ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
Βιβλιογραφία επαρχίας Αγίου Βασιλείου
Η Βιβλιογραφία αναπτύσσεται σε τρεις χωριστές ενότητες: α) Στις αυτοτελείς εκδόσεις, δηλαδή στα βιβλία και τα φυλλάδια. β) Στα άρθρα σε περιοδικά, σε πρακτικά συνεδρίων και σε αφιερωµατικούς-τιµητικούς τόµους και γ) Στα δηµοσιεύµατα εφηµερίδων. Και στις τρεις περιπτώσεις η κατάταξη των ληµµάτων γίνεται αλφαβητικά κατά το επώνυµο του συγγραφέα. Όπου δεν αναφέρεται ο συγγραφέας, το λήµµα καταχωρίζεται κάτω από την ένδειξη ανωνύµου (π.χ. Ανωνύµου, Λαµπινή Αγίου Βασιλείου, Κρητικός Κόσµος, φ. 79/20-11940), ή όπου υπάρχει φορέας δηµοσίευσης και δεν υπάρχει συγγραφέας, το λήµµα καταχωρίζεται κάτω από το όνοµα του φορέα. (π.χ. Εκπολιτιστικός Σύλλογος Κισσανών «Το Άγιο Πνεύµα», Η Μονή του Αγίου Πνεύµατος, Κρητική Επιθεώρηση, φ. 10293/22-5-1980). ∆εν βιβλιογραφούνται: 1. Αρχαία κείµενα. 2. Χάρτες. 3. Βιβλία ή άρθρα που αναφέρονται σε πρόσωπα µε αγιοβασιλιώτικη καταγωγή. 4. Βιβλία ή άρθρα γραµµένα από Αγιοβασιλιώτες, εφόσον το θέµα τους δεν έχει σχέση µε τον Άη Βασίλη. 5. Άρθρα µε ειδησεογραφικό χαρακτήρα (π.χ. πυρκαγιά). 6. Γενικά έργα για την Κρήτη και το νοµό Ρεθύµνης, που περιέχουν και κείµενα για τον Άη Βασίλη. Για τη σύνταξη της βιβλιογραφίας σε επίπεδο αρθρογραφίας, ερευνήθηκαν εφηµερίδες και περιοδικά που είχαµε στη διάθεσή µας. Σίγουρα θα υπάρχουν κείµενα που δεν εντοπίστηκαν ή που λανθάνουν, αφού είναι γνωστό πως καµιά βιβλιογραφία δεν είναι πλήρης. Πάντα υπάρχουν ελλείψεις, πάντα ανακαλύπτονται νέα λήµµατα µετά τη δηµοσίευση. Όµως η παρούσα εργασία µπορεί να αποτελέσει τον κορµό της Αγιοβασιλειώτικης βιβλιογραφίας, η οποία θα µπορεί στο εξής να συµπληρώνεται συνεχώς.
244
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
Θα πρέπει να τονιστεί πως τα βιβλιογραφούµενα λήµµατα προέκυψαν στο σύνολό τους από αυτοψία. Ερευνήθηκε εξαντλητικά η κρητολογική συλλογή της ∆ηµόσιας Βιβλιοθήκης του Ρεθύµνου, καθώς και οι συλλογές της των περιοδικών και των εφηµερίδων. Καταφύγαµε και στην αναζήτηση σε ηλεκτρονικούς καταλόγους βιβλιοθηκών, χωρίς όµως η αναζήτηση αυτή να προσθέσει κάτι νέο στην έρευνά µας. Τη βιβλιογραφία συνοδεύει ευρετήριο για τον ευχερή εντοπισµό των ληµµάτων που αφορούν σε ένα συγκεκριµένο θέµα. Α. ΒΙΒΛΙΑ 1. Bledsoe Thomas, The story of two heroic monasteries: Arkadi and Preveli - Crete: 1866 - Arkadi - 1966 celebrating the glorious one hundredth anniversary of the explosion in the gunpowder room during the Cretan war of indipendence from Turkey, Athens 1966. 2. Edwards Geoffrey, The road to Preveli, Perth 1992. 3. ∆ήµος Φοίνικα, Plakias: Κρήτη-Crete, [Ρέθυµνο] [χ.χ.]. 4. Ανδρεδάκης Κώστας, Οι Σελλιανοί των Σελλίων του ∆ήµου Φοίνικα Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2003. 5. Ανδριανάκης, Μιχάλης Ι., Das heilige Kloster Preveli, Rethymnon 1996. 6. Ανδριανάκης, Μιχάλης Ι., Het heilige stavropejische en patriarchische Klooster Preveli, Rethymnon 1996. 7. Ανδριανάκης, Μιχάλης Ι., Holy stavropegiac and patriarchal Preveli Monastery, Rethymnon 1996. 8. Ανδριανάκης, Μιχάλης Ι., Le saint monastere stavropijiakon et patriarcal de Preveli, Rethymnon 1996. 9. Ανδριανάκης, Μιχάλης Ι., Ιερά Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Πρέβελη, Ρέθυµνο 1996. 10. Ανδριανάκης, Μιχάλης Ι., Ιερά Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Πρέβελη, Ρέθυµνο 1998. 11. Απανωµεριτάκης Κώστας, Το µπλόκο (22-8-44), Ρέθυµνο 1986. 12. Απανωµεριτάκης Κώστας, Ύµνος και θρήνος, Ρέθυµνο 1978. 13. Αυγουστάκης Εµµανουήλ Χ., Η Αγία Γαλήνη, Αθήνα 1983. 14. Βαβουράκης Νικόλαος Στ., Άγιος Ιωάννης “Ο Καµένος” µετά του συνοικισµού Κάνεβος, Ρέθυµνο 2004.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
245
15. Γυµνάσιο Μελάµπων, Βότανα της ευρύτερης περιοχής των Μελάµπων: έρευνα, συλλογή και καταγραφή τους: Πρόγραµµα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Μέλαµπες 2007. 16. Γυµνάσιο Μελάµπων, ∆ια χειρός Φωτίου Κόντογλου: εικόνες του ιερού ναού των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων στις Μέλαµπες: Πρόγραµµα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Μέλαµπες 2004-2005. 17. Γυµνάσιο Μελάµπων, Οι Μέλαµπες από παλιά έως σήµερα: η τοπική ιστορία ως πεδίο σπουδής στο πλαίσιο της σχολικής παιδείας, Μέλαµπες 2002. 18. Γυµνάσιο Μελάµπων, Οι Μέλαµπες στο χθες και το σήµερα.Οι άγιοι Τέσσαρες Μάρτυρες οι εκ Μελάµπων και εν Ρεθύµνη µαρτυρήσαντες, [χ.τ.] [χ.χ.]. 19. Γυµνάσιο Μελάµπων, Πανηγύρι στις Μέλαµπες: πολιτιστικό πρόγραµµα, Μέλαµπες 2002. 20. Γυµνάσιο Μελάµπων, Πρόγραµµα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης: “Οι πηγές της περιοχής µας”, Μέλαµπες 2001. 21. Γυµνάσιο Μελάµπων, Πυρκαγιές στην περιοχή Μελάµπων: αιτίες, συνέπειες, προβληµατισµός, προτάσεις: περιβαλλοντική εργασία 2003-2004, Μέλαµπες 2003-2004. 22. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Η Αγία Πελαγία, το µικρό χωριό: ο “Βενιαµίν” της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης Κρήτης, [χ.τ.] 1974. 23. Ζενέτος Γ.Χ. και συνεργάται, Πλακιάς: ρυθµιστικόν σχέδιον τουριστικής αναπτύξεως / Plakias: tourist development plan, Υπηρεσία Περιφερειακής Αναπτύξεως Κρήτης, [Αθήναι] 1967. 24. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Η ιερά µονή Πρέβελη κατά τας κρητικάς επαναστάσεις, [χ.τ.] 1959. 25. Κουµεντάκης Γιάννης Γ., Οι Εκκλησίες του χωριού µας: Άη-Γιάννη του Καµένου ∆ήµου Φοίνικα, Ρέθυµνο 2007. 26. Μαθιουδάκης Γιάννης, Κρητικά ∆ιηγήµατα και Λόγοι-΄ΑρθραΑλληλογραφία, Ρέθυµνο 2005. 27. Μακρής Χρίστος Ι., Οι νερόµυλοι στα φαράγγια του Κουρταλιώτη, του Κοτσυφού και ο Πηγαδόµυλος του ∆ήµου Φοίνικα Ρεθύµνης στην Κρήτη, Ινστιτούτο των Ελληνικών Μύλων, Αθήνα 2007. 28. Μακρής Χρίστος Ι., Το φαράγγι του Κοτσυφού: µε τα δώδεκα (12) σπήλαιά του και τους πέντε (5) υδροκίνητους µύλους του, Ρέθυµνο 1999. 29. Μαστορογιαννάκης Μανώλης, Αντιστέκοµαί σου…, Ρόδος 1998.
246
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
30. Παντινάκης Μανόλης, Η επαρχία Αγίου Βασιλείου αφηγείται: “Η Κατοχή δεν µας λύγισε...”, Ρέθυµνο 2005. 31. Παντινάκης Μανόλης, Η επαρχία Αγίου Βασιλείου αφηγείται: “Η Κατοχή δεν µας λύγισε...“, Ρέθυµνο 2006 (2η έκδοση). 32. Ξηρουδάκης ΕΥΜΕΝΙΟΣ, Η εν κατά την επισκοπήν Λάµπης και Σφακίων Ιερά Μονή του Παναγίου Πνεύµατος Σχολή της Ιεράς και Σταυροπηγιακής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Πρέβελη, Εν Ρεθύµνη 1899. 33. Παπαγιαννάκης, Ελευθέριος Ν., Η ιερά µονή Πρέβελη και το έπος 1940-1945, [χ.τ.] [χ.χ.]. 34. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Νικόλαος Γεωργίου Παπαδάκης, Καθηγητής και Πρύτανης του Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, Ρέθυµνο 1997. 35. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Κεραµές και Αγαλλιανός, Κοινή πορεία µέσα στο χρόνο, Ρέθυµνο 2002. 36. Παπαδάκης Στρατής Π., Ο Σύλλογος Σελλιανών “Ο Φοίνιξ” 19091912: Η ιστορία του, το έργο του, η επανίδρυση του, Αθήνα 1978. 37. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., The monastery of Preveli in Crete: a secret point of evacuation for the allied troops during the German occupation of Crete 1941-1944, Athens 1979. 38. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το µοναστήρι του Πρέβελη στην Κρήτη, Αθήνα 1978. 39. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το χωριό µου ο Βάτος, ∆ηµόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύµνης, Ρέθυµνο, 1996. 40. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το χωριό µου ο Βάτος, Σύλλογος Βαθιανών “Ο Αγιος Νικόλαος”, Αθήνα 1997 (2η έκδοση). 41. Παπαδογιαννάκης Γεώργιος Ν., Τα Ακούµια Αγ. Βασιλείου Ρεθύµνης: κοινωνιογράφηµα, Αθήναι 1963. 42. Παπαδογιάννης, Μανόλης Γ., Μουρνέ: Κεφαλοχώρι του Ρεθέµνους, Αθήνα 2008. 43. Πατεράκης Μανώλης Γ. Αναστορήµατα:Κρητικά λαογραφικά κείµενα, Αθήνα 1985. 44. Πατεράκης Μανώλης Γ., Ο σεβντάς τση Κατερίνας: Κι’άλλα Κρητικά διηγήµατα, Αθήνα 1992. 45. Πατεράκης Μανώλης Γ., Τα πίτερα τσ’ Ελενιάς: Κρητικά διηγήµατα, Αθήνα 1986. 46. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Βυζαντινοί ναοί της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ν. Ρεθύµνης, Ρέθυµνον 1973.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
247
47. Σκούληκας Μιχαήλ Ε., Γέροντες, Κάτω Κέρας, Κρύα Βρύση: τρεις ιστορικοί κρητικοί οικισµοί, Αθήνα 1997-2001. 48. Σκούληκας Μιχαήλ Ε., Οι ενετικές ακτοφυλακές της επαρχίας Αγ. Βασιλείου Ρεθύµνης, Αθήνα 2004. 49. Σκούληκας Μιχαήλ Ε., Το όρος Κέδρος: τα τοπωνύµια, τα σπήλαια, οι πηγές, Αθήνα 1999. 50. Σπανάκης, Στέργιος Γ., Η Μονή Πρέβελη, Μινώταυρος, [χ.τ.] [χ.χ.]. 51. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Οι καταχανάδες (Κρητικές ηθογραφίες), Ρέθυµνον 1982. 52. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η Μονή και η Σχολή του Αγίου Πνεύµατος (Στον Κισσό Αγίου Βασιλείου), Ρέθυµνο 1998. 53. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Μνηµεία ιστορία παράδοση Κισσού Αγ. Βασιλείου, Ρέθυµνο 1986. 54. Φασατάκης Νίκος, Αγωνιστές και θύµατα της τ. επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης: (1866-1897), Αθήνα 2001. 55. Φασατάκης Νίκος, Αγωνιστές του παλαιού ∆ήµου Μελάµπων κατά τους πολέµους 1866-69, 1878 και 1895-6-7, Αθήνα 1988. 56. Φασατάκης Νίκος, Η λαογραφία των Μελάµπων Ρεθύµνης: κοινωνική ζωή, Αθήνα 1985. 57. Φασατάκης Νίκος, Η λαογραφία των Μελάµπων Ρεθύµνης: πνευµατική ζωή, Αθήνα 1991. 58. Φασατάκης Νίκος, Η τ. Επαρχία Αγίου Βασιλείου Ν. Ρεθύµνης: ιστορία-πολιτισµός-εκπαίδευση, Αθήνα 2003. 59. Φασατάκης Νίκος, Οι Μέλαµπες Ρεθύµνης: ιστορία-πολιτισµός, Αθήνα 2000. 60. Φασατάκης Νίκος, Συµπληρώσεις και διορθώσεις στο βιβλίο “Η τ. επαρχία Αγίου Βασιλείου, ιστορία-πολιτισµός-εκπαίδευση“, Αθήνα 2006. 61. Φασατάκης Νίκος, Το Μελαµπιανό εθελοντικό σώµα στην Ήπειρο το 1912, Αθήνα 1987. 62. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ Ιωσ., Η κρητική βράκα: η ζωή στο χωριό. Απ’ όσα είδα µε τα µάθια µου κι’άκουσα µε τ’αυχιά µου, Ρέθυµνον 1963. 63. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ Ιωσ., Η παντρειά στην Κρήτη, Ρέθυµνον 1961. 64. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ Ιωσ., Κρητικές µαντινάδες: η ζωή στο χωριό, απ’ όσα άκουσα µε τ’ αυχιά µου κι’ έγραψα µε τα χέργια µου, Ρέθυµνον 1972.
248
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
65. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ Ιωσ., Όξω φτώχεια: η ζωή στο χωριό, απ’ όσα είδα µε τα µάθια µου κι’άκουσα µε τ’αυχιά µου, Ρέθυµνον 1964. 66. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ Ιωσ., Το Μανωλιό στη Γαύδο: απ’ όσα είδα µε τα µάθια µου κι’ άκουσα µε τ’ αυχιά µου, Ρέθυµνον 1962. 67. Φωτάκης, Ευάγγελος, Κρητικές κουβέντες του Ανεζηνιού, Ρέθυµνον 1933. 68. Φωτάκης, Ευάγγελος, Κρητικές κουβέντες του Ανεζηνιού, Ρέθυµνον 1948. 69. Φωτάκης, Ευάγγελος, Κρητικές κουβέντες του Ανεζηνιού, Αθήνα 1987. 70. Χαχαριδάκης Ιωάννης Ιωσ., Η Τουρκοκρατία στην Κρήτη και οι αγώνες των Μελαµπιανών, Ρέθυµνο 1977.
Β. ΠΕΡΙΟ∆ΙΚΑ – ΣΥΝΕ∆ΡΙΑ – ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ 1. Moody Gennifer κ.ά., «Report from the Agios Vasilios Valley Survey», στο Πεπραγµένα Η΄ ∆ΚΣ, τ. Α2, Ηράκλειο 2000, σ.σ. 359-371. 2. Morris Christine & Batten Victoria, «Final Neolithic Pottery from the Atsipades peak sanctuary», στο Πεπραγµένα Η΄∆ΚΣ, τ. Α2, Ηράκλειο 2000, σ.σ. 373-382. 3. Morris Christine & Peatfield Alan, «Pottery from the peak sanctuary of Atsipades Korakias, Ay. Vasiliou, Rethymnon», στο Πεπραγµένα Z΄∆ΚΣ, τ. Α2, Ρέθυµνο 1995, σ.σ. 643-647. 4. Vogt Christine, Πρωτοβυζαντινή κεραµική από την Αγία Γαλήνη, Κρητική Εστία, τ. 4/1991-3, σ.σ. 39-80. 5. Αικατερινίδης Γεώργιος Ν., Ηχητικά αντικείµενα από την Κρύα Βρύση Ρεθύµνου, Κρητικό Πανόραµα, τχ. 20/2007, σ.σ. 136-151. 6. Ανωνύµου, Κινδυνεύει το ιστορικό µοναστήρι του Πρέβελη, Κρήτη, τχ. 115/1983, σ.σ. 37-38. 7. Απανωµεριτάκης Αθανάσιος, Η ακριβής χρονολόγηση του ολοκαυτώµατος της Λαµπινής, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 63/2009, σ.σ. 26-30. 8. Απανωµεριτάκης Κώστας, Μνήµες και φήµες (Το ολοκαύτωµα της Λαµπινής), Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 40/1984, σ.σ. 347-352. 9. Βεργαδής Βαγγέλης, Κάτοικοι της Αγίας Γαλήνης από της ιδρύσεώς της µέχρι σήµερο, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984. 10. Γεωργακάκη Ευαγγελία & Κιµιωνής Γιώργος, «Συγκριτική µελέτη των τοπωνυµίων 19 χωριών της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνου», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 6-7 Νοεµβρίου 1998), τ. Α΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 203-234.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
249
11. Γεωργουλάκη Ευδοκία, Αναµνήσεις από τα έργα Αγίας Γαλήνης, Κρητική Εστία, τχ. 6/1949, σ. 23. 12. Γιανναράκης Ιωάννης, Ενορία Κοξαρέ, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 62/2008, σ.σ. 13-15 13. Γιατρουδάκης Γιώργος, Κόκκινο όνειρο: Ο Κάµπος της Γιους «πυρποληµένος» από ενδηµικές τουλίπες, Κρητικό Πανόραµα, τχ. 20/2007, σ.σ. 42-59. 14. ∆αφέρµος ∆ηµήτρης, Οι Μέλαµπες και οι Τέσσερες Νεοµάρτυρες Ρεθύµνης, Κρητική Πρωτοχρονιά, τ. 6/1966, σ.σ. 81-84. 15. ∆αφέρµος ∆ηµήτρης, Οι Μέλαµπες και οι Τέσσαρες Νεοµάρτυρες Ρεθύµνης, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τ. 21/1980, σ.σ. 297-300. 16. ∆αφέρµος Ελευθέριος, Η Μονή και η Σχολή του Αγίου Πνεύµατος, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 20/1980, σ. 227. 17. ∆ετοράκης Μανώλης Ε., Ο γιατρός Ιωάννης ∆άνδολος και το θεραπευτήριο των Σελλιών στην Επανάσταση του 1866-69, Κρητολογικά Γράµµατα, τχ. 15/16 (1999-2000), σ.σ. 133-143. 18. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Άγνωστες θυσίες, Κρητική Εστία, τχ. 124/1962, σ.σ. 180-182. 19. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Η Λαµπινή: το χωριό, το ολοκαύτωµα, ο τοιχογραφηµένος βυζαντινός ναός της, Αµάλθεια, τχ. 18-19/1974, σ.σ. 129-136 & τχ. 20-21/1974, σ.σ. 249-256 & τχ. 22-23/1975, σ.σ. 129-136 & τχ. 24-25/1975, σ.σ. 177-190. 20. ∆ρανδάκης Νικόλαος Β., Ο Άη-Γιώργης στα Πατρελιανά, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 40/1984, σ.σ. 321-324. 21. Εκκεκάκης Γ.Π., ∆ρύµιξο – ∆ρύµισκος, Αναζητήσεις, τχ. 1/1993, σ.σ. 75-76. 22. Ζευγαδάκης Μανόλης, Προβλήµατα και προοπτικές για το Σπήλι Ρεθύµνου, Κρήτη, τχ. 140-141/1985, σ.σ. 26-27. 23. Καβλεντάκης Ελευθέριος, Ενορία Κρύας Βρύσης, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 37/2004, σ.σ. 10-12. 24. Καλιτσουνάκης Νικόλαος Π. Το ολοκαύτωµα της Λαµπηνής, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 57/2008, σ.σ. 16-19. 25. Καλλονάς Στυλιανός, Από την επανάστασιν του 21 της Κρήτης: Η πρώτη σηµαία εις τον Κουρκουλόν του Ροδακίνου, Κρητική Εστία, τχ. 93/1960, σ.σ. 315-322. 26. Καλλονάς Στυλιανός, Κριτική έρευνα του θέµατος «Υψώθη ή δεν
250
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
υψώθη η πρώτη σηµαία εις τον Κουρκουλόν του Ροδακίνου», Κρητική Εστία, τχ. 98/1960, σ.σ. 94-99. 27. Καλοκύρης Κωνστανίνος, Η Επισκοπή Λάµπης και η Παναγία η Λαµπηνή, Κρητικά Χρονικά, τ. 10/1956, σ.σ. 305-316. 28. Καλοκύρης Κωνσταντίνος, Μια βυζαντινή τοιχογραφία δογµατικής και εθνικής αξίας, Κρητικός, τ. 1/1958, σ. 13. 29. Κανακάκης Ηρακλής, «Στην επέτειο του ολοκαυτώµατος της Κρύας Βρύσης (Πανηγυρικός)», στο Η Ολοκαύτωση του Κέντρους: Αφιέρωµα, Αθήνα, 1984, σ.σ. 46-49. 30. Κοπανάκης Ευάγγελος, Ενορία Σπηλίου, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 2/1998, σ.σ. 7-10. 31. Κοπανάκης Ευάγγελος, Σύντοµη ιστορία της Ιεράς Μητροπόλεως Λάµπης, Συβρίτου και Σφακίων, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 25/2002, σ.σ. 6-11. 32. Κουκλινός Γεώργιος, Τουριστικοί περίπατοι στην Αγία Γαλήνη, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984, σσ. 62-64. 33. Κουκουναράς Φιλόθεος, Ενορία Ατσιπάδων, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 52/2007, σ.σ. 19-21. 34. Κουρµούλη Αικατερίνη, ∆ηµώδη άσµατα εκ της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, ΕΕΚΣ, τ. Β΄/1939, σσ. 428-447. 35. Κουρµούλης Γεώργιος, Τοπωνυµικά ζητήµατα: Α΄ Τοπωνυµικόν λεξικόν Κρήτης. Β΄ Περί του ετύµου της λέξεως κάνεβο, ΕΕΚΣ, τ. Β΄/1939, σσ. 245-255. 36. Κωνσταντινίδης Κώστας, Το όρος Κέδρος… και το κέρδος της ορειβασίας, Candia, τχ. σσ. 88-90. 37. Λαµπάκης Στέλιος, Η περιοχή της Αγίας Γαλήνης το 1633, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984, σσ. 23-24. 38. Λινοξυλάκης Κώστας Κ., Ναυτικός Όµιλος Αγίας Γαλήνης, Αγία Γαλήνη, τχ. 12/1981, σσ. 10-12. 39. Λινοξυλάκης Κώστας Κ., Ο τουρισµός στην Αγία Γαλήνη, Αγία Γαλήνη, τχ. 3/1981, σσ. 22-23. 40. Λινοξυλάκης Κώστας Κ., Πάσχα στην Αγία Γαλήνη, Αγία Γαλήνη, τχ. 3/1981, σσ. 11-12. 41. Λυκάκης Ιάκωβος, Ο Τίµιος Σταυρός της Ι. Μονής Πρέβελη, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 25/2002, σ.σ. 3-5. 42. Λύκος Ιωάννης, Ενορία Ασωµάτου, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 48/2006, σ.σ. 10-12.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
251
43. M., Στα Σαχτούρια 4 του Μάη, Κρητικά Θέµατα, τχ. 5/1978, σ.σ. 66-67. 44. Μαθιουδάκης Γεώργιος Π., Ο Κουλές της Γιαλιάς, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 39/1984, σ.σ. 205-208. 45. Μαθιουδάκης Γεώργιος Π., Πλακιάς: Ένα µαγευτικό ακρογιάλι στο Ρέθυµνο, Κρήτη, τχ. 29/1976, σ. 39. 46. Μαθιουδάκης Γεώργιος Π., Πριν από σαράντα δυο χρόνια, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 34/1983, σ.σ. 135-136. 47. Μακρής, Χρίστος Ι., Ακριτικά τοπωνύµια της περιοχής Σελλίων, Αριάδνη, 5/1989, σσ. 193-195. 48. Μακρής Χρίστος Ι., Παρατηρήσεις και συµπεράσµατα από τις επιφανειακές αρχαιολογικές ενδείξεις στην περιφέρεια του Πλακιά: Η αρχαία πόλη Λαµών, Αναζητήσεις, τχ. 1/1993, σ.σ. 85-90. 49. Μακρής Χρίστος Ι., «Τα τοπωνύµια των θέσεων των κτηµάτων της Ιεράς Μονής Πρέβελη τα αναγραφόµενα εις το Κτηµατολόγιόν της και του χωριού και της περιφέρειας Σελλιών της επαρχίας Αγίου Βασιλείου του νοµού Ρεθύµνης», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 6-7 Νοεµβρίου 1998), τ. Α΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 347-388. 50. Μακρής Χρίστος Ι., Τα τοπωνύµια: Μπαλί (το), Μπαλλί (του) και Μπαλέ (η), Ονόµατα τχ. 12/1988. σ.σ. 309-316. 51. Μακρής Χρίστος Ι., Το υδρωνύµιο Φωτεινάρι (το) και άλλα υδρωνύµια σε -(ν)αρι, Ονόµατα, τχ. 16/2000-2001, σ.σ. 283-294. 52. Μαµαλάκης Ιωάννης Π., Το τελευταίο ξερρίζωµα του Ροδακίνου, Κρητική Πρωτοχρονιά, τ. 5/1965, σ.σ. 177-180. 53. Μανουράς Στέργιος Μ., Ένα έγγραφο-µαρτυρία για την χρονολογία ιδρύσεως του οικισµού Αγία Γαλήνη, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 37/1984, σ.σ. 91-93. 54. Μανουράς Στέργιος Μ., Ένα έγγραφο-µαρτυρία για την χρονολογία ιδρύσεως του οικισµού Αγία Γαλήνη, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984, σ.σ. 27-28 (αναδηµοσίευση). 55. Μανουράς Στέργιος Μ., Η Αγία Γαλήνη Κρήτης, Κουρήτης, τχ. 1/1982, σ.σ. 21-24. 56. Μανουράς Στέργιος Μ., Η Αγία Γαλήνη Κρήτης, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984, σ.σ. 7-10. 57. Μανουράς Στέργιος Μ., Η Αγία Γαλήνη: ∆ιοικητική και πληθυσµιακή εξέλιξη, Αγία Γαλήνη, τχ. 3/1981, σ.σ. 4-6.
252
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
58. Μανουράς Στέργιος Μ., Το όνοµα Αγία Γαλήνη στην Κρήτη, Ονόµατα, τχ. 16/2000-2001, σ.σ. 295-307. 59. Μανουράς Στέργιος Μ., Το όνοµα Αγία Γαλήνη στην Κρήτη, Αγία Γαλήνη, τχ. 44/2005, σ.σ. 58-59 (αναδηµοσίευση). 60. Μανούσακας Στυλιανός, Η καταστροφή του Φρατί, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 135/1930, σ. 7. 61. Μανούσακας Στυλιανός, Στον Κουλέ του Φρατί, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 180, 181, 182/1932, σ. 6. 62. Μαρινάκη Στέλλα, Ιερά Μονή Ιωάννου Θεολόγου Πρέβελη Νοµού Ρεθύµνου, Κρήτη, τχ. 174/1988, σ.σ. 45-57. 63. Μαρνιέρος Σπύρος, Μαρτυρία για τη Μάχη του Τσιλίβδικα, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 17/1979, σ.σ. 15-17. 64. Μπαντινάκης Γιάννης Ε., Ένταξη στο σχέδιο και µελέτη επέκτασης της Αγίας Γαλήνης, Αγία Γαλήνη, τχ. 6/1982, σ.σ. 9-10. 65. Μπριλλάκη-Καβακοπούλου Ειρήνη, «Τοπωνύµια περιοχής Σπηλίου Ρεθύµνου Κρήτης», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 6-7 Νοεµβρίου 1998), τ. Α΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 455-542. 66. Μυγιάκης Λυκούργος, Ενορία Λαµπηνής, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 1/1998, σ.σ. 6-7. 67. Ορφανουδάκης Γ.Ν., Η ζωή στα γυαλίτικα χωριά του Ρεθύµνου, Τουριστική Κρήτη, τχ. 17/1961, σ. 11. 68. Παναγιωτόπουλος Ανδρέας, Η σπηλιά της Αγίας Γαλήνης, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984, σ.σ. 41-43. 69. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., «Τοπωνύµια της επαρχίας Αγίου Βασιλείου µε αρχαία ελληνική προέλευση», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 6-7 Νοεµβρίου 1998), τ. Β΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 17-36. 70. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Βιώννος ή Κιονία: Μια άγνωστη αρχαία πόλη παρά τον Κεραµέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Κρητολογικά Γράµµατα, τχ. 15/16 (1999-2000), σ.σ. 23-34. 71. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Εκκλησίες και φορητές εικόνες από τον Αγαλλιανό Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Νέα Χριστιανική Κρήτη, τχ. 19/1999-2000, σ.σ. 285-298. 72. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Η αναγνώριση της αρχαίας πόλεως Κιο-
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
253
νίας παρά τον Κεραµέ Αγ. Βασιλείου Ρεθύµνης, Αµάλθεια, τχ. 102103/1995, σ.σ. 61-68. 73. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Η πολύχρωµη λιθογραφία «Ο βοµβαρδισµός της Τσικαλαριάς και η Ανάστασις της Κρήτης» του έτους 1898 από τον Κεραµέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Αναζητήσεις, τχ. 910/2003, σ.σ. 153-157. 74. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Θρησκευτικά στοιχεία και λαϊκές αφηγήσεις από τον Κεραµέ και Αγαλιανό Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 19/2001, σ.σ. 20-21. 75. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Κεραµές και Αγαλιανός: ∆υο γραφικότατα χωριά της Λυβικής ακτής της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Αµάλθεια, τχ. 118-119/1999, σ.σ. 41-48. 76. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Μια ιστορική διήγηση από τον Αγαλιανό Αγίου Βασιλείου, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 22/2002, σ.σ. 20-21. 77. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Ο Κωσταντής από τις Λίγκρες: µια παλιά ιστορία από τις Λίγκρες του Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Αµάλθεια, τχ. 100/101 (1994), σ.σ. 127-142. 78. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Ολοκαύτωµα της Λαµπηνής (20-1-1829), Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 63/2009, σ.σ. 19-23. 79. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Τα χριστιανικά τοπωνύµια της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Νέα Χριστιανική Κρήτη, 23/2004, σ.σ. 345-317. 80. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Το δηµοτικό σχολείο Κεραµέ νοµού Ρεθύµνης (1899-1988), Αναζητήσεις, τχ. 5/1997, σ.σ. 149-356. 81. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Τοπωνύµια Καρηνών Αγίου Βασιλείου, Άγονη Γραµµή, τχ. 1/2005, σ.σ. 65-80. 82. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Τοπωνύµια της επαρχίας Αγίου Βασιλείου µε περιφραστική εκφορά, Ονόµατα, τχ.17-18/2005, σ.σ. 263-279. 83. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Τοπωνύµια του χωριού Αγαλλιανός κοινότητας Κεραµέ Αγ. Βασιλείου, Αναζητήσεις τχ. 2/1994, σ.σ. 101-110. 84. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Τοπωνύµια του χωριού Κεραµές Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης: Το τοπωνύµιο Άϊ-Γιάννης Αλωτός, Κρητολογικά Γράµµατα, τχ. 11/1995, σ.σ. 223-239. 85. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Τοπωνυµικό ∆ηµοτικού ∆ιαµερίσµατος Αγίου Βασιλείου ∆ήµου Φοίνικα, Ενοριακή Παρουσία, τχ. 32/2005, σ.σ. 22-24. 86. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Φορητές εικόνες από τον Κεραµέ Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Νέα Χριστιανική Κρήτη, τχ. 18/1998, σ.σ. 199-240.
254
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
87. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Χριστιανικά τοπωνύµια της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Νέα Χριστιανική Κρήτη, τχ. 22/2003, σ.σ. 303-317. 88. Παπαδάκης Μανούσος, Κάτοικοι Αγίας Γαλήνης από της ιδρύσεώς της έως το 1922, Αγία Γαλήνη, τχ. 8/1983, σ.σ. 28-40. 89. Παπαδάκης Μιχάλης (∆άνδολος), Τοπωνύµια του χωριού Μαριού Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνης, Κρητολογικό Ηµερολόγιο, τχ. 1994, σ.σ. 63-64. 90. Παπαδάκης Μιχάλης (∆άνδολος), Τοπωνύµια του χωριού Σαχτούρια Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνου, Το κρησφύγετον, τχ. 25/2006. 91. Παπαδάκης Νικόλαος, Και πάλιν ο Κουρκουλός, Κρητική Εστία, τχ. 96/1960, σ.σ. 11-12. 92. Παπαδάκης Νικόλαος, Και πάλιν περί της δήθεν υψώσεως της πρώτης επαναστατικής σηµαίας στον Κουρκουλό Ροδακίνου, Κρητική Εστία, τχ. 94/1960, σ.σ. 353-354. 93. Παπαδάκης Νικόλαος, Περί δήθεν υψώσεως της πρώτης σηµαίας επαναστάσεως 1821 στον Κουρκουλό Ροδακίνου, Κρητική Εστία, τχ. 91-92/1959, σ.σ. 265-267. 94. Παπαδάκης Νικόλαος, Σηµαία δεν υψώθη στον Κουρκουλό, Κρητική Εστία, τχ. 99/1960, σ.σ. 130-131. 95. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Ακολουθία του Οσίου Νικολάου του Κουρταλιώτη, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 36/1983, σ.σ. 325-334 . 96. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η κατάγραφη εκκλησία του Αγίου Νικολάου Βάτου, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 35/1983, σ.σ. 235-246. 97. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Μονή και η Σχολή του Αγίου Πνεύµατος, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 18/1980, σ.σ. 3-32. 98. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η πρώτη επαναστατική σηµαία του 1821 στην Κρήτη, Κρητική Εστία, τχ. 93/1960, σ. 323. 99. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Υπαπαντή (Ιστορίες του χωριού µου), Κρητική Εστία, τχ. 290-291/1983, σ.σ. 228-230. 100. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Λάµπη – Λάππα, Αµάλθεια, τχ. 36/1978, σ.σ. 227-230. 101. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Λαµπηνή: Το χωριό της θυσίας, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 20/Ιούν.-Αύγ. 1980, σ.σ. 177-191. 102. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Μια ηρωϊκή πράξις στο Ροδάκινο, Κουρήτης, τχ. 2/1982, σ.σ. 33-38.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
255
103. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Σακτούρια, Κρητική Εστία, τχ. 258259/1980, σ.σ. 353-358. 104. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το βιβλίο “Το Μοναστήρι του Πρέβελη στην Κρήτη”, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 33/1983, σ.σ. 71-77. 105. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το δράµα της Λαµπινής, Κρητική Εστία, τχ. 66/1957, σ.σ. 10-16. 106. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το Κέντρος, Κρητική Εστία, τχ. 256257/1980, σ.σ. 243-244. 107. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Του Πρέβελη ο ∆εσπότης, Κουρήτης, τχ. 5/1982, σ.σ. 175-183. 108. Παπαδογιαννάκης Νίκος Ε,, «Συναπάντηµα» στη Λαµπηνή, Κρητολογικά Γράµµατα, τχ. 9/10 (1994), σ.σ. 75-78. 109. Παπαδογιάννης Αντώνιος, Ενορία Σακτουρίων, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 14/2000, σ.σ. 7-11. 110. Παπαδογιάννης Εµµανουήλ, Ενορία Αγίας Γαλήνης, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 26/2002, σ.σ. 7-10. 111. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., «Τοπωνύµια στην κοινοτική περιφέρεια της Μουρνές», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 6-7 Νοεµβρίου 1998), τ. Β΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 105-153. 112. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Ένας θρύλος για το εκκλησάκι του Αφέντη Χριστού στο Ξερόν Όρος, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 36/1983, σ.σ. 335-336. 113. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Ερειπωµένοι οικισµοί στην περιοχή της Μουρνές (Τοπωνύµια και παραδόσεις), Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 24/1981, σ.σ. 115-125. 114. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Η ερειπωµένη «Μονή του Μαλαθρέ» στη Μουρνέ, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 31/1982, σ.σ. 269-274. 115. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Η Μουρνέ Ρεθύµνου, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 37/1984, σ.σ. 23-32. 116. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Ο «Όσιος Γεράσιµος» από τη Μουρνέ, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 22/1980, σ.σ. 367-371. 117. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Ο Σύλλογος Μουρνιανών «Η Μουρνέ», Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 23/1981, σ.σ. 73-75. 118. Παπαδογιάννης Μανόλης Γ., Ο φόνος του «Βουϊδά» (Από τις παραδόσεις του χωριού Μουρνέ), Κουρήτης, τχ. 3/1982, σ.σ. 101-104.
256
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
119. Παπαδοµιχελάκης Κωνσταντίνος, Ενορία Ακουµίων, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 56/2007, σ.σ. 14-15. 120. Παπουτσιδάκη Εµµανουέλα, Λαµπηνή (Οµιλία στην επέτειο του ολοκαυτώµατος της Λαµπηνής 20-1-2006), Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 45/2006, σ.σ. 8-11. 121. Παπουτσιδάκης Μιχαήλ Εµµ., ∆υο τραγούδια για τη θυσία της Λαµπηνής, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 20/1980, σ.σ. 192-203. 122. Παπουτσιδάκης Νικόλαος, Ο Άη-Νούφρης: Το αλειτούργητο εκκλησάκι µε την πλούσια ιστορία του, Κρητική Εστία, τχ. 222/1977, σ.σ. 990-991. 123. Πατεράκης Μανώλης, Τα εκατό χρόνια τ’Άϊ Γαλήνη, Αγία Γαλήνη, τχ. 9/1984, σ.σ. 5-7. 124. Πατριαρχική και Συνοδική Πράξις µετονοµασίας της Ιεράς Μητροπόλεως Λάµπης και Σφακίων εις Μητρόπολιν Λάµπης, Συβρίτου και Σφακίων, Απόστολος Τίτος, τχ.1/2004, σ. 131. 125. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., «Τοπωνύµια του Κέντρους», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 67 Νοεµβρίου 1998), τ. Β΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 155-206. 126. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Το Κέντρος και η Κρύα Βρύση, Κρητική Εστία, τχ. 258-259/1980, σ.σ. 331-352. 127. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., «Το Κέντρος και η Κρύα Βρύση», στο Τα ολοκαυτωµένα χωριά του Κέδρους:Ιστορία και παράδοση, Αθήνα 1980, σ.σ. 59-80. 128. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Το όνοµα των χωριών Μιξόρρουµα και Καρήνες, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 23/1981, σ. 33. 129. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Το όνοµα των χωριών Μιξόρρουµα και Καρήνες Ρεθύµνης, Ονόµατα, τχ. 5/1980, σ. 52. 130. Περράκη Ασπασία, Το χωριό µου, οι Μέλαµπες, Μαθητοµαστορέµατα, τχ. 2/2009, σ.σ. 5-7. 131. Πετρακάκης Εµµανουήλ Γ., «Έκθεσις εµπρησµού και καταστροφής του χωριού Κρύα Βρύσις υπό των Γερµανών» στο Η Ολοκαύτωση του Κέντρους: Αφιέρωµα, Αθήνα, 1984, σ.σ. 77-82. 132. Πετρακάκης Εµµανουήλ Γ., «Η Κρύα Βρύση του Αγίου Βασιλείο» στο Η Ολοκαύτωση του Κέντρους: Αφιέρωµα, Αθήνα, 1984, σ.σ. 77-82.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
257
133. Πλατάκης Ελευθέριος, Αγία Γαλήνη: Το χωριό και η περιοχή του, Αγία Γαλήνη, τχ. 42/2000, σ.σ. 7-10 (αναδηµοσίευση). 134. Πλατάκης Ελευθέριος, Σπήλαια στην Αγία Γαλήνη Κρήτης, Αγία Γαλήνη, τχ. 11/1984, σ.σ. 56-61 (αναδηµοσίευση). 135. Πλατάκης Ελευθέριος, Σπήλαια στην Αγία Γαλήνη Κρήτης, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 29/1982, σ.σ. 123-128. 136. Πλατάκης Ελευθέριος, Το σπήλαιον «Νεραγδότρυπα», Κρητική Εστία, τχ. 132/1963, σ.σ. 25-27. 137. Πολιτιστικός Σύλλογος Αγίου Ιωάννη ∆ήµου Φοίνικα «Ο ΣΑΛΒΑΡΑΣ», Ηµερολόγιο 2001: Αφιερωµένο στους χωριανούς µας τους πεσόντες, [Ρέθυµνο 2000]. 138. Πολιτιστικός Σύλλογος Αγκουσελιανών-Παλαιολούτρων «Η Καµάρα», Ηµερολόγιο 2002, [Ρέθυµνο 2001]. 139. Πολυχρονάκη Χρυσή, Ενορία Αγίας Πελαγίας, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 55/2007, σ.σ. 8-11. 140. Πρεβελάκις Μιχαήλ, Η ιερά µονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, η επιλεγοµένη «Πρέβελη», ΕΕΚΣ, τ. Α΄/1938, σ.σ. 262-292. 141. Σανουδάκης Αντώνης, Το ολοκαύτωµα της Λαµπηνής τ’ Άη Βασίλη, Κρητικά Γράµµατα, τχ. 6/1973, σ.σ. 20-21. 142. Σπυριδάκης Κωνσταντίνος, Συλλογή κειµηλίων στο Κεραµέ Ρεθύµνης: Παράδειγµα για τις Κοινότητες, Κρητική Εστία, τχ. 258259/1980, σ.σ. 331-352. 143. Σπυρλιδάκης Γεώργιος, Ενορία Αγκουσελιανών, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 46/2006, σ.σ. 9-11. 144. Σταµατογιαννάκης Αντώνης, Το µοναστήρι του Πρέβελη, Αντίδοτο, τχ. 2/1997, σ.σ. 57-57. 145. Σταυγιανουδάκης Εµµανουήλ, Ενορία Μαριού, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 5/1999, σ.σ. 9-11. 146. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Τρία τοπωνύµια στο χωριό Άγιος Βασίλειος Ρεθύµνης, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 30/1982, σ.σ. 227230. 147. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Ο Πρέβελης στο Εικοσιένα, Κρητική Εστία, τχ. 58/1956, σ.σ. 25-26. 148. Στρατιδάκης Χάρης, Αρχαιολογικές θέσεις στο Νοµό Ρεθύµνης από τα νεολιθικά ως τα ρωµαϊκά χρόνια, Κρητολογικά Γράµµατα, τχ. 9/10 (1994), σσ. 103-120 και 11 (1995), σ.σ. 305-332.
258
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
149. Τελωνάκης Κ., Παππούς και εγγονός καλαθάς επί το έργον, Κρητικό Πανόραµα, τχ. 6/2004, σ.σ. 34-43. 150. Τρούλης Μιχάλης, Η Μάχη της Κρήτης και το Μοναστήρι του Πρέβελη, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 29/2003, σ.σ. 5-9. 151. Τρούλης Μιχάλης, Προσέγγιση των Αγίων Τεσσάρων Νεοµαρτύρων µέσα από ένα πρόγραµµα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στο Γυµνάσιο Μελάµπων, Νέα Χριστιανική Κρήτη, 24/2005, σ.σ. 133140. 152. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η ιστορική Μονή του Αγίου Πνεύµατος, Αµάλθεια, τχ. 130-131/2002, σ.σ. 31-33. 153. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η ιστορική Μονή του Αγίου Πνεύµατος, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 17/2007, σ.σ. 23-24. 154. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Κισσός: Το ψηλότερο χωριό τ’ Άη Βασίλη µε τα πολλά βυζαντινά και µεταβυζαντινά µνηµεία, Ρεθεµνιώτικα Χρονικά, τχ. 8/1983, σ.σ. 7-13. 155. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Το βουνό Κέντρος, Ρεθεµνιώτικα Χρονικά, τχ. 5-6/1983, σ.σ. 30-32. 156. Τσουρδαλάκης Αντώνιος, Το ολοκαύτωµα της Λαµπηνής, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 27/2003, σ.σ. 5-8. 157. Τσουρδαλάκης Ευάγγελος, Ενορία Μελάµπων, Ορθόδοξο Μήνυµα, τχ. 4/1999, σ.σ. 11-14. 158. Τυπάλδος Ν.Β., Παναγία η Λαµπινή, Απόστολος Τίτος, τχ. 2/1980, σ.σ. 173-175. 159. Τωµαδάκης Ν.Β., Επισκοπή Λάµπης και επίσκοποι αυτής ιδία κατά την Τουρκοκρατίαν, Επιστηµονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών, τ. 1955-1956, σ.σ. 339-353 (Αφιέρωµα στον Γ.Ν. Χατζιδάκιν). 160. Φ.Χ.Μ., Λαµπινή Αγίου Βασιλείου: «Το πρώτο Αρκάδι», Αγία Γαλήνη, τχ. 45/2007, σσ. 37-38. 161. Φανουράκης ΕΥΜΕΝΙΟΣ, Ενθυµίσεις από έν σηµειωµατάριον χαρτόδετον σχετικαί µε την Ιεράν Μονήν Ιωάννου του Θεολόγου την επιλεγοµένην Πρέβελη, Κρητική Εστία, 47/1954, σ. 12. 162. Φασατάκης Νίκος & Φασατάκη Παγώνα, «Τοπωνύµια των Μελάµπων Ρεθύµνης», στο Τα κρητικά τοπωνύµια: διήµερο επιστηµονικό συνέδριο (Ρέθυµνο, 6-7 Νοεµβρίου 1998), τ. Β΄, Ιστορική Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης, Ρέθυµνο 2000, σ.σ. 287-325.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
259
163. Φασατάκης Νίκος, «Βρώσιµα φυτά στις Μέλαµπες Ρεθύµνης και η αξιοποίησή τους», στο Πεπραγµένα Θ΄∆ΚΣ, τ. Γ2, Ηράκλειο 2005, σ.σ. 283-296. 164. Φασατάκης Νίκος, Αγωνιστές του παλαιού ∆ήµου Μελάµπων, 1866-1896, Αγία Γαλήνη, τχ. 25/1993, σ.σ. 31-32. 165. Φασατάκης Νίκος, Θύµατα και αγωνιστές του παλαιού ∆ήµου Μελάµπων 1940-1944, Αγία Γαλήνη, τχ. 29/1995, σ.σ. 23-27. 166. Φασατάκης Νίκος, Ονοµατικός και αριθµητικός κατάλογος αγωνιστών της επαρχίας Αγίου Βασιλείου το 1867-68, Κρητολογικά Γράµµατα, τχ. 9/10 (1994), σ.σ. 205-218. 167. Φασατάκης Νίκος, Το µοναστήρι του Βούλγαρη, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 37/1984 ), σ.σ. 3-18. 168. Φραγκάκης Κ., Ιστορική έκθεσις του 2/σιου ∆ηµοτικού Σχολείου Αγίας Γαλήνης, Αγία Γαλήνη, τχ. 35/1997, σ.σ. 13-14. 169. Φρονιµάκης, Ιστορία του Ροδακίνου, Προµηθεύς ο Πυρφόρος, τχ. 147/1931, σ. 7 και τχ. 148/1931, σ. 7. 170. Χαρωνίτης Βασίλης, Ο Κουρταλιώτης, Κρήτη, τχ. 156/1986, σ.σ. 49-50.
Γ. ΕΦΗΜΕΡΙ∆ΕΣ 1. Petit, Σπήλι, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 908/3-6-1928. 2. Αβοκάτου Μάρθα, Μέλαµπες ∆ήµου Λάµπης: Ένα χωριό µε µεγάλη ιστορία, Κρητική Επιθεώρηση, φ. 16703/7-5-2005. 3. Αγιοβασιλειώτης,Αγία Γαλήνη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1360/26-9-1934 κ.ε. 4. Αγιοβασιλειώτης, Αγία Πελαγία, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1331/14-8-1934. 5. Αγιοβασιλειώτης, Άγιος Ιωάννης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1293/24-6-1934. 6. Αγιοβασιλειώτης, Ακτούντα, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1355/19-9-1934. 7. Αγιοβασιλειώτης, Άρδακτος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1344/5-9-1934. 8. Αγιοβασιλειώτης, Βάτος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1350/12-9-1934. 9. Αγιοβασιλειώτης, Βρύσες, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1338/25-8-1934 κ.ε. 10. Αγιοβασιλειώτης, ∆ουµαεργιό, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1345/6-9-1934. 11. Αγιοβασιλειώτης, Η εορτή του Σπηλίου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1342/2-9-1934. 12. Αγιοβασιλειώτης, Η Καλή Συκιά, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1294/26-6-1934. 13. Αγιοβασιλειώτης, Η Λαµπινή, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1333/17-8-1934. 14. Αγιοβασιλειώτης, Η Μύρθιο, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1316/24-7-1934 κ.ε.
260
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
15. Αγιοβασιλειώτης, Η Ορνέ, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1359/25-9-1934. 16. Αγιοβασιλειώτης, Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1324/4-8-1934 κ.ε. (4 συνέχειες). 17. Αγιοβασιλειώτης, Καρίνες, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1357/22-9-1934. 18. Αγιοβασιλειώτης, Κισός, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1351/13-9-1934. 19. Αγιοβασιλειώτης, Κρύα Βρύση, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1358/23-9-1934. 20. Αγιοβασιλειώτης, Μέλαµπες, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1365/2-10-1934 κ.ε. 21. Αγιοβασιλειώτης, Νευς Αγ. Βασίλειος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1291/22-6-1934. 22. Αγιοβασιλειώτης, Ο Ασώµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1313/20-7-1934. 23. Αγιοβασιλειώτης, Παλαιόλουτρα και Αγκουσελιανά, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1292/23-6-1934. 24. Αγιοβασιλειώτης, Πλατανές, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1346/7-9-1934. 25. Αγιοβασιλειώτης, Ροδάκινο, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1370/10-10-1934 κ.ε. 26. Αγιοβασιλειώτης, Σακτούρια, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1364/30-9-1934. 27. Αγιοβασιλειώτης, Τ’Ακούµια, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1335/21-8-1934 κ.ε. 28. Αγιοβασιλειώτης, Τα Λευκόγεια, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1322/2-8-1934. 29. Αγιοβασιλειώτης, Τα Σελλιά, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1318/26-7-1934 κ.ε. 30. Αγιοβασιλειώτης, Το Γιαννιού, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1320/31-7-1934 κ.ε 31. Αγιοβασιλειώτης, Το Μαριού, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1314/21-7-1934 κ.ε. 32. Αγιοβασιλειώτης, Φραττί, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1369/9-10-1934. 33. Αγίου Βασιλείου, επαρχία, Επίσηµος Εφηµερίς Κρητικής Πολιτείας, φ. 3/Γ/18-1-1901, σ.11-15. 34. Αθάνατος Κώστας, Πρέβελης: Ένα βράδυ µε φεγγάρι στη «Γιαλιά» του Λιβυκού, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6483/9-8-1967 κ.ε. 35. Αλεξανδράκης Ιωάννης Β., Ιστορία της Μονής και της Σχολής του Αγίου Πνεύµατος, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2579/21-4-1981 κ.ε. (36 συνέχειες). 36. Αλεξανδράκης Ιωάννης Β., Οι Λιάπηδες, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4652/9-4-1961. 37. Ανδρεδάκης Εµµανουήλ Π., Η µάχη των Σελλιών: Πως την είδεν ένας αυτόπτης µάρτυρας, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 5671/16-7-1963 κ.ε. 38. Ανδρεδάκης Κώστας, Ο Σύλλογος Σελλιανών «Φοίνιξ» 1909-1912, Κέντρος, Φλεβάρης 1991, σ. 3. 39. Ανωνύµου, Ανασυστήνεται η Ιερά Μονή Αγίου Πνεύµατος, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 402/15-12-2001.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
261
40. Ανωνύµου, {Κατασκευή οδού Κεραµέ-∆ρύµισκος-Άρδακτος}, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1034/22-3-1931. 41. Ανωνύµου, Άρδακτος, Ακτούντα, Κισσός, Βάτος, Κρητικός Κόσµος (Αθηνών), φ. 78/13-1-1940. 42. Ανωνύµου, Η Μονή Πρέβελη αναβιώνει το ιστορικό παρελθόν, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8982/25-2-2005, σ. 8. 43. Ανωνύµου, Η τελετή της ιστορικής αποκαταστάσεως της Μονής του Αγίου Πνεύµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ.5643/24-6-1964. 44. Ανωνύµου, Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ.1314/21-7-1949. 45. Ανωνύµου, Ιστορική Μονή του Αγίου Πνεύµατος: Εύστοχο αφιέρωµα της Μητρόπολης Λάµπης, Συβρίτου και Σφακίων, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8946/5-1-2005, σ. 5. 46. Ανωνύµου, Ιστορικόν ανέκδοτον [Ροδάκινο], ∆ράσις (Ρεθύµνου), φ. 18/7-9-1910 κ.ε. (3 συνέχειες). 47. Ανωνύµου, Λαµπινή Αγίου Βασιλείου, Κρητικός Κόσµος (Αθηνών), φ. 79/20-1-1940. 48. Ανωνύµου, Μιξόρρουµα Ρεθύµνης, Κρητικός Κόσµος (Αθηνών), φ. 81/10-2-1940. 49. Ανωνύµου, Οι Μέλαµπες διά τον κ. Θεοφανόπουλον, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1945/2-3-1937. 50. Ανωνύµου, Παλιά Μελαµπιανά πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 12/1979. 51. Ανωνύµου, Πάνω στα ερείπια της Κρύας Βρύσης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 207/28-8-1945. 52. Ανωνύµου, Πάρκο «∆αίδαλου και Ίκαρου» στην Αγία Γαλήνη, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 199/21-6-1997, σ. 4. 53. Ανωνύµου, Σακτούρια: Επιστροφή των µαρτύρων στη γενέτειρα γη, πενήντα τρία χρόνια µετά, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 211/13-9-1997, σ. 14 54. Ανωνύµου, Σπήλι-Άγιος Βασίλειος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 5842/25-2-1965 κ.ε. (3 συνέχειες). 55. Ανωνύµου, Συλλογή κειµηλίων στο Κεραµέ Ρεθύµνης, Κρητικός Κόσµος (Αθηνών), φ. 306/7-4-1970. 56. Ανωνύµου, Τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου της Κοινότητος Ακουµίων Αγ. Βασιλείου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1133/12-6-1933. 57. Ανωνύµου, Τα Σαχτούρια τίµησαν τους νεκρούς τους, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9123/20-9-2005, σ. 7.
262
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
58. Ανωνύµου, Το Κεραµέ και τα προβλήµατά του, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 341/7-9-1966. 59. Ανωνύµου, Το συλλαλητήριον της Γιαλιάς, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1351/13-9-1934. 60. Ανωνύµου, Το συλλαλητήριον, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1352/14-9-1934. 61. Απανωµεριτάκης Θανάσης, Η ακριβής χρονολόγηση του ολοκαυτώµατος της Λαµπινής, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9460/19-1-2007. 62. Απανωµεριτάκης Θανάσης, Μνηµεία, ιστορία, παράδοση Κισσού Αγ. Βασιλείου, Κέντρος, φ. 50-51/1987, σ. 2-3. 63. Απανωµεριτάκης Θανάσης, Τιµήθηκε η επέτειος του ολοκαυτώµατος και της σφαγής των κατοίκων στην ιστορική εκκλησία της Λαµπινής, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8957/21-1-2005, σ. 4. 64. Απανωµεριτάκης Μιχάλης, Η σφαγή της Λαµπινής, Ρέθεµνος, φ. 349/20-1-2007, σ. 29. 65. Απανωµεριτάκης Μιχάλης, Ο αναπτυξιακός πιλότος του ∆ήµου Λάµπης, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 242/1-5-1998, σ.σ. 10-11 και φ. 244/16-5-1998, σ.σ. 14-15. 66. Απανωµεριτάκης Μιχάλης, Το ολοκαύτωµα της Λαµπινής, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 275/23-1-1999, σ. 5. 67. Αποστολάκης Ιωάννης Ν., Αναµνήσεις από τη δράση του πατέρα µου εφέδρου ταγµατάρχου Νικολάου Εµµ. Αποστολάκη, καθώς και τη συνεργασία του µε κατοίκους των Μελάµπων στην περίοδο της Γερµανικής Κατοχής 1941-1945, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ.50/1987. 68. Αποστολάκης Νικ. Ε., Το δράµα των Σαχτουρίων: Η πραγµατική αλήθεια, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 283/29-11-1945 κ.ε. (4 συνέχειες). 69. Ασωµατιανός Π.Μ., Η χαρχαλόβεργα από Πρεβελιώτικο πλάτανο, Ρέθεµνος, φ. 164/2-3-2003, σ. 18. 70. Ασωµατιανός Π.Μ., Λευκογειανοί-Σελιανοί, Ρέθεµνος, φ. 126/18-62002. 71. Ασωµατιανός Π.Μ., Οι τελευταίες κοινές εορτές λόγω Απόκρεω του 1940 µεταξύ Λευκωγειανών, Ασωµαθιανών και Γιαννιωτών, Ρέθεµνος, φ. 62/21-2-2001, σ. 19. 72. Ασωµατιανός Π.Μ., Το Κουρταλιώτικο φαράγγι και ο Άγιος Νικόλαος, Ρέθεµνος, φ. 187/7-9-2003, σ. 18.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
263
73. Βαβουράκης Ν. Ανδ., Γύρω από το δράµα των Σαχτουρίων: Πώς έχουν τα πράγµατα, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 273/16-11-1945 κ.ε. (4 συνέχειες). 74. Βενέζης Ηλίας, Ο καλόγερος του Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6927/16-1-1969. 75. Βενέζης Ηλίας, Ο Σταυρός του Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 5310/3-6-1963. 76. Βεργαδής Χαράλαµπος Γ., Η δεύτερη εκστρατεία των Μανιατών στην Κρήτη και η Μάχη στου Χλιαούτη το Χάνι στις 8-12-1868, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 110/1997. 77. Βεργαδής Χαράλαµπος Γ., Μελαµπιανός στην Κωνσταντινούπολη ως πληρεξούσιος της Επαρχίας Αγ. Βασιλείου, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 110/1997. 78. Βεργαδής Χαράλαµπος Γ., Περιγραφή των Μελάµπων και συµπεριφορά των κατοίκων τους κατά το έτος 1867, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 102/1996. 79. Βογιατζής Γεώργιος, Ο Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2253/27-9-1952. 80. Γ.Ε.Α., Πανήγυρις παρά την θέσι Ξηροκάµπια Εκκλησίαν καταστραφείσης Μονής του Αγίου Αντωνίου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 741/25-1-1925. 81. Γαραντωνάκης Γιώργης, Κισσού Κάµπος και γύρω Χωριά, Κέντρος, φ. 1/1983 κ.ε. 82. Γαραντωνάκης Γιώργης, Ο νερόµυλος της Αγια-Φωθιάς, Κέντρος, φ. 18-19/1984. 83. Γενεράλις Εµµανουήλ, Το πανηγύρι του Πρέβελη (8 Μαΐου 1875), Κέντρος, Σεπτέµβριος 1992, σ. 7. 84. Γιαννακάκης Μιχαήλ Μύρ., Απ’ τους αγώνες του χωριού µας, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 20/1981. 85. Γιαννακάκης Μιχαήλ Μύρ., Ο Σηµαντηροδηµήτρης στραγγαλίζει τον Τούρκο Αγά, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 18/1981. 86. Γιαννακάκης Μύρος, Η Μελαµπιανή διάλεκτος, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 56/1988. 87. Γιουµπάκης Μάρκος, Η αξιοποίησις των πηγών του Κουρταλιώτη, Νέος Κόσµος, φ. 37/30-7-1962. 88. Γυµνάσιο Μελάµπων, Βιότοποι, µύκητες και είδη αυτών στην πε-
264
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
ριοχή Μελάµπων – Σαχτουρίων – Αγίας Γαλήνης, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 72/1991 κ.ε. 89. ∆αλέντζας Γιάννης, Εικόνες του χωριού: Εκδροµή στο ωραίο χωριό Σπήλι…, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1991/6-5-1937. 90. ∆αφέρµοςΑντώνης Β., Η γιορτή τηςΑναλήψεως του Χριστού στο βουνό Σιδέρωτας Ακουµίων, Κρητική Επιθεώρηση, φ. 17708/4-6-2009, σελ. 24. 91. ∆αφέρµος ∆ηµήτρης Γ., Οι Μέλαµπες και Τέσσαρες Νεοµάρτυρες Ρεθύµνης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6545/22-10-1967 κ.ε. 92. ∆αφέρµος Ελευθέριος Γ. (Ε.Γ.∆.), Σπήλι, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3327/25-8-1956. 93. ∆ηµητρακάκης Εµµανουήλ Στ., Η ιστορία του χωριού µου [Ακτούντα], Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7151/16-10-1969. 94. ∆ηµητρακάκης Εµµανουήλ Στ., Τα Κεραµέ και η ιστορία τους, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7675/25-7-1971 κ.ε. 95. ∆ηµητρακάκης Εµµανουήλ Στ., Τοπωνύµια Ακτούντων, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7989/10-8-1972. 96. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Αγία Πελαγία: Της Κρήτης το µικρό χωριό µε τη µεγάλη παράδοση, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8261/5-71973 κ.ε. (3 συνέχειες). 97. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Ένα άλλο Αρκάδι [Λαµπινή], Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1451/19-1-1950. 98. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Η Ι. Μ. Πρέβελη: Ο Τίµιος Σταυρός και τα θαύµατά του, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4185/12-9-1959. 99. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Η Λαµπινή, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7567/16-3-1971 κ.ε. (10 συνέχειες). 100. ∆ηµητρακάκης Ευάγγελος Γ., Το Σπήλι: Η πρωτεύουσα και το στολίδι της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8267/12-7-1973. 101. ∆ουκάκης Νίκος, Το Άγιο Πνεύµα του Μαυρίκη, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 6845/25-6-1967. 102. ∆ουλγεράκης Μανόλης Μιλτ., Η ονοµασία Μιξόρρουµα, Κέντρος, Αύγουστος 1993, σ. 5. 103. Εκπολιτιστικός Σύλλογος Αγίας Πελαγίας «Η Καστανέ», Σύντοµο ιστορικό του χωριού Αγ. Πελαγία, Κέντρος, φ. 3/1983. 104. Εκπολιτιστικός Σύλλογος Κισσανών «Το Άγιο Πνεύµα», Η Μονή του Αγίου Πνεύµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10293/22-5-1980.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
265
105. Εκπολιτιστικός Σύλλογος Κισσανών «Το Άγιο Πνεύµα», Το ιστορικό µοναστήρι του Αγίου Πνεύµατος, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2309/23-5-1980. 106. Εφεντάκης Μανουήλ, Σκοπευτικός Σύλλογος Αγ. Πνεύµατος «Το Κέντρος», Νέα Έρευνα (Χανίων), φ. 719/31-12-1910. 107. Ζαννέτος Ζήνων, Ο εορτασµός των Τεσσάρων Μαρτύρων στις Μέλαµπες: Ελληνικό µάθηµα ξένων, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 13186/1-11-1990. 108. Ζεάκης Μανώλης Αντ., Ιστορίες από τα Σαχτούρια, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 72/1991. 109. Θ.Π., Κουρταλιώτικο φαράγγι: Το οδοιπορικό της ντροπής, Ρέθεµνος, φ. 62/21-2-2001, σ. 17. 110. Ι.Ε.Ν., Ο ηλεκτροφωτισµός Σπηλίου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3287/7-7-1956. 111. Ι.Π., Το Ποροφάραγκο και το διµάρτυρο εκκλησάκι [Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης], Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7023/16-5-1969. 112. Καλλονάς Στυλιανός, Από την επανάστασιν του 1821 της Κρήτης (Απάντησις εις τον κ. Λυκούδην), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4874/10-1-1962 κ.ε. (3 συνέχειες). 113. Καλλονάς Στυλιανός, Η πρώτη νικηφόρος µάχη εις τα Τσιλίβδικα, Κρητική Ενότης, φ. 1823/28-2-1962 κ.ε. 114. Καλλονάς Στυλιανός, Η πρώτη σηµαία εις τον Κουρκουλόν, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4880/13-1-1962 κ.ε. (4 συνέχειες). 115. Καλλονάς Στυλιανός, Η πρώτη σηµαία της επαναστάσεως του 1821 της Κρήτης µε νικηφόρα αποτελέσµατα εις τον Κουρκουλόν Ροδακίνου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4357/9-4-1960. 116. Καλλονάς Στυλιανός, Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7027/21-5-1969. 117. Καλογεράκη Μαρία, ∆αντελωτά ακρογιάλια στις Λυβικές ακτές του Ρεθύµνου, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9600/10-8-2007. 118. Καλογεράκη Μαρία, Η Κοξαρέ του χθες και του σήµερα, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9503/22-3-2007. 119. Καράλη Στέλλα, Έµειναν 120 Κεραµείς: Στα νότια παράλια τα Κεραµέ αργοσβήνουν, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9971/11-2-2009. 120. Καράλη Στέλλα, Ερείπια το παραδεισένιο Κάτω Μιξόρρουµα: Ένα χωριό που ζούσε από το νερό και τους µύλους, Ρέθεµνος, φ. 410//29-3-2008, σ.σ. 16-17.
