02 βιβλιοδεσια τεχνη και τεχνικη α φ γανιαρησ

Page 1

ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡ. ΓΑΝΙΑΡΗΣ ΦΡΟΣΩ Α. ΓΑΝΙΑΡΗ

ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΉ

ΕΚΔΟΣΉ ΕΟΜΜΕΧ ΑΘΗΝΑ

1983




ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ



ΑΝ ΔΡΕΑΣ ΧΡ. Γ ΑΝΙΑΡΗΣ ΦΡΟΣΩ Α . ΓΑΝΙΑΡΗ

ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΉ

ΕΚΔΟΣΉ ΕΟΜΜΕΧ ΑΘΗΝΑ

1983



ΠΡΟΛΟΙΌΣ

Η βιβλιοδεσία είναι ένας κλάδος της καλλιτεχνικής βιοτεχνίας απ ' τους πιο ενδιαφέροντες, που στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια

βρίσκεται σε ανάπτυξη . Είναι η δουλειά που συνδυάζει την τέχνη και την τεχνική, που απαιτεί την αμεσότητα της συνεργασίας σκέψης-χερισύ, που έχει,

τέλος, και πολιτιστικό χαρακτήρα αφού συνδέεται άμεσα με τα προϊόντα του πνεύματος, όπως είναι τα βιβλία.

Εκδίδοντας ο ΕΟ ΜΜΕΧ το βιβλίο αυτό των Ανδρέα και Φρό­ σως Γανιάρη , θέλει να προσφέρει μιαν ουσιαστική βοήθεια στους επαγγελματίες του κλάδου και κυρίως στους νεώτερους τεχνίτες της καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας. Αξίζει, ακόμα, να σημειωθεί πως με το

εγχειρίδιο αυτό καλύπτεται κ ' ένα μεγάλο κενό, αφού παρόμοιο έργο οεν έχει κυκλοφορήσει έως τώρα στον τόπο μας. Το γεγονός τούτο πιστεύουμε πως κάνει πιο σημαντική τη συγκεκριμένη προσφορά του ΕΟΜΜΕΧ , απ' την οποία πολλά θα έχουν να ωφεληθούν οι

ενδιαφερόμενοι στον πρακτικό και θεωρητικό τομέα της δουλειάς τους.

ΕΟΜΜΕΧ



ΕΙΣΑΓΩΓΉ

Η βιβλιοδεσία έχει γυναικείο όνομα. Λέγεται: Ευφημία, Ανθούλα, Νέλλη.

Κάθε μέρα, σε κάποια πόλη του κόσμου, είναι ανοιχτή καί δέχεται πλήθος επισκέπτες, τουλάχιστον μία έκθεση καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας. Στην Ευρώπη

-

'στην

Ascona

της Ελβετίας

-

κάθε τέσσερα χρόνια

γίνεται ένας διεθνής διαγωνισμός με παγκόσμια απήχηση, για να βρα­ βεύσει και να προβάλει τα μεγαλύτερα βιβλιοδετικά επιτεύγματα. Πριν τρία χρόνια, το

1979,

έγινε στον Άγιο Φραγκίσκο της Αμερι­

κής μία έκθεση με τον τίτλο : «Η βιβλιοδεσία σήμερα, μία παγκόσμια τέχνη» και με ευρύτατη συμμετοχή βιβλιοδετών από κάθε γωνιά της γης.

Ένας ανεξακρίβωτος αριθμός από νέους αποφοιτά κάθε χρόνο από σχολές που διδάσκουν τη βιβλιοδεσία για να γίνουν, μερικοί επαγγελμα­ τίες καί μερικοί ερασιτέχνες βιβλιοδέτες, ασχολούμενοι με την τέχνη αυτή,

-

όχι με λιγότερη επιτυχία, κατά τις ελεύθερες ώρες τους.

τέλος, ένά πλήθος από λογής-λογής επαγγελματίες βιοτέχνες ή και βιομήχανους, παράγουν τα βασικά ή τα βοηθητικά υλικά και εργαλεία

της τέχνης της βιβλιοδεσίας: κλωστές και σπάγγους, δεκάδες είδη από

χαρτιά, ποικιλία από χαρτόνια, κόλλες, χρώματα και βερνίκια, υφά­ σματα, δέρματα, εργαλεία μικρά και μεγάλα, μηχανήματα. Πόσος κόσμος! Εργάζεται για να δώσει τα απαραίτητα μέσα στους καλλιτέχνες βιβλιοδέτες, που αντιληφθήκανε την αναγκαιότητα και την πολυτιμότητα του βιβλίου και βάλθηκαν την παρουσία αυτή στη ζωή μας να την κάνουν και ε υ χ ά ρ ι σ τ η. Ξεπέρασαν κατά πολύ όμως την αρχική τους πρόθεση και, με τον

καιρό, δημιούργησαν μία νέα ολότελα δική τους τέχνη. Μ' αυτήν προσδί­ δουν στο βιβλίο μία καινούργια διάσταση, που το καθιστά όχι μόνο ε ρ­ γ α λείο και γ ν ώ σ η αλλά ζ ω ν τ α ν ή π α ρ ο υ σία καί α ι σ θ η τ ι κ ή απόλαυση .

11


Γι' αυτήν την τέχνη θέλουμε να μιλήσουμε, αλλά δεν λείπουν και οι

δυσκολίες: -Γιατί είναι μία τέχνη που «επίσημα» δεν πέρασε ακόμα τα συνορά μας και · δεν διδάσκεται πουθενά στον τόπο μας. -Γιατί δεν υπάρχει ελληνική βιβλιογραφία σχετική. Μόνη εξαίρεση, δεκατέσσερις σελίδες αφιερωμένες στην ιστορία και την τεχνική της βι­

βλιοδεσίας από τον Δ. Μάργαρη στο βιβλίο του «Βιβλιολογία και βι­ βλιοθηκονομία».

Γιατί παρ' όλα αυτά υπάρχει μία «ελληνική» βιβλιοδεσία στηριγ­

μένη σε κάποιες «αρχές» προερχόμενες από τη διδασκαλία της στις επαγ­ γελματικές τεχνικές σχολές, σε παλαιότερα χρόνια, όπως η «Βαλιάνειος» στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς.

*

Η ελληνική αυτή βιβλιοδεσία έδωσε κατά καιρούς πολλούς και κα­

λούς <<μαστόρους», δεν μπόρεσε όμως να δημιουργήσει ποτέ τον ολοκλη­ ρωμένο καλλιτέχνη βιβλιοδέτη. Σταθμίζοντας τους λόγους ύπαρξης ενός βιβλίου που θα μιλά γιά την τέχνη της βιβλιοδεσίας- ύστερα από την παρακίνηση από μέρους του ΕΟΜΜΕΧ πού ανέλαβε και την έκδοσή του -προχωρήσαμε στη συγ­ γραφή του βιβλίου αυτού με την ελπίδα ότι βοηθάμε: Να διερευνήσουμε το αντικείμενό της από πιό κοντά και από περισσότε­ ρες οπτικές γωνίες.

Νά δώσουμε μία σύντομη ιστορική εξέλιξη της γαλλικής κυρίως βιβλιο­ δεσίας, της πιο αξιόλογης στην Ευρώπη.

Να καταγραφεί στην πιο σωστή, λειτουργικά, μορφή της και με την τή­ ρηση των όποιων «Κανόνων» της που επιβίωσαν. Νά την πλουτίσουμε με λίγα αλλά α π α ρ α ί τ η τ α νέα στοιχεία της

εξελιγμένης ευρωπαϊκής βιβλιοδεσίας. Ελπίζουμε, ακόμη, ότι μπορεί να αποτελέσει ένα μικρό βοήθημα για τον έμπειρο τεχνίτη και ένα πιο σημαντικό για το μαθητευόμενο. Ότι μπορεί να σταθεί πολύτιμο για τον aπληροφόρητο ερασιτέχνη και ότι μπορεί να δώσει σε πολλά ερωτηματικά των βιβλιόφιλων και των βιβλιο­ θηκονόμων τις απαντήσεις που ζητούν.

*Η βιβλιοδεσία άρχισε να διδάσκεται εκεί από το Αλφόνσο

12

Baer.

1926,

με καθηγητή το Γερμανό


ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑΣ



ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙ ΟΔΕΣΙΑΣ

Το βιβλίο το μικρό και το μεγάλο . Το βιβλίο-ταξίδι, το βιβλίο - ιστο­

ρία. Το βιβλίο-εργαλείο και το βιβλίο-γνώση. Το βιβλίο χαρά και λύπη . Το βιβλίο δάσκαλος και φίλος. Το βιβλίο : μία μικρή πιστή εικόνα του ανθρώπου και της σκέψης του . Του ανθρώπου και των έργων του. Το

βιβλίο - ιδέα και το βιβλίο αγώνας. Το βιβλίο-σημαία καί ιαχή. Το βιβλίο ελευθερία.

Όλα τα βιβλία του κόσμου, όλα όσα έκανε ο άνθρωπος είναι το αντικείμενο της βιβλιοδεσίας. Χωρίς αυτά δεν θα υπήρχε βιβλιοδεσία.

Αλλά και χωρίς βιβλιοδεσία, πόσα βιβλία θα είχαν διασωθεί; Αχώριστα λοιπόν τα δυό τους, περνάνε μέσα στη ζωή μας, μπαίνουν στο οπτικό μας πεδίο, στα συρτάρια και τις βιβλιοθήκες μας. Μια απα­

ραίτητη παρουσία, μια ζωντανή παρουσία. Το συνταίριασμα όμως, ποιό βιβλίο σε ποιά βιβλιοδεσία ή το αντί ­

στροφο , ώστε να αποτελέσουν και τα δυό μαζί ένα αρμονικό σύνολο δεν είναι μια απλή διαδικασία . Χρειάζεται πολλή σκέψη και χρειάζονται γνώσεις και ικανότητες. Και πρώτ ' απ ' όλα χρειάζεται να γνωρίζουμε το ουσιαστικό περιεχόμενο του βιβλίου γιατί κύρια αυτό θα μας οδηγήσει στην τελική μας επιλογή . Ακόμη θα πρέπει να γνωρίζουμε όλες τις δυνα ­

τότητες που έχουμε στη διάθεσή μας σήμερα, αλλά καί όλες τις μεταβολές που ο χρόνος επιφύλαξε στα υλικά, στο χρώμα, στο σχήμα, στη διακό­

σμηση του βιβλίου. Ο καλλιτέχνης βιβλιοδέτης μαζί με το βιβλιόφιλο πρέπει να προχω ­ ρήσουν προσεκτικά καί να συμφωνήσουν για την κάθε πτυχή της βιβλιο­

δετικής εργασίας ώστε το αποτέλεσμα που θα προκύψει να αποδίδει πραγματικά όλες εκείνες τις μυστικές προσφορές που φέρνει μαζί του και τις ακτινοβολεί, ένα ωραία δεμένο βιβλίο.

Ιδιαίτερη όμως σημασία έχει το αναβάπτισμα της εμπνευσής μας

στις ρίζες της ιστορίας του βιβλίου. Στις ρίζες αυτές που χάνονται βαθιά στο χρόνο και βαθύτερα στην ψυχή του ανθρώπου, που πάντα θα διψά για γνώση και επικοινωνία, για να κάνει πιο κοινωνική τη μοναδικότητα του και τη μοναχικότητα του .

15


Από την άποψη της λειτου(?γίας του, το βιβλίο είναι ένα «μέ­

σον » για την επικοινωνία του ανθρώπου με τους συνανθρώπους του και ένας τρόπος γιά να διευρύνει τις γνώσεις του που θα του επιτρέψουν να εξηγήσει το μυστήριο του κόσμου που τον περιβάλλει. Με την ανάγνωση, ο άνθρωπος πετυχαίνει την αποκτυπτογράφηση μιάς έκτης αίσθησης μιας υπεραίσθησης

-

-

που τον καθιστά ικανό να οσφραίνεται χωρίς να

χρησιμοποιεί την όσφρησή του , να βλέπει χωρίς να χρησιμοποιεί την ορασή του, να γεύεται ή ν' αγγίζει, χωρίς να χρησιμοποιεί το στόμα και τα

χέρια του και να ακούει χωρίς τη χρησιμοποίηση της ακοής του. Η υπε­ ραίσθηση αυτή δεν είναι άλλη από την ικανότητα του ανθρώπινου νου, να επεξεργάζεται τη λέξη ή τη φράση-Σήμα και με τη βοήθεια της φαντα­ σίας να καταγράφει την μ' αυτό τον τρόπο δημιουργημένη εικόνα, στο απόθεμα των προσωπικών του βιωμάτων.

Μέσα στο πνεύμα αυτό, λοιπόν, των διανοητικών εμπειριών που το κείμενο μας υποβάλλει, πρέπει να κινηθεί και η έκφραση του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη. Αυτό γινότανε πάντοτε- συνειδητά ή όχι δεν έχει σημασία­

και παράλληλα ή και πέρα από άλλες λειτουργίες όπως η στερεότητα, η προστασία που πρόσφερε με τη δουλειά του ο βιβλιοδέτης. Από την άποψη του υλικού, το βιβλίο, παραλείποντας τις εποχές :η:ου δεν είχε πάρει το σημερινό (ή περίπου) καθοριστικό σχήμα του, ξεκινά από τον Δ ' μ.Χ. αιώνα και συνεχώς εξελίσσεται με αλλεπάλληλες ανακαλύψεις και βελτιώσεις, για να φθάσει στη σημερινή μορφή του,

έχοντας κατασταλάξει οριστικά στο χαρτί. Οι αδυναμίες των παλαιότερων υλικών (πάπυρος, περγαμηνή) αλλά και το χαμηλό κόστος της παραγωγής του χαρτιού κάνουν κάθε σύγκριση περιττή. Δεν συμβαίνει το ίδιο όμως και με το εξωτερικό του βιβλίου- το υλικό της βιβλιοδεσίας δηλαδή

-

που πλουτίζεται με το πέρασμα του

χρόνου, από το αρχικό χαρτόδετο ή πρωτόγονα δερματόδετο, με μια

απειρία χρωμάτων και σχεδίων, πάνω σε χαρτιά ή υφάσματα και με μια εξελιγμένη κατεργασία κάθε λογής δέρματος, που οδηγούν στα περίτεχνα αριστουργήματα της βιβλιοδετικής τέχνης του 20ου αιώνα. Από την άποψη του σχήματος, το βιβλίο παραμένει στο υπο­ δειγματικό σχήμα των aρχέτυπων του 15ου αιώνα στις περισσότερες σύγ­

χρονες εκδόσεις, ενώ λίγες παραλλάζουν το σχήμα αυτό προς το τετρά­ γωνο ή το ορθογώνιο (αλλά προς το μήκος και όχι το ύψος) ανάλογα με τις λειτουργικές ή αισθητικές του ανάγκες. Λίγες οι επαναστατικές αλλα­

γές που γίνονται στο σχήμα του βιβλίου και ακόμα λιγότερες εκείνες που πείθουν για την ανάγκη της αλλαγής. Μ' άλλα λόγια, το ορθογώνιο σχήμα

16


στις αναλογίες της χρυσής τομής* που είχε δοθεί στη νηπιακή ακόμα

ηλικία του βιβλίου από τούς πρώτους δημιουργούς του, παραμένει και σήμερα το Α και το Ω της αισθητικής του τελειοποίησης. Να ένα μέτρο** γεννημένο από τήν ανθρώπινη διανοητική ικανότητα, προορισμένο να ζήσει πιθανόν όσο θα ζει και ο άνθρωπος και που είναι άγνωστο στο πλατύ κοινό.

Το χρώμα και η διακόσμηση. Η σύγχρονη βιβλιοδετική τέχνη έχει ποικίλλει την παλαιότερη χρωματική και διακοσμητική μονοτονία σε ση­ μείο τέτοιο που μπορεί να διερωτηθεί κανείς: Υπάρχουν τάχα δυνατότη­ τες για ακόμα περισσότερες παραλλαγές; Γενικά παρατηρούμε: Εννοιολογική χρησιμοποίηση του χρώματος, σπάσιμο της μονοτονίας, προσαρμοστικότητα πρός το χώρο, δημιουργία αρμονικών χρωματικών κλιμάκων (γκάμες) και περιορισμό στη χρήση

του θλιβερού μαύρου χρώματος που για πολλά χρόνια

-

ιδίως στον τόπο

μας- καλλιέργησε η σοβαροφάνεια (όσο πιο μαύρη η βιβλιοθήκη τόσο πιο σοφός ή σοβαρός ο κτήτορας). Η διακοσμητική, σαν μορφή τέχνης εφαρμοσμένη πάνω στο συγ­ κεκριμένο αντικείμενο- το βιβλίο- δε συνιστά άλλο παρά μόνο το δρόμο που αναγκαστικά πρέπει να ακολουθήσει ο καλλιτέχνης βιβλιοδέτης για να εκφραστεί. Και η εκφρασή του αυτή

-

συνάρτηση της εποχής του , του

τόπου του και της προσωπικής του καλλιτεχνικής ιδιοσυστασίας

-

τον

ελευθερώνει απ ' τη μια σαν άνθρωπο και απ ' την άλλη τον κοινωνικο­ ποιεί αφού επιτελεί με τον τρόπο αυτό, το χρέος του προς την ομάδα. Έτσι, πειθαρχώντας στους αισθητικούς κανόνες των εικαστικών και των πλαστικών τεχνών, αλλά με την ιδιομορφία πάντοτε ενός αυστηρά προκαθορισμένου χώρου για έκφραση -την επιφάνεια του βιβλίου -ο καλλιτέχνης βιβλιοδέτης αναδεικνύεται ένας πραγματικός δημιουργός.

Στον ευρωπαϊκό κυρίως χώρο υπάρχουν σήμερα εκατοντάδες ονό­ ματα θαυμάσιων βιβλιοδετών που ασκώντας το επαγγελμά τους με υπευ­

θυνότητα και ευαισθησία μπόρεσαν με την προσωπική τους κατάθεση να αναδείξουν την ομορφιά και την αξία της τέχνης τους. Όλοι εκφράζουν

το δικό τους Σήμερα. Οι πιό προικισμένοι και κάτι από το Αύριο.

<< Χρυσή Τομή >> είναι η σχέση που μας δίνει ανεξάρτητα από κάθε λογική αιτιολογία

το κλάσμα 1/ 1,618.. . όπου το 1 παριστάνει τη μικρότερη πλευρά ενός ορθογωνίου και το 1,618 τη μεγαλύτερη. Τα κλάσματα 5/8 και 13/21 είναι άλλες ικανοποιητικές προσεγγίσεις της «χρυσής τομής » ενώ συνήθως αναφέρεται μέ τή σχέση 2 πρός 3.

• •

Η λέξη «μέτρο» εδώ, με την έννοια του «Κανόνα» ή μιας «ιδανικής σχέσης» που μας

δίνει την δυνατότητα για σύγκριση.

17


Η αισθητική αξία του βιβλίου όσο και αν είναι παραγνωρισμένη, δεν παύει να υπάρχει και να μας επηρεάζει κατά κάποιο τρόπο, άλλοτε

λιγότερο, άλλοτε περισσότερο. Είναι μία λειτουργία πού γίνεται από μόνη της, είτε το θέλουμε είτε όχι. Μιας και το βιβλίο πέρασε αναγκαστικά στη ζωή μας και το αγορά ­

ζουμε και το διαβάζουμε, το χαρίζουμε ή το συγκρίνουμε- συνειδητά ή όχι

-

μας δίνει μια αισθητική εμπειρία. Η εμπειρία αυτή που αποτελεί

αναμφισβήτητη πραγματικότητα είναι και ένας δείκτης του πολιτιστικού ή του γενικώτερα αισθητικού επιπέδου μας. Η λειτουργία αυτή παίρνει δύο πιο συγκεκριμένες μορφές.

α) η π~ώτη έχει παιδευτικό χαρακτήρα αφού διδάσκει, αφού μπο­ ρεί να μας πληροφορήσει για το ωραίο, για το καλαίσθητο, την αρμονία

των χρωμάτων και των αναλογιών. Αφού τέλος μας φωτίζει μια πλευρά της δημιουργίας - της καλλιτεχνικής δημιουργίας - τόσο άγνωστης στους πολλούς, που κάνει τους λίγους μυημένους να αισθάνονται πως κατέχουν

-

και το κατέχουν

-

το κλειδί μιάς άλλης μυστικής και ευτυχισμένης

γνώσης που μπορεί να ομορφαίνει κάθε στιγμή της ζωής τους .

β) η δεύτε~η έχει αποδεικτικό χαρακτήρα. Δίνοντας η βιβλιοδεσία μια μορφή στο περιεχόμενο του βιβλίου ή, μ' άλλα λόγια, δίνοντας έκ­ φραση στο νόημα πού περικλείει δεν κάνει τίποτ' άλλο παρά να θέτει σε ενέργεια την αισθητική λειτουργία της ψυχής μας. Με τι ποσοστό επιτυ ­ χίας όμως συντελείται αυτό; Είναι πάντοτε επιτυχής η σύνθεση αυτή,

μορφής και περιεχομένου; Κάθε βιβλίο λοιπόν είναι και μία ένδειξη, από την άποψη αυτή, του αισθητικού επιπέδου και του δημιουργού του αλλά και του αναγνώστη. Όπως και στο σύνολο της, μια βιτρίνα ενός βιβλιο­ πωλείου καθρεφτίζει το βαθμό της πολιτιστικής ανάπτυξης του τόπου. Είναι γνωστό , εξάλλου, πώς οι πολιτιστικές εκδηλώσεις ενός λαού είναι « ευθέως ανάλογες» με το αισθητικό του επίπεδο . Και η βιβλιοδεσία, είναι μια πολιτιστική εκδήλωση με έντονη παρουσία, με σημαντική ιστορία και με περίτεχνα επιτεύγματα. Σε τι βαθμό πολιτιστικής ανάπτυξης θα μας τοποθετούσε μία αντι­ κειμενική εξέτασή της;

Το αντικείμενο της βιβλιοδεσίας είναι το βιβλίο ειδωμένο από πολ­

λές και διαφορετικές οπτικές γωνίες: Σαν πνευματική προσφορά, σαν υλικό, σαν σχήμα και σαν χρώμα, σαν καλλιτεχνική έκφραση και σαν αισθητική εμπειρία, σαν ένα ανθρώπινο δημιούργημα που έχει μια ιστο­ ρία πολλών αιώνων . Μια ιστορία που θα πρέπει να διατρέξουμε αφού

πρώτα σταθούμε στην προσωπίκότητα του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη.

18


Η ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗ

Θα πρέπει να οφείλονται στην πνευματικότητα που ακτινοβολεί το βιβλίο και στην καθολική αναγνώριση της προσφοράς του στην πρόοδο και τον πολιτισμό, τα χαρακτηριστικά που έχουν όλοι όσοι καταπιάστη­ καν μ' αυτό και ιδιαίτερα οι τυπογράφοι και οι βιβλιοδέτες: Να έχουν δη­ λαδή ήπιο και ευγενικό χαρακτήρα, να είναι προικισμένοι με δεξιότητες στη χρησιμοποίηση των χεριών τους και να θεωρούν το έργο τους καλλι­ τεχνική δημιουργία. Όσο και αν άλλαξαν οι καιροί, τά υλικά και τα εργαλεία, αλλά και η αισθητική της βιβλιοδεσίας, η προσωπικότητα του

βιβλιοδέτη, μένει πάντα με τα ίδια χαρακτηριστικά. Ένας απότομος και

βίαιος χαρακτήρας ή ένας αδέξιος, όπως και ένας που δεν συγκινείται από το αρμονικό και το καλαίσθητο , δεν μένει στο επάγγελμα. Όταν στα παλιά χρόνια έπαιρνε στα χέρια του ο βιβλιοδέτης ένα τόμο για να τον δέσει, εξαντλούσε όλη τη μαστοριά του για να τον κάνει γερό και ανθε ­

κτικό στη χρήση και το χρόνο και όμορ(ρο. Προ πάντων όμορφο, για να δικαιολογηθεί μια ικανοποιητική αμοιβή, που θα έδινε τη δυνατότητα

στο βιβλιοδέτη να εξαντλήσει την υπομονή αλλά και την επινοητικότητά του σε πλουμίδια. Τότε το βιβλίο αυτό γινότανε ένα πραγματικό έργο τέχνης και λειτουργούσε σαν τέτοιο, είτε κοσμούσε τη βιβλιοθήκη κά ­ ποιου άρχοντα είτε κάποια δημόσια βιβλιοθήκη. Ο ίδιος ο δημιουργός του γινότανε γρήγορα γνωστός, περιζήτητος και πολλές φορές και το

« μήλο της έριδος» ανάμεσα σε δυό ή περισσότερους πλούσιους φιλότε ­ χνους. Το έργο του

- κατά παραγγελία ή όχι - είχε ενσωματωμένη την προσωπική έκφραση του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη αλλά και κάτι από την αισθητική του τόπου και της εποχής, μεταφερμένη πάνω και μέσα στο βιβλίο, με τα υλικά μέσα της βιβλιοδεσίας και της χρυσωτικής. Οι επιλογές αυτές - των μέσων δηλαδή της καλλιτεχνικής έκφρασης

-

όντας π ρ ο ν ό μ ο ι ο αλλά και ε υ θ ύ ν η μαζί, του ίδιου του δη μιουρ ­

γού, αντανακλούν όχι μόνο τη δεξιοτεχνική ικανότητά του , αλλά και τη φαντασία και την ευαισθησία του, με άλλα λόγια την προσωπικότητά του. Έτσι θα πρέπει να οδηγηθούμε και στο ερώτημα: Πως πλάθεται η προσωπικότητα αυτή;

α) Η έ μ φ υ τ η

,

η κληρονομημένη ικανότητα του καλλιτέχνη βι­

βλιοδέτη θα πρέπει να είναι η αρχική ύλη της προσωπικοτητάς του . Μέσα σ' αυτή, θα ξεχωρίσουμε τις διανοητικές ικανότητες που απαιτούνται:

19


γόνιμη φαντασία, πνευματικότητα, ευρηματικότητα, ευαισθησία. Ικανό­ τητες που θα επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τη σταδιοδρομία του και οι οποίες βοηθημένες από μια καλή γενικότερα παιδεία μπορούν να οδηγή­ σουν σε μια εξαιρετικά υψηλού επιπέδου καλλιτεχνική απόδοση. Παράλληλα οι σωματικές ικανότητες και κυρίως η δεξιότητα των

χεριών γίνονται τα απαραίτητα συμπληρώματα της προσωπικότητας, μιας και αυτά- τα χέρια- είναι ουσιαστικά τα εργαλεία που θα πραγμα­

τοποιήσουν το έργο τέχνης. Η άσκηση εδώ, η καθημερινή και επίμονη άσκηση παίζει πολύ σημαντικό ρόλο γιατί αυτή διατηρεί τη φυσική ικα­ νότητα και την εξελίσσει ως τη δεξιοτεχνία. Θα πρέπει όμως να παραδε­ χτούμε πως μόνο η σωματική ικανότητα, η ευστροφία των χεριών δε φτάνει. Ο άνθρωπος ξεχωρίζει στο ζωικό κόσμο γιατί σκέφτεται. Και το έργο τέχνης, όσο και αν τα χέρια είναι που το κατασκευάσαν, χρωστάει την αξία του κυριώτατα στην πνευματική υπόσταση, στο γεγονός της ακτινοβολίας του σαν προϊόν του ανθρώπινου πνεύματος. β) Η επίκτητη καλλιέργεια του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη έρχεται να φωτίσει το πνεύμα του περισσότερο και να καταστήσει τα χέρια του ακόμα πιο ικανά. Η τέλεια γνώση του αντικείμενου της τέχνης του προϋ­ ποθέτει τη γνωριμία με την ιστορία του βιβλίου, του χαρτιού, καθώς και

των άλλων υλικών που χρησιμοποιεί. Ακόμα, η γνώση της ιστορίας των διακοσμητικών τεχνών και η άσκησή του στο σχέδιο προσθέτουν στις άλλες ικανότητές του και τη δυνατότητα να μεταφέρει σωστά και γρή­

γορα την έμπνευσή του στο χαρτί για ν' αρχίσει το χτίσιμο της δημιουρ­ γίας του. Κύρια όμως πρέπει να γίνει γνώστης των μεθόδων και εργα­ λείων του. Μ' αυτά θα μιλήσει τελικά η ψυχή του σμιλεύοντας στην επι­ φάνεια του βιβλίου αργά-αργά το μήνυμά της.

