Απευθυνόμενη Στους Μαθητές Μου, Αλέξη, Εύα, Βίκυ, Κώστα, Σπύρο, Γιάννα, Σέιντα, Ευφροσύνη, Φίλιππο, Πολύκαρπο, Γιώργο, Δημήτρη, Κατερίνα, Παρασκευή, Ελένη, Έφη, Νίκο, Θάλεια, Δώρα, Μαγιούλα, Αλέκα, Παναγιώτη
Υπήρξατε ο λόγος βίωσης συναισθημάτων που ο λογισμός του ανθρώπου δε νοεί. Συναισθήματα αυθεντικά μάς άγγιζαν κάθε φορά που αντάμα περιδιαβαίναμε τα μονοπάτια της γνώσης, αντάμα δημιουργούσαμε. Ολόθερμα Σας Εύχομαι Στη Ζωή Σας η αναζήτηση να γίνεται κατάκτηση και η κατάκτηση σοφία ζωής.
Με Αγάπη Χαντζή Ουρανία, Φιλόλογος
Δημιούργημα των μαθητών και των μαθητριών της Γ΄ τάξης του Γενικού Λυκείου Ματαράγκας στο πλαίσιο εκπόνησης του Πολιτιστικού Προγράμματος “Σοφοκλέους Αντιγόνη” κατά το σχολικό έτος 2014-2015.
Υπεύθυνη Καθηγήτρια Χαντζή Ουρανία, Φιλόλογος
Στον δραματικό λόγο τη γλαφυρότητα και τον λυρισμό απέδωσε ο Χρυσικός Παναγιώτης
Τα κείμενα επιμελήθηκαν Γραβάνης Αλέξιος Ζολώτα Ευαγγελία Ζωγράφου Βασιλική Καρασούλος Κωνσταντίνος Κουνέλης Σπυρίδων Λύγκα Γιαννούλα Μούκαϊ Σέιντα Μπάλλα Ευφροσύνη Μπαρούτης Φίλιππος Ντόβας Πολύκαρπος Παπαδόπουλος Γεώργιος Παππάς Δημήτριος Πασά Αικατερίνη Πελεκάνου Παρασκευή Σαλαγιάννη Ελένη Σιβρήκα Ευθυμία Σταμάτης Νικόλαος Σταμούλη Ευθαλία – Μαρία Στέκα Θεοδώρα Τσαντήλα Μαγιούλα Φαρμάκη Αλεξάνδρα
Η Θεώρηση Μιας Άλλης Εποχής
Η τραγωδία Σοφοκλέους Αντιγόνη διδάχτηκε το 442 π.Χ. κερδίζοντας την πρώτη νίκη. Πρόκειται για μια εποχή κατά την οποία οι πολίτες της Αθήνας με ηγέτη τον χαρισματικό Περικλή απολάμβαναν την ανάπτυξη της πόλης σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Δικαιωματικά η Αθήνα χαρακτηρίζεται ως κλεινόν άστυ, αφού γνωρίζει μεγάλη οικονομική και πνευματική άνθηση. Απαράμιλλης αξίας μνημεία, όπως ο Παρθενώνας, κοσμούν την πόλη και περνούν τη φήμη της στην αιωνιότητα. Καλλιτέχνες, άνθρωποι του πνεύματος, όπως τραγικοί και κωμικοί ποιητές, σοφιστές, φιλόσοφοι, ζωγράφοι, γλύπτες, μετατρέπουν την Αθήνα σε παιδευτήριον της Ελλάδας. -6-
Η Σοφιστική “Τι ακριβώς ήθελαν να κάνουν οι σοφιστές; Ήθελαν πρώτα να διδάξουν πώς να μιλά κανείς δημόσια, πώς να υπερασπίζεται τις ιδέες του στην εκκλησία του δήμου ή στο δικαστήριο˙ πρώτος τους στόχος ήταν λοιπόν η διδασκαλία της ρητορικής. Προσφέρουν και πουλούν τη θεωρητική μόρφωση. Διδάσκουν τους πολίτες να μιλούν, να σκέπτονται, να κρίνουν - αυτά που είναι υποχρεωμένοι να κάνουν όλη τους τη ζωή. Διδάσκουν τους νέους, που έχουν ήδη ολοκληρώσει την παραδοσιακή τους μόρφωση. Τους προσφέρουν κάτι διαφορετικό από τη μουσική και την άθληση, διαφορετικό ακόμα και από τους ποιητές του παρελθόντος. Τους οπλίζουν για την επιτυχία, για μιαν επιτυχία που δε βασίζεται στη δύναμη ή στη γενναιότητα, αλλά στην ενεργοποίηση της νόησης. Οι σύγχρονοι των σοφιστών είχαν λόγους να εκπλαγούν και κάπως να τρομάξουν. Έχουμε όμως και εμείς λόγους να αποδώσουμε δικαιοσύνη σε αυτούς τους δασκάλους, που οι φιλοδοξίες τους ήταν τόσο ζωντανές, ώστε να φτάσει ως εμάς ο απόηχος της σύγχυσης που αναπόφευκτα προκάλεσαν οι υπερβολές τους”. Jacqueline de Romilly, Οι Μεγάλοι Σοφιστές στην Αθήνα του Περικλή, εκδ. Μ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1994, σσ. 31, 67, 97.
-7-
Από αρχαιοτάτων χρόνων οι άγραφοι ηθικοί νόμοι επιτάσσουν τον ενταφιασμό των νεκρών. Ως αυστηρός, μεγαλοπρεπής και δίκαιος βασιλιάς του Κάτω Κόσμου παρουσιάζεται ο Πλούτωνας. Οι τρεις δικαστές που τον πλαισιώνουν κρίνουν τις ψυχές. Είναι ο δίκαιος και συνετός Μίνωας, ο ενάρετος Ραδάμανθυς και ο ευσεβής και τίμιος Αιακός. Την είσοδο του Άδη φύλασσαν οι Άρπυιες. Τους ασεβείς στον Τάρταρο τιμωρούσαν οι Ερινύες, ενώ τους νεκρούς οδηγούσε στον Άδη ο ψυχοπομπός Ερμής. Με την απόδοση των νενομισμένων νεκρικών τιμών η ψυχή των νεκρών περνούσε τις πύλες του Άδη και το πνεύμα τους δεν περιπλανιόταν. Αποτελούσε κοινή πεποίθηση η αθανασία της ψυχής, η μετά θάνατον ζωή και η αιωνιότητα της επουράνιας ζωής. Το χρέος της ταφής ανήκε πρωταρχικά στους πλησιέστερους συγγενείς του νεκρού. Αν η οικογένεια αμελούσε το θρησκευτικό της καθήκον τότε η ταφή του νεκρού αποτελούσε μέλημα του δήμου. Ντροπή βέβαια ακολουθούσε όποιον περιφρονούσε την απόδοση σεβασμού προς τον νεκρό. Σύμφωνα μάλιστα με την άγραφη αρχαία παράδοση ακόμη και η σορός του ιερόσυλου ή προδότη της πατρίδας ενταφιαζόταν έξω από τα τείχη της πόλης. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως οι Αθηναίοι του 5ου π.Χ. αι. θεωρούσαν τον ενταφιασμό του νεκρού απαραβίαστο χρέος τους. Είναι γνωστό πως οι Αθηναίοι έθαψαν τους νεκρούς των Περσών στον Μαραθώνα, αλλά και πως καταδίκασαν σε θάνατο τους δέκα στρατηγούς που πήραν μέρος στη ναυμαχία των Αργινουσών το 406 π. Χ. για τη μη περισυλλογή των νεκρών. -8-
“Η ΄Υβρις είναι η προσωποποίηση της αλαζονικής συμπεριφοράς του ανθρώπου, που ξεπερνά κάθε μέτρο και δεν αναγνωρίζει πόσο άλλες δυνάμεις, έξω από τον ίδιο, συντελούν στην ευτυχία του. Η Ύβρις, όταν επικρατήσει στο μυαλό ενός ανθρώπου, προκαλεί τον ερχομό της Νέμεσης, που με τη συμφορά βάζει τα πράγματα στη θέση τους, δηλαδή επιβάλλει το μέτρο. Ο Θέογνις έλεγε την Ύβρη θυγατέρα του Κόρου (του Κορεσμού), ενώ αντίθετα ο Πίνδαρος τη θεωρούσε μητέρα του Κόρου. Η Νέμεση είχε τη φροντίδα να μοιράζει (νέμειν) στον καθένα ό,τι του ανήκε σύμφωνα με την αξία του και τη θέση του, να επιβάλλει τη δικαιοσύνη και να καθορίζει τις ποινές, να αφαιρεί την ευτυχία από όσους την είχαν αποκτήσει χωρίς να το αξίζουν και να προκαλεί την εκδίκηση των θεών για όποιον δεν αναγνώριζε ότι την ευτυχία του τη χρωστούσε στην εύνοιά τους. Η Νέμεση ήταν κόρη της Νύχτας και είχε αδελφές τις Μοίρες, τις Εσπερίδες και την Έριδα”. Ελληνική Μυθολογία, Οι Θεοί, τόμος 2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σσ. 257 – 258.
-9-
Η γυναίκα του 5ου π.Χ. αι. θεωρείται υποδεέστερη από τον άνδρα, προορισμένη να εξουσιάζεται από αυτόν. Πρώτιστη και κύρια μέριμνά της η φροντίδα των παιδιών και του οίκου της. Δεν απολαμβάνει την ιδιότητα του πολίτη, αφού στερείται του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης, της παρουσίας σε εκδηλώσεις του δημόσιου βίου, της συμμετοχής στα κοινά, της ανάληψης αξιωμάτων. Το πνεύμα και το σώμα της είναι περιχαρακωμένο στον γυναικωνίτη καθώς ο οίκος θεωρείται γι’ αυτή ο φυσικός της χώρος. - 10 -
Σοφοκλέους Βίος
“Ο Σοφοκλής γεννήθηκε στον Ίππιο Κολωνό της Αθήνας το 496 π.Χ. Γιος του Σοφίλου, εύπορου Αθηναίου, διαπαιδαγωγήθηκε ανάλογα με την οικονομική του άνεση. Διδάχθηκε τη μουσική από τον περίφημο μουσικοδιδάσκαλο Λάμπρο. Τα σωματικά του προσόντα και η πνευματική και ψυχική του καλλιέργεια τον κατέστησαν πρότυπο ολοκληρωμένου πολίτη των κλασικών χρόνων. Υπηρέτησε την πατρίδα του από διάφορες θέσεις, αναλαμβάνοντας στρατιωτικά, οικονομικά και θρησκευτικά καθήκοντα. Είχε πολλούς φίλους και συνδέθηκε με πολλά εξέχοντα πρόσωπα της εποχής του, όπως τον Κίμωνα, τον Περικλή, τον Ηρόδοτο. Η αγάπη του για την Αθήνα τον έκανε να μην την εγκαταλείψει ποτέ, παρά μόνον για να την υπηρετήσει. Στο θέατρο εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 468 π.Χ. Έλαβε μέρος σε τριάντα περίπου δραματικούς αγώνες, παίρνοντας πάνω από είκοσι πρώτα βραβεία και τα υπόλοιπα δεύτερα. Από τα 123 δράματά του σώθηκαν ακέραια μόνον επτά και ένα μέρος από το σατυρικό δράμα Ἰχνευταί. Από τις τραγωδίες που σώθηκαν αρχαιότερη είναι ο Αἴας˙ ακολουθούν: Ἀντιγόνη, Τραχίνιαι, Οἰδίπους Τύραννος, Ἠλέκτρα, Φιλοκτήτης, και τελευταία ο Οἰδίπους ἐπί Κολωνῷ, που διδάχτηκε μετά τον θάνατό του, πιθανόν το 401 π.Χ. από τον ομώνυμο εγγονό του”. Σοφοκλέους Αντιγόνη, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 2015, σσ. 26 – 27.
- 11 -
Μελπομένη, τον μύθο κίνησε …
Τη Θήβα κυβερνά ο Λάιος, ο γιος του Λάβδακου. Μια πληγή όμως στην οικογενειακή του ζωή απομυζεί τη χαρά της βασιλείας του. Αν και παντρεμένος πολλά χρόνια με την Ιοκάστη, την κόρη του Μενοικέα και αδελφή του Κρέοντα, δεν έχει αποκτήσει τον πολυπόθητο διάδοχο του θρόνου. Φτάνει λοιπόν η ημέρα που ο Λάιος ζητά χρησμό από το Μαντείο των Δελφών, για το αν εκείνος και η Ιοκάστη θα ολοκληρώσουν την ευτυχία τους με την απόκτηση ενός παιδιού. Ο χρησμός του Μαντείου των Δελφών πλημμυρίζει με πόνο την ψυχή του “Το παιδί που θα γεννηθεί θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα είναι υπαίτιο πολλών συμφορών”. Η Μοίρα όμως είναι αναπόδραστη. Όσο κι αν ο Λάιος και η Ιοκάστη έχουν δεσμευτεί να μην τεκνοποιήσουν, τελικά γεννούν τον γιο τους. Ο χρησμός δεν έπρεπε σε καμιά περίπτωση να επαληθευτεί. Μόνη λύση η απομάκρυνση του βρέφους από το παλάτι και ο χαμός του. Ο Λάιος δίνει σε έναν έμπιστο βοσκό του βασιλικού οίκου τη ρητή εντολή να αφήσει τον νεογέννητο γιο του έκθετο στο βουνό Κιθαιρώνα, στο ιερό άλσος της Ήρας. Οι καιρικές συνθήκες και τα άγρια θηρία θα αποφάσιζαν μοιραία για τη ζωή του. Ήταν όμως ένας θάνατος στον οποίο ο βοσκός του Λάιου δε βαστούσε η καρδιά του να γίνει συνένοχος. Και ήταν η τύχη του καλή, αφού μοιραία την ύστατη στιγμή συναντάται με κάποιους αλογοβοσκούς από την Κόρινθο. Η επιμονή του υπηρέτη του Λάιου και το τρυφερό μικρό πλάσμα οδηγούν τους αλογοβοσκούς από την Κόρινθο στην απόφαση το νεογέννητο να ζήσει και να ανδρωθεί στα χέρια μιας άλλης βασιλικής οικογένειας, του Πόλυβου και της Μερόπης, βασιλείς της Κορίνθου, οι οποίοι ήταν άτεκνοι. Ο βοσκός του Λάιου ήταν πια ανακουφισμένος. Είχε απομακρύνει το βρέφος από τη Θήβα και δεν είχε αποκαλύψει σε κανέναν την αληθινή του καταγωγή.
