Τεύχος 100

Page 1

U utio

I

f f

ίρηΟΟΡΜΟ $ hf01£TOPJfM3\


εκδόσεις «νεα σύνορα» ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΓΚΑΜΠΡΙΕΛ ΓΚΑΡΣΙΑ ΜΑΡΚΕΣ ΤΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ Σε υπεύθυνη μετάφραση από το πρωτότυπο της Κλαίτης Σωτηριάδου Μπαράχας

Ένα ακόμη έργο του πολυδιαβασμένον Νομπελίστα συγγραφέα, που

πρωτογνώρισε στο ελληνικό κοινό

ο Εκδοτικός Οίκος «Νέα Σύνορα Λ. Λ. Λιβάνη »

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ■ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398


οόυσσεας ΣΟ Λ Π Ν Ο Σ 116, ΑΘΗΝΑ 106

1 Μπρέχτ, Τό ρομάντσο τής πεν­ τάρας 2 Φόν ντέρ Γκρύν, Φωτιά καί άντιφέγγισμα 3 Νιζάν, Ή συνωμοσία 4 Γουαίην, Απόφοιτος μέ μέτριο βαθμό 5 Αρσγκόν, ΟΙ καμπάνες τής Βα­ σιλείας 6 Ντός Πάσος, U.S.A. Ό 42ος παράλληλος 7 Βάγιάν, Παράξενο παιχνίδι 8 Αλεράμο, Μιά γυναίκα 9 Ιτσεπάνοβιτς, Στόμα γεμάτο χώμα ΙΟ Στσεπάνοβιτς, Ό θάνατος τού κυρίου Γκόλουζρ 11 Μεριμέ, Χρονικό τής βασιλείας τοϋ Καρόλου IX Ι2 Μπαράσκαγια, Επτά ήμέρες μιας γυναίκας Ι3 Γκίντσμπουργκ, Αγαπητέ μου Μικέλε Ι4 Μισίμα, 'Εξομολογήσεις μιάςμά­ σκας Ι5 Λέβι, Ό Χριστός σταμάτησε στό Έμπολι Ι6 Στάινμπεκ, Ό δρόμος μέ τις φάμπρικες Ι7 Αλίκη X., Ή Αλίκη στή χώρα τού LSD Ι8 Τρκρόνοφ, Όλγα ή μιά άλλη ζωή Ι9 Στάιν, Ή αύτοβιογραφία τής Ά λις Τόκλας 20 Βελίτσκοφ, Απλά θαύματα 21 Παβέζε, Ένα ώραϊο καλοκαίρι 22 Παβέζε, Ό σύντροφος 23 Παβέζε, Τό φεγγάρι καί οί φωτιές 2 4 Πλέντσντορφ, Ή σύντομη ζωή τού νεαρού Έντγκαρ 25 Μαγιακόφσκι, Ερωτικά γράμμα­ τα στή Λίλια Μπρικ 26 Τουαίν, Οί περιπέτειες τού Χάκλμπερυ Φίν

27 Γκουτμάν, Στή μέση τοϋ κρεβα­ τιού 28 Πρατολίνι, Οικογενειακό χρονικό 29 Μίλλερ, Ένα χαμόγελο στήν άρχή τής σκάλας 30 Γκουιντούτσι, Δυό γυναίκες γιά πέταμα 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52

Παζολίνι, Τά παιδιά τής ζωής "Ελιοτ, Σίλας Μάρνερ Μαλρώ, Οί καταχτητές Μπουκόφσκι, Ερωτικές ιστορίες καθημερινής τρέλας Μπουκόφσκι, Άνθρωπος γιά ό­ λες τίς δουλειές Μπουκόφσκι, Ταχυδρομείο Μπουκόφσκι, Ιστορίες μιάς θαμ­ μένης ζωής Στήβενσον, Οί περιπέτειες τοϋ Νταίηβιντ Μπάλφουρ. Απαγωγή Μάρτιν-Σάντος, Ή έποχή τής σιωπής Φιτζέραλντ, Τό πλουαόπαιδο Κόντι, Ή ιστορία τοϋ Μάρκου καί τής Σάρας Βσορίνι, Σικελικοί διάλογοι Μέλβιλ, Μπάρτλεμπυ, ό Γραφιάς κι άλλες τρεις ιστορίες Βάργκας Λιόσα, Ή πόλη καί τά σκυλιά Άλλεν, Χωρίς Φτερά "Αλλεν, Παρενέργειες "Αλλεν, Πάτα Κούντερα, Ή ζωή είναι άλλου Κούντερα, Τό βάλς τού άποχαιρετισμού Λέσινγκ, Τό χρυσό σημειωματά­ ριο Λέσινγκ, Μάρθα Κουέστ Φώκνερ, Άβεσσαλώμ, Άβεσσαλώμ!

53 Βομπούρ, Κραυγές μές στή σιω­ πή 54 Ρότ, Ό βουβός προφήτης 55 Ένταενσμπέργκερ, Τό σύντομο καλοκαίρι τής άναρχίας 56 Σέλμπυ Jr., Τελευταία στάση στό Μπρούκλιν 57 Φλωμπέρ, Ή αισθηματική άγωΥή 58 Μοράβια, Άγκοστίνο 59 Καλβίνο, Ό διχασμένος ύποκό-

κης 60 Ρόα Μπάστος, Ό γιός τού άνθρώπου 61 Ράις, Κουαρτέτο 62 Τζόουνς, Αύτοβιογραφία 63 Γούλφ, Μέχρι τό φάρο 64 Ντυράς, Δέκα καί μισή καλο­ καίρι βράδυ 65 Μπόλντουιν, Μιά άλλη χώρα 66 Γκομέζ "Αρκος, Το σαρκοβόρο άρνί 67 Μπενεντέτι, Ανακωχή 68 Βάις, Τό σπίτι μέ τά χίλια πα­ τώματα 69 Κόνραντ, Τυφώνας 70 Κορτάσαρ, Ή δεσποινίς Κόρα 71 Κέστνερ, Φάμπιαν 72 ' Απντάικ, Τρέχα Λαγέ 73 Μάνσφηλντ, Γκάρντεν πάρτυ 74 Ντέμπλιν. Μπερλιν λλε^αν ·ερ πλατς 75 Μπέλοου. Άρπαξε τη μέρα 76 Στήβενοον. Οι περιπέτειες του Νταίηβιντ Μπάλφουρ Κατριονα 77 Μοράβια, Χωριάτισσα 78 Ζίντ, Τά υπόγεια του Βατικα 79 80 81 82 83

Καλβίνο, Οί άόρατες πόλεις Μπουκόφσκι, Γυναίκες Παζολίνι. Μιά βίαιη ζωη Ντός Πάσος, 1919 Κούντερα. Τό βιβλίο τού ye λιου καί τής λήθης


/χ α ν πριν από 3 περίπου χρόνια ξεκινούσαμε χι προσπάθεια μας και παρουσιάσαμε σχους Έ λληνες αναγνώσχες χο πρώχο Bell Best Sellf είχαμε χη βεβαιόχηχα πως καλύπχαμε ένα μεγάλο εκδοχικό κενό. Φιλοδοξία και σκοπός μας ήχαν να δώσουμε σχο καλό βιβλίο «άλλες διασχάσεις» κ να χο φέρουμε ακόμα πιο κονχά σας. Μέσα απ’αυχή χην καινούρια σειρά μας, φέραμε κον σας χους διασημόχερους σύγχρονους συγγραφείς όπως οι: Howard Fast, Sidney Sheldc Ken Follett, Arthur Hailey, Jack Higgins, Irwin Shaw, Harold Robbins, Harper Le συγγραφείς καχαξιωμένους, που απέκχησαν παγκόσμια αναγνώριση γιαχί καχόρθωσαν 1 κλείσουν μέσα σχο έργο χους όλο χο μεγαλείο ή χην πχώση χου αιώνα μας, χην ακμή κ χην παρακμή χου κόσμου που ζούμε. Ένα επιχελείο ικανών μεχαφρασχών μόχθησε για να αποδώσει χο έργο χους, με τ


καλύτερο δυνατό τρόπο, στα ελληνικά. Γι’ αυτιά ιούς την προσπάθεια ιούς ευχαριστούμε. Έτσι έκδοση με την έκδοση, τα Bell Best Sellers αποκτούσαν κάθε μέρα και περισσότερους φίλους, οι οποίοι πέρα από την ευχαρίστηση ενός καλογραμμένου βιβλίου, γνώρισαν ένα καινούριο κόσμο όπου αναλύονται βαθιά οι ανθρώπινες αξίες, και έζησαν στιγμές που δύσκολα η ανθρώπινη καθημερινότητα μπορεί ν ’αγγίξει. Ναγιατί τα Bell Best Sellers αγαπήθηκαν και στην Ελλάδα.Γτατί το αξίζουν.Καιθα συνεχίσουν με την ίδια συνέπεια σκοπεύοντας πάντα ψηλότερα. Γιατί το αξίζετε.

σελίδα και απόλαυση


Γραφτείτε συνδρομητές Εσωτερικού Απλή »

(15 τευχών): 1.600 δρχ. Σπουδαστική* (15 τευχών): 1.500 δρχ. (25 τευχών): 2.500 δρχ. »> (25 τευχών): 2.300 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων (25 τευχών): 3.000 δρχ.

Εξωτερικού Απλή (15 τευχών): Απλή (25 τευχών): Σπουδαστική* (15 τευχών): Σπουδαστική* (25 τευχών): Σχολών Βιβλιοθηκών Ιδρυμάτων (25 τευχών):

* Οι σπουδαστές μέσης, ανώτερης και ανώ­ τατης εκπαίδευσης γράφονται συνδρομητές με την επίδειξη ή την αποστολή φωτοτυπίας της σπουδαστικής τους ταυτότητας ή της αστυνομικής (αν είναι μαθητές).

Δολ. ΗΠΑ

Κύπρος 22 34 20 31

Ευρώπη 25 39 23 36

Αμερική Ασία Αφρική 28 44 26 41

Αυστραλία 31 50 30 47

40

45

50

56

Εμβ άσ μ ατα στη διεύθ υν σ ή : Κ α τερ ίν α Γρυπονησιώτου π ερ ιοδικό «Διαβάζω» Ο μ ή ρ ου 34 Α θή να 106 72

Συμπληρώστε τη σειρά Τιμή μηνιαίων τευχών: 200 δρχ. (διπλών 250 δρχ.) Τιμή δεκαπενθήμερων τευχών: 120 δρχ. Τα παλιά τεύ χη του «Διαβάζω» μπορείτε ή να τ α αγοράσετε από τα γρ αφ εία του περιοδικού ή, μ έ ν ετε στην επαρχία, να ζη τή σ ετε να σας τα στείλο υμε με αντικαταβολή.


ΔΙΑΒΑΖΩ Ομήρου 34, Αθήνα - 106 72 Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.26.910 Τεύχος 100 8 Α υγούστου 1984 Τιμή: Δρχ. 120 Εκδότης: Ά ννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Αρχισυντάκτης: Νίκος Στεφι νάκης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπ /νησιώτου, Δημήτρης Δεληπέτρος, Θεοδώρα Ζερ­ βού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Γιώργος Σαρηγιάννης, Βάσω Σπάθή, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη Γραμματεία Σύνταξης: Γιώργος Σαρηγιάννης Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Π. Βλάσση - Αλεξάνδρου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 - 75.14.958. Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοριαλιάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράφουν οι Περικλής Σφυρίδης, Κ. Γ. Παπαγεωργίου, Αλεξ. Μουμτζής και Δημοσθένης Κούρτοβικ ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Δύο σύγχρονοι Ηπειρώτες ιστοριογράφοι (Γράφει ο Γεώργιος Πλουμίδης) Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

6 8 10 12

ΑΦΙΕΡΩΜΑ Γιώργος Βελουδής: Απόψεις για το σύγχρονο λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα Δημήτρης Χανός: Το αισθηματικό λαϊκό μυθιστόρημα μέσα από τον περιοδικό τύπο Γιάννης Χατζής: Στα χνάρια του ντόπιου αισθηματικού μυθιστορή­ ματος ' Συνέντευξη με την Ιωάννα Αναγνώστου - Μπουκουβάλα Μαριλίζα Μητσού - Παππά: «Μ’ ένα Άρλεκιν ξεχνιέμαι» Ευγένιος Αρανίτσης: Η λογοτεχνία του μικροαστικού έρωτα Μίνα Μαχαιροπούλου: Όταν η μυθοπλασία υποδουλώνει

14 17 24 30 39 43 46

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΓΛΩΣΣΑ: Γράφει ο Παύλος Δ. Πέζαρος ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου και ο Βασίλης Καλαμαράς ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν ο Χρίστος Παπαγεωργίου και ο Μάνος Κοντολέων ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφει η Χρυσ. Φανφάνη- Γκρίλλα ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφουν ο Γιώργος Γεωργής και ο Στέρ. Φασουλάκης ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ο Βάιος Παγκουρέλης

53 56 59 63 66 55

Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889

ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

71

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

76

Πειραιάς: Βιβλιοπωλείο «Κιβωτός» Δραγάτση 1 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

στο επόμενο τεύχος εκατό + ένα «Διαβάζω»

και αφιέρωμα στον Μακρυγιάννη


ΧΡΟΝΙΚΑ

«Διαβάζω» και ρύπανση ΔΕΝ είχε περάσει πολλή ώρα, αφότου πληρώσαμε τη χρηματική ποινή και εξαγοράσαμε τη δεκαπενθήμερη φυ­ λάκιση της εκδότριας του περιοδικού μας, (αιτία, ως γνωστόν, η αφίσα του Καβάφη που ρύπανε τους τοίχους της Νομικής Σχολής) και πραγματικά όλος ο αθηναϊκός Τύπος, ημερήσιος και περιοδικός, πρόβαλε την ειδική μεταχείρηση που επεφύλαξαν στο «Διαβά­ ζω» για την αφισοκόλληση και εκδή­ λωσε τη συμπαράστασή του στο πε­ ριοδικό μας. Για πρώτη φορά νιώσαμε τόσο έν­ τονο το ενδιαφέρον των ανθρώπων του Τύπου, για το «Διαβάζω». Αυτό εί­ χε σαν αποτέλεσμα να γίνει πλατύτε­ ρα γνωστή η δικαστική του περιπέτεια και να δεχτούμε εκδηλώσεις συμπά­ θειας από αναγνώστες και μη του πε­ ριοδικού. Πολλοί μας ρώτησαν γιατί δεν προβάλλουμε το γεγονός αυτό μέσα από τις στήλες του περιοδικού. Η απάντησή μας είναι ότι δε θελήσα­ με ποτέ να προβάλλουμε τα προβλή­ ματα που αντιμετωπίζει το περιοδικό απ' όπου και να προέρχονται αυτά. Δεν αφορούν τους αναγνώστες μας και ούτε εντάσσονται στους σκοπούς της έκδοσης του «Διαβάζω». Πάντως χρειάζεται να πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ σ’ όσους με οποιοδήποτε τρόπο έδειξαν τη συμπάθειά τους στο «Διαβάζω» και τους ανθρώ-

Μια έκθεση βιβλίου διαφορετική από τις άλλες ΜΙΑ ακόμα έκθεση βιβλίου. Αυτή τη φορά ούτε σε πάρκο ούτε σε πλατεία,

προ λεγο μένα αλλά στην είσοδο μιας πολυκατοικίας, στο συνοικισμό Σαράντα Εκκλησιές της Θεσσαλονίκης. Δημιουργοί της έκθεσης εννέα παι­ διά ηλικίας 5 έως 12 χρονών, που με­ τέτρεψαν την είσοδο της πολυκατοι­ κίας τους, που βρίσκεται στην οδό Καβάφη 8 (εννοούσε και ο δρόμος) σε εκθετήριο χώρο. Σκοπός της έκθεσης, όπως ομολό­ γησαν οι εμπνευστές της ιδέας, Δα­ μιανός και Αγγελος Κατραμάδος, δώ­ δεκα και δέκα χρονών αντίστοιχα, ήταν να προσελκύσουν τους συνομήλικόύς τους στο βιβλίο, ώστε να γίνει σύντροφός τους στην περίοδο των διακοπών, όποτε και όταν τους το επιτρέπει το παιχνίδι. Η ευγενική φιλοδοξία των μικρών παιδιών, για την προώθηση του βι­ βλίου, μας συγκινεί ιδιαίτερα. Μια τέ­ τοια φιλοδοξία είχαν και έχουν μέχρι τώρα μια ομάδα νέων τότε παιδιών στο ξεκίνημα του «Διαβάζω». Το ευ­ χάριστο είναι ότι την ευθύνη για κοι­ νωνική συμμετοχή τη βλέπουμε να κατεβαίνει σε μικρότερες ηλικίες. Τα βιβλία που εξέθεσαν τα παιδιά ήταν στην πλειοψηφία τους παιδικά, φανταστική λογοτεχνία και λαογραφικά. Μπορεί το κοινό που επισκέφθηκε την είσοδο της πολυκατοικίας να ήταν περιορισμένο, αλλά, βλέποντας τους μικρούς εκθέτες, θα πήρε ένα καλό παράδειγμα για τη σπάνια έκ­ φραση αγάπης προς το βιβλίο.

Μουσείο και βιβλιοθήκη της Αθήνας ΦΕΤΟΣ γιορτάζουμε τα 150 χρόνια της Αθήνας ως πρωτεύουσας της Ελ­ λάδας. Ανάμεσα σ’ όλους τους εορτα­ σμούς που μας υπόσχονται ο Δήμος της Αθήνας, η Έκθεση του Μουσείου Μπενάκη και πολλοί άλλοι φορείς, θυ­ μηθήκαμε το Μουσείο της πόλης των Αθηνών, που λειτουργεί από το 1980. Στο ιδρυτικό διάταγμα του ιδρύμα­ τος του μουσείου προβλέπεται πα­ ράλληλα και η δημιουργία βιβλιοθή­ κης με σκοπό τη συμβολή στην ανά­ πτυξη των ιστορικών γνώσεων και με­ λετών για την πόλη των Αθηνών, από την εποχή της Φραγκοκρατίας έως τα νεότερα χρόνια. Η βιβλιοθήκη λοιπόν αυτή βρίσκε­ ται σήμερα στα πρώτα της βήματα. Πυρήνα της έχει την προσωπική συλ­ λογή του ιδρυτή του Μουσείου, κ. Λ. Ευταξία, που αποτελείται από 5.500 τόμους βιβλίων με θέματα ιστορικά, φιλοσοφικά, κοινωνιολογικά, λογοτε­ χνικά, θέματα τέχνης και μια ιδιαίτε­ ρη ενότητα με θέματα σχετικά με την Αθήνα. Στόχος όμως της βιβλιοθήκης είναι να εμπλουτιστεί με έργα που αναφέρονται στην ιστορία, στην κοινωνική και οικονομική ζωή, στην πολιτιστική και πνευματική δραστηριότητα των κατοίκων της Αθήνας από την εποχή της Φραγκοκρατίας μέχρι και τον 19ο αιώνα -ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο για την τότε νέα πρωτεύου­ σα της Ελλάδας. Έτσι, ο επισκέπτης -ερευνητής, παράλληλα με το μου­ σειακό υλικό που θα έχει στη διάθεσή του, θα μπορεί να βρει και όλες τις πληροφορίες που θα τον βοηθήσουν στη σωστή έρευνα και μελέτη της αθηναϊκής παραδοσιακής κληρονο­ μιάς. Όπως μας πληροφόρησαν οι υπεύ­ θυνοι της βιβλιοθήκης, όλοι οι τόμοι έχουν αποδελτιωθεί, έχει γίνει καταλογογράφηση σύμφωνα με τους αγγλοαμερικάνικους κώδικες και στο δελτιοκατάλογο υπάρχουν αναγρα-


χρονικα/7 φές κάτω από το όνομα του συγγρα­ φέα και κάτω απ’ το θέμα κάθε βι­ βλίου. Τα έργα έχουν ταξινομηθεί και έχουν τακτοποιηθεί στα ράφια με βά­ ση το δεκαδικό ταξινομικό σύστημα Dewey, που η εφαρμογή του, οε μερι­ κές περιπτώσεις, έχει γίνει ανάλογα με τις ανάγκες της συλλογής. Όποιοι λοιπόν ενδιαφέρονται να μάθουν τη χωρίς νέφος ιστορία της Αθήνας και να μελετήσουν την εξέλι­ ξή της μπορούν να επισκεφθούν τη βιβλιοθήκη στις εξής δύο διευθύν­ σεις: στην οδό Παρνασσού 2, όπου στεγάζεται και το μεγαλύτερο μέρος της, και στην οδό Παπαρρηγοπούλου 7, όπου φυλάσσεται ένα μέρος της συλλογής με παλιές και σπάνιες εκ­ δόσεις από περιηγητικά έργα και ιστορικά βιβλία από την εποχή του Όθωνα.

Η εικαστική παιδεία και το περιοδικό της Η ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ παιδεία στη μέση εκπαί­ δευση, μέχρι τώρα, δεν έχει αποδώσει ουσιαστικά αποτελέσματα. Και όχι σπάνια, καθηγητές ανώτερων σχολών, με αντικείμενο τις καλές τέχνες, βρί­ σκονται μπροστά στο φαινόμενο νέων σπουδαστών που, ενώ διαθέτουν φλόγα και ταλέντο για τις τέχνες, τους λείπουν οι βασικές γνώσεις για την παρακολούθηση των μαθημάτων. Είναι γνωστός ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν οι μαθητές του γυμνασίου και του λυκείου τα εικαστι­ κά. Αλλο τόσο όμως είναι γνωστές η ύλη και οι μέθοδοι διδασκαλίας που εφαρμόστηκαν μέχρι σήμερα σ’ αυτά τα μαθήματα. Αφημένα στην πρωτο­ βουλία των καθηγητών, είχαν κάποια αποτελέσματα, ανάλογα με το μεράκι τους και τον προβληματισμό τους. Τα ίδια προβλήματα, λόγω έλλειψης σω­ στής καλλιτεχνικής παιδείας, αντιμετωπίζουγ και οι καθηγητές άλλων καλλιτεχνικών ειδικοτήτων. Γι’ αυτό με χαρά ξεφυλλίσαμε ένα καινούριο περιοδικό που εκδίδεται από την Ένωση Καθηγητών Καλλιτε­ χνικών Μαθημάτων Μέσης Εκπαίδευ­ σης και έχει τίτλο, «Εικαστική Παι­ δεία». Οι εικαστικοί εκπαιδευτικοί, έχοντας συνείδηση του ρόλου της καλλιτεχνικής παιδείας παρά τις αυ­ ξανόμενες δυσκολίες που συναντούν στην εκπαίδευση, με τις δικές τους δυνάμεις, με την πρωτοβουλία, τη δραστηριότητα και τη δημιουργικότητά τους, ανιχνεύουν και διερευνούν τους δρόμους που θα κάνουν τη δι­

δασκαλία των καλλιτεχνικών μαθημά­ των πιο ουσιαστική, την καλλιτεχνική παιδεία περισσότερο πλατιά και προ­ σιτή για όλους τους μαθητές. Όπως γράφουν στον πρόλογό τους, η έκδοσή τους έχει στόχο να συμβάλλει στην ανύψωση του διδακτι­ κού περιεχομένου των καλλιτεχνικών μαθημάτων, αλλά και στην προώθηση της λύσης των προβλημάτων που συσσωρεύονται στον κλάδο των εικα­ στικών εκπαιδευτικών. Μέσα από την ανταλλαγή ιδεών, ακόμα και συγκρουόμενων και αντιτιθέμενων πιθα­ νά απόψεων, μέσα από την προβολή διαφόρων τεχνικών απόψεων, μέσα από την προβολή διαφόρων τεχνικών και την έκφραση ποικίλων διδακτικών εμπειριών, το έντυπό τους φιλοδοξεί να συγκεντρώσει και να δώσει, σήμε­ ρα, όσο είναι δυνατό πιο ζωντανά, συ­ στηματοποιημένες μια σειρά από ιδέες και προτάσεις διδακτικών πει­ ραμάτων και μεθόδων των εικαστικών εκπαιδευτικών. Να προκαλέσει και­ νούρια δημιουργικά ερεθίσματα ανά­ μεσα στους συναδέλφους και να ανα­ νεώσει το ενδιαφέρον όλου του κλά­ δου για την υπόθεση και την προοπτι­ κή της καλλιτεχνικής παιδείας. Τα αποτελέσματα των στόχων της «Εικαστικής Παιδείας» θα φανούν μα­ κροπρόθεσμα, και πιστεύουμε ότι θα είναι θετικά. Εκείνο όμως που μπο­ ρούμε να πούμε με βεβαιότητα είναι ότι η αισθητική που διακρίνει το έντυ­ πο (που είχε την καλοσύνη να μας στείλει η εκδοτική ομάδα) αλλά και όλα τα θέματα που δημοσιεύονται στην «Εικαστική Παιδεία», μας πεί­ θουν ότι οι εμπνεύσεις αυτού του εγ­ χειρήματος έχουν όλες τις προϋπο­ θέσεις για ένα πετυχημένο αποτέλε-

συνάντηση επιστημολογίας ΜΟΡΦΕΣ φυσικής αιτιοκρατίας είναι το γενικό θέμα της Δεύτερης Διε­ θνούς Συνάντησης Επιστημολογίας, που θα γίνει από τις 24 έως 28 Σε­ πτέμβρη, στο Εθνικό Ίδρυμα ΕρευΤη συνάντηση οργανώνει η Ομάδα Διεπιστημονικής Έρευνας της Φυσικο-μαθηματικής Σχολής του Πανεπι­ στημίου Αθηνών, φορέας που οργά­ νωσε και την περσινή διεθνή συνάν­ τηση που είχε για θέμα της την «Έν­ νοια της πραγματικότητας στις φυσι­ κές επιστήμες». Αυτές τις μέρες μά­ λιστα κυκλοφόρησε και ο τόμος με τα πρακτικά αυτής της συνάντησης. Στο φετινό συνέδριο θα πάρουν μέ­

ρος οι Popper, Παπαπέτρου, Hiley, Saegle, Lochak, Marshall, Melgar, Paty, Sandos, Selleri, Vlgler κ.ά., καθώς και οι έλληνες πανεπιστημιακοί Αναπολιτάνος, Αντωνίου, Αντωνόπουλος, Κάλφας, Κυπριανίδη, Μπαγιόνας, Μπιτσάκης, Παπαγούνος, Παπαδημητρίου, Τσουμπελή και Ταμπάκη. Οι εισηγήσεις θα εξετάσουν το πρόβλημα της αιτιοκρατίας τόσο από τη φιλοσοφική άποψη, όσο και από την άποψη των κλασικών θεωριών πε­ δίου και, κυρίως, της νεότερης μικροφυσικής. Ακόμα, το πρόβλημα των λανθανουσών παραμέτρων και, ευρύ­ τερα, της ισχύος της αιτιοκρατίας στην περιοχή του μικρόκοσμου. Στη συνάντηση, όπου η είσοδος θα είναι ελεύθερη, οι ανακοινώσεις θα γίνον­ ται στα αγγλικά και στα γαλλικά.

ssrsN i

Περί πλουτισμού των κατ’ επαρχίας βιβλιοθηκών Η ΦΡΟΝΤΙΔΑ για τσν εξοπλισμό των κατά νομούς επαρχιακών βιβλιοθη­ κών, δεν διακρίνει μόνο τις προαγγε­ λίες των υπεύθυνων τμημάτων του σημερινού Υπουργείου Πολιτισμού. Ο κ. Γιώργος Τάγαρης μέσα στα έγ­ γραφα που έχει συλλέξει από την εφημερίδα της Κυβερνήσεως, από πε­ ριοδικά, εγκυκλοπαίδειες και βιβλία, μελετώντας την ιστορία και νομοθε­ σία της Εθνικής Βιβλιοθήκης Ελλά­ δας, μας πληροφορεί ότι από το 1834 υπάρχει απόφαση «περί συστάσεως βιβλιοθηκών κατά νομούς και επαρ­ χίες και περί πλουτισμού αυτών». Το διάταγμα, που υπογράφει ο Γεώργιος Α', χωρίζεται σε πέντε πα­ ραγράφους. Από αυτές, οι τέσσερις παρουσιάζουν μάλλον τις γραφειο­ κρατικές διαδικασίες της εφαρμογής του διατάγματος και η μία τη νοοτρο­ πία που είχαν οι κρατούντες για τις επαρχιακές βιβλιοθήκες. Την παραθέτουμε: «Δύνανται να μένωσιν εκ των δι­ πλών η πολλαπλών (σ.σ. αντίτυπα βι­ βλίων) εν τη Εθνική Βιβλιοθήκη όσα ήθελον χρειασθή εις αυτήν προς αν­ ταλλαγήν προς άλλα, κατά το 4 άρθρον του ΣΜΗ' περί Εθνικής Βιβλιο­ θήκης και Νομισματικού Μουσείου Νόμου. Τα τοιαύτα εις τας επαρχια­ κός θιβλιοθήκας δανειζόμενα βιβλία δύνανται να επιστρέφωνται εις την Βιβλιοθήκην, όταν ήθελον ζητηθή εις αντικατάστασιν τυχόν απωλεσθέντων ή ίνα δοθώσιν εις αλλαγήν προς άλλα, και κατά το 4 άρθρο του ανωτέρω παραταθέντος ΣΜΗ' Νόμου».


8/χρονικα

διάλογοι Όλα τα γράμματα, που απευθύνονται αποκλειστικά στο «Διαβάζω» και που παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο εν­ διαφέρον, δημοσιεύονται είτε ολόκληρα (εφόσον είναι σύντομα) είτε αποσπασματικά (εάν είναι εκτενή). Για το λόγο αυτό, παρακαλούνται οι αναγνώστες που μας γρά­

Για την αποκατάσταση της αλήθειας Αγαπητό «Διαβάζω», Στο 78ο κριτικογράφικό σας δελτίο (αρ. τεύχους 96 13.6.1984) εμφανίζομαι να έχω γράψει σημειώματα για καινού­ ρια βιβλία των: Μ. Γουσίου, Ο. Αλεξάκη, Δ. Κονιδάρη, Σ. Τριβυζά, Κ. Μάντη και Τ. Καζαντζή, ενώ κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί. Για την αποκατάσταση της αλήθειας σας πληροφορώ ότι είχα στείλει στον κ. Κ. Παπαγεωργίου για να δημοσιευθεί στο περιοδικό του «Γράμματα και Τέχνες» ένα δοκί­ μιό μου με τον τίτλο «Συγκριτική προσέγγιση στα “Σκοινιά και τα σκοινάκια” της Μπίλλης Γουσίου και τους “Πρωταγωνιστές” του Τόλη Καζαντζή» μαζί με ένα αντί­ τυπο του βιβλίου με τις γελοιο­ γραφίες της κ. Γουσίου κι ένα σημείωμά μου, με το οποίο καθό­ ριζα τις τρεις γελοιογραφίες που έπρεπε να υπάρχουν εντός κει­ μένου, διότι αυτές αποτελούν οργανικό και αναπόσπαστο μέ­ ρος της εργασίας μου. Ο κ. Πα­ παγεωργίου, χωρίς να μ’ ενημε­ ρώσει, κακοποίησε το δοκίμιο αυτό δημοσιεύοντάς το σαν βι­ βλιοκρισία στο περιθώριο έξι (!) σελίδων του μεγαλόσχημου πε­ ριοδικού του, παραλείποντας επίσης τα σκίτσα. Και σα να μην έφτανε αυτό, με εμφάνισε και σαν συγγραφέα τεσσάρων άλλων βιβλιοπαρουσιάσεων γραμμένων στο γόνατο. Λυπούμαι ειλικρινά, διότι διαβάζοντας το υπ. αριθ. 25 τεύχος του παραπάνω περιοδι­ κού (25 Ιαν. 1984), που αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος του για να

φουν να είναι όσο πιό σύντομοι μπορούν και να σημειώ­ νουν το πλήρες ονοματεπώνυμο και την ακριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, για να δημοσιευθεί ένα γράμμα, πρέπει νό ’χ ει φτάσει στα γραφεία του περιοδικού τουλάχιστον τρεις εβδομάδες πριν από την ημέρα κυκλοφορίας του τεύχους.

επισημάνει την έλλειψη ήθους και ουσιαστικής κριτικής για νεό­ τερα ιδίως λογοτεχνικά έργα στις μέρες μας, είχα συμμεριστεί τις απόψεις του. Ευχαριστώ για τη φιλοξενία Περικλής Σφυρίδης

Ο Κ. Παπαγεωργίου, υπό­ ψη του οποίου θέσαμε την επιστολή του Π. Σφυρίδη, μας έστειλε την ακόλουθη απάντηση:

Αγαπητό «Διαβάζω», Εν πρώτοις σ’ ευχαριστώ που είχες την ευγενή καλοσύνη να μου θέσεις υπόψη την παραπάνω επιστολή του γιατρού κ. Περικλή Σφυρίδη. Επειδή όμως η επιστο­ λή αυτή αναφέρεται αποκλειστι­ κά σε περιστατικά που διαδραμα­ τίστηκαν στο περιοδικό «Γράμ­ ματα και Τέχνες» και επειδή δε βρίσκω σωστό να «μαλώνω» σε ξένο αχυρώνα, θέλω απλώς να δηλώσω από τη στήλη σου αυτή ότι την απάντηση στην επιστολή του ο κ. Σφυρίδης θα τη λάβει στο αμέσως επόμενο τεύχος του αρμόδιου περιοδικού. Φιλικά Κ. Γ. Παπαγεωργίου

Για τα σχόλια της «Οθόνης» Αγαπητό «Διαβάζω», στο τεύχος 91(4/4/84) δημο­ σιεύσατε μια κριτική παρουσίαση του βιβλίου «Alfred Hitchcock» (Πλέθρον, 1983), γραμμένη από

τον κ. Δημοσθένη Κούρτοβικ. Στο κρινόμενο βιβλίο περιέχονται τρία σύντομα σχόλια για τις ταινίες «Τοπάζ», «Φρενίτις» και «Οικογενειακή συνωμοσία», ανα­ δημοσιευμένα από το περιοδικό «Οθόνη», με τη σύμφωνη γνώμη του τελευταίου. Στο σημείωμά του ο κ. Δ.Κ. θεωρεί τα σχόλια της «Οθόνης» ξένο σώμα ως προς το ύφος και το πνεύμα του βιβλίου, άρα και την πράξη της δημοσίευσής τους άστοχη και αδικαίωτη. Ως μόνο στήριγμα αυτής της άποψης ο κ. Δ.Κ. παραθέτει ε .α σύντομο απόσπασμα από τα επίδικα σχόλια και το συγκρίνει με κάποιο άλλο, επιλεγμένο από το κύριο σώμα του βιβλίου. Δεν είναι σκοπός αυτής της επιστολής η υπεράσπιση των σχολίων αυτών του περιοδικού (προϊόντων, εξάλλου, μιας άλλης εποχής και άλλων συνθηκών) ού­ τε η επισήμανση των προφανών αδυναμιών του κριτικού λόγου του κ. Δ.Κ. Μια απλή ανάγνωση, εξάλλου, της σύντομης κρίσης του θα αρκούσε να αποκαλύψει φράσεις που μιλούν για «την παραπλανητικότητα των επιφαινομένων» ή για «την ανόθευτη μα­ τιά του ανεπηρέαστου θεατή» που αναδεικνύουν την κρίση αυ­ τόχρημα ανυποψίαστη και ανά­ πηρη. Η αιτία της επιστολής βρίσκε­ ται αλλού: το ένοχο απόσπασμα: «το μάτι του σκηνοθέτη με το μάτι του θεατή ενοχοποιούνται» δεν υπάρχει στο πρωτότυπο κεί­ μενο του περιοδικού, όπου, στη θέση του «ενοχοποιούνται» -προφανές τυπογραφικό λάθος του βιβλίου- υπάρχει το ρήμα «ενοποιούνται». Πιστεύουμε ότι ο κ. Δ.Κ. θα


χρονικα/9 έπρεπε να ελέγχει προσεκτικό­ τερα την εγκυρότητα των επιχει­ ρημάτων του αντί να προβαίνει σε εύκολες «ενοχοποιήσεις» «α­ θώων». Φλικά Αλέξανδρος Μουμτζής αρχισυντάκτης «Οθόνης» Μητρ. Ευσταθίου 17 543 52 - Θεσσαλονίκη

Ο Δ. Κούρτοβικ, υπόψη του οποίου θέσαμε το γράμμα του Αλ. Μουμτζή, μας έστειλε την παρακάτω απάντηση: Λυπάμαι, βέβαια, που για να εξεικονίσω την άποψή μου επικαλέσθηκα μια φράση στην οποία είχε παρεισφρήσει ένα τυπογραφικό λάθος (ο σολοικισμός της «σω­ στής» φράσης «το μάτι του σκη­ νοθέτη με το μάτι του θεατή ενοποιούνται» είναι βέβαια άλλο ζήτημα...). Αλλά στο κείμενό μου αφήνω να εννοηθεί σαφώς ότι πρόκειται μόνο για ένα παρά­ δειγμα, όχι το μοναδικό. Για να μην κάνω εδώ κατάχρηση του χώρου που μου παραχωρεί το «Δ», δηλώνω στον κ. Μουμτζή ότι είμαι στη διάθεσή του για

πρόσθετες επισημάνσεις, που θεωρώ ενισχυτικές της άποψής μου. Εύχομαι η «εφ’ όλης της ύλης» κριτική του κ. Μουμτζή να είχε γίνει ακόμα κι αν δεν του είχε δώσει αφορμή η εντελώς επου­ σιώδης (μέσα στο υπόλοιπο κεί­ μενο) παρατήρησή μου για τα σχόλια της «Οθόνης». Επειδή όμως ο επιστολογράφος δεν κά­ νει καμιά προσπάθεια να μας πεί­ σει ότι «Δεν είναι σκοπός αυτής της επιστολής η υπεράσπιση των σχολίων αυτών του περιοδικού», θέλω να διευκρινίσω το εξής: Δεν έγραψα καθόλου τυχαία και «ανυποψίαστα» φράσεις ό­ πως «Η ανόθευτη ματιά του ανε­ πηρέαστου θεατή». Ξέρω πολύ καλά ότι στην Ελλάδα τείνει να διαμορφωθεί ένας κινηματογρα­ φικός λόγος που βασίζεται σε έναν εξ Εσπερίας προερχόμενο, αναμασητικό νεοσοφολογιοτατισμό, για τον οποίο ο κινηματο­ γράφος είναι ένα νεκρό αντικεί­ μενο ακαδημαϊκής ανάλυσης από επαγγελματίες «ειδήμονες», μια απασχόληση μόνο για «υποψια­ σμένους», η γλώσσα ενός κλει­ στού σιναφιού τεχνικών της κουλτούρας. Ο (πολιτικά) συντη­ ρητικός Χίτσκοκ, όσο και η μαχόμενη μαρξιστική αισθητική (Βάλ-

τερ Μπένγιαμιν κλπ.), αντιτάχθηκαν ασυμφιλίωτα σ’ αυτή την αν­ τίληψη και τόνισαν, καθένας με τον τρόπο του, την εγγενή επαναστατικότητα του κινηματογρά­ φου, ως της κατ’ εξοχή λαϊκής και μαζικής τέχνης. Κια πιο συγ­ κεκριμένα, εντόπισαν τον ριζο­ σπαστισμό του κινηματογράφου στο γεγονός ότι είναι η μόνη τ έ­ χνη που, ανεξάρτητα από τις προθέσεις του σκηνοθέτη, μιλάει αναγκαστικά στη γλώσσα της ζωής και όχι κάποιων κωδίκων. Ίσως ρωτήσει ο κ. Μουμτζής γιατί τ ’ αναφέρω όλ’ αυτά. Διότι δεν κάνει κακό να τα θυμόμαστε πότε πότε, κ. Μουμτζή, δεν κάνει κακό... Δημοσθένης Κούρτοβικ

Μια παράλειψη ΣΤΟ τεύχος 94 του «Διαβάζω», όπου υπήρχε αφιέρωμα στο «Παιδικό βι­ βλίο», παραλήφτηκε η ανάλογη ση­ μείωση που αναφέρει τον επιμελητή του αφιερώματος. Επανορθώνουμε λοιπόν, καθότι και πολλοί αναγνώστες μας ζήτησαν σχετικές πληροφορίες, αναφέροντας ότι το αφιέρωμα επιμελήθηκε ο Ηρακλής Παπαλέξης.


10/χρονικα

Δυο σύγχρονοι Ηπειρώτες ιστοριογράφοι Στή χώρα μας η απουσία οργανωμένης αρχειακής υπηρεσίας στην επαρχία, καθώς και η απώλεια, σε μεγάλη έκταση, αρχειακών συλλογών, έχουν ανα­ πληρωθεί, μπορούμε να πούμε, από την εθελοντική προσφορά των τοπικών λογιών. Το έργο που δεν έχει αναλάβει η πολιτεία ή οι άλ­ λοι συλλογικοί φορείς (εκκλησία, επαγγελματικές οργανώσεις κτλ.) το αντικατέστησε η αφιλοκερδής και ακάματη έρευνα εκείνων που με «κίνητρο φιλο­ τιμίας και κίνητρο οφειλής» έβαλαν ως στόχο τους τη διάσωση της τοπικής παράδοσης. Και, όπως ο Κ. Δημαράς έχει ήδη γράψει («Κερκυραϊκά χρονικά» 17, 1973, θ'-ι'), στο έργο αυτό στις περισσότερες περιπτώσεις, ο τοπικός ιστοριογράφος ταυτίζεται με τον δάσκαλο της περιοχής. Η συνάντηση των δύο αυτών ιδιοτήτων στο ίδιο πρόσωπο εξηγείται από την οικειότητα που ειδικά ο εκπαιδευτικός του Δημοτικού Σχολείου αποκτά με τους κατοίκους και τον τόπο τους και δημιουργεί, έτσι, στενό δεσμό με την τοπική ιστορική συνείδηση. Στην Ήπειρο, η απώλεια αρχειακών συλλογών υπήρξε ιδιαίτερα εκτεταμένη. Εκτός από τις μητροπόλεις και λίγα σχολεία, ούτε δήμοι ούτε κοινότη­ τες διασώζουν αξιόλογο υλικό. Όσα δεν καταστρά­ φηκαν κατά τις πολεμικές αναστατώσεις, κυριολεχτικά πετάχτηκαν, όταν άρχισε η ανέγερση νέων σπιτιών, καθώς μάλιστα οι γυρολόγοι αναζητούσαν αντικείμενα τέχνης και όχι «χαρτιά». Σήμερα, μό­ νον το Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων, η Εται­ ρεία Ηπειρωτικών Μελετών, οι κοινότητες Βήσσανης και Δελβινακίου φυλάσσουν γνωστό στους ερευνητές υλικό. Τον περασμένο αιώνα ο J. Λαμπρίδης και ο Π. Αραβαντινός διέσωσαν στα έργα τους πολύτιμο υλικό που έχει πια χαθεί οριστικά. Από τό­ τε και ώς τη δεκαετία του ’50 μόνο ο Λ. Βρανούσης, ακολουθούμενος από τον Ν. Β. Πατσέλη και τον Δ. Σαλαμάγκα, επιχείρησε τη συναγωγή διάσπαρτου υλικού. Ώθηση, εξάλλου, στις Ηπειρωτικές σπου­ δές έδωσε η ίδρυση του πανεπιστημίου στα Γιάννινα. Στους τοπικούς ιστοριογράφους που συνεχίζουν

την παράδοση, (όπου φυσικά δεν μπορούν να κατα­ ταχθούν οι πανεπιστημιακοί) ανήκουν δυο δάσκα­ λοι, που ακόμη ακμαιότατοι, εργάζονται στα Γιάννι­ να. Ο Κώστας Λαζαρίδης γεννήθηκε το 1904 στο Κουκούλι Ζαγορίου και έχει τελειώσει (1924) την Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων. Αργότερα μετεκ­ παιδεύτηκε στο Γεωργικό Φροντιστήριο Ιωαννίνων (1929-’30), στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1930-’32) και στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο J. J. Rousseau της Γε­ νεύης (1951-’52). Ώ ς το 1961, οπότε συνταξιοδοτήθηκε, υπηρέτησε στους νομούς Θεσπρωτίας και Ιωαννίνων ως δάσκαλος και επιθεωρητής. Ζώντας έντονα στον χώρο του, δεν είχε νιώσει από την αρ­ χή της σταδιοδρομίας του, όπως ο ίδιος εξομολο­ γείται, τις αλλαγές που καθηεερινά συντελούνταν, καθώς σταματούσε πια η αναπαραγωγή όχι μόνο των υλικών αντικειμένων (με την εισαγωγή του βιο­ μηχανικού προϊόντος), αλλά και του ώς τότε τρό­ που ζωής. Η παρότρυνση, για τη μελέτη του κό­ σμου που «μπροστά στα μάτια χανόταν», ήλθε από αστούς, πού από καιρό είχαν αποκτήσει την αναγκαία απόσταση για την αποτίμηση της παραδο­ σιακής κοινωνίας. Ο Χρήστος Σούλης και ο Δημ. Σάρρος, γιαννιώτες λόγιοι, υπήρξαν οι πρώτοι που του υπέδειξαν τη συλλογή υλικού και τη μελέτη του. Γράφει ο ίδιος το 1973: «Παρακάλεσα πολλούς χωριανούς και μου δάνεισαν διάφορα χαρτιά από το οικογενειακό τους αρχείο, τα αντέγραψα και τους τα γύρισα πάλι. Παράλληλα άρχισα να παρακο­ λουθώ με μεγαλύτερο ενδιαφέρον τις διάφορες εκ­ δηλώσεις της κοινωνικής ζωής. Τα έγγραφα που κα­ τόρθωσα να συγκεντρώσω αυτούσια ή και να αντι­ γράψω ανέρχονται σε αρκετές εκατοντάδες, ξε­ περνούν τα οκτακόσια. Χρονολογούνται από το 1690». Σήμερα στο σπίτι του στο Κουκούλι, το υλικό έχει


χρονικα/11 πολλαπλασιαστεί και η συλλογή του, μαζ[ με λαογραφικά και διάφορα ιστορικά αντικείμενα, έχει αποκτήσει τη μορφή σωστού μουσείου, που τη συν­ τήρησή του, μετά τον θάνατό του, θα αναλάβει η Ριζάρειος Σχολή. Τα άρθρα του (μικρά και μεγάλα) σε περιοδικά και εφημερίδες ξεπερνούν τα πεντα­ κόσια, με περιεχόμενο παιδαγωγικό, λαογραφικό, γλωσσικό, φιλολογικό και ιστορικό. Τον καθιέρωσε όμως η σειρά «Μικρά Ζαγοριακή Βιβλιοθήκη», που ώς σήμερα αριθμεί 32 αυτοτελή μελετήματα. Εκεί­ νο που τα χαρακτηρίζει είναι: α) Η έρευνα θεμάτων που σχεδόν δεν έχουν θίγει από προγενέστερους, β) η χρησιμοποίηση υλικού πρωτότυπου σε όλο ή στο μεγαλύτερο μέρος, καθώς βασικά συλλέχτηκε επιτόπια, και γ) το γλαφυρό ύφος, χωρίς να θίγεται η ακριβολογία. Η προσωπογραφία Ζαγορισίων που έχουν επιδείξει ιδιαίτερη πνευματική δράση καλύπτει το μεγα­ λύτερο μέρος των μελετημάτων. Σ’ αυτό βοηθά η ύπαρξη συλλογής εγγράφων σε πολλές οικογένειες των χωριών. Έτσι βιογραφούνται ο Ευγένιος Πλακίδας, ο Κωστάκης Παπαγεωργίου, ο Γεώργιος Γεν­ νάδιος, ο Κωνσταντίνος Ράδος, ο Δημήτριος Σάρρος, ο Αναστάσιος Σακελλαρίου, ο Αναστάσιος Λιάπης, ο Κώνστας Γεωργίου, ο Αναστάσιος Μανάκης, ο Δημήτριος Ρίζος, ο Γεώργιος Μπίκας και ο Πέ­ τρος Κόκκορος. Από τα χωριά έχουν μελετηθεί το Κουκούλι, η Μπόγια (Κήποι), το Καπέσοβο και το Τσεπέλοβο, ενώ τα μεγάλα θέματα που έχουν ερευνηθεί είναι: η παιδεία κατά την Τουρκοκρατία, η συμβολή των Ζαγορισίων στον αγώνα του ’21, το δασικό πρόβλημα, η αυτοδιοίκηση κατά την Τουρ­ κοκρατία, οι ναοί και τα έθιμα του Ζαγορίου. Ο δεύτερος είναι ο Στέφανος Μπέτης, που γεν­ νήθηκε το 1920 στο Γραμμένο. Υπηρέτησε ως δά­ σκαλος στη Θεσπρωτία και στην περιοχή Ιωαννίνων ώς τα 1976. Πρωτοπαρουσιάστηκε με μελέτη του το 1956 και' ώς σήμερα έχει δημοσιεύσει εβδομήντα εργασίες, από τις οποίες οι δεκαπέντε είναι εκτε­ νείς μονογραφίες. Και αυτός ξεκινά από την έρευ­ να του τοπικού υλικού, που είναι διασκορπισμένο στην ύπαιθρο. Επειδή όμως τα θέματά του είναι ευ­ ρύτερα, επεκτείνει την έρευνά του στα αρχεία της Αθήνας, στο Ιστορικό Αρχείο της Κέρκυρας και στο αρχείο του ελληνικού ινστιτούτου Βενετίας. Ιδιαί­ τερα στα Γιάννινα έχει εκμεταλλευτεί το αρχείο της Μητρόπολης και του Αρχαιολογικού Μουσείου. Ο Μπέτης συλλαμβάνει κατά κανόνα μεγάλες ενότητες και μετά από μακροχρόνια έρευνα προσ­ παθεί να προσφέρει ολοκληρωμένη εικόνα. Στη με­ λέτη του για τον γεωγράφο Μελέτιο Μήτρου δι­ καιολογεί την επιλογή των θεμάτων του: «Δεν ξέρω γιατί οι μελετητές εξακολουθητικά αγνόησαν ή παρέτρεξαν τους σοφούς τούτους Ηπειρώτες... Τα ηχηρά ονόματα επέσυραν, σχεδόν κατ’ αποκλειστι­ κότητα συχνά αδικαιολόγητη, τα ενδιαφέροντά τους, ενώ οι πραγματικοί θεμελιωτές της νεότερης παιδείας και επιστήμης του Έθνους απόμειναν στην αφάνεια». Και συνεχίζει: «Η επόμενη παρου­ σίαση, ίσως όχι εντελής για τις ανυπέρβλητες συ­ χνά δυσχέρειες που εδώ στην απώτερη επαρχία πα­ ρουσιάζει το θέμα, ...σκοπεύει να υπογραμμίσει ακόμα μια φορά την εκτεταμένη και σε λαμπρότητα ασύγκριτη πνευματική παράδοση της πόλης μας». Ο ίδιος αποκαλεί το έργο του «ιχνηλασία» και

πραγματικά οι μελέτες του έχουν ως βάση «την ανίχνευση και μελέτη των αξιολογότερων ιστορι­ κών μνημείων του χωριού, και κάποιων μνημειακών πολιτιστικών στοιχείων του, με επίμονη και προσε­ χτική επί τόπου έρευνα. Για μια δεκαετία παρουσία­ σε σειρά από σύντομες μελέτες πάνω σε περιορι­ σμένα θέματα, ώστε στη συνέχεια να έλθουν πολυ­ σέλιδες συνθέσεις, πράγμα που στο εξής αποτελεί το χαρακτηριστικό του συγγραφέα. Με τον τρόπο αυτό τα έργα του για τους Ζωσιμάδες (1976, ανέκ­ δοτο, βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών), τον Ζώη Καπλάνη και την Καπλάνειο Σχολή (1977), την Ηπειρωτική ευποιΐα (1982), και τις Ηπειρωτικές Αδελφότητες και τους Συλλόγους της Τουρκοκρα­ τίας (1984), αποτελούν ολοκληρωμένες θεωρήσεις καίριων προβλημάτων του Ηπειρωτικού χώρου. Πα­ ράλληλα, οι πολυάριθμες εργασίες του για τα χωριά της επαρχίας Κουρέντων, και ειδικότερα τα Γραμμενοχώρια, και τους Ηπειρώτες λόγιους, (όπως ο Μάνθος Ιωάννου, Γρηγόριος Παλιουρίτης, Ασώπιος, Φιλητάς, Χρισταρής, Σουγδουρής, Νικολίδης, Δομπόλης, Βόντας, Στέφανος Ράδος) πρόσφεραν υλικό ερανισμένο με περισσή σχολαστικότητα και από δυσπρόσιτες πηγές. Το τελευταίο του δημοσίευμα για τους συλλόγους αποκαλύπτει την πνευματική και οικονομική δραστηριότητα του ελληνικού στοι­ χείου στον ευρύτερο νοτιοευρωπαϊκό χώρο και έτσι μπορεί κανείς να διαγνώσει τους τρόπους με τους οποίους οργανωμένα αναπτυσσόταν η νεοελληνική κοινωνία. Η τοπική ιστοριογραφία καλλιεργείται στις μέρες μας σε όλο και μικρότερο βαθμό, καθώς οι φυσικοί της φορείς εκλείπουν με την αλλαγή του τρόπου ζωής στην ύπαιθρο. Ακόμη, η ανάπτυξη των περιφε­ ρειακών πανεπιστημίων επέφερε την «ακαδημοποίηση» της έρευνας, που από τη μια πλευρά ανέ­ βασε το θεωρητικό της επίπεδο, από την άλλη όμως την έστρεψε περισσότερο σε «επισημοποιη­ μένες» πηγές. Οι αστικοποιημένοι πια ερευνητές έχουν όλο και ασθενέστερο δεσμό με την ύπαιθρο, και οι παραδοσιακοί ιστοριογράφοι τώρα πια αραιώΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΛΟΥΜΙΔΗΣ


Από 11 μέχρι 24 Ιουλίου

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό­ τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες απ’ όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε­ ρισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα­ τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο με τις με­ γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται με τρεις αστε­ ρίσκους (**), το αμέσως μετά με δύο (**) και το τελευταίο με έναν ( · ).

Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του­ λάχιστον βιβλιοπώλες. Όσο για το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είναι να συμβου­ λεύεστε τις σελίδες της «Επιλογής».

1. Π. Παπαδούκα: Εθνικό απόρρητον (Φιλιππότη)

***

Λ

Μεθενίτης - Πάτρα

ο

ΐ

Λέσχη του Βιβλίου - Αθ.

|

| Εστία - Αθ.

Καρδαμίτσα - Αθ.

Κατώι του Βιβλίου - Θεσ.

Επιλογή - Αθ.

Ελευθερουδάκης - Αθ.

Ενδοχώρα - Αθ.

CD < CT

Δωδώνη - Γιάννινα

[Γνώση - Αθ.

| Γεωργίου - Αθ.

ΒΙΒΛΙΑ

| Αιχμή - Αθ. IΑριστοτέλης - Αθ.

|

Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Λ

2. Ν. Γκατζογιάννη: Ελένη (Ελληνική Ευρωεκδοτική) 3. Μ. Δούκα: Πλωτή Πόλη (Κέδρος)

*

4. Μ. Πολενάκη: Ναυαγοί στο σπίτι (Καστανιώτης) 5. Τ. Ρόμπινς: Τρυποκάρυδος (Aquarius) Β. Δ. Βλαντά: 0 Νίκος Ζαχαριάδης (Γλάρος)

**

*

7. Λ. Ζωγράφου: Η γυναίκα σου η αλήτισσα (Γραμμή) Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Λέσχη του Βιβλίου - Αθ. το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Η Ελλάδα στη δεκαετία 40-50 (Θεμέλιο)

Εσείς

περάσατε

από

την... ΚΙΒΩΤΟ; βιβλία

χαρτικά

π α ι χ ν ί δ ι α

Δραγάτση 1 - Π ειραιάς


Λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα Η'κυκλοφορία των αισθηματικών βιβλίων τσέπης στην Ελλάδα κρύβει επιμελώς στα μετόπισθεν βιομηχανίες τυποποιημένων προϊόντων με ελαφρές παραλλαγές, ενώ παράλληλα αποκαλύπτει ένα εντυπωσιακό πλήθος αναγνωστικού κοινού -κυρίως θηλυκού γένους- το οποίο σπάνια είναι ο αγοραστής και καταναλωτής ενός ομοειόούς σε εμφάνιση είδους, του καλού βιβλίου. Οι παρακάτω αφιερωματικές σελίδες προσπαθούν να εικονογραφήσουν το φαινόμενο, που σήμερα ακμάζει στον τόπο μας, ρίχνοντας φως στην εκτέλεση των υλικών της συνταγής που το συνιστούν και στις ενδεχόμενες συνέπειές του. Λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα λοιπόν και «time out» για να πληροφορηθείτε; αν ήδη δεν το γνωρίζετε, πώς ξεχνιούνται τα πλήθη των ημετέρων γυναικών. Το αφιέρωμα επιμελήθηκε ο Ηρακλής Παπαλέξης.

^ £ 7

V


14/αφιερωμα

Γιώργος Βελουδής

Απόψεις για το σύγχρονο λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα Το σύγχρονο λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα είναι «αθηναϊκό μυθιστόρημα». Ο όρος «αθηναϊκό» πρέπει να εννοηθεί πρώτα στην αρχική σημασία της λέξης «αστικό», όηλ. του άστεος, της πόλης (Αθήνας). Ή σημασία αυτή υποδηλώνει ήδη μιαν αντίθεση προς την ηθογραφία και ταυτόχρονα μιαν ειδολογική, ιστορικολογοτεχνική μετάβαση απ’ την ηθογραφία, την (αστική!) λογοτεχνία των επαρχια­ κών ηθών, σε μιαν αστική (με την παραπάνω σημασία της λέξης) θεματική. Ακο­ λουθεί η δεύτερη σημασία της λέξης «αστική» δηλ. της αστικής (για την ακρίβεια: μικροαστικής) τάξης.1 Τη μετάβαση απ’ την ηθογραφία στο αθηναϊκό (και το λαϊκό αθηναϊκό) μυθιστόρημα πραγμα­ τοποιεί κι ενσαρκώνει με τον πληρέστερο τρόπο ο Γρηγόριος Ξενόπουλος (1867-1951), που μπο­ ρεί να θεωρηθεί ως ο γενάρχης του ελληνικού λαϊκού αισθηματικού μυθιστορήματος:2 α) Έ ­ χοντας ο ίδιος ξεκινήσει, όπως και οι σύγχρονοί του πεζογράφοι, με ηθογραφικά-επαρχιακά θέ­ ματα,3 ο Ξενόπουλος θα περάσει γρήγορα και συστηματικά σε μιάν αστική (αθηναϊκή) θεματι­ κή - σ’ έναν εκλαϊκευμένο νατουραλισμό.4 β) Τε­ λικά, ο Ξενόπουλος θα γράψει και θα δημοσιέψει περί τα εκατό αισθηματικά-κοινωνικά-αθηναϊκά μυθιστορήματα, που μπορούν να θεωρη­ θούν ως «λαϊκά» - αυτός είναι κι ο λόγος που δεν περιλαμβάνονται στα «Ά πα ντά» του.5 Δη­ μοσιεύτηκαν, ως επί το πλείστον, σε «λαϊκά» πε­ ριοδικά κι εφημερίδες ως τα 1945.6 Η συγγραφι­ κή εξέλιξη του Ξενόπουλου είναι η Βίβλος γενέσεως του σύγχρονου ελληνικού λαϊκού αισθημα­ τικού μυθιστορήματος, γ) Οι τίτλοι και τα θέμα­ τα των «λαϊκών» μυθιστορημάτων του Ξενόπου­ λου προαναγγέλλουν τα σύγχρονα λαϊκά - αι­

σθηματικά/κοινωνικά - μυθιστορήματα: Ολέ­ θριος έρως, Μ υστικοί αρραβώνες, Παγίδες για κορίτσια, Ο κατήφορος, Μεγάλη αγάπη κ.ά. δ) Ο Ξενόπουλος προαναγγέλλει το σύγχρονο λαϊκό μυθιστόρημα και ως επαγγελματίας συγγραφέας: Είναι ο πρώτος ίσως έλληνας λογοτέχνης/συγγραφέας που ζει αποκλειστικά απ’ το γράψιμό. Επιπλέον έχει επαγγελματική συγγραφική συνεί­ δηση. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Ξενόπουλος είναι ο ιδρυτής της πρώτης επαγγελματικής ένωσης των ελλήνων συγγραφέων, της «Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών» (1934). ε) 0 Ξενόπουλος είναι και ο θεωρητικός υπέρμαχος της σύγχρονης «λαϊκής» λογοτεχνίας και τέχνης, της «διασκεδαστικής τέ­ χνης»7. Εκεί, αναφέρει και την Κασσιανή του Αριστείδη Κυριάκού, «που κυκλοφόρησε σ’ εξήντα χιλιάδες αντίτυπα». Ο Ξενόπουλος υπε­ ρασπίζεται και το «λαϊκό» μυθιστόρημα της «διαδόχου» του I. Μπουκουβάλα-Αναγνώστου Μυοτώ (1943), που κατηγορείται για «λαϊκότη­ τα» . στ) Τα - «λαϊκά» - μυθιστορήματα του Ξε­ νόπουλου εκπληρώνουν και μιαν άλλη, βασική προϋπόθεση του λαϊκού αναγνώσματος: τη μεγά­


αφιερω μα/15 λη - για την εποχή του - κυκλοφορία τους· (βλ. εκτός απ’ την αναφορά των tirages στα ίδια τα βιβλία, και τη μαρτυρία του Η. Βενέζη, Το φ αι­ νόμενο Remarque9). Εποχή' εμφάνισης/γένεοης του σύγχρονου αστικολαϊκού μυθιστορήματος: μετά τα 1920/1930. Ο Κ. Κάσσης10, βλέπει την ύπαρξη του ελληνι­ κού λαϊκού μυθιστορήματος πολύ πριν απ’ τη δεκαετία αυτή (κύριος εκπρόσωπος: Αριστείδης Κυριάκός, 1864-1920/22). Η άποψή του είναι, κατά τη γνώμη μου, τουλάχιστον προβληματική, αν όχι και αστήριχτη. Τα λαϊκίζοντα ελληνικά μυθιστορήματα (ψευτοϊστορικά, περιπετειώδη, ληστρικά, θρησκευτικά κ.ά.) πριν απ’ τα 1920/30 δεν μπορούν να θεωρηθούν ως γνήσια αστικολαϊκά μυθιστορήματα με τη σημασία που ορίσα­ με παραπάνω. Τα επιχειρήματά μου: α) Το «λαϊκό» μυθιστόρημα/ανάγνωσμα δεν μπορεί να κριθεί αποκλειστικά σύμφωνα με το θέμα του ή την τεχνική του. Το λαϊκό ανάγνω­ σμα είναι κυρίως ανάγνωσμα μαζικό. Αυτό προϋποθέτει αναγνωστικές μάζες, μ’ άλλα λόγια: αμόρφωτες μεν, αλλ’ αλφαβητισμένες μάζες. Κι ο μαζικός αλφαβητισμός στην Ελλάδα πετυχαίνεται κυρίως - μετά από ένα ασθενέστατο κύμα στα χρόνια του Τρικούπη - με τη «σχολική με­ ταρρύθμιση» του Βενιζέλου - απ’ τα 1917 κι ύστερα (και οι δυό σταθμοί - Τρικούπης/Βενιζέλος - αποδεικνύουν την «αστικότητα» του φαι­ νομένου). 'Ως τότε το ποσοστό αναλφαβητισμού στην Ελλάδα ήταν πάρα πολύ υψηλό, ώστε να μη μας επιτρέπεται να μιλήσουμε για ένα - πλατύ αλφαβητισμένο, αναγνωστικό κοινό: Στα 1828/ 1830 το ποσοτό αναλφαβητισμού στην Ελλάδα ήταν 95-97%, στα 1840 90-93%, στα 1870 83,5% και μόλις στα 1920 έπεσε στα 58% και στα 1928 στα 50%Π. β) Τα μυθιστορήματα του Κυριάκού (και μερι­ κών άλλων, ελάχιστων ελλήνων συγγραφέων λαϊκιζόντων μυθιστορημάτων πριν απ’ τα 1920/30) είναι ογκωδέστατα: έχουν από 500 ώς πάνω από 1000 σελίδες. Αυτό αντιστρατεύεται στην έννοια του λαϊκού αναγνώσματος, επειδή ξεπερνάει κα­ τά πολύ την αναγνωστική αντοχή του μόλις αλφαβητισμένου λαϊκού αναγνώστη. γ) Η μαρτυρία του Ξενόπουλου (1935) για την κυκλοφορία της Κασσιανής του Κυριάκού («60.000 αντίτυπα») είναι πάρα πολύ σχετική: Αναφέρεται σε όλες τις εκδόσεις του βιβλίου και σε μια πολύ προχωρημένη εποχή (ώς τα 1935). δ) Το - ευάριθμο - ελληνικό κοινό τροφοδοτεί­ ται, σχεδόν σ’ ολόκληρο το ιθ' αιώνα κι ώς τα 1920 τουλάχιστον, αποκλειστικά απ’ τις μετα­ φράσεις ξένων λαϊκών μυθιστορημάτων. Ο Α ρι­ στείδης Κυριάκός αποτελεί τη μόνη αξιόλογη ελ­

ληνική εξαίρεση. Είναι πολύ αμφίβολο αν τα ξέ­ να αυτά λαϊκά μυθιστορήματα ήταν και στην ελ­ ληνική γλωσσική τους μορφή γνήσια λαϊκά ανα­ γνώσματα. Ο λόγος: 'Ελειπε ένα ευρύ, αλφαβητισμένο αναγνωστικό κοινό, πράγμα που εξηγεί και τα χαμηλά tirages, και τα χαμηλά αυτά tira­ ges μαρτυρούν πάλι τη μη-λαϊκότητα αυτών των αναγνωσμάτων/βιβλίων12. ε) Ως πραγματικά λαϊκά ελληνικά αναγνώσμα­ τα θα παραμείνουν ώς τα 1920 περίπου τα παλιά «λαϊκά βιβλία» της Τουρκοκρατίας, δηλαδή τα προϊόντα της παλιάς, αγροτικοδημοτικής, όχι της νεότερης, αστικολαϊκής λογοτεχνίας· (βλ. τη μαρτυρία του Ροϊδη στα 1888: «Αι μεν ανώτεραι τάξεις εντρνφώσιν εις την ανάγνωσιν του Musset και του Daudet, ο όε λαός αρκείται εις ερωτικά δίστιχα και τας Π ανουργίας του Μπερτοδούλου»). Δεν υπάρχει καμιά άμεση σχέση των σύγχρο­ νων αστικολαϊκών μυθιστορημάτων εν γένει, των αισθηματικών ιδιαίτερα, με τα παλιά, αγροτικοδημοτικά «λαϊκά βιβλία» της Τουρκοκρατίας, όπως δεν υπάρχει καμιά άμεση/ουσιαστική σχέ­ ση του «λόγιου» νεοελληνικού μυθιστορήματος, απ’ τα 1830 κι ύστερα, με το παλιότερο, βυζαντι­ νό ή αρχαίο, λόγιο ή «λαϊκό», ελληνικό μυθιστό­ ρημα. Πρόκειται, και στις δυο περιπτώσεις, για νέο είδος, κάτω από την επίδραση ξένων, νεότε­ ρων ευρωπαϊκών, και μάλιστα αστικών, προτύ­ πων. Ά λλη μια διαφορά ανάμεσα στο νεότερο/σύγχρονο, αστικολαϊκό και το παλιότερο, αγροτικοδημοτικό λαϊκό ανάγνωσμα: Το παλιό, αγροτικοδημοτικό «λαϊκό βιβλίο» διαβαζόταν φωναχτά από έναν αλφαβητισμένο και μπροστά σ’ ένα αναλφάβητο κοινό - είχε και ακροατήριο. Το νεότερο/σύγχρονο λαϊκό ανάγνωσμα διαβάζεται μόνο ατομικά. Μια νέα δηλαδή αντίθεση: Η μαζικοποίηση της παραγωγής του συνεπιφέρει την εξατομίκενση της κατανάλωσής του. Η στροφή στα αισθηματικά (και τ’ αστυνομι­ κά) λαϊκά μυθιστορήματα στην Ελλάδα παρατηρείται ακριβώς στα χρόνια του Μεταξά13. Η στροφή αυτή δεν μπορεί να είναι άσχετη προς τη γενική πολιτιστική πολιτική του Μεταξά, που εξέθρεψε, επέβαλε ή υπέβαλε ανάλογες διεργα­ σίες (φαινόμενα «φυγής») και στην υπόλοιπη, τη «λόγια» λογοτεχνία - και σ’ άλλους τομείς του εποικοδομήματος.

Τ’ αυτοτελή αισθηματικά μυθιστορήματα σε «τεύχη»14 έχουν έναν ορισμένο και προκαθορι­ σμένο όγκο: 96 σελίδες = 6 τυπογραφικά. (Επι­ στολική μαρτυρία του Ά λκη Αγγέλου: Ό τα ν με­ τάφραζε στα νιάτα του, πριν απ’ τον πόλεμο, ξέ­


16/αψιερωμα να αισθηματικά μυθιστορήματα για μια λαϊκή σειρά σε τεύχη, ο εκδότης του έλεγε να κόβει και να ράβει το κείμενο, έτσι ώστε να γίνουν οπωσ­ δήποτε 6 τυπογραφικά). Ο ορισμένος αυτός όγ­ κος επιβάλλεται απ’ την ορισμένη τιμή των τευ­ χών. Αυτό σημαίνει ότι η αγορά επιβάλλει τους νόμους της στην «τέχνη». Αντίθετα: Τα μυθιστορήματα σε συνέχειες («romans-feuilleton») στις «λαϊκές» εφημερίδες και στα «λαϊκά» περιοδικά έχουν όγκο απεριόρι­ στο. Γράφονται κατά τη διάρκεια της - μακρό­ χρονης - δημοσίευσής τους. Το «τέντωμά» τους πετυχαίνεται, κατά κανόνα, με τη μέθοδο της συσσώρευσης (μοτίβων, επεισοδίων, προσώ­ πων). «Κλασικό» παράδειγμα ο «Τζακιτζής» στη μεταπολεμική «Ακρόπολιν». Σημασία έχει και το πού «κόβεται» η συνέχεια. Το «κόψιμο» πρέπει να διεγείρει το ενδιαφέρον του κοινού για την επόμενη συνέχεια («δόση»). Αυτό συνυποθέτει και συνεπιβάλλει τη συνεχή παρακολούθηση των γούστων και των αντιδράσεων του κοινού, δηλα­ δή των καταναλωτών («marketing»!). Τα μυθιστορήματα σε δυο τόμους-τεύχη είναι νεότερη «εφεύρεση» (ίσως μετά τα 1960). Κάθε τομίδιο-τεύχος (η συνέχεια) έχει διαφορετικό τίτλο. Έ τσι, κάθε τεύχος μπορεί να διαβαστεί και αυτοτελώς. Οι λόγοι: α) Οικονομικοί: Δεν μπορεί να επιβαρυνθεί το - όχι μόνο πολιτισμι­ κά, αλλά και οικονομικά - «λαϊκό» κοινό μονο­ μιάς με το διπλάσιο ποσό για την αγορά ενός δι­ πλάσιου σε όγκο μυθιστορήματος. Το πρώτο το­ μίδιο-τεύχος αποτελεί ένα δόλωμα για τον ανα­ γνώστη, για ν ’ αγοράσει και το δεύτερο, β) Α να­ γνωστικοί: Το ανάσκητο, καθότι στοιχειωδώς μόνο αλφαβητισμένο, κοινό κουράζεται εύκολα. Οι εκατό περίπου σελίδες είναι, πιθανότατα, η ανώτατη «δόση» («πρέζα») του. Παράδειγμα «συσσώρευσης» (και «τσόντας») για να γεμίσουν τα 2 τομίδια τεύχη: I. Μ πουκου­ βάλα-Αναγνώστου, Σ ε συγχωρώ για τί σ’ αγαπώ και Χωρίς ζυγό: Επανειλημμένες προτάσεις του

Σημειώσεις: 1. Ο όρος «ρομάντοο της καρδιάς» καθιερώνεται απ’ τα ίδια και στα ίδια αυτά αισθηματικά μυθιστορήματα· πρβλ. γερμ. «Herzroman». 2. Πέτρος Μαρκάκης, Βιβλιογραφία Γρηγορίου Ξενοπονλοϋ, «Νέα Εστία», Χριστούγεννα 1951, σ. α'-λ'. 3. Βλ. τους υπότιτλους διηγημάτων και μυθιστορημάτων του: Βιβλιογρ. Γ. Ξεν., αρ. 147: «Οι παράνομοι. Επαρχιακόν διήγημα». 4. Βλ. λ.χ. Βιβλ. Γ. Ξεν., αρ. 22: «Άνθρωπος του Κόσμου. Αθηναϊκή μυθιστορία», 1890· ΑΡ. 27: «Η τιμή τον αδελ­ φού. Αθηναϊκό μυθιστόρημα», 1920 κ.ά.π. 5. 12 τόμοι, Μπίρης, Αθήνα 1958-1972. 6. Βιβλ. Γ. Ξεν. αρ. 327-442.

Τάσου - Επανειλημμένα «παραστρατήματα» της Αννέττας - Η ιστορία της μητέρας της Αννέττας - Στο τέλος του β' τεύχους: άλλη νουβέλα/διήγημα. Οι διάλογοι: «νατουραλιστικοί»- γλώσσα κα­ θημερινή, «πραγματική». Ο συγγραφέας δεν θέ­ λει να πει τίποτ’ άλλο και τίποτα περισσότερο απ’ αυτό που λένε τα πρόσωπά του. Ταυτόχρονα: Οι διάλογοι εντελώς ψεύτικοι, αντιρεαλιστικοί. Το χοντρότερο παράδειγμα: I. Μπουκουβάλα-Αναγνώστου, «Η μοιραία νύ­ χτα», σ. 10-13: Τα δυό πρόσωπα, «εκείνος» κι «εκείνη», ναυαγοί μέσα στη θάλασσα, κάνουν ένα μακροσκελέστατο «φιλοσοφικό» διάλογο (4 σελίδες!), σαν να βρίσκονταν στο σαλόνι του σπιτιού τους. Αξιοσημείωτα παραδείγματα για τη διάπλεξη της - βασικής - αισθηματικής υπόθεσης των μυ­ θιστορημάτων αυτών με την ιστορία, την πολιτι­ κή, την οικονομία, την «επικαιρότητα»: α) I. Μπουκουβάλα-Αναγνώστου, «Ζωή χωρίς αγά­ πη» / «Νάντα». β) X. Χαιρόπουλος, «Γάμος και ευτυχία» / «Ακάνθινα στέφανα». Εξήγηση: Το άρθρο αυτό προέρχεται από μια σειρά αποσπασματικών σκέψεων πάνω στο σύγ­ χρονο λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα, το «ρομάντσο της καρδιάς», στην Ελλάδα, που είχαν διατυπωθεί από μιαν άλλην αφορμή και για μιαν άλλη χρήση - όχι για τη δημοσιότητα. Οπωσδή­ ποτε, η αποσπασματικότητα των σκέψεων αυτών μπορεί ν ’ αμβλυνθεί, αν διαβαστούν συμπληρω­ ματικά με τη συστηματικότερη εκείνη μελέτη μου για το σύγχρονο λαϊκό μυθιστόρημα στην Ελλά­ δα: Γ. Βελουδής, «Το σύγχρονο λαϊκό μυθιστό­ ρημα», Αντί, τεύχ. 86 (19.11.1977), σ. 40-46 και τεύχ. 87 (3.12.1977), σ. 43-47· ανατυπώθηκε, με μερικές βιβλιογραφικές προσθήκες, στο συγκεν­ τρωτικό τόμο: Γ. Βελουδής, «Αναφορές. 'Εξη νεοελληνικές μελέτες», Φιλιππότης, Αθήνα 1983, σ. 102-136 και 154-157.

7. πρβλ. γερμ. «Unterhaltungsliteratur». βλ. Γρ. Ξενόπουλος, Άπαντα, τ. 11, σ. 321-330: «Η διαακεδαστική τέχνη» (1935). 8. «Νέα Εστία», Χριστούγεννα 1951, σ. 308. 9. «Ταχυδρόμος» (Μυτιλήνης), αρ. 1187-18.9.1927, σ. 1. 10. Κ. Κάσσης: «Το ελληνικό λαϊκό μυθιστόρημα» β' έκδ., Αθήνα 1983. 11. Κ. Τσουκαλάς, «Εξάρτηση και αναπαραγωγή», Αθήνα 1977, σ. 393, πιν. 61 ■για τα χρόνια μας: Ε. Winters-Ohle, Buchproduktion und Buchdistribution in Griechenland, Hakkert, Άμστερνταμ, 1979, σ. 167-171. 12. Βλ. τις σχετικές μαρτυρίες του A. Κ. Χούμη στην «Εβδο­ μάδα» του 1886. 13. Κ. Κάσσης, σ. 48: μόνον το «αστυνομικό». 14. πρβλ. γερμ. «Heftromance».


αφιερω μα/17

Δημήτρης Χανός

Το αισθηματικό λαϊκό

μέσα από τον περιοδικό τύπο Οι ρίζες τον λαϊκού αναγνώσματος ή μυθιστορήματος -όπως είναι πιο γνωστό σήμερα- βρίσκονται βαθιά, πίσω στο μακρινό παρελθόν τον ανθρώπινον γένους. Πιο συγκεκριμένα βρίσκονται στην ανεξάντλητη ελληνική μυθολογία, άσβηστη φλόγα ερεθισμού και έμπνευσης για τους συγγραφείς όλων των εποχών σε παγκό­ σμια κλίμακα. Γιατί είναι η μυθολογία μας, μια αστείρευτη πηγή κάθε λογής μύ­ θον, με ενδιαφέρουσα πλοκή, συναρπαστικά επεισόδια, αμέτρητες συγκινήσεις: στοιχεία και υλικά απαραίτητα για το πλάσιμο και τη δημιουργία κάθε αναγνώ­ σματος, που στοχεύει στην τέρψη και την ψυχαγωγία του αναγνώστη.

Μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα λαϊκά αυτά ανα­ γνώσματα σε κατηγορίες: στα αναγνώσματα μυ­ στηρίου ή αστυνομικά, στα περιπετειώδη, στα πολεμικά και κατασκοπίας, στα φανταστικά και στα αισθηματικά. Τα τελευταία αυτά θα μας απασχολήσουν σή­ μερα και θα προσπαθήσω να δώσω μια κάπως γενική αλλά περιορισμένη, λόγω χώρου, ανάλυ­ ση. Ωστόσο, θα χωρίσω και τα αισθηματικά ανα­ γνώσματα σε κατηγορίες: ρομαντικά, θρησκευτι­ κά, ιστορικά, εξωτικά, φανταστικά και τολμηρά.

Εμφάνιση του ί αισθηματικού αναγνώσματος Ή ταν μετά τα μέσα του περασμένου αιώνα όταν πρωτοεμφανίστηκε, δειλά στην αρχή, το αισθη­ ματικό λαϊκό μυθιστόρημα, μέοα από τις επι­ φυλλίδες μερικών ημερήσιων και περιοδικών εν­ τύπων, ταυτόχρονα με το περιπετειώδες μυθι­ στόρημα μυστηρίου. Και είναι γεγονός ότι, πριν


18/αψιερωμα

ΑΘΗΝΑΪΚΟΝ

Μ ΥθΙΣΤΟ ΡΗ

πάρει τη σημερινή του μορφή, το καθαρά αισθη­ ματικό μυθιστόρημα, ήταν ένα κράμα από τα παραπάνω που αναφέραμε. Θα μπορούσαμε, μάλιστα, να πούμε ότι η μεικτή αυτή συνταγή ποτέ δεν έλειψε, γιατί αποτελεί τα απαραίτητα στοιχεία κάθε αναγνώσματος. Πραγματικά, εί­ ναι σπάνιο φαινόμενο σ’ ένα αισθηματικό ανά­ γνωσμα να μη εμπεριέχεται ταυτόχρονα το στοι­ χείο του μυστηρίου (ατμόσφαιρα περιέργειας), της περιπέτειας (ενδιαφέρον), το «εύρημα» (έκ­ πληξη) και πολλές φορές -γιατί ό χ ι- και ο απα­ ραίτητος φόνος (δραματικοποίηση). Ενδεικτικά σημειώνω ότι στην περίοδο που άρχισε να διαμορφώνεται κάθε κατηγορία της παραφιλολογίας αυτής -γιατί σ’ αυτήν κατατάσ­ σονται όλα τα παραπάνω αναγνώσματα- αυτά χαρακτηρίζονται ως αισθηματικά ή αστυνομικά ρομάντσα, από την γαλλική λέξη roman· (ρομάντσο, μυθιστόρημα) ή την αντίστοιχη αγγλική ro­ mance (ρομάντσο, ειδύλλιο). Η Γαλλία θεωρείται μάλλον η πρώτη χώρα που παρουσίασε το είδος μέσα από τις επιφυλλί­ δες του τύπου της. Φυσικά, το είδος «έπιασε» στην αγορά -όπω ς θα λέγαμε στη δημοσιογραφι­ κή γλώσσα- και πολλά έντυπα άρχισαν να δημο­ σιεύουν περισσότερα από ένα συγχρόνως ανα­ γνώσματα στις επιφυλλίδες τους. Υπήρξε περίοδος που εβδομαδιαίες εφημερί­ δες μεγάλης κυκλοφορίας είχαν «πιασμένη» ολό­ κληρη την πρώτη σελίδα τους με λαϊκά αναγνώ­ σματα συνέχειας. Και αυτή η εποχή της έξαρσης του λαϊκού αναγνώσματος, που είναι αλήθεια πως έγινε αληθινό αλφαβητάρι για την εγκυκλο­ παιδική επιμόρφωση των μεγάλων λαϊκών μα­ ζών, συνεχίστηκε ώς τις παραμονές του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, αφού δεν υπήρχαν άλλα καυτά θέματα και ειδήσεις για να κινήσουν το ενδιαφέρον του μεγάλου κοινού με χαμηλό συνή­ θως επίπεδο μόρφωσης. Φυσικά, υπάρχει κά­ ποια σχετική παρένθεση ύφεσης και στην περίο­ δο του πρώτου πολέμου. Από κάποιο κομμάτι εφημερίδας, παλιότερα στο περιοδικό «Χόμπυ του βιβλίου», παραθέτω την περίπτωση της εφημερίδας «Χρόνος» του Κωστή Χαιρόπουλου, που αύξησε ξαφνικά την κυκλοφορία της -ενώ ετοιμαζόταν να κλείσει- με τη δημοσίευση σε συνέχειες του μυθιστορήματος «Κασσιανή» του Αριστείδη Κυριάκού, που ήταν και αρχισυντάκτης της. Ή ταν ένα χρονογράφη­

μα που γράφτηκε τη Μεγάλη Εβδομάδα, αλλά επειδή ήταν κάπως μεγάλο, αποφασίστηκε να μπει σε δυό συνέχειες. Η έκπληξη ήταν ότι με τη δεύτερη συνέχεια η κυκλοφορία της εφημερίδας αυξήθηκε σημαντικά. Ο Κωστής Χαιρόπουλος, ύστερα από σκέψη, κατάλαβε την αιτία της κυκλοφοριακής αύξησης και έδωσε εντολή στον Κυριάκό να το συνεχίσει. Έτσι, η εφημερίδα κρατήθηκε και η «Κασσιανή» έγινε ένα ορόσημο μιας νέας εποχής: της εποχής του λαϊκού ανα­ γνώσματος στις επιφυλλίδες, γιατί ώς τότε στην Ελλάδα κυκλοφορούσαν λαϊκά αναγνώσματα μόνο σε φυλλάδια. Αυτό συνέβηκε γύρω στο 1903 με 1905. Τότε, οι άλλοι εκδότες εφημερίδων ακολούθησαν το παράδειγμα του «Χρόνου» και το λαϊκό ανάγνωσμα καθιερώθηκε οριστικά για περίπου έξι δεκαετίες.

Οι συγγραφείς και η φόρμουλα των λαϊκών αναγνωσμάτων Ξεκινώντας από τους γάλλους, μια και η χώρα τους διεκδικεί την πρωτοπορεία στο είδος αυτό της παραφιλολογίας, αναφέρω τα πιο γνωστά ονόματα συγγραφέων: Ξαβιέ ντε Μοντεπέν, Εμίλ Ρίτσμπουργκ, Πονσόν ντι Τεράϊγ, Πολ ντ’ Εγκρεμόν, Ζιλ Μαρί, Πολ Φεβάλ, Αντόλφ ντ’ Ενερί, Πιέρ ντε Κουρσέλ, Ζαν Μπονερί, Ζορζ Ονέ, Αλέξ. Μπισόν, Σαρλ Μερουβέλ, Οκτάβ Φεγιέ, Βικτόρ Ουγκό, των Δουμά και του Μισέλ Ζεβακό, ειδικευμένου στο ιπποτικό μυθιστόρημα. Φυσικά, υπάρχουν και πολλοί άλλοι, που δεν τους παραθέτουμε λόγω χώρου. Η φόρμουλα πλοκής κάθε αναγνώσματος είναι σχεδόν ίδια, με ορισμένες παραλλαγές: η πλού­ σια κόμησσα που ζει μέσα στα πλούτη και στη χλιδή, ο όμορφος εραστής της, ο δυστυχισμένος σύζυγος και μερικές δολοπλοκίες, όπως η απα-


αφιερω μα/19 γωγή ενός παιδιού τους, μερικές φορές η εξαφά­ νισή του και η μετά από χρόνια ανακάλυψή του, που προκαλούσαν σπαραγμό και δάκρυα στους.... δυστυχισμένους αναγνώστες. Και η άλ­ λη περίπτωση, ο αντίποδας, της όμορφης, πεν­ τάρφανης κοπέλας που πέφτει στα χέρια εκμε­ ταλλευτών και παλιανθρώπων και που την βα­ σανίζουν αλύπητα, ώσπου τελικά να βρεθεί το όμορφο «βασιλόπουλο» που θα την γλιτώσει και θα την κάνει γυναίκα του. Η τελευταία περίπτω­ ση απαντιέται σε μεγάλη κλίμακα στο μυθιστό­ ρημα του Πολ Φεβάλ « Ά νν» , που έδωσε το πε­ ριοδικό «Μυθιστόρημα» σε ένθετα φυλλάδια, με­ ταπολεμικά (σελίδες 1036). Μέσα σ’ αυτό το φά­ σμα, με ποικίλα περιστατικά, κινούνται οι ήρωες των αναγνωσμάτων, με τον σχετικό «κακό» πάν­ τα, που αναστατώνει την υπόθεση και προκαλεί αγωνία και συγκίνηση στον αναγνώστη. Θεωρώ δευτερολογία να δώσω μια εκτενέστερη ανάλυ­ ση, αφού ήδη έχει γίνει μια πληρέστερη από τον καθηγητή της νεοκλασικής λογοτεχνίας στο πα­ νεπιστήμιο του Μ όναχο, Γιώργο Βελουδή, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Αντί» (τεύχη 86-87 Δεκ. 1977). Ά λ λ ο ι συγγραφείς του είδους είναι οι άγγλοι Φίλιπς Οπενχάιμ, Έντγκαρ Γουάλας, Φλόρανς Μπάρκλι, οι ιταλοί Ραφαέλ Σαμπατίνι, Εμίλιο Σαλκάρι και μερικοί άλλοι. Νεότεροι και πιο μοντέρνοι στην εποχή του μεσοπολέμου, είναι οι γυναίκες συγγραφείς ,Ντελί Μ αγκαλί, Έλινορ Γκλιν, Ματίλντ Σεράο, Μαρία Κορέλι και ο Μαξ ντι Βεζίτ. Στον δικό μας χώρο έχουμε τον Ιάκωβο Πιτσίπο «Ορφανή της Χίου», 1839, την Ευγενία Ζω­ γράφου «Η Γκούραινα», 1904, τον Στέφανο Ξένο «Ηρωίδα της ελλην. επανάστασης», 1886, Π ολύ­ βιο Δημητρακόπουλο, Σπύρο Ποταμιάνο, Γιώρ­ γο Ασπρέα, Γιάννη Σκουτερόπουλο, Γιώργο Τσουκαλά, Γρηγόρη Ξενόπουλο, Νίκο Μαράκη, Γιάννη Μαρή, Γιάννη Ιωαννίδη, Ιωάννα Μπουκουβάλα-Αναγνώστου, Χρήστο Χαιρόπουλο. Δημ. Ιωαννόπουλο, Ντόλη Νίκβα, Ν.Χ. Μπου-

φίδη και τόσους άλλους, που έγραφαν και μυθι­ στορήματα σε συνέχειες στα έντυπα όπου εργά­ ζονταν. Πολλά από τα αναγνώσματα αυτά γράφτηκαν κυριολεκτικά στο γόνατο -ιδιαίτερα αυτά που δημοσιεύονταν σε επιφυλλίδες εφημερίδων, πε­ ριοδικών ή σε καθημερινών και δισεβ >ομαδιαίων φυλλαδίω ν- επειδή οι συγγραφείς ;ους πιέ­ ζονταν από τον χρόνο, μια και έπρεπε να παρα­ δώσουν κάθε μέρα ορισμένα χειρόγ ραφα με τη συνέχεια του αναγνώσματος της ημ< οας. Για το ιστορικό μέρος, αναφέρω την περ πτώση του γάλλου Πολ Φεβάλ, που έγραφε ταυτόχρονα σε δυό ή τρία έντυπα. Σε κάποια συνέχεια, λοιπ ν, «σκότωσε» έναν από τους ήρωές τους και μι ηκές μέρες αργότερα, το ξέχασε και τον ανέφ ^ ε πάλι, σα να μη είχε συμβεί τίποτα. Φυσικά, κά­ ποιος αναγνώστης παραπονέθηκε στον εκδότη κι εκείνος με τη σειρά του παρατήρησε τον συγγρα­ φέα. Οπότε, ο τελευταίος αναγκάστηκε να σκα­ ρώσει ένα επεισόδιο, όπου ο υποτιθέμενος νε­ κρός ήρωάς του δεν είχε πεθάνει, αλλά είχε γλι­ τώσει την τελευταία στιγμή από κάποιο θαύμα της τύχης... Ο Πολ Φεβάλ ήταν πολυγραφέστατος και έγραψε ογκώδη αναγνώσματα. Φημολογείται ότι ήταν ο συγγραφέας-φάντασμα του Δουμά. Έ γραφε, δηλαδή, για λογαριασμό του, με αμοιβή και το μυθιστόρημα «χτενιζόταν» από τον Δουμά και κυκλοφορούσε για δικό του.

Αισθηματικά περιοόικά και αναγνώσματα Το ελληνικό λαϊκό ανάγνωσμα πέρασε από διά­ φορα στάδια για να φτάσει, τελικά, στη σημερι­ νή του μορφή, στο μοντέρνο βιβλίο τσέπης. Επη­ ρεάστηκε σημαντικά από κάθε εποχή, από τις αρχές του αιώνα μας -γιατί ουσιαστικά κάπου

ΔΡΑΜΑΤΙΚΟ. ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ


20/αφιερω μα το μυθιστόρημα «Μαρίνα» με μεγάλη απήχηση στο πλατύ αναγνωστικό κοινό. Σε κάποια συνέ­ χεια, λοιπόν, η Μπουκουβάλα είχε γράψει για τους βομβαρδισμούς των Ιταλών σε άμαχο πλη­ θυσμό. Οι ιταλικές αρχές το έμαθαν και αμέσως κάλεσαν τον ιδιοκτήτη του «Θησαυρού», Γιάννη Παπαγεωργίου, για να του απαγγείλουν την κα­ τηγορία ότι με τη φράση εκείνη, η συγγραφέας είχε θίξει σκόπιμα τους ιταλούς. Η τιμωρία που του επέβαλαν ήταν το κλείσιμο του περιοδικού για δυό εβδομάδες, κάποιο χρηματικό πρόστιμο και απαγόρευσαν να ξαναμπεί το όνομα της Μπουκουβάλα στο περιοδικό. Έ τσι, η συγγρα­ φέας πήρε το ψευδώνυμο I. Αθηναίου, που το διατήρησε και μετά την κατοχή σε πολλά μυθιστορήματά της.

/U eiAlTH BfO W εκεί ξεκινά- βελτιώνοντας συνεχώς την ποιότητα και την ποικιλία της ταυτότητάς του. Οι πόλεμοι του 1912, του 1918, η καταστροφή της Σμύρνης το 1922, οι ξένες επιδράσεις από την Αμερική και την Ευρώπη στα χρόνια του με­ σοπολέμου, η κατοχή, η απελευθέρωση, ο εμφύ­ λιος, οι αλματώδεις τεχνολογικές εξελίξεις είχαν αξιόλογες επιδράσεις πάνω του και του έδωσαν μια νέα μορφή, εξωτική και κοσμοπολίτικη. Πιο συγκεκριμένα, πολλοί συγγραφείς, ιδιαίτερα ξέ­ νοι, έδωσαν εντελώς πρωτότυπα αναγνώσματα, με καταπληκτική πλοκή, συναρπαστικό μύθο, αριστοτεχνικά ευρήματα, έξυπνο διάλογο και γε­ νικά μια νέα πνοή που άρεσε στις νεότερες γε­ νιές των αναγνωστών του είδους. Νομίζω, πως την τακτική αυτή ακολούθησε και ο Γιάννης Μαρής (Τσιριμώκος) στα πολύ μοντέρνα μυθιστορήματά του, που πραγματοποίησαν πάνω από τρεις εκδόσεις το καθένα και δημοσιεύτηκαν σε αρκετά περιοδικά. Κλασική, ωστόσο, στο είδος θεωρείται η πολυγραφέστατη Ιωάννα Μ πουκουβάλα-Αναγνώστου -η ελληνίδα Αγκάθα Κρίστι, όπως την αποκα­ λώ - που πάντα παραμένει στην κορυφή της πυ­ ραμίδας των ελλήνων συγγραφέων του αισθημα­ τικού αναγνώσματος και που προσπάθησε πάντα στα μυθιστορήματά της να δίνει την ατμόσφαι­ ρα, τους χαρακτήρες και τα ήθη κάθε εποχής. Στα χρόνια της κατοχής, γύρω στο 1942, έγραφε

Για την ιστορία, αναφέρω ότι το πρώτο μυθι­ στόρημά της ήταν η «Ιζόλδη» που εκδόθηκε από την «Εστία» του Κολλάρου με πρόλογο του Γρή­ γορή Ξενόπουλου. Το 1936 έγραψε το μυθιστό­ ρημα «Μυρτώ», που δημοσιεύτηκε στις επιφυλ­ λίδες της «Μακεδονίας», ενώ ταυτόχρονα δημο­ σίευσε διηγήματα και ποιήματα στη «Νέα Εστία», στα «Ελληνικά Γράμματα» του Κλ. Μιμήκου, στην «Ελληνίδα», στην «Ελληνική Επι­ θεώρηση», στην «Εβδομάδα» και στον «Θησαυ­ ρό». Εκεί, στα γραφεία του «Θησαυρού», ο αρ­ χισυντάκτης είχε κάποιο θέμα για ένα ιστορικό μυθιστόρημα, με τίτλο «Ραλλού». Χρειαζόταν, λοιπόν, να γίνει κάποια διασκευή, και επειδή οι άλλοι συντάκτες δήλωσαν αδυναμία, το έδωσε στην Μπουκουβάλα. Ό τα ν το διασκεύασε και πήγε να το παραδώσει, ο αρχισυντάκτης της ζή­ τησε να γράψει δικό της. Και ακολούθησε το μυ­ θιστόρημα «Χάμκω» και τόσα άλλα. Νομίζω πως το εκατοστό ανάγνωσμά της είχε τίτλο «Φθινο­ πωρινή νύχτα» και δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Αθηναϊκή». Έ να από τα πρώτα περιοδικά-φυλλάδια με αισθηματικά κυρίως μυθιστορήματα ήταν τα Εκλεκτά Μυθιστορήματα, 1884-1891. Παραθέτω μερικά από τα αναγνώσματα που έδωσε σε εκτε­ ταμένες συνέχειες: Αλέξ. Δουμά: «Η βασίλισσα Μαργκώ», «Η δεσποινίδα Μονσορώ», Γουίλκι Κόλινς: «Η λευκοφόρος», «Λεϊλά Χανούμ», «Η λουσμένη χανούμισσα», Ειρηναίου Αισωπίου: «Η ανθοπώλις της Φλωρεντίας», Γρηγ. Ξενόπου­ λου: «Ο δεύτερος έρως», (διήγημα). Περιοδικά αποκλειστικά αισθηματικά που κυ­ κλοφόρησαν κατά καιρούς είναι: Μυθιστόρημα, 1933, εβδ. έκδοση Ν. Θεοφανίδη - Σπ. Λαμπαδαρίδη, σε σχήμα βιβλίου και με αυτοτελή αναγνώσματα. Ρομάντσο, 1934-1939, έβδ. έκδοση Ν. Θεοφανίδη - Σπ. Λαμπαδαρίδη. Κυκλοφόρησαν περί­ που 250 τεύχη. Τα 5 πρώτα ήταν: 1. Χόκιγκ: . Μ ονομαχία μέχρι θανάτου, 2. Γουάλας: Η τυχο-


αφιερωμα/21 διώκτρια, 3. Σπέγιερ: Ζητήσατε τη γυναίκα, 4. Ρισάρ: Η μοιραία γυναίκα, 5.Κονστάνς: Καρ­ διές που αγάπησαν. Διάβασε με: 1935-1939, έβδ. έκδοση Α. και Ε. Παπαδημητρίου, δ/νση Κωστή Βελμύρα. Κυκλο­ φόρησαν περίπου 180 τεύχη. 1. Μάργκεριτ: Η φωνή της καρδιάς, 2.Γκλιν: Μοντέρνο κορίτσι, 3. Μουρζέ: Ό τα ν γεράσει η καρδιά, 4.Ρεβάλ: Σιβιλιάνα, 5.Ντελί: Χρυσωμένη φτώχεια. Ακολουθούν αναγνώσματα των Έντγκαρ Γουάλας, Μορίς Ντεκομπρά, Ζαν Μπονερί, Αγκάθα Κρίστι, Φίλιπς Οπενχάιμ, Ονέ Ντελί και άλλων γνωστών συγγραφέων. Μ πιζού, 1936, έβδ. έκδοση Μ. Βασιλείου. Κυ­ κλοφόρησαν 16 τεύχη. Μερικά από αυτά: 1. Χένρι Γρέβιλ: Μια μεγάλη αγάπη, 2. Τζ. Κιέζε: Φρατζέσκα ντα Ρίμινι, 3. Ντελί: Μια πιστή καρδιά, 4. Έ λινορ Γκλιν: Έ να μπουκέτο μενεξέ­ δες, 5.Ρ. Κέρνερ: Η βασίλισσα του έρωτος και του πόνου. Μοντέρνο, 1936, έβδ. έκδοση Α. Αγγέλου. Κυ­ κλοφόρησαν συνολικά 5 τεύχη. Το μοναδικό τεύ­ χος που κατάφερα να βρω και να κρατήσω στο αρχείο μου, είναι το No 4 «Η γόνδολα των χιμαι­ ρών» του Μορίς Ντεκομπρά. Οικογένεια, 1937, β' περίοδος, έκδοση Κωστ. Θεοδωρόπουλου. Κυκλοφόρησαν 32 τεύχη. 1. Μαρσέλ Πρεβό: «Λεϊλά», 2. Ντελκάν: Τρελή από αγάπη, 3. Μαρσέλ Πρεβό: Το ημερολόγιο μιας παντρεμένης, 4. Μ. Ρενουάρ: Γιατί να σ’ αγαπήσω, 5. Ντελί: Το μυστήριο μιας γυναίκας. Μιμόζα, 1947-1948, έβδ. έκδοση α/φών Λιναρδάτου. Κυκλοφόρησαν 64 τεύχη. 1. Μαξ ντί Βεζίτ: Η αγάπη μας προσμένει, 2. Μεόν Ντιντιέ: Το ρομάντσο της Νόρας, 3. Μορίς Ντεκομπρά: Η Λια-Γιού αγαπά, 5. Έ λινορ Γκλιν: Η ευτυχία μιας γυναίκας. Τη διεύθυνση σύνταξης του πε­ ριοδικού είχε ο Απόστ. Μαγγανάρης με τον Ηλ. Μπακόπουλο. Ζέφυρος, 1954-1969, 4 περίοδοι, έβδ. έκδοση του Ν. Θεοφανίδη. Συνολικά κυκλοφόρησαν πά­ νω από 500 τεύχη. Παραθέτω τα πρώτα της α' περιόδου: 1. Τεό ντ’ Αρζάκ: Μια μέρα, μια ζωή, 2. I. Μπουκουβάλα: Περιμένοντας τον αγαπημέ­ νο της, 4. Μάργκεριτ Πέντλερ: Ούτε ο ίδιος ο ουρανός, 6.Γκ. Τισάρ: Κόρη αμαρτωλής, 9. I. Μπουκουβάλα: Η θυσία της μάνας. Αριστούργημα, 1949-1950, έβδ. έκδοση Κ. Τόπακα, δ/νση Α π. Μαγγανάρη. Κυκλοφόρησαν περίπου 24 τεύχη. 1. Φίλιπ Γουάλι: Η προδομέ­ νη, 2. Σαρλ. Μπροντέ: Ο πύργος του πόνου, 3. I. Μπουκουβάλα: Αμαρτίες γονέων, 4. I. Μπουκουβάλα: Η πανσιόν Χαρά, 6. Σόμερσετ Μομ: Το ζωγραφισμένο πέπλο. Καρδιά, 1955-1956, έβδ. έκδοση Στ. Ανεμοδουρά - Γ. Γεωργιάδη, σε μικρό (32ο) σχήμα. Κυκλοφόρησαν περίπου 60 ή 64 τεύχη με αυτοτε­

λή αισθηματικά μυθιστορήματα (νουβέλες), χω­ ρίς να αναφέρεται σε κανένα ο συγγραφέας. Α πό τα περιοδικά ποικίλης ύλης παραθέτω μια επιλογή των πιο σημαντικών όπου δημοσιεύ­ τηκαν αισθηματικά μυθιστορήματα σε συνέχειες, με αλφαβητική σειρά: Ανατολή, 1913, δ/νση Σωτήρη Σκίπη. Κυκλο­ φόρησαν 12 τεύχη. Ξεκίνησε με τα μυθιστορήμα­ τα σε συνέχειες, χωρίς να δώσει συγγραφείς: Η μνηστή του κόκκινου θεού, Το μαύρο ρουμπίνι, κ.ά. Ατλαντίς, 1935-1936, έβδ. έκδοση-δ/νση Μ. Κανελλή. Από το τεύχος No. 11 την αρχισύνταξη πήρε το Απ. Μαγγανάρης και την ιδιοκτησία ο Γιάννης Παπαγεωργίου. Κυκλοφόρησαν γύρω στα 40 τεύχη. Μερικά μυθιστορήματα αισθηματι­ κά σε συνέχειες: Ζιλ Μαρί: Ο ιατρός Ροσκώφ, Ματίλντ Σεράο: Εκείνη δεν απάντησε, Μάριου (Νέλλη Κανελλίδου): Το ρομάντσο της Αλίκης, Λουτσιάνα Πεβερέλι: Αγάπη που σκοτώνει, Ζιλ Κορντός: Με το σπαθί... για τον έρωτα. Έ δωσε, επίσης, μερικά βιβλία-δώρα στους αναγνώστες της, που τα έπαιρναν με ανάλογα κουπόνια και λίγα χρήματα από το βιβλιοπωλείο του Μ. Βασιλείου. Εβδομάς, 1927-1941, έβδ. έκδοση α/φών Γεράρδου. Αξιόλογο περιοδικό ποικίλης ύλης, που κατατάσσεται δεύτερο σε ποιότητα μετά το περίΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟ

ΑΘΗΝΑ Ϊ ΚΟ


22/αφιερωμα φημο «Μπουκέτο». Μερικά μυθιστορήματα: Γρηγ. Ξενόπουλου: Το κορίτσι που αγάπησε, Σπυρ. Ποταμιάνου: Μια πεταλούδα στη φωτιά της ζωής, Γιώργου Ασπρέα: Η κυρία της τιμής, Δημ. Ιωαννόπουλου: Ανοιξιάτικα όνειρα, Ζιλ Μαρί: Ο χαμένος παράδεισος. Έδωσε πολλά αναγνώσματα ακόμα των πιο γνωστών Ελλήνων και ξένων συγγραφέων του εί­ δους και τα βιβλία-δώρα: Ανατόλ Φρανς: Το κόκκινο κρίνο, Μπλάσκο Ιμπάνιεθ: Ο ματωμέ­ νος στίβος, Δημ. Ιωαννόπουλου: Η Χριστίνα εί­ ναι σπουδαία, Funny Hurst: Στο περιθώριο της ζωής. «7», 1950, έβδ. έκδοση As . Μαγγανάρη, Ηλ. Μπακόπουλου, Φ. Κλεάνθη Πολ. Βασιλειάδη. Έδωσε τα μυθιστορήματα συνέχειας: Νίκου Μαράκη: Έ να κορίτσι χωρίς όνομα, Εμ. Χαλ: Α ιχ­ μάλωτη του σεΐχη. Κοσμοπολίτικη βιβλιοθήκη: Κυκλοφόρησαν δυο τεύχη με το αισθηματικό ανάγνωσμα του Paul Fraycourt: Η φιληδονίς. Νουβέλα, 1944-1945, έβδ. έκδοση-δ/νση Β. Ολύμπιου, σχήμα βιβλίου, σελίδες 36. Επιλογή από νουβέλες του περιοδικού: 1. Μπουρζέ: Το τριανταφυλλένιο φόρεμα, 2. Μπλάσκο Ιμπάνιεθ: Μεξικάνικο αίμα, 3. Σόμερσετ Μομ: Η εκδίκηση 'ίο υ Ινδού, 6. Π. Παπαδούκα: Το μυστικό μιας γυναίκας, 7. 'Αγγέλου Δόξα: Πόθοι που σβή­ νουν. Κυκλοφόρησαν περίπου 24 τεύχη. Θεατής, 1925-1946, έβδ. έκδοση-δ/νση Γερ. Πετροβίκη. Το περιοδικό έδωσε περίπου 100 μυ­ θιστορήματα αισθηματικά σε συνέχειες. Κάνον­ τας μια επιλογή δίνω τα πιο αντιπροσωπευτικά: Βικτόρ Σαρντ: Θεοδώρα, Μπλάσκο Ιμπάνιεθ: Η βασίλισσα Καλαφία, Παύλου Νιρβάνα: Το έγ­ κλημα του Ψυχικού, 10 μυθιστορήματα του Ζιλ Μαρί, 7 του Σαρλ Μερουβέλ, 5 του Ζορζ Ονέ, Πιέρ ντε Κουρσέλ: Το κόκκινο γράμμα, Ν. X. Μπουφίδη: Έ να κορίτσι στη δίνη της ζωής και άλλα δυο του ίδιου, Μισέλ Ζεβακό: Η κυρία με τα άσπρα, Η κυρία με τα μαύρα, Γρηγ. Ξενόπου­ λου: Σαν ηλιαχτίδα, Αγάπη ολόκληρης ζωής, Έ να λουλούδι του βράχου, Η ρομαντική ηλικία, Π. Αργυρού: Η δούκισσα των Αθηνών, Αλφ. Ντοντέ: Δυό καρδιές σε τρικυμία, Μια κούκλα χωρίς καρδιά. Θησαυρός, 1938-1967, έβδ. έκδοση Γιάννη Παπαγεωργίου, δ/νση Α π. Μαγγανάρη. Έδωσε πολλά μυθιστορήματα ξένα, που διασκευάστη­ καν ή μεταγλωττίστηκαν από τα παλιά που δη­ μοσιεύτηκαν στα περιοδικά «Μπουκέτο», «Εβδομάς», «Οικογένεια» και περισσότερα ελλη­ νικά του Χρ. Χαιρόπουλου, και της I. Μπουκουβάλα-Αναγνώστου. Μπουκέτο, 1924-1946, έβδ. έκδοση Κωστ. Θεοδωρόπουλου. Τη διεύθυνση είχε στην αρχή μια ανώνυμη ομάδα λογίων. Πρόκειται, για το

πιο αξιόλογο ελληνικό περιοδικό ποικίλης ύλης. Στο πρώτο τεύχος του, που κυκλοφόρησε το Πά­ σχα του 1924 έδωσε σε συνέχειες το αριστούργη­ μα του Πούσκιν «Οι ατσίγγανοι» και μετά τα αναγνώσματα συνέχειας: Αλ. Δουμά: Δυό καρ­ διές που αγαπήθηκαν, Γρ. Ξενόπουλου: Ευτυ­ χία, Σπ. Μελά: Ο μπαμπάς εκπαιδεύεται, Γκι ντε Μοπασάν: Το μυστικό της μητέρας, Χάρη Σταματίου: Ρόζα Λαμπίρη, Πιέρ Μαέλ: Φτωχή μου καρδιά, Μισέλ Ζεβακό: Για την καρδιά της Αναμπέλας, Μπαλζάκ: Η εγκαταλειμμένη, Στέφ. Τσβάιχ: Η άγνωστη (Το γράμμα μιας άγνωστης), Αλ. Δουμά: Οι δυό Αρτέμιδες, Π. ντ’ Εγκρεμόν: Η βασίλισσα του χρυσού, Εμμ. Ρίτσμπουργκ: Ο Λυκογιάννης, Σταμ.-Σταμ.: Η δροσούλα, Ντε Ζιραρντέν: Διπλή αγάπη και πολλά ακόμα του Πολ Φεβάλ, του Ζεβακό και όλης της γκάμας των συγγραφέων του είδους. Η διαφορά από τα άλλα περιοδικά και ιδιαίτερα από τον «Θεατή» είναι ότι το «Μπουκέτο» είχε ένα επιτελείο από άξιους λογοτέχνες, όπως οι: Κ. Παλαμάς, Π. Νιρβάνας, Γρ. Ξενόπουλος, Α. Τραυλαντώνης, Λ. Πορφύρας, Μ. Μαλακάσης, X. Χριστοβασίλης, Στ. Δάφνης, Διον. Κόκκινος, Ναπ. Λαπαθιώτης, Κώστας Βάρναλης, Σταμ.-Στάμ, Δημοσθ. Βουτυράς, Κλ. Παράσχος, Γερ. Γρηγόρης και πολλοί άλλοι άσοι της πένας. Κατά διαστήματα έδωσε στους αναγνώστες του τα βιβλία-δώρα: Ρ. Στήβενσον: Ο άνθρωπος με τη διπλή ζωή, Σ. Λάγκερλεφ: Η κόρη του με­ γάλου βάλτου, Ερ. Μιρζέ: Η Μονμάρτη, Γκρεβίλ: Η Σόνια, Αλφόνς Καρ: Κάτω από τις φιλύ­ ρες, Δουμά: Η κυρία με τας Καμελίας, Πρεβό: Μανόν Λεσκό, Λαμαρτίνου: Γκρατσιέλα, Μισέ: Μιμή Πενσόν, Ντελί: Ο έρως θριαμβεύει, Από το μίσος στον έρωτα, Δουμά: Δυό καρδιές που αγαπήθηκαν, Πιστοί στον έρωτα, Ετενσέλ: Οι μνηστήρες της Μάρθας, Μπαλζάκ: Πληγωμένη καρδιά, Ντε Σαμουά: Η γυναίκα που πρόδωσε, Φεβάλ: Ο ωραίος ιππότης Λάνγκαρντερ, Αυγή ντε Νεβέρ, Φεγιέ: Η πολυαγαπημένη και μερικά περιπετειώδη. Οικογένεια, 1927-1935, έβδ. έκδοση Γ.Π.Μιχαλόπουλου. Έδωσε κι αυτό αξιόλογα αισθημα­ τικά αναγνώσματα γνωστών ξένων κυρίως συγ­ γραφέων και υπήρξε, σχεδόν, μια πιστή αντι­ γραφή του περιοδικού «Μπουκέτο». Άλλωστε, το 1935 το περιοδικό ενσωματώθηκε με το «Μπουκέτο». Πάνθεον, 1933-1936, έβδ. έκδοση Στ. Ζανουδάκη και αργότερα Γιάννη Σκουτερόπουλου. Μερικά από τα αναγνώσματα συνέχειας είναι: Γιάννη Σκουτερόπουλου: Μαρία η Μαγδαληνή, Μαρία η Αιγύπτια, Ο άνθρωπος που αγάπησε τη βασίλισσσα, Ρωμαίος και Ιουλιέττα (διασκευή Σκουτερόπουλου), Πονσόν ντι Τεράιγ: Η κυρία με το μαύρο γάντι, Γκαμπριέλ ντ’ Ανούτσιο:


αφιερωμα/23

Φρανζτέσκα ντα Ρίμινι, Ζεβακό: Ο πύργος του αίματος, Μαξ ντι Βεζίτ: Ο άντρας μου, Ονέ: Η θυσία της μάνας. Πρώτο, 1960-1966, έβδ. έκδοση εφημερίδας «Ακρόπολις», σύνταξη Γιάννη Μαρή. Το περιο­ δικό που ξεκίνησε στα πρώτα φύλλα του σαν έν­ θετο στο' κυριακάτικο φύλλο της εφημερίδας, ανεξαρτοποιήθηκε απ’ αυτή και κυκλοφόρησε κανονικά σαν εβδομαδιαίο περιοδικό ποικίλης ύλης. Έδωσε σε συνέχειες πολλά από τα μυθι­ στορήματα του Γιάννη Μαρή και άλλα, ξένων συγγραφέων, γάλλων, άγγλων και αμερικανών, πάνω στα τετριμμένα χνάρια όλων των περιοδι­ κών ποικίλης ύλης. Πρωτοτύπησε μονάχα με το ένθετο αστυνομικό αυτοτελές μυθιστόρημα (νου­ βέλα) που έδινε σε κάθε φύλλο του. Ρομάντσο, 1940 (και συνεχίζεται) έβδ. έκδσοη Ν. Θεοφανίδη, σύνταξη Μιχ. Χανούση και από το 1981 Νατάσας Τζιώτη-Μουλού. Στο διάστημα της κατοχής τη διεύθυνση σύνταξης είχε ο Απ. Μαγγανάρης. Το περιοδικό έδωσε πολλά αισθη­ ματικά μυθιστορήματα, σε συνέχειες και ένθετα, χωρίς να ακολουθήσει τις συνταγές μερικών άλ­ λων εκδοτών. Έδωσε, δηλαδή, μεταφράσεις από πρωτότυπα αναγνώσματα αποφεύγοντας ωστόσο να δώσει τα ονόματα των συγγραφέων στα ξένα αναγνώσματα. Παραθέτω μερικά δειγματολογικά: Από τα πολλά της I. Μπουκουβάλα: Α παγο­ ρευμένη ευτυχία, Στο βωμό του χρήματος. Α πό τα πολλά του Νίκου Μαράκη μερικά: Η γυναίκα με το παράξενο άρωμα, Η μεγάλη προσδοκία, Η ζωή μας αρχίζει σήμερα. Μια καρδιά δυό ψυχές,

Κάτω από ξένους ουρανούς, Η ώρα της μοίρας. Α πό αρκετά του Χρ. Χαιρόπουλου, το Χρυσή φυλακή. Χωρίς συγγραφέα ξένα: Το ματωμένο γράμμα, Το μεγάλο μυστικό, Το θανάσιμο σφάλ­ μα, Το μυστικό του πατέρα. Μερικά ελληνικά μυθιστορήματα έγραψε σε συνέχειες και ο Γ. Ταρσατόπουλος. Τικ-Τακ, 1930-1931, έβδ. έκδοση-δ/νση Δημ. Γενοβέλη-Απ. Κουρτίδη, Σύνταξη Παν. Παπα. δούκα και αργότερα Αύγ. Σκλάβου. Κρατήθηκε στην αγορά για 40 τεύχη. Έδωσε τα αναγνώσμα­ τα: Η περιπετειώδης ζωή του πρίγκηπα Μουρούζη, Ζιλ ντε Γκαστέν: Μια πριγκίπισσα κατά­ σκοπος. Φαντασία και αίσθημα, 1959-1964, έβδ. έκδο­ ση Ν. Μόσχου, δ/νση Ηλ. Μπακόπουλου και άλ­ λων. Ακολούθησε κι αυτό την ίδια τετριμμένη συνταγή, χωρίς πρωτοτυπίες ή άλλες εξάρσεις. Ίσως πρωτοτύπησε στο γεγονός ότι ήταν το πρώτο περιοδικό που δημοσίευσε πρόσωπα αντρών ηθοποιών σε μερικά εξώφυλλά του. Μερι­ κά από τα αναγνώσματά του: Φίλις Γουάιτι: Φεγγαρολούλουδο, Πονσόν ντι Τεράιγ: Με το σπαθί για τον έρωτα, (δημοσιεύτηκε στην προ­ πολεμική «Ατλαντίδα»), Μισέλ Ζεβακό: Ο γιός του Μπαρταλιάν, Αλέκου Λιδωρίκη: Ο χορός των κεραυνών, Θαν. Τσόγκα: Προδομένη αγάπη και πολλά άλλα πάνω στη γνωστή φόρμουλα (αναδημοσιεύσεις, κατασκευές, διασκευές, ανα­ σκευές).


24/αφιερω μα

Γιάννης Χατζής

Στα χνάρια του ντόπιου αισθηματικού μυθιστορήματος Τα μυθιστορήματα αυτά τα είπαν «ερωτικά» «αισθηματικά», «ιστορίες αγάπης», «ρομάντσα», και η εξέλιξή τους σημαδεύτηκε από τους όρους της δημόσιας ζωής, των κοινωνικών σχέσεων κι αντιλήψεων, όπως αυτοί διαγράφτηκαν κάτω από την επήρεια των κοινωνικών μετασχηματισμών. Στην εποχή μας, εποχή της «Νόρας» και του «Ά ρλεκ ιν», με τη μαζική παραγωγή φυλλαδίων, περιοδικών και βιβλίων τσέπης ερωτικής παραλογοτεχνίας, όπου η κερδοσκοπία πάει χέρι χέρι με τον αποπροσανατολισμό του αναγνωστικού κοινού, η αναγκαιότητα μιας ολοκληρωμένης αν­ τιμετώπισης και κοινωνικοπολιτικής ανάλυσης των όρων που γέννησαν κι ανέδειξαν το «αισθη­ ματικό μυθιστόρημα» γίνεται επίκαιρη όσο ποτέ άλλοτε, αν, μάλιστα, πάρει κανείς υπόψη του, τόσο την ποικιλία τευχών και τόμων τόυ είδους που κυκλοφόρησαν, όσο και το υψηλό αγοραστι­ κό ενδιαφέρον, κύρια του γυναικείου κοινού. Στους πάγκους και τα περίπτερα, τα προϊόντα της «ερωτικής» παραλογοτεχνίας προβάλλονται σαν «λαϊκά ερωτικά μυθιστορήματα», όχι γιατί αντανακλούν τα λαϊκά αδιέξοδα ή γιατί προά­ γουν ένα λαϊκό αισθητικό ρεαλισμό, αλλά γιατί κύρια απευθύνονται στα μέσα και κατώτερα στρώματα, σε τιμές προσιτές. Πρόκειται για μια λαϊκίστικη αντίληψη που κυοφορείται για να εξυπηρετήσει τις πιο αντιδραστικές σκοπιμότη­ τες και τις πιο διαλυτικές, για τη γυναικεία ύπαρξη, επιδιώξεις. Στο παζάρι αυτό συνωστί­ ζεται το γυναικείο -κ ι όχι σ πάνια- και το ανδρι­ κό κοινό. Η παραγωγή «ερωτικών ιστοριών» έχει γίνει βιομηχανία. Τα κέρδη ξεπερνούν κάθε πρό­ βλεψη, ενώ πάμπολλοι «συγγραφείς» σερβίρουν τυποποιημένες ιστορίες, αλλάζοντας τον τόπο,

τα ονόματα και τις ασχολίες των ηρώων, σε μια προσπάθεια ενίσχυσης κι αναπαραγωγής των προτύπων της αστικής ιδεολογίας.

Οι καταβολές της αισθηματικής παραλογοτεχνίας Η παρουσία «αισθηματικών ιστοριών» στον πε­ ριοδικό τύπο της μετεπαναστατικής Ελλάδας δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη. Εμφανίζονται περιοδικά που αποκλειστικά στοχεύουν στο γυ­ ναικείο αναγνωστικό κοινό. Η συνέχιση της έκ­ δοσής τους εξασφαλίζεται από προϊόντα ερωτι­ κής παραλογοτεχνίας σε συνέχειες, πράγμα που κρατά αμείωτο το γυναικείο ενδιαφέρον. Με με­ ταφράσεις στην αρχή, με ντόπια ξανοίγματα αρ­ γότερα, το «αισθηματικό μυθιστόρημα» θα προωθήσει «ερωτικά ινδάλματα» σύμφωνα με τις ανδροκρατικές επιλογές. Κι ενώ στην Ευρώπη, ο αγώνας για γυναικεία χειραφέτησ παίρνει διάφορες μορφές, η αστική τάξη δημιουργεί στις γυναίκες, τα ιδανικά είδω­ λα, την ιδανική ζωή, για τη θέση τους και τον έρωτα. Καθοδηγεί τη «φυγή» από τα διάφορα γυναικεία αδιέξοδα, στ’ ανεκτά και πάντοτε μέ­ σα στο σύστημα καλούπια. Την εποχή αυτή πολύ δάκρυ θα χυθεί για την


αφιερωμα/25 «Γενοβέφα» του Κρίστοφερ Σμιτ, ενώ το χρι­ στιανικό ερωτικό μυθιστόρημα συνδυάζει έρωτα και εκκλησία, στ’ όνομα της «Φαβιόλας» του Καρδινάλιου Wiseman, της «Κασσιανής» του Κυριάκού, για ν ’ ακολουθήσουν οι έρωτες και τα πάθη στο «Quo Vadis» του Πιέρ Λαέγκεβιτς, κι αργότερα ο οσιομαρτυρικός έρωτας του Μαρκέλλου Γαλίωνα και της Ντιάνας στον «Χιτώνα» του Λόυδ Ντάγκλας. Εκδόσεις κι επανεκδόσεις της «Κασσιανής» της «Φαβιόλας» και της «Γενοβέφας». Και η εισροή ξένων επιτευγμάτων της λογοτεχνίας συνεχίζεται. Είναι αδύνατο να ανα­ φερθούν όλα τα προϊόντα του είδους όχι μόνο λόγω του αριθμού, αλλά και γιατί μέχρι τώρα έγιναν ελάχιστες απόπειρες συγκέντρωσής τους. Λοιπόν, έτσι σταχυολογικά: «Η μεγάλη καρδία» Πωλ Αιγριμόν (1892), «Η καρδιά» Εντουάρντο ντε Αμίκις, «Η ορφανή» Φρεντ Βουτέ (1921), «Αι περιπέτειαι τεσσάρων γυναικών» (1889), «Ευγενής έρως» (1895), «Μυστήρια γυ­ ναικών» (1895), «Αι δύο Αρτέμιδες» (1875), και «Η κυρία με τας καμελίας» (1892) του Αλ. Δουμά, «Αι δυό ορφαναί» (1917) και «Λαυρεντία» του Αδόλφου Εννερύ (1892), «Η γέφυρα των Στεναγμών» (1921) και «Δια την δόξαν και τον έρωτα» του Μ. Ζεβακό (1922), «Έρωτες» Τζιάκομο Καζανόβα (1910), «Τόσκα» Σαρδού Πωλ (1920), «Σκληροί έρωτες» Σασέρ Μ αζόχ (1923), «Η ωραία Γαβριέλλα» Μακέ Ωγκύστ (1871), «Η καταραμένη των Παρισίων» (1889) και «Απολεσθείς Παράδεισος» του Ζυλ Μαρύ (1899), «Το τέκνον του εραστού» Ματιέ Α. (1887), « Ά νυ μ φος μήτηρ» Ματιέ Α. (1887) «Η βασίλισσα του έρωτος» Ματιέ Α. (1923), «Η αυτού υψηλότης ο Έρως» (1885), «Η Αθιγγανίς» (1895), «Η αρτοπώλις» (1895) και «Ο τάφος των εραστών» του Ξαβιέ Δε Μοντεπέν (1890), «Ο βαρκάρης του Βόλγα» Ιβάν Μπελούκιν (1931), «Η άγνωστος» Αλεξ. Μπισσόν (1911), «Αρχισιδηρουργός» Ζωρζ Ονέ (1924), «Μανόν Λεσκώ» Α βά Πρεβώ (1893), «Η κατηραμένη κόρη» Αιμ. Ρίσμπουργκ (1892), «Ροδόλφος Βαλεντίνο» Έ ντιθ Ρίκφολδ (1926), «Ροζίτα» Φλόριο ντι Ρομπέριο (1924), «Παύλος και Βιργινία» Σερπιέρι (1890), κι άλλα πολλά που με τον ένα ή άλλο τρόπο άνοιξαν το δρόμο, στην ντόπια παραγωγή αισθηματικού μυ­ θιστορήματος. Ειδική θέση για την δημοσιότητά τους έχουν τα έργα των αδερφών Μπροντιέ «Τζέην Έυρ» και «Πύργος των καταιγίδων». Ονόματα σαν του Ζωρζ Ονέ, αδερφών Μπροντέ, Σερπιέρι, Δουμά, Ζυλ Μαρύ, Ιβάν Μπελούκιν, Αδόλφου Εννερύ γίνονται γνωστά σ’ ένα ευρύτε­ ρο κοινό. Αν και στην Ελλάδα οι προσπάθειες για «αι­ σθηματικό μυθιστόρημα» έχουν τις ρίζες τους πολύ πριν την επανάσταση του ’21, οι όροι που θα επιτρέψουν την ολοκλήρωση, ανάπτυξη και πλατιά διάδοση του είδους, θα έρθουν πολύ αρ­

γότερα. Μπορεί η «Γκόλφω» και ο «Αγαπητικός της Βοσκοπούλας» (κωμειδύλλια) να συγκέντρω­ σαν τις προτιμήσεις μιας κύρια αγροτικής Ελλά­ δας, θ’ απαιτηθεί όμως, το Γουδί του 1909, οι Βαλκανικοί πόλεμοι, η άνοδος των αστικών κέν­ τρων και η στερέωση της αστικής τάξης, για την εμφάνιση του Γρηγόριου Ξενόπουλου και μαζί ενός ντόπιου, σύγχρονου, αστικού ερωτικού μυ­ θιστορήματος. «Χρυσή εποχή» της ερωτικής πα­ ραφιλολογίας, η εποχή του μεσοπολέμου. Αλλά, εκείνη την ίδια εποχή, μεγάλη απήχηση στο κοινό βρίσκουν και τα ντόπια αφηγήματα που συνδυάζουν την ερωτική πλοκή με τις ηρωι­ κές ή ληστρικές περιπέτειες. Τέτοια έργα είναι: «Χάιδω η λυγερή» (1918), «Θυμιούλα η Γαλαξειδιώτισσα» (1918), «Μαρία η Πενταγιώτισσα» (1906), «Εσμέ η Τουρκοπούλα» (1918), «Η λε­ βέντισσα Μαλάμω κι ο Καλαμπαλίκης» (1922), «Λήσταρχος Τουρκοδήμος κι η ωραία της Ειδυλλίας» (1916), «Γλυκοφιλούσα και Καρακώστας» (1915) <Η ψυχοκόρη κι ο λήσταρχος Κρικέλας» (1922), «Η νύφη της Ρούμελης κι ο Βασιλεύς Ό θω ν» (1913) και «Ο Τσανάκας κι η Κρυστάλλω» (1919) του Κυριάκού, «Μ λησταρχίνα Μαρία η Μυλωνού και ο αρχιληστής Τσακιτζής» του Αργυρού (1923), «Ο φοβερός Καταραχιάς κι η αρχόντισσα της Ρούμελης» του Ομηρίδη (1924), «Λήσταρχος Δεληβοριάς και η πανώρια γυφτοπούλα» του Αργυρού (1922), «Ο Μαύρος Α ν­ τάρτης και η πεντάμορφη του Ολύμπου» (1924), «Η Λεβέντισσα κι ο Ληστοφάγος» του Σκουτερόπουλου (1922), «Μάρκος Μπότσαρης και η καπετάνισσα Δέσπω» του Τσουκαλά (1931),


26/αφιερωμα

«Αστραπόγιαννος κι η πεντάμορφη του Λόγγου» του Τσουκαλά (1931), «Η ωραία της Σμύρνης» του Τσουκαλά (1931), «Η κυρά Φροσύνη» (1903), «Χρυσομαλούσα και Καρατάσος» τον Φωτόπουλου (1916) κλπ.. Ταυτόχρονα υπάρχει κι η επιδημία των βιο­ γραφιών μεγάλων γυναικών. Έχουμε τα: «Θεο­ δώρα» (1905), «Κλεοπάτρα και Μάρκος Αντώ­ νιος» (1914), «Ειρήνη Αθηναία» (1906), «Μαρία Δοξαπατρή» (1919) και «Σάρα Βερνάρ και Δαμαλάς» (1907) του Κυριάκού, «Μαρία η Κομνηνή» (1926) Λιβαδάς, «Μαρία η Μαγδαληνή» (1909) Νικολόπουλος κι άλλα. Δειλά αλλά σταθερά εμφανίζονται και τα πρώτα αυτούσια δείγματα της ντόπιας ερωτικής παραλογοτεχνίας των νεότερων χρόνων. Το 1920 δια χειρός Κυριάκού, όλη η Ελλάδα σπαράζει με το ερωτικό δράμα του Μιμικού και της Μαίρης στο «Αι δύο καρδίαι». Η «Γκόλφω» μυθιστορηματοποιείται από τον ίδιο το 1915. Ο Πωλ δε Κωκ, που δεν είναι άλλος από τον ανεκδιήγητο Γιώργο Τσουκαλά, δίνει το 1919 το «Γυναίκες, χαρτιά, κρασί». Ο Οικονομόπουλος, προπορευόμενος του Κυριάκού (1912) δίνει την δική του εκδοχή του Μιμικού και της Μαίρης με το «Δράμα του νεκροταφείου». Ο Τάκης Χαιρόπουλος το «Φραντζέσκα του Ρίμινι και Παύλος»' (1916), ο Κουβαράς το «Στον ανθό της ήβης» (1922), ο Δ. Καμπούρογλου το «Δούκισσα της Πλακεντίας» (1925) κ.ά. Αυτό το αισθηματικό μυθιστόρημα και τα

στοιχεία που το συνθέτουν, απέχει πολύ ακόμα από τις λογοτεχνικές ερωτικές φόρμες του Γρηγόριου Ξενόπουλου. Βρίσκεται πολύ κοντύτερα στην ιστορική μνήμη του λαού και στην εκάστοτε δραματική επικαιρότητα, που συγκλονίζει το κοινό (Μιμικός και Μαίρη). Α πό μια τέτοια σκοπιά, μπορεί να χαρακτηριστεί ευκαιριακό, λαϊκίστικο και κατά μια έννοια επίκαιρο, σ’ αν­ τίθεση με μια μεταγενέστερη εξέλιξη, που χαρα­ κτηρίζεται από έναν απρόσωπο καθημερινό κο­ σμοπολιτισμό. Είναι πιο άμεσα συνδεδεμένο με το οικογενειακό δίκαιο και τις φυσικές επιλογές της γειτονιάς. Η εκβιομηχάνιση και η βιοτεχνική άνοδος, οι διαφημίσεις κι η διάδοση ειδών πολυτέλειας που, στις χαμηλότερες τάξεις, απευθύνεται κύ­ ρια στον καλλωπισμό της γυναίκας, η διάδοση του κινηματογράφου, το πατρονάρισμα ξένων ειδώλων και τόσα άλλα, θ’ απαιτηθούν κοντά σ’ άλλες προδιαγραφές που αναφέρθηκαν, για τη διαφοροποίηση του αισθηματικού μυθιστορήμα­ τος.* Η ποιοτική διαφορά είναι ξεκάθαρη. Η κυρίαρχη τάξη στην πολιτιστική της επίθεση προσπαθεί να διαμορφώσει ιδέες και γούστα που θα εξυπηρετήσουν τις οικονομικές και πολι­ τικές της φιλοδοξίες. Για τη γυναίκα και το ερω­ τικό μυθιστόρημα δεν αρκεί πια ο γάμος σαν εξασφάλιση: το όραμα της κοινωνικής ανόδου με το γάμο προβάλλεται σαν απτή επιδίωξη, άσχετα με την πραγματικότητα. Τώρα η κοπέλα του με­ ροκάματου, μπορεί να σκέφτεται βίλες και ταξί­ δια, φορέματα και κοσμήματα, σαλόνια κι υπη­ ρέτες, μέχρι τότε όμως... μπορεί να ικανοποιεί την σπουδαιοφάνειά της μ’ αρώματα «Γκρας» και πούδρες «Nela», να εκτονώνει την σκληρή καθημερινότητα μ’ ονειρώδικους δρόμους φυγής που απλόχερα προσφέρουν τα προϊόντα της ερω­ τικής παραλογοτεχνίας.

Ο Ξενόπουλος και οι συνεχιστές του Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος θεωρείται ο πατέρας του ντόπιου, κοσμοπολίτικου, αστικού, ερωτι­ κού, μυθιστορήματος. Τα μυθιστορήματά του θα σπάσουν την αποκλειστικότητα των μεταφρά­ σεων και του ελληνικού αγροτικού μυθιστορήμα­ τος. Μεγάλο ταλέντο της πένας και της πλοκής είχε σαν θέματα του τον έρωτα και τον γάμο, με μπόλικο ηθογραφικό και νατουραλιστικό στοι­ χείο. Γνωρίζοντας τον σοσιαλισμό κι ερωτοτρο­ πώντας μαζί του, μέχρι τέλος της ζωής του, («Τερέζα Βάρμα-Δακόστα») υπαναχωρούσε κά­ θε τόσο, για να διακριθεί και να κατοχυρωθεί


αφιερω μα/27 πια ως ο εκφραστής της αστικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων. Πολυγραφότατος κι εμπο­ ρικότατος διαβάστηκε ίσως περισσότερο από άλ­ λους της γενιάς του. Χτύπησε τα φεουδαρχικά υπολείμματα, όχι τόσο στην οικονομική τους υπόσταση, όσο στον τρόπο ζωής και τις κοινωνι­ κές προκαταλήψεις. Γι’ αυτό κι οι δρόμοι «φυ­ γής» που πρόσφερε στα γυναικεία οράματα των κατωτέρων τάξεων, έφτασαν μέχρι και τον «Πο­ πολάρο». Έ ργα του που έγιναν κλασικά: «Μυ­ στικοί αρραβώνες», «Αναδυομένη», «Λάουρα», «Στέλλα Βιολάντη», «Ο κόκκινος βράχος», «Ανάμεσα σε τρεις γυναίκες», «Τίμιοι και άτι­ μοι», «Ο Ποπολάρος», «Ο κατήφορος», «Η τιμή του αδερφού», «Η απερίγραπτη», «Τερέζα Βάρμα-Δακόστα» κ.ά. Στα χνάρια του Ξενόπουλου, ο Διον. Κόκκι­ νος, («Μυστική φωλιά» 1924, «Ίλιγγος» 1927, «Η κυρία με το άσπρο άλογο»). Ο Ά γγελο ς Δ ό ­ ξας («Τζιν» 1937, «Βάνα», «Ντόρα», «Εύα» 1945), κι ο Μάριος (Νέλλη Κανελλίδου, «Χωρίς καρδιά» 1948) Και τα τρία μυθιστορήματα του Κόκκινου, κυκλοφόρησαν σε συνέχειες στις εφη­ μερίδες της εποχής. Παλιά τακτική: ήδη το 1908, στην εφημερίδα «Νέον Ά στυ» δημοσιεύεται σε συνέχειες «Η κερένια κούκλα» του Κων. Χρηστομάνου, μ’ εμφανή τα στοιχεία του ερωτικού αστικού μυθιστορήματος. Φυσικά από τον κανό­ να δεν ξέφυγε κι ο Ξενόπουλος. Μπορεί ο Γρ. Ξενόπουλος να θεωρείται πατέ­ ρας του αστικού ερωτικού μυθιστορήματος, όμως εκείνη, που από το ντόπιο καστ θ’ αναδειχθεί και θ’ αναδείξει το είδος είναι η Ιωάννα Μ πουκουβάλα-Αναγνώστου, που από το 1939, θα παραδώσει στο γυναικείο κοινό, εκατοντάδες λαϊκά αισθηματικά μυθιστορήματα. Για πάρα πολλά χρόνια, το όνομα της Ιωάννας Μπουκου­ βάλα-Αναγνώστου, ήταν το πιο αγαπητό στο γυ­ ναικείο αναγνωστικό κοινό. Μ πουγάδα, παιδιά και φάμπρικα, ξεθώριαζαν μπροστά στους πονεμένους, πλην όμως δικαιωμένους τελικά, έρωτες. Έ ργα της: «Πληγωμένη αγάπη»,«Αμάρτημα κι εξιλέωσις», «Στη σκιά μιας άλλης», «Ρίτα», «Νάντια», «Περιμένοντας τον αγαπημένο της», «Η θυσία της μάνας», «Αγάπη μέσα στη δυστυ­ χία», «Έ νοχη μητέρα», «Μαντώ», «Θετή Μά­ να», «Πονεμένη αγάπη», «Το λουλούδι του Π ε­ κίνου», «Θέλω ν ’ αρχίσω μια καινούργια ζωή», «Τρεις καρδιές αργοκτυπούν», «Φλώρα Μακρίδη», «Μέσα στις φλόγες», « Ά ννα » , «Ή ταν μια ηρωίδα» κι άλλα πολλά. Πέρα από την Ιωαάννα Μ πουκουβάλαΑναγνώστου, στο είδος διαπρέπουν κι άλλοι, "που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προάγουν την ερωτική παραλογοτεχνία. Ο Χρήστος Χ αιρόπουλος, που διέπρεψε ως δημοσιογράφος, μουσικοσυνθέτης, θεατρικός

συγγραφέας και μυθιστοριογράφος. Έ ργα του τα περισσότερα των εκδόσεων Πεχλιβανίδη: «Λουλούδια της νύχτας», «Φθινόπωρο... τα φύλλα πέφτουν» κλπ. Ακόμη στον «Ζέφυρο» «Το δράμα μιας αθώας», «Λιάνα Μαρτέλη», «Η γόησσα του ολέθρου» και τόσα άλλα. Ο Ν. Μαράκης που στα δεκατέσσερά του χρό­ νια, έβγαλε το περιοδικό «Μποέμ» και συνεργά­ στηκε με τα περισσότερα περιοδικά της εποχής του. Διακρίθηκε στην περιπέτεια, στο αστυνομι­ κό κι αισθηματικό μυθιστόρημα. Έ ργα του: «Έ νας άγγελος στην ζούγκλα», «Ρένα Αποστό­ λου», «Παγίδες κοριτσιών», «Πικρός Έρως» κι άλλα. Ο Γιάννης Μαρής (1918-1979), πατέρας του κοσμοπολίτικου ελληνικού αστυνομικού μυθι­ στορήματος, έγραψε κι αισθηματικά με την ίδια επιτυχία: «Διακοπές στην Μύκονο», «Χωρίς ταυτότητα», «Αμαλία» κλπ. Ο Νέστωρας Μάτσας, γνωστός και ως ηθο­ ποιός, μας έδωσε το «Πέρα από την αιωνιότη­ τα». Ακόμη η Μ. Χανούση με το «Αριάνα» κι ο Ν άσος Χρηστίδης με το «Τανιούσκα». Αισθημα­ τικά ακόμη έγραψαν ο Νίκος Φώσκολος, Ανδρό­ νικος Μαρκάκης, Γιάννης Β. Ιωαννίδης.


28/αφιερωμα

Περιοδικά «ποικίλης ύλης» και ραδιοφωνικές εκπομπές Α πό τις αρχές ακόμη του αιώνα, η έκδοση πε­ ριοδικών «ποικίλης ύλης» (είναι κοινό μυστικό ότι κύρια απευθύνονται στο γυναικείο αναγνω­ στικό κοινό) γενικεύεται. Ο Γρηγ. Στεφάνου εκ­ δίδει το 1911, το «Ελληνίς» που θα συνεχίσει σε δυό περιόδους μέχρι το 1940. Το 1924 εκδίδεται το «Μπουκέτο». Θα ιυκλοφορήσει μέχρι το 1940 και θ’ αναδειχτεί πρώτο σε κυκλοφορία. Το 1927 έχουμε τα «Εβδομός» και «Σφαίρα» με τα τόσο τολμηρά για την εποχή εξώφυλλα. Το «Ρομάντσο» από το 1934 μέχρι σήμερα. Τον «Θησαυρό» από το 1923. Το «Σαλόνι» το 1924. Τον «Θεατή» από το 1925 μέχρι το 1946 (αναβίωσε για λίγο το 1958). Το «Πάνθεον» το 1926-27. Την «Οικογέ­ νεια» το 1927-’35. Ξανά το «Πάνθεον» το 1933’36. Το «Ατλαντίς» το 1935-’36. Το «Μοντέρνο» το 1936. Το «Γυναίκα» το 1936-’39. Το «Νουβέ­ λα» το 1944-’48. Κι ακόμα: «Μιμόζα» 1947, «Γυναίκα και Σπί­ τι» 1950, «Αθηναία» 1950, «Φλόγες» 1957, «Θεα­ τής» 1958 και «Φαντασία και Αίσθημα» 1959’64. Ό λ α δημοσιεύουν, κατά κύριο λόγο, ερωτι­ κά μυθιστορήματα και στήλες που «ενδιαφέ­ ρουν» τις γυναίκες.

Στη Θεσσαλονίκη από τον Θ. Σαμαρά εκδίδεται σε τεύχη το «Μυθιστόρημα» και παρουσιάζει τα ερωτικά: «Τα δυό φιλιά» Ραϋμόνδης Μασιάρ, «Νικά η αγάπη;» Κυρίας X ., «Η κόρη της αμαρ­ τίας» Πιέρ Ντεκουρσέλ και το ερωτικόπεριπετειώδες « Ά ννα » του Πωλ Φεβάρ, που θ’ αφήσει εποχή. Κι ακόμη: «Η τιμή του αδερφού» Γρ. Ξενόπουλου, «Το γράμμα μιας άγνωστης» Στ. Τσβάϊχ, κ.ά. Από τη βιβλιοθήκη της σειράς «Μυθιστόρημα» εκδίδονται τα εξής: «Πικραμένη μάνα», «Κατα­ τρεγμένη», «Λευκή», «Σκότωσα για την τιμή μου», «Αι δυό ορφαναί», «Η άγνωστος», «Η Αγνή», «Η Κασσιανή», «Η ανάστασις», «Η λευ­ κή σειρήνα», «Η ωραία του Πέραν». Στη σειρά «Εκλεκτά Μυθιστορήματα» των εκ­ δόσεων «Ακρόπολις» εκδίδονται: «Αι δυό ορφα­ ναί», «Νανά», «Τα ρημάδια της ζωής», «Παύλος και Βιργινία», «Η δακρυοποτισμένη», «Καζανόβας», «Η μικρούλα». Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει για τα παρα­ κάτω περιοδικά που κυκλοφορούν σε μέγεθος τσέπης και μονοπωλούν τόσο το ερωτικό μυθι­ στόρημα, όσο και την κατανάλωση. Το «Ρομάντσο», α' περίοδος, 1934-’38, έκδοση Ν. Θεοφανίδη-Σ. Λαμαδαρίδη. Τίτλοι μυθιστορημάτων, έτσι ενδεικτικά: «Καρδιές που αγάπησαν» Κοστάνς, «Αργοκτυπά η καρδιά μου» Ντεκομπρά, «Για την τιμή και τον έρωτα» Μπονερύ, «Είσαι όλη μου η ζωή» «Σιμόνη» του Ντελλύ, «Πονεμένη καρδιά» Μ. Σεράο, «Έ ρως., ή., μίσος» Μπονε­ ρύ, «Τώρα αρχίζει η ζωή», «Η εγκαταλελειμμένη» του Ονέ, «Ερμίνα» Ντελλύ, «Το στερνό φιλί» Ζυλ Μαρύ, «Αντίζηλοι στον έρωτα» Ονέ. Το «Ρομάντσο» θα κυκλοφορήσει σε μεγαλύτερο σχήμα μέχρι το 1940 (τεύχος No 283) και με πλα­ τύτερο περιεχόμενο- πάντοτε όμως μ’ ένα αυτο­ τελές αισθηματικό μυθιστόρημα και πάντοτε προσβλέποντας στη γυναίκα-αναγνώστρια. Το «Διάβασέ με» (1935), εκδόσεις Παπαδημητρίου. Τίτλοι των αυτοτελών μυθιστορημάτων που αποκλειστικά δημοσίευε: «Η φωνή της καρ­ διάς» Μαργκερίτ, «Μοντέρνο κορίτσι» Γκλυν, «Ό τα ν γεράσει η καρδιά» Μπουρζέ, «Έ ρως κι έγκλημα» Αλεξάντερ κτλ. Ο «Ζέφυρος», αισθηματική βιβλιοθήκη αυτο­ τελών μυθιστορημάτων, στα νεότερα χρόνια, δε­ καετία του ’50, με εκδότη τον Ν. Θεοφανίδη. Εδώ, για πρώτη φορά εφμανίζονται ονόματα ελλήνων συγγραφέων του είδους, όπως της Ιωάν­ νας Μπουκουβάλα-Αναγνώστου, του Χρ. Χαιρόπουλου, του Ν. Μαράκη. Η κυκλοφορία του αγκάλιασε χιλιάδες αναγνωστριών. Ακόμη, πρέπει να γίνει αναφορά, σ’ εκείνα τα μυθιστορήματα που ξεκίνησαν σαν ραδιοφωνι­ κές εκπομπές συνέχειας, και που η μεγάλη ακροαματικότητα έφερε την μετατροπή του σχε­


αφιερω μα/29 τικού σεναρίου σε μυθιστόρημα που κυκλοφόρη­ σε με τη μορφή τευχών ή τόμων. Το θέμα «ραδιο­ φωνία και αισθηματικό μυθιστόρημα» είναι ση­ μαντικό. Οι εκπομπές αναμεταδίδονταν συνήθως τις ώρες που οι νοικοκυρές βρίσκονταν στην κουζίνα και ήταν προσφορές κάποιου προϊόν­ τος. Η «Μικρή, πικρή μου αγάπη» μεταδιδόταν κα­ θημερινά από το καλοκαίρι του 1963. Τα ονόμα­ τα της Βάνας Βασιλειάδη και του Αλέξη Φραγκόπουλου, πρωταγωνιστών της δραματικής ιστο­ ρίας, γίνονται πασίγνωστα, όπως και οι φωνές του Στέφ. Ληναίου και της Έλλης Φωτίου. Α πό το 1964, η «Εκδοτική Αθηνών Α .Ε .» εμφανίζει σε τεύχη την «Πικρή, μικρή μου αγάπη». Συγ­ γραφέας ο Βαγγέλης Μιρζάνης. Ταυτόχρονα τα τεύχη κυκλοφορούν και σε τόμους. Ε κδίδονται' πάνω από 150 τεύχη. Γύρω από το ατίθασο πλουσιοκόριτσο Βάνα και τον γόνο μεγαλοεπιχειρηματικής οικογένειας, Αλέξη, μπερδεύονται φριχτά μυστικά, παράνομοι έρωτες, οικονομικές καταστροφές και τόσα άλλα, κατά τις γνωστές συνταγές. Το «Σπίτι των Ανέμων» της Ά ν ν α ς Ρεβελτζή. Κάλυψη ραδιοφωνική από τον Βύρωνα Πάλλη σαν δικηγόρο Λαμπίρη, Αφροδίτη Γρηγοριάδου σαν Έ λενα και Μιράντα Μυράτ σαν γιαγιά Αννούσκα. Έρωτας, μυστήριο, περιπέτεια. Αλάθη­ τη συνταγή. Η αναμετάδοση του ξεκινά το 1965 από το Β' πρόγραμμα. Η επιτυχία του φέρνει την μυθιστορηματική διασκευή του από τον Κώ­ την κοινωνική άνοδο. Δ εν υπάρχει η καθημερι­ στα Παπαπαναγιώτου και την έκδοσή της από νότητα με τα αδιέξοδά της, τα προβληματά της, τον «Απόλλωνα» σε δυό τόμους με τίτλο «Αγάπη όλα ξεφεύγουν μπρος στο όνειρο μιας πλούσιας και μίσος» και «Η ένοχος». αγκαλιάς. Δεν υπάρχουν άσχημοι ήρωες, όλοι Η «Ελεωνόρα» του Σ. Πατατζή. Χρόνος ανα­ τους είναι όμορφοι σαν άγγελοι. Φυσικά, τίποτα μετάδοσης, περίοδος της δικτατορίας. Σε βιβλίο δεν είναι εύκολο, αφού οι ήρωες περνούν από εκδίδεται το 1970 από τις εκδόσεις «Δίδυμοι». «σαράντα κύματα»· αλλά τελικά ο έρωτας θριαμ­ Υπόθεση, έρωτας, έγκλημα με μεταφυσική και βεύει. μπόλικο μυστήριο. Στην εποχή μας ο δρόμος της «φυγής» είναι Στις μέρες μας, με την άνοδο της μαζικής πα­ έτοιμος. Αρκεί να θέλει κανείς να τον διανύσει. ραγωγής ερωτικών ιστοριών και βιβλίου τσέπης, Στο τέλος σίγουρα θα ξεχαστεί. το αισθηματικό μυθιστόρημα, κύρια σε μεταφρά­ σεις, τυποποιημένο, στους πάγκους και τα περί­ πτερα της κάθε γωνιάς, γνωρίζει μια άνθηση χω­ ρίς προηγούμενο. Εμφανίζονται τα «Νόρα», Σημείωση: «Μάνικα», «Τίφανυ», «Σιλουέτ», «Γαρδένια», *Κοιτάζοντας συγκριτικά τις διαφημίσεις από το «Μπουκέτο» «Νανά», «Ά ρλεκιν», όλα σε σχήμα τσέπης. Στον No 1 του 1924 και από το «Μπουκέτο» No 462 του 1933, δια­ παιδόκοσμο προσφέρονται τα «Μανίνα», «Κατε­ βάζουμε: «Μπουκέτο» No 1, διαφημίσεις της «Τράπεζας Αθη­ ρίνα» κλπ. Ενώ η μόδα του αισθηματικού φωτονών», των «Ραπτομηχανών Σίγγερ», τον «Εργοστασίου ομβρελλών Δημοπούλον», της «Λαϊκής Τράπεζας», των «Τραπε­ ρομάντσου δίνει και παίρνει από τις σελίδες της ζικών εργασιών Κωστόπονλου», της «Νέας οδοντιατρικής «Βεντέτας» του «Ντόμινό» και του «Αίσθημα και κλινικής Πέτρον Περιμένη», των «Χρωμάτων, πινέλων, βουρ­ Ειδύλλιο». τσών, βερνικιών λινελαίων κτλ. των Κλειμιάκη και Βλάχου» στο «Μπουκέτο», No 462, διαφημίσεις των «Ελληνικών μετα­ Η κοινωνία και οι θεσμοί της η καθημερινή ξωτών Αρβανίτη», της «Φλόραμν, νέο μοντέλο πούδρας», της καταπίεση κι εκμετάλλευση ποτέ δεν αμφισβη­ «ΕΚΑ, pour la femme elegante, Maison des Bos», τον «Ραπτι­ τούνται σ’ αυτές τις ερωτικές ιστορίες. Οι διέξο­ κού Οίκον Χρύσας Βασιλειάδον», των «Καπέλλων Κοντούζοδοι που δίνονται περνούν μέσα από τον έρωτα γλου, θαύμα κομψότητος», τον «Williams, οίκος καλλονής», των «αρωμάτων Γκρας», της πούδρας «Nela». και τον γάμο μ’ άμεση -σχεδόν πά ντα- συνέπεια


30/αφιερωμα

Ιωάννα Αναγνώστου «Εγώ που έγραψα ερωτικά μυθιστορήματα τον μεγάλο

Η Ιωάννα Λ ναγνώστου-Μπουκουδάλα έγραψε περισσότερα από διακόσια αισθηματικά μυθιστορήματα. Πώς κατάφερε τέτοιο ρεκόρ ούτε η ίδια μπορεί να εξηγήσει. Κι ίσως τελικά αυτό να μην έχει τόσο σημασία, αφού εκείνο που μετρά περισσότερο κι αποκτά αξία είναι τούτο: Ο κόσμος των ερωτικών παθών της Ιωάννας Αναγνώστου-Μπουκουδάλα σνντρόφεψε για χρόνια ένα πλατύ αναγνωστικό κοινό και σίγουρα Κυρία Μπουκουβάλα, πόσα αισθηματικά μυθιστορήματα έχετε γράψει; ΔΙΑΚΟΣΙΑ δεκαπέντε. Μόνον που απ’ αυτά τα τρία είναι λογοτεχνικά.

συγκίνησε βαθύτατα, ίσως πολύ περισσότερο από άλλα λογοτεχνικά είδη. Τα «πώς» και τα «γιατί» της όλης ιστορίας είναι για τους μελετητές. Αλλά ίσως η συζήτηση αυτή με την Ιωάννα Αναγνώστου-Μπουκουδάλα προσθέτει κάτι ακόμη, και από μια άλλη πλευρά, στα όσα έχουν ήδη ειπωθεί. (Τη συνέντευξη από τη συγγραφέα πήραν η Μαρία Τρουπάκη και ο Ηρακλής Παπαλέξης). μόνο με το γράψιμο, τον άντρα μου και το παιδί μου. Στο διάστημα πόσων χρόνων γράψατε αυ­ τά τα μυθιστορήματα; ΑΠΟ το ’39 μέχρι το 7 5 περίπου.

Την εποχή που τα γράφατε ασχολιόσασταν και με κάτι άλλο; ΝΑΙ, ήμουν καθηγήτρια πιάνου. Έχω πάρει δί­ πλωμα πιάνου στην Αθήνα και τη Λειψία. Α ργό­ τερα, όμως, παράτησα το πιάνο κι ασχολιόμουν

Δηλαδή γράφατε κάπου 6 μυθιστορήματα το χρόνο. Πώς προλαβαίνατε; Εμένα αυ­ τός ο χρόνος δε μου φαίνεται αρκετός ού­ τε για ν ’ αντιγράψει κανείς τόσα μυθιστο­ ρήματα...


αφιερωμα/31

Μπουκουβάλα: τόσα δεν έζησα ποτέ έρωτα...»

Ν Α σας πω ... Έ γραφα εύκολα... Κατευθείαν στη γραφομηχανή χωρίς χειρόγραφο. Και τα θέ­ ματα μου ερχόντουσαν εύκολα... Ακόμα κι όταν περπατούσα στο δρόμο. Πολλές φορές μάλιστα, έγραφα και δυό μυθιστορήματα μαζί. Έ να με το όνομά μου. κι ένα με το γαλλικό ψευδώνυμο Ζαν Α νά. Γιατί με ψευδώνυμο και μάλιστα γαλλικό; ΓΙΑ να μη φαίνεται ότι δημοσιεύω δυο μυθιστο­ ρήματα μαζί. Με το ψευδώνυμο φαινόταν σαν το ένα απ’ αυτά να είναι γραμμένο από κάποια γαλλίδα συγγραφέα. Τι σημαίνει το ψευδώνυμο Ζαν Ανά; ΖΑΝ σημαίνει Ιωάννα. Α νά είναι το πρώτο κομ­ μάτι από το επώνυμό μου. Το ψευδώνυμο αυτό μου το βρήκε ο Απόστολος Μαγγανάρης, τότε, στο «Θησαυρό».

ποτέ δεν επηρεάστηκα από κανέναν. Εξάλλου, αν προσέξετε τα θέματά μου, θα δείτε ότι είναι παρμένα από την ελληνική πραγματικότητα. Ό τα ν μάλιστα γιόρτασα τα πρώτα μου 100 μυθι­ στορήματα -το ’58 νομίζω - και ο Μυριβήλης και η Τατιάνα Σταύρου, αλλά κι όλοι οι άλλοι που μίλησαν τότε, είπαν αυτό ακριβώς: Ό τι τα βι­ βλία μου δείχνουν την ελληνική πραγματικότητα και μόνο... Κυρία Μ πουκουβάλα. λέγατε πριν, ότι γράφατε γρήγορα κι εύκολα. Είχατε μή­ πως κάποια συνταγή στο μυαλό σας; ΣΥΝΤΑΓΗ, όχι... Έ γραφα μόνο στην αρχή, με λίγα λόγια, την υπόθεση. Α ν και πολλές φορές κι αυτήν ακόμα την υπόθεση την άλλαζα και το μυ­ θιστόρημα εξελισσόταν διαφορετικά. Πάντως, τα βιβλία μου είναι όλα βγαλμένα μέσα από τη ζωή. Τη ζωή τη δική μου, των ανθρώπων του άμεσου περιβάλλοντος μου, αλλά και ανθρώπων του ευρύτερου περιβάλλοντος.

Λένε ότι πολλά από τα αισθηματικά μυθι­ στορήματα εκείνης της εποχής, ήταν κλεμ­ μένα από ξένα μυθιστορήματα. Είναι αλή­ θεια;

Σας ρωτώ αν είχατε κάποια συνταγή, για­ τί όλα μοιάζουν μεταξύ τους. Κι έχουν όλα καλό τέλος.

ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ! Χίλιες φορές συκοφαντία! Εγώ

ΓΙΑ μια εφημερίδα ή για ένα περιοδικό είναι


32/αφιερω μα ΝΑΙ. Ή ξερα, τι θέλουν οι αναγνώστες και το έκανα. Εμένα, η τύχη μ’ έκανε να γράψω τέτοια μυθιστορήματα. Εγώ αρχικά, σκεφτόμουν να εκδώσω σ’ όλη τη ζωή μου καμιά δεκαριά βιβλία που το ένα να είναι καλύτερο από το άλλο. Πώς ξεκινήσατε σ’ αυτό το χώρο; Ε ΔΙΝ Α στην αρχή διηγήματα στην «Εβδομάδα» και το «Θησαυρό». Τους άρεσε και τα δημοσί­ ευαν. Εκεί λοιπόν, μια μέρα ο Μαγγανάρης κι ο Παπαγεωργίου μ’ έπεισαν να δοκιμάσω να δια­ σκευάσω ένα μυθιστόρημα για να δημοσιευτεί στο «Θησαυρό». Το είχε πάρει πριν από μένα ένας γνωστός συγγραφέας και δεν τα κατάφερε. Εγώ δίστασα στην αρχή, αλλά μετά διαπίστωσα ότι ήταν πολύ εύκολη δουλειά για μένα. Κι όταν την τέλειωσα έμειναν τόσο ικανοποιημένοι που μ’ έπεισαν να γράψω κάτι δικό μου. Κι έτσι πιά­ στηκα στα γρανάζια και δεν μπόρεσα να σταμα­ τήσω. Η Ιωάννα Αναγνώστου-Μπουκουβάλα γεννήθηκε στο Κάιρο το 1904. Σπούδασε ξένες γλώσσες, μου­ σική και φιλολογία στην Αθήνα και τη Λειψία και δούλεψε ως δημοσιογράφος και καθηγήτρια πιάίνου στον Πειραϊκό Σύνδεσμο και το Ελληνικό Ωδείο. 'Εγραψε ποίηση, πεζογραφία, θεατρικά έργα και παιδικά βιβλία. Είναι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Λογοτεχνών, της ΕΣΗΕΑ και ιδρυτικό μέλος της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς.

Εσάς αυτά που γράφατε, σας άρεσαν; Τα πιστεύατε; Π ΟΛΛΑ α π’ αυτά, ναι. Τα έγραφα με την ψυχή μου. Πολλές φορές την ώρα που έγραφα, διάβα­ ζα τα γραφτά μου κι απαντούσα στο διάλογο, λες κι ήμουν εγώ η ίδια. Τόσο πολύ οικεία μου ήταν. Υ πάρχουν βέβαια, και μερικά που τα έγραψα επαγγελματικά τελείως... Η ανταπόκριση του κοινού ποια ήταν;

απαραίτητο το χάπι-έντ. Δεν μπορείς ν ’ αφήσεις τον μέσο αναγνώστη, ούτε με προβλήματα, ούτε με δυστυχία. Σφίγγεται η καρδιά του. Γι’ αυτό και οι διευθυντές των εντύπων που δούλευα, μου ζητούσαν χάπι-εντ στα μυθιστορήματά μου. Σας το ζητούσαν και εκείνοι; ΝΑΙ. Α λλά έβλεπα κι εγώ τις αντιδράσεις του άμεσου περιβάλλοντος μου. Ό τα ν το βιβλίο είχε άσχημο τέλος δεν τους άρεσε. Εσείς θέλατε να βάλετε άσχημο τέλος; ΝΑΙ, βέβαια. Είναι πιο σύμφωνο με τη ζωή το κακό τέλος. Εγώ δεν ξεκίνησα σαν μυθιστοριογράφος λαϊκών περιοδικών. Ή θελα να γίνω κα­ θαρόαιμη λογοτέχνις. Στα λογοτεχνικά μου βι­ βλία, λοιπόν, δε με νοιάζει να έχω καλό τέλος. Με νοιάζει μόνον η αλήθεια. Στα άλλα όμω ς... Σ’ ένα μεγάλο βαθμό δηλαδή, τα μυθιστορήματά σας κατευθύνονταν από τις θελή­ σεις τόυ κοινού;

ΤΟΥΣ άρεσαν πολύ. Μου έγραφαν, μ’ έπαιρναν τηλέφωνο, μου ’δείχναν με κάθε τρόπο την αγά-

Όταν γιόρτασα τα πρώτα μου 100 μυθιστορήματα, κι ο Μυριβήλης κι όλοι άλλοι, είπαν ότι τα βιβλία μου δείχνουν την ελληνική πραγματικότητα.. πη τους. Θυμάμαι τη Σοφία Σπανούδη, τότε που είχαν αρχίσει να δημοσιεύονται τα «Χάρτινα πα­ λάτια». «Δε βλέπω την ώρα να διαβάσω τη συνέ­ χεια» μου έλεγε. Και δεν ήταν καμιά αμόρφωτη γυναίκα η Σπανούδη! Θυμάμαι ακόμα και τον Καφαντάρη που μού ’λεγε ότι έχει αγωνία να διαβάσει το τέλος των βιβλίων μου. «Βρίσκετε


αφιερω μα/33 χρόνο εσείς, και διαβάζετε τα βιβλία μου;» του είπα. «Δεν χάνω κανένα!» μου απάντησε. Τα διάβαζαν και άντρες, δηλαδή; ΝΑΙ, βέβαια... Αλλά, ως επί το πλείστον, γυναί­ κες. , Τα μυθιστορήματα αυτά δημοσιεύονταν σε συνέχειες. Τα γράφατε κομμάτι κομμά­ τι;

Το χάπι-εντ είναι απαραίτητο. Δεν μπορείς ν’ αφήσεις τον μέσο αναγνώστη ούτε με προβλήματα ούτε με δυστυχίες.

ΣΥΝΗΘΩΣ, ναι. Έ τυχέ ποτέ ν ’ αλλάξετε την πλοκή επειδή το ζήτησαν οι εργοδότες σας; ΟΧΙ, ποτέ. Τους έλεγα από την αρχή το θέμα, κι έτσι ήξεραν τι θα φτιάξω. Κυρία Μπουκουβάλα, μου κάνει εντύπω­ ση στα βιβλία σας που ασχολείστε μόνο με έρωτες πλούσιων ή ευκατάστατων ανθρώ­ πων. Οι έρωτες των φτωχών δεν σας εν­ διέφεραν; ΠΩΣ, βέβαια. Είχα πολλούς τέτοιους. Μια φτω­ χή νέα, για παράδειγμα, να ερωτεύεται έναν πλούσιο, ή μια πλούσια να ερωτεύεται κάποιον φτωχό. Έ ναν φτωχό να ερωτεύεται μια φτωχή εί­ χατε; ΠΩΣ! Έ χει γίνει κι αυτό. Πέστε μας σε ποια ηλικία αρχίσατε να γράφετε τα αισθηματικά σας μυθιστορή­ ματα; ΤΑ ΑΡΧΙΣΑ στα τριάντα μου χρόνια. Έ γραφα και πριν, όμως ποιήματα, θεατρικά έργα, παιδι­ κά βιβλία. Εν τω μεταξύ, διαβάζατε λογοτεχνία;

ΕΓΩ σπούδασα στην Αθήνα και στη Λ ειψία πιά­ νο και φιλολογία. Α πό τη φιλολογία δεν πήρα βέβαια δίπλωμα, αλλά διάβαζα από παιδί. Δ ιά­ βαζα ρώσι κα βιβλία, γερμανούς και γάλλους κλα­ σικούς. Τους γάλλους κλασικούς μάλιστα, τους διάβαζα κατευθείαν στα γαλλικά από δέκα χρο-

Τα διαβάσματα αυτά σας επηρέασαν στα αισθηματικά βιβλία που γράψατε μετά; Α Ν μ’ επηρέασαν, θα μ’ επηρέασαν χωρίς να το καταλάβω. Δ εν νομίζω πάντως. Α πό το πρώτο μου κιόλας λογοτεχνικό μυθιστόρημα, την Ιζόλδη, είχα ένα τελείως δικό μου στυλ, το οποίο είχε επισημάνει και ο Ξενόπουλος. Οφείλω να πω εδώ ότι ο Ξενόπουλος, με στήριξε πολύ, ηθικά. Μου έδωσε θάρρος. Για το δεύτερο λογοτεχνικό μου μυθιστόρημα μάλιστα, τη Μυρτώ, έγραψε διθυραμβική κριτική. Έ λεγε ότι η Μυρτώ ήταν το καλύτερο μυθιστόρημα που είχε γραφτεί στην Ελλάδα από γυναίκα και... (τα αποσιωπητικά είναι του ίδιου) ίσως κι από άντρα. Τόσο πολύ του άρεσε. Εξώφυλλο τον περιοδικού «Ζέφυρος» με φωτογραφία του ηθοποιού Ρόναλντ Ρέηγκαν

fQANMl MHOVKOytAAA'ANArwCiTOyJJ


34/αφιερωμα Εσείς που ξεκινήσατε ως λογοτέχνις, πώς μείνατε στα αισθηματικά; Για λόγους βιο­ ποριστικούς; ΜΕ πήρε η ρόδα... Βεβαίως δεν ήμουν πλούσια, αλλά μπορούσα να ζήσω και χωρίς αυτά. Είχα τη δουλειά μου στο Ωδείο, τά ’βγαζα πέρα. Με­ τά πάλι που παντρεύτηκα, ο άντρας μου ήταν ευκατάστατος, δεν είχαμε ανάγκη. Αλλά δεν μπορούσα πια να σταματήσω. Ούτε ψυχολογικά, αλλά ούτε και ηθικά απέναντι στους εργοδότες μου. Κι όταν σταμάτησα, πριν πέντε χρόνια πε­ ρίπου που έσπασα το πόδι μου, παραπονιόντου­ σαν. Έ πρεπε όμως να σταματήσω. Στο κάτω κά­ τω, το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται κι ο Θεός. Θα με βαριόταν το κοινό. Κυρία Μπουκουβάλα, τα βιβλία σας ισχυ­ ρίζονται ότι η ευτυχία των ανθρώπων βρί­ σκεται στο τρίπτυχο, έρωτας-γάμοςοικογένεια. Είναι έτσι τα πράγματα και στη ζωή;

Η Ιωάννα Μπουκουβάλα - Αναγνώστου με την κόρη της Μνρτώ (8.7.1943)

Μια και είπατε για τον Ξενόπουλο... Ο Ξενόπουλος ήταν αυτός που εισήγαγε στην Ελλάδα το σύγχρόνο λαϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα.

Q XI... Ό χ ι κατ’ ανάγκη. Θεωρητικά βέβαια, έτσι είναι. Ό γάμος για τη γυναίκα είναι το συμ­ πλήρωμα της ζωής της, κι η τεκνοποιία ο σκοπός της. Και για τον άντρα όμως είναι απαραίτητος ο γάμος. Να μην είναι μόνος, να μην τρέχει έρη­ μος δεξιά κι αριστερά. Βέβαια, εξαρτάται κι από το γάμο. Δεν είναι όλοι οι γόμοι καλοί. Και γιατί στα βιβλία σας ο έρωτας συν­ δυάζεται πάντα με το γάμο; ΗΤΑΝ η εποχή τέτοια που ο έρωτας έπρεπε να συνδυάζεται με το γάμο. Α ν έγραφα σήμερα,

ΝΑΙ, βέβαια! Μετά εμφανιστήκατε εσείς και δεχτήκατε νομίζω αρκετές επιθέσεις γι’ αυτά που γράφατε... ΝΑΙ. Τόσες πολλές που ο Παύλος Παλαιολόγος ένιωσε τότε την ανάγκη να με υπερασπιστεί μ’ ένα χρονογράφημά του. Τι επιθέσεις δεχτήκατε; Ν Α ... ότι γράφω για το πολύ κοινό... Κι ο Ξενόπουλος πώς σας υπερασπίστηκε; ΞΕΣΠΑΘΩΣΕ! Υποστήριζε ότι είμαι καθαρόαι­ μη λογοτέχνις. Κι ο Δροσίνης με υπερασπίστηκε. Επίσης θυμάμαι που του είχα δώσει δυο διηγήματά μου. «Το πρώτο από τα δυο», μου είπε, «θα μπορούσε να το είχε γράψει κι ο Βουτιερίδης. Το άλλο μόνον εσύ!»

Είναι κακεντρέχεια να λες στη γυναίκα: Θες ισότητα; Πάρε ντουφέκι. που έχουν αλλάξει κάπως τα πράγματα, ίσως, να μην τα συνδύαζα απόλυτα αυτά τα δυο. Α ν και εδώ που τα λέμε, ακόμα και σήμερα, ποια γυναί­ κα δεν θέλει να παντρευτεί; ίσω ς, μόνο λίγες, ελάχιστες, χειραφετημένες... Είναι, δηλαδή, η φυσιολογική κατάληξη του έρωτα, ο γάμος; Ν ΑΙ, γιατί δίνει μια ζεστασιά. Και για τον έρωτα, τι πιστεύετε; Λέγατε


αφ ιερω μα/35 κάπου ότι «ο έρωτας είναι τρελός. Ό τα ν μιλάει η καρδιά, η λογική παύει να υπάρ­ χει...». ΑΥΤΟ το πιστεύω απόλυτα. Α ν και, να σας εξο­ μολογηθώ κάτι; Εγώ που έγραψα τόσα πολλά ερωτικά μυθιστορήματα δεν έζησα ποτέ τον με­ γάλο έρωτα. Σαν γυναίκα συμπάθησα βέβαια κάποιον, αλλά τρελό έρωτα, όχι δεν ένιωσα. Μήπως αυτό που μας λέτε είναι ένας λό­ γος που σας έκανε ν α γράψετε αυτά τα μυ­ θιστορήματα; Μήπως ζούσατε κι εσείς, γράφοντάς τα, τον μεγάλο έρωτα που σας έλειψε; Ν Α Ι, τον ζούσα! Ζούσα έντονα αυτά που έγρα-

στορήματά σας ο άντρας είναι ο κηδεμό­ να ς της γυναίκας και το πρώτο πρόσωπο· ΓΙΑΤΙ έτσι είναι τα πράγματα στην ελληνική ο κογένεια. Ακόμα και σήμερα, που μιλάμε γι ισότητα, σπάνια βρίσκεις ζευγάρια να την έχον / κατακτήσει. Δ εν μπορεί να ξεριζωθεί από την ψυχή του άντρα το ότι αυτός πρέπει να επιβάλ­ λει τη θέλησή του. Σήμερα όμως, που η γυναίκα έχει γίνει τ ο ανεξάρτητη, δέχεται εύκολα τη θέληση τ υ άντρα; Ν Α Ι, βέβαια. Πρέπει να περάσουν αιώνες για να αποκτηθεί η τέλεια ισότητα. Δ εν ξέρω κι αν γί­ νεται αυτό. Ίσως να είναι ουτοπία. Γιατί;

Θά ’θελα να γράψω ένα μυθιστόρημα για τις γυναίκες. Μ ’ ανοιχτά χαρτιά όμως... Τίμια.

ΓΙΑΤΙ νομίζω ότι σ’ ένα σπίτι πρέπει πάντα να υπάρχει μια κυριαρχούσα γνώμη. Και πρέπει να είναι η αντρική αυτή η γνώ ­

μη; ΟΧΙ. Α λλά, όταν επιβληθεί η γυναίκα θα είναι

φα. Α πό τα διακόσια δέκα πέντε μυθιστορήματά μου, τα εκατόν ογδόντα τουλάχιστον τα έζησα. Κυρία Μ πουκουβάλα, η πολιτική είχε π ο ­ τέ κάποια σχέση με τα βιβλία σας; ΟΧΙ, ποτέ. Πιστεύετε δηλαδή ότι ο έρωτας κι ο γάμος είναι τελείως άσχετά από την πολιτική; ΚΑΤΑ βάθος, ναι. Ο άνθρωπος σ’ οποιαδήποτε πολιτική κατάσταση είναι ο ίδιος. Βρίσκετε, λοιπόν, άσχετη την πολιτική μ’ αυτά τα θέματα, αλλά όχι και τη μοίρα. Τα βιβλία σας δείχνουν τη μοίρα να καθο­ ρίζει τη ζωή των ανθρώπων. Ν Α Ι, πιστεύω στη μοίρα. Ο άνθρωπος πολλές φορές στη ζωή του δεν διαλέγει. Του έρχονται ανάποδα τα πράγματα, εκεί που δεν το περιμέ­ νει. Αυτό το λέτε μοίρα; Ν Α Ι, αν και δεν είμαι απόλυτα μοιρολάτρις. Κυρία Μ πουκουβάλα, θά ’θελα να ρωτή­ σω και κάτι άλλο ακόμα. Γιατί στα μυθι-

Η Ιωάννα Μπουκουβάλα - Αναγνώστου στο βήμα (Παρνασσός, 15.2.1973. απονομή ί,ραΟ,ίων Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς)


36/αφιερωμα ματικά μυθιστορήματα. Πέστε μου, γιατί τα μυθιστορήματα αυτά γράφονται κυρίως από γυναίκες;

δυστυχισμένος ο άντρας. Ενώ η γυναίκα το βρί­ σκει κάπως φυσικό να υπακούει. Τώρα πια που δεν το βρίσκει κι αυτή φυ­ σικό, τι γίνεται; Α! ΤΩΡΑ θα δημιουργηθούν πολλά προβλήμα­ τα, αν και νομίζω κι εγώ ότι η γυναίκα πρέπει νά ’χει τη δική της θέληση. Σε πολλά πράγματα έχει καλύτερη κρίση από τον άντρα. Εσείς το βρίσκετε φυσικό να υποτάσσεται η γυναίκα στον άντρα; ΦΥΣΙΚΟ... ακόμα... προς το παρόν... Α ν και δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα είναι ένα σπίτι με απόλυτη ισότητα.

ΓΙΑΤΙ το αίσθημα κι ο έρωτας απασχολούν πε­ ρισσότερο τις γυναίκες. Οι άντρες ασχολούνται περισσότερο με τη βιοπάλη και τις φιλοδοξίες τους. Και γιατί νομίζετε ότι η γυναίκα ασχολείται περισσότερο με τον έρωτα; ΙΣΩΣ να είναι κι αυτό θέμα κληρονομικότητας. Η γυναίκα για χιλιάδες χρόνια δεν δούλευε. Ζούσε στον κόσμο του έρωτα, του γάμου και των παιδιών. Κυρία Μπουκουβάλα, την εποχή που γρά­ φατε αυτά τα μυθιστορήματα, διαβάζατε άλλα, τέτοιου είδους;

Τι γνώμη έχετε για το κίνημα απελευθέρωσης της γυναίκας; ΘΕΩΡΗΤΙΚΑ, συμφωνώ απόλυτα. Πρέπει να είναι ίση η γυναίκα με τον άντρα επειδή έχει μι­ κρότερη'μυϊκή δύναμη. Γιατί κατά βάθος αυτό

Δεν μου αρέσει να με κατατάσσουν στις λαϊκές συγγραφείς. είναι το μειονέκτημα της γυναίκας. Η μικρή μυϊ­ κή της δύναμη. Και στο ζήτημα της στράτευσης αδικούν πολύ τη γυναίκα οι άντρες, όταν λένε «Θες ισότητα; - Πήγαινε στο στρατό!» Γιατί η γυναίκα έχει τη μεγάλη αγγαρεία της τεκνοποι­ ίας που ισοφαρίζει το γεγονός ότι δεν πηγαίνει στο στρατό. Είναι κακεντρέχεια να λες στη γυ­ ναίκα, «Θες ισότητα; Πάρε ντουφέκι!» Αλίμονο αν αρχίσει κι η γυναίκα να σκοτώνει! Ενώ είναι φυσικό να σκοτώνει ο άντρας; Ν Α Ι... για μερικούς τουλάχιστον είναι· αν και δεν μπορούμε να το κρίνουμε απόλυτα. Είναι και η παράδοση και η κληρονομικότητα. Οι άν­ τρες σκοτώνουν εκατομμύρια χρόνια τώρα. Βλέ­ πω όμως σήμερα ότι οι καλλιεργημένοι άντρες δεν το θέλουν. Και οι νέοι σκέφτονται μ’ απο­ τροπιασμό την προοπτική να πάνε στον πόλεμο. Α ν το κάνουν θα είναι από ανάγκη κι όχι από ενθουσιασμό. Για να είμαι ειλικρινής δεν ξέρω αν υπήρχε και παλιότερα αυτός ο ενθουσιασμός. Και για να επιστρέφουμε πάλι στα αισθη­

ΟΧΙ! Σήμερα διαβάζετε βιβλία; Ν ΑΙ, βέβαια. Διαβάζω. Μ’ αρέσουν κυρίως τα ερωτικά και τα κοινωνικά. Μ’ αρέσουν όμως και τα ιστορικά. Έλληνες συγγραφείς διαβάζετε; ΝΑΙ. Μ’ αρέσει πολύ ο Μυριβήλης κι ο Βενέζης. Αυτούς τους δυο βάζω στην κορυφή. Κι από τους πιο σύγχρονους; ΕΧΩ διαβάσει Σαμαράκη. Μ’ αρέσει, βέβαια, αλλά προτιμώ τον Βενέζη και τον Μυριβήλη. Ίσως επειδή είναι της εποχής μου. Στα ερωτικά μυθιστορήματα που διαβάζε­ τε, βρίσκετε διαφορές και ομοιότητες με τα δικά σας; Ν Α σας πω ... Καθένας έχει τη δική του πένα, το δικό του τρόπο ν ’ αντιμετωπίζει τη ζωή. Τα δικά μου βιβλία δεν μοιάζουν με άλλων. Είναι πιο δραματικά, έχουν περισσότερο διάλογο. Εμένα τουλάχιστον μου φαίνονται πιο ζωντανά τα δικά μου.

Α ν ανατυπώνατε τα παλιά σας βιβλία, νο­ μίζετε ότι θα είχαν απήχηση σήμερα; ΔΕΝ ΞΕΡΩ. Θα ήθελα πάντως να τα εκδώσω. Μου τα ζήτησαν παλιότερα αλλά δεν τα έδωσα γιατί ήθελαν να έχουν αποκλειστικά εκείνοι τα


αφιερω μα/37 δικαιώματα και σε μένα δε θά ’μενε τίποτε. Τώ­ ρα μετάνιωσα... έπρεπε να τα δώσω. Θα πάνε χαμένα έτσι που είναι σκορπισμένα σε περιοδικά κι εφημερίδες... Θα ενδιέφεραν, νομίζετε, σήμερα τους αναγνώστες; ΔΕΝ ΞΕΡΩ... Εσείς θα μου πείτε. Πάντως εγώ θα ήθελα να τα εκδώσω γιατί είναι έργο ζωής. Τι νομίζετε ότι έβρισκαν παλιότερα οι αναγνώστες στα βιβλία σας; ΤΗ ζωή τους. Αυτό μου έλεγαν όλοι. Θυμάμαι κάτι αγρότισσες σ’ ένα χωριό της Σπάρτης πόυ ήξεραν τα βιβλία μου καλύτερα κι από μένα. Αγρότισσες; Τι έβρισκαν οι αγρότισσες απ’ τη ζωή τους, t τα βιβλία σας; ΚΙ όμως τα διάβαζαν. Έ βρισκαν κάτι από τη ζωή τους, σ’ αυτά ή τη ζωή που θά ’θελαν να ζήσουν; ΜΠΟΡΕΙ να τους μετέφεραν και σ’ άλλο κό­ σμο... Δεν ξέρω. Πάντως όλοι μου έλεγαν ότι βρίσκουν παρηγοριά στα βιβλία μου, ότι τους τονώνουν. Μήπως γιατί όλα είχαν χάπι-εντ; ΝΑΙ. Αντίθετα, κάποτε που είχα γράψει ένα μυ­ θιστόρημα για τα νοσοκομεία θώρακος με κακό τέλος, όλοι διαμαρτύρονταν: «Εσείς πρέπει να μας τονώνετε», μου έλεγαν, «όχι να γράφετε τέ­ τοια πράγματα!» Ζητούσαν δηλαδή από σας, μια ευχάριστη εικόνα της ζωής. ΟΧΙ, ακριβώς. Τους άρεσε κι η αγωνία, αλλά... ... ήθελαν «σίγουρο» τέλος;

(ΠΕΡΙΛΗΨΙΣ

Π Ρ Ο Η Γ Ο Υ /VJEMUN)

Βινιέτα από το «Ρομάντσο» που δημοσίευε μυθιστορήματα σε συνέχειες

Κυρία Μπουκουβάλα, νομίζετε ότι τα αι­ σθηματικά σας μυθιστορήματα μπορούν να ενταχθούν στη λογοτεχνία; Π ΟΛΛΑ απ’ αυτά, ναι. Ά λ λ α όχι. Πάντως εγώ μια ολόκληρη ζωή προσπάθησα να μην ξεπέσω. Προσπαθούσα να έχουν τα βιβλία μου και κά­ ποια λογοτεχνική αξία. Γι’ αυτό νομίζω ότι δεν είναι τελείως λαϊκά. Είναι, νομίζω, κάπου ανά­ μεσα. .. Εσείς που ξεκινήσατε για λογοτέχνις, δεν έχετε στενοχωρηθεί που εγκαταλείψατε τα σχέδιά σας; ΤΩΡΑ ναι! Τι άλλο θέλατε να γράψετε;

Δεν ήθελαν ν ’ αντιμετωπίσουν γραμμένη την αλήθεια, όπως τη ζούσαν καθημερινά;

ΣΚΕΦΤΟΜΟΥΝ ένα μυθιστόρημα με ήρωες τους Μπουκουβαλαίους που ήταν αρματωλοί στην επανάσταση. Αλλά χρειαζότανε πολλή με­ λέτη, δεν είχα χρόνο, κι έτσι δεν τό ’γραψα.

ΟΧΙ! Α ν έβαζα σ’ ένα βιβλίο, έναν ήρωα που αγωνίστηκε σ’ όλη του τη ζωή να πεθαίνει χωρίς να βρει το δίκιο του, αυτό θα ήταν τραύμα για τον αναγνώστη. Δ ε θα τολμούσε να το αντιμετω­ πίσει.

ΘΑ ’ΘΕΛΑ να γράψω για τη γυναίκα πάλι. Για την ψυχολογία της γυναίκας. Θα ήταν όμως ένα αδέσμευτο μυθιστόρημα.

ΝΑΙ.

Τώρα τι θα θέλατε να γράψετε;,


38/οφιερωμα Δηλαδή; Ν Α ... θα έλεγε πιο ωμά την αλήθεια.

ΜΕΤΑ θάνατον! Αφού δεν απαντάτε στις ερωτήσεις μας, πέστε μας κάτι που θέλετε εσείς να πείτε.

Ποια θα ήταν η αλήθεια; Π Ο Λ ΛΑ ... με αποσιωπητικά...! Η αλήθεια που θα λέγατε δηλαδή, θα ανέ­ τρεπε αυτά που γράφατε στα αισθηματικά σας βιβλία;

ΟΤΙ δεν μου αρέσει να με κατατάσσουν στις λαϊ­ κές συγγραφείς. Αισθάνομαι ότι δεν ανήκω εκεί. Ή θελα βέβαια ν ’ αρέσω στο πλατύ κοινό, αλλά ήθελα να έχουν τα βιβλία μου και λογοτεχνική αξία. Εξάλλου, έχω γράψει και θεατρικά έργα. Έ χουν παιχτεί;

ΟΧΙ πάντοτε, αλλά θα πρόσθετε κάτι. Γιατί δεν μας λέτε τι θα πρόσθετε; ΔΕΝ μπορώ... Μετά θάνατον... Κάνοντας τώρα έναν απολογισμό, για ό,τι γράψατε, νιώθετε ικανοποιημένη; ΝΑΙ, γιατί έδωσα χαρά σε χιλιάδες ανθρώπους. Και νομίζω -όπω ς το έλεγε και η Τατιάνα Σταύ­ ρου - ότι ανέβασα το επίπεδο του ελληνικού μυ­ θιστορήματος. Βάζατε, πάντα, και τα δυο επώνυμά σας στα βιβλία σας; Δεν συνηθιζόταν τότε. ΝΑΙ, γιατί όταν παντρεύτηκα είχα ήδη κάνει καριέρα με το πατρικό μου όνομα και δεν μπορού­ σα να το εγκαταλείψω. Ο άντρας σας συμφωνούσε;

ΝΑΙ, μια κωμωδία, οι «Προξενήτρες» που παί­ χτηκε από το θίασο Ρώτα στο Παγκράτι και βρα­ βεύτηκε κιόλας. Και δεν είναι αυτό το μόνο βρα­ βείο. Βραβεύτήκα και σ’ ένα διαγωνισμό θεατρι­ κού έργου της «Νέας Εστίας» αλλά το έργο δεν παίχτηκε γιατί διαλύθηκε ο θίασος της Αλίκης που θα το ανέβαζε. Κυρία Μπουκουβάλα, με τους λογοτεχνι­ κούς κύκλους της εποχής σας είχατε επα­ φές; ΝΑΙ. Είμαι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Λογο­ τεχνών, και ιδρύτρια της Γυναικείας Λογοτεχνι­ κής Συντροφιάς. Ασχολήθηκα επίσης με το παι­ δικό μυθιστόρημα και με παιδικά θεατρικά έρ­ γα. Δυστυχώς όμως, τώρα με ξέχασαν. Η δική σας γενιά δεν με ξέρει. Είναι αλήθεια. Αλλά τα βιβλία σας δεν κυκλοφορούν πια κι εσείς δεν γράφετε τί­ ποτα καινούριο.

ΝΑΙ, μόνο που ήθελε να βάζω πρώτα το δικό

Νιώθω ικανοποιημένη γιατί έδωσα χαρά σε χιλιάδες ανθρώπους.

ΘΑ ήταν αυταπάτη να πω ότι θα ξαναγράψω τώρα πια. Θά ’θελα πάντως να γράψω εκείνο το μυθιστόρημα που σας έλεγα πριν, για τις γυναί­ κες. Μ’ ανοιχτά χαρτιά όμως. Τίμια... Δεν θέλετε, όμως, να μας πείτε τι θα έλε­ γε; ΑΝ το γράψω, θα το διαβάσετε. Α ν και μου φαί­ νεται απίθανο πια να ξαναγράψω.

του όνομα, γιατί έλεγε ότι το αντίθετο θα τον μείωνε σαν άντρα. Κυρία Μπουκουβάλα, θα σας ρωτήσω κά­ τι πιο προσωπικό. Βρήκατε εσείς την ευ­ τυχία όπως οι ηρωίδες στο τέλος των μυ­ θιστορημάτων σας;

Νομίζω ότι κάτι ακόμα θέλετε να μας πεί­ τε. ΤΙ να πω; Τώρα, βλέποντας πίσω τη ζωή μου, δεν ξέρω αν θα την ξανάρχιζα έτσι... Τι θα κάνατε;

ΑΠΟΣΙΩΠΗΤΙΚΑ κι εδώ. Ό λ ο αποσιωπητικά μας βάζετε, γιατί δεν μας λέτε;

ΙΣΩΣ να μην έγραφα τόσα πολλά βιβλία. Ίσως να κοίταζα την ποιότητα περισσότερο παρά την ποσότητα.


αφιερω μα/39

Μαριλίζα Μητσού-Παππά

«Μ’ ένα Άρλεκιν ξεχνιέμαι» Η πικρή πραγματικότητα του γυναικείου ονείρου

Αν έπρεπε να οριοθεί ο ιδιαίτερος χώρος του αισθηματικού μυθιστορήματος μέσα στα ευρύτερα πλαίσια του μυθιστορήματος μαζικής (λαϊκής) κατανάλωσης, θα αρκούσε ίσως η επισήμανση δύο (αρκετά αυτονόητων) όρων του: α) της ιδιαίτερης θεματολογίας και 6) του ιδιαίτερου, κατεξοχήν γυναικείου, αναγνωστικού κοινού. Ο δεύτερος όρος δεν είναι, βέβαια, εμπειρικά αποδεδειγμένος* δεν υπάρχουν αξιόπιστες στατιστικές μελέτες που να επικυρώνουν την επικράτηση του γυναικεί­ ου φύλου στο αναγνωστικό κοινό αυτών των μυθιστορημάτων. Ωστόσο, μια προσπάθεια θεμελίωσης αυτής της υπόθεσης θα ισοδυναμόύσε, πιστεύω, με την ανάπτυξη σοβαρής επιχειρηματολογίας προκειμένου να αποδειχθεί ότι οι διαφημίσεις απορρυ­ παντικών απευθύνονται περισσότερο στις γυναί­ κες παρά στους άνδρες. Α πό καθαρά ιδεολογική σκοπιά (και χωρίς άλλο περιθώριο παραλληλι­ σμού), η προνομιακή σχέση της γυναίκαςαναγνώστριας με το αισθηματικό μυθιστόρημα είναι ίσως μόνο μια παρωδία της ιστορικής της σύνδεσης με το μυθιστορηματικό είδος σε μια εποχή όπου η σοβαρή λογοτεχνία το καταδίκαζε συλλήβδην για την «ελαφρότητά» του. Αλλά, ενώ η απουσία στοιχείων απαγορεύει την προσέγγιση του αισθηματικού μυθιστορήμα­ τος από μια αυστηρά εξωτερική σκοπιά (την ψυχοκοινωνιολογική προσέγγιση που θα εστιαζό­ ταν στα προβλήματα σύνθεσης και περιγραφής του αναγνωστικού κοινού του1), το άλλο στοι­ χείο ιδιαιτερότητας, η θεματολογία, μοιάζει αρ­ κετά πρόσφορο σε αναλυτική επεξεργασία. Α ν, μάλιστα, δεχθούμε ότι το μυθιστόρημα μαζικής κατανάλωσης αντανακλά, γενικά, το σύστημα προσδοκιών του αναγνωστικού κοινού του,

αφού γράφεται καθ’ υπαγόρευση αυτών ακριβώ'ς των προσδοκιών, τότε η ανάλυση της θεματολο­ γίας του και, κατ’ επέκταση, της αφηγηματικής του δομής μπορεί να μας δώσει κάποια σημεία αναγνώρισης αυτού του άγνωστου κοινού. Και πρώτα απ’ όλα, η ίδια η θεματολογία, σε πρόχειρη θεώρηση, προδίδει μια εντυπωσιακή ακαμψία: οι ιστορίες αγάπης ως αποκλειστικό θέμα μυθιστορηματικού κειμένου αποτελούν παμπάλαιη συνταγή. Τα πρώτα αμιγώς αισθημα­ τικά μυθιστορήματα ανάγονται ήδη στον 18ο αι. και το είδος αναπαράγεται σε αδιατάρακτους ρυθμούς και με αδιατάρακτη επιτυχία ώς τις μέ­ ρες μας.2 Αναμφισβήτητα, οι διαφορετικές ιστο­ ρικές φάσεις αφήνουν κάθε φορά τα ίχνη τους: τα μοντέλα των ηρώων, ο κοινωνικός περίγυρος, η περιπέτεια, ντύνονται τα χρώματα της εποχής. Αλλά ο εκσυγχρονισμός αφορά μόνο το διάκο­ σμο· οι κοινωνικές και πολιτισμικές επαναστά­ σεις, τα μεγάλα πολιτικά γεγονότα, οι επιστημο­ νικές ανακαλύψεις δεν φθάνουν να επηρεάσουν τον κεντρικό πυρήνα. Η πανανθρώπινη, προαι­ ώνια και μεταφυσική δύναμη του έρωτα φαίνε­ ται ότι προστατεύει το αισθηματικό μυθιστόρη-


40/αφιερωμα δηλαδή εκείνο που πληροί με τον καλύτερο δυ­ νατό τρόπο τις προϋποθέσεις του είδους του. Γιατί, αν ένα λαϊκό μυθιστόρημα παραβιάζει το μονοδιάστατο σχήμα των αφηγηματικών τόπων, αν καταφεύγει σε πρωτοτυπία ύφους, θα προδί­ δει υποχρεωτικά το είδος για χάρη της «λογοτε­ χνικότητας». Ας δούμε όμως αν το αφηγηματικό σχήμα μπορεί να στοιχειοθετήσει μια ιδιαιτερό­ τητα του αισθηματικού μυθιστορήματος. Από μια πρόχειρη ανάλυση του μοντέλου πλο­ κής του προκύπτει ένας περιορισμένος αριθμός μοτίβων που θα μπορούσαν να είναι τα εξής:

μα από τη φυσική φθορά που διαβρώνει άλλα παραλογοτεχνικά είδη.3 Α ν, μάλιστα, προτρέ­ χοντας κάπως, επιχειρούσαμε μια συσχέτιση της διαχρονικότητας που χαρακτηρίζει τη θεματολο­ γία του αισθηματικού μυθιστορήματος με τη γυ­ ναικεία (κυρίως) σύνθεση του κοινού του, θα μπαίναμε στον πειρασμό να την ερμηνεύσουμε σε αναφορά με μια ιδεολογική «καθήλωση» αυτού του κοινού στην αξία του έρωτα ως προνομιακού γυναικείου πεδίου δράσης και, με τα συνακό­ λουθά του (γάμος, παιδιά), ως κεντρικού νοήμα­ τος της ζωής. Αυτή η διαχρονικότητα θα δήλωνε τότε πως οι ορίζοντες της «φυγής» από την πραγματικότητα είναι στις γυναίκες πολύ πιο στενοί και πιο στατικοί απ’ ό,τι στους άνδρες. Και οι λόγοι βέβαια ευνόητοι. Κάτι ανάλογο δηλώνει όμως και ένα δεύτερο στοιχείο που σχετίζεται με τη θεματολογία - η κλειστότητα του αφηγηματικού σχήματος. Η απλή και τυποποιημένη αφηγηματική δομή απο­ τελεί, ασφαλώς, προϋπόθεση για όλα τα παρα­ λογοτεχνικά είδη. Η μαζική παραγωγή τους επι­ βάλλει όρους που ισχύουν για τα περισσότερα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης (κατάργηση της ατομικότητας του παραγωγού, προμελετημένο σχήμα παραγωγής κλπ.). Η τυποποίηση όμως, που αφορά εξίσου τη μορφή (τα εκφραστικά στοιχεία) και το περιεχόμενο (την αφηγηματική δομή),5 δεν συνιστά αρνητικό στοιχείο. Αντίθε­ τα, «το αριστούργημα της μαζικής λογοτεχνίας είναι ακριβώς το βιβλίο εκείνο που εγγράφεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στο είδος του»,6

Συνάντηση της ηρωίδας με τον αγαπημένο της (Συνάντηση). Η ηρωίδα εξαναγκάζεται να συμβιώσει (συνεργασθεί) με τον αγαπημένο της (Περιπέ­ τεια). Συναισθηματική προσέγγιση της ηρωίδας και του αγαπημένου της (Προσέγγιση). Εμφανίζεται η αντίζηλη (Απειλή). Η ηρωίδα αμφιβάλλει και ύστερα πείθεται για την ερωτική σχέση του αγαπημένου της με την αντίζηλη (Παρεξήγηση). Έ να ατύχημα της ηρωίδας αποκαλύπτει τον έρωτα του αγαπημένου της (Αποκάλυψη). Οριστική επισφράγιση της ερωτικής σχέσης της ηρωίδας και του αγαπημένου της (Γά­ μος). Ο κατάλογος πιθανότατα δεν είναι πλήρης αλ­ λά σε γενικές γραμμές η διαδοχή των μοτίβων εί­ ναι περίπου αυτή. Πρέπει, ίσως, να σημειωθεί ότι παρεμβάλλονται πολλά δευτερεύοντα μοτίβα, π.χ. η εμφάνιση του αντίζηλου, που χρησιμοποι­ είται συνήθως από την ηρωίδα ως αντίπαλο δέος, ή οι συγκρούσεις της ηρωίδας με τον αγα­ πημένο της που συγκροτούν μια επιφανειακά ανταγωνιστική σχέση μεταξύ τους - «τον αιώνιο πόλεμο των δύο φύλων». Εξάλλου, το στοιχείο που διατρέχει ολόκληρη την πλοκή είναι η σθε­ ναρή αντίσταση της ηρωίδας στις ερωτικές επι­ θέσεις του αγαπημένου της, αλλά αυτό ανάγεται περισσότερο στο κεφάλαιο των συμβάσεων (η ηρωίδα είναι αγνή, άβγαλτη και «δύσκολη») πα­ ρά των αφηγηματικών μοτίβων. Αφετηρία, λοιπόν, του αισθηματικού μυθιστο­ ρήματος είναι πάντοτε μια Συνάντηση και κατά­ ληξή του η ευνοϊκότερη δυνατή έκβαση αυτής της Συνάντησης: ο Γάμος. Το μοτίβο της Συνάν­ τησης επιδέχεται, βέβαια, παραλλαγές. Υπάρχει π.χ. μια κατηγορία αισθηματικών μυθιστορημά­ των που αναφέρονται σε παντρεμένα ζευγάρια και στα οποία η Συνάντηση παίρνει τη μορφή ουσιαστικής συνεύρεσης του ζευγαριού ύστερα από μια περίοδο χωρισμού ή, απλώς, ανιαρής συμβίωσης. Τα μυθιστορήματα αυτά εντάσσον­ ται συνήθως στις σειρές των «τολμηρών» ανα­ γνωσμάτων, μια και ο νόμιμος δεσμός του γάμου


αφιερωμα/41 δικαιολογεί το ενδεχόμενο σεξουαλικής σχέσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις παραλλάσσει φαινομε­ νικά και ο τελευταίος κανόνας: η σύναψη γάμου γίνεται απλώς δικαίωση του γάμου και συχνά επισφραγίζεται από μια εγκυμοσύνη για να κορυφωθεί η οικογενειακή ευτυχία. Ωστόσο, ο πυ­ ρήνας του μοτίβου παραμένει αναλλοίωτος, αφού με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επιτυγχάνε­ ται η κατάφαση του θεσμού (η τελετή του γάμου και η γέννηση ενός παιδιού αποτελούν κοινωνι­ κά ισοδύναμες εγγυήσεις αλλά και επιβραβεύ­ σεις μιας επιτυχημένη: «αισθηματικής» σχέσης). Αφετηρία και κατάληξη είναι, λοιπόν,, κανό­ νες απαράβατοι που διαμορφώνουν το ιδεολογι­ κό στίγμα του λαϊκού αισθηματικού μυθιστορή­ ματος. Και ενώ, με αφηγηματικούς όρους, ο κύ: κλος που διανύει η πλοκή δεν είναι μικρότερος από τον αντίστοιχο κύκλο, π .χ., του κλασικού αστυνομικού μυθιστορήματος (έγκλημα-διαδικασία αργής «μύησης» - διαλεύκανση),7 με όρους πληροφόρησης η διαφορά είναι τεράστια. Το κλασικό αστυνομικό μυθιστόρημα κρύβει στις τελευταίες του σελίδες την πληροφορία που συνιστά και το νόημα της ανάγνωσής του: την ταυ­ τότητα του δράστη. Έστω και αν ολόκληρη η πλοκή δεν είναι παρά ένα τέχνασμα για τη συγ­ κάλυψη της τελικής πληροφορίας, το ενδιαφέρον του αναγνώστη τροφοδοτείται από την ύπαρξη ακριβώς ενός άγνωστου συντελεστή. Στο αισθη­ ματικό μυθιστόρημα, αντίθετα, η τελική έκβαση είναι μόνο συμβατική κάθαρση. Δεν χρειάζεται να έχει διαβάσει κανείς περισσότερα τέτοια βι­ βλία για να ξέρει πως η λύση διαγράφεται ανά­ γλυφη στην πρώτη ήδη συνάντηση του ζευγα­ ριού. Με άλλα λόγια, η μοναδικότητα του αστυ­ νομικού βιβλίου (ανεξάρτητα από ποιότητα), μια μοναδικότητα που, αφενός, καταργεί το νόη­ μα μιας δεύτερης ανάγνωσης του ίδιου βιβλίου και, αφετέρου, επιτρέπει την επανάληψη του ίδιου μοντέλου με καινούριους συντελεστές, απορρέει από τις αμέτρητες εκδοχές που μπο­ ρούν να καθορίσουν τη λύση του. Στο αισθημα­ τικό μυθιστόρημα όμως, η μοναδικότητα αυτή δύσκολα θεμελιώνεται. Επομένως, το μυστικό της εμπορικότητας αυτών των αναγνωσμάτων σί­ γουρα δεν βρίσκεται στη δημιουργία «suspense» ως προς την κατάληξη. Α ν η αρχή και το τέλος είναι γνωστά εκ των προτέρων, αν είναι εξασφα­ λισμένο ότι η αρχική επιθυμία (ο αρχικός στό­ χος), στο τέλος εκπληρώνεται, τότε το ενδιαφέ­ ρον θα εστιάζεται κατανάγκην στη διαδρομή, δηλαδή στα μέσα με τα οποία επιτυγχάνεται αυ­ τός ο στόχος. Η διαδρομή είδαμε πως είναι γε­ μάτη αντιξοότητες που η ηρωίδα πρέπει να τις υπερνικήσει. Ωστόσο, η στάση της δεν είναι δυ­ ναμική· η μάχη διεξάγεται υπόγεια ανάμεσα στις δυνάμεις του καλού και του κακού. Η ηρωίδα

αμφιβάλλει, αναδιπλώνεται στον εαυτό της, πε­ ριμένει παθητικά το θρίαμβο της αλήθειας. Η ηρωίδα δεν χρειάζεται να αγωνισθεί γιατί κατέ­ χει, βαθιά μέσα της, το όπλο της νίκης. Η εμπο­ ρικότητα του αισθηματικού μυθιστορήματος αρ­ χίζει ίσως να εξηγείται. «Η Λ,εςη-κλειδί για το πως διαβάζεται η παραλογοτεχνία, σε οποιεσδήποτε μορφές της, είναι “σύμβαση”».9 Και πρωταρχική σύμβαση του αι­ σθηματικού μυθιστορήματος είναι η ταύτιση της αναγνώστριας με την ηρωίδα. Η συμφωνία που έχει κλείσει η αναγνώστρια, πριν ακόμη ανοίξει το βιβλίο, ορίζει πως ηρωίδα θα είναι εκείνη η ίδια και πως θα ταξιδέψει με tig δικές της απο­ σκευές σε χώρους εξωτικούς, εξωπραγματικούς (σε σχέση με τους κοινωνικούς όρους της ύπαρ­ ξής της), για να προσγειωθεί και πάλι σε γνώρι­ μο έδαφος. Το ταξίδι αναμένεται μαγευτικό αλ­ λά ασφαλές, δηλαδή αποσκοπεί στην αυτοεπιβεβαίωσή της. Γιατί, αν η αρχική ταύτιση την πεί­ θει για το αυτονόητο των αξιών της, η τελική προσγείωση στον ίδιο χώρο επιβεβαιώνει την καθολική τους ισχύ. Γι’ αυτό άλλωστε η ψυχο­ γραφία της θα ήταν περιττή. Αρκεί ένα απλό μακιγιάρισμα εφ’ όλης της ύλης: η ηλικία θα περιο­ ριστεί στη δεκαετία που παρουσιάζει τη μεγαλύ­ τερη ζήτηση (20 ώς 30), η εργασία θα ανυψωθεί ώς τα όρια της καλλιτεχνικής καριέρας, η κοινω-


42/αφιερωμα νικο-οικονομική θέση θα μετονομασθεί σε αφηρημένη υποβάθμιση από μια πρότερη κατάσταση ευμάρειας. Ό λ α τα υπόλοιπα ρυθμίζονται «εν πλώ»: η μέτρια εμφάνιση αναδεικνύεται σε ακα­ ταμάχητη ομορφιά, αν βρεθεί μόνο η κατάλληλη τουαλέτα, δώρο πάντα της τύχης ενσαρκωμένης από τον βαθύπλουτο αγαπημένο, αν το πρόσωπο πέσει στα χέρια έμπειρου αισθητικού και τα μαλλιά γνωρίσουν την τέχνη περίφημου κομμω­ τή. Η φυσική ομορφιά είναι ένας μύθος μπροστά στην ηθική μεγαλοσύνη, και, αν ποτέ αναγνωρισθεί στο πρόσωπο της κοσμικής αντίζηλης, ανα­ γνωρίζεται αυτόματα και το τίμημά της: κακία, εκδικητικότητα, ευτέλεια. Το πλαίσιο, λοιπόν, του παραμυθένιου ταξι­ διού είναι απόλυτα ρεαλιστικό. Ο χώρος του εξί­ σου ρεαλιστικός (μια και η εμπειρία του «μεγά­ λου έρωτα» είναι προσιτή σε όλα περίπου τα αν­ θρώπινα όντα), αλλά και ενδεικτικός (μια και εκεί η γυναίκα μπορεί δικαιωματικά να διεκδικήσει μια επιβεβαίωση). Τότε όμως πού υπεισέρ­ χεται η φαντασία; Και, αν πράγματι το λαϊκό μυθιστόρημα καθρεφτίζει στην πλοκή του τις προσδοκίες εκείνων που το διαβάζουν, αν «βρί­ σκεται πιο κοντά στη φαντασίωση και, διαμέσου της φαντασίωσης, στο ασυνείδητο»10 από οποιοδήποτε άλλο λογοτεχνικό είδος, σε τι συνίσταται η φαντασιωτική λειτουργία που αφυπνίζει και ικανοποιεί η ανάγνωση του αισθηματικού μυθι­ στορήματος; · Η «φυγή» της αναγνώστριας συντελείται μέσα από τη σύμμειξη πραγματικού και φανταστικού. Φορέας του πραγματικού η ηρωίδα-αναγνώστρια και ο κόσμος της, φορέας του φανταστι­

κού το ερωτικό αντικείμενο και ο κόσμος του. Η συνάντηση με το ερωτικό αντικείμενο είναι εκεί­ νη που θα απελευθερώσει την ηρωίδααναγνώστρια από τα δεσμά της μάταιης καθημε­ ρινής της ύπαρξης, που θα της ανοίξει την πύλη του παραδείσου. Η αναλογία με τη ζωή είναι παραπάνω από προφανής· το φανταστικό αρχί­ ζει να χάνει ύψος. Γιατί αυτό το φωτομοντέλο, ο απόλυτα αρρενωπός άνδρας, «ωραίος σαν αρ­ χαίος θεός, πανύψηλος, γεροδεμένος, αλλά χω­ ρίς ούτε γραμμάριο περιττού λίπους στο τέλειο σώμα του, με τις φαρδιές του πλάτες, τα μακριά του πόδια και τα δυνατά του μπράτσα» με το «ηλιοκαμένο δέρμα» και το «παγερό βλέμμα των γκριζογάλανων ματιών του», και άκόμη αυτός ο αρχετυπικός πατέρας, «σκληρός και άκαμπτος, απόλυτος με τον εαυτό του και τους άλλους», «δυνατός», «αυταρχικός» και «έμπειρος», που τη «σηκώνει με σιγουριά στην αγκαλιά του», αυτός ο αφέντης, είναι ο μόνος δυνατός κλειδούχος του ονείρου.11 Ο ίδιος όμως πρίγκιπας με το άσπρο άλογο θα την κατακτήσει γιατί «χρειάζεται μια σύζυγο για να του φτιάξει ένα άνετο σπιτικό να δέχεται τους καλεσμένους του και να του χαρίσει ένα διάδοχο».12 Το τέλος είναι γνωστό και αποδεκτό απ’ όλες. Σημασία έχει ίσως μόνο με ποιους όρους θα υπο­ ταχθείς. Θα ήταν ασέβεια άραγε να ελπίζαμε πως κάποια μέρα, με χρόνια και καιρούς, το γυ­ ναικείο όνειρο, αλαφρωμένο, θα κόψει το νήμα που το κρατά τόσο κοντά σε μια χειραγωγημένη πραγματικότητα;

Σημειώσεις: 1. θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να γνωρίζαμε αν υπάρχουν κά­ ποια συνεκτικά στοιχεία σε αυτό το κοινό, αν δεσπόζουν π.χ. ορισμένες ηλικιακές ομάδες ή κοινωνικές κατηγορίες, αν έχει κάποια σημασία η οικογενειακή και επαγγελματι­ κή κατάσταση, ποιος ακριβώς ρόλος αποδίδεται σε αυτά τα διαβάσματα κλπ. 2. Αρκεί να σημειωθεί ότι οι αριθμοί πωλήσεων των αισθημα­ τικών μυθιστορημάτων υπολογίζονται σήμερα σε 8-9.000 αντίτυπα για κάθε τίτλο στην Αθήνα και κάτι λιγότερο στην επαρχία. Ας σημειωθεί επίσης ότι μόνον από τα Άρλεκιν εκδίδονται κάθε μήνα 19 καινούριοι τίτλοι (8 της Σειράς «Συλλογή», 4 «Δεύτερη αγάπη», 4 «Χρυσά», 2 «Μπιάνκα», 1 «Σούπερ ρομάντς»). Αυτοί προστίθενται στα 750 ήδη υπάρχοντα βιβλία που κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι ή πουλιούνται και |αναπουλιούνται με μειωμένη τιμή στα περίπτερα και σε ορισμένα βιβλιοπωλείαχαρτοπωλεία. Αν λογαριάσει κανείς και όλες τις υπόλοι­ πες σειρές «αισθηματικής νουβέλας» και συνεκτιμήσει το στοιχείο της άδηλης κυκλοφορίας τους, προκύπτουν τρο­ μακτικά νούμερα ενός σχεδόν απροσδιόριστου αναγνωατι-

γραφιάδων βάσει δεδομένων σχημάτων υπόθεσης και στοιχείων κωδικοποιημένων από ηλεκτρονικοιύς υπολογι­ στές. Βλ. σχετικά Γ. Βελουδής, «Το σύγχρονο λαϊκό μυθι­ στόρημα» Αντί, τ. 86 και 87, Νοέμ., Δεκ. 1977. Εξάλλου, οι ίδιοι νόμοι της βιομηχανικής παραγωγής που κα­ ταργούν την ατομική και συγγραφική ταυτότητα του επαγγελματία γραφιά υπαγορεύουν και τη διεθνοποίηση της παραγωγής: η μικρή εθνική βιομηχανία εύκολα πα­ ραγκωνίζεται από την πολυεθνική που λειτουργεί με τε­ λειότερους και αποτελεσματικότερους μηχανισμούς. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι η παραγωγή ελληνικών αισθη­ ματικών ρομάνταων έχει υποσκελισθεί τελείως από τις αθρόες μεταφράσεις αγγλοαμερικάνικων κυρίως έργων. Βλ. Βελουδής, ο.π. Tz. Todorov, «Typologie du roman policier», Poetique de la prose, Seuil, 1971. Todorov, ο.π. Πρόκειται για μια εντελώς ακραία περίπτωση «μηχανισμού που παράγει περιττότητα (redondance)». Βλ. IJm. Eco, «James Bond: Une combinatoire narrative», Communications 8, 1966 Μαρτινίδης, ο.π., σ. 215. G. Mendel, «Psychanalyse et paralittirature», Entretiens sur la paralitterature, Librairie Plon, 1970. Ένα τυχαίο παράδειγμα: «... ήταν η ιδανική απάντηση στα κρυφά όνειρα κάθε κοριτσιού: ωραίος, σωστός άν­ τρας, με άψογη ανατροφή και - βέβαια - πλούσιος». Βίπερ Νόρα 71, «Αναζητώντας την ευτυχία», σ. 9. Ρομάντσο Σίλουετ 10, «Μικρό το τίμημα», σ. 41.