266
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
121. Καράλη Στέλλα, Κι’ όµως ο Πολιτιστικός Σύλλογος Κοξαρέ πρωτοπορεί: Φορέας για πολιτισµό και όχι για πανηγύρια, Ρέθεµνος, φ. 406/1-3-2008, σ. 17. 122. Καράλη Στέλλα, Ορνέ: Ένα µικρό χωριό στο Κέντρος αργοπεθαίνει, Ρέθεµνος, φ. 350/27-1-2007, σ.σ. 8-9. 123. Καράλη Στέλλα, Σπήλι: Σε ευρωπαϊκή κωµόπολη µετατρέπεται η πρωτεύουσα του ∆ήµου Λάµπης, Ρέθεµνος, φ. 326/29-7-2006, σ.σ. 16-17. 124. Καράλη Στέλλα, Τιµή και δόξα στους αγωνιστές του Ολοκαυτώµατος της Κοξαρέ, Ρέθεµνος, φ. 330/2-9-2006, σ.σ. 16-17. 125. Καράλη Στέλλα, Το πλαστικό «σβήνει» το καλάθι: Μόνο ένας καλαθοπλέκτης δουλεύει βίτσες και καλάµια στο Μιξόρρουµα, Ρέθεµνος, φ. 402/2-2-2008, σ. 17. 126. Καράλη Στέλλα, Χωριό – γηροκοµείο δεκαέξι κατοίκων τα Κάτω Σακτούρια, Ρέθεµνος, φ. 418/31-5-2008. 127. Κατσίκη-Γκίβαλου Άντα, Οι Μέλαµπες Ρεθύµνης: Ιστορία και πολιτισµός, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 128/2000. 128. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Αγία Γαλήνη, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4071/4-61958. 129. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Η Λίµνη του Πρέβελη, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3577/19-9-1956. 130. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Κισσός, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4073/6-6-1958. 131. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Μονή Αγ. Πνεύµατος, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4070/3-6-1958. 132. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Μουρνέ, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3571/5-9-1956. 133. Κελαϊδής Σταύρος Ι., Πρέβελης, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3211/5-7-1955 κ.ε. (5 συνέχειες). 134. Κοκονάς Νίκος Α., Κέντρος όβερ, Κέντρος, φ. 16/1984 κ.ε. 135. Κοκονάς Νίκος Α., Κέντρους συνέχεια…, Κέντρος, φ. 11-12/1983 κ.ε. 136. Κοκονάς Νίκος Α., Το βουνό Κέντρος, Κέντρος, φ. 6-7/1983, σ. 3. 137. Κοπανάκης Ευάγγελος, Πανηγυρικός του εορτασµού της επετείου της ολοκαυτώσεως των κατοίκων της Λαµπινής, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7524/23-1-1971 κ.ε. 138. Κοπανάκης Ευάγγελος, Σύντοµη ιστορία της Ιεράς Μητροπόλεως Λάµπης, Συβρίτου και Σφακίων, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 453/111-2003, σ.σ. 15-16.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
267
139. Κοτσυφάκης Νίκος Θ., Τα Σακτούρια καίγονται, Κέντρος, Ιούνης 1991, σ.3. 140. Κοτσυφάκης Νίκος Θ., Τα Σακχούρια καίγονται, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 77-78/1992. 141. Κουµεντάκης Ιωάννης, Η Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7053/21-6-1969. 142. Κούνουπας Μανώλης, Κουρταλιώτικο φαράγγι, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7422/19-9-1970. 143. Κουντάκης Αντώνιος Λ., Η Μονή Πρέβελη, Κρητικός Κόσµος (Αθηνών), φ. 105/28-9-1950. 144. Κουρµούλης Γιώργης Θ.-Χαρωνίτης Βασίλης, Η Μαρκαρίνα, Κέντρος, φ. 13/1984. 145. Κουρταλιώτης Γ., Ο Κουρταλιώτης, Αγροτική Αυγή (Ρεθύµνου), φ. 40/30-3-1949. 146. Κουτσαυτάκης Νικόλαος, Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7010/30-4-1969. 147. Κρυοβρυσανάκης Γιάννης Κ., Το ολοκαύτωµα της Λαµπινής, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 364/17-2-2001, σ. 8. 148. Λαδιά Εύα, Βαρύ φόρο αίµατος πλήρωσαν και οι Σαχτουριανοί για την αντιστασιακή τους δράση, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 10122/19-92009. 149. Λαδιά Εύα, ∆ήµος Λάµπης: Ένας επίγειος παράδεισος στη νότια πλευρά του νοµού, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9575/6-7-2007. 150. Λαδιά Εύα, ∆ήµος Φοίνικα: Μια πύλη Παραδείσου στα νότια του νοµού, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9585/20-7-2007. 151. Λαδιά Εύα, ∆ήµος Φοίνικα: Ονειρεµένες αποδράσεις στις µαγευτικές του ακρογιαλιές, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9586/21-7-2007. 152. Λαδιά Εύα, Ένα ησυχαστήριο ψυχών δηµιουργείται στην έδρα της Μητρόπολης Λαµπης, Συβρίτου και Σφακίων, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9267/15-4-2006, σ. 9. 153. Λαδιά Εύα, Ένας σύλλογος συντηρούσε στα Σελλιά νυκτερινό και Κυριακάτικο σχολείο, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9061/22-6-2005, σ. 7. 154. Λαδιά Εύα, Ερηµώνουν σιγά σιγά τα Σακτούρια του θρύλου και της ιστορίας, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9400/25-10-2006, σ. 9 155. Λαδιά Εύα, Κάθε χωριό του ∆ήµου Λάµπης προσφέρεται για καλοκαιρινές αποδράσεις, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9576/7-7-2007.
268
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
156. Λαδιά Εύα, Μνήµες και θρήνος για τη Λαµπινή, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9207/20-1-2006, σ. 7. 157. Λαδιά Εύα, Η Μονή του Αγίου Πνεύµατος και η τόσο άγνωστη Πλούσια Μαρία, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9546/26-5-2007. 158. Λαδιά Εύα, Κισσός: Το χωριό µε τα πολλά βυζαντινά µνηµεία, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10551/28-6-1981. 159. Λαδιά Εύα, Μα σκοτώνεται ποτέ ο ήλιος; (Αφιέρωµα στην Ανταρτοµάνα Κοξαρέ), Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9614/1-9-2007. 160. Λαδιά Εύα, Μικρό οδοιπορικό στη Λαµπηνή: Ένα µικρό χωριό µε µεγάλη ιστορία, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10587/2-8-1981. 161. Λαδιά Εύα, Οι Μέλαµπες έχουν να προσφέρουν πολλά στον ξένο επισκέπτη τους, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9407/3-11-2006, σ. 11. 162. Λαδιά Εύα, Σε φάση υλοποίησης η ανασύσταση της Μονής Αγίου Πνεύµατος στον Κισσό, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9544/24-5-2007. 163. Λαδιά Εύα, Στον Άγιο Ιωάννη της Επαρχίας Αγ. Βασιλείου: Φυσικό περιβάλλον και αναστύλωση κτιρίων στηρίζουν την ανάπτυξη του χωριού, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 6946/16-1-1997. 164. Λαδιά Εύα, Το µατωµένο χρονικό της Κρύας Βρύσης µέσα από ιστορικές πηγές και ζωντανές µαρτυρίες, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9605/18-8-2007, σ. 8. 165. Λαδιά Εύα, Τυχαία γεγονότα ανέδειξαν το δράµα της Λαµπινής, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9218/4-2-2006, σ. 9. 166. Λασηθιωτάκης Γιώργης, Η Κρήτη και η επαρχία Αγ. Βασιλείου πριν από 90 χρόνια, Κέντρος, φ. 41/1986, σ. 7. 167. Λίτινας Σπύρος Τ., Τί συµβαίνει εις το Κακοσκάλι, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4449/3-8-1960. 168. Μαθιουδάκη Στέλλα, Οδοιπορικό στο Ροδάκινο του ∆ήµου Φοίνικα, Ρέθεµνος, φ. 473/11-6-2009, σ.σ. 18-19. 169. Μαθιουδάκης Αλέκος, Αηβασιλιώτες καπετάνιοι και αξιωµατικοί του ΕΛΑΣ 1943-44, Κέντρος, ∆εκέµβριος 1992, σ. 3. 170. Μακρής Χρίστος Ι., Ιστορικά-Αρχαιολογικά νέα: ΑγκουσελιανάΝέος Άγιος Βασίλειος-Μυξόρρουµα-Κισσός-Μέλαµπες, Βήµα Ρεθύµνης, φ.4855/16-11-1960 κ.ε. (3 συνέχειες). 171. Μαµαλάκης Ιωάννης, Τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου Ροδακίνου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3587/23-8-1957 κ.ε. 172. Μαµαλάκης Στ., Η Μονή του Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1841/9-10-1936 κ.ε. (5 συνέχειες).
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
269
173. Μαµαλάκις Κ., Η Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1090/26-6-1932. 174. Μαραγκουδάκη Ευτέρπη, Η Γιαλιά, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2373/8-3-1953 κ.ε. (3 συνέχειες). 175. Μαραγκουδάκη Ευτέρπη, Το Κουρταλιώτικο, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2365/26-2-1953 κ.ε. (3 συνέχειες). 176. Μαραγκουδάκης Ιωάννης, ∆ύο χρόνων εντυπώσεις µου από τα Κεραµέ Αγ. Βασιλείου, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 1302/7-7-1934 κ.ε. (6 συνέχειες). 177. Μαραγκουδάκης Ιωάννης, Εντυπώσεις από τη διδασκαλική µου ζωή 1904-1922, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1519/31-7-1935 κ.ε. (14 συνέχειες). 178. Μαραγκουδάκης Ιωάννης, Η Αγία Γαλήνη Ρεθύµνης: Η αρχαιολογική και εµπορική της σηµασία, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2266/1210-1952 κ.ε. 179. Μαρκάκης Βασίλειος, Αρχιµανδρίτης, Η εν Αγίω Πνεύµατι Σχολή «Πρέβελη», Αναγέννησις, φ. 34/17-9-1899. 180. Μαρκάκης Γιώργης Μ., Αγία Γαλήνη-Κρύα Βρύση, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1433/11-1-1935 κ.ε. 181. Μαρκάκης Γιώργης Μ., Κρύα Βρύση, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1437/18-1-1935. 182. Μαρκάκης Γιώργης Μ., Μέλαµπες Αγίου Βασιλείου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1330/12-8-1934. 183. Μαρκαντώνης Νικόλαος Κ., Λαµπηνή: Ένα σύµβολο διαχρονικής ακτινοβολίας, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 130/3-12-1995, σ. 10. 184. Μαρκαντώνης Νίκος κ.ά., Αναβιώνει ή ερηµώνεται η ιστορική Ι. Μονή Πρέβελη; Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 6829/25-7-1996. 185. Μαστορογιαννάκης Μανώλης, Οι προοπτικές του τουρισµού στην π. Επαρχία Αγίου Βασιλείου, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 665/22-82007, σ.σ.10-11. 186. Μιχαλάκης Αντώνης, Ο «Μύλος» του Σηφογιώργη στ’Αγαλιανού, Ρέθεµνος, φ. 398/5-1-2008, σ. 16. 187. Μιχαλάκης Αντώνης, Οικισµός Αγαλιανού, Ρέθεµνος, φ. 303/112-2006, σ. 20. 188. Μιχαλάκης Αντώνης, Ολίγα για τον οικισµό Αγαλιανού, Ρέθεµνος, φ. 304/18-2-2008, σ. 27.
270
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
189. Μπριλάκις Ευθ., Εντυπώσεις από την Μονήν Πρέβελη και ιστορικαί περί της δράσεώς της αφηγήσεις, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2108/10-10-1937 κ.ε. (7 συνέχειες). 190. Μπριλλάκη-Καβακοπούλου Ειρήνη, Ο Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7048/15-6-1969. 191. Μπριλλάκη-Καβακοπούλου Ειρήνη, Σπήλι: Το δροσόλουστο Ρεθεµνιώτικο χωριό µε το λαχταριστό παρελθόν και το ευοίωνο µέλλον, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6740/14-6-1968 κ.ε. 192. Μπριλλάκη-Καβακοπούλου Ειρήνη, Σπήλι: Το δροσόλουστο Ρεθεµνιώτικο χωριό, πηγή λαϊκών µουσικών και χορευτών, Κρητικός Κόσµος (Αθηνών), φ. 303/15-8-1969 κ.ε. 193. Μπριλλάκη-Καβακοπούλου Ειρήνη, Σπήλι: Το όµορφο χωριό µε το λαχταριστό παρελθόν και το ευοίωνο µέλλον, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10504/26-4-1981 κ.ε. (3 συνέχειες). 194. Ν.Α., Σπήλι, το χωριό της δροσιάς και των νερών, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3836/31-7-1957. 195. Ν.Α.Κ., Πανήγυρις Ιεράς Μονής Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6408/11-5-1967. 196. Νέδας, Ο Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2166/11-6-1952. 197. Νεονάκης Εµµ., Μουρνέ, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2837/1-9-1940. 198. Νεονάκης Εµµ., Ο Άρδακτος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2803/16-7-1940. 199. Νεονάκης Εµµ., Το Σπήλι: Το Κέντρον χάριτος δροσιάς και Πολιτισµού, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1510/17-7-1935. 200. Νεονάκης Εµµ., Το Φραττί, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2512/17-5-1939. 201. Νικ. ∆., Σπήλι Αγ. Βασιλείου, ∆ηµοκρατία (Ρεθύµνου), φ. 190/216-1926. 202. Νικολόπουλος Φίλιππος, Το φαράγγι µε τις φοινικιές, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 635/2-12-2006, s.s.16-17 και 671/6-10-2007, σ.σ. 22-23 και φ. 677/24-11-2007, σ.σ. 14-15. 203. Νοδαράκης Νικόλαος Μαν., Η συµβολή των Μελαµπιανών στους αγώνες για την απελευθέρωση της Κρήτης, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 53/1987. 204. Παινεσάκης Α., Ο άγιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης, Παρατηρητής (Χανίων), φ. 1-9-1960. 205. Παϊτάκης Εµµ., Το ζήτηµα του Κουρταλιώτη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4198/29-9-1959.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
271
206. Παναγιωτάκη Ελευθερία, Παναγία η Λαµπινή: Μνηµείο βυζαντινής τέχνης και τόπος θυσίας αγωνιστών ελευθερίας, Κρητική Ενηµέρωση, φ. 12/Ιούλιος-Αύγουστος 2003, σ. 11. 207. Παντινάκης Μανώλης, Σε διατεταγµένη υπηρεσία τρεις ψαράδες του Πλακιά: Έκθεση των αδελφών ∆ρυµάκη για την Κατοχή, Ρέθεµνος, φ. 319/10-6-2006, σ. 18. 208. Παπαγεωργίου Κωστής, Ο πρώτος πνευµατικός φάρος σε καιρούς σκλαβιάς (Μονή Αγίου Πνεύµατος), Νέα Κρήτη, φ. 11-3-2008. 209. Παπαγιαννάκης Πέτρος, Ακτούντα: Χωριό µε πανοραµική θέα, Κέντρος, Ιούνης 1990, σ. 6, κ.ε. 210. Παπαδάκη Πόπη, Γνωρίζοντας το χωριό Βάτος του ∆ήµου Λάµπης, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9110/1-9-2005, σ. 11. 211. Παπαδάκη Πόπη, Ζωντάνεψε και πάλι το Μοναστήρι του Αγίου Πνεύµατος στον Κισσό, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9547/27-5-2007. 212. Παπαδάκη Πόπη, Μια ιδιωτική συλλογή από στιγµές του χθες: Ντοκουµέντα και µνήµες στον Ασώµατο, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9257/1-4-2006, σ. 11. 213. Παπαδάκη Πόπη, Νότια παράλια του Ρεθύµνου: Φυσικές οµορφιές, φιλοξενία, παράδοση, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9101/19-8-2005, σ. 11 214. Παπαδάκη Πόπη, Οι επιστήµονες του ∆ήµου Λάµπης πρωτοπορούν: Με το σύλλογό τους θέλουν να συµβάλουν στην ανάπτυξη της περιοχής, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9054/10-6-2005, σ. 11. 215. Παπαδάκη Πόπη, Παλιό Μιξόρρουµα: Από «Εµπορικό Κέντρο» ερείπια και εγκατάλειψη, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9033//12-5-2005, σ. 10. 216. Παπαδάκη Πόπη, Το ερειπωµένο παλιό µοναστήρι Πρέβελη, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9240/9-3-2006, σ. 11. 217. Παπαδάκης Γεώργιος, Από τα εγκαίνια του ∆. Σχολείου Μιξορρούµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3969/13-12-1958. 218. Παπαδάκης Γεώργιος, Σακτούρια, Κέντρος, Ιούλης 1989, σ. 8. 219. Παπαδάκης Γιάννης, Το αντάρτικο στην Κοξαρέ, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 112/10-9-1995, σ. 6. 220. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Αγαλλιανού, Ρέθεµνος, φ. 393/24-112007, σ. 28 και φ. 399/12-1-2008, σ. 26. 221. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Αγία Γαλήνη, Ρέθεµνος, φ. 360/31-32007, σ. 28 και φ. 361/5-4-2007, σ. 28. 222. Παπαδάκης Κωστής Ηλ.,Άγιος Βασίλειος, Ρέθεµνος, φ. 362/28-4-2007, σ. 28.
272
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
223. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Άγιος Ιωάννης (Καµένος), Ρέθεµνος, φ. 371/30-6-2007, σ. 28. 224. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Άγιος Ιωάννης Καµένος (Κάνεβος-Καλή Συκιά), Ρέθεµνος, φ. 317/27-5-2006, σ. 29. 225. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Αγκουσελιανά, Ρέθεµνος, φ. 385/29-92007, σ. 26. 226. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Ακούµια, Ρέθεµνος, φ. 432/13-9-2008, σ. 30 και φ. 433/20-9-2008, σ. 30. 227. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Ακτούντα, Ρέθεµνος, φ. 324/15-7-2006, σ. 22 και φ. 423/7-7-2008, σ. 26. 228. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Άρδακτος, Ρέθεµνος, φ. 450/24-1-2009, σ. 30. 229. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Βάτος, Ρέθεµνος, φ. 459//28-3-2009, σ. 30 και φ. 462/25-4-2009, σ. 31. 230. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Βουϊδοµαγεργειό (Κεντροχώρι), Ρέθεµνος, φ. 471/27-6-2009, σ. 20 και φ. 482/19-9-2009. 231. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Βρύσες, Ρέθεµνος, φ. 487/24-10-2009, σ. 20. 232. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Κάνεβος, Ρέθεµνος, φ. 375/28-7-2007, σ. 28. 233. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Μνηµείο προς τιµήν του Μητροπολίτη Κρήτης Βασιλείου Μαρκάκη (1872-1950), στα Κεραµέ Αγίου Βασιλείου, Ρέθεµνος, φ. 426/26-7-2008, σ. 14. 234. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Ο Κωνσταντής από τις Λίγκρες, Ρέθεµνος, φ. 52/29-11-2000 κ.ε. ( 5 συνέχειες). 235. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Ο οικισµός Ασώµατος του ∆ήµου Φοίνικα, Ρέθεµνος, φ. 453/14-2-2009, σ. 30 και φ. 455/28-2-2009, σ. 30. 236. Παπαδάκης Κωστής Ηλ., Σπήλι Αγίου Βασιλείου, Ρέθεµνος, φ. 307/11-3-2006, σ. 18. 237. Παπαδάκης Στέλιος, Κοξαριανός κουλές ή Κορέδο(ων), Κέντρος, φ. 30-1985. 238. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Αγαλιανού: Ένα ωραίο χωριό, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 11481/18-9-1984. 239. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Άης Σπυρίδωνας στ’ Αγαλιανού, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 5053/24-12-1954. 240. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Άης Σπυρίδωνας στ’ Αγαλιανού, Κρητικά Νέα (Αθηνών), φ. 15-3-1977. 241. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Από την καταστροφή της Λαµπηνής του 1827 (Ιστορικά Σηµειώµατα), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10200/20-1-1980.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
273
242. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Β΄ ευλαβικό µνηµόσυνο στο Σπήλι του 1925, Κρητική Επιθεώρησις, Φ. 9047/12-3-1976 κ.ε. 243. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Για το Μοναστήρι του Πρέβελη (Επιστολή), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10858/15-7-1982. 244. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., ∆ιόρθωση για τον Όσιο Νικόλαο τον Κουρταλιώτη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6809/3-9-1968. 245. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., ∆ύο αποστολές από τον όρµο Λίµνη της Ιεράς Μονής Πρέβελη τον Ιούλιο και Αύγουστο του 1941, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3832/26-7-1957 κ.ε. (3 συνέχειες). 246. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ένα θαύµα του Τιµίου Σταυρού (Από την ιστορία της Ι.Μ.Πρέβελη), Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3578/14-9-1956. 247. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ένα παραµύθι της γιαλιάς (Θρύλοι από τον τόπο µου), Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4462/18-9-1959. 248. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ένας άοπλος Ροδακινιώτης τα βάζει µε πάνω από δέκα Γερµανούς και νικά: Η ηρωική πράξις του Μανώλη Γιαννά, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10859/16-7-1982 κ.ε. 249. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ένας ηρωικός κύκλος: Ιστορία Ι.Μ Πρέβελη, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4000/14-2-1958. 250. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ευλαβικό µνηµόσυνο στο Σπήλι του 1925, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8993/9-1-1976 κ.ε. (5 συνέχειες) και φ. 9047/12-3-1976 κ.ε. (4 συνέχειες). 251. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Λαµπηνή, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 10503/1-7-1980. 252. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Λαµπηνή, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10333/9-7-1980. 253. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Λαµπηνή, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2348/9-7-1980. 254. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Λαµπινή, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10327/2-7-1980. 255. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η µάχη των Σελλιών: Πώς την είδεν ένας αυτόπτης µάρτυρας, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 5671/16-7-1963 κ.ε. 256. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η πρώτη επαναστατική σηµαία του 1821 στην Κρήτη (Από την ιστορία της Μονής Πρέβελη), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3800/24-5-1958. 257. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Η Υπαπαντή (Ιστορίες του χωριού µου), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 11036/24-2-1983 κ.ε.
274
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
258. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7016/8-5-1969. 259. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Κατανυκτικό µνηµόσυνο του Αυστραλού υπολοχαγού Jackson στο µοναστήρι του Πρέβελη, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2072/31-7-1979. 260. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Κατανυκτικό µνηµόσυνο του Αυστραλού υπολοχαγού Jackson στο µοναστήρι του Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10057/1-8-1979. 261. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Καταστρέφεται αβοήθητη η Μονή Αγίου Πνεύµατος: Ερείπια εκεί που άλλοτε άναβε η φλόγα του γένους, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2626/18-6-1981. 262. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Κρύα Βρύση, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 9484/28-8-1977. 263. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Λαµπηνή (Ιστορικά Σηµειώµατα), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8709/16-1-1975. 264. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Λαµπηνή: Το χωριό της θυσίας, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10588/4-8-1981 κ.ε. (6 συνέχειες). 265. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Νεώτερα στοιχεία για το χρόνο καταστροφής της Λαµπινής, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2341/1-7-1980. 266. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ο Βλατοκωσταντής (Ιστορίες του χωριού µου), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10120/11-10-1979. 267. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ο Πρέβελης “εν κινδύνω”, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2113/25-9-1979. 268. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ο Πρέβελης της Αυστραλίας (Ιστορικά σηµειώµατα), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 9170/22-8-1976. 269. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ο Πρέβελης της Αυστραλίας, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10581/30-7-1981 κ.ε. 270. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Οι Πρεβελιώτες που σουβλίστηκαν ζωντανοί, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3593/3-10-1956. 271. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6808/1-9-1968. 272. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Όσιος Νικόλαος Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10082/31-8-1979. 273. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ποια η σωστή χρονολόγηση στο δράµα της Λαµπηνής, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2364/23-8-1980. 274. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Πρέβελης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8046/17-10-1972.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
275
275. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Προς τους κατοίκους των περιοίκων χωρίων του Μοναστηριού του Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 9632/18-5-1978. 276. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Πώς έγινε γνωστή η θυσία της Λαµπινής και πώς αναγνωρίστηκε, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 12150/20-1-1987. 277. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Ριζίτικο τραγούδι για Γούµενο του Πρέβελη, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 3367/28-12-1983. 278. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Σακτούρια: Ένα στολίδι της Πίσω Γιαλιάς, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10631/27-9-1981 κ.ε. 279. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Σελλιά, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2355/27-9-1938 κ.ε. 280. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Τ’ Αγρίµια στο Κέντρος, Κέντρος, φ. 11-12/∆εκέµβρης 1983. 281. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Τo «αίσχος» Πρέβελη, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 492/3-7-1946. 282. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Τα κτήµατα του Πρέβελη, Κρητικά Νέα (Αθηνών), φ. 42/1-6-1978. 283. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Τα κτήµατα του Πρέβελη: Ο σωστός δρόµος, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 1766/25-7-1978. 284. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το δράµα της Λαµπινής (20 Ιανουαρίου 1827), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7228/20-1-1970 285. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το δράµα της Λαµπινής, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3685/20-1-1957. 286. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το Κλησίδι κι’ η αµάδα του ∆ιγενή (Από τις παραδόσεις του Βάτου του Χωριού µου), Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2333/21-6-1980. 287. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το Μοναστήρι του Πρέβελη γυναικείο… κ.ά., Κρητική Επιθεώρησις, φ.11254/7-12-1983. 288. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το Πρέβελη της Αυστραλίας, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4696/11-5-1960. 289. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το χωριό µου, Κρητική Επιθεώρηση, φ. 6830/25-9-1968, 6832/26-9-1968, 6842/8-10-1968, 6935/26-1-1969 κ.ε. 290. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Το χωριό Σακτούρια στην Κρητική Επανάσταση του 1895, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 9599/25-1-1878. 291. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Του Παπά η τρύπα (Ιστορίες του χωριού µου), Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 2174/8-12-1979.
276
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
292. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Του Πρέβελη ο Μανασσής…, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10363/15-8-1980. 293. Παπαδάκις Μιχάλης Μύρ., Χτενιάδες στο Σπήλι (Παλιές Ιστορίες), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 11269/24-12-1983 κ.ε. 294. Παπαδογιάννης Αντώνης, Σακτούρια: Γνωριµία µε ένα µαρτυρικό χωριό, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 383/4-8-2001, σ.σ. 20-21. 295. Παπαδογιάννης Εµµανουήλ Γ. Η ερειπωµένη «Μονή του Μαλαθρέ» στη Μουρνέ, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 11000/13-1-1983 κ.ε. 296. Παπαδογιάννης Εµµανουήλ Κ., ∆ιά τον Κουρταλιώτην, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4217/21-10-1959. 297. Παπαδογιάννης Εµµανουήλ Κ., Ο Κουρταλιώτης παραµερίζεται, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2242/13-9-1952. 298. Παπαδογιάννης Εµµανουήλ, Η Ενορία της Αγίας Γαλήνης, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 461/22-3-2003, σ.σ. 16-17. 299. Παπουτσιδάκη Εµµανουέλα, Μάρµαρο να χεις την καρδιά και την ψυχή γρανίτη θα κλαις γι’ αυτά που γίνανε στη Λαµπινή, στην Κρήτη, Ρέθεµνος, φ. 301/28-1-2006. σ. 24. 300. Παπουτσιδάκης Μιχαήλ Εµµ., Το δράµα της Λαµπινής, Ρεθεµνιώτικο Μέλλον, φ. 49/22-2-1979 κ.ε. (15 συνέχειες). 301. Πατσουράκης Ι.Ε., Ο Όσιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης ο επικαλούµενος και Φαραγγίτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6843/9-101968. 302. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Η θυσία της Λαµπινής και η επανάσταση του 1821, Κέντρος, Γενάρης 1992, σ.σ. 6-7. 303. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Η µάχη στο Κακό Ρυάκι Μελάµπων, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8578/26-7-2003, σ. 7. 304. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Μια νικηφόρα µάχη στον Άγιο Ιωάννη τον Καµένο, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8582/1-8-2003, σ. 6. 305. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Μια ιστορική µάχη που διέσωσε µόνο η προφορική παράδοση, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8588/9-8-2003, σ. 9. 306. Πελαντάκης Θεόδωρος Στ., Οι πρωταγωνιστές της ιστορικής µάχης στο Κακό Ρυάκι, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 8590/13-8-2003, σ. 7. 307. Περαντωνάκης Γιώργης, Βυζαντινή εκκλησία ξεθάφτηκε στον Κισσό, Κέντρος, Αύγουστος 1992, σ. 8. 308. Περογιαννάκης Γιάννης Λ., Πατηµασιές στο Κουρταλιώτικο Φαράγγι, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9289/19-5-2006, σ. 5.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
277
309. Πετρακάκης Εµµανουήλ Γ., Η Κρύα Βρύση Αγίου Βασιλείου, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 9084/23-8-1975. 310. Πετρακάκης Εµµανουήλ Γ., Η Κρύα Βρύση Αγίου Βασιλείου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8604/4-9-1974. 311. Πετρακάκης Εµµανουήλ Γ., Η Κρύα Βρύση Αγίου Βασιλείου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 11466/31-8-1984 κ.ε. 312. Πετρακάκης Εµµανουήλ Γ., Η Κρύα Βρύση, Πολιτεία (Ρεθύµνου), φ. 24/22-8-1949. 313. Πίτερης Ιωάννης, Από τα εγκαίνια του Ιερού Ναού Κοσµά του Αιτωλού στου Μαριού Αγίου Βασιλείου, Ρέθεµνος, φ. 187/7-9-2003, σ. 19. 314. Πιτσιδιανάκη Αννίτα, «Παπαγεωργουλάκειο Μουσείο» Ασώµατου: Απόσταγµα ζωής µετουσιωµένο σε µνήµες και νοσταλγία, Ρέθεµνος, φ. 72/8-5-2001, σ. 12. 315. Πιτσιδιανάκη Αννίτα, Ιερά Μονή Πρέβελη: Το αιωνόβιο κάστρο της Ορθοδοξίας και του γένους µας, Ρέθεµνος, φ. 120/30-4-2002, σ. 12&17. 316. Πλακιάς (ρυµοτοµία), Επίσηµος Εφηµερίς Κρητικής Πολιτείας, φ. 21/Α/9-5-1907. 317. Πρεβελάκις Μιχαήλ Γ., Η Ιερά Μονή Πρέβελη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1008/22-8-1930. 318. Πρεβελάκις Μιχαήλ Γ., Και πάλιν περί Αγίου Πνεύµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2736/9-4-1940. 319. Πρεβελάκις Μιχαήλ Γ., Και πάλιν περί Αγίου Πνεύµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2743/19-4-1940. 320. Πρεβελάκις Μιχαήλ Γ., Το Άγιον Πνεύµα, κέντρον πνευµατικόν, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2243/16-4-1938. 321. Προϋπολογισµός της απαιτουµένης δαπάνης διά την επισκευήν της οδού της φάραγγος Κοτσιφού εν Αγίω Βασιλείω, Παράρτηµα της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως εν Κρήτη, φ. 80/Α/22-12-1909, σ. 285. 322. Προϋπολογισµός της απαιτουµένης δαπάνης διά την επισκευήν της οδού της φάραγγος Κουρταλιώτη εν Αγίω Βασιλείω Ρεθύµνης, Παράρτηµα της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως εν Κρήτη, φ. 80/Α/2212-1909, σ. 285. 323. Προϋπολογισµός της απαιτουµένης δαπάνης διά την κατασκευήν λιθίνης αποβάθρας εις την παραλίαν (Μύρθιο) Πλακιά, Παράρτηµα της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως εν Κρήτη, φ. 80/Α/22-12-1909, σ. 287.
278
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
324. Σαριδάκης Θεοχάρης (Παύλος Κεδραίος), Η µάχη της Καλής Συκιάς, Εθνική Φωνή (Ρεθύµνου), φ. 53/4-10-1945 κ.ε. 325. Σηµαντήρης Αλ. Μια λαϊκή παράδοση [Άγιος Νικόλαος ο Κουρταλιώτης], Κρητική Επιθεώρησις, φ. 5836/10-7-1965. 326. Σηφάκης Γιώργης (Σηµισακογιώργης), Το χρονικό της θυσίας στη Λαµπινή, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9464//25-1-2007. 327. Σκανδάλης Ν., Από τα εγκαίνια του ναού των 4ων Μαρτύρων εις Μέλαµπες, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 4045/23-4-1958. 328. Σκουρίτης Κ., Περί Μονών και Σχολείων, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 2739/13-4-1940. 329. Σπιτάδη-Κουµεντάκη Αντιγόνη, Η σχολική εορτή του χωρίου Μιξορρούµατος Αγ. Βασιλείου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4718/1-7-1961. 330. Σταυριανάκης Μιχαήλ, Η ολοκαύτωσις του χωρίου Λαµπινή, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 5846/2-3-1965 κ.ε. 331. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Η Παναγία η ∆εντρικιανή, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 8295/15-8-1973. 332. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Η Σχολή Αγ. Πνεύµατος, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 10446/22-4-1980. 333. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Ο Όσιος Γεράσιµος Μουρνέ, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10581/30-7-1981. 334. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Πρέβελης και 1821, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 9929/2-7-1978. 335. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Στο Ηµιγυµνάσιο του Αγίου Πνεύµατος, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 10451/27-4-1980. 336. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Το Άγιο Πνεύµα (Κισσού), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10454/24-2-1981. 337. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Το µονύδριο Αγίου Πνεύµατος: Ένας πνευµατικός φάρος που έσβησε, Κέντρος, Γενάρης 1993, σ. 7. 338. Σταυρουλάκης Ανδρέας Σ., Το φρούριο Αγ. Βασιλείου (Νευς), Βήµα Ρεθύµνης, φ. 9139/26-10-1975. 339. Σταυρουλάκης Χριστόφορος (Αγελάτης), Ο Πρέβελης στα 1821 (Ριζίτικο), Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3019/10-7-1955. 340. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Η καπετάννισα (sic) Μαρίνα του Ροδακίνου, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3850/17-8-1957. 341. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Η κοιλάς της Μύρθιου, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3841/6-8-1957.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
279
342. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Η κοιλάς του Κουµιανού ποταµού, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3844/9-8-1957. 343. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Η πρώτη µάχη του 21 στον Άϊ-Βασίλη, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3848/14-8-1957. 344. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Ροδάκινο, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3849/15-8-1957. 345. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Στο θάνατο του Πρεβελιώτη καπετάνιου, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3970/10-1-1958. 346. Σταυρουλάκης Χριστόφορος, Το µέγα λεκανοπέδιο Λάµπης, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 3845/10-8-1957. 347. Σταφυλάκης ∆ιονύσιος, Η Ι. Μονή Πρέβελη: Έκθεσις ∆ιονυσίου Σταφυλάκη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 306/28-12-1945 κ.ε. (18 συνέχειες). 348. Στιβακτάκης Αντώνης, Σαχτούρια, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 334/28-4-2000, σ. 10. 349. Σύλλογος Σακτουριανών Ρεθύµνου «Ο Τίµιος Σταυρός», Τα Σακτούρια Αγ. Βασιλείου, Κέντρος, φ. 14/1984. 350. Σύλλογος Σελλιών “Ο Φοίνιξ”, Παράρτηµα της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως εν Κρήτη, φ. 73/Α/23-11-1909 (Εγκριτικό διάταγµα και καταστατικό). 351. Ταταράκη Μαρία, Ροδάκινο Αγίου Βασιλείου, Κέντρος, Μάης 1989, σ. 8. 352. Ταταράκη Μαρία, Σαχτούρια, Κέντρος, Ιούνης 1989, σ. 8. 353. Τζανιδάκης Στυλιανός, Η µάχη της Μπαλέ: 49 χρόνια από τότε, Κέντρος, Μάρτης 1993, σ. 6. 354. Τουρνάκης Κώστας, Μονή Αγίου Πνεύµατος: 1836-1920, πρωτοποριακές εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9542/22-5-2007. 355. Τρούλης Μιχάλης, Η Μάχη της Κρήτης και το Μοναστήρι του Πρέβελη, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 475/28-6-2003 σ.σ. 14-15. 356. Τρουλλινός Ελευθέριος, Οι Μέλαµπες, Κρητική Επιθεώρηση, φ. 16927/30-3-2006, σ.σ. 12-13. 357. Τσάκωνας Πολύβιος, Ο Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4206/8-10-1959. 358. Τσάκωνας Πολύβιος, Τα νερά του Κουρταλιώτη, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1249/1-5-1949.
280
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
359. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Αγία Γαλήνη: Το νεότερο χωριό της επαρχίας µας, Κέντρος, Σεπτέµβριος 1992, σ. 3. 360. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Αηβασιλιώτες αγωνιστές στην Ολοκαύτωση του Αρκαδίου, Κέντρος, Νοέµβρης 1990, σ. 3 κ.ε. 361. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Αηβασιλιώτες καπετάνιοι και αξιωµατικοί του ΕΛΑΣ 1943-44, Κέντρος, Απρίλης 1992, σ. 3 κ.ε. 362. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Γνωριµία µε το οροπέδιο τση Γιους ο Κάµπος, Ρέθεµνος, φ. 126/18-6-2002, σ. 21. 363. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Ένα επίσηµο ενετικό έγγραφο για το µοναστήρι του Αγίου Πνεύµατος, Κέντρος, Μάης 1992, σ. 8. 364. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η δράση της Ι.Μ. Πρέβελη στη Γερµανοκατοχή, Κέντρος, Σεπτέµβριος 1991, σ. 3. 365. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η δράση του χωριού Κοξαρέ στην Εθνική Αντίσταση 1941-1944, Κέντρος, Ιούλης 1989, σ. 3. 366. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η ιστορική Μονή του Αγίου Πνεύµατος, Κέντρος, φ. Μάης 1988, σ. 3. 367. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η Μονή και η Σχολή του Αγίου Πνεύµατος: Η πρώτη που καταστράφηκε από τους Τούρκους το ’21 στην Κρήτη, Ρέθεµνος, φ. 75/29-5-2001. σ. 18. 368. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Η ολοκαύτωση της Λαµπινής, Κέντρος, φ. Γενάρης 1988, σ. 3. 369. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Κισσός: Το ψηλότερο χωριό τ’ Άη Βασίλη µε τα πολλά βυζαντινά και µεταβυζαντινά µνηµεία Κέντρος, φ. 1819/1984. 370. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Λίγα από την ιστορία της Μονής και Σχολής τ’ Αγ. Πνεύµατος, Κέντρος, φ. 17/1984. 371. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Μια αυθεντική µαρτυρία για τη λειτουργία της Σχολής του Αγίου Πνεύµατος, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 474/21-6-2003, σ.σ. 20-23. 372. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Οι µάχες του ΕΛΑΣ στον Αϊ Βασίλη την περίοδο 1941-44, Κέντρος, Φλεβάρης 1992, σ.3. 373. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Οι πρώτες µάχες του 1821 στην Κρήτη. Τσιλίβδικας-Άη Γιάννης Καηµένος-Καψαλές, Κέντρος, φ. Ιούνης 1989, σ. 3. 374. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Ο οικισµός της Αγίας Παρασκευής στον Άρδακτο και οι αναπτυξιακές του προοπτικές, Ρεθεµνιώτικα Νέα, φ. 9787/15-5-2008, σ. 8.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
281
375. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Σπήλι: Η πρωτεύουσα του ∆ήµου Λάµπης, αλλά και το χωριό της έντονης αντίφασης, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 426/15-6-2002. 376. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Στο µοναστήρι του Αγίου Πνεύµατος, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 10445/18-6-1981. 377. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Το βουνό Κέντρος, Κέντρος, φ. 1/1983 κ.ε. 378. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Το κάψιµο της Καλής Συκιάς, Κέντρος, φ. Ιούνης 1991, σ. 3. 379. Τσιγδινός Γιώργης Ν., Του Πρέβελη ο Τίµιος Σταυρός, Κέντρος, φ. 57/1987, σ. 3. 380. Τσουδερός Γεώργιος, Ο Κουρταλιώτης, Αγροτική Αυγή (Ρεθύµνου), φ. 38/27-1-1949. 381. Τσουδερός Γιάννης Ευθ., Τα γεγονότα στο µοναστήρι του Πρέβελη στις 24 και 25 Μάη του 1821, Ρέθεµνος, φ. 358/24-3-2007, σ. 27. 382. Τσουδερός Ιωάννης Εµµ., Ο Κουρταλιώτης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4191/20-9-1959. 383. Τσουπάκης Μανώλης, Για να γνωρίσοµε την πατρίδα µας, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1148/1-10-1933. 384. Τσουπάκης Νικολέων, Στο Ροδάκινο, τη νοτιοδυτική εσχατιά του Νοµού Ρεθύµνης: Ο τόπος των επαναστάσεων και της άγριας Κρητικής οµορφιάς, Ρέθεµνος, φ. 317/27-5-2006, σ. 16. 385. Τσουρδαλάκης Αντώνης, Η θυσία των Σακτουριανών, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 485/4-10-2003, σ.σ. 20-21. 386. Τωµαδάκης Ν.Β., Το τοπωνύµιον Αχτούντα, Παρατητρητής Χανίων, φ. 1540/22-12-1931. 387. Φασατάκης Νίκος, Αγωνιστές της επαρχίας Αγ. Βασιλείου 18661896, Κέντρος, Γενάρης 1993, σ. 3 κ.ε. 388. Φασατάκης Νίκος, Η επανάσταση 1895-97 και η επαρχία Αγίου Βασιλείου, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 102/1996 κ.ε. 389. Φασατάκης Νίκος, Θύµατα και αγωνιστές του παλαιού ∆ήµου Μελάµπων 1940-1944, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 96/1995. 390. Φασατάκης Νίκος, Ο Σύνδεσµος των φίλων της προόδου, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 82/1992. 391. Φασατάκης Νίκος, Οι Μέλαµπες και το Θέρισο, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 92/1994. 392. Φασατάκης Νίκος, Οι Μέλαµπες, Κέντρος, ∆εκέµβρης 1989, σ. 11.
282
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
393. Φασατάκης Νίκος, Το µοναστήρι του Βούλγαρη, Η Φωνή των Μελαµπιανών, φ. 83/1992. 394. Φλουρής Γεώργιος ∆., Τα µπαλκόνια του Νότου, Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 717/30-8-2008, σ. 19. 395. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ, Βρύσες, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6251/6-8-1966. 396. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ, Εορτασµός και τουρισµός [Μέλαµπες], Κρητική Επιθεώρησις, φ. 6134/24-3-1966 κ.ε. 397. Φραγκεδάκης Εµµανουήλ, Στην επαρχία των Αγίων, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1911/27-7-1951 κ.ε. (8 συνέχειες). 398. Φρυγανάκης Γιώργος, Το ολοκαύτωµα της Κοξαρέ (29-8-1944): Μνήµη ή λήθη; Ελευθερία (Ρεθύµνου), φ. 436/7-9-2002. 399. Φωτάκης Ε., Ο Πρέβελης: Η ερήµωσις και η αθλιότης, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 1799/15-8-1936. 400. Φωτάκης, Ευάγγελος, Το χωρίον Ακτούντα, Παρατητρητής Χανίων, φ. 1538/18-12-1931. 401. Χαλκιαδάκης Γ. κ.ά., [Η ίδρυση της Αγίας Γαλήνης], Τύπος Ρεθύµνης, φ. 16/25-3-1932. 402. Χαρκιαδάκης Γ. κ.ά., [Η ίδρυση της Αγίας Γαλήνης], Αρκάδιον, φ. 23/31-3-1885. 403. Χαχαριδάκης Ιωάννης, Η Μάχη των Μελάµπων, Βήµα Ρεθύµνης, φ. 7853/28-4-1971 κ.ε. (3 συνέχειες). 404. Χαχαριδάκης Ιωάννης, Η Μάχη των Μελάµπων, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 7900/27-4-1972 κ.ε. 405. Χοµπίτης Αναστάσιος, Λόγος εκφωνηθείς εις Κουρκουλόν Ροδακίνου την 24ην Μαΐου 1960 επί τη επετείω της αναπετάσεως της σηµαίας της επαναστάσεως 24-5-1821, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 4394/26-5-1960 κ.ε.. 406. Χοµπίτης Αναστάσιος, Τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου Ροδακίνου, Κρητική Επιθεώρησις, φ. 3585/21-8-1957 κ.ε.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
283
Αγαλλιανός, Α34, Β71, Β74, Β76, Β83, Β171, Γ186, Γ187, Γ188, Γ220, Γ238, Γ239, Γ240 Αγία Γαλήνη, Α13, Β4, Β9, Β11, Β32, Β37, Β38, Β39, Β40, Β53, Β54, Β55, Β56, Β57, Β58, Β59, Β64, Β68, Β88, Β110, Β123, Β133, Β134, Β135, Β168, Γ3, Γ52, Γ128, Γ178, Γ180, Γ221, Γ298, Γ359, Γ401, Γ402 Αγία Παρασκευή (οικισµός), Γ374 Αγία Πελαγία, Α22, Β139, Γ4, Γ96, Γ103 Αγία Φωτιά (τπν), Γ82 Άγιο Πνεύµα (µονή και σχολή), Α32, Α51, Β16, Β97, Β152, Β153, Γ35, Γ39, Γ43, Γ45, Γ104, Γ105, Γ131, Γ157, Γ162, Γ179, Γ208, Γ211, Γ261, Γ318, Γ319, Γ320, Γ328, Γ332, Γ335, Γ336, Γ337, Γ354, Γ363, Γ366, Γ367, Γ370, Γ371, Γ376 Άγιο Πνεύµα του Μαυρίκη (ναός), Γ101 Άγιος Αντώνιος (µονή), Γ80 Άγιος Βασίλειος (χ.), Β85, Β146, Γ21, Γ54, Γ170, Γ222, Γ338 Άγιος Ιωάννης Αλωτός (τπν), Β84 Άγιος Ιωάννης Καµένος,Α14,Α25, Β137, Γ5, Γ163, Γ223, Γ224, Γ304, Γ373 Άγιος Νικόλαος Βάτου (ναός), Β96 Άγιος Νικόλαος Κουρταλιώτης (ναός), Β95, Γ72, Γ111, Γ190, Γ204, Γ244, Γ271, Γ272, Γ301, Γ325 Άγιος Ονούφριος (ναός), Β122 Αγκουσελιανά, Β138, Β143, Γ23, Γ170, Γ225 Ακούµια, Α40, Β119, Γ27, Γ56, Γ226, Γ342 Ακτούντα, Γ6, Γ41, Γ93, Γ95, Γ209, Γ227, Γ386, Γ400 Άρδακτος, Γ7, Γ41, Γ198, Γ228, Γ374 Ασώµατος, Β42, Γ22, Γ71, Γ212, Γ235, Γ314 Ατσιπάδες, Β2, Β3, Β33 Αφέντης Χριστός (ναός), Β112 Βάτος, Α38, Α39, Β96, Γ8, Γ41, Γ210, Γ229, Γ257, Γ286, Γ289, Γ291 Βιώννος (αρχ. πόλη), Β70 Βούλγαρη, µονή, Β167, Γ393 Βρύσες, Γ9, Γ231, Γ395 Γέροντες, Α46 Γιαννιού, Γ30, Γ71
284
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
Γιους Κάµπος, Β13, Γ362 ∆ρύµισκος, Β 1 Κακό Ρυάκι (τπν), Γ302, Γ306 Κακοσκάλι (τπν), Γ167 Καλή Συκιά, Γ12, Γ324, Γ378 Κάνεβος, Β35, Γ232 Καρήνες, Β81, Β128, Β129, Γ17 Κάτω Κέρας, Α46 Καψαλές (τπν), Γ373 Κέδρος (βουνό), Α48, Β36, Β106, Β125, Β126, Β127, Β155, Γ134, Γ135, Γ136, Γ280, Γ377 Κεντροχώρι, Γ10, Γ230 Κεραµέ, Α34, Β70, Β72, Β73, Β74, Β75, Β80, Β84, Β86, Β142, Γ55, Γ58, Γ94, Γ119, Γ176, Γ233 Κιονία (αρχ. πόλη), Β70, Β72 Κισσός, Α52, Β154, Γ18, Γ41, Γ62, Γ130, Γ158, Γ170, Γ307, Γ369 Κισσού Κάµπος, Γ81 Κοξαρέ, Β12, Γ118, Γ121, Γ124, Γ159, Γ219, Γ365, Γ398 Κορακιάς (τπν), Β3 Κοτσυφού (φαράγγι), Α27, Α28, Γ321 Κορέδω (κουλές), Γ237 Κουρκουλός (τπν), Β25, Β26, Β91, Β92, Β93, Β94, Γ114, Γ115, Γ405 Κουρταλιώτης (φαράγγι), Α27, Β95, Β170, Γ72, Γ79, Γ87, Γ88, Γ109, Γ142, Γ143, Γ145, Γ175, Γ196, Γ205, Γ271, Γ272, Γ296, Γ297, Γ308, Γ322, Γ357, Γ358, Γ380, Γ382 Κρύα Βρύση, Α46, Β5, Β23, Β29, Β126, Β127, Β131, Β132, Γ19, Γ51, Γ164, Γ180, Γ181, Γ262, Γ309, Γ310, Γ311, Γ312 Λάµπη (τπν), Β100, Γ342 Λαµπηνή, Β7, Β8, Β19, Β24, Β27, Β66, Β78, Β101, Β105, Β108, Β120, Β121, Β141, Β156, Β158, Β160, Γ13, Γ47, Γ61, Γ63, Γ64, Γ66, Γ97, Γ99, Γ137, Γ147, Γ156, Γ160, Γ165, Γ183, Γ206, Γ241, Γ251, Γ252, Γ253, Γ254, Γ263, Γ264, Γ265, Γ273, Γ276, Γ284, Γ285, Γ299, Γ302, Γ 326, Γ330, Γ368 Λάµων (αρχ. πόλη), Β48 Λευκόγεια, Γ28, Γ70, Γ71 Λίγκρες, Β77, Γ234
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
285
Μαλαθρέ, µονή, Β114, Γ295 Μαριού, Β89, Β145, Γ31, Γ313 Μέλαµπες, Α15, Α16, Α17, Α18, Α19, Α20, Α21, Α54, Α55, Α56, Α58, Α60, Α69, Β14, Β15, Β130, Β151, Β157, Β162, Β163, Β164, Β165, Γ2, Γ20, Γ49, Γ50, Γ67, Γ78, Γ84, Γ86, Γ91, Γ107, Γ127, Γ161, Γ170, Γ182, Γ203, Γ303, Γ327, Γ356, Γ389, Γ390, Γ391, Γ392, Γ396, Γ403, Γ404 Μητρόπολις Λάµπης Συβρίτου και Σφακίων, Β125, Β159, Γ138, 152 Μιξόρρουµα, Β128, Β129, Β149, Γ48, Γ102, Γ120, Γ125, Γ170, Γ215, Γ217, Γ329 Μουρνέ, Α41, Β111, Β113, Β114, Β115, Β116, Β117, Β118, Γ132, Γ197, Γ295, Γ320, Γ333 Μπαλέ, Β50, Γ353 Μύρθιος, Γ14, Γ341 Ξερόν Όρος, Β112 Ξηροκάµπια (τπν), Γ80 Ορνέ, Γ15, Γ122 Όσιος Γεράσιµος (ναός), Β 116, Γ333 Παλαιόλουτρα, Β138, Γ23 Παναγία η ∆ενδρικιανή (ναός), Γ330 Πατρελιανά (τπν), Β20 Πλακιάς, Α3, Α23, Β45, Β48, Γ207, Γ316, Γ323 Πλατανές, Γ24 Ποροφάραγγο, Γ111 Πρέβελη, µονή, Α1, Α2, Α5, Α6, Α7, Α8, Α9, Α10, Α24, Α33, Α36, Α37, Α49, Β6, Β41, Β49, Β62, Β104, Β107, Β141, Β144, Β147, Β150, Β161, Γ16, Γ34, Γ42, Γ44, Γ74, Γ75, Γ83, Γ98, Γ116, Γ129, Γ133, Γ140, Γ146, Γ172, Γ173, Γ184, Γ189, Γ195, Γ216, Γ243, Γ245, Γ246, Γ249, Γ256, Γ258, Γ259, Γ260, Γ267, Γ268, Γ269, Γ270, Γ274, Γ275, Γ277, Γ281, Γ282, Γ283, Γ287, Γ288, Γ292, Γ315, Γ317, Γ334, Γ339, Γ345, Γ347, Γ355, Γ364, Γ380, Γ399 Ροδάκινο, Β25, Β26, Β52, Β102, Β169, Γ25, Γ46, Γ168, Γ171, Γ249, Γ340, Γ344, Γ351, Γ384, Γ405, Γ406 Σαχτούρια, Β43, Β90, Β103, Β109, Γ26, Γ53, Γ57, Γ68, Γ73, Γ108, Γ126, Γ139, Γ140, Γ148, Γ154, Γ218, Γ278, Γ290, Γ294, Γ348, Γ349, Γ352, Γ385
286
ΓΙΑΝΝΗΣ Ζ. ΠΑΠΙΟΜΥΤΟΓΛΟΥ
Σελλιά, Α4, Α35, Β17, Β47, Β49, Γ29, Γ37, Γ38, Γ70, Γ153, Γ255, Γ279, Γ350 Σιδέρωτας (βουνό), Γ90 Σκοπευτικός Σύλλογος Αγ. Πνεύµατος «Το Κέντρος», Γ106 Σπήλι, Β22, Β30, Β65, Β108, Γ1, Γ11, Γ54, Γ89, Γ92, Γ100, Γ110, Γ123, Γ191, Γ192, Γ193, Γ194, Γ199, Γ201, Γ236, Γ242, Γ250, Γ293, Γ375 Τσιλίβδικας (τπν), Β63, Γ113, Γ373 Φραττί, Β60, Β61, Γ32, Γ200 Φωτεινάρι (τπν), Β51 Χλιαούτη Χάνι (τπν), Γ76
ΒΑΣΙΛΗΣ MIX. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Αγιοβασιλειώτικη Γιαλιά: Πύλη του νότου της Κρήτης. Γεωτοπωνυµικές αναφορές, µύθοι και ιστορία
Η Κρήτη πάντοτε υπήρξε ένας σηµαντικός κόµβος, ένα σταυροδρόµι µέσω του οποίου διακινήθηκαν, τουλάχιστον κατά το πιο πρόσφατο γεωλογικό παρελθόν, χερσαίες πανίδες κυρίως θηλαστικών. Όταν οι γεωλογικές ανακατατάξεις απέκοψαν τις γέφυρες επικοινωνίας µε τις γύρω στεριές, τα ζώα αυτά αποµονώθηκαν και ενδήµησαν στο χώρο της Κρήτης. Με το πέρασµα των χιλιετιών απέκτησαν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δεξιότητες, για να αντεπεξέλθουν στο νησιώτικο περιβάλλον. Υπήρξαν, λοιπόν, µέχρι και πριν από 10.000 χρόνια, στην Κρήτη πολυµορφικά ελάφια, µεγαλόσωµοι και νάνοι ελέφαντες, µικρόσωµοι και πυγµαίοι ιπποπόταµοι, που µπορούσαν να σκαρφαλώνουν στα βουνά. Ακόµα, σύµφωνα µε όσα γνωρίζοµε µέχρι σήµερα, πριν από 17.000 χρόνια, υπάρχουν ενδείξεις για τα ταξίδια των προνεολιθικών ανθρώπων στη Μεσόγειο, οι οποίοι είχαν στην Κρήτη σηµαντικό σταθµό εγκατάστασης, περίπου 6.000 χρόνια πριν1. Οι επόµενες και πιο πρόσφατες χι1 Το καλοκαίρι του 2008 οµάδα ξένων και Ελλήνων, αρχαιολόγων και γεωλόγων πραγµατοποίησαν έρευνες σε σπήλαια, βραχοσκεπές και σε παράκτιες αναβαθµίδες και ιζήµατα στον Πλακιά, ∆αµνόνι, Αµµούδι, Σχοινάρια, Γιαννιού και Πρέβελη, όπου εντόπισαν προνεολιθικά εργαλεία. Επειδή η ανακάλυψη ήταν πολύ σηµαντική, οι έρευνες συνεχίσθηκαν και το 2009. Σύµφωνα πάντα µε τους συγκεκριµένους επιστήµονες συλλέχθηκαν πάνω από 2000 λίθινα αντικείµενα, µερικά από τα οποία έχουν ηλικία 700.000 χρόνια πριν. Τα εργαλεία: χειροπελέκεις, ξέστρα, τσεκούρια και λαξευµένες κροκάλες, είναι κατασκευασµένα από αδροµερή υλικά χαλαζιτών και χαλαζία, ενώ έχουν αποσπασθεί µέσα από κροκαλοπαγείς αποθέσεις. Εκτιµούνται ως παλαιολιθικά, δηλαδή είναι περίπου 160.000, 130.000, 100.000, 80.000 κλπ. ετών και µαρτυρούν παρουσία ανθρώπων, πιθανόν του Homo Εrectus ή H. Hedelbergensis ή H. Neandertaliensis ή H. Sapiens Sapiens, (ο τελευταίος έχει εντοπισθεί στη βόρεια Αφρική). Οι παλαιολιθικοί αυτοί άνθρωποι δεν κατοικούσαν υποχρεωτικά στις θέσεις αυτές, έφθαναν όµως σ’ αυτές, µάλλον περιοδικά και ίσως ταξίδευαν από τη θάλασσα ως την Κρήτη. Είναι πολύ πρόωρο να εξαχθούν συµπεράσµατα, µια και η έρευνα είναι ακόµη στα πρώτα της στάδια. Η µελέτη των υλικών πολύ δύσκολη και υποκειµενική, και οι χρονολογήσεις χωρίς επαρκή υποστήριξη. Είναι όµως ενθαρρυντικό και ενισχυτικό στην υπόθεση και στη θέση που παίρνει η παραπάνω εργασία ότι πριν 130.000 χρόνια, πύλη του νότου της Κρήτης ήταν η Αγιοβασιλειώτικη Γιαλιά.
288
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
λιετίες κατέστησαν την Κρήτη σηµείο συνάντησης και διακίνησης πολιτισµών (από Ασία, Αφρική και Ευρώπη). Οι πύλες εισόδου στην Κρήτη βρίσκονται κυρίως στη βόρεια ακτή της, για τις µετακινήσεις που πραγµατοποιούνται µέσω του Κρητικού και του Αιγαίου Πελάγους. Αρκετές είσοδοι υπάρχουν στο Λυβικό Πέλαγος, νότια ακτή της Κρήτης, ενώ πρέπει να υπήρξαν πολύ περισσότερες στο παρελθόν. Η ακτογραµµή της νότιας Κρήτης χαρακτηρίζεται από υψηλές απότοµες και βραχώδεις ακτές στο µεγαλύτερο µέρος της. Εξάλλου, σύµφωνα µε τους γεωλόγους από την ακτογραµµή της Νότιας Κρήτης, ξεκινά η τεκτονική τάφρος (σχήµα 1). Η τάφρος δηµιουργήθηκε από εγκάρσια ρήγµατα και γίνεται αισθητή µόλις µερικές δεκάδες µέτρα απόσταση από την ακτή, όπου η θάλασσα βαθαίνει απότοµα µέχρι και 3.000 µέτρα (σχήµα 2). Η µεταβολή της στάθµης της θάλασσας, τα ίχνη της οποίας φαίνονται σήµερα αποτυπωµένα στις κάθετες βραχώδεις ακτές, δεκάδες µέτρα ψηλότερα ή εκατοντάδες µέτρα βαθύτερα, οι σεισµοί µε τις συνέπειές
Σχήµα 1. Η τάφρος Νότια της Κρήτης LE PICHON (1979). Σκαρίφηµα του Ελληνικού τόξου µε τις τάφρους Ελληνική 1, Πλινίου 2 και Στράβωνος 3, 4. Τα βέλη δείχνουν τη φορά της κίνησης µεταξύ Αφρικανικής και Αιγαίας λιθοσφαιρικής πλάκας
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
289
Σχήµα 2. Σκαρίφηµα µε τις ισοβαθείς καµπύλες του Κρητικού και του Λιβυκού πελάγους
τους και η έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης θεωρούνται οι κύριες αιτίες καταστροφής των παράκτιων εγκαταστάσεων, που έγιναν σε προϊστορικές και πρωτοϊστορικές εποχές, χωρίς να υπάρχουν µαρτυρίες γραπτές ή επαρκή στοιχεία που να το αποδεικνύουν. Η µετακίνηση των λιθοσφαιρικών πλακών, οι ανυψώσεις βορειοδυτικά και οι καταβυθίσεις νοτιοανατολικά των ακτών της Κρήτης (σχήµα 3), µε ό,τι αυτά συνεπάγονται, διαµόρφωσαν και διαµορφώνουν ακόµη και σήµερα τα παράλια της Κρήτης.
Σχήµα 3. Τεκτονικό δίπολο Κρήτης, ανυψώσεις και καταβυθίσεις
290
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Ας θυµηθούµε για παράδειγµα ότι το λιµάνι στην αρχαία Φαλάσαρνα βρίσκεται πλέον στη στεριά, περίπου 9 µέτρα πιο ψηλά από τη σηµερινή επιφάνεια της θάλασσας, (ανύψωση Β.∆. Κρήτης), ενώ τα ερείπια της αρχαίας Ολούντας – Ελούντας βρίσκονται σε βάθος περισσότερο από 2 µέτρα από τη σηµερινή επιφάνεια της θάλασσας (καταβύθιση Ν.Α. Κρήτης). Οι δυνατότητες να προσεγγίσει κανείς τις βραχώδεις απότοµες ακτές της νότιας Κρήτης, και να ελλιµενισθεί, είναι πολύ περιορισµένες, εξ αιτίας και των συχνών ισχυρών ανέµων. Οι πιθανότητες δε να συναντήσει κανείς υποδοµές σε µη οργανωµένες ακτές που να του εξασφαλίζουν την προσβασιµότητα στο εσωτερικό του νησιού είναι µηδαµινές. Παρ’ όλα αυτά, και κυρίως στο παρελθόν, υπήρξαν σηµεία, που αποτέλεσαν τις πύλες εισόδου και εξόδου της Νότιας Κρήτης και της Αγιοβασιλειώτικης γιαλιάς από και προς τον κόσµο. Τα τοπωνύµια της περιοχής και οι γύρω απ’ αυτά παραδόσεις και µύθοι µάς βοηθούν να συµπεράνουµε ότι η περιοχή της νότιας Γιαλιάς του Ρεθύµνου διαδραµάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στις χιλιετίες της ανθρώπινης ιστορίας µέχρι τα σύγχρονα χρόνια. Η µυθολογούµενη αρπαγή της Ευρώπης και η είσοδός της από τη Νότια Κρήτη ίσως είναι το κορυφαίο γεγονός, ακόµη και συµβολικά, για τη γέννηση του Ευρωπαϊκού πολιτισµού. Ας µη λησµονήσοµε, όµως, τα ονόµατα των διαφόρων πόλεων της Αγιοβασιλειώτικης γιαλιάς µε ή χωρίς λιµάνια, κατάλληλα ή όχι2. 2 «Ψύχιον: Πόλη της Νότιας Ακτής µεταξύ Λάµωνος και ∆ούλων Πόλεως (Ιεραπόλεως). Φοίνιξ: Πόλη στη νότια ακτή ανατολικά του Φοινικούντος. Υπάγονταν για κάποιο διάστηµα στη Λάππα. Σύβριτα: Πόλη Ν.Α. της Ίδης. Άµεση επικράτειά της ήταν η περιοχή του σηµερινού ∆ήµου Συβρίτου, ενώ πιθανώς απ’ αυτήν ήταν εξαρτηµένες και οι πόλεις Κόριον και Σουλία. Σουλία ή Σουλήνα: Όνοµα παράκτιας θέσης, για την οποία ο Σταδιασµός (maris magni 324) αναφέρει «από Ματάλης εις Σουλίαν στάδιοι ξε´ ακρωτήριον εστίν ανέχον προς µεσηµβρίαν. λιµήν εστί.ֹ καλόν ύδωρ έχει.» Και (325) «από Σουλήνας εις Ψυχέαν στάδιοι ιβ΄» Επίνειο του Κορίου στη θέση της Αγ. Γαλήνης. ∆ιακριτή κάπως χώρα της είναι το νότιο τµήµα της περιοχής Αποδούλου, Αγια Παρασκευή, Μάντρες, έως Μέλαµπες, Αγία Γαλήνη. Λάππα ή Λάµπη: Πόλη στα βόρεια µεταξύ Αλλαρίας (Αµφιµαλίου) και Ρίθυµνας. Η χώρα της συγκροτείται από τις περιοχές της αρχαίας Λάππας. Στα σηµερινά ∆ράµια βρισκόταν το επίνειο της Ύδραµος ή Υδραµία. Έλεγχε και τη νότια περιοχή µε τον Φοίνικα και την ενδιάµεση ορεινή λεκάνη του Καλλικράτη.
