Τεύχος 58

Page 1

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

α ν 'Τ ι ς τ α ζ μ Κ

Α

ι



ΚΡΥΣΤΑΛΛΟ» ΡΩΜΑ 8, τηλ. 36.40.761


Συμπληρώστε τή oeipd Τιμή μηνιαίων τευχών: 1 5 0 όρχ. (διπλών 2 3 0 δρχ.) Τιμή δεκαπενθήμερων τευχών: 1 00 δρχ. (διπλών 1 3 0 δρχ.) Τά παλιά τεύχη τού «Διαβάζω» μπορείτε ή νά τά άγοράσετε άπό τά γραφεία τοΰ περιοδι­ κού ή, άν μένετε στην έπαρχία, νά ζητήσ ετε νά σάς τά σ τείλουμε με άντικαταβολή.

Κυκλοφορούν ο! τόμοι 1-10: 1 .1 0 0 δρχ. Αξία βιβλιοδεσίας 2 5 0 δρχ. * Σ έ σπουδαστές έκπτωση 15%

Ζητή σ τε τούς τόμους τοΰ «Διαβάζω» άπό τά γραφεία τοΰ περιοδικού ή, άν μ ένε­ τε στην έπαρχία, ζητήστε νά σάς τούς σ τείλουμε μ έ αντικαταβολή. Μ πορείτε ακόμα νά ανταλλάξετε τά τεύχη πού έχετε μ έ δεμένους τόμους, πλη­ ρώνοντας μόνο τή βιβλιοδεσία (2 5 0 δρχ. γιά κ ά θε τόμο).

Γραφτ€ΐτ€ συνδρομητές Ε σω τερικού ‘Απλή (15 τευχών): 1 .3 5 0 δρχ. » (25 τευχών): 2 .1 0 0 δρχ.

Σπουδαστική* (15 τευχών): 1.2 5 0 δρχ. » (25 τευχών): 1.9 0 0 δρχ.

'Οργανισμών, Τραπεζών, 'Ιδρυμάτων (25 τευχών): 2 .5 0 0 δρχ.

Εξωτερικού Α μ ερική 'Ασία Ευρώπη

Α φ ρ ική

Αϋστραλίε

22

25

28

31

34

39

44

20

23

26

30

31

36

41

47

40

45

50

56

Δολ.

*01 σπουδαστές μέσης, άνώτερης καί άνώτατης έκπαίδευσης γράφονται

’Εμβάσματα στή διεύθυνση:

συνδρομητές μέ τήν έπίδειξη ή τήν άποστολή φωτοτυπίας τής σπουδαστικής τους ταυτότητας ή τής άστυνομικής (άν είναι μαθητές)

2

Κύπρος

'Απλή (15 τευχών): >> (25 τευχών): Σπουδαστική* (15 τευχών): » (25 τευχών): Σχολών Βιβλιοθηκών 'Ιδρυμάτων (25 τευχών):

Δολ.

ΗΠΑ ΗΠΑ

50

Βάσω Σπάθή περιοδικό «Διαβάζω» ‘Ομήρου 34 ’Αθήνα (135)


ΔΙΑΒΑΖΩ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Τεύχος 58 15 Δεκεμβρίου 1982

Τιμή: Αρχ. 100

’Εξώφυλλο Γιώργου Γαλάντη

ΧΡΟΝΙΚΑ 4 ΠΡΟΛΕΓΟΜ ΕΝΑ 5 ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ: Γράφει ό Γιώργος Βέλτσος 8 Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ 10 ΔΙΑΛΟΓΟΙ: Γράοουν ot Β. Νεφελούδης καί Σ. Μυλωνάς 12 ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: Γράφει ό Βασίλης Ραφαηλίδης ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Γράμματα σέ συγγραφείς· Γράφει ό Ά ντώ νης Κυριαζάνος 14 ΑΦΙΕΡΩΜΑ Δημήτρης Δασκαλόπουλος: Εκδοτική καί πνευματική ζωή 1941-44 Γιώργος Βελουδής: Ή έλληνική λογοτεχνία στήν 'Αντίσταση Ά λ εξ . ’Αργυρίου: Σύντομες άναφορές σέ περιοδικά τής Κατοχής Κώστας Κουλουφάκος: Ή άντιστασιακή λογοτεχνία. 'Αναζήτηση κάποιων γενικών της χαρακτηριστικών Έ λλη ’Αλεξίου: Οί συγγραφείς στήν 'Αντίσταση Θανάσης Φωτιάδης: Ή πολιτιστική 'Αντίσταση (1941-1944) στή Θεσσαλονίκη)

Εκδότης: Άννα Πετρίδου Διευθυντής: Περ. Άθανασόπουλος Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Σοφία Γεμενάκη, Δημήτρης Δεληπέτρος, Βασίλης Καλαμαράς, Γλύκα Μαρκοπουλιώτου, 'Ηρακλής Παπαλέξης, Ντορίνα Πέζαρου, Βασίλης Τσάμης Γραμματεία Σύνταξης: Γιώργος Σαρηγιάννης Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Διαφημίσεις: 'Ηρακλής Παπαλέξης Δημόσιες σχέσεις: Φιλιώ 'Αρβανίτου Διορθώσεις: Πέτρος Στεφανάκης Σελιδοποίηση: Νένη Ράις Στοιχειοθεσία: Γραφικοί Τέχναι «Μέμφις», ’Αναξαγόρα 5 Διαφάνειες: Δ. Π. Άγγελής, Πειραιώς 1 ’Εκτύπωση: Βαλασάκης - Άγγελής Ο.Ε., Ταύρου 21 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος & Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου

22 29 40 47 62 68

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ: Γράφουν οί 'Αφροδίτη Τεπέρογλου καί Ε λένη Δαμβουνέλη ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Γράφει ή Μαρία Γκούμα ΓΛΩΣΣΑ: Γράφει ό Χριστόφορος Χαραλαμπάκης ΚΙΝ ΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ: Γράφει ό Βασίλης Ραφαηλίδης ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ό Γιώργος Βέης ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οί Μιχάλης Μερακλής, Θεοδώρα Ζερβού. ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ό Παναγιώτης Σκούφης ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ: Γράφει ό Κώστας Κουλουφάκος ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ό Θανάσης Φωτιάδης ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφει ό Βάιος Παγκουρέλης ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ: Γράφει ή Ε λένη Παμπούκη ΠΟΛΥΚΡΙΤΙΚΗ: Γράφουν οί "Αγγελος Φουριώτης καί Μ.Μ. Παπαϊωάννου

71 73 76 78 83 86 89 90 92 73 92 92

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Διδώ Σωτηρίου: Ό συγγραφέας φιλοδοθεΐ -κ α τ ά βάθος— νά διαπράξει μιά μικρή άπάτη (συνέντευξη στή Νατάσα Χατζιδάκι) 100

Κυκλοφορα σέ 12.000 αντίτυπα

ΔΕΛΤΙΟ

'Υπεύθυνος τυπογραφείου: ’Αθανασία Βασιλείου, Βασ. Κ.ων/νου 28, Καισαριανή

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

49 59

Τό μεγαλύτερο μέρος τού φωτογραφικού ύλυίοΰ γιά τό άφιέρωμα άνήκει στό άρχεΐο τού κ. Π. Σοκόλη, τόν όποιο εύχαριστούμε θερμά.

3


ΧΡΟΝΙΚΑ

___________ ■■

Συνεχίζουμε... ΠΟΛΥΠΡΟΣΩΠΑ καί «πολύχερα» τά νέα Προλεγόμενα (φυσικά όχι άνώνυμα, μιά καί συνυπογράφονται άπό δλους δσους έργάζονται γιά τή σύνταξη τού «Διαβά­ ζω»), φιλοδοξούν νά σχολιάζουν, νά ύπογραμμίζουν, νά έκθέτουν στό φώς τής δημοσιότητας, άλλοτε όργισμένα, άλλοτε είρωνικά κι άλλοτε άπλώς άπορώντας (κάπου κάπου καί μέ θαυμασμό), γεγονότα καί καταστάσεις τής έκδοτικής καί γενικότερα τής πνευματικής μας ζωής. Καί μιά ύπενθύμιση: άδέσμευτοι άπό δποια συμφέροντα καί συναλλαγές, δέν φοβόμαστε τίποτα καί κανένα. Ταγμένοι στην υπηρεσία μόνο τού βιβλίου καί τών (δανικών τού ούμανισμοΰ, δπως τά όριοθετήσαμε άπό τό πρώτο πρώτο τεύχος τού περιοδικού καί δπωςτά έφαρμόσαμε έπί εφτά Ολόκληρα χρόνια, συνεχίζουμε. Μέ πάθος, άλλά καί μέ σύνεση.

...ανανεωμένοι ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΤΑΤΗ στή δομή καί τή λειτουργία της, ή έκδοτική όμάδα τού «Διαβάζω» έπιχείρησε πριν άπό λίγους μήνες τόσο μία άνανέωση προσώπων δσο καί μία άνακατανομή άρμοδιοτήτων, γιά νά άνταποκριθεϊ καλύτερα στίς άπαιτήσεις τής δεκαπενθήμερης έκδοσης. "Ετσι, έκδότρια τού περιοδικού Ορί­ στηκε ή "Αννα Πετρίδου, διευθυντής άνέλαβε καί πάλι ό Περικλής Άθανασόπουλος, ή Σύνταξη άποτελεΐται άπό τούς Γιώργο Γαλάντρ, Σοφία Γεμενάκη, Δημήτρη Δεληπέτρό; Βασίλη Καλαμαρά, Γλύ­ κα Μαρκοπουλιώτου, 'Ηρακλή Παπαλέξη, Ντορίνα Πέζαρου καί Βασίλη Τσάμη (φυσικά, στή Σύνταξη συμμετέχει καί ό διευθυντής τού περιοδικού). Στά όνόματα αυτά θά ύπήρχε καί έκεΐνο τής Μα­ ρίας Στασινοπούλου, άν μία άπρόοπτη έπαγγελματική της ύποχρέωση δέν τήν άνάγκαζε νά έγκατασταθεϊ γιά ένα άρκετά μεγάλο διάστημα στό έξωτερικό. Τέλος, γραμματέας τής Σύνταξης είναι καί πάλι ό Γιώργος Σαρηγιάννης, ύπεύθυνη γιά τά οίκονομικά ή Βάσω Σπάθή καί ΰπεύθυνος γιά τίς διαφημίσεις ό 'Ηρακλής Παπαλέξης. Στό σημείο δμως αύτό πρέπει νά άναφέρουμε καί μία άλλη πολύτιμη συνεργάτριά μας (άν καί δέν άνήκει στήν έκδο­ τική όμάδα): τή φιλιώ 'Αρβανίτη, ύπεύθυνη γιά τίς δημόσιες σχέσεις τού πε­ ριοδικού.

κείμενο τής όρμοδίότητάς τους θά δημο­ σιεύεται σε κάθε τεύχος: Πρώτος, ό κοινωνιολόγος Γιώργος Βέλτσος, πού στίς «Αναγνώσεις» θά διαβάζει μέ ένα δικό του, έλεύθερο τρό­ πο, κάθε είδους, προέλευσης καί... ήλικίας κείμενα. Ακολουθεί ή όμάδα τών έπιφυλλιδογράφων, ο! όποΤοι στίς «Ση­ μειώσεις» τους θά σχολιάζουν καί θά άναλύουν έπίκαιρα καί... άνεπίκαιρα πνευματικά θέματα. Στήν όμάδα αύτή. άνήκουν έξι κορυφαίες προσωπικότητες Τής κριτικής στόν τόπο μας: ό Άλέξ. Αρ­ γυρίου, ό Κώστας Γεωργουσόπουλος, ό Κώστας Κουλουφάκος, ό Μάριος Πλω,ρίτης, ό Δημήτρης Ραυτόπουλος καί ό Βασίλης Ραφαηλίδης. Ό δοκιμασμένος δημοσιογράφος Δη­ μήτρης Γκιώνης, μαζί μέ τούς νεότερους συναδέλφους του Πέγκυ Κουνενάκη καί Άντώνη Κυριαζάνο, άνέλαβαν νά καλύψουν τόν τομέα τού ρεπορτάζ. Σύντομες κριτικές παρουσιάσεις βι­ βλίων καί περιοδικών θά γράφει στό «Πλαίσιο» ό δημοσιογράφος Βάιος Παγκουρέλης καί άνάλογη δουλειά θά κάνει στό «Πλαίσιο γιά παιδιά» ή 'Ελένη Παμπούκη, είδικευμένη στά παιδικά βιβλία. Τήν εύθύνη τών συνεντεύξεων θά έ­ χει ή ποιήτρια καί κριτικός Νατάσα Χατζιδάκι. Παράλληλα δμως θά δημο­ σιεύονται συνεντεύξεις πού θά παίρνουν καί άλλοι, ειδικοί καί έκτακτοι, συνεργά­ τες μας. Τέλος, τό Βιβλιογραφικό Δελτίο θά έπιμελεϊται ή βιβλιοθηκάριος Έφη Άπάκη, τήν Κριτικογραφία ή Μαρία Τρουπάκη καί τή σελιδοποίηση ή Νένη Ράις, γνωστή άπό τή δουλειά της στό «Αντί», ένώ πρωτότυπα σκίτσα τού Στέφανου 'Ιωσήφ θά εικονογραφούν τήν ύλη τού περιοδικού. (Όσο γιά τό έξώφυλλο, θά φιλοτεχνεϊται, δπως πάντα, άπό τό Γιώργο Γα-

Οί τακτικοί συνεργάτες μας

Τό μεγάλο πλεονέκτημα

ΠΡΩΤΟ τεύχος λοιπόν τού δεκαπενθή­ μερου «Διαβάζω» καί μία πλειάδα μόνι­ μων συνεργατών έρχεται νά πλαισιώσει τή Σύνταξη τού περιοδικού. Σάς τούς πα­ ρουσιάζουμε, μέ τή σειρά πού τό άντι-

ΕΚΤΟΣ δμως άπό τούς τακτικούς συνερ­ γάτες μας, τή φυσιογνωμία τού περιοδι­ κού θά τήν προσδιορίζουν καί θά τήν καλλιεργούν μέ τά κείμενά τους καί ο) έκατοντάδες έκτακτοι συνεργάτες μας·

^ _____1

άπό τούς όποιους, βέβαια, άλλοι έχουν μία συχνότερη παρουσία στίς σελίδες τού περιοδικού κι άλλοι δχι. Πάντως δλοι τους, νέοι καί παλιοί, ό καθένας στόν το­ μέα του, θά συνεχίσουν νά συνθέτουν τήν ύλη τών άφιερωμάτων μας καί νά κρίνουν τήν τρέχουσα βιβλιοπαραγωγή. Όσο γιά τό πλήθος τών ειδικευμένων (ατούς διάφορους τομείς τών γραμμά­ των, τών έπιστημών καί τών τεχνών) συνεργατών μας, πιστεύουμε δτι είναι τό μεγάλο πλεονέκτημά μας: 1) γιατί έχου­ με έτσι τήν εύχέρεια συνεχούς άνανέωσης δσων συνεργάζονται μέ τό «Διαβά­ ζω»· -2) γιατί μάς έπιτρέπει νά έχουμε κριτική Κ.άβξ ρίρλίου άπό τόν άρμοδιότερο γι' αύτό· καί 3) γιατί τό σύστημα τών έκτακτων καί έξω άπό τήν έκδοτική όμά­ δα συνεργατών (συνδυαζόμενο μέ τό γεγονός δτι τήν εύθύνη γιά τήν έπιλογή τών βιβλίων πού κρίνονται τήν έχει ή Σύνταξη τού περιοδικού), δέν εύνοεϊ μέ κανένα τρόπο τή δημιουργία προνομιού­ χων καί κλικών.

Άέρηδες φονι(τι)κοί ΣΑΝ νά μή μάς έφταναν τά μύρια δσα ΰφίσταται ή γλώσσα μας άπό τούς σύγ­ χρονους, λογιών-λογιών, «ύπερασπιστές» της καί σάν νά μή μάς έφτανε τό σημερινό αίσθητικό καί σημασιολογικό στέγνωμά της, διαβάσαμε στόν πρόλογο μιας πρόσφατης μετάφρασης έργου τού Κάφκα: «Να νιόθι κανίς τιν ανάγκι να ετιολογίσι τιν ορθότιτα κε τιν κατεπίγουσα αναγκεότιτα (γιά μιά αποτελεσματικί πεδία) τις χρισιμοπίισης μιας απλίς κε, ό­ σο γίνετε πιότερο πιστά, αντιστιχοφθογκικίς γραφίς για’τι σίνχρονι ζοντανί ελινικί μας γλόσα, ίνε ίσος φισικό, μα δεν ίνε τόσο απαρέτιτο, γιατί ίνε ένα από τα πιο καθαρά αφτονόιτα. Και το να θέλις να ερμινέψις το ξεκάθαρο αφτονόιτο, θα ίταν σα να θέλις να φοτίσις τον ίλιο ι να γιαλίσις το διαμάντι»... Καί γιά νά μή φωτίσει τόν ήλιο, άλλά μόνο έμδς, ό ρηξικέλευθος μεταφραστής σκοτώνει, ώς άχρηστα, δυό γράμματα τού άλφαβήτου μας, φροντίζοντας δμως νά μάς προειδοποιήσει δτι «ι γραφί τούτι δεν ίνε καθολοκληρία φονιτικί»! Περιμένοντας λοιπόν τήν πραγματικά όλοκληρωτική «φονιτική» τής γλώσσας μας, έμεϊς θά έξακολουθήσουμε νά γράφου­ με τίς λέξεις έκβαρβάρωση, ϊσοπέδωση καί σκοταδισμός μέ τά γράμματα πού ξέ­ ρουμε καί πού είναι (άκόμη) 24. Λέτε δμως ό άσκός τού μονοτονικού ν' άνοιξε άέρηδες φονι(τι)κούς; Κι ο) προβλέψεις τού Έλεφάντη στόν «Πολί­ τη» νά βγοΰν άληθινές;

Ποιος £χει σειρά; ΑΦΟΥ ύπάρχουν άγγλοι έκδοτες πού με­ τατρέπουν τά έργα τού Σαίξπηρ σέ κό­ μικς κι άφοΰ κάποιος γάλλος κάνει τό ί­ διο μέ τίς όπερες τού Βάγκνερ, γιατί νά


μή σκαρώσουμε καί μείς στήν 'Ελλάδα κάτι άνάλογο; Κάπως έτσι θά σκάφτηκαν αυτοί πού άνέλαβαν νά κάνουν σέ σκιτσάκια καί λεζαντοϋλες έντεκα κω­ μωδίες τού 'Αριστοφάνη! "Ετσι, λένε, θά διασώσουν (!) αύτά τά κακομοίρα κλασι­ κά έργα, πού γιά διάφορους λόγους έ­ χουν μείνει μακριά άπό τό πλατύτερο άναγνωστικό κοινό... Τώρα πώς θά γνωρίσει (ξέρουν άραγε τί θά πεί «γνωρίζω»;) τό άναγνωστικό μας κοινό μία κωμωδία τού 'Αριστοφά­ νη, π.χ. τίς «Νεφέλες» τών 1511 στίχων, τεμαχισμένη σέ 300 εικόνες καί 50 άτάκες, αύτό είναι μία άσήμαντη λεπτομέ­ ρεια πού δέν τούς άπασχολεϊ διόλου -ούτε βέβαια ποιά ή βασική παιδεία τού εύρωπαίου μέσου άναγνώστη σέ σχέση μέ κείνη τού άντίστοιχου έλληνα. Τούς άπασχολεϊ δμως έντονα άν θά 'ναι τό πρώτο έλληνικό κόμικ πού θά ξεπεράσει τά σύνορα τής χώρας μας, πράγμα γιά τό όποϊο έμεΐς είμαστε 100% βέβαιοι ότι θά τό πετύχουν. Γιατί δηλαδή; Τό souv laki ή τό syrtaki είχαν περισσότερη άρχαιογνωσία πάνω τους άπό τά κόμικς τού Aristophanis; Τό πολύ πολύ νά ύπερεϊχαν άπό άποψη προσωπικού ύφους... ("Ενα άλλο νόστιμο είναι δτι ισχυρί­ ζονται πώς προσπάθησαν νά δώσουν στά έργα τή μορφή πού θά 'δίνε 6 συγ­ γραφέας τους άν γινόταν νά τά 'γράφε σήμερα χρησιμοποιώντας τή γλώσσα τού κόμικ! Μ' άλλα λόγια, άν ζοΰσαν στήν αρχαιότητα ο! σημερινοί μεταποιοί τού 'Αριστοφάνη θά μάς άφηναν κληρο­ νομιά τουλάχιστον μία «Λυσιστράτη»!!) Πάντως άναρωτιόμαστε: γιατί ξεκίνη­ σαν τήν κομικ(ή) σταδιοδρομία τους μέ τόν 'Αριστοφάνη; Ό "Ομηρος, ό Αισχύ­ λος, ό Κορνάρος, ό Μακρύγιάννης, ό Παπαδιαμάντης; "Η μήπως είναι κι αϋτοί στό πρόγραμμα;

Εύρω-καλλιστεϊα ΔΕΝ έχουμε τίποτα προσωπικό έναντίον τού Α. Σαμαράκη (φίλος ήταν γιά μάς καί μένει), πού πρίν άπό ένα μήνα βραβεύ­ τηκε στά Εύρωπάλια, ούτε μέ τά άμφιλεγόμενης άξίας καί χρησιμότητας Εύρω­ πάλια. 'Αλλού κεντρώνεται τό ενδιαφέ­ ρον καί κατευθύνεται ή άπορία μας. Σέ Ποιά άνάγκη καί ποιά ραγιάδικη ψύ­ χωση έπικράτησέ πάλι καί σπεύσαμε, μέ πρώτο τόν πρωθυπουργό, νά χειροκρο­ τήσουμε τή στέψη άπό μιά όμάδα έλληνομαθών εύρωπαίων ένός δικού μας συγγραφέα, πού τόν έπιλέξανε άνάμεσα άπό δεκάδες όμότεχνους καί συμπα­ τριώτες του; (Δέν συμβαίνει τό ϊδιο μέ τό Νόμπελ καί τόΛένιν, γιατί έκεϊ ό «δια­ γωνισμός» γίνεται άνάμεσα σέ συγγρα­ φείς πού προέρχονται άπό πολλές χώ­ ρες.) ' Αναρωτιόμαστε δμως καί άπό πού πηγάζει ή έξουσία τής «έλλανόδικης» έπιτροπής, πού προτίμησε τόν ΕΝΑ (τόν δποιο) γιά νά άντιπροσωπεύει τή σύγ­ χρονη λογοτεχνία μας στά μάτια τής Εύρώπης —τουλάχιστον τής πολιτιστικά ένημερωμένης, γιατί ή ύπόλοιπη ούτε γιά τά Εύρωπάλια δέν πήρε είδηση. Σέ τί λοιπόν καί ποιόν έξυπηρετεί νά πανηγυρίζουμε γιά ένα τέτοιο βραβείο.

πού σέ λίγα χρόνια θά τό 'χουμε ξεχάσει δλοι μας; Κι άς μήν καταπιαστούμε μέ τά ρεζιλί­ κια τής διαδικασίας έκλογής (ψηφοφορία - πρόκριση, ψηφοφορία - φιναλίστ, ψη­ φοφορία - τελική έπιλογή), γιατί τότε θά 'πρέπε νά μιλήσουμε γιά Εύρωκαλλιστεϊα... Καί γιά νά τελειώνουμε μέ τό θέμα· άλήθεια, «τί χρεία έχομεν» βραβείων; έλληνικών, ευρωπαϊκών ή διεθνών; Μυαλό άς φτιάξουμε, γράμματα δς μά­ θουμε, καί τή «βράβευση» θά τήν κά­ νουμε ό καθένας μόνος του καί γιά τόν

Δεν είναι δλοι Κοτζιάδες Η «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ Καθημερινή» τής Πέμπτης, τής όποιας είχε τήν έπιμέλεια επί όκτώ χρόνια ό Α. Κοτζιάς, αίφνίδια άντικαταστάθηκε άπό μία σελίδα μέ τί­ τλο «Βιβλία», τήν έπιμέλεια τής όποίας ισχυρίζεται δτι, έχει «όμάδα συντακτών καί συνεργατών» τής εφημερίδας. Ή σε­ λίδα δμως αύτή άπογοήτευσε δλους, μέ τήν πρώτη κιόλας ματιά πού τής έριξαν. Κι αύτό ήταν ίσως άναπόφευκτο. Γιατί, όταν άντικαθιστάς έναν κριτικό τού με­ γέθους τού 'Αλέξανδρου Κοτζιά μ' έναν δημοσιογράφο πού προσπαθεί έπί χρό­ νια νά άναγνωριστεϊ ώς συγγραφέας καί πού έπιπλέον δέν τολμά νά βάλει τήν ύπογραφή του στά κείμενά του, τότε ή φιλολογική σελίδα σου γίνεται άπλώς μία άκόμη τυπωμένη σελίδα· καί μάλιστα χωρίς δικό της ύφος καί πρόσωπο, χωρίς άρχές καί -κυρίως- χωρίς ήθος. Όσο γιά τό τί μπορεί νά προσφέρει στούς άναγνώστες της ή καινούρια σελί­ δα μέ τούς άνώνυμους συντάκτες καί τά άφελή έως άνεύθυνα σημειώματά τους, πιστεύουμε; ένα μεγάλο-μεγάλο «τίπο­ τα». 'Αθροίζοντας μηδενικά, τό σύνολο είναι πάλι μηδέν.

Τό μέλλον άνήκ€ΐ άλλου Η ΝΕΟΚΟΠΗ σελίδα τής «Καθημερι­ νής», σέ σχόλιό της, έκανε άναφορά στόν πίνακα τής ’Αγοράς τού Βιβλίου τού «Διαβάζω» καί στόν τρόπο πού συντάσσεται. Δέν πρόκειται βέβαια νά ασχοληθούμε μέ άναίσχυντες κατηγο­ ρίες καί άηδή ΰπονοούμενα, γιατί άπαντήσαμε σ' ένα σχεδόν πανομοιότυπο γράμμα έκδότη πού δημοσιεύσαμε πρίν άπό πολλούς μήνες. Θέλουμε δμως νά έπισημάνουμε δύο πράγματα καί οι άναγνώστες μας άς βγάλουν μόνοι τά συμπεράσματά τους; Πρώτον, δτι ή άσχετη —τουλάχιστον τά τελευταία χρόνια— μέ λιβελογραφήματα καί φτηνή δημοκοπία έφημερίδα υιοθέτησε κείμενο πού μόνο σέ έντυπο γκαιμπελικής διαστροφής τών γεγονό­ των θά είχε θέση (έπιθανάτιου ρόγχου παρακρούσεις άραγε;) καί, δεύτερον, δτι τό σχόλιο αύτό ίσως νά μήν είναι άσχετο μέ τίς κρίσεις πού έχουν έκφράσει —σέ ιδιωτικές συζητήσεις- πρόσωπα τού κύ­ κλου αύτής τής έφημερίδας γιά τή σύν-

αναγνώσεις «Sapientia» «Αναγνώσεις». Αύτός θά είναι ό μόνιμος τίτλος τής στήλης στό δεκαπενθήμερο «Διαβάζω». "Α ναγνώσεις βιβλίων, έφημερίδων, άναγνώσεις λογοτεχνικών έντύπων. 'Αναγνώσεις ένός κακού πανεπιστημιακού συγγράμματος, μιας έπιγραφής στά «έξεγερμένα» Έξάρχεια ή μιας δικαστικής απόφασης πού καταδικάζει τόνΣάντ ή άκόμη ένός «κειμένου» πού διαβάστηκε «σαρδάμ» στήν τηλεόραση γιατί δέν τό κατάλαβε ούτε ό έκφωνητής του, ούτε ό συντάκτης του. ‘Α ναγνώσεις λοιπόν κειμένων, πού δέν είναι μόνο άντικείμενα μορφωτικά αλλά καί ήδονικά ΰπο-κείμενα σάν τά όλοσωματικά κείμενα τοϋ Χειμώνα καί τοΰ Δημητριάδη. Άναγνώσεις-«γκερίλα» άκόμη, σέ κείμενα λατινοαμερικάνικα γραμμένα δήθεν στά έλληνικό, γιά "Ελληνες παθιασμένους μ έ τόν Μάρκες. Κείμενα, Ιερογλυφικά, στοιχεία τυπογραφικά σπαρμένα σάν τά δόντια τοΰ δράκοντα σ έ γαίες τυπωμένες. Δ έν μάς χρειάζεται ένα τοπογραφικό, γιά τούς χωροδεσπότες; Πώς δμως νά διαβάσουμε τό κείμενο ανεξάρτητα άπό τό Θεό, τό Θεσμό, τό Φαλλό, τό Κράτος, τό Κόμμα, τήν ίδια τήν κοινωνική Δομή άπ’ όπου έξαρτάται σιωπηρά ή όργάνωσή του; Υπάρχει κείμενο καί ύπο-κείμενο, έξω άπό τήν τάξη τών Θεσμών; Στις «Αναγνώσεις», λοιπόν, ή τάξη τών Θεσμών θά είναι τό ζητούμενο. Καί πίσω της, ή έξουσία. Έξουσία γραφής, νοήματος, σήμανσης τοΰ κειμένου. ‘Εξουσία, σάν γνώση έπιστημονική ή σάν πληροφορία, έξουσία άκόμη καί σάν γοητεία: ή μεγαλύτερη έξουσία, ή ύφολογική. Ποιος τή φοβάται; Πώς θά μπορούσα δμως έγώ, νά καταγγέλλω, γράφοντας, τήν έξουσία τών δικών μου κειμένων στό «Διαβάζω»; Νά γράφω άπό θέση Ισχύος γιά κείμενα καί πράγματα πού τούς άμφισβητώ —ή έπαινώ— τήν ισχύ; Μ ά όκούγοντας προσεκτικά τόν Roland Barthes: «Sapientia: καμία έξουσία, μιά στάλα γνώση, μιά στάλα σύνεση καί δσο πιό πολύ καλό γούστο». ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΤΣΟΣ


θέση του πίνακα («δλο κουκουέδες δια­ βάζονται:»). Δεν γνωρίζουμε δν είναι «κουκουέ­ δες» (δέν σάς θυμίζει ή όρολογία κάτι άπό τήν παλιά έποχή δόξας τής «Καθη­ μερινής»:) οί συγγραφείς πού διαβάζον­ ται περισσότερο σήμερα, άλλά —σίγου­ ρα- δέν ταιριάζουν στά γούστα καί τά «πιστεύω» τών κύκλων τής συγκεκριμέ­ νης έφημερίδας. Τϊ νά κάνουμε; Φαίνεται δτι τό παρόν, άλλά καί τό μέλλον, άνήκει κάπου άλλού.

Ή «Ελληνική Γνωριμία» ΤΙ είναι ή «'Ελληνική Γνωριμία»; Είναι έ­ να γαλλικό πνευματικό ίδρυμα, πού Ιδρύ­ θηκε τό 1976 καί συνδέεται μέ τό Κέν­ τρο Συνεχούς 'Επιμόρφωσης τού Πανε­ πιστημίου τής Προβηγκίας, προσφέροντας στό σύνολο τού γαλλικού κοινού μιά πρόσβαση στίς έλληνικές σπουδές πέρα άπό τούς καθιερωμένους τύπους τών σχολικών σπουδών. Ένδιαφέρεται γιά δλες τίς διαστάσεις τού έλληνισμοΰ καί τίς προεκτάσεις του στόν άνατολικό καί τό δυτικό κόσμο, άπό τίς πρώτες ρίζες του ώς τή σημερινή έποχή. Ή «Ελληνική Γνωριμία» λοιπόν προ­ σφέρει δωρεάν μαθήματα άρχαίων έλληνικών μέ άλληλογραφία καί οί μαθητές της σήμερα άνήκουν στά πιό διαφορετι­ κά στρώματα τής γαλλικής κοινωνίας: τε­ χνικοί, έμποροι, βιοτέχνες γεωργοί, έργάτες, γιατροί, καλλιτέχνες καί, φυσικά, έκπαιδευτικοί διαφόρων κλάδων. 'Αλλά τό πνευματικό αύτό ίδρυμα έκδίδει καί περιοδικό. Τιτλοφορείται «Λύχνος», βγαίνει τέσσερις φορές τό χρόνο καί δημοσιεύει μελέτες καί άρθρα σχετικά μέ δλες τίς πλευρές τού έλληνικού πολιτισμού, μέ τρόπο προσπό καί σέ κοινό μή είδικών, καθώς καί μεταφρά­ σεις άπό τή νέα έλληνική λογοτεχνία, κά­ ποτε καί μέ τό έλληνικό κείμενο. Ή συνδρομή στοιχίζει μόνο 65 γαλλι­ κά φράγκα ή άπλή, 11 0 ή συνδρομή ύποστήριξης καί γιά τούς φοιτητές 40 φράγκα. "Οσοι ένδιαφερθοΰν, μπορούν νά στείλουν τό ποσό μέ τσέκ μέσω τραπέζης στή διεύθυνση: «Connaissance Hellenique», Faculte des Lettres, 13621, Aix-en-Provence, France, ή καί μέ άποστολή διεθνών κουπονιών άλληλογραφίας πού πουλιούνται στά ταχυ­ δρομεία.

Μαθήματα τέχνης ΜΑΘΑΙΝΟΥΜΕ δτι τό Μουσείο Μπενάκη όργανώνει αύτό τόν καιρό έκπαιδευτικά προγράμματα πάνω στή λαϊκή καί τή βυζαντινή τέχνη γιά τάξεις δημοτικού καί γυμνασίου. Συστήνοντας τήν παρακο­ λούθηση αύτών τών προγραμμάτων, πού γίνονται κάθε Σάββατό (μετά άπό συνεννόηση), πληροφορούμε τούς έκπαιδευτικούς πού θά άποφασίσουν τε­ λικά νά πάνε τούς μαθητές τους στό Μουσείο, νά έπικοινωνήσουν πρώτα μέ τό τηλέφωνο 3626.215, τίς ήμερες Δευ­ τέρα, Τετάρτη καί Παρασκευή, άπό τίς 11 π.μ. έως τίς 2 μ.μ.

Προσοχή κυρί€ς καί κύριοι ΕΚΔΟΤΗΣ φιλολογικού περιοδικού έπί μισό αίώνα, άφοΰ έπέπλευσε χρηματο­ δοτούμενος άπό δλες τίς κυβερνήσεις (κοινοβουλευτικές, ήμικοινοβουλευτικές καί δικτατορικές), άνεβοκατεβαίνει τώρα σκάλες ύπουργείων καί μεγαλόσχημων σπιτιών γιά νά πείσει γιά τά... δημοκρατι­ κά του φρονήματα. Ελπίζουμε νά μήν ξεγελάσει καμία καί κανένα ό παμπόνηρος 80χρονος, για­ τί τότε θά γελάσει καί τό παρδαλό κατσί­ κι. 'Υποσχόμαστε νά δημοσιεύσουμε άποσπάσματα άπό ένα σωρό φασιστοειδοΰς νοοτροπίας κείμενά του γιά πρό­ σωπα καί πράγματα τής πνευματικής καί πολιτικής μας Ιστορίας. Καί οί άθάνατοι έχουν τήν άχίλλειο πτέρνα τους...

μόνο τό πρόγραμμα τού Συμποσίου, στε­ κόμαστε μέ άπορία σέ όρισμένους τί­ τλους εισηγήσεων, δπως «παιδική λογο­ τεχνία καί ποίηση» (ή ποίηση δέν είναι λογοτεχνία;), «παιδικό διήγημα καί άγωγή» (έλληνοχριστιανική άγωγή άραγε;), «παιδικό μυθιστόρημα καί άγωγή» (πά­ λι!), «ή έννοια τής έλληνικότητας (!) καί ή · παιδική λογοτεχνία» κ.ά. "Οσο γιά τούς είσηγητές τού Συμποσίου, άναρωτιόμαστε πώς συνδυάζονται κάποια παλαιοντολιθικής έποχής έγκεφαλίδια μέ λίγα φωτισμένα μυαλά· έκτός κι άν οί όργανωτές πιστεύουν δτι μιά ψαροκασέλα μπορεί νά βγάλει τόνους βιολιού. Καί κάτι άκόμη: άραγε σέ ποιές έρευ­ νες έλληνικές θά στηριχτούν γιά νά μιλή­ σουν οί είσηγητές γιά τή σχέση παιδικής λογοτεχνίας καί άγωγής; Σ' αυτές πού θά γίνουν ή σ' αύτές πού 6έν έγιναν;

Δέν βλέπονται μέ τίποτα ΑΝ έξαιρέσουμε τήν έκπομπή τού «Κο­ χλία», μία φιλότιμη προσπάθεια νά προ­ σεγγίσει τό τηλεοπτικό κοινό —τουλάχι­ στον μέ έντιμα μέσα—τό πνεύμα καί τήν άτμόσφαιρα κάποιων σημαντικών λογο­ τεχνικών έργων, δλες οί άλλες έκπομπές γιά τό βιβλίο πού βλέπουμε τούς τελευ­ ταίους μήνες είναι —δυστυχώς— γιά γέΆνύπαρκτοι συγγραφείς άνακατεμένοι μέ καταξιωμένους δημιουργούς, βι­ βλία καλά, βιβλία μέτρια καί βιβλία πού δέν διαβάζονται μέ τίποτα, τουρλούτουρλού, γιά νά εύχαριστηθοΰν δλοι καί δλες, παρουσιάζονται μ' έναν πραγματι­ κά πρωτότυπο τρόπο: καθισμένοι οί παρουσιαστές τής έκπομπής σέ καφενεία, σέ σαλόνια ή σέ γραφεία, διαβάζουν κά­ τι πληκτικά έως ύπνου κειμενάκια, μέ πληροφορίες τόσες, πού μετά άπό λίγα δευτερόλεπτα ούτε τίς θυμάσαι. Λένε άκόμη καί τήν τιμή: δραχμάς... (ναί, ναί, «δραχμάς» έκφωνοΰσε ή παρουσιάστρια σέ μιά τέτοια έκπομπή!) " Οσο γιά τόν άπαρχαιωμένο τρόπο, νά άποστηθίζεται τό κείμενο καί νά κοιτάς κατάματα τόν τηλεθεατή δταν μιλάς, φαίνεται δτι καταργήθηκε. "Αν καί πολ­ λοί έχουν άκόμη άμφιβολίες τί είναι προτιμότερο: νά μή βλέπεις τό πρόσωπο καί νά τ' άκούς ή νά βλέπεις πρόσωπο καί νά μήν άκούς τίποτα; Ή δική σας τηλεόραση μέ ποιό κουμ­ πάκι κλείνει;

Αγωγή παντού καί πάντα ΘΑ κυκλοφορεί πιά τό τεύχος δταν θά 'χει τελειώσει τό Α' Πανελλήνιο Επιστη­ μονικό Συμπόσιο Παιδικής Λογοτεχνίας καί Αγωγής, πού όργάνωσε τό άγνωστό μας Ίδρυμα Παιδαγωγικών Μελετών καί Εφαρμογών. Επειδή δμως τό θέμα του μάς ένδιαφέρει άμεσα, ύποσχόμαστε στό έπόμενο τεύχος νά δώσουμε τίς έντυπώσεις μας, μιά πού θά τό παρακολου­ θήσουν ειδικοί συνεργάτες μας. Γιά τήν ώρα, έχοντας στά χέρια μας

Πυίυί €Ϊστ€ καί τί θέλετε ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΗ ήταν ή άνταπόκριση πού βρήκε ή έρευνά μας σχετικά μέ τό ποιό είναι τό άναγνωστικό κοινό τού «Διαβάζω» καί τί πιστεύει γιά τό περιοδι­ κό. "Ετσι, μέχρι τίς 30 Σεπτεμβρίου είχα­ με πάρει 304 άπαντήσεις (μετά τήν ήμερομηνία φτάσανε κι άλλες, κάπου 50, άλλά ήταν άδύνατο πιά νά τίς λάβουμε ύπόψη). Τό δείγμα θεωρήθηκε ικανοποιητικό (τό 7% τών τακτικών άναγνωστών μας) κι οί άπαντήσεις πήραν τό δρόμο τους γιά τόν ύπολογιστή. Ταξινομήθηκαν, άθροίστηκαν καί έτσι μπορούμε τώρα νά έχουμε καί μεϊς μιά είκόνα τού «ποιοί εί­ στε καί τί θέλετε». Τήν είκόνα αύτή θά τήν παρουσιάσουμε καί σέ σάς σέ συ­ νέχειες δμως, μιά καί ή αύτοτελής καί άναλυτική δημοσίευσή της θά άπαιτοΰσε πολύ χώρο. 'Αρχίζουμε λοιπόν άπό τή σύνθεση τού άναγνωστικοΰ μας κοινού: "Ανδρες 56,58%, γυναίκες 41,45% (άρνήθηκε νά δηλώσει τό φύλο του τό 1,97%). Τό 70,39% είναι ήλικίας 15-35 έτών, τό 23,03% είναι 36-50, τό 5,92% είναι 51-65 καί μόνο τό 0,66% είναι πάνω άπό 65 έτών. Δηλαδή τό «Διαβάζω» έχει ένα κοινό καθαρά νεανι­ κό. "Οσο γιά τό έπάγγελμα πού δηλώθη­ κε, τό 20,39% είναι φοπητές άνώτερων καί άνώτατων σχολών, τό 13,82% είναι φιλόλογοι καθηγητές, τό 8,58% είναι ιδιωτικοί ύπάλληλοι, τό 6,58% δημόσιοι ύπάλληλοι, τό 5,26% είναι μαθητές λυ­ κείου, τό 4,60% είναι γιατροί κι άπό κεϊ καί πέρα τό ύπόλοιπο ποσοστό |40,77%) τό διεκδικούν 29 έπαγγέλματα. Άναμεσά τους ΰπάρχουν 5 συγγραφείς, 4 με­ ταφραστές, 2 έκδότες, 4 βιβλιοθηκάριοι, 2 διορθωτές άλλά κανένας βιβλιοπώ­ λης Τέλος, στήν έρώτηση γιά τήν οίκογε-


νειακή κατάσταση τών άναγνωστών μας, μόνο τό 35,53% άπάντησε δτι έχει παι­ διά. Άπ’ αυτά, τό 43,37% είναι μέχρι 5 έτών (δέν διαβάζουν δηλαδή), τό 22,89% είναι 6-10 έτών, ένώ πάνω άπό 20 έτών είναι τό 6,03%. 'Αλλά θά συνεχίσουμε ατό έπόμενο τεύχος.

Γιά τή σημερινή Ελλάδα ΜΙΑ Έλβετίδα, ή ΟΟρσουλα Μπίρρι, πού διδάσκει τά νέα έλληνικά στη Ζυρίχη καί σέ γερμανικό πανεπιστήμιο, έβαλε στό­ χο της νά γνωρίσει στό έλβετικό κοινό κάτι παραπάνω άπό τήν άρχαία 'Ελλάδα καί τήν 'Ελλάδα γιά τουρίστες: θέλει νά τού παρουσιάσει τή νεοελληνική λογο­ τεχνία καί τόν πολιτισμό τής σημερινής 'Ελλάδας. Σέ διάφορες πόλεις τής Ελβε­ τίας λοιπόν έκανε διαλέξεις μέ θέμα τήν έκφραστικότητα τής καθεμιάς άπό τίς τέ­ χνες: ποίηση, μουσική καί ζωγραφική, πάνω στό «"Αξιόν έστί» τού Όδυσσέα Έλύτη, έρμηνεύοντας μέρη άπό τό λο­ γοτεχνικό κείμενο τού Έλύτη, άναλύοντας τό πρόβλημα τής μετάφρασης, δεί­ χνοντας dias άπό τούς πίνακες τού ζω­ γράφου Τζιόκα καί βάζοντας νά άκουστοΰν άποσπάσματα άπό τό μουσικό έρ­ γο του Θεοδωράκη. Αϋτόπτης μάρτυρας μιάς άπ' αύτές τίς διαλέξεις μάς μετέφερε άριστες έντυπώσεις. Μαζί καί τήν πληροφορία άτι ή Οΰρσουλα Μπίρρι, άφοϋ τελείωσε τό νεοελληνικό τμήμα τής Φιλοσοφικής Σχολής στή Θεσσαλονίκη καί συγκριτική φιλολογία στό Μπόχουμ τής Γερμανίας, έγινε διδάκτορας τής γερμανικής φιλο­ λογίας στό Πανεπιστήμιο τής Ζυρίχης. Ή διατριβή της άσχολεϊται μέ τό πολιτικό θέατρο τών Meyerhold καί Piscator.

Προειδοποίηση ΟΣΑ άπό τά περιοδικά έπιθυμοϋν νά κα­ ταχωρίζονται οϊ βιβλιοκριτικές τους οτήν Κρπικογραφία τού «Διαβάζω», πρέπει νά στέλνουν έγκαιρα ένα τεύχος στά γρα­ φεία τού περιοδικού. Κι δταν λέμε έγκαι­ ρα, έννοοΰμε τήν πρώτη ήμέρα κυκλο­ φορίας του στά βιβλιοπωλεία τής Αθή­ νας. 'Αλλιώς, είναι πολύ πιθανόν νά μή δημοσιεύονται οί βιβλιοκριτικές πού θά μάς στέλνονται.

Γιά βιβλιοθηκάριους ΕΙΝΑΙ τόσο λίγα αύτά πού γίνονται στό χώρο τών βιβλιοθηκών καί τής βιβλιοθη­ κονομίας στόν τόπο μας, πού θά 'ταν ά­ δικο νά μήν έπισημάνουμε μιά έργασία (δέν κυκλοφορεί στό έμπόριο) τού βι­ βλιοθηκάριου Χάρη Ρεντίφη. Ό συγγρα­ φέας, πού έργάζεται στή βιβλιοθήκη τού κεντρικού καταστήματος τής Τράπεζας τής 'Ελλάδος, στό πολυγραφημένο πό­ νημά του μέ τίτλο «Κανονισμοί βιβλιο­ θηκών», έπιχειρεϊ μία ένδιαφέρουσα έ­

ρευνα γιά τό πού ύπάρχουν κανονισμοί, άπό πότε χρονολογούνται κι άν έχουν γί­ νει άλλαγές ή προσαρμογές. Παράλληλα πληροφορεί καί συμβουλεύει, δσους τουλάχιστον θελήσουν νά κινηθούν πρός αϋτή τήν κατεύθυνση, τί πρέπει νά περιέχει ό κανονισμός μιάς βιβλιοθήκης. Νομίζουμε δτι κέρδος θά είχαν οί άπανταχοΰ τής χώρας βιβλιοθηκάριοι νά τού ζητήσουν ένα άντίτυπο. Έστω καί γιά νά άπολαύσουν τίς άπαντήσεις πού έδωσαν μερικοί συνάδελφοί του βιβλιο­ θηκάριοι γιά τή χρησιμότητα τού κανονι­ σμού σέ μιά βιβλιοθήκη.

Καμία έκπληξη ΣΕ κανέναν δέν προκάλεσε έκπληξη ή συγχώνευση τού Συνδέσμου 'Ελλήνων Λογοτεχνών στήν 'Εταιρεία ‘Ελλήνων Λογοτεχνών. Άπό τή στιγμή πού οί διοι­ κήσεις τών δύο σωματείων συμπλέανε σέ δλα, ,αύτό ήταν άναπόφευκτο —ένα πρέπει νά είναι τό σωματείο. 'Αντίθετα, είδηση σημαντική θά ήταν νά άκούγονταν κάποιες κινήσεις γιά τήν ένοποίηση τής 'Εθνικής 'Εταιρείας Λογο­ τεχνών μέ τήν 'Εταιρεία 'Ελλήνων Λογο­ τεχνών ή κι άλλες άποσκιρτήσεις άπό τίς δύο αύτές έταιρείες καί άντίστοιχες προσχωρήσεις στήν 'Εταιρεία Συγγρα­ φέων. 'Αλλά φαίνεται δτι κάτι τέτοια δέν πρόκειται νά συμβοΰν, μιά καί τά πράγ­ ματα έχουν παγιωθεϊ σέ τρεις καταστά­ σεις, πού έκφράζσυν τρεις διαφορετι­ κούς κόσμους.

'Ώς πότ€; ΑΦΟΥ θά 'χετε ήδη διαβάσει στίς «Ανα­ γνώσεις» τά δσα γράφει ό Γ. Βέλτσος γιά τήν έξουσία τού λόγου, μπορούμε νά προσθέσουμε καί μεϊς μιά παρατήρηση, έμπειρική. Προσέξατε ποτέ άπό τά τόσα περιοδικά (έβδομαδιαϊα, δεκαπενθήμε, ρα, μηνιαία κλπ.) πού κυκλοφορούν, πό­ σα είναι άνοιχτά στό διάλογο; Σέ κείμενα δηλαδή άναγνωστών-τους; Καί άκόμη: προσέξατε ποιά είναι έκεΐνα πού άπαξιούν νά διαθέτουν έστω καί λίγες άράδες γιά νά δημοσιεύονται γράμματα πού τούς στέλνονται καί πού δέν είναι έπαινετικά γιά τά δημοσιεύματα τού περιοδι­ κού; Κι άναρωτηθήκατε γιατί; Βέβαια, άν ρωτήσετε τούς έκδοτες τους θά σάς άπαντήσουν, μέ πολλές λέ­ ξεις βέβαια, δτι έφαρμόζουν τήν πολυ­ φωνία μέσα στήν ύπόλοιπη ύλη τού πε­ ριοδικού, δτι εύχαρίστως δέχονται νά περνάνε άπό κεϊ χιλιάδες άπόψεις (λές κι είναι πορνείο γιά στρατιώτες) κλπ., κλπ., άλλά ή ούσία τής κατάστασης παραμένει άναπάντητη. Άν καί γιά μάς δέν είναι τί­ ποτα άλλο παρά ένα σύμπτωμα καί τεκ­ μήριο βαθύτατων αύταρχικών άντιλήΓιατί ή «Λέξη» π.χ. (άν περιοριστούμε στά λογοτεχνικά περιοδικά) περιφρονεΐ, καί φοβάται μιά σελίδα γιά τούς άναγνώστες της; Καί τό «Δέντρο» ή τό «Γράμμα­ τα καί Τέχνες» όχι; Καί μείς, ώς άναγνώστες τέτοιων περιοδικών, γιατί νά δεχό­ μαστε άδιαμαρτύρητα δποιο χαρτί κα­ λύμματος ή περιτυλίγματος καταπιεστι­ κών ιδεολογιών, αύταρχικής συμπεριφο­

ράς, κοσμικών δημοσίων σχέσεων κλπ. μάς πλασάρουν γιά έντυπο «πνευματι-

Αίγυπτιώτες «ΟΙ Έλληνες στήν Αίγυπτο - 4000 χρό­ νια παρουσία». Μέ αύτό τόν τίτλο ό Σύν­ δεσμος Αίγυτπιωτών 'Ελλήνων όργανώνει μέχρι τίς 5 Δεκεμβρίου μεγάλη έκθε­ ση ιστορικών καί άλλων μαρτυριών, στό φουαγιέ τού Πολεμικού Μουσείου τής Αθήνας, Ριζάρη 2. Γιά δσους έπιθυμοϋν νά έπισκεφθοΰν αύτή τήν έξαιρετικά έν­ διαφέρουσα έκθεση, τούς πληροφορού­ με δτι είναι άνοιχτή κάθε μέρα άπό τίς 9 ώς τίς 2, τά πρωινά, κι άπό τίς 5 ώς τίς 8, τά άπογεύματα.

Ή λατινοαμερικανική λογοτεχνία ΔΕΝ χρειάστηκε νά βραβευτεί μέ τό Νόμπελ ό Μάρκες γιά νά τόν γνωρίσουν οί έλληνες βιβλιόφιλοι. Όπως φαίνεται, έδώ καί μήνες, άπό τόν πίνακα τής «'Αγοράς τού Βιβλίου», καί δπως ο) ίδιοι οϊ βιβλιοπώλες δμολογοΰν, οί λατινοαμε­ ρικάνοι συγγραφείς έχουν τήν προτίμη­ ση τού άναγνωστικοΰ κοινού: Μάρκες, Μπόρχες, Άμάντο, 'Αστούριας, Γιόσα, Πάζ κι ένα σωρό άλλοι. Πιστεύοντας δτι έπρεπε νά δώσουμε ένα βοήθημα, ένα κλειδί, γιά τήν κατα­ νόηση τής μεγάλης λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας, άφιερώνουμε τό έπόμενο τεύχος μας, τής 29ης Δεκεμβρίου, σ’ αύτήν καί τούς βασικούς έκπροσώπους της. Έτσι, οί άναγνώστες τού άφιερώματος αύτοΰ θά έχουν τήν εύκαιρία νά δια­ βάσουν έξαιρετικά ένδιαφέροντα κάί κα­ τατοπιστικά κείμενα τών ίδιων τών Μάρ­ κες, Γιόσα, Πάζ, Κορτάσαρ κ.ά., ένα κεί­ μενο τού Φ. Δρακονταειδή γιά τή σχέση νεοελληνικής καί λατινοαμερικάνικης λο­ γοτεχνίας, καθώς καί μιά χρησιμότατη βιβλιογραφία μέ δλες τίς έλληνικές μετα­ φράσεις λατινοαμερικάνικων έργων. Όλ' αύτά στό χριστουγεννιάτικο τεύ­ χος μας, πού —σημειώστε— θά 'ναι καί «διπλό» (130 δρχ.).


Α π ό 3 έ ω ς 1 6 Ν ο ε μ β ρ ίο υ Ό παρακάτω π ίνακας π αρ ο υ σ ιάζει τά έμπ ορ ικ ό τερ α β ιβ λ ία ένό ς δεκα π εν θη μ έρ ο υ , σ ύ μ ­ φω να μ έ τά σ το ιχ εία πού μ ά ς π αραχώ ρησαν δεκαπ έντε β ιβ λιο π ώ λες ά π ' δλη τή ν Ε λλά δα , δηλώ νοντας ό κ α θ ένα ς το υ ς τά τρ ία β ιβ λ ία πού είχαν τις π ερ ισ σ ό τερ ες π ω λή σ εις σ τό β ιβ λ ιο ­ πωλείο rofi κατά τό δ ιά σ τη μ α σύτό. Έ τσ ι, τό β ι­ β λίο μ έ τ ίς μ ε γ α λ ύ τε ρ ε ς π ω λή σ εις σ η μ ε ιώ ν ετα ι μ έ τρ εις β ο ύ λ ες (Φ Φ Φ), τό α μ έ σ ω ς μ ε τ ά μ έ δύο (Φ Φ) κ α ί τό τελ ε υ τα ίο μ έ μ ία (Φ). Επ ειδή δμ ω ς είν α ι τεχ ν ικ ά ά δ ύ ν α το νά δη ­ μ ο σ ιεύ ο ντα ι δλα τ ά β ιβ λ ία πού ά ν α φ έ ρ ο υ ν ο! βιβ λιοπώ λες, ό πίνακας π ερ ιλ α μ β ά ν ει τ ελ ικ ά εκ είνα τά β ιβ λ ία πού δ η λώ θ η κ α ν άπό δ ύ ο το υ ­ λά χ ισ το ν βιβ λιοπ ώ λες.

‘Ό σ ο γ ιά τό έν δ ια φ έρ ο ν κ α ί τή ν π ο ιό τη τα τω ν β ιβ λ ίω ν τ ο ύ πίνακα, σκό π ιμο είν α ι νά σ υ μ ­ β ο υ λ ε ύ ε σ τ ε τ ίς σ ε λ ίδ ε ς τή ς «Ε πιλογής».

II

Β ΙΒ Λ ΙΑ

1.

2.

Γκ. Γκ. Μάρκες: ‘ Εκατό χρόνια μοναξιάς (Νέα Σύ­ νορα) Σήμερα πεθαίνει ό φασισμός (Έρμείας)

3.

Α. Ντέμπλιν: Μπερλίν Άλεξάντερπλατς (Όδυσσέας)

4.

Γκ. Γκ. Μάρκες: Χρονικόν ένός προαναγγελθέντος θανάτου (Νέα Σύνορα)

5.

Κ. Καστοριάδη: Μπροστά στόν πόλεμο (Imago)

6.

Σπ. Ασδραχά: 'Ελληνική κοινωνία καί οίκονομία, ιη' καί ιθ' αιώνες (‘Ερμής)

7.

Μ. Κουμανταρέα: Ό ώραϊος λοχαγός (Κέδρος)

8.

Σ. Γρηγοριάδη: Συνοπτική Ιστορία τής ’Εθνικής ’Αντίστασης 19 41 -19 45 (Κ. Καπόπουλος)

Η ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΑΜΟΥΕΛ ΜΠΕΚΕΤ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΥ

II


A. ANT. ΛΙΒΑΝΗ ΚΑΙ ΣΙ A E.E. ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ-ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» Σόλωνος 9 4 τηλ. 3 6 1 0 .5 8 9 -3 6 0 0 .3 9 8

Και η Λιλή Ζωγράφου μαζί μας 0 €κόοτικός μας οίκος εξασφάλισε τη συνεργασία της πιο τολμηρής, της πιο αιχμηρής υπογραφής της σύγχρονης πεζογραφίας μας. Κυκλοφορεί προσεχώς ΛΙΛΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ «Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ;»

Το πιο αντιφεμινιστικό-φεμινιστικό βιβλίο που γρά­ φτηκε ως τώρα. Παράλληλα θα κυκλοφορήσει σε 12η έκδοση το πο­ λύκροτο έργο της ΛΙΛΗΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ «Επάγγελμα Πόρνη»

Πληροφορίες-παραγγελίες: A. Α. ΛΙΒΑΝΗ Σόλωνος 9 4 τηλ. 3 6 1 0 .5 8 9 3 6 0 0 .3 9 8


Jg j δ ιά λ ο γ ο ι "Ολα τά γράμματα πού άπευθύνονται άποκλειστικά ατό εΔιαβά­ ζω» καί πού παρουσιάζουν κάποιο γενικότερο Ενδιαφέρον, δη­ μοσιεύονται είτε ολόκληρα (Εφόσον είναι σύντομα) είτε άποσπασματικά (Εάν είναι Εκτενή). Γιά τό λόγο αύτό, παρακαλοΰνται οί άναγνώστες πού μάς γράφουν νά είναι Οσο πιό σύντομοι

μπορούν καί νά σημειώνουν τό πλήρες όνοματεπώνυμο καί τήν άκριβή διεύθυνσή τους. Πάντως, γιά νά δημοσιευθείΕνα γράμ­ μα, πρέπει νά 'χει φτάσει ατά γραφεία τοΰ περιοδικού τουλάχι­ στον τρεις βδομάδες πρίν άπό τήν ήμέρα κυκλοφορίας τοΰ τεύ­ χους. βέρνηση τών Ελεύθερων βουνών τής 'Ελλάδας δπως άντίστοιχα, καί τό 'Εθνι­ ‘Η Εθνική ’Αντίσταση στή Μέση ’Ανατολή κό Συμβούλιο ήταν ή Βουλή τών 'Ελλή­ V Βασίλης Νεφελούδης, συγγραφέας νων στά Ελεύθερα βουνά. Αν αύτά τά Αύτή ή μαρτυρία τοΰ Ν. Ασκούτση άντοΰ βιβλίου «Ή Εθνική ‘Αντίσταση στή ταποκρίνεται πλήρως στά γεγονότα. Καί δυό σώματα δέν είχαν τίς πιό πάνω ιδιό­ Μέση Ανατολή», γιά τό ύποίο δημο­ δέν ΰπάρχει κανένα γεγονός πού νά τητες τότε, σίγουρα, δέν θά είχαν καί σιεύτηκε κριτική τού ‘Αλέξανδρου Κιμαρτυρεί γιά τό άντίθετο. λόγο Οπαρξης. τροέφ ατά τεύχος 55 τού «Διαβάζω», 3. Πρίν άπό τήν ώμή Επέμβαση τών 6. 01 άντιπρόσωποι τής ΠΕΕΑ, τοΰ Εκθέτει τή δική του άποψη γιά μερικά Αγγλων καί τήν άξίωσή τους νά παραδοΕΑΜ καί τοΰ ΚΚΕ άποκήρυξαν, στό Λί­ σημεία τής κριτικής τού συνεργάτη μας. θοΰν τά δπλα,' σέ καμιά στρατιωτική μο­ βανο, τόν άγώνα τών Ενόπλων δυνά­ νάδα ή Εκδήλωση δέν πήρε μορφή στά­ μεων. Αύτό είναι γεγονός. 'Εκείνο πού σης ή άνταρσίας. Παντού, ήσυχα καί άμφισβητεϊται σοβαρά είναι τό άν ή συμ­ 1. Σχέδιο Εκτεταμένων Εκκαθαρίσεων, περιφορά τής έαμικής άντιπροσωπείας, ώραία, ύπογράφηκαν τά ύπομνήματα γιά μέ στόχο τόν άποκλεισμό άπό τίς μάχι­ τήν Ενότητα και μέ άπόλυτη τάξη καί στό Λίβανο, άνταποκρινόταν στίς Εντο­ μες μονάδες δλων τών δραστήριων άντιήρεμία Επιδόθηκαν στίς διοικήσεις τών λές πού είχε πάρει άπό τίς ήγεσίες τών φασιστών, ύπήρχε καί είχε άρχίσει νά όργανώσεων στήν Ελλάδα. 01 τότε ήγέμονάδων. Ή άντίσταση, ή άρνηση ύπαΕφαρμόζεται πολύ πρίν τόν ’Απρίλη του τες τοΰ ΚΚΕ καί τοΰ ΕΑΜ άνοιχτά κατα­ κοής στίς διαταγές άρχίζει άπό τή στιγ­ 1944. Αύτό, Επιβεβαιώνεται άπ' τά γε· δίκασαν τή στάση τών άντιπροσώπων μή πού μπαίνει σ' Εφαρμογή τό άγγλικό τους στό Λίβανο, άμέσως μετά τήν ύποσχέδιο τοΰ άφοπλισμοΰ καί τής διάλυ­ Μέ πλήρη (100%) άντιφασιστική γραφή τής συμφωνίας Καί, μάλιστα, στό σης τών μονάδων. Αύτό είναι πλήρως σύνθεση συγκροτήθηκε τό 8ο Τάγμα καί στενό κύκλο τοΰ Π.Γ. τής Κεντρικής ιστορικά βεβαιωμένο. Τό άν σωστά ή δχι χρησιμοποιήθηκε σάν φρουρά αίχμαλώ'Επιτροπής τοΰ ΚΚΕ συζητούσαν τήν άρνήθηκαν νά άφοπλιστοΰν οί ένοπλες παραπομπή τών Ρούσσου - Πορφυρογέδυνάμεις, είναι άλλο ζήτημα. Διαφορετι­ Συγκροτήθηκαν τά στρατόπεδα τού νη στό Εκτελεστικό άπόσπασμα, δπως κά τοποθετείται κανείς σ' αύτό άν ξέρει Καμπρίτ καί τού Κασσασίν, δπου στέλ­ τόσο παραστατικά άφηγεΐται στίς άνακαί άν πιστεύει δτι ύπήρχε σχέδιο μαζι­ νονταν ο! άνεπιθύμητοι άντιφασίοτες. μνήσεις του ό τότε όργανωτικός γραμ­ κών έκκαθαρίσεων, πού είχε άρχίσει νά Από τόν «Ίέρακα» καί άλλα καράβια ματέας τοΰ κόμματος Γιάννης ΊωαννίΕφαρμόζεται πρίν άπό τόν Απρίλη, καί έγιναν όμαδικές μετατάξεις στό στρατό δης. Εντελώς άλλοι παράγοντες ύστε­ διαφορετικά Εκείνος πού άγνοεϊ είτε άρξηράς. Ό Γδιος ό Σοφοκλής Βενιζέλος ρα, όδήγησάν τήν κομματική ήγεσία νεϊται τήν ύπαρξη τοΰ σχεδίου. όμολόγησε δτι είχε καταρτιστεί κατάλο­ στήν άλλαγή στάσης άπέναντι στή συμ­ 4. Σέ δ,τι άφορδ τό άξιόπιστο ή δχι γος χιλίων (1.000) έκκαθαριστέων στό τής μαρτυρίας τοΰ Γιάννη Σαλδ, Εκείνο φωνία τοΰ Λιβάνου. Πολεμικό Ναυτικό. πού, κατά τή γνώμη μου, βαρύνει δέν εί­ 7. Ή άντιφασιστική ήγεσία τής Μέ­ Αύτά, είναι μερικά άπό τά γεγονότα ναι ή γνώμη τοΰ κάποιου άγγλου ιστορι­ σης Ανατολής ΰποτίμησε τόν βρετανικό πού Επιβεβαιώνουν πλήρως τά σχέδια κού, άλλά τό γεγονός δτι ό Σαλάς άμέπαράγοντα; Κατά τή γνώμη μου, δχιΙ τών έκκαθαρίσεων καί τήν τεράστια σως μετά τόν Επαναπατρισμό του στήν Πήρε μόνο ύπόψη της δτι οί Βρετανοί έκτασή τους. Στό σημείο αύτό, δέν 'Ελλάδα, άλλά καί πρίν άπ' αύτόν, στήν δέν ήταν οί μόνοι πού άποφάσιζαν γιά ύπάρχουν περιθώρια γιά άμφιβολίες καί Αίγυπτο, άναφέρθηκε, προφορικά καί τίς μεταπολεμικές Εξελίξεις. 'Υπενθυμίζω άμφισβητήσεις. Ούτε άπό τό προσωπικό γραπτά, στή συνομιλία του μέ τόν Πέτρο πώς τόν 'Απρίλη τοΰ 1944 οϋτε ό άρχεϊο τού Τσώρτσιλ προκύπτει δτι οί ΡοΟσσο, τό καλοκαίρι τοΰ 1943, κατά Ρούσβελτ, οΰτε ό Στάλιν είχαν άποδεΒρετανοί ήταν άσχετοι μέ τίς Εκκαθαρί­ τήν όποια, στήν Ερώτηση τοΰ Σαλά «άν χθεϊ τή βρετανική άποψη γιά χωρισμό σεις. Τό άντίθετο. Από τά στοιχεία πού τό ΕΑΜ σχηματίσει κυβέρνηση στήν τών Βαλκανίων σέ σφαίρες Επιρροής καί δημοσιεύτηκαν προκύπτει σαφώς δτι οί Ελλάδα, Εμείς Εδώ τί πρέπει νά κάνου­ άναγνώριση τής 'Αγγλίας σάν ύπεΒρετανοί καί, προσωπικά, ό Τσώρτσιλ ή­ με;» ό Π. Ροΰσσος άπάντησε: «Στήν πε­ ρισχύουσας δύναμης στήν 'Ελλάδα. Ή ταν οί ύποκινητές τών έκκαθαρίσεων καί ρίπτωση αύτή, όφείλετε νά Εκδηλωθείτε σοβιετική καί ή άμερικάνικη στροφή στό δτι ή σταδιακή Εφαρμογή τού σχεδίου καί άς σάς διαλύσουν. 'Εμείς άλλωστε, θέμα αύτό άρχίζουν μετά τό Λίβανο. Ή άρχισε πολύ πρίν άπό τόν Απρίλη τοΰ σάς λογαριάζαμε γιά στρατό τοΰ βασι­ 1944. συμφωνία τών Στάλιν-Τσώρτσιλ στή Μόσχα, πού θεσμοθέτησε τίς σφαίρες 2. Ή πρόσκληση τών άντιπροσώπων λιά». Ό Γιάννης Σαλάς δέν ήταν άπ' τούς Επιρροής, έγινε τόν Όκτώβρη τοΰ 1944. τής ΠΕΕΑ, τού ΕΑΜ καί τού ΚΚΕ,. στό Τόν Απρίλη τού 1944 ύπήρχαν, άκόμα, άνθρώπους πού θά ήθελαν ή θά δέχον­ Λίβανο, δέν ήταν καθόλου άσχετη μέ άρκετά περιθώρια γιά νά πάρουν άλλη ταν νά φορτώσουν τίς εύθύνες τους στίς τήν άντιφασιστική κινητοποίηση τών κατεύθυνση οί Εξελίξεις στήν άντιμετώπλάτες κάποιου άλλου. Πέρα άπ' αύτό, 'Ενόπλων Δυνάμεων καί ιδιαίτερα μέ τά πιση καί τή λύση τοΰ Ελληνικού προβλή­ δταν ό Γιάννης Σαλάς μίλησε κι έγραψε γεγονότα τοΰ Απρίλη. Σχετικά μέ τό θέ­ ματος. Στίς συνθήκες Εκείνες κάθε άλλο γιά τή συνομιλία του αύτή μέ τό ΡοΟσσο, μα αύτό, ό Ν. Ασκούτσης, μέλος τής παρά άναποτελεσματικός καί μάταιος θά ό Ροΰσσος ζοϋσε (καί ζεί άκόμα) καί, τό­ ΠΕΕΑ, στήν κατάθεσή του μπροστά στό τε τουλάχιστον, δέν Επιχείρησε νά τή μπορούσε νά θεωρηθεί δ άγώνας τών Ναυτοδικείο, δπου δικάζονταν οί ναύτες Ελληνικών άντιφασιστικών δυνάμεων διαψεύσει. τού «Ίέρακα», είναι κατηγορηματικός... τής Μ. 'Ανατολής. 5. ’Ηταν ή δχι ή ΠΕΕΑ κυβέρνηση, — «'Ακόμα καί τόν περασμένο Φλεβάρη στά Ελεύθερα Ελληνικά βουνά; Νομίζω 8. Γιά τό άν, τέλος, ύπήρχαν τό 1943 -εϊπ ε- στείλαμε άνθρωπο, μέ συγκε­ πώς, πέρα άπό κάθε άμφισβήτηση, τήν κριμένες προτάσεις γιά τήν Ενότητα καί καί τό 1944 δυνατότητες συγκρότησης άπάντηση σ' αύτό τή δίνει τό ίδιο τό έρ­ μετώπου τών άντιστασιακών όργανώό άνθρωπος αύτός δέν έγινε κάν δεκτός. γο τής ΠΕΕΑ, πού ήταν έργο κεντρικής σεων συμπεριλαμβανομένου καί τού ΕΠροσεκλήθπυεν είς τάς 21 'Απριλίου, μέ


λεσματική. Καί πώς, στή βάση αύτή, ό δημοκρατικός δρόμος περάσματος άπό τόν πόλεμο στήν είρήνη δέν ήταν ούτοΠροσπάθησα νά είμαι δσο μπορώ σύντομος. 'Απάντησα μόνο στά σημεία τού κριτικού σημειώματος τού Άλ. Κιτροεφ πού θεώρησα βασικά. Πιστεύω πώς τό θέμα μένει άνοιχτό γιά ζωντανή δημόσια συζήτηση μπροστά σέ άκροατήριο. Αύτό θά βοηθούσε νά διευκρινι­ στούν καλύτερα πολλά πράγματα. Κά­ ποιος όργανισμός, κάποιοις άρμόδιος φορέας θά έπρεπε, νομίζω, νά πάρει μιά τέτοια πρωτοβουλία. Καί δλοι δσοι θά είχαν νά καταθέσουν τή μαρτυρία τους, μέ βάση τίς έμπειρίες τους, νομίζω πώς έχουν χρέος νά πάρουν μέρος σέ μιά τέ­ τοια συζήτηση. Μέ έκτίμηση Βασίλης Νεφελούδης

Ελληνικό η κυπριακό έθνος; Αγαπητό «Διαβάζω», μέ άφορμή πρόσφατο σχόλιό σου γιά τήν έλληνοκυπριακή λογοτεχνία, σέ πλη­ ροφορώ πώς σέ πολλές περιπτώσεις με­ ρικοί Κύπριοι πέφτουν σέ μεγάλο λάθος καί θεωρούν τήν έλληνοκυπριακή λογο­ τεχνία αύτόνομη καί δχι λογοτεχνία πού εντάσσεται στά πλαίσια τής εύρύτερης έλληνικής λογοτεχνίας. Καί τούτο έχει βαθύτερη σημασία

στούς σημερινούς χαλεπούς καιρούς πού κάποιοι έδώ στήν Κύπρο προσπα­ θούν νά μάς πείσουν δτι ή κυπριακή λο­ γοτεχνία είναι κάτι τό ξεχωριστό άπό τήν καθόλου έλληνική, άρα ή Κύπρος άποτελεί κάτι τό ξεχωριστό καί δέν είναι τμήμα τού έλληνικοΰ έθνους. Τέτοιες άπόψεις μάλιστα άκούονται καθημερινά καί κά­ ποιος Κώστας Γραικός στό βιβλίο του «Τά Κυπριακά» άναπτύσσει τή «θεωρία» δτι οΙ Κύπριοι δέν είναι "Ελληνες άλλά έτεοκύπριοι. Μάλιστα άκούονται καί απόψεις δτι ή Κύπρος είναι ένα νέο έθνος, καί ή άναφορά πού γίνεται συχνά γιά τό «έθνικό ζήτημα» αύτό τό πράγμα υποδηλώνει. Σέ όρισμένες άλλες περιπτώσεις έδώ στήν Κύπρο μιλούν γιά κρατική λογοτε­ χνία. Αλλά σέ κανένα μέρος τού κόσμου δέν ύπάρχει κρατική λογοτεχνία, άλλά έθνική λογοτεχνία. Δυστυχώς αύτή τήν άντιιστορική άποψη τή διατυπώνει καί ό καθηγητής κ. Γιώργος Κεχαγιόγλου στόν πρόλογο τού βιβλίου «Νεότεροι Κύπριοι ποιητές, 1960-1982». Καί τώρα μιά σύντομη παρατήρηση στήν κριτική τού κ. Γιώργου Κ. Τσαλακοϋ γιά τό βιβλίο τού Νίκου Κρανιδιώτη: «Δύ­ σκολα χρόνια». Γράφει ό κ. Γ.Κ.Τ.: «ή πραγμάτωση τού κυρίαρχου στόχου τού άγώνα τού κυπριακού λαού (ή ένωση) έ­ χει άμφισβητηθεϊ καί Ιστορικά μέ τήν έν­ νοια δτι προτάθηκε καί ή έναλλακτική πρόταση άπό πλευράς ΑΚΕΛ (δηλαδή δχι ένοπλη πάλη, άλλά μαζικός πολιτικός άγώνας)».

Νομίζω δτι ό κ. Γ.Κ.Τ. κάνει ένα μεγά­ λο λάθος. Ή άποτυχία τού ένοπλου άγώνα καί ή Ζυρίχη δέν όφείλονται στό «λά­ θος» τού ένοπλου άγώνα, άλλά στά λά­ θη τής πολιτικής ήγεσίας τού έθνικοαπελευθερωτικοΰ άγώνα. Καί πρώτο, δ Γρί­ βας ήταν ό μόνος άκατάλληλος γιά νά ήγηθεϊ αύτός τού άγώνα. Τό άντικομουνιστικό του μένος δέν τόν άφησε νά δεί δτι ένας ένοπλος άγώνας άπαιτεϊ έθνική όμοψυχία καί συστράτευση δλων τών δυνάμεων τού τόπου, καί δεύτερο ή ήγεσία τού ΑΚΕΛ δέν είδε δτι στόν άγώνα έπρεπε νά πάρει μέρος έστω καί παράλ­ ληλα άφοΰ δ Γρίβας δέν ήθελε τούς κο­ μουνιστές στήν ΕΟΚΑ. 'Απόδειξη, δτι πολλά στελέχη καί μέλη τού ΑΚΕΛ διεφώνησαν μέ τήν άπόφαση τού κόμματος να καταδικάσει τόν άγώνα ώς έγκληματικό καί τρομοκρατικό. 'Ακριβώς, λοιπόν, έκεΐ όφείλεται ή άποτυχία του καί ή μετέπειτα τραγωδία τής Κύπρου, πού συ­ νεχίζεται άκόμα καί θά συνεχίζεται ώσότου ή πολιτική καί ή πνευματική ήγεσία τής νήσου κατανοήσει δτι τό πρόβλημα τής μεγαλονήσου είναι δεμένο μέ τό γε­ νικότερο έλληνικό πρόβλημα. Καί δτι ή Κύπρος άποτελεΐ άναπόσπαστο τμήμα τού έλληνικοΰ έθνους. Οι «θεωρίες» πού άνατττύσσονται περί «κυπριακής συνεί-_ δησης» καί «κυπριακού έθνους» άποτελοΰν τυχοδιωκτισμό καί μόνο καταστρο­ φές θά σωρεύσουν στόν έλληνικό λαό τής νήσου. Σπύρος Μυλωνάς Κρήτης 7 Λευκωσία

ΠΥΡΙΝΟ: ΚΟΣΜΟΣ ΒΙΒΛΙΑ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΑΡΧΑΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ·ΙΕΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ιπ π η ίΥ Ο Α τ π ν τ μ

a c m j k ia

Γ Ί / Ί Π ^ · Λ . I ΚΙ Λ I UTU ΓΤί Ι Λ

Λ


οι σημειώσεις..

Τό δ ιά β α σ μ , ή ανάγνωση καί ό περιπλ ανώμε νος αναγνώστης "Α ν από τό αρχαιοελληνικό ρήμα «διαβιβάζω» διαγράψτε σάν πλεονάζουσα τη μεσ αία συλ­ λαβή «βι», θά πάρετε τό νεοελληνικό ρήμα «διαβάζω», που σημαίνει, άκριβώς, διαβιβά­ ζω, δηλαδή μεταφέρω κάτι άπό τό ένα μέρος στό άλλο. Μ ' άλλα λόγια, τό διάβασμα είναι μιά πράξη μεταφοράς τής γνώσης άπό έκεΐνον πού τήν έχει στόν άλλο πού δέν τήν έχει καί πού θά έπιθυμοϋσε νά τήν όποχτήσει. Κατά κάποιον τρόπο, δλοι έμεΐς οί άναγνώστες άνήκουμε στό... σώμα των διαβιβάσεων, μ έ μιά ουσιαστική διαφορά, ωστόσο, όπ' τούς κυ­ ρίω ς εϊπεΐν διαβιβαστές: Ή γνώση μάς διαβι­ βάζεται άπό άλλους καί ή έπικοινωνία σταμα­ τάει σέ μάς. Γιά νά διαβιβάσουμε, μ έ τή σειρά μας, τή γνώση πού όποχτήσαμε, μαζί μ έ τίς δι­ κές μας, ένδεχομένως, προσθήκες πρέπει άπό άναγνώστες νά γίνουμε συγγραφείς ή καλλι­ τέχνες ή ρήτορες ή άπλώς συζητητές. Α υτό σημαίνει πώς ή διαδικασία του διαβάσματος πού σταματάει στό διάβασμα, χάνει τό νόημά της, άφοΰ τό μήνυμα ή ή πληροφορία θ ά χα ­ θ ε ί μαζί μ έ μάς, άν δέν φροντίσουμε νά διαβι­ β α σ τεί σέ άλλους. Γιά νά συμβεί, ώστόσο, κά­ τι τέτοιο, γιά νά σταματήσει δηλαδή ή διαδι­ κασία μεταβίβασης τής γνώσης, πρέπει νά φανταστούμε έναν κόσμο όπου, ένώ δλοι γνωρίζουν άνάγνωση, κανείς δέν γνωρίζει γραφή καί, τό σπουδαιότερο, κανείς δέν μπο­

ρ ε ί νά μιλήσει. Μ ’ άλλα λόγια, ή διαδικασία μεταβίβασης τής γνώσης, πού είναι τό διάβα­ σμα νοούμενο μ έ μιά έννοια διαλεκτική, όπ ' τή στιγμή πού άρχισε κάποτε δ έν υπάρχει κα­ μιά περίπτωση νά διακοπεί, παρά μόνο μ έ τόν ολικό καί γενικό άφανισμό τού «χόμο παρλάριμπους». Γιά τή διαιώνιση τής γνωστικής λειτουρ­ γίας φροντίζει άκόμα καί ή αστυνομία, δηλαδή άνθρωποι ένταγμένοι σ ' ένα σώμα έ ξ όρισμοΰ άκατάλληλο γιά διαβιβαστικές λειτουργίες διαφορετικές άπ’ αύτές πού έχουν σχέση μ έ διαταγές. ’Α πόδειξη τής φροντίδας τής αστυ­ νομίας γιά τή διαιώνιση τής γνώσης άποτελεϊ τό γνωστό άνέκδοτο πού «έξηγεϊ» γιατί οί χ ω ­ ροφύλακες πάνε δύο δύο στά περιπολικά: Δ ιότι, λέει, ό ένας γνωρίζει γραφή καί ό άλλος άνάγνωση! Μ ’ αύτό τό δίδυμο ή άστυνομία έ­ λ υ σ ε τό πρόβλημα τής μεταβίβασης τής α σ τυ­ νομικής γνώσης, καί τό μοντέλο θά μπορούσε νά ισχύει έπίσης καί γιά πνευματικά άναπήρους πού ώστόσο δέν είναι άστυνομικοί. Τό διάβασμα λέγεται καί ανάγνωση. Τούτη ή άρχαιοελληνική λέξη παραπέμπει σ έ μιά όντολογική άντίληψη τής γνώσης. (Ένώ τό διά­ βασμα παραπέμπει σ έ μιά διαλεκτική άντίλη­ ψη τής γνώσης.) Πράγματι, «άναγινώσκω» ή «άναγιγνώσκω» σημαίνει όναγνωρίζω, γνωρί­ ζω καλά καί μ έ σαφήνεια κάτι πού προϋπάρχει


...του βασιλη ραφαηλιδη U από μένα τόν άναγνώστη. Κι αύτό πού προΰπαρχα έδώ είναι ή γνώση των άλλων, ή καλύτερα ή γνώση καθεαυτή σάν μιά δυνατό­ τητα πού ενυπάρχει στη φύση, συνεπώς καί στόν άνθρωπο. Στήν άνάγνωση, ή γνώση δεν είναι μιά άτέρμονη διαδικασία, όπως στό διά­ βασμα, άλλά μιά έπίμονη αναζήτηση άληθειών πού ύπάρχουν έτοιμες κάπου καί πού περιμένουν νά τίς «συλλέξουμε», άν διαθέ­ τουμε τό μεγάλο χάρισμα νά έρχόμαστε σ έ επαφή μ έ τό πνεύμα. Καί ή ανάγνωση καί τό διάβασμα προϋπο­ θέτουν έ\τα έξυπνο καί εττοχαστικό ύποκείμενο πού ε ίτε μετέχει στή διαδικασία τής μετα ­ βίβασης τής γνώσης (διάβασμα) είτε ψάχνει γιά τά σταθερά έρείσματα τού νοϋ (άνάγνω­ ση). Τό δυστύχημα είναι πώς τούτο τό άναγκαϊο ύποκείμενο δέν είναι ούτε πάντα έξυπνο ούτε άναγκαστικά στοχαστικό. Έτσι, τό διά­ βασμα στις περισσότερες περιπτώσεις έχει έκπέσει σέ μιά έντελώςχρησιμοθηρική διαδι­ κασία, μηχανική, άνούσια καί άντιπνευματική. Οί περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν: 1) Γιά νά άποχτήσουν ένα χρήσιμο στόν βιοπο­ ρισμό δίπλωμα, καί διακόπτουν τό διάβασμα μόλις πετύχουν τό στόχο τους. Πρόκειται γιά τήν τυπικά άστική αντίληψη τής γνώσης, νοούμενης ώς έργαλεΐο στήν πιό χυδαία κυ­ ριολεξία. 2) Γιά νά άποχτήσουν κοινωνικό κύ­ ρος, καί διακόπτουν τό διάβασμα μόλις τό άποχτήσουν, ή τό συνεχίζουν «μέ μέτρο», ίσα ίσα γιά νά τροφοδοτούν τό κύρος τους καί γιά νά μή βρεθούν ξαφνικά «ντεμοντέ». Είναι, καταπληχτικό τό τί άνοησίες διαβάζουν οί «πα­ ράγοντες», των όποιων τά αναγνωστικά γού­ στα έπισημαίνουμε κά θε Χριστούγεννα στούς αναγνωστικούς άπολογισμούς των έφημερίδων. 3) Γιά νά ξεκουράζονται άπ' τή «σοβα­ ρή» τους δουλειά!! Έδώ έχουμε τόν πλήρη καί ολικό έξευτελισμό τής ανάγνωσης, πού γί­

.

μ

. *»»»μ

νεται πράξη έντελώς περιστασιακή καί περι­ θωριακή, ίσης άξίας καί σημασίας μ έ τό κούμκάν ή τή μεσημβρινή σιέστα. Οί βροχερές μ έ­ ρες ευνοούν πολύ αύτό τόν τύπο άνάγνωσης, άλλά ή έλληνική έκδοχή τής άμάθειας πρέπει νά α ποδοθεί μάλλον στήν ήλιοφάνεια τής Ε λ ­ λάδας. 4 ) Γιά νά ύποβοηθοϋν τόν κακό τους ύπνο. Πρόκειται γιά μιά Ιατρική χρήση τοΰ β ι­ βλίου, καθόλου αξιοκαταφρόνητη καθεαυτή: Είναι προτιμότερο νά «παίρνεις» μερικές σελί­ δες «Νόρας» παρά μερικά χαπάκια βάλιουμ. Βέβαια, σ ’ αυτή τήν περίπτωση, ούτε λόγος νά γίνεται γιά άνάγνωση. Άλλω στε, τά καλά αναγνώσματα λειτουργούν σάν διεγερτικό κι όχι σάν ύπνωτικό. Βιβλίο πού είναι δυνατόν νά διαβαστεί στό κρεβάτι είναι μή-βιβλίο, καί αναγνώστης πού διαβάζει στό κρεβάτι είναι, άπλά, ένας νυσταγμένος άνθρωπος, πού θά ή­ ταν προτιμότερο νά μετράει προβατάκια παρά σελίδες συμπεπυκνωμένης άνοησίας. ‘Α πομένει μιά τελευταία κατηγορία ανα­ γνωστών: Είναι αυτοί πού διαβάζουν άπό μιά βα θιά υπαρξιακή ανάγκη, πού θέλουν νά ικα­ νοποιήσουν οπωσδήποτε κάποιες ούσιαστικές τους περιέργειες, καί νά βροΰν άπαντήσεις —πού έκ τώ ν προτέρων ξέρουν πώς δέν θά τίς βροΰν— σέ μερικά πρωταρχικά έρωτήματα σχετικά μ έ τόν κόσμο μέσα στόν όποιο βρέθηκαν τυχαία πεταγμένοι μ έ μιά γέννηση γιά τήν οποία δέ φέρουν καμιά ευθύνη. Μ ' άλλα λό για, είναι αύτοί πού δέν όρκοΰνται στό γεγονός πώς γεννήθηκαν άνθρωποι καί πού προσπαθούν νά γ ίν ο υ ν άνθρωποι. "Οταν μιλάμε γιά άναγνώστες, πρέπει νά άναφερόμαστε μόνο σ ’ αυτούς. Οί ύπόλοιποι είναι άπλώς γεννημένοι άνθρωποι, καί ώς έκ τούτου παντελώς ανίκανοι, όπως καί τά ζώα, καί γιά τή διαδικασία τοΰ διαβάσματος καί γιά τήν πράξη τής άνάγνωσης.


Δ έ ν είνα ι λ ίγ ες ο ί φ ο ρ ές πού ή ά νάγνω σ η έν ό ς β ιβ λίο υ κ ά ν ει τό ν άνά γνώ σ τη σ υγγρ α ­ φέα. Σ υ γ γ ρ α φ έα μ ια ς έπ ισ το λή ς πού θ ά τη ν α π ευ θ ύ ν ει σ τό ν ά γνω σ το γΓ α ύ τό ν δη­ μιουρ γό, πού μ ό λ ις π ρίν άπό λίγ ο «σ υ ν ά ν τη σ ε» μ έ σ α άπό τίς σ ελ ίδ ες τού β ιβ λίου· σ τό ν ά νθρ ω π ο πού τό πρόσωπό το υ σ χ η μ α τίσ τη κ ε σ ά ν ψ η φ ιδ ω τό άπό τίς λ έξ εις το ύ κ ε ιμ έ ­ νου, όπ ’ τίς α ρά δ ες κ α ί τό λ ευ κ ό δ ιά σ τη μ α ά νά μ εσ ά τους. Γιατί, όπως ό σ υγ γ ρ αφ έα ς «ανοίχτηκε» κ α ί π α ρου σ ία σ ε μ έ σ α άπό τά κ είμ εν ά το υ τίς ιδ έ ε ς του, έ τ σ ι κ α ί ό ά ν α γ ν ώ σ τη ς ν ιώ θ ει σ υχνά τή ν ανάγκη νά «α νοίξει τη ν κ α ρδ ιά του» σ ’ α ύτόν, νά το υ α νταπ ο δώ σει τή δ ιά θ εσ η γιά γνωριμία. Δ ε κ ά δ ε ς ά ν όχι έκ α το ν τά δ ες είν α ι ο ί έπ ισ το λ ές πού φ τά ν ο υ ν σ το ύ ς σ υγγρ α φ είς άπό το ύ ς α να γ ν ώ σ τες τω ν β ιβ λ ίω ν τους. Ά ν τ ρ ε ς κ α ί γυναίκες, μ ικ ρ ο ί κ α ί μ εγά λοι, μ α θ η τές , φ οιτη τές , έπ/σ τήμονες, νοικοκυρές, άπλοί ά ν θρ ω π οι τής κ α θ η μ ερ ιν ή ς ζωής, δ έ ν δ ισ τά ­ ζο υ ν κ α θό λο υ, όπως άποδ εικνύετα ι, νά κ ά νο υν γνω στό τό θα υ μ α σ μ ό κ α ί τή ν αγάπη το υ ς σ το ύ ς λο γ ο τέχ ν ες - έν α μ ικ ρ ό « εύχ α ρ ισ τώ » σ τή σ υγκίνησ η πού το ύ ς π ρόσφ εραν. Κ ι ά ν νιώ θο υ ν «λίγη» τή ν έπισ τολή, δ έ ν είν α ι σπάνιο νά τή σ υ ν ο δ εύ ο υ ν μ ’ ένα μ ικ ρ ό δώ ρο, ή μ ιά α ίτη σ η γιά γνω ριμία «άπό κοντά», γιά νά δείξουν, δ σ ο μ π ορ ούν πιό πολύ, πόσο έ κ τ ψ ο ϋ ν τό σ υ γ γ ρ α φ έα «τους». Ά λ λ ’ άς δ ο ύ μ ε κ α λ ύ τερ α τ ί λ έ ν ε γιά τό θ έ μ α α ύτό μ ε ρ ικ ο ί από το ύ ς πιό γνω σ τούς μα ς •συγγρ αφ είς. Αρχίζουμε μέ τόν Γιώργο Ίωάννου, ό όποιος, πολύ σω­ στά. μάς θυμίζει πόσο έχει μπει στή ζωή μας τό τηλέ­ φωνο. «Ή Ερώτησή σας πρέπει, νομίζω, νά συμπληρωθεί κάπως. Όχι μόνο "τί έπιστολές παίρνετε άπό άναγνώστες", άλλά "τί έπιστολές καί τί τηλεφωνήματα παίρνετε άπό άναγνώστες". φυσικά άπό άγνωστους άναγνώστες —αύτό πιστεύω άτι ρωτάτε. Εϊναι άλήθεια άτι ο) συγ­ γραφείς —καί δλοι οί άλλοι— δέχονται σήμερα πολύ πε­ ρισσότερα τηλεφωνήματα παρά έπιστολές... Τά τηλε­ φωνήματα καί οί έπιστολές άποτελούν κατά κανόνα έκδηλώσεις θαυμασμού καί σχετίζονται συνήθως μέ κάτι πού κυκλοφόρησες πρόσφατα. Μέ τήν εύκαιρία, βέβαια, σού μιλούν καί γιά άλλα έργα σου. Πάντως έκεΐνο πού τονίζουν ίδιαίτερα είναι τό πόσο τούς έξέφρασες μ’ αύτό ή έκεΐνο τό έργο σου, μ' αύτό ή τό άλλο κείμενό σου πού περιέχεται στό βιβλίο σου. Πόσο σύρριζα στό νοΰ τους καί γιά λογαριασμό τους μίλησες. Πόσο σωστά καί καίρια άνέλυσες —καί φώναξες δυνατά— αύτά πού καί αΰτούς τούς βασανίζουν. Πολλές τέτοιες έκδηλώσεις είχα άπό τό βιβλίο μου "Πολλαπλά κατάγματα" καί πέρα. Τό βιβλίο αύτό μπορεί νά μήν είναι τό "άριστούργημά" μου, άλλά μίλησε, φαί14

νεται, δυνατά καί μέ έγκυρότητα, γιά καταστάσεις πού καταταλαιπωροΰν πολύ κόσμο. Καί βρήκε μεγάλη άνταπόκριση. Τόση πού ξαφνιάζει άκόμη καί μένα. Μού έ­ γραψαν καί προπάντων μού τηλεφώνησαν πολλές δεκά­ δες άγνωστοί μου άνθρωποι, γιά νά μού ποΰν πόσο σω­ στά βρίσκουν αύτά πού λέω καί δτι κι αύτοί είχαν κάπο­ τε ζήσει τά ίδια έξαιτίας κάποιου άτυχήματος. Έντόνως άρνητικά ή ύβριστικά γράμματα, βεβαίως καί παίρνω. Οί άντιρρήσεις συνήθως άναφέρονται δχι άποκλειστικά στά βιβλία μου άλλά σέ μένα ώς άτομο σέ

Περισσότερα τηλεφωνήματα παρά έπιστολές σχέση μέ τά βιβλία μου. Μ έ θέλουν, λέει, πιό άπόκοσμο, πιό αύστηρό άπέναντι σέ συγκεκριμένα πρόσωπα καί πράγματα. Τρέμουν νά μήν μέ καταπιούν οί κοσμικοί κύ­ κλοι, τό φοβερό καί τρομερό Κολωνάκι. 01 φόβοι τους είναι άδικοι, βέβαια. Μερικοί μέ θέλουν άκόμα πιό άπλό


φω μυθιστορήματα. Είναι μια σχεοον γενική και έντονη άπαίτηση αύτή. Τί άλλο ζητούν; Ζητούν, βεβαίως, αΰτόγραφα. "Αν εί­ ναι δυνατόν, νά άντιγράψω μέ τό χέρι τήν τάδε ή τάδε παράγραφο καί νά τούς τή στείλω. Ζητούν άκόμα συ­ ναντήσεις, στίς όποιες άπό έλλειψη χρόνου σπάνια άνταποκρίνομαι. Ζητούν άλλοι νά μέ περιποιηθοΰν, νά μοΰ κάνουν τό τραπέζι. Ζητούν νά παραθερίσω κοντά τους. Μοΰ γράφουν γιά τό έξοχικό τους καί μοΰ στέλνουν καί καμιά κάρτ-ποστάλ τού τόπου όπου θέλουν νά μέ δεχτούν. "Ενας τους μοΰ άφησε πρόσφατα στό βιβλιοπωλείο “Ένδοχώρα” ένα κουτί λουκούμια συριανά, σπάνιας μάρκας καί παραδοσιακής ποιότητας. "Αλλος μοΰ έστει­ λε άπό τό Παρίσι μιά ινδική στάμπα, διπλωμένη σέ με­ γάλο φάκελο. Τήν έχω κάνει κορνίζα. Άλλος μετά άπό κάθε “φυλλάδιο” μοΰ στέλνει άπό τήν Αύστραλία ένα φύλλο κισσού πατημένο μέσα σέ γράμμα. Μιά κυρία μοΰ τηλεφώνησε ότι μοΰ έχει μιά μπουκάλα έκλεκτή τσικουδιά. "Ηθελε νά μοΰ τή στείλει σπίτι, άλλά έγώ είχα δουλειά έκείνη τή μέρα. Τής είπα ότι θά περάσω ό ίδιος άπό τό μαγαζί της, άλλά τώρα ξέχασα πού άκριβώς βρίσκεται τό μαγαζί της. Φυσικά λαμβάνω άρκετά χειρόγραφα κείμενα γιά νά πώτή γνώμη μου. Πού καί πού πέφτει καί κανένα έρωτικό γραμματάκι. Ίσως φαντάζουν περιαυτολογίες αΰτά, άλλά δέν είναι. Ούτε τίποτα τό ιδιαίτερο είναι. Προσπα­ θώ άπλώς νά άπαντήσω στό έρώτημά σας».

Πάρα πολλά γράμματα «άπό έπώνυμους καί άνώνυμους» λαμβάνει καί ή συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου, «ό­ μως μοΰ κάνουν κυρίως έντύπωση τά γράμματα τών παιδιών», μάς λέει. «Ζητάνε νά μέ γνωρίσουν, μ' εύχαριστοϋν πού τούς έμαθα τήν άληθινή Ιστορία, μοΰ λένε ό­ τι μέ τά βιβλία μου έμαθαν πράγματα πού στό σχολείο δέν τά διδάσκουν». Γράμματα καί κασέτες, λουλούδια καί τηλεφωνήματα είναι τά μέσα τής έπικοινωνίας πού διαλέγουν οΐ άναγνώστες τών βιβλίων της γιά νά έρθουν σ' έπαφή μαζί της.

Εύχαριστίες γιά τήν ιστορία πού 5έ διδάσκεται «"Ομως αύτά τά γράμματα τών παιδιών, τέτοια γράμ­ ματα πού κρίνουν καί μάλιστα σωστά...» έπιμένει ή ίδια. Τά πιό πολλά γράμματα πήρε ή Διδώ Σωτηρίου γιά τήν «Εντολή» καί τά «Ματωμένα χώματα». «Γιά τό “ Κατεδαφιζόμεθα", πήρα έπίσης πολλά γράμματα. "Μάς συγκλόνισες” μοΰ έγραφαν. Μοΰ γράφουν κυρίως γυ­ ναίκες καί άγόρια, φοιτητές. Τά άγόρια είναι πιό συγκρα­ τημένα, μιλούν περισσότερο γιά προβληματισμούς παρά γιά συναισθήματα. ‘Ο καθένας πού γράφει, γράφει όρμώμενος άπό κάτι, μιά παρατήρηση, γιά κάποια συγκίνη­ ση πού ένιωσε. Μοΰ γράφουν τίς άναμνήσεις τους, τίς έντυπώσεις τους άπ' τά βιβλία, τά πάντα. Μερικές φορές στίς έπιστολές τους μοΰ γράφουν άπίθανα πράγματα. Ότι θέλουν νά μέ μαγνητοφωνή-

τι μετά τη μητέρα της είμαι εγω, uaau οεν μιιαμει vu με έχει μονοπώλιο, “γιατί είσαι μητέρα χιλιάδων νέων πού άπό τά βιβλία σου φωτιστήκανε σέ κάτι". Μιά μαθήτρια μοΰ έστειλε τό άντίγραφο μιάς έκθεσης πού έγραψε, μέ θέμα “ Πιό συγγραφέα προτιμάτε καί γιατί". Μιά άλλη μαθήτρια: “Τέσσερις φορές σοΰ έγραψα καί τέσσερις φορές τό έσκισα. Τώρα βιάζομαι νά τρέξω νά τό ταχυ­ δρομήσω. Τί μέ έσπρωχνε; Ή άνάγκη νά έπικοινωγήσω καί μέ τόν άνθρωπο συγγραφέα, νά σ' εύχαριστήσω πού στά δεκαεφτά μου μέ βοήθησες νά μάθω τήν άληθινή Ιστορία του τόπου μου μέ τήν 'Εντολή καί τά Μα­ τωμένα χώματα. Άλλους βοήθησες νά μήν ξεχάσουν καί άλλους, σάν έμένα, νά μάθουν τήν άλήθεια”. "Ενας άλλος: “ Μέ ταρακούνησες, μ' έβγαλες άπό τό λήθαργο προσφέροντάς μου τά Ματωμένα χώματα. Σ' εύχαριστώ". “ Πέρασα έξω άπό τό σπίτι σας άποφασισμένη νά χτυπήσω. Τριγύρισα πολύ άλλά δέν τόλμησα” μοΰ έγρα­ φε μιά μαθήτρια, ή Φωτεινή, πού έδινε έξετάσεις γιά τό Πανεπιστήμιο. Ή ίδια, στήν έορτή τής μητέρας μοΰ έ­ στειλε “Χρόνια πολλά" καί τό δικαιολόγησε: "Είστε μά­ να, καί μάλιστα πολύτεκνη· έχετε χιλιάδες παιδιά, είστε μητέρα τής σκέψης μας, πνευματικά μάς άνήκετε”».

Ή σειρά του Βασίλη Βασιλικού: «'Εγώ δέν λαμβάνω καί πολλές έπιστολές, ίσως γιατί ώς τώρα δέν είχα μόνιμη διεύθυνση. Κατά καιρούς βέβαια έρχονται κάποιες έπι­ στολές... Τίς περισσότερες τίς έλαβα μετά τήν έκδοση τής “Πενταλογίας”, όπως είπα έγώ τή σειρά τών βι­

Ή αδιάκοπη περιπλάνηση εμπόδιο στήν επικοινωνία βλίων πού έξέδωσα τό 1979. Πήρα τότε μερικές έπι­ στολές πού δικαίωσαν αύτά τά βιβλία, γιατί μέσα σ' αύ­ τά πολύς κόσμος άναγνώρισε δικές του περιπτώσεις. Κι ένώ έγώ νόμιζα άτι ήταν κάπως ίδιωτικής μορφής, κυ­ ρίως τά ήμερολόγια όπως “Ό τρομερός μήνας Αύγου­ στος”, τό “ Γράμμα” καί τό “Βραχιόλι”, καί άτι δέν έπρε­ πε νά τά βγάλω, ήρθαν τά γράμματα τών άνθρώπων καί μέ καθησύχασαν... Μοΰ έγραφαν άτι όλοι είχαν περάσει κάποια τέτοια Ιστορία άλλά δέν τήν είχε έκφράσει κανέ­ νας μ' αύτό τόν τρόπο. Αύτό μέ ήσύχασε, μέ έπεισε άτι δέν έκανα άσχημα πού έβγαλα αύτά'τά βιβλία. Γιά τά προηγούμενα βιβλία δέν έχω λάβει καμιά έπιστολή. Λάβαινα, πολλές έπιστολές όταν δούλευα στά "Νέα”, όπου τά χρονογραφήματά μου προκαλοΰσαν κά­ ποιες άντιδράσεις. Έκεΐ είχα σημαντική έπιστολογραφία. Αύτό δείχνει πόσο "μετράει” τό βιβλίο σέ σχέση μέ τό καθημερινό έντυπο. Μιά περίεργη έπιστολή είχα πάρει τό ’56 μέ άφορμή τό "Θύματα ειρήνης” πού είχα έκδώσει. Ό έπιστολογράφος μοΰ έγραφε άτι μέ τό βιβλίο αύτό γλίτωσε άπό τήν αύτοκτονία. Μοΰ είχε κάνει πολύ καλό αύτή ή έπι­ στολή. "Εχω άκούσει άτι άλλοι συγγραφείς παίρνουν τόννους έπιστολών. Εμένα μοΰ λείπει αύτή ή έπικοινωνία... Τό γεγονός άτι δέν παίρνω έπιστολές τό άποδίδω

15


ή «ΚΙΒΩΤΟΣ» έδεσε στον ΠΕΙΡΑΙΑ Με κέφι καί μεράκι γιά τό βιβλίο φτιάξαμε ένα μαγαζί στήν καρδιά του ΠΕΙΡΑΙΑ. Δούλεψαν άνθρωποι πολλοί έπί μήνες καί επιτέλους στήθηκε τό τριώροφο. Βάλαμε τή φαντασία μας νά όργιάσει μαζί μέ την αγάπη μας γιά τά παιδιά καί διαμορφώσαμε τό ΥΠΟΓΕΙΟ σ’ έ­ ναν πραγματικό παιδότοπο μέ παι­ χνίδια διαλεχτά, εκπαιδευτικά, μέ βιβλία, γιά άλες τίς παιδικές ήλικίες, ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά. Τό ΙΣΟΓΕΙΟ τό διαθέσαμε στά ελληνικά βιβλία, στίς άφίσες, στίς κάρτες, στά χειροποίητα κεριά, στά χαρτικά. Σ' ένα τμήμα βάλαμε αγ­ γλικά βιβλία, πάμφθηνα, σέ συνερ­ γασία μέ τό COM PENDIUM , ενώ ένας είδικός χώρος άφιερώθηκε στά περιοδικά. Ό Γ. Γαλάντης προσφέρθηκε νά εκθέσει στό ΠΑΤΑΡΙ τά κολάζ πού φτιάχνει εδώ καί χρόνια γιά τά έξώφυλλα τού περιοδικού «ΔΙΑΒΑΖΩ» σ' ένα χώρο ειδικά διαμορφωμένο γιά τέτοιου είδους έκδηλώσεις. "Εχουμε κι άλλα σχέδια γιά τό μέλλον. Σίγουρα όμως θά ήτανε πολύτιμη ή συμβολή σας άν, περ­ νώντας από τήν ΚΙΒΩΤΟ, μάς κά­ νατε τίς παρατηρήσεις σας.

βιβλία

- χαρτικά

π α ι χ ν ί δ ι α

Δραγάτση 1 - Πειραιάς (ΝΕΟ ΔΗΜΑΡΧΙΑΚΟ ΜΕΓΑΡΟ)

στήν άδιάκοπη περιπλάνησή μου. ’Από τό '67 καί μετά ώς τό '81 δέν είχα διεύθυνση. Έτσι, άν κάποιος ήθελε νά μοϋ στείλει κάτι, δέν θά μπορούσε νά μέ βρει».

Πολλές είναι οι έκδηλώσεις άπό άγνωστους αναγνώ­ στες τού Άντώνη Σαμαράκη, τόσο άπό τήν 'Ελλάδα δσο καί άπό τό έξωτερικό. «Σέ άλες τίς έκδόσεις τών βιβλίων μου είναι τυπωμένη ή διεύθυνσή μου», μάς λέει. «Τό ζή­ τησα έγώ αύτό, άκριβώς γιατί πιστεύω πώς ή λογοτε­ χνία είναι,πρέπει νά είναι, διάλογος μέ τόν άλλο πού σου κάνει τήν τιμή νά πάρει τό βιβλίο σου. 01 έκδηλώσεις εί­ ναι κυρίως γράμματα, τηλεφωνήματα καί έπισκέψεις στό σπίτι, έτσι, ξαφνικά. Λαμβάνω άρκετά συχνά γράμ­ ματα, γεμάτα προβλήματα, άτομικά καί γενικά. 01 άναγνώστες άνοίγουν τήν καρδιά τους καί άποκαλύπτουν απόρρητες πτυχές τής ζωής τους, γράφουν μέ άνομα καί διεύθυνση σ' έναν άγνωστο συγγραφέα πού δέν τόν ξέ­ ρουν άπό κοντά κι δμως τού έχουν έμπιστοσύνη. Πολ­ λές φορές μοΰ εξομολογούνται δράματα οίκογενειακά, τραγωδίες άληθινές. ΑΙσθάνομαι άδύναμος. "Ενα αίσθη­ μα μοναξιάς καί άνασφάλειας χαρακτηρίζει τά περισσό­ τερα γράμματα, καί Ιδιαίτερα αύτά τών νέων. "Αλλα πάλι δείχνουν τήν άγωνιστικότητά τους καί μιά άντίσταση στόν τρόπο τής ζωής πού θέλουν νά τούς έπιβάλλουν τά λογής λογής συστήματα, οΐ έξουσίες τού κόσμου τού­ του, οϊ τά φαιά φοροΰντες. 'Εκτός δμως άπό τά γράμμα­ τα αύτά λαμβάνω καί γράμματα άπλά, κάρτες μέ σχέδια κ.ά. Πρίν άπό χρόνια θυμάμαι, έπί χούντας, ένας μαθη­ τής γυμνασίου μοϋ έφερε δώρο ένα κλουβί μέ τό κανα­ ρίνι του. "Έγώ δέν έχω νά προσφέρω τίποτε άλλο" μοΰ είχε πεϊ. 'Ακόμη μοΰ φέρνουν πίνακες ζωγραφικής, γλυ­ κά πού φτιάχνουν στό σπίτι... Πολλές φορές λαμβάνω καί τηλεφωνήματα. "Ενας στρατιώτης άπό τηλεφωνικό θάλαμο πρίν άπό χρόνια μέ ρώτησε μέ σπασμένη φωνή: “Σάς παρακαλώ πείτε μου τή γνώμη σας γιά τήν αύτοκτονία. Είναι δικαιωμένη μιά τέτοια χειρονομία;” Τηλεφωνούσε άπό κάποιο σταθμό

Εμπιστοσύνη κι εξομολογήσεις σ’ έναν άγνωστο καί ή έπικοινωνία κοβόταν. "Εριχνε τά κέρματα καί μιλά­ γαμε. Χάθηκε ξαφνικά μέσα στή νύχτα... Μιά άλλη φορά ένα παιδί 14 έτών μοΰ είχε τηλεφωνήσει άπό τό Κάτω Νευροκόπι Δράμας καί μοΰ είπε μέσα στή νύχτα: "Κύριε Σαμαράκη, ζητείται έλπίς. Που είναι ή έλπίδα;” 'Αρκετά συχνά μοΰ γράφουν οΐ νέοι πού παίρνουν ναρκωτικά περιγράφοντας τήν προσπάθειά τους νά βγοϋν άπ' αύτά. 01 νέοι πολλές φορές έκφράζουν ένα αίσθημα προσωπικής ευθύνης γιά τήν άπανθρωπιά, τήν άδικία καί τόν παραλογισμό πού κυριαρχούν στόν κό­ σμο. Σάς παραθέτω ένα άπόσπασμα άπό γράμμα πού έ­ γραψε μιά Ιθχρονη. Μοΰ γράφει: "Άντώνη. Βοήθησε νά βρώ ένα τρόπο έκφρασης, διαφορετικά είμαι χαμένη. Αναρωτιέμαι γιατί ύπάρχω. Πές σέ παρακαλώ τί νά κά­ νω γιά νά άποκτήσει ένα νόημα ή ζωή μου. Τό κοριτσάκι τής φωτογραφίας πού σοΰ στέλνω άπό έφημερίδα, τό πούλησαν στήν Ταϊλάνδη σκλαβάκι γιά 85 λίρες. Στήν άλλη φωτογραφία πού σοΰ στέλνω, τά μάτια του παιδιοΰ-θύματος τής τραγωδίας τής Χιροσίμα κοιτάζουν έμένα, τά δικά μου τά μάτια, καί προσμένουν άπάντηση.


Κάνε με νά άποκριθώ, γιατί δεν άντέχω στό βλέμμα τους. Με στήνουν στόν τοίχο καί μέ δικάζουν σε θάνα­ το”».

«Παίρνω πάρα πολλές έπιστολές», μάς έξομολογεϊται ή Μαρία Ίορδανίδου, «καί μερικές άπό αΰτές είναι ώραιότατες, άριστουργήματα. Μοϋ γράφουν άκόμη καί παιδιά τοϋ σχολείου, κι αΰτό δέν μπορώ νά τό έξηγήσω, παιδιά άπό τό λύκειο... Τί μοϋ ζητάνε; Τί μοϋ γράφουν; Θεέ μου, Θεέ μου, πού νά θυμάμαι πιά, έκατοντάδες είναι οΐ έπιστολές, σάν έρωτικές έπιστολές. Πάντως μοϋ κάνει έντύπωση ή νεολαία μας. Βρέ, έχουμε καλή νεολαία. Εί­ ναι μιά Μαρία Γ., αύτή μοϋ γράφει συνέχεια καί έρχεται καί σπίτι μερικές φορές. Μοϋ έχει φέρει κι ένα φλιτζα­ νάκι τοϋ καφέ. Γράψε κι άλλα μοϋ γράφει. "Η "Λωξάντρα” τής άρεσε. "Γιατί χρυσό μου ή Λωξάντρα;.....Επει­ δή μοϋ έδωσε τή χαρά τής ζωής καί αισιοδοξία”. Κο­ ριτσάκι 17 έτών καί πήρε αίσιοδοξία άπό μιά γριά τοϋ περασμένου αίώνα, τί σοϋ λέει αύτό; Πρόσφατα πήρα μιά έπιστολή άπό τή Θεσσαλονίκη,

παρατηρητής

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ Τό εκδοτικό γεγονός τής χρονιάς

’Αγάπη για τό συγγραφέα κι οχι γιά τά βιβλία του... τίς ρίχνω άλες έκεΐ, έχω ένα μέρος πού τίς βάζω, έρχε­ ται ή κόρη μου καί μοϋ τίς διαβάζει, έγά> δέν βλέπω πιά, είμαι καί 85 χρόνων. Τρκτικά μοϋ γράφει καί μιά “Δέσποινα άπό τίς Σέρ­ ρες”. Αύτή μοϋ τηλεφωνεί κιόλας. '"Εδώ ή Δέσποινα άπό τίς Σέρρες" μοϋ λέει. Μοϋ στέλνουν καί δώρα μαζί, ένα βάζο μέλι θυμάμαι, τιρλίκια άπό τή Φλώρινα, γούνινα μάλιστα, μιά μικρή λα­ τέρνα, φλιτζανάκια, διακοσμητικά. Τόσα δώρα πού μέ κάνουν νά άναρωτιέμαι γιατί, γιατί σέ μένα; Προσπαθώ νά τό έξηγήσω. “ Είναι άγάπη, άγάπη, λέω στόν έαυτό μου· άγαποΰν έμένα, δχι τά βιβλία μου". Τί νά σοϋ διαβάσω τώρα, δέν βλέπω νά διαβάσω, καί ή κόρη μου δέν είναι έδώ... Ά , τώρα πού τό θυμήθηκα, μοϋ έστειλαν κι ένα τηλε­ γράφημα άπό ένα σταθμό γερόντων: “ Μάθαμε πώς εί­ ναι τά γενέθλιά σου καί σοϋ εύχόμαστε Χρόνια πολλά. Νά ζήσεις καί νά μάς γράφεις κι άλλα".’ Ποϋ μάθανε άτι είχα τά γενέθλιά μου; Ά , στάσου, μοϋ στείλανε καί χα­ βιάρι δώρο άπό τή Μόσχα. Νά γράψω κι άλλα, κι άλλα βιβλία, δλο αύτό μοϋ ζη­ τάν στίς έπιστολές τους. 01 πιό πολλές γυναίκες πού μοϋ γράφουν λένε: “Έμένα ή Λωξάντρα μοϋ θύμισε τή για­ γιά μου”. Καί είναι Ήπειρώτισσα ή γιαγιά της καί τής άλ­ λης Μανιάτισσα. Τή νιώθουνε τή Λωξάντρα δική τους. Μοϋ γράφουν κυρίως γυναίκες. Μιά άπό αύτές, δη­ μοδιδασκάλισσα, θέλει νά μοϋ φέρει τήν τάξη της.“Χρυσό μου, δλο κι δλο τέσσερις καρέκλες έχω, ποϋ νά χωρέσουν δλοι. Θά γίνει διαδήλωση έδώ”. "Αλλες πάλι φο­ ρές μέ παίρνουνε κασέτα γιά νά άκούσουν τή φωνή μου τά παιδιά στήν τάξη. Μοϋ γράφουν καί γυναίκες πού έχουν προβλήματα μέ τούς άντρες τους, μέ τά παιδιά τους. Ά χ αύτό τό ζή­ τημα τών παιδιών. Μοϋ τά γράφουν δλα».

ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ

Ένα κλασικό έργο στη διεθνή Βιβλιογραφία Μ εταφ ρασμένο γλώσσες

σέ

15

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

.ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ" ΤΗΛ. 264-958

ΑΘΗΝΑ ..ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ" ΤΗΛ. 3610589

Κάθε δεύτερη Τετάρτη τό «ΔΙΑΒΑΖΩ» μαζί σας

«Έδιάβασα τό "Λούμπεν” καί έκλαιγα δλη νύχτα γιατί γράφατε τή ζωή μου χωρίς νά τό καταλαβαίνετε»... Μι-

17


Σκίτσο τοΰ 'Ιωσήφ κρό άπόσπασμα μιας άπό τίς έκατοντάδες έπιστολές πού Z el πάρει καί έξακολουθεϊ νά παίρνει ή Έλλη ’Αλεξίου. «ΜοΟ γράφουν γυναίκες καί άντρες γιά τά βιβλία πού διαβάζουν, άλλοι γιά τό "Παρθεναγωγείο”, άλλοι γιά τη “Λύρα”, άλλοι γιά τό “Καί ούτω καθ' έξης"» μάς λέει. «Αλλά αύτά πού πραγματικά μέ ένθουσιάζουν είναι τά γράμματα τών παιδιών. Πρόκειται γιά άριστουργήματα. ■Αττό τήν Ηγουμενίτσα, άπό τή Χίο, άπό τήν Κέρκυρα. “ΙΥΙά υπάρχει τόση δυστυχία, ύπάρχουν τόσα φτωχά παιδιά” μοϋ γράφουν "καί τί ώραΐα πού βρεθήκατε κον­ τά τους”, δταν διαβάζουν τούς “Σκληρούς άγώνες" καί

Τά καλά λόγια νά λέγονται δεν ξεχνιούνται γό “Παρθεναγωγείο”. Ενθουσιαστικά γράμματα στέλ­ νουν οΐ άριστεροί γιά τή “Λύρα” κι αύτοί πού ζήσανε στίς λαϊκές δημοκρατίες καί είδανε στό βιβλίο πώς ήταν Οργανωμένη ή ζωή μας. “Μά ύπάρχει τέτοια ζωή”, μοϋ γράφανε, "είναι δυνατόν ο! άνθρωποι νά είναι ένθουσιασμένοι καί όλιγαρκεΐς καί νά μήν ύπάρχουν παρεξη­ γήσεις;” Γιά τό "Καί οΰτω καθ' έξης" έχει χαλάσει ό κόσμος άπό τίς έπιστολές. Έχω γιά άλα μου τά βιβλία, έχω δύο φακέλους. Στόν ένα βάζω τίς έπιστολές τών άγνώστων, crrov άλλο έχω γράψει “συγγραφείς” καί βάζω αύτές πού παίρνω άπό άνθρώπους πού γράφουν. Μέ ρωτάνε στά γράμματά τους, ιδιαίτερα τά παιδιά, ό τάδε είναι άληθινό πρόσωπο, ό άλλος άληθινό, άλλά σάς είπα, δ,τι μ' ένθουσιάζει είναι τά γράμματα τών παιδιών, κάθε μέρα έχω τΡία ή τέσσερα γράμματα ή τηλεφωνή­ ματα, γιατί μοϋ τηλεφωνούν κιόλας τά παιδιά. Καί κά­ νουνε συχνά άναλύσεις πού δέν τίς κάνουνε οί μεγάλοι. Είναι ένας πού τόν λένε... έχει παράξενο άνομα, νομίζω Μπαλάσκας, πάει μικρή τάξη τού γυμνασίου, καί σάς διαβεβαιώ δτι στέλνει κρίσεις πού ένας άναγνωρισμένος κριτικός δέν θά τίς κάνει. Μεγαλύτερη χαρά νιώθω ΥΓ αύτές τίς κριτικές άπό τίς άλλες τών άναγνωρισμένων. Ό Μπαλάσκας μέ έχει συγκινήσει. Είναι ειλικρινή τά γράμματα τών παιδιών. Μοϋ στέλνουν γράμματα άπό παντού, άπό τή Σουη­ δία, Νορβηγία, 'Αμερική, άπό τίς λαϊκές δημοκρατίες άφθονοΰν. θά πείτε ή ταυτότητα τών σκέψεων είναι πού τούς κάνει νά γράφουν, άλλά δταν μοΰ γράφουν (5πότά άλλα ξένα κράτη, είναι έπειδή διάβασαν τά βιβλία καί εύχαριστήθηκαν. Ό καλός λόγος ποτέ δέν βλάπτει. Κι έγώ έχω τύψεις γιατί δταν ήμουν παιδί καί διάβαζα καλά πράγματα κι έκλαιγα, δέν τό έλεγα ποτέ. Θυμάμαι, πώς τόν λένε αΰτό τό δημοσιογράφο άπό τά Χανιά, τόν Κονδυλάκη, είχα διαβάσει τό .'"Οταν ήμουν δάσκαλος” καί μοϋ άρεσε καί γέλασα καί δέν τοΰ τό είπα ποτέ τοΰ άνθρώπου- τόν γνώρισα, τόν έβλεπα κάθε μέρα, καί δέν τού τό είπα πο­ τέ, έχω τύψεις. Καί τού Μαλακάση, μοΰ άρεσε ό “Τάκης Πλούμας” καί ό "Μπαταριάς”, δέν τοΰ.τό είπα ποτέ. Ντρεπόμουνα, έλεγα “ποιά είμαι έγώ.,νά τού- πώ τή γνώμη μου”, τί νά πώ τώΡα έγώ στόν Θεοτόκη, καί δέν

τοΰ είπα ποτέ τίποτα. 'Αλλά τά καλά λόγια δέν ξεχνιούνται. Ξέχασα έγώ τά καλά λόγια πού μοΰ έγραφε ό Λαπαθιώτης καί ό Μήτσος Παπανικολάου; Σ' έναν μεγάλο πού μοϋ γράφει καλά λόγια θά τόν πάρω στό τηλέφωνο νά τοΰ πώ εΰχαριστώ, στά μικρά παιδιά δμως γράφω. Απαντώ στίς έρωτήσεις τους, στίς απορίες τους, είναι σά νά κάνω μάθημα, καί τά γραμμα­ τόσημα πού άγοράζουν τό σκέφτομαι καί τά τηλεφωνήματά τους, τούς λέω μήν ξοδεύετε άλλο, δέν έχετε χαρτζιλικάκι, είστε μικρά... 'Αλλά στό “Λούμπεν" πήρα τά πιό πολλά γράμματα. Άπό γυναίκες πού κλαίγανε. "Δέν κοιμήθηκα τή νύχτα άπό τό κλάμα, καί μέ ρώταγε ό γιός μου τί έχεις καί κλαΐς; Έ, ή Αλεξίου, παιδί μου, έγραψε τή ζωή μου"...»

«Ένα γράμμα άπό κάποιον άγνωστο, πρώτα κολακεύει τή ματαιοδοξία μου» μάς λέει ό Μένης Κουμανταρέας. «Μόλις δμως ό ένθουσιασμός μου ξεθυμάνει, νιώθω πώς δέν βρίσκομαι μόνος μέ τούς φίλους καί τόν στενό κύκλο μου- κοίταξε, λέω μέσα μου, έδώ ύπάρχουν κά­ ποιοι πού προσέχουν τή δουλειά μου καί πού φαίνεται νά έχει κάποια σημασία στή ζωή τους. Αύτό, άναπόφευκτα, μεγαλώνει τήν εύθύνη μου. Αύτά τά γράμματα τά βάζω στό άρχεϊο μου, δίπλα σέ γράμματα γνωστών ή έπώνυμων —συμβαίνει κάποτε, μάλιστα, τά πρώτα νά εί­ ναι σπουδαιότερα άπό τά δεύτερα. Οί περισσότεροι έπιστολογράφοι μου είναι, συνή­ θως, νέοι, καί είναι αύτό άκριβώς πού έξάπτει τό ένδιαφέρον μου. Δέν πειράζει πού, κάποτε κάποτε, όρισμένοι έχουν μιά ΰστεροβουλία: μοΰ στέλνουν μαζί τά βιβλία ή τά χειρόγραφά τους. Είμαι πιό εύαίσθητος άπέναντι στά χειρόγραφα παρά στά βιβλία. Τό τυπωμένο χαρτί έχει ή­ δη πάρει τό δρόμο γιά τόν προορισμό του: νά θαφτεί ή

Συγγραφέας, ένα πρόσωπο καθημερινό πού πιθανόν ν ’ απογοητεύει νά έπιπλεύσει. Δέν άπαντώ σέ δλα τά βιβλία. Απαντώ δμως στίς έπιστολές καί στά χειρόγραφα, καί μολονότι αύτό καμιά φορά καταντά κουραστικό, νιώθω δτι έχω μιά ύποχρέωση νά τούς ένθαρρύνω ή έμμεσα νά τούς άποτρέψω. Μερικές έπιστολές νέων περιέχουν άπρόσμενες κρίσεις καί φανερώνουν μιά δίψα, τήν ίδια πού αισθανόμουν κι έγώ νεότερος. Ένα γράμμα άπό καρδιάς κι ένα άλλο σκοπιμότητας ξεχωρίζουν άμέσως. Πέρυσι, μιά έλληνίδα μετανάστρια δεύτερης γενιάς μοΰ έγραψε, μεταξύ άλλων: “Ζώ καί έργάζομαι στή Σουηδία καί γνώ­ ρισα τήν Ελλάδα καί άπό κοντά άλλά καί πιό καλά άπό μακριά. Γεννήθηκα έδώ καί διατήρησα καλά τό δνειρο τής έπιστροφής δπως δλοι οί μετανάστες. Όμως μέσα άπό πολύπλοκες διεργασίες καί έμπειρίες άποφάσισα νά έγκαταλείψω τό δνειρο αύτό καί νά μείνω γιά πάντα έδώ. Γι' αΰτό χρειάζομαι σάν άτομο τή λογοτεχνία γιά πολλούς λόγους. 'Ιδιαίτερα μ' άρέσουν τά βιβλία σου γιατί έκεΐ μέσα βρίσκω τόν έαυτό μου καίτό περιβάλλον πού μέ διαμόρφωσε παρόλο πού έζησα έδώ. Δέν έχω άρκετές γνώσεις στά έλληνικά γιά νά μπορέσω νά σου έκφράσω πώς μέ άγγίζουν τά βιβλία σου..." Καί καταλή­ γει: '...μέ πολλή έκτίμηση —μήν άφήσεις ποτέ τήν πένα


Υπάρχουν καί oi άναγνώστες πού τηλεφωνούν καί θέλουν νά σέ γνωρίσουν —αΰτό είναι πιό έπικίνδυνο, γιατί τότε κινδυνεύεις νά τούς καταστρέφεις την άντίληψη πού έχουν σχηματίσει μέσα άπό τό έργο. Εΰτυχώς πού σήμερα δέν ύπάρχουν είδωλα μέ τήν παλιά σημα­ σία. Ό συγγραφέας είναι ένα πρόσωπο καθημερινό, κι άς ζεί κάποτε στήν άπομόνωσή του. "Εχω πρόσφατη μιά περίπτωση μ' έναν νεαρό άναγνώστη μου πού δέν μπό­ ρεσε νά συμβιβάσει τήν είκόνα πού είχε φτιάξει γιά μένα μέ αυτήν πού τού πρόσφερα ό ίδιος. Ύπάρχουν κι άλλες περιπτώσεις —οΐ πιό πολλές— μέ νέους πού θέλησαν νά μέ γνωρίσουν καί μέ τούς όποιους γίναμε έκ τών ύστέρων φίλοι. Είναι ωραίο νά γίνεσαι φίλος μέ τούς άνθρώπους πού σέ διαβάζουν. Δέν είναι, τάχα, κι αΰτός ένας λόγος πού μάς ώθεΐ νά γράφουμε; Μιά μέρα, ένας άναγνώστης μου, φλογερό παιδί, μοϋ είπε: "Είστε μιά προσωπικότης καί μου άρέσει ή παρέα σας”. Τού είπα: “Μήν τό ξαναπείς αΰτό, δέν αίσθάνομαι σάν προσωπικότης, άν θές νά κάνουμε παρέα μίλα μου στόν ένικό”.

παρατηρητής

ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ

Είναι ένδιαφέρον δταν oi άναγνώστες σου σέ κρί­ νουν: πολλές φορές είναι άδέκαστοι καί όπωσδήποτε διαθέτουν μεγαλύτερη φαντασία καί θέρμη άπό τούς κριτικούς. Στίς κρίσεις μερικών άπό τούς νεότερους καί στήν άξιολόγηση τής μέχρι σήμερα δουλειάς μου, δια­ βλέπω τήν ένδεχόμενη έτυμηγορία μιάς αυριανής γε­ νιάς. Μ' άρέσει αΰτό καί μέ τρομάζει».

Καί θά κλείσουμε τό ρεπορτάζ αΰτό μέ τόν Κώστα Ταχτσή: «Πολλοί μοϋ λένε συχνά: “Τί γκρινιάζεις: Είσαι ένας καταξιωμένος συγγραφέας. Σέ διαβάζουν καί σ’ άγαποϋν oi νέοι —τί άλλο θέλεις;" Θά μπορούσα νά άπαντήσω δτι, κοντά σ' αΰτούς πού μ' άγαποΰν —όσο μ' άγαποΰν— υπάρχουν άλλοι τόσοι, νέοι καί μή, πού μέ μισούν, άκριβώς έπειδή μ' άγαποΰν οΐ άλλοι. 'Αλλά oi έχθροί δέν είναι μόνο βάσανο. Αυτούς τούς περιφρονεΐς ή ξέρεις καί φυλάγεσαι —έκτος βέβαια κι άν είναι μανιακοί ή κοινοί έγκληματίες. Γιατί δυστυ-

’Άλλοι σ’ αγαπούν κι άλλοι «σ’ αγαπούν»... χώς έχω καί τέτοιους “θαυμαστές” καί άκόμα καί στή σκέψη δτι ύπάρχω δέν τούς πιάνει ύπνος. Αύτοί πού μ' “άγαποΰν” είναι συχνά πιό έπικίνδυνοι. Γιατί δσον άγαπάς κάποιον, έχεις άπαιτήσεις, θέλεις νά στό άνταποδώσει. Καί, δυστυχώς, ύπάρχουν μερικοί πού δέν ικανοποιούνται διαβάζοντάς σε. Ή άνάγνωση τών βιβλίων σου τούς άνοίγει άκριβώς τήν δρεξη γιά στενότερη "έπικοινωνία”. Κάθονται λοιπόν καί σοϋ γρά­ φουν. Ή σοϋ τηλεφωνούν. Πρέπει νά πώ άμέσως δτι, μ' αΰτό τόν τρόπο, είχα τήν τύχη νά γνωρίσω δύο τρεις πολύ ένδιαφέροντες άνθρώπους, κι ένας τουλάχιστον άπ' αΰτούς έχει γίνει έκτοτε στενός μου φίλος. 'Αλλά ή πλειονότητα είναι, άλίμονο, ψώνια. Θά ήταν ύποκριτικό έκ μέρους μου νά ισχυριστώ δτι περιφρονώ τήν έκφραση θαυμασμού έκ μέρους τών άναγνωστών μου. 'Αλλ' ό τρόπος πού τόν εκφράζουν μέ φέρνει συχνά σέ άμηχανία. Ζητάνε λ.χ. νά άέ γνωρίσουν “άπό κοντά”. Κι άν κάνεις τό λάθος νά έν'δώσεις, έννιά φορές στίς δέκα άπογοητεύονται. Ή άνά-

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

.ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ" ΤΗΛ. 264-958

ΑΘΗΝΑ ,,ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ'' ΤΗΛ. 3610589

ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΑΡΓΕΝΤΙΝΩΝ ΠΕΖΟΓΡΑΦΩΝ

"Ενα πανόραμα τής κλασικής καί τής σύγχρονης άργεντινής πεζογραφίας Δεύτερη, συμπληρωμένη έκδοση • Εισαγωγή-’Ανθολόγηση-Μετάφραση:

Γ.Δ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ ίτψιλον/βιβλία


Π Α Ρ Ε Μ Β Α Σ Ε ΙΣ

Π Α Τ Ρ ΙΚ Σ ΙΗ Λ Μ Ω Ρ Η Ν Μ Α Κ Κ Ο Ν Β ΙΛ Η Γαλλική επανάσταση του 1968 ΕΝΤΟΥΑΡΝΤΟ ΓΚ Α Λ ΕΑ Ν Ο Οι α νοιχτές φλέβες της λατινικής Α μερικής Η Γ Ρ Α Φ Ε ΙΟ Κ Ρ Α Τ ΙΑ Σ υλλογή κειμένω ν Ε ΡΝ Ε Σ Τ Μ Α Ν Τ Ε Λ Μ αρξιστική Π ραγματεία της Ο ικονομίας ΡΟ Υ Ν Τ Ο Λ Φ Μ Π Α Ρ Ο Θα συνεχίσ ω το δρόμ ο-μ ου Β ΙΚ Τ Ω Ρ Σ ΕΡΖ Τι πρέπει να ξέρει κάθε επαναστάτης Π ΕΤΕΡ Β Α ΪΣ Σημειώσεις για την πολιτιστική ζωή σ το Βιετνάμ Τ Ζ Ο Α Ν Ρ Ο Μ Π ΙΝ Σ Ο Ν Ελευθερία και αναγκαιότητα Μ ΑΝΤΕΛ Δ υ ο μελέτες για το Γ αλλικό Μ άη του 1968 Ε Τ Ο ΙΜ Α Ζ Ο Ν Τ Α Ι Λ Ε ΣΛ Ι Ε Β Α Ν Σ Η Κ ίνα μετά το ν Μ άο ΑΜ ΠΡΑΑΜ AEON Η υλιστική αντίληψη του Ε βραϊκού ζητήματος

Ε Κ ΔΟ Σ Ε ΙΣ Θ Ε Ω ΡΙΑ Ζ Ω Ο Δ Ο Χ Ο Υ Π Η Γ Η Σ 17 Τ Η Λ . 362 4 .1 2 7

γνώση τών βιβλίων σου τούς έχει κάνει νά σχηματίσουν μιά εικόνα γιά σένα, κι άλίμονό σου άν δεν άνταποκριθεΐς σ’ αύτή τήν είκόνα. Κι έπειδή δέν μπορούν νά τά βάλουν με τόν έαυτό τους, τά βάζουν μαζί σου. Έκεΐ πού είχες έναν φίλο, άποχτάς έναν έχθρό. Κατά κανόνα λοιπόν άποφεύγω νά δεχτώ αύτούς πού μού ζητούν νά μέ γνωρίσουν άπό κοντά. "Οταν κάποιος σέ βλέπει σάν είδωλο, καλό είναι νά τόν κρατάς σέ άπόσταση. Δέν εί­ ναι δμως πάντα εύκολο, ίδίως γιά μένα πού έχω τή μανία νά άπομυθοποιώ... τόν έαυτό μου. Τί άνθρωποι μού γράφουν; Μά, δλων τών φύλων —καί τού λεγάμενου "τρίτου"—, δλων τών ήλικιών κι έπαγγελμάτων, άπ’ δλα τά μέρη τής ΰφηλίου, δπου ύπάρχουν "Ελληνες. ’Αλλά κατά κανόνα είναι γυναίκες ή νέοι. Καί τί μού γράφουν; Δυό-τρεΐς φαντάροι μού ’χουν γράψει κατά καιρούς ζητώντας μου νά τούς στείλω άντίτυπα τών βιβλίων μου. Θά νόμιζε κανείς δτι γιά νά μού γράφουν, τά χουν ήδη διαβάσει. Άλλ' δχι. Τά θέλουν άπό μένα —καί μέ άφιέρωση. Σ’ ένα-δύο, πού άπ' τόν τρόπο πού έγραφαν μού φάνηκαν συμπαθητικοί, έστει­ λα. Σ' έναν άλλο άπάντησα: "Τό τρακοσάρι τό δίνεις γιά νά πας” —ξέρετε πού. “Δώσ' το καί γιά νά άγοράσεις κά­ να βιρΛίο. Κι δταν έρθεις στήν ’Αθήνα, έλα νά στο άφίε^ ρώσω”. Μέ σπάνιες έξαιρέσεις, όλοι ζητάνε κάΤΓΟίΟ άντάλλαγμα γιά τό... θαυμασμό πού έχουν. Δύο-τρεϊς κοπέλες μ' έχουν βομβαρδίσει κατά και­ ρούς μ' έρωτικές έπιστολές. Σέ μιά άπ' αύτές έκανα τήν άνοησία ν' άπαντήσω χιουμοριστικά δτι είμαι πιά πενην­ τάρης, δτι έχω κάνει πιά τίς έρωτικές έπιλογές μου, καί οΙ δυνάμεις μου δέν έπαρκοΰν πιά γιά νά κοιυάμα; *χ£ μέ γυναίκες, «πως f iU g ~ . Νόμιζα ότι αΐΐτό θά τήν άποθαρρύνει. Ά λλ’ δχι. Έπέμενε νά μέ “σώσει". "Ενας νεαρός πάλι μού άφηνε κάτω άπ' τήν πόρτα μου ραβασάκια —μέ τό μικρό του όνομα καί τό τηλέφω­ νο. Τά άγνόησα. Στό τέλος μού 'γράφε δτι ένα όρισμένο βράδυ καί σ' όρισμένη ώρα θά στεκόταν στό Λυκαβητ­ τό, άπέναντι άπ’ τό μπαλκόνι μου καί... θά κάπνιζε. Λίγο πριν τήν ώρα πού είχε όρισθεΐ, έσβησα τό φώς τού γρα­ φείου μου καί κρύφτηκα πίσω άπ' τήν κουρτίνα. Πράγ­ ματι, σέ λίγο είδα ν' άναβοσβήνει μιά κάφτρα τσιγάρου. Τόν άφησα νά τό καπνίσει δλο, κι ύστερα κατέβασα τά ρολά κι άναψα τό φώς. φαντάζομαι τήν άπογοήτευσή του —καί τό μίσος πού θά αίσθάνεται τώρα γιά μένα. Αλλά δέν μπορούσε ό εύλογη μένος, άντί γιά τσιγάρο, νά κρατάει μιά δάδα, γιά νά μπορώ τουλάχιστον νά δώ τή φάτσα του; "Αν ήταν κανένα τέρας; 'Αλλ' άς μή νομιστεΐ πώς παίρνω μόνο γράμματα θαυμασμού —άπό καθ' δλα σοβαρούς άνθρώπους ή άπό ψώνια. Παίρνω καί γράμματα πού στάζουν δηλητήριο —άνώνυμα βέβαια. Μιά φορά, πρωτοχρονιά ήταν, πήρα ένα φάκελο μέ πένθιμη μπορντούρα, καί μέσα είχε μιά κάρτα μ' έπίσης πένθιμη μπορντούρα κι έγραφε: ""Αντε καί τού χρόνου”. 'Αλλά γιά νά μήν τελειώσω μέ τούς έχθροΰς, θ ’ άναφέρω μιά περίπτωση, έξίσου ίσως μακάβρια, άλλά πάν­ τως πολύ συγκινητική. Πρίν άπό λίγα χρόνια μού 'γράφε μιά κυρία: “ Μέ τό γράμμα αΰτό θέλω νά σάς έκφράσω τήν εύγνωμοσύνη μου. Γλυκάνατε τίς τελευταίες μέρες τής ζωής τού μακαρίτη τού άντρα μου. Πέθανε άπό καρ­ κίνο. Άλλ' έπί δύο βδομάδες πρίν πεθάνει, κάθε φορά πού αισθανόταν κάπως καλύτερα, μ' έβαζε καί τού διά­ βαζα ένα κεφάλαιο άπό τό "Τρίτο Στεφάνι”. Μιά μέρα μετά τό τέλος τού βιβλίου, έσβησε...”» ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΥΡΙΑΖΑΝΟΣ


’Αντίσταση καί Λογοτεχνία Πρίν άπό τέσσερις περίπου μήνες, ή Πολιτεία —υ­ στέρα άπό δεκαετίες διωγμών κ α ί κατασυκοφάντη­ σης— αναγνώρισε επιτέλους κ α ί επίσημα την Εθνι­ κή :'Αντίσταση, τις άντιστασιακές οργανώσεις, τούς αγώνες κ α ί τις θυσίες τους. Μέ την ευκαιρία αυτή σχεδιάσαμε τό αφιέρωμα πού ακολουθεί —ελάχιστο φόρο τιμής κ α ί ευγνωμοσύνης σ' εκείνους τούς πνευματικούς ανθρώπους πού υπη­ ρέτησαν, παράλληλα μέ τά γράμματα, κ α ί τη μεγάλη υπόθεση τού άντιφασιστικοΰ αγώνα. *Όσο γιά τό θέμα « 'Αντίσταση κ α ί Λογοτεχνία», έχει τρεις όψεις: ή μία αφορά την πνευματική μάχη πού έδωσαν τότε,' «εν θερμώ», οι συγγραφείς μας μέ τό έργο τους, ή άλλη περιλαμβάνει τή σωματική συμμε­ τοχή τους στό αντιστασιακό κίνημα κ α ί ή τρίτη άναφέρεται στή μετάλλαξη του πνεύματος κ α ί των γεγο­ νότων τής ιστορικής εκείνης έποχής σέ λογοτεχνικά δημιουργήματα. Πιστεύουμε ότι κ α ί οί τρεις πλευρές φωτίζονται μ έ επάρκεια άπό τούς συνεργάτες μας —χωρίς βέβαια καί νά εξαντλείται τό μεγάλο αυτό θέμα.


Δημήτρης Δασκαλόπουλος

Εκδοτική καί πνευματική ζωή

1941-1944 Τό αφιέρωμα ανοίγει μέ ένα χρησιμότατο χρονολόγιο τοΰ συνεργάτη μας Δημήτρη Λασκαλόπουλου, χάρη στό όποιο μας δίνεται —γιά πρώτη φορά, αν δέν κάνουμε λάθος— ή δυνατότητα νά συσχετίσουμε^ μέ άμεσο καί εύληπτο τρόπο, τά γεγονότα τής παγκόσμιας καί έλληνικής ιστορίας των χρόνων 1941-44 μ έ έκεΐνα τής έκδοτικής κ α ί πνευματικής ζωής στον τόπο μας την ίδια περίοδο. Τό σ χέδιο χ ρ ο ν ο λ ο γ ίο υ π ο ύ ά κολου θ εϊ, σ υν-θέτει τά έκδοτικά καί πνευμ ατικά γεγο ν ό τ α τή ς π ερ ιόδου 1 941-1944 , π ρ οσπ α θώ ντα ς νά τά έντάξει σ τό διεθνές καί έλλ η νικ ό Ιστορικό τ ο υ ς π λαίσιο. Ή μέθο δ ο ς δ έν είναι νέα ού τε π ρ ω τότυπ η . Ή έλλειψ η δ μω ς σ υ σ τη ­ ματικών καί ά ξιόπ ιστω ν π η γώ ν καθιστά προκλη τικ ή τήν έφ αρμογή της σ τό συγκ εκρ ιμ ένο χ ρ ο ν ικ ό διά­ στημα. Τό σ χέδιο χ ρ ο ν ο λ ο γ ίο υ άνα π τύσ σετα ι σέ τέσσερις σ τή λες π ού π α ρ α κ ολ ουθ ούν, ά ντίσ το ιχα , τή γενικ ή ίστορία, τ ή ν ξένη π νευμ ατική ζω ή, τ ή ν έλληνική ιστορία καί, τ έλος, τ ή ν έλληνική π νευμ ατική καί εκδοτική κίνηση τής τετραετίας. Ιδ ια ίτ ερ η έμφαση έχει δ οθεί στά γ ε γο ν ό τ α το ύ εύρω παϊκοΰ χ ώ ρ ο υ , δ χι μ όν ο έξαιτίας τής γεω γραφ ικής γειτνίασ η ς ά λλά καί έπειδή στάθηκαν ά μεσ ες καί σ χε δ ό ν ά ποκ λεισ τικ ές οί ά νταποκρίσεις μας σ τίς π οικίλες εύρω π αϊκ ές έξελίξεις. Στήν κατάστρωση τ οΰ χ ρ ο ν ο λ ο γ ίο υ στη ρ ίχτη κα , γιά τό π ερ ιεχόμ ενο τώ ν δ ύο π ρώ τω ν σ τη λ ώ ν, σ τό χρησ ιμότατο βιβλίο τ οΰ N eville W illiam s «C hronolo­ gy o f the M odern W orld, 1 7 6 3 -1965» (revised edi­ tion, 1975). Σ υ μ βου λεύ τη κ α, έπ ίσ η ς, τά χρ ο νικ ά σ τοιχεία π ού περιέχει ή έκδοση «Illustrated Story o f W orld W ar II» τοΰ R ead er’s D igest (έκδ. 1 970) καί διασταύρω σα κά π οιες πλη ρο φ ο ρ ίες σ τό γλ α φ υ ρ ό σ ύγγρ αμ μα τοΰ W illiam L. Shirer « Ή ά νο δ ο ς καί ή πτώσις τοΰ F Ράιχ» (σ τ ή ν έλληνική τρίτομ η μετά­ φραση τοΰ Ν . Κ . Π α π αρ ρ ό δ ο υ, έκδ. Ά ρ σ ε ν ίδ η , χ .χ .) καθώς καί στό σ υν ο π τικ ό χ ρ ο ν ο λ ο γ ικ ό έρ γο τοΰ Johannes H artm ann «'Ο λόκλη ρη ή ίστορία» (έλλη ν ι­ κή μετάφ ραση, 1974), π ο ύ ή έκδοσή τ ο υ σ τ ο ν τό π ο μας φαίνεται νά πέρασ ε άπαρατήρητη. Γιά τά κρίσιμα γε γο ν ό τ α τής έλλ η ν ικ ή ς ιστορίας τών έτώ ν 1941-1944 μέ έκ πληξη δ ιαπίστω σα δτι δέν διαθέτουμε χ ρ ο ν ο λ ο γ ικ ό βοήθημα ά ξιό π ισ τ ο καί γ ε ­ νικό —χω ρ ίς κομ μα τικ ούς φ ω τισ μούς έν ν ο ώ . Ή

22

έκτενέστατη βιβλιογρα φ ία γιά τ ή ν Κ α τοχή καί τήν ’Α ντίσ τασ η μ π ο ρ εί ν ά ά πο τελέσ ει σταθερή βάση γιά μιά λεπτομερειακή χ ρ ο ν ο λ ο γ ικ ή έξιστό ρ η σ η , έργο π ο ύ θά π ρέπει ν ά ά π α σ χ ο λή σ ει κάποτε τούς Ιστορι­ κού ς μ α ς, άποκ λειστικ ά ά ρ μ ό διο υ ς γιά ένα τέτοιο εγ­ χείρημ α. Έ τ σ ι τά στοιχεία τής τρίτης σ τή λη ς άς θεω ρηθούν «έλλειπτικά μ ά λ λ ο ν παρά έλλιπή». Ή τελευταία στή λη , π ο ύ τό π ερ ιεχ ό μ εν ό της ά ποτελεΐ τό κέντρ ο βά ρ ο υς α ύτής τή ς έρ γα σ ία ς, ά ντλ εϊ τά στοιχεία της ά π ό π εριοδικά καί έφ ημερίδες τής έπ ο χ ή ς. Θ εωρώ ύ πο χρ έω ση ν ά δηλώ σω δτι έξακολ ο υ θ εΐ νά π αραμένει βασική σ χετική πηγή τό άφιέρωμα τ ο ΰ π ερ ιοδικού «’Επιθεώρηση Τ έχνη ς» σ τή ν ’Α ντίσ τασ η (τ εΰ χ ο ς 8 7 -8 8 , Μ ά ρ τ .-Ά π ρ ίλ . 1962), ά πό τ ό ό π ο ιο δανείστη κα π ο λ λ ά σ τοιχεία , κυρίως ά πό τά άρθρα τώ ν Χ ρ . Γ α νιά ρ η, Κ ώ στα Π ορ φ ύρ η , R oger M illiex καί Στρατή Τσίρκα. Οί 2 0 0 καί π λέο ν τίτλοι τώ ν βιβλίω ν π ο ύ κα τα γρ άφ οντα ι, χω ρίς όπ ω σ δή π οτε νά έξ α ν τ λ ο ΰ ν τ ή ν έκδοτική παραγω γή τής π ερ ιό δο υ , π ρ ο έρ χ ο ντ α ι κατά μ εγά λο π ο σ ο σ τό ά πό αύτοψ ία. Ή έξακρίβω ση τ ο ΰ χ ρ ό ν ο υ έκ δοσης ό ρ ισ μ ένω ν βιβλίω ν έγ ινε ά π ό τίς ύ π ά ρ χ ο υ σ ες βι­ βλιογρα φ ίες σ υγγρ α φ έω ν μας (π .χ . Κ α ζα ντζά κη , Ο ύ ρ ά ν η , Σ ικ ελιανοΰ , Θ εοτοκ ά, Π ρ εβελάκ η, Ρ ίτσου, Π εντζίκη κλ π .). Τ έ λο ς, θά ήθελα νά π ροειδοποιήσω τούς π ιθα νο ύς χ ρ ή σ τες τώ ν «Τετραδίω ν Εύθύνης» γιά τίς έσ φ αλ μ ένες καί έλλ ιπ εΐς πλη ρο φ ο ρ ίες π ο ύ πε­ ρ ιέχ ο υ ν ο ί β ιο χ ρ ο νο γ ρ α φ ίες τώ ν «Τετραδίων» πού είναι άφ ιερω μένα σ έ ν εο έλ λ η ν ες σ υγγραφ είς. Ό ά φ ανής μ ό χ θ ο ς κάθε έγγρ α φ ή ς το ύτο υ τοΰ χ ρ ο ν ο λ ο γ ίο υ θά έχει άνταμειφ θεΐ, ά ν οί σ υσ χετισ μοί π ού μ π ο ρ εί ν ά π ρ οκα λέσ ει σ υ μ β ά λ λ ο υ ν σ τή ν άνάδειξη καί τ ή ν κα τα νόη ση τής σ υγκ λο νισ τ ικ ή ς έπ ο­ χ ή ς 1 9 4 1 -1 9 4 4 . Μ ιάς έπ ο χ ή ς π ο ύ διατηρεί άνεξίτηλα ώς τίς ή μ έρ ες μας τά ίχ ν η της σ τό ν π ολιτικό καί π νευμ ατικό μας βίο.


Ελληνική πνευματική ζωή 1941 Βενέζης, Ήλίας Κακριδής, I. Θ. Κακριδής, I. Θ. Καλονάρος, Π. (Εκδ.) Κορνάρος, Θέμος Λυγίζος, Μήτσος Πρεβελάκης, Παντ. Πρεβελάκης, Παντ. Ταρσοόλη, Ά θηνά

: Αίγαΐο : Ερμηνευτικά σχόλια στον «Επιτάφιο» τού Θουκυδίδη : Ελληνική Κλασσική Παιδεία : «Βασίλειος Διγενής ’Ακρίτας», Α-Β : Καλοί καί κακοί : Ό Τέλλος Ά γρ α ς καί ό λυρικός λόγος : Ό Γκρέκο στή Ρώμη : Ή πιό γυμνή ποίηση : 'Ελληνικές φορεσιές

’Αφιέρωμα «Νέας Εστίας» στόν Παπαδιαμάντη Θάνατοι: Βλαστός Πέτρος Σαραντάρης Γιώργος Δέλτα Πηνελόπη Χατζιδάκις Γ. Ν. Παπαδόπουλος Ν. Π. (ίδρυτής/διευθυντής τοΰ περ. «Διάπλασις τών Παίδων») Δάφνη Αιμιλία Λαυράγκας Διονύσιος Βουτιερίδης Ήλίας Λορεντζάτος Παναγής Χόρν Παντελής

1942 ’Αρχίζουν νά δημοσιεύονται στή «Νέα Εστία» ξυλογραφίες τόΰ Σπόρου Βασιλείου, έμπνευσμένες άπό δημοτικά τραγού­ δια καί στίχους νεότερων ποιητών, μέ έμφανές άντιστασιακό πνεύμα. Ό Σικελιανός δημοσιεύει στή «Νέα Εστία» τόν Πρόλογό του στόν «Λυρικό Βίο». Ά π ’ αύτή τήν άφορμή γράφονται δε­ κάδες άρθρων γιά τό θέμα τής σαφήνειας καί άσάφειας στήν τέχνη. Τό ’Αριστείο τής πόλης τοΰ Πειραιά —πού συνοδεύεται άπό χρηματικό βραβείο— άπονέμεται στόν Αιμίλιο Βεάκη. Ε π ί­ σης τακτικό μηνιαίο Επίδομα στούς: Δημοσθένη Βουτυρά, Ν. Χαντζάρα καί Γ. Ά ναγνωστόπουλο. Τό Πειθαρχικό Συμβούλιο τοΰ Πανεπιστημίου ’Αθηνών έπιβάλλα, κατά πλειοψηφία, τήν ποινή τής δίμηνης άπόλυσης στόν I. Θ. Κακριδή γιά τήν «ύπ’ αύτοΰ χρησιμοποιουμένην εις τά συγγράμματά του γλώσσαν» (τό βιβλίο του «Ελληνι­ κή Κλασσική Παιδεία» ήταν γραμμένο μέ μονοτονικό σύστημα). Τό 'Υπουργείο Παιδείας άπονέμει τά λογοτεχνικά βραβεία γιά τά έτη 1940 καί 1941 ώς έξής: Ποίηση: Λιλή Πατρικίου-Ίακωβίδη «Κορυδαλλοί». Νικηφόρος Βρεττάκος «Οί γκριμάτσες τοΰ άνθρώπου» καί «Τό με­ σουράνημα τής φωτιάς». Ά γ ις Θέρος «Τ’ άνθρώπινα». Μίμης Φωτόπουλος (έπαινος) «Μπουλούκια». Πεζογραφία: Ειρήνη Γαλανού «Μικρές καί μεγάλες αίτιες». Τατιάνα Σταύρου «Μυστικές πηγές». Λ. Ραζέλος (έπαινος) «Βερενίκη». Παυλίνα Πετροβάτου (έπαινος) «Τό κλειδί τής εύτυχίας». Χρ. Λεβάντας (έπαινος) «Ή φαμίλια τοΰ Νώε». Κριτική: Δέν δόθηκε βραβείο. 'Ο «Παπαδιαμάντης» τοΰ Γ. Βαλέτα δέν κρίθηκε, επειδή είχε κιόλας βραβευτεί άπό τήν ’Ακαδημία. Έπαινοι: Μ. Λυγίζος «Ό Τέλλος Ά γρ α ς καί ό λυρικός λόγος». Σωκράτης Καραντινός «Στοχασμοί γύρω στό θέατρο». Ήλίας Ζιώγας «Γιαννούλης Χαλεπάς». I. Δελένδας «Όζανάμ». Θέατρο: Λουκής Α κρίτας «Όπου άγαπά παιδεύει». Ά λ . Λιδωρίκης «Τό ξύπνημα». Βραβεύτηκε έπίσης, γιά τό σύνολο τοΰ Εργου του, ό Σ. Σκίπης. ’Επανακυκλοφορεί τό περ. «Πειραϊκά Γράμματα» (άπό ’Ιούλιο 1943: «Γράμματα»). ’Αφιερώματα «Νέας Εστίας»: I. Ν . Γρυπάρης, Θρησκεία καί Νεοελληνική Λογοτεχνία. Βλαχογιάννης, Γιάννης (έκδ.) Βουσβούνης, Άντώ νης Δελής, Γιώργος Δούρας, Γ. Σ. Θεοδωρακόπουλος, I. Θεοτοκάς, Γιώργος Καζαντζάκης, Νίκος Καραγάτσης, Μ. Κατσίμπαλης Γ. Κ.

Κόντογλου, Φώτης Κουτσοχέρας, Γιάννης

: ’Ενθυμήματα Στρατιωτικά Κασομούλη, τόμ. Γ' : Φωτεινό βιβλίο : Ά λλοτινά κι άλλόκοσμα : Ιερά : Εισαγωγή στόν Πλάτωνα : Τό Δαιμόνιο (β' Εκδοση) : Ταξιδεύοντας. Β' Ίαπωνία-Κίνα (β' έκδ.) : Χίμαιρα : Βιβλιογραφία I. Ν. Γρυπάρη : Βιβλιογραφία Μιχαήλ Μητσάκη : Βιβλιογραφία Κωνστ. Θεοτόκη : Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμά. Α' Εκδόσεις : Φημισμένοι άντρες καί λησμονημένοι : Στοχασμοί κι άντίλαλοι

23


Γενική ιστορία 1941 Σύμφωνο φιλίας ’Αγγλίας - Ούγγαρίας. Ή ’Αγγλία άνακαλεΐ τόν πρεσβευτή της στή Σόφια, διαμαρτυρόμενη γιά τή βουλγαρογερμανική συνεργασία. Ή Γιουγκοσλαβία συνθηκολογεί μέ τούς Γερμανούς. Ή ΕΣΣΔ θέτει ύπό τήν προστασία της τήν Τουρκία, σέ περίπτωση πού θά δεχτεί έχθρική έπίθεση. Άνατρέπεται ό πρίγκιπας Παύλος τής Γιουγκοσλαβίας. Σύμφωνο φιλίας ΕΣΣΔ-Γιουγκοσλαβίας. ’Αρχίζει ή άντίσταση στή Γιουγκο­ σλαβία. 'Ο Ρόμμελ έπιτίθεται στό Τομπρούκ. *0 Στάλιν έπικεφαλής της σοβιετικής κυβέρνησης. Ό Ρούντολφ Έ ςς άποβιβάζεται στή Σκοτία. Βυθίζεται τό «Βίσμαρκ». Γερμανική εισβολή στήν ΕΣΣΔ. Κήρυξη πολέμου Ούγγαρίας-ΕΣΣΔ. 'Υπογράφεται στή Μόσχα άγγλορωσικό σύμφωνο άμοιβαίας βοήθειας. Συνάντηση Τσώρτσιλ - Ρούσβελτ. Άγγλοσοβιετική έμπορική συμφω­ νία. 'Ολοκληρώνεται ή πολιορκία τού Λένινγκραντ. Ή ΡΑΦ βομβαρδίζει τή Νυρεμβέρ­ γη. Κήρυξη πολέμου Άγγλίας-Φινλανδίας / Ούγγαρίας / Ρουμανίας. Ό Ά ν το ν υ Ή ντεν στή Μόσχα. ’Ιαπωνική έπίθεση στό Πέρλ Χάρμπορ. Κήρυξη πολέμου ΗΠΑ / ’Αγγλίας ’Ιαπωνίας. Κήρυξη πολέμου ΗΠΑ - Γερμανίας / ’Ιταλίας. Ό Ρόμμελ ύποχωρεΐ στή Β. ’Αφρική. Ό Τσώρτσιλ στήν Ούάσινγκτον.

1942 Ό V. Quisling πρωθυπουργός τής Νορβηγίας. 'Ο Μολότωφ στό Λονδίνο. Νέα άγγλοσοβιετική συμφωνία. Ό Ρόμμελ καταλαμβάνει τό Τομ­ προύκ. 'Ο Τσώρτσιλ στή Μόσχα. Μάχη Έ λ-Ά λαμέιν. ’Ανακατάληψη τού Τομπρούκ άπό τούς Ά γγλους. Σέ δλη τή διάρκεια τής χρονιάς μαί­ νονται οί μάχες στή Ν Α Ά σία.

1943 Συνάντηση Τσώρτσιλ - Ρούσβελτ στήν Καζαμπλάνκα. Συντριβή καί παράδοση των γερμανών είσβολέων στό Στάλινγκραντ. Ό στρατηγός Ά ιζενχάουερ έπικεφα-

24

λής τών συμμαχικών δυνάμεων στή Β. ’Αφρική. Σφαγή στό γκέτο τής Βαρσοβίας. Διαλύεται ή Τρίτη Κομουνιστική Διεθνής. Συμμαχική άπόβαση στή Σικελία. Πτώση τού Μουσολίνι. Συνάντηση Τσώρτσιλ - Ρούσβελτ Μακένζυ Κίνγκ στό Κεμπέκ. Προέλαση τών συμμάχων στήν ’Ιτα­ λία. 'Ο στρατηγός Ά ιζενχάουερ άνακοινώνει τήν άνευ όρων παράδοση τής φασιστικής ’Ιταλίας. Κήρυξη πολέμου ’Ιταλίας - Γερμα­ νίας. Συνδιάσκεψη τών συμμαχικών ύπουργών ’Εξωτερικών στή Μόσχα. Συνάντηση Τσώρτσιλ - Ρούσβελτ Τσιάγκ Κάι Σέκ στό Κάιρο. Συνάντηση Τσώρτσιλ - Ρούσβελτ Στάλιν στήν Τεχεράνη.

1944 Νέοι σφοδροί βομβαρδισμοί τού Λονδίνου. Αμερικανικά μαχητικά άεροπλάνα βομβαρδίζουν τό Βερολίνο. Οί Ρώσοι εισβάλλουν στή Ρουμανία. «D-Day» — ’Απόβαση τών συμμάχων στή Νορμανδία. Α νεπιτυχής δολοφονική άπόπειρα κατά τού Χίτλερ. Είσοδος τού Ντέ Γκώλ στό Παρίσι. ΟΙ Ρώσοι στό Βουκουρέστι. Κήρυξη πολέμου ΕΣΣΔ - Βουλγα­ ρίας. Απελευθέρωση τών Βρυξελλών. Ό πρώτος γερμανικός πύραυλος V2 πλήττει τήν Α γγλία. Νέα συνάντηση Τσώρτσιλ-Ρούσβελτ στό Κεμπέκ. Οί Ρώσοι εισβάλλουν στή Γιουγκο­ σλαβία. Ό Τσώρτσιλ στή Μόσχα. Οί Ρώσοι καταλαμβάνουν τό Βελι­ γράδι. 01 σύμμαχοι άναγνωρίζουν έπίσημα τήν κυβέρνηση Ντέ Γκώλ. 'Ο Ρούσβελτ έκλέγεται, γιά τέταρτη φορά, πρόεδρος τών ΗΠΑ. Οί Ρώσοι πολιορκούν τή Βουδαπέ-

2.000 τά στελέχη καί μ^λη τού ΚΚΕ πού βρίσκονται σέ έξορίες καί φυλα­ κές.) Οί Γερμανοί μπαίνουν στήν Α θήνα. Σχηματίζεται κυβέρνηση κατοχής ύπό τόν Γ. Τσολάκογλου. Οί Μ. Γλέζος καί Ά π . Σάντας κατε­ βάζουν τή γερμανική σημαία άπό τήν Ακρόπολη. Μάχη τής Κρήτης. Ή κυβέρνηση καί ό Γεώργιος στήν Αίγυπτο. Είσοδος τών Ιταλώ ν στήν ’Αθήνα. 'Ιδρύεται ή ΕΑ (’Εθνική Α λ λ η ­ λεγγύη) καί τό ΕΑΜ (’Εθνικό Α π ε ­ λευθερωτικό Μέτωπο). Μαρτυρικές συνθήκες πείνας τό χει­ μώνα 1941-42. Φουντώνει ή μαύρη άγορά στά τρόφι­ μα. 01 Γερμανοί έπιτάσσουν τήν αίθουσα τελετών τού Πανεπιστημίου. Α σ χ ή ­ μιες καί βανδαλισμοί στίς προτομές τής αύλής τού Πανεπιστημίου. 'Ιδρύεται ό ΕΔΕΣ (’Εθνικός Δημο­ κρατικός Ε λληνικός Σύνδεσμος). 'Ιδρύεται ή ΕΚΚΑ (Εθνική καί Κοι­ νωνική Απελευθέρωση). Ξεσήκωμα τών κατοίκων στό Δοξάτο Δράμας προκαλεί γερμανικά άντίποινα.

1942 Ιδρύονται οί ΕΟΕΑ (Έθνικαί 'Ομά­ δες Ελλήνω ν ’Ανταρτών). Διαδηλώσεις καί έπεισόδια κατά τόν έορτασμό τής 25 Μαρτίου. Πληθαίνουν οί άντιστασιακές όργανώσεις καί όμάδες. ’Αρχίζουν νά κυκλοφορούν παράνο­ μα έντυπα καί έφημερίδες. ’Απεργία τών δημοσίων ύπαλλήλων — 'Ο Μ ουσολίνι στήν Α θήνα. Ανατινάζονται άπό μέλη τής ΠΕΑΝ (Πανελλήνιος Έ νωσις Ά γω νιζο μ έ-. νων Νέων) τά γραφεία τής ΕΣΠΟ (’Εθνική Σοσιαλιστική Πατριωτική ’Οργάνωση). Γοργοπόταμος. Παραίτηση Τσολάκογλου. Πρωθυ­ πουργός ό Κ. Λογοθετόπουλος καί μετά άπό λίγο διάστημα ό I. Ράλλης.

1943 Έ λληνική ιστορία 1941 Θάνατος Ίωάννου Μεταξύ. Πρωθυ­ πουργός ό Α λέξανδρος Κορυζής. Γερμανική έπίθεση κατά τής Ε λ λά ­ δος. Αύτοκτονία Κορυζή. Νέα κυβέρνηση ύπό τόν Έμμ. Τσουδερό. Κατάρρευση τού μετώπου. Συνθηκο­ λόγηση. Ό βασιλιάς Γεώργιος καί ή κυβέρνηση στήν Κρήτη. (Τήν έποχή αύτή ύπολογίζονται σέ

Δολοφονία I. Τσιγάντε άπό τούς ’Ιτα­ λούς. Ιδρύεται ή ΕΠΟΝ (Ενιαία Πανελλα­ δική ’Οργάνωση Νέων). Κηδεία τού Κωστή Παλαμά. Γενική άπεργία τών έργαζομένων μα­ ταιώνει τή γενική πολιτική έπιστράτευση τών κατακτητών. Αίματηρός έορτασμός τής 25ης Μαρ­ τίου. Ό συνταγματάρχης Σαράφης προσ­ χωρεί στόν ΕΛΑΣ. Α ρ χίζο υ ν οί διωγμοί τών Εβραίων τής Ελλάδας.


Λαμπρινός, Γ. Λεχωνίτης, Γ. Λούβαρις, Ν. I. Μακρής, Κίτσος Μπίρης, Κώστας .Μοριβήλης, Στρατής Μυστακίδης, Άντώ νης Ούράνης, Κώστας Παράσχος, Κλέων Πρεβελάκης, Παντελής Σιατόπουλος, Δημήτρης Σικελιανός, Ά γγελος Σωτηρίου, Γ. Α. Τερζάκης, Ά γγελος Φλώρος, Παύλος Χάρης, Πέτρος '

Θάνατοι: Σωτηριάδης Γεώργιος Καμποόρογλου Δημήτριος Γιαννίδης ’Ελισαίος Χατζιδάκης Ν. I. Γρυπάρης I. Ν.

: Μορφές τού Είκοσιένα : Καβαφικά αύτοσχόλια [Αλεξάνδρεια] : Ρίλκε : Πηλειορίτικα ψευτοπαράθυρα : Οί γύφτοι. Μελέτη λαογραφική καί έθνολογική : Μικρές φωτιές : Μιχαήλ Έμινέσκου. Ό μεγαλοφυής ρουμάνος ποιητής : Sol y Sombra (β' έκδ.) : ’Εμμανουήλ Ροΐδης. Τομ. Α' : Τό χρονικό μιας πολιτείας (β- έκδ.) : Θεοτοκόπουλος. Τά βιογραφικά : Σιωπηλές πολιτείες : Άκριτικά (χειρόγραφη έκδοση) : Χριστιανική καί βυζαντινή άρχαιολογία. Τόμ. Α' : Τού έρωτα καί τού θανάτου : Κυβερνήτης Καποδίστριας : Ή τελευταία νύχτα τής γης (β- έκδ.) : Νεοελληνική γραμματική (τής δημοτικής). ’Υπό κρατικής έπιτροπής προεδρευομένης παρά τού κ. Μανόλη Τριανταφυλλίδη : Ή δίκη των τόνων. Ή πειθαρχική δίωξη τού καθηγ. I. Θ. Κακριδή. Έκδοση τής «Νέας Εστίας» μέ εισαγωγικό σημείωμα τόύ Πέτρου Χάρη

Δρίβας Α ναστάσιος Καλλιγάς Παύλος Βογιατζάκης Σόλων Φιλύρας Ρώμος

1943 Τό νέο Διοικητικό Συμβούλιο τής Εταιρείας Ε λλήνω ν Λογοτεχνών: Ά γ γ . Σικελιανός (πρόεδρος), Κ. Ούράνης (άντιπρόεδρος), Σπ. Θεοδωρόπουλος (γεν. γραμματέας), Μελής Νικολαΐδης (ταμίας) καί Π. Χάρης, Α. Τερζάκης, Μάρκος Αύγέρης, ’Ηλ. Βενέζης, Β. Ρώτας (μέλη). Κυκλοφορεί ό πρώτος τόμος τής έτήσιας έκδοσης «Φιλολογική Πρωτοχρονιά». Πολλά άρθρα στόν τύπο καί διάφορες έκδηλώσεις γιά τά δέκα χρόνια άπό τό θάνατο τού Καβάφη. Κυκλοφορεί τό περ. «Καλλιτεχνικά Νέα». Στό θέατρο «Κυβέλης» δργανώνονται διαλέξεις μέ θέμα τή ζωή καί τό έργο άνθρώπων τών γραμμάτων (κυκλοφόρησαν καί σέ αύτοτελή φυλλάδια). Άναφέρονται ένδεικτικά: Σπ. Μελάς «Κ. Παλαμάς», Στρ. Μυριβήλης «I. Γρυπάρης», Λ. Κουκούλας «’Ερρίκος Ίψεν», Γρ. Ξενόπουλος «Μ. Μαλακάσης», Μιχ. Ρόδάς «Κ. Κρυστάλλης», Σ. Σκίπης «Δ. Σολω­ μός», Π. Χάρης «Κ. Καρυωτάκης», Α. Κωνσταντινίδης [=Α . Παπαδήμας] «Κ. Π. Καβάφης», Α. Παπαδήμας «Κ. Θεοτόκης», Σπ. Γιαννάτος «Α. Λασκαράτος». Ιδρύεται ό έκδοτικός οίκος «Ίκαρος». Άφιέρωμα-τόμος τού περ. «Γράμματα» στόν Παλαμά. ’Αφιέρωμα «Νέας Εστίας»: Μαλακάσης, Τραυλαντώνης, Παλαμάς (τόμος). Άγγελόγλου, Ά λκη ς Άγγελόπουλος, Ά γγ ελος Άθανασιάδης, Τάσος Άθανασούλης, Κριτών Βενέζης, Ήλίας Βουσβούνης, Ά ντώ νης Γαλανού, Ειρήνη Γκάτσος, Νίκος Δούρας, Γ. Σ. Έλύτης, Όδυσσέας Εύελπίδης, Χρήστος Θέρος, Ά γ ις Κακναβάτος, Έκτωρ Καραγάτσης, Μ.

Καρθαΐος, Κ. (μτφρ.) Καστανάκης, Θράσος Κατσέλης, Πέλλος

’Εαρινό Ό σοσιαλισμός Θαλασσινοί προσκυνητές Ή πολιτεία τής νύχτας Αιολική γή Γαλήνη (γ' έκδ.) Προμήνυμα Κόντρα στόν άνεμο Α μοργός ’Ωδές Ή λιος ό πρώτος Μέ τού Μαγιού τά μάγια Δρακογενιά (χειρόγραφη έκδοση) Fuga Τό χαμένο νησί Νυχτερινή Ιστορία Τό μπουρίνι Λειτουργία σέ λά ΰφεσις Μ. Θερβάντες, Δόν Κιχώτης Τόν καιρό τής ειρήνης Γύρω άπ’ τό θέατρο


Σφαγή καί καταστροφή βρύτων.

Καλα-

να Παξινοΰ). «Τζέον Έ ορ» ΓΟρσον Ούέλς).

Έ βανς, Ά ρ θου ρ Ταγκόρ, Ραμπιτράνθ

1944

1942

Δημιουργεΐται ή ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή ’Εθνικής Άπελευθερώσεως). Συνέδριο τοΰ Λιβάνου. Σχηματίζεται κυβέρνηση ύπό τόν Γ. Παπανδρέου. 'Ολοκαύτωμα στό Δίστομο. ’Εκτελέσεις στό Σκοπευτήριο Καισαριανής καί Χαϊδάρι. Μπλόκο Κοκκινιάς. Συμφωνία τής Καζέρτας. ’Απελευθέρωση τής ’Αθήνας. Κυβέρ­ νηση ’Εθνικής Ενότητας ύπό τόν Γ. Παπανδρέου. Δεκεμβριανά.

Έ λιοτ, Τ. Σ.: Λίτλ Γκίντιν. Καμύ, Ά λμπ έρ : *0 ξένος. Στάινμπεκ, Τζών: The Moon Down.

Ξένη πνευματική ζωή

Μπρέχτ Μπ.: Μάνα Κουράγιο. « Ό Πολίτης Κέην» (~Ορσον Ούέλς). Θάνατοι: Μπερξόν, Ε. Τζόυς, Τζέιμς Ά ντερσ ον, Σέργουντ Μάν, Τόμας Γούλφ, Βιρτζίνια Hesseling, D. C.

is

Ά ν ο ύ ιγ, Ζάν: ’Αντιγόνη. Ο’Κέιζυ, Σ.: Κόκκινα τριαντάφυλλα γιά μένα. Ράττιγκαν, Τ.: Flare Path. «Ή Κυρία Μίνιβερ» (Γκρήρ Γκάρσον). «Holiday Inn» (Μπίγκ Κρόσμπυ). Κ όλλινγουντ, Ρ.: The N ew Levia­ than. Φρόμ, Ε.: Ό φόβος τής έλευθερίας. Σοστακόβιτς, Ντ.: («Λέγινγκραντ»),

1941 Ά ραγκόν, Δ.: Le Creve-Coeur. Έρενμπουργκ, Ή λ.: Ή πτώση τού Παρισιού. Φίτζεραλντ, Σκώτ: The Last Tycoon.

Μαριταίν, Ζάκ: Χριστιανισμός καί δημοκρατία. Σάρτρ, Ζ.-Π.: Τό είναι καί τό μηδέν.

Συμφωνία

1943 Μισώ, Ε.: ’Εξορκισμοί. Ρολλάν, Ρ.: Πέγκυ. Περιοδικό «New Writing and D ayli­ ght» (έκδ. Τζών Λεμάν). Κάουαρντ, Νόελ: This Happy Breed. Σάρτρ, Ζ.-Π. : Οί μύγες. Ρότζερς καί Χαμμερστάιν: Ό κλαχόμα! «Γιά ποιόν χτυπά ή καμπάνα» (Γκάρυ Κούπερ, Τνγκριντ Μπέργκμαν, Κατί­

Χατσατουριάν, Α.: ’Ωδή στόν Στάλιν. Θάνατοι: Κόλλινγουντ, Ρ. Μπέρνς, Τζών Ραχμάνινωφ, Σ.

1944 Έ λιοτ, Τ. Σ.: Τέσσερα κουαρτέτα. Λεμάν, Ροζ.: The Ballad and the Source. Μώμ, Σ.: Στήν κόψη τοΰ ξυραφιού. Μοράβια, Α.: Ά γκουστίνο. Χάξλεϋ, A.: Time Must Have a Stop. Ούίλλιαμς, Τέννεσυ: Ό Γυάλινος κό­ σμος. Ράττιγκαν, Τ.: Love in Idleness. Σάρτρ, Ζ.-Π.: Κεκλεισμένων των θυρών. Γιούνκ, Κάρλ: Ψυχολογία καί θρη­ σκεία. «’Ερρίκος ό 5ος» (Λώρενς Όλιβιέ). «Lifeboat» (Ά λφ ρεντ Χίτσκοκ). «Οί άσπροι βράχοι τοΰ Ντόβερ». Θάνατοι: Ζιρωντού, Ζάν Jacob, Max Ρολλάν, Ρομαίν

το ΝΕΟ βιβλίο του ΜΕΝΗ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑ Ο ΩΡΑΙΟΙ Λ Ο Χ Α ΓΟ Ι

ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ ΥΑΛΙΚΟΝ (7η έκδοση)

\ 26

Η ΚΥΡΙΑ ΚΟΥΛΑ (4η έκδοση)

ΤΟ ΚΟΥΡΕΙΟ (4η έκδοση)

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ

ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΥΒΕΙΜ (4η έκδοση)

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΓΕΝ Ν Α ΔΙΟ Υ 6 (Πάρφδος Α κ α δη μ ία ς) Τ ηλ, 36.15,783


Κατσίμπαλης, Γ. Κ.

Κοββατζής, Ά στέρης Κόντογλου, Φώτης Κορδάτος, Γιάννης Κορνάρος Θέμος Λαούρδας, Βασίλης Λιδωρίκης, Ά λέκ ος Λουντέμης, Μενέλαος Μαλαβέτας, Θ. Μέγας, Γ. (κριτική έκδοση) Παλαμάς, Κωστής Παναγιωτόπουλος, I. Μ.

Παπαδίτσας, Δ . Π. Παπανδρέου, Γεώργιος Ποριώτης, Ν. (μτφρ.) Προκοπίου, Ά γγ ελος Ρίτσος, Γιάννης Σικελιανός, Ά γγ ελο ς

Σκίπης, Σωτήρης Σούκας, Κώστας Σταύρου, Τατιάνα Σφακιανάκης, Γιάννης Φλώρος, Παύλος Φωτιάδης, Θανάσης Χάγερ-Μπουφίδης, Ν. Χατζίνης, Γιάννης Θάνατοι: Μαλακάσης Μιλτιάδης Τραυλαντώνης Ά ντώ νης Μαρία σύζ. Κ. Παλαμδ Κωστής Παλαμάς

Βιβλιογραφία Κ. Π. Καβάφη Βιβλιογραφία Κωστή Πάλαμά. Β' 1876-1900 Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμδ. Γ' 1901-1910 Βιβλιογραφία Κ. Κρυστάλλη (Συμπλήρωμα) Βιβλιογραφία Κωστή Παλαμδ. Εκδόσεις καί Δημοσιεύματα Επεισόδια Ό Θεός Κόνακος Ιστορία τού γλωσσικού μας ζητήματος Ό δαίμονας Ή «’Οδύσσεια» τού Καζαντζάκη Έ νας Ιππότης στόν καιρό μας Έκσταση Ά γ ιο ν Ό ρ ο ς «'Η θυσία τού Αβραάμ» Βραδινή φωτιά (έπιμ. Λέανδρου Παλαμδ) Τά πρόσωπα καί τά κείμενα. Α' Δρόμοι παράλληλοι Τά πρόσωπα καί τά κείμενα. Β' Α νήσυ χα χρόνια Χειρόγραφα τής μοναξιδς Τό φρέαρ μέ τίς φόρμιγγες Πολιτικά θέματα Εύριπίδου, Α νδρομάχη 'Ιστορική είσαγωγή στή θεωρία τής τέχνης Παλιά μαζούρκα σέ ρυθμό βροχής Δοκιμασία Άντίδωρο Ό Δαίδαλος στήν Κρήτη Κωστής Παλαμάς Μέσ’ άπό τά τείχη (χειρόγραφη έκδοση) Θάλασσα Τό καλοκαίρι πέρασε Α γν ή Πολυλδ Ν οσταλγοί Νοτιές Αύτο βιογραφία Τρεις σταθμοί

Χαριτάκης Γεώργιος Φωτιάδης Ά λέκ ος Λουκόπουλος Δημήτριος Δημητριάδης Κώστας

Ραπανικολάου Μήτσος Γεδεών Μανουήλ Παπαδοπούλου Α ρσινόη Γληνός Δημήτρης

1944 Ξανακυκλοφορεΐ τό περ. «Τά Νέα Γράμματα» Τό «Έπαθλο Παλαμδ» στόν Γ. Δελή (γιά τό βιβλίο του «Ά λλόκοσμα καί άλλοτινά»). Τό νέο Διοικητικό Συμβούλιο τής Εταιρείας Ε λλήνω ν Λογοτεχνών: Ν . Καζαντζάκης (πρόεδρος), Ν . Βέης (άντιπρόεδρος), Μελής Νικολαίδης (γεν. γραμματέας), Ά λ κ . Γιαννόπουλος (ταμίας) καί Λ. Κουκούλας, Θρ. Καστανάκης, Κο­ σμάς Πολίτης, Στ. Ξεφλούδας, Λιλή Ίακωβίδου (μέλη). Επίτιμος πρόεδρος ό Ά γ γ . Σικελιανός. Κυκλοφορεί τό περ. «Φιλολογικά Χρονικά». Άθανασιάδης, Τάσος Άθανασούλης, Κρίτων Α λεξίου, Έ λλη Βενέζης, Ή λίας Βουσβούνης, Ά ντώ νης Βουτυράς, Δημοσθένης Γιαννόπουλος, Αλκιβιάδης Δασκαλάκης, Βάσος (μτφρ.) Δελμούζος, Αλέξανδρος Δετζώρτζης, Νάσος (μτφρ.) Δημαράς, Κ. Θ. Δήμας, Πέτρος Έ γγονόπουλος, Νίκος Ζερβός, Γιάννης Κλ. » » (μτ<ΡΡ·)

: Ταξίδι στή μοναξιά : ΤΩ γλυκύ μου έαρ... : Λούμπεν : Ά ν εμ ο ι : Αιολική γή (β’ έκδ.) : Ό Ά γ ιο ς Α ντώ νιος : Ό έρωτας στούς τάφους : Τό δάσος μέ τούς πιθήκους : Κνούτ Χάμσουν, Στό δστρο τού φθινοπώρου : Τό πρόβλημα τής Φιλοσοφικής Σχολής : Ρ. Ρολλάν, Βίος τού Μπετόβεν : Δοκίμιο γιά τήν ποίηση : Δέκα μικρά ποιήματα : Επτά ποιήματα : Μπολιβάρ : Τά τραγούδια τού Αιγαίου : Δάντη, Ή νέα ζωή

27


Θεοτοκάς, Γιώργος Θέρος, Ά γ ις Κακριδής, I. Θ. Καραβϊας, Π. Καραγάχσης, Μ. Καρζής, Λίνος Καρύδης, Νίκος Καστανάκης, Θράσος

Κατσίμπαλης, Γ. Κ. Κολακλίδης, Πέτρος (μτφρ.) Κόντογλοο, Φώτης

Λάπαθιώτης, Ναπ. (μτφρ.) Λοοντέμης, Μενέλαος Μελάς, Σπόρος Μητροπούλου, Μόνα Μπαλή, Τίλλα Μπαρλάς, Τάκης (μτφρ.) Μπαρλάς, Φαιδρός Μυριβήλης, Στρατής Νικολαίδης, Μελής Ξεφλοόδας, Στέλιος Ούράνης, Κώστας Παναγιωτόπουλος, I. Μ. Παπατσώνης, Τάκης Παράσχος, Κλέων Πεντζίκης, Ν. Γαβρ. Περάνθης, Ό λ μ ος [= Μιχ.] Πέρδικα, Νίκη Πετσάλης, Θανάσης Πηνιάτογλοο, Λ. Πιερίδης, Γιάγκος · Πλωρίτης, Μάριος (μτφρ.) Πολίτης, Κοσμάς Πολίτης, Λίνος (έπιμ.) Πράτσικας, Γ. (μτφρ.) Ράλλη, Μαρία Π. Ρόδάς, Μιχ. Σεφέρης, Γιώργος Σικελιανός, Ά γγ ελος Σπαταλάς, Γερ. (έπιμ.) Στεργιόπουλος, Κώστας Ταρσούλη, Άθηνά Τερζάκης, Ά γγ ελος Τουτουντζάκης, Νίκος Τσαρούχης, Γιάννης (μτφρ.) Φλώρος, Π. (μτφρ.) Χάρης, Πέτρος Χουρμούζιος, Αίμ.

: Θέατρο : Ποιήματα τοδ μεσοπολέμου : Όχτάστιχα τοΰ περβολιού : 'Ομηρικές έρευνες : Α πόπειρες γιά μιά χαμένη ύπόθεση : Ό τρελός μέ τά κουδούνια : Ό κοτζάμπασης τού Καστρόπυργου : Προοίμια % : Λιοπύρι : Ε πιλογή : Ή φάρσα τής νιότης : Εφτά Ιστορίες : Βιβλιογραφικά συμπληρώματα Γρυπάρη-Μητσάκη-Θεοτόκη-Καβάφη : Ά λ εξ . Μ πλοκ, Οί δώδεκα : 'Ιστορία ένός καραβιού : Πέδρος Καζάς : Έ λληνες θαλασσινοί Αντρέ Ζίντ, Ό σ κα ρ Γουάιλντ : Γλυκοχάραμα : Τέχνη καί ζωή : Τό σπίτι μέ τόν κορυδαλλό : Πυράκανθοι : Ρ. Ρολλάν, Μ ιχαήλ Ά γ γ ελ ο ς : Ρ. Ρολλάν, Τό παιχνίδι τού έρωτα καί τοΰ θανάτου : Δώδεκα τραγούδια : Βασίλης ό Α ρβανίτης : Γιά λίγη ζωή : Κύκλος : Ά χ ιλλεύ ς Παράσχος : Σινά : Οί δυό κι ή νύχτα : Τά πρόσωπα καί τά κείμενα. Γ' Κ. Παλαμάς : Ursa Minor : Ή καλλιτεχνική δημιουργία : Είκόνες : Ό πεθαμένος καί ή άνάσταση : Ό τσέλιγκας : Σκόρος, Τόμ. Β' : Πέρα στή θάλασσα : Ή κυρία τών τιμών : Μελέτες ψυχαναλυτικές : Ό Καβάφης : Ρίλκε, Γράμματα σ’ ένα νέο ποιητή : Eroica (β' έκδ.) : Δ . Σολωμού, Ή γυναίκα της Ζάκυθος : Ά ν τρ έ Μωρουά, Ά ρ ιε λ. Ή ζωή τοΰ Σέλλευ : Μιά γαλάζια γυναίκα : Λόγια σέ νεκρό : Μορφές τού θεάτρου : Δοκιμές [Κάιρο] : Η μ ερολόγιο καταστρώματος β' [Αλεξάνδρεια] : Μήτηρ Θεού — Mater Dei (μέ γαλλική μτφρ. τοΰ Robert Levesque) : Λ. Μαβίλη, Τά σονέτα (β' έκδ.) : Καιροί : Ή Καταπολιανή : Ή στοργή : Τό βιβλίο μέ τά γιασεμιά : Ά μ βρ . Βιλλάρ, Ό ζωγράφος Ρενουάρ : Φρ. Χ αίλντερλιν, Ό θάνατος τοΰ ’Εμπεδοκλή : Μακρινός κόσμος : Κρίσιμη ώρα : Ό Παλαμάς καί ή έποχή του, τόμ. Α'

Λαπαθιώτης Ναπολέων Ζερβός ’Ιωάννης Δασκαλάκης Βάσος Ά γρ α ς Τέλλος

28


Γιώργος Βελουδής

Ή έλληνική λογοτεχνία στήν ’Αντίσταση Σ. Βασιλείου Ξυλογραφία

Στό κείμενο πού άκολουθεΐ ό συνεργάτης μας Γιώργος Βελουδής παρουσιάζει ένα πανόραμα τής ελληνικής αντιστασιακής λογοτεχνίας, μεταθέτοντας όμως τις χρονικές της διαστάσεις τόσο πριν άπό τό ’41 (τοποθετεί την άφετηρία της στό 1936), δσο κ α ί μετά τό ’44 (μέχρι τη λήξη του ’Εμφύλιου). Κ α ί τούτο για τί—σύμφωνα μέ την άποψή του— ή έλληνική άντιστασιακή λογοτεχνία δέν είναι παρά ή λογοτεχνική έκφραση τής αντίστασης του έλληνικοΰ λαού κατά του ξένου αλλά κα ί κατά τοΰ έγχώριου αυταρχικού καθεστώτος τήν εποχή 1936-1949. Περισσότερο άπό κάθε άλλη λογοτεχνία, ή κατανόη­ ση τής άντιστασιακής λογοτεχνίας προϋποθέτει τήν αποκατάσταση τής ίστορικής της συνάφειας —στήν περίπτωσή μας τήν άποκατάσταση τής ειδικής ίστο­ ρικής κατάστασης στήν Ελλάδα, πού καθόρισε κ’ έκεΐ, άκριβώς όπως καί στήν ύπόλοιπη Εύρώπη, άντίστοιχα καί συνάμα διαφοροποιημένα, τή γένεση τής άντίστασης καί τής λογοτεχνικής της άνάπλασης. Ή κρίση τοΰ πολίτικου καί κοινωνικού συστήμα­ τος στήν Ελλάδα είχε ήδη άρχίσει στά 1922, τό έτος κατά τό όποιο ό Μουσολίνι κ’ οί μελανοχίτωνές του πραγματοποιούσαν τήν «πορεία πρός τή Ρώμη». Ή συντριπτική ήττα τών έλληνικών στρατευμάτων κα­ τά τόν έλληνοτουρκικό πόλεμο τοΰ 1919-1922 εξα­ πέλυσε μιάν άλυσιδωτή σειρά άντιδράσεων, τών όποιων ή κατάλυση τής μοναρχίας ήταν μόνο ένα προμήνυμα. Ή νεαρή δημοκρατία (1924) δέν μπόρεσε νά θέσει ύπό τόν έλεγχό της μέ όποιονδήποτε τρόπο τό κοι­ νωνικό πρόβλημα, πού γινόταν μέρα μέ τή μέρα όξύτερο, γεγονός πού άποδεικνύουν πάνω άπό κάθε άλλο τ’ άλλεπάλληλα πραξικοπήματα, πού ξεκινού­ σαν άπ’ τίς ίδιες πάντα στρατιωτικές κλίκες (19251926). Ή τελευταία «μεσοβάσιλεία» ύπό τήν ήγεσία τού πρώην φιλελεύθερου ’Ελευθερίου Βενιζέλου (1928-1932) θ’ άποδειχτεΐ σύντομα άνίκανη ν’ άποσοβήσει τό ξέσπασμα τής νέας οικονομικής κρίσης, στήν όποια δδηγήθηκε άναγκαστικά κ’ ή Ελλάδα μετά τή διεθνή οικονομική κατάρρευση τοΰ 1929. Ή άπάντηση τοΰ Βενιζέλου στό δγκούμενο κίνημα δια­ μαρτυρίας ύπήρξε ή δημιουργία τών πρώτων στρα­ τοπέδων στήν Ε λλάδα γιά τή συγκέντρωση τών πο­ λιτικών άντιπάλων τοΰ κυρίαρχου συστήματος. Τά νέα στρατιωτικά πραξικοπήματα (1933-1935), πού έπιχειρήθηκαν τή μιά ύπέρ καί τήν άλλη κατά

τοΰ Βενιζέλου καί πού άποσκοποΰσαν στή σταθερο­ ποίηση τοΰ φιλελεύθερου άστικοΰ συστήματος, δέν κατόρθωσαν παρά ν ’ άνοίξουν τό δρόμο στήν όλοκληρωτική άνατροπή του, πρός όφελος τής έξασφάλισης τής οίκονομικής του βάσης, έκ μέρους τοΰ στρατηγοΰ ’Ιωάννη Μεταξά μέ τή βοήθεια τοΰ βασι­ λιά, πού είχε έπιστρέψει μόλις πρίν άπό λίγους μή­ νες στήν Ε λλάδα (4 Αύγούστου 1936). Οί διώξεις των φιλελεύθερων, τών δημοκρατικών καί τών σο­ σιαλιστικών άντιπάλων τής δικτατορίας, πού έξαπολύθηκαν άμέσως μετά τήν άναρρίχηση τοΰ Μεταξά στήν έξουσία, τό γέμισμα τών φυλακών καί τών στρατοπέδων έκτόπισης, ή άστυνομική τρομοκρατία καί τά βασανιστήρια δέν παρουσίαζαν παρά μιά πο­ σοτική διαφορά άπ’ τ’ άντίστοιχα φαινόμενα τών άστικών δικτατοριών στή Δυτική καί τήν Κεντρική Εύρώπη τής ίδιας έποχής. Ή κήρυξη τοΰ πολέμου κατά τής Ελλάδας άπ’ τό Μουσολίνι στίς 28 ’Οκτωβρίου 1940 παρουσιάστη­ κε καταρχήν γιά τή μεταξική δικτατορία σάν ένας άπό μηχανής θεός. 'Ωστόσο, ή χώρα καταλήφθηκε σύντομα, παρά τή νικηφόρα άντίσταση τοΰ έλληνικοΰ στρατοΰ στό άλβανικό μέτωπο, άπ’ τά προελαύνοντα χιτλερικά στρατεύματα (Απ ρίλιος 1941). Ό κρατικός μηχανισμός παραδόθηκε, μαζί μέ τούς πο­ λιτικούς κρατούμενος, σχεδόν άνέπαφος άπ’ τούς διαδόχους τοΰ Μεταξά, πού είχε πεθάνει στό μεταξύ, στούς νέους κυρίαρχους. Μέ τόν τρόπο αύτό μπή­ καν οί βάσεις γιά τή συνεργασία μέ τόν έχθρό, ταυ­ τόχρονα δμως δημιουργήθηκαν κ’ οί προϋποθέσεις γιά τήν άντίσταση κατά τών δυνάμεων κατοχής. Ή άπελευθέρωση τής Ελλάδας τόν ’Οκτώβριο τοΰ 1944 δέ σήμαινε μέ κανένα τρόπο καί τό τέλος τοΰ πολέμου: *Ήδη τό Δεκέμβριο τοΰ ίδιου έτους προκλήθηκαν στήν ’Αθήνα οί πρώτες αίματηρές συγκρούσεις άνάμεσα στή μεταβατική κυβέρνηση,


πού στηριζόταν πάνω στους πρώην συνεργάτες τοΰ έχθροΰ καί τά συμμαχικά της Αγγλικά στρατεύματα, καί τίς άντιστασιακές δυνάμεις —συγκρούσεις πού έ­ ληξαν τόν Ιανουάριο τοΰ έπόμενου έτους μέ τή νίκη τής κυβέρνησης καί των συμμαχικών της δυνάμεων. Μετά άπό μιάν άνακωχή πού κράτησε ένα περίπου χρόνο, κατά τή διάρκεια τοΰ όποιου έξαπολύθηκαν άνελέητες διώξεις τών νικημένων Απ’ τούς νικητές, ξέσπασε, τέλος, τό Μάρτιο τοΰ 1946, άκριβώς τή μέ­ ρα τών πρώτων μεταπολεμικών έκλογών, άνοιχτός έμφύλιος πόλεμος, πού μπόρεσε νά κριθεΐ ύπέρ τών κυβερνητικών στρατευμάτων τό καλοκαίρι τοΰ 1949 μέ τή βοήθεια τών συμμαχικών —άμερικανικών αύτή τή φορά— δπλων. Τά στρατόπεδα συγκέντρωσης, πού γέμισαν κατά τή διάρκεια τοΰ έμφύλιου πολέ­ μου μέ τούς πολιτικούς άντιπάλους τοΰ αύταρχικοΰ συστήματος, τούς πρώην άντιστασιακούς κι έν μέρει καί τούς συγγενείς τους ή άπλούς ύποπτους, έξακολούθησαν νά λειτουργούν κι άρκετά χρόνια μετά τό τέλος τοΰ έμφύλιου πολέμου. Σ’ αντιστοιχία μέ τό Ιστορικό πλαίσιο, δπως σκιαγραφήθηκε στά παραπάνω, θά μπορούσαμε νά όρίσουμε την έλληνική Αντιστασιακή λογοτεχνία ώς τή λογοτεχνική έκφραση τής έλληνικής Αντίστασης κα­ τά τοΰ έγχώριου καί τοΰ ξένου αύταρχικοΰδικτατορικοΰ καθεστώτος στά χρόνια 1936-1949. Μέ τόν τρόπο αύτό δμως Αναφύονται Αμέσως μερι­ κά θεωρητικά προβλήματα, ή διευκρίνιση τών όποιων Αποτελεί τήν Αναπόφευκτη προϋπόθεση γιά μιά συστηματική έκθεση κ’ έρμηνεία τής έλληνικής Αντιστασιακής λογοτεχνίας: α) Δέν μπορεί νά χαραχτηριστεϊ ώς Αντιστασιακή λογοτεχνία κάθε λογοτεχνικό ή παραλογοτεχνικό προϊόν πού γεννήθηκε στό χρονικό διάστημα πού Αναφέρθηκε παραπάνω. "Οπως ή πολιτική Αντίστα­ ση προϋποθέτει τόν πολιτικό της Αντίπαλο, τήν Αστική δικτατορία, έτσι κ’ ή λογοτεχνική Αντίσταση προϋποθέτει τόν πολιτισμικό-καλλιτεχνικό της Αντίδικο, τήν προσαρμοσμένη ή τήν Ανοιχτά μέ τό σύ­ στημα συνεργαζόμενη λογοτεχνία. Ή Αντιστασιακή λογοτεχνία πρέπει συνακόλουθα νά όριστεΐ έπί τή βάσει διπλών κριτηρίων: ’Απ’ τή μιά, σύμφωνα μέ τήν πρόθεση τοΰ συγγραφέα (ύποκειμενικός παρά­ γοντας), κι Απ’ τήν Αλλη, σύμφωνα μέ τή λειτουργία τοΰ έργου του (Αντικειμενικός παρΑγοντας). Ό κα­ θορισμός τοΰ δεύτερου παράγοντα προϋποθέτει, μέ τή σειρά του, μιά σειρά ίστορικών-προσληπτικών έρευνών, πού δέν έχουν Ακόμα διεξαχθεϊ στό χώρο τής έλληνικής Αντιστασιακής λογοτεχνίας. ’Α π’ αύτή τήν έλλειψη πρόκειται νά ύποφέρει, έννοεΐται, ή «ύλική» μας διαπραγμάτευση. β) Τά προσωρινά προτεινόμενα χρονικά δρια μπορούν ν ’ Αμφισβητηθούν: Ό περιορισμός τής έ­ ρευνας στό έθνικό ιστορικό πλαίσιο δέν πρέπει νά μας κάνει νά παραβλέψουμε τό γεγονός δτι ή Αντί­ σταση κατά τοΰ εύρωπαϊκοΰ φασισμού είχε ήδη Αρ­ χίσει, σέ ύπερεθνικό πλαίσιο, ταυτόχρονα μέ τίς πρωιμότατες έκδηλώσεις του, Αμέσως μετά τόν Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, καί, όπωσδήποτε, τό Αρ­ γότερο μετά τήν πρώτη του έγκαθίδρυση στήν ’Ιτα­ λία τόν ’Οκτώβριο τοΰ 1922. Συνεπόμενα, πρέπει νά τεθεί στή συνάφειά μας τό έρώτημα, Αν ύπήρξαν κι

Ανάμεσα στούς έλληνες διανοούμενους καί συγγρα­ φείς Αντιδράσεις κατά τοΰ εύρωπαϊκοΰ φασισμού πρίν Απ’ τήν έλληνική του «κρατικοποίηση». Μιά καί στό έρώτημα μπορεί νά δοθεί, δπως θά δούμε, καταφατική Απάντηση, θά πρέπει νά συμπεριληφθοΰν κ’ οί πρώιμες αύτές έλληνικές Αντιδράσεις, Ιδιαίτερα οί λογοτεχνικές, στά πλαίσια τής έρευνάς μας. γ) ’ Επιπλέον, θά πρέπει νά έξεταστεΐ τό ζήτημα μιΑς ένδεχόμενης μετατόπισης τοΰ δεύτερου χρονι­ κού όρίου (1949) πρός τά πάνω: Πραγματικά, μετά τό 1949 κυκλοφόρησε ένας σημαντικός Αριθμός λο­ γοτεχνικών έργων πού Αναφέρονται θεματικά σέ μιάν Απ’ τίς προηγούμενες φάσεις τοΰ φασισμοΰ καί τής Αντίστασης. ’Απ’ αύτά θά πρέπει έντούτοις νά έξεταστοΰν μαζί μέ τήν —κυρίως— Αντιστασιακή λο­ γοτεχνία μόνο έκεΐνα πού γράφτηκαν πρίν Απ’ τά 1949, Αφού έκπληρώνουν τουλάχιστον τόν πρώτο δρο τής Αντιστασιακής λογοτεχνίας, τήν πρόθεση τοΰ συγγραφέα. Σ’ δ,τι δμως Αφορά τήν έκπλήρωση τοΰ δεύτερου δρου, τή λειτουργία τους στήν Αντί­ σταση, πρέπει νά γίνει μεθοδική διάκριση Ανάμεσα σ’ αύτά καί τήν —κυρίως— Αντιστασιακή λογοτε­ χνία. Τά ύπόλοιπα λογοτεχνικά τεκμήρια, πού έχουν μέν ώς θέμα τους τό φασισμό καί τήν Αντίσταση, Αλ­ λά γράφτηκαν καί δημοσιεύτηκαν μετά τά 1949, πρέπει νά καταταχτούν, Ανεξάρτητα Απ’ τή λογοτε­ χνική τους ποιότητα καί τήν ιδεολογική τους λει­ τουργία, στό είδος τοΰ Απομνημονεύματος, τοΰ χρο­ νικού, τοΰ ίστορΓκοΰ μυθιστορήματος κ.τ.λ. δ) Επιπλέον, ό χαραχτήρας, δηλαδή ή συγκεκρι­ μένη μορφή τοΰ έκάστοτε αύταρχικοΰ πολιτικού συ­ στήματος στήν Ε λλάδα πρέπει νά συγκαθόρισε, Αναγκαστικά, καί τό χαραχτήρα τής Αντίστασης πού προβλήθηκε έναντίον του καί τής λογοτεχνίας πού τήν έξέφρασε. Έ τσι, λ.χ., ό «εθνικός» χαραχτήρας τής μεταξικής δικτατορίας, ή νομιμοφανής άνοδός της στήν έξουσία κ’ ή έπιτυχημένη έξουδετέρωση τής Αντιπολίτευσης έκ μέρους της είχαν ώς Αποτέλε­ σμα τή διάσπαση καί τήν Απομόνωση τής Αντίστα­ σης έναντίον της. ’Αντίθετα, στόν Αγώνα κατΑ τών στρατευμάτων τοΰ Μουσολίνι τό χειμώνα τοΰ 19401941 καί στήν τετράχρονη, ένεργητική καί παθητι­ κή, Αντίσταση κατά τών δυνάμεων κατοχής στά χρό­ νια 1941-1944 πήραν μέρος πλατύτερα λαϊκά στρώ­ ματα, Απ’ τούς έργάτες καί τούς Αγρότες ώς τούς μι­ κροαστούς, τούς έλευθεροεπαγγελματίες καί τούς διανοούμενους. Τέλος, ό διχασμός τοΰ «έθνους» Απ’ τό Δεκέμβριο τοΰ 1944 κ’ ύστερα κ’ ή ξένη, πρώτα ή Αγγλική κ’ έπατα ή Αμερικανική, έπέμβαση στόν έμφύλιο πόλεμο προκάλεσαν καί τήν ιδεολογική πό­ λωση τής τρίτης φάσης τής έλληνικής Αντίστασης καί τής καλλιτεχνικής-λογοτεχνικής της έκφρασης. ε) Τέλος, ή «Αντιστασιακή λογοτεχνία» πρέπει νά έννοηθεΓ στή συγκεκριμένη ιστορική της συνάφεια: Ά π ’ τή στιγμή πού ή ίδια έννοεΐ τόν έαυτό της ώς Α­ μεσα ένεργούσα λογοτεχνία, τείνει πρός μιάν Αρση τής διάκρισης Ανάμεσα στήν «αισθητική» καί τή «μή αισθητική» έκφραση. «Λογοτεχνία» πρέπει νά εννοη­ θεί, στήν περίπτωση αύτή, στή γενική της σημασία, ώς «έκφραση διά τοΰ λόγου». Συνακόλουθα, στήν Αντιστασιακή λογοτεχνία πρέπει νά συγκατα-


λεχτο ΰ ν δ χ ι μ ό ν ο τά π αρ α δομ ένα λ ο γ ο τ εχ νικ ά είδη - π ο ίη σ η , διή γη μα, μυ θ ισ τόρ ημα , θ έα τρ ο, δ οκίμιο κ.τ.λ.—, ά λλα καί τά ή μ ερ ο λό για , οί επ ιγρ α φ ές σ το ύ ς τοίχους, οί π ρ οκ η ρ ύ ξεις, τά λευ κώ μ α τα, τά γρ ά μμ α ­ τα κ.τ.δ. Ε π ιπ λ έ ο ν , σ τή ν έλλ η νικ ή α ντισ τα σ ια κή λ ο ­ γοτεχνία της π ερ ιόδου άπ' τ ό ν ’Ο κ τώ βρ ιο τ ο υ 194 0 κ’ ύστερα ά νή κει καί τό π α λ ιό , π ρ ο β ιο μ η χ α ν ικ ό , ά ναβιω μένο καί μετα λειτου ρ γη μ ένο δη μ ο τικό τρα­ γούδι, τό α νέκ δ οτο καί τό ά στεΐο , σ τό π ο σ ο σ τ ό π ού σ υλλέχτηκα ν καί κα τα γράφ η κα ν μετά τ ό ν π ό λεμ ο . Μ ετά τή ν παρα π άνω θεωρητική π ρ ο σ έγ γισ η μ π ο ­ ρούμε ν ά π ερ άσ ου με σ τή ν «ύλική» έκθεση τής έλληνικής αντιστα σια κή ς λο γ ο τ εχ νία ς : Ή κατάληψη τής έξουσ ία ς ά π ’ τό Μ ο υ σ ο λ ίνι εϊχε διασπάσει τ ούς έλ λ η ν ες δ ια ν ο ο ύ μ εν ο υ ς καί σ υ γ γ ρ α ­ φείς σέ δ υό στρα τόπ εδα : Ή δ η στά 1927 ό Ν ίκ ο ς Καζαντζάκης, στίς ά ντα π οκρ ίσεις τ ο υ ά π ’ τ ή ν 'Ιτα­ λία π ο ύ δ ημοσ ιεύτη κα ν σέ μ ιά ν άθη ναϊκή έφ ημερί­ δα, δ έν μ π ορ ο ύ σ ε νά κρύψ ει τ ό θαυ μ α σμ ό τ ο υ γιά τόν ισ χ υ ρ ό δ νδ ρ α τής ’Ιτα λίας, π ο ύ τ ό ν είχε σ υ ν α ν ­ τήσει καί πρ οσω πικ ά. ’Α ρ γότερ α , στά 1 9 3 2 -1 9 3 4 . ό σκηνοθέτης τ ού θεάτρου καί λ ο γ ο τ εχ ν ικ ό ς κριτικός Φωτός Π ολίτη ς έρ ω τοτρ οπ οΰσ ε μέ τ ό ν ιταλικ ό καί τό γερμανικό φασισμό κ’ εύαγγελιζόταν τή. μετα­ μόσχευσή τ ο υ ς σ τή ν Ε λ λ ά δ α , ένώ ό π ο ιη τή ς, πεζογράφος καί κριτικός Ν ίκ ο ς Κ α ρ β ο ύ ν ή ς τ ό ν άντέκρουε, ά ντιπ α ρα τά σσ οντά ς του μιάν ό ξύτα τη ά νά λυ ση τής ο ίκ ονομ ικ ή ς καί κ ο ινω νικ ή ς κατάστασης στήν Ε λ λ ά δ α καί τ ή ν Εύρώ πη τή ς έπ ο χ ή ς του —ανά λυση σ τή ν όπ οια γ ίν ο ν τ α ν κ α τα νοη τά τά αίτια τής ά νόδ ου τού φ α σισμ ού. (Τ ό ν ’Α π ρ ίλ ιο τ ο ύ 193 4 ό Κ α ρβούνή ς θά δικαστεί γιά τή μετάφ ραση τής «Κα­ στανής Β ίβλου», π ού ά π οκ ά λυπ τ ε τ ο ύ ς χιτλερ ικο ύ ς ώς το ύς π ρ αγμα τικ ούς έν ο χ ο υ ς το ύ έμ π ρ η σ μ ο ΰ τού Ράιχστακ.) ’Α λλά καί στή λο γ ο τ εχ νία , τ ό σ ο σ τ ή ν π οίησ η δ σο καί στή ν π εζογρ α φ ία, έκ δη λώ θη κα ν μερικές π ρώ ιμες έλληνικές άντιδ ρά σ εις έν α ντ ίο ν τ ο ύ εύ ρ ω π αϊκ ού φα­ σισμού. Σ τή ν π οιητική του σ υ λ λ ο γ ή «’Εμ είς δ έν θά βαδίσουμε» (1 9 3 3 ) ό Κ ώ στα ς Θ ρακιώ τη ς έξαπ έλυε μιά δριμύτατη έπίθεση κατά το ύ Μ ο υ σ ο λ ίνι. Στά 1934 δ Γ ιά ννη ς Ρ ίτσ ος ζω γρ άφ ιζε, σ τ ό πο ίη μ ά του «Γερμανία» («Τρακτέρ», 1934), μέ μ ελα ν ά χρώ ματα τήν ά νο δ ο τ ού Χ ίτλ ερ σ τή ν έξο υσ ία . Έ ν α χ ρ ό ν ο άργότερα ό Ν ικ η φ όρ ος Βρ εττά κος, μέ ά φ ορμ ή τ ή ν επί­ θεση τού Μ ου σ ο λ ίνι κατά τής ’Α β η σ σ υ ν ία ς , έξόρκιζε, σέ μιά λυ ρ ικ ή του σ ύνθ εση ( « Ό π ό λεμ ο ς» , 1935), τό φάσμα έν ό ς ν έο υ π α γ κ όσ μ ιο υ π ο λ έμ ο υ , καί τ ό ν ί­ διο. χ ρ ό ν ο κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ σ ε τό μ υ θ ισ τόρ ημα το ύ Ν ί­ κου Κ ατηφόρη « Ή διχτα τορία τ ο ύ σ ατανά» (1 9 3 5 ), μιά φ ανταστική -γκροτέσκα π α ρ α β ο λή γιά τ ή ν έπαπειλούμενη έπ ιβ ολή μιάς δεξιά ς δ ικ τατορίας στή ν Ε λλά δα . Π αρά τή σ ύ ν τ ομ η έπ α λή θ ευ ση α υτής τής προαίσθησης, τό μυθισ τόρημα τ ο ύ Κ α τηφ όρ η δ έν εί­ ναι «προφητικό». Στηρίζεται π άνω σ τ ή ν ύ π ά ρ χ ο υ σ α , έγχώρια καί διεθνή, έμπειρία τ ο ύ σ υ γγ ρ α φ έα τ ο υ , τά πραξικοπήματα π ο ύ είχ α ν π ρ ο η γη θ εΐ σ τή ν Ε λ λ ά δ α καί τήν ά νο δ ο τώ ν φ α σιστικ ώ ν κινημ άτω ν σ τή ν Ε ύ ­ ρώπη —δ πω ς μ α ρ τυρ ού ν οί έπ α νειλ η μ μ ένες άνα φ ορές του σ τό Μ ο υ σ ο λ ίνι, τ ό Χ ίτλ ερ καί τ ό ν "Ο σβαλντ Μ όσλεϋ. Ή «δμαλότητα» τής μεταξικής δ ικ τατορίας έκδη-

Ό Ό6υσ. Έλύτης στό ’Αλβανικό Μέτωπο λώ θηκε, σ τό π ολιτισμικ ό έπ ίπ εδο, μεταξύ ά λ λ ω ν καί μ έ τό γ ε γ ο ν ό ς δτι ένα ς άριθμός πρ ώ η ν φ ιλελεύθ ερ ω ν ά σ τώ ν δ ια ν ο ο υ μ έν ω ν καί λ ο γ ο τ εχ ν ώ ν , δ πω ς λ .χ . ό π ο ιη τ ή ς Γ ιώ ρ γο ς Σεφ έρη ς κ’ οί μ υ θ ισ τορ ιογρ άφ οι "Α γγελ ο ς Τ ερζά κη ς καί Π α ντελή ς Π ρ εβελάκ η ς, ήτα ν δ εμ έν ο ι μέ τή δικτατορία μέσω τώ ν δ η μ ό σ ιω ν άξιω μά τω ν π ο ύ κ α τείχα ν κι ώ ς έκ το ύτο υ δ έν μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν ά έπ ιτ ρ έψ ο υν σ τ ό ν έαυτό τ ο υ ς μιάν ό π ο ια δ ή π ο τ ε α ντισ τα σ ια κή διάθεση κ’ ένέρ γεια (ό Π ρ εβ ελά κ η ς, ά λλω σ τ ε, π ή ρ ε π α ρ ά ση μ ο ά π ’ τό Μ ο υ σ ο λ ίν ι στά 193 8 γιά τ ή ν ό ρ γά νω σ η το ύ έλλ η ν ικ ο ΰ π ερ ιπτέρο υ σ τή ν Έ κ θ εσ η τής Βενετίας). "Α λλος π ά λ ι, ό π ο ιη τή ς Τ ά κη ς Π α π α τσ ώ νη ς, π ο ύ έχει ήδη έκ δη λω θεΐ ώ ς σ υ ­ ν ο δ ο ιπ ό ρ ο ς τού ίδεολογικοΰ -αίσ θη τικ οΰ φ ερ έφ ω νου .τ ο ύ ιταλ ικ ο ύ φ α σισμ ού G. G entile, θά π άρ ει μ έρο ς, ώ ς έκ π ρ ό σ ω π ο ς τ ο ύ ύ π ο υ ρ γείο υ Ο ικ ο νο μ ικ ώ ν έπί Μ ετα ξύ, σ έ ο ικ ο νο μ ικ ές ά π ο σ τ ο λές στή χιτλερ ική Γ ερ μα νία - κ α ί θ’ άμειφ θεΐ ά ργό τερ α, σ τά χ ρ ό ν ια τής κ α τ ο χ ή ς (1 9 4 1 ), γιά τις ύ πη ρ εσίες του μέ τή θέση ά ντιπ ρ ο έδρ ο υ μιάς μ εγά λη ς έλλ η νικ ή ς τ ρ άπ εζα ς. "Αλ­ λ ο ς , τ έ λ ο ς , ό κριτικός κ ’ Ιστορικός τής λ ο γ ο τ εχ νία ς "Α ριστος Κ α μ π ά νη ς, είχε τό «θάρρος» ν ά τα χτεί ά νο ιχ τ ά μ έ τ ό ν «Τρίτο Ε λ λ η ν ικ ό Π ο λιτισ μό» π ο ύ εύ α γ γελ ιζ ό τα ν ό Μ εταξάς. Ε ίναι α ύ τ ο ν ό η τ ο δτι ά νάμεσα στά β ιβλία π ο ύ διάταξε ό Μ εταξά ς ν ά κ α ο ύ ν δ η μ ό σ ια τ ό ν Α ύ γ ο υ σ τ ο τού 1 9 3 6 , δέ β ρ ίσ κ ο ντ α ν καί τά έρ γα τ ώ ν π αρ α π άνω σ υγγρ αφ έω ν καί λ ο γ ο τ ε­ χνώ ν. ’Α π ’ τ ή ν ά λλη μεριά , ή καθιέρωση τή ς π ρ ο λη π τ ι­ κ ή ς λ ο γ ο κ ρ ισ ία ς καί π ρ ο π α ν τ ό ς ή ά πο υ σ ία έν ό ς ά ντιστα σια κο ύ κινή μ ατο ς ύ π ο σ τ η ρ ιζό μ εν ο υ ά πό π λ α ­ τύτερ α λα ϊκά σ τρώ μα τα, ό δ ή γη σ α ν καί σ έ μ ιά ν «έξατομίκευσ η» τ ή ς λο γ ο τ εχ νία ς . Έ τ σ ι, λ . χ . , κα λλ ιεργ ή ­ θ ηκ αν «συστηματικότερα» σ τή ν ποίησ η οί ήδη παρα.“31


Σ υ νέδρ ιο γιά τ ή ν ’Υ π ερ άσ π ισ η τής Κ ο υ λτ ο ύ ρ α ς (Π α ρίσ ι - Ισ π α ν ία 1937). Στά χ ρ ό ν ια 1 9 3 6 -1 9 4 0 δη­ μ οσ ιεύτη κ α ν σ τίς έλλ η ν ικ ές έφη μερίδες καί σ τά έλλ η νικ ά π ερ ιοδικά τής Ά λ ε ξ ά ν τ ρ ε ια ς π ο λυ άρ ιθ μ ες έκ κλή σεις, δ ια κη ρ ύξεις, άρθρα καί λ ο γ ο τ εχ νή μ α τ α κατά τ ή ς μετα ξικής δικτατορίας.

Ό Ν. Έγ/ονόπουλος στρατιώτης δ οσιακ οί κ ’ ο ί άκόμα ν εό κ ο π ο ι ύπερρ εα λισ τικ οί έκφραστικοί τρ όπ οι, γιά ν ’ ά πο δ ο θ εϊ ή «έσωτερική», δηλα δή ή έσω τερικευμένη διά βρω ση το ΰ «άνθρώπου» (Γ ιά ννη ς Σκ αρίμπ α ς, Ν ίκ ο ς Έ γ γ ο ν ό π ο υ λ ο ς , Κ αϊσαρ ’Ε μ μ α νο υ ή λ ), ή γιά νά μ υ θ οποιη θεί καί νά μ υ στικοπ οιη θεΐ ό έξω τερικός κ ό σ μ ο ς, σ τή ν π ερίπτω ­ ση αύτή τό έλληνικό τοπίο κ' ιδιαίτερα τό Α ιγαίο (Ό δ υ σ σ έα ς Έ λ ύ τ η ς). Σ τή ν π εζογρ α φ ία μερικοί ά λ ­ λ ο ι σ υγγρ αφ είς π ρ οτίμ η σ α ν τή φ υγή σ ’ ένα ν ειδ υλ­ λια κό, «ήρωικό», π ρ ο β ιο μ η χ α ν ικ ό κ ό σ μ ο (Σ τράτη ς Μ υρ ιβή λ η ς, Π α ντελή ς Π ρ εβ ελά κ η ς, " Α γγελ ο ς Τερζά κη ς, Ή λ ία ς Β ενέζης), σ τό βα σίλειο τω ν έστίκ τω ν (Μ . Κ α ρ αγάτσης) ή σ τό ίδιο τ ο υ ς τό έγώ (Γ ιώ ρ γο ς Δ έλ ιος). Λ ίγοι μ ό ν ο σ υγγ ρ α φ είς, π οιητές κυ ρ ίω ς, ό π ω ς ό Γ ιάννης Ρ ίτσος («Τό έμ βατή ριο τ ο ΰ ώ κ εανοΰ», 1940), ό Ν ικη φ όρ ος Β ρεττά κος («Τό μ εσ ο υ ρά νη μ α της φωτιάς», 1940) κι ό " Α γγελ ο ς Σ ικ ελια νό ς («Σί­ βυ λλα », Α δ γ ./Σ επ τ . 1940· α δ η μ ο σ ίευσ η : 1944), κα­ τόρθω σαν νά μ ε τα λειτ ου ρ γή σ ο υ ν τά παρα δοσ ιακ ά σ υμβ ολιστικά έκφ ραστικά μέσα σ έ μιά λυ ρ ικ ή κρυπτική έκφ ραση ύπερα τομικώ ν ά ντισ τα σ ια κώ ν αι­ σθημάτω ν. Μ έ τίς π ρ οϋπ οθ έσεις α ύτ ές, έμ εινε βα σικ ά τό π ρ ο ­ νό μ ιο μερικών έλ λ η νικ ώ ν κ ο ιν ο τ ή τ ω ν τής δ ια σπ ο ράς, νά π ρ ο β ά λ ο υ ν ά νο ιχ τ ή ά ντίσ τα σ η έν α ντ ίο ν τής έλλ η νική ς καί τής εύ ρ ω π αϊκ ής δικτατορίας. Κ ατά πρώ το λ ό γ ο π ρ έπ ει ν ’ ά να φ ερ θ εϊ έδώ ή δράση τώ ν άνθηρώ ν τότε άκόμα έλλ η ν ικ ώ ν π αρ οικ ιώ ν τή ς Α ί­ γυ π τ ο υ , ιδιαίτερα τώ ν έλλ η ν ικ ώ ν κ ο ινο τ ή τ ω ν τ ή ς Ά λ εξ ά ντ ρ εια ς καί τοΰ Κ ά ιρο υ . Έ ν α μέρο ς ά π ’ τ ο ύ ς έλλ η ν ες δημοκ ράτες τής Α ίγ ύ π τ ο υ κι ά λ λ ο υ ς Έ λ λ η ­ νες τής δια σπ ορά ς ά γω νίσ τη κα ν σ τ ό ν Ισπα νικό έμφύλιο π όλεμ ο σ τό π λευ ρ ό τώ ν δημοκ ρ ατικώ ν. Δ υ ό ά λεξαντρ ινοί σ υγγρ α φ είς, ό Σ τρατής Τσίρκ α ς κι ό Θ όδω ρος Σ κ ουρ λή ς, π ή ρ α ν μ έ ρ ο ς σ τό Β' Δ ιεθ ν ές 32

Ν Μ ριζική μ ετα βολή σ τό ά ντισ τα σ ια κ ό π νεύμ α τ ώ ν Ε λ λ ή ν ω ν έπ έφ ερε ή κή ρ υξη τοΰ π ο λ έμ ο υ κατά τής Ε λ λ ά δ α ς ά π ’ τό Μ ο υ σ ο λ ίνι τ ό ν ’Ο κ τώ βρ ιο τοΰ 1940. Ό κ ο ιν ό ς ά γώ να ς, σ τό ν ό π ο ιο κ ά λεσ α ν π ρ ο ­ σ κλη τή ρ ιο ά νά μ εσα σ το ύ ς π ρ ώ το υ ς κ ’ ο ί κρ α το ύμ ε­ ν ο ι τ ο ΰ μετα ξικοΰ καθεστώ τος ά π ’ τίς φ υλ ακ ές καί τ ο ύ ς τ ό π ο υ ς τή ς έξο ρ ία ς τ ο υ ς, ά π α ιτ ο ΰσ ε καί κ ο ινά ιδ εο λο γικ ά καί κα λλ ιτεχνικ ά δ π λ α . Ά π ’ τ ό ν ’Ο κτώ ­ βρ ιο τ ο ΰ 1 9 4 0 ώ ς τή γερμ ανική εισ β ο λ ή τ ό ν Α π ρ ί ­ λ ιο τοΰ 1941 δ ημοσ ιεύτη κε σ τίς έφ η μερίδες καί τά περιοδικά ένα ς τερά στιος ά ριθ μός ά π ό π οιήμα τα , δ ιη γή μα τα , δ ια κη ρ ύξεις, δοκίμια , ή μ ερ ο λ ό για κι ά ντ α ποκ ρ ίσ εις ά π ’ τό μέτω π ο, π ο ύ , παρά τή διαφ ορετι­ κή τ ο υ ς π ο ιό τη τα , ά π ο σ κ ο π ο ΰ σ α ν καί σ υ ν έβ α λ λ α ν , σ τό σ ύ ν ο λ ό τ ο υ ς , σ τή ν π νευμ ατική καί ψ υ χ ο λ ο γ ικ ή ' έν ίσ χ υ σ η τώ ν στρα τιω τώ ν π ού μ ά χ ο ν τ α ν σ τό ά λβα -, ν ικ ό μέτω πο καί τ ο ΰ ά μ α χ ο υ π λ η θ υ σ μ ο ύ . 'Ο π ω σδ ή­ π ο τ ε, π ο λ λ ά μεγα λύτερ α έρ γα , ίδίω ς μυθ ισ τορ ήμα τα , έξαιτίας τής λ ο γ ο κ ρ ισ ία ς π ο ύ έπ ιβλή θη κ ε σ τό μετα­ ξύ ά π ’ τίς ά ρ χ έ ς κ α τ ο χ ή ς , δ έν μ π ό ρ εσ α ν ν ά δ η μ ο ­ σ ιε υ τ ο ύ ν παρά μετά τό. τ έλ ο ς τ ο ΰ π ο λ έμ ο υ . Π ρ ο π α ντ ό ς σ τή ν π οίη σ η καί σ τό τ ρ α γ ο ύδ ι τό πρ ώ το α ύ τ ό , α ύθ ό ρ μ η το λα ϊκό μέτω πο ό δ ή γη σ ε σ τή ν ά να βίω σ η τοΰ π α λ ιο ύ , ά γρ ο τ ικ ο ΰ δη μ ο τικ ο ύ καί το ΰ ν έ ο υ , ά στικο λ αϊκο ΰ τ ρ α γ ο υ δ ιο ΰ . Τ ό π ρ ώ το , έλαφ ρά έπ εξ ερ γα σ μ έν ο , μετα λειτου ρ γήθ η κε τώρα γιά τ ο ύ ς ϊτα λ ο ύς καί τ ο ύ ς γε ρ μ α ν ο ύ ς εισ β ο λ είς , τό δ εύτερ ο μεταφέρθηκε ά στραπιαΐα ά π ’ τίς λα ϊκ ές άθηναϊκ ές έπιθεω ρήσεις σ το ύ ς δ ρ ό μ ο υ ς, ό π ω ς λ .χ . ή με­ γ ά λ η έπ ιτυχία τή ς έπ ο χ ή ς «Κ ο ρ ό ιδο Μ ο υσ ο λίνι» . Α λ λ ά κ’ ή έν τ εχ ν η π οίη σ η π ή ρ ε ένερ γη τικ ά μέ­ ρος σ τ ό ν κ ο ιν ό ά γώ να . Τά κύρια χα ρα χτηρ ιστικ ά α ύτής τής «εύκαιριακής» π ο ίη σ η ς ή τ α ν, σ τό μορφ ικό έπ ίπ εδο λ .χ . ή έπ ιμ ο νή τη ς σ τή ν παρα δοσ ιακ ή τ εχ ν ι­ κή , τό μέτρο καί τ ή ν όμοιο κ ατα λη ξία , καί, σ τό π εριε­ χ ό μ ε ν ο , τό ά γω νισ τικ ό π νεύμ α κι ό πατρ ιω τισ μός, π ο ύ μετα βά λλεται μερικές φ ορ ές σέ σ ο β ιν ισ μ ό , ή λα ϊκότητα κ’ ή ά να δ ρο μ ή σ τή ν «έθνική» π αρ ά δο σ η , κατά κύ ρ ιο λ ό γ ο σ τ ό ν ά γώ να τής ά νεξα ρ τησ ία ς τοΰ 1 8 2 1 , ά λλά καί σ τή ν ά ρχα ία Ε λ λ ά δ α —μιά ιδ ε ο λ ο γι­ κή ποικιλία κι ά ντιφ ατικότητα π ο ύ έξηγεΐται ά π ’ τήν έτερ ομορ φ ία τώ ν κο ινω νικ ώ ν όμ ά δ ω ν π ο ύ σ υμμ ετεί­ χ α ν σ τ ό ν ά γώ να . Ή άντιφ α τικ ότητα αύτή έκ δηλώ νεται μέ τ ό ν καθαρότερο τ ρ ό π ο σ τίς έκ κ λή σ εις, τίς δια­ κη ρ ύξεις, τίς έπ ισ τ ο λ ές, τά δοκίμια καί τ’ ά λλα «θεω­ ρητικά» έρ γα , π ο ύ ά π ο σ κ ο π ο ΰ σ α ν σ τή ν π ροώ θηση τή ς π νευμ ατική ς έπ ιστρ ά τευσ ης τ ο ΰ λ α ο ΰ , ό π ω ς λ .χ . έκείνη ή ά ξιο μ ν η μ ό ν ευ τ η « Α ν ο ικ τ ή έπ ιστο λ ή ·πρός τ ή ν Α .Ε . τ ό ν κ. Α . Χ ίτλερ » (8 .3 .1 9 4 1 ) τ ο ΰ διακεκρι­ μ έ νο υ έκδοτη μιάς σ υντη ρ η τική ς άθη ναϊκή ς έφημερίδας Γ εω ργίου Β λ ά χ ο υ , σ τή ν ό π ο ια ό σ υ ν τ ά χ τ η ς της θ ύμ ιζε σ τό Χ ίτλ ερ , έν α μή να π ρ ίν ά π ’ τ ή ν έπίθεσή τ ο υ , τ ή ν ο ύ δετερ ότητα τής Ε λ λ ά δ α ς καί τίς ύπηρ εσίες π ο ύ τ ο ΰ είχ ε π ρ οσφ έρ ει ό έ λ λ η ν α ς « σ υνάδ ελ­ φ ός» το υ Μ εταξάς.