- 12 -
Ο Οιδίπους, το παιδί του οποίου τα πόδια υπέφεραν από οίδημα καθώς είχαν περαστεί από τον Λάιο στους αστραγάλους του χρυσοί χαλκάδες, μεγαλώνει με στοργή και αγάπη κοντά στον Πόλυβο και τη Μερόπη. Δεν του αποκαλύφθηκε όμως ποτέ πως δεν ήταν το πραγματικό τους παιδί. Για την αποκάλυψη αυτή μερίμνησε και πάλι η ειμαρμένη. Κατά τη διάρκεια οινοποσίας ένας συνομίληκος και ομοτράπεζος του Οιδίποδα ερχόμενος σε διαπληκτισμό μαζί του τού αποκαλύπτει πως είναι νόθος και πως ο Πόλυβος και η Μερόπη είναι θετοί του γονείς. Συγκλονισμένος ο Οιδίπους επιστρέφει στο παλάτι. Μάταια αναζητά την επιβεβαίωση ή τη διάψευση του νέου που ματώνει την ψυχή του. Ο Πόλυβος και η Μερόπη αδυνατούν να αποκαλύψουν το μυστικό τους. Και εκείνος, αποφασισμένος να έρθει αντιμέτωπος με την αλήθεια, καταφθάνει στο Μαντείο των Δελφών. Ο χρησμός που λαμβάνει είναι καθοριστικός για την τύχη πολλών ανθρώπων: “Θα σκοτώσεις τον πατέρα σου και θα παντρευτείς τη μητέρα σου”. Τραγική είδηση που δεν πρέπει να επαληθευτεί, συλλογίζεται ο Οιδίποδας, γι’ αυτό και εγκαταλείπει οριστικά την Κόρινθο απομακρυνόμενος από τους γονείς του, όπως ακόμη πιστεύει, τον Πόλυβο και τη Μερόπη. Περιπλανάται με μόνα στηρίγματα ζωής τη σωματική του ρώμη και την οξύνοιά του και πράττει θαυμαστά έργα, όπως τη θανάτωση του άγριου λύκου του Τευμησσού. Η μοίρα όμως για άλλη μια φορά είναι εκείνη που θα καθορίσει τις εξελίξεις. Τριγυρνώντας στα μέρη της Φωκίδας σε ένα τρίστρατο, το ονομαζόμενο Σχιστή, συναντάται με τον Λάιο, τον βασιλιά της Θήβας. Είναι πάνω σε άρμα με τους ακόλουθούς του, έναν κήρυκα και τέσσερις άλλους, και κατευθύνεται στο Μαντείο των Δελφών για να μάθει αν ο γιος του, που είχε αφεθεί εκτεθειμένος στο βουνό Κιθαιρώνα, ζει. Ένα κακό όνειρο τον συντάραξε στον ύπνο του και η αμφιβολία πως ο γιος του μπορεί να βρίσκεται στη ζωή είναι έντονη. Η συνάντηση του Λάιου με τον Οιδίποδα αποβαίνει μοιραία. Ο Οιδίπους έρχεται από τη μια μεριά, στη μέση του δρόμου, ο Λάιος πάνω στο άρμα του από την άλλη. Παρά την προσταγή του υπηρέτη του Λάιου να παραμερίσει, ο Οιδίποδας συνεχίζει τον δρόμο του. Και ο αμαξηλάτης, ακολουθώντας τη διαταγή του Λάιου, προχωρεί στο βίτσισμα των αλόγων, τα οποία πετάχτηκαν και πάτησαν τα πόδια του Οιδίποδα. Ανείπωτη οργή κυριεύει τον νεαρό και ρωμαλέο άνδρα, ο οποίος σκοτώνει με το ραβδί του τον κήρυκα και συνεχίζει την πορεία του. Περνώντας όμως δίπλα από το άρμα, ο Λάιος με το ραβδί του χτυπά τον Οιδίποδα στο κεφάλι και εκείνος με μεγαλύτερο θυμό σκοτώνει τότε τον Λάιο και τους συνοδούς του – εκτός από έναν που διέφυγε. Είναι αυτός που αναγγέλλει στη βασίλισσα πως τον Λάιο και τους ακόλουθούς του τους σκότωσαν ληστές. Ο Οιδίποδας αγνοεί πως έχει ήδη διαπράξει το αμάρτημα της πατροκτονίας και, αφού εκτελεί το θρησκευτικό του καθήκον ενταφιάζοντας τους νεκρούς, πορεύεται προς τη Θήβα. Εκεί που τα δυσάρεστα νέα για τον χαμό του ηγεμόνα τους, του Λάιου, έχουν καταφθάσει. Το κενό εξουσίας αναπληρώνει πρόσκαιρα ο Κρέοντας, ο αδελφός της Ιοκάστης, ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με μια φοβερή συμφορά. - 13 -
Ένα φτερωτό τέρας, η Σφίγγα, με κεφάλι γυναίκας και σώμα λιονταριού, κόρη της Χίμαιρας και του Όρθου, είναι καθισμένη σε ένα βράχο στο βουνό Φίκιο, στην άκρη της πόλης. Σε κάθε περαστικό απευθύνει το εξής αίνιγμα: “Ἔστι δίπουν ἐπί γῆς καί τετράπον, οὗ μία φωνή, καί τρίπον˙ ἀλλάσσει δέ φυήν μόνον ὅσσ’ ἐπί γαῖαν ἑρπετά κινεῖται ἀνά τ’ αἰθέρα καί κατά πόντον˙ ἀλλ’ ὁπόταν πλεόνεσσιν ἐρειδόμενον ποσί βαίνῃ, ἔνθα τάχος γυίοισιν ἀφαυρότερον πέλει αὐτοῦ ”. “Τι είναι αυτό πάνω στη γη, που είναι δίποδο και τετράποδο και τρίποδο. Έχει μια φωνή, αλλάζει τη φύση του, μόνο αυτό από όλα τα ζωντανά που υπάρχουν στην ξηρά, τον αέρα και τη θάλασσα. Όταν φτάσει να προχωράει στα τρία, τότε μικραίνει πάρα πολύ η γρηγοράδα του”. Καθένας που δεν έλυνε το αίνιγμα σπαρασσόταν από τη Σφίγγα. Αν όμως κάποιος κατάφερνε να το λύσει, τότε η πόλη της Θήβας θα απαλλασσόταν από το τέρας αυτό και θα λυτρωνόταν. Δυστυχώς κανείς δεν ήταν ικανός και η Σφίγγα έπνιγε συνεχώς τους Θηβαίους πολίτες. Βρισκόμενος σε απόγνωση ο Κρέοντας, και έχοντας αναλάβει προσωρινά τα ηνία της Θήβας, διακηρύττει πως όποιος απαλλάξει τη Θήβα από τη Σφίγγα, θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της θηβαϊκής πολιτείας και θα κάνει γυναίκα του την Ιοκάστη. Τη λύση του ξακουστού αινίγματος της Σφίγγας δίνει, χάρη στην οξύνοιά του τούτη τη φορά, ο Οιδίποδας που έχει πλέον φτάσει στη Θήβα: “Κλῦθι, καί οὐκ ἐθέλουσα, κακόπτερε Μοῦσα θανόντων, φωνῆς ἡμετέρης σόν τέλος ἀμπλακίης. Ἄνθρωπον κατέλεξας ὅς, ἡνίκα γαῖαν ἐφέρπει, πρῶτον ἔφυ τετράπους νήπιος ἐκ λαγόνων˙ γηραλέος δέ πέλων τρίτατον πόδα βάκτρον ἐρείδει αὐχένα φορτίζων, γήραϊ καμπτόμενος”. - 14 -
“Άκουσε λοιπόν τα λόγια μου, όσο και αν δε θέλεις, που θα σημάνουν το τέλος σου. Αυτό που λες είναι ο άνθρωπος. Όταν είναι μωρό περπατάει στα τέσσερα, όταν μεγαλώσει σηκώνεται και περπατάει στα δύο, και όταν γεράσει παίρνει ένα μπαστούνι και το έχει για τρίτο πόδι, να στηρίζει το βάρος των γερατειών”. Και ο Κρέοντας τηρώντας την υπόσχεσή του παραδίδει στον Οιδίποδα την εξουσία της Θήβας και την αδελφή του Ιοκάστη για γυναίκα του. Επιβεβαιώνεται με αυτόν τον τρόπο και το δεύτερο σκέλος του δελφικού χρησμού. Η Αἶσα καθοδηγεί και ορίζει την τύχη του Οιδίποδα. Τώρα ο τραγικός ήρωας έχει διαπράξει και το αμάρτημα της αιμομιξίας. Τραγικός ήρωας, αναμφίβολα, εφόσον αγνοεί πως είναι υπαίτιος της διάπραξης ανοσιουργημάτων, πράξεων ανίερων, συμπεριφορών που αντίκεινται στον ηθικό κώδικα. Αγνοώντας όμως πως έχει μιάνει τα χέρια του και την ψυχή του διαβιεί όλβιος για πολλά χρόνια και κυβερνά με πνεύμα δικαιοσύνης τη Θήβα, έχοντας στο πλάι του την Ιοκάστη, την ίδια του τη μητέρα! Μαζί της αποκτά και τέσσερα παιδιά, τον Ετεοκλή και τον Πολυνείκη, την Αντιγόνη και την Ισμήνη. Τα χρόνια ευτυχίας δυστυχώς διαδέχονται χρόνια πίκρας, αφού φοβερός λοιμός ενσκήπτει στη Θήβα. Οι άνθρωποι πεθαίνουν και κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το κακό. Η έγνοια του Οιδίποδα για τον δοκιμαζόμενο λαό του και η προσμονή του να τον σώσει τον οδηγούν στην απόφαση να στείλει τον Κρέοντα στο Μαντείο των Δελφών, για να του γνωστοποιηθεί η αιτία του κακού και ο τρόπος σωτηρίας. Η απόκριση του μαντείου είναι πως η σωτηρία της πόλης θα έρθει, όταν απομακρυνθεί ο φονιάς του Λάιου από τη Θήβα. Οι αλλεπάλληλες υποσχέσεις και απειλές του Οιδίποδα για την ανεύρεση του δράστη δεν καρποφορούν. Τελευταία ελπίδα ο μάντης Τειρεσίας, ο οποίος, αν και εξαιρετικά διστακτικός, αναγκάζεται μετά την επιμονή του Οιδίποδα να αποκαλύψει πως γενεσιουργός αιτία του κακού είναι ο ίδιος ο Οιδίπους. Σύννεφα αμφιβολιών που το κεφάλι του βασιλιά κάλυπταν, γρήγορα ξεδιαλύνονται μετά την παρέμβαση της Ιοκάστης και των δύο μοιραίων βοσκών, αυτού της Θήβας και του άλλου της Κορίνθου. Είναι αυτοί που μαρτυρούν πως έσωσαν από βέβαιο θάνατο το βρέφος με τα πρησμένα πόδια, τον σημερινό κραταιό μονάρχη της Θήβας, τον Οιδίποδα. Μετά την ὕβριν επέρχεται η τίσις. Αντικρίζει την αλήθεια κατάματα, μα αδυνατεί να την αντέξει τόσο ο ίδιος όσο και η Ιοκάστη, η γυναίκα με τη διπλή ιδιότητα, αυτής της μητέρας και συζύγου. Αν και διέπραξαν εν αγνοία τους ανοσιουργήματα, φέρουν δυσβάσταχτο το ηθικό βάρος. Η Ιοκάστη απαγχονίζεται και ο Οιδίπους αυτοτυφλώνεται και αυτοεξορίζεται καταφρονεμένος. Κάποτε οι περιπλανήσεις του τον φέρνουν στην Αττική, στον Κολωνό. Εκεί στο ιερό των Ευμενιδών ως ικέτης αναζητά εξιλέωση. Και εκεί στον Κολωνό θα χάσει τη ζωή του. - 15 -
Οι επίγονοι Την ηγεμονία της Θήβας αναλαμβάνουν τώρα οι δύο γιοι του Οιδίποδα, ο Πολυνείκης και ο Ετεοκλής, που αποφασίζουν να βασιλεύσουν διαδοχικά με ενιαύσια θητεία. Ο μύθος θέλει στον βασιλικό θρόνο τον Ετεοκλή, ο οποίος όμως αρνείται να παραδώσει την εξουσία στον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης εγκαταλείπει τη γενέτειρά του, τη Θήβα, και καταφεύγει στο Άργος, όπου νυμφεύεται την Αργεία, την κόρη του βασιλιά Άδραστου. Μαζί με τον Άδραστο και άλλους πέντε Αργείους ηγεμόνες εκστρατεύει εναντίον της Θήβας διεκδικώντας τη βασιλική εξουσία. Οι επτά Αργείοι πολιορκητές έρχονται αντιμέτωποι στις επτά πύλες της Θήβας με τους επτά Θηβαίους υπερασπιστές. Τα δυο αδέλφια μονομαχούν. Καταφέρνουν ο ένας στον άλλον μοιραία χτυπήματα. Η κατάρα της γενιάς των Λαβδακιδών ενσκήπτει και πάλι στην οικογένεια του Οιδίποδα.
- 16 -
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Κατά Ποσόν Μέρη
Στίχοι 1 - 99
Η Ισμήνη ανταποκρίνεται στο κάλεσμα της αδελφής της, της Αντιγόνης, να συναντηθούν έξω από τις αύλειες θύρες του παλατιού λίγο πριν ξημερώσει. Και οι δύο θρηνούν τον χαμό των δύο αδελφών τους, του Πολυνείκη και του Ετεοκλή, που έφυγαν από τη ζωή μετά από αμοιβαία χτυπήματα διεκδικώντας τον βασιλικό θρόνο. Η Αντιγόνη όμως ενημερώνει χαμηλόφωνα την αγαπημένη της Ισμήνη και για μια νέα συμφορά που χτύπησε τη γενιά των Λαβδακιδών, τη γενιά τους. - 17 -
Ο Κρέοντας, ο νέος βασιλιάς της Θήβας και θείος της Αντιγόνης και της Ισμήνης, με μια αυθαίρετη διαταγή επιτρέπει την ταφή του Ετεοκλή, ο οποίος υπερασπίστηκε τη Θήβα, με όλες τις δέουσες νεκρικές τιμές. Αποφασίζει όμως να αφήσει άταφο το νεκρό σώμα του Πολυνείκη, βορά στα όρνια, αφού τον θεωρεί προδότη της πατρίδας του και ιερόσυλο, καθώς πολεμώντας με τους Αργείους επιτέθηκε στη γενέτειρά του τη Θήβα και ασέβησε σε ναούς και συμπολίτες του. Ο ίδιος μάλιστα ο Κρέοντας ανακοινώνει στον θηβαϊκό λαό πως ο παραβάτης της διαταγής του θα τιμωρηθεί με θάνατο δια δημόσιου λιθοβολισμού.
- 18 -
Η Αντιγόνη όχι μόνο δε φοβάται αλλά αντιθέτως προτίθεται να ενταφιάσει τον Πολυνείκη προτρέποντας και την Ισμήνη να της συμπαρασταθεί. Η Ισμήνη αγαπά κι εκείνη τα δυο της αδέλφια και σέβεται τους άγραφους ηθικούς νόμους και τους θεούς, αλλά δηλώνει φοβισμένη και υποταγμένη στη βασιλική διαταγή. Προσπαθεί εναγωνίως μάλιστα με επιχειρήματα συναισθηματικού χαρακτήρα που αφορούν στο παρελθόν:
και λογικού χαρακτήρα που αφορούν στο παρόν να αποτρέψει και την Αντιγόνη από την παράτολμη πράξη της ταφής του Πολυνείκη:
“Οἴμοι˙ φρόνησον, ὦ κασιγνήτη, πατήρ ὡς νῷν ἀπεχθής δυσκλεής τ’ ἀπώλετο πρός αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς ὄψεις ἀράξας αὐτός αὐτουργῷ χερί˙
Ἀλλ’ ἐννοεῖν χρή τοῦτο μέν γυναῖχ’ ὅτι ἔφυμεν, ὡς πρός ἄνδρας οὐ μαχουμένα ˙ ἔπειτα δ’ οὕνεκ’ ἀρχόμεσθ’ ἐκ κρεισσόνων καί ταῦτ’ ἀκούειν κἄτι τῶνδε ἀλγίονα”.
“Νῦν δ’ αὖ μόνα δή νώ λελειμμένα σκόπει ὅσῳ κάκιστ’ ὀλούμεθ’, εἰ νόμου βίᾳ ψῆφον τυράννων ἢ κράτη παρέξιμεν.
ἔπειτα μήτηρ καί γυνή, διπλοῦν ἔπος, πλεκταῖσιν ἀρτάναισι λωβᾶται βίον˙
Η στάση και η επιχειρηματολογία της Ισμήνης διόλου δεν επηρεάζουν την Αντιγόνη. Αρνείται να αποδεχτεί τη διαταγή του Κρέοντα, την οποία αυθαίρετα ο ίδιος έχει αναγάγει σε νόμο. Απομακρύνεται λοιπόν αποφασισμένη να επιτελέσει το αδελφικό και θρησκευτικό της καθήκον έχοντας μόνο την ηθική συμπαράσταση της Ισμήνης.
τρίτον δ’ ἀδελφώ δύο μίαν καθ’ ἡμέραν αὐτοκτονοῦντε τώ ταλαιπώρω μόρον κοινόν κατειργάσαντ’ ἐπαλλήλοιν χεροῖν”
- 19 -
ΠΑΡΟΔΟΣ
Ο Χορός, δεκαπέντε ευγενείς Θηβαίοι γέροντες που αντιπροσωπεύουν την κοινή γνώμη, μπαίνει από τη δεξιά ως προς τους θεατές πάροδο στην ορχήστρα και χαιρετίζει τον ήλιο, το σύμβολο της ελευθερίας. Με έναν εύστοχο συνδυασμό ποιητικού, μουσικού και χορευτικού στοιχείου ο Σοφοκλής εκφράζει την ευχάριστη ψυχική κατάσταση την οποία βιώνει ο Χορός, ο θηβαϊκός λαός. Την ημέρα τούτη ο ακτινοβόλος ήλιος έχει αποδειχθεί το λυτρωτικό μέσο που απάλλαξε τους Θηβαίους από μια φοβερή νύχτα. Ο στρατός των Αργείων, σαν υπερήφανος αετός, οδηγήθηκε με αρχηγό τον Πολυνείκη, ο οποίος διεκδικούσε τη βασιλική εξουσία, εναντίον της Θήβας. Τρόμος κυριαρχούσε παντού. Στη μάχη που προηγήθηκε όμως ο δράκοντας, που είναι οι Θηβαίοι, αναδείχθηκε νικητής. Αποφασιστικής σημασίας γι’ αυτή την αίσια εξέλιξη ήταν η παρέμβαση του Δία, ο οποίος μισεί την αλαζονεία. Ο θεός γκρέμισε με τον κεραυνό του τον Καπανέα, που ετοιμαζόταν να πυρπολήσει την πόλη και να κραυγάσει τη νικητήρια ιαχή στις επάλξεις του κάστρου. Σωτήρια για τους Θηβαίους και μοιραία για τους Αργείους ηγεμόνες αποδείχθηκε και η παρέμβαση του Άρη, θεού του πολέμου. Ο Χορός δεν παραλείπει βέβαια να αναφερθεί και στον αλληλοσκοτωμό των δύο αδελφών, Ετεοκλή και Πολυνείκη. Οι συμφορές όμως, κατά τη γνώμη του, ανήκουν στο παρελθόν και πρέπει να λησμονηθούν, αφού τώρα είναι ώρα χαράς και κεφιού. Οι Θηβαίοι πρέπει τώρα να τιμήσουν τον θεό Διόνυσο, να χορέψουν και να τραγουδήσουν. Κατόπιν αναγγέλλεται από τον Χορό η άφιξη του Κρέοντα και εκφράζεται η απορία εκ μέρους του για τον λόγο της έκτακτης αυτής συνάθροισης.
Στίχοι 100 - 161
- 20 -
Α΄ Ε Π Ε Ι Σ Ο Δ Ι Ο Στίχοι 162 – 331 Ο νεόκοπος βασιλιάς της Θήβας Κρέοντας εμφανίζεται ενώπιον του θηβαϊκού λαού για να αναγγείλει εκ νέου τις προγραμματικές του δηλώσεις. Απευθύνεται στους Θηβαίους γέροντες, που τιμά και σέβεται, και εκφράζει τη χαρά του για τη σωτηρία της πόλης. Μια πόλη που παρομοιάζεται με πλοίο που βρέθηκε σε τρικυμισμένη θάλασσα μα με τη θεία δύναμη επήλθε νηνεμία και επομένως γαλήνη στους πολίτες.
- 21 -
Ο Κρέοντας επιδιώκοντας την εύνοια των σεβάσμιων γερόντων της Θήβας, του Χορού, τους υπενθυμίζει πως υπήρξαν ανέκαθεν νομοταγείς και υπάκουοι στη βασιλική εξουσία, στάση που ευελπιστεί να κρατήσουν και απέναντί του. Είναι άλλωστε, κατά την κρίση του, ο νόμιμος διάδοχος του βασιλικού θώκου λόγω της στενής του συγγένειας με την οικογένεια του Οιδίποδα. Ο χρόνος μάλιστα είναι αναγκαίος για κάθε ηγέτη να αποδείξει “φρόνημα, γνώμη και ψυχή”. Και εκείνος τονίζει από την πρώτη στιγμή της βασιλείας του πως ένας άρχοντας αποδεικνύεται άξιος μόνον όταν παίρνει τις σωστές αποφάσεις για τον λαό και την πόλη του. Πρόθεση λοιπόν του Κρέοντα είναι να οδηγηθεί στις καλύτερες δυνατές αποφάσεις χωρίς ο φόβος να περιχαρακώνει τη σκέψη και τις πράξεις του. Κι όποιον τον φίλο προτιμήσει από την πατρίδα τον θεωρεί μηδενικό. Θα προτάξει τη σωτηρία της πόλης και τον εχθρό της ποτέ δε θα κάνει φίλο, αφού, όπως χαρακτηριστικά τονίζει: “μόνο πάνω στης πόλης το σκαρί, ορθό σαν πλέει, δημιουργούμε τις φιλίες μας”. Είναι τα πιστεύω του που του υπαγορεύουν να διαχωρίσει τα δύο αδέλφια, Ετεοκλή - 22 -
και Πολυνείκη, και υποστηρίζει πως: “τον Ετεοκλή, που χάθηκε σαν ήρωας στη μάχη υπερασπίζοντας την πόλη του, τάφος να τον δεχτεί με προσφορές τιμής, καθώς αρμόζει στους ήρωες νεκρούς. Τον αδελφό του πάλι, τον Πολυνείκη εννοώ, που χώρα πατρική και ντόπιους θεούς εξόριστος γυρνώντας θέλησε πέρα για πέρα να πυρπολήσει, δικό του αίμα θέλησε να πιει, δικούς του στη σκλαβιά να σύρει, αυτόν, λέω, στην πόλη τούτη βγήκε προσταγή κανείς να μη νεκροστολίσει, να μη θρηνήσει κανείς, να τον αφήσουν άθαφτο, κορμί ρημάδι, τα σκυλιά να τον ξεσκίσουν και τα όρνια”. Ο Χορός, αν και έμμεσα αποδοκιμάζει την απόφαση του Κρέοντα, δεν έχει το σθένος να αντισταθεί και υποτάσσεται στη βούλησή του. Αναγνωρίζει μάλιστα στον βασιλιά το δικαίωμά του να αποφασίζει για την τύχη ζωντανών και νεκρών. Ο ίδιος όμως επιθυμεί να αποφύγει κάθε ευθύνη. Ο Κρέοντας δεν παραλείπει να επισημάνει πως ίσως κάποιοι οδηγηθούν στον θάνατο, αν παρασυρθούν από την επιθυμία τους για το κέρδος και παραβούν τη βασιλική διαταγή.
