ΦΑΣΙΣΜΟΣ ΙΤΑΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑ Ο ΝΕΑΡΟΣ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ Ο ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ Η ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Μ
ια σκληροπυρηνική πολιτική ιδεολογία με βασικό της χαρακτηριστικό την καλλιέργεια του εθνικισμού και της φυλετικής ανωτερότητας, την στρατιωτική πειθαρχία και την τυφλή υπακοή προς τα ανώτερα αξιώματα. Προέρχεται από την ιταλική λέξη fascio (από το λατινικό «fasces» που σημαίνει «ράβδοι δεμένες μαζί με έναν πέλεκυ»). (Efor & Michael, 2011)
Ε
πίσης, η δικτατορία του Πρίμο Ντε Ριβέρα στην Ισπανία (1923-30) ονομάστηκε φασιστική. Κύριο χαρακτηριστικό αυτών των καθεστώτων ήταν ο αυταρχι-
σμός και η χρήση ολοκληρωτικών μεθόδων διακυβέρνησης. Ωστόσο, οι ρίζες του μπορούν να εντοπιστούν και νωρίτερα 1) 19ος αιώνας, φουτουριστές 2) Η εποχή της Ευρωπαϊκής εξάπλωσης και της αποικιοκρατίας που συνοδεύτηκε από την καλλιέργεια της ιδεολογίας του «ανώτερου λευκού Ευρωπαίου και κατακτητή» έναντι του «φυλετικά κατώτερου» Ινδού, Αφρικανού, Ινδιάνου ή Κινέζου. Την εποχή εκείνη, λοιπόν, ήταν επιστημονικό «δεδομένο» ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των φυλών με την λευκή να υπερέχει.(Efor & Michael, 2011)
ΙΤΑΛΙΑ
Ο
φασισμος πρωτοεμφανιστικς στην Ιταλία και γεννήθηκε κατά την διάρκεια του μεσοπόλεμου που υπηρχε βαθύτατη οικονομική και κοινωνική κρίση γεννηκοτερα στην ευρωπαϊκες χωρες γι’αυτο το λογο υπιρξε και η γέννηση αυτου του νέου πολιτικού φαινομένου. Το ονομά αυτου του φαινομενου το πηρε απο το “Εθνικό Φασιστικό κόμμα” του Μπενίτο Μουσολίνι 1919 και το 1921 εμφανιστικα οι πρωτες φασιστικες οργανώσεις στην Ιταλία. (Χαλούλος 2007)
Ο
Μουσολίνι κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο μετατρέπεται σε άκρο εθνικιστή ομως παλιότερα ηταν διευθυντής της σοσιαλιστικής εφημερίδας “avanti”. Επισης εκινο το διαστειμα Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο στρέφεται κατά τους σοσιαλιστες, αλλά και τους καπιταλιστες. (Χαλούλος 2007)
Μ Το 1920 ξανα διοργανώνεται το φασιστικό κίνημα και στρέφεται κατά των εργατικών σωματείων και των απεργιών, κατά των σοσιαλιστών, κομμουνιστών και κομμάτων της αριστεράς.
ετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ο Μουσολίνι εκμεταλλευτικε την οικονομική και κοινωνική κρίση που ειχε η Ιταλίας εκινο το διαστιμα και κρίνοντας την ανικανότητα των φιλελεύθερων κυβερνήσεων που ειχε η Ιταλία ζητούσε ένα δυναμικό καθεστώς που θα σηκονε το κράτος και θα του ανεβαζε στα μεγαλεία. Με αυτο το τροπο ιδρύει τον πρώτο “Ιταλικό δεσμό πάλης”. Το 1920 ξανα διοργανώνεται το φασιστικό κίνημα και στρέφεται κατά των εργατικών σωματείων και των απεργιών, κατά των σοσιαλιστών, κομμουνιστών και κομμάτων της αριστεράς. Το 1922 ο Μουσολίνι με μερικές χιλιάδες οπαδούς του κάνουν τη λεγόμενη “πορεία προς τη Ρώμη”. Ο βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ τον ορίζει πρωθυπουργό. (Χαλούλος 2007)
Σ
τη Γερμανία ο φασισμός εμφανιστικε κυρίως μέσα από το κίνημα του εθνικοσοσιαλισμού. Ο εθνικοσοσιαλισμού προέρχεται από την αγγλική λέξη nazism, που έχει τις ρίζες της στην συντόμευση της γερμανικής λέξης Nationalsozialismus (εθνικοσοσιαλισμός). Το σκεφτικε ο Γάλλο φιλόσοφο Maurice Barrès, ο οποίος απέρριψε τον πλουραλισμό, τον ατομικισμό και τον υλισμό και βασίστηκε στον ακράδαντο ρατσισμό, αντισημιτισμό και την συνωμοσιολογία της αντεπαναστατικής Δεξιάς, παντρεύοντας αυτά τα ιδεολογήματα ταυτόχρονα με τον σοσιαλισμό και τον εθνικισμό της ρεπουμπλικανικής αντιφιλελεύθερης αριστεράς. Ο εθνικοσοσιαλισμός διαφέρει από τον Ιταλικό και Ισπανικό φασισμό, ο οποίος σήμερα εκφράζεται σε μεγάλο ποσοστό από τα κόμματα της άκρας δεξιάς. Ο ίδιος ο Χίτλερ πολλές φορές καταδίκαζε τον κοσμοπολιτισμό και την εγωιστική φύση του καπιταλισμού, ήρθε
σε σύγκρουση με την φιλελεύθερη μπουρζουαζία, ενώ θεώρησε τον καπιταλισμό ως δημιούργημα των Εβραίων. Σε αντίθεση όμως με τον σοσιαλισμό του Μαρξ, των αναρχοκομμουνιστών ή αναρχοκολλεκριβιστών, ο εθνικοσοσιαλισμός δεν αντιτίθεται στην ατομική ιδιοκτησία, αλλά συνεχίζει παρόλ’ αυτά να παρουσιάζει αρκετά κοινά με τον Μπολσεβικισμό, κυρίως λόγο της απεύθηνσής του προς στην εργατική τάξη. Ωστόσο όμως, δεν θεωρείται ούτε αριστερό αλλά ούτε και δεξιό ρεύμα. Το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα αρχικά αντιτάχθηκε στο καθεστώς της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, αλλά και στον αναρχισμό και κομμουνισμό. Οι ιδεολογικές αρχές του εθνικοσοσιαλισμού και η εφαρμογή τους στην πράξη οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, στο ολοκαύτωμα και στα στρατόπεδα εξόντωσης. (Efor & Michael, 2011)
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Τ
ην κρίση της Γερμανίας μιας μεγάλης βιομηχανικής χώρας που βρισκόταν σε μέγαλη κρίση μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο εκμεταλλεύεται ο Αδόλφος Χίτλερ.(Χαλούλος 2007)
Τ
Ο
ο 1923 το Ναζιστικό κόμμα λαμβάνει μέρος στις εκλογές ομως εχει επιτυχία, αλλά το 1930 ανεβάζετε θεαματικά η εκλογική του δύναμη, ενώ το 1932 πέτυχε πλειοψηφία 13.000.000 ψήφους καταλαμβάνοντας 240 βουλευτικές έδρες. Βέβαια είχαν προηγηθεί διάφορες παρανομίες, βιαιότητες προς εκφοβισμό αντιφρονούντων, απεργών εργατών. (Χαλούλος, 2007)
Ο
ε νόμο που ψηφίστηκε με μεγάλη πλειοψηφία στη Βουλή καταργήθηκαν τα κόμματα και η Βουλή και άρχισε η δικτατορία του Γ΄ Ράιχ. Τον Οκτώβριο το 1933 μέλη των Ναζί πυρπόλησαν τη Βουλή και ετσι διέδωσαν ότι ευθύνονταν οι κομμουνιστές. (Χαλούλος, 2007)
Αδόλφος Χίτλερ ιδρύει το “Εθνικοσοσιαλιστικό ή Ναζιστικό” κόμμα (από τις δύο πρώτες συλλαβές του National Sozialistische Deutsche Arbeiterpartei = Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα.(Χαλούλος, 2007) Αδόλφος Χίτλερ απεχθανόταν το δημοκρατικό πολίτευμα και ειπεν: “Η πλειοψηφία δεν μπορεί να αναπληρώσει έναν άνθρωπο. Αντιπροσωπεύει όχι μόνο τους ηλίθιους αλλά και τους δειλούς.” Πιστεύοντας ότι ο γερμανικός στρατός στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο προδόθηκε από τους πολιτικούς, γινετε μελος το 1919 σε μια εθνικιστική οργάνωση των άκρων, οπου γρήγορα θα γίνει ο αρχηγός και θα τη μετατρέψει στο γνωστό Ναζιστικό κόμμα με πολιτική. Σύμφωνα με την αντιεπιστημονική θεωρία του κόμματος οι Γερμανοί ανήκαν σε μια ανώτερη φυλή, την Αρεία, ενώ άλλες φυλές, όπως η Εβραϊκή θεωρούνταν κατώτερες. (Χαλούλος, 2007)
Η πλειοψηφία δεν μπορεί να αναπληρώσει έναν άνθρωπο. Αντιπροσωπεύει όχι μόνο τους ηλίθιους αλλά και τους δειλούς.