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
291
Το περίφηµο ναυάγιο στα ανοιχτά της Αγίας Γαλήνης τη ρωµαϊκή περίοδο µε το θησαυρό και τα χάλκινα κοµψοτεχνήµατα, που βρίσκονται σήµερα στο µουσείο Ρεθύµνου, τα βήµατα του Αποστόλου Παύλου στην Κρήτη και ειδικά στην περιοχή της Αγιοβασιλειώτικης Γιαλιάς, όπως θέλουν οι παραδόσεις αλλά και πολλές ενδείξεις και τοπωνύµια, ενισχύουν την έννοια της πύλης του Νότου και κατ’ επέκταση της ύπαρξης λιµανιών κατά τα ελληνορωµαϊκά και τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Η αραβοκρατία, ο Νικηφόρος Φωκάς, τα Βυζαντινά χρόνια αφήνουν πολλές παραδόσεις και αρκετά τοπωνύµια στην περιοχή που εξετάζοµε: Σαρακίνα, Συριάτης, Αγαλλιανός (τοπωνύµια στα Κεραµέ) κ.λπ. Ο δρόµος µε το τοπωνύµιο: Στσ’ Ανατούς, (Χρίστος Μακρής) παράλληλος περίπου µε το φαράγγι του Κοτσυφού και που φθάνει µέχρι το Λυβικό Πέλαγος (περιοχή Πλακιά), δηλώνει τον εµπορικό και όχι µόνο δρόµο των Ενετών > Στσ’Ανατούς, δηλαδή των Ενετών, που χρησιµοποιούσαν για τη διακίνηση του εµπορίου τους µεταξύ Αιγαίου (Κρητικού µε το Λιβυκό Πέλαγος). Τίποτα δεν αποκλείει ο δρόµος αυτός να είναι στα ίχνη ενός ακόµη παλαιότερου, αυτού της αρχαίας Λάππας (ανακοίνωση διευθύντριας ΑρΛάµων: Πόλη στη Νότια ακτή µεταξύ Ψυχίου και Φοίνικος. Χώρα της ήταν η περιοχή µέχρι και τα Κεραµέ, στην οποία βρισκόταν και η εξαρτηµένη κώµη Απολλωνία. Κουρτώλια: Ίσως όνοµα κώµης στα νότια της περιοχής υπαγόµενης στη Φάλλανα. Κόριον ή Κώριον: Πόλη της νότιας περιοχής, νότια από τη Σύβριτο. Ίσως υπαγόταν κατά κάποιο τρόπο σε αυτή. Χώρα της ήταν η περιοχή Αποδούλου, Αγίας Παρασκευής και επίνειό της η Σουλία στη θέση Αγ. Γαλήνης. Καύνος: Όνοµα πόλης της Κρήτης κατά Στέφανον Βυζάντιον (λ. Καύνος. Θεωρείται λάθος από παρανάγνωση του Καύδος (Γαύδος). Ίσως όµως πράγµατι ήταν άλλη πόλη η κώµη. Η χώρα της δεν εντοπίζεται. Ιερόπολις ή Ιεράπολις: Πόλη της Νότιας πλευράς ανάµεσα στο Κόριον και το Ψύχιον. Χώρα της ήταν η περιοχή Ακουµίων, µαζί µε αυτή των Σαχτουρίων, όπου βρίσκονταν η εξαρτηµένη κοινότητα ∆ουλήν (∆ούλων Πόλις – Σουλήνα). ∆ουλόπολις ή ∆ούλων Πόλις: Εξαρτηµένη κοινότητα στη νότια ακτή µεταξύ Ψυχίου και Σουλίας. Υπάγεται µάλλον στην Ιεράπολιν ή Ιερόπολιν. Πιθανώς ονοµαζόταν ∆ουλήν, που στο Σταδιασµό παραγράφεται σε Σουλήνα. ∆αίδαλα: Πόλη κατά τον Στέφανο Βυζάντιο (πηγή του ο Ξενίων 150 π.Χ.). ∆εν έχει εντοπισθεί η χώρα της. ίσως παραγράφει τους ∆αταλείς. (∆άταλα). Σύµφωνα µε τον Paul Faure φαίνεται ότι ευρίσκετο στην περιοχή των υψωµάτων Βουβάλας και Λαυρασού δυτικά της Αγίας Γαλήνης, ή ακόµη δυτικότερα προς τον Ασιδέρωτα υψόµετρο 1170 µέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας». Βασιλάκης κ.α., εφηµ. ΠΑΤΡΙΣ Ηρακλείου.
292
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
χαιολογικού Μουσείου Ρεθύµνης κ. Γαβριλάκη) ή να συνδέεται µε την περιοχή Φοίνικα, όπως αυτή παρουσιάζεται σε τοιχογραφία της Μινωϊκής εποχής, και παραπέµπει στο Μέγα Ποταµό και την περιοχή Λίµνης Πρέβελη (όπως σε διαφάνεια παρουσιάστηκε, στα πλαίσια του συνεδρίου, από την προϊσταµένη της ΚΕ΄ ΕΠΚΑ κ. Βλαζάκη). Την περίοδο της Τουρκοκρατίας η χρησιµοποίηση των ακτών Κεραµέ αλλά και Λίµνης Πρέβελη, του Πλακιά - Φοίνικα, των Σαχτουρίων και του Ροδάκινου ενίσχυσαν τον αγώνα των επαναστατών, αλλά και λύτρωσαν γυναικόπαιδα και άµαχους µε την έξοδο τους προς την ελευθερία (εικόνα 4). Το 1833, όταν η Κρήτη βρίσκεται υπό Αιγυπτιακή εξουσία, ο Μωχάµετ Άλυ φροντίζει να στέλνεται στην Αίγυπτο καύσιµη ύλη από την Κρήτη, ορυκτοί γαιάνθρακες, κυρίως λιγνίτες. Ανακαλύφθηκαν τυχαία στο χωριό Παλαιόλουτρα Αγ. Βασιλείου και αργότερα στη Μύρθιο3.
Εικόνα 4. Γκραβούρα µε θέµα την αποµάκρυνση από παραλία της νότιας Κρήτης άµαχων γυναικόπαιδων και γερόντων, µε τη βοήθεια Ευρωπαίων εθελοντών, για επιβίβαση στα πλοία και µεταφορά τους σε ασφαλέστερες, µη εµπόλεµες περιοχές
3 Σύµφωνα µε έρευνες και µελέτες που έχει εκπονήσει το ΙΓΜΕ, σήµερα είναι γνωστά, εκτεταµένα πεδία κοιτασµάτων λιγνίτη στην ευρύτερη περιοχή Αγκουσελιανά – Πλακιά. Τα κοιτάσµατα βρίσκονται σε σχετικά µεγάλο βάθος από την επιφάνεια του εδάφους. Οι λιγνίτες που εµπεριέχονται σ’ αυτά είναι µικρής θερµαντικής ικανότητας, ενώ το κόστος εξόρυξής τους και το περιβαλλοντικό κόστος είναι σηµαντικά.
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
293
Η περιοχή φόρτωσης των λιγνιτών βρίσκεται στη Νότια Κρήτη και συγκεκριµένα στον όρµο του Πλακιά. Η φόρτωση γινόταν από τη θέση Παλίγρεµνος, σηµείο ∆ιγενή Γονατές, όπου ανοίγονται δυο µικρά παράκτια σπήλαια µικρών διαστάσεων µε φορά από τα ∆υτικά προς τα Ανατολικά (σχήµα 5). Οι δυο αυτές είσοδοι ενώθηκαν µε µια τεχνητή σήραγγα µεταφοράς, που έγινε εκείνη την περίοδο για το συγκεκριµένο σκοπό. Η όλη επιχείρηση εξόρυξης µεταφοράς, αποθήκευσης και φόρτωσης γινόταν µε 60 περίπου εργάτες και µε πολλά ζώα. Το σκάφος στο οποίο φορτώναν το λιγνίτη πλησίαζε πολύ κοντά στην απότοµη ακτή του Παλίγρεµνου, στις εισόδους των σπηλαίων και πιθανόν µε σανίδες, ή µε µικρή πλωτή εξέδρα ή µαούνες, οι εργάτες φόρτωναν. Αργότερα στις ίδιες περιοχές, «...στα απότοµα και κρηµνώδη µέρη του Αγ. Βασιλείου, επαρχίας πλησίον των Σφακίων», όπως γράφει ο Σκίννερ στο βιβλίο του (Σκληραγωγίαι εν Κρήτη κατά το 1867), «καταφθάνουν για βοήθεια το Σεϊτάν Παντελή», όπως έλεγαν οι Τούρκοι το Πανελλήνιον.
Σχήµα 5. Το σχετικό σκαρίφηµα έχει γίνει από τα µέλη της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρείας, του Τµήµατος Κρήτης: Γκαρό ∆εδεγιάν και Παραγκαµιάν Σάββα
294
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Οι παράτολµοι ναυτικοί συνεχίζουν να ενισχύουν τους επαναστάτες και τον αγώνα. Πλησιάζουν µε τα µυθικά πλοία τους τις απότοµες νότιες ακτές και εφοδιάζουν τους Κρήτες µε πολεµοφόδια και οπλισµό, αποβιβάζουν εθελοντές και φυγαδεύουν γυναικόπαιδα και γέροντες στη Γαύδο, στα Παξιµάδια ή την Πελοπόννησο. Ναυµαχούν µε τον περιπλέοντα τουρκικό στόλο, και καταφέρνουν να διαφεύγουν τις περισσότεΕικόνα 6. Από γκραβούρα εποχής που απεικονίζει τον παράτολµο καπετάνιο ρες φορές µε µικρές απώλειες. Στην περιοχή «Καραβοτόπι» του όρµου Φοινικίδια των Σαχτουρίων, ο καπετάνιος Σαχτούρης Νικ., (εικόνα 6) σύµφωνα µε την παράδοση, είχε το αγαπηµένο του αγκυροβόλι. Αυτό ακριβώς υπήρξε η αιτία κατά µία εκδοχή ο οικισµός να πάρει το όνοµα Σαχτούρια (πληροφορία Μιχάλης Αποστολάκης). Όµως, τα Σαχτούρια υπήρχαν από το 16ο αιώνα µε αυτό το όνοµα. Αυτά, λοιπόν, τα λιµάνια4 στις χιλιετίες και στους αιώνες που πέρασαν υπήρξαν οι Πύλες του Νότου. Από αυτές τις πύλες διακινήθηκε ο κρητικός λαός, αλλά και έφθασαν στην Κρήτη φίλοι λαοί και κατακτητές σ’ όλους τους αιώνες, ενώ πιο πρόσφατα από δω πέρασε ο χρυσός της Ελλάδος, από δω φυγαδεύτηκαν µέσω της «Πύλης της Ελευθερίας» Έλληνες και σύµµαχοι για τη Μέση Ανατολή. Θα σταθούµε όµως σε δύο τοπωνύµια που έχουν χαρακτηρίσει την περιοχή και έχουν αντέξει στις χιλιετίες. Και τα δυο βρίσκονται µεταξύ µύθου και ιστορίας. Αυτά είναι του ∆αιδάλου και του Αγίου Παύλου. 4 Σήµερα πολλά από τα λιµάνια της Γιαλιάς έχουν εξαφανισθεί εντελώς και άλλα βρίσκονται κάτω από σύγχρονες εγκαταστάσεις. Ένα τέτοιο λιµάνι είναι αυτό του Πλακιά (Φοίνικα) προς Σούδα. Σχετικές έρευνες και υποθέσεις έχει κάνει ο Χρίστος Μακρής.
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
295
ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ ∆ΑΙ∆ΑΛΟΥ
Σύµφωνα µε τη µυθολογία, ο ∆αίδαλος υπήρξε εφευρέτης και ευφυής τεχνουργός, µηχανικός, αρχιτέκτονας, καλλιτέχνης. Κατασκεύασε για λογαριασµό του Μίνωα, ανάκτορα, λαβύρινθους, χάλκινους γίγαντες κ.α. ∆εν µπορούσε όµως να φύγει από την Κρήτη και να µεταφέρει την τεχνογνωσία του σε άλλες περιοχές, γι’ αυτό εξορίστηκε και φυλακίσθηκε από το Μίνωα. Τον ∆αίδαλο και τον γιο του Ίκαρο, σύµφωνα µε µια εκδοχή, περιόρισε στα νησιά Παξιµάδια (οι αρχαίες Λητώαιες νήσοι), που απέχουν 6 µίλια νοτιοδυτικά της Αγίας Γαλήνης. Ο Buondelmonti αναφέρει5: «Το νησί Παξιµάδι διακρίνεται αριστερά. Υπήρξε όπως λένε, η φυλακή του ∆αιδάλου και του Ίκαρου. Σήµερα ακόµη φαίνονται εκεί τείχη» (φωτ. 7). Έτσι, όταν αποφάσισε να δραπετεύσει από την Κρήτη, διάλεξε τη Νότια Κρήτη και κατασκεύασε φτερά, για να πετάξουν µαζί µε τον Ίκαρο και να αποφύγουν την οργή του Μίνωα. Πράγµατι, κατάφεραν να απογειωθούν πέφτοντας από κάποιο βράχο. Τα µοναδικά τοπωνύµια που διασώζουν το όνοµα του ∆αίδαλου είναι στις περιοχές Αγ. Γαλήνης – Σαχτουρίων και αυτός είναι ο πιο σοβαρός λόγος για να ταυτισθούν µε το σηµείο διαφυγής. Η αρχαία πόλης ∆αιδάλα, η οποία δεν έχει εντοπι-
Φωτο 7. Η νότια ακτή και τα Παξιµάδια
5 «…Quo Paximadi insula a leva manifestatur et ut dicitur carcer Dedali atque Ιcari fuit et quo, usque hodie, muralia carceris mostrandur». Ένας γύρος της Κρήτης στα 1415 έκδοση Spitael.
296
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
σθεί επακριβώς, σύµφωνα µε τον Πωλ Φωρ, βρίσκεται στα υψώµατα της Βουβάλας και του Λαυραστού δυτικά της Αγίας Γαλήνης. Υπάρχει επίσης σχετικό τοπωνύµιο στα Πλατάνια της πρώην επαρχίας Αµαρίου, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος αλλά εκτός εµβέλειας της παρούσας εργασίας. Σήµερα, πάνω από την Αγ. Γαλήνη στο λοφίσκο που δεσπόζει στο λιµάνι, στα δυτικά της λιµενολεκάνης, έχουν τοποθετηθεί τα αγάλµατα µε τις µορφές του ∆αίδαλου και του Ίκαρου. Η πτήση έγινε χωρίς να υποψιαστεί κανείς αυτό το εγχείρηµα, ο Μίνωας άργησε να µάθει τα της φυγής, αλλά και ελάχιστοι αντιλήφθηκαν την επιχείρηση που πρέπει να είχε στηθεί µε απόλυτη επιµέλεια6. Ασφαλώς τα τέχνεργα και οι µηχανές της πτήσης θα κατασκευάσθηκαν και θα ήταν κρυµµένα σε σπήλαια της περιοχής. Ένα ενάλιο σπήλαιο στην Αγ. Γαλήνη και ένα σπήλαιο στην περιοχή Αγ. Παύλος Σαχτουρίων θα ήταν πιθανόν οι αποθήκες των υλικών και των τεµαχίων της πτητικής µηχανής που χρησιµοποίησαν. Ο µύθος θέλει να ήταν φτερά και λουριά στερεωµένα µε κερί. Γνωρίζοντας πλέον την κατάλληλη στιγµή, ο ∆αίδαλος επέλεξε το σηµείο απογείωσης συναρµολόγησε τα φτερά, τα έδεσε δυνατά µε λουριά πάνω στο σώµα του Ικάρου και το δικό του και απογειώθηκαν. Θα χρειάστηκαν µήνες ή χρόνια παρατηρήσεων και υπολογισµών των ανέµων από τους πολυµήχανους εφευρέτες. Όποιος γνωρίζει την Αγιοβασιλειώτικη Γιαλιά, γνωρίζει ότι ο δυνατός αέρας είναι πολύ διαδεδοµένος σε µεγάλο διάστηµα του έτους, τόσο την ηµέρα όσο και τη νύχτα. Πολλές φορές είναι τόσο ισχυρός, που σηκώνει πέτρες, όπως φηµολογείται. ∆εν θα µπορούσε, λοιπόν, να σηκώσει δυο πτητικές µηχανές; 6 Στην εφηµερίδα ΑΠΟΨΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ στις 14 Αυγούστου 2007 διαβάζοµε: ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΤΗΣΗ. Ο πολυµήχανος πατέρας ∆αίδαλος κατασκευάζει και την τελευταία φτερούγα µε τη βοήθεια της οποίας, όπως πιστεύει, θα “πετάξει” µαζί µε το γιο του µακριά από την Κρήτη, όπου τους κρατούσε δέσµιους ο βασιλιάς Μίνωας. ∆εν υποψιάζεται ωστόσο το τραγικό φινάλε, ότι άθελά του θα οδηγήσει το γιο του Ίκαρο σε µια πτήση θανάτου... Πάνω στο βράχο του λιµανιού της Αγίας Γαλήνης – σηµείο από όπου σύµφωνα µε την παράδοση πέταξαν ο ∆αίδαλος και ο Ίκαρος, στην προσπάθεια τους να ξεφύγουν από τον Μίνωα – ο ∆ήµος Λάµπης κατασκεύασε το µνηµείο της φωτογραφίας αφιερωµένο στους δυο τραγικούς µε ήρωες της µυθολογίας, πρωτοπόρους δε της αεροπορίας, για να µας θυµίζει ότι ζούµε σ’ ένα τόπο µε αύρα µυθική...
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
297
Εκτός από τη µυθολογία και τις πάρα πολλές αναπαραστάσεις που υπάρχουν για την πτήση και την πτώση του Ίκαρου και το θάνατο του στο Ικάριο πέλαγος, η µυθολογική ερµηνεία θα µπορούσε να είναι ένας απλός συµβολισµός της παντοδυναµίας της Μινωικής Κρήτης και της πολυµήχανης ιδιοφυΐας του ∆αιδάλου. Ο ∆αίδαλος γνώριζε την ιδιαιτερότητα του ανέµου στην περιοχή της Νότιας Κρήτης και την είχε µελετήσει επαρκώς. Ο ξακουστός τεχνίτης κατασκεύασε µια τόσο πειστική αγελάδα από ξύλο και δέρµα, ξεγέλασε έναν πραγµατικό ταύρο και τον κατάφερε να σµίξει µε το έργο του (δηλαδή την ψεύτικη αγελάδα) που µέσα της ήταν κρυµένη η Πασιφάη. Αυτός που έφτιαξε τα δαιδαλώδη ανάκτορα και τον Λαβύρινθο, αυτός που κατασκεύασε τον χάλκινο Τάλω και τον γέµισε µε το υγρό ιχώρ “αίµα των θεών”, ώστε να µπορεί να περιφρουρεί την Κρήτη πετώντας από άκρη σ’ άκρη τρεις φορές την ηµέρα. Αυτός λοιπόν ο ιδιοφυής και πολυµήχανος τεχνίτης, ο ταλαντούχος εφευρέτης και µυστηριώδης δάσκαλος, µηχανικός και καλλιτέχνης, δεν θα ήταν σε θέση να κατασκευάσει µια πρωτόγονη µηχανή µε φτερά, ίσως ένα είδος ανεµόπτερου ή ένα είδος υδροπλάνου ή ανεµόπτερου µε σκάφος προσθαλάσσωσης ή και µικτή ιστιοσανίδα και ανεµόπτερο, γιατί εκτός των άλλων θεωρείται και ο εφευρέτης των ιστίων = πανιά των πλοίων. Τελικά όπως και να είχαν τα πράγµατα είτε στο µύθο είτε στην πραγµατικότητα, ο ∆αίδαλος δραπέτευσε από την Κρήτη, από την πύλη του Νότου. Ο Μίνωας ετοίµασε εκστρατεία και τον αναζήτησε επίµονα παντού. Έφθασε µέχρι και Κάτω Ιταλία και τη Σικελία. Σύµφωνα µε τον Ελευθέριο Πλατάκη, στην Αγία Γαλήνη (ή στον Άη Γαλήνη), ένα από τα σπήλαια είναι το σπήλαιο του Χριστοφογιάννη ή ∆αιδάλου σπήλιος) (φωτ. 8). Ανοίγεται µέσα στα κροκαλοπαγή πετρώµατα της περιοχής έχει διαστάσεις 9,80 πλάτος και 1,65 ύψος. Λεπτοµέρειες στο σκαρίφηµα χαρτογράφησης (σχήµα 9). Το σπήλαιο σήµερα βρίσκεται εντός του οικισµού της Αγίας Γαλήνης έχει περιφραχθεί, γιατί δεν είναι επισκέψιµο, και είναι µάλλον επικίνδυνο, επειδή µε τη διάβρωση καταρρέουν από την οροφή χώµατα και πέτρες. ∆εν έχει επίσης καθόλου σταγονορροή και φυσικό διάκοσµο, ενώ βρίσκεται στα 50 µέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Η κοινότητα δεν λησµόνησε ποτέ την παράδοση και τον µύθο. Έτσι έχει τοποθετήσει πινακίδα, έχει ονοµατοθετήσει το µονοπάτι που ανεβαίνει στο λοφίσκο-πάρκο, στην
298
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Φωτο 8. Χριστοφογιάννη ή ∆αιδάλου σπήλιος εντός του οικισµού Αγ. Γαλήνης µε πινακίδα πληροφόρησης και περίφραξη
Σχήµα 9. Χαρτογράφηση και σκαρίφηµα του χώρου από τον Ελευθέριο Πλατάκη
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
299
κορυφή του οποίου τοποθέτησε τελευταία ένα σύµπλεγµα αγαλµάτων (φωτ. 10). ∆υτικότερα του µνηµείου ανοίγεται το ενάλιο σπήλαιο, Σπηλιά της Αγίας Γαλήνης (σχήµα 11). Από τον λοφίσκο του µνηµείου, σύµφωνα µε τους κατοίκους, απογειώθηκαν ο ∆αίδαλος και ο Ίκαρος.
Φωτο 10. Στο πιο ψηλό σηµείο του πάρκου, πάνω από το λιµάνι της Αγίας Γαλήνης, δεσπόζουν τα αγάλµατα του ∆αιδάλου και του Ίκαρου. Από αυτό το σηµείο, σύµφωνα µε την παράδοση, απογειώθηκαν
300
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Σχήµα 11. Χαρτογράφηση και σκαρίφηµα του 1963 από τον Ελευθέριο Πλατάκη της ενάλιας σπηλιάς, δυτικά του λιµενοβραχίονα της Αγίας Γαλήνης, που επίσης έχει συνδέσει το όνοµά της µε τον ∆αίδαλο
Στην παραλία των Σαχτουρίων, περιοχή Άγιος Παύλος, ένα ιδιαίτερο τοπίο συνηγορεί εδώ στην προετοιµασία και απογείωση του ∆αιδάλου. Στη θέση ανοίγονται αρκετές παράκτιες και ενάλιες σπηλιές. Αιτία τα διάφορα γεωλογικά και τεκτονικά ρήγµατα που οριοθετούν την περιοχή (φωτ. 12). Τα ρήγµατα προς νότον σχηµατίζουν λείες, κάθετες επιφάνειες (= καθρέπτες), που χάνονται στη θάλασσα, όπως αυτές του ακρωτηρίου Μέλισσα, αρχαίο Ψύχιον, αλλά και του ανατολικά αυτού ευρισκοµένου µικρότερου ακρωτηρίου µε τις τουριστικές εγκαταστάσεις του νεόδµητου οικισµού Αγίου Παύλου. ∆εν χρειάζεται να διαθέτει κάποιος ζωηρή φαντασία, για να ανακαλύψει πηγαίνοντας προς την Τρύπα του ∆αιδάλου, τα πετρωµένα φτερά του αρχαίου εφευρέτη (φωτ. 13). Η σπηλιά, µικρών διαστάσεων καταβόθρα (όπως φαίνεται και στο σχέδιο 14) δηµιουργήθηκε από τεκτονικές αιτίες, δεν έχει διάκοσµο και προσφέρεται να κρύψει ή να φυλάξει κανείς κάτι για να το προστατεύσει, αλλά και για να προστατευτεί ο ίδιος από τον αδυσώπητο άνεµο της περιοχής (φωτ. 15).
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Φωτο 12. Πίσω από τα απόκρηµνα βράχια της ακτής βρίσκεται το µικρό σπηλαιοβάραθρο ∆αιδάλου Τρύπα
Φωτο 13. Ο µύθος, η φαντασία, ο τόπος, οι πτυχώσεις των πετρωµάτων, µε τις τεκτονικές κινήσεις και τις γεωλογικές ανακατατάξεις, κατάφεραν να απολιθώσουν στα βράχια «τα φτερά» του ∆αίδαλου και του Ίκαρου.
301
302
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Σχέδιο 14. Το µικρό σπηλαιοβάραθρο δηµιουργήθηκε αρχικά από τεκτονικά αίτια και έχει µέγιστο βάθος 15 µέτρα. Η διάµετρός του (πλάτος) ποικίλει από 5 µ. µέγιστο έως 0,50 εκ. του µέτρου ελάχιστο σε δύο σηµεία
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
303
Φωτο 15. Απόψεις της εισόδου του σπηλαιοβάραθρου «∆αιδάλου τρύπα» (Σακτουριανή Γιαλιά)
Ας παραθέσουµε επίσης την προσωπική µαρτυρία που καταγράφει ο Χρίστος Μακρής στο φαράγγι του Κοτσυφού: «Αλλά και ο ίδιος εγώ, διασχίζοντας το ίδιο φαράγγι τα ξηµερώµατα µιας παγωµένης και άγριας νύχτας του Φλεβάρη του 1952, ως εκ θαύµατος σώθηκα από το φονικό βοριά. Εµακάρισα τότε την τύχη µου, που γλίτωσε η ζωή µου, όταν µάλιστα θυµήθηκα, ύστερα από τον παρ’ ολίγο σκοτωµό µου, άλλο χωριανό µου, που είχε σκοτώσει µε πολυτραυµατισµό, ο βοριάς». Ο άνεµος σηκώνει τη θάλασσα µαζί µε την άµµο και τα αµµοχάλικα του πυθµένα, την ανεβάζει ψηλά στη στεριά σωριάζοντας αµµοθίνες πάνω στο σµιλεµένο ανάγλυφο και τα σκληρά βράχια (φωτ. 16). Η διάβρωση της περιοχής συντελείται από τη δράση των κυµάτων και τον άνεµο και είναι κυρίως αιολική. Έτσι, στο τοπίο της περιοχής του Αγίου
304
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Φωτο 16. ∆υτικά του ακρωτηρίου Μέλισσα (Ψύχιον) οι θυελλώδεις άνεµοι και τα κύµατα συσσωρεύουν την άµµο ψηλά και δηµιουργούν αµµοθίνες
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
305
Παύλου – Σαχτουρίων, αλλά και της ευρύτερης περιοχής, κυρίαρχο ρόλο παίζουν οι άνεµοι καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Υπάρχουν δηλαδή ευνοϊκά και δυσµενή ρεύµατα ανέµων που πνέουν στη θάλασσα, τα οποία, όσοι γνωρίζουν καλά, µπορούν να αξιοποιήσουν στη ναυσιπλοΐα και όχι µόνο. Γιατί λοιπόν ο ∆αίδαλος και ο Ίκαρος να µη χρησιµοποίησαν αυτήν την περιοχή για να πετάξουν προς την ελευθερία; Στην περιοχή ανατολικά της Τρύπας του ∆αιδάλου ανοίγεται ένας µεγαλύτερος του Αγίου Παύλου όρµος, ο όρµος Φοινικίδια. Ο γνώστης και κάτοικος της περιοχής, οικονοµολόγος Μιχάλης Αποστολάκης µας ανέφερε δύο τοπωνύµια της περιοχής, την απότοµη πλαγιά «Ανηφοράς» και την επίσης απότοµη θέση, βράχο «Πατέρα το Πήδηµα». Από τα σηµεία αυτά η παράδοση θέλει να πέταξαν ο ∆αίδαλος και ο Ίκαρος. Σύµφωνα επίσης µε την µαρτυρία του Νίκου Γρηγοράκη, κατοίκου και επιχειρηµατία στην περιοχή Αγ. Παύλος. από τη θέση «Πήδηµα» αλλά και από άλλα σηµεία των απότοµων και ψηλών βράχων και κορυφογραµµών της περιοχής πέφτουν (απογειώνονται) σήµερα αθλητές του αλεξίπτωτου πλαγιάς εκµεταλλευόµενοι τα ανοδικά ρεύµατα αέρα. Όπως και να έχει το θέµα, είναι γεγονός ότι η περιοχή της Αγιοβασιλειώτικης Γιαλιάς, Άγιος Παύλος, Σαχτούρια, Αγία Γαλήνη και νησιά Παξιµάδια διατηρούν το τοπωνύµιο και συντηρούν για χιλιετίες το όνοµα του ∆αιδάλου διασώζοντας έτσι το µύθο ανάµεικτο µε την αλήθεια. ΤΟΠΩΝΥΜΙΟ ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ
Η επικράτηση του τοπωνυµίου Άγιος Παύλος στην περιοχή του όρµου Μέλισσα των Σαχτουρίων είναι πολύ ισχυρή, όχι µόνο γιατί ο σπηλαιώδης ναός µε τα παρακείµενα αιολικά σπήλαια (φωτ. 17) και ο µικρός σηµερινός παραλιακός οικισµός φέρουν το όνοµά του, αλλά και γιατί είναι έντονη η παράδοση που µεταφέρεται από γενιά σε γενιά, και την οποία οι σηµερινοί κάτοικοι συνεχίζουν µε επιµονή και πάθος να συντηρούν, ότι ο Απόστολος Παύλος πέρασε και από δω (σχέδια 18 και 19). Επιβεβαίωση της πεποίθησης αυτής είναι το γεγονός ότι οι χριστιανοί έκτισαν, άγνωστο πότε, ναό µέσα στο σπήλαιο, όπου πιθανόν να διέµειναν οι ταλαιπωρηµένοι ταξιδιώτες και ο Απόστολος Παύλος µέχρι να επιτρέψει ο Ευροκλύδωνας να συνεχίσουν το περιπετειώδες ταξίδι µέχρι τη Ρώµη.
306
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Ο Νίκος Γρηγοράκης ισχυρίζεται ότι: «σύµφωνα µε την παράδοση, το πλοίο που µετέφερε τον Παύλο µαζί µε άλλους 275 συνεπιβάτες του (κρατούµενους, ναυτικούς και Ρωµαίους στρατιώτες) είχε ξεκινήσει από τους Καλούς Λιµένες µε ακατάλληλες καιρικές συνθήκες. Μόλις πέρασε τα Παξιµάδια (φωτ. 20), οι ισχυροί άνεµοι το παράσυραν και το προσάραξαν στον ορµίσκο της Σαχτουριανής Γιαλιάς (φωτ. 21). Εκεί βρήκαν καταφύγιο για µερικές µέρες, στα µοναδικά σπήλαια της περιοχής, µέχρι που ξαναξεκίνησαν το επικίνδυνο ταξίδι τους για τη Ρώµη. Οι κάτοικοι µάλιστα δεν υπήρξαν καθόλου φιλικοί και εκµεταλλεύτηκαν την αδυναµία των ναυαγών». Σύµφωνα µε τους µελετητές, το ταξίδι του Παύλου ξεκίνησε στα τέλη του φθινοπώρου του 59 µ.Χ. από τα παράλια της Μικράς Ασίας και ολοκληρώθηκε µε την άφιξη στη Ρώµη την άνοιξη του 60 µ.Χ. Πραγµατοποιήθηκε µε αντίξοες συνθήκες, όπως ισχυρούς ανέµους, κα-
Φωτο 17. Ο σπηλαιώδης ναός του Αγίου Παύλου και παρακείµενες σπηλιές. Άποψη από τα νότια
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Σχέδιο 18. Σκαρίφηµα του σπηλαίου και του σπηλαιώδους ναού του Αγίου Παύλου
307
308
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Σχέδιο 19. Σκαρίφηµα παρακείµενου σπηλαίου (Άγιος Παύλος 2) που βρίσκεται ανατολικά του πρώτου
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
309
Φωτο 20. Άποψη από το σπήλαιο προς το Λυβικό Πέλαγος. Ανατολικά, στο βάθος του ορίζοντα διακρίνονται τα Παξιµάδια
Φωτο 21. Ορµίσκος Αγίου Παύλου. Εικονική αναπαράσταση του πλοιαρίου του Αγ. Παύλου
310
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
ταιγίδες και τρικυµίες, πολύ χαρακτηριστικές της νότιας Μεσογείου, ναυάγια και αναζήτηση νέων σκαφών, στάσεις για ανεφοδιασµό και αναµονή ευνοϊκότερων καιρικών συνθηκών για ναυσιπλοΐα. Η διάρκειά του ήταν τουλάχιστον πεντάµηνη ή εξάµηνη και θεωρείται υπερβολική. Είναι λοιπόν πολύ λογικό να σταµάτησαν ή να προσάραξαν σε περισσότερα του ενός σηµεία και στην περιοχή της ∆υτικής Κρήτης και στη Γαύδο, είτε για να αποφύγουν τα χειρότερα στη θάλασσα, είτε για να προστατευθούν και να περάσουν το χειµώνα, όπως είναι γραµµένο στις Πράξεις των Αποστόλων7, αλλά κυρίως για να ανεφοδιασθούν σε νερό και τροφές. Χωρίς λόγο και αφορµή, λοιπόν, δεν θα έπρεπε να υπάρχει το τοπωνύµιο Άγιος Παύλος στην ακτή των Σαχτουρίων εδώ και δύο χιλιετίες (φωτ. 22). Είναι δε τουλάχιστον άδικο στα πλαίσια των εκδηλώσεων που οργανώθηκαν για το έτος Αποστόλου Παύλου 29 Ιουνίου 2008 µέχρι και 29 Ιουνίου 2009 και για τις δυο εκκλησίες, Ρωµαιοκαθολική και Ορθόδοξη, «Στα βήµατα του Αποστόλου Παύλου» να έχει σηµανθεί η Γαύδος µε µεταλλική πινακίδα, τοποθετηµένη στο οµώνυµο εκκλησάκι της (φωτ. 23) και να έχουν γίνει αναστηλώσεις και αναδεί7 Αποστόλου Παύλου, Πράξεις των Αποστόλων Κεφ. 27.7-27.22 Kι επειδή δεν µας το επέτρεπε ο άνεµος, πλεύσαµε παράπλευρα, από την απανεµιά των ακτών της Kρήτης, προς τη µεριά της Σαλµώνης. Έτσι, πλέοντας µε δυσκολία κοντά από τις ακτές της, φτάσαµε σ’ έναν τόπο, που τον έλεγαν Kαλοί Λιµένες, κι εκεί κοντά ήταν η πόλη Λασαία. Eπειδή, όµως, πέρασε αρκετός χρόνος και ήταν πια επικίνδυνο το ταξίδι, γιατί είχε περάσει κιόλας το φθινόπωρο που ήταν η εποχή της νηστείας, τους συµβούλευε ο Παύλος λέγοντάς τους: « Άντρες, προβλέπω ότι η συνέχιση του ταξιδιού θα γίνει µε ταλαιπωρία και πολλή ζηµιά, όχι µόνο για το φορτίο και το πλοίο, αλλά και για τη ζωή µας». O εκατόνταρχος όµως εµπιστευόταν πιο πολύ στον κυβερνήτη και στο ναύκληρο παρά σ’ αυτά που έλεγε ο Παύλος. Kι επειδή το λιµάνι ήταν απρόσφορο για ξεχειµώνιασµα, οι περισσότεροι πήραν την απόφαση να αποπλεύσουν κι από εκεί, µήπως και κατόρθωναν να φτάσουν στο Φοίνικα, ένα λιµάνι της Kρήτης, που βλέπει προς τα νοτιοδυτικά και βορειοδυτικά, για να περάσουν το χειµώνα εκεί. Έτσι, όταν φύσηξε ένας ελαφρός νοτιάς, επειδή νόµισαν πως θα κατάφερναν να πραγµατοποιήσουν το σχέδιο τους, σήκωσαν τις άγκυρες κι άρχισαν να πλέουν πιο κοντά στις ακτές της Kρήτης. Mα λίγο αργότερα, ξέσπασε σ’ αυτήν ένας άνεµος δυνατός σαν τυφώνας, αυτός που ονοµάζεται Eυροκλύδων. Kι επειδή το πλοίο παρασύρθηκε και δεν µπορούσε να πάει αντίθετα στον άνεµο, εγκαταλείψαµε κάθε προσπάθεια και παρασυρόµασταν από τον άνεµο. Kαι καθώς περάσαµε µε ταχύτητα κάτω από το νησάκι που λεγόταν Kλαύδη, µόλις και µετά βίας καταφέραµε να συγκρατήσουµε τη λέµβο, την οποία, αφού την ανέ-
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
311
ξεις του χώρου του Άγίου Παύλου της Γαύδου και να µην έχουν σηµανθεί οι δύο θέσεις της ∆υτικής Κρήτης, Άγιος Παύλος Σφακίων παραθαλάσσιο εκκλησάκι, και Άγιος Παύλος Σαχτουρίων µε συγκρότηµα σπηλαίων και σπηλαιώδη ναό. ∆εν γίνεται ονοµαστική αναφορά στις Γραφές, αλλά οπωσδήποτε πέρασε από πολύ κοντά τους το πλοίο του Αποστόλου, ενώ πιθανόν προσάραξε στον όρµο των Σαχτουρίων. Από το άλλο µέρος η Γαύδος αναφέρεται ονοµαστικά ως το νησί, ανοικτά του οποίου και µε ταχύτητα διήλθε το πλοίο παρασυρόµενο από τους ανέµους προς τον κόλπο της Σύρτις8. Όπως και στην περίπτωση του βασαν επάνω, άρχισαν να περιζώνουν το πλοίο µε βοηθητικά µέσα. Kι επειδή φοβόταν να µην πέσουν στη Σύρτη, µάζεψαν το ιστίο κι αφέθηκαν έτσι να παρασύρονται. Kαι την άλλη µέρα, επειδή κινδυνεύαµε άµεσα από τη θαλασσοταραχή, άρχισαν να αδειάζουν το φορτίο στη θάλασσα. Kαι την τρίτη µέρα, ρίξαµε στη θάλασσα µε τα ίδια µας τα χέρια όλο τον εξοπλισµό του πλοίου Kαι, επειδή για µέρες πολλές δε φαίνονταν ούτε ο ήλιος ούτε τα άστρα και η κακοκαιρία ήταν µεγάλη, έσβηνε πια από µας κάθε ελπίδα να σωθούµε. Tότε, κι επειδή δεν είχαν πια καµιά διάθεση για φαγητό, στάθηκε ο Παύλος ανάµεσά τους και είπε: Άντρες, θα έπρεπε, βέβαια, να µε ακούσετε και να µην αποπλεύσετε από την Kρήτη. Έτσι, θα είχατε γλιτώσει την ταλαιπωρία αυτή και τη ζηµιά. Mα και τώρα σας προτρέπω να ηρεµήσετε, γιατί κανενός σας η ζωή δε θα χαθεί, εκτός από το πλοίο. 8 Οι Πράξεις των Αποστόλων γράφτηκαν, κατά την επικρατέστερη άποψη, από τον Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος ήταν και στενός συνεργάτης του Αποστόλου Παύλου, στην ελληνική γλώσσα. Χρονολογούνται γύρω στο 63 µ.Χ. ή 67 µ.Χ. επειδή αναφέρονται µέχρι την περίοδο της αιχµαλωσίας και κράτησης του Παύλου στη Ρώµη. Νεότερες όµως έρευνες ανάγουν την συγγραφή τους µερικά χρόνια αργότερα, γύρω στο 80 µ.Χ., δηλαδή µετά την συγγραφή τού κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Τα όσα αναφέρονται στο κεφάλαιο 27 µε το πέρασµα του Παύλου από την Κρήτη, τον ισχυρό άνεµο Ευροκλύδωνα, την τρικυµία και την περιπλάνηση στο Λυβικό Πέλαγος, αλλά κυρίως αυτά του κεφαλαίου 28 σχετικά µε τον περίπλου της Αδριατικής και το ναυάγιο στην Μάλτα, έχουν αµφισβητηθεί από διαφόρους µελετητές και έχουν αποτελέσει αντικείµενο ∆ιεθνών Συνεδρίων. Στο 3ο ∆ιεθνές Συνέδριο που έγινε στο Αργοστόλι και Ληξούρι από την Ιερά Μητρόπολη Κεφαλληνίας µε θέµα: «Η ταύτιση της Κεφαλληνίας µε την Μελίτη των Πράξεων 28.1» στις 26-29 Αυγούστου 1999, ο ∆ρας Heinz Warnecke αναφέρθηκε στο πραγµατικό ταξίδι του Αποστόλου Παύλου. Μεταξύ των άλλων τίθεται και το ερώτηµα, εφ’ όσον το σκάφος παρέπλεε την Αδριατική, πώς ναυάγησε στη Μελίτη = Μάλτα, ενώ Μελίτη είναι χερσόνησος του Αργοστολίου, εποµένως πολύ πιο πιθανά και λογικά, πρόκειται για την Κεφαλονιά. Μία άλλη αιτία των αµφισβητήσεων, των παραλείψεων και λαθών οφείλεται πιθανότατα και στους γραφείς, αντιγραφείς, µεταφραστές και ερµηνευτές των κειµένων των Πράξεων των Αποστόλων. Το προχωρηµένο της ηλικίας του Παύλου, η αδύνατη µνήµη, οι κακουχίες και οι άθλιες συνθήκες
312
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Φωτ. 22. Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος, σε πίνακα του Ελ Γκρέκο, ανάµεσα στα δάκτυλα του αριστερού του χεριού το σηµείωµα γράφει στα ελληνικά: ΠΡΟΣ ΤΙΤΟΝ ΤΗΣ ΚΡΗΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟΝ ΧΕΙΡΟΤΟΝΗΘΕΝΤΑ (1608-1614 περίπου. Λάδι σε καµβά, 0,97x0,77. Κάτω από τη λαβή του σπαθιού η υπογραφή: «∆οµήνικος Θεοτοκόπουλος εποίει», Τολέδο, Μουσείο Γκρέκο Ιδρύµατα Vega-Inclán)
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
313
Φωτ. 23. Η µεταλλική πλακέτα στο εκκλησάκι Άγιος Παύλος της Γαύδου, τοποθετηµένη από το πρόγραµµα “Στα βήµατα του Αγίου Παύλου” περιγράφει τα γεγονότα περίπου 1950 χρόνια µετά, εικονίζει τον Παύλο δέσµιο και το αλεξανδρινό πλοίο, κατά τη διάρκεια του πολύπαθου ταξιδιού του ανοικτά της Κρήτης και έχει την υπογραφή και τις ευλογίες του Οικουµενικού Πατριάρχη Βαρθολοµαίου
314
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
∆αιδάλου, έτσι και στην περίπτωση τού Αγίου Παύλου, ο ιδιαίτερος άνεµος της περιοχής, έστω και σε διάστηµα χιλιετιών του ενός γεγονότος από το άλλο, είναι το κυρίαρχο στοιχείο και η αιτία για την περαιτέρω έκβαση των γεγονότων. Πάνω στο θέµα αυτό µία σπουδαία έρευνα έχει πραγµατοποιήσει ο Άγγλος ναύαρχος Spratt το 1850, σχετικά δηλαδή µε την αναχώρηση του αλεξανδρινού πλοίου µε τον Παύλο απ’ τους Καλούς Λιµένες και την αντιµετώπιση του φοβερού ανέµου Ευροκλύδωνα. Κάνοντας ως κυβερνήτης σκάφους του βασιλικού πολεµικού ναυτικού της Μεγάλης Βρετανίας, ασυγκρίτως ανώτερου του πλοιαρίου του Παύλου, την ίδια πορεία συναντά µετά τα νησιά Παξιµάδια τις ίδιες θυελλώδεις συνθήκες και αγωνίζεται 24 ώρες για να καταφέρει να προσαράξει στον όρµο της αρχαίας Σουλίας (σηµερ. Αγία Γαλήνη). Καταγράφει τις παρατηρήσεις και τις ναυτικές του εµπειρίες, σχετικές µε το θέµα αυτό στο βιβλίο του “Travels and researches in Crete” που εκδίδεται στο Λονδίνο το 1865 (εικόνα 24). Ο Spratt εκτιµά ότι το πλοίο του Παύλου προσάραξε στον Φοίνικα, και παραπέµπει στο βιβλίο του James Smith of Jordan Hill “The Voyage and Shipwreck of Saint Paul” που εκδόθηκε το 1848. Όλα τα παραπάνω µάς δίνουν το θάρρος και την ελπίδα να πιστεύουµε ότι η συγκεκριµένη θέση που διατηρεί για δύο περίπου χιλιετίες το τοπωνύµιο Άγιος Παύλος θα πρέπει να ενταχθεί αυτοδίκαια στα βήµατα του Αποστόλου Παύλου. Πρόταση θα ήταν λοιπόν, όπως σηµάνθηκε από το πρόγραµµα της υποσηµείωσης9 που αναφέραµε πιο πάνω, ο οµώνυκράτησης στη φυλακή της Ρώµης δεν θα βοηθούσαν ούτε τον ίδιο, ούτε τους γραφείς για την περιγραφή των θέσεων, των τοπωνυµίων και των γεγονότων. Οι αντιγραφείς µεταφραστές και ερµηνευτές τους επόµενους αιώνες, µεταφέροντας στη γλώσσα τους κάθενας τα κείµενα, από τα ελληνικά, σίγουρα θα παρερµήνευσαν ή θα ερµήνευσαν κατά το δοκούν γεγονότα, τοποθεσίες κλπ. 9 Το έργο για την Κρήτη αφορούσε την περιοχή Καλοί Λιµένες εντεταγµένο στο Επιχειρησιακό Πρόγραµµα Ανταγωνιστικότητας (ΕΠΑΝ) του µέτρου 5.2. – Ολοκληρωµένες ∆ράσεις Εναλλακτικού Τουρισµού – Τουριστική Προβολή για τη δράση 5.2.1 ∆ηµιουργία ∆ικτύων πολιτιστικών στοιχείων και εναλλακτικές µορφές τουρισµού του Γ’ Κ.Π.Σ. προϋπολογισµού 88.000 ευρώ. Στόχοι: Εξωραϊσµός του χώρου της σπηλιάς, όπου εικάζεται ότι κατέφυγε µετά από θαλασσοταραχή ο Απόστολος Παύλος, στους Καλούς Λιµένες και συντήρηση του ναΐσκου της Γαύδου µε τοποθέτηση µεταλλικής πλακέτας (βλέπε φωτ. 23).
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
315
Εικόνα 24. “Μετ’ οὐ πολύ δέ ἔβαλεν κατ’ αὐτῆς ἄνεμος τυφωνικός, ὁ καλούμενος Εὐροκλύδων” Πράξεις των Αποστόλων, κεφ. 27, 14 Γκραβούρα από το βιβλίο του ναυάρχου Spratt, απεικονίζει το αλεξανδρινό πλοιάριο του Παύλου εν µέσω του Ευροκλύδωνα, ανοικτά των νησιών Παξιµάδια και µεταξύ των ακτών Αγίας Γαλήνης-Σαχτουρίων
µος ναΐσκος της Γαύδου, την οποία παρέπλευσε το πλοίο του Αποστόλου Παύλου, παρασυρµένο από τους ισχυρούς ανέµους, να σηµανθεί και ο σπηλαιώδης ναός, µε το συγκρότηµα των σπηλαίων στον οµώνυµο οικισµό Αγίου Παύλου Σαχτουρίων, αλλά και ο παράλιος ναΐσκος του Αγίου Παύλου Σφακίων. Τις δύο περιοχές αυτές στη ∆υτική Κρήτη, τουλάχιστον, παρέπλευσε µε βεβαιότητα το πλοιάριο του Αποστόλου Παύλου. Τέλος, πέρα από τις ισχυρές πιθανότητες που υπάρχουν περί ανεφοδιασµού, προσάραξης και αναζήτησης ή παραχείµασης εντός του ασφαλούς λιµανιού του Φοίνικα (βλέπε σχετική υποσηµείωση 2, σχετικά µε τις πόλεις Φοίνιξ και Λάππα ή Λάµπη), υπενθυµίζοµε ότι υπάρχει στη Σακτουριανή Γιαλιά και ο όρµος µε το τοπωνύµιο Φοινικίδια. Τελειώνοντας εδώ την εισήγησή µου θα ήθελα να εκφράσω τις θερµές ευχαριστίες µου:
316
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Στο συνάδελφο σπηλαιολόγο Μπάµπη Σκεπετζάκη για την πολύτιµη βοήθειά του στην εξερεύνηση, τις µετρήσεις και την φωτογράφηση των σπηλαίων της περιοχής. Στο Νίκο Γρηγοράκη, κάτοικο και επιχειρηµατία του οικισµού Άγιος Παύλος, για τις πληροφορίες του. Στο Σαχτουριανό, γνώστη της περιοχής, Οικονοµολόγο Μιχάλη Αποστολάκη, επίσης για τις πληροφορίες που µου έδωσε κατά καιρούς καθώς και για το χρόνο που µου διέθεσε σε ξεναγήσεις και περιηγήσεις.
ΑΓΙΟΒΑΣΙΛΕΙΩΤΙΚΗ ΓΙΑΛΙΑ: ΠΥΛΗ ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
317
Βασιλάκης κ.α. 2008: Βασιλάκης Α., Φαράκλας N., Κατάκη E., Κόσσυβα A., Ξιφαράς N., Τασούλας Γ., Παναγιωτόπουλος M., Τσατσάκη Ν., Χατζηπαναγιώτη Μ. ΟΙ ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ Η ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥΣ ΘΕΣΗ Εφηµερίδα ΠΑΤΡΙΣ Ηρακλείου, Ιανουάριος 2008 ΚΡΗΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. Spitael 1981: Buondelmondi Cristiforo DESCRIPTIO INSULE CRETE ET LIBER INSULARUM, cap. X, Crète édition critique par MarieAnne van Spitael, Ηράκλειο 1981. ∆εδεγιάν-Παραγκαµιάν2005: ∆εδεγιάν Γκαρό, Παραγκαµιάν Σάββας Η ΤΕΧΝΗΤΗ ΣΤΟΑ ΣΤΟΝ ΚΑΘΡΕΠΤΗ ΤΟΥ ΠΛΑΚΙΑ ΡΕΘΥΜΝΟΥ, σελ. 107-109, Πρακτικά 2ου Παγκρήτιου Σπηλαιολογικού Συµποσίου, Ηράκλειο 29 Μαΐου 2005. Καλλιανιώτης 1991: Καλλιανιώτης Αργύρης ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΛΙΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ ΒΕΝΘΟΠΕΛΑΓΟΝΙΚΩΝ ΨΑΡΙΩΝ ΝΗΣΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΓΕΩΤΕΕ Παράρτηµα Κρήτης, Πρακτικά Ηµερίδας, Χανιά 18 Οκτωβρίου 1991. Μακρής 1999: Μακρής Χρίστος ΤΟ ΦΑΡΑΓΓΙ ΤΟΥ ΚΟΤΣΥΦΟΥ, Ρέθυµνο, Ιούλιος 1999. Marabini 1972: Marabini Francesco OSSERVAZIONI SULLA GEOLOGIA DEL GOLFO DI MESSARA, Pavia 1972. Ρασέντ 1978: ∆ρος Ρασέντ Ισµάτ Ζενάπ Η ΚΡΗΤΗ ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑΝ (1830-1840). Μετάφραση ∆ρος Ευγενίου Μιχαηλίδη και επιµέλεια έκδοσης Στεργίου Σπανάκη, Ηράκλειο 1978. Πλατάκης 1982: Πλατάκης Ελευθέριος ΣΠΗΛΑΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΑΛΗΝΗ ΚΡΗΤΗΣ (ανάτυπο από το περιοδικό Προµηθεύς ο Πυρφόρος τεύχος 29) Μάρτιος-Μάιος 1982. Πολεµικό Μουσείο 1986: Πολεµικό Μουσείο, Ηµερολόγιο 1986. «120 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΞΕΣΗΚΩΜΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟ 1866», Γκραβούρες δηµοσιευµένες στον τοπικό τύπο της εποχής και κυρίως στο ILLUSTRATION. -Έκδοση, επιµέλεια Πολεµικό Μουσείο 1986. Σκίννερ 1867: Σκίννερ Ι. Ε. Ιλαρίωνος ΣΚΛΗΡΑΓΩΓΙΑΙ ΕΝ ΚΡΗΤΗ ΚΑΤΑ ΤΟ 1867. Μετάφραση Θ. Γ. ∆ίξωνος, Βιβλιοπωλείο ∆ιονυσίου Νότη Καραβία, Αθήνα 1980.
318
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΙΧ. ΣΙΜΙΤΖΗΣ
Spratt 1865: Spratt T.A.B. TRAVELS AND RESEARCHES IN CRETE, London 1865. Φυτρολάκης 1982: ∆ρας Φυτρολάκης Νικ. Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ∆ΟΜΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, Αθήνα 1982. Χατζηνικολάου 1990: ∆ΗΜΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ, ∆ΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ ΚΡΗΣ EL GRECO OF CRETE, Έκθεση µε αφορµή τα 450 χρόνια από τη γέννησή του. Επιµέλεια Νικ. Χατζηνικολάου, Ηράκλειο 1990.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
Το ορεινό δίκτυο και οι Ερµαϊκές στήλες (Πετραθρώποι) της τ. επαρχίας Αγ. Βασιλείου Τα σπήλαια, οι ενδοσπήλαιοι και βραχοσκεπείς ναοί της
Σύµφωνα µε τα ως τώρα βέβαια συµπεράσµατα της Γεωλογίας, εκατοντάδες εκατοµµύρια χρόνια πριν από µας η λεγόµενη περιοχή της Αιγηίδας βρισκότανε κάτω από την άλλοτε ήρεµη και λαµπερή επιφάνεια της θάλασσας και άλλοτε λευκής και βρυχωµένης από τα πελώρια και αλληλοκαταδιωκόµενα κύµατά της. Με µεταγενέστερες σφοδρές διαταραχές της γης όλη αυτή η περιοχή αναδύθηκε από τη θάλασσα και έγινε µια ενιαία ξηρά. Αλλά η γη δεν ησυχάζει. Βυθίζεται και πάλι η Αιγηίδα µε νέες διαταραχές της γης. Ύστερα από πολλά εκατοµµύρια χρόνια µε άλλες νέες διαταραχές της, βγήκε και πάλι πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. ∆εν πέρασαν και πολλά εκατοµµύρια χρόνια, για να εκδηλώσει και πάλι η γη την παρουσία της µε νέες διαταραχές. Η Αιγηίδα βυθίζεται και πάλι, αλλά µόνον η σηµερινή περιοχή σκεπάζεται από θάλασσα. Η υπόλοιπη έµεινε πάνω από τη θάλασσα και είναι η σηµερινή ηπειρωτική Ελλάδα, η δυτική, τουλάχιστον, Μικρά Ασία, τα νησιά του Αιγαίου και η Κρήτη. Έτσι εξηγείται, γιατί οι βοσκοί βρίσκουν απολιθωµένα θαλάσσια όστρακα στα βουνά, όπως και οι γεωργοί, σπανιότερα, στα καλλιεργούµενα χωράφια. Ας έλθουµε τώρα στην Κρήτη, για να καταλήξοµε στον Αϊ Βασίλη. Ύστερα και από τον τελευταίο θυµό της γης, που προανέφερα, η Κρήτη δεν ήταν όπως την ξέροµε. Ήταν τέσσερα (4) νησιά, όµοια χονδροειδώς, µε τους σηµερινούς τέσσερις (4) νοµούς της. Με νεότερες κινήσεις της γης περίπου δέκα εκατοµµύρια (10.000.000) χρόνια πριν από µας, τα τέσσερα (4) νησιά, αν και ήταν µεταξύ των σε απόσταση, περίπου είκοσι (20) µίλια, εκόλλησαν το ένα µε το άλλο και έγινεν η Κρήτη, όπως την ξέροµε, όπως την βλέποµε και όπως την ζούµε. Οποία σύµπτωση! Η διαίρεση της Κρήτης σε τέσσερις (4) νοµούς είχε γίνει προτού ακόµη γίνει η ίδια η Κρήτη! Θα προσθέσω εδώ άλλο ένα στοιχείο επί πλέον για το νησί µας και εποµένως και τον Αϊ Βασίλη και σας παρακαλώ να µην τρο-
320
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
µάξετε. Και αυτή τη στιγµή, που καθόµαστε εµείς εδώ ήσυχοι, η Κρήτη ολόκληρη κινείται προς την Αφρική και διανύει το χρόνο µόλις τρία (3) εκατοστά του µέτρου! ∆εν πρέπει, όµως, να µας διαφεύγουν και οι κατά καιρούς θεοµηνίες, οι σεισµοί, οι πυρκαγιές, οι κατακρηµνίσεις και οι κατολισθήσεις. Έτσι, δηµιουργήθηκαν, ύστερα από τα προηγούµενα, οι λεγόµενες καρστικές µορφές, µε την επίδραση του νερού κυρίως, αλλά και του αέρα. Πήραν το όνοµά τους από το Κάρστ της Σερβίας, όπου για πρώτη φορά παρατηρήθηκαν και µετά µελετήθηκαν επιστηµονικά. Είναι δε καρστικές µορφές, εκτός από τα καρστικά πετρώµατα, τα φαράγγια, οι καταβόθρες, οι ντάφκοι (βάραθρα), οι δολίνες και οι πόλγες, οι φυσικές γέφυρες και οι φυσικές σήραγγες, στις οποίες συµπεριλαµβάνονται, για µεθοδολογικούς λόγους, και οι τεχνητές, οι σπηλαιοκοιλότητες, και τα σπήλαια, όπως και οι απότοµοι κάθετοι γκρεµνοί. Ήταν επόµενο, ύστερα από τόσες διαταραχές της γης και τόσους άλλους παράγοντες, η Κρήτη να αποκτήσει αφάνταστα πλούσιο γεωανάγλυφο, από τα πλουσιότερα γεωνάγλυφα του κόσµου. Χρέος µας είναι να συνειδητοποιήσοµε αυτόν τον µέγα πλούτο και να τον προστατεύοµε ως κόρην οφθαλµού. Λόγω του πλούσιου αυτού γεωνάγλυφου ο περιπατητής των βουνών µας σε κάθε λίγα µέτρα έχει και άλλη περιβαλλοντική θέα, σαν µια ταινία κινηµατογραφική µε πλούσιες εικόνες από διαφορετικούς τόπους στεριάς, θάλασσας και ουρανού, που ξετυλίγεται αργά. Συγχρόνως, όµως, πρέπει να είναι πολύ προσεκτικός όχι µόνο για να βλέπει το συνεχώς εναλλασσόµενο τοπίο και να το απολαύει, αλλά και να προσέχει πού πατά, πού βρίσκεται, για να µη χαθεί, και ποια είναι η πορεία, που πρέπει να ακολουθήσει, για να µπορέσει να ξαναγυρίσει στην αφετηρία του ή να καταλήξει στον προορισµό του. Επειδή ξέρω ότι οι τουρίστες αγαπούν πολύ αυτές τις διαδροµές, τις ορεινές, γιατί µ’ αυτές βλέπουν και ζουν τον µέγα φυσικό πλούτο της Κρήτης, στο βιβλίο µου «Το φαράγγι του Κοτσυφού» έκανα λόγο για τα άπειρα στρατάκια (δροµάκια) των βουνών µε την προοπτική να αναπτύξοµε ορεινό τουρισµό. ∆υστυχώς δε δόθηκε η πρέπουσα σηµασία στο βιβλίο αυτό. Ο Κλεόβουλος ο Ρόδιος, ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας, είχε πει: «ἀκοῦσαι χαλεπόν», αλλά τώρα πρέπει να πούµε ότι και το «διαβάσαι» είναι πολύ πιο χαλεπόν! ∆υστυχώς! Πρέπει, λοιπόν ο κάθε ∆ήµος να επισηµάνει αυτούς, τους κατά το πλείστον κακοτράχαλους δρόµους,
ΤΟ ΟΡΕΙΝΟ Ο∆ΙΚΟ ∆ΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΑΪΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
321
να τους καθαρίσει από τα χόρτα και τα κλαδιά, που σε πάρα πολλά σηµεία ήδη τους σκεπάζουν και να τους αναπαλαιώσει. ∆ηλαδή, όπου λείπουν πέτρες ή όπου είναι χαλασµένα τα σκαλοπάτια να συµπληρώσουν τα κενά από τις ίδιες πέτρες που είναι ολόγυρα γεµάτος ο κόσµος και όχι να φέρνουν πέτρες άλλου είδους και µάλιστα και από µακρινές περιοχές, για να τα πιάνουν οι εργολάβοι και να λέει ο ανυποψίαστος κόσµος: Τί ωραίες! Τί ωραία! Οι δρόµοι πρέπει να δένουν µε το περιβάλλον. Κι έτσι γινότανε από τότε που κατασκευαζότανε από την πρώτη φορά ο καθένας δρόµος και ποτέ δεν χρησιµοποιήθηκε κάν µία πέτρα από µακρινή απόσταση. Εκτός από την αξία αυτών των δρόµων ως τουριστικού κεφαλαίου, παρακάτω θα δούµε ότι µερικοί απ’ αυτούς έχουν ιδιαίτερα βαρύνουσα σηµασία όχι µόνο τουριστική αλλά προ παντός και θρησκευτική. Και όταν λέω θρησκευτική εννοώ όχι µόνο για τη δική µας θρησκεία αλλά πολύ περισσότερο την µινωική. ∆εν ήταν όµως οι δρόµοι, οι ορεινοί, επαρκείς για τους γεωργούς και προπάντων τους βοσκούς, που δεν µπορούσαν να ζήσουν χωρίς κτηνοτροφία. Ακόµη περισσότερο για τους ρέµπελους της Ενετοκρατίας και τους Χαΐνηδες της Τουρκοκρατίας, τους σκληροτράχηλους και αιµοβόρους και σχεδόν ηµιάγριους αυτούς υπερασπιστές των δυστυχισµένων ραγιάδων. Σ’ αυτούς, εκτός από τους προσωπικούς των λόγους, είναι που οφείλουµε και την ελευθερία µας και όχι στα καλά παιδιά και τους ψευτοπαλληκαράδες. Να µην ξεχνούµε ωστόσο τα φαράγγια, τα γκρεµνά και τις καταβόθρες που πολλές φορές έχουν βάθος και εκατοντάδες µέτρα. Μία µάλιστα στα Σφακιά φτάνει τα 1.200 µ. βάθος και ονοµάζεται Γουργούθακας. Φανταστείτε τί έµελλε γενέσθαι, εάν κανείς θα έπεφτε µέσα. Οι πρόγονοί µας, λοιπόν, για να αντιµετωπίσουν τα επικίνδυνα σηµεία που είπα, και να καταστήσουν λειτουργικό και ασφαλές το επικίνδυνο ορεινό οδικό δίκτυο έκαναν µια πολύ απλή εφεύρεση. Σε ανυψώµατα του εδάφους ή ανυψωµένες πέτρες έκτιζαν στήλες από τις γύρω πέτρες και σε σηµεία που να φαίνεται η ακολουθητέα συνέχεια των δρόµων, ώστε να αποκλείονται τα επικίνδυνα και θανατηφόρα µέρη του βουνού. Ήσαν περίπου τετράγωνες, ας µου επιτραπεί η οξύµωρη λέξη στρογγυλοτετράγωνες, αλλά λίγο πρόχειρες στην κατασκευή, αφού κτίζονταν από τους βοσκούς, και το ύψος των ήταν κατά τι λιγότερο από δύο µέτρα και κατά µέσον όρο 1,80 µ., δηλαδή ως το ύψος που έφθαναν οι βοσκοί. ∆υο άντρες δε τζ’ αγκαλιάζουνε. Στο υπό έκδοση βιβλίο µου:
322
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
Αρχαιολογικοί περίπατοι στο νοµό Ρεθύµνης κάνω εκτενή λόγο για τις κατασκευές αυτές. Τις προσδιορίζω εκεί µε τον όρο Ερµαϊκές στήλες. Ήταν δηλαδή το αντίστοιχο µε τους φάρους για τους ναυτιλλοµένους, τους πλέοντες τη νύκτα. Οι δικοί µας βοσκοί χρησιµοποιούν τον όρο: Πετραθρώποι. Πραγµατικά, παίζουν τον ρόλο ανθρώπων, που, αν και από πέτρες, οδηγούν τους ορεσίβιους, που προανέφερα, µε ασφάλεια για τους προορισµούς τους στα άγρια και κακοτράχαλα βουνά µας. Ήσαν και πολλοί είναι και τώρα οδοδείκτες, αντίστοιχοι µα πολύ σοβαρότεροι από τους σηµερινούς οδοδείκτες. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον, εάν επέτρεπεν ο χρόνος, να αναφέρει ο οµιλητής παραδείγµατα και περιπτώσεις για συγκεκριµένες προσφορές των πέτρινων ανθρώπων και για την εποχή που επινοήθηκαν από τους προγόνους µας. Ενδεικτικά µόνον προσθέτω: Στην περιοχή π.χ. του Ψηλορείτη, υπάρχει ένας και µόνο πετράθρωπος. Είναι κοντά στο χωριό Βισταγή και ονοµάζεται Νύφη. Χωρίς την ύπαρξή του, χωρίς τη Νύφη, κανείς δεν µπορεί να περάσει και να κινηθεί στο βουνό αυτό, ενώ στους απέναντί του ορεινούς όγκους δεν υπάρχει κανείς, διότι απλούστατα, ο κινούµενος στα απέναντι αυτά βουνά δεν χρειάζεται καµµιά βοήθεια. Στα Σφακιά υπάρχουν, αντίθετα µε την περιοχή του Ψηλορείτη, πολλές Ερµαϊκές στήλες. Το κύριο χαρακτηριστικό τους δεν είναι µόνο πως είναι πολλές αλλά και το κυριότερο, ότι από την καθεµιά βλέπει ο περιπατητής και την αµέσως επόµενη. Αυτό οφείλεται στο ότι οι Σφακιανές Μαδάρες είναι πάρα πολύ ανώµαλες, έχουν πολλά σηµεία µε µικρούς ή µεγαλύτερους κρηµνούς και καταβόθρες, δηλαδή ντάφκους, πολλούς και συχνά βαθείς, όπου, όταν πέσει κανείς αµέσως συναντά τον Πλούτωνα και την Περσεφόνη. Ένας έχει, είπαµε, βάθος 1.200 µ. Εξοµολογούµαι ότι δεν µπόρεσα να καταλάβω, παρ’ όλες τις σχετικές συζητήσεις µου µε βοσκούς, γιατί οι πετραθρώποι είναι κατ’ εξοχήν χρήσιµοι, όταν στα βουνά απλώνεται οµίχλη. Αν κανείς από το σεβαστό µου ακροατήριο γνωρίζει, τον παρακαλώ στο τέλος να µε διαφωτίσει. Τέλος, ο ευρισκόµενος στα άγρια βουνά, αν νυχτωθεί τελείως σ’ αυτά, τότε ξηµερώνεται σ’ αυτά, τυλίσσεται στο ράσο του, αγκαλιάζει το τουφέκι του, που το αισθάνεται πάντα ερωτικά, βάζει τον πιστό σκύλο του στα πόδια του για να ζεσταίνεται κι αυτός κι έτσι περνά τη δύσκολη νύχτα. Αν δεν βρέχει, οπότε τα ξύλα είναι στεγνά, ανάβει φωτιά και πυρώνεται, πράγµα σπάνιο, αν έχει λόγους να µην προδώσει τη θέση του. Περισσότερα θα µπορεί να δει κανείς στο υπό έκδοση βιβλίο µου, που προανέφερα.