Συμπληρωματικά, στο χαρακτήρα του καλλιτέχνη, πρέπει να δια­ .κρίνουμε μία πρόσθετη ποσότητα υπομονής που θα διατεθεί στη συστη­ ματική συντήρηση των εργαλείων καθώς και των μηχανημάτων που χρη­ σιμοποιεί. Η δουλειά αυτή πρέπει να γίνεται σωστά καί τακτικά άν θέλει να του προσφέρουν την υπηρεσία τους και χωρίς ψεγάδια αλλά και γιά πολύ χρόνο.

Η προσωπικότητα του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη που καθρεφτίζεται στο έργο του και το διαφοροποιεί και το χαρακτηρίζει, πρέπει να έχει προέλθει από το ζύμωμα των έμφυτων προσόντων με την επίκτητη συγ­ κομιδή ικανοτήτων και γνώσεων, όλα μαζί aσκημένα στην καθημερινή πράξη.

20


ΣΧΕΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΟΥ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗ στον Μιχάλη Ξυλά

Αν η θεία πνοή της τέχνης, που ομορφαίνει και εξαϋλώνει την καθη­ μερινή μας πεζότητα, μπορούσε να γίνει μία πραγματική ανάγκη, για περισσότερους ανθρώπους που θα την aποζητούσαν με την ίδια λαχτάρα που αποζητούν και χαίρονται το νερό, τόν αέρα, το φώς, τότε η κοινωνία μας δεν θα ήταν μόνο πιο όμορφη αλλά και πιο ευτυχισμένη.

Αυτό ομως, που πολλοί δεν το γνωρίζουν, ο βιβλιόφιλος και ο βι­ βλιοδέτης το ζούν με την ευαισθησία τους καθημερινά και δε γίνεται να μή το συνειδητοποιούν στο μεταξύ τους διάλογο. Γιατί ο διάλογος αυτός, ο τόσο όμορφος, δεν είναι μόνο ανίχνευση και προσέγγιση, γέννηση και δημιουργική αγωνία, αλλά και μία επαλήθευση του εαυτού μας και μία δικαιωσή του. Τι άλλο μπορεί να είναι η ευτυχία; Έτσι, όταν φτάνει η ώρα της συνάντησης και οι δύο, είναι βέβαιο,

ότι απολαμβάνουν κάθε στιγμή της. Γύρω από το βιβλίο, το αντικείμενο της κοινής ιδιαίτερης φροντίδας τους η συζήτηση και σκοπός να επιλεγεί

η πιό κατάλληλη βιβλιοδεσία. Αυτή που θα το αγκαλιάσει, όλο φροντίδα για την επιβιωσή του, όλο καμάρι για το περιεχόμενό του.

Τρείς είναι οι μορφές που μπορεί να πάρει ο διάλογος αυτός, ανά­

λογα με τις γνώσεις και την προσωπικότητα των δύο συζητητών. Στην πρώτη

-

όταν υπερισχύουν οι γνώσεις και η προσωπικότητα

του βιβλιόφιλου από αυτές του βιβλιοδέτη -κυριαρχεί η προσπάθεια του

πρώτου να μεταδώσει στο δεύτερο την εικόνα που έχει σχηματίσει ο ίδιος και που με τη βοήθειά του θα τη δει να πραγματοποιείται. Είναι κάτι λογικό. Το βιβλίο που πρόκειται να δεθεί έχει ήδη δημιουργήσει στον

ιδιοκτήτη του μία εντύπωση, έχει συνδεθεί κατά κάποιο τρόπο μαζί του

και έχει φανταστεί ίσως κατά ποιό ακριβώς τρόπο η βιβλιοδεσία του θα πρέπει να γίνει, ώστε να εκφράζει ιδανικά το περιεχόμενό του. Πολύ συχνά ο βιβλιόφιλος έχει όλες τις ευαισθησίες ενός καλλιτέχνη δημιουρ­ γού αλλά όχι και τις τεχνικές γνώσεις, τα μέσα ή το χρόνο για να κάνει ο

21


ίδιος τη βιβλιοδεσία. Αναφέρονται πολλά ονόματα βιβλιοφίλων- σε πα­

λαιότερες αλλά και στη σύγχρονη εποχή

-

που έμαθαν την τέχνη της

βιβλιοδεσίας γιά να μπορούν οι ίδιοι να δένουν τα βιβλία τους. Στην περίπτωση που οι γνώσεις και η προσωπικότητα του βιβλιο­ δέτη υπερέχουν, ο βιβλιόφιλος μόνο κέρδος θα έχει όταν εμπιστευθεί το βιβλίο του στα χέρια αυτά. Θα πρέπει όμως πάντοτε στη συζήτηση που , είτε προηγηθεί, είτε ακολουθήσει το δέσιμο του βιβλίου, να υπάρξει μία εξήγηση, ένας απολογισμός της προσπάθειας, που θα σημαίνει μύηση του βιβλιόφιλου στο δημιουργικό αγώνα του βιβλιοδέτη και συμμετοχή στην αγωνία του , ένα συναίσθημα αφάνταστα γοητευτικό. Θα είναι αδικαιο­

λόγητος αυτός που δεν θα θελήσει να κοινωνήσει την αγωνία αυτή. Χώ­ ρια από μια πλούσια εμπειρία- έστω και αν δεν είναι άμεση- που θα έχε ι

χάσει, θα έχει χάσει και την ευκαιρία να γευθεί την πεμπτουσία της καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Η διερεύνηση του τρόπου που τελικά θα γίνει η βιβλιοδεσία που προτείνει ο βιβλιόφιλος, του προσφέρει πληροφορίες, τεχνικές κυρίως, που πλουτίζουν ακόμη περισσότερο τις ήδη πλούσιες γνώσεις του και του εξασφαλίζουν την aπόχτηση του επιθυμούμενου , ενώ, απ' την μεριά του βιβλιοδέτη , δεν μπορεί, δεν πρέπει, να υπάρχει αντίρρηση. Αποδεχόμε­ νος την πρόταση , πλουτίζει κι αυτός τις γνώσεις του δημιουργώντας ένα

έργο που μια πλουσιότερη από τη δική του φαντασία -ή πείρα- έχει σχεδιάσει. Δεν υπάρχει καμμία ντροπή σ' αυτό , αφού είναι γνωστό πως όσο ζούμε θα μαθαίνουμε. Και επιτέλους, το αποτέλεσμα ανήκει σ' αυτόν που ανήκει και το βιβλίο .

Υπάρχει τέλος και η υπέροχη εκείνη συνάντηση των δύο συζητητών ,

του βιβλιόφιλου και του βιβλιοδέτη, που ακριβώς επειδή γνωρίζουν και οι δύο πολλά, ξέρουν πως δεν πρέπει να είναι σίγουροι για τίποτα. Για το λόγο αυτά, ψάχνουν συζητώντας ξανά και ξανά τα στοιχεία που περισσό­ τερο υπολογίζουν έως ότου πάρουν την απόφασή τους για τη μορφή που

πρέπει τελικά να πάρει το συγκεκριμένο βιβλίο . Και ο διάλογος μπορεί να συνεχίζεται γ ια καιρό . Όταν η αγάπη και των δύο για το βιβλίο και την τύχη του είναι γνήσια , δεν έχει καμιά σημασία- δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε σημασία- ο χρόνος. Αυτό που

πάνω απ' όλα μετρό.ει είναι η δημιουργία. Είναι το ψάξιμο μέσα στις σελίδες του βιβλίου, ανάμεσα στα στοιχεία και τις λετρίνες του, στην προμετωπίδα και τον κολοφώνα του, στον κόσμο των ιδεών και την ακτι-

22


νοβολία του. Το ψάξιμο για τον ποθητό μίτο που θα μας οδηγήσει στην μορφή που πρέπει να πάρει εξωτερικά, εκφράζοντας με όση γίνεται περ­ ρισότερη συνέπεια το πνεύμα που περικλείει στο εσωτερικό του. Στη διάρκεια του διάλογου αυτού , ο ένας συζητητής παίρνει από τον άλλον όσο και δίνει. Στο τέλος, και οι δύο είναι πιο πλούσιοι, πιο έμπει­ ροι και πιο ευτυχισμένοι.

Η διαδρομή στην αναζήτηση του ωραίου είναι το ί διο δύσκολη αλλά και γοητευτική όσο και η διαδρομή στην αναζήτηση της αλήθειας.

Στήν αναζήτηση της ανάλογης με το βιβλίο βιβλιοδεσίας, βιβλιόφι­ λος και βιβλιοδέτης πρέπει να ανταλλάξουν τις γνώσεις τους και να προ­ χωρήσουν στην επιλογή τη σωστή εξαντλώντας τα αποθέματα των εμπει­

ριών τους. Οι επιτυχείς επιλογές θα αποδείξουν τελικά πως το πιο πολύ­ τιμο , το πιο ουσιαστικό υλικό της καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας είναι η σκέψη .

Κόσμημα μοναστικού τύ που

23


ΣΧΕΣΕΙΣ ΒΙΒΛΙ ΟΘΗΚΟΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΗ στην Κατερ ίνα Θ ανοπούλου

Από τις πιο σημαντικές επιστήμες, που η συμβολή της στην καθόλου ανάπτυξη

ενός

έθνους

είναι καθοριστική,

είναι η

βιβλιοθηκονομία.

Άγνωστη ή ελάχιστα γνωστή σαν επιστήμη στον τόπο μας, η βιβλιοθηκο­ νομία, αφού έκανε τα πρώτα δειλά βήματά της πριν μία εικοσαετία*, άρχισε τα τελευταία χρόνια να ξεπερνά το φράγμα της αδιαφορίας και να συγκεντρώνει όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον και του κράτους και των νέων που έρχονται να τη σπουδάσουν. Για το λόγο ότι η αναγνώρισή

της άργησε, θα πρέπει με κάθε τρόπο να βοηθηθεί για να περάσει σύν ­ τομα σε μια ωρίμανση που θα της επιτρέψει να προσφέρει τους πλούσιους καρπούς της.

Νομίζουμε πως συμβάλλουμε στην αρτίωσή της θέτοντας ορισμένα από τα προβλήματα, που σχετίζονται άμεσα με τη βιβλιοδεσία, εκεί όπου

αυτή έρχεται να υπηρετήσει τη βιβλιοθηκονομία. Κύρια αιτία και ύπαρ ­ ξης αλλά και διαιώνισης των προβλημάτων αυτών είναι: α) Η ανεπαρκής πληροφόρηση των βιβλιοθηκονόμων σχετικά με την τεχνική και τη λειτουργικότητα της βιβλιοδεσίας.

β) Η παραγνώριση της συμβολής της βιβλιοδετικής τέχνης στην ορθή λειτουργία των βιβλιοθηκών από το κράτος .

.

γ) Η έλλειψη σχολής βιβλιοδεσίας για την ορθή κατάρτιση των Ελ-

λήνων βιβλιοδετών.

Α) Ο βιβλιοθηκονόμος και ο βιβλιοδέτης πρέπει κατ' αρχήν να συμ­ φωνήσουν στο πως θα πρέπει να βιβλιοθετηθεί κάθε βιβλίο. Είναι σε θέση όμως να γνωρίζουν και το γιατί πρέπει να βιβλιοθετηθεί «έτσι» και

όχι «αλλιώς»; Γιατί μόνο τότε η απόφασή τους θα είναι όρθή, όταν π ρ α γ μ α τ ι κ ά η βιβλιοδεσία εκπληρώνει στο ακέραιο τον προορισμό

* Πρωτοδιδάχτηκε το

24

1977

η Βιβλιοθηκονομία στη Σχολή που ίδρυσε η Χ.Ε . Ν. το

διδάσκεται στις Σχολές των Κ.Α.Τ. Ε . Ε .

1962

και από


της που προκαθορίζουν όχι aστάθμητοι , αλλά απόλυτα συγκεκριμένοι

παράγοντες. Αυτοί είναι:

1.

2. 3. 4. 5. 6.

Η φυσική κατάσταση του βιβλίου. Η σπανιότητα ή η πολυτιμότητά του.

· Ο χρόνος της έκδοσής του . Το μέγεθος και το βάρος του.

Η συχνότητα της χρήσης που γίνεται στο βιβλίο αυτό. Μία ιδιαιτερότητα στη σχέση του βιβλίου που έχουμε για βιβλιοδέ­ τηση και της βιβλιοθήκης που το περιλαμβάνει.

1.

Η φυσική κατάσταση του βιβλίου. Αυτή προσδιορίζει την

« κατ ' αρχήν » απόφασή μας για αποστολή του βιβλίου προς το βιβλιοδε­

τικό εργαστήριο . Αν το βιβλίο είναι σε γενικά καλή κατάσταση μπορεί η παρέμβαση του βιβλιοδέτη να περιοριστεί σε μικρής έκτασης εργασίες,

όπως π.χ. καθάρισμα του δέρματος και συντήρηση με λίπος, επιδιόρθωση σχισμένων εσώφυλλων ή και σελίδων, επανατοποθέτηση δερμάτων στις γωνίες κ.α. Αν το βιβλίο βρίσκεται σε μέτρια κατάσταση οι παρεμβάσεις του

βιβλιοδέτη μπορεί να είναι πιο σοβαρής μορφής, όπως π.χ. αποκατά­ σταση φθαρμένης ράχης, στερέωση ή επανασύνδεση aποκομμένου καπα­

κιού , συμπλήρωση κατεστραμένων τμημάτων της βιβλιοδεσίας κ. α. Αν το

βιβλίο βρίσκεται σέ κακή κατάσταση τότε απαιτείται η τέλεια αναβιβλιο­ δέτηση που θα πρέπει να γίνει παίρνοντας υπόψη μας και τους υπόλοι ­ πους παράγοντες.

2.

Η σπανιότητα και η πολυτιμότητα ενός βιβλίου αποτελούν

ένα δεύτερο παράγοντα. Όπως αποτελεί σπατάλη αδικαιολόγητη η πο­ λυτελής βιβλιοδέτηση ενός ασήμαντου βιβλίου, το ίδιο αποτελεί και

πράξη απαράδεκτη και προσβλητική γιά τήν αξία ενός πολύτιμου βι­ βλίου, η βιβλιοδέτησή του με τρόπο ευτελή και κακότεχνο. Η ισόρροπη σχέση της αξίας της μορφής και του περιεχομένου είναι το ιδανικό που θα πρέπει να επιδιώκουμε και που θα αναδεικνύει το ένα το άλλο.

3.

Ο χρόνος έκδοσης ενός βιβλίου καθορίζει σε μεγάλο ποσοστό

τη μορφή που θα πρέπει να πάρει η βιβλιοδέτησή του . Αναμφισβήτητα η συνεπής βιβλιοδεσία πρέπει να είναι τοποθετημένη ακριβώς στο χρόνο

της έκδοσης του βιβλίου αν θέλει να πλαισιωθεί ορθά το πνεύμα του βιβλίου που περικλείει. Ιδιαίτερα, όταν πρόκειται για βιβλίο που έχει εκδοθεί στο μακρινό παρελθόν, είναι αδιανόητο, να μήν εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία για να αναπλάσουμε

-

έστω και κατά προσέγγιση -κάποια

25


από τις aριστουργηματικές βιβλιοδεσίες των μεγάλων καλλιτεχνών βι­ βλιοδετών .

4.

Το μέγεθος και το βάρος του βιβλίου επίσης αποτελούν παρά­

γοντες που πρέπει να πάρουμε υπόψη μας. Χρησιμοποιώντας ανθεκτικό­ τερα υλικά όσο το μέγεθος ή το βάρος μεγαλώνουν, καθώς και εφαρμό­ ζοντας την κατάλληλη τεχνική μπορούμε να δώσουμε στο μεγάλο ή το

βαρύ βιβλίο τη βιβλιοδεσία που του αρμόζει. Αν αδιαφορήσουμε για τον παράγοντα αυτόν κινδυνεύουμε να καταστήσουμε μία βιβλιοδεσία ανώ­ φελη και σε σύντομο χρονικό διάστημα άχρηστη.

5.

Η συχνότητα της χρήσης που γίνεται σε ένα βιβλίο επίσης

αποτελεί εξίσου σημαντικό παράγοντα. Όπως :ιτ.χ . και σε μία ιδιωτική βιβλιοθήκη ακόμα, τα βιβλία εκείνα που χρησιμοποιούμε συχνά (λεξικά) φροντίζουμε να έχουν μία ανθεκτικότερη βιβλιοδετική τεχνική και ένα

μεγαλύτερης αντοχής υλικό, έτσι και στις δημόσιες βιβλιοθήκες

-

πλήν

των λεξικών -και όλα εκείνα τα βιβλία που ζητούνται περισσότερο πρέ­ πει να είναι κατάλληλα εξοπλισμένα για να αντέξουν στή -μεγάλη χρήση.

6.

Μία ιδιαίτερη προτίμηση προς ορισμένα βιβλία πάντοτε σχε ­

δόν υπάρχει σε κάθε βιβλιοθήκη δημόσια ή ιδιωτική. Είτε η συμπάθεια του συλλέκτη είτε η παράδοση της βιβλιοθήκης επιβάλλουν μία μεταχεί­ ριση πλεονεκτική , για ένα είδος βιβλίων, που αν τη σταματήσουμε κατα­

στρέφουμε κάτι από το ύφος, από το χαρακτήρα, από τη συνέχεια της βιβλιοθήκης αυτής όπως η προτίμηση της βιβλιοθήκης «Κοραής» της Χίου στα βιβλία της κλασσικής παιδείας, η προτίμηση της βιβλιοθήκης

της Βουλής στα ιστορικά και ιδιαίτερα εκείνα που συνθέτουν την ιστορία του Ελληνικού κοινοβούλιου και η προτίμηση της Γενναδείου βιβλιοθή­ κης στα βιβλία με βιβλιοδεσία αξιώσεων που με το χρόνο της έχουν προσ ­

δώσει και την ιδιότητα ενός μουσείου βιβλιοδεσίας μοναδικού στον ελλη ­ νικό χώρο.

Β) Ο βιβλιοθηκονόμος και ο βιβλιοδέτης όποτε συνεργάζονται για τη βιβλιοδέτηση των τόμων της βιβλιοθήκης θα πρέπει να συζητήσουν και τους οικονομικούς όρους της συμφωνίας τους. Αυτό είναι φυσικό, αλλά και τελείως ακατάλληλα ρυθμισμένο. Ο μειοδοτικός διαyωνισμός είναι το οικονομικοτεχνικά καθεστώς που ρυθμίζει τις σχέσεις αυτέςκαι που εξασφαλίζει αναντίρρητα δύο στόχους. Ο πρώτος είναι στόχος που και ο νομοθέτης τον επιθυμεί αλλά και ο βιβλιοθηκονόμος: το χαμηλό κόστος. Και αυτό το πετυχαίνουμε. Παράλληλα όμως η πίεση για χαμηλό-

26


τερη τιμή οδηγεί και σε χαμηλή ποιότητα, που αργα η γρήγορα κατα­ στρέφει, το ίδιο το βιβλίο υποβαθμίζοντας το επίπεδο της βιβλιοδεσίας και κατά συνέπεια της βιβλιοθήκης. Αυτός είναι ένας «στόχος » που επί­

σης πραγματοποιείτα ι αν και δεν το επιθυμεί ούτε ο νομοθέτης ούτε ο βιβλιοθηκονόμος αλλά ούτε και ο βιβλιοδέτης. Το πρόβλημα του μειοδοτικού διαγωνισμού είναι πάρα πολύ σο ­

βαρό γιατί οδηγεί σε σφαλερούς υπολογισμούς, σε λαθεμένες λύσεις και σε κατασπατάληση χρημάτων . Για ορισμένους τόμους βιβλίων σημαίνει τέλεια καταστροφή . Αιτία η εσφαλμένη εντύπωση , που κυριαρχεί όμως, ότι μιά εργασία τόσο λεπτή, που απαιτεί τεράστια αποθέματα υπομονής,

παρατηρητικότητας, aυτοσυγκέντρωσης και αυτοκυριαρχίας, όπως είναι η βιβλιοδεσία, μπορεί να συμπιεστεί απεριόριστα χρονικά ώστε να γίνει

εργασία μαζικής παραγωγής, χωρίς να αλλάξει το χαρακτήρα της, χωρίς

να προδώσει τον προορισμό της. Είναι ένα λάθος όμως που επιδέχεται διόρθωση και μάλιστα εύκολη: Ο μειοδοτικός διαγωνισμός, αν δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτόν ,

θα πρέπει να αναφέρεται κάθε φορά σε συγκεκριμένο τρόπο βιβλιοδε ­ σίας, τηρώντας μάλιστα αυστηρά καθορισμένες προδιαγραφές. 'Οχι αό­ ριστα, «κάπως έτσι » ή «περίπου σαν αυτό » αλλά με βάση συγκεκριμένο

υπόδειγμα για κάθε τύπο βιβλιοδεσίας. Είναι δύσκολη μία νομοθετική ρύθμιση ενός τόσον απλού προβλήματος;

f) Ο βιβλιοθηκονόμος και ο βιβλιοδέτης οφείλουν να γνωρί­ ζουν, θεωρητικά ο ένας και στην πράξη ο άλλος τη βασική τεχνική της βιβλιοδεσίας για να μπορούν να συνεννοηθούν. Όταν όμως ο ένας από

τους δύο ή, κάτι που πολύ συχνά συμβαίνει, και οι δύο δεν γνωρίζουν, είναι προτιμότερο η βιβλιοδέτηση να μη γίνεται. Ελπίζουμε με το «νέο αίμα » και με αυτό εννοούμε τους σπουδαγμέ­ νους βιβλιοθηκονόμους με τους οποίους θα πλουτίζεται ο κλάδος, να μπορέσει η βιβλιοθηκονομία να λειτουργήσει όσο αποτελεσματικά λει­ τουργεί και στα άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Προϋπόθεση, βέβαια, η κατοχύ­ ρωση του επαγγέλματος ώστε να μη διορίζονται πλέον άσχετα πρόσωπα που δεν είναι ούτε ικανά ούτε και προετοιμασμένα κατάλληλα για νά

ιερουργήσουν στους ναούς αυτούς του πνεύματος που λέγονται βιβλιο­ θήκες. Καιρός, το κράτος με τις αρμόδιες υπηρεσίες του που έχουν γενική εποπτεία των βιβλιοθηκών -των ελλείψεων και των αναγκών τους- να

27


προχωρήσει στην ίδρυση μιας έστω σχολής στην οποία θα διδάσκεται η σύγχρονη τέχνη της βιβλιοδεσίας. Η έλλειψη μιας τέτοιας σχολής στις μέρες μας, χώρια από το να αποδεικνύει πόση λίγη σημασία δίνουμε στο βιβλίο , βάζει και σε κίνδυνο όλουc; τους βιβλιοδετημένους και μη θησαυ­ ρούς των ελληνικών βιβλιοθηκών . Η λειτουργία μιάς σχολής βιβλιοδεσίας με κύρος μπορεί σε σύντομο

σχετικά διάστημα: α) Να επιμορφώσει τους βιβλιοδέτες που διαθέτουν και τεχνικές ικανότητες αλλά και τη θέληση για εξέλιξη, με σεμινάρια που θα τους ενημερώσουν στις τελευταίες τεχνικές μεθόδους και θα τους εξοπλίσου ν με την απαραίτητη θεωρητική κατάρτιση .

β) Να δώσει σε δύο χρόνια ικανούς βιβλιοδέτες άξιους να διασώ­ σουν όσα πολύτιμα βιβλία έχουν οι βιβλιοθήκες της Ελλάδας και να

προβάλουν σε ειδικούς χώρους τα εκλεκτότερα δημιουργήματα των Ελ­ λήνων συγγραφέων που τυχαίνει να έχουν και εκλεκτή εκδοτική επιμέ ­ λεια .

γ) Να ωριμάσει με τον καιρό ένα επάγγελμα που ταιριάζει στα εύ ­ στροφα και δημιουργικά ελληνικά χέρια και να γίνει ανταγωνιστικό στον

ευρωπαϊκό χώρο αλλά και το διεθνή καλλιτεχνικό και βιβλιοφιλικό στίβο. Βιβλιοθηκονόμοι και βιβλιοδέτες δεν επιτρέπεται πιά να αυτοσχε ­ διάζουν . Τη Σχολή που διαθέτουν οι πρώτοι πρέπει ν' αποκτήσουν και οι

δεύτεροι ώστε με υπευθυνότητα και σοβαρότητα να διασώσουν την πολύ ­ τιμη σε βιβλία εθνική μας κληρονομιά και να προβάλουν σε διεθνή κλί ­ μακα το αναμφισβήτητα υψηλό καλλιτεχνικό τους ανάστημα.

~ ~ Κόσμημα τύπου

28

.. Q la fanfare ..


Η ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ στον Β ά λ ια Σεμερτ ζίδη

Πρίν υπάρξουν οι Τέχνες, είναι γνωστό πως υπήρξαν οι ανάγκες, που τις γέννησαν. Αλλά η εξυπηρέτηση της όποιας ανάγκης, δεν παρέ ­ μεινε ποτέ ο μόνος λόγος για να αναπτυχθεί μία τέχνη.

Ακριβολογώντας μάλιστα, θά 'πρεπε να πούμε πως μία τέχνη ανα­

δεικνύεται σαν τέτοια, όταν πέρα από την ανάγκη που τη δημιούργησε αρχικά και ξεπερνώντας τη λειτουργική της σημασία, αποτελεί μία αυτο­ δύναμη παρουσία που έρχεται να μας κατακτήσει με τη συγκίνηση που μας προσφέρει αποκαλύπτοντάς μας την αίσθηση του ωραίου.

Είτε η τέχνη αυτή εξυπηρετούσε τον άνθρωπο στην καθημερινή του ζωή -όπως η κεραμική, το κόσμημα, το νόμισμα - είτε το τελετουργικό μέρος κάποιας μαγείας ή κάποιας θρησκείας- όπως η αρχιτεκτονική, η γλυπτική, η ζωγραφική

-

σημασία έχει, ότι ξεχώρισε ανάμεσα από ανα­

ρίθμητες άλλες μορφές ανθρώπινης δράσης, για να αποτελέσει ένα συγ­

κεκριμένο κύκλο που θά διαδραματίσει στην ιστορία του ανθρώπου και ιδιαίτερα του πολιτισμού του ένα πρωταρχικό ρόλο. Στο σύνολό τους οι τέχνες αυτές αναπτύσσονται επηρεαζόμενες από τις κοινωνικές κυρίως συνθήκες αλλά και επηρεάζοντας η μία την άλλη. Έτσι, είναι δύσκολο να τις αξιολογήσουμε δίκαια ή να τις κατατάξουμε

αλλά δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσουμε και να αποδώσουμε μία ξεχω­ ριστή θέση στις λεγόμενες εικαστικές τέχνες και κύρια στη ζωγραφική και

κατόπιν στη γλυπτική. Ο λόγος: η διαρκής αναζήτηση, η συνεχής ανα­ νέωση που προσφέρουν καθώς και η ύπαρξη πληθωρικών προσωπικοτή ­ των που τις επέβαλαν σαν ηγετικές μορφές τέχνης. Από πολλούς αιώνες,

αυτές είναι που επιβάλουν το νέο, αυτές που δίνουν το όνομά τους στις εποχές, αυτές που αναδεικνύουν τις μεγάλες σχολές. Η καλλιτεχνική βιβλιοδεσία ακολούθησε τον ίδιο δρόμο των εικα­ στικών τεχνών. Ξ εκίνησε για να υπηρετήσει μία ανάγκη και χρησιμο­ ποίησε διάφορα υλικά αναζητώντας εκτός από τη στερεότητα, την ομορ-

29


φιά. Ανακάλυψε εργαλεία ειδικά για να πετύχει μία καλύτερη διακό­ σμηση. Δημιούργησε ποικιλία τεχνοτροπιών που έδωσαν σάρκα και οστά

σε βιβλιοδεσίες -αριστουργήματα. Τέλος, δεν αρκείται στην προστασία και την ωραιοποίηση μόνο του βιβλίου αλλά προχωρεί σε δυσκολώτερη και ουσιαστικώτερη αποστολή: Το αναδεικνύει και τελικά το ερμηνεύει.