Henri Laurens: Μικρές μεταμορφώσεις (Έθν. Πινακοθήκη) Ε κ τ ό ς άπ’ τ ή ν π λού σ ια καί δυσ κα τάγρα π τή, ώ ς έπί τό π λεϊσ τ ον σ ύ ν τ ο μ η , «χρηστική ποίησ η», ή έ ν ­ τεχνη π οίησ η π αρ ου σ ία σ ε καί μερικά κ α λλ ιτεχνικ ά ώριμα έρ γα . Π λ άι στά σ υντο μ ό τερ α π οιήμα τα τ ο υ Σικελιανοϋ («Τό π α να νθρ ώ π ινο έμ βατή ριο τ η ς Ε λ ­ λάδας», «Στρατιώτες τοΰ μετώ που», «Κ λεισούρα », «Γράμμα ά π ό τό μέτω πο»), π ρέπει ν ’ ά να φ ερ θ ο ΰν π ρ οπά ντω ν ο ι π ερ ίτεχνες σ υνθ έσεις «’Ά σ μ α ήρω ικό καί π ένθιμ ο γιά τ ό ν χ α μ έν ο ά νθ υ π ο λ ο χ α γ ό τ η ς ’Α λ ­ βανίας» (α' δ ημοσ ίευσ η: 194 5 ) καί « Ά λ β α ν ιά δ α » (δημοσιεύτηκε τ ό 1962) τοΰ Ό δ υ σ σ έ α Έ λ ύ τ η , σ τίς όποιες ό ά γώ να ς κι ό θάνατος γιά τή ν έλευθερία ύ μνοϋνται, έστω καί πρ οσω πο κ εντρικ ά ή ά γλα ϊσμ ένα, μέ τ ό ν ο υ ς ύψ η λή ς λυ ρ ικ ής ποιότητας. 'Ο π ω σδ ή ­ ποτε, ή «μοντέρνα» μορ φ ή α ύτώ ν τω ν έρ γω ν, π ο ύ θά μπ ορ ού σε νά Ικ ανοπ οιήσ ει αίσθητικά μ ό ν ο ένα π ο λ ύ π εριορισ μένο κ ο ιν ό , καί π ρ οπ α ντ ό ς ή κα θυσ τερ ημ έ­ νη δ ημοσ ίευσ ή τ ο υ ς μ ειώ ν ο υ ν τή λειτο υ ργικό τη τά τους ώς ά ντισ τα σ ια κή ς λ ο γ ο τ εχ νία ς. Στήν π εζογρ α φ ία τή ς ά ντίσ τα σ ης άπ’ τ ό ν ’Ο κτώ ­ βριο τοΰ 1940 ώ ς τ ό ν ’Α π ρ ίλ ιο τού 1941 κυ ρ ια ρ χ εί μέ ά πόλυτη π ρ οτερ αιότητα τό δ ιή γη μα , έπειδή ή π α ­ ραγωγή, ά να π α ρα γω γή καί κα τα νά λω σή του ή τ α ν πολύ εύ κολότερ η σ τίς σ υνθ ή κες το ΰ π ο λ έμ ο υ . Τ ό μεγαλύτερο μέρος α ύτής τής ά φ ηγη ματικής λ ο γ ο τ ε ­ χνίας ά π ο τ ε λ ο ΰ ν τά ή μ ερ ο λ ό για καί τά χ ρ ο ν ικ ά τ ο ΰ μετώ που. Ή λ ο γ ο τ εχ ν ία τή ς κ α λλ ιτ εχνικ ή ς φ α ντα ­ σίας ύ π ο χ ω ρ εΐ π ρ ό ς δ φ ε λο ς τή ς λο γ ο τ εχ νικ ή ς τεκ­ μηρίω σης. Στό σ ημείο α ύ τ ό, ο ί σ υγγρ α φ είς μ π ο ρ ο ύ ­ σαν ν ά έπ α να σ υνδεθοΰ ν μέ τ ή ν εύρω παϊκή κ ’ ιδιαίτε­ ρα τ ή ν έλλ η νικ ή ά ντιπ ολεμ ική λο γ ο τ εχ νία τ ή ς δε­ καετίας 1 9 2 0-1930 (Στράτης Μ υ ρ ιβ ή λ η ς, « Ή ζω ή έν τάφω», 1 9 2 3 /1 9 2 4 )· μ έ τ ό ν τ ρ ό π ο α ύ τ ό , ά κό μ α καί τά έργα τώ ν λιγ ό τερ ο π ρ οικ ισμ ένω ν ή δο κιμ α σμ έ­ νω ν σ υγγρ αφ έω ν μ π όρ εσ α ν ν ά έπ ιδείξο υ ν μιά μ εγα ­ λύτερη ώ ρ ιμότητα ά π ’ τ’ ά ντίσ το ιχα έρ γα τώ ν λ υ ρ ι­ κώ ν ό μ ο τ έχ ν ω ν τους. Γ ενικά , σ τή ν π εζογρ α φ ία αύτή κυ ρ ιαρ χεί ένα είρ ηνιστικό, ά νθρω πιστικ ό φ ρό νη μ α . Τά πολεμ ικ ά γ ε γ ο ν ό τ α π ερ ιγρ ά φ οντα ι χω ρ ίς ήρω ισμό κι ό ά ντ ίπ α λος μέ συμπάθεια· ό σ τρατιώ της τοΰ

έχθ ρ ο ΰ δια φ οροποιείτα ι άπ’ τό «φ ασισμό», π ο ύ γιά π ρώ τη φορά άναφ έρεται σ ’ αύτά τά έρ γα μέ τό π ρ α γ­ ματικό του ό ν ο μ α . Έ ν α ς έκ πεφ ρα σ μ ένο ς π ό θ ο ς γιά τ ή ν ειρήνη καί τ ή ν έπ ιστρ οφ ή στή θαλπω ρή τ ο ΰ σ π ι­ τ ιού δ ιαχέεται μ έσ ’ ά π ’ αύτή τ ή ν ά φ ηγη ματική λ ο γ ο ­ τ εχ ν ία —ένα ς π ό θ ο ς π ο ύ π ο λ ύ σ ύ ν τ ο μ α έπ ρ όκειτο ν ’ ά π ο δ ειχ τ εΐ άπ’ τή σ τυ γν ή κα το χή π ο ύ ά κ ο λο ύ θ η σ ε τή μάταιη νίκη ά νεκπ λή ρω το όρ αμ α. Γιά το ύς λ ό γ ο υ ς π ο ύ άνα φ έρ θηκ αν παρ α π άνω , τά π ιό εύ ρ ύχω ρ α πεζογρα φ ικά έργα , ειδικότερα τά μυθι­ σ τορ ή μα τα, π ο ύ είχ α ν ώ ς θέμα τ ο υ ς τ ό ν π ό λ εμ ο τής ’Α λ β α ν ία ς , μπ ό ρ εσ α ν ν ά δ η μ ο σ ιευ τ ο ύ ν μ ό ν ο μετά τ ή ν άπελευθέρω ση . Τ ό ά ν δ λ ’ αύτά μ π ο ρ ο ύ ν ν ά κα­ τα τα χ τ ο ύ ν σ τή ν άντιστασιακή λ ο γ ο τ εχ ν ία , είναι, έννοεΐται, ένα έντελώ ς ά λ λ ο ζήτη μα . 'Ο π ω σδ ήπ οτε, στά π ερ ισσ ότερ α ά π ’ αύτά λείπ ει ή θέλη ση γιά άντίσ τα σ η · είναι γρ α μμ ένα ά πό σ υντ η ρ η τ ικ ο ύ ς σ υ γγ ρ α ­ φ είς, π ο ύ θ έλη σα ν ν ’ ά π ο δ ώ σ ο υ ν τό ίστο ρ ικ ό γ ε γ ο ­ ν ό ς μέ τή μορφ ή ρεμβα στικ ώ ν ά π ο μ ν η μ ο ν ευ μ ά τ ω ν ή έπ ικώ ν άνα π α ρα στά σ εω ν. Π αρά τίς ύψ η λές λ ο γ ο τ ε­ χ ν ικ ές το υς φ ιλο δ ο ξίες, ύ σ τ ερ ο ύ ν σ έ βιωματική δύ­ ν αμ η καί π ειστικότη τα, μ π ρ ο σ τά στά λιτά καί κατά κ ά π ο ιο ν τ ρ όπ ο α ύθόρμη τα π ρ ο ϊό ντ α τώ ν «τεκμηριωτικώ ν» π ρ ο δρ ό μ ω ν τ ο υς. Έ τ σ ι, λ .χ ., τά μ υθισ τορή­ ματα «Τό μνή μ α τής γριάς» (1 9 4 5 ) το ΰ Α γ γ έ λ ο υ Β λ ά χ ο υ καί «Τό π λα τύ ποτάμι» (1 9 4 6 ) τ ο ΰ Γ ιά ννη Μ περάτη δ έν μ π ό ρ εσ α ν νά π ά ν ε π έρ ’ ά π ’ τά βιώματα τοΰ «ά πλοΰ ά νθρώ π ου», π ο ύ ά π ’ τίς π ο λ λ έ ς λεπ το μ έ­ ρειες καί τά π ο λ λ ά μικροπράματα χά νε ι άπ’ τά μάτια του τ ή ν ιστορική συνάφ εια. Κ α ί τό μυθιστόρημα «"Ανθρωποι τ ο ΰ μύθου» (1 9 4 6 ) το ΰ Σ τέλιου Ξ εφ λ ο ύδ α, π ο ύ μεταγράφ ει τ ό ν ίστορ ικό ά γώ να κατά τώ ν σ τρα τευμ άτω ν τ ο ΰ Μ ο υ σ ο λ ίνι μ’ ένα ν «έσωτερικό μ ο ν ό λ ο γ ο » σ ’ ένα μυθικό ήρω ικό ά γώ να , δικαιώ νει μ ά λ λ ο ν τ ή ν ψ υ χή το ΰ σ υγγρ αφ έα τ ο υ , π ο ύ μένει π ρ ο σ κ ο λ λ η μ έν ο ς σ τό ρ ό λο έν ό ς π αθητικού π αρατη­ ρητή, παρά τό ίδιο τό ίστο ρ ικό γ ε γ ο ν ό ς . Μ ιά διαφ ο­ ρ ο π ο ιη μ ένη , συνθετικ ή δια πραγμά τευση τοΰ ’ί διου θ έμα τος π έτ υ χ ε γιά πρώτη φ ορά ό Λ ο υ κ ή ς ’Α κρίτας («’Α ρμα τω μένοι», 1 947), π ο ύ ά π εικ όνισ ε τό ίστορικό

33


γ ε γ ο ν ό ς ιδω μένο μέ τά μάτια τ ο υ ά π λ ο ϋ στρατιώ τη το ΰ μετώ που π ο ύ π αλεύει ά νά μεσα σ τ ό πατριω τικό κα θ ήκ ον καί τή λα χτά ρ α τής ειρ ή νη ς. Ή ένα ρξη τής γερμ α ν ο ϊτ α λ ο β ο υ λ γα ρ ικ ή ς κ α το ­ χ ή ς σ τή ν Ε λ λ ά δ α τ ό ν ’Α π ρ ίλ ιο το ΰ 1941 δ έν εγκα ι­ νίασ ε μ ό ν ο τ ή ν όδ υνη ρ ότερ η π ερ ίο δο τ ή ς ν εο ελ λ η ν ι­ κής ιστορ ίας σ τ ό ν αίώ να μα ς, ά λλά , γιά τ ο ύ ς λ ό γ ο υ ς π ο ύ άνα φ έρ θηκ αν, καί τή ν έπ ιβλη τικ ότερ η φάση τ ο ΰ έλλ η ν ικ ο ΰ ά ντισ τα σ ια κοΰ κινήμ ατος καί τ ή ν άκμή τής π ολιτισμικ ής, κ α λλ ιτεχνικ ή ς καί λ ο γ ο τ εχ ν ικ ή ς έκωοασυο π ού τό συνόδευ ε. Α ύ τ ό γίνετ α ι φ α νερ ό κα τα ρχή ν άπ’ τ ή ν πολυ μ ο ρ φ ία τω ν κ α λ λ ιτ ε ν γ ι^ ρ ν καί λ ο γ ο τ εχ νικ ώ ν έκ φ ά ν σ ε ο ν: Π λάι σ τ ό π αρ α δο σ ια ­ κό δ ημοτικό καί τό έν τ εχ ν ο ά γω νισ τικ ό τρ α γο ύδ ι, π ο ύ έγ ιν α ν άμεσ α δεχτά καί τρ α γο υδ ή θ η κ α ν ά π ’ τ ο ύ ς ά γω νισ τές τής ά ντίσ τα σ η ς, ή μ ο ν τ έρ ν α π οίη σ η ά ξιοπ οίη σ ε γιά τ ό ν ά γώ να τ ο ύ ς ν έο υ ς έκ φ ρα στικ ούς της τρ όπ ους. Ή π εζογρ α φ ία ά ντ λ η σ ε ά π ’ τ ή ν π αλ ιά , ρεαλιστική της π αρ ά δοσ η καί τ ό θέατρο ξ ανα κέρ δ ισ ε τή λαϊκή του άμεσότητα . Ε π ιπ λ έ ο ν , κα ί μ ό ν ο τά π α ­ ρα λ ογοτεχνικ ά έργα , τά δοκίμια κ’ οί Ισ τορικ ές μελέ­ τες, τά ή μ ερ ο λ ό για καί τά λευ κώ μα τα, ο ί έπ ιγρ α φ ές τώ ν τ οίχω ν κ ’ οί π ρ οκ η ρ ύ ξεις, τά χ ρ ο ν ικ ά κ* ο ί έπισ τολ ές, π ού ύ π η ρ ετ οΰσ α ν ό λ α τ ό ν ίδιο σ κ ο π ό , θά μ π ορ ού σ α ν ν ά γε μ ίσ ο υ ν τ ό μ ο υ ς ό λ ό κ λ η ρ ο υ ς . Ε κ τ ό ς ά π ’ τ ή ν είδ ολογική αύτή δια στρω μά τω ση τοΰ ύλικοΰ π ρ έπ ει ν ά π ρ ο σ εχ τ εί μιά ά κ ό μ α δ ια φ ο ρ ο ­ ποίησ η: ή άντίθεση ά νά μεσα στή ν ό μ ιμ η (άντιστα σιακή) λ ο γ ο τ εχ ν ία , π ο ύ ήτα ν ά να γκ α σ μ ένη ν ά γ ρ ά ­ φεται καί νά κ υ κ λ οφ ορ εί ύ π ό τ ο ύ ς δ ρ ο υ ς τ ή ς λ ο γ ο ­ κρισία ς, καί σ τή ν π αρ ά νο μ η ά ντισ τα σ ια κή λ ο γ ο τ ε ­ χ ν ία , π ο ύ δ έν ή τ α ν διατεθειμένη ν ά ύ π ο τ α χ τ εϊ σ τ ό ν έξανα γκ ασ μ ό τή ς λ ο γ ο κ ρ ισ ία ς. Ή δ ια φ ο ρ ο π ο ίη σ η αύτή κα θορίζει μέ τή σειρά τ η ς , ώς έν α βα θ μό, καί μερικές μορ φ ικές καί π οιο τικ ές δ ια φ ορ ές ά νά μεσα σ τίς δ υό αύτές λ ο γ ο τ εχ νικ ές όμά δες. Μ πρ οσ τά στή λο γ ο τ εχ νία ύ π ό δ ρ ο υ ς λ ο γ ο κ ρ ισ ία ς ά νοιγ ότα ν πρώ τα ό εύ κ ο λ ο ς δ ρ ό μ ο ς τ ή ς φ υ γ ή ς σ τό π ρ οβ ιομ η χ α νικ ό ειδ ύ λλ ιο, τό μ υ θ ο π ο ιη μ έν ο «ήρωικό» παρελθόν ή τήν παιδική κι’ εφηβική ήλικΐα τοΰ σ υγγρ αφ έα —μιά φ υγή π ο ύ δ έν ή τα ν π αρ ά ή «σ υνε­

34

πής» προέκτα ση ά νά λ ο γ ω ν τά σεω ν τή ς έπ ο χ ή ς τής μετα ξικής δ ικ τατορίας καί π ο ύ π ρ αγμα το πο ιή θη κε κυρίω ς άπ* τ ο ύ ς ίδ ιο υ ς έκ είνο υ ς σ υ γγ ρ α φ είς, Ιδιαίτε­ ρα τ ο ύ ς π α λ ιό τερ ο υ ς π εζο γρ ά φ ο υ ς , καί μερικ ούς ν εό τ ερ ο υ ς (Φ ώτης Κ ό ν τ ο γ λ ο υ , «Φ η μισμ ένοι ά ντρ ες καί λη σ μ ο νη μ έν ο ι» , 1 942· Ή λ ία ς Β ε νέζη ς, «Α ιολική γή » , 1 943· Ά ν τ ώ ν η ς Β ο υ σ β ο ύ ν η ς , « Π ρ ομή νυμα », 1 943· "Α γγελος Τ ερζά κη ς, «Σ τοργή », 1 944· Τ ά σ ο ς Ά θ α ν α σ ιά δ η ς , «Ταξίδι στή μ ονα ξιά », 1944). 'Ο ά λ λ ο ς δ ρ ό μ ο ς π ερ ν ο ύ σ ε μέσ ’ άπ’ τ ή ν έφευρετικ ό τη τα , τή ν κρυ π τικ ή-αίνιγμ ατική κι έν τ ο ύ τ ο ις εύ­ γλ ω ττη έκ φ ρα ση , π ο ύ , παρά τ ή ν π ρ ο λη π τ ικ ή λ ο γ ο ­ κρ ισ ία , έκανε δ υνα τή τ ή ν έπ ικ ο ινω νία μέ τ ό ν π ρ α γ­ ματικό άποδέκ τη τή ς λ ο γ ο τ εχ ν ία ς α ύτή ς, τ ό ν άγω νιζ ό μ ε νο ή π ά σ χ ο ν τ α σ υ ν ά ν θ ρ ω π ο . Σ τό χ ώ ρ ο α ύ τ ό , ή έν τ εχ ν η π οίησ η έχ ει ν ά π α ρ ο υ σιά σει μερικά καί γιά ό λ ό κ λ η ρ η τή σ ύ γ χ ρ ο ν η έλλ η ν ικ ή λο γ ο τ εχ νία ά ξιοσ ημείω τα έπ ιτεύγμα τα: Ό Γ ιά ν ν η ς Ρ ίτσο ς λ .χ . έπεξερ γά στη κ ε τ ο ύ ς ο ικείο υ ς του νεο σ υ μ β ο λ ισ τ ικ ο ύ ς τρόπους, γιά ν ά έκφράσει, διακριτικά άλλά κι’ εύδιάκριτα , σ έ μιά σ ειρά χ α λα ρά δ ια ρ θρω μένω ν π οιητι­ κώ ν σ υνθ έσ εω ν («Δοκιμα σία », 1943), τ ό ν τ ρ ό μ ο καί τή ν ά θλιότη τα τ ή ς κ α τ ο χ ή ς καί ταυτόχρονα τόν ένθ ο ο σ ια σ μ ό γιά τ ή ν ό γκ ο ύ μ εν η ά ντίσ τα σ η . 'Ο π ω σδ ή­ π οτ ε, ά φ ο ΰ ή λο γ ο κ ρ ισ ία είχ ε ά π ο κ λείσ ει ά π ’ τ ή ν πα­ ρ απ ά νω σ υ λ λ ο γ ή τ ο υ τό πο ίη μ α «Π α ρ αμ ο νές ή λιου» (’Α π ρ ίλ ιο ς 1 9 4 3 ), έπειδή ξ επ ερ νο ΰ σ ε τά δρια τοΰ έπ ιτ ρ επ ό μ εν ο υ , ό Ρ ίτσ ο ς τό θεώ ρη σε σ κ ό π ιμ ο ν ά μή δ ημοσ ιέψ ει τ ό τ ε τίς εύ ρ ύτερ ες σ υ ν θ έσ εις το υ τής ί­ διας έπ ο χ ή ς , π ο ύ έσ ω η ζαν ί τ , ' ϊ ό π νεύ μ α τής ά ντί­ σ τα σ η ς (« Ή τ ελευτα ία π. Α . έκατονταετία», 1 9 4 2 καί π ο λ λ * ποιήμα τα τή ς σ υ λ λ ο γ ή ς « Ά γ ρ ύ π ν ια » , 19411 953· «Μ ετακινήσεις», 1 9 4 2 -1 9 4 9 )· τά π οιήμα τα αύτά μ π ό ρ εσ α ν ν ά δ ο ΰ ν τ ό φ ώ ς τής δ η μ ο σ ιό τ η τ α ς, μαζί μ έ τό όψ ιμ ό τερ ο έρ γ ο του ά π ’ τ ή ν τρίτη φάση τής ά ντίσ τα σ η ς, μ ό λ ις μετά τ ή ν άπελευ θέρω σή τ ο υ ά π ’ τό σ τρ α τό π εδο τή ς έξο ρ ία ς τ ο υ (1 9 5 2 ). Τ ο λ μ η ρ ό τ ερ α έκφ ραστικά μέσα χ ρ η σ ιμ ο π ο ίη σ ε ό Ν ίκ ο ς Γ κ ά τσ ο ς, π ο ύ σ υντα ίρ ια σ ε, σ τή ν έτερ ογενή του ποιητική συλλ ο γή «’Α μοργός» (1943), τήν υπερ­ ρ εαλιστική τεχ ν ικ ή μ έ τά μ ο τίβα καί τ ο ύ ς τ ρ ό π ο υ ς τή ς δ ημοτική ς π ο ίη σ η ς , γιά ν ά δ ια τυπ ώ σει εύδιάκριτ ο υ ς ύ π α ιν ιγ μ ο ύ ς γιά τ ή ν καταπίεση τώ ν δ υνάμ εω ν κ α τ ο χ ή ς καί τή λα χ τ ά ρ α τή ς έλευθερ ίας καί τ ή ς ειρή­ ν η ς ( « Ό ιπ π ό τ η ς κι ό θ άνατος»). Π ερ ισ σό τερ ο ά πό κάθε ά λ λ ο ν π έτ υ χ ε έν τ ο ύ τ ο ις ό π ρ ώ η ν καί μετέπειτα «καθαρός» ύπ ερρ εα λισ τή ς Ν ίκ ο ς Έ γ γ ο ν ό π ο υ λ ο ς , π ατώ ντα ς π ά ν ω σ τά ίχ ν η π ο ύ είχ ε ά φ ήσ ει π ίσω το υ ό Ν ίκ ο ς Γ κ ά τ σ ο ς, ν ά ύ μ ν ή σ ει, στή λυρ ικ ή-έπ ική του σ ύνθ εσ η «Μ πολιβ άρ » (1 9 4 4 ), μ έ τό ά λλο θ ι τ ο ΰ τιτ λ ώ νυ μ ο υ λα τ ινο α μ ε ρ ικ α ν ο ΰ ά γω νισ τή τής έλευθε­ ρίας, τ ή ν έλλ η ν ικ ή ά ντίσ τα σ η. Ε ίνα ι α ύ τ ο ν ό η τ ο δτι ο ί τ ελευτα ίοι α ύ τ ο ί πο ιη τές δ έν μ π ό ρ εσ α ν ν ά σ υγκ ιν ή σ ο υ ν μέ τά έρ γα τ ο υ ς α ύτά π αρ ά έν α σχετικ ά π ε­ ρ ιο ρ ισ μ ένο , κα λλ ιε ρ γ η μ έν ο καί μέ τίς μ ο ντ έρ νες μ ο ρ φ ές έξο ικ ειω μ ένο κ ο ιν ό —π ρ άγμα π ο ύ δέ φ α ίνε­ ται ν ’ ά ντισ τρ α τευ ό τα ν σ τίς π ρ οθέσεις τους. ’Α ντίθετα μέ τ ο ύ ς π αρ α π άνω , π ο λ λ ο ί ά λ λ ο ι π ο ιη­ τές ρ ιψ ο κ ινδύ νεψ α ν τ ή ν π α ρ ά νο μ η κ υ κ λ ο φ ο ρία τώ ν έρ γω ν τ ο υ ς. Τά έρ γα αύτά είτε τυπ ώ θη κα ν π α ρ ά ν ο ­ μα , δ π ω ς λ .χ . ή ποιητική σ υ λ λ ο γ ή «’Α ρ γώ » τ ο ΰ Ζ ή ­ ση Σ κ άρ ο υ , είτε ά ντιγρ ά φ τη κ αν μ έ τό χ έρ ι, δ πω ς οί


ποιητικές σ υ λ λ ο γές «Ά κριτικ ά » (1 9 4 2 ) τοϋ "Α γγέ­ λου Σ ικ ελιανοΰ, «Μέσ* ά πό τά τείχη» (1 9 4 3 ) τ ο ΰ Σω ­ τήρη Σκίπη καί «Δρακογενιά» (1 9 4 2 ;) τοΰ "Αγι Θ έ­ ρου. Μ ερικά άπ’ τά έργα αύτά κ υ κ λ ο φ ό ρη σ α ν άργότερα καί λιθογρα φ ημένα ή τυπω μένα . Π άντω ς, τό μεγαλύτερο π οσ ο σ τ ό τής ά ντιστασιακής ποίησης των χρόνω ν 1941-1944 άποτελεΐται άπ’ τά σύντομ α έκεϊνα ποιήματα καί τρ αγούδ ια π ο ύ πρ οορίζοντα ν γιά τούς ίδιου ς τούς ά γω νισ τές τής αντίστασης καί γιά τ όν π ά σ χ ο ντ α ά μ α χ ο π λη θυ σμ ό . Έ ν α μέρος άπ’ αύτά άποτελεΐται ά πό π αλιά, ά νώ νυμα δημοτικά τραγούδια, π ού τό κ είμ ενό τ ο υ ς π ρ ο ­ σαρμόστηκε, έλαφρά τ ρ οπ οπ οιη μ έν ο , σ τίς νέες περι­ στάσεις —μιά διαδικασία π ού ή πρόσφ α τη παρά δοσή της ά να γότα ν σ τή ν έπ οχή τοΰ έλλ η νο ϊτ α λ ικ ο ΰ π ο λ έ ­ μου καί π ού ήτα ν έκφραση τοΰ ίδιου π νεύμ α το ς. "Ο­ πως σ τό π αλιό δημοτικό τρ αγούδι, έτσ ι καί σ ’ αύτά κυρ ιαρ χεί ή λυρική-έλεγειακή διάθεση κατά τό ν «ύπομνηματισμό» τω ν γε γο ν ό τ ω ν τ ή ς κ α τ ο χ ή ς καί τής ά ντίσ τα σ ης, δπω ς λ .χ . σ ’ ένα τρ α γο ύδ ι ά π ’ τή Στερεά Ε λ λ ά δ α («Μας κάψαν τό χ ω ρ ιό μας») γιά τήν π υρ π όλη ση ένός ολό κ λη ρ ο υ χω ρ ιού ά π’ τίς ιτα­ λικές δυνάμ εις κ α τοχής στά 1 942, ή σ τό τρ αγούδ ι «Κ αλάβρυτα», π ού θ ρηνεί τή δ ο λο φ ο νία ό λ ω ν τώ ν κατοίκω ν τοΰ όμ ώ νυμ ου χω ρ ιοΰ τής Π ελ ο π ο νν ή σ ο υ άπ’ τ ούς ναζή δες τό Δ εκ έμβρ ιο τοΰ 1943. "Αλλα τραγούδια π ά λ ι έξ υμ νοΰ ν τή ν ά ντίσ τα σ η, ό π ω ς λ .χ . τ ό τραγούδι «’Α ντά ρτες βγή κα ν στά βου νά » , καί με­ ρικούς δ ημοφ ιλείς κα π ετά νιους, δ π ω ς λ .χ . τό τρα ­ γούδι «"Αρης», ή έκφ ράζουν τή ν καρτερία καί τ ό ν πόθο τής έλευθερίας τώ ν άγω νισ τώ ν καί τώ ν άμάχ ω ν , όπ ω ς λ .χ . τό τραγούδι «Γ ρ ήγορα ν ά ’ρθει ά νο ι­ ξη». Έ ν α ά λ λ ο , έξίσου μεγά λο , μ έρο ς άποτελεΐται άπό κα ινούρια τρ αγούδια, γρ α μμ ένα ά π ό γν ω σ τ ο ύ ς ποιητές καί τονισ μ ένα έν μέρει άπό γ ν ω σ τ ο ύ ς σ υ νθ έ­ τες. Σ τή ν περίπτω ση αύτή πρόκειται ώ ς έπί τό πλεΐσ το ν γιά έμβατήρια καί θούρια, π ο ύ π ρ ο ο ρ ίζο ν τ α ν γιά τ ο ύς άντάρτες. Σ’ αύτά ά νή κ ο υ ν μερικά ά π ’ τά γνω στότερα καί δ ημοφ ιλέστερα τρ αγούδ ια τής επ ο ­ χ ή ς , δ πω ς λ .χ . τό τραγούδι «Στ’ άρματα! Στ’ άρμα­ τα!» τοΰ Ν ίκου Κ α ρ β ούνη , ό «"Υμνος το ΰ ΕΛ Α Σ » τής Σοφ ίας Μ αυροειδή-Π απαδάκη καί «Τό τραγούδι τοΰ ΕΑ Μ » τοΰ Βασίλη Ρώτα. Τ έλος, ή έντ εχ νη ποίηση ό λο κ λή ρ ω σ ε τή σ υ μ β ο ­ λή της στή λ ο γ ο τ εχ νία τής ά ντίσ τα σ ης μ’ ένα σ η ­ μαντικό άριθμό σ ύντ ομ ω ν σ υνήθ ω ς π ο ιη μ ά τω ν, π ο ύ π ρ ο ο ρίζοντα ν γι’ ά νά γνω ση . Π ο λ λά ά π ’ τά π οιήματα αύτά, π ού είναι γρ α μμ ένα σέ παρα δοσιακ ές μορφ ές (μέτρο, ρίμα), προδίδου ν τ ή ν έπίδραση τοΰ π α λ ιο ύ δημοτικοΰ τρ αγουδ ιού. Στοιχεία τοΰ δημοτικού τρα­ γο υ διο ύ έχ ο υ ν έπ ιπ λέον είσδύσει καί σ τή μο ντέρ να άντιστασιακή π οίησ η. Τό γ ε γ ο ν ό ς α ύτό δ έν είναι άσχετο ά π ’ τό π ρ όβλη μ α τής «λαϊκότητας» τή ς ά ντιστασιακής λ ο γ ο τ εχ νία ς καί τής σ ύ ν δ εσ ή ς της μέ τή ν «έθνική» π ολιτισμική παρ ά δοσ η. Τίς ίστορ ικοκ οινω νικές ρίζες τοΰ φ α ινομένου τίς ύπα ινιχθ ήκ α με στά παραπάνω · σ τό άποκ ορύφ ω μά τ ο υ έπ ρ όκειτο νά φτάσει, όπω σ δή π οτε, σ ’ α ύ τ ή τή φάση τή ς ά ντίσ τα ­ σ ης. Ή ά να δ ρομ ή σ τόν ά γώ να τή ς ά νεξα ρ τησ ία ς (1 8 2 1 ), τ ούς άγω νιστές του καί τ ό π ολιτισμικ όλ ο γ ο τ εχ νικ ό του έποικοδόμη μα δια τρέχει ό λ ες τίς α ίσθητικοϊδεολογικές έκφ άνσεις τής ά ντίσ τα σ ης: τίς

εικαστικές τ έχ ν ες (Σ π ύρ ο ς Β α σ ιλείου, Βάσω Κατράκη), τό ιστο ρ ικό δοκίμιο (Γ ιώ ρ γης Λ α μ π ρ ινό ς, «Μ ορφ ές το ΰ Είκοσιένα»· Γ ιώ ρ γος Σεφ έρη ς, «Μακρ υ γιά ννη ς» ) καί τό θέατρο (Β α σίλη ς Ρ ώ τας, «Ρήγας Βελεστινλή ς»). Τ ά ονό μ α τα τοΰ ά γω νισ τή το ΰ Είκο­ σιένα κι ά π ο μ νη μ ο νευ μ α το γρ ά φ ο υ Γ. Μ ακ ρυ γιά ννη (1 7 9 7 -1 8 6 4 ) καί τοΰ «έθνικοΰ ποιητή» Δ . Σ ολ ω μ ο ΰ (1 7 9 8 -1 8 5 7 ) είναι τά δ υό σ πουδα ιότερα σημεία άναφ ο ρ ά ς γιά τήν έπ ιβεβα ίω σ η τής π ο λιτισμικ ής κ λ η ρ ο ­ νο μ ιά ς αύτής τή ς π οίησ ης. Ή έπιστράτευση ό λ ω ν τώ ν π νευμ ατικώ ν δ υνά ­ μ εω ν, έπικεφ α λή ς τής ό π οιας τέθηκε ό ύ πέργηρ ο ς γε νά ρ χ η ς τής ν έα ς έλλ η νικ ή ς π ο ίη σ η ς Κ ω στή ς Παλα μ ά ς (1 8 5 9 -1 9 4 3 ), ό δ ή γη σ ε σ έ ά ξιό λ ο γ α κα λλιτε­ χ ν ικ ά έπιτεύγμα τα - ε ί τ ε σ έ π αρα δοσιακ ή είτε σέ μ ο ν τ έρ ν α μορφ ή . "Ας ά να φ έρ ουμ ε λ .χ . τά ποιήματα «Χ άρ η ς - 1944» το ΰ Μ ανό λη ’Α να γ νω σ τ ά κ η , «’Α ν ­ τάρτες» τοΰ Μ άρ κου Α ύγ έρ η , «Παλαμάς» το ΰ "Αγγέ­ λ ο υ Σ ικ ελια νο ΰ , «Συνω μότες» τοΰ Φ ώ του Γ ιο φ ύλλ η , «Οί διακόσιοι» τής Ρίτας Μ πο ύ μ η -Π απ ά , «Γ ερμανός λ ο χ ία ς Α δ γ ο υ σ τ ο ς Κ ράους» τ ο ΰ Ν ίκ ο υ Παπά, «’Α δέρφ ια, τ ο ύ τ ’ τ ή ν άνοιξη» τοΰ Βα σίλη Ρώτα καί «’Α κό μ α τούτη ή ά νο ιξη » τοΰ Ν ικ η φ ό ρ ο υ Βρεττάκ ο υ —έλά χιστη δειγμα τολη ψ ία ά π ό ένα ά πέρα ντο ύ λικ ό . Καρτερία καί θέλη ση γι’ ά ντίσ τα σ η, δίψα έλευθε­ ρίας κι ά νθ ρ ω π ισ μ ό ς, ά κόμα κι ά πένα ντι το ΰ έχθ ρ οΰ, είναι τά κύρια Ιδ εολογικά χαρα χτηρ ιστικ ά τής άντιστα σ ια κή ς α ύτής π οίη σ η ς. Είναι ά ξιοσ ημείω το ότι έυλογραφίαγιάτ τό;βΐβΧίό~του Σ. Σκίπη «Μέσ'άπό τά τείχη» 1943


Λ Α · ΚΗ Σ Κ Η ΝΗ Bren ονομάζεται δ <τνγχι>άTTjcfeto Συμβηΐίλιβ E IIU N K w k f “Λ οΐ^ς μί τ ϊ) β ο $ $ ? Μ τής V III Μφ ψ / ί η ς Ε Α \ Σ —■ - Σχ')χοζ T'Jw.-O-idsint ρίναι η ύίαφη)η>τη· w x tj φ»χαγοιγία'ίδσρ Td>y tivtn ^tu S iV x.iqμάταϊ ν itia- &αα ’και τών κατοίκων γ:-νιχά. ■'■ 1 ; Τ!'> '■ ■1 1’■ Ί"! i

■! «Λ .

Ί Σ '·· .»

i><k περιοδέψει t o 7Λ«ιώτ?ρα’ z..,otd ιή ; Ι ί ι ι ί gowtisoi»?t(n φ< Ιδοδν θέατρο γιά πρώτη φ ο ρ ά . — Ο άίπ σ ός n x m d ^ X m i r a o ? ρ « Λ τ έ γ # ς > ■' " I'.· ··! • .'.,'.1 ; · - · , ';■! ί . ; · χ ο ν τα ς -χ-j. / -λ.-ιιρη >. ·,Α ι. -| tow, ' . — Α π ό ΐο υ ς.ν .ιε νΟ ύ ί',} ν ζ χαΐ χ »?*ς *άτ >ίKOUg TrflV γ >}iHu>V trjtlfei. νά t'|V iVtflTJJi·* rouv <η>γ*εντρ όν >ντας οτ'ς «αρα;ϊ.ίοε·,{ υ-τι* v |y p a t «KQtffcsotep | κοινό, y — Ή «Άαϊχή Σκηνή» a w t^ d 'i π'·>~ uk t >< ξεκίνημά rag ftffto -col, &is4nnIWU ^m o |i®s Α γώ ν α sk# συντέλέί σι',.· b i i o l u x.oan tow

«η»

,

Μιά τυπωμένη διακήρυξη τής «Λαϊκής Σκηνής». Λιγόλογα καί ξε­ κάθαρα δίνει τά στοιχεία τής ταυτότητάς της καί καθορίζει τό σκο­ πό της, ποό είναι ή «διαφωτιστική ψυχαγωγία» τών Αντάρτικων τμημάτων καί τών κατοίκων τής περιοχής

36

ά π ’ α ύτή ν ί χ ο υ ν έξαφ α νιστεΐ καί τά τελευταία ίχ ν η κά π οιου σ ο β ιν ισ μ ο ύ , π ο ύ είχαμε διακρίνει στή λ ο γ ο ­ τεχνία το ϋ ά λβα νικ ο ΰ π ο λέμ ο υ. Ή εθνική άντίθεση π ρ ό ς τ ό ν καταχτητή έχει ύ πο χω ρ ή σ ει εδώ μπροστά σ τή ν άντίσταση κατά τοΰ κ ο ινο ύ εχ θ ρ ο ύ , τού φασι­ σ μού. Ή άντιστασιακή πεζογρα φ ία τ ώ ν χ ρ ό ν ω ν 19411 944 έκπροσω πεΐται σ χε δ ό ν ά ποκ λεισ τικ ά άπό μιά μακρά σειρά λ ίγ ο ή π ο λ ύ σ ύντ ο μ ω ν δ ιηγημάτω ν, π ο ύ δ ημοσ ιεύτη κα ν, ώ ς επί τό π λ εΐσ τ ο ν, σ έ π αρ ά νο ­ μα περιοδικά κ’ έφημερίδες. Ή «οικονομία» τής λ ο ­ γ ο τ εχ ν ία ς δ έν έπέτρεπε, σέ π ολεμ ικ ή κα τάσταση, κα­ μιά σ πατάλη χ ρ ή μ α το ς καί π νεύμ ατος. Ά π ’ τά βι­ βλία π ο ύ κατόρθω σαν νά π ερ ά σ ο υ ν τή λο γο κρ ισία , έλά χιστα μ π ο ρ ο ύ ν ν ά κ α υ χη θ ο ύν γιά τ ή ν —ύποφώ σ κ ο υσ α — άντιστασιακή τ ο υς π νο ή (Κ ώ στας Σ ούκα ς, «Θ άλασσα», 1943). Κ ’ ή άντιστασιακή πεζογραφ ία τής κ α το χή ς στηρίζεται, δπω ς κ’ ή λο γ ο τ εχ νία τοΰ ά λβα νικ ο ΰ π ο λ έμ ο υ , σ τό « ντοκουμέντο», παραιτού­ μενη γενικ ά ά π ’ τ ή ν κ α λλιτεχνική φ αντασία (fiction). Σ κ οπ εύει στή ν άμεση έπίδραση, χω ρ ίς ν ά γίνεται έντο ύτο ις θύμα τού σ υναισ θημα τισμού· παραμένει πραγματιστική κι «άντικειμενική». Ή θεματική της π αρουσιά ζει μ ιά ν άξιοσημείω τη π ο λυ μ ο ρ φ ία: Ή αι­ ματηρή σ ύγκ ρ ουσ η μ έ τίς δυνάμ εις κα τοχής (Ή λ ία ς Β ενέζ η ς, «22 ’Ιο υ λίο υ 1943». Δ η μ ο σ θ έν η ς Β ο υ τυ ­ ράς, «Μ ιά μάχη»), ή σ υμμ ετοχή τώ ν παιδιώ ν στή ν ά ντίστα ση (Θ ρ άσ ος Κ α στα νάκ ης, « Ό Τ ά σ ος Τα σ ούχης». Γ ιώ ργης Λ α μ π ρ ινό ς, « Ό Γ ιοζέφ ης»), τ’ άντίπ ο ινα τώ ν δ υνάμ εω ν κα το χή ς κατά τοΰ ά μ α χο υ π λη ­ θ υσ μού (Θ έμος Κ ο ρ ν ά ρ ο ς, « Ό ά ρ χ η γό ς Κασιμάτης»), οί σ υνερ γά τες το ΰ έχθροΰ (Μ ενέλ α ο ς Λ ουντέμ η ς, «Σώ πάτε, ν ’ ά κ ο ύ σ ο υ μ ε τί λ έει ό Θεός»), είναι μερικά μ ό νο ά π ’ τά θέματά της. Σ τ ό ν ένάμιση π ερ ίπο υ χ ρ ό ν ο π ο ύ μεσ ο λά βη σ ε άπ’ τήν απελευθέρω ση, τ ό ν ’Ο κτώ βριο το ύ 1944, ώς τ ή ν ένα ρξη τοΰ έμ φ ύ λιο υ π ο λ έμ ο υ , τό Μ άρτιο τοΰ 194 6 , σημειώ θηκε μιά ά νθιση τώ ν δημοσ ιευμ άτω ν, κυρίως χ ρ ο ν ικ ώ ν , ή μ ερ ο λο γίω ν , ά πο μ νη μ ο νευ μ ά τω ν, διη­ γη μ ά τω ν καί μυθιστορημάτω ν, π ο ύ είχα ν γραφτεί, σ τή ν π λειοψ ηφ ία τ ο υ ς , κατά τή διάρκεια τής κα το­ χ ή ς καί π ού τώρα μ π ο ρ ο ύ σ α ν νά δ ημοσ ιευτού ν έλεύθερα. Σέ π ο λ λ ά ά π ’ αύτά έπ ιζεΐ τό π νεύμ α τής ά ντίσ τα σ ης. ’Εδώ θ’ ά να φ έρ ουμ ε μ ό ν ο μερικές ά π ’ τίς λ ο γ ο τ εχ νικ ές ά να π α ρα στά σ εις τής επ ο χ ή ς: Ό Θ έμ ος Κ ο ρ νά ρ ο ς περιγράφει σ τό «Στρατόπεδο τ ο ΰ Χ αϊδαριού» (1 9 4 5 ) τ ή ν τρομοκρατία σ τό στρα τόπε­ δο σ υγκ έντρω ση ς τ ο ΰ Χ αϊδ αρ ιού , κο ντά σ τή ν ’Α θή­ να . Ό Δ η μ ή τρ η ς Ψ αθάς έξιστο ρ εϊ σ τό βιβλίο του «Χ ειμώ να ς το ΰ ’41» (1 9 4 5 ) τ ή ν π είνα, τά βάσανα καί τ ο ύ ς θ ανά τους τ ο ΰ ά μα χο υ π λη θυ σ μ ο ύ τής πρω­ τεύ ο υσ α ς τό χειμώ να τ ο ΰ 1 9 4 1 /1 9 4 2 · στά διηγήματά το υ «’Α ντίσταση» (1 9 4 5 ) ά πεικ ονίζει σ έ μικρές, γε­ μάτες χιο ύμ ο ρ εικ ό νες τό ά ντιστα σια κό π νεύμ α τοΰ ά μ α χ ο υ π λη θυ σ μ ο ύ, κυρίω ς τώ ν π αιδιώ ν, τής ’Α θή­ ν α ς. Ό Ν ικ η φ ό ρ ο ς Β ρεττάκος π ραγματεύεται στή ν ο υ β έ λ α του «Τό άγρίμι» (1 9 4 5 ), μ’ έκφραστικά μέσα π ο ύ π λη σ ιά ζο υ ν σ τό ν έσω τερικό μ ο ν ό λ ο γ ο , τ ό ν έσω τερικό ά γώ να έ ν ό ς δ ια ν ο ο ύ μ εν ο υ , μέχρ ι νά πάρει τ ή ν άπόφ αση ν ά σ υμμ ετάσ χει σ τή ν ά ντίστα ση. Τ ή ν όργα νω μ ένη ά ντίσταση τώ ν έν ο π λ ω ν καί τώ ν άμάχ ω ν σ τό χω ριό καί σ τή ν π όλη έξεικονίζει ό Δ η μή-


τρης Χ ατζής στό μυθιστόρημά του « Ή φωτιά» (1946). Ό Ζή ση ς Σκάρος περιγράφει σ τό μυθιστό­ ρημά του «Οί κλούβες» (1946) άπό πρώ το χέρ ι, ώς «αύτόπτης μάρτυρας», τά βάσανα τώ ν όμή ρ ω ν ά π ’ τό ν ά μαχο πλη θυσμ ό, π ο ύ κλείνο ντα ν άπ’ τίς γερμ α ­ νικές δυνάμεις κα τοχής σέ σιδηροδρομικά βαγόνιακλοΰβες, πού πήγαινα ν μπροστά άπ’ τά μεταγωγικά τρένα τού εχθ ρ ού, γιά ν ά τά «προστατέψ ουν» άπ’ τίς έπιθέσεις τώ ν ά νταρτών. Τ έλος, πρέπει ν ’ ά ναφ έρουμε δυό τουλ άχισ τον σ υ λλ ογές διη γη μάτω ν έξαιρετικής λογοτεχνικ ής ποιότητας: Τά «Διηγήματα τής άντίστασης» (1946) τού Σωτήρη Π ατατζή, π ο ύ άναπαριστάνουν, μέ τρ όπ ο νοηματικά καί μορφικά πει­ στικό, διάφορες «στιγμές» τής κα το χή ς καί τής άντί­ στασης, καί τό βιβλίο «Ή κόλασ η τώ ν παιδιών» (1946) τής Α ιλίκας Ν ά κ ο υ , σ τό ό π ο ιο ά ποδίδονται τά βιώματα τής σ υγγραφ έω ς σ ’ ένα νο σ ο κ ο μ είο γιά παιδιά στή ν κατοχή. 'Ο πω σδήποτε, δ έν μπ ορ ού μ ε νά π ιστοπ οιήσ ουμε γιά δ λους τούς «χρονογράφ ους» τής κα τοχής καί τής άντίστασης μιάν έξίσου ύψηλή Ιστορική καί π ο ­ λιτική σ υνείδη ση . ’Ε νώ λ .χ . ό ’Α ση μά κη ς Π α νσέλη­ νο ς άναφέρει, στό ήμ ερ ολόγιο π ού κράτησε ά π ’ τίς 2 8 .7.1941 ώς τίς 26.8.1941 στίς φυλακ ές Ά β έρ ω φ , κοντά σ τή ν ’Α θήνα, καί πού δημοσιεύτη κε π ο λ ύ άργότερα μ έ τ όν τίτλο «Μ έρες ά πό τή ζω ή μας» (1957β' έκδοση: 1975), τίς άθώες σ υζη τή σεις μέ τ ο ύς σ υγκρατουμένους του πάνω σ έ λο γο τεχνικ ά-κα λλιτεχνικά θέματα, έξωραΐζει, χω ρίς ν ά τού γ ίν ε­ ται σ υνειδητό, τή θέση τώ ν κρα τουμ ένω ν στά χ ρ ό νια τής κατοχής. ’Ιδιαίτερα σημαντική ύπή ρ ξε ή σ υ μ β ο λή τού θεά­ τρου σ τή ν άντίσταση. Τά λίγα μ όνιμα θέατρα στίς μεγαλύτερες πόλεις (’Α θήνα, Θ εσ σα λονίκη ) ήταν άναγκασμένα, έννοεΐται, ν ’ ά ντιμετω π ίσουν τήν π ρ ο ­ ληπτική λογοκρισία καί μ όνο σ ’ έξαιρετικές περι­ πτώσεις κατόρθωσαν ν ά τήν ξ εγελ ά σ ο υν. Έ τ σ ι, λ . χ . , μπόρεσαν νά διοχετευτούν λαθραία σ ’ ένα λαϊκό κωμειδύλλιο («Γκόλφω») μερικοί «κρυπτογραφημένοι» στίχοι, π ού τό κοινό θά μπ ορ ούσε ν ά τούς «άποκρυπτογραφήσει» ώς έκκληση σ τό άντιστασιακό του πνεύμα. ’Ε π ίσ ης, τό νεότευκτο «Θέατρο Τ έχνης» τού Κ ά ρολου Κ ού ν μ π όρ εσ ε νά π αρουσιά σει, ριψ οκιν­ δ υνεύοντα ς τήν ύ παρξή του, τ ό έργο «Στό βυθό» τού Μ αξίμ Γκόρκι. ’Ε ντού τοις, μερικοί ιδιωτικοί θίασοι βρέθηκαν ά να γκ α σμένοι νά έκ πα τριστοΰν, γιά ν ’ ά ποφ ύ γου ν ένα ρεπερτόριο π ού τ ο ύ ς έπ ιβα λλότα ν άπό πάνω (γαλλικές κω μω δίες τού βου λεβά ρ του καί γερμανικά έργα μέ τ ή ν ιδεολογία τού «αίματος καί τού έδάφους», δπω ς τά «Νιάτα» τ ο ύ Μ άξ Χ άλμπ ε) καί νά μ π ορ έσ ουν νά σ υ ν εχ ίσ ο υ ν τήν έργασία τ ο υς στίς έλληνικές παροικίες τού έξω τερικοΰ (Α ίγυπ τος, ’Αμερική). Ε ν τ ε λ ώ ς διαφορετική ήτα ν ή κατάσταση τού θεά­ τρου στίς π ερ ιοχές π ο ύ έλέγχ ο ν τ α ν άπ’ το ύς άντάρτες. Στίς π εριοχές αύτές μπ όρ εσ αν ν ά όρ γα νω θ οΰν μερικοί θίασοι π ού, ά κολουθώ ντας τ ο ύς άντάρτες άπό χω ριό σέ χω ρ ιό, πρόσφ ερ α ν ένα θέατρο π ρ ο σα ­ νατολισ μένο στή ν πραγματικότητα τής κα τοχής καί τής άντίστασης. Π λάι σ τούς ιδρυτές καί διευθυντές, μερικούς έπ αγγελματίες ήθ οπ ο ιο ύς, μου σικ ούς καί συγγραφ είς, πού συμμ ετείχαν ένεργητικά σ τή ν άντί-

Ε. Λ . Α . Σ .

ΥΙΪί ΜΕΡΑΡΧΙΑ Α Α Ψ Κ Η ΣΚΗΝΗ

Π ΡΟ ΓΡΑ Μ Μ Α ΑΠΟ

%

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ

7— ·*—45

Μ»ν»5ί» ίβζιύψ ,} (Β ζτά ψ ,-Κ -Μ ζ) «ΚΛΕΦΤΟΒ ΑΣΙΛ ΕΙΟ» (Κ«με$ί«) ’A fe w fs t e

Tf*T«fc ~λ ·ϊ T x fr M g r , •4 . v - : »

7=:-:·*·κ·; %

Έντυπο πρόγραμμα τής «Λαϊκής Σκηνής»

Ιό εξώφυλλο όνος αυτοσχέδιου τετραδίου μέ τό μονόπραχτο πού έ­ γραψε ό Γ. Κοτζχούλας καί παιζόταν στή «Λαϊκή Σκηνή» τόν καιρό τού απελευθερωτικού άγώνα

37


στάση, σ τίς παραστάσεις αύτές σ υ ν ερ γά ζο ν τ α ν ώς έρασιτέχνες ήθοποιοί καί μερικοί κάτοικοι τω ν χω ­ ριών κι άντάρτες. ΟΙ σ ημαντικότεροι ά π ’ τούς θιά­ σ ους αύτούς ήτα ν τό «Λαϊκό Θέατρο» τοϋ θεατρικού συγγραφ έα καί μεταφραστή το ϋ Σαίξπηρ Βασίλη Ρώτα, π ού έδρασε κυρίως στή Θ εσ σα λία , κι ή «Λαϊκή Σκηνή» τού ποιητή καί θεατρικού σ υγγ ρ α ­ φέα Γ ιώργου Κ οτζιούλ α , πού δούλεψ ε κυρίως στή Δυτική Ε λ λ ά δ α . Κ ’ οί δυό θίασοι μπ ό ρ εσ α ν ν ά συν εχ ίσ ο υ ν τή δράστη ριότητά τους καί κατά τήν τρίτη φάση τής ά ντίστασης, ώς τό τ έλος τού έμ φ ύλιου π ο ­ λέμου. Τά θέατρα αύτά σ τόχευα ν σ έ μ ιάν δ σ ο γίνετα ι στε­ νότερη επαφή μέ τό λαϊκό τους κ ο ιν ό κι άπέφ ευγαν γενικά τούς κα λλιτεχνικού ς-μ ορ φ ικ ούς πειραματι­ σμούς. Πατριω τισμός, καλλιέργεια τ ή ς π αράδοσης (πρ οπ α ντός, όπ ω ς καί σ τή ν π οίησ η, α να βίω σ η τού άπελευθερω τικοΰ ά γώ να τού 1821), ά λλά καί κριτι­ κή τής σ ύ γ χ ρ ο ν η ς ιστορίας (ελλη νες σ υνερ γά τες τού καταχτητή) καί ψ υ χαγω γική-άντιστασιακή σάτιρα (μαυραγορίτες) ή τα ν τά βασικά χα ρα χτηριστικ ά κ’ ένδιαφέροντα τ ού «θεάτρου τω ν βου νώ ν». Α ύ τ ό γί­ νεται φ ανερό πρώτα πρώτα ά π ’ τό ρεπερτόριό του —ότι κ’ έδώ, όπ ω ς καί στή λο γ ο τ εχ νία , κ υ ρ ιαρ χεί ή μικρή κ α λλιτεχνική μορφ ή , τό μ ο νό π ρ α κ το , είναι, μετά άπ’ όσ α είπαμε π αραπάνω σ χετικ ά μέ τ ή ν «οι­ κονομία» τής λ ο γ ο τ εχ νία ς τής ά ντίσ τα σ ης, α ύτονόητο. Στά έρ γα μέ τή μεγαλύτερη έπ ιτυχία ά νή κ ο υ ν τά παλιότερα έργα τού Βασίλη Ρώτα, «Ν ά ζ εΐ τό Μ εσο ­ λόγγι» (1927) καί «Ρήγας Βελεστινλή ς» (1 9 3 6 ). Καί τά δυό ένσά ρ κω ναν δ υό άπ’ το ύς σ ημα ντικ ότερ ους «τόπους» τής ιδεολογία ς τής ά ντίσ τα σ ης· τό δεύτερο είχε ήδη ά πα γορευτεΐ ά π ’ τή μεταξική δικτατορία. Δ υ ό νέα έργα τοϋ ίδιου σ υγγραφ έα , οί κωμωδίες «Τό πιάνο» (1943) καί «Γραμματιζούμενοι» (1 9 4 3 ), ύπηρετοΰσαν τήν κριτική-άντιστασιακή ψ υχαγω γία. ’Α νάμ εσα στά 15 π ερίπου θεατρικά έρ γα τού Γιώ ρ­ γ ο υ Κ οτζιούλα βρίσκ οντα ι κ’ έργα όπ ω ς « Ό ένα ς κι οί πολλοί» (1944), «Τά πάθη τω ν Ε β ρ α ίω ν » (1 9 4 4 ), «Ξύπνα ραγιά» (1944), « Ό π ροδότης» (1 9 4 4 ) κ.δ. Τ έλος, πρέπει ν ’ ά να φ έρουμ ε καί μερικά θεατρικά έργα π ού π αίχτη κα ν μετά τ ή ν άπελευθέρω ση στή ν ’Α θήνα καί σ τή ν έπαρχία: « Ά ν δ ουλέψ εις, θά φας» (1945) τού Ν ίκου Τ σ εκού ρ α, μιά σάτιρα γιά τή στά ­ ση τής «άνώ τερης τάξης» στά χρ ό ν ια τής κα το χή ς, «Θεοδώρα» (1945) τοϋ Δη μήτρη Φωτιάδη, μιά σάτι­ ρα τού π ολιτικού βυ ζα ντινισ μ ο ύ τώ ν κα τοχικώ ν κυ­ βερνήσ εω ν, «Μ άνα» (1 9 4 5 ) το ύ Γ ιάννη Ρ ίτσου , μιά άναπαράσταση τής ά ντίσ τα σ ης στίς π ό λεις, έπηρεασμένη ά π ’ τό μυθιστόρημα « Ή μάνα» τ ο ύ Μ αξίμ Γκόρκι, «Φόν Δ η μητράκη ς» (1 9 4 6 ) το ύ Δ η μήτρη Ψαθά, μιά κω μικοτραγω δία χ α ρα χτήρ ω ν γιά τ ο ύς έλληνες σ υνερ γά τες τώ ν κατα χτη τώ ν, καί «Μ πλοκ C» (1946) τού Ή λ ία Β ενέζη, μέ τό ό π ο ιο πετυχα ίνεται, μέσω τής σ υγκ έντρω ση ς τής θεατρικής π ρ άξης σ ’ ένα κελλί φ υλακ ής στά χ ρ ό νια τής κ α το χή ς, μιά έμβαθυμένη καί δια φ οροπ οιη μένη διαπραγμάτευση τού π ρ οβλη μα τισ μού τής ά ντίσ τα σ ης καί τής σ υνερ ­ γασίας μ έ τ όν καταχτητή (collaboration). Ό «έθνικός δ ιχασμός», π ο ύ είχε τ ή ν άφετηρία του τό άργότερο σ τό Δ εκ έμβρ ιο τού 1944 κ ’ έφτασε στό

38

άποκ ορύφ ω μά του μ έ τ ό ν τριετή έμ φ ύλιο π ό λεμ ο (1 9 4 6 -1 9 4 9 ), ό δ ή γη σ ε σέ μιά π όλω ση καί στή λ ο γ ο ­ τεχνία. ’Α π ό ’δω καί πέρα, ή έννο ια τής άντιστασιακή ς λο γ ο τ εχ νία ς θ’ άναφέρεται στή λ ο γ ο τ εχ νία τού «δεύτερου άντάρτικου»· άπ’ το ύς φ ορείς της θά έννοεΐται καί θ’ άσκεΐται ώς σ υνέχεια τής λο γ ο τ εχ νία ς τής κα τοχική ς άντίσ τα σ ης. Ή σ υ ν έχ εια αύτή παρατηρεΐται τόσο σ τή ν π οίηση (άντάρτικα τρ αγούδια) δ ­ σ ο καί σ τή ν π εζογραφ ία. Μ ό νο ή θεματική θά έμπ λο υ τ ισ τ εϊ μέ νέα έπεισόδια: Ν έα τραγούδια ή σ ύ ν ­ τομα π οιήματα θ’ άνα φ ερθοΰν στά «Δεκεμβριανά» τής ’Α θ ήνας, σ τή σ υνεργα σία μέ τ’ ά γγλικά σ τρα τεύ­ ματα, σ ’ έπ ιμέρ ου ς μά χες τού έμ φ υ λίο υ , σ τίς νέες διώ ξεις κ ’ έκ τελέσεις. Τ ό ίδιο ισ χύ ει καί γιά τή «μι­ κρή» πεζογρ α φ ία: Έ τ σ ι λ .χ . ή Έ λ λ η ’Α λ εξ ίο υ («Μιά περιπέτεια») κ’ ή Μ έλπω Ά ξ ιώ τ η («Τό έλασιτάκι») θά δ ια π ρ αγμα τευτού ν έπεισόδια ά πό τίς π ρώ τες σ υ γ ­ κ ρ ο ύ σεις τό Δ εκ έμ βρ ιο τού 1 9 4 4 , ό Ν ίκ ο ς Π α παπερικλής («Π απαλεβέντενα») τήν καταπίεση τής ά γροτιάς, ό Δ η μ ή τ ρ η ς Χ ατζή ς («Ή γυ ναίκ α ά π’ τή Φ ούρ­ κα») τά ν έα όλοκαυτώ ματα τοϋ έμ φ υ λίου , ό Λευτέρης Σ κ λά β ο ς (« Χ ρισ τουγεννιάτικ η ραψωδία») κι ό Ά λ έ ξ η ς Λ ο ΐζο ς («’Α κλόνη τοι») τά βα σανιστήρια τώ ν π ο λιτικώ ν κ ρα τουμ ένω ν σ τά νέα σ τρατόπεδα συγκ έντρω ση ς. Ή έντ εχ νη π οίηση έμφανίστηκε σ τή ν τρίτη αύτή φ άση τής ά ντίσ τα σ ης μέ μερικές άξιοσ ημείω τες σ υ ν ­ θέσεις. Στή ν πρώτη θέση πρέπει ν ’ ά να φ ερ θ ο ΰν τά μα κ ρ ό π νο α π οιήματα «Ρωμιοσύνη» (1 9 4 5 -1 9 4 7 ) κι « Ή Κ υρ ά τώ ν Ά μ π ελ ιώ ν» (1 9 4 5 -1 9 4 7 ) τοϋ Γ ιάννη Ρ ίτσου (τό π ρ ώ το π οίημα έγινε άργότερ α δημοφ ιλές χά ρη σ τ’ ά π οσ π άσ μα τα π ο ύ μελο π ο ίη σ ε ό Μ ίκης Θ εοδω ράκης). ’Α κ ο λο υ θ ο ύ ν τά π ο ιήματα κ’ οί ποιη­ τικές σ υ λ λ ο γ ές μερικώ ν νεότερ ω ν π οιητώ ν: «’Α κόμ α τούτη ή ά νοιξη» (1 9 4 6 ) τού Ά ρ η ’Α λεξ ά νδ ρ ο υ , « Ε π ο χ έ ς , 2» (1 9 4 6 -1 9 4 8 ) τού Μ ανό λη Ά ν α γ ν ω σ τ ά κη , « Μ εσολόγγι» (1 9 4 7 - α δημοσ ίευσ η: 19 4 9 ) τοϋ Μ ιχά λη Κ α τσα ρ οΰ, « Ή λιο ι σ τό γέρμα» (1 9 4 8 ) καί «Λαύριο» (1 9 5 0 ) τοϋ Γιώ ργη Σαραντή καί «’Α ν α ζή ­ τηση» (1 9 4 9 ) το ύ Κ λείτου Κ ύ ρ ο υ.

Μ ιά ιδιαίτερη ποιητική «κατηγορία» ά πο τελεϊ ή λεγά μ ενη «ποίηση το ύ στρατοπέδου». Σ χ εδ ό ν δ λο ι ο ί π οιητές π ο ύ άναφ έρθηκαν παρα π άνω είχα ν περά­ σ ει, μαζί μέ π ο λ λ ο ύ ς ά λ λ ο υ ς, ά π ’ τά χ ρ ό ν ια το ύ έμ­ φ υλ ίο υ κ’ ύ στερα , ά π’ τά στρατόπεδα συγκ έντρω ση ς. Ά π ’ τ ή ν έπ ο χή αύτή π ρ ο έρ χ ο ντ α ι μερικές ά π ’ τίς εύρ ύτερες καί τ α υτ ό χ ρ ο να τραχύτερες σ υνθ έσεις τού Γ ιάννη Ρ ίτσου , π ο ύ έκφ ράζουν τά βά σα να, ά λλά καί τίς έλπ ίδες καί τήν καρτερία τώ ν έκ τοπ ισ μένω ν καί τώ ν σ υνα γ ω νισ τώ ν τους (« Η μ ερ ο λ ό για έξορίας», 19481951· «Μ ακρονησκότικα», 1949· «Τό καπνι σ μ ένο τσουκά λι», 1949· «Οί γειτονιές τ ο ύ κόσ μου », 19491 951). Τ ό ϊδ.ιο ά ντιστασιακό π νεύμ α ά πο π νέε κ ’ ή «ποίηση τού στρατοπέδου» τού Τ ά σ ου Λειβαδίτη («Μ άχη σ τή ν άκρη τής νύχτα ς» , 1952· «Α ύτό τό ά στέρι είναι γιά δ λ ο υ ς μας», 1953· «Φυσάει στά στα υ ροδ ρ όμια τού κόσμου», 1953). Ά λ λ ά ήδη σ το ύ ς ν εό τ ερ ο υ ς ποιητές, π ο ύ είχ α ν έν μέρεί μαθητέ­ ψει κοντά σ τό Ρ ίτσο, γίνετα ι γιά πρώτη φ ορά αισθη­ τή ή π ρ ό γευ σ η τής έπ ικείμενης ήττας (Μ α νό λη ς Ά ν α γ ν ω σ τ ά κ η ς, «’Ε π ο χ ές, 3», 1 9 5 1 - Ά ρ η ς Ά λ ε ξ ά ν -


δρου, «"Αγονη γραμμή», 1952· Κ ώ στας Κ ου λου φ ά κος, Τίτος Π ατρίκιος κ.δ.), π ού θά μετατραπεϊ, μετά τήν άπελευθέρω σή τους άπ’ τό σ τρα τόπεδο, μέ τή βοήθεια της έπαγγελματικής τους «Αποκατάστασης» καί τής βαθμιαίας ένσω μάτωσής τους σ τό κοινω νικό σύστημα π ού είχα ν πολεμήσει στά νιάτα τους, σέ μιάν Αθεράπευτη άπαισιοδοξία καί μιά μαζοχιστική αύτοκαταδίκη —αύτό άκριβώς π ού στίς ά ρχές τής δεκαετίας 1 960-1970 θά χα ρα χτηριστεΐ ώς «ποίηση τής ήττας». Τά τραύματα π ού είχα ν άνοίξει ή δικτατορία, ό πόλεμ ος, ή κα τοχή, ή άντίσταση κι ό έμ φύλιος π ό λ ε­ μος στό σώμα καί τή ν ψ υχή τών άμεσων κι έμμεσων συμμ έτοχω ν τους ήταν τόσο βαθιά, ώστε νά διακρί-

Έπιλογή βιβλιογραφίας

ν ο ντ α ι τά ίχνη τους μέχρι σήμερα —καί πρώτ’ άπ’ δλα στή λο γ ο τ εχ νία .’ Ε κ α το ντά δες ποιήματα καί διη­ γή μα τα, δεκάδες μυθιστορήματα καί χρ ο νικ ά έθεσαν ώς σ τ ό χ ο τους τήν κ ληροδότη ση , μέσω τής άναδρομή ς το υς στά γεγο νό τα τώ ν χρ ό νω ν 19 3 6 -1 9 4 9 , τών βιω μάτω ν τώ ν συγγραφ έω ν τους σ το ύ ς μεταγενέστε­ ρ ο υ ς, σ έ μιά περισσότερο ή λιγό τερο «αισθητική» μορφ ή —α ύτογνω σία , μεταρσΐω ση καί συνειδησιακή έπεξεργασία τής ιστορικής πείρας τα υτόχρ ονα . Ή λο γ ο τ εχ νικ ή αύτή παραγω γή, ά λλά κι όλόκ ληρ η ή έλλ η νικ ή λ ο γ ο τ εχ νία τής μεταπολεμικής επ ο χή ς, δ έν είναι δυνατό νά γίνει κατανοητή χωρίς τή γνώ ση τής προϊστορίας της, ιδιαίτερα τής λογοτεχνικής της πρ οϊσ τορ ία ς, τής λο γ ο τεχνία ς τή ς άντίστασης. jg

3. Δ. Γ α τό π ο υ λ ο ς, Ιστορία τής κατοχής, 4 τόμοι, Π. Δημητράκος, ’Αθήνα, χ.χ. (1949) (β’ έκδοση: Μέλισσα, ’Αθήνα 1965). I . 15 διηγήματα άπό τήν άντίσταση, Νέα Γενιά, ’Αθήνα 4. Α. Σ π ή λ ιο ς , Ή ποίηση τής έθνικής άντίστασης, στό: J. 1945 (φωτομηχανική άνατύπωση: ’Αθήνα, %.χ., γύρω Ir m s c h e r (έπιμ.), Probleme der neugriechischen Liteστά 1978). ratur, τ. IV, Akademie-Verlag, Βερολίνο 1959, σ. 1082. Τραγούδια τής άντίστασης, Νέα 'Ελλάδα, χ.τ.έ. (Βου­ 124. κουρέστι), 1951. 5. Ε . Α λ ε ξ ί ο υ , Τά τελευταία ρεύματα τής έλληνικής πεζο­ 3. Πεζογράφοι τής άντίστασης, Νέα Ελλάδα, χ.τ.έ. (Βου­ γραφίας, στό J . Irm s c h e r (έπιμ.), παραπάνω, τ. IV, σ. κουρέστι), 1952. 134-152. 4. Θ. Κ ο ρ νά ρ ο ς (έπιμ.), Βιβλιοθήκη τής νεοελληνικής έπο6. Ν . Α θ α ν α σ ό π ο υ λ ο ς , Παράνομος τύπος. (Κατοχή: 1941ποιίας. Τ. Α ’: Θυσίες καί δάφνες τού έλληνικοΰ λαού. 1944), ’Αθήνα 1960. Διήγημα. Τ. Β’: Μυθιστόρημα, Α ναγέννηση, ’Αθήνα 7. Τ’. Κ ο ρ δ ά το ς , 'Ιστορία τής νεοελληνικής λογοτεχνίας, τ. 1960-1961. Β’, Βιβλίο εκδοτική, ’Αθήνα 1962, σ. 650-743. 5. Γιά τή χιλιάκριβη τή λευτεριά. Διηγήματα τής άντίστα­ 8. ’Επιθεώρηση Τέχνης (Αφιέρωμα στήν ’Αντίσταση), τ. σης, Πολιτικές καί Λογοτεχνικές ’Εκδόσεις, χ.τ.έ. (Βου­ 15, έτ. 1962, τεΰχ. 87/88 (Μάρτιος/’Απρίλιος 1962.) κουρέστι), 1961. 9. Μ . Α ύ γ έ ρ η ς , Ή ποίηση τής έθνικής άντίστασης, στό: 6. 77. Ν . Π α ν α γ ιω το ύ ν η ς / 77. 77. Ν α θ α ν α ή λ (έπιμ.), ’Ανθο­ Θεωρήματα, Ίκαρος, ‘Αθήνα 1972, σ. 108-121. λογία λογοτεχνικών κειμένων έτους 1940-1941, Δωδέ­ 10. J . M o c o s (Γ . Μ ά τα ιο ς ), Sovremennaja greceskaja liteκατη "Ωρα, ’Αθήνα 1964. ratura (=Σύγχρονη έλληνική λογοτεχνία), Nanka, 7. Τ. Ά δ ά μ ο ς (έπιμ.), Τό λαϊκό τραγούδι τής άντίστασης, Μόσχα 1973, σ. 166-201. Πολιτικές καί Λογοτεχνικές Εκδόσεις, χ.τ.έ. (Βουκου­ 1 1 .7V, Α ν δ ρ έ ο υ (έπιμ.), ’Εθνική άντίσταση. Τό έπος τού ρέστι), 1964 (β’ έκδοση: Καστανιώτης, ’Αθήνα 1977). λαού, Σύγχρονη ’Εποχή, ’Αθήνα 1975. 8. Ε . Α λ ε ξ ίο υ (έπιμ.), ’Ανθολογία τής άντιστασιακής λο­ 12. Μ . Z e c e v , La resistance et la guerre civile - theme fructγοτεχνίας, 2 τόμοι, Academie-Verlag/ ’Ηριδανός, Βερο­ ueux pour la nouvelle litterature grecque, Etudes Balλίνο/· Αθήνα 1965-1971. kaniques 11 (1975), άρ. 3, σ. 11-29. 9. ’Εθνική άντίσταση. Γράμματα καί μηνύματα έκτελεσμέ13. Γ . Κ ο τζιο ά λα ς , Θέατρο στό βουνό, Θεμέλιο, Α θήνα, νων πατριωτών, Κέδρος, ’Αθήνα 1974. 1976. 10. Γ λ. Π ρ ω το π α π ά -Μ π ο υ μ π ο υ λ ίδ ο υ (έπιμ.), Πεζογραφικά 14 Σ . Ίλ ίν σ κ α γ ια , Ή μοίρα μιας γενιάς, Κέδρος, ’Αθήνα κείμενα τού πολέμου καί τής κατοχής, ’Ιωάννινα 1976. 1974. 15. S . N ic o sia , La guerra di Albania nella letteratura II. Τά άντάρτικα τραγούδια (τής κατοχής, τής άπελευθέneoellenica. I diari dei protagonisti, σ τ ό : Miscellanea ρωσης, τού έμφύλιου), Τετράδιο, ’Αθήνα 1975. Neogreca. Atti del I. Convegno Nazionale di Studi 12. Τραγούδια τής άντίστασης καί τού έμφύλιου, Α θήνα Neogreci, Παλέρμο 1976, σ. 89-95. 1975. 16. Θέατρο, τεΰχ. 53/54 (Σεπτ./Δεκ. 1976) καί τεΰχ. 13. Τό άντάρτικο καί τό έπαναστατικό τραγούδι, β' βελτ. 55/56 (Ίαν,/Φεβρ. 1977). έκδ., Μνήμη, ’Αθήνα 1975. 14. Διηγήματα καί χρονικά τής έλληνικής άντίστασης, 2 17. 77. F le isch e r, Greece under Axis Occupation. A Biblio­ τόμοι, Καπόπουλος, ’Αθήνα 1978. graphical Survey, Modern Greek Society. A Social 15. 28 ’Οκτωβρίου 1940 (=Κείμενα τής Μεθορίου, 5), ΕύSience Newsletter, τόμ. V, άρ. 1 (Δεκ. 1977), σ. 4-47, θύνη, ’Αθήνα 1980. καί τόμ. VI, άρ. 1 (Δεκ. 1978), σ. 13-50. 18. Β . Γ εω ρ γίο υ (έπιμ.), Ιστορία τής άντίστασης, 6 τόμοι, Β. Μ ε λ έ τ ε ς Αύλός, ’Αθήνα 1979. 1. Μ . Α ύ γ έ ρ η ς , Ή λογοτεχνία τής άντίστασης, ’Ελεύθερα Γράμματα, έτ. Β’, τεΰχ. 36 (8 Φεβρ. 1946), σ. 33 καί 35. 19. Γ . Β ε λ ο υ δ ή ς , Ή λογοτεχνία τής άντίστασης, Τό Βήμα, 2. Α . Σ α χ ίν η ς , Ή πεζογραφία τής κατοχής, Ίκαρος, ’Αθή­ 6.9.1979, σ. 1 καί 6 καί 7.9.1979, σ. 6 (=Προτάσεις, να 1948. Κέδρος, ’Αθήνα 1981, σ. 140-154). Α . ’Α ν θ ο λ ο γ ίε ς /Κ ε ίμ ε ν α


Άλεξ. ’Αργυρίου

Σύντομες αναφορές σέ περιοδικά τής Κατοχής Ένα από τά κανάλια στά όποια διοχετεύθηκε ή πνευματική αντίσταση των λογοτεχνών, καί γενικότερα των διανοουμένων, ίσως τό πιό άποτελεσματικό, ήταν οί σελίδες των περιοδικών τής κατοχικής περιόδου. Γιά τό λόγο αυτό, τό άρθρο του συνεργάτη μας Άλεξ. Αργυρίου πα­ ρουσιάζει ξεχωριστό ένδιαφέρον. Κατά τή διάρκεια τής δικτατορίας τού 1936'τά λ ο γ ο ­ τεχνικά περιοδικά π ού Εβγαιναν ήδη έτήρ η σα ν σ χ ε ­ δ όν δλα μιά στάση ούδέτερη α πένα ντι της καί μερι­ κά φ ιλοξένησ αν Ελάχιστα κείμενα π ού ύ μ ν ο ύ σ α ν τή δικτατορία, τά όπ οια δμω ς το ύς τά Επέβαλε έκείνη μέ τούς λογοκρ ιτές της. Έ ν α μ ό ν ο περιοδικό π ο ύ άρχισε νά Εκδίδεται άπό τό 1 937, μέ ύ π εύθ ο νο τ ό ν "Αριστο Κ α μπάνη καί τίτλο «Τό Ν έο ν Κ ράτος», π ροπα γάνδιζε ά νοιχτά τις φ ασιστικές καί χιτλερικές ίδέες. Τό περίεργο γιά τ όν σ ημερ ινό άνα γνώ στη εί­ ναι δ τι σ τό περιοδικό αύτό σ υνερ γά στη κα ν καί άρκετοί Εκπρόσωποι τω ν γραμμάτω ν μας μ έ κείμενά τους πολιτικά άδιάφορα, χω ρίς ν ά τούς Ε νοχλεί ή δ λη π ο ­ λιτεία τού «Ν έου Κράτους». ’Α ντίθετα, Ενα ά λλο περιοδικό π ο ύ είχε ά ρχίσ ει νά έκδίδεται ά πό τό 1935, τά « Ν εοελληνικά Γ ράμματα», σέ μεγάλο σ χή μα (μισής Εφημερίδας), σ υγκ έντρω σε π ο λλο ύ ς σ υγγραφ είς, άπό τ ό ν κεντρώ ο καί τ ό ν Αρι­ στερό χώ ρο, πού πρ οσπ α θούσα ν νά δ ώ σ ο υν Ενα φι­ λελεύθερο χαρακτήρα σ τό φ ύ λ λ ο , τό ό π ο ιο α ύτοχα ρακτηριζόταν «Εβδομαδιαία φ ιλο λο γικ ή , κ α λλ ιτ εχν ι­ κή, Επιστημονική Εφημερίδα» καί δ ιευθ υνότα ν ά πό τό ν Δημήτρη Φωτιάδη Εως δ το υ , Εξαιτίας Ενός ά ρ­ θρου του πού (δπω ς λεγ ότα ν τότε) θεωρήθηκε π ο λ ύ διεθνιστικό άπό τούς σ μπ ίρου ς τής δικτατορίας, τού άπαγορεύτηκε ν ά μπαίνει τό δνο μ ά τ ο υ ώ ς ύπεύθυν ο υ καί άπό τό τεύ χος 149 τής 7 /1 0 /1 9 3 9 φ ερόταν ώς διευθυντής ό Εκδότης Ά ν τ . Ν ικ ο λ ό π ο υ λ ο ς . Φαντάζομαι δτι ό Δ . Φωτιάδης, σέ Επόμενο τ όμο τω ν «Ενθυμημάτω ν» του π ο ύ ά ρχισ ε ν ά π αρ ου σιά ­ ζει, θά άναφερθεΐ καί στίς περιπέτειες π ο ύ θά είχε τό φ ύλ λο τ ου άπό τούς ύ π α λλ ή λο υ ς τής δικτατορίας. "Ως τότε, μ ολ ονότι δέν Εχω σ τοιχεία , δ έν ν ο μ ίζω δτι άπέχω π ο λ ύ ά πό τά γε γο ν ό τ α , ύ ποθ έτοντας δ τι τό έπίδικο κ α μ έ νο ήταν αύτό π ο ύ είχε τ ίτλο «Τό Ερώτη­ μα» καί δημοσιευότα ν λίγες μέρες μετά τή ν Εναρξη τού Β' π αγκοσ μίου π ολέμ ο υ, σ υγκ εκρ ιμένα σ τίς 9 Σεπτεμβρίου 1939, ά πό τό ό π ο ιο καί ά π ο σ π ώ τό σ η ­ μείο πού πιθανολογώ δτι θά Ενόχλησε ιδιαίτερα τή δικτατορία: « Ό χ ι δ έν μπορείς ν ά μείνεις ά τάρ α χο ς, δέ γίνετα ι νά σταθείς "ύπεράνω” . Ε π ιτα κτική είναι ή ύ ποχρέω ση νά πάρεις μιά θέση [...] Δ έ ν μ π ο ρ είς ν ’ άρνηθεΐς 4(7

νά Εκτελέσεις ά πλ ά τό καθήκον σ ο υ δταν οί πιό σ κ ο ­ τεινές δυνάμ εις το ύ κό σ μ ο υ μας ρίχτηκαν ν ά Εξο­ λο θ ρ έψ ο υ ν κι α ύτ ό ν ά κόμα τ ό ν λ ίγ ο π ολιτισμό π ού χα ιρόμ ασ τε. Ή ύ πο χρ έω ση κάθε καθαρής σ υνείδη­ σ ης είναι νά τα χθεί π ρ ό ς έκείνη τ ή ν π λευρά π ο ύ, ά ν, δ χι τίποτ’ ά λ λ ο , ά ποδ έχτηκ ε τή θυσία, γιά ν ά περι­ σ ώ σει κάποιες Ελάχιστες άξιες τή ς ζω ής, π ο ύ δίχω ς αύτές δ έν Εχει ν ό η μ α νά ζ εϊ κανείς [...]» Είναι πιθανό ή σαφ ή ς αύτή άντιφασιστική θέση νά Ενόχλη σε Επίσης τή γερμανική π ρεσβεία , δ πω ς είχε Ενοχληθεί καί μέ τό τυπικά ά νώ δυ νο κείμενο τού Δ η μ . Ν ικολα ρεΐζη «Τά Εργα τής κριτικής» σ τό πε­ ριοδικό «Τά Ν έα Γ ράμματα» (τ. 4 , ’Α π ρίλ η ς 1937). Μ έ τ ό ν π όλεμ ο τή ς ’Α λβ α ν ία ς ή κατάσταση τώ ν περιοδικώ ν δ έν μετα βά λλεται π ο λύ . Τά «Ν έα Γ ράμ­ ματα» Εχουν σταματήσει, γιά ά λλο υ ς λό γ ο υ ς , ά πό τήν ά νο ιξη τού ’4 0 Ενώ οί «Μ ακεδονικές Η μ έρ ες » (’Ιού λιος- Α ΰγ ο υσ το ς-Σ επ τέμ βρ ιο ς, 19 3 9 )1 μ ά λλ ο ν λ ό γ ω τ ο ύ π ο λέμ ο υ . Σταματά ν ά έκδίδεται καί ή « Ν εοελληνική Λ ογο τεχνία » (1 9 3 7 , Ν ο έμ βρ ιο ς, π ρ ώ ­ το φ ύλ λο ) σ τό τ εύ χ ο ς Σεπτεμ βρίου τού ’4 0 , Ενα πε­ ριοδικό π ο ύ, χω ρ ίς ν ά Εχει κα νένα ιδιαίτερο π ρ οσα ­ ν α τ ο λ ισ μ ό , δ ημοσ ιεύοντα ς Ενα π οίημα το ύ Κ ώ στα Κ α τσα ρ οΰ (πού π έθ ανε π ρ ίν ά πό λίγο καιρό· ήταν μ εγα λύτερ ος ά δελφ ός τού Μ ιχά λη Κ ατσαροΰ) μέ τί­ τλο « Ή Ε ξομολόγηση τού χριστού» (μέ μικρό τό χ ) ξεσή κω σε τή ν ό ρ γή τής Εφημερίδας «Εστία». Κ ατά τή διάρκεια το ύ π ο λέμ ο υ τής ’Α λβ α νία ς πα ­ ρ α μ ένο υν τά περιοδικά «Ν έα Ε σ τ ία » , «Ν εοελληνικά Γ ράμματα» καί τό « Ν έο ν Κ ράτος». Ό λ α , λίγ ο ή π ο ­ λ ύ , π ρ ο σα ρ μ ό ζο ντα ι σ τό π νεύμ α τών καιρών. Τ ό « Ν έο ν Κράτος» σταματά άμέσω ς Επειτα άπό τό θά­ νατο τ ο ύ Μ εταξά (τελευταίο τ εύ χο ς 4 3 , Μ άρτιος 1941) Ενώ τά «Ν εο ελλ η νικά Γράμματα» σ υ ν εχ ίζο υ ν έως καί τήν Επίθεση τής Γ ερμα νία ς. Μ άλιστα σ τό τε­ λευτα ίο του τ εύ χο ς (2 2 8 , 12 ’Α π ριλίου 1941) σέ κύ­ ριο άρθρο « Ή Ε λ λ ά δ α είναι Ιδ έα » μ π όρ εσ αν νά γρ ά ψ ο υ ν , ά νο ιχτά π ιά, σ έ Ενα σημείο: « Ό Μ ο υ σ σ ο λίνι κι δ Χ ίτλ ερ , οί δ ύο αύτοί μοι­ ραίοι ά νθρω π οι τ ή ς κακίας, τού δ ό λο υ καί τής άτιμίας, π ο ύ ό ραμ ατίστηκαν μιά... "π α νευτυ χισ μένη” Εύρώ πη π ο ύ νά κατοικεϊται μ ο νά χα ά πό δ ο ύλο υ ς, ή ­ ταν Επόμενο ν ά φ ιλο δ ο ξο ύ ν ν ά καταστρέψ ουν τή ν


ΗΘΗΜλ-ΟΚΤΩΒΡΙΙΣ

ΠΡΟΤΟΠΟΡΟΙ WHHI RTI KO

ΦΥΛΛΟ

nCPIOAOI HER_______||

ΤΕΕΗΗΣ

ΤΙΜΗ APWy. 1000

ΑΛΛΟΥΣ ΤΟΝΟΥΣ,

ΚΒΙ

AIRMOHIHI

||

ΛΡΙβ. ΦΥΛΛΟΥ J

ΦΙΛΟΙ!

Τό κ άλεσ μ α τω ν «Π ρω τοπόρω ν» π ρ ό ς τού ς ά νθ ρ ώ π ο υ ς της τ έ­ χ νη ς είτ α ν κ ά λεσ μ α ά γ ω νισ τ ικ ό . «Ή τ έ χ ν η —γρ ά φ α μ ε στό έναρκ τήριο άρθ ρ ο μ α ς —είν α ι έν α κομ μ άτι τή ς ζω ής. Μιά π λ ευ ρ ά , ένα σ τοι­ χ ε ίο τής ζω ντ α νή ς π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α ς . Καί ή ζωή ή Ε λ λ η ν ικ ή καί ή πα να νθ ρώ π ινη κ α λο ΰ ν τήν τέχ νη στό μ ε γ ά λ ο ά γ ώ ν α γ ι ά τή λ ευ τ εΈ λλάδα, τήν κοιτίδα τοΰ Π ολιτισμού. Είναι τό Φως καί εκείνοι τό Σ κ ότος. Είναι τό Π νεύμα καί έκ εΐνοι ή ’Αμάθεια. Είναι ή έλεύθερη βούλησ η καί έκ εΐνοι ή Τυραννία».2 Μ παίνοντας στή χρονική φάση τής κ α το χή ς τ ό μ ό νο περιοδικό λογ οτεχνία ς πού φαίνεται ν ά έχει έπιζήσει ήταν ή «Νέα Ε σ τία». ’Α λλά , γιά πρώτη ώς τότε φ ο­ ρά, θά κυκλοφ ορήσει ένα διπλό τεύ χ ο ς, κι αύτό κα­ θυστερημένα. Έ τ σ ι, ένώ τό τεύ χο ς έχει ήμ ερ ομη νία 1 καί 15 Μ αΐου 1941, βλέπουμε δτι τό άρθρο τοΰ Ά γ γ . Σικελιανοΰ μέ τίτλο «Τό σ ημερ ινό ελλ η ν ο κ ε ν ­ τρικό πνευματικό μας αίτημα» έχει σ τό τέλο ς ήμ ερ ο ­ μηνία «3 ’Ιουνίου 1941, ’Α θήνα». Δ έ ν πρόκειται νά άποπειραθώ μιά περίληψη τοΰ κειμένου α ύτοΰ τ ο ΰ Σικελιανοΰ, π ού δ έν μπορώ νά τή φ ανταστώ νά γ ίν ε­ ται καί νά σ τέκα σέ κάποιο έπίπεδο (έξά λλου θά ύπάρχει σ τόν Δ ' τ όμο τοΰ «Πεζοΰ Λ όγου» του, πού έπιμελεΐται ό καθηγητής Γ . Π. Σ αββίδης) άλλά κρί­ νω σκόπιμο νά άντιγράψω τό τ έλος του: «“Α ς έργαστοΰμε μέρα -νύχτα, δ καθένας σ τό ν το­ μέα του κι δ σο δύναται ό καθένας καί π ερισσ ότερο άπό κείνο π ού μπορεί, γιά ν ’ άναστήσει καί νά σ τή ­ σει άνάμεσά μας καί σ τό ν κ όσ μο τήν ύ π έ ρ τ α τ η 'Ε λ ­ λ η ν ι κ ή ν Ι δ έ α . Α ύτή τήν ίδια π ού μές σ ’ δλη τήν ύ πόλοιπη άνθρώπινη ίστορία, διά μέσου τώ ν αιώ νων κι ώς μέ σήμερα, είχε γ ί ν α ό κυριότατος παράγω ν μιας παγκόσμιας κι ιερής π ν ε υ μ α τ ι κ ή ς γ ι ά δ λ α τ ά έ θ ν η Α λ λ η λ ε γ γ ύ η ς . Α ύτή τήν ίδια π ο ύ ά πό μ όνη δη­ μιουργεί μιά ιεραρχία καί μιά κλίμακα εύθυνώ ν μές στή ν ύπόλοιπη ίστορία δ λ ο υ τοΰ ά λλο υ κόσ μου. Α ύτή τήν ίδια τέλος, π ού ό Ε λ λ η ν ο κ εντ ρ ικ ό ς μεγά­ λο ς Γκαΐτε τήν οραματίστηκε ώς ά ξο ν α τοΰ κόσ μου μέ τή μορφή τής Σ ίβυλλα ς Μ αντώ ς, στά Τ έμπη, προσδιορίζοντας τό πνεύμα τής άταραξίας καί τής αίω νιότητάς της, μέ τά ίδια ετούτα άπ’ τό βαθύ π ρ ο ­ φητικό της σ τόμα λόγια: "’Εγώ είμ’ άσάλευτη Ό χρ ό ν ο ς γύ ρ α μου γυρίζει” ». Στό ίδιο τεύ χος ό Α ίμ. Χ ο υ ρ μ ο ύ ζιο ς, πού μετα­ φράζει τό έργο τοΰ Ν ίτσε «Ή γέννη ση τής φ ιλο σ ο ­ φίας στά χρ όνια τής έλληνική ς τραγωδίας», σ τό ει­ σαγω γικό του σημείωμα ύπόσ χετα ι μιά «συνθετικό-

τερη μελέτη τής νιτσεϊκής φ ιλοσοφίας σ έ στενή σ υ ­ νάφεια μέ τίς θεωρητικές καί πρακτικές συνέπειες τής άναμφ ισβήτητης έπιρροή ς της». Ν ομίζω δτι είναι φ ανερή, καί στά δ ύο αύτά κείμε­ να , ή προσπάθεια γιά τή σαφή διάκριση άνάμεσα στό γερμ ανικό πνεύμ α καί τ ό ν χιτλερικό έκχυδαϊσμό του. Στό ίδιο τ εΰ χ ο ς τής «Ν έας Ε σ τία ς» ό “Α γγ . Τερζά κη ς νεκ ρ ο λο γεϊ τήν Π . Σ. Δ έλτα, π ο ύ έχει αύτοκ τονήσ ει τή μέρα π ού έμ παιναν οί Γ ερ μα νοί στή ν ’Α θήνα. Καί γιά νά συμπληρώ σω α κόμα λίγο τή ν ατμόσφαιρα τής έπ ο χ ή ς, δπω ς διασώζεται σ τό τεΰ­ χ ο ς πού άναφ έρομαι, στά σ χό λ ιά του γιά τίς δ ημο­ σιεύσεις στά «Περιοδικά κι έφημερίδες», γράφει: «’Ε πί ένα καί π λέο ν μή να, τά φ ιλολογικά δ ημο­ σιεύματα είς τ ό ν ’Α θ ηναϊκ όν τ ύ π ο ν , τό σ ο ν λό γω τώ ν έξαιρετικώ ν γε γο ν ό τ ω ν δ σ ο ν καί λόγω το ΰ δισέλι­ δ ου τώ ν έφημερίδω ν ολίγα καί σ ύντομα . Είς τό "’Ελεύθερον Βήμα” (15 Μ αΐου) άρθρον τοΰ κ. Κ. Θ. Δ η μα ρά περί το ΰ λ ο γ ο τ εχ νικ ο ύ έργου τής Π η νελό ­ π ης Δ έλτα [...] Είς τήν α ύτήν έφημερίδα (31 Μ αΐου) ένδιαφ έρουσαι σκέψεις το ΰ κ. Κ . Θ. Δ η μα ρά περί π νευματικής π ερ ισ υ λλο γ ή ς καί τοΰ χρ έο υς τών Ε λ ­ λ ή νω ν λο γ ίω ν είς τήν κρίσιμ ον α ύτήν διά τό Έ θ ν ο ς στιγμ ή ν. Είς τήν "Π ρω ίαν” (28 Μ αΐου) ό κ. Κ ώ στας Βά ρ ναλης, γρ ά φ ω ν περί ποιήσεω ς, ποιητώ ν καί κο ι­ ν ο ύ , συμπεραίνει: " Ό λα ό ς δ έν έχει έλλειψη ά πό ποιήματα. Έ χ ε ι τά άριστουργήματα τής λαϊκής μ ο ύ ­ σ ας. Α ύτά τά νιώθει, τά ζεΐ, τά τραγουδάει, τά χ ο ­ ρεύει, τά χαίρεται, τά κλαίει καί δ έν τά βαριέται [...] Ο ί π οιητές τοΰ "έλεφ άντινου π ύ ρ γ ο υ ” τοΰ είναι ά­ χρ η σ το ι, δπω ς κι δ λ α ό ς είναι ά χρη στο ς γιά τούς π οιητές τοΰ κλειστοΰ χώ ρ ο υ . Ά μ ο ιβ α ΐο ν ... ίνκόγνιτο” ». Καί στή στήλη «Ειδήσεις» γράφεται: «Διά Ν . Δια τά γμα τος τό "Β ασιλικόν Θ έατρον” μετω νομάσθη είς ’Ε θνικόν Θ έατρον. Κ υβερ νητικός έπ ίτρ οπος τοΰ ’Εθνικού Θ εάτρου άσκώ ν καθήκοντα δ ιευθυντοΰ, έτοποθετήθη ό κ. Ν . Γιοκαρίνης». Φ αντάζομαι δτι είναι καθαρό καί γιά τόν σημερινό ά να γνώ στη πώ ς ο ί άνθρω ποι τής λο γ ο τεχνία ς έκεΐν ες τίς ώρες είχα ν τ ή ν αίσθηση τής τραγικότητας τώ ν στιγμώ ν. Φυσικά δ χ ι δ λοι μέ τήν ίδια σ οβαρ ό-

41


τητα καί τό αίσθημα εύθύνης. Λ ό γ ο υ χ ά ρ ιν δ Σ π ό ­ ρος Μ ελάς, δπω ς μας π λη ροφ ορ εί σ τό ίδιο τ εύ χ ο ς ή «Νέα Ε σ τ ία », α ρχίζει νά δημοσιεύει σ τή ν «Καθημε­ ρινή»3 ά πό τίς 3 ’Ιου νίου τό μυθιστόρημά τ ου «Πίσω στή γή». "Αν δ έν γελιέμαι λ ο ιπ ό ν , τό μ ό ν ο περιοδικό λ ο γ ο ­ τεχνίας π ού έκδίδεται (το υλά χιστο ν σ τό χώ ρ ο τής ’Α θήνας) σ τή ν ά ρχή τής κ α τοχής ήτα ν ή «Ν έα Ε στία». ’Α π ό τ όν ’Ιού λιο τοΰ 1942 θά μ π ο υ ν σ τό παιχνίδι καί τά «Πειραϊκά Γράμματα» (μετέπειτα ά πλώ ς «Γράμματα»), π ού βγ α ίνουν καί μετά τ ή ν άπελευθέρωση έως τό τέλος τοΰ 1946 (τόμοι σ υ νο λικ ά δέκα, μαζί μέ τ ό ν π ρώ το, π ρό τής κα τοχής). Στή σ υνέχεια έχ ου μ ε μιά πρω τοφ ανή α ύξησ η τώ ν περιοδικώ ν π ού συμπίπτει μέ τή ν αύξησ η τώ ν έκδόσεων λογοτεχνικώ ν βιβλίων, τά όποια π ολύ γρήγορα έξαντλοϋ ν τόν άριθμό τώ ν ά ντιτύπω ν το υς. Ή π ρ ο ­ σφορά τώ ν περιοδικώ ν αύτώ ν είναι ύπόθεση ά λλη ς περίστασης. Γιά τ ή ν ώρα θά περιοριστώ ν ά άναφέρω δσα έπαιξαν κά π οιο ρ όλο στά γράμμ ατά (Ιας, έστω καί μόνο διότι δημοσ ίευσ αν κάποια κείμενα ά ξιό λο γω ν π οιητώ ν, πεζογρά φ ω ν καί κριτικώ ν μας. ' Τά «Φ ιλολογικά Χ ρονικ ά», π ο ύ ά ρ χ ίζο υ ν ν ά έκδίδονται ά πό τή ν 1 /3 /1 9 4 4 ώ ς δεκαπενθήμερα, μικρό σ χή μα (καί θά έκδώ σουν σ υνο λικ ά 4 4 τεύ χη ώς τό τέλος τού 1946), θά φ ιλοξενή σ ο υν άρκετά ά ξιό λο γα κείμενα καί θά ά ποπειρα θοΰν (άρχικά έ ν τ ο ν α καί έπιθετικά, άργότερ α πιό ήρεμα) νά π ρ ο β ο ύ ν σέ έκκαθαρίσεις λογαρ ια σμ ώ ν. Α ίφ νη ς, ή έπίθεση κυρίω ς κατά τώ ν πεζογρ ά φ ω ν τής γενιά ς τοΰ *30 π ο ύ ά ρ χ ισ α ν οί Ά λ κ η ς Ά γ γ έ λ ο γ λ ο υ καί Ά σ τ έ ρ η ς Κ ο ββ α τζή ς (μέ ψ ευδώ νυμα, ά ντίστοιχα : Α . Σ π ύρη ς καί Α . Σ γ ο υρ ό ς) θά π ά ρ α ά ργότερα πιό σ υγκεκριμένη μορφ ή μέ τ ό ν Βασ. Λαούρδα. Ή «Φ ιλολογική Κυριακή» είχε άρχίσει νά έκδίδεται άπό τίς 15 Α ύγ ούσ το υ 194 3 , μ εγά λο σ χή μ α 21 χ 28 (περίπ ου), βγάζει ώ ς τίς 2 6 /1 2 /4 3 δέκα τεύ ­ χ η , σελίδες 158, καί περιεχόμενα στή σ. 1 59, ένώ θά σταματήσει στό έπ όμ ενο , 1 Ιο φ ύ λ λ ο , στίς 3 0 /1 /1 9 4 4 . ’Α νάμ εσα σ το ύ ς σ υνερ γά τες: Μ υριβήλης (ό όπ οιος ά ρχίζει ένα ν κα βγά μέ τ ό ν Α Ιμ. Χ ο υ ρ μούζιο γιά τό θέμα τής κριτικής, κυρίως: τή σ υ μ β ο ­ λή της στή διάδοση τοΰ έργου τώ ν συγγρ αφ έω ν — κείμενο γρ α μ μ ένο σέ φωνητική γραφ ή), Θρ. Κ αστανάκης, I. Μ . Π α ναγιω τόπ ο υλο ς, Τ. Ά γ ρ α ς (μέ κά ­ ποια κείμενα κριτικής άκρως ένδιαφ έροντα), Ά σ τ . Κ οββ ατζή ς, Κ . Θ. Δ η μα ρά ς (τμήματα τής φ ιλο λο γ ι­ κής μελέτης του γιά τ ό ν Κ ω στή Π α λαμά, πρώτη έκ­ δ οση, σέ βιβλίο, τό 1947). Σ υ νο λικ ά , πάντω ς, τό π ε­ ριοδικό α ύτό, παρά τή ν ύπα ρξη σ χο λ ίω ν , έγ ινε ά π ό συγκέντρω ση ύ λη ς, δπω ς έρ χό τα ν καί δ πω ς ζη τιό ­ ταν, είτε ά πό τ όν έκδοτη είτε ά πό κ ά π ο ιο ν ά λ λ ο ν πού τ όν έπηρέαζε (γιατί ό έκδότης, ά ν μο ΰ είπ αν κά ­ π οτε σω στά, ήταν μ ά λλ ο ν άσχετος). Ά π ό τ ό ν ’Ια νουά ριο τοΰ 1944 βγ α ίν ο υ ν ά πό τό Μ άριο Βα γιά νο ο ί «’Ο ρίζοντες», σέ μεγά λο σ χή μ α , 22 X 28 (περίπ ου ), έως τό διπ λό τ εΰ χ ο ς 9 -1 0 , Σεπτέμβριος-’Ο κτώ βριος τοΰ ’4 4 (σελίδες 1 24 σ υ ν ο ­ λικά). Κ αί έδώ είχαμε σ υγκ έντρω ση ύ λη ς. Τά «’Επαρχιακά Γράμματα», π ο ύ β γ α ίν ο υ ν ώ στόσο στή ν Α θ ή ν α , ά ρ χ ίζο υ ν τό Μ άρτιο τοΰ 194 4 καί 42

έκ δίδου ν μ ό ν ο τρία φ ύλ λα , δ σ ο ξέρω , τ ό τρίτο ’Ιού­ λ η ς τοΰ ’4 4 . Α ν τίθ ετ α τά «Εύβοϊκά Γράμματα» έκδίδ οντα ι στή Χ αλκίδα ά ρχές τ ο ΰ 1 943, καί κυριαρ­ χ ο ύ ν τ α ι ά πό τή συνερ γα σία τοΰ Γ ιάννη Σκαρίμπα, ό ό π ο ιο ς άρχίζει ν ά γράφει κριτική τοΰ βιβλίο υ μέ τό ψευδώ νυμο Θ ώ μος Ξ αφ άς, π ο ύ μολατα ύτα δ έν άποκρύπτει τό σκαρίμπειο τρ όπ ο γρ α φ ής. (Τ ό ίδιο σ η ­ μαδεμένο ά πό τό ύφ ο ς Σκαρίμπα ήτα ν καί τό π ερ ιο­ δικό του «Ν εοελληνικά Σημειώ ματα», π ο ύ έβγαλ ε ά π ό τό Μ άρτη τ ο ΰ 1937. Κ υ κ λο φ ό ρ η σ α ν μ ό ν ο 5 τ εύ χ η , έω ς Ί ο ύ λ ιο ς -Α ΰ γ ο υ σ το ς τοΰ 1 9 3 7 , σελίδες 9 4 , καί λέγεται δτι τό στα μά τησ ε ή δικτατορία τοΰ ’36.) Σ τό ν π ύρ γο τής ’Η λείας ά πό τό Μ άρτη τοΰ 1934 έκδίδεται ό « Ό δ υσ σέα ς» καί θά σ υ ν εχ ίσ ει άραιά έως τ ό ν ’Ιο ύ λιο -Α ύ γο υ σ τ ο τοΰ ’44, τ εΰ χ ο ς 11-20, μέ σ υ ­ νερ γα σίες τότε ν έω ν σ υγγρ αφ έω ν, Τάκη Σ ινό π ο υλ ο υ , Γ ιώ ργη Π α υ λ ό π ο υ λ ο υ , Θ. Β α ρ ο υξή , Λ ευτ. Ρα­ φ τό π ο υλο υ κλπ. μ έ διευθυντή τ ό ν Τάκη Δ ό ξα . Δ υ ό φ οιτητικά περιοδικά έκ δίδοντα ι, ένα στή ν Α θ ή ν α , λ ιγ ό ζω ο , ή «Φοιτητική Τ έχνη », καί ένα πιό μα κρόβιο στή Θ εσ σα λο νίκη , τ ό «Ξεκίνημα». Α λ λ ά ένώ τό πρώ το βγαίνει ά π ό τ ή ν π ρ ω τοβου λία κά­ ποιω ν φ οιτητώ ν, τό «Ξεκίνημα» φέρεται ώς δ ρ γ α ν ο τοΰ «’Ε κ πολιτιστικού 'Ο μίλου το ΰ Π ανεπιστημίου» τής Θ εσ σα λονίκη ς. Στή «Φοιτητική Φωνή» δ ημο­ σ ιεύο υ ν νεανικά τ ο υς έργα ή Ό λ γ α Βότσ η, ό Γιωργή ς Κ ότσιρα ς, ό Γ ιώ ρ γος Σ α ρ αντής, ό Α ρ ισ τ ο τ έλ η ς Ν ικολα ΐδη ς καί δ υ ό νέο ι σ το χ α σ τές, ό Λ ευτέρης Π λατής καί ό Σ π ύ ρο ς Γ ρανίτσας. Έ κδ όθ ηκα ν μ ό ν ο τρία τεύχη τοΰ περιοδικού- τό τελευτα ίο , τό Μ άιο τοΰ ’44. ’Α ντίθετα, τό «Ξεκίνημα», π ο ύ γράφ ει δτι «διευθύνεται ά πό συντακτική έπ ιτροπή . Α ρ χ ισ υ ν τ ά ­ κτης: Μ . Α . Ά να γ νω σ τ ά κ η ς» β γάζει σ τή ν κατοχή 9 τεύ χη (άριθμητικά διπλά τά 6-7, 9-1 0 καί τό 11-12), άπό-τίς 15 τοΰ Φ λεβάρη 194 4 έω ς τό 11-12, π ού έχει ήμ ερ ο μη νία 1 καί 15 τοΰ Ό κ τ ώ β ρ η 1944. (Δ ύ ο άκόμη τεύχη έκδίδονται μεταπελευθερω τικά, στά όπ οια προστίθεται ώς διευθυντής ό Θ α νάσ ης Φωτιάδης, π ο ύ π ρ οσδ ιορ ίζονται ώς: «πανη γυρική έκδοση Ό κ τ ώ β ρ η ς 1944» καί «Τ όμος Β , άρ. 1 - Ν ο έμ βρ η ς 1944».) Στό π εριοδικό αύτό παρ ουσιά στη κα ν ό Πάν ο ς Θ ασίτης, ό Σ τα ύρ ος Β α βο ύ ρη ς, ό Ά ν τ . Ζα χα ρόπ ο υ λ ο ς, ό Θ α νάσ ης Φωτιάδης, ή Ε λ έ ν η Β α κα λό, ό Τ. Σ ιν ό π ο υ λ ο ς. Έ ν α πρόσθετο ένδια φ έρ ο ν τοΰ πε­ ριοδικού, π ού φ ανερώ νει τ ό κλίμα σ υνερ γα σία ς, ή ­ ταν καί δτι φ ιλο ξένη σ ε μελέτες ά π ό τούς π ανεπ ισ τη­ μια κούς δ ασ κά λου ς Ίμβρ ιώ τη , Σ ιγάλα , Βακα λόπουλ ο κλπ . Έ ν α έπίσης περιοδικό νέω ν ύ π ή ρ ξε καί ή «Ν εανι­ κή Φω νή», π ού έβ γ α ινε τό 194 4 , σ τή ν ά ρχή μέ διευ­ θυντή τ ό ν Θ . Ρ α χο ντή καί έπειτα τ ό ν Τάκη Έ μ . Κ ω νσ ταντινίδη. Τελευταίο τ εΰ χ ο ς τό 9 -1 0 , Σεπτέμ­ βρης 1944 (δέν έχω δει τά πρώτα 5 τεύ χη). Α ν ά μ ε ­ σα σ το ύ ς σ υνερ γά τες τοΰ π εριοδικού οί: Μ άριος Π λω ρίτη ς, Π α ντελής Μ υ λω ν ο γιά ν ν η ς, Ά λ έ ξ η ς Σ ο ­ λω μ ό ς, Στα ΰρος Β α βο ύ ρη ς, R oger M illiex, Ε. Κακνα βά το ς καί Δ . Π απαδίτσας μέ έν α ό ξύ τ ο υς μανι­ φ έσ το, ή Ά λ κ η Ζ έη , ό Μ . Ά ν α γ ν ω σ τ ά κ η ς, ό Γ ιάν­ ν η ς Δ ά λ λ α ς , ό Τ ά σ ος Λ ιγνά δη ς καί ό Γ. Β. Ί ω α ννίδης. Τά τεύ χη 3 (Γ ενά ρ ης 1944), 4 (Φ λεβάρης 1944)


καί 5-7 (Μ άρτης-Μ άης 1944) έχω μ ό ν ο δει του πε­ ριοδικού «Τέχνη καί Ζωή», τίτλο π ο ύ είχε δανειστεί άπό τόν πανώ τιτλο των έπιφ υλλίδω ν του Κώ στα Βάρναλη στή ν «Πρωία», τά όπ οια επ ιπ λέο ν καί ύπέγραφε (δταν οί λογοκρ ιτές ά πα γόρευα ν νά ύ πογράφει μέ τ' όνομ ά του) μέ τά σ τοιχεία: Τ .κ.Ζ ., δηλαδή Τ (έχνη) κ(αί) Ζ(ωή). Ά π ό τά τεύχη του περιοδικού πού άνάφερα π ρ ιν βλέπω σ υνερ γα σίες τω ν: Τέρπου Πηλείδη, Φ. Κ όν τ ογλ ου , Ρ ένας Καρθαίου, Λεωνίδα Ρήγα, Στέλιου Παπαδάκη, Τ. Ά γ ρ α , Γ. Ν . Π απαλεονάρδου, Γ. Σ τα υρ όπ ου λου, Ά λ κ . Γ ια ν ν ό π ο υ λο υ , Γ. Βαλέτα, Μ αρίας Π α π αλεονάρ δου, Στ. Ξ εφ λούδα, Κ. Βάρναλη, Γ. Θ έμελη, ένώ στά «Fragm enta, δοκίμια καί σημειώσεις γιά μυθιστόρημα», στό ψ ευδώ νυμο ΈλισσαΓος Β ρανάς κρ υ βόταν έπιμελώ ς ό Τά σος Βουρνάς. Ε π ίσ η ς δ έν έχω δει τά «Μ ακεδονικά Γράμματα» πού έβγαζε στή Θ εσσαλονίκη ό Κ . Μ αρινάκης στή ν κατοχή. Σκόπιμα άφησα νά μιλήσω τελευταία -γιά τό πε­ ριοδικό «Κ αλλιτεχνικά Ν έα», π ού δ έν είδα νά μ ν η ­ μονεύεται παρά μ ό ν ο πρόσφατα καί·άπό τούς άμεσα ένδιαφερόμενους. Στό τεύ χο ς άφιέρω μα σ τή ν Α ν τ ί ­ σταση πού έκανε ή «Επιθεώ ρηση Τέχνη ς» (87-88, Μ άρ τιος-Ά π ρίλ ιος 1962) ό Κ . Π ορ φ ύρ η ς, γρ ά φ ο ν­ τας γιά τήν «πνευματική άντίσταση μέ ν όμιμα μέσα», δηλώ νει πώς δέν μπ όρ εσ ε ν ά βρ ει τό σώ μα τού πε­ ριοδικού γιά νά τό σ χολιάσ ει, μ ο λ ο νό τι όπ ω ς φ αίνε­ ται ύ πή ρ χε τόμος του στή Β ιβλιοθήκη της Βουλή ς. Τό περίεργο όμω ς δέν είναι ότι δέν τ ό ήξερε, δεδομέ­ νο υ ότι τότε ήταν φ υλακ ισμένος σ τή ν Ά κ ρ ο ν α υ πλία, ά λλά, όπ ω ς φαίνεται, π ού είναι κάπως περίερ­ γ ο , δέν είχε άκούσει τίποτα γι' αύτό. Ω σ τ ό σ ο έπρόκειτο γιά ένα περιοδικό π ού δ έν έπρεπε ν ά είχε πέσει σέ λήθη, στό π ερ ιβά λ λον του. Ό Ό . Έ λύτης στό «Χρονικό μιας δεκαετίας», πού περιλαμβάνεται γιά πρώτη φορά σ τό ν τόμο « Α ν ο ιχ τ ά χαρτιά» (1974), γράφει στή σελ. 335: «Οί συγκ ροτημένες πολιτικές παρατάξεις στά βου νά καί στίς πολιτείες έντείνανε τή δράση τους. Ή άριστερή παράταξη καθοδηγούσε σ τό ν πνευματικό τομέα ένα έβδομαδιαΐο φ ύλ λο π ού τό φ ιλο λο γικ ό ντύμα του έ­ δειχνε τόσ ο διάφ ανο, π ού ήτα ν ν ’ ά πο ρ εΐ κανένας πώ ς δέν τό 'παίρνε είδηση ή λογοκρισία . Σ’ αύτό -" Κ α λ λ ιτ εχ ν ικ ά Ν έα ” τό έλεγα ν— σκέφτηκα ότι θά παρουσίαζε μεγαλύτερο ενδια φ έρ ον ή άπόπειρά μου, π ο λύ περισσότερο π ού ό πιό σημα ντικ ός κι ό π ιό κα­ λό π ιστος πρέπει νά πώ θεωρητικός τ ής π αράταξη ς, ό Μ άρκος Α ύγέρ ης, ήτα νε τακτικός σ υνεργά της τους καί πρόθυμος, κοντά στ’ ά λλα , γιά όποιαδήποτε συζήτηση».4 Κ οιτάζοντας τά 36 τεύχη τών «Κ αλλιτεχνικώ ν Ν έων» δ έν βρίσκω παρά μ ό ν ο μία σ υνερ γα σία τού Μ άρκου Α ύγέρ η, στό τ. 27 τής 1 1 /1 2 /1 9 4 3 , μέ τίτλο « Ό θάνατος καί ή έπ οχή μας. Σκέψεις πάνω στό "Π αράξενο ’Ιντερμέτζο” τού Ο ’Ν ήλ».5 Σ υνεπ ώ ς δέν είναι σωστό δτι ό Α ύγέρ ης «ήτανε τακτικός σ υνερ ­ γάτης τους». Δ έν μένει λ ο ιπ ό ν παρά νά ύποθέσουμ ε δτι ό Α ύγέρης βρισκόταν πίσω ά πό τό περιοδικό. Καί νά είναι σω στό αύτό π ού ύ ποστηρίζει ό Έ λύ τη ς δτι «ή άριστερή παράταξη (τό) καθοδηγούσε». ’Ω στόσο δυό μαρτυρίες π ού έχο μ ε σήμερα στά χέρια

μας δ έν μας έπιτρέπουν μιά τέτοια βεβαιότητα. Τό ζήτη μα κάτασταίνεται τώρα πιά ένα ζητού μενο. Ά ς πάρουμε δμω ς τά πράγματα μέ κάποια σειρά καί άς δούμε τά τυπικά σημεία: Στό τ εύ χ ο ς 1 τής 1 2 /6 /1 9 4 3 γράφεται δτι τά «Κ αλλιτεχνικά Νέα» δ ιευθύνονται «άπό συντακτική έπιτροπή» καί «άρχισυντάκ της: Ν ίκ ο ς Βυζαντινός». Ά π ό τό τ εύ χο ς 2 έως καί τό τεύ χος 26 είναι «άρχισυντάκτης: Κ ω στής Μ εραναϊος». Ά π ό τό τεύ χο ς 27 τής 1 1 /1 2 /1 9 4 3 έως καί τό τ εύ χο ς 33 άναφέρονται: «Ιδ ρ υ τ ή ς Γ. Β ασιλόπ ο υ λ ο ς. Διευ θυ ντής Κ . Ζαΐμης. Α ρ χ ισ υ ν τ ά κ τ η ς Κ ω στής Μ εραναϊος». Ά π ό τό τ εύ χο ς 34 τής 5 /2 /1 9 4 4 καί έως τό τελευταίο τ εύ χ ο ς, 36 τής 1 1 /3 /1 9 4 4 , άναφ έρονται: «Διευθυντής Γ. Βασιλόπ ο υ λ ο ς. Α ρ χ ισ υ ν τ ά κ τ η ς: Κ . Μ εραναϊος». Σ υ νεπ ώ ς παρατηρούμε δτι τό μ ό ν ο σταθερό ό ν ο ­ μα είναι τού Κ ω στή Μ εραναίου ώς ά ρχισ υντά κτη, ό ό π ο ιο ς στό α ύτοβιογραφ ικό του κείμενο σ τή ν «Και­ νούρ ια Ε π ο χ ή » (τεύχο ς 18-19, φ θινόπω ρο-χειμώ νας 19 8 0 -8 1 ) γράφει: «Τό περιοδικό αύτό είχε δ λες δλες ό χτώ π υκ νοτυ π ω μ ένες σελίδες στό μισό σ χή μα έφημερίδας. Τά πράγματα δμω ς καί ή πρόθεση δ σω ν σ υνερ γά ζο ντ α ν σ ’ α ύτό τό έκαμαν, παρ’ δλη τ ή ν ένδεια στά μέσα π ο ύ διέθετε καί στίς φ οβερές συνθήκες π ού ζού σα με ό λ ο ι τ ότε, πο λύ τιμ ο δργανο. Ή πνευματική δραστη­ ριότητα π ού ά νά π τυξε, δ σο αύτό ήτα ν μπ ορετό, τό μ ετέβαλαν σ έ σ ύνερ γό σ τό ν μεγάλο έθνικοαπελευθερωτικό ά γώ να π ο ύ διεξάγονταν τότε στά βο υ νά καί σ τίς π ό λεις τής Ε λ λ ά δ α ς . Μ πορώ ν ά διεκδικήσω

διάθεση: 3210368


πώς ή πνευματική του φ υσιογνω μ ία επηρεάστηκε άπό τήν ύπεύθυνη θέση π ο ύ είχα ώς ά ρχισ υντά κτης του καί ούσιαστικά ώς έμ πνευστή ς του. Τά άρθρα μου, πού ήταν συστηματική κριτική τώ ν ίδεαλιστικώ ν α<Τ0'4,εω ν στή ν τέχνη καί ένα ς κα θορισμός τού χρ έους τών δ ιά νΟ Ρ ψ ένω ν καί κα λλ ιτεχνώ ν στά χ ρ όνια έκεΐνα, είναι ένδεικτίίίά. 'Ο λόκλη ρ ος σ χε δ ό ν ό πνευματικός κόσ μ ος rfir 'ΚλλΛζπΓ ποηέλ/m c *·α t z t τίς σ τή λες τοΰ μικρού π εριοδικού, έκ τος άπό

τούς μ όνιμου ς σ υνεργά τες. Χ ω ρίς α ύτούς φυσικά τό έργο δέν θά είχε σ υντελεστεΐ. ’Α λλά τήν ά ταλάντευτη μονιμότητα τής π νευματικής του γρ α μμ ής π ρ ο ­ σπάθησα νά τή διαφυλάξω δ σ ο γινό τ α νε, γιατί δ έν έλειψαν οί έτεροφιλοδοξίες». Ό σ ο καταλαβαίνω , τό κείμ ενο αύτό δέν άφ ήνει άμφ ιβολίες δτι τό περιοδικό βρισκόταν σ τή ν π εριο­ χή τής άριστερδς κατά τό πνεύμ α του, μιάς άριστερας δμω ς μέ εύρεία έννοια , ά λλά δ έν φαίνεται νά ύπά ρχει είτε φ ανερά είτε κρυφά μιά κα θοδή γη ση , άπό ένα παρ ά νομ ο δ ρ γ α ν ο , καί φυσικά ένα ς σ κ λη ­ ρός ή μα λακός έλεγχ ος. Τ ό ένδιαφέρον είναι δτι δέν ά ποκ ομίζουμε κα νένα σ τοιχείο γιά τ ή ν ύπαρξη μιάς καθοδή γη ση ς ούτε άπό τό δ λόκληρ ο βιβλίο π ο ύ έγραψ ε ό «Ιδρυτής» ή «διευθυντής» Γιώ ργης Β α σ ιλ ό πο υ λο ς, μέ τίτλο «"Α­ γνω στα χρ ονικ ά τού άντιστασιακοΰ π εριοδικού "Καλλιτεχνικά Ν έα”» (1982). ’Α π ό δ ,π γράφει, είχε ά ναλάβει τό οίκονομικ ό βά ρ ος τοΰ π εριοδικού καί τή σχέση μέ τούς λογοκρ ιτές τής κατοχής. "Ισως καί τή διεκπεραίωση τής σ υγκ έντρω ση ς τής ύ λη ς. "Ας

δ ο ύμ ε τί γράφ ει, στή σελίδα 67 τοΰ βιβλίου τ ο υ , ό Γ . Β α σ ιλ ό π ο υ λο ς: «Μ εμάς Σ τα υρολέμης (Σ ταύρου), ’Α ντρ έα ς Φ ραγκιάς καί Ά ρ η ς ’Α λεξ ά νδ ρ ο υ πηγαι­ νο ερ χ ό τ α ν ε ά πό σ υνεντεύξεις καί λ ο γ ή ς έπαφ ές μέ λ ο γ ο τ εχ νικ ά καί κ α λλιτεχνικά π ρ όσω πα , ιδιαίτερα ό ’Α λεξ ά νδ ρ ο υ μ’ έπαφές στά λο γ ο τ εχ νικ ά καί κα λλ ι­ τεχνικά σωματεία καί σ υ λ λ ό γ ο υ ς. Α ύ τ ό ς κι ό Α ύδ ν:έ^ ί)ξ ήτα ν μό νιμ ο ζευγά ρ ι ν ά κι­ ν η τ ο π ο ιο ύ ν τίς έπιτροπές τ ο υ ς, V& π ρ ο σ φ εύ γο υ ν ό π ο υ δ ή π ο τ ε γιά ν ά ο ικ ο ν ο μ ή σ ο υ ν ένίσ χ υ σ η ΐΟΥ με­ λ ώ ν τ ο υ ς κ α λλιτεχνώ ν. Οί τρεις πρώ τοι παραπάνω μέ τ ο ύς Σ π ύ ρο Γ ιανν ά τ ο καί Γ . Κ α λά σ ο γ λο υ πρω τοθήτεψ αν άπ’ ά ρχή ς στά Κ .Ν . καί π έτ υ χ α ν ά ργότερα μ’ έξέλιξη. .Μ ενέλα ος Λ ο υ ντέμ η ς, έλα φ ρ ο κο υ τσα ίνο ντα ς α π ’ τήν άνα πηρία το υ έρ χόταν μέ σπίθες στά μάτια ά π ό βια σύ νη . "Αφηνε τή συνερ γα σία το υ ή κάτι ά λ λ ο κα­ τά λ λ η λ ο γιά τά Κ .Ν . κι έφ ευγε. Ε ύθύς γύ ρ ιζε, μ ο ΰ ’κά νε νεύμ α άπό τή μ ισ άνοιχτη πόρτα —έϊχαμε τά έαμικά μυστικά μα ς— τά λέγα μ ε σ τό τσάκα-τσάκα έ­ ξω σ τό διάδρομ ο καί κατέβαινε τή σ κά λα κουτσαίν ο ντ α ς σ ά ν παλικαράκι». "Ωστε καί κατά τ ό ν Β α σ ιλ ό π ο υ λο (έπίτηδες παρ έ­ θεσα σ χετικ ά μ εγά λο ά πόσ π ασ μα , γιά ν ά φ α νεί τό εί­ δ ο ς καί τό π νεύμ α τής γρ α φ ής του), τά «έαμικά μ υ ­ στικά» λέγ ο ν τ α ν έξω ά πό τήν πόρτα το ΰ π εριοδικού καί μά λιστα μέ τ ή ν ύπεύθυνη μορφή τ ο ΰ «τσάκα τσάκα». Ά λ λ ά γιατί μπ ο ρ εί νά μάς ένδιαφέρει κατά π ό σ ο ν τά «Καλ?.1Τ5χΥΐκά Νέα» είχα ν ή δ έν είχα ν μιά έαμική

Τα βιβλία της «Γνώσης» ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Βασίλης Κρβμμυδάς

ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

Βασίλης Κρεμμυδάς - Σοφοκλής Μαρκιανός

Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ (Ανατολικοί λαοί και Ελλάδα ώς το 323 ττ.Χ.)