ΤΟ ΟΡΕΙΝΟ Ο∆ΙΚΟ ∆ΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΑΪΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
323
Στα βουνά του Ροδακίνου, των Σελλιών και µέχρι το Κουρταλιώτικο φαράγγι υπάρχουν αρκετοί. Όλοι πρέπει να συντηρούνται και όσοι έχουν χαλάσει να αναπαλαιωθούν, αλλά οπωσδήποτε µε την παρουσία των παλιών βοσκών, που ξέρουν την αρχική θέση των για να µην γελοιοποιηθούµε! Παρά τη στενότητα του χρόνου, που νιώθω να απειλεί την οµιλία µου µε αποτυχία, θα προσθέσω ένα επαναστατικό συµβάν από την πολύπλαγκτη Ιστορία των Κρητικών επαναστάσεων, για να γίνει πιο χειροπιαστή η αξία των πετραθρώπων στο ορεινό δίκτυο. Στις 10 Απριλίου 1896 έγινε µάχη στα Σελλιά. Στο χωριό αυτό είχε καταφύγει η Επαναστατική Επιτροπή µε το Μανούσο Κούνδουρο, τον γραµµατέα της Λεκανίδη και λίγους πολεµιστές. Το κύριο σώµα των επαναστατών είχε καταφύγει στη µονή Πρέβελη, για να φάνε – ήταν ξεθεωµένοι από την πείνα – και να αναρράψουν τα στιβάνια των, που ήσαν ξεσκισµένα από τις συνεχείς µετακινήσεις. Κατά τις 9.30 µε 10 το πρωΐ ακούστηκαν οι πρώτοι πυροβολισµοί και ο γοργογόνατος Σελλιανός ΚοκολοΣτρατής (Ανδρεαδάκης Στρατής) φθάνει στο µοναστήρι φωνάζοντας στα Λευκόγεια που πέρασε, και κοντά στη µονή, όταν έφθανε: Γλακάτε στα Σελλιά!!! Πόλεµος στα Σελλιά!!! Άρπαξαν τα όπλα οι επαναστάτες και ο ξακουστός καλόγερος Μανασής εµπήκεν επικεφαλής των ως οδηγός. Τους οδήγησε κατ’ ευθείαν στα ορεινά που βρίσκονται πάνω από τον Ασώµατο, για να αποφύγει πιθανή ενέδρα στα πεδινά της Γαλιάς, που πράγµατι είχαν στήσει οι Τούρκοι, τους οδήγησε µε τη βοήθεια των πετρανθρώπων των βουνών αυτών στην κορφή του Κυρµιανού, ανύψωση της ανατολικής πλευράς του φαραγγιού του Κοτσυφού, κορυφή που είναι µεγάλη σαν µεγαλιθικό µνηµείο, ξεχύθηκαν στον ποταµό, ανηφόρισαν το Σελλιανό λιόφυτο και ρίχτηκαν στην µάχη. Ασφαλώς και πρέπει να είχαν υπόψη τους οι εκατό (100) νυκτοπολεµιστές του ∆ασκαλογιάννη τουλάχιστον το πλείστον του ορεινού οδικού δικτύου και των πετρανθρώπων. Αν υπάρχει τώρα µεταξύ µας έστω και ένας που να µην αντιλαµβάνεται την τεράστια αξία των Ερµαϊκών στηλών για τη συνοχή του ορεινού οδικού µας δικτύου και προπαντός για την ανάπτυξη ορεινού τουρισµού στην τέως επαρχίας µας, τότε βρίσκοµαι εκτός τόπου και χρόνου. Ας αφήσοµε τώρα και προς το παρόν το ορεινό οδικό µας δίκτυο και ας δούµε τα σπήλαια του τόπου µας, οπότε θα αναδειχθεί ακόµη περισσότερο και η αξία του δικτύου. Ως γνωστόν, στην Ελλάδα φαίνονται να υπάρχουν 8.500 σπήλαια και από αυτά τα µισά περίπου, δηλαδή πάνω
324
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
κάτω 4.000 βρίσκονται στην Κρήτη! Ένας δηλαδή µέγας επιστηµονικός και τουριστικός πλούτος! Γι’ αυτό η Κρήτη ονοµάζεται από τους σπηλαιολόγους «χώρα των σπηλαίων». Ο αείµνηστος Πλατάκης στο έργο του «Σπήλαια και άλλαι καρστικαί µορφαί της Κρήτης» καταγράφει εκατόν πενήντα έξι (156) τέτοιες µορφές για την τέως Επαρχία µας, που κατά το πλείστον είναι σχεδόν µόνο σπήλαια. Ο ίδιος σηµειώνει ότι στην πραγµατικότητα ο αριθµός 3.320 που είχε καταγράψει ως το Νοέµβριο του 1974 και µόνο βέβαια ως προς τα σπήλαια της Κρήτης πρέπει να είναι περίπου διπλάσιος. Από την προσωπική µου ενασχόληση και µόνον ως προς τα σπήλαια του νοµού µας και ιδιαίτερα της επαρχίας µας, συµφωνώ µε τον υπολογισµό του αείµνηστου Πλατάκη. Μόνο στο φαράγγι του Κοτσυφού και τα γύρω του εντόπισα και εξερεύνησα µε τη βοήθεια της δραστήριας Σπηλαιολογικής Οµάδας Ρεθύµνης και ύστερα εδηµοσίευσα στο βιβλίο µου για το «Φαράγγι του Κοτσυφού» δώδεκα (12) σπήλαια, από τα οποία ένα µόνον ήταν γνωστό. Για να διορθώσω λάθη στο ένα από αυτά ερεύνησα την Ιστορία, Αρχαιολογία και Λαογραφία όλων. Ευχής έργο θα ήταν να χρησιµοποιούσαµε γαϊδουράκια για την κίνηση στους χώρους, που µας απασχολούν. Θα ανέβαινε πολύ και πολύ πιο ψηλά ο τουρισµός ο ορεινός. Τα αυτοκίνητα µόνον, όπου δεν γίνεται αλλιώς. Πρέπει τώρα να δούµε, όσο µπορούµε πιο σύντοµα, µια ειδική κατηγορία σπηλαίων που ονοµάζονται ιερά σπήλαια. Τέτοια σπήλαια υπάρχουν στην Κρήτη και µόνο στην Κρήτη και είναι ενενήντα (90) µε εκατό (100). Όπως ξέροµε από τις έρευνες στις ενδοχώρες, τις πεδινές ιδίως, όταν επικρατούσαν υγιεινές συνθήκες, είχαµε ραγδαίες αυξήσεις πληθυσµών. Κατά γνωστό ιστορικό νόµο, οι πληθυσµοί αυτοί κινούµενοι από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, ύστερα πολλές φορές και από εµφύλιες διαµάχες ή ωθούµενοι από άλλους επιδροµείς ξεκινούσαν για την ανεύρεση νέων ζωτικών χώρων και σταµατούσαν, όταν έφταναν στη θάλασσα. Ευνόητον είναι ότι προκαλούσαν κοσµογονικές αναταράξεις, καθώς πεινασµένοι και άγριοι προχωρούσαν. Σε µια τέτοια εξόρµηση ανατολικών λαών έποικοι έφθασαν από την περιοχή της Τραπεζούντας, αναζητώντας σωτηρία στην Κρήτη. Αυτή η εγκατάσταση έγινεν ήδη το 8.000 π.Χ. περίπου. Χωρίς να λείπουν έκτοτε µικροµετακινήσεις πληθυσµών, το 2.000 π.Χ. περίπου είχαµε για τους λόγους, που είπαµε παραπάνω, άλλη µετακίνηση άξια ιδιαιτέρας αναφοράς. Κάτοικοι δηλαδή
ΤΟ ΟΡΕΙΝΟ Ο∆ΙΚΟ ∆ΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΑΪΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
325
της Μικράς Ασίας, πλέοντας µε τα πλωτά µέσα της εποχής δια µέσου των νησιών της ∆ωδεκανήσου των νότιων Κυκλάδων και των ανατολικών παραλιών της Πελοποννήσου, έφθασαν στην Κρήτη. Αυτοί έφεραν στο νησί µας τη λατρεία εντός των σπηλαίων. Και τούτο, γιατί στις πατρίδες των στα σπήλαια ελάτρευαν κατά το πλείστον τους θεούς των και ιδίως τον Μίθρα. Για τον Μίθρα µάλιστα, όπου δεν υπήρχαν, άνοιγαν οι ίδιοι οι πιστοί σπήλαια µέσα στη γη. ∆εν είναι µάλιστα καθόλου τυχαίο ότι και ο Κύριος Ηµών Ιησούς Χριστός γεννήθηκε σε σπήλαιο, αλλά η εν σπηλαίω γέννησή Του έλαβε τον προσήκοντα συµβολισµό στη δική µας, την Χριστιανική µας θρησκεία, σύµφωνα µε το πνεύµα Της. Εφ’ όσον, όπως προανέφερα, η Κρήτη είχε ενενήντα (90) µε εκατό (100) πόλεις και η κάθε πόλη είχε και ένα – το δικό της – ιερό σπήλαιο πάει να πει ότι είχε ανάλογες λίγες πόλεις στην περιοχή που µας απασχολεί και ισάριθµα ιερά σπήλαια. Τα λίγα αυτά ιερά σπήλαια της περιοχής µας δεν έχουν ακόµη ανακαλυφθεί. Ασφαλώς όλα, λόγω των ατελείωτων διαταραχών της Κρήτης από µικρές ή µεγαλύτερες σεισµικές δονήσεις και από τα ακραία καιρικά φαινόµενα, που προκαλούν κατακρηµνίσεις των βράχων και κατολισθήσεις των µαλακών εδαφών, οι είσοδοί τους έχουν αποφραχθεί ή και καταστραφεί µερικώς. Να γιατί πρέπει να αναδείξοµε τους ορεινούς δρόµους, το ορεινό οδικό δίκτυο. Γιατί αυτό θα µας βοηθήσει να βρούµε όχι µόνο τα ιερά σπήλαια αλλά και τις αντίστοιχες πόλεις, όπου οι µινωΐτες πρόγονοί µας ελάτρευαν τους υποχθόνιους θεούς των, όπως τα φίδια, που µέχρι και σήµερα θεωρούνται το «στοιχειό του σπιτιού» και δεν τα σκοτώνουν ποτέ, όταν ξετρυπώσουν αιφνιδιαστικά, την ώρα, που σκάβουν τα θεµέλια του σπιτιού. Έτυχα σε µια τέτοια περίπτωση και ανάστατοι οι εργάτες, φώναζαν: Άστε τονε, µπρε!!! µη – ν – τονε σκοτώσετε, µπρε!!! Θυµίζω εδώ τη µινωική θεά των όφεων και συνάµα ότι τα ονόµατα των υποχθόνιων θεοτήτων ήταν κατά το πλείστον φωτεινά: π.χ. Πασιφάη. Οι ίδιοι οι δρόµοι θα µας οδηγήσουν και εις τα ιερά κορυφής, όπου ελατρεύονταν οι ουράνιες θεότητες. Στην τέως επαρχία µας από πολλών ετών ανακάλυψα ένα τέτοιο ιερό κορυφής στην κορυφή Καραβέλλα Β. των Αγκουσελιανών και άλλο ένα λίγο αργότερα στα Ατσιπαδιανά ή σ’ τση Κουρούπας τα όρη η Αρχαιολογική Υπηρεσία. Ύστερα από επίµονη προσπάθεια µαζί µε τον αείµνηστο Paul Faure ανακαλύψαµε ότι η λατρεία στα ιερά κορυφής ετελείτο περί τις 20 – 25 Νοεµβρίου. Προσθέτω
326
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
ότι µέχρι τον 6ο αιώνα µ.Χ. οι χωρικοί εξακολουθούσαν να ανεβαίνουν στα ιερά κορυφής, τελούντες σ’ αυτά λατρεία της παλαιάς θρησκείας. Παρόµοιο συνέβη και µε την δενδρολατρεία, ίχνη της οποίας διατηρούνται και σήµερα. ∆εν µπορώ να µη σηµειώσω ότι για τα ιερά κορυφής του Βρύσινα και Καραβέλλας των Αγκουσελιανών και µάλλον και στση Κουρούπας τα όρη διατηρούνται ατόφιοι οι µινωικοί δρόµοι. Ας προσθέσουµε τώρα λίγα λόγια για τους ναούς της δικής µας θρησκείας, που βρίσκονται µέσα σε σπήλαια ή σπηλαιοκοιλότητες. Κακώς ονοµάζονται «σπηλαιώδεις ναοί». Ο αείµνηστος Paul Faure, που πρώτος ασχολήθηκε µε την καταγραφή των, τους ονοµάζει “Eglises sous roche” που θα πει κατά λέξη «Εκκλησίες υπό βράχον» και σε καλύτερα ελληνικά «βραχώδεις εκκλησίες». Ούτε αυτό το όνοµα όµως αποδίδει στα καθαυτά ελληνικά το πράγµα. Επειδή είναι δύο διαφορετικά είδη, δηλαδή άλλες είναι εντελώς µέσα στα σπήλαια και άλλες σε βραχώδεις κοιλότητες, µε κτιστό τοίχο στο άνοιγµα της σπηλαιοκοιλότητας και πόρτα για κάποια ασφάλεια, άρα, πρέπει να χρησιµοποιούµε για τους πρώτους τον όρο ενδοσπήλαιοι ναοί και για τους δεύτερους τον όρο βραχοσκεπείς ναοί. Ο Paul Faure κατέγραψε πεντακόσιους (500) τέτοιους ναούς στην Κρήτη. Ο υποφαινόµενος έκανα δειγµατοληπτικό έλεγχο στην εργασία του Paul Faure και βρήκα ότι στον παλιό ∆ήµο Φοίνικα µόνο είχε παραλείψει τους µισούς. Άρα όχι πεντακόσιοι (500) αλλά χίλιοι (1.000) περίπου πρέπει να ήσαν οι ναοί αυτοί σ’ όλη την Κρήτη. Άλλος πλούτος αυτός!!! Καµιά σχέση δεν έχουν µε τα προαναφερθέντα ιερά σπήλαια. Είναι εκκλησάκια, σαφώς χριστιανικά, και δείχνουν τη φοβερή φτώχεια των προγόνων µας επί Ενετοκρατίας και Τουρκοκρατίας και τις φοβερές πιέσεις των κατακτητών, για να αλλαξοπιστήσουν. Γι’ αυτό θα πρέπει να τους διαφυλάσσοµε ως ιερά µνηµεία της µακραίωνης δουλείας των προγόνων µας και θα ήθελα να ζητήσω και να παρακαλέσω τους αιδεσιµότατους ιερείς µας να µην κάνουν στα βραχοσκεπή απολύτως καµία επέµβαση, αλλά να διατηρούν τον παλιό τοίχο και την παλιά πόρτα µ’ ένα απλό σαλιαδόρο για να ανοιγοκλείνει. Τους παρακαλώ θερµά, εν ονόµατι της Ιστορίας µας και της Θρησκείας µας, να πετάξουν πέρα τις σιδερόπορτες µε τα τζάµια και να τοποθετήσουν ταπεινές ξύλινες πόρτες µε το χρώµα περίπου του µισοσαπηµένου ροδάκινου, ένα χρώµα δηλαδή κοκκινοκαφετί, και τίποτε άλλο. Όπου τυχόν µπήκαν µπετά στις αυλές ή και µέσα στα ταπεινά εκκλησάκια να
ΤΟ ΟΡΕΙΝΟ Ο∆ΙΚΟ ∆ΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΑΪΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
327
αφαιρεθούν και να µείνουν τα αρχικά δάπεδα, όπως τα είχε κάµει η Φύση, δηλαδή ο Θεός. Τοίχοι αντιστήριξης ή σκάλες τσιµεντένιες να αντικατασταθούν από λίθινες κατασκευές και από τις ντόπιες πέτρες. Ύστερα από αυτά οι µορφωµένοι επισκέπτες και µάλιστα οι ξένοι θα ’χουν πολλά να δουν και θα παραµένουν τον ανάλογο χρόνο, αλλά και δε θα µας παίρνουν για αρχοντοχωριάτες. Τι πλούτο, λοιπόν, έχουν στην επιφάνειά τους και κρατούν στα σπλάγχνα των τα βουνά µας νοµίζω πως έγινε και σαφές και ευκρινές και δεν χρειάζεται παρά µόνοι µας και όλοι µας µαζί να πιάσοµε την τύχη µας στα χέρια µας και η νεολαία να αγωνιστεί µε πείσµα στην πρώτη γραµµή. Οι κύριοι ∆ήµαρχοι έχουν βαρύτατες ευθύνες και τολµώ να προσθέσω ότι συχνά κάνουν έργα, ξοδεύοντας βέβαια τα χρήµατα των φορολογουµένων, τα οποία, είθε! να µη γίνονταν ποτέ! Άλλοτε πάλι δεν βλέπουν κάν προβλήµατα, όπως αυτά τα ίδια στα οποία αναφέρεται η λήγουσα ήδη οµιλία µου. Θα αναφέρω ένα και µόνο παράδειγµα: Προ τριετίας, η δραστήρια, όπως την χαρακτήρισα, Σπηλαιολογική Οµάδα Ρεθύµνης οργάνωσε, µε πολύ κόπο µάλιστα, ένα είδος Σπηλαιολογικού Σεµιναρίου για τα σπήλαια όλου του νοµού µας, ειδικό για τα στελέχη των ΟΤΑ. Και τι έγινε; Από τους κυρίους ∆ηµάρχους ένας µόνο προσήλθε, ο Λάµπης κ. Απανωµεριτάκης, προς τιµήν του, και µερικοί, 5-6 το πολύ-πολύ, δηµοτικοί Σύµβουλοι. Όλοι οι άλλοι ήσαν µε τόσο βαριά και κατεπείγοντα προβλήµατα απασχοληµένοι, ώστε όλοι εδήλωσαν, ότι «έχουν δουλειά». Ο κ. Μαρινάκης, ∆ήµαρχος Ρεθύµνης, εβράβευσε πέρυσι τριακοσίους είκοσι (320) εθελοντές για την προσφορά τους στην προαγωγή και τη λύση προβληµάτων του ∆ήµου που προΐσταται. Οι δικοί µας ∆ήµοι; Προτείνω λοιπόν: Άµεση δηµιουργία εθελοντικών οµάδων για κάθε ∆ήµο, από λεβέντες νέους, λεβέντες άντρες, πρόθυµους και ικανούς να πάρουν την τύχη του τόπου στα χέρια των σε συνεργασία µε τους ∆ήµους. Μαχητικά αλλά ειρηνικά, απαιτητικά αλλά ειρηνικά, χωρίς υποχωρήσεις µπροστά στα δύσκολα αλλά ειρηνικά. Έτσι, ώστε να µη χρειαστεί ποτέ ούτε ένας αστυφύλακας ούτε ένας εισαγγελέας. Και µην ξεχνάτε, αγαπητοί νέοι, ότι ο µεγάλος Γκάντι απελευθέρωσε την Ινδία µε ειρηνική επανάσταση, χωρίς να πέσει µια ντουφεκιά! Και τώρα είναι η τρίτη (3η) υπερδύναµη του κόσµου. Και ένα ακόµη: Μην διστάζετε να ρωτάτε και µη βαριέστε να διαβάζετε. Και έτσι θα πάνε όλα καλά.
328
ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΡΗΣ
Και για σας αγαπητοί νέοι, και για τα παιδιά σας, και για τα παιδιά των παιδιών σας, αλλά και για κείνους πού θά ’ρθουνε και µετά και από εκείνα και µετά από εσάς. Τα υπόλοιπα απαιτούµενα θα ’ρθουν το ένα µετά το άλλο µόνα τους. Σας υπενθυµίζω ακόµη, ότι µετά την Επανάσταση του ∆ασκαλογιάννη (1770), οπότε καταστράφηκαν τα Σφακιά και οι Σφακιανοί καταλήστευαν τις γύρω των περιοχές για να ζήσουν, οι πιο αντρειωµένοι από τους Αγιοβασιλειώτες συνέπηξαν το άτυπο σωµατείο «Ένωσις Αγιοβασιλειωτών» και προστάτευαν όλη την επαρχία από τις ληστείες και µερικοί θυσίασαν και την ζωή τους την ίδια (βλ. Χρίστος Μακρής, Επικήδειος γάµος). Κάτι ανάλογο πρέπει και περιµένω να κάνει και η νεολαία µας προσαρµοσµένο στην εποχή µας. Ειρηνικό πόλεµο. Θα παρακαλούσα το σεβαστό µου ακροατήριο να µε ανεχθεί για λίγα λεπτά ακόµη, ώστε να δώσω λίγες διευκρινήσεις για ’κείνα, που µόλις τώρα είπα όσον αφορά «τα υπόλοιπα απαιτούµενα, που θά ’ρθουν το ένα µετά το άλλο µόνα τους». Η αισιοδοξία µου για τα «υπόλοιπα» είναι υπερβολική. «∆εν θά’ρθουν µόνα τους. Πρέπει να τα φέροµεν εις πέρας εµείς µόνοι µας και ακριβώς µε τους γενναίους εθελοντές που προείπα, σε συνεργασία µε τους ∆ήµους και µε τα πρόσωπα που έχουν σχετικές γνώσεις και που είναι, σας βεβαιώνω, πρόθυµα και υπάρχουν στο Ρέθεµνος και κυρίως η Σπηλαιολογική Οµάδα του Ρεθέµνους». Και αυτά εν µεγίστη συντοµία είναι τα εξής: Προστασία των σπηλαίων και επισήµανση, όσων δεν έχουν ακόµη βρεθεί, αλλά για τυχαίους λόγους αποκαλύπτονται και έρχονται στην επιφάνεια της γης. Προστασία των αρχαιοτήτων της περιοχής µας και διαφύλαξή των ως κόρης οφθαλµού και µαζί µ’ αυτές και των δρόµων και των παράστρατων, για τα οποία µίλησα παραπάνω. Σ’ αυτές συµπεριλαµβάνονται και οι πετραθρώποι, που θυµούνται οι παλιοί και ξέρουν και λίγοι νεότεροι και, όπου έχουν διαλυθεί, να ξαναχτιστούν. Αναδάσωση όλων των ορεινών όγκων της επαρχίας και όλης της Κρήτης βέβαια, κατά τµήµατα. Κατά µικρές περιοχές δηλαδή θα φυτέψοµε δένδρα, κατά το πλείστον ιθαγενή και θα τις περιφράξοµε µε σύρµατα, ώστε να προστατεύονται από τα ζώα. Με το σύστηµα αυτό σε λίγες δεκαετίες η περιφέρεια όλη θα έχει αναδασωθεί και σιγά – σιγά η περιοχή όλη θα ξαναγίνει, όπως ήταν ήδη στη Μινωική εποχή και µέχρι
ΤΟ ΟΡΕΙΝΟ Ο∆ΙΚΟ ∆ΙΚΤΥΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΑΪΚΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
329
και την Ενετοκρατία. Συνάµα θα διακόψοµε το κυνήγι, ώστε η πανίδα να αναζωογονηθεί. Κατασκευή στα κατάλληλα σηµεία µεγάλων αποθηκών (δεξαµενών) νερού και µε µεγάλα λάστιχα και µάνικες να ποτίζοµε τα δενδρύλια. Και να µη λησµονούµε πως η Κρήτη βρίσκεται όλη – λόγω της µεταβολής του κλίµατος – στο µάτι της αποξήρανσης που απειλεί την ευρύτερη περιοχή µας και την ανθρωπότητα. Υπάρχουν σηµεία στο νησί µας, που η θάλασσα έχει εισδύσει µέχρι και τρία χιλιόµετρα στον κορµό της. Τί νερό θα πίνοµε ύστερα από µερικές δεκαετίες; Να µην ξεχνούµε ακόµη ότι η µεγαλύτερη επιφάνεια της Κρήτης είναι βουνά και τα προλεχθέντα αποτελούν την γενναία υποδοµή ακµαίου ορεινού Τουρισµού. ∆ιαφορετικά το µέλλον της Κρήτης πρόκειται να είναι η ερήµωσή της.
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Κυριώνυµα τοπωνύµια της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνου
(Οικογενειακά ονόµατα, Βαπτιστικά, Ανδρωνυµικά, Παρωνύµια, Εθνικά, από Κοινωνικές οµάδες) Στην παρούσα εισήγησή µου θα ασχοληθώ ειδικά µε τα λεγόµενα κυριώνυµα τοπωνύµια ή προσωπωνύµια ή ανθρωπωνύµια, από τα σηµαντικότερα των τοπωνυµίων, που φανερώνουν το έµψυχο δυναµικό και τις ιστορικές περιπέτειες ενός τόπου, τους ανθρώπους του, τις οικογένειές του- πολλές από τις οποίες στις µέρες µας έχουν παύσει, ίσως, να υπάρχουν- γνωστές ή άγνωστες από την Ιστορία µεταναστεύσεις, εποικήσεις. Πολλά από αυτά υποδηλώνουν, περαιτέρω, τη διέλευση ή την εγκατάσταση στον εξεταζόµενο τόπο ιστορικών προσώπων (στου Φωκά), στρατιωτών (στων Αρµενίων) ή ξένων κοινωνικών οµάδων (στων Σαρακηνών) κατά τους χρόνους του Βυζαντίου ή άλλων περιόδων της ιστορίας. Μέσω των κυριώνυµων, λοιπόν, κατανοούµε καλύτερα την ατοµική, συλλογική και πολιτισµική ταυτότητα του χώρου. Ο σοφός Πλάτων, επ’ αυτού, λέγει ότι «ὅς ἄν τά ὀνόματα εἴδῃ, εἴσεται καί τά πράγματα». Τα κυριώνυµα, ειδολογικά, χωρίζονται σε: Οικογενειακά (στα Βλαττιανά), Βαπτιστικά (στ’ Αντρουλέα το Χωράφι), Ανδρωνυµικά (στση Τσυρµιρίνας το Νερό), Παρωνύµια = παρατσούκλια (στου Πανταρώτα), Εθνικά ή Πατριδωνυµικά (στου Αρναούτη το Σώχωρο, στα Γαβιώτικα), Κοινωνικές Οµάδες (στον Ατζιγκανόσπηλιο). Τα κυριώνυµα µπορούµε να τα βρούµε από τους δηµοτικούς και κοινοτικούς καταλόγους ή από έγγραφα κτηµατολογίων, συµβολαιογραφείων, οικογενειακών αρχείων, καθώς και από παλιά νοταριακά έγγραφα. Προχωρούµε στην καταγραφή των κυριωνύµων κατά χωριό (τα χωριά παρατίθενται µε αλφαβητική σειρά). Μέσα σε παρένθεση, δεξιά κάθε τοπωνυµίου, µε τα αρχικά των σηµείων του ορίζοντα, σηµειώνουµε τη θέση που αυτό βρίσκεται ως προς το χωριό στο οποίο ανήκει.
332
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
1. ΑΓΑΛΛΙΑΝΟΣ Οικογενειακά Ονόµατα: Στ’ Aγαλλιανού (αυτό το ίδιο το χωριό) (Παπαδάκης 2002, 123) Παρωνύµια: στου Θείου µου το Λάκκο (Α)
Εθνικά: στα Σύριακα (ΒΑ) Aπό δύο Σύριους αδελφούς που, σύµφωνα µε την παράδοση, είχαν εκεί περιβόλια (πβ. Συριάτης στα Kεραµέ). 2. ΑΓΙΑ ΓΑΛΗΝΗ Οικογενειακά Ονόµατα:
στα Βλαττιανά (Β∆) όπου περιουσίες Βλατ(τ)άκηδων (οικογ. Βλατ(τ)-άκης> Βλαττ-ιανά από βυζαντινό επαγγελµατικό βλαττάς και σηµαίνει τον έµπορο των πορφυρών µεταξωτών υφασµάτων, των ονοµαζοµένων «βλαττίων». Γι’ αυτό η ορθή γραφή του οικογ. είναι µε δύο [τ], πράγµα, όµως, που δεν εφαρµόζεται σήµερα από τους φέροντες το επώνυµο αυτό, που το έχουν απλοποιήσει µε ένα [τ]). Στην καταγραφή των τοπωνυµίων της Εταιρείας Κρητικών και Ιστορικών Μελετών (στο εξής: Ε.Κ.Ι.Μ. - Ηράκλειο - 1953) το τοπωνύµιο αναφέρεται ως Βλαβιανά, ενώ στο χωριό Ορνέ ως Βλαθιανά, µε δάσυνση του ψιλού [τ], εφόσον ακολουθεί συνιζανόµενο [ι] [πβ. µάθια αντί µάτια ή Αγουθιανά αντί Αυγουστιανά στις Μέλαµπες κ.λπ. (Καυκαλάς 1992, 16)]. στου Μάµαλου το Χαρουπίδι (Α) Oικογ. Μαµαλάκης, που επιχωριάζει και σήµερα στην περιοχή. στου Μαραγκού τσι Σπήλιους (ΒΑ) Στα σπήλαια αυτά κατά τη γερµανική κατοχή διέµεναν διάφορες οικογένειες. Πβ. και στην Κοξαρέ τοπων. Μαραγκού το Πρόβαρµα, στου. Πιθανόν από επαγγελµατικό
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΓΑΛΛΙΑΝΟΣ - ΑΓΙΑ ΓΑΛΗΝΗ
333
(µαραγκός), αλλά πιθανόν και από συντοµογραφία του οικογ. Μαραγκουδάκης>Μαραγκός. στου bεργαδή το Λάκκο (µέσα στο χωριό) Από Βυζ. οικογ. «Βεργαδής», που επιχωριάζει και σήµερα στο χωριό. στου bίστη (Β∆) Το τοπων. είναι συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Βιστάκης [Βίστης> Μπίστης (γεν. πληθυντ. τω Μπίστηδω)]. Μπιστικός, πάντως, (από το ουσιαστ. «πίστη»), στην κρητική διάλεκτο, είναι και ο έµπιστος. Λέγεται, πως πρόκειται για παλιό τουρκικό µετόχι. στου Καράλη τα Ρυάκια (Β∆) Οικογ. «Καράλης» από τις γειτονικές Μέλαµπες, όπου υπάρχει και συνοικία Καραλιανά. στο Νικοκέφαλο (Β) Ύψωµα (κεφάλι), που ανήκε σε κάποιον Νικάκη. Το οικογ. Νικάκης επιχωριάζει ευρέως στην περιοχή των γειτονικών χωριών Μέλαµπες, Βρύσες. στου Πατακού (Β∆) Οικογ. Πατακός, που δεν απαντά σήµερα στην εν λόγω περιοχή. στα Ροβιθιανά (Β) Οι κάτοικοι µού είπαν ότι στην περιοχή φύεται το φυτό ρόκα (eruca sativa), που είναι θάµνος ενός, περίπου, µέτρου, κάτι σαν άρτικας, που οι γυναίκες, τα παλιά χρόνια, χρησιµοποιούσαν το στάχυ του, για να κλώθουν το µαλλί [οπότε ρόκα+ επίθηµα –ιανά> ροκιανά> (και κατόπιν δάσυνσης του ψιλού κ) ροθιανά]. Πάντως, ο πληθ. του ουδ. σε –ιανά, όπως δίδαξε ο Γ. Χατζιδάκις, δηλώνει κτήµατα, ο κτήτορας των οποίων προκύπτει από το θέµα του επωνύµου (πβ. Παπαδιανά), οπότε κανονικά το τοπων. εδώ θα µπορούσε να δηλώνει κτήµατα Ρεβίθιδων ή Ροκάκηδων, παρότι, σήµερα, τέτοια οικογ. δεν παρατηρούνται στο χωριό. Έτσι, από Ρεβιθιανά>Ροβιθιανά (ετεροίωση)> (και ύστερα από πτώση, χάρη συντοµίας, της συλλαβής [βι]) Ροθιανά.
334
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Σταή το Gάbο (Β) Από οικογ. Στάης (ο). Πβ. και τοπων. Σταογιάννη, στου (= στου Γιάννη του Στάη) στο χωριό Ρούστικα Ρεθύµνου (Παπαδογιαννάκης 2000, 103). Το επώνυµο Στάης - Στάγης - Σταγάκης προέρχεται από το όνοµα Ευστάθιος>Στάθης. στου Σταµατάκη τη Gολύbα (Β), στου Χριστοφοράκη τ’ Αλώνι (ΒΑ), στου Χριστοφοράκη το Μετόχι (ΒΑ). Βαπτιστικά:
στ’ Αdρουλέα το Χωράφι Αdρουλέας (Βεν.)= ο Αντρέας. στου Καλοµάτη (Β) Στην πρ. 214, του ρεθεµνιώτη νοτάριου Αντρέα Καλέργη, συναντάµε όνοµα Καλοµάτης Μιχαλάκης [Γρυντάκης 1994, σ. 152]. Ο Καλοµάτης, εδώ, λέγεται ότι ήταν µοναχός σε ανδρικό µοναστήρι- που βρισκόταν σε διπλανή περιοχή µε το όνοµα «Μελισσουργάκι»- αφιερωµένο στην Παναγία (Εισόδια της Θεοτόκου), το οποίο- σύµφωνα µε επιτόπια παράδοση- καταστράφηκε από τους Τούρκους, ύστερα από ανατίναξη της εκκλησίας την ώρα της ακολουθίας του Επιταφίου, το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής. Σφάχτηκαν όλοι οι µοναχοί, εκτός από έναν, τον Καλοµάτη, που ήταν βοσκός και έτυχε, την ώρα εκείνη, να απουσιάζει (Αυγουστάκης 1983, 49). στου Κυρ- Μανόλη (ΒΑ) Ανδρωνυµικό του παρόντος τοπων. είναι, ασφαλώς, το τοπων. Κυρ- Μανόλαινα, που συναντήσαµε στα χωριά Μέλαµπες και Ορνέ. στου Λαζάρου το Ρυάκι (Α) το τοπων. βρίσκεται µέσα στο χωριό. στου Μελέτη (ΒΑ) από βαπτιστικό Μελέτιος>Μελέτης. στση Σοφίας το Στρατάκι (ή στου Κουτσαύτη) (Β)
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΓΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ
335
Ανδρωνυµικά:
στσ’ Αλέξαινας (Β∆) Aνδρωνυµικό- η γυναίκα του Αλέξη. στση Τσυρµιρίνας το Νερό (Β) Η µορφή του τοπων. παραπέµπει σε οικογ. Κυρµυράκης> (και συγκεκοµµένος τύπος Κυρµυρής), από βαπτιστικό Κυρ-Μύρος. Όµως, όσο και αν έψαξα, τέτοιο οικογ. στην Κρήτη δεν συνάντησα. Αντίθετα, αρκετά σύνηθες- και ειδικά στο νοµό Ρεθύµνου- είναι το οικογ. Κυριµάκης, για το οποίο υποθέτω ότι πρόκειται εδώ. Όπότε, έχουµε Κυριµάκης> (και ύστερα από µετάθεση του ηµιφων. στοιχείου [µ] και ανάπτυξη ευφων. [ρ])> Κυρµιράκης> (και συγκεκοµµ. τύπος του επωνύµου) Κυρµιρής (κατά το Αλεξανδράκης> Αλεξαντρής). Στο ανδρωνυµικό της Αγίας Γαλήνης (στση Τσυρµιρίνας το Νερό) έχουµε, επί πλέον, και τσιτακισµό του αρχικού [κ]. Πβ. το ίδιο τοπων. στην εντυπωσιακή ποικιλία µορφών που απαντά στα χωριά Βάτος (στου Κυρµιρή και στου Κυρµιρή το Λαgό), Άγιος Ιωάννης (στου Κυρµιανού τη Gορφή), Μύρθιος (στω Gυρµιανώ), που όλα αφορούν σε κυριώνυµα τοπωνύµια.
Εθνικά: στα Γαβιώτικα (εντός του χωριού) επειδή κατοικήθηκαν από Γαβ(δ)ιώτες, από τη γειτονική νήσο Γαύδο.
3. ΑΓΙΑ ΠΕΛΑΓΙΑ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Λαρέτζο το Λάκκο (Ν) Λαρέτζος είναι το όνοµα του ιδιοκτήτη, που ακούγεται και σήµερα στο ν. Ρεθύµνου. Σε νοταριακή πράξη της Ενετοκρατίας του 1638 βρίσκουµε οικογ. Λαρεντζάκης Μανόλης (Χουµέρι) (Γρυντάκης 1994, πρ. 99, σ. 74). Εδώ πρόκειται για καλλιεργήσιµη γη. στου Περάκη τη Σωχώρα (Β∆) Σώχωρα είναι τα χωράφια κοντά στο χωριό (αντίθ. ξω-
336
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
χώραφα). Σωχώρα, η (µεγεθ.) είναι το µεγάλο σώχωρο και Περάκης, εδώ, είναι ο ιδιοκτήτης του. Υποκορ. σωχωράκι, το (πβ. Σειστάκης 1977β, 840 και Σειστάκης 1983, 452]. Σώθυρα και σώφυρα και σώχωρα (στην Κρήτη) είναι τα περιτοιχισµένα χωράφια, που βρίσκονται κοντά στο χωριό [Κων. Αµάντου, «Συµβολή εις το τοπωνυµικόν της Χίου», Λεξικογραφικόν Αρχείον Β΄ (1915), 28]. στου Πουλή τσ’ Ελιές (Β∆) στου Βασίλη το Λουρί (∆) στση Σήφαινας (Β∆)
Βαπτιστικά:
Ανδρωνυµικά: Παρωνύµια:
στην Αντώνα (∆) Μεγεθ. του Αντώνης. στου Καγιάννη (Ν∆ - ευρύτερη περιοχή Καστανέας) Πιθανόν να πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, ίσως από το Κατσογιάννη (= κοντός Γιάννης) > Καγιάννη (πβ. και στα Αγκουσελιανά τοπων. στου Κατσακούνιο τη Σοχώρα, στου). Πιθανόν, ακόµα, να ήταν στου Κατσιγιάννη ή, το πιθανότερο, Καλ(κ)ογιάννη [πβ. Καλογιάννηδω, στω (Βρύσες)], ή, τέλος <στου Κατσουλογιάννη [>(και µε συντοµ.) στου Καγιάννη], όπως το συναντήσαµε στο χωριό Ορνέ. στου Κουτού (Ν) Χλευαστικό παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. στου Τσουγκρή τ’ Αρµί (∆) Τσουγκρί, το (Ασπροπόταµος Πίνδου) = κορυφή βράχου και τσουγκριά– τσουγκράκια= τα βράχια. Τσιγκρός, πάλι, είναι ο άρρωστος, ο τσιµπλιάρης. Το τοπων. στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να ήταν αρχικά στου Τσιγκρή τ’ Αρµί (παρωνύµιο του ιδιοκτήτη). Αρµί = λοφίσκος. Βρί-
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ
337
σκουµε πιθανότερη αυτήν τη δεύτερη εκδοχή του τοπωνυµίου. Πβ. και τοπων. στου Τζίγκρη το Περιβόλι (Κεντροχώρι). Εθνικά:
στου Γιαγιά το Πηγάδι (B∆) Το ίδιο τοπων. συναντήσαµε και στη Λαµπηνή. Οι κάτοικοι το αποδίδουν σε Τούρκο ιδιοκτήτη, ίσως επηρεασµένοι από ανάλογα προς αυτό τουρκ. ονόµατα (πβ. στα ανατολικά της πόλης του Ρεθύµνου τον τεκέ του Χατζή Χασάν Μπαµπά). στου Γιαλίτη τ’ Αbέλι (Ν∆) Επειδή ο ιδιοκτήτης του ήταν από την Γιαλιά, τα νότια δηλαδή παράλια του νοµού Ρεθύµνου, που βρέχονται από το Λυβικό Πέλαγος. 4. ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Κλειδάνη το bλάτανο (Β) Κλειδάνης από οικογ. Κλειδής, που επιχωριάζει στην περιοχή. στου Κοσκινά (Α) Λόγω της εκφοράς του µε γενική κτητική, το τοπων. θα µπορούσε κάλλιστα να αναφερόταν σε οικογ. όνοµα «Κοσκινάς». Για την δυνατότητα αυτήν, το καταχωρούµε στη θέση αυτήν των κυριωνύµων. Πιθανή, πάντως, είναι και η εκδοχή το όνοµα να οφείλεται στο εξαιρετικά αµµώδες έδαφος της περιοχής, που µοιάζει σαν κοσκινισµένο, λόγω της ύπαρξης εκεί δύο ποταµών. του Αγκουσελλιανού Λαγκουφιώτη και του Αγιοβασιλιώτη Κακοπέρατου (το όνοµα του δευτέρου από το γεγονός ότι δεν περνιόταν εύκολα, µέχρι που κατασκεύασαν το γεφύρι). Τα ποτάµια, λοιπόν, αυτά πληµµυρίζουν και, στη συνέχεια, αφήνουν ένα παχύ στρώµα ψιλής άµµου στη γύρω περιοχή.
338
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Κουρκούρη (Ν) Πβ. τοπων. στου Κουρκούτη (Λαµπηνή). Πιθανόν να πρόκειται, πάντως, για παρωνύµιο. στου Μουρνιά τα Πεζούλια (Β) Η εκφορά του τοπων. στη γενική αποκλείει τη φυτωνυµική κατάταξή του- που, εξάλλου, δέντρο µουριάς δεν υπάρχει στην περιοχή- και συνηγορεί υπέρ κυριωνύµου, από συγκεκοµµ. τύπο του οικογ. Μουρνιανάκης> Μουρνιάς (στου Μουρνιά), που φανερώνει τον ιδιοκτήτη των πεζουλιών. Βαπτιστικά:
στου Νικήτα το Λουρί (Α) Πρόκειται για µακρύ κοµµάτι γης (λουρί), του οποίου ιδιοκτήτης ήταν κάποιος Νικήτας. Πβ. στην Αγία Πελαγία Βασίλη το Λουρί (στου).
Εθνικά: στ’ Αγαδικό Αµπέλι (Ν) Από κάποιο Αγά ιδιοκτήτη του αµπελιού. Στο χωριό, όπως και στις γειτονικές Ατσιπάδες, κατά την Τουρκοκρατία, κατοικούσαν αρκετοί Τούρκοι, όπως αυτό γίνεται εύκολα φανερό και από τα αµέσως επόµενα τοπων. του χωριού (Αγαδικός Λάκκος και Αγαδικό Πλάι). Πβ. και στη Μύρθιο τοπων. «Αγαδικές ελιές», στις Βρύσες «Αγαδικό Αbέλι», στα Λευκόγεια «Αγαδικές Σωχώρες» και στην Αργυρούπολη, επαρχ. Ρεθύµνου, «Αγαδική Αυλή» (Χατζιδάκις 1938, 455). στον Αγαδικό Λάκκο (Α) στ’ Αγαδικό Πλάι (Β)
5. ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΜΕΝΟΣ Οικογενειακά Ονόµατα: στω Βαβούρηδω τσ’ Ελές (Ν., µέσα στο φαράγγι του Κοτσυφού) Οικογ. συνηθέστατο στο χωριό, όπως γίνεται φανερό και από τα αµέσως ακολουθούντα κυριώνυµα. Στην περιοχή
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - AΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑ(Η)ΜΕΝΟΣ
339
υπάρχει µικρό σπήλαιο (2Χ2Χ3) µε το όνοµα «Μαραθόσπηλιος», από τα άφθονα µάραθα που φύονται γύρω του. στου Βαβούρη τ’ Αχλαδάκι στου Βαβούρη τη Ρίζα (Α) στου Κακλαµά (Ν) Οικογ. Κακλαµάνος (-άκης). Θέση µε υπολείµµατα πόλης των ΥΜΙΙΙ και υποµινωικών χρόνων. στα Καψαλιανά (Α) Παλιός οικισµός του χωριού. Η εκφορά του παρόντος τοπων. σε –ιανά υποδηλώνει περιοχή όπου περιουσίες Καψαλάκηδων, Καψαλιανών (πβ. τοπων. στα Παπαδιανά= περιουσίες Παπαδάκηδων, Παπαδιανών). ∆ιαφορετικά θα ακολουθούσε άλλην εκφορά, όπως αυτήν που έχει το τοπων. στο χωριό Ακτούντα [στο Gάψαλο, στσι Καψάλους]. στω Gουµεντάδω dη Βρύση (∆) Οικογ. Κουµεντάκης, συνηθέστατο στο συγκεκριµένο χωριό. Από συγκεκοµµένο του επωνύµου τύπο «Κουµεντάς», µε πτώση του τελικού [ν] (πβ. παρακάτω και κυριώνυµο «Σαλιβαράδω»). στου Κουτρίκη το Σώχωρο (Α) Κούτρα [(πιθανόν από το λατιν. scutra= δίσκος, πιάτο) είναι το µέτωπο, το κούτελο και κατά συνεκδοχήν το κεφάλι] + επίθηµα –ίκος = κουτρίκος. Πβ. και κούτρα + τρούλης = κουτρούλης, που σηµαίνει αυτόν που έχει πολύ κοντά ή καθόλου µαλλιά [βλ. Μπαµπινιώτης 1998 (οικείο λήµµα)]. Οικογ. Κουρτίκης απαντά σε νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 2003, πρ. 140, σ. 202). στου Κυρµιανού τη Gορφή (Ν) Στα τοπωνύµια του 1957 (Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Μελετών), η δασκάλα καταγραφέας Αλεξάνδρα Τζεδάκη το εξηγεί ορθά ότι προέρχεται από το επώνυµο του κατόχου και το ορθογραφεί «Κυρµιανού» [βλ. σχετικά στα τοπων. Αγίας Γαλήνης [ανδρωνυµικά (στση Τσυρµιρίνας το Νερό)].
340
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Λαbαρδιανού (Α) Λουµπάρδα ή λοµβάρδα ή λοµπάρδα (η), αλλά και µπουµπάρδα, µε ανοµοίωση (πβ. µπουµπάρδα κουτσαχείλα, το περίφηµο µεγάλο κανόνι των Τούρκων κατά την πυρπόληση του Αρκαδιού, στα 1866) [χωρίς γεν. πληθ.]=τα πρώτα τηλεβόλα και κανόνια, γιατί στη Λοµβαρδία, ίσως, εφευρέθηκε το συγκεκριµένο όπλο ή ήταν το µηχανουργείο που κατασκευαζόταν. Από τη χώρα αυτήν της βόρειας Ιταλίας προέρχεται συνηθέστατο- κατά την Ενετοκρατίαοικογ. Λοµβάρδος (Γρυντάκης 2003, πρ. 244, 312, 230 και σε πολλές άλλες). Άρα, το τοπων. στου Λαµπαρδιανού δεν σηµαίνει τίποτε άλλο από ιδιοκτήτη της περιοχής µε το οικογ. Λοµβάρδος ή- πιθανόν και αυτό- άνθρωπο που θα ήταν στη ζωή του λουµπαρδιάρης, πυροβολητής. Αυτό µπορούµε να το δούµε σε πράξεις της Ενετοκρατίας, στις οποίες κάποια πρόσωπα θέτουν παρά το όνοµά τους και την ιδιότητά τους ως πυροβολητών (µπουµπαρδάρηδων) [Μαράς 2004, πρ. 231 (λεγόµενος Μαµούνης πουµπάρδης), πρ. 361 (λεγόµενος Νταρεβέ(νας), µπουµπαρδάρης) κ.ά.]. Πβ. και Άγιος ∆ηµήτριος ο Λουµπαρδιάρης στην περιοχή της Πνύκας (Φιλοπάππου), στην Αθήνα. στου Λελέ το Λάκκο (Ν) Συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Λελεδάκης, που επιχωριάζει, κυρίως, στα Μυριοκέφαλα - Αργυρούπολη Ρεθύµνου. στα Μοδιανά (Α) Οικογ. Μόδης>Μοδιανά. στου Μουδάκη το Σκαλί (Α) Πβ. το σύνηθες ενετικό οικογ. Μουδάτσος. στω bαροτσανώ (Α) Οικογ. Μπαροτσάκης [πβ. στο ίδιο χωριό και τοπων. Σαλιβαράδω, Κουµεντάδω (τη Βρύση)], αλλά και τοπων. bαροτσιανά (στα), στην Αργυρούπολη Ρεθύµνου. στου bεκέ το Βόλακα (Α) Στην πράξη 25 του Μαρίνου Αρκολέου (Ενετοκρατία) βρίσκουµε οικογ. «Μπεκούλης» Βασίλης, το οποίο θεωρούµε ως υποκοριστική µορφή του δικού µας οικογ.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - AΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ
341
«Μπεκές» (Γρυντάκης 2003, πρ. 93, σ. 68). στου bελέχα το Μιτάτο (ΝΑ) Θεωρώ ότι το οικογ. εχει σχέση µε το «Μελέχας», από αραβικό «Μελίκ» (= βασιλιάς). Πβ. εδώ και το γνωστό ακρωτήριο, στο Ακρωτήριο Χανίων, «Μελέχας», ονοµασία µε την οποία το εν λόγω ακρωτήριο απαντά σε πολλούς παλαιούς ναυτικούς χάρτες. στου Ντουργκιέρη τη Ρίζα (Ν) Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. ∆ουλγεράκης, µε επίθηµα [-ης]. Σαλ(ι)βαράδω, στω (ΒΑ) Οικογ. Σαλβαράκης, συγκοµµένος τύπος του επωνύµου «Σαλβαράς», γεν. πληθ. Σαλβαράδω, µε αποβολή του τελικού [ν] (= όπου οι περιουσίες των Σαλβαράκηδω(ν). Από το προσηγορικό Σαλβάρι, το (τουρκ. salvar), που στη λαϊκή γλώσσα σηµαίνει φαρδύ παντελόνι, βράκα ασιατικής καταγωγής, που φοριόταν παλιότερα από τους χωρικούς ορισµένων περιοχών της Χώρας µας. Στην περιοχή αυτήν υπήρχε άλλοτε (στα χρόνια της Βενετοκρατίας) χωριό. ∆ιατηρούνται, µάλιστα, τα ερείπια της εκκλησίας του, αφιερωµένης στην Μεταµόρφωση του Χριστού, που µια παράδοση των κατοίκων θέλει να την έκτισε, χρησιµοποιώντας γάλα αντί νερού, κάποιος λεβέντης βρακοφόρος, που φορούσε σαλβάρια, απ’ όπου και το όνοµα της περιοχής «Σαλ(ι)βαράδω». στου Στραβορά τ’ Αρµί (Ν) Στην επαρχία Πεδιάδος Ηρακλείου υπάρχει χωριό Στραβορίνα. στου Στρατηγά τ’ Αρµί (∆) στου Τζαγκάρη τσ’ Απιδές
Βαπτιστικά: στ΄ Αλισαίου το Σώχωρο (Ν) Βαπτιστικό Ε(Α)λισαίος, που ήταν ο ιδιοκτήτης του σωχώρου. Πβ. και στη Λαµπηνή [Βαπτιστικό (στ’ Αλισαίου τη Μάdρα)].
342
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στση Ζαbέτας τον Αυλήµονα (Ν) Αυλήµονας από το αρχ. αυλών (= κοίλωµα, κοιλάδα, αυλάκι). Και πράγµατι, η περιοχή είναι αυλώχι, το (= επίπεδος χώρος µεταξύ υψωµάτων, στενόµακρη κοιλάδα), που θα ανήκε σε κάποια µε το βαπτιστ. Ζαµπέτα (αρσ. Ζαµπέτης απ’ όπου και το οικογ. Ζαµπετάκης). Βλ. το ίδιο βαπτιστ. και στο χωριό Κάτω Βαρσανόνερο Ρεθύµνου (Μπαλτά και Oğuz 2007, 162 και 601). στου Θοδωρή το Πατητήρι (Β) στω Gώστηδω (Α) Ιδιοκτήτες µε το βαπτιστ. «Κωστής». Το ίδιο τοπων. και στα Αγκουσελλιανά (Βαπτιστικά). Πβ. και στα Σελλιά (Βαπτιστικά) στου Κωτή το Λάκκο. στου Λευτέρη το Πέραµα (Α) στου Παυλή το Λαγκό (Ν) στω bαυλογιώργηδω (Β) στω bέτρηδω το Λιβάδι στου Σταµάτη το Σπιτάκι (Β) στου Τζανή τη Βρύση στου Χρίστο το Υπόστεγο (Β) Ανδρωνυµικά: στο Πηγάδι τση Μαριδάκαινας Ανδρωνυµ. από οικογεν. «Μαριδάκης».
Παρωνύµια: στω Gαβίδω το Σελλί Γκαβός = ο αλλήθωρος, αυτός που δεν βλέπει καλά. στση Κοντής τη Βρύση (Β) Πιθανόν από παρωνύµιο της ιδιοκτήτριας.
Εθνικά: στων Εγγλέζω τα Κυπαρίσσια (Β) Γιατί εκεί έκρυβαν, λένε, τους Εγγλέζους στην Κατοχή. στου Μουρκαλή (Ν) Μούρκ(γ)ος+ αλής;
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - AΓΚΟΥΣΕΛΙΑΝΑ
343
Κοινωνικές Οµάδες: στον Ατζιγκανόσπηλιο (Ν) Μεγάλο σπήλαιο του χωριού, 150 µ. από την είσοδο του φαραγγιού του Κοτσυφού. Το όνοµά του, προφανώς, υποδηλώνει χρήση του, σε παλιότερες εποχές, από τσιγγάνους.
στου bάκαλο
6. ΑΓΚΟΥΣΕΛΙΑΝΑ Οικογενειακά Ονόµατα:
Πιθανόν πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη [από το µπακάλης (;)]. Πάντως, σε νοταριακή πράξη της Ενετοκρατίας βρίσκουµε στο γειτονικό χωριό Μιξόρρουµα Αγίου Βασιλείου και οικογ. Μπακόλας Νικολό, οπότε πιθανότερο να πρόκειται για παραφθορά ή παρωνυµική εκφορά αυτού του οικογενειακού ονόµατος [Γρυντάκης 1994, πρ. 313, σ. 220]. στου bιρbή το Κεφάλι (Ν) Μπιρµπίλης, ο (τουρκ.) = ο ποικίλος, ο πολύχρωµος (Ασπροπόταµος Πίνδου). Πάντως, το τοπων. αναφέρεται στον κτήτορα και παραπέµπει σε συγκεκοµµ. τύπο οικογ. Μπιρµπάκης> Μπιρµπής, στον οποίο και θα ανήκε το ύψωµα (κεφάλι). Βαπτιστικά:
στου Θοδωρή το Κεφάλι Το κεφάλι (= µικρό ύψωµα από όπου βγορίζει η γύρω περιοχή) ανήκε σε κάποιο Θοδωρή. στω Gώστηδω (Β∆) Βλ. το ίδιο τοπων. και στον Άγιο Ιωάννη (Βαπτιστικά). στου Μαθιού το Ρούµα (B) Πβ., επίσης, στο ίδιο χωριό και τοπων. του Καψαλιάρη το Ρούµα, µε β΄ συνθετ. και πάλι τη λέξη ρούµα, αλλά και στο Σπήλι τοπων. στου Μαθιού το Κεφάλι. Σε κάθε περίπτωση µε το βαπτιστικό δηλώνεται ο ιδιοκτήτης του ρούµατος ή του κεφαλιού.
344
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στα Τρουλιθιανά (N∆) Όπου οι περιουσίες της οικογένειας Τρουλιν-ού >Τρουλιν-ιανά> Τρουλιθ-ιανά [κατόπιν δάσυνσης του ψιλού τ, (σαν να ήταν Τρουλιτ-ιανά)].
Παρωνύµια: στου Κατσακούνιο τη Σοχώρα (ΝΑ) Ο «Κατσακούνιος», κατά τον Αγησ. Περιστεράκη, ήταν Τούρκος (βλ. Αγησ. Περιστεράκη, Σφακιανά, Αθήνα 1991, 155). Μάλλον πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. Υποθέτω ότι το α΄ συνθ. (κατσα-) αναφέρεται στο µικρό ύψος του. Πβ. κατσιασµένος, κατσοπρίνια (τα)= τα χαµηλά και ταλαιπωρηµένα πουρνάρια (Μηνάς 1981:αλφαβητική καταχώρηση). Επίσης, κάτσα-κάτσα σηµαίνει κρυφά. Πβ. και Κατσιαλές= ένα είδος γερακιού, που πλησιάζει κρυφά το υποψήφιο θύµα του. στου Καψαλιάρη το Ρούµα (Β∆) Καψάλια, τα= µέρη καψαλισµένα (Μηνάς 1981:αλφαβητική καταχώρηση). Επίσης, Καψαλέ, η= καµένα δάση (Σειστάκης 1977, τ. 215, 657). Τέλος, Καψαλιάρης είναι παρωνύµιο του ιδιοκτήτη της ρεµατιάς (ρούµατος), επειδή, ακριβώς, συνήθιζε να καίει (να καψαλίζει) τα χωράφια. Στην περιοχή απαντούν πλατάνια και χαρουπιές. στου Κούβο Πιθανόν να είναι παρωνύµιο, παρότι µαρτυρείται και οικογ. Κούβος (ο γνωστός ήρωας του Αρκαδιού). στου Παdαρώτα (Β∆) Παρωνύµιο του ιδιοκτήτη («ο Πανταρώτας» = αυτός που πάντα ρωτά. Συνηθισµένη, προς αστεϊσµό, φράση- ανάµεσα στους χωρικούς µας- πριν από πενήντα και πλέον χρόνια). Όπως µε πληροφόρησαν, σε αυτήν την περιοχή υπήρχε µικρός οικισµός. Εθνικά:
στου bέη τσι Σκες (Β) Υπάρχουν και σήµερα συκιές που επί Τουρκοκρατίας θα ανήκαν σε κάποιο Μπέη (τουρκ.= άρχοντας).
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΚΟΥΜΙΑ
345
στα Παλαιτσιανά (Β∆) Ο Αγησ. Περιστεράκης ερµηνεύει το τοπων. από οικογενειακό όνοµα «Παλετσάκης», που δεν διατηρείται σήµερα στην περιοχή. Αν, όµως, δούµε το συγκεκριµένο τοπων. σε σχέση µε το επόµενο, του ίδιου χωριού («στο Μπόρο τω Μπαλαιτσιανώ»), το θεωρώ σωστότερο να το ερµηνεύσουµε ότι αναφέρεται σε περιουσίες κατοίκων του πλησίστιου στο χωριό αυτό οικισµού Μπαλέ (Παλέ). Όπως µε πληροφόρησαν κάτοικοι του χωριού, πολύ παλιά εδώ υπήρχε οικισµός. στο bόρο τω bαλαιτσιανώ (Β∆) Πόρος= πέρασµα, από το οποίο διέρχονταν «οι εκ Μπαλέ προερχόµενοι». 7. α) AKOYMIA (το χωριό) Οικογενειακά Ονόµατα: στ’ Αλι(η)τινιανά (Α) Πιθανόν να ήταν Λιτινιανά (οικογ. Λίτινας, που σήµερα δεν παρατηρείται στο χωριό) και να έγινε «Αλιτινιανά», λόγω συνεκφοράς του ουσιαστ. µε το άρθρο (στα Λιτινιανά> στ’ Αλιτινιανά). Πιθανή, επίσης, η περίπτωση το τοπων. να έχει σχέση µε το ουσιαστ. «Αλής», οπότε θα αφορά σε «εθνικό» κυριώνυµο και θα πρόκειται για τις περιουσίες ενός Τούρκου Αλή+ -ιανά> Αλη-ν-ιανά> Αλητι-ν-ιανά (κατόπιν ανάπτυξης πρώτα του ευφωνικού [ν] και ύστερα και της συλλαβής [τι]). στου Βέργη (Α) Το οικογ. Βεργής ήταν σύνηθες στα χρόνια της Ενετοκρατίας [Γρυντάκης 1994 πρ. 386, σ. 281]. στου Γληγοράκη το Πλάι (Α) Από το οικογ. «Γρηγοράκης» (από τις γειτονικές Βρύσες), µε παραφθορά του [ρ] σε [λ]. στου ∆ραµιτινού Οικογ. «∆ραµιτινός», που δεν επιβιώνει σήµερα στο χωριό.