3. Πρβλ. πχ. τα ιστορικά όρια των «detective stories» «crime novels», κατασκοπικών μυθιστορημάτων κλπ, βλ. Π. Μαρτινίδης, «Συνηγορία της παραλογοτεχνίας», εκδ. Πολύτυπο, 1982. 4. Εδώ και αρκετό καιρό, το λαϊκό μυθιστόρημα φαίνεται ότι παράγεται από οργανωμένα επιτελεία επαγγελματιών

5. 6. 7. 8. . 9. 10. 11.

12.


αφ ιερω μα/43

Ευγένιος Αρανίτσης

Η λογοτεχνία του μικροαστικού έρωτα Είναι, μου φαίνεται, φανερό ότι αν κάποιος έτυχε να διαβάσει έστω κι ένα απ’ τα αισθηματικά μυθιστορήματα της σειράς Ν ό ρ α ή Ά ρ λ ε κ ι ν , μπορεί να υπερηφανεύεται πως τα διάβασε όλα. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι, στην πραγ­ ματικότητα, το ίδιο βιβλίο κυκλοφορεί κάθε βδομάδα με διαφορετικό εξώφυλλο και τίτλο. Έ χουμε εδώ ένα θρίαμβο του στερεότυπου: το θέμα δεν είναι, να εκπλήσσεις, να διασκεδάζεις ή να πρωτοτυπείς (βασική επιδίωξη κάθε συγγρα­ φέα), αλλά να επανέρχεσαι αδιάκοπα στο ίδιο τυποποποιημένο ζήτημα, στις ίδιες χλιαρές φλυαρίες, στις ίδιες κακοπαιγμένες σκηνές του μαρτυρίου και της εξιλέωσης. Αυτή η υπνωτιστική, σχεδόν ευχάριστη επανάληψη είναι η βαθύ­ τερη ουσία της λογοτεχνίας τύπου Ά ρλεκ ιν: τί­ ποτα δεν συμβαίνει για πρώτη φορά, τίποτα δ εν είναι απροσδόκητο σε ενοχλητικό βαθμό, τίποτα δεν ξεπερνάει το ανεκτό και γνώριμο όριο των αισθηματικών προκαταλήψεων του μέσου αν­ θρώπου: η αναγνώστρια παραμένει ασφαλής μέ­ σα στον ακίνητο, ελαφρά θλιμμένο κόσμο που της προσφέρουν με τόση επιμονή, ώστε να νομί­ ζει πως η ίδια τον έχει διαλέξει. Φαίνεται πως οι ψυχαναλυτές το έχουν διατυπώσει σωστά: η επα­ νάληψη γεννάει τη θερμοκρασία μιας κάποιας ηδονής, την ήπια απόλαυση τού να ζεις ανενό­ χλητος και απομονωμένος στο κέντρο ενός πα ­ γωμένου κόσμου. Α π ’ την άποψη της ψ υχολο­ γίας του διαβάσματος, η ρυθμισμένη ρουτίνα της επανάληψης διώχνει, κατά κύριο λόγο, το φόβοεκείνου-που-δεν-περιμένουμε, θεμελιώνει μια ανακουφιστική σχέση, κάτι σαν ανακωχή, ανά­ μεσα στο Υποκείμενο και στις Ψευδαισθήσεις

του. Εδώ, το να νιώθεις ασφαλής δεν έχει να κά­ νει ούτε με την εκπλήρωση της επιθυμίας, ούτε με τα υπολείμματα μιας επίγνωάης: είναι απλούστατα η προέκταση του να πλήττεις. Οι συνθήκες της πλήξης είναι πραγματικά το ιδανικό περιβάλλον για να αποσπάσει κανείς την εύνοια της Μοίρας (η Μοίρα: το αιώνιο, ανεξάν­ τλητο θέμα της μικροαστικής λογοτεχνίας), που μπορεί βέβαια να υπακούει για λίγο στα δικά της καπρίτσια, αλλά τελικά υποχωρεί και μας χαμογελάει. Καθώς προσπαθεί να περικλείσει αυτό το μοιραίο στοιχείο σ’ ένα κατανοητό σχή­ μα, η λογοτεχνία τύπου Ά ρ λεκ ιν καταφεύγει σε μια πιστή απομίμηση του συναισθηματικού κό­ σμου εκείνων που τη διαβάζουν. Οι μικροαστές του Ταχυδρόμου της καρδιάς, και του Τι να κά­ νετε για να τον κατακτήσετε γνω ρίζουν καλά την υπεροχή της λογοτεχνίας απέναντι στην πραγμα­ τικότητα, ξέρουν με δυο λόγια, ότι γραμμένη η Μ οίρα δεν τις προδίδει ποτέ. Δ εν έχει καμιά ση­ μασία αν είναι κομμώτριες, νοικοκυρές ή μαθή­ τριες. Εκείνος θα κάνει, αργά ή γρήγορα, την εμφάνισή του, γιατί στη λογοτεχνία Ά ρ λεκ ιν (όπως και στις στήλες του «Cosmopolitan») όεν μ π ο ρ εί να γίνει αλλιώς. Η ιστορία είναι επίσης εκ των προτέρων γνωστή: όσες ατυχίες κι αν με­ σολαβήσουν, όσες δυσκολίες κι αν παρουσία-


44/αφιερω μα στοΰν, το τέλος αποτελεί ένα καθησυχαστικό δε­ δομένο. Η ανάγνωση ενός νέου Ά ρλεκ ιν κάθε βδομάδα έχει για τη μικροαστή αναγνώστρια τη σημασία μιας επιβεβαίωσης τού ότι και η πραγ­ ματικότητα δεν μπορεί παρά να είναι η πα­ ραλλαγή ενός γνωστού στερεότυπου. Παρόλο που οι ψυχολόγοι την θεωρούν συχνά σαν την ουσία του ζητήματος, η φαντασιωτική συνάντη­ ση με τον πρίγκηπα του παραμυθιού έρχεται μάλλον σε δεύτερη μοίρα. Σημασία έχει εδώ η ικανοποίηση μιας ανάγκης, η εκπλήρωση των όρων μιας αναμονής-εκ-του-ασφαλούς· η ονει­ ροπόληση είναι μόνον ένα αβρό συμπλήρωμα. Στα Ά ρλεκιν, βέβαια, η Μοίρα παίζει παιγνί­ δια- της παραχωρούν αυτό το μέτριο δικαίωμα σε αντάλλαγμα τού ότι την αναγκάζουν να)συμφωνήσει στο τέλος κάθε αφήγησης με τις επιθυ­ μίες της μικροαστικής ψυχοσύνθεσης. Έτσι, (αυτή η χειραγωγημένη Μ οίρα), εκφράζεται πάντα στη γλώσσα της παρεξήγησης - η παρεξή­ γηση είναι εδώ αυτό το συντονισμένο ελατήριο που βοηθάει τη Μοίρα ν ’ ανταποκρίνεται ανέντι­ μα στις πιο βουβές, στις λιγότερο αληθινές απ’ τις ανθρώπινες πράξεις. Δεν πρόκειται για τη μεγάλη, περίτεχνη, κωμική παρεξήγηση του θεά­ τρου ή του ψυχολογικού μυθιστορήματος, αλλά για κείνη την επιφανειακή, απελπιστικά ανούσια περιπλοκή αιτιών και αποτελεσμάτων που απο­ τελεί για το καθημερινό δράμα της ζωής της μικροαστής ένα είδος δηλητήριου-σε-μικρέςδόσεις, ένα είδος καύσιμου. Αυτός είναι ο εφιάλτης (και μαζί η παρηγοριά) της μικροαστής- η παρεξήγηση λύνει και δένει: ουσιαστικά, χρησιμοποιείται για να δοθεί στο τιποτένιο νόη­ μα των συνηθειών της μικροαστής ένα κάποιο τραγικό και μεγαλοπρεπές λούστρο. Έ τσι, μέσω της παρεξήγησης, υφαίνονται σιγά σιγά, γύρω από μια ανόήτα κοινότυπη ιστορία, οι ανάλα­ φρες διακυμάνσεις και οι άπειρες πτυχές του μι-, σόφωτου μιας αληθινής πλεκτάνης α π’ αυτές που δονούσαν σιωπηλά τα παρασκήνια της ιδιω­ τικής ζωής των Μεδίκων, ενώ στην πραγματικό­ τητα,καθώς ξέρουμε όλοι, πρόκειται απλώς για το συνεσταλμένο πάθος μιας ιδιαιτέρας για τον Ωραίο Προϊστάμενό της. Στο σύμπαν των αισθη­ ματικών υποθέσεων, η παρεξήγηση αποτελεί τον θεμελιώδη φόβο (και μαζί τη διαρκή ελπίδα) της μικροαστής: «μήπως με θέλει και δεν το δείχνει;» ή «μήπως απομακρύνεται επειδή πιστεύει πως εγώ δεν τον θέλω;». Στη συνέχεια οι πιο περί­ πλοκες μορφές αυτών των διλημμάτων αναλαμ­ βάνουν να μας προσφέρουν τα στοιχεία μιας διήγησης: «με είδε μ’ έναν άλλο- τώρα θα πρέπει να του εξηγήσω πως ήταν απλώς ένας παλιός φί­ λος». Δύσκολη δουλειά! Το σωστό, εδώ, είναι να πολεμάει κανείς τον αντίπαλο με τα ίδια όπλα. Η παρεξήγηση λύνεται τις περισσότερες φορές με μια άλλη παρεξήγηση, εξίσου μαγική, που

αναιρεί, φωτίζει ή διακωμωδεί την πρώτη. Στα Ά ρλεκ ιν, η Μοίρα είναι απάνθρωπη μόνο προ­ σωρινά: πρώτα κάνει τις «σκανδαλιές» της· ύστερα κάθεται φρόνιμα και τις επανορθώνει. Η παρεξήγηση είναι άλλωστε ένα καλό στοι­ χείο στρατηγικής: αφού Εκείνος φέρεται αρχικά με τρόπο «ακατανόητο», κι Εκείνη πρέπει να του φερθεί διαφορετικά απ’ ό,τι της υπαγορεύουν οι επιθυμίες και οι παρορμήσεις της. Παίζουν «παιγνίδια» ο ένας στον άλλο- Εκείνος την αιφνιδιάζει ή την αγνοεί, κι Εκείνη «του κάνει τη δύσκολη» ή «τον κάνει να ζηλέψει». Με φρικιαστική ακρίβεια επαναλαμβάνονται οι ίδιες τυ­ φλές εχθροπραξίες, οι ζήλιες, οι ανησυχίες, οι αμέτρητοι κωμικοί ελιγμοί, α π’ τη γνωριμία μέ­ χρι το γάμο: η παρεξήγηση θριαμβεύει σε όλα τα μέτωπα. Αλλά το τέλος σφραγίζεται πάντα από μια ομολογία που διαλύει -επιτέλους!- την πυ­ κνή ομίχλη της ασυνεννοησίας. Καταλαβαίνουμε πώς και οι δυό αγαπιόντουσαν παράφορα απ’ την πρώτη στιγμή, ή (για να το πω πιο σωστά) πως και οι δυο ήταν <χπ’ την αρχή και εξ υποθέσεως προορισμένοι ο ένας για τον άλλον. Ό σ ο κι αν μπερδεύει τις αμφιβολίες της μικροαστής στο κουβάρι της, η Μοίρα τραβάει στο τέλος συγκινητικά, πάνω α π’ τα συντρίμμια όλων αυ­ τών των ψευτο-αισθηματικών ψευτο-γεγονότων, την αυλαία του Ηθικού Προκαθορισμού. Είναι μια Μοίρα κατάλληλη να συνδιαλάσσεται κανείς μαζί της: πατάει με το ένα πόδι στην αυθαιρεσία και με το άλλο στη «νομοτέλεια». Η μικροαστή μπορεί να ονειρεύεται χωρίς ν ’ απομακρύνεται επικίνδυνα από κείνο στο οποίο έχει τάξει τον εαυτό της. Άλλω στε στα Ά ρλεκ ιν και στα Νόρα η Μοίρα είναι πολύ καθωσπρέπει, πολύ ηθική, είναι κι η ίδια μια μικροαστή. Σέβεται πριν απ’ οτιδήποτε άλλο το γάμο- ο γάμος είναι το κέντρο του κό­ σμου, η φυσιολογική πεμπτουσία όλων των ανα­ πόφευκτων ή απρόσμενων συμβάντων, των οποίων το άθροισμα ισούται μ’ αυτό που η μι­ κροαστική αισθηματική λογοτεχνία θεωρεί σαν πραγματικότητα. Η Μοίρα διαλέγει τους παρτενέρ των ηρωίδων με την καλοπροαίρετη διάθεση αλλά και την ηθική ακαμψία μιας προξενήτρας: γι’ αυτό άλλωστε πρόκειται πάντοτε για τον ίδιο άνθρωπο. Μπορεί να μη μαθαίνουμε και πολλά για την ηρωίδα (της οποίας η προσωπικότητα εί­ ναι κάπως συγκεχυμένη και αντιφατική, ώστε να επιτρέπει στη φλόγα της ταύτισης να τρεμοσβή­ νει μέσα σε κάθε αναγνώστρια), αλλά Εκείνος είναι πάντοτε μια φιγούρά χαρακτηριστική και σαφής: οι αναγνώστριες ξέρουν πολύ καλά με ποιον έχουν να κάνουν - αλλιώς τι νόημα θά ’χε όλη αυτή η λογοτεχνική φασαρία; Τα προσόντα τού έχουν χαριστεί όπως και τα ελαττώματα, σε λογικές και ισόποσες δόσεις, μόνο που τα δεύτε­ ρα μπορούν να διορθωθούν, ενώ τίποτα δεν


αφιερω μα/45

μπορεί να φθείρει τα πρώτα. Επιπλέον, όλα τα επιφανειακά ψεγάδια της προσωπικότητας του ήρωα επιστρατεύονται, κατά κάποιο τρόπο, για να τονίσουν την αργοπορημένη αποτελεσματικότητα των αρετών της. Μπορεί να σας περιφρονεί αλλά - για προσέχτε - αυτό δεν είναι παρά το ελάχιστο στριφνό ίχνος μιας ευγενικής ντροπαλότητας. Μπορεί να είναι ανίκανος σε πρακτικά θέματα, αλλά αυτό δεν είναι παρά η απόδειξη πως πρόκειται για ένα «μεγάλο, παιδί», για ένα πλάσμα προσηλωμένο στις υποθέσεις της συναι. σθηματικής αναζήτησης και της φαντασίας. Μπορεί να σας απατά, αλλά αυτό δεν μοιάζει τελικά να είναι παρά ο σταθμός μιας προσωρι­ νής περιπλάνησης της οποίας εσείς θ’ αποτελέσετε το ευχάριστο και οριστικό τέλος. Αυτή η εξαιρετικά τυποποιημένη ψυχολογική συνταγή, στην οποία, καθώς φαίνεται, οι συγ­ γραφείς των αισθηματικών μυθιστορημάτων υπακούουν τυφλά, αποτελεί προφανώς τη βασι­ κή προϋπόθεση ώστε όλα τα Ά ρλεκιν, όλα τα Νόρά, κι όλα τα συναφή προϊόντα ν ’ αποτελούν, με τρόπο πραγματικά θαυμαστό, το ίδιο βιβλίο, το ένα και μοναδικό βιβλίο Των Περιπετειών Της Μικροαστικής Αλλοτρίωσης. Βλέπουμε λοι­ πόν ότι το βαθύτερο νόημα, δηλαδή η μυστική χρησιμότητα αυτής της λογοτεχνίας, δεν είναι το να θέλεις να διαβάζεις κάτι ευχάριστο (όπως πι­ στεύουν οι περισσότεροι), είναι το να αποδιώ­ χνεις γενικά την ιδέα του διαβάσματος σαν κάτι

το απειλητικό, είναι το να παραμένεις υπνωτι­ σμένος μέσα στο κέλυφος της προκατάληψης ότι δεν έχει σημασία αυτό που διαβάζεις γιατί το ξέ­ ρεις ήδη, είναι, με δυο λόγια το να μη θέλεις να διαβάζεις τίποτα. Τέτοια αποδεικνύεται άλλω­ στε και η φύση της μικροαστικής συνείδησης, αυτής που γεννάει τους κάθε είδους πνευματι­ κούς φασισμούς: θέλει ν ’ αρνείται τυφλά οτιδή­ ποτε απειλεί ν ’ αλλάξει τον κόσμο (η λογοτεχνία είναι ένα απ’ αυτά) και ταυτόχρονα να καθησυ­ χάζεται με το να υιοθετεί μια κατάχρηση σε βά­ ρος του ποιοτικού. Η μικροαστή αναγνώστρια δεν δέχεται να διαβάσει κάτι καινούριο: σε αντι­ στάθμισμα όμως καταδικάζεται να διαβάσει το παλιό άπειρες φορές. Η ίδια περίπου ιστορία, κάθε βδομάδα, οι ίδιες αβέβαιες, ανιαρές, αξιο­ θρήνητες, υποχονδριακές συγκρούσεις, οι ίδιες αφελείς περιπλοκές, το ίδιο ελεεινό αλλά ευχάρι­ στο τέλος, όλ’ αυτά συμπυκνώνουν ευδιάκριτα την απόλυτη πίστη της στην καθημερινά επανα­ λαμβανόμενη τελετουργία του νοικοκυριού για το οποίο την προετοίμασαν. Η ρουτίνα ελέγχει τώρα το τεράστιο αποχετευτικό δίκτυο των ελπί­ δων και των ψευδαισθήσεων της μικροαστικής «καρδιάς». Ό χ ι, το Ά ρλεκ ιν δεν είναι μόνον ένα κακό ανάγνωσμα, είναι κάτι περισσότέφοείναι ο τρόπος με τον οποίο ο μικροαστός απολιθώνει τον κόσμο που κάπως καθυστερημένα του ανέθεσαν να περιγράψει.


46/αφιερωμα

Μίνα Μαχαιροπούλου

Όταν η μυθοπλασία υποδουλώνει Το ερωτικό λαϊκό μυθιστόρημα τύπον «Νόρα», « Άρλεκιν» και «Time out» συγκεν­ τρώνει επαρκή χαρακτηριστικά γνωρίσματα, ώστε να εντάσσεται στο λογοτεχνικό είδος που αποκαλείται «παραλογοτεχνία». Σημειώνουμε εδώ ότι ο όρος αυτός έκανε το ακαδημαϊκό τον ντεμπούτο στο συνέδριο του Centre Cultutel International de Cerisy la Salle, το Σεπτέμβριο τον 1967. Εύστοχος σαν όρος, καλύπτει ό,τι αλ­ λιώς θα χαρακτηριζόταν «λαϊκή λογοτεχνία».1 Ως κύρια χαρακτηριστικά του είδους μπορούμε να δούμε τα εξής: 1. Η ευρεία λαϊκή κατανάλωση. Ό πω ς μαθαί­ νουμε από στοιχεία που παραθέτει η σειρά « Ά ρ λεκιν»: εκδίδεται και κυκλοφορεί με επιτυχία σε 19 γλώσσες, σε 110 χώρες της Ευρώπης, Αμερι­ κής, Ασίας και Αυστραλίας. Ειδικότερα μέσα στο 1981 «διαβάστηκαν πάνω από μισό δισεκα­ τομμύριο βιβλία «'Αρλεκιν» από γυναίκες κάθε φυλής, χρώματος και θρησκείας». (Τα παραπά­ νω στοιχεία αφορούν αποκλειστικά τα «Ά ρλεκιν» και δεν συμπεριλαμβάνουν τις άλλες σει­ ρές). 2. Η ευκολία παραγωγής. Κατά μέσον όρο εκδίδονται δύο μυθιστορήματα τέτοιου τύπου δυο φορές την εβδομάδα. 3. Τα στερεότυπα. Η επανάληψη μιας φόρμου­ λας που αφορά στο θεματολόγιο και στους ρό­ λους των ηρώων. Οι τρεις παραπάνω κατηγορίες γνωρισμάτων κατατάσσουν το ερωτικό λαϊκό μυθιστόρημα στην

κατηγορία των αστυνομικών, κατασκοπευτικών, πορνό, φωτορομάντζων, γουέστερν, «φτηνής» επιστημονικής φαντασίας κλπ. που καλύπτει ο όρος «παραλογοτεχνία». Η διαφήμιση-διαγωνισμός της σειράς «Ά ρλεκιν», που δημοσιεύτηκε πρόσφατα σε «γυναικεία περιοδικά», ήταν αποκαλυπτική, όσον αφορά στον κρυμμένο σκοπό της αισθηματικής παραλογοτεχνίας: «Γράψτε μας τη δική σας ιστορία αγάπης και κερδίστε χρυσές βέρες prima-vera»! Το κλειδί της επιτυχίας προσφέρεται σχεδόν απροκάλυπτα. Κατ’ αρχήν η ταύτιση της «αισθη­ ματικής» ιδεολογίας του αναγνωστικού κοινού με την ιδεολογία των αισθηματικών παραλογοτε­ χνικών ιστοριών («η δική μας ιστορία αγάπης»), και δεύτερον, το ιδεολογικό (βέρα = γάμος), και πραγματικό (η αξία του χρυσού), κέρδος που εί­ ναι οι χρυσές βέρες «prima-vera» ή μ’ άλλα λόγια η ψευδαίσθηση ενός επιτυχημένου γάμου. Η σειρά «Ά ρλεκιν» δηλώνει ρητά το λόγο της επιτυχούς διάδοσής της: «σεβασμός στις επιθυ­


αφιερω μα/47 μίες των αναγνωστριών μας». Γι’ αυτόν άλλωστε το λόγο οι προνοητικές σειρές έχουν επινοήσει ένα ερωτηματολόγιο που παρατίθεται κατά τα­ κτά χρονικά διαστήματα, στις τελευταίες σελίδες των βίπερ. Μ’ αυτόν τον τρόπο διαπιστώνονται οι προτιμήσεις των αναγνωστριών όσον αφορά στους ήρωες, στη θεματολογία και στις ερωτικές σκηνές. Το εύλογο, ωστόσο, ερώτημα, ποιος καθορίζει τις επιθυμίες των αναγνωστριών ή αναγνωστών, βρίσκει την ίδια απάντηση με το ερώτημα τού ποιος καθορίζει τα πρότυπα και τους ρόλους στο ερωτικό λαϊκό μυθιστόρημα: Η απάντηση συμ­ πυκνώνεται στην «αναπαράσταση της φανταστι­ κής σχέσης του ατόμου με τις πραγματικές συν­ θήκες ύπαρξής του», δηλαδή στην ιδεολογία2. Σ’ αυτό το πλαίσιο της ιδεολογικής αναπαρα­ γωγής εντάσσεται ένα σύστημα στερεότυπων ρό­ λων και σχέσεων, εκρηκτικών, κοινωνικών και επαγγελματικών, που αποβλέπει σε μια μ υθο­ πλασία με χαρακτήρα τόσο πραγματικό όσο και εξωπραγματικό. Οι αισθηματικές ιστορίες των σειρών τύπου «Ά ρλεκιν», χρησιμοποιούν έναν ευτελή τρόπο φανταστικής φυγής για να επιβάλλουν συγκεκρι­ μένες πραγματικές σχέσεις. Έ τσι, με τρόπο ύπουλο, χαρίζουν, στο αναγνωστικό κοινό κάτι

πολύ περισσότερο από μια ανακουφιστική φυγή. Το γνωστό τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό δια­ φημιστικό σλόγκαν, «μ’ ένα Ά ρλεκιν ξεχνιέμαι» προβάλλει την «επίσημη», θα λέγαμε, πλευρά του φαινομένου, που είναι η εξωπραγματική. Η άλλη, η ανεπίσημη πλευρά, η πραγματική, είναι αυτή που κυριαρχεί επιβάλλοντας τα αυτονόητα. Δηλαδή, το διαχωρισμό των ανθρώπων σε όμορ­ φους και άσχημους, τη σαφή διάκριση των φύ­ λων, την κατηγοριοποίηση των ανθρώπων με βά­ ση τον πλούτο, και το κυριότέρο, τον προσδιορι­ σμό των ανθρωπίνων σχέσεων, ιδιαίτερα των ερωτικών, ως κατ’ εξοχήν εξουσιαστικών. Οι πραγματικές ή φανταστικές ιστορίες του εί­ δους αποσκοπούν πρωταρχικά, στη συντήρηση του θεμέλιου λίθου της ανθρώπινης κοινωνίας που είναι ο θεσμός του γάμου και, κατ’ επέκτα­ ση, η οικογένεια. Αποτελούν, έτσι, μέρος του ιδεολογικού εξοπλισμού μιας συγκεκριμένης κοι­ νωνικής τάξης που αποβλέπει στη διαιώνιση της κυριαρχίας της. Α λλά, ας αρχίσουμε από τα βασικά πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στην αισθηματική «παρα­ λογοτεχνική οθόνη». Εκείνη και εκείνος βρί­ σκονται σε δυο ανταγωνιστικά, a priori, στρατό­ πεδα: το αρσενικό δεν παραβάλλεται με το θηλυ­ κό. Οι πρώτες περιγραφές επιμένουν στη φυσική


48/αφιερω μα στο βάθος, κρύβει ευαισθησίες που, όμως, δεν τον εμποδίζουν να είναι πάντα ο νικητής. Η Έμμα πρόσεξε πως εκείνος κατάφερε σε λίγα δευτερόλεπτα ό,τι εκείνη δε θα μπο­ ρούσε να κάνει σε αρκετά λεπτά. «Είναι, ανάγκη να δείχνεις πάντα πως είσαι ανώτε­ ρος Ρικ;» «Μα δεν δείχνω μόνο, είμαι πραγματικά ανώτερος και να μην το ξεχνάς» της είπε χτυπώντας την ελαφρά στη μύτη «Οι γυναί­ κες είναι ίσες με τους άντρες» τόλμησε να πει. « Ό χ ι οι δικές μου» απάντησε χλευαστι­ κά, «προπάντων η σύζυγός μου»3. Η σαόομαζοχιστική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στους ήρωες είναι πάντοτε σαδιστική από τη μεριά του άνδρα και μαζοχιστική από τη μεριά της γυναίκας. Ο άνδρας επιμένει, διεκδικεί; απαιτεί αλλά, και περιφρονεί το ερώτικό του αντικείμενο, ενώ εκείνη περιμένει, υπομένει και παράλληλα προκαλεί και αρνείται. Εκδικεί­ ται και συγχρόνως επιβεβαιώνεται με τη συνεχή άρνηση. Η άονηση-ποόκληση χαρακτηρίζει το γυναικείο στερεότυπο των αισθηματικών ιστο­ ριών και είτε δημιουργείται μέσω «διδαχής», εί­ τε παρουσιάζεται συνυφασμένη με τη «γυναικεία φύση».

τους ε'μφάνιση, ενισχύοντας την αντίθεση των σωματικών χαρακτηριστικών τους γνωρισμάτων. Εκείνη έχει πάντα «απαλό ρόδινο δέρμα», εκείνος «σκληρό και τριχωτό»· εκείνη έχει «στρογγυλά άσπρα στήθη», εκείνος «πελώριες πλάτες»; εκείνη «μακριές λεπτές γάμπες», εκεί­ νος «στιβαρά χέρια»· εκείνη «αισθησιακό στόμα»εκείνος «σκληρό και απαιτητικό» και ούτω κα­ θεξής· Κι ακόμα, εκείνη είναι συναισθηματική, ρο­ μαντική, έχει πάντοτε ηθικές αρχές. Προσπαθεί, αλλά δεν μπορεί, να ελέγξει τον εαυτό της· παρ’ όλη τη φαινομενική δυναμικότητα είναι στο βά­ θος αδύναμη, συγχρόνως θέλει και δεν θέλει, δεν πρέπει να θέλει, τις περισσότερες φορές, δεν ξέ­ ρει τι θέλει. Σ’ αντίθεση μ’ εκείνον που κινείται στό τρίπτυχο δύναμη-κυριαρχία-επιβολή. Είναι ακαταμάχητος, σαγηνευτικός, πάμπλουτος, ζει πολυτελώς, ξέρει να ζει, έχει πείρα. Είναι δυνα­ μικός, αποφασιστικός, οργανωτικός. Έ χει όλα τα προσόντα για να πετύχει τους σκοπούς του· ωστόσο είναι φιλάνθρωπος, ευσπλαχνικός, και

Έ νιωθε το σκληρό ανδρισμό του πάνω στα πόδια της, τα χέρια του μέσα στο τζην να πλησιάζουν στο... «Ό χι!» Προσπάθησε ν ’ απομακρυνθεί να σηκωθεί. «Δε θέλω. Σταμάτα αμέσως. Δε θέλω». «Ναι θέλεις!» Τα χέρια του ταξίδευαν τώρα στα στήθη της, η φωνή του ακουγόταν οργι­ σμένη. «Διάβολε με προκαλείς, μ’ ερεθίζεις, εδώ κι ένα μήνα». «Συγνώμη. Δεν ήθελα να...». Η Μαριάνα έκανε ακόμα μια προσπάθεια να τραβηχτεί, αλλά εκείνος την άρπαξε απ’ το πουκάμισο, σκίζοντάς το μπροστά και την έριξε πάλι με την πλάτη στ’ άχυρα. Την κράτησε ακίνητη με το μισό κορμί του πάνω της. « Ό χι! Λάλο, μη! Αφησέ με!» Τώρα δεν ένι­ ωθε πια ίχνος από κείνη τη γλυκιά ζεστα­ σιά. Δεν τον ήθελε. «Έ χω ακούσει για τα “μη”», τα “όχι τώρα” και τα “σταμάτα” που λέτε εσείς. Αυτά, ίσως, περνάνε στους νεαρούς της Καλιφόρνιας, αλλά οι Μεξικανοί δεν τ’ ανέχονται». Η Μαριάνα ελευθέρωσε το ένα της χέρι και τον χαστούκισε μ’ όλη της τη δύναμη»* Η γυναίκα αφήνεται στο «παιχνίδι» με τον άν­ τρα, μέχρις ενός σημείου. Α ν παραβιάσει το ση­ μείο αυτό, αν δηλαδή, υποκύψει στην απαίτησή


αφιερωμα/49 του, τότε, η μεταμέλεια, οι ενοχές και η αυτοϋποτίμηση την τιμωρούν. Η γυναίκα του αισθηματικού μυθιστορήματος, δυσπιστεί απέναντι στο ανδρικό φύλο γενικότε­ ρα, γιατί αντιπροσωπεύει γι’ αυτήν το αβέβαιο μέλλον. Πιστεύει, πως αυτό που ο άντρας ζητά από μια γυναίκα, περιορίζεται αποκλειστικά στο να την «κάνει δική του» και να την εγκαταλείψει. Έτσι, μπαίνει σε μια διαδικασία αυτοϋποτίμησης, υποβιβάζοντας η ίδια τον εαυτό της στη θέση του σεξουαλικού αντικειμένου. Οι ερωτικές σχέσεις των ηρώων, με κορύφωση τη σεξουαλική επαφή που αποτελεί και κεντρικό σημείο των μυθιστορημάτων του είδους, επιβάλ­ λονται πάντοτε ως απειλή ή τιμωρία του άντρα προς τη γυναίκα. Περιφρόνηση, τιμωρία και βία κατευθύνουν την ανδρική ερωτική συμπεριφορά. «Πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωσα τέτοια ταπείνωση» λέει η Αλίσια, στον αγαπημένο «βασανιστή» της Τοντ· όμως τον κοίταξε και η καρδιά της χοροπηδούσε τρελά στο στήθος της. Την έπιασε από το πηγούνι και της χαμογέ­ λασε. «Κι αν σε διατάξω να μου κάνεις και τώρα στριπτίζ;» «Ό χι», ψιθύρισε ταραγμένη, αλλά στο βά­ θος ήξερε ότι ήταν ικανή να κάνει οτιδήπο­ τε της ζητούσε. «Καλά», είπε εκείνος μαλακά. «Βγάλε τα ρούχα σου». Τον κοίταξε για μια στιγμή σαν υπνωτισμέ­ νη, κι ύστερα άρχισε να κατεβάζει τις τι­ ράντες του φουστανιού της...»5 Η απογοητευμένη και τίμια δακτυλογράφος, ερωτευμένη με το σκληρό αφεντικό της, ακούει να της λέει απειλητικά, «θα σου φύγει το κεφάλι όταν θα σου δείξω τι μπορώ να κάνω σε μια γυ­ ναίκα», υπονοώντας τη σεξουαλική πράξη. «Και, ξαφνικά, σαν να ήθελε να την πληγώσει, την άρπαξε απότομα στην αγκαλιά του και τη φίλησε βίαια. Καθώς την έσφιγγε, ένιωθε το κορμί της να πονάει, την ανάσα της να κόβεται και της φαινόταν απίστευτο που έκρυβε μέσα του τέτοια βιαιότητα»6. Στη «Μοντέρνα Σταχτοπούτα» (μια στερεότυ­ πη μεταφορά του παιδικού παραμυθιού) η καλή και ασχημούλα Σταχτοπούτα-Έμμα, δεν είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης μόνον της κακιάς και όμορφης ξαδέρφης, αλλά και του «πριγκιπόπουλου των παραμυθιών». Ο Ρικ, ο πάμπλουτος και γοητευτικός ιδιοκτήτης φυτειών - ίσως και ολό­ κληρου νησιού - «χρησιμοποιεί» και αυτός τη «Σταχτοπούτα» με μόνιμη απειλή το σεξουαλικό πλησίασμα: «Αν δεν το κάνεις, μουρμούρισε με μειλίχιο ύφος, ξέρω ποια τιμωρία θα είναι η κα­ τάλληλη για να σε κάνει ν ’ αλλάξεις γνώμη· το

κρεβάτι όπως βλέπεις βρίσκεται μόνο δύο βήμα­ τα μπροστά...»7. Τα συναισθήματα των ηρώων είναι αμφιθυμικά, κινούμενα πάντοτε ανάμεσα σε δύο αλληλοσυγκρουόμενους πόλους: από τη μια, το πάθος και ο αθέλητος έρωτας, και από την άλλη, η κα­ χυποψία και η εκδικητικότητα. Κάτω από την επιρροή του φεμινισμού και, γενικότερα, του «πνεύματος» και των αναγκών της εποχής, οι συγγραφείς των αισθηματικών βίπερ επιχειρούν μια πρόχειρη και «φτηνή» προ­ σαρμογή, των γυναικείων ιδιαίτερα ρόλων. Παρ’ όλ’ αυτά «η γυναικεία φύση»τελικά υπερισχύει. Και «γυναικεία φύση», για την αισθηματική παραλογοτεχνία, σημαίνει, πως. ανεξάρτητα, από την οποιαδήποτε επιτυχή επαγγελματική πορεία που μπορεί να έχει η γυναίκα, αυτό που στο βά­ θος επιθυμεί και αυτό που υπερισχύει είναι η «φυσική» της τάση για ένα ολοκληρωτικό δόσιμο στον βίαιο αλλά ακαταμάχητο άντρα που θ’ αναλάβει τη ζωή της και θα την παντρευτεί. Ο γάμος είναι το τελειωτικό καταφύγιο κάθε «τίμιου» ανθώπου, εγγυητής της απόλυτης υποταγής, της αιώνιας αγάπης, του «μαζί μέχρι το θάνατο». Η πρόταση γάμου είναι ο μόνος τρόπος, που οδηγεί στην άρση της δυσπιστίας ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα. «Τώρα που σου εκμυστηρεύτηκα τ’ απόκρυφα της ψυχής μου, θα πρέπει να θες να με κάνεις έναν τίμιο άνθρωπο» λέει ο Μόργκαν, στη «Γλυ-


50/αψιερωμα

κιά υποταγή», εννοώντας την πρόταση γάμου που μόλις είχε κάνει στην ηρωίδα8. Η πρόταση γάμου, άμεσα συνυφασμένη με την ομολογία της αγάπης9, (το περίφημο «σ’ αγαπώ»), λέγεται νω­ ρίς, στις πρώτες κιόλας συναντήσεις του ζευγα­ ριού, προκειμένου να επικυρωθεί η «καλή πρό­ θεση» του ήρωα, το αβέβαιο μέλλον να γίνει βέ­ βαιο· έτσι, γίνεται δυνατή η ολοκλήρωση της σε­ ξουαλικής σχέσης. Ο ερωτισμός γενικότερα και η σεξουαλική πράξη ειδικότερα, προτάσσονται και βιώνονται σαν μια παρορμητική, απαιτητική και αναντίρρητη τάση του αρσενικού απέναντι στο θηλυκό που είναι γεμάτο ηθικές αναστολές. Στις γυναίκες, η αξιοπρέπεια συγκρούεται με τις επιθυμίες του σώματος και οι επιθυμίες του σώματος συγκρούονται με την ανεξαρτησία και την σταδιοδρομία που συχνά οι γυναίκες επιδιώ­ κουν, αλλά πάντοτε με την προϋπόθεση μιας προηγούμενης ερωτικής απογοήτευσης από το αντρικό φύλο. Σ ’ αυτή την περίπτωση, οι γυναί­ κες παρουσιάζονται ιδιαίτερα ψυχρές συναισθη­ ματικά, επιδιώκοντας ερωτικές σχέσεις με ευκαι­ ριακό χαρακτήρα και συγκινησιακή ουδετερότη­ τα. Στη «Γλυκιά υποταγή» για παράδειγμα, η χειραφετημένη ιστορικός και συγγραφέας Μαίριλιν, μετά από συχνές ερωτικές συναντήσεις με τον πάμπλουτο Μόργκαν, συμπεριφέρεται υπε­ ροπτικά και αδιάφορα, στην προσπάθειά της να μην θεωρηθεί σεξουαλικό του αντικείμενο. Ό τα ν ωστόσο, πολύ αργότερα, πείθεται για τον «καλό του σκοπό», υποτάσσεται απόλυτα. Οι σχέσεις των ζευγαριών, στις ιστορίες του είδους, εξελίσσονται μέσα σε μια διαρκή και βλακώδη παρανόηση με μαζοχιστικό χαρακτήρα,

σε ένα κλίμα ψυχαναγκαστικής καχυποψίας για το ποιος εξαπατά ποιον, με αποτέλεσμα, συναι­ σθήματα υποτίμησης, περιφρόνησης και μίσους απέναντι στο αντικείμενο της αγάπης. Έ να άλλο στερεότυπο πρόσωπο με απαραίτη­ τη παρουσία είναι η αντίζηλος, η γυναίκα δηλα­ δή που διεκδικεί τον αγαπημένο «εκείνης» και έχει σαφή χαρακτηριστικά γνωρίσματα: Εντυπω­ σιακή ομορφιά, μοντέρνο , ακριβό ντύσιμο, και έντονο μακιγιάζ. Είναι δυναμική, πλούσια, πε­ τυχημένη, οργανωτική, πάντοτε υπεροπτική, δολοπλόκα και κακιά. Οι τελευταίες ιδιότητές της δεν περιορίζονται σε συναισθήματα αλλά σε με­ θοδικά οργανωμένες πράξεις. Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο το γεγονός ότι η μεθοδικότητα και η οργανωτικότητα, όταν υπάρχουν στη γυναίκα συνδέονται με δολοπλοκίες, για την «απόκτηση» ενός άντρα και είναι συνυφασμένες με την «κα­ κιά» αντίζηλο. Αντίθετα η «καλή» πρωταγωνί­ στρια αισθάνεται, λίγο ιός πολύ, έρμαιο απρό­ σμενων και τυχαίων συμβάντων. Ά ξ ιο προσοχής είναι και το γεγονός ότι η αυ­ τοπεποίθηση, ως χαρακτηριολογικό γνώρισμα, αποδίδεται πάντοτε στον άντρα ή στην αντίζηλο, αλλά ποτέ στην κεντρική ηρωίδα. Επειδή όμως η αντίζηλος χάνει το παιχνίδι, ενώ η ηρωίδα το κερδίζει, αυτόματα, η αυτοπεποίθηση στη γυναί­ κα συνδέεται με όλα τα αρνητικά χαρακτηριστι­ κά που συνοδεύουν την αντίζηλο. Εύλογο το συμπέρασμα: όταν οι γυναίκες οικειοποιούνται «αντρικά» χαρακτηριολογικό γνωρίσματα, (αυ­ τοπεποίθηση στη συγκεκριμένη περίπτωση), εί­ ναι καταδικασμένες να αποτύχουν στην προσπάθειά τους να παντρευτούν τον άντρα που επιθυ­


αφιερωμα/51 μούν. Αντίθετα, η ενοχοποιημένη και αυτοϋποτιμούμενη ηρωίδα. στο τέλος, «θριαμβεύει», (δηλ. παντρεύεται) γιατί δεν προδίδει τη «γυναικεία» φύση της. Ό σ ο ν αφορά την επαγγελματική τοποθέτηση των ηρώων, είναι έτσι επινοημένη, ώστε να λει­ τουργεί μια ψευτο-συμπληρωματικότητα του ενός προς τον άλλον. Σχηματίζεται έτσι, η εντύ­ πωση μιας κοινότυπης αρμονίας. Κοινό σημείο όλων των ιστοριών αποτελεί το χρήμα, ως αφετηριακό σημείο της ανδρικής κυριαρχίας. Αλλά ας δούμε δείγματα, από τα «αρμονικά» επαγγελματικά ζεύγη: Η υπάλληλος και ο προϊστάμενος ιδιωτικής επιχείρησης. Ο δάσκαλος ταυρομάχος και η μαθητευόμενη ταυρομάχος. Η πωλήτρια σε εκδοτικό οίκο (που ωστόσο εί­ ναι εκατομμυριούχος και δουλεύει από πλήξη) και ο συγγραφέας-διανοούμενος. Η κοινωνιολόγος και ο ιάπωνας μεγαλοβιομήχανος, αρχιτέκτονας και ζωγράφος. Η φτώχιά αγρότισσα και ο ιδιοκτήτης φυτειών ζαχαροκάλαμου. Η ιστορικός και συγγραφέας και ο ιδιοκτήτης ιστορικού πανδοχείου καθώς και τεράστιας βιο­ μηχανικής έκτασης. Ο άνδρας είναι πάντοτε μεγαλύτερος σε ηλικία από τη γυναίκα, ισχυρότερος κοινωνικά και οι­ κονομικά. Σε μία σπάνια περίπτωση οικονομικής υπερο­ χής της γυναίκας (όπως στο «μ’ αγαπά, δεν μ’ αγαπά») βρίσκουμε την ηρωίδα να είναι μεν πωλήτρια, (και ως τέτοια να πρσελκύει το ενδιαφέ­ ρον του) αλλά κι εκατομμυριούχος, ενώ εκείνον, διάσημο συγγραφέα με αρκετά εισοδήματα. Η βιομηχανία όμως που ο συγγραφέας κληρονομεί, την τελευταία στιγμή, από τον θείο του, αποβαί­ νει ο καθοριστικός για την ισορροπία παράγον­ τας, αφού προσθέτει στην κοινωνική του υπερο­ χή και την οικονομική. Έ να από τα μυστικά της γοητείας που ασκεί η αισθηματική παραλογοτεχνία στο αναγνωστικό της κοινό, βρίσκεται στις εξαντλητικές περιγρα­ φές, που αποβλέπουν στη δημιουργία, μυθικών σχεδόν εικόνων, μέσα από τον αφηγηματικό λό­ γο. Λεπτομερείς περιγραφές που υπερτονίζουν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ηρώων, κύ­ ρια τα σωματικά, καθώς και τον τρόπο ντυσίμα­ τος, τις ερωτικές στιγμές, τις εκφράσεις και τις ανεπαίσθητες κινήσεις. Ο μύθος, ο λόγος και η εικόνα δημιουργούν ένα τρίπτυχο επιβολής και φαντασματικής ανα­ παραγωγής, «υποδουλώνοντας» μ’ αυτό τον τρό­ πο, τη φαντασία του αναγνωστικού κοινού. Α π ’ αυτή την πλευρά ειδωμένο, το ερωτικό λαϊκό μυθιστόρημα παίρνει τη θέση του δίπλα

στον κινηματογράφο, τη διαφήμιση, τα θεάματα, τα ρεπορτάζ, τη φωτογραφία. Δηλαδή, δίπλα σε όλα όσα μπορούν ν ’ αποτελέσουν μύθο, έχοντας ένα χαρακτήρα «επιτακτικό» και «ανακριτικό», που, έτσι ή αλλιώς, «έχει εμένα σα στόχο: απευ­ θύνεται σε μένα, ασκεί πάνω μου τη δύναμη της πρόθεσής του, με προστάζει να δεχτώ την εξαπλωτική διπλοσημία του»10. Τι όμως κρύβεται, και τι φανερώνεται στο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος; Ό πω ς ακριβώς και στο μύθο11, το δίλημμα γίνεται ψευτοδίλημμα, γιατί, ούτε κρύβεται τίποτα, ούτε φανερώνε­ ται, αλλά παραμορφώνεται.. Η παραμορφωτική διάσταση της πραγματικότητας γίνεται ιδιαίτερα επικίνδυνη, εάν λάβουμε υπόψη μας την υλική υπόσταση της ιδεολογίας· αυτή καθορίζει τις σχέσεις, την αντίληψη του κόσμου γενικότερα, επιβάλλοντας πράξεις και συμπεριφορές, για τις οποίες ο άνθρωπος (εδώ, ο αναγνώστης) δεν έχει «συνείδηση»1 . Το αισθηματικό λαϊκό μυθιστόρημα προτείνει στο αναγνωστικό του κοινό, όχι μόνο την αποδο­ χή των συγκεκριμένων ρόλων και προτύπων, θε­ μάτων και λόγου, αλλά, κυρίως, το υποβάλλει σε ταυτίσεις με αυτά. Αυτή η παραμορφωτική επίδραση που ασκεί στις πραγματικές σχέσεις, η ιδεολογία της αισθη­ ματικής παραλογοτεχνίας συνοψίζεται στα εξής: 1. Διαχωρισμός και οριοθέτηση της ανδρικής και της γυναικείας φύσης και συμπεριφοράς. 2. Επιβολή των ανταγωνιστικών και εξουσιαστι­ κών σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα- εμμονή στην κυριαρχικότητα του αρσενικού σε σχέση


52/αφιερωμα με την υποτακτικότητα του θηλυκού. 3. Ανταγωνιστική θεώρηση των σχέσεων μεταξύ γυναικών. 4. Προβολή του αστικού γάμου (που σημαίνει κοινωνική προαγωγή, διάρκεια εφ’ όρου ζωής, μονογαμικότητα, υποταγή της γυναίκας στον άντρα), ως πρωταρχικού σκοπού του αν­ θρώπου -ιδιαίτερα της γυναίκας- και ως μο­ ναδικής επιβεβαίωσης για την ειλικρινή αγά­ πη. 5. Ά μεσ ος συσχετισμός του άντρα -μελλοντικού συζύγου με τον πλούτο, και κατ’ επέκταση συ­

σχετισμός του γάμου με την οικονομική εξα­ σφάλιση. Ο αναγνώστης ή αναγνώστρια των «Άρλεκιν» «Νόρα» «Time-out» και των συναφών, που αντι­ στέκεται στην υποδούλωση της φαντασίας του, σε πρότυπα που δεν επέλεξε συνειδητά, οφείλει να αποκρυπτογραφήσει και «να διακρίνει τα κρυμμένα μηνύματα που είναι κώδικά κατα­ γραμμένα στις γυαλιστερές επιφάνειες του στυλ, να τα ψάξει σαν χάρτες εννοιών που εκφράζουν συγκεχυμένα αυτές ακριβώς τις αντιθέσεις για τη λύση ή την απόρριψη των οποίων σχεδιάστη­ καν»13.

Σημειώσεις: 1. Βλ. Πέτρου Μαρτινίδη: «Συνηγορία της παραλογοτεχνίας» εκδ. «Πολύτνπο». Αθήνα 1982. Σελ. 135-136. 2. Η προβληματική τον Λονί Αλτονσέρ για την ιδεολογία, συναντά πολύ καλή εφαρμογή στην περίπτωση τον «ρό­ λου» των αισθηματικών λαϊκών ιστοριών. Ειδικά όσον αφορά στις δύο βασικές θέσεις σχετικά με τη δομή και τη λειτουργία της ιδεολογίας: α. Η ιδεολογία ως αναπαράσταση της φανταστικής σχέ­ σης τον ατόμου με τις πραγματικές συνθήκες ύπαρξής

3. 4. 5. 6. 7.

β. Η υλική υπόσταση της ιδεολογίας και η συνέπεια αυτής δηλαδή η έγκληση μέσω της ιδεολογίας των ατόμων ως υποκειμένων. Βλ. Λουί Αλτονσέρ «Θέσεις», εκδ. «Θεμέλιο», σελ. 99-112. «Μοντέρνα Σταχτοπούτα», σελ. 133. «Μεγάλη απόφαση», «Time out», σελ. 52. «Ύποπτη πρόταση γάμον», «Άρλεκιν» σελ. 149. « Ύποπτη πρόταση γάμου», σελ. 70 «Μοντέρνα Σταχτοπούτα», «Άρλεκιν», σελ. 77.

8. «Γλυκιά υποταγή». «Time out», σελ. 156. 9. «Όταν είσαι ερωτευμένος θέλεις να παντρευτείς», λέει ο συγγραφέας ήρωας στο «Μ’ αγαπά δε μ' αγαπά». Η δήλω­ ση αυτή αποκτά περισσότερο κύρος όταν προέρχεται από το στόμα ενός διανοούμενον. 10. Βλ. Ρολάν Μπαρτ: «Μυθολογίες» Εκδ. Ράππα, 1979, σελ. 221. 11. Βλ. Ρολάν Μπάρτ: «Μυθολογίες». Εκό. Ράππα, 1979, σελ. 227, 12. «Η ιδεολογία είναι ένα σύστημα αναπαράστασης όμως στις περισσότερες περιπτώσεις αυτές οι αναπαραστάσεις δεν έχουν καμιά σχέση με την «συνείδηση» είναι εικόνες και καμιά φορά ιδέες, όμως πάνω απ’ όλα, ως δομές επιβάλ­ λονται στην'τεράστια πλειοψηφία των ανθρώπων και όχι μέσω της «συνείδησής τους» (Althusser 1969) Βλ. Dick Hebdige: Υπο-κουλτούα: Το νόημα του στυλ. Εκδόσεις «Γνώ­ ση», 1981. 13. Βλ. Dick Hebdige «Υπο-κουλτούρα: το νόημα του στυλ», σελ. 33.


ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ .

Γ

επ ιλ ο γ ή

για μια καινούρια γραμματική της κοινής νεοελληνικής ΓΙΑΝ ΝΗ ΕΥΘ ΥΒ . Τ ΣΟ ΥΔΕ ΡΟ Υ: Ιστορική γραμματική της κοινής νεοελληνικής. Εισαγωγή, φθογγολογικό και λεξιλογικό. Αθήνα, Gu­ tenberg, 1983. Σελ. 294.

