|Υ ΒΙΒΛΙΟΥ* ^Ρ. 218 t
p r j s i f g |^ | νπξton m β ' ΓΧϋβήνΧίύ MJS
f-
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ‘89 ΜΕ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΞΕΚΟΥΡΑΖΟΥΝ
ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΑΘΗΝΑ 106 80 ΤΗΛ. 3600398
ΚΥΚΛ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΞΑΝΤΑΣ Οι εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ ενημερώνουν τους συνεργάτες τους βιβλιοπώλες ότι από τις 15 Ιουνίου 1989 τα βιβλία τους θα διακινούνται αποκλειστικά από τα γραφεία τους: Τζαθέλλα 1 και Ζωοδόχου Πηγής Τ.Τ. 106 81 - Τηλ.: 3604.885, 3613.065 Για Θεσσαλία, Θεσ/νίκη, Μακεδονία αποκλειστικά από τα νέα γραφεία μας στην Θεσ/νίκη: Ν. Κατσάνος Αριστοτέλους 26 - Τηλ. 235.683
ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 1989
τα βιβλία της «γνώσης»
ΟΥΜΠΕΡΤΟ ΕΚΟ ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΟΥ ΦΟΥΚΩ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
0 εκδότης με χαρά αναγγέλλει ότι έρως, πάθος, θάνατος, σατανισμός,σωτηρία (κάτω από τα φοινικόδεντρα του Τζιμ της κάνναβης) συνυφαίνονται σ' αυτό το βιβλίο που στέρησε τον ύπνο του συγγραφέα του. τα πράγματα όμως είναι πολύ πιο περίπλοκα.
Το Εκκρεμές του Φουκώ κυκλοφόρησε! ... και σηματοδοτεί το 1989 αλλά και το 2000. Εξελίσσεται από τον 2ο μ.Χ. αιώνα μέχρι τις μέρες μας μέσα από το σχέδιο των Ναϊτών και των Ροδόσταυρων για την κατάκτηση του κόσμου, σ' ένα χωριουδάκι μεταξύ Λανγκ και Μομφεράτου. Εξελίσσεται στο Ίδρυμα Τεχνών και Επιτηδευμάτων των Παρισίων και... και... και... και... Το Εκκρεμές του Φουκώ κυκλοφορεί και κατακτά όλο τον κόσμο!!!
εκδόσεις «γνώση» Ιπποκράτους 31, 106 80. Αθήνα. Τηλ. 36.20.941 - 36.21.194-77.86.441
αφιερώματα σε συγγραφε/s Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί
Ο. ντε Μπαλζάκ No 60* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργΰρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μπόρχες No 79 Μ. Κούντερα No 80 Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρξ No 83 . Μ. Βιάν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88 Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροΐδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Άγρας No 104 I. Βερν No 105 Θ. Καίρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έσσε No 109
Α. ΚαμύΝο 110 Β. Ο υγκόΝ οΙΙΙ Ε. Άλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126 Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν.Χ. Λώρενς No 132 Γ.Σ. Έλιοτ No 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ.Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έκο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. Ουάιλντ No 152 Β. Γούλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157
Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χεμινγουέη No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Όμηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Ίψεν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 150 Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Β. Ράιχ No 197 Ρ. Μουζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205 Α. Ζιντ No 206 Α. Μπρετόν No 207 Μ. Μπρεχτ No 211 Α. Αλεξάνδρου No 212 Δ. Σολωμός No 213 Φραντσέσκο Πετράρχης No Αρσέν Λουπέν No 218
ΙΑΒ M
i l
αφιερώματα σε ί/εματα Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί.
Αντίσταση και Λογοτεχνία No 58*. Αυτοβιογραφία No 155 Λατινοαμερικανική Λογοτεχνία No 59* Μετάφραση No 156 Η Γενιά των Μπήτνικ No 64 Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία No 163 Οι επίγονοι του Φρόυντ No 65* Σύγχρονοι Αγγλόφωνοι Επιθεώρηση Τέχνης No 67 Φιλέλληνες No 164 Ά γιον Ό ρος No 68 Αλληλογραφία No 170 Γερμανόφωνο Θέατρο No 70 Επιλογή Βιβλίων ’86-87 No 172 Σημειωτική Νό 71* Οι επιστήμες στον κόσμο μας No 175 Μικρασιατικός Ελληνισμός No 74 Παιδικό βιβλίο No 180 Λογοτεχνία και Κινηματογράφος No 75 Κριτική No 184 Ιταλική Λογοτεχνία No 76 Μουσική και Λογοτεχνία No 185 Σύγχρονα Ολλανδικά Γράμματα No 84 Διανοούμενοι και Εξουσία No 186 Αστυνομική Λογοτεχνία No 86 Βιβλίο και Νέες Τεχνολογίες No 188 Νεοελληνικό Θέατρο No 89 Το νέο Μυθιστόρημα No 189 Παιδικό όιβλίο No 94 Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας No 194 Βιβλίο και Φυλακή No 99 Πολιτισμός και Κουλτούρα No 195 Λαϊκό Αισθηματικό Διακοπές και Βιβλίο No 196 Μυθιστόρημα No 100 Το Ελληνικό Φεμινιστικό Αρχαία Λυρική Ποίηση No 107 Έντυπο No 198 Φινλανδικά Γράμματα No 114 Βιολογία No 203 Εξπρεσιονισμός No 208 Δοκίμιο No 117 Η Πράγα των συγγραφέων No 209 Κοινωνιολογία No 119 Ψυχιατρική και ψυχανάλυση No 2ΗΙ Ελληνικός Υπερρεαλισμός No 120 Θέατρό και Παιδί No 214 Κυπριακά Γράμμματα No 123 Ι’αδιόη ωνο και 1η/.ι όραση No Χιούμορ No 124 Θεσσαλονίκη No 128 Γαλλική Επανάσταση No 216 Βυζάντιο No 129 Κόμικς No 217 Ελληνικό Παραμύθι No 130 Φουτουρισμός No 141 Γλωσσολογία No 144 Βιβλίο και Στρατός No 146 Βιβλία για το καλοκαίρι No 148
ΔΙΑΒΑΖΩ Σύγχρονοι Λ γγλόη οίνοι
Φιλέλληνες
Εκδόσεις # Κέδρος λ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ
0 ΙΕΡΟΣ ΜΑΣΤΟΣ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
Γ. Γενναδίου 3, Αθήνα 106 78 - τηλ. 36.02.007
Αριστοτέλης Νικολαίδης: Ο ΙΕΡΟΣ ΜΑΣΤΟΣ
Κρίσεις για ένα συγκλονιστικό και συναρπαστικό μυθιστόρημα
ΚΕΔΡΟΣ
Το βιβλίο-του Αριστοτέλη Νικολαΐδη προσφέρεται ως καλειδοσκόπιο για πολ λές αναγνώσεις τις οποίες τονώνει η έξοχη γλώσσα του συγγραφέα. Σπύρος Μεϊμάρης, «Χρόνος», 7/3/88 Το πολύ σημαντικό αυτό μυθιστόρημα που το διαπερνά το εντελώς προσωπικό ύφος και η γλώσσα του συγγραφέα, πολυεπίπεδο καθώς είναι, πλέκεται σε μια σπάνια αρχιτεκτονική και συμφωνική σύνθεση που ακόμη η ταχύρρυθμη και συναρπαστική ανάγνωσή του δεν καλύπτει τις λεπτές αποχρώσεις και τα στίγ ματα που χαρακτηρίζουν το βάθος και το θρύλο του. Χριστίνα Φίλη, «Διαβάζω», 17/3/88 Ο Αριστοτέλης Νικολαίδης μας γνωρίζει μιαν άλλη πλευρά του συγγραφικού του ταλέντου με το εξόχως ερωτικό του μυθιστόρημα «Ο Ιερός μαστός». Σ. Μπακογιαννοπονλου, «Βήμα», 27/9/87 Ο Αριστοτέλης Νικολαίδης έχει πίσω του ένα συγγραφικό έργο αναγνωρισμένο. Τώρα, με το τελευταίο του μυθιστόρημα οι πλούσιες εμπειρίες ζωής - συνδυασμένα με ένα δυνατό γλωσσι κό αισθητήριο και μια ιδιαίτερη συγγραφική δεξιότητα - κορυφώνονται σε μια από τις πιο ξε χωριστές προσφορές στα μεταπολεμικά μας γράμματα. Κ. Γιονργος,. «Playboy», 9/1988 Σεξ και θρησκεία διαμορφώνουν τη βάση του περιπλανώμενου και συντριπτικού, γεμάτου δύ ναμη, μυθιστορήματος του Αριστοτέλη Νικολαΐδη. Εδώ ο κυνισμός του Σελίν συναντά τους ■ψυχαναγκασμού ς με τη σεξουαλική παθολογία ενός Σαντ ή Φρόυντ, καθώς και τις υγιείς δό σεις ενός Λεβί-Στρως, Λακάν και άλλων σύγχρονων αυθεντιών. Πλείστα συμβαίνουν στο μυθι στόρημα, σ’ ένα ιδιαιτέρως ευρύ φάσμα σεξουαλικής πρακτικής που περιγράφονται με ακρι βόλογες λεπτομέρειες, μολονότι όλα φαίνονται να εξελίσσονται σε μιαν απόσταση... Ο ήρωας είναι ένας βασανισμένος desperado, του οποίου η μόνη παρηγοριά είναι η ελληνική γλώσσα, την οποία ο συγγραφέας χειρίζεται με πυροτεχνική, ενίοτε αχαλίνωτη δεξιοτεχνία. Peter Mackridge, «World Literature Today», Φθινόπωρο 1988
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765
Τεύχος 218 28 Ιοννίον 1989 Τιμή: Δρχ. 350 Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Νένη Ράις, Βάσω Σπάθή, Καίτη Τοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάξ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάξ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σΐα Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιοκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς
Π ΕΡΙΕΧΟ Μ ΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
8
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Κατερίνα Γλυκοφρύδη: Ο Φραντσέσκο Πετράρχης και το έργο του Φραντσέσκο Πετράρχης (1304 - 1374)
10 33
Χρονολόγιο Μορίς Λεμπλάν Paule Rossetto: Αρσέν Λουπέν, ο ασύλληπτος Φρανσίς Λακασέν: Η τέχνη να ληστεύεις... την Ιστορία της Γαλλίας Αποσπάσματα από το μυθιστόρημα Η Κόμησσα Καλιόστρο Ο «φίλος» του Αρσέν Λουπέν ανοίγει τα χαρτιά του Στάθης Βαλούκας: Ο Αρσέν Λουπέν στον κινηματογράφο
58 60 63 72 74 76
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Αλέξανδρος Σχινάς: «Είμαστε ρωμαλέοι μαραθωνοδρόμοι. Μόνο που τρέχουμε στα κατσάβραχα»
78
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ
Κεντρική διάθεση:
ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφει ο Σωτήρης Ντάλης ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφει η Μυρτώ Δραγώνα-Μοναχού
Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
37
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
48
Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
82 84
ΔΕΛΤΙΟ
στο επόμενο «Διαβάζω»
αφιέρωμα στο ΡΟΚ
η ΑΓΟΡΑ του ΒΙΒΑΙΟΥ από 1 Ιουνίου έως 15 Ιουνίου 1989
Τα είκοσι βιβλιοπωλεία που ρωτήθηκαν για τη σύνταξη της αγοράς του βιβλίου είναι κατά αλφαβητική σειρά: Αίολος-ΑΘ., ΓεωργιάδηςΓκρίτσης-Καλλιθέα, Δωδώνη-Γιάννενα, ΔοκιμάκηςΗράκλειο, Ενδοχώρα-ΑΘ., Εστία-ΑΘ., Ελευθερουδάκης-Αθ., Καρδαμίτσας-ΑΘ., Κατώι του Βιβλίου-Θεσσ., Κέντρο του Βιβλίου-Θεσσ., Κουρκάκης-Καρδίτσα, Λέσχη του Βιβλίου-ΑΘ., Λοξίας-Θεσσ., Πολύεδρο-Πάτρα, Ρόμβος-ΑΘ., Σύγχρονη Εποχή-ΑΘ., Κηφισιά, Τέχνη και ΛόγοςΜαρούσι, Χνάρι-ΑΘ., Χαλκίδης-Μυτιλήνη
□ Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώ ρησαν 20 βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βι βλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.
ΕΚΟ ΟΥ.: Το εκκρεμές του Φουκώ ΓΝΩΣΗ ΚΕΡΑΜΑ Β.: Απόρρητο ημερολόγιο στο Καστρί ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΥ Θ .: Στοιχεία της δεκαετίας του ’60 ΣΤΙΓΜΗ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΥ Δ.: Κ. Μητσοτάκης: Πολιτική βιογραφία ΠΑΠΑΖΗΣΗΣ ΛΑΚΛΟΣ: Μ.: Επικίνδυνες σχέσεις. Β' Τόμος ΑΓΡΑ ΑΛΙΕΝΤΕ I.: Ευα Λούνα ΩΚΕΑΝΙΔΑ ΚΑΡΖΗ Θ.: Η γυναίκα στο Μεσαίωνα ΦΙΛΙΠΠΟΤΗΣ ΜΑΡΚΕΣ ΓΚ.: Η περιπέτεια του Μιγκέλ Λιττίν Ν. ΣΥΝΟΡΑ ΚΑΡΘΑΙΟΥ Ρ. & ΠΑΣΣΑ - ΜΑΝΟΥ Κ..: Χαρούμενες Διακοπές (σειρά) ΠΑΤΑΚΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑ Μ.: Πλανόδιος Σαλπιγκτής ΚΕΔΡΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ Μ. & ΒΛΟΓΙΑΝΝΙΤΗ Δ.: Το βιβλίο των διακοπών (Σειρά Παίζω και Μαθαίνω) ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ X .: Καλοκαιρινές Διακοπές GUTENBERG ΣΑΡΗ Ζ.: Τα Χέγια ΠΑΤΑΚΗΣ □ Ο κατάλογος που ακολουθεί παρουσιάζει, με αλφαβητική σειρά, τα υπόλοιπα βιβλία που δεν προτάθηκαν από δύο τουλάχιστον βιβλιοπωλεία.
Αβαντέν Κ.: Με την καρδιά στην τσέπη (Αστάρτη) · Αβδάλη Β.: Οι βαθμοί είναι αναγκαίοι (Σύγχρονη Εποχή) · Αισχύλου: Ορέστεια Μετ. Κ. Μύρης (Εστία) · Άρντλεϋ Ν.: Τα μουσικά όργανα (Δεληθανάσης) · Γκούλικ Ρ.Β.: Δολοφονία στο καράβι των λουλουδιών (Θεμέλιο) · Γκούλικ Ρ.Β.: Σκελετός στην καμπάνα (Θεμέλιο) · Δημουλά Κ.: Χαίρε ποτέ (Στιγμή) · Εξαρχόπουλου Θ. Τα ταξίδια του νερού (Αίο λος) · Ζέη Α.: Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα (Κέδρος) · Ζέη Α.: Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου (Κέδρος) · Λάζαρης Α.: Ποιος Σοσιαλισμός (Θεμέλιο) · Λόντον Τζ.: Μάρτιν Ίντεν (Σύγχρονη Εποχή) · Μααλούφ Α.: Σαμαρκάνδη (Ωκεανίδα) · Μεγαπάνου Α.: Διάλογος με την Ά ννα (Libro) · Μόρισον Τζ.: Αγαπημένη (Νεφέλη) · Μουράτ Κ.: Της νεκρής πριγκίπισσας (Ωκεανίδα) · Μπουσκάλια Λ.: Να ζεις να αγαπάς να μαθαίνεις (Γλάρος) · Ναχμία Μπ.: Κραυγή για το αύριο (Κάκτος) · Ντέσλιγκερ Κ.: Το παιδί της κονσέρβας (Τεκμήριο) · Εκλογικός Νόμος (Ποντίκι) · Πρες Χ.Γ.: Στα ίχνη της φύσης (Καλέντης) · Προκοπίου Κ.: Ανέκδοτα - Απόκρυφη Ιστορία (Άγρα) · Σαρρή Ζ .: Τα γενέθλια (Κέδρος) · Σεφέρης Γ.Μαρώ. Αλληλογραφία Τόμος Α '. 1936-1940 (Βικελαία Βιβλιοθήκη Ηρακλείου) · Φίλντιση Σ.: Στη Βη θλεέμ του βυθού (Σύγχρονη Εποχή) · Φουκώ Μ.: Επιτήρηση και Τιμωρία ή Γέννηση της Φυλακής (Κέ δρος) · Χόουκιν Σ.: Το χρονικό του Χρόνου (Κάτοπτρο)
10/αφιερωμα
Ο Φραντσέσκο Πετράρχης και to έργο του
Χρονολόγιο (1304-1374)
επιμέλεια: Κατερίνα Γλυκοφρύδη
Σελ. 9. Τη χρονιά που ο Τξιόττο ζωγράφιζε αυτή την περίφημη σκηνή, γεννήθηκε και ο Πετράρχης
1304: Στη μικρή πόλη της Ιταλίας, Αρέτσο, κο ντά στη Φλωρεντία, στις 20 Ιουλίου, γεννιέ ται το πρώτο παιδί της Έλέττας και του Πετράκκο Περάντζο, Φραντσέσκο. Ο μεσσέρο Πετράκκο Περάντσο είναι συμβολαιογρά φος στη γενέτειρά του τη Φλωρεντία. Μαζί με τον Δάντη Αλιγκιέρι, που είναι 39 χρονώ, είναι εξόριστοι και με δημευμένες τις περιουσίες τους. Η παπική έδρα βρίσκεται στη Ρώμη και πάπας είναι ο Βενέδικτος ο ΙΑ'. Η Ιταλία διαιρεμένη σε κρατίδια, που σπαράσσονται μεταξύ τους και με τις χώρες, που διεκδικούν την ηγεμονία τους: Γαλλία, Γερμανία. Επίσημη γλώσσα η λατινική . 1305-8: Ο Φραντσέσκο ζει με τη μητέρα του και τον μικρότερο αδελφό του στο αρχοντικό τους στη Φλωρεντία. Προς στιγμήν τους το επιτρέπουν. Χωρίς τον πατέρα. 1309: Η παπική έδρα μεταφέρεται στην Αβινιόν της Γαλλίας. Πολιτικό χτύπημα στη Γερμα νία, αλλά και απελπισία για τους Ιταλούς. 1312:Περαστικός από την Πίζα ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Ερρίκος ο Ζ'. Ο Δάντη μαζί με τον Περάντσο προσπαθούν να τον πεί θουν να στεφθεί και δικός τους βασιλιάς για να επιτευχθεί η ένωση της Ιταλίας. 1313: Ο αυτοκράτορας πεθαίνει, «πιθανόν δηλητηριασθείς». Στην Πίζα είδε για πρώτη και τελευταία φορά τον Δάντη ο Πετράρχης. Η οικογένεια μεταφέρεται στην Αβινιόν της Γαλλίας. Εδώ η ευτυχισμένη ζωή του Πετράρχη. Στο Παρίσι γεννιέται ο Τζιοβάνι Βοκάκιο. Πάπας είναι ο Κλήμης ο Ε'. 11317: Ο Φραντσέσκο στέλνεται στο Μονπελιέ για τις πρώτες σπουδές των Νομικών. Επιθυμία του πατέρα. Εδώ ανακαλύπτει την ομορφιά των αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγρα φέων, ποιητών. : 1319: Πεθαίνει η μητέρα του Ελέττα. Γράφει μια ωδή γι’ αυτήν στα λατινικά. 1321: Πεθαίνει ο Δάντη. Επιστροφή από το Μον πελιέ. Ο Φραντσέσκο με τον αδελφό του το Γεράλδο και έναν παιδαγωγό, μετά από μι κρή ανάπαυση, στέλνεται στην πόλη της Ιταλίας, Μπολώνια, για ανώτερες σπουδές Νομικών, στο ξακουστό πανεπιστήμιό της. Εδώ ανακαλύπτει τον κόσμο τής κουλτού ρας και γνωρίζει φίλους αξιόλογους. 1326: Επιστροφή στην Αβινιόν. Σοβαρά προβλή ματα με τον πατέρα. Η ζωή στην Αβινιόν εί ναι πολύ «ελκυστική», κι ο Πετράρχης ζει με ένταση. Γράφει συνεχώς αλλά δεν δίνει σημασία στα γραφτά του γιατί πιστεύει πως είναι ακόμη πολύ νέος. 1327: Στις 6 Απριλίου, στην εκκλησία της Αγίας Κιάρας, γνωρίζει τη Λάουρα ντε Σάαδη. Σφοδρός έρωτας. Γίνεται η μούσα του. 1330: Ο πατέρας του ξαναπαντρεύεται. Ο Φραν-
οψιερωμα/11 τσέσκο κι ο αδελφός του μετέωροι. Ο Φραντσέσκο δέχεται πρόσκληση από το φίλο του Τζιάκομο Κολόννα, να πάει στη μικρή πόλη Λομπέζ, όπου αυτός είναι επίσκοπος. Γρά φει συνέχεια σονέττα στη δημοτική γλώσσα, στη γλώσσα της πατρίδας του Φλωρεντίας. 1332: Έχει επιστρέφει στην Αβινιόν, εργάζεται κοντά στον αδελφό τού φίλου του Τζιάκο μο, τον Τζιοβάνι Κολόννα που είναι καρδι νάλιος στην Αβινιόν. Αυτοί οι δυο είναι ανιψιοί του μεγάλου άρχοντα της Ρώμης Κολόννα. Εδώ στην Αβινιόν, εργάζονται όλοι μαζί για τα συμφέροντα της Ιταλίας και δη της Ρώμης. Ο Πετράρχης κάνει τα πρώτα του ταξίδια. Γράφει συνεχώς στα λα τινικά, στη δημοτική. Πάπας είναι ο Ιωάν νης ο ΚΒ'. Ο Πετράρχης στιγματίζει την αυλή του πάπα, σαν ίδρυμα κοσμικό κι όχι εκκλησιαστικό. 1337: Αγοράζει ένα σπίτι στη Βωκλύζ, μικρή πό λη έξω από την Αβινιόν. Αυτό το σπίτι γίνε ται το ερημητήριό του. Γράφει συνέχεια, αρχίζει να γίνεται γνωστός χάρη στους φί λους του στις διάφορες αυλές. Η ποίησή του συγκινεί τους πάντες. Ο νεαρός Βοκάκιο γράφει κι αυτός και αγαπά τον Πετράρχη, λατρεύει όμως τον Δάντη. 1341: Στη Ρώμη στέφεται ως ο μεγαλύτερος ποιη τής της Ιταλίας. Οι άρχοντες Κολόννα τον τιμούν με φανταχτερές γιορτές. Επιστρέφει στην Αβινιόν το ίδιο έτος. 1342: Πάπας τώρα είναι ο Κλήμης ο S', στην αυ λή του οποίου ο Πετράρχης γνωρίζει τον Κόλα ντι Ριέντζο, επαναστάτημένο νέο, νομικό-ρήτορα από τη Ρώμη, ο οποίος ξεση κώνει το λαό της ενάντια στους άρχοντες
Κολόννα. Ο Πετράρχης ενθουσιάζεται μαζί του. 1347: Ξεσπά η επανάσταση στη Ρώμη και φεύ γουν οι άρχοντες Κολόννα. Γίνεται δήμαρ χος ο Κόλα ντι Ριέντσο. Ο Πετράρχης είναι με το μέρος του και δεν το κρύβει. Γράφει μια ωδή γι’ αυτόν. Ανταλλάσσουν επιστο λές. Οι Κολόννα εξοργισμένοι μαζί του. Πε θαίνει ο βασιλιάς της Νάπολης Ροβέρτος ο σοφός. Στη Σιένα γεννιέται η αγία Αικατε ρίνη. 1348: Η χολέρα εδώ και χρόνια θερίζει την Ευ ρώπη. Απ’ αυτήν πεθαίνει και η αγαπημένη του Λάουρα, στις 6 Απριλίου, στη μία ώρα τη νύχτα. Ημερομηνία και ώρα γνωριμίας τους. Ο Πετράρχης θλίβεται βαθύτατα. Έχει ήδη χάσει όλους σχεδόν τους φίλους του από την αρρώστια και τον πόλεμο, 1352: Ζει στην Πάντοβα όπου έχει κι εκεί ένα μι κρό σπίτι. Συγκεντρώνει τα ποιήματά του τα γραμμένα στη δημοτική και κάνει μια συλλογή με τον τίτλο «Σκόρπιες Ρίμες». Τα ξιδεύει διαρκώς. Βοηθάει όποιον άρχοντα είναι υπέρ της Ειρήνης στη χώρα του. Ο Βοκάκιο τον έχει επισκεφτεί, ζητά τη συμ βουλή του για το καθετί που κάνει. Έχει γράψει το Δεκαήμερο. Πεθαίνει ο πάπας Κλήμης ο S'. 1354: Πάλι στην Αβινιόν. Εδώ συγκεντρώνει τα γραφτά του τα γραμμένα στα λατινικά. Η Αβινιόν κόλαση γι’ αυτόν πια. Ο νέος πά πας ο Ινοκέντιος ο S' προσπαθεί να του προσάψει την κατηγορία του μάγου. Φεύγει αμέσως από τη Γαλλία, κι από την Ιταλία. Επιστρέφει όμως αμέσως στην πατρίδα του, και γράφει το περίφημο ποίημά του «Χαιρε-
12/αψιερωμα τισμός στην Ιταλία», στα λατινυ ά. 1354-8: Στην Ιταλία. Στο Μιλάνο. Δεν ξέρει προς τα πού να στραφεί. Τέλος τον φιλοξε νούν οι άρχοντες και «δικτάτορες» της πό λης Βισκόντι, οι πιο μισητοί στην Ιταλία. Οι φίλοι του τον κατηγορούν γι’ αυτήν την αποδοχή της φιλοξενίας. Τους απαντά πως η δουλοπρέπεια είναι πάντα η ίδια όποιον κι αν υπηρετείς. 1359: Διάφορες ειρηνευτικές αποστολές. Είναι ένας πρεσβευτής με πολύ προσωπική γνώμη.
Η πόλη όπου σπούδασε και γνώρισε τους φίλους της νεανικής του ζωής, η
Τον επισκέπτεται πάλι ο Βοκάκιο, στον οποίο χαρίζει ένα βιβλίο με το έργο του Ομήρου. Ο Βοκάκιο αποφασίζει να το με ταφράσει στα λατινικά, μαζί με το δάσκαλό του των αρχαίων ελληνικών. Είναι ο πρώ τος Όμηρος που θα κυκλοφορήσει στα λα τινικά εκείνα τα χρόνια. 1362: Φεύγει οριστικά από τό Μιλάνο. Θέλει να πάει στη Βωκλύζ. Ξεκινά. Οι διάφοροι πό λεμοι στη διαδρομή και η χολέρα τον εμπο δίζουν να προχωρήσει. Βρίσκεται στη Βενε τία. Παραμένει εδώ. Τον επισκέπτεται ο Βοκάκιο. Έχει τελειώσει τη μετάφραση. Εί ναι «τερατώδης», όπως ομολογεί ο Πετράρχης. Ο Βοκάκιο κάποια άλλη στιγμή θέλει να κάψει το Δεκαήμερο. Ο Πετράρχης τον εμποδίζει. Πάπας είναι τώρα ο Ουρβανός ο Ε'. 1367: Μετά από εκκλήσεις του Πετράρχη και της (Αγίας) Αικατερίνης από τη Σιένα στον πά πα, μεταφέρεται επιτέλους η Αγία έδρα στη Ρώμη. Ο Πετράρχης δεν μπορεί να πάει στη Ρώμη, είναι άρρωστος. 1370: Η Αγία έδρα επιστρέφει πάλι στην Αβινιόν. Ο Πετράρχης εν συνεχεία αποσύρεται σ’ ένα σπιτάκι στο χωριό Αρκουά στους λό φους Ευγάνεοι, κοντά στην Πάντοβα. Επι χειρεί πάλι μερικά ειρηνευτικά ταξίδια, αλ λά είναι ανήμπορος πια για πολύωρα ταξίδα πάνω στο άλογο. 1374: Μεταφράζει το τελευταίο διήγημα του «Δεκαήμερου» στα λατινικά και το στέλνει στο Βοκάκιο. Πηγαινοέρχεται Βενετία Πά ντοβα. Κάποια νυχτιά στη Βενετία, στις 20 Ιουλίου, τον βρίσκουν γυρτό πάνω σ’ ένα βιβλίο: είναι νεκρός. Τον μεταφέρουν και
αφιερωμα/13
Κατερίνα Γλυκοφρύδη
Φραντσέσκο Π ετράρχης ( 1304- 1374) Ο Φραντσέσκο Πετράρχης γεννήθηκε στο Αρέτσο, πόλη του νομού Τοσκά νης, στην κεντρική Ιταλία, ενώ το αρχοντικό της οικογένειάς του βρισκόταν μέσα στη Φλωρεντία, πρωτεύουσα του νομού, όπου είχαν γεννηθεί οι γονείς του. Η Ιταλία στις αρχές του δέκατου τέταρτου αιώνα ήταν ένα μωσαϊκό εξου σιών: παπική εξουσία κατ’ αρχήν, δουκάτα, φέουδα, μικρά βασίλεια, πριγκηπάτα. Κι επειδή η θρησκεία, η πίστη σε κάτι, ήταν μια ανάγκη στη ζωή των πο λιτών εκείνης της εποχής, καταλαβαίνει κανείς ποιος διέθετε «δάκτυλον» μέ σα σε όλες αυτές τις μικροκυβερνήσεις. Ο Φραντσέσκο Πετράρχης είδε το φως της ωραίας πατρίδας του έξω απ’ τη γενέτειρα των γονιών του (η πόλη Αρέτσο, είναι κοντά στη Φλωρεντία, παρ’ όλα αυτά ήταν τότε εκτός επιρροής της φλωρεντινής εξουσίας), διότι τον πα τέρα του, τον μεσσέρ Πέτρο ή Πετράκκο Παρέντσο, συμβολαιογράφο κρατι κών υποθέσεων, τον είχαν κατηγορήσει οι κομματικοί αντίπαλοί του πως τάχα είχε πλαστογραφήσει κρατικά έγγραφα. Έτσι αυτόν αλλά και τον Δάντη Αλιγκιέρι κι άλλους που ανήκαν στο ίδιο κόμμα: μπιάνκοι-γιβελίνοι, αφού τους κατεδίωξαν, δήμευσαν και τις περιουσίες τους.
14/αφιερωμα σερ Πετράκκο Παρέντσο είχε παραπεμφθεί σε δίκη κι είχε καταδικαστεί, ερήμην του, να πληρώσει ένα μεγάλο ποσό ή αν ήθελε να του κόψουν το δεξί του χέρι... Εκείνος βέβαια ούτε το χέρι του θυσίασε, ούτε τα χρήματα έδωσε. Οπότε τον ξαναδικάσανε σε θάνατό δια της πυ ράς αυτή τη φορά. Γι’ αυτό κι αυτός αναγκάστη κε να φύγει δια παντός από τη Φλωρεντία, ενώ η οικογένειά του έζησε, την άφησαν να ζήσει, ώς το 1309 στο αρχοντικό της., Την εποχή αυτή, της γέννησης του Πετράρχη, ο Δάντη Αλιγκιέρι στη Φλωρεντία ήταν μια προ σωπικότητα πολιτικά καθιερωμένη, αλλά και σαν ποιητής επίσης, που συνέθετε τα σονέττα του με το Dolce Stil Nuovo, νέο γλυκό στυλ, έγραφε στη γλώσσα που μιλούσε καθημερινά ο | λαός της Τοσκάνης κι όχι στα λατινικά που ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους, αλλά και της τ ό -1 τε Δυτικής Ευρώπης. Η γλώσσα αυτή ήταν η διάλεκτος της περιοχής, με τα καλύτερα γλωσσι κά στοιχεία αλλά καί ηχητικά επίσης, απ’ όλες τις άλλες διαλέκτους που μιλιόνταν σ’ όλες τις άλλες περιοχές της Ιταλίας. Τη χρονιά που γεννήθηκε ο Πετράρχης (1304), ; ο Δάντη Αλιγκιέρι τριανταεννιά χρονών, παντρε μένος με τέσσερα παιδιά, η Βεατρίκη, η ιδανική γυναίκα νεκρή από καιρό, ήταν απελπισμένος για την κατάσταση στην πόλη του, φανατικός και απόλυτος. Το 1300, σαν μέλος του Συμβου λίου των Αρχόντων, ήσαν αυτοί στα πράγματα τότε, μετά από διάφορες διαδικασίες και γεγο νότα που δεν μπορούμε ν’ αναφέρουμε εδώ τώ ρα, εψήφισε και για τον εκτόπισμά του φίλου του, μεγάλου ποιητή Γκουίντο Καβαλκάντι, ο οποίος του είχε προσφέρει τα πάντα στην πρώτη του νιότη, μάλιστα αυτός τον εισήγαγε στον τότε κόσμο των Γραμμάτων. Κι ο Καβαλκάντι ο καη μένος πέθανε λίγο καιρό μετά τον εκτόπισμά του, από θλίψη λένε μερικοί, από ελονοσία... άλλοι. Έπειτα στο περίφημο έργο του «Θεία Κωμδία» έβαλε τον πατέρα του Καβαλκάντι στην Κόλαση για να' του αναγγείλει με περισσή μαέστρία πως ο γιος του έχει πεθάνει, κι εννοεί πως έχει πεθάνει και σαν ποιητής; Ας αφήσουμε πως έχει βάλει στην Κόλαση όλο τον αρχαίο ελ ληνικό κόσμο. Ο Πετράρχης δεν υπερεκτιμούσε λοιπόν τον Αλιγκιέρι. Επίσης αυτός δεν ήταν η συνέχεια του Δάντη. Ο Πετράρχης ήταν μια νέα αρχή. Συνέχισε να γράφει στη γλώσσα της Το σκάνης μα είχε ξεπεράσει το «νέο γλυκό στυλ». Μέσα στα σονέττα του φυσούσε άνεμος πιο υγιεινός παρά απλά γλυκός. Τα σονέττα του εί ναι γραμμένα σ’ ένα μεθυστικό ανθρώπινο στυλ, ζέφυρος φυσά και τραγουδά εκεί μέσα. Η παπική έδρα βρισκότανε στη Ρώμη ακόμη, ο άγιος Φραγκίσκος είχε πεθάνει προ πολλού, αλλά το τάγμα του, που.είχε κηρύξει την απόλυτον πε νίαν, η αγία έδρα το είχε αποκηρύξει κι ήταν τώ
Ο
ρα πια μια αίρεση: δεν άρεσε καθόλου στην πα πική εξουσία η πενία, πόσο μάλλον η απόλυτη πενία. Έτσι την πυρά την εγκαινίασαν οι φρα γκισκανοί καλόγεροι το 1232 κι εξακολούθησαν
Δάντη Αλιγκιέρι (1265-1321)
να καίνε όσο ο πάπας κρατούσε τα σκήπτρα. Ο λαός της Ιταλίας κι όχι μόνο αυτός, αλλά κι όλης της Ευρώπης σχεδόν, είχε ξεπεράσει τις θρη σκευτικές ανησυχίες, πάνω κάτω, ούτως ή άλλως αυτός ήταν καταδικασμένος σε απόλυτη και πολ λών ειδών πενία, τώρα πλέον λοιπόν έχει αρχίσει να ειρωνεύεται τα κοσμικά παπικά τάγματα, έχει αρχίσει να υποβλέπει τους άρχοντες, τους ξέ νους βασιλείς, τους αγορασμένους τίτλους. Οι σταυροφορίες, του έχουν καταληστέψει το βίο, είναι ζητιάνος στους δρόμους μεταξύ δύο πόλεών όπου πολεμά για το συμφέρον του άρχοντά του και ελάχιστες φορές για τον εαυτό του τον ίδιο. Είναι ένας λαός έρμαιο, αλλά που αρχίζει κάπως να ξυπνά απ’ αυτόν τον εξευτελιστικό λή θαργο. Η παπική εξουσία δεν έχει πια την παλιά της αίγλη κι όσο κι αν οι πυρές λαμπαδιάζουν στις πλατείες, το πλήθος αρχίζει να ψάχνει μια λύση για να σώσει αν μη τι άλλο, την πίστη του στις αξίες της ζωής. Οι πόλεις της Ιταλίας είπαμε πως είναι ανε ξάρτητα κρατίδια με διοικητή τον άρχοντα, το δούκα, τον πρίγκιπα, καθώς και τον τοπικό καρδινάλιο ή επίσκοπο, αντιπρόσωπο του Πά πα, που πολλές φορές είναι αυτός ο ίδιος και ο άρχοντας ή δούκας ή πρίγκιπας-καρδινάλιος της πόλης. Τα μικρά αυτά κρατίδια που για να πας από το ένα στο άλλο ήθελες διαβατήριο, αλληλο-
αφιερωμα/15 σπαράσσονται και τεράστια ποσά κατασπατα λιόντουσαν για μισθοφόρους ξένους, Γερμανούς κυρίως, για να πολεμούν στο πλευρό πότε της μιας πόλης και πότε της άλλης. «Τι θέλουν όλα αυτά τα ξένα σπαθιά στην ωραία μας χώρα;» λέει σ’ ένά ποίημά του ο Πετράρχης. Η παπική εξουσία αρχίζει ν’ αναζητά κάποιο 'βασιλέα να βάλει επικεφαλής αυτού του διοικητικού χάους, και κυρίως να βάλει χαλινάρι στους άρχοντες, αλλά κανείς δεν πλησιάζει μια χώρα που η κάθε της πόλη είναι μια ξεχωριστή δύναμη κι ο λαός της είναι έτοιμος να σκοτωθεί μόνο γι’ αυτήν. Μετά την κατάρρευση της γερμανικής αυτοκρα τορίας, η επιρροή της παραμένει, ενώ η Γαλλία επηρεάζει τώρα την παπική εξουσία. Πέρα από τον ανταγωνισμό για την επιβολή κυριαρχίας που έχουν οι πόλεις μεταξύ τους, έχουν επίσης και πολιτιστικούς ανταγωνισμούς, κι αυτό είναι ίσως το μοναδικό θετικότατο στοιχείο: η αντα μοιβή για το σκοταδισμό στην Ιστορία. Οι καλ λιτέχνες είναι ευπρόσδεκτοι σ’ όλες τις αυλές των αρχόντων (αντίθετα από σήμερα που όλες οι «αυλούλες» είναι θανάσιμα πολιτικοποιημένες), οι εξόριστοι ποιητές φιλοξενούνται απ’ αυτούς με προθυμία. Ο Τζιόττο, φερ’ ειπείν, ο μεγάλος ζωγράφος, το 1304 βρίσκεται στην Πάντοβα, κο ντά στον άρχοντα Σκραβένι, κάνει τα~ φρέσκι στο παρεκκλήσι του αρχοντικού του, τις περίφη μες αυτές τοιχογραφίες... ευκάιρία να αποφύγει
τον εμφύλιο της γενέτειράς του Φλωρεντίας, που ήταν ένας πόλεμος μεταξύ αρχόντων, κι ευκαι ρία για τον Σκραβένι να εκμεταλλευτεί την τέχνη του Τζιόττο. Οι πόλεμοι φεύγουν, η τέχνη μένει, οι άρχοντες πέθαναν, τ' αρχοντικά τους έγιναν μουσεία. Ο πάπας, που μόλις είχε εκλεγεί ήταν ο Κλήμης ο Ε ', έχει την έδρα του στη Ρώμη, μια Ρώμη όπως είπαμε σε απόλυτη παρακμή, σε ερείπια μετά από τις ληστρικές επιδρομές των ξένων που μαζί με την εκκλησία και τις σπατά λες της, την έχουν απογυμνώσει από τον πλούτο της, την ιστορία, την πίστη της. το μεταξύ, το 1309, ο πάπας Κλήμης Ε ' κου ρασμένος κι ο ίδιος απ’ αυτήν τη διοικητική Σ ακαταστασία και τους επαναστατημένους άρχο ντες που δε θέλουν ούτε τους μεν ούτε τους δε: μήτε την εκκλησιαστική εξουσία μήτε τους ξέ νους, μεταφέρει την παπική έδρα στην πόλη της Γαλλίας Αβινιόν (παλιά κτήση της Ιταλίας και καταφύγιο τώρα των Ιταλών εξόριστων και δυσαρεστημένων που κατείχαν μια κάποια θέση στη χώρα τους) κι αυτή η μεταφορά είναι το τε λευταίο χτύπημα για όλους γενικά τους Ιταλούς, ακόμη και για τους τίμιους εκκλησιαστικούς. Το 1311-321 η οικογένεια Παρέντσο εγκατα Ό ταν ο Δάντη συνάντησε την αγαπημένη τον Βεατρίκη δεν ήξερε πως ανοίγει ένα παράθυρο απ’ όπου θα εμφανιζόταν η ιδανική γυναίκα τον έρωτα, μέσα στην ποίηση τον 1300 και μετέπειτα
16/αφιερωμα λείπει οριστικά την Τοσκάνη κι ανεβαίνει προς του. Τον Φραντσέσκο εδώ, όπως ο ίδιος έγραψε, τα πάνω, την Πίζα. Απ’ αυτήν την πόλη περνά, βαθύτατα τον ικανοποιούσε να μελετά τις υπο άλλοι λένε περαστικός, άλλοι πως ήρθε επί τού σημειώσεις των λατινικών κειμένων που αναφέ του, για να βολιδοσκοπήσει την κατάσταση, ο ρονταν στους αρχαίους Λατίνους και Έλληνες Ερρίκος ο Ζ ' της Γερμανίας, υπερασπιστής αυ συγγραφείς, παρά τους νόμους του Ρωμαϊκού τών που τον ήθελαν. Τον υποδέχονται με ενθου Δικαίου. Ο Πετράρχης αρχίζει να ψάχνει για σιασμό οι κάτοικοι, αλλά κι ο Δάντη με τον πα αρχαία κείμενα, ελληνικά και λατινικά, σ’ αυτήν τέρα τού Πετράρχη τον παρακάλεσαν να δεχτεί τη βασιλεία της χώρας τους... κι αναθαρρέψαν. Ο Ερρίκος ο Ζ' έδωσε αβέβαιες υποσχέσεις, έφυγε και πέθανε τον επόμενο χρόνο το 1313, «δηλητηριασθείς», μάλλον, λέει- η Ιστορία... Τούτο τον καιρό στην Π ίζα ή ίσως στην Τζένοβα, ο Πετράρχης συνάντησε για πρώτη ΐ|ο σ ά τον Δάντη Αλιγκιέρι. και θα ποεπει να ήταν και η τελευταία, διότι ο Δάντη πέθανε το 1321. Τι ε ντύπωση να έκανε τάχα στον εφτάχρονο Φραντσέσκο, στο ευαίσθητο εκείνο αγοράκι, εκείνος ο γκρίζος και σκοτεινός τύπος των σαραντατεσσάρων χρόνων, που είχε τέτοιον καημό -να γυρί σει στην ωραία πόλη του τη Φλωρεντία, που δεν δίστασε να παρακαλέσει ένα Γερμανό να κυβερ νήσει τη χώρα του... Χωρίς πια καμιά ελπίδα, ο Πετράκκο Περάντσο ξεσηκώνει πάλι την οικογένειά του και πηγαίνει στην Αβινιόν της Γαλλίας, κι από κει στη μικρή πόλη Κάρπεντρας, για περισσότερη ασφάλεια και λιγότερη κοσμική ζωή. Για τη νεα ρή σύζυγο Ελέττα βέβαια, διότι εκείνος, ο πατέ ρας Παρέντσο, πηγαινοέρχεται στην Αβινιόν, υπηρετεί κάποια αυλή καρδινάλιου, υπέρ της Ιταλίας, πάντα... Στο μεταξύ, αμέσως μετά τον Φραντσέσκο είχαν γεννηθεί άλλα δύο αδέλφια, εκ των οποίων το ένα πέθανε, ενώ το άλλο, ο Γεράλδος, έζησε για πολύ και αγαπήθηκε θερμά Ιωάννης Βοκκάκιος. Τοιχογραφία, του Λντρεα από τον αδελφό του Φραντσέσκο, ώσπου του ντελ Καστάνιο, που βρίσκεται στο Μοναστήρι έδωσε κι αυτός, αργότερα, το χτύπημα να παρα της Α γίας Απολλωνίας στη Φλωρεντία τήσει τα πάντα και να πάει μοναχός σε κάποιο μακρινό μοναστήρι. την αξιόλογη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Στο Κάρπεντρας ο Πετράρχης επέρασε τα πιο Μονπελιέ, καθώς επίσης και στα μοναστήρια, κι ευτυχισμένα χρόνια της ζωής του κι έμαθε τα όπου αλλού ήταν δυνατή αυτή η έρευνα. Έτσι πρώτα γράμματα κοντά σ’ έναν αξιόλογο δάσκα αρχίζει η περίφημη συλλογή του, αν μπορεί να λο, Ιταλό, τον Κονβενέβολε ντα Πράτο, ο οποίος πει κανείς κάτι τέτοιο, παπύρων και κωδίκων εδίδαξε τα δυο αγόρια λίγο απ’ όλα, και προ πά αρχαίων, Λατίνων και Ελλήνων συγγραφέων, σο ντων λατινικά. φών, με τους οποίους έθρεψε το πνεύμα του σ’ Τη χρονιά της μεταφοράς τους στην Αβινιόν, όλη τη νιότη του και πόυ τόσο επηρεάστηκε απ’ το 1313, γεννιέται ο Τζιοβάνι Βοκάκιο, στο Πα τη φιλοσοφία τους ο τρόπος σκέψης του. Πε ρίσι, από μια άγνωστη Γαλλίδα κι έναν Φλωρε ρισσότερο από τους λατίνους βέβαια, τους οποί ντινό έμπορο μετάξης, ο οποίος ξαποστέλνει τον ους μπορούσε να διαβάζει, όπως το Σενέκα, τον μικρό του αμέσως στη Νάπολη με τη μητριά του, Κικέρωνα, το Βιργίλιο. Αρχαία ελληνικά δεν μια άλλη γυναίκα που στο μεταξύ παντρεύτηκε. μπορούσε να διαβάσει κι αυτό τον ενοχλούσε Ο Βοκάκιο έμελλε να γίνει ένας από τους πιο τρομερά, αλλά τότε δεν υπήρχαν δάσκαλοι, «αν αγαπημένους φίλους του Πετράρχη και θαυμα και μου μιλούσαν φιλικά, οι αρχαίοι Έλληνες, στής του έργου του... ψηλά από τα ράφια, πλην όμων ακαταλαβίστιΣτα δεκαπέντε του χρόνια ο Φραντσέσκο κα», έγραψε αργότερα. στέλνεται στο Πανεπιστήμιο του Μονπελιέ για Εδώ στο Μονπελιέ ήρθε και η πρώτη γεύση να πάρει τις πρώτες γνώσεις της Νομικής Επι σκοταδισμού από τον ίδιο τον πατέρα του: κά στήμης, για την οποία τον προόριζε ο πατέρας ποια ημέρα, απροειδοποίητα όπως θα λέγαμε
αφιερωμα/17 σήμερα, καταφθάνει από την Αβινιόν ο πατέρας του, μπαίνει στο δωμάτιό του και βλέπει το Φραντσέσκο να είναι τριγυρισμένος από όλα αυ τά τα αρχαία κείμενα κι όχι τα βιβλία των Νομι κών. Οργίζεται κι αρπάζει όλα αυτά τα πολύτι μα γραφτά και αρχίζει να τα πετά στις φλόγες του τζακιού. Γράφει ο ίδιος ο Πετράρχης: «στα παρακάλια μου και στα δακρυά μου, αποφασί ζει να μου επιστρέφει ένα βιβλίο του Σενέκα κι ένα του Βιργίλιου λέγοντάς μου: πάρε, για να διασκεδάζεις την καρδιά σου, μην το κάνεις όμως συχνά αυτό». Να ένα δεκαπεντάχρονο αγό ρι που υφίσταται τ’ αποτελέσματα της πυράς, όχι στο σώμα αλλά στο πνεύμα. Επιθυμούσε να γράψει σαν αυτούς, να συλλο γιέται όπως αυτοί. Ήξερε, λέει, διαισθανόταν πως αυτός είχε εκλεχτεί από τη μοίρα να γίνει ποιητής κι αν επρόσθετε «μεγάλος», δε θα μας εξέπληττε, γιατί ο Πετράρχης είχε το χάρισμα να γνωρίζει και να έχει την αίσθηση της αξίας του, και να μην το κρύβει πίσω από υποκριτικούς υπαινιγμούς ταπεινοφροσύνης... Στο μεταξύ στην πατρίδα εξακολουθούσε ο αλληλοσπαραγμός. Πάπας είναι τώρα ο Ιωάννης ο ΚΒ' ένας νομομαθής, αρκετά αξιόλογος εκκλη σιαστικός, Γάλλος φυσικά. Οι Γάλλοι εκκλησια στικοί είχαν σφοδρά αντιδράσει στην εκλογή Ιταλού πάπα.