346
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στα Καραλιανά (Ν∆) Καρά+ αλής> Καραλής> (και ύστερα από αναβιβασµό του τόνου στην παραλήγουσα) Καράλης> Καραλιανά (όπου οι περιουσίες των Καράληδων). στου Κατσαδούρη (Α) Η γενική κτητική µού δίνει το δικαίωµα να υποθέσω ότι πρόκειται για οικογ. Κατσαδωράκης> (και συγκεκοµµένος τύπος) Κατσαδώρος> (και ύστερα από τροπή του µακρού [ω] σε [ου] Κατσαδούρος> Κατσαδούρης, ο οποίος ήταν ο ιδιοκτήτης της περιοχής. Τέτοιο επώνυµο, πάντως, σήµερα δεν επιβιώνει στο χωριό. Σύµφωνα µε πληροφορίες των κατοίκων, πρόκειται για περιοχή που τη «δέρνει» (β΄ συνθ. του τοπων.) ο άνεµος, γι’ αυτό και κάθε φυτό παραµένει µόνιµα κατσιασµένο (α΄ συνθ. τοπων. κατσα-). Μου ανέφεραν, για τον ίδιο λόγο, και χόρτο µε το όνοµα «κατσοχτενίδα», που υπάρχει άφθονο στην περιοχή. Οπότε, πολύ πιθανή θεωρώ και αυτήν την εκδοχή προέλευσης του τοπων. από τον άνεµο, δηλαδή, που φυσά στην περιοχή. στου Μαυροµάρη (Β∆) Σε νοταριακή πράξη του 1638, στον γειτονικό Κεραµέ αναφέρεται οικογ. «Μαυροµέ(ά)ρης» Μανόλης [Γρυντάκης 1994, πρ. 314, σ. 223]. στω Μουλαdώνηδω (∆) Από τουρκ. όνοµα Μουλάς (αραβ. molla= θεολόγος, σοφός, δάσκαλος) προέρχεται το οικογ. Μουλακάκης, που απαντά πληθωρικά στο χωριό. Εδώ, Μουλακάκης + Αντώνης> Μουλαdώνης> στω(ν) Μουλαdώνηδω(ν). Στω(ν) Μουλαdώνηδω(ν), λοιπόν, σηµαίνει τον τόπο όπου βρίσκονται οι περιουσίες της συγκεκριµένης οικογένειας. στου bριdή (Ν) Συντοµογραφία, µε παραφθορά, του οικογ. Μπερνιεντάκης (Μπερνιεντής> Μπριντής), που απαντά και σήµερα στο χωριό. στα Παυλιδιανά (∆) Οικογ. Παυλιδάκης (+ πρόθηµα -ιανά)> Παυλιδ-ιανά. στου Πετσοκώλη (Α) Ασφαλώς, θα ξεκίνησε από παρωνύµιο του ιδιοκτήτη,
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΚΟΥΜΙΑ
347
επειδή το δέρµα του κώλου του είχε γίνει χοντρό σαν πετσί, µε το να κάθεται συνέχεια στις πέτρες και τα χαράκια. Τελικά, κατέληξε και το ανευρίσκουµε και ως οικογενειακό (γονίκαρος Πετσοκόλης (sic) Κωνσταντίνος) σε νοταριακή πράξη της Ενετοκρατίας [Γρυντάκης 1994, πρ. 244, σ. 173]. Βαπτιστικά:
στου Κυρ- Μανόλη (Α) στα Σαββιανά (Β∆) Ιδιοκτησίες κάποιου Σάββα. στην Αγγελίνα
Ανδρωνυµικά:
Πρόκειται για ανδρωνυµικό από βαπτ. Αγγελής> (+ επίθ. –ίνα) Αγγελ-ίνα. στη Φιλήµαινα (Α) Εδώ, πιστεύω ότι έχουµε το ανδρωνυµικό του βαπτιστικού ονόµατος Φιλήµων, ο (και στο στόµα του λαού Φιλήµενας). Πβ. και στη Μουρνέ τοπων. στου Φιλήµου το Σώχωρο. Ο Φιλήµων, απόστολος εκ των Ο΄, έγινε µαθητής του αποστόλου Παύλου, προς τον οποίο ο κορυφαίος των αποστόλων απέστειλε τη γνωστή «Προς Φιλήµονα» επιστολή (εορτάζει 22 Νοεµβρίου). Ο Γ. Ν. Χατζιδάκις (Χατζιδάκις 1941, 257) αναφέρει τύπους «φίλα» (η) και «Φιλοµένα», η (ρ. φιλώ). Παρωνύµια:
στου Ζερβολιό (Α) Ασφαλώς, φανερώνει τον ιδιοκτήτη και, πιθανόν, πρόκειται για παρωνύµιο «ο ζερβός Ηλίας», που ήταν, δηλαδή, αριστερόχειρας ή και «Ζερβός», οικογενειακό, που όµως δεν απαντά στην περιοχή. στου Καβαλιέρο (Ν) Στην περιοχή υπήρχε µέρος κατάλληλο από το οποίο καβαλούσαν στα άλογα (πληροφ. καθηγητή Στυλ. Παπαδογιαν-
348
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
νάκη). Καβαλιέροι (οι), πάντως, (από ιταλ. cavalieri) ήταν οι ευγενείς, οι ιππότες, οπότε, σύµφωνα µε την ερµηνεία αυτήν, το τοπων. πιθανόν να βρίσκεται και µε παρωνυµική σηµασία. Καβαλιέρος, επίσης, ήταν ο συνοδός της «συνεπάρτουσας» [(στα Σφακιά)= γυναίκες που παίρνουν µέρος στην ποµπή του γάµου. Από το συνεπάρ-ουσες< συνεπάρω, υποτ. αορ. του συνεπαίρνω. Το <τ> ίσως από επίδραση της προστακτικής συνεπάρ(ε)τε (Ξανθινάκης 2001, 200 και 499)], που απαραιτήτως έπρεπε να είναι καβάλα σε άλογο [βενετσ. Cavalier (= ιππέας)< λατ. caballus (=ίππος)]. Οπότε- πιθανή και αυτή η ερµηνεία- το τοπων. να σηµαίνει τον ιδιοκτήτη, που, κάποτε, εξετέλεσε χρέη συνοδού «συνεπάρτουσας». στου Κουτσαδόdη τη Στέρνα (∆) Ο κτήτορας προσδιορίζεται µε το παρωνύµιό του (Κουτσαδόντης). στου Νείρο (Β∆) Κανονικά η εκφορά του τοπων. σε γενική δηλώνει τον ιδιοκτήτη. Πιθανόν, λοιπόν, να πρόκειται για παρωνύµιο, αφού ως οικογεν. δεν απαντά. Επίσης, νειρός, -ά, όν= ο κατώτατος, ο έσχατος. Και η τοποθεσία αυτή, πράγµατι, χαµηλώνει σε σχέση µε τη γύρω περιοχή, οπότε είναι πολύ πιθανή και η δεύτερη αυτή εκδοχή. στου Παραβασίλη (Α) Μου είπαν στο χωριό ότι το τοπων. αναφέρεται σε παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, επειδή είχε πολλά χρήµατα, που στην κρητική διάλεκτο λέγονται «παράδες». Βέβαια, στην περίπτωση αυτήν το τοπων. θα έπρεπε να είναι «στου Παραδοβασίλη» και κατόπιν αποβολής της συλλαβής [δο] «Παραβασίλη». στου Προδότα (Α) Πρόκειται για παρωνύµιο του κτήτορα (προδότης), που εδώ, παραδόξως, εκφέρεται µε τη λόγια κλητική πτώση του ουσ. (ὦ προδότα> ὁ Προδότας). Πιθανόν κάποιος λόγιος να αποκάλεσε τον κτήτορα µε την αρχαϊκή κλητική του παρωνυµίου του (ω Προδότα!!) και αυτό να άρεσε στους απλούς συγχωριανούς του, που, στη συνέχεια,
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΚΟΥΜΙΑ
349
πήραν τη συγκεκριµένη κλητική και την χρησιµοποιούσαν ως ονοµαστική. Εθνικά:
στ’ Αρδαχτιανά (∆) Το επίθηµα –ιανά, στο τοπων. αυτό, δηλώνει κτήµατα Αρδακτιανών. Πρόκειται, κυρίως, για αµπέλια κείµενα προς την περιοχή του χωριού Άρδακτος. Πβ. και τοπων. Παπαδιανά, όπου το επίθηµα –ιανά προστίθεται στο θέµα του επωνύµου και δηλώνει τον κτήτορα [βλ. Χατζιδάκις 1934, 295, 355 και Γιακουµάκη 1986, 184-185]. στων Αρµένω τσι Μύλους (Α) Όπως µου είπε ο Ακουµιανός Καθηγητής κ. Στυλ. Παπαδογιαννάκης πρόκειται για κτήτορες Αρµενίους στην καταγωγή, µισθοφόρους στα στρατεύµατα, πιθανόν, του Νικ. Φωκά, όταν απελευθέρωνε την Κρήτη από τους Άραβες (961 µ.Χ.). Ερείπια µύλων υπάρχουν και σήµερα. β. ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙ∆ΕΡΩΤΑΣ (νότια του χωριού) Οικογενειακά Ονόµατα: στου Βαρβαρή στου Βλατόπου Τόπος, περιοχή, όπου ευρίσκονται οι περιουσίες των Βλατάδων (Βλατάκηδων). στου Κοdογιώργη Οικογ. Κοντογιώργης, που ξεκίνησε από παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, επειδή ήταν κοντός. στου Ξερολιό Από οικογ. και βαπτ. Ξερουδάκης Ηλίας. στου Σπιρτάλιο τη Ρίζα Πβ. στην Καλή Συκιά το ίδιο, υποθέτω, οικογ. µε τη µορφή στου Σπιρτώνη. στου Τσουράκη Οικογ. Τσουράκης, που σήµερα δεν παρατηρείται στο χωριό.
350
στου Νιόκο
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Παρωνύµια:
Πιθανόν πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη (από Νίκο;).
Εθνικά: στω Σφακιανώ τα Μνήµατα Το τοπων. συνοδεύει τοπική παράδοση για Σφακιανούς που ήρθαν, λέει, στο χωριό προκειµένου να κλέψουν πρόβατα. Οι χωριανοί τους κατέσφαξαν και τους έθαψαν στο µέρος αυτό, πάνω σε σταυροδρόµι, για να τους πατάνε, περνώντας, και µε τρόπο αυτόν να τους εκδικούνται. Στο µέρος αυτό σήµερα δείχνονται τα µνήµατά τους (πληροφορία: Αντων. Ανδρουλάκη). 8. ΑΚΤΟYΝΤΑ Οικογενειακά Ονόµατα:
στ’ Αγγουρή το Νόµο Νόµος, ο [από το νέµω>νοµή>νόµος (Γιακουµάκη 1986, 107)]. Αγγουρής= συγκεκ. τύπος οικογ. Αγγουριδάκης, ιδιοκτήτη της νοµής. Υπάρχει και η άποψη ότι Νώµοι= περιοχή µε χωράφια σε υψώµατα, που δίνουν την εντύπωση ώµων. Από το «ώµος», που µε τη συνεκφώνηση του [ν] του άρθρου της αιτιατ. ενικού του αρσεν. γίνεται «νώµος» (Μηνάς 1981: αλφαβητική καταχώρηση). Στα τοπων. της Ε.Κ.Ι.Μ. το τοπων. σηµειώνεται «στ’ Αγκουρή τον ώµο». στου Βαρούχα (Β) Από οικογ. «Βαρούχας», µε αρχική του καταγωγή τον πλησιόχωρο Άρδακτο. ∆εν επιχωριάζει σήµερα στην περιοχή. στα Κοπανιανά (Β) Από οικογ. «Κοπανάκης», που προέρχεται από τα γειτονικά Κεραµέ. στου Κούνουπα το Λάκκο (Ν) Ο Κούνουπας (οικογ. σύνηθες στην περιοχή και κυρίως
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΚΤΟΥΝΤΑ
351
στον γειτονικό Άρδακτο) ήταν ο ιδιοκτήτης του λάκκου. Κούνουπας (ο), Κουνούπα, η [= µεγεθ. του κουνούπι, µε κατάλ. –α (Μηνάς 1981: αλφαβητική καταχώρηση). στου Κουτρούλη το Λάκκο ή στου Κουτρουλή το Λάκκο (Ν∆) Κουτρούλης, ο= ο χωρίς κέρατα ή που η «κούτρα» του είναι σαν «τρούλος» (Αλεξίου 1981, 79). Πανελλήνια είναι γνωστή η φράση «στου Κουτρούλη το γάµο». Οικογ. Κουτρούλης Τζουάνε (νοτάριος στο επάγγελµα) ανευρίσκεται σε νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 2003: πρ. 307, σ. 437). Το τοπων. απαντά µε την ίδια µορφή και στη συγκέντρωση τοπωνυµίων της Ε.Κ.Ι.Μ. (1953). στα Λεντζανά (ΒΑ) Οικογ. «Λεντζάκης», που δεν παρατηρείται σήµερα στο χωριό. στω Λουπασανώ (Β) Λούπης, ο= ο γύψ (γύπας-γιούπης), αρπακτικό µεγαλόσωµο πτηνό και, επίσης, λούπης, ο (ιταλ. lupo)= ο λύκος. Το τοπων. ανταποκρίνεται-σε ό,τι αφορά στην Κρήτηστην πρώτη περίπτωση (γύπας), παρότι σήµερα δεν ενδηµεί στην περιοχή το συγκεκριµένο πτηνό, όπως µε πληροφόρησε ο Ακτουδιανός δάσκαλος κ. Εµµ. ∆ηµητρακάκης. Από το παραπάνω ουσιαστικό προέρχεται και το οικογεν. Λουπάσος, που το βρίσκουµε σε αυτό το ίδιο χωριό σε συµβολαιογραφική πράξη του νοταρίου Αντρέα Καλέργη [Γρυντάκης 1994: πρ. 314, σ. 224 (Κουτούντα αναφέρεται εκεί)]. Οπότε, πρόκειται, ασφαλώς, για περιουσίες Λουπάσηδων. στα Παπαδιανά (εντός του οικισµού) Όπου περιουσίες «Παπαδάκηδων». Βλ. και τοπων. Αρδάκτου (Οικογενειακά Ονόµατα). στα Πετρουλιανά (Α) Οικογ. Πετρουλάκης (>Πετρουλιανά), όπου, δηλαδή, περιουσίες «Πετρουλάκηδων». Πβ. και Πετριανά, στα (= όπου συνοικία Πετράκηδων) (Περιστεράκη 136 <Ασή- Γωνιά>), αλλά και άγνωστη, σήµερα, τοποθεσία, µε το ίδιο όνοµα,
352
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
παρά τις Λίγκρες Κεραµέ Αγίου Βασιλείου (Παπαδάκης 2002, 33, σηµ. 17). Οικογ. Πετρουλάκης δεν επιχωριάζει σήµερα στα Ακτούντα. Πιθανόν, όµως, να υπήρχαν στην περιοχή περιούσιες Πετρουλάκηδων από γειτονικά χωριά, στα οποία επιχωριάζει και σήµερα το επώνυµο, όπως από τον Κισσό, το ∆ουµαεργειό (Κεντροχώρι), τον Πλατανέ κ.λπ. στσι Σαραδιανούς (∆) Στσι Σαραδιανούς. θεωρώ ότι πρόκειται για αιτ. πληθ. του οικογ. Σαρής [το οποίο βλ. στο γειτονικό Σπήλι (στου Σαρή)] και δείχνει περιοχή όπου οι περιουσίες της οικογένειας αυτής. Στσι Σαρ-ιανούς> και µε ανάπτυξη ευφωνικού [αδ]> στσι Σαραδιανούς. Βλ. και στα ∆αριβιανά, για τον ίδιο λόγο, τοποθεσία Σαρατσιανά. Βαπτιστικά:
στη Μαγδαληνή (ΒΑ) Από το γυναικείο βαπτ. «Μαγδαληνή». Παρωνύµια:
στου Καλόκωστα (∆) Παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, που τον αποκαλούσαν «καλόκωστα», λόγω του αγαθού του, προφανώς, χαρακτήρα. στου Κοµπά το Μουρί Πρόκειται µάλλον για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη του µουριού (ρ. κοµπάζω). στου Μακρυγιωργιανού (Β) Όπου, δηλαδή, τα κτήµατα του Μακρυγιώργη (µάλλον παρωνύµιο). Πβ. και τοπων. Αρδάκτου (στου Μακρυγιώργη). στου Σπανού τσι Λάκκους (Ν∆) Πιθανόν από ιδιοκτήτη µε το οικογ. ή παρωνύµιο «Σπανός», επειδή δεν είχε γένια. Πιθανόν, πάντως και από συγκεκοµµ. τύπο του οικογεν. Σπανουδάκης, που, όµως, δεν επιχωριάζει σήµερα στο χωριό.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΡ∆ΑΚΤΟΣ
353
Εθνικά:
στου Ντοβλετή ντο Χάρακα Ντοβλέτι, το (τουρκ. Devlet)= κράτος, κυβέρνηση. «Ντοβλετής», εδώ, θα είναι, υποθέτω, κάποιος Τούρκος αξιωµατούχος του κρατικού µηχανισµού. στου Σµαήλ το Σέρµα (Ν∆) Σέρµα, το (ρ. σύρ- ω)= πλαγιά που σύρεται (σέρνεται), δηλαδή, το έδαφος. Σµαήλ= Ισµαήλ (τουρκ. όνοµα), που δείχνει τον Τούρκο ιδιοκτήτη περιουσιών στη συγκεκριµένη πλαγιά.
9. ΑΡ∆ΑΚΤΟΣ Οικογενειακά Ονόµατα: στ’ Αποστολιανά (ΒΑ) Από το οικογενειακό όνοµα «Αποστολάκης». Κανονικά θα έπρεπε να εκφέρεται «Αποστολακιανά», ενώ Αποστόλης<Αποστολιανά. Όµως, παρόµοια στο ίδιο χωριό λένε και «Παπαδιανά» από οικογενειακό Παπαδάκης. Το ίδιο τοπων. ακούγεται και στου Κουντουροµανώλη, από νεότερο ιδιοκτήτη Κουνδ(τ)ουράκη Μανόλη. στου Καλοτά (∆) Συγκεκοµµ. τύπος οικογ. «Καλοτάκης», το οποίο, πάντως, δεν απαντά σήµερα στο χωριό. στση Μαυροπούλας το Λιβάδι (ΒΑ) Από την ιδιοκτήτρια του λιβαδιού. Η υποκορ. κατάληξη -οπούλα, µας θυµίζει κόρη του Μαυρ-άκη. στου Dουdούλιο (ΝΑ) Από οικογ. «Ντουντουλάκης», που δε σώζεται σήµερα στο χωριό. στα Παπαδιανά (Ν∆) Από το οικογ. «Παπαδάκης», που είναι µια από τις κυριότερες οικογένειες του χωριού. Πρόκειται για τοπων. που δηµιουργήθηκε κατά την Ενετοκρατία, ενώ συναντούµε και ολόκληρα χωριά µε το ίδιο όνοµα «Παπαδιανά», που δηµιουργήθηκαν από συνοικίες µε κυρίαρχο το επώνυµο αυτό, που συνέβη να αυξηθούν και να απο-
354
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
τελέσουν, στη συνέχεια, ολόκληρο χωριό. Παρόµοια συναντούµε τοπων. ή και χωριά µε οικογενειακές ονοµασίες, όπως Φαλεριανά (Φαλελιανά, στη Γιακουµάκη 1986, 155), Ζγουραφιανά, Φουµιστιανά, Φουµιανά, Νοµικιανά κ.ά. Για τον πληθ. του ουδ. σε –ιανά ο Γ. Ν. Χατζιδάκις υποστηρίζει ότι δηλώνει κτήµατα, ενώ ο κτήτορας δηλώνεται µε το θέµα του επωνύµου, οπότε εδώ µε το τοπων. Παπαδιανά δηλώνονται κτήµατα Παπαδάκηδων [Χατζιδάκις 1934, 295 και 355, στη Γιακουµάκη 1986, 185. Βλ. και Τσικριτσή- Κατσανάκη 1975, 30]. στα Σπιταδιανά (ΝΑ) Γιατί σε αυτήν την τοποθεσία έχουν περιουσίες οι Σπιταδάκηδες.
Βαπτιστικά: στου ∆ηµήτρη το Λιβάδι (ΒΑ) Από το βαπτ. όνοµα του ιδιοκτήτη του λιβαδιού, που ήταν από την οικογένεια των ∆ηµατρακάκηδων, στους οποίους και µέχρι σήµερα ανήκει η περιοχή. στου Πέτρου τη Βρυσίδα (ΒΑ) Από τον ιδιοκτήτη της βρύσης (πηγής).
Παρωνύµια: στου Μαθιανού το Χάλαυρο (Α) Από τον ιδιοκτήτη του χάλαυρου που, πιθανόν, θα είχε το όνοµα «Μαθιός» και του είχαν δώσει το προσωνύµιο «Μαθιανός». στου Μακρυγιώργη (Ν) Μάλλον πρόκειται για παρωνύµιο (ψηλός Γιώργης), δεδοµένου ότι οικογ. «Μακρυγιωργάκης» δεν παρατηρείται στο χωριό. Πβ. και τοπων. Ακτούντων (στου Μακρυγιωργιανού). Εθνικά:
στα Φράγκικα (Ν) Η ονοµασία αποδεικνύει ότι σε παλιότερες εποχές τα κτήµατα της περιοχής ανήκαν σε Φράγκους και, µάλλον, πιο
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΣΩΜΑΤΟΣ
355
συγκεκριµένα, Ενετούς. Με την ονοµασία «Φράγκοι», κάποτε, εννοούνται οι κάτοικοι της ∆υτική Ευρώπης, γενικά. Πβ. και στη Λαµπηνή τοπων. Φραγκοκκλησιά (στη). Κοινωνικές Οµάδες:
στου Χαΐνη (Ν) Χαΐνηδες [=επαναστάτες, κακούργοι, αποστάτες (αραβοτουρκ. hain= προδότης, άπιστος, αχάριστος)] ονοµάζονταν από τους Τούρκους οι αρµατωλοί και οι κλέφτες των απελευθερωτικών αγώνων του έθνους, οι οποίοι µε κάθε τρόπο προστάτευαν τους χριστιανούς και φηµίζονταν για τα ανδραγαθήµατά τους. Το τοπων. απαντά και σύνθετο, όπως Χαϊνογούργουθα (τα) [γούργουθα= λάκκοι] (Σειστάκης 1972, 206). 10. α. ΑΣΩΜΑΤΟΣ (χωριό) Οικογενειακά Ονόµατα: στου Βεργή τη Σκάλα (∆) Βεργής οικογ. Βλ. και τοπων. Ακουµίων (στου Βέργη). στου Ζαµπέ το Λάκκο (Α) Οικογ. Ζαµπετάκης (συγκεκ.), που επιχωριάζει στον Άγιο Ιωάννη τον Καµένο. στου Καραβίτη το Πήδηµα (Α) Πρόκειται για κρηµνώδη περιοχή στο Κουρταλιώτικο φαράγγι από την οποία- όπως µου διηγήθηκαν οι χωριανοί- θρυλείται ότι έπεσε στη διάρκεια του εµφυλίου (1944-49) ένα παιδί του χωριού, δεµένο πιστάγκωνα, µε το οικογ. όνοµα Καραβίτης, µη αντέχοντας άλλο το ξύλο που του έδιναν οι χωροφύλακες. Το παιδί- όπως µου διηγήθηκαν- δεν σκοτώθηκε και αυτό το απέδωσαν στη χάρη του Αγίου Νικολάου του Κουρταλιώτη. στου Κουταλά (∆) Οικογ. Κουταλάς. στω Gυριάκηδω (Ν∆) Από βαπτ. Κυριάκ-ος>οικογ. Κυριακ-άκης > Κυριά[κ-α]κηδω.
356
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Λαγού το Σώχωρο (A) Μάλλον από οικογ. Λαγουδάκης (συγκεκ. τύπος) και όχι από λαγό (ζώο), που σύχναζε στο σώχωρο. Πβ. παρακάτω, στην περιοχή της Ι. Μονής Πρέβελη, και Μακαρίου τη Σωχώρα (στου), που θα αναφέρεται σε κάποιο µοναχό (βαπτ.), ιδιοκτήτη της σωχώρας, αλλά, στο ίδιο χωριό, και Ποντικού τη Σωχώρα (οικογ. Ποντικάκης). στου Λιβανά τσι Σπήλιους (∆) Σε νοταριακή πράξη της Ενετοκρατίας σώζεται οικογεν. Λιβάνας Φραγκιάς (Γρυντάκης 2003: πρ. 25, σ. 58). στου Μαλλιάρη τ’ Αρµί (Ν∆) στου Ξερέ τον Όρνο (Β) Το τοπων. αναφέρεται ως φυτώνυµο από τον Πλατάκη (1976, 114). Στην περιοχή υπάρχει και σήµερα αγριοσυκιά (όρνος), απ’ όπου φυσικά και το όνοµα. Πάντως, ως πρώτο συνθετ. του ονόµατος θεωρώ τον συγκεκοµµ. τύπο του οικογ. Ξερουδάκης (< Ξερές αντί Ξερός), στον οποίο ανήκε το σπήλαιο. Ο δάσκαλος Κων. Φραγκάκης στην καταγραφή των τοπωνυµίων του χωριού, το έτος 1954, σηµειώνει ότι στην περιοχή υπάρχουν δύο σπηλιές- η µια κατόπιν της άλλης- µέσα στις οποίες κρύβονταν οι χριστιανοί επί Τουρκοκρατίας. Μέσα στη σπηλιά τον χειµώνα υπάρχει νερό, ενώ βρέθηκαν και κουτάλια και πιάτα των χριστιανών που κρύβονταν µέσα σε αυτήν. Πρόκειται για το σπήλαιο «Ξερέ Όρνος» (διαστ. 15Χ5Χ2), σε υψόµ. 300µ. στου Περδίκη (ΝΑ) Οικογ. Περδίκης και Περδικάκης. στου Ποντικού τη Σωχώρα (Ν∆) Οικογ. Ποντικάκης. στου Ρουµάνη το Σπηλιάρι Στην περιοχή υπάρχει οµώνυµο σπήλαιο. Ρουµάνι, το= το δάσος. Εδώ, πάντως, πρόκειται για τον ιδιοκτήτη του σπηλαίου, γι’ αυτό το ορθογραφούµε µε [η] (Ρουµάνης, ο). στου Σκορδίλη (Ν) Οικογ. Σκορδίλης ή Σκορδιλάκης. στω Σπαντίδω το Αρµί (∆) Οικογ. Σπαντιδάκης.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΑΣΩΜΑΤΟΣ
357
Βαπτιστικά:
στου Γέρο- Μιχελή (Ν∆) στση Σοφιλιάς το Σώχωρο (Β) Η Σοφιλιά, χαϊδευτικό της Σοφίας, είναι ο κτήτορας του σώχωρου, όπως συµβαίνει µε το ίδιο όνοµα και σε άλλα χωριά (πβ. στην Αγία Γαλήνη της Σοφίας το Στρατάκι και στον Άγιο Ιωάννη Σοφιανά). Για τη «Σοφία» τους, πάντως, οι Ασωµαθιανοί έπλασαν και σχετική παράδοση, λόγω της γειτνίασής τους µε την Ι. Μονή του Πρέβελη. ότι, δηλαδή, η συγκεκριµένη Σοφία έδωσε το κτήµα της στο Μοναστήρι, για να µην το πάρουν οι Τούρκοι. Παρωνύµια
στου Καλοµητσού (Ν∆) Καλοµητσού (= καλός + Μήτσος) ή Καλοµιτσού (= καλός + µιτσός = µικρός). Πβ. στου Καλόπαπα (Σπήλι - παρωνύµια), αλλά και στην καλόναιγα= η έγγαλη αίγα, η αίγα, δηλαδή, που παράγει άφθονο γάλα. Ανδρωνυµικά:
στη Μαντεδίνα (Ν∆) Ανδρων. από το οικογ. Μαντεδάκης. στη Μαραγκαβούσα (Μαραγκαλούσα;) Βλ. Σπήλι (απροσδιόριστο). στη Μαυρογιάννισσα (Ν) Ανδρων. από Μαυρογιάννης (Μαυρογιαννάκης)> Μαυρογιάνν-ισσα. Εθνικά: στση Χανούµης τον Οντά Σπήλαιο που, από τη διαµόρφωση του εδάφους, δίνει την εντύπωση οντά, του οποίου ιδιοκτήτρια ήταν κάποια χανούµισσα= µουσουλµάνα γυναίκα, κυρίως ενταγµένη σε χαρέµι. Γενικότερα, η Τουρκάλα, η οθωµανή γυναίκα [χανούµισσα< χανούµ (τουρκ. hanum) + κατάλ. -ισσα].
358
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
β. ΑΣΩΜΑΤΟΣ (Περιοχή Πρέβελη) Οικογενειακά Ονόµατα: στου Κούλια το Gάbο (ΝΑ) Επώνυµο Κουλάκης> και συγκεκ. τύπος Κούλης (Κούλια), πβ. τοπων. στου Κούλη το Πηγάδι, στο Καψοδάσος Σφακίων (Περιστεράκης 1991, 82). στου Λαγού το Σώχωρο (Α) στω Dαλιεράδω (ΝΑ) Πιθανόν να πρόκειται για οικογ. (Ν)ταλιαδόρος (ο), που είναι αυτός που απεικονίζει γλυπτές παραστάσεις σε ξύλο, ο ξυλογλύπτης και κατόπιν αναγραµµατισµού, στον πληθ. αριθµό> των Νταλιεράδω, µε τη γνωστή αποβολή του τελικού [ν], στη γενική του πληθ. των τοπων. από επώνυµα. στα Πλαϊθιανά (ΝΑ) Το τοπων. παραπέµπει σε περιοχή όπου περιουσίες Πλαΐτηδων> Πλαϊτιανά> (και ύστερα από δάσυνση του ψιλού [τ] Πλαϊθιανά. Όµως, όπως οι κάτοικοι µε βεβαίωσαν, πρόκειται για πλαγιές λόφου (πλάι> Πλαϊτιανά> Πλαϊθιανά). Βαπτιστικά: στου Ησαΐα το Σπήλιο (ΝΑ) στου Μακάριου τη Σωχώρα (ΝΑ)
11. ΒΑΤΟΥ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Βιγλή το Ρυάκι (Α) Με το οικογ. αυτό Βίγλης [από ουσ. βίγλα (η)= σκοπιά, φυλάκιο] είχε µετονοµασθεί «Παπαδάκης», δικηγόρος Αθηνών, από τον γειτονικό Άρδακτο, πρώτος ξάδελφος του πατέρα µου. στου Βλαττά τη Σωχώρα (∆) Από οικογ. «Βλατ(τ)άκης», σύνηθες στην περιοχή, µε αφετηρία τις γειτονικές- στην Κεραµιανή ακτή- Λίγκρες [περισσότερα στοιχεία περί Βλαττάδων, βλ. τοπων. Αγίας
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΒΑΤΟΣ
359
Γαλήνης (Οικογενειακά) και (Παπαδάκης 1993, 187208)].Ο Μ. Παπαδάκης σηµειώνει ότι το συγκεκριµένο τοπωνύµιο την αναφορά του έχει στον παπά- Αντώνη Βλαττάκη, που, τελικά, έδωσε το οικογ. «Παπαδαντωνάκης» (Παπαδάκης 1983, 244). στου Καβαδά (ΒΑ) στου Κοσογιάννη (Α) στου Κούνουπα το Λάκκο (Β∆) Από ιδιοκτησίες κάποιου Κούνουπα. Το οικογ. «Κούνουπας» προέρχεται από το ουσ. κούνουπας (ο), κουνούπα, η (= µεγεθ. του κουνούπι µε καταλ. –α) και έχει κύρια προέλευσή του τον γειτονικό Άρδακτο. Πβ. και το επόµενο τοπωνύµιο. στου Κουνουποµανέλη (Α) Κούνουπας (οικογ.)+ Μανέλης (βαπτ.). Η τοποθεσία είναι κοινή µε τον Άρδακτο. στου Κυρµιρή (Α) Γι’ αυτό και το επόµενο τοπων. (στου Κυρµιρή το Λαgό) βλ. παραπάνω, στα τοπων. Αγίας Γαλήνης [Ανδρωνυµικά (στση Τσυρµιρίνας το Νερό)]. στου Κυρµιρή το Λαgό (∆) στου Νιdιρή (ΝΑ) Στο χωριό θεωρούν επώνυµο το «Νιντιρής». Τέτοιο, πάντως, οικογ. είναι άγνωστο στα νοταριακά και τουρκ. ιστορικά έγγραφα που περιήλθα. Πιθανόν, λοιπόν, να πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. στου Λαδά Οικογ. Λαδάκης. Επειδή, όµως, το οικογενειακό αυτό δεν παρατηρείται στο συγκεκριµένο χωριό, ούτε και στα γύρω σε αυτό χωριά, θεωρώ πιθανότερη την περίπτωση να πρόκειται για επαγγελµατικό όνοµα κάποιου «λαδά» στο επάγγελµα. Έτσι αποκαλούσαν και τον πατέρα µου, λαδέµπορο στο επάγγελµα, στο χωριό του, τον γειτονικό στον Βάτο, Άρδακτο. στα Πεζούλια των Αλεβύζω (Ν) Το οικογ. «Αλεβυζάκης» επιχωριάζει κυρίως στον γειτονικό Κεραµέ.
360
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στω bρεβέληδω (ΝΑ) Οικογ. «Πρεβελάκης». Πρόκειται για µοναστηριακά (της Ι. Μ. Πρέβελη) κτήµατα. στω Σµαράγδηδω (Β) Οικογ. Σµαραγδάκης. Βαπτιστικά:
στση Καλλής το bρίνο (Ν) Καλλή (συγκεκ. τύπος του Καλλονή) ήταν η ιδιοκτήτρια του πρίνου. Πβ. το ίδιο όνοµα και στην ευχή που λέγανε παλιά- µε «αντίδωρο» ένα κουλούρι- τα µικρά παιδάκια, καθ’ υπαγόρευσιν των µεγάλων, σε περιπτώσεις που οι τελευταίοι έχαναν κάποιο αντικείµενο και το έβρισκαν και πάλι, κατόπιν επίκλησης και µεσολάβησης του αγίου Φανουρίου: «Ο Θεός να συχωρέσει του αγίου Φανούριου τση µάνας και τση κεράς του τση Καλλής». στου Κυριάκου (Α) Υπάρχει παράδοση ότι το µέρος ανήκε σε κάποιο παπά µε το όνοµα «Κυριάκος», που οι Τούρκοι τον έσφαξαν µέσα στο χωράφι του. Πάντως, στην περίπτωση αυτήν, το τοπων. θα έπρεπε να διατηρούσε το πρόθεµα «παπά» (Κυριάκου). στου Νικηφόρο στου Νότη Νότης, χαϊδευτ. του «Επαµεινώνδας». Παρωνύµια:
στου Κόντη (ΝΑ) Από ουσ. κόντες και κόντης, ο (λαϊκ.). Ετυµ. µσν. < ιταλ. conte < λατ. comes, «κόµης». Πρόκειται για τίτλο ευγενείας στη φεουδαρχική ∆ύση και στις περιοχές που βρίσκονταν υπό δυτική κυριαρχία (λ.χ. στα Επτάνησα), ο κόµης. Μτφρ. σηµαίνει αυτόν που ντύνεται µε καλαίσθητο τρόπο, µε κοµψότητα (θηλ. κοντέσσα, η). Εδώ, µάλλον, µε τη δεύτερη περίπτωση (µτφρ.) από παρωνύµιο του ιδιοκτήτη της περιοχής, επειδή «µεγαλοπιανόταν».
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΒΑΤΟΣ
361
στη Gουτσορείνη (ΝΑ) Βοσκότοπος, που, ίσως, παλιά, θα ανήκε σε κάποια κουτσή Ειρήνη. στω Gουφέδω (Α) Βοσκότοπος, που στο χωριό σήµερα πιστεύεται ότι, παλιά, ανήκε σε οικογένεια που… δεν άκουγε καλά. Το τοπων., πάντως, αφορά σε οικογ. Κουφός> Κουφές> Κουφέδω, των [πβ. και Περιάκω (Σπήλι) κ.λπ.]. στου Μούρκου το Λιβάδι (A) Πιθανότατα πρόκειται για παραφθορά του βαπτ. «Μάρκος». Πβ. και στην Κρύα Βρύση τοπων. στου Μάρκου τα Χαράκια. Πιθανόν, πάντως, και να αποκαλούσαν έτσι τον ιδιοκτήτη µε σκωπτική διάθεση (παρωνύµιο). Στη Γιακουµάκη (1986, 91) συναντούµε τοπων. Μάρκου (στου), συγκεκ. τύπος από οικογ. «Μαρκάκης», που, όµως, τέτοιο οικογ. δεν επιχωριάζει στον Βάτο [βλ. Παπαδάκης 1996, 39 (Οικογένειες του χωριού)].
Εθνικά: στου Βεήσιµου τη Μάντρα (∆) Μάλλον από Τούρκο Μπέη [Βέης>Βεήσης>Βεήσιµος, γεν. Βεήσιµου (= ανώτερος πολιτικός και στρατιωτικός αξιωµατούχος της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας)] ιδιοκτήτη της µάντρας. Πβ. και τοπων. Κρύας Βρύσης και Μελάµπων (στου Βώσιµου, ύστερα από συναίρεση) και Λευκογείων (στου Βεήση). στα Σαbανιανά ή Σαbαναριά (∆) Saban (τουρκ.) = άροτρο και Σαµπάν (= τουρκ. ανδρικό όνοµα). Άρα, στην περιοχή αυτήν υπήρχαν κτήµατα Τούρκων Σαµπάνηδων. Πβ. και στο Σπήλι τοπων. στου Σαbάνη τσι Συκιές. στου Σαρακηνού (∆) Σαρακήνα, στη (αραβ. sarq = «ανατολή ηλίου», που αναφερόταν στην εξ Ανατολών προέλευση των εν λόγω Μουσουλµάνων νοµάδων). Εθνικό Σαρακηνοί (= οι κακοί δαίµονες, ανάµνηση της τυραννίας των Σαρακηνών και των
362
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
επιδροµών τους στην Κρήτη στα χρόνια του Βυζαντίου και των Σταυροφοριών). Με το όνοµα αυτό έχουν ονοµαστεί πολλά σπήλαια της Κρήτης (βλ. Πλατάκης 1977, 169). Πρόκειται για περιοχή απ’ όπου η θάλασσα είναι ορατή. Η Χρυσ. Τσικριτσή ετυµολογεί το τοπων. Σαρακήνα από βαπτ. όνοµα γυναίκας και προτείνει και σηµερινό (1975) βαπτ. Σαρακηνός στο Βένι και στα Ανώγεια Ρεθύµνου [Τσικριτσή - Κατσιανάκη 1975, 26]. Πβ. και τοπων. Σαρακύνηγο, στο (Πανέθηµος– Κισάµου, πιθανόν από το Σαρακήνικα), και τον συσχετισµό τού συγκεκριµένου εθνικού µε τα νερά (Κρητ. Εστία 54, 17). ∆ες και στο χωριό Βάτος τοπων. στου Σαρακηνού και στο Ροδάκινο Σαρακηνού το Πηγάδι και στο χωριό Μιξόρρουµα και αλλού- το ίδιο, ασφαλώς, τοπων.µε τη µορφή «Σαραζήνα». στου Χαρµπούρη (Β) Πιθανόν η ονοµασία από οικογ. Τούρκου ιδιοκτήτη. Παρεµφερή περιοχή Αµπουχούρι έχουµε και στο Ρέθυµνο, στη συνοικία Αγίου Νικολάου, όπου µέχρι πρότινος βρισκόταν η αγορά της Ένωσης γεωργικών προϊόντων, συµπεριλαµβανοµένων και των γύρω από την περιοχή αυτήν. Η τελευταία ονοµασία του Ρεθύµνου από το καφενείο του «Αµπουχούρη», ιδιοκτησίας του Χασάν Αµπουχουράκη, που βρισκόταν παλιά στην περιοχή.
12. ΒΡΥΣΕΣ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Γρηγορογιάννη τη Συκιά (Α) Το οικογ. Γρηγοράκης είναι σύνηθες στο χωριό. στα Θωµαδιανά (Ν) Όπου περιουσίες της οικογ. «Θωµαδάκη». Το επώνυµο σήµερα δεν µαρτυρείται στο χωριό. στω Gαλογιάννηδω (∆) Σε αντίθεση προς τους Κακογιαννάκηδες- που υπάρχουν πολλές οικογένειες στο χωριό- το συγκεκριµένο οικογ. δεν υπάρχει στο χωριό. Πιθανόν να τους ονόµασαν «Καλογιάννηδες» «κατ’ ευφηµισµόν».
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΒΡΥΣΕΣ
363
στα Καραλιανά (Ν - προς Λυβικό) Οικογ. Καράλης που επιχωριάζει περισσότερο στις γειτονικές Μέλαµπες. στα Παγωνιανά (∆) Οικογ. Παγώνης δεν µαρτυρείται στο χωριό, που να δικαιολογεί περιοχή Παγωνιανά. Να πρόκειται για βαπτιστικό «Παγώνα»; στα Πατσολιανά (Α) Ως προς το α´ συνθ., πβ. τοπων. Πατσόµουργα, στα (Γιακουµάκη 1986, 111), Πατσονάκης, στην Κοξαρέ (Τσικριτσή ό.π., 68). Παρότι το τοπων. υποδηλώνει περιουσίες Πατσολάκηδων, οικογ. Πατσολάκης, σήµερα, δεν µαρτυρείται στην περιοχή. στου Σηγιώργη (Α) Υποθέτω ότι το τοπων. αρχικά ήταν στου Ση(φο)γιώργη και χάρη συντοµίας- ύστερα από σίγηση της δεύτερης συλλαβής- έγινε «Σηγιώργη». Εξάλλου, η εκφορά του µε γενική φανερώνει τον κτήτορα, που τέτοιος, ασφαλώς, ήταν κάποιος που έφερε το επώνυµο «Σηφογιωργάκης», που υπήρξε- όπως µου δήλωσαν- στο χωριό µε κύρια, πάντως, προέλευση του εν λόγω οικογ. τον γειτονικό Αγαλλιανό. Παρωνύµια:
στ’ Αρνοβοσκού (Ν) στου Κατσούλα (ΝΑ - προς Λυβικό) Πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. Πβ. και στις Καρήνες τοπων. στου Κατσουλαύτη (που τα αυτιά του, δηλαδή, είναι σαν του γάτη). στου Κουτσού (∆) Μάλλον παρωνύµιο κάποιου κουτσού. Επίθετο Κουτσουδάκης -του οποίου να αφορά σε συντετµηµένο τύποδεν παρατηρείται στο χωριό. στου Κουτσουρούµπη (Β) Να πρόκειται για παρωνύµιο; Κουτσουπιά είναι η αγριοκερασιά. Στο Ρέθυµνο, πάντως, στις αρχές του περασµένου αιώνα, ήταν γνωστά το Βενιζελικό καφενείο «Ίδη»
364
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
(«Εθνικό»), του Κουτσουρούµπη, και το Βασιλικό του Σταµάτη Κουτσουράκη. στου Λουφογιάννη (Ν - προς Λυβικό) Μάλλον από το λαγγούφι + Γιάννης (Λαγγουφογιάννης> Λουφογιάννης), δηλαδή το λαγγούφι (= µικρό αυλόχι, γόνιµο) του Γιάννη. Να έχει σχέση µε το «λούφα» (= να µην εκτελεί κανείς την εργασία που του έχει ανατεθεί, δηλαδή ο Γιάννης που λουφάρει) το βλέπω απίθανο. Εθνικά: Μαυραλή, στου (Ν) Όνοµα Τούρκου (µαύρος + Αλής). 13. ΓΙΑΝΝΙΟY Οικογενειακά Ονόµατα:
στα Λιοdαριανά (Α) Πλαγιά κάτω ακριβώς από το χωριό. Το επίθηµα –ιανά µαρτυρεί ότι πρόκειται για περιουσίες, που ο κτήτοράς τους δηλώνεται µε το θέµα του επωνύµου. Έτσι, σε νοταριακές πράξεις των χρόνων της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 2003: πρ. 98, σ. 150) συναντούµε τα επώνυµα Λεονταρίτης και Λενταρίτης, οπότε Λεονταριανά> Λενταριανά> Λιοdαριανά. στω Σαββιανώ (B) Στην καταγραφή των τοπωνυµίων του 1953 (Ε.Κ.Ι.Μ.) το τοπων. καταγράφεται «στο Σαβιανό». Όµως, ο Αγησ. Περιστεράκης (Περιστεράκης 1991: 137) µνηµονεύει επώνυµο «Σαβιανοί» («Σαβιανός») στο γειτονικό προς το Γιαννιού χωριό Μαριού. Οπότε, θεωρώ σωστή τη γραφή «στω Σαββιανώ» (µε δύο [β] από το Σάββας), που δηλώνει, ακριβώς, περιοχή όπου τα κτήµατα της παραπάνω οικογένειας (πβ. σήµερα οικογ. Σαββάκης). στου Φουκή (B) Φουκάς, ο = σαραντάς (ο)= κοκκινόχωµα (Πλατάκης 1981, 155). Η εκφορά του τοπων. σε γεν. κτητική παραπέµπει σε οικογεν. Φούκης, το οποίο είναι σύνηθες σε
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΓΙΑΝΝΙΟΥ
365
νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας [Γρυντάκης 1994, πρ. 49, σ. 33 (Φούκης Κωνσταντίνος)]. στου Φυσού τη Ρίζα (NΑ) Πρόκειται για τα ριζά της Ριζοβιτσιλέ, όπου υπάρχει κρυψώνας. Εκεί, στις διάφορες απελευθερωτικές µάχες, έκρυβαν τις εικόνες και τα ιερά σκεύη των εκκλησιών. Για την περαιτέρω ετυµολογία του τοπων., σηµειώνουµε και οικογ. Φυσάκης> (και συγκεκ. τύπος) Φύσος (γεν. στου Φύσου). Πιθανόν, πάντως, το τοπων. να έχει σχέση και µε τον αέρα που φυσάει στην περιοχή (στου Φυσού). Βαπτιστικά: στου Μενελ(τ)οµανόλη το Μνήµα (NΑ) Η δασκάλα του χωριού Σοφία Τσαµπαρλάκη στην καταγραφή των τοπων. του έτους 1953 (Ε.Κ.Ι.Μ.), για το συγκεκριµένο τοπων. σηµειώνει την εξής ενδιαφέρουσα παράδοση, που την µεταφέρουµε εδώ, όπως ακριβώς έχει στο κείµενο της Ε.Κ.Ι.Μ.: «Το µέρος αυτό ευρίσκεται πενήντα µέτρα βορείως της ∆ρακότρυπας. Εκεί ετάφη ο Μενελ(τ)οµανώλης σφαγιασθείς επί τόπου υπό των Τούρκων, διότι ηρνήθη ν’αποκαλύψη το µέρος όπου ήσαν κρυµµένοι οι λοιποί χωρικοί (την ∆ρακότρυπαν). Ο ανωτέρω ήτο ποιµήν. Λέγεται ότι έσφαξε πρόβατον και ήναψε φωτιάν στην κορυφή βράχου, όπου σχηµατίζεται φυσικός φούρνος, να το ψήση και να το δώση στους κρυπτοµένους συγχωριανούς του. Οι Τούρκοι αντελήφθησαν από µακριά τους καπνούς, γύρισαν πίσω, τον εκύκλωσαν και τον συνέλαβον επάνω στον βράχον. Υπέστη φρικτά βασανιστήρια (εξώρυξιν οφθαλµών, ονύχων, οδόντων), διά να µαρτυρήση πού ήσαν κρυµµένοι οι λοιποί κάτοικοι του χωρίου. Αυτός όµως ηρνήθη µέχρι τέλους. Έτσι τον βρήκαν όταν βγήκαν από τον κρυψώνα τους οι άλλοι και τον ενεταφίασαν στην άκρη του βράχου, όπου και εσφάγη. Το µέρος αυτό φαίνεται ακόµη και σήµερον». Παρωνύµια:
στου Κουτρούλη (BΑ) Κούτρα [(πιθανόν από το λατιν. scutra= δίσκος, πιάτο)
366
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
είναι το µέτωπο, το κούτελο και, κατά συνεκδοχήν, το κεφάλι]+ τρούλης= κουτρούλης, που σηµαίνει αυτόν που έχει πολύ κοντά ή καθόλου µαλλιά [Μπαµπινιώτης 1998 (οικείο λήµµα)]. Κουτρούλης, ο= ο χωρίς κέρατα ή που η «κούτρα» του είναι σαν «τρούλος» (Αλεξίου 1981, 79). Πρόκειται, ασφαλώς, για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη της περιοχής. Πανελλήνια γνωστή είναι και η φράση «στου Κουτρούλη το γάµο». Εθνικά:
στο Μεµεθιανό Λάκκο (Ν) Μεµέτ= Μεχµέτ, Μωάµεθ [Μανούσακας 1947, 576]. Το ίδιο τουρκ. όνοµα ακούγεται και ως Με(χ)µέτης, οπότε Μεµετιανός (+ επίθηµα -ιανός, -ιανή, -ιανό )> Μεµεθιανός (λάκκος)= ο λάκκος του Μεχµέτ (µε δάσυνση του [τ] σε [θ]). Πβ. και στις Μέλαµπες τοπων. στου Μεµέτ- Αλή τη Μάντρα, στο Γιαννιού στο Μεµετιανό Λάκκο και στο Σπήλι, στση Μεµέταινας (ανδρωνυµικό). 14. ∆ΑΡΙΒΙΑΝΑ Οικογενειακά Ονόµατα: στου ∆αρίβα το Σπίτι (Ν) Λέγεται ότι πρόκειται για το σπίτι του πρώτου οικιστή των ∆αριβιανών. Από ενετικό οικογ. ∆αρίβα ή Νταρίβα (De Riva ή Da Riva) [Πλάτων 1949, 14], ευγενής Βενετός, αντιναύαρχος της Αρµάδας, ένας από τους τρεις που προτάθηκαν ως όµηροι κατά τη σύναψη της συνθήκης, για την παράδοση του Χάνδακα στους Τούρκους το 1669 (Κρητικά Χρονικά Γ΄, 129). στα Μαρκακιανά (ΝΑ) Από το οικογ. Μαρκάκης. Στη συγκέντρωση των τοπωνυµίων του έτους 1953 (Ε.Κ.Ι.Μ.) το τοπων. σηµειώνεται Μαρκιανά [Μαρκάκης> Μαρκακιανά>(και χάρη συντοµίας) Μαρκιανά]. στου Μπουρλιρή (∆) Το συγκεκριµένο τοπων. φανερώνει, ασφαλώς, τον ιδιο-
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ∆ΑΡΙΒΙΑΝΑ -∆ΟΥΜΑΕΡΓΕΙΟ
367
κτήτη, που υποθέτω ότι ήταν κάποιος Μπιρλιρής (τουρκ. bir + lira = µία λίρα) > (Μπουρλιρής), που από άποψη µορφολογίας είναι συγκεκ. τύπος του οικογ. Μπιρλιράκης. στου Dαρίβα (Β) Περί του παρόντος µικροτοπωνυµίου βλ. το αµέσως παραπάνω τοπων.: «στου ∆αρίβα το Σπίτι». στω Περ(γ)ιακιώ (Ν) Μάλλον από το σύνηθες οικογ. «Πέρος». στα Σαρατσιανά Το τοπων. αναφέρεται σε περιουσίες της οικογένειας [Σαρή (Σπήλι)>Σαρ-ιανά>(και ύστερα από ανάπτυξη ευφωνικών φθόγγων) Σαρατσιανά]. Το ίδιο τοπων. συναντήσαµε και στο χωριό Ακτούντα (Οικογενειακά Ονόµατα) ως Σαραδιανούς (στσι), όπου και βλ. σχετικά. στου Σκαdάλη το Μύλο (Ν) στα Τζιλεµιανά ή Τσελεµιανά (Β) Καλλιεργήσιµες εκτάσεις. Άγνωστο οικογ. Τζιλεµ-άκης (;) >Τζιλεµ-ιανά. Πιθανόν και Τσιλεδάκης> Τσιλεδιανά> Τζιλεµιανά ή Τσελεµιανά (οικογ. Τσελεµάκης). Από τουρκ. celim = ανάστηµα, παράστηµα. Παρωνύµια:
στου bοbόρη (Β) Άγνωστο ως οικογ. Μάλλον πρόκειται για παρωνύµ. Μποµπόρης. Λόφος κατάφυτος από αµπέλια.
15. ∆ΟΥΜΑΕΡΓΕΙΟ (Κεντροχώρι) Οικογενειακά Ονόµατα: στου Κουντουρογιάννη (Ν) Κούνδ(τ)ουρος (συντετµ. τύπος του οικογ. Κουνδουράκης + Γιάννης). στου Κουτέµη (Β) Από τον ιδιοκτήτη της περιοχής. Οικογ. Κουτεµής Γεώργις συναντούµε σε πράξη της Ενετοκρατίας [Μαράς 2004, πρ. 131, σ. 128].
368
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Παρωνύµια:
στση Γιους το Gάbο (Β) Πρόκειται για περιοχή αρκετά εκτεταµένη στο όρος Κέδρος, στην οποία έχουν να κάµουν πολλά χωριά (Κισσός, ∆ουµαεργειό, Σπήλι, αλλά και Γερακάρη και Ελένες της επαρχίας Αµαρίου). Από το αρχ. αιξ, αιγός, ο, η,(=η γίδα). Από το ουσ. αυτό (την αίγα) προέρχεται- κατά παράδοση ευρύτατα διαδεδοµένη- το όνοµα της βυζαντινής αρχόντισσας Αιγιδούς Μαρίας ή, άλλως, Αρχόντισσας ή Πλούσιας Μαρίας, που, έχοντας, σύµφωνα µε την παράδοση, τόπο διαµονής της το ∆ουµαεργειό [που δηλώνει τον τόπο όπου υπήρχε το «µαγειρείο» (β΄ συνθ.) για τους ζευγολάτες των «βοδιών» (Βουϊδο- α΄ συνθ.) της Αρχόντισσας Μαρίας (∆ουµαεργειό συντόµευση του Βουϊδοµαγερειό) και ως εκ τούτου το χωριό κακώς µετονοµάσθηκε σε Κεντροχώρι(!), όνοµα που δεν έχει τίποτε απολύτως να µας πει από την όµορφη αυτήν ιστορία της Αρχόντισσας Μαρίας], έχοντας, λέγω, η Αρχόντισσα Μαρία ως τόπο διαµονής της το σηµερινό ∆ουµαεργειό άπλωνε τις περιουσίες της σε όλη τη γύρω περιοχή, από την κορυφή του Κέδρους ίσαµε το Λιβυκό πέλαγος και κοντά στο χωριό Κισσός είχε ιδρύσει τη Μονή του Αγίου Πνεύµατος, όπου και τάφηκε. Λέγεται, ακόµα, ότι µε δική της πρωτοβουλία διαµορφώθηκαν για πρώτη φορά σε καλλιεργηµένες πεζούλες όλες οι βραχώδεις πλαγιές βόρεια από το Κεντροχώρι και τον Πλατανέ. Έτσι, το α΄ συνθετ. του τοπων. Γιους Κάµπος είναι συντοµογραφία του ονόµατός της Αιγιδούς Μαρίας. στου Καγιάννη (Β) Το ίδιο τοπων., αλλά µε περιφραστική εκφορά, συναντήσαµε και στο Σπήλι (Καγιάννη το Λάκκο, στου). Στα Κεραµέ συναντήσαµε το θηλυκό των προηγούµενων τοπων. «στση Καγιαννούς». Τα τοπων. αυτά θεωρώ συγκεκοµµ. τύπους του παρωνυµίου «καλογιάννης» (πβ. Βρύσες στω Καλογιάννηδω) ή του οικογεν. «Καλλιγιάννης». Αλλά πιθανόν να πρόκειται και για συντόµευση του παρωνυµίου Κατσουλογιάννη, στου (Ορνέ) ή Κατσιγιάννη (το Λάκκο) (Βάτο). στου Καλικατσά (Β)
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ∆ΡΥΜΙΣΚΟΣ
369
στου Κουτσάφτη (Β) Βλ. τοπων. Καρηνών [παρωνύµια (στου Κατσουλάφτη)]. Εθνικά:
στου Γιαβαδή το Μιτάτο (Β) Γιαβαδής, µάλλον Τούρκος ιδιοκτήτης του µιτάτου. στου Ράντου το Λάκκο (Β) Έχουµε συναντήσει τοπων. Ρου το Μνήµα εκ του Ρόρος (ή Ρώρος) - Ροράνης (όνοµα Τούρκου). στη Σαρακήνα (Ν) Βλ. όσα αναφέρουµε στον Βάτο [Εθνικά (στου Σαρακηνού)]. 16. ∆ΡΥΜIΣΚΟΣ Οικογενειακά Ονόµατα:
στου Βάνταρη Οικογ. Βανταράκης, που δεν απαντά στο χωριό. στου Βούλγαρη (B) Παλιό Μοναστήρι, που την εξάρτησή του είχε από την Ι. Μονή Ασωµάτων, στο Αµάρι. Σήµερα σώζεται η εκκλησία και µερικά ερείπια των εγκαταστάσεων της ιστορικής Μονής. Το όνοµά του Βούλγαρης (και Βούργαρης στην καταγραφή του 1953, Ε.Κ.Ι.Μ.) έχει σχέση µε το οικογ. όνοµα «Βούλγαρης» [βλ. Φασατάκης 1984, 3-18 και Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, 44]. στου Γιαννίκη (N) Από βαπτ. Γιάννης<Γιαννίκης. Κατά την Ενετοκρατία βρίσκουµε κάποιον καλόγερο Γιαννίκη, του µοναστηριού του Εσταυρωµένου, στο Ρέθυµνο [Γρυντάκης 1994, πρ. 296, σ. 207]. Πβ. και το σηµερινό οικογ. «Γιαννίκας». στα Γλαbιανά (∆) Οικογ. Γλαµπεδάκης> (συγκεκ. τύπος Γλαµπές> Γλαµπιανά. Σήµερα, πάντως, το επώνυµο αυτό δεν επιχωριάζει στο χωριό. στου Καρτσάλη (NΑ) Καρτάλι> (και µε τσιτακισµό καρτσάλι)= είδος γερακιού (ανεµογιάννης), που υπάρχει στην περιοχή. Εδώ, πάντως,
370
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
η γεν. κτητική υποδηλώνει συγκεκοµµ. τύπο οικογ. Καρτ(σ)αλάκης. στου Κάτη το Σπίτι (∆) Οικογ. Κατάκης ή παρωνύµιο ‘Κάτης’. στου Dουdούλιο (∆) Οικογ. «Ντουντουλάκης», που δεν σώζεται σήµερα στο χωριό. στω Gατσογρίδω (Ν∆) Μένανε οικογένειες “Κατσογριδάκηδων”. στου Κουτσουνάρη (Α) στω Λιτινιανώ (Ν) Οικογ. «Λίτινας», που σήµερα δεν απαντά στο χωριό. στω Μελισσηνιάκω (ΝΑ) Από βυζαντινό όνοµα «Μελισσηνός», µια οικογένεια από τα δώδεκα αρχοντόπουλα που έφθασαν στην Κρήτη. Αρχηγός τους ήταν ο Ανδρέας (Ψιλάκης 1899, 749). Προέρχονταν από την ενορία του αγίου Ρωµανού του Βυζαντίου. Ο Ανδρέας θεωρείται ο άρχοντας των Μελισσινών στην Κρήτη. Στην περιοχή υπάρχει το νεκροταφείο και εκκλησία της Παναγίας µε πλούσιο τοιχογραφικό διάκοσµο. Ο Χατζηγάκης (Χατζηγάκης 1954, 75) αναφέρει το τοπων. ως Μελισιανάκου και πέραν της γνωστής και ιστορικά εξακριβωµένης- και από την κτητορική πάνω από την πρόθεση του ι. ναού- παράδοσης περί κτήτορος Βυζαντινού άρχοντος Μελισσηνού, αναφέρει και άλλη παράδοση, σύµφωνα µε την οποία γύρω από την εκκλησία της Παναγίας υπήρχαν αγριοµελίσσια. Όταν, λοιπόν, κάποτε, Τούρκοι στρατιώτες επεχείρησαν να την κάψουν, βγήκαν οι µέλισσες και τους κυνήγησαν. Έτσι, η χάρη της Παναγίας έσωσε το εκκκλησάκι. στου Πουλή τα Πεζούλια (∆) Από τον ιδιοκτήτη των πεζουλιών. στα Σκινιάτικα Στο χωριό Επισκοπή Καλαµώνος ανευρίσκουµε οικογ. Σκίµνος Παύλος (Γρυντάκης 2003: πρ. 284, σ. 407). Το παρόν τοπων. στα Σκινιάτικα θεωρώ ότι δηλώνει την περιοχή
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΑΛΗ ΣΥΚΙΑ
371
όπου βρίσκονταν περιουσίες της συγκεκριµένης οικογένειας, γι’ αυτό και το γράφω µε [ι] [Σκίµνος>Σκιµνιάτικα> (και µε αποβολή του [µ] κατ’ επηρεασµόν του σκηνή) Σκινιάτικα]. Να έχει σχέση µε τη σκηνή το βλέπω απίθανο, ενώ πολύ πιθανότερο να πρόκειται για φυτώνυµο από το σχοίνος >σχοινιάτικα, οπότε, στις τελευταίες περιπτώσεις, αλλάζει ανάλογα η ορθογραφία του τοπωνυµίου. στω Σουραδιανώ (∆) Επών. Σουραδ-άκης (που δεν παρατηρείται σήµερα στο χωριό) + επίθηµα –ιανός (στη γεν. του πληθ.) >Σουραδιανώ(ν). Επίσης, σουρ= βράχος (Κρητ. Εστία, 176, 476) και σούρος= πώµα φιάλης και ως παρωνύµιο σηµαίνει άνθρωπο ιδιαίτερα κοντό (Γιακουµάκη 1986, 66), απ’ όπου, προφανώς, θα προέρχεται το υπό εξέτασιν οικογενειακό. στον Στουρούτση στου Λαζάρου (Α)
Βαπτιστικά:
Ανδρωνυµικά:
στση Χαµογιάνναινας (N) Ανδρωνυµικό Χαµογιάνναινα (<Χαµογιάννης). Παρωνύµια:
στου Μαγκουρή (NΑ) Μαγκούρα είναι χοντρό ξύλινο µπαστούνι µε γυριστή λαβή. Προφανώς, παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, γιατί έκανε συνεχή χρήση µαγκούρας. 17. ΚΑΛH ΣΥΚΙA Οικογενειακά Ονόµατα:
στ’ Αλεξογιώργη (B) Αλεξάκης Γιώργης. στου ∆ρυµογιάννη (B) ∆ρυµάκης Γιάννης> ∆ρυµογιάννης (το [ο] συνδετικό). στου Μπαντουβά τα Λακκούδια (B∆) Εδώ ήταν για έναν καιρό το ληµέρι του Μπαντουβά και εδώ έδωσε και µάχη κατά των Γερµανών.
372
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Σπιρτώνη (Ν∆) Πρόκειται για την ψηλότερη κορφή του Τσιλίβδικα. Εδώ υπήρχε µιτάτο, που ανήκε στην Ι. Μονή Πρέβελη. Σήµερα υπάρχουν µόνο χαλάσµατα. Σπιρτώνης είναι το όνοµα κάποιου ιδιοκτήτη (από προσηγ. «σπίρτο»). Πβ. στα Ακούµια (Τοπωνύµια του Όρους Σιδέρωτας) το ίδιο, υποθέτω, οικογ. µε τη µορφή «στου Σπιρτάλιο τη Ρίζα». Βαπτιστικά:
στου Νικηφόρο (N) Υπάρχουν ερείπια σπιτιών. Η τοποθεσία µάλλον από το όνοµα του οικιστή του µικρού αυτού οικισµού.
Παρωνύµια: στ’ Ατζιµπάλου (B) Παραθέτω δύο εκδοχές. πιθανόν να πρόκειται για τον ατσίβολο (ο), πολύ σκληρό πέτρωµα καστανού χρώµατος [φυλλίτης (;). Βλ. Πλατάκης 1981, 129], αλλά, εξίσου πιθανόν να πρόκειται και για παρωνύµιο ανθρώπου αναντζούµπαλου= ατακτοποίητου. Εθνικά: στου Βαλελή (B∆) Στην περιοχή αυτήν υπήρχαν ερείπια παλιάς εκκλησίας, που ανοικοδοµήθηκε εκ βάθρων. Πιθανόν να πρόκειται για Τούρκο ιδιοκτήτη της περιοχής. Πβ. οικογ. Βαλής (Μπαλής) και στα Παλιά Ρούµατα Κισάµου τοπων. Βελή (στου), που πιστεύω ότι πρόκειται για συντοµογραφία του δικού µας ονόµατος Βαλελή (Β[αλ]ελή). Βλ. Γιακουµάκη 1986, 118.