Βασίλης Κρεμμυδάς

ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ « ΓΝ Ω ΣΗ », ΓΡΗΓ. ΑΥ ΞΕ Ν ΤΙΟ Υ 26, ΙΛ ΙΣ ΙΑ , Α Ο Η Ν Α 621, ΤΗ Λ . 7794879-7786441 44


uanniTamufl

m

Ε Β Δ Ο Μ Α Δ ίΑ 'ό'θ Ε Α Τ Ρ ν κό :Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν IKo! ΚΙΝΗ ΜΑΤΟ ΓΡΑΦ ΙΚΟ & ΚΑΛΛΙΤΕΧ ν Ϊ κ Ο Π Ε Ρ Ϊ ο 'δ Τκ Ο ΠΡΟΣΩΡΙΝΑΓΡΑΦΕΙΑ: ΠΛ. ΚΑΠΝΙΚΑΡΕΑΣ 3 I ΔΙΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΑΪΤΟ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ I ΧΡΟΝΟΣΑ.’-ΑΡΙΘ. 25-ΤΙΜΗ ΦΥΛΛΟΥΔΡΧ. 30«Λ β.’ ΠΑΤΩΜΑ ΑΡ. ΑΩΜ. 19_____ | ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΚΤΗΣ: ΧΩΣΤΗΣ Λ. ΜΕΡΑΝΑΙΟΣ | ΑΘΗΝΑ», ΣΑΒΒΑΤΟ27 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1043 J ΓΡΑΜΜΕΣ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΟΙ ΜΠΕΛΚΑΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ: ,, ! “ —κ - Ml’ in» ΒΡΑΓΜΑΤΙΚ [ Μ ® Η “ Φ Ι Λ Ο / \ V_> I I ΤοΟ «. ΓΙΑΝΚΗ ΣΙΔΕΡΗ Η Ε Δ ΗΦΗ η η i n n s min

[

8

TOY«. Κ. ί. MEPAWAIOY

» κ“ - *.r,» (Nix Έοτ(χ 1 xxl 1δ Όχτωβρ.)

έπιχροπή π ού τά καθοδηγούσε; Π ρ ώ τ ο ν : Διότι δ ν δέν είχα ν, τότε τό π νεύμ α πού διέπει τό περιοδικό πρέπει νά έγγρ αφ εΐ στό φ ιλελεύ­ θερο φ ρόνημα τής έπ οχ ή ς, π ο ύ τό έμ ψ ύχω νε γενικά ό έθνικοαπελευθερω τικός ά γώ να ς καί π ο ύ είχε ένωτικό χαρακτήρα. Έ τ σ ι έξηγεΐται π .χ. ή π αρουσία ώς μόνιμου σ υνερ γά τη τού Τ έλλο υ “Α γρ α , π ο ύ δέν έντάσσεται σέ κα νενός είδους άριστερή ιδεολογική τά­ σ η. Τ ό κριτήριο τής παρουσία ς του ήταν π οιοτικ ό, καί όρθά είχε έπιλεγεϊ. Δ ε ύ τ ε ρ ο ν : ”Α ν είχα ν καθοδήγηση καί ά ν ή ύλη τους καθοριζόταν ά πό τίς έπ ιλογές της, έχ ο υ μ ε, γιά πρώτη ώ ς τότε φ ορά, μιά άριστερή καθοδήγηση π ο ύ δέν μάς θυμίζει τίποτε ά πό τό κακό π αρ ελθ όν της. Έ χ ο υ μ ε δηλαδή μιά καθοδήγηση π ού άποδέχετα ι τόν π λου ρα λισ μό, δπω ς θά λέγα με σήμερα , δ πω ς τό δ είχνου ν οί σ υνερ γα σίες π ο ύ δ η μοσ ιεύοντα ι καί ή ποικιλία τών συνερ γα τώ ν. ’Α ντίλη ψ η π ού πρέπει νά έγγραφ εΐ σ τόν άντιφασιστικό χαρακτήρα τής έπ ο ­ χή ς , άπό τόν όπ οιο άπέρρεε φ υσ ιολογικ ά μιά άντιολοκληρω τική άντίληψη καί δ πο υ πρακτικά είχε μη­ δενιστεί δ,τι σ υνηθ ίζομε ν ’ ά ποδίδομ ε στή σταλινική νοοτροπία. Τ ρ ίτ ο ν : Ά ν ύ πή ρ χε ένα δ ρ γ α ν ο καθοδηγητικό έξω ά πό τό περιοδικό καί π ού (χω ρίς) νά τό ελέγχει π ρ ο ­ σ πα θούσε μέ π λά για μέσα νά περάσει τή γραμμή του, είναι μιά περίπτω ση π ού δ έν πρέπει ν ά τήν άποκλείσομε. Τότε δμω ς ή ύλη το ύ περιοδικού δέν έκφράζει παρά μ ό ν ο έν μέρει τίς έπ ιλογές α ύτοΰ τού ό ρ γά ν ο υ , καί μάλιστα χω ρ ίς νά ξέρομε σ έ τί π ο σ ο ­ στό. Έ τ σ ι α ύξά νοντα ι οί πιθανότητες ν ά είμαστε στό: Τ έ τ α ρ τ ο : Τ ό π νεύμ α τού περιοδικού ν ά καθορί­ στηκε γενικά ά πό τ ό ν άρχισυντάκτη του Κ ω στή Μεραναΐο. Ν ά ζη τού σε α ύτός άμεσα ή έμμεσα τίς σ υ ­ νεργασίες καί ν ά έπ έλεγε το ύς τακτικούς σ υνερ γά ­ τες. Ό μ ω ς α ύτό δ έν σημαίνει δτι δημιού ργησ ε ένα προσω πικό περιοδικό καί έμ ενε κλειστός γιά διά λο­ γο μέ ά λλο υ ς πνευμ ατικούς ά νθρώ π ους, δέ ζο ΰ σ ε τήν έπ οχή του καί δ έν έπ ηρεα ζότα ν ά πό τό γενικ ό κλίμα, π ού φυσικά τό έβλ επ ε κριτικά, καθώς ήταν διαμορφ ω μένος ήδη πνευματικά καί ιδεολογικά· τουλ άχισ τον σέ βαθμό Ικανοποιητικό. Ποιά άπό τίς τέσσερις περιπτώ σεις πράγματι συνέβα ινε, δέν έχ ομ ε π ρ ός τό π α ρ ό ν σ τοιχεία γιά ν ά τό πούμ ε. ’Ω στόσο, κ οινός π αρ ά γοντα ς καί γιά τίς τέσ­ σερις ύποθέσεις είναι δτι τά «Κ α λλιτεχνικά Ν έα» βρίσκονταν σέ μιά π ροχω ρημ ένη θέση, είχα ν ένα σα­ φή π ρ οσα νατολισ μό π ρός τίς ν έες ιδέες, καί ζο ΰ σα ν τό ν π αλμό, δπω ς λένε, τής έπ ο χ ή ς τους. Ο ί λό γ ο ι

Άπό τήν «"Ενωοιν Ελλήνων θ«-

α ύτοί πρέπει νά καθόρισαν καί τό ά γορα στικό τους κ ο ινό , τό είδος καί τήν κατηγορία τού ό π ο ιο υ ύπολ ό γ ισ ε ό Ό δ . Έ λύ τ η ς γιά ν ά δημοσ ιεύσ ει, δπω ς εί­ δ αμε, τή σειρά τώ ν άρθρω ν του γιά τ ό ν ύπερρεαλισ μ ό. ’Α λ λ ά δ έν πρόκειται τώρα ν ά ά να π τύξει κανείς τήν ύλη τού περιοδικού, ν ά έντοπ ίσ ει τίς τάσεις καί τίς ά ντιλήψ εις π ο ύ π αρουσιά στη κα ν σ τίς σελίδες του καί οί όπ ο ιες, λιγό τερο ή π ερισσ ότερο ή καθε­ μιά, μ ορ φ ώ νου ν τή φ υσιογνω μ ία του. ’Α π αιτούντα ι π ο λ λ έ ς ώρες έργασίας, ά λλά π ρ ο πα ντό ς ή έντύπω ση ά π ό κάποια π ρόγευσή το υς δτι τά « Κ αλλιτεχνικά Ν έα» ά ξίζο υ ν τή σ πατάλη α ύτοΰ το ύ χ ρ ό ν ο υ . Χ ω ρίς ν ά άμφισβητώ τό γενικ ό άντιστασιακό π νεύμ α π ο ύ ά νέπτυ ξα ν σ χε δ ό ν δ λα τά ά λλα περιοδι­ κά τά όπ ο ια κ υκλοφ ορούσα ν στή ν κα τοχή καί τούς τρ ό π ο υς π ο ύ δ ιάλεγαν γιά νά ξ επ ερ άσ ο υν τ ο ύς έλέγχ ο υ ς τής λο γο κρ ισία ς, πιστεύω δτι τά «Κ α λλιτεχνι­ κά Νέα» τήρη σαν μιά ύποδειγματική σ τά σ η, π ού δέν ήτα ν ά πόρροια μιας τακτικής γιά π επ ερ ασ μένες καί εύκαιριακές ά νά γκ ες, ά λλά σ κό π ευε σέ εύρύτερους σ τό χ ο υ ς . Δ έ ν δ ούλεψ αν σ τό είδος τού ύπο νο ο υ μ έν ο υ (δπ ου ό ά να γνώ στη ς καλείται ν ά μεταφράσει μιά λέξη ή μιά φράση ή μιά εικόνα σέ μιά ά λλη «γλώσ­ σα» π ο ύ νά λειτου ργεί —ή νά νο μ ίζει— διαφορετικά, έτσι π ο ύ σ έ δύσ κ ο λο υ ς κα ιρ ούς νά «έμψυχώνεται») ά λλά έπάνω σ έ ένα σ ύ ν ο λ ο σημείω ν π ο ύ παρέπεμπ α ν σέ μιά σ υλλογιστική καί δ π ο υ δ ά να γνώ στη ς χρ εια ζό τα ν, π ροκειμένου ν ά έπ ικοινω νήσ ει, νά δρά­ σει πνευματικά. Π ρ οφ α νώ ς, δ λ ο αύτό τό σύστημα βρ ισκ όταν, άπό π ρ οϋπ όθ εση , έξω ά πό κάθε λο γ ή ς ό λοκληρω τική νο ο τ ρ ο π ία , ή ό π οια δ έν γινό τ α ν άντιλη π τή ά πό τή ν α ύχμη ρότητα τώ ν λο γο κ ρ ιτώ ν, π ού ά νή κα ν σ έ άλλη σ υνομοτα ξία . Ί σ ω ς γι’ αύτό καί ή σύγκ ρ ο υσ η μαζί της (άν π ιστέψ ομε τ ό ν Γ . Βα σ ιλό­ π ο υ λ ο καί τίς περιπτώ σεις π ο ύ άντιμετώ πισε) είναι μ ά λ λ ο ν άμελητέες. Καί κά π οιος ά λ λ ο ς έπρεπε νά τ ο ύς ειδοποιή σει γιά ν ά τό κα τα λά βουν. Τ ό ά ν διέκοψαν τήν έκδοσή το υς τά « Κ α λλιτεχνι­ κά Νέα» γιά λ ό γ ο υ ς ο ικονομικ ούς ή ά πό φ ρ ό νη ση , έπειδή π ο λλά ψ ιθυρίζοντα ν γιά τίς ύ ποψ ίες τώ ν άρχ ώ ν κα το χή ς, ή τά έκλεισαν οί Γ ερ μα νοί μέ τυπικά αύθαίρετη άπόφαση τήν ό π οια καί κο ινο π ο ίη σ αν σ το ύ ς ύ πεύθ υνο υ ς ή τή δ ιεμήνυ σα ν, είναι έπίσης ένα ά λ λ ο ζητού μενο. Π ερίπ ου τα υτό χρ ο να μ έ τά « Κ αλλιτεχνικά Ν έα» (π ο ύ π ρ ω το βγα ίνο υν σ τίς 12 ’Ιο υ λίο υ τού 1943) κ υ ­ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν τόν Α ύγ ο υσ τ ο οί π αρ ά νομοι «Π ρω τοπό­ ροι». Ή έπ ιλογή τού τίτλου δέν ήτα ν φυσικά τυχαία.


Κώστας Κουλουφάκος

Ή αντιστασιακή λογοτεχνία ’Αναζήτηση κάποιων γενικών της χαρακτήρων Τελικά δ,τι συνηθίζουμε νά άποκαλοΰμε «αντιστασιακή λογοτεχνία» υπάρχει ώς αυτόνομο λογοτεχνικό είδος; Κ α ί αν ναι, ποιά είναι τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα των άντιστασιακών λογοτεχνημάτων (πεζών, ποιημάτων, θεατρικών έργων); Πάνω σ ’αυτά τά ένδιαφέροντα έρωτήματα προβληματίζεται ό συνεργάτης μας Κώστας Κουλουφάκος στό κείμενο πού άκολουθεΐ. Τ ό γραφτό τούτο δέν φ ιλοδ ο ξεί νά έξαντλή σει τό θέ­ μα του. ’Α π οτελεί μιαν άρχική ά πλώ ς προσπάθεια ν ’ άντικριστεΐ ή «άντιστασιακή λογο τεχνία » ά π ’ τή σκοπιά διακρίβω σης τω ν πιό γενικ ώ ν της χα ρα κτή­ ρων, θέτοντας κάποια έρωτήματα. Οί ά παντήσεις π ού έπιχειρεϊ νά δώσει, καλύτερο είναι νά θεωρη­ θούν σ ά ν δοκιμαστικές π ροτάσεις, σ ά ν άπόπειρες πρ οσέγγισ ης μ ά λλ ον, παρά σ ά ν ά ποκρίσεις όριστικές. Τί άκριβώ ς σημαίνει δ δ ρος «άντιστασιακή λ ο γ ο ­ τεχνία»; ’Α π οτελεί, τά χα , κά π ο ιο ν ξεχω ρ ιστό κλάδο μέσα στά ποικίλα φ ανερώ ματα τής λ ο γ ο τ εχ νικ ή ς δη­ μιουργίας; Ή π ρόχειρη άπά ντησ η, πώ ς τό σ το ιχείο π ο ύ τής δίνει τήν ειδολογική της ταυτότητα είναι τό δτι άντλεΐ τά θέματά της ά π ό τίς διαθέσεις καί τίς πράξεις τών Ε λ λ ή ν ω ν ένάντια σ τού ς κατακτητές κατά τά χρόνια τής τρ ιπ λής κα τοχής, 1 9 4 1 -1 9 4 4 , δ έν είναι βέβαια ικανοποιητική. Πρώτα πρώτα γιατί ή πηγή θεμάτω ν, δ σ ο ύψ ηλή καί μεγάλη καί «ίερή» κι ά ν είναι, καθώς καί τά ίδια τά έπιλεγόμενα θέματα, δέν έπ α ρκ οΰν σ έ καμιά περί­ πτωση γιά νά ά ποτελέσ ουν καθοριστικά ειδολογικά στοιχεία τών έργω ν κι άκόμα λιγό τερο έπαρκή είναι γιά νά δώ σουν κάποια π λη ροφ ορ ία π ερί τής άξίας τους. Είναι κοινός τόπ ος δτι, ά νά λο γ α μέ τ ή ν όπτική γωνία άπ’ τήν όποια θ’ ά ντικριστεΐ καί μ έ τ ό ν τρ όπ ο π ού θά μετουσιωθεΐ, τό ίδιο θέμα μ π ο ρ εί ν ’ ά ποτελέσει ύλικό γιά τή συγγραφ ή ποιήμα τος, π εζογρ α φ ή­ ματος ή θεατρικού έρ γου , κι ά κόμα δτι μ έ τό ίδιο θέ­

μα είναι έξίσου δ υνατό νά γρ α φ τεί ένα άριστούργη μα ή ένα τερατούργημα. Έ π ειτ α , τό ά μφ ίβολη ς άξίας π ρ ο σ ό ν τής άπάντησ ης δτι περιορίζει τήν ύ ποδηλω τική λειτουργία τού έπιθέτου «άντιστασιακή», ύ π ερ τ ο νίζο ντα ς —μέσω τής π α ρ α π ομπ ής σ έ γε γο νό τα μιάς δ ρισ μένης π ερ ιό ­ δου σ έ μιάν όρ ισμένη χώ ρα— τή ν ίστορική διάσταση τώ ν θεμάτω ν, τείνει νά διαχω ρίσει έξ όρ ισμ ο ΰ καί μ ά λ λ ο ν αύθαίρετα, τίς έτσι χ ω ρ ο χ ρ ο ν ο λ ο γη μ έν ες διαθέσεις καί π ράξεις ά ντίσ τα σ ης ά πό δ λ ες τίς ά λλες ό μ ό λ ο γές τους π ού έγινα ν σέ ά λλη ίστορική στιγμή (π .χ . ένά ντια στή Χ ο ύ ν τ α κατά τή ν έφταετία) ή σ υντελο ΰ ντα ι καθημερινά μέσα σ τή ροή τ ο ύ κ οινω νικού γίγνεσθ αι (π.χ. ένά ντια στή ν αύθαιρεσία τού κοινω ­ νικ ο ύ, τού ο ικογενειακ ού, τ ο ύ κομ μα τικ ού, τού θρη­ σκευτικ ού ή ά λ λ ο υ κα τεστημένου) καί δικαιωματικά ά ξιώ νο υ ν ν ά δ ηλώ νοντα ι μέ τό έπίθετο «άντιστασιακές». ’Α π ’ τ ή ν ά λλη μεριά δμω ς, δ σ ο κι ά ν ή χ ω ρ ο χρ ο νική δ ιάσταση, μ ό νη της, είναι ά νεπα ρκές στοιχείο γιά τ ό ν π ρ ο σδ ιο ρ ισ μ ό τής Ιδιαιτερότητας τών έργω ν π ού ά φ ορμ ώ νται ά π ό άντιστασιακά περιστατικά τής σ υγκ εκρ ιμένη ς περ ιό δο υ , ό Ι σ τ ο ρ ι σ μ ό ς ά ποτελεϊ άνα μφ ισβήτη τα μ ιά ν (άλλά μ ό ν ο μιάν) ά πό τίς σ υ ν ι­ στώ σες τής άντιστασιακής λ ο γ ο τ εχ νία ς. Δ υ ό ά λλες συνιστώ σ ες της' μάς δ ίνονταν ά πό τή διπ λή φ ύσ η το ύ ά ντιστασιακοΰ ά γώ να , έτσι δπω ς σ υγκ εκρ ιμενοπ οιήθη κε στή χώ ρα μα ς, ά φ ’ έν ό ς ώς πατριωτική ένα ντίω ση (στό ξεκίνημ ά το υ) καί όργα νω μ ένη έξέγερση (στή σ υνέχεια ) κατά τώ ν κατακτη-


Παράπεμπε στό περιοδικό «Ν έοι Π ρω τοπόροι», π ο ύ σταμάτησε νά κυκλοφ ορεί μέ τ ή ν έπ ιβολή τής δικτα­ τορίας, τόν Α ύγ ουσ το τού 1936,6 καί π ο ύ π λαισιω ­ νόταν άπό όμάδες «πρωτοπόρων», ν έω ν άνθρώ πω ν πού χωρίς νά έχ ο υ ν κομματική ένταξη ήτα ν «συμπαθοΰντες» γενικά σ τόν κομ ουνιστικό χώ ρ ο . Οι «Πρω τοπόροι» τής κα τοχής, σ έ μικ ρό σ χή μ α (λόγω παρανομίας καί λόγω τω ν σ υνω μ ο τικ ώ ν κα­ νόνω ν), 12 χ 18 περίπου έκατοστά, μέ 16 σελίδες καί στοιχεία τώ ν 8 καί τώ ν 6 στιγμώ ν, έβ γ α λ α ν σ υ­ νολικά πέντε τεύ χη (τό τελευταίο: Δ εκ έμ βρ η ς 1943). Ά ν δμω ς καί ο ί παλιοί «Π ρω τοπόροι» π ρ ο σπ α θο ύ ­ σαν νά δ ώ σ ουν ένα πνεύμ α εύρύτερο ά π ό τίς κομ μα ­ τικές θέσεις (χω ρίς ίσω ς νά τό κ α το ρ θ ώ νο υν, στις περισσότερες περιπτώ σεις), οί κ α τοχικοί «Π ρω τοπό­ ροι» κρατήθηκαν σέ μιά εύρύτατη βά ση , άς τ ή ν ό νο μάσομε έαμική. 'Ο παρ ά νομος χα ρα κτή ρας τους καί οί ψευδώ νυμες ύ πογραφ ές στά κείμ ενα (έκτος άπό τό Γ ιώργο Λ αμπρινό, π ού θά είχε ήδη περάσει στή ν παρανομία) είναι φυσικό δτι έπ έτρεπ α ν "νά δ ημο­ σιεύονται κείμενα χω ρίς άνα σ τολές. ’Α λ λ ά έδώ , βέ­ βαια, έχομ ε ένα έντυπ ο πίσω ά πό τό ό π ο ιο βρίσκεται μιά συντακτική έπιτροπή πού π ροέρχεται ά π ό μιά παράνομη οργάνω ση καί ά ποδέχετα ι τίς επ ιλο γές της. Στό φ ύλλο τής «Ε πιθεώ ρη ση ς Τ έχνη ς» π ο ύ μ νη ­ μόνευσα π ρ οηγου μένω ς, ό Τά σος Β ο υ ρ νά ς γράφει δτι τή συντακτική έπιτροπή τ ή ν ά π ο τ ελο ΰ σ α ν οί: Μ άρκος Α ύγέρ ης, Ν ίκος Κ α ρ β ο ύ ν η ς, Μ έλπω Ά ξιώ τη κα ί,ώ ς γραμματέας ό Γ ιώ ρ γος Λ α μπ ρ ινός. Δ έν μπορώ νά ύποθέσω εύκολες καί σ υ χ ν ές σ υ ν ε­ δριάσεις μιας συντακτικής έπιτροπή ς μέ γραμματέα έναν παρ ά νομο, καί μάλιστα μέ μεγά λο κομματικό παρελθόν. Π ιό λογικό θά είναι νά τίς θεω ρή σομ ε π ο ­ λύ άτελεΐς. Ν ά σ υμβαίνει δηλαδή κάτι π α ρ όμ οιο: τά κείμενα π ού έρ χονται ά πό τόν παρ ά νο μ ο μη χανισμ ό νά διαβάζονται άπό δύο-τρία μ έλη τής έπ ιτρ οπή ς καί έτσι ν ά γίνεται ή έπιλογή τους. Μ π ο ρ εί λ ο ιπ ό ν κα­ νείς νά σκεφτεΐ δτι ό βαθμός τής έλευθερίας ή τ α ν με­ γά λος. Πιό φ υσικό δμω ς θά ήταν ν ά ύ π οθ έσ ομε ώς βέβαιο δτι καί δ λα τά μέλη τής έπιτροπής είχ α ν μιά εύρύτητα π νεύμ ατος, π ού άντα π οκρ ινότα ν έξά λ λο υ στό εύρύ άντιστασιακό π νεύμ α. Ή δ η δ μω ς καί ό σ κλη ρός δ ογμα τισμός τής δκρας άριστεράς είχε με­ τριαστεί αισθητά. Δ έν είναι τυχα ίο δτι ό έγκλεισ τος Σ η μ ε ιώ σ ε ις : 1. Ε ίνα ι, δ σ ο ξέ ρ ω , α ύ τό τ ό τε λ ε υ τ α ίο φ ύ λ λ ο , π ο ύ φ ω το τυ πη μένο α ν τίγ ρ α φ ό το υ, δ π ω ς κ α ί τ ο ϋ π ρ ο η γ ο ύμ εν ο υ τ ε ύ ­ χ ο υ ς, έ χ ω σ τ ά χ έ ρ ια μ ο υ χ ά ρ η σ τή ν ε ύ γ ε ν ικ ή φ ρ ο ντίδ α τ ο ϋ φ ίλ τα το υ Μ ά νο υ Χ α ρ ιτά το υ . 2. Ε ίν α ι μ ιά ά λ λ η ισ το ρ ία π ώ ς σ υ μ β α ίν ει μ ό ν ο λ ίγ ο ι ά νθρω ­ ποι νά κ α το ρ θ ώ νο υ ν τό ν ύ ψ η λ ό τόνο, σ τό ν ό π ο ιο μ ο ιρ α ία όδ η γο ΰ ν τ έ τ ο ιε ς ώ ρ ες, νά μ ή ν τό ν κ α τ α λ ή γ ο υ ν σ έ ρ η το ρ ι­ κ ή Ε κφ ραση. "Έτσι θ ά μ π ο ρ ο ύσ α μ ε νά μ ε λ ε τή σ ο μ ε , δ ια ­ β ά ζ ο ν τα ς τ ή λ ο γ ο τε χ ν ία π ο ύ γ ρ ά φ ε τα ι σ έ κ ρ ίσ ιμ ε ς π εριό ­ δ ο υς, έά ν, π ό τε κ α ί γ ι α τ ί Ε πιβιώ νει. 3. Μ ιά Ε φημερίδα π ο ύ το π ο θ έ τη σ α ν α μ έ σ ω ς ο ί ά ρ χ έ ς κ α τ ο ­ χ ή ς γερ μ α νό φ ιλο διευθυντή . 4. Ά ρ α γ ε γ ιά τ ο ύ ς ίδ ιο υς λ ό γ ο υ ς νά θ ε ω ρ ή σ ο μ ε δ τ ι ό Έ λ ύ τ η ς ε ίχ ε δ ώ σ ε ι π ρ ο η γ ο υμ έν ω ς νά δ η μ ο σ ι ε υ τ ε ί (φ . 2 0 τ ή ς 2 3 /1 0 /1 9 4 3 ) τ ό χ α ρ α κ τ η ρ ισ τ ικ ό π ο ίη μ α « Δ ώ σ ε τό χ έ ρ ι σ ου», τό ά τ ιτλ ο δ έ κ α τ ο Εκτο τ ή ς σ υ λ λ ο γ ή ς « Ή λ ιο ς ό

τότε σ έ χιτλερικό στρατόπεδο Ν ίκ ο ς Ζ αχαριάδη ς, δταν βρισκ όταν στίς φυλακές τ ή ς Κ έρκυρας στή δι­ κτατορία τού ’3 6 , έγραψ ε κάτω ά π ό τίς δ ύσ κολες συνθήκες τής φ υλακής τόν «’Α λη θινό Π αλαμά — Ό Δ ω δεκ άλ ο γο ς τού Γ ύφ του» (πο ύ ά ποσπάσμα τά του ά ρχισ αν νά δημ ο σ ιεύο υ ν οί π αρ ά νο μ ο ι «Π ρω τοπό­ ροι» ά π ό τό τρίτο φ ύ λ λο τους, ’Ο κτώ βρης 1943), ζη ­ τώντας νά ά ναδείξει τήν «προοδευτικότητα» τού Π α­ λαμά, ένώ λίγα χρ ό νια π ρ ίν ο ί νόμ ιμ ο ι «Ν έοι Πρω­ τοπόροι» κα τά γγελλα ν τ ό ν Π αλαμά μέ κάθε εύκαιρία ώς «άντιδραστικό» καί ποιητή τής «άστικής πα ­ ρακμής». 'Ω σ τόσο, δ ια βά ζοντα ς τά θεωρητικά κείμενα τών π αρ ά νομω ν «Π ρω τοπόρω ν»1 διαπιστώ νομ ε δτι έ­ χ ο υ ν σαφή π ρ οσα νατολισ μό π ρ ό ς τίς άντιλή ψ εις τής άκρας άριστεράς, ά λλά τα υτό χρ ο να κρατιώνται καί σ ’ ένα έπίπεδο π ο ύ έπέτρεπε τό δ ιά λογο. Έ τ σ ι, σέ μιά άρνητική κριτική γιά τό έρ γο τού Μ . Κ αραγά τση (γραμμένη πιθανώ ς ά πό τό Γ . Λ α μπ ρ ινό), φι­ λ ο ξ ε ν ο ύ ν τ ή ν άπάντηση π ού τούς σ τέλνει, μέ τό ψ ευδώ νυμο Χ ρ ή σ το ς Ν εζερ ίτης, ό ίδιος ό Καραγά τση ς. Τ ό φ α ινό μ ενο σ ήμα ινε δτι καί ό Καραγά τση ς ένέκ ρινε έμμεσα το ύς συνο μ ιλη τές τ ο υ καί ά πο δ εχό τα ν τό δ ιά λο γ ο , καί δτι ό σ κ λη ρό ς π υρ ή να ς τώ ν «Π ρω τοπόρω ν» ή τα ν διατεθειμένος νά τ ό ν σ υ ν ε­ χίσει, σ έ μιά γλ ώ σ σα π ού είχε ά ποβ άλει σέ κάποιο βαθμό τ ή ν τρ αχύτητά της. Ά λ λ ά σκέφ τομαι, έξαιτίας αύτώ ν τώ ν δ ύο π εριο­ δικώ ν, π ού κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν τήν ίδια άκριβώ ς χρονικ ή π ερ ίοδο καί π ο ύ το υ λ ά χ ισ το ν κάποιοι άπό τ ο ύ ς σ υ­ νερ γά τες τους ά νή κ α ν σ έ άρκετά σ υγγενείς ιδεο λο γι­ κές καί θεωρητικές τάσεις καί ένδεχο μ ένω ς κάποιοι ταυτίζοντα ν, καί π ο ύ γιά τό ν ό μ ιμ ο (τά «Κ α λλιτεχνι­ κά Ν έα») τά κείμενά του γράφ ονται μέ σ κ ο π ό νά μήν ά ποκ λεισ τούν ά πό τή λο γο κρ ισία , καί π ο ύ γιά τό πα ­ ράνο μ ο («Πρωτοπόροι») τά κείμενα γρά φ οντα ι σέ ύψ η λό τ ό ν ο φ ω νή ς γιά νά λ ειτ ο υ ρ γ ή σ ο υν σ έ έπίπεδο μ ά χη ς, τί άρα γε μπ ο ρ εί νά ά ποδώ σει μιά μελέτη καί σ ύγκριση τώ ν δ ύο αύτώ ν τρ ό π ω ν γραφ ής. Ά π ό έδώ δ μω ς ά ρχίζει ένα ά λλο κεφ άλαιο, ούσιαστικό καί δ χι περιγραφικό, δ πω ς κατέλη ξε ν ά είναι τό κείμενό μ ο υ , έπειδή γιά τ ό ν ά ρχικ ό του σχεδία­ σμά μοΰ έλειψ αν στοιχεία μ ά λλ ο ν άπαραίτητα, πού άς έλπ ίσ ο μ ε δτι θά μάς δ οθού ν ά πό το ύς έναπομένο ντ ε ς ά ξιόπ ιστου ς μάρτυρες. π ρ ώ το ς

5. ’Ε ν δ έ χ ε τα ι νά είνα ι ά κ ό μ α δ ικ ό το υ κ α ί τ ό π ρ ω το σ έ λιδ ο ανώνυμο, σ η μ ε ίω μ α π ο ύ γ ρ ά φ ε τα ι τα υτό χ ρ ο να μ έ τό κ ε ί­ μ ε νο τ ο β Ν ίκ ο υ Γ κ ά τ σ ο υ κ α ί ά ν τιτίθ ετα ι σ τ ίς α π ό ψ εις π ο ύ Α να π τύ σ σ ει ό Γ κ ά τ σ ο ς (« Κ α λ λ ιτε χ ν ικ ά Ν έ α » τ. 3 1 , τ ή ς 8 /1 /1 9 4 4 ) . 6 . Θ ά ή τα ν υ π ε ρ β ο λ ικ ό νά φ α ν τα σ το ύ μ ε δ τ ι ή θ ε λα ν κ α ί τυ π ικ ά \ν ά σ υ ν δ έσ ο υ ν τ ή νέα Ε κ δ ο σ η μ έ τή ν π α λ ιά . Ο ί « (Ν έο ι) Π ρ ω το π ό ρ ο ι» ε ίχ α ν σ τ α μ α τ ή σ ε ι σ τ ό φ ύ λ λ ο « 'Ιού­ λ η ς 1 9 36». Τ ώ ρ α , τό π ρ ώ το φ ύ λ λ ο ε ίχ ε Ενδειξη «Α ύ γο υ ­ σ τ ο ς (1 943)». Σ η μ ε ίω σ η : Ό Α ρ χ ικ ό ς τ ίτλ ο ς τ ο ϋ περ ιο δ ι­ κ ο ύ ή τα ν: « Π ρω τοπόρ οι» μ έ δ ιε ύ θ υ νσ η τ ο ύ Π έ τρ ο υ Π ι­ κ ρ ο ύ (δ ύ ο τ εύ χ η , Φ λ εβ ά ρ η ς κ α ί Μ ά ρ τ η ς 1 9 3 0 κ α ί ά π ό Φ λ εβ ά ρ η 1 9 3 1 Ε ω ς φ ύ λ λ ο 1 0 , Ν ο έ μ β ρ η ς 1 9 3 1 ) κ α ί μ ε τ ά τ ή σ ύ γ κ ρ ο υ σ η μ έ τό ν Π ικ ρ ό , π ο ύ κ ρ α τά ε ι τό ν τίτλ ο , β γ α ί­ νουν ώ ς « Ν έ ο ι Π ρω το π ό ρ ο ι» . 7. 7α5ν όπ ο ιω ν τ ή φ ω το τυ π η μ έν η σ ε ιρ ά π ο ύ Εχω σ τ ά χ έ ρ ια μ ο υ τή ν ο φ ε ίλ ω σ τή ν κ α λ ο σ ύ ν η τ ο ϋ Μ ά νο υ Χ α ρ ιτ ά τ ο υ .


Βάσως Κατράκη: Μήνυμα (ξυλογραφία) τών καί άφ ’ έτέρου ώς ιδεολογική διένεξη (άρχικά) καί αιματηρή έμφύλια σ ύγκ ρ ο υσ η (κα τόπιν) άνάμεσα στίς διαφορετικά φ ρ ονη μα τισμένες α ντισ τα σ ια ­ κές παρατάξεις. Μ έσα στίς σ υνθήκες τής κ α τ ο χ ή ς ό άντιστασιακός ά γώ να ς λειτού ργησ ε ώ ς ένα δ ιπ λό —πολω τικό θά ’λεγ α — σ ύστη μα διαθέσεω ν, ένεργειώ ν, οραμ άτω ν, π ού μέ τ ό ν ένα ή τ ό ν ά λ λ ο τ ρ όπ ο διέγειραν συναισθηματικά δ λ ο υ ς τούς Έ λ λ η ν ε ς π ρός τήν ίδ ια κατεύθυνση (άν καί όχι άναγκαστικά δ λ ο υ ς π ρ ός τ ό ν ί δ ι ο π ό λ ο ), δ ια μ ό ρ ­ φ ω ναν ά νά λογα καταστάσεις π νεύμ ατος καί π αρα κι­ ν ού σ α ν σέ δράση γιά τήν έπίτευξη έπ ιμέρ ου ς σ τ ό ­ χω ν (ή γιά τή ματαίωση τω ν σ τό χ ω ν α ύτώ ν) μέσα στή γενικότερη έπιδίω ξη γιά τό διώ ξιμο τώ ν κατακτητών. Σ’ α ύτό τ ό π λα ίσιο συνθ ηκώ ν, ή βίω ση καί συνειδη τοποίη ση τής δ ιεξα γόμ ενης (στίς διά φ ορες περιπτώ σεις) δ ράσης, καί τώ ν ά ποτελεσ μά τω ν π ο ύ αύτή είχε, σ υ γ κ ι ν ο ΰ σ α ν τό σ ύ ν ο λ ο τώ ν Ε λ λ ή ν ω ν έκείνα τά χρ όνια . Παρακαλώ ν ά π ρ οσ εχτεί δτι, ά πό τή ν άποψ η τής λογοτεχνικ ή ς ά ξιοπ οίη σ η ς τώ ν γ ε γο ν ό τ ω ν , δ έν έχει σημασία ά ν τό δείνα σ υγκ εκρ ιμένο περιστατικό σ υγκινοΰσ ε ένθουσ ιάζοντας τότε τούς μέν ή τ ρ ο μ ά ζ ο ν ­ τας τ ούς ά λλο υ ς, ά ν π ρ ο ξεν ο ύ σ ε συναισθήμα τα ικα­ νοπ οίη ση ς, χα ρά ς, έπιδοκιμασίας ή άντίθετα ά ποστέρησης, θλίψης, ά ποδοκιμασΐας. Ο ύτε έχει σ ημα σία ό αριθμός έκείνω ν π ο ύ τότε ένθ ο υσ ιάζο νταν ή π ο ύ τρ όμα ζαν, οί πλειοψ η φ ίες καί ο ί μειοψ ηφίες π ο ύ δια­ μόρφω νε τό κάθε όρ ισμ ένο περιστατικό. Κ άτι τέτοια έχ ου ν σημασία μ όνο ά πό τήν άποψ η τής χρ η σ τ ο μ ά ­ θειας (πατριωτικής, θρησκευτικής, παρα ταξια κής ή άλλη ς) π ού έπιδιώκει νά «καπελώσει» ιδεολογικά τά πνεύματα. Γιά τή λο γ ο τ εχ νία (πού , ώς πλα στική άνασύνθεση τή ς πραγματικότητας, είναι ά κριβώ ς τό άντίθετο τής δ ποιας χρ ηστομάθειας, έπειδή κύριο 48

ά πό το κ ο τής λειτου ργίας της είναι δ χι τό καπέλω μα ά λλά ή άπελευθέρω ση τώ ν π νευμ ά τω ν, μέσω τής ά νά π τυξη ς τώ ν π ρ οσλη π τικ ώ ν καί κριτικώ ν τους ικ α νοτή τω ν, καί ή κα λλιέργεια τής άνθρω πιάς μέσω τής διαδικασίας το ύ δ έους καί τού έλέο υς) σημασία έχει τό δτι ένα καί τό α ύτό περιστατικό σ υγκ ινεΐ —Αλλιώτικα τ ο ύ ς μέν κι άλλιώ τικα τ ο ύ ς δέ άλλά πάντω ς συγκ ινεΐ— ' δ λ ο υ ς . Έ τ σ ι, ή μέν καθολικότητα τής συγκ ίνη ση ς π ρ ο σδ ίνει ένα ν έ π ι κ ό χαρακτή ρα στά λ ο γ ο τ εχ ν ή ­ ματα π ο ύ ά ξιο π ο ιο ΰ ν τέτοια περιστατικά, ένώ τό σ τοιχείο τού έπ ιμερισμοΰ α ύτής τής σ υγκ ίνη ση ς σέ άντιτιθέμενες ή έστω διαφορετικές ποιότητες άποκαλύπ τει τ ό ν έντο να δ ρ α μ α τ ι κ ό (άν δ χ ι α ύτόχρημ α τραγικό) χαρακτήρα τώ ν έρ γω ν. Ή σ ύμπ ρ α ξη τής έπικής μ έ τή δραματική σ υ ν ι­ στώ σα, καί τώ ν δ υό μαζί μέ τή συνιστώ σ α το ύ Ιστο­ ρ ισμού, έπικουρεΐται καί χρω ματίζεται ά πό δ υό ακό­ μα στοιχεία: α. Τ ό ή ρ ω ι κ ό π ν ε ύ μ α π ο ύ διαποτίζει τ ίςά π εικ ο νιζό μ ενες στά έργα π ράξεις (οί ό π οιες δέν άποτελ ο ΰ ν έκδηλώ σεις κάποιας ένδιάθετης έπιθετικότητας π ο ύ φ οράει τό π ρ οσω πείο το ύ πατριω τισμού, ούτε όφ είλονται σέ ά γνο ια το ύ φ ό β ο υ , ά λλά είναι πράξεις α ύτοπροαίρετης π ρ οσφ ορ ά ς π ρ ό ς τό σ ύ ν ο λ ο , πραγματωμένες μέσα ά π ’ τ ή ν ύ περνίκη ση τού σαφέστατα σ υνειδη το πο ιη μ ένο υ φ ό β ο υ , μέσα άπ’ τ ή ν ύπέρβαση τώ ν ένστικτω ν τής α ύτο σ υντή ρ η σ η ς καί τής διαιώνι­ σ η ς τού είδους, μέσα άπ’ τ ό ν έγνω σμ ένο παραμερι­ σ μ ό τώ ν ά τομικώ ν σ υμ φ ερ ό ντω ν καί τήν έξίσου έγνω σμ ένη άδιαφορία γιά τίς πιθανές σ υνέπειες). β. Ή έλεγειακή διάθεση π ο ύ διαπνέει τά έργα αύτά, ά κόμα κι ά ν δ έν τήν έχ ο υ ν συνειδη τοποιή σει ά πό λ υτα ο ί δημιο υ ργο ί τους. Ή συγγρ αφ ή έν ό ς άντιστασιακού λο γ ο τ εχ νή μ α τ ο ς δ έν είναι στή ν ούσία


ΔΕΛΤΙΟ

6 Ό κ τ ω β ρ ίου 16 Ν οεμβρίου1982

Ε π ιμ έ λ ε ια : Έ φη Ά λάκη

ΒΙΒΛ ΙΟ ΓΡΑ Φ ΙΚ Ο ΔΕ Λ Τ ΙΟ ΑΡΙΘ . 58 •

Τό Βιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται μέ τήν πολύτιμη συνεργασία τού βιβλιο­ πωλείου τής «Εστίας», τή διεύθυνση καί τό προσωπικό του όποιου εύχαριστοΰμε θερμά.

7/ ταξινόμηση τών βιβλίων γίνεται μέ βάση τό γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Τα­ ξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνι­ κή βιβλιογραφία.

• Σέ κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούν­

ΓΕΝ ΙΚ Α Ε ΡΓ Α ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΜΠΕΝΑΚΕΙΟ ΦΥΤΟΠΑΘΟΛΟΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ / ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ. Κατάλογος περιοδικών. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 64.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΦΙΛΙΠΠΟ ΠΟΥ ΛΟΣ ΑΛΕΚΟΣ. Ό δημοσιογράφος. 'Αθήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 360. Δρχ. 350.

ται αλφαβητικά οί έλληνες συγγραφείς καί Ακολουθούν οί ξένοι. • 7 / κατάταξη τών ξένων συγγραφέων γί­ νεται σύμφωνα μέ τό έλληνικό άλφάβη• Στην κατηγορία τών περιοδικών δέν πε­ ριλαμβάνονται έβδομαδιαϊα έντυπα. • Γιά τήν άκόμη μεγαλύτερη πληρότητα τού Δελτίου, παρακαλούνται οί έκδοτες νά μας στέλνουν έγκαιρα τις καινούριες εκδόσεις τους.

σοφίας. 20ός αιώνας. Σύγχρονα φιλοσοφικά ρεύματα. Μετ; Χρίστου Νασοφίδη καί Κωστή Παπαγιώργη. ’Αθή­ να, Μορφωτικό Ίδρυμα ’Εθνικής Τραπέζης, 1982. Σελ. 406. Δρχ. 400. KAHN CHARLES. ’Αναξίμανδρος καί οί άπαρχές τής έλληνικής κοσμολογίας. Φιλόσοφος Λόγος. ’Αθήνα, Πολύτυπο, 1982. Σελ. 382. Δρχ. 480. ΝΑΣΙΟΥΤΖΙΚ A. Κ. Τό σήμερα καί τό αύριο. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 189. Σπινόζα ’Ηθική. Μετ. Μίνας Ζωγράφου. ’Αθήνα, Πέλλα. Σελ. 288. Δρχ. 300.

ΑΡΧΑΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

ΚΟΥΜΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Έ παινος καί ψόγος στήν άριστοτελική ήθική. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 44.

ΔΩΔΩΝΗ. ’Επιστημονική έπετηρίδα τής Φιλοσοφικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Ίωαννίνων. Τόμος Θ'. ’Ιωάν­ νινα, 1980. Σελ. 462 + πίνακες. Δρχ. 1.100.

ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ

Έπετηρίς Ιδρύματος Νεοελληνικών Σπουδών. Τόμος Β_: 1981-1982. Άθήναι, 1982. Σελ. 390. Δρχ. 1.000. Έπετηρίς τής ‘Εταιρείας Ήλειακών Μελετών. Τόμος Α \ Έ ν Άθήναις, 1982. Σελ. 571. Δρχ. 1.000.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

ΛΕΦΑΚΗΣ Θ. I. (ΔΟΜΙΝΟΣ). Μελέτη έπί τών έλευσινίων μυστηρίων καί τών μαντείων. Μετά προλόγου περί τής ινδικής σοφίας. ’Αθήνα, Μπογιάτης, 1982. Σελ. 128. CHANE JOLAN. «Τό έρωτικό Ταό». Μετ. Κωστή Μ. Κανδηλώρου. ’Αθήνα, Α ρμονία, 1982. Σελ. 193. Μ ΠΡΑΝΤΟΝ ΠΩΛ. Ή μυστική ’Ινδία. Μετ. Ε. Μπαρτζινόπουλου. ’Αθήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 398. Δρχ. 300. Τό μικρό λεξάρι τού Dharma. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 56. Δρχ. 100.

ΓΕΝΙΚΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ. Φιλοσοφία καί πολιτική. ’Αθήνα, Καρδαμίτσα, 1982. Σελ. 366. Δρχ. 570. ΛΑΓΟΓΙΑΝΝΗ-ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΟΥ ΠΙΠΙΤΣΑ. Ή γνω­ σιολογία τών στωικών. ’Ανάτυπον. Έ ν Ά θήναις, 1982. Σελ. 67-114. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΖΗΣΗΣ. Πολιτισμός θανάτου καί ζωτική έγρήγορση. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 95.

Ψ Υ Χ Ο Λ Ο Γ ΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΡΤΙΕΡ ΜΙΣΕΛ. Τί είπε πραγματικά ό Ράιχ. Μετ. Έβελίνας Χατζιδάκι. ’Αθήνα, Γλάρος, 1982. Σελ. 232. Δρχ. 280.

ΤΖΑΒΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Τό βέβαιο τού θανάτου. ’Αθή­ να, Δωδώνη, 1982. Σελ. 118.

ΑΤΟΜΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ENCYCLOPEDIE DE LA PLEIADE. Ιστορία τής φιλο­

ΑΝΤΛΕΡ Α. Συγκριτική άτομική ψυχολογία. Μετ. Τάκη 49


Δαρζέντα. ’Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 332. Δρχ. 330. KIJNKEL FRITZ. Ή έργασία είς τόν χαρακτήρα. ’Αθή­ να, Πέλλα. Σελ. 299. Δρχ. 250. ΡΟΖΕΝΤΑΛ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ. Στούς λαβύρινθους τής συ­ νείδησης. Μετ. ’Απόστολου Κοτσιώλη. ’Αθήνα, Σύγχρο­ r νη ’Εποχή, 1982. Σελ. 240. Δρχ. 280.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΛΥΒΑ ΕΛΠΙΔΑ. Ψυχολογία τού παιδικού χαρακτή­ ρα. ’Αθήνα, Κοροντζή, 1982. Σελ. 126. Δρχ. 150. ΜΠΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ I. Διάβασις διά τής ψυ­ χολογίας. Θεσσαλονίκη, Πουρναράς, 1982. Σελ. 238.

Θ Ρ Η Σ Κ Ε ΙΑ

ΖΙΓΚΛΕΡ ΖΑ Ν . Οί ζωντανοί κι δ θάνατος. ’Αθήνα, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1982. Σελ. 414. Δρχ. 380.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ειρήνη καί άφοπλισμός. ’Επιστημονικό Συμπόσιο. 22-23 Μάρτη 1982. Κέντρο Μαρξιστικών Ε ρευνών. ’Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1982. Σελ. 164, Δρχ. 250. ΜΑΝΤΟΥΒΑΛΟΣ ΣΠΥΡΟΣ Φ. Ή έλληνοσοβιετική πραγματικότητα. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 102. Δρχ. 200. Μ ΑΥ ΡΑ ΓΑΝ Ν ΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Π. Κατεστημένο καί άλλαγή. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 79. ΚΟΛΕΤΙ ΛΟΥΤΣΙΟ. ΟΙ Ιδεολογίες άπό τό ’68 μέχρι σή­ μερα. ’Αθήνα, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 81. Δρχ. 80. LASKI HAROLD J. Τό κράτος στή θεωρία καί στήν πρά­ ξη. Μετ. Κώστα ’Αποστόλου. ’Αθήνα, Κάλβος, 1982. Σελ. 305. Δ ρχ. 400.

ΓΕΝΙΚΑ ΜΙΧΑΛΑΣ ΤΑΣΟΣ. ’Εδώ Φινλανδία. Μέ τήν όρθοδοξία πέρα άπό τά σύνορα. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 140. Δρχ. 300.

ΘΡΗΣΚΕΙΟΛΟΓΙΑ ΚΙΛΙΦΗΣ ΤΙΜΟΘΕΟΣ Κ. Εύλαβικά ψελλίσματα. Γ' έκδοση βελτιωμένη. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 118. Δρχ. 150. ΜΠΑΤΑΪΓ ΖΟΡΖ. Ή θεωρία τής θρησκείας. Μετ. Κώστα Κουρεμένου. ’Αθήνα, Ύ ψιλον / Βιβλία, 1982. Σελ. 127. Δρχ. 150.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Ζητήματα τής ένεργειακής μας πολιτικής. Οί στόχοι τής πραγματικής άλλαγής στόν ένεργειακό τομέα. ’Αθήνα, Σύγχρονη Ε π ο χή , 1982. Σελ. 223. Δρχ. 280. ΚΙΟΧΟΣ ΠΕΤΡΟΣ Α. Στατιστική. Πειραιάς, Σταμούλης, 1982. Σελ. 614. Δρχ. 1.200. Μ ΗΝΑΪΔΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ Α. Οίκονομικές συναρτήσεις. Πειραιάς, Σταμούλης, 1982. Σελ. 221. Δ ρχ. 300.

ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΚΩΣΤΑΣ. Ή γένεση τού δλοκληρωτισμοϋ. Οίκονομική άνάπτυξη καί κοινωνική έπανάσταση. Β' έκδοση. ’Επιχειρήματα, άριθ. 3. ’Αθήνα, Imago. Σελ. 463. Δ ρχ. 500.

ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝ. Α. Ή έκκλησιαστική Ιστο­ ρία των Νέων Χωρών. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1982. Σελ. 196. Δρχ. 450.

ΠΑΠΑΣΤΑΜ ΚΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. Ή έλεύθερη κυκλο­ φορία έλλήνων εργαζομένων σέ χώρες τής ΕΟΚ. Θεσσα­ λονίκη, Κυριακίδης, 1982. Σελ. 245.

ΚΟΥΡΙΤΟΣ ΦΙΛΑΡΕΤΟΣ I. (Διάκονος). ’Ορθόδοξος έκκλησία έν Κύπρω έπί Φραγκοκρατίας. (Εναίσιμος διατρι­ βή). Βιβλιοθήκη Ιστορικών Μελετών, άριθ. 175. ’Αθήνα, Καραβίας, 1982. Σελ. 100. Δρχ. 250.

ΣΑΜ ΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Κράτος καί κεφάλαιο στήν Ε λ ­ λάδα. Δ' έκδοση. ’Αθήνα, Σύγχρονη Ε π ο χή , 1982. Σελ. 486. Δρχ. 650.

Κ Ο ΙΝ Ω Ν . Ε Π ΙΣ Τ Η Μ Ε Σ ΓΕΝΙΚΑ ΖΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ. ’Εμείς. Χτές-σήμερα-αύριο. ’Αθήνα, Βλάση, 1982. Σελ. 416.

ΧΑΤΖΗΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΚΩΣΤΑΣ. Οίκονομικά κίνητρα γιά τήν περιφερειακή άνάπτυξη. Θεσσαλονίκη, Παρατη­ ρητής, 1982. Σελ. 88. Δρχ. 250. ΡΟΜΠΙΝΣΟΝ ΤΖΟΑΝ. Ελευθερία καί άναγκαιότητα. Μετ. Δ. Α . ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 128. Δρχ. 200. TREVITHICK J. Α. Πληθωρισμός. Έ νας όδηγός γιά τήν κρίση τής οικονομικής έπιστήμης. Μετ. Παύλου Γρεβενίτη. Έπιμέλεια-είσαγωγή Θανάση Καλαφάτη. Πειραιάς, Σταμούλης, 1982. Σελ. 216. Δρχ. 400.

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ ΟΜΑΔΑ ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ. Ή κυπρία γυναίκα. (Έρευνα). Κύπρος, 1982. Σελ. 214. ECO UMBERTO. Ή σημειολογία στήν καθημερινή ζωή. ’Επιμέλεια Θόδωρου Τωαννίδη. Α θήνα, ΜαλλιάρηςΠαιδεία. Σελ. 228. Δρχ. 300. ΠΡΟΥΝΤΟΝ ΠΙΕΡ ΖΟΖΕΦ. Τί είναι Ιδιοκτησία; Μετ. Ίάννη Λό Σκόκο. ’Αθήνα, Ά ναγνωστίδης. Σελ. 319. Δρχ. 370. ΤΟΦΦΛΕΡ ΑΛΒΙΝ. Τό τρίτο κύμα. Μετ. Έ ρ. Μπαρτζινόπουλου. ’Αθήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 518. Δρχ. 400.

50

ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΡΑΣΗΣ ΜΑΡΙΑΝΟΣ Δ . Ή έννοια τής όφειλής είς όλόκληρον. Δημοσιεύματα Δογματικής καί ’Ιστορίας τοδ ’Αστικού Δικαίου, άριθ. 1. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 533 + 32.

ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Θέματα τής τοπικής αύτοδιοίκησης. Ά ρ θρ α καί μελέτες τών δημάρχων. ’Αθήνα, Τολίδης, 1982. Σελ. 314. Δρχ. 450.


ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΟΝΟΙΑ ΚΑΤΣΙΡΕΛΛΗ Α Ν ΝΑ . Διεθνής κοινωνική άσφάλεια ή «κράτος εύημερίας σέ παγκόσμια κλίμακα». ’Αθήνα, Μ νή­ μη, 1982. Σελ. 102. Δρχ. 300.

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΒΑΒΟΥΡΑΚΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ Γ. Κρητικές μαντινάδες καί ρίμες. Β' έκδοση βελτιωμένη-έπαυξημένη. ’Αθήνα, Κνω­ σός, 1982. Σελ. 110. Δρχ. 200.

Π Α ΙΔ ΙΚ Α ΕΑΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΑΝΕΖΙΝΗ-ΛΕΡΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ. Κάτι άκόμα πιό γλυκό κι άλλες εύθυμες περιπέτειες. Εικονογράφηση Νίνας Ν. Σταματίου. ’Επιμέλεια Κυριάκου Ξ. Λεράκη. ’Αθήνα, Κέ­ δρος, 1982. Σελ. 88. Δρχ. 220.

ΛΟΥΚΑΤΟΣ ΔΗΜ. Σ. Τά φθινοπωρινά. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 206. Δρχ. 350.

ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΒΑΜΒΑΚΑ ΜΑΡΙΕΤΤΑ. Ό φυλακισμέ­ νος πού... κλαία. Είκόνες Γιώργου Λαζόγκα. Θεσσαλονί­ κη, ΑΣΕ. Σελ. 45. Δρχ. 250.

ΦΛΩΡΑΚΗΣ ΑΛΕΚΟΣ Ε. Καραβάκια - Τάματα καί θα­ λασσινή άφιερωτική πρακτική στό Αιγαίο. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 262.

ΒΑΡΕΛΛΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ. Φιλενάδα φουντουκιά .μου. Ει­ κονογράφηση Ε λένης Μωραϊτη. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ, 1982. Σελ. 124. Δρχ. 250.

Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ Σ Η

Π Α ΙΔ /Γ ΙΚ Η

ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟ.Υ ΜΑΡΙΑ. Ό καραμελοβασιλιάς. ’Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1982. Δρχ. 250.

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ ΣΤΕΛΛΑ. Καβάλα σέ δυό φεγγάρια. Εικονογράφηση Φοίβου Οίκονομίδη. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ, 1982. Σελ. 120. Δρχ. 250.

ΜΟΥΣΤΑΚΗΣ ΒΑΣ. Μεγάλοι παιδαγωγοί. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 308. Δρχ. 350.

ΚΑΡΘΑΙΟΥ ΡΕΝΑ - ΜΑΝΟΥ-ΠΑΣΣΑ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. Χαρούμενες διακοπές. ’Αθήνα, Πατάκης, 1982. Σελ. 155.

HERDER. Λεξικό σχολικής παιδαγωγικής. Μετ. ’Ελευθέ­ ριου Κουτσούκη. Παιδαγωγική καί ’Εκπαίδευση, άριθ. 1. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1982. Σελ. 400.

ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ ΜΑΝΟΣ. Ό χιονάνθρωπος πού δέν ήθε­ λε νά λιώσει. Είκόνες Διατσέντας Παρίση. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ. Δρχ. 250.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΚΡΟΚΟΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Σταλαματιές. Εικονογράφηση ’Αγγελικής Μακρή. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ. Δρχ. 250.

Θέματα παιδείας - 4. Μελέτες Κέντρου Μαρξιστικών ’Ερευνών, άριθ. 13. Σειρά II. ’Αθήνα, Σύγχρονη Ε π οχή , 1982. Σελ. 262. Δρχ. 300. ΚΑΡΓΑΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣI. ’Εκθέσεις. Γιά τούς μαθητές τοΰ γυμνασίου. ’Αθήνα, Gutenberg, 1982. Σελ. 218. Δρχ. 350. ΜΩΡΑΪΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Κ. Ή διδασκαλία τής έλληνικής γλώσσας καί φιλολογίας στήν έλληνική εκπαίδευση. ’Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1982. Σελ. 370. Δρχ. 320. Γά όγδοντάχρονα τοΰ I. Θ. Κακριδή. ’Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού καί Γενικής Παι­ δείας / Ιδρυμα Σχολής Μωραΐτη, 1982. Σελ. 30. Δρχ. 100. ΠΑΠΑΚΩΣΤΟΥΛΑ-ΓΙΑΝΝΑΡΑ Γ. Α. - ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Α. - ΣΤΕΦΟΣ Α. Ή διδασκαλία στά κείμενα καί στή γλώσσα. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Παπαδήμας. Σελ. 358. Δρχ. 500. Περισσότερα έλληνικά. Συνεργασία τού διδακτικού προ­ σωπικού τού Σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας τοΰ Άριστοτελεϊου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Θεσσαλο­ νίκη, University Press, 1982. Σελ. 270. Δρχ. 380. HOPF DIETHER. Διαφοροποίηση τής σχολικής έργασίας. Μετ. Βασιλικής Δεληγιάννη-Κουιμτζή. Παιδαγωγι­ κή καί ’Εκπαίδευση, άριθ. 2. Θεσσαλονίκη, Κυριακίδης, 1982. Σελ. 130. ΡΟΣΦΟΡ ΚΡΙΣΤΙΑΝ. Τά παιδιά πρώτα! Μετ. ’Αγνής Ζακοπούλου. ’Αθήνα, Ύψιλον / Βιβλία, 1982. Σελ. 208. Δρχ. 280.

ΜΑΤΡΙΚΑ-ΠΙΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙΤΗ. Περιπέτεια στό Αύλάκι. 'Ομάδα "Αργος 1. ’Αθήνα, Περγαμηνή. Σελ. 93. Δρχ. 170. ΜΑΤΣΑΣ ΝΕΣΤΩΡ. Ό αστρονόμος Πηκτόκ καί όλα τά παραμύθια τού κόσμου. ’Αθήνα, Εύρωεκδοτική, 1982. Σελ. 65. Δρχ. 230. ΜΟΥΣΤΑΚΑΣ ΔΗΜ ΗΤΡΗΣI. Ά ς τραγουδήσουμε μαζί (ποιήματα γιά παιδιά). ’Αθήνα, 1982. Σελ. 71. ΜΠΟΣΙΝΑΚΟΣ Γ. Α. Οί μικροί βιοπαλαιστές. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 149. Δρχ. 250. Παιδικός όδηγός γιά γνωριμία μέ τή ζωγραφική. Μετ. Σ. Ζαραμπούκα. Πρόλογος Γιάννη Τσαρούχη. ’Αθήνα, Διά­ γραμμα. Σελ. 45. Δρχ. 350. ΠΑΠΑΔΑΚΗ ΑΘΗΝΑ. Ό ήλιος κρυώνει. Εικονογρά­ φηση Ειρήνης Καραλέκα. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ. Σελ. 60. Δρχ. 200. ΠΑΠΑΘΩΜΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΙΤΗ. Μότσαρτ. Ή ζωή καί’ τό έργο του. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 179. Παραμύθια τού κόσμου. Τόμος Α \ ’Αθήνα, Σύγχρονη Ε π ο χή , 1982. Σελ. 74. Δρχ. 250. ΠΑΣΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΣΤΗΣ Γ. Τά πρώτα παραμύθια. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ, 1982. Σελ. 110. Δρχ. 200. ΡΙΚΟΥΔΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ. Τό μεγάλο παιχνίδι τοΰ χει-, μώνα. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ. Σελ. 47. Δρχ. 170. ΣΑΡΗ ΖΩΡΖ. Ή σοφή μας σοφή, ή δασκάλα. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 46. Δρχ. 1.80. ΦΙΛΝΤΙΣΗ ΣΟΦΙΑ. Τά παιδιά τής γής. Εικονογράφηση Σπύρου Κούκου. Θεσσαλονίκη, ΑΣΕ, 1982. Σελ. 126. Δρχ. 250.


ΑΣΙΜΩΦ ΙΣΑΑΚ. Πώς βρήκαμε τήν ηλιακή Ενέργεια. Μετ. Θανάση Καραγιώργου. ’Αθήνα, Πανεπιστημιακός Τύπος. Σελ. 80. Δρχ. 180.

ΜΠΑΖΑΙΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. 100 βότανα 1.000 θεραπείες. ’Αθήνα, Μπαζαίος, 1982. Σελ. 191. Δρχ. 300.

ΦΕΝΤΟΝ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤ. ΟΙ στράτες της προσφυγιάς. Μετ. Νίτσας Χαρβάτη-Φέντον. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 218. Δρχ. 300.

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΜΠΑΛΕΦΣΚΥ NT. ΜΠ. Ό Τζόυ ό κλόουν. (Οί κω­ μικοί.) Μετ. Β. Καμάρη. Εικονογράφηση Σαμπούρο Ούατανάμπε. ’Αθήνα, Γνώση. Δρχ. 300. ΛΙΝΤΓΚΡΕΝ ΑΣΤΡΙΝΤ. Ρόνια ή κόρη τού ληστή. Μετ. Κώστα Λαδόπουλου.. Εικονογράφηση Ί λό ν Βίκλαντ. ’Αθήνα, Μετόπη, 1982. Σελ. 258. Δρχ. 380.

ΜΑΤΣΑΚΗΣ ΜΥΡΩΝ Π. Τά σύγχρονα ναυτικά όπλα καί όπλικά συστήματα. Ά θήναι, 1982. Σελ. 298. Δρχ. 750. Μ ΥΛΩΝΑΣ Ν. Α. ’Ενέργεια άπό τόν ήλιο. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 258. Δρχ. 400.

ΤΕΧΝΕΣ

ΜΕΝΣΕΛ ΡΟΝΤΕΡΙΧ. Ποΰ κατοικούν τά παιδιά δλου τού κόσμου. Εικονογράφηση Έ ρίκας Ούράι. ’Αθήνα, Περγαμηνή. Δρχ. 230.

ΓΕΝΙΚΑ

ΝΤΜΗΤΡΙΕΦ ΓΙΟΥΡΙ. Γειά σου σκιουράκι! Πώς τά πας κροκόδειλε; Μετ. Κίρας Σίνου. Σελ. 188. Δρχ. 350.

Ελληνικό πανόραμα 1: Πειραιάς 1900-1920. 48 άπόψεις άπό παλιές χρωμολιθογραφίες, φωτογραφίες καί κάρτποστάλ. Α θ ήνα, Συλλέκτης, 1982. Δρχ. 1.200.

ΣΑΙΝ-ΣΑΝΣ. Τό καρναβάλι τών ζώων. ΜετΑ Βαγγέλη Καμάρη. Εικονογράφηση Κόζο Κακιμότο. ’Αθήνα, Γνώ­ ση. Δρχ. 300. ΤΣΑΪΚΟΦΣΚΥ Π. I. Ή λίμνη τών κύκνων. Μετ. Β. Κα­ μάρη. Εικονογράφηση Συγκέρου Χατσουγιάμα. ’Αθήνα, Γνώση. Δρχ. 300.

Ελληνικό πανόραμα 2: Θεσσαλία (α) 1900-1930. 48 άπόψεις άπό παλιές χρωμολιθογραφίες, φωτογραφίες καί κάρτ-ποστάλ. ’Αθήνα, Συλλέκτης, 1982. Δρχ. 1.200. ΘΑΝΟΠΟΥΛΟΥ ΣΟΦΙΑ - ΜΑΡΟΥΛΙΝΑ. Κοσμήματα. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 132. Δ ρχ. 1.500. ΦΛΕΣΣΑΣ ΓΙΑΝΝΗ Σ. Κουλτούρα, ποιά είσαι λοιπόν. ’Αθήνα, Βασδέκης, 1982. Σελ. 121. Δρχ. 260.

ΘΕΤΙΚΕΣ Ε Π ΙΣ Τ Η Μ Ε Σ

ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ ΝΙΚΟΣ. Εθνική τέχνη καί πρωτο­ πορία. Μετ. Σεραφείμ Βελέντζα. ’Αθήνα, Ό χη μα , 1982. Σελ. 179. Δρχ. 500.

ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΑ

ΒΑΛΝΤΜΠΕΡΓΚ ΠΑΤΡΙΚ. Σουρρεαλισμός. Μετ. ’Αλε­ ξάνδρας Παπαθανασοπούλου. ’Αθήνα, 'Υποδομή, 1982. Σελ. 227. Δρχ. 350.

ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓ. - ΚΩΤΣΑΚΗΣ ΔΗΜ . Κ ο­ σμολογία. Ή δομή καί ή Εξέλιξη τού σύμπαντος. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 293. Δρχ. 700.

ΠΛΕΧΑΝΩΦ Γ. Τέχνη καί κοινωνική ζωή. Μετ. Γιάννη Μ ιχαλόπουλου. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 111. Δρχ. 200.

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΜΠΟΡΗΣ Ρ. Έ ννριες καί προτάσεις μαθηματικής άναλύσεως. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 170.

ΦΥΣΙΚΗ ΚΟΛΥΒΟΔΙΑΚΟΣ ΝΙΚΟΣ. Σπουδές στή φυσική. ’Αθή­ να, 1982. Σελ. 48.

ΕΦΑΡΜ. Ε Π ΙΣ Τ Η Μ Ε Σ ΙΑ Τ Ρ ΙΚ Η LAMBLEY PETER. Τό βιβλίο γιά τόν πονοκέφαλο. Μετ. Ελένης Τσελέπογλου. Α θήνα, Μπουκουμάνης. Σελ. 1981 Δρχ. 240.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ Κριτικές γιά τό έργο τού Γιώργου Σικελιώτη. 1975-1980. ’Αθήνα, 'Ερμής, 1982. Σελ. 122 + είκόνες. ΚΩΤΙΔΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Ό ζωγράφος Κ. Μαλέας (18791928). Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 343 + είκόνες. ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ. Χρίστος Καράς. ’Αθήνα, 1982. Δρχ. 2.300. ΣΠΗΤΕΡΗΣ ΤΩΝΗΣ. Δάσκαλοι τής έλληνικής ζωγραφι­ κής τού 19ου καί 20οΰ αίώνα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 190. Δρχ. 400. STOIC ΗΙΤΑ VICTOR IERONIM. Μανιερισμός καί τρέ­ λα. Ή περίπτωση Pondorno. Μετ. Δημήτρη Δεληγιάννη. ’Αθήνα, Νεφέλη, 1982. Σελ. 225. Δρχ. 320.

SCOTT CYRIL. Καρκίνος. Μερικά ένθαρρυντικά γεγονό­ τα γιά τήν πρόληψή του. Μετ. Γ. Μπαρουξή. Ά θήναι, Διόπτρα, 1982. Σελ. 80. Δρχ. 150.

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

Υ Γ ΙΕ ΙΝ Η

ΣΟΛΔΑΤΟΣ ΓΙΑΝΝΗ Σ. Ιστορία τού έλληνικοΰ κινημα­ τογράφου. Π Εκδοση. ’Αθήνα, Αίγόκερως, 1982. Σελ. 300. Δρχ. 400.

ΓΑΛΑΝΟΣ Δ. Σ. Γιά νά τρώμε σωστά. ’Αθήνα, Βασδέκης, 1982. Σελ. 126. Δρχ. 250.

Ό Φελίνι γιά τόν Φελίνι. Μετ. Τοσούλας Καραϊσκάκη. ’Αθήνα, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 212. Δρχ. 150.


ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΛΕΜΑΝ ΦΕΛΙΞ. Oi μεγαλύτεροι μουσικοί. Τό έργο καί ή ζωή των. Έκδοσις εικονογραφημένη. ’Αθήνα, Πέλλα. Σελ. 301. Δρχ. 250.

ΧΙΟΥΜΟΡ ΚΥΡ. ’Αλλαγή... μ’ άκοΰς; ’Αθήνα, Κάκτος, 1982. Δρχ.

Ε Ν Α Σ Χ Ο Λ Η Σ Ε ΙΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΒΥΤΙΝΑΡΟΣ Β. Λ. Ή ποδοσφαιρική προπόνηση. ’Αθή­ να, 1982. Σελ. 192. Δρχ. 500.

ΟΙΚΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΒΟΥΓΙΟΥΚΑ Α. 'Ιστορία μόδας Α-Β. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 205. Δρχ. 1.200. Πρόταση γιά μιά ύγιεινή διατροφή. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 84. Δρχ. 120. Τά τετράδια τής γιαγιάς. Τά φυτά στό σπίτι. ’Αθήνα, Ά κιδάλια, 1982. Σελ. 40. Δρχ. 8θ'.

ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΑ ΔΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝ. - CHOMSKY NOAM - ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΣ - MERLEAU-PONTY MAURICE - STERN J. Ρ. Θεωρία τής γλώσσας. Σειρά Β’. Σπουδές άριθ. 1. ’Αθήνα, Imago, 1982. Σελ. 247. Δρχ. 250.

νάτου. Ερμηνευτική προσέγγιση τής έπιχειρηματολογίας. Κείμενο-μετάφραση-έρωτήσεις. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Γρή­ γορης, 1982. Σελ. 64. ΝΑΤΣΟΥΛΗΣ ΤΑΚΗΣ. ’Αρχαίο έλληνικό πνεύμα. ’Ανέκδοτα. (Γνωμικά καί στιγμιότυπα άπό τή ζωή τών άρχαίων Ελλήνων). ’Αθήνα, 1982. Σελ. 359. Δρχ. 325. SCHADEWALDT WOLFGANG. Ά π ό τόν κόσμο καί τό έργο τού 'Ομήρου. Τόμος Β': 'Ομηρικές σκηνές. Μετ. Φάνη I. Κακριδή. ’Αθήνα, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1982. Σελ. 298. Δρχ. 400.

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΠΟΙΗΣΗ ΒΑΓΕΝΑΣ ΝΑΣΟΣ. *0 λαβύρινθος τής σιωπής. Δοκίμιο γιά τήν ποίηση. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 53. Δρχ. 150. ΒΛΑΣΣΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΤΡΕΑΣ X . ’Αθήνα μου παλιά. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 32. Δρχ. 300. ΒΟΤΣΗ ΟΛΓΑ. Ή άλλη γνώση. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 84. Δρχ. 300. ΓΚΟΥΡΟΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. ’Επικό καί λυρικό τρα­ γούδι γιά τήν Παλαιστίνη. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 22. ΔΗΜΟΥ. ΝΙΚΟΣ. Ποιήματα 1950-1980. Α θήνα, Νεφέλη, 1982. Σελ. 156. Δρχ. 200. ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΣ ΑΛΕΞΗΣ. Ή θάλασσα τών πνιγομένων. Β' έκδοση. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 44. ΙΩΑΝΝΟΥ Θ. Πορεία στό δνειρο. ’Αθήνα, Τό Έλληνικό Βιβλίο, 1982. Σελ. 39. ΚΑΒΟΥΡΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Γιάννης Κουτσοχέρας. Ποιητής τοϋ έλλαδικοΰ καί πανανθρώπινου χώρου. ’Αθή­ να, Γρηγόρης, 1982. Σελ. 219. Δρχ. 300.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΚΑΡΑΜΒΑΛΗΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ I. Μικρές φωτιές. (ΧάιΚάι). Α θήνα, 1982. Σελ. 48.

ΚΡΙΑΡΑΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ. Λεξικό τής μεσαιωνικής έλληνικής δημώδους γραμματείας. 1100-1669. Τόμος Η’. Θεσσαλονίκη, 1982. Σελ. 440. Δρχ. 1.000.

ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ Α ΝΔΡΕΑΣ. ’Ηχώ. Μεταφράσεις ποιη­ μάτων. Ξένη Ποίηση, άριθ. 1. ’Αθήνα, Γνώση, 1982. Σελ. 181. Δρχ. 300.

’Ορθογραφικό λεξικό τής δημοτικής. Μονοτονικό. ’Αθή­ να, Gutenberg, 1982. Σελ. 503. Δρχ. 170.

ΚΑΡΟΥΖΟΣ ΝΙΚΟΣ. ’Αναμνηστική λήθη. ’Αθήνα, Γοργώ, 1982. Σελ. 60.

ΠΑΠΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ν. Λεξικόν των ρημά­ των τής άττικής πεζογραφίας. ’Αθήνα, Παπαδήμας, 1982. Σελ. 1.125. Δρχ. 1.200.

ΚΑΡΤΕΡ ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ’Ατομικός φάκελος. Ποιήματα 1977-1982. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 57.

ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

ΚΟΝΤΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ. Τά όστά. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 154. . Δρχ. 250.

ΠΕΤΣΙΝΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ. Έλληνο-ρουμανικοί διάλογοι. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 192. Δρχ. 200.

ΛΕΥΚΑΔΙΤΗΣ ΠΑΝΑΓΗΣ. Ή λόγχη καί τό περιστέρι. ’Αθήνα, Διογένης, 1982. Σελ. 16.

ΤΣΑΜΠΟΥΝΑΡΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ. Ά γγλοελληνικό λεξικό προχωρημένων άγγλομαθών. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 592. Δρχ. 750.

Μ ΑΓΓΑΝΑΡΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ. Libido. Νέα ποιήματα. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 80.

Κ Λ Α Σ ΙΚ Η Φ ΙΛΟΛΟΓΙΑ ΜΕΛΕΤΕΣ ΔΟΥΛΑΒΕΡΑΣ ΑΡΙΣΤ. Δ . Λυσία: Λόγος ύ.πέρ τοϋ άδυ-

Μ ΑΡΙΔΑΚΗΣ ΠΕΤΡΟΣ Μ. Ό μεγάλος ύπνοβάτης. Ποιήματα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 37. Δρχ. 100. ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ. Ξημερώνει. Ποιήματα. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 66. ΜΠΑΣΑΝΤΗΣ ΔΙΑΜ ΑΝΤΗΣ. ’Απόπλους πρός τό μύ­ θο. ’Αθήνα, Σημεΐον, 1982. Σελ. 30. Δρχ. 80. 53


ΟΡΦΑΝΟΥΔΑΚΗΣ Γ. Ν . Διάχρονα. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 62. ΠΕΤΣΙΟΣ ΑΝΤΩΝΗΣ X. Μασκαράτες. Λάρισα, 1982. Σελ. 32.

ΚΕΡΕΝΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ. Οί κανόνες τοΰ παιχνιδιού. ’Αθήνα, Μορφωτική Έ νωση Λεχαινών, 1982. Σελ. 152. Δρχ. 200. ΚΕΤΣΗΣ ΜΑΝΘΟΣ. Κρανίου τόπος. Διηγήματα. ’Αθή­ να, Σύγχρονη ’Εποχή, 1982. Σελ. 110. Δρχ. 120.

ΣΤΑΥΡΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ. Νέγροι ποιητές. Εισαγωγή μεταφράσεις. ’Αθήνα, Πρόσπερος / Α νθολόγιο, 1982. Σελ. 102.

ΚΟΛΩΝΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Ή διπλανή μοναξιά. Διηγήμα­ τα. ’Αθήνα, Μπογιάτης, 1982. Σελ. 160.

ΤΡΥΦΩΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ Δ. Ό έσχατος τού χάους. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 87.

ΚΟΥΜ ΑΝΤΑΡΕΑΣ ΜΕΝΗΣ. Ό ωραίος λοχαγός. ’Αθή­ να, Κέδρος, 1982. Σελ. 213. Δρχ. 350.

ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ Θ. Δ. ’Απεναντίας. Ποιήματα καί ρίμες. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 61.

ΚΥΤΟΠΟΥΛΟΣ ΝΙΚΟΣ. Ή δοκιμασία. Α θήνα, Σύγ­ χρονη Ε π ο χή , 1982. Σελ. 298. Δρχ. 380.

ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ. ’Αμμόχωστος βασι­ λεύουσα. ’Αθήνα, 'Ερμής, 1982. Σελ. 172. Δρχ. 300.

ΜΑΞΙΜΟΥ ΠΗΝΕΛΟΠΗ. Κάτι συμβαίνει μέ τόν άντρα μου. Β' έκδοση. ’Αθήνα, Στοχαστής, 1982. Σελ. 166. Δρχ. 230.

ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ. Ποίηση. Τόμοι A' + Β'. Μετ. Πέτρου ’Ανταίου. ’Αθήνα, Όδυσσέας. Σελ. 247 + 213. Δρχ. 300 + 250. ΜΑΡΞ ΚΑΡΑ. ’Ερωτικά ποιήματα. Πρόλογος - μετάφρα­ ση Εύγένιου Άρανίτση. ’Αθήνα, Ερατώ, 1982Γ Σελ. 72. Δρχ. 140.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΑΚΡΙΤΑ ΕΛΕΝΑ. Ραντεβού μέ τήν Έ λενα. Έ ξώφυλλοσκίτσα Δήμου Σκουλάκη. Α θήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 270. Δρχ. 250. ΑΛΕΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΦΑΙΔΩΝ. Χαλίκια. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 109. Δρχ. 250.

ΜΗΤΡΑΣ Μ ΙΧΑΗΛ. ’Αστική τοπιογραφία. ’Αθήνα, Αίγόκερως, 1982. Σελ. 53. ΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΛΛΙΟΠΗ. Ή κιβωτός μου. Μυθι­ στόρημα. ’Αθήνα, Διογένης, 1982. Σελ. 152. Δρχ. 200. ΠΑΛΜΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Λόγια πού καίνε. ’Αθήνα, Πνοή, 1982. Σελ. 80. ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Καβάλα στή χελώνα. Μυθιστόρημα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 165. Δρχ. 250. ΡΟΖΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ. ’Αντιπαραθέσεις. Μελέτες καί δο­ κίμια σύγχρονου πνευματικού προβληματισμού. ’Αθήνα, Δρυμός, 1982. Σελ. 166.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ ΡΕΝΟΣ ΗΡΑΚΛΗ. Καίγε. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 207. Δρχ. 400.

ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ ΓΙΑΝΝΗ Σ. Φυγή πρός τά έμπρός. ’Αθή­ να, Κάκτος. Σελ. 142. Δρχ. 200.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Τό παραβάν. Διηγήματα. ’Αθή­ να, Δωρικός, 1982. Σελ. 134. Δρχ. 200.

ΣΙΜΙΤΖΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ. Τά διηγήματα τής άπαλάμης. Β’ έκδοση. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 123. Δρχ. 250.

ΒΕΡΟΣ Κ. Πυρκαγιά. ’Αθήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 135. Δρχ. 150.

ΣΤΑΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑ. Ή χορδοφάσα καί ό κύκλος. Διήγηση. ’Αθήνα, Έ ρμης, 1982. Σελ. 107. Δρχ. 150.

ΒΛΑΧΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ Σ. Πυθίας παραληρήματα. ’Αθήνα, Εστία, 1982. Σελ. 222. Δρχ. 300.

ΤΣΙΑΤΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ Ε. Πειραιώτικοι παλμοί. Πειραιάς, 1982. Σελ. 130. Δρχ. 200.

ΓΛΥΚΟΦΡΥΔΗ-ΤΣΑΤΣΟΥΛΑ ΚΑΤΕΡΙΝΑ. Πανω­ ραία. Μυθιστόρημα. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 165. Δρχ. 250.

ΦΛΑΜΟΥΡΤΖΟΓΛΟΥ ΘΩΜΑΣ Κ. Διάσπαση άτόμου. Διηγήματα. ’Αθήνα, Ε στία, 1982. Σελ. 120. Δρχ. 200.

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΘΟΔΩΡΟΣ Κ. Τό στάρι καί­ γεται. ’Αθήνα, Καρανάσης, 1982. Σελ. 87. Δρχ. 130.

ΦΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΣ Θ. Δ.Ε πίκαιρα διηγήματα. ’Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1982. Σελ. 141. Δρχ. 200.

ΓΡΑΤΣΕΑΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Ό βαρκάρης τοΰ κάστρου. ’Αθήνα, Κνωσός. Σελ. 165 + είκόνες. Δρχ. 300.

ΦΡΕΡΗ Μ ΑΡΙΚΑ ΒΕΛ. 15 διηγήματα. Α θήνα, Βασι­ λείου, 1982. Σελ. 206. Δρχ. 300.

ΔΕΙΛΙΝΟΣ ΔΗΜ ΗΤΡΗΣ. Ταξίδια καί δνειρα. Μυθιστό­ ρημα. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 175. Δρχ. 250.

ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ. Δανεικιά γραβάτα. Γ' έκδοση. ’Αθήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 87. Δρχ. 150.

ΔΕΦΝΕΡ ΟΘΩΝ Μ. Βασίλισσα τής Λυδίας. Έ ργα, 19791981. ’Αθήνα, Περγαμηνή, 1982. Σελ. 176.

ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ. 525 Τάγμα Πεζικού. Μυθιστόρημα. Β' έκδοση. Α θ ήνα, Καστανιώτης, 1982. Σελ. 181. Δρχ. 250.

ΔΙΑΚΟ ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ I. Τό πανέρι μέ τις όχιές. ’Αθήνα, Λαδιάς, 1982. Σελ. 388. Δρχ. 700. ΔΟΥΚΑΣ ΣΤΡΑΤΗΣ. Οί δώδεκα μήνες. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 36. ΖΑΡΚΟΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Βιτριόλι. ’Αθήνα, Κάλβος, 1982. Σελ. 119. Δρχ. 150. ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ. ’Εφήβων καί μή. Διάφορα κείμε­ να. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 335. Δρχ. 450. ΚΑΜ ΠΑΝΗΣ ΝΙΚΟΣ. Μαντάμ Ό ρτάνς. ’Αθήνα, Κά­ κτος, 1982. Σελ. 234. Δρχ. 250.

ΧΑΤΖΗΑΝΑΓΝΩ ΣΤΟΥ ΤΑΚΗΣ. Ψαρόγιαννος. Έ λλη­ νες Πεζογράφοι, άριθ. 29. ’Αθήνα, Φιλιππότης, 1982. Σελ. 143. Δρχ. 250. ΨΥΧΟΓΙΟΣ ΔΗΜ ΗΤΡΗΣ. Μεροληπτική κατάθεση. ’Αθήνα, Πολύτυπο, 1982. Σελ. 110. Δρχ. 180. ΑΠΝΤΑΪΚ ΤΖΩΝ. Τρέχα λαγέ. Μετ. Ά θ ηνδς Δημητριάδου. ’Αθήνα, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 359. Δρχ. 250. ΑΠΟΛΛΙΝΑ1Ρ ΓΚΥΓΙΩΜ. Ή καθιστή γυναίκα. Μετ. Λύντιας Στεφάνου. ’Αθήνα, Έρμείας, 1982. Σελ. 125. Δρχ. 270.


ΑΡΤΩ ΑΝΤΟΝΕΝ. Ταξίδι στή χώρα των Ταραχουμάρα. Μετ. Λυδίας Κουβάτσου. ’Αθήνα, Αίγόκερως, 1982. Σελ. 125. Δρχ. 200.

ΜΠΕΚΕΤ ΣΑΜΟΥΕΛ. Ό Μαλόν πεθαίνει. Μετ. ’Αλε­ ξάνδρας Παπαθανασοπούλου. ’Αθήνα, Κρύσταλο, 1982. Σελ. 149. Δρχ. 280.

ΑΣΙΜΩΦ - ΚΛΑΡΚ - ΒΟΓΚΤ κ.ά. Μεγάλη Ανθολογία έπιστημονικής φαντασίας. Τόμος Α - (1934-1950). ’Αθήνα, Εξάντας. Σελ. 444. Δρχ. 400.

ΜΠΕΛΟΟΥ ΣΟΛ. Ά ρ πα ξε τή μέρα. Μετ. Εύης Φρυδά. Α θήνα, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 134. Δρχ. 100.

ΑΤΣΙΛ ΓΚΙΟΡΓΚΙ. Ό κανόνας τής έλευθερίας. Μετ. Γιάννη Σαμαρά. ’Αθήνα, Σύγχρονη Ε π ο χή , 1982. Σελ. 123. Δρχ. 150. ΒΑΓΙΑΝ ΡΟΖΕ. Μπώ Μάσκ. (Τό όμορφόπαιδο). Πρόλο­ γος καί μετάφραση Παύλου Τσιώμη. ’Αθήνα, Κέδρος, 1982. Σελ. 399. BERGLUND GREGORY. Σχιζο τανγκό ή μιά Αφοπλι­ στική τρέλα. Μετ. Κώστα Δεληγιάννη. Θεσσαλονίκη, ’Ανοιχτή Γωνία, 1982. Σελ. 256. Δρχ. 330. ΒΙΑΝ ΜΠΟΡΙΣ. 'Ο έρως είναι τυφλός. Μετ. Ρένας Χάτχουτ. Γράμματα / Λογοτεχνία, άριθ. 67. ’Αθήνα, Γράμμα­ τα, 1982. Σελ. 142. Δρχ. 120. FAULKNER WILLIAM. Φως Αύγούστου. Μέΐ. Σταμάτη Ντώνια. Θεσσαλονίκη, ’Ανοιχτή Γωνία, 1982. Σελ. 429. Δρχ. 490. GIONO JEAN. ’Ανάρρωση. Β" έκδοση. Μετ. Ά ρ η Δικταίου. ’Αθήνα, Αίγόκερως. Σελ. 141. Δρχ. 200. Χίλιες καί μιά νύχτες. Ό μαγικός λύχνος τού Ά λαντίν. Μετ. Κώστα Τρικογλίδη. ’Αθήνα, Γράμματα, 1982. Σελ. 157. Δρχ. 200. HESSE ERMAN. Ή καρδιά ένός παιδιού. Μετ. Ε λένης Σταμάτοπούλου. Α θήνα, Λυχνάρι, 1982. Σελ. 203. Δρχ. 280. ΚΑΝΕΤΤΙ ΕΛΙΑΣ. Οί φωνές τού Μαρρακές. Μετ. Νίκου Δήμου. ’Αθήνα, Libro. Σςλ. 148. Δρχ. 260. ΚΑΤΑΕΦ ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ. Οί καταχραστές. Μετ. Κώστα Μερτβάγου. ’Αθήνα, Πέλλα. Σελ. 228. Δρχ. 200. ΚΑΦΚΑ ΦΡΑΝΤΣ. I μεταμόρφωσι. (Νουβέλα). Μετ. Θωμά Σ. Σερμπίνι. Θεσσαλονίκη, Πασχάλης. Σελ. 74. ΚΑΦΚΑ ΦΡΑΝΤΣ. Στό ύπερώο. Κι άλλα διηγήματα. Μετ. Δημ. Στ. Δήμου. ’Αθήνα, Νεφέλη, 1982. Σελ. 138. Δρχ. 180. ΚΕΡΦ ΜΥΡΙΕΛ - ΜΠΡΟΥΝΚ ΣΙΝΓΚΡΙΤ - ΑΡΕΝΑΝΤΕΡ ΜΠΡΙΤΤ - ΓΚΟΝΤΟΥΙΝ ΓΚΕΪΛ - ΜΑΪΚΕΜΑ Χ ΑΝΝΕΣ - ΜΟΡΑΝΤΙ ΦΛΑΜΙΝΙΑ - ΡΟΪΓΚ ΜΟΝΤΣΕΡΑΝΤ. Γυναίκες τού κόσμου. Διηγήματα. ’Αθήνα, Άγχιβάσικ, 1982. Σελ. 157. Δρχ. 220. ΚΟΝΡΑΝΤ ΙΩΣΗΦ. Ή Φρέγυα άπό τά έφτά νησιά. Μετ. Γιώργου Πράτσικα. ’Αθήνα, Νεφέλη, 1982. Σελ. 122. Δρχ. 160. ΚΟΡΟΛΕΝΚΟ. Τό όνειρο τού Μακάρ. Μετ. Ε λένης Μπακοπούλου. ’Αθήνα, Δάφνη. Σελ. 76. Δρχ. 120. ΚΟΥΝΤΕΡΑ ΜΙΛΑΝ. Τό βιβλίο τού γέλιου καί τής λή­ θης. Μετ. Ά ντρέα Τσάκαλη. ’Αθήνα, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 230. Δρχ. 180. ΛΟΥΙΣ ΠΙΕΡ. ’Ανοιξιάτικη νύχτα. Καί άλλα διηγήματα. Μετ. Μπετίνας. ’Αθήνα, Αίγόκερως, 1982. Σελ. 93. Δρχ. 160. ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ. ’Ερωτικά γράμματα .στή Λίλια Μπρικ. Μετ. Τασούλας Καραϊσκάκη. ’Αθήνα, Όδυσσέας. Σελ. 193. Δρχ. 200.

ΜΠΕΤΙ ΛΑΟΥΡΑ. Ή κυρία μέ τό βέλο. Μετ. Τασούλας Καραϊσκάκη. Α θήνα, Εξάντας, 1982. Σελ. 187. Δρχ. 250. Μ ΩΠΑΣΑΝ ΓΚΥ ΝΤΕ. Ό θείος μου ό ’Ιούλιος. Μετ. -Αμαλίας Τσακνιά. Α θήνα, Νεφέλη, 1982. Σελ. 212. Δρχ. 250. ΝΤΕΜΠΛΙΝ ΑΛΦΡΕΝΤ. Μπέρλιν Ά λεξάντερπλατς. Ή Ιστορία τού Φράντς Μπίμπερκοπφ. Μετ. Μηνά Παράσχη. Α θήνα, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 472. Δρχ. 320. ΟΥΑΪΛΝΤ ΟΣΚΑΡ. Τό πορτραΐτο τού κ. W. Η. καί 12 ποιήματα. Μετ.-σημειώσεις Είρήνης Βρής. Α θήνα, Ό δ ός Πανός, 1982. Σελ. 77. Δρχ. 150. ΠΑΒΛΟΦΣΚΙ ΜΠΟΝΙΝ. Οί μετανάστες. Γουέστ άουστ. Μυθιστόρημα. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής, 1982. Σελ. 316. Δρχ. 350ΠΟΕ ΕΝΤΓΚΑΡ Α ΛΑ Ν . Ή μάσκα τού κόκκινου θανά­ του. Μετ. Γιάννη Εύαγγελίδη. ’Αθήνα, Γράμματα, 1982. Σελ. 222. Δρχ. 300. ΡΟΜΠΙΝΣ ΧΑΡΟ ΛΝΤ. Ποτέ μήν άγαπήσεις ξένο. Μετ. Δ. Κωσταντάρα. Α θήνα, Κάκτος, 1982. Σελ. 292. Δρχ. 300. ΣΕΛΙΝ ΛΟΥΪ-ΦΕΡΝΤΙΝΑΝ. Μακελειό. Μετ. Λίλας Παπαδούλη-Γκινάκα. Α θήνα, Γράμματα, 1982. Σελ. 124. Δρχ. 170. ΣΜΙΘ ΜΠΕΤΤΥ. Ό νειρα. Μυθιστόρημα. Μετ. I. Κονσολίδου. Α θήνα, Γκοβόστης. Σελ. 241. Δρχ. 200. ΣΤΑΙΝΜΠΕΚ ΤΖΩΝ. Τό κόκκινο άλογάκι. Μετ. Νίκου Τυπάλδου. ’Αθήνα, Αιγαίο. Σελ. 112. Δρχ. 150. ΣΤΗΒΕΝΣΟΝ ΡΟΜΠΕΡΤ Λ. Κατριόνα. Οί περιπέτειες τού Νταίηβιντ Μπάλφουρ. Μετ. Μπάμπη Λυκούδη. Α θ ή­ να, Όδυσσέας, 1982. Σελ. 281. Δρχ. 200. ΤΟΥΡΓΚΕΝΙΕΦ ΙΒΑΝ ΣΕΡΓΚΕΓΙΕΒΙΤΣ. Μιά φωλιά εύγενών. Μετ. Μίρας Δημητρίου. Θεσσαλονίκη, Α νοιχτή Γωνία, 1982. Σελ. 228. Δρχ. 300. ΤΣΑΝΤΛΕΡ ΡΕΗΜΟΝΤ. Ή κυρία τής λίμνης. Μετ. Κωνσταντίνου Α ργυρού. Α θήνα, Ό δυσσέας, 1982. Σελ. 286. Δρχ. 200. ΓΟΥΑΪΛΝΤ ΟΣΚΑΡ. Τό φάντασμα των Κάντερβιλ. Μετ. Ρένας I. Χάτχουτ. Α θήνα, Γράμματα, 1982. Σελ. 143. Δρχ. 190. ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΡΟΜΠΕΡΤ Ε. Ό κήπος τού φόβου. Μετ. Γιώργου Μπαλάνου. Α θήνα, Dragon, 1982. Σελ. 167. Δρχ. 230. ΧΕΡ ΜΑΪΚΛ. Κουρέλια. Μυθιστόρημα. Μετ. ΝέλληςΌ λ γα ς Γ κανά καί Κωστή Μπακαλάκου. Α θήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 247. Δρχ. 380. ΖΟΛΑ ΕΜΙΛ. Γιά μιά έρωτική νύχτα. Μετ. Γ. Σημηριώτη. Α θήνα, Κοροντζή. Σελ. 63. Δ ρχ. 60.

ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ Γράμματα τού Πώλ Γκωγκέν στόν Έ μίλ Μπερνάρ. 18881891. Μετ. Ήλέκτρας Αρβανίτη. Α θήνα, Όδυσσέας. Σελ. 78. Δρχ. 120.


ΕΥ Θ Υ Μ Ο Γ Ρ Α Φ Ι Κ Α

χή, 1982. Σελ. 78. Δρχ. 120.

ΤΣΙΦΟΡΟΣ ΝΙΚΟΣ. Οί μυστικές έταιρεΐες. ’Αθήνα, "Ερ­ μής, 1982. Σελ. 273. Δρχ. 300.

ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ ΚΥΠΡΟΣ. Ά λέκτορα όφείλουμε στόν ’Ασκληπιό. (Τέσσερα ραδιοφωνικά ιστορικά μονόπρακτα). Λευκωσία, 1982. Σελ. 52.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ - ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΙΡΚΑΣ ΣΤΡΑΤΗΣ - ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ ΝΤΙΝΟΣ. Επτά κείμενα γιά τόν Νίκο Καββαδία. Α θήνα, Πολύτυπο, 1982. Σελ. 78. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ. "Ο νέος Έρωτόκριτος τοΰ Παντελή Πρεβελάκη. ’Αθήνα, Οί ’Εκδόσεις τών Φίλων, 1982. Σελ. 77. ΠΑΤΡΑΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ. Ή κρίση τής κριτικής. Σύγχρο­ να προβλήματα κριτικής. ’Αθήνα, Δωδώνη, 1982. Σελ. 62. Τά κόμικς. Λογοτεχνικά Κείμενα καί Θεωρία, άριθ. 6. ’Αθήνα, Αίγόκερως, 1982. Σελ. 173. Δρχ. 300. ΚΟΡΦΗΣ ΤΑΣΟΣ. Καταθέσεις δψεως. Βιβλίο 27ο. ’Αθή­ να, Πρόσπερος, 1982. Σελ. 94. Δρχ. 150. ΛΑΜΠΑ ΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ. Οί καταβάσεις στόν Κάτω Κ ό­ σμο στή βυζαντινή καί στή μεταβυζαντινή λογοτεχνία. Δι­ δακτορική διατριβή. 'Αθήνα, 1982. Σελ. 250. Δρχ. 500. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ-ΚΡΙΝΑΙΟΣ. Ή μεταβολή τής δομής τοΰ μεταπολεμικού μυθιστορήματος καί ή νεοελληνική κοινω­ νία. ’Αθήνα. Σελ. 207. ΠΟΛΙΤΟΥ-ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΥ ΕΛΕΝΗ. Ή πρώτη μεταπο­ λεμική ποιητική γενιά καί ή σχέση της μέ τή «γενιά τοΰ ’30». ’Ανάτυπο άπό τήν «Παρουσία», τόμος Α'. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 30.

ΧΙΚΜΕΤ NAZIM. Τό σπαθί τοΰ Δαμοκλή. Ψυχολογικό δράμα. Μονόπρακτο σέ πολλές είκόνες. Μετ. "Έρμου Ά ρ γαίου. ’Αθήνα, Σύγχρονη ’Εποχή, 1982. Σελ. 80. Δρχ. 120. Μ ΠΡΕΧΤ ΜΠΕΡΤΟΛΤ. Οί μέρες τής Κομμούνας. Μετ. Στάθη Δρομάζου. ’Αθήνα, Ή ριδανός. Σελ. 208. Δρχ. 300. ΟΡΤΟΝ ΤΖΟ. Αύτά πού είδε ό Μπάτλερ. Μετ. Παύλου Μάτεσι. ’Αθήνα, ’Αστέρι, 1982. Σελ. 92. Δ ρχ. 170. ΠΙΝΤΕΡ ΧΑΡΟΛΝΤ. "Ο έπιστάτης. Μετ. Κώστα Σταματίου. ’Αθήνα, ’Ιθάκη, 1982. Σελ. 92. Δρχ. 250.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΝΙΚΟΣ. Τί είναι θέατρο. Μελέτη. ’Αθή­ να, Βαγιονάκης, 1982. Σελ. 94. Δρχ. 200. BACOPOULOY-HALLS ALIKI. Modern greek theater roots and blossoms. Athens, Diogenis, 1982. Pag. 165. Drs. 300. Karagoz. Τό θέατρο σκιών στήν "Ελλάδα καί στήν Τουρ­ κία. Είσαγωγή-μετάφραση-σχόλια Αικατερίνης Μυστακίδου. ’Αθήνα, "Ερμής, 1982. Σελ. 310. Δρχ. 3000.

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΠΟΛΙΤΟΥ-Μ ΑΡΜ ΑΡΙΝ ΟΥ ΕΛΕΝΗ. Ποίηση καί γλώσ­ σα. ’Ανάτυπο άπό τόν τόμο «Μνήμη» Γεωργίου I. Κουρμούλη. Ά θήναι, 1982. Σελ. 36.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ

ΣΑΧΙΝΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ. Τετράδια κριτικής. Σειρά Β'. ’Αθήνα, Εστία, 1982. Σελ. 221. Δρχ. 300.

ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Ά γνω σ τα χρονικά τοΰ άντιστασιακοΰ περιοδικού «Καλλιτεχνικά Νέα». Α θήνα, 1982. Σελ. 192.

Σπουδή στό Ντοστογιέφσκυ. ’Επιμέλεια έκδόσεως Θωμαής Ταμπάκη-Γεωργά καί Μαίρης Δημοπούλου. ’Αθήνα. Imago. Σελ. 373. Δρχ. 500.

ΚΑΡΡΑΣΤΑΜΑΤΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑ Ν. Έπονίτισσα στούς δρόμους καί στις γειτονιές τής Α θήνας. Α θ ή να , Δωρικός, 1982. Σελ. 152. Δρχ. 200.

ΤΣΑΡΝΑ ΘΑΛΕΙΑ. ’Απόηχοι... Σκίτσα λογοτεχνώ ν καί ζωγράφων. ’Αθήνα, Δρυμός, 1982. Σελ. 220. Δρχ. 300.

ΚΟΝΤΟΣ ΤΑΚΗΣ. Μακρόνησος «ό νέος Παρθενών». Α θήνα, Θουκυδίδης, 1982. Σελ. 89. Δρχ. 200.

ΤΣΙΑΜΗΣ ΜΗΤΣΟΣ Ν. «Συντομογραφίες» II. Κάλβος Πάλλης - Παπαδιαμάντης - Θεοτόκης - Σικελιανός. ’Αθή­ να, Πηγή, 1982. Σελ. 47.

Μ ΕΓΑΠΑΝΟΥ ΑΜΑΛΙΑ. Τό παιδί τής μάνας μου. Α θήνα, 1982. Σελ. 101. Δρχ. 230.

ΦΟΥΡΙΩΤΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ. Εισαγωγή στή λογοτεχνία τής δεκαετίας 1920-1930. ’Ανάτυπο άπό τή «Φιλολογική Πρωτοχρονιά» 1982. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 209-232.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΙΣΣΕΡΛΙΣ ΕΛΕΝ. ’Αλέξανδρος Πούσκιν. Δόξα τής ρωσι­ κής ποίησης. Μετ. Αικατερίνης ’Αγραφιώτη. ’Αθήνα, Κέ­ δρος, 1982. Σελ. 340. Δρχ. 500.