Μ Σ
τρατόπεδα συγκέντρωσης δέχονται κομμουνιστές, Εβραίους και άλλες εθνικές μειονότητες και γενικά αντιφρονούντες, αλλά και ομοφυλόφιλους. Ακολουθούν φρικτά βασανιστήρια εναντίον τους, ασύληπτης φρίκης. Στα στρατόπεδα συγκέντρωσης θα γίνουν από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας μέχρι τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. (Χαλούλος, 2007)
9
Νοεμβ. 1938 ο υπουργός Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκαίμπελς οργανώνει την ονομαζόμενη “νύχτα των κρυστάλλων”: παντού σπάζονται οι βιτρίνες των εβραϊκών καταστημάτων, πυρπολούνται συναγωγές, λεηλατούνται και κατεδαφίζονται σπίτια και καταστήματα Εβραίων, πλήθος συλλαμβάνονται, σύρονται σε καταναγκαστικά έργα ή θανατώνονται. Οι εβραϊκές συνοικίες θεωρούνται “γκέτο”, αποκλεισμένες περιοχές και ελεγχόμενες από τις δυνάμεις ασφαλείας. Η γενοκτονία των Εβραίων ήταν πρωτοφανής και έμεινε στην ιστορία ως το “ολοκαύτωμα”. (Χαλούλος, 2007)
Ο ΝΕΑΡΟΣ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ
Ο
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα, αυτές οι βεντέτες πήραν τη μορφή βίαιων διαμαχών μεταξύ των ρεπουμπλικάνων και των σοσιαλιστών επαναστατών.
Μπενίτο Μουσολίνι καταγόταν από τη Ρουμάνια, τον κλασικό τόπο της πολιτικής βίας. Πριν από την άνοδο του επαναστατικού σοσιαλισμού και του μπακουνισμού, η επαρχία κατακλύστηκε από τη βία των Γιακωβίνων και των Καρμπονάρων. Μία πολύ φτωχή επαρχία της Ιταλίας , που κατοικούνταν κυρίως από ακτήμονες εργάτες γης, η Ρωμάνια ήταν η γη της αιματηρής βεντέτας. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα, αυτές οι βεντέτες πήραν τη μορφή βίαιων διαμαχών μεταξύ των ρεπουμπλικάνων και των σοσιαλιστών επαναστατών. Μεταξύ των τελευταίων, η εξέχουσα προσωπικότητα και ο πραγματικός ιδρυτής του τοπικού κινήματος ήταν ο Αλεσάντρο Μουσολίνι Μπενιουν , πατέρας του Μπενίτο. Μολονότι ο Αλεσάντρο τάχθηκε υπέρ του σοσιαλισμού κατά τη δεκαετία του 1880, παρέμεινε κοντά στους αναρχοκομμουνιστές τοπο¬θετούμενος μεταξύ του μαρξισμού και του αναρχισμού. Αυτή την περίοδο, ο αναρχισμός είχε απολέσει τα στηρίγματά του στην Ιταλία, η προπαγάνδα με τη δράση και οι αποτυχημένες εξεγέρσεις τον είχαν αποξενώσει από το λαό. Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της αποτυχίας ήταν το ότι μια ομάδα αναρχοκομμουνιστών υιοθέτησε την τρομοκρατία και τη βία στην πιο ακραία μορφή τους υποστηρίζοντας ότι η επανάσταση είναι η διαρκής δράση της διάπραξης κάθε είδος εγκλήματος εναντίον της δημόσιας τάξης. Ο Αλεξάντρο Μουσολίνι δε συμπαθούσε αυτές τις δραστηριότητες και έτσι έγινε ο ιδρυτής και ο ηγέτης του σοσιαλιστικού κινήματος της πόλης του. Οι εργάτες τον εκτιμούσαν και τον σέβονταν βαθύτατα. Μολονότι δεν ήταν πολιτικά σεκταριστής, ήταν βίαιος αντικληρικαλιστής. Ο ακραίος αντικληρικαλισμός ήταν ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας της Ρωμάνιας. Οι σοσιαλιστές και οι αναρχικοί ξόδευαν περισσότερο χρόνο για να επιτίθενται στη θρησκεία παρά σε άλλες πλευρές της κοινωνίας. (Γκάμποουν, 2012)
Ο
ακραίος αναρχοκομμουνισμός ήταν φανατικός, αυταρχικός και αδιάλλακτος. Οι υποστηρικτές του έκαναν τα πάντα για να διεγείρουν το μίσος και την εχθρότητα εναντίον των αντιπάλων τους στρώνοντας έτσι το έδαφος για την εκδίκηση και τον αποδιοπομπαίο τράγο της προπαγάνδας του φασισμού. Η κυνική στάση τους απέναντι σε όλες τις πλευρές της κοινωνίας, η δικαίωση της τρομοκρατίας μέσω των σκοπών και η επιθυμία για μια σαρωτική επανάσταση προανήγγειλαν επίσης το φασιστικό μηδενισμό. Για τον Κάρλο Καφιέρο, έναν κυριολεκτικά παράφρονα ηγέτη των εξτρεμιστών, η βίαιη δράση ήταν καλή αυτή καθεαυτήν, κάτι που αποτελεί μία γνήσια φασιστική άποψη. Οι εξτρεμιστές ήταν ειδικοί στο να επιτίθενται στους “μετριοπαθείς” αναρχοκομμουνιστές όπως στον Ερίκο Μαλατέστα, που τον απείλησαν ακόμα και με πυροβολισμό και στο να οργανώνουν ένοπλες ληστείες. Το περιοδικό Σκέψη και Δυναμίτης, που εκδιδόταν από τους τρομοκράτες, έγραφε το 1891: για να θριαμβεύσει πλήρως η Κοινωνική Επανάσταση, είναι αναγκαίο να καταστραφεί στο σύνολό της η μπουρζουαζία. Γυναίκες, γέροι και παιδιά, όλοι πρέπει να πνιγούν στο αιμα.(Γκάμποουν, 2012)
Τ
έτοιες απόψεις είναι κατά πολύ χειρότερες από αυτές που αργότερα υποστήριξαν οι Ιταλοί φασίστες έχοντας περισσότερα κοινά με τον Πολ Ποτ παρά με τον Ντούτσε. Δεδομένου αυτού του πολιτιστικού και πολιτικού υποβάθρου, δεν είναι περίεργο που ο Μουσολινη Μπενίτο ήταν ένας γεννημένος εξτρεμιστής. Σε ηλικία 17 ετών, ο νεαρός σοσιαλιστής επαινούσε τη δολοφονία του βασιλιά Ουμπέρτο από έναν αποκαλούμενο αναρχικό και υποστήριζε την πολιτική βία ως μέσο αγώνα. Διακατεχόταν από έντονη αντιθρησκευτικότητα