18. ΚΑΡΗΝΕΣ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Γαλανού τα Χαράκια (Ν) Θα πρέπει να διαφοροποιήσουµε το παρόν τοπων. από
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΑΡΗΝΕΣ
373
το αντίστοιχο στα Γαλανά Χαράκια (= άσπρα χαράκια). Εδώ, ασφαλώς, υποδηλώνεται ο κτήτορας των χαρακιών Γαλανός, συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. Γαλανάκης. στα Γασπαριανά (Α) Όπου περιουσίες οικογ. Γάσπαρη. Πρόκειται για παλιά µοναστηριακά κτήµατα. στου Καρτσονά (Β) Κάρτσα, η (Ρεθ.), από ιταλ. calza= κάλτσα, µε τροπή του λ σε ρ> καρτσόνι+ κατάλ. -ας> καρτσονάς = ο µαλθακός, ο τρυφηλός. Πβ. και τοπων. Gαρτσινιανό, στο (Βραχάσι) (Πλατάκης 1977α, 101). Από το προσηγορικό αυτό, κατά την Ενετοκρατία, συναντούµε οικογ. Καρτσόνας Αντώνιος (Μαρουλάς) [Γρυντάκης 1994 πρ. 278, σ. 193], και, µε συντόµευση, Καρτσής Γιώργης (Μελιδόνι) [Γρυντάκης 2003: πρ. 274, σ. 395]. Επίσης, στον Στεφ. Ξανθουδίδη (Ξανθουδίδης 2002, 362) συναντούµε επίθετο «καρτσάτος» και αφορά στα πρόβατα, όταν συµβαίνει το ένα ή και τα δυο τους πόδια να έχουν άλλο χρώµα, ως εάν φορούσαν «κάρτσες» ή υποδήµατα. στου Μαυρή (Α) Πηγή νερού και ευήλιο µέρος, µε µαύρα χώµατα και περιβόλια (πβ. και τοπων. στο Μαυρί, στον Άγιο Ιωάννη, που αναφέρεται, επίσης, στην απόχρωση της περιοχής). Πάντως, εδώ, η εκφορά του τοπων. σε γενική κτητική µε βεβαιότητα- και παρά την σύµπτωση των µαύρων χωµάτων στην περιοχή- φαίνεται να δηλώνει ιδιοκτήτη µε το όνοµα Μαυρής. Και, πράγµατι, κατά την Ενετοκρατία, βρίσκουµε οικογ. Μαυρέας (Μαθιός, Μανόλης, Μενέγος κ.λπ) [Γρυντάκης 1994, πρ. 62, σ. 45 και, επίσης, Γρυντάκης 2003: σσ. 197, 266, 394 κ.λπ.], αλλά και Μαυρής [Γιώργης, Μανόλης, Νικολής (∆ηµητριάδης 2003, 181, 211, 217)]. στου Νταρίβα τ’ Αλώνι (∆) Βλ. χωριό ∆αριβιανά [Οικογενειακά Ονόµατα («στου ∆αρίβα το Σπίτι»)].
374
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Παγά (∆) Πρόκειται για τον ιδιοκτήτη περιουσιών στην περιοχή. Κατά την Ενετοκρατία συναντούµε οικογ. Παγάς Γιώργης, Μάρκος, Τζανής (Γρυντάκης 1994, πρ. 292, σ. 203). στα Πλαζανά (∆) Στο χωριό µε διαβεβαίωσαν ότι υπάρχει ανάµνηση παλιού οικογεν. ονόµατος Πλάζος, οπότε Πλαζανά, ασφαλώς, θα ήταν η περιοχή όπου οι περιουσίες της συγκεκριµένης οικογένειας (των Πλάζων), κατά το Παπαδιανά των Παπαδάκηδων κ.ο.κ. στου Στρατήγη (Β) Οικογενειακό Στρατηγός, λεγόµενος Τρουµπέτας (Ανδρέας, Μιχάλης κ.λπ.), βρίσκουµε σε πράξη της Ενετοκρατίας [Μαράς 2004, πρ. 88, 90]. στου Τρουλή τα Καταλύµατα (Α) Τρουλής είναι ο συγκεκ. τύπος οικογ. Τρουλάκης, Τρούλης ή Τρουλινός, που προέρχεται από το ουσιαστικό «τρούλα» (<λατιν. trulla). Υπάρχει παράδοση στο χωριό ότι επί Τουρκοκρατίας στα καταλύµατα αυτά ζούσε κάποιος λήσταρχος Τρουλής, που καταλήστευε τους πάντες. Κάποιος αγάς τον εξουδετέρωσε και κατάστρεψε και τον οικισµό. στου Φατόρη (∆) Φατόρης είναι, µάλλον, ο ιδιοκτήτης κτηµάτων- τα περισσότερα αµπελώνες- που βρίσκονται µέσα στο χωριό, από ουσ., πιστεύω, φατορία= επιχείρηση, οπότε φατόρης= ο επιχειρηµατίας. Επίσης, κατά την Ενετοκρατία βρίσκουµε και οικογ. Φατής και Φατάκης (∆ηµητριάδης 2003, 153). στου Χλωρού (Α) Οικογενειακά Χλωρός Αλής και Χλωρός Μεχµέτ, αλλά και χωριό Χλωρού (στου), της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, βρίσκουµε κατά την Ενετοκρατία (Σταυρινίδης 1986, πρ. 173, 126). στου Λουκά (Β)
Βαπτιστικά:
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΑΡΗΝΕΣ
375
στου Μαθιού το Κεφάλι (Ν) «Μαθιός». χαϊδευτικό του βαπτ. Ματθαίος. Κοινωνικές Οµάδες:
στ’ Αράπη τ’ Αρµί (Β) Συχνά οι αράπηδες θεωρούνταν ως φύλακες κρυµµένων θησαυρών. Αυτοί ήταν ζώα ή άνθρωποι που έσφαξαν επί τόπου (για να γίνουν στοιχειά) οι αποκρύψαντες τους θησαυρούς µέσα στη γη, σε ερείπια παλιών σπιτιών, σε σπήλαια κ.λπ. Το τοπων. απαντά συχνά και µε πολλές µορφές, όπως: Αράπη Κουφάλα, Αράπη Σπηλιάρι, Αράπη Τρύπα κ.λπ. [Πλατάκης 1977β, 166]. στην Ατζιγγάνα (Α) Στους Ατσίγγανους ή Ατσιγγάνους (Αθιγγάνους) ή Ατζίγγανους ή Ατζίγγαλους αποδίδονται µαγικές δυνάµεις, όχι πάντοτε καλές. Κατοικούν σε σπήλαια, όπου κάνουν τα µάγια τους ή είναι χαρκιάδες. Η περιοχή διαθέτει πλούσια περβόλια.
Ανδρωνυµικά: στση Κουφάκαινας το Φαράγγι Ανδρωνυµικό από οικογ. Κουφάκης. στση Πανταλούδαινας (Β) Ανδρωνυµικό, η γυναίκα του Πανταλούδ-η> Πανταλούδαινα (από οικογ. «Πανταλ-ός»). Το οικογ. σήµερα δεν επιχωριάζει στο χωριό. Παρωνύµια:
στου Κατσουλάφτη (∆) Που τα αυτιά του µοιάζουν µε τα αυτιά του γάτη [κατσούλι+ αυτί (παρωνύµιο)]. Πβ. και Κουτσαύτη, στου (στο Κεντροχώρι) από οικογ. Κουτσαυτάκης. στου Κοντοπόδη (ΒΑ) Μάλλον ότι πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. Η περιοχή ακούγεται και ως Πετροκεφάλι [= ύψωµα (κεφάλι) γεµάτο πέτρες, πετρότοπος].
376
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Κοτσιπίδη (Β) Από το όνοµα του ιδιοκτήτη. Πιθανόν να πρόκειται για παρωνύµιο (κοτσιπίδα= ο σκώρος. Πβ. και κοτσιπιδιασµένο ρούχο). Ο Αµαριώτης Φιλίστωρ (τ. Α΄1863), στο Κρητικό Λεξιλόγιό του, αναγράφει και αρσενικό τύπο της λέξης κοτσίπιδας ή κοτζίπιδας (ασφαλώς στα Ρεθεµνιώτικα). Ο Κων. Άµαντος (Λεξικογραφικόν Αρχείον Γ΄, 124-125) θεωρεί ότι οι λέξεις κότσιπας και κοτσίπιδας είναι αρχαιότερες των άλλων και έχουν στην άρχή τους το κότσ- (κοτσός, κουτσός), το οποίο πάλι δεν είναι άλλο από το κόψ- (ρ. κόπτω). Την κατάληξη –πας έλαβαν κατά το κούνουπας, ενώ ο θηλυκός τύπος κοτσιπίδα λειτουργεί κατ’ αναλογία προς άλλα ζωύφια που έχουν την κατάληξη αυτήν, όπως ακρίδα, κατσαρίδα κ.λπ. (βλ. Ξανθουδίδης 2002, 324). Στη συγκεκριµένη περιοχή των Καρηνών υπάρχει πηγή που υδρεύει το χωριό και καλά περιβολάκια. στου Μαριόλη τη bοταµίδα (Β) Μαριόλης (από µσν. Μαριόλος<βεν. Mariol/ ιταλ. mariulo, άγνωστης ετυµολ.) είναι αυτός που διαθέτει ευστροφία ή που συµπεριφέρεται µε πανουργία, συνώνυµο του πανούργος ή κατεργάρης. Μπορεί να πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, πιθανόν, όµως, να ήταν και το επίθετό του, αφού εδώ στην Κρήτη απαντά το οικογ.: Μαριόλος. στου Μερµήγκη (ΝΑ) Από παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, προφανώς. στου Τζίνη (∆) Τζίνι (το), κατά την αραβική µυθολογία= φανταστικό δαιµονικό πνεύµα του αέρα ή της φωτιάς µε υπερφυσικές δυνάµεις, το οποίο µπορούσε να παίρνει οποιαδήποτε µορφή ζώου ή ανθρώπου. Ζούσε, συνήθως, εγκλωβισµένο µέσα σε λυχνάρι και µπορούσε να εκπληρώνει µε µαγικό τρόπο τις ευχές- συνήθως τρεις- αυτού που θα το απελευθέρωνε τρίβοντας το λυχνάρι. Μεταφορικά ο πανέξυπνος, δαιµόνιος άνθρωπος: αυτό το παιδί είναι τζίνι (Μπαµπινιώτης 1998, σχετ. λήµµα). Με αυτήν την τελευταία σηµασία µπορεί να υπάρχει εδώ το συγκεκριµένο τοπωνύµιο. Να
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΑΡΗΝΕΣ
377
υποθέσουµε, επίσης, ότι χρησιµοποιείται και ως παραφθορά του Τζίµης (= αµερικανότροπα ο ∆ηµήτρης); Εθνικά:
στου Καπούτσο (µεσοχωριά) Υπάρχει ρυάκι (Καπούτσο Ρυάκι), µέσα στο χωριό, που το χωρίζει στη µέση. Πρόκειται, προφανώς, για το τουρκικό όνοµα Καπουτάν Μουσταφά Πασάς, ίσως σκόπιµα παραποιηµένο στο τοπων. µας σε Καπούτσο (Σταυρινίδης 1985, πρ. 2501, σ. 8 και Σταυρινίδης 1986, πρ. 126, σ. 88). Τοπωνύµιο στου «Καπούτσ(ου) το Λιβάδι» απαντά και στην Αντίπαρο, όπου και σήµερα παρατηρείται οικογ. «Καπούτσος» (Παπαγγελή 2005, 286- 87). στου Καστρινού το Κεφάλι (Β) Επειδή ο κάτοχος του υψώµατος (κεφαλιού) ήταν από το Ηράκλειο (Μεγάλο Κάστρο) ή επειδή είχε το επώνυµο «Καστρινάκης»> (συγκεκ. τύπος) Καστρινός. Πβ. και στην κοινότητα Έλος Κισάµου το ανδρωνυµικό Καστρινιάς τον Αζίλακα (στση), που σχηµατίστηκε από επώνυµο Καστρινάκης µε σκωπτική ή υποτιµητική σηµασία. Η Ελ. Γιακουµάκη σηµειώνει ότι όσα ανδρωνυµικά δεν έχουν την ανδρωνυµική κατάληξη [–αίνα] αλλά κάποια άλλη, τούτο σηµαίνει ότι το επώνυµο ανήκει στον πατέρα της γυναίκας και όχι στον σύζυγο (Γιακουµάκη 1986, 79). στου Μαµαλή το Λάκκο (Α) Από το όνοµα του Τούρκου ιδιοκτήτη του λάκκου. στου Μαµού τσί Πλατάνους (Ν) Από τον Τούρκο ιδιοκτήτη (Μαχµούτ> Μαµούτ>Μαµού). στο Τζανιδόπουλο (Α) Το επίθηµα –όπουλος, -οπούλα, -όπουλο του παρόντος τοπων., συναντάται σπάνια στην κρητική διάλεκτο, που θυµίζει περισσότερο κατάληξη οικογ. ορµωµένων από την Πελοπόννησο. Οικογ. Τσαγκαρόπουλος (Γεώργιος και Πέτρος) συναντούµε σε νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 2003: πρ. 180 και 184, σσ. 248 και 252, αντίστοιχα). Από το ίδιο επίθηµα και από το προ-
378
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
σηγορικό καρυά, που στην κρητική διάλεκτο ακούγεται και καρά (-έ), σχηµατίστηκε το τοπων. Καροπούλι (Χατζιδάκις 1905, 636 και Γιακουµάκη 1986, 164). Πβ. και τοπων. Σαραντόπουλου, στου (Μαριού) και Ορφανόπουλο, στο (Σακτούρια). 18. ΚΕΡΑΜΕΣ Οικογενειακά Ονόµατα:
στου, Γεωργίτση (∆) Τοπωνύµια σε -ιτση, αιτ. ουδ. από οικογ. ονόµατα µε τη βυζ. κατάληξη -ίτσης. Έχουν προέλθει από γεν. εν., π.χ. στου Aστρίτση > το Aστρίτσι (Πεδιάδος) (Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, σ. 30). Πβ., επίσης, τοπων. Γεωργίτση στα Σφακιά και στον Aγριλέ κοινότητας Pοδοβανίου Σελίνου (Τωµαδάκης 1976, σ. 79) και Kαλαµίτσι στον Aγαλλιανό, επαρχίας Αγίου Βασιλείου. στου, Mαυροµάρη (Ν) Όπου οι ιδιοκτησίες του Mαυροµάρη. Tο επώνυµο αυτό Mαυροµέ(ά)ρης βρήκαµε σε συµβόλαιο του 1643 (Γρυντάκης 1994, 223), όπου σηµειώνεται: «O γονίκαρος Mιχ. Mαυροµέ(ά)ρης πληρώνει για τα χωράφια “στο Aνατολικό” µουζούρια 3, κουάρτα 3, σάτζα 2…». Kαι πιο κάτω, στην ίδια σελίδα: «O γονίκαρος Mαν. Mαυροµάρης πληρώνει για το σώχωρο µπροστά στο σπίτι του Kώστα Aδουλίνου… µουζούρια 3…». Eδώ «γονίκαροι» λέγονταν οι πάροικοι που καλλιεργούσαν τα κτήµατα των φεουδαρχών ως «γονικά», µε διαρκείας, δηλαδή, κληρονοµική ενοικίαση. στου, Pιτσάτου (Β) Όπου κάποτε οι ιδιοκτησίες κάποιου Pιτσάτου. Bεν. λέξη που σηµαίνει τον πλούσιο (πβ. αγγλ. rich). Tοπική παράδοση λέγει ότι στην περιοχή αυτή ζούσε παλιά κάποιος µε το όνοµα «Pιτσάτος». Επειδή, όµως, φυσούσε συνεχής και δυνατός άνεµος (ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της περιοχής), έφυγε και πήγε και εγκαταστάθηκε στον Γερακάρη, όπου µέχρι και σήµερα επιχωριάζει το επώνυµο αυτό.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΕΡΑΜΕΣ
379
στου, Tζιτζίκη (Β) Όπου υπήρχαν κάποτε οι ιδιοκτησίες κάποιου Tζιτζίκη. Βαπτιστικά: στου, Λαζάρου (Β) Όπου κάποτε υπήρχαν ιδιοκτησίες κάποιου µε το βαφτ. Λάζαρος. Το τοπων. απαντά και κατά την Ενετοκρατία (Γρυντάκης 1994, 391). στου, Λουκά (Ν) Όπου οι ιδιοκτησίες κάποιου Λουκά. Παρωνύµια:
στου, Kαβουλέ (Ν) Mάλλον πρόκειται για παρωνύµιο. Ακούγεται, πάντως, και ως Πυροβολόπετρα (στην), όπου, δηλαδή, ανευρίσκονται πέτρες κατάλληλες για πυροβόλους (είδος αναπτήρα µε ίσκα, φιτίλι και τσακµακόπετρα). στη, Mανολέ (Ν) Xωράφι, που ανήκε σε κάποιο Μανόλη. στου, Πονηρού (Ν) Εκτός από τη γνωστή σηµασία του, το επίθετο «πονηρός» σηµαίνει και «διάβολος». Πβ. ο εξαποδώς. Να υπάρχει κάποια σχέση του τοπων. µε αυτήν τη δεύτερη σηµασία; Πιθανότερο, πάντως, να αφορά σε παρωνύµιο ανθρώπου πονηρού στον χαρακτήρα. στου Σγουρογιάννη (;) Άγνωστο σήµερα τοπων. της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 1994, 223, 394). Από παρωνύµιο, ασφαλώς, του ιδιοκτήτη (σγουρός Γιάννης). στου, Φαόση (∆) Ως έχει, µε τη γεν. κτητική, µοιάζει προς κυριώνυµο. Nα έχει σχέση µε το φαιός και να αποδίδει τη σταχτιά –λόγω ελαιώνων– απόχρωση του τοπίου; Eπίσης, φάουσα, η (από το ρ. τρώγω, έφαγα – φαγωµένος) = η ασθένεια που κατατρώγει τον άνθρωπο [M. I. Πιτυκάκη, «Γλωσσικά – Eκφράσεις από την Aνατολική Kρήτη», Aµάλθεια, τόµ. 10ος, τεύχ. 40 (1979), σ. 222]. Πβ. και φαζά (= µαύρα σύκα) (N.
380
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
B. Tωµαδάκη, «Γλωσσικά και Λαογραφικά εκ Kρήτης…», ό.π., σ. 85). Πάντως, δυσερµήνευτο τοπωνύµιο. Εθνικά:
στη, Σαρακήνα (∆) Το τοπωνύµιο αποτελεί υπόλειµµα της αραβοκρατίας. Απαντά και ως όνοµα γυναίκας [βλ. «Yπόµνηµα της Eταιρείας Kρητικών Iστορικών Mελετών», Kρητικά Xρονικά 10 (1956), σ. 401]. στου, Συριάτη (Α) Yπάρχει παράδοση ότι απ’ εδώ πέρασαν δύο Σύριοι αδελφοί, που έκτισαν διµάρτυρη εκκλησία του αγίου Γεωργίου και του Σωτήρα Xριστού.
19. ΚΙΣΣOΣ Οικογενειακά Ονόµατα: στ’ Αρκο - Κατάλυµα (Β∆) Μάλλον ότι πρόκειται για συντοµογραφία του γνωστού από την Ενετοκρατία οικογ. Αρκολέος (πβ. Γιάννη Μ. Γρυντάκη, Μαρίνος Αρκολέος, ο τελευταίος νοτάριος της ∆υτικής Κρήτης, Πρωτόκολλο 1643- 1646, Ρέθυµνο 2003). στου Βεργίλη (ΒΑ) Το οικογ. «Βεργίλης» αναφέρεται στον κτήτορα του ι. ναού της Μεταµορφώσεως του Σωτήρος, της οικογένειας του οποίου περιουσίες θα υπήρχαν, προφανώς, στη συγκεκριµένη περιοχή. Βλ. και τοπων. Κρύας Βρύσης (Οικογενειακά ονόµατα). στα Βροντισανά (ΝΑ) Το τοπων. Βροντισ-(ι)ανά- κατά το Παπαδ-ιανά- παραπέµπει, ασφαλώς, σε περιουσίες ανθρώπων ο κτήτορας των οποίων δηλώνεται µε το θέµα του επωνύµου, που, στην περίπτωσή µας, είναι: Βροντίσ-ης. Αυτό το συµπεραίνουµε κατ’ αναλογίαν προς το γνωστό µοναστήρι της επαρχίας Καινούργιου, Βροντίσι, κοντά στον Ζαρό, Ηρακλείου, που ιδρυτής του, κατά τον ιστοριοδίφη Στέργιο
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - KΙΣΣΟΣ
381
Σπανάκη, υπήρξε κάποιος Βροντίσης. Σε έγγραφο τού 1323 αναφέρονται τέσσερις ιερείς του Χάνδακα µε το επώνυµο Βροντίσης (Σπανάκης 1959, 243). στα Γεωργιουλιανά (Β∆) Από οικογ. Γεωργιλάς. Στη θέση αυτήν (πληροφορούµαστε από την εφηµερ. του Ρεθύµνου «Αστραπή» της 3/6/ 1926), στις 31 Μαΐου 1926, έπεσε κεραυνός και απανθράκωσε ολόκληρη οικογένεια, τον Χαράλαµπο Στρατιδάκη, τη σύζυγό του Αικατερίνη και τον γιό τους Κωνσταντίνο. στου Κατρέ (Ν) (κατράνης = µαύρος, οικογ. Κατράκης) στου Κουνέσο το Πέραµα (Ν∆) Στον Πρινέ του Σελίνου, στα Χανιά, συναντήσαµε τοπων. Kουνιανώ (στων), µε την παρατήρηση ότι στην περιοχή διασώζονται ερείπια κατοικιών [Σειστάκης 1977α, 695], που, ασφαλώς, θα ανήκαν στην οικογένεια αυτήν. Η παραγωγική κατάληξη –ιανω(ν) του τοπων. φανερώνει, ασφαλώς, ότι πρόκειται για οικογενειακό όνοµα, σύµφωνα προς τον γενικό κανόνα, εδώ στην Κρήτη, να σχηµατίζονται τοπων. µε το επώνυµο στη γενική του πληθ. και τον σχετικό προσδιορισµό τόπου. Πιστεύω ότι και στο συγκεκριµένο τοπωνύµιο του Κισσού κάτω από τον ιδιοκτήτη του περάµατος (περάσµατος) υποκρύπτεται, αν όχι το ίδιο, παρεµφερές µε το παραπάνω οικογενειακό. Άρα, το «Κουνέσος» θα είναι ο συγκεκοµµένος τύπος του επωνύµου του ιδιοκτήτη µε το επίθηµα [-ος] [πβ. οικογ. Καµηλ-άκης> Καµήλ-ος, Μανουσ-άκης> Μανούσ-ος, οπότε Κουνεσ-άκης> Κουνέσ-ος. Πβ. και το επώνυµο του γνωστού περιηγητή από την Κεφαλονιά Παν. Κουνιάκη] (βλ. και Γιακουµάκη 1986, 181). στου Λαγού το Ρυάκι (Ν∆) Συγκεκοµµ. τύπος οικογ. Λαγουδάκης (>Λαγός). στου Μάµαλου το Λάκκο (Ν) Μικρή πηγή που το νερό της συγκεντρώνεται σε πρόχειρη στέρνα (λάκκο). Ο κτήτορας µπορεί να έχει σχέση µε οικογ.
382
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Μαµαλάκης> Μάµαλος (µε το επίθηµα [-ος] στον συγκεκοµµένο τύπο του επωνύµου), όπως παραπάνω Κουνεσάκης> Κουνέσ-ος, που, όµως, δεν µαρτυρείται σήµερα στο χωριό. Πιθανόν, όµως, να πρόκειται και για κάποιο Τούρκο µε το όνοµα αυτό, δεδοµένου ότι στα τοπωνύµια του 1953 (Ε.Κ.Ι.Μ.) σηµειώνεται ως Μαµάου το Λάκκο, στου. στση Μισίνας το Χάρακα (Β) Ο Γ. Τσιγδινός σηµειώνει ότι στο µέρος αυτό οι χωριανοί πετούσαν τα άχρηστα προσωπικά αντικείµενα αυτών που πέθαιναν. Πιθανόν, λοιπόν, το τοπων. να έχει την αναφορά του στο ρ. µισεύω= αποδηµώ, αποµακρύνοµαι από την πατρίδα µου (εδώ, εννοείται, στην άλλη ζωή). Κατά την άποψη αυτήν η λέξη µισίνα αποκτά αφηρηµένη έννοια (της Λησµοσύνης ο Χάρακας). Το τοπων., όµως, πιστεύουµε, σαφώς φανερώνει τον κτήτορα, που εδώ πρόκειται για οικογ. Μισίνα (από αρσεν. Μισίνας, Μεσσίνας, Μεσσίνης), που προέρχεται από τοπων. που δηλώνει τον τόπο καταγωγής (εθνικό) [ΤσικριτσήΚατσιανάκη 1975, 27]. Πβ. στο ίδιο χωριό και το τοπωνύµιο στσ’ Αρετής το Χάρακα, που ο κτήτορας εδώ είναι βαπτιστικό. στου Μουλάκο (Β) Οι Μουλακάκηδες είναι οικογένεια από τα Ακούµια [βλ. Ακούµια (Εθνικά)]. Όµως ένας από την οικογένεια αυτήν, ο Μουλακάκης Λεωνίδας, παντρεύτηκε και έµεινε στον Κισσό. Πβ. και στο Σπήλι (Εθνικά), το ίδιο οικογ. µε ακόµα µεγαλύτερη συντοµογραφία (στου Μουλά). στου Περάκη τ’ Αλώνι (ΝΑ) Το οικογ. Περάκης, από τον Κεραµέ Αγίου Βασιλείου, δεν µαρτυρείται σε καµιά εποχή στον Κισσό. στου Σαρούλιο (Ν) Μάλλον πρόκειται για παρωνύµιο του οικογ. «Σαρής», που απαντά ως τοπωνύµιο στο γειτονικό Σπήλι (στου Σαρή), στα ∆αριβιανά (στα Σαρατσιανά) και στα Ακτούντα (στσι Σαραδιανούς). στα Τρουλιµνιανά (ΝΑ)
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - KΙΣΣΟΣ
383
Περιοχή µε περιουσίες µελών οικογένειας Τρουλινού>Τρουλινιανά (Γιακουµάκη 1986, 185). στου Χλιαούτη το Σπιτάκι Οικογ. Χλιαουτάκης από τον γειτονικό Πλατανέ προερχόµενο.
Βαπτιστικά: στσ’ Αρετής το Χάρακα (∆) Η Αρετή ήταν η ιδιοκτήτρια του χάρακα. Πιθανόν, πάντως, να µην πρόκειται για κτητικό τοπων., αλλά να σχετιζόταν µε κάποιο θρύλο, για κάποια Αρετή, που θα βρήκε τραγικό θάνατο πέφτοντας από τον συγκεκριµένο χάρακα. στση Γιους το Gάbο (B) Από το αρχ. αιξ, αιγός ο, η (=η γίδα). Από το ουσ. αυτό (την αίγα), προέρχεται το όνοµα της βυζαντινής αρχόντισσας Αιγιδούς Μαρίας ή, άλλως, Αρχόντισσας (ή Πλουσίας) Μαρίας, που έχοντας, σύµφωνα µε την παράδοση, τόπο διαµονής της το ∆ουµαεργειό άπλωνε τις περιουσίες της σε όλη τη γύρω περιοχή. Βλ. περισσότερα ∆ουµαεργειό (Κεντροχώρι) [Οικογενειακά ονόµατα]. στου Μαρίνο (N) στου Μαυροµάτη την Καρέ (B) στου Μενέλαου το Σπιτάκι (B) στου Πέτρο τη Μάdρα (B) Η µάντρα σώζεται και σήµερα σε καλή κατάσταση. στου Πωλιό το Πηγάδι (N) Πρόκειται για πηγάδι του Παύλου Μυγιάκη από τον Κισσό. Το Πωλιός εδώ είναι χαϊδευτικό του Παύλου. στου Σήφη ή Σηφάκη το Πλάι (Β) Πρόκειται για τον κτηνοτρόφο Περδικάκη Σήφη από το ∆ουµαεργειό (Κεντροχώρι), που είχε, στη συγκεκριµένη περιοχή, τις περιουσίες του. στω Χρίστηδω τσι Συκιές (Β) Το παρόν και το επόµενο τοπων. αναφέρονται σε κτήµατα της οικογένειας Νικολιδάκη, από τον Κισσό, που λέγονται και Χρίστηδες. στω Χρίστηδω τη Σωχώρα (Β)
384
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Ανδρωνυµικά: στση Καρούζαινας τσι Χαράκους (Β) Ανδρωνυµικό από οικογ. Καρουζάκης (συγκεκοµµ. τύπος Καρούζος> Καρούζαινα) που δεν παρατηρείται σήµερα στο χωριό. στση Φατσονικόλαινας (Ν) Ανδρωνυµικό, υποθέτω, από παρωνύµιο του άνδρα (Φατσονικόλας).
Παρωνύµια: στου Κατουµή (Ν∆) Το τοπωνύµιο βρίσκεται στην περιοχή Τριγιοδιού και γύρω από τον ποταµό ∆ιχαλοπόταµο, στον οποίο σώζονται ερείπια από παλιό νερόµυλο. Πιστεύω το τοπων. να έχει σχέση προς το επίθ. Κατουµωτός, ο (από ρ. «κατουµίζω», που σηµαίνει σκύβω προς τα κάτω όπως σε µετάνοια)= ο ταπεινός, ο δειλός, (κατά τον Γ. Χατζιδάκι από ρ. καµµύω= κλείνω τα µάτια). Πιθανόν, λοιπόν, Κατουµή, µε τη σηµασία του δειλού ή ταπεινού, να παρανόµιαζαν τον ιδιοκτήτη του νερόµυλου. στου Φρογού τη Βρύση Φρογός (Χανιώτικα) και φλογός (Ρεθεµνιώτικα) σηµαίνει κοκκινωπός και φρογό- φραγό, το (λέξη ποιµενική)= το ζώο που έχει το χρώµα της φλόγας (πυρρόν), πβ. «η φρογή µου αίγα»= η πυρά, η ερυθρόξανθη. Εδώ, το φρογός λειτουργεί ως παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, που ήταν, φαίνεται, το πρόσωπό του κοκκινωπό, στο χρώµα της φλόγας. Εθνικά:
στου Μεµέτη τ’ Αλώνι (Ν) Από τον (Μεχµέτ> Μεµέτ>Μεµέτη) Τούρκο ιδιοκτήτη του αλωνιού. Πβ. και στις Μέλαµπες τοπων. στου ΜεµέτΑλή τη Μάντρα, στο Γιαννιού στο Μεµετιανό Λάκκο και στο Σπήλι στση Μεµέταινας (ανδρωνυµικό). στου Μετοχασάνη (Ν) Υποθέτω ότι το τοπων. σηµαίνει µετόχι κάποιου Τούρκου Χασάν.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - KOΞΑΡΕ - ΑΤΣΙΠΑ∆ΕΣ
στου Κορτσέρη (Β∆) στου Σεκλέρη (Ν∆)
385
Απροσδιόριστα:
20. ΚΟΞΑΡΕ- ΑΤΣΙΠΑ∆ΕΣ Οικογενειακά Ονόµατα:
στο Γαβαλά (Β) Γνωστό βυζαντινό οικογ. «Γαβαλάς». στου Γαβρά (Ν) Οικογ. «Γαβράς». στου Καλλέργη Πρόκειται για ελαιώνα. Η οικογένεια Καλλέργη είναι παλιά ιστορική οικογένεια της Κρήτης, γνωστή από τα πρώτα χρόνια της Ενετοκρατίας στην Κρήτη, που εξακολουθεί να υφίσταται µέχρι και σήµερα. Το οικογ. απαντά πολλαχού ως τοπων., όπως στον Κισσό Αγίου Βασιλείου, όπου απαντά τοπων. «Καλλεργιαννή Βρύση», στην Κρύα Βρύση (Καλλεργιανός Μύλος), στην Κοξαρέ (Καλλεργιανά), λόφος πλησίον του χωριού, στους Ατσιπάδες, επίσης, Καλλεργιανά (ελαιώνας) και δυο τοπων. στου «Καλλέργη» (αγρός και χαράδρα αντίστοιχα), στα Ακούµια (Gαλλέργα, στη), στα Αγκουσελιανά (Καλλεργιανή) και στα Σελλιά (Καλλέργηδω Λάκκος), όπου πρόκειται για κοιλάδα. Το τοπων. είναι υπερβολικά σύνηθες στην Κρήτη, πράγµα που φανερώνει τη δύναµη και ευρωστία της συγκεριµένης οικογένειας (Καλλέργης 2007, 16 και 34) και στην περιφέρεια της κοινότητας Αποδούλου Αµαρίου, όπου απαντούν τα τοπωνύµια: «Καλλεργιανά» και στον «Καλλεργιανό Χάρακα» (Βολανάκης 1993, 29, σηµ. 41 και Καλλέργης 1995, 310). στα Καλλεργιανά (∆) Ελαιώνας στις Ατσιπάδες (βλ. Καλλέργης 1995, 310. Βλ. και το προηγούµενο τοπωνύµιο). στου Κανάκη τ’ Αλώνι Οικογ. Κανάκης.
386
στου Καdήλη
στου Κάτη
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. Καdηλάκης> Καdήλης.
Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. Κατάκης> Κάτης, αλλά πιθανόν να πρόκειται και για παρωνύµιο από το γάτης (κρητ. κάτης). Έχω υπόψη µου, στα Περιβόλια Ρεθύµνου παρωνύµιο «Κάταρος» (µεγεθ.). Πβ. και κυριώνυµα Βρυσών (Παρωνύµια) στου Κατσούλα. στου Κάτω Καλλέργη Βλ. στην προηγούµενη σελ. στου Καλλέργη. στου Κλειντάνη το Λάκκο (∆) Το σηµειώνω µε [ει], γιατί πρόκειται για παραφθορά του οικογ. «Κλειδής». Είναι εύκολη η τροπή του [δ] σε δίψηφο [ντ]. Πβ. στο γειτονικό χωριό Άγιος Βασίλειος το τοπωνύµ. στη σωστή του µορφή «Κλειδάνης». στω Gορέδω (Ν) Στο παρόν τοπων. έχουµε, στη γεν. του πληθυντ., το οικογεν. «Κορές», που συναντάται από την Ενετοκρατία (Γρυντάκης 2003: πρ. 25, σ. 55). Όπου, δηλαδή, οι ιδιοκτησίες των Κορέδων. Με το ίδιο όνοµα «Κορές» ακούγεται και το γνωστό ύψωµα, µε το ναΰδριο του Τιµίου Σταυρού, στο Αρκάδι, απ’ όπου πληροφορούµαστε τι σηµαίνει η εν λόγω λέξη. Ο ιεροµόναχος της Ι. Μ. Αρκαδίου Γαβριήλ Κλάδος παραδίδει ότι Κορές σηµαίνει κορυφή και ότι στο συγκεκριµένο ναΰδριο της Ι. Μ. Αρκαδίου «Κορές» ονοµάζεται όλη η κορυφογραµµή (Φραγκούλη 1982, 41). Και, πράγµατι, η άποψη αυτή φαίνεται να αληθεύει σύµφωνα µε όσα σηµειώνουµε σχετικά και µε το ονοµα του χωριού Καρήνες (Βλ. και Πελαντάκης 1981, 33). Το τοπωνύµιο (Καρήνες) αφορά σε υψώµατα [πβ. και στην Κρύα Βρύση (τοπων. όρους Κέδρος): στω Gαρώ dο Χαλίκι, στω Gαρώ dο Λάκκο, στω Gαρώ dο Τζιγκούνι, στω Gαρώ το Χάρακα, αλλά και ως απλό: στ’ Ακάρη]. Τα τοπων. αυτά σχετίζονται µε το αρχαίο: «ορέων κάρηνα»- από κάρηνον (το), ιων. και οµηρ. κάρη (το), αντί του κάρα, η= το κεφάλι- και αναφέρονται
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - KOΞΑΡΕ - ΑΤΣΙΠΑ∆ΕΣ
387
σε κορυφές βουνών και ορέων, που πράγµατι υπεραφθονούν στις γύρω περιοχές, του όρους Κέντρος και των Καρηνών, απ’ όπου όλα προέρχονται. Και οι κορυφές των ορέων ονοµάζονται έτσι (κάρηνα, κάρη) µεταφορικά, επειδή, ακριβώς, µοιάζουν µε κεφαλές. Το εν λόγω όνοµα (Κορές) µάς είναι γνωστό, εκτός από την Ενετοκρατία, και από την Παλαιά ∆ιαθήκη, όπου, ως γνωστόν, ο Κορέµαζί και µε άλλους- στασίασε κατά του Μωυσή (Βιβλίο Αριθµών, κεφ. 16). Στην καταγραφή των τοπων. του έτους 1953, από τον δάσκαλο Νικ. Νινιδάκη, το Κορέδω αναφέρεται ως συνοικισµός της Κοξαρές. Σήµερα υπάρχουν ερείπια, ελαιώνες και νερό στην περιοχή. Βλ. και τα επόµενα δύο τοπωνύµια. στου Κορέ το Μιτάτο Βλ. το προηγούµενο τοπωνύµιο. στου Κορέ το Πέραµα (∆) Παραποτάµια περιοχή. Πρόκειται, ασφαλώς, για τον ιδιοκτήτη του περάµατος. Βλ. σχετικά στην προηγούµενη σηµείωση. Πβ. και στο Σπήλι τοπων. στου Κορέ τα Σόπατα. στου Κοτσύφη (Α) Οικογ. Κοτσυφάκης> Κοτσύφης, από το οµώνυµο πτηνό (πβ. στου Κοτσυφού το Φαράγγι, αλλά και στα Ακούµια, τοπων. στου Κοτσυφού τσι Χαράκους. Πρόκειται για ζωώνυµα). στου Κουdούρη (Β) Από το όνοµα του ιδιοκτήτη. Πρόκειται για συγκεκοµµένο τύπο του οικογ. ονόµατος «Κουνδουράκης», ονόµατος ποιµενικής προέλευσης, κοινότατου στις περιοχές Σφακίων, Μυλοποτάµου, Κισάµου και Αγίου Βασιλείου που- κατά τον Σ. Ξανθουδίδη- σηµαίνει τα ζώα που έχουν κοντή ουρά είτε εκ φύσεως, είτε γιατί τους αποκόπηκε από τον άνθρωπο (Γιακουµάκη 1986, 157). Επίσης, και κατά τον Ν. Π. Ανδριώτη (Ανδριώτης 1983, 171) Κούντουρος< κόντουρος σηµαίνει αυτόν που έχει κοντή ουρά. Κατά τον Αντ. Ξανθινάκη (Ξανθινάκης 2001, 257] Κούντουρος< κόντουρος σηµαίνει λειψός στο ύψος, κοντός,
388
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
ενώ κατά τη Μαρία Λιουδάκη εκείνον που δεν έχει «ουρά» (Λιουδάκη 1936, 371)]. στου Λαγά τα Χαράκια (Ν∆) στου Μεσηµέρη το Πηγάδι (∆) «Μεσηµέρης» γνωστό οικογ. στα µέρη, πάντως, της Θεσσαλίας. στο Μετόχι του Μανουσέλη (∆) στου Παπαδάκη (Β∆) στου Πουλή το φαράγγι (Ν) Παρωνύµια:
στου Γκιουλέκα το Μιτάτο Γκιουλέκας παρωνύµιο του ιδιοκτήτη από το «Γκιουλές». στου Ζαbαρά (εντός του χωριού) Ζαµπαράς (από τουρκ. zampara)= γυναικάς, µουρντάρης. «Είναι µεγάλος ζαµπαράς και δεν αφήνει γυναίκα για γυναίκα απείραχτη» [Ξανθινάκης 2001, 185]. Άρα, σαφώς, πρόκειται για παρωνύµιο Τούρκου ιδιοκτήτη. στου Καbλιάρη (∆) «Καµπλιά» αναφέρει ο Γ. Ε. Πάγκαλος (Περί του γλωσσικού ιδιώµατος της Κρήτης, τ. 2, 379) ένα είδος αρακά, λαθουριού (lathyrus ochrus). Εδώ, υποθέτω, πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, επειδή παρήγε καµπλιά. στου Κρήτσικα (Ατσιπάδες) Κάποιον, ασφαλώς, θα τον αποκαλούσαν κοροϊδευτικά Κρήτσικα (µε τσιτακισµό), αντί Κρήτικα, µεγεθυντικό του Κρητικός. Το «Κρήτικας» είναι ό,τι περίπου και το «κρητίκαρος», αλλά όχι και τόσο σύνηθες (πβ. «είναι αυτός µια κρητικάρα!»). Σηµαίνει άνθρωπο ζωηρό, µεγαλόσωµο και ατίθασο Κρητικό. Το επίθετο «Κρήτικας» λέγεται, κυρίως, εκτός Κρήτης, όπου είναι γνωστό και ως επώνυµο [πβ. Άγγελος Κρήτικας (Τηλεφωνικός Κατάλογος Αθήνας), βλ. και Πλατάκης 1982,19]. στου Μαγκλαβά (Α) Μαγκλάβι (το) και µσν. µαγκλάβιον (<αρχ. µάστιγξ+ λατ. clava= ρόπαλο)= µαστίγιο και µαγκλαβίτες= οι σωµατοφύ-
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - KOΞΑΡΕ - ΑΤΣΙΠΑ∆ΕΣ
389
λακες των βυζαντινών αυτοκρατόρων [Ξανθινάκης 2001, 293]. Το ίδιο τοπων. απαντά στον Άγιο Βασίλειο και στα Λευκόγεια και φανερώνει, σαφώς, τον ιδιοκτήτη, που θα πρέπει να ήταν σωµατοφύλακας. στου bουλούκο τη Χαλέπα (Β) «Μπουλούκος», πρόκειται, µάλλον, για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. Στην καταγραφή του έτους 1953 από τον δάσκαλο Ν. Νινιδάκη, το τοπων. καταγράφεται στου Μπουζούκο, που σχετίζεται µε τον οµώνυµο ποταµό στον Ασώµατο. Εθνικά:
στ’ Αλή Αγά τα Χαράκια (Ν∆) Στο τοπων. αυτό- αντίθετα προς τα επόµενα- τίθεται και ο τίτλος του ιδιοκτήτη, µαζί µε το όνοµα Αλής (Αγάς, ο = Τούρκος αξιωµατούχος). στ Αλή το Σπηλιάρι (Β) στ’ Αλή το Φαράγγι (ΒΑ) στ’ Αµπραήµη (∆) Από Τούρκο ιδιοκτήτη Ιµπραήµ (µεταφερµένο, εδώ, στο ελληνικό κλητικό σύστηµα Ι(Α)µπραήµης). Πβ. και Μπραήµη τ’Αλώνι αλλά και Μπεραµιανά, στα [= γειτονιά όπου τα σπίτια του Ιµπραήµ (Κρητ. Εστία 177, 528)]. Το παρόν τουρκ. όνοµα και τα παραπάνω Αγά και Αγά Αλή, φανερώνουν την έντονη παρουσία του τουρκικού στοιχείου στο χωριό επί Τουρκοκρατίας. στη Σαραζήνα (Β) Ασφαλώς, πρόκειται για παραφθορά του Σαρακήνα. Βλ. σχετικά Βάτος (Εθνικά) και Μέλαµπες (Εθνικά) (λ.: Σαρακήνα, στη). στου Σελήµη το ∆άσος (Α) Εξελληνισµένο όνοµα του Τούρκου ιδιοκτήτη Σελήµ> Σελήµης (πβ. Ρεσίµ> Ρεσίµης, Μεχµέτ> Μεχµέτης κ.λπ.). στου Σουµάνη τσι Συκιές Ασφαλώς, πρόκειται για Τούρκο ιδιοκτήτη Σουλεϊµάν[> (συγκεκοµµ. τύπος) Σουµάν> (και εξελληνισµένο) Σουµάνης.
390
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Κοινωνικές Οµάδες: στσ’ Αράπισσας τη Dρύπα Σπήλαιο που διασώζει παράδοση για αράπηδες, φύλακες κρυµµένων θησαυρών.
Απροσδιόριστα: στον Τσαρέλα (Β) Στα τοπωνύµια της Ε.Κ.Ι.Μ. (1953) το τοπων. υποδηλώνει τον κτήτορα: «στου Τσαρέλα». 21. ΚΡYΑ ΒΡYΣΗ Οικογενειακά Ονόµατα: στο Βαβουριανό Μύλο (N) Οικογ. Βαβουράκης. Πρόκειται για τη µεγαλύτερη οικογένεια στο χωριό. στη Βαβουριανή Στέρνα (N) στου Βεργίλη (∆) Με το όνοµα ∆ηµήτριος «Βεργίλης» αναφέρεται αφιερωτής στη βυζαντινή εκκλησία του Σωτήρα Χριστού, του Κισσού (βλ. Πελαντάκης 1973, 40-41). στου Βερή το Μιτάτο (Β-Κέδρος) Ο ιδιοκτήτης του µιτάτου, από οικογ. «Βερής». Οικογένεια «Βερήδων», από την Κρύα Βρύση (βενετ. Verri, Verizzi= αληθής), όπως δείχνουν τα ονόµατα Βερηδάκης (Κρύα Βρύση), Βερόπουλος, Βεράκης (Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, 44). στω Γαβαλάδω (Ν) Από την οικογ. των Γαβαλάδων. Το επώνυµο, πάντως, δεν παρατηρείται στο χωριό αλλά ούτε και στα γύρω χωριά. στου Γαβαλά τ’ Αρµί (Ν) στου Γαβρά το Λαγκό (Ν) Βυζαντινό (;) οικογ. Γαβράς, που απαντά και σε νησιά του Αιγαίου (Αµοργό) και δεν υπάρχει σήµερα στο χωριό. Πβ. αντ’ αυτού οικογ. Γαβριλάκης, που υπάρχει
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ
391
και σήµερα στο χωριό. Αν κρίνουµε, πάντως, από το αµέσως επόµενο τοπωνύµιο (στα Γαβραδιανά), η εν λόγω οικογένεια θα αριθµούσε αρκετά µέλη στο χωριό. στα Γαβραδιανά (Ν) Περιοχή όπου περιουσίες οικογένειας Γαβράδων (πβ. Παπαδιανά < Παπαδάκης). στου Γαλήνη το Μιτάτο (Β-Κέδρος) Οικογ. Γαλήνης, που δεν υπάρχει σήµερα στο χωριό. στο Gαλλεργιανό Μύλο (∆) Πρόκειται για ερείπια µύλου σκεπασµένα από µυρτιές και κισσούς κοντά στον Μοναστηρικό Μύλο. Προφανώς ανήκε στην οικογένεια Καλλέργη, που- όπως µας πληροφόρησε ο φίλος κ. Θ. Πελαντάκης- µαρτυρηµένα εξουσίαζε την Κρύα Βρύση. Του τελευταίου Καλλέργη την κόρη πήρε ο πρώτος Βαβούρης της Κρύας Βρύσης. Η προφορική παράδοση λέγει ότι: Ο Καλλέργης, ιδιοκτήτης του πρώτου µύλου, πήρε αξάϊ από τον άδελφό του ένα πρατικό. Αυτός θύµωσε και έκτισε πολύ κοντά στον µύλο του αδελφού του δικό του µύλο: «για ένα πρατικόν αλεύρι, µύλον έχτισ’ ο Καλλέργης». στου Καdήλη (ΝΑ) Οικογ. Κανδηλάκης. Πβ. και τοπων. στο Gαdηλέ, από το όνοµα φυτού που το άνθος του µοιάζει µε καντήλι (φυτώνυµο) (Αντωνογιαννάκης 2000, 46). Πάντως, τέτοιο φυτό δεν ευδοκιµεί στην Κρύα Βρύση. στα Κατεργαριανά (ΝΑ) Από οικογ. «Κατεργαράκης», που σήµερα δεν υπάρχει στο χωριό. Πρόκειται για µικροτοπωνύµιο στο µακροτοπωνύµιο «Μαύρες». στου Κνιθέ το Λάκκο (ΝΑ) Βλ. το µεθεπόµενο τοπων. στω Gνιθιανώ. στα Κνιθιανά Χωράφια (ΝΑ) Πρόκειται για µικροτοπ. στο µακροτοπ. «Μαύρες». Πβ. το επόµενο τοπωνύµιο. στω Gνιθιανώ (ΝΑ) Από οικογ. «Κνιθάκης» (+ επίθηµα –ιανός), που δεν
392
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
υπάρχει σήµερα στο χωριό και δηλώνει τον κάτοχο του κτήµατος. Αν κρίνουµε από τα τρία τοπων. της Κρύας Βρύσης µε το οικογ. «Κνιθάκης» -και τα δύο µάλιστα από αυτά να δηλώνουν πλήθος περιουσιών της εν λόγω οικογένειας (στου Κνιθέ το Λάκκο, στα Κνιθιανά Χωράφια, στω Gνιθιανώ)- η οικογένεια θα πρέπει να αριθµούσε αρκετά µέλη στο χωριό. Κνίδη (η) είναι η τσουκνίδα (από ρ. κνίζω= τρίβω, ερεθίζω), οπότε Κνιθιανό µπορεί να σηµαίνει και χωράφι µε πολλές τσουκνίδες, παρότι στη συγκεκριµένη περιοχή δεν υπάρχουν τσουκνίδες. στου Κοdογιάννη (ΝΑ) στου Παπαδοκωσταντή τ’ Αλώνι (ΝΑ) στα Τσιριανά (Ν) Από το οικογ. «Τσιράκης». Βαπτιστικά:
στον Άγιο Στεφανίτη (Α) Στην περιοχή ασκήτεψε κάποιος Στέφανος, στον οποίο ο λαός προσήψε την επωνυµία του «αγίου». Οι άνθρωποι, συχνά, από ευσέβεια ή, κάποτε, ορισµένοι, άσχετοι προς τη θρησκεία, και µε µια δόση ειρωνείας, αποκαλούν «αγίους» κάποιους ασκητές ή και ευσεβείς ανθρώπους, που διαβιούν στο άµεσό τους περιβάλλον και ο βίος και η πολιτεία τους διακρίνεται για την υπερβάλλουσα αφοσίωσή τους στα θεία. Το τοπων., κατά πληροφορία του κ. Θ. Πελαντάκη, µας υπενθυµίζει ότι τα χωράφια αυτά ανήκαν στους Aγιοστεφανίτες, δηλαδή κατοίκους του χωριού Άγιος Στέφανος (Σακτουρίων), οι οποίοι µετακόµισαν σε άλλα χωριά. στου Dαµουλή τα Γυράλια (Β-Κέδρος) Βαπτιστ. ∆αµουλής (Νταµουλής). Γυράλι (το), υποκορ. του γύρος, ο (= η πλαγιά που απασκιάζει). στου Κωνσταντάρου το Λαγκό Το τοπων. αυτό το καταγράφει, από τον Ρεθεµνιώτικο Τύπο του έτους 1945, ο Μιχ. Παπαδάκης (Παπαδάκης 2006α) ως δυο ξεχωριστά τοπων. Κωνσταντάρα (στου) και Λαγκό (στο). στου Πέτρο την Ελέ (∆)
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΚΡΥΑ ΒΡΥΣΗ
393
στη Σπηλιάρα του Τίταρου (Β-Κέδρος) Πρόκειται για µεγεθ. του βαπτιστ. Τίτος> Τίταρος (επίθηµα µε ιδιαίτερα έντονη µεγεθ. σηµασία –άρος, και για τα θηλ. –άρα. Όχι σπάνια, πάντως, χρησιµοποιείται και το θηλ. –άρα αντί του αρσεν. Έτσι, λοιπόν, λέµε η Τιτάρα, όπως ακριβώς και ο Τίταρος). Πβ. και τοπων. Τίτο τ’ Αλώνι, στου (Αγκουσελιανά). Ανδρωνυµικά:
στη Μυγιώταινα (Ν) Ανδρωνυµικό. Η γυναίκα του Μυγιωτή (+ ανδρων. κατάλ. –αινα). στη Τζανόραινα (ΝΑ) Παρωνύµια:
στου Κοτσιπίδη Και στις Καρήνες. Από το όνοµα του ιδιοκτήτη. Πιθανόν να πρόκειται για παρωνύµιο (κοτσιπίδα= ο σκώρος, πβ. και κοτσιπιδιασµένο ρούχο). Ο Αµαριώτης Φιλίστωρ (τ. Α΄1863) στο Κρητικό Λεξιλόγιό του αναγράφει και αρσενικό τύπο της λέξης κοτσίπιδας ή κοτζίπιδας (ασφαλώς στα Ρεθεµνιώτικα) Ο Κων. Άµαντος (Λεξικογραφικόν Αρχείον Γ΄, 124-125) θεωρεί ότι οι λέξεις κότσιπας και κοτσίπιδας είναι αρχαιότερες των άλλων και έχουν στην αρχή τους το κότσ- (κοτσός, κουτσός), το οποίο πάλι δεν είναι άλλο από το κόψ- (ρ. κόπτω). Την κατάληξη –πας έλαβαν κατά το κούνουπας, ενώ ο θηλυκός τύπος κοτσιπίδα κατ’ αναλογία προς άλλα ζωύφια που έχουν την κατάληξη αυτήν όπως ακρίδα, κατσαρίδα κ.λπ. (βλ. Ξανθουδίδης 2002, 324). Στη συγκεκριµένη περιοχή υπάρχει πηγή που υδρεύει το χωριό και καλά περιβολάκια. στου Πατελή Στον Άρδακτο το τοπων. ακούγεται ως Πάτελλο (Τρία Πάτελλα) και, ασφαλώς, σηµαίνει άδενδρη περιοχή (σε υψωµατάκι). Εδώ, η εκφορά <στου Πατελή> υποδηλώνει, ίσως, ιδιοκτήτη φαλακρό. Με τη λέξη «πάτελλο», γενικά, υποδη-
394
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
λώνεται υψωµατάκι «φαλακρό» και άδεντρο (πατελλής= ο φαλακρός από το λατιν. patella= λεκάνη. «Λεκανίδα» ερµηνεύει τη λέξη ο Γ. Ν. Χατζιδάκις, σύµφωνα µε το «Ονοµαστικόν» του Πολυδεύκους. Στην Κρήτη, πάντως, συµβαίνει το αντίθετο ακριβώς, όπου το τοπων. προσδιορίζει τόπο µε σχήµα όχι κανονικής λεκάνης, αλλά ανεστραµµένης και µε γυµνή από δέντρα την κορυφή, δηλαδή υψωµατάκι µικρότερο του λόφου. Το τοπων. απαντά και ως Πατελλάρι (στο), Πατελλάρα (στην)<στη bατελλάρα>, Πατέλλια (στα), Πατελλούρες (στσι), Πάτελλα, στα. στου Ρουφά τη Βρυσίδα στου Τσεβδογιάννη στου Φλετζονιάρη Παρωνύµιο του ιδιοκτήτη. Πβ. και στο χωριό Θρόνος Αµαρίου τοπων. Φλετζώνη, στου (Σταυρουλάκη - Μπλαζουδάκη 2000, 261), το οποίο η Αθ. Σταυρουλάκη το αποδίδει σε Τούρκο ιδιοκτήτη. Πιθανόν, πάντως, να µην πρόκειται για τουρκ. λέξη, αλλά να προέρχεται από την ελληνική λέξη φλετζακίδα= ακίδα ξύλου, που δεν προέρχεται από το «φλούδι», αλλά από το λατιν. flecha (προφέρεται «φλέτσα») και αντιστοιχεί στο κρητικό σκίζα.
Εθνικά: Βώσιµου, στου (ΝΑ) Το τοπων. απαντά και στον Βάτο [Βεήσιµου τη Μάντρα, στου (Εθνικά)] και στα Λευκόγεια [Βεήση, στου (Εθνικά)]. Από τον πρώτο τύπο Βεήσιµου παράγεται, ασφαλώς, ο τύπος του τοπων. στην Κρύα Βρύση και τις Μέλαµπες (Βώσιµου), κατόπιν συναίρεσης των φωνηέντων ε + η σε η Βήσιµου και Βώσιµου (έκταση του βραχέως φωνήεντος σε µακρό). στου Σέρβο την Ελέ (Ν) Πρόκειται, πιθανόν, για κυριώνυµο τοπων. από το εθνικό «Σέρβος». στου Χασάνη(∆) Χασάν α(γ)άς> Χασάνας> Χασάνης, ο (και γεν. πτώση στου Χασάνη).
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΛΑΜΠΗΝΗ
395
Κοινωνικές Οµάδες: στω Γραδώ(ν) το Καλύβι (Β-Κέδρος) Σώζονται ερείπια πετρόχτιστης καλύβας, όπου- όπως λένε στο χωριό- είχαν αποµονωθεί δυο γριές άρρωστες από λέπρα. Ως το 1903 οι λεπροί ζούσαν σε συνοικίες στα περίχωρα των πόλεων ή αποµονωµένοι στις κατοικίες τους στα χωριά. Οι πηγές αποκαλύπτουν την άρνησή τους να ενδώσουν στην απάνθρωπη διαδικασία της αποµόνωσης. Ορισµένοι διαµαρτύρονται, επικαλούµενοι ιατρικά πιστοποιητικά, ότι υποφέρουν µόνο από δερµατολογικές παθήσεις. Η απελπισία οδηγεί ορισµένους στην αυτοκτονία, άλλοι δραπετεύουν, ενώ άλλοι εξεγείρονται. στου Ληστή το dρόχαλο (∆) Απροσδιόριστα: στου Χαιρεµέτη ή στου Σερεµέτη Το τοπων. βρίσκεται στον Κάτω Κέρα.
22. ΛΑΜΠΗΝΗ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Βεργή το Πέραµα (Β∆) Το οικογ. Βεργής ήταν σύνηθες στα χρόνια της Ενετοκρατίας [Γρυντάκης 1994, πρ. 386, σ. 281]. στα Λαρεντζανά (Ν∆) Όπου περιουσίες Λαρέντζων (Λαρεντζάκηδων). Το ίδιο τοπων. περιφραστικά (στου Λαρέτζο το Λάκκο) συναντάµε και στην Αγία Πελαγία (Οικογενειακά Ονόµατα). στα Νινιδιανά (Β) Οικογ. Νινιδάκης. στω Φασώ το bόρο (Β∆) Συντοµογραφία του οικογ. Φασατάκης. Ή και επειδή από τον Πόρο αυτόν περνούν φάσες. στου Φουρογιάννη τσι Χαράκους (Β∆) Οικογ. Φουρογιάννης (Αντρουλής, Γιακουµής, Μπορτάλιος, Τζώρτζης κ.λπ.) είναι γνωστό από τα χρόνια της
396
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Ενετοκρατίας [βλ Γρυντάκης 1994, πρ. 395, σ. 285]. Πβ. το α΄ συνθ. του συγκεκριµένου οικογ. φουρο- και στον γνωστό φουρό-γατο (αγριόγατο), από ιταλ fur-ia (= τρέλα, µανία) και µε κατάλ. –εύω= φουρεύω (και φουριαρεύω)= περιέρχοµαι σε άγρια κατάσταση, ζω περιφερόµενος σε µέρη δύσβατα, αγριεύω (Ξανθινάκης 2001, λ.: φουρεύω). στου Ψαρού το Νερό (Ν) Συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Ψαρουδάκης> Ψαρός.
Βαπτιστικά: στ’ Αδαµάκη τ’ Αµπέλι (ΒΑ) Υποκορ. του βαπτιστ. Αδάµ. στ’ Αλισαίου τη Μάdρα Βλ. και Άγιο Ιωάννη Καµένο (Βαπτιστικά) το ίδιο τοπων. (Αλισαίου το Σώχωρο). στσ’ Αρετής το Μνήµα (εντός του χωριού) Πβ. τοπων. Κισσού (στσ’ Αρετής το Χάρακα). στη Βασιλική (∆) Βαπτιστ. Βασιλική. στση ∆άφνης το Πέραµα (Ν∆) στον Εργετόσπηλιο Στο πρώτο συνθ. του τοπων. έχω την εντύπωση ότι κρύβεται το βαπτ. Εργήνα (Ειρήνη)- που το έχουµε συναντήσει και άλλη φορά στην επαρχία Αγίου Βασιλείουοπότε το τοπων. αναλύεται: της Εργήνας ο Σπήλιος. στου Κωστίλη (Ν∆) Πιθανόν χαϊδευτικό του βαπτ. Κώστας (πβ. Κωστάλας). Επίσης, στα Αγκουσελιανά τοπων. στων Κωστήδω (εννοείται τις περιουσίες). στου Φραγκιά τη bεζούλα (Α)
Παρωνύµια: στου bobόρη το Λιβάδι (ΒΑ) Μπουµπούρης (από το γνωστό έντοµο µπούµπουρας), παρωνύµιο του ιδιοκτήτη.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΛΕΥΚΟΓΕΙΑ
397
στου Dριαγγούρο (ΒΑ) Τρία+ αγγούρια. Η κ. Χριστ. Καλλιτσουνάκη το τοπων. αυτό µου το παρέδωσε «στον Τρία Αγγούρο». στου Τσίλη το Κατάλυµα (Β∆) Φρούριο. Τσίλιασµα, το (ρ. τσιλώ)= ξαφνική και υδαρής κένωση περιττωµάτων. Πβ. και τσιλάρες= για εδάφη που κατολισθαίνουν. Εδώ πρόκειται, µάλλον, για παρωνύµιο. Εθνικά:
στ’ Αλή τα Πλάγια (ΝΑ) Στο παρόν- και στο επόµενο- τοπων. Τούρκος ιδιοκτήτης Αλής. στ’Αράπη την Ελέ (Ν∆) Εδώ πρόκειται, ασφαλώς, για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη από το χρώµα της επιδερµίδας του. Όµως, συχνά το προσηγορικό «αράπης»- και κυρίως σε ονόµατα σπηλαίωνταυτίζεται µε διάφορους θρύλους και παραδόσεις. Οι αράπηδες θεωρούνται από τον λαό φύλακες κρυµµένων θησαυρών (πβ. Πλατάκης 1977β, 166). στου Χασάνη (∆) Χασάν α(γ)άς> Χασάνας> Χασάνης, ο (και γεν. πτώση στου Χασάνη). 23. ΛΕΥΚΟΓΕΙΑ Οικογενειακά Ονόµατα:
στου Γαρίπα (Α) Τοπων. Γαρίπα ανευρίσκουµε, ήδη, σε έγγραφο του 1394. Ο Στέργ. Σπανάκης το σχετίζει µε το επώνυµο Καρύπης. Σε έγγραφο του 1368 διαβάζουµε: «Γεώργιος γιος της Hergina Caripou [Εργίνας Καρίπου] κάτοικος Χάνδακα». Σπάνιο τοπωνύµιο (βλ. και Χρυσ. Τσικριτσή- Κατσιανάκη, «Συµπληρωµατικά στα Κρητικά τοπωνύµια από οικογενειακά ονόµατα», Τα Κρητικά Τοπωνύµια (Πρακτικά), τ. Β΄, Ρέθυµνο 2000, 273). στω Γλαµπιανώ (ΝΑ) Είναι από τα λίγα τοπων. που σχηµατίστηκαν από επώ-
398
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
νυµα και το επίθηµα [-ιανός], π.χ. Παπαδ-άκης+ -ιανός> Παπαδ-ιανός. Εδώ, κατά τον ίδιο τρόπο, έχουµε οικογενειακό Γλαµπάκης+ -ιανός> Γλαµπ-ιανός (και στη γενική του πληθ.)> Γλαµπιανών. Η αποβολή, στη ροή του λόγου, του τελικού [ν] δηµιουργεί, συχνά, την εντύπωση ότι πρόκειται για ουδέτερα, γι’ αυτό και η ορθογραφία τους, συχνά, είναι µε [ο] αντί [ω]. Έτσι, στην Κίσαµο το: Κατσοµατάδω(ν) (των) συχνά γράφεται: Κατσοµατάδο, το [Γιακουµάκη 1986, 182-183]. Επώνυµο Γλαµπάκης (Πέτρος) συναντούµε στα χρόνια της Ενετοκρατίας, στο χωριό Λαµπηνή, ενώ, επίσης, το οικογενειακό Γλάµπες είναι πολύ συχνό [Γ. Γρυντάκη, Το Πρωτόκολλο του Ρεθεµνιώτη νοτάριου Αντρέα Καλέργη (1634-1646), Αθήνα 1994, πράξη 329, σ. 240]. στου Γρυλώνη (Ν) Σε νοταριακή πράξη του 1644 αναφέρεται οικογ. «Γρυλώνης» Φραγκίσκος (Γρυντάκης 2003: πρ. 89, σ. 136). στου Κατσαµά (;) Πιθανόν παραφθορά του οικογ. Κατσαµπάς (γνωστού προαστίου του Χάνδακα, αλλά και συνοικία της Χαλέπας), από αραβ. Kasaba (=κωµόπολη, συνοικισµός), που ανευρίσκουµε στην Τουρκοκρατία. στου Κλερώνη το Λαγκό (∆) Πβ. και οικογ. Κλωνάρης στις Μέλαµπες. στου Κοπανογιάννη (∆) Κοπανάκης Γιάννης στου Κωνσταdάρου το Λαγκό (Ν∆) Το τοπων. αυτό το καταγράφει, από τον Ρεθεµνιώτικο Τύπο του έτους 1945, ο Μιχ. Παπαδάκης (Παπαδάκης 2006α) ως δυο ξεχωριστά τοπωνύµια. στου Κωνσταντάρα και στο Λαγκό. στου Λεντακιού (∆) Η δασκάλα Ευτέρπη Μαραγκουδάκη (Ε.Κ.Ι.Μ.) το καταγράφει Λεντακού (στου), ενώ η Ζαφειρία Γιαννικάκη (Ε.Κ.Ι.Μ.) Λεντακιού. Οικογ. Λεντάκης. στου Ντούκου το Λαγκό (Ν)
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΛΕΥΚΟΓΕΙΑ
399
στου Ντούκου το Παπούρι (Ν) Λοφίσκος (παπούρι). Συγκεκοµµ. τύπος οικογ. Ντουκάκης. στου Σκορδίλη (ΒΑ) Συνηθέστατο οικογ. στα χρόνια της Ενετοκρατίας (υπάρχουν πολλές νοταριακές πράξεις µε αυτό το όνοµα από τον Άγιο Ιωάννη τον Καµένο), αλλά και σήµερα [Γρυντάκης 1994, πρ. 336, σ. 244]. στου Τσαγανιά το Κουρτάκι (Ν)
Ανδρωνυµικά: στση Μαθιούδαινας τ’ Αλώνι (Ν) στση Μαυρογιάνισσα (Α) Οικογ. Μαυρογιαννάκης> (και συντοµ.) Μαυρογιάννης> Μαυρογιάννισσα (ανδρων.). στη bέτραινα (Ν∆) Ανδρωνυµικό, η γυναίκα του Πέτρου.