στην οποία αφιερώνει μια ωδή στα λατινικά. Εί ναι το μόνο γραφτό που διατήρησε απ’ αυτήν την ηλικία, μια και όλα σχεδόν τα κατέστρεφε σαν πρωτόλεια. Ευτυχώς, γιατί οι μετέπειτα «ιε ροεξεταστές» του'έργου του, θα είχαν ν’ ασχο λούνται και μ’ αυτά και ποιος ξέρει τι συμπερά σματα θα έβγαζαν... Στο Μονπελιέ μένει τέσσερα χρόνια κι έπειτα επιστρέφει στην Αβινιόν όπου η ζωή του με τον πατέρα δε θα πρέπει να ήταν κι ιδιαίτερα ευχά ριστη. Ο σερ Περάντσο ξαποστέλνει πάλι τους γιους του μαζί μ’ έναν παιδαγωγό, στην Μπολώνια, στην πατρίδα τους, την περίφημη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της. Βρισκόμαστε στα 1321-2 κι η Μπολώνια είναι ο τόπος όπου ο κάθε νέος από όλην την Ευρώπη θα επιθυμούσε να σπουδάσει. Είχε κατ’ αρχήν απελευθερωθεί από την εκκλησιαστική κυριαρχία εδώ και πολλά χρόνια, κι από κάποιον «πρίγκηπα», ή δούκα, είχε εκλέξει Δήμαρχο που είχε τη διοίκησή της. Ή ταν κέντρο κουλτούρας κι επιστημών. Στο Πανεπιστήμιό της εδίδασκαν σπουδαίοι επιστή μονες και κυρίως περίφημοι ποιητές όπως ο Τζίνο ντα Πιστόια κι ο δαφνοστεφανωμένος Μουτσάτο Αλμπερτίνο, λάτρεις κι οι δύο των αρ χαίων Ελλήνων και Λατίνων ποιητών. Εδώ ο Πετράρχης επιτέλους ένιωσε σε χώρο οικείο. Εδώ, όπως έγραψε ο ίδιος, αγάπησε τα γράμμα-
υτόν τον καιρό πεθαίνει η νεαρή μητέρα Πετράρχη την οποία ελάτρευε, και Α του
Μινιατούρα τον 1380 εμπνευσμένη από το «Δεκαήμερο» τον Βοκχάχιον
18/αφιερωμα :α αλλά εμίσησε το «γράμμα του νόμου». Γράψει σε μία επιστολή του: «κόπιασα πολύ, διότι έπρε πε να έρχομαι σε αντίθεση με την κλίση μου και να μαθαίνω μια επιστήμη που δεν είχα ελπίδα να εξασκήσω παρά μόνο ανέντιμα και παρά τη θέ λησή μου». Αυτά τα χρόνια γνώρισε σπουδαίους φίλους όπως τον Γκουίντο Κολόννα, αρχοντόπουλο από τη Ρώμη, που ενώ σπούδαζε εκκλη σιαστικό Δίκαιο έγραφε και ποίηση όπως τόσοι και τόσοι άλλοι. Με τους δασκάλους του και με άλλους ενδιαφέροντες άνδρες που παρεπιδημού σαν στην πόλη, η οποία είχε όπως είπαμε σχετι κή ελευθερία, άνεση και πνευματικά καλλιεργη μένους πολίτες, ο Φραντσέσκο διατηρούσε εγκάρδια φιλία. Ο Πετράρχης ήταν ένα χαρι σματικό άτομο. Οι φοιτητές επεδίωκαν τη φιλία του. Είχε συμπαθητικό πρόσωπο με μεγάλα εκφρα στικά μάτια. Επιστρέφουν στην Αβινιόν με τον αδελφό του στα 1326 όπου ο πατέρας τους έχει σχέσεις με άλλη γυναίκα, με την οποία το 1330 παντρεύτη κε, και τα δύο αδέλφια αντιλαμβάνονται πως η πατρική βοήθεια μάλλον δε θα είναι εύκολη από τώρα και στο εξής. Παρ’ όλα αυτά ο Πετράρχης ρίχνεται στην κοσμική ζωή της Αβινιόν κι είναι ίσως αυτός ο χρόνος ο μοναδικός ξένοιαστος στη ζωή του... 'Ενα χρόνο μετά, το 1327, Μεγάλη Παρα σκευή, 6 Απριλίου, μία η ώρα τη νύχτα, στην εκ κλησία της Αγίας Κιάρας, γνωρίζει τη Λάουρα, σύζυγο κάποιου ευγενούς ονομαζόμενου Ούγκο ντε Σάαδ, μικρότερή του σίγουρα, δεν ξέρουμε πόσα χρόνια. Την ερωτεύεται σφοδρά, όπως ο Δάντη τη Βεατρίκη, ο Τζίνο ντα Πιστόια την «Αγάπη», ο Βοκάκιο τη «Φιαμέττα», ο Καβαλκάντι τη Βάνα. Δεν ξέρουμε αν θα είχαμε όλο αυτό το εξαίσιο ποιητικό υλικό με το οποίο τραγούδησαν οι ποιητές των χρόνων εκείνων, τις θαυμάσιες αυ τές γυναίκες, εάν τα ήθη επέτρεπαν ανοιχτότερες σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών. Κάποια στιγμή ετούτο το χρόνο, ο Πετράρχης εγκαταλεί πει τα Νομικά, γιατί δε θέλει να κάνει τίποτε άλ λο από το να μελετά και να γράφει, κι ο αδελφός του ο Γεράλδος ακολουθεί το εκκλησιαστικό επάγγελμα. Πιθανόν ο Πετράρχης να απόλαυσε την αγαπημένη του, όπως κι ο Βοκάκιο, αντίθε τα από τους άλλους με τις ιδανικές γυναίκες τους. Υπάρχει, έχει γραφτεί, κάποια μαρτυρία ενός μοναχού ή επισκόπου, ότι κάποιο πρωινό, ενώ αυτός ήταν στον κήπο του, παρουσιάστηκε μπροστά του ένα ζευγάρι, ήσαν λέει ο Πετράρ χης με τη Λάουρα, κι αυτός τους πρόσφερε από ένα τριαντάφυλλο. Ένα παρόμοιο επεισόδιο διηγείται ο Πετράρχης σε κάποιο του σονέττο. Αυτός ποτέ, σε κανένα σονέττο δεν ανέφερε το όνομα της αγαπημένης του. Η μόνη προσωπική
μαρτυρία που υπάρχει είναι μια ιδιόχειρη ση μείωσή του στο εσώφυλλο ενός κώδικα του Βιργίλιου, που ανήκε στον Πετράρχη, γραμμένη νύ χτα: πως την ίδια ημερομηνία, το μήνα και την ώρα που γνώρισε τη Λάουρα, την πήρε και ο θά νατος. Το βιβλίο αυτό υπάρχει στην Αμβροσιανή Βιβλιοθήκη του Μιλάνου, σήμερα. Έτσι αρχίζουν τα ερωτικά βάσανα του Φραντσέσκου. Διότι όσο κι αν την έβλεπε ή απολάμ βανε τη συντροφιά της, δε νομίζει κανείς πως θα ήταν και πολλές οι φορές των συναντήσεων κατά τη διάρκεια αυτού του έρωτα, κάπου είκοσι χρό νια. Πρώτον διότι αυτή είχε γεννήσει δώδεκα παιδιά! και δεύτερον, όταν πλησίαζε ο καιρός που δε θα την απασχολούσαν τόσο τα συζυγικά της καθήκοντα και θα αφοσιωνότανε μ’ έναν άλ λον τρόπο στον ποιητή της, στα τριανταεφτά της χρόνια περίπου, τη θέρισε η πανώλη κι εκείνον τον συνεπήρε η θλίψη κι η μελαγχολία που κρά τησε μια ολόκληρη ζωή. Έκανε βέβαια ερωτική συντροφιά με πολλές γυναίκες, απόδειξη πως εί χε δύο νόθα παιδιά, καμία βέβαια δε στάθηκε άξια, πιθανώς, που ν’ αντικαταστήσει τή Λάου ρα. Ο Τζιοβάνι και η Φραντσέσκα ήσαν τα δύο παιδιά του τα οποία δεν τα εγκατέλειψε ούτε στιγμή. Μάλιστα έχει γραφτεί πως ο Τζιοβάνι τον έχει ποτίσει πολλά φαρμάκια. Τη χρονιά αυ τή, το 1327, όταν δεν ήξερε πια προς τα πού να στραφεί και τι δρόμο ν’ ακολουθήσει, τον καλεί ο φίλος του ο Τζιάκομο Κολόννα, ο συμφοιτητής του στη Μπολώνια, να πάει στο Λομπέζ, ψηλά στις Άλπεις, όπου ήταν επίσκοπος. Εκεί γνωρί ζει άλλους δύο νέους που έμελλε να γίνουν φίλοι καρδιακοί. Ο ένας ήταν ο Πέτρος ντι Στέφανο Τορτσέτι, στρατιωτικός μεν, αλλά διανοούμενος, τον οποίο εβάφτισε Λέλιο, όπως ο λατίνος Σκι}πίωνας το φίλο του, κι ο άλλος ήταν ο ζωγράφος Λουίς ντε Μπερινζέν, από τη Φλάνδρα, τον οποίο εβάφτισε Σωκράτη για το πνεύμα του και τον γαλήνιο του χαρακτήρα. Εδώ, στο Λομπέζ, γράφει συνέχεια για τη Λάουρα, τον έρωτά του, αν και αργότερα στη συλλογή του «Καντσονιέρε» δεν τα περιέλαβε όλα όσα έγραψε τότε, γιατί πίστευε ότι τότε ακόμη δεν ήταν ώριμος, έχοντας υπόψη του τη θεωρία του Σενέκα πως η εφηβεία του άντρα τελειώνει στα εικοσιοκτώ! Να κι ένας άντρας, αρχές Αναγέννησης, που βρήκε έναν τρόπο να παρατείνει την πρώτη του νιότη. Επιστρέφει στην Αβινιόν κι η αβεβαιότητα συνεχίζεται, όπως και η κοσμική ζωή, η μελέτη. Πάλι ο φίλος του Τζιάκομο Κολόννα του προτεί νει να μπει στην υπηρεσία του αδελφού του Τζιοβάνι Κολόννα που είναι καρδινάλιος στην Αβινιόν και η αυλή του οποίου είχε μεγάλη σπουδαιότητα για τις υποθέσεις της Ιταλίας και κυρίως της Ρώμης, όπου εζούσαν οι συγγενείς Κολόννα. Δέχεται και του δίνεται μια θέση κάτι σαν πρεσβευτής-σύμβουλος-ποιητής στις υποθέ
αφιερωμα/19 σεις του Καρδινάλιου. Με την υπόσχεση πως θα του δοθεί και κάποια θέση κληρικού, τυπική, για να εξασφαλίσει ένα οικονομικό επίδομα. Στο μέλλον, του προσφέρθηκαν άλλωστε δυο τρεις τέτοιες «αργομισθίες», θα λέγαμε σήμερα. Αυτοί ήσαν άλλωστε οι οικονομικοί του πόροι σ’ όλη του τη ζωή... ο 1331 τον στέλνει ο Κολόννα να κάνει ένα μακρύ ταξίδι: να πάει στο Παρίσι πρώτα, στη Φλάνδρα κι έπειτα στη Γερμανία. Με την ε ντολή να γράψει τις εντυπώσεις για όσα βλέπει κι ακούει και να τις απευθύνει σ’ αυτόν. Σ’ αυτό το ταξίδι οφείλονται μερικές από τις ωραιότερες επιστολές στην συλλογή «Οικεία», γραμμένες στα λατινικά, με τον τίτλο «Ταξιδιωτικές εντυπώ σεις». Εδώ το ρεαλιστικό πνεύμα και οι παρατη ρήσεις του είναι κάτι εντελώς καινούριο μέσα στη μεσαιωνική λογοτεχνία. Απ’ αυτό το ταξίδι επιστρέφει ένα χρόνο μετά, ακριβώς στην περίο δο που οι Κολόννα στη Ρώμη είχαν κινήσει μια σταυροφορία. Έτσι ο Πετράρχης επιστρατεύε ται να εγκωμιάσει με την ξακουστή ευγλωττία του, έναν ύμνο που είχε συνθέσει γι’ αυτή την εκστρατεία, ο φίλος του ο Τζιάκομο Κολόννα με τον τίτλο: «Ω, ο οσρανός μας αναμένει». Βέβαια ο Τζιάκομο ήταν επίσκοπος κι όχι ποιητής, αλλά είπαμε, έγραφε και αυτός. Ό λοι έγραφαν τότε ποίηση. Πάνω σ’ αυτό το θέμα ο Πετράρχης είχε γράψει: «όλοι πια γράφουν στίχους, φοβάμαι πως σε λίγο κι οι αγελάδες θ’ αρχίσουν να μουγγανίζουν με ρίμες». Στα 1334 εκλέγεται καινούριος πάπας, ο Βενέδικτος ο ΙΒ \ ο περίφημος «υιός αρτοποιού», κι ο Τζιοβάνι Κολόννα αμέσως παραγγέλνει στον Πετράρχη να γράψει έναν ύμνο γι’ αυτόν, έτσι για πρώτο καλωσόρισμα, και καλόπιασμα, να πειστεί να μεταφέρει την παπική έδρα στη Ρώμη. Ο Πετράρχης βέβαια πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα έγραφε τόσο «τσουχτερά», τόσο τον έκαιγαν αυ τά τα θέματα που δεν καλόπιανε κανέναν, κι ού τε συμβιβαζόταν εύκολα. Για τούτο που έγραψε, φυσικά άδικος κόπος. Και χρειάστηκε να γράψει άπειρα, σονέττα, ύμνους, ποιήματα μακροσκελή, επιστολές διάφορες, ιδίως πάνω στο καυτό ζήτη μα της μεταφοράς της αγίας έδρας στη Ρώμη, το οποίο και άργησε τόσο πολύ να πραγματοποιη θεί, κι όταν πραγματοποιήθηκε κράτησε τόσο λί γο, κι ο Φραντσέσκο βρισκόταν στη δύση της ζωής του. Γράφει συνέχεια για την αγαπημένη του Λάουρα, για τον ανθρώπινο πόνο που είναι με αληθινή ευσπλαχνία γερμένος πάνω του, γράφει για τους καταστροφικούς πολέμους μέσα στη χώ ρα του: είναι ο ποιητής-ανθρωπιστής. Οι λεπτε πίλεπτες παρατηρήσεις του κι ο ελεγειακός του στίχος, συχνά με μια πικρή ειρωνεία, χιούμορ, αλλά και ευαισθησία πάνω σε θέματα εντελώς
Τ
Χ αιρετισμός προς την Ιταλία (Μετάφραση από τα λατινικά Μαρού Τσατσούλα) Χαίρε αγαπημένη του θεού, Γη ιεροτάτη, χαίρε! Ευλογημένη με τη χάρη των αγαθών, Γη εσύ, τους αλαζόνες πρέπει να φοβάσαι. Γη που γενναία τη σιγουριά παρέχεις με μεγαλύτερη γενναιοδωρία από τόπους ονομαστούς. Εύφορότερη απ’ όλες τις χώρες κι ομορφότερη από κάθε άλλη, περιτριγυρισμένη από δύο Πελάγη εσύ, μεγαλοπρεπής χάρη στο φημισμένο Βουνό σου, σεβάσμια σκέπη εσύ της δύναμης και των ιερών νόμων, αλλά και των Μουσών κατοικία εσύ, πλούσια σε χρυσάφι κι ανδρεία, εσένα που για τις αιθέριες σου χάρες, η τέχνη κι η φύση συνέβαλαν κι ηγέτιδα του κόσμου σε παρέδωσαν. Σε σένα τώρα μετά από πολύ καιρό επιστρέφω, κάτοικός σου για πάντα να γενώ. Εσύ, τις αντίξοες μέρες της καταπονημένης ζωής μου, ευχάριστες θα κάνεις, εσύ που όσο η γη σου υπάρχει, κάποτε και τα χλωμά μου μέλη θα στεγάσει. Α π ’ το λόφο του θαλερού Κειμένου εσένα, Ιταλία μου, βλέπω, σύννεφα απόμειναν από την άλλη πλευρά του, το πρόσωπό μου τώρα το λαμπρό σου το πνεύμα θωπεύει, κι ο αέρας απαλά καθώς φυσά, το μήνυμά σου μου φέρνει. Αναγνωρίζω την πατρίδα! χαρούμενος χαιρετισμό της απευθύνω: χαίρε ωραία μου γενέτειρα, δόξα της γης, χαίρε!
20/αφιερωμα πρωτοποριακά, όπως η γυναίκα, η ίση θεώρηση συναισθημάτων φτωχών και πλουσίων (αυτό μπορεί να φαίνεται αστείο σήμερα), η Φύση και η απέραντη αγάπη του γι’ αυτήν και η άποψη για το πόσο μπορεί αυτή να βοηθήσει τον αν θρώπινο πόνο. Ό λα αυτά έκαναν τον κόσμο ν’ αγαπήσει την ποίηση του Πετράρχη, κι ενώ ήταν ενάντια στις εκκλησιαστικές «ατασθαλίες», τι λέ ξη! αυτό δεν εμπόδιζε το θαυμασμό και του «υγιούς σκεπτομένου» εκκλησιαστικού κόσμου, στην Αβινιόν και τη Γαλλία γενικά, στην Ιταλία βέβαια, όπου τα ποιήματά του κυκλοφορούσαν σε αντίγραφα. Όλοι οι κληρικοί, επίσκοποι κυ ρίως, που συνήθως ήσαν νεαρά άτομα, σπουδα σμένοι στα καλύτερα Πανεπιστήμια, σαν τον Πε τράρχη, κι επειδή, είπαμε ήδη, φυσούσε ο άνε μος της Αναγέννησης, έκαναν μια πολύ θετική και καλή προώθηση των τεχνών σ’ όλο το διά- . στημα του δέκατου τέταρτου αιώνα. Όσο για τον ίδιο τον ποιητή μας θεωρούσε χρέος του ιερό, την προσφορά στην κουλτούρα της εποχής του. Το 1337 καταφέρνει κι αγοράζει ένα μικρό εξοχικό σπίτι στη Βωκλύζ, μικρό χω ριό έξω από την Αβινιόν, κι εκεί απομονώνεται για μερικά χρόνια, γράφοντας μονάχα. Έχει ένα περιβόλι κι ασχολείται με την οπωροκηπευτική με μεγάλη σπουδή. Ήταν αδιανόητο εκείνη την εποχή ένας ποιητής να έχει αυτές τις ενασχολή σεις. Λίγο αργότερα αρχίζει να μαθαίνει αρχαία ελληνικά μια και βρίσκεται στην Αβινιόν ο Βαρ λαάμ ο Καλαβρός, θεολόγος, φιλόσοφος και μα θηματικός, και γνώστης της αρχαίας ελληνικής. Είχε διδάξει για λίγο καιρό επίσης στο Πανεπι στήμιο της Κωνσταντινουπόλεως. Έφυγε από την Αβινιόν όμως πολύ σύντομα και πήγε στη Θεσσαλονίκη κι από κει στο Ά γιον Όρος, όπου διαφώνησε εκεί με τους μοναχούς για κάποιο ζή τημα, επέστρεψε στην Αβινιόν, ξανάρχισε τα μα θήματα ο Πετράρχης. Σε λίγους μήνες όμως, τον διόρισαν επίσκοπο στην πατρίδα του την Καλα βρία (είχε γεννηθεί εκεί από Έλληνες γονείς), έτσι ο Πετράρχης τελικά δε διδάσκεται τόσο κα λά τ’ αρχαία ελληνικά όσο να μπορεί να μελετά τους αγαπημένους του αρχαίους Έλληνες συγ γραφείς... Λέγονται πολλά γι’ αυτήν την απομόνωσή του στη Βωκλύζ. Πως τάχα ήταν υποκριτική αυτή του η αποχή απ’ τα εγκόσμια. Στην ουσία, λέει, προετοίμαζε το δαφνοστεφάνωμά του... Παντού και πάντα οι «βολεμένοι μέτριοι», είναι όμοιοι. Τι άλλο να πει κανείς. ύρω στα 1340 φτάνουν δύο προτάσεις που αφορούν στη στέψη του, ως μεγαλύτερου ποιητή της Ιταλίας, η μία από τη Ρώμη κι η άλλη από το Παρίσι. Δεν διστάζει να διαλέξει αυτή της Ρώμης, επιθυμώντας μ’ αυτό να αποδείξει πως η Ρώμη κρατά ακόμη την παλιά της δόξα,
Γ
πως οι ρωμαίοι γνωρίζουν την αξία της τέχνης και πως πέρα από τη διαφθορά της ή τη φθορά της εκκλησίας και τους τοπικούς πολέμους, το παλιό ρωμαϊκό πνεύμα δεν έχει πεθάνει... Θέτει βέβαια έναν όρο: να έχει μια συζήτηση υψηλού πνευματικού επιπέδου, κάτι σαν μια έκθεση των πνευματικών του ικανοτήτων, με το βασιλιά της Νάπολης το Ροβέρτο το σοφό, προστάτη των ηγετών και γνώστη της αρχαίας ελληνικής γλώσ σας όπως και της λατινικής βεβαίως, ο οποίος ελάτρευε την ποίηση και η αυλή του πάντα κά ποιους σπουδαίους ή μη, θα φιλοξενούσε. Ο Βοκάκιος εκεί μέσα πέρασε κάμποσα ξένοιαστα χρόνια. Ο Ροβέρτος αποδέχτηκε την πρόταση του Πε τράρχη.
αφιερωμα/21 Έτσι, το Φλεβάρη του 1341 ξεκινάει ο Φραντσέσκο από την Αβινιόν και πηγαίνει στη Νάπολη. Τον υποδέχεται ο σοφός βασιλιάς και διε ξάγεται ο περίφημος διάλογος, ο οποίος, λέγε ται, κράτησε τρεις ημέρες. Έπειτα ο Ροβέρτος του χάρισε έναν πορφυρό μανδύα και μ’ αυτόν αγκαλιά ο Πετράρχης ανηφορίζει για τη Ρώμη. Να τον συνοδεύσει εκεί ο Ροβέρτος δεν το απο φάσισε, φοβόταν τις διάφορες σταυροφορίες στη διαδρομή. Στέλνει όμως κάποιον δικό του για τη στέψη. Ούτε αυτός όμως κατάφερε να φτάσει στη Ρώμη γιατί ληστές τον περιάδραξαν κατά την πορεία του για την πρωτεύουσα. Τέλος, στις 8 του Απρίλη, ήταν Πάσχα, ο Πε τράρχης στέφεται από το γερουσιαστή Όρσον ντελ Ανκουιλάρα, ως ο σπουδαιότερος ποιητής
της χώρας του της Ιταλίας, αλλά και πιθανόν της Δυτικής Ευρώπης. Το γεγονός εόρτασε όλος ο ρωμαϊκός λαός. Οι άρχοντες Κολόννα και προ στάτες του, έδωσαν τις καθιερωμένες γι’ αυτές τις περιπτώσεις γιορτές κι ο κόσμος της Ρώμης για πρώτη φορά έφαγε και ήπιε δωρεάν, χόρεψε και τραγούδησε, χωρίς να του ζητήσουν αντάλ- λαγμα. Για τιμή κάποιου δικού τους γιόρτα σαν. .. μπορεί και να το αντιλήφτηκαν... Η Ρώμη βέβαια που αυτή τη στιγμή στέφει το βασιλιά της ποίησης, ίσως τον καλύτερό της, εί ναι, όπως γράφουν οι χρονογράφοι της εποχής, έρημη, εξαθλιωμένη, οι ζητιάνοι ξεχυμένοι στους δρόμους, πρόβατα και σκυλιά τριγύριζαν γύρω και μέσα στα περίφημα μνημεία της και τα ερειπωμένα κτίρια. Οι βρώμικοι δρόμοι της, μό λις σουρουπώνει είναι επικίνδυνοι. Όμως το ποτήρι έχει ξεχειλίσει, η κατάσταση αυτή δεν εί ναι δυνατόν να συνεχιστεί. Ο λαός της πόλης απαιτεί να μεταφερθεί η παπική έδρα στη Ρώμη, δεν θέλουν πια την από το εξωτερικό εκκλησια στική κυριαρχία. Δεν εγκρίνουν και είναι ενά ντια στη συμπεριφορά των αρχόντων που τη διοικούν αυθαίρετα: απαιτούν να έχει δήμαρχο η πόλη τους, εκλεγμένο απ’ αυτούς τους ίδιους. Η επανάσταση καρτερεί τον αρχηγό της... Ο Πετράρχης στο μεταξύ έχει επιστρέφει στην Αβινιόν. Νέος πάπας είναι τώρα ο Κλήμης ο S'. Θέλει κι αυτός τον Πετράρχη δίπλα του, μάλιστα είναι αυτός που τον συμπαθεί περισσότερο απ’ όλους τους άλλους πάπες. Τώρα επιθυμεί να τον στείλει σε κάποια αποστολή, και γι’ αυτό το λό γο βρέθηκε στην αυλή του μια συγκεκριμένη ημέ ρα. Υπάρχει κάποια εορτή βέβαια εκεί κι είναι συγκεντρωμένοι κι άλλοι άνδρες, με διάφορες αποστολές, από άλλες χώρες κι από την Ιταλία φυσικά. Εδώ ο Πετράρχης γνωρίζει έναν νεαρό συμβολαιογράφο, το Νικόλα ή Κόλα ντι Ριέντσο Γκαμπρόνι που έχει έρθει από τη Ρώμη ως αντι πρόσωπος του λαού της, για να εκθέσει στον πά πα την άθλια κατάσταση και τις συνθήκες που επικρατούν στην πόλη των πόλεων εξαιτίας των αρχόντων, και της εκκλησίας βέβίαια, αλλά τώρα δεν είναι ώρα να το αναφέρει. Είναι όμορφος, μιλάει υπέροχα κι έχει τη δυνατότητα να πείθει. Ενθουσιάζεται ο Πετράρχης και γίνονται φίλοι κατά κάποιο τρόπο. Ο πάπας έχει τις επιφυλά ξεις του ως προς το κύριο θέμα: να εκλέξει δή μαρχο η Ρώμη δηλαδή, κι ίσως ο Ριάντσο να εί ναι αυτός ο ίδιος υποψήφιος. Σκέφτεται όμως να χρησιμοποιήσει αυτόν τον θερμόαιμο νεαρό ρή τορα για να εκβιάσει την αριστοκρατία της Ρώ μης που συγκρούεται συνεχώς με τις παπικές διατάξεις. ΓΓ αυτό στέλνει στη Ρώμη τον Κόλα πάλι, με ενθαρρύνσεις και με αρκετά φλωρίνια στο πουγκί για να βάλει μπροστά τα σχέδιά του. Ο ντι Ριέντσο είναι ιδεολόγος κι όχι απατεώνας και γι’ αυτό ταίριαξε με τον ποιητή, επιθυμεί να
22/αφιερωμα φέρει ξανά στη Ρώμη την παλιά της δόξα, αυτό που ονειρεύεται κι ο Πετράρχης, ο οποίος συν δέεται με τον επαναστάτη ενάντια σε κάθε προ σωπικό του συμφέρον. Και πρώτον με τους Κολόννα με τους οποίους ο Κόλα είναι σε μεγάλη διαμάχη, αναφανδόν εναντίον τους όπως και ο ρωμαϊκός λαός. Του αφιερώνει μια Ωδή κι όταν φεύγει τον βομβαρδίζει, λέγεται, με επιστολές όπου τον συμβουλεύει για όλα τα πράγματα, αλ λά δυστυχώς απ’ αυτές τις επιστολές δε σώζεται παρά μόνο μία. Αυτή η συμπεριφορά του Πετράρχη, δυσαρεστεί τους άρχοντες Κολόννα, όπως και τον κυρίως προστάτη του, τον καρδι νάλιο Τζιοβάνι Κολόννα στην Αβινιόν. Ο Πε τράρχης πιστεύει σ’ αυτήν τη θρησκευτική και πνευματική ανανέωση που κηρύττει ο Κόλα ντι Ριέντσο, πιστεύει θερμά πως ένας δήμαρχος (Τριμπούνο) μπορεί ν’ αναβιώσει την παλιά της δόξα, πιστεύει θερμά πως αυτός ο λαός που άγε ται και φέρεται πότε από την εκκλησία και πότε από τους άρχοντες ή τους ξένους μονάρχες, μπο ρεί να ξαναποκτήσει τον παλιό του ηρωισμό, την τιμή και την πίστη του, την αξιοπρέπειά του... «κι αυτός ο ίδιος του (ο Πετράρχης δηλαδή) να γίνει ο Λίβιο αυτής της καινούριας ιστορίας, ο Όμηρος αυτής της καινούριας εποποιίας», λέει ένας από τους βιογράφους του, δικές του ιδέες εκφράζει μάλλον. Το 1347 ξεσπά τέλος η επανάσταση στη Ρώμη, φεύγουν οι άρχοντες κακήν κακώς για τα εξοχι κά τους, εκλέγεται, επιτέλους, δήμαρχος ο ντι Ριέντσο. Για αρκετούς μήνες τα πράγματα βαί νουν όπως ακριβώς τα ονειρεύτηκαν ο ποιητής κι ο επαναστάτης. Ο Πετράρχης από την Αβινιόν ξεκινά πάλι για τη Ρώμη, δήθεν επιφορτι σμένος με κάποια αποστολή, αλλά στην ουσία θέλει να προσφέρει και εμπράκτως τη βοήθειά του στον Κόλα. Δεν προλαβαίνει όμως,· όλη η υπόθεση αυτή της κυβερνητικής ευφορίας κρά τησε μόνο λίγους μήνες. Οι άρχοντες αφού έκα ναν μερικές επιθέσεις προς την πόλη, αφού νική θηκαν και μάλιστα σκοτώθηκε ο Στέφανος Κο λόννα και ένας γιος του, ξαναεπιτέθηκαν, και τέλος μαζί με τους λεγεωνάριους, φυσικά ακρι βοπληρωμένους, ένα μέρος του λαού που θέλει τους ηγέτες του θεούς αλάνθαστους, και τελευ ταία την εκκλησία, που είχε δυσαρεστηθεί δήθεν με την ανυπακοή που έδειξε ο Τριμπούνος ως προς τις απαιτήσεις της... όλοι αυτοί μαζί κατάφεραν να κατατροπώσουν τον ντι Ριέντσο που τόσο τον ενέπνεε αυτή η «αιώνια πόλη». Οι άρ χοντες επέστρεψαν στη Ρώμη, ενώ ο δήμαρχος φυγαδεύτηκε σαν απατεώνας. Για να τελειώσου με μ’ αυτήν την ιστορία στην οποία ο Πετράρχης έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο, ο ντι Ριέντσο, αφού πλανήθηκε εδώ κι εκεί, πότε φυλακή πότε στα βουνά σαν αγρίμι, ζητά και καταφέρνει να τον δεχτεί στην Αβινιόν ο πάπας Κλήμης ο S', προ-
κειμένου να απαιτήσει να δικαστεί ή τέλος πά ντων να του πουν ποιο είναι ακριβώς το έγκλημά του. Φιλοξενείται κι από τον Πετράρχη, ο οποίος βλέποντας τα χάλια του, αγανακτεί και εξοργίζεται. Στέλνει μια επιστολή στον Ρωμαϊκό λαό. Ανάμεσα στα άλλα αυτό το γράμμα λέει: «Προς το Ρωμαϊκόν λαόν... τον αήττητον... προς τους κατακτητάς των εθνών. Ο πρώην Τριμπούνος είναι σήμερον αιχμάλωτος, εις χείρας ξένων. Και θλιβερόν αλήθεια θέαμα... ως κλέπτης, ή προδότης της πατρίδος τον, προσπαθεί να υπερασπισθεί τον εαυτόν του αλυσοδεμένος. Ο ανώ τατος Τριμπούνος της γης, (εννοεί τον πάπα) αρνείται να τον παράσχη την δυνατότητα μιας νο μίμου αμύνης... Η Ρώμη, δεν είναι ασφαλώς αξία μιας τοιαύτης μεταχειρίσεως. Οι πολίται της, οι οποίοι νπήκουαν άλλοτε μόνον εις τους ειδικούς τον νόμους... υφίστανται σήμερον μίαν κακομεταχείρισή όλοι ομού αδιακρίτως. Και αυ τό γίνεται χωρίς να υπάρχει ενοχή δια κανένα | έγκλημα. Αυτό γίνεται, τη στιγμή ακριβώς που οι πολίται της Ρώμης αξίζουν να επαινεθούν δια τας αρετάς των... Ο συμπολίτης σας κατηγορείI ται όχι διότι επρόδωσεν αλλά διότι υπερασπίσθη την ελευθερία. Είναι ένοχος όχι διότι παρέδωσε αλλά διότι εκράτησε το Καπιτώλιον. Το μεγαλύτερον έγκλημα, δια το οποίον κατηγορείται και δια το οποίον προβλέπεται τιμωρία θανάτου, εί ναι ότι ετόλμησεν να βεβαιώσει ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εξακολουθεί να ευρίσκεται εις την Ρώμην και εις χείρας τον ρωμαϊκού λαού. Ω, ασεβής εποχή! Ω, γελοίος φθόνος, κακεντρέχεια χωρίς προηγούμενον! Τι ποιείς, εσύ, ω Χριστέ, εσύ ο ανυπέρβλητος και αδιάφθορος κριτής όλων μας; Πού είναι λοιπόν οι οφθαλμοί σου οι οποίοι δύνανται να διαπεράσουν τα σύννεφα της ανθρώπινης δυστυχίας; Δ ια τί δε θέλεις ένα τέρ μα εις αυτήν την ανίερον δοκιμασίαν με το διακλαδιζόμενον κεραυνόν σου;» (Η μετάφραση είναι του Άρη Αλεξάνδρου από τη Παγκόσμια Ιστορία Πολιτισμού, του Will Du rant, Ε ' τόμος).