Με τη νομική κατοχύρωση της διδασκαλίας και χρήσης της δημο­ τικής το 1976, τερματίστηκε ένας πολύχρονος, αδυσώπητος, ακόμη και αιματηρός αγώνας που, πάνω από ένα αιώνα, ταλάνισε τον τόπο μας. Ταυτόχρονα, φάνηκε να δικαιώνονται επιτέλους γενεές ολόκληρες δημοτικιστών, των οποίων πρωταρχικός στόχος μέχρι τότε δεν μπορούσε να είναι παρά η απογύμνωση των επιχειρημά­ των του αντίπαλου και η προβολή του γλωσσικού προβλήματος σε κύριο χαρακτηριστικό της εθνικής μας ταυτότητας. .

Ήταν φυσικό, στη διάρκεια αυτού του γλωσσικού εμφύλιου, που σί­ γουρα είχε και ταξική χροιά, να σημειωθούν και ακρότητες και σφάλματα και παραλείψεις. Μέσα όμως στο κλίμα του φανατισμού και της απολυτότητας έλειψε, κατά κανόνα, η νηφάλια σκέψη που θα επέτρεπε τη συστηματική εξέταση, την επιστημονική ανάλυση και την τεκμηριωμένη σύνθεση των προ­ βλημάτων που συσσωρεύτηκαν στο μεταξύ σ.ην ίδια τη δημοτική γλώσσα και όχι μόνο σε σύγκριση με την καθαρεύουσα. Έτσι, μόνο μετά την πλήρη σχε­ δόν καθιέρωση της δημοτικής, αρ­ χίζουν να διαφαίνονται οι κίνδυνοι

κακοποίησης, εκχυδαϊσμού και νόθευσης του γλωσσικού αισθητήριου του λαού μας. Το γλωσσικό πρό­ βλημα δε φαίνεται να περιορίζεται μόνο στην επικράτηση της δημοτι­ κής έναντι της καθαρεύουσας. Ά ρ α, γλωσσικό ζήτημα εξακολου­ θεί να υπάρχει, όσο κι αν κάποιοι δε θέλουν να το παραδεχτούν και να αναγνωρίσουν ότι, σε τελευταία ανάλυση, όπως είχε επισημάνει και ο Ψυχάρης, το θέμα είναι καθαρά πολιτικό, χρειάζεται δηλαδή ισχυ­ ρή πολιτική βούληση αν θέλουμε πράγματι να σωθεί η νεοελληνική γλώσσα. Ο Γιάννης Ευθυβ. Τσουδ,ερός, ένας από τους συνεπέστερους δη­

μοτικιστές που έχουμε γνωρίσει μέ­ σα από το σύνολο σχεδόν του πο­ λύπλευρου έργου του, δε φαίνεται να εκπλήσσεται από αυτή την εξέ­ λιξη. Βαθύς γνώστης και άοκνος εργάτης της γλωσσικής επιστήμης, φιλόλογος, εκπαιδευτικός και δι­ δάκτορας γλωσσολογίας, ήταν ίσως η μονάδα στα μεταπολεμικά χρόνια που έριξε το βάρος εξαρχής στην ιστορική διάσταση της γλώσσας, ακολουθώντας πιστά τα βήματα του Φιλήντα και του Ψυχάρη. Από μια τέτοια άλλωστε εξέταση δε μέ­ νει καμιά αμφιβολία για την από­ λυτη συνέχεια και συνάφεια της σημερινής γλωσσικής μας εξέλιξης από τα ομηρικά ακόμη χρόνια. Οι τίτλοι και μόνον του ογκώ­ δους δεκάτομου (μέχρι στιγμής) έρ­ γου του συγγραφέα είναι, οι ίδιοι, ενδεικτικοί της έγνοιας του: ' 1. «Γραμματική των ιωνικών και των αττικών κειμένων» (1961). 2. «Λίγα λόγια για την κρητική γλώσσα στο «Μανωλιό» του Φραγκεδάκη» (1962). 3. «Η ομηρική φράση και η σχέ­ ση και θέση των μερών του λόγου σ’ αυτήν» (1964).


54/οδηγος 4. «Η ορολογία των μερών του κεφαλιού και του λαιμού στα αρ­ χαία, μεσαιωνικά και νέα ελληνι­ κά» (1969). 5. «Η θέση και η χρήση των μο­ ρίων έμφασης και η σημασία της στ’ αρχαία ελληνικά» (1971). 6. «Διορθωτικά στον «Κρίτωνα» του Πλάτωνα» (1976). 7. «Όμοια και παράλληλα φρα­ στικά συστήματα στα ομηρικά έπη και στο νεοελληνικό δημοτικό τρα­ γούδι. - Τα σωστά κριτήρια της γνησιότητας των νεοελληνικών δη­ μοτικών τραγουδιών» (1976). 8. «Κρητικά μοιρολόγια» με αναφορά στο ομηρικό μοιρολόι, (1976). 9. «Η κοινή νεοελληνική γλώσ­ σα. Δομή και κύρια χαρακτηριστι­ κά», δυο ομιλίες, (1978). Στο τελευταίο του έργο φαίνεται, γι’ άλλη μια φορά, το ακαταπόνητο της προσφοράς του στα ελληνικά γράμματα και στη γλωσσολογική επιστήμη, ενώ έχει ήδη αναγγείλει το υπό έκδοση «η ελληνική φράση και οι τρόποι της έμφασης απ’ τη μυκηναϊκή ελληνική ώς την κοινή

νεοελληνική» (3.500 σελ. χειρογρά­ φου). Η ιστορική λοιπόν εξέταση είναι η μέθοδος του συγγραφέα, με βάση την οποία η γλώσσα ανάγεται τελι­ κά σε προσδιοριστικό παράγοντα της εθνικής μας ταυτότητας, και άρα, υπεισέρχεται και η κοινωνική διάσταση, γιατί, κατά τη γνώμη του που συμμεριζόμαστε απόλυτα, «τελικός σκοπός της γλωσσικής έρευνας πρέπει νά ’ναι η παρου­ σίαση του τρόπου σκέψης και της ψυχοσύνθεσης ενός λαού απ’ τα ίδια τα δεδομένα της γλώσσας του» (σελ. 18). Τι σκοπούς όμως εξυπηρετεί σή­ μερα μια ιστορική γραμματική της κοινής νεοελληνικής και μάλιστα, ποιο είναι το πρίσμα κάτω από το οποίο εκφράζει ο συγγραφέας τον προβληματισμό του σε τούτο το βι­ βλίο; Είναι γνωστό ότι η καθιέρωση της διδασκαλίας της δημοτικής στηρίχτηκε κύρια στις «υποθήκες» του Μαν. Τριανταφυλλίδη, όπως αυτές εκφράστηκαν με την κυκλο­ φορία της γραμματικής το 1941, με­

ΔΙΑΒΑΖΑ

τά τις λύσεις που έδωσε η περίφη­ μη επιτροπή του 1938. Το έργο γε­ νικά του Μ. Τριανταφυλλίδη, που αναμφισβήτητα υπήρξε σοβαρός ερευνητής και πάλαιψε με συνέπεια για την καθιέρωση της δημοτικής, αποτέλεσε για τους μεταγενέστε­ ρους, λόγω ακριβώς της σοβαρότητάς του, ένα έργο «ταμπού». Υπήρ­ ξαν ελάχιστα έκτοτε δημοσιεύματα που τόλμησαν ν’ αμφισβητήσουν αυτό το έργο και κυρίως αποσιωπήθηκε ή δεν δόθηκε έμφαση στο γεγονός ότι η γραμματική εκείνη, όχι μόνο δεν απόφυγε, αλλά υπήρ­ ξε συνειδητά προϊόν συμβιβασμού, δίνοντας λύσεις στα προβλήματα της δημοτικής τις οποίες δανείστη­ κε από την καθαρεύουσα της επο­ χής. Έτσι, δεν είναι άσχετη, λ.χ., η δυσκολία που αντιμετωπίζει σήμε­ ρα ο διδαγμένος την καθαρεύουσα, να συντάξει απευθείας ένα κείμενο στη δημοτική, με δημοτική σύντα­ ξη, χωρίς να «μεταφράζει» από την καθαρεύουσα! Ο Γιάννης Τσουδερός προσδιο­ ρίζει στον προλογό του ότι η ιστο­ ρική γραμματική του βιβλίου του έχει σκοπό: Να δείξει πώς ήταν η

Μην ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους:

Μένη Κουμανταρέα (No 1) Γιώργο Ιωάννου (No 9) Διονΰση Σαββόπουλο (No 10) Γαβριήλ Πεντζίκη (No 11) Ιάκωβο Καμπανέλλη (No 12) Νίκο Σβορώνο (No 18) Μέντη Μποσταντζόγλου (No 19) Νίκο Πσυλαντζά (No 27) Αλέξανδρο Κοτζιά (No 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Άλκη Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Νίκο Καρούζο (No 48) Κ. Θ. Δημαρά (No 53) Διδώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σπύρο Ασδραχά (No 61) Εμμανουήλ Κριαρά (No 62)

Αλ. Φιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Πέτρο Αμπατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ (No 71) Λιλίκα Νάκου (No 72) Γιώργη Γιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δούκα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (No 77) Νάνο Βαλαωρίτη (No 79) Γιώργο Χειμωνά (No 80) Μαντώ Αραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαβούρη (No 85) Ασημάκη Πανσέληνο (No 88) Κώστα Μητρόπουλο (No 89) Αρ. Νικολαΐδη (No 90) Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Νικηφόρο Βρεττάκο (No 97)


οδηγος/55 κοινή νεοελληνική στο στόμα του λαού ώς το 1941, τι πρόσθεσε και τι άλλαξε η επιτροπή του 1938 σ’ αυ­ τήν, πώς ο λαός αντιδρούσε στη φωνητική και το τυπικό των λέ­ ξεων από την καθαρεύουσα ώς το 1941, αν και τι πέρασε τελικά στο στόμα του λαού από τις λέξεις και τα συμπλέγματα της καθαρεύουσας κι από πότε άρχισε αυτό και γιατί, πώς έχουν αυτήν την ώρα στο στό­ μα του λαού οι φθόγγοι και οι τύ­ ποι των λέξεων που χρησιμοποιεί, και τέλος, τι θα μπορούσε σήμερα να γίνει για να γυρίσει η γλώσσα όσο γίνεται πιο πολύ στα δημοτικά της όρια. Το βιβλίο προχωρεί από εκεί και πέρα σε μια λεπτομερή και ενδελε­ χή μελέτη που αφορά το φθογγολογικό και λεξιλογικό της γλώσσας με πλήθος κάθε φορά παραδειγμάτων και επιστημονικών στοιχείων που εξυπηρετούν με πληρότητα τους σκοπούς για τους οποίους γράφτη­ κε. Καταλήγει δε, σε συγκεκριμένες προτάσεις που μπορούν να οδηγή­ σουν στην προστασία κι εμπλουτι­ σμό της γλωσσικής μας κληρονο­ μιάς, εφόσον βέβαια η Πολιτεία και οι πνευματικοί φορείς συμμερι­ στούν την ίδια ανάγκη. Ποιος, λ.χ., μπορεί σοβαρά ν’ αμφισβητή­ σει την ανάγκη «να την καθαρίσου­ με (τη γλώσσα) απ’ τα καθαρευου­ σιάνικα συμφωνικά συμπλέγματα και να ξαναφέρομε σε χρήση τις δημοτικές λέξεις, που βίαια κι αδι­ καιολόγητα έδιωξαν» ή την ανάγκη που προκύπτει για μερικές λέξεις και όρους, κυρίως της επιστήμης, «να τις αλλάξομε ή να τις κανονί­ σουμε σύμφωνα με το φθογγικό και το τυπικό της δημοτικής;» (σελ. 225).

Ο συγγραφέας επιμένει ότι «η γλωσσολογία δεν μπορεί σε κανένα κράτος του κόσμου νά ’ναι μόνο τυπικά περιγραφική, αλλ’ απ’ την ανάγκη των πραγμάτων πρέπει νά ’ναι και κανονιστική» πράγμα φυ­ σικά με το οποίο δεν μπορούμε να διαφωνούμε. Διατηρούμε όμως μια μικρή επιφύλαξη όταν η πρόταση του συγγραφέα προχωράει στο να διώξουμε από το λεξιλόγιο λέξεις που προέρχονται από καθαρευου­ σιάνικα στοιχεία ή ήταν αποτέλε­ σμα της εφαρμογής της μικτής, τη στιγμή που, θέλουμε δε θέλουμε, το λαϊκό αισθητήριο έχει δεχτεί τέ­ τοιες λέξεις και τις έχει ενσωματώ­ σει στην καθημερινή του λαλιά. Πώς θα πούμε, λ.χ., «καλόγνωμος

άνεμος» αντί «ευνοϊκός», ή πώς θα σβήσουμε τη λέξη «θρήνος» αντι­ καθιστώντας την με το «μοιρολόι», όταν και οι δυο λέξεις έχουν εντα­ χθεί τόσο στη λαϊκή γλώσσα όσο και στη λογοτεχνία κυρίως, και μά­ λιστα η καθεμιά με το δικό της ιδιαίτερο περιεχόμενο; Ό πω ς και νά ’ναι, ο τελικός στόχος του βιβλίου δεν εξαντλείται εδώ. Από τη στιγμή που παραμένει διάχυτη η εντύπωση ότι και μετά την καθιέρωση της διδασκαλίας της δημοτικής, δεν έχουν επιβληθεί οριστικά οι απαραίτητοι γραμματι­ κοί κανόνες που θα την συνοδεύ­ ουν, απώτερος στόχος παραμένει, το βιβλίο αυτό να αποτελέσει ερέ­ θισμα για εκείνους «που θά ’θελαν μια καινούρια γραμματική της κοι­ νής νεοελληνικής», πράγμα φυσικά που πρώτιστα αφορά την Πολιτεία. Εμείς, βέβαια, δεν είμαστε οι ει­ δικοί που θα αποτιμήσουμε την αξία αυτού του βιβλίου. Αποτολ­ μούμε μονάχα να πούμε ότι μετά τον Φιλήντα, τον Ψυχάρη και τον Τσουδερό, χωρίς να υποτιμούμε και το έργο όλων των άλλων δημο­ τικιστών, η επιστήμη της νεοελλη­ νικής γραμματικής έχει δώσει τους καρπούς της. Απομένει στην Πολι­ τεία να αναθέσει αυτό το έργο στους ειδικούς και να πάρει τις αποφάσεις της, αν πραγματικά θέ­ λει να προστατέψει και να προχω­ ρήσει τη διδασκαλία της γλώσσας μας στην εκπαίδευση. Στο σημείο αυτό όμως, δεν είναι άσκοπο να επισημάνουμε τον χαρακτηρισμό που έδωσε ένας άλλος μεγάλος δη­ μοτικιστής για το έργο αυτό του Τσουδερού. Ο Μεσεβρινός (Αντ. Μυστακίδης) χαρακτηρίζει το έργο «αληθινό ογκόλιθο», για να πει ακόμα ότι «ο πλούτος του (πλούτος απόψεων και υλικού) είναι αδιαφι­ λονίκητος» κι ακόμα ότι ο ίδιος (ο Μεσεβρινός) βρίσκεται «πολύ πιο κάτω από την κορφή του». Έτσι, το σημείωμα αυτό δεν φι­ λοδοξεί άλλο από το να επισημάνει την παρουσία του σημαντικού αυ­ τού βιβλίου στην ελληνική βιβλιαγορά, και να παραμείνει σαν ένα; φόρος τιμής ενός, απλά, επαρκούς αναγνώστη που αξιώθηκε στα γυ­ μνασιακά του χρόνια και σε μαύρες εποχές, να πάρει τα πρώτα ερεθί­ σματα για την έγνοια της γλώσσας, έχοντας δάσκαλο τον Γιάννη Ευθυβ. Τσουδερό. ΠΑΥΛΟΣ Δ. ΠΕΖΑΡΟΣ

πλαίσιο ~

Λ

Κείμενα για τον Δημόκριτο. Ξάνθη, Δ ιεθνές Δημοκρίτειο Ίδρυμα, 1984. Σελ. 254.

ΚΑΠΟΤΕ, ορισμένα συνέδρια αφήνουν πίσω τους πλούσιο υλικό. Και τα πρακτικά τους αποτελούν πεδίο σοβαρής μελέτης. Τέτοιο φαίνεται πως ήταν και το Α ' Διεθνές Συνέδριο για τον Δημόκριτο (που έγινε τον Οκτώβριο του 1983), αν κρίνει κανείς από τις ανακοινώσεις που δημοσιεύονται σ’ αυτό τον τόμο, και που αφορούν τις ερμηνευτικές προσεγγίσεις της διδασκαλίας του Αβδηρίτη φιλόσοφου. (Ένας δεύτερος τόμος που θα ακολουθήσει, με κείμενα ελληνικά και ξένα, θα περιλαμβάνει τις ανακοινώσεις του «ιστορικού» μέρους του συνεδρίου.)

Μ ΙΧ ΑΛΗ ΑΡΦ ΑΡΑ: Αρχιτεκτονικά διακοσμητικά στοιχεία. Αθήνα, 1984. Σελ. 255.

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ τούτο του Μιχ. Αρφαρά έχει μια ιδιαιτερότητα: Δεν περιλαμβάνει κείμενα αλλά μόνο σχέδια. Σχέδια τα οποία δίνουν τις παραλλαγές των στοιχείων που μπορούν να συνθέσουν ένα σπίτι, από τους μικρότερους ώς τους μεγαλύτερους χώρους του, με όλες τις λεπτομέρειες, καθώς και -αντίστοιχα- ενός οικιστικού συγκροτήματος ή ενός επαγγελματικού κτιρίου. Έτσι, το βιβλίο προσφέρει λύσεις και ιδέες, όχι μόνο στους ασχολούμενους με την οικοδομή και τις επιμέρους εργασίες της,


56/οδηγος

ν\°

το αθεράπευτο τραύμα του ονείρου ΠΡΟ A POM Ο Υ X. Μ ΑΡ Κ Ο Γ ΛΟ Υ: Έσχατη Υπόσχεση, Ποιήματα 1958-1978, έκδ. Παρατηρητής, Σ ύγ­ χρονη ελληνική λογοτεχνία 3, 1984. Σελ. 151.

Ο Πρόδρομος X. Μάρκογλου έχει επί μακράν θητεύσει στη μετα­ πολεμική βορειοελλαδική ποίηση. Ανήκει σε εκείνους που με επι­ μονή και πεποίθηση διαμόρφωσαν το στίγμα της μέσα στη νεοελ­ ληνική ποιητική γεωγραφία. Το έργο του, χρονολογικά και θεματολογικά κινείται ανάμεσα σε δυο βασικούς πόλους: Τον έγκλει­ στο ποιητικό χώρο του Γιώργου Ξ. Στογιαννίδη και την «κομμένη (κοινωνικά και πολιτικά) γλώσσα» του Μάρκου Μέσκου. Η ποίη­ ση είναι αποφασισμένος εγκλεισμός και η ζωή -μετά τον τελευταίο πόλεμο- χαίνον τραύμα, θα μηνύσει σε όλους τους τόνους ο ποιη­ τής. Οι ελληνικές μετεμφυλιακές συνθήκες στάθηκαν καθοριστικές σ’ αυτό. Το τρομοκρατικό πολιτικό κλίμα, η ανηλεής, άντληση αν­ θρώπινης και κοινωνικής υπεραξίας, ο αηδιαστικός χυλός του κα­ ταναλωτικού προτύπου υπήρξαν τα κυρίαρχα βιώματα κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριακονταετίας. Από την αρχή το όραμα -η επανα­ στατική μετατροπή του κόσμου- εί­ ναι προσβεβλημένο. Η επανάσταση έληξε με το τέλος του πολέμου. Από τότε ο ποιητής έγινε τυφλο­ πόντικας· σύρεται με το πρόσωπο στο χώμα. Κλειδώνει τον εαυτό του σε μια στενή λωρίδα, την ποίηση. Η ταυτότητα, αν και υπό διαρκή αναζήτηση, δεν ανευρίσκεται. Ο λόγος αρθρώνεται με δυσκολία κι η ποίηση ημιτελής, κάποτε ατελέσφο­ ρη δράση που αδυνατεί να επανα­ φέρει το όραμα, που αρνείται να θεραπεύσει. Η απουσία και η έλ­ λειψη γίνονται οι προϋποθέσεις της. Η ίδια μεταβάλλεται σε συλλε­ κτική χοάνη αίματος. Εκείνου που σπαταλήθηκε χωρίς να δικαιωθεί στην κατοχή και την αντίσταση κι εκείνου που έρευσε κατόπιν (φυλα­ κές και εξορίες) πάλι αδικαίωτο.

Ωστόσο, η ποίηση του Πρ. X. Μάρκογλου κατά κύριο λόγο ανιχνεύει το παρόν (διατηρώντας ως αναπόδραστο έρμα το παρελθόν που μόλις είδαμε). Στο παρόν ετούτο μόνη προοπτική παραμένει η νύχτα. Ακόμη και το φως αποτε­ λεί πικρό προπομπό της. Η ζωή εί­ ναι σκωληκοβίωτη. Γεμάτη φόβο (για την εξουσία), βία (από την εξουσία) και ενοχή (εξαιτίας της εξουσίας). Οι παλαιοί αυτάδελφοι του ονείρου προσεχώρησαν σχεδόν ανενδοίαστα. Η μεταπολεμική αχλύ στάθηκε παγίδα και καθρέ­ φτης παραμορφωτικός. Δούρειος Ίππος και ασφαλής κλοπή συνει­ δήσεων. Έστω κι αν όσοι υπήρξαν νικητές βρέθηκαν εσωτερικά χαμέ­ νοι. Εκείνοι που κρατήθηκαν μα­ κριά από τη συνδιαλλαγή τώρα καίγονται μέσα στους εαυτούς

τους. Τους έμεινε μονάχα η αγάπη που αν και νεκρό σώμα παραμένει ακόμη βάση και άγγιστρο. Πάντως, η ζωή κατάντησε μάταιη περιφορά και βάσανο· η αγωνιστική συνείδη­ ση ετέθη ξανά και ξανά στο στόχα­ στρο. Το όνειρο μεταμορφώθηκε σε διαδικασία συνεχών μεταθέσεων. Όσο για την ποίηση, αυτήν που βρισκόταν πάντοτε στις οπισθοφυ­ λακές του αγώνα, καθηλώθηκε από την απάτη της δημόσιας γλώσσας. Έγινε ένα σχόλιο στο περιθώριο. Ωστόσο, το φλέγόμενο πάθος για μιαν άλλη ζωή και η οδύνη της απώλειας, δεν μεταστοιχειώνονται πάντοτε ποιητικά στο έργο του Πρ. X. Μάρκογλου. Δεν είναι λίγες οι φορές, που η προσπάθεια να ψηλαφηθούν αντικειμενικά τα κοινωνι­ κά δεινά γίνεται στρεβλή και το ποιητικό κείμενο εκπίπτει σε πολι­ τική διακήρυξη. Έτσι, εκεί που περιμένει κανείς λεκτικά δόρατα συναντάει τον χαμηλό κλαυθμηρισμό. Πίσω του υπολανθάνει μια κοινωνιολογίζουσα, απλώς, πι­ κρία. Οι σκληρές βιοτικές συνθή­ κες αντιμετωπίζονται διδακτικά και ηθικολογικά. Τα ποιητικά πρό­ σωπα (καπνεργάτες, άστεγοι, άνεργοι) μετεωρίζονται. Το ποιητι­ κό υποκείμενο διατηρεί την καθαρότητά του· δεν ρίχνεται μέσα στον κόσμο. Οι έννοιες υποκαθιστούν τα πράγματα και ο λόγος υπερκα­ λύπτει τις σιωπές εμποδίζοντας την αμφισημία. Οι ατμοσφαιρικές κα­ τασκευές -πλην κάποιας μακεδονι-


οδηγος/57 κής τοπιογραφίας- χωλαίνουν. Η ποιητική γλώσσα τέλος δεν υπερ­ βαίνει το πάσχον κοινωνικό υλικό αλλά σπαταλιέται εντός του. Η φρίκη της πραγματικότητας υπερ­ καλύπτει τον ποιητή· τον δυσκο­ λεύει. Εκεί που ένας πεζογράφος -ο Τόλης Καζαντζής- βρήκε διέξο­ δο στον μαστιγωτικό σαρκασμό, ένας ποιητής ασφυκτιά μέσα στις ματαιώσεις του. Οι ευτυχέστερες στιγμές του Πρ. X. Μάρκογλου εντοπίζονται κατά τη γνώμη μου στα υστερότερα ποιήματά του. Ό που τα σύμβολα πλουταίνουν και τα ποιητικά πρό­ σωπα πληρώνονται. Ειδικά, όταν διαλέγει έναν ποιητικό λόγο συγ­ κρατημένα παραληρηματικό και κατορθώνει, στην εμβέλειά του, να

ν\°ν

συναιρεί τα μείζονα στοιχεία του έργου του: Την αποστέγνωση, τον κλειστό χώρο, τη μοναχική θέση και τη διάσπαση, την καταστροφή της επικοινωνίας, τον σωστικό και αιμοφόρο έρωτα. Ο Πρ. X. Μάρκογλου με τη συγ­ κεντρωτική ετούτη έκδοση ποιημά­ των του έκλεισε μια πορεία. Κατά τη διάρκειά της ανασκάλεψε με προσοχή αλλά και με ένταση το τραύμα του ονείρου. Λίγα τα φάρ­ μακα που του δόθηκαν. Περίσεψε η διάψευση. Ό σοι έζησαν την επο­ χή και παρακολούθησαν την ποίη­ ση γνωρίζουν την οδύνη. Οι υπό­ λοιποι ας προσπαθήσουμε απλώς να την υποψιαστούμε. ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ποιήματα που μοιάζουν με στίχους τραγουδιών Θ Α Λ Ο Υ Σ ΤΑ Θ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ : Θέμα για άγνωστο επισκέπτη. Αθήνα, 1983. Σελ. 31.

Α ς μου επιτραπεί να μιλήσω με μαθηματικούς όρους. Έ χουμε έναν άγνωστο X σ’ όλο το βιβλίο και ζητάμε με την βοήθεια μερι­ κών γνωστών αριθμών να βρούμε αυτόν τον ζητούμενο επισκέπτη. Αυτόν που πάντα έρχεται να χτυπήσει την πόρτα, αλλά που δεν έχει το θάρρος να κάνει την παραμικρή κίνηση. Αυτό το φάντα­ σμα της παιδικής ηλικίας που κάνει αισθητή, για πρώτη φορά, την απουσία του με την μορφή των θείων τις γιορτινές μέρες. Αργότε­ ρα, με την ενηλικίωση, η απουσία παρατείνεται για πολλά χρόνια και ju \ύ αργότερα, όταν οι δυνάμεις μας έχουν εγκαταλείψει, έρ­ χεται αλλά όχι ως επισκέπτης πλέον, αλλά ως ιδιοκτήτης.

μα και στους ίδιους τους ενοίκους της. Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος. Πειραιάς, 1984, Σελ. 127.

ΑΥΤΗ η έκδοση δεν θα είχε ίσως το ενδιαφέρον της επισήμανσης, αν δεν ήταν το περιεχόμενό της αφάνταστα ευρύτερο από όσο δείχνει ο τίτλος της. Γιατί, ναι μεν ένα μέρος του βιβλίου είναι αφιερωμένο στο υλικό και την συγκρότηση του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος, το υπόλοιπο όμως, συμπληρούμενο από φωτογραφίες εκθεμάτων, με επιλεγμένα άρθρα, δίνει συνοπτικά ολόκληρη την εικόνα των ναυτικών δραστηριοτήτων των Ελλήνων, από την αυγή της φυλής έως σήμερα· δραστηριότητες οι οποίες αντίστοιχα καταγράφονται μουσειακά από τα εκθέματα. Ε. ΑΣ ΛΑ Ν ΙΔΗ : Το ρολόι ομιλεί περί ψυχής. Αθήνα, Κέδρος, 1984. Σελ. 53.

ΜΕ αφετηρίες που ακουμπούν στη δημοτική ποίηση ή τους εκκλησιαστικούς ρυθμούς, ο Ε. Ασλανίδης διαγράφει τα όρια ενός δικού του τελετουργικού ποιητ κού κόσμου. Τα σύμβολά του, συχνά με λυρικά προσωπεία, σηματοδοτούν έναν κώδικο αποστασιοποιημένης υποβολής, οι επισημάνσεις του περιγράφουν τον προφητικό ενεστώτα, τα εγκαύματά του και οι νυγμοί αφήνονται στον υποθετικό λογισμό και τη δεκτικότητα. Για να πληρωθεί, έτσι, η δυαδική οντότητα του παρόντος και του απόντος... ΞΕΝ Ο ΦΩΝ ΤΑ ΒΑΡΒΕΡΗ: Περίπατος πρώτος. Αθήνα, Καρανάσης, 1984. Σελ. 41.

ΠΟΙΗΣΗ πάλι, ολιγόλογη, λες και οι λέξεις, οι φράσεις


58/οδηγος σε λειτουργία τον πλάγιο τρόπο εκ­ φοράς του λόγου, για να εκφράσει μια δική του κατάσταση. Ό ταν ο χώρος περιορίσει τις αποστάσεις του δρώντος ατόμουποιητή, τότε γίνονται προσπάθειες φυγής, με τις μουσικές φόρμες των ροκ τραγουδιών, από τις διαστά­ σεις που του έχουν επιβληθεί. Περ­ νά στην φάση της αντεπίθεσης που δεν είναι άλλη από τη γλώσσα της άρνησης και της εξέγερσης. Η άλλη γλώσσα είναι η γλώσσα της εξου­ σίας, που αξιοποιεί κάθε μέσο για να προβάλλει και να επιβάλλει την δική της ιδεολογία. ΓΡ αυτό, λοι­ πόν, η ποιητική εμπειρία καταγρά­ φεται μ’ έναν λόγο άμεσο και κα­ θημερινό: «... παραλύοντας την δη­ μόσια κυκλοφορία/την ιδιωτική ασφάλεια/την μαζική αφέλεια/έχω τόσες φορές ταχυδρομήσει/όχι μόνο μια κάρτα/αλλά και αντικείμενα/ ένα βιομηχανικό σαπούνι/και την οδοντόβουρτσά μου/». Ο λόγος του οδηγείται σ’ ένα συνεχές παραλή­ ρημα με την παράθεση λέξεων, όπως έρχονται αυτόματα από το νου, χωρίς καμιά παρέμβαση που θά ’βάζε ρυθμό στις σκέψεις του. Πολλές φορές, ενώ αρχινά να κα­ ταγράψει το παραλήρημά του σε στίχους, χάνει στην κυριολεξία τον δρόμο του και καταλήγει στην πρό­ ζα. Έχουμε την εντύπωση, ότι ο ποιητής ξεκινά να χαράξει την πο­ ρεία του, αλλά καθώς εξαντλείται ο χρόνος του ποιήματος, χάνει του αρχικό του στόχο και ξεσπάει στην κυριολεξία σε μια παραληρηματική Αρχιτεκτονημένος χώρος: Πολυκα­ τοικίες, σύγχρονα διαμερίσματα, στενά σοκάκια, υπόγειος σιδηρό­ δρομος, λεωφορεία, αυτοκίνητα και όλα τα σημεία που συνθέτουν την εικόνα μιας σύγχρονης πόλης. Κοντά στην πόλη βρίσκεται η ονο­ μαζόμενη βιομηχανική ζώνη. Χρώ­ ματα του αρχιτεκτονημένου χώρου: Συνήθως το γκρίζο. Πολλές φορές και το μαύρο· σε ορισμένα σημεία το πράσινο. Ρυθμός πρόσβασης στον αρχιτεκτονημένο χώρο: Γρή­ γορος ώς πολύ γρήγορος. Καθορι­ σμένο ωράριο με ανώτατο όριο ερ­ γασίας τις οχτώ ώρες. Η σπουδαιότητα του χώρου φαί­ νεται σ’ όλα τα ποιήματα της συλ­ λογής. Σχεδόν δεν υπάρχει ποίημα, που να μην αναφέρονται, έστω και για μια φορά, λέξεις που προσδιο­ ρίζουν την έννοια του χώρου. Πα­ ραθέτω, εδώ, μερικές ενδεικτικά: σταθμός, πλατεία, σπίτι, αυτοκίνη­

το, μοτοσικλέτες, διαμερίσματα, άσφαλτος κ.ά. Σε ορισμένα ποιή­ ματα, ο περιορισμένος κοινωνικός χώρος παίρνει την μορφή της γει­ τονιάς της επαρχίας. Εντοπισμένο λοιπόν το υποκείμενο, στον ανάλο­ γο περίγυρο, υποβάλλεται και σε ανάλογες εμπειρίες που διαμορφώ­ νουν έναν τρόπο συμπεριφοράς ατομικής, σε πρώτο στάδιο, και κοινωνικής σε δεύτερο. Εξάλλου οι προβολές του υποκειμένου είναι συνδυασμένες με το συγκεκριμένο σκηνικό, και σταδιακά μορφοποιούνται σε αυτόνομα θεατρικά μο­ νόπρακτα. Υπάρχει ένας ηθοποιός που άλλες φορές χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο, έχοντας κάνει συ­ νείδηση την εσωτερική εξορία, και άλλες το τρίτο πρόσωπο σαν τον τρόπο που κάνει αισθητή την απουσία. Ο ποιητής, πίσω από το τρίτο πρόσωπο, προτιμά την ανω­ νυμία, ή αν θέλετε καλύτερα, βάζει

Θα πρέπει να αναφερθούμε και στη ροκ μουσική. Ορισμένοι τρα­ γουδιστές της αναφέρονται και στις σημειώσεις που παρατίθενται στο τέλος του βιβλίου. Σε δύο μά­ λιστα ποιήματα της συλλογής, συ­ ναντούμε στίχους δυο ονομαστών συνθετών και τραγουδιστών της ροκ του David Bowie και του Jim Morrison. Τα ποιήματα μοιάζει να παίρνουν αρκετά και να έχουν σχέ­ ση και με το μουσικό κίνημα New Wave. Σε κάποιο μέρος μάλιστα του βιβλίου υπάρχει και φωτογρα­ φία από το New Wave συγκρότημα της δυτικής ακτής της Αμερικής, Tuxedomoon. Τα ποιήματα αυτά θα μπορούσαν να γίνουν και τρα­ γούδι. Είναι κοντά στους στίχους των τραγουδιών της ροκ. Και έτσι, θα πρέπει να διαβασθούν. ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ


οδηγος/59

Ο

«

ιστορικός ρόλος του μέσου ανθρώπου», κοινή πλευρά του σωστού και του άδικου Λ ΙΑ Η Σ Ζ Ω ΓΡΑΦ Ο Υ: Η γυναίκα σου η αλήτιααα. Αθήνα, Γραμμή, 1984. Σελ. 233.

Ό σ ο κι αν οι ελληνίδες λογοτέχνιδες και συγγραφείς, (κάνω αμέ­ σως, γιατί θα μας χρειαστεί παρακάτω, αυτόν τον όχι και τόσο αυθαίρετο διαχωρισμό, και πάλι, όχι στη βάση των οικονομικών απολαβών και σε διακρίσεις που λένε ότι κάποια είναι επαγγελματίας συγγραφέας, δηλαδή ζει α π’ τα γραπτά της, ενώ, κάποια άλ­ λη ερασιτέχνις λογοτέχνις, δηλαδή γράφει όταν κάτι την «πνίγει»· ο διαχωρισμός αφορά το έργο τους περισσότερο στα αισθητικά, και γλωσσικά-εκφραστικά γνωρίσματα) θέλουν να πιστεύουν και να διακηρύσσουν ότι οι διαφορές ανάμεσα στην αντρική και τη γυναικεία λογοτεχνία είναι φανταστικά κατασκευάσματα του εξουσιαστικού φύλου, στην προσπάθειά του να κρατήσει τις θέ­ σεις του, εντούτοις - κι ας με συγχωρέσουν- η αλήθεια είναι ακρι­ βώς η αντίθετη. Η γυναικεία γραφή διαθέτει όλα εκείνα τα πλεονεκτήματα του σύγχρονου γυναικείου φύλου, όπως φαντασία -υπέρμετρη πολλές φο-

ρές- ευαισθησία, ανεξαρτησία, αυτονομία, έρευνα των γυναικείων προβλημάτων, αντίληψη του ρόλου της γυναίκας στον έρωτα· ταυτό-

ντρέπονται το φως, σεμνύονται την πολυκοσμία του λόγου, τη φλυαρία που κατατρύχει το έντυπο χαρτί. Ο Βαρβέρης μιλάει -και ξέρει να μιλάει- με τον υπαινιγμό, προτιμά τη θέση από την ανάλυση, δείχνει με το δάχτυλο παραβολικά (για όσους μπορούν να καταλάβουν ότι δεν πρόκειται για το δέντρο μα για το δάσος), δεν ανατρέπει τον κόσμο, τον παρατηρεί και τον καταγράφει μέσα από στιγμιαίες αναλαμπές του προσωπικού του κάτοπτρου. Μ ΑΝΟΛΗ ΓΙΑ ΚΟ Υ Μ ΑΚ Η : Μικρή καθοδήγηση. Αθήνα, Ωλήν, 1984. Σελ. 68.

ΠΕΡΠΑΤΩΝΤΑΣ σε κλασικότερα ίσως ποιητικά μονοπάτια, ο Μανόλης Γιακουμάκης στη «Μικρή καθοδήγησή» του αφήνεται στη χαρά των λέξεων, στο συναισθηματικό άμεσο πέταγμα ή στο τραγούδι των αδικημένων στιγμών και ζωών. Πού και πού όμως ξεφεύγουν -θαρρείςρήσεις μικρές, για να προσδώσουν άλλες γεύσεις, να υποσημειώσουν άλλες κατευθύνσεις, αδιαμόρφωτες ακόμη αλλά υποβόσκουσες. Και να αφήσουν υποθήκη για ένα σφιχτότερο πάντρεμα του ενστικτώδους λόγου με τα οράματα και τη σκέψη. ΔΗ Μ Η Τ ΡΗ ΕΥΓΕΝ ΙΟ Υ: Ο θαυματοποιός πίθηκος. Αθήνα, Οόυσσέας, 1984. Σελ. 21.

Ο ΠΥΡΕΤΟΣ κατακαίει την ποίηση και του Δημήτρη Ευγενίου. Κάτω από έναν ξέφρενο λόγο, σύμβολα της σύγχρονης παγκόσμιας ζωής και τέχνης πηγαίνουν, έρχονται, οικτείρονται, ανυψώνονται και βυθίζονται, χλευάζονται και δοξάζονται, ίδια όπως χλευάζεται και


60/οδηγος

Λ ίλή Ζωγράφου

χρονα έχει και όλα εκείνα τα μειο­ νεκτήματα που μετουσιώνονται σε άσκοπες περιγραφές, σε ρομαντι­ κές και εξωεποχικές αναπολήσεις, σε πολύ λίγη γνώση των δυνατοτή­ των που παρέχει ο γραπτός λόγος και σε εμμονή πάνω σε αισθησιακά -παραδοσιακά σχήματα όπως «μά­ να», «γάμος», «γέννα», «οικογέ­ νεια», «παιδική ηλικία» κλπ. Κι αυτό είναι απόλυτα φυσιολο­ γικό αφού «ισότητα» δεν σημαίνει (και ούτε πρέπει άλλωστε) ισοπέδωση, αφού οι διαφορές του σώμα­ τος δημιουργούν διαφορές - ανα­ πόφευκτες - στις εγκεφαλικές και ■ψυχικές λειτουργίες (πηγές του τρόπου ζωής, κατά συνέπεια και της γραφής). Εξάλλου, πρέπει να παραδεχτούμε, ότι όλη η συλλογι­ στική και η φιλολογία γύρω απ’ τα δυο φύλα, γίνεται γιατί υπάρχει αυτή η «έκπληξη» του κάτι άλλου. Πώς λοιπόν θα ήταν δυνατόν, τα πνευματικά δημιουργήματα αν­ θρώπων που ανήκουν σε διαφορε­ τικά φύλα να παρουσιάζουν «ίδια αντίληψη καί θέση», πάνω σε κοι­ νωνικά ζητήματα, σχέσεις ατόμων, εκφράσεις ζωής; Και πώς θα ήταν δυνατόν, έστω κι αν μια γυναίκα λογοτέχνις ή συγγραφέας μεγάλωνε σύμφωνα με τα καθιερωμένα που ισχύουν για το άλλο φύλο ακόμα και με την κοινωνική παραδοχή, να εκφραστεί με άλλο τρόπο από εκεί­ νον που οι φυσικές της δυνάμεις θα την έσπρωχναν; Πατάμε πάνω σ’ αυτό το πρώτο σκέλος- μας χρειάζεται ακόμα να «καταλάβουμε» το διαχωρισμό των

ασαφών ορίων του λογοτέχνη από τον συγγραφέα, που αποτελεί το δεύτερο σκέλος, για να ισορροπή­ σουμε και να δούμε το τελευταίο βιβλίο της Λιλής Ζωγράφου σαν «μαρτυρία» μιας γυναίκα;, (κι έχει σημασία αυτό, άσχετα αν δεν πρό­ κειται για προσωπική εξομολόγη­ ση), με μεγάλη παρουσία στα ελλη­ νικά γράμματα. Τεκμηριώνοντας το διαχωρισμό, όπως είπα και στην αρχή, ανάμεσα στα αισθητικά και στα γλωσσικά-εκφραστικά στοι­ χεία, τελείως επιγραμματικά και για να μη χαθούμε: ο λογοτέχνης, όπως και η γυναίκα ομότεχνή του, χρησιμοποιεί αποκλειστικά δικό του «κώδικα» ή έστω τον αντλεί από κάποιον μεγάλο του είδους. Επιθυμεί το βίωμά του να περάσει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ιδιαιτερότητα. Η δημιουργία του δεν αναλύεται πάνω σε καλούπια «αντίληψης» ή κατανόησης. Εντάσ­ σει τον εαυτό του και τα γραπτά του σ’ ένα πλαίσιο αναζητήσεων και συνεχών προβληματισμών. Απ’ τη μεριά του, ο συγγραφέας ή η συγγραφέας δεν «κακοποιεί» τους νόμους της γραφής και της έκφρα­ σης. Είναι, πάνω απ’ όλα, ο εκ­ φραστής της μέσης ή κοινής γνώ­ μης. Γράφει, σχεδόν πάντα, για να μεταδίδει το μήνυμα που ο ίδιος συνέλαβε. Προσπαθεί και τα κατα­ φέρνει να βρει τις παραμέτρους που συνθέτουν το θέμα του (παρά­ μετροι που πιστεύει ότι θα γίνουν μοχλοί για κοινωνικές και συνειδη­ σιακές αλλαγές). Είναι τελικά ένας καταγραφέας, μια «ουδέτερη» πε­ ρίπτωση, δηλαδή ένας άνθρωπος που ' «γράφει», αλλά όχι κατ’ ανάγκη λογοτεχνία. Σύμφωνα μ’ αυτά τα δεδομένα, και πάντα κατά τη δική μου άπο­ ψη, το έργο της Λιλής Ζωγράφου κινείται (όπως και μεις άλλωστε που το μελετάμε) πάνω στη σχέση: γυναικεία γραφή - συγγραφέας. «Η γυναίκα σου η αλήτισσα» εί­ ναι μια πραγματική-φανταστική μαρτυρία που εξελίσσεται στη βά­ ση ενός ρόμβου που τον αποτελούν δυο ισόπλευρα τρίγωνα με «κοινή πλευρά». Η «κοινή πλευρά» είναι μια πολυσυζητημένη, παραξηγημένη και δυστυχώς ακόμα εκμεταλλεύσιμη πηγή· ακούει στο όνομα μετανάστης και προσφέρεται για διάφορους λόγους που ξεκινάνε απ’ την απλή συμπόνοια και φτά­ νουν μέχρι την πολιτική θέση. Αν ο «συγκεκριμένος» μετανάστης, που

η σκιαγράφηση φέρνει άλλοτε στο χώρο της διανόησης κι άλλοτε σε κρίσεις περί «ηλιθιότητας», μπλέ­ κεται σε αγώνες όπως το αντάρτικο των πόλεων, τότε, απλοποιούνται και στη συνέχεια απομυθοποιούνται οι συνθήκες τέτοιων αγώνων που στ’ αυτιά των ανθρώπων φτά­ νουν με τραγικά υψηλό τόνο· συν­ θήκες για τις οποίες το σύνολο του κόσμου ανοίγει το στόμα του με κατάπληξη, σαν αποτέλεσμα της άγνοιάς του και, φυσικά, της μη συμμετοχής του. Η Λ. Ζωγράφου δένει με ορισμένο τρόπο (χωρίς να «καταγράφει» δημοσιογραφικά) γεγονότα - καταστάσεις - κατεστημέ­ να - ψυχοσυνθέσεις - αρχές - εξουσίες-φύλα-σχέσεις ανθρώπων-αγώνες για ιδανικά κι ένα σωρό άλλς^ πράγματα. Τα βάζει στο σπίτι μας, τα κάνει πολύ δικά μας, ενώ εμείς έχουμε την εντύπωση ότι βρίσκον­ ται πολύ μακριά μας, ή δεν μας αφορούν άμεσα. Ό ,τ ι αποσπασμα­ τικά λοιπόν ακούσαμε ή διαβάσαμε για την επιστημονική μέθοδο με την οποία οι γερμανικές αρχές εξα­ φανίζουν κάποιους ρομαντικούς με καρδιά λιονταριού, ό,τι μάθαμε για τη συμπεριφορά οργάνων και στελεχών της ασφάλειας κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, ό,τι κα­ θημερινά λέγεται για τα διάφορα ύποπτα μαγαζιά που τα διευθύ­ νουν ύποπτοι τύποι σε ύποπτα μέ­ ρη και που πρότερο σκοπό έχουν την προαγωγή της πορνείας, όλα αυτά, μέσα από το έργο της Λιλής Ζωγράφου, παίρνουν σάρκα και οστά. Γίνονται Ίγκε, Κουρτ, Μιχάλης, κυρ-Μήτσος και αγκαλιά­ ζουν (χαρακτηρισμός δικός μου: σωστά και άδικα) την «κοινή πλευ­ ρά», τον «κοινό άνθρωπο», όλους εμάς, μήπως κάποτε μπορέσουμε να ενεργήσουμε όχι σαν «θεατές» αλλά, με τη δύναμη που θα μας δί­ νει αυτή η γνώση. Και είναι το πιο ενδιαφέρον μή­ νυμα που ξεπηδάει σχεδόν από κά­ θε σελίδα του βιβλίου. Ενός βι­ βλίου όμως που συχνά αντιμετωπί­ ζει σύγχρονα προβλήματα, με μια χρήση αξιών ξεπερασμένη, ακόμα και για τα ελληνικά δεδομένα. Με κάποιες υπερβολικές «συμπτώσεις» για να στηθεί ο μύθος-πραγματικότητα. «Ατυχές» ενίοτε για τη γλώσ­ σα που το διαρθρώνει. Κι ακόμα ένα βιβλίο που σε μερικές του στιγ­ μές πλαγιάζει, φιλολογεί, μισοδοκιμιογραφεί, πλατιάζει. Χωρίς να είναι λοιπόν ένα «μεγάλο» βιβλίο,


οδηγος/61 καταφέρνει να συντρίψει τα αόρα­ τα τείχη που χωρίζουν τους λαούς από τις ηγεσίες τους, τις αρχές τους, τα εξουσιαστικά κέντρα, να προκαλέσει τον άνθρωπο του μερο­ κάματου και του γραφείου να έρθει αρωγός σ’ αυτήν την προσπάθεια, που δεν είναι απλή και εύκολη και που μόνο με τη δική του έμπρακτη βοήθεια μπορεί να ολοκληρωθεί. Το τελευταίο έργο της Αιλής Ζω­ γράφου, «η γυναίκα σου η αλήτισσα», συνδέεται στενά με το «επάγ­

γελμα πόρνη», κι ίσως καθόλου με τα δύο ενδιάμεσα, δηλ. το «η γυ­ ναίκα που χάθηκε καβάλα στ’ άλο­ γο» και το «μου σερβίρετε ένα βα­ σιλόπουλο παρακαλώ» (για να μεί­ νουμε στα τέσσερα τελευταία). Μ’ αυτή τη λογική, θα κερδίσει και πάλι μια μεγάλη αναγνωστικότητα λλά κι ένα μεγάλο φάσμα αλληλο>. ,'γκρουόμενων και αλληλοσυμπληρούμενων απόψεων πάνω στο αισθητικό του ύψος. ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

δοξάζεται η ανθρώπινη ύπαρξη στο κατώφλι του 21ου αιώνα, ο γυμνός πίθηκος που απογυμνώνεται και στο κρανίο του μέσα, ύστερα από την ανάβλεψη της δικής του διαδρομής. Ποίηση δηλαδή πολύ ενδιαφέρουσα στη δυναμιτης, αν και θυμίζει τη γραφή των πιο καθιερωμένων ξένων οργισμένων ποιητών. Μ ΙΧ Α Α Η ΔΕ ΛΗ ΣΑΒΒ Α: Ά νθρ ω ποι δικοί μας. Αθήνα, Διογένης, 1984. Σελ. 156.

πλαστικότητα και μαγεία της έκφρασης Μ ΑΡΙΑ Ν ΝΑΣ ΤΖΑΝΤΖΗ: Την άλλη φορά, Μαργαρίτα. Αθήνα, Καστανιώτης, 1983. Σελ. 111.

Έ χει γραφτεί συχνά κι από πολλούς: Τα κείμενα που υπογράφουν οι νεοέλληνες, σημερινοί πεζογράφοι, έχουν γνώρισμα κοινό -α ν όχι μοναδικό, σίγουρα πρώ το- τη ρευστότητα του λόγου. Και μια τέτοια ιδιότητα έχει κάτι το θετικό, μα και κάτι το αρνητικό. Την ικανότητα να εισέρχεται με άνεση ο λόγος, περιγραφή και κατα­ γραφή, ακόμα και στο πιο μικρό βαθούλωμα. Ό μω ς και την μη αποτελεσματικότητα στην επισήμανση του κύριου στόχου, τις πε­ ρισσότερες φορές δεν υπάρχει καν στόχος. Η αφήγηση, λοιπόν, για την αφή­ γηση; Ό χι, πάντα. Αλλά και όταν κάτι τέτοιο συμβαίνει, πού το κο­ λάσιμο της απόφασης; Πρόβλημα καίριο της ελληνικής πραγματικότητας την ημερών μας, η συρρίκνωση της γλώσσας. Στους

δρόμους των πόλεων θνήσκουν κα­ θημερινά, από αχρηστία ή κακομε­ ταχείριση, οι λέξεις. Και στην ύπαιθρο, η ατμόσφαιρα δεν ευνοεί πλέον, την παράταση μιας λεκτικής άνθησης. Τα ελληνικά πεθαίνουν εκπέμποντας το σήμα κινδύνου, σε

Ο ΤΙΤΛΟΣ τούτου του βιβλίου του Μιχ. Δελησάββα δίνει -σαν ολιγόλογη περίληψη- και το περιεχόμενο. Γιατί, πραγματικά, τα διηγήματα μιλούν για ανθρώπους, όντα πεπερασμένα και καθημερινά, που με πολλή αγάπη έρχονται στο προσκήνιο (είτε από την ανάμνηση είτε από τη φαντασία), παίρνουν μια πρόσκαιρη ανάσα και μετά, με αρκετή πίκρα, αφήνονται να χαθούν και πάλι. Και ακριβώς η απλότητα της καταγραφής και της περιγραφής τους, η οποία είναι και καταγραφή της ίδιας της ζωής, αποτελεί και το κυριότερο προσόν των κειμένων. ΚΩ ΣΤΑ Μ ΑΥΡΟ Υ: Αυτοαμφ ισβητού μένος φαλλοκράτης. Αθήνα, Οδυσσέας, 1983. Σελ. 80.