Τότε το βιβλίο αυτό, δεν μπορεί να μείνει άλλο στο ράφι της βιβλιοθήκης, ασφυκτιά. Απαιτεί και αποκτά το δικό του αποκλειστικό χώρο. Στην αρχή βλέπαμε μόνο τη ράχη του. Τώρα μπαίνει στη βιβλιοθήκη προβάλ­

λοντας το πρόσωπό του. Πολλές φορές απαιτεί ένα πολύ πιο ειδικό χώρο.

Μία θέση σε μία βιτρίνα που τη μετατρέπει αμέσως σε πυρήνιι\ ακτινοβο­ λίας πνεύματος και ομορφιάς. Η καλλιτεχνική βιβλιοδεσία στον 20ο αιώνα έχει πιά καθιερίοθεί σαν

μία σημαντική τέχνη. Δεκάδες σχολών στην Ευρώπη με διάρκεια σπου­ δών από

3

έως

5 χρόνια

οι περισσότερες. Πλήθος από γνωστές καλλιτε­

χνικές αίθουσες φιλοξενούν σημαντικές εκθέσεις βιβλιοδεσίας. Διεθνείς εκθέσεις οργανώνονται σε πολλά σημεία του κόσμου. Και ένας παγκό­ σμιος διαγωνισμός κάθε τέσσερα χρόνια

(Prix Paul Bonet)

στην

Ascona της

Ελβετίας βραβεύει τα καλύτερα επιτεύγματα της τέχνης αυτής.

Φιλοτεχνικοί σύλλογοι προβολής της καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας ήδη έχουν εμφανιστεί. Βιβλία για την ιστορία ή την τεχνική της βιβλιοδε­

σίας κυκλοφορούν πολλά, ενώ οι · εκδόσεις

-

αφιερώματα σε μεγάλους

βιβλιοδέτες δεν είναι λίγες.

Τα καλλιτεχνικά ρεύματα που συνήθως πηγάζουν από τις εικαστικές

τέχνες ανανεώνουν πολύ συχνά και τα νερά της βιβλιοδετικής αισθητι­

κής. Η βιβλιοδεσία μπαρόκ, η ρωμαντική, υπήρξαν προεκτάσεις των αντίστοιχων εποχών, στο χώρο του βιβλίου. Καθώς και τα διδάγματα της αφηρημένης τέχνης, αυτά που στάθηκαν και στη ζωγραφική, πέρασαν στη βιβλιοδεσία. Μια και όλη η κλίμακα των εκφραστικών μέσων των εικαστικών

τεχνών λειτουργεί το ίδιο αποτελεσματικά στο βιβλιοδετικό χώρο, το χρώμα και η ματιέρα αλλά και το στέρεο σχέδιο δεν λείπουν από το εκφραστικό αλφάβητο του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη. Μόνη διαφορά η χρησιμοποίηση του αλφάβητου αυτού με τα βι­

βλιοδετικά μέσα. Π .χ. όταν μιλάμε για χρώμα στη βιβλιοδεσία δεν εν­ νοούμε την τέμπερα ή το λάδι, αλλά το χρώμα του βιβλιοδετικού υλικού η των υλικών και όταν μιλάμε για ματιέρα εννοούμε την υφή του υλικού

30


που χρησιμοποιήσαμε ή που επεξεργαστήκαμε με τα βιβλιοδετικά εργα­ λεία. Όσο για το σχέδιο στη βιβλιοδεσία, είναι η μελέτη των διαστάσεων και των ορθών αναλογιών, είναι το στήσιμο της εικόνας που θέλουμε να

δώσουμε, είναι το χτίσιμό της λιθαράκι-λιθαράκι. Εξάλλου, στη διακο ­ σμητική, όπου ανήκει και η βιβλιοδεσία, δε χωράει ποτέ αυτούσια η

ζωγραφική. Είναι μεγάλο το λάθος όταν αναμιγνύουμε το ένα με το άλλο και το αποτέλεσμα πάντοτε κακό. Μπορεί, και είναι φυσικό εξάλλου, η βιβλιοδεσία να επηρεάζεται από τις εικαστικές τέχνες σημαντικά, όπως είναι φυσικό επίσης, να λει­

τουργεί κάτω από τούς ίδιους αισθητικούς καvόνες στις αναζητήσεις της, πάντοτε όμως θα πρέπει να πειθαρχεί: α) στην ιδιομορφία που χαρακτη­ ρίζει και επιβάλλει το αντικείμενό της, β) στην έκφραση που υποβάλλει το περιεχόμενο και γ) κυριώτατα, στη μεταγλώτισση που είναι απαραί­

τητη να γίνει όταν κάποιο στοιχείο εισάγεται, στην αμιγή, την καθαρή βιβλιοδετική γλώσσα.*

Η προσαρμογή αυτή είναι απαραίτητη για να αποφύγει κανείς τον κίνδυνο της απομίμησης ή της αντιγραφής που σε τελευταία ανάλυση, μπορεί να χαρακτηριστεί και σαν κλοπή. Αντίθετα η ορθή μεταφορά στη βιβλιοδετική γλώσσα ενός στοιχείου που προέρχεται από τον εικαστικό χώρο δεν σημαίνει διόλου κάποιον υποβιβασμό για τη βιβλιοδετίκή τέ ­

χνη. Ούτε ακόμα τη μειώνει ένας πιθανός χαρακτηρισμός της σαν «δορυ­ φορικής τέχνης», επειδή δεν είναι τέλεια αυτόνομη , γιατί οι περιορισμοί που της επιβάλλει το βιβλίο-φορέας αναφέρονται στην έκταση και στο θέμα και όχι στον τρόπο της έκφρασης. Και ακόμα: Η αναγκαία χειρω­

νακτική καθαρά προεργασία του δεμένου βιβλίου δεν σημαίνει με κανένα τρόπο κάτι περιφρονητικό.

**

Το αντίθετο, είναι μία προϋπόθεση που αναγκαστικά φέρνει κοντά

Μία καταπληκτική

μεταγλώτισση

πέτυχε ο

Προερχόμενος από το χώρο της ζωγραφικής ο

τροπία του βιβλιοδετικού

Mosaic

Smith

Άγγλος

βιβλιοδέτης

Philip Smith.

υπέταξε την έκφρασή του στην τεχνο­

αναδεικνύοντάς το σε απαράμιλλο εκφραστικό μέσον

διακόσμησης.

* •

<< Κι όμως τόσα και τόσα που καταπιάνονται να ξηγήσουν τι είναι τέχνη, μιλάνε

για όλα εξόν από τ ' ανθρώπινα χέρια. Τα περιφρονούν, όπως τα λογαριάζουν άξια μονάχα για << κατώτερες εργασίες>> . Όποιος δεν έχει καταλάβει, πως μέσα από τη δουλειά που έκανε το ανθρώπινο χέρι , στον αγώνα της επιβίωσης του είδους, αναπήδησε η τέχνη, δεν πρόκει­ ται ποτέ ν ' αντιμετωπίσει σωστά τα προβλήματά της και ν ' αποφύγει τ ' αυθαίρετα συμπερά­ σματα.» (Δ . Φωτιάδη: Ζωή και Τέχνη σελ. 20).

31


το βιβλιοδέτη-τεχνίτη με το βιβλιοδέτη-καλλιτέχνη όταν αυτοί οι δύο δεν συμπίπτουν στο ίδιο ακριβώς πρόσωπο . Όσο για την υποβάθμιση που ίσως να σκεφτόταν κανείς ότι θα στοίχιζε στην τέχνη της βιβλιοδεσίας ο χαρακτηρισμός της σαν χειροτεχνίας, σαν τέχνης δηλαδή των χεριών, θα αδικούσε την αλήθεια που είναι τέλεια αντίθετη. Καμιά τέχνη δεν μειώ­ θηκε επειδή εκφράστηκε με τα χέρια. Μειωτικό γ ία τη βιβλιοδεσία μπορεί να σταθεί μία ανούσια ρητορία ή ένα περιορισμένο πνευματικό περιεχό­ μενο, αλλάτο ίδιο μειωτικά θα ήταν αυτά και για ένα ζωγραφικό έργο ή ένα γλυπτό. Η καλλιτεχνική βιβλιοδεσία βαδίζει παράλληλα με τις εικα­ στικές τέχνες.

Οι εικαστικές τέχνες παλαιότερες και πλατειά διαδομένες με τη δική τους αδιάκοπη ανανέωση, ανανεώνουν συγχρόνως και τη βιβλιοδετική τέχνη θετικά και γόνιμα έως το σημείο εκείνο όπου η μεταφορά του νέου γίνεται αναγκαία αλλά και πειστική και πάντοτε αφού έχει αφομοιωθεί με την τέλεια βιβλιοδετική εκφραστική αντίληψη.

Κόσμημα τύπου «β ε ντά λ ιας »

32


ΚΑΛΛΙτΕΧΝΙΚΉ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ

Αναλύοντας την καλλιτεχνική βιβλιοδεσία στα αρχικά της στοιχεία, βρίσκουμε να είναι ζυμωμένα σφιχτά μαζί, ύλη και πνεύμα, αντικείμενο και ιδέα. Από την κατάθεση του συγγραφέα, είναι το χαρτί και το μελάνι απ' τη μια, και το πνεύμα απ' την άλλη, αυτό που έχει σκορπίσει στις σελίδες του μέσα. Από την κατάθεση του καλλιτέχνη βιβλιοδέτη, είναι το υλικό που διάλεξε για να ντύσει το βιβλίο και πνευματική του συμβολή, ο

τρόπος που διάλεξε σαν πιο πρόσφορο για να εκφράσει αυτό που έλαβε, αυτό που ένιωσε από το μήνυμα του συγγραφέα.

Οφείλουμε όμως να δώσουμε απάντηση και σε δύο ερωτήματα πού ευθύς αμέσως αναπηδούν:

Το πρώτο, είναι το γιατί είναι απαραίτητη η καλλιτεχνική δημιουργ ία; Το δεύτερο, το πως πραγματώνεται αυτή, πάνω στο συγκεκριμένο βιβλίο;

Πολλές θεωρίες αναπτύχθηκαν για να εξηγήσουν την αναγκαιότητα της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Μία θεωρία υποστήριξε πως ο εξαγνι­ σμός που προσφέρει η Τέχνη στον άνθρωπο είναι και η δικαίωσή της. Άλλη, πως μία ηθική που μας διδάσκει και μας εξυψώνει κάνει την Τέχνη απαραίτητη. Όλες οι θεωρίες, από κάποια οπτική γωνία, μπορούν και

βρίσκουν μία λιγότερο ή περισσότερο πειστική ερμηνεία. Θα λέγαμε απλά: Η Τέχνη υπάρχει και πάντα θα υπάρχειγιατι είναι μέσα στις ανθρώπινες δυνατότητες. Με την τέχνη ο άνθρωπος εκφράζεται με μεγαλύτερη πληρότητα. Ερμηνεύει τη Φύση. Κατακτά τη Γνώση. Γεύεται την ελευθερία του.

Στην προσπαθειά του να κατανοήσει την πραγματικότητα, προτιμά πάντοτε τον καλλιτεχνικό δρόμο*.

*

<< Η πραγματικότητα γυμνι], ακατέργαστη από την καλλιτεχνική συνείδηση , είναι

παγερή και άφωνη . Το καλλιτέχνημα μιλεί , είναι ζε στό από την έκφραση που κλείνει. >> (Ε . Παπανούτσου: Αισθητική , σελ.

318).

33


Το πως συντελείται η καλλιτεχνική δημιουργία στη βιβλιοδετική τέ­ χνη, είναι πραγματικά μία ξεχωριστά δύσκολη και επ ίπονη διεργασία. Είναι συνάρτηση της προσωπικότητας του βιβλιοδέτη και της ικα ­ νότητάς του να χρησιμοποιεί τα εκφραστικά του μέσα βασικά, αλλά και

της ικανότητάς του να επιλέγει την προσφορότερη λύση από τις πολλές που η ασκημένη ευαισθησία του και η πλούσια φαντασία του ανασύρουν. Όλα αυτά, όμως, θα τεθούν σε λειτουργία, ανάλογα με τις χορδές που η συγκίνηση του κείμενου θα αγγίξει και ανάλογα με τον τρόπο , που ο κάθε καλλιτέχνης μπορεί και μεταπλάθει το συγκινησιακό αυτό ερέθι ­ σμα σε μία καλλιτεχνική έκφραση . Γιατί είναι φυσικό επακόλουθο, κάθε βιβλίο με το κείμενό του, αλλά και με την μορφή του να υποβάλει μιαν εικόνα. Η εικόνα αυτή συγκροτημένη από πολλά μικρά «στίγματα » αλλά που έχουν περάσει στο πανανθρώπινο συγκινησιακό αλφάβητο

-

χαρτογραφούν ένα αρκετά καθαρά περιγεγραμμένο χώρο, που γίνεται εύκολα καταληπτός όταν μπορέσει ο καλλιτέχνης να τον μεταγλωτίσσει χρησιμοποιώντας εκφραστικά και, εύκολα αναγνώσιμα, καθιερωμένα σύμβολα.

Τα σύμβολα αυτά χρησιμοποιημένα με επιτυχία, δημιουργούν άπει ­ ρους καλαίσθητους συνδυασμούς μεταφέροντας όσο γίνεται πιό συνο ­

πτικά αλλά καί αρμονικά ένα τεράστιο σε όγκο πvευματικό φορτίο . Ένα σωστό θαύμα. Για το λόγο αυτό, παλαιότερα, η καλλιτεχνική δημιουργία αποδό­ θηκε σε «θεική » ή « δαιμονική » παρουσία ή σε « θεία μανία » . Σήμερα πολλοί θεωρούν ξεπερασμένες τις αντιλήψεις αυτές. Σίγουρα όμως:

«Το καλλιτέχνημα είναι έργο πνευματικό και για να εκτελεστεί,

πρέπει η καλλιτεχνική συνείδηση να εντείνει σε υπέρτατο βαθμό όλες τις δυνάμεις της. Του θυμικού η διέγερση δεν αρκεί, ούτε η ευλογία της

έμπνευσης, η « θεία επίπνοια » · πρέπει να εργαστεί επινοητικός, μεθοδι­ κός, ακμαίος ο νούς-συγκίνηση βέβαια, αλλά και κρίση » .*

Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι σύμφυτη ιδιότητα του ανθρώπου, όμοια με την ικανότητά του να σκέφτεται ή να θέλει να εκφραστεί με ένα πιο ολοκληρωμένο τρόπο. Στη βιβλιοδεσία, η καλλιτεχνική δημιουργία­ το βιβλιοδετημένο βιβλίο δηλαδή - παίρνει τη μορφή που το υλικό και η

διακόσμησή του προσδιορίζει, ακτινοβολώντας με ένα μαγικό τρόπο, το πνευματικό του φορτίο.

*

34

Ε . Παπανούτσου: Αισθητική , σελ.

318.


ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΞ ΕΛΙΞ Η ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑΣ

Δεν μπορούμε να ονομάσουμε ιστορία της ελληνικής βιβλιοδεσίας

το κεφάλαιο αυτό, γιατί δεν υπάρχει η απαραίτητη βιβλιογραφία που θα μπορούσε να συμβουλευτεί κανείς και να καταγράψει κάπως τεκμηριω­ μένα την εξέλιξή της*.

Είναι, πάντως, βέβαιο πως η ελληνική βιβλιοδετική δραστηριότητα υπήρξε ανέκαθεν μεγάλη και με σημαντικά αποτελέσματα.

Οι Έλληνες τεχνίτες που έδεναν τα βαρύτιμα βυζαντινά ευαγγέλια, δεν μπορεί να χάθηκαν όλοι με το πάρσιμο της βασιλεύουσας. Μέσα σJ;η διασκορπισμένη βυζαντινή πολιτιστική παράδοση που δημιούργησε νέες εστίες, στα βαλκανικά κράτη και κυρίως στην Ιταλία, ασφαλώς θα υπήρξαν και σημαντικοί τεχνίτες του βιβλίου που μετέφεραν τη μαστοριά τους, για να ανθίσει η τέχνη τους ξανά στα μετέπειτα φημι­

σμένα ελληνικά τυπογραφεία. Οι «Έλληνες» του βιβλιοδετικού εργαστη­ ρίου του βασιλιά της Γαλλίας Φραγκίσκου του lου, είναι γνωστοί και αναφέρονται ιδιαίτερα στην ιστορία της γαλλικής βιβλιοδετικής τέχνης.

Αλλά και τα μοναστηριακά εργαστήρια δεν έπαψαν ποτέ να λει­ τουργούν, αν και ουδέποτε τα έργα τους ανέφεραν το όνομα του καλλιτέ­ χνη. Εξάλλου, η επανάσταση και η εθνική ανεξαρτησία που ακολουθεί,

βρίσκει τον τόπο τόσο ρημαγμένο που όλα πρέπει ν' αρχίσουν απ' την αρχή.

Δεν έγινε ποτέ γνωστό πως καλύπτονται οι βιβλιοδετικές ανάγκες του νέου κράτους.

Πιστεύουμε, όμως, πως η εφευρετικότητα του νου και η δεξιότητα των χεριών των Ελλήνων κατάφεραν να αναπληρώσουν την έλλειψη κά­ ποιας τεχνικής σχολής. Έτσι, η δουλειά γινόταν, αλλά η ποιότητα και η ωρίμανση δεν έφτασαν ποτέ.

Μόνη υπόμνηση, αυτή που γίνεται στο σύγγραμα του Δ. Μάργαρη: Βιβλιολογία και βιβλιοθηκονομία. Αναφέρονται σαν άριστοι τεχνίτες οι

παλαιότεροι Π. Πετεφρής και Ορεσίστροφος για τη βιβλιοδεσία και ο

Ευάγγελος Βερβερόπουλος που τελειοποίησε την τέχνη του εργαζόμενος και στη Γαλλία για τη χρυσωτική.

*

Όταν κάποτε θα λειτουργήσει και στην Ελλάδα μία σχολή βιβλιοδεσίας, το ανεξε­

ρεύνητο πεδίο της ιστορίας της βιβλιοδεσίας στην Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα αντικείμενο έρευνας με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τους μαθητές.

35


Επίσης, αναφέρονται και τα ονόματα των Β. Κρητικού , Γ. Μίνωος, Α. Κατσουρόπουλου και Μ. Αρνιώτη. Ενώ, όμως, η επαγγελματική βι­ βλιοδεσία δεν μπορεί να ξεπεράσει το στάδιο του εμπειρισμού και να

δημιουργήσει υψηλές καλλιτεχνικές επιδόσεις η ερασιτεχνική βιβλιοδε­ σία, με ένα ιδιόρυθμο τρόπο γεννημένη, δημιουργεί πραγματικά καλλιτε­ χνικά βιβλιοδετικά αριστουργήματα. Μειονέκτημά της, όμως, ότι η ση­ μαντική αυτή καλλιτεχνική προσφορά, παραμένει αυστηρά ιδιωτική υπόθεση , δηλαδή γνωστή μόνο στην οικογένεια και τον πολύ κοντινό φι­ λικό περίγυρο του δημιουργού και δεν γίνεται ευρύτερα γνωστή. Η καλλιτεχνική αυτή βιβλιοδεσία, φερμένη στόν τόπο μας αποκλει­ στικά από γυναίκες, κυρίως συζύγους διπλωματών ή επιχειρηματιών, που έζησαν για μεγάλο διάστημα στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Γαλλία και Ελβετία ή στην Αίγυπτο, θα άξιζε κάποτε να προβληθεί πλατύτερα. Είναι μεγάλη η αξία των βιβλιοδετικών δημιουργιών της Αριάδνης Λεκκού και εκατοντάδες οι δημιουργίες της κυρίας Ευτέρπης Κόλλα. Σήμερα, μάλιστα, έχουμε και την πρώτη Ελληνίδα διπλωματούχο της μοναδικής στο είδος της Σχολής του Παρισιού, της

U.C.A.D.,

την κυρία

Κική Αθανασοπούλου με άψογη τεχνική και τέλεια φινιρισμένες βιβλιο­ δεσίες.

Ωστόσο θα πρέΠει να αναφερθούμε ιδιαίτερα στην Ευφημία Γα­ νιάρη , που επαγyελματικά ασχολήθηκε με τη βιβλιοδεσία, δίνοντάς της μία υψηλή αισθητική στάθμη και βραβεύτηκε με αργυρό μετάλλιο στη

Διεθνή έκθεση των Παρισίων το 1938 και με χρυσό μετάλλιο στη Διεθνή έκθεση της Ν . Υόρκης το 1936, καθώς και στην Ανθούλα Γανιάρη που άξια συνέχισε το έργο της μητέρας της παίρνοντας το Α' βραβείο στις οργανώσεις εκθέσεων από το Σύλλογο των Αθηναίων Φιλοτέχνων , επί σειρά ετών και ανοίγοντας με τα υψηλότατου αισθητικού επίπεδου δεσί­ ματά της, τις πόρτες της μεγάλης Πανελληνίου Εκθέσεως των εικαστικών τεχνών.

Γιa πρώτη φορά έγιναν έργΙJ. βιβλιοδεσίας δεκτά στην Πανελλήνια Έκθεση του Ζαππείου το

1948

συμπεριλαμβανόμενα στον κλάδο της

Διακοσμητικής. Η κατάργηση της Πανελληνίου σταμάτησε και την ελά­ χιστη αυτή προβολή της ελληνικής βιβλιοδεσίας. Ήδη, όμως, από το

1981

εγκαινιάστηκε για πρώτη φορά, οργανωμένη από το ίδιο το σωματείο των

βιβλιοδετών η 1η Πανελλήνια Έκθεση Βιβλιοδεσίας, στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων . Ένας καινούργιος θεσμός που επιδιώκει

να δίνει κάθε χρόνο το μέτρο της προόδου της καλλιτεχνικής βιβλιοδε­ σίας στην Ελλάδα, και να κάνει πλατύτερα γνωστή την τέχνη αυτή και περισσότερους τους φίλους της.

36


ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΓΕΡΟ

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ~ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑΣ



ΠΡΟ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣ ΙΑΣ

ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Η πρόοδος του ανθρώπου μπορεί να διαχωριστεί σε τρεις περιόδους από τις οποίες κάθε μία ξεχωριστά απλώθηκε σε εκατοντάδες και χιλιά­ δες χρόνια. Κατά σειρά χρονική, τους δίνουμε τα ονόματα: Λόγος, Σχέδιο

(dessin),

Τυπογραφία.

Ο Λόγος που είναι το ιδιαίτερο γνώρισμα της ανθρώπινης φύσης αποτελεί το αρχικό μέσο έκφρασης. Ο προ"ίστορικός άνθρωπος από νωρίς έμαθε μία θετική μέθοδο επικοινωνίας, χρησιμοποιώντας ήχους και με­

ταδίνοντας μηνύματα. Το Σχέδιο καλλιέργησε τη διανοητική ικανότητα του ανθρώπου που έως τότε εκφραζόταν μόνο με τους ήχους. Γιατί, ακόμα και το πιο πρωτό­

γονο πορτραίτο ενός ζώου ή ενός αντικειμένου, η αναπαράσταση συμβό­ λων, απαιτούσε μία εφευρετικότητα και μία ώθηση σε καινούργιες λει­ τουργίες και νοήσεις που δεν είχαν εμφανιστεί στην περίοδο του Λόγου . Πολύ μετά την περίοδο του σχεδίου στην άμμο ή στους πλίνθινους τοίχους γεννιούνται οι πρώτες ύλες που θα είναι καταλληλότερες να δε­ χτούν τη γραφή. Το ξύλο, το μέταλλο, η πέτρα, το κεραμίδι, τα φύλλα, οι

κορμοί, το ύφασμα, ο πάπυρος και η περγαμηνή αποτέλεσαν τις πρώτες επιφάνειες-βάσεις για να ξυστούν, σκαλιστούν και τέλος γραφούν τα ιερογλυφικά και οι χαρακτήρες. Κάθε μία ύλη επεξεργαζόταν ειδικά και όταν γινόταν αρκετά μαλακιά ή ευλύγιστη ή πτυσσόμενη βοηθούσε τον άνθρωπο να τη χρησιμοποιήσει. Έτσι, όλες μαζί , υπηρέτησαν πιστά το ρόλο τους μέσα απ' τους αιώνες. Η ανακάλυψη του πάπυρου το

4000 π . Χ.

απ ' τους Αιγύπτιους έδωσε

την πρώτη αξιοσημείωτη ώθηση στην εξέλιξη της γραφής. Πολύ αργότερα το

250

μ.Χ. ο Κινέζος Μένγκ-Τιέν, με την ανακά­

λυψη του πινέλου από τρίχες καμήλας που βοήθησε αισθητά την καλλι­ γραφία, ανάγκασε, θα λέγαμε, το συμπατριώτη του Τσάϊ-Λουν να φέρει στο φώς το πραγματικό χαρτί.

39


Το γεγο'-νός ότι το χαρτί δεν διαδόθηκε ραγδαία όπως θα περίμενε κανείς (στην Ισπανία ήρθε λίγο μετά το

lOo

αιώνα και στη Γαλλία στα­

μέσα του 14ου), δεν δικαιολογεί την αρκετά μεγάλη καθυστέρηση της εμφάνισης της Τυπογραφίας που, όπως είπαμε, αποτελεί το τρίτο στάδιο της εξέλιξης του πολιτισμού. Πιο συγκεκριμένα αναφερόμαστε στο πρώτο κείμενο που τυπώθηκε πάνω σε χαρτί το

770

μ.Χ. στην Ιαπωνία.

Είναι όμως γενικά παραδεκτό ότι άν ο άνθρωπος έφτασε στο σημε­ ρινό επίπεδο του πολιτισμού του, αυτό οφείλεται πολύ περισσότερο στην εφεύρεση του χαρτιού και της τυπογραφίας παρά σ'οποιονδήποτε άλλο λόγο.

ΠΡΩΙΜΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Αν και σύντομο πολύ το αναδρομικό αυτό κεφάλαιο θα μας επιτρέ ­ ψει να εξηγήσουμε την προέλευση της λέξης «Βιβλίο». Μετά από τη σκαλισμένη πέτρα που ήταν πολύ βαριά, τα στοιχεία χαράχτηκαν πάνω σε ξύλο. Η ελληνική λέξη «βίβλος» και η λατινική

«liber>> έχουν πρώτη «book» που << Boc» τη γερμανική «Buch»

έννοια τον κορμό του δέντρου. Το ίδιο και η Αγγλική λέξη πα(ρνει τις ρίζες της απ' την Αγγλοσαξωνική και την Ολλανδική

«Beuke ».

Αρχικά στην Κίνα, ένα τέτοιο βιβλίο αποτελείτο από τέσσερις κατα­ κόρυφες φλούδες ξύλου που συνδέονταν μεταξύ τους και στηρίζονταν σε άλλες οριζόντιες. Τα φυτικά υλικά, όπως φύλλα, από φοίνικες, μπαμπού κ.λ.π., χρη­ σιμοποιήθηκαν κυρίως στην Ινδία, Κεϋλάνη και Ταϋλάνδη , την ίδια

εποχή που στη Μέση Ανατολή και την Ελλάδα κατεργαζόταν το δέρμα για να φτάσει στη μορφή της περγαμηνής. Την εμφάνιση της περγαμηνής χρωστάμε στον Ευμένη, βασιλιά της Περγάμου, ο οποίος, εμποδιζόμενος απο τη μή εξαγωγή του πάπυρου απ' την Αίγυπτο εφεύρε καινούργιο τρόπο καθαρισμού της προβιάς που επέτρεπε τη γραφή και στις δύο πλευρές. Τα όστρακα, τα κόκκαλα και το κεραμίδι, άν και πολυτελείς ύλες,

δεν χρησιμοποιούνται πια γιατί είναι δύσχρηστες. Επικρατούν η περγαμηνή και ο πάπυρος που παίρνουν τη μορφή του κύλινδρου στην Αίγυπτο, στην Ελλάδα και σ' όλη τη Ρωμαϊκή Αυτο­ κρατορία, ακόμα έως τον 4ο αιώνα. Οι κύλινδροι αποτελούνται από

φύλλα, συνήθως 20, κολλημένα το ένα μετά το άλλο, δίνοντας έτσι ένα μήκος 6 έως 10 μέτρων. Εξαίρεση αποτελεί ο λεγόμενος «πάπυρος Harris »

40


με το χρονικό του Ραμσή ΠΙ που έχει μήκος

40

μέτρων. Μερικές φορές οι

τόμοι αυτοί προστατεύονται σε θήκες με μία ετικέττα όπου είναι γραμμέ­ νος ο τίτλος

(Volumen).

