COMIC CULTURA #08 (Μάιος - Ιούνιος 2020)

Page 1

Η Ψ Η Φ Ι Α Κ Η Ε Ν Α Τ Η Τ Ε Χ Ν Η Μάιος - Ιούνιος 2020

# 08

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

MOHANAD ADEL ALABADI ANDRO MALIS

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ MOHANAD ADEL ALABADI | ANDRO MALIS FOKSHEE | ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ THEPACK | BLESSED ZINES JOHN ZAMAS | ZGUR ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΦΙΛΟΥ | BRAIN MINCE DESIGN ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΤΣΟΣ | APO KEN ΕΥΑ ΚΟΥΤΣΟΥΚΟΥ | ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΑΚΡΗΣ MELISS | SOLOÚP ΦΙΛΛΙΠΟΣ ΝΤΕΓΙΔΗΣ | ΑΛΕΞΙΑ ΟΘΩΝΑΙΟΥ ΝΑΤΑΛΙ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ | ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΑΡΛΟΣ | ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΦΕΛΑΣ CHRISPY SHIFT | ΝΙΚΟΣ ΣΚΑΜΑΝΓΚΑΣ STEF | DECOMPOSITION | LUSSAKI COMICcultura 1


COMIC CULTURA MAGAZINE ΔΩΡΕΑΝ ΨΗΦΙΑΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΟΜΙΚΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ Τεύχος #08 | Μάιος-Ιούνιος 2020 Αρχισυντάκτης Ίωνας Αγγελής Γραφιστική Επιμέλεια Μάγδα Ασημακοπούλου Σχεδιασμός Λογοτύπου Sotos Anagnos Επιμέλεια - Διόρθωση Κειμένων Ίωνας Αγγελής, Λένα Τζιογκίδου Συντακτική Ομάδα Σπύρος Ανδριανός, Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Μιχάλης Γεωργοστάθης, Νίκος Γιακουμέλος, Γιάννης Ιατρού, Έφη Καραχάλιου, Λάζαρος Κολαξής, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Σόλωνας Παπαγεωργίου, Τόνια Στεφανάτου, Δημήτρης Τζανόγλου, Λένα Τζιογκίδου Καλλιτέχνες Mohanad Adel Alabadi, Andro Malis, Ρενέ Αγγελίδου, Κωνσταντίνος Αθανασόπουλος, Σάββας Αμπατζίδης, Μάρκος Ευλογημένος, Κώστας Ζυγούρης, Τάσος Θεοφίλου, Χρήστος Κάρπης, Κωνσταντίνος Κάτσος, Απόστολος Κεντρόπουλος, Περικλής Κουλιφέτης, Εύα Κουτσούκου, Κυριάκος Μακρής, Γιώργος Μελισσαρόπουλος, Αντώνης Νικολόπουλος, Φίλλιπος Ντεγίδης, Αλέξια Οθωναίου, Νάταλι Παπαδημητρίου, Γιώργος Παπαηλίου, Δημήτρης Σάρλος, Γιώργος Σαφελάς, Χριστίνα Σηφιανού, Νίκος Σκαμάνγκας, Νικόλας Στεφαδούρος, Νάσια Στυλιανή, Λουκία Τζωρτζοπούλου, John Zamas Εξώφυλλο του No Budget Epics (Κώστας Μπεκιάρης) Επικοινωνία 6947518473 (τηλέφωνο) | comicculturamag@gmail.com (e-mail) | @comiculturamag (facebook) | @comic_cultura (instagram)

2 COMICcultura


Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

05 _ «Αφιέρωμα – Προσφυγικό»