το μεταξύ πεθαίνει ο Κλήμης ο S' κι εκλέγε ται ο Ιννοκέντιος ο S'. Ο Ριέντσο στέλνεται στη Ρώμη υπό την παπικήν ανηλεή σκέπη (ένας σκοτεινός τρόπος εξόντωσης είναι να τίθεσαι υπό την προστασία των χθεσινών εχθρών σου). Τον εξέλεξαν συγκλητικό, σίγουροι πως η κατα στροφή του φτάνει ταχύτατη. Ο Ριέντσο έχει φθαρεί από τις ταλαιπωρείες στα βουνά και στη φυλακή, στη συνέχεια είχε, γράφουν, παχύνει τους τελευταίους μήνες, είχε χάσει την ομορφιά του, την ευγλωττία του, τη δύναμη να πείθει, ποιον να πείσει πια, ποιος του έμεινε πιστός; Δεν του συγχώρησε λέει ο λαός που συμμάχησε με την εκκλησία, είχε συμμαχήσει πράγματι; Πά ντως η αλήθεια είναι πως όταν ο λαός γίνεται
Σ
αφιέρω μα/** όχλος δεν έχει έλεος: τον σκότωσαν έτσι στα γρήγορα, ενώ τους μιλούσε με τον παλιό του τρόπο, προσπαθώντας να τους πείσει για κάποιο θέμα, έμπηξαν όλοι τα σπαθιά τους μέσα στο σώμα του, μετά τον περιέφεραν με το κάρρο στους δρόμους της Ρώμης και τον κρέμασαν σαν σφάγιο σ’ ένα χασάπικο, γράφει ο Ντουράντ... κρέμασαν αυτόν που πριν λίγα χρόνια τον περιέ φεραν στους ίδιους δρόμους επειδή αυτός είχε κάνει πραγματικότητα τα όνειρά τους. Αυτή η ωραία πράξη, έγινε το 1354, πάπας ο Ιννοκέντιος S' κι ο Πετράρχης κάπου ψηλά, σ’ ένα μο ναστήρι, πιθανόν κοντά στον αδελφό του, τον Γεράλδο, διότι ο πάπας τον είχε κατηγορήσει για μαγεία, κι αναγκαστικά αυτοεξορίστηκε πά λι... Γύρισε όμως πολύ γρήγορα διότι δεν μπορού σε πια να μείνει μακριά από την πατρίδα του. Βρίσκεται στο Μιλάνο και για άλλη μια φορά δεν ξέρει «πού να πάει». Μη έχοντας άλλη λύση, δέχεται αναγκαστικά την πρόσκληση των Βισκόντι, από εκείνους τους άρχοντες του Μιλάνου, τους διάσημους μέσα στη μεσαιωνική ιστορία. Οι Βισκόντι ήσαν κυρίαρχοι της πόλης τους και χωρίς επιρροές από την παπική εξουσία. Τους ονόμαζαν επίσης τυράννους. Ήσαν, λέει, λαομί σητοι... για φαντάσου, και ποιος λογάριαζε τι μισούσε και τι αγαπούσε αυτός ο περίφημος «λαός» τότε... (ενώ τώρα!). Οι φίλοι του στην Αβινιόν και στη Φλωρεντία τον κατηγορούν γι’ αυτό του το κατάλυμα. Προς το παρόν έχει απόλυτη ανάγκη από στέγη, κά ποια στιγμή θ’ απαντήσει και σ’ αυτούς τους οποίους ο Πετράρχης πάντα σεβάστηκε για τους συμβιβασμούς που κατά καιρούς έκαναν. Τότε, στους αιώνες εκείνους, δεν υπήρχε μέση οδός: ο σημερινός αργός θάνατος των ασυμβίβαστων, φερ’ ειπείν. Ή πενία ή ζωή κοντά στον άρχοντα ίσχυε τότε, κι εφόσον πενία εσήμαινε θάνατο, ε ήταν λιγάκι σκληρό ν’ αποφασίζει κανείς το θά νατό του... Ακόμη κι ο Δάντη ήταν φιλοξενού μενος του άρχοντα της Βερόνα και κοντά σ’ αυ τόν έγραψε τη «Θεία Κωμωδία» του. Η ιταλική ιστορία, ή κάποιοι ιστορικοί πιο σωστά, υποστηρίζουν πως ο Τζιοβάνι Βισκόντι, ένας από τ’ αδέλφια, ήταν πνεύμα «ανώτερο», που αντιλαμβανότανε τις επιδιώξεις, τα ιδανικά του Πετράρχη, με τον τρόπο του ίσως είχε κι αυ τός κάτι παρόμοιες επιδιώξεις, εθαύμαζε επίσης την ποίησή του, αλλά πάνω απ’ όλα πρέπει να τον εκτιμούσε απεριόριστα. Τον κέρδισε, σχετι κά, αφήνοντάς τον να έχει την αυταπάτη πως εί ναι ελεύθερος, παραχωρώντας του έναν άνετο χώρο, με τα βιβλία της βιβλιοθήκης του, αλλά και τα δικά του (του Πετράρχη), τα οποία είχε πάντα μαζί του, μέσα σε μεγάλα μπαούλα. Το Μιλάνο αυτήν την εποχή, 1354-5, ήταν μια πόλη πολύ περισσότερο πολιτικοποιημένη από
14 Ιουλίου
24/αφιερωμα την Αβινιόν, και με πολύ περισσότερη κουλτού ρα από όλες σχεδόν τις πόλεις της Ιταλίας. Έπειτα ο Πετράρχης, όπως φάνηκε, ήθελε πλα τύτερους ορίζοντες, όπου θα μπορούσε να έχει έμπνευση, σαν λόγιος-ποιητής, να ερευνά την πλούσια βιβλιοθήκη της πόλης, καθώς και ευρύ τερη διπλωματική καριέρα πρεσβευτή, για την Ειρήνη, την Ένωση της Ιταλίας σ’ ένα κράτος, και τη μεταφορά της παπικής έδρας στην Ρώμη. Ό σ ο για τους φίλους του στη Φλωρεντία και στην Αβινιόν που τον έμεμψαν γι’ αυτή τη δια μονή του στους Βισκόντι (ένας εκ των οποίων ήταν αρχιεπίσκοπος, ανεξαρτοποιημένος από τις παπικές διατάξεις), ο Πετράρχης τους έγραψε διάφορα, ανάμεσα στα οποία κι αυτά: «η δουλοπρέπεια απέναντι στο πλήθος και στον πάπα, τον πάντα ξένο κι όχι Ιταλό, δεν είναι καλύτερη από τη δουλοπρέπεια στον αρχιεπίσκοπο Βισκόντι». Φαίνεται όμως πως η πρόοδος γενικά του κό σμου τούτου, και κυρίως σ’ εκείνον τον αιώνα, αν όχι στους αιώνες, δεν έρχεται μόνο από τα φωτεινά πνεύματα ή τις ευτυχισμένες καταστά σεις, αλλά κι από τη σκοτεινιά που αναγκαστικά αναζητάει το φως. Τουλάχιστον η ιστορία αυτό μας διδάσκει. Αυτή η βιοθεωρίά θα πρέπει να κυριαρχούσε στις πράξεις του Πετράρχη, και το μέλλον δεν τον διέψευσε. Κοντά στους Βισκόντι έμεινε σχεδόν οχτώ χρόνια. Το πιο τραγικό συμβάν σ’ αυτά τα χρό νια ήταν ο καταστροφικός πόλεμος ανάμεσα στις δύο ακμάζουσες μεγάλες πόλεις, τη Βενετία και τη Γένουα. Και το Μιλάνο να βοηθάει πότε τη μία και πότε την άλλη, ανάλογα τα συμφέροντά του. Και ο Πετράρχης στη μέση, να προσπαθεί να τους ειρηνεύσει, να μεταφέρει μηνύματα τα οποία άλλαζε κατά τη διαδρομή, σύμφωνα με τη δική του προσωπική γνώμη, κι όταν νικούσε η μία πόλη προσπαθούσε να πείσει το νικητή να μην καταστρέψει την άλλη, «διότι σκέψου άρχοντα-νικητή, είναι πόλη ιταλική κι αυτή». Και φαντάζεται κανείς πόση θλίψη και πόνο γι’ αυ τόν τον ειρηνόφιλο που ζούσε τώρα και χρόνια, εδώ κι εκεί, μες τις «αυλές», όλη αυτή η αιματο χυσία και καταστροφή... Εντούτοις, μέσα σ’ αυτόν το χαλασμό, βρίσκει καιρό κι απομονώνεται στο παρεκκλήσι του Αγίου Αμβροσίου, ή στην εξοχή, και γράφει συ νέχεια τα γεμάτα συναισθηματισμό σονέττα του, τις ειρηνευτικές του εντολές σ’ αρχαίους και πιο σύγχρονους, τα μεγάλα του ποιήματα τα γεμάτα τρυφερότητα. Απορεί κανείς πού εύρισκε αυτό το ψυχικό μεγαλείο να μπορεί να γίνεται τρυφε ρός κι ερωτευμένος, όταν είχε χρειαστεί να συνδιαλαγεί πριν λίγο με αιμοσταγείς ύπουλους άρ χοντες οι οποίοι είχαν φτάσει κοντά του αφού είχαν δρασκελίσει ερείπια και πτώματα, πυρές κι αποκαΐδια.
Στο μεταξύ ο Βοκάκιο που πολύ αγαπούσε και εθαύμαζε τον Πετράρχη, εδίδασκε τη «Θεία Κω μωδία» στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας μια και ήταν λάτρης του Δάντη Αλιγκιέρι, από και ρό προσπαθούσε να πείσει και τον Φραντσέσκο να παραδεχτεί την αξία του. Αλλά φαίνεται πως εκείνος δε συμμεριζόταν το θαυμασμό του ως προς το μεγαλείο το ηθικό και ποιητικό του Δά ντη. Είναι γνωστό πως αυτοί οι δύο μεγάλοι ποιητές δεν είχαν σχεδόν καμία σχέση μεταξύ τους, παρά μόνο πως έγραφαν στην τοσκάνικη γλώσσα: ο ένας τρυφερός κι ανθρωπιστής μέσα απ’ την καρδιά του, κι ο άλλος ποιητής μέσα απ’ τον πολιτικό του φανατισμό και πληγωμένο εγωισμό και ευαισθησία, που είχε γυρίσει σε κα κία εξαιτίας της αναγκαστικής του απομάκρυν σης από μια πόλη που λάτρευε και από τους δι κούς του ανθρώπους. Κι ο τρίτος ο μεγάλος της εποχής, ο πεζογράφος Βοκάκιο να μοιράζει την εκτίμησή του σε δύο ίσα μέρη, συν την αγάπη του για τον ζωντανό Φραντσέσκο... Το 1361 πεθαίνει ο γιος του ο Τζιοβάνι και ο φίλος του ο «Σωκράτης», κι από πολλά χρόνια είχε πεθάνει κι άλλος του φίλος ο Τζιάκομο Κολόννα, από την πανώλη που όλα τα χρόνια σερ νότανε, με μικρές ανάπαυλες σ’ όλη την Ευρώπη. έλος λυπημένος, απογοητευμένος, αφήνει και το Μιλάνο. Θέλει να πάει στο μικρό Τ σπιτάκι του στη Βωκλύζ της Αβινιόν. Πράγματι ξεσηκώνεται, παίρνει τις στράτες πάλι, στη δια δρομή όμως, συναντά διάφορους σταυροφόρους να συμπλέκονται κι η πανώλη απ’ την άλλη να θερίζει. Γυρίζει πίσω, δεν ξέρει πάλι προς τα πού να τραβήξει. Καταλήγει στη Βενετία, όπου οι άρχοντες εκεί, οι διάδοχοι του παλιού του φί λου δόγη Αντρέα Δάνδολο, του προσφέρουν φι λοξενία τιμώντας τον όσο γίνεται. Εδώ πάλι, συ γκεντρώνει τα βιβλία του, τα «δένει», θέλει να ιδρύσει μια βιβλιοθήκη με πρώτη προσφορά τα βιβλία του, αλλά είναι κι άλλες πόλεις που περι μένουν αυτή την προσφορά, γι’ αυτό κι αυτός δι στάζει. Η μόνη αρνητική πράξη που έκανε στη ζωή του, διότι τα βιβλία του, τα χαρτιά του, τα χειρόγραφά του, τα πήραν υπηρέτες, οι αντιγρά φεις του, άνθρωποι άσχετοι, ακόμη κι αν ήσαν «των γραμμάτων» άνθρωποι, έτσι που οι βιογρά φοι του, αργότερα, είδαν κι έπαθαν να συγκε ντρώσουν το υλικό του έργου του. Για τούτο και οι πρώτες εκδόσεις του έργου του, μετά το 1400, ήσαν όλες γεμάτες λάθη πάνω σ’ όλα τα σημεία. Πάπας τώρα είναι ο Ουρβανός ο Ε 'ο λεγόμε νος Ευτυχής. Είναι εγκρατής αυτός πάλι, θέλει να αποκαταστήσει την πειθαρχία στο ιταλικό κράτος και κυρίως να καθυποτάξει τους Βισκόντι. Ο Πετράρχης τότε, μαζί με τη μετέπειτα Αγία, την Κατερίνα της Σιένας, ο πρώτος με την ευγλωττία του, και η Αγία με τις ικεσίες της και
αφιερωμα/25 την καυστική της γλώσσα, επηρέασαν τον πάπα κι επιτέλους αποφάσισε να μεταφέρει την αγία έδρα εκεί που ανήκε. Το όνειρο γίνεται πραγμα τικότητα και στις 30 Απριλίου του 1367 μεταφέρεται η έδρα στη Ρώμη. Ο Πετράρχης αφιερώνει έναν ύμνο σ’ αυτό το θαυμαστό γεγονός... Το 1369 ο Πετράρχης πολύ κουρασμένος, αποσύρεται σ’ ένα μικρό σπίτι στους λόφους Ευγάνεοι, στο χωριό Αρκουά (Πάντοβα), κοντά στην κόρη του Φραντσέσκα, «καλοπαντρεμένη», με δύο μικρά παιδιά που του δίνουν μεγάλη χαρά. Το 1370 όμως, κάτι ακούγεται πως ο Ουρβανός δεν αντέχει στην ερημιά της Ρώμης όπου όλα ήσαν σε αποσύνθεση και δεν υπήρχε χώρος μήτε για τή διαμονή του. Ο Ά γιος Πέτρος ήταν ερει πωμένος, ο Ά γιος Παύλος έτοιμος να καταρρεύσει, ως και το ανάκτορο του Λατερανού είχε κα ταστραφεί, λίγο πριν αυτός φτάσει στη Ρώμη, από μία πυρκαγιά. Ο Ουρβανός παρ’ όλη την εγκράτειά του, νοσταλγούσε την Αβινιόν. Γάλ λος ήταν άλλωστε, αλλά κι από την άλλη οι καρ δινάλιοι στην Αβινιόν τον απειλούσαν ότι έπρε πε να επιστρέφει εκεί. Έτσι στις 30 του Σεπτέμ βρη 1370, επιστρέφει στην Αβινιόν ο πάπας σαν καλό παιδί. Όσο για τον Πετράρχη είχε ξεκινή σει για τη Ρώμη, αλλά γύρισε πίσω, διότι το σώ μα του δεν ήταν πια σταθερό πάνω στο άλογο. Επιστρέφει πάλι στο Αρκουά. Το 1372 όμως εί ναι υποχρεωμένος να'πάει πάλι στη Βενετία για κάποια άλλη αποστολή, παραμένει εκεί... Εξα κολουθεί να εργάζεται μέρα νύχτα. Λέγεται πως ξεγελούσε τους αντιγράφεις του, λέγοντάς τους πως πάει να κοιμηθεί κι αφού αποσύρονταν κι αυτοί, τότε εκείνος μ’ ένα κερί στο χέρι, επέστρε φε κι εξακολουθούσε να γράφει. Ο Βοκάκιο ερ χόταν και τον έβλεπε συχνά. Ήταν ο μοναδικός από τους φίλους που του είχε απομείνει. Ο Φραντσέσκο τον βοηθούσε πολύ στα γραφτά του, μά λιστα κάποτε θέλησε να κάψει το «Δεκαήμερο», αλλά ο Πετράρχης τον εμπόδισε και του έκανε αυστηρές παρατηρήσεις πάνω σ’ αυτές τις επιπό λαιες κρίσεις των συγγραφέων. Το 1373 παίρνει το τελευταίο διήγημα του «Δεκαήμερου» που εί ναι η «Γκριζέλντα» και τη μεταφράζει στα λατι νικά του που τα κατείχε τέλεια, και του το στέλ νει σαν ένα τελευταίο δώρο. Μια βραδιά, στις 19 Ιουλίου 1374, είχε γεννη θεί στις 20, τον βρίσκουν σκυμμένο πάνω σ’ ένα βιβλίο. Δε διαβάζει, είναι νεκρός... Δεκαέξι δόκτορες, λέει, τον μεταφέρουν στη Μητρόπολη του Αγίου Μάρκου καλυμμένον με την πορφυρή τήβεννο που του είχε χαρίσει κάπο τε ο βασιλιάς της Νάπολης. Κι έπειτα μεταφέ ρουν τη σωρό του στο Αρκουά, όπου τον θάβουν κοντά στο σπιτάκι του. Πάνω στην πέτρινη αψί δα του τάφου του, χαράσσουν το επίθετό του που είναι παραφθορά του ονόματος του πατέρα του: Πετράκκο. Ο Φραντσέσκο το είχε μετατρέ-
Σονέττα από τη συλλογή «Καντσονιέρε» CII Ο Καίσαρας ευχαρίστηση έδειξε τάχα άπειρη, όταν ο προδότης της Αιγύπτου το τιμημένο κεφάλι τον πρόσφερε, και με κάποια χάρη, τα μάτια τον όμως έκλαιγαν, γράφουν οι πάπυροι. Κι ο Αννίβας πάλι, όταν την αυτοκρατορία τον την άμοιρη, με φρίκη είδε τη θύελλα που την εσάρωσε, γελώντας με το λαβωμένο λαό τον αντάμωσε κι εύθυμος κατάπιε την ταπείνωση τον την άμετρη. Έτσι συμβαίνει σε κάθε καρδιά που κρύβει το πάθος κάτω από μανδύα φυγής, κι άλλοτε δείχνει χαρά κι άλλοτε στη θλίψη πάνω σκύβει. Το ίδιο κι εγώ, γελώ ή τραγουδώ περιχαρής γιατί ο εαυτός μου άλλο τρόπο δε βρίσκει να καλυφτεί όταν ο πόνος τον χτυπά ο χαλαστής.
CCCX Ζέφυρος φυσά και τον ωραίο καιρό προμηνά, με τ’ άνθη, τη χλόη, τη γλυκιά του φαμίλια, σαν σπαθίζει η χελιδώνα, σαν θρηνεί η Φιλομήλα, η Άνοιξη ήρθε η άσπιλη και η ροδιά. Γελούν τα λιβάδια, κι ο ουρανός αιθριά ο Αίας στην κόρη του τις ννχτιές σιγομιλεί, ο αέρας, το χώμα, το νερό γεμάτα σιγή, και σε κάθε ψυχή που ριγεί η αγάπη αργοκυλά. Μα για μένα, αλίμονο, πνέουν στεναγμοί, γιατί εκείνη τις χαρές στην καρδιά έχει κλεισμένες, και στον ουρανό ψηλά τα κλειδιά κρατεί. Κι οι ψαλμοί των αρχαγγέλων κι οι πλατείες οι ανθι σμένες και των γυναικών ωραίων, οι κινήσεις οι αβρές και με τιμή, για μένα ερημιά κι άγριες μνήμες πληγωμένες.
26/αφιερωμα CCC X XIX Σαν φτερουγίζουν τα πουλιά κι οι φυλλωσιές θροΐζουν, σαν πνέει ανάλαφρη η αύρα η θερινή, απ’ ανθισμένη και φρέσκια όχθη μακρινή, αχός κυμάτων φτάνει κι αστραπές ολόγυρα σπαθίζουν... βλέπω Εκείνη που η γη κρύβει μα στον ουρανό κατοικεί, τη βλέπω να φτάνει κοντά όπου οι ερωτικές μου γραφές, τους αναστεναγμούς μου γλυκά ν’ αγρικεί, κι από τα μάκρη πέρα ακούω φωνές απαλές σε μένα να λένε: ω γιατί στο χρόνο εμπρός αφήνεσαι, γιατί απ’ τα μάτια να τρέχει, ο στίχος να κυλά πονεμένο ποτάμι, ω γιατί φθείρεσαι; Για με μην κλαις και θρηνείς τώρα πια, αθάνατη η ζωή μου έγινε, το αιώνιο φως σαν αντίκρυσε, εγώ τα μάτια άνοιξα όταν ο θάνατος πίστεψε πως με
XXXV Μόνος συλλογισμένος μέσα στους έρημους κάμπους περπατώ, τ’ αργόσυρτα βήματά μου μετρώ και το βλέμμα στρέφω, ν’ αποφύγω επιθυμώ ίχνη και συναπαντήματα μ’ άλλους. Άμυνα άλλη δεν έχω να με φυλάει από τη σκιά τους, κι η ευθυμία σβηστή στις πράξεις μου, την αγνοώ, το πλήθος όμως την απουσία τη γνωρίζει θαρρώ, και μ’ ευκολία μέσα μου βλέπει τη φλόγα του άλγους. ΓΓ αυτό ακουμπώ τα κρυφά μου ετούτα τα πάθη, στα βουνά - σύντροφοί μου! αυτά ξέρουν στα λιβάδια, στα ποτάμια, στ’ άγρια δάση. Κι ενώ αυτή μ’ οδηγεί, την ψάχνω, Αγάπη! εκείνη όμως δεν έρχεται, κι όμως όλα σ’ αυτήν με φέρουν, μόνο μ ’ αυτήν εγώ συνομιλώ, πάνω σ’ αυτής είμαι το άτι.
ψει έτσι, κι είχε αυτήν την επιθυμία: να γράψουν απάνω στην πλάκα του μνήματός του αυτήν και μόνο τη λέξη: ΠΕΤΡΑΡΧΗΣ.
Πετράρχης ήταν ο πατέρας της Αναγέννη σης, ο πρώτος ανθρωπιστής-διανοούμενος, ειρηνιστής-πρεσβευτής, ο πρώτος που επανέφερε τους αρχαίους Έλληνες και Λατίνους συγγρα φείς και φιλοσόφους στην κουλτούρα της Ιτα λίας του δέκατου τέταρτου αιώνα. Μακάρι να μπορούσε κανείς ν’ ανήκει, όπως ο Πετράρχης, στους ανθρώπους οι οποίοι, όπως είπε ο Ανατόλ Φρανς: «αγαπάνε τα νεκρά γράμματα με μια ολοζώντανη αγάπη, και βρίσκουνε μέσα στην αρχαία στάχτη τη λάμψη της αιώνιας ομορφιάς». Ο ίδιος ο ποιητής είχε πει για τον εαυτό του: «βρίσκομαι στο σύνορο δύο διαφορετικών λαών κι από κει κοιτάζω την ίδια στιγμή το χρόνο τον παρελθόντος και το χρόνο του μέλλοντος. Μετα δίδω στους απογόνους τις φωνές και τα παράπο να των πατέρων». Γενικά σ’ όλη του τη ζωή στεκόταν ανάμεσα σε δύο δρόμους. Από τη μια δεχόταν την εκκλησία κι από την άλλη αποδοκίμαζε φανερά και με φαρμακερή γλώσσα τα «ήθη» της παπικής αυλής και των ανθρώπων της εκκλησίας. Έγραψε δυο τρία έργα θρησκευτικού περιεχομένου, αλλά αυ τός διάβαζε σχεδόν αποκλειστικά μόνο κλασι κούς συγγραφείς. Κανέναν, θα μπορούσε να πει κανείς, του μεσαίωνα. Η μεσαιωνική ωρίμανση τον έκανε να αποκαλύψει την ομορφιά των αρ χαίων κειμένων... Ο Πετράρχης από τα πρώτα χρόνια της ποιη τικής του, ας πούμε έτσι, καριέρας, είχε πίσω του τον Δάντη Αλιγκιέρι, ο οποίος ήταν σχετικά γνωστός. Πρέπει λοιπόν ν’ αναφέρουμε τις δια φορές αυτών των δύο μεγάλων ποιητών που τους χώριζαν περίπου σαράντα χρόνια, διαφορά ηλι κίας και, βέβαια, όχι μόνον, όπως θα δούμε παρακάτω. Θα παραθέσουμε ένα κείμενο ενός φι λολόγου πολύ σημαντικού που συγκρίνει αυτούς τους δύο, κι εμείς κατατοπιζόμαστε, ή βλέπουμε και άλλη μία άποψη, μέσα στις δεκάδες, όσον αφορά στον Φραντσέσκο Πετράρχη και στην ποιητική του υπόσταση. Είναι του Ιταλού καθη γητή ντε Σάνκτις, μελετητή του Δάντη και του Πετράρχη. «Όπου ο Δάντη σκοπεύει προς το μεγάλο και το μεγαλειώδες, ο Πετράρχης στοχεύει το ωραίο και το χαριτωμένο. Ο ένας κοιτάζει τον όγκο, ο άλλος τον αναλύει, ο ένας έχει κάτι το άγριο και τραχύ που φανερώνει μια δύναμη που ακόμη δεν έχει καλλιεργηθεί, ο άλλος είναι πάντα εκλεκτικός, μετρημένος, ευγενής και προχωρεί ώς την εκλέπτυνση και την εκζήτηση. Στον έναν, διά μέ σου του ποιητικού του οράματος, ακούς την τα-
Ο
αφιερωμα/27 ραχή και το βράσιμο της πραγματικής ζωής, στον άλλο υπάρχει μια τάση να ξεκόψει απ’ αυ τήν, μάλλον καλύτερα πρέπει να πω, έχει μια επιθυμία γι’ αυτήν, αλλά χωρίς δύναμη, πράγμα που τον οδηγεί σιγά σιγά στη φιλοσοφημένη θλί ψη, σ’ εκείνη την κατάσταση του μοναχικού και του αποθαυμάζοντος. Η πραγματικότητα εκδη λώνεται ή αναφέρεται μονάχα στους λαούς του παρελθόντος, μέσα από πολλές δοκιμασίες και ψευδαισθήσεις. Ο ένας μέσα στην αυστηρότητά του, είναι νεανικότατος, με μια νιότη ακόμη βάρβαρη και απειθάρχητη, ενώ ο άλλος, ο Πετράρχης, μέσα στην κομψότητα του ευγενούς, εί ναι γέρος, κι αναγγέλει μια κοινωνία εκλεπτυ: σμένη.» Η λάμψη της Αναγέννησης ξεμυτίζει μόλις, κι αυτό το πάθος για τις τέχνες και την επιστήμη ίσως μύριζε λίγο σάρκα καμένη... αλλά έτσι ήταν πάντα κι έτσι θα είναι, φαίνεται. Ο Πετράρχης πρώτος το είχε αντιληφτεί, γι’ αυτό δε θρηνούσε γονυπετής, μήτε δεκαρολογούσε πάνω στις έν νοιες περί ηθικής, ή ακόμη για τον πόλεμο, την ειρήνη. Ενεργούσε έχοντας στόχο ένα χρήσιμο αποτέλεσμά, ένα μακροχρόνιο όφελος, στόχευε (Δ υο σονέτα σε ελεύθερο στίχο) τη φυσιολογική κι όχι την υποκριτική κι ατέ λειωτη ηθική που είναι χειρότερη κι από καταLXI ναγκαστικά έργα. Είχε γράψει: η μάθηση κανέναν δεν υποχρεώνει να είναι άγιος. Έδινε έτσι Ευλογημένη να είναι η μέρα, ο μήνας, ο χρόνος, ένα ράπισμα στην εκκλησία που ήθελε να τους κι η εποχή κι ο καιρός κι η ώρα κι η στιγμή, έχει όλους και όλα στο χέρι. Έλεγε επίσης: δεν κι η ωραία χώρα κι ο τόπος όπου εγώ έφτασα, από δυό μάτια θαυμαστά που μαζί τους δέθηκα. ξέρω με τι μοιάζει, με θάνατο ή με αδράνεια: το Κι ευλογημένος ο πρώτος πόνος που ένιωσα να κοιμάσαι όταν ο κόσμος έξω σείεται. και με τον έρωτα μ ’ ένωσε, Βέβαια ο Πετράρχης δεν ήταν ένας πολιτικόςκαι το τόξο κι οι σαΐτες που με διαπέρασαν, ποιητής, όπως κατ’ εξοχήν ήταν ο Δάντη Αλικι οι πληγές μου ακόμη. γκιέρι. Ο Πετράρχης παραμένει ελεγειακός Ευλογημένες κι οι φωνές που εγώ μ ’ αυτές ποιητής, ακόμη κι όταν κάνει πολιτική. Χωρίς το όνομα της Δεσποσύνης μου κράζω, αυτό να σημαίνει πως η ελεγεία του είναι μια κι οι αναστεναγμοί και τα δάκρυα κι ο πόθος, μορφή απελπισίας. Άλλωστε πολλοί Ιταλοί υπο κι ευλογημένα όλα τα γραφτά στηρίζουν πως η πολιτική απελπισία πέθανε μα που με τούτα τη φήμη και τη σκέψη μου καταχτώ, χάρη σ’ Εκείνη μόνο και σε καμιά άλλη. ζί με τον Δάντη. Ας δούμε ένα ποίημά του που έγραψε κατά το έτος 1345, χωρίς αυτό να είναι VII σίγουρο, όταν εμαίνετο ο πόλεμος των Βισκόντι του Μιλάνου και Οβίδιου ντ’ Εστέ, άρχοντα της Η αδηφαγία, η τεμπελιά κι η ελαφρότητα, Βερόνας, όπου λεγεωνάριοι Γερμανοί βοηθού έχουνε από τον Κόσμο κάθε αρετή αποδιωγμένη, κι απ’ την τροχιά του κι η φύση μας είναι εξορισμένη, σαν, ή τους μεν ή τους δε, πληρωμένοι από τους άρχοντες και στα κρυφά και από την εκκλησία, καθώς η συνήθεια την έχει νικημένη. Κι είναι σβηστό το φως κάθε καλωαύνης ανάλογα ποια πόλη ήταν ο εχθρός της. Για τούτο που τ’ άστρα στην ανθρώπινη γη στέλνουν, το ποίημα και για μερικά άλλα, ένας από τους θαυμαστός και δακτυλοδειχτούμενος είναι μόνο πολλούς λόγιους Ιταλούς, λέει πως είναι πε κείνος που απ’ τον Ελικώνα ποτάμι κατεβάζει ρισσότερο θρησκευτική ποίηση αυτό, παρά πα αποζητώντας άλλος δάφνες, κι άλλος του λυρικού τριωτική, δε νομίζω εγώ να είναι έτσι ακριβώς, μονάχα. εντούτοις, συνεχίζει ο Ιταλός, μια αίσθηση Και το πλήθος που μονάχα το υλικό κέρδος απάρνησης και μελαγχολίας ανεβαίνει απ’ αυτό καταλαβαίνει το πολιτικό ποίημα που δε θα ανέβαινε ποτέ από «φτωχή και γυμνή περπατεί η Γνώση» λέει... μια πολιτική σελίδα του Δάντη. Την ίδια στιγμή Λίγους συντρόφους θα ’χεις ω Πνεύμα ευγενικό εσύ, σ’ αυτό το δρόμο σου, και σε παρακαλώ, μην την όμως είναι πολύ περισσότερο βίαια καρφωμένο αφήσεις στα γήινα γεγονότα, όσο δεν ήταν η ποίηση του τη στράτα αυτήν της σπουδής που πια έχεις πάρει. Δάντη.
28/αφιερωμα CXXVIII Ω Ιταλία μου, αν και μάταιος είναι ο λό γος μου για τις πληγές σου που στάζουν, και που τόσο συχνά στο ωραίο κορμί σου κοιτάζω, άσε με τουλάχιστον τους αναστεναγμούς μου να σου χαρίσω, όμοιους μ ’ αυτούς του Τίβερι, του Άρνου και του Πάδου, όπου η χώρα του τώρα βαρύ και θλιμμένο με στεγάζει.
Κοίταξε Κύριε σπλαχνικέ, τι φριχτός πόλεμος για ποταπές αιτίες, και πόσες καρδιές τυραννεί, φυλακίζει, ο Ά ρη ς ο κομπαστής και θηριώδης. Ελευθέρωσέ τες εσύ ω Πατέρα, κι εγώ, όποιος κι αν είμαι, με την πέννα μου την αλήθεια θα παινέψω. Εσάς που η τύχη στο χέρι σας έβαλε τις ωραίες τις χώρες να κυβερνάτε και που οίκτος γι’ αυτές δε σας πιέζει, τι κάνουν εδώ όλα αυτά τα ξένα σπαθιά; Τη χλοερή μας τη γη γιατί των βαβαρών το αίμα να βάφει; Μ’ ανόητα τρέφεσθε λάθη, αν και πολλά νομίζετε πως ξέρετε, κι όμως από κακές ψυχές αγάπη και πίστη ζητάτε. 'Οσο περισσότερους στρατιώτες πληρώνετε τόσο καλύτερα κυκλωμένοι από εχθρούς βρίσκεστε... Ω τους γλυκείς μας τους κάμπους να τους σκιάσει γιατί, αυτή η «πυκνή καταιγίδα» που από άσκημη χώρα ορμάει, κι αν αυτό έργο δικών μας χειρών είναι ποιος θα ’ρθει να τους γλιτώσει; Η φύση για την ασφάλειά μας έχει προβλέψει καλά, και το τείχος των Άλπεων γερά μας φυλάει απ’ το βαβαρικό μένος, η τυφλή απληστία σας όμως, ενάντια στο ίδιο μας το καλό είναι και τόσο έξυπνα τα έχετε όλα σκεφτεί, που στο γεμάτο υγεία σώμα της χώρας ψώρα προκαλέσατε. Τώρα μέσα στο ίδιο «λιβάδι» κοπάδια άγριων ζώων και πρόβατα πράα σταλίζουν... κι όπως πάντα, ο καλύτερος στενάζει.
Ω, δεν είναι αυτή η γη που πρωτάγγιξα, δεν είναι αυτή η φωλιά μου όπου τόσο γλυκά τράφηκα, δεν είναι αυτή η πατρίδα που εγώ εμπιστεύομαι, μάνα καλή και γαλήνια, που των γονιών μου τη μνήμη σκεπάζει;
Σεις όμως για κανέναν οίκτο δεν έχετε γι’ αυτό των Λατίνων η αρετή ενάντια στη βία το όπλο της αυτό θα στρέψει και σύντομο χτύπημα θα δώσει.
Κο, Γκράντε ντέλλα Σκάλα. Περίπου 1324. Σάντα Μαρία Αντίκα.
αφιερωμα/29 γιατί η αξία της παλιάς ιταλιάνικης καρδιάς νεκρή δεν είναι ακόμη.
Ηγεμόνες, κοιτάξτε πώς ο χρόνος πετά μι η ζωή φεύγει γοργή, ενώ ο θάνατος στους ώμους της στέκει... ζωντανοί σήμερα, αύριο φεύγετε κι η ψυχή γυμνή και μονάχη τρέχει και φτάνει σε κείνον τον αμφίβολο δρόμο...
Τραγούδι μου συμβουλεύω το δίκιο σου ευγενικά να το ζητήσεις, για τί ανάμεσα στ’ αρχοντολόι οργή θα προκαλέσεις: η ψυχή τους είναι γεμάτη απ’ την παλιά φρικτή συνήθεια να είναι της αλήθειας η εχθρά... Το δρόμο σου θα βρεις μέσα σε λίγους θαρραλέους όπου το καλό σ’ αυτούς αρέσει... πες τους: ποιος θα με προστατέψει; τρέχω κράζοντας Ειρήνη, Ειρήνη, Ειρήνη.