ΕΝΑ νέο κοίταγμα του πεζού λόγου, με μπολιάσματα της αλληγορίας της ποίησης και του υπόγειου ρεαλισμού του τεχνοκράτη νου, φέρνει τούτο το κείμενο. Η αφήγησή του ακολουθεί -με φανάρι την αχαλίνωτη φαντασία- τους ερεβώδεις λαβύρινθους της λίμπιντο, τα οράματα και τους εφιάλτες, που μύχιοι χρωματίζουν το υπόβαθρο της


62/οδηγος

ΑΝΤΟΥΑΝ ΝΤΕ ΣΑΙΝΤ - ΕΞΥΠΕΡΥ Ό μικρός Πρίγκιπας

0 μικρός Πρίγκιπας

ψρψ·

Μετάφραση: ΒΕΡΟΝΙΚΗ ΔΑΛΑΚΟΥΡΑ

εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ Μανρομιχάλη 9 - ’Αθήνα 106 79 Τηλ. 3607744 - 3639962

Γ. Σπανδωνή • •

ΘΡΗΝΟΣ ΚΑΠΟΤΕ ΣΤΟ ΑΙΓΑ ΙΟ

Δύο β ιβ λ ία γ ια το κα λο κα ίρ ι ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΚΑΛΕΝΤΗΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ε.Ε. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ 15 10 562 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ. 32.34.271

συχνότητες που οι τεχνολογικές επιτεύξεις απαξιώνουν. Και οι νεοέλληνες πεξογράφοι αποφασίζουν να δράσουν. Χωρίς να αποποιούνται τις ενοχές τους. Χωρίς ν’ αγνοούν -πώς θα μπορού­ σαν;- τις αναπηρίες τους. Δρουν και στην περίπτωσή τους, δράση ίσον γράψιμο. Και τα κείμενά τους προσπαθούν ν’ αποδείξουν πως η γλώσσα δεν είναι απαραίτητο να πεθαίνει. Μπορεί να ζήσει -ναι! ζει, αναπνέει, πάλλεται. Οι λέξεις, που στο στόμα κάποιων άλλων παίρνουν τις διαστάσεις του συν­ θήματος και την στειρότητα της εμ­ πορικής ή κοινωνικής συναλλαγής, αυτές οι ίδιες λέξεις γίνονται πά­ θος, γίνονται ρυθμός, γίνονται τέ­ χνη· Η αφήγηση, λοιπόν, για την αφήγηση. Γιατί όχι; Το τελευταίο μετερίζι. Και τα θέματα; Ανόητη ερώτηση έθεσα. Το πάθος, ο ρυθ­ μός, η τέχνη δεν είναι στοιχεία μιας ουσίας. Είναι η ουσία. Και η ουσία έχει θέμα. Είναι ο άνθρωπος. Και ο χώρος του. Κι η εποχή του. Η γέννηση· ο θάνατος· και στο ενδιά­ μεσο η ζωή. Το γιατί οι σημερινοί πεζογράφοι μας σκύβουν κύρια πάνω από αυτό το ενδιάμεσο, τού­ το είναι ένα άλλο θέμα, θά ’ταν πο­ λύ όμορφο κι ενδιαφέρον να το αν- · τιμετωπίσουμε, μα όχι τώρα. Τώρα είναι καιρός ν’ αγγίξουμε το «Την άλλη φορά, Μαργαρίτα». Το πρώτο βιβλίο μιας νέας πεζογράφου. Νέο και πρώτο! Τι όμορ­ φες λέξεις! Η παρθενικότητα του πρωτόλειου. Η υπόσχεση της αυ­ ριανής ανθοφορίας. Και συνάμα το αυτόνομο της έμπνευσης. Πεζογραφήματα ονομάζει η Μαριάννα Τζαντζή τα κείμενά της. Αποφεύγει τον όρο διηγήματα. Και καλά κάνει. Γιατί δεν είναι. Ίσως κάποια -δύο ή τρία- να μπορούσαν να θεωρηθούν. Μα, πάλι, όχι. Το διήγημα απαιτεί κάποια δομή, ένα σκελετό σε πλήρη συναρμολόγηση και λειτουργία. Η Μ.Τ. προτίμησε να καταθέσει το σπασμό ακρωτη­ ριασμένων σωμάτων και έκθετων μελών. Κι αυτή η κατάθεση δεν χα­ ρακτηρίζει μοναχά τα επί μέρους κείμενα. Μα, αρχιτεκτονικά, όλο το βιβλίο. Βέβαια, υπάρχει συνολική δομή. Οι τέσσερις κατηγορίες (3+ 1) που η συγγραφέας χωρίζει τη συλλογή της, το μαρτυρούν. Όμως η αίσθηση της χαλαρής ασάφειας υπάρχει. Και είναι ο αναγνώστης που θα

προσθέσει το προσωπικό του ταμπεραμέντο για να χαράξει τους δρόμους της συμμετοχής του. Το απρόσωπο της πόλης, μικρής ή μεγάλης, η μοναξιά των διαμερι­ σμάτων και των δρόμων, η πεπερα­ σμένη διέξοδος των συγκεντρώ­ σεων -πολιτικών, επαγγελματικών, φιλικών, ερωτικών- και ένα παρελ­ θόν φιλτραρισμένο από τη νοσταλ­ γία· όλα κριτικά ειδωμένα από την πρώιμη ωριμότητα. Και ο έρωτας να φουντώνει από την συνύπαρξή του με την πολιτική δράση κι έπει­ τα να εξαφανίζεται γιατί αυτός αφορά δύο, ενώ τα άλλα -τα γύρωαφορούν τους πολλούς- στη συνέ­ χεια να ξαναγυρίζει μ’ άλλο πρό­ σωπο, σ’ άλλα πρόσωπα, κρατών­ τας πάντα τη μοναδικότητα του δι­ κού του. Και το παρόν και το μέλ­ λον -σχεδιασμένα αυτόβουλα αλλά μη βιωμένα- παραμένει εκτυφλωτι­ κό, πάντα, παρόν, εκτυφλωτικό, πάντα, μέλλον. Και η εφταετία, και η μεταπολίτευση... Κάπως έτσι τα χοντρά περιγράμ­ ματα που ερεθίζουν την Μαριάννα Τζαντζή και είναι τα τελευταία εί­ κοσι -άντε τριάντα- χρόνια που σταμπάρουν την έμπνευσή της. Και κάποια πρόσωπα· φοιτητές, εργά­ τες, υπάλληλοι. Νέοι - είναι, ήταν, υπήρξαν, θα μείνουν. Μ’ αγωνιστι­ κά οράματα και αστικά κατάλοιπα. Μ’ αγωνιστικά προγράμματα και αστικά -ίσως- μελλούμενα. Κά­ ποια πρόσωπα μ’ ευαισθησία, πά­ θος, όνειρα. Σε στιγμές μικρές, δι­ κές, ασήμαντες -ακόμα κι όταν συνυφαίνονται με τις μεγάλες, τις κοινές, τις εθνικές. Η Μαριάννα Τζαντζή με ταλαντούχα ευστοχία επιλέγει τις εκφράσεις, διαγράφει τους παλμούς. Και κάτω από την πένα της, (καιρός ν’ αντικαταστή­ σουμε την έκφραση με την: «μέσα από τη γραφομηχανή της») βγαί­ νουν τα πεζό', ροφήματα αυτού του βιβλίου που το διακρίνει η πλαστι­ κότητα και η μαγεία της έκφρασης, αλλά και το εντυπωσιακό του υπά­ κουου ευρήματος. Αν έτυχε νά ’χετε ήδη διαβάσει το βιβλίο ή αν τύχει να το κάνετε στο μέλλον, θυμηθήτε αυτά τα υπά­ κουα ευρήματα της Μαριάννας Τζαντζή που φωλιάζουν σε δύο -τουλάχιστον- κείμενά της. Το ένα είναι το «Μπλε Παλτό». Το άλλο λέγεται «Στη στεριά δε ζει το ψά­ ρι». ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ


οδηγος/63

φανερή η προσωπική ματιά ΧΡ ΙΣ Τ Ο Φ Ο Ρ Ο Υ ΜΗΛΙΩΝΗ: Υ­ ποθέσεις. Δοκίμια. Αθήνα, Καστανιώτης, 1983. Σελ. 147.

Ο Χριστόφος Μηλιώνης ανήκει στους πεζογράφους της β' μεταπο­ λεμικής γενιάς. Είναι κυρίως διηγηματογράφος με θητεία στο διή­ γημα: «Παραφωνία» (1961), «Το πουκάμισο του Κένταυρου» (1971), «Διηγήματα της δοκιμασίας» (1978)· τη νουβέλα: «Τα Ακροκεραύνια» (1976) και το μυθιστόρημα: «Η δυτική συνοικία» (1980). Με το βιβλίο του «Υποθέσεις» αγγίζει ένα άλλο είδος της πεζογραφίας, το δοκίμιο. Αββακούμ», «Δυο μεταφράσεις κι Οι «Υποθέσεις» είναι μια συλλογή ένα άλυτο πρόβλημα», «Η εσωτερι­ δεκαέξι σύντομων φιλολογικών δο­ κή γειτνίαση», «Ο μικρόκοσμος και κιμίων, που δημοσιεύτηκαν από το οι τραγωδίες του», «Ένα ζωντανό 1976 ώς το 1983 σε εφημερίδες και μνημείο χάνεται», Κ. Π. Καβάφης: περιοδικά («Φιλολογική Καθημερι­ «Περιμένοντας τους βαρβάρους», νή», «Δοκιμασία», «Φιλολογικά», «Αποταμίευμα ποιητικής ύλης». «Γράμματα και Τέχνες», «Αντί», Χαρακτηριστικός είναι και ο γε­ «Το Τεύχος») ή ανακοινώθηκαν νικός τίτλος των δοκιμίων. Ο συγ­ προφορικά. Και η διάρκεια του γραφέας χρησιμοποιεί τον διακρι­ χρόνου και η ποικιλία των εντύπων δείχνουν ένα συγγραφέα που σε τικό και υπαινικτικό όρο «Υποθέ­ σεις». Έτσι ο αναγνώστης προει­ καιρούς πνευματικής ανησυχίας δοποιείται από την αρχή ότι τα δο­ ανταποκρίνεται με τη δική του κίμια που έχει στα χέρια του απο­ προβληματική σε παλιότερα και τελούν δοκιμές προσέγγισης, βίω­ σύγχρονα προβλήματα της λογοτε­ σης κι ερμηνείας φιλολογικών θε­ χνίας. Τα προβλήματα αυτά τα επι­ μάτων. Είναι όμως φυσικό οι εντυ­ σημαίνουν χαρακτηριστικά οι τίτ­ πώσεις, οι εκτιμήσεις, οι ερμηνείες, λοι: «Η παθολογία μιας γενιά'», του αναγνώστη, γενικά να έχουν κι «Λογοτεχνία και πολιτική», «Δια­ ένα χαρακτήρα διαισθητικό. ΓΓ χρονική και συγχρονική πεζογρα­ αυτό ο λόγος για «Υποθέσεις». Τα φία», «Η μεταπολεμική πεζογρα­ ίδια πράγματα άλλοι θα τα «συλφία και η κριτική της», Δημ. Χα­ λάβουν» διαφορετικά και θα δια­ τζής: «Ο Σιούλας ο Ταμπάκος», τυπώσουν άλλες υποθέσεις. Δημ. Χατζής «Ο δάσκαλος», Δημ. Σ ’ όλα τα δοκίμια φαίνεται η Χατζής: «Η διαθήκη του», «Η σκη­ νοθεσία του Παπαδιαμάντη», · προσωπική ματιά του συγγραφέα. Θα μπορούσαμε ίσως να τα διακρί­ Γιάννης Μπεράτης: «Το πλατύ πο­ νουμε σε τρεις χωριστές ενότητες τάμι», «Ο βίος του Πρωτόπαπα

επαφής, άντρα προς γυναίκα, εγώ προς αυτή ή εκείνη, άτομο κέντρο του κόσμου προς το διάχυτο σύμπαν. Με αποτέλεσμα, ένα βιβλίο σημαδιακό ίσως στην ελληνική εξέλιξη της νεότερης πεζής γραφής. Γράμματα του Αρθούρου Ρεμπώ. Μετ. Κ. Παππά. Αθήνα, Ν εφέλη, 1984. Σελ. 190.

ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ του Αρθούρου Ρεμπώ (γράμματα παθιασμένα της ποιητικής νιότης ή -τα πιο πολλά- της θαμμένης στην Αφρική παράδοσης στην κοινότυπη βιοποριστική κούραση), είναι ουσιαστικά σελίδες από το ημερολόγιο καταστρώματος ενός «μεθυσμένου καραβιού». Τα σκοτεινά σταυροδρόμια του πλου δεν γίνονται φωτεινότερα με τις σημειώσεις. Απλώς η ρότα φαίνεται λίγο πιο κατανοήσιμη και προετοιμάζει μια επιπλέον γοητεία στον αναγνώστη των ποιημάτων, παρ’ ότι ο δεσμός αντιστοιχίας ανάμεσα σε βίωμα και ποίηση στον Ρεμπώ, πάντοτε χαλαρός, σπάζει γρήγορα και οριστικά. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ


64/οδηγος με κριτήριο τις διαφορετικές αφορχρονίας στην πεζογραφία. Η παρα­ ψη. Π.χ. έχοντας υπόψη το έργο μήσεις και τους διάφορους κάθε δοσιακή πεζογραφία είχε ως υπο­ του Στρατή Τσίρκα επισημαίνει και φορά στόχους: κείμενο τον άνθρωπο και την εμ­ προβάλλει κυρίως τη σχέση της 1. Υπάρχουν πρώτα τα δοκίμιαπειρία του στη διαχρονική του διά­ «Λογοτεχνίας και της πολιτικής». γενικών θέσεων γύρω από επίκαι­ σταση. Κύριος στόχος της ήταν η Παρόμοια, μιλώντας για την πεζο­ ρα προβλήματα της λογοτεχνίας: ερμηνεία της ατομικότητας στο γραφία του Χατζή υπογραμμίζει «Η παθολογία μιας γενιάς», «Δια­ κοινωνικό και ψυχολογικό επίπε­ την παιδαγωγική σημάσία της αν­ χρονική και συγχρονική πεζογρα­ δο. Στη συγχρονική πεζογραφία οι θρωπιάς ως στοιχείου μιας αυθεν­ φία» και «Ένα ζωντανό μνημείο ήρωες παύουν να είναι επώνυμα τικής και γνήσιας πεζογραφίας. · χάνεται». Στο πρώτο δοκίμιο, «Η άτομα. «Στη θέση τους μπαίνει η Πιο πολύ μάλιστα όταν αυτή η αν­ παθολογία μιας γενιάς», ο συγγρα­ ανθρώπινη υπόσταση, σαν σύλλη­ θρωπιά υπηρετεί, όπως στην περί­ φέας αναφέρεται στη δεύτερη με­ ψη γενική, περισσότερο φιλοσοφι­ πτωση του Δ. Χατζή, μια προοδευ­ ταπολεμική γενιά, στην οποία ανή­ κή και λιγότερο εμπειρική». Έτσι τική σκοπιά. Παρακάτω, γράφον­ κουν οι λογοτέχνες «που πέρασαν γεννήθηκαν τα «μυθιστορήματα τας για «Το πλατύ ποτάμι» του την παιδική τους ηλικία στην κατο­ καταστάσεων» (Κάφκα, Καμύ, Μπεράτη, τονίζει την αξία που έχει χή και την εφηβεία τους στον εμφύ­ Σαρτρ κ.ά.), στα οποία δεν αλλά­ για τη λογοτεχνία η διάσωση του λιο». Ως κύριο γνώρισμά της ανα­ ζει μόνο το υποκείμενο αλλά και τα καθημερινού σφυγμού της ιστο­ γνωρίζεται η ανωριμότητα για μια εκφραστικά μέσα. Αν αποδειχτεί ρίας. Σ’ ό,τι συνηθίσαμε να λέμε υπεύθυνη και σθεναρή αντιμετώπι­ ορθή η διάκριση μεταξύ διαχρονι­ «έπος της Αλβανίας» ο Μπεράτης, ση των σύγχρονων προβλημάτων, κής και συγχρονικής λογοτεχνίας, προχωρώντας σε μια απομυθοποίη­ σε αντίθεση με την πρώτη μεταπο­ θα μπορούμε «ν’ αντικρίσουμε την ση, βλέπει την ανθρώπινη διάστα­ λεμική γενιά, την «αντιστασιακή», πεζογραφία από μια νέα σκοπιά», ση των φορέων του πολέμου. Με που πρωταγωνίστησε στην κατοχή θα μπορούμε με βάση αυτήν .να κα­ την ίδια προβληματική ο Χρ. Μη­ και στον εμφύλιο. Η ανωριμότητα τατάξουμε ένα έργο στην «παράδο­ λιώνης θίγει στο δοκίμιο «Δυο με­ αυτή την οδήγησε, σύμφωνα με το ση» ή στη «μοντέρνα λογοτεχνία». ταφράσεις κι ένα άλυτο πρόβλημα» συγγραφέα, στην «απελπισμένη Το τρίτο δοκίμιο, «Ένα ζωντανό το πρόβλημα της τακτικής που πρέ­ προσκόλληση σε αξίες της ατομικής μνημείο χάνεται», είναι πιο πολύ πει ν’ ακολουθείται με την αναζή­ ύπαρξης» και στην αναπλήρωση ενημερωτικό κι αναφέρεται στη τηση παράλληλων στοιχείων πολι­ του πολιτικού προβληματισμού γλώσσα των ελληνόφωνων χωριών τισμού και ύφους για τη μεταφορά «από περίπλοκα συναισθηματικά της Κάτω Ιταλίας. ενός μνημείου του λόγου από τη πλέγματα, που διαβαθμίζονται από 2. Μια δεύτερη ενότητα δοκι­μια γλώσσα στην άλλη. τον εσωτερικό διχασμό ώς τον αμο­ μίων είναι αυτή που έχει ως άξονα Οι μεταφράσεις του «Βίου του ραλισμό και τον κυνισμό». Πα­ αντιπροσωπευτικά βιβλία του μεΠρωτόπαπα Αββακούμ» και της ράλληλα διακρίνεται από μια ταπολέμου. Το ενδιαφέρον εδώ υπερλειτουργία της μνήμης. βρίσκεται στο γεγονός ότι ο συγ­ «Εκστρατείας του Ιγκόρ», που έκα­ νε από το ρωσικό πρωτότυπο ο Στο δεύτερο δοκίμιο, «Διαχρονι­ γραφέας δεν μένει στην παρουσία­ Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, χαρα­ κή και συγχρονική πεζογραφία», ο ση του βιβλίου, αλλά με αφορμή τα κτηρίζονται από τον Χρ. Μηλιώνη Χρ. Μηλιώνης ασχολείται με το βιβλία αυτά φέρνει στην επιφάνεια πρόβλημα της διαχρονίας και συγ­ κάθε φορά και μια γενικότερη άπο­ ως «μεταφραστικός άθλος». Ο με­ ταφραστής χρησιμοποίησε σαν εν­ διάμεσο τη δημοτική μας ποίηση. Χρειάστηκε να πλάσει νέες λέξεις, να χρησιμοποιήσει εκφράσεις ή λέ­ ξεις παλαιωμένες, ακόμη και ιδιω­ ματικές, για να μπορέσει ν’ αποδώ­ σει, με μια αντιστοιχία ύφους, την έννοια, το ρυθμό και τη μορφική ιδιαιτερότητα των κειμένων. Ο αγώνας αυτός με τις λέξεις και για τις λέξεις, όσο κι αν τον κινεί η γνώση, δεν αποφεύγει πάντα την ακρότητα και την υπερβολή. Ανά­ λογα σχολιάζει, ο Χρ. Μηλιώνης, την ιδιαίτερη σημασία που έχει η κοινή συχνότητα της κριτικής και πεζογραφικής ικανότητας στο δο­ κίμιο «Η μεταπολεμική πεζογρα­ φία και η κριτική της» αναφερόμενος στο βιβλίο του Αλέξ. Κοτζιά «Μεταπολεμικοί πεζογράφοι». Ση­ μειώνουμε τις εύστοχες παρατηρή­ σεις που διατυπώνονται για το ρό­ λο του κριτικού της λογοτεχνίας. Κύριο έργο των κριτικών, λέει, θα


οδηγος/65 κούς φιλολογικούς υπαινιγμούς στην ουσία και τη λογοτεχνικότητα των κειμένων. Έτσι, στο πρώτο δοκίμιο, «Η σκηνοθεσία του Παπαδιαμάντη», η 3. Σε μια τρίτη ενότητα, τέλος,ανάλυση επιμένει στην αποκάλυψη αυτής της σκηνοθεσίας. περιλαμβάνονται δοκίμια που αναΣτο δεύτερο δοκίμιο, «Ο Σιούφέρονται στη διδακτική πράξη θα λας ο Ταμπάκος», έχουμε την πιο λέγαμε (όπως: «Η σκηνοθεσία του διεξοδική και εμπεριστατωμένη Παπαδιαμάντη», Δημ. Χατζής: «Ο Σιούλας ο Ταμπάκος» και Κ. Π. ανάλυση. Αυτό ακριβώς το δοκίμιο Καβάφης: «Περιμένοντας τους αποτελεί εξωτερικά ένα συνδετικό κρίκο με τις άλλες ενότητες δοκι­ βαρβάρους») και αποτελούν χρησι­ μίων. Στο Χατζή αναφέρονται κι μότατο βοήθημα του φιλολόγου για άλλα δυο δοκίμια, «Ο δάσκαλος», τη διδασκαλία των νέων ελληνικών που συναντήσαμε ήδη, και «Η δια­ κειμένων. Η αρετή τους βρίσκεται θήκη». Αν τώρα σ’ αυτά τα τρία στο ότι αποφεύγουν το γνωσιολογιπροστεθεί κι ένα διήγημα που κό φόρτο, στοχεύοντας με δραστι­ πρέπει να είναι κατά κάποιον τρό­ πο η αγωγή των αναγνωστών, ώστε να γίνουν περισσότερο υποψιασμέ­ νοι και επομένως λιγότερο ευάλω-

έγραψε ο Χρ. Μηλιώνης με ήρωα το Χατζή (αφιέρωμα περιοδικού «Αντί»), τότε διαπιστώνουμε και στην περίπτωση του Μηλιώνη τη συνδυασμένη προσφορά του κριτι­ κού και πεζογράφου. Τελειώνοντας πρέπει να τονίσου­ με πως όλα τα δοκίμια τα διαπνέει η ίδια διάθεση και ο ίδιος ενιαίος τόνος. Κύρια χαρακτηριστικά τους είναι η αποφυγή απόλυτων θέσεων, η έλλειψη θεωρητικισμού και ο σε­ βασμός του αντικειμένου. Έτσι διαβάζονται ευχάριστα και καλ­ λιεργούν την ευαισθησία του ανα­ γνώστη. ΧΡΥΣ. ΦΑΝΦΑΝΗ-ΓΚΡΙΛΛΑ

« Γ κ ο β ό σ τ η ς » α π ό το 1926 Σολω μού 12 - Α θήνα. Τηλ. 36.15.433

Τέννεση Γουίλλιαμς Λεωφορείο ο Π όθος μτφρ. Παύλου Μάτεση - Κ. Μητροπούλου

D e Profundis μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Ό σκαρ Γουάιλντ Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκραίη μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Στοχασμοί μτφρ. Σ. Πρωτοπαπά

Μετάφραση απ’ ευθείας από τα ρωσικά Φ. Ντοστογιέβσκη Λευκές νύχτες μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Έφηβος. Τόμοι 2 μτφρ. Κ. Μάκρη

Αναμνήσεις απ’ το σπίτι των πεθαμένων μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Ο αιώνιος σύζυγος μτφρ. Α. Σαραντίδη

Ηλίθιος. Τόμοι 4 μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Νιέτοσκα Νεσβάνοβα μτφρ. Α. Σαραντίδη

Α φοί Καραμαζώφ. Τόμοι 4 μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Ταπεινωμένοι και καταφρονεμένοι μτφρ. Κ. Μάκρη

Έγκλημα και Τιμωρία. Τόμοι 3 μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Παίκτης μτφρ. Κ. Μάκρη

Δαιμονισμένοι. Τόμοι 3 μτφρ. Ά ρ η Αλεξάνδρου

Υπόγειο μτφρ. Κ. Μάκρη

60 χρόνια προσφορά ποιότητας στον πνευματικό χώρο


66/οδηγος

αγγλικός τύπος και Ελλάδα τον 19ο αιώνα ΕΛ ΑΑΔ Α εικονογραφημένη, 18421885. Συλλογή και έκδοση Α. Νίκολας. Τομ. A Αθήνα, 1984. Σελ. 247.

Ο αγγλικός τύπος, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους και με­ τά, δεν φημίζεται για το φιλελληνισμό του. Αντίθετα, όντας στρατευμένος στις αρχές του αγγλικού ιμπέριουμ και της αποικιοκρα­ τίας, θυσίασε πολλές φορές την αντικειμενικότητα και το δίκαιο για να υπηρετήσει τα γεωπολιτικά στρατηγικά συμφέροντα της αυτοκρατορίας. Παρόλη τη γοητεία που ασκούσε ο ελληνικός χώ­ ρος με την πανάρχαια ιστορία, την κλασική παράδοση και κυρίως με τα αρχαία κατάλοιπα, σκορπισμένα κι αφύλακτα από τη Θεσ­ σαλονίκη μέχρι τα Κύθηρα, οι άγγλοι τζέντλεμεν -περιηγητές, τα­ ξιδιώτες, ιστορικοί, δημοσιογράφοι και πολιτικοί- προτίμησαν πολλές φορές να θυσιάσουν τα ελληνικά δίκαια και να υπηρετή­ σουν τη σκοπιμότητα του αγγλικού λέοντα, αφού από τον καιρό της Ιφιγένειας η Ελλάδα δημιούργησε μια παράδοση στις θυσίες. Φυσικά, υπήρξαν και οι εξαιρέσεις που σφράγισαν με τη στάση, την προσφορά και την αγάπη τους την ελληνική πορεία: Ο Βύρων, ο Κάνινγκ, ο Λόυδ Τζωρτζ και άλλοι. Υπάρχει όμως και ο Έ λγιν, που αντί για σφραγίδα άφησε κουφώματα στη ζωοφόρο του Παρ­ θενώνα. Αλλά αυτός έχει την κατάρα της Αθηνάς και το Βρετανι­ κό μουσείο τα μάρμαρά του. Ο αγγλικός τύπος του 19ου αιώνα, κάτω από την επίδραση του νεο­ κλασικισμού, χαρακτηρίζεται από ένα ελληνικό σύνδρομο με αντιφα­ τικά στοιχεία, που εκφράζεται με μια προσπάθεια έξαρσης του κλα­ σικού παρελθόντος, υποβοήθησης της αγγλικής πολιτικής διείσδυσης, προστατευτισμού του νεοσύστατου κράτους, προστασίας των σουλτανικών συμφερόντων και αντιμετώ­

πισης της τσαρικής βαλκανικής πο­ λιτικής. Για πολλά χρόνια οι αγγλι­ κές εφημερίδες και τα περιοδικά ασχολούνταν συστηματικά με τα ελληνικά θέματα, αφού το Φόρειν Ό φφις αντιμετώπιζε συνήθως το ελληνικό πρόβλημα ως αξονικό και ιδιόμορφο στα πλαίσια του ανατο­ λικού ζητήματος. Ο ελληνικός με­ γαλοϊδεατισμός, και η αλυτρωτική πολιτική των ελληνικών κυβερνή­

σεων αποτελούσε αποσταθεροποιη­ τικό παράγοντα,· στο χώρο των Βαλκανίων και του Αιγαίου, που δημιουργούσε προβλήματα στα αγ­ γλικά συμφέροντα. Οι περισσότε­ ρες αγγλικές εφημερίδες και τα αγ­ γλικά περιοδικά διατηρούν μόνιμα ή τακτικά στην Αθήνα ανταποκρι­ τές. Ο ρόλος, η στάση και η σημα­ σία του αγγλικού τύπου σε συνάρ­ τηση με την Ελλάδα, δεν έχει γίνει ακόμα αντικείμενο συστηματικής μελέτης από τους έλληνες ερευνη­ τές. Οι σχετικές μελέτες είναι σχε­ δόν ανύπαρκτες ή ελάχιστες. Μερι­ κή χρήση του αγγλικού τύπου έχει γίνει για διάφορες μελέτες από αρ­ κετούς ιστορικούς, χωρίς όμως να γίνει αντικείμενο ειδικής μεθοδικής έρευνας. Πρόκειται για μια ιστορι­ κή πηγή, αναξιοποίητη ακόμη από την ελληνική ιστοριογραφία. Μικρή συμβολή στην κάλυψη του κενού αυτού και μέγιστη απόδειξη της σημασίας και του πληροφορια­ κού πλούτου των αγγλικών εντύ­ πων, αποτελεί η έκδοση του λευκώ­ ματος «Ελλάδα, εικονογραφημένη, 1842-1885» που εξέδωσε ο ελληνο­ κύπριος εκδότης και συλλέκτης Α. Νίκολας. Πρόκειται για ένα κυ­ πριακό αντί-δωρο στην ελληνική


οδηγος/67 ιστοριογραφία. Πρόκειται για μια έκδοση εντυπωσιακή, που η όλη παρουσία της μαρτυρεί ότι στοίχι­ σε κόπο, χρόνο και χρήμα, και πραγματικά έρχεται να συμπληρώ­ σει τον ΙΓ' τόμο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους (1833-1881) της Εκδοτικής Αθηνών. Κάτω από μία άλλη θεώρηση και καλύπτοντας πε­ ρίπου την ίδια ιστορική περίοδο, δίνει ταυτόχρονα την έξωθεν μαρ­ τυρία, για μια οριακή περίοδο με­ στή από γεγονότα, της δημοσιο­ γραφικής απόδοσης συνυ,φασμένης με την αγγλική άποψη. Στις διακόσιες εξήντα, μεγάλου σχήματος, σελίδες του λευκώματος ζωντανεύουν οι δύσκολες δεκαε­ τίες του 19ου αιώνα. Η πυκνή εικο­ νογράφηση συγκροτεί μια πλήρη συλλογή ιστορικών, τοπογραφι­ κών, κοινωνικοπολιτικών και καλ­ λιτεχνικών ντοκουμέντων. Διακό­ σιες ογδόντα γκραβούρες, εποχια­ κές και επικαιρικές, συνοδευμένες οι περισσότερες από σύντομα ή εκτενή άρθρα, δίνουν μια πανορα­ μική άποψη πέντε περίπου κρίσι­ μων δεκαετιών του ελληνικού κρά­ τους. Πρόκειται βασικά για υλικό ανθολογημένο από τα περιοδικά «Illustrated London News» που πρωτοκυκλοφόρησε το 1842, και «Graphic» που κυκλοφόρησε το 1869. Τα περιοδικά αυτά που χρη­ σιμοποιούσαν την ξυλογραφία στην εκτύπωση, ευτύχησαν να έχουν χαράκτες όπως ο Έντουαρντ Ληρ, ο Σίμψον, ο Τζόνσον και άλ­ λοι που πλαισιώνονταν από μια σειρά ανταποκριτές-καλλιτέχνες που έστελναν από το εξωτερικό τις ανταποκρίσεις τους συνοδευμένες από σχετικά σκίτσα. Οι εικονιστι­ κές καταγραφές των γεγονότων διαμορφώνουν μια συνθετική εικό­ να της ιστορικής τοπογραφίας και γεωγραφίας, της πολιτικής και κοι­ νωνικής ιστορίας της Ελλάδας της εποχής εκείνης. Στις σελίδες του τόμου ζωντα­ νεύουν γεγονότα που οριοθέτησαν τις εξελίξεις και διαμόρφωσαν την ελληνική πορεία στις κρίσιμες εκεί­ νες δεκαετίες: Η οθωνική περίο­ δος, η επανάσταση της 3ης Σεπτεμ­ βρίου, η αγγλογαλλική κατοχή, τα επαναστατικά κινήματα στις παρα­ μεθόριες περιοχές, η πτώση και έξωση του Όθωνα, η μεσοβασιλεία, η άφιξη του Γεωργίου, η λη­ στεία στο Δήλεσι, η ένωση των Επτανήσων, οι κρητικές επαναστά­

σεις, το βερολίνειο συνέδριο, οι ανασκαφές του Σλήμαν στις Μυκή­ νες, οι πρωθυπουργίες του Τρικούπη, ηγεμονικές και άλλες επισκέ­ ψεις στην Ελλάδα, σεισμοί και θεο­ μηνίες και άλλα γεγονότα, λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά που κα­ ταγράφουν όμως και σηματοδο­ τούν τις κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και πολιτικές εξελί­ ξεις.* Εκτός από την εικονογράφη­ ση, καταχωρούνται στο βιβλίο αυ­ τούσια στα αγγλικά τα αυθεντικά κείμενα, με λίγες παρεμβάσεις ευ­ τυχώς, (γιατί πραγματικά η δικαιο­ λογία γι’ αυτές τις παρεμβάσεις στον πρόλογο δεν είναι ικανοποιη­ τική και αθέλητα μοιάζουν με ετεροχρονισμένη λογοκρισία) και πα­ ράλληλα η ελληνική απόδοση. Το γεγονός αυτό καθιστά το βιβλίο σημείο αναφοράς και σημαντική πηγή για τους ιστορικούς και τους φιλίστορες. Παρόλα τα κάποια αρνητικά στοιχεία όπως, η απουσία βιβλιο­ γραφικής παραπομπής των επιλεγ­ μένων θεμάτων, (τεύχος, ημερομη­ νία, χρονολογία, σελίδα του περιο­ δικού απ’ όπου γίνεται η επιλογή), τα λάθη και τη μεροληψία μερικές

φορές των ανταποκριτών, εντού­ τοις η έκδοση επιτελεί ένα σημαντι­ κό ρόλο: την ουσιαστική συμβολή στη νεοελληνική ιστοριογραφία. ^Καλαίσθητη με πολλές αξιώσεις, φροντισμένη από κάθε άποψη, δί­ γλωσση, απευθύνεται σ’ ένα ευρύ­ τερο κοινό και οι στόχοι της ξεπερ­ νούν τα ελληνικά σύνορα. Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε από τον εκδότη Α. Νίκολας και την πλούσια συλλογή του, τον δεύτερο τόμο, για τις -επόμενες δεκαετίες, τουλάχιστο μέχρι τη μεγάλη εθνική εξόρμηση των βαλκανικών πολέ­ μων, πριν κυριαρχήσει στην εντυπογραφία η λινοτυπία που αύξησε τα περιοδικά και τις εφημερίδες σε μεγάλο βαθμό, περιορίζοντας μερι­ κές φορές, το ιστορικό ενδιαφέρον στην κομματική θεώρηση των γεγο­ νότων από τον τύπο. ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΩΡΓΗΣ * Στη γεγονοτογραφία προσθέτονται πολλές φορές σκιαγραφίες καί πορμάτισαν σημαντικό ρόλο στην ταραγ­ μένη αυτή περίοδο, όπως ο Κολοκοτρώνης, η Αμαλία, ο Γεώργιος A ', ο Καλλέργης και άλλοι.


68/οδηγος

ιστορικός προβλη ματ ισμός ενός διανοούμενου πολιτικού ΠΑΝ. Κ Α Ν Ε Α Α Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ : Η γαλλική επανάσταση. Αθήνα, Διον. Γιαλλελής, 1983. Σελ. 389.

Η γαλλική επανάσταση, μέσα στη φτωχή, γενικά, βιβλιογραφ ία μας που αναφέρεται στην ευρωπαϊκή ή την παγκόσμια ιστορία, δεν μπορούμε να πούμε πω ς είναι αδικημένη. Α ρκετά νω ρίς, το 1847, ο Ε. Α. Σίμος πρόσφερε στο ελληνικό αναγνω στικό κοινό μία μετάφραση του θεμελιακού έργου του F. A . M ignet, «H istoire de la revolu tion frangaise» (1 8 2 4 ).1

Ύστερα από μια διακοπή αρκετών χρόνων (όχι άσχετη από την πολι­ τική και ιδεολογική εξέλιξη της Ελ­ λάδας), εμφανίσθηκαν στη γλώσσα μας άλλα έργα για τη γαλλική επα­ νάσταση, όπως το μικρό δίτομο του Ρ. Gaxotte (1928, ελληνική έκδοση 1934), το τρίτομο του A. Mathiez (1922-1924, ελληνική έκδοση 1946, ανατ. 1984) και το τετράτομο του J. Michelet (1847-1853, ελληνική έκ­ δοση 1969). Ό λα είναι μεταφρά­ σεις αξιόλογων γαλλικών έργων και, αν εξαιρέσουμε τα κεφάλαια για τη γαλλική επανάσταση σε γε­ νικά ιστορικά έργα ή τις εντελώς ειδικές μελέτες που αναφέρονται σ’ αυτή, αποτελούν σχεδόν όλη κι όλη την ελληνόγλωσση βιβλιογραφία για το μεγάλο, όσο και πάντα ελκυ­ στικό, εκείνο ιστορικό γεγονός. 'Ενα καινούριο βιβλίο πρόσθεσε το 1983 ο κ. Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Στην πραγματικότητα δεν είναι νέο έργο. Ό πω ς είχε σημειώ­ σει το 1970 ο συγγραφέας του, η ένταξη στην «Ιστορία του ευρωπαϊ­ κού πνεύματος» των κεφαλαίων

για τη γαλλική επανάσταση δεν στερούσε απ’ αυτά την αυτοτέλειά τους. Αυτή την αυτοτέλεια απέκτη­ σε πρόσφατα το έργο με την έκδο­ ση ενός καλαίσθητου τόμου, με τίτ­ λο «Η γαλλική επανάσταση». Ό πω ς όλα τα μεγάλα γεγονότα,έτσι και η γαλλική επανάσταση εξετάζεται συνήθως σε τρεις φά­ σεις. Στην πρώτη, οι ιστορικοί προσπαθούν να εξετάσουν την κα­ τάσταση που επικρατούσε πριν απ’ αυτή, για να προσανατολισθούν στα αίτια και τις αφορμές του φαι­ νομένου. Στη δεύτερη, εξετάζουν το ίδιο το φαινόμενο, την εξέλιξή του, τα επιμέρους γεγονότα που οδήγησαν σ’ αυτή ή σ’ εκείνη την κατεύθυνση, τις προσωπικότητες και το ρόλο τους. Τέλος, στην τρί­ τη, καταλήγουν στα συμπεράσματά τους για τη σημασία του φαινομέ­ νου και τις επιπτώσεις του στην παγκόσμια ιστορική ανέλιξη. Τέ­ τοια περίπου είναι και η πορεία του Π. Κανελλόπουλου (η έννοια του «περίπου» θα φανεί παρακά­ τω).

Με το εισαγωγικό κεφάλαιο, «Ματιές σε όσα προηγήθηκαν και στα αίτια ή τις αφορμές της Γαλλι­ κής Επαναστάσεως», ο συγγρα­ φέας επισκοπεί κυρίως την περίοδο 1771-1789. Εντοπίζει τα οικονομι­ κά προβλήματα, τις απόπειρες με­ ταρρυθμίσεων, τις αντιδράσεις αλ­ λά και τις επαναπαύσεις. Ανεξάρ­ τητα από την παραμέληση κάποιων σημαντικών για τη Γαλλία γεγονό­ των του ΙΗ' αι., (της ήττας από τον πόλεμο για τη διαδοχή του αυ­ στριακού θρόνου και -ιδίως- της ήττας από τον Επταετή πόλεμο, ενώ σωστά επισημαίνεται η αποτυ­ χία στον πόλεμο με την Αγγλία για τις αποικίες), η θέση, πως δεν ήταν τόσο τα οικονομικά προβλήματα της Γαλλίας (μεγεθυνόμενα πάν­ τως από τις βραχυπρόθεσμες ενέ­ σεις της φορολογίας και του δανει­ σμού) που οδήγησαν στο ξέσπασμα του 1789, όσο η ξεπερασμένη αντί­ ληψη της εμμονής στα παλιά σχή­ ματα σε εποχή διαμορφωμένων πια καταστάσεων, η ένταση δηλ. της αντινομίας μεταξύ θεσμών και πραγματικότητας (σ. 17), είναι ορ­ θή. Ακόμη πολύ ενδιαφέρουσα και απαραίτητη είναι η εξέταση της ιδιοσυστασίας και του ρόλου των parlements σε συνδυασμό μάλιστα με την εξέταση της ρευστής, για την εποχή, έννοιας των Etats generaux. Όμως περιορισμένες είναι οι


οδηγος/69

Παναγιώτης Κανελλόπονλυς

μνείες για τους «φιλοσόφους» (μι­ λάμε πάντα για την αυτοτελή έκδο­ ση του έργου), τη σημασία και τις συμμαχίες ή αντιθέσεις τους με τα παρλαμέντα. Ακολουθούν 11 κεφάλαια (Β'ΙΒ'). Στις 360 σελίδες τους εξιστο­ ρούνται τα γεγονότα των ετών 1789-1799 ή καλύτερα των ετών 1789-1794, γιατί ο συγγραφέας δέ­ χεται την άποψη ότι η γαλλική επανάσταση ουσιαστικά τερματί­ σθηκε με την πτώση του Ροβεσπιέρου. Η περίοδος του Διευθυντη­ ρίου και ώς την Υπατεία εξετάζε­ ται συνοπτικά στο ΙΒ' κεφάλαιο, και μ’ αυτό συμπληρώνεται το βι­ βλίο του κ. Π. Κανελλόπουλου. Σ’ όλο το έργο η αφήγηση των γεγονό­ των γίνεται συστηματικά και προ­ σεκτικά. Ο συγγραφέας της γαλλι­ κής επαναστάσεως ακολουθεί βέ­ βαια μια οριζόντια εξέταση, όπως και τα βοηθήματά του, όμως ξέρει πολύ καλά πού να επιμείνει, τι να διαλέξει για να το εξετάσει κάθετα, και ποιο γεγονός ή ποια προσωπι­ κότητα να προβάλει. Η επιλογή, φυσικά, είναι θέμα προσωπικό του ιστορικού, εξαρτάται δηλ. από τη σκοπιά που βλέπει τα γεγονότα αυ­ τός που εξετάζει ένα θέμα, όμως ο προβληματισμός του κ. Κανελλό­ πουλου -ο οποίος συχνά «διακό­ πτει» την αφήγησή του για να συ­ σχετίσει καταστάσεις, να παραθέ­ σει απόψεις ή να αναζητήσει αίτια και να δικαιολογήσει κατευθύν­ σεις- απαλείφει τους κινδύνους της

επιφανειακής ή της εντελώς υπο­ κειμενικής εξέτασης. Παρ’ όλα αυ­ τά τα ευνοϊκά της δουλειάς του, τρία σημεία στο έργο του κ. Κανελ­ λόπουλου πρέπει, νομίζω, να υπογραμμισθούν. Ο συγγραφέας δεί­ χνει μια κάπως έντονη προτίμηση στην έξαρση των προσωπικοτήτων. Sieyes, Mirabeau, Marat, Desmou­ lins, Robespierre, Saint-Just, He­ bert και πολλοί άλλοι πρωταγωνι­ στές της γαλλικής επανάστασης πα­ ρελαύνουν ενίοτε τόσο έντονα σαν άτομα, που αποβαίνουν καμιά φο­ ρά σε βάρος μιας άλλης αντιμετώ­ πισης των ιστορικών γεγονότων, πιο αιτιοκρατικής και διάφορης από αυτήν, ας πούμε, του Carlyle. Ένα δεύτερο, και σε αντίθεση με όσα είπα πιο πάνω για τους «φιλο­ σόφους», είναι η προτίμηση του συγγραφέα στη σχετικά εκτενή εξέ­ ταση κάποιων διανοούμενων της επαναστάσης. Οι Μ. Roland, Condorcet, Chenier κ. ά. κατέχουν ένα δυσανάλογο μερίδιο σ’ όλη την οι­ κονομία του αυτοτελούς έργου. Κάπου ο στοχαστής Κανελλόπουλος νίκησε τον πολιτικό. Τέλος, ένα άλλο σημείο -το σημαντικότερο που έχω να παρατηρήσω- είναι ότι ο συγγραφέας εξετάζοντας τη γαλ­ λική επανάσταση κάνει κατά κύρ'ιο λόγο εσωτερική ιστορία. Πολύ φο­ βάμαι ότι η εξέλιξη του φαινομέ­ νου δεν μπορεί να γίνει σφαιρικά κατανοητή χωρίς τα σύγχρονα εξω­ τερικά γεγονότα. Κι έρχομαι τώρα σ’ αυτό που

θεωρώ πως μειώνει την πληρότητα του βιβλίου. Λείπει ένα καταληκτι­ κό κεφάλαιο με τα συμπεράσματα του συγγραφέα. Γεγονότα σαν αυ­ τά της γαλλικής επανάστασης δεν μπορούν να ολοκληρώνονται ούτε με την πτώση ενός επαναστάτητυράννου ούτε με την ανάδειξη ενός σωτήρα-τυράννου. Αφήνουν πίσω τους ανεξίτηλα τα ίχνη ενός ανεπανάληπτου φαινομένου. Και αυτά τα έντονα ίχνη τα αναζητεί ο αναγνώστης συγκεντρωμένα και αιτιολογημένα προτού κλείσει το βιβλίο του. Οπωσδήποτε το βιβλίο του κ. Κανελλόπουλου είναι μια προσφο­ ρά στην ελληνική ιστοριογραφία. Και όχι μόνον αυτό. Ο προβλημα­ τισμός του συγγραφέα, οι γνώσεις και η ιδιότητά του ως διανοούμε­ νου και συγχρόνως πολιτικού, δί­ νουν τη δυνατότητα στο έργο του να τοποθετηθεί επάξια μέσα στην απέραντη σχετική βιβλιογραφία. Για την ελκυστικότητα του ύφους δεν χρειάζεται να λεχθεί τίποτα· είναι γνωστό πως είναι δεδομένη.2 ΣΤΕΡ. ΦΑΣΟΥΛΑΚΗΣ Σημειώσεις: 1. Φ. Α. Μινιέ, «Ιστορία της γαλλικής επαναστάσεως, από τον έτους 1789 μέχρι του 1814» (μετφρ. Ε. Α. Σι­ μού), A '-Β', Αθήνα, 1847. 2. Μια πληγή, θα έλεγα, των ελληνικών βιβλίων ευρείας κυκλοφορίας είναι η έλλειψη ευρετηρίων. Το κέρδος κυ­ κλοφορίας απ’ αυτά οπωσδήποτε ξε­ περνά κατά πολύ το κόστος τους.


ΚΑΛεΐ Δ/ΑΚΟΠεί. ...Με ΒΙΒΛΙΑ

ΚΕΛΡΟΣ I ΔΟΚΙΜΙΑ - ΜΕΛΕΤΕΣ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ | ΓΙΩΡΓΗΣ ΓΙΑΤΡΟΜΑΝΩΛΑΚΗΣ

Αντρέας Εμπειρικός Η Ρητορική του Αριστοτέλη

ΣΟΝΙΑ ΙΛΙΝΣΚΑΓΙΑ

Κ.Π. Καβάφης

Σ' όλο τόν κόσμο ή έπιτυχία τοϋ BBC στή διδασκαλία ' Αγγλικών είναι αναγνωρισμένη. Τώρα καί στήν ' Ελλάδα τό BBC προσφέρει τόν σωστότε­ ρο καί πιό εύχάριστο τρόπο γιά τήν έκμάθηση τής ' Αγγλικής γλώσσας μέ:

ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ

Εφήβων και μη

ΒΙΒΛΙΑ - ΚΑΣΕΤΕΣ - V ID E O

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ημερολόγιο (1942-1945)

ΗΛΙΑΣ ΗΛΙΟΥ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΙΟΥΡΤΣΑΚΗΣ Προφορική παράδοση και ομαδική δημιουργία ΚΙΤΣΟΣ ΜΑΚΡΗΣ

Βήματα (Λαογραφικά)

Δ.Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ

Χωρίς ανεμόσκαλα

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΠΑΤΣΗΣ

Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα

ΗΛΙΑΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

| ΜΑΡΤΎΡΙΕΣ

• ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΑ ΑΓΓΛΙΚΑ • ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ & ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ • ΙΑΤΡΙΚΗ ΟΡΟΛΟΓΙΑ • ΑΓΓΛΙΚΑ ΓΙΑ ΤΟΥΡΙΣΜΟ • ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΛΛΑ ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ • ΕΙΔΙΚΕΣ ΣΕΙΡΕΣ ΠΑ CAMBRIDGE FIRST CERTIFICATE ΚΑΙ CAMBRIDGE PROFICIENCY

Παρά-κείμενα Τέσερα μελετήματα για τον Σεφέρη

ΧΡΟΝΙΚΑ |

ΠΕΤΡΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ Οσα θυμάμαι 1900-1969 ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ Κίνα ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ Ενθυμήματα(2 τόμοι)

^j t i o i h h J ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΑΡΑΣ ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ Τ.Σ. ΕΛΙΟΤ

Ιταλικό Τρίπτυχο Νυχτερινός Επισκέπτης Αθροισμα (1933-1983) Ποιήματα 1945-1971 Ποιήματα Μετ. Αριστοτέλης Νικολαιδης

1* ^ 4. 1Q&4 ΕΚΑΟ£ΕΙ£ ΚΕΛΡΟΪ

πρίσμα «αταιβιυτικα ποιχνΛκι · ηβη νηκι

...δημιουργούμε αναγνώστες

Τεωργίου Γcwaaiou 6 - Τηλ.: 36.15.783

f 'A

μπουμηουλινας 4β και υψηλαντου - τηλ.417236β


ΛΕΛΤΙΟ 24 Ιουλίου 1984

100 βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. ^ • Το Β ιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνερ­ γασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του οποίου ευχαρι­ στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνε­ ται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο­ γραφία. • Σ ε κάθε κατηγορία βιβλίων π ροηγούνται αλφαβητικά οι έλ-

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ

" Απακη

ληνες συγγραφ είς και ακολου­ θούν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα­ φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ­ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι­ αία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη­ ρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται ο ι εκδότες να μα ς στέλ­ νουν έγκαιρα τις κα ινούριες εκ­ δόσεις τους.

υλιστική ερμηνεία της νεοελληνικής κοινωνίας. Αθήνα, 1984. Σελ. 69. Δρχ. 150.

ΜΟΥΣΕΙΑ

ΧΙΟΝΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ X. Η Βέροια (και όχι τα Κύθη­ ρα) είναι ο τόπος της γεννήσεως του Ιωάννου Κωττουνίου. (Ανάτ. εκ του ΚΒ' τόμου των «Μακεδονικών»). Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 498-505.

Οδηγός λάογραφικού και ιστορικού μουσείου Καναλίων Καρδίτσας. Αθήνα, Σύλλογος των εν Βόλω Καναλιωτών Καρδίτσης, 1983. Σελ. 72.

ΠΡΟΥΝΤΟΝ ΠΙΕΡ-ΖΟΖΕΦ. Η φιλοσοφία της αθλιό­ τητας. Μετ. Επ. Ξενόπουλος. Αθήνα, Αναγνωστίδης, χχ. Σελ. 564. Δρχ.-700.

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Ψ ΥΧΟΛΟΓΙΑ

Πανεπιστήμιο Πατρών. Πρακτικά Τρίτου Συμποσίου Ποίησης. Αφιέρωμα στον Κ.Π. Καβάφη. Αθήνα, Γνώ­ ση, 1984. Σελ. 463. Δρχ. 1000.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Φ ΙΛΟΣΟ ΦΙΑ HORNEΥ KAREN. Πιστεύετε στην ψυχανάλυση; Μετ. Ευδοκία Παπαγκίκα. Αθήνα, Δίοδος 1984. Σελ. 232. Δρχ. 450.

ΓΕΝΙΚΑ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΗΣ Α. Σύντομη διαλεκτική

JANOV ARTHUR. Η πρωτογενής επανάσταση. Μετ. Λίβας Δημήτριος. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 1984. Σελ. 353.


72/δελτιο

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΝΙΚΑ

ΜΠΑΟΥΜΑΝ ΕΛΜΟΥΤ. Η ελληνική χλωρίδα. Στο μύθο, στην τέχνη και στη λογοτεχνία. Μετ. Πέτρος Μπρούσαλης. Αθήνα, Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φήσεως, 1984. Σελ. 249. Δρχ. 2000.

ΧΙΟΝΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ X. Ο βεροιώτης μοναχός και όσιος Νικόδημος ο Νέος της Θεσσαλονίκης. (13ος-14ος αι). και τα σχετικά προβλήματα. (Ανάτ. εκ του ΚΒ' τόμου των «Μακεδονικών»), Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 96-111. ΓΟΥΕΑΡ ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ. Ο ορθόδοξος δρόμος. Μετ. Μαρία Πάσχου. Β' έκδοση. Αθήναι, Επτάλοφος, 1984. Σελ. 167. Δρχ. 450.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - Π Α ΙΔ /ΓΙΚ Η ΓΕΝΙΚΑ ΒΑΜΒΟΥΚΑΣ ΜΙΧΑΛΗΣ I. Ψυχοπαιδαγωγική θεώ­ ρηση της κατανόησης των αναγνωσμάτων. Αθήνα, Γρηγόρης, 1984. Σελ. 94. Δρχ. 300.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΚΟΥΜΠΕ ΦΕΛΙΞ ΦΟΝ. Επιστήμη της αγωγής. Μετ. Κώστας Χρυσαφίδης. Αθήνα, Καστανιώτης, 1984. Σελ. 215. Δρχ. 400.

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΠΥΡΓΙΩΤΑΚΗΣ Ι.Ε. Κοινωνικοποίηση και εκπαιδευ­ τικές ανισότητες. Αθήνα, Γρηγόρης, 1984. Σελ. 190. Δρχ. 600.

ΑΡΑΒΑΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ε. Θέματα φιλοσοφίας και ψυχοπαιδαγωγικής. Αθήνα, 1984. Σελ. 168. Δρχ. 400.

ΦΑΡΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ - ΚΟΦΙΝΑΣ ΣΤΑΥΡΟΣ. (Ιε­ ρείς). Γάμος. Ψυχολογία - Ποιμαντική, αριθ. 3. Αθή­ να, Ακρίτας. Σελ. 390. Δρχ. 550.