Α ΣΔΡΑ Χ Α Σ ΣΠΥΡΟΣ I. "Ελληνική κοινωνία καί οικο­ νομία. ΙΗ' καί ΙΘ' αί. ("Υποθέσεις καί προσεγγίσεις). Νεοελληνικά Μελετήματα, άριθ. 5. ’Αθήνα, "Ερμής, 1982. Σελ. 454. Δρχ. 500.

KEELEY EDM UND. Συζητώντας μέ τόν Γιώργο Σεφέρη. Μετ. Λίνας Κάσδαγλη. ’Αθήνα, Ά γ ρ α , 1982. Σελ. 140. Δρχ. 220.

ΒΟΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ MIX. Οί Ό λ υμ π ο ι Χίου. "Ιστο­ ρία - λαογραφία - γλώσσα. Χ ίος, Περιηγητική Χίου, 1982. Σελ. 175. Δρχ. 300.

ΤΣΑΝΤΛΕΡ ΡΑΙΗΜΟΝΤ. Ή άπλή τέχνη τοΰ φόνου. Μετ. Μαρίας Μπότσα καί Βασίλη Τσιμπούκη. ’Αθήνα, Ερατώ, 1982. Σελ. 50.

ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΣΟΛΩΝΑΣ. Παπαφλέσσας. Τόμοι A + Β. Επιμέλεια Θανάση Τουλούπα. "Αθήνα, Τουλού­ πας, 1982. Σελ. 526 (οί δύο τόμοι). Δρχ. 1.800 (οί δύο τό­ μοι).

ΘΕΑΤΡΟ_______________________ ΕΡΓΑ

ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ ΣΟΛΩΝΑΣ. Συνοπτική Ιστορία τής Εθνικής ’Αντίστασης (1941-1944). Α θήνα, Καπόπουλος. Σελ. 532. Δρχ. 600.

ΠΕΡΕΛΗΣ ΝΙΚΟΣ. Ή μπόμπα. ’Αθήνα. Σύγχρονη ’Επο­

"Ελλάδα. "Ιστορία καί πολιτισμός. Τόμοι Β ’ + Γ". Ά ρχαιό-


τητα μέρος (Α'+Β'). Τόμος Δ'. Τό Βυζάντιο. Τόμος Ε'. Τουρκοκρατία. Τόμος Ζ'. "Η πολιτική. ’Αθήνα, Μαλλια­ ρής ·. Παιδεία. Σελ. 320 + 316 + 306 + 420 + 429. ΚΟΝΟΦΑΓΟΣ Κ. Ή έξέγερση τοΰ Πολυτεχνείου. Α θ ή ­ να, 1982. Σελ. 209. Δρχ. 340. ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ. ’Ιστορία τής Θεσσαλονίκης. Θεσσαλονίκη, Ρέκος. Σελ. 390. Δρχ. 1.400. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ ΧΑΡΑΛ. ΙΩΑΝ. Γρηγόριος Ε'. Τό έργο του ύπέρ τής παιδείας καί ή άγχόνη. Έ ν ’Αθήναις, 1982. Σελ. 64. Δρχ. 100. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ ΧΑΡΑΛ. ΙΩΑΝ. Ή προσκύνησις εις τόν άδριάντα Γρηγορίου Ε'. ’Υπό Άρίστοτέλους Βαλαωρίτου. Έ ν Ά θήναις, 1982. Σελ. 20. Δρχ. 70. ΣΙΜΟΠΟΥΛΟΣ ΚΥΡΙΑΚΟΣ. Πώς είδαν οί ξένοι τήν Ελλάδα τού ’21. Τόμος Δ ’. 1824-1826. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 535. Δρχ. 850.

ΤΑΞΙΔΙΑ ΕΑΑΑΔΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ ΛΟΥΛΑ Δ. Στοχαστικό περπάτη­ μα στόν έλλαδικό χώρο. Α θήνα, Κάμειρος, 1982. Σελ. 131. Δρχ. 250. ΠΕΤΣΑΣ Φ. Μ. - ΣΑΡΑΛΗΣ Γ. Α. Άρίστη καί δυτικό Ζαγόρι. Α θήνα, 1982. Σελ. 464. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ I. Μ. Ελληνικοί όρίζοντες. Γ' έκδοση. ’Αθήνα, Ά στή ρ, 1982. Σελ. 414. Δρχ. 350.

ΑΑΑΕΣ ΧΩΡΕΣ Μ ΑΡΚΟ ΠΟΛΟ. Τά ταξίδια. Είσαγωγή-μετάφραση: Θάνου Σακκέτα. ’Αθήνα, Αίολος, 1982. Σελ. 334. Δρχ. 400.

Σμύρνη. Μιά άναδρομή μέ λόγο καί εικόνες. ’Αθήνα, Interamerican, 1982.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

ΤΥΠΑΛΔΟΣ-ΙΑΚΩΒΑΤΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ. Ιστορία τής Ίόνιας ’Ακαδημίας. ’Αθήνα, Ερμής, 1982. Σελ. 231. Δρχ. 250.

ΑΓΙΑΣΟΣ. Διμηνιαία έκδοση τοΰ «Φιλοπροόδου Συλλό­ γου Άγιασωτών». Τεΰχος 11.

ΦΩΤΙΑΔΗΣ ΝΙΚΟΣ. Στό Κεσκίν Μαδέν μέ τόν Παπαευθύμ. Τό Ρασπουτίν τοΰ έλληνισμοΰ τής Μικρας ’Ασίας. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 158. Δρχ. 200. ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Θ. Ιστορικά τώνΠ ετιμεζαίων. ’Ανέκδοτα κείμενα τών Γενικών ’Αρχείων τοΰ Κράτους. Ά θήναι, 1982. Σελ. 110. Δρχ. 200. ΧΑΤΖΗφΩΤΗΣ I. Μ. Ή έκκλησία στόν άγώνα τοΰ Σα­ ράντα. Ά θήναι, Άτλαντίς. Σελ. 236. Δρχ. 270. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ Γ. - ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ - ΑΤΖΑΚΑ Π.-ΜΑΚΡΗΣ Κ. Α. Μαγνησία. Τό χρονικό ένός πολιτισμοΰ. ’Αθήνα, 1982. Σελ. 279. Δρχ. 2.800. BALSDON J. Ρ. V. D. Ρωμαίες γυναίκες. Ή ίστορία καί τά έθιμά τους. Μετ. Νικ. Πετρόχειλου. ’Αθήνα, Μορφωτι­ κό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1982. Σελ. 444. Δρχ. 600. ΚΡΟΥΑΖΕ ΜΩΡΙΣ. Ό πολιτισμός τής άρχαίας Ε λ λά ­ δος. ’Αθήνα, Γκοβόστης. Σελ. 416. Δρχ. 480. ΜΠΟΥΑΣΟΝΑ ΕΝΤΜΟΝ. Σμύρνη. Εικόνα τής Ε λ λ ά ­ δας. Μετ. καί έπιμέλεια Μ. Σέλλα. ’Αθήνα, Μορφές. Δρχ. 350. MURAT JOHN. Τό μεγαλύτερο έγκλημα τοΰ αιώνα. «Τό ξεκλήρισμα τοΰ έλληνισμοΰ». ’Αθήνα, Ταμπακόπουλος. Σελ. 542. Δρχ. 1.000.

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ετήσιο όργανο τής Ά νθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος. Τόμος 8. Δρχ. 700. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική έπιθεώρηση. Τεύχη 217 καί 218. Δρχ. 40. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ Α ΝΑΛΕΚΤΑ ΕΞ ΑΘΗΝΩΝ. Τόμος XIV. Τεΰχος 1. Δρχ. 450. ΑΣΤΡΙΚΗ ΕΠΑΦΗ UFO. Μηνιαίο περιοδικό UFC^Oγίας καί διαστημικών έρευνών. Τεΰχος 20. Δρχ. 100. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Τεΰχος 2-3. ΓΙΑΤΙ. Μηνιάτικη έπιθεώρηση. Τεΰχος 68. Δρχ. 50. ΓΡΑΜΜ ΑΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ. Μηνιαία έπιθεώρηση τέ­ χνης, κριτικής καί κοινωνικού προβληματισμού. Φύλλα 7-8-9 καί 10. Δρχ. 80. Γ ΥΝΑΙΚ Α. Τό περιοδικό τής έλληνικής οίκογένειας. Τεΰχος 855. Δρχ. 80. ΔΑΥΛΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό πολιτικής άξιολογίας. Τεΰ­ χος 10 (34). Δρχ. 60. ΔΕΛΤΙΟ. Σύνδεσμος Βιομηχάνων Βορείου Ελλάδος. Τεύχη 7-8/199-200. ΔΗΜ ΟΤΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ. Τεΰχος 23. Δ ρχ. 50. ΔΗΜ ΟΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ. Φύλλο 45. Δρχ. 1,50. ΔΙΑΒΑΖΩ. ’Επιθεώρηση τοΰ βιβλίου. Τεΰχος 56. Δρχ. 200. ΔΙΑΒΑΣΕ ΓΙΑ Ν Α ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ... Δρχ. 80.

ΒΑΪΣ ΠΕΤΕΡ. Σημειώσεις γιά τήν πολιτιστική ζωή στό Βιετνάμ. Μετ. Σταύρου Καμπουρίδη. ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 185. Δρχ. 250. ΦΡΑΝΚ ΠΙΕΡ - ΜΑΝΤΕΛ ΕΡΝΕΣΤ. Δυό μελέτες γιά τό γαλλικό Μάη τοΰ 1968. ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 112. Δρχ. 200. ΓΚΑΛΕΑΝΟ ΕΝΤΟΥΑΡΝΤΟ. Οί άνοιχτές φλέβες τής Λατινικής ’Αμερικής. Μετ. Φώντα Κονδύλη. ’Αθήνα, Θεωρία, 1982. Σελ. 230. Δρχ. 400.

ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Τεΰχος 36. ΔΙΑΛΟΓΟΣ. Τρίμηνη έκδοση τής Μορφωτικής Έ νωσης «Ό Ά νδρέας Καρκαβίτσας». Τεΰχος 6. ΔΙΚ ΑΙΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Τόμος 2/1982. Δρχ. 300. ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΦΩΝΗ. Φύλλο 17-18. . Η ΕΚΦΡΑΣΙΣ. Φύλλο 27. Δρχ. 15. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Τεΰχος


ΕΛΛΗΝΟΙΟΒΙΕΤΙΚΑ Χ ΡΟΝΙΚΑ. Έ κδοση τού Έ λληνοσοβιετικοΰ Συνδέσμου. Τεύχος 76. Δ ρχ. 20. ΕΛΛΗΝΟΣΟΥΗΔΙΚΑ. Τετράδιο Β'. ΕΛΛΗΝΟΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ. Ε ν η ­ μερωτικό δελτίο. Τεύχος 16. ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ. Ό ρ γα ν ο τής Πανελλήνιας 'Ομοσπονδίας Έκδοτων Βιβλιοχαρτοπωλών. Φύλλα 40 καί 41. ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Τριμηνιαία έκδοση νομικής, οίκονομικής καί πολιτικής έπιστήμης. Τεύχος 3.3/1982. Δρχ. 400. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΚΕΨΗ. Δίμηνη έπιθεώρηση κοινωνικών έπιστημών. Τεύχη 8 καί 9. Δ ρχ. 110. ΕΠΟΠΤΕΙΑ. Τεύχη 72 καί 73. Δ ρχ. 250. ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ. Έκδοση Συλλόγου Γονέων καί Κηδε­ μόνων 101ου Δημοτικού Σχολείου Α θηνώ ν. Φύλλα 4 καί

ΟΡΦΕΑΣ. Δίμηνη έκδοση τού 'Ομίλου Όρφέας Σερρών. Τεύχος 4-6. Δρχ. 100. ΟΥΡΑΝΟΙ. Αεροδιαστημική έπιθεώρησις. Τεύχη 181, 182 καί 183. Δρχ. 50. ΠΑΝΘΕΟ Ν. Γυναικείο δεκαπενθήμερο περιοδικό. Τεύχη 764 καί 765. Δρχ. 60. ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ. Φιλολογικόν περιοδικόν κατά τριμηνίαν έκδιδόμενον. Τόμος Κ Δ \ άριθ. 3, 1982. Δ ρχ. 120. ΠΝΕΥΜ ΑΤΙΚΗ ΚΥΠΡΟΣ. Τεύχος 259-261. ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ. Περιοδική έκδοση λογοτεχνίας καί τέχνης. Τεύχος 17. Δρχ. 80. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ. Μηνιαία έπιθεώρηση. Τεύχη 53 καί 54. Δρχ. 100. ΠΡΟΒΛΗΜ ΑΤΑ. Ό ρ γα ν ο τής «Κίνησης γιά τήν Ν εότη­ τα». Διμηνιαΐο περιοδικό. Τεύχος Β/8. Δωρεάν. ΣΗΜΕΙΟ. Τεύχος 3-4.

ΗΧΟΣ HI-FI. Τεύχη 115 καί 116. Δρχ. 70.

ΣΠΟΡΑ ΡΙΖΕΣ. Μηνιαίο περιοδικό λογοτεχνικής άνθοφορίας. Τεύχος 1. Δ ρχ. 100.

ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝ Ω Ν . Δίμηνη έπιθεώρη­ ση. Τεύχος 14.

ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΒΗΜΑΤΑ. Τεύχος 43. Δ ρχ. 50.

ΘΕΣΕΙΣ. Άναλύσεις-κριτική-προβλήματα τής πάλης τών τάξεων. Τεύχος 1. Δρχ. 120. ΘΟΥΡΙΟΣ. Κεντρικό όργανο τής ΕΚ ΟΝ Ρήγας Φεραΐος. Τεύχος 163. Δρχ. 30. ΙΑΝΟΣ. Τεύχος 2. Δρχ. 100.

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Τεύχος 9. Δρχ. 130. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Μηνιαία περιοδική έκδοση γραμ­ μάτων καί τεχνών. Φύλλα 71 καί 72. Δρχ. ,7. ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό γιά σ υλ­ λέκτες. Τεύχη 23 καί 24. Δ ρχ. 100.

ΙΑΤΡΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση Εταιρείας Ιατρικών Σπου­ δών. Τόμος 42. Τεύχη 1 καί 2.

ΣΥΜΒΟΛΗ. Έφημερίδα γιά τίς περιοχές Πατησίων - Κυ­ ψέλης. Φύλλο 10. Δ ρχ. 10.

ΙΘΑΚΟΣ. Δεκαπενθήμερη έφημερίδα τής 'Ιθάκης. Φύλλο 68. ,

ΣΠΟΥΔΕΣ. Τεύχος 4-5. Δ ρ χ. 70.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ. Μηνιαίο περιοδικό ιστορικής ύλης. Τεύχη 171 καί 172. Δρχ. 100.

ΤΕ ΧΝ Η ΚΑ Ι ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. Τεύχος 13. Δρχ. 100.

ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΕΠΟΧΗ. Παγκόσμια έπιθεώρηση πνευμα­ τικής καλλιέργειας. Δεύτερη περίοδος. Τεύχος 23-24-25. Δρχ. 160.

ΛΙΑΣΚΟΒΑ. Τρίμηνη περιοδική έκδοση τού συλλόγου Μυγδαλιωτών (Γλανιτσιωτών). Τεύχος 12. Ο ΛΥΧΝΟΣ. Τεύχος 12. ΜΑΚΡΙΝΙΤΣΑ. Μηνιάτικη έφημερίδα τού προοδευτικού συλλόγου Μακρινίτσας. Φύλλα 9 καί 10. νεοελληνικών σπουδών.

Ν ΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχη 1327, 1328 καί 1329. Δ ρχ. 150. ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ. Τεύχος 22. Δ ρχ. 250. περιοδικό

θεωρί-

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Διμηνιαία έπιθεώρη­ ση. Τεύχος 4. Δρχ. 120. ' ΟΜΠΡΕΛΑ. Δρχ. 80.

ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΩΝ ΠΟΛΥΤΕΚΝΩΝ. Τριμηνιαίο περιοδικό. Φύλλα 14 καί 15. Χ ΑΡΤΗΣ. Δίμηνο περιοδικό. Τεύχος 2. Δ ρχ. 150, ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΑ. Δελτίο έπικοινωνίας τού κινήματος τής X . Δ. Φύλλο 7. Δωρεάν. Χ ΡΟΝ ΙΚΑ . Ό ρ γα ν ο τού Κεντρικού Ίσραηλιτικοΰ Συμ­ βουλίου τής Ελλάδος. Τεύχη 51 καί 52. ΤΑ ΨΑ ΡΑ . Φύλλα 25, 26, 27.

Η ΜΑΧΗ. Έφημερίδα Άχαρνών-Κάτω Πατησίων. Φύλ­ λο 61. Δρχ. 15.

ΟΘΟΝΗ. Τρίμηνο κινηματογραφικό ας/κριτικής. Τεύχος 9. Δρχ. 150.

ΤΡΙΚ ΑΛΙΝΑ. Ετήσιο φιλολογικό Ιστορικό λαογραφικό λογοτεχνικό περιοδικό σύγγραμμα. Τόμος 2ος, 1982. Δρχ. 300. ΤΡΙΦΥΛΙΑΚΗ ΕΣΤΙΑ. Δίμηνη περιοδική έκδοση. Τεύ­ χος 46.

ΚΛΙΝΑΜΕΝ. Λόγος-σχήματα. Φύλλα 17 καί 18. ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΠΑΛΗ. Φύλλο 41. Δρ χ. 10.

ΜΑΝΤΑΤΟΦΟΡΟΣ. Δελτίο Τεύχος 20.

4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχη 145 καί 146. Δ ρχ. 60.

Γράμματα-τέχνες-πολιτισμός.

Τεύχος

5.

M OD ER N GREEK SOCIETY. A social science newslet­ ter. Vol. 9. N . 2.


κριτικογραφια Σ τη ν Κ ρ ιτικ ο γ ρ α φ ια π ε ρ ιλ α μ β ά νο ν τα ι δ λ ε ς ο ί έ π ώ ν υ μ ε ς β ιβ λ ιο κ ρ ιτι κ έ ς π ο ύ δ η μ ο σ ιεύ ο ντα ι σ τ ό ν ή μ ερ ή σ ιο ά θ η ν α ϊκ ό τύπο. Π ερ ιλ α μ β ά νο ν τα ι, έπι'ση ς, κ α ί κ ρ ιτ ικ έ ς δ η μ ο σ ιευ μ έ ν ε ς σ τ ό ν π ε ρ ιο δ ικ ό κ α ί έ π α ρ χ ια κ ό τύπ ο , δ σ ε ς φ υ σ ικ ά φ ρ οντίζουν ν ά μ α ς σ τέ λν ο υν ο ί σ υ ν τά κ τε ς το υς . Γ ιά κ ά θ ε β ιβ λ ίο σ η μ ε ιώ νο ν τα ι, μ έ σ α σ έ π α ρ έ ν θ ε σ η : τ ό ό νομα το υ κ ρ ιτ ικ ο ύ κ α ί ό τ ίτ λ ο ς τ ο ύ έ ντυ ­ που (β λ . Υ π ό μ ν η μ α ) , κ α θ ώ ς κ α ί ή μ έ ρ α δ η μ ο σ ίε υ σ η ς τ ή ς κ ρ ιτ ικ ή ς , α ν π ρ ό κ ε ιτα ι γ ιά έ φ η μ ε ρ ίδ α , ή ό α ρ ιθ μ ό ς έ κ δ ο σ η ς , ά ν π ρ ό κ ε ιτα ι γ ιά π ε ρ ιο δ ικ ό έντυπ ο .

'Υ π ό μ ν η μ α ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΑ: Α. ’Αργυρίου ΑΛ: Α. Λαμπρία ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Άγγελοπούλου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ,ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΡ: Ε. Ρόζος EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΚΑ: Κ. Άνδρονίκας ΚΔ: Κ. Θ. Δημαράς ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου ΟΠ: Ό Παρατηρητής ΠΠ: Π. Παγκράτης ΣΔ: Σ. Δρακοπούλου ΣΤ: Δ. Σταμέλος ΤΘ: Τ. Θεοδωρόπουλος

ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΜ: Τ. Μενδράκος. TP: Κ. Τρίγκου XX: X. Χειμώνας ΕΝΤΥΠΑ ΑΚ: Άκρόπολις ΑΝ: Α ντί ΑΠ: ’Απανεμιά ΑΥ: Αύγή ΒΗ: Βήμα ΒΡ: Ή Βραδυνή ΓΙ: Γιατί ΓΤ: Γράμματα καί Τέχνες ΔΓ: Διαγώνιος ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΕΒ: ’Εμείς καί τό Βιβλίο ΕΘ: Έθνος ΕΚ: Έλικώνας ΕΛ: ’Ελευθεροτυπία ΕΟ: Έποπτεία ΕΠ: ’Επίκαιρα ΕΣ: ’Ελεύθερος (Στερ. Έλλ.) ΕΨ: ’Επιστημονική Σκέψη ΗΧ: ΤΗχος καί Hi-Fi

Γενικά έργα Βαφόπουλος Γ.: Οί λαϊκές βιβλιοθήκες ώς θεσμός κοινωνικής ύποδομής (ΘΠ, ΕΣ, 17/9) Οί βιβλιογραφικές έργασίες τοΰ Γ. Παναγιώτου (ΘΤ, ΑΥ, 15/10) Πρακτικά Α' Συμποσίου Νεοελληνικής Ποίησης. Τόμ. A. (ΤΜ, ΕΠ, 739), (TP, CO, Όκτ.) Φιλοσοφία-Μεταφυσική Καρανίκας X.: Τά ιδεολογικά δεσμά (Κ.Β.Κ., ΟΤ, 41) Κουτσούκαλης Α.: Οί θεμελιωτές τοΰ μαρξισμού Κ. Μάρξ καί Φρήντριχ Ένγκελς (ΚΤ, ΕΘ, 17/10) Ντάκου Θ.: Βασικά στοιχεία γιά τήν τέχνη τής άστρολογίας (ΤΜ, ΕΠ, 742) Κοινωνικές έπιστήμες Άθανασάκης Α.: Τό νέφος στή ζωή μας (Σ. Παπασπηλιόπουλος, ΟΙ, 4) Γκούλντ-Νταίηβις Ε.: Τό πρώτο φύλο (Κτ, ΕΘ, 6/10) Δήμου Ν.: Παρακμή καί πτώση τής Ν. Δημοκρατίας (Α. Παπανδρόπουλος, ΟΤ, 42) Έλεφάντης Α.: Ό άνεύρετος σοσιαλισμός (Α. Παπανδρόπουλος, ΟΤ, 43) Καρντινάλ Μ. - Λεκλέρ Α.: 'Εκ βαθέων (ΤΜ, ΕΠ, 742), (ΚΤ, ΕΘ, 27/10) Καστοριάδης Κ.: Μπροστά στόν πόλεμο (Κ. Γρίβας, Ίανός, 2) Μυλωνάκη Δ.: Θέματα άγροτικής οικονομίας (Γ. Μαρίνος, ΟΤ, 40) Νεγρεπόντη-Δελιβάνη Μ.: Ή έλληνική οίκονομία-Είδικά θέματα (Α.Δ.Π., ΟΤ, 42) Ό φάκελος τής ισότητας (TP, CO, τ. Όκτ.) Ρεβέλ Ζ,: «Ή θεία χάρις» τού κράτους (ΚΣ, ΝΕ, 2/10) Σακελλαρόπουλος Α.: Σκέψεις γιά τό πρόβλημα τοΰ περιβάλλοντος άπό τή νομική σκοπιά (Α. Πόρτολου-Μιχαήλ, ΟΙ, 4)

ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Κοσμοπόλιταν ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τά Νέα ΝΣ: Νέα Εστία ΟΙ: Οικολογία καί Περιβάλλον ΟΠ: 'Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη ’Εκπαίδευση ΣΘ: Σύγχρονα Θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΕ: Τριφυλλιακή Εστία ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Ή Χριστιανική

Φουκώ Μ.: Ή ιστορία τής σεξουαλικότητας (Κ. Γρίβας), Ίμνός, 2), (ΔΣ, ΒΡ, 2/11), (ΕΛ, ΕΛ, 1/10) Λαογραφία Γιαλοόρης Ν.: Χιώτικα μοτίβα (Ν.Κ.Χ., Τά ψαρά, 25-26-27) Εύσταθιάδης Σ. I.: Τά τραγούδια τοΰ ποντιακού λαοΰ (ΣΤ, ΕΛ, 8/10) Ήλιος I. Α.: Λαογραφικά τών Μεγάρων (ΚΣ, ΝΕ, 16/10) Σταμέλος Δ.: Ή μάνα στήν δρεινή Ρούμελη (ΚΤ, ΕΘ, 29/9) Φλωράκης Α.: Καραβάκια - Τάματα καί θαλασσινή άφιερωτική πρακτική στό Αιγαίο-(ΚΣ, ΝΕ, 16/10), (ΤΜ, ΕΠ, 742) Παιδικά Μαρουλάκης Ν.: Τό μαγικό τσουκάλι (ΤΜ, ΕΠ, 741) Μπέλλα Ζ. Κ. - Πτολεμαίου Δ.: Κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας (ΤΜ, ΕΠ, 742) Ραβάνης-Ρεντής Δ.: Παραμύθια - μύθοι - μύθοι (ZB, ΡΙ, 1/10) Ροντάρι Τ.: Ή τούρτα στόν ούρανό (ΖΒ, ΡΙ, 22/10) Σκαλιώρα Κ.: Ένα άλλιώτικο ταξίδι (ΑΠ, ΑΥ, 20/10) Τσουτσούι Κ.: Τό καρναβάλι τών ζώων τοΰ Σαίν Σάνς (ΤΜ, ΕΠ, 742) Φλώρου Λ.: Φαντάζομαι - Ζωγραφίζω Α’-Β’ (ΤΜ, ΕΠ, 742) Τέχνες Βλασσόπουλος Α.: ’Αθήνα μου παλιά (ΚΣ, ΝΕ, 16/10) Βουγιούκα Α.: Ιστορία μόδας Α", Β' (ΚΣ, ΝΕ, 16/10) Βρεττάκος Κ. - Ντέ Νορά Ε.: Αιγαίο. Κρητικό τοπίο (ΚΣ, ΝΕ, 16/10), (ΚΤ, ΕΘ, 13/10) Βρεττάκος Κ. - Ντέ Νορά Ε.: Αιγαίο. Ή λατρεία τών περιστεριών (ΚΣ, ΝΕ, 16/10), (ΚΤ, ΕΘ, 13/10)

ςα


(TP, CO,


τίποτε ά λλο ά πό μιά ν οστα λγικ ή μετάβαση σ ’ ένα χ ω ρ ό χ ρ ον ο π ο ύ έχει παρέλθει ά νεπισ τρεπτί, ά πό μιά αναβίωση καί άποθανάτιση π ρ ο σ ώ π ω ν, πρ αγμά τω ν, καταστάσεω ν π ού χάθηκαν γιά πάντα . Είναι κάτι σ άν σ υνδυ α σ μ ός α ίνου καί θρ ή νο υ π ο ύ μ ό λ ις «άκούγεται» κατά τή διάρκεια καί π ρ ο π ά ντ ω ν μετά τ ό τέ­ λ ο ς τής ά νά γνω σ η ς καθενός ά πό τά άξια τ ο ϋ ό νό μ α τος έργα τή ς άντιστασιακής μας λ ο γ ο τ εχ νία ς. Κ α τ αλήγοντα ς θά ήθελα νά πώ δτι ό ιστορ ικός, ό επικός χα ρα κτή ρ ας, ή δραματικότητα, ή ήρω ική ά πόχρω ση καί ό έλεγειακός τ ό ν ο ς, σ υνενερ γώ ντα ς αρμονικά διαφορίζουν τήν άντιστασιακή λογοτεχνία τής Κ α τοχή ς ό χ ι μ ό ν ο ά π ό τίς ό μ ό λ ο γ ές της π ο ύ ά ναφ έρονται σ ’ ά λλες περιστάσεις τοϋ έλλ η νικ ο ϋ χώ ρ ο υ , ά λλά καί —μαζί μέ τό γλ ω σ σ ικ ό ό ρ γα ν ο σ τό ό π ο ιο ύποστασιώ νεται— ά πό τίς ά ντιστασιακές λ ο ­ γο τ εχ νίες ά λλω ν χ ω ρ ώ ν τής κ α τεχό μ ενη ς ά πό τ ό ν ά­ ξονα Εύρώ πης. Ποιά είναι ή ειδική λειτουργία το ϋ ίστορ ισμ οΰ στή ν περίπτω ση τής άντισ τα σ ια κή ς μας λ ο γ ο τ ε­ χνίας; Έ χ ω τή γνώ μη πώ ς ή δεκαετία 1 9 4 0 -1 9 5 0 άποτελ εΐ τ ό ν π υρ ή να τή ς τρίτης σελίδα ς σ τό ν «κοινό μ ύ ­ θο» τής ν εότερ ης Ε λ λ ά δ α ς (οί δ υ ό π ρώ τες σ ελίδες του έχ ο υ ν ώ ς ά ντίσ τοιχου ς π υ ρ ή νες τίς δεκαετίες 1821-1831 καί 1 9 12-1922), γιατί κι έδώ τό γενικ ό διάγραμμα τώ ν γεγο ν ό τ ω ν είναι π ερ ίπο υ γν ω σ τ ό σ ’ όλα τά στρώ ματα τοϋ λ α ο ϋ , ύ πά ρ χει μεγά λο ς π λ ο ύ ­ τ ος σ υγκ λονιστικώ ν σ έ ένταση καί τραγικότητα επεισοδίω ν καί π ρ οσώ πω ν π ού επ ιτρ έπ ο υν στή λ ο ­ γο τ εχ νία ν ά ά ντλήσ ει ά πό τό π ρ αγματικά ά ληθινό γιά νά δημιουργήσ ει τό αίσθητικά ά λη θ ινό , ύπάρχ ο υ ν όργα νώ τριες ίδέες (κοινές π ίστεις, κοινά ιδανι­ κά, κο ινοί όραμ ατισμοί π ού ό ρ ίζο υ ν κ α ν ό ν ες ήθικώ ν άξιώ ν κι ό χ ι μ ό ν ο έμ π νέου ν τή δ ράση τώ ν π ρ ο σ ώ ­ π ω ν ά λλά καί πρ οσφ έρ ονται σ ά ν μέτρα γιά τήν άξιο-

λό γ η σ ή τ ο υ ς), ύ π ά ρ χ ο υ ν , τ έλος, ή τάση ν ά π ερ νά τό «ύλικό» α ύτό σ τή ν π ερ ιο χή τοϋ θ ρ ύλο υ , καθώς καί ή σ χετικ ή π ρ οπα ρ α σκ ευή τοϋ έδάφους καί τοϋ π ν ευ ­ ματικού κλίμα τος γιά τ ή ν άνετη μετά πλα σή τ ο υ χ ά ­ ρη σ τή ν έπ ενέρ γεια τής π ρ αγμα τοποιοΰ φ αντασίας τοϋ δημιο υ ργο ύ. Έ τ σ ι, τό έρώ τημα: π οιά έργα θά μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν ά ά π ο τ ε λ ο ΰ ν τ ό ν κλ άδ ο τής ά ντιστασιακής λ ο γ ο τ ε­ χ ν ία ς , π ο ύ ίσ ο δ υ να μ εΐ μ έ τό πώς διαστέλλεται τό λ ο ­ γο τ έχ ν η μ α ά π ’ τ ή ν ίστο ρ ία, έπιδέχεται, ν ο μ ίζω , τ ή ν έξή ς άπά ντησ η: ’Α π ό τ ό σ ύ ν ο λ ο τώ ν κειμ ένω ν π ο ύ δ ικαιούνται τ ό ν τίτλο «άντιστασιακά» έπειδή τά έγραψ αν στά έλλη νικ ά ό σ ο ι θ έλη σα ν νά δ ια ιω νίσουν σ τό χα ρτί τά περιστατικά τώ ν ό π ο ιω ν ύ π ή ρ ξα ν πρ ω τα γω νισ τές, σ υ μ μ έτ ο χ ο ι ή έστω ά πλ ο ι μάρτυρες, θέση σ τό χ ώ ρ ο τής λο γ ο τ εχ νία ς δικ αιούντα ι έκεϊνα π ού σ τ ό χ ο τ ο υς έχ ο υ ν νά ά να δ είξο υ ν τήν Ιστορική άλήθεια τώ ν κι­ νη μ ά τω ν τής ψ υ χ ή ς κι ό χ ι νά ά π ο τ υ π ώ σ ο υ ν μιάν ίστορικά ά κ ρ ιβο λο γ η μ ένη ά λλη λο υ χ ία περιστατι­ κ ώ ν π ρ ό ς κατάδειξη τώ ν ν ό μ ω ν π ού δ ιέπ ο υ ν τήν κοινω νική ά νά π τ υξη , γιατί ό δεύτερος α ύ τ ό ς σ τ ό χ ο ς είναι έρ γο το ύ ιστο ρ ικ ο ύ κι ό χ ι το ύ λο γ ο τ έχ νη . Τ έλο ς, τό έρώτημα: τί ξεχω ρ ίζει τ ή ν άντιστασιακή λο γ ο τ εχ νία ά πό τ ή ν ό μώ νυμη π α ρ α -λο γο τ εχ ν ία , ν ο ­ μίζω ότι μπ ο ρ εί ν ά πάρει τήν ά πά ντησ η: Δ ιακριτικό γνώ ρισ μ α τ ο ύ λο γ ο τ εχ νή μ α τ ο ς είναι ή ισό ρ ρ ο π η καί ά ρμ ονικ ή λειτουργία τής γνω σική ς, τής αισθητικής καί τής ή θικής πλευρ άς. ’Α λ λ ά τό θέ­ μα το ύτο π ρ οϋπ οθ έτει μιά συστηματική παρ ουσία ση καί τεκμηρίω ση μέσω τής π ρ ο σ φ υ γή ς στά ίδια τά έρ­ γ α π ο ύ έ χ ο υ ν δει ώ ς τώρα τό φώς τής δημοσ ιότητας, κι αύτό είναι μιά δο υλειά π ού ξεπ ερνά ει τά π λαίσια α ύτοΰ τ ο ύ γρ α φ τού.


Έ λλη ’Αλεξίου Οί συγγράφεις στήν ’Αντίσταση

Βάσως Κατράκη: Διαδήλωση στην Κατοχή (ξυλογραφία)

Ο ί συγγραφείς μας δέν έκαναν μόνο πνευματική αντίσταση στόν κατακτητή. ’Έδρασαν κα ί ώς πατριώτες καί πολίτες, συμμετέχοντας ένεργά στόν έθνικοαπελευθερωτικό άγώνα του έλληνικοϋ λαοΰ. Αυτή ακριβώς τήν πλευρά τους μάς γνωρίζει τό κείμενο που άκολουθεΐκαί πού πρωτοδημοσιεύτηκε, πριν άπό είκοσι χρόνια, στήν «’Επιθεώρηση Τέχνης» (τεύχος 87-88, Μάρτιος-Άπρίλιος 1962). Τό άναδημοσιευουμε, μέ ορισμένες διορθώσεις καί προσθήκες πού έκανε ή συγγραφέας του. Είναι π ρός τιμή τής έλλ η νική ς δ ια νόησ ης πώ ς σ ύ σ ­ σωμη πήρε κατά τ ή ν ίταλογερμανική κατοχή έχθρική στάση άπέναντι σ τού ς εισβολείς. Κ ι είναι πρός τιμή της πώς ά π ό τούς κ ό λ π ο υ ς των λογ οτεχνώ ν δέ βγήκε μήτε φ α νερ ός μήτε κρ υφ ός προδότης. Κι είναι π ρός τιμή τοΰ σώ ματος πώ ς κα νένας δέν πιάστηκε καί δ έν καταδιώχτηκε άπό προδοσ ιά σ υ ν α ­ δέλφου. Ό σ ο ι π ιάστηκαν ή μ ό ν ο κυ νη γή θ η κ αν, ή καί έκτελέστηκαν —π ού δέν είναι λίγ ο ι— ύ πή ρ ξα ν στή μεγάλη τους π λ α οψ η φ ία θύματα τής μαθήτρας τοΰ χιτλερισμού μεταξικής θ εομηνίας. Ο ί κ λ η ρ ο ν ό ­ μ οι τοΰ δικτάτορα, ύ π οδ εχ ό μ ενο ι τό σ υνέταιρ ο καί φίλο τους χιτλερικό, τοΰ πρόσφ ερ α ν μαζί μέ τά κα­ λωσορίσματα καί μιά τεράστια πολύτιμ η άνθοδέσμη άπό σάρκες καί όστά χιλίω ν όκτακοσίω ν πατριω ­ τών! Τ ούς κρα τούσ αν ά κρ ιβο φ υλ αγμ ένο υς στά κρατητήρια. Τά κλειδιά τώ ν κρατητηρίω ν ήταν ή πρώτη δωρεά πού κάμανε σ τού ς εισ βολείς. Κ ι ά λλες άνθοδέσμες τοΰ πρόσφ ερ α ν σέ έγγρ αφ ου ς κα τα λόγου ς. Φυσικά άνθη καί χά ρτινα άνθη. Τό 1941 στή ν 'Ε λλάδα ύ πή ρ χε ένα λ ο γ ο τ εχ νικ ό σωματείο μεγά λου κύ ρ ους, ή 'Εταιρεία Ε λ λ ή ν ω ν Λογοτεχνώ ν, π ο ύ ιδρύθηκε τό 1 930, μ έ πρώ το π ρ ό ε­ δρο τόν Ιω ά ν ν η Γ ρυπάρη καί άμέσως μετά τό Γρηγόριο Ξ ενόπ ου λ ο. *Ηταν σωματείο κ ύ ρ ο υς, γιατί οί δροι έγγραφής ή τ α ν π ο λ ύ βαρείς. (Τό πρώ το δ ημο­ σίευμα τοΰ ύ ποψ η φ ίου μέλο υς έπρεπε ν ά ’χει γίνει

δέκα χ ρ ό ν ια π ρ ίν ά πό τήν ύ π ο β ο λή τής αίτησης. Δ εύ τ ερ ο , ό ύποψ ή φ ιος έπρεπε ν ά ’χει έκδώ σει του­ λ ά χ ισ τ ο τρία έργα σ υ νο λικ ο ύ άριθμοΰ τουλ άχισ το 3 5 0 σ ελίδω ν. Τ ρίτο, τ ή ν αίτηση θά ύ π έβ α λ λα ν μέ δικαιολογητικά το υλ ά χισ το δύο ταχτικά μέλη καί, τέ­ τα ρτο, ή έγγραφή το υ θά έπρεπε νά κατακυρω θεί σέ γενικ ή συνέλευ ση μέ τ ή ν ψήφισή τ ο υ ά πό τά δ ύο τρίτα τ ο υλ ά χισ το τώ ν μελώ ν τής σ υ ν έ λ ε υ σ η ς .)' Ο τελευτα ίος αύτός δ ρο ς ήταν ό πιό άξεπέραστος. Υ π ή ρ χ α ν συγγραφ είς έπ ιβλη μ ένο ι σ τή ν κοινή σ υ ­ νείδη ση , π ο ύ π λή ρω να ν δ λο υ ς τούς δ ρ ο υ ς τοΰ κατα­ στατικού ( Ά ξ ιώ τ η , Κ ο ρ ν ά ρ ο ς, Λ ο υ ντέμ η ς, Παΐζη, Λ ευτέρ ης ’Α λεξίο υ), μά π ού δ έν το ύς ψ ήφ ιζα ν, γιατί τότε σ τή ν ά ρχή τά μέλη τής Ε τ α ιρ εία ς ήτα ν στή ν πλειοψ η φ ία τους σ υντηρητικώ ν ά ρ χ ώ ν καί οί σ υ γ ­ γρ α φ είς αύτοί ήτα ν γνω στο ί σ ά ν άριστεροί. Ή 'Εταιρεία 'Ε λλή νω ν Λ ο γ ο τ εχ ν ώ ν περιλάβαινε δ λα τά γνω στά ό νόμα τα τής έπ ο χ ή ς: Α ύγ έρ η , Βάρν α λ η , Β ουτυρά, Γ ιαλούρ η, Γ κό λ φ η , Γ ρ υπάρη, Δ ά φ νη Α ιμιλία, Δ ά φ νη Σ τέφ α νο, Ε ίρήνη ’Α θηναία, Θέρο Ά γ ι , Κ αζαντζάκη Γαλάτεια, Κ α ζαντζάκη Ν ί­ κο, Μ αλακάση, Μ αλά μου, Μ αμ μέλη , Μ ελα χρο ινό , Μ πεκέ, Μ υρτιώ τισσα, Ξ εν ό π ο υ λ ο , Π α λα μά , Π ολίτη Κ ο σ μ ά , Ρώτα, Σικ ελιανό, Σκίπη, Τ ρ α ϋλαντώ νη , Τσιριμώ κο Μ άρκο, Χ ατζά ρα, Δ ρ ο σ ίν η καί ά λλο υ ς. Π εριλά βα ινε το ύς σ υγγρ αφ είς π ο ύ κάπω ς ύστερότερα είχ α ν έπίβληθεϊ: Ά γ ρ α , Ά θ α ν α σ ιά δ η -Ν ό β α , Ά θ α ν α σ ιά δ η Τ ά σ ο, ’Α λεξίο υ Λ ευτέρη, Βαλέτα, Βε-


νέζη, Βρεττάκο, Γ ια ννόπ ουλο, Δ α σκαλάκη, Δ η μαρά, Έ λύτη, Θεοτοκά, Θ ρύλο, Κ αββαδία, Κ αραγάτση, Καρθαΐο, Καστανάκη, Κ ατηφόρη, Κ ό ν τ ο γλ ο υ , Λαπαθιώτη, Λεβάντα, Μ αγκλή, Μ αυροειδή-Παπαδάκη, Μ ελά, Μ οσκόβη, Μ παρλά, Μ παστιά, Μ περάτη, Μ υριβήλη, Οίκονομίδη, Ο ύράνη, Π α ναγιω τόπουλο L, Π αναγιω τόπουλο Σπ., Π α ράσ χο, ΠατρικίουΊακωβίδου, Π ετμετζά-Λαύρα, Π ετσάλη-Διομήδη, Ρίτσο, Σαμίου-Κ αζαντζάκη, Σκ ουλούδη, Σούκα, Σταύρου Τατιάνα, Σταύρου Θ ρ α σύ βουλο, Σταύρου Δημήτρη, Ταρσούλη Ά θ η ν ά , Τερζάκη, Φλώρο, Φωτιάδη, Χ άρη, Χ ατζίνη καί ά λλους. Έ π ί Κ ατοχής τά μέλη τής Ε τα ιρ εία ς, εκατόν δέκα περίπου, είχαν σ χεδ όν στη ν ολότητά τους ένταχθεΐ στό Ε θ ν ικ ό ’Απελευθερωτικό Μ έτωπο. "Αλλοι όργανωμένοι κι ά λλοι ψυχικά τοποθετημένοι μέ τήν πλευρά τής ’Α ντίστασης. Έ ξω άπό τήν ένεργό δράση μείνανε οι π ο λύ ήλικιωμένοι καί οί άρρω στοι δπω ς οί: Γρυπάρης, Δ ρ οσίνης, Μ αλακάσης, Ξ ενόπ ου λ ο ς, Παλαμάς," Τραυλαντώνης... (ώς γνω στό, μέσα σ τή ν Κ ατοχή πέθαναν οί: Γρυπάρης, Μ αλακάσης, Π αλαμάς, Τραυλαντώνης...), μά πού καί αύτοί άκόμη είχαν πάρει θέση δί­ πλα στό μα χόμενο γιά τή λευτεριά έθνος. Έ ξω μείνανε έπίσης λίγοι συνάδελφ οι π ού τ ο ύς έ­ γινε πρόταση έγγραφ ής στήν άπελευθερωτική όργάνωση, μά άρνήθηκαν γιατί, δπω ς είπαν, λ ό γω α ρχή ς δέν οργα νώ νοντα ι π οτέ σέ ομαδικά κινήματα, ωστό­ σο δήλω ναν πώ ς ήταν μαζί μας (Κ αζαντζάκης). Έ ξω μείνανε άκόμη έλάχιστοι συγγραφ είς στούς όποιους δέν έγινε πρόταση έγγραφής. Α ύτοί είτε ή ­ ταν γνω στοί μεταξικοί, είτε ήταν άνέκαθεν λάτρες τής γερμανικής κουλτούρας καί κατοπινά θαυμαστές τής γερμανικής δύναμης. Ο ί τελευταίοι αύτοί δταν γνώ ρισαν τό χιτλερισμό άπό κοντά , γίνα νε έπιφυλακτικοί. Ή Γερμανία μέ τά π ολλά θαυμαστικά μετα­ βλήθηκε στή συνείδησή τους σέ μιά Γ ερμανία γεμά­ τη έρωτήματα. Τ ούς άντιστασιακούς συναδέλφ ους τούς άντίκριζαν καί οί μεταξικοί καί οί γερμ ανόφ ιλοι αύτοί μέ συμπάθεια καί σεβασ μό. Καί σέ π ολλές πε­ ριπτώσεις κινήθηκαν γιά νά βοη θή σουν, μέ τή μεσο­ λάβησή τους σ τού ς Γ ερ μα νούς, πιασμένους σ υνα ­ δέλφους, δπω ς π .χ. έκαμε ό Π α ύλος Φ λώρος γιά τό Σωτήρη Σκίπη. Ε νν ο είτ α ι δμως, μέλη τού ’Απελευθερωτικού Μ ε­ τώπου δέν ήταν μ όνο οί συγγραφ είς οί έγγεγραμμένοι στήν Ε τα ιρεία τώ ν Λ ογοτεχνώ ν. ΤΗ ταν κι οί νέοι συγγραφείς π ού δέν είχα ν άκόμη τά τυπικά καί τά ούσιαστικά π ροσόντα γιά ν ά έγγραφ ούν στό έπίσημο σωματείο. ’Α νήκα ν στό σωματείο τώ ν ν έω ν ή δέν άνήκαν πουθενά. Οί νέοι αύτοί συγγραφ είς, ϊσω ς καί λόγω τής ήλικΐας τους, έργάστηκαν σ τό έρ γο τής άπελευθέρωσης μέ μεγάλη αύτοθυσία καί ένθουσιασμό. Σ’ αύτό τό σημείο όφ είλουμε νά π ροσθέσουμε δτι καί οί συγγραφείς τώ ν επα ρχιώ ν, τής Θ εσσαλονίκης καί τώ ν νήσω ν, έδωσαν τό πατριωτικό π α ρ ό ν τους στήν ’Α ντίσταση, ά ν καί δέν άναφέρονται όνομαστικά λόγω έλλειψης τώ ν σχετικώ ν στοιχείω ν. Γενικά οί συγγραφ είς, γέροι καί νέοι, μέ Αξιοζή­ λευτη συναδελφικότητα, μέ κοινή σ υντονισ μένη δράση, παρ’ δλη τή βαθιά έπίγνωση τού κ ινδύ νο υ, σ ’

Θεοτοκάς καί Σεφέρης

V Κώστας Βάρναλης


δλη τήν τετρ άχρ ονη περίοδο τής γερμ ανική ς κα το­ χ ή ς δέν ελειψ αν άπό καμιά πατριωτική έκδήλω ση. Πρέπει άκόμη νά τ ονισ θεΐ πώ ς κα νένα ρήγμα , καμιά παρεξήγηση δέ σκίασε τ ή ν τετρ άχρ ονη σ υ ν ερ γα σ ία τους: Μ προς σ τόν κοινό κίνδυ νο γ ίν ο υ ν τ α ν μιά άδιάσπαστη δύναμ η. Μ έ τά μέσα τά προσιδι,άζοντα σ του ς σ υγγραφ είς, τ ή ν π ένα καί τό λ ό γ ο , μέ τ ό κύ­ ρος καί τήν έμ πραχτη σ υμμ ετοχή τ ο υ ς έμ ψ ύχω να ν τό λαό καί τ ό ν ένίσ χυ α ν σ τό ν Αντιφασιστικό του άγώ να. Είχαν όργα νω θεΐ σέ όμάδες π ο ύ σ υ ν έρ χ ο ντ α ν ταχτικά, συζη τού σα ν τίς διάφορες μορφ ές π άλης, ά ντά λλασ σα ν γνώ μ ες, κατάστρω ναν σ υγκ εκριμένο σ χέδιο παραπέρα δ ράσης, καί κά νανε τ ό ν έλ ε γ χ ο τής προη γού μ ενη ς δουλειάς. Ή πρώτη όμάδα ά ποτελοϋντα ν ά πό τούς: Ά κ ρ ιτ α Λ ουκή, Α ύγέρ η, Βενέζη, Δ η μα ρά , Θ εοτοκά καί Σικελια νό. 'Η όμάδα αύτή έξέδωσε καί τό π αρ ά νομο φ ύλλο «Ελευθερία», π ού κατάφερε ν ά κυκλοφ ορή σει τέσσερα φ ύλλα. Στό τέταρτο ό τ υπ ογρά φ ος πιάστη­

κε, κλείστηκε στίς φ υλακές Κ α λλιθέας, ά π ’ δπου δρα π έτευσε μέ τ ή ν ιταλική κατάρρευση χω ρίς νά μα ρτυρήσει τ ο ύς σ υνερ γά τες τού περιοδικού.

Ά λ λ ε ς όμά δες π ο ύ λειτο ύ ργησ α ν κα νονικ ά σ ’ δλη τ ή ν κατοχική π ερ ίοδο ήτα ν οι: «Τω ν Α μ π ε λ ο κ ή ­ π ω ν», π ο ύ τή λέγα μ ε έτσι, έπειδή οί σ υνα ντή σ εις γί­ ν ο ντ α ν σ τό σπίτι τής Τ ατιάνας Σταύρου. Στή ν όμά­ δα αύτή ά νή κα ν οί: Ά θ α ν α σ ιά δ η ς Τ ά σ ο ς, Α λ εξ ίο υ Έ λ λ η , Μ πεκές "Ο μηρος, Π απαγεω ργίου Ν απολέω ν. Σ τα ύρ ου Τατιάνα. Ά π ό τήν όμάδα αύτή πέρασ α ν κι ά λ λ ο ι δ πω ς ή Κ α τίνα Π απά μέ τ ή ν άδερφή της, ή Μ αλά μου Κ λεαρέτη, μά δέ θυμάμαι συγκεκριμένες λεπ τομ έρειες. Ο ύτε καί πιστά τά π ρόσω πα.

Ή όμάδα «Κ αλλιθέας», άπό Καλλιθιώ τες. Σ’ αύτή τ ή ν όμάδα οί σ υναντήσ εις γ ίν ο ν τ α ν έκ περιτροπής σ τό σπίτι τού κάθε μέλο υς. Μ ιά βδομάδα στής Α λ ε ­ ξ ίο υ , τή ν άλλη σ το ΰ ’Α λκιβιάδη Γ ιαννόπ ουλου , σ το ΰ Κ ορδάτου, στή ς Μ αυροειδή-Π απαδάκη, στοΰ Σ κίπη , σ το ΰ Χ ατζίνη . Στήν όμάδα τής Καλλιθέας


Ξυλογραφία Μίμου Μακρή: Μέλπω Άζιώτη

Νίκος Καζαντζάκης λάβανε μέρος κατά καιρούς καί οί: Βαλέτας, Δασκαλάκης Βάσος, Δ ελ η γιά ννη -Ά να σ τα σ ιά δη , Λ ουντέμης, Μ υλω νογιάννης... ίσω ς καί ά λλοι, ά λλά δ χι σάν ταχτικά μέλη. ’Α ργότερα ά π’ τήν ομάδα τής Καλλιθέας^ καθώς είχε παραμεγαλώσει, ά ποσπάστηκε ό Βαλέτας κι έ­ φτιαξε άλλη όμάδα στό Παλιό Φάληρο μέ τούς Πανάγο, Χ ατζη δή μου καί δέν ξέρω π οιούς ά λλους. Ε π ίσ η ς άποσπάστηκε κι ό Λ ουντέμης σ τή ν Α θ ή ­ να κι έφτιαξε ά λλη όμάδα μέ τούς Καραγάτση, Σούκα καί δέν ξέρω π οιούς ά λλους. Ή όμάδα «Τω ν Κρητικών», πού συνεδρία ζε στή ν όδό Ά χ α ρ ν ώ ν , περιλάβαινε τούς: ’Α λεξίο υ Έ λ λ η , ’Α ναστασίου Μ ιχάλη (διευθυντή τής Σ χ ο λ ή ς Ά η δ ο νοπ ούλου ), Δημάκη Μ ηνά, Καφετζάκη Γ ιώ ργη, ΠερίσΐεβίυΟΐ) Ε λ έ ν η κι άκόμη κάποιον π ού τό ό νο μ ά του μου διαφεύγει. Λειτούργησαν κι ά λλες όμάδες άπό το ύς Κ ορνάρο Θέμο, Π ρ οεσ τόπουλο Ν ίκο, Λ α μπρινό Γιώργη,

Α ιμίλιο Χ ουρ μού ζιο... "Άλλη όμάδα περιλάβαινε τούς: Σκ ουλούδη, Παπακώστα, Π απαγεωργίου Ν απ. ’Α π ό παράνομα φ ύλλα ξέρω πώ ς, έκτος ά πό τά τέσσερα φ ύλλα τής «Ελευθερίας», έβγαινε έπίσης ό π αρ ά νομος «Ριζοσπάστης», άπό όμάδα λο γο τεχνώ ν π ού τήν άποτελοΰσ α ν οί Ά ξιώ τ η , Α ύγέρ ης, Καρβ ο ύ νη ς, Λ α μπ ρινός καί Έ λ λ η Παπά. Κ υκλοφ ορούσε κι ένα φ ύλλο είδήσεων. Ν ομίζω πώ ς είχε τόν τίτλο «Σοβιετικά Νέα». Α υτά βγαίνανε άπό τίς: ’Α π ο στό λο υ Ή λέκ τρα , Ά ξιώ τ η Μ έλπω καί Διδώ Σω τηρίου. Στό φ ύλ λο αύτό έστειλα κι έγώ κά­ π οτε συνεργασία. Μ ή παράνομα βγαίνανε τότε τά «Κ αλλιτεχνικά Ν έα», ίσω ς άπό τό Μ ελή Ν ικολα ίδη , καί τά «Γράμ­ ματα», πού στή ν άρχή βγαίνανε σ τό ν Πειραιά, σάν «Πειραϊκά Γράμματα», άπό τούς Μ ιμικό καί Καμαρινέα, καί ύστερα μεταφέρθηκαν στή ν Α θ ή ν α σά «Γράμματα» π ού τά έβγαζε ό Μ ιμικός μό νο ς. Κ αί εί-

Όμάδα λογοτεχνών τοΰ ΕΑΜ (Χατζίνης, Παπαδάκη, Σκίπης, Αλεξίου, βαλέτας, Λαμπρινός). Σεπτέμβριος 1943


χα ν π ρ οοδευτικούς συνεργάτες. Οί άντιστασιακές λογοτεχνικ ές ομά δες όργά νω σαν έπανειλημμένα παρουσιάσεις σ το υ ς επικεφαλής των τότε θρησκευτικών καί πνευματικώ ν ιδρυμά­ των: σ τόν ’Α ρχιεπίσ κοπ ο Δ α μα σκ ηνό καί σ τό ν π ρ ύ­ τανη Ά μ α ν τ ο , σ τόν Ε ρ υ θ ρ ό Σταυρό καί στή Γ ερμα­ νική Πρεσβεία, γιά τήν άπελευθέρω ση τών κρατου­ μένω ν συναδέλφ ω ν. Κρατώ στή μνή μη μου ζωηρή τήν είκόνα άρκετών συναδέλφ ω ν π ο ύ λά β α νε μέρος σ ’ αύτές τίς παρουσιάσεις, δπω ς π .χ . τώ ν Α ύγέρ η , Έ λύ τη, Θ έρου, Κ ατηφόρη, Π ολίτη Κ οσ μά , Σικελιαν ο ΰ , Σ κ ουλούδη, Σταύρου Τατιάνας, Π έτρου Χ άρη κ.ά. Συμμετείχαν στις π ανελλήνιες ά περγίες, ό καθείς σ τόν τόπο τής έπαγγελματικής δ ουλειά ς του. Έ λ α β α ν μέρος στίς πατριωτικές διαδηλώ σεις στούς δ ρόμ ους τής ’Α θήνας καί δέχτηκα ν τίς ένο ­ π λες έπιθέσεις δύο εισβολέω ν. 'Υ πέγραφαν καί ύ πέβαλ λα ν όμαδικές έκκλήσεις καί ύπομνήματα στίς διάφορες ά ρχές γκΓ τή ν δργάνωση συσσιτίω ν, γιά τήν παρ οχή λα διού , όσ πρ ίω ν καί ρουχισ μού άπό τ ή ν Ο ύνρα. Τροφ οδοτούσαν τ ό ν π αράνομο τύπ ο μέ π οικίλο ύλικό, γράφ ανε συνθήματα καί κυ κ λ ο φ ο ρο ύ σα ν άπό πόρτα σέ πόρτα τά π αράνομα τρίκ. Δ ια τη ρούσ αν μυστικά ράδια, παίρ νανε τίς εϊδήσεις τώ ν συμμ αχικώ ν μετώ πων καί τίς διέδιδαν σ υντάσσοντας είδικά δελτία είδήσεων. Συνέγραψ αν ποιήματα, ύ μ νο υς, θούρια π ο ύ τά με­ λοπ οίη σ α ν άντιστασιακοί συνθέτες. Α ύτά κ υ κλοφ ο­ ρούσα ν άπό χέρ ι σέ χέρι καί τραγο υδ ιο ύνταν στίς παράνομες πατριωτικές μυσταγω γίες, ά νεβάζοντα ς τό φρόνη μα τώ ν σ κλαβω μένω ν. (Είναι δ ύσ κο λο νά μετρηθούν οί έλλ η νες ποιητές π ο ύ γρά ψ α νε άντιστασιακή-πατριωτική ποίηση στά χ ρ ό ν ια τής Κ α τοχής. Μ ιά πρώτη προσπάθεια σ υγκ έντρω ση ς αντιστασιακώ ν ποιημάτων σ τό έξωτερικό π εριλαβαί­ νει εβδομήντα ποιητές. Στή ν ά νθ ολογία π ο ύ εκδίδει ή Γερμανική ’Α καδημία π εριλα βαίνονται περί τούς έξήντα, καί π ολύ διαφέρουν οί σ υνερ γά τες τής πρώ ­ της άνθολογίας άπό τή δεύτερη.) ’.Ο ργάνωναν τά λεγά μενα «πάρτυ», δ πο υ ο ί κα λε­ σ μένοι μέ τό π ρ όσχη μα καταβολής εισιτηρίου συμ-

Ό Ζήσης Σκάρας στήν κλούβα

μετοχή ς ένίσχυ α ν οικονομικά τ ό ν έν ο π λ ο άγώ να. ’Ε νερ γο ύσ αν π οικίλου ς έρά νους. Συνέγραψ αν σκέτς γιά καραγκιόζη καί κο υ κλ ο ­ θέατρο, π ού π αίζοντα ν στά σπίτια, στά παιδικά σ υσ ­ σίτια, στά νοσοκ ομεία , μέ διάφορες εύκαιρίες, καί δ ­ πο υ τά πυρά σ τρέφ οντα ν κυρίως κατά τού μαυραγοριτισμοΰ καί τής άναισθησίας τών χο ρτάτω ν. Ό Ρώτας είχε φτιάξει δικό το υ κουκλοθέατρο δ π ο υ παί­ ζο ν τ α ν μέ έξαιρετική έπιτυχία δικά του σκέτς. Στό τετρ άχρ ονο κατοχικό διάστημα έγινε ένα στε­ ν ό π λη σίασμα τώ ν συγγραφ έω ν μέ τ ο ύς ά π λ ο ύ ς άνθρώ πους. Ό ά π οτρ α βηγμένος κ ό σ μος τών σ υγγρ α ­ φ έω ν, κοινω νός τώρα κι ό ίδιος τώ ν γενικ ώ ν βασά­ ν ω ν , ύπεραγαπήθηκε άπό τό λα ό. Στίς παρελάσεις τής ά πελευθέρω σης ο ί έπευφημίες κι οί ζητω κραυγές π ο ύ δ ο νο ύ σ α ν τ ή ν άτμόσφαιρα σ τή ν έμφάνιση τού σ ώ ματος τώ ν λ ο γ ο τ εχ νώ ν ά ντ η χ ο ΰ σ α ν έπαυξημ ένες ά π ό τά πλήθη, π ο ύ συνω θ ο ΰ ντα ν Ιτιά π εζοδρόμια καί στά παράθυρα. — Ν ά μας ζήσετε. — Ν ά μάς ζή σ ο υ ν ο ί Γ κόρκηδες τής Ε λ λ ά δ α ς . Πράγμα π ο ύ έκ ανε τό μακαρίτη Σκίπη νά ά ναλυθεϊ σέ λυ γμ ο ύς... Κατά τίς γιορταστικές π αρελάσεις μ εσολα βού σε ά πό κλάδο σέ κλάδο άρκ ετός χώ ρ ο ς κενός. Σ’ αύτόν τ ό ν κενό χώ ρο βά διζα ν, έμπροσθοφ υλακή τού κάθε κλάδ ου, οί σ υνάδ ελφ οι π ού κρ α τούσ αν ψηλά τεντω­ μένα πανώ μέ τά συνθήματα: «Οί σ υγγραφ είς σ τή ν ύπηρεσία τού λαού» « Ή τέχνη ά π ό τό λ α ό καί γιά τό λαό». Κ ι ά κ ολου θ οΰσ αν μετά οί π υκ νές φ άλαγγες τών σ υγγραφ έω ν, π ο ύ π ερ π ατού σα ν μέ βήμα κατά τετρά­ δες πάνω στό ρυθμό π ο ύ π αίζα νε τά εμβατήρια. Τώ­ ρα πιά ήταν ένα ς έπ ιβλη τικ ός σ τρατός τής νίκης, β ά διζα ν όρθομέτω ποι κι ά κ τινο β ο λο ΰσ α ν άπό ικα­ νο π ο ίη ση . Τ ό έπ ικίνδυ νο ιερ ό έρ γο είχε στεφθεΤ μέ έπιτυχία. Οί πρώτες τετράδες άποφ ασίστηκε ν ά διατεθούν τιμής ένεκεν στά γηρατειά. Ό κ ό σ μος έβλεπ ε δακρυσ μ ένο ς τά λευκά ά ξιαγάπητα κεφάλια π ού είχα ν μο­ χθήσ ει καί κινδυνέψ ει μαζί του στά άγύριστα μαύρα χ ρ ό ν ια τής σ κλα βιάς. ’Η τα ν αύτή ή πορεία το υς ένα ά π ό τά πιό ά ξιό λο γ α τραγούδια π ο ύ είχα ν γράψει. Τ ό άντιγράφ ουμ ε δ σ ο μπ ο ρ ο ύ μ ε πιό πιστά: Σκι'πης, Αΰγέρης, Μ π εκές, Βενέζης, Σταύρου Τατιάνα, Βάρναλης, Θέρος Ά γ ις , Καζαντζάκη Γαλάτεια Π ο λ ίτη ς Κοσμάς, Π α τρικίου -Ία κω β ίδου , Σκουλούδης, Λ εβά ντας Λουντέμης, Ά ξιώ τη , Πανσέληνος, Κατηφόρης, Στρατής Λούκας, Άθανασιάδης Τάσος, Καστα νάκη ς Λουκάς, Μελάχροινός, Παπαδάκης. Γιαννόπουλος ’Α λκιβιά δης, γυναίκα του, Προεστόπουλος, Χατζίνης, Β αλέτας, Κορδάτος, Παπαγεωργίου Ναπολέων, . Παίζη Π αηαδάκη-Μ αυροειδή, Μυλωνογιάννης, Ζαμπαθάς, Δεληγιάννη- Αναστασιάδψ Ν ικολα ΐδη ς Μ ελή ς, ’Α λεξίο υ Έλλη... Ό

Βασίλης Ρώτας ήταν άκόμη σ τό β ο υ νό . Ό Βΐ


κελιανός έλειπε άπό τήν ’Α θήνα. Ό Μ αγκλή ς ήταν στην Α ίγινα. Ό Κ ορνάρος κι ό Λ α μπ ρ ινός μόλις τήν προηγούμενη τής διαδήλω σης είχα ν βγει άπό τό Χαϊδάρι. Ό Γιώργος Κ οτζιούλας ή ταν κι α ύτός κ ο ν ­ τά στά τμήματα τής ύπαίθρου... Κ ι ά λλο ι είχαν χαθεί άπό τίς κακουχίες καί τό λιμό. Τό άντιστασιακό έργο κατά τοϋ φ ασισμού είχε θριαμβευτική λύση. Μ ά παρ’ δ λο π ού δέν έκλεισε στούς κ όλπ ους του άπάτριδες, σ υνεργά τες ή πρ ο δό ­ τες, ώστόσο, δπω ς ειπώθηκε, είχε άρκετά θύματα. Καί πρώτα πρώτα άπό τις στερήσεις καί τήν πείνα χάθηκαν οί: Ά η δ ο ν ό π ο υ λ ο ς Γ ιάννη ς, ό νεαρός ποιητής μέ τό μεγάλο τα λέντο, Γ ιαλούρ ης Ά ν τ ώ νης, δέν μπόρεσε νά συνέλθει ύστερα ά πό τό λιμ ό , Γρίβας ’Α ναστάσιος, π ού είχε καταντήσει όρθός ν ε­ κρός, ό ’Ιω άννης Γ ρυπάρης, ό Ίερ ό π α ις, π ο ύ έγραφε ποιήματα μέ τό ψευδώ νυμο «Γερός», γίνη κ ε φυματι■κός καί πέθανε π ροτού λευτερωθούμε. Ό Ν απολέω ν Λαπαθιώτης αύτοκτόνη σε, άφού έ­ φτασε στό τελευταίο σκαλί τής κατάρρευσης καί Α πόγνω σης. Είχε έρθει σ τό ύπου ρ γεϊο Παιδείας, π ού θά δίνανε ένα βοήθημα. Έ κ ε ΐ τό ν σ υνάντησ α γιά .τε­ λευταία φορά. Τ ό μονα χόπαιδο, ό άρχο ντο γεννη μένος, καλλιεργημ ένος, τρυφερός ποιητής καί πιανί­ στας, μέ τά δώδεκα γατιά, κολυμ πούσε, άδειος σκε­ λετός μέσα σ ’ ένα ξέθωρο, τριμμένο, φ αγω μένο κ ο ­ στούμι μπλέ... Πιάστηκαν καί κλείστηκαν στίς φυλακές καί τά στρατόπεδα: Βενέζης Ή λία ς, στίς φυλακές Ά β έρ ω φ . Πιάστηκε στήν τράπεζα δπου έργαζόταν τότε, κατά τήν πα ­ τριωτική έκδήλωση τών ύ πα λλήλω ν τής τραπέζης στήν έθνική έορτή τής 25ης Μ αρτίου. Γανιάρης Χ ρ υσ όστομ ος, πιάστηκε στό βιβλιοπω ­ λείο «’Αετός» γιά έκδοση π αράνομου δελτίου ειδή­ σεων. Έ π ί π ο λλο ύ ς μήνες ήταν κάθε μέρα μελλοθά­ νατος. Ή γυναίκα του Εύφημία Γανιάρη έκτελέστηΓ ιοφ ύλλης Φώτος, κρατήθηκε σ τό Χ αϊδάρι. Κ ορνάρος Θέμος, κρατήθηκε σ τό Χαϊδάρι. Λαμπρινός Γιώργης, κρατήθηκε στό Χ αϊδάρι καί στή Μ έρλιν. Π α νσέληνος Ά σ η μ ά κ η ς, κρατήθηκε σ τού Ά β έ ρωφ. Σκάρος Ζ ή ση ς, γνώ ρισε τή φοβερή πείρα τής κλούβας. Κ λεισμένος μέσα μαζί μέ ά λ λ ο υ ς πατριώ­ τες, βάδιζε πάνω στά ναρκοθετημένα βα γόνια άνοίγοντας δρόμο σ τού ς γερμ ανικούς συρμούς. Σκίπης Σω τήρης, κλείστηκε σ τό άπαϊσιο κρατητήριο τής όδού Μ έρλιν. Χ άγερ-Μ πουφ ίδης Ν ίκ ος, κλείστηκε σ τίς φυλα­ κές Χατζηκώστα. Κ υνηγήθηκαν γιά συνεργασία τους σ τό περιοδικό «Γράμματα» (είχε άναφέρει μέ εύμενή σ χό λ ια τό θά­ νατο τού Δημήτρη Γ λη νοΰ ) οί Μ υριβήλης καί Χ ουρμούζιος, μά κατάφεραν νά δ ια φ ύγουν τή σ ύλ­ ληψη. Ό Δερμιτζάκης Μ ανόλη ς πιάστηκε καί στάλθηκε στό στρατόπεδο Ζ εμούν τής Γ ιουγκοσ λα βία ς, άπόπου άπό τούς 3.800 πιασμένους μ ό ν ο -310 κατάφε­ ραν νά γυρ ίσουν ζω ντανοί.

Γιώργος Κοτζιούλας (σκίτσο Μεγαλίδη)

Ό δικηγόρος Σπανίδης, σ ύνδεσ μος τώ ν όμάδων λ ο γ ο τ εχ νώ ν , πιάστηκε στή ν ούρά καί στάλθηκε, μα­ ζί μέ ά λλο υ ς, δ μηρ ος στή Γερμανία, άπ’ δ πο υ γύ ρ ισε μετά τήν άπελευθέρω ση. Έ κτελέστηκαν: Μ άστρακα Μ άρω, φίλη θερμή τής τ έχ νη ς, π ού ή ίδια δέν έγραφε, μά διέθετε τό σπίτι της γιά τίς σ υνε­ δριάσεις τώ ν άντιστασιακώ ν λ ο γ ο τεχνώ ν. Έ κτελέστηκε μαζί μέ ά λλες γυναίκες στό θυσιαστήριο τής Καισαριανής. Μ άστορας Στάθης, συνθέτης, ποιητής καί καθη­ γη τής τώ ν μαθηματικών, έκτελέστηκε στίς όμαδικές έκτελέσεις τώ ν χω ριώ ν τής Βιάννου. Π α σχα λινός Φώτης, ν έο ς π οιητής, έκτελέστηκε μέ ά π α γ χο νισ μ ό στή ν Πάτρα. Χ ομενίδη ς, δοκιμιογράφ ος, έκτελέστηκε μέ άπαγχ ο ν ισ μ ό στή ν Πάτρα (γα μπ ρ ός, άπό άδελφ ή, τού Δη μήτρη Γ λη νοΰ ). Τά παραπάνω έξιστορ οΰν πλευρές μ ό νο τής σ υ μ ­ μετοχή ς τώ ν σ υγγραφ έω ν στήν ’Α ντίσταση, καί κυ­ ρίως άπό τή δράση τους στή ν ’Α θήνα. Κ ι άκόμη δί­ ν ο υ ν πλη ροφ ορίες π ού έχω έξ ίδιας πείρας. Οί π λη ­ ροφορίες αύτές πρέπει ν ά συμπληρω θούν μέ τήν πεί­ ρα καί τή σ υμβ ο λή καί τών ά λλω ν συναδέλφ ω ν, π ού ζήσ α νε έπίσης τά γεγο νό τα . Είναι ιερό καθήκον ό ­ λω ν μας νά κρατήσουμε άσβηστη τήν εικόνα τής ά βυσ σα λέα ς, μά μοναδικής σέ καθολικότητα καί σέ ήρωική έξαρση έπ οχής.


Θανάσης Φωτιάδης

Η πολιτιστική ’Αντίσταση στή Θεσσαλονίκη ( 1941- 1944) Ελλάδα δεν είναι μόνο ή ‘Αθήνα καί, φυσικά, άντίσταση στον κατακτητή δέν πρόβαλαν μόνο οΐ πνευματικοί άνθρωποι τής πρωτεύουσας, άλλά δλης τής χώρας. Ζητήσαμε λοιπόν άπό τό συνεργάτη μας Θανάση Φωτιάδη νά μάς δώσει μιά σύντομη εικόνα τής γενικότερης πολιτι­ στικής αντίστασης σε μιά αντιπροσωπευτική τήν έποχή εκείνη, πόλη τής έλληνικής έπαρχίας: τή Θεσσαλονίκη. Ά π ό τό 1962, π ού δημοσιεύτηκε ένα πρώτο σχεδία­ σμα, μέ ά λλο τίτλο καί ά λλες συνθήκες, ετρεξε, άλήθεια, πάρα π ολύ νερ ό κάτω άπό τό στέρεο, τό καλοθεμελιωμένο γεφύρι τής Ε θ νικ ή ς Α ν τίσ τ α σ η ς.* Ά π ό τήν πρώτη ραδιοφωνική έκπομπή τού Γ. Κάρτερ, μέ κυβέρνηση Γ . Παπανδρέου (Σεπτ. 1964), μέ­ χρι τήν αύριανή (8.11.82) έκδοση μιδς ποικιλόμ ορ­ φης, ά ντιπροσω πευτικής σειράς έλληνικώ ν γραμμα­ τοσήμω ν —γραφιστική δικαίωση τής μεγάλης ιστο­ ρίας— ά πομ νημονεύματα, βιβλία, ντοκουμέντα, φω­ τογραφικό ύλικό, άνατυπώ σεις, άρθρογραφία, έπιστολογραφία, άποκαλύψεις, ό μολογίες, επανεκτιμή­ σεις, άναμνήσεις σέ λογοτεχνικ ές καί μουσικές μορ­ φές, μέ περίεργα γρ ή γορ η, δλα αύτά, καταγραφή σέ «άνθολογίες» καί «μελέτες» βαθυστόχαστες, Δ ύ σ η κι Α ν α τ ο λ ή ... .Τό σπουδαίο γε γο ν ό ς, πού μιά κυβέρνηση «ύπερταξική»-σοσιαλδημοκρατική, μέ τά 2 /3 τοϋ λαού νά τήν ύποστηρίζει, άποκατάστησε μετά 4 0 χρόνια τήν άντίσταση τοϋ έλληνικοϋ λα οϋ σ τό φα­ σισμό, λίγο προσθέτει σ τή ν π ρ οβολή τοϋ συγκεκρι­ μένου μας θέματος: στό μεταξύ, μέ τίς τόσες θυσίες καί τίς τόσες προσφ ορές, ή Ά ν τίσ τ α σ η ήταν κατα­ ξιωμένη· ή ά πονομ ή τοϋ «έσαεί» μεταλλίου, καταν­ τούσε ύπόθεση χρ ονολογία ς. Κ ι αύτά τ’ άναφέρω, γιά νά δώσω τίς άληθινές διαστάσεις, σ ’ ένα «μερικό»

θέμα πού διαπραγματεύεται ένας άντιστασιακός στά 1982! Τ ή ν άντίσταση τώ ν πολιτιστικώ ν στοιχείω ν, σ τού ς κόλπ ους καί μέ τήν ύποστήριξη τοϋ ΕΑΜ . Α ύτή τή φορά δέν πρόκειται ν ’ άναφερθώ σέ πρό­ σωπα σ τό ν τομέα έκεΐνο· π ροκάλεσε τό πρώτο μου έκεΐνο άρθρο τέτοια «άναταραχή» στούς αιωνίως έπισ τολογρ α φ οϋντες «κατόπιν έορτής», π ού προτιμώ νά παραπέμψω έκεΐ, γιά τόν αύριανό Ιστορικό, καί στις έπιστολές πού τό σ υμπλήρω σαν —δυό δικές μου. Λ υπούμ αι, γιατί μέ τό ν κα νόνα α ύτό, τώρα πού δφοβα μπορώ νά όνοματίζω π εθαμένους καί ζωντα­ νο ύ ς , θά παραλείψω τούς διευθυντές τής Δημοτικής καί τής Βιβλιοθήκης τοϋ Πανεπιστημίου, πού έ ν ε ρ γ ά βοήθησαν στή ν πολιτιστική άντίσταση. Εξαίρεση θά κάνω μ όνο γιά τόν άείμνηστο δάσκαλο Γιάννη Ίμβριώ τη , πού έγραψε: «Τά ύπέροχα πρότυπα είναι άπειρα. Πώς νά τά όνοματίσω; Π ώ ς νά τά Ιστορήσω; Πρόσω πα, όνόμα τα άραδιάζονται μέσα σ έ τούτο τό τεύ χο ς, μά ό χ ι δ λ ο , μό νο ένα μικρό μέρος»... Ά π ό τήν άλλη μεριά, ό χώ ρος μέν περιορίζει, καί ή διάθε­ ση μ’ έμποδίζει ν ά κάνω γενικεύσεις καί στοχαστικές ά ναλύσεις. Έ τ σ ι θά προχω ρήσ ουμ ε σέ μιά σπαρτια­ τική χρ ο νο γρ άφ η ση , μέ λίγα έγκωμιαστικά καί πε­ ρισσότερες λεπτομέρειες. Ή Θ εσσαλονίκη, μέ π ολλές δημοκρατικές καί άγω νιστικές περγαμηνές πρίν τ ό ν π όλεμ ο, μέ πολλές

* « ’Ε π ιθ ε ώ ρ η σ η Τ έχνης» τ. 8 7-88, Μ ά ρ τ η ς -Α π ρ ίλ η ς 19 6 2 . Ε π α κ ο λ ο ύ θ η σ ε σ υ ζ ή τη σ η , π ρ ο σ θ ή κ ες, α ντιρ ρή σ εις!... Β λ έ ­ π ε τε , πριν 2 0 χρ ό νια , ή τα ν τό σ ο δ ια φ ο ρ ε τικ ά τ ά π ρ ά γ μ α τα σ τ ή χ ώ ρ α μ α ς , π ο ύ ή α ναφ ο ρά , σ ’ ένα α ρ ισ τερ ό περ ιο δ ικ ό , γ ύρ ω σ τό «ύπο πτο » θ έ μ α τ ή ς έ α μ ικ ή ς ά ν τίσ τα σ η ς, έ νό ς ό νόμ α το ς, μπ ο ρ ο ύσ ε νά σ το ιχ ίσ ε ι π ο λ λά . Τ ό λ ιγό τε ρ ο , τό δ ια β α ­ τήριο, δ π ω ς φ ο β ό τα ν τ ό σ ο σ ’ ά λ λ α δ ύ σ κ ο λ α χρ ό νια ό Ό δ υ σ σ έ α ς Έ λ ύ τη ς. "Ο λα τά σ το ιχ εία α ύ τά , τ ά ύ π ο λό γισ ε ό ά ρθ ρο γρά φ ο ς σ τ ή σημερινή, σο ντο μευμένη μ ο ρ φ ή τή ς π α ρ ο υ σ ία σ η ς. Ο ίβ α θ ύ τ ε ­ ρ ε ς ρίζες, β έβ α ια , μ ένο υ ν ά μ ε τά λ λ α χ τε ς · ά λ λ ιώ τ ικ α , θά β ά ­ ζαμε τή μ ε γ α λ ε ιώ δ η α υ τή ύπ ό θ εσ η σ έ κ ιν έ ζικ α π α π ο ύ τσ ια ! Σ τό μ ε τα ξ ύ, κ υ κ λο φ ό ρ η σ ε —π ρ ό σ φ α το σ έ σ ε ιρ ά ό λ ό κ λ η -

ρ η γ ε ν ικ ό τερ η ς ύ λ η ς β ιβ λ ίω ν — τό β ιβ λ ίο το υ φίλονσ υ ν α γω ν ισ τή Γ . Κ α φ τα ν τζ ή , «Τ ό π α ν επ ισ τή μ ιο Θ εσσαλονί­ κ η ς σ τό ν κ α ιρ ό τ ή ς κ α το χή ς» , Θ εσ σ α λ ο νίκ η , φθινόπωρο' 19 8 2 , σ ε λ . 128. Ε ίν α ι κρ ίμ α π ο ύ τ ά α ν έκ δ ο τα σ το ιχ εία τοιι δ έν έ ντά χ θ η κ α ν σ ’ ένα μ ε θ ο δ ικ ό σ ύ ν ο λο ( έ σ τω κ α ί συγκινη­ σ ια κ ό ) χ ω ρ ίς έ π α να λ ή ψ ε ις, χ ω ρ ίς μ ικ ρ ο λ επ το μ έ ρ ε ιες , καί χ ω ρ ίς το υλ ά χ ισ το νά έ π ω φ ε λ η θ ε ϊ ό π ο ιη τή ς κ α ί νομικός σ υ γ γρ α φ έα ς του ά π ό τ ή σ υ ζ ή τη σ η π ο ύ ά ρ χ ισ ε σ τ ά 1 962, μί τό π α ρ α π ά νω δη μ ο σ ίευμ α . Κ α ί ά ν α υ δ ο υ ς μ ά ς ά φ ή νει τ ό ε ισ α γ ω γ ικ ό μ ό το τ ο ύ βκ β λίο υ, μ έ τό Α π ό φ θ εγμ α το ύ... ’Α π ό σ το λ ο υ Π α ύ λ ο υ («τόί ά γώ ν α τόν κ α λ ό ν » κ λ π .), ένό ς ά π ό τ ο ύ ς π ιό φ α ν α τικ ο ύ ς διώ­ κ τ ε ς τ ο ύ έ λ λ η ν ικ ο ϋ πο λ ιτισ μ ο ύ !


θυσίες σ τόν έλληνοϊταλικό καί έλληνογερμ ανικό αγώνα, βρέθηκε, πραγματικά άπό τις πρώτες μέρες τής Κ ατοχής, σέ άντιστασιακή δραστηριοποίηση. ’Αριστεροί, κεντρώοι καί δεξιοί, άνάμεσά τους αξιω­ ματικοί καί ά πλοι βαθμοφόροι τοΰ στρατού, τής άεροπορίας καί τής χω ροφυλακής, κινούνται γιά π ο λύ ­ μορφη, Αλλά πραγματική άντιμετώπιση τής βαριάς κατοχής στή Βόρ. Ε λ λά δ α , καί φυσικά στή Θεσσα­ λονίκη. Συγκροτούνται άντιστασιακές όμάδες, έκδίδονται έφημεριδοΰλες (λ.χ. «Είρήνη-Λευτεριά» καί « Ε λ εύ ­ θερη Νιότη»). Δ η μιουρ γοΰνται κομματικές (Κ Κ Ε) καί έαμικές δργανώ σεις στή ν π όλη , μέ τίς Αντίστοι­ χες τών νέω ν (ΕΑ Μ Ν έων). Έ δώ , πρέπει νά θυμί­ σουμε δτι οι κομματικές νεολαίες τών διαφόρων κομμάτων αύτοδιαλύθηκαν ούσιαστικά μετά τήν ί­ δρυση τής ΕΠ Ο Ν (Ε νιαία ς Πανελλαδικής ’Ο ργά­ νωσης Νέων) στίς 23.2.1943. Α ύτό δμως δέν έμπόδισε λίγους, φοιτητές κυρίως, νά κά νουν τή δική τους πολιτική έντεχνα —τά σπέρματα τής κατοπινής καί μέχρι σήμερα «διάσπασης», άκόμα καί σέ άντιστασιακά καθαρά σωματεία. Ό λαός αρχίζει νά συσπειρώ νεται σ τούς τομείς τής δουλειάς του, τής γειτονιάς του, τών σωματείων του καί τής ειδικότητάς του. Φυσικά, στά σχολειά καί στό πανεπιστήμιο —τό μεγάλο φυτώριο! Οί πνευματικοί άνθρωποι καί τά πολιτιστικά στελέχη συμμετέχουν, έμμεσα καί άμεσα, σ τόν άντιστασιακό άγώνα. Δ ικη γόροι, γιατροί, καθηγητές, δάσκαλοι, δημοσιογράφοι, λογοτέχνες, ζω γράφοι, σ έ ποσοστό πού τό ύπολογίζω σέ 90%, βρίσκονται σ ’ έπαφή μέ τό άναπτυσσόμενο κίνημα κατά τών κατακτητών. Οί περιπτώσεις συνειδητής συνεργασίας μέ τούς Γερμανο-βουλγάρους είναι γιά τούς πνευματικούς ανθρώπους 20-30 όνόματα μ όνο ν, σ ’ δλη τή Μ ακε­ δονία· κι άνάμεσά τ ους, φ εΰ, καί ά νώτεροι κληρικοί! Σ ωματεία - Ιδρύματα πού βοήθησαν τήν πολιτι­ στική άντίσταση στή Θεσσαλονίκη: Ά σ υ λ ο τοΰ Παιδιού, Λύκειο Έ λλ ηνίδ ω ν Θ εσσαλονίκης, Εΰξεινος Λ έσχη (τών Ποντίω ν, π ού διέθεσαν αίθουσες καί γραφεία γιά τή «νόμιμη» πολιτιστική δουλειά τής ά ντίστασης), ’Ορειβατικός "Ομιλος, ή Ε Ο Χ Α (ένοριακές έπιτροπές σ ’ δλη τήν π όλη ), Μ έριμνα Π οντίων Γυναικών, Μ έριμνα Παιδιού κ.ά. ’Α θ λ η τικ ο ί δμιλοι: Μ ΕΝ Τ Τ ούμπας (λαϊκής, τότε, συνοικίας, μέ άπειρες σ υμμετοχές καί άπειρα θύμα­ τα), Ναυτικός Ό μ ιλ ο ς Θ εσσαλονίκης (Ν Ο Θ ) καί 'Ιστιοπλοϊκός Ό μ ιλ ο ς Θ εσσαλονίκης (ΙΟ Θ ), ό ΠΑΟΚ καί οί ά λλοι σ ύ λλ ογοι, πού στό τέλος τής κατοχής έκδίδουν τήν «’Αθλητική Φωνή». Λ ίγο νά σταθούμε στούς δύο ναυτικούς όμίλους: Φιλοξενούσαν, βασικά, τό καταστημένο τής Θεσσα­ λονίκης, σ ’ δλο του τό μεγαλείο. Κ ανονικά θά μπ ο­ ρούσαν νά γίν ο υ ν κέντρα «έπαφής» μέ τούς ξένους στρατιωτικούς —ύ πή ρχαν δ λες οί προϋποθέσεις. Έ ­ γινε τό άντίθετο: μέ τή βοήθεια τών άντιστασιακών οργανώσεων έγινα ν θερμοκήπια πατριωτικής δρά­ σης. Δ ημιούργησαν συσσίτια γιά τούς ά πορους ναυ­ τικούς. Εκ θέσεις ζω γραφικής, θεατρικές παραστά­ σεις καί άλλες έκδηλώσεις μέ ξεκάθαρη Αντιχιτλερική γραμμή, πού προκάλεσαν τήν όργή τής Γκεστά­ πο. Ν ά ’μαστέ δίκαιοι: μπορούσαν π ο λύ εύκολα νά

Γ. ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 'Ζ Ω Γ Ρ Α Φ ΙΚ Η ' Χ Α Ρ Α Κ Τ ΙΚ Η - ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΙΟΥ ΗΜΑΠΙΗΙΜΤ ΟΜΙΑΟΤ ΠΙΚ18ΙΠΚΜ!0Υ {.0.11.

Έ ξώ ςρυλλο

εχθεσης σ τή

Θ εσ σ α λο νίκ η

γίν ο υ ν έστίες βο υ βής συνεργασίας. Δ έν έγινα ν, κι δς προκαλεΐται μέχρι χθές ό «ταξικός ζήλος» μερικών ά γν ώ ν άριστερών... ’Ε κπ ολιτισ τικό ς "Ομιλος Πανεπιστημίου, ΕΟΠ: Έ ­ να καύχημα τής άντιστασιακής ζωής: μέ τά πιό άθώα μέσα, τίς έκδρομές λ.χ., μέχρι τά πιό ούσιαστι­ κά, τό φοιτητικό συσσίτιο, έκατοντάδες δργανω μέν ο ι στό ΕΑ Μ Ν έω ν, άπ’ δλη τή Μ ακεδονία, δη­ μ ιο υ ργ ο ύν ένα κέντρο έθνικής ζωής: έκθέσεις, ζω­ γραφ ικής, σατιρικές, γλυπτικής, θεατρικό τμήμα, σ ’ έπαφή μέ τό παράρτημα τοΰ ’Εθνικού Θεάτρου πού βρίσκεται στή Θ εσσαλονίκη, διαλέξεις φοιτητών καί καθηγητώ ν, Αθλητικό τμήμα, τ έλο ς τό περιοδικό «Ξεκίνημα», τό διαμάντι μιάς περήφανης ιστορικής σ τιγμής... (1 2 τεύ χη, 250 σ υνολικά σελίδες). Μ έ συ­ ν εργασίες έπώ νυμω ν καί ανώ νυμω ν (τότε) πνευματι­ κ ώ ν άνθρώπω ν... Τ ό «άντρο» τών φοιτητώ ν, ό «Οί­ κος τοΰ Φοιτητή», γνω ρίζει μέρες καί νύχτες όργανωτικής προπαρασκευής καί π ανη γυρισ μούς μετά τίς έπιτυχίες, τίς νίκες στό έσωτερικό καί έξωτερικό μέτω πο... Π ρέπει νά κλείσουμε τή μαρτυρία αύτή, δσο κι άν

Ή

σ φ ρ α γ ίδ α τ ή ς ' Ε τ α ι ρ ί α ς


καταντάει σύντομη καί άδικη, περιορισμένη καί «με­ ροληπτική». ’Α λλά θά συνοψ ίσουμε: Μ έ τή βιβλιογραφία πού π ρ οτείνου με στή ν άρχή , μέ πολλά βιβλία πού β γαίνουν ώς τίς μέρες μας, μέ μερικούς έπιζώντες π ού πρέπει οί νεότεροι νά τούς πάρουν τή μαρτυρία τήν πολύτιμ η, είναι εύ κολο σ ή­ μερα ν ’ άνασυγκροτηθεΐ ή μεγάλη έκείνη έπ ο χή τής Θ εσσαλονίκης. Φτάνει νά μή ν ξεχ α σ τ ο ΰν δυό-τρεΐς βασικές άλήθειες: Ή δράση σ τό ν πολιτιστικό τομέα, στόν πολιτικό, στό στρατιωτικό, σ τό ν άντιχιτλερικό, στήν ένημέρωση καί διαφώτιση, σ τό παζάρι, σ τό ν προθάλαμο τού συνεργάτη «ύπουργοΰ» Βόρ. Ε λ λ ά ­ δας γιά νά έπιτρέψει άθλητικούς ά γώ νες ή σ υνα υ ­ λίες, στά γραφεία τής στρατιωτικής (χιτλερικής) λ ο ­

γοκρισίας νά μας έγκρίνει «κείμενα», στή «σιωπηλή» συμμετοχή έκατοντάδω ν νέω ν στίς άπαιτήσεις των φιλανθρω πικώ ν ιδρυμάτων (νά ζή σ ο υ ν περισσότερα παιδιά γιά τό 1982!..), νά μή ν έχο υ ν λ ό γ ο τά Τάγμα­ τα ’Α σφ αλείας στά διάφορα σωματεία καί τίς άρχαιρεσίες τους κ λ π ., κλπ ., δλα αύτά ήτα ν τότε ενα άξεδιάλυτο σ ύμπ λεγμα , ά ρμ ονισ μένο σ τό ν άνυποχώ ρητο π αλμό ό λ η ς τής άντιστασιακής Ε λ λ ά δ α ς . Ή πολιτιστική άντίσταση στή Θ εσ σα λονίκη ή­ ταν, άλήθεια, ένα τρόπαιο στή νεότερη ίστορία μας! Έ ν α μή νυμα γιά τούς σ ημερινούς καί αύριανούς: ένωτικό, φ ιλελεύθερο, δημιουργικό, φ ιλειρηνικό, άντιφασιστικό, σ τ’ άλήθεια πνευματικό καί πολιτιστι­ κό. Β

...

vefwijw,

y z

P M J? »

#n o m j^ h

, /\oJV>-©oiYOcrn>

*Vao, oAh> Α \ ιλο>

/\ί Λ α >

ΠάννΗ>

Λ\ ηακονανν^.ΛΛ Πιτσί\Η> MiKoy ΠοΧυΧρονιαίπ^ Δη(ίο). $"τΐ$ανιάΗ> Oopay ' "Τσαρα^ XapaXay.no>

Δ 'ο ρ .ν ο ν ^

Ao^ejgafijsanjo

^

- ΙΑΤΡΙΚΗ-

^j£u>vcnravTiTi0rt^ Hawn'· \/\ο^αρ.6Η> Δπκ^ιτρ» vW cpoy Χαρκ> ^ \ 'Λ ΑΧΟ ΛDO A ■ 3 £ gAn\pyhv KoHOtov

α\ιοΠΟυ\θ> Γιώργο* Πονθ> '•"-/Λαρχαρκν T"0v:h> XopX\aftfuin> ftUMHTPN) "Sv».

Xpvoe(»u^c+> β α σ ι\π >

Kov ) (w u p y a V :" ':.> 4 KnNiTA^rthfMiV A B tiS w g ^ Λ

α Β

ρ ν ^ ύ ^

/

"

^

4

-

’Α πό τό σπουδαστικό περιοδικό τής Θισααλονίκης «Φ οιτητής» (ά η .φ . 1)

70


Σ τ ις σ ελίδες πού ά κο λο ν θ ο ϋ ν ο ί συ νερ γά τες τ ο ϋ «Δ ια βά ζω » π α ρ ο υ σ ιά ζο υ ν κ α ί κ ρ ίν ο υ ν μ ε ρ ικ ά από τ ά π ιό εν δ ια φ έρ ο ν τα β ιβ λ ία πού κ υ κλο φ ό ρη σ α ν το ύ ς τ ελ ε υ τα ίο υ ς μήνες. Τά β ιβ λ ία επ ιλ έ γ ε ι ή Σ ύ ν τ α ξ η το ϋ π ερ ιο δικ ο ύ .

«ή κρίση της οικογένειας δέν είναι παρα το αποτέλεσμα τής κρίσης των άξιων»

Α Ν Τ Ρ Ε Μ Ι Σ Ε Λ : Κ ο ινω νιο λ ο γία τή ς ο ικ ογένεια ς κ α ί το υ γά μο υ. Μ ε τ . Λ . Μ . Μ ουσούρου. Π α ρ ά ρ τη μ α : Λ . Μ . Μ ο υσοΰρου. β α σ ι κ ά σ το ιχ εία γ ιά την ε λ λ η ­ νική ο ικ ο γέ νε ια . ’Α θ ή να , G u ten b erg, 1981. Σ ε λ . 2 9 9 .

Πρίν άπό λ ίγ ο καιρό άπό τίς στήλες τοϋ περιοδικού «Διαβάζω» (τεύχος 51, Μ άρτιος 1982) έπισημάναμε τό π ό σ ο φτωχή πραγματικά είναι ή βιβλιογραφία στή χώ ρα μας γύρω άπό τήν κ ο ινω νιολογία τής οι­ κογένειας. Έ ν α ν κλάδο τής κ οινω νιολογίας π ού τε­ Γι’ αύτό μέ πραγματική Ικανοποίηση είδαμε τό έργο τής γνωστής κοινω­ νιολόγου τής οικογένειας,Άντρέ Μισέλ, Κ ο ινω νιο λ ο γία τ ή ς ο ικ ο γέ νε ια ς κ α ί τ ο ϋ γ ά μο υ, σέ μετάφραση τής κοι­ νωνιολόγου Λουκίας Μ. ΜουσούΤό έργο αύτό συγκαταλέγεται, θά λέγαμε, μεταξύ των κλασικών κειμέ­ νων στό χώρο τής κοινωνιολογίας, έ­ να πραγματικά μεγάλο παράδειγμα συνθετικής δουλειάς. Ά π ό τήν εισαγωγή της ή Α. Μισέλ άναφέρεται στή μορφή πού πρόκειται νά δώσει στό κείμενο καί σέ ποιούς τομείς τής οικογένειας θά κινηθεί. Γιατί τονίζει δτι «ή έκλογή τών θεμά­ των πού πραγματεύεται ή έργασία σήμαινε άναγκαστικά τήν άπόρριψη κάποιων χώρων δπου ή έρευνα άφορά λιγότερο τήν κοινωνιολογία καί περισσότερο κάποια παραπλήσια έπιστήμη» (σελ. 12). Στά πρώτα τρία κεφάλαια, ή συγγραφεύς, σέ μιά ούσιαστική παράθε­ ση, κάνει μιά διαχρονική κάλυψη τών θεωριών γύρω άπό τή μελέτη τής οίκογένειας. ’Αρχίζοντας άπό τίς σύγ­ χρονες τάσεις τής έρευνας σέ θέματα οικογένειας στή Βόρεια ’Αμερική καί τήν Εύρώπη (πρώτο κεφάλαιο), προ­ χωρώντας στίς παλιές θεωρίες τών

λευταία γνώ ρισε μιά άνάπτυξη μεγάλη σ έ π ολλές χώ ρ ες τού κό σ μ ο υ , δ πο υ στηρίζεται σέ θεωρητική καί σ έ έμπειρική βάση, π ο λύ Ικανοποιητική καί γερά έμπεδω μένη.

Μ όργκαν,Έ νγκελς καί Ντυρκάιμ καί Μώς (δεύτερο κεφάλαιο) καί τελειώ­ νοντας τό πλαίσιο αύτό μέ τό τρί­ το κεφάλαιο, δπου παρουσιάζονται οί σύγχρονες θεωρίες (Λεβί-Στρώς, Ζερμαίν Τιγιόν, Τάλκοτ Πάρσονς, Ντόροθυ Σμίθ). Ή έξέλιξη τών θεωριών πού συνέτειναν στήν ούσιαστικότερη μελέτη τού πυρήνα οικογένεια, είναι, πι­ στεύουμε, μοναδική. Γιατί ή συγγραφεύς κατορθώνει νά δέσει τίς θεωρίες μέσα στό χρόνο, άρχίζοντας άπό τόν 19ο αιώνα καί φτάνοντας στίς σύγ­ χρονες τάσεις μελέτης τής οικογέ­ νειας στίς βιομηχανικές κοινωνίες. Ό π ω ς λέει καί ή ίδια «σέ τούτο τό βιβλίο πού έχα έπίκέντρο τή σύγχρο­ νη οικογένεια στίς βιομηχανικές κοι­ νωνίες, θά άφιερωθοΰν δυό κεφάλαια σέ μιά έμπειρική μελέτη τών λειτουρ­ γιών (κεφ. τέταρτο) καί τής δομής (κεφ. πέμπτο) τής σύγχρονης άστεακής οικογένειας στίς δυτικές βιομη­ χανικές κοινωνίες» (σελ. 11). Στά δυό αύτά κεφάλαια, τέταρτο καί πέμπτο, ή Α. Μισέλ στηρίζεται στήν παρσονική θεωρία. «Στό στάδιο άνάπτυξης πού βρίσκονται οί βιομη­ χανικές βοραοαμερικανικές καί εύρωπαϊκές κοινωνίες ό Πάρσονς πι­ στεύει πώς ή οικογένεια δέν άσκεΐ πιά

μακροκοινωνιολογικά, παρά τίς λει­ τουργίες τής άναπαραγωγής καί τής κοινωνικής ταυτοποίησης τοϋ παι­ διού. ’Αντίθετα, ή σημασία τής σύγ­ χρονης συζυγικής οίκογένειας είναι, κατά τόν Πάρσονς, άποτέλεσμα τών δύο μικροκοινωνιολογικών λειτουρ­ γιών της: τής κοινωνικοποίησης τού παιδιού καί τής σταθεροποίησης τής προσωπικότητας τού ένήλικα» (σελ. 105-106). Στό έκτο κεφάλαιο μελετάται ό γά­ μος καί ή οικογένεια άπό τή σκοπιά τής δημογραφίας. Στό πρώτο μέρος τού κεφαλαίου αύτοΰ ή συγγραφεύς στέκεται στίς διάφορες σύγχρονες θεωρίες περί γάμου, γιά νά άσχοληθεϊ στή συνέχεια μέ ποσοστά γάμων, γαμηλιότητας, μέ τήν ήλικία κατά τόν πρώτο γάμο, μέ τή διαφορά ήλικίας μεταξύ τών συζύγων, μέ τά διαζύγια καί μέ τούς δεύτερους γάμους. Ό λ α τά στοιχεία καί οί τάσεις άναφέρονται σέ μιά πλειάδα χωρών τής ’Αμερικής καί τής Εύρώπης (’Ανατολικής καί Δυτικής) έως καί τήν ’Ιαπωνία. Στό δεύτερο μέρος τού έκτου κε­ φαλαίου έξετάζονται ό διαχωρισμός γάμου καί γονιμότητας, τά ποσοστά γεννήσεων καί γονιμότητας, τά έξώγαμα παιδιά, οί μονογονεϊκές οικογέ­ νειες, οί κύκλοι τής οικογενειακής 71


ζωής, ή έπαγγελματική δραστηριότη­ τα των έγγαμων γυναικών καί ή έμφάνιση καινούριων τύπων οικογέ­ νειας. ’Ακόμα μιά φορά ή Α. Μισέλ κα­ τορθώνει νά κεντρίσει τό ένδιαφέρον τού Αναγνώστη, γιατί δέν πρόκειται . γιά μιά άπλή παράθεση στατιστικών στοιχείων άλλά σχολιασμένου καί σωστά τεκμηριωμένου ύλικοϋ, ώστε νά δίνεται μιά σφαιρική είκόνα γιά τό τί συμβαίνει γύρω Από τά θέματα αύτά σχεδόν άνά τόν κόσμο. Στό έβδομο κεφάλαιο παρουσιάζε­ ται μιά καινούρια προβληματική τής συζυγικής δυάδας. Μέσα άπό τό κε­ φάλαιο αύτό διαμορφώνεται ένα βα­ σικό έρώτημα, έάν καί κατά πόσο ό κοινωνιολόγος «θεωρεί πώς ό γάμος Αποβλέπει στή συμφωνία μεταξύ των συζύγων ή θεωρεί πώς αύτός είναι έ­ νας χώρος Ανταλλαγής δπου δημιουργοϋνται προστριβές άλλά καί δ­ που είναι Απαραίτητη ή συνεργασία (σελ. 234). Στό ίδιο κεφάλαιο ή Α. Μισέλ άσχολεΐται μέ τήν προβλημα­ τική στίς σχέσεις τών συζύγων. ’Ανα­ λύει τή θέση τοΰ καθενός τών συζύ­ γων μέσα στό ζευγάρι, δπως ή θέση αύτή προσδιορίζεται άπό τά έφόδια πού οί σύζυγοι έχουν πριν παντρευΣτό δγδοο κεφάλαιο ή συγγραφεύς Αναλύει τή διαντίδραση Ανάμεσα στό ζευγάρι, μέ ιδιαίτερη Αναφορά στήν πρόβλεψη τής συζυγικής προσαρμο­ γής καί στίς μεταβλητές τής συζυγι­ κής διαντίδρασης, δπως αύτή πέρνα άπό τήν έπαγγελματική θέση τής γυ­ ναίκας καί τήν ικανοποίησή της άπό τό γάμο. Τελειώνοντας τήν έργασία της ή Α. Μισέλ στά συμπεράσματα καταλή-

γει σέ μιά πολύ σωστή παρατήρηση, δτι ή «κρίση τής οικογένειας» δέν εί­ ναι παρά τό Αποτέλεσμα τής κρίσης τών άξιών, ή όποία θίγει τή νεολαία σ’ έκεΐνες τίς κοινωνίες πού Ακόμα δέν Αντικατάστησαν τίς Αξίες μέ Αξο­ να τήν πάση θυσία Ανάπτυξη τής πα­ ραγωγής καί τής κατανάλωσης (έκλαϊκευμένη καί ξεπερασμένη κλη­ ρονομιά τής βιβλικής έπιταγής «αύξάνεσθε καί πληθύνεσθε») μέ τίς Αξίες τής εύτυχίας καί τής Ανάπτυξης τοΰ Ατόμου Ασχετα μέ τήν ήλικία, τό φύ­ λο, τή φυλή ή τήν κοινωνικοεπαγγελματική του θέση (σελ. 280). Θά πρέπει νά σταθούμε Ιδιαίτερα στήν πραγματικά Αψογη μεταφραστι­ κή έργασία καί έπιμέλεια τής κ. Λουκίας Μουσούρου. Γνωρίζουμε πόσα Ανυπέρβλητα έμπόδια δημιουργοΰνται άπό τήν έλλειψη μετάφρασης καί Απόδοσης τών ξένων κοινωνιολογι­ κών δρων στά έλληνικά. Γι’ αύτό πι­ στεύουμε δτι ή κ. Μουσούρου σεβά­ στηκε τόσο πολύ τό κείμενο τής Α. Μισέλ, πού ό Αναγνώστης στό τέλος έχει τήν έντύπωση δτι τό πρωτότυπο είναι γραμμένο στά έλληνικά καί δτι δέν πρόκειται γιά μετάφραση. Καί, τέλος, έπισημαίνουμε κάτι πού θά πρέπει νά γίνει παράδειγμα γιά έπόμενες μεταφράσεις παρόμοιων κειμέ­ νων. Τήν παράθεση δηλαδή τών δ­ ρων δπως Ακριβώς είναι στήν ξένη γλώσσα. Πράγμα πού μέ μεγάλη συνέπεια Ακολουθεί ή κ. Μουσούρου. ’Ακόμα πρέπει ιδιαίτερα νά άναφερθούμε στό παράρτημα Ή έ λλ η νική

ο ικ ο γέ ν ε ια .

Β α σ ικ ά

σ το ιχ εία ,

γραμμένο άπό τήν κ. Λ. Μουσούρου (σ. 281-293). "Οπως τονίζει ή συγ­ γραφεύς τού παραρτήματος, «θά θέ-

λαμέ πρώτον νά βοηθήσουμε τόν Αναγνώστη τής ώραίας, συνθετικής δουλειάς τής Α. Μισέλ νά τοποθετή­ σει τά φαινόμενα πού χαρακτηρίζουν τήν έλληνική οίκογένεια στά πλαίσια τής δλης προβληματικής τής κοινωνιολογίας τής οικογένειας» (σελ. 281). Έ τσι στό παράρτημα άναφέρονται δημογραφικά στοιχεία, καθώς καί συμπεράσματα καί στοιχεία έρευνών γιά τή γαμηλιότητα τού έλληνικού πληθυσμού, τούς πρώτους, δεύτε­ ρους γάμους, τή γεννητικότητα καί γονιμότητα, τά έξώγαμα παιδιά, τήν έπαγγελματική δραστηριότητα τών έγγάμων γυναικών, τούς ρόλους τών συζύγων καί τή δομή τής έλληνικής βιβλιογραφίας καί τή λύση τού γά­ μου καί τό διαζύγιο. Ή κοινωνιολογία τής οίκογένειας καί τού γάμου τής Ά ντρ έ Μισέλ εί­ ναι, πιστεύουμε, μιά ούσιαστική προ­ σφορά στό χώρο τής κοινωνιολογίας, δπως Kt δλα τά Αλλα κείμενα-έργασίες τής «Κοινωνιολογικής Βιβλιο­ θήκης», πού κάτω άπό τήν έπιστημονική διεύθυνση τού καθηγητή τής ΠΑΣΠΕ Δημ. Τσαούση μάς έδωσε κλασικά έργα σέ μεταφράσεις δπως τού Τ. Bottomore Κ ο ινω νιο λ ο γία ή τού Max Weber Ή π ρ ο τε σ τα ν τικ ή η θ ικ ή κ α ί τό π ν εύ μ α τ ο ΰ κ α π ι τα λ ι­ σμ ού, γιά νά Αναφέρουμε μερικά μόνο

παραδείγματα. Ή συνθετική έργασία, ή άψογη με­ τάφραση καί ή πληθώρα τής βιβλιο­ γραφίας κάνουν τό βιβλίο έγχειρίδιο γιά τούς κοινωνικούς έπιστήμονες, κι δχι μόνο γι’ αύτούς. ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΤΕΠΕΡΟΓΛΟΥ

καταδίκη κάθε μορφής αλλοτρίωσης Β Ι Ρ Τ Ζ Ι Ν Ι Α Γ Ο Υ Λ Φ : Τ ρ ε ις γ κ ιν έε ς. Μ ε τ . Μ υ ρ τ ώ ς Ά να γν ω σ το π ο ύ λ ο υ-Π ισ σ α λίδ ο υ . Θ εσ σ α λ ο νίκ η , Μ παρμπουνάκης, 1982. Σ ε λ 271.

Οί «Τρεις γκινέες» Αποτελούν ένα έν­ διαφέρον βιβλίο καί ή έκδοσή του άνταποκρίνεται σέ εύχή πού είχαμε έκφράσει παλιότερα γιά τήν παρουσία­ ση του Αμετάφραστου έργου τής Γούλφ στό έλληνικό κοινό. Τό κείμε­ νο συγκροτεί μιάν Απάντηση σ’ ένα γράμμα πού είχε σταλεί πρός τή συγ79

γραφέα τ ό ό π ο ιο έμπεριέχα τή βασι­ κή κι ένδιαφέρουσα έρώτηση: «Πώς, κατά τή γνώμη σας, θά ήταν δυνατό ν’ Αποφύγουμε τόν πόλεμο;» Τήν έρώτηση αύτή ύποβάλλει ένας μορ­ φωμένος Αντρας σέ μιά γυναίκα. Τό ένδιαφέρον τοποθετείται στό γεγονός τής διαφοράς όπτικής μέ τήν όποία ή γυναίκα Αντιμετώπιζα τόν πόλεμο. Δίνεται έτσι ή εύκαιρία στήν άγγλίδα συγγραφέα ν’ Αναπτύξει τίς Απόψεις της γιά τίς συνθήκες πού προσδιορί­ ζουν τή θέση καί τό ρόλο τής γυναί­ κας στήν κοινωνία. Σ’ αύτές τίς Από­ ψεις θά βρει κανείς διαπιστώσεις πού καί σήμερα Ακόμη Ισχύουν: «Είναι

Αλήθεια δτι τά τελευταία χρόνια μάς δέχονται στίς δημόσιες ύπηρεσίες καί τή νομική, μά ή θέση μας είναι Ακόμη έπισφαλής καί τό κύρος μας έλάχιστο». Ή Γούλφ τάσσεται κατά τής έμμεσης έπιρροής τής γυναίκας στήν πορεία τοΰ κόσμου, έφόσον αύτό γί­ νεται ήθελημένα. Συνδυάζοντας τήν Αξία μέ κάποιο Αξίωμα καί βοηθώντας τήν έπαγγελ­ ματική Αποκατάσταση τής γυναίκας, κατορθώνεται ή Ανεξαρτητοποίηση έκείνη πού θά τής έπιτρέψει νά είναι ό έαυτός της. Γιατί «βοηθώντας τίς γυ­ ναίκες ν’ Αποκτήσουν κάποιο έπάγγελμα, τίς βοηθούμε ν ’ άποκτή-


σουν τό δπλο της ελεύθερης γνώμης, πού είναι καί τό ισχυρότερο. Τίς βοη­ θούμε ν’ άποκτήσουν κρίση καί θέλη3η δική τους, πράγματα πού θά μετα­ χειριστούν γιά νά σάς βοηθήσουν ν’ άποφύγετε τόν πόλεμο». Ό μω ς ή έπαγγελματική αύτή άποκατάσταση, χωρίς τή μόρφωση είναι δώρον δδωρον. «Ακόμα καί άπό τή μάχη της ίσης άμοιβής γιά ίση έργασία δέν λείπουν ούτε οί άπώλειες χρόνου ούτε οί άπώλειες ψυχής...» Ή οικονομική άνεξαρτησία μαζί μέ τήν έπαγγελματική κατοχύρωση καί τήν άνεξαρτητοποίηση δίνουν τήν εύκαιρία «γιά έναν καινούριο καί καλύτερο κόσμο». Μιά εύκαιρία πού θά χαθεί γιά πάντα, δταν ύποκύψει στόν πει­ ρασμό τής δουλικής μίμησης. Μ’ άλ­ λα λόγια, οί θέσεις τής Γούλφ καταδι­ κάζουν κάθε μορφή άλλοτρίωσης. Πι­ στεύει στήν άγνότητα έκείνη πού δέν άφήνει χώρο γιά «δωροδοκίες» ή δε­ σμευτικές διακρίσεις. Έ τσι ύπαινίσ-

σεται τήν ίδρυση ένός κολεγίου πού θά συγκεντρώνει κόσμο πού άγαπά τή μόρφωση αύτή καθαυτή κι δπου ή στεγνή ώφελιμιστική κατοχύρωση τής μόρφωσης θά παραμερίζεται. Μέ τούς δρους αύτούς θά μπορεί νά κα­ τακτηθεί ένα έπάγγελμα χωρίς άλλοτρίωση. Γιατί έτσι τό έπάγγελμα θ' άπαλλάσσεται άπό τή φιλοκτημοσύνη, τό φθόνο, τήν έριστικότητα καί τήν άπληστία. Τότε ή γυναίκα θά μπορεί νά έχει δική της σκέψη καί θέληση, πού θά χρησιμοποιήσει γιά τήν έξάλειψη τής άπανθρωπιάς, τής κτηνωδίας, τής φρίκης καί τής τρέλας τού πολέμου. Στοιχεία πού ένυπάρχουν καί σέ διχασμούς κάθε είδους. Τέλος, ή έκδοτική παρουσίαση τού βιβλίου αύτοΰ, πού έρχεται άπό τή Θεσσαλονίκη, είναι πολύ φροντι­ σμένη, άλλά καί ή μεταφραστική δου­ λειά τής ποιήτριας Μυρτώς Πισσαλίδου άξιόλογη. ΕΛΕΝΗ ΔΑΜΒΟΥΝΕΛΗ

πώς συντελειται ή οικονομική πρόοδος A B R A H A M F R O IS : Ν εο κ λα σ ικ ο ί ένα ντίον ν εοκεϋνσ ια νώ ν. Έ π ιμ έλ εια Μ α ρ ία ς Ν ε γρ επ ό ν τη -Δ ελ ιβ ά νη . Ο ικονομία , ά ριθ. 3. Θ εσ σ α λ ο ­ νίκ η , Π α ρ α τη ρ η τή ς. Σ ε λ . 3 5 9 .