Ο Φραντσέσκο Πετράρχης, αυτός ο λυρικός ποιητής που η ξαστεριά του στίχου του μας έδω σε όλη τη μεσαιωνική σκοτεινιά, αυτός ο ερευνη τής και θαυμαστής του κλασικού, πνεύματος, στάθηκε για πολλούς ευρωπαίους λόγιους, μεγά λη αγάπη. Τόμοι ολόκληροι έχουν γραφτεί κι υπάρχουν σ’ όλες τις ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες. Αλλά και για πολλούς ακόμη υπήρξε αντικείμενο θερμής έρευνας, ανάλυσης, εντρύφησης, τα σονέττα του και τα μεγάλα ποιήματά του, αναπο δογυρίστηκαν και κοιτάχτηκαν απ’ όλες τις με ριές, πάνω, κάτω, πλάγια, δεξιά, αριστερά, κά θετα, παράλληλα... Μοίρα κι αυτή των μεγάλων! Δεν ήταν πλούσιος σαν πρίγκηπας αλλά όπως είχε πει μια φορά: «στο όνομα ναι, υπήρξα πρί γκηπας, στην πραγματικότητα όμως οι πρίγκηπες υπήρξαν μαζί μου»... Υπήρξε ο πρώτος διανοούμενος της εποχής του που έσκυψε με στοργή πάνω στην ανθρώπι νη καρδιά. Αυτήν που ο μεσαίωνας είχε κατα σπαράξει. Ο Δάντη τις πολλές καρδιές τις πέταξε στην κόλαση, και λίγες τις έστησε στον παρά δεισο, πέρα απ’ την ανθρώπινη πραγματικότητα. Ενώ η κόλαση ήταν αυτή η ίδια η ζωή που ζούσαν αθώοι άνθρωποι. Αντίθετα ο Πετράρχης προσπάθησε να βρει τρόπο ν’ απαλύνει τη ζωή στην κόλαση της πραγματικότητας που οι καλοί εζούσαν, και να καταδικάσει τον «παράδεισο» του οι κακοί απολάμβαναν. Ο Δάντη πήρε θέση μ ησίκακου Θεού, ο Φραντσέσκο ευαίσθητου avt όπου. Ο Πετράρχης όλα τα είδε με διαφορετικ. ατιά, όλα τ’ άνοιξε με άλλο κλειδί, κι όλα τα \επε πέρα και μακρύτερα από τον και ρό του. .Ιόνο ο θάνατος τον τρόμαζε, γιατί κα ταλάβαινε πως τίποτα δε θα δει απ’ αυτό το ωραίο Αύριο που το ένιωθε να γεννιέται κάθε στιγμή, από κάθε δική του πράξη και της Ευρώ πης ολόκληρης. Είχε απόλυτη συνείδηση πως αυτός έπαιρνε μέρος σ’ αυτήν την Αναγέννηση, το είχε πολλές φορές νιώσει, κι ίσως ήταν το μό νο που του έδινε μια μυστική πλήρη ικανοποίη-
30/αφιερωμα ση που καμιά φορά του ξέφευγε και διαφαινότανε και στα γραπτά του. Κάποιος Ιταλός, των γραμμάτων, τον είπε αυτάρεσκο, επειδή και σ’ άλλα θέματα άφηνε να φαίνεται πως είχε απόλυ τη συνείδηση της αξίας του. Δεν ήταν υποκρι τής, απλά, ήταν φυσιολογικός. Οι Ιταλοί λόγιοι, αλλά και η ιστορία ως προς τις χρονολογίες γεγονότων που αφορούν τον Πετράρχη, συγκρούονται τόσο πολύ μεταξύ τους που, εύκολα κανείς, δεν μπορεί να βγάλει συ μπεράσματα αν δεν διαθέτει και μια προσωπική γνώμη όσον αφορά στο έργο του βέβαια. Είπα με, οι Ιταλοί θαυμάζουν περισσότερο τον Δάντη τον εκδικητή, και λιγότερο τον Φραντσέσκο ο οποίος βλέπει καθαρά τα γεγονότα, επιθυμεί και θεωρεί την Ιταλία άξια να αυτονομηθεί, θλίβεται βαθύτατα για την κατάντια της, που την ξεσκε πάζει άφοβα, δεν τρέφει αυταπάτες, δεν φωνά ζει σαν το Δάντη: «Τρελοί και άφρονες (εννοεί τους Φλωρεντινούς και εν συνεχεία όλους τους Ιταλούς) θα υποκύψετε δια της βίας εις τον Αυτοκρατορικόν Αετόν», (ήταν υπέρ της Γερμανι κής προστασίας αυτός). Ο Πετράρχης παθιαζό ταν για το σήμερα του ιταλικού λαού κι αγωνί στηκε ως το τέλος της ζωής του γι’ αυτό. Ήταν ελεγειακός, δεν πολιτικολογούσε με την ποίησή του. Μπορεί η λατρεία για τη ζωή του, η δυστυ χία γύρω του, ο σκοταδισμός, να ανάγκαζαν την έμπνευσή του να γεννά μικροχαρές και νοστάλγία περασμένων μεγαλείων κι ελπίδα για μια μελλοντική παλινόρθωση, αυτό όμως δεν εμπόδι ζε να στέκει γερά στα πόδια του σ’ ό,τι αφορού σε στο παρόν. Μπορεί το ότι ένιωθε διαρκώς μια βαθύτατη θλίψη, ότι αποζητούσε τη μοναξιά, να ήσαν αρνητικά στοιχεία για μια καιροσκοπική πολιτική, ήσαν όμως θετική προσφορά για το παρόν αλλά και για το μέλλον, αλλά χωρίς θεα ματικά αποτελέσματα. ι να πει κανείς για την ποίησή του, εκείνο που τη διακρίνει σίγουρα είναι η πληθώρα συναισθημάτων και η ποικιλία στο θέμα της. Βέ βαια η μοναξιά και η αγάπη προς τη φύση και τον άνθρωπο είναι τα κυριαρχικά της στοιχεία. Μπορεί ο έρωτάς του για τη Λάουρα να ήθελε να είναι το κυριαρχικό του μοτίβο στην ποίησή του, αλλά πριν ο ποιητής φτάσει στην έκφραση αυτού του έρωτα γι’ αυτήν, μας λέει χίλια δυο πράγματα, μας εκφράζει και μας υποβάλλει τρό πους απόλαυσης, αρετής, μας αποκαλύπτει την
Τ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ •
Letteratura Italiana del Medioevo από τον Τζιοόλιο Νόσοι. Le Rime Sparse di Francesco Petrarca, με σχόλια από τον Ιταλό ποιητή και κριτικό Ιωσία Καρντοΰτσι (Νόμπελ 1906) και τον Σεβερίνο Φερέρι, λό-
ομορφιά του τοπίου, κι αυτών που ζούνε ή το ζωντανεύουν αυτό το τοπίο, μας μιλά για τη βα θύτερη, την αληθινή ταπείνωση που πρέπει να διαθέτει κανείς απέναντι στο Θεό και στις ηθι κές αξίες, έτσι που πολλές φορές αποκτά δεύτε-; ρεύουσα σημασία πλέον εκείνο που στη Λάουρα αναφέρεται. Άλλο σημείο στην ποίηση του Πετράρχη είναι πως χάριν της ρίμας καταφρονά τη σαφήνεια. Ή τον ενδιαφέρει αυτός μέσα του να νιώθει εντάξει, οι στίχοι του να έχουν γι’ αυτόν κάποια λογική, δεν τον ενδιαφέρει ο αναγνώ στης, ούτε ο κριτής, είναι άφοβος και μέσα στην ποίησή του εκφράζεται απόλυτα σύμφωνα μ’ αυ τά που του υπαγορεύει η καρδιά του. Υπάρχουν επίσης στίχοι που όπως και να τους κοιτάξεις, απ’ όποια μεριά και να τους γυρίσεις, καθάριο νόημα δε βγάζεις. Κάτι πλανιέται αόριστα μέσα στους στίχους που ούτε στον ίδιο τον ποιητή, φαντάζεται κανείς, δεν είναι οριστικό ή ξεκάθα ρο. Είναι μια πηγή που πολλές φορές αναβλύζει, τρέχει, ακούγεται, μα από πού ξεκινά μέσα σ’ όλον εκείνον τον πράσινο κόσμο της γης και τα μυστήριό της, είναι αδύνατο να τό ’βρεις. Είπαμε πως στο Μεσαίωνα, η φύση, ο έρωτας, η ανθρωπιά, ήσαν έξω από τη ζωή του ανθρώ που τυπικά κι επίσημα. Ο Πετράρχης πρώτος, βάζει «αηδόνια» να κελαηδούν στην ποίησή του, παροτρύνει τον άνθρωπο να ερωτευθεί και να σκέφτεται με καλοσύνη πάνω στο καθετί. Πολ λές φορές πάλι, η ποίησή του είναι σαν ένα μου σικό κομμάτι. Η φαντασία παίζει με τη φύση, τη μελωδία της, τη θλίψη, την αγάπη. Ξαφνικά η σάλπιγγα της ματαιότητας ηχεί και σε χτυπά κα ταπρόσωπο. Τα τρομπόνια αναγγέλλουν τη θύελλα, ο έρωτας το πρώτο βιολί ξεψυχά κι όλη η ορχήστρα της ποίησής του θρηνεί πάνω στην επερχόμενη συμφορά: το θάνατο. Καθώς οι απαισιόδοξοι στίχοι κατρακυλούν στο σκοτάδι, να πάλι που η ζωή η ίδια συνεπαίρνει τον ποιητή-μουσικό, και πάλι κόκκινοι ήλιοι οι στίχοι ανατέλλουν, τα τρομπόνια σιωπούν, η Λάουρα κι η φύση ηχούν γλυκά, γεμάτες σάρκα και πρά σινο κι ο άνθρωπος απολαμβάνει ό,τι του ανή κει... Το παιχνίδι της ζωής: ερχομός, αγνότητα, νεότητα, αγάπη, Θεός, απόλαυση, σπουδή, με την πολλαπλή της σημασία η λέξη, παίζουν, τρα γουδούν, μονομαχούν συνέχεια, ενώ η μοναξιά, ένα ολόγιομο φεγγάρι, διαρκώς εποπτεύει και χρωματίζει τον κάθε στίχο του ποιητή-μελωδού...
Παγκόσμιος Ιστορία Πολιτισμού, Γουίλ Ντουράντ, Ε' τόμος σε μετάφραση του 'Αρη Αλεξάνδρου. Divina Commedia di Dante Alighieri, με σχόλια από τον Κάρολο Γκραμπχιέρ. Πολλές μονογραφίες που αναφέρονται στον Πετράρχη, μέσα σε βιβλία για τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση
(ιταλικά) Βιογραφία του Πετράρχη από Ιταλική Εγκυκλοπαίδεια. Γίγαντες τον Πνεύματος. 10ος Τόμος. Επιμέλεια Μ. Σταφυλάς. Μεταφρά σεις Διονυσίου Σολωμοΰ «Νερά καθαροφλοίσβιστα», Κούλη Αλέπη,
αφιερωμα/31
Το έργο του Έ ρ γ α στα λατινικά 1. Αφρική: Η ζωή του Σκιπίωνα του αφρικα- νού, του πρεσβύτερου. 2. Διάσημοι άνόρες: Πραγματεύεται τη ζωή όλων των μεγάλων ανδρών, με όλα τα γραπτά στοιχεία που είχαν βρεθεί ως τότε. Από το Ρόμολο ως τον Τίτο. 3. Μνήμες: Ο Σκιπίων εδώ είναι επικεφαλής ομάδος πολεμιστών που διηγούνται πολε μικά γεγονότα. 4. Μυστικά: Πρόκειται για εξομολογήσεις π ι θανόν του ιδίου του Πετράρχη. Συναισθη ματική λεπτολογία μεγάλης ψυχολογικής αξίας. 5. Μοναχική ζωή: Μια απολογία για το πόσο αγαπούσε τη μοναξιά. 6. Θρησκευτική Γαλήνη: Αναφέρεται στη θρησκευτική κατάνυξη που αισθάνθηκε και ιίου γενικά υπάρχει, στα μοναστήρια, απ’ αφορμή επίσκεψης στο μοναστήρι που εμόναζε ο αδερφός του ο Γεράλδος. 7. Επικουρία για το μέλλον: Το έργο αυτό αντανακλά την πείρα του από τη ζωή (1354) κι έχει μια φιλοσοφία σύγχρονη, θυμίζει Λεοπάρντι, λένε οι Ιταλοί φιλόλο γοι. 8. Βουκολικές μελωδίες: Δώδεκα ποιητικές συνθέσεις που η καθεμία είναι αφιερωμέ νη πε κάποια έννοια, πρόσωπο ή γεγονός. 9. Επιστολές (σε μέτρο που θυμίζει τον λατίνο Οράτιο). Θέματα φιλοσοφικά, πολιτι
ψ mg,
ΙΩ ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΥ
ΒΑΛΕΝΤΙΝΗΠΟΤΑΜΙΑΝΟΤ
κά. Η ωραιότερη ποίηση στα λατινικά του Πετράρχη. 10. Επιστολές σε πρόζα: Συλλογή χωρισμένη σε τρία μέρη: Οικείες, Γεροντικές, Διάφο ρες. Η τελευταία συλλογή είναι... χωρίς παραλήπτη, θα λέγαμε, ενώ οι άλλες απευθύνονται σε φίλους. 11. Πολεμικές (επιστολές): Η πρώτη πολεμική εναντίον των γιατρών, με τον τίτλο Επί πληξη. Η δεύτερη πολεμική έχει τον τίτλο: Για την άγνοια τη δική μου και άλλων πολλών. Η τρίτη σε κάποιο Γάλλο με τίτ λο: Επίπληξη σε κάποιο Γάλλο με μεγάλη θέση. Η τέταρτη σε Κάποιους Γάλλους ανώνυμους συκοφάντες.
Έ ρ γ α γραμ μ ένα στη δημοτική (όχι λατινικά) 1. Καντζιονιέρε (ή Σκόρπιες Ρίμες). Τα περί φημα σονέττατου, περίπου 360, αφιερωμέ να όλα στον έρωτα, στη φύση, στον άν θρωπο. Μαζί μ’ αυτά είναι και τρία μεγά λα ποιήματα, με ρίμα, αφιερωμένα πάλι στη Λάουρα, την ηγερία του, και ένα αφιερωμένο στη χώρα του την Ιταλία. 2. Θρίαμβοι: έργο το οποίο βρέθηκε μετά το θάνατό του, σε μακροσκελή ρολά. Ατέ λειωτο. Αναφέρεται στη Λάουρα, αλλά μνημονεύει δια μέσου του θανάτου της, το θρίαμβο της Ομορφιάς επί του Θανάτου, το θρίαμβο του Χρόνου επί της Φήμης, της Αιωνιότητας επί του Χρόνου, της Τα πεινότητας επί της Αγάπης.
Η Λ ΙΛ Η
Ζ Ω Γ Ρ Α Φ Ο Υ ΣΤΙΣ
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ ΓΑ ΒΡΙ Η Λ ΙΔ Η Σ
ΉΣυβαρίτισσα
ιΛ
έκτη έκδοση *
Άντιγνώση Τά δεκανίκια τοϋ Καπιταλισμού ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ ΕΝΑ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ
ΚΥΒΕΛΗ ΤΟΡΟΔΟΤΗΣΜΟΙΡΑΣ
Φ Ο Ρ Μ Α Ε Π Ε - Κ λ υ μ έ ν η ς 3 - ’Α θ ή να Τ η λ . 8 2 1 . 8 7 3 2 - 8 3 2 .7 0 0 8
ένατη έκδοση *
Επάγγελμα: Πόρνη εικοστή έκδοση
Κριστιάν Φίλιπποί)σης
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Α' ΕΞΑΜΗΝΟΥ 1989 (ΤΕΥΧΗ 206-217) Επιμέλεια: Κατερίνα Γρυπονησιώτου
ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
Η αγορά του βιβλίου, 206/12, 207/6, 208/6, 209/10, 210/8, 211/6, 212/ /10, 213/14, 214/10, 215/5, 216/8, 217/10 Βιβλιογραφικό δελτίο, 206/38, 207/38, 208/38, 209/38, 210/38, 211/ 38, 212/38, 213/38, 214/38, 215/38, 216/37, 217/37 Κριτικογραφία, 206/47, 207/48, 208/49, 209/49, 210/50, 211/46, 212/ 48, 213/141, 214/48, 215/46, 216/49, 217/48 Προλεγόμενα, 207/7, 208/6, 209/11,211/7, 212/11,213/15
ΧΡΟΝΙΚΑ Έρευνα
Ρεπορτάζ
Δρουκόπουλος Άρης: Οδυσσέως Σχεδία, 217/11 Ζορμπά Μυρσίνη: Εκδοτικοί Οίκοι και ξενόγλωσση λογοτεχνία, 210/9 Καλόμαλος Θανάσης: Τέχνη ή Δημοκρατία, 214/11 Μένικ Ούλριχ: Ελληνική παράδοση στα Γερμανικά, 216/8 Τσαούση Μαρία: Εβραιο-Αμερικανική Λογοτεχνία: πραγματικότητα ή μύθος; 209/15
Ηλιανός Ορέστης: Οι σοβιετικές εκδόσεις και η πε ρεστρόικα, 217/22 Καθροχωριανός Μπ.: Πρόκειται να εκδοθούν, 213/ 16 Μπασαντής Διαμαντής: Σελίδες από την Αμερική, 211/13 Σπανός Νίκος: Για τα έντυπα... ανά την Ελλάδα, 213/20 Χατζοπούλου-Καραβία Λεία: To X Παγκόσμιο Συνέ δριο Ποιητών στη Μπαγκόκ, 209/18 Henrie George: Λαϊκές ζωγραφιές του Επινάλ, 216/11
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ Αθανασόπουλος Γ. Κων., 212/15 Αιλιανού Έφη: Η γνωριμία μου με το Ν. Καζαντζάκη, 206/13 Αλεξίου Έλλη, 210/68 Ευαγγελάτος Σπύρος: Ο Μπρεχτ σήμερα, 213/106
Μπάδενας ντε λα Πένια Πέδρο, 213/22 Μπαζίνας Γιώργος, 217/73 Πίμτσκα Βόλφγκανκ, 211/34 Τζούδα Νίκη, 217/71
33
IVΑ' εξάμηνο
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
Αντρέ Ζιντ, 206/18 Ζυλιέν Αντρέ: Οι Κιβδηλοποιοί και η τέχνη του μυ θιστορήματος, 206/64 Καμύ Αλμπέρ: Συναντήσεις με τον Αντρέ Ζιντ, 206/ 58 Μπλανσό Μωρίς: Ο Ζιντ και η λογοτεχνία της εμπειρίας, 206/60 Ο Αντρέ Ζιντ στην Ελλάδα, 206/74 Παπαγεωργίου Χρίστος: Ελληνική βιβλιογραφία Αντρέ Ζιντ, 206/81 Παπαδόπουλος Πέτρος: Χρονολόγιο Αντρέ Ζιντ (1869-1951), 206/18 Πικόν Γκαετάν: Με αφορμή το «Θησέα» του Α. Ζιντ, 206/69 Σαρτρ Ζαν-Πωλ: Ο Ζιντ ζει, 206/31 Φερναντέζ Ντομινίκ: Αντρέ Ζιντ, ο μυθιστοριογράφος και τα προσωπεία του, 206/26
Αντρέ Μπρετόν, 207/8 Δεμίρογλου Ελισάβετ: Η αγάπη και η γυναίκα στη ζωή και το έργο του Αντρέ Μπρετόν, 207/56 Δημητρούλια Τιτίκα: Χρονολόγιο Αντρέ Μπρετόν (1896-1966), 207/10 Καρατσινίδου Χρυσή: Νερβάλ-Μπρετόν: από τον υπερνατουραλισμό στο σουρρεαλισμό, 207/35 Κωνσταντουλάκη-Χάντζου Ιωάννα: Αντρέ Μπρετόν: Ποίηση και Ζωγραφική, 207/31 Μπανκάρ Μ.: Παρίσι, η πρωτεύουσα του πόθου, 207/66 Οντουέν Φ.: Αντρέ Μπρετόν: Μια ολόκληρη ζωή, 207/26 Πετρόπουλος Θοδωρής: Ελληνική βιβλιογραφία Αντρέ Μπρετόν, 207/77 Σαμαρά Ζωή: Αυτόματη γραφή και χειραφέτηση των λέξεων, 207/69 Τσατσάκου Αθανασία: Η συνεκτική δύναμη της κί νησης στη συλλογή: Προσοχή! Εκτελούνται έργα!, 207/73
Εξπρεσιονισμός, 208/9 Δημητρίου Θ. Σωτήρης: Ο Εξπρεσιονισμός στον Κι νηματογράφο, 208/28 Ζερβός Γιώργος: Εξπρεσιονισμός και αφαίρεση στη μουσική των αρχών του αιώνα, 208/62 Κεντρωτής Γιώργος: Το φρέαρ της αβύσσου (Ση μειώσεις για τα ποιήματα του Γκέορκ Τρακλ), 208/ 70 Μπασκόζος Γιάννης: Εξπρεσιονισμός... μια εγείρουσα προφητική δύναμη, 208/19 Νικολαΐδης Αχιλλέας: Οι Γερμανοί εξπρεσιονιστές Ζωγράφοι της «Μπρύκε» και η τέχνη των εξωτικών φυλών, 208/57 Χρονολόγιο του εξπρεσιονισμού, 208/10 Demange Camille: Η νέα γενιά και τα έργα-προγράμματα του γερμανικού εξπρεσιονισμού, 208/36
Η Πράγα των συγγραφέων, 209/19 Η Πράγα όπως την είδαν δυο Έλληνες συγγραφείς (Λογοθέτης Ηρακλής-Πάρνης Αλέξης), 209/59 Κάφκα Φραντς: «Η ζωή μου στην Πράγα δεν οδηγεί σε τίποτα το καλό», 209/52 Λογοθέτης Δ. Ηρακλής: Πράγα: Από το θρίαμβο
34
στην εξουθένωση του αστικού τοπίου, 209/20 Χράμπαλ Μπόχουμηλ: «Τα τραίνα...», 209/65 Chardin Philippe: Ο «τόπος» του Μίλαν Κούντερα, 209/66 Palimer Jean-Michel: Πρωτεύουσα του αγώνα ενά ντια στο ναζισμό, 209/57 Pinard-Legry Jean-Luc: Μπόχουμηλ Χράμπαλ, ο περι πατητής της Πράγας, 209/62 Pollet Jean-Jacques: Χώρα του Γκόλεμ, 209/29 Sauvat Catherine: Η Μίλενα της Πράγας, 209/54 Tunner Erika: Πρόσκληση σε ταξίδι, 209/34
Ψυχιατρική και Ψυχανάλυση, 210/11 Γεμενετζής Κώστας: Επάνω σε μια φράση του Freud, 210/52 Μαρκίδης Μάριος: Λέξη προς λέξη και στις παρυ φές του πράγματος, 210/26 Μπεράτη Σταυρούλα: Δομή προσωπικότητας και άγχος σύμφωνα με την ψυχαναλυτική άποψη, 210/ 58 Νικολαΐδης Αριστοτέλης: Προς μια μεταμοντέρνα ψυχιατρική;, 210/12 Νικολαΐδης Νίκος: Το επιπλέον (η υπεραξία) των ψυχικών λειτουργιών, 210/60 Χαρτοκόλλης Πέτρος: Ψυχιατρική και ψυχανάλυση, ταύτιση αλλά όχι εξίσωση, 210/21 Cramer Bertrand-Bachmann Jean-Pierre: Ψυχιατρική και Ψυχανάλυση, κοινά σημεία και διαφορές, 210/63
Μπέρτολτ Μπρεχτ, 211/17 Βίνγκε Χανς: Ο Μπρεχτ από κοντά, 211/72 Ίρλιτζ Γκερντ: Μπρεχτ-Σωκράτης. Διαφωτισμός, 211/68 Καραλής Βρασίδας: Ποίηση και Ιδεολογία, η περί πτωση του Μπέρτολτ Μπρεχτ, 211/55 Κεντρωτής Γιώργος: Χρονολόγιο Μπέρτολτ Μπρεχτ (1898-1956), 211/18 Παπαγεωργίου Χρίστος: Ελληνική βιβλιογραφία Μπέρτολτ Μπρεχτ, 21/76 Ριλά Πολ: Θέατρο επικό ή δραματικό, 211/28 Συνέντευξη με τον Βόλφγκανκ Πίμτσκα για τον Μπρεχτ, 211/34 Willett John: Εξπρεσιονισμός, η περίπτωση Μπρεχτ, 211/61
Αλεξάνδρου Αρης, 212/19 Αγγελάκος Π. Χρήστος: Εργογραφία του Άρη Αλε ξάνδρου και βιβλιογραφία για «Το Κιβώτιο», 212/77 Αργυρίου Αλέξ.: Χρονολόγιο Άρη Αλεξάνδρου (1922-1978), 212/20 Αργυρίου Αλέξ.: Ξαναδιαβάζοντας τον Α. Αλεξάν δρου, 212/25 Θαλάσσης Γιώργος: Το σημαίνον στο Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου και η έλλειψη νοήματος, 212/28 Μπασκόζος Γιάννης: Ο Άρης Αλεξάνδρου έξω από το Κιβώτιο, 212/61 Παπαγεωργίου Χρίστος: Μεταφράσεις του Άρη Αλεξάνδρου, 212/78 Ραϊκοπούλου Έφη: Το κενό του Κιβωτίου και η διά ψευση των οραμάτων, 212/72 Crist Robert: Το παιχνίδι των κύβων, 212/67
Α ' εξάμη νο /III Σολωμός Διονύσιος, 213/27 Αγγελάτος Δημήτρης: Ειδολογικές «αποσκιρτή σεις» ή η αφερεγγυότητα ενός «πεζογραφήματος»: Ο στίχος και ο ρυθμός των στη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού, 213/44 Ανδρειωμένος Γιώργος: Χρονολόγιο Διονυσίου Σο λωμού (1798-1857), 213/28 Ανδρειωμένος Γιώργος: Εργογραφία Διονυσίου Σο λωμού, 213/104 Καθβαδίας Αλ. Σπ.: Παρατηρήσεις (Απόσπασμα ευ ρύτερης μελέτης), 213/99 Καλογεροπούλου-Μεταλληνού Βαρβάρα: Επώνυμοι Κεφαλονίτες φίλοι και θαυμαστές του Δ. Σολωμού, 213/85 Κεφαλληναίου Ευγενία: «Εις τον θάνατον του Λορδ Μπάιρον» του Διονυσίου Σολωμού, 213/93 Κολυβάς Ι.Κ.: Αισθητικές και ερμηνευτικές παρατη ρήσεις στη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Δ. Σολω μού, 213/52 Λαζαρίδου Αναστασία-Δανάη: Ο Σολωμός των «Στο χασμών», 213/73 Χωρεάνθης Κώστας: Η ένταση της σολωμικής αγρύπνιας, 213/62 Coutelle Louis: Ο Σολωμός σαν εθνικός ποιητής, 213/ 38
Θέατρο και παιδί, 214/15 Αγγελάκης Ανδρέας: Γράφοντας θέατρο για μαθη τές, 214/33 Άλκηστις: Όρχησις, η άγουσα οδός!, 214/60 Γαλάντης Γιώργος: Η Θεατρική Άσκηση κώδικας αποκρυπτογράφησης του παιδικού βιώματος, 214/ 72 Δάλκου Γεωργία: Σχολείο και θέατρο, 214/28 Καγγελάρη Δηώ: Θέατρο για παιδιά 6 τύψεις+1 ελ πίδα, 214/56 Κουρετζής Λάκης: Το θεατρικό παιχνίδι, 214/63 Παλημέρης Π. Διονύσης: Το θέατρο στο σχολείο δεν είναι μοναχική υπόθεση, 214/21 Πλάκας Δημήτρης: Η θεατρική παιδεία στη δευτε ροβάθμια εκπαίδευση, 214/16 Χατζοπούλου-Καραβία Λεία: Το θέατρο από παιδιά, 214/69 Χωρεάνθης Κώστας: Η συμβατικότητα των σχολι κών παραστάσεων, 214/23 Ραδιόφωνο και Τηλεόραση, 215/6 Επικοινωνία, 215/8 Μπασαντής Διαμαντής: Στο μεταίχμιο των εποχών: η μαζική επικοινωνία στη δεκαετία του '90, 215/8 Τα πράγματα δεν είναι πάντοτε αυτό που δείχνουν (Συζήτηση με τον Peter Golding), 215/17 Ραδιόφωνο, 215/25 Μπασκόζος Γιάννης: Οι σοφοί και οι ιδιοκτήτες, 215/33 Τζαννετάκος Γιάννης: 9.84: Μια άλλη εποχή στα ερ τζιανά, 215/29
Τσίμας Παύλος: 902 - σύμφωνοι. Αλλά, αριστερά στα FM; 215/31 Berkman R. - Kitch W.L.: Από τις πρώτες μέρες του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, 215/26 Taylor Bob: Ράδιο Κάρολαϊν: 25 χρόνια στα κύματα, 215/28 Τηλεόραση, 215/52 Γεωργιάδης Κώστας: Τηλεόραση και Αθλητισμός, 215/75 Καμάρας Αριστείδης: Χρωστάμε πολλά στην τηλεό ραση, αλλά κι αυτή χρωστάει σ’ εμάς, 215/69 Κομνηνού Μαρία-Λυριντζής Χρήστος-Δέφνερ Αλέξης: Ελλάδα: Σπουδές επικοινωνίας και βιβλιογρα φία σχετική με τα ΜΜΕ, 215/79 Πατρίκιος Τίτος: Από το μύθο του οράματος στη μυθιστορία της οθόνης, 215/59 Πέλικαν Γίρι: Ας δούμε την τηλεόραση μέσα από την οθόνη της κουλτούρας, 215/G4 Silverstone Roger: Ο μύθος της τηλεόρασης και η κουλτούρα, 215/53
Γαλλική Επανάσταση, 216/15 Δεμίρογου Ελισάβετ: Επανάσταση και λογοτεχνία, 216/27 Θεοφάνους Κώστας: Η «Εγκυκλοπαίδεια» του Ντιτερό: οι περιπέτειες της έκδοσης, 216/72 Θωμαδάκη Μαρίκα: Η προεπαναστατική ζύμωση στο θέατρο του Μπωμαρσαί, 216/63 Καρατσινίδου Χρυσή: Η μυθοποίηση της επανάστα σης στο Ενενηντατρία του Βίκτορα Ουγκώ, 216/58 Μακροπούλου-Παπάκη Μαρία: Η απάντηση του Σταντάλ στην κυρία ντε Σταλ: Η ζωή του Ναπολέοντα ή η ενσάρκωση του επαναστατικού πνεύματος, 216/54 Μπασκόζος Γιάννης: Μια παρέλαση ενώπιον της Γαλλικής Επανάστασης, 216/21 Σαμαρά Ζωή: Μια φεμινίστρια αυτόπτης μάρτυρας της Επανάστασης, 216/35 Σιβετίδου Αφροδίτη: Το Κοινωνικό Συμβόλαιο και η Γαλλική Επανάσταση, 216/68 Φασουλάκης Στερ.: Γαλλική Επανάσταση και νεοελ ληνική παιδεία, 216/18 Rudent Luce: Γαλλική Επανάσταση ή Ελληνική Επα νάσταση;, 216/16
Κόμικς, 217/25 Αποστολίδης Τ.: Σενάριο-Διασκευή, 217/58 Βυζοβίτου Ντόρα: Βιβλιογραφία για τα Κόμικς, 217/ 75 Ελληνικά περιοδικά-κόμικς, 217/71 Κόμικς και Κινηματογράφος: Ιστορίες Παράλληλες, 217/56 Μαρτινίδης Π.: Το σιωπηλό πανδαιμόνιο, 217/26 Παπαδογιαννάκης Βασίλης: Μια προσωπική μαρτυ ρία για την τέχνη του κόμικ, 217/67 Σκαρπέλος Γιάννης: Τα κόμικς και η Πολιτική, 217/
ΕΠΙΛΟΓΗ Αρχιτεκτονική
Γλωσσολογία
Rossi Aldo: Η αρχιτεκτονική της πόλης, 211/79
Κοντοσόπουλος Γ.Ν.: Η χαρτογράφηση των ιδίωμά-
IV/Α' εξάμηνο των της κρητικής διαλέκτου, 209/75 Φραγκουδάκη Άννα: Γλώσσα και Ιδεολογία, 208/77
Δοκίμιο Παναγόπουλος Ανδρέας: Κριτικά και Συγκριτικά, 213/127
Ιστορία Επέογλου-Μπακαλάκη Ευδοκία: Η Αμάσεια, 212/86 Ο ι ελληνοτουρκικές σχέσεις 1923-1987, 213/132 Παντελάκης Σ. Νίκος: Συμμαχικές Πιστώσεις: Κρά τος και Εθνική Τράπεζα (1917-1928), 210/86 Πετσάλης-Διομήδης Ν.: Η Ελλάδα των δύο Κυβερ νήσεων 1916-1917, 209/86 Σολιώτης Χρήστος: Η Ναυτική ψυχή του Γένους, 208/86
Κοινωνιολογία Νικολάου-Σμοκοβίτη Λίτσα: Νέοι θεσμοί στις Εργα σιακές Σχέσεις, 217/77 Borneman Ernest: Η πατριαρχία, η προέλευση και το μέλλον του κοινωνικού μας συστήματος, 214/78
Λαογραφία Αλεξιάδης Αλ. Μηνάς: Η Ελληνική και Διεθνής Επι στημονική Ονοματοθεσία της Λαογραφίας, 213/116
Λεύκωμα «Θεόφιλος», Ζωγραφικοί πίνακες, 214/82 Στην Αστάρια. Νέα Υόρκη. The great longing. The Greeks of Astoria, 209/73 Nelly's. Σαντορίνη 1925-1930, 208/76
Μελέτες Γιακουμάκης Δημήτρης: Το βιβλίο στις ένοπλες δυ νάμεις. Προβληματική και δυνατότητες για μια ενεργητική χρήση, 209/80 Ζώρας Γ. Γεράσιμος: Θεόφιλος και Ερωτόκριτος, 212/88 Κουμανούδης Ν. Στέφανος - Ματθαίου Π. Άγγελος: Αρχαίες ελληνικές επιγραφές, 216/82 Λαμπίρη-Δημάκη Ιωάννα: Νομικές Σπουδές και Νο μικά επαγγέλματα στην Ελλάδα, 207/86 Λαμπράκη - Πλάκα Μαρίνα: Μπάουχαους. Από τον ιδεαλισμό στον φονκσιοναλισμό, 209/82 Περυσινάκης Ν.Ι.: Η έννοια του πλούτου στην «Ιστορίη» του Ηροδότου, 208/78 Σαχίνης Απόστολος: Τετράδια κριτικής, 217/86 Σιαφλέκης Ι.Ζ.: Συγκριτισμός και Ιστορία της Λογο τεχνίας, 213/129 Τσαρούχας Κώστας: Η Διεθνής των ναρκωτικών. 215/86 Hamburger Jean: Το λογικό και το πάθος. Στοχασμοί για τα όρια της γνώσης, 206/86
Οικονομία
ξιστικής Οικονομίας, 213/112 Ζήκος Σπύρος: Το εξωτερικό χρέος των αναπτυσ σόμενων χωρών, 212/81 Καράγιωργας Σάκης-Κασιμάτη Κούλα-Πανταζίδης Νίκος: Έρευνα για τη σύνθεση και την κατανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα, 215/81
Παιδικά Βαρβαρέσου-Τζόγια Άννα: Τα μάτια της Όλγας, 208/75
Πεζογραφία Αρανίτσης Ευγένιος: Αφρική, 215/84 Βασιλικός Βασίλης: Η Άσπρη Αρκούδα, 211/82 Βασιλικός Βασίλης: Το Σφράτο, 211/82 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα: Από την άλλη όχθη του χρόνου, 213/120 Ευθυμιάδη Νένη: Το χρώμα του Μέλλοντος, 209/78 Ντέμπλιν Άλφρεντ: Δεν υπάρχει συγγνώμη, 210/81 Ραμπαβίλας Κων/νος: Στους καιρούς των θαυμά των, 212/82 Παπαδάκη Αλκυόνη: Η Μπάρα, 211/86 Παπαδάκη Αλκυόνη: Το Κόκκινο Σπίτι, 211/86 Περετζής Δημήτρης: Τα ποδήλατα της λεωφόρου Σοφίας, 206/83 Σωτηροπούλου Έρση: Μεξικό, 212/84 Ταμβακάκης Φαίδων: Τα τοπία της Φιλομήλας, 210/ 84 Τα παραμύθια της Χαλιμάς, Α". Αραβικόν Μυθολογι κόν, τ. A', Β', 213/123 Φιτζέραλντ Φράνσις Σκωττ: Όμορφοι και καταρα μένοι, 207/82 Φράγκου-Κικίλια Ρίτσα: Αντιμάμαλο, 206/85
Ποίηση Αφρικάνικα τραγούδια, 216/77 Βάθης Χρήστος: Μάγια σκιά, 206/82 Δαράκη Ζέφη: Το ιερό κενό, 213/118 Ινδιάνικα τραγούδια, 216/77 Κακναβάτος Έκτωρας: Κιβώτιο Ταχυτήτων, 207/78 Λιοντάκης Χριστόφορος: Ο ροδώνας με τους χωρο φύλακες, 214/85 Νικολαΐδης Νίκος ο Κύπριος: Το βιβλίο του μονα χού, 207/80 Ξανθόπουλος Λευτέρης: Το κόκκινο δωμάτιο, 215/ 82 Σούφι, 216/77 Στεργιόπουλος Κώστας: Ποιήματα Α', 217/79 Χάκο, 216/77 Villon Frangois: Οι μπαλάντες κι άλλα ποιήματα, 209/ 77
Πολιτική Κουλουμπής Θοδωρής: Η Ελλάδα στις διεθνείς ε ξε λίξεις, 213/111
Ταξίδια Αντωνοπούλου Κάτια: Οι Ινδίες μου, 217/83
Ζαχαρέας Αιμίλιος: Η Διακριτική Γοητεία της Μαρ-
36
Α ' εξά μ η ν ο /V Φιλοσοφία Husserl Edmund: Η φιλοσοφία ως αυστηρή επιστή μη, 214/75
Merleau-Ponty Maurice: Ανθρωπισμός και Τρομοκρα τία, 209/71
ΠΛΑΙΣΙΟ
Ανθολογία Ντζούφρας Θανάσης: Τα τραγούδια μου, 209/75
Αστυνομικά Simenon Georges: Η νύχτα στο σταυροδρόμι 211/84
Βιογραφίες
Δαλακούρα Βερονίκη: Το παιχνίδι του τέλους, 209/ 84 Ζαχαριάδης Τρύφωνας: Περίπτωση για νηφάλιους, 208/82 Κάσδαγλης Νίκος: Το θολάμι, 209/87 Κοκκαλίδου-Ναχμία Νίνα: Δια χειρός, 208/84 Μεγαπάνου Αμαλία: Διάλογος με την Άννα, 208/80 Μοντανό Πατρίκ: Οδός σκοτεινών μαγαζιών, 211/80 Μπούρα Τζίλιαν: Η ξένη νύφη, 214/86 Μπούτος Βασίλης: Νυχτερινή αποστασία, 217/87
Γερμανός Φρέντυ: Γεια σου Έλληνα..., 213/121
Ποίηση Πεζογραφία Γκομέζ-Άρκος Αλκουστίν: Άνα Νον, 216/84
Ακιμάν Ναζμί: Σαν να ράντιζε νερό, 213/133 Saarikoski Pentti: Τι συμβαίνει, αλήθεια; 210/88
ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ
Αγγελάκης Ανδρέας, 214/33 Αγγελάκος Π. Χρήστος, 212/77 Αγγελάτος Δημήτρης, 213/44 Αθανασόπουλος Κων. Γ., 212/15 Αιλιανού Έφη, 206/13 Άλκηστις, 214/60 Ανεστίδης Θ. Σταύρος, 213/132 Ανδρειωμένος Γιώργος, 213/28, 213/104 Απάκη Έφη, 206/38, 207/38, 208/38, 209/38, 210/38, 211/38, 212/38, 213/38, 214/38, 215/38, 216/49, 217/37 Αποστολίδης Τ„ 217/58 Αργυρίου Αλέξ., 212/20, 212/25 Βέης Γιώργος, 217/79 Βυζοβίτου Ντάρα, 217/75 Γαλάνη-Λαζάρου Σοφία, 209/29, 209/57, 209/66, 209/ 63, 211/61 Γαλάντης Γιώργος, 214/72 Γεμενετζής Κώστας, 210/52 Γεωργιάδης Κώστας, 215/75 ΓκιζελήΔ. Βίκα, 211/79 Δάλκου Γεωργία, 214/28 Δεμίρογλου Ελισάβετ, 207/56, 216/27 Δέφνερ Αλέξης, 215/79 Δημητρίου Θ. Σωτήρης, 208/28 Δημητρούλια Τιτίκα, 207/10, 211/28, 211/72 Δρακονταειδής Δ.Φ., 210/84 Δρουκόπουλος Άρης, 217/11 Ευαγγελάτος Σπύρος, 213/106 Ζερβός Γιώργος, 208/62 Ζήρας Αλ. 217/83