EDITORIAL

12 _ «Blue Quarantine» της Fokshee 14 _ «Kushel» του Νίκου Σκαμάνγκα 16 _ «Δύο εβδομάδες σ’ ένα μήνα» της Νάταλι Παπαδημητρίου 18 _ «Isolation» του Brain Mince Design 20 _ «Ποτέ μην εμπιστεύεσαι μπάτσο» του Zgur 21 _ «Συμπαντική Αλήθεια» των John Zamas & Blessed Zines 23 _ «Γιατί Είναι Εντάξει Να Σε Συλλαμβάνουν, Να Σε Δέρνουν Και Να Σε Βασανίζουν» της Αλέξιας Οθωναίου 24 _ «Συνέντευξη – Mohanad Adel Alabadi» του Ίωνα Αγγελή 26 _ «Ink» του Mohanad Adel Alabadi 32 _ «Αφιέρωμα – Uderzo & Asterix» του Αλέξανδρου Μινωτάκη 34 _ «Φρέντυ, ο Μικρός Νιχιλιστής» της Lussaki 38 _ «Staria» του Κυριάκου Μακρή 44 _ «Συνέντευξη – Andro Malis» του Ίωνα Αγγελή 46 _ «Red Pill» του Andro Malis 48 _ «Οι Περιπέτεις Των Μαν Και Στελάν» των Τάσου Θεοφίλου & Chrispy Shift 50 _ «Ο Θάμωνας» του Κωνσταντίνου Αθανασόπουλου 52 _ «Ο Ξυλοκόπος» του Apo Ken 54 _ «Ρακούν» των Δημήτρη Σάρλου & Φίλλιπου Ντεγίδη 56 _ «Διήγημα - Στέλθη: Παιχνίδι Με Κανόνες» του Γιώργου Σαφελά 60 _ «60 Seconds To The End» των Stef & Γιώργου Παπαηλίου 64 _ «Πειρασμοί» του Soloup 66 _ «Όνειρα Γλυκά» του Meliss 68 _ «Οιδίπους Μάδαφακα!» του Περικλή Κουλιφέτη 70 _ «Art Cultura» 75 _ «Τέρας» του Κωνσταντίνου Κάτσου