Στην Ιαπωνία και την Κίνα, ο πάπυρος ή το ύφασμα ή το χαρτί (αφού έχει ήδη ανακαλυφτεί) διπλώνεται σε πτυχές και μερικές φορές

κολλιέται στη δημιουργούμενη ράχη.

.

ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

Η βιβλιοδεσία γεννήθηκε όταν το χειρόγραφο εγκατέλειψε τη μορφή του σαν κύλινδρος για να aποχτήσει την όψη που διατηρεί ακόμα και σήμερα. Αυτή η καινοτομία και, ύστερα, η γενίκευσή της, τοποθετείται

ανάμεσα στο δεύτερο και πέμπτο αιώνα μ. Χ. και παίρνει το όνομα

Codex.

Το πιό παλιό όμως δείγμα που σώζεται σήμερα χρονολογείται τον τέ­ ταρτο αιώνα και είναι μιά συλλογή νόμων σε φύλλα περγαμηνής διπλω ­ μένα και ραμμένα στη ράχη με δύο ξύλινες πλάκες για προστασία και στο σχήμα του παραλληλόγραμμου που οριστικοποιήθηκε στο βιβλίο.

ΑΠΟ ΤΟΝ 4ο ΑΙΩΝΑ ΕΩΣ ΤΗΝ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΤΑ ΠΡΟΒΛΉΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΉΘΗΚΑΝ ΣΠΣ ΠΡΩΤΕΣ ΒΙΒΛΙΟ­ ΔΕΣΙΕΣ

Ο τρόπος σύνδεσης των διπλωμένων φύλλων ή των τυπογραφικών σύντομα απλώθηκε και καθιερώθηκε. Η πρώτη σκέψη για περισσότερη

προστασία εκτός από τις δύο ξύλινες πλάκες ήταν η ενίσχυση της ράχης με λουρίδες δερμάτινες.

Η τάση όμως της περγαμηνής να ζαρώνει και πολλές φορές να σπάει τους σπάγγους οδήγησε στο ράψιμο του βιβλίου πάνω σε λουρίδες από

41


δέρμα ή έντερα ζώου . Αυτή η τεχνική εφαρμόζεται σε γενικές γραμμές και σήμερα για βιβλιοδεσίες τέχνης μιας ορισμένης εποχής. Πάνω απ' τα

δημιουργούμενα εξογκώματα της ράχης έπεφτε το δέρμα που συγκρα­ τούσε και τις ξύλινες πλάκες.

Ένα άλλο πρόβλημα που παρουσιάστηκε ήταν το σκέβρωμα του ξύ­ λου, που αντικαταστάθηκε από παχειά στρώματα φύλλων παπύρου ή περγαμηνής κολλημένα μεταξύ τους και πιεσμένα, τα οποία στεγνά πιά δεν είχαν φόβο να σπάσουν ή να τσακίσουν . Για ένα διάστημα χρησιμοποιήθηκαν από τους Βυζαντινούς aυτο ­

κράτορες βιβλία πολύ μεγάλα και συνεπώς βαριά που ήταν χειρόγραφα

νομοθετικού ή θρηΟ:κευτικού περιεχόμενου. Ένας λόγος που τα καθι­ στούσε ακόμα πιο δύσχρηστα ήταν τα ένθετα χρυσά στολίδια. Το πιο απλό δέσιμο αποτέλεσε μια μορφή περιτυλίγματος των χειρό ­ γραφων από δέρμα ή περγαμηνή που έμοιαζε με φάκελλο και που όμως

δεν διατηρήθηκε πάνω από έναν αιώνα αφού δεν πρόσφερε την απαιτού ­ μενη προστασία. Έτσι, δεν σώζονται παρά ελάχιστα δείγματα τέτοιου τύπου βιβλιοδεσίας.

ΜΟΝΑΣτΙΚΉ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Στην περίοδο αυτή, από τον 5ο έως το 12ο αιώνα, ανήκουν όσα βιβλία γράφτηκαν ή αντιγράφτηκαν πάνω σε περγαμηνή και μέσα στα μοναστήρια από μοναχούς που ονομάζονταν «γραφείς» και έπειτα ράφ­ τηκαν και δέθηκαν από ξεχωριστή μερίδα μοναχών; τους «δέτες». τέτοια βιβλία, τις περισσότερες φορές, περιέχουν aξιοθαύμαστες εικονογραφήσεις με έντονα χρώματα, συνήθως κίτρινο, κόκκινο, πρά­ σινο, μπλέ και χρυσό. Εξωτερικά δεν έχουν καμιά διακόσμηση. Όσον

αφορά τη βιβλιοδεσία τους, οι δυό ξύλινες προστατευτικές πλάκες ντύ­ νονταν με δέρμα και ανάλογα με το κείμενο, μόνο οι πιο πλούσιες βιβλιο ­

δεσίες είχαν ένθετα χρυσά στολίδια όπως οι βυζαντινές. Το χαρακτηρι­ στικό γνώρισμα στις μοναστικές βιβλιοδεσίες είναι τα από μέταλλο κλει­ σίματα και γωνίες που χρησίμευαν για την αποφυγή του σκεβρώματος του ξύλου ή της περγαμηνής και για την προστασία στις κόχες, αφού τα βιβλία αυτά τοποθετούνταν πάνω σε πάγκους η ψαλτήρια. Υπάρχουν μάλιστα δείγματα τέτοιων βιβλίων που κρέμονταν απ' τα ψαλτήρια με μία αλυσίδα για να μην πέφτουν αλλά και για να μην υπάρχει ο φόβος της κλοπής.

42


Η παράδοξη και τόσο κρυφή αυτή τέχνη της εικονογράφησης και αντιγραφής κειμένων καθώς και της πρωτότυπης βιβλιοδεσίας, άκμασε κυρίως στη Γαλλία αλλά και στην Ιταλία και Γερμανία, όπου οι μοναχοί αποτελούσαν μια τόσο ευνοημένη τάξη ώστε να είναι σε θέση να εκμεταλ­ λεύονται τις τεράστιες εκτάσεις των δασών που περιβάλλανε τα μοναστή­ ρια και, έτσι, να βρίσκουν εύκολα τα απαραίτητα για την τέχνη τους

υλικά. Από την περίοδο αυτή αξίζει να αναφέρουμε το β,ιβλίο που βρέ­ θηκε στην Αγγλία το

1105 και που

αποτελεί την πιό παλιά βιβλιοδεσία με

ανάγλυφη διακόσμηση στο δέρμα, αφού τοποθετούμε την κατασκευή του μέσα στον 7ο αιώνα. Η πολύ καλή του διατήρηση μας οδηγεί στο συμπέ­ ρασμα ότι μόνοι τους και από νωρίς οι Άγγλοι είχαν εξασκήσει τη βι­ βλιοδεσία.

Τέλος για την περίοδο από τον 7ο έως το 12ο αιώνα ξέρουμε ότι οι Χριστιανοί της Αιγύπτου, οι Κόπτες, χρησιμοποιούσαν για τις βιβλιοδε­ σίες τους και ύφασμα εκτός από δέρμα και είναι οι πρώτοι που για την

εξωτερική διακόσμηση τολμούν το χρώμα και το ανάγλυφο αποτύπωμα στάμπας στο δέρμα. Η τεχνική αυτή της καφτής στάμπας μεταδόθηκε γρήγορα στους Άραβες αλλά δεν έφτασε στην Ευρώπη παρά το

llo

lOo

και

αιώνα, όπου εφαρμόστηκε πρώτα στην Ιρλανδία, Γερμανία, Ελβετία

και αργότερα στη Γαλλία. Είναι η λεγόμενη «τέχνη της περιόδου του

Καρόλου του Μεγάλου.» ΧΡΥΣΟΧΟΙΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ

Ο σκαλισμένος μπρούντζος ήταν το πρώτο στοιχείο που χρησιμο­

ποιήθηκε για τη διακόσμηση της ξύλινης πλάκας που προστάτευε τα χει­

ρόγραφα. Ήταν όμως και αρκετά ακριβό υλικό ώστε η χρησιμοποίησή του να περιοριστεί στα πολυτιμώτερα κείμενα και κυρίως τα ευαγγέλια. Και σιγα-σιγά αντικαταστάθηκε από ασήμι και χρυσάφι έτσι ώστε μέχρι

το 12ο αιώνα παράλληλα με τη βυζαντινή και μοναστική περίοδο να

φτάσει η διακόσμηση αυτή στο ψηλότερο αισθητικό επίπεδο, περιλαμβά­ νοντας πια όχι μόνο μέταλλα αλλά πολύτιμους λίθους και ελεφαντόδοντο. Στις πιο απλές μορφές της διακόσμησης μία μεγάλη μετάλλινη σκα­

λιστή πλάκα καρφωνόταν στο ξύλο αφήνοντας μικρά κενά για την τοπο­ θέτηση των πολύτιμων λίθων. Άλλοτε το μέταλλο αποτελούσε το περί­ γραμμα μιάς κεντρικής σκαλισμένης σε ελεφαντόδοντο αναπαράστασης σκηνής θρησκευτικού περιεχόμενου, πάντα τονισμένο απ' τους πολύχρω­ μους λίθους.

43


Από αυτά τα βιβλία σώθηκαν πολλά και εντυπωσιακά κομμάτια για να μπορούμε σήμερα να θαυμάζουμε τον πλούτο που όχι άδικα καταδί­

κασε ο Saint Jerome: «Ντύνετε τα βιβλία του Χριστού με πολύτιμους λί­ θους ενώ Εκείνος πέθανε μέσα στη φτώχεια και τη μοναξιά». ΛΑΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Οι βιβλιοδεσίες αυτής της περιόδου που περιλαμβάνει το 12ο και το 13ο αιώνα είναι αποτέλεσμα της βαθειάς κοινωνικής μεταρρύθμισης που

συντελείται τα χρόνια αυτά στην Ευρώπη. Ο κόσμος ταξιδεύει περισσό­ τερο και κατά συνέπεια απλώνονται το εμπόριο και οι συναλλαγές. Οι

μεγάλες πόλεις γίνονται ακόμα μεγαλύτερες και ξεχωρίζουν πια οι πό­ λεις -κέντρα παραγωγής με τη μεγάλη εμπορική και πνευματική κίνηση.

Στα κέντρα αυτά οργανώνονται τα πρώτα πανεπιστήμια που έχουν προ­ φορικό χαρακτήρα διδασκαλίας. Η ανάγκη των βιβλίων οδήγησε στην

οργάνωση της παραγωγής και κυκλοφορίας τους και η διάθεσή τους ευ­ ρύνεται τόσο ώστε τα βιβλιοπωλεία να λειτουργούν και σαν βιβλιοθήκες, καταγράφοντας κάθε καινούργιο τόμο σε ειδικούς καταλόγους (πρόγο­ νους του σύγχρονου βιβλιογραφικού δελτίου).

Τότε δημιουργούνται και τα πρώτα βιβλιοδετικά εργαστήρια στις πό­

λεις aπλουστεύοντας το δέσιμο σ' ένα υφασμάτινο ή βελούδινο περιτύ­ λιγμα και μικραίνοντας το μέγεθος των τόμων. Οι καλλιτέχνες βιβλιοδέ­ τες της εποχής μεταφέρουν το γοτθικό ύφος στις δερμάτινες βιβλιοδεσίες

με τις ήδη αναφερόμενες καφτές στάμπες που αφήνουν ανάγλυφη παρά­ σταση στο δέρμα. Μέσα στα ίδια εργαστήρια χαράζονται και τα μπρούν­ τζινα εργαλεία που χρησιμεύουν σαν στολίδια για την τεχνική αυτής της διακόσμησης. Όσο για την τεχνική της βιβλιοδεσίας είναι χαρακτηρι­ στικό της εποχής αυτής, η βαθμιαία πλάτυνση της ράχης και αντίθετα τα μεγάλα εξογκώματα στο πάνω και κάτω άκρο της ράχης. Η ειδική ενί­ σχυση στο σημείο αυτό και η τοποθέτησή της λίγο χαμηλότερα απ ' το

ύψος που έφτανε η ξύλινη πλάκα βοηθούσε τους βιβλιοπώλες να τραβάνε τα βιβλία απ ' τη βιβλιοθήκη. Το τέλος της περιόδου αυτής σημαδεύει η εμφάνιση του χαρτιού και στην Ε υρώπη.

44


ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ

Όσο αυξάνονταν η ζήτηση από μέρους των βασιλιάδων, των ανθρώ­ πων των γραμμάτων και των βιβλιοθηκών, τόσο γινόταν αναγκαία η μα­

ζικοποίηση των παραγόμενων βιβλίων και βιβλιοδεσιών. Τα μικρά μπρούντζινα στολίδια έδωσαν τη θέση τους σε φαρδιές

γιρλάντες που γίνονταν από ρουλέττες για να διακοσμήσουν έτσι σε σχήμα παραλληλόγραμμου το εξωτερικό των δερμάτινων βιβλίων.

Τα κεντήματα και οι βελούδινες βιβλιοδεσίες σπανίζουν κατά το τέλος του 14ου αιώνα και πλέον τη διακόσμηση βιβλίου μπορεί να αποτε­ λέσει μία χαραγμένη πλάκα μεγάλου σχήματος η οποία πέφτοντας με πίεση αφήνει το αποτυπωμά της στο δέρμα. Και ενώ στη Γαλλία και Ιταλία εμφανίζεται μόλις αυτόν τον αιώνα η τεχνική της χαραγμένης

πλάκας, ξέρουμε ότι στην Αγγλία και Ολλανδία ήδη απ' το 12ο αιώνα είχε εφαρμοστεί. Τα σχέδια εκτός από θρησκευτικά έχουν τώρα θέματα εμπνευσμένα απ' τη φύση και αναπαριστούν λουλούδια και ζώα. Από το 15ο αιώνα παρατηρούμε μία βελτίωση στην τεχνική της βι­ βλιοδεσίας. Το χαρτόνι που είναι η πρώτη μορφή χρησιμοποίησης του χαρτιού (πολλά φύλλα ενωμένα και πιεσμένα ώστε να δίνουν πάχος και

αντοχή), παίρνει τη θέση της ξύλινης βαριάς πλάκας και του ανίσχυρου δερμάτινου απλού περιβλήματος. Το μέγεθος του βιβλίου μικραίνει, τα τυπογραφικά ράβονται με λεπτότερη λινή κλωστή και η ράχη παίρνει την

καμπύλη μορφή της που διατηρεί ακόμα. Η επεξεργασία του δέρματος είναι πολύ προσεγμένη, λεπταίνεται η επιφάνειά του πριν καλύψει το χαρτόνι και αποφεύγονται οι σκούρες αποχρώσεις. Τότε βρίσκουμε και τα χρυσωμένα φύλλα γύρω-γύρω στο βιβλίο με αξιοθαύμαστα μάλιστα

σχέδια.

Κόσμημα ΙΒου αιώνα

45


ΤΡΕΙΣ ΑΙΩΝΕΣ ΑΚΜΗΣ

Η ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Αναφέραμε μόλις, ότι το μεγάλο βήμα yια την τυπογραφία ήταν η ξυλογραφία που ήρθε μετά από την εξέλιξη της τεχνικής της στάμπας στη βιβλιοδεσία. Πρέπει να διευκρινήσουμε ότι η δυσκολία στη σύλληψη της

ιδέας της τυπογραφίας ήταν η ανεξαρτησία των γραμμάτων-στοιχείων του κειμένου. Είναι επίσης υποχρέωση να αναφέρουμε ότι το πρώτο στον κόσμο βιβλίο με ξυλογραφική εκτύπωση έγινε στην Κίνα το

1041 οι Κινέζοι χρησιμοποίησαν

868 και ότι το 1043

κινητά στοιχεία από άργιλο ενώ το

στην Κορέα βρίσκουμε μετάλλινα κινητά στοιχεία.

Στην Ευρώπη μόλις το

1423

ο Ολλανδός Κύστερ εφευρίσκει τα κι­

νητά στοιχεία που όμως επειδή ήταν ξύλινα δεν άντεχαν στις αλλεπάλλη­ λες πιέσεις. Το

1436

αποτελεί σταθμό στην ιστορία μας γιατι ο Γουτεμ­

βέργιος με ένα κείμενο τυπωμένο σε δέρμα ανακοίνωσε την εφεύρεση της τυπογραφίας. Όταν όμως μαζί με το φίλο του χρυσοχόο

Dunne

βρισκόν­

ταν ακόμα στις έρευνες, στη Νυρεμβέργη οι Γερμανοί έκαναν βιβλιοδε­ σίες με τυπωμένους γοτθικούς χαρακτήρες. Είναι aξιοθαύμαστος παρόλα αυτά ο αγώνας του Γουτεμβέργιου σ' όλη του τη ζωή για την καθιέρωση της τυπογραφίας. Ξέρουμε ότι πέθανε κουρασμένος καί φτωχός. Όμως οι

εφευρέσεις ξύπνησαν τη δίψα για μάθηση στον κόσμο και έτσι καταξιώ­ θηκε ο Γουτεμβέργιος. Αμέσως οι μεγάλες πόλεις κέντρα παραγωγής και

κυκλοφορίας του βιβλίου με;rαμορφώνοντ<;ιι σε εμπορικά κέντρα. Οι

πρώτοι μαθητευόμενοι τυπογράφοι βρίσκουν εύκολα εργασία. Το Στρα­ σβούργο, η Βενετία, η Φλωρεντία, η Λυών, το Ανόβερο, η Φρανκφούρτη

αλλά κυρίως το Παρίσι, η Κολωνία και η Λειψία προσφέρουν στην τυπο­ γραφία τις καλύτερες προϋποθέσεις. Πρώτα απ' όλα ένα κοινό, σχετικά υψηλότερου επιπέδου, όπου το βιβλίο θα aποχτήσει μεγάλη πελατεία. Ο κόσμος των Πανεπιστημίων και Κολλεγίων ζητάει κείμενα κλασσικά, φι-

46


λοσοφικά, θεολογικά, οδηγούς γραμματικής. Στις εκκλησίες χρειάζονται βιβλία λειτουργικά, τα Κοινοβούλια των κρατών και τα δικαστήρια

έχουν ανάγκη από έγγραφους νόμους και ακόμα για τη λιγότερο πλούσια πελατεία αμέσως απ' το 15ον αιώνα τυπώνονται ημερολόγια, διηγήματα, συλλογές σε κοινή γλώσσα και προσευχητάρια. Απ' την άλλη μεριά, η κατασκευή και το εμπόριο του βιβλίου αποκτούσε γερές βάσεις: δεν μπο ­

ρούσε παρά στις μεγάλες εμπορικές πόλεις να βρεθούν διαθέσιμα κεφά ­ λαια και έτσι να διευκολυνθεί η κυκλοφορία και διάδοση του βιβλίου. Κάθε εκδιδόμενο κείμενο γίνεται, έτσι, εμπορεύσιμη πραμάτεια και δε­ δομένου ότι σε πόλεις όπως η Λυών, η Γενεύη , η Λειψία, η Φρανκφούρτη με μεγάλες αγορές όπου οι συναλλαγές γίνονται πια ανάμεσα σε κράτη της Ευρώπης και προσωπικότητες, παίζει σημαντικό ρόλο η καλλιτεχνική παρουσίαση αυτής της πολύτιμης πραμάτειας.

Ο

GROLIER

ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ

Μέσα στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα ο

Grolier πέτυχε

μία τεράστια

αλλαγη στη γαλλική τεχνοτροπία που επηρεάστηκε απ' τα ιταλικά ρεύ ­ ματα. Γιατί ο

Grolier πριν

έρθει οριστικά στη Γαλλία, έζησε πολλά χρόνια

στο Μιλάνο όπου διετέλεσε θησαυροφύλακας και μεγάλος έμπορος. Άν­

θρωπος των γραμμάτων και γνωστός βιβλιόφιλος, διατηρούσε με χρή ­ ματά του πολλά εργαστήρια βιβλιοδεσίας στη Νάπολη, τη Βενετία, το Μιλάνο, τη Λυών και το Παρίσι. Αυτό του επέτρεψε να δημιουργήσει μία τεράστια προσωπική βιβλιοθήκη απ ' την οποία σώζονται σήμερα πάνω

από 500 τόμοι, ενώ ξέρουμε ότι λίγο πρίν πεθάνει τις καλύτερές του βιβλιοδεσίες τις δώρισε σε έμπιστους φίλους του. Αρχίζοντας απ' την τεράστια ακμή που παρουσίασε στην αρχή του 16ου αιώνα η Ιταλία, πρέπει να αναφέρουμε την είσοδο του χρυσώματος σαν τεχνικής της διακόσμησης στην Ευρώπη, γιατί στην Ανατολή έχει ήδη εμφανιστεί απ' τον 15ο αιώνα. Ξεχωρίζουμε τρία είδη μπρούντζινων στο­

λιδιών, τα γεμάτα, τα γραμμωτά και τα άδεια. Με την τοποθέτηση ανά­ μεσα σ' αυτά και στο δέρμα ενός φύλλου χρυσού το αποτύπωμα βγαίνει

όλο χρυσό, ή γραμμωτό ή μόνο το Jτερίγραμμά του. Είναι το πρώτο χαρα­ κτηριστικό της ιταλικής τεχνοτροπίας που συναντάμε στη Νάπολη και Βενετία.

Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι τα χρωματιστά σχέδια είτε με χρώμα είτε με την τεχνική του μωσα·ίκού που σαν παχειά κορδέλλα σχη­

ματίζουν συνήθως γεωμετρικά περιγράμματα.

47


Τέλος, το τρίτο χαρακτηριστικό είναι το κέντρο του βιβλίου το οποίο άλλοτε μένει κενό στις πιο απλές βιβλιοδεσίες, άλλοτε γεμίζει με τα αρ­ χικά του κάτοχου ή τυχόν οικόσημο και στις περιπτώσεις που το βιβλίο προορίζεται για τη βασιλική οικογένεια, με το έμβλημα του βασιλιά. Δυό επίσης σημεία που πρέπει να τονιστούν είναι η σαφής επίδραση των αραβικών σχεδίων και η ευρύτερη χρησιμοποίηση δέρματος καλύτε­

ρης ποιότητας του λεγόμενου «μαροκινού», ιδίως μετά τις εμπορικές σχέ­ σεις του βασιλιά Λουδοβίκου ΧΙΙ με την Ανατολή. Εκτός όμως από τον Grolier (γνωστό εκδότη, βιβλιοδέτη και βιβλιό­ φιλο) που τώρα είναι θησαυροφύλακας του Φραγκίσκου Ι της Γαλλίας και που έφερε τα νέα ρεύματα στη Γαλλία, πολύ επηρέασαν και οι πόλε­ μοι της Ιταλίας που ~ανάγκασαν αρχιτέκτονες και τεχνίτες να μετανα­ στεύσουν στο Βορρά και να μεταφέρουν το δικό τους πνεύμα.

ΣΥ ΛΛΕΚ'ΓΕΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΕΣ

Θα περάσουμε πολύ σύντομα τον υπόλοιπο αιώνα και θα σταθούμε μόνο σε ονόματα σταθμούς για την ιστορία, μια και κατά τον αιώνα αυτόν είναι τοσο αλματώδης η πρόοδος στην τέχνη αυτή που θα χρειά­

ζονταν τόμοι ολόκληροι για να τον καλύψουμε. Κατά κ"ανόνα οι βασιλιάδες που διαδέχονταν ο ένας τον άλλο ανα­ λάμβαναν και τη βασιλική βιβλιοθήκη. Έτσι μέσα στην αυλή διατηρείτο ένα εργαστήρι που φρόντιζε το δέσιμο και την καλή κατάσταση των βι­ βλίων της βιβλιοθήκης αυτής. Ξέρουμε λοιπόν ότι μέσα στούς πρώτους εργάτες που δούλεψαν γι' αυτόν το σκοπό ήταν και Έλληνες τεχνίτες οι οποίοι ξεκίνησαν αντιγράφοντας ή μεταφράζοντας αρχαία κείμενα, όμως

ήταν και εκείνοι που από γενιά σε γενιά διατήρησαν την τεχνική του ραψίματος των βιβλίων πάνω σε χοντρά νεύρα. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το εργαστήρι αυτό πέρασε και απ' τα χέρια του

Etienne Roffet,

ενός απ' τους μεγαλύτερους βιβλιοδέτες της εποχής.

Αρχικά αμφισβητήθηκε το γεγονός ότι ο

Roffet ήταν

ο ίδιος βιβλιοδέτης,

όμως τα ενυπόγραφα βιβλία που βρέθηκαν στη βασιλική βιβλιοθήκη αποδεικνύουν ότι και βιβλιοδέτης ήταν αλλά και για ένα διάστημα επέ­ βλεπε το εργαστήρι της αυλής. Από τους βιβλιόφιλους αναφέρουμε τον βιβλία του στα εργαστήρια του

Grolier,

Thomas Mahieu που έδενε τα Claude de Piques που όαν Ερρίκο 11, αλλά σαν βιβλιό­

τον

βιβλιοδέτης μεν έδεσε βιβλία για το βασιλιά

φιλος στην προσωπική του βιβλιοθήκη έδωσε ένα δικό του ύφος και τέλος

48


τον

Geoffroy Tory

που ήταν τυπογράφος, εκδότης, σχεδιαστής, χαράκτης

αλλά όχι βιβλιοδέτης. Τα βιβλία που του ανήκουν έχουν σαν χαρακτηρι­

στικό τους και σαν επίκεντρο της διακόσμησης ένα σπασμένο κανάτι το οποίο διαπερνά μία λόγχη , δηλ. ένα εργαλείο του χαράκτη , μαρτυρώντας έτσι την ιδιότητά του αυτή. Μέσα στα ονόματα των βιβλιόφιλων του

150J;

ως 16ου αιώνα προσ­

θέτουμε και μεγάλους της εποχής: Λουδοβίκο ΧΙΙ, Φραγκίσκο

I,

Ερρίκο

Π και Ερρίκο ΠΙ.

Την εποχή του Ερρίκου ΠΙ εμφανίζεται ένα καινούργιο είδος δια ­ κόσμησης που όμως δεν απλώθηκε πολύ. Πολύ αργότερα το 19ο αιώνα του δόθηκε το όνομα

<< La fanfare >> ,

και αποτελείται από μικρά διαμερί­

σματα σχηματισμένα από τρεις παράλληλες χρυσές γραμμές και μετά γε ­ μισμένα από χρυσά στολίδια με μορφή κλαδιών και φύλλων. Επίσης προς

το τέλος του 16ου αιώνα μία άλλη διακοσμητική τάση μας φέρνει μπρο­ στά σε βιβλιοδεσίες με μοτίβα που έχουν σαν κύριο θέμα τον θάνατο. Στην Αγγλία ενώ στην αρχή του αιώνα έχει επιβάλλει ο

Pynson

την

παλιά τεχνική της στάμπας χρησιμοποιώντας μόνο μία πλάκα, προς το τέλος του αιώνα δέχεται πια την επίδραση Ιταλών και Γάλλων και συγκε­

κριμένα του

Thomas Berthelet

επί βασιλείας του Ερρίκου

ο οποίος εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο και

VIII

διακόσμησε τα αγγλικά βιβλία σύμφωνα

με το γαλλικό χρύσωμα. Το πολυτελές μαροκινό δέρμα φτάνει αργότερα στην Αγγλία και οι Άγγλοι βιβλιόφιλοι, όπως ο

Thomas Wotton,

προτι­

μούν να δέσουν τα βιβλία τους στην Ιταλία και Γαλλία. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣτΙΚΆ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ

Επειδή οι πολυτελείς και ακριβές βιβλιοδεσίες δεν ήταν σ ' όλους

προσιτές έπρεπε να βρεθεί ένάς τρόπος διακόσμησης που ενώ θα χαρα­ κτήριζε την εποχή και τον κάτοχο, δεν έπρεπε να έχει την πολυτέλεια και το κόστος των προηγουμένων. Αυτός ο τρόπος που υιοθετήθηκε σύντομα από τους βιβλιοδέτες, ονομάστηκε << Α

la duseuil>> και

ήταν ένας γρήγορος

τρόπος χρυσώματος του τόμου: δύο κορνίζες από χρυσές παράλληλες γραμμές, η πρώτη στην άκρη του βιβλίου και η δεύτερη αρκετά πιο μέσα, τέσσερα στολίδια στις γωνίες και πολλές φορές το έμβλημα στο κέντρο.

