύρα παραμύθια. Διηγήματα ΑΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ-ΣΕΦΕΡΙΑΔΗ

ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣΓΝΩΣΗΣ ΑΝΉΟ!

Η γυναίκα της άμμου. Μυθιστόρημα ΧΡΕΤΟΦΟΡΟΣ ΜΗΛΙΩΝΗΣ

Ο Σιλβέστρος. Μυθιστόρημα ΚΩΣΤΟΥΛΑ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

Το παλαιοπωλείο στην .Τσιμισκή. Μυθιστόρημα ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΛΑΣ

Η μεγάλη πλατεία. Μυθιστόρημα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

Ο ιερός μαστός. Μυθιστόρημα ΑΝΝΑ ΞΑΝΘΑΚΗ

Δέντρο της γνώσης αντίο! Μυθιστόρημα ΕΙΡΗΝΗ ΣΠΑΝΙΛΟΥ

Το φίδι του Θεού. Μυθιστόρημα. ΧΑΡΙΣ ΣΤΑΘΑΤΟΥ

Προετοιμασίες. Μυθιστόρημα ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΥΜΠΑΡΔΗΣ

Μέντιουμ. Νουβέλα ΕΡΣΗ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ

Μεξικό. Νουβέλα ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΑΣΣΟΙΙΟΥΛΟΣ

Ηλιακό Ωρολόγιο. Μυθιστόρημα ΜΙΧΑΛΗΣ ΦΑΚΙΝΟΣ

Βυζαντινή Περίπολος. Μυθιστόρημα ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

Η έκρηξη. Μυθιστόρημα

ΙΎ Κ Φ Α Ν Ο Ιί ΤΛ3ΒΒΟΙΚΜΜ0Β

Ι1ΛΙΛΚΟ 11 ΡΟΛΟΓΙΟ


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.