και στην πραγματικότητα ήταν, σε αυτό τον τομέα, πιο ριζοσπαστικός από ό,τι οι περισσότεροι σοσιαλιστές ακριβώς όπως οι αναρχικοί. Η σχέση του με το αναρχικό κίνημα ήταν στενή και εγκάρδια. Το 1903, ήταν ομιλητής, μαζύ με τον αναρχικό Λουίτζι Μπερτόνι, σε μια συνάντηση και καταγράφηκε ως ένας αναρχικός από το ιταλικό προξενείο της Γενεύης. Μιλώντας στην Ελβετία για τον ιταλικό σοσιαλισμό, υπογράμμισε την επαναστατική φύση του, αρνήθηκε ότι είναι αναρχικός, αλλά υποστήριξε ότι είναι επαναστάτης. Ο Μουσολίνι απελάθηκε από την Ελβετία και κατηγόρησε για την απέλασή του τους Ελβετούς μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές, σε ένα άρθρο που δημοσίευσε σε μια αναρχική εφημερίδα με τον τίτλο Η Εξέγερση.(Γκάμποουν, 2012)
Τ
ο 1904, ο Μουσολίνι Μπενιου συζήτησε για το ζήτημα της θρησκείας με τον Αιμίλιο Βαντερβέλντε. Για τον τελευταίο, και για την τεράστια πλειονότητα των σοσιαλιστών, η θρησκεία ήταν ένα ιδιωτικό ζήτημα και ήταν λάθος να διαιρείται η εργατική τάξη με βάση τη θρησκεία. Ο Μουσολίνι, υπερασπιζόταν τον αθεϊσμό, πήγαινε μάλιστα τόσο μακριά, που κατηγορούσε τον Χριστό υποστηρίζοντας ότι η ηθική του οδηγεί στη βλακεία και την ανανδρία, μία άποψη πολύ πέραν της τυπικής αντικληρικαλιστικής στάσης. Οι απόψεις του για τη θρησκεία, την κυβέρνηση, τη δημοκρατία, το μιλιταρισμό και τη χρήση βίας βρίσκονταν πλησιέστερα σε εκείνες των εξτρεμιστών αναρχοκομμουνιστών παρά σε εκείνες των σοσιαλιστών. Ο νεαρός Μουσολίνι ήταν πάντοτε ένας ακροαριστερός ή επαναστάτης σοσιαλιστής. (Γκάμποουν, 2012)
Ο ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ ΚΑΙ Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ
Τ
ο 1920, ο Αρτούρο Λαμπριόλα (ένας ακόμα μελλοντικός φασίστας) και ο Μόκι εξέδωσαν το περιοδικό Σοσιαλιστική Πρωτοπορία για να προωθήσουν το συνδικαλισμό. Ο Μουσολινη θαύμαζε τον Λαμπριόλα και έγινε ένας βασικός συνεργάτης του περιοδικού. Προώθησε την άποψη ότι οι μεταρρυθμίσεις αποδυνάμωναν την εργατική τάξη, ασκούσε δριμεία επίθεση στο φιλελευθερισμό και ποτέ δεν έχανε την ευκαιρία να δυσφημεί την αντιπροσωπευτική μορφή κυβέρνησης. Πίστευε ότι οι μοναρχικοί και η θρησκευτική δεξιά ήταν καλύτερο να αντιμετωπίζονται με την άμεση δράση και τον ταξικό πόλεμο. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, συμπαθούσε το αναπτυσσόμενο
Ο Μουσολίνι ασχολούνταν πολύ με τον επαναστατικό αναρχισμό
συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά θα ήταν εσφαλμένο να πούμε ότι ήταν συνδικαλιστής. Όμως, το 1908, η συνδικαλιστική τάση του Σοσιαλιστικού Κόμματος εκδιώχθηκε από τους μετριοπαθείς σοσιαλιστές. Ο Μουσολίνι και κάποιοι άλλοι φιλοσυνδικαλιστές κατάφεραν να αποφύγουν την εκδίωξη τους από το Σοσιαιστικό Κόμμα και το 1912 είχαν αποκτήσει αρκετή δύναμη για να πάρουν στα χέρια τους το Κόμμα από τη μετριοπαθή τάση. (Γκάμποουν, 2012)
Π
ριν προχωρήσουμε, ίσως είναι απαραίτητο να προσδιορίσουμε τον όρο συνδικαλισμός. Σε γενικές γραμμές, είναι μια μορφή ριζοσπαστικού τρεϊντγιουνιονισμού, που επιδιώκει να αντικαταστήσει τον καπιταλισμό και το Κράτος με τον έλεγχο των εργατών μέσω της δομής των τοπικών δημοκρατικών συνδικάτων και άλλων εθελοντικών ενώσεων. Οι βασικές ιδέες του συνδικαλισμού είχαν τις ρίζες τους στον αναρχισμό, ειδικά σε στοχαστές όπως ο Προυντόν και ο Μπακούνιν, αλλά η ιδέα του συνδικαλισμού καρποφόρησε κατά τη δεκαετία του 1890 με τον Φερδινάνδο Πελουτιέ. Πρόκειται για τον αναρχοσυνδικαλισμό. Ορισμένοι μαρξιστές επηρεάστηκαν από τη δράση των αναρχοσυνδικαλιστών και διαμόρφωσαν μια ξεχωριστή μαρξιστική τάση του συνδικαλισμού. Είναι από το μαρξιστικό συνδικαλισμό, και όχι από τον αναρχοσυνδικαλισμό, που αναπτύσσεται ο φασιστικός συνδικαλισμός. (Γκάμποουν, 2012)
Το 1909, αναμίχθηκε ένα σχέδιο ανατίναξης ενός αστυνομικού σταθμού στο Τρέντο.(Γκάμποουν, 2012)
Ό
Ο
λη αυτή την περίοδο, ο Μουσολίνι Μπενιου ασχολούνταν πολύ με τον επαναστατικό αναρχισμό. Διάβαζε όλα τα αναρχικά περιοδικά και μετέφρασε στην ιταλική γλώσσα το έργο του Κροπότκιν Αναμνήσεις Ενός Επαναστάτη. Αργότερα, μετέφρασε τα έργα του Ρεκλύ Ο Άνθρωπος και η Γη και του Κροπότκιν Η Γαλλική Επανάσταση. Αντιπαθούσε το μετριοπαθή αναρχισμό γράφοντας στην αναρχική εφημερίδα Ελεύθερη Σελίδα ότι: ο αναρχισμός που υιοθετείται από τις μάζες χάνει το μεγαλείο του, τον ηρωισμό του, επειδή οι μάζες είναι άνανδρες μόνον οι μεγαλειώδεις βίαιοι άνθρωποι, που ζουν πέραν του καλού και του κακού, μπορεί να αποκαλούνται αναρχικοί. Αυτό δε σημαίνει ότι ήταν αναρχικός και ποτέ δεν αυτοπροσδιορίστηκε ως τέτοιος, απλά θαύμαζε το θάρρος, τη βία και τον εξτρεμισμό των ακραίων αναρχικών. Ο Μουσολίνι Μπενιου, επίσης, εξυμνούσε τις δήθεν αρετές των συνωμοτών Μπαμπέφ και Μπλανκί. Ο πυρήνας της πολιτικής φιλοσοφίας του και ένα σταθερό χαρακτηριστικό και της σοσιαλιστικής και της φασιστικής σταδιοδρομίας του είναι η πίστη του στην αναγκαιότητα και την αποτελεσματικότητα της βίας ως μέσου για την κοινωνική αλλαγή. (Γκάμποουν, 2012)
Υ
πάρχουν αρκετα παραδείγματα της εξύμνησης της βίας από τον Μπενιου. Υποστήριζε την προπαγάνδα με τη δράση και τους οπαδούς της και έγραψε ότι η απαλλοτρίωση θα συνοδευτεί για μια κατά το μάλλον ή ήττον μακρά περίοδο από βίαιες ενέργειες. Η συμπάθειά του προς τη βία δεν ήταν απλώς φιλολογική.