Και πράγματι το βλοσυρό βλέμμα του Κρέοντα και η αυταρχικότητά του δεν απέτρεψαν τον δράστη της ταφής του Πολυνείκη από το παράτολμο έργο του. Ένας από τους φύλακες της σορού του Πολυνείκη παρουσιάζεται από την αριστερή ως προς τους θεατές πάροδο ενώπιον του βασιλιά. Τρομοκρατημένος και με κομμένη την ανάσα εξηγεί πως αιτία της ταραχής του δεν είναι η ταχύτητα με την οποία ερχόταν, αλλά η αγωνία για το αν έπρεπε ή όχι να εμφανισθεί μπροστά στον βασιλιά και να του γνωστοποιήσει τα θλιβερά γεγονότα που σημειώθηκαν. Στη συνέχεια ο φύλακας, αφού απαλλάσσει τον εαυτό του από κάθε ευθύνη, ανακοινώνει στον ανυπόμονο και οργισμένο πια Κρέοντα το νέο της ταφής του Πολυνείκη: “Θα σου μιλήσω, να! Κάποιος προσώρας τον νεκρό τον έθαψε και λάκισε, αφού με σκόνη τον πασπάλισε ξερή και μ’ αγιασμό τον ράντισε”. Και όταν ο Κρέοντας ρωτά ποιος άντρας τόλμησε μια τέτοια πράξη, εκείνος πάλι τρέμοντας του λέει:
Οι ίδιοι οι φύλακες αρνούνται κάθε συμμετοχή σε αυτό το έργο και δηλώνουν πλήρη άγνοια για τον δράστη. Αρχικά είχαν διατυπωθεί μάλιστα και υποψίες μεταξύ τους, υποψίες που οδήγησαν σε ρήξη. Τελικά όμως πρυτάνευσε η ψυχραιμία και με την προτροπή ενός φύλακα αποφασίστηκε να σταλεί με κλήρο ένας από αυτούς, ο οποίος θα μετέφερε την πληροφορία στον βασιλιά. Και ο κλήρος έπεσε στον συγκεκριμένο φύλακα που έντρομος στέκει ενώπιον του Κρέοντα. Είναι τα λόγια αυτά του φύλακα καθώς και του Χορού που κορυφώνουν τον εκνευρισμό του Κρέοντα: “Βασιλιά, ώρα πολλή γυρίζει στο μυαλό μου μήπως είναι θεόσταλτο το πράγμα τούτο ΄δω”. Η θεολογική ερμηνεία που αποδίδει ο Χορός στην ταφή συμβάλλει στην προώθηση της δράσης και του μύθου και ταυτόχρονα αποκαλύπτει άγνωστα μέχρι τώρα γνωρίσματα του ήθους του Κρέοντα. Ο βασιλιάς της Θήβας ασεβεί απέναντι στον Χορό, όπως χαρακτηριστικά διαφαίνεται από την αντίθεση της φράσης: “Μή ΄φευρεθῇς ἄνους τε καί γέρων ἃμα”.
“Δεν ξέρω. Δεν είχε ο τόπος λάκκο από τσαπί ουδέ σωρό από φτυάρι˙ χώμα χέρσο, σκληρό σαν πέτρα και πουθενά ροδιές από αμάξι˙ ο δράστης άφαντος”. - 23 -
“ἄνδρες μόλις φέροντες ἐρρόθουν ἐμοί κρυφῇ, κάρα σείοντες, οὐδ’ ὑπό ζυγῷ λόφον δικαίως εἶχον, ὡς στέργειν ἐμέ”.
Η σύνεση και η φρόνηση είναι γνωρίσματα που θα έπρεπε να συνοδεύουν τους γέροντες λόγω της πείρας της ζωής. Όμως εκείνοι, όπως ο Κρέοντας πιστεύει, απευθύνουν λόγια “οὐκ ἀνεκτά”. Ο Κρέοντας απορρίπτει κατηγορηματικά τη θεϊκή παρέμβαση σε σχέση με την ταφή του Πολυνείκη. Επιχειρηματολογεί αναφορικά με την ασέβεια και την ιεροσυλία που διέπραξε ο Πολυνείκης. Κατ’ εκείνον είναι προδότης της ίδιας του της πατρίδας και πιστεύει ακράδαντα πως οι θεοί δεν τιμούν τους κακούς:
Λόγια που με ενάργεια αποτυπώνουν και τον τρόπο σκέψης του ως πολιτικού ηγέτη. Επιθυμεί τους πολίτες υποταγμένους στη βούλησή του. Λησμονεί πως την αφοσίωση στον ηγέτη τη γεννά ο σεβασμός στην ελευθερία του λόγου. Λόγια ακόμη που ενέχουν έντονη δραματικότητα μα και τραγική ειρωνεία. Ο Κρέοντας πιστεύει πως ο δράστης της ταφής του Πολυνείκη είναι άντρας, ενώ οι θεατές γνωρίζουν πως είναι γυναίκα. Ο Κρέοντας νομίζει πως είναι πολλοί οι δράστες, ενώ οι θεατές γνωρίζουν πως είναι ένας. Ο Κρέοντας ακόμη υποπτεύεται πως οι δράστες είναι πολιτικοί αντίπαλοι και εικάζει πως κίνητρό τους είναι η δύναμη του χρήματος, της εξουσίας, ενώ οι θεατές γνωρίζουν πως δράστης είναι η Αντιγόνη, η οποία ενταφίασε τον αδελφό της Πολυνείκη μένοντας πιστή στο θρησκευτικό και αδελφικό της καθήκον. Ο Κρέοντας εκφράζει κατόπιν με τρόπο αποφθεγματικό, και γι’ αυτό εντυπωσιακό, μια σειρά από επιχειρήματα για τη δύναμη του χρήματος, επιχειρήματα που παρουσιάζονται με πειστικότητα, η οποία όμως δε συμβιβάζεται με τα γεγονότα από δραματική άποψη:
“Πότερον ὑπερτιμῶντες ὡς εὐεργέτην ἔκρυπτον αὐτόν, ὅστις ἀμφικίονας ναούς πυρώσων ἦλθε κἀναθήματα καί γῆν ἐκείνων καί νόμους διασκεδῶν; ἤ τούς κακούς τιμῶντας εἰσορᾷς θεούς;” Η συλλογιστική πορεία της σκέψης του Κρέοντα όμως χωλαίνει. Ο Πολυνείκης δεν είναι προδότης, δεν είχε τις προθέσεις που του καταλογίζει ο Κρέοντας και ακόμη οι θεοί του Κάτω Κόσμου προνοούν για όλους τους νεκρούς. Ο Κρέοντας αποδεικνύεται καχύποπτος, γνώρισμα που του δημιουργεί εμμονές και θολώνει τη σκέψη του. Αδυνατεί να σκεφτεί λογικά και είναι πεπεισμένος πως υπεύθυνοι για την ταφή του Πολυνείκη είναι οι πολιτικοί του αντίπαλοι:
- 24 -
“Oὐδέν γάρ ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος κακόν νόμισμ’ ἔβλαστε˙ τοῦτο καί πόλεις πορθεῖ, τόδ’ ἄνδρας ἐξανίστησιν δόμων τόδ’ ἐκδιδάσκει καί παραλλάσσει φρένας χρηστάς πρός αἰσχρά πράγμαθ’ ἵστασθαι βροτῶν πανουργίας δ’ ἔδειξεν ἀνθρώποις ἔχειν καί παντός ἔργου δυσσέβειαν εἰδέναι”. Η σκέψη του Κρέοντα για άλλη μια φορά έχει ακολουθήσει εσφαλμένη κατεύθυνση και είναι μονοδιάστατη. Δεν πρέπει να αγνοούμε πως τα αποτελέσματα της δύναμης του χρήματος κρίνονται από την καλή ή την κακή χρήση της. Και βέβαιο είναι πως ο Κρέοντας μιλά σαν να μην είχε ο ίδιος σχέση με το χρήμα, καθώς είναι γνωστό πως οι βασιλείς στήριζαν τη δύναμή τους στον πλούτο. Ο Θηβαίος ηγεμόνας συνεχίζει κατόπιν να επιρρίπτει κατηγορίες στους υπεύθυνους, κατ’ αυτόν, της ταφής του Πολυνείκη, στους πολιτικούς του αντιπάλους. Είναι εκείνοι που χρημάτισαν τους φύλακες, για να επιτύχουν την αναρρίχησή τους στον βασιλικό θρόνο. Γι’ αυτό και τώρα πια απειλείται η ζωή των φυλάκων που, αν δε συλλάβουν τον δράστη της ταφής του Πολυνείκη, θα συνειδητοποιήσουν πως η επιδίωξη του κέρδους δεν πρέπει να παραγνωρίζει τους κανόνες της ηθικής.
- 25 -
Οι απειλές του Κρέοντα έχουν τρομοκρατήσει τον φύλακα. Με τρεμάμενη φωνή μόλις τολμά να ζητήσει μια τελευταία ευκαιρία και να ρωτήσει τον Κρέοντα αν του επιτρέπει να υπερασπιστεί τον εαυτό του και τους υπόλοιπους φύλακες από τις κατηγορίες ή να αποχωρίσει χωρίς να απολογηθεί. Τους κατηγορεί άδικα. Ευθύνονται μόνο για πλημμελή επιτήρηση του νεκρού, δεν είναι αργυρώνητοι. Λίγο μόνο πριν αποχωρίσει ο φύλακας καταφέρνει να ξεπεράσει τον φόβο του. Με θάρρος, που αγγίζει τα όρια της αδιακρισίας και της αυθάδειας, ειρωνεύεται τον Κρέοντα πως θα έπρεπε να διακρίνεται από το αίσθημα της ενοχής, αφού κατηγορεί αθώους πολίτες. Ο Κρέοντας όμως δεν αντιλαμβάνεται το βαθύτερο νόημα των λόγων του φύλακα. Καταφεύγουν σύντομα σε έναν εριστικό διάλογο που καταλήγει στην εξατομίκευση της κατηγορίας. Δράστης της ταφής του Πολυνείκη, κατά την κρίση του Κρέοντα, είναι ο συγκεκριμένος φύλακας και κίνητρό του το κέρδος, κρίση που κάνει τον φύλακα να αναφωνήσει:
σε εσφαλμένες αποφάσεις, υποστηρίζει ο φύλακας, αλλά ο Κρέοντας αδυνατεί και πάλι να συνειδητοποιήσει τη σημασία των λόγων του φύλακα. Ο Θηβαίος ηγεμόνας επαναλαμβάνει μόνο την απειλή του πως, αν οι φύλακες δεν ανακαλύψουν τους δράστες της ταφής του Πολυνείκη, θα τιμωρηθούν διακηρύσσοντας σε όλους πως τα ανέντιμα κέρδη φέρνουν συμφορές και εκνευρισμένος κατευθύνεται προς το παλάτι από τη μεσαία πύλη ακολουθούμενος από τους δορυφόρους του. Είναι η στιγμή που και ο ίδιος ο φύλακας εύχεται ο δράστης να βρεθεί. Με την ευχή του αυτή επιθυμεί να ευχαριστήσει τον Κρέοντα, που δεν έχει εισέλθει ακόμη στο παλάτι, και να διακηρύξει για άλλη μια φορά την αθωότητά του. Φανερώνεται μάλιστα εδώ η ταπεινή του καταγωγή και η απλοϊκότητα του χαρακτήρα του καθώς η σύλληψη του δράστη επαφίεται, κατά την πίστη του, στην τύχη. Ο φύλακας νιώθει, ωστόσο, την ανάγκη να εκφράσει και την ευγνωμοσύνη του προς τους Θεούς που τον προστάτευσαν. Και χαρούμενος απομακρύνεται από την αριστερή ως προς τους θεατές πάροδο προς τους αγρούς, εκεί που παραμένει το άψυχο σώμα του Πολυνείκη. Δηλώνει, σίγουρος πια πως ο Κρέοντας δεν είναι παρών, ότι δεν πρόκειται να παρουσιαστεί ξανά μπροστά του, ειρωνεία καθώς η δήλωσή του αυτή σύντομα θα διαψευσθεί.
“Φεῦ˙ ἦ δεινόν, ᾧ δοκεῖ γε, καί ψευδῆ δοκεῖν”. Είναι λυπηρό και επικίνδυνο ένας ηγέτης να σχηματίζει εσφαλμένες αντιλήψεις, οι οποίες συνακόλουθα θα τον οδηγήσουν
- 26 -
Α΄ Σ Τ Α Σ Ι Μ Ο Στίχοι 332 - 375 Ο Χορός, που έχει μείνει μόνος στη σκηνή μετά την αποχώρηση του Κρέοντα και του φύλακα, πλέκει ύμνο στη δύναμη, την τόλμη και την εφευρετικότητα του ανθρώπου. Ο θαυμαστός τρόπος του ενταφιασμού του Πολυνείκη και η τόλμη αυτών που, παρά τη ρητή βασιλική διαταγή, τον ενταφίασαν τού γεννά μέγα δέος για τη δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος. Εξυμνεί λοιπόν τον άνθρωπο που κατόρθωσε να δαμάσει τη θάλασσα και να αναπτύξει τη ναυτιλία, ενώ στη στεριά σημείωσε πρόοδο στον τομέα της γεωργίας. Είναι εκείνος ακόμη που με τη δύναμη του νου κατόρθωσε να κυριαρχήσει στο ζωικό βασίλειο, επιδόθηκε στο κυνήγι που του προσέφερε ποικιλία τροφής, εξημέρωσε τα ζώα και κατασκεύασε μηχανήματα που του είναι απαραίτητα για καλύτερη σε ποιότητα και μεγαλύτερη σε ποσότητα απόδοση στην εργασία του. Πρόοδος όμως συντελέστηκε και στον πνευματικό τομέα, που συνέβαλε στην πνευματική ανύψωση των ανθρώπων και των κοινωνιών. Παρατηρείται λοιπόν η δημιουργία του έναρθρου λόγου, η ανάπτυξη ιδεών και η δημιουργία οργανωμένων κοινωνιών. Χάρη στην εφευρετικότητά του ο άνθρωπος επινόησε ακόμη μέσα που τον προστατεύουν από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Ανακάλυψε φάρμακα και τρόπους για την καταπολέμηση των ασθενειών που τον απειλούν και προνοεί γι’ αυτά που πρόκειται να του συμβούν. Μπροστά όμως στον θάνατο ο άνθρωπος παραμένει ανίσχυρος. Ο Χορός τέλος επισημαίνει πως ο άνθρωπος παρά τη σοφία του σύρεται άλλοτε προς το καλό και άλλοτε προς το κακό. Ο άνθρωπος που σέβεται τους νόμους της πολιτείας και το θείο δίκαιο, εξυψώνει την πατρίδα του και ο ίδιος καταξιώνεται. Αντίθετα, περιθωριοποιείται ο άνθρωπος εκείνος που καταπατά τους νόμους και αδικοπραγεί. Με έναν τέτοιο άνθρωπο ο Χορός τονίζει πως δε θα ήθελε να έχει σχέση τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο βίο. Ο Χορός καταδικάζει τον δράστη της ταφής του Πολυνείκη, τον δράστη που εκείνος αγνοεί, και πιστεύει πως έχει ιδιοτελή κίνητρα. Οι θεατές όμως γνωρίζουν πως δεν είναι άλλος από την Αντιγόνη που υπερασπίζεται την υψηλή ιδέα της αδελφικής αγάπης και του θρησκευτικού καθήκοντος απέναντι στον νεκρό. Ο χαρακτήρας της ωδής είναι αναντίρρητα ειρωνικός. Οι θεατές ωθούνται να αποδώσουν τα λόγια του Χορού στον Κρέοντα και όχι στην Αντιγόνη, αφού εκείνος, όπως πιστεύουν, ασέβησε. - 27 -
Β΄ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Στίχοι 376 - 581 Ο Χορός έκπληκτος αναγγέλλει τον ερχομό της Αντιγόνης. Ο φύλακας με ύφος θριαμβευτικό δείχνει στον Χορό την κόρη του Οιδίποδα, την οποία έχει συλλάβει, και εναγωνίως ζητά να μάθει που βρίσκεται ο Κρέοντας. Ο βασιλιάς της Θήβας εξέρχεται από τη μεσαία πύλη του παλατιού και ανήσυχος ρωτά τι συμβαίνει. Ο φύλακας δικαιολογεί περιχαρής την αθέτηση της απόφασής του να μην παρουσιαστεί ξανά μπροστά στον Κρέοντα. Του παραδίδει την Αντιγόνη, δηλώνοντάς του πως συνελήφθη επ’ αυτοφώρω να αποδίδει νεκρικές τιμές στον Πολυνείκη. Ο Κρέοντας κατάπληκτος επιμένει σε περισσότερες διευκρινίσεις για τις συνθήκες σύλληψης της Αντιγόνης. Τότε λοιπόν ο φύλακας τού δηλώνει πως κατά το μεσημέρι σηκώθηκε
άξαφνα ανεμοθύελλα που τους ανάγκασε να κλείσουν τα μάτια. Κι όταν το φυσικό φαινόμενο καταλάγιασε αντίκρισαν την Αντιγόνη κοντά στον νεκρό. Η μοίρα είχε χαράξει την πορεία ζωής της ηρωίδας: “θρηνεί σαν το πικρό πουλί βραχνά που την άδεια θα βρει, ορφανή, χωρίς τα μικρά, τη φωλιά του. Έτσι κι αυτή, γυμνό σα βλέπει το νεκρό, σπαράζει, δέρνεται και με κατάρες άγριες αυτούς που το ΄χαν κάνει καταριέται”. Οι πονεμένες κραυγές της Αντιγόνης ήταν το ξέσπασμα από την ιεροσυλία που υπέστη το νεκρό σώμα του αδελφού της, που απογύμνωσαν από τη σκόνη με την οποία το πασπάλισε. Η κόρη του Οιδίποδα “Στα δυο της χέρια κουβαλά χώμα στεγνό κι από ροΐ χαλκωματένιο ραντίζει τον πεθαμένο τρεις φορές με τ’ άγιασμα”.
- 28 -
Ο Σοφοκλής “επικαλείται” ένα φυσικό φαινόμενο, τον τυφώνα, αποδίδοντάς το με γλαφυρότητα. Μέσω της σοφόκλειας αυτής σύλληψης η ηρωίδα έχει τη δυνατότητα να ολοκληρώνει την προσφορά των νεκρικών τιμών προς τον αδελφό της Πολυνείκη. Οι φύλακες τη συλλαμβάνουν αμέσως κι εκείνη με παρρησία παραδέχεται την πράξη της. Ο φύλακας χαίρεται συνεπώς που απέδειξε την αθωότητά του παραδίδοντας την Αντιγόνη στον Κρέοντα, μα από την άλλη λυπάται, όπως ομολογεί, που την οδηγεί στη δυστυχία.