Στην περίπτωση μιας τέτοιας βιβλιοδεσίας το βάρος έπεφτε στη ράχη όπου η διακόσμηση γίνονταν με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργούνται

6

διαμερίσματα απ' τα οποία το καθένα ήταν η μικρογραφία του μπρο­

στινού σχεδίου. Ο τίτλος έμπαινε στο 2ο από πάνω διαμέρισμα της ράχης.

49


Μια άλλη αρκετά γεωμετρική διακόσμηση έρχεται σα συνέχεια της «Α

la fanfare >>

διακόσμησης. Σ' αυτή διατηρούνται οι

3 παράλληλες

γραμ­

μές και τα διαμερίσματα αλλά αλλάζουν τα στολίδια που τώρα είναι σπειροειδή σχηματισμένα από μικρές τελείες. Άλλο ένα χαρακτηριστικό είδος που ονομάζεται «Α

l'eventail»

απο­

τελείται από γιρλάντες (ρουλέττες) γύρω - γύρω και στις γωνίες, ενώ στο

κέντρο σχηματίζεται μία ακτινωτή φόρμα σαν βεντάλια. Επίσης υπάρχουν qι βιβλιοδεσίες οι διακοσμημένες από ένα απλό στολίδι που επαναλαμβάνεται σ' όλη την επιφάνεια. Το ένα αυτό στολίδι συνήθως ήταν κάποιο σύμβολο. Τέλος οι λεγόμενες

,, Jansenistes»

βιβλιοδεσίες, πιο φτωχές σε διακό ­

σμηση δεν έχουν κανένα στολίδι στα καπάκια. ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΟΙ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΔΕΤΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ

Οι μεγάλοι βιβλιόφιλοι αυτή την εποχή αποτελούν και τις γνωστές προσωπικότητες. Στη βασιλική οικογένεια συναντάμε τον Ερρίκο

Λουδοβίκο

XIII

και τον

XIV

IV,

το

και τη Μαρία Τερέζα της Αυστρίας. Απ'

τους ανθρώπους του κράτους ο

Richelieu,

ο

Mazarin ,

ο

Colbert

και πολλοί

υπουργοί καγκελάριοι και άλλοι.

Είναι μία εποχή που το επάγγελμα ανθεί και οι βιβλιοδέτες δεν μπορούν παρά να εκτελούν βιαστικά όλες τις παραγγελίες. Ανάμεσά τους

διακρίνουμε τους Nicolas και Clovis Eve πατέρας και γιός στη θέση του βιβλιοδέτη της αυλής. Μετά, οι επίσης πατέρας και γιός Mace και Antoine

Ruette όπως και οι Pieπe Rocolet βιβλιοπώλης και βιβλιοδέτης, Floήmond Badier και ο λεγόμενος Γασκώνος. Ο τελευταίος με τις βιβλιοδεσίες του « Α la gascon » τελειοποίησε την τεχνική της ρουλέτας και μας άφησε τα καλύτερα δείγματά της. Η Αγγλία έχει παραδοθεί γ ια έναν και περισσότερο αιώνα στην επίδραση των Γάλλων και δε μας δίνει κανένα όνομα την περίοδο αυτή.

Κόσμημα 18ου αίώ να

50


ΝΕΩΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑΣ ΩΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗ ΓΑΛΛΙ ΚΉ ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ

Με το 18ο αιώνα που μπαίνει και σαν αποτέλεσμα των όσων είπαμε παραπάνω έρχεται ο διαχωρισμός της απλής απ' την καλλιτεχνική βι­ βλιοδεσία.

Το μαροκινό δέρμα δεν χρησιμοποιείται παρά για τις βασιλικές βι­ βλιοδεσίες και σε έντονους χρωματισμούς, πράσινο, κίτρινο, αλλά κυρίως κόκκινο. Οι απλές βιβλιοδεσίες γίνονται από δέρμα κακής ποιότητας με ελαττώματα που συχνά καλύπτονται από τη διακόσμηση με οξέα ή χρώ­ ματα. Για πρώτη φορά δένονται βιβλία με χαρτί και στο ράψιμο το βιβλίο δέχεται μία ενίσχυση ενός ακόμα τυπογραφικού στην αρχή και στο τέλος,

που οι Γάλλοι ονομάζουν «φύλακες»

(gardes)

τα γνωστά μας «λευκά»

φύλλα. Τα εξώφυλλα είναι συνήθως κόκκινα ή μπλέ και μερικές φορές διακοσμημένα με χρυσά άστρα. Γενικοί χαρακτήρες της βιβλιοδεσίας και διακόσμησης κατά την πε­

ρίοδο αυτή είναι: - το πάνω και κάτω καπάκι μένει εντελώς aστόλιστο ή πλαισιώνεται από διπλή ή τριπλή χρυσή γραμμή. Μερικές φορές έχουν στο κέντρο το έμβλημα του κατόχου.

-

γύρω-γύρω στην κόχη του καπακιού υπάρχει διακόσμηση είτε από μία απλή χρυσή γραμμή είτε από παχύτερη γιρλάντα.

-

τα φύλλα γύρω-γύρω χρωματίζονται κόκκινα ή μπλέ με άσπρο, χρυσώ­

νονται ή σχηματίζουν κυματισμούς σαν κεντήματα.

-

καθιερώνονται τα εσώφυλλα. στη ράχη δεν υπάρχουν νεύρα ή άλλα εξογκώματα εφ' όσον το βιβλίο πριονίζεται πριν ραφτεί , στη θέση τους όμως χρυσώνονται γραμμές και

παραμένει ο χωρισμός της ράχης σε

5

ή

6

διαστήματα.

Όσο για τα μη τεχνικά χαρακτηριστικά παρατηρούμε το 18ο αιώνα κάποια ελευθερία στην έκφραση του προσωπικού πνεύματος και ταλέν­

του κάθε καλλιτέχνη ο οποίος χωρίς να ζητάει την πολυτέλεια επιδίδεται

51


στην αναπαράσταση σκηνών απ ' τη ζωή χρησιμοποιώντας την τεχνική του μωσαϊκού.

Ονόματα γνωστά και αντιπρόσωποι αυτής της τεχνικής είναι ο Antoine-Michel Padeloup, ο Jaques-Antoine Derome και ο Jean-Charles Monnier. Δυστυχώς όμως δεν γίνεται το ίδιο και στις βασιλικές βιβλιοδεσίες. Τυφλωμένοι απ' το μεγαλείο της βασιλείας τους οι βιβλιόφιλοι της επο ­

χής, η μαρκησία Λουδοβίκου

XV

Pompadour,

η Μαρία Αντουανέττα, οι τρεις κόρες του

και όλοι οι κόμητες, βαρώνοι και μαρκήσιοι δεν ζητούν

παρά το έμβλημά τους που είναι το μοναδικό κόσμημα των βιβλίων. Έτσι επί Λουβοδίκου

και

XV

XVI

ο

Antoine-Michel Padeloup

που παίρνει τη

θέση του βιβλιοδέτη της αυλής σταματάει την προσωπική και τόσο δη­ μιουργ ική έως τότε δουλειά του. τέλος ένα άλλο είδος πολύ διαδεδομένης βιβλιοδεσίας ήταν τα ημε­

ρολόγια τα οποία υπογράφει ο Pieπe-Paul

Dubuisson.

Στην Αγγλία η ακμή που παρουσιάστηκε το 18ο αιώνα φέρνει στο

προσκήνιο τους Roger Payne, Robert Harley και Charles Lewis οι οποίοι ελεύθερα αναπτύσσουν τον προσωπικό τους χαρακτήρα και χωρίς φόβο και περιορισμό διακοσμούν με ζωντανές παραστάσεις.

τΙ ΕΦΕΡΕ Η ΕΠΑΝΆΣΤΑΣΗ

Μέχρι το

1792

οι πολιτικές και κοινωνικές μεταβολές της επανά­

στασης δεν επηρέασαν πολύ το εμπόριο και την πολυτέλε ια και οι βιβλιο­ δεσίες που δέθηκαν για το βασιλιά και τη βασίλισσα δεν υστερούν καθό­ λου σε ποιότητα από αυτές της προηγούμενης περιόδου. Η αγγλομανία

-

που ε ίναι και συνέπεια της ξαφνικής ακμής στην

Αγγλία- αυξάνεται ολοένα και οι ερασιτέχνες προτιμούν τώρα το μαρο­

κινό δέρμα που έχει μακρόστενο σπείρωμα και είναι αρκετά πιο λεπτό , από το γερό και λείο γαλλικό που παρόλη την υπεροχή του σε ποιότητα δεν ταίριαζε με τα ανάλαφρα στολίδια τη,ς εποχής. Στα εργαστήρια της

επαρχίας τα καινούργια αυτά στολίδια σε σχηματισμό δαντέλλας διακο­ σμούν τις όλο δέρμα βιβλιοδεσίες μέχρι τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα και χωρίς ουσιώδεις αλλαγές. Όμως τα οχτώ πρώτα χρόνια μετά την πτώση της μοναρχίας είναι

αρκετά για νά διαλύσουν απότομα όλες τις παραδόσεις. Δεν είναι βέβαια τόσο περίεργο αυτό το γεγονός αφού τα τόσα χρόνια εσωτερικών ταρα­

χών και εξωτερικών κινδύνων σήμαναν την εξαφάνιση των παλιά κυβερ­ νώντων τάξεων, -που συντηρούσαν και τους καλλιτέχνες βιβλιοδέτες-

52


και την πτώχευση του κράτους. Η καινούργια αριστοκρατία στραμμένη

προς το στρατό και την πολιτική αγνοεί σrην αρχή τους πειρασμούς της «γλυκειάς ζωής». Ανάμεσα σ' αυτούς και την πολυτελή βιβλιοδεσία. Οι απλές βιβλιοδεσίες που ως τότε γίνονταν με δέρμα (συνήθως όχι καλής ποιότητας) χωρίς ή με χρυσές γραμμές και που είχαν μόνο τη ράχη

διακοσμημένη δίνουν τη θέση τους σε βιβλιοδεσίες από χαρτί και δέρμα

μαζί, πολύ πιό φτηνές. Η ράχη δεν αλλάζει και η εντύπωση στη βιβλιο­ θήκη των τοποθετημένων κάθετα βιβλίων είναι η ίδια, όμως αυτές οι βιβλιοδεσίες ανταποκρίνονται στη φτώχεια της εποχής. Απαγορεύονται όλα τα εμβλήματα που απ' τον 17ο αιώνα αποτε­

λούσαν το κεντρικό μοτίβο . Ακόμα και η δαντέλλα, γιατί τώρα έρχετ,αι σε αντίθεση με το ιδεώδες της αυστηρότητας που επιβάλλεται. Στις όχι πολυτελείς βιβλιοδεσίες όπως εκείνες των βασιλικών και

των εθνικών ημερολόγιων οι κορώνες αντικαθίστανται από επαναστα­ τικά εμβλήματα και συνθήματα πατριωτικά. Η μόνη καινοτομία την περίοδο αυτή είναι η διακόσμηση που δη­

μιουργείται από σκαλιστή πλάκα και είναι αυτή τη φορά χρωματιστή. Τέτοιες πλάκες αναπαριστούσαν όλη την πορεία ως την ενθρόνιση του Ναπολέοντα δηλαδή πολιτικά κυρίως γεγονότα όπως η πτώση της Βαστί­ λης και άλλα.

Είναι δύσκολο να ξεχωρίσουμε τους βιβλιοδέτες που μπορεί να δού­ λευαν καλύτερα την εποχή της επανάστασης. Ο

Derome ο νεώτερος που Bradel που αποκαλείτο

πέθανε άφησε το εργαστήρι του στον ανηψιό του και

Bradel-Derome.

Στη συνέχεια έρχεται στο προσκήνιο η οικογένεια των

Bozeήan με πρώτο τον Bozeήan τον πρεσβύτερο και μετά το μικρότερο

αδερφό του . Το εργαστήρι τους απ' το οποίο βγήκαν τα καλύτερα δείγ­ ματα του

<< Style empire >>

που περιγράψαμε μόλις, κλείνει ξαφνικά το

1817. Η ΡΟΜΑΝτΙΚΉ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Με τη ρομαντική εποχή είναι στενά συνδεδεμένο το όνομα του

Thouvenin,

βιβλιοδέτη γνωστού για την ποιότητα και μοναδικότητα σε

έμπνευση διακοσμήσεών του. Γρήγορα γίνεται ο βιβλιοδέτης-αντιπρό­ σωπος μιας γεμάτης ενθουσιασμό γενιάς βιβλιοφίλων με οδηγό τους τον

Charles Nodier

που εκτός από συντηρητής της βιβλιοθήκης

Arsenal

του

Παρισιού είναι και απ' τα πιο δραστήρια μέλη του κινήματος του ρομαν­ τισμού.

53


Ο

Charles Nodier άχι μόνο βοηθάει στην οργάνωση εκθέσεων και την Thouvenin και του Simier αλλά και ελέγ­

προώθηση καλλιτεχνών όπως του

χει κάθε κίνηση που θα μπορούσε να σπρώξει σε μία εξέλιξη στη διακό­

σμηση. Μεγαλώνει η γκάμα των χρωμάτων με νέους τόνους γκρί , ρόζ, λιλά, μωβ. Αυξάνει πάλι η πολυτέλεια στα βιβλία. Στις βιβλιοδεσίες μπαίνει φόδρα ακόμα και από μαροκινό δέρμα και καμιά φορά και στην πρώτη σελίδα των εσώφυλλων. Παράλληλα οι βιβλιοδεσίες με δέρμα και

χαρτί κερδίζουν έδαφος και έχοντqς ωραία διακοσμημένη ράχη δίνουν ένα ομοιογενές θέαμα στις βιβλιοθήκες. Ο τίτλος γίνεται απαραίτητος

στη διακόσμηση της ράχης και οι χαρακτήρες των γραμμάτων μεγαλώ­ νουν. Επίσης τα στολίδια αλλάζουν εντελώς μορφή. Μετά την όχι γόνιμη περίοδο της επανάστασης έρχονται στολίδια χρυσά, γεμάτα ή άλλα σκα­ λιστά που αφήνουν ανάγλυφη παράσταση. Ήδη οι Bozeήan είχαν διακρι­ τικά κάνει χρήση τέτοιων στολιδιών αλλά τώρα μπαίνουy στη διακό­ σμηση σαν πρωταρχικό στοιχείο. Ο

Charles Nodier

είναι και εκείνος που όταν αγόρασε μία βιβλιοδε­

σία του 17ου αιώνα με χαρακτηριστική διακόσμηση της έδωσε το όνομα << Α

la Fanfare».

Τέλοςείναι εκείνος που μέσω των εκδόσεών του σπρώχνει

σχεδόν όλους τους βιβλιοδέτες της εποχής στο καινούργιο είδος διακό­

σμησης << Α la cathedrale» ... Είναι σκαλισμένη ενιαία πλάκα με αρχιτεκτο­ νικά μοτίβα ιδίως γοτθικού ρύθμού που δεν είναι απαραίτητο να έχουν άμεση σχέση με το περιεχόμενο του βιβλίου. Τα βιβλία του που έχουν βιβλιοδεσία του στυλ << Α << Α

la fanfare»

υπογράφει ο

la cathedrale>> ή Thouvenin.

Charles Nodier

απομίμηση του στυλ

ΤΟ ΊΈΛΟΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ

τον

Όταν χάθηκαν απ' το προσκήνιο βιβλιοδέτες σαν τον Thouvenin και Simier πήρε τη σκυτάλη ο Bauzonnet πολύ γνωστός χρυσωτής που

θεωρείται και ο τελευταίος του γνήσιου στυλ της αρχής του 19ου αιώνα, δηλαδή: είναι η διακόσμηση που αποτελείται από παράλληλες γραμμές σε διάφορους σχηματισμούς ή σε απλά περιγράμματα. Η διακόσμηση αυτή είταν η καταλληλότερη για να εκφράσει τη βαρύτητα του σοβαρού περιε­ χομένου και ο

Bauzonnet χάρη στην τελειότητά του θεωρήθηκε ο πατέρας

της διακόσμησης αυτής. Το τέλος του αιώνα χαρακτηρίζει η τάση της απομίμησης βιβλιοδε­ σιών όλων των περασμένων αιώνων. Γι ' αυτή την τάση ο μεγάλος βιβλιο­ πώλης και συλλέκτης βιβλιόφιλος

54

Firmin Didot έγραψε ότι ήταν

απ' τα πιο


αξιοσημείωτα γεγονότα του αιώνα. Και ο κόμης

Clement de Ris

συμπλη­

ρώνει: «όταν οι σύγχρονοι βιβλιοδέτες θέλουν να κάνουν ένα έργο τέ­ χνης, σκέφτονται πολύ σωστά και ακόμα σωστότερα αποφασίζουν να μιμηθούν αυτό που έκαναν οι βιβλιοδέτες πριν από τρεις αιώνες».

Όμως δεν είναι πολλοί οι βιβλιοδέτες που ασχολούνται με τις πολυ­ τελείς βιβλιοδεσίες. Γιατί τώρα στην ιστορία του βιβλίου παίζει σημαν­

τικό ρόλο η βιομηχανική βιβλιοδεσία. Και αυτή είναι ο τομέας ενός μεγά­ λου αριθμού ανθρώπων του επαγγέλματος οι οποίοι δεν προσπαθούν καθόλου να διεισδύσουν στα μυστικά της τέ-χνης ξέρουν όμως πολύ καλά να ανταποκρίνονται στην πελατεία τους. Είναι η πιό απαιτητική πελα­

τεία, από τον απλό άνθρωπο που ζητάει ένα γερό βιβλίο ως τον εκδότη που ζητάει ένα μεγάλο αριθμό βιβλίων. Όπως η «μισή» βιβλιοδεσία δέρ­ μα-χαρτί έτσι και η χαρτόδετη βιβλιοδεσία είναι εύρημα του 19ου αιώνα, και ξέρουμε ότι είχαν μεγάλη επιτυχία οι απ' την Αγγλία προερχόμενες ρομαντικές συλλογές λογοτεχνικών κειμένων, που ήταν διακοσμημένες με

πολύχρωμες γκραβούρες και ντυμένες με χαρτί γυαλιστερό η σε απομί­ μηση δέρματος. Η ανανέωση αυτή στην τεχνική της εικονογράφησης του βιβλίου και

η απλή του βιβλιοδεσία είναι η απόδειξη της λιτότητας.

Κόσμημα

17ου

αιώνα

55


ΣΥΓΧΡΟΝΗ Β ΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ

ΤΟ ΕΡΓ ΑΣΤΗΡΙ

Το

<< MARlUS MICHEL»

1876 ο Marius Michel

ανοίγει με το γιό του ένα εργαστήρι βιβλιο­

δεσίας τέχνης ανεξάρτητο. Ο γιός Henή-Marius του με ζωηρό καλλιτεχνικό πνεύμα και το

Michel υπηρετεί την τέχνη 1880 σε βιβλίο του τονίζει έναν

αριθμό αρχών και κανόνων για τη βιβλιοδεσία που την εποχή αυτή φαί­ νονται πολύ επαναστατικοί: « όταν μελετάμε ένα οποιοδήποτε έργο τέ­

χνης», αναφέρει , «παληό ή καινούργιο, είναι για να εμπνευσθούμε· πρέ­ πει απαραίτητα να το διακοσμήσουμε ανάλογα· δεν υπάρχει τέχνη εκεί που δεν υπάρχει προσωπικότητα».

Στις βιβλιοδεσίες του χρησιμοποιεί οποιοδήποτε χρώμα δέρματος και τη διακόσμηση αποτελούν συνήθως μεγάλα μοτίβα σε μωσαικό από το φυτικό βασίλειο. Αντιτίθεται φανερά στους βιβλιόφιλους που έως τότε αναζητούν βιβλία περασμένων αιώνων στρεφόμενος ο ίδιος προς τον καινούργιο τύπο της μοντέρνας διακόσμησης. Έως το

1914

που διατηρήθηκε το εργαστήρι, η γνήσια και πρωτό­

τυπη διακόσμησή του είχε aποχτήσει τους θαυμαστές της.

PIERRE LEGRAIN Ένας άλλος καλλιτέχνης που ο θάνατός του μας σταματάει το

είναι ο Pieπe

Legrain.

1929

Δεν ήταν ούτε βιβλιοδέτης ούτε χρυσωτής αλλά

διακοσμητής και τα έργα του εκτελούνταν στα εργαστήρια που διατη­ ρούσε. Ο

Legrain χρησιμοποιεί

σαν διακοσμητικό στοιχείο τα γεωμετρικά

μοτίβα ακολουθώντας την αισθητική του

Michel

1925.

Όπως και ο Henή

Marius.,

κατορθώνουν τη συσχέτιση του κειμένου με την εξωτερική διακό­

σμηση.

PAUL

ΒΟΝΕΤ

Ο

Paul Bonet γεννήθηκε το 1880 και

πέθανε το

1971.

Στον τομέα της

βιβλιοδεσίας θεωρείται ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης του 20ου αιώνα, όμως

56


και αυτός δεν ήταν χρυσωτής. Τα σχέδιά του εκτελούσε στα βιβλία του ο

Raymond Mondange. Τα πρώτα του σχέδια είναι επηρεασμένα από το

1930.

<< Style en vogue>>

του

Αργότερα βλέπουμε άλλα σουρεαλιστικά μοτίβα.

Χρησιμοποιεί επίσης πολλά ένθετα υλικά στις πιό πρωτότυπες βι­

βλιοδεσίες του. Για τη

<<Nouvelle Revue Francaise>>

ο

Paul Bonet

σχεδιάζει

τη διακόσμηση των βιομηχανικών βιβλιοδεσιών . Τέλος, μετά το

1945,

περνάει σε μεγάλους τόμους με διακόσμηση

μωσαϊκού.

PIERRE LUCIEN

ΜΑRΠΝ

Το κύριο χαρακτηριστικό των βιβλιοδεσιών του είναι οι γραμμές και

οι φόρμες σε γεωμετρική διάταξη. Όμως ο

P.-L. Martin

ξέρει να χρησιμο­

ποιεί καλά όλες τις τεχνικές και ακόμα προχωράει σε ασυνήθιστες διαδι­ κασίες τοποθετώντας κάθε είδους υλικό, γυαλί, μέταλλο, ξύλο, κ.λ.π. Και είναι αυτή η συνεχής αναζήτηση που οδήγησε όλη την Ευρώπη στο να μας προσφέρει άπειρα ονόματα στην τέχνη της βιβλιοδεσίας.

Η ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Από την κίνηση της καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας στην Ευρώπη, τις ατομικές εκθέσεις και τις ομαδικές συνθέσεις των σχολών βιβλιοδεσίας

διαπιστώνουμε μια εξάπλωση της τέχνης αυτής που έχει σαν επακόλουθο την ανάδειξη πολλών μεγάλων πραγματικά καλλιτεχνών. ΓΑΛΛΙΑ

ROSE ADLER GEORGE LEROUX HENRI CREUZEVAULT ROBERT BONFILS LAURE ALB!N-GYGOT MERCHER ALA!N LOBsτEIN DANIELE BABILLIOT ALAIN DEV AUCHELLE NICOLE FOURNIER PASCALE JUDEτ DENISE LUBEΠ

ΙΈΡΜΑΝΙΑ

AYΣfPIA

WERNER BLEYL GERLINDE BLEYL-REPL!EN URSOLA ΚΑ ΤΖΕΝsτΕΙΝ GOΠH!LF KURZ

ERNST AMMERING

ΗΕ!ΝΖ PEτERSEN

L!L!ANE GERARD CHRISτiNE LEONARD

SONNFRIEDE SCHOLL !RMGAND SM!OT KARL GERHARD ΗΑΜΡΕ ΡΕτΕR WEIERSMULLER WERNER BLENL FELIX OPHOFF KURT LONDENBERG WERNER ΚIESS!G

ΒΕΛΠΟ

ΙτΑΛΙΑ

PIETRO GOZZI

ΟΛΛΑΝΔΙΑ AUGUsτ

KULCHE

57


ΣΚΑΝΔΙΝΑΒΙΑ

AffΛIA

JAMES BROCKMAN JEFF CLEMENTS SYDNEY COCΚERELL DON EΊΉERJNGTON DEBORAH ΕνΕΠS ANGELA JAMES TREνOR JONES ΑΝΝΕ ΚΑΗLΕ

BRY ΑΝ DA WSON MAGGS BERNARD MIDDLETON DA νιο SELLARS EDWARD WOMERSLEY IVOR ROBINSON PHILIP SMITH ANmNY KAINS EDGAR MANSFIELD

LAGE ERJC CARLSON OLE LUNDBERG ERIK P.G . OLSEN JUHANI ROINENEN OLE OLSEN KERSτJN BREMER PHEIFFER HEMSEN PREBEN BECH JORGEN BERG

ΤΣΕΧΟΣΛΟΒΑΚΙΑ

JAN SOBOTA MIROSLA ν Α SYMON JOHN SZJRMAI

ΙΣΠΑΝΙΑ πατέρας και γιός

BRUGALLJA ΕΛΒΕΥΙΑ

PETER WEJERSMULLER νΕRΕΝΑ WIRZ GERARD CHARRIERE EDWIN ΗΕΙΜ MARKOS MULLER RUTH MUNCH MARτJN JAEGLE ΤΗΟRν ALD HENNINGSEN WINτER

HANS ERNI

Ιδιαίτερη αναφορά θα πρέπει να κάνουμε για το κέντρο του καλού (Centro del bel Libro) . Ιδρύθηκε από τον Ελβετό Josef Stemmle στην Ascona της Ελβετίας κα ι προσπαθεί να συνενώσει γύρω από ένα διαγωνισμό καλλιτεχνικής βιβλιοδεσίας- με διεθνή ακτινοβολία - τους βιβλιοδέτες όλου του κόσμου . Για πρώτη φορά το βραβείο αυτό άρχισε να βιβλίου

απονέμεται το Μάιο του

Bonet

1971

ακριβώς

2

μήνες μετά το θάνατο του

με το όνομα του οποίου είναι γνωστό (Ρήχ

Q Κ6σμημα καυτοκρατορικού» τύπου.

58

Paul Bonet).

Paul


ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ

Η ΤΕΧΝΙΚΉ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑΣ



ΤΟ ΚΆΛΥΜΜΑ

ΤΟΞΗΛΩΜΑ

Η πρώτη εργασία που θα κάνουμε, όταν ξεκινάμε να δέσουμε ένα βιβλίο είναι το ξήλωμα. Το ξήλωμα ειναι η απόσπαση του ενός ύστερα απο το άλλο, όλων των τυπογραφικών φύλλων

Signature

(Chahier

στα γαλλικά,

στα αγγλικά) που απαρτίζουν το σώμα του βιβλίου ώστε να

μείνουν ελεύθερα χωρίς τις κλωστές που τα συνέδεαν μεταξύ τους και τις κόλλες της ράχης.

Μία πρώτη εντύπωση μπορεί να είναι, πως η εργασία αυτή θα πρέ­ πει να κυλάει βαρετά και χωρίς ενδιαφέρον. Δε συμβαίνει αυτό. Το αντί­

θετο, είναι πολύ σημαντική και πρέπει να γίνεται με υπομονή και συγκέν­ τρωση. Κατά το ξήλωμα γίνονται πολλές σημαντικές εργασίες.

α) Ερχόμαστε σε μία πρώτη επαφή, πρώτη γνωριμία με το βιβλίο που πρόκειται να βιβλιοδετήσουμε.

β) Αποσπούμε προσεκτικά το εξώφυλλο του βιβλίου, το οπισθόφυλλο, καθώς και τη ράχη όσο γίνεται πιο καθαρά από κόλλες και τα φυλάμε για να τα ενσωματώσουμε αργότερα στα υπόλοιπα τυπογραφικά

φύλλα σαν ντοκουμέντο της έκδοσης του βιβλίου. γ) Κόβουμε με ένα όχι υπερβολικά κοφτερό μαχαίρι τις κλωστές στη μέση κάθε τυπογραφικού φύλλου και το τραβάμε σιγά-σιγά έως ότου το αποσπάσουμε από το βιβλίο.