Τα πράγματα είναι σοβαρά! Εδώ και τρεις μήνες ζούμε τη φρενίτιδα του κορωνοϊού, ο οποίος έφερε τα πάνω κάτω στις ζωές μας - σε παγκόσμια κλίμακα. Απώλεια ανθρώπινων ζωών, καραντίνα, αποκλεισμός, ακύρωση εκδηλώσεων κάθε είδους... Έτσι και η Τέχνη μας, τα κόμικς, διανύουν μια πρωτοφανή κρίση. Αφενός το διάστημα της καραντίνας η άρση λειτουργίας της εταιρείας διανομής Diamond προκάλεσε σύγχυση σε κομιξάδικα και αναγνώστες διεθνώς, ενώ δεν πρέπει να περιφρονούμε τα σοβαρά οικονομικά προβλήματα που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν σημαντικά τμήματα της βιομηχανίας, από τους μικρότερους εκδότες στους δημιουργούς, και πάει λέγοντας. Μεγάλο το πλήγμα και για τα φεστιβάλ κόμικς, εγχώρια με την αναβολή του Comicdom Con και του The Comic Con, αλλά και διεθνώς με μεγαλύτερη απώλεια το Comic Con του San Diego, το οποίο για πρώτη φορά μετά από σχεδόν 50 χρόνια παρουσίας αναστέλλεται το 2020. Το StayCOMICDOM και το Online Comic Con ήταν δύο όμορφες πρωτοβουλίες στήριξης της κουλτούρας των κόμικς, με συζητήσεις και άλλα δρώμενα, πάντα διαδικτυακά. Ο Σύλλογος ΕΤουΚου, οι εκδόσεις Μικρός Ήρως, και μερικοί Έλληνες δημιουργοί, τροφοδότησαν το αναγνωστικό κοινό των κόμικς, με δωρεάν online υλικό σε τακτική βάση. Σε πιο θλιβερή νότα, η Ένατη τέχνη έχασε και κάποια μεγάλα ονόματα στη διάρκεια της καραντίνας, όπως ο δεύτερος πατέρας του Αστερίξ, Albert Uderzo (αφιέρωμα στις σελίδες 32-33 ο «Μεταβαρόνος» Juan Gimenez (αφιέρωμα στη σελίδα 71) και ο «MAD» Mort Drucker. Η πανδημία αυτή όμως έχει δώσει και ευκαιρίες για ενίσχυση των ψηφιακών μέσων, με το ένα podcast μετά το άλλο να κάνουν την εμφάνισή τους –ανάμεσα σε αυτά και το #SmassPodcast του Smassing Culture- live συναυλίες, συζητήσεις, ψηφιακές μαζώξεις στο zoom. Φυσικά, δεν συγκρίνονται με την φυσική αλληλεπίδραση, η οποία σιγά-σιγά επανέρχεται, αλλά υπήρξε μια αξιόλογη προσπάθεια στήριξης σε αυτούς που είναι μόνοι τους ή σε αυτούς που βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση. Τι θα δείτε, λοιπόν, στο τελευταίο «μετακαραντινάτο» τεύχος μας; Αφιέρωμα στο προσφυγικό, που παραμένει πιο επίκαιρο από ποτέ. Συνέντευξη και κόμικς του Ιορδανού Mohanad Adel Alabadi. Την συνέχεια του διηγήματος του Γιώργου Σαφελά, «Στέλθη: Παιχνίδι Με Κανονές». 20 κόμικς από 25 Έλληνες δημιουργούς, ανάμεσά τους η νέα σειρά της Lussaki, «Φρέντυ – Ο Μικρός Νιχιλιστής», το πανέμορφο «Starla» του Κυριάκου Μακρή, τους «Μαν και Στελάν» του Τάσου Θεοφίλου και της Chrispy Shift, και την επιστροφή του «Τέρατος». Το «60 Seconds To The End» των Stef και Γιώργου Παπαηλίου, ολοκληρώνει την πορεία του στο περιοδικό, και θα σας περιμένει ολοκληρωμένο στις 4 με 6 Σεπτεμβρίου στο Comicdom Con, σε συνεργασία με τις Εκδόσεις Του Κάμπου και το εργαστήριο τέχνης «Ζωγραφίζω». Κλείνοντας, ευχόμαστε να βρεθούμε ξανά από κοντά σύντομα, και να σας παρουσιάσουμε αυτό το έντυπο ρημάδο-έβδομο-τεύχος, το οποίο επιτέλους βρίσκεται διαθέσιμο προς πώληση στο red n’ noir και το Solaris… Καλή ανάγνωση! --Η συντακτική ομάδα--

83 _ «Σκέψεις Μέσα Από Την Αγέλη» του ThePack

COMICcultura 3


Decomposition

4 COMICcultura


ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΣΤΗΝ ΕΝΑΤΗ ΤΕΧΝΗ

Προσφυγιά. Ξεριζωμός. Μνήμη, βαριά και ασήκωτη. Η

νεότερη ελληνική ιστορία έχει χαραχτεί βαθύτατα από τις ιστορίες των παππούδων και των γιαγιάδων μας, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, τα σπίτια τους, τους δικούς τους, προκειμένου να σώσουν τις ζωές τους και τις οικογένειές τους. Τα βιώματα αυτά, είτε άμεσα είτε έμμεσα, επηρέασαν βαθύτατα την εξελικτική πορεία του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού: από τη μουσική του ρεμπέτικου στη νεότερη λογοτεχνία και την ποίηση, έδωσαν τροφή σε νέες θεματικές και επαναπροσδιόρισαν την έννοια του «ελληνικού», θάβοντας μια και καλή την πάλαι ποτέ Μεγάλη Ιδέα. Στη νέα αυτή φάση, το μοντέρνο με το παραδοσιακό αρχίζουν να συμπλέκονται μεταξύ τους και οι έννοιες της εντοπιότητας και του κοσμοπολιτισμού συγχέονται, δίνοντας νέα ταυτότητα στην ελληνικότητα, καθιστώντας το στοιχείο «προσφυγιάς» αναπόσπαστο κομμάτι της. Αυτή η ιστορική πραγματικότητα εύλογα εντείνει την απορία όσων υγειώς προσεγγίζουν με καθαρό ρεαλισμό αλλά και στοιχειώδη ανθρωπιά μεταγενέστερες προσφυγικές κρίσεις και τις αντίστοιχες ροές, στη θέα και στο άκουσμα μισάνθρωπων λογύδριων, απαξιωτικών αναφορών σε ο,τιδήποτε «ξένο» επιβουλεύεται την ομοιογένεια του «οικείου», με απώτερο σκοπό... να την αλλοιώσει.