Παρωνύµια: στου Κανακαρέ (∆) στου Κόµητα το Λαγκό (;) στου Ξύγκη (A) Εκτός από τη χρήση του ως παρωνυµίου για άνθρωπο, συνήθως, ευτραφή, µπορεί µε το τοπων. αυτό να δηλώνεται άγονη, κακή γη, όπως, δηλαδή, το ξύγκι στο κρέας, που δεν είναι ό,τι το καλύτερο. Στην Κρύα Βρύση έχουµε τοπων. Ξυγκιανά (στα) και στα Λευκόγεια στο Ξυγκεφάλι. στου Πονηρού (∆) Η δασκάλα Ευτέρπη Μαραγκουδάκη το σηµειώνει στου Πονηρού το Λάκκο και έτσι το κατέγραψε, από τον τοπικό Τύπο του έτους 1945, και ο Μιχ. Παπαδάκης (Παπαδάκης 2006α) [βλ. σχετικά και στα τοπων. Κεραµέ (παρωνύµια)]. στου Ρουφά τη Βρυσίδα (∆)
400
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Εθνικά:
στσ’ Αγαδικές Σωχώρες (Β) Πβ. τοπων. Αγίου Βασιλείου (στ’ Αγαδικό Αµπέλι). στου Βεήση (∆) Βλ. το ίδιο τοπων. και στον Βάτο [Βεήσιµου τη Μάντρα, στου (Εθνικά)] και στις Μέλαµπες, στην ίδια, επίσης, θέση (Βώσιµου, στου). στου Βρέµη το Λαγγό (∆) στου Φουκή (Α) Βλ. τοπων. Γιαννιού (Οικογενειακά Ονόµατα). 24. ΜΑΡΙΟΥ Οικογενειακά Ονόµατα:
στα Καεργιανά (Ν) Μάλλον ότι πρόκειται για περιουσίες Καλλέργηδων (της γνωστής βυζαντ. οικογένειας), Καλλεργιανά> (και κατόπιν αποβολής των [λλ]) Καεριανά. Βλ. και τοπων. Ακουµίων (στη Gαλλέργα) και Κοξαρέ (στου Καλλέργη και στα Καλλεργιανά). στου Κουταλά (Α) Οικογ. Κουταλάς. στω bάγκηδω (Ν) Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. Μπαγκάκης (γεν. πληθ. στω Μπάγκηδω). στση Ξανθής το Σπηλιάρι (Α) Συντοµογραφία του οικογ. Ξανθάκης (ο Ξανθ-ός, η Ξανθ-ή). στου Σακκού το Λάκκο (Β) Οικογ. Σακκαδάκης. στου Σακκού το Πλάι (Β) στου Σακκού το Σκαλί (Β) στου Σαραντόπουλου (Β) Πβ. τοπων. Καρηνών (στο Τζανιδόπουλο) και Σακτουρίων (στο Ορφανόπουλο).
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΑΡΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
401
Βαπτιστικά: στ’ Αλισαίου τη Μάντρα (∆) Βλ. στα τοπων. Αγίου Ιωάννη [Βαπτιστικά (στ’ Αλισαίου το Σώχωρο)]. στου Θεµιστοκλή τα Σπίτια (Ν∆) στση Μαργέττας το Λάκκο (ΝΑ) Βαπτιστικό «Μαριέττα» στου Χατζή– Στυλιανού (Ν) Παρωνύµια:
στση Βουβής το Πλάι (ΝΑ) Παρωνύµιο βουβής γυναίκας, στην οποία ανήκε η πλαγιά. στου Κυνηγού το dοίχο (Α) στου Σκλερού (ΝΑ) Ασφαλώς πρόκειται για τον ιδιοκτήτη της περιοχής. Πλην, όµως, τέτοιο οικογ. δεν ανευρίσκεται στις νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας, ούτε στα τουρκικά ιστορικά έγγραφα. Πιθανόν, λοιπόν, πρόκειται για παρωνύµιο, λόγω της σκληρότητάς του. στου Κάφνου τη Gούρτα (Β) Υποθέτω πως θα έχει σχέση µε τον «καπνό»> καπνάς> Καπνουτζής (παρωνύµιο στα Περιβόλια Ρεθύµνου)> Καφνουτζής> και συντοµογραφία Κάφνου, οπότε ίσως πρόκειται για επαγγελµατικό (αυτός που πουλά καπνό). Απροσδιόριστα:
στου Γροϊνά (Β) Ασφαλώς, πρόκειται για οικογ. τοπων., που, όµως, δεν µπορέσαµε να εντοπίσουµε πουθενά. Ούτε στους νοταρίους της Βενετοκρατίας, ούτε και στα διάφορα τουρκικά έγγραφα. 25. ΜΕΛΑΜΠΕΣ Οικογενειακά Ονόµατα:
στ’ Αγουθιανά (Β) Όπου περιουσίες «Αυγουστάκηδων» Το οικογ. είναι και σήµερα σύνηθες στο χωριό. Παρατηρούµε ότι: α) χάριν
402
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
ευφωνίας αποβλήθηκε το «υ» του συνδυασµού [αυ] που η συνύπαρξή του µε το επόµενο σύµφωνο [γ] το καθιστά δυσπρόφερτο συµφωνικό σύµπλεγµα και β) ότι µετά την αποβολή του συµφώνου [σ], και πάλι για λόγους ευφωνίας, το εναποµένον [τ] τρέπεται σε [θ], εφόσον ακολουθεί συνιζανόµενο [ι] [πβ. φωθιά αντί φωτιά, µάθια αντί µάτια κ.λπ. (Καυκαλάς 1992, 16)]. στ’ Αdρεδιανά (Β) στου Βερή τη Dοιχίδα (Β) Για το παρόν και το επόµενο τοπων. βλ τοπων. Κρύας Βρύσης [Οικογενειακά Ονόµατα (στου Βερή το Μιτάτο)]. στου Βερή το Λάκκο (Β) στου Βούρ(λ)γαρη (Β) Παλιό Μοναστήρι, που είχε την εξάρτησή του από την Ι. Μονή Ασωµάτων, στο Αµάρι. Σήµερα σώζεται η εκκλησία και µερικά ερείπια των εγκαταστάσεων της Ιστορικής Μονής. Το όνοµά του Βούλγαρης (Βούργαρης στην καταγραφή του 1953 Ε.Κ.Ι.Μ.) έχει σχέση µε το οικογ. όνοµα «Βούλγαρης» [βλ. Φασατάκης 1984, 3-18 και ΤσικριτσήΚατσιανάκη 1975, 44]. στου Βρόντου τη Ρίζα (ΒΑ) Από κτήτορα «Βροντάκη». Ρίζα και Ρίζες (= πρόποδες λόφου ή βουνού. Πβ. Αποστολάκης 1968, 574 και Σειστάκης 1977β, 838). Ρίζα, όµως, είναι και το δέντρο (πβ. Σειστάκης 1981, 203 και Σειστάκης 1983, 441). Και αυτήν την τελευταία θεωρώ ως πιθανότερη εκδοχή στο συγκεκριµένο τοπωνύµιο. στα Βρουλιανά (Α) Ο Φασατάκης το ετυµολογεί ως τόπο «βρούλων». Πιστεύω ότι, ανεξάρτητα των βρούλων που υπάρχουν στην περιοχή, η κατάληξη – ιανά δηλώνει τον ιδιοκτήτη κτηµάτων στην περιοχή «Βρουλάκη» (≠ στο Βρουλ-έ). στα Γιαννακιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Γιαννακάκης. Η κατάλ. –ιανά, του πληθ. του ουδετέρου, κατά τον Γ. Χατζιδάκι δηλώνει κτήµατα, ενώ ο κτήτορας δηλώνεται µε το θέµα του επωνύµου (Χατζι-
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
403
δάκις 1934, 295 και 355). Εδώ, λοιπόν, έχουµε κτήµατα κάποιου Γιαννακάκη (Γιαννακ[ακ]ιανά> Γιαννακιανά. Πβ. και τα αµέσως παρακάτω τοπων. Μπεργαδιανά, Περιανά, Φασαθιανά, Φουθιανά κ.ο.κ.). στω ∆ραγανίδω(ν) (Ν) Ο Φασατάκης το καταγράφει ως ∆ραγανίδο, στο (σε ουδ. γένος). Πιστεύω, πάντως, ότι στον τύπο αυτόν υποκρύπτεται το οικογ. «∆ραγανίγος» (στη γενική του πληθ.) και υποδηλώνει, ακριβώς, την περιοχή όπου βρίσκονταν οι περιουσίες των ∆ραγανίγω(ν). Το οικογ. αυτό βρίσκουµε σε νοταριακή πράξη της Ενετοκρατίας στο χωριό Καλή Συκιά, της ίδιας επαρχίας (Γεωργιλάς ∆ραγανίγος) [βλ. Γρυντάκης 1994, πρ. 24, σ. 22]. Στην καταγραφή των τοπωνυµίων του χωριού Κοξαρέ, του έτους 1953 (Ε.Κ.Ι.Μ. - Ηράκλειο), συνάντησα τοπωνύµιο «Στου ∆ραγανίγο το Λιβάδι», που επιβεβαιώνει απόλυτα την παραπάνω άποψή µας για το οικογ. ∆ραγανίγο της Ενετοκρατίας. Το ίδιο, όµως, τοπωνύµιο, µετά από πενήντα χρόνια, σήµερα, µου το έδωσαν παρεφθαρµένο οι συνεργάτες µου στην Κοξαρέ, άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά την περιοχή, στω ∆ραγανίδω το Λιβάδι, όπως, δηλαδή, ακριβώς το κατέγραψε και ο Φασατάκης στις Μέλαµπες. Αποκλείεται, πάντως, το τοπων. να έχει σχέση µε το παρώνυµο «δραγάτηδων» (δραγάτης = ο αγροφύλακας, ο βλεπές των αµπελιών κατά τον καιρό των σταφυλιών, ο αµπελικός = φύλακας των αµπελιών). στα Ζεανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Ζεάκης Το επώνυµο επιχωριάζει και σήµερα στο χωριό. στα Καραλιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Καράλης. στα Κατεχακιανά (Β) Όπου περιουσίες «Κατεχάκηδων». Πάντως, το επίθετο δεν απαντά στην κοινότητα από το έτος 1840 (βλ. Φασατάκης 1991, 311). στω Gατσουλιανώ (Α) Περιοχή όπου οι περιουσίες των «Κατσουλάκηδων».Το
404
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Κατσουλάκης στο χωριό υπήρχε ως παρωνύµιο. στου Κατσουλογιάννη (Β) Από οικογ. Κατσουλάκης (+ βαπτ. Γιάννης). Κλωνάρη, στου(∆) Οικογ. Κλωνάρης και Κλωναράκης (βλ. Ψιλάκης, χ.χ., ∆΄, 217). Άρα, εδώ ο ιδιοκτήτης της περιοχής. στου Κόκκινου το Σόχωρο (Α) Συγκεκ. τύπος του οικογ. Κοκκινάκης (>Κόκκινος). Έκταση ποτιστική µε πηγή. στου Κοdογιάννη (Β) στου Κοπανά (Α) Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. «Κοπανάκης», που επιχωριάζει ιδιαίτερα στον γειτονικό Κεραµέ (ρ. κοπανώ= δίνω χτυπήµατα µε τον κόπανο, χοντρό ξύλο, πλατύ στο ένα άκρο, µε το οποίο χτυπούσαν τα ρούχα τής µπουγάδας για να τα καθαρίσουν). Το τοπωνύµιο, εδώ, αναφέρεται στο πρόσωπο που είχε περιουσίες στην περιοχή. Αντίθετα, άλλα τοπων. από οικογ. ονόµατα αναφέρονται σε ολόκληρη την οικογένεια (-ειες), που είχαν τις περιουσίες τους εκεί (πβ. στα Παπαδιανά, στα Πρεβελιανά κ.λπ). Η Χρυσ. Τσικριτσή (Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, 57) σηµειώνει οικογ. Κόπανος, απ’όπου, φυσικά, προέρχεται το οικογ. Κοπανάκης της συγκεκριµένης περιοχής. Πβ., επίσης, Κολοπανά, στου (από παρωνύµιο «Κολοπανάς»- Γιακουµάκη 1986,41). στου Κουντουρογιάννη (Ν) Από οικογ. Κουνδουράκης Γιάννης, ή, πιθανόν και αυτό, από παρωνύµιο κάποιου κούντουρου (=κοντού) Γιάννη. στω Gουρbάδω (Α) ∆υσερµήνευτο τοπωνύµιο, το οποίο απαντά τρεις φορές στο χωριό µε τις µορφές (στω Gουρbάδω, στη Gορφή του Κουρbάδο και, ίσως, να σχετίζεται και µε το τρίτο: στου Κουρbέτη το Λάκκο). Υποθέτω ότι πρόκειται για επώνυµο, οικογενειακό Κουρµπάς [> γεν. τω(ν) Κουρµπάδω(ν)], από αρχικό Κουρουπάκης> (και συγκεκοµµ. τύπος) Κουρουπάς> (και κατόπιν αποβολής του δίψηφου [ου]) Κουρπάς> Κουρµπάς. Στην καταγραφή των τοπων.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
405
της Ε.Κ.Ι.Μ. (1953), το τοπωνύµιο σηµειώνεται ως τουρκική ονοµασία (από τουρκ., µάλλον, gurbet και kurbet = η ξενιτιά, η αλλοδαπή). στα Κουτσαυχιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Κουτσαυτάκης> Κουτσαυτιανά (και κατόπιν µετατροπής του [τ] σε [χ] πριν από το συνιζανόµενο [ι], χάριν ευφωνίας στη συνεκφορά του µε τον προηγούµενο φθόγγο [φ]) >Κουτσαυχιανά. στου Κόκκινου το Σώχωρο Οικογ. Κοκκινάκης. στα Λασκαριανά (Ν) Πρόκειται, ακριβώς, για περιοχή µε περιουσίες της οικογένειας Λάσκαρη (>Λασκαριανά), όπως, τουλάχιστον, δηλώνεται από το επίθηµα –ιανά (πβ. Παπαδιανά κ.λπ.). Παρότι σήµερα ούτε καν δεν διασώζεται ανάµνηση της παρουσίας τέτοιας οικογένειας στο χωριό, όµως η παράλληλη ύπαρξη στο ίδιο χωριό και άλλου τοπων. µε το ανδρωνυµικό τού «Λάσκαρης» Λασκαρίνα, µας κάνει να κλίνουµε σοβαρά υπέρ της άποψης ότι, ακριβώς, κατά την Ενετοκρατία υπήρξε τέτοια οικογένεια στο χωριό. Οικογενειακό Λάσκαρης Τζουάνε συναντούµε σε πράξη της Ενετοκρατίας στον Μυλοπόταµο [Γρυντάκης 1994 (πολυγραφηµένη έκδοση), πρ. 222]. Μαθιουδιανά Σώχωρα (Β) στου Μακρυδάκη (Α) στω Μάρκηδω τ’ Αλώνια (Ν) Οικογενειακό Μαρκάκης. στου Μαρτσά (Β) Ασφαλώς πρόκειται για όνοµα οικογενειακό. Πιθανόν να έχει σχέση µε το οικογ. Μάρτης (Μανώλης, Γιάννης), που βρίσκουµε στον Χάνδακα, το έτος 1756 (Σταυρινίδης 1985, 70). Μαρτάς, λοιπόν και Μαρτάρος, που το βρίσκουµε, επίσης, στο χωριό Πλατυπόδι Ηρακλείου (∆ηµητριάδης 2003, 396), φαίνεται να είναι µεγεθ. του οικογ. Μάρτης. Το Μαρτάρος µε ιδιαίτερα έντονη µεγεθυντική σηµασία, οπότε, το συγκεκριµένο τοπων. των Μελάµπων
406
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
(στου Μαρτσά) αφορά σε υπερθετ. βαθµό του παραπάνω οικογ. (Μάρτης), µε τσιτακισµό του [τ] (Μάρτης> Μαρτάς> Μαρτσάς> ή Μαρτ(σ)άρος). Πβ. και οικογ. Μάρτζας Ανδρουλής και Μάρτσου Γιακού- Εβραίος ο τελευταίος(Σταυρινίδης 1987, 2 και 7). Οικογ. «Μάρτης», µε οποιαδήποτε από τις παραπάνω µορφές, απαντά και στα πρώτα χρόνια της Ενετοκρατίας µε τις µορφές Μάρτζης `(κυρ Φραγκιάς) και Μαρτζέλος (Πελεγρής και Πέρος) και πάλι στα Ηρακλειώτικα [Μαράς 2004, 443]. στου Μιχελάκο τη bαπούρα (Β) Από οικογ. Μιχελακάκης. στου Μοναχογιού (Α) στα bαργιαθιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Μπαγιαρτάκης> (και µε µετάθεση του [ρ]) Μπαργιατάκης> Μπαργιατιανά> Μπαργιαθιανά (ύστερα από τροπή του φθόγγου τ σε θ µπροστά από συνιζανόµενο ι). στα bεργαδιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Βεργαδής> bεργαδής, που απαντά στο χωριό. στω bίκηδω το Σελλί (Α) Από οικογ. Μπικάκης. στα Νικιανά (µέσα στο χωριό) Επώνυµο Νικάκης, σύνηθες επώνυµο στο χωριό. Εκεί η γειτονιά των Νικάκηδων. στο Νικοκέφαλο (Α) Από τον ιδιοκτήτη (Νικάκη) του υψώµατος [= κέφαλος (ο) ή κεφάλα, η]. στου Νοδάρο το Λάκκο (Α) Από ιδιοκτήτη Νοδαράκη. στου Παπουτσή τα Πρινάρια (Β) Οικογένεια «Κανδηλάκηδων», που τους έλεγαν Παπουτσήδες, γιατί ένας παλιός της οικογένειας ήταν τσαγκάρης (Φασατάκης 1991, 311). στα Περιανά (µέσα στο χωριό) Συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Περάκ-ης, που υπάρχει και σήµερα στο χωριό Περ[ακ]-ιανά> Περιανά. Ορθότερη, βέβαια, είναι η παραγωγή του µικροτοπωνυµίου από οικογ.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
407
Πέρι (από βαπτ. Πιέρος και Πέρος, Πέρης) > Περ-ιανά, που, όµως, δεν µαρτυρείται σήµερα στο χωριό, µαρτυρείται, όµως, στους Αρµένους και στην Καρέ του Ρεθύµνου και το Ρέθυµνο [Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, 70]. στου Πετράκη τη Στέρνα (Β) στα Πετρολιανά (Β) Πιθανόν από οικογ. «Πετρουλάκης», το οποίο, πάντως, δεν επιχωριάζει στο χωριό. Πβ. Παπαδιανά στον Άρδακτο (Αγίου Βασιλείου), στο Σάσαλο και στην Ανώσκελη Κισάµου (Γιακουµάκη 1986, 40,143). Πρεβελιανά, στα (οικογ. Πρέβελης) (Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, 72) και Πετριανά, στα (οικογ. Πετράκης- συνοικ. ΠετράκηδωνΠεριστεράκης 1991,136). στα Ροθιανά (Α) Οι κάτοικοι µου είπαν ότι στην περιοχή φύεται το φυτό ρόκα (eruca sativa), που είναι θάµνος ενός, περίπου, µέτρου, κάτι σαν άρτικας, που οι γυναίκες, τα παλιά χρόνια, χρησιµοποιούσαν το στάχυ του, για να κλώθουν το µαλλί (οπότε ρόκα+ επίθηµα –ιανά> ροκιανά> (και κατόπιν δάσυνσης του ψιλού κ) ροθιανά. Πάντως, ο πληθυντ. του ουδ. σε –ιανά, όπως δίδαξε ο Γ. Χατζιδάκις, δηλώνει κτήµατα, ο κτήτορας των οποίων προκύπτει από το θέµα του επωνύµου, οπότε κανονικά το τοπων. εδώ θα µπορούσε να δηλώνει κτήµατα Ρεβίθιδων ή Ροκάκηδων παρότι, σήµερα, τέτοια οικογ. δεν παρατηρούνται στο χωριό. Έτσι, από Ρεβιθιανά>Ροβιθιανά (ετεροίωση)> (και ύστερα από πτώση της συλλαβής [βι]) Ροθιανά. στου Σακελλάρη (Α) Σακελλάριος, ο (και Σακελλίων,-ονος) στην εκκλησιαστική γλώσσα σηµαίνει αξίωµα που δινόταν σε ιερείς και διακόνους και του οποίου ο κάτοχος επόπτευε τα µοναστήρια της επισκοπής, είχε τον έλεγχο της λειτουργίας της επισκοπής, δίκαζε µικρά παραπτώµατα των µοναχών κ. ά. Ετυµολογείται από το λατιν. sacellarius= θησαυροφύλακας< sacellus (βαλάντιο, µικρός σάκος), και την τελική του σηµασία απέκτησε στα µεσαιωνικά χρόνια.
408
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στα Σανιανά (Α) Ο Ν. Φασατάκης σηµειώνει ότι υπάρχει πληροφορία του Μιχ. Γιαννακοµύρο ότι η περιοχή αυτή ανήκε στους αγίους Τέσσερις Νεοµάρτυρες, οι οποίοι λέγονταν και «Ασάνηδες», εξ ου και το όνοµα του τοπων. (Ασανιανά>Σανιανά). Στην καταγραφή της Ε.Κ.Ι.Μ. (1953) το όνοµα «Ασάνηδες» των Τεσσάρων Μαρτύρων, του κ. Φασατάκη, σηµειώνεται «Χασάνιδες», µε την παρατήρηση ότι έτσι τους ονόµασαν οι Τούρκοι. στου Σταή το Gάbο (Α) Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. Σταγάκης. Πβ. και στα Ρούστικα Ρεθύµνου τοπων. Σταογιάννη το Μύλο, στου (= Στάης+ Γιάννης) (Παπαδογιαννάκης 2000, 103). στου Σφυριδογιάννη τα Χαράκια (∆) Από οικογ. Σπυριδάκης (Γιάννης). στα Τζανακιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Τζανακάκης. στα Τρουλλινιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Τρουλλινός. στα Τσουρδαλιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Τσουρδαλάκης. στα Φασαθιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Φασατάκης {Φασατιανά (και κατόπιν δάσυνσης του ψιλού [τ] πριν από το [ι]) > Φασαθιανά}. στα Φουθιανά (µέσα στο χωριό) Οικογ. Φωτάκης>Φωτακιανά>Φωτιανά> Φουτιανά (και κατόπιν δάσυνσης του ψιλού [τ] πριν από το [ι]) >Φουθιανά. στα Φρατζεσκιανά (µέσα στο χωριό) Από οικογ. Φρατζεσκάκης, που απαντά στο χωριό. στου Χηράκη το Λάκκο (Ν) Από ιδιοκτήτη Χηράκη (από το χήρος= άνδρας που έχει στερηθεί τη σύζυγό του, θηλ. χήρα).
Βαπτιστικά: στσ’ Αdριγιαννιάς το Χάρακα (Β) Απότοµος χάρακας, που, σύµφωνα µε την παράδοση,
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
409
ανέβαινε µόνο µια γυναίκα µε το όνοµα Αντριγιαννιά (Ανδριαννή; Ανδριαννή του Γιάννη;), για να βγάζει τα πράσα που φύτρωναν εκεί (Φασατάκης 1991, 313). στση Βαγιωνιάς το Σπήλιο (Β) Βαγιωνιά = όνοµα (Παυλάκης, 1994, 381, 99). Από λέξη βάγιο, το (+ µεγεθ. επίθηµα –ωνιά). Βαγιά, η = η φοινικιά, χουρµαδιά, βαγί, το =το κλαδί του φοίνικα ή της δάφνης. Κατά την εορτή των Βαΐων αντί βαΐδων διανέµονται κλαδιά ελιάς ή δάφνης. Γι’ αυτό επικράτησε να ονοµάζεται και η δάφνη βαϊά και τα φύλλα βάϊα (Φραγκάκη 1969, 65-67). Το τοπωνύµιο Βαγιωνιά αποτελεί τη µοναδική µαρτυρία χρήσης του επιθήµατος –ωνιά (Γιακουµάκη 1986, 174). Πβ., πάντως, και τοπων. Βατωνιά, στη (Ονόµατα 1, 3). στου Γληγόρη τη Dρύπα (Ν) Ο Φασατάκης διασώζει παράδοση ότι η συγκεκριµένη τρύπα ήταν του Σπυριδογληγόρη, που κρυβόταν σε αυτόν τον χώρο, αφού σκότωσε τον Τούρκο Τσιβιτζή. στου ∆ανήλη (Ν) Βαφτιστικό «∆ανιήλ». στου ∆ανηλιού τ’ Αρµί (Ν) Ο ∆ανήλης (= ∆ανιήλ) κτήτορας του αρµιού (= λόφου). στου ∆ηµητράκη (Α) στου Θωµά το Τζιgούνι (∆) στου Κυρ- Μανόλη (Α) στση Μαριάς το Ρυάκι (Β) Σώζεται παράδοση για κάποια Μαρία, που, σε µια καταστροφή του χωριού από τους Τούρκους, πήγε και κρύφτηκε σε αυτό και σώθηκε (Φασατάκης 1991, 311). στου Τζανή τζι Καρές (Β) Από το επώνυµο «Τζανιδάκης» (συγκεκοµµ. τύπος) ή το βαπτιστικό «Τζανής» του ιδιοκτήτη των καρυδιών. στου Φουκά το Σελί (Ν) Φουκάς,ο= σαραντάς, ο= κοκκινόχωµα (Πλατάκης 1981, 155). Άρα, πρόκειται για σελί µε κοκκινοχώµατα. Πάντως, το τόπων. όπως έχει δηλώνει τον κτήτορα, οπότε εύκολα κάτω από τη λέξη «Φουκάς» θα µπορούσαµε να δούµε και
410
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
το όνοµα «Φωκάς» ή και κάποια παράδοση σχετική µε τον Νικηφόρο Φωκά, τον µεγάλο στρατηγό των Βυζαντινών και Ελευθερωτή της Κρήτης από τους Άραβες. Πβ. και τοπων. Γιαννιού [Οικογενειακά Ονόµατα (στου Φουκή)]. στου Χαρκιαδοµιχελή το καµίνι (Β) Από τον ιδιοκτήτη του καµινιού (Μιχάλη), που ήταν χαλκιάς (χαρκιάς) στο επάγγελµα, δηλαδή κατασκεύαζε χάλκινα και όχι µόνο αντικείµενα.
Ανδρωνυµικά: στσ’ Αλέξαινας (Α) Η γυναίκα του Αλέξη. στση Γιάνναινας το Παπούρι (Ν) στη Gυρµανόλαινα (Β) Η γυναίκα του κυρ- Μανόλη. στση Λασκαρίνας το Λάκκο (Ν) Λασκαρίνα = η γυναίκα του Λάσκαρη. στη bαυλέταινα (∆) Ανδρων. από το Παύλος (Παύλαινα). στση Τζαgάραινας το Τζιγκούνι (Β) Τζαγκάραινα ονοµάζεται η γυναίκα του τσαγκάρη (επαγγελµ.) ή του έχοντος το οικογ. Τζαγκαράκης (ανδρων.). στση Χατζήνας το Τζιgούνι (Β) Παρωνύµια:
στου Βαράνη (Α) Πρόκειται για µοναστηριακό κτήµα. Από Τούρκο ιδιοκτήτη (;). Πιθανότερη θεωρώ την εκδοχή το τοπωνύµιο να προέρχεται από το ουσ. «βάρις»= πύργος (Σαρρής 1928, 128. Άµαντος 1915, 25), οπότε βαρ-άνης είναι ο ιδιοκτήτης του πύργου. Ίσως, λοιπόν, εδώ και µε παρωνυµική σηµασία. Πβ. και το χωριό της Αττικής (Ν. του Υµηττού) Βάρη (η), που έλαβε το όνοµά της από την ύπαρξη πύργου στο χωριό. Η Τσικριτσή (Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975, 43) σηµειώνει οικογ. Βαρόν (Βενετσ. Baron, Barone, Baroni) και σε έγγραφα του 1566 και
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
411
1584 συµβολαιογράφο µε το όνοµα Βαρών ∆ηµήτριος, στη δε Ζάκυνθο οικογ. Βαρόνη (1777). Τέλος, µπαρόνος (βεν.)= ο ψεύτης, ο απατεώνας, ο κατεργάρης. στου Βλάχου τα Λιβάδια (Ν) στη Βρύση του Χοιροβοσκού (Β) Υπάρχει πηγή στην περιοχή. στου Ζύγη το Λάκκο (Α) στου Κουτσολέbη (Β) Μάλλον από παρωνύµιο κάποιου κουτσού Λάµπη. στου Μαρδέλη (Α) Πρόκειται, µάλλον, για παρωνύµιο. Πβ. κυρ- Ιωάννης Κοντόσταυλος, λεγόµενος Μαργέλης, ζυµοπουλητής [Μαράς 2004, 203, 28]. Πβ., επίσης, και οικογενειακό(;) Μαργέτης Γιάννης, στο χωριό Χαµαριάκο Ηρακλείου (∆ηµητριάδης 2003, 205). στου bακάλη το Λάκκο (Β) στου Μουσαφίρη τον Οντά (Α) Από τη διαµόρφωση του εδάφους που αποτελείται από αλλεπάλληλα πατάρια δίκην «οντά». Το «µουσαφίρη», υποθέτω, προστέθηκε χάριν αστεϊσµού. στου Προεστού το Χάρακα (∆) Ο Ν. Φασατάκης (Φασατάκης 1991, 316) αναφέρει και το όνοµα του προεστού, που ήταν λέγει: «Μαµαλάκης». στου Ραπάνη τη Ρίζα (Ν) Μάλλον πρόκειται για παρωνύµιο, παρά για συγκεκοµµ. τύπο του οικογ. «Ραπανάκης», που είναι παντελώς άγνωστο στο συγκεκριµένο χωριό. στου Σουβλώνη (Β) Παρωνύµιο από το προσηγορικό «σούβλα»(;). στου Τζιgούνου (∆) στου Τσετσέ τον Πόρο (∆) Παρωνύµιο, µάλλον, για άτοµο που έπασχε από κεκεδισµό και φανερώνει, σκωπτικά, τον κτήτορα του πόρου. στου Τσιβόλη (Ν) Το τοπων. σαφώς φανερώνει κτήτορα «Τσιβόλη». Στο Οθωµανικό Κτηµατολόγιο, στο χωριό Κάτω Βαρσαµό-
412
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
νερο Ρεθύµνου, βρίσκουµε κάτοικο του χωριού, εκ των ευπόρων, µε το όνοµα Zabeta Civilena. Το οικογ. (ανδρων.) αυτό δίνει το εξελληνισµένο Τσιβόλης (Μπαλτά και Oğuz 2007, 162 και 607). στου Χατζίκη (Β) Σκαντζίκης και Καντζίκης (ο)= ο πειραχτούλης, ο ατίθασος, ο σκανταλιάρης. Ίσως, λοιπόν, να πρόκειται για παρωνύµιο κάποιου (σ)καντζίκη> χατζίκη, σκανταλιάρη, ιδιοκτήτη. Πιθανότερη, πάντως, εκδοχή το τοπων. να έχει σχέση µε το βρώσιµο χόρτο (α)χατζίκος, που φύονται άφθονοι στην περιοχή. στου Χοιροβοσκού (Β)
Εθνικά: στ’ Ανάπλη το bόρο (Ν) Πιστεύω ότι πρόκειται για κάποιο που καταγόταν από το Ναύπλιο της Αργολίδος, [Ναύπλιο>(λαϊκ.) Ανάπλι και ο κάτοικος Ναυπλιώτης> (λαϊκ.) Αναπλιώτης]. στου Βώσιµου (Β) Βλ. Βάτος (Εθνικά). στου Γαρµάνη το Ρυάκι (∆) Να υποκρύπτεται στο τοπωνύµιο αυτό παρεφθαρµένο το όνοµα του Τούρκου Αράνη του επόµενου τοπωνυµίου; στου Γιαλίτη (∆) Γιαλίτης κανονικά είναι ο προερχόµενος από τον Γιαλό, από τις παραθαλάσσιες περιοχές (πβ. Πολίτης, από την Πόλη). Η συγκεκριµένη περιοχή δεν είναι παραθαλάσσια. Ίσως, λοιπόν, να κατοικούσε εκεί, παλιά, και να είχε κτήµατα κάποιος από την Πίσω, ονοµαζόµενη, Γιαλιά. Επίσης, οι κάτοικοι µε πληροφόρησαν ότι στην περιοχή υπάρχουν άφθονες µαρµαρόπετρες, που γυαλίζουν έντονα στον ήλιο, απ’ όπου και το τοπωνύµιο κατά µιαν άλλη εκδοχή. Από τα τοπων. της Ε.Κ.Ι.Μ. πληροφορούµαστε ότι πρόκειται για «διαβατικό» σηµείο, στο οποίο φονεύθηκε το έτος 1858 από χριστιανούς ένας Τούρκος µε το όνοµα Αράνης, υποδιοικητής της επαρχίας Αγίου
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΕΛΑΜΠΕΣ
413
Βασιλείου. Ο φόνος αυτός αποτέλεσε το προοίµιο της επανάστασης του Μαυρογένη. Λεδάκο, στου (Ν) Ο Φασατάκης αποδίδει το τοπωνύµιο στο λάδι που βγάζει η περιοχή και το γράφει µε [αι] (Λαιδάκο). Είµαι της γνώµης, πάντως, ότι ο τρόπος εκφοράς του τοπων. δηλώνει σαφώς ιδιοκτήτη της περιοχής (πιθανότατα Τούρκο) µε το όνοµα «Λεντάκος» (>Λεδάκο, πβ. και σηµερινό οικογ. Λεντάκης), οπότε θεωρώ σωστότερη τη γραφή µε [ε] «Λεδάκο». Πβ. και στο Καστέλλι Κισάµου Τούρκο ιδιοκτήτη «Λεντάρη» (Γιακουµάκη 1986, 96). στου Μαµούνη τη Βρύση (;) Το τοπων. υποδηλώνει τον ιδιοκτήτη της βρύσης (Μαµούνης, ίσως κάποιος Τούρκος). Πάντως, και µαµουνόγης= χώµα που δεν συγκρατεί την υγρασία (Κρητική Εστία 12-13, 141). στου Μαυραλή (Β) Λέξη σύνθετη από το επίθ. µαύρος + τουρκ. όνοµα Αλής. Στα τοπων. της Ε.Κ.Ι.Μ. σηµειώνεται ότι εδώ φονεύθηκε «Tούρκος Άραψ- Αλής» (sic) (Άραψ –αβος, ο= ο αράπης, ο Αιθίοπας). Πβ. και στο Σπήλι τοπων. Μαραγκαλή (στου) και στον Ασώµατο Μαραγκαβούσα (Μαραγκαλούσα;). στου Μεχµέτ Αλή τη Μάντρα (Β) στου Μούταλη (Ν) Υποθέτω από Τούρκο ιδιοκτήτη. Μουτής (τουρκ.)= επαναστάτης που υπέκυψε αµέσως+ αλής (>µουταλής). Εµούτισαν= υποτάχτηκαν, υπέκυψαν (Προµηθεύς Πυρφόρος 34, 124). στου bερέτη τα Χαράκια (Β) Μάλλον από τον Τούρκο ιδιοκτήτη (Ιµπραήµ) των χαρακιών. Επίσης, Μπερεµιανά (τα) λέγεται η γειτονιά στα σπίτια του Ιµπραήµ. Πάντως, µπερέτα, η (ιταλ. berretta)= κάλυµµα της κεφαλής, σκούφια. στη Σαρακήνα (Α) Βλ. τοπων. Βάτου και ∆ουµαεργειού (Εθνικά).
414
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στη Σαρακήνα (Ν) Αυτά που αναφέρουµε για την Ανατολική Σαρακήνα (εθνικό, βλ. προηγούµενο τοπωνύµιο), οι κάτοικοι µε βεβαίωσαν ότι δεν ισχύουν για τη Νότια, η οποία έλαβε το όνοµά της από τα υπάρχοντα κοφτερά βράχια, που δίνουν την εικόνα σαράκων, άρα από τη διαµόρφωση του εδάφους. στου Τσαούκο το Πηγάιδι (Α) Υπάρχει πηγάδι µε καλό νερό. Η ονοµασία του από Τούρκο ιδιοκτήτη µε το όνοµα Τσαούκος. Πβ., επίσης, στου Τσούκο τ’Αλώνι (Κρητ. Εστία 179, 66 και 219, 842). Τσακό= πετρώδης τόπος (Σαρρής 1928, 132).
Απροσδιόριστα: στου Κουρbέτη το Λάκκο (Β) ∆υσερµήνευτο τοπων. Πάντως, πρόκειται για το όνοµα του ιδιοκτήτη. στου Σεγδέρο (Ν) Από ιδιοκτήτη Σεγδέρο. στου Σετέκη (Ν) στου Χοιρίδη (Ν) Ο Φασατάκης το καταγράφει στου Χοιρίδη. Όµως, η σωστή εκφορά και ετυµολόγηση, στη συνέχεια, του τοπων. ανταποκρίνεται περισσότερο αν ήταν Χοιράδες, στσι (= τόπος όπου κουµιάζουν οι χοίροι). Το ίδιο ονοµάζεται και Χοιροκούµαλο (Κρητική Εστία 219, 844). Πβ. µε α΄ συνθ. τη λέξη «χοίρος» και στα τοπων. Χοιρόγουρνες (στσι), Χοιρόµαντρες, στσι [συνήθως µαντρίζουν πρόβατα και τώρα «θέτουν», κοιµούνται χοίροι (Περιστεράκης 1991,81)] και στσι Χοιρόλακκους (Φραττί Αγίου Βασιλείου). 26. ΜΙΞΟΡΡΟΥΜΑ Οικογενειακά Ονόµατα: στο Μύλο του Μουτζούρη (;) Συγκεκοµµένος τύπος του οικογ. Μου(τ)ζουράκης (>Μου(τ)ζούρης). στω bεριανώ (Α) Οικογ. Περάκης.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΜΙΞΟΡΡΟΥΜΑ -ΜΟΥΡΝΕ
415
στου Πετράκη τ’ Αλώνι (Β) στα Φαρσανά (∆) Οικογ. Φάρσος, βλ. Μουρνέ [Οικογενειακά (στου Φαρσού το Νερό)]. Από εδώ προέρχεται και το οικογ. Φαρσεδάκης. Βαπτιστικά: Gωστίλη, στου (∆) Βλ. Λαµπηνή (Βαπτιστικά). στο Λευτερηδέ (Α)
Παρωνύµια: στση Παπαδιάς τ’ Αλώνι (∆)
Εθνικά: στου Μουζούρ Αγά το Μύλο (Α) στου Ρισβάνη (∆) Σε τουρκικά έγγραφα βρίσκουµε τον Ριζβάν Ζαδέ Αλή, που ήταν επιστάτης των οικοδοµών. Πβ. και το γνωστό µετόχι του Ρεθύµνου (Ρισβάν Μετόχι). Βλ. Σταυρινίδης 1985, πρ. 2519, 2520 και 2522. στη Σαραζήνα (∆) Βλ. όσα σηµειώνουµε στον Βάτο (Εθνικά). στου Τζαµπάζη την Καµάρα (Β) 27. ΜΟΥΡΝΕ Οικογενειακά Ονόµατα: στω Θεοδόσηδω τσι Λάκκους (Ν) στα Καντηλιανά (Α) Όπου περιουσίες Κανδηλάκηδων (πβ. στον Άρδακτο Παπαδιανά). στα Κλειδανά (Α) Από οικογ. Κλειδής. Όπου, δηλαδή, περιουσίες Κλειδήδων. στου Κορέ (Α) Βλ. τοπων. Κοξαρές [Οικογενειακά Ονόµατα (στω Gορέδω, στου Κορέ το Μιτάτο, στου Κορέ το Πέραµα)].
416
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Μπαντούρη (∆) Συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Μπαντουράκης. στου Πατακού την Αµπέλα Οικογ. Πατακός. στ’ Ασκουλιανού (Α) Το τοπων. παραπέµπει σε κτήτορα «Σκουλιανό»- όχι Σκουλά, που στη γενική κτητική θα έκανε στου Σκουλά. Ο Κων. Άµαντος (Άµαντος 1940, 224) σηµειώνει ότι, ίσως, µε την εγκατάσταση των Μικρασιατών στην Κρήτη σχετίζεται ο πολλαπλασιασµός του επιθήµατος – ιανός, -ιανή, -ιανά στα τοπωνύµια, όπως Καλλεργιανά, Σκουλουδιανά, Γαβαλιανά κ.λπ. Πάντως και στο χωριό Φωτεινός (οικισµός δ. δ. Αρµένων, δήµου Ρεθύµνου) συναντούµε κάτοικο µε το όνοµα Leo Askudi. Μήπως και στο οικογ. αυτό θα µπορούσαµε να αναζητήσουµε το Ασκουλιανού (από Ασκουδιανού); στου Φαρσού το Νερό (Ν) Σε νοταριακή πράξη του 1638, αναφέρεται στο γειτονικό Σπήλι οικογ. «Φάρσος» Γιάννης [Γρυντάκης 1994, πρ. 93, σ. 68]. Πρόκειται, ασφαλώς, γι’ αυτό το ίδιο οικογ. όνοµα [Φάρσος (και ύστερα από κατέβασµα του τόνου στη λήγουσα)>Φαρσός- και Φαρσεδάκης].Πβ. και στην Κοξαρέ, τοπων. στους Φασάρηδες και στω Φασαρώ. στου Ψαρού το Νερό (Ν) Συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Ψαρουδάκης> Ψαρός. Βαπτιστικά:
στου Βασίλη το Χάρακα (∆) στου Θοδώρου (Β) στσι Λάκκους του Νικηφόρου (Ν) στου Φιλήµου το Σώχωρο (Ν) Πρόκειται για το βαπτ. Φιλήµων (στη γλώσσα του λαού ο Φιλήµος, του –ου). Πβ. και στα Ακούµια ανδρων. «στη Φιλήµαινα».
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟ Υ - ΜΟΥΡΝΕ
417
στση Φρατζολιάς το Λιβάδι (Ν) Το τοπων. παραπέµπει σε ανδρων. από ονοµατεπώνυµο του άνδρα: Φραντζής Ηλίας (για το β΄ συνθετ. πβ. στον Άι-Λιά). Παρωνύµια:
στση Βελανούς (∆) Η γυναίκα που µαζεύει βελάνια. στου Κυνηγού το Γύρο στου Πλα- Πλα το Νερό Υποθέτω ότι πρόκειται για παρωνύµιο του ιδιοκτήτη, που θα ήταν αρκετά φλύαρος (πβ. τη φράση: «τα πολλά µπλα-µπλα τα βαριέµαι»).
Εθνικά: στ’ Αµέτη το Παπούρι (;) Αµέτης (Μουχάτης) ήταν ο Τούρκος ιδιοκτήτης του παπουριού. στ’ Αρναούτη (∆) Αρναούτης, ο (τουρκ.) = ο Αλβανός (εθνικό). Πβ. και πιο κάτω, στο ίδιο χωριό, τοπων. στσ’ Ελιές τ’ Αρναούτη. στση Καλαµατιανής (Β) Για γυναίκα που καταγόταν από την Καλαµάτα. στου Μελαµπιανού (Α) Περιουσίες κατοίκου από τις Μέλαµπες. στου Μπαρµπαρέζο (Α) Η Μπαρµπαριά είναι παράλια χώρα στη βόρεια Αφρική. Μπαρµπαρέσσος (Μπαρµπαρέζος) για τους κουρσάρους ήταν ο καταγόµενος από την Μπαρµπαριά. στση Χανούµης τον Κάψαλο (∆) Βλ. τοπων. Ασωµάτου [Εθνικά] (στση Χανούµης τον Οντά). στου Χασάνη (∆) Χασάν α(γ)άς> Χασάνας> Χασάνης, ο (και γεν. πτώση στου Χασάνη). Απροσδιόριστα: στου Μαντζίρη (Α) στου Μουτζέλη τα Πεζούλια (Ν)
418
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
28. ΜΥΡΘΙΟΣ Οικογενειακά Ονόµατα:
στω Βαρδανιανώ (Ν) Οικογ. Βαρδάν-ης> Βαρδαν-ιανώ. στου Βυζαρά (Ν) Μάλλον πως πρόκειται για το οικογ. Βυζαράς [Βυζαράς Νικολό και Κωνσταντίνος µαρτυρείται ήδη από την Ενετοκρατία (Γρυντάκης 1994, πρ. 336, σ. 245)]. Το ίδιο τοπωνύµιο συναντήσαµε και στο χωριό Μαριού (στον Βυζαρά). Στο Μαριού, πάντως, το τοπων. δεν βρίσκεται σε γεν. κτητική, όπως εδώ, ώστε να φανερώνει τον ιδιοκτήτη, αλλά σε αιτιατική και πρόκειται για λόφο µαστοειδή (που έχει, δηλαδή, το σχήµα βυζιού). Σε άλλα µέρη το τοπων. ακούγεται και ως Βυντζουράς. στα Βλαθιανά (∆) Βλ. τοπων. Αγίας Γαλήνης (Οικογενειακά Ονόµατα). στου Γουλά (Ν) Γούλα, η= η πηγή. Πβ. τοπων. Γούλα και Γούλες (Μέλαµπες). Όµως, το τοπων. εδώ (Γουλάς ,ο) φανερώνει τον ιδιοκτήτη (συντοµογρ. του Γουλαδάκης ή, πιθανόν, παρωνύµιο). στω Ζωνώ dο Βώλακα (Β) Πρόκειται για συντοµογραφία του οικογ. Ζωνουδάκης>Ζωνός>και γεν. πληθ. τω(ν) Ζωνώ. στου Καπνίκαρη (Ν) Στη συγκέντρωση της Ε.Κ.Ι.Μ. (1953) το τοπων. έχει Καπνικάρη, στου. Καπνίκαρις ονοµαζόταν ο εισπράκτορας του καπνικού, δηλ. φόρου µεσαιωνικού που επιβαλλόταν σε κάθε σπίτι (Χατζιδάκις). Πρόκειται για λόφους ασκεπείς. Πβ. και τόπων. Καπνιστά, στα (Κεντροχώρι και Μέλαµπες) και Καπνού, στου (Πλατανέ), όπου φύτευαν καπνά. Ο Νικόλαος Τωµαδάκης σηµειώνει ότι το παρόν τοπων. είναι δηλωτικό του βυζαντινού οικογ. επιθέτου «Καπνίκαρις» (Τωµαδάκης 1935, LXXVI). στα Κατσουλιανά (Β) Το τοπων. παραπέµπει σε περιουσίες Κατσουλάκηδων (Κατσουλάκης> Κατσουλιανά).
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - MYΡΘΙΟΣ
419
στου Κατσουλογιάννη (Α) Βλ. Μέλαµπες τοπων. στω Gατσουλιανώ, από οικογ. Κατσουλάκης. Εδώ, λοιπόν, πρόκειται για ιδιοκτήτη Κατσουλάκη Γιάννη> Κατσουλογιάννη. Κοινή τοποθεσία µε Μέλαµπες. στω Gυρµιανώ (Β) Ο Γ. Χατζιδάκις σηµειώνει στη Μύρθιο όρος Κιρµιανό. Ο Χατζιδάκις το κατατάσσει στα ανερµήνευτα. Πρόκειται, πιστεύω, για το οικογ. Κυριµάκης> [αυτό φαίνεται σαφώς από τον τύπο του άλλου τοπωνυµίου της Μύρθιου, που έχει στου Κυριµ-ιανού (βλ. αµέσως παρακάτω)], οπότε έχουµε Κυριµάκης και ύστερα από µετάθεση του ηµιφων. στοιχείου [µ] και ανάπτυξη ευφων. [ρ] > Κυρµιράκης> (και συγκεκοµµ. τύπος του επωνύµου) Κυρµιρής (κατά το Αλεξανδράκης> Αλεξαντρής), όπως, ακριβώς, συναντήσαµε στον Βάτο το ίδιο οικογ. συγκεκοµµένο στου Κυρµιρή. Ο Αγησ. Περιστεράκης, ακολουθώντας τον Γεώργιο Χατζιδάκι, το τελευταίο τοπωνύµιο το χαρακτηρίζει ως «ανερµήνευτο» και το σηµειώνει, όπως και ο Χατζιδάκις, µε [ι] (Κιρµιανών) (Περιστεράκης 1991: 167). Βλ. και Αγία Γαλήνη [Ανδρωνυµικά (στση Τσυρµιρίνας το Νερό)]. στου Κυριµιανού (Β) Βλ. το προηγούµενο τοπωνύµιο. στση Μανιουδόκαλλης το Πρόβαρµα Μανιουδάκη Καλλή [βλ. και Βάτου, Βαπτιστικά (στση Καλλής το bρίνο)] στο Μύλο του Χατζή (∆) Το «Χατζής» θα µπορούσε να ήταν συγκεκ. τύπος του οικογ. Χατζηδάκης, που έχει την κοιτίδα του στο συγκεκριµένο χωριό. Όµως, η δασκάλα Ελ. Γ. Ματθαιάκη (Ε.Κ.Ι.Μ.-1953) διευκρινίζει ότι πρόκειται για τον πρώτο ιδιοκτήτη του µύλου, που ήταν Χατζής- απ’ όπου, φυσικά, και η προέλευση του οικογενειακού- ως προσκυνητής των Αγίων Τόπων. στου Ντελή το Πλάι (∆) Οικογ. ∆ελιδάκης
420
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Πατηχά (Β) Το ίδιο τοπων. βλ. και στα Σακτούρια (εκεί τονικά διαφοροποιηµένο: στου Πάτηχα). Να πρόκειται για παρωνύµιο από το «πατούχας»; [πατούχα= το πέλµα και πατουχιά (η) ή πατηχιά= το ίχνος της πατούσας, η πατηµασιά (το πατηχιά: παράγ. από συµφυρµό της πατησιάς + πατουχιάς]. Το «πατούχας» απαντά ως οικογ. µε τις µορφές Πατούχας Γιώργης (στον ανύπαρκτο σήµερα οικισµό Φώτη, µεταξύ των χωριών Γερακάρη και και Γουργούθοι) και Πατουχάλης Γιάννης (στο Ατσιπόπουλο, δ.δ. δήµου Νικηφόρου Φωκά και οικισµό Εξάντη, δ.δ. Μελιδονίου, δήµου Γεροποτάµου) (Μπαλτά και Oğuz 2007, 585). στου Πουλά (Ν) στου Σακόρραφου το Κεφάλι (Α) στω Τζανακιανώ (∆) Το τοπων. στη συγκέντρωση της Ε.Κ.Ι.Μ. (1953) σηµειώνεται λάθος στο ουδέτ. ως το Τζανακιανό. Πρόκειται, ασφαλώς, για περιοχή µε κτήµατα της οικογ. Τζανακάκη. στου Χαρκιά το Βώλακα (Α) Μπορεί εξίσου να αφορά σε οικογ. (συντόµευση του Χαλκιαδάκης), όσο και σε επαγγελµατικό. Βαπτιστικά:
στ’ Αγγελή το Πήδηµα (Ν) Ο Γ. Χατζιδάκις εξηγεί το τοπων. µε παράδοση που λέγει ότι από το απόκρηµνο αυτό µέρος γκρεµίστηκε κάποτε και πέθανε κάποιος Αγγελής. Πβ. και τοπων. Κισσού [Βαπτιστικά (στσ’ Αρετής το Χάρακα)]. στου Γιαννούλη το Πορτί (Ν) στου Σταυρούλη το Λάκκο (∆) στου Σταύρου το Βώλακα (∆) στου Τζανή τα Χάλαρα (Β) στη bατσούδαινα (Ν)
Ανδρωνυµικά:
Παρωνύµια: στου Μπούρδου την Αχλάδα (∆)
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΟΡΝΕ - ΠΑΛΙΟΛΟΥΤΡΑ
421
Εθνικά: στσ’ Αγάδικες Ελαίς (Ν) στου Γιουσούφη το Μνήµα (Ν) Ο Γ. Χατζιδάκις το διασώζει Γισούφη (sic) και το συνδέει µε παράδοση που λέγει ότι εδώ θάφτηκε κάποτε Αλβανός Χωροφύλακας µε το όνοµα Γισούφης. Πάντως, πρόκειται για το γνωστό µας τουρκ. όνοµα Γιουσούφ ή Γησούφ µε [η]= Σήφης και στα ιταλ. Γκιουζέπος. στη Ριζοπατέ του Μούρκαλη (Ν) Κατά Χατζιδάκι δεν εννοείται ο λόγος γένεσης του τοπωνυµίου. στα Τζιγκανόρυακα (Ν) στου Κοζίλη (Ν)
Κοινωνικές Οµάδες: Απροσδιόριστα:
29. ΟΡΝE Οικογενειακά Ονόµατα: στου Κατσουλογιάννη (Α) στου Κοντογιάννη (;) στω Gωστουλιανώ τ’ Αλώνι (;) Ανδρωνυµικά:
στη Gύρ- Μανόλαινα (∆) Πβ. και στις Μέλαµπες και στην Αγία Γαλήνη τοπων. στου Κυρ- Μανόλη, του οποίου ανδρων. είναι, προφανώς, το παρόν Κυρ- Μανόλαινα. στση Χατζίνας το Μετόχι (;) Χατζής (θηλ. Χατζίνα) λέγεται αυτός που επισκέφτηκε και προσκύνησε τους Αγίους Τόπους. 30. ΠΑΛΙΟΛΟΥΤΡΑ Οικογενειακά Ονόµατα:
στα Κουτουλιανά (Α) Στο χωριό Βυζάρι Αµαρίου βρίσκουµε ανδρων. Kutulo-
422
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
pula Mareta από οικογενειακό Κούτουλος (Μπαλτά και Oğuz 2007, 406 και 572). Εθνικά:
στα Παλετσιανά (Β∆) Το τοπων. δηλώνει περιοχή όπου οι περιουσίες των Παλετσιανών (δηλαδή κατοίκων της Μπαλέ). Στην περιοχή σώζονται παµπάλαιες και εγκαταλειµµένες γεωργοκτηνοτροφικές εγκαταστάσεις, ναΐσκος του Τ. Σταυρού, ερείπια µιτάτου και άλλων κτισµάτων. 31. ΠΛΑΤΑΝEΣ Οικογενειακά Ονόµατα:
στα Κορατσανά (Ν) Παρότι το τόπων. µε την κατάλ. -ιανά υποδηλώνει περιουσίες των οποίων ο κτήτορας δηλώνεται µε το θέµα του επωνύµου, (πβ. Παπαδ-ιανά. Βλαττ-ιανά κ.λπ.), όµως στο χωριό σε καµιά εποχή δεν παρατηρείται τέτοιο οικογενειακό. Πβ., πάντως, τοπων. στα Κοριτσανά, στην Ανατολή Ιεράπετρας, που κατέγραψε ο Χρ. Χαραλαµπάκης (Χαραλαµπάκης 1991- 93, 174). Πιθανόν και εδώ στα Κορατσανά (κοράσο) να υποκρύπτεται αυτό το όµορφο γιεραπετρίτικο τοπωνύµιο Κοριτσανά, γιατί κι εδώ η περιοχή είναι γεµάτη όµορφα περβολάκια, στα οποία καθόλου απίθανο σε παλιότερες εποχές να µαζεύονταν, για να ποτίσουν και να συζητήσουν, τα κορίτσια του χωριού (Κοριτσ-ιανά). στου Μαρίδη το Χάνι (Ν) Παλιά ήταν εµπορικό κατάλυµα, που ανήκε στον Ν. Μαριδάκη (Μαρίδης= συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Μαριδάκης). στου Μερογιάννη (Α) Πιθανόν Μαριδάκης Γιάννης, αφού το οικογ. Μαριδάκης παρατηρείται στο χωριό (πβ. στου Μαρίδη το Χάνι). Οπότε, Μαριδογιάννη> Μαριγιάννη> Μερογιάννη (κατόπιν τροπής του [α] σε [ε], κατ’ αναλογική επίδραση της λέξης ήµερος (;) + Γιάννης).
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΠΛΑΤΑΝΕΣ - ΡΟ∆ΑΚΙΝΟ
423
στα Πρεβελιανά (∆) Λέγεται ότι ήταν µοναστηριακά κτήµατα και παλιά ανήκαν στην Ι. Μονή Πρέβελη. Πιθανή, πάντως, και η προέλευση του τοπων. από το οικογεν. Πρεβελάκης> Πρεβελιανά, οπότε πρόκειται για περιουσίες Πρεβελάκηδων. στα Τσελεπιανά (Ν) Περιοχή όπου περιουσίες οικογένειας Τσελεπάκη. Τσελεπής (ο)= λεβέντης, ευπρεπής στο ντύσιµο, καλαίσθητος. Πβ. και τοπων. Αρδάκτου [Οικογενειακά Ονόµατα (στα Παπαδιανά)]. Παρωνύµια:
στου Στραθιώτη Στου Στρατιώτη. Για τη δάσυνση του ψιλού [τ], όταν έπεται συνιζανόµενο [ι], για λόγους ευφωνίας [βλ. Καυκαλάς 1992, σ. 6 (πβ. και τοπων. Αγιά Φωθιά στον Κεραµέ και το Σπήλι, αλλά και τις κρητικές λέξεις σπίθια, µάθια, κοµµάθια κ.λπ.)]. Εθνικά:
στου Χουσεΐνη (∆) Εξελληνισµένο, κατά το ελληνικό κλιτικό σύστηµα, τουρκ. όνοµα Χουσεΐν. 32. ΡΟ∆ΑΚΙΝΟ Οικογενειακά Ονόµατα: στ’ Ανυφαντή (Β∆ - Πάνω Ροδάκινο) Οικογ. Ανυφαντάκης. στω ∆ραµουντάνω (Β - Κάτω Ροδάκινο) Όπου περιουσίες των ∆ραµουντάνηδων. στου Dούκο το Βρυσίδι (Ν - Πάνω Ροδάκινο) Οικογ. Ντουκάκης. στα Dουκιανά (Ν - Πάνω Ροδάκινο) Όπου οι περιουσίες της οικογ. Ντουκάκη. Πβ. Παπαδιανά (Άρδακτος).
424
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Βαπτιστικά: στση Κοκκώνας τη Λέσκα (; - Κάτω Ροδάκινο) Πρόκειται για αναβαθµίδα, απότοµη και κρηµνώδη περιοχή, τόπο όπου παγιδεύεται βόσκοντας ένα ζώο (αυτό σηµαίνει το β΄ συνθ. Λέσκα). Κοκώνα (η)= η κυρά (χαϊδευτικά). Το τοπων. πρέπει, ασφαλώς, να είναι συνδεδεµένο µε κάποια ιστορία, που θα εκτυλίχτηκε στη συγκεκριµένη λέσκα. στου Νικηφόρου (Β - Πάνω Ροδάκινο) Είναι µιτάτο, κάθισµα. Μάλλον πρόκειται για τον ιδιοκτήτη. στου Νικολάκη (Β∆ - Πάνω Ροδάκινο) στου Τζιανάκη (Ν - Πάνω Ροδάκινο) Χαϊδευτικό του Τζ(ι)ανής.
Παρωνύµια: στου Κολλητού τη Λέσκα (Β - Πάνω Ροδάκινο) στου Πατσού το Gάbο (∆ - Πάνω Ροδάκινο)
Εθνικά: στου Σαρακηνού το Πηγάδι (Β - Κάτω Ροδάκινο) Υπάρχει παλιό πηγάδι. στο Σιφούνι των Αλικιανάδων (Β - Κάτω Ροδάκινο) Σιφούνι, το= αρόλιθος που βγάζει νερό τον χειµώνα. Το σιφούνι εδώ ανήκει σε κατοίκους από τον Αλικιανό Χανίων.
33. ΣΑΚΤΟΥΡΙΑ Οικογενειακά Ονόµατα: στ’ Αρκολιανά το Χάρακα (Β) Πρόκειται για Βράχο στην περιοχή όπου οι περιουσίες της οικογένειας Αρκολέου, συνηθέστατου οικογ. της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 2003, εδώ καταχωρούνται πολλές νοταριακές πράξεις µε το οικογ. αυτό). στ’ Ασκούτση (Ν) στου Βαρούχα το Λάκκο Βενετσ. οικογ. Βαρούχας, σύνηθες και σήµερα στην περιοχή και ιδιαίτερα κατά τη Βενετοκρατία (Γρυντάκης
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΣΑΚΤΟΥΡΙΑ
425
2003: πρ. 112, σ.166 και πολλές άλλες). στου ∆ράκου το Χάρακα (Α) στου Κανίτσο Πβ. και στα Ακούµια τοπων. Κουνίτσα (στην), όπου, όµως, δεν αφορά σε οικογενειακό. στου Κατσαδούρη (Β) Βλ. τοπων. Ακουµίων (Οικογενειακά Ονόµατα). στου Κοντογιώργη (Ν∆) στου Κουτσογιάννη (Β) στου Λίµα τα Χαράκια (Β) Οικογ. Λίµας, γνωστό από την Ενετοκρατία (Γρυντάκης 2003: πρ. 154, σ. 219- Γεωργιλάς Λίµας). στου Μαραφέντη (Β) Φυσικά το β΄ συνθ. είναι η µσν. λέξη αφέντης< αφτέντης< αρχ. αυθέντης< αυτοέντης [Ξανθινάκης 2001, 117]. Ως α΄ συνθ. θεωρώ τη λέξη «µαρά», που τη συναντούµε συχνά και σε άλλα οικογεν. όπως: Μαρά Ζαµπία, Μαραγάδας (β΄συνθ. το «αγάς»), Μαρ-αγάκης [Μαρα+αγάκης (το β΄συνθ. υποκορ.του «αγάς»)], Μαραγιώτης (και εδώ υποθέτω ότι το β΄ συνθ. είναι το προσηγορικό «αγάς»). Βλ. ∆ηµητριάδης- ∆ασκάλου 2003, 395. στου Μαρινάλη (Α) Οικογ. Μαρινέλος (Κωνσταντίνος και Σήφης) και Μαρνέλος Γιάννης (κατόπιν αποβολής του [ι]), συναντούµε στην Ενετοκρατία (Γρυντάκης 1994, πρ. 125, σ. 90. Του ίδιου 2003, πρ. 121, σ. 177). στου Ματσούκα (Ν∆) Το ίδιο οικογ. µε τη µορφή Ματσούκης (Σήφης), αλλά και Ματζούκης (Γιώργης και Τζώρτζης) συναντούµε σε νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 1994, πρ. 139, σ. 98. Του ίδιου, Μαρίνος Αρκολέος, ό. π., πρ. 15, σ. 43). στου bαργιάτη (Α) Οικογ. Μπαγιαρτάκης> (συγκεκοµµ. τύπος) Μπαγιάρτης> (και ύστερα από µετάθεση του [ρ]) Μπαργιάτης. στου Πάτηχα (Β) Το ίδιο τοπων. βλ. και στη Μύρθιο [εκεί τονικά διαφο-
426
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
ροποιηµένο (στου Πατηχά)]. στου Περάκη (Β) στου Πλαΐτη (Β) στου Ροδίτα (ΝΑ) Οικογ. Ροδίτης [Γιανάς (sic)] συναντούµε συχνά σε νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας (Γρυντάκης 1994, πρ. 221,σ. 158). Πβ. Ακούµια [παρωνύµια (στου Προδότα)]. στου Τηγανιτά (Ν) Ενετικό οικογ. Τηγανητάς ή Τηγανήτας ή Τυγανιτάς Ιακουµής [βλ. στο: Μαράς 2004, 104.22, 114. 13, 218.8, 160.1]. στα Τζ(σ)ανακιανά (;) Τσαdίρη (Α) Πρόκειται για τον ιδιοκτήτη της περιοχής. Σε νοταριακές πράξεις της Ενετοκρατίας συναντούµε οικογ. Τσαντίρης Νικολό, αλλά και θηλ. Τσαντίραινα (Γρυντάκης 2003: πρ. 222, σ. 304). Πβ. στις Καρήνες τοπων. στο Τσαντηράκι. στου Τσαχά (Ν∆) Από οικογ. Τσαχάκης> (συγκεκ. τύπος) Τσαχάς. στου Τσικαλά (Β) Οικογ. Τσικαλάς (Γρυντάκης 2003: πρ. 228, σ. 323). στω Φακιανώ (;) Από οικογ. Φακής> (γεν. πληθ.) στω(ν) Φακιανώ(ν), κατά το Παπαδιανώ(ν) κ.λπ. [πβ. και οικογ. Φέκης Μανόλης (Γρυντάκης 1994, πρ. 222, σ. 307)]. Βαπτιστικά:
στου Αντρέ (Ν) Όπου οι περιουσίες κάποιου Αντρέα (και συγκεκ. τύπος) > Αντρέ.