δ) Καθαρίζουμε στο μέρος της ράχης τις κόλλες που έχουν μείνει επάνω

του και το τοποθετούμε καθαρό και με την ίδια σειρά δίπλα μας. ε) Κατά τη διάρκεια του ξηλώματος μας δίνεται η ευκαιρία να προσέ­ ξουμε μήπως και υπάρχει κάποιο ελάττωμα (σχίσιμο, aτύπωτη σε­ λίδα, βρώμικη ή μπαλωμένη) που κάνει' το βιβλίο «κακέκτυπΟ>>.*

*

<< Κακέκτυπο » λέγεται το ε λαττωματικό αντίτυπο.

61


στ) Σε όλη τη διάρκεια του ξηλώματος πρέπει να έχουμε το νού μας στην τυπογραφική και καλλιτεχνική επιμέλεια που έχει κάθε βιβλίο ώστε στο τέλος να το έχουμε γνωρίσει καλά. Αυτό πολύ πιθανό να μας

βοηθήσει να βρούμε το είδος της βιβλιοδεσίας που ταιριάζει στο συγκεκριμένο βιβλίο ή το είδος της διακόσμησης που θα πρέπει να του δώσουμε.

ζ) Στο τέλος του ξηλώματος και αφού συγκεντρώσουμε όλα τα τυπο­ γραφικά φύλλα μαζί, απαραίτητα πρέπει να γίνει το πρώτο «Παρα­ τήρημα». Έτσι λέγεται η έρευνα που κάνουμε για να διαπιστώσουμε πως δε λείπει κανένα τυπογραφικό φύλλο και πως όλα είναι στη σειρά τους* .

ΤΑ ΛΕΥΚΑ ΦΥ ΛΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΤΕΛΕΧΗ

Από τα παλιά χρόνια, συνηθίζονταν πριν από το κύριο σώμα του

βιβλίου που βιβλιοδετούσαν αλλά και μετά (στην αρχή και το τέλος δη ­ λαδή) να βάζουν μερικά φύλλα χαρτιού που δεν είναι τυπωμένα «λευκά»

-

-

μόνο και μόνο για να προστατεύουν το κυρίως βιβλίο, το

τυπωμένο. Για το λόγο αυτό οι Γάλλοι τα ονόμασαν και «φύλακες»

(Feuilles des Gardes). Τα λευκά φύλλα πρέπει να είναι τέσσερα, δημιουργώντας έτσι ένα οκτασέλιδο τυπογραφικό φύλλο στην αρχή και ένα στο τέλος του βιβλίου τα οποία ράβονται μαζί με τα άλλα.

Η επιλογή των λευκών αυτών φύλλων δεν είναι κάτι που γίνεται

στην τύχη. Πρέπει να επιδιώκουμε να είναι όσο γίνεται πιό κοντά στο χρώμα του χαρτιού του βιβλίου και αν είναι δυνατόν στο ίδιο πάχος και

στην ίδια ποιότητα. Ένα τελείως ξένο χαρτί θα ξάφνιαζε δυσάρεστα

αυτόν που θα ανοίξει το βιβλίο. Ακόμα, θα πρέπει να έχει και κάθετα τα <<νερά» του ώστε να ανοίγει εύκολα**.

Το << Παρατήρημα » είναι απαραίτητο για κάθε σοβαρό βιβλιοδέτη. Όπως θα δούμε

πρέπει να yίνεται τουλάχιστον

3 φορές . Χαμένος όλος ο κόπος μας αν ανακαλύψουμε το

<< λάθος» όταν το βιβλίο έχει τελειωθεί.

• • <<Νερά >> στο χαρτί λέγεται η φορά που ακολουθούν οι ίνες της χαρτόμαζας και επιτρέπουν στο χαρτί να λυγίζει πιο εύκολα από τη μία κατεύθυνση και δυσκολώτερα απ ' την αντίθετη.

62


Τα «στελέχη» είναι λουρίδες χαρτιού που έχουν πλάτος ενός πόντου

και μήκος όσο και το ύψος του τυπογραφικού φύλλου. Τα στελέχη τα κολλάμε απαραίτητα στο πρώτο και το τελευταίο τυπογραφικό για να τα ενισχύσουμε. Τα χρησιμοποιούμε επίσης για να συνδέσουμε με το πρώτο τυπογραφικό το εξώφυλλο του βιβλίου και με το τελευταίο τη ράχη και το οπισθόφυλλο . Τα στελέχη τα χρησιμοποιούμε ακόμα για να στερεώσουμε ανάμεσα στα φύλλα του βιβλίου

-

αν υπάρχουν

-

γκραβόύρες ή άλλες

εκτός κειμένου σελίδες, όπως χάρτες ή σχέδια, καθώς και για ενίσχυση όλων των φθαρμένων στη ράχη τυπογραφικών . Η τοποθέτηση των στελε ­ χών δεν είναι τόσο λεπτή ή δύσκολη εργασία όσο θα νόμιζε κανείς. Γίνε ­ ται πολύ εύκολη με τη βοήθεια ενός φύλλου χαρτιού στο κέντρο του οποίου τοποθετούμε το «στέλεχος» και στη μέση του στελέχους ακουμ­

πάμε το τυπογραφικό φύλλο. Διπλώνοντας όλο μαζί το χαρτί γύρω στο τυπογραφικό, διπλώνεται και κολλάει εύκολα και ίσια το στέλεχος χωρίς

ξεχειλώματα . Το πέρασμα, ελαφρά και γρήγορα με ένα κομμάτι ξερού σαπουνιού δεν επιτρέπει- αν τυχόν έχεί ξεφύγει λίγη κόλλα - να κολλή­ σει το ένα με το άλλο πριν ραφτούν.

Μία ακόμα τεχνική ευκολία μας δίνει το άλειμμα με κόλλα, μιας μεγάλης επιφάνειας - συνήθως ενός μάρμαρου- πάνω στην οποία τοπο­

θετούμε και αμέσως απομακρύνουμε το στέλεχος. Με τη λίγη ποσότητα κόλλας που πρόλαβε και πήρε από το μάρμαρο είναι έτοιμο να κολληθεί

επάνω στο τυπογραφικό. Τέλος, φυσικό είναι να μη χρησιμοποιούμε όποιοδήποτε χαρτί για στελέχη αλλά ένα μέτριο σε πάχος γιαπωνέζικο (ριζόχαρτο) που έχει διαφάνεια και δεν διακρίνεται εύκολα ενώ παράλληλα είναι πολύ μεγά ­ λης αντοχής.

ΤΟ ΠΡΙΟΝΙΣΜΑ

Πριόνισμα λέγεται το τρύπημα των τυπογραφικών φύλλων που κά­

νουμε για να περάσει η κλωστή και να χωνευτούν μέσα οι σπάγγοι του τεζακιού . Παλαιότερα, οι τρύπες αυτές γίνονταν στα σημεία ακριβώς όπου βρίσκονταν οι δερμάτινες λουρίδες ή οι σπάγγοι, ώστε να τυλίγεται η

κλωστή με την οποία ράβανε τα τυπογραφικά επάνω τους. Φυσικό ήταν λοιπόν να δημιουργηθεί ένα εξόγκωμα στη ράχη

-

όπου υπήρχε ο σπάγ­

γος αυτός ή η λουρίδα. Τα εξογκώματα αυτά κυριάρχησε να είναι πέντε με μία συγκεκριμένη κατανομή ενώ δεν αποκλειόταν να συναντήσουμε και τέσ-

63


σεραμόνο ή δύο και δύο κατανεμημένα προς την κορυφή και τη βάση του βιβλίου.

Σήμερα δεν κάνουμε πια αυτό το ράψιμο αλλά παραλλαγή του. Κατά τέτοιο τρόπο μάλιστα γίνεται ώστε δε φαίνεται κανένα εξόγκωμα στη ράχη, αφού φροντίζουμε με τις λίγο μεγαλύτερες πριονιές να χωνευ­ τούν οι σπάγγοι πάνω στους οποίους ράψαμε το βιβλίο. Αργότερα, και

ανεξάρτητα από τον αριθμό των σπάγγων, θα δημιουργήσουμε ψεύτικα εξογκώματα με χαρτόνι ή δέρμα, κολλώντας τα πάνω στο κατάστρωμα. Επειδή τα περισσότερα βιβλία ράβονται σε τρείς σπάγγους οι πριο­

νιές που κάνουμε στη ράχη των τυπογραφικών είναι πέντε. Οι δύο ακρια­ νές για να χωνέψουν ενα μικρό κόμπο που κάνει η κλωστή όταν επιστρέ­ φει για να ράψει το επόμενο τυπογραφικό. Για το λόγο αυτό οι τρεις

κεντρικές πριονιές γίνονται λίγο βαθύτερες (περίπου δύο χιλιοστά) και

λίγο πλατύτερες, ενω τις ακρινές τις κάνουμε πιο ρηχές. Είναι φυσικό, εάν το βιβλίο μας έχει πιο μεγάλο σχήμα από το όγδοο και θέλουμε να το

ράψουμε σε τέσσερις σπάγγους, ότι θα πρέπει τότε να κάνουμε έξη πριο­ νιές αντί πέντε, με τις δύο ακριανές πάντοτε πιο ρηχές.

Για να κάνουμε το πριόνισμα, συγκεντρώνουμε όλα μαζί τα τυπο­

γραφικά με τη σειρά που τα έχουμε ξηλώσει και τα κρατάμε με τα δύο χέρια μας έχοντας τη ράχη τους προς τα κάτω. Τα χτυπάμε ελαφρά πάνω

σε μια επίπεδη επιφάνεια ώστε να ευθυγραμμιστούν και τα τοποθετούμε με τη βοήθεια δυο λοξά καμένων ξύλινων δίσκων ή δύο χαρτονιών στην

οριζόντια πρέσσα με τη ράχη τώρα προς τα επάνω. Σημειώνουμε με ένα μολύβι τα σημεία όπου θα κάνουμε τις πριονιές έχοντας σαν απαραίτητο σύμβουλο τον «οδηγό εξογκωμάτων»*.

Το βιβλίο στην πρέσσα, μόλις έγινε το πριόνισμα.

'

Ο <<Οόηγός εξογκωμάτων>> είναι ένα σχεδιάγραμμα που μας υποδεικνύει αλάνθα­

στα τα σημεία που πρέπει να πριονίσουμε και τα σημεία που πρέπει να βάλουμε τα εξογκώ­ ματα. Έναν τέτοιο οδηγό θα βρείτε στο τέλος αυτής της έκδοσης .

64


Στη συνέχεια με το πριόνι χαράζουμε τις εγκοπές που χρειαζόμαστε.

Στις εγκοπές που θα φιλοξενήσουν τους σπάγγους του τεζaκιού και για να γίνουν πιο ευρύχωρες γέρνουμε λίγο το πριόνι μια δεξιά και μια αρι­ στερά. Ανοίγοντας την πρέσσα για να πάρουμε το πριονισμένο βιβλίο

πρέπει να σκεφτούμε πως έχουμε μια ακόμη ευκαιρία- αφού κρατάμε το βιβλίο λιτό ακόμη στα χέρια μας

-

να κάνουμε ένα «δεύτερο παρατή­

ρημα » . Ακόμη πιο καλά αν το παρατήρημα έχει γίνει πριν από την τοπο­

θέτηση των τυπογραφικών 'μέσα στην πρέσσα. Αν το δεύτερο αυτό παρα­ τήρημα δεν γίνει τώρα, θα πρέπει να γίνει ακριβώς πριν από το ράψιμο. ΤΟ ΡΑΨΙΜΟ

Το ράψιμο του βιβλίου, είναι η πιό σημαντική εργασία της βιβλιοδε­

σίας γιατί από αυτήν εξαρτάται η αντοχή του βιβλίου αλλά και η λειτουρ­ γικότητά του. Το ράψιμο ρυθμίζει ακόμη και μέρος της αισθητικής πα­ ρουσίας του βιβλίου. Για τους λόγους αυτούς θέλει μια ιδιαίτερη προ­ σοχή:

α) Στην επιλογή της κλωστής. Πρέπει να υπολογίσουμε το νού­ μερο της κλωστής που θα χρησιμοποιήσουμε (λεπτή ή χονδρότερη) ανά­ λογα με τρεις παράγοντες: τον αριθμό των τυπογραφικών (πολλά τυπο­ γραφικά λεπτή κλωστή και λίγα τυπογραφικά χονδρή κλωστή) την ποιό­ τητα του χαρτιού

( αφράτο και μαλακό χαρτί θέλει πιο χονδρή κλωστή ενώ λεπτό και σκληρό χαρτί θέλει λεπτη κλωστή) και το πάχος των χαρ­ τονιών που θα χρησιμοποιήσουμε (όσο πιο χονδρά χαρτόνια τόσο πιο χονδρή κλωστή).

Το δέσιμο των σπάγγων στο τεζάκι, επάνω με κ6μπο και κάτω με τη βοήθεια μεταλλικής φουρκέτας.

65


β) Στο είδος του ~αψίματος. Μονό ράψιμο λέγεται όταν η κλω­ στή διατρέχει όλο το μήκος του τυπογραφικού φύλλου από την πρώτη τρύπα έως την τελευταία και το συγκρατεί στερεώτερα πάνω στους σπάγ­ γους. Διπλό λέγεται το ράψιμο που γίνεται περνώντας την κλωστή σε μία

της διαδρομή από δύο τυπογραφικά φύλλα μαζί ράβοντάς τα διακεκο­ μένα και όχι σε όλο το μήκος τους. Στο διπλό ράψιμο καταφεύγουμε μόνο

σε περίπτωση ανάγκης. Όταν π.χ. έχουμε πολλά τυπογραφικά και επομέ­ νως σχηματίζεται πολύ μεγάλη ράχη ή όταν το πάχος της κλωστής-μας αποδεικνύεται υπερβολικό για το βιβλίο που ράβουμε. Στην καλλιτεχνική βιβλιοδεσία όμως δεν επιτρέπεται, με κανένα τρόπο, άλλο από το «μονό» ράψιμο. γ) Η τεχνική του ~αψίματος με σπάγγους και η τεχνική με κορ ­

δέλλα, ενώ δεν έχουν στην πραγματικότητα ουσιαστική διαφορά, είναι

δύο τεχνικές μέθοδοι με διαφορετικό προορισμό. Το ράψιμο με κορδέλ­ λες γίνεται σε πιο ευτελή δεσίματα και κυρίως σε βιβλία που θέλουμε να έχουν ένα πιο άνετο άνοιγμα των σελίδων τους. Το ράψιμο σε σπάγγους γίνεται στις περισσότερες βιβλιοδεσίες και κυρίως στις βιβλιοδεσίες τέ­ χνης. Εάν όμως θέλουμε το βιβλίο μας να ανοίγει τελείως σε κάθε σελίδα του έστω και αν είναι ραμμένο με σπάγγους, τότε στο τέλος κάθε διαδρο­

μής της κλωστής, επάνω και κάτω αντί να κάνουμε ένα κόμπο μόνο , κάνουμε δύο (τον ένα μετά τον άλλο) ώστε να αποτελούν ένα είδος άρ­

θρωσης οι κόμποι αυτοί, πάνω στην οποία κινούνται με κάθε άνεση τα τυπογραφικά φύλλα εξασφαλίζοντας στο βιβλίο ένα τέλειο άνοιγμα .

δ) Το ~άψιμο με λινή κλωστή το θεωρούμε απαραίτητο και ποτέ να μη γίνεται με βαμβακερή, που ούτε στερεότητα έχει αλλά ούτε και

διάρκεια ζωής μεγάλη. Έχοντας υπόψη μας όλα αυτά και αφού κάνουμε τις επιλογές μας, παίρνουμε τα τυπογραφικά του βιβλίου που έχουμε για

ράψιμο και τα τοποθετούμε πλάι ακριβώς στο «τεζάκι» ανεστραμένα, έχοντας δηλαδή στο επάνω μέρος, όχι το πρώτο αλλά το τελευταίο τυπο­ γραφικό φύλλο .

Το τεζάκι έτοιμο για να ράψουμε σε τρείς σπάγγους.

66


Αυτό το τελευταίο τυπογραφικό παίρνουμε με το αριστερό χέρι, έχοντας τον αντίχειρα προς τα έξω ενώ τα υπόλοιπα δάχτυλα έχουν πε­ ράσει στη μέση ακριβώς του τυπογραφικού . Το τοποθετούμε παράλληλα

προς τους κάθετους σπάγγους του τεζακιού φέρνοντας τις εγκοπές του πριονίσματος να ακουμπήσουν στους σπάγγους αυτούς που ρυθμίζουμε ανάλογα ώστε να συμπίπτει κάθε σπάγγος και μία εγκοπή. Περνάμε τη

βελόνα από την πρώτη τρύπα προς το εσωτερικό του τυπογραφικού και τη βγάζουμε από τη δεύτερη με τέτοιο τρόπο ώστε όταν την ξαναπερά­ σουμε τη βελόνα προς το εσωτερικό του τυπογραφικού από την ίδια τρύπα, η κλωστή να έχει τυλιχτεί γύρω από τον πρώτο σπάγγο. Η νέα έξοδος της βελόνας από το εσωτερικό του τυπογραφικού προς τα έξω θα γίνει και πάλι κατά τέτοιο τρόπο ώστε κατά την επόμενη είσοδό της να έχει τυλιχτεί γύρω από το δεύτερο σπάγγο. Το ίδιο θα γίνει και με τον

τρίτο, ενώ φτάνοντας στην τελευταία τρύπα όπου δεν υπάρχει σπάγγος η βελόνα θα περάσει έξω για να ξαναμπεί στην τελευταία τρύπα του επόμε­

νου τυπογραφικού που τοποθετο~με ακριβώς επάνω από το πρώτο. Τη φορά αυτή η βελόνα ακολουθεί αντίθετη κατεύθυνση μέχρις ότου φτάσει και βγεί από την πρώτη τρύπα του δεύτερου τυπογραφικού. Τότε κά­ νουμε ένα κόμπο με ένα περίσσεμα κλωστής (που πάντοτε αφήνουμε όταν

ξεκινάμε το ράψιμο) που πρέπει να είναι περίπου διπλάσιο από το πάχος της ράχης του βιβλίου. Κατά τον ίδιο τρόπο θα συνεχίσουμε μέχρις ότου ράψουμε και το τελευταίο τυπογραφικό φύλλο που βέβαια είναι το πρώτο τυπογραφικό του βιβλίου. Για μεγαλύτερη στερεότητα κάνουμε και από τα δύο άκρα των τυπογραφικών τους ίδιους κόμπους μεταχειρι­

ζόμενοι από το ένα ά~ρο το περίσσεμα της κλωστής ενώ από το άλλο δένουμε στο πρώτο κιόλας τυπογραφικό ένα αντίστοιχα μακρύ κομμάτι κλωστής.

Ο κόμπος που κάνουμε στο πάνω και κάτω άκρο του τυπογραφικού φύλλου.

67


Ύστερα από το ράψιμο κάθε τυπογραφικού τεντώνουμε προσεκτικά την κλωστή και το πιέζουμε με τ' ακροδάχτυλά μας ώστε να «καθίσει» ακριβώς στη θέση του. Το βγάλσιμο του ραμμένου βιβλίου από το τεζάκι θέλει κάποια προ­ σοχή, ιδιαίτερα όταν τραβάμε έναν-ένα τους σπάγγους και διατρέχουμε

τον κίνδυνο να ξεπεραστεί κάπόιος αν βάλουμε υπερβολική δύναμη. Αν αυτό συμβεί θα πρέπει με τη βοήθεια μιας βελόνας να ξαναπεράσουμε το σπάγγο στη θέση τ<;>υ. Ελευθερωμένο πια το βιβλίο από το τεζάκι, με στερεωμένα για

πάντα τα τυπογραφικά μεταξύ τους, το κρατάμε στα χέρια μας. Δεν πρό­ κειται πλέον να ξαναδιαλυθούν τα τυπογραφικά του φύλλα. Μήπως όμως κατά τη διάρκεια του ραψίματος κάναμε κάποιο λάθός; Ευκαιρία, πριν προσθέσουμε και άλλο κόπο , να κάνουμε και το τρίτο και τελευταίο παρατήρημα. Ύστερα από αυτό είμαστε σίγουροι πως το βιβλίο ρaφτηκε σωστά.

ΕΣΩΦΥΛΛΑ- ΣΠΑΓΓΟΙ- ΨΑΡΟΚΟΛΛΗΜΑ- ΣΦΥΡΙΣΜΑ

Η επόμενη εργασία, αυτή που ακολουθεί το ράψιμο του βιβλίου είναι το κόλλημα των εσώφυλλων, το ψαροκόλλημα και το σφύρισμα.

Αλλά πριν γίνουν οι τρεις αυτές δουλειές προηγείται ένα σύντομο τακτο­ ποίημα του ραμμένου βιβλίου. Χτυπάμε το βιβλίο με τη ράχη προς τα κάτω πάνω σε μία σκληρή επίπεδη επιφάνεια και ή το στερεώνουμε σε μία οριζόντια πρέσσα και χτυπάμε , έχοντας μία μεταλλική πλάκα για κόντρα,

με το σφυρί ώστε να ευθυγραμιστεί και να «Πέσει » η ράχη ή το στερεώ­ νουμε σε μία κάθετη πρέσσα και χτυπάμε το μέρος της ράχης ώστε να

«κάτσει» στο φυσιολογικό πλάτος με ελαφριές σφυριές. Τα εσώφυλλα, που έχουμε επιλέξει σύμφωνα με το χρώμα του εξώ­

φυλλου ώστε να υπάρχει μία αρμονική χρωματική σχέση μεταξύ του ς,

πρέπει να είναι από ένα στέρεο χαρτί κατά κανόνα βαρύτερο από το χαρτί του βιβλίου. Διπλωμένα στη μέση ώστε να αποτελούν ένα τετρασέ­

λιδο, είναι κομμένα πάνω και κάτω ακριβώς στις διαστάσεις του βιβλίου ενώ προς τα εμπρός αφήνουμε ένα περιθώριο λίγων πόντων. Το τετρασέ­ λιδο αυτό «πικμάρουμε » * ελαφρά ώστε να λυγίζει πιο εύκολα το χαρτί (περίπου στα 3 χιλιοστά) και το αλείφουμε με κόλλα, με το χέρι ή με τη

68

πικμάρω = τσακίζω, χαράζω.


βοήθεια μιας λουρίδας-οδηγού, με το πινέλο. Με προσοχή το τοποθε­ τούμε πάνω στο πρώτο τυπογραφικό του βιβλίου και ελάχιστα πιο μέσα από την ευθεία της ράχης. Βέβαια αν το εσώφυλλο έχει δυο όψεις, η καλή του όψη ειναι αυτή που δεν βλέπουμε γιατί είναι διπλωμένη προς τα

μέσα. Με ένα ελαφρύ μάρμαρο ή ανάμεσα σε δύο ξύλινους δίσκους το αφήνουμε να στεγνώσει. Με το στέγνωμα είναι ώρα να κολλήσουμε τους σπάγγους που εξέχουν, κόβοντάς τους προηγουμένως στα δύο περίπου εκατοστά και ξύνοντάς τους με ένα κοφτερό μαχαιράκι ώστε να λεπτύ ­ νουν. Με λίγη κόλλα στο δάχτυλο τους αλείφουμε και τους κολλάμε πάνω στο εσώφυλλο. Όταν γίνει κι αυτό κάνουμε το «ψαροκόλλημα». Ψαρο­ κόλλημα λέγεται το άλειμμα της ράχης του βιβλίου με κόλλα. Λέγεται έτσι γιατί τα παλιά χρόνια γινότανε αυτό το άλειμμα με «ψαρόκολλα». Και σήμερα πολλοί τη χρησιμοποιούν αυτή την κόλλα, αλλά περνούν και με το δάχτυλο λίγη αμιλόκολλα για να έχει κάποια ελαστικότητα και να μη σπάει (όπως συνήθως συμβαίνει με τη σκέτη ψαρόκολλα). Οι πιο πολλοί όμως βιβλιοδέτες χρησιμοποιούν τη «λευκή βιβλιοδετική» κόλλα με βάση την P.V.A. (συνθετικές ρητίνες) συνήθως χωρίς πρόσμιξη αμιλόκολλας γιατί αυτή έχει σημαντική ελαστικότητα και δε σπάει με το άνοιγμα του βιβλίου. Χτυπάμε τη ράχη του βιβλίου σε σκληρή επιφάνεια για να ευθυ ­ γραμμιστεί η ράχη.

Το ψαροκόλλημα γίνεται σε οριζόντια πρέσσα έχοντας το βιβλίο ανάμεσα σε δύο χαρτόνια ή δύο δίσκους, αλείφοντας τη ράχη κατά μήκος αλλά με κινήσεις που πάνε λοξά, από το κέντρο προς τις άκρες για να μή λερώσουμε τα πλάγια των τυπογραφικών.

Πρίv από το « σφ ύρι.σμα» στρογγυλ εύουμε τη ράχη χτυπώντας την στα άκρα με ένα σφυρ ί.

69


Όταν η κόλλα στεγνώσει

-

και γι' αυτό το λόγο το σφύρισμα

γίνεται την επόμενη μέρα- στρογγυλεύουμε τη ράχη του βιβλίου χτυπών­

τας την μ' ένα σφυρί ενώ με τα δάχτυλα βοηθούμε τραβώντας ελαφρά τα τυπογραφικά προς την κατεύθυνση που χτυπάμε τις σφυριές. Αυτό το

πρώτο στρογγύλεμα της ράχης είναι η προετοιμασία. Για το κυρίως «σφύρισμα» υπάρχουν ειδιχοί, λοξά κομμένοι ξύ­

λινοι δίσκοι ή μετάλλινες πλάκες που εφαρμόζουν πάνω στην οριζόντια

πρέσσα. Σφίγγεται το βιβλίο ελαφρά στην αρχή ώστε με ελαφρά χτυπή­ ματα να μπορούμε να το φέρουμε στην απόσταση που επιθυμούμε, από την ακμή των δίσκων. Η απόσταση αυτή είναΊ ακριβώς αυτή που θα ισοφαρίσει το πάχος του χαρτονιού. Εάν τα χαρτόνια που θα χρησιμο­ ποιήσουμε είναι λεπτά τότε η απόσταση είναι μικρή. Όσο πιο χοντρό είναι το χαρτόνι που χρησιμοποιούμε τόσο πιο μεγάλη είναι η απόσταση αυτή. Σφίγγουμε κατόπιν την πρέσσα δυνατά και αρχίζουμε με το σφυρί ανεστραμένο να πιέζουμε τα ακραία τυπογραφικά φύλλα, σέροντάς το με

κάποια δύναμη κατά μήκος της ράχης. Η δύναμη αυτή που ασκούμε -για ευκολία και για κάποια οικονομία δυνάμεων

-

μπορεί να είναι το βάρος

του σώματός μας καθώς το γέρνουμε _πάνω από την πρέσσα. Όταν τα ακραία τυπογραφικά λυγίσουν λίγο και κάνουν τη ράχη του βιβλίου αρ­ κετά στρογγυλή, τότε αρχίζουμε να χτυπάμε «ξυστά » με το βαρύ μέρος

Το κ σφύρισμα ». Σημειώ νετα ι η φορά του σφυριο ύ, πο υ χτυπά πάντοτε προ ς τα έξω.

70


του σφυριού και με κατεύθυνση προς το μέρος που θέλουμε να τσακι ­

στούν τα φύλλα. Με τα χτυπήματα αυτά σταθεροποιείται το στρογγύλεμα της ράχης ως το σημείο που επιθυμούμε να γίνει αυτό. Η πολύ στρογγυλή ράχη όπως και η πολύ ίσια ράχη δεν είναι οι σωστές. Στη γαλλική βιβλιο­ δεσία παρατηρούμε μία προτίμηση στην όχι πολύ στρογγυλεμένη ράχη, ιδίως τα παλαιότερα χρόνια.

Ράχrι κανονική, ράχη υπερβολικά χοντρή και ράχη υπερβολικά λεπτή.

Το αποτέλεσμα που προκύπτει όταν οι τρείς αυτές ράχες σφυριστούν.