Μ
πορούμε να καταλάβουμε το μελλοντικό φασισμό του από τα πρώιμα γραπτά του. Το νέο σοσιαλιστικό σύστημα θα πραγματωνόταν μόνο μέσα από το θρυμματισμό της παλιάς κοινωνίας. Μόνο διαμέσου του θανάτου, η ανθρωπότητα θα φτάσει στις κορυφές του ιδεώδους. Έβλεπε το σοσιαλισμό ως τη σημαντικότερη πράξη άρνησης και καταστροφής μέσα στην ιστορία και πίστευε ότι ο σοσιαλισμός είναι πολεμικός. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Μουσολίνι δεν ήταν καθόλου ένας κακοποιός ή ένας αμαθής δημαγωγός αλλά ένας μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος. Δεν ήταν ποτέ καριερίστας ούτε έδειξε ποτέ κάποιο σημάδι εξαγοράς ζώντας σαν φτωχός εργάτης και ξοδεύοντας τα περισσότερα χρήματά του στα βιβλία. (Γκάμποουν, 2012) κοινωνιολόγος Βιλφρέντο Παρέτο ήταν πολύ αγαπητός στους συνδικαλιστές για τις κριτικές του εναντίον του φιλελευθερισμού, της δημοκρατίας και του μετριοπαθούς σοσιαλισμού. Το ίδιο αγαπητός ήταν και στον Μουσολίνι, μέχρι το σημείο να παρακολουθεί τις διαλέξεις του. Μια πλευρά της σκέψης του Παρέτο, που άρεσε ιδιαίτερα στο μελλοντικό Ντούτσε, ήταν η άποψή του για τις ελίτ. Ο Παρέτο πίστευε ότι η καπιταλιστική τάξη ήταν τελειωμένη ιστορικά και ότι επρόκειτο να αντικατασταθεί από μια καινούργια ελίτ προερχόμενη από το προλεταριάτο. Ο Μουσολίνι προσέδωσε σε αυτή την άποψη του Παρέτο τη σημασία ότι η νέα κοινωνική ελίτ είναι ήδη τώρα συγκροτημένη μέσα στα συνδικάτα τον πυρήνα της μελλοντικής οικονομικής οργάνωσης πάνω σε μια κομμουνιστική βάση. Αυτή η άποψη, μεταφρασμένη μέσα στο περιβάλλον του Σοσιαλιστικού Κόμματος, σήμαινε ότι το κόμμα αποτελούσε μια επαναστατική ελίτ και ότι η διαρκής προπαγάνδα και δράση ήταν απαραίτητη για να διατηρείται η ελίτ σε αγωνιστική ετοιμότητα. Ποτέ δε μιλούσε για τις “μάζες”, μόνο για τη μειονότητα, πιστεύοντας ότι οι μάζες είναι συνώνυμο της μετριότητας και της αδράνειας. Στις μάζες αποδιδόταν ένας παθητικός ρόλος με το να υποστηρίζουν τη νέα σοσιαλιστική ελίτ στον αγώνα της κατά της μπουρζουαζίας. Ήταν ένας φανατικός μπλανκιστής ένας πνευματικός αδερφός του Λένιν. Εδώ, σταματάμε την εξέταση του σοσιαλιστή πρωτοφασίστα Μουσολίνι και περνάμε στην εξέταση μιας άλλης τάσης που συντέλεσε στην άνοδο του φασισμού. (Γκάμποουν, 2012)
Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Μουσολίνι δεν ήταν καθόλου ένας κακοποιός ή ένας αμαθής δημαγωγός αλλά ένας μορφωμένος και καλλιεργημένος άνθρωπος.
Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ
Α
νεξάρτητα από τον Μουσολίνι και την τάση του, οι μαρξιστές συνδικαλιστές συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανάπτυξη του φασισμού. Αυτοί οι πρωτοφασίστες συνδικαλιστές δεν ήταν ποτέ μουσολινικοί ούτε και δεξιοί εθνικιστές, αλλά ανέπτυξαν ένα δικό τους αριστερό κορπορατισμό ή εθνικό συνδικαλισμό. Η κατεύθυνση που έδωσε ο Μουσολίνι στο φασιστικό καθεστώς ήταν διστακτική και αβέβαιη σε μεγάλο βαθμό. Ήταν μόνον εξαιτίας τού ότι οι συνδικαλιστές προετοίμασαν το έδαφος και συνέχισαν να επιμένουν στην ιδέα τους για το φασισμό που το καθεστώς άρχισε να κινείται προς τον ολοκληρωτικό κορπορατισμό. (Γκάμποουν, 2012)
Τ
η μεγαλύτερη επίδραση στην ανάπτυξη του φασιστικού συνδικαλισμού άσκησε ο Σέρτζιο Πανούντσιο. Μετά την Πορεία προς τη Ρώμη, έγινε μέλος του Φασιστικού Συμβουλίου των Αντιπροσώπων, διευθυντής του Κόμματος και επικεφαλής του Συμβουλίου των Συντεχνιών. Ο Ολιβέτι, ο εκδότης της Ελεύθερης Σελίδας, έγινε επίσης μέλος του Συμβουλίου των Συντεχνιών. Ο Ροσόνι ήταν επικεφαλής της Φασιστικής Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας από το 1922 μέχρι το 1928. Πρέπει με σαφήνεια να αναφέρουμε ότι πριν από το 1914 όλοι αυτοί ήταν ενεργοί συνδικαλιστές. (Γκάμποουν, 2012)
Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ
Ο
ιταλικός συνδικαλισμός αναπτύχθηκε διαφορετικά από το γαλλικό. Ο τελευταίος υπήρξε η φυσική ανάπτυξη μιας σύνθεσης ενός προϋπάρχοντος συνδικαλιστικού κινήματος και του αναρχισμού. Ο ιταλικός συνδικαλισμός είχε τις ρίζες του σε μια αντιμεταρρυθμιστική τάση του Σοσιαλιστικού Κόμματος, που συγκροτήθηκε το 1902 από τον Λαμπριόλα και τον Μόκι. Ήταν, από θεωρητικής απόψεως, μαρξιστικός και όχι αναρχικός. Η συνδικαλιστική τάση κέρδισε οπαδούς, αλλά οι μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές είχαν μεγάλη δύναμη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των συνδικαλιστών ήταν η επιτυχία των μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών στο βιομηχανικό Βορρά. Οι συνδικαλιστές έτειναν να περιοριστούν στον υποανάπτυκτο Νότο. Αυτή η κατάσταση ήταν θλιβερή για ένα υποτιθέμενο προλεταριακό κίνημα. Οι συνδικαλιστές παρέμειναν ορθόδοξοι μαρξιστές, αλλά οι θεωρητικές δυσκολίες και η αποτυχία να κερδίσουν οπαδούς μεταξύ των βιομηχανικών εργατών στο Βορρά τούς ώθησε να αρχίσουν τις αμφισβητήσεις. (Γκάμποουν, 2012)