Φυσικά, όποιος επιλέγει να κλείνει αυτιά και μάτια στις αιτίες που προκαλούν και τις συνθήκες υπό τις οποίες λαμβάνουν χώρα οι σύγχρονες προσφυγικές ροές, από

οποιοδήποτε μέρος του κόσμου στο οποίο τα συμφέροντα των «μεγάλων» κρίνονται σημαντικότερα από την ευημερία των ανθρώπων που έτυχε να το μάθουν για σπίτι τους και να πονέσουν εγκαταλείποντάς το, είναι φυσικό κι επόμενο να πέσει σε αυτήν την παγίδα – την οποία συχνά ο ίδιος χτίζει. Γιατί ο ίδιος δε θα διανοούνταν να πει στη γιαγιά του ή τον παππού του από τη Μικρασία, των οποίων τις ιστορίες αναδιηγείται με έκδηλο συναισθηματισμό, «ας καθόσασταν στη χώρα σας να πολεμήσετε». Οι σύγχρονοί τους, όμως, τα λέγανε. Πολύ συχνά, ο βομβαρδισμός δηλώσεων, περισπούδαστων απόψεων και αποσπασματικών πληροφοριών δυσχεραίνει την ευχερή κατανόηση ζητημάτων τόσο σύνθετων, όπως είναι το προσφυγικό. Ωστόσο, κάθε εργαλείο προς την καλύτερη κατανόηση πτυχών του θέματος μόνο ωφέλιμο μπορεί να είναι. Ένα τέτοιο εργαλείο αποτελεί και η Ένατη Τέχνη, η οποία από τη φύση της ως εκφραστικό μέσο καθιστά την περιήγηση σε δύσβατα μονοπάτια πιο εύπεπτη από μία απλή παράθεση πληροφοριών – και συνάμα πιο επιδραστική. Είτε μιλάμε για τη δημοσιογραφική προσέγγιση των οδοιπορικών ή ντοκιμαντερίστικων κόμικς του Joe Sacco, είτε για το βουτηγμένο σε εικαστικό και αφηγηματικό συναίσθημα «Αϊβαλί» του Soloup, τα κόμικς που καταπιάνονται με το εν λόγω καυτό και επίκαιρο ζήτημα – μερικά μόνο εκ των οποίων παρουσιάζουμε στο αφιέρωμα που ακολουθεί – τοποθετούν στο επίκεντρο τον άνθρωπο. Γιατί όλοι τους, εκτός από νούμερα σε πίνακες προσφυγικών ροών, είναι πρώτα και κύρια άνθρωποι. Γιάννης Ιατρού