Ζορμπά Μυρσίνη, 210/9 Ζώρας Γ. Γεράσιμος, 208/77, 209/80 Ηλιάδη Μαίρη, 208/36 Ηλιανός Ορέστης, 217/22 Θαλάσσης Γ ιώργος, 212/28 Θεοφάνους Κώστας, 216/72 Θωμαδάκη Μαρίκα, 212/88, 216/63 Καββαδίας Αλ. Σπ.. 213/99 Καβροχωριανός Μπάμπης, 207/7, 208/6, 209/11, 211/ 7, 212/11,213/16 Καγγελάρη Δηώ, 214/56 Καλογεροπούλου-Μεταλληνού Βαρβάρα, 213/85 Καλόμαλος Θανάσης, 214/11 Κάλφας Αντώνης, 213/129 Καμάρας Αριστείδης, 215/69 Καραλής Βρασίδας, 210/81,211/55, 215/84 Καραμβάλης I. Δημήτρης, 207/86 Καρατσινίδου Χρυσή, 207/35, 216/58 Κατσίκη-Γκίβαλου Άντα, 210/68 Κεντρωτής Γιώργος, 206/82, 208/70, 211/18, 211/34 Κεφάλας Ηλίας, 207/80, 209/78, 213/118, 215/82 Κεφαλληναίου Ευγενία, 213/93 Κολυβάς Ι.Κ., 213/52 Κομνηνού Μαρία, 215/79 Κοντολέων Μάνος, 208/75, 212/82 Κουβαράς Γιάννης, 213/127 Κουρετζής Λάκης, 214/63 Κουτσιαράς Νίκος, 213/112 Κρασαδάκης Σταύρος, 211/68, 215/86 Κωνσταντουλάκη-Χάντζου Ιωάννα, 207/31
53
VI/Α' εξάμηνο Λαζαρίδου Αναστασία-Δανάη, 213/73 Λάζος Δ.Χ., 208/86 Λαμπαδαρίδου-Πόθου Μαρία, 206/13, 207/78 Λαμπίρη-Δημάκη Ιωάννα, 217/77 Λιάγκου Κατερίνα, 206/31 Λιάρος Δ., 214/78 Λογοθέτης Δ. Ηρακλής, 209/20 Λοΐζος Ι.Δ., 209/86, 210/86 Λυριντζής Χρήστος, 215/79 Μακρής Νίκος, 214/75 Μακρής I. Χρήστος, 209/75 Μακροπούλου-Παπάκη Μαρία, 216/54 Μαρκίδης Μάριος, 210/26 Μαρτινίδης Π. 217/26 Μένικ Ούλριχ, 213/123, 216/9 Μεντζελοπούλου Μαρία, 208/76, 209/73, 214/82 Μερακλής Γ.Μ., 214/85, 217/86 Μολφέτα Νίκη, 206/69 Μουστρίδου Φωτεινή, 215/53 Μπαζίνας Γιώργος, 217/73 Μπαλούρδος Γιώργος, 208/82, 209/84, 209/87 Μπασαντής Διαμαντής, 211/13, 215/8, 215/59, 215/ 64, 215/69 Μπασκόζος Γιάννης, 208/19, 212/61,215/33, 216/21 Μπεράτη Σταυρούλα, 210/58 Νικολαΐδης Αριστοτέλης, 210/12 Νικολαϊδης Αχιλλέας, 208/57 Νικ λαίδης Νίκος, 210/60 Ντάλης Σωτήρης, 209/77, 211/80, 212/81, 213/111, 215/81 Ντόκος Δ. Θανάσης, 207/82 Παλημέρης Π. Διονύσης, 214/21 Πανώριος Μάκης, 206/83 Παπαγεωργίου Χρίστος, 206/81,211/76, 212/78 Παπαδογιαννάκης Βασίλης, 217/67 Παπαδόπουλος Πέτρος, 206/18, 206/26, 216/16 Παρίση Αλεξάνδρα, 209/34, 209/54, 209/62 Πατρίκιος Τίτος, 215/59 Παυλάκου Δήμητρα, 206/86, 209/71
Πέλικαν Γίρι, 215/64 Πετρόπουλος Θοδωρής, 207/77 Πλάκας Δημήτρης, 214/16 Ραϊκοπούλου Έφη, 212/72 Ρούσσου Μάγια Μαρία, 213/22 Σαμαρά Ζωή, 207/69, 216/34 Σιβετίδου Αφροδίτη, 216/68 Σκαρπέλος Γιάννης, 217/33 Σπάθή Βάσω, 213/106 Σπανός Νίκος, 213/20 Στάγκα Σοφία, 208/80,209/75,213/121,214/86,216/ 84,217/87 Στεφανάκη Καλλιόπη, 206/58 Σύρρου Κατερίνα, 206/60 Τζαννετάκος Γιάννης, 215/29 Τζούδα Νίκη, 217/71 Τράνακα Άντζελα, 207/26, 207/66 Τρουπάκη Μαρία, 206/47, 207/48, 208/49, 209/49, 210/50, 211/46, 212/48, 213/141, 214/48, 215/46, 216/ 37, 217/48 Τσαούση Μαρία, 209/15 Τσατσάκου Αθανασία, 207/73 Τσελέντη Ευγενία, 206/64 Τσίμας Παύλος, 215/31 Φασουλάκης Στερ., 216/18 Φερναντέζ Ντομινίκ, 206/26 Φορόπουλος Λ. Νίκ., 212/86, 213/116 Φράγκου-Κικίλια Ρίτσα, 213/120 Χαρτοκόλλης Πέτρος, 210/21 Χατζηπαναγιώτη Ιουλία, 216/77 Χατζοπούλου-Καραθία Λεία, 209/18, 214/69 Χουρμουζιάδης Κρίτων, 211/82, 212/84 Χωρεάνθη Ελένη, 206/85, 210/88, 211/86, 213/133 Χωρεάνθης Κώστας, 208/78, 209/82, 213/62, 214/23, 216/82 Coutelle Louis, 213/38 Crist Robert, 212/67 Tunner Erika, 209/34
ΟΝΟΜΑΤΑ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΩΝ Αγγελάκης Αδρέας, 211/11 Βαροπούλου Ελένη, 211/11 Ζάννας Παύλος, 212/14 Κουμανταρέας Μένης, 212/14 Κούρτοθικ Δημοσθένης, 212/14 Κωτσοβέλου Βίκυ, 209/14 Λάμψα Ρένα, 209/13 Μάρκαρης Πέτρος, 211/11 Νόλλας Δημήτρης, 212/14
54
Παπαλεοντίου Λευτέρης, 209/13 Πόντικας Μάριος, 212/14 Ρεπούση Μαρία, 209/14 Σπάθή Βάσω, 211/11 Τατσόπουλος Πέτρος, 212/14 Χατζιδάκις Μάνος, 212/14 Χατζόπουλος Γιώργος, 212/14 Χειμωνάς Γιώργος, 212/14
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΔΟΥΣΑ
Η Μέδουσα @
παρουσιάζει:
Βραβείο «ΠΗΓΑΙΟΙ»
To KcAurcpo Ολλσνδ»*ο μοΟκττορηματης 5c*omo<:
ΜΕΣΑ Π Ο ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ C. WOOLRICH
ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ ΜΠΕΛΛΑΜΥ
Μαύρος Αγγελος
Κοιτώντας το Παρελθόν
ΤΖΩΝΙΡΒΙΝΓΚ
ΖΑΝΕΤ ΟΥΪΝΤΕΡΣΟΝ
Ξενοδοχείο Νέο Χάμοαϊρ
Πόθος
ΑΛΥΣΑΝΔΡΑΤΟΣ · ΠΙΤΟΥΡΟΠΟΥΛΟΣ & ΣΙΑ Ε.Ε. ΣΟΛΩΝΟΣ 114, ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 36.19.422
ΕΚΠΤΩΤΙΚΗ ΚΑΡΤΑ
ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ
ΕΚΠΤΩΣΙΣ 10-20%
ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΚΑ ΕΙΔΗ
wtiUJJ't.l
(ΕΚΤΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ) ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΕΣ ΜΙΣΟΤΙΜΗΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ ΠΛΗΡΩΜΗΣ
tMMMM
Η ΕΚΠΤΩΣΗ ΙΣΧΥΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΚΤΙΚΕΣ ΔΑΣΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΥΠΕΡΑΓΟΡΑ ΒΙΒΛΙΟΥ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΠΟΣΤΑΝΟΓΛΟΥ & ΣΙΑ Ο.Ε. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ
Ιούνιος 89, τεύχος 56 ΠΟΛΙΤΙΚΗ
-
ΕΚΛΟΓΕΣ
• Μιχάλης Μοδινός, Το μικρό είναι όμορ φο • Κίμων Χατζημπίρος, Περιβάλλον και συναίνεση
ΔΙΕΘΝΗ ________________________ • Δήμος Τσαντίλπς, Ρουμανία: Ιστορίες με δράκουλες
ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ-ΑΦΙΕΡΩΜΑ Γράφουν οι Ηλίας Ευθυμιόπουλος, Γιάν νης Σχίζας, Δημήτρης Κωστόπουλος, Ra mon Margalef, Jeudy de Grissac, Green peace
ΥΓΕΙΑ___________________________ • Γιάννης Τσουμάκος, Η κατάχρηση των φαρμάκων
ΡΥΠΑΝΣΗ • Δημήτρης Παπαϊωάννου, Ιχθυοκαλλιέρ γειες και περιβάλλον
92 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.12.258 ΣΩΤΗΡΟΣ ΔΙΟΣ 13-15 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.71.330 ΝΟΤΑΡΑ 75 ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΗΛ. 41.12.258
ΑΡΣΕΝ ΛΟΥΠΕΝ
58/αψιερωμα
jp ;
^ S ^ a v x o το τεύχος η επιθεώρηση τον βιβλίου επιφυ λάσσει, μια έκπληξη για τους αναγνώστες της. Στο χώρο του βιβλίου πάντα, αλλά από μια διαφορετική σκοπιά. Ο τίτλος και μόνο τον αφιερώματος είναι χα ρακτηριστικός. Λεν είναι ο Μορίς Λεμπλάν, ο δη μιουργός, αλλά ο Αρσέν Λουπέν, το δημιούργημα. Ό χι ο γράφων, αλλά ο δρων. Σίγουρα την αφορμή αυτής της αντιστροφής των ρό λων μάς την έδωσε ο ίδιος ο Λεμπλάν. Στην προσπάθειά τον να μας πείσει ότι απλώς καταγράφει τις πε ριπέτειες ενός «φίλον», ενός διάσημου φίλον που τον έκανε την τιμή να του εμπιστευτεί αυτό το έργο. Στο οποίο ο ίδιος υποδεικνύει κάποια περίεργα γεγονό τα. Του οποίον είναι ο «έμπιστος». Έτσι κι εμείς, δε χτήκαμε το παιχνίδι. Και βάλαμε στο κέντρο τον Αρ σέν Αονπέν. Έναν απ’ αυτούς τους σπάνιους ήρωες που πείθουν ακριβώς με τον ιδιότυπο κι εξωπραγμα τικό τους χαρακτήρα. Με την ικανότητά του να μπαι νοβγαίνει στα ανάκτορα τον Λουδοβίκον τον 16ον και να συνεχίζει δυναστείες βασιλικές, με την ποίηση της λογικής τον και τους υπέροχους τρόπους τον. Ένας ήρωας που ανά πάσα στιγμή παράγει... θαύ ματα μέσα στην καθημερινότητα. Μυώντας μας στο όνειρο. Ας τον απολαύσουμε, λοιπόν, εν τη γενέσει τον και εν δράσει. Θα ακολουθήσουν πάρα πολλές ιστορίες ώς το θά νατο τον Λεμπλάν, το 1941. Για την ακρίβεια, το τε λευταίο μυθιστόρημα τον κύκλον Αρσέν Αονπέν θα κυκλοφορήσει τον Ιανονάριο-Φεβρονάριο 1939. Α λ λα έργα: Τα οχτώ χτυπήματα τον Ρολογιού, Η κόμησσα Καλιόστρο, Η Καλιόστρο εκδικείται, Το νησί με τα τριάντα φέρετρα κ.λπ. Επιμέλεια αφιερώματος: Τιτίκα Δημητρουλια
διηγήματα. Στο περιοδικό Gril Bias δημοσιεύει ένα μυ θιστόρημα σε συνέχειες, το Μια Γυναίκα. Είναι επηρεα σμένος από τον «ψυχολογι σμό», τόσο σ’ αυτόν όσο και στα επόμενα μυθιστορήματα του. Ιδιαίτερα επηρεασμένος από τον Φλωμπέρ. 1897: Αρμέλ και Κλοντ 1898: Το έργο τον θανάτου 1899: Τα ενωμένα χείλη 1907: Παρουσιάζει για πρώτη φο ρά τον Αρσέν Λουπέν, τον αριστοκράτη-λωποδυτη της αστυνομικής λογοτεχνίας. Γνωρίζει τεράστια επιτυχία. Η πρώτη ιστορία του Λουπέν είναι Αρσέν Αονπέν - ο αρι στοκράτης λωποδύτης. Θα ακολουθήσουν πάρα πολλές άλλες (40-50). 1908: Αρσέν Αονπέν εναντίον Χέρλοκ Σολμς 1909: Η κούφια βελόνα 1910: 813 1912: Το κρυστάλλινο πώμα 1914: Οι εκμυστηρεύσεις του Αρ σέν Αονπέν.
Paule Rossetto
Αρσέν Λουπέν, ο ασύλληπτος Πώς θα μπορούσε κανείς να πιστέψει άραγε, ότι ένας σοβαρός μαθητής του Φλωμπέρ και του Μωπασάν θα εγκατέλειπε το δρόμο που χάραξαν οι εξαίρετοι δάσκαλοί του; Ανώφελο να το ψάξουμε' έχουμε να κάνουμε με το πρώτο κι ίσως το πιο λαμπρό κατόρθωμα ενός κάποιου Αρσέν Λουπέν, ο οποίος καταφέρνει να μεταμορφώσει τον Μορίς Λεμπλάν, συγγραφέα μιας δεκάδας μυθιστορημάτων «ψυχολογικής ανάλυσης» κι ενός θεατρικού έρ γου, και τα οποία του είχαν εξασφαλίσει την εκτίμηση συναδέλφων του τόσο αξιόπιστων όπως ο Λεόν Μπλουά ή ο Ζιλ Ρενάρ, του Αρσέν Λουπέν που μετα τρέπει λοιπόν αυτόν τον αξιότιμο συγγραφέα στον κατεξοχήν έμπιστό του, σε προσωπικό του ιστοριογράφο, σε συνένοχό του, ίσως, σε θαυμαστή του στα σίγουρα και, όπως λένε, σε «πνευματικό του πατέρα». περιπέτεια άρχισε το 1905 με τη δημοσίευση στο περιοδικό Ζε Σε Τον (Je Sais tout) μιας νουβέλας, της Σύλληψης του Αρσέν Λουπέν (τό όνομα είναι δανεισμένο από ένα δημοτικό σύμ βουλο του Παρισιού, τον Αρσέν Λοπέν)· ο ίδιος ο τίτλος δε φαινόταν να υπόσχεται έναν ηρώα με ιδιαίτερα γόνιμο μέλλον. Ο Μορίς Λεμπλάν, ο οποίος εκείνη την περίοδο ήταν περισσότερο απασχολημένος με το «σοβαρό» του έργο, ούτε καν σκεφτότανε να δώσει συνέχεια. Αυτός που επέμεινε ήταν ο διευθυντής του περιοδικού, ο Γκερ Λαφίτ: ο συγγραφέας είχε βάλει τον ήρωά του στη φυλακή; Δεν πειράζει: δεν είχε παρά να δραπετεύσει. Πράγμα που έκανε. Απ’ αυτό το γεγονός προήλθαν γύρω στα είκοσι μυθιστορή ματα και συλλογές διηγημάτων, χωρίς να ξεχνά με δυο θεατρικά έργα, και όλα αυτά απλωμένα σε διάστημα τριάντα χρόνων περίπου {Τα δισε κατομμύρια τον Αρσέν Λουπέν, το τελευταίο μυ θιστόρημα του κύκλου, δημοσιεύτηκε σε συνέ χειες από τον Ιανουάριο ως το Φεβρουάριο του 1939). Στο εξής ο Μορίς Λεμπλάν είναι αιχμάλωτος του Αρσέν Λουπέν. Στο Εφτά Κούπα, κάνει μια εξομολόγηση, σχετικά με την ποιότητα των σχέσεών τους: «Το ερώτημα που τίθεται και που
Η
μου έχουν θέσει πολλές φορές είναι: “Πώς γνώ ρισα τον Αρσέν Λουπέν;” Κανένας δεν αμφιβάλλει ότι τον γνωρίζω. Η πληθώρα λεπτομερειών που παραθέτω γι’ αυτόν τον περίεργο άνθρωπο, τα αναμφισβήτητα γεγο νότα που εκθέτω, οι νέες αποδείξεις που φέρνω, η ερμηνεία που δίνω για ορισμένες πράξεις, των οποίων ο κόσμος δεν είχε δει παρά τις εξωτερι κές εκδηλώσεις μόνο, χωρίς να διεισδύσει ούτε στις μυστικές αιτίες, ούτε στον αόρατο μηχανι σμό τους, όλ’ αυτά αποδεικνύουν, όντως, αν όχι μια οικειότητα, την οποία η ίδια η υπόσταση του Αρσέν Λουπέν θα καθιστούσε αδύνατη, αλλά τουλάχιστον κάποιες φιλικές σχέσεις και κάποιες συνεχιζόμενες εκμυστηρεύσεις». Πώς όμως τς>ν γνώρισε; «Η τύχη τον έφερε στο δρόμο μου». Και ο αναγνώστης έχει την εντύπωση πως ο Μορίς Λεμπλάν αποκαλύπτει τις λεπτομέρειες για την ιδιωτική ζωή του Αρσέν Λουπέν έτσι στην τύχη, καθώς διηγείται τις περιπέτειές του. | Σε κανένα μυθιστόρημα δε βρίσκουμε ένα ολο κληρωμένο πορτρέτο και μια ικανοποιητική βιο γραφία του ήρωα: κι όμως στιγμές-στιγμές έχου με την αίσθηση ότι συλλαμβάνουμε τον ασύλλη πτο. Έτσι μαθαίνουμε ότι ο Αρσέν Ραούλ Λουπέν
αφιερωμα/61 είναι γιος της Ανριέτ ντ’ Αντρεζί και του Τεοφράστ Λουπέν, από τον καθ’ όλα νόμιμο γάμο που αυτοί πραγματοποίησαν, παρ’ όλη την αντί θεση της οικογένειας της κοπέλας. Ο Τεοφράστ ήταν πρώτα-πρώτα ένας φτωχός άνθρωπος, κά θε άλλο παρά αριστοκράτης, αλλά επίσης καθη γητής της γυμναστικής, της ξιφασκίας και της πυγμαχίας, στα οποία θα μυήσει το γιο του. Πα ράλληλα όμως με το τίμιο σε γενικές γραμμές αυ τό επάγγελμα, ασκούσε και το πιο κερδοφόρο επάγγελμα του απατεώνα, για το οποίο θα κατα δικαστεί και θα φυλακιστεί στις ΗΠΑ, όπου και θα πεθάνει. Η κυρία Λουπέν, κουρασμένη, είχε τελικά χωρίσει από τον άντρα της, είχε ξαναπάρει τ’ όνομα ντ’ Αντρεζί και ζούσε μαζί με το γιο της, ως φτωχή συγγενής, ως υπηρέτρια σχεδόν, στο σπίτι ενός μακρινού της ξαδέλφου, του δού κα ντε Ντρε-Σουμπίζ. Αυτή η ταπεινωτική κατά σταση εξηγεί εν μέρει τη διφορούμενη προσωπι-
[ κότητα του μελλοντικού τζέντλεμαν-λωποδύτη, μοιρασμένη ανάμεσα στο σνομπισμό και στην εκ δίκηση. Θέλει να ξαναπάρει τη θέση του στους κόλπους αυτής της αριστοκρατίας από την οποία η μητέρα του είχε αποκλειστεί εξαιτίας ενός γά μου από έρωτα. Περιφέρεται στα σαλόνια και στους κύκλους της, και δε διστάζει να πάρει τα πιο αριστοκρατικά ονόματα. Σ’ αυτό το περι βάλλον όμως πάλι διαλέγει τα θύματά του, αφού πρόκειται να τα γελοιοποιήσει ή να τα απογυ μνώσει. Ας μην πιστέψουμε όμως ότι ο Αρσέν Λουπέν είναι εκλεκτικός! Συναναστρέφεται όλα τα κοινωνικά στρώματα, και οι μεταμορφώσεις του είναι αμέτρητες: «διαδοχικά οδηγός, τενό ρος, πράκτορας στοιχημάτων, γιος καλής οικο γένειας, έφηβος, γέρος, Μασαλιώτης πλασιέ, Ρώσος γιατρός, Ισπανός ταυρομάχος» (Η σύλλη ψη του Αρσέν Λουπέν). Δούκας του Σαρμεράς χτες, συνταγματάρχης Σπαρμέντο σήμερα, απλός εργάτης κλειδαράς αύριο! Όσο για τα θύματά του, μπορεί ν’ ανήκουν στην πιο λαμπρή κοινω νία, δεν είναι όμως αναγκαστικά πάντοτε μέλη της πιο υψηλής αριστοκρατίας. Μπορούμε, να θυμηθούμε τ’ όνομα ενός από αυτά, ιδιαίτερα γνωστού: Χέρλοκ Σολμς! Δέν ξέρουμε λεπτομέρειες για την παιδική ηλι κία και τη νεότητα του Αρσέν Ραούλ· ξέρουμε όμως ότι λίγο μετά τη γέννησή του, τον εμπιστεύ
τηκαν σε παραμάνα, σ’ ένα μικρό χωριό, στην καλή κυρία Βικτουάρ, γυναίκα ενός καλλιεργητή παντζαριών, αυτή τη Βικτουάρ, της οποίας η προστατευτική και μητρική σκιά (η αληθινή του μητέρα πέθανε νέα) τον ακολουθεί σ’ όλες τοη τις περιπέτειες, και η οποία παρ’ όλη την άτε γκτη τιμιότητά της θα γίνει πολλές φορές συνέ νοχός του. Μια άλλη πληροφορία, πολύ σημαντική, αναφέρεται στα έξι του χρόνια, όταν επιτελεί το πρώτο του κατόρθωμα ως λωποδύτης, για να εκ δικηθεί για λογαριασμό της μητέρας του, κλέβο ντας «το περιδέραιο της βασίλισσας» - οικογε νειακό κόσμημα των Ντρε-Σουμπίζ- «παρ’ όλες τις έρευνες, ποτέ δε μαθεύτηκε ποιος ήταν ο δράστης της κλοπής, που είχε διαπραχτεί με τέ τοια διαβολική τόλμη». Το μυστικό όμως δε θα κρατηθεί για πάντα. Κι ο ίδιος ο Αρσέν Λουπέν, είκοσι δύο χρόνια αργότερα, με το όνομα του ιπ πότη Φλοριανί θα προσφέρει στον εαυτό του την πολυτέλεια να γελοιοποιήσει τους Ντρε-Σου μπίζ. Στη διάρκεια μιας κοσμικής συγκέντρωσης αποκαλύπτει με ποιο τρόπο κλάπηκε το περιδέ ραιο, αναφερόμενος σε τέτοιες λεπτομέρειες, που υποδεικνύουν τον ίδιο ως τον ένοχο. Αυτό το περιδέραιο ήταν ωστόσο ένα πραγματικό κει μήλιο, και το γυρίζει πίσω: «Το περιδέραιο της βασίλισσας, το περίφημο κόσμημα, που είχε κλαπεί στο παρελθόν από την οικογένεια των ΝτρεΣουμπίζ, το ξαναβρήκε ο Αρσέν Λουπέν. Ο Αρ σέν Λουπέν έσπευσε να το επιστρέψει στους νό μιμους κατόχους του. Δεν μπορούμε παρά να χειροκροτήσουμε αυτή την ευαίσθητη και ιπποτική χειρονομία», αυτή θα είναι η πληροφορία που θα δημοσιεύσει η εφημερίδα της επομένης. Θα ενισχύσει τα χαρίσματά του με γερές σπου δές, των οποίων δεν ξέρουμε την εξέλιξη- ο ώρι μος άντρας πάντως διαθέτει μια πλούσια και ποικίλη μόρφωση, και μάλιστα πρακτική σε ορι σμένους τομείς. Έχει κάνει κλασικές σπουδές (λατινικά και ελληνικά) και ξέρει αρκετές ζω ντανές γλώσσες, ιδιαίτερα αγγλικά και γερμανι κά. Έτσι περηφανεύεται ότι μπορεί να απαγγεί λει απέξω Όμηρο στα ελληνικά και Μίλτωνα στ’ αγγλικά. Κάποιος θα τον δει να διαβάζει, μέσα στο κείμενο, τις Επιστολές προς Λουκίλιον του Σενέκα. Για να ξεκουραστεί από μια δύσκολη υπόθεση, σχολιάζει τη Ζωή των Καισάρων του Σουετόνιου και τη Ζωή Διάσημων Αντρων του Πλούταρχου, άσκηση όχι και τόσο αθώα όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως... Όσον αφορά τις ζωντανές γλώσσες, πρέπει να διαθέτει τουλάχι στον κάποια βασικά στοιχεία απ’ όλες αυτές που του επιτρέπουν να υιοθετεί τα ψεύτικα ονόματά , του: ιταλικά, ρωσικά, ισπανικά. Έχοντας ζήσει για τέσσερα χρόνια στη Μαυριτανία και στο βό ρειο Μαρόκο, έχει κάποιες γνώσεις αραβικών (Τα δόντια της τίγρης). Γνωρίζει ακόμα και κά
62/αψιερωμα ποια λίγα τούρκικα (Πρακτορείο Μπάρνετ και Σία). Από την άλλη είναι λάτρης της όπερας, του μπαλέτου, διαθέτει ένα πολύ καλό κριτήριο στη ζωγραφική και στην τέχνη γενικά. Μπορούμε να μιλήσουμε για μια βαθιά πολυμάθεια, όπως μαρτυράει το ακόλουθο ανέκδοτο: προειδοποιεί ένα από τα θύματά του ότι ο Βατό του είναι πλα στός. «Αφού ο αυθεντικός κάηκε την εποχή του Διευθυντηρίου από τον Μπαράς, ένα βράδυ ορ γίων, συμβουλευτείτε γι’ αυτό το θέμα τα ανέκ δοτα απομνημονεύματα του Γκαρά...». Ξεχειλίζοντας από ενεργητικότητα, ψηλαφίζει τα πάντα: «Σπούδασα ιατρική, νομική, υπήρξα ηθοποιός, καθηγητής του ζίου-ζίτσου...» (Αρσέν Λονπέν, Πράξη IV, σκηνή 3). Μυήθηκε στην τα χυδακτυλουργία. Παρακολουθεί σεμινάρια δερ ματολογίας σε κάποιο εργαστήριο με το όνομα ενός Ρώσου φοιτητή και «εκπλήσσει τον καθηγη τή με την ευφυΐα των υποθέσεων του πάνω στη βακτηριολογία και την τόλμη των πειραμάτων του πάνω στις αρρώτιες του δέρματος» (σύμφω να με το κατηγορητήριο στη δίκη του Λουπέν). Ό λα αυτά τα πειράματα, φυσικά, έχουν ένα πρακτικό και ανομολόγητο ενδιαφέρον, «να ξεφύγει από τους συνηθισμένους νόμους του φαίνεσθαι και της ταυτότητας». ' Θα επωφεληθεί απ’ αυτά κατά κόρον. Ας θυ μηθούμε κάποιες από τις αναρίθμητες ταυτότητές του: Αρσέν Ραούλ Λουπέν (είναι η πραγματι κή του). Ραούλ, υποκόμης ντ’ Αντρεζί [ταυτότη τα που δεν την έχει απολύτως σφετεριστεί, αφού πρόκειται για το όνομα της μητέρας του, και το παίρνει τη στιγμή του πρώτου του γάμου, όταν παντρεύεται την Κλαρίς ντ’ Ετίγκ: «Σε κανένα μητρώο του ληξιαρχείου, σε κανένα αυθεντικό έγγραφο, δεν γινόταν πια λόγος για τον Αρσέν Λουπέν ούτε για τον πατέρα του Τεοφράστ Λου πέν. Νόμιμα δεν υπήρχε πια παρά ο υποκόμης Ραούλ ντ’ Αντρέζί..., (Η Κόμησσα Καλιόστρο)]· ας συνεχίσου με όμως αυτό τον κατάλογο που ακόμα βρίσκεται στην αρχή του: θα γίνει επίσης Μπερνάρ ντ’ Αντρεζί (από τ’ όνομα ενός ξαδέλφου του, που πέθανε στη Μακεδονία), Οράς Βελμόν, ο ζωγράφος, συνταγματάρχης Σπαρμιέντο, πλούσιος Βραζιλιάνος, δούκας ντε Σαρμεράς, πρίγκηπας Σερνίν, Ντον Λουίς Περένα, λο χαγός Ζανιό, Μαξίμ Μπερμόν, εργολάβος, Μισέλ Μπομόν, συλλέκτης, Ραούλ ντε Λιμεζί, κύ ριος Νικόλ, καθηγητής ελευθεροεπαγγελματίας, πτυχιούχος φιλοσοφικής, Ζαν Ντεπρί, Γκιγιόμ Μπερλά. Θα μπορούσαμε να τραβήξουμε κι άλ λο σε μάκρος αυτό τον κατάλογο, θα γινόταν όμως βαρετό. Αλλά θα ήταν ασυγχώρητο να πα ραλείψουμε τον κύριο Λενορμάν... υποδιοικητή της ασφάλειας!!! Αρσέν Λουπέν, ο ασύλληπτος- τη στιγμή που ο παλιός του αντίπαλος, ο αστυνομικός Γκανιμάίρ
πιστεύει ότι έχουν τελειώσει τα βάσανά του κι επιτέλους τον έχει στο χέρι, εκείνος στην πραγ ματικότητα κυνηγάει τίγρεις στη Βεγγάλη ή γα λάζιες αλεπούδες στη Σιβηρία, αν δεν τον ανα φέρουν τουλάχιστον στην Αρμενία, στην Τουρ κία, στη Σικελία, στη Σαϊγκόν ή και... στο Βό ρειο Πόλο! Συμβαίνει κάποτε, ωστόσο, να βρίσκεται ανά μεσα στους τέσσερις τοίχους του κελιού μιας φυ λακής. Άραγε είναι γι’ αυτό ακίνδυνος; Σίγου ρα όχι: είναι ικανός να οργανώσει από μακριά τη ληστεία της συλλογής ενός βαρόνου, λόγου χάρη!
,
«Έτσι κι αλλιώς, ο Αρσεν Λουπέν δε μενει στη φυλακή παρά όσο του αρέσει, ούτε λεπτό παραπάνω», δηλώνει στον Γκανιμάρ, βουτώντας του ταυτόχρονα το ρολόι (Η Απόδραση του Αρ σέν Λουπέν). Σ’ αυτή την υπόθεση επιδεικνύει ένα εξαιρετικά ζωντανό χιούμορ: έχοντας βρει έναν αλήτη που είναι ο σωσίας του, αφήνει να πιστέψουν ότι τον αντικατέστησε στην κλούβα των κατηγορουμένων και η αστυνομία υποχρεώ νεται να ελευθερώσει τον υποτιθέμενο αλήτη, που δεν είναι άλλος από τον Αρσέν Λουπέν! Τα θύματά του πέφτουν και θύματα της ειρωνείας του: όπως αυτός ο συλλέκτης που βρήκε στο σπί τι του ένα επισκεπτήριο του αριστοκράτη: «Θα ξανάρθω, όταν τα έπιπλα θα είναι αυθεντικά». Θα μπορούσαμε ν’ αναφέρουμε πλήθος άλλα πα ραδείγματα, ο αναγνώστης όμως θα ευχαριστη θεί περισσότερο να τ’ ανακαλύψει μόνος του. Αυτός ο άνθρωπος, υπερήφανος, μεθυσμένος από την ευφυΐα και τη δύναμή του, που τίποτα και κανένας δεν του αντιστέκεται («Ο πάπας κά νει ό,τι θέλω»), κάτοχος μιας αμύθητης περιου σίας, είναι κι ένας άνθρωπος ευαίσθητος, ικανός γι’ αγάπη, μελαγχολία, αφοσίωση, ακόμα και αφιλοκέρδεια. Ό ταν μια νέα γυναίκα, με την οποία είναι τρελά ερωτευμένος, αρνείται να τον παντρευτεί, δίνει αυτή τη θλιβερή εξήγηση: «Γιατί η Κλαρίς Μερζί είναι μια-πολύ τίμια γυ ναίκα κι εγώ δεν είμαι παρά ένας Αρσέν Λου πέν». Είναι ικανός να λύσει ένα πολύπλοκο αί νιγμα για να αποδώσει σε μια φτωχή κοπέλα μια κληρονομιά την οποία δικαιούται (Το σημείο της Σκιάς). Κάποια άλλη στιγμή αφού έχει ξεσηκώ σει το μέγαρο ενός τραπεζίτη, μοιράζει τα λεφτά στους καταθέτες τους οποίους είχε ληστέψει ο τραπεζίτης, και δεν κρατάει τίποτα για τον εαυ τό του. Μερικοί μελετητές μάλιστα έχουν αναρρωτηθεί σοβαρά πώς τα έβγαζε πέρα με τα έξοδά του. Εδώ πάλι, τα παραδείγματα είναι άπειρα. Ο αναγνώστης όμως θα προτιμήσει να τ’ ανακαλύ ψει μόνος του και σίγουρα θα πέσει κι αυτός με τη σειρά του θύμα της γοητείας που αυτό το πρόσωπο ασκεί σε όλους όσους τον πλησιάζουν. Μια δοκιμή, λοιπόν, θα σας πείσει.
αφιερωμα/63
Φρανσίς Λακασέν
Η τέχνη να ληστεύεις... την Ιστορία της Γαλλίας·
1. Αυτό το κείμενο είναι ο πρόλογος στον Α ' τόμο των Απά ντων Αρσέν Λουπέν. στις εκδόσεις Ρομπέρ Λαφόν.
«Κόρη τον Καλιόστρο, σε ξέρω. Πέτα τη μάσκα! Ο Ναπολέοντας ο Ιος σου μιλούσε στον ενικό... Πρόδωσες το Ναπολέοντα τον Jo, υπηρέτησες το Βίσμαρκ και οδήγησες στην αυτοκτονία το γενναίο στρατηγό Μπονλανζέ! Λούζεσαι στην πηγή της Νιότης... Είσαι εκατό χρονών... και σ’ αγαπώ» (Η κόμησσα Καλιόστρο, κεφ. V)
64/αφιερωμα υτή η προσφώνηση του Αρσέν Λουπέν σ’ ένα πρόσωπο της Ιστορίας θα μπορούσε κάλλιστα να ισχύει και για την ίδια την Ιστορία. Αποδίδει το μέτρο των σχέσεων που διατηρεί μαζί της: οικειότητα, λυρισμός, φαντασία. Μια φαντασία που αγνοεί με τρόπο έξοχο τη χρονο λόγηση και τα ανθρώπινα όρια. Μια οικειότητα εντελώς φυσική, δεδομένης της υπόληψης που τρέφει για τον εαυτό του, τον Ιούνιο του 1912, στη διάρκεια μιας δεύτερης διαμονής του στη φυλακή ντε λα Σαντέ. Πολύ χαρακτηριστική αυ τή η απάντηση, την οποία αντέταξε στην αίτηση συνέντευξης του δικηγόρου, που ήταν υπεύθυνος για την υπεράσπισή του. «Αν χρειάζεται πληρο φορίες για τις πράξεις και τις κινήσεις μου, δεν έχει παρά να συμβουλευτεί τις εφημερίδες των δέκα τελευταίων χρόνων, το παρελθόν μου ανή κει στην Ιστβρία». (Η διπλή ζωή τον Αρσέν Λου πέν)
Α
Η ιστορία της Γαλλίας στην υπηρεσία του Αρσέν Λουπέν ίγο μετράνε δέκα χρόνια όταν χρέος της ιστορίας είναι να χρονολογήσει την αιωνιό τητα. Και με το να ενδιαφερθεί κανείς για τις τριακόσιες σαράντα-τέσσερις κατηγορίες που απήγγειλε εναντίον του ο ανακριτής Φορμερί, απλώς αναμασά ένα σύντομο παρελθόν. Υποψή φιος μιας δια παντός εκχώρησής του στο νεκρο ταφείο της Ιστορίας, ο αριστοκράτης λωποδύτης προτιμούσε να χρησιμοποιήσει τη νέα διαμονή του στο «Σαντέ-Παλάς» για να την κατακτήσει... Ετοιμάζοντας ένα εκπληκτικό χτύπημα, που θα του επέτρεπε να δώσει την Αλσατία-Λορένη πί σω στη Γαλλία! Ο Αρσέν Λουπέν μπαίνει με διάρρηξη στην ιστορία της Γαλλίας δέκα φορές, και μερικές φο ρές το κάνει για να προβεί σε υποκαταστάσεις κι όχι μόνο για να δανειστεί απ’ αυτήν... χωρίς να υπολογίσουμε και μερικούς γάμους και μερικές μικροκλοπές ταυτότητας: βαρόνος ντε Λιμεζί, κόμης ντ’ Αντρεζί, βαρόνος Ζαν ντ’ Ενερίς, δού κας ντε Σαρμεράς, βαρόνος ντε Λορένς... Σφετερισμός ταυτότητας: ψεύδος και χρήση
Λ
ψεύδους! Θ’ αγανακτούσε ο ανακριτής Φορμερί. Αδίκως: τα οικόσημα (πολύ συχνά πολύ ύποπτης αυθεντικότητας) δεν είναι παρά σημεία, απλές πινακίδες, όρια κυριότητας επιφορτισμένα να διατρυπήσουν την ιστορία. Πρέπει άραγε να τον επιτιμήσουμε για τις διορθώσεις που έκανε προς όφελός του, βέβαια, αλλά με ευγενείς σκοπούς; Έτσι για την υποκατάσταση του νεκρού δούκα ντε Σαρμεράς: «Μαζί μ’ αυτόν θα έσβηνε ένα ωραίο όνομα. Δε δίστασα, το συνέχισα». (Αρσέν Λουπέν, Θεατρικό, Πράξη IV, σκηνή 3). Η εισβολή του, με ένα γάμο απατηλό ή καταναγκαστικό στην οικογένεια δουκών ντε ΣαρζόΒαντόμ; (ο Γάμος τον Αρσέν Λουπέν) ή στη βαρονία ντ’ Ετίγκ; Μια μικρή αισθηματική λαθρο χειρία... ντίθετα, η πρώτη συνάντηση του Λουπέν με την Ιστορία τοποθετείται πολύ πάνω από το έγκλημα κλοπής, στο οποίο θα την περιόριζε ο διοικητικός κ. Φορμερί. Βέβαια, του λείπει I τουλάχιστον τον πρώτο καιρό - η λάμψη, η αλα| ζονεία, το κλείσιμο του ματιού, τα οποία θα του ί χρησιμέψουν ως υπογραφή στις κατοπινές αντι παραθέσεις, και τα οποία θα τις ανάγουν σε έργα τέχνης, σχεδόν. Από την εποχή της ανωνυμίας, η διακριτικό τητα, το μυστήριο που περιβάλλουν αυτή τη δεύ τερη υπόθεση του Περιδέραιου της Βασίλισσας κρύβουν στην πραγματικότητα μια πρόωρη ιδιο φυία: ο Λουπέν είναι μόνο... έξι χρονών! Δοκιμή που μεταβάλλεται σε υπόδειγμα: με ποιον τρόπο και από ποιον κλάπηκε το κόσμημα μέσα από ένα τόσο κλειστό δωμάτιο, όπως αυτό της οδού Μοργκ; Θα παραμείνει άγνωστο για είκοσι τρία χρόνια. Μέχρι τη μέρα που ο Λουπέν - κατά τα λόγια του Αντρέ Ζιντ - θα «βρει» επιτέλους «το πρόσωπό του». Με ευχαρίστηση τότε θα ξαναπιάσει αυτό το εμπιστευτικό έργο του αρχάριου για να του δώσει την αίγλη, στην οποία έχει τώ ρα συνηθίσει το κοινό. Με λίγα λόγια για να δώ σει σ’ αυτό το λαμπρό χωρίς λάμψη χτύπημα τη θεατρική διάσταση, την οποία του είχε στερήσει τότε η έλλειψη επαγγελματικών συστάσεων.