- θεώ ρηση

Τό βιβλίο αύτό άποτελεϊται ά πό μία σειρά άρθρων πού πραγματεύονται ένα άπό τά πιό βασικά έρωτήματα τής π ολιτικής οικονομίας: Π ώ ς σ υντελεΐται ή οίκονομική πρόοδος, ποιές είναι οί προϋποθέσεις της καί ποιοι οί παράγοντες π ού τήν έπ ηρεά ζουν. Τά άρθρα αύτά, γραμμένα άπό γνω στούς οικ ονομ ολ όγου ς, θεωρούνται κλασικά στό είδος τους καί έχ ο υ ν έπιλεγεΐ άπό τ όν A braham Frois μέ κύριο κριτήριο τή σ υμ­ βολή τώ ν συγγραφ έω ν σ ’ αύτό τό τό σ ο σ οβαρό π ρ όβλημα, π ού έχει άποτελέσει θέμα δ χι μ όνο π ολλώ ν σ υζη τή σεω ν άλλά καί έντο νη ς δια­ μάχης άνάμεσα στίς διάφορες σ χο λ ές οικονομικ ής σκέψης. Μέσα άπό αύτά τά άρθρα φαίνονται οί διαφορές άλλά καί οί όμοιότητες στήν άντιμετώπιση τού προβλήματος ■άπό δύο βασικά ρεύματα: τούς νεο­ κλασικούς καί τούς νεοκεύνσιανούς. Παράλληλα, δίνεται ή εύκαιρία στόν άναγνώστη νά έκτιμήσει τήν τομή πού κάνουν άλλοι οικονομολόγοι, πού δέν μπορούν νά ένταχθοΰν σέ έ­ να άπό τά δύο στρατόπεδα, μιά καί

χρησιμοποιούν νέες ύποθέσεις καί άνοίγουν τό δρόμο γιά προβληματι­ σμό πέρα άπό τά αύστηρά νεοκεϋνσιανά ή νεοκλασικά πλαίσια. Ό ,τι άκολουθεϊ δέν είναι μιά κριτική σέ κάθε ξεχωριστό άρθρο, άλλά μιά προ­ σπάθεια νά δοθεί μιά συνοπτική εικό­ να τών έπιμέρους θεμάτων καί έπιχειρημάτων πού προβάλλονται άπό τίς δύο πλευρές. Αύτό γίνεται κυρίως

πλαίσιο Μ ΑΡΘΑΣ ΚΑΡΠ Ο ΖΗ ­ Λ Ο Υ : ‘Α φ ιε ρ ώ μ α τα π ε ρ ιο ­ δ ικ ώ ν . ’Α θ ή ν α , Ε λ λ η ν ικ ό Λ ο γ ο τε χ ν ικ ό κ α ί Ι σ τ ο ρ ι κ ό ’Α ρ χ ε ίο , 19 8 2 . Σ ε λ . 18 7 .

ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ όδηγός ό τόμος αύτός, καθώς μάλιστα μιά «βιβλιογραφική πενία» μαστίζει τόν τόπο καί μόλις τελευταία άρχισαν νά γίνονται όρισμένες προσπάθειες συστηματικής βιβλιογραφικής καταγραφής διαφόρων τομέων. Στά «’Αφιερώματα περιοδικών», λοιπόν, γίνεται μιά καταγραφή άκριβώς δλων τών άφιερωμάτων, σέ πρόσωπα ή θέματα, πού έχουν κάνει 250 πλήρεις σειρές περιοδικών καί άρκετές έκατοντάδες έλλιπών σειρών, άπό τό 1880 ώς τό 1980. Μέ τόν τρόπο αύτό, ό τόμος γίνεται ένα Ιδιαίτερα χρήσιμο έργαλεΐο, γιά κάθε έρευνητή, δεδομένου μάλιστα πώς ό χώρος τών περιοδικών είναι καί δυσπρόσιτος καί έπίπονος, γιά κάθε έναν πού ψάχνει νά βρει συγκεκριμένα στοιχεία δημοσιευμένα κατά καιρούς σέ έντυπα ποικίλα. Ή καταγραφή γίνεται καί κατά άτομα ή θέματα καί κατά περιοδικά. Καί ή έπιστημονική άντιμετώπιση άπό τή μεριά τής συγγραφέως δέν κάνει λιγότερο εύχρηστο τόν τόμο. Τ ό 3 ο μ ά τ ι (1 9 3 5 -1 9 3 7 ). 'Α θήνα, Ε λ λ η ν ι κ ό Λ ο γ ο τε ­ χ ν ικ ό κ α ί Ι σ τ ο ρ ικ ό 'Αρ­ χ ε ίο , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 3 1 2 .

ΣΤΑ μέσα τής δεκαετίας τού ’30, τότε πού στήν Ελλάδα φαινόταν νά γίνεται μιά κοσμογονία στό χώρο τών τεχνών, μιά όμάδα άνθρώπων κυκλοφορούσε τό πρώτο εικαστικό περιοδικό: Δούκας, Πικιώνης, Χατζηκυριάκος-Γκϊκας, Παπαλουκάς, Παπατζώνης, Καραντινός, Τόμπρος κ.ά. Τό περιοδικό —πού δλα τά τεύχη του άναδημοσιεύονται σ’ αύτό τόν τόμο— δέν είχε μεγάλη ζωή. Πρόλαβε δμως νά ταράξει τά νερά καί νά χαράξει νέους δρόμους αισθητικής, χάρη στά

73


γιατί δέν είναι δυνατόν νά παρουσια­ στεί μία όλοκληρωμένη θεώρηση τών άπόψεων πρίν άπό τήν Εκδοση τοΰ β' τόμου, πού θά περιλαμβάνει τή μαρ­ ξιστική συμβολή στό βασικό Ερώτη­ μα τής οικονομικής προόδου. ’Εξάλ­ λου, ή πολυφωνία, καί μάλιστα σέ τέ­ τοιο έπίπεδο, δέν κάνει σκόπιμη, πα­ ρά τίς όποιεσδήποτε γενικές άντιρρήσεις, τήν έπιμέρους κριτική. Γιά νά μπούμε στό κλίμα τού βι­ βλίου θά πρέπει νά άναφερθοΰν δύο πράγματα γιά τά γενικά πλαίσια μέσα στά όποια Εντάσσονται τά άρθρα. Αύτό γίνεται περισσότερο άναλυτικά στόν πρόλογο τού βιβλίου, γραμμένο άπό τήν καθηγήτρια Μ. Δελιβάνη, καί άκόμη άναλυτικότερα στήν εισα­ γωγή τού βιβλίου. Έδώ άρκοΰν μόνο δύο λόγια: Στό νεοκλασικό ύπόδειγμα τόν κύριο ρόλο παίζει ή μικροοι­ κονομική θεωρία τής παραγωγής: «Ή νεοκλασική θεωρία δέν προβληματί­ ζεται άπό τήν Ενεργό ζήτηση Εφόσον ύποθέτει δτι ή άποταμίευση άποτελεΐ τόν προσδιοριστικό παράγοντα τής Επένδυσης... ή κατανομή τού προϊόν­ τος δέν άποτελεΐ αύτόνομο πρόβλη­ μα, άλλά είναι καί αύτή ύποπροΐόν τής παραγωγής. Μέ τήν άπουσία τής

συνάρτησης Επένδυσης, ή πίστη τών νεοκλασικών στήν πραγματοποίηση ισορροπίας... βασίζεται Εμμεσα στήν λειτουργία κάποιου είδους αύτόματων μηχανισμών πού θυμίζουν τούς φυσικούς νόμους τών φυσιοκρατών καί τών κλασικών... Στούς κόλπους τής νεοκλασικής θεωρίας Επικρατούν συνθήκες παραγωγής άπεριόριστα Ελαστικές». ’Αντίθετα, τό νεοκεϋνσιανό ύπόδειγμα στηρίζεται στήν θεωρία τοΰ J. Μ. Keynes. Οί κεύνσιανές ιδέες, άν καί σχετικά Α π λ έ ς , άσκησαν τεράστια Επίδραση σέ άστούς οικονομολόγους καί πολιτικούς καί Εξακολουθούν νά Επηρεάζουν πολλούς άπό αύτούς άκόμη καί σήμερα. Ή κεύνσιανή θεωρία άμφισβήτησε τήν κλασική θεωρία καί κύρια τήν ύπόθεση δτι ύπάρχει μιά μοναδική θέση στατικής Ισορροπίας μέ άπαραίτητο δρο τήν πλήρη άπασχόληση δλων τών διαθέ­ σιμων πόρων. Ό Κέυνς άρνήθηκε δτι τό Επιτόκιο πού καθορίζεται άπό τήν προσφορά καί ζήτηση γιά άποταμίευ­ ση μπορεί νά θεωρηθεί σάν μηχανι­ σμός ικανός νά άσκήσει Επίδραση στόν άπαιτούμενο βαθμό πάνω στό έπίπεδο τής Επένδυσης. Αύτή ή θέση

άποτελεΐ τόν άφετηριακό παράγοντακλειδί τής κεΰνσιανής θεωρίας. Μέ δοσμένη τή ροπή γιά κατανάλωση, τό έπίπεδο παραγωγής είναι συνάρτηση τής Επένδυσης. Στό βαθμό πού αύτή άποτελεΐ ιδιωτική Επένδυση, ρυθμίζε­ ται άπό τήν «όριακή άποδοτικότητα τού κεφαλαίου», δηλαδή τήν άπόδοσή του σέ κέρδος πού Επηρεάζεται άπό τίς «Επιχειρηματικές προσδοκίες» καί «τό γενικό κλίμα αίσιοδοξίας ή άπαισιοδοξίας» πού Επικρατεί. Στό βαθμό πού είναι δημόσια Επένδυση, Επηρεάζεται άπό τούς κρατικούς φο­ ρείς καί Ετσι ό δγκος της καθορίζεται άπό τίς έκάστοτε κυβερνήσεις. Μέ τό κεΰνσιανό ύπόδειγμα άντιστρέφεται ή αίτιακή σχέση: ’Αντί οί μεταβολές στήν άποταμίευση νά προκαλούν πα­ ράλληλη μετατόπιση στήν Επένδυση, ή Επένδυση γίνεται ή άνεξάρτητη με­ ταβλητή διαμέσου μεταβολών στό ει­ σόδημα καί τής δράσης τοΰ πολλα­ πλασιαστή. Ή θεωρία τοΰ Κέυνς Εχει κριτικαριστεΐ πολύ στά χρόνια πού άκολούθησαν τήν Εκδοση τής «γενικής θεω­ ρίας», κύρια πάνω στή βάση δτι είναι άπλά Ενα στατικό ύπόδειγμα καί δέν δίνει μιά δυναμική θεώρηση στό Επί­ μαχο θέμα τής οικονομικής μεγέθυν­ σης. Προσπάθεια προσέγγισης σ’ αύτό τό θέμα κάνει ό νεοκεϋνσιανός Doraar, πού τό άρθρο του «’Επέκτα­ ση καί άπασχόληση» περιλαμβάνεται σ’ αύτό τόν τόμο. Σάν γνήσιος Α πό­ γ ο ν ο ς τού Κέυνς, ύποστηρίζει τή ση­ μασία τής Επένδυσης τονίζοντας συγ­ χρόνως τό διπλό της ρόλο: ’Από τή μιά παράγει αύξημένο είσόδημα μέσω τοΰ πολλαπλασιαστή καί άπό τήν άλ­ λη αύξάνει τήν παραγωγική ικανότη­ τα τής οικονομίας. Σύμφωνα μέ τόν Domar, μέ δοσμένη τή ροπή γιά άπο­ ταμίευση, ύπάρχει μόνο Ενας ρυθμός Επέκτασης τής παραγωγής πού μπο­ ρεί νά αύτοδιατηρηθεΐ μέ τήν Εννοια δτι ή καινούρια παραγωγή θά Εξισορ­ ροπείται άπό μιά δυναμική αύξηση στή ζήτηση. ’Ενώ ό Domar μάς δίνει τήν προϋπόθεση τής Ισορροπημένης προόδου χωρίς νά Εξηγεί τούς παρά­ γοντες πού όδηγούν σ’ αύτήν, ό Harrod στό άρθρο του «Βασικά δυναμικά θεωρήματα» προσδιόρισε τρεις διαφο­ ρετικούς ρυθμούς πού άν δέν συμπέ­ σουν θά προκληθούν άνισορροπίες στήν οίκονομική πρόοδο. Τό γενικό συμπέρασμα τού νεοκεύνσιανού Harrod ήταν δτι ή πορεία άνάπτυξης είvat Εξαιρετικά άσταθής, μέ τήν Evvota δτι κάθε άπομάκρυνση άπό αύτήν, άντί νά αύτοδιορθώνεταμ όδηγεί σέ μεγαλύτερη άπομάκρυνση πρός τήν ίδια κατεύθυνση. Ή οίκονομία δηλα­ δή βαδίζει πάνω στήν «κόψη τοΰ ξυ­ ραφιού». ’Αντίθετα μέ τούς νεοκεϋνσιανούς,


άρθρα του, πού ύπογράφουν μερικοί Απ’ τούς μεγαλύτερους Ελληνες καλλιτέχνες καί διανοητές (μέ τήν εύρύτερη Εννοια τού δρου). Καί οί νέοι αύτοί δρόμοι συνεχίζουν καί τώρα νά είναι «νέοι». oi νεοκλασικοί συγγραφείς, πού στον τόμο αύτό Αντιπροσωπεύονται άπό τά άρθρα των Solow: «Μιά συνεισφο­ ρά στή θεωρία τής οίκονομικής προό­ δου», Sen: «Ό δνομαστικός τόκος στήν καθαρή θεωρία προόδου» καί Solow, Tobin, von Weiz Sacker καί M. Yaari «Νεοκλασική πρόοδος μέ σταθερές άναλογίες συντελεστών», προσπαθούν νά Αμβλύνουν τά άπαισιόδοξα αύτά συμπεράσματα κάνον­ τας έπίθεση ένάντια στήν Επιχειρημα­ τολογία τής Αστάθειας. Υποστηρί­ ζουν δτι τό ύπόδειγμα μπορεί νά Απο­ κτήσει μεγαλύτερη σταθερότητα Αν χρησιμοποιηθεί μιά παραδοσιακή πα­ ραδοχή γιά τήν ικανότητα των τεχνι­ κών μεθόδων νά προσαρμόζονται στις τιμές των συντελεστών. Ό ταν διορθωθεί αύτό, ύποστηρίζουν οί νεο­ κλασικοί, ό ρυθμός Ανάπτυξης τού Harrod Αποκτά τή μακροχρόνια τάση νά συγκλίνει πρός τή φυσική τιμή του καί έτσι τό σύστημα τείνει νά αύξάνει μέ πιό γρήγορο ρυθμό, Ανάλογα μέ τήν αύξηση τού πληθυσμού καί τήν τεχνολογική πρόοδο. Τό κύριο πού πρέπει νά παρατηρήσουμε έδώ είναι δτι τό πρόβλημα τής Αστάθειας δέν τοποθετείται μέ τόν ίδιο τρόπο καί στά δύο οικονομικά ρεύματα. Στούς νεοκλασικούς είναι καθαρά έ­ να πρόβλημα προσφοράς, δπου ή Αποταμίευση μετατρέπεται αύτόματα σέ έπένδυση καί ή ΑγορΑ Αγαθών βρί­ σκεται πάντα σέ ισορροπία. Επίσης ή κατανομή φαίνεται νά καθορίζεται Από τίς τεχνικές προϋποθέσεις τής παραγωγής. Τό τελευταίο αύτό ση­ μείο κριτικάρισε ό Kaldor, πού τά άρ­ θρα του «Ένα ύπόδειγμα κατανομής» καί «Συσσώρευση τού κεφαλαίου καί οίκονομική πρόοδος» περιλαμβάνον­ ται σ’ αύτό τόν τόμο. Ό Kaldor προ­ σπάθησε νά έξηγήσει τή σχέση Ανά­ μεσα στή θεωρία τής κατανομής καί τή θεωρία τής οίκονομικής Ανάπτυ­ ξης. Διαφωνεί ριζικά μέ τούς νεοκλα­ σικούς στό δτι ή θεωρία τής κατανο­ μής είναι ύποπροϊόν τής θεωρίας τής παραγωγής, δπου ό κάθε «συντελε­ στής» Αμείβεται Ανάλογα μέ τήν «όριακή του παραγωγικότητα». 'Υπο­ στηρίζει δτι τό έπίπεδο τού κέρδους είναι συνάρτηση τής προόδου μιας οικονομίας Αλλά δέν κατορθώνει νά παρουσιάσει μιά Ικανοποιητική θεω­ ρία τού προσδιορισμού τού κέρδους. Μέ τό ίδιο σημαντικό πρόβλημα

Ασχολεΐται καί τό άρθρο τού Pasinetti «Οί σχέσεις Ανάμεσα σέ συντελεστή κέρδους, κατανομή εισοδημάτων καί ρυθμό προόδου τής οικονομίας», πού ύπήρξε τό έναυσμα γιά μιά Ακόμη θεωρητική διαμάχη Ανάμεσα στούς Pasinetti καί Kaldor, Από τή μιά με­ ριά, καί τούς νεοκλασικούς συγγρα­ φείς Samuelson καί Modigliani, άπό τήν άλλη. Οί δύο αύτές βασικές θεωρήσεις καταλήγουν στά έξής, Αντίστοιχα, συμπεράσματα: «Πρόοδος τού τύπου Pasinetti: Τό ποσοστό κέρδους είναι Αποκλειστικά συνάρτηση τού ρυθμού προόδου καί τής ροπής γιά Αποταμίευση τών καπι­ ταλιστών, Αφού ή κατανομή τού κε­ φαλαίου Ανάμεσα στίς δύο τάξεις μέ­ νει σταθερή στό μόνιμο σύστημα». «Πρόοδος τύ π ο ι) άντι-Pasinetti: Σέ αύτόν τό νεοκλασικό τύπο προόδου τό ποσοστό κέρδους καθορίζεται άπό τόν ρυθμό προόδου καί τή ροπή γιά Αποταμίευση τών μισθωτών». Ό π ω ς βλέπουμε, τό πρόβλημα έδώ έντοπίζεται πάλι στήν αίτιακή σχέση Ανάμεσα στήν Αποταμίευση καί τήν έπένδυση. Μετά άπό τά άρθρα τών Kaldor «Όριακή παραγωγικότητα καί μα­ κροοικονομικές θεωρίες τής κατανο­ μής» καί Sato «τό νεοκλασικό θεώρη­ μα καί ή κατανομή τού είσοδήματος καί τού πλούτου», πού συνεχίζουν τή διαμάχη γιά τόν προσδιορισμό τού κέρδους καί τή σχέση του μέ τήν οί­ κονομική πρόοδο, Ακολουθεί τό άρ­ θρο τού Η. Υ. Wan, Jr. «Οί κυριότερες κριτικές γιά τά νεοκλασικά ύποδείγματα: Ή σύγχρονη σχολή τού Καίμπριτζ-Κα Robinson», μέ τό όποιο κλείνει ό α τόμος. Σ’ αύτό πα­ ρουσιάζεται μιά συνοπτική κριτική τού Εργου τής J. Robinson καί τών άντιρρήσεών της κύρια μέ τή νεοκλα­ σική Αλλά καί μέ τήν κεϋνσιανή θεω­ ρία. Μέσα άπό τίς διαφωνίες αύτές ή J. Robinson βάζα τόν προβληματισμό γιά τή φύση καί τή μέτρηση τού κε­ φαλαίου. Συμπερασματικά, θά μπορούσαμε νά πούμε δτι τό βιβλίο αύτό, μέ τό νά συγκεντρώνει μερικά άπό τά πιό ση­ μαντικά άρθρα τής Αστικής οίκονομι­ κής βιβλιογραφίας πάνω στό θέμα τής οίκονομικής προόδου, δίνει τή δυνατότητα στόν Αναγνώστη νά σχη-

Φ ιλ ο σ ο φ ία κ α ί Π ο λ ιτικ ή . ’Α θ ή ν α , Κ α ρ δ α μ ίτσ α , 1982. Σ ε λ . 3 6 6 .

ΤΟ βιβλίο περιλαμβάνει τίς μελέτες πού διαβάστηκαν (Ανακοινώθηκαν) στό Α ’ Πανελλήνιο Συνέδριο Φιλοσοφίας (Μάιος 1981). Οί μελέτες αύτές, παρ’ δτι δέν διέπονται άπό μεθοδολογική ένότητα, Εντούτοις πραγματεύονται πτυχές τού ίδιου θέματος (φιλοσοφία καί πολιτική) κι Ετσι δικαιολογημένα βρίσκονται στόν Ιδιο τόμο. ‘Ανάμεσα στά κείμενα είναι καί τών Κ. Τσάτσου, Κ. Δεσποτόπουλου, Α. Μπαγιόνα, Κ. Βουδούρη, Λ. Μπενάκη, Π. Κιτρομηλίδη, Β. Κύρκου, Θ. Βεΐκου κ.ά.

Μ Ι Σ Ε Λ Κ Α Ρ Τ ΙΕ Ρ : Τ ί ε ί­ π ε π ρ α γ μ α τικ ά ό Ρ ά ιχ . Μ ε τ . Έ β ε λ ίν α ς Χ α τζ ιδ ά κ ι. ’Α θ ή να , Γ λά ρ ο ς, 1982. Σ ε λ . 22 3 .

ΑΝΗΚΟΝΤΑΣ σέ μιά σειρά βιβλίων πού μέ σχεδόν δμοιο τρόπο Εκλαϊκεύουν τούς μεγάλους ψυχολόγους, τό «Τί είπε πραγματικά ό Ράιχ» δίνει Ενα κράμα βιογραφίας καί Απλοποιημένης παρουσίασης τών Αρχών τού Βίλχελμ Ράιχ, βασισμένης στά διάφορα βιβλία του. 'Η ίδέα —καί τού συγκεκριμένου βιβλίου καί όλόκληρης τής σειράς— δέν φαίνεται κακή, Εστω κι άν μοιάζει Αντιεπιστημονική. Καί ή πραγμάτωση κείμενο είναι Αξιοπρεπής, δπως καί ή μετάφραση. Ο ικ ο ν ο μ ικ ά κ ίνη τρ α γιά τή ν π ε ρ ιφ ε ρ ε ια κ ή ά νάπ τυξ η . Έ π ιμ . Κ ώ σ τα Χ α τζ η γρη γορ ίου. Π α ρ α τη ρ η τή ς, 1982. Σ ε λ . 8 7.

ΣΕ Επιμέλεια τού Κώστα Χατζηγρηγορίου (διευθυντή τού Εμπορικού καί Βιομηχανικού


ματίσει μιά σφαιρική δποψη γιά τίς όμοιότητες καί διαφορές τών κύριων Αστικών σχολών οίκονομικής σκέ­ ψης. Ή κατανόηση δμως τών κειμέ­ νων Απαιτεί Αρκετές γνώσεις της κλα­ σικής, κεΰνσιανής καί μαρξιστικής οίκονομίας. Σέ ένα γενικότερο έπίπεδο Αφαίρε­ σης ό Αναγνώστης πρέπει νΑ έχει ύπόψη του δτι τό βασικό σημείο δια­ φοράς νεοκλασικών καί νεοκεϋνσιανών Αφορά τόν οίκο νομικό ρόλο τοΰ

κράτους. Επομένως, καί τήν πολιτι­ κή πού πρέπει νά Ακολουθηθεί. Οί νεοκεύνσιανοί θεωρούν δτι ό ρόλος τοΰ κράτους πρέπει νά είναι Αποφασι­ στικός στή ρύθμιση τοΰ οικονομικού συστήματος, ίδιαίτερα σέ περιόδους οίκονομικής κρίσης, ένώ Αντίθετα οί νεοκλασικοί θεωρούν δτι ό ρόλος τοΰ κράτους πρέπει νά είναι ύποβοηθητικός / διορθωτικός τής φυσικής κίνη­ σης ' τοΰ οικονομικού συστήματος. Δέν χρειάζεται βέβαια νά τονισθεΐ δτι

ή τελευταία δεκαετία έδειξε σαφώς πώς οΰτε ή μιά οΰτε ή Αλλη πολιτική Αποτελεί ρεαλιστική διέξοδο Από τήν οικονομική κρίση. Στά Αρνητικά τοΰ βιβλίου είναι ή σέ Αρκετά σημεία λανθασμένη Απόδο­ ση τών όνομάτων τών συγγραφέων καί ή λανθασμένη στίξη, πού δυσκο­ λεύει σέ όρισμένα σημεία τό διάβα­ σμα. ΜΑΡΙΑ ΓΚΟΥΜΑ

τό «άπό που» καί «γιατί» όνομάτων μας Μ Α Ν Ο Λ Η Τ Ρ ΙΑ Ν Τ Α Φ Υ Λ Λ ΙΔ Η : Τά ο ικ ο γ ε ν ε ια κ ά μ α ς όνό μ α τα . Θ εσ σ α λ ο ­ ν ίκη , Ί δ ρ υ μ α Μ α ν ό λ η Τ ρ ια ν τα φ υλ λ ίδ η , 1 9 8 2 . Σ ε λ . λ β '+ 2 8 1 .

Μ έ τό έργο αύτό μπορούμε νά π ούμ ε δτι ό λοκ ληρ ώ θηκε ή έκδοση τώ ν «Α π ά ντω ν» τοΰ Μ ανό λη Τριανταφυλλίδη σέ έννέα τόμους. Ό τελευταίος δμω ς αύτός τόμος δέν σ υνέπ εσε ν ά είναι ποιοτικά Α νάλογος μέ τό Ανάστημα τοΰ μεγά λου γ λ ω σ σ ο λ ό γο υ καί Τά περιθώρια γιά ούσιαστική κριτική είναι έπομένως περιορισμένα, μιά καί ή μελέτη δέν πήρε τήν όριστική της μορφή —όλόκληρο μάλιστα τό πρώτο μέρος, έκτος άπό τόν πίνακα περιεχο­ μένων, έχει χαθεί— ένώ ή «εύκαιριακή» έπεξεργασία τοΰ κειμένου πού έρχεται τώρα στή δημοσιότητα στα­ μάτησε πρίν Από 30 περίπου χρόνια (1954). Ή Αναγραφή τών περιεχομένων πού Ακολουθεί δείχνει δτι ό Τρ. είχε σκοπό νά έξαντλήσει τό θέμα του Από δλες τίς πλευρές. Μετά τίς συντομογραφίες, τίς βιβλιογραφικές συντμή­ σεις καί τά προλεγόμενα τοΰ έπεξεργαστή (σ.σ. ζ'-λβ’) Ακολουθούν προ­ λεγόμενα τοΰ Τρ. (σσ. 3-4) καί πίνα­ κας περιεχομένων τοΰ χαμένου πρώ­ του μέρους (σ.7). Στό δεύτερο μέρος (σ.σ. 11-95) έξετάζονται τά είδη τών οικογενειακών: πατρωνυμικά, μη­ τρωνυμικά, έθνικά, έπαγγελματικά καί τά παρατσούκλια. Στό Επίμετρο I γίνεται λόγος γιά τά ξενικά οικογε­ νειακά. Στό τρίτο μέρος (σ.σ.'99-189) έρευνδται ή μορφή τών οίκογενηα-

76

π ρω τοπ όρου δημοτικιστή, γιά τό λ ό γ ο δτι ό σ υγγρα ­ φέας του δέν π ρ ό λα βε ν ά σ υμπληρώ σει καί νά όλοκληρώ σει τό σ ημαντικό αύτό έργο π ο ύ τ ό ν Α πασχο­ λο ύ σ ε μέ Αδιάπτωτο ένδια φ έρον γιά π ο λλά χρ όνια .

κών: παραγωγή, σύνθεση, ή γλωσσο­ γεωγραφία τους, έξαρχάίσμός καί έξελληνισμός, ή Αλλαγή τοΰ οικογε­ νειακού. Στό Επίμετρο II γίνεται σύντομη Αναφορά στά ψευδώνυμα. ’Ακολουθούν ’Επιλεγόμενα τοΰ Τρ., σχόλια τοΰ έπεξεργαστή καί ένα Πα­ ράρτημα (σ.σ. 193-202). Ό τόμος κλείνει μέ γενικό εύρετήριο (σ.σ. 205281) πού συνέταξε ή Μαρία Βερτσώνη-Κοκόλη, ή όποια έπιμελήθηκε μέ μεγάλη προσοχή καί τήν δλη έκδοση. Τό βιβλίο αύτό τοΰ Τρ. παρουσιάζ α ένδιαφέρον καί γιά τούς μή ειδι­ κούς, Αφού στά χιλιάδες όνόματα πού Αξιολογούνται θά Ικανοποιήσει ό Αναγνώστης τήν εΰλογη περιέργειά του νά μάθει τήν προέλευση τοΰ έπωνύμου του ή δλλων γνωστών καί ά­ γνωστων προσώπων. Λίγοι είναι έκείvot πού θά ύποπτευθοΰν δτι τά έπώνυμα π.χ. Α ΰ γ έ ρ η ς καί Α β έ ρ ω φ έχουν τήν ίδια έτυμολογική Αρχή: Α υ γ ε ρ ι­ νός - Α ΰ γ έ ρ η ς - Α ό γ έ ρ ο ς , καί μέ ρωσ. κατάλ. -ω φ : Α ύ γ έ ρ ω φ - Α β έ ρ ω φ . ’Εν­ τυπωσιακή είναι καί ή ποικιλία κατα­ λήξεων καί παραφθορών πολλών

όνομάτων, δπως π.χ. τοΰ όν. Γ ιά ννης: Γ ια νν ά κ η ς, Ν ο ΰ τσ ο ς , Γ ια ννο ύλη ς, Γ ιά ννα ρ η ς, Γ ιοβ ά ννης, Τ ζα νή ς, Τζανετά κ η ς , Τ ζ α νε τά το ς , Γ ια νν α ρ ά ς, Γ ιανν ό π ο υλ ο ς κ.δ. Ή έτυμολογία τών «οίκογενειακών» παρουσιάζει Ανυπέρβλητες δυσχέρειες. Ό Τρ. δίνει κατά κανόνα πειστικές έτυμολογίες. ’Ιδιαίτερο έν­ διαφέρον παρουσιάζουν τά όνόματα πού έρμηνεύονται άπό ιδιωματικές λέξεις: Σ υ γ γρ ό ς - τ σ ιγ κ ρ ό ς = Αρρω­ στος, τσιμπλιάρης. Π λα σ τή ρ α ς· π λ α σ τή ρ α = Αρρώστια τών προβά­ των. Ρ ο ΐδ η ς · ρ ο ( γ ) ί — δοχείο, λαδικό. Πολλά οικογενειακά έχουν τουρκική προέλευση, δπως: Κ α μ π ά ς = χον­ τρός, Αγροίκος. Κ α φ α ν τ ά ρ η ς = σύν­ τροφος, έπιστήθιος φίλος. Σ ε φ έ ρ η ς Σ ε φ ε ρ λ ή ς καί Σ ε φ ε ρ τ ζ ή ς = ό πολεμι­ στής. Τ σ α κ ίρ η ς = γαλανομάτης κ.δ. Πβ. τά Αλβανικά Μ π ίρ η ς = γιός, Σ κ ο ύ ρ τ η ς = κοντός κ.δ. Σλαβικά: Β ικ έ λ α ς = ταύρος, Τ ό μ π ρ ο ς = καλός, είλικρινής. Ζ ο λ ώ τ α ς , ρωσ. zoloto = χρυσάφι κλπ. Σημαντικό είναι τό κεφάλαιο ποιί


άναφέρεται στή γεωγραφική κατανο­ μή των οικογενειακών όνομάτων μέ βάση τήν κατάληξη, παρ’ δλο πού στό μεταξύ Εχουν γραφτεί ειδικές Εξαντλητικές μελέτες. Πβ. τίς κατα­ λήξεις: -ά ν τη ς ( Ύ ψ η λ ά ν τ η ς ) καί -ίδ η ς (Κ ά ρ λ ο γ λο υ - Κ α ρ ο λ ίδ η ς ) στόν Πόν­ το, -άτος στήν ’Ιθάκη καί τήν Κεφαλονιά (Λ α σ κ α ρ ά το ς, Λ ο ρ εν τζ ά το ς ), -έα ς (Κ ο υγέα ς) κ α ϊά κ ο ς (Α η μ η τρ ά κ ο ς )

στή Μάνη, -έ λ η ς στή Μυτιλήνη (’Αλεπουδέλης), - ο ύ δ η ς στά άνατολικά ιδιώματα, Μακεδονία, Θράκη καί νησιά τού Αιγαίου (Σ π α ν ο ύδ η ς , Ν ικ ο λο ύδ η ς ), -ο ύσ η ς στή Χίο (Χ α λ κ ο ύ α η ς), -ά κ η ς κυρίως στήν Κρήτη άλλά καί τή Μάνη, - ύ π ο υ λ ο ς στήν Πελο­ πόννησο κ.ο.κ. Έ νας σοβαρός, διορατικός καί νη­ φάλιος Ερευνητής όπως ό Τρ. δέν μπορούσε νά μήν καταδικάσει τίς άκραΐες προσπάθειες έξαρχαϊσμοΰ (Π α π λω μ α τά ς - Έ φ α π λ ω μ α τά ς ) καί έξελληνισμοΰ (Μ π α ξ εβ ά νο γ λ ο υ Μ π α ζε β α ν ιδ η ς - Κ η π ο ο ρ ίδ η ς) των οι­ κογενειακών όνομάτων. "Οπως ό Σ α χ α λ ή ς δέν μπόρεσε νά γίνει Π ω γω νίδ η ς καί ό Κ α μ π ο ύρ ο γλ ο υ Κ υ φ ω νίδ η ς άλλο τόσο φυσικά —καί εύτυχώς— δέν μπόρεσαν οί καθαρευουσιάνοι νά μετονομάσουν τόν Κ α ρ α ϊσ κ ά κ η σέ Λ ε ω σ θ έ νη καί τόν Μ π ό τσ α ρ η σέ Ν ικ όσ τρ α το , δπως έπίσημα προτάθηκε άπό κάποιον. Είναι γεγονός δτι πολ­ λά Επίθετα ξενικής προελεύσεως μας είναι ιδιαίτερα Ενοχλητικά, αύτό δμως δέν ισχύει γιά όνόματα πού συ­ νηθίσαμε Πβ. τήν τουρκ. κατάλ. -όγλου στά Επώνυμα Π εσ μ α τζό γλ ο υ , Κ α φ τα ν τζό γλ ο υ , Π α π ά ζο γ λο υ . Ό Κοραής θεωρούσε τό έπίθ. Μ π έ η ς «τρισβάρβαρον». ’Αλλού Εξελληνίστη­ κε σέ Β έη ς . Πβ. Μ π ο γ ια τ ζ ή ς - Β ογ ια τζή ς, Μ π ό τσ α ρ η ς - Β ό τσ α ρ η ς κ.ά. 'Ο έξελληνισμός τών άνατολίτικων Επιθέτων ήταν τίς περισσότερες φο­ ρές άστοχος: Ά γ α μ ίδ η ς , Ε ύ νο υ χ ίδ η ς κλπ. 'Ο Τρ. καταλήγει σ τ ό συμπέρα­ σμα (σ. 146) δτι «άπό καθαρά γλωσσι­ κή καί αισθητική άποψη τά περισσό­ τερα οικογενειακά μας δέν άσχημίζουν τή γλώσσα —τουλάχιστον δχι περισσότερο άπ’ δ,τι γίνεται μέ τίς άλλες γλώσσες». Τά Σχόλια τού Επεξεργαστή, παρ’ δλο πού άπό τή φύση τής Εργασίας του ήταν ύποχρεωμένος νά κινηθεί σέ στενά, προκαθορισμένα πλαίσια, είναι πολύ χρήσιμα. Βλ. Ενδεικτικά τή σημ. 204 (σ. 188) γιά τήν έμμονή μερικών στά κακώνυμα (ή άπλώς κωμικά) Επί­ θετά τους (Β λα μ ένο ς , Π α τσ α β ο ύρ α ς) καί τίς Ερμηνείες πού δίνονται. (Τό δνομα π.χ. Π ο υ λ η μ έ ν ο ς προέρχεται άπό ξορκιστικό βαφτιστικό.) Δέν μού είναι σαφή τά κριτήρια μέ τά όποια ό Επεξεργαστής άξιολόγησε καί χρησι­ μοποίησε νεότερα όνοματολογικά δη­

μοσιεύματα. 'Υπάρχουν άξιόλογα έρ­ γα πού θά έπρεπε νά τά είχε λάβει ύπόψη του, δπως τό βιβλίο τής Χρ. Τσικριτσή-Κατσανάκη, Κρητικά οι­ κογενειακά όνόματα άπό παρωνύμια, Μέρος A’ (Α-Μ), ’Αθήνα 1972, καί τό έργο τού Κ. Μηνά, Ή μορφολογία τής μεγεθύνσεως στήν Ελληνική γλώσσα, ’Ιωάννινα 1978, γιά νά πε­ ριοριστώ σέ δυό μόνο σχετικά δημο­ σιεύματα. ’Επαινετή είναι ή παρέμβα­ ση τού Ε. Στάθη στή διάρθρωση τής μελέτης καί ή δλη εύσυνείδητη Επε­ ξεργασία τού κειμένου άπό τά κατά­ λοιπα τού Τριανταφυλλίδη. Μερικά έπιμέρους κεφάλαια έχουν σήμερα ξεπεραστεΐ. ’Ιδιαίτερα αισθη­ τές είναι οί έλλείψεις ή ό άποσπασματικός χαρακτήρας άλλων κεφαλαίων. Βλ. τόν κατάλογο τών λογοτεχνικών ψευδωνύμων στίς σ.σ. 171-172. Στή σ. 99 άναφέρονται δύο μόνο μεγεθυν­ τικές άνθρωπωνυμικές καταλήξεις: ά ρ α ς καί -α ρος. Μέ βάση τό έργο τού Κ. Μηνά, προσθέτω πρόχειρα μερι­ κές άπό τίς πολλές μεγεθυντικές κα­ ταλήξεις τών οικογενειακών: -α κ α ς : Μανοΰσος-Μανούσακας, -άκας: Μηνάς-Μηνάκας, -άλας: * Μ π ο υ κ ό β α ςΜ π ο υ κ ο (ο )β ά λ α ς, - α λ ά ς : Γ εώ ρ γ ιο ςΓ εω ρ γα λ ά ς , -ά να ς : Μ πουλοΰκοςΜ π ό υ λ ο υ κ ά ν α ς , -α ρ ά ς: Γ ια νν α ρ ά ς , • ά ρ ο ς : Κ ω σ τ α ν τ ή ς -Κ ω σ τ α ν τ ά ρ ο ς , -ά τσ ο ς : Ά ρ τ ε μ ά τ α ο ς (Κ ύ π ρ ο ς ), - έ κ ο υ ς : Μ ή τ σ ο ς - Μ η τα έ κ ο υ ς (Θ ά σ ο ς), -ο ύκ α ς: βυζαντ. Κ α ρ τε ρ ο ύ κ α ς · Ν Ε Δ η μ η τρ ο ύκ α ς , .-ο ύ λ λ α ς : Θ α ν α σ ο ύ λ -λ α ς (Κύ­ προς), -ο υλλά ς: Σ τα ΰ ρ ο ς -Σ τ α υ ρ ο υ λ λ ά ς (Κύπρος), -ο ύνα ς: Π ά τσ η ς Π α τσ ο ύ ν α ς (Εύβοια), -ο υρ ά ς: Μ ή τσ ο υ ρ α ς, -ο ύρ α ς: Σ τά θ η ς -Σ τα θ ο ύ ρ α ς , -ο ϋρ ο ς: Μ ο ύ σ η ς -Μ ο υ σ ο υ ρ ο ς κ.ά.

Παρ’ δλα αύτά συμφωνώ άπόλυτα μέ τήν άποψη τού Ε. Στάθη δτι «άν καί φαίνεται άπίστευτο, είναι ώστόσο γεγονός δτι άκόμη καί τώρα ή Εργα­ σία αύτή καλύπτει ένα μεγάλο κενό στήν περιοχή τής νεοελληνικής όνοματολογικής έρευνας». Οί σοβαρές όνοματολογικές έρευνες στήν Ε λλά ­ δα είναι σχεδόν άνύπαρκτες. Μόλις πρίν άπό ένα χρόνο ιδρύθηκε «Ελλη­ νική Όνοματολογική Εταιρεία» μέ πρωτοβουλία ένός στήν ούσία όνο­ ματολόγου, πού άπό μόνη της δέν φτάνει γιά νά άναβιώσει ένας κλάδος τής γλωσσολογίας ό όποιος στή Δυ­ τική Εύρώπη θεωρείται σχεδόν ξεπε­ ρασμένος, άφοΰ άπό πολλές δεκαε­ τίες έχουν γραφτεί μελέτες πού Εξάν­ τλησαν τό ύλικό τό όποιο γιά μάς πα­ ραμένει άκόμα παρθένο καί άνεκμετάλλευτο. ’Εδώ έγκειται καί μιά άπό τίς πιό τραγικές άντινομίες στήν Ελ­ ληνική γλωσσική Επιστήμη, δπως διαμορφώθηκε τά τελευταία χρόνια. Στήν προσπάθειά μας νά άναπληρώ-

Έπιμελητηρίου Θεσσαλονίκης) παρουσιάζονται άναλυτικά οί διατάξεις τού νέου νόμου 1262/82 γιά τήν παροχή κινήτρων Ενίσχυσης τής οίκονομικής καί περιφερειακής άνάπτυξης, καθώς Επίσης καί ή εισηγητική έκθεση τού νόμου, ύποδείγματα προμελετών καί Εντύπων κ.ά. Έ τσι, τελικά, πρόκειται γιά ένα πραγματικά «χρήσιμο» βιβλίο γιά δσους άσχολούνται μέ τό Εμπόριο καί τή βιομηχανία. Ο ί π ε ζο γ ρ ά φ ο ι τ ή ς Θ ε σ σ α ­ λ ο ν ίκ η ς . Ε ισ α γ ω γ ή - α ν θ ο ­ λ ό γ η σ η Ν ίκ ο υ Κ α ρ α τζ ά . ’Ε π ιλ ο γ ή , 19 8 2 . Σ ε λ . 2 1 9 .

Η Θεσσαλονίκη στόν αΙώνα μας έξέθρεψε μιά όλόκληρη γενιά πεζογράφων, σέ σημείο νά μιλάμε πιά γιά «Σχολή τής Θεσσαλονίκης», έστω κι άν δέν γράφουν δλοι οί λογοτέχνες της στό ίδιο «στύλ». (Πάντως, οί λογοτέχνες τής συμπρωτεύουσας καλλιέργησαν ιδιαίτερα τόν «Εσωτερικό μονόλογο», έτσι ώστε νά άποδίδεται κυρίως σ’ αύτούς ή άνάπτυξή του.) Στόν τόμο αύτό, ό Νίκος Καρατζάς, πού έχει κάνει καί μιά άναλυτική εισαγωγή, άνθολογεϊ κείμενα τών περισσότερων σχεδόν λογοτεχνών τής Θεσσαλονίκης, πού έγραψαν στήν περίοδο 1930-1980, δίνοντας μέ τόν τρόπο αύτό μιά συνολική εικόνα τής βορειοελλαδίτικης πεζογραφικής παραγωγής. Κ α τ α λ ή ψ ε ις σ π ιτιώ ν σ τ ή Δ υ τι κ ή Ε ύ ρ ώ π η . ’Α θ ή να , Κ ο μ μ ο ύνα , 1982. Σ ελ. 144.

ΕΝΑ καινούριο πολιτικοκοινωνικό κίνημα έχει άναπτυχθεΐ τά τελευταία χρόνια στή Βόρεια (Δυτική) Εύρώπη: είναι οί καταλήψεις σπιτιών άπό πολιτικοποιημένους άστεγους. Καί τό βιβλίο, μέσα άπό μιά σειρά μεταφρασμένων ή πρωτότυπων καμένων (άπό τούς Γ. Καραμπελιά, Γ. Μεταξά, Νίκη Παντελεμίδου, Χριστίνα Σταματοπούλου καί Θ. Τσούμπα) δίνει τήν ιδεολογική είκόνα (έστω κι άν δέν προσφέρεται όλοκληρωμένη) καί τά

77


σουμε τά άγεφύρωτα κενά στή σύγ­ χρονη γλωσσολογία, κάνουμε άλμα­ τα τεράστια, παραβλέποντας ή —τό χειρότερο— ύποτιμώντας κάθε τι πού χαρακτηρίζεται ώς «παραδοσιακό». 'Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης καί μέ τό Εργο του αύτό ύπήρξε πρωτο­ πόρος. Παρόλο πού μέχρι τήν Εποχή

του είχαν γραφτεί άρκετές έπιμέρους μελέτες γιά τά άνθρωπωνύμια, δέν εί­ χε τολμήσει κανένας Ερευνητής νά μάς δώσει μιά γενική θεώρηση τών νεοελληνικών οικογενειακών όνομάτων. Στό βιβλίο πού παρουσιάζουμε Εδώ γίνεται μέ ιδιαίτερη Επιτυχία μιά τέτοια συνολική θεώρηση. Στό ’Ινστι­

τούτο Νεοελληνικών Σπουδών τού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης άξίζει κάθε Επαινος γιά τήν ώραία Εκδοση πού πρόσφερε στό Επιστημονικό καί τό εύρύτερο άναγνωστικό κοινό.

ΧΡΙΣΤΟΦ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΑΚΗΣ

ή αξία καί ή σημασία τής ιδιολέκτου στόν κινηματογράφο Γ Ι Ο Υ Ρ Ι Λ Ο Τ Μ Α Ν : Α ισ θ η τικ ή κ α ί σ η μ ε ιω τικ ή τ ο ΰ κινη μ α το γρ ά φ ο υ. Μ ε τ . Π ό λ λ α ς Ζ α χ ο π ο ύ λ ο υ -Β λ ά χ ο υ . ’Α θ ή ­ να, Θ εω ρ ία , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 165.

Ξέρουμε πώς ό φορμαλισμός είναι δημιούργημα σχεδόν άποκλειστικά τών Ρώσων καί πώς άνθισε καί κάρπισε στή Ριωσία κάπου δέκα χρόνια πρίν καί κά­ που πέντε χρόνια μετά τήν Όχτωβριανή Επανάστα­ ση. Ό φορμαλισμός δέν είναι προϊόν της Ό χτω βριανής έπανάστασης, άλλά αύτή τόν υιοθέτησε καί τόν «περιέθαλψε» γιά νά τόν καταδικάσει καί νά τόν θάψει στό τέλος, σάν «άχρηστο καί Επιβλαβές πτώ­ Ξέρουμε, άκόμα, πώς οί ρώσοι φορ­ μαλιστές υιοθέτησαν Εξαρχής τόν κι­ νηματογράφο μέ μιά άγνωστη μέχρι τότε σοβαρότητα καί ύπευθυνότητα. Ίσως γιατί βρήκαν σ’ αύτόν Ενα κυ­ ριολεκτικά άπέραντο πεδίο Ερευνας καί μελέτης. Ή κινηματογραφική θεωρία χρωστά πολλά στόν «πάπα» του φορμαλιστικού κινήματος Βίκτορ Σκλόφσκι, καθώς καί στόν «δεύτερο στήν ίεραρχία» Μπόρις Ά ιχενμ παουμ, άλλά καί σ’ δλους τούς άλ­ λους, τούς λιγότερο γνωστούς. (Βλέ­ πε καί τή θαυμάσια μελέτη τού Δή­ μου Θέου μέ τόν τίτλο «Φορμαλι­ σμός», Εκδοση Αίγόκερως.) Αύτό πού δέν ξέραμε είναι πώς ό «σοσιαλιστικός ρεαλισμός» καί οί έπιβιώνουσες παραφυάδες του δέν κατάφεραν τελικά νά Εξαφανίσουν τόν πα­ λιό φορμαλισμό καί πώς αύτός «νε­ κραναστήθηκε» τά τελευταία χρόνια στή Σοβ. Ένωση μέ τρόπο Εξαιρετικά Εντυπωσιακό, κυρίως στίς σοβιετικές δημοκρατίες τής Βαλτικής καί ιδιαί­ τερα στήν ’Εσθονία, δπου ζεΐ καί δι­ δάσκει στό πανεπιστήμιο τής Ταρτού ό Γιούρι Λότμαν, Ενας άρκετά γνω­ στός καί στή Δύση μελετητής. 'Ο Γιούρι Λότμαν δέν είναι άκρι-

μα» πού παρεμβάλλονταν «παρασιτικά» στό Επίσημο δόγμα τοΰ «σοσιαλιστικού ρεαλισμού». Έχουμε νά κάνουμε Εδώ μΕ μιά «ιστορική ήττα» τής πιό όξυμένης, τής πιό βαθιάς καί τής πιό όλοκληρωμένης Ε­ ρευνας πού Εγινε ποτέ πάνω στό αϊσθητικό φαινόμε­ νο. (Βλέπε καί τή δίτομη συλλογή δοκιμίων τού Ά ντώνη Βογιάζου μέ τόν τίτλο «Σοσιαλισμός καί κουλ­ τούρα», Εκδοση Θεμέλιο.)

βώς σημειολόγος, μέ μιά αύστηρή Εν­ νοια. Είναι, κυρίως, Ενας αισθητικός κι ένας Ερευνητής τής λογοτεχνίας, πού Επιχειρεί, μέ πολύ μεγάλη Επιτυ­ χία, νά δημιουργήσει μιά γέφυρα άνάμεσα στόν «παραδοσιακό» ρωσικό φορμαλισμό καί τή «μοντέρνα» δυτι­ κή σημειολογία. Τό καινούριο πού φέρνει στήν Ερευνα, τόσο τοΰ φορμα­ λισμού δσο καί τής σημειολογίας, αύ­ τός ό μαρξιστής-έστέτ είναι ή διαλε­ κτική, πού σέ τελική άνάλυση σημαί­ νει παρεμβολή τής ιστορικής χρονικότητας μέσα στή στατικότητα τής δομής, πού νοείται είτε σάν μιά «κα­ τασκευή» σέ χώρο είτε σάν μιά «χω­ ροποίηση», μέ τό πρόσκαιρο σταμάτημα, γεγονότων πού, δντας τέτοια, τελούνται άναγκαστικά σέ χρόνο. Ό π ω ς τόσο ό φορμαλισμός δσο καί ή στρουχτουραλιστική σημειολο­ γία, Ετσι καί ή «διαλεκτική σημειολο­ γία» τοΰ Λότμαν ένδιαφέρεται Εντε­ λώς ιδιαίτερα γιά τόν κινηματογρά­ φο, καί φαίνεται νά συνεχίζει τήν Ε­ ρευνα Εκεί πού τήν άφησε άπελπισμένος ό Κριστιάν Μέτζ, ό πρώτος, κυριότερος καί σημαντικότερος κινημα­ τογραφικός σημειολόγος. Παρακάτω θά δούμε γιατί όδηγήθηκε σέ άδιέξο-

δο ό Μέτζ, καί θά έπισημάνουμε τίς διεξόδους πού ψάχνει νά βρει ό Λό­ τμαν. Πάντως, τό σημαντικό στήν Ε­ ρευνα πάνω σέ προβλήματα τόσο άόριστα δσο αύτά τής αισθητικής δέν εί­ ναι τά «συμπεράσματα», πού αύτά καί μόνο Επιβάλλουν τούς άστοχους χα­ ρακτηρισμούς «διέξοδος» καί «άδιέξοδο», άλλά ή Γδια ή Ερευνα σάν αύτοσκοπός κατά κάποιον τρόπο, ή καλύ­ τερα σάν τάση νά περιχαρακώσει κα­ νείς Ενα άντικείμενο μελέτης πού μοιάζει σάν νά μήν ύπάρχει, άφοΰ συ­ νεχώς μετακινείται καί συνεχώς χάνε­ ται άπ’ τό πεδίο τοΰ Ερευνητή. . Κι αύτό γιατί ή αισθητική δέν είναι Ενα σύνολο κανόνων, μιά γραμματι­ κή τής τέχνης γιά σχολαστικούς, άλ­ λά Ενα ιδιόμορφο σύστημα «φαντασματικών νόμων» πού μπαίνουν Γσα ίσα γιά νά καταστρατηγούνται άπ’ τούς δημιουργούς. ’Απ’ τόν Σωσσύρ καί μετά ή Εμφαση δέν δίνεται, πιά, στή «γλώσσα», νοούμενη σάν Ενα μέ αύστηρότητα φκιαγμένο καί κοινωνι­ κά προσδιορισμένο σύστημα Επικοι­ νωνίας (καί ή κάθε τέχνη είναι μιά τέ­ τοια αύτόνομη γλώσσα), άλλά στό «λανγκάζ», δηλαδή τήν ιδιόλεκτο, τήν «ιδιωτική» γλώσσα, τήν προσωπι-


|ή χρήση τής κοινωνικά καθορισμέ- Λότμαν δέν Επιχειρεί κι αύτός τό άδύ­ Ιης γλώσσας άπό ένα συγκεκριμένο νατο, δηλαδή δέν θέλει νά γράψει τή Ιτομο. Αύτό σημαίνει πώς στή σύγ- γραμματική μιάς άνύπαρκτης γλώσ­ Ιρονη γλωσσολογία ό προφορικός σας. Σκοπός τοΰ βιβλίου του, δπως Ιόγος έχει προτεραιότητα έναντι τοΰ λέει ό ίδιος, είναι νά συνηθίσει τό ιραπτοΰ, κι ότι ή γλωσσολογική έ­ θεατή τοΰ κινηματογράφου στήν ίδέα ρευνα πρέπει νά μεταθέσει τό κύριο πώς ύπάρχει μιά κινηματογραφική Ενδιαφέρον της άπ’ τή γλώσσα (λάν- γλώσσα καί νά δώσει μιά ώθηση στίς k) στήν ιδιόλεκτο (λανγκάζ). (Βλέπε παρατηρήσεις του καί τις σκέψεις του Ιιί τό βιβλίο τού καθηγητή Γεωρ­ πρός αύτό τόν τομέα. Τό «ύπάρχει μιά γλώσσα» στό σύ­ γίου Μπαμπινιώτη μέ τόν τίτλο Θεωρητική γλωσσολογία» — Εισα­ στημα τοΰ Λότμαν δέν σημαίνει κα­ γωγή στή σύγχρονη γλωσσολογία, θόλου πώς ύπάρχει μιά «τελεκομένη γλώσσα». Σημαίνει μόνο πώς ή γλώσ­ ίκδοση τοΰ συγγραφέα, 1980.) Όπως στή γλωσσολογία έτσι καί σα αύτή φκιάχνεται άέναα καί καταοτήν αισθητική αύτό πού κατά κύριο στρέφεται άέναα —δέν παγώνει μέσα λόγο ένδιαφέρει πιά δέν είναι οί κανό­ σ’ ένα σύστημα κανόνων. Μ’ άλλα νες τής τέχνης άλλά ή ίδιάζουσα λόγια, αύτό πού όνομάζουμε συμβα­ Εφαρμογή τους στό συγκεκριμένο έρ­ τικά «γλώσσα τοΰ κινηματογράφου» γο τέχνης, δηλαδή ή ιδιόλεκτος (τό δέν είναι παρά ένα σύνολο ιδιολέ­ λανγκάζ) τοΰ συγκεκριμένου δημι- κτων, ένα άθροισμα ποικίλων στύλ. οοργοΰ-παραβάτη των κανόνων τής Ή δη ό Λότμαν βρίσκεται πάρα πολύ αισθητικής. Στήν όρολογία τής παρα­ κοντά στούς ρώσους φορμαλιστές, δοσιακής αισθητικής τούτη ή προσω­ άλλά καί όλικά Εντός τής σημειολο­ πική άντίληψη των αίσθητικών κανό­ γίας. Πολύ κοντά στούς φορμαλιστές έξαιτίας τής Εμφασης πού δίνει στήν νων λέγεται στύλ. Ό κινηματογράφος, περισσότερο άξια καί τή σημασία τοΰ στύλ στήν άπό κάθε άλλη τέχνη, δέν είναι μιά τέχνη, καί Εντός τής σημειολογίας Εξαιτίας τής Επίμονης άποψής του γλώσσα «αισθητικής τάξης», άλλά έ­ πώς αύτό τό στύλ δέν είναι κάτι τό να άθροισμα, κατά κάποιον τρόπο, «μαγικό καί άπροσπέλαστο» άλλά άπό πάρα πολλά στύλ, πού είναι τόσα «μέγεθος» προσδιορίσιμο, άνάλογο μέ όσα καί οί άξιοι τοΰ τίτλου δημιουρ­ τις «σταθερές» τοΰ συντακτικού καί γοί. Όσοι μελετητές άντιμετώπισαν τής γραμματικής τής γλώσσας. Μόνο τόν κινηματογράφο σάν μιά γλώσσα πού αύτές τις «σταθερές» δέν πρέπει μέ τήν παραδοσιακή έννοια άπέτυχαν οίκτρά: Είναι άδύνατο νά γράψει κα­ νά τίς Εννοούμε σάν στατικά, άλλά σάν άνυσματικά μεγέθη, συγγενικά νείς τή γραμματική καί τό συντακτι­ μέ τά άνύσματα τής φυσικής (π.χ. τήν κό τής γλώσσας τοΰ κινηματογρά­ έπιτάχυνση), πού τροποποιούνται φου, διότι άπλούστατα δέν ύπάρχει τέτοια γλώσσα. Υπάρχουν μόνο κι­ άκατάπαυστα καί δέν γίνονται άντιληπτά έξω άπ’ τή συνεχή διαφορο­ νηματογραφικά λανγκάζ, καί τά λαν­ ποίησή τους. Βρισκόμαστε ήδη στήν γκάζ δέν στηρίζονται σέ αύστηρούς κανόνες: Ό κάθε δημιουργός Επιβάλ­ περιοχή τής διαλεκτικής, δπως τήν καταλαβαίνει ό μαρξισμός. λει τή δική του γραμματική καί τό δι­ Περιγράψαμε παραπάνω τή μέθοδο κό του συντακτικό, δηλαδή έχει τή δουλειάς τοΰ Λότμαν, καθώς καί τά δική του ιδιόλεκτο (λανγκάζ). Ά πό θεωρητικά πλαίσια Εντός των όποιων δώ καί ή έλλειψη σαφούς συνεννόη­ θά κινηθεί ή Ερευνά του γιά τόν κινη­ σης ανάμεσα στόν πομπό-δημιουργό ματογράφο. Ά ς δοΰμε, τώρα, πώς καί τόν δέκτη-θεατή (άναγνώστη, Επιχειρεί τούτη τή συγκεκριμένη έ­ άκροατή). ρευνα, καθώς καί τίς διαπίστωσης Αυτοί πού έγραψαν μιά γραμματι­ πού συνάγει άπ’ αύτήν. κή τοΰ κινηματογράφου (οί γνωστό­ Ξέρουμε άπ’ τή σημηολογία πώς ή τεροι είναι ό Μαρσέλ Μαρτέν μέ τή «Γλώσσα τοΰ κινηματογράφου», έκ­ γλώσσα είναι ένα Ιεραρχημένο ση­ μειωτικό σύστημα Επικοινωνίας. Τό δοση Κάλβος, καί ό Ραίημοντ Σπόλέμε σημειωτικό αύτό τό σύστημα τισγουντ μέ τό «Μιά γραμματική τοΰ γιατί χρησιμοποιεί σημεία γιά νά με­ φιλμ», έργο άνέκδοτο στά Ελληνικά) ταδώσει μηνύματα, π.χ. γράμματα άντιμετώπισαν τό σινεμά σάν σχολα­ τοΰ άλφαβήτου, ή σήματα μόρς, ή στικοί γραμματοδιδάσκαλοι. Ό Κρισήματα τής τροχαίας, ή δ,τι άλλο. στιάν Μέτζ, μέ τις κολοσσιαίας άξίας Καί τό λέμε σύστημα διότι τά σημεία έρευνές του άπόδειξε, μέ τήν είς άτοάπό μόνα τους δέν έχουν λόγο ύπαρ­ πον άπαγωγή, δηλαδή άφοΰ προη­ ξης: Γιά νά λειτουργήσουν πρέπει νά γουμένως Επιχείρησε νά γράψει κι μποΰν σ’ ένα όργανωμένο σύστημα αύτός μιά «μοντέρνα», σημειολογική γραμματική τοΰ κινηματογράφου, τοΰ όποιου άποτελοΰν τόν κώδικα. πώς τό Εγχείρημα είναι άσκοπο, κα­ Κι αύτό τό σύστημα λέγεται γλώσσα. ’Υπάρχουν σημεία συμβατικά καί θότι άδύνατο. σημεία παραστατικά. Συμβατικά είναι Ό περισσότερο εύέλικτος Γιούρι

πραγματικά συμβάντα αύτοΰ τοΰ κινήματος, πού Ενοχλεί τόσο τήν άστική τάξη καί τήν Εξουσία, δσο καί τά άριστερά κόμματα, καθώς δέν μπορούν νά τό Ελέγξουν...

ΕΥΑΓΓΕΛΟ Υ ΠΑΠΑΝΟ ΥΤΣΟ Υ: Α πομνημο­ νεύματα , 'Α θήνα Φιλιππότης, 1982. Σ ελ . 141.

ΕΝΑ άκόμα φώς στήν προσωπικότητα τοΰ μεγάλου δάσκαλου τών νεότερων γενεών δίνει τοΰτο τό βιβλίο, πού κυκλοφόρησε —σάν ύστατο χρέος- δταν πιά ό Παπανοότσος είχε πεθάνη... Καί φωτίζει άκόμη καί όλόκληρος ό χώρος τής Εκπαίδευσης στόν τόπο, Εκεί πού ό Παπανοΰτσος έδωσε τήν ψυχή του καί μιά νέα πνοή. Όπως σημειώνει ό ίδιος (ό όποιος, σημαωτέον, άφήνοντας τά χειρόγραφά του στήν Μπάμπη Οικονόμου, παρακάλεσε νά μή δημοσιευτούν δσο ζεΐ), «ένα τέτοιο κείμενο μπορεί νά έχει δχι άπλώς στενά προσωπική, άλλά καί γενικότερη σημασία. Ν’ άποτελέσει δηλαδή ένα είδος ιστορικής μαρτυρίας γιά δποιον θά θελήσει κάποτε νά μελετήσει καί νά γράψη τήν ιστορία τής νεοελληνικής παιδείας κατά τόν προχωρημένο εικοστό αιώνα...»

Μ α ρτυρ ία . Τ ά Απομνημο­ νεύμα τα το ΰ Ν τμίτρι Σ οστα κόβ ιτς. Μ ετ. Ε ΰης Χ α τζ ή δήμου. ‘Α θήνα, Ν ε ­ φ έλη , 1982. Σ ελ . 436.

ΜΙΑ πραγματικά δυναμική μαρτυρία (τά άπομνημονεύματα άφηγήθηκε ό ίδιος ό συνθέτης στόν μουσικοκριτικό Σ. Βολκώφ καί άφοΰ ύπογράφηκαν άπό τόν Σοστακόβιτς στάλθηκαν στή Δύση γιά νά δημοσιευτούν μετά τό θάνατό του). ’Εκτός άπ’ τόν Σοστακόβιτς, εικονογραφούνται άκόμα άνάγλυφα μουσικοί καί έργα, κοινό καί Εξουσία, πού Επιτρέπει ή έπιβάλλη (ή -μερικές φορέςκαί Εξαφανίζει) κινήματα τΕχνης καί δημιουργούς. Κι Επίσης —μέ όργανο τόν Σοστακόβιτς καί τίς συνθέσεις τ ο υ - καταγράφεται ή αίτια καί ή άνάπτυξη Ενός καλλιτεχνήματος (καί ιδιαίτερα


τά σημεία πού χρησιμοποιούνται κα­ τά σύμβασιν, δηλαδή μέ σιωπηρή άποδοχή άπ’ τό κοινωνικό σύνολο ένός νοήματος πού τό προσθέτει σ' αύτά ό άνθρώπινος νους (τό «α» του άλφαβήτου είναι ένα τέτοιο συμβατι­ κό σημείο). Ένώ παραστατικά είναι τά σημεία πού παριστάνουν (άναπαριστάνουν) κάτι ήδη γνωστό άπ’ τή γύρω μας πραγματικότητα. Τέτοια εί­ ναι τά εικαστικά ή τά φωτογραφικά σημεία. Μέ τούτον τό σαφή διαχωρισμό τών σημείων, στόν όποιο ή μέχρι τώ­ ρα επιστήμη τής σημειολογίας δέν έ­ δωσε ιδιαίτερη σημασία, ό Λότμαν προετοιμάζεται γιά μιά κατά μέτωπο άντιμετώπιση τών πιό δύσκολων προβλημάτων τής κινηματογραφικής αισθητικής. "Ας παρακολουθήσουμε τή συλλογιστική του. Τά παραστατικά σημεία είναι κα­ τώτερου βαθμού σχετικά μέ'τά συμ­ βατικά σημεία. Μέ τά συμβατικά ση­ μεία δημιουργούμε Αφηγήματα παν­ τός είδους (μυθιστορήματα, ποιήμα­ τα, δημοσιογραφικά κείμενα κλπ.). Τά παραστατικά σημεία είναι ακατάλ­ ληλα γιά τήν άφήγηση καί κατάλλη­ λα μόνο γιά τήν κατάδειξη. Γι' αύτό καί είναι κατώτερα. Παρά τήν άκαταλληλότητα τών παραστατικών σημείων γιά «σοβαρά πράγματα», αύτά συνυπάρχουν έπίμονα μέ τά συμβατικά σ’ όλόκληρη τήν ιστορία τού πολιτισμού, παραμένοντας ώστόσο Ανεξάρτητα μεταξύ -ο»; αλλά καί ισότιμα: Ή λέξη δέν

έκτόπισε ποτέ τό σχέδιο, Αλλά καί τό σχέδιο δέν έξαφάνισε τή λέξη. Ό πο­ λιτισμός τής εικόνας είναι τόσο πα­ λιός όσο κι ό πολιτισμός τού λόγου, κι αύτό σημαίνει δτι πρέπει νΑ πάψουμε νά φοβούμαστε τίς εικόνες: Δέν Αποβλακώνουν παρά μόνο τούς ήδη Αποβλακωμένους. Καί έν πάση περιπτώσει, δέν είναι τά παραστατικά σημεία πού φταίνε γιά τήν Αποβλάκωση, Αλλά ή συγκε­ κριμένη χρήση τους Από συγκεκριμέ­ νους Ανθρώπους γιά συγκεκριμένους λόγους. ’Από τούς δυό τύπους σημείων δημιουργοΰνται δυό τύποι τέχνης: οί τέχνες τού λόγου καί οί παραστατικές τέχνες. Ώ στόσο, καί οί δυό τύποι τέ­ χνης έχουν τήν τάση νά καταπατούν ή μιά τά χωράφια τής Αλλης: Ή ζω­ γραφική κάνει Απεγνωσμένες προ­ σπάθειες νά Αφηγηθεί ιστορίες Αλλά καί ή ποίηση Αγωνίζεται νά ζωγραφί­ σει εικόνες. Αύτή ή ώσμωτική τάση Ανάμεσα στά δυό είδη τέχνης κατέληξε σε μιά πραγματική διαλεκτική ένωση μόνο στόν κινηματογράφο, ό όποιος καί άφηγείται καί Αναπαριστά. "Ομως ή κινηματογραφική άφήγη­ ση σκοντάφτει σ’ Ενα Εμπόδιο πού, φυσικά, δέν τό έχει ή παραδοσιακή άφήγηση μέ τό λόγο: Ό μόνος ρημα­ τικός χρόνος πού γνώριζα ό «Αγράμ­ ματος» κινηματογράφος είναι ό Ενε­ στώτας, μιας καί οί εικόνες δέν κλίνονται, δηλαδή δέν παρεκκλίνουν

χρονικά άπ’ τό τώρα. Ή γλώσσα τοδ κινηματογράφου είναι μιά Ακλιτη γλώσσα, δηλαδή μιά πρωτόγονη γλώσσα. Ό λ η ή Αγωνιώδης προσπά­ θεια γιά τή γέννηση τής τέχνης τοδ κινηματογράφου συνίσταται στό νά βρεθεί τρόπος νά κλιθεΐ μιά Ακλιτη j γλώσσα. Ή συμβολή τού Άιζενστάιν σ’ αύτό τόν τομέα ήταν Εντελώς Απο­ φασιστική. Ή άναπαραστική Ακρίβεια τής φω­ τογραφίας περισσότερο Εμπόδισε πα­ ρά εύκόλυνε τή γέννηση τής καινού­ ριας τέχνης. Φωτογραφική Ακρίβεια σημαίνει έμμονή καί κυριαρχία τοδ παραστατικού σημείου σέ βάρος τοδ συμβατικού, τού μόνου κατάλληλου γιά νοηματικές φορτίσεις. Ή φωτο­ γραφία είναι ιδεολογικά Ανάπηρη καί πρέπει νά βρεθεί τρόπος νά γιατρευ­ τεί τούτη ή Αναπηρία. Ό λ η ή τιτάνια προσπάθεια τού Ά ιζενστάιν στρέφε­ ται γύρω Από τούτη τήν ϊαση. Γιατί ή φωτογραφία είναι ιδεολογι­ κά Ανάπηρη; Διότι λέει τά πάντα, μιά κι έξω. Είναι τόσο φλύαρη πού τελι­ κά καταφέρνει νά μή λέει τίποτα, στήν προσπάθειά της νά πει τά πάντα. Γιά νά ύπάρξει πληροφορία πρέπει νά προϋπάρξει Αγνοια. Αύτό τό ξέ­ ρουμε Απ’ τόν Βίννερ. Ή πληροφορία πού δίνεται σέ κάποιον πού ήδη τή γνωρίζει δέν είναι πληροφορία, είναι άστοχος πλεονασμός. Ή φωτογραφία δέν Αφήνει περιθώριο γιά τήν Αγνοια. Ό μ ω ς, σκοπός τής τέχνης δέν εί­ ναι νά Αναπαράγει, Απλώς, τούτο ή


έκείνο τό άντικείμενο —αύτό λέγεται άναδιπλασιασμός τοΰ άντικειμένου— άλλά νά βάζει στό άντικείμενο νοή­ ματα. Καί τά νοήματα δέν άναβλύζοον άπ' τά άντικείμενο, άλλά προ­ στίθενται σ’ αύτά άπ’ τήν άνθρώπινη νόηση. Ά ρ α , πρώτο καί κύριο καθή­ κον τοΰ κινηματογραφιστή είναι νά προσθέσει νοήματα στις φωτογραφίες των άντικειμένων. (Καί οί άνθρωποι έπίσης είναι άντικείμενο δταν φωτο­ γραφίζονται.) Πώς, λοιπόν, θά πετύχει τή νοημα­ τική φόρτιση ό κινηματογραφιστής; Προκαλώντας μιά άσυνέχεια μέσα στή συνέχεια του ύπαρκτοΰ κόσμου ή δημιουργώντας άπευθείας τήν άσυνέχεια σ’ έναν κόσμο φανταστικό. Τά νοήματα θά ξεπεταχτοΰν μέσα άπ’ αύτές τίς ρωγμές, πού καταστρέφουν τήν άκρίβεια τής άναπαράστασης. Καί ρωγμές στή συνέχεια τού κό­ σμου προκαλεΐ κυρίως τό μοντάζ. Νά ’μαστέ, καί πάλι, άκριβώς δίπλα στόν Άιζενστάιν. Ό ταν τεμαχίσεις τόν άπειρο χώρο (αύτό σημαίνει μοντάζ) καί τά συν­ τρίμμια του τά βάλεις σέ πλάνατεμάχια χώρου, πού τά βλέπεις τό ένα μετά τό άλλο, είναι σάν νά μετατρέ­ πεις τή ζωγραφική σέ άφήγημα, δη­ λαδή σάν νά ένσταλάζεις χρόνο έκεϊ πού ύπήρχε μόνο χώρος. Αύτό ση­ μαίνει ότι μεταλλάζεις σέ συμβατικό τό παραστατικό σημείο, κι δτι έπιτέλους συμφιλιώνεις δυό τύπους ση­ μείων πού είχαν πάντα τήν τάση νά ένωθοΰν χωρίς νά τό καταφέρνουν: Ό κινηματογράφος είναι ταυτόχρονα τέχνη τοΰ χώρου καί τοΰ χρόνου, δη­ λαδή καί άφήγημα καί τέχνη είκαστική-άναπαραστατική. Δηλαδή δχι μόνο δέν είναι μιά άνάπηρη τέ­ χνη, δπως φοβηθήκαμε στήν άρχή, άλλά είναι μιά πλήρης τέχνη —ή πλη­ ρέστερη πού είναι δυνατόν νά ύπάρξει, άφοΰ έχει συμμάχους καί τό χρό­ νο καί τό χώρο. (Πράγμα πού μέχρι τόν κινηματογράφο συνέβαινε, άτελώς, μόνο στό χορό.) Στήν εικόνα δέν προσθέτουμε νοή­ ματα μόνο μέ τό μοντάζ, άλλά καί μ’ δποιον άλλο τρόπο μπορούμε (άρκεϊ αύτός δ τρόπος νά βρίσκεται μέσα στις δυνατότητες τοΰ παρόντος στα­ δίου άνάπτυξης τής κινηματογραφι­ κής τεχνικής), π.χ. μέ τό φώς, μέ τό ντεκόρ, μέ τίς γωνίες λήψης, μέ τίς κινήσεις τής κάμερα, μέ τή μουσική, μέ τήν ύποκριτική, μέ τό διάλογο κλπ. ’Εντούτοις, στό θεωρητικό έπίπεδο παραμένει άναπάντητο τό έρώτημα: Τί είναι καί πώς λειτουργεί τό εικα­ στικό, συνεπώς καί τό φωτογραφικό σημείο; Είναι τό κρίσιμο έρώτημα πάνω στό όποιο προσέκρουσαν καί ναυάγησαν σημειολόγοι λιγότερο διαλεκτικοί άπ’ τόν Λότμαν, σάν τόν

Κριστιάν Μέτζ. Ό Λότμαν λύνει τόν γόρδιο δεσμό πάρα πολύ θαρραλέα, · λέγοντας πώς ύπάρχουν σημειωτικά συστήματα (δηλαδή γλώσσες) χωρίς σημεία. Έ χουμε δηλαδή καί ένα είδος γλώσσας χωρίς κώδικα. Σ’ αύτά τά «άναλφάβητα» σημειωτικά συστήμα­ τα, σάν σημείο πρέπει νά έκλαμβάνεται όλόκληρο τό κείμενο. Έ να ποίη­ μα, γιά παράδειγμα, είναι μέν φκιαγμένο μέ τά σημεία πού όρίζει τό άλφάβητο (μ’ έναν κώδικα) άλλά έδώ τά συγκροτημένα σέ λέξεις γράμματα δέν σημαίνουν τίποτα έξω άπ’ τήν ποιητική δομή. Σημείο στήν περίπτω­ ση αύτή, πού έκπέμπει νόημα, είναι όλόκληρο τό ποίημα, κι δχι τά δομι­ κά του ύλικά. ’Ακριβώς τό ίδιο συμ­ βαίνει καί σέ κάθε έργο τέχνης: Τό μήνυμα έκπέμπεται πάντα άπό όλό­ κληρο τό έργο, νοούμενο σάν άδιαίρετη δομή, κι δχι άπ’ τά έπιμέρους στοιχεία του. Ό στρουχτουραλισμός σώζει τήν κατάσταση άλλη μιά φορά. Συνεπώς, ή' πληροφορία πού θά πάρουμε άπό ένα έργο τέχνης είναι έξαιρετικά πολύπλοκη, έξαιτίας τής ταυτόχρονης έπενέργειας στό μυαλό μας καί στόν ψυχισμό μας πολλών κωδίκων, πού είναι άδύνατο νά άποχωριστοΰν. Σ’ ένα ποιητικό κείμενο, γιά παράδειγμα, μπορεί νά ύπάρχει μιά ιστορική, ή δημοσιογραφική, ή έπιστημονική πληροφορία, άλλά καί μιά πληροφορία πού μάς τή δίνει ό ρυθμός, καί μιά άλλη πού μάς τή δί­ νει ή μουσική τοΰ άρθρωμένου λό­ γου, καί μιά τρίτη πού βγαίνει άπ’ τή χρήση τών σημείων στίξης. Ό λ ες αύτές οί πληροφορίες συναποτελοΰν έ­ να ένιαΐο καί άδιαίρετο σύνολο πού λέγεται ποίημα. Ά ν δέν λειτουργή­ σουν μέσα μας ταυτόχρονα δλοι αύτοί οί κώδικες, στή θέση τοΰ ποιήμα­ τος θά άπομείνουν τά νεκρά καί άνευ σημασίας σημεία μιάς σκοτωμένης γλώσσας. Ό κινηματογράφος είναι μιά γλώσσα κατεξοχήν ποιητική. Όμως, ποιητική γλώσσα σημαίνει καταρχήν προσωπική γλώσσα, δηλαδή λ.ανγκάζ. Γι’ αύτό άκριβώς δέν μπορούμε νά γράψουμε μιά γραμματική τής γλώσσας τοΰ κινηματογράφου. Ά λ ­ λωστε, μπορεί νά ύπάρχει μέν μιά με­ τρική, άλλά δχι καί μιά «γραμματική τής ποίησης». Μπορεί νά ύπάρχει μέν μιά γραμματική τής έλληνικής γλώσ­ σας άλλά δχι καί μιά «γραμματική τής έλληνικής ποίησης». Καί τούτο γιατί ή ποίηση είναι λανγκάζ, ένώ ή έλληνική γλώσσα είναι γλώσσα. Αύτό πού είναι όμαλό δέν μπορεί νά είναι άναπάντεχο. Ή γλώσσα τής τέχνης στηρίζεται έξ όλοκλήρου σχε­ δόν στό άναπάντεχο. Συνεπώς, ή γλώσσα τής τέχνης δέν είναι όμαλή: Ό λ α τά ρήματά της, δλα τά ούσιαστικά της είναι «άνώμαλα». Δυστυχώς,

τών μουσικών «άφηρημένων» έργων) στή σημερινή έποχή σ’ ένα συγκεκριμένο χώρο...

ΙΩ Σ Η Φ Κ Ο Ν Ρ Α Ν Τ : Ή Φ ρ έγο α ά π ό τά έ φ τά νη­ σ ιά . Μ ε τ . Γ ιώ ρ γο υ Π ρ ά τ σ ικ α . ’Α θ ή να , Ν ε φ έ λ η , 1 982. Σ ε λ . 122.

ΑΓΓΛΟΠΟΛΩΝΟΣ ό Κόνραντ δίνει μέ μοναδική μαγεία χώρους καί πρόσωπα πολύ μακρινά κι άπό τίς δύο πατρίδες του (τήν Πολωνία δπου γεννήθηκε καί τήν ’Αγγλία πού τοΰ «δάνεισε» τή γλώσσα τών βιβλίων του). Οί θάλασσες καί τά νησιά τοΰ Νότου, ό ειρηνικός ή μανιασμένος Ειρηνικός, οί ιθαγενείς καί οί θαλασσοδαρμένοι έκεΐ Εύρωπαΐοι, άποτελοΰν τόν μόνιμο σχεδόν ιστό τών πεζογραφημάτων του. Καί ή νουβέλα «Φρέγυα» κινείται σ’ αύτό άκριβώς τό κλίμα: πατέρας καί κόρη, Δανοί, ζοΰν στά Νησιά, άγαποΰν, συντρίβονται σάν πλοία στά βράχια καί ζωγραφίζουν μέ τίς μορφές τους τόν κόσμο τής άπομακρυσμένης μοναξιάς μέσα στούς μεγάλους —ιδεατούς καί γλωσσικούς— όρίζοντες.

Β Λ Α Ν Τ ΙΜ ΙΡ Μ Α Γ ΙΑ Κ Ο Φ Σ Κ Ι : Π ο ίη σ η . Μ ε τ . Π έτρ ο υ Α ντα ίο υ . ’Α θ ή να , Ό δ υ σ σ έα ς , 1982. Τ όμ οι 2 . Σ ε λ . 2 4 7 + 213.

ΟΛΟ καί πληθαίνουν οί έκδόσεις βιβλίων σχετικών μέ τήν περίπτωση Μαγιακόφσκι, έτσι ώστε νά έχει πιά σχεδόν καλυφθεί όλόκληρο τό φάσμα τής συγγραφικής παραγωγής του (θέατρο, ποίηση, άλληλ,ογραφία). Καί ή δίτομη τούτη έκδοση τών ποιημάτων του, άν καί στήν ούσία είναι άνθολόγηση, άποτελεΐ τήν πιό όλοκληρωμένη έλληνική παρουσίαση τής ποίησής του. ’Αξίζει νά σημειωθεί ή προσπάθεια γιά πιστότητα μεταφραστική, πού φτάνει καί στό έπίπεδο τής ρίμας. Βέβαια, ή πιστότητα άπόδοσης άποβαίνει μερικές φορές σέ βάρος τής ποιητικής ούσίας, άλλά αύτό είναι παντοτινό μεταφραστικό πρόβλημα, καί στό κάτω κάτω γιά


δμως, μιά γλώσσα πού δέν είναι όμα-

κατατείνουν δλες οί άλλες. Ό κινη­

λ ή δ έν κοινοποιείται ε ΰ κ ο λ α . Τ ό ά νώ -

ματογράφος β ρ ίσ κ ε τα ι ήδη π ά ρ α π ο ­ λ ύ κοντά σ’ αύτή τή μουσική άντίληψη γιά τήν τέχνη. Ε ίπ α μ ε ήδη πώς δ-

μαλο παραμένει έξω ά π ’ τ ά δ ρ ια τής σημειωτικής άνταλλαγής. Γ ιά τήν κα­ λή συνεννόηση ή γραμματική καί τό συντακτικό είναι άπολύτως άναγκαΐα: Δέν μπορούμε νά φκιάξουμε μιά δική μας γραμματική καί νά ’χουμε τήν άξίωση νά μας καταλάβουν οί άλλοι. Γι’ αύτό άκριβώς καί χρησιμο­ ποιούμε τήν ύπάρχουσα καί κοινωνι­ κά συγκροτημένη γραμματική. Ή ποίηση στριφογυρίζει γύρω της, κι άλλοτε άπομακρύνεται πολύ άπ’ αύτήν, άλλοτε τήν πλησιάζει έπικίνδυνα, μέ συνέπεια νά συντρίβει πάνω στήν πεζολογία τού «καθ’ ήμέραν λό­ γου». Συνεπώς, ή γραμματική είναι άναγκαία στήν ποίηση, άλλα μόνο γιά νά τή χρησιμοποιεί σάν σημείο άναφοράς, ώστε νά μήν «έξατμισθεί» έντελώς ή ποιητική έμπνευση άφενός καί άφετέρου νά μπορέσει νά περάσει ή ποιητική συγκίνηση καί στόν δέ­ κτη. Συμπέρασμα: οί ποιητικές ιδιόλε­ κτοι δέν άγαποΰν ιδιαίτερα τή γραμ­ ματική. Δυστυχώς δμως δέν μπορούν ν’ άπαλλαγούν έντελώς άπ’ αύτήν. Αύτό τό μπορεί μόνο ό τέλεια λεύτε­ ρος κινηματογραφιστής, πού χρησι­ μοποιεί μιά ποιητική γλώσσα τόσο λεύτερη δσο καμιά. Τό μεγάλο δνειρο των φορμαλι­ στών ήταν νά φκιάξουν μιά γλώσσα στήν όποια ή μορφή, καί μόνο αύτή, νά είναι ό άποκλειστικός φορέας πλη­ ροφοριών, δπως στή μουσική, τούτη τήν «ύπέρτατη τέχνη» πρός τήν όποια

λα τά ποιητικά κείμενα είναι πολυφωνικά (στέλνουν πολλά μηνύματα ταυ­ τόχρονα) άλλά τό κινηματογραφικό κείμενο (τό φ ιλ μ ) είναι μιά σκέτη χο­ ρωδία. Ποιος άφελής, λοιπόν, είπε πώς ό κινηματογράφος γίνεται εύκο­ λα άντιληπτός άπ’ τούς πάντες; Αύτό πού γίνεται εύκολα άντιληπτό είναι τό στόρυ. ’Αλλά τό φίλμ δέν είναι σε­ νάριο —είναι φίλμ. Δηλαδή μιά δομή τρομερά πολύπλοκη, πού ζητά έναν τόσο ξύπνιο θεατή πού νά είναι σέ θέ­ ση νά πιάνει στό φτερό τό λανγκάζ, δηλαδή τό «αισθητικό στύλ», μέ δρους παραδοσιακούς. Μιά πρωτόγονη δομή δημιουργεί έναν πρωτόγονο θεατή. (Βλέπε γιά παράδειγμα τή δομή τών σήριαλ της έλληνίκης τηλεόρασης καί τή δομή τού μυαλού καί τού χαρακτήρα τού Έλληνα: Οί βίοι τού Έ λληνα καί τού Έλληνα τηλεθεατή είναι παράλλη­ λοι.) Λογικά θά έπρεπε νά συμπεράνει κανείς πώς ή πολυπλοκότητα τής κι­ νηματογραφικής δομής συντελεί στό νά γίνονται οί θεατές όλοένα καί κα­ λύτεροι, δηλαδή λιγότερο πρωτόγο­ νοι. Ά μ δέ! Καί τούτο γιατί ή δομή τών περισσότερων ταινιών είναι τόσο πρωτόγονη, δσο καί οί θεατές στούς όποιους άπευθύνονται. Ή φόρμα δέν είναι καθόλου άστεία ύπόθεση. Ή φόρμα δέν είναι μόνο πρόβλημα ύφους, άλλά καί ήθους. Ή φόρμα είναι ή ίδια ή ποίηση, σ’ δλες τίς έκφάνσεις της. 'Η φόρμα είναι ή ί­ δια ή τέχνη. Ή φόρμα δημιουργεί πε­

ΝΙΚΟΣ ΚΟΚΚΙΝΟΣ

Δ ΙΑ Θ Ε Σ Η : 14-16

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ

ΑΘΗΝΑ

Τ .Τ

142.

® Τ ό κ α λύ τερο δώ ρο γιά’ σάς κ α ί τού ς φ ίλ ο υ ς σας:

’’α λ ε β ι ζ ό π ο υ λ ο ς ” r f# Τ η λ .:

3 6 .0 0 .0 5 9 .

||

— 11 82

ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΙ

Τό ζήτημα δέν είναι μόνο νά διαβάζετε «ΑΝΤΙ» άλλά νά μπορείτε ν’ άνατρέχε,τε1 σ’ αύτό σταθερά.

Το βιβλίο κυκλοφορεί σε δεύτερη έκδοση ΚΕΝΤΡΙΚΗ

Μόνο ευγνωμοσύνη μπορούμε ν χρωστάμε στόν έκδοτικό οίκο «Θεοί ρία» καί στή μεταφράστρια Πόλλ Ζαχοπούλου-Βλάχου πού μάς γνό ρισαν τόν Γιούρι Λότμαν.

αντί

ΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΗΣ ΓΑΛΙΛΑΙΑΣ 1

ΦΕΙΔΙΟΥ

ριεχόμενο. Καί γιά νά μήν τρομοκρα­ τηθούν οί λιγότερο έ ξ ο ικ ε ιω μ έ ν ο ι μέ τά προβλήματα τής αισθητικής άπό τούτο τό λιβανωτό πρέπει νά διευκρι­ νίσουμε πώς ή φόρμα δέν δημιουργεί, άκριβώς, περιεχόμενο παρά μόνο στή μουσική. Σ’ δλες τίς άλλες τέχνες ή φόρμα είναι τό μόνο σίγουρο κλειδί γιά νά ξεκλειδώσουμε, σάν καλοί διαρρήκτες, τό ντουλάπι δπου φυλά­ γεται τό μυστηριώδες καί άκριβό πε­ ριεχόμενο. Ά λλω στε, έτσι κι άλλιώς, άπ’ έξω ξεκινάς γιά νά μπεις μέσα. Καί ή φόρμα είναι τό έξω ένός μέσα. Κι άμα βγάλεις τό συνεκτικό «έξω» άπό ένα σώμα, θά τό μετατρέψεις σέ· σωρό άμορφων (χωρίς φόρμα) έρειπίων. Ά λλω στε, σέ πείσμα δλων τών θεολόγων δλης τής οικουμένης, έμέϊς θά συνεχίζουμε νά πιστεύουμε πώς τά ρούχα κάνουν τόν παπά καί τίποτ’ άλλο. Καί τά ρούχα είναι φόρμα. Ό Λότμαν, έντιμος καί νομοταγής κατά τά άλλα σοβιετικός πολίτης, τολμά έπιτέλους μιά έπικίνδυνη άλλά σωτήρια σύζευξη: τού φορμαλισμοί καί τής σημειολογίας, άπ’ τή μιά, μέ τόν διαλεκτικό ύλισμό, άπ’ τήν άλλη. Πρόκειται γιά σύζευξη πού θί ξαφνιάσει πολλούς μαρξιστές μί μειωμένη ποιητική διάθεση. Πάντα» ό ύπογράφων βρήκε στόν Λότμαν § ναν καλό φίλο κι ένα σπουδαίο σύμ μαχο.

® Έ ν α ς π α ν ό δ ε τ ο ς τόμος! τού π ε ρ ιο δ ικ ο ύ «Α Ν Τ Ι» ·


ή ύπεροχή τής μνήμης καί ή τακτική των ενοχών Σ Π Υ Ρ Ο Υ Τ Σ Α Κ Ν ΙΑ : Π τέ ρ υ ξ χ ρ ο ­ νιώ ν π α θ ή σ εω ν. Π ο ίη σ η , ά ριθ. 6. ’Α θ ή να , 'Ε σ τία , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 52.

«Ανβέν ήταν αύτή ή σκληρή άδυσώπητη μνήμη ήσυχα πού θά κύλαγε ή ζωή μας.» Σπύρος Τσακνιάς1 Ό Σ π ύρος Τσακνιάς (γ. 1929) έξέδωσε τό 1976 τή ν πρώτη του ποιητι­ κή συλλ ογή «Έ ν Α ύλίδι», ή όποια περιέχει ποιήματα γ ραμμένα κατά τή διάρκεια τής δεκαετίας ’50-’60, τότε π ού «οί έντυπώ σεις ήταν ακόμα νω πές καί δ ίνονταν μέ τρόπο άμεσο».2 Τ ή ν ίδια χρ ο νιά κυκλοφ ορεί καί τίς « Ισ τορίες γιά τόν Σέργιο», πού χαρακτηρίζονται άπό μιά σύνθετη τεχνική, δηλαδή τήν παράθεση σ ύντομω ν άναπτύξεω ν ποιητικώ ν ίδεών προζαϊκής μορφ ής, ένώ τρία χρόνια μετά έπιστρέφει σ τή ν έκφραστική τών κανονικώ ν σ τίχω ν, δημοσιεύοντας τό ποιητικό του βιβλίο « Ό κύ­ κλος», μέ σ κοπό νά άνανεώσει τά θέματά του καί νά καλλιεργήσει μιά πλαστικότερη γραφή. Στή συλλογή αύτή ό Σ. Τσακνιάς έπιδιώκει νά ύποβάλει παρά νά άναλύσει συγκεκριμένες καταστάσεις ή νά όνομάσει τά γεγονότα, ένώ άντίστοιχα έπιχειρεΐ νά αύτοφυγαδευτεΐ παρά νά Ιστορήσει άλλότρια καί οικεία πάθη. Ή «Πτέρυξ χρονιών παθήσεων», πού περιλαμβάνει τριάντα τιτλοφο­ ρημένες προζάίκές στροφές-κεφάλαια, είναι ό καρπός έκείνης άκριβώς τής πείρας τοΰ ποιητή πού άποκτήθηκε τόσο άπ’ τήν άσκησή του στό «μι­ κτό» είδος τής σύνθεσης, πού έπεξεργάστηκε στίς «'Ιστορίες γιά τόν Σέρ­ γιο», δσο κι άπ’ τίς νομιμότερες, ποιητικά, άναζητήσεις του, πού έφερε σέ πέρας στή διάρκεια τής συγγραφής τοΰ «Κύκλου». Καί στό τέταρτο βιβλίο του ό Σ. Τσακνιάς μεριμνά γιά τή λύση των θεμελιωδών αιτημάτων του, περι­ στρεφόμενος γύρω άπό έναν ύποτυπώδη άφηγηματικό πυρήνα, μόλις Ισορροπώντας άνάμεσα σ’ έναν άσπόνδυλο μονόλογο κι έναν έμβρυώδη μύθο. Ή ισορροπία αύτή άντανακλάται στούς περισσότερους στί­ χους τής «Πτέρυγας χρονιών παθή­ σεων» καί άνακαλεΐ τό «ζείν έπικινδύνως» πού βίωσε ό ποιητής στά χρόνια

τής ταραγμένης έφηβεϊας του: «Οί φήμες πώς ό Ά ντώ νης πέρασε στ’ άλλο στρατόπεδο φόυντώναν μέρα μέ τή μέρα. Δυσκολευόμουν στήν άρχή νά τό πιστέψω, σιγά σιγά δμως πρό­ σεξα πώς γινόταν περίεργη ή συμπε­ ριφορά του, θαρρείς καί μάς άπόφευγε, άρχισα κι έγώ ν ’ άπομακρύνομαι, άν συναντιόμασταν καμιά φορά τυ­ χαία χαμογελούσαμε μέ άμηχανία, δέν είχαμε πιά τίποτα νά ποΰμε. Ά π ’ τήν άβεβαιότητα αύτή μ’ έβγαλε ή άπόφαση πού ήρθε άπ’ τά πάνω: ύπάρχουν άδιάσειστα στοιχεία, πρέ­ πει νά βγει άπό τή μέση» (τό πρώτο μέρος τοΰ κζ' κεφαλαίου, «Παγίδα»,3, σ. 46). Τά κύρια αιτήματα τοΰ Σ. Τσακνιά, πού σπονδυλώνουν ταυτόχρονα καί τά κινητήρια μοτίβα τοΰ λόγου του, συνοψίζονται στά έξής: α ) Λ ύ τ ρ ω σ η ά π ’τ ά π ο λ λ α π λ ά π λ έ γ ­ μ α τ α τύψ εω ν . Τύψεις πού έξακολου-

θοΰν νά βαραίνουν τή συνείδησή του ύστερα άπό σαράντα περίπου χρόνια καί πού έπιβάλλονται άργά καί στα­ θερά, έγκλωβίζοντας τό σύστημα ά­ μυνας καί λογικής τοΰ ποιητή, καθιε­ ρώνοντας τό δικό τους ρυθμό σ’ δλες τίς μετέπειτα φάσεις τής ζωής του με-

ένα πλησίασμα στόν μεγάλο Μαγιακόφσκι είναι άπαραίτητη καί μιά έκδοση «τύπων...» ΑΛΕΠΟΥ Φ ΛΩ ΡΑ Κ Η : Κ αραβ ά ια α -τά μα τα κ α ί θα ­ λασσ ινή ά φ ιερω τική πρα­ κ τ ικ ή σ τ ό Α ιγ α ίο . Α­ θήνα, Φ ίλ ιπ π ο ιη ς , 1 982. Σ ε λ . 26 2 .

ΣΥΜΒΟΛΗ στή μελέτη τοΰ λαϊκοΰ πολιτισμού κί αύτό τό βιβλίο τοΰ Φλωράκη δπως καί τά προηγούμενά του. Μόνο πού τούτη τή φορά δέν άσχολεΐται μέ στοιχεία ή σύνολα τής άρχιτεκτονικής κληρονομιάς, μά μέ τίς άπομιμήσεις καραβιών καί άλλων πλεούμενων, πού έχουν «άφιερωθεΐ» σέ νησιώτικες έκκλησίες άπό πιστούς ή μή. Καί μέσα άπό τή μελέτη τοΰ συγγραφέα, ή όποια συνοδεύεται άπό πλήθος φωτογραφιών, άναδεικνύεται ή σκέψη τών παλιότερων, πού έβαζαν ψήγματα τέχνης άκόμη καί στίς πιό άπλοϊκές έκφράσεις τής ζωής. Τ ά κ ό μ ικ ς . Έ π ιμ . Δ η μ ή τρ η Κ ο λ ιο δ ή μ ο υ . "Αθήνα, Α ίγ ό κε ρ ω ς, 19 8 2 . Σ ε λ . 173.

ΑΝ καί μέ κάποια καθυστέρηση, ή Ελλάδα μπήκε έδώ καί καιρό στόν άστερισμό τών κόμικς. Καί άφοΰ γεύθηκε τίς περιπέτειες τών γνωστότερων ήρώων τοΰ σχεδίου —γιατί πιά κόμικς σημαίνει «περιπέτεια»— ήρθε καί ή ώρα τών έντύπων μέ τή θεωρητική άνάλυση τοΰ Άστερίξ, τοΰ ΤένΤέν, τοΰ Ποπάυ, τοΰ Σούπερμαν, τοΰ Ταρζάν... ’Ακριβώς μερικές τέτοιες άναλύσεις, άλλες έπιδερμικές καί άλλες σέ βάθος, αύτών τών ήρώων (καί μαζί, τών λιγότερο διαδεδομένων Φλάς Γκόρντον, Κόρτε Μαλτέζε καί Κόναν τοΰ Βάρβαρου) προσφέρει αύτός ό άξιοπρόσεκτος τόμος. Μιά δουλειά πού έγινε μέ μεράκι καί έπιμέλεια, δπως προδίδει καί τό πλήθος τών παραπομπών καί τών σημειώσεων.. Γ ΙΑ Ν Ν Η ΥΦ ΑΝ ΤΗ : Μ υ σ τ ι κ ο ί τ ή ς ’Α ν α το λ ή ς . ’Α θ ή να , Κ έ δ ρ ο ς , 1 982. Σ ε λ . 93.

ΤΟ βιβλίο άποτελεΐ μιά έπιλογή —πού έγινε άπ’ τόν Γιάννη 'Υφαντή— ποιημάτων τοΰ Ίσλάμ, τής ’Ινδίας καί τής Ά π ω Α νατολής. Κοινός


παρονομαστής καί στίς τρεις αύτές ένότητες ό μυστικιστικός χαρακτήρας των στίχων καί των ποιητάδων τους, ή θρησκευτική καί μεταφυσική ένόραση, ή φιλοσοφική διάθεση. (Είναι χαρακτηριστικό πώς ή δεύτερη ένότητα είναι άφιερωμένη στά «λόγια» πού «έμπνέει» ό θεός Σίβα καί ή τρίτη στό θρησκευτικοφιλοσοφικό σύστημα ζέν.) Τά περισσότερα κομμάτια άποτελοΰν πραγματικά μαργαριτάρια. Ά λ λ α —λιγότερα— θυμίζουν κοινότοπο συνδυασμό λέξεων, πού δέν λένε τίποτε στόν μή «μυστικό» άναγνώστη. Π Ε Ρ ΙΚ Λ Η Σ Φ Υ Ρ ΙΔ Η : Τ ό τίμη μα . Θ εσ σ α λ ο νίκ η , Δ ια γώ νιος, 1 9 8 2 . Σ ε λ . 98.

ΜΕ τήν καινούρια αύτή συλλογή διηγημάτων του δ Περικλής Σφυρίδης δίνα πιά όλοκάθαρο τό πεζογραφικό του στίγμα, πού δέν είναι άλλο άπ’ τή λεγάμενη «Σχολή τής Θεσσαλονίκης»: Μιά Ιδιότυπη άτμόσφαιρα, όπου πίσω άπό τόν κάποιο ρεαλισμό κρύβεται μιά εύαισθησία, ή όποια όδηγεΐ μέ τή σειρά της σέ διάχυτη μελαγχολία καί πεσιμισμό. Τό σύνολο των διηγημάτων τής συλλογής χωρίζεται σέ δύο κύκλους, έναν άστικό καί έναν έπαρχιακό, άνάλογα μέ τόν τόπο «δράσης», άλλά κυρίως άνάλογα μέ τά έρεθίσματα πού γεννούν τά κείμενα. Ό τρόπος γραφής είναι ό ίδιος καί στούς δύο κύκλους, μά ό πρώτος, οικείος καί άρμονικός άνάμεσα στό άποτέλεσμα καί τήν αίτια, δίνει σαφέστατα σημαντικότερα κείμενα. Γενικά τό «Τίμημα» είναι ένα άπ’ τά πιό άξιοπρόσεκτα βιβλία τής τελευταίας έλληνικής πεζογραφικής παραγωγής. Ι Β Ο Α Ν Τ Ρ ΙΤ Σ : Ή κ α τ α ­ ρα μ έν η α ΰ λή . Μ ε τ . Λ . Χ α τζη προ δρ ο μίδη . 'Α θήνα, Θ εμέλιο , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 13 1.

ΠΟΛΥ λίγες εύκαιρίες έχουν δοθεί στό έλληνικό κοινό γιά νά γνωρίσει τό έργο τού νομπελίστα γιουγκοσλάβου πεζογράφου Ίβο Άντριτς. (Τό μυθιστόρημά του πού κάπως «κυκλοφόρησε» στά έλληνικά, είναι «Τό γεφύρι τού ποταμού Ντρίνα».) "Ομως, ή γραφή του παρουσιάζει ούσιαστικό ένδιαφέρον, πράγμα πού άποδεικνύει καί τούτη ή

θοδικά καί τελεσίδικα: «Μ’ έπιασε μιά πίκρα άβάσταχτη, θυμήθηκα καί τά δικά μου, κοίτα γαμώ τήν πίστη μου πού καταντήσαμε, έτσι μοΰ ’ρχότανε νά δώσω μιά μέ τό κεφάλι μου στόν τοίχο. [...] μέ πνίγανε οί τύψεις» (σ. 38 έπ. άπ’ τό κγ' κεφάλαιο, «’Ανάκρι­ ση»). ’Επίσης: «Τί νομίζεις λοιπόν πώς μας έχει άπομείνει, ρώτησε ή Μάρθα [...] ’Αναπόφευκτα, σκέφτηκα, θά έρχότανε κάποτε ή στιγμή νά ξε­ καθαρίσουμε τούς λογαριασμούς μας. [...] Νύχτες δλόκληρες έμεινα άγρυ­ πνος γυρεύοντας τή λύση, άκου με πού σού λέω, δέν ύπάρχει λύση. [...] Μέ ρήμαξαν οί τύψεις» (σ. 40, άπ’ τό κδ' κεφ., «Ό τοίχος»), Πρβλ. άκόμα τούς στίχους: «Μιλώ μέ δυσκολία γιατί πολλές / τύψεις βαραίνουν τήν ψυχή μου» ή «Ή αίτηση χάριτος έτοι­ μη _στό συρτάρι. [...] πρέπει νά στό π ώ ' / Ά λ λ ο ή έ ν τ ο λ ή κι άλλο τό χρ έο ς . / Σταθήκαμε δειλοί»· κι άκόμα: «ένοχοι έμεΐς καί φοβισμένοι / κάτω άπό χτικιάρικα φανάρια / ή πίσω άπό παραβάν προορισμένα / νά συγκαλύ­ πτουν ύποπτες συμβάσεις / ένοχες συναλλαγές καί βρώμικες δοσολη­ ψίες» (άπ’ τή συλλογή «Έν Αύλίδι, σ. 17, 21 καί 47 άντιστοίχως). β ) Ή σ υ μ φ ιλ ίω σ η το υ π ο ιη τ ή μ έ τ ίς μ ν η μ ικ έ ς ( κ α τ ά τ ό π λ εϊσ το ν έ φ ια λ τικ έ ς ) κ α τ α β ο λ έ ς το υ. Κάτι πού θ’ άπο-

δειχθεΐ σχεδόν άδύνατο. Ή καλή του διάθεση, διάθεση πού θά χαρακτηρί­ σει μιά μεγάλη κατηγορία άτόμων πού έπιδόθηκαν μεταπολεμικά σέ ει­ ρηνικά καί φιλήσυχα έργα πάσης «ρύ­ σεως, δικαιώνοντας θαυμάσια τόν όρισμό «μικροαστός είναι ό άνθρω­ πος πού προτίμησε τόν έαυτό του» (Γκόρκι) καί δίνοντας στόν στίχο τού Σπύρου Τσακνιά «μιά θεσούλα πού άγκιστρώθηκα έπάνω της μέ πείσμα»4 μιάν ικανοποιητική ρεαλιστική άπεικόνιση, δέν είναι παρά ή άναγκαία προϋπόθεση γιά νά κυριαρχήσει έντός του όλη ή στρατιά τών νεκρών μιας παράλογης σύρραξης, πού γνώ­ ρισε άπό κοντά καί πού μοιράστηκε μαζί τους τά πιό τολμηρά δνειρα. Οί πρόωρα έκφυλισμένοι έρωτες μιας νεότητας, πού πολλοί άργότερα τή συσχέτισαν μέ παρακμή καί ήττα, τό­ σο Ιδεολογική δσο καί σωματική, οί λογής προδοσίες τών «συντρόφων» άλλά κι αύτοΰ τού ίδιου, ή συγκρατη­ μένη φύση του πού τόν κράτησε μα­ κριά άπ’ τό ήρωικό φινάλε ένός όλοκαυτώματος, θά άποτελέσουν τά αίτια τής κατ’ έξοχήν χρόνιας παθήσεως: τού αισθήματος, δηλαδή, τής άπώλειας τών εύκαιριών, πού ύπολανθάνει κάτω άπ’ δλες τίς άλλες έπώνυμες5 παθήσεις τών έπιζώντων καί τών άπογόνων τους. Ή έπιβίωση, στήν καλύτερη περίπτωση, κατά.τόν Σ.Τ„ θά έξαρτηθεϊ άπό τήν έπιτυχία

ένός πολλαπλού εύνουχισμοΰ πού συντελεϊται άργά καί σταθερά. γ ) Ά π ό τή ν α π ώ λ ε ια τ ή ς ένό τη τα ς σ τή ν ά ν ά γ κ η υ ιο θ έ τη σ η ς μ ια ς Α πρόσ ω ­ π η ς γ λ ώ σ σ α ς .6 Ή παράθεση εύηχων

σχημάτων στό χώρο τών κενών πού ύποτίθεται δτι θά κάλυπταν οί λέξεις καί οί σημασίες τών άποφασιστικών ιδεολογιών, οί πάνδημες έκφράσεις, οί άποφλοιωμένες κουβέντες τής κα­ θημερινότητας (άπαλλαγμένες δηλα'δή άπό τό σύνηθες συναισθηματικό βάρος πού τίς κάνει νά συνδέουν τή συγκίνηση μέ τήν Ιστορία), ή χρήση μιας χαμηλόφωνης κι εύγενούς γλώσσας, πού ευδοκιμεί μέσα στόν «πυκνό χρόνο»7 τής «Πτέρυγας χρο­ νιών παθήσεων», δίνοντάς του ταυτό­ χρονα ύπόσταση, ή ύποβολή, ή τάση τού Σ. Τσακνιά νά σκηνοθετεί άντί νά έξιστορεΐ / καταθέτει, δοκιμάζοντας συνεχώς τή γλώσσα του σέ μιά θε­ σμοποίηση τής ύποκειμενικότητας, σύμφωνα μέ τήν άρχή τού Ρ. Μπάρτ, άποδεικνύουν, στίς καλύτερες στιγ­ μές τής συλλογής, πώς μπορεί ή «νε­ κρική άκαμψία τής κοινωνίας» ( = ή πιθανότερη κατάληξη τών χρόνιων παθήσεων) «ν’ άπλωθεΐ άκόμα καί στό κελί τής οικειότητας»:8 «Τότε πιά πή­ ρα τήν άπό«ραση νά ξεκόψω όριστικά. Δέν ύποτιμοΰσα, βέβαια, τίς δυσκο­ λίες τού έγχειρήματος, είχα άλλωστε δοκιμάσει τόσες φορές πρίν κι είχα παταγωδώς άποτύχει, γιά τήν άκρίβεια, αύτό πού άκολουθοΰσε κάθε πα­ ρόμοιο έγχείρημα ήταν μιά βαθύτερη έξάρτηση πού τή συνόδευε μάλιστα ένα ταπεινωτικό αίσθημα άδυναμίας ή άνικανότητας, άναπηρίας —δέν εί­ ναι τώρα στιγμές νά προσέχουμε τά λόγια μας ή νά προσπαθούμε νά σώ­ σουμε τά προσχήματα, ποιά προσχή­ ματα στό κάτω κάτω, καλύτερα ν’ άντιμετωπίζει κανείς τά πράγματα εύθέως— δέ μού διέφευγε συνεπώς ούτε ή δυσκολία τού έγχειρήματος ούτε ή παθολογική μου άδυναμία, κι άν ή ’Ελένη έκέΐνο τό βράδυ δέν είχε μαζέ­ ψει τά τσιγάρα καί τόν άναπτήρα της μέ τόση ταραχή, άν, λέω, δέν είχε βγεϊ άπ’ τό καφενείο μέ τόση βιασύνη πού μέ άφησε άναυδο, θά είχα δίχως άλλο βρει τό άπαιτούμενο θάρρος νά ξεκαθαρίσω τήν κατάσταση μιά γιά πάντα, άντί νά μετακινηθώ άπλώς λί­ γα τραπέζια παρακάτω καί νά στρω­ θώ στήν πόκα μέ μιάν άγνωστη σχε­ δόν συντροφιά» (άπ’ τό κη’ κεφ., «’Εκκαθάριση», σ. 48). δ ) Ή σ ω μ α τ ικ ή ά ν ά γ κ η τ ή ς σ ιω π ή ς κ α ί ή ή δ ο νή τ ή ς λ ή θ η ς . Ή άσυνέχεια τής γραφής, οί σιωπές τού λόγου καί τά κενά μεταξύ τών παραγράφων, σέ κάθε σχεδόν κεφάλαιο, μαρτυρούν τή γνωστή, άπό παλαιότερες9 άφορμές, τάση τού ποιητή γιά έναν αύτοεγκλωβισμό του στή σιωπή.


