COMIC CULTURA #05 (Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2019)

Page 1

Η Ψ Η Φ Ι Α Κ Η Ε Ν Α Τ Η Τ Ε Χ Ν Η Σεπτέμβριος - Νοέμβριος 2019

# 05

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΚΟΜΙΚΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΩΛΟΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΣΠΥΡΟΣ ΑΝΔΡΙΑΝΟΣ ΜΑΓΔΑ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΚΩΣΤΑΣ ΖΥΓΟΥΡΗΣ ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΤΣΟΣ ΘΩΜΑΣ ΚΕΦΑΛΑΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΟΥΛΙΦΕΤΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΩΛΟΣ MALK ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΙΚΑΛΕΦ NO BUDGET EPICS JOSEF FADEL SEMON CΗRISPY SHIFT SOLOYP AKANE TENSHI THEPACK COMICcultura 1


2 COMICcultura


Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

04 | Editorial 05 | Αφιέρωμα: Κόμικς και Λογοκρισία 14 | Against Censorship του ThePack 15 | Επάγγελμα: Σκιτσογράφος του Γιώργου Μικάλεφ 16| Οιδίπους Μάδαφακα! #03 του Περικλή Κουλιφέτη 19 | Πειρασμοί #01 του Soloúp 22 | Ύπνος του Malk 25 | 9η Τέχνη 30 | Το ζύγισμα της καρδιάς του Josef Fadel Semon 33 | Ο Προμηθέας του No Budget Epics 34 | Ελεύθερο Κάμπινγκ της Akane Tenshi 38 | Συνέντευξη: Βασίλης Λώλος του Ίωνα Αγγελή 43 | 8 (Οχτώ) του Βασίλη Λώλου 51 | Από το 7 στο 9 54 | Τέρας #01 του Κωνσταντίνου Κάτσου 56 | Ο Κύκλος του Θωμά Κεφαλά 60 | Bad Choices των Τάσου Θεοφίλου & Chrispy Shift 63 | Censored του Κώστα Ζυγούρη 64 | Disney Corner του Γιώργου Ζωιτά

COMIC CULTURA MAGAZINE ΔΙΜΗΝΙΑΙΟ ΨΗΦΙΑΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΟΜΙΚΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ Τεύχος #05 | Σεπτέμβριος-Νοέμβριος 2019

Το εξώφυλλο είναι μια δημιουργία του Βασίλη Λώλου

Αρχισυντάκτης Ίωνας Αγγελής

Art Director Μάγδα Ασημακοπούλου

Συντακτική Ομάδα Σπύρος Ανδριανός, Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Αρχοντούλα Γεράκη, Νίκος Γιακουμέλος, Γιώργος Ζωιτάς, Γιάννης Ιατρού, Άλκης Καζαμίας, Λάζαρος Κολαξής, Μαίρη Μαυρομάτη, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Αντώνης Νικολόπουλος, Γιάννης Παπαδόπουλος, Γιώργος Σαφελάς, Λένα Τζιογκίδου

Σχεδιασμός Λογότυπου Sotos Anagnos

Καλλιτέχνες Σάββας Αμπατζίδης, Σπύρος Ανδριανός, Μάγδα Ασημακοπούλου, Νίκος Γιαμαλάκης, Κώστας Ζυγούρης, Τάσος Θεοφίλου, Κωνσταντίνος Κάτσος, Θωμάς Κεφαλάς, Περικλής Κουλιφέτης, Βασίλης Λώλος, Γιώργος Μικάλεφ, Κώστας Μπεκιάρης, Αντώνης Νικολόπουλος, Josef Fadel Semon, Χριστίνα Σιφιανού, Βίβιαν Τερζοπούλου Επιμέλεια Ύλης Ίωνας Αγγελής, Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Γιάννης Ιατρού, Λάζαρος Κολαξής, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Γιάννης Παπαδόπουλος, Λένα Τζιογκίδου Διόρθωση Κειμένων Λένα Τζιογκίδου

Ευχαριστίες Λεωκράτης Ανεμοδουράς, Μέλανδρος Γκανάς, Γιώργος Σιακαβάρας, Λευτέρης Σταυριανός Με την υποστήριξη Smassing Culture, docmz.wordpress.com, comicmaniacsgr.blogspot. com, greekcomics.com, phantomduck.com, thisisnotablogdamnit. wordpress.com, comicstrends.blogspot.com, anthem.com, Weird Side Daily, nyctophilia.gr Επικοινωνία E-mail: comicculturamag@gmail.com | Fb: Comic Cultura | Insta: comic_cultura | Τηλέφωνο: 6947518473 Το παρόν τεύχος δημοσιεύθηκε στη διαδικτυακή πλατφόρμα του issuu. Για αποστολή δελτίων τύπων, για χορηγίες επικοινωνίας ή για διαφημιστική καταχώρηση επικοινωνήστε μαζί μας στα παραπάνω στοιχεία…

COMICcultura 3


EDITORIAL Κομήτης ήταν και πέρασε… Τα θλιβερά νέα για την αναστολή έκδοσης του μοναδικού έντυπου πολυθεματικού περιοδικού για την ελληνική σκηνή των κόμικς, Μπλε Κομήτης, έφτασαν και έφεραν μαζί τους πολλή… απαισιοδοξία για το μέλλον του χώρου. Ερωτηματικά όπως μήπως το έντυπο πέθανε, κατά πόσο άξιο εμπιστοσύνης είναι το αναγνωστικό κοινό ή ακόμα και εάν τα κόμικς αποτελούν πλέον για την Ελλάδα «νεκρή» τέχνη… Αν και μοιραζόμαστε τους ίδιους προβληματισμούς και τις ίδιες «κακές σκέψεις». Στον αντίποδα όμως, μπορεί να χάσαμε έναν κομήτη, αλλά η κινητικότητα και ο ζήλος μερικών ανθρώπων της κουλτούρας και του πνεύματος δεν χάθηκε… O Σεπτέμβριος μέχρι τώρα μας έχει φέρει το 48ο Φεστιβάλ Βιβλίου (30/08-15/09, Ζάππειο, Αθήνα), την έκθεση Oresteia Reversed (10-22/09, Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Πειραιάς), το πρωτοεμφανιζόμενο Drama Comics Festival (08-22/09, Δράμα), το 3ο Chaniartoon (13-22/09, Δημοτικός Κινηματογράφος Χανίων, Χανιά), τις τρέχουσες εκθέσεις Εν Αιθρία 10 (1128/09, Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, Αθήνα), Καμπίσιοι Δημιουργοί -στα πλαίσια της εκδήλωσης «Μύλος Παραστατικών Τεχνών»- (20-29/09, Μύλος του Παππά, Λάρισα) και το πρώτο Cretan Comic Con (28-29/09, Πολύκεντρο Νεολαίας Ηρακλείου, Ηράκλειο), το 4ο Φεστιβάλ Εφαρμοσμένων Τεχνών (28-29/2019, Κέντρο Εφαρμοσμένων Τεχνών Ορνεράκης, πλατεία Αμερικής, Αθήνα), ενώ μέχρι το τέλος του 2019 περιμένουμε την γιορτή του Φανταστικού στο Φantasticon (0506/10, Ελληνοαμερικάνικη Ένωση, Αθήνα), το 18ο φεστιβάλ Comic ‘n’ Play (22-24/11, Γαλλικό Ινστιτούτο, Θεσσαλονίκη), και της pop κουλτούρας στο Athenscon (30/11-01/12, Tae Kwon Do, Αθήνα). Την Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου είχαμε και εμείς την τιμητική μας στο Batman: 80 Years στο Death Disco, μια πρωτοβουλία του Reflections at Death Disco και του Γιώργου Σαφελά, ως χορηγοί επικοινωνίας, αλλά και με 2 ομιλίες από τον αρχισυντάκτη Ίωνα Αγγελή, και τον συντάκτη Σπύρο Ανδριανό, κάνοντας τη βραδιά την πρώτη μας «επίσημη» δημόσια εμφάνιση… Και οι εκπλήξεις δεν σταματάνε εκεί… Την Κυριακή 24 Νοεμβρίου, 2019, και ώρα 7:00 μμ, σας περιμένουμε όλες και όλους για μια ακόμα όμορφη βραδιά στο Death Disco, όπου και θα γίνει η παρουσίαση του περιοδικού μας, μαζί με εκείνων του Nyctophilia και του The Weird Side Daily, μιλώντας για το παρελθόν, το παρόν αλλά και το μέλλον του Comic Cultura… Ανυπομονούμε να σας γνωρίσουμε και από κοντά, και να ανταλλάξουμε απόψεις και ιδέες, γύρω από τον χώρο της 9ης -και όχι μόνο- τέχνης! Κλείνοντας, φέρνουμε τη συζήτηση στο τεύχος που έχετε αυτή τη στιγμή στις οθόνες σας. Στο #05 καταπιανόμαστε με ένα ακόμα ζήτημα γύρω από την 9η τέχνη και αυτή τη φορά μιλάμε για την λογοκρισία των κόμικς, με ηχηρότερο παράδειγμα τον Κώδικα Δεοντολογίας των Κόμικς, την ανάδειξη της Underground σκηνής, αλλά και την διαρκή ύβρη που δέχονται μέχρι και σήμερα στον δημόσιο λόγο. Κατά τα άλλα, την τιμητική του στο #05 έχει ο βραβευμένος με Eisner καλλιτέχνης Βασίλης Λώλος, φιλοτεχνώντας το εξώφυλλο του παρόντος τεύχους, δίνοντας μια αποκαλυπτική συνέντευξη και συμμετέχοντας με ένα πρωτότυπο οχτασέλιδο κόμικς του, ενώ εντάσσουμε για πρώτη φορά και μια ξεχωριστή, English version, η οποία και θα δημοσιεύεται μερικές ημέρες μετά την κυκλοφορία του πρωτότυπου ελληνικού (για το #05 θα κυκλοφορήσει στα μέσα Οκτωβρίου). Να ενημερώσουμε, επίσης, πως ξεκινώντας από αυτό το τεύχος, το περιοδικό μετατρέπεται σε τριμηνιαίο, καθώς στόχος μας είναι να βάζουμε υψηλότερα τον πήχη στην ύλη του κάθε τεύχους… Συνεπώς, το 6ο -και επετειακότεύχος, έρχεται τα Χριστούγεννα με πολλές εκπλήξεις! Έως τότε, όμως, διαβάστε το τεύχος που έχετε στις οθόνες σας…

Η συντακτική ομάδα

4 COMICcultura

Μάγδα Ασημακοπούλου


ΚΟΜΙΚΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΚΡΙΣΙΑ Σ

Αντί Προλόγου...

Κείμενα: Σπύρος Ανδριανός, Γιάννης Ιατρού, Γιώργος Σαφελάς, Λένα Τζιογκίδου

τις μέρες μας ερχόμαστε μερικές φορές αντιμέτωποι με διάφορες στερεοτυπικές αντιλήψεις. Μία από αυτές που έχει και άμεση σχέση με τα κόμικς –αλλά και με τον χώρο της τέχνης γενικότερα-, αφορά την καλλιτεχνική ελευθερία.

Το κεντρικό μας αφιέρωμα, μιλάει, λοιπόν, για την λογοκρισία των κόμικς στην πάροδο των ετών. Βασικότερο παράδειγμα; Ο Κώδικας Δεοντολογίας στα κόμικς. Ίσως μια από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της 9ης τέχνης αλλά και της ελεύθερης καλλιτεχνικής δημιουργίας γενικότερα. Και αν ίσως δε είναι ευχάριστο για κάποιους από εμάς να αναφερόμαστε σε εκείνες τις δύσκολες εποχές για τα κόμικς, από την άλλη σαν Comic Cultura, το θεωρούμε χρέος μας να κατατοπίσουμε και τις νεότερες γενιές, με αυτό το αφιέρωμα-ιστορική αναδρομή στον εκδοτικό μεσαίωνα των κόμικ. Που ξεκίνησε από την έκδοση του βιβλίου «Seduction of the Innocent» από τον ψυχίατρο/συγγραφέα Fredric Wertham, τις δημόσιες «καύσεις» περιοδικών κόμικ σε διάφορες πολιτείες της Αμερικής, μέχρι τη σύσταση του Συνδέσμου Περιοδικών Κόμικς της Αμερικής (Comics Magazine Association of America) που θέσπισε τον Κώδικα Δεοντολογίας των Κόμικς, βυθίζοντας στο σκοτάδι για τις επόμενες δεκαετίες κάθε καλλιτεχνική και δημιουργική ελεύθερη έκφραση στο χώρο της 9ης τέχνης. Οποιαδήποτε εταιρεία δεν συμμορφωνόταν με αυτόν οδηγούταν στην εκδοτική απομόνωση, ή ακόμα και στη καλλιτεχνική «καταστροφή».

Επιμέλεια: Ίωνας Αγγελής, Σπύρος Ανδριανός, Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Νίκος Γιακουμέλος, Γιώργος Σαφέλας, Λένα Τζιογκίδου

***

Επιπλέον, θα αναφερθούμε στην έξαρση του underground κινήματος στον χώρο, που και χαρακτήρισε ολόκληρη την ποπ κουλτούρα των 60›s, και που χρειάστηκε να φτάσουμε στις αρχές της νέας χιλιετίας ώστε όλες σχεδόν οι υπάρχουσες εκδοτικές εταιρείες να απαλλαχτούν από το φάντασμα του κώδικα, που αντιπροσώπευε το σκοταδισμό της δεκαετίας του ΄50, της δεκαετίας του Μακαρθισμού, της φίμωσης ελευθερίας έκφρασης και πολιτικών πεποιθήσεων, όπου κάθε τι που χαρακτηρίζονταν «κόκκινο» αποτελούσε τον εχθρό. Τέλος, φτάνουμε στο σήμερα με τον Κώδικα να αποτελεί αφορμή για ειρωνικά και χλευαστικά σχόλια, αλλά ο δημόσιος λόγος διαφόρων πολιτικών να επικρατεί ως πόλος λογοκρισίας της 9ης τέχνης, και την λέξη «μίκυμαου» να υφίσταται ακόμα και επί ελληνικού εδάφους… Σπύρος Ανδριανός

COMICcultura 5


COMICS CODE AUTHORITY Της Λένας Τζιογκίδου κόμικς απέκτησαν φανατικούς αναγνώστες. Το «Crime does not pay» (Lev Gleason Publications) ήταν το πρώτο αμιγώς crime κόμικ (1942-1955) με πάνω από ένα εκατομμύριο πωλήσεις μηνιαίως, από το 1948 και μετά. Ακολούθησαν δεκάδες άλλοι αντίστοιχοι τίτλοι. Ιστορίες εγκληματιών, μαφία, βία, ναρκωτικά, πορνεία, σέξι γυναίκες, κυνικές ατάκες, απέκτησαν κεντρικό ρόλο στο στερέωμα των κόμικς. Από κοντά ακολούθησαν και τα κόμικς μυστηρίου, τρόμου κι επιστημονικής φαντασίας. Η σειρά κόμικς «Αdventures into the Unknown» (American Comics Group) ήταν η πρώτη ανθολογία αποκλειστικά τρόμου (1948-1967) – η οποία και παραδόξως επιβίωσε από τη λογοκρισία. Άνοιξε το δρόμο σε πάμπολλους παρόμοιους τίτλους και την άνθιση του είδους.

Ο

Κώδικας Δεοντολογίας των Κόμικς (Comics Code Authority) στις ΗΠΑ έχει υπάρξει η πιο σκοτεινή στιγμή της μέχρι σήμερα. Ας πιάσουμε όμως την ιστορία από λίγο νωρίτερα...

Λίγα χρόνια πριν… Κατά το τέλος της δεκαετίας του ‘40, η απήχηση των κόμικς είχε αυξηθεί πάρα πολύ. Ένα μεγάλο κομμάτι αναγνωστών των κόμικς ήταν πάντα τα παιδιά και οι έφηβοι, αλλά και το ενήλικο κοινό αυξανόταν συνεχώς. Αρχικά χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα και μετανάστες, αλλά με συνεχόμενη διεύρυνση. Η ψαλίδα της θεματολογίας τους είχε ανοίξει. Περιπετειώδεις ήρωες, χιουμοριστικοί ήρωες και φυσικά υπερήρωες ζωντάνευαν για να μοιραστούν τις περιπέτειές τους. Τα κόμικς, νέα ακόμα ηλικιακά , δοκίμαζαν τις δυνατότητες τους σε κάθε είδος. Κάθε τέχνη όμως, αντικατοπτρίζει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό την εποχή της - έτσι και τα κόμικς. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι υπερήρωες μάχονταν με το Χίτλερ και τους υπόλοιπους εχθρούς των ΗΠΑ τονώνοντας το πατριωτικό αίσθημα. Κατέληξαν να αποτελούν βασικό ανάγνωσμα των φαντάρων στο μέτωπο. Με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την επιστροφή τους, τα δεδομένα άλλαξαν. Οι κοινωνικές αλλαγές ήταν για άλλη μια φορά ραγδαίες. Οι άντρες γύρισαν από το μέτωπο με νωπές τις μνήμες του πολέμου κι ένα μεγάλο κομμάτι των γυναικών που είχαν βγει στην αγορά εργασίας έπρεπε να γυρίσει στο σπίτι. Η κοινωνία του αμερικάνικου ονείρου έπρεπε να οχυρωθεί απέναντι στον κομμουνιστικό «κίνδυνο» κι όλα να λειτουργούν με ησυχία, τάξη και ασφάλεια για να αποδείξουν την ανωτερότητα του καπιταλιστικού «παραδείσου». Φυσικά τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. Οι κοινωνικές αντιθέσεις, τα προβλήματα και τα τραύματα του πολέμου δεν κρύβονται κάτω από το χαλί - χρειάζονται τη δική τους διέξοδο. Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, τα κόμικς άλλαξαν κατεύθυνση. Οι υπερήρωες δεν ήταν πια αναγκαίοι στη μάχη με τους εθνικούς εχθρούς κι έπρεπε να στραφούν σε εγχώριους εχθρούς, που στερούνταν σε μεγάλο βαθμό την αίγλη των προηγούμενων. Το ενήλικο κυρίως κοινό, στράφηκε πλέον σε κόμικς επικεντρωμένα σε εγκλήματα και θέματα τρόμου. Η βία έγινε πιο κυνική, ο φόβος πιο οικείος. Τα βίαια αστυνομικά

6 COMICcultura

Αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής στον τομέα των εκδόσεων κόμικς εκείνη την εποχή, σε αυτά τα είδη κόμικς, ήταν η EC Comics. Ο Bill Gains αναλαμβάνει τα ηνία της εκδοτικής μετά το θάνατο του πατέρα του, στρέφεται σε τέτοιου είδους εκδόσεις και βλέπει τις πωλήσεις των κόμικς του να εκτοξεύονται με πολύ πετυχημένους τίτλους όπως «The vault of horror», «The haunt of fear», «The crypt of terror» (που μετά θα εξελισσόταν στο πασίγνωστο πλέον «Tales from the crypt») κ.ά. Οι εκδόσεις του χαρακτηρίζονταν σε μεγάλο βαθμό από διάθεση για πειραματισμό και καυστικό χιούμορ και δε δίσταζαν να θίξουν ενίοτε και κοινωνικά θέματα, όπως πχ του ρατσισμού. Τα κόμικς της εκδοτικής αποτέλεσαν πόλο έλξης για πλήθος σημαντικών δημιουργών, μεταξύ των οποίων οι Ray Bradbury, ο Johnny Craig, ο Jack Davis, ο Joe Orlando, o Graham Ingels, o Wally Wood, καθώς κι ο Harvey Kurtzman. Τα χνάρια της EC ακολούθησαν κι άλλες εκδοτικές με πολλούς τίτλους, με τις πιο γνωστές να είναι οι Atlas Comics (που μετεξελίχθηκε στη Marvel), AGC και Ace Comics. Την ίδια περίοδο εμφανίστηκε και μια άλλη κατηγορία κόμικς από την EC, τα αντιπολεμικά του Harvey Kurtzman, «Frontline Combat» (1951-1954) και «Two Fisted Tales» (19501955). Πρωτοποριακά κόμικς, με κριτική σκέψη, δημοσιευμένα σε μια καθόλου ανεκτική εποχή. Παράλληλα με την άνθιση των horror, crime, sci fi κόμικς, εμφανίζονται και οι πρώτες φωνές της αντίδρασης, με άρθρα σε εφημερίδες, διαμαρτυρίες εκπαιδευτικών και γονιών και φυσικά της εκκλησίας. Τα ενήλικα κόμικς βρίσκονται στα ίδια σταντ με τα παιδικά και πολλοί φιλοπερίεργοι έφηβοι βρίσκουν ευκαιρία να τα διαβάσουν με ευκολία. Η συντηρητική αμερικάνικη κοινωνία θορυβείται και βρίσκει τον ιδανικό εκφραστή της στο πρόσωπο του ψυχολόγου Fredric Wertham. Η αποπλάνηση των αθώων Ο Fredric Wertham ήταν ένας διακεκριμένος γερμανοεβραίος ψυχολόγος, αρκετά πρωτοποριακός για την εποχή του. Κατέφυγε στις ΗΠΑ για να γλιτώσει από τους ναζί. Δεν ήταν ένας συμβατικός ψυχολόγος, αντιθέτως ασχολήθηκε με προβλήματα της νεανικής παραβατικότητας των λιγότερο προνομιούχων στρωμάτων. Άνοιξε το γραφείο του στο Harlem, χρεώνοντας τους ασθενείς του ελάχιστη αμοιβή, μόλις 25 σεντς. Καθώς ερευνούσε τη νεανική εγκληματικότητα, παρατήρησε κάποια επαναλαμβανόμενα μοτίβα, μεταξύ των οποίων και η ανάγνωση κόμικς. Σχεδόν όλοι οι ασθενείς του ήταν αναγνώστες κόμικς. Δυστυχώς αυτό τον οδήγησε σε γενικεύσεις, ότι δηλαδή τα κόμικς ωθούν στη νεανική εγκληματικότητα, παραβλέποντας ότι όλοι

οι νέοι διάβαζαν κόμικς! Το 1954 εκδίδεται το βιβλίο του «Seduction of the innocent» (Η αποπλάνηση των αθώων) όπου κατηγορεί τα κόμικς ως βασική αιτία της νεανικής βίας και παραβατικής συμπεριφοράς εν γένει. Το βιβλίο του είχε ακραίες απόψεις. Δεν αρκέστηκε να κατηγορήσει μόνο τα βίαια κόμικς, αλλά χαρακτήρισε και τα υπερηρωικά ως φασιστικά. Επίσης έγραψε μεταξύ άλλων, ότι τα κόμικς προωθούν τις «σεξουαλικές διαταραχές» όπως την υπολανθάνουσα ομοφυλοφιλία των Batman και Robin, αλλά και της Wonder Woman. Έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει ότι η βιομηχανία των κόμικς ήταν χειρότερη από τον Χίτλερ κι ότι μπροστά τους ήταν πρωτάρης. Το βιβλίο έκανε εξαιρετικές πωλήσεις και διαφημίστηκε πολύ στα ΜΜΕ της εποχής. Οι φωνές την αντίδρασης βρήκαν το κύρος που χρειάζονταν, μέσω της επιστημονικής ιδιότητας του Wertham, ώστε να μπουν δυναμικά στο παιχνίδι. Η δημοφιλία του βιβλίου και οι αντιδράσεις μεγάλου μέρους ψηφοφόρων κέντρισαν το ενδιαφέρον του γερουσιαστή Estes Kefauver, που έφερε το ζήτημα στο Κογκρέσο και κάλεσε τους εκδότες των κόμικς να καταθέσουν στο ειδώλιο. Η κατάθεση του Bill Gaines θεωρήθηκε η πιο προκλητική. Τα κόμικς δεν λογοκρίθηκαν, ούτε απαγορεύτηκαν, αλλά έγιναν συστάσεις στους εκδότες για να επιβάλουν κάποιου είδους δική τους λογοκρισία. Η κατάσταση ήταν έκρυθμη. Παρόλο που δεν υπήρξαν κυρώσεις, οι κοινωνικές αντιδράσεις αυξήθηκαν σημαντικά και σε διάφορες πόλεις οργανώνονταν (από τις εκκλησίες, αλλά όχι μόνο) δημόσιες βραδιές καύσης κόμικς. Τα περιοδικά κόμικς δυσφημίζονταν συστηματικά, με αποτέλεσμα να πληγούν κι οι πωλήσεις. Comics Code Authority – Πριν και μετά…