ΤΟ ΚΟΨΙΜΟ

Το κόψιμο του βιβλίου δεν είναι μία απλή εργασία. Έχει το μεγάλο κίνδυνο του ανεπανόρθωτου. Ενώ σε όλες τις άλλες εργασίες μπορούμε να διορθώσουμε ένα τυχαίο λάθος-μας, στο κόψιμο δεν έχουμε αυτή τη δυνατότητα. Για το λόγο αυτό πρέπει να γνωρίζει ο βιβλιοδέτης τους κανόνες που πρέπει να τηρηθούν :

71


α) Πολλές φορές το βιβλίο δεν πρέπει να κόβεται καθόλου. Αυτό συμβαίνει αν έτσι το θέλει ο πελάτης. Το ίδιο όταν το βιβλίο είναι σε λιτά φύλλα άνισα διπλωμένα γιατί έτσι το θέλησε ο εκδότης. Τότε το κόψιμο του βιβλίου θα αλλοίωνε το ανώμαλο «ξάκρισμα» του χαρτιού που έχει μία σπάνια χάρη όταν πρόκειται για χαρτί ποιότητας. Αλλά και γενικά όταν έχουμε μία καλή έκδοση στα χέρια μας θα πρέπει εάν το κόψουμε το βιβλίο να το κόψουμε μόνο από επάνω όσο γίνεται πιό λίγο και αν είναι δυνατό να το χρυσώσουμε.

β) Το κόψιμο πρέπει να γίνεται με κάθε δυνατή οικονομία- κόβον­ τας πάντοτε το ελάχιστο δυνατό- ώστε να μην αλλοιώνεται το σχήμα του βιβλίου, να μη μικραίνουν τα περιθώριά του και φτωχαίνει και να έχει τη δυνατότητα αν χρειαστεί μετά από χρόνια να ξανακοπεί, για να μη δεί­ χνει τη φθορά.

γ) Πρέπει να επιλέγουμε επίσης το σωστό τρόπο κοπής του βιβλίου. Οι εκλεκτές εκδόσεις δεν επιτρέπεται να κόβονται στην κοπτική μηχανή αλλά ένα-ένα τυπογραφικό στην ψαλίδα ή στην οριζόντια πρέσσα με το

παλινbρομικό κοπίbι, ένα σύστημα κοπής που προέρχεται από τη Γαλλία

(rognage). Μόνο οι κοινές εκδόσεις κόβονται στην κοπτική, γ ια οικονομία χρόνου.

Το βιβλίο στη ν κοπτι ιαί μηχανή και κάτω από το1ι «τάκο » από χαρ τό νια, γι α vα κοπεί χωρίς παραμόρφωση.

Στην περίπτωση που το βιβλίο θα κοπεί στην κοπτική μη χανή , - για να ισοφαρίσουμε τη διαφορά πλάτους που μας δημιουργεί η ράχη του βιβλίου - ένα μικρό «τάκο » από 5-6 χαρτόνια κολλημένα μαζί καί κομμένα σέ καμπύλη από τη μία πλευρά. Έτσι, το κόψιμο γίνεται άψογο, χωρίς ξέφτια στο χαρτί ή μασημένα φύλλα.

χρησιμοποιούμε

72


ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΡΙ - ΤΑ XApτlA ΚΑΙ Η ΤΕΛΑ * ΤΗΣ ΡΑΧΗΣ

Το επόμενο βήμα που θα κάνουμε είναι η ενίσχυση της ράχης και η

τοποθέτηση του κεφαλαριού. Το κεφαλάρι στα απλά δεσίματα είναι μία κεντημένη στη μία της άκρη κορδέλλα που τοποθετείται στις δύο άκριες της ράχης για να τις ομορφαίνει, για να έχουν κάποιο τελείωμα καλαίσ­ θητο, ενώ συγχρόνως μας υπενθυμίζει το ανάλογο τελείωμα των παλαιών βιβλιοδεσιών που δημιουργούσε η ίδια η κλωστή που είχε ράψει το βι­ βλίο, παρουσιάζοντας ένα περίτεχνα φτιαγμένο κέντημα. Σήμερα το κε­

φαλάρι το αγοράζουν οι βιβλιοδέτες έτοιμο σε πολλές ποιότητες και σε ποικιλία χρωματικών συνδυασμών. Κόβεται ίδιο με το πλάτος της ράχης

και κολλιέται με κόλλα. Τα χαρτ ιά της ράχης είναι μία απαραίτητη διαδικασία, που κάνε ι το

βιβλίο γερό και ανθεκτικό. Το πρώτο χαρτί- συνήθως λεπτό- κολλιέται

όταν αλείφουμε με κόλλα τη ράχη μετά το σφύρισμα του βιβλίου. Το δεύτερο χαρτί που πρέπει να είναι «δεσμιδόχαρτο» ή «κράφτ» κολλιέται αφού τοποθετήσουμε τα κεφαλάρια από το σημείο που τελειώνει η κορ­ δέλλα του ενός κεφαλαριού ως εκεί που τελειώνει το άλλο. Έτσι ισοφαρί­ ζεται περίπου το πάχος της κορδέλλας και έχουμε λεία ράχη χωρίς ανω­ μαλίες. Ακόμα πιο λεία ράχη θα αποκτήσει το βιβλίο όταν την άλλη μέρα ή ύστερα από αρκετές ώρες από το δεύτερο, κολλήσουμε το τρίτο χαρτί. Κι αυτό πρέπει να είναι γερό χαρτί και κολλιέται από τη μία άκρη της ράχης ως την άλλη χωρίς να ξεπερνά όμως το κεντημένο μέρος του κεφα­ λαριού.

Η χρησιμοποίηση «τέλας» (mousseline) κάνει πω στέρεο το δέσιμο (όταν πρόκειται για κάλυμμα) και δεν πρέπει να την αγνοήσουμε αν και πολύ λίγοι βιβλιοδέτες τη χρησιμοποιούν. Ένα μεγάλου σχήματος βιβλίο ή ένα πολύ βαρύ ή, τέλος, ένα βιβλίο που θα χρησιμοποιηθεί πολύ πρέπει να είναι ενισχυμένο και με τέλα. Ενισχύει και τη ράχη αλλά και τη συγ­

κράτηση των καπακιών γιατί αυτή δεν κόβεται στο μέγεθος της ράχης όπως τα χαρτιά αλλά πολύ φαρδύτερη ώστε να γυρίζει και να κολλ ιέται επάνω στα καπάκια συγκρατώντας τα. ΤΑ ΧΑΡΊΌΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΤΆΣΤΡΩΜΑ

Μέ την τέλα και τα χαρτιά της ράχης τελειώσαμε με το « σώμα» του βιβλίου. Τώρα σειρά έχει η ετοιμασία του καλύμματος. Το αποτελούν τα

<<Τέλα>> είναι μια γερή γάζα που κολλάμε στις ράχες των βιβλίων και στα καπάκ ι α

για μεγαλύτερη στερεότητα.

73


δύο χαρτόνια (καπάκια) μαζί με το λεπτότερο χαρτόνι που κόβουμε ίδιο

με το πλάτος της ράχης (το κατάστρωμα) και που είναι συνήθως τύπου «κουσέ>> . Έχοντας στη μέση το « κατάστρωμα>> τα συνδέουμε με ένα κομ­ μάτι χαρτιού κράφτ με τα νερά του κάθετα και το αφήνουμε να στεγνώσει κάτω από ένα μέτριο βάρος (μάρμαρο) . Τό ύψος των χαρτονιών αυτών (καπάκια) πρέπει να είναι μεγαλύ­ τερο από το ύψος του βιβλίου κατά 5 περίπου χιλιοστά. Το πλάτος τους, τόσο, ώστε όταν τα τοποθετούμε ακριβώς στο λούκι του σφυρίσματος να έξέχουν από το εμπρός μέρος του βιβλίου περίπου 2 1 /2 χιλιοστά. Έτσι θα πετύχουμε να έχουμε γύρω-γύρω ίδια περιθώρια (περίπου 21f2 χιλιοστά). Στην περίπτωση που το βιβλίο είναι πολύ μικρό και λεπτό μπορεί και πρέπει να μικρύνουμε και τα περιθώρια για να μη δείχνει χοντροκομμένο. Στην περίπτωση όμως που το βιβλίο είναι πολύ μεγάλο επιβάλλεται να μεγαλώσουμε τότε και τα περιθώρ ια κατά τι. Αυτό για λόγους αισθητι­

κούς αλλά και γιατί το πολύ βάρος του βιβλίου κάνει τα φύλλα να «κρε­

μούν >> προς τα κάτω και κινδυνεύουν να κακοπάθουν. Το μεγαλύτερο περιθώριο ιδίως στο κάτω μέρος τα προστατεύει. Θα πρέπει να υποδεί­

ξουμε

-

γνωρίζοντας πόσο δύσκολο είναι να έχουμε

στά περιθώριο επάνω και

21 / 2

21 /2

ακριβώς χιλιο ­

ακριβώς κάτω -ότι είναι πάντοτε προτι­

μότερο το κάτω περιθώριο να είναι μεγαλύτερο από το επάνω και ποτέ το αντίθετο. Πριν κολλήσουμε τα τρία μέρη του καλύμματος ελέγχt1υμε με μία ορθή γωνία τη σωστή τους θέση . Ακόμη, χρειάζεται προσοχή στον υπολο­ γισμό της απόστασης που θα rωλληθούν τα δύο καπάκια από το κατά­ στρωμα. Η απόσταση που είναι συνήθως γύρω στα 4-6 χιλιοστά, εξαρτά­ ται από το βάθος του σφυρίσματος, το πάχος του χαρτονιού, καθώς και το πάχος του υλικού με το οποίο θα επενδύσουμε το κάλυμμα. Μικρότερη απόσταση από το κανονικό αφήνει το καπάκι μισάνιχτο και δεν του επιτρέπει να κλείσει, ενώ υπερβολική απόσταση δείχνει σαν «ξένο ρούχο>> και πολλές φορές το υλικό στο σημείο που είναι το λούκι σακκου­ λιάζει. Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνούμε πως και στο χαρτόνι όπως και στα χαρτιά, τα «νερά» παίζουν τεράστιο ρόλο. Ποτέ τα καπάκια δεν πρέπει να έχουν χαρτόνια κομμένα «κόντρα». Πάντοτε τα νερά τους πρέπει να προσέχουμε να είναι κάθετα. ΤΟ ΝΤΥΣΙΜΟ ΤΟΥ ΚΑΛΥΜΜΑΤΟΣ

Το ντύσιμο του καλύμματος με το ύφασμα ή το βιβλιοδετικό πανί

74


ξεκινά τις εργασίες που οδηγούν προς την τελειοποίησή του. Η επιλογή του υφάσματος πρέπει ήδη να έχει προηγηθεί γιατί ανάλογα με το χρώμα του τοποθετούμε και το ταιριαστό κεφαλάρι. Κόβουμε το ύφασμα λίγο

μεγαλύτερο από το μέγεθος του καλύματος και συγκεκριμένα, με τρία εκατοστά περιθώριο επάνω και κάτω και τρία και μισό εκατοστά από τα πλάγια γιατί το λούκι που σχηματίζεται στις ενώσεις του χαρτονιού με το κατάστρωμα θα αναλώσει το πλεόνασμα του υφάσματος.

Το «Κάλυμμα » έτοιμο και τοποθετημένο πάνω στο υλικ6 με το οποίο σε λίγο θα ντυθεί.

Αλείφουμε το ύφασμα που έχουμε ακουμπήσει πάνω σέ ένα σχετικά μεγαλύτερο χαρτόνι. Σηκώνουμε με τΩ δεξί χέρι το ύφασμα ενώ με το

αριστερό γυρίζουμε ανάποδα το χαρτόνι πάνω στο οποίο αλείψαμε με κόλλα το πανί. Στην επιφάνεια που τώρα έχουμε μπροστά μας δεν υπάρ­ χουν κόλλες από πινελιές που ξέφυγαν έξω από το ύφασμα, το χαρτόν ι από αυτή του την πλευρά είναι καθαρό. Τοποθετούμε το ύφασμα στο

κέντρο και παίρνουμε με το δεξί χέρι το κάλυμμα και αφήνουμε το ένα καπάκι να ακουμπήσει και να κολλήσει με το ύφασμα. Στη συνέχεια, το αναστρέφουμε ενώ κρατάμε σε απόσταση το υπόλοιπο ύφασμα, με τη

βοήθεια της στέκας» (κόκκαλο), πιέζουμε κατά μήκος του χαρτονιού για να κολλήσει το ύφασμα στο λούκι μέσα, κατόπιν σε όλο το κατάστρωμα και στη συνέχεια στο άλλο λούκι και το άλλο καπάκι. Παίρνουμε στο αριστερό χέρι το κάλυμμα και μέ το δεξί κόβουμε τις τέσσερις γωνίες του υφάσματος τόσο κοντά στο χαρτόνι όσο περίπου

είναι το πάχος του. Γυρίζουμε κατόπιν τα επάνω και κάτω περισσέματα του υφάσματος και μετά τα πλάγια, βοηθώντας με το νύχι μας να διπλώ-

75


σει στη γωνία με ακρίβεια το ύφασμα. Προσοχή χρειάζεται στην περιοχή του καταστρώματος ώστε να μήν κάνει ζάρες το υλικό που χρησιμοποιή­ σαμε καθώς και στα λούκια. Για το λόγο αυτό, πριν βάλουμε το κάλυμμα κάτω από ένα μέτριο βάρος , ξαναπερνάμε με τη στέκα μια δυό φορές τα λούκια. Όταν το ύφασμα είναι σχετικά χοντρό για να μη φαίνονται άσκημες οι γωνίες του καλύμματος τις χτυπάμε λίγο με το σφυρί. Όταν το κάλυμμα στεγνώσει καλά - και εδώ θα πρέπει να περιμένουμε μία ολό­ κληρη μέρα -προχωρούμε στην επόμενη εργασία. ΚΑΘΑΡιΣΜΑ-ΦΟΔΡΑΡΙ ΣΜΑ

Αφού κολλήσαμε το ύφασμα πάνω στο κάλυμμα και το «γυρίσαμε» προς το εσωτερικό του , έχοντας κόψει κατά προσέγγιση το υλικό πιο μεγάλο, τα περιθώρια που σχηματίζονται από την εσωτερ ική πλευρά του καλύμματος, είναι ακανόνιστα. Εάν επομένως «περάσουμε» το σώμα του

βιβλίου στο κάλυμμά του χωρίς καμιά άλλη διαδικασία, είναι φυσικό να παρουσιάζει ένα aντιαισθητικό θέαμα το φέγγισμα στην καλύτερη περί­ πτωση ή η ζαρωματιά που θα δημιουργηθεί στη χειρότερη, από τη δια­ φορά πάχους του υλικού μας. Για το λόγο αυτό καθαρίζουμε συμμετρικά γύρω-γύρω το εσωτερικό του καλύμματος, κόβοντας με μία φαλτσέτα γύρω-γύρω και σέ ίδια πάντα απόσταση- με τη βοήθεια κάποιου χάρακα -τα ξέφτια που περισσεύουν. Τώρα, υπάρχει πάντα η διαφορά πάχους του υλικού με το οποίο ντύσαμε το κάλυμμα, αλλά είναι πλέον τετραγω­ νισμένο το καπάκι και για τον λόγο αυτό εύκολο να το καλύψουμε. Η κάλυψη αυτή της διαφοράς στο καπάκι με ανάλογου πάχο'Vς χαρτ ί λέγε­ ται φοδράρ ισμα και λειτουργεί κατά δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι η κάλυψη της διαφοράς πάχους του καπακιού ώστε όταν κολληθεί το εσώ­ φυλλο να δείχνει τελείως λείο και όχι με τις ανωμαλίες των διαφορετικών επιπέδων. Το λείο, το στρωτό εσωτερικό του βιβλίου είναι μία ανάγκη, μια ομορφιά που όταν μία φορά τη δούμε και τη χαρούμε δεν θα μπορέ­ σουμε να ανεχθούμε ξανά εσωτερικό βιβλίου με aφοδράριστα καπάκια. Ο δεύτερος τρόπος που λειτουργεί το φοδράρισμα είναι ότι συγκρατεί το καπάκι να παραμένει ίσιο ή ίσως ελαφρά κυρτό προς το βιβλίο και όχι

σκεβρωμένο προς τα επάνω

( «καβουρ ιασμένο» ). Για να πετύχουμε αυτή την εξισορρόπιση δυνάμεων πρέπει απ' την αρχή να έχουμε τοποθετήσει το χαρτόνι του καπακιού με την περισσότερο πιεσμένη (σιδερωμένη) πλευρά προς το εσωτερικό και με τα νερά του κάi:Jετα. Εξάλλου ανάλογα με το τράβηγμα που κάν ει το υλικό με το οποίο ντύσαμε το κάλυμμα

76


πρέπει εσωτερικά να βάλουμε ένα δυο ή και τρία χαρτιά. Και τα χαρτιά

αυτά επίσης πρέπει να κολλιούνται με τα νερά τους κάθετα. ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ

Το πέρασμα είναι η τελευταία δουλειά που κάνουμε για να ολοκλη­ ρωθεί το « κάλυμμα ». Είναι το ένωμα σώμaτος και καλύ μματος για να

αποτελέσουν το δεμένο με την τεχνική του « καλύμματος » βιβλίο. Πριν

όμως «περάσουμε » το βιβλίο, σωστό είναι ήδη να το έχουμε ελέγξει και να είμαστε σίγουροι πως το κάλυ μμα είναι ακριβώς στα μέτρα του βι ­

βλίου . Ούτε πιο μικρό και στενό ούτε πιο μεγάλο και μπόλικο ώστε να φαίνεται σαν ξένο. Για το λόγο αυτό κάνουμε τη δοκιμή μας έγκαιρα και αφού στρογγυλέψουμε το «Κατάστρωμα» πιέζοντάς το λίγο με τις παλά­ μες μας ενώ το κυλούμε πάνω σε μία στρογγυλή ξύλινη βέργα. Με τον

τρόπο αυτό παίρνει το κατάστρωμα τη στρογγυλάδα της ράχης και αγκα­ λιάζει το βιβλίο με πιότερη ακρίβεια. Τοποθετούμε το σώμα του βιβλίου μέσα στο κάλυμμα, ελέγχου με τα περιθώριά του και, κατόπιν, ανοίγοντας το ένα καπάκι αλείφουμε με κόλλα το πρώτο φύλλο. Η κόλλα μας δεν πρέπει να είναι πολύ υγρή και το πινέλο μας πρέπει να έχει πάρει ελάχι­ στη ποσότητα. Κατόπιν, παίρνουμε με το δεξί χέρι τη στέκα και ενώ πιέζουμε με αυτήν στο κέντρο του λουκιού σηκώνουμε με το αριστερό το καπάκ ι και το κλείνουμε ακουμπώντας το πάνω στο αλειμμένο εσώφυλλο.

Γυρίζουμε με προσοχή το βιβλίο και κάνουμε την ίδια ακριβώς δουλειά αφού πρώτα ελέγξουμε- κλείνοντας το καπάκι- άν έχουμε τα ίδια σω­ στά περιθώρια. Το βιβλίο τοποθετείται κατόπιν στην πρέσσα και σφίγγε­

ται για μία τουλάχιστον μέρα. Όταν το βγάλουμε από την πρέσσα, το

βιβλίο είναι έτοιμο γιά να προχωρήσει στη διακόσμηση.

~.

·=~·· Κόσμημα .. ρομανrιk'οίί .-. τύπου

77


ΤΟ ΠΕΡΑΣΤΟ

Αντίθετα από το «κάλυμμα>> που σχεδόν πάντοτε γίνεται με παν ί και σπάνια με δέρμα, το «Περαστό>> είναι το «κατ' εξοχήν>> δέσιμο, το σωστό δέσιμο για μία βιβλιοδεσία με δέρμα. Με πανί γίνεται σε λίγες περιπτώ ­ σεις. Το «Περαστό>> δέσιμο είναι η βιβλιοδεσία που μας κληρονό μησε η παράδοση και που απ ' την πρακτική εξελίχτηκε ως τη σ1Jμερινή του μορφή. Απαιτεί μεγαλύτερη προσοχή, περισσότερο χρόνο και π ιο δύσ­ κολα υλικά. Με αυτήν τη βιβλιοδεσία γίνονται τα εκλεκτότερα δεσίματα αν και η ανάγκη για χαμηλότερο κόστος πολλές φορές μας οδηγεί σε aπλουστεύσεις που αλλάζουν τη μορφή - τουλάχιστον εξωτερικά -του

βιβλίου. Οι aπλουστεύσεις αυτές δεν επιτρέπεται να προχωρήσουν και στην κατασκευαστική τεχνική που παίζει ένα σημαντικό λειτουργικό ρόλο στο καλό δέσιμο. Πρέπει να σταματούν στη μορφή μόνο, όπου η οικονομία περιορίζεται στην ποσότητα του υλικού που θα χρησιμοποιή ­ σουμε και κατά συνέπεια και στη διακόσμηση με την οποία θα το στολί­ σουμε.

Έτσι έγιναν αποδεκτές με τον καιρό δύο παραλλαγές του δερματό­ δετου περαστού βιβλίου. Το δέσιμο με δέρμα στη ράχη και στις γωνί ες κα ι το δέσιμο με δέρμα μόνο στη ράχη ή με μικρές κρυφές δερμάτινε ς γωνίες. Ισότιμη με την πρώτη παραλλαγή μπορεί να θεωρηθεί και μία τρίτη που χρησιμοποιεί στην άκρη των καπακιών αντί για γωνίες μία λουρ ίδα δέρ ­ ματος από πάνω μέχρι κάτω. Τό μέγεθος που θα έχουν οι γωνίες καθώς και το πλάτος της λουρίδας στις δύο αυτές παραλλαγές δεν αφήνονται στην τύχη. Υπάρχει μία αρμονία στις αναλογίες που πρέπει να τηρηθεί για να έχουμε ένα καλαίσθητο αποτέλεσμα. Στην Ελλάδα έχει κυριαρχή­ σει η αναλογία: Ένα τρίτο του καπακιού δέρμα (προέκταση της ράχης),

ένα τρίτο χαρτί και ένα τρίτο πάλι δέρμα (η γωνία) . Στη Γαλλία κυριαρ­ χεί η αναλογία : ένα τρίτο δέρμα (συνέχεια της ράχης) ένα μεγαλύτερο

μέρος στη γωνία επίσης με δέρμα που καθορίζεται όταν με ένα διαβήτη

σημειώσουμε το

l/3 του

πλάτους επάνω στη διχοτόμο της γωνίας και στο

σημείο αυτό χαράξουμε μία κάθετο. Το υπόλοιπο του χώρου μεταξύ των

δερμάτων καλύπτεται από το χαρτί. Στην περίπτωση αυτή οι γωνίες γί-

78


νονται πολύ μεγαλύτερες. Τέλος οι αναλογίες στη βιβλιοδ εσία με την

παράλληλη λουρίδα πρέπει να πλησιάζουν τη σχέση

2/ 3 ή 3/5 για να είναι

πιο όμορφες, όπου τα δύο μέρη θα είναι καλυμμένα με δέρμα (δεξιά και αριστερά) και τα τρία με το χαρτί (στη μέση). Η ονομασία της τεχνικής του δερματόδετου βιβλίου («περαστό >> ) προέρχεται από τον τρόπο που στερεώνουμε τα καπάκια π.άνω στο βιβλίο: «περνώντας» δηλαδή τους σπάγγους από δύο τρύπες που κuνουμε ανά ζεύγη επάνω στο χαρτόνι. ΡΑΨlΜΟ ΚΑΙ ΧΑΡΊ'ΟΝΑ ΡΙΣΜΑ ΓΙΑ ΤΟ << ΠΕΡΑΣΤΟ »

Το ράψιμο στη βιβλιοδεσία των «περαστών» πρέπει να είναι πάν­

τοτε «μονό» και πάντοτε με λινή κλωστή. Επίσης, μία βελτιωμένη τεχνική ραψίματος πετυχαίνουμε όταν αμέσως μόλις ράψουμε το πρώτο τυπο­ γραφικό δέσουμε ένα μικρό κομμάτι κλωστής -όσο ακριβώς είνα ι και το

περίσσεμα που αφήνουμε στην πρώτη τρύπα του τυπογραφικού

- για να κάνουμε μ' α'υτήν τους κόμπους. Με τη δεύτερη κλωστή κάνουμε τους ίδιους κόμπους και στο επάνω μέρος του βιβλίου. Έτσι, μέσα στις ακρι­ νές εγκοπές της ράχης του βιβλίου πλέκεται μία μικρή « κοτσίδα» που

συγκρατεί τα τυπογραφικά μεταξύ τους πολύ πιο αποτελεσματικά. Για το «χαρτονάρισμα» στο «περαστό» εκτός από τα «νερά» του

χαρτονιού και τη σιδερωμένη όψη για τα οποία μιλήσαμε προηγούμενα

πρέπει να κάνουμε και άλλες εργασίες. Κόβουμε τα χαρτόνια στα σωστά περιθώρια. «Σπάμε » τις γωνίες που βρίσκονται προς τη ράχη του βι­

βλίου, κόβοντας λοξά με μία φαλτσέτα την άκρη τους

2-4 χιλιοστά

ανά­

λογα με το μέγεθος του βιβλίου και το πάχος των χαρτnνιιί1ν. Κατόπιν,

σημειώνουμε με ένα μολύβι σε ποιό ακριβώς ύψος του χαρτονιού αντι­

στοιχούν οι τρείς σπάγγοι του τεζακιού. Στο σημείο αυτό κάνουμε με μία

φαλτσέτα μία εγκοπή, σε τριγωνικό σχήμα. Η βάση του τρίγωνου που βρίσκεται προς τη ράχη του βιβλίου έχει μεγαλύτερο βάθος (περίπου δύο

με δυόμιση χιλιοστά) ~νώ η κορυφή του τρίγωνου που είνα ι πιο ρηχή

Το χαρτόνι που θα χρησιμοποιηθε ί για καπάκι με τις τρύπες από όπου θα περάσουν οι

σπάγγοι και οι εγκοπές όπου θα χωνεvθούν.

79


τελειώνει σε απόσταση ενός εκατοστού περίπου με τη δημιουργία μιας τρύπας που κάνουμε με το σουβλί. Σε μία απόσταση

l-l1f2

εκατοστού πιο

πλάγια και πιο χαμηλά κάνουμε μία δεύτερη τρύπα. Στην πρώτη βυθί­

ζουμε την άκρη του σπάγγου αφού τον λεπτύνουμε λίγο και τον αλεί­ ψουμε για να σκληρύνει με ένα ίχνος κόλλας που παίρνουμε στο δάχτυλό μας. Από τη δεύτερη, ανασύρουμε ξανά το σπάγγο προς τα επάνω. Ελέγ­ χουμε την απόσταση του χαρτονιού από τη σφυρισμένη ράχη του βιβλίου σε κάθε σπάγγο τραβώντας τον όσο χρειάζεται. Περίπου 1 χιλιοστό πρέ­ πει να απέχει το χαρτόνι από την ευθεία της ράχης. Για να κρατήσουμε αυτήν την απόσταση του ενός χιλιοστού, των καπακιών από τη ράχη,

μπορούμε να ράψουμε πριν από το πρώτο τυπογραφικό και μετά από το τελευταίο ένα ψεύτικο τυπογραφικό. Ένα διπλωμένο φύλλο, δηλαδή, σχετικά χοντρού χαρτιού που ονομάζουμε «κουστέκι ». Τα κουστέκια αρ­

γότερα θα αφαιρεθούν και θα αφήσουν την απόσταση που ζητάμε. Στη συνέχεια κόβουμε το σπάγγο , όχι σύρριζα, αλλά αφήνοντας μία μικρή φουντίτσα να εξέχει, την οποία αλείφουμε με κόλλα και τη χτυπάμε με το σφυρί ώστε να εξαφανιστεί σχεδόν πάνω στο χαρτόνι και να μην παρου-

Όταν περα,στούν οι σπάγγοι, κόβονται και σφυρίζονται ελαφρά πάνω σε μία σκληρή επι­

φάνεια για να μη μαρκάρουν κάτω από το δέρμα.

σιάζει καμιά ανωμαλία. τέλος, μιά εργασία που δίνει χάρη και λεπτότητα στη βιβλιοδεσία είναι το «μπιζουτάρισμα », δηλαδή το «σπάσιμο» της κόψης του χαρτονιού ώστε να μη φαίνεται χοντρό. Το «μπιζουτάρισμα » γίνεται με μία «ξύστρα» (γυαλόχαρτο κολλημένο πάνω σ' ένα κομμάτι χαρτόνι) τρίβοντας το χαρτόνι γύρω-γύρω και σέ βάθος 2-3 εκατοστών, στις τρείς πλευρές του : επάνω, κάτω και εμπρός.