Α
αφιερωμα/65
Πώς; Μα ερχόμενος να εξηγήσει ο ίδιος τα πά ντα, δημόσια και μέσα στο σαλόνι τους, στα αγανακτισμένα του θύματα. Αγανακτισμένοι όχι όμως από τις αποκαλύ ψεις του, τις οποίες κάνει με τακτ. Πιο έξυπνοι από τον κ. Φορμερί, οι Ντρε-Σουμπίζ μένουν ελάχιστα στο έγκλημα της κλοπής. Προσάπτουν κυρίως στο δράστη ένα έγκλημα τιμής, ένα έγκλημα βεβήλωσης, μια ιεροσυλία σχεδόν. Πέ ρα από ένα οικογενειακό κειμήλιο, το κλεμμένο περιδέραιο είναι ένα σύμβολο, ένα όργανο της Ιστορίας, της οποίας επιτάχυνε την πορεία, προκαλώντας την πτώση της μοναρχίας. Αυτό το πο λυτελές και προφητικό περιδέραιο είν’ εκείνο που πρόσφερε το 1785 ο πρόγονός τους καρδινά λιος ντε Ροάν στη βασίλισσα Μαρία-Αντουανέτα, αλλά που το κατακράτησε στην πορεία ή μεσολαβήτρια κόμησσα ντε λα Μοτ. Αυτές οι καθυστερημένες και δημόσιες αποκα λύψεις, παρ’ όλη την προκλητική τους όψη, φα νερώνουν έναν Λουπέν που έχει συνείδηση του χρέους του απέναντι στην Ιστορία, και που φρο ντίζει να διορθώσει μια βέβηλη πράξη, καταλογίσιμη στη νεανική απειρία. Οι απόγονοι του Καρδινάλιου δεν χρειαζόταν να του θυμίσουν ότι το κόσμημα, ακόμα και σκορπισμένο και κλεμμένο εδώ και 23 χρόνια, δεν έπαυε «ν’ ανή κει στον οίκο των Ντρε-Σουμπιζ. Μας ανήκει όπως τ’ όνομά μας, όπως η τιμή μας». Ό πω ς οι πανοπλίες μας, θα μπορούσαν να έχουν προσθέ σει. Μερικές μέρες αργότερα, ο Λουπέν απέδιδε (δημοσίως επιπλέον) το συμβολικό περιδέραιο, του οποίου είχε γίνει, με ετεροβαρή απόφαση, ο θεματοφύλακας. Ένας αβρός τρόπος για να συμφιλιωθεί με την Ιστορία και για να σβήσει τις ελαφρώς αξιόμεμπτες συνθήκες της αρχικής του συνάντησης μαζί της. Πολύ περισσότερο που η αξιόμεμπτη πρόθεση του ενήλικα Λουπέν πάντα σχεδόν εξυψώνεται από μια πρόθεση αναδιανομής και κοινωνικής δικαιοσύνης. Στο παιδί Λουπέν η αναζητηση του κέρδους ήδη εξισορροπούνταν από την επι θυμία του να εκδικηθεί και να βελτιώσει την
άθλια κατάσταση της μητέρας του, φτωχής συγ γενούς των Ντρε-Σουμπίζ, και την οποία έχουν υποβιβάσει σε υπηρέτρια. Για να υπερασπιστεί τον εαυτό της, η ρα διούργα κόμησσα ντε Λα Μοτ είχε υποδείξει ως «εγκέφαλο» της Υπόθεσης του Περιδέραιου: τον κόμη ντε Καλιόστρο, άλλως Ζοζέφ Μπάλσαμό. Μυστηριώδης ταξιδιώτης, μάγος, θαυματουρ γός, θεραπευτής... και αλχημιστής, από τον οποίο ο Καρδινάλιος ντε Ροάν, μαθητής του και φίλος, περίμενε την πέριουσία του. Ο «Μεγάλος Κόπτης» (αυτός ήταν ο τίτλος του στην ιεραρχία της αιγυπτιακής μασονικής στοάς που ο ίδιος εί χε ιδρύσει στη Λυόν) αθωώθηκε από το Κοινο βούλιο. Αυτή η αθώωση δεν εμπόδισε ωστόσο τη Μαρία Αντουανέτα, προσβεβλημένη, να πετύχει την καταδίκη του με διάταγμα. Από ταξιδιώτης, ο μάγος έγινε φυγάδας. Διωγμένος από σύνορα σε σύνορα, κατέληξε στη Ρώμη, όπου έλπιζε να προσηλυτίσει τον πάπα στην αιγυπτιακή του τελετουργία. Σε απάντηση, ο Ά γιος Πατέρας διέταξε να συλληφθεί για αί ρεση και μαγεία, κι ο ευγενής ταξιδιώτης έφτασε στο τέλος του δρόμου του στα 1795, σε μια φυλα κή της Ιεράς Εξέτασης. Προηγουμένως, πρόλα βε, γύρω στα 1790, να κάνει με τη Ζοζεφίν ντε Μποαρνέ, μια κόρη με το ίδιο όνομα, Ζοζεφίν.
νεαρός Λουπέν θα έχει την ευκαιρία να της σώσει τη ζωή στα 1894: εκείνη ήταν εκατόν τεσσάρων χρονών. Αυτός ήταν είκοσι χρονών, εκείνη έμοιαζε για τριάντα, ήταν όμορφη και κό ρη ενός ραβδοσκόπου του θαυμαστού, ενός Αρσέν Λουπέν του 18ου αι., ικανού να βιάσει την Ιστορία έτσι ώστε να γεννήσει θαύματα. Ο γιος του Τεοφράστ Λουπέν και της Ανριέτ ντ’ Αντρεζί μπορούσε να μην ερωτευτεί την κόρη του Κα λιόστρο; Ή την τόσο ιδιαίτερη τυχοδιώκτισσα που μπόρεσε κι ανέλαβε έναν τέτοιο ρόλο... Πρέπει να διαλέξουμε: ανάμεσα στην αλήθεια (η Ιστορία αιχμάλωτη της απάτης) ή το ψέμα (η Ιστορία εξυψωμένη σε θρύλο). Ό πω ς αυτός ο εχθρός της Καλιόστρο (ο πρίγκηπας ντ’ Αρκόλ) που αναφωνούσε στη θέα της: «έχει την ίδια ηλι κία όπως πριν ογδόντα χρόνια!», ο Λουπέν δια
Ο
66/αφιερωμα λέγει το ψέμα, δηλαδή το θρύλο. «Πιστεύω πως είσαι εκατόν τεσσάρων χρόνων, Ζοζεφίν Μπάλ σαμό, και τίποτα δεν είναι πιο θεσπέσιο απ’ το φιλί μιας εκατοντάχρονης. Ό ταν σκέφτομαι ότι έχεις ίσως γνωρίσει τον Ροβεσπιέρο κι, ίσως, τον Λουδοβίκο τον 16ο». Ό λοι οι θρύλοι είναι για όλους φορείς μυστι κών αιώνιων κι αξεδιάλυτων για θησαρούς αμύ θητους και χαμένους, με εξαίρεση εκείνον που θα υποδείξει μια μέρα η Μοίρα. Και υποδει κνύει τον Αρσέν Λουπέν για να μοιραστεί τις ελ πίδες και τα μυστικά της Καλιόστρο. Ό ταν θέ λει να ξανανιώσει η κόρη του μάγου, φυσάει ελαφρά σ’ ένα καθρέφτη. Μόλις διαλυθεί ο αχνός βλέπει σιγά-σιγά τα χαρακτηριστικά της να ζωντανεύουν και να ξαναβρίσκουν την ομορ φιά τους. Στη χρυσή πλάκα που αποτελεί την πλάτη του καθρέφτη, είναι γραμμένες τέσσερις σειρές, οι οποίες αντιστοιχούν σε τέσσερα αινίγ ματα: In tobbre fortuna Η πλαγιά των βασιλιάδων της Βοημίας Η τύχη των Βασιλιάδων της Γαλλίας Το κηροπήγιο με τα επτά κεριά Ο Αρσέν Λουπέν θα λύσει το δεύτερο στο Νη σί με τα τριάντα φέρετρα, το τρίτο στην Κούφια Βελόνα. Θα βρει το ίδιο εύκολα τη λύση του τέ ταρτου, που μάταια έψαχνε η κόμησσα... και οι εχθροί της, μια ομάδα από επαρχιώτες ευπάτριδες, φανατικούς και μνησίκακους (και αποφασι σμένους να εξαφανίσουν την Καλιόστρο, η απληστία της οποίας θα τους εμπόδιζε να παρα δώσουν στο Τάγμα του Ιησού το θησαυρό που προστατεύει το κηροπήγιο με τα επτά κεριά). Αυτό το κηροπήγιο είναι το σύμβολο των Επτά κυριότερων Μοναστηριών της περιοχής της Κο. Προστάτευαν τις συσσωρευμένες στη διάρκεια των αιώνων προσφορές μέσα σ’ ένα κοινό χρηματοκιβώτιο. Σ’ έναν πέτρινο κουμπα ρά που η θέση του έχει χαθεί, καθώς η λαιμητό μος έκοψε το νήμα της Παράδοσης στα 1789. Για να ξαναβρεί αυτόν τον κουμπαρά που υψώνεται μες στους αγρούς κι είναι παραγεμισμένος με πο λύτιμες πέτρες αξίας ενός δισεκατομμυρίου, ο Λουπέν διαθέτει μόνο δύο στοιχεία από τα οποία ούτε η κόμησσα ούτε οι εχθροί της δεν μπό ρεσαν να επωφεληθούν: - Μια χειρόγραφη σημείωση του Καλιόστρο, που προσδιορίζει απέναντι από το 3ο και το 4ο αίνιγμα: «Ανάμεσα στη Ρουέν, την Αβρ και την Ντιέπ» (Ομολογίες της Μαρίας Αντονανέτας) - Την ανάμνηση ενός κουτιού από ξύλο των νησιών, που έχει κι αυτό χαθεί, αλλά που η τε λευταία κάτοχός του μπόρεσε να διαβάσει στο βάθος του τα μισοσβημένα γράμματα μιας λατι νικής επιγραφής: «Ad lapidem avrrebat olim regina». Δηλαδή: Προς την πέτρα κάποτε έτρεχε η βασίλισσα.
Και ανακαλύπτει μέσα σε λίγα λεπτά το κλειδί που για χρόνια έψαχναν τόσο η Καλιόστρο όσο και οι εχθροί της. Ρωτώντας τον ουρανό: εάν το συνδέσεις με γραμμές, τα εφτά μοναστήρια δί νουν μια μορφή παρόμοια με τον αστερισμό τηι Μεγάλης Άρκτου. Ο κουμπαράς πρέπει να βρίσκεται στη θέστ που αντιστοιχεί σ’ ένα αστέρι. Τα αρχικά της λα τινικής επιγραφής δίνουν τ’ όνομά του: A.L. C.O.R. Μέσα στη συγκεκριμένη περίμετρο απο μένει πια να ψάξουν πού υψώνεται η πέτρα προς την οποία έτρεξε κάποτε μια βασίλισσα. Παρατήρηση, ευαισθησία, ποιητική λογική. Αυτή είναι η πορεία με την οποία πέντε λέξεις αρχαίων λατινικών, που τις φωτίζουν τ’ αστέ ρια, ξύπνησαν ένα θησαυρό κοιμισμένο για πα ραπάνω από έναν αιώνα. Η ανακάλυψή του με τατρέπει σε οξεία αντιπαράθεση τον θυελλώδη έρωτα του Λουπέν και της Καλιόστρο. Η κόρη του μάγου θα τον κυνηγήσει με την εκδίκησή της για πολύ καιρό μετά από τη στιγμή που ο θάνα τος θα την έχει επιτέλους θυμηθεί. υγκριτικά, η επιδρομή που πραγματοποιή θηκε οχτώ χρόνια αργότερα (στα 1902), σε πλήρη επαναστατική θύελλα, φαίνεται αναπαυ τική και φωτεινή. Κανένα λανθασμένο βήμα, όπως στην υπόθεση με το Περιδέραιο των ΝτρεΣουμπίζ: καμία κλοπή δεν προηγείται της από δοσης των διαμαντιών που ανήκαν στον πρώην γαιοκτήμονα Ερνεμόν (καρατομήθηκε στις 15 Απριλίου 1794) στους απογόνους του, οι οποίοι τα περιμένανε μ’ ελπίδα από εκείνη την ημερο μηνία. Ακόμα και η αχαριστία τους δεν τον πι κραίνει καθόλου, γιατί δεν περίμενε τίποτα εκτός από το να ικανοποιήσει την περιέργειά του. Του την είχε ξυπνήσει ο ίδιος ο Μορίς Λεμπλάν, έκπληκτος που διέκρινε στον αντικρινό γείτονα ένα πίνακα εντελώς ίδιο με το δικό του: μια άποψη ενός ιδιωτικού κήπου στο Πασί. Ο Κήπος όπου κάθε χρόνο στις 15 Απριλίου ο γεί τονας συναντάει ένα σόι σκόρπιο και ξεκληρι σμένο, που μαζεύεται σε μια απογοητευτική αναμονή στους τόπους, όπου ο πρώην γαιοκτή μονας στρατηγός έκρυψε την περιουσία του με ρικά λεπτά πριν τον συλλάβουν. Χάρη σε τρεις χρησμολόγους αριθμούς: 15-4-2 σημειωμένους και στους δύο όμοιους πίνακες, ο Λουπέν καταλαβαίνει ότι η κληρονομιά δεν μπο ρεί να ανακαλυφτεί παρά μονάχα μια μέρα το χρόνο και σε κάποια συγκεκριμένη ώρα. Θα χρειαστεί να περιμένει ένα χρόνο πριν ρωτήσει όχι τ’ άστρα πια, αλλά τον ήλιο. Έτσι το Σημείο της Σκιάς θα δείξει την κρύπτη των δεκαοχτώ διαμαντιών. Τρεις άλλοι αριθμοί: 2-6-12, σημειωμένοι από το Λουδοβίκο το 16ο μετά από τη λέξη Τιμπερμενίχ, σε ένα φύλλο χαρτί που βρέθηκε μετά τη
Σ
αφιερωμα/67 σύλληψή του στη σιδερένια ντουλάπα στις Τουιλερί. Μια φράση του Ερρίκου του 4ου, που τη διέσωσε ο Σιλί και την ενσωμάτωσε στο έργο του Βασιλικές Πολιτικές Οικονομίες: «Το τσεκούρι στριφογυρίζει στον αέρα που τρέμει, αλλά το φτερό ανοίγει και πας ως το Θεό». Αυτά είναι τα στοιχεία που περιέχουν το μυστικό του πύρ γου Τιμπερμενίλ κοντά στη Ντιέπ. Αν γι’ άλλη μια φορά η λαιμητόμος κόβει απροειδοποίητα το νήμα της οικογενειακής παράδοσης στις 7 του Θερμιδόρ του έτους II, αυτή ωστόσο δεν χάθηκε εντελώς. Σε μια του επίσκεψη στο Τιμπερμενίλ ο Λουδοβίκος ο 16ος είχε το προνόμιο (βασιλικό) να χειριστεί ο ίδιος τη μυστική πόρτα της σήραγ γας, που συνέδεε τη μεγάλη σάλα του πύργου με τον έξω κόσμο. Ο οικοδεσπότης και έμπιστός του δεν παρέλειψε έτσι να κολακέψει αυτόν τον διακεκριμένο λάτρη της κλειθροποιίας. Για λό γους που είχαν σχέση όχι με τις κλειδαριές πια αλλά με ερωτική περιπέτεια, ο Ερρίκος ο 4ος εί χε κι αυτός δεχτεί την ίδια τιμή. 'Αλλος διακε κριμένος λάτρης των κλειδαριών ο Λουπέν δεν κουράστηκε για να ερμηνεύσει τις διαδοχικές βασιλικές εξομολογήσεις.
> 1
. '*ι.
68/αφιερωμα πιο χυδαία: για να πάει από ένα παρεκκλήσι, που βρίσκεται στα όρια του κτήματος ώς το κρεβάτι του Ερρίκου του 4ου. Ο Αρσέν Λουπέν έκανε το δρόμο αυτό αντίστροφα για να μετακομίσει όλες τις συλλογές του πύργου. Ό ταν εξαιτίας των τύ ψεων και για τα ωραία μάτια μ^ας Αμερικανί δας, τις έφερε πίσω, αυτό δεν μπορούσε να το κάνει με τρόπο ντροπιασμένο και σκοτεινό από το μυστικό πέρασμα που η παρέμβαση του Χέρλοκ Σολμς το είχε βέβηλα μετατρέψει σε δημόσιο πέρασμα. Η αίγλη βλέπετε... Ό λα ξαναγύρισαν μέσα στην ίδια την αυλή του πύργου από τους στρατιώτες και τα φορτηγά μιας εταιρείας του Εμπορικού Τραίνου. Όταν μοιράζεται κανείς τις μανίες και τους έρωτες των βασιλιάδων της Γαλλίας, είναι απόλυτα φυσικό να διαθέτει (κάπως) και το στρατό της Γαλλίας.
Ο Αρσέν Λουπέν στην υπηρεσία της ιστορίας της Γαλλίας ο πολεμικό ναυτικό, αυτό θα κινητοποιήσει ο Αρσέν Λουπέν για να αποδώσει στη Γαλ λία, δια προσώπου του σπουδαστή Μποτρελέ και του επιθεωρητή Γκανιμάρ, το μυστικό της Βελόνας, που η λαιμητόμος είχε κόψει την παρά δοσή της στις 21 Ιανουάριου του 1793. Μια φασαρία στο ύψος του μυστικού και των εκπληκτικών ανθρώπων που το γνώριζαν: Καίσαρας (στον οποίο το αποκάλυψε ο νικημένος Σαβίνος, αρχηγός των Καλετών, αντί για λύ τρα), Καρλομάγνος, Ρολ δούκας της Νορμαν δίας, Γουλιέλμος ο Κατακτητής, Ριχάρδος ο βα σιλιάς της Αγγλίας, Λουδοβίκος ο 11ος, Φραγκί σκος ο 1ος, Ερρίκος ο 4ος, Λουδοβίκος ο 14ος, Αρσέν Λουπέν... Ακόμα και η Ζαν ντ’ Αρκ: το παρέδωσε στη γαλλική μοναρχία σίγουρα με κεί νο το περίφημο ψιθύρισμα στο αυτί του Καρό λου του 6ου προκειμένου να τον πείσει για τον ιερό χαρακτήρα της αποστολής της. Μια μόνο φράση του Φραγκίσκου του 1ου, προσφωνώντας τους προεστούς της Αβρ-ντε-Γκρας στα 1520, μας επιτρέπει να εκτιμήσουμε την εξουσία που πήγαζε απ’ αυτό το βασιλικό μυστικό: «Οι βασι λιάδες της Γαλλίας ξέρουν μυστικά που ρυθμί ζουν τη συμπεριφορά των πραγμάτων και τη μοί ρα των πόλεων». Δεν εξήγησε, αλλά δικαιολόγη σε τη μεγάλη πόρτα του ωκεανού. Αυτό το μυ στικό ο κάθε βασιλιάς το μαθαίνει από τον νε κρό προκάτοχό του μ’ ένα φάκελλο αφημένο στο μαξιλάρι του. Γράφει'μόνο αυτές τις λέξεις: «Για το βασιλιά της Γαλλίας». Θα μπορούσε να έχει εξασφαλίσει την επιβίω ση της μοναρχίας και να ’χει αλλάξει την πορεία της Επανάστασης αν ο Λουδοβίκος ο 16ος είχε μπορέσει να το χρησιμοποιήσει ή να το μεταδώ σει. Μέσα στη φυλακή του το περιόρισε σ’ ένα
Τ
Αρκούσε να τις βάλει τη μια πάνω στην άλλη. Ύστερα χειρίζεται τα ανάγλυφα γράμματα που στολίζουν τον τοίχο της μεγάλης σάλας. Το δεύ τερο: Η, γυρνάει προς στα δεξιά κατά ένα τέ ταρτο του κύκλου. Το έκτο: R, λειτουργεί σαν σύρτης, που τον σπρώχνεις και τον τραβάς. Το δωδεκάτο γράμμα: L, ανοίγει ταυτόχρονα μ’ ένα ολόκληρο κομμάτι του τοίχου. Τη σήραγγα τη χρησιμοποίησε η πιο όμορφη γυναίκα της Νορμανδίας, η δούκισσα Ντε Τανκαρβίλ για να πάει από το Θεό στο Βασιλιά. Ή
αφιερωμα/69 μυστηριώδες κρυπτόγραμμα: μερικοί αριθμοί χωρισμένοι από γραμμές, τρία γράμματα, δύο τρίγωνα και ένα ορθογώνιο. Ό ταν αυτό το κρυπτογραφημένο μήνυμα έφτασε στη βασίλισσα, μετά από εβδομάδες αναμονής και πολλές πα ρεκκλίσεις, ο βασιλιάς ήταν νεκρός κι η ΜαρίαΑντουανέτα είχε στερηθεί την ελευθερία της. Μουρμούρισε: «Γιατί τοσο αργά», έκρυψε το μή νυμα τού βασιλιά σε μια μυστική θήκη στο προσευχητάρι της και περίμενε ήρεμα τη μοίρα της. Το μυστικό της Βελόνας θα έσβηνε μαζί της αν δεν υπήρχε ο Αρσέν Λουπέν: ο μοναδικός ξένος προς στο Στέμμα που μπόρεσε να φτάσει στα μυ στικά της χωρίς να το πληρώσει αυτό με τη ζωή του ή με την ελευθερία του. Η Ζαν ντ’ Αρκ κάη κε. Ο άνθρωπος που στα 1679 προσπάθησε να μοιράσει στην Αυλή ένα Δοκίμιο της Βελόνας, τυπωμένο με δική του φροντίδα σε 100 αντίτυπα, έχασε την ταυτότητά του, το πρόσωπό του: έγινε η Σιδερένια Μάσκα. Όσο για τον Καλιόστρο, διώχνοντάς τον από τη Γαλλία στα 1785 και κυ νηγώντας τον από σύνορα σε σύνορα, τον έρι χναν κατευθείαν στα νύχια της Ιεράς Εξέτασης. Από κείνον τον εκπεσόντα μάγο, από τον κα θρέφτη του της ανανέωσης, έφτασε αυτό το βα σιλικό μυστικό της κούφιας Βελόνας ώς τον Λουπέν. Άρχισε μαζεύοντας τα απαραίτητα για την κατανόησή του στοιχεία: Το κρυπτόγραμμα που έκρυψε στα 1793 η Μαρία Αντουανέτα στο προσευχητάρι της (φυλαγμένο στο Μουσείο Καρναβάλε) ένα αντίτυπο του Δοκιμίου της Βε λόνας, που το ’σώσε από τις φλόγες ένας λοχα γός της φρουράς στα 1679. Ένα φυλλάδιο που έκδωσε στα 1815 ένας απόγονός του. Και μετά από δέκα μέρες προσπαθειών ο Αρσέν Λουπέν θριάμβευσε πάνω στο μυστικό που τον έκανε διάδοχο των βασιλιάδων της Γαλλίας. Η «τύχη της Γαλλίας» είναι με τη διπλή έννοια του όρου: στη μοίρα της και στην οικονομική της δύναμη. Μοίρα που την υπερασπίζεται ένα αθέατο φρούριο, απόρθητο, άφθαρτο. Που ενώ μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί ως ναυτική βάση, κρύβει στην καρδιά του το θησαυροφυλά κιο των βασιλιάδων της Γαλλίας. Πελεκημένο όπως και το φρούριο - στο βράχο. ησαυροφυλάκιο μισοαδειανό. Πιθανόν ο Λουπέν να μην είχε μπορέσει ν’ αντισταθεί στον πειρασμό να αντλήσει από τα πιθάρια που προορίζονταν για το χρυσάφι σε νομίσματα, αν αυτά δεν τα ’χαν εντελώς αδειάσει ο Λουδοβίκος ο 14ος κι ο Λουδοβίκος ο 15ος. Βρήκε πολλά πι θάρια που φυλάγονταν τα κοσμήματα που κου βαλούσαν οι βασίλισσες ως προίκα στη Γαλλία. Ούτε ο Λουδοβίκος ο 14ος ο ίδιος δεν τόλμησε να τ’ αγγίξει. Ο Λουπέν ο διάδοχός του, δεν μπορούσε παρά να τον μιμηθεί... Αντί νά εκμε ταλλευτεί, διόρθωσε, εκσυγχρόνισε (και φώτισε
Θ
με ηλεκτρικό) αυτό το γιγαντιαίο πέτρινο θη σαυροφυλάκιο πριν να το μετατρέψει σε μυστικό μουσείο. Έκανε αυτό το βράχο κοσμηματοθήκη για τους ωραιότερους πίνακες του κόσμου (Λεονάρντο ντα Βίνστι, Μποτιτσέλι, Τιτσιάνο, Ρέμπραντ, Βελάσκεθ), παρμένους από τα μεγαλύ τερα μουσεία του κόσμου.. Όπου είχε την ευαι σθησία να τους αντικαταστήσει με τέλεια αντί γραφα, τα οποία απαιτούν - και ικανοποιούν όλο τον κόσμο.
70/αψιερωμα Μπορεί να υποκατέστησε τους νόμιμους δια δόχους της «τύχης της Γαλλίας», λόγω του ότι έχουν εκλείψει, ο Αρσέν Λουπέν όμως δεν την άλλαξε. Ό πω ς του επέβαλε το καθήκον του, αντίθετα την εμπλούτισε. Αποδίδοντας στην ΙΙΙη Δημοκρατία ένα φρούριο και μια ναυτική βάση, τα κοσμήματα του Στέμματος της Γαλλίας κι ένα πραγματικά διεθνές μουσείο ζωγραφικής, ο Αρ σέν Λουπέν πραγματοποίησε μια εκθαμβωτική είσοδο στην Ιστορία της Γαλλίας, η οποία τον εξουσιοδοτεί στο εξής να μιλάει στ’ όνομα αυτής της χώρας. Ας του συγχωρέσουμε λοιπόν αυτό το ξέσπασμα μεθυσιού και περηφάνιας. «Τη μέ ρα που πάτησα το πόδι μου σ’ αυτό το εγκαταλελειμμένο χώμα, τι αίσθηση περηφάνιας! Να ξαναβρώ το χαμένο τούτο μυστικό, να γίνω κύριός του, ο μοναδικός του κύριος. Να κληρονομήσω μια τέτοια κληρονομιά! Μετά από τόσους βασι λιάδες να μείνω στη Βελόνα!... [...] Κι ο κύριος ήμουν εγώ. Βασιλιάς της περιπέτειας! Βασιλιάς της κούφιας Βελόνας! [...] Βασίλειο περίεργο κι υπερφυσικό! Από τον Καίσαρα στον Λουπέν... Τι πεπρωμένο! [...] Είναι κάτι στιγμές που η δύ ναμή μου με χτυπάει στο κεφάλι. Μεθάω από δύναμη κι εξουσία!...» {Ηκούφια βελόνα, X) Εξυψωμένος από την κατοχή του μυστικού της Βελόνας, ο Λουπέν στο εξής δε θα ξαναμπεί πο τέ πια στην Ιστορία στις μύτες των ποδιών για να την κλέψει. Αλλά για να επαναφέρει την πο ρεία της, να διορθώσει τα λανθασμένα της βήμα τα, να διορθώσει τα τραυλίσματά της, να γεμίσει τα κενά της και να καταλαγιάσει τους πυρετούς της. Άλλωστε δε θα περιοριστεί πια στο παρελ θόν. Το ξέρει καλά: ιστορία είναι και το μέλλον, και αυτό ξεκινάει κάθε λεπτό που κυλάει. Θα νοιαστεί για το μέλλον όπως επαγρύπνησε για το παρελθόν. Σκέφτεται το μέλλον μας στη θάλασσα, όταν το 1899, ειδοποιημένος πάλι από τον Μορίς Λεμπλάν, βρίσκει και παραδίδει στον Υπουργό Ναυτικών τα σχέδια του «Εφτά Αντρειωμένοι» δίνοντας έτσι στη Γαλλία το πρώτο της υποβρύ χιο. Σχέδια εξαφανισμένα για δέκα χρόνια εξαιτίας της δολοφονίας του εφευρέτη τους Λουί Λακόμπ. Αν μέσα στην ίδια κρύπτη βρίσκει και γράμματα ερωτικά, που τα πλαστοποιεί από δια κριτικότητα, τι πειράζει! Ο πατριωτισμός δεν αποκλείει την αβρότητα... υμβαίνει να παρεμβαίνει με ακόμα πιο άμε σο τρόπο στα γεγονότα. Διάδοχος του Φρα γκίσκου του 1ου, κουβαλάει, όπως αυτός, τα μυ στικά «που κανονίζουν τη συμπεριφορά των πραγμάτων» και - θα μπορούσε να προσθέσει την έκβαση των πολέμων. Το Φεβρουάριο του 1915, αφού έπεισε την Τουρκία να δεχτεί μια χω ριστή ειρήνη, ο Λουπέν αποτυχαίνει στην προσπάθειά του να κάνει τους Συμμάχους να προ
Σ
σχωρήσουν κι αυτοί. Παίρνει την εκδίκησή του τον επόμενο Απρίλιο, χάρη στις καλές του σχέ σεις με το βασιλιά της Ιταλίας. Για να διευκολύ νει την είσοδο αυτής της χώρας στον πόλεμο, ξα ναδίνει στη γαλλική κυβέρνηση, χωρίς να κατα κρατήσει ούτε μια δεκάρα, τα τριακόσια εκατομ μύρια χρυσό που ο Τούρκος κάτάσκοπος Εσαρές ετοιμαζόταν να παραδώσει στον εχθρό (Το Χρνστό Τρίγωνο). Ά ραγε αυτός ο πόλεμος θα .είχε γίνει αν είχε μπορέσει ο Αρσέν Λουπέν να πραγματοποιήσει το μεγάλο του σχέδιο, που ονειρευόταν το 1912 στο «Σαντέ-Παλάς»; Ενώ ο δικηγόρος του κ. Κεμπέλ και ο Ανακριτής Φορμερί τον πίεζαν να μι λήσει για παλιές δουλειές ρουτίνας (οι τριακό σιες σαράντα-τέσσερις κατηγορίες...), ο πρώην αρχηγός της Ασφαλείας και πρώην κύριος του Μυστικού της Βελόνας, καθοδηγούσε στα κρυφά δύο επιχειρήσεις εκπληκτικής εμβέλειας. Πρώτα-πρώτα την εγκατάσταση ενός προστατευόμενού του στο θρόνο του γερμανικού δουκά του ντε Ντε-Πον-Βελντέντζ, στη θέση του αληθι νού υποψήφιου, ο οποίος πάλι πέθανε ινκόγκνιτο στο Παρίσι. Μια καινούρια πάλι υποκατά σταση κληρονομιάς, προορισμένη να προετοιμά σει την επιστροφή της Αλσατίας - Λορένης στη Γαλλία: να σβήσει λοιπόν τις συνέπειες του πο λέμου του 1870. Η δεύτερη επιχείρηση είναι ίσως ακόμα πιο τρελή. Με μια επιδέξια καμπάνια του Τύπου, επιδέξια οργανωμένη από το «Σαντέ-Παλάς», ο Λουπέν ισχυρίζεται ότι θα καλέσει τον αυτοκράτορα Γουλιέλμο το 2ο στο κελί του. Ό τι θα τον κάνει να ζητήσει την απελευθέρωσή του από το γαλλικό κράτος, και τέλος ότι θα κάνει τον έξο χο επισκέπτη του να τον προσλάβει για να επανακτήσει τα επικίνδυνα γράμματα που έγραψε κάποτε ο πατέρας του. Το ότι κατάφερε να φέρει νύχτα τον Κάιζερ στο κελί του στη Σαντέ, δεν του φαίνεται του Λουπέν μια τιμή αρκετή για τις υπηρεσίες του. Απαιτεί να σταματήσει η Γερμανία στο εξής να
αφιερωμα/71 αντιτί,θεται στην είσοδο της Γαλλίας στο Μαρό κο. Ο Γουλιέλμος ο 2ος, δέσμιος της Βασιλικής του αξιοπρέπειας, αρνείται να θέσει το ερώτημα που του καίει τα χείλη: «Με ποιο δικαίωμα μου μιλάτε σαν ίσος προν ίσον και αξιώνετε να διορ θώσετε τους χάρτες της Ευρώπης και της Αφρι κής;» Πολύ καλά έκανε και κρατήθηκε- ο τέως κύριος του Μυστικού της Βελόνας θα του είχε απαντήσει: «Με το ίδιο δικαίωμα με το οποίο εσείς κατέχετε το θρόνο σας, το δικαίωμα της διαδοχής!» Δυο ιδιοφυείς δηλαδή επιχειρήσεις, που εμπο δίζονται όμως από έναν εχθρό αθέατο, παντοδύ ναμο και πολύ σκληρό: θα τσακίσει την πρώτη και θα κάνει τη δεύτερη να αποτύχει κατά το ήμισυ. Για να εντοπίσει τα γράμματα, κρυμμένα μες στα ερείπια του πύργου των Ντε-Πον-Βελντέντζ, ο Λουπέν διαθέτει ελάχιστα στοιχεία: τον αριθμό 813 και τη λέξη Αποόν, που μουτζούρωσε ο δούκας στο νεκρικό του κρεβάτι. Δεν του χρειάζονται περισσότερα για ν’ ανακα λύψει την κρύπτη... με λίγες ώρες καθυστέρηση όμως μετά τον άτεγκτο και μυστηριώδη εχθρό του. Ο υπόχρεως στον Κάιζερ δε θα καταφέρει να τα βγάλει πέρα μαζί του πάρα με πολύ μεγά λη δυσκολία, κι όχι χωρίς να προκαλέσει ή και να φέρει το θάνατο τρεις φορές... νίκη πικρή και χωρίς λάμψη. Θα επιτρέψει όμως στη Γαλλία, εκείνη τη χρονιά, να εγκαθιδρύσει (σχεδόν) χω ρίς εμπόδιο το προτεκτοράτο της στο Μαρόκο. Το Μαρόκο, τόπος ελάχιστα γνωστός τότε και ημιάγριος, τον γοητεύει. «Σκοτώνει τον εαυτό του» εκεί μια πρώτη φορά στα 1899, με το όνομα ' του Ζαν ντε Ντεσπρί, και εξαφανίζεται εκεί πάλι στα 1915 με το όνομα του Ντον Λουίς Περένα, «Άρχοντα της Ισπανίας και Γάλλου στην Καρ διά». Επανέρχεται το 1919 για να προσφέρει στη Γαλλία την αυτοκρατορία της Μαυριτανίας, την οποία είχε κατακτήσει σ’ αυτό το διάστημα! Η τελευταία παρέμβαση του Λουπέν στην πορεία της ιστορίας της Γαλλίας. Ίσως και να διαφωνούμε με την αποικιοκρατου πλευρά. Μπορούμε όμως να ζητήσουμε Γαλλίας
να (απ)αρνηθεί αυτό που οι προκάτοχοί του θεωρούσαν ως καθήκον: να μεγαλώσει τη χώρα; Για να καταλάβουμε τον εθνικισμό του Λουπέν πρέπει να λάβουμε υπόψη μας τον εθνικισμό μιας κοινωνίας και μιας εποχής των οποίων ήταν προϊόν. Μια εποχής όπου ο κόσμος χειροκροτούσε τις στρατιωτικές παρελάσεις, όπου η κάθε πόλη φι λοδοξούσε να έχει φρουρά. Όπου διασκέδαζε ο κόσμος με τα στρατιωτικά ανέκδοτα για τα λόγια του Σαπέρ Καμαμπέρ. Ό που καταβρόχθιζαν «την κόκκινη φόρμα» και τη «ζωή της Φρουράς» εβδομαδιαίες εκδόσεις της στρατιωτικής ζωής.
Πατριωτών, τη Γερμανία. Αν η ιστορία όξυνε τον εθνικισμό του, αυτή επίσης εξύψωσε και τον Λουπέν. Από ειρωνικό λωποδύτη που ήρθε να τη συναντήσει με μια πένσα, τον έκανε έναν θαυματουργό διαιτητή συνόρων και ποίθών και ο οποίος συνδιαλέγεται ως ίσος προς ίσον με τους αρχηγούς των Κρα τών. Έναν μάντη, που ρωτώντας τη σκιά των εκπεσόντων μάγων, τ’ αστέρια και τον ήλιο στη δύση τους, ζωντανεύει τις σβησμένες παραδό σεις, ξυπνάει τους θησαυρούς, χωρίς κληρονό μους και εξομολογεί αξεδιάλυτα μυστικά. Παράλληλα όμως κι ο Λουπέν εξύψωσε την ιστορία, μετατρέποντας σ’ ένα όλο νεράιδες αστυνομικό μυθιστόρημα, σε σπηλιά του Αλί Μπαμπά, ό,τι ήταν απλώς ένας θλιβερός σκονι σμένος τάφος, παραγεμισμένος με κιτρινισμένους σκελετούς, σπασμένους επιτάφιους λίθους και μισοσβησμένες επιγραφές.
72/αφιερωμα
Α ποσπάσματα από το μυθιστόρημα Η κόμησσα ■ Η πρώτη συνάντηση του Ραούλ ν τ’ Αντρεζί-Αρσέν Λουπέν με την κόμησσα Καλιόστρο. Ο Λουπέν έχει κρυφακούσει τα σχέδια μιας παρέας να δολοφονή σουν μια γυναίκα - την Καλιόστρο - αφήνοντας την δεμένη σ τ’ ανοιχτά σε μια βάρκα που βουλιάζει, και τη σώζει. ι κείνη τη στιγμή η βάρκα έγειρε προς τα δεξιά και μες στο λήθαργο, όλο τρόμο και αγωνία, η νεαρή γυναίκα είχε την αίσθηση πως είχε επέλθει η λύση. Ανασκίρτησε μόνο, δεν εξεγέρθηκε διόλου. Η αποδοχή του θανάτου δη μιουργεί μια διανοητική κατάσταση, που μας φαίνεται σαν να ’μαστέ κιόλας απ’ την άλλη όχθη της ζωής. Έμενε έκπληκτη, ωστόσο, που δε ριγούσε στην επαφή με το παγωμένο νερό, πράγμα που φοβόταν περισσότερο απ’ όλα η γυναικεία της σάρκα. Ό χι, η βάρκα δε βούλιαζε. Μάλλον έμοιαζε έτοιμη ν’ αναποδογυρίσει, λες και κά ποιος είχε ανέβει πάνω. Κάποιος; ο βαρόνος; ο συνένοχός του; Σκέφτηκε ότι δεν ήταν ούτε ο ένας ούτε ο άλλος, γιατί μια φωνή που δεν την ήξερε 'ψιθύρισε: - Ησυχάστε, είμαι ένας φίλος που έρχεται να σας βοηθήσει. Αυτός ο φίλος έσκυψε πάνω της, και χωρίς καλά-καλά να ξέρει αν αυτή άκουγε ή όχι, αμέσως εξήγησε: - Δε μ’ έχετε δει ποτέ σας... Με λένε Ραούλ... Ραούλ ντ’ Αντρεζί... Ό λα πάνε καλά... Βούλω σα την τρύπα μ’ ένα κομμάτι ξύλο τυλιγμένο πάνω-πάνω μ’ ένα κουρέλι. Αστεία επιδιόρθωση, αλλά είν’ αρκετή... Ειδικά άμα θα ξεφορτωθού με αυτή την τεράστια κοτρόνα. Μ’ ένα μαχαίρι έκοψε τα σκοινιά που έδεναν τη νεαρή γυναίκα. Έπειτα, έπιασε την κοτρόνα και κατάφερε να την πετάξει μακριά. Τέλος, παραμερίζοντας την κουβέρτα με την οποία ήταν τυλιγμένη έσκυψε και της είπε: - Πόσο χαρούμενος είμαι! Τα πράγματα ήρ θαν ακόμα καλύτερα απ’ ό,τι τα περίμενα, και νά που σωθήκατε! Το νερό δεν πρόλαβε να φτά σει ώς εσάς, πρόλαβε; Τι τύχη! Μήπως πονάτε; Εκείνη ψιθύρισε με φωνή που μετά βίας την καταλάβαινε: - Ναι... στον αστράγαλο... τα σκοινιά τους, μου στρίβανε το πόδι. - Θα περάσει, είπε αυτός. Τώρα το σημαντι
Ε
κό είναι ν α φτάσουμε στην παραλία. Οι δύο δή μιοί σας, σίγουρα, έχουν ξεμπαρκάρει κι ανεβαί νουν φουριόζοι τη σκάλα. Δεν έχουμε, λοιπόν, τίποτα να φοβηθούμε. Έκανε γρήγορα τις προετοιμασίες του, μάζε ψε ένα κουπί που το είχε κρύψει από πριν στο βάθος, το έσπρωξε προς την πίσω μεριά κι άρχι σε να «κωπηλατεί» συνεχίζοντας ταυτόχρονα τις εξηγήσεις του, σε τόνο χαρούμενο και σαν να μην είχε συμβεί τίποτα το εξαιρετικό, κάπως σαν να συνέβαιναν όλα σ’ ένα παιχνίδι. - Να συστηθώ πρώτα-πρώτα κάπως πιο κανο νικά, παρ’ όλο που δεν είμαι καθόλου για γνωρι μίες: όλα όλα μου τα ρούχα είν’ ένα μαγιό που έφτιαξα και στο οποίο είχα δέσει ένα μαχαίρι... - Ραούλ ντ’ Αντρεζί, λοιπόν, στις διαταγές σας, εφόσον η τύχη μου το επιτρέπει. Ω! μια πολλή απλή συγκυρία... Μια συνομιλία που έτυχε ν’ ακούσω... Έμαθα ότι σκαρώνανε μια δολοπλο κία ενάντια σε μια κυρία... Τους πρόλαβα λοι πόν. Κατέβηκα στην παραλία και όταν τα δύο ξαδέλφια ξεπρόβαλαν από τη σήραγγα μπήκα μες στο νερό. Δεν έμενε παρά να κρεμαστώ από τη βάρκα σας αμέσως μόλις άρχιζαν να τη ρυ μουλκούν. Αυτό ακριβώς έκανα. Κι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος δεν κατάλαβαν ότι έσερναν μαζί με το θύμα τους κι έναν πρωταθλητή στο κολύμπι, αποφασισμένο να το σώσει. Τα ’πα. Θα σας τα διηγηθώ αυτά με λεπτομέρειες αργότερα κι όταν θα μ’ ακούτε. Για την ώρα έχω την εντύπωση ότι μιλάω στο κενό. Σταμάτησε για μια στιγμή. - Πονάω, είπε εκείνη... Είμαι εξαντλημένη... Αυτός απάντησε: - Μια συμβουλή: χάστε ξανά τις αισθήσεις σας. Τίποτα δεν ξεκουράζει τόσο όσο το να χά σετε τις αισθήσεις σας. [...]