Ζήτω ο «Κώδικας Δεοντολογίας Των Κόμικς»! Η Αμερικάνικη Ένωση Περιοδικών Κόμικς συστάθηκε ως αποτέλεσμα των κατηγοριών το 1954, με σκοπό τη σύσταση ενός εγχειριδίου αυτολογοκρισίας. Την ίδια χρονιά ολοκληρώθηκε ο Κώδικας δεοντολογίας των Κόμικς, πολύ κοντόφθαλμος και συντηρητικός, πιθανότατα πολύ αυστηρότερος από τον αν είχε δημιουργηθεί από κάποιον κρατικό φορέα. Στον Κώδικα συμπεριλαμβάνονταν διάφορα τραγελαφικά, μεταξύ των οποίων: - Οι αστυνομικοί, οι δικαστές, οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι και τα σεβαστά όργανα δεν πρέπει ποτέ να παρουσιάζονται κατά τρόπο που να δημιουργεί έλλειψη σεβασμού για την καθιερωμένη εξουσία. - Σε κάθε περίπτωση το καλό θα θριαμβεύσει πάνω από το κακό και ο εγκληματίας τιμωρείται για τα εγκλήματά του. - Η λέξη «έγκλημα» σε ένα περιοδικό κόμικ δεν πρέπει ποτέ να είναι αισθητα μεγαλύτερη από τις άλλες λέξεις. Η λέξη «έγκλημα» δεν θα εμφανίζεται ποτέ μόνη της στο εξώφυλλο. - Κανένα περιοδικό κόμικς δεν θα χρησιμοποιήσει τη λέξη «τρόμος» στον τίτλο του. - Απαγορεύονται οι σκηνές που ασχολούνται με ζόμπι, τα βασανιστήρια, τους βρικόλακες, τον κανιβαλισμό και τους λυκανθρώπους. - Η ύπαρξη ιστοριών που αφορούν το κακό πρέπει να χρησιμοποιείται ή να δημοσιεύεται μόνο όταν η πρόθεση είναι να επεξηγήσει ένα ηθικό ζήτημα και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να παρουσιάζεται το κακό ελκυστικά ούτε να τραυματίζονται οι ευαισθησίες του αναγνώστη. - Απαγορεύεται η γύμνια σε οποιαδήποτε μορφή, όπως και η άσεμνη ή αδικαιολόγητη έκθεση. - Η υποθετική και πονηρή απεικόνιση του σώματος είναι απαράδεκτη. - Πρέπει να ενθαρρύνεται ο σεβασμός για τους γονείς κι η ηθική συμπεριφορά. - Οι ρομαντικές - ερωτικές ιστορίες πρέπει να δίνουν έμφαση στην αξία του γάμου και της οικογένειας. - Το πάθος ή το ερωτικό ενδιαφέρον δεν πρέπει να απεικονίζονται με τρόπο που να διεγείρει τα σεξουαλικά ένστικτα. - Απαγορεύεται η βωμολοχία, η χυδαιότητα ή οι λέξεις ή τα σύμβολα που έχουν αποκτήσει ανεπιθύμητες έννοιες. Υπό τη σκιά του «Κώδικα»…

Δημόσιες καύσεις κόμικς στην Αμερική

Είναι οφθαλμοφανές ότι ο Κώδικας σκόπευε να εξαλείψει μια μεγάλη μερίδα κόμικς, κυρίως ενήλικων και να αποστειρώσει τα υπόλοιπα. Είχε φοβερά συντηρητική προσέγγιση, που δύσκολα άφηνε περιθώριο στη δημιουργικότητα. Το πρόβλημα θα μπορούσε να λυθεί εύκολα με τη δημιουργία ηλικιακού ορίου για τους αναγνώστες. Δυστυχώς όμως τα πράγματα πήραν άλλη τροπή. Τα μόνα κόμικς που ευνοούνταν ήταν τα παιδικά και τα υπερηρωικά που απέφευγαν τις «γκρίζες ζώνες». Από τον Κώδικα διέφυγαν τα Dell Comics, που εξέδιδαν τα Disney κόμικς. Είχαν δικό τους σύστημα αυτολογοκρισίας και ουδέποτε δέχτηκαν τα πυρά της δυσφήμισης που βάρυνε τους υπόλοιπους. Είχαν καλή κοινωνική αποδοχή και δεν ήθελαν να λάβουν μέρος στη δημιουργία ή την τήρηση του «απολογητικού» κώδικα. Από το 1955 και μετά, τα κόμικς που πήγαιναν σε σημεία διανομής, έπρεπε να έχουν στο εξώφυλλο τη γνωστή σφραγίδα του Κώδικα, ώστε να καθησυχάζουν γονείς και λοιπούς για την ασφάλεια του περιεχομένου τους. Αν δεν την είχαν, δεν γίνονταν αποδεκτά. Φυσικά σ’ αυτά συγκαταλέγονταν οι εκδόσεις της EC Comics και των αντίστοιχων εκδοτικών. Πολλές απ’ αυτές έκλεισαν ή αναπροσάρμοσαν το περιεχόμενό τους με αποτέλεσμα άνευρα, αδιάφορα κόμικς. Τα υπερηρωικά διέφυγαν τον κίνδυνο, με το να γίνουν πιο παιδικά, «οικογενειακά» και λιγότερο βίαια. Τονίστηκε το ετεροφυλοφιλικό ενδιαφέρον του Batman και της Wonder Woman για να αποφευχθούν «παρεξηγήσεις». Τα Archie comics αναπαρήγαγαν για χρόνια μια παρέα σχεδόν απροβλημάτιστων

εφήβων που περνούν ευχάριστα τη ζωή τους πίνοντας μιλκσέικς. H DC υποχρεώθηκε να αλλάξει το περιεχόμενό της σε πολλές σειρές, προς μια πιο «υπερηρωική» κατεύθυνση. Διάφοροι δημιουργοί έκαναν προσπάθειες να παρακάμψουν τον Κώδικα με διάφορα τεχνάσματα ώστε να διατηρήσουν τις ιστορίες τους κάπως ενδιαφέρουσες. Πχ με την χρήση αλληγοριών ή με την εμφάνιση μαύρου αίματος αντί για κόκκινου στα κόμικς τους, ώστε να μην εμπίπτουν άμεσα στη λογοκρισία. Και πάλι όμως, οι δυνατότητές τους παρέμεναν περιορισμένες. Σε πρώτη φάση, κάποιες εκδοτικές όπως η Gillberton κι η Gold Key Comics, συνέχισαν να εκδίδουν κόμικς χωρίς την έγκριση του κώδικα. Δυστυχώς, τα προβλήματα διανομής ήταν τεράστια. Οι πωλήσεις των κόμικς έπεσαν πολύ, καθώς οι ιστορίες έχαναν το ενδιαφέρον τους, γίνονταν απλοϊκές και προβλέψιμες. Ήταν μια δύσκολη εποχή για τους δημιουργούς με ανήσυχο πνεύμα. Ο Bill Gains, μην μπορώντας να προσαρμοστεί στο καθεστώς απαγορεύσεων, στράφηκε προς άλλη κατεύθυνση. Άρχισε να εκδίδει το «MAD Magazine», ένα χιουμοριστικό, σατιρικό περιοδικό κόμικς, που καθώς ήταν πλέον περιοδικό και όχι βιβλίο κόμικς, θεωρήθηκε διαφορετικό είδος και μπορούσε να κυκλοφορεί ελεύθερα, χωρίς τη σφραγίδα του Κώδικα. Πολλοί από τους δημιουργούς που είχε συνεργαστεί ως τότε, εργάστηκαν για χρόνια στο MAD, που γνώρισε μεγάλη επιτυχία για πολλά χρόνια. Η Warren Publishing αποφάσισε να κινηθεί κι αυτή στο πεδίο των περιοδικών, καταφέρνοντας να εκδίδει τίτλους όπως τα «Creepy», «Eerie», «Famous Monsters of Filmland», «Help!» και «Vampirella» χωρίς να χρειάζεται την έγκριση του Κώδικα.

Ο «Κώδικας» χάνει την δύναμή του… Οι δεκαετίες 60s -70s που ακολούθησαν, σημαδεύτηκαν από την έκρηξη των κινημάτων αμφισβήτησης, γεγονός που δεν άφησε ούτε τα κόμικς ανεπηρέαστα. Άρχισαν να ξεφυτρώνουν ενήλικα, αιρετικά Underground κόμικς, που καυτηρίαζαν τον αμερικάνικο τρόπο ζωής, αδιαφορούσαν για την έγκριση του Κώδικα, απέκτησαν εναλλακτικούς τρόπους διανομής και απέκτησαν τεράστια απήχηση. Πολλά απ’ αυτά τα κόμικς κυκλοφορούσαν με παραλλαγμένη χιουμοριστική σφραγίδα του Κώδικα στο εξώφυλλο. Την ίδια περίοδο, τα mainstream κόμικς έμοιαζαν πιο παρωχημένα από ποτέ. Ενώ η νεολαία αμφισβητούσε τα πάντα και το αντιπολεμικό και φοιτητικό κίνημα ήταν στα πάνω τους, οι εκδόσεις κόμικς παρέμεναν εγκλωβισμένες στον κύκλο της αυτολογοκρισίας, ακόμα κι αν κάποιοι δημιουργοί προσπαθούσαν να περάσουν έμμεσα κάποια μηνύματα. Αυτό όμως έμελλε σύντομα να αλλάξει. Καθώς το πρόβλημα των ναρκωτικών γινόταν όλο και εντονότερο στην αμερικάνικη νεολαία, το υπουργείο υγείας προσέγγισε τον Stan Lee για να δημιουργήσει ένα κόμικ που να εστιάζει στις συνέπειες της χρήσης των ναρκωτικών. Καθώς όμως η απεικόνιση ή υπόνοια χρήσης ναρκωτικών ήταν απαγορευμένη από τον Κώδικα, αυτά τα τρία τεύχη (#96-#98) κυκλοφορούν χωρίς τη σφραγίδα του Κώδικα, αλλά γίνονται αποδεκτά στα κέντρα διανομής. Ήταν άλλωστε έργο του Stan ‘The Man’ Lee και μάλιστα κατά κρατική παραγγελία! Οι πωλήσεις δεν επηρεάστηκαν αρνητικά, αλλά αντιθέτως αυξήθηκαν. Αυτό ήταν κι η αρχή του τέλους για τον Κώδικα, καθώς όλο και περισσότερες εκδόσεις άρχισαν να τον αψηφούν. Ο Κώδικας, έχοντας χάσει το κύρος του σε μεγάλο βαθμό, αναθεωρείται το 1971 για να γίνει λιγότερο συντηρητικός και άλλη μια φορά αργότερα, το 1989. Η θεματολογία των κόμικς αρχίζει να πιάνει το σφυγμό της εποχής. Ξεφεύγει από την αποστειρωμένη παιδικότητα και καταπιάνεται ξανά με κοινωνικά θέματα. Ξαναβρίσκει σιγά σιγά τη χαμένη της ενηλικίωση. Η έγκριση του κώδικα γίνεται προαιρετική.

COMICcultura 7


Τα προβλήματα διανομής υποχωρούν. Διοργανώνονται φεστιβάλ κόμικς, όπου κυκλοφορούν εκδόσεις κόμικς χωρίς την έγκριση του Κώδικα. Αρχίζουν να ανοίγουν μαγαζιά για κόμικς, που τροφοδοτούνται με τίτλους από τους ίδιους τους εκδότες, χωρίς μεσολάβηση των κέντρων διανομής. Η σφραγίδα του Κώδικα αποτελεί αντικείμενο χλευασμού από το μεγαλύτερο κομμάτι της νεολαίας. Οι παρωδίες της σφραγίδας του Κώδικα είναι πλέον συχνές και ευφάνταστες. Η απεικόνιση της βίας γίνεται ξανά αποδεκτή και ξεκινά η κυκλοφορία κατεξοχήν ενήλικων εκδόσεων όπως της Vertigo. Μέτα το 2000, όλες οι εκδοτικές εγκαταλείπουν σιγά σιγά τον Κώδικα. Η DC και η Archie Comics είναι οι τελευταίες που αποχωρούν το 2011, ώστε να καταστεί έκτοτε ανενεργός και να κλείσει ένα σκοτεινό κεφάλαιο στην ιστορία των κόμικς. Τι απέγινε όμως ο Wertham, ο μεγαλύτερος πολέμιος των κόμικς; Μετά την εκστρατεία του ενάντια στα κόμικς, εναντιώθηκε και στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Ούτε τα έργα του Χίτσκοκ δε γλίτωσαν από τα βέλη του, κατηγορώντας τα για αναίτια βία, αν και όπως δήλωνε περήφανα, δεν είχε δει καν το «Ψυχώ». Συνέχισε να γράφει ενάντια στα κόμικς, δηλώνοντας ότι ο Κώδικας ήταν ένα ημίμετρο κι ότι έπρεπε να αντιμετωπιστούν ακόμα πιο αποτελεσματικά. Στα γεράματά του όμως, αναθεώρησε κάποια πράγματα και στο βιβλίο του «The World of Fanzines: A Special Form of Communication» (1974) εκφράστηκε για πρώτη φορά θετικά για την κοινότητα των κόμικς. Λίγο καιρό μετά, βρέθηκε καλεσμένος στο New York Comic Art Convention, αλλά όπως ήταν αναμενόμενο αντιμετωπίστηκε με μεγάλη εχθρότητα από τους παρευρισκόμενους. Δεν ξανάγραψε τίποτα σχετικό με κόμικς και πέθανε λίγα χρόνια αργότερα, το 1981.

Πηγές: Chris and Reggie’s Cosmic Treadmill Podcasts, CBR, CBLDF, Comic Book Historians, Lambiek Comiclopedia, Wikipedia, Σεμινάρια Ιστορίας Κόμικς με τον Γιάννη Κουκουλά

* * * * * * * * Το spiderman που κυκλοφορησε χωρις τη σφραγιδα του κωδικα

8 COMICcultura

Όταν καλέστηκε να καταθέσει ο Bill Gaines, τον ρώτησαν αν θεωρεί το εξώφυλλο καλόγουστο. Απάντησε ότι για κόμικ τρόμου ήταν μια χαρά. Τον ξαναρώτησαν, πότε θα το θεωρούσε κακόγουστο κι αυτός απάντησε ότι θα ήταν κακόγουστο, αν το κομμένο κεφάλι της κοπέλας ήταν ψηλότερα στο εξώφυλλο και έτρεχαν αίματα από τον κομμένο της λαιμό.


Η

Του Γιώργου Σαφελά

DC και Vertigo…

Τ

ο 1993 δημιουργήθηκε η Vertigo, ένα ενήλικο παρακλάδι της DC Comics με περιερχόμενο που δύσκολα έβρισκε θέση στα mainstream comics, όπως το sex, οι πολιτικές και πολεμικές ωμότητες, η δυστοπία και άλλα θέματα. Η Karen Berger και η παρέα της φυσικά είχαν θέσει ως στόχο μεταξύ άλλων το να διαπεράσουν το φράγμα του Comics Code Authority και να δώσουν ελευθερία στου δημιουργούς μακριά από τη λογοκρισία αλλά και μακριά από τον κίνδυνο του να χάσουν τα δικαιώματα για το έργο τους. Οι ήρωες μας λοιπόν έφυγαν από το αψεγάδιαστο που τους πλαισίωνε και τους περιόριζε, δημιουργώντας σε εμάς τους αναγνώστες πολλές απορίες για το τι ρεαλιστικά πρεσβεύουν, πίσω από τα κουτάκια του άσπρου και του μαύρου και είδαμε χαρακτήρες ακόμα πιο κοντά σε εμάς όπως τον John Constantine που παρά τις γερές δόσεις ατομικισμού και τις αδυναμίες, όπως το μανιώδες κάπνισμα -κάτι που ποτέ δε θα βλέπαμε να τις έχει ο Batman ή ο Green Lantern- δεν έπαψε ποτέ του να αγαπάει την ανθρωπότητα και να νιώθει ενοχές όταν η μάχη του οδηγούσε σε ήττα. Ο σκληρός μπάσταρδος επίσης ήταν πολύ επιρρεπής και στα δακρυα, δύο δεκαετίες πριν δούμε το Batman στην ίδια θέση -ας είναι καλά ο Scott Snyder.

Φυσικά δεν υπάρχει κανένα παραμύθι χωρίς το άσχημο κομμάτι του και η Vertigo δε θα μπορούσε να αποτελεί την εξαίρεση σε αυτό τον κανόνα. Υπάρχουν κάποιες σκιερές στιγμές στην ιστορία 26 χρόνων που φέτος ολοκληρώνεται, με αποκορύφωμα βεβαίως την απόλυση της Karen Berger το 2013. Δύο στιγμές θα ξεχωρίσουμε εμείς εδώ, μια γνωστή και μια που ξεχάστηκε στο χρόνο… Από τη μία, η πρώτη μιλάει για το Swamp Thing Meets Jesus, ξεκινώντας αμέσως μετά την ολοκλήρωση του αξεπέραστου Saga Of the Swamp Thing από τον Alan Moore, όπου ο επιστήμονας Alec Holland έφθασε στη θέωση. Το δύσκολο έργο της συνέχειας αναλαμβάνει ο Rick Veitch ενώ υπάρχει μια συμφωνία να πλαισιώνεται από τους Neil Gaiman και Jamie Delano για κάποια τεύχη κάθε χρόνο. Ο Neil Gaiman έμελλε να γράψει μόνο για ένα τεύχος του Swamp Thing τελικά αφού η ιστορία που είχε στα σκαριά ο Rick Veitch με τον Swampie να συναντά τον Ιησού Χριστό λογοκρίνεται από τα αποδυτήρια από πλευράς DC Comics και ο Veitch θαρραλέα αποχωρεί. Οι Delano και Gaiman τον ακολουθούν. Οι εντάσεις των δύο μεριών ήταν φαινόμενο που υπήρχε από την αρχή και το 2013 η Berger δήλωσε ότι το σχίσμα αυτό ήταν κάτι που αχνοφαινοταν σχεδόν από το ξεκίνημα. Γιατί να στερηθούμε μιας τόσο ενδιαφέρουσας

Λ Ο Γ Ο Κ Ρ Ι Σ Ι Α

ιστορίας όπου ένας θεάνθρωπος συναντά έναν άλλο; Και γιατί από μια κολλεκτίβα δημιουργών που αντιπροσωπευε αυτή τη φιλοσοφία που σκότωνε τέτοια «γιατί»; Όπως πολύ σωστά είχε πει και ο ίδιος ο Gaiman στην ιστορία του Sandman: Season of Mists, «όλα χρειάζονται τη σκιά και την αντανάκλαση τους για να έχει νόημα η ύπαρξη τους»… Από την άλλη, η δεύτερη μιλάει για το Scarab, μια βαθιά ξεχασμένη στο χρόνο ιστορία, που ξεκίνησε παίρνοντας έναν ήρωα που θεωρητικά είχε αποσυρθεί από τη golden age και τον φέρνει πίσω στην ενεργό δράση. Εδώ το background και τα what if είναι απίστευτα. Ένα imprint δομημένο στην προστασία και τη στήριξη των δημιουργών και των δικαιωμάτων τους αναγκάζει το δημιουργό να κόψει και να ράψει ξαφνικά την ιστορία από ongoing σε 8 τευχη, ενώ επίσης θέτει πως πρέπει να εντάξει είτε το επιθυμεί είτε όχι τον Phantom Stranger σε ένα από τα τεύχη της ιστορίας. Σε μια περίοδο που η DC Comics αρχίζει και πιέζει τη Vertigo να περιορίσει τα πολλά πειράματα για λόγους όπως η ξαφνική αύξηση κόστους του χαρτιού και των εκτυπώσεων, μας στέρησε όχι μόνο την ευκαιρία να απολαύσουμε μια πολύ καλή ιστορία -όπως στην παραπάνω περίπτωση-, αλλά και σκότωσε την καριέρα του δημιουργού John Smith. Το σημείο κλιμάκωσης; Είναι 2016 και μετράμε ήδη τρία χρόνια από τη στιγμή της αποχώρησης της Karen και κάπου εκεί ήρθε ένα original graphic novel -παρακαταθήκη σε ό,τι καλύτερο και αληθινό πρέσβευε η Vertigo για πολλά χρόνια μακριά από το cc authority και κοντά σε όλους εμάς που θέλαμε να ταυτιστούμε με χαρακτήρες οι οποίοι αν και είχαν πάντα κάτι το μεταφυσικό, είχε ποτίσει παράλληλα το πετσί τους από δυνατές πινελιές της καθημερινότητας (μας). Το σκληροδετο κόμικ φέρει τον τίτλο Dark Night- A True Batman Story με συγγραφέα του φαινομένου Batman – The Animated Series. Εξιστορώντας την εμμονή του με τις ιστορίες από μικρός και τους φανταστικούς φίλους του, τη γνωριμία του με τον «αφελή» Batman, ένα πνευματικο τέκνο του cc authority σε μεγάλο βαθμό, την επιτυχία που τον οδήγησε από ένα ανέκαθεν κλειστό παιδί σε ένα επιτηδευμένο celebrity lifestyle και την ανώμαλη προσγείωση όταν έμεινε κατάκοιτος για μεγάλο χρονικό διάστημα έπειτα από επίθεση ληστών. Εκεί το φάντασμα των ηρώων που κατοικούν στο κεφάλι του αρχίζει να παρελαύνει μέσα σε αυτό. «You are unrealistic, a child’s power fantasy»,«DC will just my ass if I make do this» παρατηρεί ο Batman καθώς αγοράζει όπλο και κάνει σκοποβολή, αντίστοιχα. Τελικά αποφασίζει ότι μπορεί να έχει το κουράγιο του Batman χωρίς να είναι φτιαγμένος από ατσάλι και αλάνθαστος. Νωρίτερα στην παιδική του ηλικία τον πήγαν οι γονείς του σε ψυχοθεραπευτή για να εξεταστεί η εμμονή του με τις ιστορίες και τους ήρωες τους… Σας θυμίζει κάτι; Ένας ψυχίατρος ή ψυχολόγος που σέβεται τον εαυτό του θα σας πει ότι δε θα γίνετε ποτέ αψεγάδιαστοι γιατί πολύ απλά είστε άνθρωποι και όχι ρομπότ, δε θα σας πει πόσο κακό σας κάνει το περιεχόμενο των κόμικς που αγαπάτε. Μέσα από την περιπέτεια του μας εξιστορεί μια μικρή ιστορία όπου ο Bats συναντά τη Death και τον Morpheus οι οποίοι του δίνουν την επιλογή

Σ Τ Ο Σ Η Μ Ε Ρ Α COMICcultura 9


να πεθάνει ή να συνεχίσει. Είμαστε τυχεροί που είδαμε στο χαρτί με τη συμβολή του Rossi ένα δείγμα έστω μιας ιστορίας, η οποία -επειδή ήταν πολύ μεταφυσική- λογοκρίθηκε! Το συγκεκριμένο κόμικ για πολλούς ήταν μια φλύαρη δραματοποίηση βιωμάτων του δημιουργού του -για εμάς μια άψογη τοποθέτηση του πόσο κακή κληρονομιά άφησε ο cc authority και πως η φιλοσοφία της Vertigo -όταν εκείνη ήταν υγιής- έδειξε μια ουσιαστική αντίσταση σε αυτο.