80


ΤΟ ΚΕΦΑΛΑΡΙ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡτΙΑ ΤΗΣ ΡΑΧΗΣ

Τό «κεφαλάρι» - η υφασμένη με χρωματιστές κλωστές στη μιά της - που χρησιμοποιούμε στα βιβλία όταν τα δένουμε με την τεχνική του καλύμματος, χρησιμοποιείται και για τα δερματόδετα. Υπάρχουν όμως πολλές ποιότητες από τις οποίες μπορούμε να διαλέ­ ξουμε. Για τα δερματόδετα βιβλία ταιριάζουν οι καλύτερες. Πάντοτε βέβαια σε χρώματα ανάλογα με το χρώμα του δέρματος αλλά και σε πάχος ανάλογα με το περιθώριο των χαρτονιών, γιατί υπάρχουν κεφαλά­ ρια στενά έως 2 χιλιοστά και φαρδιά έως 6 χιλιοστά. Όταν όμως δεν διαθέτουμε κεφαλάρι μπορούμε να μεταχειριστούμε ένα λεπτυσμένο κομ­ άκρη ταινία

μάτι δέρματος από το ίδιο που χρησιμοποιήσαμε στο βιβλίο, τυλιγμένο

και κολλημένο γύρω από ένα μικρό χαρτον~ιο λουριδάκι. Αλλά για να

έχουμε το ιδανικό κεφαλάρι στο βιβλίο μας οφείλουμε να μάθουμε να το πλέκουμε οι ίδιοι πάνω στο βιβλίο με τα χέρια μας και με τη βοήθεια δύο μικρών σαν σπιρτόξυλα κυλίνδρων από χαρτί. Η τεχνική αυτή της κατα ­ σκευής του κεφαλαριού είναι γνωστή σε όλον τον κόσμο τώρα, αλλά γεννήθηκε και εξελίχτηκε στη Γαλλία. Με χοντρή μεταξωτή κλωστή (μπρισίμι) πλέκεται το κεφαλάρι περνώντας ανάμεσα από τα κυλιν­ δροειδή σπιρτόξυλα και τυλίγεται γύρω-γύρω από αυτά καλύπτοντάς τα τελείως. Έτσι φαίνεται μόνο το χρώμα των κλωστών που χρησιμοποιή­ σαμε. Στερεώνεται με μεγάλες βελονιές από την πρώτη εγκοπή του τυπο­ γραφικού και μέ ίνες από μαδημένο σπάγγο και κόλλα. Στη ράχη του

δερματόδετου βιβλίου χρειάζεται να κολλήσουμε περισσότερα χαρτιά. Κάθε φορά λειαίνοντάς τu μι:: γυαλόχαρτο ώστε να μήν παραμείνει καμία ανωμαλία. Στη γαλλική τεχνική, τα εξογκώματα του βιβλίου κολλιούνται κατ' ευθείαν επάνω στη ράχη του βιβλίου γι' αυτό και τα χαρτιά που

κολλάμε φτάνουν στα έξη. Στην ελληνική τεχνική με το «κατάστρωμα» τα

εξογκώματα κολλιούνται επάνω σ' αυτό. 'Αλλη μία διαφορά είναι το υλικό απ' το οποίο κάνουμε τα εξογκώματα. Στη Γαλλία είναι πάντοτε λουρίδες από δέρμα ενώ στην Ελλάδα αυτό γίνεται σπάνια. Συνήθως τα εξογκώματα γίνονται από χαρτόνι. ΤΟ ΚΑΤ ΑΣΤΡΩΜΑ

Το «κατάστρωμα » είναι ένα ελαφρό χαρτονάκι (κουσέ) συνήθως στα

200-250

γραμμάρια. Κόβεται με τα νερά παράλληλα προς το μήκος

της ράχης και ακριβώς όσο μακριά και όσο πλατιά είναι η ράχη του

βιβλίου μας. Τα εξογκώματα δεν μπαίνουν στην τύχη. Είναι πολύ εύκολο

81


να χρησιμοποιούμε έναν «οδηγό » που έχει επιβληθεί σε όλο τον κόσμο και ισχύ ει για όλα τα μεγέθη των βιβλίων, ενώ σύγχρονα αποκλείει το λάθος να έχουν δύο βιβλία του ίδιου αναστήματος, παράταιρα τοποθετη­ μένα εξογκώματα. Σημειώνουμε επάνω στο κατάστρωμα τα σημεία που θα κολληθούν τα εξογκώματα (σύμφωνα με τον οδηγό) και τα κολλάμε με ακρίβεια ως προς τη μεταξύ τους απόσταση ενώ δεξιά και αριστερά κα ­ λύτερα να εξέχουν παρά να υπολείπονται. Στο τέλος μπορούμε να τα

κόψουμε όλα σε μία ευθεία γραμμή με ένα φαλτσετάκι και όχι κάθετα προς το κατάστρωμα αλλά λοξά. Το πάχος των εξογκωμάτων εξαρτάται από το πόσο φαρδειά κόβουμε τα χαρτονάκια ή τα δέρματα με τα οποία κάνουμε τα εξογκώματα. Το ύψος τους από το πάχος του χαρτονιού που χρησιμοποιήσαμε ή τον αριθμό των δερμάτινων λουρίδων που κολλήσαμε το ένα επάνω στο άλλο. Για να δώσουμε την καμπύλη της ράχης στα εξογκώματα τα λυγίζουμε προσεχτικά με τα χέρια μας. Για να κάνουμε το

ίδιο και στο κατάστρωμα, το πιέζουμε με την παλάμη μας πάνω σε κυλιν­

δρική ξύλινη βέργα αφού προηγούμενα το έχουμε βρέξει ελαφρά με ένα σφουγγαράκι και βέβαια πριν κολλήσουμε τα εξογκώματα επάνω του.

Επίσης, με ένα κοφτερό μαχαίρι το λεπταίνουμε σε όλο το μήκος των δύο πλευρών του. Η ποικιλία στα εξογκώματα είναι πολύ μεγάλη, Εκτός από τα παραδοσιακά 5 εξογκώματα, μπορούμε σε ένα ψιλόλιγνο π.χ. βιβλίο να βάλουμε και περισσότερα. Αλλά και τέσσερα μπορούμε να βάλουμε­ αντί πέντε- ή δύο επάνω και δύο κάτω αντίστοιχα. Δεν υπάρχει απόλυτα καθορισμένο πλάτος των εξογκωμάτων αλλά τά χοντρά προϋποθέτουν

ένα ογκώδες βιβλίο ενώ τα λεπτά έχουν μία ξέχωρη, ευγεν ική παρουσία. Τελικά ο βιβλιοδέτης είναι ελεύθερος να εκλέξει αυτό που εκείνος νομίζει σαν αισθητικά καλύτερο, όπως μπορεί και να μή χρησιμοποιήσει διόλου εξογκώματα.

ΚΟΨΙΜΟ ΚΑΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΕΡΜΑΤΟΣ

Για να κόψουμε το δέρμα, το γυρίζουμε από την ανάποδη και το απλώνουμε. Σημαδεύουμε το περίγραμμα του βιβλίου αφού το ακουμπή­ σουμε επάνω του. Το σηκώνουμε στη συνέχεια όρθιο με τη ράχη επάνω στο δέρμα και ξανασημαδεύουμε και το ακουμπούμε κάτω και πάλι προς

την αντίθετη κατεύθυνση για να σημαδέψουμε και πάλι. Κατόπιν κό­ βουμε το δέρμα σε μία απόσταση 2,5 πόντων από τα σημάδια. Εάν πρό-

82


κειται να «καδράρουμε» * εσωτερικά τα καπάκια, κόβουμε και δύο λου­ ρίδες ακόμη για να στείλουμε όλα τα κομμάτια μαζί, να τα «ρεφελά­ ρουμε>~ *. Το ρεφελάρισμα γίνεται βέβαια στη μηχανή αλλά σωστό είναι να

Ρεφελάρισμα με σπάτουλα (γαλλική τεχvική).

μπορεί ο βιβλιοδέτης να ρεφελάρει και μόνος του τα δέρματα. Δύσκολη δουλειά που απαιτεί μεγάλη υπομονή και συχνή εξάσκηση. Γίνεται με μία

πολύ καλά ακονισμένη σπάτουλα (στη Γαλλία) ή με ένα επίσης πολύ

κοφτερό μαχαίρι (στην Ιταλία). Το δέρμα ρεφελάρεται γύρω-γύρω για να

Το δέρμα του βιβλίου με σημειωμένα τα σημεία που θα λ επτυνθεί περ ισσότερο.

• « Καόράρισμα>> λέγεται η κάλυψη με δέρμα της ένωσης του καπακιού με το σώμα του βιβλίου εσωτερικα ώστε να σχηματίζεται γύρω-γύρω μία /Ίερμάτινη κορνίζα . • • Ρεφελάρισμα ή θράσισμα λέγεται η λέπτυνση που κάνουμε στο δέρμα όπου χρε ιάζεται και , ιδίως , γύρω-γύρω.

83


λυγίζει πιο εύκολα όταν τυλίγεται στο χαρτόνι και να μή δίνει πολύ όγκο. Ρεφελάρεται επίσης ελαφρά και κατά μήκος της ράχης στα σημεία που τα

καπάκια ανοιγοκλείνουν. Όταν, μάλιστα, το βιβλίο έχει εξογκώ ματα,

σημαδεύουμε σε ποιά σημεία του δέρματος αντιστοιχούν και ρεφελά­ ρουμε την π ερ ιοχή ελαφρά ώστε ν' aποχτήσει το δέρμα μεγαλύτερη ελα­

στικότητα, αρκετή για να μπορέσει το δέρμα να καλύψε ι κάθε πλευρά των εξογκωμάτων. Μία τελευταία προσοχή απαιτε ίται στα δύο σημεία του δέρματος που θα καλύψουνε το κεφαλάρι. Αυτά τα δύο σημεία πρέπει να

Για να ρεφελάρουμε σωστά το δέρμα, τοποθετούμε επάνω του το βιβλίο και σημαδεύουμε

την ακρ ιβή δι άστασή του.

ρεφελαριστούν και με το χέρι αρκετά, γ ια να μπορεί το δέρμα να πλάθε­ ται εύκολα, όταν θα σχηματίσουμε με αυτό μία καλύπτρα, κάτι σαν στέ­ γαστρο, για το κεφα λάρι (cu i Πt:). ΤΟ ΠΕΤΣΩΜΑ

Το «πέτσωμα»* είναι η σημαντικότερη εργασία που κάνουμε στην

τελική αυη) φάση της βιβλιοδεσίας. Έχουμε ελέγξει το κατάστρω μα με τα εξογκώ ματα, έχου με ντύσει το σώμα του βιβλίου με ένα ελαφρύ χαρτί ή τσιγαρόχαρτο, για να το προστατέψουμε από τις κόλλες και τις δαχτυ ­ λιές. Το δέρμα, ρεφελαρισμένο όπως πρέπει, περιμένει να το άλείψουμε με κόλλα. Γίνεται κι αυτή η εργασία με ελαφρές και σταθερές κινήσεις από το κέντρο του δέρματος προς τις άκρες, αφού το έχουμε τοποθετήσε ι πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί μεγ αλύτερο από το δέρμα , που κατόπιν θα

πετάξουμε. Προσέχουμε να μην έχ ει η κόλλα μας σβώλους. Αν όμως

υπάρχουν κάποιοι πάνω στο δέρμα, τους απομακρύνουμε με το δάχτυλο

84

« Π έτσ ωμα» ονομάζετ αι η δια δικασία του ντυσίματο ς του βιβλίου με το δέρμα.


και στη συνέχεια, το διπλώνουμε και το αφήνουμε για λίγα λεπτά να

μαλακώσει. Όταν περάσει η ώρα που χρειάζεται για να μαλακώσει το δέρμα, το ανοίγουμε πάλι. Τοποθετούμε το κατάστρωμα στο κέντρο ακριβώς του δέ ρματος που aπλώσαμε ανοιχτό εμπρός μας. Παίρνουμε το βιβλίο και αλείφου με κατά μήκος της ράχης τις άκριες, χωρίς να φτά ­ σουμε ως το ύψος των κεφαλαριών για να βοηθήσουμε να συγκρατείται

το κατάστρωμα επάνω στη ράχη του βιβλίου. Κατόπιν, το ακουμπάμε ακριβώ ς επάνω στο κέντρο του καταστρώματος και κολλάμε ελαφρά στα

δύο καπάκια τα δύο πλαϊνά, μέχρι τη μέση των καπακιών, ενώ το υπό­ λοιπο δέρμα αναδιπλώνεται για να μπορέσουμε να σφίξουμε το βιβλίο σε

I

I ι

I

I ι ι· ι

I

Το «Πέτσωμα » το υ βιβλίο υ στο πρώτο στάδιο.

μία μικρή πρέσσα. Ε κεί, με τις παλάμες μας να αγκαλιάζουν τη ράχη του βιβλίου, σπρώχνουμε με δύναμη το δέρμα προς τα καπάκια. Έτσι, το δέρμα τεντώνεται στη ράχη και αποκαλύπτει τους όγκους των εξογκωμά­ των. Στην αρχή, με τη στέκα και κατόπιν με την πένσα των εξογκωμάτων,

στρώνουμε το δέρμα στη ράχη ώστε να κολληθεί καλά σε όλο το πλάτος και μ1Ίκος της και ιδιαίτερα στα πλαϊνά των εξογκωμάτων. Σ' αυτά, η πένσα πιέζει το δέρμα να κολλήσει επάνω τους, ενώ κινώντας το χέρι μας δεξιά και αριστερά διατρέχουμε όλο το δέρμα στις πλευρές του βιβλίου και το κολλάμε σε όλη την έκταση των χαρτονιών, στρώνοντάς το με τη

85


βοήθεια της στέκας. Επιστρέφουμε όμως και πάλι στην πρέσσα για να

«δουλέψουμε» λίγο περισσότερο στα εξογκώματα. Στα καλής ποιότητος δέρματα μπορούμε να μεταχειριστούμε ένα σφουγγαράκι με νερό για να βρέξουμε το δέρμα. Έτσι, αυτό μαλακώνει και φορμάρεται πι ό εύκολα

επάνω στο βιβλίο και κυρίως στα εξογκώματα. Τις περισσότερες φορές

Μι; ι;ιδική πένσα «δουλεύουμε» τα εξογκώματα για να προβληθού ν περισσότερο και ευκολώτερα.

εδώ τελειώνει η πρώτη φάση του πετσώματος, αφού τοποθετήσουμε το βιβλίο κάτω από ένα βάρος ή στην πρέσσα. Η δεύτερη φάση είναι το «γύρισμα» . Και με αυτό εννοούμε το γύ ρι­ σμα του δέρματος προ; το εσωτερικό των καπακιών. Τότε η προσοχή μας πρέπει να ενταθεί πρώτα για να πετύχουμε καθαρά γυρισμένες γωνίες και κατόπιν για να κάνουμε την καλύπτρα στο κεφαλάρι. Οι γωνίες ή κόβον­

ται στη διχοτόμο της γωνίας με μία φαλτσέτα ώστε να μη φαίνεται παρά ένα ίχνος μόνο μιας γραμμής ή ζαρώνονται τραβηχτά προς το κέντρο του καπακιού με ένα σουβλάκι και ισοπεδώνονται με λίγα χτυπήματα με το

86


σφυρί. Η δυσκολία για την καλύπτρα του κεφαλαριού έγκειται στον ορθό

υπολογισμό του «ξεχειλώματος » που πρέπει να κάνουμε στο δέρμα για να αναδιπλωθεί με συμμετρία ακριβώς πάνω από το κεφαλάρι. Με τη βοή-

Στο δεύτερο στάδιο του «Πετσώματος » αλείφουμε το δέρμα που εξέχει γύρω-γύρω με κόλλα και το γυρ{ζουμε προς την μέσα πλευρά του χαρτιού.

θεια ενός λίγο σκληρού υλικού που ακουμπάμε στη ράχη του βιβλίου (συνήθως ένα κομμάτι ζελατίνας) «σιδερώνουμε» την καλύπτρα, ενώ με

Κατά το «γύρισμα» του δέρματος στην περιοχή του κεφαλαριού ξεχυλώvουμε το δέρμα περισσότερο για να μπορέσουμε να κάνουμε το «Πλακέ».

τη στέκα τη χτυπάμε ελαφρά και τη σιδερώνουμε εσωτερικά και από επάνω. Με ένα σπάγγο τυλιγμένο στις εγκοπές της κορυφής και της βάσης

87


του βιβλίου στρώνουμε το δέρμα και όταν φτάσουμε σε ικανοποιητικό αποτέλεσμα το βιβλίο πρέπει να στεγνώσει. Περνάμε

2-3 χοντρά χαρτιά ή

λεπτά χαρτόνια μέσα από τα καπάκια για να μην περάσει η υγρασία στο

σώμα του βιβλίου και, στη συνέχεια, ανάμεσα σε δύο δίσκους και στην πρέσσα.

l Τα τρία στάδια για να κάνουμε το «πλακέ » κεφαλάρι του βιβλίοι•.

ΦΟΔΡΑΡ Ι ΣΜΑ-ΕΣΩΦΥΛΛΑ - ΚΑΔΡΑΡΙΣΜΑ

Το φοδράρισμα στα δερματόδετα γίνεται πάντοτε με δύο χαρτιά. Στα βιβλία που δεν είναι ντυμένα ολόκληρα με δέρμα αλλά έχουν γωνίες και ενδιάμεσα χαρτί, έχουμε δύο κολλήματα εξωτερικά- τη φόδρα και το εξώφυλλο - και το ίδιο πρέπει να κάνουμε και εσωτερικά για να μην έχουμε το φόβο του σκεβρώματος του καπακιού. Στα βιβλία τα ντυμένα

ολόκληρα με δέρμα το τράβηγμα προς τα έξω είναι πιο δυνατό. Για το λόγο αυτό και σε αυτά τα βιβλία το φοδράρισμα γίνεται με δύο χαρτιά και κατόπιν περνούμε το εσώφυλλο. Το εσώφυλλο μπορεί να περαστεί μονοκόμματο ή σε δύο κομμάτια. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε προβλέψει τη διαφορά που προκαλεί το

σκαλοπάτι του καπακιού, γι' αυτό όταν κολλάμε το εσώφυλλο διπλωμένο πάνω στην άκρη του πρώτου τυπογραφικού , ήδη είναι κομμένο λίγο με­ γαλύτερο. Στη δεύτερη περίπτωση κολλάμε πρώτα το εσώφυλλο προς το

88


μέρος του καπακιού

-

το πρώτο κομμάτι

-

και κατόπιν το δεύτερο

κομμάτι του εσώφυλλου, πάνω στο πρώτο λευκό του βιβλίου καλύπτον­

τας το λύγισμα του πρώτου κομματιού πάνω στο φύλλο αυτό και ακριβώς στη γωνία που κάνει το σφύρισμα ώστε να μή φαίνεται η ένωση σχεδόν καθόλου. Στη συνέχεια περνάμε στεγνά βοηθητικά χαρτιά ώστε να έχουν ανάμεσά τους το φρεσκοκολλημένο εσώφυλλο για να προστατέψου με από την υγρασία τα φύλλα του βιβλίου που ακολουθούν και το βάζουμε κάτω από πίεση ή στην πρέσσα. Όταν καδράρουμε τα καπάκια, πρώτα κολ­ λάμε μια λουρίδα λεπτυσμένο δέρμα από το ίδιο που χρησιμοποιήσαμε και για το δέσιμο του βιβλίου. Κατόπιν ακολουθεί το φοδράρισμα και μετά το κόλλημα του εσώφυλλου . Η εργασία του καδραρίσματος αρχίζει από το καπάκι. Στην εσωτερική του άκρη ακουμπάμε πάνω στην κόψη του καπακιού ώστε να κολλήσει καλά επάνω της το δέρμα καθώς και στη σφυρισμένη άκρη του βιβλίου και σε όλο το μήκος της. Στρώνουμε το δέρμα ελαφρά με τη στέκα και φροντίζουμε τις γωνίες στο καπάκι, εκεί που κολλήσαμε τη λουρίδα . Κόβουμε στη διχοτόμο της γωνίας τη λουρίδα με μία φαλτσέτα και «σβήνουμε» ελαφρά το δέρμα εκεί πού έχει γυρίσει στ ις άκρες και όπου επάνω θα κολλήσει το δέρμα που καδράρει το κα­ πάκι. Η άλλη πλευρά της λουρίδας λυγίζει επάνω στο πρώτο λευκό φύλλο του βιβλίου. Με προσοχή, όταν στεγνώσει πια, λεπταίνουμε με κοφτερό μαχαίρι ή σπάτουλα ακό μα πιο πολύ το δέρμα που πατάει επάνω στο

χαρτί. Αυτό γίνεται για να μη «μαρκάρει» κάτω απο το εσώφυλλο που θα κολλήσουμε, το δέρμα. Όταν κολληθε ί το εσώφυλλο, με την προστασία βnηflητικrί)ν χαρτιών ανάμεσα στο καπάκι και το εσώφυλλο και ανάμεσα

στο εσώφυλλο και τα υπόλοιπα φύλλα, το βιβλίο μπαίνει στην πρέσσα για να στεγνώσει καλά. Όταν το βγάλουμε από την πρέσσα κόβουμε με ένα ψαλίδι ή με τη φαλτσέτα πάνω σε ένα τσίγκο, τα περισσέματα του εσώ­ φυλλου που κολλήσαμε. Στη συνέχεια με ένα βρεγμένο σφουγγάρι πλέ­

νουμε το βιβλίο στά μέρη που καλύπτεται με δέρμα για να καθαρίσει από τις κόλλες και τις δαχτυλιές και να πάρει την αρχική του λάμψη. Σ ' αυτό βοηθάει πολύ, η προσθήκη λίγου ξυδιού, στο νερό που βρέχουμε το σφουγγάρι μας. Αφραταίνει το δέρμα και ζωηρεύει το χρωματισμό. Κα­ τόπιν και πάλι ανάμεσα σε δύο δίσκους και στην πρέσσα. Την άλλη μέρα που θα έχει στεγνώσει πια και θα το βγάλουμε απο την πρέσσα, θα μπο­ ρούμε να πουμε: Δέσαμε ένα βιβλίο.

89


BIBAIOrPA$lA KA1 BOH0HMATA

AUFSCHNEIDER A.: Initiation a la reliure, Paris 1966. PlO COLOMBO: La legatura artistica, Roma 1952. YVES DEVAUX: Dorure et decoration des reliures, Paris 1980. ERNST FISCHER: YJ avayKat6rYJra rrJ~ rixvYJ~, EKO. 0Ef.LEAW, A9~va 1979. 5. G. GLANNINI: lllegatore di libri, Milano 1951. 6. J .S. HEWITT BATES: Bookbinding, Leicester 1962. 7. A.W. JOHNSON: Bookbinding 8. PIERRE LEGRAIN: Relieur, etudes sur l'oeuvre et l' homme, Paris 1965. 9. fl.. MAPrAPH: Bt{3).w).oyta Kat {3t{3).w()YJKOVOJ-lta, Ae~va 1939. 10 L.M. MICHON: La reliure fran~aise 11. M. PAGNIER CH. WALTER JAY: Traite pratique de dorure et de mosaique sur cuirs 12. E. llATIANOYT~OY: AtaeYJrt?al, A9~va 1956. 13. PIERRETTE RIGAUT: La reliure et ses techniques. 14. fl.. $QTIAI!l.H: Zan]Kat rixvrJ, A6ftva 1958. 15. K. AAAO: AwerJu?al, f.KOOOTJ FKo{36arrJ, Afhjva XX· 1. 2. 3. 4.

90


ΕΙΚΟΝΕΣ



































IIEPIEXOMENA

MEP02. flPQTO

H TEXNH

TH~ BIBAIOLJE~IA~

TO ANTIKEIM ENO THI BIBA/Oi1EIIAI H flPOI:QniKOTHTA TOY BIBA/Oi1ETH IXEIEII BIBAIO<PIAOY KAT BIBA/Oi1ETH IXEI:EII BIBAI08HKONOMOY KAI BIBA/Oi1ETH H BIBA!Oi1EIIA KAI 01 EIKMTIKEI TEXNEI KAAAITEXNIKH i1HM/OYPTIA KAI BIBA/Oi1EIIA MATIEI: ITHN EEEAIEH THI EAAHNIKHI BIBAI0i1EIIAI:

15

19 21

24 29

33 35

MEP02. LJEYTEPO

H

/~TOP/A TH~ BIBAIOLJE~IA~

flPOliTOPIA THI: BIBA/Oi1EIIAI: a) E~V.tl;1J T'fJt; yeaqnjt; /3) fledJt~JEt; JlOecpft; rov /3tf3Uov y) To newro /3tf3J.io AflO TON i1 ' AJQNA QI THN TYflOTPA<PIA a) Ta neofJkfJpaTa ant; newut; /3tf3J.wow{tt; /3) Movaamaj ntelodot; y) Xevaoxota Kat /3t/3J.tooeata o) Aai·K~ ntelooot; t) fletv an6 T'fJV Tvnoyeacpla TPEII A/QNEI AKMHI: a) H TVnoyeacpia ara newra Kfvrea rov /3tf3).{ov /3) 0 Grolier Kat 1J tnom rov y) IvJ.UKTtt; Kat xueorixvtt; o) XaeaKT1Jetart~ea rov 17ov atdJva E) Bt/3J.t6cptJ.ot Kat /3t/3J.wdirtt; rov 17 atdJva

39 40 41 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50


TA NEQTEPA XPONIA: a) H e~tl..t~'l T'Ji; PtPAwr'Jea{a,; w,; 1t(>LV an6 t'J l a).AtKij Enavaar:aarJ PJ Tt E((JE(JE " enavaaraarJ y) H (JO.J.WVrtKij 1tE(J{or'Jo,; r'J) To -rt'Ao,; wv 19ov wwva l:YIXPONH BIBAIOL1E2:1A: a) To epyaarljpt wv Marius Michel PJ Pierre Legrain y) Paul Boner r'J) Pierre Lucien Martin e) H PtP).wr'Jea{a OT'JV EvpwnrJ

51 52 53 54 56 56 56 57 57

MEPO:£ TPITO

H TEXNIKH

TH~ BIBAIOLJE~IA~

TO KAAYMMA : To ~vlwpa Ta AEVKa q;ulla Kat -ra meUm To npt6Vta.J.ta To palfJtpo Eawq;vUa - anayyoL - ljJa(JOKOAArJ/).a - O((JV(JLO/).a To K61fJt~-to To KE((JaAa(Jt - ra xapna Kat " -rf).a (JCtX!ll; Ta xaer 6vta Kat 'CO KatCtOt'(JliJ)la To v-rvat~-to wv KaAV/-l~-tamr; Ka86.ptapa - q;or'Jpaptapa To nf.paapa

61 62 63 65 68 71 73 73 74 76 77

TO JIEPAl:TO:

78 PalfJt~-to Kat xap-rovapta~-ta yta m nepaar6

To KE((JaACt(Jt Kat -raxapua t''JI; eam,; To ~eani.a-rewp.a K61fJt~-to Kat neoerotpaa{a wv Mp~-ta-ro,; </Jor'J(Ja(Jta/).a - WW(()VAAa - Kar'J(Ja(Jtapa

79 81 81 82 88


TO BIB/\10 TOY ANilPEA KAI THl: <I>POl:!ll: r ANIAPH « BlBAIO~E:EIA» TYT1!10HKE AITO TON EOMMEX TO <1>/\EBAPH TOY 1983 l:TO TYITOfPA<I>EIO «f . Tl:IBEPJnTHl: EriE» l:E 3.000 ANTlTYflA Afl ' TA OflOIA 300 - EKTOl: EMITOPIOY - ITOY ANHKOYN l:TOYl: l:YffPA<I>Eil: TYT1Q0HKAN l:E XAPTI METOX!lN 130 fPAMMAPinN KAI EINAI API0MHMENA AflO TO I Em: TO 276 KAI E!KOI:I TELIEPA KA/\1\ITEXNIKA BTB/\IOilETHMENA KAI API0MHMENA AflO TO A E!ll: TO n . EfliME/\EIA EKilOI:HL: fPA<I>EIO EKilOl:E!lN EOMMEX .






EMHNIKOI OPrANIIMOI MIKPOMELAION METAn OIHTIKON EniXE IPHIEON & XEIPOTEXNIAI : ENIAI: 16 & EBPOY , A8HNA . THi\. 7701740


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.