COMICcultura 5


Λένα Τζιογκίδου

ΟΙ ΑΝΕΠΙΘΥΜΗΤΟΙ από Joe Sacco O Joe Sacco είναι ένας δημιουργός κόμικς, που έκανε την τέχνη του εργαλείο για να μιλήσει για πολλά κακώς κείμενα. Το όνομά του είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την έννοια του «δημοσιογραφικού κόμικ». Τα κόμικς του είναι ρεπορτάζ, συνεντεύξεις, πολεμικές ανταποκρίσεις, ιστορίες ανθρώπων που κάποιοι επιλέγουν να αγνοούν. Ένα τέτοιο κομμάτι πραγματικότητας, σκληρό κι αληθινό, ξεδιπλώνεται μέσα από τους «Ανεπιθύμητους». Οι «Ανεπιθύμητοι» είναι ένα απόσπασμα του κόμικ «Reportages», ενός κόμικ φτιαγμένο από ιστορικά ντοκουμέντα και προσωπικές αφηγήσεις, από την Παλαιστίνη, το Ιράκ, την Ινδία, την Τσετσενία και τα παράλια της Μεσογείου. Οι «Ανεπιθύμητοι» πραγματεύονται την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι Αφρικανοί μετανάστες, καθώς εισέρχονται στην Ευρώπη, μέσω των μεσογειακών χωρών. Πρώτος σταθμός τους, εδώ, η Μάλτα. Μια αποκαλυπτική ματιά για το ρατσισμό, την καταστολή και την εκμετάλλευση που βιώνουν οι μετανάστες στην πολιτισμένη Ευρώπη, όπως και για τα άπειρα εμπόδια και δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, προσπαθώντας να φτάσουν στον προορισμό τους και να βρουν κάποιο μέλλον. Πρόκειται για ένα μωσαϊκό μαρτυριών, που συνθέτουν μια απάνθρωπη

πραγματικότητα. Το κόμικ δεν έχει πλοκή για να κρατήσει το ενδιαφέρον, έχει όμως δυνατή εσωτερική συνοχή, καθώς αποκαλύπτει, σελίδα, σελίδα, την οδύσσεια που ζουν αυτοί οι άνθρωποι. Παγιδευμένοι στην εξαθλίωση, προσπαθούν να ξεφύγουν από τις τραγικές συνθήκες στις χώρες τους, ψάχνοντας ένα καλύτερο αύριο. Τα φτηνά εργατικά τους χέρια, μέσα από τη διαρκή υποτίμησή τους, θα ξαναδουλέψουν στη μηχανή του καπιταλισμού, που τους στέρησε την ελπίδα εξαρχής. Η ντοκιμαντερίστικη απόδοση του κόμικ, η (όποια) αποστασιοποίηση του Sacco, δεν ωραιοποιεί καταστάσεις, αφήνει τον αναγνώστη να βγάλει τα συμπεράσματά του, μέσα από την παράθεση των λεγομένων. Δεν διαβάζουμε μόνο την οπτική των μεταναστών, αλλά και των κατοίκων της Μάλτας, τα επιχειρήματά τους για τη στάση τους και τη συμπεριφορά τους. Διαβάζοντάς το, συνειδητοποιεί κανείς ότι αυτά που περιγράφονται, αυτά που υποστηρίζουν οι κάτοικοι της Μάλτας κι αυτά που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες που φτάνουν εκεί, θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι γραμμένα για την Ελλάδα. Ρατσισμός, εκμετάλλευση, στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το κόμικ αυτό παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο στην εποχή που ζούμε και, δυστυχώς, μάλλον θα παραμείνει για καιρό.

ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ από Colfer Eoin & Donkin Andrew Η απλή λογική θα έλεγε ότι η Ελλάδα, ως χώρα με παρελθόν προσφυγικής κρίσης θα χαρακτηριζόταν από κινήσεις αλληλεγγύης των κατοίκων