Marvel Knights a.k.a. «Κάνε Το Όπως Η Vertigo» Το 1998 που η Marvel ένιωθε την ανάσα της χρεοκοπίας καυτή στο σβέρκο της αφενός, πούλησε τα δικαιώματα του κινηματογραφικού Spider-Man στη Sony και αφετέρου προσέλαβε τον Joe Quesada σε ρόλο Μεσσία για να φέρει μαζί του τις γνωριμίες του και να δώσει μια νέα ενήλικη πνοή σε αγαπημένους αλλά και νέους χαρακτήρες και να σημάνει την ανάσταση των πωλήσεων. Bendis, Ennis, Dillon, Maleev, Jay Lee και πολλοί ακόμα σήκωσαν το βάρος στους ώμους τους. Μια από τις περιπτώσεις που δικαίωσαν τη Marvel ήταν ο Daredevil, ο τίτλος σημαία του imprint, και η πρώτη αδιαμφισβήτητα χρυσή περίοδος μετά την επανάσταση του Frank Miller στα 80ς. Το κλίμα και οι χαρακτήρες ήταν επιτέλους όσο street level ρεαλιστικά έπρεπε να είναι. Φόβος, τρόμος και η πιο άγρια γειτονιά μιας μητρόπολης που με μια εξίσου άγρια ομορφιά σε έβαζε στο πετσί της αφού ένιωθες τον πανικό τους, καθώς σε κάθε στενό τους περίμενε ένα μαχαίρι συστημένο για εκείνους και τους αγαπημένους τους. Βέβαια, ακόμα και επί Miller υπήρχε ένας υποχρεωτικά παιδικός τόνος με ατάκες τύπου «I am a super hero!», σε καταστάσεις που δεν ταίριαζαν καθόλου.Όλο το σεβάσμιο street level έγινε αυτό που πραγματικά του αξιζε με σειρές όπως το Alias και το Cage (Marvel Max Comics,18+). Άλλη μια περίπτωση αποτελεί το Inhumans, που πραγματεύεται μια πλειάδα πλασμάτων ισχυρότερων από τους ανθρώπους με απίστευτες δυνατότητες. Προσθέτοντας πολιτικές σκοπιμότητες που έφεραν τον πόλεμο στο κατώφλι τους και τη σύγκρουση με τους ανθρώπους, κάνοντας την ιστορία όχι ένα ακόμα πολύχρωμο πάρτι υπερφυσικών όντων, άλλα ένα από τα σημαντικότερα μαθήματα του πως να δίνεις σε χαρακτήρες την υπόσταση που τους αξίζει, πράγμα που δύσκολα θα περνούσε από το cc authority. Και τέλος, έχουμε το Sentry. Το 1961 ο Stan Lee δημιουργεί έναν ήρωα με πορτοκαλί και μπλε στολή γεμάτη θετική ενέργεια και ακτινοβολία, με μια κάπα και ένα «S» στη στολή του. Η κοσμική ενέργεια που αποκτά τον καθιστά ανίκητο και ικανό να χειριστεί μέχρι και τον Ήλιο. Ο ήρωας μένει στο συρτάρι πριν καν εμφανιστεί

10 COMICcultura


αφού δεν υπήρχε χώρος για έναν Σούπερμαν δια χειρός Marvel . Τέσσερεις δεκαετίες μετά κάνει την πρώτη του εμφάνιση υπό την ετικέτα της Marvel Knights, παρουσιάζοντας τον κακογερασμένο, αλκοολικό, ζώντας μια απόλυτα ήσυχη ζωή με τη σύζυγό του σε μια μονοκατοικία σε απόμερο σημείο, καθώς υποφέρει από αγοραφοβία. Το ξυπνητήρι στο κεφάλι του σημαίνει αφύπνιση και θυμάται ότι ήταν σούπερ ήρωας και αναζητεί τον καλύτερο του φίλο, Reed Richards, για να πάρει βοηθεια στο να μάθει τι συνέβη κάποτε και γιατί. Επικοί μαύροι διάλογοι σε μια ατμόσφαιρα πολλές φορές καφκική, με τους Fantastic Four, το Doctor Strange, τον Spider-Man και το Hulk και πολλές σοκαριστικές αποκαλύψεις. Σκηνές βίας: 0. Αθυροστομία: 0.Σεξ: 0.Ακραίες πολιτικές τοποθετήσεις: 0. Ποιο είναι το μεγάλο έμμεσο μήνυμα; Τι είναι αυτό που ίσως δεν βλέπαμε ποτέ μέσα από το φιλτρο του cc authority εδώ; Πέρα από έναν παιδικό ήρωα που τελικά παρουσιάστηκε ως κάποιος στα όρια της θέωσης, έχουμε την τσαλακωμενη εικόνα ενός τέτοιου χαρακτηρα μέσα από τις καταχρήσεις και το σκοτεινό του alter ego. Δε θα βλέπαμε ποτέ το Superman σε ανάλογη θέση.Ούτε στο Kingdom come, ούτε στο Batman Beyond, πουθενά!

Τι συμβαίνει σήμερα; Το Batman Damned του DC Black Label λογοκρίθηκε επειδή φαίνεται σε ενα καρέ το ανδρικό μόριο του Batman. Η Vertigo μετά το τέλος του 2019, ανακοινώθηκε πως θα είναι νεκρή. Πριν ανακοινωθεί αυτό, 2 πολλά υποσχόμενες νέες σειρές, το Safe Sex και το Second Coming δεν εκδόθηκαν ποτέ λόγω ακραίου περιεχομένου και βρήκαν το δρόμο τους ευτυχώς σε indie labels. Φημες λένε ότι μετά το περιστατικό με το πρώτο τεύχος του Batman Damned, ο πουριτανισμος τρώει τα σωθικά της DC τόσο με ιστορίες όπως το The Other History Of The DC Universe και Superman Year One που ξαναγράφτηκαν από την αρχή, ενώ ο «suggested for mature readers» χαρακτήρας του black label πήγε περίπατο. Το φάντασμα του cc authority έστω και χωρίς να πλαισιώνεται από το λογότυπο σε σχήμα γραμματοσήμου, ίσως είναι πιο δυνατό από ποτέ στις μεγάλες εταιρίες κόμικς αυτή τη στιγμή, με όαση στο άνυδρο τοπίο το imprint Karen Burger Books της Dark Horse Comics και φυσικά την IDW και αλλες indie εκδοτικές. Δεν ξέρουμε απλά από ποιο σημείο και μετά παύουν να φταίνε οι εταιρείες και αν περιστατικά όπως τα παραπάνω είναι προφανές ότι τη μετά-Trump εποχή, αυξήθηκαν κατά πολύ και οι συνέπειες τους έγιναν ακόμα πιο έντονες…

COMICcultura 11


«Καλά, μεγάλωσες και ακόμα διαβάζεις... μικυμάου;»

Γ

ια ένα ευρύ μέρος της κοινωνίας, τα κόμικς συνεχίζουν να θεωρούνται μια μορφή τέχνης (και αυτή είναι η καλή περίπτωση) λαϊκή και ευτελής. Μία ενασχόληση για μικρά παιδιά, ένα πρώτο στάδιο πριν αρχίσουν να διαβάζουν «κανονικά βιβλία», αφού, σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη, οι εικόνες έχουν ρόλο αντίστοιχο με τις βοηθητικές ρόδες στα παιδικά ποδήλατα. Μετά από κάποια ηλικία, πρέπει να τις βγάλεις. Σιγά σιγά και μετά από πολύ αγώνα, η κατάσταση αυτή αρχίζει να αναστρέφεται και η παγιωμένη αυτή αντίληψη εξασθενεί. Και πράγματι, πιο συχνά συναντά κανείς πλέον βιβλία κόμικς σε ράφια και βιτρίνες βιβλιοπωλείων, και πολύ συχνά στις λίστες best seller. Αλλά συνήθως, για να γίνει αυτό, πρέπει να καμουφλαριστούν πρώτα με τον όρο graphic novel. Μία επιλογή των ίδιων των δημιουργών να διαφοροποιήσουν τα «σοβαρά» κόμικς από τα «παιδικά», τα «λαϊκά», τα «μικυμάου».

Παράλληλα, η κλιμακούμενη κυριαρχία του υπερηρωικού είδους στην κινηματογραφική (ή, πιο πρόσφατα, και την τηλεοπτική) βιομηχανία εξοικειώνει όλο και περισσότερο το ευρύ κοινό με την αισθητική των κόμικς και στέλνει συνεχώς «νέο αίμα» στην ενασχόληση με την 9η Τέχνη – σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό. Αλλά, αν και το πιο ορμητικό, δεν είναι μόνο το υπερηρωικό στοιχείο που βρίσκει τη θέση του στη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη. Όλο και περισσότεροι παραγωγοί αναζητούν την έμπνευσή τους στην εικονογραφημένη μυθοπλασία: από κλασικές δημιουργίες όπως το «Αστερίξ» ή δημοφιλή κόμικς όπως το «Sin City» μέχρι τον αμφιλεγόμενο «Θάνατο Του Στάλιν» ή το ιδιαίτερο «I Kill Giants» – και φυσικά τηλεοπτικές σειρές, σαν το πρόσφατο «Happy!» και το «Umbrella Academy» του Netflix. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι ο μέσος θεατής αφομοιώνει πλήρως τις παραπάνω αναφορές, ή ότι θα αναζητήσει νομοτελειακά την πρωτότυπη μορφή της ιστορίας. Σίγουρα όμως είναι ενδεικτικό πως η νοοτροπία που απέρριπτε τα κόμικς, θεωρώντας τα μια μορφή τέχνης συνώνυμη της πνευματικής ένδειας, σταδιακά εξασθενεί. Εγχειρήματα κοινωνιολογικής προσέγγισης στο Μέσο, με σκοπό να αναδείξουν τη βλαπτική του επίδραση στην προσωπικότητα των νέων, όπως το εμβληματικό «Ντόναλντ, Ο Απατεώνας» του 1970, στις μέρες μας μάλλον θεωρούνται γραφικά και ανερμάτιστα. Με τον ίδιο τρόπο, κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται όσοι εμμένουν να απαξιώνουν την αναγνωρισμένη ως 9η Τέχνη στο δημόσιο λόγο, προωθώντας την άποψη ότι αποτελεί… «παιδί ενός κατώτερου θεού». Γραφικοί, αδαείς και κολλημένοι στην αναπαραγωγή στερεότυπων παλαιομοδίτικων και συντηρητικών. Μία περιγραφή που ταιριάζει γάντι στον πρώην αντιπρόεδρο του συντηρητικού, δεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, Άδωνη Γεωργιάδη, ο οποίος, μιλώντας σε ραδιοφωνική εκπομπή στον Real FM στις 20/03/2019, προσπαθώντας να μειώσει τον πολιτικό του αντίπαλο, Αλέξη Τσίπρα, κατέφυγε στη στερεοτυπική εργαλειοποίηση μιας ολόκληρης μορφής τέχνης. «Πιστεύει κανείς ότι ο Τσίπρας μπορεί να διαβάσει τέτοια βιβλία; Ο Τσίπρας μέχρι Μπλεκ φτάνει, μέχρι και Spider-Man, δεν μπορεί να πάει παραπάνω.»

Πριν 10 χρόνια, με αφορμή την εκλογή του ως 44ου Προέδρου των ΗΠΑ, ο Barack Obama πρωταγωνίστησε σε μία ειδική ιστορία του Spider-Man με τίτλο «Spidey Meets The President!». Το τεύχος Amazing Spider-Man #583 αποτέλεσε ένα σύγχρονο εκδοτικό επίτευγμα από άποψη πωλήσεων, καθώς το εξώφυλλο με τον πρώτο έγχρωμο Πρόεδρο των ΗΠΑ και τον Αραχνάκια στο βάθος έγινε περιζήτητο. Ο Barack Obama έχει δηλώσει πως είναι μεγάλος φαν των κόμικς και ιδιαίτερα του SpiderMan. Αν λάβουμε υπόψη και το χρώμα του, δε θα θέλαμε να ακούσουμε την άποψη του Άδωνη Γεωργιάδη για τον προηγούμενο Πρόεδρο της Αμερικής.

Οι δύο Χιλιανοί συγγραφείς του βιβλίου «Ντόναλντ Ο Απατεώνας» προσπαθούν να πείσουν τους αναγνώστες τους πως τα κόμικς του Ουώλτ Ντίσνεϋ προσπαθούν με ύπουλο τρόπο να περάσουν καπιταλιστικά και ιμπεριαλιστικά μηνύματα στα παιδιά, επιστρατεύοντας θεαματικά λογικά άλματα και κακομεταφρασμένα καρέ από τις ιστορίες αναφοράς.

Άδωνις Γεωργιάδης, Real FM 97.8, 20/03/2019 Λίγες μέρες νωρίτερα, διαβάσαμε το κείμενο της κυρίας Μοσχολιού Τζίνας στην αντίστοιχης πολιτικής αλλά και αισθητικής κατεύθυνσης εφημερίδα «Τα Νέα», με τίτλο «Ο αγράμματος Τσίπρας και η γενιά Χ που ήταν μορφωμένη». Σε ένα κείμενο που προσπαθεί να μειώσει το μορφωτικό επίπεδο του πρώην πρωθυπουργού, πάλι επιλέγονται τα κόμικς ως έσχατη λύση σε μία σειρά πιθανών αναφορών / ερεθισμάτων. «Αυτό που δεν εξηγείται με κανέναν τρόπο είναι το πώς γίνεται να μη φανερώνει ο λόγος του, οι λέξεις του, καμιά συγκεκριμένη αναφορά σε κάτι δικό του, σε κάτι που ξέρει, που αγαπά, σε μια ταινία, ένα άθλημα, ένα βιβλίο, κάτι, ας είναι κι ένα κόμικ!» Τζίνα Μοσχολιού, εφημερίδα «Τα Νέα», 10/03/2019 Ας είναι. Διατυπώσεις που περνάνε στα ψιλά, αλλά φανερώνουν μία παγιωμένη αντίληψη για αυτή τη μορφή τέχνης, η οποία στα μάτια κάποιων είναι εκ προοιμίου κατώτερη, κρίνοντας μόνο και μόνο βάσει της μορφής τους, και όχι βάσει περιεχομένου. Με αυτή τη λογική, αριστουργήματα όπως το «Watchmen», «V For Vendetta», αλλά και τα δικά μας «Logicomix» ή «Δημοκρατία», θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως κατώτερα αναγνώσματα από τα μυθιστορήματα της Λένας Μαντά ή της Χρυσιήδας Δημουλίδου, μόνο και μόνο επειδή οι δημιουργοί τους επέλεξαν το συγκεκριμένο μέσο για να αφηγηθούν την ιστορία τους. Ταυτόχρονα, ακόμα και κόμικς που απευθύνονται πράγματι καταρχήν σε παιδιά, θα έπρεπε να προωθούνται με θετικές αναφορές στο δημόσιο λόγο, και όχι σαν μέσο απαξίωσης πολιτικών αντιπάλων. Σε μια εποχή που κάθε χρόνο οι αναγνώστες γίνονται όλο και λιγότεροι, κόμικς

12 COMICcultura

Ο Μπλεκ, με τον υπότιλο «Τα Καλύτερα Κόμικς», συνεχίζει να εκδίδεται από τις Εκδόσεις Μικρός Ήρως, ακόμα και μετά από σχεδόν 30 χρόνια απουσίας από τα ελληνικά περίπτερα.


όπως τα «Μπλεκ», «Σπάιντερμαν» ή «Μίκυ Μάους» έχουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο να επιτελέσουν: να μαγνητίσουν και να εξοικειώσουν τις νέες γενιές με την ανάγνωση και τα έντυπα, ένα ρόλο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμα και λειτούργημα και τους ανήκει, παραδοσιακά, εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά ειδικά στον κύριο Γεωργιάδη, η απάντηση είναι απλή. Αν τα ερεθίσματά του, αντί να είναι τα βιβλία του Πλεύρη και του Παττακού ήταν κόμικς όπως το αριστουργηματικό και πολυβραβευμένο «MAUS», ένα έργο για την θηριωδία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, του αντισημιτισμού και του φασισμού, ίσως είχε εξελιχθεί σε κάτι πιο χρήσιμο για την ελληνική κοινωνία. Αντίστοιχες δηλώσεις ξεσήκωσαν πρόσφατα κύμα αντιδράσεων στην Ιταλία. Ο περιβόητος σήμερα αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης και Υπουργός Εσωτερικών, ο πρώην αρχηγός της Λέγκας του Βορρά, Ματέο Σαλβίνι, σχολιάζοντας στους δημοσιογράφους κάποια αμφισβητούμενα νούμερα, ανέφερε πως «αυτά που διαβάζετε στις εφημερίδες έχουν την αξιοπιστία του Topolino». Για όσους δεν το ξέρουν, το Topolino είναι το ιστορικό περιοδικό Disney στη γειτονική χώρα. Όπως συμβαίνει και με το δικό μας «Μίκυ Μάους», πρόκειται για το έντυπο με το οποίο εκατομμύρια παιδιά ανά γενεές μαθαίνουν να διαβάζουν. Και αυτό το περιοδικό το τελευταίο διάστημα βλήθηκε πανταχόθεν. Λίγο μετά, ο κεντροαριστερός πολιτικός Carlo Calenda, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την αναγνωστική κουλτούρα του Σαλβίνι, αναρωτήθηκε αν στη λίστα βιβλίων που έχει διαβάσει ο τελευταίος προσμετρούνται και τα Topolino. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η δήλωση του φιλοσόφου και πρώην Δημάρχου της Βενετίας, Massimo Cacciari: «Αν ο κόσμος είχε διαβάσει μερικά περισσότερα βιβλία πέρα από Topolino, θα καταλάβαινε περισσότερα πράγματα». Βέβαια, η «κομικσική» παράδοση στην Ιταλία είναι πολύ μεγαλύτερη, απ’ ό,τι στη χώρα μας, τόσο σε επίπεδο παραγωγής αλλά και σε επίπεδο εκδόσεων, μεταφράσεων, αναγνωστών. Και αυτό φάνηκε πολύ καθαρά από την ένταση των αντιδράσεων από τους συντελεστές αλλά και όσους μεγάλωσαν, και συνεχίζουν να μεγαλώνουν, με αυτά τα περιοδικά, τόσο στα παραδοσιακά μέσα όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

- Το Topolino ήταν το πρώτο πράγμα που έμαθα να διαβάζω - Και μετά να σχεδιάζω και να αποφασίσω πως θέλω να κάνω κόμικς - Μετά δυστυχώς η ζωή με έφερε να κάνω κόμικς αλλά να ασχολούμαι με την πολιτική - Κι έτσι μιλώ μετά λόγου γνώσεως: το Topolino είναι χίλιες φορές καλύτερο…

Ο διευθυντής του περιοδικού, Alex Bertagni, δήλωσε στη γνωστή ιταλική εφημερίδα la Repubblica: «Με θλίβει λίγο άνθρωποι ειδικοί και καταρτισμένοι να μιλάνε με τέτοια ελαφρότητα για ένα… εργαλείο όπως το Topolino, ένα περιοδικό που κατάφερε, στα σχεδόν 70 χρόνια εκδοτικής ζωής του, να παρακινήσει στην ανάγνωση πολλές γενιές αναγνωστών, δίνοντάς τους ερεθίσματα για την προσωπική τους ανάπτυξη και συμβάλλοντας συχνά στο χτίσιμο μίας δυνατής κριτικής σκέψης. Το Topolino έχει αυτή τη μεγάλη ικανότητα να διηγείται την πραγματικότητα που βλέπεις γύρω σου και να το κάνει με έναν τρόπο διασκεδαστικό και μόνο εκ πρώτης όψεως «ελαφρύ» ώστε να αρμόζει και σε ένα κοινό πιο νέο που συχνά το πλησιάζει κυρίως για τη μαγεία των περιπετειών του. Καταφέρνει να διαδίδεται χρησιμοποιώντας λεξιλόγιο απλό και εύηχο, γι’ αυτό το λόγο αποτελεσματικό, και όποιος είναι ειδικός της επικοινωνίας γνωρίζει πόσο σύνθετο δύσκολο είναι να το καταφέρεις. Το Topolino είναι συχνά ένα «σημείο εκκίνησης» για προσωπικά μονοπάτια πλούσια σε ερεθίσματα και πάθη». Την ίδια στιγμή, πλήθος ενημερωτικών σελίδων, από την Corriere Della Sera μέχρι την Huffington Post, αναπαρήγαγαν την είδηση της «κόντρας» του περιοδικού με τους πολιτικούς, με κυρίαρχο το σύνθημα «Σταματήστε να μας χρησιμοποιείτε σαν παράδειγμα αμάθειας!». Η εφημερίδα Il Foglio φιλοξένησε διπλή συνέντευξη με δύο από τους πιο δημοφιλείς σεναριογράφους ιστοριών με τους ήρωες του Disney, Francesco Artibani και Roberto Gagnor, ενώ ο θρυλικός πλέον σεναριογράφος και συγγραφέας Tito Faraci έδωσε τη δική του απάντηση μέσω του περιοδικό FQMagazine της εφημερίδας Il Fatto Quotidiano. Γελοιογράφοι όπως ο Mario Natangelo τοποθετήθηκαν με το δικό τους τρόπο στο ζήτημα. Το γεγονός ότι εν έτει 2019 δημιουργείται η ανάγκη να εξηγηθούν αυτονόητα πράγματα, είναι, σίγουρα, απογοητευτικό. Ωστόσο, δεν πρέπει να αποθαρρύνει όσους ασχολούνται, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, με αυτήν τη μαγευτική τέχνη. Αντίθετα, όλοι -δημιουργοί, εκδότες, αναγνώστες- οφείλουν να απαντάνε με τον κατάλληλο τρόπο σε τέτοιες αστοιχείωτες τοποθετήσεις. Όπως δεν είναι όλοι οι πολιτικοί κλέφτες και απατεώνες, όπως δεν είναι όλοι οι δημοσιογράφοι αλήτες και ρουφιάνοι, έτσι δεν είναι και όλα τα κόμικς παιδικά ή ελαφρά αναγνώσματα. Μάλλον όσοι αναπαράγουν αυτήν τη στερεοτυπική άποψη κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Ας μην επιτρέψουμε όμως σε άτομα που όταν διάβαζαν κόμικς μάλλον κοιτούσαν μόνο τις εικόνες, να υποβιβάζουν στο δημόσιο λόγο αυτήν την ιδιαίτερη τέχνη στο σύνολό της. Γιάννης Ιατρού

«Μίκυμαου», ο τίτλος του πρόσφατου σκίτσου του Bryan Mince, σε ιδέα-σενάριο του Μέλανδρου Γκανά…

Στο «MAUS» (1980-1991), ο Art Spiegelman διηγείται τις αναμνήσεις του Πολωνού Εβραίου πατέρα του από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Εβραίοι παρουσιάζονται σαν ποντίκια, οι Γερμανοί σα γάτες και οι Πολωνοί σα γουρούνια. Πρόκειται για το πρώτο κόμικ που κέρδισε ποτέ το βραβείο Πούλιτζερ.