Ο
Αρτούρο Λαμπριόλα είχε ήδη γράψει ότι η οικονομία δεν ακολουθούσε τις προφητείες του Μαρξ. Αρνούνταν ότι ο καπιταλισμός θα κατέρρεε. Όπως ο Λένιν, έδωσε την έμφαση στο βολονταρισμό. Το πρόβλημα ήταν, δεδομένου του δόγματος του οικονομικού ντετερμινισμού που ο Λαμπριόλα δεν το απέρριπτε εν όλω, γιατί το προλεταριάτο δεν επαναστατεί ποτέ σε μια αναπτυγμένη καπιταλιστική οικονομία. Ο Παρέτο παρέσχε μία γρήγορη απάντηση. Η νέα προλεταριακή ελίτ, δηλαδή οι μαχητικοί συνδικαλιστές, θα αντικαθιστούσε την παλιά μπουρζουαζία. Καθώς τα χρόνια περνούσαν, οι διαψευσμένοι συνδικαλιστές γίνονταν όλο και περισσότερο εχθρικοί προς τους μεταρρυθμιστές σοσιαλιστές. Αυτό τους οδήγησε στην αντιμετώπιση του Σοσιαλιστικού Κόμματος ως του μεγαλύτερου εχθρού της Συνδικαλιστικής Επανάστασης. Ο Πανούντσιο, το 1906, επαναλαμβάνοντας εν αγνοία του τον Λένιν, δήλωνε ότι οι εργάτες δεν ήταν εγγενώς επαναστάτες και έπρεπε να γίνουν με την ένταξή τους σε μια επαναστατική οργάνωση, όπως ήταν τα συνδικάτα. (Γκάμποουν, 2012)
Η
σχέση των Ιταλών συνδικαλιστών με τον αναρχισμό αξίζει να αναφερθεί σε αυτό το σημείο. Οι Ιταλοί συνδικαλιστές απέρριπταν τον αναρχισμό. Και αυτό διότι ο ιταλικός αναρχισμός εξήρε ακόμη την αρχαϊκή και αυτοαπαρνητική ιδέα του εξεγερτισμού. Ο Πανούντσιο, θέτοντας απέναντί του έναν πλασματικό αντίπαλο,
κατήγγειλε επίσης τις αναρχικές ενώσεις ως “ατομικιστικές” προτιμώντας τις ισχυρές εργατικές οργανώσεις τις θεμελιωμένες σε μια “οργανικά θεσμική” βάση και όχι σε ένα φυσικό συμβόλαιο. Ενώ ήταν αντικρατιστές στα λόγια, οι συνδικαλιστές δεν ήταν καθόλου αντιεξουσιαστές. Τα άτομα που έγιναν συνδικαλιστές και αριστεροί φασίστες είχαν κοινές προσωπικές αξίες και ανάγκες, που δεν εκπήγαζαν απευθείας από την κοινωνικοοικονομική τους κατάσταση. Οι συνδικαλιστές ήταν γενικά άνθρωποι χαμηλής ανεκτικότητας απέναντι στην αμφιλογία και τη διαμάχη . Επίσης απέναντι στην επιπολαιότητα, με μια τάση προς τη ρητορική, την αφαίρεση και την υπερβολή . Με άλλα λόγια, ήταν αυταρχικές προσωπικότητες. (Γκάμποουν, 2012)
Α
πό το 1905 έως το 1908, οι συνδικαλιστές αποχώρησαν από το Σοσιαλιστικό Κόμμα και ηττήθηκαν μέσα στα συνδικάτα. Έγιναν μια μικρή μειονότητα μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα. Οι σημαντικές απεργίες των ετών 1907-8, που καθοδηγήθηκαν από αυτούς, ηττήθηκαν. Οι συνδικαλιστές ηγέτες άρχισαν να απορρίπτουν την ιδέα της επαναστατικής αποκάλυψης καθώς και την ιδέα μιας επανάστασης μέσω της γενικής απεργίας. Αισθάνονταν ότι οι εργάτες χρειάζονταν μια μακρά περίοδο προετοιμασίας πριν από την έναρξη της Συνδικαλιστικής Επανάστασης. Η αποτυχία του μαρξιστικού δόγματος γινόταν όλο και πιο εμφανής. Άρχισαν να βλέπουν ότι τα προβλήματα της Ιταλίας δεν ανάγονταν στον καπιταλισμό, αλλά στο ότι η Ιταλία δεν ήταν αρκετά καπιταλιστική. Η Ιταλία ήταν οικονομικά υποανάπτυκτη, και η κύρια αιτία αυτής της κατάστασης αποδιδόταν στο ιταλικό κράτος, που ήταν παρασιτικό και καταστροφικό απέναντι στην υγιή καπιταλιστική οικονομία. Έτσι, τα προβλήματα της Ιταλίας προσλάμβαναν μια ιδιαιτερότητα και δεν εξηγούνταν με μια σαρωτική μαρξιστική γενίκευση ή με έναν άκομψο οικονομικό αναγωγισμό. Μία από τις αιτίες του φασισμού ήταν η αποτυχία της μαρξιστικής ιδεολογίας να περιγράψει τον πραγματικό κόσμο. Οι συνδικαλιστές υιοθέτησαν την ιδέα της ανάγκης για μία επαναστατική ελίτ και για μία εθνική επανάσταση. Αλλά υπήρχε κάτι για το οποίο δε μετέβαλαν τη θέση τους ακόμα και ως φασίστες: επιθυμία τους για μία οικονομία βασισμένη στα συνδικάτα. (Γκάμποουν, 2012)
Τ