Έχοντας κατά νοΰ τόν Ρ. Macherey,10 μπορούμε νά άνιχνεύσοομε άνάμεσα σ’ αύτά ακριβώς τά χάσματα ένα «άλλο» κείμενο, φανταστικό έξωτερικά άλλά τόσο «πραγματικό» κατά βάθος, πού ύπολανθάνει στά χωρία έκεΐνα όπου τό συγκεκριμένο ιδεολο­ γικό σύστημα παρά τήν «άσφαλή» άπουσία του ρυθμίζει τήν κλίμακα τών άντιδράσεων τού ποιητή, έλέγχει τούς κραδασμούς τής συνείδησής του κι αύξομειώνει τόν ρυθμό τής ροϊκότητας τής μνήμης του. "Αλλωστε: «στίς χασματικές διαταραχές (τού λο ­ γοτεχνικού κειμένου), δπου έλλοχεύει ή σιωπή, άναπαράγονται εύ­ γλωττα οι συγκαλυπτικοί μηχανισμοί τού Ιδεολογικού συστήματος κι έτσι τό λογοτεχνικό κείμενο, δν καί προϊόν Ιδεολογικό, γίνεται τό κατεξοχήν τεκμήριο τής ιδεολογικής παρεν­ δυσίας. Οί σιωπές του μάς όδηγοΰν

Σημειώ σεις: 1. Ά π τό πο ίη μά το υ « Μ νήμη», σ τ η σ. 5 5 τ ή ς σ υ λ λ ο γ ή ς το υ « ’Ε ν Α ύ λίδ ι» . Π ρ β λ . έπ ίσ η ς τό ν σ τίχ ο : « 'Ω ς κ α ί τ ό μ α λ λ ί μο υ τό ’κ α ν α ν φ ω λ ιά ο ί μ ν ή μ ες» , ά π ’ τή ν « Π ο ίη σ η 2», σ. 1 1 0 , τ ο ύ Δ . Π . Π α π α δ ίτσ α . 2 . ’Α π ό μ ιά συνέντευξη το υ Σ . Τ σ α κ ν ιά σ τή ν έφ. « Μ εσημβρινή», 9 Μ α ΐο υ 198 0 . 3 . Ή π α γ ίδ α ή ή ένέδρα είναι σ τα θ ε ρ ό σ η μ ε ίο α να φ ο ρά ς ο μ η λίκ ω ν πο ιη ­ τ ώ ν μ έ τό ν Σ .Τ . Π ρβ λ. π.χ. «ή νύχ ια κ α τ α φ θ ά ν ε ι φ ο ρτω μένη / Έ ν έδ ρ ες νά α ιχ μ α λ ω τίσ ε ι τις λ έ ξ ε ις σου πού π ή δ η σ α ν / Μ έ σ α σ τό ά σπρο φω ς» ά π ’ τ ό π ο ίη μ α « Ο ί Έ ρ ινύες ή τό τέ­ λ ο ς τώ ν ά γ ιω ν ήμερων» το υ Κ λ ε ίτο υ Κ ό ρ ο υ κ α ί τ ό σ τίχ ο «Π λή θ ο ς έ ν έ δ ρ ε ς τ ή ς ζ ω ή ς πα ραμόνευαν τήν π τ ώ σ η σο υ» , ά π ’ τό π ο ίη μα «’Ε σ ύ

μέσα στό βουβό καμαρίνι τού ήθοποιού (δπου παίζεται άπό τόν ήθοποιό ό ρόλος τού ήθοποιοΰ) τή στιγ­ μή πού ό ίδιος ύποδύεται πάνω στή σκηνή τόν «άλλο».11 Ή «Πτέρυξ χρο­ νιών παθήσεων» μέ τή φράση «Στό τέλος ξεχαστήκαν δλα» (σ. 52), πού είναι καί ή έσχατη τής συλλογής, οδηγεί σέ μιάν αιτιώδη κάθαρση τών προσωπικών δεινών, άποδεικνύοντας τήν αλήθεια τών σκέψεων τού Δ. Ν. Μαρωνίτη δτι: «ή λήθη δέν είναι έχθρός τής ποιητικής μνήμης, άλλά κατά κάποιον τρόπο ή προϋπόθεσή της, ό πρόλογος καί ταυτόχρονα ό έπίλογός της. [...] Ή διαδικασία έξάλλου αύτή κοιταγμένη άπό τό τέλος της μοιάζει νά έπιβεβαιώνει μιά πα­ ραδοσιακή καί άσφαλώς λαϊκή άντίληψη γιά τήν άφηγηματική τέχνη: ό καλός άφηγητής καί τό εύστοχο άφήγημα μας κάνουν νά ξεχάσουμε, προσώρας έστω, τήν άτομική μας μιζέρια καί τά προσωπικά μας βάσανα».11 Ό Φρήντιχ Λίμπερμαν, τό alter ego τού Σπ. Τσακνιδ13 (πού συμπτωματικά θυμίζει τόν «Μικρό κύριο Φρήντεμαν» τού Τόμας Μάν), θά βοηθήσει τόν ποιητή νά μετατρέψει τόν όρισμό τού Μανόλη Ά ναγνωστάκη «ή σιωπή μας είναι ό δισταγ­ μός γιά τή ζοοή καί τό θάνατο» σέ κάτι πρακτικότερο: ή σιωπή είναι ή άνάρρωση καί ή άμυνα, τό μεσοδιάστημα περισυλλογής πριν έπιχειρηθεΐ άκόμα μιά φορά τό ξεπέρασμα τής άντίθεσης πού άντιπαραθέτει τήν άρχή τής άπόλαυσης πρός τήν άρχή τής πραγματι­ κότητας. Έ κεΐ πού ή βούληση τού Σπύρου Τσακνιδ συναντά τήν άληθινή ποίη­ ση, τό ξεπέρασμα αύτό δέν θεωρείται τελείως άνέφικτο. ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

μ ό ν ο τ ό ξ έρεις...» τ ο ϋ Μ α ν ό λ η Ά ν α γ ν ω σ τά κ η . 4. Ά π ’ τ ό π ο ίη μ ά το υ « Δ ύ σ κ ο λη σ τ ιγ ­ μή » , σ τ ή σ . 5 6 τ ή ς σ υ λ λ ο γ ή ς το υ « Έ ν Α ύ λίδ ι» . 5. Σ το ν κ α τ ά λ ο γ ο τώ ν ε ίκ ο σ ι περ ίπ ο υ π α θ ή σ εω ν π ο ύ σ υ γ κ ε ντρ ώ νο ν τα ι σ τ ή ν « Π τέ ρ υ γ α χρ ο νιώ ν π α θή σ εω ν» β ρ ίσ κ ο υ μ ε τή ν π ρ ο έ κ τα σ η τ ώ ν σ τ ί­ χ ω ν το υ: « Τ ό ή θ ικ ό το υ σ τρ α τε ύ ­ μ α τ ο ς , έ ξ ά λ λ ο υ , έ λε ειν ό . / Π ο λ λ έ ς λ ιπ ο τ α ξ ίε ς κ α ί / π ο λ λ έ ς ά ρ ρ ώ σ τιες : / ρ ε υ μ α τισ μ ο ί, έ ν τερ ικ ά , άρθρΐτις...», ά π ’ τ ό πο ίη μ α « ’Ε ν Α ύ λίδ ι» , σ τ ή σ . 12 τ ή ς ό μ ώ νυ μ η ς σ υ λ λο γ ή ς. 6 . Π ρ β λ . τ ο ύ ς σ τίχ ο υ ς «Γ ιά τή ν ώ ρα / άς κ ρ ύ ψ ο υ μ ε τ ή γύμ νια μ α ς / π ίσ ω ά π ’ τή ν ά π ρ ό σ ω π η γ λ ώ σ σ α μ α ς», ά π ’ τό π ο ίη μ α τ ο ϋ Σ .Τ . « Ύ φ ο ς » (« 'Ο κ ύ κ λο ς » , σ. 5 2 ), κ α ί τ ο ύ ς σ τ ί­ χ ο υ ς «Χ α μ ένη π ιά ή ένό τη τα τ ο ϋ

νουβέλα του. «Καταραμένη αύλή» είναι ή· όνομασία μιας τούρκικης φυλακής στήν Κωνσταντινούπολη. Καί μέσα άπό τό άτμοσφαιρικό κείμενο τού Αντριτς περνούν δλα τά βιώματα τών φυλακισμένων, ή μοναξιά, οί φόβοι καί τά όράματα τής άπελευθέρωσής τους. Καί ό μύθος δένεται Ισχυρά μέ ένα ρεαλισμό πού ξεπερνά τά δρια τής γνωστής σλαβικής «σχολής» καί «δράσης» τού

Ε Ρ Ι Χ Κ Ε Σ Τ Ν Ε Ρ : Φ άμπ ια ν - Ή ισ το ρ ία ένό ς η θ ι­ κ ο λ ό γ ο υ . Μ ε τ . Β ιβ ή ς Μ α νω λο π ο ύλο υ , ’Α θ ή να , Ό δ υ σ σ έ α ς , 19 8 2 . Σ ε λ . 205.

ΣΕ έκδοση τσέπης ένα μικρό άριστούργημα τού νεότερου γερμανικού μυθιστορήματος. Μέ έναν ύπόκωφο σαρκασμό καί άντιρεαλιστική γραφή, ό Κέστνερ στήνει γύρω άπό τόν ήρωα (άντιήρωά) του Φάμπιαν έναν όλόκληρο κόσμο, τόν κόσμο τής Γερμανίας τού ’30, μέ τή διάλυση καί τή φθορά τής μεσοαστικής τάξης. Έ ναν κόσμο γεμάτο άπόγνωση, άνεργία, πολιτικό φανατισμό πού διογκώνεται, έναν κόσμο πού θά φτάσει στό έσχατο σημείο κατάπτωσης, νά δεχτεί μετά άπό λίγα χρόνια τόν Χίτλερ σάν Μεσσία... Ή έκδοση είναι πραγματικά πολύ προσεγμένη γιά βιβλίο τσέπης καί ή μετάφραση, ρέουσα, δέν προδίδει τό ιδιότυπο ύφος τού κειμένου. Ρ Α Ν Τ Γ Υ Α Ρ Κ ΙΠ Λ ΙΝ Γ Κ : « Τ ό ω ρ α ιό τερ ο δ ιή γ η μ α τ ο ϋ κό σ μ ο υ » κ α ί έ ξ ι ινδι­ κ έ ς ισ το ρ ίες . Μ ε τ . Κ ο σ μ ά Π ο λ ίτη . ’Α θ ή ν α , Ά γ ρ α , 1982. Σ ελ . 220.

ΤΡΕΙΣ δεκαετίες καί κάτι άπό τήν πρώτη της έκδοση (1950), ξανακυκλοφορεΐ καί πάλι ή συλλογή αύτή διηγημάτων τού άγγλου συγγραφέα, πού τό παλιότερο κοινό τόν γνώριζε άπ’ τά μαθητικά του χρόνια, διαβάζοντας τόν «Μόγλη» (ή «Βιβλίο τής ζούγκλας»), τόν «Κίμ» κ.δ. ή άπαγγέλλοντας τό περίφημο «If» («’Αν...».) Τό πρώτο άπ’ τά διηγήματα τής συλλογής, τό πραγματικά όμορφογραμμένο «Ωραιότερο διήγημα», έξελίσσεται στήν


πατρίδα τοΰ συγγραφέα, μέ «ιθαγενείς» άγγλικούς χαρακτήρες. ’Αντίθετα, ot ύπόλοιπες έξι ιστορίες Ασχολούνται είτε μέ Αγγλους άποικιοκράτες —άφοΰ δλο τό έργο τοΰ Κίπλινγκ διαπνέεται άπ’ τό πνεύμα τής «Μεγάλης» Βρετανίας—είτε μέ ’Ινδούς, πού ό συγγραφέας βάζει κάτω άπ’ τό μικροσκόπιο τής πένας του, ψάχνοντας τόν χαρακτήρα καί τόν τρόπο ζωής τους, έκέΐ στά τέλη τού 19ου αίώνα. ΤΟΜ ΑΣ μαραμένο α π ό τό Μ ίλ το υ 'Αθήνα, Σ ελ . 224.

Χ Α Ρ Ν ΤΥ : Τό χ έ ρ ι. Ι σ τ ο ρ ίε ς Ο ύέσ σ εξ . Μ ε τ . Φ ρ α γκό πο ο λοο. Α ίο λ ο ς, 1 9 82.

Ο ΧΑΡΝΤΥ ύπήρξε μιά άπ’ τίς μεγαλύτερες μορφές τής Αγγλικής λογοτεχνίας. Χαρακτηρίζοντας τόν έαυτό του «παραμυθά», έγραψε ιστορίες πού Αγγίζουν τίς ρίζες τοΰ τόπου του καί τών Ανθρώπων του, διαπερνώντας καίρια τήν πραγματικότητα μέ τή φαντασία. (Μήπως, άλλωστε, ή ζωή τής Αγγλικής ύπαίθρου —πού τόσο πρωταγωνιστεί στό έργο του— δέν κρύβει ένα μυθικό ύπόστρωμα κάτω άπ’ τή σύμβαση τής πραγματικότητας;) ’ Εδώ, περιλαμβάνονται μερικά άπ’ τά καλύτερα διηγήματά του, καί δλης τής λογοτεχνίας ίσως (άν καί τό κατεξοχήν είδος τοΰ συγγραφέα είναι τό μυθιστόρημα). Καί ή μετάφρασή τους, σωστή καί μέ Αγάπη, κατάφερε νά μήν παραμορφωθεί τό ξεχωριστό κλίμα τους.

Β Λ Α Ν Τ ΙΜ ΙΡ Μ Α Γ ΙΑ Κ Ο Φ Σ Κ Ι: Π ο ίη σ η κ α ί έπ α νά σ τα σ η . Μ ε τ. Α ν τ. Β ογιάζου. ‘Α θ ή να , Θ εμέ­ λιο , 1982. Σ ε λ . 1 7 3 .

ΜΕΣΑ άπό μερικές αύτοβιογραφικές σημειώσεις, λίγες «άτσαλες» Ανοιχτές έπιστολές, κάποια πρακτικά όμιλιών καί άλλα τέτοια σκόρπια κείμενα —πού θαρρείς στήν Αρχή δτι δέν μπορούν νά όρίσουν ούτε τόν ποιητή— βγαίνει στήν έπιφάνεια όλόκληρη ή θέση τών «Αριστεριστών» άνθρώπων τής κουλτούρας Απέναντι στήν έπανάσταση, στή Σοβιετική

86

π ά θ ο υ ς / θ ά ν α το ς κ α ί ήδ ο νή ξ έχω ­ ρ α υ π ά ρ χ ο υ ν », ά π ' τ ή σ υ λ λ ο γ ή «Μ ό νο ν δ ιά τ ή ς λύπ η ς ...» τ ο ΰ Β . Λ ε ο ν τά ρ η , α . 13. 7. Β λ . τ ό κ ε ίμ ε ν ο « Ή π ιθ α νή π ε ρ ιπ έ ­ τ ε ια τ ή ς φ όρ μ α ς» ( κ ρ ιτικ ή γ ιά τήν « Π τέ ρ υ γ α χ ρ ο ν ιώ ν π α θ ή σ εω ν» ά π ’ τόν κ . Β α σ ί λ η Σ τε ρ ιά δ η ), σ τ ή «Φ ι­ λ ο λ ο γ ικ ή Κ α θ η μ ε ρ ινή » τής 1 7 .6 .8 2 . 8. Π α ρ α λ λ α γ ή τ ή ς ά ν ά λ ο γ η ς σ κ έ ψ η ς τ ο ΰ Α ντό ρ ν ο .

10. Β λ . τ ό έρ γο τ ο ΰ Ρ . M a c h e re y : «P o u r une th e o rie de la p ro d u c tio n littera ire» (1 9 7 4 ). 11. Β λ . τ ή μ ε λ έ τ η τ ή ς Τ ζ ίν α ς Π ο λίτη : « Ε ν τ ε χ ν ο ς λ ό γ ο ς ή ο ίμ ε τα μ ο ρ φ ώ ­ σ ε ις τ ο ΰ Π ρ ω τέ α » , σ τό ν «Αευκαλίω ν α » , τ ε ΰ χ ο ς 2 5 /2 6 , σ . 3 έπ. 12. Έ φ . « Τ ό Β ή μ α » τ ή ς 1 2 .9 .8 2 . 13. Β λ . όπ ο υ σ η μ . 7. Π ρ β λ . τό κλίμα τ ή ς κ ά θ α ρ σ η ς π ο ύ ύ π ά ρ χ ε ι στούς σ τίχ ο υ ς : « Ε ίπα νά ο μ ο λ ο γή σ ω πιά κ ι έ γώ τό ν έ φ ιά λ τη μ ο υ / νά ξεμ­

9. Π ρ β λ . τό π ο ίη μ ά το υ «Σ ιω π ή » , ά π ’ τόν « Κ ύ κ λ ο » , σ . 4 6 : « Ε ίχ α μ ε π ε ι π ο λ λ ά / ε ίχ α μ ε τό σ η ά ν ά γ κ η / γ ιά σ ιω π ή / δ π ω ς / γ ιά έ να κ ρ ε β ά τι / π α σ τρ ικ ό / ή / έ να κ ο μ μ ά τι / ζε σ τό ψ ω μί. / Μ ιά ν έ ν τ ε λ ώ ς σ ω μ α τ ικ ή ά ν ά γ κ η / γ ιά σιω π ή » .

π ε ρ δ ε ύ ω μ ' ό λ α α ύ τ ά / νά πά ρουνε τό ν π ρο β ο λ έα ά π ’ τ ά μ ά τ ια μ ο υ / νά μ ο ΰ δ ώ σ ο υ ν ν ερό κ α ί τσ ιγ ά ρ ο / νά μ ο ΰ έ π ιτρ έψ ο υ ν ε χ α ρ τ ί κ α ί μ ο ­ λ ύ β ι / νά σ υ ν ε χ ίσ ω τή ν ποίηση». ‘Α π ’ τή ν « Ψ υ χ ο σ τα σ ία » τ ο ΰ Β. Λ ε ο ν τ ά ρ η , σ . 6 6 -6 7 .

Ιστορία

καί μύθος Γ ΙΩ Ρ Γ Η Γ Ι Α Τ Ρ Ο Μ Α Ν Ω Λ Α Κ Η : Ι ­ σ το ρ ία . Μ υ θ ισ τό ρ η μ α . 'Α θή να , Κ έ ­ δρ ος, 1 9 8 2 . Σ ε λ . 1 7 2 .

Στήν πρώτη σ ελίδα τοΰ ν έο υ μυθιστορήματος τοΰ κ. Γ. διαβάζουμε πώ ς, δ τα ν π υρ ο βο λ ήθ ηκ ε ό Ε μ μ α ν ο υ ή λ Γ εω ργίου Ζ ερ β ό ς, «δέν πρό­ λα βε νά ά πλώ σ ει τά χέρια του καταγής νά π ροστατευθεΐ ά πό τό πέσιμο. Τ ο υ να ντ ίο ν, άφ οΰ αίωρήθηκε κά μποσο σέ μ εγά λο ύ ψ ο ς, βρ όντηξε στόν χω μ ατόδρ ομο τοΰ ά μπ ελιοϋ , μέ τό κορμί σ τό χώ μα καί τό κεφάλι κρε­ μα σμένο στά κλήματα». Αύτός ό μετεωρισμός είναι ένας μύ­ θος, ένα παραμύθι. Σκέπτομαι μάλι­ στα, μετά τήν Ανάγνωση τοΰ βιβλίου, πώς θά μπορούσε νά έπιγράφεται «Μύθος». 'Οπωσδήποτε τώρα πρέπει νά μείνω στήν «ίστορία» καί θά έπανέλθω στό μύθο πιό κάτω. Ό Ζερβός πυροβολήθηκε άπό τόν χρεωμένο σ’ αύτόν Παύλο Διακαιάκη («ξημερώματα τής Τετάρτης 8 Αύγούστου 1928»), γιατί ό Ζερβός τόν έκβίαζε μέ τούς τόκους. Ό γιός τοΰ δράστη Γρηγόρης μαχαιρώθηκε («ύ­ στερα άπό τρία χρόνια καί τρεις μή­ νες, τόν Νοέμβριο τού 1931») άπό τό γιό τού θύματος Μάρκο. Αύτός φυ­ γοδίκησε γιά ένα μεγάλο διάστημα, ώσπου (τό Μάιο τού 1935) παραδό­ θηκε στή χωροφυλακή. Αύτά είναι τά βασικά ιδιωτικά περιστατικά, πού πλαισιώνονται στενά, κάποτε μέ σχο­ λαστική Ακρίβεια, άπό τά έπίσημα γε­ γονότα: στίς 19 Αύγούστου έγιναν οί (θριαμβευτικές) γιά τό Βενιζέλο βου­ λευτικές έκλογές, τό Μάιο τοΰ 1935,

δταν παραδόθηκε ό Μάρκος, έπωφελήθηκε άπό ένα είδος Αμνηστίας πού έδινε ή κυβέρνηση «ύστερα άπό τή νί­ κη της έναντίον τοΰ βενιζελισμού». Καί άνάμεσά τους σημειώνονται έπίσης τά μεγάλα γεγονότα, τό {διώνυμο τής βενιζελικής κυβέρνησης τό 1929, τό πρώτο βενιζελικό πραξικόπημα τού Μάρτη τού 1933. Καί μαζί οί οι­ κονομικές κρίσεις, ή Αγροτική παρα­ γωγή, οί κλυδωνισμοί τής Αγοράς. Ό μω ς τό πλαίσιο αύτό, πού σάν ένα δίχτυ περισφίγγει τήν ιδιωτική ζωή τών προσώπων είναι καί ένα είδος «κώου» ένδύματος: τόσο διάφανο, πού τά ιδιωτικά συμβάντα προβάλ­ λουν γυμνά, μόνα τους, σάν αύτεξούσια· ή ίστορία δέν Αλλάζει τίποτα· Απεναντίας μοιάζει νά συντηρεί δλα αύτά τά νιτερέσα (συντήρηση είναι καί οί μικροπολιτικές μετακινήσειςπ.χ. τής οικογένειας Ζέρβοΰ άπό τή βενιζελική στή βασιλική παράταξη). 'Ωστόσο ή ίστορία στήν Αμεσότερη έκφρασή της (τήν πολιτική) ύπάρχει


Ένωση λίγο μετά τόν Όκτώβρη. Καί μαζί μέ τήν πορεία τών «φουτουριστών» (πού είδαν τήν έπανάσταση μέ διαφορετικά μάτια άπ’ αύτά τών κομματικών) διαγράφεται καί ή πορεία τοΰ ίδιου τοΰ Μαγιακόφσκι, πού άνδρώθηκε —σωματικά καί καλλιτεχνικά— μέ τό δραμα τής έπανάστασης, έπαναστάτησε μέ τό ίδιο δραμα καί αύτοκτόνησε δταν τό δραμα έγινε καθεστηκυία τάξη. Α Ν Τ Ω Ν Η Α Ω Ρ ΙΑ Δ Η : Ό ­ περα γ ιά μ ε λ λ ο ν τ ικ ο ύ ς δ ικ τά το ρ ε ς. 'Α θήνα, Κ έ ­ δρος, 19 8 2 . Σ ε λ . 125.

καί στά προηγούμενα βιβλία τοΰ κ. Γ. Στό «Λειμωνάριο» έξυπονοεΐται ή Εφταετία, στήν «Άρραβωνιαστική», έκτος άπό αύτήν, ό Εμφύλιος. Τώρα άναφέρεται, πιό ρητά άπό κάθε άλλη φορά, όλόκληρη ή περίοδος των Φι­ λελευθέρων, κανονικά άπό τό 1909 ώς τό 1935. ’Επανειλημμένα λοιπόν ό συγγραφέας δοκίμασε τήν ιστορία. Καί δοκιμάστηκε άπό αύτή: καί τίς τρεις φορές όδηγήθηκε σέ άδιέξοδο. Ή Ιστορία τόν άπελπίζει. Στή θέση της καλεΐ τό μύθο. Ό χ ι μόνο γιατί ό κ. Γ. είναι άπό τή φύση του «μυθοποιός», μυθοπλαστικός. Καί γιά άλλους λόγους. Ό Eliade ύποστηρίζει δτι κάθε μυθολογική συμπεριφορά άποκαλύπτει μιά «άμυ­ να έναντίον τοΰ χρόνου». - Ίσως ό μύθος είναι καί μιά α να μ έτρ η σ η μ έ τό μ υ σ τή ριο . Μιά πρόκληση τοΰ άνθρώπου, πού πίστεψε στό μύθο, πρός αύτό πού δέν έννοεΐ, ένα κάλεσμα γιά πάλη καί γιά κατάκτησή του (μέ τήν έρωτική σημασία) γιά νά πάψει νά εί­ ναι μυστήριο· ό μύθος ήταν άρχικά προοδευτικός. Συντηρητικός έγινε μέ έμάς (πού τόν διαβάζουμε καί δέν τόν ζοΰμε), σ’ ένα έπίπεδο συμβόλων, πού βρέθηκε νά παριστάνουν διαχρο­ νικές κινήσεις, χειρονομίες. Ό κ. Γ. φαίνεται νά κινείται στό μεταίχμιο αύτοΰ πού ήταν καί αύτοΰ

πού έγινε ό μύθος. Γνωρίζει καλά πώς λειτουργούσε. Γνωρίζει —καί χρησιμοποιεί, εύστοχα έπιλέγοντας— τό σύστημα τής νεκρώσιμης μυθολο­ γίας. Έτσι παρακολουθούμε καί μιά δεύτερη, έπάλληλη ή παράλληλη πλαισίωση τών ίδιων περιστατικών, πού άνακλώνται πλέον σέ δύο έπιφάνειες: άπό τήν ιστορία τά παραλαμβάνει ό μύθος, άπέναντι στόν όποιο ό κ. Γ. τοποθετείται διττά: τοΰ αρέσει, έ­ στω καί άν δέν τόν πιστεύει. Τό πρώ­ το καταφαίνεται στήν ποιότητα τοΰ λόγου μέ τόν όποιο μάς τόν άνακοινώνει· τό δεύτερο μέ τήν άνάλαφρη ειρωνεία, πού άπαλά, σάν ένα μαγνά­ δι, τόν τυλίγει (ή ειρωνεία πολλές φο­ ρές κρύβει άγάπη καί τρυφερότητα). Στό συγγραφέα αύτόν ό μύθος μέ τό νά γίνει παραμύθι, έγινε άπίστευτος, άλλά παρέμεινε γοητευτικός· ένώ τήν ιστορία δέν μπορεί πιά νά τήν έμπιστευτέΐ, άκριβώς γιατί τόν άπογοη-

<■ Πάντως στις ιδιοτυπίες τοΰ μύθου ανή­ κει καί ό άνααχηματισμός τοΰ χρόνου. Αύτό συνήθως θεωρείται, προκειμένου γιά τή λο­ γοτεχνία (ή όποια, δμως, είναι σέ μεγάλο βαθμό μυθική),δάνειο τοΰ κινηματογράφου.

μαστοριά, ώστε νά έχουμε τό αίσθημα δτι οί νεκροί έπανειλημμένα πεθαίνουν κι άνασταίνονται. Τό πράγμαμοδ θύμισε τό replay στις Αθλητικές τηλεοπτικές μεταδόσεις. Όταν τό γκόλ είναι πιά πραγματικότητα, ό τεχνικός μάς ζαναγυρίζει —δσες φορές θέ­ λ ε ι- στήν πριν άπό τό γκόλ φάση. Προφα­ νώς γιατί μάς Αρέσει: ζοΰμε τό ρίγος τής μετάβασης άπό ένα στάδιο δπου δλα παί­ ζονται Ακόμα, στό στάδιο δπου δλα είναι πιά οριστικά. Κι αύτά, όταν ξέρουμε ήδη τήν τροχιά τών γεγονότων, τό άμετάτρεπτό

'Αλλά εγώ άπό μαθητής είχα μάθει πώς έ­ χουμε δύο λογιών αφηγήσεις: ab ονο (πού είναι ή φυσική) καίin medias res (αύτή πού ήξερε καί ή ’Οδύσσεια). "Ωστε τό πολύ πο­ λύ νά μιλάμε γιά «Αντιδάνειο». Αύτή τήν τε­ χνική τής Αναμόρφωσης καί τής Αναστρο­ φής τοΰ χρόνου ό Γ. χειρίζεται μέ λαμπρή

Ό λ α αύτά έχουν πειθώ, έχουν μιάν άσυνήθη ισορροπία, συγκλίνουν στή δημιουργία τοΰ έργου τέχνης. Κάπο­ τε —μέ τό «Λειμωνάριο» συγκεκριμέ­ να— άφουγκραζόμουν τόν έρχομό ένός σημαντικού συγγραφέα. Τώρα μπορώ, νομίζω, νά τόν καλωσορίσω. Μ. Γ. ΜΕΡΑΚΛΗΣ

ΜΕ τό νά ζεΐ καί νά γράφει στή Γαλλία, ό Ά ν τ. Δωριάδης, γνωστός σ’ ένα εύρύτερο κοινό κυρίως άπό τό θεατρικό του έργο «Ένα παράξενο άπόγευμα», έχει στά κείμενά του έπιδράσεις άπό δλα τά καλά καί τά κακά τοΰ σύγχρονου γαλλικού θεατρικού ύφους. ’Αλλά, στήν έπίσης θεατρική του «Όπερα», ε ισ β ά λ λ ε ι τώρα κι ένα άλλο «ύφος»: τό μπρεχτικό. Ή πρόζα στό κείμενο έναλλάσσεται μέ τραγούδια (20 συνολικά, γιά τά όποια είχε γράψει μουσική στήν περίοδο 1971-73 —χωρίς ποτέ νά άκουστεΐ— ό Μίκης Θεοδωράκης), δπως άκριβώς σ’ όποιοδήποτε έργο τοΰ γερμανοΰ δραματουργού. Καί τό άφελές παριστάνει τό γκροτέσκο, γιά νά ύποδηλώσει αίτια καί αίτιατά. Μόνο πού τό τελικό άποτέλεσμα είναι μάλλον κατώτερο πολύ άπό στόχους καί προσδοκίες. Καί έξηγεϊ γιατί ή «Πορνογραφία» (δπως ήταν ό άρχικός τίτλος τής «Όπερας») έμενε τόσα χρόνια στό συρτάρι τοΰ συγγραφέα... Κ Ο ΥΛΑ Σ ΞΗΡΑΔΑΚΗ: Ή ’Α θ ή ν α πριν 1 0 0 χ ρ ό νια . ’Α θ ή να , Κ έ δ ρ ο ς , 1982. Σ ε λ . 178.

ΜΙΑ «φιλολογική» περιήγηση στήν ’Αθήνα τής τελευταίας εικοσαετίας τοΰ περασμένου αιώνα έπιχειρεί τούτο τό βιβλίο, μέσα άπό κείμενα δημοσιογράφων καί λόγιων τής έποχής. "Αρθρα ή ευθυμογραφήματα πού παρουσιάζουν, σατιρίζουν ή καυτηριάζουν πρόσωπα κ α ί_

87


αντιπροσωπευτικά πράγματα, τά όποια —σέ πολύ μεγάλο ποσοστό— έχουν έκπληκτικές όμοιότητες μέ αύτά τής ’Αθήνας τοϋ 1982... Γενικά, ένα γοητευτικό βιβλίο, γιά όλους τούς άναγνώστες, άλλά κυρίως γιά τούς δύσμοιρους φταίχτες, τούς σημερινούς ’Αθηναίους...

δείγματα τοΰ σου ρ ρεαλισμού

Ν Ω Ν ΤΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡ ΙΟ Υ : Τ ό Υ γ ε ιο ν ο μ ικ ό το ΰ Δ η μ ο κ ρ α τικ ο ύ Σ τ ρ α ­ τού. ’Α θή να , Τ ο λ ίδ η , 1 9 8 2 . Σ ελ. 129.

στή λογοτεχνία

ΑΡΧΙΑΤΡΟΣ τοΰ Δημοκρατικού Στρατού 'Ελλάδας καί έπικεφαλής τής Υγειονομικής Υπηρεσίας άπό τό 1947, ό συγγραφέας δίνει στό βιβλίο τίς «ιατρικές» άναμνήσεις του άπ’ τό δεύτερο άντάρτικο (1946-49). Καί τό κείμενο παίρνει σέ μεγάλο βαθμό τό χαρακτήρα τού ντοκουμέντου, κυρίως άπό τήν άνθρώπινη πλευρά (καθώς μάλιστα άπουσιάζουν σαφείς άριθμοί καί έπισταμένη έξέταση των γεγονότων). Γιατί, άντίποδας στίς έλλείψεις έρχεται ή 'έξιστόρηση περιπτώσεων πού έπεσαν στήν προσωπική άντίληψη τού γιατρού (έστω καί «έξωραϊσμένες» άπό τό πολιτικό κάτοπτρο), άλλά καί ή παρουσίαση τής όργανωτικής δομής τής ιατρικής ύπηρεσίας στό βουνό. Ή Έ α μ ικ ή Ά ν τ ίσ τα α η . ’Α θήνα, Σ ύγ χ ρ ο ν η ’Ε π ο χ ή , 1982. Σ ελ . 14 6 .

ΣΤΟΝ τόμο αύτό περιλαμβάνονται όλα τά ύλικά τών συζητήσεων τοΰ διήμερου έπιστημονικοΰ συμποσίου πού όργάνωσε μέ θέμα τήν Έαμική ’Αντίσταση τό Κέντρο Μαρξιστικών Μελετών, τό Δεκέμβρη τού ’81, στήν Πάντειο. Είσηγήσεις, παρεμβάσεις, έρωτήσεις καί άπαντήσεις, δπως έκφωνήθηκαν ή κατατέθηκαν στήν όργανωτική έπιτροπή τού συμποσίου, δίνουν μιά εικόνα τής άντιστασιακής δράσης τού ΕΑΜ, άπό τήν άρχή τής Κατοχής ώς τά Δεκεμβριανά. Τό βιβλίο δέ διεκδικεΐ τόν χαρακτηρισμό τοΰ ντοκουμέντου (άφού άπό τή φύση του ένα συμπόσιο αύτοΰ τού χαρακτήρα θά ήταν φτωχό μπροστά στήν πληθώρα τών τόμων πού μέ

ΛΕΟ ΝΟ ΡΑΣ Κ Α Ρ Ρ ΙΝ Γ ΚΓΟΝ: Ή Α ρ χ ά ρ ια . Μ ε τ . Γ ιά ννη Β α ρ β έ ρ η . ’Α θ ή ν α , Ύ ψ ι ­ λ ο ν /Β ιβ λ ία , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 101.

ΛΕΟΝΟΡΑΣ Κ Α Ρ Ρ ΙΝ Γ Κ Τ Ο Ν : Ή π έ τρ ιν η π όρτα . Μ ετ. Ν α τ ά σ α ς Χ α τζ ιδ ά κ ι. ’Α θ ή να . Α ίγ ό κ ε ρ ω ς 1 9 8 2 . Σ ε λ . 124.

Δύο άντιπροσωπευτικά δείγματα τοΰ ύπερρεαλισμού στή λογοτεχνία είναι τά βιβλία αύτά τής Λεονόρας Κάρρινγκτον πού άπευθύνονται στούς φί­ λους τοΰ είδους άλλά καί σέ δσους θά ένδιαφέρονταν γιά μιά γνωριμία μέ τήν τέχνη τοΰ κινήματος πού φιλοδο­ ξεί νά άναθεωρήσει τήν έννοια τής πραγματικότητας. Τό πρώτο βιβλίο, «Ή άρχάρια», εί­ ναι μιά συλλογή μέ δεκαεπτά διηγή­ ματα καί ένα μονόπρακτο πού ή Κ. (γεννήθηκε τό 1917 στήν ’Αγγλία) έ­ γραψε κατά καιρούς άπό τό 1937 ώς

τό 1971. Περιλαμβάνονται «Τό σπίτι τής φρίκης» καί ή «Ό βάλ κυρία», τά πρώτα έργα τής Κ., πού δημοσιεύτη­ καν τό 1938 καί τό 1939 άντίστοιχα, σέ γαλλική μετάφραση άπό τά άγγλικά, στό Παρίσι, τό κέντρο τού σουρ- ’ ρεαλισμού. Ή «Πέτρινη πόρτα» είναι Ζνα μυθιστόρημα πού πρωτοδημοσιεύτηκε, στό Παρίσι έπίσης, τό 1976. Στά κείμενα τής Κ. ύπάρχουν συγ­ κεντρωμένα δλα τά χαρακτηριστικά τού ύπερρεαλισμού: άχαλίνωτη φαν­ τασία, ένοράσας, καταγραφή όνείρων καί όνειρικών καταστάσεων, ένα καυ­ στικό καί άπογυμνωτικό χιούμορ, μιά άσυνήθιστα έλεύθερη καί ρωμαλέα χρήση τής γλώσσας. Προσλαμβάνει άπό τό χρόνο, παρελθόντα καί μέλ­ λοντα, άπό τό γνωστό καί άγνωστο διάστημα, άπό τό άχανές ύποσυνείδηΜ’ αύτά τά μέσα, πού ή έπιλογή τους γίνεται, πιστεύω, συνειδητά καί δχι «αύτοματικά», ή Κ. άνατρέπει με­ θοδικά τήν είκόνα τής πραγματικότη­ τας, γιά νά μάς όδηγήσει σ' έναν κό-


σμο φτιαγμένο άπό στοιχεία καταλη­ πτά καί άκατάληπτα πού συντίθενται μ’ έναν τρόπο άλλόκοτο, συχνά άποτρόπαιο καί κάποτε γοητευτικό. Είναι μιά έλεύθερη άνασύνθεση τοΰ παρόν­ τος μέ τή βοήθεια κάθε «γνώσης» καί όχι μόνο τής λογικής· είναι μιά νέα πραγματικότητα πού ή Κ. άποκαλύπτει στόν έαυτό της καί στούς άλ­ λους. Στήν «Πέτρινη πόρτα» αύτή ή «ύπερπραγματικότητα» παίρνει τίς διαστάσεις τής αιωνιότητας (: «δλα τελείωσαν· πού σημαίνει πώς δλα θά ξαναρχίσουν άπό τήν άρχή σάν νά ή­

ταν καινούρια καί νά μήν ύπήρξαν ποτέ. Θά συναντηθούν ξανά μέσα Kt έξω άπό τό χρόνο έχοντας άλλάξει μορφή καί ποιότητα», σελ. 50). Δέν βλέπω πώς θά μπορούσε νά «κρίνει» κανείς ένα σουρρεαλιστικό κείμενο. ’Επικοινωνείς ή δέν έπικοινωνεϊς μ’ αύτό. Στή δεύτερη περίπτω­ ση άπομένεις άπλά μέ τήν έντύπωση δτι κάπου τά ’χεις συναντήσει δλα αύτά: στούς έφιάλτες σου ή σέ κά­ ποιους πίνακες τοΰ 'Ιερώνυμου Μπός. ΘΕΟΔΩΡΑ ΖΕΡΒΟΥ

μια φωνή τής «προδομένης γενιάς» Β Ο Λ Φ Γ Κ Α Ν Γ Κ Μ Π Ο Ρ Χ Ε Ρ Τ : Μ ι­ κ ρ ό ά νθ ο λό γιο . Π ο ιή μ α τα - πε ζά . Μ ε τ . Μ ά κ η Λ α χ α ν ά . Α θ ή ν α , Γ ρ α φ ή , 1982. Σ ε λ . 68.

Είναι γνωστό δτι τά γεγονότα ξεθωριάζουν όσο άπομακρύνονται χρο­ νικά. Ή καθοριστική παρουσία τοΰ καταστρεπτικού πολέμου τοΰ ’39’45, στή γενιά πού τόν έζησε, στις χώρες πού τόν ύπέστησαν, άποτελεΐ γιά τή σημερινή γενιά πληροφορία τής Ιστορίας, πληρέστερη ή έλλιπή, μεροληπτική ή άντικειμενική. Όμως, δέν άποτελεΐ βίωμα, μέ δλες τίς προεκτάσεις καί συνέπειες πού πε­ ριέχει τό νόημα τής λέξης. Βίωμα πού, τότε, καθόριζε δλοκληρωτικά τή ζωή, τή σκέψη, τά αισθήματα τών συγχρόνων του. Ό μέγας Θεός, ό κα­ κούργος Θεός, δέν έρείπωνε μονάχα τά έργα τής φύσης καί τών άνθρώπων. ’Ερείπωνε καί τόν μέσα κόσμο τοΰ άνθρώπου, άφήνοντας θλίψη στά χείλη κι άπελπισία στό βλέμμα. ’Ιδιαίτερα στούς εύαίσθητους. Κι ό Μπόρχερτ ήταν ένας άπό τούς έλάχιστους τής χώρας του, σ’ έκεϊνες τίς έποχές, πού δέν τόν παρέσυρε ό κτη­ νώδης έθνικισμός καί ή βάρβαρη Ιδεολογία τών συμπατριωτών του. Ποιητής, ήθοποιός, μουσικός, κα­ ταδικασμένος σέ θάνατο, γιατί ειρω­ νεύτηκε σέ αύτοσχέδια παράσταση στόν στρατώνα τόν δύσμορφο προπαγανδιστή τοΰ καθεστώτος, μέ σα­ κατεμένη ύγεία άπό τίς κακουχίες τοΰ πολέμου, τών διώξεων, τών φυλακί­ σεων, μέ τό χνούδι στό μάγουλο, τή σοφία στό νοΰ καί τήν άγάπη στήν καρδιά, φιλοδοξεί μέ ταπεινότητα: «ήθελα νά ’μουν ένας φάρος». Ν’ άνοίξει μιά μικρή χαραμάδα στό πηχτό σκοτάδι. Νά προαναγγείλει τό

αύριο, τό μέλλον. Έ να αΰριο πού δλοι τό περιμέναμε λαμπρό. Γαλήνιο. ’Ανθρώπινο. Ελεύθερο. «Είμαστε ή προδομένη γενιά», φω­ νάζει. «Είμαστε μιά γενιά χωρίς άποχαιρετισμό, δμως ξέρουμε πώς δλο τό μέλλον άνήκει σέ μάς», προφη­ τεύει. Τί φοβερή διάψευση! Τί θά ’λεγε, άραγε, σήμερα ό Μπόρχερτ, άν δέν πέθαινε στά 26 του χρόνια άπό τίς κακουχίες; Τί θά ’λεγε ό πράος καί γλυκύτα­ τος αύτός νέος πού μόνο ένα έμίσησε: τόν πόλεμο. Κι έγραψε τό κατα­ πληκτικό έκεΐνο άντιπολεμικό μανι­ φέστο: «Τότε, ένα μόνο άπομένει: πές δχι!» Τί θά ’λεγε δταν θά έβλεπε δτι ό μολώχ θερίζει καί ξεκληρίζει σ’ δλες τίς γωνιές τής γής, μέ άνεση καί Ιδεο­ λογική κάλυψη, χιλιάδες άνθρώπους, χωρίς σταματημό άπό τό 1945 καί ή άνθρωπότητα άποβαρβαρώνεται μέ ρυθμούς ταχύτητας τής έποχής μας; Τί θά ’λεγε, άν βέβαια δέν θά είχε αύτοκτονήσει άπό άηδία κι άπελπισία... Ό Μπόρχερτ δέν εϊν’ εύκολο ύλικό γιά μετάφραση. Φράση βραχύτατη καί πυκνή. Κοφτή. ’Ατμόσφαιρα άγ­ χους συχνά. Οί λέξεις έπιλεγμένες μέ βασανιστική έπιμέλεια, ώστε καί ήχη-

σχετικό θέμα κυκλοφόρησαν τά τελευταία χρόνια), άλλά δίνει σχεδόν όλοκληρωμένα —καί μέ άρκετές νύξεις αύτοκριτικήςτήν εικόνα πού έχει ή άκραιφνής άριστερά γιά τήν ’Εθνική ’Αντίσταση. Ή μ ε τά β α σ η ά π ό τόν φ ε ο υ δ α λ ισ μ ό σ τό ν κ α π ιτα ­ λ ισ μ ό . Μ ε τ . Π α ύ λ ο υ Γ ρ εβ εν ίτη . "Α θ ήνα , Θ εμέλιο, 1 982. Σ ε λ . 28 4 .

Ο ΤΟΜΟΣ αύτός —στή σειρά τής «Ιστορικής Βιβλιοθήκης»περιλαμβάνει ένα όλοκληρωμένο σύνολο δοκιμίων, γνωστών ιστορικών καί κοινωνιολόγων, καθηγητών πανεπιστημίων καί μελετητών: τού Πώλ Σουήζυ, τοΰ Μώρις Ντόμπς, τοΰ Κοατσίρο Τακαχάσι, τού Ρόντνι Χίλτον, τοΰ Κρίστοφερ Χίλ, τοΰ Ζώρζ Λεφέμπρ, τοΰ Τζουλιάνο Προκάτσι, τοΰ Έρικ Χομπσμπάουμ καί τοΰ Τζών Μέρινγκτον. Στά δοκίμια δίνονται διάφορες θεωρήσεις της έξέλιξης τών κοινωνιών άπό τή ψεόύδαρχία τών πρώτων μεσαιωνικών χρόνων στό καπιταλιστικό σύστημα τών τελευταίων αιώνων. Ή διαδικασία αύτή κρίνεται κυρίως άπό τή μαρξιστική πλευρά, άλλά χωρίς αύστηρό δογματισμό, πού θά έμπόδιζε τήν έπιστημονική άντιμετώπιση τοΰ προβλήματος. ΓΑλλωστε, άρκετοί άπ’ τούς μελετητές άνήκουν στή λεγάμενη πτέρυγα τών νεομαρξιστών, πού δέν διστάζει νά άσκήσει τήν κριτική της καί πρός τά ίδια τά μαρξιστικά κείμενα.) Σ Τ Ε Λ ΙΟ Υ Λ Α Μ Π Α Κ Η : Ο ί κ α τ α β ά σ ε ις στό ν Κ ά τ ω Κ ό σ μ ο σ τ ή β υ ζα ντιν ή κ α ί σ τ ή μ ε τα β υ ζα ν τιν ή λ ο γ ο τ ε ­ χ ν ία . 'Α θή να , 19 8 2 . Σ ε λ . 250.

ΟΙ διδακτορικές διατριβές δέν έχουν συνήθως τό εύρύτερο ένδιαφέρον άλλων βιβλίων, μά άλλες λιγότερο καί άλλες περισσότερο συμβάλλουν ούσιαστικά στή διερεύνηση τών διαφόρων κλάδων τής σκέψης ή τής έπιστήμης. Έ τσι καί ή μελέτη τοΰ Στέλιου Λαμπάκη διερευνά ένα σχεδόν μεταφυσικό χώρο στή νεότερη λογοτεχνία, ένα χώρο πού έχει ιδιαίτερη σημασία στή


μυθοπλασία των κειμένων καί δέν έχει αντιμετωπιστεί άπό τούς μελετητές άρκετά ώς τώρα. Δηλαδή, έχουμε άλλο ένα «χρήσιμο» βιβλίο, δχι πιά γιά τό πλατύ άναγνωστικό κοινό, άλλα γιά τήν ίδια τή λογοτεχνία... G U NTH ER K LAFFEN B A C H : Ε λ λ η ν ι κ ή ίπ ιγ ρ α φ ικ ή . Μ ε τ . ’Α θ α ν ά σ ιο υ ’Α ντω ν ίο υ . ’Α θ ή ν α , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 17 3 .

ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΗ είναι ή έπιστήμη πού έξετάζει —άνεξάρτητα άπό τόν τρόπο πού γράφηκαν— τίς άρχαΐες έπιγραφές σέ άγγεϊα, κοσμήματα κ.δ., καί κυρίως πάνω σέ πέτρα ή μεταλλικές πλάκες. Καί τό βιβλίο αύτό τοϋ γερμανοΰ καθηγητή καί άκαδημαϊκοϋ περιλαμβάνει άκριβδς τήν Ιστορία τής έπιγραφικής στήν Ελλάδα, τίς βασικές έπιγραφικές έκδόσεις, τήν άρχαιοελληνική γραφή καί τά διάφορα στάδια έξέλιξής της. Κι άκόμη, πραγματεύεται τό περιεχόμενο διαφόρων έπιγραφών, τή χρονολόγησή τους κλπ. Επιμελημένη ή δουλειά τοϋ Ά θ . ’Αντωνίου, πού έκανε τή μετάφραση, τά σχόλια καί τήν έπιμέλεια τής έκδοσης. Ε λ λ ά δ α - ’Ι σ τ ο ρ ία κ α ί π ο ­ λ ιτισ μ ό ς . Τ ό μ ο ς Α ': Ό χ ώ ­ ρ ο ς. Τ ό μ ο ς Β ’: ’Α ρ χ α ιό τη ­ τα ( Α ' Μ έ ρ ο ς ). Τ ό μ ο ς Τ ': ’Α ρ χ α ιό τη τ α ( Β ' μ έ ρ ο ς ). Τ ό μ ο ς Δ Τ ό Β υ ζά ντιο Τ ό ­ μ ο ς Ε ': Τ ο υ ρ κ ο κ ρ α τία . Τ ό ­ μ ο ς Σ τ ': Ή Ισ το ρ ία . Τ ό μ ο ς Ζ ' : Ή π ο λ ιτ ικ ή . Τ ό μ ο ς Η ': Ή ο ικ ο νο μ ία . Τ ό μ ο ς Θ ’: Ό πολιτισμός. Μ α λ λ ιά ρ η ς -Π α ιδ ε ία , 1 9 8 2 .

ΜΕΣΑ στόν καταιγισμό των πολύτομων έμπορικών έκδόσεων (πού συνήθως είναι Ιδιου χρώματος μέ τις... βιβλιοθήκες), ή .έκδοση αύτή έχει Ισως μειονεκτήματα, άλλά καί δύο προτερήματα: τό ένα δτι έχει μόνο... έννιά —έπιμελημένους είναι άλήθεια— τόμους, ένώ τό θέμα της θά μπορούσε νά έξαπλωθεΐ σέ πολύ περισσότερους, μέ άνάλογη αύξηση τών έσόδων τού έκδοτικοΰ οίκου. (Βέβαια, τό προτέρημα Ισως έχει έμπορική σκοπιμότητα, νά μπορεί, δηλαδή, νά πωλείται πιό

τικά καί μέ τόν ρυθμό τους νά ύπηρετοΰν τό νοητικό περιεχόμενο καί τήν εικόνα τού λόγου. Ταυτόχρονα είναι λυρικός καί ποιητικός. Ή θλίψη δέν γίνεται κλαυθμήρισμα. Ή αισιοδοξία δέν γλιστράει σέ μεγαλοστομία. Ή πίκρα δέν γίνεται μίσος. Ή πίστη δέν γίνεται διακήρυξη καί τό πάθος του έκφράζεται σεμνά, μέ πείσμα άλλά καί άγάπη. Στή μετάφραση, κάτι θά προδώσεις. Ή τό νόημα γιά τόν ρυθμό ή τόν τόνο γιά τήν εικόνα ή τή λυρικότητα γιά τό νόημα. Δέν γίνεται νά τά πετύχεις δλα δπως τό πρωτότυπο. Ό Μ.Λ. έχει συνείδηση τών δυ­ σκολιών αύτών δταν γράφει στό σημείωμά του: «δταν μεταφράζεις, σπάνια πετυχαίνεις εύθύβολα. Τό νά μεταφράζεις Μπόρχερτ σίγουρα στό τέλος καταντά ένοχή, άξιοσημείωτα βασανιστική». Προσπαθεί φιλότιμα νά άποδώσει δσο γίνεται καλύτερα τό πρωτότυπο. Ά λ λ ο τ ε τό πετυχαίνει ά­ ριστα δπως στά ποιήματα «Ή νύχτα» καί « Ό χωρισμός». Ε πίσης στά διη­ γήματα «Ή γάτα πάγωσε στό χιόνι» καί Ιδιαίτερα στό «Χωρίς άποχαιρετισμό». Ά λ λ ο τ ε δμως, χωρίς καμιά άναπόδραστη άνάγκη, μεταφράζει πλατεια­ στικά. Λέει ό Μπόρχερτ στό διήγημα «Τό ψωμί»: «Νύχτα. Στίς δυόμισι.

Στήν κουζίνα». Μεταφράζει ό Μ.Λ.: «Μέσα στή νύχτα. Στίς δύο καί μισή στήν κουζίνα». Καταργεί έτσι τή στί­ ξη τού πρωτότυπου, μέ άποτέλεσμα νά έξαφανίζεται ό ρυθμός του. Τό κοντανάσασμα νά γίνεται διηγηματικό ύφος. Κι άν αύτά μπορεί νά τά δει κανείς μέ κατανόηση, παραμένει άνεξήγητο, καί άσυγχώρητο θά λέγαμε, τό γεγο­ νός δτι ό μεταφραστής παραλείπει λέ­ ξεις, φράσεις, προτάσεις όλόκληρες τού πρωτότυπου. Τούτο συμβαίνει στό «Ψωμί», στίς «'Ιστορίες άπό τό άλφαβητάρι», στό ποίημα «Τό πουλί» καί άλλοΰ. Παρά τίς έπιφυλάξεις δμως αύτές, τό «Μικρό άνθολόγιο» άποτελεΐ προ­ σφορά στόν έλληνα άναγνώστη, πού δέν θά τόν ήξερε, κι άν είχε άκουστά, δέν θά τόν διάβαζε άλλιώς τόν Μ πόρ­ χερτ. Κι άν ή μετάφραση δέν είναι τέ­ λεια, ή έπιλογή τού Μπόρχερτ γιά με­ τάφραση μαρτυράει γιά τήν εύαισθησία καί τήν πνευματική ποιότητα τού μεταφραστή, γιά τόν σεβασμό του πρός τό άναγνωστικό κοινό καί τή λαχτάρα του νά τού προσφέρει, νά τού γνώρισα τόν καλύτερο Ισως γερμανό συγγραφέα τής γενιάς έκείνης, τής «προδομένης γενιάς». ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΚΟΥΦΗΣ

«δέν είμαι καλύτερος ούτε ήρωας...» Μ ΑΝΩΛΗ Ρ Ο Υ Μ Ε Λ ΙΩ ΤΑ Κ Η : Γ ρ ά μ μ α σ τ ό γ ιό μ ο υ . ( ’Α π ό τό ν π ό λεμ ο τ ή ς Α λ β α ν ία ς ). ’Ε π ιμ έ λ ε ια Κ α τ ε ρ ίν α ς Π λ α σ σ α ρ ά , Α θ ή ν α , Π λ έ θ ρ ο ν , 1981. Σ ε λ . 12 6 .

Οί περιπέτειες πού έζησε ό τόπος μας, ιδιαίτερα στά τρία πρώτα τέταρ­ τα τοϋ αίώνα, έχουν προκαλέσει μεγάλη άνθηση στήν έκδοση άπομνημονευμάτων καί μαρτυριών. Ελάχιστα δμως άπό τά βιβλία τοΰ είδους παρουσιάζουν κάποιο ένδιαφέρον, πέρα άπό τήν άξια τους σάν πηγές πληροφοριών γιά τόν αύριανό Ιστορικό. Τό «Γράμμα» τοΰ Μ. Ρουμελιωτάκη εϊναι ένα άπ’ αύτά τά έλάχιστα. Ά ν καί λογοτεχνικά «άσπούδαχτος», δ συγγραφέας μπόρεσε, μέ τήν άνόθευτη άλήθεια τών βιωμάτων του, μέ τήν Ικανότητά του νά έσωτερικεύει δχι μόνο τά προσωπικά του παθήματα άλλά καί τίς πράξεις τών άλλων, κι άκόμα μέ τή λιτή καί στερεή γραφή του, νά μάς προσφέρει μιά μαρτυρία πού είναι μαζί καί πολύ πετυχημένο λογοτέχνημα. Θά μπορούσε κανείς νά πει δτι αύ­ τό τό βιβλίο γράφτηκε «κατά πα­ ραγγελία», μιά καί ό πρόλογος μάς

πληροφορεί δτι δ συγγραφέας άφορμήθηκε άπό μιά παράκληση τού γιου ’Εντούτοις, έρωτήματα τού τύπου «τί έκανες στόν πόλεμο, μπαμπά;» ή «πώς έχασες τό χέρι σου, πατέρα;» δέν άρκοΰν γιά νά γραφτεί ένα άξιο τού δνόματος βιβλίο, δπως δέν άρκέΐ ή διενέργεια γεωτρήσεων γιά νά βρε­ θεί νερό ή πετρέλαιο. Χρειάζεται νά ύπάρχει καί στό ύπέδαφος τό κοίτα­ σμα. Ή παράκληση τού γιού λειτούργη­ σε άκριβώς σάν μιά εύστοχη γεώτρη­ ση στό ψυχικό ύπέδαφος τού πατέρα


καί πέτυχε νά άνασυρθεΐ άπό κεί ό βαθύς πόνος πού μέ διάφορες μορφές είχε συσσωρευτεί καί σκεπαστεί άπό πλήθος κατοπινά περιστατικά. Τον άναβιωμένο αύτό πόνο ό Μ. Ρουμελιωτάκης κατέγραψε, μέ τήν ί­ δια άπέριττη άπλότητα καί σιγουριά πού θά είχε δν φύτευε ένα αμπέλι ή άν έχτιζε μέ τά χέρια του τό σπίτι του. Τον άναγνώρισε, τόν ένέταξε σέ χώρο και σέ χρόνο καί μάς τόν πα­ ρουσίασε έπιμερίζοντάς τον στίς διά­ φορες έκφάνσεις του: Πόνος τοΰ φτωχού μεροκαματιάρη οικογενειάρχη στό χωριό. Πόνος τοΰ έπίστρατου πού ξαφνι­ κά ύποχρεώνεται ν’ άφήσει άπροστάτευτη καί χωρίς κανένα πόρο τήν οίκογένειά του. Πόνος τοΰ φαντάρου πατέρα πού ό άπάνθρωπος άξιωματικός δέν τοΰ έπιτρέπει νά δει τό νεογέννητο παιδί του —άν καί ύπάρχει ό άπαιτούμενος χρόνος— προτού φύγει γιά τό μέτωΠόνος τοΰ ταξικά συνειδητοποιη­ μένου άτόμου πού βλέπει νά τοΰ φέ­ ρονται σά νά ήταν πολίτης, στρατιώ­ της, πατριώτης δεύτερης κατηγορίας. Ή πολιτεία, άν καί τόν έχει έπιστρατέψει, άδιαφορεΐ γιά τή διαβίωσή του, τόν λογαριάζει λιγότερο άπ’ δσο τό λιόφυτο τοΰ τσιφλικά ή τά άλογα πού μεταφέρονται μέ τό σιδηρόδρομο, ή τήν προσωπική ήσυχία τών διαφό­ ρων άνωτέρων. Κι όχι μόνο άδιαφο­ ρεΐ, άλλά καί τόν ύποβλέπει καί τόν προσβάλλει άσύστολα μέσω τών «έκπροσώπων» της θίγοντας τόν πατριω­ τισμό του, τήν έντιμότητά του, τήν άξιοπρέπειά του. Πόνος άπ’ τίς άτέλειωτες σωματι­ κές καί ψυχικές ταλαιπωρίες κατά τή μετάβαση καί τήν παραμονή στήν πρώτη γραμμή τοΰ μετώπου: πορείες, βροχές, λάσπες, πείνα, κρύο, άπανθρωπιά. Πόνος τοΰ πολεμιστή πού συμ­ πάσχει γιά τά παθήματα όχι μόνο τών συμπατριωτών του άλλά καί τών «έχθρών». Πόνος γιά τή λειψή άνθρωπιά πού διαπιστώνει σέ συγγενείς του, σέ συ­ χωριανούς του, σέ συμπολεμιστές του, φαντάρους, άξιωματικούς, για­ τρούς κ.ά. Πόνος άβάσταχτος σωματικός καί ψυχικός στή διάρκεια τής αίματόβρεχτης ’Οδύσσειας άπό τή στιγμή πού τό έχθρικό βλήμα τοΰ κόβει τό χέρι ώς τήν ώρα πού έπιτέλους κατα­ φέρνει νά φτάσει στό χειρουργείο σέ άπόσταση δεκάδων χιλιομέτρων. Πόνος καί άγωνία τοΰ φαμελίτη πού δέν βλέπει πώς θά μπορεί πιά νά συντηρήσει τήν οίκογένειά του άνάπηρος. Πόνος τοΰ Έλληνα πού βλέπει

στό τέλος τήν πατρίδα του πατημένη άπ’ τόν καταχτητή. Πόνος άπό τήν πρώτη σελίδα ώς τήν τελευταία τοΰ βιβλίου, σέ μιά διαρκή κλιμάκωση. Μ’ δλον αύτό τόν πόνο, ό Μ.Ρ. δέν μάς έδωσε κανένα «σπαραξικάρδιο» κείμενο. Δ έν ύπάρχει πουθενά ούτε θρηνωδία, ούτε ρητορισμός, ούτε συναισθηματικότητες, ούτε κάν διάθεση αύτοπροβολής. 'Ο συγγραφέας πε­ ριορίζεται νά άπεικονίζει μέ μεγάλη οικονομία λόγου τά περιστατικά, σχε­ δόν άσχολίαστα, άφήνοντάς τα νά μι­ λούν έκεΐνα στόν άναγνώστη. Αύτό, μαζί μέ τή στέρεη δόμηση πού έξασφαλίζει ή εύστοχη ένταξη άναδρομών στό παρελθόν, μονάχα σέ σημεία δπου δέν ένοχλεΐται ή χρονι­ κή έξέλιξη τών έκτιθέμενων περιστα­ τικών καί μαζί μέ τήν άλάθευτη έπιλογή τοΰ'λεκτικοΰ ύλικοΰ πού λει­ τουργεί άβίαστα καί παραστατικότα­ τα, δίνει στό βιβλίο τοΰ Μ. Ρουμελιωτάκη μιάν άδρότητα καί μιά πλα­ στική ρώμη πού πραγματικά γοηΣάν τόν πιό έμπειρο λογοτέχνη ό Μ.Ρ. ξέρει νά δίνει στό κάθε περιστα­ τικό τόση έκταση δση χρειάζεται γιά νά έναρμονίζεται μέ τό σύνολο τής άφήγησής του, έτ<π ώστε οί σχέσεις τών μερών πρός τό δλο φανερώνουν μιά τέλεια αίσθηση τών άναλογιών. ’Επίσης ή ικανότητά του νά παρεμ­ βάλλει στόν πόνο περιστατικά παρήγορα, νά έναλλάσσει τή συννεφιά μέ στιγμές λιακάδας (πού δχι μόνο νά μήν άναιρεΐται άλλά νά γίνεται άκόμα πιό αισθητή) καθώς καί ή έπιδεξιότητά του στό νά άπεικονίζει άνθρώπινους χαρακτήρες μέ λίγες άλλά έκφραστικά άδρότατες πινελιές κάνουν τό κείμενό του νά λειτουργεί σάν μιά πολυπρόσωπη τοιχογραφία πού κρατάει τήν προσοχή άκόμα καί τοΰ πιό «δύσκολου» παρατηρητή-άναγνώστη. Δέν θά ήθελα νά κλείσω τό σύντο­ μο τούτο σημείωμα χωρίς νά ύπογραμμίσω ιδιαίτερα τή βαθιά άνθρωπιά καί τή σεμνότητα πού διαπνέει όλόκληρο τό βιβλίο. «Δ έν ε ίμ α ι κ α λ ύ τε ρ ο ς έ γ ώ ά π ό το ύ ς ά λ λ ο υ ς π ο ύ π ή ρ α ν μ έ ρ ο ς σ τό ν ά γ ώ ν α , ο ύ τε ή ρ ω α ς. Ά π λ ο ύ σ τ α τ α έ κ α μ α τό κ α θ ή κ ο ν μ ο υ σ ά ν κ ι α υ το ύ ς κ α ί σ τη ν έ κ τ έ λ ε σ ή τ ο υ ε ίχ α τη ν ά τ υ χ ία νά τρ α υ ­ μ α τ ισ τ ώ δ π ω ς ά λ λ ο ι σ κ ο τώ θ η κ α ν . Γ ιά τή ν ά ν α π η ρ ια μ ο υ δ έ ν μ π ο ρ ώ νά κ α υ χ η θ ώ . Γ ιά τ ο ύ ς α γ ώ ν ε ς μ ο υ δ μ ω ς το ύ ς κ α το π ιν ο ύ ς, είμ α ι π ερ ή φ α νο ς. Α υ το ύ ς σ έ κ α λ ώ νά σ υ ν ε χ ίσ ε ις » (σελ. 95).

Είναι ένα κείμενο πού σέ κάνει νά νιώθεις περήφανος πού γράφτηκε στόν 'τόπο σου καί πού σοΰ δόθηκε ή χάρη νά τό γνωρίσεις. ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΛΟΥΦΑΚΟΣ

εύκολα...) Καί τό άλλο προτέρημα είναι τό έπιτελεΐο τής έκδοσης, μέ μιά συντακτική έπιτροπή καθηγητών πανεπιστημίων πού, άσχετα μέ τήν έργασία πού προσέφεραν, τουλάχιστον προσπάθησαν νά μή «ντροπιάσουν» τό δνομά τους...

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ ΜΕ ένα πολύ ένδιαφέρον δοκίμιο τοΰ Μιχ. Πιερή («Έφοδος στό σκοτάδι») γιά τόν Καβάφη καί τήν πορεία του πρός τή μοναξιά καί τήν άπομόνωση καλύπτεται όλόκληρο τό «Μικρό Δέντρο» (άρ. 6). Καί άποτελεΐ ούσιαστική συμβολή στή μελέτη τοΰ μεγάλου άλεξανδρινοΰ ποιητή. ΣΤΗΝ «Έποπτεία» τοΰ ’Οκτωβρίου (άρ. 72), άνάμεσα στά άλλα ένδιαφέροντα κείμενα, ύπάρχει μιά σύντομη άναφορά στό «Είναι καί τό μηδέν» τοΰ Σάρτρ, άπό τήν άγαπητή του μαθήτρια Λίζυ Λασσιθιωτάκη. ’Ακόμη, σημαντική είναι ή μελέτη, στό ίδιο τεύχος, τοΰ Α. Παπανδρόπουλου γιά τόν Προυντόν. ΣΤΟ τεόχος ΑύγούστουΣεπτεμβρίου (άρ. 53) τοΰ περιοδικού «Πολίτης» ύπάρχει ένα έρεθιστικό λογοτεχνικό άφιέρωμα. Σ’ αύτό, έκτος άπό μιά σειρά διεισδυτικά κείμενα γιά τό έργο τοΰ Ά νδρέα ’Εμπειρικού (άπό τούς Γ. Γιατρομανωλάκη καί Μαριάννα Δήτσα), παρουσιάζεται καί ένα πολύ χαρακτηριστικό μεγάλο άπόσπασμα (σέ μετάφραση Χρ. Λιοντάκη) άπό τό άτελείωτο μυθιστόρημα τοΰ Φλωμπέρ «Μπουβάρ καί Πεκυσέ». (Ερώτημα: ’Αλήθεια, γιατί τά πολιτικά κείμενα τοΰ «Πολίτη» είναι γραμμένα σέ τόσο διανοουμενίστικη· γλώσσα;) ΣΤΟ καλοκαιρινό τεύχος τής άγγλόφωνης έλληνικής έπιθεώρησης «Diaspora» δημοσιεύεται ένα ένδιαφέρον κείμενο τοΰ Κ. Κάπρη-Κάρκα γιά τόν Σεφέρη (άπόσπασμα άπό τό βιβλίο τοΰ συγγραφέα «Καβάφης - Έ λιοτ - Σεφέρης»). Κι άκόμη, στό ίδιο τεύχος ύπάρχει μιά σωστή άγγλική παρουσίαση (άπό τόν Τζ. Στόουν) ποιημάτων τοΰ Γιάννη Κοντοΰ. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ


νά προβληματίζουμε μ’ ενα βιβλίο ιστορίας Ν Ε Σ Τ Ο Ρ Α Μ Α Τ Σ Α : Ό Α­ στρονόμος Πηκτόκ. ’Α θ ή ν α , Ε ύ ρ ω ε κ δ ο τικ ή , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 6 5 . ( ’Α π ό 8 χ ρ .)

«Όλα τά παραμύθια τού κόσμου» καί οί παραμυθένιοι ήρωες, άπό Όδυσσέα ώς Κοντορεβυθούλη, μπλέκονται σ' έναν τρελό παρα­ μυθένιο χορό. Γ . Μ Π Ο Σ Ι Ν Α Κ Ο Υ : 0 1 μι­ κ ρ ο ί βιοπαλαιστές 'Α θή να , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 1 4 8 . ( Ά π ό 1 0 χ ρ .)

Τέσσερις Ιστορίες άπό τήν παρα­ δοσιακή έλληνική ζωή.

ΠΟ ΥΡΙ

Ν Τ Μ Η Τ Ρ ΙΕ Φ :

Γειά σου ακιουράκιΐ Πώς τά π ά ς κροκόδειλε; Μ ε τ . Κ ί ρ α ς Σ ίνο υ . ’Α θ ή ν α , Κ έ δ ρ ο ς , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 1 8 8 . ( Ά π ό 9 - 1 4 χ ρ .)

Οί χίλιες φωνές ζώων προκαλοΰν τό σεβασμό καί τό θαυμασμό στή φύση, «τήν πηγή άγαθών καί αιώνιας όμορφιάς». N T . Μ Π . Κ Α Μ Π Α Λ Ε Φ Σ Κ Ι: Ό Τζόυ, ό κλόουν. Σ Α Ι Ν Σ Α Ν Σ : Τό καρναβάλι τών ζώων. Π . I . Τ Σ Α Ϊ Κ Ο Φ Σ Κ Ι: Ή λίμνη τών κύκνων. Μ ε τ . Β α γγέλη Κ αμάρη. ’Α θ ή ν α , Γ νώ σ η , ( Ά π ό 5 - 8 χ ρ .)

'Ιστορίες άπό γνωστές άγαπημένες μελωδίες, γραμμένες καί ει­ κονογραφημένες άπό Γιαπωνέ­ ζους. ΦΡΑΝΣΕΣ Κ Ε Ν ΕΤ ρ ΤΕΡΥ Μ Π Η Σ Α Μ : Γνωριμία μ έ τη ζωγραφική. Π α ιδ ικ ό ς ό δ η γό ς. Μ ε τ . Σ . Ζ α ρ α μ π ο ύ κ α . Α θ ή ν α , Δ ιά γ ρ α μ μ α , 1 9 8 2 . Σ ε λ . 4 5 . ( Ά π ό 9 χ ρ .)

«Βιβλία σάν καί αύτό έδώ, μπο­ ρούν νά διδάξουν άκόμα καί τούς είδικούς πώς νά γράφουν τά βι­ βλία πού χρειάζονται στόν τόπο μας...». Ά π ό τόν πρόλογο τού Γ. Τσαρούχη. Ά κόμ α μπορούν νά μάθουν τά παιδιά νά άγαποΰν καί νά «βλέπουν» τή ζωγραφική. ΕΛΕΝΗ ΠΑΜ ΠΟΥΚΗ

Α Ν Ν Α Σ Ρ Α Μ Ο Υ -Χ Α Ψ ΙΑ Δ Η : Άπό τή φ υ λ ετικ ή κοινω νία στήν πολιτική. ’Α θήνα, Κ αρδαμΐτσ α, 1982. Σ ελ . 198 + 2 χάρτες.

Είναι σοβαρή τύχη στούς σημερινούς σπουδαστές μας (κι δχι μόνο, δπως άλλοτε, τής Φιλοσοφικής στήν ’Αθήνα) νά ’χουν άνάμεσα στίς πα­ νεπιστημιακές τους παραδόσεις βιβλία σάν τό παρουσιαζόμενο. Πού, φυσικά, συνδυάζεται τόσο μέ τήν προσωπικότητα τής ύφηγήτριας Ά ν ­ νας Ραμοΰ-Χαψιάδη, δσο καί μέ τίς δριστες άμφοτεροβαρεΐς σχέσεις της μέ τούς φοιτητές της. Βλέπετε, σιγά σιγά, φεύγουμε άπό τή «βιβλική» (μέ τήν κάθε λογής σημα­ σία τής λέξης, άπό τά χρόνια τού «πε­ ριούσιου» λαού τής Π. Διαθήκης...) μορφή τού κ. καθηγητή, κι έρχόμαστε στήν ύπεύθυνη, καταρτισμένη, ένημερωμένη, πολιτικοποιημένη παρουσία τού πάλαι «δάσκαλου»! Καί μόνο άπό τόν τίτλο, ύποβάλλεται ό ένεργός στόν άναγνώστη ύποψιασμός, πώς πρίν νά ξανακούσει τίς γνώριμες tirades, γιά τά γνώριμα γεγονότα τής Ιστορικής έποχής, μέ τόν γνώριμο άπό τή Β’ δημοτικού τρόπο, κ ά τ ι π ο ύ π ρ ο η γ ή θ η κ ε άπ’ δλα αύτά, θά τόν προβλημάτισα. Ό χ ι άπλά ή προϊστορία, μέ βάρος κύρια στ’ άρχιτεκτονικά ή στά πολιτιστικά άντικείμενα, άλλά ή κοινωνική προϊ­ στορία, μέ βάρος στά γεννοφάσκια τής πολιτικής καί κοινωνικής ίστορίας. Γιατί είχαμε κι αύτό τό φρούτο, έμεϊς οί παλαιότεροι πού σπουδάζαμε σέ δύσκολες έποχές: νά διαβάζεις Συνταγματικό, χωρίς νά σέ Ιδεάζουν δτι π ρ ίν άπό τίς διάφορες «πολιτείες» τής Ιστορίας (δηλ. τά καθεστώτα στήν έποχή πού έγιναν πιά οί πόλας), ύπήρχαν κοινωνίες μέ βάση τήν πανάρχαια φυλή ή τό γένος. Κι έτσι, ένώ βρίσκεις θεσμούς, δρους, έν­ νοιες, λέξεις π ού δέν ταιριάζουν μέ τά Ιστορικά χρόνια, περνάς άπληροφόρητος γιά τήν καταγωγή τους, πού π ο λ ύ μ ά ς έ ν δ ια φ έ ρ ε ι σ ή μ ε ρ α .

Στό σύντομο χώρο πού άπομένει μετά τά εισαγωγικά αύτά, θά γίν α μιά προσπάθεια νά δσφρανθεϊ ό άναγνώστης (καί δχι ό σπουδαστής μόνο) τήν ιδιοτυπία τού βιβλίου, παίρνον­ τας ύπόψη του, πώς γιά μάς όποιαδήποτε άποστειρωμένη, άφυδατωμένη Ιστορία, δέν έχει καμιάν άξια. Ή συγγρ*φέας ξεφεύγει άπό τίς συνταγές· «τά σχετικά μέ τήν ίδρυση τής άποικίας», «οί κοινωνικές άνακατατάξεις» πού προηγούνται άπό τήν «πολιτική

έξέλιξη», «έξαγωγές καί εισαγωγές» πού προηγούνται άπό τήν «άνάπτυξη τής πόλης» καί άλλες παρόμοιες «κε­ φαλαιοποιήσεις» τού ύλικού της, άποδείχνουν, τολμώ νά πώ, γιά τά έλληνικά δεδομένα τής κυρίαρχης ιδεο­ λογίας, τή θετική της προσφορά. Δέν χωρεί έδώ νά πούμε κι άλλα, λ.χ. γιά τήν «άξια, τή σκοπιμότητα καί τή μεθοδολογία τών Ιστορικών σπουδών» (Φ. Κ. Βώρος, Τό Βήμα 20.9.1979), ούτε γιά τόν «άρχαιοελληνικό κόσμο καί τήν έποχή μας» (Δ. Τουσλιάνος, Ριζοσπάστης 4.5.80). Νομίζω δτι αύτούς καί τόσους άλ­ λους γόρδιους δεσμούς, όφείλει ό έρευνητής συγγραφέας, άφοΰ άπαραίτητα πρώτα προβληματιστεί σοβαρά, καί έ ν η μ ερ ω θ εϊ, ν ά τούς κόψει, μέ τό δικό του, συγκεκριμένο παράδειγμα, τήν τυπωμένη άποψή του. Μέ τούς δ ­ ρους αύτούς (πού είναι, πιστεύω, καί άπαραίτητοι δεοντολογικά - έπιστημονικά), τό έργο τής κ. Ραμού δικαιώνεται. Καί τό προτείνω σάν ένα σημαντικό βοήθημα γιά δλους μας. Πρόσθετα, καί γιά τή σημαντική, δια­ λεγμένη άξια, βιβλιογραφία της, κατά κεφάλαια. Τελειώνοντας, γιά νά μή φανώ πρόχειρος έγκωμιαστής, προσάγω μιά μαρτυρία άμάχητη: ό άκαδημαϊκός τού Καίμπριτζ Paul Cartlege, στό πρόσφατο έργο του «Sparta and Laconia» (1979), άναφέρεται σέ προηγούμενη ιστορική δουλειά της —προνόμιο γιά λίγους έλληνες συνα­ δέλφους της έκεΐ. Τό βιβλίο τής κ. Ρ. κλείνουν δυό χρήσιμοι έκτεταμένοι χάρτες, «Ή, Ε λ λά ς κατά τό 500 π.Χ.» καί « Ό όργανωμένος άποικισμός 750-550 π.Χ.». Θά πρόσφεραν περισσότερα, λειτουργικά καί αισθητικά, στό έργο, άν ήταν λιθογραφημένοι άπέριττα, άντί μαθητικά χειρόγραφοι. ΘΑ Ν Α ΣΗΣ ΦΩΤΙΑΔΗΣ


ΠΟΛΥΚΡΙΤΙΚΗ

Ή κρίση τής κριτικής στον τόπο μας Πώς ασκείται ή κριτική τής πνευματικής καί καλλιτεχνικής δημιουργίας στόν τόπο μας; Ποιά είναι τά προβλήματα πού αντιμετωπίζει καί κυ­ ρίως τά αρνητικά σημεία της; Υπάρχει σήμερα αντικειμενική κριτική (καί μπορεί νά υπάρξει;), μακριά άπό τούς κοινωνικούς όρους; Σ ’ αύτά τά εξαιρετικά ενδιαφέροντα έρωτήματα επιχειρεί νά απαντήσει με τό βιβλίο του « Η κρίση τής κριτι­ Ή γάρ των λόγω ν κρίσις πολλής έστι πείρας τελεοταϊον έπιγέννημα. Αιονΰσιος Λογγίνος (Π ερ ί Ύ ψ ους, 6)

Δηλώνει ό συγγραφέας: Π ρο σ π α θ ή σ α μ ε νά δ ώ σ ο υ μ ε μ ιά ε ι­ κόνα τω ν π ρο β λ η μ ά τω ν π ο ύ α ν τιμ ετω ­ πίζει σ τ ά χ ρ ό νια μ α ς ή κ ρ ιτ ικ ή τ ή ς τέ ­ χνης α τ ό π λ α ίσ ιο τ ή ς ύ λ η ς κ α λ λ ιτ ε χ ν ι­ κ ή ς ζ ω ή ς κ α θ ώ ς κ ι έ κ είν ω ν π ο ύ ά ντιμε τω π ίζε ι σ τ ή δ ο υ λ ε ιά το υ ό κ ρ ιτ ικ ό ς τής τέχ ν η ς, κ υ ρ ίω ς δ έ ό κ ρ ιτικ ό ς -δ η μοσ ιο γρ ά φ ο ς (σ ε λ . 5 8 ).

Μικρό, σέ όγκο, τό βιβλίο του, άλ­ λα ειδικό σέ βάρος. Άποτελεΐται, πέ­ ρα άπό τήν Εισαγωγή καί τις Γενικό­ τερες παρατηρήσεις, άπό όκτώ κεφά­ λαια: Τέχνη καί Κριτική. Ό Καλλιτέ­ χνης καί ό Κριτικός, Ή Κρίσις τοΰ Κοινού, Κριτική καί Κριτικοί, Ή Κριτική τής Κριτικής, Ή λειτουργία τής Κριτικής, ό Κριτικός καί ό Τύ­ πος, Παρακριτική τοΰ Μάρκετινγκ καί Στρατευμένη Παρακριτική. "Ο­ πως βλέπει κανείς: θέμα ή Κριτική, πού μένει (γιά κάθε έκδήλωση τής ζωής) πρόβλημα άπό τή στιγμή όπου ό άνθρωπος πέρασε τό κατώφλι πού χωρίζει τό ένστικτο τής έπιβίωσης άπό τή λογική τής έπιβίωσης. Πρό­ βλημα πού πάντα ή άρχή του θά ’ναι τέλος καί τό τέλος του άρχή, όσο θά ύπάρχει άνθρωπος πάνω στή γή. Για­ τί άν ή Κριτική μένει, γιά τίς όποιες έκδηλώσεις τής ζωής, καθαρός σ κ ο ­ π ό ς στή ροή τοΰ χρόνου δέχεται με­ ταμορφώσεις όχι σ’ αύτό τόν ίδιο, άλλά στά μέσα πού άπο βλέπουν σέ έπιβολή του. Έτσι ή ρήση «άλλαξε ό Μανωλιός κι έβαλε τά ροΰχα του άλλιώς» μάς άποδεικνύει πόσο ή ιστο­ ρία έπαναλαμβάνεται. Καί γιά νά τό άποδείξουμε θά σταθούμε σέ κάποιες «θέσεις» τοΰ συγγραφέα καί θ’ άντιπα-

κής» (έκδ. Δωδώνη, σελ. 62) ό γνωστός μουσικοκριτικός Διον. Γιατράς. Πιστεύοντας ότι τό θέ­ μα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα καί πολλές πτυχές, ζητήσαμε άπό τούς κριτικούς Άγγελο Φουριώτη καί Μ. Μ. Παπαΐ'ωάννου νά μας πουν, ό καθένας άπό τή σκοπιά του, τή γνώμη τους —κρίνοντας ταυτόχρονα τό βιβλίο του Δ. Γιατρό.

ραθέσουμε σ’ άύτές κάποιες άλλες, γιά τοΰ λόγου τό άσφαλές. Λέει ό συγγραφέας:

σης. Ή ζωή είναι δλο, δέν είναι έπί μέρος. Λέει ό Πολύβιος: Φ υ σ ικ ά μ π ο ρ ε ί ά π ό τ ό μ ε ρ ικ ό νά

Σ έ μ ιά έ π ο χ ή σ ά ν τ ή δ ικ ή μ α ς , όπ ο υ ή κ ρ ίσ η τω ν Α τό μ ω ν π ν ίγε τα ι δ λ ο κ α ί π ερ ισ σ ό τερ ο , κ α θ ώ ς δ έ χ ε τ α ι ένα Α σ τα ­ μ ά τ η τ ο σ φ υ ρ ο κ ό π η μ α Α π ό τ ά μ α ζ ικ ά μ έ σ α έ π ικ ο ιν ω ν ία ς κ α ί ά π ό τ ά σ υ μ φ έ ­ ρ ο ν τα κ α ί τ ίς σ κ ο π ιμ ό τ η τε ς π ο ύ α υ τά έ ξ υ π η ρ ετο ΰ ν κ α ί δ π ο υ ή τέχ ν η , ή κ ά θ ε τέχ ν η , δ χ ι μ ό ν ο σ υ ν δ υ ά ζ ε τα ι μ έ τ έ τ ο ια συ μ φ έρ ο ντα κ α ί τ έ τ ο ιε ς σ κ ο π ιμ ό τ η τε ς , α λ λ ά κ α ί γ ίν ε τα ι ύ π η ρ έ τ η ς τ ο υ ς κ α ί δ ρ γα ν ό το υς, ή κ ρ ιτ ικ ή π ρ ο σ λ α μ β ά νε ι κ ε φ α λ α ιώ δ η σ η μ α σ ία . Κ α ί το ύ το , γ ια ­ τ ί έ π ιμ έ νε ι νά π ρ ο β ά λ λ ε ι τ ό δ ικ α ίω μ α τ ο ύ έ λ έ γ χ ο υ , νά κ α λ λ ι ε ρ γ ε ί τή ν ικ α ν ό ­ τ η τ α τ ο ΰ έ λ έ γ χ ε ιν κ α ί νά δίν ει σ ιγο υ ρ ιά κ α ί θ ά ρ ρ ο ς σ τ ή ν έ κ φ ρ α σ η τ ή ς γ ν ώ μ η ς, τή ς γνώ μης π ο ύ μ π ο ρ εί νά λ έγ ει κ α ί « Ό χ ι» (σ ε λ . 11).

σ χ η μ α τ ίσ ε ι κ α ν ε ί ς ιδ έ α γ ιά τ ό γεν ικ ό . Δ έ ν μ π ο ρ ε ί, δ μ ω ς, νά ύ π ά ρ ξ ε ι έ π ισ τη μ ο ν ικ ή κ α ί σ ίγο υ ρ η γ ν ώ σ η γ ιά τ ό γεν ι­ κ ό . Γ ι ’ α ύ τό π ρ έ π ε ι νά θ ε ω ρ ή σ ο υ μ ε ώ ς τ ε λ ε ί ω ς Α σ ή μ α ν τη τ ή συ μ β ο λ ή π ο ύ μ ά ς π ρ ο σ φ έ ρ ε ι ή ε ιδ ικ ή ισ το ρ ία ένάς θ έ μ α ­ τ ο ς γ ιά τ ή μ ε λ έ τ η τ ή ς γ ε ν ικ ή ς ισ το ρ ία ς (Α , 4 .9 -1 0 ).

Μ’ έπίγνωση ότι μπορεί νά παρεξηγηθοΰμε, θ’ άπορρίψουμε τή θέση «Σέ μιά έποχή σάν τή δική μας». Κά­ θε έποχή έχει τό δικό της πνίξιμο άπό τά μέσα πού διαθέτει. Κάθε έποχή πνίγεται άπό συμφέροντα καί σκοπι­ μότητες. Δέν είναι αύτά προνόμιο τής δικής μας έποχής, όμοια όπως δέν εί­ ναι προνόμιο ή κρίση, ή άμφισβήτηση, ή άβεβαιότητα, κι ή άναρχία στόν χώρο τοΰ πνεύματος. Σέ τελική θέση: ή σύγχυση. Ό λ ’ αύτά άκολουθοΰν τόν άνθρωπο άπ’ τήν έποχή πού αύτός έγκατέλειψε τή σπηλιά καί άπλώθηκε στόν κάμπο ή στήν άνοτχτή θά­ λασσα. Είναι λάθος ν' άποδίδουμε, σάν κάτι πρωτοφανές, έπικαιρότητα στά τρέχοντα ή μάλλον άποκλειστικότητα. Κάτι τέτοιο όδηγέΐ σ’ άποπροσανατολισμό. Κι ό άποπροσανατολισμός, πάλι, δέν είναι προνό­ μιο τής έποχής μας, όμοια όπως κι ή άποκοπή άπό τό όλο μιάς έκδήλω-

Δέν μπορεί νά διεκδικήσει ή έποχή μας τόν άποπροσανατολισμό τοΰ άνθρώπου. Ό άποπροσανατολισμός εί­ ναι τροφή των -ισμώ ν. Γιά παράδειγ­ μα, στό θέμα μας, θά σταθούμε σέ λό­ για πού ειπώθηκαν δυό χιλιάδες, πε­ ρίπου, χρόνια πρίν: Φ ο β ά μ α ι δ τ ι έ κ ε ϊ π ο ύ φ τ ά σ α μ ε ε ίνα ι π ρ ο τιμ ό τε ρ ο νά π α ρ α δ ε χ το ύ μ ε δ τ ι εί­ μ α σ τ ε υ π ο δ ο υ λω μ έ νο ι π α ρ ά Ε λεύθεροι. Γ ι α τ ί ά ν ο ί χ ω ρ ίς φ ρ α γμ ό ε π ιτα γ έ ς , ένάνπα σ τ ή σ ω σ τ ή κ ρ ίσ η , Α φ ή νοντα ν έ λ ε ύ θ ε ρ ε ς , δ π ω ς τ ά θ η ρ ία π ο ύ Ε λευθε­ ρ ώ ν ο ντα ι Α π ’ τ ά κ λ ο υ β ιά το υς , θ ά κ α τά α τρ εφ α ν δ λ η τή ν ο ικ ο υμ έν η . Γ ι α τ ί α ύ τό π ο ύ κ α τ α σ τ ρ έ φ ε ι τ ί ς ιδ ιο φ υ ίες σ τ ή γενιά μ α ς είνα ι ή Α δ ια φ ο ρ ία , δ π ο υ σ ’ α υ τή ν , έ κ τ ο ς Α πό έ λ ά χ ισ τ ο υ ς , πνί­ γ ο υ μ ε τ ή ζ ω ή μ α ς , έ π ε ιδ ή δ έ ν Α γω νιζό­ μ α σ τ ε γ ιά ν ’ Α π ο κ τή σ ο υ μ ε α ύ τό π ο ύ Α ντιπ ρ ο σ ω π εύ ει τόν ε ό γ ε ν ικ ό σ υ ν α γω ­ νισμό, Α λ λ ά έ κ εϊν ο π ο ύ Ι κ α ν ο π ο ιε ί τόν φ τη ν ό έ π α ιν ο κ α ί τή ν π ρ ό σ κ α ιρ η ε υ χ α ­ ρ ίσ τη σ η .

Ό λόγος αύτός άνήκει στόν Διο­ νύσιο Λογγίνο. Σημειώνουμε τ’ όνο­ μα, χωρίς σκέψη ν’ άποδείξουμε —άλ­ λωστε αύτό δέν είναι θέμα μας τούτη τήν ώρα— άν αύτός κρύβεται πίσω άπ’ τόν Λογγίνο τόν Κάσσιο', τόν Διονύσιο τόν Άλικαρνασσέα, τόν Διονύσιο τόν Περγαμηνό, τόν Αΐλιο Διονύσιο ή κάποιον άλλον. ’Εκείνο

93


να νοιάζεται για το που αυτός ό ύπερτονισμός όδηγεϊ. Καί δέν είναι δτι τό ύπερτονίζει, διεκδικώντας τό όποιο πρωτείο. Κάνει καί κάτι τό χειρότε­ ρο: ύποτονίζει τό πρωτείο τής προη­ γούμενης, φτάνοντας, πολλές φορές, καί σέ άποσιώπησή του. Γιατί καί οί έποχές άνήκουν σέ κύκλους πού πα­ λεύουν μεταξύ τους γιά έπιβίωση. Έ τσι ό κάθε φορά Αποπροσανατολισμός μένει, άπό τήν πλευρά σ κ ο π ο ύ , Αναλλοίωτος παρουσιάζοντας πρωτο­ τυπία μόνο άπό τήν πλευρά μ έ σ ω ν . Έ τσι μπορεί νά λέει ό Παυσανίας: Σ τ ις μ έ ρ ε ς μ ο υ (1 7 4 μ .Χ .) , δ π ο υ ή κ α κ ία έ χ ει π λ ε ο ν ά σ ε ι κ α ί έ χ ε ι κ υ ρ ια ρ ­ χή σ ει σ έ κ ά θ ε τόπο κ α ί πόλη, κα νέ­ νας, π λ έο ν , δ έ ν γ ίν ε τα ι ά π ό ά ν θ ρ ω π ο ς θ εό ς, ε κ τ ό ς μ ό ν ο ά π ό τ ο ύ ς ύ ψ η λ ώ όνόμ α τ ι, π ο ύ ο ί ά ν θ ρ ω π ο ι τ ο ύ ς κ ο λ α ­ κ ε ύ ο υν γ ιά τ ή δ ύ ν α μ ή το υς . ’Α κ ό μ α κ ι ή ό ρ γ ή τω ν θ ε ώ ν π ά ν ω σ τ ο υ ς ά δ ικ ο υ ς π έ φ τε ι δ τ α ν α ύ τ ο ί δ έ ν υπ ά ρ χο υ ν , π λ έο ν , α τ ή ζ ω ή . Σ ’ δ λ ε ς τ ί ς έ π ο χ έ ς συμ β α ίν ει, έ τσ ι, π ο λ λ ά π ρ α γ μ α τ ικ ά π ο ύ έ γιν α ν κ ι ά λ λ α π ο ύ γ ίνο ν τα ι κ α ί τ ο ύ τ η τή ν ώ ρ α , νά θ ε ω ρ ο ύ ν τα ι απί­ στευτα ά π ’ τ ο ύ ς π ο λ λ ο ύ ς , μ ιά κ α ί γύρ ω ά π ' α ύ τά π λ έ κ ο ν τ α ι ά π ε ιρ α ψ έ μ α τα ( V I I I 2 ,5 -6 ).

Στήν ούσία όμως δέν άποφεύγει νά

Κυκλοφόρησε ή νέα ποιητική συλλογή τοΰ Τάκη Γιαννόπουλου μέ 100 ποιήματα καί 35 σχέ­ δια τής ζωγράφου ’Αλίκης Τόμπρου.

94

Θά έπισημάνεΓό Δ. Γιατρας: Ε ίν α ι π ε ρ ιτ τ ό νά π ο ύ μ ε δ τ ι β ρ ισ κ ό ­ μ α σ τ ε έ τ σ ι μ π ρ ο σ τ ά σ έ μ ι ά ά ν έν τιμ η , ά ν ίερ η σ υ μ μ α χ ία γ ιά τή ν έ π ιβ ο λ ή έ ν ό ς « π ν ευ μ α τικ ο ύ » ή « κ α λ λ ιτ ε χ ν ικ ο ύ » μ ε σ ­ σ ια ν ισ μ ο ύ , σ υ ν ε ρ γ α σ ία σ τ ή ν ό π ο ια χ ρ η ­ σ ιμ ο π ο ιε ίτ α ι κ α ί ή ά π α τ η . Γ ι α τ ί <5 κ ρ ι­ τ ικ ό ς ά π α ρ ν ε ΐτα ι τ ή ν ιδ ιό τη τ α τ ο ύ κ ρ ι­ τικ ο ύ , ά φ ο ΰ δ έ ν κ ρ ίν ει, δ έ ν ά ξ ιο λ ο γ ε ϊ τ ή ν π ρ ο σ φ ο ρ ά τ ο ΰ δ η μ ιο υ ρ γ ο ύ , άλλα, α ν α γ ν ω ρ ίζ ο ν τα ς δ τ ι τ ό έ ρ γ ο τ ο ΰ δ η ­ μ ιο υ ρ γ ο ύ δ έ ν π ε ίθ ε ι ά π ό μ ό ν ο τ ο υ , ά ναλ α μ β ά ν ε ι νά τ ό σ τ η ρ ίξ ε ι μ έ τ ά δ ε κ α ν ί­ κ ια μ ι ά ς σ υ ν η γ ο ρ ία ς π ο ύ π α ρ ο υ σ ιά ζ ε ­ τα ι ώ ς κ ρ ιτ ικ ή , έ ν ώ δ έ ν ε ίνα ι. Ό «κ ρ ι­ τ ικ ό ς » έ τ σ ι κ α λ ε ίτ α ι νά σ υ ν ε ρ γ ή σ ε ι σ έ π λ ύ σ ε ι ς έ γ κ ε φ ά λ ο υ π ο ύ θ ά έ π ιβ ά λ ο υ ν έ κ ε ϊν ο π ο ύ ο ύ τε ό ίδ ιο ς έ χ ε ι κ ρ ίν ει ο ύ­ τ ε ά φ ή σ ε ι α ν ε π η ρ έ α σ τ ο τ ό κ ο ινό , τ ο υ ­ λ ά χ ισ το ν α ύ τό , ν ά τ ό κ ρ ίν ε ι έ σ τ ω μ έ τ ίς π ε ρ ιο ρ ισ μ έ ν ε ς δ υ ν α τ ό τ η τ ε ς π ο ύ έ χ ε ι ( σ ε λ . 3 9 ).

Σκληρή, ώμή, ή θέση, άλλά θά πούμε: όχι γιά πρώτη φορά λεγάμενη. Είναι γνωστή άπό παλιά. Καί δείχνει ότι ή «κριτική» δέν είναι κριτική όταν ή πορεία της καθορίζεται άπό τόν ό ­ ποιο -ισμό καί τίς αποκλίσεις ή πα­ ρεκκλίσεις του. Μάς λέει ό Διονύσιος Λογγίνος: Ό κ ρ ιτ ικ ό ς π ο ύ κ α τ ε υ θ ύ ν ε τ α ι, δ έ ν μ π ο ρ ε ί ν ά κ ρ ίν ε ι ά μ ε ρ ό λ η π τ α . Γ ι α τ ί όν­ τας δο υ λ ω μ ένο ς ά ν α γ κ α σ τικ ά προβ ά λ­ λ ε ι ώ ς σ ω σ τ ό δ ,τ ι έ ξ υ π η ρ ε τ ε ϊ τ ή θ έ σ η το υ. Ό τ α ν ό λ ό κ λ η ρ η ή ζ ω ή τ ο ΰ κ α θ ε νό ς ρ υ θ μ ίζ ε τα ι ά π ό τ ή ν σ κ ο π ιμ ό τ η τα , ή υ ιο θ ε σ ία δ π ο ια ς κ ρ ίσ η ς , π ρ ο β α λ λ ό μ ε ­ ν η ς μ έ σ α ά π ’ τ ό π ρ ίσ μ α τ ή ς ά ν τα μ ο ιβή ς, κ ά νει άδύνα τη τή ν ά π όσ παση κ έ ρ δ ο υ ς ά π ό κ ε ίν ο π ο ύ έ ξ α γ ο ρ ά ζ ε τα ι μ έ π α ρ α χ ω ρ ή σ ε ις τ ο ύ έ σ ω τ ε ρ ι κ ο ΰ μ α ς κ ό σ μ ο υ . Π ώ ς μ π ο ρ ο ύ μ ε , ά φ ο ΰ ε ίμ α σ τ ε δ ο υ λ ω μ έ ν ο ι α τ ή σ κ ο π ιμ ό τ η τα , νά φ α ν ­ τ α σ τ ο ύ μ ε δ τ ι μ έ σ α σ ’ α ύ τ ή τ ή λ ο ιμ ικ ή δ ια φ θ ο ρ ά μ π ο ρ ε ί ό κ ρ ιτ ικ ό ς νά π α ρ α μ ε ίν ε ι έ λ ε ύ θ ε ρ ο ς , δ η λ α δ ή ν ά κ ρ ίν ει α ν ε π η ρ έ α σ τ α κ α ί ν ά μ ή δ ο υ λ ω θ ε ϊ, μ έ τ ή σ ε ιρ ά το υ κ ι α ύ τό ς , ά π ’ τ ό π ά θ ο ς τ ή ς ε π ιτ α γ ή ς ;

Τό συμπέρασμα είναι καταλυτικό: ή κριτική μοιάζει μ’ έφεύρεση πού άποβλέπει σέ παγίωση «θέσεων», χω­ ρίς νά νοιάζεται γιά τό πόσο αύτές ώφελοϋν ή βλάφτουν. Κατά κανόνα ό κριτικός, έτσι, καλείται νά ύπερασπίσει «θέσεις». Γιά νά μήν ύποκύψει στόν εκβιασμό ένα τού μένει: νά σωπάσει. Νά πάψει νά είναι κριτικός, άφοΰ γιά ένα καί τό αύτό πράγμα ύπάρχουν πολλές έρμηνέΐες, Ικανές νά έξυπηρετοΰν «θέσεις» κι όχι αύτόν τόν ίδιο τόν άνθρωπο. Τούτος, άπό τήν πλευρά τώ ν-ισμώ ν, πού στέκον­ ται χάρη σ’ άγορασμένους, μέ πλύση έγκέφαλου, όπαδούς, έρχεται σέ τε-

θίγει «φανερό» πρόβλημα, στήν ούσία οί άπόψεις πού τό συνθέτουν δεί­ χνουν διάθεση, άλλά καί πίστη, μιας σέ βάθος, μέσα άπό τό πρίσμα τής έποχής, διερεύνησης αύτού τού «φα­ νερού» προβλήματος. ΓΓ αύτό καί δέ θά σταθούμε σ’ άναφορές τοΰ τί ήταν, καί μέ ποιό τρόπο έκινεΐτο ή κριτική μέσα στό χτές Έ χ ο υ ν προσδιορίσει οί Πλάτων (Πολιτικ. 260 C, Θεαίτ. 170 Α, 201 Α), ’Αριστοτέλης (Αίσθ. 4.22, Ά ναλ. Ύστ. 2.19, 3, Περί Ψυ­ χής 3.9.1, Ρητορ. βιβλ. III), Θεόφραστος (Περί Αίσθ. 43), Δημήτριος (Πε­ ρί ύφους), Ποσείδιππος (Άναβλέπω ν 4,4), Ά ρτεμίδωρος (Προοίμ. 4,14), Λογγίνος (Περί Ύ ψ ους) κ.δ. τή θέση καί τίς διακινήσεις τής κριτικής (στό έπί μέρος καί τό καθόλου τής ζωής) πολύ πρίν οί νεότεροι, άπό τόν Du Bellay (1522-1560) Αρχίσουν ν’ Ασχολούνται μαζί της. Γιατί ζωή χωρίς κριτική κι άντικριτική δέν μπορεί νά ύπάρξει. Βρίσκεται κανείς σ’ Αδιέξοδο άν θελήσει νά μάθει τί ήρθε πρώτο: ό άνθρωπος ή ή κριτική, δηλαδή άν ό άνθρωπος γέννησε τήν κριτική ή ή κριτική γέννησε τόν άνθρωπο. Αύτό πού έχουμε νά πούμε, τούτη τήν ώρα,ι είναι ότι τό βιβλίο τοΰ Δ . Γιατρό μοιάζει πέτρα πού ρίχνεται σέ λιμνασμένα νερά. Λιμνασμένα έπειδή τόΙ θέλει ή σκοπιμότητα Kt έπειδή ό κρι­ τικός, προκειμένου νά έπιβιώσει, εί­ ναι ύποχρεωμένος νά παλεύει μέσα σ’ αύτά. Καί τούτο γιατί κι ή κριτική Ανήκα στή σαρά έκείνων των λόγων πού ή κίνησή τους βασίζεται ή στήν τοποθέτηση τοΰ κόμματος (,) ή στή σειρά των πραγμάτων πού ή έρμηνεία τους δείχνα διαφορετική Ανάλογα μέ τή θέση έκείνου πού τήν κινεί. ΓΓ αύ τό καί ύπάρχα «φιλοσοφία», «μεταφυ­ σική», «κοινωνιολογία», «φιλολογία», «έπιστήμη», «αισθητική», «λογοτε­ χνία» καί «ίστορία» τής κριτικής. Σκοπός; Ά ς μή φανεί τούτο σχήμα όξύμωρο: νά θολώνονται τά νερά για­ τί έτσι τό κοινό, Ακόμα καί μέ τίς πε­ ριορισμένες του ικανότητες, δέν μπο­ ρεί νά τήν παρακολουθήσει. Δ έν στέί κεται Αρνητικός μπροστά στήν κριτι­ κή ό συγγραφέας. Λέμε ότι «δέν στέ­ κεται», γιατί παρά τό γεγονός ότι έν τοπίζει τό παράνομο πού τή διακρί­ νει, έπιμένει νά βρει τρόπους πού θά τήν μετατρέψουν, άπό έπιφανειακά «Ανωφελές» σέ πραγματικά «χρήσι­ μο». Θά σταθούμε σέ κάποια καίρκί σημεία τοΰ βιβλίου του, γιά νά κάΐ νουμε έκδηλη τή θέση του. 1.—Στό κεφάλαιο «Τέχνη καί Κριτυ κή»: Ή κ ρ ιτ ικ ή .λ ο ιπ ό ν ε ίνα ι κ α ί άναπόι


κ α ι α ν επ ίσ η μ ο υ ς , φ α ν ερ ο ύς η π λ ά ­ γιους, σ έ δ λ α τ ά π λ ά τη κ α ί μ ή κ η τ ή ς ύ φ η λίο υ, ά λ λ ά κ α ί π ο ύ π α ρ ’ δ λ ο υ ς το ύ ς β ια σ μ ο ύ ς το υ δ έ ν π α ύ ε ι νά Α σ κ εί­ τα ι. Κ α ί Α σ κ ε ίτ α ι μ ά λ ισ τ α κ α ί Α π ο τε ­ λ ε σ μ α τ ι κ ά κ α ί έ π ο ικ ο δ ο μ η τικ ά (σ ε λ . 1 5-16).

2.— Στό κεφάλαιο «Ό Καλλιτέχνης καί ό Κριτικός»: Ό κ ρ ιτικ ό ς , δ τ α ν κ α θ ή σ ε ι νά γ ρ ά ­ ψ ει τ ή ν κ ρ ιτ ικ ή το υ έ χ ε ι τ ή ν ύ π ο χ ρ έ ω σ η νά δ ια τ υ π ώ σ ε ι μ ε ε ιλ ικ ρ ίν ε ια τ ις έντ υ π ώ σ ε ις το υ, νά σ τ α θ μ ίσ ε ι κ α ί νά Α ξ ιο λ ο γ ή σ ει μ έ σ υ ν α ίσ θ η σ η ε υ θ ύ ν η ς τ ά π ά ν τα , νά π ε ι ξ ε κ ά θ α ρ α τ ίς κ ρ ίσ ε ις του, χ ω ρ ίς κ α ν έν α έ νδ ο ια σ μ ό , χ ω ρ ίς νά λ ά β ε ι ύπ ό ψ η το υ τυ χ ό ν σ υ μ π ά θ ε ιε ς ή φ ιλ ίε ς ο ύ τε ό π ο ιο υ σ δ ή π ο τε δ ε σ μ ο ύ ς ή, έ σ τω , τή ν σ τ ο ιχ ε ιώ δ η ε ύ γ έν εια π ο ύ έ π ιβ ά λ λ ε ι σ το ν ό π ο ιο ν ά νθ ρ ω π ο νά μ ή λ έ γ ε ι σ τ ό ν σ υ ν ά νθ ρ ω π ό το υ κ α τ ά πρό­ σ ω π ο τυχ ό ν έ λ α τ τώ μ α τ α π ο ύ β λ έ π ε ι σ ’ α υ τό ν ( σ ε λ . 19 ).

3 — Στό κεφάλαιο «Ή Κρίση τού Κοινού»: Α ΰ το κ α τα δ ικ α σ μ έ ν ο σ έ π α θ η τ ικ ή σ τ ά σ η , τό σ ύ γ χ ρ ο ν ο κ ο ιν ό πε ρ ιμ έ νε ι Α πό τό ν κ ρ ιτ ικ ό νά έ π ικ ρ ίν ε ι γιά λ ο γ α ­ ρ ια σ μ ό το υ α ύ τό π ο ύ έκ ε ϊν ο δ έ ν έ χ ε ι τ ή δ υ ν α τό τη τα ο ύ τε τή ν τό λ μ η νά έ π ικ ρ ίι·ι;ι ή νά Α π ο δ ο κ ιμ ά σ ε ι ( σ ε λ . 2 5 ).

ο ύ τε ε μ π ειρ ο γν ώ μ ο ν α ς . Ε κ ε ίν ο που μ π ο ρ ε ί νά π ρ ο σ φ έ ρ ε ι σ τ ό κ ο ιν ό είνα ι Α π λ ώ ς νά τ ό β ο η θ ή σ ε ι νά ξ ε κ α θ α ρ ίσ ε ι τ ίς Α ν τιδ ρ ά σ ε ις το υ μ π ρ ο σ τ ά σ τ ό έρέθ ισ μ α π ο ύ ι ο ύ π ρ ο κ ά λ ε σ ε έ ν α έ ρ γο τ έ ­ χ ν η ς ή μ ιά α ισ θ η τ ι κ ή έ μ π ειρ ία , κ α ί γ ν ώ σ ε ις π ο ύ θ ά τ ο ύ έ π ιτρ έ ψ ο υ ν ν ά σ υ γ ­ κ ρ ίν ει κ α ί νά κ ρ ίν ε ι ( σ ε λ . 3 1 ).

8.— Στό κεφάλαιο «Παρακριτική τοϋ Μάρκετινγκ καί Στρατευμένη Παρακριτική»:

Σ έ κ α μ ιά ά λ λ η έ π ο χ ή ο ί ιδ ε ο λ ο γ ίε ς δ έ ν υ π ή ρ ξ α ν τό σ ο χ ρ υ σ ο φ ό ρ ε ς, δ σ ο σ τ ή β ιο μ η χ α ν ο κ ρ α τ ικ ή έ π ο χ ή μ α ς . Γ ϊ α ύ5. —Στό κεφάλαιο «Ή Κριτική τής τό ν Α κ ρ ιβ ώ ς τό ν λ ό γ ο τ ό μ ά ρ κ ε τ ιν γ κ Κριτικής»: τ ή ς τ έ χ ν η ς έ χ ε ι τ ό σ ο σ υ ν δ υ α σ τ ε ί μ έ τ ίς "Αν σ τ ό χ ο ς τ ή ς « κ ρ ιτ ικ ή ς τ ή ς κ ρ ιτ ι­ δ ιά φ ο ρ ε ς π ο λ ιτ ικ έ ς ή κ ο ιν ω ν ικ έ ς σ κ ο ­ π ιμ ό τ η τε ς ( σ ε λ . 5 7 ). κ ή ς .» είνα ι ό κ λ ο ν ισ μ ό ς κ ά θ ε Ε μπισ το­ σ ύ ν η ς σ τ ή ν π ο λ ιτ ικ ή κ α ί σ τ ή ν ικ α ν ό τ η ­ ’Από τίς θέσεις αύτές βγαίνουν τά τα τ ο ύ κ ρ ιτ ικ ο ύ ή τ ο ύ δ έ κ τ η νά κ ρ ίν ει Ακόλουθα συμπεράσματα: ό συγγρα­ α ύ τό π ο ύ τ ο ύ π ρ ο σ φ έ ρ ο υ ν ο ί σ ύ γ χ ρ ο ν ο ί φέας πιστεύει 1) δτι ή κρτική είναι το υ δ η μ ιο υ ρ γ ο ί-π ρ ω το π ό ρ ο ι, δ έ ν έ π ιΑναπόφευκτο κι Αναφαίρετο δικαίωμα δ ιώ κ ε τ α ι δ μ ω ς κ α ί ή κ α τ ά ρ γ η σ η τ ο ύ τοϋ Ανθρώπου, 2) δτι ό κριτικός πρέκ ρ ιτ ικ ο ύ ( σ ε λ . 3 8 -3 9 ). π α νά ’ναι Αδέσμευτος, 3) δτι τό κοι­

6. — Στό κεφάλαιο «Ή λειτουργία τής νό χρειάζεται τόν κριτικό, 4) δτι ό Κριτικής»: κριτικός δέν είναι δικαστής ή έμπειρογνώμονας, 5) δτι ή παρουσία τού κριτικού είναι Απαραίτητη, 6) δτι ό κριτικός λόγος είναι πολυδιάστατος, 7) δτι ό κριτικός-δημοσιογράφος εί­ ναι δεμένος μέ τήν έπικαιρότητα καί 8) δτι στήν έποχή μας ή κριτική είναι στρατευμένη Από τίς πολιτικές καί 7. — Στό κεφάλαιο «Ό Κριτικός καί ό κοινωνικές σκοπιμότητες, δτι έχει Τύπος»: γίνει έμπόριο καί τέλος δτι έχει ξεπέ7 / δ η μ ο σ ιο γ ρ α φ ικ ή κ ρ ιτ ικ ή έ χ ε ι σει στό χώρο τής παρακριτικής. π ρ ώ τα π ρ ώ τα τ ο ύ τ ο τ ό χ α ρ α κ τ η ρ ισ τ ι­ Συμφωνούμε μ’ αύτές τίς Απόψεις. κ ό : "Οτι, κ α θ ώ ς είνα ι δ ε μ έ ν η μ έ τή ν 'Η κριτική πρέπει νΑ λειτουργεί, δταν

Ί 1 κ ρ ιτ ικ ή μ π ο ρ ε ί νά είνα ι π ο λ λ ά δ ια φ ο ρ ε τικ ά π ρ ά γ μ α τ α , δ η λ α δ ή νά ε ί­ ναι το ύ τ ο ή έ κ ε ϊν ο ή κ α ί νά είνα ι π ο λ ­ λ ά π ρ ά γ μ α τ α τ α υ τό χ ρ ο ν α , Α νά λ ο γ α μ έ τ ό Α ν τικ είμ εν ό τ η ς , τ ο ύ ς σ τ ό χ ο υ ς τ η ς , τόν τρ ό π ο μ έ τ ό ν ό π ο ιο π α ρ ο υ σ ιά ζ ε τα ι (σ ε λ . 40 ).

ΓΡΑΜΜΑΤΑ καί Τέχνες —

κ α ι το χ ρ ο νικ ο α ύ τ η ς τ η ς π ρο σ φ ο ρ ά ς ή α ύ το ΰ τ ο ύ γ ε γ ο ν ό τ ο ς ( σ ε λ . 4 8).

— -r?ss: I

• 'Ο Στρ. Τσίρκας γρά φ ει γιά τίς Μ έ ρ ε ς τ ο ϋ 1 9 4 5 - ’5 1 τοΰ Γ.Σ εφέρη • Γιά τήν κοινωνικοποίηση τής αρχιτεκτονικής

• Διαγωνισμός

• Τό έλληνικό λαϊκό μυθιστόρημα • Γκαΐτε, 150 χρόνια απ’ τό θάνατό του • Ποίηση · Πεζογραφία · Εικαστικά · Βιβλιοκριτική


Εντοπιστεί τό άντικείμενό της, μέ τή βοήθεια τής Ερευνας των στοιχείων πού τό συνθέτουν, μέ μελέτη, άνάλυση, κατάταξη, σύγκριση καί Αξιολό­ γησή τους, γτά άποδοχή ή Απόρριψη. Γιατί πιστεύουμε ότι ώς λόγος πρέπει νά είναι προϊόν Εμπεριστατωμένης μελέτης τής Αλληλουχίας τών γεγο­ νότων, κρίση πού βασίζεται στίς Ανα­ λογίες καί στίς παραλλαγές. Δηλαδή σύνθετη θεώρηση, πού Αφορά όχι μό­ νο τό κρινόμενο, Αλλά κι αύτούς πρός τούς όποιους Απευθύνεται, Ακό­ μα κι αύτόν τόν κριτικό. Σέ μιά γενι­ κότερη θεώρηση: είναι «ξενάγηση» στό χώρο τού μύθου, των ήθών, τοΰ σκοπού, τοΰ ύφους, στά πεδία χώρου - χρόνου, χωρίς νά παίζει ρόλο πόσο δλ’ αύτά είναι κοντά στό τρέχον ή μακριά Απ’ αύτό. Καί τό σπουδαίο: αύτή ή «ξενάγηση» πρέπει νά γίνεται Από τόν Εξωτερικό πρός τόν Εσωτερι­ κό κόσμο κι Από τόν Εσωτερικό πρός τόν Εξωτερικό, δηλαδή κάτω Από Ε­ ναν πετυχημένο συνδυασμό, αύτού πού ήταν μ’ Εκείνο πού είναι. 'Υποστήριζα ό συγγραφέας: Ό κ ρ ιτικ ό ς , λ έ γ ο υ ν , π ρ έ π ε ι νά κ ρ ί­ νει α ν τικ ε ιμ ε ν ικ ά . Τ ί σ η μ α ίνε ι α ύ τή ή έ κ φ ρ α σ η , ή τό σ ο κ ο ιν ό χ ρ η σ τη ώ σ τό σ ο ; Ά φ ο ΰ δ λ ο ι γ νω ρ ίζ ο υμ ε δ τ ι τ ις κ ρ ί­ σ ε ις τ ις δ ια τυ π ώ ν ο υ ν ο ί ά ν θ ρ ω π ο ι, τ ά υ π ο κ ε ίμ ε ν α κ α ί δ χ ι τ ά Α ντικ είμ εν α ; Τ ά Α ντικ είμ εν α έ ξ ε τά ζ ο ν τα ι, σ τα θ μ ίζο ν τα ι, Α ξιο λ ο γο ύν τα ι, π ά ν τα Α πό τ ό ύ π ο κ ε ίμ ε νο , τό ν ά ν θ ρ ω π ο . Π ο τ έ δ έ ν κ ρ ίνουν ο ύ τε Α ξ ιο λ ο γο ύν α ύ τ ά τ ά ίδ ια . Ό δ έ ά νθ ρ ω π ο ς, π ο ύ γ ιά νά κ ρ ίν ει π ρ ο σ π α ­ θ ε ί νά μ ε τ α τ ρ α π ε ϊ σ έ Α ντικ είμ εν ο —ά ν ύ π ο θ έ σ ο υ μ ε δ τι μ π ο ρ ε ί νά γ ίνε ι κ ά τ ι τ έ το ιο !— π α ύ ει νά είνα ι ά ν θ ρ ω π ο ς κ α ί κ α τ ά σ υ ν έ π ε ια π α ύ ει νά έ χ ε ι κ ρ ίσ η κ α ί δ ικ α ίω μ α κ ρ ίσ ε ω ς ( σ ε λ . 1 9 -2 0).