COMICcultura 13


Against Censorship - ThePack (Σάββας Αμπατζίδης)

14 COMICcultura


COMICcultura 15


ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΜΑΔΑΦΑΚΑ! #03 - Περικλής Κουλιφέτης

16 COMICcultura


COMICcultura 17


18 COMICcultura


Οι «Πειρασμοί» ξανάρχονται! Γαλέρα! Κάποτε υπήρξε ένα εναλλακτικό περιοδικό. Ένα εξαιρετικό περιοδικό. Mε λόγια και εικόνες, κείμενα, γελοιογραφίες και κόμικς. Το τελευταίο ευφάνταστο περιοδικό πριν από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια. Το όνομά του «Γαλέρα» και καπετάνιος του ο Γιάννης Καλαϊτζής. Ξεκίνησε ως μια συλλογική, κολεκτιβίστικη ενέργεια δημιουργικών ανθρώπων. Έτσι από τις σελίδες της «Γαλέρας» πέρασαν πλήθος δημοσιογράφων, αρθρογράφων, γελοιογράφων και δημιουργών κόμικς. Ο καπετάνιος μας, ο Γιάννης, μου έλεγε τότε για ένα άλλο περιοδικό, το «Τέταρτο», με κάποιον άλλο τρελό τιμονιέρη, τον Μάνο Χατζιδάκι. Εκεί ο Χατζιδάκις, διαθέτοντας ξεχωριστό δημιουργικό ένστικτο, έδωσε χώρο και ελευθερία στον τότε νεαρό Καλαϊτζή να δημιουργήσει το πιο υπερβατικό Ελληνικό κόμικς που υπήρξε μέχρι σήμερα τυπωμένο σε χαρτί. Μια σειρά μονοσέλιδων αυτοτελών - και μεταξύ τους εντελώς ασύνδετων - κόμικς. Ξεκινώντας από μία αρχική ιδέα, λέξη ή εικόνα, ο Καλαϊτζής περνούσε διαδοχικά στα επόμενα καρέ, ακολουθώντας συνειρμούς και διαμορφώνοντας μια σουρεαλιστική αφήγηση. Συνειρμικά κόμικς - ή καλύτερα «συνειρμικά ντεκουπάζ», όπως τα ονόμαζε ο ίδιος. Πρωτοποριακές σελίδες που θα ήταν δύσκολο να φιλοξενήσουν ακόμα και τα σημερινά έντυπα. Αυτή τη ζωογόνα ελευθερία της δημιουργίας που δοκίμασε ο Γιάννης από τον Χατζιδάκι, την ενέγραψε αργότερα στο DNA του δικού του πλέον περιοδικού. Μια ελευθερία που πρόσφερε γενναιόδωρα σε όσους αρθρογραφούσαν ή σκίτσαραν στην «Γαλέρα». Κι εμείς, αποδεσμευμένοι από εσωτερικές κι εξωτερικές «λογοκρισίες», αφεθήκαμε στο να εκφραστούμε, να πειραματιστούμε, δίνοντας τον καλύτερό μας εαυτό. Αντώνιος και… Κλεοπάτρα! Σ’ αυτό το κλίμα δημιουργήθηκαν και οι «Πειρασμοί». Ένα μισοσέλιδο comic strip, σε ενότητες των τεσσάρων επεισοδίων, τα οποία έμπαιναν ως σαλόνι (δηλαδή σε δύο αντικριστές σελίδες) στην «Γαλέρα». Τούτες οι τετράδες - που θα έχετε πλέον την ευκαιρία να παρακολουθείτε από τις… ηλεκτρονικές σελίδες του Comic Cultura- έχουν θεματική συνοχή. Τα στριπάκια και τα gags μπορεί να διαβάζονται αυτόνομα, την ίδια στιγμή όμως συνδέονται νοηματικά, διαμορφώνοντας έτσι και μια μεγαλύτερη αφήγηση. Κεντρικός ήρωας είναι ο Αντώνιος. Ένας μοναχικός τύπος χαμένος στην έρημο - κάτι σαν ασκητής- μακριά από τους πειρασμούς του μάταιου τούτου κόσμου. Εκεί στην ερημιά, ο Αντώνιος προσπαθεί να τα βρει με τον εαυτό του και να κατευνάσει τα πάθη του. Σεξ, χρήματα, απολαύσεις, προνόμια, οι Πειρασμοί του παίρνουν διάφορες μορφές για να τον διαβάλουν, να τον απομακρύνουν από κάποιο πιθανό νόημα της ύπαρξης. Σταθεροί συζητητές, διαβολείς και γειτόνοι του Αντώνιου στην έρημο, ένα … θηλυκό φίδι, η Κλεοπάτρα κι ένας σκορπιός. Απ’ τον Φλομπέρ στον Μπρέγκελ Οι «Πειρασμοί» κινούνται σε ένα χωροχρονικό επίπεδο και τα … «σημεία και τέρατα» που συμβαίνουν προκλητικά μπροστά στον Αντώνιο, συχνά δεν είναι παρά συμβάντα και συνήθειες ενός άλλου, μελλοντικού για τον ήρωα, πολιτισμού. Ενός πολιτισμού, ας πούμε σαν τον δικό μας. Οι συνειρμικές και όχι μόνο αναφορές των Πειρασμών, φυσικά παραπέμπουν στην ασκητική μορφή του Αγίου Αντωνίου. Το θρησκευτικό συναξάρι του αγίου αλλά και «Ο πειρασμός του Αγίου Αντωνίου» (La Tentation de Saint Antoine) του Gustave Flaubert, καθώς και οι πίνακες του Hieronymus Bosch και του Pieter Bruegel ήταν στο προσκεφάλι μου όλο το διάστημα που ο Αντώνιος - κι εγώ μαζί του - ξιφομαχούσε με τους πειρασμούς. Η αέναη προσπάθεια να σηκώσει το βάρος της ψυχής. Μια κίνηση ανάλογη της ματαιότητας των μόχθων του Σίσυφου. Το στριπάκι ξεκίνησε να δημοσιεύεται στη «Γαλέρα» από το πρώτο, δοκιμαστικό τεύχος μηδέν (#0), τον Ιούνιο του 2005, μέχρι και το κλείσιμο του περιοδικού στο τεύχος 51, τον Ιανουάριο του 2010. Καλή ανάγνωση.

«ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ» Από το οπισθόφυλλο του πρώτου άλμπουμ «Είμαι κανείς εγώ;» (2008) Όσοι είναι οι κόκκοι της άμμου, τόσα είναι τα ψέματα των ανθρώπων. Έτσι λένε οι Βεδουίνοι. Κάθε φορά που λέμε ένα ψέμα, ο Θεός φτιάχνει έναν κόκκο άμμου και μπαζώνει την έρημο. Και κάθε κόκκος μια ελάχιστη ήττα, ένας συμβιβασμός για την επιβίωση, μια υποταγή. Σ’ αυτή την έρημο σέρνει τα ποδάρια του ο Αντώνιος. Ψάχνει τις αλήθειες του στις θίνες των ψεμάτων. Στα κύματα των πειρασμών που σερφάρουν οι δαίμονες. Φίδια κι ερπετά! Θέλει κότσια για να τα βάζεις με την ψυχή σου. Αλλά, αν δεν μπορείς, μη βρίσκεις δικαιολογίες και παριστάνεις τον καμπόσο. Μην προσθέτεις κι αυτό τον κόκκο στην έρημο. Δεν είναι βλαστήμια ο αυτοσαρκασμός. Αν δεν μπορούμε να την πολεμάμε, τουλάχιστον ας μπορούμε να… γελάμε με την ψυχή μας.

Soloup

COMICcultura 19


20 COMICcultura


COMICcultura 21


ΥΠΝΟΣ - Malk (Νίκος Γιαμαλάκης)

22 COMICcultura


COMICcultura 23


24 COMICcultura


9

η ΤΕΧΝΗ 90 Χρόνια Ποπάϋ Φέτος συμπληρώθηκαν 90 χρόνια από τη πρώτη εμφάνιση του αγαπημένου μας σπανακοφάγου ναύτη. Ένα ναυτάκι που εμφανίστηκε εντελώς τυχαία στις ζωές των αναγνωστών και του θιάσου του Thimble Theater και όμως έμεινε για πάντα στις καρδιές μας. 90 χρόνια πάντα δυνατός μέχρι τέλους! Γεννημένος στο Τσέστερ του Ιλινόις τον Δεκέμβριο του 1894, ο Elzie Crisler Segar ανήσυχο πνεύμα, έζησε μια ταραχώδη νεανική ηλικία στην οποία ακολούθησε ένα σωρό δουλειές μέχρι να αρχίσει να ασχολείται με το σχεδιασμό κόμικς. Σαν μηχανικός προβολής είχε δει πολλές από τις πρώτες μικρού μήκος ταινίες του Charlie Chaplin, οι οποίες τον επηρέασαν στο να αποτυπώσει παρόμοιες τρελές καταστάσεις στο χαρτί. Όταν οι πρώτες του δουλειές απερρίφθησαν, αποφάσισε να παρακολουθήσει εντατικά μαθήματα σχεδίου δι’ αλληλογραφίας και να δοκιμάσει την τύχη του στο Σικάγο. Εκεί θα τον πάρει υπό την προστασία του ένας άλλος μεγάλος δημιουργός ο Richard F. Outcault (πατέρας του Yellow boy και του Buster Brown) που είχε εξελίξει τα κόμικς με τη μορφή που έχουν σχεδόν μέχρι σήμερα. Ο Outcault τον συστήνει αμέσως στον διευθυντή της Chicago Evening Post, όπου εκεί θα αρχίσει το πρώτο του κόμικς στριπ, Charlie Chaplin’s Comic Caper, εμπνευσμένο φυσικά από τις ταινίες του Chaplin που έβλεπε. Σύντομα το ταλέντο του θα τραβήξει τη προσοχή των υπεύθυνων της King Feature Syndicate που είχε ιδρυθεί το 1916 από τον Randplh Hearst. O Segar αρχίζει να δουλεύει για αυτούς, μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και δημιουργεί τo 1920 ένα νέο στριπάκι το 5.15 ή Sappo. Η σχετική επιτυχία του strip κάνει τα αφεντικά του να του ζητήσουν τη δημιουργία ενός δεύτερου strip και έτσι τον Δεκέμβριο του 1919 ξεκινά το Thimble Theater του οποίου οι πρωταγωνιστές (Olive Oyl, ο αρραβωνιαστικός της Harold Hamgravy και ο κακός της υπόθεσης Willie Wormwood ) μέσα σε μονοσέλιδα panels αναλαμβάνουν σε κάθε ιστορία και έναν διαφορετικό ρόλο. Σταδιακά προστίθενται νέα πρόσωπα όπως ο αδελφός της Olive o Castor, οι γονείς της Cole & Nana Oyl κα και κάπως έτσι το στριπ συνεχίζει για τα επόμενα 10 χρόνια...

Στο strip της 17ης Ιανουαρίου του 1928 στη New York Evening Standard και ενώ ο Castor ψάχνει στο λιμάνι για κάποιο ναυτικό που θα τον πάει στο νησί Dice στις ακτές της Αφρικής, συναντά έναν άσχημο και μονόφθαλμο ναύτη με μία πίπα στο στόμα, τον οποίο ρωτάει αν είναι ναυτικός για να πάρει τη πληρωμένη απάντηση από εκείνον «Ja Think I’m a cowboy?» και ο Castor τον προσλαμβάνει... Κάπως έτσι ξαφνικά ο Popeye, εισέβαλε στις ζωές των πρωταγωνιστών του Thimble Theater όσο και των αναγνωστών... Ο Segar δεν είχε σκοπό να χρησιμοποιήσει το νέο αυτό χαρακτήρα περισσότερο από ένα story arc, αλλά τα γράμματα που έπαιρναν από τους αναγνώστες, καθώς και το πώς η παρουσία του ναυτικού άλλαξε ολόκληρη τη φιλοσοφία του στριπ (οι ιστορίες έγιναν ακόμα πιο χιουμοριστικές, απέκτησαν τσαγανό και εκρηκτικό «μπρίο») τον έκαναν να τον κρατήσει σαν μόνιμο χαρακτήρα. Η δημοτικότητα του ναύτη ξεπέρασε αυτή των εδώ και χρόνια πρωταγωνιστών του strip, με αποτέλεσμα ο Popeye να παραμερίσει τους περισσότερους και να γίνει η κεντρική φιγούρα ολόκληρου του θιάσου... O Segar μαζί με το σχέδιο του εξέλισσε συνεχώς τον χαρακτήρα του ναυτικού με το πέρασμα του χρόνου. O Popeye έγινε πολυδιάστατος σαν χαρακτήρας, παρότι όπως και οι υπόλοιποι ήρωες της σειράς ήταν περιορισμένης νοημοσύνης... Σίγουρα όμως το θάρρος, και η δύναμη του καθώς και διάθεση του να βοηθήσει όποιον έχει ανάγκη περισσεύουν! Ο θίασος συμπληρώνεται και με άλλους χαρακτήρες (που δυστυχώς δεν επιβίωσαν οι περισσότεροι από τους συνεχιστές του Segar) όπως ο J.Wellington Wimpy (τον γνωρίσαμε σαν Πόλντο στα ελληνικά Ποπάϋ του Δραγούνη ακολουθώντας τη ιταλική μετάφραση) και ο Sweepy (Ρεβυθούλης) που πρωτοεμφανίζεται στις 28 Ιουλίου του 1933 και γίνεται η μεγάλη αδυναμία του Popeye που τον υιοθετεί αμέσως, και ο πατέρας του Popeye τον οποίο ο ναυτικός μας πάντα τον αναζητούσε και τελικά τον βρίσκει το καλοκαίρι του 1937. Ο Segar για πρώτη φορά παρουσιάζει έναν θίασο που κερδίζει τη συμπάθεια του αναγνωστικού κοινού, με το να μην αποτελείται από όμορφους ή έστω ευπαρουσίαστους χαρακτήρες, όπου όλοι

τους είναι περιορισμένης διανοητικής ικανότητας, ο ίδιος ο πρωταγωνιστής είναι το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ονομάζουμε όμορφος... Ούτε καν συμπαθητικό δεν μπορούσες να τον πεις στην πρώτη του εμφάνιση... Ο Segar δεν μπόρεσε να δει το δημιούργημα του να μεγαλώνει μαζί του (μολονότι πρόλαβε και τον είδε στις κινηματογραφικές αίθουσες από τα κλασσικά cartoon των studio Fleischer) Πέθανε νεότατος από λευχαιμία στις 13 Οκτωβρίου του 1938... Φυσικά το strip το συνέχισαν άλλοι δημιουργοί όπως οι Doc Winner, Tom Sims και Bill Zaboly, ενώ ο βοηθός και γαμπρός του Segar, Bud Sagendrof ανέλαβε από το 1948 το κόμικς του Popeye και το Κυριακάτικο στριπ μέχρι το δικό του θάνατο το 1994. Αν και πολύ ταλαντούχος σχεδιαστικά ο Sagendorf, με τις ιστορίες του θα απευθυνθεί σε περισσότερο παιδικό κοινό. Επιπλέον, θα είναι ο σχεδιαστής εκείνος που θα σχεδιάζει τις περιπέτειες του Popeye για το δικό του πλέον περιοδικό που θα κυκλοφορήσει τον Απρίλιο του 1948. Το 2012 ο γνωστός δημιουργός σχεδιαστής και συγγραφέας Roger Langridge θα δημιουργήσει μία νέα σειρά 12 τευχών του Popeye, για λογαριασμό της IDW. Πιστός στο πνεύμα του Segar του οποίου ο Langrdge είναι φαν, θα επαναφέρει τον Popeye σχεδιαστικά και σεναριακά πίσω στις ρίζες του… Σπύρος Ανδριανός

COMICcultura 25


9

η ΤΕΧΝΗ Ένα Γλυκό Ξημέρωμα Δημήτρης Καμένος

14 Ιστορίες Κόμικς για την Αθήνα της Κατοχής

Ό

,τι έχουμε μάθει για Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και Ελλάδα, τα έχουμε μάθει από τα λεγόμενα ιστορικών αλλά και των σχολικών μας βιβλίων. Η μαγεία όμως της αφήγησης μιας ιστορίας από κάποιον που βίωσε την φρίκη του πολέμου, τον φόβο του θανάτου, την κατοχή, είναι τόσο δυνατή, που δύσκολα την ξεχνάς, και μπορεί να σε ακολουθήσει για το υπόλοιπο της ζωής σου. Δεκαπέντε, λοιπόν, δημιουργοί κόμικς κλήθηκαν

να απεικονίσουν τέτοιου είδους ιστορίες τον Οκτώβριο του 2016 στην έκθεση «Ένα Γλυκό Ξημέρωμα – Ιστορίες Κόμικς για την Αθήνα της Κατοχής», στα πλαίσια της εκδήλωσης «12 Οκτωβρίου 1944 – Η Αθήνα Ελεύθερη», και τα δεκατέσσερα αυτά έργα, κοσμούν τη νέα έκδοση της Jemma Press, «Ένα Γλυκό Ξημέρωμα – Δεκατέσσερις Ιστορίες Για Την Αθήνα Της Κατοχής». Και οι 14 αυτοί δημιουργοί ανήκουν στην γενιά των ιστοριών και των αφηγήσεων, των θρύλων και των μύθων, που καλούνται να συνεχίσουν το σκληρό έργο των προγόνων τους, να απελάσουν τον ναζισμό από τον κόσμο. Ποιοι είναι τα ονόματά τους; Τόμεκ Γιοβάνης, Γιώργος Γούσης, Σπύρος Δερβενιώτης, Πέτρος Ζέρβος, Δημήτρης Καμένος, Λέανδρος, Tasmar (Τάσος Μαραγκός), Θοδωρής Μπαργιώτας, Αλέξια Οθωναίου, Αλέκος Παπαδάτος, Θανάσης Πέτρου, Soloup (Αντώνης Νικολόπουλος), Γιώργος Φαραζής και Πέτρος Χριστούλιας. Και οι 14, με την δική τους τετρασέλιδη συμβολή, σχηματίζουν ένα

Ένα Γλυκό Ξημέρωμα Αλέξια Οθωναίου

Ένα Γλυκό Ξημέρωμα Σπύρος Δερβενιώτης

πολύχρωμο μοτίβο, σπάζοντας τον κανόνα του ασπρόμαυρου, προτάσσοντας την πολυφωνία και την καλλιτεχνική ελευθερία. Ή όπως πολύ σωστά αναγράφεται και στο οπισθόφυλλο της έκδοσης, «Δεκατέσσερις Έλληνες δημιουργοί κόμικς, μπρος στο δέος και τον αποτροπιασμό που γεννά η τρομακτική διάσταση του εγκλήματος, αντιτάσσουν τη μνήμη, προτάσσουν τη γνώση και παρακινούν σε εγρήγορση». Την επιμέλεια της έκδοσης (αλλά και της έκθεσης που πρωτοπαρουσιάστηκαν τα έργα) αναλαμβάνουν δυο εξαίρετοι κύριοι, ο ιστορικός τέχνης Γιάννης Κουκουλάς και ο ιστορικός και συγγραφέας Μενέλαος Χαραλαμπίδης, οι οποίοι και ανέλαβαν να συνθέσουν την εξαίρετη αυτή έκδοση. Συνολικά, τα 14 αυτά κόμικς, καλούνται να απαντήσουν στα εξής ερωτήματα. Πώς ήταν η ζωή στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής; Πώς κατάφεραν οι Αθηναίοι να επιβιώσουν και να διατηρήσουν την αξιοπρέπεια και την κοινωνική συνοχή εν καιρώ πολέμου; Ποιες θηριωδίες, ποια εγκλήματα

Ένα Γλυκό Ξημέρωμα Γιώργος Γούσης

διέπραξαν οι κατακτητές; Πώς αντιστάθηκαν οι κάτοικοι της πόλης; Ποιοι συνεργάστηκαν με τους ναζί; Ποιοι κράτησαν το στόμα τους κλειστό; Ποιοι βγήκαν στους δρόμους, με θάρρος και αυταπάρνηση σε καθεστώς απόλυτης παρανομίας για να διεκδικήσουν την ελευθερία; Και πώς φτάσαμε στην απελευθέρωση; Γιατί τελικά πρέπει να ξέρεις τι έχει συμβεί, ώστε να το αποτρέψεις από το να ξαναγίνει. Ίωνας Αγγελής

Hasta La Vista, τέκνον μου…

Η

κυκλοφορία του Yesternow αποδείχθηκε μια ευχάριστη έκπληξη κερδίζοντας τις αναγνωστικές καρδιές χάρη στις ποπ αναφορές, αλλά και στο έξυπνο σενάριο που σατίριζε με φρέσκο τρόπο μια ολόκληρη βιομηχανία κολλημένη στο παρελθόν. Η συνέχεια της ιστορίας, το Shark Nation, διατηρώντας το υποδειγματικό ξεδίπλωμα της πλοκής, επικεντρώθηκε σε καυτά ζητήματα που απασχολούν την παγκόσμια πολιτική σκηνή, κυρίως εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών με τον Σπύρο Δερβενιώτη να κερδίζει και αυτό το σαφώς πιο απαιτητικό στοίχημα. Φέτος, ο κόσμος του Yesternow υποδέχθηκε άλλη μια προσθήκη, μικρότερη σε μέγεθος, αλλά εξίσου φιλόδοξη με της προκατόχους της, το «Hasta La Vista Baby». Εκτυλίσσεται γύρω από μια ιδιαίτερη εγκυμοσύνη, αφού ένα ρομπότ κυοφορεί τον απόγονο του δημοφιλούς ηθοποιού. Προδομένος από τον εραστή του που τον παράτησε με την κοιλιά στο στόμα, το «αρσενικό» ανδροειδές θα απευθυνθεί στη δημοσιογράφο μιας κίτρινης ιστοσελίδας, ώστε να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό η αμαρτωλή του σχέση με τον ηθοποιό με την ελπίδα να τον διασύρει δημοσίως. Έτσι, θα ξεκινήσει μια αλυσίδα γεγονότων όπου τα διάφορα κέντρα εξουσίας θα προσπαθήσουν να επωφεληθούν του γεγονότος, ερχόμενα το ένα σε σύγκρουση με το άλλο. Η θρησκεία θα προσπαθήσει να προσαρμόσει της πρακτικές της, ώστε να ταιριάζει της ανάγκες της της εποχής, όπου δεν κυριαρχεί μονάχα το ομοφυλοφιλικό σεξ, αλλά άνθρωποι έρχονται σε σεξουαλική επαφή με ρομπότ(!), η δημοσιογράφος βλέπει τα γεννητούρια ως μια καλή ευκαιρία αύξησης των θεάσεων της ιστοσελίδας της, χωρίς να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα να εμβαθύνει της κοινωνικές προεκτάσεις του τόσο ενδιαφέροντος γεγονότος, ενώ η εταιρία αντιμετωπίζει το γεγονός όπως κάθε εταιρία που σέβεται τον εαυτό της, δηλαδή ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία αύξησης των κερδών της. Σ’ αυτήν ακριβώς την ωφελιμιστική συμπεριφορά ασκεί κριτική ο Δερβενιώτης διατηρώντας έτσι την πολιτική χροιά του «franchise», χωρίς ποτέ να ξεφεύγει απ’ της θεματικές που επέλεξε να αγγίξει και δίχως να παίρνει τον εαυτό του απολύτως σοβαρά, τιμώντας έτσι και το ύφος των υπόλοιπων δύο ιστοριών. Η αφήγηση του διαθέτει ισορροπημένο ρυθμό με αποτέλεσμα να μην χαραμίζεται ούτε μισό καρέ, το ασπρόμαυρο σχέδιο κινείται στα ίδια αισθητικά μονοπάτια με το υπόλοιπο Yesternow-verse, ενώ το εξαιρετικό χιούμορ αποτελεί το κερασάκι στην τούρτα της της άκρως απολαυστικής ιστορίας. Λάζαρος Κολαξής

26 COMICcultura


Ο Μπλε Κομήτης έγινε... μαύρος!