Η Αντιγόνη όμως είναι ηρωίδα. Διόλου δε την φοβίζει ο θάνατος. Τον αψηφά. Τις ηθικές της αρχές θα προτάξει οδηγούμενη μπροστά στον Κρέοντα μετά την επ’ αυτοφώρω σύλληψή της για τον ενταφιασμό του νεκρού αδελφού της Πολυνείκη. Σύμφωνα με αυτές πορεύεται στη γη, για να γευτεί την αιωνιότητα της επουράνιας ζωής πλάι σε αγαπημένους.
- 29 -
Ο Κρέοντας απειλεί την Αντιγόνη πως η ισχυρογνωμοσύνη της θα καμφθεί, όταν ο κίνδυνος πλησιάσει ακόμη περισσότερο, όπως ακριβώς το σίδερο που λυγίζει και συχνά σπάζει, όταν πυρακτώνεται.
- 30 -
Ο Κρέοντας προειδοποιεί ακόμη την Αντιγόνη πως ο αχαλίνωτος χαρακτήρας της, όπως αυτός των ατίθασων αλόγων που συχνά δαμάζεται, θα τιθασευτεί. Η ίδια όμως δεν κάμπτεται. Ο βασιλιάς της Θήβας παρουσιάζεται αποφασισμένος να τιμωρήσει την Αντιγόνη, για να αποκαταστήσει την αντρική του τιμή. Η Αντιγόνη αγέρωχα ανέλαβε την πράξη της ταφής του Πολυνείκη και ο ίδιος δεν μπορεί να δεχτεί τον δυναμισμό της γυναικείας φύσης, στάση που απηχεί την επικρατούσα αντίληψη για τη θέση της γυναίκας στην αρχαία ελληνική κοινωνία. Ο Κρέοντας αντιδρά με σκληρότητα προς την Αντιγόνη και την προειδοποιεί πως δε θα αποφύγει τον θάνατο, παρότι ανήκει στον στενό οικογενειακό του κύκλο, που προστατεύει ο Έρκειος Ζευς. Εκείνη όμως υπερασπίζεται με σθένος την πράξη της και είναι πεπεισμένη πως και οι Θηβαίοι πολίτες, τους οποίους εκπροσωπεί ο Χορός, αντιλαμβάνονται την άδικη και ασεβή στάση του Κρέοντα μα σιωπούν από φόβο, όπως δηλώνει με τον τολμηρό της λόγο: “τούτοις τοῦτο πᾶσιν ἁνδάνειν λέγοιτ’ ἄν, εἰ μή γλῶσσαν ἐγκλῄοι φόβος”. “Ὁρῶσι χοὖτοι˙ σοί δ’ ὑπίλλουσι στόμα”. Ο Κρέοντας αναζητά τώρα, λόγω της καχυποψίας που τον διακρίνει, και τον ηθικό αυτουργό της ταφής του Πολυνείκη, αυτουργό που συναντά στο πρόσωπο της Ισμήνης. Η αυθαίρετη ενοχοποίησή της δίνει μια νέα διάσταση στον μύθο. - 31 -
Η Ισμήνη μέσα στο παλάτι οδυρόταν και το κατακόκκινο από το κλάμα πρόσωπό της φανερώνει στα μάτια του Κρέοντα την ενοχή της και τον φόβο για τη δική της ζωή. Γι’ αυτόν τώρα πια Αντιγόνη και Ισμήνη έχουν συμπράξει στο έργο του ενταφιασμού του Πολυνείκη. Ο Κρέοντας αποκαλεί την Ισμήνη έχιδνα που κρυφά του έπινε το αίμα και πιστεύει ακράδαντα πως μαζί με την Αντιγόνη αποτελούν γι’ αυτόν συμφορά. Είναι οι επαναστάτριες που επιβουλεύονται την εξουσία του και εποφθαλμιούν τον θρόνο του. Διόλου δε συλλογίζεται πως η Ισμήνη οδύρεται για την άτυχη αδελφή της Αντιγόνη καθώς ο θάνατος την πλησιάζει.
- 32 -
Η Ισμήνη ομολογεί μια πράξη που δεν έκανε. Η μεταστροφή της στάσης της αποτελεί εύρημα του τραγικού ποιητή Σοφοκλή. Το ενδιαφέρον και η αγωνία κορυφώνονται, ενώ η Ισμήνη εξιλεώνεται στα μάτια των θεατών. Υπερβαίνει τον άτολμο χαρακτήρα της και δηλώνει συνεργός της Αντιγόνης στην απόδοση των νεκρικών τιμών προς τον Πολυνείκη. Τώρα που ο θάνατος επισκιάζει την τύχη της αδελφής της, εκείνη δε διανοείται να μη συμμεριστεί τη μοίρα της. Δεν αντέχει να απομείνει ολομόναχη στη ζωή. Η Αντιγόνη όμως παραπέμπει την αδελφή της Ισμήνη στη ζωή, από την οποία η ίδια έχει από καιρό αποχωρήσει. Στα επιχειρήματα της Ισμήνης: “Ἀλλ’ ἐν κακοῖς τοῖς σοῖσιν οὐκ αἰσχύνομαι ξύμπλουν ἐμαυτήν τοῦ πάθους ποιουμένη. Μήτοι, κασιγνήτη, μ’ ἀτιμάσῃς τό μή οὐ θανεῖν τε σύν σοί τόν θανόντα θ’ ἁγνίσαι.
- 33 -
Καί τίς βίος μοι σοῦ λελειμμένῃ φίλος; Καί μήν ἴση νῷν ἐστιν ἡ ΄ξαμαρτία” η Αντιγόνη προβάλλει τα δικά της επιχειρήματα: “Ἀλλ’ οὐκ ἐάσει τοῦτό γ’ ἡ δίκη σ’, ἐπεί οὔτ’ ἠθέλησας οὔτ’ ἐγώ ΄κοινωσάμην. Ὧν τοὔργον Ἃιδης χοἰ κάτω ξυνίστορες˙ λόγοις δ’ ἐγώ φιλοῦσαν οὐ στέργω φίλην. Μή μοι θάνῃς σύ κοινά, μηδ’ ἅ μή ΄θιγες ποιοῦ σεαυτῆς˙ ἀρκέσω θνῄσκουσ’ ἐγώ. Θάρσει˙ σύ μέν ζῇς, ἡ δ’ ἐμή ψυχή πάλαι τέθνηκεν, ὥστε τοῖς θανοῦσιν ὠφελεῖν”. Το υψηλό φρόνημα και η προθυμία Αντιγόνης και Ισμήνης να αναλάβουν την πράξη της ταφής του Πολυνείκη, ενέργεια που έχει ως επακόλουθη συνέπεια τον θάνατο, θεωρούνται από τον Κρέοντα ως αφροσύνη. Είναι εκείνος που θεωρεί την Ισμήνη απερίσκεπτη ή επειδή σπεύδει να συμμεριστεί το βάρος της συνενοχής ή επειδή πράγματι ήταν συνεργός της Αντιγόνης στο έργο της ταφής του Πολυνείκη. Είναι εκείνος πάλι που θεωρεί την Αντιγόνη “ἄνουν ἀφ’ οὗ τά πρῶτ’ ἔφυ” και την αντιμετωπίζει - 34 -
σαν να είναι ήδη νεκρή. Κάθε παρέμβαση της Ισμήνης να κρατήσει στη ζωή την Αντιγόνη κατακεραυνώνεται από εκείνον. Τι κι αν είναι η ανηψιά του, τι κι αν είναι η μέλλουσα σύζυγος του γιου του Αίμονα; Για τον Κρέοντα “Ἀρώσιμοι γάρ χἀτέρων εἰσίν γύαι”. Μεταφορικός λόγος δηλωτικός της περιφρόνησής του στο τρυφερό αίσθημα της αγάπης και της μοναδικότητας της συζυγικής σχέσης. Η απόφαση του Κρέοντα να φύγει από τη ζωή η Αντιγόνη είναι τελεσίδικη, όπως χαρακτηριστικά υποστηρίζει: “Ἅιδης ὁ παύσων τούσδε τούς γάμους ἐμοί”. Τραγική ειρωνεία, όμως, αφού δύσμοιρη τύχη περιμένει όχι μόνο την Αντιγόνη αλλά και τον Αίμονα. Είναι η ώρα που ο Κρέοντας προστάζει μάλιστα τους ακολούθους του να οδηγήσουν τις δύο αδελφές στον γυναικωνίτη του ανακτόρου, όπου και θα παραμείνουν αιχμάλωτες. Ο ίδιος βυθισμένος στις σκέψεις του παραμένει στη σκηνή. Η υπεροψία του δεν του επιτρέπει να ομολογήσει την πλάνη του σχετικά με την Ισμήνη. Είναι γεγονός μάλιστα πως έχει αναβάλλει την επιβολή της ποινής. Αναβολή που οφείλεται και σε λόγους οικονομίας της τραγωδίας, αφού ο Σοφοκλής θα δώσει τη δυνατότητα στον Αίμονα να παρουσιαστεί και να καθορίσει και εκείνος με τη στάση του την πλοκή του μύθου.
Β΄ ΣΤΑΣΙΜΟ Στίχοι 582 - 625 Η τύχη που περιμένει τις δύο αδελφές, Αντιγόνη και Ισμήνη, παρακινεί τον Χορό να κηρύξει μια γενική αλήθεια, καταστάλαγμα ζωής. Καλοτυχίζει εκείνους που δε γεύτηκαν ζωή πικρή μα εκφράζει τη μελαγχολική του άποψη πως η ανθρώπινη ζωή είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την κακοδαιμονία. Όταν λοιπόν η δυστυχία χτυπά τους ανθρώπους, ο πόνος είναι ανείπωτος και οι συμφορές αβάσταχτες. Μια τέτοια κακή τύχη για τη γενιά των Λαβδακιδών ομολογεί ο Χορός:
από τη δύναμη του Δία, του τιμωρού της ύβρεως. Κι όταν οι Θεοί θέλουν να οδηγήσουν τους θνητούς στη συμφορά “τό κακόν δοκεῖν ποτ’ ἐσθλόν”. Ποιος άραγε θα υποστεί το αδυσώπητο πλήγμα; Η δραματικότητα της ωδής έγκειται στον αόριστο χαρακτήρα της. Στη σκέψη του Χορού κυριαρχεί η Αντιγόνη, τα λόγια του όμως μπορούν να αποδοθούν κάλλιστα και στον Κρέοντα αποκτώντας προφητικό χαρακτήρα.
“Αιώνες θωρώ στο σπίτι των Λαβδακιδών πάθη νεκρών πάνω σε πάθη να πέφτουν”. Ο οίκος των Λαβδακιδών χτυπιέται από τις συμφορές, όπως οι βραχώδεις ακτές από τα αφρισμένα κύματα που οι μανιασμένοι άνεμοι σηκώνουν. Και εκεί που λιγοστό φως ξεπρόβαλε με τον επικείμενο γάμο της Αντιγόνης και του Αίμονα πάλι με πέπλο δυστυχίας καλύφθηκε. Το άταφο σώμα του Πολυνείκη πήρε μακριά τη χαρά της ζωής. Ο θεός Δίας με την παντοδύναμη και αιώνια εξουσία του κάνει αισθητή την παρουσία του. Τη θεϊκή δύναμη δεν μπορεί να την κλονίσει ούτε ο πανδαμάτωρ ύπνος ούτε ο χρόνος. Η ζωή όμως της Αντιγόνης, που είναι θνητή, κλονίζεται. Μερίδιο ευθύνης επιρρίπτεται και στην πατρογονική κατάρα. Κάθε ζωή “γονατίζει”
- 35 -
Γ΄ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Στίχοι 626 - 780 με υποθετική έννοια από τον Αίμονα, αλλά από τον Κρέοντα εκλαμβάνονται με αιτιολογική απόχρωση. Και από την άλλη έχουμε τον ρηματικό τύπο “ἀπορθοῖς”, που εκφέρεται ως ευκτική από τον Αίμονα, αλλά ο Κρέοντας την εννοεί οριστική, η οποία δηλώνει ένα βέβαιο γεγονός. Αριστοτεχνική τεχνική λόγου που εντείνει τη δραματικότητα της σκηνής καθώς ο Κρέοντας και πάλι αδυνατεί να διεισδύσει στην ψυχοσύνθεση και στις μύχιες σκέψεις του γιου του. Οδηγείται, συνεπώς, αναπόφευκτα σε επιπόλαια συμπεράσματα καθώς χαρακτηρίζει τον γιο του απόλυτα υπάκουο και πιστό στον πατέρα του, όπως ο στρατιώτης που εκτελεί απαρέγκλιτα τις εντολές του ανωτέρου στο πεδίο της μάχης. Ο δεσποτικός του χαρακτήρας διαφαίνεται ξανά, αφού παραγνωρίζει τον σεβασμό προς την αυτόνομη προσωπικότητα του παιδιού.
Ο Χορός αναγγέλλει στον Κρέοντα την άφιξη του Αίμονα, ο οποίος εισέρχεται από τη δεξιά ως προς τους θεατές πάροδο. Ο νέος είναι περίλυπος και ο πατέρας σπεύδει να ελέγξει την αιτία της λύπης του: “ Παιδί μου, μήπως άκουσες την τελεσίδικη ποινή για τη μνηστή σου και φτάνεις χολωμένος στον πατέρα σου, ή ό,τι και να κάνουμε μας αγαπάς ακόμη;” Ο δευτερότοκος γιος του τυράννου δηλώνει την αφοσίωσή του στον πατέρα του, στάση που υπαγορεύεται από την ενδόμυχη ελπίδα του να τον μεταπείσει σχετικά με την τύχη της Αντιγόνης. Εδώ όμως ταυτόχρονα ξεδιπλώνεται και ένα ακόμη στοιχείο της δραματικής τέχνης του Σοφοκλή. Από τη μια πλευρά έχουμε τις δίσημες μετοχές “ἔχων - ἡγουμένου”, που λέγονται
- 37 -
Ο Κρέοντας καλεί μάλιστα τον Αίμονα να περιφρονήσει την αρραβωνιαστικιά του Αντιγόνη. Ο ίδιος θα εμμείνει στην απόφασή του για την τύχη της καταστρατηγώντας τους άγραφους ηθικούς νόμους και ασεβώντας προς το θείο. Δηλώνει ταγμένος στο συλλογικό καλό και συνεπής στις προγραμματικές του δηλώσεις. Δε θα επιτρέψει την αναρχία που προκλήθηκε από την παράβαση της διαταγής του από την Αντιγόνη. Ο Αίμονας με ευγένεια, ωστόσο, και λεπτότητα επισημαίνει στον πατέρα του τη σπουδαιότητα για τον άνθρωπο του αγαθού της φρόνησης. Αμφισβητεί, παράλληλα, με ευπρέπεια και σεβασμό την εσφαλμένη απόφασή του να καταδικάσει σε θάνατο την Αντιγόνη. Αποκρύπτει όμως επιμελώς τα συναισθήματά του γι’ αυτή, αν και εκθειάζει το ήθος της. Το πραγματοποιεί με έντεχνο τρόπο, αφού παρουσιάζει τις απόψεις του ως απόψεις των άλλων. Ο Αίμονας δεν ασκεί ακόμη άμεση κριτική στη συμπεριφορά του πατέρα του πάρα μόνο μεταφέρει τη θηβαϊκή κοινή γνώμη, που κι αυτή
ως φήμη κυκλοφορεί λόγω του φόβου που προκαλεί ο Κρέοντας στους πολίτες. Προσπαθεί να κάμψει την ισχυρογνωμοσύνη του πατέρα του, ενώ παράλληλα τον διαβεβαιώνει για την αγάπη που του τρέφει. Τα λόγια του έχουν έντονο γνωμολογικό χαρακτήρα: “ὅστις γάρ αὐτός ἤ φρονεῖν μόνος δοκεῖ, ἤ γλῶσσαν, ἥν οὐκ ἄλλος, ἤ ψυχήν ἔχειν, οὗτοι διαπτυχθέντες ὤφθησαν κενοί”. “Ἀλλ’ ἄνδρα, κεἲ τις ᾖ σοφός, τό μανθάνειν πόλλ’ αἰσχρόν οὐδέν καί τό μή τείνειν ἄγαν”. Ο άξιος δε χρήζει διατράνωσης των ικανοτήτων του. Και η μάθηση είναι μια διαρκής διαδικασία που το πέρας της ταυτίζεται με το πέρας της ζωής του ανθρώπου. Και η υπέρβαση πάλι του μέτρου οδηγεί στο αμάρτημα της ύβρεως.
- 38 -
Ο Αίμονας προειδοποιεί ακόμη τον πατέρα του πως θα καμφθεί το άκαμπτο φρόνημά του, όπως ξεριζώνεται από την ορμή του ανέμου το δέντρο που δε λυγίζει τα κλαδιά του.
- 39 -
Ο Αίμονας επισημαίνει επίσης στον πατέρα του πως θα έπρεπε, αν και είναι νεότερος, να λάβει υπόψη του τις παραινέσεις του. Toυ θυμίζει πως όποιος τεντώνει πολύ τα πανιά του πλοίου και δεν τα χαλαρώνει καθόλου στον άνεμο, ταξιδεύει με ανεστραμμένο το κατάστρωμα του πλοίου. Όμως ο Κρέοντας δεν αντιλαμβάνεται το βαθύτερο νόημα των λόγων του γιου του, που, αν και μικρότερος, του μιλά συνετά επιθυμώντας να προστατεύσει και αυτόν και την αγαπημένη του Αντιγόνη.
- 40 -
Ο Χορός τηρεί στάση διαλλακτική και επιφυλακτική απέναντι σε πατέρα και γιο. Ωστόσο, φαίνεται πια πως δεν αποδέχεται πλήρως τις απόψεις του Θηβαίου ηγεμόνα. Αρχίζει ένας έντονος διάλογος, ο λεγόμενος αγωνιστικός, μεταξύ Κρέοντα και Αίμονα που θα τους οδηγήσει στην απόλυτη ρήξη. Τα λόγια του Αίμονα “Ἥδ’ οὖν θανεῖται καί θανοῦσ’ ὀλεῖ τινα” αποτελούν εκδήλωση αισθήματος αυταπάρνησης που δικαιώνει την αγάπη. Ο Αίμονας δε θα ανεχτεί τη θανάτωση της Αντιγόνης μπροστά στα μάτια του, όπως ο σκληρόκαρδος πατέρας του διατάζει. Αποχωρεί βιαστικά αποδίδοντας στον πατέρα του τα χαρακτηριστικά της μανίας και της τρέλας. Ο Χορός μάταια επιδιώκει την αφύπνιση της κοιμισμένης συνείδησης του Κρέοντα. Το μόνο που καταφέρνει είναι να κρατήσει με την παρέμβασή του την Ισμήνη στη ζωή. Αναπάντεχα τροποποιείται και η ποινή της Αντιγόνης. Δεν την περιμένει θάνατος με δημόσιο λιθοβολισμό, αλλά θα κλειστεί ζωντανή σε λιθόκτιστο τάφο. Εκεί, ειρωνικά αναφερόμενος ο Κρέοντας στους θεούς του Κάτω Κόσμου, θα τιμήσει η Αντιγόνη τη θεία δύναμη. Ο ίδιος εισέρχεται στο ανάκτορο για να δώσει τις απαιτούμενες οδηγίες για τη φυλάκιση της ηρωίδας. O C. M. Bowra υποστηρίζει: “Αν και ο Κρέων
είναι ακόμη αποφασισμένος να τιμωρήσει την Αντιγόνη, τώρα αλλάζει το είδος της ποινής και δίνει εξηγήσεις. Θα την κλείσει σε μια βραχώδη σπηλιά μακριά από τους ανθρώπους και θα της δώσει αρκετή τροφή, για να τη διατηρήσει ζωντανή. Δεν είναι ακόμη έτοιμος να παραδεχτεί πως έχει άδικο, προσπαθεί όμως να αλλάξει την τιμωρία και να την κάμει να φανεί σαν να ήταν πραγματικά για το καλύτερο. Πέφτει έξω. Η Αντιγόνη αυτοκτονεί και ο θάνατός της πέφτει βαριά πάνω στον Κρέοντα”.