Θά διαφωνήσουμε, Εδώ, μέ τόν συγγραφέα. Ό κριτικός, Αν θέλει, μπορεί νά κρίνει Αμερόληπτα. Δηλα­ δή νά λέει κατά πρόσωπο τήν Αλή­ θεια, Ακόμα κι όταν τό κρινόμενο μπορεί νά τόν κατηγορήσει γιά Ανί­ κανο ή Ανέντιμο. Φέρνουμε Ενα παρά­

96

δειγμα, πού Αφορά τόν κριτικό τού βιβλίου: τοΰ στέλνουν, π.χ., τρία μυ­ θιστορήματα, μέ μύθο Από τήν Αντί­ σταση Εναντίον των χιτλερικών στρατευμάτων κατά τήν περίοδο τής κατοχής τής χώρας Απ’ αύτά. Τό πρώτο είναι γραμμένο Από δεξιό, τό δεύτερο Από κεντρώο, τό τρίτο Από Αριστερό. "Ας ύποθέσουμε ότι ό κριτι­ κός είναι δεξιός. Ποιο θά 'ναι τό πρό­ βλημά του; Τό βιβλίο τού δεξιού ή τά βιβλία τοΰ κεντρώου καί τοΰ Αριστε­ ρού συγγραφέα; Σ’ αύτΑ τά βιβλία ύπάρχουν «θέσεις», Αντιμαχόμενες. Τί θά κάνει, άφοΰ αύτές βρίσκονται σ’ Αντίθεση μέ τή δική του; Ά ν είναι «φανατισμένος» (δηλαδή δν δέν βλέ­ πει τίποτα πέρα Από τή δική του θέ­ ση, άν δέν είναι σέ θέση νά παρα­ δεχτεί ότι ήρωισμός δέν ύπάρχει Από τή μιά πλευρά, Αλλά κι Από τήν δλλη, ότι Ελαττώματα δέν Εχουν μόνο οί άλλες.πλευρές, Αλλά κι ή δική του, ό­ τι κοινωνικές, πολιτικές ή άλλες σκο­ πιμότητες δέν ύπηρετοΰν μόνο οί άλ­ λες πλευρές, Αλλά κι ή δική του) θ’ άπορρίψει τό βιβλίο. Τό ίδιο θά συμβεΐ δν ό κριτικός είναι κεντρώος: θ’ άπορρίψει τά βιβλία τοΰ δεξιοΰ καί τοΰ Αριστερού, όμοια όπως ό Αριστε­ ρός κριτικός θ’ άπορρίψει τά βιβλία τοΰ δεξιοΰ καί τοΰ κεντρώου. Κανέ­ νας, Ετσι, Απ’ τούς τρεις δέν θά βρει στό βιβλίο των άλλων κάτι καλό. Θά ίσχύσει, Εδώ, ή λαϊκή ρήση «"Οποιος δ έν ' παινέψει τό σπίτι του πέφτει καί τόν πλακώνει»; Αύταπόδεικτο ότι ό κριτικός (δεξιός, κεν­ τρώος, Αριστερός) μεταβάλλει τή ρή­ ση σέ modus viventi κι Ακόμα σέ modus facienti. Μοιραία ό Αναγνώ­ στης τριχοτομείται καί δέν μαθαίνει ποτέ άν στόν Αντίθετο, πρός τίς Από­ ψεις του, ύπάρχει κάτι καλό, πού όφείλει, δν σκεφτεΐ Αμερόληπτα, νά τό παραδεχτεί. Ό κριτικός Ανήκει, πρέπει ν’ Ανή­ κει, στή σειρά Εκείνων τών Ανθρώπων πού κατά τήν ώρα τής δουλειάς τους όφείλουν νά μή μεταφέρουν στό χώ­

ρο της τά προσωπικά τους. Καί μπο­ ρούν, δν θέλουν. Ά ς μάς συγχωρήσει ό συγγραφέας, γιά τήν έμμονή μας στό σημείο αύτό. Περισσότερο δέν μπορούμε νά έπεκταθοΰμε. Λέει ό συγγραφέας: Τ ί ς μ ε γ ά λ ε ς π ίκ ρ ε ς, τ ίς μ ε γ ά λ ε ς Α π ο γ ο η τ ε ύ σ ε ις δ έ ν τ ίς έ δ ω σ α ν σ τ ο ύ ς κ α λ λ ιτ έ χ ν ε ς ο ί κ ρ ιτικ ο ί. Τ ίς έ δ ω σ ε τό κο ινό . Ο ί ισ το ρ ικ έ ς π τ ώ σ ε ις μ ε γ ά λ ω ν έ ρ γω ν, ο ί ισ το ρ ικ έ ς Α π ο δ ο κ ιμ α σ ίε ς μ ε ­ γ ά λ ω ν κ α λ λ ιτ ε χ ν ώ ν , τ ά σ φ υ ρ ίγ μ α τα , τ ά π ο δ ο κ ρ ο τ ή μ α τα , τ ά μ α ξ ιλ α ρ ώ μ α τα ή τα ν π ιό φ ο β ε ρ έ ς ψ υ χ ικ έ ς δ ο κ ιμ α σ ίε ς γ ιά τ ο ύ ς κ α λ λ ιτ έ χ ν ε ς Α π ό τ ίς έ π ικ ρ ίσ ε ις ή τ ο ύ ς λ ιβ έ λ λ ο υ ς τ ώ ν κ ρ ιτικ ώ ν ...

Καί διευκρίνιζα: Σ τ ά χ ρ ό ν ια μ α ς τ έ τ ο ιε ς έ κ δ η λ ώ σ ε ις Α π ο δ ο κ ιμ α σ ία ς έχ ο υ ν γ ίν ε ι έ ξ α ιρ ε τ ικ ά σ π ά ν ιε ς . Τ ό κ ο ιν ό τ ή ς έ π ο χ ή ς μ α ς εί­ ναι τ ό π ιό κ α λ ό β ο λ ο κ ο ιν ό π ο ύ ύ π ή ρ ξ ε π ο τέ. Δ έ χ ε τ α ι Α δ ια μ α ρ τύ ρ η τα τ ά π ά ν ­ τα , Α κ ό μ α κ α ί κ ε ίν α π ο ύ τ ο ύ είνα ι Α κα τα νό η τα ή τ ο ΰ π ρο κ α λο ϋν δυσφ ο­ ρ ία . Κ ι δ χ ι μ ό ν ο τ ά δ έ χ ε τ α ι, Α λ λ ά κ α ί τ ά χ ε ιρ ο κ ρ ο τ ε ί. Μ ο ν ά χ α π ο ύ α ύ τό τό κ ά ν ε ι γ ι α τ ί δ έ ν έ χ ε ι ή δ έ ν τ ο λ μ ά νά έ ­ χ ε ι γ ν ώ μ η . Ο ί γ ν ώ μ ε ς τ ο υ , ο ί Ι δ έ ε ς τ ου, ε ίνα ι α ύ τ έ ς π ο ύ τ ο ύ κ α τ α σ κ ε υ ά ζ ο υ ν ο ί δ ιά φ ο ρ ε ς σ ύ γ χ ρ ο ν ε ς σ κ ο π ιμ ό τ η τε ς , κ ο ιν ω ν ικ έ ς ή π ο λ ιτ ικ έ ς ή σ κ ο π ιμ ό τ η ­ τ ε ς σ υ μ φ ερ ό ν τω ν , κ α ί π ο ύ έχ ο υ ν σ τ ή δ ιά θ ε σ ή το υ τ ά φ ο β ε ρ ά μ έ σ α π ε ιθ ο ϋ ς π ο ύ τ ο ύ ς π ρ ο σ φ έ ρ ε ι ή σ ύ γ χ ρ ο ν η τεχ ν ο ­ λ ο γ ία ( σ ε λ . 2 3 , 2 4 , π ρ β λ . κ α ί σ ε λ . 2 5, 2 6).

Συμπέρασμα: τό κοινό «ντοπαρι­ σμένο» δείχνεται καλόβολο. ’Αλλά τό κοινό πάντα ήταν «ντοπαρισμένο» καί ποτέ δέν μάθαινε τήν «Αλήθεια» —μάθαινε, Από κάθε πλευρά, τήν Αλή­ θεια πού συνέφερε τήν τελευταία. Τήν άσπρη Αλήθεια δέν τήν μάθαινε ποτέ, κι οΰτε θά τή μάθει. Γιατί, όπως Ελεγε ό Anatole France, άσπρη, συμπαντική, Αλήθεια δέν ύπάρχει. Είναι μιά όφθαλμαπάτη. Συνέχεια, Ετσι, τό κοινό ζεϊ μέ τή βοήθεια τής «πειθοΰς». ΓΓ αύτό καί ποτέ δέν είχε, δπως καί δέν Εχει, τή δύναμη ν’ άντισταθεΐ. Δέν


ύπήρξε, άλλωστε, εποχή δπου τό κοι­ νό, ξαφνικά, νά ξύπνησε καί νά κινή­ θηκε έναντίον αύτοϋ ή έκείνου. "Οταν κινείται έχει προηγηθεΐ ή διεργασία γι* αύτό. Καί μέσα σ’ αύτή τή διεργα­ σία ό κριτικός είναι αύτός πού έρεθίζει, πού ξεσηκώνει. Τό έξυπνο στήν περίπτωσή του είναι δτι ρίχνει τήν ευθύνη στό κοινό. 'Οταν δίνεται στόν κριτικό τό δικαίωμα, μέ βάση ποσο­ στά, νά μιλάει «έξ δνόματος» τοΰ κοι­ νού, είναι άφέλεια νά παραδεχτούμε δτι τό κοινό έπιβάλλει θέσεις. Τοΰ έπιβάλλονται θέσεις. Αύτή είναι ή ά­ σπρη αλήθεια. Πρέπει, δν θέλουμε νά μιλάμε γιά πραγματική κριτική, νά δμολογήσουμε δτι τό κοινό δέν έχει τή δύναμη ούτε νά καθορίσει, ούτε καί νά προσδιορίσει αύτό πού θέλει. Γιατί κινείται άνάλογα μέ τις πολιτι­ κές, τίς κοινωνικές ή κάθε άλλου εί­ δους σκοπιμότητες. Κι έδώ ό κριτι­ κός (πού είναι ένταγμένος) βοηθά στό «ντοπάρισμα» τοΰ κοινού, γιά νά δέ­ χεται αύτό άδιαμαρτύρητα κι αύτά ακόμα πού τού είναι άκατανόητα. Επειδή, σωστή ή παρατήρηση έδώ τού συγγραφέα, «γιατί δέν έχει ή δέν τολμά νά έχει γνώμη». Έτσι: Αύτοκαταδικασμένο σέ παθητική στάση, περιμένει άπό τόν κριτικό νά έπικρίνει γιά λογαριασμό του αύτό πού έκείνο δέν έχει τή δυνατότητα ούτε τήν τόλμη νά έπικρίνει ή νά άποδοκιμάσει (σ. 25). Πρέπει νά παρα­ δεχτούμε δτι τό κοινό δέν μπορεί νά κατευθύνει τόν έαυτό του. "Αλλοι μι­ λούν γι’ αύτό κι οί εύκαιρίες πού τοΰ δίνουν νά μιλά, δήθεν τό ίδιο, είναι σχεδιασμένες, σ’ δλα τά μήκη καί τά πλάτη τής ύφηλίου. Είναι άφελής ή παρατήρηση, κι άς μήν τή δέχεται ό συγγραφέας (σελ. 29-30), δτι στήν έποχή μας τό κοινό περιμένει ν ’ άκούσει, νά δεί, νά νιώσει. Ή τακτική είναι πανάρχαιη. ’Από καταβολής κό­ σμου είναι συνηθισμένο νά τού προ­ σδιορίζουν τά αισθητικά του ένδιαφέροντα. Πώς μπορεί ν ’ άντιταχτεΐ σ’ αύτή τήν τακτική τό κοινό, άφοΰ κι ό κριτικός είναι σ’ αύτή δουλωμένος; Μπορεί, μετά άπ’ αύτά, νά ρωτήσει κανείς: — Μά, μπορεί νά είναι ό κριτικός άμερόληπτος, νά κρίνει, δηλαδή, Α ν­ τικ ε ιμ ε ν ικ ά ;

Πρίν άπαντήσουμε άφήνουμε τόν συγγραφέα νά πεί: Τ ό πόσο ά στο χη κ α ί Α π α ρά δ εκτη είνα ι ή έ κ φ ρ α σ η « α ν τικ ε ιμ ε ν ικ ή κ ρ ί­ ση », μ α ρ τυ ρ ε ΐτ α ι κ α ί ά π ό τ ό γ ε γ ο ν ό ς δ τ ι γ ιά τ ά ίδ ια α ν τικ είμ εν α μ π ο ρ ε ί νά π α ρ ο υ σ ια σ το ύ ν π ο ικ ίλ ε ς ή κ α ί α ν τιφ α ­ τ ικ έ ς θ ε ω ρ ή σ εις. Π ο λ ύ π ε ρ ισ σ ό τερ ο π ο ικ ίλ ε ς , λο ιπ ό ν, ή κ α ί Α ν τιφ α τικ ές , μ π ο ρ ε ί νά ε ίνα ι ο ί κ ρ ίσ ε ις π ο ύ θ ά προκ ύ ψ ο υ ν ά π ό τή ν σ τά θ μ ισ η τω ν θ ε ω ρ ή ­ σ ε ω ν α υ τώ ν τω ν Α ντικ ειμ ένω ν, δ σ ο

« Α ντικ ειμ εν ικ ά » , δ η λ α δ ή δ σ ο Α π ρ ό σ ω ­ π α κ α ί ψ υ χ ρ ά κ ι α ν γ ίν ο ν τα ι α ύ τ έ ς ο ί σ τ α θ μ ίσ ε ις . Α λ λ ά , Α κ ό μ η κ α ί α ν δ ε χ ό ­ μ α σ τ ε δ τ ι π ρ ά γ μ α τι μ π ο ρ ε ί νά ύ π ά ρ ξ ε ι Α ν τ ικ ε ιμ ε ν ικ ή κ ρ ίσ η , θ ά π ρ έ π ε ι ν ’ Α να ­ ρ ω τ ιέ τ α ι κ α ν ε ί ς π ώ ς ε ίνα ι δ υ να τό ν νά ύ π ά ρ χ ε ι Α ν τ ικ ε ιμ ε ν ικ ή κ ρ ίσ η σ τ ή ν π ε ­ ρ ιο χ ή τ ή ς τ έ χ ν η ς , δ π ο υ π ρ ο ϋ π ό θ εσ η τ ή ς κ ρ ίσ ε ω ς ε ίνα ι ή σ υ γ κ ίν η σ η . Ή δ π ο ια σ υ γ κ ίν η σ η , έ σ τ ω κ α ί α ύ τ ή π ο ύ λ έ γ ε τ α ι « α ισ θ η τικ ή σ υ γ κ ίν η σ η » κ α ί π ο ύ , έ τ σ ι δ π ω ς π ρ ο β ά λ λ ε τ α ι σ έ Α ντι­ δ ια σ το λ ή π ρ ό ς τ ή ν Α νθ ρ ώ π ιν η σ υ ­ γ κ ίν η σ η , Α φ ή ν ε τα ι νά ύ π ο ν ο η θ ε ϊ δ τ ι π ρ ό κ ε ιτα ι γ ιά ά π α ν θ ρ ω π ισ μ έ ν η σ υ ­ γ κ ίν η σ η , έ ν ώ δ έ ν είνα ι, Α φ ο ύ έ π ιδ ρ ά κ α ί α ύ τ ή σ τ ό ν σ υ ν α ισ θ η μ α τ ικ ό μ α ς κ ό ­ σμ ο ( σ ε λ . 2 0 ).

Έδώ ό συγγραφέας κάνει ένα βασι­ κό λάθος, μέ τό ν ’ άλλοιώνει τή θέση τοΰ κριτικού. "Οταν ό ίδιος δηλώνει: Ό κ ρ ιτ ικ ό ς δ έ ν είνα ι ο ύ τε δ ικ α σ τ ή ς , ο ύ τε έμ π ειρ ο γν ώ μ ο να ς . ’Ε κ ε ίν ο π ο ύ μ π ο ρ ε ί νά π ρ ο σ φ έ ρ ε ι σ τ ό κ ο ιν ό είνα ι ά π λ ώ ς νά τ ό β ο η θ ή σ ε ι νά ξ ε κ α θ α ρ ίσ ε ι τίς Α ν τιδ ρ ά σ ε ις το υ μ π ρ ο σ τ ά σ τ ό έ ρ έθ ισ μ α π ο ύ τ ο ΰ π ρ ο κ ά λ ε σ ε ένα έ ρ γο τ έ ­ χ ν η ς ή μ ι ά α ισ θ η τ ι κ ή έ μ π ειρ ία , κ α ί γ ν ώ σ ε ις π ο ύ θ ά τ ο ύ έπ ιτρ έ ψ ο υ ν νά σ υ ­ γ κ ρ ίν ε ι κ α ί νά κρ ίν ει. Γ ι α τ ί είνα ι Αν­ θ ρ ώ π ινο νά μ ή μ ά ς Α ρ κ ε ί νά δ ε χ ό μ α ­ σ τ ε Α π λ ώ ς ένα α ισ θ η τι κ ό έ ρ έθ ισ μ α Α λ λ ά κ α ί νά θ έ λ ο μ ε νά δ ιε ρ ε υ νο ύ μ ε π ο ύ ο φ ε ίλ ο ν τα ι ο ί Α ν τιδ ρ ά σ ε ις π ο ύ μ α ς π ρ ο κ ά λ ε σ α ν α ύ τ ό τ ό έ ρ έ θ ισ μ α ( σ ε λ . 3 1 ).

Δέν μπορούμε νά ύποστηρίξουμε δτι ό κριτικός έχει τό δικαίωμα, τήν ώρα πού κρίνει ένα δποιο έργο, νά διατυπώνει τίς κατά τήν άποψή του προτιμήσεις του. "Αν έτσι πρέπει νά ’χουν τά πράγματα προτιμότερο είναι (άφοΰ κανείς δέν τοΰ άφαιρεϊ τό δι­ καίωμα νά έρεθίζεται άπό τό δποιο έργο .τέχνης) νά κάνει αύτός ένα έργο τέχνης καί μ’ αύτό νά διατυπώσει τίς άπόψεις του. Δ έν έχει, μ’ άλλα λόγια, δικαίωμα νά κρίνει τό δποιο έργο τέ­ χνης μέ τά δικά του, τά αίσθητικά, μέ­ τρα. Δικαίωμα έχει (μιά κι ή κριτική στηρίζεται σέ κάποια στοιχεία όρθόδοξα ή άνορθόδοξα —τό τελευταίο ύπόκειται σέ έξέταση ύποχρεωτικά) νά κρίνει τό έργο μ’ δ,τι αύτό παρουσιά­ ζει. Καί μέ βάση τή λογική (τών στοι­ χείων πού διέπουν τήν κριτική —σ ’ ένα σημείο συγκλίνουν άκόμα καί οί άντιθέσεις μέ βάση τά όριοθετημένα π.χ. χρώματα τής Ίριδας, μ’ δλες τους τίς παραλλαγές) νά πεί άν στέκει ή δέν στέκει τό έργο τέχνης. Σέ κατα­ κλείδα: δέν μπορεί, δέν έχει τό δι­ καίωμα νά κρίνει ό κριτικός μέ τά δι­ κά του τά μέτρα, δηλαδή μέ τό τί θά ήθελε νά πεί γι’ αύτόν ό δημιουργός. Γιατί άκόμα καί στήν περίπτωση πού θά μιλήσει μέσα του ό άνθρωπος, όφείλει, αύτόν τόν άνθρωπο νά τόν πα­ ραμερίσει. Γιατί δέν άπευθύνεται σ '

αύτόν: άπευθύνεται στό κοινό, χωρίς νά παίζει ρόλο πού αύτό είναι τοπο­ θετημένο ή γιατί είναι τοποθετημένο. Κι είναι άλλο άνέκδοτο άν ή τοποθέ­ τηση τοΰ κοινού έγινε άπό μιά δική του (δηλαδή αύτοΰ τοΰ Ιδιου τοΰ κοινού) διάθεση (άπόρροια ένός άκουσα, είδα, ένιωσα) ή άπό μιά διάθε­ ση τής δποιας σκοπιμότητας πού τό ύποχρέωσε νά πιστεύει δτι αύτό διά­ λεξε κι δ χι τοΰ διάλεξαν, έπιτήδεια,τή θέση. Έ ρχεται, έδώ, σ’ άντίθεση μέ τή θέ­ ση του ό συγγραφέας. Ά ν έπρόκειτο γιά τόν άπλό άνθρωπο τό γεγονός δέν θά είχε σημασία. Πρόκειται δμως γιά τόν κριτικό, αύτόν άπ’ τόν όποιο τό κοινό περιμένει βοήθεια γιά νά κα­ τανοήσει τί λέει τό έργο τέχνης κι δχι τί λέει γιά τό έργο τέχνης, ώς άνθρω­ πος, ό κριτικός. Είναι —άλλως δέν θά κέντριζε τό ένδιαφέρον μας— ένα ζωντανό βιβλίο τούτο τό βιβλίο τοΰ Δ. Γιατρό. Τό πλέον χαρακτηριστικό του στοιχείο είναι δτι σέ κρατά άπό τήν άρχή ώς τό τέλος σ’ έγρήγορση. Δέν γνωρί­ ζουμε τόν συγγραφέα, γιά νά είπωθέί δτι τού παρέχουμε κολακεία. Ή άποστασιοποίηση άπ’ αύτόν, δμως, μάς παρέχει τή δυνατότητα νά χαροΰμε, δχι μόνο τά σημεία δπου δέν έχουμε άντίρρηση (θά ήταν άφύσικο ό συγ­ γραφέας νά μάς ρωτούσε τί θά θέλαμε νά γράψει γιά νά συμφωνούμε μαζί του), άλλά καί τά σημεία δπου έχουμε τή δυνατότητα ν ’ άναπτύξουμε κά­ πως ιδιαίτερες άπόψεις, πάνω στό φλέγον θέμα τής κριτικής. ΓΓ αύτό, κι έπειδή συμφωνούμε δτι καί στήν έποχή μας (κι δχι «στήν έποχή μας») ή κριτική (δπως κι δλα τά είδη τοΰ λό ­ γου) έχει ύπόδουλωθεϊ στή σκοπιμό­ τητα, θά προσθέσουμε δτι άνάγκη είναι ν ’ άπολιτικοποιηθεί ή κριτική. Δηλαδή νά πάψει νά ’ναι τό τυφλό δργανο τής πολιτικής σκοπιμότητας. Ά ς ξεκαθαρίσουμε δμως τά πράγ­ ματα: Κάθε άνθρωπος είναι κάπου τοπο­ θετημένος. Είναι άδιανόητη ή ούδετερότητά του. Ή τοποθέτησή του είναι καθήκον. Τό σωστό ή δχι πού τή δια­ κρίνει είναι θέμα παιδείας. Αύτής άπόρροια είναι οί ιδέες του, οί πεποι­ θήσεις του, άκόμα καί οί ένοράσεις του. Ή ίδιότητά του δέν παίζει ρόλο. Αύτή είναι θέμα προσανατολισμού. Ώ ς άνθρωπος (πού ζεί δλο τό φάσμα τών γνώσεων, άπό αύτό τής φιλοσο­ φίας ώς έκείνο τής καταγραφής τών πράξεών του, δηλαδή τής Ιστορίας) έ­ χει δικαίωμα νά κρίνει καί νά κατα­ κρίνει προσωπικά. "Οταν δμως περι­ βάλλεται τό ρούχο τοΰ έπίσημου κρι­ τικού (μέ αύτοβουλία ή ύπόδειξη —έξετάζεται τό θέμα άπό τόν συγγρα­ φέα, σελ. 28-33) δέν τού έπιτρέπεται


(τουλάχιστον κατά 50%) νά κρίνει «καθ’ ύπόδειξη», δηλαδή νά μήν αύτοελέγχει τό λόγο του. ’Αναλαμ­ βάνοντας ρόλο κριτικού πρέπει νά είναι όπλισμένος μ’ ένα όπλο φοβερό: τή νηφαλιότητα. Μ’ αύτή, την ώρα ό ­ που κρίνει Αποφεύγει τόν «έγκλωβισμό» πού προκαλεΐ τό πάθος. Γιατί ρόλος του δεν είναι νά κατευθύνει, Αλλά νά έξηγήσει, νά προσφέρει όλα όσα συνιστοΰν «αίτια» καί «Αφορμή» καί ν’ Αφήσει τό κοινό νά κρίνει, Αν, φυσικά, δέν τό λογαριάζει καθ' ύπόδειξη «Αγέλη», πού πρέπει, κοντά στόν τσοπάνο, νά ’χει σ' έτοιμότητα καί τό σφύριγμα καί τή γκλίτσα καί τό σκύλο. Ή τοποθέτησή του, χωρίς Αμφιβολία, είναι Απόρροια πολιτικής. Ή πολιτική, όμως, δέν είναι Αλάθητη. Ή κριτική ρόλο έχει νά τήν έξευγενίζει, νά προλαβαίνει τ’ άτοπήματά της. Ρόλος της δέν είναι νά χειροκροτεί Ανεπιφύλακτα. Ρόλος της είναι νά βλέπει τό σωστό, όπου κι Αν είναι αύτό, Αφού σ' όλο τό πολιτικό φάσμα οί άλληλοδανεισμοί Αποτελούν όρο ύ­ παρξης. Κρίνοντας μέ νηφαλιότητα είναι σέ θέση νά δει, σέ κάθε κατεύ­ θυνση καί νά έπισημαίνει ή ν’ Αξιολο­ γεί καί τό έλάττωμα καί τό προτέρη­ μα. Γιατί έλαττώματα καί προτερήμα­ τα έχει νά δείξει κάθε πλευρά. Καμιά Αμφιβολία ότι, όπως καί χτές, καί σήμερα ό κόσμος είναι διαι­ ρεμένος σέ στρατόπεδα. Παιχνίδι χω­ ρίς στρατόπεδα δέν γίνεται. Κανένας, έπομένως, δέν μπορεί, βάζοντας τό χέρι στήν καρδιά, νά πει ότι τό δικό του τό στρατόπεδο είναι ύπεράνω ύποψίας. Ό λ α τά στρατόπεδα βαρύνονται μ’ έλαττώματα, όλα έχουν νά έπιδείξουν κάποιες Αρετές. Ό λ α δέχονται έπιθέσεις καί κανένα δέν τίς Αντιμετωπίζει παθητικά. Ό σ ο ι έπιτίθενται δέχονται Αντεπιθέσεις. Κανένα στρατόπεδο δέν κάθεται νά τό σφά­ ξουν γιά ν ’ Αγιάσει. Προαγοράζει τήν Αγιοσύνη, μέ τό ρητό «Ό σκοπός Α­ γιάζει τά μέσα». Τί μένει στόν ένταγμένο σέ στρατόπεδο κριτικό; Ν ά μήν Αποσιωπά ούτε τά έλαττώματα, ούτε τά προτερήματα τού δικού του ή τού Αλλου στρατοπέδου. Ρόλος του είναι νά έξευγενίζει κι δχι νά έξαγριώνει τά ήθη. Γιατί ή ζωή (Από τά πανάρχαια χρόνια) μοιάζει μέ κατάστημα (τυπι­ κά) «αύτοσερβιρίσματος». Τό κακό, όμως, είναι δτι σέ καμιά έποχή ό άν­ θρωπος δέν είπε τί πρέπει νά ύπάρχει σ’ αύτό. Ά λ λ ο ι τού ρυθμίζουν τά μέ­ σα σ’ αύτό είδη, Αλλοι τόν κατευ­ θύνουν πότε καί πώς θά μπει σ ’ αύτό καί τί θά πάρει. Ρόλος, έδώ, τού κριτι-

σκεται. ’Α λίμονο Αν ό κριτικός παρα­ δεχτεί δτι μόνο τό καλό πού συμφέρει τό στρατόπεδό του πρέπει νά προβά­ λει. Θά ειπωθεί, βέβαια, δτι κάτι τέτοιο Από τόν κριτικό όδηγεΐ σέ διάσπαση τού στρατοπέδου καί σέ μείωση τής δύναμής του. Ό μονολτθισμός, δμως, δπου κι Αν παρουσιάζεται, δποτε πα­ ρουσιάστηκε, δέν όδήγησε πουθενά. Κατέληξε στό χειρότερο: μετάτρεψε τή ζωή Από πεδίον Αμιλλας σέ πεδίο ζούγκλας. Έ χει ύποχρέωση ό κριτι­ κός νά προλαβαίνει κάτι τέτοιο. Στό Αντίθετο δέν Ισχύει τό «δέ μπορώ» —Ι­ σχύει-τό «δέ θέλω». Συμπερασματικά: ό Δ. Γιατράς έ­ δωσε ένα ζω ντανό βιβλίο, δπου μέσα σ’ αύτό εύκολοδιάκριτη είναι ή φλό­ γα γιά σωστή τοποθέτηση τής κριτι­ κής. δσο κι Αν κάπου κάπου δείχνει Ό ρόλος τής κριτικής στίς μέρες μας διαφέρει Από Αλλες έποχές. Καί τού­ το γιατί ό ρόλος τού Αντικειμένου της, τής τέχνης, άπόχτησε πλατύτε­ ρες διαστάσεις Από Αλλοτε. Ά λλω στε ή κριτική Αργά έρχεται νά διεκδικήσει θέση Ανάμεσα στίς Αλλες φιλολο­ γικές έπιστήμες καί τέχνες. Δέ χρειά­ ζεται νά ρωτήσει κανείς γιατί. Έ πρε­ πε νά προηγηθεΐ ή γέννηση τών Αλ­ λων τεχνών, τής λογοτεχνίας, τής ζωγραφικής, τής μουσικής, τού χο­ ρού, τού θεάτρου καί ύστερα νά έρθει καί ή σειρά τής κριτικής. Κι δπως ξέ­ ρουμε μόλις Από τήν Επανάσταση τής Ανεξαρτησίας Αρχίζουμε ν’ άποχτούμε έθνική ένότητα, γλωσσική ένότητα, λογοτεχνία κλπ. Τελευταία λοιπόν ή κριτική. Ίσω ς γιατί ή κριτι­ κή, περισσότερο Από τίς Αλλες τέ­ χνες, προϋποθέτει διαμορφωμένη κά­ πως κοινωνία. Α πόδειξη πώς ή κριτι­ κή μόλις Από τό τέλος τού περασμέ­ νου αίώνα άποχτά φυσιογνωμία, δταν μέ τό σχηματισμό τής Αστικής καί έργατικής τάξης διαμορφώνεται ή έλληνική κοινωνία, παίρνει τό σύγχρονο χαραχτήρα της. Τή θέση της. Ανάμεσα στίς Αλλες τέχνες ή κριτική-τήν καταχτά ύστερα Από τόν Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Τότε ή έποχή έκείνη δνομάστηκε κρι­ τική, γιατί τότε ό κριτικός στοχασμός δεσπόζει Ανάμεσα στά άλλα είδη τού λόγου. Στήν προηγούμενη περίοδο, Από τό 1870 ώς τό 1920 —κοντά μι­ σόν αίώνα— ή κριτική, σάν ξεχωρι­ στή τέχνη τού λόγου, έλειπε. Οί έξαιρέσεις τού Ά σώ πιου, τού Πολυλά, τού Ροϊδη, δέν Ανατρέπουν τόν κανό­ να. Ή έμφάνιση λοιπόν τής κριτικής

Ατολμος Απέναντι στά πράγματα. Α ύ­ τή, δμως, ή άτολμία δέν μειώνει τήν Αξία τού βιβλίου. Γιατί στόχος του είναι νά καταφανεί ή Ιδιαιτερότητα τής κριτικής στό χώρο τού πνεύμα­ τος καί τής τέχνης, στήν Ιστορία τού πνεύματος καί τής τέχνης. Πρέπει, έπιτέλους, ή Κριτική ν’ Αντιμετωπίσει τήν άρνηση, ν ’ άπορρίψει τό κοντό­ φθαλμο, τή μικρόλογη, Αρτηριοσκλη­ ρωτική, κακόβουλη καί μικρόψυχη Αντιμετώπιση καί νά θεωρήσει, σω­ στά, κάθε δημιούργημα πού Αξίζει τόν τίτλο τού δημιουργήματος, χωρίς ύπεκφυγές. Καί μάλιστα χωρίς νά παίζει ρόλο Αν αύτό προέρχεται Από τή δεξιά, τό κέντρο ή τήν Αριστερά. Τότε τό κοινό θά μπορέσει νά τό χ α ­ ρ ά , Αδέσμευτα. Γιατί ή πολιτική πε­ ρνάει —τό έργο τής τέχνης μένει. ΑΓΓ. ΦΟΥΡΙΩΤΗΣ στώσεις αύτές μάς όδηγεΐ ή μελέτη τής ιστορίας τών τεχνών, φυσικά καί τής κριτικής. Ό Κ. Βάρναλης τήν ήθελε τήν κριτι­ κή τέτοια πού είναι —έπιστήμη μαζί καί τέχνη. Μέ τή διπλή αύτή φύση της δημιουργούσε πάντα προβλήμα­ τα κατά τήν Ασκησή της: «Πρέπει ό κριτικός νά ξέρει καί τή θεωρία τής τέχνης (αισθητική) καί τήν ιστορία τής τέχνης καί κοινωνιολογία καί νά γράφει ώραΐα». Γιά τό Μάρκο Αύγέρη «ό κριτικός πού καταπιάνεται μέ τήν έκτίμηση δποιου έργου τέχνης, έ­ ξω Από τή βαθιά μόρφωσή του σ’ αύ­ τές τίς έπιστήμες πρέπει νά ’χει καί καλαισθητική μόρφωση, έναν Ανώτε­ ρο αισθητικό πολιτισμό καί νά ’ναι προικισμένος Από τή φύση μέ κριτικό τάλαντο, νόηση διεισδυτική κι’ εύαισθησία καλλιτεχνική. Α λ λ ά κοντά σ’ αύτά πρέπει νά θερμαίνεται Από τά ζωτικά ένδιαφέροντα τής έποχής του καί νά ’ναι εύαίσθητος φορέας στά Ιστορικά προστάγματά της. Δηλαδή ό κριτικός δέν μπορεί νά ’ναι μόνο έπιστήμονας καί καλλιτέχνης παρά καί ζωντανός κοινωνικός Ανθρωπος... Τό παθητικό Αντίκρισμα τών φαινομέ­ νων στερεί τόν κριτικό Από τά σπου­ δαιότερα μέσα τού προσανατολισμού του. Μ όνο ή ένεργητική στάση είναι δημιουργική». Λέγοντας ό Μ. Αύγέρης, δπως καί ό Κ. Βάρναλης καί ό Δ . Γληνός καί ό Ν . Καρβούνης κλπ., ένεργητική κρι­ τική, έννοεΐ αύτήν πού έμπνέεται Από ένα ιδανικό ζω ντανό, τό ιδανικό τού μετασχηματισμού τού κόσμου, τήν Αντικατάσταση τού σημερινού μ’ έ-


σμων, τού νέου μέ τόν παλιό. Σέ έποχές δξυνσης τής ταξικής πάλης, όπως είναι ή δική μας, κάθε έπϊ μέρους κρι­ τική αύτοπροσδιορίζεται άπό τήν έν­ ταξή της σ’ ένα άπό τά δυό άντίπαλα στρατόπεδα. "Οταν σέ μιά καπιταλιστική χώρα γίνεται λόγος γιά κρίση τής κριτικής, φυσικό είναι νά έννοοΰμε όχι γενικά τήν κριτική, μά έκείνην πού Αποτελεί λειτουργία τοΰ πολιτισμού τής κυ­ ρίαρχης τάξης, τοΰ άστικοϋ πολιτι­ σμού. Διαφορετικά ή κρίση δέν θά ά­ φηνε καμιά διέξοδο. Καί τέτοιο πράγ­ μα ή ζωή τό άρνεΐται. Ό συγγραφέας τής «Κρίσης τής κριτικής» δέν έξετάζει τό πρόβλημα μέ κοινωνιολογικά κριτήρια καί θά κινδυνεύαμε νά βρε­ θούμε έκτός θέματος, δν ό ίδιος δέν πετάγονταν έξω άπό τό θέμα του μέ τά δυό τελευταία κεφάλαια: «Παρακριτική τοΰ μάρκετινγκ» καί «Γενικό­ τερες παρατηρήσεις». Στά προηγού­ μενα κεφάλαια τόν άπασχολούν τό μελετητή έπουσιώδη ζητήματα. Πώς οί καλλιτέχνες βλέπουν τόν κριτικό, τό κοινό τόν κριτικό, ποιά είναι ή άποστολή τού κριτικού, πού δέν συνιστούν τίποτα άλλο άπό άπλά έπεισόδια στή λειτουργία τής κριτικής καί τού κριτικού καί πού άφορούν τόν κριτικό σάν άτομο, τό ήθος του, τή συγκρότησή του, τήν εύθύνη του. Τό άν ό κριτικός ύποτάσσεται σάν έργαζόμενος στά προστάγματα τοΰ έκδοτη τής έφημερίδας ή τής κινημα­ τογραφικής έταιρείας, ή τούς τηλεο­ πτικούς όργανισμούς, αύτό είναι πρό­ βλημα, τή λύση του όμως κανείς δέν τήν περιμένει άπό τό μεμονωμένο ά­ τομο, γιατί τήν κριτική, στό κάτω κά­ τω τής γραφής, τήν άσκοΰν οί μηχα­ νισμοί κι όχι τό άλλοτριωμένο άτομο. Αύτά είναι συμπτώματα σήψης τού καπιταλιστικού συστήματος. Ό τ α ν καταπιάνεται κανείς μέ αύτά καί κλεί­ νει τά μάτια του μπροστά στήν κύρια αίτια πού τά γεννά, είναι σά νά θέλει νά παραπλανήσει κάποιον. Ή κάνει αύτό τόν κάποιο, στόν όποιο άπευθύνεται, νά πιστέψει πώς χωράει θερα­ πεία μέσα σ’ αύτό τό Αμαρτωλό κοι­ νωνικό σύστημα, όπότε ή παραπλάνηση πλησίαζα τά όρια τής έσκεμμένης ένέργειας. ’Αναμφίβολα θά βρε­ θούν άτομα μέ άνώτερο ήθος πού θ’ άντιδράσουν στήν προσπάθαα νά τούς μπλέξουν ώς συνεργούς, πού θά προτιμήσουν άκόμα καί τή δυστυχία άπό τή διαφθορά, ή νά ένταχθούν στό λαϊκό κίνημα τού κοινωνικού με­ τασχηματισμού, άλλ’ αύτό είναι άλλο ζήτημα.

τούς μηχανισμούς πού διαθέτουν κα­ τορθώνουν νά έπιβάλλουν καί τήν άγοραία τέχνη, τή φτηνή έμπορευματική τέχνη. ’Αλλά τί έννοούμε όταν μιλούμε γιά άγοραία τέχνη; Πώς ό καπιταλισμός όργανώνει τό διωγμό τής άληθινής τέχνης, καί ότι τήν άντικαθιστά μέ τήν άγοραία. Συνεπώς δέν έξαφανίζει μόνο τήν κριτική καί τόν κριτικό τής τέχνης, μά καί τήν ί­ δια τήν τέχνη. Ή στρατευμένη στούς σκοπούς τοΰ παγκόσμιου κινήματος γιά τό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό κριτική, δέν παύει νά τονίζει πώς ό καπιταλισμός, στό άπόγειο καί στήν κάμψη του, γίνεται έχθρός τής τέχνης καί τού πολιτισμού πού ό ίδιος προώ­ θησε. Τελικά γίνεται έχθρός τού άνθρώπου. Έ τσι ή κρίση τής κριτικής καί τής τέχνης άποτελεΐ συνέπεια τής κρίσης τού άστικού πολιτισμού. Τό Αντιλαμβάνεται αύτό καί δέν τό κρύβει ό συγγραφέας τού βιβλίου «Ή κρίση τής κριτικής», άλλά δέν προ­ χωρεί στά άναγκαΐα συμπεράσματα, στίς προτάσεις του γιά τήν έξοδο άπό τήν κρίση. Δέν έχει τό θάρρος; Ό χ ι μόνο αύτό. Ό ίδιος δημιουργεί τήν ύποψία πώς μπλέκεται σέ «κυκλώμα­ τα», έστω καί μόνο μέ τό νά μένει σέ μιά άπεγνωσμένη διαμαρτυρία, στήν άπλή καταγγελία τοΰ φιλελεύθερου άστοΰ. Φτάνει μάλιστα νά γίνεται καί συνεργός στήν όργάνωση τής παρακριτικής τού μάρκετινγκ, γιατί μπρο­ στά στό άδιέξοδό του προβάλλει γιά δικαιολογία τόν κίνδυνο τής σ,τρατευμένης παρακριτικής. Πρό πολλοΰ έχει άφαιρεθεΐ τό έδαφος άπό παρό­ μοιες προκαταλήψεις καί ψευδοεπιχειρήματα. Τελευταία, όνομαστοί ιδεαλιστές διανοούμενοι άπαντώντας σέ έρωτήματα άθηναϊκής έφημερίδας παραδέχτηκαν τό νόμιμο τής στρά­ τευσης —σέ όποιαδήποτε πλευρά—, άφοΰ ό καλλιτέχνης είναι πολίτης, καί ό πολίτης, κατά ύψηλό χρέος πρός τήν κοινωνία, έντάσσεται σέ κά­ ποιο κοινωνικό, πολιτικό, ιδεολογικό κίνημα. ’Από τή στιγμή πού ό συγγραφέας τού βιβλίου θέλει νά σταθεί Απόλυτος κριτής άνάμεσα στίς δυό «παρακριτικές», τού μάρκετινγκ καί τής στρατευμένης, μά καί μπροστά στό κοινό, είναι φυσικό άπό τή θέση του αύτή, τής ελεύθερης τάχα σκέψης —πού βάλλεται καί άπό τίς δυό πλευρές—, νά μή μπορεί νά βλέπει καί νά κρίνει ψύχραιμα. Καί νά ή κατάληξη: «Μοι­ ραίο έτσι είναι, γράφει, νά έρχεται τό κριτικό πνεύμα άντιμέτωπο μέ τό πνεύμα τής μάζας. Κι έδώ ή λέξη

στα τόσο τά κράτη μέ ίσχυρή συγκεν­ τρωτική δομή δσο καί τά όργανωμένα οίκονομικά συμφέροντα. ’Ακρι­ βώς δέ έπειδή τόσο τά μέν δσο καί τά δέ διεπίστωσαν δτι ή μάζα δέν σκέ­ πτεται είτε είναι μάζα πιστών όπαδών είτε είναι μάζα άβουλων καταναλω­ τών, έκριναν δτι ό πιό άποτελεσματικός τρόπος ποδηγετήσεως τής μάζας είναι άντιστοίχως ό βιασμός της είτε μέ τή στράτευση τής σκέψης καί τήν ούσιαστική έξουδετέρωσή της, είτε μέ τή διαφήμιση, πού κι αύτή Επιτυγχά­ νει τήν ούσιαστική κατάργηση τής σκέψης». Ποτέ άλλοτε στήν ίστορία δέν κινή­ θηκαν οί τεράστιες μάζες μέ τόση αύτοσυνειδησία, μέ τόση συναίσθηση εύθύνης δση στήν έποχή μας. Ποτέ άλλοτε ό ρόλος τών μαζών δέν ύπήρξε τόσο καθοριστικός στήν έπιτάχυνση τής Ιστορικής έξέλιξης, δσο στούς τελευταίους δυό αιώνες. Ά ν σκέφτε­ ται ή δέ σκέφτεται έλεύθερα ή μάζα τό δείχνει ή συνειδητή δράση της γιά τό σοσιαλιστικό μετασχηματισμό τού κόσμου, ιδιαίτερα άπό τόν Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο καί δώθε. Α σφ α ­ λώς, άν τίς μάζες τίς βλέπει κανείς μί­ ζερα ή τρομοκρατείται άπό τόν δγκο τους καί τή δημιουργική δράση τους, είναι φυσικό νά παθαίνει σύγχυση καί μέσα στή σύγχυσή του νά τίς ύποτιμά. Δέν ύπάρχει δμως άλλη δύναμη γιά τό ξερίζωμα τοΰ κακού στήν άνθρώπινη κοινωνία άπό τή δύναμη καί τή σοφία τών μαζών. Καί ούτε ή έλεύθερη σκέψη ή ή έπιστημονική κριτική σκέψη άποχτιέται έξω άπό τίς συνειδητοποιημένες, δηλ. τίς στρατευμένες μάζες. Ή κριτική σκέψη στήν 'Ελλάδα άναπτύσσεται, γίνεται έπιστήμη άπό τό μεσοπόλεμο. Δέν είναι τυχαίο. Ά π ό τότε ή κριτική, ό κριτικός στο­ χασμός, γίνεται δπλο τών μαζών γιά τήν πνευματική άπελευθέρωσή τους, γιά τήν άπελευθέρωσή τοΰ μυαλού τους άπό τίς παλιές πολιτικοκοινωνι­ κές, θρησκευτικές καί άλλες ίδεολογικές προλήψεις. Τά διάφορα παρακριτικά καί παρακρατικά κέντρα κατανά­ λωσης σκοταδισμού κάνουν τό παν γιά νά καθυστερήσουν τήν άπελευθέρωση τών μαζών άπό τίς πνευματικές δουλείες. Αύτό δέ σημαίνει πώς πετυ­ χαίνουν νά σταματήσουν τήν πορεία γιά τό γενικό ξεσκλάβωμα.Ή πορεία συνεχίζεται καί θά συνεχίζεται. Καί μόνο αύτή θά βγάλει τήν Ανθρωπότη­ τα άπό τήν κρίση τοΰ καπιταλισμού, τήν κρίση τοΰ καπιταλιστικού πολιτι­ σμού. Μόνο αύτή θά νλιτώσει καί τήν


Διδώ Σωτηρίου: Ό συγγραφέας φιλοδοξεί —κατά βάθος— *

νά διαπράξει μιά μικρή άπάτι ι

Μιά άπό τίς δημοφιλέστερες συγγραφείς μας, ή Διδώ Σωτηρίου (ή «Εντολή» της έχει κάνει 14 έπανεκδόσεις, ένώ τά «Ματωμένα χώματα» έτοιμάζονται γιά την 20ή τους!) δέν χρειάζεται ιδιαίτερη παρουσίαση. Επισημαίνουμε μόνο δτι, δν καί γράφει μ’ έναν, θά ’λεγε κανείς, «παραδοσιακό τρόπο γραφής», άγγίζει καίρια προβλήματα τής νεοελληνικής ίστορίας καί κοινωνίας, συγκινώντας καί θέλγοντας Ιδιαίτερα τούς άναγνώστες της. Απόδειξη τό πιό πρόσφατο μυθιστόρημά

της, τό «Κατεδαφιζόμεθα», τοϋ όποιου —μέσα σέ λίγους μήνες—κυκλοφόρησε καί ή 4η έκδοσή του. Μέ τήν εύκαιρία αύτή ή συνεργάτριά μας Νατάσα Χατζιδάκι συνάντησε τή Διδώ Σωτηρίου στό σπίτι της, κάπου στά "Ανω ’Ιλίσια, καί είχε μαζί της τή συνέντευξη πού δημοσιεύουμε. "Οπως θά διαπιστώσετε, ή Διδώ Σωτηρίου άφηγεΐται, συζητά, κρίνει καί διερωταται μέ τίς ίδιες φωτοσκιάσεις πού γράφει τίς βαθύχρωμες καί πυκνές «ιστορίες» της.

Κυρία Σωτηρίου, τί ήταν αύτό πού σας έσπρω­ ξε στό γράψιμο; Ή , μέ ά λλα λόγια, τί Ιστορίες μπορείτε νά μάς διηγηθεΐτε;

τοϋ Ά ιδινίο υ καί οί φτωχοί τόν θεωρούσαν δτι ήταν σπουδαίος κτλ. κι έμεΐς τά παιδιά άκούγαμε...

ΔΕ Ν ξέρω άν έγώ διάλεξα τό γράψιμο ή δ ν αύτό μοϋ τήν έφερε. Στήν προσχολική ήλικία καί στις πρώτες τάξεις τοϋ δημοτικού ό νο υς Kt ό λογισμός μου ήταν στά ριψοκίνδυνα παιχνίδια, τά λέγανε τότε άγορίστικα —φυσικά, καί τήν τέχνη μου άργότερα τήν είπαν άντρική— ν ’ άνεβαίνω σέ ά λογα, νά σκαρ­ φαλώνω σέ ύψώματα έπικίνδυνα, σέ δέντρα φυτρω­ μένα σέ γκρεμούς καί νά φαντάζομαι πώς ζώ άπίθανες ιστορίες πού είχαν σχέση μέ γενναιόδω ρους λη­ στές, προστάτες τής φτω χολογιάς, όπως ήτανε στά μέρη μας ό θρυλικός Τζάκιτζης ό έφές τού Ά ιδινίο υ —έπί είκοσι πέντε ή τριάντα πέντε χρόνια ή «’Α κρό­ πολη» δηαοσίευε σέ συνένειες τό ν Τζάκιτζη τόν έφέ

Ό Τζάκιτζης λοιπ όν ήταν ό Ρ ομπέν τών Δ α ­ σώ ν τού Ά ιδινίου ... Ν Α Ι, έτσι καί γινόταν καί φόνοι... Ή τ α ν αύτό βέ­ βαια πού μοΰ φλόγιζε τή φαντασία καί δσα άκουγα γιά άρχαίους καί βυζαντινούς μύθους, έπειδή τό Άι-1 δίνι, ή πόλη δπου γεννήθηκα, ήταν σ τόν Μαίανδρο, κοντά στίς άρχαΐες Τράλλεις. Ή ταν κοντά καί ή Έφεσσος. Καί οί δυό αύτές πόλεις βρίσκονται στά βι­ βλία μου. Τ’ άδέλφια μου σοκαρίζονταν μέ τόν τρό­ πο πού ζοΰσα έγώ, μέ δλα τά φερσίματά μου. Ή τ α ν άγόρια; Ε Ν Α άγόρι κι ένα κορίτσι. Μ έ άποδοκίμαζαν λοιπόν λέγοντάς μ ο υ : «έσένα δέν σέ γέννη σε ή μάνα μας, σέ

I

πιό ζι στροφ μιά π? άρχίσι παιδί ι ταν £ν ν’ άντ κρυφά τούς ε: τούς S τά πο'ι Έ ρ χον τό «Ό | ναγωγε τραύμα

Π<

ΠΡΕΠΙ στροφή θείων μ μου στό λους κα τρόμο ά τής Σμί σφυγιάς καλή μο χρόνια r ρευτεί μι δμως τά μένουν μ


νω σ η . "Αρχισα νά. δ οκιμάζω καί τό γραπ τό... Στήν ά ρ χ ή μέ κάτι ρομαντικά· π εζοτράγουδα ... Σέ ποιά ήλικία αύτά; Ε Κ Ε Ι πιά στά δέκα, μέ π ουλάκ ια καί φ εγγάρια π ού κλ α ίγα νε καί ή λ ιο υ ς π ού δ έν ζέσ ταιναν. Κ α ί καθώς π ερ ν ο ύ σ α ν τά χ ρ ό ν ια μέ τέτοιου είδους ά σχο λίες π ο ύ δ έν ά ρεσα ν σ το ύ ς θείους μου ή άδελφή το ύ π α ­ τέρα μ ο υ (συντη ρ ητική, ά ν καί είχε ά κολου θ ήσ ει τ ή ν π ορεία τω ν κ ο ριτσιώ ν τώ ν καλώ ν οίκο γενειώ ν, είχε τελειώ σει τό γυ μ ν ά σ ιο , τά γα λλ ικ ά , τό π ιά νο , δ έν ή ­ ταν δ μω ς τό ίδιο καί ό άντρ α ς της καί γενικ ά αύτοί π ο ύ ζο ύ σ α ν μα ζί μα ς, σ τή ν π ρ ο σφ υ γιά σ τή ν Κ α ­ σ τέλλα ) νό μ ιζε ή καημένη πώ ς γιά νά γίνω εύτυχισμ ένη έπρεπε ν ά μέ α ποθα ρρύνει ά π ’ δ λ ’ αύτά. Καί μέ ύ π ο χρ έω νε ν ά κεντάω , ν ά βρεθεί κι ένα ς κ α λό ς γα μ π ρ ό ς π ού θά πάρει καί τά λεφ τά τού π λο ύ σ ιο υ θείου κτλ. Κ ι δ τα ν α ύτά δ έν έπ ιασ α ν, ά ρχισ ε ή κατα­ π ίεση , ά ρχισ α ν ν ά έξαφ α νίζοντα ι τά χειρόγρα φ ά μου καί τά βιβλία π ο ύ έβρισκα ν ά διαβάσω . Θ υμάμαι ζ ο ύ σ ε π λά ι μας ένα ς καθηγητής γ έ ρ ο ς ά πό τήν Π όλη π ο ύ ήτα ν καί δ η μ ο σ ιο γρ ά φ ο ς κι α ύτό ς π ετο ύσ ε μέσα σ ’ ένα κ α σ όνι βιβλία διάφορα κι εγ ώ π ήγαινα καί τά μάζευα —ήτα ν μιά π α ν σ ιό ν — καί τά κ ο λ λο ύ σ α κι έτσι διάβασα τά «Κατά σ υνθ ή κ η ν ψεύδη» τού Μ άξ Ν ο ρ ντ ά ο υ...

έφεραν Τσιγγάνες», καί αύτό μο ΰ π ρ ο κ α λο ΰ σ ε ά κόμη πιό ζω ηρές φαντασιώ σεις. Λ ίγο π ρ ιν άπό τ ή ν κατα­ στροφή τής Σ μ ύρ νη ς, οί γο ν είς μου μέ έδω σ αν σ έ μιά π λού σ ια α δελφ ή τοϋ πατέρα μου ά κλη ρη. Ε ίχ α ν άρχίσει νά καταστρέφ ονται δηλα δή , καί ήθ ελ α ν ένα παιδί νά φαιδρύνει τ ή ν κ λειστή , ά χαρη ζωή τ ο υ ς. Ή ­ ταν ένα ψ υχικ ό τραύμα ένός π ρώ του ξερ ιζω μού . Γιά ν’ άντιδράσω μάζευα τίς ύπη μέτριες τής γειτο νιά ς κρυφά στίς κ ου ζίνες τ ού τρίπατου σ πιτιού τ ο υ ς καί τούς έπαιζα θέατρο, α ύτοσ χεδία ζα κι ό Θ εό ς ξέρει τί τούς έλεγα , καί γε λο ύ σ α ν ή κλαίγανε. Στ’ ά στεϊα δ έν τά πολυκα τάφ ερνα φ αίνεται, ά λλά στά τραγικά... Έ ρ χ ο ντ α ν καί μερικοί στρατιώτες τραυματίες ά π ό τό «Ό μ ή ρ ειο» —βλέπετε είχε πάψ ει νά είναι παρθε­ ναγωγείο κι είχε γίνει ν ο σ οκ ο μ είο , ν ά χω ρ έσ ει τ ο ύ ς τραυματίες τής Μ εγά λης ’Ιδέας... Π όσω ν χ ρ ό ν ω ν ήσα στε τότε; Π ΡΕΠ ΕΙ νά ή μ ο υ ν α π έντε-έξι... Ό τ α ν έγινε ή κατα­ στροφ ή καί βρεθήκαμε σ τόν Π ειραιά, σ τό σ πίτι τω ν θείων μου σ τή ν Κ α στέλλα , κο υ βά λα γα τ’ άδέλφ ια μου σ τό πλυστα ρ ιό τής ταράτσας, το ύς μοίρα ζα ρό­ λο υ ς καί μέ καΐκι μιά σκάφη παίζαμε σ κ η νές γεμά τες τρόμο άπό τή σφαγή καί τή φ υγή μας ά πό τό λιμ ά νι τής Σ μ ύρ νης. ’Εκείνη τήν πρώ τη χρ ο ν ιά τή ς π ρ ο ­ σφυγιάς έκανα ύπεράνθρω πες προσπά θειες ν ά γίνω καλή μαθήτρια καί νά μάθω δσα δ έν είχα μάθει τά χρ ό ν ια π ού π ήγαινα σ τό «Ό μ ήρειο». Ε ίχα ν σ υ σ σ ω ­ ρευτεί μέσα μου τρ ομερές εμπειρίες, δ έν τίς ξό δευ α δμω ς τώρα πιά σ τό ν προφ ορικ ό λ ό γ ο , ά ρ χ ισ α ν ν ά μ ένο υ ν μέσα μου. Δ έ ν κατέφευγα δηλαδή σ τή ν έκτό-

Ά π ό τότε ύ π ή ρ χ α ν τά «Κατά σ υνθ ή κη ν ψ εύ­ δη»; Β Ε Β Α ΙΑ , βέβαια καί τό «Τάδε έφη Ζαρατούστρα». Στή μετάφραση τού Κ αζα ντζά κη ; Θ Υ Μ Α Μ Α Ι έγώ τότε τί ή τα ν... Κ α ί σ ο ύ λέω ήτα ν άτελέστατη καί ή μόρφ ω σή μ ο υ καί δ λα τά σχετικά... Ή ο ίκογένειά σ α ς ή π ρώ τη, π ο ύ βρ ισκ όταν τό­ τε; Η Ο ΙΚ Ο Γ Ε Ν Ε ΙΑ μ ο υ είχε έρθει άπό τή Μ ικρά ’Α σία μετά ά π ό μάς. Ε μ ε ίς ήμ αστε οί π λο ύ σ ιο ι π ο ύ

«Στό πλυσταριό τής ταράτσας παίζαμε σκηνές γεμάτες τρόμο άπό τή σφαγή καί τή φυγή μας άπό τό λιμάνι τής Σμύρνης...» φ ύγα με λ ίγ ο π ιό π ρ ίν καί τ ο ύ ς ά φ ήσαμε λεφ τά νά ’ρθ ο υ ν κι έκεΐνοι. Ό μ ω ς έγώ ή μ ο υ ν ένα τ ό σ ο δά παι­ δάκι άρρω στο καί τριγύριζα σ τό λιμά νι κλαίγοντα ς καί ρ ω τούσα τ ό ν καθένα ά ν ζο ύ σ α ν, ά ν τ ο ύ ς είδαν. Ή τ α ν τραγικό. Ή μ α σ τ ε δέ άρρω στα δ λα ά πό π είνα, ά πό δ υσ εντερίες, ά π ο π α τούσ α με σ τό λιμά νι, ήτα ν μιά τραγική κα τάσταση, ά π ό σ χο λ ειό σέ σ χο λ ειό , τά


’Α ρ γό τ ερ α έζη σ α ν ν ά δ ο υ ν τ ή ν έπ ιτυχία σας;

ξενοδοχεία δ έν μας π αίρ να νε, π α ρ ό λ ο π ο ύ είχ α ν οί δικοί μου λίρ ες καί τ ο ύ ς π λή ρ ω ν α ν . Βέβαια δ έν εί­ χα ν έρθει οί ά ντρ ες, μας λέγ α νε: «έσεΐς εΐσ ασ τε π ρ ό ­ σφ υ γες, π ώ ς καί δέν φ οράτε σ αλβάρια ». Μ α ς θεω­ ρ ο ύσ α ν κά π οιον έχθ ρ ό π ο ύ ή ρθε, ένώ τά δικά το υς παιδιά δ έν είχα ν γυρίσει. «Τί γ ιν ή κ α ν τά παιδιά μας π ού π ή γ α ν ν ά πολεμ ήσ ουν...» ’Α ρ χ ίσ α τε ν ά γράφ ετε συσ τη μα τικά ; Ο Χ Ι, δ έν έγραφ α συστηματικά. Α ύ τ ό θέλω ν ά σ ο υ πώ: δτι έσ τελνα κρυφά μ έ διάφ ορα ψ ευ δώ νυ μ α τότε σ έ περιοδικά, μού τά δη μ ο σ ιεύα νε, ά λλά α ύτό τό δέ­ χ ο ν τ α ν οί δικοί μου μέ μιά π αγερ ή σιω πή ή μ έ γέλια καί κ α γχ α σ μ ού ς. Τ έλος π ά ντ ω ν έκ εϊ μέσα ό λ ο ι ήθε­ λα ν νά μέ ά π οθ α ρ ρ ύνουν γιά κ ά π ο ιο λ ό γ ο . Ο ί σ υ γ γ ε­ νείς ο ί ά λλο ι γιά ν ά μή φ α ίνομα ι σ πο υ δα ία καί μέ υ ιοθετή σουν καί κ λ η ρ ονομ ή σ ω τή ν περ ιο υσ ία . Κ ά ­ π ο τε, ήτα ν π ρ ω τοχρ ονιά , κι ό γιό ς τ ο υ ς μ ο ΰ είπε: «Κ άνε μου έν α ποίημα». Έ γρ α ψ α λ ο ιπ ό ν τ ό ποίη μ α , τό παιδί τό είπε καί είχ ε τή ν έντιμότητα ν ά σ υ μ π λ η ­ ρώσει: «Καί τώρα ν ά εύ χα ρ ισ τή σ ο υ μ ε κι έκ είνη π ο ύ έγραψε τό ποίημα». Κ αί ή μά να το υ τ ο ύ έδ ω σ ε μιά κλω τσιά κάτω ά πό τό τραπέζι: «σιωπή ά νό η τε...» καί κα νείς δ έν τό σ χ ολ ία σ ε. Έ τ σ ι, α υτά π ο ύ έσ τ ελν α γιά δ ημοσίευση ήτα ν ιστορίες γιά δ υ σ τυ χ ισ μ έν α όρ φ ανά παιδιά, π ροσφ υγά κια π ού δέν τά ά φ η να ν ν ά σ π ο υ δ ά ­ σ ο υ ν κι έπ ρ επ ε νά γ ίν ο υ ν κεντή στρ ες ή ράφτρες... Θ ά έλεγε κα νείς π ώ ς ή παιδική σ α ς ήλ ικία δ έν ή τ α ν ά κριβώ ς π α ρ ά δ ε ισ ο ς..,. Ο Χ Ι. Τά πρώ τα χρ ό ν ια ήτα ν ό μ ορ φ α . Κ ο ν τ ά σ τό σπίτι ό π ο υ ζο ΰ σ α μέ τ ούς γ ο ν είς μ ο υ , π ο ύ ή τ α ν σ κε­ π ασ μ ένο ά πό γλ ισ ίν ες καί μ α νό λιες έξω τικές, π ε­ ρ νού σ α ν τά κα ρα βάνια ά π ό κα μ ή λες, τ ρ έχ α μ ε κι έμεΐς κάτω ά π ό τίς κοιλιές τ ο υ ς καί φ ω νά ζα μ ε «κα­ μ ή λα μ ο υ β ο υ β ά λ α , τά μάτια σ ο υ μεγάλα», είχα κά­ ν ει συμφ ω νία μέ τ ό ν μεγά λο μο υ ά δελ φ ό ό τι θά π η ­ γα ίνω τά ραβασάκια του στή φ ιλενα δίτσα τ ο υ , ά λλά θά μέ ά φ ήνει ν' άνεβαίνω σ τό ά λ ο γ ο ... Ή καταπίεση ά ρχισ ε σ τό σ πίτι τώ ν θείων μο υ . Μ ο ΰ έλε γε ή καημέ­ νη ή θεία μου: «δ,τι θές, ά λλά ό χ ι έτσ ι... ν ά είχες του ­ λ ά χ ισ τ ο ν ένα τα λέντο σ τό π ιάνο...»

Ο Χ Ι, διότι έχα σ α τή θεία μ ο υ καί ή ζω ή μο υ ά λλα ξε π ο λ ύ . Ό θείος μ ο υ ξανα π α ντρ εύτη κ ε, μο ΰ δ ημιουργή θ ηκε π ρ ό β λ η μ α καί σηκώ θηκα κι έφ υγα . Έ γ ιν α δ η μ ο σ ιο γρ ά φ ο ς χω ρ ίς ν ά έχω τίπ οτα μεγά λα φ όντα, ά λλά είχα μέσα μ ο υ α ύτό τό π ρ ά γμ α ... Μ ’ έκανε άρχ ισ υ ν τά κ τ ρ ια .τή ς «Γ υναίκας» ό Ν ικ ο λ ό π ο υ λ ο ς τού «Έ θ νου ς». Μ έ τ ό π ρ ώ το τ εύ χ ο ς ή «Γυναίκα» π ο ύ λ η ­ σ ε 9 0 .0 0 0 φ ύ λ λα . ’Α ρ γό τερ α δέ μο ΰ έλεγε ό δ ιευθυν­ τής τ ο ύ « Ρ ιζοσπ ά στη », ό Κ α ρ αγιώ ρ γη ς: «Βρέ παιδά­ κι μ ο υ π αίρ ναμ ε κι έμεΐς τή "Γ υ ναίκα ” σ τή μεταξική δ ικτατορία καί λ έγ α μ ε, τί δ ιά β ο λ ο , π οιά είναι αύτή π ο ύ καί σ τό έρ γό χ ε ιρ ο ά κόμη βρίσκ ει τρ ό π ο ν ά βά ­ λει ά ντιφ α σισμ ό». Γ ιατί, καί σ τά έρ γό χειρ α καί στίς σ υ ν τ α γ ές γιά γλ υ κ ά άκόμη έβρ ισκ α τ ρ ό π ο ν ά βάλω ά ντιφ α σισμ ό , καί περ ίμ ενα ν π ώ ς καί τί νά β γ ει ή «Γ υναίκα...» Φ υσικά μετά τ ή ν έγκατέλειψα... Έ ν δ ια μ έσ ω ς δ μ ω ς τί είχ ε σ υμβ εΐ; Σ Τ Η Ν πρώτη γ υ μ ν α σ ίο υ —σ τή σ χ ο λ ή Ά η δ ο ν ο π ο ύ λ ο υ π ή γ α ινα τό τ ε— είχ α καθηγητή τ ό ν Κ ώ στα Π αρ ο ρίτη . Γιά σ κέψ ου μιά σ ύμ π τ ω σ η , τ ό ν Π α ρορίτη π ο ύ τώ ρα έπα νεκδ ίδ ο ντα ι τά έρ γα τ ο υ . Κ αί φ υσικά γίν α μ ε φ ίλοι καί μ’ έπ η ρ έα σ ε πάρα π ο λύ ... Π ό σ ο ή τ α ν τότε ό Π α ρ ορ ίτη ς; Η Τ Α Ν πιά μ ε γά λο ς ά ντρ α ς. Τ ό πρ αγμα τικ ό του ό ­ ν ο μ α ή τα ν Σ ο υ ρ έα ς. Α ύ τ ό ς λ ο ιπ ό ν είχ ε κα ταλάβει π ώ ς κά τι έχω καί θά τό πώ καί μέ π ή γ ε σ τό ν Ψ υ χά ρη ό τ α ν ήρθε σ τή ν Ε λ λ ά δ α . Δ εδ ο μ έν ο υ δέ ότι έγώ είχα ά να λά β ει π ρ ό εδρ ο ς τή ς τ ά ξη ς κι ή μ ο υ ν έπικεφ α λή ς τού περ ιο δικο ύ τού σ χ ο λ ε ίο υ , μ ετα χειρ ιζό μ ο υ ν αύτά τά πράγμα τα γιά ν ά έπηρεάζω τά παιδιά καί χ α λ ο ύ σ ε ό κ ό σ μ ο ς . 'Ο π ό τ ε τά κατα φ έρνα με μ έ ν σ τό σ χο λ είο , ά λ λ ά ο ί δικοί μ ο υ ά ρ χ ίσ α ν ε ν ά μ ή ν τά β λ έ π ο υ ν αύτά μέ κ α λό μάτι καί, τ ά χα ή κ λ ο νισ μ έν η ύγεία μ ο υ , μέ τ ρ ά β η ξα ν ά π ό τό σ χ ο λ ε ίο καί μ ο ΰ έφ ερ α ν γιά π ρ ογυ μ νά στρ ια σ τό σπίτι μιά δασ κά λα . Κ α ί π οιά ν ά μο ΰ τύχει; 'Η Σ οφ ία Μ αυροειδή-Π α π αδά κη! Ό π ό τ ε , κα ­ τα λαβ αίνεις π λέο ν ...

«Μέ τή Μαυροειδή-Παπαδάκη ξεχάσαμε τή διδακτέα (ίλη καί τό ρίξαμε στή μαγεία τής ποίησης καί στούς επαναστατικούς όραματισμούς...» Ή τ ύχη ή τ α ν μέ τό μ έρ ο ς σ ας. Ν Α Ι, όπ ω σ δή π ο τε. Κ α ί ξεχ ά σ α μ ε βέβαια τή διδα­ κτέα ύ λη καί τ ό ρίξα με στή μαγεία τής π οίη σ η ς καί σ το ύ ς έπ α να σ τα τικού ς ό ρ αμ ατισ μ ο ύ ς. Μ έ σύστη σε στή Γ αλάτεια Κ α ζα ντζά κη , κ α μά ρ ω νε π α ντο ύ γιά τή


μαθήτρια της, έγραψε μάλιστα κι ένα μυθιστόρημα ό π ο υ έγώ τής έπαιρνα τόν άντρα πού ά γα π ούσ ε... Σ υνέβη αύτό στη ν πραγματικότητα; Ο Χ Ι βρέ παιδάκι μου, άλλά εκείνη τό είχε φ α ντα στεί α ύτό άφ οΰ γινήκαμε τόσ ο φίλες... Σας έδωσε τ ό ν ώ ραΐο ρ όλο δηλαδή... Ν Α Ι, τήν πάντρεψα δέ άργότερα. Ή μ ο υ ν ή κ ο υ μ π ά ­ ρα. Ή καημένη ή θεία μου έγραφε σ έ μιά φ ίλη μου γλύπτρια στή Βιέννη «δχ παιδάκι μο υ , γυ ρ ίζει μ’ ένα μπερέ καί μέ μιά φ ούστα —έγώ π ρ ο σπ α θο ύ σα νά βρώ τρ όπ ους ν ’ άποφ ύγω τήν καταπίεση— ενώ έχει τά καλύτερα μοντελάκια άπό τ ή ν Τσα μα δοΰ καί τ ό ν Τσ οπ ανέλλη —ή τα ν οί μεγά λοι οίκοι τότε— καί σ υ ­ χνάζει π ού νομίζεις; Στό π ρ οα ύ λιο το ύ Π α νεπ ισ τη­ μίου καί σ ’ ένα φρικαλέο κέντρο ό νόμα τι Σ ά ν Σ ουσί —τό Σάν Σ ουσί ήτα ν ή λέσ χ η τώ ν Ά ν ω ν υ μ ιτ ώ ν τότε καί μα ζευόταν δ λη ή ίντελιγκ έντσ ια — ό π ο υ σ υ χ ν ά ­ ζου ν, λέει, πειναλέοι σωτήρες τού κό σ μο υ π ο ύ όνειροβα τοΰν έπικίνδυνα» έγραφε ά πελπ ισμένη . Έ γ ώ εί­ χα πάει στά συνδικάτα καί τούς είπα: ν ά ’μαι καί ή ρ ­ θα. Τί θά γίνει, ν ά μέ βάλετε κι έμένα νά κάνω κάτι, ν ’ ά λλάξει ό κόσ μος. Α ύτοί δ έν ξέρ ανε τί ν ά μέ κά­ νουνε. Τελικά μέ στείλανε στό Σάν Σ ο υ σί κι εκεί γνω ρίστηκα μέ τ ή ν Ή λέκ τρα ’Α π ο σ τ ό λ ο υ π ο ύ άρ­ γότερα έκτέλεσαν οί Γερμανοί...

Τί ά λλες γνω ριμ ίες κάνατε τότε; Ε ΙΧ Α βέβαια τή γνω ριμία μέ τή Γαλάτεια. Θ υμάμαι λοιπόν πού μέ πήρε ή Φούλα Χατζιδάκη καί μέ πήγε στό Β άρναλη. Ό Β άρναλης τότε δ ο ύ λευ ε στή ν «Πρωία». Μ οΰ είπε, μέ τό χιούμ ο ρ πού είχε: « Δ έν θά προλάβεις τ ή ν έπανάσταση. Είναι κλειστές δ λ ες οί πόρτες...» "Ολα λ ο ιπ ό ν σάς έσ π ρω χνα ν π ρός α ύτό π ο ύ κά­ νατε τελικά... Δ Ε Ν είχα δ ημοσιογραφικές τάσεις ά λλά π ρ οτιμ ούσ α νά πλησιάσω τίς λαϊκές μάζες κι δ χι νά εκφραστώ μέ τούς δ ια νοουμ ένους. Μ έ βοή θη σε ή Ή λέκ τ ρ α σ ’ α ύ ­ τό. Τ ό έριξα στή δ ημοσιογραφία καί δ τα ν λευ τερ ώ ­ θηκα ά πό τήν οικογενειακή καταπίεση ή μ ο υ ν π λ έο ν φ ορτωμένη μέ τεράστιες εύθύνες. ’Α ρ γότερ α ήρθαν καί οί διω γμοί. Α ύτές είναι σέ λίγες γρ α μμ ές ο ί κα­ τ α βο λές μου... "Ως ποιό βαθμό λο ιπ ό ν τά βιβλία σ ας είναι αύ­ τοβιογραφικά; Λ Ο ΙΠ Ο Ν , θέλω νά σ οΰ πώ δτι α ύτοβιογρα φ ικά δέν είναι δ λα τά βιβλία π ού έχω γράψ ει. Βιω ματικά, εί­ ναι. "Ως ένα σημείο δλα τά βιβλία μου είναι βιωματι­ κά, έκτος ά πό τό τελευταίο, τό «Κατεδαφιζόμεθα», πού είναι έκατό τοΐς έκατό μυθιστόρημα εντελώ ς ξέ-

Ή Διδώ Σωτηρίου μέ τόν Κώστα Βάρναλη ν ο , ο ύ τε είχα ύπόψ η μο υ μοντελά κ ια , τό έγραψα για ­ τί ήθελα νά δοκιμάσω κι α ύτό τό ν τρ όπ ο... Π άντω ς... Τ ό βρήκατε πιό εύ κο λο ή π ιό δ ύσ κο λο ; ΤΟ ίδιο μοΰ φ άνηκε... ’Α λλά ή πείρα τής ζω ής π ο ύ έχετε σ άς βοηθάει νά δίνετε π α ρ ελ θ ό ν σ το ύ ς ήρω ές σας... Α Κ Ρ ΙΒ Ω Σ . Θά σ ο ΰ πώ πώς τά βλέπω τά πράγματα. Είναι βιωματικά, ά λ λ ά τά αύτοβιογραφ ικά βιβλία μου είναι δύο: «Οί νεκρ ο ί π ερ ιμένουν» καί ή « Ε ν τ ο ­ λή». Είστε τό κοριτσάκι μέ τίς μ π οΰ κλες; Δ Ε Ν είμαι έντελώ ς έγώ , άλλά θά ήτα ν π ο λύ π ιθα νόν νά είμαι. ’Α ρ γό τερ α , στά «Μ ατωμένα χώματα», ύ πά ρ χει ό ήρω ας π ού είναι άντρ α ς καί θά μ π ορ ού σα ν ά είμαι α ύτός ό ά ντρ α ς. Γιά τό τελευταίο δέ βιβλίο , π ο ύ ό κεντρ ικός χα ρα κτή ρας είναι πάλι ά ντρ α ς, μέ ρω τού ν πώ ς γνω ρίζω τίς άντρικές καταστάσεις. Ύ ψιστε Θεέ! Καί οί σ υ γγρ αφ είς π ο ύ έχ ο υ νε γυ ν α ι­ κείους κεντρ ικούς χαρακτή ρες; Σ τή ν «’Εντολή » έπίσ ης ύ π ά ρ χ ο υ ν βιωματικά καί αύτοβιογραφ ικά στοιχεϊα. Στά «Μ ατωμένα χώματα»; Σ Τ Α «Μ ατω μένα χώματα» δ χι. Είναι πιά ή άποστασιο π ο ίη σ η . Είναι φ α νερό πώ ς ξεπέρασα τ ή ν αύτοβιογράφ ηση γρ ά φ ο ν τα ς τό ένα , καί π λ έο ν δούλεψ α πιό κατα στα λα γμένα καί π ρ ο σ έχ ο ντ α ς π ο λύ περισ­ σ ότερο δ χ ι στή φ λό γ α —έκ εϊ άλλω στε ήταν καί τό οπ τικό πεδίο έν ό ς παιδιού— ά λλά μέ άλλα κριτήρια πιά. Γ ι’ α ύτό νομίζω π ώ ς μπ όρ εσ ε νά γίνει ένα επικό έρ γο . Γ ενικά, λ ο ιπ ό ν , ή δικά μου ή ξένα αύτά τά βιώματα, είναι π ο λ ύ μέσα στά βιβλία μου. Ά λ λ ω σ τ ε


γ έ ν ν α αύτή είναι γιά μένα τ ο υ λ ά χ ισ το ν ή π ιό εύτυχισ μ έν η σ τιγμή, τό πιό ευ τυχισ μ ένο στάδιο τής δ ο υ ­ λειά ς το ύ σ υγγραφ έα. Π ό σ ο κρατάει αύτή ή γ έ ν ν α , π ό σ ο σ άς παίρνει ν ά γράψ ετε ένα βιβλίο; Κ Ο ΙΤ Α Ξ Ε , τό ν ά τό γρά ψ εις, δ έν είναι τίποτα. Δ η ­ λα δή δ χι δτι δ έν είναι τίπ οτα , θέλεις τ ό ν καιρό σο υ... Είναι μιά κουραστική χειρω νακτική έργασία...

Ή Αιδώ Σωτηρίου μέ τήν Γαλάτεια Καζαντζάκη ούτε θεωρητικά οδ τε σ τή ν πράξη ή μ ο υ ν π οτέ κλ ει­ σμένη σ έ κα νένα φ ιλντισ ένιο π ύρ γ ο . ’Α ντίθ ετα , ζο ΰ σα ένερ γά καί σ τό έπ ίκεντρ ο δ λ ω ν τω ν σ υ γκ λ ο ν ισ τ ι­ κώ ν γεγο ν ό τ ω ν : τή μικρασιατική εκστρατεία καί τή ν καταστροφή, τ ό ν ξερ ιζω μό τού έλ λ η ν ισ μ ο ΰ , τή δι­ κτατορία τού Μ εταξά , τ ή ν κα το χή , τή ν ά ντίσ τα σ η, τό Δ εκ έμβρ η , τ ό ν έμ φ ύ λιο , τήν ά μερικανοκρατία καί δ,τι ά κολούθησ ε. Κ αί πάλεψ α κοντά σ τό λα ό π άντα γιά τά πανα νθρ ώ πινα ιδανικά π ο ύ τότε φ λ ό γ ιζα ν τ ή ν καρδιά μου. Δ έ ν θά μ π ορ ο ύ σ α δηλα δή ν ά γρά ψ ω τά « Ά μ ελ έ τα μπ ουρ ού» δ ν δ έν είχα ζήσ ει τό Δ εύ τ ερ ο π αγκόσ μιο π ό λ εμ ο , τή μεταξική δικτατορία, π ο ύ δ έν τολμ ούσ αμ ε ν ά γ υ ρ ίσ ο υ μ ε σπίτι μα ς, π ο ύ φ ο β ό μ α ­ στε νά δια βά σου μ ε έν α βιβλίο κάπω ς πρ ο ο δευ τικό καί μάς κ α λοϋ σα ν ν ’ ά π ολ ο γη θο ΰ μ ε. Α ύτ ά τά π ρ ά γ­ ματα μαζί μέ τό δ τι ζή σ α μ ε τή ν κα τοχή —ξέρ αμ ε τί ήταν τά σ τρατόπεδα καί δοκιμάσαμε α ύτό τό φ ό β ο καί τή βία...

Ο Χ Ι, έκείνη τ ή ν ώρα δ έν είναι χειρω νακτική, σ οΰ έρχετα ι μέ κύματα. Γ ιατί δ έν ξέρεις π ό σ ο υ ς θά βά­ λεις μέσα, δ έν ξεκινάς γν ω ρ ίζο ν τ α ς τά π άντα , έν τώ μετα ξύ σ ο ΰ έρ χ ο ντ α ι κι ά λλα κι άλλα ... Σ τή ν ά ρχή μά λισ τα δ έν είχα ίδέα, ξέρεις τί θά π ει δ έν είχα ιδέα π ώ ς γράφεται, τί είναι, τί θά π ει γ ράφ ω , έτσι, αύθόρμητα έντελώ ς... Στό χέρ ι γράφετε; Σ Τ Ο χέρι. Δ έν μπορώ σ έ μ η χ α νή κα θ όλου . Μ ό νο δ­ τα ν πιάσω τή ν πένα θά μοΰ έρ θουν αύτά π ο ύ θέλω ν ά γράψ ω. Ό τ α ν άρχίσ ει δμω ς ή δ ουλειά π άνω στό μ υθισ τόρημα , ή έπεξεργα σία , έκεΐ ν ά δεις χειρ ω να ­ κτική δ ουλειά , έκεΐ σ ο ΰ βγαίνει τό λά δι, ό αύθορμητισμ ό ς δ έν φτάνει, ο ύ τε τό δ π ο ιο τα λέντο. Τό «Κατεδαφιζόμεθα» π ό σ ο σ άς π ήρ ε ν ά τό γράψετε; Τ Ο «Κατεδαφιζόμεθα» είναι μεγά λο βιβλίο...

Πιστεύετε λ ο ιπ ό ν πώ ς ή έμπειρία είναι πρω τα ρ­ χικ ό σ το ιχ είο , σ τό όπ ο ιο πρέπει ν ά βα σισ τεί ό συγγρ αφ έα ς γιά ν ά στή σει τίς ιστορίες το υ; Ν Ο Μ ΙΖ Ω πά>ς είναι π ρ ω τα ρχικ ό σ το ιχ είο γιά τό σ υγγραφ έα , γιατί έγώ πιστεύω άκρά δα ντα δ τι σ τό έργο πρέπει ν ά κα τοικεί ζω ή, καί ή έμπειρία είναι ζω ή. Δ έ ν έννοώ φ υσ ικά μιά ψ υ χρή ά ντιγρα φ ή ή κα­ ταγραφή π ραγμα τικ ότητα ς, έκ εϊνο π ο ύ ό σ υ γ γ ρ α ­ φέας φ ιλοδ οξεί ν ά δώ σει —είναι μιά μικρή άπάτη δ η­ λ α δ ή - είναι δ χ ι τ ό πρ αγμα τικ ό, ά λ λ ά α ύτό π ο ύ μοιάζει μέ πραγμα τικ ό. Θ υμάμαι δέ κάτι π ο ύ είχε π ει ένα ς ρ ώ σος σ υγγ ρ α φ έα ς —δέ θυμάμαι π ο ιο ς —, δτι ό συγγρ αφ έα ς π ρέπει ν ά κινείται σ τό ύ λικ ό τ ο υ σ ά ν ν οικοκύ ρ ης καί δ χ ι σ ά ν μ ουσα φ ίρης. Φ υσικά μ έχρι νά γίνει ή έμπειρία τ έχ ν η , χρ ειάζο ντα ι π ο λ λ ά π ρ ά γ ­ ματα, καί πρώτα βέβα ια κά ποιο τα λέντο ... Πώ ς ξεκινάτε ν ά γράψετε; Β Ε Β Α ΙΑ δ έν ξεκινάω μέ καμιά σ υ ν τ α γ ή , π ό σ ο ζ ά χ α ­ ρη καί π όσα α ύγά, ά λλά νομίζω πώ ς ό σ υγγ ρ α φ έα ς ξεκινάει νά γρά ψ ει έν α βιβλίο δ τα ν έ χ ο υ ν ήδη σ υ σ ­ σω ρευτεί μέσα του κάποια έν τ ο ν α ερεθίσματα ά π ό γε γο ν ό τ α , σ κέψ εις, Ιδέες, σ υ μ β ά ν τ α , σ ά ν ν ά έχει σ υ ­ νουσ ιασ τεί μαζί τ ου ς καί νά νιώθει πιά σ ά ν τ ή ν έ γ ­ κυο γυναίκα π ού ήρθε ή ώρα της ν ά γε νν ή σ ει. Ή

Ό λ α είναι μεγάλα... Ν Α Ι, δ λα είναι μεγάλα καί έ χ ο υ ν πάρα π ο λ λ ο ύ ς δευτερ εύ ο ντες ήρω ες. Ό Β ρεττάκος, θυμάμαι, μ ο ΰ έλε­ γε: «δευτερεύοντες χα ρα κτή ρ ες μέ τά πρω τεύοντα π ρ ο βλή μ α τά τους...» Τά δ ευτερ εύ οντα π ρ ό σω πα στά βιβλία σ ας δέν είναι ά πλ ά φ ό ντο , είναι τρ ομερ ά δ ουλεμένα. Ό ­ ταν τελειώ νετε ένα βιβλίο, τί γίνεται μέ τούς ή ­ ρωες καί τίς ή ρ ω ίδ ες σ α ς ; Έ νδια φ έρ εστε μετά γιά τ ή ν τ ύ χ η τ ο υ ς ή τ ο ύ ς ξεχνάτε; Ο Σ Ο γράφ ω ένα μυθιστόρημα είμαι μέρα -νύ χτα μαζί τ ο υ ς . ’Α γω νιώ γιά τό κάθε τι π ο ύ λέν ε, π ο ύ κ ά νο υνε,

«Ό στό καί σάν

συγγραφέας πρέπει νά κινείται ύλικό του σάν νοικοκύρης όχι μουσαφίρης...»

φ οβά μα ι μή ν τ ο ύ ς ψ ευτίσω , μή βάλω πράγματα στό σ τό μ α τους π ο ύ δ έν πρέπει. Π ρέπει νά είναι πραγμα-


τικοί άνθρωποι κι αύτά π ού θέλο υ ν νά μ ή ν είναι αύτά π ού θέλω εγώ, άλλά αύτά πού πρέπει ν ά είναι γι’ αύτούς. Τρέμω γιά τίς ά δυναμίες, τρέμω μ έχρι ν ά δώ δτι π ήρα ν μιά μορφή όριστική, μιά ταυτότητα, καί δ ύσκολα, π ολύ δ ύσ κολα δίνω τό διαβατήριο γιά νά π άρουν τό πράτιγο. 'Ο σ ο τά κείμενα βρίσκ οντα ι στά χέρια μου τά διαβάζω καί τούς βρίσκω σ υνέχεια κουσούρια —λέω παραδείγματος χ ά ρ ιν πώ ς δ ν έρι­ χ ν α ένα έξάμ ηνο δουλειά ά κόμα θά μ π ορ ού σα ν ά πετάξω τό περιττό π ού τσιγκουνεύτηκα καί δ έν τό έκ ο­ ψα ά π ό τήν ά ρχή , ά λλά ά π ό τή σ τιγμή π ο ύ τυπ ώ νε­ ται καί γίνεται βιβλίο κόβεται ό ο μ φ ά λιος λώ ρ ο ς μέ τούς ήρω ες. Έ ρ χ ο ντ α ι καί τά έπ ό μ ενα γεννη το ύ ρ ια καί τότε μοιραία σ έ ά π α σ χ ο λ ο ΰ ν ο ί ν έο ι σ ο υ ήρω ες. Ε κ είν ο ι π ού μέ σ υνετίζουν καί μέ ά να γκ ά ζο υν νά ξαναθυμηθώ αύτό τ ό ν κόσ μο είναι ο ί άνα γνώ στες, οί ό π οιοι μού μιλά νε γιά τ ό ν ένα ή τ ό ν ά λ λ ο ήρω α, κι έγώ λέω π οιος είναι α ύτός. Έ π ρ επ ε νά έχω εύρετήριο γιά ν ά τούς θυμάμαι, ίδίως τώρα π ο ύ ά ρχισα νά ξεχνώ ... Θά μπ ορ ού σα με νά χα ρα κτη ρίσ ουμ ε τά βιβλία σ ας σ υνδυ ασ μό ν τοκ ου μ έντο υ καί φ ιξιόν ή ί­ σω ς ν ά τά ά π οκ α λέσ ουμε π ανορ α μικές ιστορι­ κές τοιχογρ α φ ίες μέ άφετηρία τή μικρασιατική καταστροφή; Π ΡΙΝ σ οΰ ά παντήσω ήθελα νά πώ πώ ς ό σ υ γγ ρ α ­ φέας είναι τό πιό άκα τάλληλο π ρ ό σω πο ν ά μιλήσει γιά τό έρ γο του. Π ά ντω ς αύτό τό τελευταίο π ο ύ εί­ πες τό έχ ο υ ν γράψει γιά τό έργο μου οί π ερισσ ότεροι κριτικοί,καί θυμάμαι τ ό ν 'Α λ κ η Θ ρ ύ λο π ο ύ παρ’ δ λ ο πού τή σοκά ρα νε όρ ισμένα βιβλία μο υ , οί θέσεις τους κλπ . ώ σ τόσο έλεγε ότι είναι το ιχογρα φίες π ο ύ όμω ς δ έν είναι ψ υ χρές, ά λλά ά π ό κάτω τους κυλάει σέ ρεύματα καυτή λά βα . Κ αί μιά καί μιλήσατε γιά κρ ιτικούς, έπαιξε κά­ π οιο ρόλο ή κριτική στή δουλειά σ α ς, σ άς έπηρέασε; Μ Ε έπηρέασε τόν καιρό π ού γινό τ α ν κριτική. Γιατί άπό ένα σημείο κι ύστερα... Ε κ είν η τή ν επ οχή δέν

«Άπό τή στιγμή πού τό χειρόγραφο τυπώνεται καί γίνεται βιβλίο, κόβεται ό ομφάλιος λώρος μέ τούς ήρωες...»

ύ πή ρ χα ν καί τόσα βιβλία. Κάθε βιβλίο κα λό π ο ύ έβγαινε ήταν ένα γ ε γ ο ν ό ς . Κ αί γρ ά φ ανε οί κριτικοί τότε. Γ ράφανε π ολλά . Π οιοι κριτικοί ύ πή ρ χα ν τότε; Ό Βαρίκας... Ν Α Ι, ό Βαρίκας έχει γιά μένα π ο λλά γράψ ει. Ό Δ η -

Έργα τής Διδώς Σωτηρίου Πεζά Ο ί ν ε κ ρ ο ί π ε ρ ιμ έ ν ο υ ν ( 1 9 5 9 ) Μ α τω μ έν α χ ώ μ α τα (1 9 6 2 ) 'Ε ν τ ο λ ή ( 1 9 7 6 ) Κ α τ ε δ α φ ιζ ό μ ε θ α ( 1 9 8 2 )

Παιδικά Μ έ σ α σ τ ις φ λ ό γ ε ς (1 9 7 8 ) Ο ί έ π ισ κ έ π τ ε ς (1 9 7 9 )

'Ιστορικά Ή λ έ κ τ ρ α (1 9 6 1 ) Ή μ ικ ρ α σ ια τ ικ ή κ α τα σ τρ ο φ ή κ α ί ή σ τ ρ α τ η γ ικ ή τ ο ΰ ι μ π ε ρ ι α λ ι σ μ ο ύ σ τ ή ν ’Α ν α τ ο λ ι κ ή Μ ε σ ό γ ε ι ο (1 9 7 5 )

μήτρης Ρ α υ τ ό π ο υ λ ο ς π άλι, π ο ύ ήταν καί τζό ρ α ς π ο ­ λ ύ , έχει δ ημοσ ιεύσ ει έφτά σελίδες γιά τά «Μ ατω μένα χώματα» σ τή ν «Ε πιθεώ ρη ση Τ έχνη ς» καί παρ ’ όλα αύτά έλε γε πώ ς ό λα αύτά τά γράφω ύστερα ά π ό μιά πρώτη ματιά κι ότι έπρεπε ν ά γράψω κι ά λλα . Γ ρά­ ψανε τότε ότι τό μικρασιατικό νο μ ίζα νε πώ ς έλη ξε κι έκλεισε. Τά δικά μου βιβλία γιά τή Μ ικρασία ήταν ά λλα , καί ά λλα τοΰ Β ενέζη καί τώ ν ά λλω ν. Δ έ ν επ η­ ρεάστηκα. Ε ίχε περάσει πιά τό μικρασιατικό καί είχε ξεχασ τεί. Μ έ τά «Μ ατωμένα χώματα» άρχισ ε πάλι καί φ ούντω σε. Ύ σ τ ερ α βγήκα νε κι ένα σω ρό ά λλα σ χετικ ά βιβλία. Π ιό π ρ ίν ύ π ή ρ χ ε κι ή «'Ιστορία έν ό ς α ιχμ αλώ ­ του» τοΰ Στρατή Δ ού κα . Ν Α Ι, βέβαια, ά λλά τό β ιβ λίο τοΰ Δ ο ύ κ α είχε βγει π ο λλά χ ρ ό ν ια π ρ ίν ά π ’ τό δικό μο υ . Τ ελο σπ ά ντω ν, δ έν επηρεάστηκα ά πό καμιά κριτική κι ά πό κα νένα. Ή τ α ν ό μω ς, παρ ’ ό λα αύτά, μιά ενθ άρ ρ υνσ η, μιά έγκαρδίωση. Α , Β Ε Β Α ΙΑ , ή τα ν έγκαρδίω ση. Γιατί καί π ο λ λ ο ί σ υγγρ αφ είς γρ ά ψ α νε τότε. Ή Έ λ λ η ’Α λεξίο υ ήταν έξω καί χά λα σε τόν κό σ μ ο . Κ ι ότα ν γύ ρ ισ ε, δ πο τε τής δ ινό τ α ν ή εύκαιρία μ ιλο ύ σε π α ντο ύ γιά τό βι­ βλίο π ο ύ δέν π ήρ ε π οτέ του κα νένα βραβείο. Γιατί τά «Μ ατωμένα χώματα» δ έν π ήρα ν π οτέ κα νένα βρα-


βεΐο, ού τε έπ α ινο, π ήρ ε μ ό ν ο μια εύ φ η μ ο μνεία ά πό τήν « Ε σ τ ία Ν έα ς Σ μύρνης». Θ εωρείτε τά «Μ ατω μένα χώματα» ώ ς τ ό κ ο ρ υ ­ φαίο βιβλίο σας; Δ Ε Ν τό θεωρώ. Τ ό καθένα έχ ει τή δική του ζω ή. ’Α λλά δ τα ν τό έγραφ α ή μ ο υ ν σ έ μιά π ο λ ύ εύ τυχισμένη στιγμή τοΰ β ίου μου. Ή «’Ε ντο λή » έχ ει ένα ά λ λ ο π ράγμα, έκ εϊ ύπά ρ χει τ ό ν τ ο κ ο υ μ έν τ ο . Έ κ λ α ψ ε δ λη ή Ε λ λ ά δ α μέ τ ή ν «’Ε ντολή ». Ε ίνα ι σ ά ν ν ά ρω­ τάς κά π οιον γιά τά παιδιά τ ο υ. Β έβαια, χω ρ ίς ν ά τό θέλει μπ ορ εί κά π οιο ν ά ξεχω ρίζει. Ν ά , τώ ρα μ έ τ ή ν « Ε ν τ ολή » ά ρ χ ισ α ν ν ’ ά σ χ ο λ ο ΰ ν τ α ι καί ά μερικάνικα πανεπιστήμια ά κόμα. Μ έ τό τ ελευτα ίο β ιβ λίο σ α ς, τ ό «Κ α τεδα φ ιζό­ μαστε», πάτε πιά ά λ λ ο υ . ’Α ρ χ ίζε ι μιά κα ινούρ ια έπ οχή ... Μ ου φαίνεται π ώ ς, έπ α δ ή ά ρ χ ισ α ν ά γρά φ ω ά ργά , π ρέπει ν ά π ρ ολά β ω ν ά δώσω δ λ ες τίς π λ ευ ρ ές —εί­ δες π ού μέ ρώ τη σες π αρ α π άνω έά ν είναι βιωματικά τά βιβλία μου. ’Α π ό τ ό ά τομικό π ερ νάω π ά ν τ α σ τό γενικ ό... Τ ελευταία δ ια βά σα με δτι ή σ α σ τ α ν φ ινα λίσ τ —π ού λ έν ε καί σ τά κ α λλ ισ τεία — τ ω ν Εύρω παλίω ν. Τί ά κρ ιβώ ς σ υ ν έβ η ; Ε Λ Α Β Α ένα γρ ά μμ α π ο ύ μ έ π λ η ρ ο φ ο ρ ο ύ σ ε π ώ ς τό δ νο μ ά μ ου βρίσκεται σ τ ό ν τ ελικ ό κ α τ ά λο γο γιά τό βραβείο τής Ε ύ ρ ώ π ης καί «έτοιμαστεΐτε ν ά τό παρα ­ λά βετε ά πό τή βα σίλισ σα κτλ . κτλ.». Έ γ ώ , άμάθητη ά π ό βραβεία, κ α νονικ ά έπρεπε ν ά σ κεφ τώ λο γ ικ ά καί ν ’ άπα ντήσ ω , «κύριέ μ ο υ σ ά ς εύ χα ρ ισ τώ , εύ χαρ ιστώ το ύς έλλ η νισ τές π ο ύ μέ θεω ρή σα νε δ υό φ ο ρ ές άξια χω ρίς νά μέ ξ έρ ο υ ν καί χω ρ ίς ν ά τ ο ύ ς ξέρω , ά λλά αύ,τά δ ένγ ίνο ν τ α ι-ό τ ιδ ή π ο τε καί ν ά σ υ μ β ε ΐδ έ ν μ’ έν-

διαφέρει». ’Εδώ τή χ ρ ο ν ιά π ο ύ βγή κα ν τά «Μ ατω μέ­ να χώ ματα» δ ώ σ ανε τό βρ α βείο σ ’ έν α β ιβ λίο π ο ύ ά να φ ερ ό τ α ν σ ’ έν α χ ω ρ ιό καί στά έθιμά τ ο υ . Έ γ ώ έ­ χ ω κόψ ει μ' αύτή τ ή ν ίδέα. Ν ο μ ίζω δ μ ω ς π ώ ς έχει σ χέ σ η μ έ τ ή ν ά νθ ρ ώ π ινη ματαιότητα —έτσι; Κ α ί φ α ίνετα ι δ τι έκ εΐ σ τη ρίζεται. Ύ σ τ ερ α έξ υ π η ρ ετο ΰ ν ται σ κ ο π ιμ ό τ η τ ες, ύ π ά ρ χ ο υ ν δ ια συ νδέσ εις, π ο λιτ ι­ κ ά ... ’Ε δώ ά κόμα καί σ τή ν ά ρχα ιό τη τα , τά μικ ρά καί τά μ εγά λα Δ ιο ν ύ σ ια τ ή ν έπ ο χ ή το ΰ Π ελ ο π ο νν η σ ια κ ο ΰ π ο λ έ μ ο υ , δ τα ν είχ α ν τό π ά νω χ έρ ι ο ί ό λ ιγ α ρ χ ικ ο ί, τ ό δ ίν α νε σ τ ό ν ’Α ρ ισ τ ο φ ά ν η , δ τα ν τ ό είχ α ν ο ί δημ ο κ ρ α τικ ο ί σ έ ά λ λ ο υ ς κ λ π . Δ έ ν μέ ά π α σ χ ο λ εΐ π ιά... ’Ε κ τ ό ς ά π ό τά χρ ή μ α τα ή τ ή ν π ρ ο β ο λ ή π ο ύ μ π ο ρ εί ν ά ά πο κ ο μ ίσ ει ένα ς σ υ γγ ρ α φ έα ς ά π ό έ ­ ν α β ρ α β είο , πιστεύ ετε π ώ ς τ ό ν ίδ ιο τό σ υ γγ ρ α ­ φ έα τ ό ν σ π ρ ώ χ νε ι παρ α π έρ α, κ ά νει κ α λό σ τό έρ γ ο τ ο υ; Ε Π Ε ΙΔ Η σ υνή θ ω ς τά βρα βεία δ ίδοντα ι δ τα ν ο ί σ υ γ ­ γρ α φ είς είναι σ έ π ρ ο χ ω ρ η μ έν η ήλικία, δέ ν ο μ ίζω . Κ ι α ύ τ ό ήθ ελα ν ά σ ο υ πώ . 'Ό τι δ έν π ρ ο ω θ εί τή λ ο γ ο τ ε­ χ ν ία , δ έν ένθ αρ ρ ύνει. Θ ά έπ ρ επ ε ν ά βρ εθεί κάτι ά λ ­ λ ο . Ν ’ ά ρ χ ίζει ά π ό τ ο ύ ς ν έ ο υ ς ά νθ ρ ώ π ο υ ς. Δ η λα δή ά π ό τά φ υτώ ρια, αύτά π ο ύ θά δ ώ σ ο υ ν α ύρ ιο κα ρ­ π ο ύ ς ... Κ α ί γιά ν ά τελειώ σ ο υ μ ε μ’ έν α ά λ λ ο επ ίκα ιρο θ έμα, είστε μέ τ ό μ ο ν ο τ ο ν ικ ό ; Κ Ο Ι Τ Α Ξ Ε , έγώ δ έν τό έχω έφ α ρ μόσει ά κ όμα τ ό μ ο ­ ν ο τ ο ν ικ ό , ά λλά ν ο μ ίζω π ώ ς π ρ ό ς τά έκ εΐ π ρ έπ ει ν ά β α δίσ ο υμ ε. Ε ίνα ι σ ω σ τό τό μ ο ν ο τ ο ν ικ ό καί σ ω σ τό θά είνα ι ν ά γ ίν ο υ ν κι ά λ λ ες ά π λ ο π ο ιή σ ε ις σπή γ λ ώ σ ­ σ α μα ς. Ε μ ε ί ς δ μ ω ς έχ ο υ μ ε μ ά θ α ν ά γ ρ ά φ ο υμ ε έτσι καί δ ύ σ κ ο λ α θά μ π ο ρ έσ ο υ μ ε ν ’ ά λ λ ά ξ ο υ μ ε . Τ ο ύ ς ν εό τ ερ ο υ ς δ μ ω ς θά π ρ έπ ει ν ά τ ο ύς ά π α σ χ ο λή σ ει.

μικρές αγγελίες Α Ν δ έν ξέρετε ά ρα βική γρ α φ ο μ η ­ χ α ν ή , λ ίγ ο είνα ι τό κακό. ’Α ρ κ εί ν ά γρ ά φ ετε τή ν έλ λ η νικ ή γ ρ ή γ ο ­ ρα καί ν ά μπ ορ είτε ν ά σ τενο γ ρ α φεϊτε κείμ ενα σ έ ύ π α γό ρ ευ σ η . Σ τή ν περ ίπτω ση α ύτή , γρ ά ψ τε σ τή ν Τ .Θ . 2 0 4 6 . Μ ΙΑ κα λή ά ριθ μ ο μ η χα νή μάρκας D ieh l P rofitronic π ο υλ ιέτα ι σ έ έπ ίση ς καλή τιμή. Έ μ π ισ τευ τικ ές π λη ρ οφ ορ ίες σ τό 4 1 .3 0 .5 7 9 . Μ Π Ο Ρ Ε ΙΤ Ε ν ά ά γο ρ ά σετε τά ίστορ ικά « Ε λ λ η ν ικ ά Χ ρ ο νικ ά » τού Μ άγιερ (Μ εσ ο λ ό γ γ ι, 18 4 0 ) μ έ 1 0 .0 0 0 δ ρα χμ ές. Ά π ό π ο ύ ; Τ η λ ε­

106

φ ω ν ή σ τ ε σ τό 3 6 .3 1 .6 2 2 καί θά σάς π ουν. Α Ν κ ά π ο ιο ς έχει σ τή ν κα τοχή ’τ ο υ ή ά π λ ώ ς έχει δ ει κ ά π ο υ , κά ­ π ο τ ε τ ό β ιβ λ ίο τ ο ύ Γ . Α λ κ α ίο υ «Μ ετά τ ό ν Κ αβάφ η» ( Α λ ε ξ ά ν ­ δρεια 19 3 9 ), ά ς τηλ εφ ω νή σ ει σ τό i7 7 .7 7 .2 7 0 . Α π ό λ υ τ η έχεμύθεια. *Α Ν θέλετε ν ά μάθετε σ ω σ τά ά γ,γλικά ά π ό μιά τελειόφ οιτη τή ς ά γγλ ικ ή ς φ ιλ ο λ ο γ ία ς , μ έ φ ρ ο ντισ τη ­ ριακή δ μω ς π είρα, π ρ έπ ει ν ά βια­ σ τείτε καί ν ά τη λ εφ ω νή σ τε σ τό 4 1 .1 8 .7 3 3 .


Μήν ξεχνάτε τά μεγάλα αφιερώματα τοϋ 1982: Κάφκα (No

50)

Προύστ (No 52) Φώκνερ (No 54) 'Αγγλική λογοτεχνία (No 56) Σοβιετική λογοτεχνία (No 57)

Καί τά παλαιότ€ρα:

Βιβλία γιά παιδιά (No 24) Γυναικεία λογοτεχνία (No 36) Τό σχολικό βιβλίο (No 47)

107


πρόσφατες εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης Βιβλιοθήκη Γενικής Παιδείας Δ.Ρ. θεοχάρη. Νεολιθικός Πολιτισμός (17x24), οσ 198. χάρτες 2. έγχρ. είκ. 24. Α/Μ 49. σχ. 57 Δρχ. 400 Θάσου Καραγιώργη, Αρχαία Κύπρος - Από τή Νεολιθική εποχή ώς τό τέλος τής Ρωμαϊκής (17x24), σο. 151 + πίν., είκ. έγχρ. 21. Α/Μ 250 Δρχ 300 Wolfgang Schadewaldt, Από τόν κύαμο καί τό έργο τού 'Ομήρου Α' Τό όμηρικό ζήτημα Μετ. Φάνης I. Κακριδής Δρχ. 370 (14x21). σσ. 284 + 28 Α/Μ είκ. C. Μ. Bowra, Αρχαία έλληνική λυρική ποίηση Α' Αλκμάν, Στησίχορος. 'Αλκαίος. Σαπφώ Μετ. Γιάννης Καζάζης (14x21). σσ. 408 Δρχ. 450 Paul Lemerle, Ό πρώτος βυζαντινός ουρανισμός Μετ. Μ. Νυσταζοπούλου - Πελεκίδου -Encyclopodie de la Pelade», Ιστορία καί μέθοδοί της: Γενικά προβλήματα Μετ. Ελένη Στεφανάκη (14x21), σσ. 475 Δρχ.450 Οί μαρτυρίες και ή κριτική τους αξιοποίηση Μετ. Χρίστος Παπάζογλου (14x21), σσ. 354 Δρχ.350 Παραδοσιακές βοηθητικές επιστήμες. Γραπτές μαρτυρίες Μετ. Ελένη Στεφανάκη (14x21). σσ. 423 Δρχ.430 «Encyclopedie de la Pliiade», Ιστορία τής Φιλοσοφίας: Α' Ή Καντιανή Επανάσταση Μετ. Κυριάκος Σ. Κατσιμάνης (14x21), σσ. 305 Δρχ. 250 θ' 19ος αιώνας: Ρομαντικοί - Κοινωνιολόγοι Μετ. Τίτος Πατρίκιος Παύλος Χριστοδουλίδης (14x21). σσ. 379 Δρχ 350 Γ 19ος·20ός αιώνας: Ή Εξελικτική Φιλοσοφία. Εθνικές Φιλοσοφικές Σχολές Μετ Μαριλίζα Μητσοϋ - Παππά (14x21). σσ. 334 Δρχ. 300

W. Wlndelband & Η. Helmaoeth, Εγχειρίδιο 'Ιστορίας τής Φιλοσοφίας: Α' Ή φιλοσοφία τών άρχαίων Ελλήνων. Ή φιλοσοφία τών έλληνιστικών καί ρωμαϊκών χρόνων Μετ. Ν.Μ. Σκουτεράπουλος (14x21). σσ. 342 Δρχ. 350

Μ ελέτες Οικονομικής 'Ιστορίας Γιώργου Δερτιλή, Τό ζήτημα τών τραπεζών (1871-1873). Οικονομική καί πολιτική διαμάχη στήν Ελλάδα τού ΙΘ' αιώνα (14x21). σσ. κα' + 355 + 37 είκ. Δρχ. 350 ί.Α. Βαλαωρίτου, 'Ιστορία τής Εθνικής Τραπέζης τής Ελλάδος (1842-1902) Δρχ. 600 (20x28). σσ. 10 + 352 + η' + πίν. Ευτυχίας Δ. Λιάτα, Γενικό Ευρετήριο τού Ιστορικού Αρχείου τής Ε.Τ.Ε. (17x24). σσ. 224+ είκ. Α/Μ 33

Δρχ. 200

Νεοελληνική Προσωπογραφία Ε.Π. Παπανούτοου, Α. Δελμοΰζος (Ή ζωή του 'Επιλογή άπό τό έργο του) (14x21). σσ. 299+ είκ. Α/Μ 6 Δρχ. 300

Λευκώματα Κάρλ Κρατσάιζεν, Προσωπογραφίες Ελλήνων καί φιλελλήνων όγωνιστών (Προλεγόμενα Π. Πρεβελάκη) (33x44), σσ. 16 + 14, σχέδια 16. λιθογραφίες 28 Δρχ. 1.300 Πινακοθήκη καί Γλυπτοθήκη τού Μορφωτικού Ιδρύματος τής Εθνικής Τραπέζης στή Θεσσαλονίκη 31 έγχρωμοι πίν. 35x39 έκ. Δρχ. 400 Χρίστου καί Σέμνης Καρούζου, Θησαυροί τού Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών (25 χ 30). σσ.

Σημείωση: Τά βφλιοδετημένα άντίτυπα επιβαρύνονται μέ 150 δραχμές

Πωλοϋνται σέ όλα τά βιβλιοπωλεία Κεντρική Διάθεση: Πλατεία Μ ητρ οπόλεω ς 3, 2 ο ς ό ρ ο φ ο ς (τηλ. 32.21.337) Πρατήριο: Εθνική Τ ρά π εζα . Κ αραγεώ ργη Σερβίας 2 (Πλατεία Σ υντάγματος)

Τά έσοδα άπό τις πωλήσεις δ ια τίθ εντα ι γιά πολιτιστικούς σκοπούς



TQRA ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ m m π οτε και να oas πούμε to γιατί'. •Γιατί, τώρα που έχουν ακριβήνει τα είδη STAX - B & W - SANYO PLUS - AIWA μας, το λ ά θο ς σ την εκλογή δεν επ ιτρ έ­ K ENW OOD - YAMAHA - STA N TO N KOSS -TDK o n p T V : NORDMENDEπεται (κοστίζει ακριβά)! Χρειάζεστε λ ο ιπό ν την εγγύηση και σιγουριά που SABA - B & Ο κ.λ.π., ο ια V ID E O : ο α ς παρέχει η πείρα και η ειδίκευση SHARP - SANYO - TOSHIBA κ.λ.π. του AVC στα θέματα του ήχου και της σε VIDEO GAME: ATARI. •Γιατί στο AVC έχουμε εγκαταστήσει εικόνας. •Γιατί π α ρ ’ όλα αυτά, στο AVC θα βρείτε 3 studios για να μπορείτε μόνοι σας να καλές, πρ α γμ ατικά κα λές τιμές. Β λέπε­ σ υγκρίνετε την απόδοση τω ν μηχανη­ τε, είναι θέμα π ολιτικής σε μας, να εξαν - μάτων. τλούμε όλα τα περιθώ ρια •Γιατί στο AVC υπάρχει για τους πελ άτες μας. η ποιότητα που ζητάτε. Και •Γιατί στο AVC δ ια ­ κάθε σ α ς α γορ ά σ υνοδεύε­ θέτουμε μεγάλη πο ικι­ ται α π ο γ ρ απτή εγγύηση. λία α π ’ τις μεγαλύτερ ες •Γ ιατί, ακόμα, οι τεχνικοί και τις πιο αξιόπιστες φ ίρ ­ του AVC αναλ αμβ άνουν τη μες ο ια HI-FI : Q U A D CELE Δ Ω ΡΕΑ Ν εγκατάσταση τω ν μηχανημάτω ν σ το σπίτι σας. STION LO G IC LUXMAN NIKKO

audio video club «

BouKoupctrriou 36 (& *οροφος)· Τηλ.: 36.31.324 - 36.36.760




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.