Σημειώσεις 1. Πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Λιβάνης». 2. Αυτό το πρόσωπο είναι ο «κακός δαίμονας» του Λουπέν.
74/αφιερωμα
> VW
Ε Ρ Ο
<
v fjj
νο
—5
&|
< & ? » Ο Η Η
^
£ ω
° 1 8 - 3
Το κείμενο που ακολουθεί αναφέρεται στην πρώτη περιπέτεια του Λ. Λουπέν, στη γνωριμία του με την κόμησα Καλιόστρο. Κατά τα λεγάμενα του Μορίς Λεμπλάν, η δημοσίευση αυτής της πρώτης ιστορίας του «αριστοκράτη λω ποδύτη» καθυστέρησε λόγω της επιθυμίας του ήρωά της. Ο Λουπέν δεν ανε χόταν να δημοσιευτεί αυτή η ιστορία πριν κανονίσει οριστικά τους λογαρια σμούς του με την Καλιόστρο. Το κείμενο αυτό δεν έχει σχέση με την πλοκή της ιστορίας. Έχει σχέση με το εργαστήρι του συγγραφέα, όπου πλάθεται ο σκηνικός χώρος των περιπετειών του Λουπέν με βάση τα βιώματα του Λε' μπλάν. Ο Μ. Λεμπλάν απαντάει - πρόκειται για απόσπασμα - σ’ ένα άρθρο του Ζ.Β. Λανζ στο Αρτίστ Νορμάν, με τίτλο «Λύκοι της Ζιμιέζ». Στο γράμμα του, που δημοσιεύεται κι αυτό στο Αρτίστ Νορμάν, εξηγεί τη διαδικασία ανάπλασης οι κείων γ ι’ αυτόν χώρων στις ιστορίες του Αρσέν Λουπέν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση αναφέρεται στη σχέση της Ζιμιέζ, του ίδιου και του Αρσέν Λουπέν στην Κόμησα Καλιόστρο. γαπητέ συνάδελφε, Διάβασα με συγκίνηση το εκπληκτικό άρ θρο σας «Λύκοι της Ζιμιέζ» στο Αρτίστ Νορμάν.
Το όνομα και μόνο της Ζιμιέζ ήταν πάντα για μένα η πιο γλυκιά αναδρομή στο παρελθόν μου. Μέχρι το 1882 (πόσο μακρινό είν’ αυτό!) περνού-
αφιερωμα/75 σα εκεί, ως παιδί και ως έφηβος, το μεγαλύτερο μέρος των διακοπών μου. Μέναμε ο’ ένα σπίτι με πυργίσκους, που γυρνούσε την πλάτη στα κάγκελα του Μοναστηριού, και το οποίο υπάρχει ακόμα. Και σ’ ένα διπλανό σπιτάκι ήταν ένας συνταξιούχος γερο-όάσκαλος, ο μπάρμπα-Πομιέ, που τον σεβόμουνα για το λεύκωμά του με τ’ αυτόγραφα και για το «βρά χο» που έφτιαχνε με υπομονή στον κήπο του, με όλων των λογιών τα βότσαλα που μάζευε στους περιπάτους μας. Κι αυτοί οι περίπατοι ήταν η εξερεύνηση της περιοχής εκείνης των θρύλων και των αναμνή σεων, που τόσο καλά νιώσατε «την ατμόσφαιρα αγωνίας και μυστηρίου» της και με την οποία σας δένουν τόσο βαθιές ρίζες. Πόσο δεν τσαλαβούτηαα «στα υγρά και κινούμενα λιβάδια, που η μοναξιά τους είν’ ατέλειωτη και εχθρική σχε δόν!» Αυτή η μοναξιά ζωντάνευε για μας με τις. συ χνές επισκέψεις που κάναμε στον πιο γραφικό απ’ τους χωρικούς, τον Καμπί, τον Καμπί Ερνέστ, αν θυμάμαι καλά, έναν τύπο καλαμπουρτζή, μεγάλο πότη και μεγάλο γυναικά. Τον υποδεχόμασταν πάντα μ’ αυτά τα λόγια: «Όποιος ήπιε, θα πιει». Και μας απαντούσε: «Γιε μου, δί κιο ’χεις, ο Καμπί θα πιει ώς ξεδιψάσει!» Όλη η χαρά όμως και όλη η έκσταση των νεανικών μου χρόνων οφείλονταν στο υπέροχο Μοναστήρι που την πόρτα του μου άνοιγε η κυρα-Λεμπέκ, η συ μπαθέστατη πορτιέρισσα, και όπου περιφερόμουνα όπου ήθελα. Όλη η ομορφιά της φύσης που μπερδεύεται με τα ερείπια, και του παρελθόντος που δ Μπλέκε ται με το παρόν, εκεί μου αποκαλύφτηκε. Ο κα θένας μας έχει στη ζωή του κάποιες συγκεκριμέ νες θεωρήσεις που διέπουν τις αισθητικές του συγκινήσεις. Εγώ, προσωπικά, δεν βρίσκω βα θιά μες στην ευαισθησία μου εικόνα πιο εκθαμ βωτική και πιο επιβλητική από κείνην των ερει πίων της Ζιμιέζ. Συνοδεύεται, άλλωστε, από την πιστή θύμηση κάποιων προσώπων που έμεναν εκεί: η πρεσβύτερη πρώτα-πρώτα, η κυρία Λεπέλ-Μουαντέ, που έπαιρνε στα παιδικά μου μάτια τη μορφή μιας ισχυρής κυρίας της αριστοκρατίας, και η νύφη της, που τη φωνάζαμε Κυρία Ερίκ, έμενε στο Ηγουμενείο, και που η μεγαλοπρέπειά της μ ’ έκανε να ντρέπομαι. Αργότερα, πολύ αργότερα σ’ ένα απ’ αυτά τα σχεδόν ετήσια προσκυνήματα που κάνω στη Ζιμιέζ, είχα την αδιακρισία ν’ απομακρυνθώ από τα ερείπια και ν’ ανέβω στο στενό μονοπάτι που οδηγεί στο Ηγουμενείο. Έφτασα στην άλλη πλευρά. Μια ηλικιωμένη κυ ρία, στο πλατύσκαλο, βόλευε σ’ ένα βάζο κάτι αποξηραμένα φυτά, απ’ αυτά που τα λέμε «λεφτά-του-πάπα».*1 Με κοίταξε. Σταμάτησα αρκετά αμήχανος και ετοιμαζόμουνα να συστηθώ όταν
εκείνη μουρμούρισε: «Α! ο μικρός Μορίς...». Εί χε πάνω από σαράντα χρόνια να με δει. Κι ένας Θεός ξέρει πόσο είχε αλλάξει ο μικρός Μορίς του παρελθόντος! Σ ’ ένα από τα μυθιστορήματά μου την Κόμησα Καλιόστρο, φαντάζομαι ότι ο Αρσέν Λουπέν ξέ ρει, από ένα παλιό έγγραφο, ότι τα φανταστικά πλούτη των καλόγερων του Μεσαίωνα υπάρχουν ακόμη, στοιβαγμένα κάπου. Αυτό το έγγραφο, που το κατέχει ο Αρσέν Λουπέν μετά από πολλούς άλλους, και που προκάλεσε στο πέρασμα του χρόνου τόσες άκαρπες έρευνες, έδινε κατά κάποιο τρόπο τη λύση του αινίγματος, το κλειδί του θησαυροφυλακίου. Πε ριείχε μια λέξη κρυμμένη γράμμα προς γράμμα μέσα σ’ άλλες λέξεις, και που ήταν η λέξη Αλκόρ - και εκτός αυτού, επτά σημεία διατεταγμένα, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ο Αρσέν Λουπέν τελικά κατάλαβε ότι τα επτά σημεία ήταν περίπου τοπο θετημένα όπως τα επτά αστέρια της «Μεγάλης Άρκτου», και έφτασε στο συμπέρασμα, βασιζό μενος σ’ ορισμένα σημάδια, πως τα επτά αστέρια αντιστοιχούν στα επτά κυριότερα Μοναστήρια της Περιοχής της Κο, και πως το πιο σημαντικό ήταν το Μοναστήρι της Ζιμιέζ. Όμως το άστρο της Ζιμιέζ έχει δίπλα του ακριβώς, ένα αστεράκι που οι Άραβες το ονόμα σαν Αλκόρ, δοκιμασία δηλαδή, και για το οποίο ισχυρίζονται ότι όποιος το βλέπει με γυμνό μάπι αποδεικνύει έτσι ότι έχει καλή όραση. Το Αλκόρ βρίσκεται Βορειοανατολικά από το αστέρι της Ζιμιέζ κι ακριβώς απέναντι του. Βορειοανατολι κά της Ζιμιέζ είναι το Μενίλ-σου-Ζιμιέζ, είναι το σπίτι της Ανιές Σορέλ, κι εκεί ακριβώς, σ’ ένα λι βάδι, κάτω από μια μεγάλη πέτρα βαθιά χωμένη μες στο χώμα, και που ο θρύλος τη λέει Πέτρα της Βασίλισσας, εκεί βρίσκουν το θησαυρό όλων των μοναστηριών. Συγχωρέστε αυτή την ανάμνηση, όπως κι όλες όσες επικαλούμαι σ’ αυτό το μεγάλο μου γράμ μα, αλλά μ’ ευχαρίστησε τόσο πολύ πόυ τις όιηγήθηκα στον εαυτό μου, όσο που τις διηγήθηκα ■ και σε σας. Ίσως και να σας ενδιαφέρουν, αφού η μητέρα σας έχει γεννηθεί σ’ ένα παλιό σπίτι της αγαπημένης μας χερσονήσου, και διαβεβαιώνοντάς σας για τα καλύτερα αισθήματά μου, υπογράφω όπως πολύ συχνά έκανα στο μητρώο της Ζιμιέζ. ΜΟΡΙΣ ΛΕΜΠΛΑΝ Ζιμιεζιανός πολίτης2 («Αρτίστ Νορμάν», αρ. τ. 8, Ιαν.-Φεβρ. 1933) (Σ.τ.Μ.) 1. La monnais-du-pape: δεν γνωρίζω την ονομασία του φυτου στα ελληνικά αν υπάρχει. 2. Στα λατινικά στο κείμενο: Ciuis Cremeticus.
76/αψιερωμα
Στάθης Βαλούκος
Ο Αρσέν Λ ουπέν στον κινηματογράφο Ένας Παρισινός αριστοκράτης, λάτρης της νυχτερινής ζωής, των καμπαρέ, της σαμπάνιας, ντυμένος πάντα μοντέρνα και κομψά, ψηλός, ευθυτενής, ευφυολόγος και χιουμορίστας με μια διαβολική λάμψη στα μάτια και ένα επικίν δυνο χόμπυ: Τα ακριβά κοσμήματα. νας άντρας που ζει στο εύθυμο Παρίσι των αρχών του αιώνα και του μεσοπολέμου, Ε φλερτάρει και κατακτά τις γυναίκες με τις οποίες έχει κάτι κοινό. Πιστεύει ότι τα διαμά ντια είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου. Ένας αριστοκράτης λωποδύτης που συχνάζει σε κοσμικές δεξιώσεις, απουσιάζει από την αίθου σα χορού για δυο λεπτά, κλέβει ένα ακριβό μπριγιάν, το τοποθετεί στη γραβάτα του σαν κό σμημα και επιστρέφει ήσυχος στη δεξίωση για να συνεχίσει τη διασκέδασή του. Ποιος θα υποπτευθεί το παραμικρό βλέποντας το μπριγιάν καρφωμένο τόσο επιδεικτικά πάνω στην καρφί τσα της γραβάτας ενός τζέντλεμαν; Και ακόμα ένας τζέντλεμαν που ασφαλώς έχει το θάρρος της υπογραφής του. Συμπεριφέρεται στα κοσμήματα όπως πρέπει
να συμπεριφέρεται κάποιος στις νεαρές και όμορφες κυρίες. Τα επισκέπτεται στο σπίτι τους τις μικρές ώρες, όταν απουσιάζει ο κύριος, και δε διστάζει ν’ απλώσει το χέρι του πάνω τους. Ύστερα, ίσως για να κάνει δυνατότερο το αί σθημα απώλειας για τον απατημένο σύζυγο, αφήνει φεύγοντας το επισκεπτήριό του: Αρσέν Λουπέν. Αν ο Στήβενσον με την ιστορία του Τζέκυλ και του Χάυντν, μας παρουσίασε τις δυο όψεις της ανθρώπινης φύσης μ’ έναν τραγικό τρόπο, ο Μωρίς Λεμπλάν, με λεπτές σατιρικές πινελιές, μας σκιτσάρισε τον ταυτόχρονα καλό και κακό λωποδύτη, εκφράζοντας το αιώνιο δισυπόστατο του αστού. Ναι! Ο Αρσέν Λουπέν είναι κλέφτης, αλλά όχι κοινός. Ό πω ς γράφει σ’ ένα κείμενό του ο ίδιος
αφιερωμα/77
Τα διαμάντια είναι ο καλύτερος φίλος των ανθρώπων
ο Λεμπλάν: «...είναι ένας ιδιότυπος αναρχικός που χτυπά το κεφάλαιο επειδή κατά τη γνώμη του δεν βρίσκεται σε χέρια ικανά να το χρησιμο ποιήσουν για το καλό της ανθρωπότητας...» (!!!). Γελοιοποιεί την αστυνομία, αλλά και συ νεργάζεται μαζί της όταν πρόκειται ν’ αντιμετω πίσει ανθρώπους του υποκόσμου. Ταπεινώνει τον αντίπαλό του επιθεωρητή Γκανιμάρ, αλλά και τον βοηθά να πάρει προαγωγές. Εξυψώνει το εθνικό φρόνημα κατατροπώνοντας τον μεγά λο Εγγλέζο ντετέκτιβ Χέρλοκ Σολμς, αλλά δε δι στάζει να κλέψει ακόμα και τη Μόνα Λίζα από το μουσείο του Λούβρου. Μια τέτοια προσωπικότητα δεν ήταν δυνατό vu μείνει ανεκμετάλλευτη από τον κινηματογρά φο. Μυστήριο, χιούμορ, δεξιώσεις, όμορφες - αν και κάπως αφελείς - γυναίκες, ανθρωποκυνηγη τά στις στέγες του Παρισιού, αστυνομικές ταπει νώσεις, είναι πανάρχαια συστατικά για επιτυχήμένες αστυνομικές κομεντί. δη από το 1917 η Vitagraph είχε ασχοληθεί με τον ήρωα του Λεμπλάν και ο Ερλ Γουίλιαμς ήταν ο πρώτος ηθοποιός που δάνεισε το πρόσωπό του στον Αρσέν Λουπέν. Όμως στη
Η
δεκαετία του ’30, δυο μεγάλοι γόητες της εποχής, ο Τζων Μπάρυμορ και ο Μέλβυν Ντάγκλας, έδωσαν δύο θαυμάσιες ερμηνείες στον ίδιο ρόλο, στις ταινίες του Τζακ Κόνγουέι Arsene Lupin (1932) και του Τζωρτζ Φιτζμόρις Arsene Lupin Returns (1938) αντίστοιχα. Η ανάλαφρη και διασκεδαστική σάτιρα και ο γρήγορος ρυθμός εξα σφάλισε μεγάλη εμπορική επιτυχία και στις δύο ταινίες (ιδιαίτερα στην πρώτη) και ενέπνευσε πολλούς παραπλήσιους χαρακτήρες λωποδυτών σε αρκετούς σκηνοθέτες. Θυμίζουμε τον Κάρυ Γκραντ στο Κυνήγι τον κλέφτη του ' Αλφρεντ Χίτσκοκ, μία ταινία παραπλήσιου ύφους που εκμε ταλλεύεται ιδιοφυώς τον αρχέτυπο ήρωα αν και δεν τον κατανομάζει, τον Ντέηβιντ Νίβεν στον Ροζ Πάνθηρα του Μπλέηκ Έντουαρντς και πολ λούς άλλους. Με λιγότερη επιτυχία συναντάμε τον Αρσέν Λουπέν στον γαλλικό κινηματογράφο. Ο Ρομπέρ Λαμουρέ ενσαρκώνει τον ήρωα το 1956 στην ται νία του Μπεκέρ Οι περιπέτειες του Αρσέν Λου πέν (Les Aventures d’ Arsene Lupin) και στη συ νέχεια την Υπογραφή Αρσέν Λουπέν (Signe Ar sene Lupin) το 1960. Σε αυτές τις ταινίες δίνεται περισσότερη έμφαση στο μυστήριο παρά στο χιούμορ και η γοητεία του γαλαντόμου διαρρή κτη εξατμίζεται, για να επανέλθει το 1962 στο περίφημο Αρσέν Λουπέν εναντίον Αρσέν Λουπέν του Εντουάρ Μολιναρό (Arsene Lupin contre Arsene Lupin) μια αρκετά διασκεδαστική αστυ νομική κωμωδία με τον Ζαν Κλωντ Μπριαλύ. Όμως ο ήρωας ήταν πια αρκετά γερασμένος και χρειαζόταν ένα καλό «λίφτινγκ» για να επι βιώσει στους γρήγορους ρυθμούς της δεκαετίας του ’60, στη δεκαετία των πυραύλων και της τε χνικής. Ο Αντρέ Υνεμπέλ αναζητώντας το θέμα μιας γρήγορης αστυνομικής κωμωδίας και έναν ήρωα προσαρμοσμένο στις εξελίξεις της τεχνικής δίστασε ανάμεσα στον Αρσέν Λουπέν και το κατοπτρικό του είδωλο στις φυλλάδες της γαλλικής αστυνομικής παραφιλολογίας, τον περίφημο Φα ντομά. Προτίμησε τον δεύτερο ενσωματώνοντάς του, όμως, πολλά στοιχεία του χαρακτήρα του Αρσέν Λουπέν, για να δημιουργήσει έτσι μία καινούρια σειρά ταινιών μ’ ένα νόθο ήρωα που προήλθε από τη διασταύρωση των δύο προηγου μένων. Σ’ αυτό το σημείο κλείνει ο «βιολογικός» κύ κλος του ήρωα του Λεμπλάν στην κινηματογρα φική του μορφή, του ανθρώπου με τα «εκατό πρόσωπα και τα χίλια ψευδώνυμα». Κλείνει αφήνοντας πίσω του μία μελαγχολία, αλλά και ένα χαμόγελο που εμφανίζεται κάθε φορά που βλέπουμε ένα ωραίο κόσμημα στο λαιμό μιας όμορφης γυναίκας. Στο κάτω-κάτω ο κινηματο γράφος ζωντανεύει τα όνειρά μας και ποιος δε θα ήθελε να είναι Αρσέν Λουπέν στην άγευστη καθημερινότητά του;
78/συνεντευξη
“Είμαστε ρωμαλέοι μαραθωνοδρόμοι. Μόνο που τρέχουμε στα κατσάβραχα” Η «Αναφορά περιπτώσεων» του Αλέξανδρου Σχινά επανεκδόθηκε πρόσφα τα σχεδόν τριπλασιαμένη. Η προηγούμενη έκδοση, το 1966, περιείχε κυρίως τα πεζογραφήματα της τρίτης ενότητας με τον τίτλο «Περιπτώσεις από το ελάχιστο ώς το τίποτα»: «Με κόκκινο φως», «Ενώπιον πολυβολητού» και «Η περίπτωση μηδέν». Το τελευταίο επιλέχτηκε το 1969 από τον Ζακ Λακαριέρ για την ανθολογία «Ecrivains grecs d’ aujourd’hui». «Το κόκκινο φως» και το «Ενώπιον πολυβολητού» εκδόθηκαν τον ίδιο χρόνο από τον δυτικογερμανικό οίκο Suhrkamp. Οι άλλες δυο ενότητες, «Περιπτώσεις κατασκευής κόσμων» και «Περιπτώσεις εμπλοκής του Εγώ μέσα στο Αλλο», περιλαμβάνουν πεζο γραφήματα που γράφτηκαν σε διαφορετικές περιόδους. Ο Αλέξανδρος Σχινάς, φωνή-σύμβολο του αγώνα κατά της δικτατορίας από την Ντόυτσε Βέλλε, στρατευμένος αντιφασίστας, δίνει από τις αρχές της με ταπολίτευσης τη δική του σκληρή μάχη στον στίβο του γλωσσικού. Μια επιλο γή σχετικών εκπομπών του από την Ντόυτσε Βέλλε κυκλοφόρησε το 1977 σε βιβλίο με τον ενδεικτικό τίτλο «Πριν από την υφαλοκρηπίδα - για την υπερά σπιση της Ελληνικής εγκεφαλοκρηπίδας» και τον σαφέστατο υπότιτλο: «Ενα ντίον του σκοταδιστικού ψευτοδημοτικισμού», της πατροπαράδοτης θρησκοιψίας, σοβινιστικότητας και αντιδραστικότητας, δηλαδή της υπαναπτυξιακό^ας της παιδείας μας. Τη συνέντευξη π η ρ ε ,ο ^ ιά μ π η ς Καβροχωρι|ανός
ΕΚΕΙΝΗ η «με ; ' ούντα» δεν καταπολεμήθη κε ακόμα. Ο αυθε. ός αγώνας εναντίον της θα έπρεπε να αρχίσει ν.. σχύτερο με την καλλιέρ γεια της γλώσσας και ι. ί: ;εοος, στα πλαίσια μιας ριζικά εκσυγχρονισμέ. ' Λείας, για να οδηγήσει σε μια διαυγή αυτ· σι κοσμο-
γνωσία του λαού μας και σε εξύψωση του πολιτι στικού μας επιπέδου. Πώς θα επιτευχθεί αυτό μέσω της γλώσσας;
Ο ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ της γλώσσας συνδέεται με
σ υ νεντευξη/79 τη διερεύνηση και την εμβάθυνση της σκέψεως. Και αυτά τα δυο συνεπιφέρουν αυτόματα το ανέβασμα του πολιτιστικού επιπέδου. Με μια πρωτόγονη και άχαρη γλώσσα όπως αυτή η νεοψυχαρική είναι βέβαια αδύνατο,να επιτευχθεί ένα τέτοιο ανέβασμα. Κύριε Σχινά, παρατηρούμε πράγματι τα τελευ ταία χρόνια μια συρρίκνωση της γλώσσας. Έχει φτάσει σε ανησυχητικό βαθμό;
Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ υπήρξε απ’ αρχής και θεωρώ εν δεικτικό το ότι βρέθηκε ένας άνθρωπος, εννοώ τον εαυτό μου, που χωρίς να είναι ούτε επαγγελματίας γλωσσολόγος, ούτε να έχει εντοπίσει τα ενδιαφέροντά του αποκλειστικά στο γλωσσικό, άρχισε πρώτος αυτή την εκστρατεία. Ήδη τότε είχα κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου ως προς μια εξέλιξη που αρχίζει να συνηδειτοποιείται ευ ρύτερα σήμερα. Αν προχωρήσουμε έτσι, θα γίνει πολύ επιβλαβέστερη για το έθνος μας σε λίγα χρόνια. Βλέπετε οι εξελίξεις δεν πάνε πια με δε καετίες. Στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο υπήρχε μια τρέχουσα γλώσσα, το γλωσσικό ζή τημα δεν ήταν φυσικά το κυριότερο. Είχαμε έναν εμφύλιο, μια τσακισμένη αριστερά, ένα γε νικό πολιτικό βραχυκύκλωμα, μια σειρά από αντιδραστικές κυβερνήσεις, βία και νοθεία. Κυ ριαρχούσαν άλλα θέματα, προπαντός το Κυ πριακό και παράλληλα τα αναφυόμενα νέα κοι νωνικά, οικονομικά και όσα όλα δομικά εντέλει προβλήματα. Το γλωσσικό άλλωστε άρχισε να διευθετείται από τότε αυτόματα για πολλούς από τις γλώσσες των χωρών όπου μεταναστεύσα νε! Αναδύθηκε πάλι από την σύμπτωση της ψευτοκαθαρευουσιάνικης γελοιότητας της χούντας. Επειδή εκείνοι οι καραβανάδες μιλούσαν μια βλμχοδημαρχική με την οποία και ο λαός ακόμα διασκέδαζε, αποφασίζει μετά μια δεξιά κυβέρ νηση, βεβαρημένη μεν με παλιές ενοχές έναντι του λαού, αλλά κάπως αποκεκαθαρμένη πια κα τά τον βαθμό που δεν συνδέθηκε με τη χούντα, να επαναφέρει ατόφια την φασιστοειδή τριανταφυλλιδική του Μεταξά και αυτό σαν ένδειξη της προοδευτικότητάς της, εκμεταλλευόμενη εκείνη τη στιγμή ένα- αντιχουντικό ανακλαστικό της λαϊκής επιδερμίδας. Έτσι έχουμε το επίσης γε λοίο φαινόμενο να ανασύρονται κάποιοι σκυθόγλωσσοι παλιομοδίτικοι τυπολάτρες από την μούχλα του τριανταφυλλιδικού μαυσωλείου για να μας επιβάλουν και πάλι την τεταρτοαυγουστιανή γραμματική και να διαστρέφουν επίσημα τον τρόπο της ομιλίας, δηλαδή του σκέπτεσθαι ολόκληρου του λαού και, ό,τι το εγκληματικότερο, κυρίως των νέων γενεών. Έχουμε όμως και το οδυνηρό φαινόμενο των τότε αντιπολιτευτι κών χειροκροτημάτων. Η προοδευτική παράτα ξη που άκουγε σαν να ’βγαίνε από το φιμωμένο στόμα της και τη δική μου μακρινή φωνή μες
στην επταετία με άφησε μόνο μου όταν σ’ εκείνη την κρίσιμη πρώτη μεταπολιτευτική φάση αγωνι ζόμουν εμπρός στο μικρόφωνο για το γλωσσικό, δηλαδή για το διανοητικό, του λαού μας. Εκεί νες οι εκπομπές μου σημείωσαν σίγουρα ένα ρε κόρ επιμονής στα ραδιοφωνικά χρονικά: ένας, ελεύθερος συνεργάτης που επανέρχεται κ ά θ : βδομάδα επί ενάμισι χρόνο στο ίδιο θέμα. Απ '’ μια πρώτη επιλογή βγήκε το γνωσΐό σας βιβλ, για την «εγκεφαλοκρηπίδα» - μια τεχνητή λέ: που συμβόλιζε κάτι για μένα σημαντικότερο ο j την υφαλοκρηπίδα. Κύριε Σχινά σήμερα είστε στρατευμένος;
Ο ΒΑΘΜΟΣ και το είδος στρατεύσεως αντιστ χούν κάθε φορά στις συνθήκες και τις ανσγ ι Τότε υπήρχαν άγριες συνθήκες στον τόπο ι και η ανάγκη ήταν άμεση και επιτακτική. * αναλογία όφειλε να είναι και η στράτευση r νη και αρκετά μονοδιάστατη, όπως η τρι ενός βέλους που σκόπευε κατ’ ευθείαν από εξωτερικό, όπου βρισκόμουν, στην καρδιά χούντας. Τώρα που μεταπέσαμε σ’ ένα περίερ δίκτυο εχθρικών, φιλικών και ουδέτερων κατ στάσεων, η στράτευση αναπροσαρμόζεται κι ' εντοπίζεται κατά καιρούς σε ορισμένα θέματα, όπως ύστερα από την μεταπολίτευση η στράτευ σή μου υπέρ της ελληνικής γλώσσας. Τέτοιες αναπροσαρμογές όμως επισημαίνονται μόνο στην επιφάνεια. Κατά βάθος η στράτευσή μου είναι ενιαία και διέπεται από το όραμα ενός αυ ριανού, όχι μόνο εξωτερικά, αλλά και εσωτερικά απελευθερωμένου ελληνικού λαού. Πώς εννοείται αυτά τα δυο είδη απελευθέρω σης;
Εξωτερική απελευθέρωση σήμαινε για μένα στην επταετία όσο γίνονταν ταχύτερη και με κάθε άμεσο αντιστασιακό τρόπο αποτίναξη του χου ντικού ζυγού. Σήμερα σημαίνει σταδιακή και με κάθε δημοκρατικό αγωνιστικό τρόπο απελευθέ ρωση από κάθε κοινωνική αδικία και οικονομι κή εκμετάλλευση. Ένας αγώνας όμως για κάθε είδους εξωτερική απελευθέρωση δεν είναι ού ε γνήσιος ούτε αποτελεσματικός αν δεν κατατείνει παράλληλα και στην εσωτερική μας απελευθέρω ση. Στην επταετία είχα τονίσει επανειλημμένως από το μικρόφωνο πως ο εχθρός δεν ήταν μόνο μια προσωρινή χαμαιλεοντική χούντα, αλλά και εκείνη η προαιώνια και αναλλοίωτη «μεγάλη χούντα» που βρίσκεται μες στον καθένα μας. Ο Παπαδόπουλος και ο Παττακός, όπως το είχα διατυπώσει κάποτε, ήταν εντέλει οι συνεπέστε ροι εφαρμοστές. Με δεδομένα τα γλωσσικά προβλήματα που θέ σατε, πού βλέπετε να οδηγείται το «εκφράζεσθαι» του Έλληνα και η σκέφη τον στο μέλ-
80/συνεντευξη ΑΝ η εξέλιξη αυτή συνεχιστεί θα έχει και από καθαρά τεχνικές και πρακτικές απόψεις ένα σε ιστορική κλίμακα αρνητικό αποτέλεσμα: Μια απίσχναση του λεξιλόγιου που θα συνεπιφέρει μια αντίστοιχη αποδυνάμωση της σκέψεως. Δεν είναι μόνο η κατακρεούργηση του λεξιλόγιου αλ λά και η κακοποίηση των υπολειμμάτων του. Ό ταν οι λέξεις χάνουν τις ρίζες τους παύουν σιγά-σιγά να είναι λέξεις και γίνονται θόρυβοι. Έχουμε ήδή δυσανάλογα πολλά αυθαίρετα κα τασκευάσματα, μερικά τους μάλιστα ομόηχα αλ λά διαφορετικής σημασίας, τύπου «μπούρδα» και «μουρδουκλώνω», με τα οποία συνεννοείται ένα μεγάλο μέρος του λαού. Και κάθε τόσο του λείπουν κι αυτά και καταφεύγει στο «πωστολένε», το «μαραφέτι», το «διαόλι» για να ονοματί σει τον κόσμο του. Η σκέψη δηλαδή στους λίγους και το υποκατά στατο της γλώσσας στο λαό.
ΣΤΗ σημερινή φάση: δυστυχώς ναι. Και θα ’πρεπε να γίνει κάποτε και εδώ μια στατιστική εξακρίβωση των εκφραστικών δυνατοτήτων του λαού, αλλά με αληθινά επιστημονικές, εργαστη ριακές, μοντέρνες μεθόδους. Θα απέληγε ασφα^ λώς σε αφυπνιστικές διαπιστώσεις. Εγώ έκανα κάποτε ένα τεστ με συμπατριώτες μας στη Γερ μανία. Τους παρακάλεσα να μου περιγράφουν μια στατική εικόνα και μια άλλη με κίνηση. Το τι βγήκε είναι απίθανο. Τι να σου κάνουν όμως οι άνθρωποι με την παιδεία που τους δόθηκε. Ξέ ρετε ποια θεωρούνται σημαντικότερα θέματα εκ θέσεων ιδεών στα δυτικογερμανικά σχολεία; Εί ναι του τύπου: Περιγραφή ενός τρίφτη του τυ ριού έτσι ώστε εκείνος που διαβάζει το κείμενό σας να μπορεί να το. κατασκευάσει όσο γίνεται πιο όμοιο. Τι λεξιλόγιο, τι παρατηρητικότητα, τι διανοητική οργάνωση προϋποθέτει κάτι τέτοιο! Η παιδεία μας θα έκανε ένα αποφασιστικό βήμα προς την Ευρώπη από τη στιγμή που θα συνελάμβανε ότι μια τέτοια έκθεση είναι πολύ εθνωφελέστερη από μια άλλη με θέμα την 25η Μαρ-
έγινε στις αρχές του 19ου αιώνα από τους Φιλέλ ληνες, που αγνόησαν την κοινωνική διάσταση του Εικοσιένα και το παρανόησαν ως νεκρανά σταση του Περικλή. Έτσι κατάφεραν να κάνουν κι εμάς του ίδιους φιλέλληνες. Κι αυτό κατέληξε σε ένα τελείως άχρηστο και βλαπτικό σοβινισμό. Δεν αρκεί άραγε να είμαστε ένας ομογάλακτος και περίπου ομόαιμος με τους γείτονές μας βαλ κανικός λαός, και μάλιστα με το πολύτιμο προ νόμιο της δυνατότητας να καλλιεργήσουμε και να αξιοποιήσουμε σωστά τη νεότερη μορφή μιας από τις αρχαιότερες και πλουσιότερες γλώσσες του κόσμου; Νά όμως που η ιδεοληπτικότητά μας περιπλέκεται ακόμη περισσότερο. Προγονο λατρεία από τη μια και από την άλλη μαλλιαρίστικη μόλυνση της αρχαίας λεξιλογικής μας πη γής σε συνδυασμό με ξέφρενη μπουζουκικότητα και τεχνητά εξωθημένο λαϊκισμό. Αναζήτηση μιας πλασματικής «ταυτότητας» στην Ανατολία και μιας πολύ συγκεκριμένης ευημερίας στη Δύ ση. Πώς βλέπει σήμερα η Ευρώπη το πνευματικό πρόσωπο της Ελλάδας;
ΔΕΝ το πολυβλέπει. Ο Ευρωπαίος είναι εντέλει πάντα τουρίστας ως προς την Ελλάδα είτε έρχε ται εδώ είτε μένει στη χώρα του. Κάποια φολ κλορικά μας βέβαια τον διασκεδάζουν. Αλλά όταν συζητείται σοβαρά κάτι έξω, δεν αναμένε ται καμιά ισότιμη ανταλλαγή μ’ εμάς. Βρισκόμαστε δηλαδή πολύ πίσω ακόμα;
ΓΙΑ την ώρα ούτε καν αυτό. Πίσω βρίσκονται οι ασθενέστεροι δρομείς. Εμείς είμαστε ρωμαλέοι μαραθωνοδρόμοι. Μόνο που τρέχουμε αποκομ μένοι από τους άλλους στα κατσάβραχα. Η σύ γκριση θα αρχίσει να γίνεται όταν μπούμε κι εμείς στο ευρωπαϊκό στάδιο. Ας μεταφέρουμε και τη συζήτησή μας τώρα σ’ ένα άλλο στάδιο: Το λογοτεχνικό.
ΔΕΝ νομίζω ότι είναι άλλο. Για μένα η πρωινή συζήτηση με τον περιπτερούχο της γειτονιάς μου, οι εκπομπές ή οι όποιες λίγο-πολύ εφήμερες Μετά τη γλώσσα και την παιδεία, ας μιλήσου δημοσιεύσεις μου κα η λογοτεχνική μου, κατά με τώρα και για την αυτογνωσία και την κο- καιρούς, εργασία βρίσκονται σε μια ενιαία σμογνωσία του Έλληνα και για την πολιτιστι γραμμή. κή μας κατάσταση σήμερα. ΤΕΡΑΣΤΙΑ θέματα κι αυτά. Πολύ συνοπτικά Μόνο που η λογοτεχνική προέκταση αυτής της και πάλι, με ελάχιστα παραδείγματα. Το κυριόγραμμής γίνεται μαιανδρική και πολύπλοκη. τερο χαρακτηριστικό της αυτογνωσίας μας Αεν νομίζω ότι θα αναφέρατε σαν περίπτωση προέρχεται επίσης από την παιδεία: Η πεποίθη στην «Αναφορά περιπτώσεων» μια συζήτηση σή μας ότι είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλή με τον περιπτεριούχο σας. Αεν κάνετε ρεαλισμό ούτε λογοτεχνία του ντοκουμέντου. νων. Αυτό δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένο, αλ λά και αν θα αποδεικνυόταν ότι τρέχει στις φλέ ΚΙ ΟΜΩΣ αυτό κάνω, σε μια ευρύτερη έννοια, βες μας 5 ή 10% από το λεγόμενο αίμα - τι ρα με τον τρόπο μου. Ό ταν μου περιγράφει πώς τσιστική έννοια! - εκείνων των αρχαίων δεν έχει σχεδιάζει να περάσει τις διακοπές του ή μου για μας καμιά σημασία. Αυτή η μετάγγιση μας εξομολογείται τι σκόπευε να κάνει στα νιάτα του
συνεντευξη/81 και δεν το κατάφερε, τον βλέπω αμέσως σαν κα τασκευαστή κόσμων και... Και τον εντάσσετε στις εισαγωγικές σελίδες της πρώτης ενότητας με τον τίτλο «Περιπτώσεις κατασκευής κόσμων».
ΑΚΡΙΒΩΣ. - Διαβάζοντάς τες είχα μια μεταφυσική αίσθη ση, διατηρώντας συγχρόνως ένα χαμόγελο.