- 41 -
Γ΄ ΣΤΑΣΙΜΟ Στίχοι 781 - 800
Ο Χορός αφορμώμενος από την ορμητική αντίδραση του Αίμονα, αποτέλεσμα της επήρειας της αγάπης του για την Αντιγόνη, ψάλλει ύμνο στην παντοδυναμία του Έρωτα. Έρωτας, συναίσθημα με γνωρίσματα γνώριμα, αυτό της σκληρότητας μα και της αβρότητας, της ομορφιάς και της αγνότητας, της καθολικότητας και της απολυτότητας. Έρωτας, από “τους άλλους θεσμούς τους μεγάλους”, που “το νου ξεστρατίζει” και “την αμάχη φουντώνει”.
- 42 -
Δ΄ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Στίχοι 801 - 943 Ο Κομμός είναι το θρηνητικό τραγούδι της Αντιγόνης, η οποία εξέρχεται του βασιλικού οίκου οδηγούμενη από φρουρούς. Απευθύνεται στον Χορό και οικτίρει τη μοίρα της καθώς ο θάνατος θα της στερήσει τις χαρές της ζωής και τον πολυπόθητο γάμο της. Ο Χορός αποπειράται να παρηγορήσει την Αντιγόνη πως θα έχει έναν ένδοξο θάνατο, λόγια που της ανακαλούν στη μνήμη της τη Νιόβη. Εκμεταλλευόμενος μάλιστα τη σύγκρισή της με τη θεά, ο Χορός επιτείνει την προσπάθειά του να της προσφέρει την ύστατη παρηγοριά. Της τονίζει πόσο σπουδαίο είναι για έναν κοινό θνητό να αποκτήσει την ίδια φήμη με έναν θεό. Η ηρωίδα θεωρεί όμως τη στάση του Χορού περιπαικτική και επικαλείται τα στοιχεία της φύσης ως μάρτυρες της απόλυτης εγκατάλειψής της. Και τότε ο Χορός με ευθύτητα ομολογεί πως η πράξη της υπήρξε υβριστική, πράξη που έκανε την πατρογονική κατάρα να αναβιώσει στο πρόσωπό της. Η Αντιγόνη φέρνει στον νου της όλους τους αγαπημένους που έφυγαν και θεωρεί τον εαυτό της ως το τελευταίο θύμα μιας άδικης μοίρας. Ο Χορός τώρα κατανοεί την πίστη της στο άγραφο ηθικό δίκαιο, αλλά παρατηρεί πως και ο φορέας της εξουσίας είναι υποχρεωμένος να υπερασπιστεί τους νόμους. Αποξενωμένη λοιπόν απ’ όλους και με την εντολή του Κρέοντα “Πάρτε τη γρήγορα˙ και, καθώς πρόσταξα, να πάτε να τη χτίσετε στο λάκκο το βαθύ”. εκείνη αναφωνεί: “Ω πόλη των πατέρων μου, Θήβα της γενιάς μου θεοί πανάρχαιοι, με σέρνουν˙ το τέλος σιμώνει”. - 43 -
Δ΄ ΣΤΑΣΙΜΟ Στίχοι 944 - 987
Η σκέψη του Χορού επικεντρώνεται στη Μοίρα, “δύναμη δεινή”. Αισθητοποιείται η ειμαρμένη με αναφορές από τον κόσμο του μύθου, αναφορές που στοχεύουν στην παραμυθία της Αντιγόνης. Το πεπρωμένο ακολούθησε η Δανάη, που, αν και από καλή γενιά, κλείστηκε “ζωντανή σε δώμα μέσα μπρούτζινο” μαζί με το σπλάχνο της, καρπός ζωής μετά το σμίξιμό της με τον Δία. Κι ο Λυκούργος, βασιλιάς των Ηδωνών, τιμωρήθηκε για την ασέβεια που επέδειξε προς τον θεό Διόνυσο με τον εγκλεισμό του σε σπηλιά. Την αναπόδραστη δύναμη του μόρου ένιωσε και η Κλεοπάτρα, απόγονος του Ερεχθέα και “κόρη του Βοριά, θεών παιδί”. Παντρεύτηκε τον βασιλιά Φινέα μα βίωσε ανείπωτο πόνο, όταν η δεύτερη γυναίκα του και μητριά των παιδιών της, η Ειδοθέα, τους στέρησε το φως με “σαῒτες σουβλερές”.
- 44 -
Ε΄ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Στίχοι 988 - 1114 Ο μάντης Τειρεσίας εμφανίζεται στη σκηνή. Προειδοποιεί τον Κρέοντα, τον οποίο θεωρεί γενεσιουργό αιτία της οδυνηρής υφιστάμενης πραγματικότητας, για τους κακούς οιωνούς. Έχει ασεβήσει απέναντι στη θεία δύναμη, στους άγραφους ηθικούς νόμους, στον έρκειο Δία. Η Άτη επέφερε τη σύγχυση του νου. Διέπραξε ύβρη, θα επέλθει η τίσις. Τον προτρέπει να απελευθερώσει την Αντιγόνη και να αποδώσει τις δέουσες νεκρικές τιμές στον Πολυνείκη. Όμως ο Κρέοντας δυσπιστεί και τολμά να κατηγορήσει τον γηραιό μάντη ως συνεργό στην πολιτική συνωμοσία εναντίον του και ως φιλάργυρο. Ακόμη απορρίπτει κατηγορηματικά την προσφορά των νενομισμένων τιμών προς τον νεκρό Πολυνείκη. Ο μάντης Τειρεσίας τότε με περίσσιο θυμό και σκωπτικό ύφος του αποκαλύπτει: “Ἀλλ’ εὖ γέ τοι κάτισθι μή πολλούς ἔτι τρόχους ἁμιλλητῆρας ἡλίου τελῶν, ἐν οἷσι τῶν σῶν αὐτός ἐκ σπλάγχνων ἕνα νέκυν νεκρῶν ἀμοιβόν ἀντιδούς ἔσῃ”. Οι θεοί θα τιμωρήσουν τον άφρονα και υπερφίαλο Κρέοντα στερώντας του το ίδιο του το σπλάχνο, τον Αίμονα. Ο Τειρεσίας αποχωρεί από τη δεξιά ως προς τους θεατές πάροδο. Ο Κρέοντας συνομιλεί σύντομα με τον Χορό. Η παρέμβαση του Χορού στέκεται καταλυτική για τη μεταστροφή της συμπεριφοράς του. Ο βασιλιάς της Θήβας κατευθύνεται με τους ακόλουθούς του στο μέρος όπου κείτεται η σορός του Πολυνείκη, σε απόσταση μάλιστα μικρή από το σπήλαιο – φυλακή που είναι κλεισμένη η Αντιγόνη. Σπεύδει να εκτελέσει τις υποδείξεις του Χορού: “τούς καθεστῶτας νόμους ἄριστον ᾖ σῴζοντα τόν βίον τελεῖν”. - 45 -
Ε΄ ΣΤΑΣΙΜΟ Στίχοι 1115 - 1154
Ο Χορός με χαρά και ελπίδα ψάλλει άσμα προς τιμήν του θεού Διονύσου, προστάτη της θηβαϊκής γης. Οι σεβάσμιοι γέροντες προσδοκούν πως η μεταμέλεια του Κρέοντα θα απομακρύνει τον όλεθρο και θα καθάρει την πόλη από το μίασμα. Καλούν λοιπόν τον Θεό: “Τώρα που ξαφνικός λοιμός μέσα στην πόλη σέρνεται, ροβόλα τις πλαγιές του Παρνασσού ή τα στενά περάσματα του πόντου που βουίζουν κι έλα με το καλό ποδαρικό να μας γιατρέψεις”.
- 46 -
ΕΞΟΔΟΣ Στίχοι 1155 - 1353
Ένας αγγελιοφόρος εμφανίζεται απροσδόκητα από την αριστερή ως προς τους θεατές πάροδο. Μιλά για το ευμετάβλητο των ανθρωπίνων φέρνοντας στη σκέψη του τον Κρέοντα, τον αλλοτινό κραταιό ηγεμόνα και τώρα δυστυχή άρχοντα. Πόνος αβάσταχτος για έναν πατέρα η αυτοκτονία του γιου του. Ο Αίμονας δεν είναι πια στη ζωή.
- 47 -
Από τον Χορό αναγγέλλεται ταυτόχρονα και η άφιξη της Ευρυδίκης. Κατευθυνόμενη προς τον ναό της θεάς Αθηνάς για να προσευχηθεί, άκουσε την κακή είδηση που τώρα κομίζει ο αγγελιοφόρος. Ζητά όμως περισσότερες πληροφορίες για τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν. Στο άκουσμά τους λυγίζει. Βαρύθυμη αποχωρεί μέσα σε απόλυτη σιωπή, σιωπή που σχολιάζεται από τον Χορό και τον αγγελιοφόρο, ο οποίος εισέρχεται στο ανάκτορο.
- 48 -
Από την αριστερή ως προς τους θεατές πάροδο εμφανίζεται ο Κρέοντας συνοδευόμενος από τους φρουρούς του, οι οποίοι μεταφέρουν το άψυχο σώμα του Πολυνείκη. Τώρα πια ο Κρέοντας συνειδητοποιεί τη συμφορά που προκάλεσε: “Ώχου, τύφλα μου συφοριασμένη˙ ώχου, παιδί μου, πέθανες νιος ωχ κι ωχ κι άγουρος πας στο θάνατο από δική μου αστοχασιά κι όχι δική σου”. Ο πόνος του Κρέοντα ανείπωτος και ο θρήνος του δίχως τελειωμό.
- 49 -
Ο εξάγγελος αναγγέλλει την αυτοκτονία της Ευρυδίκης, είδηση που συντρίβει πια τον Θηβαίο ηγεμόνα: “Ωχού, ωχού, αλύπητο λιμάνι του θανάτου, γιατί με σωριάζεις;” Ο Κρέοντας εύχεται η ζωή του τούτη τη μέρα να τελειώσει και να απαντήσει τον λυτρωμό. Ο Χορός όμως του τονίζει πως μέλημά τους είναι η ταφή των νεκρών και πως: “Μή νῦν προσεύχου μηδέν˙ ὡς πεπρωμένης οὐκ ἔστι θνητοῖς συμφορᾶς ἀπαλλαγή”. Ο Κρέοντας αποχωρεί αδυνατώντας να σηκώσει το βάρος της μοίρας που προκάλεσε η τυφλότητα του νου του. Και το επιμύθιο ανακαλύπτει κανείς στα λόγια του Χορού: “Πολλῷ τό φρονεῖν εὐδαιμονίας πρῶτον ὑπάρχει˙ χρή δέ τά γ’ εἰς θεούς μηδέν ἀσεπτεῖν˙ μεγάλοι δέ λόγοι μεγάλας πληγάς τῶν ὑπεραύχων ἀποτείσαντες γήρᾳ τό φρονεῖν ἐδίδαξαν”. O C. M. Bowra υποστηρίζει: “Το μάθημα της τραγωδίας είναι πως ο άνθρωπος πρέπει να είναι ταπεινόφρων κι ευλαβής, πως πρέπει ν’ αποφεύγει την αλαζονεία και τις ψευδαισθήσεις που αυτή γεννάει. Αυτό το δίδαγμα, που ο Χορός διαλαλεί στο τέλος με έμφαση, έχει ήδη γίνει φανερό απ’ τα γεγονότα. Η οδυνηρή μεταστροφή της τύχης του Κρέοντα απ’ την αλαζονεία στην ταπείνωση, απ’ την ψευδαίσθηση της δύναμης στην επίγνωση της αδυναμίας, απ’ την αυταρέσκεια στη δυστυχία, είναι περισσότερο αποτελεσματική από οποιοδήποτε ηθικό δίδαγμα. Ο Σοφοκλής δίνει το δίδαγμά του κυρίως μέσα από τους χαρακτήρες και τις συμφορές τους. Επιστρατεύει μια σειρά γεγονότων, έτσι που αυτά οδηγούν αναπόφευκτα σε κάποιο συμπέρασμα και δίδαγμα”. - 50-
Κατά Ποιόν Μέρη
Ήθος Η ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Η Αντιγόνη είναι μια δυναμική προσωπικότητα, που την χαρακτηρίζει η εσωτερική ελευθερία και η υπερηφάνεια. Δηλώνει αποφασισμένη να υπακούσει στους άγραφους ηθικούς νόμους. Το πείσμα και η επιμονή της την έχουν οπλίσει, ώστε να μην υποχωρήσει. Οι συμφορές άλλωστε της οικογένειάς της, πατροκτονία, αιμομιξία και χαμός των δύο αδελφών της, Πολυνείκη και Ετεοκλή, σημάδεψαν τη ζωή της και ωρίμασαν τη σκέψη της. Συνειδητά, λοιπόν, αποφασίζει να προχωρήσει στον ενταφιασμό του αγαπημένου της αδελφού Πολυνείκη. Η Αντιγόνη είναι αγανακτισμένη και θλιμμένη καθώς ο νέος βασιλιάς της Θήβας Κρέοντας με τη διαταγή του περιφρονεί τον νεκρό Πολυνείκη. Εσωτερικά ελεύθερη δεν επιτρέπει την ατίμωση αυτή, γι’ αυτό και αδιαφορεί για τις βαρύτατες συνέπειες από την παράβαση της βασιλικής διαταγής. Ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια και δε φοβάται τον θάνατο. Γαλουχημένη με το ηρωικό ιδεώδες, προχωρεί με παρρησία λοιπόν στην τολμηρή της πράξη, υπερασπιζόμενη το αδελφικό και θρησκευτικό της καθήκον και αποδεχόμενη αγέρωχα τις συνέπειες της στάσης ζωής της.
- 51-
Η ΙΣΜΗΝΗ Η Ισμήνη παρουσιάζεται υποταγμένη σε αυτό που επιβάλλει η σύνεση. Είναι θλιμμένη για τον χαμό των δύο αγαπημένων αδελφών της, του Ετεοκλή και του Πολυνείκη, και λυπάται που ο νεόκοπος βασιλιάς της Θήβας Κρέοντας απαγορεύει τον ενταφιασμό του Πολυνείκη. Αποδέχεται όμως παθητικά τη μοίρα της και την υποδεέστερη θέση που έχει ορίσει για τη γυναίκα η κοινωνία του 5ου π.Χ. αι. Η Ισμήνη είναι λυπημένη που δε θα επιτελέσει το αδελφικό της καθήκον, όπως είναι αποφασισμένη να πράξει η αδελφή της Αντιγόνη, και δε θα αποδείξει έμπρακτα τον σεβασμό της στους άγραφους ηθικούς νόμους. Ως αδύναμη γυναικεία φύση φοβάται να εκθέσει σε κίνδυνο τη σωματική της ακεραιότητα. Η λογική τής επιτάσσει να υπακούσει στην κοσμική εξουσία. Μπορεί βέβαια να μην υπερασπίζεται με σθένος ανώτερα ιδανικά και αξίες, είναι όμως συμπαθές πρόσωπο. Πασχίζει με επιχειρήματα, που καταδεικνύουν την ατολμία της, να αποτρέψει βέβαια την Αντιγόνη από το “κινδύνευμα”, όπως χαρακτηρίζει το έργο ταφής του Πολυνείκη. Παράτολμο έργο, αφού ο Κρέοντας θα στερήσει από τον δράστη της ταφής το αγαθό της ζωής. Αναμφίβολα, η Ισμήνη αγαπά την Αντιγόνη και είναι ανήσυχη για την τύχη της. Όταν ο θάνατος σιμώνει, θάνατος που θα της στερήσει τη μονάκριβη αδελφή της, εκείνη θα ομολογήσει “Δέδρακα τοὔργον”. Ομολογία που σχολιάζεται από τον Albin Lesky: “Η Ισμήνη δείχνει πρόθυμη να μοιραστεί την ενοχή της Αντιγόνης, σε μια έξαρση ηρωισμού που μπορούν να δείχνουν οι αδύνατοι άνθρωποι σε οριακές καταστάσεις”.
Ο ΚΡΕΟΝΤΑΣ Ο Κρέοντας είναι ο διάδοχος του θηβαϊκού θρόνου, αφού κατέλαβε αυθαίρετα στην εξουσία μετά τον θάνατο των γιων του Οιδίποδα, Πολυνείκη και Ετεοκλή. Είναι ένας σοβαρός ηγεμόνας, συνεπής στις αρχές και τις διακηρύξεις του μα ισχυρογνώμων. Η πνευματική ρηχότητα που τον χαρακτηρίζει τον εμποδίζει να νιώσει την αγάπη προς τον συγγενή, τον φίλο, τον συνάνθρωπο. Δεν κατανοεί τα πιστεύω που πρεσβεύει η Αντιγόνη ούτε την εσωτερική ανάγκη της να τιμήσει τον Πολυνείκη. Ο άρχοντας της Θήβας είναι ένας επηρμένος και καχύποπτος στρατηγός. Μοναδικός φόβος, καλά φωλιασμένος στην ψυχή του, είναι μήπως κάποιοι πολιτικοί του αντίπαλοι, με δέλεαρ το κέρδος και την επιθυμία για αναρρίχηση στον βασιλικό θρόνο, υπονομεύουν την εξουσία του. Ως ηγέτης εμφανίζεται ακόμη αυταρχικός, αφού αποστερεί τους πολίτες από το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης, της γόνιμης αμφισβήτησης και της ανάπτυξης πρωτοβουλιών. Ο Κρέοντας αναδεικνύεται ακόμη υβριστής καθώς περιφρονεί τον Δία, τον προστάτη της συγγένειας, τους άγραφους ηθικούς νόμους και τον σεβάσμιο μάντη Τειρεσία. Είναι αναμφίβολα τελικά και αυτός ένα τραγικό πρόσωπο που θα στερηθεί τους αγαπημένους του λόγω της αλαζονείας του.