Κομήτης Ήταν Και Πέρασε…

Π

εριμέναμε πολύ. Περιμέναμε 7 χρόνια. Και τσουπ. Σεπτέμβρη του 2017, δύο χρόνια πριν, έπεσε ο «Μπλε Κομήτης». Ένα στυλάτο, πολυτελές, χορταστικό, καλοκουρδισμένο, ελαφρώς ρετουσαρισμένο (και δυστυχώς τριμηνιαίο) περιοδικό «στην τροχιά των κόμικ», ήρθε να καλύψει το κενό που άφησε πριν επτά χρόνια το αλησμόνητο «9» της Ελευθεροτυπίας και πριν εννέα χρόνια η «Βαβέλ». Με ένα εξαιρετικό και εκκεντρικό διαφημιστικό σποτ με την Πηνελόπη Τσιλίκα, ήρθε και έφερε ξανά σε τροχιά το ελληνικό κόμικ, κρατώντας μας συντροφιά ανά τρεις μήνες. Για έναν ολόκληρο χρόνο το περιοδικό ήταν τριμηνιαίο με πλήθος ιστοριών από Έλληνες δημιουργούς, διηγήματα, συνεντεύξεις και άρθρα πάνω στα κόμικς. Οι ιστορίες ήταν από καλές, μέχρι πάρα πολύ καλές αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι οι Έλληνες κομίστες μπορούν να κάνουν θαύματα. Το περιοδικό για τα πρώτα 5 τεύχη του κινήθηκε σε πάρα πολύ καλά μονοπάτια δίνοντας βήμα και σε νέα ταλέντα που διακρίθηκαν μέσα στα πρόσφατα Comicdom, αλλά και σε «κλασικές αξίες» της ελληνικής σκηνής. Ακολουθώντας το κλασικό και δοκιμασμένο μοτίβο των πολυθεματικών περιοδικών κόμικς, φιλοξένησε αυτοτελείς ιστορίες κόμικς, πολλές φορές με ερωτικό περιεχόμενο,

αρθρογραφία, αφιερώματα, συνεντεύξεις και φυσικά διηγήματα. Το περιοδικό κινιόταν πραγματικά σε πολύ καλά βήματα και το αναγνωστικό κοινό το είχε αγκαλιάσει θερμά. Τα μόνα παράπονα που μπορεί να έχει κανείς από αυτήν την τριμηνιαία «φάση» του κομήτη, είναι η περιοδικότητά του και τα (σόρρυ) ανύπαρκτα γραφιστικά του. Σε ένα κοινό που έχει γαλουχηθεί με τη «Βαβέλ» (Άβε, Σταύρο Κούλα και Sotos Anagnos), o Μπλε Κομήτης φάνταζε υπερβολικά καθαρός και παιδικός. Κάτι ακόμα που έλειπε ήταν η αρθρογραφία πάνω σε κοινωνικόπολιτικά θέματα. Αλλά αυτά ήταν κάτι λιγότερο από πταίσματα, μιας και η λαχτάρα μας για ένα ορίτζιναλ περιοδικό κόμικς ήταν μεγάλη. Και ύστερα το χάος. Στην αρχή του δεύτερου χρόνου κυκλοφορίας, το περιοδικό γίνεται (ευτυχώς) διμηνιαίο και εντάσσονται και ξένα κόμικς στα περιεχόμενά του. Παρ’ όλο που η τιμή όμως παραμένει σχεδόν ίδια, οι σελίδες του περιοδικού μειώνονται σημαντικά, ενώ πλέον στις σελίδες του δεν φιλοξενούνται ταυτόχρονα συνεντεύξεις και διηγήματα, αλλά εναλλάξ κάθε μήνα! Η αρθρογραφία του σχεδόν εξαφανίζεται, με αποκορύφωμα το όγδοο τεύχος, όπου υπήρχε μόνο μια σελίδα της στήλης «Στη Τροχιά Των Κόμικς». Εκτός από τα παραπάνω, οι αυτοτελείς ιστορίες Ελλήνων δημιουργών αραίωσαν σημαντικά και το περιοδικό κατέληξε να δημοσιεύει ουσιαστικά επί έναν ολόκληρο χρόνο 5 καλά κόμικς σε συνέχειες ανά δύο μήνες! Τα κόμικς βέβαια πάρα πολύ καλά (ίσως όχι όλα εξίσου, αλλά κάθε ένα είχε το δικό του κοινό) αλλά βρε παιδιά, δεν νομίζετε ότι ήταν τεράστιο το διάστημα δύο μηνών για να δίνετε 10-10 σελίδες με το σταγονόμετρο από πέντε κόμικς, εκ των οποίων τα δύο, ήδη διαβασμένα από πολλούς στα Αγγλικά και τα Γαλλικά; Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την οικονομική δυσκολία σίγουρα (αλλά ας μην την προβάλλουμε και πάντα ως δικαιολογία) οδήγησαν τον Μπλε Κομήτη έξω από την «τροχιά των κόμικ». Και όπως θα έλεγε παραφρασμένα και ο Τζίμης: «Καίνε τα εντιτόριαλ, χτίζουνε γκραφικ-νουβέλες» Πού στο καλό πήγαν ρε παιδιά τα εντιτόριαλ από τα τρία τελευταία τεύχη; Αντίο Κομήτη μας. Σε ευχαριστούμε. Σε αγαπήσαμε κι ας νευριάσαμε και λίγο στο τέλος, γιατί σε θέλαμε λίιιιιιιγο διαφορετικό.

9

η ΤΕΧΝΗ

9ο και τελευταίο τεύχος για τον μπλε κομήτη

Το εξώφυλλο του 3ου τεύχους είναι μια δημιουργία και του αρχισυντάκτη Γιώργου Γούση

Γιάννης Παπαδόπουλος

Ένα από τα ξένα κόμικς ήταν και το Kobane Calling του σπουδαίου Zerocalcare

Όταν η λαϊκή παράδοση συνάντησε την νουάρ λογοτεχνία…

Μ

ια φορά και έναν καιρό, στην ελληνική κόμικ σκηνή κυριαρχούσε ο Αρκάς και το καυστικό του χιούμορ. Θυμόμαστε χαρακτηριστικά τις «Χαμηλές Πτήσεις» με τον γιο που τραμπούκιζε τον πατέρα του. Πλέον όμως, ο Αρκάς δεν εναντιώνεται στη νόρμα, αλλά πολύ περισσότερο επιδίδεται σε χυδαιότητες και μισογυνισμό με τη δικαιολογία ότι «πάντα έτσι ήταν».

Πουλιά - Στηβ Στιβακτής

Πουλιά - Γιώργος Κομιωτής

Για καλή μας τύχη, την απάντηση σε όλη αυτή τη σαπίλα δίνει το νέο κόμικς των Στιβακτή και Κομιώτη, Πουλιά, που παραδίδουν ρεσιτάλ χιούμορ, θέτοντας παράλληλα και ορισμένους κοινωνικούς προβληματισμούς. Αναλυτικότερα, πρόκειται για μια αυτοέκδοση, που αποτελείται από δύο εξώφυλλα και -αντίστοιχα- δύο ολιγοσέλιδες ιστορίες, στις οποίες οι ήρωες είναι -προφανώς- πουλιά. Μέσα από αυτές, αναδεικνύεται το ιδιαίτερο χιούμορ των δύο δημιουργών, οι οποίοι, αναφερόμενοι -φαινομενικά τουλάχιστον- στη δεκαετία του ’50-60, στην πραγματικότητα μέσα από τη φυγή τους στο παρελθόν βρίσκουν αφορμή για να σατιρίσουν την Ελλάδα του σήμερα. Φυσικά, στο τέλος, ο αναγνώστης εύκολα συνειδητοποιεί πως πρόκειται απλά για ιστορίες με πουλιά που δεν παύουν να ζουν in a man’s world. Από τη μια, το «Μια Περιστέρα Αγάπησα» του Στιβακτή (Εσμέ, Σκιτσούχτρα) αποτελεί παρωδία ιστοριών που ανήκουν στη λαϊκή παράδοση. Μια φτωχή οικογένεια περιστεριών, προκειμένου να επιβιώσει αρραβωνιάζει την μονάκριβη θυγατέρα με έναν άξεστο, παρά το γεγονός ότι η κόρη αγαπά άλλο πετούμενο. Οι δυο αντίπαλοι μονομαχούν για τα μάτια της και το καλό θριαμβεύει. Ο Στιβακτής έχει βρει τη συνταγή της επιτυχίας συνδυάζοντας queer ρομάντζο, λαογραφικά στοιχεία (τα περιστέρια μιλούν με διάλεκτο) και αναφορές στην geek κουλτούρα. Από την άλλη, το «Fowl Noir» του Γιώργου Κομιώτη (Moufa comics), είναι μια απροσδόκητη αλλά επιτυχημένη σάτιρα στη νουάρ λογοτεχνία. Μια μέρα, ο πρωταγωνιστής, ένας αστυνομικός βαρύς και ασήκωτος (τύπου Humphrey Bogart) δέχεται επίσκεψη από μια πανέμορφη θλιμμένη φλαμίνγκο που του ζητάει να βρει τον αγνοούμενο αδερφό της. Η έρευνα του περνάει από χίλια εμπόδια (τραμ, ρατσιστές επιστάτες) μέχρι να καταλήξει σε μια πολυτελή έπαυλη στη Φιλοθέη, όπου ξεσκεπάζει ένα κύκλωμα διακίνησης καναβουριού και τον επικεφαλή της επιχείρησης αυτής. Σε λίγες σελίδες γεμάτες αγωνία, το «Fowl Noir» φανερώνει το ταλέντο, την εμπειρία αλλά και την πρωτότυπη σκέψη του Κομιώτη, με τα λεπτομερή σκίτσα που απογειώνουν την πλοκή. Μαίρη Μαυρομάτη

COMICcultura 27


9

η ΤΕΧΝΗ H Κόκκινη Παρθένα Της Κομμούνας

φαγητό «παντρεύεται» με την ανάγκη για ένα όραμα που θα περικλείει όλες τις πλευρές της ζωής και όχι τυχαία εκπροσωπείται από γυναίκες που θέλουν να ανατρέψουν τους κοινωνικούς ρόλους που τις κρατούσαν στο περιθώριο. Με αυτό τον τρόπο, η αφήγηση κάνει αρμονικά εναλλαγές που θα φαίνονταν παράταιρες, καθώς από τα οδοφράγματα του 1871 βρισκόμαστε σε ένα καφέ στις αρχές του 20ου όπου οι δύο αφηγήτριες σχολιάζουν τις νέες εκδόσεις επιστημονικής φαντασίας.

Α

πό τις εκδόσεις Angelus Novus, μας έρχεται Η Κόκκινη Παρθένα και το Όραμα της Ουτοπίας. Οι δημιουργοί του είναι η φεμινίστρια συγγραφέας και ακαδημαϊκός Mary Talbot και ο σύζυγος της, Bryant Talbot, δημιουργός. Αυτή τη φορά, στην τρίτη συνεργασία τους, καταπιάνονται με την εντυπωσιακή ζωή της Λουίζ Μισέλ, την αναρχική, οραματίστρια, ποιήτρια που συμμετείχε στην Παρισινή Κομμούνα. Το graphic novel τοποθετείται αρχικά στο 1905 όπου η φεμινίστρια Σάρλοτ Πέρκινς φθάνει στο Παρίσι, όπου την υποδέχεται η Μονίκ και μαζί θα παρακολουθήσουν την κηδεία της Λουίζ Μισέλ. Στη συνέχεια, ενώ συζητάνε, η Μονίκ, ανακαλώντας κυρίως τις αφηγήσεις της μητέρας της, διηγείται μια εντυπωσιακή ιστορία, ξεκινώντας από τους τελευταίους μήνες του 1870. Η Κόκκινη Παρθένα ακολουθεί τη δράση της πρωταγωνίστριας από το Παρίσι που μαθαίνει τα νέα της ήττας στον Γαλλο-Πρωσικό πόλεμο. Ακολουθεί η εξέγερση ενάντια στη συνθήκη με τους Πρώσους και την κυβέρνηση των Βερσαλλιών και η εγκαθίδρυση της Κομμούνας, η οποία σημάδεψε όσο λίγα γεγονότα την πολιτική του 19ου αιώνα, εμπνέοντας τους επαναστάτες -μεταξύ αυτών και τον Μαρξ- με το παράδειγμα που έθεσε για ένα διαφορετικό τύπο κοινωνικής οργάνωσης. Η Λουίζ Μισέλ συμμετέχει στις συνελεύσεις, πολεμάει στα οδοφράγματα, γράφει για τη γυναικεία χειραφέτηση, δίνει ομιλίες για την οργάνωση της παραγωγής. Μετά την αιματηρή συντριβή της Κομμούνας, θα βρεθεί στην εξορία σε ένα νησί του Ειρηνικού Ωκεανού, κοντά στην Αυστραλία. Πνεύμα ανήσυχο και δημιουργικό, εξελίσσεται ως καλλιτέχνιδα και διανοούμενος, γνωρίζει ένα νέο κόσμο μακριά από το Παρίσι, νέα προβλήματα και οπτικές και συνδέεται με ένα από τα πρώτα κινήματα ενάντια στη γαλλική αποικιοκρατία. Αναγκάζεται να ζήσει κουβαλώντας τις τύψεις για την επιβίωση της ενώ τόσες χιλιάδες σύντροφοι και συντρόφισσες της σφαγιάστηκαν από τον γαλλικό στρατό στην καταστολή της Κομμούνας. Η σταθερά της ζωής είναι ο αγώνας για ισότητα και ελευθερία, ενάντια στην καταπίεση από όπου και αν προέρχεται. Στην Κόκκινη Παρθένα συναντιούνται με συναρπαστικό τρόπο τρία ρεύματα σκέψης και δημιουργίας: η σοσιαλιστική πολιτική του 19ου αιώνα, τα πρώτα μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας και τα πρώτα σκιρτήματα του φεμινισμού στην πολιτική και τη λογοτεχνία. Πεδίο συνεύρεσης είναι η υπόθεση της Ουτοπίας που το κάθε ρεύμα προσεγγίζει με το δικό του τρόπο · η χειραφέτηση της εργατικής τάξης και η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, τα ευφάνταστα σχέδια για μελλοντικές τεχνολογικές καινοτομίες και η ισότητα των φύλων αλληλεπιδρούν σε πρωτότυπους συνδυασμούς, δίνοντας μας διαφορετικές οπτικές ενός άλλου τρόπους ζωής. Λες κι ο Μαρξ, ο Ιούλιος Βερν και η Μαίρη Γουολστονκραφτ να συναντήθηκαν στο ίδιο παριζιάνικο καφέ και να μιλάνε με τις ώρες. Μόνο που ο «διάλογος» αυτός, εκφρασμένος μέσα από τη ζωή της Λουίζ Μισέλ, δεν έχει τίποτα το ακαδημαϊκό · χρωματίζεται και καθορίζεται από τα γεγονότα της Παρισινής Κομμούνας, την εξέγερση του λαού του Παρισιού. Το όραμα της Ουτοπίας -στις 3 αλληλοσυμπληρούμενες πλευρές του- γίνεται «επικίνδυνο» όταν συναντιέται με τις κακουχίες των στρατιωτών που γυρνάνε ηττημένοι και βρίσκουν μία ζωή εξαθλίωσης και ακραίας φτώχειας. Η ανάγκη για

28 COMICcultura

Οι προσδοκίες που γέννησαν οι κοινωνικοί αγώνες και η τεχνολογική πρόοδος βρήκαν μια σπουδαία εκπρόσωπο στο πρόσωπο της Λουίζ Μισέλ που αδίκως πέρασε στο περιθώριο της ιστορίας. Σήμερα, σε μια εποχή που η τεχνολογική πρόοδος συσχετίζεται σχεδόν αυτόματα με τη δυστοπία και την ενίσχυση ενός σύνθετου δικτύου καταπίεσης-εκμετάλλευσης, έρχεται ένα έργο για να μας δείξει ότι οι ρίζες της επιστημονικής φαντασίας ήταν πολύ διαφορετικές. Η Ουτοπία ενέπνεε την πολιτική και καλλιτεχνική φαντασία καθώς οι ιστορικοί ορίζοντες της ανθρωπότητας φαίνονταν ανοιχτοί. Και αν οι κοινωνικές εξελίξεις είναι τέτοιες που επιβάλλουν μία μεταστροφή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το μέλλον, μορφές όπως τη Λουίζ Μισέλ, την Κόκκινη Παρθένα, μας δείχνουν έναν άλλο δρόμο. Αλέξανδρος Μινωτάκης

Η Επανάσταση Γεννήθηκε Στην Καλιφόρνια Καλιφόρνια, 1969. Ο Αμερικάνικος λαός μαζεύει τα κομμάτια του από τον πόλεμο του Βιετνάμ, και προσπαθεί να ορθοποδήσει ξανά. Οι στρατιώτες υποφέρουν από τις συνέπειές του, με τον χειρότερο τρόπο, τόσο σωματικά (ακρωτηριασμοί) όσο και ψυχικά (μετατραυματικό στρες). Την ίδια περίοδο που ο αμερικάνικος λαός προσπαθεί να γιατρέψει τα τραύματα του, η αμφισβήτηση ξυπνάει, και διάφορα κινήματα γεννιούνται… Μαύροι Πάνθηρες, άλλα κινήματα όπως και διάφορες επαναστάσεις, όλα ξεκινούν και αναπτύσσονται στην πόλη της Καλιφόρνιας, που βράζει στο τελευταίο ‘Summer Of Love’, και είναι έτοιμη για ουσιαστικές αλλαγές, δίνοντας βάση στις αξίες και την ηθική, την ψυχή και το πνεύμα! Μετά το «Βιετνάμ», το Mister No Revolution – Καλιφόρνια συνεχίζει να εντυπωσιάζει το κοινό του, αυτή τη φορά εμβαθύνοντας ακόμα περισσότερο στον ψυχικό κόσμο του Τζέρι Ντρέηκ (aka Mister No), μεταφέρνοντας τον μέσα στην επανάσταση, μέσα στην αντισυμβατικότητα, όπου οι ιδέες και απόψεις του μπορούν να καλλιεργηθούν, αλλά επιπλέον βοηθώντας τον στο να καταλήξει σε μια κοσμοθεωρία, ένα νέο πρίσμα για την ανθρώπινη κοινωνία. Κεντρικό θέμα αυτή τη φορά είναι ο έρωτας και ο ανθρώπινος συναισθηματισμός. Ρίχνοντας φως στο παρελθόν του ήρωα, και ιδιαίτερα στην εφηβική του ηλικία, το κόμικ εναλλάσσει παρόν με παρελθόν – όπως και στο πρώτο άλμπουμ- με ομαλό τρόπο, και ιδιαίτερα εύστροφο. Ο Michele Masiero επιστρέφοντας στο σενάριο, και με τον Alessio Avallone αυτή τη φορά στο σχέδιο, το δημιουργικό ταλέντο των δυο ενώνεται με ιδιαίτερη ευκολία, δημιουργώντας ένα πανέμορφο αποτέλεσμα. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μικρός Ήρως. Ίωνας Αγγελής


στα ελληνικά η Μαρία Χρήστου για τους εκδόσεις Χαραμάδα, είναι φόρος τιμής στους δύο αναρχικούς, αλλά και ένα από αυτά τα κόμικς που είναι τόσο διαφορετικά από τα συνηθισμένα και τα εμπορικά κόμικς. Στις σελίδες του δεν θα βρούμε σκηνές καταιγιστικής δράσης ή πολύχρωμα σχέδια που εντυπωσιάζουν στη μορφή αλλά τελικά είναι (τις περισσότερες φορές) κενά περιεχομένου. Ο Geary αναλαμβάνοντας και το σενάριο και την εικονογράφηση του κόμικς προσπαθεί να ανασυστήσει την ιστορία της δίκης των Σάκο και Βαντσέτι, προσφέροντας στον αναγνώστη όλα τα πραγματικά δεδομένα, τους κύριους ισχυρισμούς και τις μαρτυρικές καταθέσεις που οδήγησαν το δικαστήριο να τους καταδικάσει σε θάνατο.

9

η ΤΕΧΝΗ

Μάνος Βασιλείου Αρώνης

Ρίχνοντας φως στην κρατική δολοφονία των Σάκο και Βαντσέτι στις σελίδες ενός κόμικς…

Η

τραγική ιστορία των Σάκο και Βαντσέτι είναι απ’ τις πιο βαθιά ριζωμένες στη μνήμη του διεθνούς κινήματος. Δύο Ιταλοί αναρχικοί, αγωνιστές και πρωτεργάτες του εργατικού κινήματος της Αμερικής, συνελήφθησαν, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο για ένοπλη ληστεία με στημένες κατηγορίες σε μία δίκη – παρωδία, η οποία οδήγησε στην εκτέλεσή τους στις 23 Αυγούστου 1927. Το μόνο «αδίκημα» που μπορούσε να τους καταλογιστεί ήταν αυτό τους αμφισβήτησης τους εξουσίας και του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος, το οποίο ήταν αρκετό για να οδηγηθούν στην ηλεκτρική καρέκλα δύο αθώοι που συμβόλιζαν την «κόκκινη απειλή» στη χώρα. Λίγα χρόνια νωρίτερα από τη σύλληψή τους που έγινε το 1920, η «κόκκινη απειλή» είχε πάρει σάρκα και οστά σε μια άλλη γωνιά του πλανήτη, στην μέχρι τότε Τσαρική Ρωσία, στην οποία συνέβη ένα απ’ τα συγκλονιστικότερα γεγονότα τους ιστορίας τους ανθρωπότητας, η Οκτωβριανή Επανάσταση. Η είδηση τους επανάστασης στη Ρωσία και τους ανατροπής του καπιταλιστικού καθεστώτος απ’ την εργατική τάξη και το λαό τους Ρωσίας θορύβησε τους «από πάνω» του δυτικού καπιταλισμού, οι οποίοι έκαναν τα πάντα για να προστατεύσουν την εξουσία τους προλαμβάνοντας αντίστοιχες εξεγέρσεις τους δικές τους χώρες, θυσιάζοντας τις όποιες διακηρύξεις περί δήθεν «ελευθερίας» και «δημοκρατίας» της Δύσης. Μέχρι και στρατεύματα συγκέντρωσαν δεκάδες χώρες, ανάμεσα σε αυτές και η Ελλάδα, στην εκστρατεία τους Ουκρανίας, που στόχο είχε να ενισχύσει στρατιωτικά τις αντεπαναστατικές δυνάμεις που στόχευαν να ανατρέψουν την πρόσφατα εγκαθιδρυμένη προλεταριακή εξουσία των Μπολσεβίκων και όλων των επαναστατικών δυνάμεων τους Ρωσίας. Μια από τις πιο συγκρουσιακές στιγμές στον πόλεμο που κήρυξαν οι κυρίαρχες αστικές τάξεις στον εσωτερικό εχθρό, δηλαδή στην εργατική τάξη και τους επαναστάτες, είναι η κρατική δολοφονία των Σάκο και Βαντσέτι, εκεί που η αστυνομία και τα δικαστήρια λειτούργησαν αρμονικά στήνοντας μία σκευωρία που οδηγήθηκε προμελετημένα και μεθοδικά στην καταδίκη και την εκτέλεση των Ιταλών αναρχικών. Επρόκειτο για μία εξόφθαλμη σκευωρία, η οποία έχει γραφτεί με ανεξίτηλο μελάνι στις πιο μαύρες σελίδες τους ιστορίας τους δήθεν «ανεξάρτητης» δικαιοσύνης. Το κόμικς του Rick Geary, το οποίο μετέφρασε

Ζήτω τα κόμικς, ζήτω το σεξ!