6 COMICcultura

της για τη στήριξη των κατατρεγμένων προσφύγων. Τέτοιες κινήσεις φυσικά υπήρξαν και απέδειξαν ότι ένα μεγάλο μέρος του ντόπιου πληθυσμού διατηρεί την ανθρωπιά του, σε αντίθεση με ένα άλλο κομμάτι του πληθυσμού το οποίο παρασύρθηκε απ’ τους ρατσιστικούς μύθους της Ακροδεξιάς η οποία απελαύνει τα τελευταία χρόνια σε Ευρώπη και Αμερική. Κάπως έτσι γεννήθηκαν περιστατικά ακραίας γελοιότητας, όπως το μπάρμπεκιου έξω από κέντρο συγκέντρωσης προσφύγων, αλλά και κάπως έτσι προκλήθηκαν πραγματικά επικίνδυνες καταστάσεις, που έθεταν σε κίνδυνο ακόμα και τη ζωή των προσφύγων από ανθρώπους που ζητούσαν (από κοινού με νυν υπουργούς της ΝΔ) νέες Λαμπεντούζες. Αυτή η τραγική κατάσταση, που μάλλον θα καταγραφεί στις πιο μαύρες σελίδες της ελληνικής ιστορίας, έχει καλλιεργηθεί με τη διάδοση μύθων και fake news που παρουσιάζουν τις προσφυγικές ροές ως απειλή. Όμως, αυτό που αγνοεί το -όχι φασιστικό- κομμάτι κόσμου που έχει παρασυρθεί απ’ τη ρατσιστική υστερία των ημερών είναι το πραγματικό δράμα αυτών των ανθρώπων. Γιατί, πώς αλλιώς θα τόλμαγε ένας σώφρων άνθρωπος να κατηγορήσει έναν άλλον γιατί δεν «έκατσε στη χώρα του να πολεμήσει», αν γνώριζε τι πραγματικά σημαίνει πόλεμος και θάνατος. Το κόμικς «Πρόσφυγες» των Όουεν Κόλφερ και Άντριου Ντόνκιν, είναι ιδανικό εργαλείο για την κατάρριψη τέτοιων μύθων, αφού παρουσιάζει το οδοιπορικό δύο αδελφών, του Ίμπο και του Κουάμι, οι οποίοι ξεκινούν απ’ τα βάθη της Αφρικής για το δύσκολο οδοιπορικό της προσφυγιάς προς την Ευρώπη, με την ελπίδα να βρουν εδώ ένα καλύτερο μέλλον. Όμως αντ’ αυτού, θα κληθούν να ξεπεράσουν νέα εμπόδια που θα θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Μέσα απ’ το συγκινητικό οδοιπορικό των δύο αδερφών γνωρίζουμε τι περνούν αυτοί οι άνθρωποι για να φτάσουν εδώ, πώς γλιτώνουν από τα παράνομα κυκλώματα των διακινητών και απ’ τα άγρια κύματα της ανοιχτής θάλασσας προκειμένου να φτάσουν στην Ευρώπη και εμείς αντί να τους βοηθήσουμε να ξαναξεκινήσουν τη ζωή τους, τους στοιβάζουμε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους αντιμετωπίζουμε σαν «τρομοκράτες» και «υγειονομική απειλή». Αυτός είναι ο -δήθεν αναπτυγμένος- δυτικός πολιτισμός; Ξεχωρίζω τους «Πρόσφυγες» ως ένα κοινωνικο-πολιτικό εργαλείο σκέψης και ευαισθητοποίησης για κάθε καλοπροαίρετο αναγνώστη, αλλά και ως ένα έργο που αφηγείται ένα απ’ τα μεγαλύτερα δράματα αυτής της δεκαετίας με τρόπο προσιτό σε κάθε ηλικία. Μάνος Βασιλείου Αρώνης