- ΧΑΙΡΟΜΑΙ ιδιαίτερα γι’, αυτό το χαμόγελο. Έχω την εντύπωση πως τέτοιου είδους κείμενα αντιμετωπίζονται από πολλούς με σαστισμένη επιφυλακτικότητα και από κάποιους μάλιστα με μοχθηρή σοβαροφάνεια. Σ’ αυτές τις λίγες σελί δες που αναφέρατε δοκιμάζεται εντέλει ένα εκI φραστικό και διανοητικό παιχνίδι. Το λεγόμενο | «θέμα» δεν είναι τίποτε περισσότερο από το ότι | τα δημιουργήματα της φαντασίας των λογοτεj χνών δεν διαφέρουν καθόλου από εκείνα όλων !των άλλων. Μόνο που αυτά αποθανατίζονται, ί ενώ όλα τα υπόλοιπα πάνε χαμένα. Αν αυτό το ] έγραφα απλώς έτσι, δεν θα έκανα τέχνη ή τουλά χιστον το είδος της τέχνης που θέλησα να κάνω
σ’ αυτή τη φαινομενική εισαγωγή - έτσι για κέ φι, δικό μου και όσων θα το μοιράζονταν μαζί μου. Αλλά και σαν προειδοποίηση ίσως για όσους δεν διασκεδάζουν με «τέτοια». Εμφανίζε ται λοιπόν εκεί μια ανθρωπότητα όπου οι πάντες, φανταζόμενοι τα πάντα, έχουν συνειδητο ποιήσει ότι είναι κατασκευαστές κόσμων, και δεν κάνουν άλλη δουλειά από το να ασχολούνται με διαδικασίες και μεθόδους της κοσμοπαραγω γής. Για να τονισθεί μάλιστα η τεχνητότητα αυτής της εικόνας αναφέρονται και κάποιοι που φθάνουν μέχρι παραλογισμού: που θέλουν να μάθουν π.χ. πώς έγινε η κοσμογονία για να τη μιμηθούν ή που αποθαρρύνονται τελείως αναλογιζόμενοι την απειρία των δυνατών κόσμων. Όλη αυτή η εικόνα σχηματίζεται σαν σε μια στροφή καλειδοσκόπιου. Ανάλογες στροφές δο- I κιμάζονται και στα άλλα κομμάτια αυτής της j πρώτης ενότητας και των δυο άλλων. Α ς πούμε κάτι γι’ αυτά.
ΟΣΑ θέλετε. Αλλά από δω και πέρα οφ δε ρέ- : κορντ. Για να μην απαλλοτριώσουμε όλες τις σε- | λίδες του περιοδικού που μας φιλοξενεί.
Γ. Π. Σαβββης ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΟΤ ΚΑΡΤΩΤΑΚΗ Κείμενα 1966-88 Ό τόμος αύτός αποτελεί τό πρώτο βι βλίο μιας νέας σειράς των Εκδόσεων ΝΕΦΕΛΗ μέ θέματα έλληνικής λογοτε χνίας καί φιλολογίας, πού διευθύνει ό κα θηγητής Γ.Π . Σαββίδης. Περιλαμβάνει, τίς εργασίες του Γ .Π . Σαββίδη γιά τόν Κ.Γ. Καρυωτάκη πού δημοσιεύθηκαν από τό 1966 έως τό 1988, χωρίς νά λά βουν αύτοτελή έκδοτική μορφή: μικρά φιλολογικά μελετήματα, ομιλίες καί κρι τικά άρθρα, πλαισιωμένα άπό άνέκδοτα ή άγνωστα κείμενα. 'Ένα βιβλίο πού θά συμβάλλει στήν πληρέστερη μελέτη του θέματος Καρυωτάκης.
ΝΕΦΕΛΗ
ΙΑΒΑΖΩ ε
jt ι λ
πολιτική επιστήμη και πρακτική ν~ΓΛ ΑΝΑΡΕΑ ΑΝΔΡΙΑΝΟΠΟΥΑΟΥ: Ο θρίαμβος τον Δημοκρατικού ^ Καπιταλισμού. Αθήνα, L i b r o , 1989. Σελ. 216.
Ανδρέας Ανδριανόπουλος με μια γλώσσα απλή και κατανοη τή, που δεν χάνει όμως την ακαδημαϊκή της βαρύτητα, πα ρουσιάζει ένα βιβλίο για μη φανατικούς, αλλά όχι και για αδιά φορους. Συνδυάζοντας την πολιτική επιστήμη με την πολιτική πρακτική εκθέτει όλες τις ιδέες και απόψεις για την κοινωνική πο ρεία της Ευρώπης και για την εξέλιξη των ιδεολογιών και των πο λιτικών κινημάτων. Στην εργασία του «Ο θρίαμβος του Δημοκρατικού Καπιταλι σμού», ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος παραθέτει τις απόψεις τόσο πειστικά ώστε κάποιος που δεν συμφωνεί μαζί του να αναζητά με δυσκολία απαντήσεις στους προβληματισμούς που θέτει ο συγγραφέας. Στην πολύ ενδιαφέρουσα εισαγωγή του, όπου θέτει το ερώτημα αν έχουν χρεοκοπήσει οι ιδεολογίες γράφει: «Οι πλατείες γεμίζουν από τα ξεδιπλωμένα λάβαρα των κομμάτων. Οι ιαχές των οπαδών πλημμυρίζουν τον αέρα με το μεθυσμένο μήνυμα ενός πανηγυριού. Οι πολιτικοί αρχηγοί εκτοξεύουν φραστικούς αφορισμούς καταδι κάζοντας το παρελθόν και τις πράξεις των αντιπάλων τους, ενώ την ίδια στιγμή ξετυλίγουν το μεγαλείο των δικών τους μελλοντι κών σχεδίων κι υποσχέσεων. Οι προεκλογικές περίοδοι αποτελούν συνήθως την πιο κρίσιμη στιγμή της δημοκρατίας. Γιατί εκεί συ ναντιούνται οι προσδοκίες για το καλύτερο και οι απογοητεύσεις για τις εγκαταλειμμένες ελπίδες...».
Ο
τη συνέχεια ασχολείται με τις ιδεολογικές διακηρύξεις και πρακτικές εφαρμογές και τονίζει πως «...οι ενδεχόμενες, κατά Σ συνέπεια, μετεκλογικές απογοητεύσεις χρεώνονται και στις ιδεο λογίες που πριν από τις εκλογές χρωμάτιζαν με έντονα αισιόδοξες πινελιές τις μελλοντικές εξελίξεις...». Στην ίδια εισαγωγή ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος κάνει μια ση μαντική αναφορά στην ανησυχητική παρεμβολή του δημοσίου στην καθημερινή πολιτική ζωή, καθώς και στην ελληνική γραφειο κρατία: «Η αίσθηση είναι πως το κράτος έχει μεγαλώσει υπερβο λικά. Πως έχει πάψει ουσιαστικά να δουλεύει για το κοινωνικό σύνολο για το οποίο και φτιάχτηκε. Στόχοι του είναι το άπλωμα της δύναμής του και η εξασφάλιση των στελεχών του. Παρεμβαίνοντας ανάμεσα σε κάθε πολιτική εξουσία και στο λαό επιβάλλει
πο%
τικη
οδηγος/83 τη δική του συλλογιστική και τις δικές του προτεραιότητες. Προκαλώντας δυσβάστακτες δαπάνες, που καταπιέζουν κυρίως τα λαϊκότερα στρώματα της κοινωνίας, το δημόσιο αυξάνει τη δύνα μή του εξαντλώντας ταυτόχρονα την κοινωνία κι αφαιρώντας της κάθε αναπτυξιακή δυνατότητα. Και προοπτική...». το Πρώτο και Δεύτερο Κεφάλαιο της εργασίας του ο Ανδρέας Σ Ανδριανόπουλος αναλύει τον πολιτικό ρόλο του χριστιανι σμού, την πολιτική του διάσταση και την πολιτική επιρροή του Παπισμού της Ρώμης. Αναφέρεται στα Μεσσιανικά Κινήματα του Μεσαίωνα, στις επιπτώσεις της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης, στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και στον Καλβινισμό και τέλος στις διαφορετικές εξελίξεις στη Βόρεια και Νότια Ευρώπη. Η διαρθρωτική αναδιάταξη της Κοινωνίας και ο μαρξισμός απασχολούν το συγγραφέα του βιβλίου «Ο θρίαμβος του Δημο κρατικού Καπιταλισμού», στο τρίτο κεφάλαιο όπου ξεκινά μια προσπάθεια για μια συνοπτική και όσο το δυνατόν πιο απλή πα ρουσίαση των βασικών αρχών και κατευθύνσεων του μαρξισμού και μια περιγραφή των σταδίων του μαρξισμού που πέρασε για να φθάσει στην τελική του μορφή. Ο μετά Μαρξ μαρξισμός και οι εξελίξεις στην Ευρώπη είναι η θεματική του τέταρτου κεφαλαίου της εργασίας, όπου και γίνεται αναφορά στον Λένιν και στις πρώτες αναπροσαρμογές της θεω ρίας, στις προσθήκες του λενισμού στο μαρξισμό, στο δυτικό μαρ ξισμό και στην αμφισβήτηση του σοβιετικού προτύπου, για να ολοκληρώσει ο Ανδρ. Ανδριανόπουλος το κεφάλαιο αυτό με μια ανάλυση της Σχολής της Φραγκφούρτης, της Νέας Αριστερός και των νέων ευρωπαϊκών δεδομένων. Εδώ ο συγγραφέας κάνει μια διεισδυτική ανάλυση για τις μετά το Μαρξ εξελίξεις. Η μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική συναίνεση και η παρακμή του κρατικού παρεμβατισμού είναι το επόμενο κεφάλαιο (πέμπτο) όπου αναλύεται η κάμψη της επιρροής του μαρξισμόύ στην Ευρώ πη. Την ίδια περίοδο που οι ιδέες του Κέυνς, γράφει ο Ανδρ. Ανδριανόπουλος, άρχισαν να επηρεάζουν σοβαρά τη λήψη των οικο νομικών αποφάσεων στη Δύση, ο Πόπερ αμφισβητούσε ανοιχτά την εμπιστοσύνη της μαρξιστικής φιλοσοφίας κι άνοιξε στη θεω ρία το δρόμο για την κυριαρχία των ήπιων σοσιαλδημοκρατικών ιδεών, αλλά και για την αναγέννηση του φιλελευθερισμού.
Σ
υνεχίζοντας ο συγγραφέας να αναλύει τις απόψεις του με την ίδια πειστικότητα κι επιστημονική πληρότητα προχωρά στην παρουσίαση του Φρήντριχ Χάυεκ και των Αυστριακών οικονομο λόγων και στην ανάλυση της ελεύθερης οικονομίας της Αγοράς. Δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει κανείς με την αποκαλυπτικά διεισδυτική του ανάλυση για την κρατική γραφειοκρατία, ιδιαίτε ρα την ελληνική. Πιστεύοντας στην ανωτερότητα κι αποτελεσματικότητα των μηχανισμών της αγοράς, ο Ανδρ. Ανδριανόπουλος κάνει μια εκτενή αναφορά στο έργο του Μίλτον Φρήντμαν. Συνεχίζοντας τις αναλύσεις του ο συγγραφέας στο έκτο κεφά λαιο ασχολείται με την κατάργηση των κανονιστικών ρυθμίσεων, με τα κρατικά μονοπώλια και τις ιδιωτικοποιήσεις. Αναλύει επί σης τα Νέα Οικονομικά και το «ελάχιστο κράτος» του Ρόμπερτ Νότζικ, τους Φιλελευθεριστές και την οικονομική θεωρία της απο νομής της δικαιοσύνης. Το κεφάλαιο αυτό κλείνει μια ιδιαίτερα διεισδυτική ανάλυση της ηθικής ανωτερότητας του καπιταλισμού και της ηθικοκοινωνικής διάστασης της ελεύθερης επιλογής.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
0 ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ
LIBRO
84/οδηγος
Σ
τον επίλογο του βιβλίου του ο Ανδρ. Ανδριανόπουλος με τον γνωστό τολμηρό του τρόπο χαράζει την πορεία της νέας φιλελεύθερης συναίνεσης προς το μέλλον υποστηρίζοντας πως οι σοβαρότερες πολιτικές συζητήσεις ανάμεσα σε θεωρητικούς της πολιτικής και οικονομικής ζωής δεν επικεντρώνονται στις διαφο ρές ανάμεσα στο σοσιαλισμό και το φιλελευθερισμό, αλλά στο εί δος της φιλελεύθερης πολιτικής που θα μπορούσε να υιοθετηθεί για να λύσει σοβαρά προβλήματα σε Δύση και σε Ανατολή. Κατα φέρνει να διατηρήσει ως το τέλος αμείωτο το ενδιαφέρον του ανα γνώστη (μη φανατικού), αφού ο διεισδυτικός του λόγος επιφυλάσ σει αρκετές εκπλήξεις, όπως αυτή για την ανάπτυξη της υπανά πτυξης όπου παραθέτει νέες απόψεις για τη θεαματική οικονομική ανάπτυξη των τεσσάρων μικρών χωρών της Ασίας (Ταϊουάν, Χονγκ Κονγκ, Σιγκαπούρη και Νότια Κορέα). Η ουσιαστική εξή γηση αυτού του φαινομένου κατά τον Ανδρέα Ανδριανόπουλο βρίσκεται «στην κυριαρχία εκείνων των πολιτικών θέσεων και αξιών που μπορούν να δώσουν κάποια επαρκή εξήγηση για τον παρεμβατισμό του κράτους που έχει σαν στόχο σε αυτές τις χώρες όχι την ανάπτυξη μέσω της κατανομής του πλούτου, αλλά τη δη μιουργία πλούτου μέσω της ενίσχυσης με κάθε τρόπο των ιδιωτών επιχειρηματιών». Το βιβλίο του Ανδρέα Ανδριανόπουλου ανεξάρτητα από πολι τικές απόψεις είναι μια πηγή γνώσης χρήσιμη τόσο γι’ αυτούς που συμφωνούν με τις απόψεις του, όσο και γι’ αυτούς που διαφω νούν. Ο συγγραφέας του φαίνεται να έχει μελετήσει πολύ καλά τον αντίπαλό του πριν ασκήσει με οξυδέρκεια την κριτική του. ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ
στη σκιά της “μεγάλης” φιλοσοφίας ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΒΕΪΚΟΥ: Τα είδωλα του θεάτρου: Δοκίμιο φιλοσοψικής κριτικής. Αθήνα, 1988. Σελ. 170
Ένα βιβλίο υπέρ ή «εναντίον της φιλοσοφίας»; ο πρόσφατο δοκίμιο του Θεόφιλου Βέικου βρέθηκε στα χέρια Τ μου αμέσως μετά την επιστροφή μου από το τελευταίο παγκό σμιο συνέδριο φιλοσοφίας, το ισχνότερο και πιο υποτονικό των τελευταίων ετών. Με ζωηρή ακόμη την ηχώ του ανελέητου βρεταννικού Τύπου για τη «σύναξη των διανοιών» που σκιαμαχούσε για αναγνώριση στρατευμένη σε μια γοητευτική αλλά «άχρηστη και χαμένη» υπόθεση, τα ρητορικά ερωτήματα που ανοίγουν τον πρό λογό του μου φάνηκαν εξωχρονικά και εξωτοπικά: «Ποιος φοβά ται τη φιλοσοφία; Ποιος νιώθει δέος ή τρόμο μπροστά στις μεγά λες ιδέες, θεωρίες και συστήματα, τα είδωλά της;» Πραγματικά, μολονότι η εντελώς πρόσφατη τραγωδία των «Σα τανικών στίχων» έδειξε πως ακόμη κάποιοι φοβούνται κάποιες ιδέες για κάποιους λόγους, κανείς πια δε φαίνεται να φοβάται τη φιλοσοφία. Μεγάλες ιδέες ούτε αναμένονταν ούτε ακούστηκαν στην τελευταία πανηγυρική σύναξη. Κάποιες πιο μεγαλόπνοες «θεωρίες» αντιμετωπίστηκαν με επιφύλαξη, ενώ ταπεινότερες, πιο συνεσταλμένες, προσεγγίσεις κουβεντιάστηκαν χαμηλόφωνα. Όσο
"%
Tes
οδηγος/85 για τα φιλοσοφικά συστήματα, τα «είδωλα» της μεγάλης φιλοσο φίας, ελάχιστα πιστώθηκαν με κάποιο φιλοσοφικό ακόμη ενδια φέρον. Στα περισσότερα αναγνωρίστηκε ένα ενδιαφέρον καθαρά ιστορικό, ενώ τα πιο εντυπωσιακά πράγματι «κείτονται σε ερεί πια» ή «είναι κλεισμένα σε μουσεία και μαυσωλεία», όπως με πόνο ίσως διαπιστώνει ο Βέικος. Οι πιο πιστοί εραστές της φιλοσοφίας σήμερα είναι περισσότερο από κάθε άλλη φορά νηφάλια παιδιά της γης. Έχουν επίγνωση των ορίων και των περιθωρίων τους και ίσως αρκούνται να τους παίρνουν στα σοβαρά είτε στην κριτική τους αναμέτρηση με την παράδοση είτε σε κάποιες δειλές προσπά θειες αναβίωσης λιγότερο φαντασμαγορικών περιοχών της και ιδίως στην καλλιέργεια νεόκοπων, λιγότερο «καθαρών» και φιλό δοξων αλλά ίσως πιο ζωτικών φιλοσοφικών κλάδων. Με έμπνευση, ευαισθησία, λογιοσύνη, κέφι αλλά και πόνο που κάποτε γίνεται χλευασμός, με νοσταλγία για κάποιο χαμένο παρά δεισο και ίσως με την απελπισία του ερωτευμένου που κάποτε «εί δε» καθαρά και νιώθει ηδονή να ξεγυμνώνει και να πληγώνει το είδωλό του, συνεχίζει και φτάνει ώς τις άκρες συνέπειές της ο Θεόφιλος Βέικος μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συζήτηση που άνοιξε εδώ και τέσσερες αιώνες ο Φράνσις Μπέικον. Ό πω ς είναι γνωστό, με την πεποίθηση που έδινε η ρωμαλέα επέλαση της επι στήμης στη χαραυγή των Νέων Καιρών, κατήγγειλε ο πρωτοπόρος της «μοντέρνας σκέψης» ανάμεσα στις λοιπές ατομικές, συλλογι κές και «αγοραίες» προκαταλήψεις τα παλαιότερα και σύγχρονό του μεγαλόπνοα φιλοσοφικά συστήματα, καθώς και πολλά «επι στημονικά» αξιώματα και έννοιες για παραχάραξη της πραγματι κότητας. Και τα χαρακτήρισε με μια παρομοίωση που έγινε κλασι κή «είδωλα του θεάτρου». Μολονότι απέδιδε σύμφωνα με το αι σιόδοξο πνεύμα της εποχής το διαστροφικό ρόλο του φιλοσοφικού καθρέφτη σε μεθοδολογικές αδυναμίες και ανεπάρκεια της λογι κής και ήλπιζε να λειτουργήσει η σωστή αποδεικτική μέθοδος και η επιστήμη ως πανάκεια για την αρρωστημένη διάθλαση, ωστόσο προφήτευε ότι «πολύ περισσότερα έργα του είδους αυτού θα συ ντεθούν στο μέλλον και με παρόμοιο τρόπο θα στηθούν παραστά σεις στη μεγάλη σκηνή του κόσμου». υτά τα νεότερα κυρίως μεγαλόσχημα θεατρικά έργα που φο βόταν ο Μπέικον παρά το «ευαγγέλιο» της επιστήμης που κήρυσσε, όπως μάλιστα κορυφώνονται με τον γερμανικό ιδεαλισμό στα συστήματα του Φίχτε και, του Χέγγελ, καταγγέλλει με ανάλογο πάθος, ίσως και με κάποιο αίσθημα ενοχής που κάποτε υπέκυψε στη μαγεία τους, ο Θεόφιλος Βέικος μέσα από ένα συγκλονιστικό «εκ βαθέων», αλλά με πολύ λιγότερη αισιοδοξία για το μέλλον της φιλοσοφίας, με ψύχραιμη αποδοχή τρυ τέλους της φαντασμαγορι κής φάσης της και ώριμη επίγνωση των περιθωρίων που απομέ νουν κάτω από τη σκιά της. Πιστός στα διδάγματα του εμπνευστή του - που δεν τον εξαιρεί πάντα από την κριτική του ματιά - δεν καταγίνεται με αναίρεση των αυθαιρεσιών της, γιατί «εδώ δεν έχουν θέση επιχειρήματα», αλλά με νηφάλια ανατομία του φαντά σματος της. Στα δικά του τα είδωλα έχουν ενσωματωθεί και τα λοιπά βακώνεια είδωλα της φυλής, του σπηλαίου και της αγοράς στις μάσκες κυρίως και τις πιο μύχιες προθέσεις των φιλοσόφων, εφόσον τόσο συλλογικές μυωπικές καταβολές όσο και ατομικές δυσπλασίες, εσωτερική αταξία και δυσαρμονία και προπαντός άπειρες καταχρήσεις της γλώσσας έχουν ανεπαίσθητα εμφυλοχωρήσει στον δογματικό θεωρησιακό στοχασμό που ενέχεται σε μια «παθολογική χρήση του λόγου». Κι αυτά από μια σκοπιά στο με ταίχμιο της μεταφιλοσοφίας και της μετακριτικής, της μαρξιστικής
Α
ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΣΙΑ-ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ με λέιζερ, 1,1 δρχ. η λέξη για βιβλία και 1,3 δρχ. για μικρά έντυπα. Από δισκέτα 0,6 δρχ. η λέ ξη. Καφετζής. Τηλ. 5909350.
86/οδηγος φιλοσοφικής κριτικής και της μεταμοντέρνας σκέψης και σύμφωνα με το πνεύμα της μορφωτικής φιλοσοφίας, σχολιάζοντας και επεκτείνοντας πολύ δημιουργικά την καταγγελία της «γυάλινης ου σίας» μεγάλου μέρους της παράδοσης που επιχείρησε ο Ρόρτυ με το συμβολισμό του «καθρέφτη της φύσης». Πιο συγκεκριμένα, μέσα από το εξαιρετικά ενδιαφέρον αυτό δοκίμιο που ήδη γνωρίζει δύο εκδόσεις, στη σκιά της μεγάλης φι λοσοφίας αναζητά ο γνωστός φιλόσοφος το νόημα της φιλοσοφίας κάπως ανορθόδοξα μέσα από την κριτική της, μια κριτική «ένδον» ίσως και αυτοκριτική, με φιλοσοφικές όμως προϋποθέσεις και κριτήρια. Πρόκειται για μια εργώδη προσπάθεια αποκρυπτογρά φησης του «πρωτογενούς» φιλοσοφικού λόγου, των καταβολών, των προθέσεων και των επιπτώσεών του μέσα από αδρά περι γράμματα «δρόμων, τόπων και τοπίων, ρευμάτων και βάλτων, υψωμάτων και κορυφών». Στόχο της μετακριτικής του αποτελεί κυρίως η συστηματική φιλοσοφία της παράδοσης με τις αξιώσεις της για ολική γνώση και απόλυτη αλήθεια και την κενοδοξία της αποκλειστικής επιβολής της, η θεωρησιακή ελιτίστική φιλοσοφία με το δυνάστη λόγο και «τη βούληση για αναγνώριση και κυριαρ χία» που στην ψευδαίσθηση μιας καθολικής ερμηνείας της πραγ ματικότητας, έστησε φανταχτερά θεατρικά έργα και μαζί με το «θάνατο του θεού» έφτασε στο τέλος της, όπως ανάγγειλαν «οι φι λόσοφοι της υποψίας». Καταγγέλλει δηλαδή ο συγγραφέας με κά ποια μονομέρεια και προκατάληψη την «περιπλοκότητα, υπερο ψία, φενάκη και πνευματική τυραννία» της ιδεαλιστικής κυρίως φιλοσοφίας, ξεγυμνώνοντάς την από τις μεταμφιέσεις της και βγά ζοντας από το πρόσωπό της τη μάσκα. Από την αμείλικτη (κάποτε ίσως αβασάνιστη) κριτική του εξαιρεί παλαιότερες αλλά κυρίως σύγχρονες μορφές κριτικής και μορφωτικής σκέψης, όπως ιδιαίτε ρα εκφράζονται μέσα από τη θεωρία της επιστήμης, τη γλωσσοα νάλυση, την ερμηνευτική, τον ποιητικό στοχασμό, κ.λπ., που ίσως δεν κάνουν φιλοσοφία, αλλά «ασκούν το φιλοσοφείν», ή κατά την πιο οικεία έκφραση του συγγραφέα «μιλούν φιλοσοφία», σ’ ένα διάλογο με τα κείμενα και με πέρασμα από τη θεωρία στην πράξη. ναγνωρίζει βέβαια και ο Βέικος ότι στην προσπάθεια να εξη γήσει τον κόσμο έχει η φιλοσοφία από καταβολής της «ανα πτύξει ορθολογική κριτική και επιχειρηματολογία... και έχει δώ σει μεθοδικά επεξεργασμένα και λαμπρά σχήματα στοχασμού». Με σκληρή γλώσσα, αλλά εύστοχα, αποκαλύπτει και τη φλυαρία, το βερμπαλισμό, τη μισαλλοδοξία, το δογματισμό, μ’ ένα λόγο «τα κακά» που επίσης προξένησε. Παραδέχεται πως «η διανοητική αυτή δραστηριότητα δεν επιδέχεται μια μονοσήμαντη θετική ή αρ νητική αξιολόγηση», χωρίς ωστόσο να την αποφεύγει πάντα με την κάπως επίπεδη, πανοραμική χαρτογράφηση του φιλοσοφικού τοπίου που αφήνει πολλά ανείπωτα. Και ίσως είναι βαρύς και ισοπεδωτικός ο λόγος ότι κατά τη μαρτυρία της ιστορίας του πο λιτισμού «η φιλοσοφία τελείωσε», όπως η κλασική όπερα, οι καθε δρικοί ναοί, κλπ., και ότι τώρα πια «προκύπτει το πρόβλημα της κατανόησής της». Η ολιστική συστηματική φιλοσοφία, η αναθεω ρητική μεταφυσική, η απεικονιστική γνωσιολογία κ.λπ., ασφαλώς τελείωσαν και είναι πράγματι αναιμικό και νόθο ό,τι σήμερα πα σχίζει να τις συντηρήσει. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τελείωσε σύμπασα η φιλοσοφία ούτε καν η περιγραφική μεταφυσική. Νέοι κλάδοι συνεχώς εμφανίζονται και καλή μουσική γράφεται και χτί ζονται και νέοι ναοί. Όσο θα υπάρχουν μικρά έστω, καθημερινά, ή μεγάλα, κάποτε οικουμενικά (καίτοι όχι ώς τώρα αυστηρώς φι λοσοφικά, αλλά ανέκαθεν ηθικά) διλήμματα και προβλήματα που
Α
ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ γερμανι κών, φιλόλογος, απόφοιτος πανεπιστημίου, παραδίδει μαθήματα σε αρχάριους και προχωρημένους. Τηλ. 41.74.898 απογεύματα
οδηγος/87 έχουν ανάγκη τουλάχιστον κάποια ανάλυση, αν δεν επιδέχονται λύση, η φιλοσοφία μαζί με την κριτική, κυρίως ως κριτική σκέψη θα επιβιώνει και θα αναβιώνει από την τέφρα της. Δεν είναι τυχαίο που την τελευταία εικοσαετία η εφαρμοσμένη φιλοσοφία και μάλιστα η εφαρμοσμένη ηθική επιβάλλεται δυναμι κά, με δυσπιστία όμως στη θεωρία και καταφυγή σε μέσου επιπέ δου (ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη) έννοιες-γέφυρες, όπως η δικαιοσύνη. Η φιλοσοφία σήμερα, πολύ πιο ανεπιτήδευτη και λι τή, κατεβαίνει για άλλη μια φορά από τον ουρανό στη γη και δια θέτει σε άξενους ώς πριν χώρους τα διανοητικά εργαλεία της, επενδύοντας όχι πια σε κυριαρχία και αναγνώριση αλλά σε λιγότερη ανθρώπινη δυστυχία. Και αν ακόμη «τα μεγάλα φιλοσοφικά προβλήματα δεν ξαναμπαίνουν πια και συνακόλουθα δεν υπάρχει ανάγκη να στήνονται θεωρίες», όπως επισημαίνει ο Βέικος, ακο λουθώντας ίσως τον Wittgenstein, όπως «ως διαδικασία επίλυσης προβλημάτων» η φιλοσοφία δεν έχει τελειώσει, γιατί στο προσκή νιο εμφανίζονται άλλα, όσο η ζωή γίνεται πιο περίπλοκη, η ιστο ρία πιο αδυσώπητη και η επιστήμη πιο τιτανική: προβλήματα λι γότερο αφηρημένα και καθολικά, δηλαδή όχι φιλοσοφικά με την παραδοσιακή έννοια, αλλά πολύ πιο καίρια και ζωτικά, ζητήματα «ζωής και θανάτου» που δε θα πάψουν να κάνουν έκκληση στον «δευτερογενή» έστω φιλοσοφικό λόγο. Γιατί «το φάρμακο για τη φαγούρα» είναι ζήτημα αν θα βρεθεί ποτέ. Αυτή «η σειρά από χα μένα στοιχήματα», που είναι κατά το συγγραφέα η φιλοσοφία, εί ναι οπωσδήποτε ατέρμονη, αφού εξάλλου, όπως σωστά σημειώνει, «το τέλος της φιλοσοφίας δεν σημαίνει [απαραίτητα] το τέλος του φιλοσοφείν», έστω κι αν πρόκειται πλέον για μια «φιλοσοφία κα θηγητών» και όχι φιλοσόφων - εμπόρων του απόλυτου με το μονο πώλιο της καθολικής γνώσης και της μόνης αλήθειας. Στις μέρες μας, πραγματικά, το «κοινωνικόμορφο» επικοινωνιακό μοντέλο που φαίνεται να προτείνει και ο συνάδελφος κερδίζει αναμφισβή τητα έδαφος, καθώς «προϋποθέτει λειτουργίες που μπορούν να ελέγχονται διϋποκειμενικά στα πλαίσια της όλης διαδικασίας της γνώσης που μπορεί να παρασταθεί με το διάλογο και όπου αντί για αλήθειες προβάλλονται «γνώμες κοινωνικά δικαιωμένες». Θεόφιλος Βέικος υποβάλλει δραματικά όλη την α-πορία και την αμηχανία κάποτε των δασκάλων φιλοσοφίας στην αγω νιώδη τους προσπάθεια να δικαιώσουν τον φιλοσοφικό λόγο μέσα από την ιστορία του, «σκάβοντας πολύ για να βρουν ελάχιστο χρυσό». Η μορφωτική διαδικασία όμως που κι αυτός προτείνει δεν συνίσταται τόσο στην ανακάλυψη λογικού κύρους με βάση την εσωτερική συνοχή, όσο στην αποκάλυψη του εσωτερικού αγώνα των φιλοσόφων να δοκιμαστεί ο λόγος τους στα μεγάλα, κάποτε αντινομικά, προβλήματα και να αναμετρηθεί με τη «φιλήσυχη» τά ση για μια «ανεξέταστη ζωή». Και ο αγώνας αυτός έχει αναπόφευ κτα υποβαθμιστεί στην πανοραμική αυτή χαρτογράφηση. Με τολ μηρές μεταφορές, ψήγματα καθαρής ποίησης, πικρή ειρωνεία και εύστοχες παρομοιώσεις δίνει ωστόσο ο Βέικος παραστατικά τη σταχτιά γεύση της ματαιότητας που καραδοκεί κάθε επισκόπηση μιας «συνοπτικής» ιστορίας της φιλοσοφίας. Πραγματικά, «καθώς περνούν ορμητικά οι φιλοσοφίες, η μια δίπλα στην άλλη, η μια με τά την άλλη ή ενάντια στην άλλη, η όλη πορεία μοιάζει σαν δονκι χωτική περιπέτεια». Και οπωσδήποτε, «αν η φιλοσοφία είχε περά σει απλά σαν διαδικασία δοκιμών... σήμερα θα βλέπαμε σίγουρα με πολλή συμπάθεια τις προσπάθειες αυτές». Θα ήταν όμως αυτό «η Φιλοσοφία»; Θα συνιστούσε το πνευματικό ανάστημα που ανα μετρήθηκε με τη θρησκεία, την επιστήμη, την πολιτική και την τέ-
W ΚΙΚΗ Δ Η Μ Ο ΥΛ Α Τ ο λ ίγ ο το υ κ ό σ μ ο υ
Ο
V__________________ V
88/οδηγος χνη και σφράγισε τον Δυτικό πολιτισμό; Αυτή η Φιλοσοφία, γέν νημα των τόπων και των καιρών, ύστερα από ένα λαμπρό ξεκίνη μα κι ένα φαντασμαγορικό μεσουράνημα οπωσδήποτε έχει πια δύ σει. Άφησε όμως στο μακρύ λυκόφως της μια πολύ μεγάλη σκιά κάτω από την οποία νομιμοποιείται η πολύ πιο ταπέινή και ίσως «πιο συμπαθητική» δουλειά που γίνεται σήμερα στ’ όνομά της. Στο «δαίμονα του μεσημεριού» της επιτυχημένης σταδιοδρομίας του, ύστερα από μια πλούσια συγκομιδή και στο χώρο της ιστο ρίας της μεγάλης Φιλοσοφίας, στα πλαίσια της φημολογούμενης από καιρό κρίσης της φιλοσοφίας και ίσως μέσα από μια υπαρξια κή αγωνία και επιστημονική μοναξιά, έγραφε ο γνωστός ιστορικός της φιλοσοφίας το δικό του «εκ βαθέων»: ένα βιβλίο γοητευτικό, έξυπνο, κατασταλαγμένο και συνάμα προκλητικό. Μπορεί να δια φωνεί κανείς σε πολλά, λ.χ. στο ότι ο μαρξισμός είναι σήμερα όσο ζωντανός τον θέλει ο συγγραφέας, να καταλογίζει κάποια μονομέ ρεια, ακόμη ανισότητα και ίσως και κάποιες αδικίες στην αναπό φευκτα ισοπεδωτική ραψώδηση των έργων και των ημερών της θεωρησιακής φιλοσοφίας· να σημειώνει επίσης υπερβολές και εμπάθειες, ξεσπάσματα απελπισίας για πολλά και μάλιστα τεκταινόμενα «εδώ και τώρα». Δεν μπορεί όμως να μην αναγνωρίσει ότι το νυστέρι της κριτικής του προχώρησε βαθιά στην πληγή και έκα νε καλή δουλειά, καταλυτική για κάποια κατάλοιπα φιλοσοφικής αυταρέσκειας και λυτρωτική για πολλούς ομοτέχνους που συμμε ρίζονται ώς ένα βαθμό την «αμφισβήτησή» του. Πραγματικά, αρ κετοί ευσυνείδητοι δουλευτές της φιλοσοφίας σήμερα «αν και δεν θεωρούν ιδιαίτερα τιμητικό να ονομάζονται φιλόσοφοι, κρίνουν ωστόσο πως αξίζει τον κόπο να καταγίνεται κανείς με τη φιλοσο φία, χωρίς να αισθάνεται ιδιαίτερα περήφανος γι’ αυτό». ΜΥΡΤΩ ΔΡΑΓΩΝΑ-ΜΟΝΑΧΟΥ
ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ Στο άρθρο μου «Γαλλική επανά σταση και νεοελληνική παιδεία» (Διαβάζω, τ. 216) σημειώθηκαν με ρικές παραλείψεις, οι οποίες παρα καλώ να διορθωθούν. 1) σελ. 18, στήλη α', η σχετική φράση να διαβασθεί: Δεν μιλώ εδώ για το περιεχόμενο της παιδείας, για τις νέες ιδέες, τις νέες κατευ θύνσεις. Αυτά είχαν αρχίσει κ.λπ. 2) σελ. 19, στήλη α', η φράση στο παράθεμα να διαβασθεί: ...ή αν αναγκασθώ τελευταίον να τους ίδω κ.λπ. Με την ευκαιρία αυτή θα παρακαλούσα να προστεθεί στη σελ. 20, στήλη β', μετά τη λέξη «δημαγω γοί» ο εκθέτης 10, ο οποίος παρα πέμπει στην παρακάτω σημείωση: «Όσοι [= Γάλλοι] τα έπαθαν [= τα δεινά της γαλλικής επαναστάσεως], είχαν καν να καταρώνται τους έπειτα γεννηθέντας φονικούς δη μαγωγούς, και όχι τους αρχηγούς της στάσεως», Αρριανού, Των Επί κτητου διατριβών βιβλία τέοσαρα (εκδ. Α.Κ[οραή]), Α', Παρίσι 1827, σ. κδ'. Σ ΦΑΣΟΥΛΑΚΗΣ
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΟΥ ΒΙΒΛΙΑ Για την προσχολική ηλικία BLYTON Ε.: Ο θησαυρός του Μπάρμπα Κούνελου και άλλες
ιστορίες BLYTON Ε.: Ο Μπάρμπα Κούνελος και το φεγγάρι και άλλες
ιστορίες BLYTON Ε.: Ο Μπάρμπα Αλεπούδος πηγαίνει στην αγορά και
άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Τα κόκκινα καρότα του Μπάρμπα Αρκούδου και
άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Τα καινούργια παπούτσια του Μπάρμπα Κούνε
λου και άλλες ιστορίες BLYTON Ε.: Το καινούργιο σπίτι του Μπάρμπα Αλεπούδου και άλλες ιστορίες ΔΑΡΑΚΗ Π.: Η Τεμπελομαρία ΔΑΡΑΚΗ Π.: Όνειρα στο Πετροχώρι. ΣΤΙΚΑ Δ.: Χαρούμενες Καλοκαιρινές διακοπές Φιγούρες Καραγκιόζη
ΑΠ’ Τ ΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ GUTENBERG
Εκδόσεις Κέδρος Γ. Γενναδίου 3, Α θήνα 106 78 - τηλ. 36.02.007
ΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΠΕΤΡΟΣ ΑΜΠΑΤΖΟΓΛΟΥ Τι θέλει η κυρία Φρίμαν. Νουβέλα ΣΤΕΛΛΑ ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ Το μαγγανοπήγαδο. Μυθιστόρημα Η συγκάτοικος. Μυθιστόρημα ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ Στάχτη στα μάτια. Πεζογράφημα ΜΑΡΩ ΔΟΥΚΑ Λεύκες Ασάλευτες. Μυθιστόρημα ΑΛΚΗ ΖΕΗ Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα. Μυθιστόρημα ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ Οι Δρόμοι του Αρχάγγελου. 3. Αυτοβιογραφία Οι Δρόμοι του Αρχάγγελου. 4.Αυτοβιογραφία ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ Ομόνοια 1980. Φωτογραφίες: Ανόρέας Μπίλιας ΝΙΚΟΣ ΚΑΣΔΑΓΛΗΣ Δρόμοι της στεριάς και της θάλασσας. Ταξιδιωτα ΜΗΤΣΟΣ ΚΑΣΟΔΑΣ Ο άρχοντας του κόσμου. Μυθιστόρημα ’ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ Ιαγουάρος. Νουβέλα ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ Πλανόδιος σαλπιγκτής. 14 Κείμενα ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΩΤΗΣ Τα μαύρα παραμύθια. Διηγήματα ΑΙΑ ΜΕΓΑΛΟΥ-ΣΕΦΕΡΙΑΔΗ Η γυναίκα της άμμου. Μυθιστόρημα ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΜΗΛΙΩΝΗΣ Ο Σιλβέστρος. Μυθιστόρημα ΚΩΣΤΟΥΛΑ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ Το παλαιοπωλείο στην Τσιμισκή. Μυθιστόρημα ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΛΑΣ Η μεγάλη πλατεία. Μυθιστόρημα ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ Ο ιερός μαστός. Μυθιστόρημα ΑΝΝΑ ΞΑΝΘΑΚΗ Δέντρο της γνώσης αντίο! Μυθιστόρημα ΕΙΡΗΝΗ ΣΠΑΝΙΑΟΥ Το φίδι του Θεού. Μυθιστόρημα. ΧΑΡΙΣ ΣΤΑΘΑΤΟΥ Προετοιμασίες. Μυθιστόρημα ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΥΜΠΑΡΔΗΣ Μέντιουμ. Νουβέλα ΕΡΣΗΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ Μέξικο. Νουβέλα ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΤΑΣΣΟΠΟΥΛΟΣ Ηλιακό Ωρολόγιο. Μυθιστόρημα ΜΙΧΑΑΗΣ ΦΑΚΙΝΟΣ Βυζαντινή Περίπολος. Μυθιστόρημα ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ Η έκρηξη. Μυθιστόρημα