Η

πορνογραφία στα κόμικς είναι ένα θέμα ιδιαίτερα δύσκολο αλλά η ελληνική σκηνή έχει φανεί λαλίστατη για αυτό. Υπάρχουν αρκετοί καλλιτέχνες που όχι μόνο δεν έχουν πρόβλημα να ασχοληθούν εκτενώς με το ερωτικό σκίτσο, αλλά μέσα από τη διερεύνηση φετίχ και ιδιαιτεροτήτων, το κάνουν με μια ιδιαίτερη τρυφερότητα. Σε κάθε περίπτωση όμως, το μοτίβο είναι άνδρες που απεικονίζουν γυναίκες, είτε με σεβασμό είτε, σε αρκετές περιπτώσεις, αντικειμενοποιώντας τις και θέτοντας το γυναικείο σώμα ουσιαστικά ως καμβά για το ανδρικό βλέμμα και την ανδρική ευχαρίστηση. Πολλές φορές δε αυτό γίνεται μάλιστα και υπό την επίφαση μιας προοδευτικής αντίληψης, η οποία καλεί σε μια αφελή απελευθέρωση των σωμάτων, στα οποία βέβαια τον πρώτο λόγο έχει η ανδρική επιθυμία. Και οι γυναίκες; Είναι τόσο απίθανο οι γυναίκες να μεταχειρίζονται την ερωτική τέχνη και την πορνογραφία για τη δική τους ευχαρίστηση; Φυσικά και όχι, όσο ταμπού και αν παραμένει. Απορρίπτοντας το δίλημμα «Αγία ή Πουτάνα» και τις καταπιεστικές επιταγές μιας ηθικής άλλων, όλο και περισσότερες γυναίκες επιδιώκουν μια καλύτερη σχέση με το σώμα τους και την ευχαρίστηση τους, προσπαθώντας να βγουν από

μια ανδροκρατούμενη σεξουαλική διαγωγή για την οποία η γυναικεία σεξουαλικότητα ήταν (και παραμένει) «μαύρη ήπειρος». Υπό αυτό το πρίσμα, ανθολογίες όπως το «Τσοντοκόμικ», μια συλλογή δέκα ερωτικών ιστοριών από ισάριθμες κομίστριες, είναι μια αναζωογονητική ματιά. Οι ιστορίες από τις Έλενα Γώγου, Γεωργία Ζάχαρη, Roberta Γιατζόγλου Watkinson, Poinoner, Lussaki, Στέλλα Στεργίου, Darina Miroshnichenko, Σ.Π, Σμαρ και Ραφαέλα Κόνι είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, με ξεχωριστό στυλ, αφηγηματικότητα και ερωτικό προσανατολισμό. Κοινό όμως στοιχείο και συνδετικός κρίκος, ανεξάρτητα από όλα τα παραπάνω, είναι η αναζήτηση ενός γυναικείου τρόπου κατανάλωσης (και παραγωγής) ερωτισμού. Δίνει στις γυναικείες φαντασιώσεις, είτε συμμετέχουν γυναίκες είτε όχι, την πρωτοκαθεδρία στη διαχείριση της σεξουαλικότητας και κυρίως στην έκφραση τους. Μέσα από τις δικές τους επιθυμίες, αφηγήσεις και χιούμορ (ω ναι) γίνεται μια προσπάθεια να έρθουν στο προσκήνιο άτομα των οποίων το βλέμμα συχνά παραμερίζεται, καταπιέζεται ή κρίνεται πως δεν δικαιούται να υπάρχει καν. Νίκος Γιακουμέλος

COMICcultura 29


ΤΟ ΖΥΓΙΣΜΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ - Josef Fadel Semon

30 COMICcultura


COMICcultura 31


32 COMICcultura


Ο ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ - No Budget Epics (Κώστας Μπεκιάρης)

COMICcultura 33


ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΚΑΜΠΙΝΓΚ - Akane Tenshi (Βίβιαν Τερζοπούλου)

34 COMICcultura


COMICcultura 35


36 COMICcultura


COMICcultura 37


38 COMICcultura


I N T E R V I E W

ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΩΛΟΣ ΕΝΑΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΣΜΙΚΟ ΣΥΜΠΑΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΙΘΕΡΑ... Συνέντευξη στον Ίωνα Αγγελή

Ή

ταν το 2008 όταν σε μια συνέντευξη για τη LIFO, είχε πει χαρακτηριστικά «Επιτυχία σημαίνει τσεκάρω το στρες στην γκαρνταρόμπα»… Και ερχόμαστε στο σήμερα, δηλαδή 11 χρόνια αργότερα, που υποστηρίζει ξανά το ίδιο. Μπορεί να θεωρηθεί βετεράνος, μπορεί να θεωρηθεί τρανός κομίστας, όπως και να χει όμως το πνεύμα του εφήβου που τρελαίνεται από την κοινωνικοπολιτική κατάσταση γύρω του και κάνει τη δικιά του επανάσταση, διατηρείται… Ψάχνεις ψυχεδέλεια; Είσαι χωμένος στο fantasy; Είσαι λάτρης του ατελείωτου μυστηρίου; Είσαι παιδί των manga; Είσαι πανκ; Ή απλά γουστάρεις τα κόμικς και την τέχνη; Τότε ο συγγραφέας (και ναι καλά ακούσατε, δεν είναι ένα ακόμα τρολάρισμα) Βασίλης Λώλος είναι το αποτέλεσμα στο google search σας… Είναι ένας από τους λίγους ανθρώπους ταγμένους στις υπηρεσίες της τέχνης, που δεν χορταίνεις να διαβάζεις… Από τη μουσική, στη ζωγραφική, στα γκραφίτι, στα κόμικς, και πάλι από την αρχή! Μια αναδρομή να κάνει κανείς στο βιογραφικό του, και θα δει πολλά ωραία… Σπουδάσε γραφιστική, έκανε μεταπτυχιακό στο κινούμενο σχέδιο, και το 2002 όταν κερδίσε -το πρώτο βραβείο από τα πολλά- στον δεύτερο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Κόμικς του περιοδικού «9» της «Ελευθεροτυπίας». Βραβευμένος, λοιπόν, ξεκινάει τη σειρά «Freakshow» εντός του περιοδικού «9», ενώ παράλληλα κάνει και μερικά εξώφυλλα και αφίσες για το περιοδικό. Λίγο αργότερα έρχεται η γέννηση του πρώτου rom-zine με το συμφοιτητή του Γιώργο Μελισσαρόπουλο, το γνώστο για τους γνώστες των κόμικς, «Όμικρον Αρνητικό». Στη συνέχεια, συνεργάζεται με τον Τάσο Παπαϊωάννου, τον Ηλία Κυριαζή και τον Μπίμπα στο «Subart», μέχρι το 2005, και το Σεπτέμβριο του 2004 κυκλοφορεί το πρώτο ολόδικο του άλμπουμ του από τις εκδόσεις Giganto, την «Γεννήτρια», που εξιστορεί την εφιαλτική περιπλάνηση ενός στρατιώτη σε έναν κόσμο τρόμου και απόγνωσης… Μέσα στο 2005 γράφει το σενάριο για την ιστορία «Heads Up» στην καδανέζικη συλλογή κόμικς, «Flight #2» και συμμετέχει στην έκδοση του «Gin-747» με αγγλικά κείμενα. Μετακομίζει στο Μπρούκλιν κι αρχίζει το «The Pirates of Coney Island» σε σενάριο του Rick Spears για την Image, εργάζεται για την Marvel και για τη DC, ενώ σχεδιάζει τον πρώτο τόμο του άλμπουμ του «The Last Call», που κυκλοφόρησε πέρσι από την Oni Press, με την Universal Pictures, να αγοράζει τα δικαιώματα για την κινηματογραφική μεταφορά του. Το αποκορύφωμα –θα έλεγε κανείς- της καριέρας του είναι η υποψηφιότητα το 2008 στα βραβεία Harvey ως Καλύτερος Σχεδιαστής και την νίκη στη κατηγορία Καλύτερο Νέο Ταλέντο, ενώ στα βραβεία Eisner (ευρέως γνωστά ως τα «Όσκαρς των Κόμικς») διακρίνεται μαζί με τους Gabriel Ba, Becky Cloonan, Fabio Moon και Rafael Grampa για το συλλογικό «5». Ακολουθούν πολλά μικρά αριστουργήματα, με άξια αναφοράς τα «Northlanders» (σε σενάριο Brian Wood, 2009, Vertigo), «The Gate» (2016, αυτοέκδοση) και το αυτοβιογραφικό του κόμικ, «Αθήνα» -κυκλοφόρησε το 2019 από την Jemma Press-, που αποπνέει την νταρκίλα των ‘90ς με φόντο την πόλη-πρωτεύουσα του πολιτισμού... Πιο πρόσφατη δουλειά όμως; Το κόμικς “8 (Οχτώ)” που μπορείτε να διαβάσετε στο τεύχος που έχετε στις οθόνες σας... Έχει λογοκριθεί, έχει λάβει και τον ρόλο του «κωλόπαιδου», το ζήτημα είναι τι μένει στην τελική, και εάν ρωτήσετε εμένα, η τέχνη που ασκεί με τόση επιτυχία μου φτάνει και μου περισσεύει. Και φυσικά είμαι πολύ υπερήφανος για την συνέντευξη που μου παραχώρησε, ένα πρωινό του Ιουλίου (13 είχε ο μήνας εάν ενδιαφέρεστε…), και που ακολουθεί στις επόμενες γραμμές…

COMICcultura 39


I N T E R V I E W 40 COMICcultura

Λοιπόν, για πες μας, γιατί τόσο πανκ; Γιατί έτσι, άμα δεν έχεις λεφτά αυτομάτως και έχεις περιορισμένες επιλογές, και θα γίνεις ή ρεμάλι ή αρχίδι ή πανκ ρόκερ. Αν και πάνκηδες γίνονται οι φραγκάτοι που έχουν την πολυτέλεια – να ήξερες πόσους τέτοιους γνωρίζω στα εξάρχεια, με πισίνες και μπαμπάδες με Μερσεντές. Βέβαια εγώ θέλω να θεωρούμαι πολύ πανκ Ρόιτερ, και αυτό είναι ένα θέμα που μιλάω με τους Αμερικανούς. Μιλάμε για καπιταλισμούς το ένα και το άλλο, αλλά η αλήθεια είναι πως πουλάω κόμικς ως παντελώς άσχετος, ούτε πράσινες κάρτες ούτε τίποτα, απολύτως legit, σε συνέδρια κόμικς χωρίς να πρέπει να πάρω checkpoints από το δημόσιο, αποδείξεις και άλλα τέτοια. Είναι ελεύθερο επάγγελμα και εκεί μπορούσα και ζούσα. Φυσικά και θα ήθελα να έχω παραπάνω λεφτά, γιατί όχι, καλή φάση δεν είναι; Πανκ είναι να κάνεις σε φάση τα περισσότερα με τα λιγότερα. Αυτοαποκαλείσαι συγγραφέας και όχι κομίστας. Γιατί αυτό; Επειδή άμα πας να βρεις ένα σπίτι, και ο ενοικιαστής σε ρωτήσει τι επάγγελμα κάνεις, πρέπει και εσύ κάτι να πεις, ώστε ο άλλος να μην πει «όχι ευχαριστώ». Με αυτό τον τρόπο, λέγοντας συγγραφέας αποκτάς και ένα κύρος εδώ στην Ελλάδα. Και στην τελική συγγραφέας είμαι, ασχέτως άμα σχεδιάζω κιόλας. Η καριέρα σου έχει στιγματιστεί από τις 2 νίκες σου στα Eisner και Harvey Awards. Μίλησέ μας για την εμπειρία και τις συνέπειες αυτής της νίκης… Μπορώ να πω με σιγουριά, πως δεν έφερε αυτό που περίμενα. Καμία πόρτα δεν άνοιξε και το λέω με μεγάλη αγανάκτηση. Ο μόνος σκοπός που εξυπηρετούν πλέον τα βραβεία μου είναι να κρατάνε τα χαρτιά μου κάτω όταν τα φυσάει αέρας. Θεωρούνταν βάρη. Το «5» ξεκίνησε ως μία ιδέα για ανθολογία με καλλιτέχνες από διάφορα μέρη του πλανήτη. Επικοινωνούσα για χρόνια με μια καλλιτέχνιδα ονόματι Cloonan, και της εξήγησα πως λειτουργούν σχεδιαστικά και καλλιτεχνικά τα Ευρωπαϊκά και τα Αμερικάνικα κόμικς, προσπάθησα να την βγάλω από την όλη φάση με τα manga. Έπειτα απευθύνθηκα σε 2 Βραζιλιάνους, μαζευτήκαμε όλοι μαζί και τους εξήγησα την έννοια της ανθολογίας, πως το κάνουμε στην Ελλάδα – εγώ είχα εμπειρία στον τομέα μέσω του «Όμικρον Αρνητικό», που εκεί είχαμε μαζευτεί 5-10 άτομα και κάναμε μία παρόμοια φάση. Κρατήσαμε μία συγκεκριμένη θεματική, η οποία έμοιαζε πολύ με «flip-comic», σχεδιάζοντας ο ένας το έργο του άλλου, ουσιαστικά κάνοντας ένα love letter στην τέχνη των κόμικς. Τότε ήμουν μικρός και ρομαντικός, και αποφασίσαμε να το τυπώσουμε και το διανέμουμε μόνοι μας –τότε όπως προείπα βγάζαμε και λεφτά από το αντικείμενο. Μία αυτοέκδοση δηλαδή. Είχε γίνει μια πολύ καλή διανομή του περιοδικού όπως φαίνεται, καθώς τράβηξε την προσοχή πολλών, και το 2008 βγήκε και υποψήφιο στα Eisner Awards στην κατηγορία «Καλύτερη Ανθολογία». Εκείνη τη χρονιά η λίστα υποψηφίων είχε μερικά δυνατά χαρτιά, αλλά και εκδοτικές-κολοσσούς όπως την Marvel. Τώρα που κάθομαι και αναλογίζομαι τη νίκη μας αντιλαμβάνομαι πως μάλλον περισσότερο πολιτικής σημασίας ήταν η νίκη μας. Αλλά φυσικά και άξιζε ως κίνηση και είμαι πολύ περήφανος για αυτή αλλά και την νίκη. Τώρα ποια ήταν η αντίδραση εδώ; Κάθε άλλο από θετική. Έλεγαν πως δεν κέρδισε ο Λώλος το βραβείο, η έκδοση το πήρε. Ναι, οκ, κανείς δεν καταλογίζει το γεγονός πως εγώ την εμπνεύστηκα, εγώ

την σύνταξα και σε τελική ανάλυση ποιανού το όνομα γράφει πάνω το βραβείο… Εγώ είχα εκνευριστεί πάρα πολύ με την όλη φάση, κυρίως επειδή εκείνη την εποχή δεν είχε βγει κανένας Έλληνας στο εξωτερικό και να κάνει legit διεθνή καριέρα, αλλά και επίσης η κριτική επιτροπή των Eisner δεν είναι παίξε-γέλασε. Μιλάμε για άτομα βαθιά χωμένα στον χώρο, από τους πιο άκυρους ανεξάρτητους στους πιο βαρβάτους Marvel/DC κλπ, είτε είναι σχεδιαστές, συγγραφείς, κριτικοί. Μετά την νίκη μας, τους Βραζιλιάνους μόνο παρέλαση δεν τους έκαναν ας πούμε. Δεν είχα ποτέ μου φυσικά την απαίτηση να με βάλουν στην τηλεόραση, ή άλλα τέτοια, αλλά δεν μπορεί να είμαι μόνο εγώ που βλέπω την αδικία.

«Πανκ είναι να κάνεις σε φάση τα περισσότερα με τα λιγότερα»


I N T E R V I E W

Μίλησέ μας λίγο για την απόπειρα το Last Call να γίνει ταινία… Το «Last Call» πρόκειται για μια ολόδικια μου δουλειά, η οποία εκδόθηκε από την Oni Press και είχε οριστεί ως property, με ‘option to buy’ δηλαδή πληρώνει μια εταιρεία ένα ποσό, με το σκεπτικό πως για 12-18 μήνες το ενδιαφερόμενο studio έχει την αποκλειστικότητα εάν επιθυμεί να προβεί σε παραγωγή, με το ‘option’ να αγοράσουν τα δικαιώματα. Διάφορα studios ενδιαφέρθηκαν, σε κάποια στιγμή η Disney χτύπαγε την Universal, με την τελευταία να κάνει και το μεγαλύτερο option, ίσως το μεγαλύτερο από κάθε άλλο ανεξάρτητο κόμικς για τότε. Συνήθως τα option κυμαίνονται από 500 μέχρι 1,500 δολάρια, του Last Call άγγιξε τα 63 χιλιάρικα, δεν μιλάμε για λίγα λεφτά. Έγιναν 3 ανανεώσεις, η Universal πίεζε να το αγοράσουν και να μπει σε παραγωγή, αλλά η Oni όπως φάνηκε το «τράβαγαν» για να λαμβάνουν λεφτά από το option – αντίστοιχο παράδειγμα είναι το «Sin City», που το option πληρωνόταν για μια δεκαετία ξεκινώντας από το 1992. Με αυτή τη καθυστέρηση, λοιπόν, και διάφορα προβλήματα της Oni με την θυγατρική της, κατέληξαν να φαγώνονται έως και σήμερα για εκατομμύρια δολάρια. Φυσικά, η πιθανότητα για μεταφορά στον κινηματογράφο υπάρχει ακόμα. Για παράδειγμα, ένας από τους τελευταίους τίτλους που έκανε ήταν το Atomic Blonde. Αλλά ακόμα θυμάμαι τα ονόματα των σκηνοθετών που είχαν πέσει στο τραπέζι, όπως ο Frank Miller, ο Michael Bay, ο Ron Howard, ο JJ Abrams –ο οποίος τελικά το άφησε για να ασχοληθεί με το Star Trek-, ο Robert Zemeckis, μέχρι και ο Steven Spielberg –ο οποίος στράβωσε εξαιτίας ενός «σπασίματος» μεταξύ εκείνου και της Universal-, μιλάμε για πολύ τρελά σκηνικά. Γενικώς είχαν «φάει κόλλημα» οι παραγωγοί να το αναλάβει κάποιος superstar σκηνοθέτης, και τους είχα πει πάμπολλες φορές να βρεθεί ένας καλός σκηνοθέτης, ώστε να γυριστεί επιτέλους. Αλλά, τελικά, φτάσαμε εδώ που είμαστε σήμερα.

«Ο μόνος σκοπός που εξυπηρετούν πλέον τα βραβεία μου είναι να κρατάνε τα χαρτιά μου κάτω όταν τα φυσάει αέρας»

«Αποτελώ έναν μετασχηματιστή, ένα φερέφωνο, που τραβάει πράγματα από το κοσμικό σύμπαν και τον αιθέρα» Όλα αυτά τα κόμικς, όλες αυτές οι σουρεαλιστικές ιδέες, πως φτάνουν στο χαρτί; Δεν θα τις χαρακτήριζα σουρεαλιστικές, είναι ιδέες, απόψεις, εικόνες, πράγματα που έχω την ανάγκη να αποτυπώσω στο χαρτί. Έχω πάντως πει και στο παρελθόν πως αποτελώ έναν μετασχηματιστή, ένα φερέφωνο, που τραβάει πράγματα από το κοσμικό σύμπαν και τον αιθέρα, ας πούμε. Τα σχέδια πολλές φορές είναι αυτόματη γραφή, δεν ακολουθώ κάποιο πλάνο ούτε ξέρω τι θα κάνω ακριβώς, απλά αρχίζω να σχεδιάζω και όπου με βγάλει. Φυσικά, κάποια που πρέπει να τα παρουσιάσω σε κάποιον εκδοτικό κλπ τα προετοιμάζω από πριν, αλλά πολλά στοιχεία είναι στο κεφάλι μου. Ούτε έχω ψυχαναγκασμούς, ούτε μου βάζω όρια, φέρομαι στο κόμικ σαν ένα καθωσπρέπει storytelling, σαν τέχνη. Μου αρέσει να γράφω, αλλά δεν ακολουθώ κάποιο μοντέλο τύπου 3000 λέξεις σε 4 παραγράφους, με κάθε παράγραφο να πραγματεύεται αυτό, γιατί καταντάει δυσκοίλιο.

COMICcultura 41


I N T E R V I E W 42 COMICcultura

Τι γνώμη έχεις για την ριζοσπαστικοποίηση των κόμικς; Στο πολιτικό κόμικς μερικές φορές χάνεις το νόημα. Και παρακολουθώντας τους διάφορους καλλιτέχνες, και την δουλειά τους, καταλήγω στο συμπέρασμα πως πλέον μιλάμε για forced diversity στο μέσο, κάνοντας δηλαδή προπαγάνδα ουσιαστικά. Και δεν έχει ψυχή ένα τέτοιο κόμικς, δηλαδή δεν πρόκειται να δέσει ένα έργο εάν ασκεί απλή και κρύα προπαγάνδα. Και εγώ είχα κάνει ένα κόμικς με γκέι ζευγάρι, αλλά δεν το έκανα και θέμα κιόλας, είναι non event. Πρόκειται για δυο αστροναύτες που έχουν σχέση, και είναι το story και τα interactions μεταξύ τους που έχουν ενδιαφέρον. Και ακόμα θυμάμαι που είχα πει σε έναν φίλο μου, πριν τις Αμερικάνικες εκλογές του 2016, πως θα βγει ο Τραμπ, κάτι που τότε όλοι θεωρούσαν αστείο. Και δεν το υπέθεσα επειδή είμαι καμιά ιδιοφυΐα, απλά παρατήρησα πως η μια πλευρά σπρώχνει την άλλη βίαια, και εκείνη θα αντιδράσει. Και φοβάμαι μήπως επαναληφθεί η νίκη του. Μεγαλύτερη ανησυχία βέβαια έχω όταν πολλοί δεν έχουν συνειδητοποιήσει πως είναι απλά πιόνια στη σκακιέρα, και ένα πολύ μεγαλύτερο παιχνίδι παίζεται εδώ. Ας συζητήσουμε και για το εξώφυλλο του «Αθήνα»… Το εξώφυλλο είναι βασισμένο στο Akira, με την αισθητική και το πρίσμα των early ‘90s skateboard κουλτούρας. Υποδηλώνει μια άκρα ειρωνική στάση στη ποπ κουλτούρα, και εμπεριέχει κοινωνικά σχόλια. Στις αρχές ’90 ότι έκανε ο Warhol δηλαδή, αλλά αυτή τη φορά περισσότερο δεικτικό, που σου βάζει τα δάκτυλα στα πλευρά ας πούμε. Το «Αθήνα» το θεωρώ ένα κολάζ ιδεών. Το emoji που έβαλα στο εξώφυλλο νομίζω αποτυπώνει όλα τα συναισθήματά μου για την πόλη της Αθήνας…

«Το «Αθήνα» το θεωρώ ένα κολάζ ιδεών» Πως βλέπεις την Αθήνα του παρελθόντος με την Αθήνα του σήμερα; Η Αθήνα του παρελθόντος ήταν μια ζούγκλα, μια Άγρια Δύση, μέσα στην ανομία. Τώρα είναι το ίδιο με φίλτρο Instagram (γέλια). Και έχω λογοκριθεί από διάφορους στην απεικόνισή της Αθήνας των παιδικών και εφηβικών μου χρόνων και πως παρουσιάζω μια «ανύπαρκτη» εικόνα της και στο εξωτερικό, ενώ ότι έχω γράψει και σχεδιάσει στο Αθήνα είναι τα βιώματά μου, είναι όλα αλήθειες. Δεν πρόκειται να μην μιλήσω εγώ για να έρθει ο κάθε ξένος να φάει το σουβλάκι που πουλάς. Έχω πολλές ακόμα ιστορίες από την πόλη που θέλω να διηγηθώ και θα γέμιζαν και 10 Αθήνες... Διάφορες μικροϊστορίες, όπως μια φορά που κατέβαινα στο Κέντρο με γνωστούς και μας πήγαιναν στο τμήμα για οχτάωρα για το «έτσι, θέλω», ή τότε που με τον φίλο μου περιμέναμε ταξί στην Ακαδημίας και να σκάει μια μηχανή, ένα κολλάδικο και ένα ασφαλίτικο. Τι θέλετε εδώ μας ρωτάνε, ένα ταξί περιμένουμε τους απαντάμε, τι είπες, μέσα, χειροπέδες, εξακρίβωση στοιχείων κλπ. Και επειδή είμαι και ασπρουλιάρης, μου ζήταγαν χαρτιά, μου άδειαζαν την τσάντα, μου ζήταγαν στοιχεία, και μου πήρε καιρό να καταλάβω πως μερικοί νόμιζαν πως ήμουν αλλοδαπός, εξηγώντας έτσι όλη τη φάση. Και ακόμα και σήμερα με περνάνε για τρελό, για έφηβο, δεν ξέρω τι φάση ακριβώς σε αυτή τη χώρα…

«Έχω πολλές ακόμα ιστορίες από την πόλη που θέλω να διηγηθώ και θα γέμιζαν και 10 “Αθήνες”... » Τι συμβουλή θα έδινες σε έναν νέο καλλιτέχνη κόμικς, ειδικά τώρα σε μια τόσο δύσκολη φάση; Να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί. Είναι δύσκολες οι εποχές. Και να προσπαθήσει εάν πραγματικά το θέλει. Αλλά πλέον είναι απαραίτητη μια σίγουρη δουλειά. Μπορεί να είναι ακόμα βιώσιμο να βγάζεις ένα κόμικς, εφόσον το έργο σου είναι ενδιαφέρον, και για όσο ακόμα το χαρτί ζει... Κλείνοντας, μίλησε μας για τα μελλοντικά σου πλάνα… Έχω ετοιμάσει διάφορα graphic novels, από 70 μέχρι και 300 σελίδες το καθένα, και σκέφτομαι σιγά σιγά να τα βγάζω. Αντί να ασχοληθώ πλέον με την ζωή μου, ασχολούμαι με την τέχνη. Δεν παραπονιέμαι όμως, και ούτε πρόκειται…