Έφη Καραχάλιου

ΝΙΠΕΡ, ΑΙΩΝΙΟΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΗΣ του Nasos

Η αρχή έγινε με την «Μαριάννα η Βρωμόστομη», μια αυτοέκδοση με στριπάκια καθημερινής τρέλας μέσα από τον μικρόκοσμο μιας χειραφετημένης νεαρής κοπέλας. Εργασιακή επισφάλεια, εργοδοτική αυθαιρεσία και η εξαθλιωμένη ελληνική κοινωνία γίνονται συστατικά στοιχεία ενός κόμικ για το τι πραγματικά σημαίνει να είσαι νέος στην μνημονιακή Ελλάδα. Ο Νίπερ, αν και βρίσκεται σε χειρότερη θέση από την Μαριάννα, δηλώνει όπου γης και πατρίς και φτύνει όπου σταθεί αστούς και φασίστες. Η περίπτωσή του, αν και κινείται στα παράλογα και υπερρεαλιστικά πολλές φορές όρια του μέσου, είναι μια ειλικρινής ιστορία του ποιος είναι ο ρόλος του αστικού κράτους, ένα ευρύ πολιτικό σχόλιο για όσα ζούμε σήμερα. Σε μια δυστοπική Μεγάλη Βρετανία, ή έστω σε μια πόλη που μοιάζει να τοποθετείται εκεί, κάπου ανάμεσα σε τελειωμένες pub και σοκάκια με σκουπίδια εμφανίζεται ένας τύπος με εξωφρενικά μεγάλα αυτιά. Ο Νίπερ θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε και έτσι θέλει να τον αντιμετωπίζουν. Περιθωριακός αλλά ανώνυμος, συναντά μια κοπέλα και μένει σε μια κατάληψη. Εκεί αποκτά μια σχεδόν αυθόρμητη αντιφασιστική δράση, γιατί στέκεται απέναντι στην αδικία και την εκμετάλλευση οπότε γίνεται στόχος η pub που είναι στέκι ακροδεξιών. Σε αυτό το αφηγηματικό κομμάτι, η δράση θυμίζει Danny Boyle και Trainspotting, με τα κυνηγητά αντιφασιστών με αστυνομικούς και τις συγκρούσεις με τους φασίστες. Υπάρχουν όμως δυο κόσμοι παράλληλοι, διαχωρισμένοι με ημιπερατή μεμβράνη, οι οποίοι παρεμβάλλονται από πλάνα ειδήσεων που γεμίζουν τους δέκτες με καταστροφή και πίσω από τις κάμερες γίνονται σύνοδοι ξεπουλημένων πολιτικών και αστών που υποθηκεύουν το μέλλον λαού και νεολαίας. Ο Νίπερ γνωρίζει καλά και τους δυο κόσμους και έχει βαλθεί να καταστρέψει τον δεύτερο. Όμως αυτή του η περιπλάνηση κρύβει και την αναζήτηση μιας κοπέλας που κρατιέται αιχμάλωτη σε ένα πείραμα στα βάθη του Αμαζονίου. Μόλις, λοιπόν, ο Νίπερ ξεμπερδεύει με την στρατιά αρουραίων και μηχανών που στέλνει ο τρελός επιστήμονας και θείος ενός φασίστα που δεν έμαθε το μάθημά του, σαλπάρει για Αμαζόνιο. Στο αισθητικό κομμάτι, τα σκούρα χρώματα κυρίως χακί και πετρόλ του περιβάλλοντος σε αντίθεση με τα κιτρινισμένα πρόσωπα των ανθρώπων δίνουν αυτήν την αρρωστημένη αίσθηση της ασφυκτικής μητρόπολης που κυριαρχούν πολυκατοικίες με πλοκάμια και μεταλλαγμένοι αρουραίοι. Ο Νίπερ είναι η προσωποποίηση του προλετάριου. Χωρίς πατρίδα, χωρίς λεφτά, μόνιμα αισιόδοξος και με αγάπη για την ζωή, κινείται με βάση το δικό του σύστημα αξιών και είναι χωρίς να προσπαθεί αυτό που θέλουν να σβήσουν οι άρχοντες του τόπου. Αποζητά την συλλογικότητα, αλλά θέλει να έχει και την ανεξαρτησία του. Άλλοτε λούμπεν, άλλοτε πολιτικός αλλά πάντα αντιφασίστας, εκτονώνεται με σεξ, τσιγάρα, αλκοόλ και ξύλο στους φασίστες. Αυτή ίσως είναι σε μέσες άκρες η συνείδηση της εργατικής τάξης και αυτή η ειλικρινής, λιγομίλητη και λιγδιασμένη καρικατούρα με τα τεράστια αυτιά εκπροσωπεί την φωνή της λογικής, μέσα στην έρημο του Πραγματικού και της παραφωνίας. Σε ένα κόσμο που η επιστήμη είναι στα χέρια λίγων και χρησιμοποιείται με σκοπό τον φόβο και την καταστολή, που τα ΜΜΕ δρουν παραπληροφορώντας και κατατρομοκρατώντας και που τίθεται το δίλημμα καπιταλισμός ή βαρβαρότητα, ο Νίπερ επιλέγει να θεωρείται άγριος και άξεστος σε μια εποχή που κυριαρχεί η πολιτική ορθότητα και η αστική ευγένεια.