ο 1912, οι επαναστάτες συνδικαλιστές ενώθηκαν για να δημιουργήσουν τη Συνδικαλιστική Ένωση Ιταλίας ερχόμενοι σε πλήρη αντίθεση με τα μεταρρυθμιστικά συνδικάτα. Είχε περίπου 100.000 μέλη, αλλά αποτελούσαν μόνον το 25% των μελών των αντίπαλων μεταρρυθμιστικών συνδικάτων. Καθοδήγησε διάφορες αποτυχημένες απεργίες στο Βορρά. Αυτές οι αποτυχίες καθώς και το δόγμα τής μαχητικότητας ανεξαρτήτως καταστάσεων οδήγησαν στη δυσφήμησή της ανάμεσα στους εργάτες. Οι συνδικαλιστές ηγέτες απογοητεύονταν όλο και περισσότερο από την εργατική τάξη. Υπήρξε μία έκκληση για τη δημιουργία ενός Συνδικαλιστικού Κόμματος, που θα περιελάμβανε μη-συνδικαλιστές επαναστάτες. Οι συνδικαλιστές προχώρησαν σε μία τακτική συμμαχία με την ομάδα του Μουσολίνι το 1912, που βοήθησε τον δεύτερο να πάρει τον έλεγχο του Σοσιαλιστικού Κόμματος από τους Μεταρρυθμιστές. Το ίδιο χρονικό διάστημα, κάποιοι συνδικαλιστές βρήκαν επίσης μια συγγένεια με τους δεξιούς εθνικιστές. Ήταν εκφράσεις της ίδιας ψυχολογίας Αμφότεροι μισούσαν την κοινοβουλευτική δημοκρατία και το φιλελευθερισμό, αμφότεροι συμμερίζονταν μια ελιτίστικη προοπτική και μια λατρεία της δράσης και της βίας. (Γκάμποουν, 2012)
Τ
ότε, προέκυψε το ζήτημα του πολέμου. Ο Μουσολίνι Μπενιου και οι συνδικαλιστές ήταν αντίθετοι στο μιλιταρισμό. Ο Ντούτσε ήταν ακόμα πιο εξτρεμιστής από τους κοινούς σοσιαλιστές πάνω στο ζήτημα του πολέμου υιοθετώντας τη θέση του Ερβέ υπέρ της λιποταξίας ως μιας αντιμιλιταριστικής τακτικής. Ωστόσο, από το 1908, ο Πανούντσιο και πάλι όπως ο Λένιν άρχισε να βλέπει μια θετική επαναστατική δυνατότητα στον πόλεμο. Πίστευε
ότι ένας πλατιά διαδεδομένος πόλεμος θα επέτρεπε στην καινούργια προλεταριακή ελίτ να καταλάβει την εξουσία. Οι εργάτες θα έπαιρναν μέρος στις πολεμικές μάχες και έτσι θα ήταν σε καλή κατάσταση για την επανάσταση. Έτσι, το 1911, ο Πανούντσιο, ο Λαμπριόλα, ο Ολιβέτι και ο Πάολο υποστήριξαν τον πόλεμο της Ιταλίας εναντίον της Τουρκίας που ξέσπασε στη Λιβύη. (Γκάμποουν,2012)
Έ
τσι, όταν ο παγκόσμιος πόλεμος ξέσπασε τον Αύγουστο του 1914, οι συνδικαλιστές ηγέτες τοποθετήθηκαν γρήγορα υπέρ της συμμετοχής. Η διάλυση της υποτιθέμενης αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών των εμπόλεμων χωρών οδήγησε επίσης τους συνδικαλιστές στο ερώτημα του γιατί είχε συμβεί αυτό. Η απάντηση που έδωσαν ήταν ότι αυτή η αλληλεγγύη ήταν μια ψευδαίσθηση. Ο Πανούντσιο σκέφτηκε ότι ο πόλεμος θα προκαλούσε την πολυαναμενόμενη Επανάσταση. Συνδικαλιστές και σοσιαλιστές που ήταν υπέρ της συμμετοχής της Ιταλίας στον πόλεμο αυτοοργανώθηκαν στην Επαναστατική Ομάδα Διεθνιστικής Δράσης . Αυτές οι ομάδες δημιουργήθηκαν αρχικά για να προστατεύσουν την εφημερίδα Ο Λαός τη σοσιαλιστική εφημερίδα του Μουσολίνι που υποστήριζε τη συμμετοχή στον πόλεμο από τις επιθέσεις των αντιπολεμικών σοσιαλιστών. Κάποια μέλη αυτής της Fascio ήταν μη σοσιαλιστές εθνικιστές. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι Fascio σημαίνει απλώς “ομάδα δράσης” και, εκείνη την εποχή, σοσιαλιστές, αναρχικοί και άλλες ιδεολογικές ομάδες είχαν τις δικές τους Fascio. (Γκάμποουν, 2012)
Οι Ιταλοί συνδικαλιστές απέρριπταν τον αναρχισμό. Και αυτό διότι ο ιταλικός αναρχισμός εξήρε ακόμη την αρχαϊκή και αυτοαπαρνητική ιδέα του εξεγερτισμού.
Ο ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ
Τ
ο 1912, οι επαναστάτες συνδικαλιστές ενώθηκαν για να δημιουργήσουν τη Συνδικαλιστική Ένωση Ιταλίας ερχόμενοι σε πλήρη αντίθεση με τα μεταρρυθμιστικά συνδικάτα. Είχε περίπου 100.000 μέλη, αλλά αποτελούσαν μόνον το 25% των μελών των αντίπαλων μεταρρυθμιστικών συνδικάτων. Καθοδήγησε διάφορες αποτυχημένες απεργίες στο Βορρά. Αυτές οι αποτυχίες καθώς και το δόγμα τής μαχητικότητας ανεξαρτήτως καταστάσεων οδήγησαν στη δυσφήμησή της ανάμεσα στους εργάτες. Οι συνδικαλιστές ηγέτες απογοητεύονταν όλο και περισσότερο από την εργατική τάξη. Υπήρξε μία έκκληση για τη δημιουργία ενός Συνδικαλιστικού Κόμματος, που θα περιελάμβανε μη-συνδικαλιστές επαναστάτες. Οι συνδικαλιστές προχώρησαν σε μία τακτική συμμαχία με την ομάδα του Μουσολίνι το 1912, που βοήθησε τον δεύτερο να πάρει τον έλεγχο του Σοσιαλιστικού Κόμματος από τους Μεταρρυθμιστές. Το ίδιο χρονικό διάστημα, κάποιοι συνδικαλιστές βρήκαν επίσης μια συγγένεια με τους δεξιούς εθνικιστές. Ήταν εκφράσεις της ίδιας ψυχολογίας Αμφότεροι μισούσαν την κοινοβουλευτική δημοκρατία και το φιλελευθερισμό, αμφότεροι συμμερίζονταν μια ελιτίστικη προοπτική και μια λατρεία της δράσης και της βίας. (Γκάμποουν, 2012)
Τ
ότε, προέκυψε το ζήτημα του πολέμου. Ο Μουσολίνι και οι συνδικαλιστές ήταν αντίθετοι στο μιλιταρισμό. Ο Ντούτσε ήταν ακόμα πιο εξτρεμιστής από τους κοινούς σοσιαλιστές πάνω στο ζήτημα του πολέμου υιοθετώντας τη θέση του Ερβέ υπέρ της λιποταξίας ως μιας αντιμιλιταριστικής τακτικής. Ωστόσο, από το 1908, ο Πανούντσιο και πάλι όπως ο Λένιν- άρχισε να βλέπει μια θετική επαναστατική δυνατότητα στον πόλεμο. Πίστευε
Οι συνδικαλιστές ηγέτες απογοητεύονταν όλο και περισσότερο από την εργατική τάξη.