Ο ΑΙΜΟΝΑΣ Ο Αίμονας είναι ευγενής. Ψύχραιμος, με αυτοκυριαρχία, διπλωματικότητα και με λόγο που βρίθει γνωμικών φράσεων αποπειράται να σώσει την αγαπημένη του Αντιγόνη από τον θάνατο. Από σεβασμό όμως δεν αφήνει να διαφανεί ο πλούτος των συναισθημάτων του για την αρραβωνιαστικιά του. Παράλληλα επιδιώκει να προστατεύσει τον πατέρα του Κρέοντα, τον οποίο αγαπά, από τη θεϊκή οργή. Η ρήξη όμως μαζί του είναι αναπόφευκτη. Κι όταν η νηφαλιότητα δίνει τη θέση της στην ορμητικότητα, που οδηγείται στα όρια της αναίδειας, ο Αίμονας δεν μπορεί να κατηγορηθεί για ασυνέπεια χαρακτήρα. Ο οξύθυμος και αδιάλλακτος πατέρας του τον αναγκάζει να ξεσπάσει και να αντιμετωπίσει την κατάσταση όπως αυτή το υπαγορεύει. Ο δευτερότοκος γιος του Κρέοντα είναι ακόμη ένας νέος διαπνεόμενος από το δημοκρατικό ιδεώδες καθώς εμφανίζεται υποστηρικτής της πολυφωνίας, της αμοιβαιότητας στη σχέση άρχοντα και αρχόμενου και του αναφαίρετου δικαιώματος των πολιτών να αντιμετωπίζουν κριτικά τις αποφάσεις και τις πράξεις του ηγέτη. Φιλοσοφία του είναι η “δια βίου παιδεία”, που ολοκληρώνει τον άνθρωπο πνευματικά και ψυχικά.
- 52-
Ο ΦΥΛΑΚΑΣ
Ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Ο μάντης Τειρεσίας είναι σεβαστός και έμπειρος. Στο δράμα εκπροσωπεί τη θρησκευτική εξουσία. Με τη μαντική του τέχνη, οιωνοσκοπία και πυρομαντεία, εξακριβώνει τη θέληση των Θεών με αξιοπιστία. Ασκεί το λειτούργημά του με ανιδιοτέλεια και σύνεση. Το ενδιαφέρον του για την πόλη και τον άρχοντά της είναι γνήσιο. Ομιλεί αξιωματικά και καταθέτει την αλήθεια. Ο Τειρεσίας δεν παραγνωρίζει την αξία της πολυφωνίας. Λυπάται για την αστοχασιά που κάποιους ανθρώπους, όπως τον Κρέοντα, κυριεύει. Η ανίερη συμπεριφορά του Θηβαίου ηγεμόνα τού γεννά συναισθήματα πόνου και οργής. Κρατά όμως την ψυχραιμία του και περιφρουρεί την αξιοπρέπειά του. Προβαίνει, ωστόσο, σε μοιραίες αποκαλύψεις και αντιμετωπίζει τον επηρμένο Κρέοντα με ύφος δηκτικό καταδικάζοντας την αφροσύνη του.
Ο φύλακας αποκαλύπτει τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, τους φόβους και τις προσδοκίες του, όταν εμφανίζεται ενώπιον του Κρέοντα. Το φέρσιμό του μαρτυρά την αφέλεια μα και τον φόβο που τον διακατέχει. Πρέπει να προστατευτεί από τη μάνητα του Κρέοντα καθώς υποπτεύεται το ξέσπασμά του, όταν ακούσει πως έχουν αποδοθεί οι νεκρικές τιμές στον Πολυνείκη παρά τη ρητή βασιλική διαταγή. Εγωιστικά διασφαλίζει τη σωτηρία του, προτού καν προβεί σε αποκαλύψεις. Αποδεικνύει συνεπώς την υστεροβουλία του και την έλλειψη ηθικών αρχών. Αν και η θέση του είναι ταπεινή, εκφράζει μια θυμοσοφική διάθεση, φλυαρεί και καταφεύγει σε ευφυολογήματα. Τα λόγια του μαρτυρούν ακόμη τη μοιρολατρική του στάση απέναντι στα ζητήματα της ζωής αλλά και τη θρησκοληψία του, χαρακτηριστικά των απλοϊκών ανθρώπων. Κι όταν πια είναι πεπεισμένος πως η ζωή του δεν απειλείται, ξεπροβάλλουν νέα γνωρίσματα του ήθους του. Συμπεριφέρεται με αυθάδη και προπετή τρόπο προς τον άρχοντα της Θήβας Κρέοντα. Αποδεικνύεται ακόμη μεγάλαυχος και θριαμβολογεί συνεχώς για το κατόρθωμά του να συλλάβει και να οδηγήσει στον Κρέοντα τον δράστη της ταφής. Ο φύλακας φανερώνει την αναλγησία του για το δράμα της Αντιγόνης, το μεγαλείο ψυχής της οποίας αδυνατεί να συνειδητοποιήσει. Ακόμη και η λύπη του για τη σύλληψή της και τον επικείμενο θάνατό της διαφαίνεται υποκριτική. Υπερισχύει η φιλαυτία του και η ιδιοτέλειά του. - 53-
Ο ΧΟΡΟΣ “Η συμπεριφορά του Χορού σ’ όλη τη διάρκεια του έργου συμβάλλει και στη διαγραφή των δυο κυρίων χαρακτήρων. Η αντίθεση ανάμεσα στην επιφυλακτική στάση του και τη συγκρατημένη έκφρασή του στο πρώτο μέρος του έργου με την τολμηρή και θαρραλέα συμπεριφορά του στο δεύτερο μέρος αντανακλά την αλλαγή που συντελείται στη θέση του Κρέοντα. Η περιπέτεια του Χορού είναι σχεδόν τόσο έντονη όσο αυτή του Κρέοντα. Ο Χορός δεν είναι ουδέτερος κι αμέτοχος στη δράση θεατής. Ούτε είναι το φερέφωνο του ποιητή. Είναι πραγματικός χαρακτήρας και συμμερίζεται τους περιορισμούς των άλλων χαρακτήρων. Όπως παρατηρεί ο Gellie, αυτός ο Χορός σ’ όλη τη διάρκεια του έργου εξακολουθεί να είναι ένα τρίτο μέλος στην όλη υπόθεση. Πράγματι ο Χορός της Αντιγόνης έχει τη δική του προσωπικότητα, το δικό του ευδιάκριτο χαρακτήρα και σαφέστατα κίνητρα. Η γενικότερη στάση του ευνοεί αποτελεσματικά την προώθηση των στόχων του ποιητή και του έργου”. Αθανάσιος Φραγκούλης, Ο δραματικός ρόλος του Χορού στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, Νέα Παιδεία, 48, Αθήνα, 1988, σ. 98.
- 54-
ΟΙ ΘΕΑΤΕΣ Οι θεατές γίνονται αυτήκοοι και αυτόπτες μάρτυρες της εξέλιξης ενός δράματος και συμπάσχουν με τους ήρωες. Η διαμετρικά αντίθετη στάση Αντιγόνης και Ισμήνης απέναντι στη βασιλική διαταγή, που απαγορεύει τον ενταφιασμό του Πολυνείκη, κινεί τα συναισθήματά τους. Προκαλεί τον θαυμασμό τους για τον δυναμισμό της Αντιγόνης και αγωνία για την τύχη της μα και τη συμπάθειά τους για την αδύναμη αδελφή της Ισμήνη. Οι θεατές παρακολουθούν με αμείωτο ενδιαφέρον τα διαδραματιζόμενα. Η ένταση της ψυχής τους καταλαγιάζει με την άφιξη επί σκηνής του φύλακα, ο οποίος στερείται σοβαρότητας. Όταν όμως η εξέλιξη του μύθου κορυφώνεται, κορυφώνεται και η ανησυχία τους. Η ελπίδα πως ο συγγενικός δεσμός του Κρέοντα με την Αντιγόνη θα λειτουργήσει συμβιβαστικά, και συνεπώς λυτρωτικά για την ηρωίδα, γρήγορα εξανεμίζεται. Θαυμάζουν οι θεατές την υψηλοφροσύνη της Αντιγόνης και αγωνιούν για το μέλλον της. Μένουν συνάμα έκπληκτοι από την ομολογία και τον αλτρουισμό της Ισμήνης πως υπήρξε συνεργός της Αντιγόνης. Θαυμάζουν και αυτή τώρα που βρήκε το κουράγιο να ορθώσει το ανάστημά της απέναντι στον βασιλιά της Θήβας. Η ένταση του διαλόγου μεταξύ Αίμονα και Κρέοντα που ακολουθεί κορυφώνει και πάλι την αγωνία τους. Η απειλή του θανάτου επικρέμαται ως δαμόκλειος σπάθη πάνω και από τους τρεις νέους.
Ο ἔλεος και ο φόβος, η οἰκεία ἡδονή της τραγωδίας, πλημμυρίζουν την ψυχή των θεατών. Ανακούφιση νιώθουν βέβαια όταν ο Κρέοντας μεταστρέφει τη γνώμη του για τον παραβάτη της διαταγής του, όχι θάνατος με δημόσιο λιθοβολισμό αλλά εγκλεισμός “ἐν πετρώδει κατώρυχι”. Και το γαλήνεμα της ψυχής διαδέχεται ο πόνος που τον προκαλεί το θρηνητικό τραγούδι, ο Κομμός, της Αντιγόνης. Η τραγικότητα και ο λυρισμός του μονολόγου της χαράσσονται στην ψυχή των θεατών. Το ηθικό τους αναπτερώνεται με την απρόσμενη εμφάνιση του Τειρεσία. Οι δυσοίωνες όμως προβλέψεις του μάντη αποδιώχνουν γρήγορα κάθε ελπίδα. Η τραγική πλάνη του Κρέοντα κινεί τον ἔλεον και τον οἶκτον τους. Και αργότερα η περιπέτειά του επηρεάζει βαθύτατα τον συναισθηματικό τους κόσμο. Λησμονούν τις προφητείες του Τειρεσία και ευελπιστούν. Ταυτόχρονα βέβαια οι θεατές αναλογίζονται τη ματαιότητα της ανθρώπινης ελπίδας που διαψεύδεται από τη σκληρή πραγματικότητα. Ανελέητος λοιπόν ο πόνος που πλήττει την ψυχή των θεατών από τον θάνατο του Αίμονα. Συμπάθεια την ίδια στιγμή για τον δυστυχή Κρέοντα, αγωνία για την άτυχη Αντιγόνη, οίκτο για τη δύσμοιρη μάνα, την Ευρυδίκη, είναι τα συναισθήματα που τους κατακλύζουν. Τελικά οι θεατές οδηγούνται στην κάθαρση, λυτρώνονται, αποδεσμεύονται από τα πάθη της ψυχής τους και φτάνουν στην ηθική τελείωση. - 55-
Λέξη Ο Σοφοκλής μάς μεταλαμπαδεύει τα υψηλά διανοήματά του μέσω ενός προσεγμένου λόγου διανθισμένου με εκφραστικά μέσα, όπως παρομοιώσεις, εικόνες και μεταφορές: “Καί τοῦδ’ ἀπαλλαγέντος ἐν χρόνῳ μακρῷ ἡ παῖς ὁρᾶται κἀνακωκύει πικρᾶς ὄρνιθος ὀξύν φθόγγον, ὡς ὅταν κενῆς εὐνῆς νεοσσῶν ὀρφανόν βλέψῃ λέχος˙ οὕτω δέ χαὔτη, ψιλόν ὡς ὁρᾷ νέκυν, γόοισιν ἐξῴμωξεν, ἐκ δ’ ἀράς κακάς ἠρᾶτο τοῖσι τοὔργον ἐξειργασμένοις” “Κράτησε ώρα πολλή και τέλος καταλάγιαζε, όταν η κόρη φάνηκε˙ θρηνεί σαν το πικρό πουλί βραχνά που την άδεια θα βρει, ορφανή, χωρίς τα μικρά, τη φωλιά του. Έτσι κι αυτή, γυμνό σα βλέπει το νεκρό, σπαράζει, δέρνεται και με κατάρες άγριες αυτούς που το ΄χαν κάνει καταριέται”. “Ὁρῶσι χοὖτοι˙ σοί δ’ ὑπίλλουσι στόμα” Τολμηρή είναι η μεταφορική χρήση του “ὑπίλλουσι”. Ο όρος κυριολεκτικά σημαίνει την αντίδραση των φοβισμένων σκυλιών που βάζουν την ουρά τους κάτω από τα σκέλη τους. Η Αντιγόνη θεωρεί πως ο Χορός σιωπά από φόβο προς τον Κρέοντα.
- 56-
“νεφέλη δ’ ὀφρύων ὕπερ αἱματόε ῥέθος αἰσχύνει, τέγγουσ’ εὐῶπα παρειάν” Η θλίψη της Ισμήνης, που ασχημίζει το όμορφο προσωπό της, παρομοιάζεται με νέφος που σημαδεύει τον καταγάλανο ουρανό. Κι όπως από το νέφος πέφτει η βροχή, έτσι και από το σκυθρωπό πρόσωπό της χύνονται άφθονα δάκρυα. Δάκρυα αδελφικής αγάπης που κάνουν το πρόσωπό της κατακόκκινο.
“Δέδρακα τοὔργον, εἴπερ ἥδ’ ὁμορροθεῖ, καί ξυμμετίσχω καί φέρω τῆς αἰτίας” Μεταφορά από την κωπηλασία. Ὁμορροθεῖ (ἐκ τοῦ ὁμορρύθμου ῥόθου τῶν κωπῶν) Η Ισμήνη δηλώνει συνεργός της Αντιγόνης και συμμερίζεται την τύχη της. “Οὕτω γάρ, ὦ παῖ, χρή διά στέρνων ἔχειν, γνώμης πατρῴας πάντ’ ὄπισθεν ἑστάναι” Μεταφορά παρμένη από τη στρατιωτική ζωή. Ανακαλεί την εικόνα του πειθήνιου προς τον αρχηγό του στρατιώτη. Φανερώνεται ο δεσποτικός χαρακτήρας του Κρέοντα που απαιτεί οι αρχόμενοι να υπακούουν απόλυτα στον άρχοντα.
- 57-
Η τραγωδία αναμφίβολα έχει παιδευτικό χαρακτήρα. Μέσα από το ξεδίπλωμα προσώπων με διαφορετικό ήθος και διαφορετικά πιστεύω διευρύνονται οι πνευματικοί μας ορίζοντες και ασκείται καταλυτική επίδραση στη διαμόρφωση μιας άλλης φιλοσοφικής θεώρησης. Ηθοπλαστικός χαρακτήρας αποδίδεται συνεπώς και στα γνωμικά που συναντά κανείς στο έργο Σοφοκλέους Αντιγόνη, αφού κι εκείνα μιλούν για αρχές οι οποίες σμιλεύουν την ορθή σκέψη και στάση ζωής. “Τό γάρ περισσά πράσσειν οὐκ ἒχει νοῦν οὐδένα” “Ἀρχήν δέ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα” Εκφράζεται η αρχαιοελληνική έννοια του μέτρου. Το μέτρο υπαγορεύεται από τη φρόνηση. Είναι αυτή που υπενθυμίζει την παρουσία ορίων, των οποίων η υπέρβαση είναι καταστρεπτική. Κληροδοτήματα των αρχαίων Ελλήνων αποτελούν και τα ρητά: “Μέτρον ἄριστον” και “Μηδέν ἄγαν”, αξίες πάνω στις οποίες έθεσε θεμέλια ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός. Πρόκειται για αντιλήψεις που υποδεικνύουν τον κίνδυνο που ελλοχεύει, όταν κανείς ξεπερνά επίσης το μέτρο. Αξίζει να επισημανθεί, όμως, πως υπέρβαση του μέτρου δε θεωρείται όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται να δαμάσει τον κατώτερο εαυτό του και να υπερασπιστεί υψηλούς πνευματικούς και ηθικούς σκοπούς. - 58-
Διάνοια
“Ἀλλ’ ἡ γάρ ἐκτός καί παρ’ ἐλπίδας χαρά ἔοικεν ἄλλῃ μῆκος οὐδέν ἡδονῇ” Όμως η ξαφνική κι ανέλπιστη χαρά απ’ όλες τις χαρές έχει περίσσια γλύκα.
“Ἀμήχανον δέ παντός ἀνδρός ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καί φρόνημα καί γνώμην, πρίν ἄν ἀρχαῖς τε καί νόμοισιν ἐντριβής φανῇ” Αδύνατο να μάθεις ανθρώπου κανενός φρόνημα, γνώμη και ψυχή, προτού ν’ ακονιστεί στην εξουσία και στο νόμο.
“Ἀλλ’ ἴσθι τοι τά σκλήρ’ ἄγαν φρονήματα πίπτειν μάλιστα” Ο ισχυρογνώμων και αλαζόνας ταπεινώνεται.
“ἀλλ’ ὑπ’ ἐλπίδων ἄνδρας τό κέρδος πολλάκις διώλεσεν” Πολλές φορές τον άνθρωπο τον έφαγαν ελπίδες κέρδους.
“Φιλεῖ δ’ ὁ θυμός πρόσθεν ᾑρῆσθαι κλοπεύς τῶν μηδέν ὀρθῶς ἐν σκότῳ τεχνωμένων” Όποιος επιβουλεύεται τον συνάνθρωπό του πάντα αποκαλύπτεται.
“Τά δεινά γάρ τοι προστίθησ’ ὄκνον πολύν” Οκνό καματερό κακό μαντάτο.
“Οὐ γάρ ποτ’, ὦναξ, οὐδ΄ὅς ἄν βλάστῃ μένει νοῦς τοῖς κακῶς πράσσουσιν, ἀλλ’ ἐξίσταται” Ο απόλυτος πόνος κατακυριεύει την ψυχή του ανθρώπου και εκμηδενίζει ακόμη και τη στοιχειώδη λογική.
“Μή ΄φευρεθῇς ἄνους τε καί γέρων ἃμα” Η σύνεση και η φρόνηση συνοδεύουν τα χρόνια της ζωής. “Οὐδέν γάρ ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος κακόν νόμισμ’ ἔβλαστε” “οὐκ ἐξ ἃπαντος δεῖ τό κερδαίνειν φιλεῖν”
“Ἀρώσιμοι γάρ χἀτέρων εἰσίν γύαι” “Οὐδείς ἀναντικατάστατος”.
“τά δειλά κέρδη πημονάς ἐργάζεται” Η καταλυτική επίδραση του χρήματος που μεταστρέφει τις δίκαιες γνώμες των ανθρώπων και τους εξαχρειώνει.
“Φεύγουσι γάρ τοι χοἰ θρασεῖς, ὅταν πέλας ἤδη τόν Ἅιδην εἰσορῶσι τοῦ βίου” Την ύστατη στιγμή ο φόβος υπερνικά το θάρρος.
“ψεύδει γάρ ἡ ΄πίνοια τήν γνώμην” Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα.
“Τί γάρ γένοιτ’ ἄν ἓλκος μεῖζον ἢ φίλος κακός;” Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πληγή από τον κακό φίλο.