8 (Οχτώ) - Βασίλης Λώλος

COMICcultura 43


44 COMICcultura


COMICcultura 45


46 COMICcultura


COMICcultura 47


48 COMICcultura


COMICcultura 49


50 COMICcultura


Α Π Ο Τ Ο 7 Σ Τ 0 9

Once Upon A Time In Hollywood Σκοποφιλία και φετιχοποίηση, στο Χόλυγουντ του 1969 Στο Once Upon A Time in Hollywood, ο Τarantino προσπαθεί να ισορροπήσει τα χρέη και τις φετιχοποιημένες επιθυμίες του δίνοντας τελικά όχι την πιο ώριμη, αλλά την πιο εγωιστική ταινία του, στην οποία αγνοεί οτιδήποτε δεν τον ενδιαφέρει, ακόμα και την ίδια την εποχή για την οποία υποτίθεται ότι μιλάει και τελικά μας δίνει ένα καρτ ποσταλ-ικό, βιντεοκλιπίστικο άναρχο χάος για τις «παλιές καλές μέρες», την εποχή που το Χόλυγουντ (φαινόταν ότι) ήταν γεμάτο λάμψη, επιγραφές νέον, χορούς σε επαύλεις, γκλάμορους ποτά και ακριβά αμάξια. Ένα μεγάλο κομμάτι της ταινίας αφιερώνεται στην αναδιαμόρφωση παλιών ταινιών, βάζοντας στη θέση των παλιών ηθοποιών τους νέους (κάτι που ειρωνικά γίνεται και στην ίδια την ταινία ως ταινία, αφού ρόλο κατέχουν παιδιά παλιών γνωστών και φίλων του σκηνοθέτη). Εκεί ο δημιουργός απλά παρασύρεται εντελώς από τις παιδικές του μνήμες, κυνηγά λήψεις, γωνίες και οπτικές των παλιών western που τα ξαναζει λεπτό προς λεπτό. Βάζει τους ηθοποιούς τους να υποδυθούν τους σκηνοθέτες και τους ηθοποιούς σε ένα μετά αφήγημα για τα παρασκήνια, τους κασκαντέρ και όλες εκείνες τις αθέατες πλευρές της βιομηχανίας. Ακόμα και ολόκληρα αποσπάσματα από αυτές τις παλιές ταινίες παίζουν μέσα στο παραμύθι που λέει στον εαυτό του ο Tarantino, γεμάτος έκσταση. Οι όποιες κρίσεις για ωριμότητα ίσως βασίζονται σε αυτό το στοιχείο: ότι ο κάποτε προοδευτικός σκηνοθέτης βλέπει ότι πλέον το μόνο στο οποίο διαπρέπει είναι η αντιγραφή, ακόμα και του νεότερου εαυτού του. Σε πάρα πολλά σημεία το παραμύθι του Tarantino έμοιαζε να έχει γυριστεί από έναν όχι και τόσο καλό γνώστη της γλώσσας του, που δεν έχει να προσφέρει κάτι νέο σε αυτόν τον κώδικα. Η κατάχρηση των γνωστών, άλλοτε συνεκτικών τώρα παρωχημένων μοτίβων του σκηνοθέτη κουράζει, ενώ ακόμα και η εξόχως χορογραφημένη και

γραφικά βίαιη βία το μόνο που κάνει είναι να συνδέει τα κομμάτια του βίντεο κλιπ μεταξύ τους. Το μόνο που καταφέρνει να δείξει με επιτυχία ο Tarantino είναι το θηριώδες κιτς του Χόλυγουντ, μια (νέον) κακογουστιά με την οποία πολύ συχνά περιβάλλεται η άρχουσα τάξη, κενή από κοινωνικές και αισθητικές αξίες. Ακόμα και αυτό όμως δίνεται αποσπασματικά, φιλτραρισμένο από τη νοσταλγία…. Ο γνωστός κυνισμός του Τarantino εδώ χάνει τον στόχο του, μαγεμένος από το παρελθόν. Οι χαρακτήρες του δεν νοούν καν να καταδείξουν την αλλοτρίωση του κόσμου του θεάματος, την μετατροπή των ίδιων τους των εαυτών, των σωμάτων, της εικόνας τους και των συναισθημάτων τους σε εμπόρευμα. Αντίθετα κυνηγούν τη φήμη και το χρήμα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, σέρνοντας μαζί τους τη λάμψη των παπαράτσι. Ακόμα και στις στιγμές μεγάλης ψυχολογικής πίεσης, όπου κανονικά μια κυνική αντιμετώπιση θα έλαμπε και το γνωστό ταραντίνιο σκωπτικό χιούμορ θα έκανε τα γνωστά του, όλα βουβαίνουν. Aν έχει ακόμα έναν στόχο, αυτός είναι οι ίδιοι οι χαρακτήρες του, που δεν αντιμετωπίζονται όμως ως κοινωνικά δρώντα όντα, αλλά ως κομμάτια του ντεκόρ, ως διαμοιραστές και θύματα μιας ακραία στυλιζαρισμένης βίας που τελικά είναι αυτή που επιφέρει και την τελική, ιστορική μέσα στην ανιστορικότητα της εκδίκηση. Ο Τarantino βυθίζεται στην νοσταλγία του για μια φαντασιακή εποχή που ο ίδιος ποτέ δεν έζησε, αλλά ανταποκρίνεται πολύ στην πιεσμένη κατάσταση που βρίσκεται τώρα το Χόλυγουντ, όπου ο Weinstein δικάζεται για σωρεία σεξουαλικών επιθέσεων και βιασμών και υπό το βάρος του #metoo, το Χόλυγουντ καλείται να δει τη δομικά σεξιστική καταπίεση πάνω στην οποία κτίστηκε (αλλά όχι απαραίτητα να κάνει πολλά για αυτό, καθώς αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο του και σε συνθήκες εικόνας δεν μπορούν να γίνουν μεγάλες κοινωνικές αλλαγές). Έτσι απέναντι στον φόβο για τις αποκαλύψεις προτείνεται η απόλυτη κυριαρχία, απέναντι στις προσπάθειες για ενδυνάμωση προτείνονται οι κοντές φούστες, η σκοποφιλία και η φετιχοποίηση. Bέβαια δύσκολα θα μας πήγαινε η καρδιά να πούμε συντηρητικό τον Tarantino. Πέρα όμως από τη χαρά του (και μας) να σκοτώνει ναζί και υποστηρικτές της δουλείας στα άλλα ψευδοιστορικά του έργα, παρατηρούμε τελικά ότι σκοπός της εκδίκησης του Tarantino δεν είναι η ταξική αποκατάσταση, αλλά η ενότητα σε έναν γνήσιο φιλελευθερισμό. Για αυτό τελικά παρουσιάζει τους ακροδεξιούς οπαδούς του Manson ως κανονικούς χίπηδες που τάσσονταν ενάντια στον πόλεμο του Βιετναμ και την αστυνομία στην ίδια μοίρα με τους ναζί, σε έναν πολύ προβληματικό ισαποστισμό. Και όπως ξέρουμε, ένας τέτοιος ισαποστισμός τελικά

μόνο ίσος δεν είναι, αφού δείχνει ξεκάθαρη στήριξη στον ισχυρό. Και εδώ το ειρωνικό είναι ότι είναι οι ισχυροί που τιμωρούν, οι ισχυροί που εκδικούνται, όχι (μόνο) ένα έγκλημα, αλλά μια ολόκληρη εποχή που τους προσπερνά, έναν κόσμο που προσπαθεί να αλλάξει. Δεν είναι οι οπαδοί του Μάνσον αυτοί που αναπαρίστανται ως καρικατούρες και κατακρεουργούνται στο τέλος, αλλά το κίνημα του 1968, η αντίσταση στον πόλεμο του Βιετναμ, οι κοινωνικές αλλαγές. Αν η μεταμοντέρνα ανιστορικότητα του ύστερου Tarantino είχε κάποια κοινωνική αξία ή μορφική επιτυχία, η ένατη ταινία του σκηνοθέτη στερείται και τα δύο γιατί πλέον δεν αφηγείται τίποτα που να παρασέρνει το ευρύ κοινό σε κάτι παραπάνω από έναν πολύχρωμο αλλά ουσιαστικά κενό παραλήρημα για το παρελθόν, ένα αστραφτερό στολίδι χωρίς καμία αξία. Νίκος Γιακούμελος

COMICcultura 51


Α Π Ο Τ Ο 7 Σ Τ 0 9 52 COMICcultura

The Boys Δύσκολοι καιροί για (σούπερ) ήρωες Ζώντας πλέον σε μία περίοδο όπου η απομυθοποίηση θεών και συμβόλων είναι πολύ της μόδας, ήταν επόμενο να εμφανιστεί και ένα καλλιτεχνικό έργο που να θέλει να ασχοληθεί πιο αναλυτικά με αυτή την «εναλλακτική» πραγματικότητα. Τη δουλειά αυτή ανέλαβε να μας την εξιστορήσουν ο Garth Ennis και ο Darick Robertson. Η ιστορία της σειράς διαδραματίζεται σε ένα σύμπαν όπου οι σούπερ ήρωες αποθεώνονται ως μεσσίες. Όμως σε αντίθεση με τους γνωστούς μας σούπερ ήρωες, οι Seven ανήκουν σε μία μεγαλοεταιρία, τη Vought η οποία έχει αναλάβει εξολοκλήρου την προώθησή τους, καθορίζοντας κάθε πτυχή της προσωπικότητας και των δράσεών τους. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ήρωες δεν είναι οι «αγνοί» και ηθικοί σούπερ ήρωες που έχουμε συνηθίσει αλλά είναι ένα μάτσο αναίσθητα καθίκια οι οποίοι ενδιαφέρονται μόνο για τα λεφτά που θα βγάλουνε από το merchandise τους και δε νοιάζονται για τον απλό κόσμο που τους σέβεται και τους θαυμάζει, τον οποίο υποτίθεται ότι προστατεύουν. Η ιστορία ασχολείται κυρίως με μια ομάδα από απλούς ανθρώπους οι οποίοι δουλεύουν κάτω από το όνομα The Boys οι οποίοι έχουν ως στόχο να κρατάνε υπό έλεγχο τους σούπερ ήρωες όταν αυτοί παρεκτρέπονται, και με τους The Seven, την υπερηρωική ομάδα της Vought η οποία αποτελείται από την ελίτ των σούπερ ηρώων και τον ακήρυχτο πόλεμο που υπάρχει μεταξύ των δύο

αυτών ομάδων. Ξεκινώντας με τα θετικά της σειράς, ένα από τα πρώτα πράγματα που προσέχει κανείς στη σειρά είναι η εξαιρετική του παραγωγή. Ολόκληρος ο κόσμος του The Boys έρχεται στη ζωή με τα κουστούμια, τα οπτικά εφέ και τη σκηνοθεσία των επεισοδίων να είναι τόσο καλά που σε ένα γενικό σύνολο η σειρά δεν έχει να ζηλέψει σε τίποτα τις περισσότερες υπερηρωικές blockbusters ταινίες. Ωστόσο, το The Boys ταλανίζεται από ένα μεγάλο πρόβλημα: τη φλυαρία του. Η σειρά προσπαθεί να χωρέσει σε αυτά τόσες πολλές πληροφορίες όπου από ένα σημείο και μετά κάπου χάνεται. Προσπαθώντας να μιλήσει για τόσα πολλά πράγματα μαζί καταλήγει να τα στριμώχνει στον περιορισμένο χρόνο των οκτώ επεισοδίων που διαθέτει. Έτσι τελικά καταφέρνει περισσότερο να κουράσει τον θεατή της παρά να τον προβληματίσει. Επίσης, οι αρκετές «ευκολίες» που χρησιμοποιεί αρκετές φόρες η σειρά δικαιολογώντας τες στη σκόπιμη υπερβολή της, την κάνουν να φαίνεται ώρες ώρες ότι υποτιμάει τη νοημοσύνη των θεατών της. Το τρομερό στυλ της σειράς, το κάφρικο χιούμορ της, οι over the top μάχες και γενικότερα η yolo οπτική της τελικά καταφέρνουν να υπερισχύσουν απέναντι στα όποια προβλήματα της. Και όπως και να το κάνουμε, είναι πάντα ωραίο να βλέπεις κόμικς τα οποία δεν είναι ιδιαίτερα γνωστά να αναγεννιούνται μέσα από τη μικρή ή τη μεγάλη οθόνη και μάλιστα από ανθρώπους που τα σέβονται και τα εκτιμούν. Άλκης Καζαμίας

Jessica Jones Season 3 Κρίση Υπερηρωικής Ταυτότητας Ο νέος, τρίτος, κύκλος της σειράς Jessica Jones στα 13 επεισόδια που τον αποτελούν, εστιάζει στην αναζήτηση υπερηρωικής ταυτότητας, και του ιδανικού υπερήρωα. Η Jessica μετά τα γεγονότα της 2ης σεζόν, συντετριμμένη από τον θάνατο της μητέρας της, συνεχίζει να ασκεί το επάγγελμα της ιδιωτικού ντετέκτιβ, και κάπου εκεί μία από τις δράσεις της (ναι μία από εκείνες που χρησιμοποιεί τις υπερδυνάμεις της εννοούμε) ανεβαίνει στο youtube, με αποτέλεσμα ο κόσμος πλέον να έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με έναν ακόμα υπερήρωα. Φυσικά, η έκθεση αυτή πρόκειται να φέρει πολλά προβλήματα στην Jessica, όπως παπαράτσι κλπ. Τελικά όμως το στάδιο των πονοκεφάλων είναι το μικρότερο πρόβλημα αφού κάποιος την μαχαιρώνει ακριβώς έξω από το διαμέρισμά της, και έτσι εκείνη καλείται να τον βρει και να τον αντιμετωπίσει. Στο μονοπάτι της όμως θα βρει την Trish Walker η οποία –και εκείνη πλέον με υπερφυσικές δυνάμεις- έχει λάβει τον ρόλο του αυτόκλητου εκδικητή. Ο τρίτος κύκλος καλείται όχι απλά να φέρει μία ολοκλήρωση στις 3 σεζόν της σειράς, και συνάμα των χαρακτήρων, αλλά και ένα κλείσιμο στις Marvel σειρές του Netflix. Η ευθύνη μεγάλη και τα 13 επεισόδια ίσως στην αρχή φαντάζουν λίγα, αλλά αποδεικνύονται ως και το καλύτερο νούμερο… Οι προηγούμενες 2 σεζόν είχαν ήδη θέσει τις βάσεις για ένα πολύ καλό φινάλε, το οποίο θεωρείται έως και λυτρωτικό – αν και δεν μπορούμε να πούμε, μας αφήνει με πολλά ερωτήματα. Όλη η σεζόν είναι ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου όπου οι ρόλοι μεταπηδούν από το

ένα άτομο στο άλλο. Η Jessica δεν αποδέχεται την ταυτότητά της ως υπερηρωίδα, η Trish ψάχνοντας ακόμα την δική της ταυτότητα θεωρεί πως εκείνη του ήρωα είναι η καλύτερη λύση, η Jerry Hogarth αναλαμβάνει τον ρόλο του ήρωα για την φήμη, ο Malcolm βρισκόμενος ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα δρα στο σκοτάδι και, ο νέος χαρακτήρας της σειράς, ο Eric Gelden που ζώντας επί χρόνια στο σκοτάδι και την ασωτία καλείται να βοηθήσει την Jessica. Όλοι απαραίτητοι και υπεύθυνοι για την επικείμενη κατάληξη. Ίωνας Αγγελής


The Lion King Ένα ακόμα remake ενός «κλασσικού» της Disney… Ήταν σαφές αυτό που ξέραμε πριν φτάσουμε στο σινεμά για τον νέο Βασλιά των Λιονταριών. Όλη η ταινία ήταν μια διαδοχή γνωστών σκηνών που χαιρόμασταν να βλέπουμε ξανά σαν παιδάκια που θέλουν να ακούσουν ξανά το ίδιο ακριβώς παραμύθι κι αν πεις λάθος μια φράση σε διορθώνουν… Ε κι εμείς τους διορθώσαμε λίγο όταν ο Πούμπα δεν είπε «Σ’ εμένα μιλάς;» ή «Με λένε ΚΥΡΙΕ γομάρι». Κόλλαγε κάπου κάπου το μάτι και το μυαλό, αλλά μετά είχαμε άλλη μια εμβληματική και αγαπημένη σκηνή και το δίωρο πέρασε αστραπιαία. Παρά τις πολλές ομοιότητες υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στην παλιά και την νέα ταινία, η οποία γίνεται αισθητή από πολύ νωρίς, από το trailer. Βασιλεύει ένας ρεαλισμός που την κάνει πιο σκληρή κι αυτό είναι η αιτία κάθε έκπληξης. Ένα παράδειγμα είναι ο Σκαρ, που έχασε το στυλ του και έγινε ένας συμβατικός κακός. Όχι πως τον συμπαθήσαμε το 1994, αλλά τις προτιμάμε με λίγο χιούμορ τις σκηνές του. Αυτό που διατηρήθηκε και ίσως έγινε και πιο έντονο στο πλαίσιο της ρεαλιστικής αναπαράστασης των πάντων είναι η μειονεκτική του εμφάνιση σε σχέση με τον καλό, όμορφο και δυνατό Μουφάσα. Για άλλη μια φορά οι

κακοί είναι οι… σημαδεμένοι. Με την ίδια λογική χάθηκαν τα έντονα χρώματα της παλιάς ταινίας και η λειτουργία τους δεν αντικαταστάθηκε από κάτι άλλο. Τα χρώματα ήταν ένας τρόπος να δοξαστεί η ζωή κι αυτό είναι ξεκάθαρο στις σκηνές των Τιμών και Πούμπα στον παράδεισό τους. Στην ταινία του 1994 οι λιχουδιές που δίνουν στον Σίμπα είναι όντως εντυπωσιακές. Δεν έχετε δει πιο λαχταριστά σκουλήκια. Το 2019 κάτι λείπει απ’ το φαΐ. Κι ενώ χάσαμε κάτι από την ομορφιά της ζωής, η έννοια τους κύκλου της ζωής παρέμεινε σταθερά στο κέντρο της ιστορίας, κι αυτό ήταν και είναι το πρόβλημα του Lion King. Η ταινία απευθύνεται σε παιδιά και θέλει να τους μιλήσει για τη ζωή και το θάνατο. Ως εδώ καλά, αλλά η θεωρία πως η ζωή είναι ένας κύκλος και όχι μια ευθεία γραμμή δεν αφορά μόνο το θέμα ζωής- θανάτου αλλά και την εξέλιξη της ιστορίας της ανθρωπότητας, η οποία σίγουρα δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ο κύκλος που δεν πρέπει να διαταράσσεται. Πρέπει ο ήλιος να ανατέλλει και να δύει πάντα με τον ίδιο τρόπο; Δεν τρέφουμε αυταπάτες πως η Ιστορία είναι μια ευθεία γραμμή προς τον πρόοδο. Θα ήταν αστείο να μην βλέπουμε τα πισωγυρίσματα της ανθρωπότητας. Όμως χαιρόμαστε που η γεωμετρία δεν αρκεί για να περιγράψει τη ζωή. Συνοψίζοντας, καλά περάσαμε αλλά την επόμενη φορά και μέχρι να ανατείλει ένας αλλιώτικος ήλιος θα ξαναδούμε το παλιό… Αρχοντούλα Βαρβάκη

Midsommar Η ταινία τρόμου του καλοκαιριού Μόλις ένα χρόνο μετά την τεράστια επιτυχία του Hereditary, ο Ari Aster επιστρέφει με μια ακόμα ταινία τρόμου που είναι προορισμένη να διχάσει το κοινό. Αυτή τη φορά, στην ταινία πρωταγωνιστεί ένα ζευγάρι αμερικανών που επισκέπτεται μια απομονωμένη κοινότητα στη σουηδική ενδοχώρα μαζί με μια παρέα φίλων τους και όπως μας έχει συνηθίσει το είδος του φολκλορικού τρόμου -το οποίο επιδιώκει να αναβιώσει εδώ ο Aster- τα πράγματα δεν θα εξελιχθούν ιδιαίτερα καλά για την φιλοξενούμενη παρέα. Για άλλη μια φορά, ο Aster απορρίπτει με θάρρος κάθε κλισέ του είδους, οπότε απ’την ταινία απουσιάζει πλήρως η σκοτεινή ατμόσφαιρα, το γρήγορο μοντάζ ή οι ξαφνικές εμφανίσεις της οποιασδήποτε απειλής. Αντιθέτως, το Midsommar είναι λουσμένο στο -ελαφρώς καμμένο- φως του σουηδικού καλοκαιριού, δημιουργώντας μια ιδιαίτερα άβολη ατμόσφαιρα, ενώ ο τρόμος και η αποκρουστική εικονογραφία πηγάζουν κυρίως από τα βάναυσα έθιμα της κοινότητας με τις σκηνές βίας να είναι μετρημένες, αλλά πλήρως αποτελεσματικές όταν κάνουν την εμφάνισή τους και τόσο όμορφα κινηματογραφημένες, ώστε να είναι αδύνατον οι θεατές να πάρουν τα μάτια τους απ’ την οθόνη. Εκτός όμως από την αψεγάδιαστη σκηνοθεσία, την φωτογραφία-επίτευγμα και τη μουσική υπόκρουση που εξυπηρετεί πιστά το καλλιτεχνικό όραμα, η ταινία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ερμηνεία της Florence Pugh, της πρωταγωνίστριας της ταινίας, η οποία ύστερα από μια φρικιαστική τραγωδία αναζητά εκείνη την οικογένεια που θα την δεχτεί στην αγκαλιά της και θα προσφέρει το συναισθηματικό καταφύγιο που αδυνατεί και δεν ενδιαφέρεται να της δώσει το αγόρι της. Δίχως να καταφεύγει ποτέ σε ερμηνευτικές υπερβολές, αποδίδει υποδειγματικά την εύθραυστη ψυχολογία του χαρακτήρα της, η οποία περιπλανιέται σαν χαμένη και αναζητά έναν τρόπο να ξεφύγει από την τοξική της σχέση που είναι έτσι και αλλιώς στα πρόθυρα διάλυσης. Εν τέλει, το Midsommar είναι ταυτόχρονα μια ωδή στην αλληλεγγύη που προσφέρει ο θεσμός της οικογένειας, μια ρομαντική ταινία και σαφώς μια ταινία τρόμου. Ποιά από αυτές τις πτυχές θα γοητεύσει τους θεατές έγκειται στο προσωπικό γούστο του καθενός, αλλά το σίγουρο είναι πως ύστερα από αυτή την ταινία ο Ari Aster έχει κερδίσει επάξια μια θέση στους μεγάλους του είδους και από εδώ και πέρα θα περιμένουμε με ανυπομονησία τα επόμενα βήματα του. Λάζαρος Κολαξής

Α Π Ο Τ Ο 7 Σ Τ 0 9 COMICcultura 53


ΤΕΡΑΣ #01 - Κωνσταντίνος Κάτσος

54 COMICcultura


COMICcultura 55


Ο ΚΥΚΛΟΣ - Θωμάς Κεφαλάς

56 COMICcultura


COMICcultura 57


58 COMICcultura


COMICcultura 59


BAD CHOICES

Σενάριο: Τάσος Θεοφίλου, Σχέδιο: Chrispy Shift (Χριστίνα Σιφιανού)

*Tο παρόν κόμικς αποτελεί ένα τρισέλιδο preview. Το κόμικς Bad Choices κυκλοφορεί ολόκληρο από τις εκδόσεις Red ‘n’ Noir!

60 COMICcultura


COMICcultura 61


62 COMICcultura


CENSORED - Κώστας Ζυγούρης

COMICcultura 63


DISNEY CORNER του Γιώργου Ζωιτά

Ποιες ιστορίες περιλαμβάνονται; Δεν μπορούμε να συμπεριλάβουμε μέσα σε μερικές σειρές όλες τις ιστορίες, όμως σε γενικές γραμμές, μέχρι στιγμής έχουμε δει αριστουργήματα που έχουμε διαβάσει σε αρκετά περιοδικά Disney. Συγκεκριμένα, οι αναγνώστες του Κόμιξ, θα αναγνωρίσουν περιπέτειες όπως: Ο μύθος του ιπτάμενου Σκωτσέζου, οι φακές της Βαβυλώνας, το διπλό μυστήριο του Μαύρου Φαντάσματος, το νύχι της Κάλι, το μυστήριο του Ταπιόκα ΣΤ΄, ο Κολοσσός του Νείλου, το τελευταίο Μπαλαμπού, το φυλαχτό του Αμούνδσεν, ίδρυμα Μακ Ντακ, ο χρυσός κληρονόμος, Χριστουγεννιάτικες πλάκες, είναι μερικές μόνο από αυτές.

ΤΡΙΤΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΕΜΑΤΗ ΡΟΜΑΝΟ ΣΚΑΡΠΑ

Α

υτό το καλοκαίρι, ήμασταν αρκετά τυχεροί ώστε να δούμε τη συνέχεια μιας σειράς ενός πολύ αγαπητού δημιουργού, του Romano Scarpa. Το 2017 ξεκίνησαν να δημοσιεύονται τα άπαντά του, ως ένθετα με την εφημερίδα Καθημερινή, την ίδια εκδοτική που πλέον έχει αναλάβει τα περιοδικά Disney μετά την αποχώρηση του Τερζόπουλου. Πρόκειται για ένα πολύ φιλόδοξο έργο, που όμως όσο καλές και αν είναι οι ιστορίες που παρουσιάζει, έχει και αρκετά προβλήματα. Γι’ αυτό ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο αγαπητός μας Romano Scarpa, είναι ένας ιταλικής καταγωγής δημιουργός ιστοριών Disney, τον οποίο γνωρίσαμε μέσα από τις σελίδες πολλών περιοδικών, όπως Μίκυ Μάους, Κλασικά & Κόμιξ μεταξύ άλλων. Είναι ένας από τους σημαντικότερους δημιουργούς που πέρασαν από τον χώρο του ντισνεϊκού κόμικς, πάρα πολλές από τις ιστορίες του θεωρούνται ως κορυφαίες και κλασικές, και γενικά είναι ένα άτομο που πλέον κατά κοινή ομολογία μπορεί να καταταχθεί στο πάνθεον, δίπλα σε ονόματα όπως ο Carl Barks. Όταν λοιπόν το καλοκαίρι του 2017 ανακοινώθηκε πως θα δούμε τα άπαντά του σε μία σειρά από τόμους, είναι λογικό να περιμέναμε τα καλύτερα. Το θέμα είναι πως ένα βιβλίο, δεν περιλαμβάνει μόνο το συντακτικό κομμάτι, αλλά και το εκδοτικό. Και η σειρά αυτή, καλώς ή κακώς, σε κάποια σημεία είναι κορυφαία, αλλά σε κάποια άλλα έχει πολύ δουλειά ακόμα να κάνει. Γι’ αυτό μέσα από αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσουμε να δώσουμε απαντήσεις στα κυριότερα ερωτήματα που βλέπουμε να αναρτώνται στο διαδίκτυο, προς ενημέρωση των αναγνωστών.

Οι ιστορίες είναι καλές; Αξίζει να την αγοράσω; Οι ιστορίες του Scarpa είναι πλέον κλασικές, και αν η σειρά ολοκληρωθεί, θα είναι ορόσημο για την Ελλάδα. Υπάρχουν πολλά παράπονα και ερωτηματικά εκδοτικής φύσεως που θα αναλύσουμε παρακάτω, όμως όσον αφορά τις ιστορίες, η απάντηση είναι μία και καταφατική. Ναι, αξίζει.

64 COMICcultura

Αλλά ακόμα και όσοι δεν διάβαζαν τις ιστορίες του Κόμιξ, μπορεί να αναγνωρίσουν τίτλους όπως: Η αιώνια φλόγα της Καλχόα, οι πηγές των Μογγόλων, η πεταλούδα του Κολόμβου, ο άνθρωπος από το Αλτακράζ, το παπί των δασών, το κυνήγι της γραφομηχανής, η μαύρη γυναίκα και πολλές άλλες. Αν θέλετε να έχετε τις ιστορίες αυτές συνοδευόμενες από αντίστοιχα άρθρα, οι τόμοι αυτοί είναι για εσάς.

Πώς μπορώ να προμηθευτώ τους τόμους; Κυκλοφορούν κάθε καλοκαίρι ως ένθετα με την εφημερίδα «Καθημερινή». Φέτος ήταν η τρίτη χρονιά που έτρεξε η σειρά, μοιράζοντας τους τόμους 18-25. Για τους τόμους 1-17 μπορείτε να ψάξετε βιβλιοπωλεία, κομικσάδικα ή να επικοινωνήσετε απ’ ευθείας με την εκδοτική.

Πόσοι θα είναι οι συνολικοί τόμοι; Η σειρά είναι ανατύπωση των αντίστοιχων ιταλικών τόμων, 51 τον αριθμό. Οι ιταλικοί τόμοι περιέχουν 364 σελίδες έκαστος, όμως στην Ελλάδα έχουν χωριστεί στη μέση, έτσι ο καθένας περιλαμβάνει 180. Επομένως, εάν δεν αλλάξει κάτι, οι συνολικοί τόμοι που θα κυκλοφορήσουν στην Ελλάδα, θα είναι 102.

Αυτά είναι πολλά βιβλία. Πότε θα βγουν; Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση. Δυστυχώς, η Καθημερινή ακολουθεί την απαρχαιωμένη πολιτική που ακολουθούσε και ο Τερζόπουλος, να μην ενημερώνει τίποτα και κανέναν, επομένως δεν μας αφήνει παρά να υποθέτουμε, να κάνουμε σενάρια και να πληροφορούμαστε από τρίτες, μη επίσημες πηγές της «πιάτσας». Έχουν ακουστεί πολλά, όμως τα μόνα χειροπιαστά δεδομένα που έχουμε, είναι οι ημερομηνίες κυκλοφορίας των τόμων. Το 2017 κυκλοφόρησαν επτά τόμοι, το 2018 βγήκαν δέκα, και το 2019 οκτώ. Άρα αν δεν αλλάξει κάτι, με μέσο όρο 25 τεύχη την τριετία, θα δούμε το τέλος της περίπου το καλοκαίρι του 2027.

Κάθε δύο ελληνικοί τόμοι αντιστοιχούν σε έναν ιταλικό;


Αυτό θα ήταν το ιδανικό σενάριο, όμως αν πας να σπάσεις στην πράξη έναν τόμο σε δύο ίσα μέρη, δεν βγαίνει. Πρέπει να ταιριάζουν οι σελίδες των ιστοριών και των άρθρων. Ελλείψει ενημέρωσης από τον εκδότη, στην αρχή αναρωτιόμασταν μήπως μπουν μόνο οι ιστορίες με σενάριο Scarpa, μετά αναρωτιόμασταν μήπως μπει κάποια συγκεκριμένη χρονική περίοδος, ή οτιδήποτε άλλο. Τώρα που έχουν κυκλοφορήσει αρκετοί τόμοι, νομίζω πως έχουμε καταλήξει σε συμπέρασμα. Μπαίνουν μπουλούκι, όπως βολεύει στο να βγουν οι σελίδες, με μία στοιχειώδη χρονολογική σειρά. Μπορεί για παράδειγμα ένας τόμος να περιέχει μία ιστορία του 1953 και μία του 1955, όμως δεν θα δούμε ιστορίες του 1970. Κάποια άρθρα συγχωνεύονται σε λιγότερες σελίδες, μερικά όχι και τόσο σημαντικά στοιχεία όπως πίνακες χαρακτήρων μπορεί να μην μπουν καθόλου, όμως γενικά απ’ ό,τι παρατηρούμε από την καταλογογράφηση που κάνουμε, δεν έχουμε χάσει πολλές σημαντικές πληροφορίες από τα άρθρα της ιταλικής βιβλιοθήκης. Απλά είναι μπερδεμένες. Επομένως όχι, δεν υπάρχει ακριβής αντιστοίχηση με τους αυθεντικούς τόμους.

Ο χρωματισμός σε μερικές ιστορίες είναι καλός, και σε μερικές όχι. Γιατί;

εκτύπωσης; Έπεσαν τα φύλλα της εφημερίδας και δεν θέλανε άλλα έξοδα; Δεν ξέρω αν θα μάθουμε κάποια στιγμή. Βέβαια δεν είναι σωστό να παραπονιόμαστε και να κοιτάμε τον γάιδαρο στα δόντια, όμως από την άλλη, πρέπει να έχουμε και στον νου μας πως οι εκδόσεις Disney στην Ελλάδα τουλάχιστον την τελευταία εικοσαετία, είχαν πάντα καλό χαρτί και χρωματισμό. Το κοινό αυτό έχει μάθει. Αυτό έχει περάσει στην συνείδησή του. Σε άλλες χώρες είναι πάγια τακτική να δημοσιεύουν ασπρόμαυρες παλιές ιστορίες σε άσχημο χαρτί στα περιοδικά, στην Ελλάδα όμως αυτά ανήκουν στο παρελθόν εδώ και μερικές δεκαετίες. Από την στιγμή που η ειδική έκδοση με τα άπαντα ενός κορυφαίου δημιουργού χρησιμοποιεί όχι μόνο άσχημο χρωματισμό, αλλά και κακής ποιότητας χαρτί, τότε ένα μεγάλο μέρος του κοινού θα νευριάσει, είναι μαθηματικά βέβαιο. Προσωπικά δεν μου άρεσε η εκτύπωση, ήταν πολύ πρόχειρη, και κάθε χρόνο γίνεται ακόμα χειρότερη με αποκορύφωμα τους φετινούς τόμους που ήταν μικρότεροι σε μέγεθος από τους προηγούμενους, όμως αν η εναλλακτική είναι να μην βγει καθόλου, τότε φυσικά δεν τίθεται θέμα. Θα τους παίρνω ακόμα και αν χρησιμοποιούν άσχημο χαρτί.

Η σειρά αυτή, χρησιμοποιεί τον χρωματισμό της αντίστοιχης ιταλικής σειράς. Μπορεί μία ιστορία να είχε κυκλοφορήσει στο παρελθόν στην Ελλάδα με καλό χρωματισμό, όμως αυτός ο χρωματισμός μπορεί να ανήκει σε κάποιον τρίτο, όπως στον Τερζόπουλο ή κάποια εκδοτική του εξωτερικού. Εφ’ όσον η Καθημερινή δεν θέλει να ξοδέψει χρόνο και χρήμα στον επαναχρωματισμό, θα γίνει επακριβής ανατύπωση με τα ίδια χρώματα που έχουν οι ιταλικοί τόμοι. Και οι τόμοι αυτοί, χρησιμοποιούν πολλές φορές τον αυθεντικό, παλιό χρωματισμό, όπως ακριβώς δημοσιεύτηκε στο Topolino του ’60. Ακόμα, πολλές ιστορίες του στην Ιταλία, όταν πρωτοδημοσιεύτηκαν ήταν οι μισές έγχρωμες και οι μισές ασπρόμαυρες (λογική που υιοθέτησε και ο Τερζόπουλος στις αρχές του). Σε αντίθετη με την Ελλάδα που ξαναχρωμάτιζαν τις ιστορίες, στην Ιταλία όποτε αναδημοσίευαν μια ιστορία, πολλές φορές χρησιμοποιούσαν τον πρωτότυπο χρωματισμό, δηλαδή οι μισές ασπρόμαυρες και οι άλλες μισές με κακό χρωματισμό του ‘60. Κάποιες από τις ιστορίες μπορεί να τύχαινε να χρωματιστούν σε κάποια αναδημοσίευση, όμως δεν ήταν σίγουρο. Στην Βιβλιοθήκη Scarpa βλέπουμε λίγες ιστορίες που χρωματίστηκαν εκ νέου, ενώ πάρα πολλές έχουν τον παλιό χρωματισμό. Και επειδή οι ασπρόμαυρες σελίδες ήταν εμπόδιο, επαναχρωματίστηκαν μόνο αυτές, με στυλ που θύμιζε παλιό χρωματισμό, όμως φαίνεται αν κόβει λίγο το μάτι του αναγνώστη. Το αποτέλεσμα είναι σε ορισμένες ιστορίες, να βλέπουμε ανά δύο σελίδες να αλλάζει το χρώμα, και μερικές φορές να μην παίρνουν ούτε οι ίδιοι στα σοβαρά τον εαυτό τους (π.χ. ανά δύο σελίδες τα καπέλα των ανιψιών να είναι κόκκινα, και ανά δύο να είναι μπλε, κόκκινο, πράσινο). Χρωματικά λάθη που έγιναν στις πρωτότυπες εμφανίσεις (π.χ. το χρώμα του Ατομίνο Μπιπ Μπιπ που άλλαζε ανά περίσταση σε μπλε / πράσινο / μπεζ) δεν διορθώθηκαν επειδή θεωρήθηκαν ως ιστορικά στοιχεία που έπρεπε να διατηρηθούν. Φανταστείτε για παράδειγμα ο Αρκάς να είχε βγάλει ιστορίες με πολλούς διαφορετικούς χρωματισμούς, από διαφορετικούς εκδότες, να μην είχε βγει ποτέ μία συγκεντρωτική έκδοση με όλες του τις δουλειές, και ξαφνικά να έβγαινε η βιβλιοθήκη του που θα μάζευε μερικές δεκαετίες έργο. Για εμάς θα ήταν λογικό να δούμε π.χ. τον χρωματισμό της πρώτης του έκδοσης και όχι έναν καινούργιο. Έναν ξένο όμως δεν θα τον ένοιαζε και θα προτιμούσε απλά να δει όμορφα χρώματα. Έτσι την πατήσαμε κι εμείς με τον Scarpa.

Με το χαρτί τι παίζει; Δεν γνωρίζω τι εκτύπωση ακολούθησε η ιταλική έκδοση, όμως θα κρίνω το δικό μας ως αυτόνομη περίπτωση. Πήγαμε από τους σκληρόδετους τόμους του Barks με το ικανοποιητικό χαρτί στο εσωτερικό, στους χαρτόδετους τόμους με χαρτοπολτό στο εσωτερικό. Υποθέτω πως έγινε απλά για λόγους οικονομίας. Οι λόγοι μπορεί να είναι πολλοί. Δεν πήγε καλά η προηγούμενη βιβλιοθήκη του Barks; Πήγε καλά αλλά δεν έβγαλε πολλά έσοδα λόγω

Υπάρχει κάποιο άλλο σημαντικό θέμα που πρέπει να γνωρίζω; Προσωπικά, το κυριότερό μου πρόβλημα με την έκδοση δεν είναι ούτε το χρώμα, ούτε το χαρτί. Είναι η έλλειψη αρίθμησης και περιεχομένων. Φανταστείτε, μια σειρά που θα αριθμεί 100 τόμους, οι οποίοι δεν έχουν κάποιου είδους αρίθμηση στη ράχη, ούτε απλή, ούτε χρονολογική, ούτε τίποτα. Φανταστείτε τώρα να μην υπάρχει πουθενά στο εσωτερικό μια σελίδα που να περιλαμβάνει τα περιεχόμενα του κάθε τόμου. Φανταστείτε να χάσετε έναν τόμο και να θέλετε να ψάξετε να τον βρείτε σε ένα βιβλιοπωλείο. Φανταστείτε να μπερδέψατε τη σειρά στο ράφι και θέλετε να δείτε πού πρέπει να μπει ένας τόμος. Φανταστείτε να θέλετε να διαβάσετε μια ιστορία και να μην έχετε ιδέα σε ποιο από τα 100 βιβλία μπορεί να περιέχεται. Είναι ένα εκδοτικό μπάχαλο, μία αψυχολόγητη κίνηση που εδώ και τρία χρόνια δεν έχει διορθωθεί, και όσο το καθυστερούν, τόσο μεγαλύτερο πρόβλημα θα δημιουργεί.

Πολλά αρνητικά βλέπω. Άρα δεν αξίζει να τους αγοράσω; Η αλήθεια είναι πως στο εκδοτικό κομμάτι χωλαίνει, όμως όπως και να το κάνουμε, ένα βιβλίο το αγοράζουμε κυρίως για το περιεχόμενό του. Για τις ιστορίες, τα άρθρα και τις πληροφορίες του. Και σε αυτόν τον τομέα, η βιβλιοθήκη του Romano Scarpa είναι μια από τις καλύτερες επιλογές που μπορείτε να κάνετε εάν σας αρέσουν έστω και λίγο τα Disney κόμικς. Ναι, μπορεί να χρήζουν βελτίωσης πολλοί τομείς στο εκδοτικό μέρος, όμως όταν πιάσετε έναν τόμο στα χέρια σας και ξεκινήσετε να διαβάζετε το διπλό μυστήριο του Μαύρου Φαντάσματος, το φυλαχτό του Αμούνδσεν, το τελευταίο Μπαλαμπού και τις φακές της Βαβυλώνας, αυτά είναι δευτερεύοντα θέματα. Ναι, οι ιστορίες που θα διαβάσετε αξίζουν τα χρήματα που θα ξοδέψετε και με το παραπάνω. Εάν βγουν όντως ~100 τόμοι μέσα σε μερικά χρόνια και κυκλοφορήσουν όντως τα άπαντα, είμαι διατεθειμένος να παραβλέψω πολλά από τα παραπάνω. Το θέμα είναι πως εγώ και όσοι διαβάζουμε αυτό το άρθρο, είμαστε λίγο πιο ψαγμένοι και γνωρίζουμε μερικά πραγματάκια παραπάνω από τον απλό κόσμο. Και αυτός ο απλός κόσμος, δεν ξέρω κατά πόσον μπορεί να παραβλέψει τον άσχημο χρωματισμό που βλέπει. Θα μου πείτε πως δεν αγοράζει την εφημερίδα για τον τόμο, δώρο του έρχεται. Ναι, όμως η γενική εικόνα καλής ποιότητας των Disney κόμικς που είχε χτιστεί τόσα χρόνια, γκρεμίζεται με αυτήν την έκδοση. Δεν είναι κάτι που θα φανεί άμεσα, όμως μπορεί να έχει κάποιον αντίκτυπο στο μέλλον. Από εκεί και πέρα, ο καθένας αποφασίζει ανάλογα με τα κριτήριά του. Προσωπικά θα συνεχίζω να αγοράζω τη σειρά ακόμα και αν καταντήσει να βγαίνει σε μέγεθος τσέπης, όμως θα καταλάβω απόλυτα κάποιον αν μου πει πως την σταμάτησε επειδή τον άφηνε αδιάφορο.

COMICcultura 65


ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΚΡΟΥΤΖ ΜΑΚ ΝΤΑΚ!

Τ

ο καλοκαίρι που μας πέρασε, περιμέναμε ως ένθετα στην εφημερίδα της Καθημερινής τη συνέχεια της μεγάλης βιβλιοθήκης του Romano Scarpa, όπως μας είχε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Όμως εκτός από τους νέους τόμους της βιβλιοθήκης, είχαμε την ευκαιρία να διαβάσουμε και μια νέα, καινούργια σειρά, την οικονομία του Σκρουτζ. Οι πιο παλιοί αναγνώστες θα αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν να πρόκειται για νέα σειρά, εφ’ όσον είχαμε ξαναδεί μία αντίστοιχη σειρά πάλι ως ένθετα από την Καθημερινή, το 1994 - 1995. Οι πέντε τόμοι που είδαμε φέτος το καλοκαίρι, είναι διαφορετικοί από τα παλιότερα τευχάκια. Περιέχουν διαφορετικές ιστορίες, διαφορετικά εξώφυλλα, διαφορετική δομή, διαφορετικό αριθμό σελίδων. Παρ’ ολ’ αυτά, όπως θα περίμενε κανείς, έχουν ένα κοινό. Την οικονομία. Και σε αυτόν τον τομέα, κανένας δεν είναι καλύτερος για να διδάξει τους αναγνώστες, από τον θείο Σκρουτζ. Η σειρά είναι ιταλικής προέλευσης, όμως οι Έλληνες συντάκτες επέλεξαν διαφορετικές ιστορίες από την πρωτότυπη σειρά, πάντα όμως σχετικές με το χρήμα, τις τράπεζες και την οικονομία. Σε κάθε τόμο βλέπουμε μερικά εισαγωγικά άρθρα σχετικά με το συγκεκριμένο μοτίβο του τεύχους και ιστορίες σχετικές με αυτό το μοτίβο, κάθε μία από τις οποίες συνοδεύεται από δυο λόγια για το τι θα επακολουθήσει. Μέσα από τα πέντε αυτά βιβλία, μαθαίνουμε μερικές πολύ περιληπτικές πληροφορίες για την οικονομία, τις αγορές, την ιστορία και την χρήση των τραπεζών, τον ανταγωνισμό, την παγκοσμιοποίηση και γενικότερα για το χρήμα και τις μορφές του. Η συγκεκριμένη θεματολογία βέβαια, εκ πρώτης όψεως μπορεί να προκαλέσει κάποιες ενστάσεις από διάφορους, ανάλογα με τη χρήση της. Τα άρθρα αυτά βλέπετε απευθύνονται πρωτίστως σε παιδιά, και υπάρχει πάντα η πιθανότητα, ηθελημένα ή και όχι, να περιέχουν ανακρίβειες ή υπεραπλουστευμένες γενικεύσεις που να παραπλανούν τον αναγνώστη σε σχέση με την πραγματικότητα, αναλόγως με την οπτική του αρθρογράφου. Πάντως, αξίζει να αναφέρουμε πως σε ευαίσθητα ζητήματα όπως για το αν είναι καλή ή όχι η παγκοσμιοποίηση, υπάρχουν πίνακες με τα θετικά και τα αρνητικά που προσφέρει, και αφήνουν τον αναγνώστη να

66 COMICcultura

αποφασίσει, αναφέροντας παράλληλα πως δεν υπάρχει μία και μοναδική σωστή λύση, αφού υπάρχουν πολλές σημαντικές παράμετροι που πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν. Βέβαια, όπως και να το κάνουμε, αυτές είναι κουβέντες στις οποίες μπλέκουν οι «μεγάλοι». Τα περισσότερα παιδιά, όσα άρθρα και να δουν για το χρήμα, όσο ευχάριστα και καλογραμμένα να είναι, θα τα προσπεράσουν και απλώς θα διαβάσουν τις ιστορίες. Κάτι που μας φέρνει στο σημαντικό ερώτημα: Οι ιστορίες είναι καλές; Προσωπικά, τις βρήκα απλώς ταιριαστές για το εγχείρημα. Δεν ήταν αριστουργήματα, δεν μετάνιωσα όμως και τον χρόνο που ξόδεψα για να τις διαβάσω. Υπήρχαν κάποιες έξυπνες ιδέες με απλό όμως σχέδιο, υπήρξαν κάποιες καλές, υπήρξαν και παντελώς αδιάφορες. Μπορεί να υπάρχουν περιπτώσεις που θα δούμε μερικές διάσπαρτες ιστορίες από πιο γνωστούς σχεδιαστές όπως Giorgio Cavazzano, Claudio Sciarrone & Marco Gervasio, και σεναριογράφους όπως Carlo Panaro & Rodolfo Cimino, όμως ως εκεί. Ακόμα και οι ιστορίες της ιταλικής έκδοσης δεν είχαν κάτι το ιδιαίτερο. Από την άλλη όμως ας κάνουμε τον συνήγορο του διαβόλου και ας ρωτήσουμε εάν υπάρχουν πολλές ακόμα ιστορίες σχετικές με τη θεματολογία της σειράς; Προφανώς και υπάρχουν δημιουργίες ατόμων όπως οι Barks, Rosa & Scarpa, όμως δεν έχει νόημα να βγει μια διαφορετική έκδοση και να δούμε πάλι ιστορίες των ίδιων, όσο καλές και αν είναι. Είμαι σίγουρος πως εάν ψάξουμε τα παλιά μας τεύχη, θα βρούμε κάποιες ιστορίες που θα ταίριαζαν να μπουν, όμως αξίζει να μπούμε σε μία τέτοια διαδικασία; Πιστεύω πως για πέντε τευχάκια, οι επιλογές που έκαναν ήταν πολύ καλές. Δεν ήταν κάτι το αξιομνημόνευτο, όμως η σειρά ποτέ δεν διαφημίστηκε ως η υπέρτατη συλλογή. Ήταν απλά μερικές ευχάριστες ιστορίες, σε λίγους ευχάριστους τόμους με πρωτότυπη θεματολογία. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Και για αυτό που στόχευσαν να κάνουν, πιστεύω πως το τελικό αποτέλεσμα ήταν πολύ τίμιο.


r g . s o r i s o r k i m . w w w ! Ω Δ Ι Ε Α Ν Ι Ε Σ Κ Ι Μ Ο Κ Α Ρ Ε Τ Υ Λ Α Κ ΤΑ

COMICcultura 67


68 COMICcultura


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.