ότι ένας πλατιά διαδεδομένος πόλεμος θα επέτρεπε στην καινούργια προλεταριακή ελίτ να καταλάβει την εξουσία. Οι εργάτες θα έπαιρναν μέρος στις πολεμικές μάχες και έτσι θα ήταν σε καλή κατάσταση για την επανάσταση. Το 1911, ο Πανούντσιο, ο Λαμπριόλα, ο Ολιβέτι, ο Πάολο υποστήριξαν τον πόλεμο της Ιταλίας εναντίον της Τουρκίας στη Λιβύη. (Γκάμποουν,2012)
Έ
τσι, όταν ο παγκόσμιος πόλεμος ξέσπασε τον Αύγουστο του 1914, οι συνδικαλιστές ηγέτες τοποθετήθηκαν γρήγορα υπέρ της συμμετοχής. Η διάλυση της υποτιθέμενης αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών των εμπόλεμων χωρών οδήγησε επίσης τους συνδικαλιστές στο ερώτημα του γιατί είχε συμβεί αυτό. Η απάντηση που έδωσαν ήταν ότι αυτή η αλληλεγγύη ήταν μια ψευδαίσθηση. Ο Πανούντσιο σκέφτηκε ότι ο πόλεμος θα προκαλούσε την πολυαναμενόμενη Επανάσταση. Συνδικαλιστές και σοσιαλιστές που ήταν υπέρ της συμμετοχής της Ιταλίας στον πόλεμο αυτοοργανώθηκαν στην Επαναστατική Ομάδα Διεθνιστικής Δράσης . Αυτές οι ομάδες δημιουργήθηκαν αρχικά για να προστατεύσουν την εφημερίδα Ο Λαός τη σοσιαλιστική εφημερίδα του Μουσολίνι που υποστήριζε τη συμμετοχή στον πόλεμο από τις επιθέσεις των αντιπολεμικών σοσιαλιστών. Κάποια μέλη αυτής της Fascio ήταν μη σοσιαλιστές εθνικιστές. Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι Fascio σημαίνει απλώς “ομάδα δράσης” και, εκείνη την εποχή, σοσιαλιστές, αναρχικοί και άλλες ιδεολογικές ομάδες είχαν τις δικές τους Fascio. (Γκάμποουν, 2012)
Η ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Η
σύγκρουση των φασιστών με τους σοσιαλιστές ήταν βασικά μια σύγκρουση δύο διαφορετικών θέσεων για την επανάσταση. Η σοσιαλιστική θέση επηρεασμένη από τον μπολσεβικισμό ήταν εντελώς ακατάλληλη για την κατάσταση της Ιταλίας. Ενώ το Σοσιαλιστικό Κόμμα ήταν το μεγαλύτερο κόμμα του κοινοβουλίου το 1919, αρνείτο να συνεργαστεί με το Καθολικό Λαϊκό Κόμμα ή με τους Φιλελευθέρους και να προωθήσει κάποιες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, από τη στιγμή που οι μπολσεβίκοι επηρέαζαν τους σοσιαλιστές να επιδιώκουν την καταστροφή της “αστικής δημοκρατίας”. Από την άλλη, το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν είχε καμιά ιδέα για τη συγκεκριμένη προώθηση μιας ιταλικής επανάστασης. Έτσι, οι σοσιαλιστές ήταν διστακτικοί καταλήγοντας να είναι άλλοτε
μεταρρυθμιστές και άλλοτε επαναστάτες. Εν τω μεταξύ, η καθημερινή εφημερίδα του Σοσιαλιστικού Κόμματος, επαναλάμβανε συχνά ότι το Σοσιαλιστικό Κόμμα θα έκανε στην Ιταλία ό,τι έκαναν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία, υποστήριζε την κατάργηση των άλλων κομμάτων και επετίθετο στους στρατιώτες που είχαν επιστρέψει από τον πόλεμο. Αυτό τρόμαζε τη μεσαία τάξη. Έτσι, όσοι απομακρύνθηκαν από τους σοσιαλιστές, μολονότι επιθυμούσαν μια ριζική αλλαγή, αναζητούσαν μια άλλη λύση. Η εναλλακτική αυτή λύση ήταν οι επηρεασμένοι από τους νεο-συνδικαλιστές φασίστες. (Γκάμποουν, 2012)
Ε
νώ οι εθνικιστές και οι αντιδραστικοί ιδιοκτήτες γης σκαρφάλωσαν στο φασιστικό νικηφόρο άρμα, ο φασισμός αυτός καθεαυτόν δεν ήταν αντιεργατικός, όπως έχουμε αναπτύξει. Το αρχικό κίνημα ήταν τοπικά ελεγχόμενο και τοπικά χρηματοδοτούμενο από τους ιδιοκτήτες γης, αλλά δεν ήταν αντανάκλαση των ταξικών συμφερόντων τους, αφού πολλοί από τους νέους επαρχιακούς ηγέτες ήταν συνδικαλιστές. Σε 5 επαρχίες οι οργανωμένες φασιστικές ομάδες κινήθηκαν εναντίον των δύστροπων εργοδοτών, που αρνούνταν να τηρήσουν τις συμφωνίες για τις ώρες εργασίας και τους μισθούς. (Γκάμποουν, 2012)
Τ
ο Σοσιαλιστικό Κόμμα ήταν ένα εμπόδιο στην ιταλική επανάσταση και έπρεπε να καταστραφεί. Επιπλέον, το σοσιαλιστικό αγροτικό πρόγραμμα και οι ενώσεις του έτειναν να υποστηρίζουν τις μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Η εθνικοποίηση της γης απειλούσε τους χωρικούς και οι αγροτικοί συνεταιρισμοί πίεζαν τους μικροϊδιοκτήτες γης να παίρνουν μέρος στις απεργίες, είτε συμφωνούσαν είτε όχι. Οι διαμάχες μέσα στην Ομοσπονδία των Εργατών Γης επέτρεψαν στους φασίστες να αναπτυχθούν. Οι φασίστες προέβαλαν το σύνθημα “Η γη σε αυτούς που την καλλιεργούν ως απάντηση στη σοσιαλιστική εθνικοποίηση της γης. Έτσι, οι αγροτικές ενώσεις στράφηκαν μαζικά προς τα φασιστικά συνδικάτα οι συνεταιρισμοί ακολούθησαν ενώ φορτηγά γεμάτα Μελανοχίτωνες διέλυαν βιαίως τις τοπικές σοσιαλιστικές διοικήσεις. (Γκάμποουν, 2012)
Ε
νώ το Σοσιαλιστικό Κόμμα ήταν εχθρός, οι σοσιαλιστές ως άτομα δεν ήταν. Ο Μουσολίνι προσπάθησε να διασπάσει το Σοσιαλιστικό Κόμμα και να απομακρύνει τη Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας από το πατρικό κόμμα της. Ο στόχος του ήταν να διαχωρίσει τις διάφορες ομάδες του Σοσιαλιστικού Κόμματος και
να τις ενώσει σε ένα νέο Εργατικό Κόμμα ένα κόμμα Εθνικό Συνδικαλιστικό στον προσανατολισμό του. Αλλά οι φασίστες δεν πέτυχαν σε αυτή την προσπάθειά τους. Ο Μουσολίνι Μπενιου εκείνη τη χρονική στιγμή είχε ελάχιστο έλεγχο στα απλά μέλη και οι επιθέσεις του εναντίον των σοσιαλιστικών συνδικάτων έτειναν να τον αποξενώνουν από τη δημόσια γνώμη. Προκειμένου να κάνει την επανάστασή του, ο Μουσολίνι έπρεπε να ενωθεί με τους Εθνικιστές και να καταπνίξει τους δικούς του αγωνιστές. Δεν το πέτυχε, καθώς οι φασίστες αγωνιστές εξεγέρθηκαν και σχεδόν διέλυσαν την οργάνωση. Έτσι, το Φασιστικό Κίνημα μετατράπηκε σε Κόμμα και το σοσιαλιστικό πρόγραμμα του 1919 εγκαταλείφθηκε για χάρη του “ολοκληρωτικού εθνικισμού”, προς κατευνασμό των Εθνικιστών. (Γκάμποουν, 2012)