- 59-
“ἀνάγκῃ δ’ οὐχί δυσμαχητέον” Κανείς δεν πρέπει να τα βάζει με την Ανάγκη. Σε αυτή υπέκυπταν ακόμη και οι θεοί: “ἀνάγκᾳ καί οἱ θεοί πείθονται”.
“Ἐν τοῖς γάρ οἰκείοισιν ὅστις ἔστ’ ἀνήρ χρηστός, φανεῖται κἀν πόλει δίκαιος ὤν” Ο δίκαιος στους οικείους του άνθρωπος είναι και χρηστός πολίτης, υγιές κύτταρο του κοινωνικού ιστού. “Ἀναρχίας δέ μεῖζον οὐκ ἔστιν κακόν” Μέγιστο κακό η αναρχία. “θεοί φύουσιν ἀνθρώποις φρένας πάντων ὅσ’ ἐστί χρημάτων ὑπέρτατον” Σπουδαίο το αγαθό της φρόνησης για τον άνθρωπο. “ὅστις γάρ αὐτός ἢ φρονεῖν μόνος δοκεῖ, ἢ γλῶσσαν, ἥν οὐκ ἄλλος, ἤ ψυχήν ἔχειν, οὗτοι διαπτυχθέντες ὤφθησαν κενοί” Πίσω από την έπαρση κρύβεται η ψυχική και πνευματική ένδεια. “Ἀλλ’ ἄνδρα, κεἴ τις ᾗ σοφός, τό μανθάνειν, πόλλ’ αἰσχρόν οὐδέν” Απηχείται η ρήση του Σόλωνα “γηράσκω δ’ αἰεί πολλά διδασκόμενος”. “Πόλις γάρ οὐκ ἔσθ’ ἥτις ἀνδρός ἐσθ’ ἑνός” Ψυχή της πολιτείας ο λαός. “Ἀλλ’ ἁ μοιριδία τις δύνασις δεινά” Η δύναμη της μοίρας είναι φοβερή.
- 60-
“Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλά συμφιλεῖν ἔφυν” Ο Albin Lesky θεωρεί τον υπέροχο αυτό στίχο ως “την πρώτη φράση της ευρωπαϊκής ανθρωπιάς”. Απηχεί απόψεις της σωκρατικής διδασκαλίας “οὐδαμοῦ δέ ἀδικεῖν˙ οὐδ’ ἀδικούμενον ἀνταδικεῖν” αλλά και της χριστιανικής διδαχής “ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν”. Το συγκεκριμένο γνωμικό, που είναι ένας ύμνος για την αγάπη, εκφράζεται από την ηρωίδα σε στιγμές έντονου πάθους. Η Αντιγόνη εκφράζει μια ηθικότατη άποψη και φανερώνει με αυτόν τον τρόπο τη φιλόστοργη φύση της. Η κόρη του Οιδίποδα ανοίγει την ψυχή της και αφήνει να ξεχυθεί όλος ο πλούτος της αγάπης της προς τα δύο αδέλφια της. Είναι η ευαίσθητη γυναικεία φύση που είναι προορισμένη να αγαπά και όχι να μισεί.
- 62-
Η δραματικότητα της δεύτερης ταφής Η επινόηση του τραγικού ποιητή Σοφοκλή, να πλησιάσει η Αντιγόνη για δεύτερη φορά τον Πολυνείκη με πρόθεση τη συμβολική πρώτη ταφή να την διαδεχτεί η ολοκληρωμένη ιεροτελεστικά ταφή, στοχεύει πρώτιστα στην ανάδειξη της υπέρμετρης αδελφικής αγάπης. Ακόμη, με το χρονικό διάστημα ανάμεσα στην ταφή και τη σύλληψη του δράστη δίνεται η δυνατότητα της εμφάνισης του φύλακα, ο οποίος είχε επιφορτιστεί με τη φύλαξη της σορού του Πολυνείκη. Αποκλιμακώνεται έτσι η ένταση καθώς το φέρσιμό του προσδίδει έναν ζωηρό και εύθυμο τόνο στη σκηνή. Με το χρονικό αυτό διάστημα επίσης αποκαλύπτονται και άλλες πτυχές της σκέψης του ηγεμόνα της Θήβας Κρέοντα καθώς αγνοώντας πως ο δράστης της ταφής είναι στενός συγγενής του, ανιψιά και μέλλουσα σύζυγος του γιου του, απειλεί, με απόρροια να δεσμεύεται σχετικά με τη στάση που θα τηρήσει απέναντι στην Αντιγόνη. Λόγια, σκέψεις, απειλές που κορυφώνουν και τα συναισθήματα των θεατών.
- 63-
Περί Μύθου ο Λόγος Όταν η μητέρα του Κάδμου Τηλέφασσα πέθανε ο Κάδμος ξεκίνησε πάλι ψάχνοντας πάντα για την Ευρώπη. Ο δρόμος του τον έφερε τώρα στην κεντρική Ελλάδα. Μη βρίσκοντας άλλη λύση, πήγε στο μαντείο των Δελφών και ρώτησε τι να κάνει για να βρει την αδελφή του. Το μαντείο τού απάντησε πως πρέπει να σταματήσει πια να ψάχνει για την Ευρώπη και αντί γι’ αυτό να ακολουθήσει μια αγελάδα που δεν έχει μπει ακόμα κάτω από ζυγό, και, όπου αυτή κουραστεί και καθίσει, εκεί να χτίσει πόλη και να εγκατασταθεί. Το σημάδι της αγελάδας, για να την γνωρίσει, θα ήταν ένας άσπρος κύκλος σαν το ολόγιομο φεγγάρι από κάθε πλευρά της. Πραγματικά ο Κάδμος κίνησε με τους ανθρώπους του και, αφού πέρασε τη Φωκίδα, βρήκε την αγελάδα που του είπε το μαντείο, στο κοπάδι κάποιου Πελάγοντα, γιου του Αμφιδάμου, και την αγόρασε. Την άφησαν λοιπόν ελεύθερη και την πήραν από πίσω. Έτσι διέσχισαν τη Βοιωτία και, όταν έφτασαν στα μέρη της Θήβας, το ζώο γονάτισε και έπεσε κάτω από την κούραση. Ο Κάδμος κατάλαβε τότε ότι ο χρησμός είχε εκπληρωθεί και αποφάσισε στο μέρος αυτό να χτίσει πόλη και να θυσιάσει την αγελάδα στην Αθηνά. Άρχισε λοιπόν να ετοιμάζει τη θυσία και έστειλε μερικούς από τους ανθρώπους του σε μια κοντινή πηγή, την Άρεια, να φέρουν νερό. Την πηγή αυτή τη φύλαγε όμως ένα πελώριο φίδι, γεννημένο από τον Άρη, και εμπόδιζε όποιον ήθελε να πάρει νερό. Αυτό αφάνιζε τους πιο πολλούς από τους συντρόφους του Κάδμου μόλις πλησίαζαν. Ο Κάδμος θύμωσε τότε και πήγε ο ίδιος στην πηγή. Με μια πέτρα θρυμμάτισε το κεφάλι του φιδιού, πήρε το νερό που ήθελε και θυσίασε την αγελάδα στην Αθηνά. Για να θυμούνται ότι μια αγελάδα (βους) οδήγησε σ’ αυτά τα μέρη τον Κάδμο τα ονόμασαν Βοιωτία, και από τότε το όνομα έμεινε. - 64-
Μετά τον φόνο του φιδιού η Αθηνά συμβούλεψε τον Κάδμο να βγάλει τα δόντια του θεριού και να τα σπείρει. Μόλις ο Κάδμος τα έσπειρε, ξεπετάχτηκαν από τη γη πολλοί άνδρες, οι “Σπαρτοί”, που φάνταζαν τρομαχτικοί μέσα στην αρματωσιά τους. Από τον τρόμο του ο Κάδμος πέταξε μια πέτρα ανάμεσά τους, και αυτοί, νομίζοντας πως κάποιος από τους ίδιους την πέταξε, άρχισαν να χτυπιούνται μεταξύ τους. Στον φοβερό αυτό αγώνα σκοτώθηκαν όλοι εκτός από πέντε, που απόμειναν όταν σταμάτησαν τη μάχη από προσταγή της Αθηνάς. Τα ονόματα αυτών των πέντε ήταν Ουδαίος, Χθόνιος, Πέλωρ, Υπερήνωρ και Εχίων. Αυτοί αποτέλεσαν τους πρώτους πολίτες στη νέα πόλη που έχτισε ο Κάδμος πάνω στον λόφο της Θήβας και που ονομάστηκε Καδμεία από το όνομά του. Οι απόγονοι των Σπαρτών έμειναν και αυτοί στη Θήβα και είχαν όλοι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό από γεννησιμιού τους, το σχέδιο μιας λόγχης πάνω στο σώμα τους. Ο Άρης ήταν εξαγριωμένος με τον Κάδμο για το φόνο του φιδιού, και ήθελε να τον σκοτώσει˙ μπήκε όμως στη μέση ο Δίας και τη μόνη τιμωρία που του επέβαλε ήταν να υπηρετήσει τον Άρη έναν μεγάλο χρόνο, που ισοδυναμεί με οχτώ δικά μας χρόνια. Όταν τελείωσε τη θητεία του στον Άρη, πήρε ο Κάδμος με τη βοήθεια της Αθηνάς τη βασιλεία της Θήβας και για γυναίκα του την Αρμονία, την κόρη του Άρη και της Αφροδίτης. Ο γάμος έγινε με μεγάλη λαμπρότητα στο παλάτι του Κάδμου. Όλοι οι θεοί κατέβηκαν από τον Όλυμπο και πήραν μέρος στη γιορτή, και ήταν οι Μούσες που τραγούδησαν τα νυφιάτικα τραγούδια. Ελληνική Μυθολογία, Οι ήρωες, τόμος 3, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σσ. 70 - 71. - 65-
Ο ΔΙΟΝΥΣΟΣ “Ο Δίας είδε μια μέρα ψηλά από τον Όλυμπο την όμορφη Σεμέλη, μιαν από τις κόρες του Κάδμου, του βασιλιά της Θήβας, και την αγάπησε. Για να ικανοποιήσει τον πόθο του, βρήκε μια σκοτεινή νύχτα την ευκαιρία, κατέβηκε κρυφά από τον Όλυμπο και μπαίνοντας στο παλάτι του πατέρα της, χώθηκε στο θάλαμο της κόρης και κοιμήθηκε μαζί της. Άδικα όμως νόμιζε πως είχε ξεφύγει το άγρυπνο μάτι της γυναίκας του. Η Ήρα τον βλέπει και στη ζήλια της, επειδή δεν είχε τη δύναμη να τα βάλει μαζί του, αποφασίζει να πάρει την εκδίκησή της από την κόρη, που στο κάτω κάτω δεν είχε φταίξει σε τίποτα. Η Ήρα ήξερε πως ο Δίας, στην ακμή του πόθου του, είχε υποσχεθεί στη Σεμέλη να της κάνει όποια χάρη του ζητήσει, όσο μεγάλη και να είναι. Μηνάει λοιπόν στην κόρη πως αν ήθελε στ’ αλήθεια να λέγεται γυναίκα του Δία, έπρεπε να τον δει να της παρουσιάζεται σε όλη του τη μεγαλοσύνη, ακριβώς όπως είχε παρουσιαστεί στην Ήρα τη μέρα των γάμων τους. Αυτή τη χάρη έπρεπε να ζητήσει από τον εραστή της. Η Σεμέλη ξεγελιέται και την ακούει˙ άδικα ο Δίας δοκιμάζει να της αλλάξει τη γνώμη˙ πεισματωμένη εκείνη, χωρίς να υποψιάζεται την παγίδα που της είχε στήσει η Ήρα του θυμίζει πως ό,τι και να κάνει, δεν μπορεί να πάρει το λόγο του πίσω. Στο τέλος ο θεός αναγκάζεται να υποχωρήσει˙ έτσι της παρουσιάζεται πάνω στο άρμα του μέσα σε βροντές και αστραπές˙ στο χέρι σφίγγει το αστροπελέκι και το σφεντονίζει, μόλις μπαίνει στο θάλαμό της. Η Σεμέλη, ζωσμένη από τις φλόγες
πεθαίνει κεραυνωμένη (ή από το φόβο της), και το παλάτι του πατέρα της παίρνει φωτιά. Έξι μήνες είχαν περάσει από τότε που ο θεός είχε πρωτοσμίξει με τη θνητή, και το παιδί τους είχε μεγαλώσει κιόλας μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Για να μην καεί και αυτό μέσα στην κόλαση της φωτιάς που έζωνε το παλάτι, η Γη αφήνει κισσό να φυτρώσει στους κίονες του παλατιού, για να το προστατέψει από τις φλόγες. Έπειτα ο Δίας το παίρνει, ανοίγει το μηρό του, το χώνει μέσα και ράβει το άνοιγμα, προσέχοντας να μην τον δει η ΄Ηρα. Όταν έρχεται για το παιδί η μέρα να γεννηθεί, ο Δίας σπάζει τα ράμματα και το βγάζει στο φως. Έτσι γεννήθηκε ο πυριγενής, μηρορραφής, διμήτωρ και δισσότοκος Διόνυσος”.
Ο ΥΠΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ
Ελληνική Μυθολογία, Οι Θεοί, τόμος 2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σ. 200.
“Από τη Θεογονία του Ησιόδου ξέρουμε ότι ο Ύπνος και ο Θάνατος, δεινοί θεοί, είναι αδέλφια, γιοι της Νύχτας. Τον Ύπνο τον φαντάζονταν και τον παρίσταναν στην τέχνη νέο με φτερά στους ώμους, να αποκοιμίζει τους κουρασμένους, καθώς τους ραντίζει με ένα κλαδί μουσκεμένο από τη δροσιά της λήθης ή καθώς χύνει από ένα κέρας υπνωτικούς χυμούς ή καθώς κινεί τα φτερά του. Ο αδελφός του Ύπνου, ο Θάνατος, που από τους πολύ παλαιούς καιρούς οι άνθρωποι τον έλεγαν “αιώνιο ύπνο”, ἄνακτα τῶν νεκρῶν, δαίμονα κοινόν, λυπηρόν, πικρόν και βαρύν, πανδαμάτορα αλλά και ἰατρόν νόσων και λυτρωτή από όλα τα κακά, είναι μια μορφή που συγχεόταν με τον Άδη, με τον Χάρωνα, ακόμα και με τον Ερμή Ψυχοπομπό. Οι αρχαίοι τον παρίσταναν, όπως και τον αδελφό του τον Ύπνο, νέο με γενειάδα, με φτερά στους ώμους και σπαθί στη μέση. Στις πιο πολλές παραστάσεις τα δυο αδέλφια είναι ζωγραφισμένα μαζί, όμοια με τους “ανέμους”, και μεταφέρουν συντροφικά τον νεκρό στον Άδη”. Ελληνική Μυθολογία, Οι Θεοί, τόμος 2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σσ. 258 - 259.
- 66-
Ο ΕΡΩΤΑΣ
H ΔΙΡΚΗ “Σύζυγος του βασιλιά της Θήβας Λύκου, κράτησε πολλά χρόνια αιχμάλωτη την ερωμένη του Διός Αντιόπη, μητέρα των διδύμων Αμφίονος και Ζήθου, που είχαν αφεθεί νεογέννητοι στον Κιθαιρώνα και τους ανέθρεψαν βοσκοί. Όταν μεγάλωσαν οι δίδυμοι απελευθέρωσαν τη μητέρα τους, έδεσαν τη Δίρκη στα κέρατα ενός μαινόμενου ταύρου, και μετά πέταξαν το πτώμα της σε μια πηγή, που πήρε το όνομά της. Σύμφωνα με παραλλαγή του μύθου η Δίρκη είχε παραγγείλει στους δυο ποιμένες Αμφίονα και Ζήθο να υποβάλουν στο μαρτύριο του ταύρου την Αντιόπη. Οι δυο νέοι όμως γνώρισαν τη μητέρα τους και αντί γι’ αυτήν έδεσαν στα κέρατα του ζώου τη Δίρκη, την οποία λυπήθηκε όμως ο Διόνυσοςκαι τη μεταμόρφωσε σε πηγή”.
“Οι ποιητές και οι καλλιτέχνες από πολύ παλιά έβρισκαν ευχαρίστηση να παριστάνουν τον Έρωτα σαν μικρό αγόρι γυμνό, με χρυσά φτερά στους ώμους και τόξο στα χέρια, να ρίχνει τα μαγικά βέλη του πάνω στις καρδιές όχι μόνο των ανθρώπων αλλά και των θεών. Τον θεωρούσαν γιο του Άρη και της Αφροδίτης ή του Ουρανού και της Αφροδίτης ή του Ουρανού και της Γης ή άλλων θεών και τον χαρακτήριζαν ως γλυκόπικρο, τεχνίτη στα λόγια, ορμητικό σαν τον άνεμο, με συγκλονιστική μαγική δύναμη, τύραννον θεῶν τε καί ἀνθρώπων ἤ δαιμόνων ὑπέρτατον”. Ελληνική Μυθολογία, Οι Θεοί, τόμος 2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σσ. 252 - 254.
H ΝΙΟΒΗ
Δομή, τ. 5, εκδ. Δομή, Αθήνα, σ. 94.
“Κόρη του Λυδού βασιλιά Ταντάλου και σύζυγος του Θηβαίου Αμφίονος. Περήφανη για το πλήθος των παιδιών της, επτά αγόρια και επτά κορίτσια, καυχήθηκε ότι είναι ανώτερη από τη Λητώ, μητέρα του Απόλλωνος και της Αρτέμιδος, η οποία είχε μόνο ένα γιο και μια κόρη. Ο Απόλλων και η Άρτεμις εκδικήθηκαν τη Νιόβη σκοτώνοντας με τα βέλη τους όλα τα παιδιά της. Όταν η Νιόβη αντίκρυσε το φρικτό θέαμα των νεκρών παιδιών της απολιθώθηκε από τη λύπη της και τότε οι θεοί τη μετέφεραν στη Φρυγία, στο όρος Σίπυλος, όπου από ένα βράχο, που είχε τη δική της μορφή, εξακολούθησαν να αναβλύζουν δάκρυα”.
H ΔΑΝΑΗ “Μοναχοκόρη του Ακρισίου, μυθικού βασιλιά του Άργους, ο οποίος την κρατούσε κλεισμένη σ’ ένα μπρούντζινο δωμάτιο, μακριά από τους ανθρώπους, γιατί ένας χρησμός τον είχε προειδοποιήσει ότι θα τον σκότωνε ένας γιος της. Οι προφυλάξεις του όμως αυτές αποδείχθηκαν ανώφελες, γιατί ο Ζευς, που είχε ερωτευτεί τη Δανάη, μπόρεσε να εισχωρήσει στο δωμάτιο μεταμορφωμένος σε χρυσή βροχή. Από την ένωσή τους γεννήθηκε ο Περσεύς. Μετά τη γέννησή του, ο Ακρίσιος, θέλοντας ν’ απαλλαγεί από τη μητέρα και το παιδί, τους έκλεισε σε μια λάρνακα .