Π Α ΙΔ ΙΚ Α

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΝΙΚΟΣ. Οι δύο κόσμοι. Καπιταλισμόςσοσιαλισμός. Αθήνα, 1984. Σελ. 233.

ΓΚΟΡΚΙ ΜΑΞΙΜ. Διηγήματα και παραμύθια. Μετ. Ν. Πολυχρονιάδης. Αθήνα, Δωρικός, 1984. Σελ. 94. Δρχ. 250.

BIANCO L. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Υπάρχει σοσια λιστικό μοντέλο ανάπτυξης; Μετ. Μπάμπης Λυκούδης. Καστοριάδης Κορνήλιος: Σκέψεις πάνω στην «ανάπτυξη» και την «ορθολογικότητα». Αθήνα, ύψιλον/βιβλία, 1984. Σελ. 106. Δρχ. 180.

ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΔΙΚΑΙΟ

ΖΩΟΛΟΓΙΑ

ΜΑΝΤΖΟΥΝΕΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Κ. Εκκλησιαστικόν δίκαιον. Αθήναι, 1984. Σελ. 430. Δρχ. 1000.

ΑΜΠΕΡΜΑΝ ΕΡΙΚ. Κόλλεϋ. Μετ. Βίκυ Λεβέντη, Αθήνα, Κάκτος, 1984. Σελ. 79. Δρχ. 200.


δ ελ τιο /7 3

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΕΝΙΚΑ

ΙΑΤΡΙΚΗ BLUMIR GUIDO. Ηρωίνη. Μετ. Νίκος Αλιβιζάτος. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1984. Σελ. 246. Δρχ. 250.

ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ MIX. Δ. Οδοιπορία. Αυτοβιο­ γ ρ α φ ίε ς σελίδες. Αθήνα, Γνώση, 1984. Σελ. 322. Δρχ. 700.

ΠΟΙΗΣΗ

ΤΕΧΝΕΣ

ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. Καλλιέργεια του αίμα­ τος. Αθήνα, Γνώση, 1984. Σελ. 117. Δρχ. 200. ΜΑΛΑΜΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ. Ποιητικές παρενθέσεις. Γιάννινα, Ελεύθερο Πνεύμα, 1984. Σελ. 110. Δρχ. 200.

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΣΩΤΗΣ. Φρανσουά Τρυφφώ. Κινηματογραφικό Αρχείο, αριθ. 7. Αθήνα, Αιγόκερως, 1984. Σελ. 95. Δρχ. 150.

ΜΠΙΘΙΚΟΤΣΗ ΔΗΜΗΤΡΑ ΧΡ. Ανθρώπινα τοπία (II). Ποίηση, αριθ. 1. Αθήνα, 1983. ΔΣελ. 62. ΝΑΟΥΜΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΘ. Ξόβεργες. Αθήνα, Τέ­ χνη και λόγος, 1984. Σελ. 31. ΤΣΙΓΚΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Οδηγίες πίσω. Αθήνα, 1984. Σελ. 78. ΤΥΡΙΜΟΥ-ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕΡΟΠΗ. Στης ζωής το σεριάνι. Ποιήματα. Αθήνα, Πηγή, 1984. Σελ. 127.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΓΚΙΝΦΟΛΝΤ ΛΑΡΥ. Έλβις Πρίσλεϋ. Η ζωή του. Μετ. Μανίνα Ζουμπουλάκη. Αθήνα, Κάκτος, 1984. Σελ. 187. Δρχ. 250.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ-ΓΕΩΡΓΟΥΛΑΚΗ ΕΛΕΝΗ. Κά­ που εκεί... στις ανατολικές συνοικίες. Αθήνα, 1984. Σελ. 102. Δρχ. 300. ΓΚΙΚΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Πού βρίσκεται... ο ήλιος. Αθήνα. Σελ. 216.

ΚΛΑΣΙΚΗ Φ ΙΛΟ ΛΟ ΓΙΑ

ΖΑΤΕΛΗ ΖΥΡΑΝΝΑ. Περσινή αρραβωνιαστικιά. Αθήνα, Σιγαρέτα, 1984. Σελ. 13. Δρχ. 250. ΖΑΧΟΣ Ε. Ο ξένος της Νέας Κερασούντας. Ποντιακό Ιστόρημα. Αθήνα, Γραμμή, 1984. Σελ. 206. Δρχ. 400.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΒΛΑΧΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ. Στα ίχνη του Ηροδότου. Αθήναι, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, 1984. Σελ. 67. Δρχ. 240. ΤΑΪΦΑΚΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Γ. Ένας τύραννος στον Τίτο Λίβιο. (Ανάτ. από Α ' Πανελλήνιο Συμπόσιο Λατινι­ κών Σπουδών, 1982). Γιάννενα, 1984. Σελ. 125-137.

ΣΑΜΟΥΗΛΙΔΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ. Πολιτεία του Βορρά. Μυθιστόρημα. Αθήνα, Φιλιππότης, 1984. Σελ. 287. Δρχ. 400. ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Το Βατερλώ δύο γελοίων. Αθήνα, Κάκτος, 1984. Σελ. 209. Δρχ. 200. ΧΡΥΣΟΜΕΡΗΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ. Ο κ. Προϊστορι­ κός. Διηγήματα. Θεσσαλονίκη, 1984. Σελ. 68. ΒΟΝΕΓΚΑΤ ΚΟΥΡΤ. Μητέρα νύχτα. Μυθιστόρημα. Μετ. Βαγγέλης Καμάρης. Αθήνα, Γνώση, 1984. Σελ. 242. Δρχ. 400.


7 4/δελτιο ΚΑΜΥ ΑΛΜΠΕΡ. Η πανούκλα. Μετ. Αργυρώ Ρόι­ δου. Αθήνα, Αντίκοσμοι. Σελ. 268.

ΙΣΤΟ ΡΙΑ

ΜΟΝΤΕΓΙΕ ΟΥΜΠΕΡ. Σειρήνες. Μυθιστόρημα. Μετ. Σίφης Καμάρης. Αθήνα, Γνώση, 1984. Σελ. 174. Δρχ. 300.

ΓΕΝΙΚΑ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΙΚΤΑΙΟΣ ΑΡΗΣ. Ναπολέων Λαπαθιώτης (Η ζωή του - το έργο του). Αθήνα, Γνώση, 1984. Σελ. 127. Δρχ. 250. ΚΕΔΡΑΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ. Η κρητική ποίηση ώς το 1900. Αθήνα, Δωρικός, 1984. Σελ. 134. Δρχ. 250. Πνευματικό μνημόσυνο του Ι.Μ. Παναγιωτόπουλου. 27 Απριλίου 1983. Ένας χρόνος από το θάνατό του. Αθήνα, Σύλλογος Αποφοίτων Ελληνικού Εκπαιδευτη­ ρίου, 1984. Σελ. 45. Δρχ. 130.

ΑΒΔΑΛΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ Κ. Η «Εγκυκλοπαίδεια Φιλο­ λογική» του Ιωάννη Πατούσα. Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελετών, αριθ. 188. Αθήνα, Καραβίας, 1984. Σελ. 377. Δρχ. 1000. ΒΩΡΟΣ Φ.Κ. Δοκίμια ιστορίας - κοινωνιολογίας - γε­ νικής παιδείας. Αθήνα, Παπαδήμας, 1984. Σελ. 310. Δρχ. 450.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ

Πραγματείαι της Ακαδημίας Αθηνών. Τόμος 49. New fragments of greek literature from the lexicon of Photius. Αθήναι, Γραφείον Δημοσιευμάτων της Ακαδη­ μίας Αθηνών, 1984. Σελ. 166. Δρχ. 1200.

ΚΕΧΑΓΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Μ. Δωδεκανήσου θρύλος. Μνήμη 40 χρόνια μετά την απελευθέρωση! Αθήνα, 1984. Σελ. 94. Δρχ. 200.

ΣΦΑΕΛΛΟΥ ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΑΘ. Μια προσέγγιση στο «άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» του Οδ. Ελύτη. Αθήνα, Πατάκης, 1984. Σελ. 82. Δρχ. 200.

ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΚΡΗΤΗΣ. (Αρχιεπίσκοπος). Ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο. (Μνήμες πολέμου ’40). Β' έκ­ δοση. Ηράκλειο, Αναγέννησις, 1983. Σελ. 128. Δρχ. 300.

APOSTOLOPOULOS HPOTIS La langue du roman Byzantin «Callimaque et Chryso.rhoe». Αθήναι, Ακα­ δημία Αθηνών, 1984. Σελ. 278. Δρχ. 1500.

ΦΑΛΙΑΓΚΑ-ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΕΛΕΝΗ. Η γυναί­ κα στην Αντίσταση. Αθήνα, από φωτιά και από σίδε­ ρο, 1984. Σελ. 38.

Paul Eluard. Μετ. Γιώργος Σπανός. Λογοτεχνία, αριθ. 3. Αθήνα, Πλέθρον, 1984. Σελ. 164. Δρχ. 300.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΘΕΑΤΡΟ

ΚΥΡΓΙΑΝΝΗΣ ΜΙΛΤΟΣ. Το πασαλίκι Ιωαννίνων στην εποχή του Αλή-Πασά-Τεπελενλή. (1788-1822). Αθήνα, Στρουμπούκης, 1984. Σελ. 163. Δρχ. 300.

ΕΡΓΑ

Υπογραφές αγωνιστών της Ελληνικής Επαναστάσεως. Αθήναι, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλά­ δος, 1984. Σελ. 174. Δρχ. 750.

ΜΑΛΑΜΑΣ ΛΑΜΠΡΟΣ. Εφτά μονόπραχτες κωμω­ δίες. Γιάννινα, Ελεύθερο Πνεύμα. Σελ. 167. Δρχ. 300.

ΧΙΟΝΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ X. Άγνωστες πληροφορίες του δασκάλου Κωνσταντή για την Επανάσταση της Νάου­ σας στα 1822. (Ανάτ.). Θεσσαλονίκη, 1984. Σελ. 4.

ΠΛΩΡΙΤΗΣ ΜΑΡΙΟΣ. Μπρεχτ και Χίτλερ. Μια θεατρική-ιστορική παραβολή. Αθήνα, Θεμέλιο, 1984. Σελ. 181. Δρχ. 400. ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗ-ΞΕΝΑΚΗ ΣΟΦΙΑ. Το τσίρκο των θαυμάτων. Κωμωδία σε τρεις πράξεις. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 1984. Σελ. 83. Δρχ. 200. ΜΠΕΚΕΤ ΣΑΜΟΥΕΛ. Περιμένοντας τον Γκοντό. Μια ιλαροτραγωδία σε δύο πράξεις. Μετ. Αλενάνδρα Παπαθανασοπούλου. Αθήνα, Κρύσταλο, 1984. Σελ. 126. Δρχ. 350.

ΧΙΟΝΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ X. Η απελευθέρωση της τουρ­ κοκρατούμενης Βέροιας (16-10-1912) και η διένεξη Ε. Βενιζέλου - Κωνσταντίνου. Θεσσαλονίκη, Σύλλογος Βεροιέων Θεσσαλονίκης, 1983. Σελ. 27. ΧΙΟΝΙΔΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ X. Οι ανέκδοτες αναμνήσεις του Γιώτη (Παναγιώτη) Ναούμ για τους Βλάχους της Ηπείρου και της Μακεδονίας στη διάρκεια του 19ου αιώνα και για την επανάσταση του 1878 στη Μακεδο­ νία. (Ανάτ. από Δ ' Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο). Θεσσαλονίκη, 1983. Σελ. 43-48.


δ ε λ τιο /7 5 CHRISTIDES VASSILIOS. The conquest of Crete by the Arabs (CA. 824). A turning point in the struggle between Byzantium and Islam. Αθήναι, Ακαδημία Αθηνών, 1984. Σελ. 265. Δρχ. 1500.

Α

Ι Κ

Α

Ι Ο

και

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ 6ο τε ύ χ ο ς - α φ ιέρω μα :

ΦΙΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΔΕΣΥΑΛΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ. Ταξι­ διώτες της Δύσεως πηγή για την οικονομική ζωή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στους χρόνους του Σουλεϋμάν του Μεγαλοπρεπούς 1520-1566. Αθήνα, 1984. Σελ. 338.

ΠΕΡΙΟ ΔΙΚΑ ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Τεύχος 80-81. Δρχ. 350. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 266. Δρχ. 50. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 19. Δρχ. 80. ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ. Περιοδική έκδοση του Κέντρου Φιοοσοφικών Ερευνών. Τεύχος 37. Δρχ. 300. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 98. Δρχ. 120. ΔΙΠΛΗ ΕΙΚΟΝΑ. Δίμηνη έκδοση για την εικαστική έκφραση. Τεύχος 1. Δρχ. 75. , ΕΠΕΤΗΡΙΣ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΡΕΥΝΗΣ ΤΗΣ ΕΛ­ ΛΗΝΙΚΗΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ. Τόμος ΚΕ' Δρχ. 1000. ΗΧΟΣ ΚΑΙ HI-FI. Τεύχος 136. Δρχ. 90. ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ. Διμηνιαίο πε­ ριοδικό για το σπίτι. Τεύχος 14. Δρχ. 150. ΙΝΙΟΧΟΣ. Τεύχος 87-88. Δρχ. 50. ΛΕΞΙΚΟΓΡΑΦΙΚΟΝ ΔΕΛΤΙΟΝ. Ακαδημία Αθηνών. Τόμος 14. Δρχ. 1000. Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ. Φύλλο 17. ΝΕΑ ΠΕΡΑΜΟΣ. Μηνιαία έκδοση του «Συλλόγου Περαμίων Κυζικηνών». Φύλλο 1. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 67. Δρχ. 150. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΟΣ. Τεύχος 279-281. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Έκδοση της «Ένωσης Πνευματικών Δημιουργών Χανίων». Τεύχος 5. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμμάτων και τεχνών. Φύλλο 92. Δρχ. 7. ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό για συλλέκτες. Τεύχος 44. Δρχ. 100.

Ν0 Μ0 ΣΠΛΑΙΣΙ0 Ο λ ε ς οι α π ο φ ά σ ε ις Συ μ β ο υ λ ίο υ Ε π ικ ρ ά τε ια ς και Α ρ ε ίο υ Πά γου ο χ ο λ ια σ μ έ ν ε ς .__________ Κυκλοφορούν το τεύχη: τ. 1 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΑΙΚΑΙ0 τ. 2 ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ Τ. 3 ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ τ. 4 ΙΣΟΝΟΜΙΑ ΤΟΝ ΔΥΟ ΦΥΛ0Ν τ. 5 ΠΟΛΥΕΘΝΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ


76/δελτιο

27 Ιουνίου ΊΟ Ιουλίου 1984

XO lTlX O V· OV O KIflO l V

Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Στην Κριτικογραψία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊ­ κό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

—Υ π όμνημα ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΑ: Α. Αργυρίου ΑΘ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος· Παγκουρέλης ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΠ: Ε. Παμπούκη ΕΡ: Ε. Ρόζος EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΛ: Κ. Λάμψα ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΡ: Κ. Ρούφου ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου ΟΠ: Ο'Παρατηρητής

ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παγκράτης ΣΔ: Σ. Δρακοπούλου ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΜ: Τ. Μενδράκος TP: Κ. Τρίγκου ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΤ: Φ. Τριάρχης XX: X. Χειμώνας ΕΝΤΥΠΑ ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π : Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΓ: Διαγώνιος ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΘ: Έθνος ΕΙ: Ειδήσεις ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία ΕΠ: Επίκαιρα

Εγκυκλοπαίδειες Εκπαιδευτική ελληνική εγκυκλοπαίδεια (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Βιβλιογραφία Τα ελληνικά προεπαναστατικά περιοδικά (Ν. Μπακουνάκης, ΚΑ, 28/6) Δημοσιογραφία Πασιλάρης X.: Μια ζωή τίτλοι (ΔΣ, ΒΡ, 10/7) Σταμέλος Δ.: Πρωτοπόροι και ήρωες της ελληνικής δημοσιο­ γραφίας (Α. Βασιλείου, Πνευματικές Σελίδες, 2) Φιλοσοφία Κονδύλης Π.: Η κριτική της μεταφυσικής στη νεώτερη σκέψη (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 5)

ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη Ώ ρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: Θούριος-' ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΣ: Νέα Εστία ΟΙ: Οικολογία και Περιβάλλον ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΘ: Πολιτικά Θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πορφύρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική

Μπιστάκης Ε.: Καρλ Μαρξ (I. Δραγούνης, ΓΤ, 30) Λόρεντς Κ.: Η πίσω όψη του καθρέφτη (Λ. Αποσκίτης, Περι­ σκόπιο της Επιστήμης, 63] Μπερντιάεφ Ν.: Φιλοσοφία της ανισότητας (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Σουμάχερ Ε.Φ.: Οδηγός καθημερινής σοφίας (Λ. Αποσκίτης. Περισκόπιο της Επιστήμης, 64] Μεταφυσική

Ντάκου Θ.: Αστρολογία (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επι­ στήμης, 65] Ψ υχολογία

Ψυχανάλυση και Ελλάδα (Δ. Κυρτάτας, ΔΠ, 17), (Γ. Μαρτινίδης, ΑΝ, 263) Appignanasi Α.: Ο Φρόυντ για αρχάριους (Λ. Αποσκίτης, Πε­ ρισκόπιο της Επιστήμης, 63)


δελτιο/77 Μπερτερά Τ. - Μπερνρστάιν Κ.: Το σώμα έχει τη δική του λογική (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 64) Τζάνοφ Α.: Το παιδί και ο ψυχικός του κόσμος (ΑΘ, ΗΜ, 22/6) θρησκεία Αγγελόπουλος Α.: Εκκλησιαστική ιστορία (Σ. Αλεξίου, ΚΑ, 5/7) Γεδεών Μ.: Αγιοποιήσεις (ΑΘ, ΗΜ, 30"') Γιούλτσης Β.: Κοινωνιολογία του αθεϊτ ιύ (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Γιέτβιτς Α,: Χριστός αρχή και τέλος (Δ ΒΡ, 10/7) Κοινωνιολογία Βγενόπουλος Κ.: Οικονομική ανάπτυξη μετανάστευση και αν­ θρώπινος παράγοντας (ΠΑ, ΟΤ, 5/7) Η αξία της γυναίκας (ΜΠ, ΝΕ, 7/7) Φίλιας Β.: Κοινωνιολογικές προσεγγίσεις (Μ. Μαρκάκης, Δαυλός, 31) Πολιτική Ανδριανόπουλος Α.: Αλλαγή πορείας (Γ. Δούλης, ΚΑ, 5/7) Βότσης Γ.: Σε μαύρο φόντο (Σ. Παπασπηλιόπουλος, ΟΤ, 28/6) Κανελλόπουλος Θ.: Για ένα σύγχρονο μετασοσιαλιστικό κίνη­ μα (ΠΑ, ΟΤ, 28/6) Προφίλης Δ·Χ·: Εθνικά θέματα και ΚΚΕ (Τηλ, Δαυλός, 30) Στεφανάκης Γ.: Η γλώσσα της αλλαγής (Γ. Καραντώνης, ΟΜ, 13-14) Χάρης Μ.: Τρομοκρατία η πρωτοκόρη της ΣΙΑ (ΑΦ, ΔΚ, 30/ 6) Οικονομία Δύτρας Γ.: Τουριστική ανάπτυξη (Ν. Στερεό, ΟΤ, 5/7) Σουμάχερ Ε.Φ.: Το μικρό είναι όμορφο (Ε. Βάλτα, Εβδόμη, 23/6) Οικολογία Croal S.: Η οικολογία για αρχάριους (Λ. Αποσκίτης, Περισκό­ πιο της Επιστήμης, 64) Bouquet Μ.: Οικολογία και πολιτική (Λ. Αποσκίτης, Περισκό­ πιο της Επιστήμης, 65) Λαογραφία

Τέχνες Αποσπεριτάκης Γ.: Αιγαίίδικά (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Αργυράκης Μ.: Ο γύρος της Ελλάδας (ΚΤ, ΕΘ, 4/7) Xeros: (Η. Κεφάλας, ΤΟ, 90) Δρίξος Γ.: Κύθηρα (ΚΣ, ΝΕ, 7/7) Καλαϊτζής Γ.: Τσιγγάνικη ορχήστρα (Γ. Μανιαδάκης, ΔΠ, 18) Μαυρέλης Σ.: Τουαλέτες (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Νικήτα Ρ. - Αποστολάτος Μ.: Μηχανοκρατία (Γ. Καραντώ­ νης, ΟΜ, 13-14) Παγκουρέλης Β.: Υποβολείο (Γ, Παναγιώτου, ΔΙ, 97) Πανουτσόπουλος Γ.: Μινιατούρες Μονοτυπίες (Η, Κεφάλας, ΤΟ, 90) Παππάς Γ.: Κείμενα για την τέχνη (ΔΣ, ΒΡ, 10/7) Πετρόπουλος Η.: Η αυλή στην Ελλάδα (ΒΤ, ΓΙ, 10/7) Σκοπελίτης Σ.Β.: Το γκάζι (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Ζούμας Θ.: Κινηματογράφος και σεξουαλικότητα (Ν. Κολο ­ βός, Σύγχρονος Κινηματογράφος, 3ό) Τζανακάρης Β.: Σέρρες (ΚΣ, ΝΕ, 30/6), (Μ. Τζανακάρη, ΓΙ, 107) Τζώνος Π.: Τυπολογία της κατοικίας (ΒΠ, ΔΙ, 97) Brion Μ.: Leonardo da Vinci (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 64) Πας Ο.: Η αναζήτηση της αρχής (ΜΔ, ΔΡ, 18) Αθλητισμός-Ενασχολήσεις Πλεύρής Κ.: Περί της φύσεως και της ιστορίας του σκακιού (Η.Λ.Τ, Δαυλός, 31) Γκίερχλ Τ.: Αυτή είναι η κολύμβηση (Τ, ΕΘ,4/7) Διαιτητική Κουμεντάκης Π.: Διατροφή και τρόπος ζωής (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 65) Γλώσσα Καλιόρης Γ,: Ο γλωσσικός αφελληνισμός (ΣΤ, ΕΛ, 28/6) Τρυπάνης Κ.: Ο αττικισμός και το γλωσσικό μας ζήτημα (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη, 23/6) Χρηστίδης X.: Δημοτική και νομικά (ΔΣ, ΒΡ, 26/6) Κλασική φιλολογία Χόανγκ Τ.: Νέι Κινγκ Σο Ουέν (Η.Λ.Τ. Δαυλός, 31)

Θανάτσης Γ.: Αρραβώνες και γάμοι μικρής ηλικίας (ΒΠ, ΔΙ,

Ποίηση

Καραπιπέρης Δ.: Ρουμελιώτικη λαογραφία (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Λουκόπουλος Δ.: Γεωργικά της Ρούμελης (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Μαυρόπουλος X.: Κατακαημένη Αράχωβα (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Σίττας Β.: Δημοτικά τραγούδια της Β. Εύβοιας (ΚΣ, ΝΕ, 7/7) Τσολομήτης Δ.: Οι Κοσμίτες (ΚΣ, ΝΕ, 7/7)

Ακρατινός Μ.:Ο πικρός μήνας θερμιθώρ (Φ. Ζαμπαθά, ΡΙ, 8/ 7) Αλεξάκης Ο.: Η λάμψη (Σ. Ντουφεξής, ΟΜ, 13-14) Ανδρίτσος Θ.: Εκτροφεία μνήμης. Η άλλη όχθη (Δ. Γιακουμά­ κης, ΤΟ, 90) Ανθολογία Λευκαδίων Ποιητών (ΒΤ, ΓΙ, 107) Ανθολογία Σιφνίων ποιητών (ΚΤ, ΕΘ, 27/6), (ΣΤ, ΕΛ, 28/6) Αντωνίου Τ.; Επιγράμματα (Ν. Κάμπος, ΟΜ, 13-13) Αραβαντινού Μ.: Γραφή Δ και Ε (Τ. Γκρίτση-Μιλλιέξ, ΑΝ, 8/6) Βαρβιτσιώτης Τ.: Καλειδοσκόπιο (Α. Βασιλείου, Πνευματικές Σελίδες, 2) Βέης Γ.: Ο δράκος του μεσημεριού (Β. Κάσσος, ΤΟ, 90) Βοζίκης Π.: Ελληνική γη (Α.Π, Δαυλός), 30, (ΜΑ, ΟΜ, 1314) Γαλανού Ε.: Το πουκάμισο του φιδιού (Α.Π. Δαυλός, 30) Γεωργούση Γ.: Επιστροφές (ΚΤ, ΕΘ, 27/6) Γκιμοσούλης Κ.: Η αγία μελάνη (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 30) Γράψας Ε.: Σβηστά φεγγάρια (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Γρηγοριάδης Ν.: Τα μέτρα και τα σταθμά (ΒΠ, ΔΙ, 97) (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Δάγλας Γ.: Η μέρα των φωταγωγών (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Δαμιανάκη - Αϊβαλιωτάκη Ε.: Φωτεινές διαστάσεις (Φ. Ζαμ­ παθά, ΡΙ, 8/7) (ΜΑ, ΟΜ, 13-14)

θετικές επιστήμες Επιστημονική Σκέψη 1900-1960 Ζάχος Κ.: Σχετικιστική μηχανική (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 63) Ροβίθης Π.Ε.: Αστρονομία για όλους (Λ. Αποσκίτης, Περι­ σκόπιο της Επιστήμης, 64) Σαρδέλης Κ. - Κυπριανίδης Τ.: Η δυναμική των επιστημονι­ κών, (Περισκόπιο της Επιστήμης, 65) Λαντάου Δ - Ρουμόρ Λ.: Τι είναι η θεωρία της σχετικότητας (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 64) Strvik D.: Συνολική ιστορία των μαθηματικών (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 63) Τεχνολογία Bookchin Μ.: Προς μια απελευθρωτική τεχνολογία (Λ. Απο­ σκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 63)


78/δελτίο Δέφνερ Ο.: Μαδριγάλια (Η.Λ.Τ, Δαυλός, 31) Δημητριάδης Δ.: Συνυπεύθυνοι (Β.Τ. Π , 107) Δημούλης Σ.: Οδός ευθύνης A (Α Βασιλείου, Πνευματικές Σε­ λίδες, 2) Δώρου Ρ.: Το εθνικό μοτέλ (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Καβάφης Κ.Π.: Τα αποκηρυγμένα ποιήματα (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Καραντώνης Γ.: Περιστατικά (Π. Κονιδάρης, ΠΡ, 23) Κουγέας Β.: Καίγονται χρόνια (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Κωνσταντινέα Κ.: Συνυπεΰθυνοι (ΒΤ, ΓΙ, 107) Κωνσταντίνου Α.: Παλαιόπολις (I Δραγώνης, ΓΤ, 30) Λέντζης Δ.: Σημειώσεις για την Άννα που ζούσε στο Elsinore (ΒΤ, ΓΙ, 107), (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Λογαράς Κ.: Άλλος Ιούλιος (ΘΠ, ΕΣ, 16 και 21/6) Μάναρης Ζ.: Η κύστη ή το λευκοκύτταρο του οράματος (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Μάρκας Κ.: Σχεδόν ερωτικά (Φ. Ζαμπαθά, ΡΙ, 8/7) Μαυρομάτη - Καρλή Τ.: Μεγάλες στιγμές (ΑΠ, Δαυλός, 30) Μαυρομιχάλη Ρ.: Περιγράμματα (ΔΣ, ΒΡ, 3/7) Μεταλληνού - Παπαδάτου Ε .: Διαμαρτυρίες (ΑΠ, Δαυλός, 30) Μίσσιος Κ.: Προ-κατ (Α.Π, Δαυλός, 30) Μιχαήλ Κ.Π.: Εκ του ανέσπερου (Α.Π, Δαυλός, 30) Μιχάκης Γ.: Υποβρύχιο φως (Β. Χατζηβασιλείου ΤΟ, 90) Νικολάκης Κ.: Δημιουργική αδράνεια (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Νταουσάνης Α.: Το βαθύ του έβενου (Φ. Ζαμπαθά, ΡΙ, 8/7), (Σ.Ν, Δαυλός, 31) (Σ.Ν, Δαυλός, 31) Στέππες, (Φ. Ζαμπαθά, ΡΙ, 8/7) Παμπούδη Π.: Το μάτι της μύγας (Β. Στεριάδης, ΚΑ, 28/6), (Γ. Καραβασίλης, ΔΙ, 96) Παναγόπουλου Μ.: Καταθέσεις (Ν. Κάμπος, ΟΜ, 13-14) Παπαθανασόπουλος Θ.: Ηρακλής καιόμενος (Η.Λ.Τ, Δαυλός, 31) Πάσχος Π.Β.: Πικρό ψαλτήρι (ΔΣ, ΒΡ, 3/7) Πηγαδιώτης Κ.: Σε ανύποπτο χρόνο (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Πολυχρονιάδου Δ.: Στάλες (Β.Τ, ΓΙ, 107) Ποταμίτης Δ.: Τα πυρηνικά ποιήματα (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Πυλορώφ-Σωτηριάδη Σ.: Ποιήματα ’83 (ΣΝ, Δαυλός, 30) Ραφτόπουλος Γ.: Νεκρή ζώνη (Β.Τ, ΓΙ, 107) Σαπουνά Μ.: Τεφροδόχος ονείρων (ΣΝ, Δαυλός, 31) Σιέττος Γ.: Συνειδησιακή πορεία (Β.Τ, ΓΙ, 107) Σιμόπουλος Η.: Εσπερινός απόλογος (Β.Τ, ΓΙ, 107) Σολωμός Δ.: Τα ιταλικά ποιήματα (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη, 30/6) Σουάρερ Κ.: Κόρινθος-Συρακούσα (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Σπηλιάκης Τ.: Σαραντατέσσερις αυτομεταφερόμενες στιγμές (ΒΤ, ΓΙ, 107) Σταθόπουλος Θ.: Θέμα για άγνωστο επισκέπτη (Β Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Σταυρόπουλος Ν.: Στο φως του λυχναριού (Α.Π, Δαυλός, 30) Στεριάδης Β.: Το χαμένο κολιέ (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 30) Στογιαννίδης Γ.Ξ.: Περιγραφή ακινήτου (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Σωτηρίου Π.: Η καινούργια σιωπή (Γ. Σερέφας, Ιανός, 7) Τζανετάκης Γ.: Απανθράκωση (Κ. Γουλιάμος, ΤΟ, 90) Τσέχος Η.: Τα πάθη που φοράς (Μ. Κοντολέων, ΡΙ, 1/7) Τσικριτσή-Κατσανάκη X.: Μεληδόνες (Σ.Ν, Δαυλός, 31) Τσίπας Β.: Στροφή (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Φιλήτας Α.: Σύννεφα (Σ. Κατσίκας, ΠΡ, 23) Φραγκούλη-Ταλαμπέκου Λ.: Πεδίον βολής (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Φριλίγκου Ν.: Στην άκρη του νερού (Σ.Ν, Δαυλός, 31) Χουζούρη Ε.: Έρωτας Μάθος (Γ. Μαρκόπουλος, ΤΟ, 90) Χυτήρης Τ.: Τόποι νέοι (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 30) Ψαρράς Γ.: Σώματα (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Ψαρρού-Λιατοπούλου Μ.: Μη μου χαλάτε τ’ όνειρο (Α.Π, Δαυλός, 30) Μπλέηκ Ο.: Ποιήματα (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Πεζογραφία Ανδριανοπούλου Ε.: Δεκατρία παραμύθια (ΒΠ, ΔΙ, 97) Βλάχου Ν.: Η ξένη (Η.Λ.Τ, Δαυλός, 31)

Γεράνης Σ.: Ένας ευαίσθητος μπόξερ που έγινε αστυφύλακας (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Δεληγιάννη-Αναστασιάδη Γ.: Διάλειμμα (X. Μηχ, ΑΥ, 26/6) Δούκα Μ.: Η πλωτή πόλη (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη, 7/7) Δρακονταειδής Φ.: Σχόλια σχετικά με την περίπτωση (Η. Κε­ φάλας, ΤΟ, 90) Ευθυμιάδη Ν.: Αθόρυβες μέρες (Γ. Θαλάσσης, ΔΙ, 97) Ευστρατιάδου Α.: Δύσβατο πέρασμα (ΔΣ, ΒΡ, 26/6) Ησαΐα Ν.: Άλλη (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Καρατζαφέρη I.: Καφενείο ο τέταρτος κόσμος (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Κατράκης Π.: Οδοιπόρος της νύχτας (ΔΣ, ΒΡ, 3/7) Κόπτης Θ.: Η γραβάτα (Μ, Μιστριώτη Ευβοϊκό Λογοτεχνικό Αρχείο, 26) Κράγκαρης Δ.: Ο κάμπος απλούται επικλινής (Β.Τ, ΓΙ, 107) Μαυρουδής Κ.: Με εισιτήριο επιστροφής (Β. Κάσσος, ΤΟ, 90) (Κ. Γουλιάμος, ΓΤ, 30) Μητροπούλου Κ.: Ο πάγκος (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Μοίρας Μ.: Εκεί που πεθαίνει ο ήλιος (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Μουρτζάκης Γ.: Κόκκινες ιστορίες (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Νόλλας Δ.: Τα καλύτερα χρόνια (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Παπαπάνου Κ.: Γυρεύοντας το τέλος (ΔΣ, ΒΡ, 10/7) Παπαπέτρου Α.: Συνοριακό επιεσόδιο, (Α. Σουλογιάννη, ΔΙ, 97) Πανταζής Μ.: Ο τραυματίας αναστενάζει (ΝΜ, ΡΙ, 8/7) Πολενάκη Μ.: Ναυαγοί στο σπίτι (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Σταμέλος Δ.: Το λιοντάρι της κλεφτουριάς. Μακρυγιάννης. (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Τάγαρης Α.: Ψήγματα αλήθειας (ΑΠ, Δαυλός, 30) Τριβυζάς Σ.: Κίβδηλο φεγγάρι (Β. Χατζηβασιλείου, ΤΟ, 90) Τσίγκος Γ.: Οδηγίες πίσω (ΑΦ, ΑΚ, 23/6) Χρυσοχόου Μ.: Τα παλιά συρτάρια (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Andrews V.: Λουλούδια και αγκάθια (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Αρραμπάλ Φ.: Η πέτρα της τρέλας (ΜΑ, ΟΜ, 14-14) Gibran Κ.: Καθρέφτης της ψυχής (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 65) Γουέλς Τ.Χ.: Η αυτοκρατορία των μυρμηγκιών (ΚΤ, ΕΘ, 4/7) Γουλφ Β.: Τα κύματα (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη, 23/6) Emercleta Β.: Άντα (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Ισεργουντ Κ.: Ο κύριος Νόρις αλλάζει τρένα (ΣΤ, ΕΛ, 28/6) Καλβίνο I.: Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης. Οι δύσκολοι έρωτες (Ν. Κάμπος, ΟΜ, 13-14) Κάστελμαν Κ.: Αποχωρισμοί (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Λεμ Σ.: Χειρόγραφα που βρέθηκαν σε μια μπανιέρα (Μ. Κον­ τολέων, ΔΙ, 96) Λόντον Τ.: Η παγόδα της Λούση Λιγκ (Σ. Κατσίκας ΟΜ, 1314) Μασσιάντο ντε Ασίς Τ.Μ.: Επιτάφιος για ένα μικρό νικητή (ΣΤ, ΕΛ, 28/6) Μέκλερ Ν.: Ο απεσταλμένος ενός μανιακού (ΕΑ, ΣΚ, ΕΛ, 5/7) Μεντόθα Ε.: Το μυστήριο της στοιχειωμένης κρύπτης (ΣΤ, ΕΛ, 28/6), (ΚΤ, ΕΘ, 4/7) Μπαλζάκ Ο.: Οι Σουάνο&ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Μπόγκαρτ Ν.: Ψίθυροι στον κήπο (W, ΟΤ, 5/7) Νταρίο Ρ.: Φανταστικά διηγήματα (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Παζολίνι Π.Π.: Amado mio (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Πούσκιν A.: Ε.Ονέγιν (ΚΤ, ΕΘ, 8/7) Σεμπρούν X.: Ο δεύτερος θάνατος τοι Ραμόν Μερκαντέρ (ΜΑ, ΟΜ, 13-14) Φρανς Α.: Το έγκλημα του Συλβέστρου Μπονάρ (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Χάμμετ Ν.: Το κορίτσι με τ’ ασημένια μάτια (Σ. Κατσίκας, ΟΜ, 13-14) Χάρπερ Λ.: Ακάνθινο στεφάνι (ΔΣ, ΒΡ, 26/6) Μελέτες-Αλληλογραφίες-Ιστορία λογοτεχνίας Αλεξανδρόπουλος Μ.: Σεφέρης-Μακρυγιάννης, μια συνάντη­ ση (ΗΠ, ΓΥ, 11/7) Αλεξίου Ε-Στεφανάκης Γ.: Νίκος Καζαντζάκης (Κ. Στυλιδιώτης, ΟΤ, 28/6) (Γ. Καραντώνης, ΟΜ, 13-14) Βοίσκου Ε.: Και αύριο Ν. Νικολαίδης (Γ. Γεωργής, ΔΙ, 97) Γιάκος Δ.: Α. Τροπαιάτης (Ν. Ταξιάρχης, ΡΙ, 1/7)


δελ τιο /7 9 Κοραής Α.: Αλληλογραφία (Ε. Γαλάνη, ΚΑ, 5/7) Λαγάκου Ν.: Ν. Βρετάκος ο ποιητής της αγάπης (ΝΜ, ΡΙ, 1/7) Μαστροδημήτρης Π.Δ.: Πρόλογοι νεοελληνικών μυθισχορημάτων 1830-1930) Μητσάκης Κ.: Το εμψυχούν ύδωρ (Μ. Μαρκάκης, Δαυλός, 31) Παναγιωτούνης Λ.: Ο Ταΰγετος στο έργο του Ν. Βρετάκου (ΝΜ, ΡΙ, 1/7) Παπαδημητρακόπουλος Η.Χ.: Παρακείμενα (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Πλάτης Ε.Ν.: Κριτικοί προβληματισμοί (Δ. Γιακουμάκης, ΤΟ, 90) Πολιτάρχης Γ.Μ.: Κριτικά δοκίμια (ΔΣ, ΒΡ, 26/6) Πολίτης Θ.Μ.: Κ. Παλαμάς, Κ. Χατζόπουλος, Μ, Μαλακάσης (Μ. Γιαλουράκης, Ταχυδρόμος Αιγυπτιωτών, 94) (ΣΤ, ΕΛ, 28/6) Σκιαδάς Ν.: Αδαμάντιου Κοραή αυτοσχέδιοι στοχασμοί (Π, Πετρίτης, ΡΙ, 8/7) Σπανόπουλος Γ.: Μ Δημάκης (Ν. Κάμπος, ΟΜ, 13-14) Σταφυλάς Μ.: Διαρκής ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (ΔΣ, ΒΡ, 10/7) Φιλοσοφική Σχολή Ιωαννίνων: Δ. Γληνός (I. Δραγώνης, ΓΤ, 30) Δοκίμια Δήμου Ν.: Ο Έλληνας Βούδας (Η.Λ.Τ, Δαυλός, 31), (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη 7/7/) Κιτρομηλίδης Μ.: Κείμενα (ΒΠ, ΔΙ, 97) Κλυνν X.: Αλαλούμ (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Κωνσταντινίδης Κ.Δ.: Γλώσσα παιδεία ελληνισμός (Η.Λ.Τ, Δαυλός, 31) Φρομ Ε.: Σοσιαλιστικός ουμανισμός (ΑΘ, ΗΜ, 30/6) Παιδικά βιβλία Εννιά ιστορίες (ΗΠ, ΓΥ, 897), (ΕΑ-ΣΚ-ΕΛ, 5/7), (ΚΤ, ΕΘ, 27/6) Καραμήτσου-Λαμπροπούλου Μ. : Η φύση μέσα στους 4 τοί­ χους (ΗΠ, ΓΥ, 897) Κουρετζής Λ.: Στο μικρό μας περιβολάκι (ΗΠ, ΓΥ, 897) Μάστορη Β.: Ο καλεσμένος (ΗΠ, ΓΥ, 897) Βορονόβ Ν.: Μάσα (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Λίπσκυ I.: Ντα Βίντσι και Πικάσο (ΗΠ, ΓΥ, 897) Μοντγκόμερυ Ρ.Α.:Πέρα απ’ το διάστημα. Ταξίδι κάτω από τη θάλασσα (ΗΠ, ΓΥ, 897) θεατρικά έργα Μητρόπουλος Κ.: Ασκληπιός (Τηλ. Δαυλός, 31) Αλμπυ Ε.: Ποιος φοβάται τη Βριτζίνια Γουλφ (Γ. Σερέφας, Ιανός, 7)

Δρίστιος Θ.: Η εξέγερση της Τασκένδης (Ν. ΝΤΣ, ΕΛ, 8/7) Ενεπεκίδης Κ.: Μακεδονικές πόλεις και οικογένειες 1750-1930 (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Ζιώγου-Καραστεργίου Σ.: Η μέση εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα 1830-1893 (ΒΡ, ΔΙ, 97) Κουκουλές Φ.: Για μια ιστορία του ελληνικού συνδικαλιστικού κινήματος (Γ. Δημητριάδης, ΟΤ, 5/7) Λίτσας Φ.: Κορώνη (ΚΣ, ΝΕ, 7/7) Μαρασλής Α.: Ιστορία της Πάτρας (ΚΣ, ΝΕ, 7/7) Οικονομίδης Φ.: Οι προστάτες (Ν. Nr-s, ΕΛ, 8/7), (ΑΘ, ΗΜ, 6/7) Παναγόπουλος Γ.: Η μυστική συνέλευση της Βοστίτσας (ΔΣ, ΒΡ, 26/6) Παπαγεωργίου Κ.: Η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης (ΑΦ, ΑΚ, 30/6) Παπαθανάση-Μουσιοπούλου Κ.: Θράκη (Σ.Ν. Δαυλός, 30) Παπαχρίστου Κ.: Παρνασσιώτικα (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Βουμπάνης Θ.: Οι ρίζες του σοσιαλισμού στην Ελλάδα (Ν. Ντ­ ε, ΕΛ, 8/7) Σάββας Α.: Μελετήματα του Ξηρομέρου (ΚΣ, ΝΕ, 30/6) Ζέρβας Π.: Κυπριακό (Ν. Κρανιδιώτης, ΚΑ, 28/6) Τσιμπουκίδης Δ.: Ιστορία του ελληνιστικού κόσμου (I. Δρα­ γώνης, ΓΤ, 30) Φωτόπουλος Α.: Μοριάς (ΚΣ, ΝΕ, 7/7) Χιονίδης Γ.: Η απελευθέρωση της Τουρκοκρατούμενης Βέ­ ροιας (Σ.Ν, Δαυλός, 30) Murat J.: Το μεγαλύτερο έγκλημα του αιώνα (Ν.Μ, Δαυλός, 31) Μπονάρ Α.: Ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη. 7/7) Rostovtreff Μ.: Ρωμαϊκή ιστορία (Βιβλιολάθας, Ρωμιοσύνη, 7/

7)

Σαιν-Μαρτέν Κ.: Λαμπράκηδες (Α. Πανταζόπουλος, Κριτική,

, 7) Φωρ Π.: Η καθημερινή ζωή στις αποικίες του 6ο π.Χ. αιώνα (Ε. Δαμβουνέλη, ΔΙ, 96) Μ αρτυρίες-Βιογραφίες Ανδρικόπουλος Ν.: Ο λόφος (Ν. Nr-s, ΕΛ, 8/7) Αρχείον Καποδίστρια: (ΔΣ, ΒΡ, 3/7) Γκατζογιάννης Ν.: Ελένη (ΗΜΠ, ΓΥ, 11/7) Λουλέ-Θεοδωράκη Ν.: Εμείς οι τσιγγάνοι (ΚΤ, ΕΘ, 2/7), (ΚΣ, ΝΕ, 7/7) Μανωλάκου Μ.: Από το ημερολόγιο ενός παιδιού της Κατοχής (ΑΘ, ΗΜ, 6/7), (ΚΤ, ΕΘ, 27/6) Μάργαρης Β.: Μεγάλοι νεοέλληνες (Ν. Κάμπος, ΟΜ, 13-14) Σαρδέλης Κ.: Το ανθολόγιο της λευτεριάς (ΔΣ, ΒΡ, 26/6) Ταξιδιωτικά Στεργιόπουλος Θ.: Ο κόσμος του είδα ανατολικά (ΔΓ, ΕΒ, 56)

Ιστορία

Περιοδικά-εφη μερίδες

Βακαλόπουλος Α.: Ιστορία της Θάσου (ΔΣ, ΒΡ, 3/7) Βερέμης Θ.: Οι επεμβάσεις του στρατού στην ελληνική πολιτι­ κή 1916-1936 (ΣΤ.Π, ΕΝΑ, 28/6) Βουρνάς Τ.: Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας (Γ. Κύρτσος, ΟΤ, 5/7)

Διαβάζω (ΒΤ, Π , 107) Ο Μαθητόκοσμος (ΒΤ, ΓΙ, 107) Τότε (ΒΤ, ΓΙ, 107) Φυσικός κόσμος (Λ. Αποσκίτης, Περισκόπιο της Επιστήμης, 63)

Γ Ρ Α Μ Μ Α Τ Α καί Τ εχνες ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΕΧΝΗΣ, ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ


8 0/δ ελ τιο

μικρές α γγελίες

ΕΥΧΑΡΙΣΤΗ και δημιουργική απασχόληση για παιδιά μέχρι 12, .τα βιβλία της αλκή στις: ΔΙΑΚ Ο Π ΕΣ, ζωγραφίζω πρόσωπα, όνειρα, Ακρόπολη, Επίδαυρος, Κνωσός. * ΝΗΠΙΑΓΩΓΟΙ, δάσκαλοι, διαβάστε: «Δραματοποίηση για παιδιά» και «Αυτοσχέδιο θέα­ τρο στο σχολείο» της αλκηστις. * Μ ΠΑΡ, πολύ γνωστό, περιοχής Εξαρχείων, πωλείται σε καλή τιμή. Τηλεφωνήστε 9345799 μό­ νο 7-10 μ.μ. και στο 9335915 όλη μέρα. * ΑΓΚΑΛΗ ονομάζεται ο και­ νούριος παιδικός σταθμός της περιοχής Φιλοππάπου (Τσάμη Καρατάση 62 και Φωτάκου). Έ να πανέμορφο αρχοντικό, με τον κήπο του, το πλούσιο σε ερεθίσματα εκπαιδευτικό υλικό και τους παιδαγωγούς με εφό­ δια την εξειδικευμένη γνώση και την αγάπη τους για το παι­ δί, καλωσορίζει όλους τους μι­ κρούς του φίλους. Έ ναρξη λειτουργίας 1η Σε­ πτέμβρη. Πληροφορίες τηλ. 86.24.621 - 82.15.377.

ΨΑΧΝΕΙΣ για ωραίο επιπλω­ μένο δωμάτιο, γύρω στις 5.000 δρχ. το μήνα, σε άνετο, ευχάρι­ στο, συμπαθητικό διαμέρισμα στο Παγκράτι; Α ν δε σε ενο­ χλεί η συγκατοίκηση, τότε τη­ λεφωνήστε στο 75.18.794 (25-28 Αυγούστου).

* ΕΥΧΑΡΙΣΤΗ και δημιουργική απασχόληση για μικρά παιδιά, τα βιβλία της αλκηστις: ΤΕΣΤ, τετράδια εργασίας, τώρα γρά­ φω, τώρα διαβάζω, κυκλοφορώ-κυκλοφορείς. ★ «ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΘΕΩΡΗΜΑ» Ποιήματα. «Κι αν κάτι δεν πιάνετε/μην ψαχουλεύετε/κριτικά τον πομπό./ Μάταιος κόπος./Ξεσκουριάστε τους δέκτες σας» Τάκης Μ ιχόπουλος, Ξυλόκαστρο. Διάθεση: Τ. Πιτσι­ λάς, Σοφοκλέους 4, Αθήνα. ★ ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ, πλατεία Εξαρχείων, Οικονόμου 3, υπό­ γειος χώρος φωτεινός, 60 μ2, με ανεξάρτητη είσοδο, κατάλλη­ λος για αποθήκη ή εργαστήριο. Τηλ.: 36.25.179-36.03.687

(Κάθε λέξη στις «μικρέ; άγγελίε;» στοιχίζει ΙΟ μόνο δρχ.)


ΜΕΓΑΛΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ - ΚΛΑΣΙΚΟΙ

ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ

ΤΌΕΠ#Μ ΜΠΟΝΝΑΡ Ρ

01 ΟΧΙΕΣ Δρχ. 300

Δρχ. 500

ΓψΜφΤψΝ

OlfflMI

Π01ΜΕΝΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ

ΟϊΉΑ

m&^DOL Δρχ. 500

■η

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΑΡΗ


Συμπληρώστε τη σειρά των αφιερωμάτων

0ϋ ΔΙΑΒΑΖΩ Κ ω νσ τα ντίνος Θ εοτόκ ης (N o 14) Β ιβ λ ία γ ια π α ιδ ιά (N o 24) Γ υ να ικ είο ς λ ό γο ς (N o 36) Γκέοργκ Λ ο ύκ α τ ς (N o 41) Τ α διδα κ τικ ά β ιβ λία της μέσης εκ π α ίδ ευ σ η ς (N o 47) Φ ραντς Κ άφ κ α (N o 50) Ν έο ι λ ο γο τ έχ νες (N o 50) Ν ίκ ο ς Κ α ζα ντζά κ η ς (N o 51) Μ αρσέλ Π ρου σ τ (N o 52) Ο υ ίλλια μ Φ ώ κνερ (N o 54) Α γγλικ ή λ ο γο τ εχ νία (N o 56) Σ οβιετικ ή λ ο γο τ εχ νία (N o 57) Α ντίσ τασ η κ αι λ ο γο τ εχ νία (N o 58) Α α τινο α μ ερικ ά νικ η λο γο τ εχ νία (N o 59) Ο νο ρ έ ντε Μ π α λ ζά κ (N o 60) Δη μ ήτρης Γλη νός (N o 61) Τ ζέημ ς Τ ζό υ ς (N o 62) Κ ώ στας Χ α τ ζη α ρ γύ ρ η ς (N o 63) Η γ ε ν ιά τω ν μπήτνικ (N o 64) Ο ι επ ίγ ο ν ο ι του Φ ρόυντ (N o 65) Ζ α ν Ζ ενέ (N o 66) Ε πιθεώ ρ ησ η Τ έχνη ς (N o 67) Ά γ ι ο ν Ό ρ ο ς (N o 68) Ν έο ι λο γο τ έχ νες (N o 69) Γ ερμ α νό φ ω νο θέα τρο (N o 70) Σ ημειω τική (N o 71) Α ρ ισ τ ο φ ά νη ς (N o 72)

Ζ α κ Π ρεβέρ (N o 73) Μ ικ ρα σ ια τικ ός ελλη νισμ ός (N o 74) Λ ο γ ο τ ε χ ν ία κ αι κ ινη μ α τ ογρ ά φ ος (N o 75) Ιταλική λ ο γο τ εχ νία (N o 76) Μ αρκ ή σιος ντε Σ α ντ (N o 77) Κ. Π. Κ α β ά φ η ς (N o 78) X . Α . Μ π ό ρ χ ες (N o 79) Μ ίλα ν Κ ού ντερα (N o 80) Μ αργκ ερίτ Γ ιου ρ σ ενά ρ (N o 81) Α δ α μ ά ντ ιο ς Κ οραή ς (N o 82) Κ αρλ Μ α ρξ (N o 83) Σ ύ γ χρ ο ν α ο λ λ α νδ ικ ά γρά μ μ α τα (N o 84) Μ π ορ ίς Β ία ν (N o 85) Α στυ νομ ικ ή λ ο γ ο τ εχ νία (N o 86) Ν έο ι λ ο γο τ έχ νες (N o 87) Κ ώ στας Β ά ρ ν α λη ς (N o 88) Ν εοελλη νικ ό θέα τρο (N o 89) Τ όμ ας Μ αν (N o 90) Φ ρειδ ερίκ ος Ν ίτσε (N o 91) Κ ω νσ τα ντίνος Θ εοτ όκ η ς (N o 92) Ρ ολά ν Μ παρ τ (N o 93) Π α ιδ ικ ό βιβ λίο (N o 94) Ν α π ο λ έω ν Λ α π α θ ιώ τη ς (N o 95) Ε μ μ α νουή λ Ροΐδης (N o 96) Εμίλ Ζ ο λ ά (N o 97) Σ τα ντά λ (N o 98) Β ιβ λ ίο και φ υλακή (N o 99)

Ομήρου 34 106 72 - Αθήνα τηλ. 36.40.488 - 36.40.487 - 36.26.910


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.