Αραδάµη, στ’ (Β)
Εδώ το τοπων. αφορά, µάλλον, σε κτήτορα µε το βαφτιστικό «Ροδάµανθος», που συνηθίζεται στο χωριό. Αροδαµός, ροδάµι (= τρυφερός βλαστός, νέο φύλλωµα των δέντρων την άνοιξη ), αρχ. ορόδαµνος (= βλάστηµα) µε
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΣΕΛΛΙΑ
427
αποβολή του [ν] για χάρη ευφωνίας [βλ. Ξανθινάκης 2001, 107]. στου Σήφη τη Ράχη (Ν) στου Φιλήµο το Λάκκο (Ν) Ανδρωνυµικά: στση Γιωργουλάδαινας (Β) Και στση Γιωργιούδαινας, (Παπαδάκης 2006β). Παρωνύµια:
στου Κατσοµάτη (Β) Παλιός οικισµός. Ο Μιχ. Παπαδάκης το συνάντησε και ως Κατσαµάτι, στο (Παπαδάκης 2006β). στου Κοντοπόδη (Α) στου Νιο το Ρυάκι (Ν) Φυσικά µπορεί να πρόκειται για παρωνύµιο ή και να ανήκε το ρυάκι σε κάποιο νέο στην ηλικία. στου Φλεµονιάρη (;)
Απροσδιόριστα: στου Παρχονά ή Παρχουνά (Β) στση Λάµιας το Χάρακα (Α) (µάλλον από κάποια άγνωστη σήµερα παράδοση) 34. ΣΕΛΛΙΑ Οικογενειακά Ονόµατα: στου Βαβούρη τσ’ Ελές (ΒΑ) Σε υψόµ. 350 µ. υπάρχει µικρό ανώνυµο σπήλαιο. στου Βουκελάρη (Ν∆) στου Βούκρη (Β∆) στου ∆ρυµογιάννη (Β∆) ∆ρυµάκης Γιάννης. στω Gαλλέργηδω το Λάκκο (;) Πρόκειται για κοιλάδα. Καού τ’ Αbέλι (∆) Στου Καούνη (;) το αµπέλι. στου Μαρή τα Πλάγια (Ν) Οικογ. Μαρής ή συγκεκ. τύπος του Μαριδάκης.
428
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στω Φραγκιανώ (ΝΑ) Οικογ. Φραγκιαδάκης ή και Φραγκιάς. στου Χατζή το Λάκκο (Α) Βαπτιστικά:
στου Κωτή το Λάκκο (∆) Πβ. στον Άγιο Ιωάννη (Βαπτιστικά) και στα Αγκουσελιανά (Βαπτιστικά) τοποθεσία στω Gώστηδω (Κωστής> Κωτής).
Παρωνύµια: στση Καλής Γραίς το Λάκκο (∆) στου Λουπογέρο(υ) (Ν) Λούπης = ο κουτοπόνηρος άνθρωπος, εδώ ως παρωνύµιο κάποιου γέρου. Πβ. στου Λούπη το Πλάι (Κρητική Εστία 176, 480).
Εθνικά: στο (στων) Αληbανιανό(ώ) (Ν) Αλής+ µπέης, ο οποίος φέρεται ότι έκτισε στην περιοχή βρύση προς πότισµα των κήπων. στων Ανατών τ’ Αυλόχι (Β∆) Προφανώς στο παρόν και το επόµενο τοπων. οι χρήστες (Ανατοί) του αυλοχιού ή των πεζουλιών είναι οι Ενετοί, που περνούσαν από το αυλόχι ή στάθµευαν στα πεζούλια, για να ξαποστάσουν και να συνεχίσουν [Μακρής 2000, 385]. στων Ανατών τα Πεζούλια (Β∆) στου Βαλού (ΒΑ) Να έχει σχέση µε το αραβ. βαλής (vali), τουρκ. βελής (veli); Βαλίδικα, ακόµα, είναι τα παχιά, τα δυνατά χωράφια (Περιστεράκης 1991, 54). στου Καραµπραήµ τη Βρύση (ΒΑ) Από τον Τούρκο ιδιοκτήτη της βρύσης Καρά Ιµπραήµ. στου Μαβγιάνου (∆)
Απροσδιόριστα:
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΣΠΗΛΙ
429
35. ΣΠΗΛΙ Οικογενειακά Ονόµατα: στ’ Αλώνι του Βασιλοµιχελή ή Κονσολαντώνη (Α) στ’ Ανωµεριανού τ’ Αbέλι (ΝΑ) Από ιδιοκτήτη «Ανωµεριανό», συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. «Ανωµεριανάκης» στου Βλατά το Βρυσίδι (Α) Το παρόν και το επόµενο τοπων. ανήκε σε ιδιοκτήτη Βλα(τ)τά, συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Βλα(τ)τάκης. Σχετ. µε το συγκεκριµένο τοπων. βλ. τοπων. Αγίας Γαλήνης [Οικογενειακά Ονόµατα (στα Βλαττιανά)], Βάτου (στου Βλαττά τη Σωχώρα) και, γενικότερα, (Παπαδάκης 1993, 187-208). στου Βλατά τη Σωχώρα (Α) στα Γιωργιλιανά (Α) Όπου περιουσίες Γεωργιλάδων (πβ. Παπαδιανά, Καλλεργιανά κ.λπ.). στου Καγιάννη το Λάκκο (Β) Βλ. τοπων. Αγίας Πελαγίας (Παρωνύµια). στου Καναβά τσι Πλατάνους (Β) στω Καρδακιανώ (ΝΑ) Το τοπων. αφορά σε ελαιώνα και µου δόθηκε από τον τέως Πρόεδρο της Κοινότητας Σπηλίου κ. Εµµ. Κουµεντάκη, ενώ η Ειρήνη Μπριλάκη δεν το αναφέρει [Μπριλλάκη- Καβακοπούλου 2000, 455 εξ.]. Η όλη εκφορά του παρόντος τοπων. µε κάνει να πιστεύω ότι η ορθή γραφή του θα πρέπει να είναι στω(ν) Καρδακιανώ-και όχι στο Καρδακιανό, όπως ακούγεται σήµερα. Αφορά, άρα, σε οικογ. όνοµα και σήµαινε- επί Ενετοκρατίας- την περιοχή όπου βρίσκονταν οι περιουσίες της οικογένειας Καρδαµή [>Καρδαµιανώ > (και κατόπιν παραφθοράς) Καρδακιανώ]. Στη γενική του πληθ. των επωνύµων στην Κρήτη η αποβολή του τελικού [ν] δηµιουργεί, συχνά, την εντύπωση ότι πρόκειται για ουδέτερα, γι’ αυτό, συχνά, η ορθογραφία τους είναι µε [ο] αντί µε [ω], όπως συµβαίνει στο παρόν τοπων., αλλά και στον Κίσαµο Χανίων µε το
430
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
τοπων. «των Κατσοµατάδω(ν)» που έγινε «το Κατσοµατάδο» και έτσι αναγράφεται και στις σχετικές ενδεικτικές πινακίδες (Γιακουµάκη 1986, 182-83). Με το οικογ. Καρδάµης βρήκαµε νοτάριο επί Ενετοκρατίας [βλ. Μαράς 2004, πρ. 360]. Επίσης, οικογ. Καρδαµής Ιάκωβος συναντήσαµε σε δυο πράξεις του Ρεθεµνιώτη νοτάριου Μαρίνου Αρκολέου (Γρυντάκης 2003: πρ. 30 και 224, σ. 67 και 317, αντίστοιχα), ενώ, τέλος, οικογ. όνοµα Καρδαµής (και Καρδάµης) Μιχαήλ βρίσκουµε και στο σχετικά γειτονικό προς το Σπήλι χωριό Γένα, κατά την Τουρκοκρατία (1671) δυο φορές (Σταυρινίδης 1986, πρ. 236 και 239). Της οικογένειας, λοιπόν, αυτής περιουσίες αφορά το συγκεκριµένο τοπων. του Σπηλίου. στου Κορέ τα Σόπατα (ΝΑ) Βλ. σχετ. σχόλιο στην Κοξαρέ (λ.: στω Gορέδω και στου Κορέ το Πέραµα). στα Κουµεδιανά (Β∆) Η θέση βρίσκεται Β∆ του χωριού, κάτω από το γήπεδο. Πρώτοι κάτοικοι ήταν οι Κουµεντάκηδες (Κουµεντάκης> Κουµεντιανά> (και κατόπιν τροπής του [ντ] σε [δ]) Κουµεδιανά). Στην περιοχή υπάρχει και ερειπωµένος νερόµυλος. στου Κουµενdά το Μύλο (∆) Βλ. και τοπων. Αγίου Ιωάννη [Οικογενειακά Ονόµατα, (στω Gουµεdάδω dη Βρύση)]. στου Κούνουπα (ΝΑ) Κούνουπας (ο) και κουνούπα (η)= µεγεθ. του κουνούπι µε καταλ. –α. Εδώ αφορά σε οικογ. κτητικό. Πβ. και τοπων. Ακτούντων, σηµ. 103 (στη Gουνούπα). στου Λαγού τη bεζούλα (ΝΑ) στου Λιbίτη το Ρυάκι (ΒΑ) Μικρό ρυάκι που τρέχει νερό µόνο σε περίπτωση βροχής. Ιδιοκτήτης του ήταν κάποιος µε το οικογ. Λιµπιτάκης (συγκεκ. τύπος Λιµπίτης). στου Μελισσώτη (Ν) στα Μουδατσανά (ΝΑ) Τοποθεσία στην ευρύτερη περιοχή Γιους Κάµπος, προς
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΣΠΗΛΙ
431
το φαράγγι της Αγιά- Φωτιάς και τις παρυφές του Βορίζη, στην πιο εύφορη περιοχή του Σπηλίου. Το έτος 1630, ο Ενετός µηχανικός των δηµοσίων έργων Bassilicata- στην αναφορά του προς τον αρχηγό της Κρήτης P. Gioustiniani- αναφέρει το χωριό µε δύο οικισµούς, το Spili di Mudazzo και το Spili Sanguinosi. Αυτό, κατά την Σπηλιανή λαογράφο κ. Ειρ. Μπριλλάκη (Μπριλλάκη- Καβακοπούλου 2000, 508), εξηγεί σαφώς για τους Μουδάτσους, στη συγκεκριµένη περίπτωση του τοπωνυµίου µας, ότι ένα µέλος τους θα υπήρξε σίγουρα επί Ενετών φεουδάρχης στο Πάνω ή στο Κάτω Χώρι, πράγµα που, και βέβαια, αποδεικνύει τη µεγάλη αξία των τοπωνυµίων. στου bαλούρδο (Β) Βοσκότοπος. Στην Ελ. Γιακουµάκη (Γιακουµάκη 1986, 80) βρίσκουµε τοπωνύµιο στο bαλούβαρδο (= ενετ. baluardo= οχυρό). Στον Άγιο Ιωάννη (Οικογενειακά Ονόµατα) βρήκαµε τοπωνύµιο στου Λαµπαρδιανού, που- όπως και το παρόν- φανερώνει τον ιδιοκτήτη, άνθρωπο, δηλ., που θα ήταν στη ζωή του λουµπαρδιάρης, πυροβολητής. στου Νιούρη το δάσος ή Νουρήδασος (;) Νιούρης, συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. Νιουράκης, που δεν παρατηρείται σήµερα στο χωριό, ήταν ο ιδιοκτήτης του δάσους (πριναρόδασος). στου Dερέ το Πέραµα (Ν) Συγκεκοµµ. τύπος του οικογ. ∆ερεδάκης, που επιχωριάζει και σήµερα στο χωριό. στω Περγιάκω (Β∆) Όπου οι περιουσίες της οικογένειας Πέρου [Πέρος> Περγ- ιάκω(ν), το – γ - είναι ευφωνικό (Μαράς 2004, 39. 5)]. Πβ. και στα ∆αριβιανά τοπων. στω Περ(γ)υακιώ µε σηµασία, πάντως, εδώ «πέρα από τα ρυάκια». στου Σαρή (Ν) Όνοµα οικογενειακό. Πβ. στα ∆αριβιανά τοποθεσία Σαρατσιανά (στα), στα Ακτούντα Σαραδιανούς (στσι), αλλά και στον Κισσό παρωνύµιο Σαρούλιο, στου.
432
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
στου Σινάνη τ’ Αλώνι (Β) Πβ. οικογ. Σιναδάκης Γιώργης, στο χωριό Πόµπια του Ηρακλείου (∆ηµητριάδης 2003, 111). Προφανώς πρόκειται για Τούρκο ιδιοκτήτη του αλωνιού. στα Σκλαβιανά (ΒΑ) Το τοπων. υποδηλώνει περιοχή µε περιουσίες Σκλαβάκηδων. Και πράγµατι, στο χωριό Γάλιπε Ηρακλείου εντοπίσαµε οικογ. Σκλαβάκης (Νικολής) και στο χωριό Κανλί Καστέλι Σκλαβοπούλα, σύζυγο Σκλαβάκη (βλ. ∆ηµητριάδης 2003, 167 και 279).
Βαπτιστικά: στα Καµατερά του Σταµάτη (Α) στου Κοκόλη το bόρο (ΒΑ) Κοκόλης (ο), υποκορ. αντί Νικολής. στου Κοσµά (Β) Κωνσταντίνου, στου (Β) στω Λούκηδω τσι Συκιές (ΒΑ) στου Μαθιού το Κεφάλι (Β) Τοποθεσία στον δρόµο Σπήλι- Καρήνες. Βαπτιστικό όνοµα Ματθαίος> Μαθιός. Πβ. και στα Αγκουσελιανά (Βαπτιστικά) τοπων. στου Μαθιού το Ρούµα. στση Μαρίκας το Σκαλί (ΒΑ) Η θέση βρίσκεται προς Γιους Κάµπο. στου Μηνά (ΝΑ)
Ανδρωνυµικά: στση Μελέταινας το Μνήµα (ΒΑ) Πρόκειται για τη γυναίκα του Μελέτη, του νιόπανδρου αντρόγυνου που οι Τούρκοι κατακρεούργησαν, αυτήν και τον άνδρα της και το νεογέννητο παιδί τους, στην Επανάσταση του 1866. Το µνήµα της σωζόταν, µέχρι το έτος 1950, έξω, δεξιά, στον περίβολο του Αγίου Πνεύµατος στο Λάππα. στση Μύραινας (∆) Ανδρων. από βαπτιστ. Μύρος. Πβ. και Τσυρµυρίνας το Νερό= της γυναίκας του Μύρο, στην Αγία Γαλήνη, µε την ανδρωνυµική κατάληξη -ίνα.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΣΠΗΛΙ
433
Παρωνύµια:
στση Γιους το Gάbο (ΒΑ) Βλ. τοπων. Κισσού (Βαπτιστικά). στου Καλοµάτη (Β) Πρόκειται για βοσκότοπο. Καλοµάτης, πιθανόν, εδώ, θα ήταν κάποιος βοσκός. Βλ. το ίδιο τοπων. και σχετική παράδοση για µοναχό Καλοµάτη και στην Αγία Γαλήνη (Καλοµάτη, στου). στον Καλόπαπα (ΝΑ) Καλός+ παπάς, που είχε τις περιουσίες του στη συγκεκριµένη περιοχή. Πβ. και στον Ασώµατο τοπων. Καλοµητσού (καλός+ Μήτσος), αλλά και καλόναιγα (στην)= η έγγαλη αίγα, η αίγα, δηλαδή, που παράγει άφθονο γάλα. στου Κουνελά την Αχλάδα (ΒΑ) στου Μεταξάρη (Β) Εσφαλµένη ετυµολόγηση δίνει η δασκάλα Παγώνα ∆ριδάκη (Ε.Κ.Ι.Μ.- 1953), που εξηγεί το τοπωνύµιο εκ του ότι οι αµπελώνες, στο εκεί οροπέδιο, είναι φυτεµένοι «µε τάξη». Μεταξάρης είναι αυτός που φτιάχνει µετάξι, όπως και κουδουνάρης είναι ο κωδωνοποιός, αρµεγάρης αυτός που αρµέγει, στειράρης αυτός που βόσκει τα στείρα πρόβατα κ.ο.κ. στου Μιµίκο τη gορφή (Β∆) στου Περαµάτη το Μύλο ή στον Τρίτο Μύλο (Ν) Τρίτος ονοµάζεται ο µύλος αυτός, γιατί λειτουργούσε αµέσως παρακάτω από τον δεύτερο και µε τα ίδια νερά µε αυτόν. Σήµερα, ο µύλος αυτός έχει κατερειπωθεί. Οι άλλοι δύο χρήζουν συντήρησης. Εθνικά: στ’ Αλώνι του ∆ερβίση (Α) Από Τούρκο ∆ερβίση (= Μωαµεθανός µοναχός, που ζει µε πενία), ο οποίος φέρεται κτήτορας του αλωνιού. στου Μαυρίκη (ΝΑ) στση Μεµέταινας το Χάρακα (ΝΑ) Ανδρωνυµικό από τουρκ. βαπτιστικό Μεχµέτ (Μεχµέτ>
434
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Μεµέτ>Μεµέτης). Πβ. και στις Μέλαµπες τοπων. στου Μεµέτ- Αλή τη Μάντρα, στο Γιαννιού στο Μεµετιανό Λάκκο και στον Κισσό (Εθνικά) στου Μεµέτη τ’ Αλώνι. στου Μουλά (Ν) Ποτιστικά χωράφια. Από Τούρκο ιδιοκτήτη. Πβ. και στον Κισσό τοπων. στου Μουλάκο, συντοµογραφία του οικογεν. Μουλακάκης (Ακούµια), που προέρχεται από το τουρκ. «µουλάς» . στου Σαbάνη τσι Συκιές (ΒΑ) Πρόκειται, ακριβώς, για εξελληνισµένο όνοµα Τούρκου κτήτορα των συκιών [Saban (τουρκ.)= άροτρο και Σαµπάν (= τουρκ. ανδρικό όνοµα). Πβ. και στον Βάτο (Εθνικά) τοπων. Σαbανιανά ή Σαbαναριά, που, προφανώς, αναφέρεται σε περιοχή όπου οι περιουσίες Τούρκων Σαbάνηδων. Στο χωριό Κουσές είχε περιουσίες και ο Σαµπατάκης Πανούσης, εξωµότης (βλ. ∆ηµητριάδης 2003,143). Στο Τυµπάκι απαντούν και σήµερα τα επώνυµα Σαµπαθιανάκης και Μπαθιανάκης. στου Σάρκο τη Μάdρα (Β) Πρόκειται για Τούρκο ιδιοκτήτη της µάνδρας. Πβ. και χωριό Σάρχος της επαρχίας Μαλεβυζίου του Ηρακλείου (Σταυρινίδης 1985, 65). στου Σουµανακιού (Ν) στου Σουµάνη (ΒΑ) Μικρή πεδιάδα µε περιβόλια. Βλ. σχετικά στην Κοξαρέ (λ.: στου Σουµάνη τσι Συκιές). στου Σουµάνη το Λάκκο (ΒΑ) Κοινωνικές Οµάδες: στου Gουτσαράπη (ΝΑ) Απροσδιόριστα:
στ’ Αρσάνη το Λάκκο (Α) στου Μαραγκαλή (Β) Μαραγκ- αλή. Το τοπων., µάλλον, φανερώνει Τούρκο ιδιοκτήτη (πβ. στου Μουλ-αλή και στις Μέλαµπες στου Μαυρ-αλή). Πβ. και στο χωριό Ασώµατος τοπων. στη
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ - ΦΡΑΤΤΙ
435
Μαραγκαβούσα (από Μαραγκαλούσα;) µε το οποίο θεωρώ ότι σχετίζεται το α΄ συνθετικό. στου Μερτζάνη (ΝΑ) 36. ΦΡΑΤΤΙ Οικογενειακά Ονόµατα:
στου Ρουµάνη (Α) Στην περιοχή, και σε υψόµ. 300µ., υπάρχει το «Ρουµάνη Σπηλιάρι» (διαστ. 12Χ12Χ10), που χρησίµευσε για την απόκρυψη συµµάχων κατά τη Μάχη της Κρήτης. Εθνικά: στση Μουρνιανής το Σπιτάκι (Β) Πβ. και στο Σπήλι τοπων. στη Μουρνιανή Καµάρα.
436
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Αλεξίου 1981: Αλεξίου Στυλιανός, Γλωσσικά Μελετήµατα, Αθήνα 1981. Άµαντος 1915: Άµαντος, Κων., «Συµβολή εις το τοπωνυµικόν της Χίου», Λεξικογραφικόν Αρχείον Β΄, 12- 48. Άµαντος 1940: Άµαντος, Κων., «Κρητικά τοπωνύµια», Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών Γ΄, Αθήνα 1940, 223-226. Ανδριώτης 1983: Ανδριώτης, Ν. Π., Ετυµολογικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, Θεσσαλονίκη 1983. Αντουράκης 1977: Αντουράκης, Γ. Β., Αι Μοναί Μυριοκεφάλων και Ρουστίκων Κρήτης µετά των παρεκκλησίων αυτών, Αθήναι 1977. Αντωνογιαννάκης 2000: Αντωνογιαννάκης, Μιχ., «Τα τοπωνύµια της κτηµατικής περιφέρειας τού χωριού Σελλί», Τα Κρητικά Τοπωνύµια (Πρακτικά Συνεδρίου ΙΛΕΡ) Α΄, Ρέθυµνο 2000, 29- 60. Αποστολάκης 1968: Αποστολάκης, Σταµάτιος, «Τοπωνύµια Καµπανού», Κρητική Εστία 178 (1968), 574- 577. Αυγουστάκης 1983: Αυγουστάκης, Εµµ. Χ., Η Αγία Γαλήνη, Αθήνα 1983. Βολανάκης 1993: Βολανάκης, Ηλ. Ιωάννης, «Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά Μνηµεία της επαρχίας Αµαρίου του νοµού Ρεθύµνης», Νέα Χριστιανική Κρήτη, τ. 9 (1993), 7-60. Γιακουµάκη 1986: Γιακουµάκη, Ελευθ. Ν., «Το Μικρο-τοπωνυµικό της επαρχίας Κισάµου Κρήτης», ανάτ. από το Λεξικογραφικόν ∆ελτίον., ιστ΄, Αθήνα 1986, 29- 212. Γρυντάκης 1994: Γρυντάκης, Γιάννης Μιχ., Το Πρωτόκολλο του Ρεθεµνιώτη νοτάριου Αντρέα Καλέργη (1634-1646), Αθήνα 1994 (πολυγραφηµένη έκδοση). Γρυντάκης 2003: Γρυντάκης, Γ. Μιχ., Μαρίνος Αρκολέος, Ο τελευταίος νοτάριος της ∆υτικής Κρήτης, Πρωτόκολλο1643-1646, Ρέθυµνο 2003. ∆ηµητριάδης - ∆ασκάλου 2003: ∆ηµητριάδης, Βασίλης - ∆ασκάλου ∆ιονυσία (Επιµέλεια), Ο Κώδικας των Θυσιών, Πανεπιστηµιακές Εκδόσεις Κρήτης- Βικελαία ∆ηµοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, Ηράκλειο 2003. Καλλέργης1995: Καλλέργης, Εµµ. Σ., «Οικόσηµα και τοπωνύµια των Καλλεργών στην Κρήτη», Πεπραγµένα Ζ΄ Κρητολογικού Συνεδρίου Β1, Ρέθυµνο 1995, 307- 311. Καλλέργης 2007: Καλλέργης, Εµµ. Σ., Εισαγωγή στην Ιστορία των Καλλεργών, Ρέθυµνο 2007.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
437
Καυκαλάς 1992: Καυκαλάς, Μιχ. Ι., Η ευφωνία της Κρητικής διαλέκτου, Αθήνα 1992. Λιουδάκη 1936: Λιουδάκη, Μαρία, Λαογραφικά Κρήτης, Αθήνα 1936. Μακρής 2000: Μακρής, Χρ. Ι., «Τα τοπωνύµια των θέσεων των κτηµάτων της Ι. Μονής Πρέβελη, τα αναγραφόµενα εις το κτηµατολόγιόν της, και του χωριού και της περιφέρειας Σελλιών της επαρχίας Αγίου Βασιλείου του νοµού Ρεθύµνης», Τα Κρητικά τοπωνύµια (Πρακτικά Συνεδρίου ΙΛΕΡ), τ. Α΄, Ρέθυµνο 2000, 347- 388. Μανούσακας 1947: Μανούσακας, Μανούσος Ι., «Ανέκδοτα ιντερµέδια του Κρητικού Θεάτρου», Κρητικά Χρονικά ΙΙΙ (1947), 524- 580. Μαράς 2004: Μαράς, Μιχαήλ, Νοτάριος Χάνδακα, Κατάστιχο 149, τ. Α΄ [16/1- 30/3 1549], έκδοση (Μαν. Γ. ∆ρακάκη) Βικελαίας ∆ηµοτικής Βιβλιοθήκης, Ηράκλειο 2004. Μηνάς 1981: Μηνάς, Κ., Τοπωνυµικό της Καρπάθου, Εξάντας 1981 (τα τοπωνύµια είναι καταχωρηµένα αλφαβητικά). Μπαλτά και Oğuz 2007: Μπαλτά Ευαγγελία - Mustafa Oğuz, Το Οθωµανικό Κτηµατολόγιο του Ρεθύµνου, Ρέθυµνο 2007. Μπαµπινιώτης 1998: Μπαµπινιώτης, Γ., Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 1998. Μπριλλάκη- Καβακοπούλου 2000: Μπριλλάκη- Καβακοπούλου, Ειρήνη, «Τοπωνύµια περιοχής Σπηλίου», στα Τα Κρητικά Τοπωνύµια, ∆ιήµερο Επιστηµονικό Συνέδριο, Πρακτικά τ. Α΄ (2000), 455- 542. Ξανθινάκης 2001: Ξανθινάκης, Αντων. Β., Λεξικό ερµηνευτικό και ετυµολογικό του δυτικοκρητικού γλωσσικού ιδιώµατος, (Πρόλογος- Επιµέλεια: Χριστ. Χαραλαµπάκης), Ηράκλειο 2001. Ξανθουδίδης 2002: Ξανθουδίδης, Στεφ. Α., Μελετήµατα, Ηράκλειο Κρήτης 20022. Παπαγγελή 2005: ∆ήµητρα Παπαγγελή, «Συντακτικές και Σηµασιολογικές παρατηρήσεις στα τοπωνύµια των Κυκλάδων», στα Πρακτικά του ∆΄ Ονοµατολογικού Συνεδρίου «Ονοµατολογικά Κυκλάδων» (Τήνος 20-22 Οκτωβρίου 2005), περιοδ. «Ονόµατα», Αθήνα 2007, 279- 296. Παπαδάκης1993: Παπαδάκης, Κωστής Ηλ., «Η Ιερά Μονή Βλατάδων και οι Ιδρυτές της ∆ωρόθεος και Μάρκος Βλαττής», Νέα Χριστιανική Κρήτη, τ. 10 (Ιούλ.- ∆εκ. 1993), 187- 208. Παπαδάκης 2002: Παπαδάκης, Κωστής Ηλ., Κεραµές και Αγαλλιανός, Κοινή πορεία µέσα στο χρόνο, Ρέθυµνο 2002. Παπαδάκης 1983: Παπαδάκης, Μιχάλης, «Η κατάγραφη εκκλησία του
438
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Αγίου Νικολάου στο χωριό Βάτος Αγίου Βασιλείου», Προµηθεύς ο Πυρφόρος 35 (1983), 235- 246. Παπαδάκης 1996: Παπαδάκης, Μιχάλη Μύρ., Το χωριό µου ο Βάτος, Ρέθυµνο 1996. Παπαδάκης 2006α: Παπαδάκης, Μιχ., Το Κρησφύγετον, Μερικά Τοπωνύµια του Νοµού Ρεθύµνου του έτους 1945, Φεβρουάριος 2006. Παπαδάκης 2006β: Παπαδάκης, Μιχ., Το Κρησφύγετον, Τοπωνύµια του χωριού Σαχτούρια Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνου, Φεβρουάριος 2006. Παπαδογιαννάκης 2000: Παπαδογιαννάκης, Ν. Ε., «Τα παραπληρώµατα της Ιστορίας», Τα Κρητικά Τοπωνύµια Β΄, Ρέθυµνο 2000, 89-103. Παυλάκη 1994: Παυλάκης, Γ., Κρητική ∆ηµοτική Ποίηση. Οι µαντινάδες, Αθήνα 1994. Πελαντάκης 1973: Πελαντάκης, θεόδωρος, Βυζαντινοί ναοί της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, Ρέθυµνο 1973. Περιστεράκης 1991: Περιστεράκης, Αγησίλαος, Σφακιανά, Αθήνα 1991. Πλατάκης 1976: Πλατάκης, Ελευθέριος, «Φυτώνυµα Σπήλαια της Κρήτης», Κρητολογία 3 (1976), 111-116. Πλατάκης 1977α, Πλατάκης, Ελευθέριος Κ., Τοπωνύµια στο Βραχάσι Μεραµπέλλου, Αµάλθεια Η΄ (1977), 99- 106. Πλατάκης 1977β: Πλατάκης, Ελευθέριος Κ., «Ονόµατα σπηλαίων της Κρήτης σχετικά µε θρύλους και παραδόσεις», Κρητολογία V (1977), 165- 170. Πλατάκης 1981: Πλατάκης, Ελευθέριος, «∆ηµώδη Ονόµατα Ορυκτών και Πετρωµάτων της Κρήτης», Κρητολογία 12-13 (1981), 113- 162. Πλατάκης 1982: Πλατάκης Ελ. Κ., «Τα σχετικά µε το όνοµα Κρήτη παράγωγα και σύνθετα», Κρητολογία 14-15 (Ιαν- ∆εκ. 1982), 5- 32. Πλάτων 1949: Πλάτων, Νικόλαος Ε., «Η σηµασία της επιβιώσεως των αρχαίων τοπωνυµίων», Κρητική Εστία 4 (1949), 12-14. Σαρρής 1928: Σαρρής, Ιωάννης, «Τα τοπωνύµια της Αττικής», Αθηνά 40 (1928), 117-160. Σειστάκης 1972: Σειστάκης, Γεώργιος, «Το Επανωχώρι Σελίνου», Κρητική Εστία, 201 (1972), 276 -178. Σειστάκης 1977α: Σειστάκης, Γεώργιος, «Ο Πρινές Σελίνου», Κρητική Εστία, τ. 216 (1977), 694- 699. Σειστάκης 1977β: Σειστάκης, Γεώργιος, «Ο Πρινές Σελίνου», Κρητική Εστία, τ. 219 (1977), 837- 844. Σειστάκης 1981: Γ. Σειστάκη, «Ο Σφακός», Κρητική Εστία 266-67 (1981), 203- 212.
ΚΥΡΙΩΝΥΜΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
439
Σειστάκης 1983: Σειστάκης, Γεώργιος, «Ο Σφακός», Κρητική Εστία 296-97 (1983), 438- 462. Σπανάκης 1959: Σπανάκης, Στέργιος, Συµβολή στην Εκκλησιαστική Ιστορία της Κρήτης κατά την Ενετοκρατία, Κρητικά Χρονικά ΙΓ΄ (1959), 243- 288. Σταυρινίδης 1985: Σταυρινίδης, Νικόλαος Σ., Μεταφράσεις Τουρκικών Ιστορικών Εγγράφων, τ. Ε΄ ετών 1752-1765, Ηράκλειο 1985. Σταυρινίδης 1986: Σταυρινίδης, Νικόλαος Σ., Μεταφράσεις Τουρκικών Ιστορικών Εγγράφων, τ. Α΄ ετών 1657-1672, Ηράκλειο 1986. Σταυρινίδης 1987: Σταυρινίδης, Νικόλαος Σ., Μεταφράσεις Τουρκικών Ιστορικών Εγγράφων, τ. Γ΄ ετών 1694-1715, Ηράκλειο 1987. Σταυρουλάκη- Μπλαζουδάκη 2000: Σταυρουλάκη- Μπλαζουδάκη Αθηνά «Ο Θρόνος και τα τοπωνύµιά του», Τα Κρητικά Τοπωνύµια (Πρακτικά Συνεδρίου ΙΛΕΡ), τ.β΄, 253-269. Τσικριτσή- Κατσιανάκη 1975: Τσικριτσή- Κατσιανάκη, Χρ. Ζ., «Συµβολή στη µελέτη των τοπωνυµίων της Κρήτης, Τοπωνύµια από οικογενειακά ονόµατα», Αµάλθεια 6 (1975), 25- 98. Τσικριτσή- Κατσιανάκη 2000: Χρ. Τσικριτσή- Κατσιανάκη, «Συµπληρωµατικά στα Κρητικά τοπωνύµια από οικογενειακά ονόµατα», Τα Κρητικά Τοπωνύµια (Πρακτικά Συνεδρίου ΙΛΕΡ), τ. Β΄, Ρέθυµνο 2000, 271- 286. Τωµαδάκης 1936: Τωµαδάκης, Νικόλαος, «Τοπωνύµια εξ οικογενειακών επιθέτων», Φιλολογικά, έτος Β΄ (1936). Τωµαδάκης 1976: Τωµαδάκης, Νικόλαος, «Γλωσσικά και Λαογραφικά εκ Κρήτης Α) Τοπωνυµίαι του χωριού Αγριλές της κοινότητος Ροδοβανίου Σελίνου», Κρητολογία 3 (Ιούλ.- ∆εκ. 1976), 77- 88. Φασατάκης 1991: Φασατάκης, Νικόλαος, Η Λαογραφία των Μελάµπων Ρεθύµνης, τ. Β΄, Αθήνα 1991. Φασατάκης 1984: Φασατάκης, Νικόλαος, «Το µοναστήρι του Βούλγαρη», Προµηθεύς ο Πυρφόρος 37 (1984), 3-18. Φραγκούλη 1982: Φραγκούλη, Αργίνη, «Η εκκλησία του Τιµίου Σταυρού στον Αρκαδιώτικο Κορέ», περιοδ. Παράκλητος Ι. Μητροπόλεως Ρεθύµνης και Αυλοποτάµου, 37 (1982), 37- 44. Χατζηγάκης 1954: Χατζηγάκης, Αλ. Κ., Εκκλησίες Κρήτης- Παραδόσεις, Ρέθυµνο 1954. Χαραλαµπάκης 1991- 93: Χαραλαµπάκης, Χριστόφορος, «Η Μελέτη των Κρητικών τοπωνυµίων», Κρητική Εστία ∆΄ (1991- 93), 173- 189.
440
ΚΩΣΤΗΣ ΗΛ. ΠΑΠΑ∆ΑΚΗΣ
Χατζιδάκις 1905: Χατζιδάκις, Γ. Ν., Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά, τ. Α΄, Αθήνα 1905. Χατζιδάκις 1934: Χατζιδάκις, Γ. Ν., Γλωσσολογικαί Έρευναι, 1 (1934). Χατζιδάκις 1941: Χατζιδάκις Γ. Ν., Συµβολή εις την κλίσιν της Νεωτέρας Ελληνικής, Αθηνά 3 (1891), 244- 53. Χατζιδάκις 1938: Χατζιδάκις, Ν. Ε., «Τοπωνυµίαι του χωρίου Αργυρουπόλεως», Επετηρίς Εταιρείας Κρητικών Σπουδών Α΄(1938), 432- 460. Ψιλάκης 1899: Ψιλάκης, Βασίλειος, Ιστορία της Κρήτης, τ. Α΄, Αθήναι 1899. Ψιλάκης χ.χ.: Ψιλάκης, Βασίλειος, Ιστορία της Κρήτης, τ. ∆΄, Αθήναι χ.χ.
Π.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 τοπωνύµια του Κέδρους (Κρυοβρυσανό Αόρι) µε φωτογραφική απεικόνιση
Το όρος Κέδρος, το οποίο εκτείνεται στην ανατολική πλευρά της πρώην επαρχίας Αγίου Βασιλείου και αποτελεί το φυσικό σύνορο µε την επαρχία Αµαρίου, έπαιξε πάντοτε καθοριστικό ρόλο στη ζωή και στην ιστορία των κατοίκων των χωριών που το περιβάλλουν. Η Κρύα Βρύση δε θα µπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Η περιοχή του όρους, η οποία ανήκει στην περιφέρεια της πρώην κοινότητας Κρύας Βρύσης, σε χρόνια περασµένα έσφυζε από ζωή. Κυρίως βοσκοί έµεναν το µεγαλύτερο διάστηµα κάθε έτους εκεί, βόσκοντας τα κοπάδια τους, τυροκοµώντας στα πολλά µητάτα1και φυλάγοντας το τυρί στις τρύπες-φυσικά ψυγεία του βουνού. Αλλά και τα µέλη των οικογενειών τους ανέβαιναν πολύ συχνά στο βουνό για να µεταφέρουν εφόδια και να φέρουν πίσω γάλα και ξύλα για τις ανάγκες του σπιτιού. Γνώριζαν κάθε γωνιά της περιοχής όπου κινούνταν, και βέβαια ήξεραν και πάµπολλα τοπωνύµια. Η ύπαρξη τόσων πολλών τοπωνυµίων στο βουνό και τόσο πολυσήµαντων υποδηλώνει και µαρτυρεί ότι εκεί πάνω στα πλάγια και στις κορυφές, στα ρυάκια, στους παράξενους γκρεµούς, στους βράχους, στα χαλίκια, στα δέντρα, στις πηγές, στους θάµνους, στα πουλιά, στους λαγούς και στ’ αγρίµια κοντά έζησαν εκατοντάδες πρόγονοί µας το µεγαλύτερο µέρος της ζωής τους. Όπως επισηµαίνει, όµως, ο Θεόδωρος Πελαντάκης στο βιβλίο του «Τοπωνύµια του Κέντρους», οι βοσκοί δεν είναι πια αναγκασµένοι να ζουν µέρα-νύχτα στο βουνό κοντά στο κοπάδι τους, οι νεότεροι δεν γνωρίζουν το βουνό όπως οι παλιότεροι και διαπιστώνεται η ταχύτατη παραφθορά, αλλοίωση και εξαφάνιση των τοπωνυµίων. Η µελέτη αυτού του βιβλίου προκάλεσε και το αρχικό ενδιαφέρον για περισσότερες πληροφορίες για το βουνό και οτιδήποτε έχει σχέση µε αυτό. Με θλίψη διαπιστώσαµε ότι γνωρίζουµε ελάχιστα για έναν τόπο που µεγαλώσαµε δίπλα του, αλλά και ότι υπάρχει κίνδυνος να χαθεί ένας τεράστιος πλούτος. 1. Καταγράφηκαν και φωτογραφήθηκαν 31 µητάτα.
442
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
Με οδηγό την πολύ σηµαντική αυτήν εργασία του κ. Πελαντάκη αλλά και µε την προσωπική καθοδήγησή του, έγινε µια προσπάθεια να καταγραφούν όλα τα τοπωνύµια της Κρυοβρυσανής περιφέρειας του Κέδρους. Επειδή όµως θεωρήσαµε ότι µια απλή καταγραφή των τοπωνυµίων δεν είναι αρκετή για να παρουσιαστεί αυτός ο πλούτος του τόπου µας, γι αυτό προχωρήσαµε στη φωτογραφική απεικόνισή τους και την εγγραφή τους σε ένα ψηφιακό δίσκο (dvd). Στον ψηφιακό δίσκο περιλαµβάνονται τα παρακάτω στοιχεία, τα οποία αναφέρονται στην παρούσα ανακοίνωση: • Τα τοπωνύµια της Κρυοβρυσανής περιφέρειας του όρους Κέδρος. Καταγράφονται, επίσης, µερικά τοπωνύµια που βρίσκονται στα όρια γειτονικών περιφερειών και παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. •Τα τοπωνύµια, ονόµατα γειτονιών και άλλα αξιοθέατα µέσα στην Κρύα Βρύση. • Μνηµεία και τοπωνύµια της ευρύτερης περιοχής της Κρυοβρυσανής περιφέρειας. Αυτονόητο είναι ότι και οι τρεις ενότητες, µπορούν να εµπλουτιστούν και να βελτιωθούν ακόµη περισσότερο. Στόχος µας στην εργασία αυτή είναι: • Να απεικονιστούν φωτογραφικά τα καταγραµµένα τοπωνύµια, πριν τα σκεπάσει η λήθη. • Να καταγραφούν και άλλα τοπωνύµια που ενδεχοµένως δεν έχουν καταγραφεί. • Να δηµιουργήσουµε ένα λογισµικό που να περιέχει ολόκληρο το υλικό, ώστε µέσα από ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή και µε διάφορους τρόπους πλοήγησης να µπορεί εύκολα, όποιος επιθυµεί, να γνωρίσει τα τοπωνύµια και να εντοπίσει την ακριβή θέση τους. Η µέθοδος που ακολουθήσαµε ήταν απλή. Φωτογραφίσαµε αρχικά πανοραµικά την κρυοβρυσανή περιφέρεια του Κέδρους. Οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν από την κορυφή του όρους Βουβάλα που βρίσκεται απέναντι, και τυπώθηκαν σε µέγεθος 40Χ60 εκατοστά. Πάνω σ’ αυτούς τους χάρτες τοποθετήσαµε τα τοπωνύµια. Καθοριστικό ρόλο σ’ αυτό το σηµείο έπαιξε και η βοήθεια ηλικιωµένων κατοίκων, κυρίως βοσκών, από τους οποίους ζητήσαµε να αναφέρουν τα τοπωνύµια, να καθορίσουν την ακριβή θέση τους στο Κρυοβρυσανό αόρι και να δώσουν επιπρόσθετες πληροφορίες για το καθένα. Το επίπονο έργο της τοποθέτησης των τοπωνυµίων στο χάρτη ανέλαβε ο κ. Θεόδωρος Πελαντάκης το
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
443
οποίο έφερε εις πέρας µε τη βοήθεια κυρίως του Στυλιανού Λαγουδάκη, που έζησε πολλά χρόνια ως βοσκός στο βουνό. Το επόµενο βήµα ήταν να φωτογραφηθεί κάθε σηµείο ολόκληρης της προς µελέτη περιοχής µε όσο το δυνατόν µεγαλύτερη µεγέθυνση. Για κάθε τοπωνύµιο χρειάστηκαν τέσσερις ή πέντε φωτογραφίες και ο συνολικός αριθµός τους ξεπέρασε τις χίλιες. Από αυτές επιλέξαµε τις πιο χαρακτηριστικές για να συµπεριληφθούν στην εργασία αυτή. Στο σηµείο αυτό εµφανίστηκαν οι πρώτες δυσκολίες. Σηµαντική δυσκολία ήταν ότι αρκετά τοπωνύµια δεν ήταν ορατά στο χάρτη. Άλλη δυσκολία ήταν η διασταύρωση των πληροφοριών για την ακριβή θέση κάθε τοπωνυµίου. Μερικές φορές δεν υπήρχε ταύτιση απόψεων. Μια τρίτη δυσκολία ήταν η αδυναµία της µακρινής φωτογραφίας να εµφανίσει λεπτοµέρειες τοπωνυµίων, όπου ήταν απαραίτητο (σπηλιάρια, πηγές κλπ). Χρειάστηκε να ανεβούµε αρκετές φορές στο βουνό για τη λήψη κοντινών φωτογραφιών χωρίς πάντως να έχει ακόµα ολοκληρωθεί αυτή η προσπάθεια. Οδηγός µας εδώ ήταν ο Πολύδωρος Λαγουδάκης ο οποίος µας υπέδειξε πού ακριβώς βρίσκεται το κάθε τοπωνύµιο που του ζητήσαµε αλλά και δίδοντάς µας πολλές πληροφορίες. Σηµαντική επίσης βοήθεια προσέφερε ο Νίκος Τίτου Βαβουράκης, µέλος του Ορειβατικού Συνδέσµου Ρεθύµνου, ο οποίος µας προµήθευσε πολλές φωτογραφίες, κυρίως γύρω από την κορυφή. Εδώ προέκυψε το ερώτηµα. πώς θα παρουσιαστούν αυτές οι φωτογραφίες; Αποφασίσαµε, λοιπόν, σε δεύτερη φάση, να κατασκευάσουµε ένα λογισµικό, χάρη στο οποίο δε θα περιοριζόµαστε στην απλή καταγραφή εικόνων και πληροφοριών, αλλά ο χρήστης να έχει τη δυνατότητα εύκολα και γρήγορα να µετακινηθεί από το ένα τοπωνύµιο στο άλλο, ανεξάρτητα από τη σειρά καταγραφής, να δει ολόκληρο ή µέρος του θέµατος που παρουσιάζεται και να διαβάσει τις σχετικές πληροφορίες.2 Επιλέχτηκε το πρόγραµµα “Flash”, χάρη στο οποίο δηµιουργήθηκαν τα ονόµατα-πλήκτρα, η µπάρα πλοήγησης και τα εικονίδια-πλήκτρα που επιτρέπουν την επικοινωνία ανάµεσα στις διάφορες απεικονίσεις, τα κείµενα και τα ονόµατα. Η λήψη των φωτογραφιών έγινε µε δυο φωτογραφικές µηχανές, µια minolta dimage 7 και µια pentax optio s55 και ανάλυση 1600Χ1200 και 2048Χ1546 pixel αντίστοιχα. Όλες οι φωτο2. Εδώ ξεκινά η παρουσίαση του dvd.
444
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
Κέδρος: γενική άποψη
γραφίες έχουν υποστεί επεξεργασία µε το πρόγραµµα «Photoshop». Η επεξεργασία, στη συντριπτική πλειοψηφία, είναι µικρή και έχει να κάνει µε την προσαρµογή της ανάλυσης στα 1024X768 pixel, την αύξηση της αντίθεσης και τον εντονότερο φωτισµό του θέµατος. Σε όλες τις τελικές φωτογραφίες εκτός από το όνοµα του εικονιζόµενου τοπωνυµίου, υπάρχει και ένα µικρό ή µεγαλύτερο κείµενο, που περιγράφει ή δίνει πληροφορίες για το σχετικό τοπωνύµιο. Το κείµενο προέρχεται από το βιβλίο «Τοπωνύµια του Κέντρους» που πιο πάνω αναφέρθηκε αλλά και από τις διηγήσεις των ανθρώπων που ρωτήθηκαν. Για να αυξήσουµε το ενδιαφέρον, θεωρήσαµε καλό να εµπλουτίσουµε το υπό κατασκευή λογισµικό µε µουσικά κοµµάτια παρµένα από την κρητική µουσική παράδοση. Επιλέχτηκαν δυο µουσικές συλλογές. Η ηχογράφηση κρυοβρυσανών σκοπών και οργανοπαικτών που έγινε από τον Γεώργιο Αικατερινίδη τον Ιούλιο του 1965 στην Κρύα Βρύση και προέρχεται από τη συλλογή του γιατρού κ. Εµµ. Βαβουράκη και «οι Πρωτοµάστορες» ανατύπωση αυθεντικών εκτελέσεων της περιόδου 1920-1955 που έγινε το 1998 από το Κρητικό Μουσικό Εργαστήρι και την εφηµερίδα «Εξουσία». Όπως παραπάνω αναφέρθηκε, το µεγαλύτερο µέρος του λογισµικού που σήµερα παρουσιάζεται περιλαµβάνει τα καταγεγραµµένα τοπωνύµια της κρυοβρυσανής περιφέρειας του Κέδρους. Περιλαµβάνονται επίσης και µερικά τοπωνύµια τους όρους, τα οποία ανήκουν σε περιφέρειες άλλων χωριών, όπως του Άνω Μέρους, Γερακάρι, Πλατανέ, Ορνές (ιδιωτικά). Όσον αφορά την Κρυοβρυσανή περιφέρεια, συµπεριλήφθηκαν τοπωνύµια που βρίσκονται βόρεια του δρόµου Κρύα Βρύση – Ορνέ. Αναφέρονται συνολικά 254 τοπωνύµια. Για ευκολότερη και καλύτερη κατανόηση κάθε τοπωνύµιου και της θέσης που βρίσκεται, υπάρχουν τέσσερις διαφορετικές ενότητες, οι οποίες βρίσκονται σε πλήρη επικοινωνία και «συνεργασία» µεταξύ τους.
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
445
Eνότητα 1η: αλφαβητική αρίθµηση
Αλφαβητική αρίθµηση
Σ’ αυτήν την ενότητα, που αποτελεί και τον πρώτο τρόπο πλοήγησης, είναι καταγραµµένα όλα τα τοπωνύµια σε απόλυτη αλφαβητική σειρά. ∆εν υπάρχει φωτογραφική απεικόνιση αλλά µόνο τα ονόµατα. Κάθε όνοµα επίσης αποτελεί πλήκτρο, το οποίο οδηγεί στην τελική απεικόνιση του τοπωνυµίου. Κάθε τοπωνύµιο είναι γραµµένο µε το εµπρόθετο άρθρο, όπως ακριβώς προφερόταν από εκείνους που το χρησιµοποιούσαν. Τα άρθρα δεν υπολογίζονται στην αλφαβητική αρίθµηση. Από αυτήν την κάρτα θα ξεκινήσει ο χρήστης, όταν ξέρει το όνοµα ενός τοπωνυµίου και θέλει να εντοπίσει σε ποιο ακριβώς σηµείο του βουνού βρίσκεται. Χρησιµοποιώντας τα κεφαλαία γράµµατα που βρίσκονται στην κορυφή κάθε µιας από τις εννέα καρτέλες της αλφαβητικής αρίθµησης (η παραπάνω εικονιζόµενη είναι η πρώτη), τα οποία λειτουργούν ως πλήκτρα, εντοπίζει το όνοµα του τοπωνυµίου που τον ενδιαφέρει. Το κάθε όνοµα επίσης λειτουργεί ως πλήκτρο που οδηγεί απ’ ευθείας στην τελική απεικόνιση του τοπωνυµίου. Βασικό στοιχείο της κάρτας είναι η µπάρα πλοήγησης, που εµφανίζεται στο κάτω δεξιό µέρος της οθόνης.
446
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
Μπάρα πλοήγησης
Η µπάρα πλοήγησης αποτελεί καθοριστικό στοιχείο του dvd και τη συναντούµε σε όλες τις κύριες κάρτες. Χάρη σ’ αυτήν οι κύριες κάρτες «συνεργάζονται» µεταξύ τους και η εµφάνιση κάθε θέµατος αποτελεί απλή διαδικασία. Eνότητα 2η: πανοραµική άποψη
Πανοραµική άποψη
Ο χρήστης που θα επιλέξει το δεύτερο τρόπο πλοήγησης, να ξεκινήσει δηλαδή από την κάρτα της πανοραµικής άποψης, θα βρεθεί ανοίγοντάς την µπροστά στον κατάλογο των 254 τοπωνυµίων που εξετάζονται. Όλα τα προς παρουσίαση τοπωνύµια είναι αριθµηµένα από το 1 έως το 254 ξεκινώντας από τα δυτικά προς τα ανατολικά του Κέδρους και, όσο αυτό είναι δυνατόν, από χαµηλά προς τα ψηλότερα. Περνώντας το ποντίκι πάνω από το όνοµα κάθε τοπωνυµίου, εκείνο µεγεθύνεται, ενώ στο χάρτη
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
447
ένας κύκλος εµφανίζεται δείχνοντας την ακριβή θέση του. Στο χάρτη επίσης υπάρχει αρίθµηση 1-254, η οποία αντιστοιχεί µε την αρίθµηση που έχει κάθε τοπωνύµιο στον κατάλογο. Κάνοντας «κλικ» στο κάθε τοπωνύµιο ο χρήστης οδηγείται στην τελική απεικόνιση του τοπωνυµίου, κάτι που, όπως αναφέρθηκε, είναι και ο τελικός στόχος του. Eνότητα 3η: µέση µεγέθυνση
Μέση µεγέθυνση
Η ενότητα αυτή αποτελεί ένα τρίτο τρόπο πλοήγησης. Εδώ η µεγέθυνση είναι πολύ µεγαλύτερη και χωρίζεται σε πέντε διαφορετικές «οθόνες» (= ή κάρτες). Κάθε οθόνη απεικονίζει ένα µεγάλο τµήµα της περιφέρειας που εξετάζεται και στην αριστερή της πλευρά είναι καταγραµµένα τα τοπωνύµια που φαίνονται στη συγκεκριµένη απεικόνιση. Ανοίγοντας ο χρήστης µια από τις πέντε κάρτες της «µέσης µεγέθυνσης» έχει τη δυνατότητα να δει ένα µόνο τµήµα του Κέδρους, αλλά µε περισσότερη λεπτοµέρεια και ευκρινέστερη τοποθέτηση του τοπωνυµίου. Αυτό του δίνει τη δυνατότητα να προσδιορίσει ευχερέστερα τη θέση του, σε σχέση όχι µόνο µε το βουνό, αλλά και µε τα τοπωνύµια που βρίσκονται κοντά του.
448
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
Eνότητα 4η: τελική απεικόνιση ή τελική µεγέθυνση Η ενότητα αυτή, η οποία αποτελεί και τον κυρίως σκοπό της εργασίας, αποτελείται από διακόσιες πενήντα τέσσερις (254) κύριες κάρτες, όσα είναι και τα καταγραµµένα τοπωνύµια. Κάθε τοπωνύµιο εικονίζεται µε όσο γίνεται καλύτερη λήψη, αναφέρεται το όνοµά του και ένας κύκλος δείχνει την ακριβή θέση ή απεικόνισή του. Η αρίθµηση, όπως και προηγουµένως αναφέρθηκε, ξεκινά από το δυτικότερο άκρο της περιοχής που εξετάζεται και καταλήγει στο ανατολικότερο. Εκτός από την κύρια απεικόνιση, σε όσα τοπωνύµια κατέστη δυνατόν, υπάρχει και άλλη µια ή περισσότερες απεικονίσεις, που εµφανίζουν λήψεις από πιο κοντά ή από διαφορετική οπτική γωνία. Στις δευτερεύουσες αυτές «οθόνες» (= ή κάρτες) οδηγούµαστε από µικρά εικονίδια-πλήκτρα που βρίσκονται στην κάτω αριστερή γωνία της αρχικής «οθόνης». Τα µικρά αυτά εικονίδια είναι πλήκτρα, τα οποία οδηγούν σε άλλες κάρτες µε το ίδιο θέµα, αλλά µε διαφορετική λήψη. Κάθε εικονίδιο είναι µια µικρογραφία της κάρτας στην οποία οδηγεί. Η δυνατότητα αυτή υπάρχει µόνο σε µερικές από τις κάρτες της τελικής µεγέθυνσης. Ελπίζοµε µελλοντικά να την αποκτήσουν και οι υπόλοιπες. Ο αριθµός επίσης των εικονιδίων ποικίλει από κάρτα σε κάρτα. Στις επόµενες σελίδες παραθέτοµε όλες τις φωτογραφίες που συµπεριλήφθηκαν στον ψηφιακό δίσκο (dvd). Μόνο έτσι ο αναγνώστης της ανακοίνωσης µπορεί να δει κάθε τοπωνύµιο µαζί µε την απεικόνισή του. Εδώ τίθεται το ερώτηµα αν από αυτή την εργασία µπορεί να προκύψει κάποιο όφελος. Η απάντηση είναι χωρίς αµφιβολία θετική. Πρώτα - πρώτα το όφελος είναι προσωπικό. Η ενασχόληση µε τα τοπωνύµια του βουνού έδειξε πλευρές του τις οποίες παντελώς αγνοούσαµε. Μας έκανε να αγαπήσοµε τον τόπο αυτό και να τον νιώσουµε πολύ πιο κοντά µας. Μας έδωσε την ευκαιρία να το επισκεφτούµε επανειληµµένα, να γνωρίσουµε τις τόσες οµορφιές του και να επηρεαστούµε από την εντυπωσιακή γοητεία του. Μας έφερε επίσης πιο κοντά µε ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά το Κέδρος και µας έκανε να κατανοήσουµε καλύτερα τους πολύ στενούς δεσµούς των προγόνων µας µε αυτό. Φιλοδοξία µας είναι να επηρεάσει και άλλους ανθρώπους από απλούς φυσιολάτρες µέχρι λειτουργούς της λαογραφίας και της παράδοσης. Χαρά µας θα ήταν η έρευνα αυτή να προχωρήσει περισσότερο. Με ικανοποίηση διαπιστώνουµε ότι υπάρχει έντονο ενδιαφέρον, ιδιαίτερα από τους
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
449
εκπροσώπους του δήµου µας. Ειδικότερα για τους Κρυοβρυσανούς από τα παραπάνω συνάγεται ότι είναι στοιχειώδης υποχρέωσή τους να γνοιάζονται για το Κέδρος, που επί αιώνες ήταν το «σπίτι» των προγόνων µας. Από αυτή την έγνοια-χρέος προέκυψε η πρωτογενής έρευνα στα τοπωνύµιά του, τα οποία είναι µαρτυρίες - ίχνη - αποµεινάρια της ζωής τους. Η επεξεργασία των τοπωνυµίων µε τη βοήθεια της σύγχρονης τεχνολογίας – τεχνογνωσίας ελπίζοµε ότι θα θυµίσει στους ελάχιστους που «έζησαν» στο Κέδρος παλιές, δύσκολες αλλά και νοσταλγικές µέρες. Θα τους βοηθήσει η πλοήγηση στη µελέτη του DVD να ανεβούν, νοερά, στο βουνό… Για τους νεότερους Κρυοβρυσανούς ελπίζοµε ότι θα είναι αποκάλυψη ενός «κόσµου», άγνωστου κόσµου, που είναι τόσο κοντά µας και τόσο δεµένος µε την τοπική µας ιστορία. Στο σηµείο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους εκείνους που µε κάθε τρόπο βοήθησαν στην πορεία αυτής της εργασίας. Μερικοί από αυτούς ήδη αναφέρθηκαν. Τα ονόµατα όλων όσων βοήθησαν τα βλέπετε στο video wall.3
Πίνακας συντελεστών
Ιδιαίτερα θα ήθελα να σταθώ στον κ. Θεόδ. Πελαντάκη, χωρίς τη βοήθεια και την καθοδήγηση του οποίου τίποτα δε θα είχε πραγµατοποιηθεί. 3. Εδώ εµφανίζεται η αρχική οθόνη µε τους συντελεστές.
450
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
451
452
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
453
454
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
455
456
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
457
458
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
459
460
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
461
462
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
463
464
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
465
466
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
467
468
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
469
470
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
471
472
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
473
474
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
475
476
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
477
478
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
479
480
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
481
482
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
483
484
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
485
486
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
487
488
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
489
490
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
491
492
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
493
494
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
495
496
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
497
498
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
254 ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΤΟΥ ΚΕ∆ΡΟΥΣ ΜΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ
499
500
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΦΩΤΑΚΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Πελαντάκης Θ. (1998). Τοπωνύµια του Κέντρους (ανάτυπο από: Τα Κρητικά Τοπωνύµια. ∆ιήµερο Επιστηµονικό Συνέδριο, Ρεθ. 6-7 Νοεµβρίου 1998). Ιστορική - Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύµνης. Σκούληκας Μιχ. Εµµ. (1999). Το Όρος Κέδρος. Αθήνα. εκδ. συγγραφέα ∆ετοράκης Θ. (1986). Ιστορία της Κρήτης. Αθήνα. εκδ. συγγραφέα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Εισαγωγή ........................................................................................
5
Σηµείωµα των επιµελητών της έκδοσης των έξι τόµων ................. 10
Μαρίνος Σαρηγιάννης Ο ναχιγές Αγίου Βασιλείου µετά την Οθωµανική κατάκτηση ........... 11
Αθανάσιος Κ. Απανωµεριτάκης Το Ολοκαύτωµα της Λαµπηνής 20 Ιανουαρίου 1829 ....................... 49
Γεώργιος Τσιγδινός Ο νεότερος κώδικας της Μονής του Αγ. Πνεύµατος ........................ 65 Μανόλης ∆ετοράκης Τα θεραπευτήρια Ροδακίνου και Σελλίων Αγ. Βασιλείου στην επανάσταση του 1866-69 ......................................................... 75 Γιάννης Γρυντάκης Ο Άγιος Βασίλειος στην επανάσταση του 1889 ................................ 77 Ανδρέας Νανάκης Γένος, αυτοκρατορία, έθνος σε σχέση µε τους αρχιερείς της Μητροπόλεως Λάµπης και Σφακίων από το τέλος του 18ου αιώνα έως τον 20ο ....................................................................................................... 93
Γεώργιος Εµµ. Περπιράκης Η επανάσταση του Θερίσου και η επαρχία Αγίου Βασιλείου ............ 95
Θεόδωρος Στυλ. Πελαντάκης Κρύα Βρύση: Η περιοχή και οι παλιοί οικισµοί της Οι κάτοικοι, η ζωή τους διαχρονικά κοντά στο Κέδρος Το µετόχι Κουρµπάδος ..................................................................... 115 Ζαχαρίας Στρατιδάκης Επισκόπηση της εκπαιδευτικής ιστορίας του Αγίου Βασιλείου Γέννηση και επέκταση του σχολικού δικτύου κατά την εκατονταετία 1836 - 1940 ......................................................... 181
502
ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑ - ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ
Νίκος Φασατάκης Το Ηµιγυµνάσιο Σπηλίου 1920-38 ................................................... 205
Μιχάλης Τρούλης Ένας Αγιοβασιλειώτης αγωνιστής των κρητικών επαναστάσεων: Στυλιανός Βαρδάκης, ο Ροδακινιώτης (1827-1918) ....................... 209
Εµµανουήλ Γ. Χαλκιαδάκης Η Μάχη της Κρήτης στο Ρέθυµνο: η συµβολή της επαρχίας Αγίου Βασιλείου στην ασφαλή αποχώρηση των βρετανικών στρατευµάτων .................................................................................. 225 Γιάννης Ζ. Παπιοµύτογλου Βιβλιογραφία επαρχίας Αγίου Βασιλείου ......................................... 243
Βασίλης Μιχ. Σιµιτζής Αγιοβασιλειώτικη Γιαλιά: Πύλη του νότου της Κρήτης. Γεωτοπωνυµικές αναφορές, µύθοι και ιστορία ................................ 287 Χρίστος Μακρής Το ορεινό δίκτυο και οι Ερµαϊκές στήλες (Πετραθρώποι) της τ. επαρχίας Αγ. Βασιλείου Τα σπήλαια, οι ενδοσπήλαιοι και βραχοσκεπείς ναοί της ................ 319
Κωστής Ηλ. Παπαδάκης Κυριώνυµα τοπωνύµια της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνου (Οικογενειακά ονόµατα, Βαπτιστικά, Ανδρωνυµικά, Παρωνύµια, Εθνικά, Κοινωνικές οµάδες) ....................................... 331 π. Γεώργιος Φωτάκης 254 τοπωνύµια του Κέδρους (Κρυοβρυσανό Αόρι) µε φωτογραφική απεικόνιση ............................................................ 441
Χορηγοί Συνεδρίου
- Ι. Μ. Λάµπης, Συβρίτου και Σφακίων - Περιφέρεια Κρήτης - Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ρεθύµνου - ∆ήµος Λάµπης - ∆ήµος Φοίνικα - ΤΕ∆Κ - Οµοσπονδία Συλλόγων Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύµνου «Ο ΠΡΕΒΕΛΗΣ» - Αττικής - Σύλλογος Επιστηµόνων ∆ήµου Λάµπης (ΣΕ∆ΗΛ) - Πολιτιστικός Σύλλογος Αγίου Ιωάννου Καµένου - Πολιτιστικός Σύλλογος Μελάµπων - Επιµελητήριο Ρεθύµνης - Οικογένεια Τάκη (∆ηµήτρη) ∆ασκαλαντωνάκη - Ένωση Γεωργικών Συνεταιρισµών Ρεθύµνου - MOTOR OIL - Μανόλης Μαστορογιαννάκης, τ. δήµαρχος ∆ήµου Φοίνικα - ANEK - 3E - Ξενοδοχείο «ΚΑΛΥΨΩ» - Εφηµερίδα «ΚΡΗΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ» - Εφηµερίδα «ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ» - Εφηµερίδα «ΡΕΘΕΜΝΟΣ» + Λεωνίδας Μακρής, δικηγόρος - Κέντρα Ξένων Γλωσσών «ΦΗΤΑΜ» - Κέντρα Ξένων Γλωσσών Στέλας Βαβουράκη - Κέντρο Ξένων Γλωσσών Εύας Βιταλάκη - Αετουδάκης ∆ηµήτριος, συγγραφέας - Πιπεράκης Σταύρος, επιχειρηµατίας - Αγγελιδάκης Γεώργιος, γιατρός - Μπιρλιράκης Εµµανουήλ, επιχειρηµατίας - Πελαντάκης Βασίλης, δικηγόρος - Ανώνυµοι δωρητές