Δομή, τ. 11, εκδ. Δομή, Αθήνα, σ. 330. - 67-
και τους έριξε στη θάλασσα. Εκείνοι όμως σώθηκαν και κατέφυγαν στη Σέριφο. Αργότερα ο Περσεύς επέστρεψε στο Άργος, όπου σκότωσε τελείως συμπτωματικά τον παππού του Ακρίσιο, επαληθεύοντας τον χρησμό”. Δομή, τ. 4, εκδ. Δομή, Αθήνα, σ. 358
- 68-
Λόγια Ειπωμένα “Οι μεγάλοι τραγικοί της κλασικής Αθήνας, χωρίς να έρθουν σε ρήξη με την παράδοση, επιβεβαιώνουν ωστόσο με το έργο τους την υπεροχή των δημοκρατικών αξιών της πόλης. Πρόκειται για μια δυναμική προσαρμογή της μυθικής παράδοσης στις ανάγκες της σύγχρονης πραγματικότητας, η οποία –στο χώρο, τουλάχιστον, όπου λειτουργεί η τραγωδία – συντελεί στην κατάργηση της διάκρισης (η οποία υπάρχει σε όλες τις διαστρωματωμένες κοινωνίες) ανάμεσα σε μορφωμένους και αμόρφωτους, στους λόγιους και το λαό (ο οποίος “έχεται της παραδόσεως”). Από την άποψη αυτή η τραγωδία είναι ένα λαϊκό θέαμα, που σκοπό του όμως δεν έχει μονάχα την τέρψη. Ο ρόλος της είναι παιδευτικός, και γι’ αυτό είναι χρήσιμη μέσα στην κοινωνία”. Ελληνική Μυθολογία, Εισαγωγή στο μύθο, τόμος 1, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σ. 253.
“Ο Σοφοκλής σεβάστηκε την επική παράδοση και απόφυγε να νεοτερίσει στο μύθο˙ αυτό βέβαια δεν τον εμπόδισε να τον αντικρίσει από τη δική του οπτική γωνία, να ανακατατάξει τα στοιχεία του και να προσθαφαιρέσει λεπτομέρειες. Με τη βοήθεια του ανανεωμένου τώρα μύθου, κατόρθωσε να εκφράσει τη βαθύτερη πίστη του για τα μεγάλα προβλήματα της ζωής, και ιδιαίτερα για τη σχέση του ανθρώπου με το θείο. Η κεντρική θρησκευτική ιδέα που δεσπόζει στο έργο του Σοφοκλή, ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο της δημιουργίας του, είναι το φοβερό, αγεφύρωτο χάσμα που χωρίζει την παντοδυναμία του θεού και την αδυναμία του ανθρώπου, όχι μόνο τη σωματική αλλά και την πνευματική. Ο θνητός ήρωας, και ο πιο έξυπνος, και ο πιο καλοπρόθετος, και ο πιο αντρειωμένος, δεν είναι παρά ένα παιχνίδι στα χέρια της θεότητας, - 69-
που με την ανεξιχνίαστη βουλή της, μέσα από διφορούμενους χρησμούς και άλλους παραπλανητικούς τρόπους, ξέρει να τον ξεστρατίζει, να αντιστρατευτεί τα σχέδιά του, και στο τέλος να τον σπρώξει στο χαμό. Η διαπίστωση αυτή δεν πρέπει να μας παρασύρει στην παραδοχή ενός κακοποιού θεού, που χαρά του έχει να βασανίζει τους ανθρώπους˙ εκείνο που έχει ο θνητός να κάνει είναι όχι μόνο να παραιτηθεί από την αξίωση να εξιχνιάσει τους αιώνιους θείους νόμους, αλλά και να αναγνωρίσει την ισχύ τους με όσο γίνεται λιγότερες διαμαρτυρίες”. Ελληνική Μυθολογία, Εισαγωγή στο μύθο, τόμος 1, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σσ. 121, 123.
“Ένα μεγάλο μέρος απ’ αυτό το σχέδιο που οι άνθρωποι το ονομάζουν Θέληση των Θεών, αποτελούν η ευσέβεια και η αγνότητα. Συνακόλουθα, κανένας ποιητής δε μιλάει περισσότερο από τον Σοφοκλή για την ανάγκη για ευσέβεια. Αλλά ένα μέρος αυτής της ευσέβειας βρίσκεται πέρα από την ηθικότητα, και δεν μπορεί να υπολογιστεί. Συνακόλουθα κανένας ποιητής δε μιλάει περισσότερο από το Σοφοκλή για την ανάγκη για φρόνησιν. Η φρόνηση σημαίνει να ξέρεις τι είσαι, να ξέρεις τη θέση σου στον κόσμο, να είσαι ικανός να βλέπεις πλατιά, με μια σωστή αίσθηση αναλογίας -αντίθετα από τον Κρέοντα στην Αντιγόνη και από το Μενέλαο στον Αίαντα, που μπορούσαν να δουν μόνο ότι ο Πολυνείκης ή ο Αίας, ήταν ένας νεκρός προδότης, και δεν μπορούσαν να δουν το σπουδαιότερο, - 70-
ότι ήταν ένας νεκρός άνθρωπος”. H.D.F. Kitto, Η Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1989, σσ. 198 - 199.
“Ο σοφόκλειος ήρωας δεν δέχεται να παραδοθεί παθητικά στη μοίρα του˙ αντίθετα, παλεύει πεισματικά ως το τέλος να πραγματώσει αυτό που πιστεύει για σωστό, ακόμα και αν είναι το πείσμα του να το πληρώσει ακριβά. Αυτή η σύγκρουση της ανθρώπινης ελεύθερης δράσης με τη θεία βούληση, αυτή είναι που υψώνει τον ήρωα σε τραγική προσωπικότητα. Ιδιαίτερα ο Σοφοκλής πολλαπλασιάζει τις συγκρούσεις, φτάνει μάλιστα να πλουτίσει το μύθο με καινούργιες μορφές μόνο και μόνο, για να έρθουν σε αντίθεση με τους πρωταγωνιστές˙ έτσι, δίπλα στη σκληρή και ανυποχώρητη μπροστά στο χρέος Αντιγόνη, στήνει μιαν αδελφή, την Ισμήνη, που η αδυναμία της θα αφήσει να προβάλει ακόμα πιο έντονα ο δυνατός χαρακτήρας της πρώτης. Ο τραγικός ήρωας είναι φυσικό την ώρα της δοκιμασίας να βρίσκεται και ψυχικά μόνος. Έτσι η Αντιγόνη παίρνει το δρόμο για την υπόγεια φυλακή της, που θα γίνει και ο τάφος της, με την πικρή αίσθηση πως όλοι την έχουν παρατήσει”. Ελληνική Μυθολογία, Εισαγωγή στο μύθο, τόμος 1, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986, σσ. 120, 121, 123.
“Ο κάθε ήρωας του Σοφοκλή είναι πλαστικότατη μορφική έκφραση μιας φωτισμένης ανθρώπινης συνείδησης, που μας παρουσιάζει συνεπέστατη αυτοεξέλιξη σύμφωνα με αντικειμενικές ηθικές αρχές. Αυτή την αδιάσπαστη γραμμή της συνείδησης,
που όλο υψώνεται και αναπτύσσει τον πυρήνα της ύπαρξής της, τη λέμε ήθος. Οι ήρωες του Σοφοκλή τραβούν προς μιαν ορισμένη κατεύθυνση με μια ξεχωριστή δύναμη ψυχής χωρίς διασταγμό˙ δεν παλεύουν μέσα τους ούτε ρωτούν ποτέ για ποια αιτία πάσχουν, γιατί ξέρουν για ποιο σκοπό πάσχουν˙ έχουν ξεκαθαρίσει τη γραμμή που θα βαδίσουν σύμφωνα με το ήθος τους”. Όλγα Κομνηνού – Κακριδή, Το Πρόβλημα του Ανθρώπου στον Σοφοκλή, Ομιλίες και Άρθρα, 1976, σ. 125.
“Ο Σοφοκλής όμως επινόησε την αντίθεση για να δείξει ότι αυτό που έκανε η Αντιγόνη δε θα μπορούσε να το κάνει οποιαδήποτε γυναίκα, ο συνηθισμένος τύπος γυναίκας. Χρειαζόταν ένας γυναικείος τύπος πιο δυναμικός που θα ξέφευγε από τα συνηθισμένα μέτρα. Όχι ο τύπος της γυναίκας όπως μας την παρουσιάζει ο Περικλής στον Επιτάφιο, που δε μιλούν οι άντρες ούτε για τα χαρίσματα ούτε για τα ελαττώματά της, αλλά ένας τύπος που δε διστάζει να συγκρουστεί με την ανδρική αλαζονεία χάρη ενός ανώτερου σκοπού”. Σωκράτης Γκίκας, Νέα Παιδεία 38, 1986, σ. 77. “Ο Αθηναίος δεν κρατούσε τη γυναίκα κλειδωμένη στο σπίτι, αλλά ολόκληρο το σύστημα της αθηναϊκής ζωής έδειχνε στη σύζυγο ότι η θέση της είναι στο σπίτι και ότι ο χώρος όπου θα περνούσε τη ζωή της τελείωνε μπροστά στην εξώθυρα. Τα νέα κορίτσια έβγαιναν στην πόλη συνοδευόμενα πάντοτε από τους γονείς ή από άλλα ηλικιωμένα πρόσωπα, αλλά και τότε μόνο για να πάρουν μέρος - 71-
στις μεγάλες θρησκευτικές τελετές, σε μια κηδεία ή να μεταβούν στο ναό”. K.M. Kοlobova – E.L. Ozereckaja, Η καθημερινή ζωή στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1996, σσ. 85 – 86.
“… η Αθηναία είναι μια αιώνια ανήλικη, κι αυτή η αδυναμία ενηλικίωσης επιβεβαιώνεται από την ανάγκη να έχει σε όλη τη ζωή της έναν κηδεμόνα, έναν «κύριο», τον πατέρα της πρώτα, έπειτα το σύζυγό της, και αν αυτός πεθάνει πρώτος, το γιο της ή σε απουσία του γιου της, τον πιο κοντινό συγγενή. Η ιδέα μιας ανύπαντρης γυναίκας, ανεξάρτητης, που διαχειρίζεται την προσωπική της περιουσία, είναι αδιανόητη…”. Mossé Claude, Η γυναίκα στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1993, σ. 56.
“Η γλώσσα του Σοφοκλή, που εκφράζει την ακμή της αττικής κλασικής εποχής, διακρίνεται για την κομψότητα και τη λεπτότητα. Χρησιμοποιώντας λέξεις λογιότερες, και όχι καθημερινές και μεγαλοπρεπείς, διατηρεί το υψηλό επίπεδο του λόγου του Αισχύλου, ενώ διαγράφει με λίγους στίχους τις έξοχες εικόνες. Μεταχειρίζεται ακόμα, αριστοτεχνικά την τραγική ειρωνεία, την περιπέτεια και την αναγνώριση, παρουσιάζοντας με άριστο τρόπο το ήθος των ηρώων του. Γι’ αυτό και οι αρχαίοι τον αποκαλούσαν μ έ λ ι τ τ α ν, ενώ ο Αριστοφάνης έλεγε ότι “τό στόμα αὐτοῦ μέλιτι κεχρισμένον ἦν”. Σοφοκλέους Αντιγόνη, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 2015, σ. 29.
΄Οροι του Αρχαίου Δράματος Διάνοια Οι ιδέες που διατυπώνουν τα πρόσωπα της τραγωδίας και τα επιχειρήματα που φέρνουν για την υποστήριξή τους. Δράμα Θεατρικό – ποιητικό έργο προορισμένο για παράσταση και όχι για απλή ανάγνωση ή απαγγελία. Αποτελείται από τον ποιητικό λόγο, τη μουσική και την όρχηση. Τα είδη του δράματος είναι: η τραγωδία, το σατυρικό δράμα και η κωμωδία. Έκσταση Συναισθηματική μέθη που ταύτιζε τους υποκριτές και τους άντρες του χορού με άλλα πρόσωπα, τους σατύρους, και τους μετέθετε σε μια κατάσταση θεϊκή. Για την επιτυχία της έκστασης τα πρόσωπα του δράματος μεταμφιέζονταν. Έλεος Η συμπόνια που ένιωθε ο θεατής για τον τραγικό ήρωα και τα βάσανά του. Ο τραγικός ήρωας ἀναξιοπαθεῖ˙ τα βάσανά του είναι πολύ πιο οδυνηρά, απ’ όσο αντέχει το αίσθημα δικαιοσύνης του θεατή. Η από της τραγωδίας ηδονή Η χαρακτηριστική ηδονή (οἰκεία ἡδονή κατά τον Αριστοτέλη) που προσφέρει η τραγωδία. Η ηδονή αυτή είναι βαθύτερη και ουσιαστικότερη από αυτήν που προσφέρουν άλλα είδη της λογοτεχνίας, γιατί προέρχεται από ένα είδος τέχνης τόσο - 72-
σύνθετο και ζωντανό και κυρίως από την πρόκληση του ἐλέου και του φόβου.
Περιπέτεια Αποτελεί στοιχείο της υπόθεσης του τραγικού μύθου. Κατά τον Αριστοτέλη σημαίνει τη μεταστροφή της τύχης των ηρώων αντίθετα από αυτό που επιδιώκουν.
Ήθος Ο χαρακτήρας του τραγικού ήρωα. Το ήθος πρέπει να είναι χρηστόν (ευγενικό), ἁρμόττον (ταιριαστό για κάθε φύλο, τάξη και ηλικία), ὅμοιον (φυσικό) και ὁμαλόν (αμετάβλητο). Κάθαρση Ο δυσκολότερος όρος στην Ποιητική του Αριστοτέλη. Έχουν δοθεί πολλές διαφορετικές ερμηνείες από τον 15ο αιώνα έως σήμερα. Η άποψη που επικρατεί είναι ότι με την κάθαρση, την οποία προκαλεί η τραγωδία ως έργο τέχνης, οι θεατές ανακουφίζονται και ηρεμούν ψυχικά, γιατί διαπιστώνουν είτε την ηθική νίκη του τραγικού ήρωα ή την αποκατάσταση της ηθικής τάξης. Γενικότερα οι θεατές, καθώς ζουν έντονα τον ανθρώπινο μύθο μέσα στο τραγικό μεγαλείο του έργου, λυτρώνονται, με τη μαγεία της τέχνης, και γίνονται ελεύθεροι και ανώτεροι άνθρωποι. Κατά τό εἰκός καί τό ἀναγκαῖον Αριστοτελική αισθητική αρχή, που αποτελεί κριτήριο επιτυχίας του τραγικού μύθου. Σημαίνει ότι η μορφή, η πλοκή και η σύνθεση της τραγωδίας πρέπει να είναι στοιχεία φυσικά, εύλογα, λογικά, αληθοφανή (εἰκός)˙ ακόμη ότι πρέπει να συμφωνούν με την αισθητική και την ηθική αναγκαιότητα (ἀναγκαῖον).
- 73-
Τραγική ειρωνεία Δραματική οικονομία, κατά την οποία τα πρόσωπα της τραγωδίας αγνοούν την τραγική κατάσταση, στην οποία βρίσκονται, ενώ την γνωρίζουν οι θεατές. Τραγικότητα Κατάσταση που υποδηλώνει τη σύγκρουση του τραγικού ήρωα με υπέρτερες δυνάμεις (μοίρα, θεία δίκη). Συμπεριλαμβάνει ακόμη και τη μετάβαση από την άγνοια στη γνώση, μέσα από την περιπλοκή του ήρωα σε αντιφατικές καταστάσεις, διλήμματα και αδιέξοδα, με συνέπειες τα αισθήματα ενοχής, μοναξιάς, συντριβής ή και λύτρωσης. Τραγωδία Θεατρικό – ποιητικό είδος του αρχαίου δράματος, όπου παριστάνονται συγκρούσεις και μεταπτώσεις προσώπων από την ευτυχία στη δυστυχία και αντίστροφα. Το τέλος της τραγωδίας συνδέεται με τη λύτρωση των ηρώων ή τη συντριβή τους. Σοφοκλέους Αντιγόνη, ΟΕΔΒ, Αθήνα, 2015, σσ. 419 – 422, 424 - 426.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΟΓΛΩΣΣΗ • Γκίκας Σωκράτης, Νέα Παιδεία 38, 1986 • Δομή, τ. 5, εκδ. Δομή, Αθήνα • Ελληνική Μυθολογία, Εισαγωγή στο μύθο, τόμος 1, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986 • Ελληνική Μυθολογία, Οι Θεοί, τόμος 2, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986 • Ελληνική Μυθολογία, Οι ήρωες, τόμος 3, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1986 • Όλγα Κομνηνού – Κακριδή, Το Πρόβλημα του Ανθρώπου στον Σοφοκλή, Ομιλίες και Άρθρα, 1976 • Σοφοκλέους Αντιγόνη, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2015 • Φραγκούλης Αθανάσιος, Ο δραματικός ρόλος του Χορού στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, Νέα Παιδεία, 48, Αθήνα, 1988
ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗ • C.M. Bowra, Οι τραγωδίες του Σοφοκλή, εκδ. Κώδικας, Θεσσαλονίκη, 1990 • H.D.F. Kitto, Η Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1989 • K.M. Kοlobova – E.L. Ozereckaja, Η καθημερινή ζωή στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1996 • Jacqueline de Romilly, Οι Μεγάλοι Σοφιστές στην Αθήνα του Περικλή, εκδ. Μ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1994 • Mossé Claude, Η γυναίκα στην Αρχαία Ελλάδα, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα, 1993
- 74-
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ • Η Θεώρηση Μιας Άλλης Εποχής.....................................................6 • Σοφοκλέους Βίος................................................................................11 • Μελπομένη, τον μύθο κίνησε.........................................................12 • Οι επίγονοι..........................................................................................16 • Κατά Ποσόν Μέρη.............................................................................17 Πρόλογος...................................................................................17 Πάροδος.....................................................................................20 Α΄ Επεισόδιο..............................................................................21 Α΄ Στάσιμο................................................................................27 Β΄ Επεισόδιο..............................................................................28 Β΄ Στάσιμο................................................................................35 Γ΄ Επεισόδιο..............................................................................37 Γ΄ Στάσιμο.................................................................................42 Δ΄ Επεισόδιο..............................................................................43 Δ΄ Στάσιμο.................................................................................44 Ε΄ Επεισόδιο..............................................................................45 Ε΄ Στάσιμο.................................................................................46 Έξοδος........................................................................................47 • Κατά Ποιον Μέρη Ήθος...........................................................................................51 Λέξη............................................................................................56 Διάνοια.......................................................................................58 • Περί Μύθου ο Λόγος.........................................................................64 • Λόγια Ειπωμένα................................................................................69 • Όροι του Αρχαίου Δράματος..........................................................72 • Βιβλιογραφία......................................................................................74
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΠΑΣΧΕΝΤΗΣ 26410 56345