T
ο Φασιστικό Κόμμα γεννήθηκε σχιζοφρενικά, με τα μισά μέλη να είναι δεξιοί Εθνικιστές και τα άλλα μισά να είναι αριστεροί Εθνικο-Συνδικαλιστές. Οι δεξιοί Φασίστες πίστευαν ότι η δημοκρατία έδινε στους εργάτες παρά πολύ μεγάλη εξουσία, οι αριστεροί Φασίστες πίστευαν ότι δεν τους έδινε αρκετή. Οι αριστεροί Φασίστες είχαν πλήρη εμπιστοσύνη στην ικανότητα των εργαζομένων να μάθουν να λειτουργούν στην κοινωνία και θεωρούσαν ότι το συνδικάτο ήταν το σχολείο για την ανάπτυξη αυτής της ικανότητας. Τα συνδικάτα έπρεπε να αναλάβουν τις λειτουργίες που επιτελούνταν από το Κράτος, και το Κράτος έπρεπε να διαλυθεί μέσα στην οικονομία. Αντίθετα, οι δεξιοί Εθνικιστές, που είχαν ελάχιστες ιδέες, αναζητούσαν λύσεις στα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ιταλία, προβλήματα όπως η υποανάπτυξη, η κοινωνική εξατομίκευση και η γραφειοκρατική διαφθορά. (Γκάμποουν, 2012)
Η ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Ο
ι δεξιοί Εθνικιστές δεν υποστήριζαν καθόλου περισσότερο τον καπιταλισμό από ό,τι οι αριστεροί φασίστες αντίπαλοί τους. Ωστόσο, ο τύπος του κορπορατισμού που υποστήριζαν αρνείτο στους εργάτες την ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και προωθούσε μόνον τον εργατικό έλεγχο. Ο καπιταλισμός, όπως και όλα τα άλλα, θα ήταν ελεγχόμενος από το Κράτος λειτουργώντας προς το συμφέρον του Κράτους. Ο δεξιός φασισμός δεν είχε ποτέ την εσωτερική συνοχή ούτε το όραμα που παρότρυνε τους αριστερούς φασίστες. Οι δεξιοί φασίστες ήταν ένα εκλεκτικιστικό μείγμα ατόμων που παρακινούνταν από μια ποικιλία κινήτρων, από εκδίκηση, φόβο, φανατικό εθνικισμό, ρομαντισμό, μηδενιστική δράση για τη δράση, έρωτα της βίας, απληστία και σφοδρή επιθυμία για δύναμη. Οι αριστεροί φασίστες, σε αντίθεση με τους δεξιούς φασίστες, ήθελαν μια γνήσια επανάσταση, μια επανάσταση που εν τέλει θα ενδυνάμωνε την εργατική τάξη έπειτα από μια σύντομη περίοδο φασιστικής κηδεμονίας. (Γκάμποουν, 2012)
συνεκτικός για να εφαρμόσει το Εθνικό Συνδικαλιστικό πρόγραμμα. Δύο αντιτιθέμενες ομάδες μέσα στο ίδιο κόμμα που σύντομα επρόκειτο να γίνει το μοναδικό νόμιμο κόμμα- σήμαινε ότι οι εθνικές συνδικαλιστικές ή συντεχνιακές ιδέες επρόκειτο να πραγματοποιηθούν περισσότερο στα χαρτιά παρά στην πραγματικότητα. Μετά το 1925, όταν η Ιταλία κινήθηκε προς τον ολοκληρωτισμό, ήταν το μπολσεβίκικο μοντέλο που μιμήθηκε ο Μουσολίνι και όχι το Εθνικό Συνδικαλιστικό. Ωστόσο, ο αριστερός φασισμός είχε όντως κάποιες επιτυχίες. Μία ήταν στο πεδίο των μέτρων κοινωνικής πρόνοιας. Τα φασιστικά συνδικάτα υπεράσπισαν τα συμφέροντα του εργάτη, αν και κάποιοι από τους πιο αγωνιστικούς συνδικαλιστικούς ηγέτες καθαιρέθηκαν κατ’ απαίτησιν των δεξιών φασιστών. Η αριστερά επίσης πρόσφερε μια πολύτιμη λειτουργία στο καθεστώς νομιμοποιώντας την κυβέρνηση στα μάτια τού πληθυσμού, που διαφορετικά θα αντιτίθετο σε ένα καθαρά δεξιό Εθνικιστικό Κράτος. (Γκάμποουν, 2012)
Ο
Ο
Μουσολίνι βρισκόταν στη μέση αυτής της αναστάτωσης, μολονότι η καρδιά του συμπαθούσε την αριστερά. Ο παλιός σοσιαλιστής Μουσολίνι ήταν ακόμη πολύ ζωντανός και χρησιμοποιούσε τη μία τάση εναντίον της άλλης διατηρώντας έτσι την εξουσία. Για τον Ντούτσε ήταν μία εκλεκτή εξουσία που είχε αργήσει πολύ, και από αυτήν τη στιγμή είχε γίνει άκρως κυνικός απέναντι στον ιταλικό λαό πιστεύοντας πως άξιζε ό,τι πάθαινε. Πίστευε ότι θα έπρεπε να παρέλθουν κάποιες γενιές έως ότου ο λαός να είναι έτοιμος πνευματικά. Κατά τρόπον ειρωνικό, ήταν οι αριστεροί φασίστες που ενθάρρυναν τη Λατρεία της Προσωπικότητάς του, σε μια προσπάθεια να τον έχουν διαρκώς στο πλευρό τους. (Γκάμποουν, 2012)
Ε
νώ ο φασισμός ήταν αρκετά ενωμένος για να ανατρέψει το πολιτικό κατεστημένο, δεν ήταν αρκετά
αριστερός φασισμός ποτέ δεν εφάρμοσε τους στόχους του, και μέχρι το τέλος, την αξιοθρήνητη Δημοκρατία του Σαλό του 1943, η φασιστική αριστερά αγωνιζόταν για μια συνδικαλιστική οικονομία και κυβέρνηση. Όταν, κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1930, λόγω των αυξανόμενων πιέσεων του πολέμου, ο Μουσολίνι διαπίστωσε την ανάγκη μεγάλων αλλαγών στην οικο¬νομία, υιοθέτησε τον κρατικό καπιταλισμό και όχι τον Εθνικό Συνδικαλισμό. Μόνον η Ρωσία επρόκειτο να ξεπεράσει την Ιταλία στο επίπεδο της κρατικής ιδιοκτησίας. Ο Μουσολίνι δεν ήθελε οι εργάτες να εισέλθουν στο δρόμο των πολεμικών σχεδίων του. Ο φασιστικός συνδικαλισμός αφηνόταν πάντα για το μέλλον και πέθανε ως μια ανέλπιδη ουτοπία. (Γκάμποουν, 2012)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Efor & Michael Th. (2011). Φασισμός, Ναζισμός, ΛΑ.Ο.Σ και Χρυσή Αυγή: Σπάζοντας το Αυγό… Ανακτήθηκε 27 Οκτώβριου 2012, από http://eagainst.com/articles/χρυση-αυγη-σπαμε-το-αυγο/ Γκάμποουν. Λ. (2012). Ο δρόμος προς το φασισμό. Ανακτήθηκε 31 Οκτώβριου 2012 από http://eagainst.com/articles/the-road-to-fascism/ Χαλούλος. Π. (2007). Ο φασισμός στην Ευρώπη. Ανακτήθηκε 27 Οκτώβριου 2012, από http://users.sch.gr/pchaloul/fasismos.htm
Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυμέσα και στις Γραφικές Τέχνες Δεκέμβριος 2012 Σχεδιαμός: Ελένη Κωνσταντίνου Φωτογραφίες: Ελένη Κωνσταντίνου
Το έντυπο είναι επηρεασμένο από την ταινία του Φεντερίκο Φελίνι την Amarcord (1973)