ΤΟ ΠΙΟ ΚΡΥΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ - Ίωνας Αγγελής από Δήμητρα Αδαμοπούλου, Γιώργο Τραγάκη & Θανάση Πέτρου, 2017 «Ιδού εγώ. Ο Μετανάστης, ο Ξένος, ο Εξόριστος, Πρόσφυγας, ο Άπατρις, ο Εκτοπισμένος», γράφει η Ηλέκτρα Αλεξανδροπούλου στο ποίημά της, για την ανθολογία κόμικς «Το Πιο Κρύο Καλοκαίρι». Μια ανθολογία κόμικς που, όπως καταλαβαίνουμε και από τον τίτλο, αναφέρεται στο προσφυγικό, και ακόμα ειδικότερα στο καλοκαίρι του 2017, που η κατάσταση εντάθηκε, και μερικοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, άλλοι τρομοκρατήθηκαν, και υπέστησαν την φρίκη της προσφυγιάς. Τρεις περιπέτειες αναζήτησης ασύλου και ανθρωπιάς, απεικονίζονται στα 3 κόμικς της ανθολογίας, από τους Γιώργο Τραγάκη, Δήμητρα Αδαμοπούλου και Θανάση Πέτρου. «Οι άνθρωποι αυτοί θα μπορούσαν να είναι μέλη της οικογένειάς μας, φίλοι, γείτονές μας. Σίγουρα όμως στο κοντινό μέλλον θα γίνουν συνάνθρωποί μας, στις κοινωνίες μας, στους τόπους μας. Ας τους υποδεχτούμε». Αυτά σημειώνουν στην εισαγωγή ο Martin Schirdewan και η Ιωάννα Μεϊτάνη, διευθυντής του Ευρωπαϊκού Γραφείου και συντονίστρια του ελληνικού παραρτήματος του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, αντίστοιχα. Ο Τραγάκης ανοίγει το άλμπουμ με το «Πιο Κρύο Καλοκαίρι», μια ιστορία ενός πρόσφυγα δίχως όνομα, ενός ανθρώπου μακριά από την οικογένειά του, που από τη Δαμασκό πάει στο Βερολίνο, περιμένοντας την παραχώρηση ασύλου, και την άδεια παραμονής. Ο Πέτρου στο «Ακόμα Λίγους Μήνες», εξιστορεί την ιστορία της Χίμπα, μιας κοπέλας είκοσι τεσσάρων ετών, που με την κόρη της φεύγουν κλεφτά για να βρουν τον σύζυγο και μπαμπά τους. Το όνειρο μιας καλύτερης ζωής όμως, δεν πρόκειται να γίνει πραγματικότητα. Τέλος, η Αδαμοπούλου στο «Προς Τη Δύση», αφηγείται την ιστορία των ανήλικων παιδιών Σαϊντ και Αλαμντάρ, που μετά από ενάμιση μήνα περπάτημα από το Αφγανιστάν φτάνουν στα παράλια της Τουρκίας. Αγράμματοι, καθώς δεν μπορούσαν να πληρώσουν δίδακτρα. Φτάνουν στο Ελαιώνα στην Αθήνα για 2 μέρες. Δεν περνάει από το μυαλό τους πως μπορούν να ζήσουν στην Ελλάδα, για εκείνα υπάρχει μόνο η Γερμανία ως προορισμός. Τρεις τραγικές ιστορίες, που αναδεικνύουν τόσο τις συνέπειες της μετανάστευσης ψυχολογικά, αλλά ακόμα περισσότερο το πολιτικό πλαίσιο που αναγκάζουν το άτομο να αναζητήσει το μέλλον του εκτός πατρίδος. Η εικονογράφηση και τα χρώματα αποδίδουν με σαφήνεια πρόσωπα και καταστάσεις, ενώ καταφέρνουν να σε μεταφέρουν ψυχή και σώματι σε ξηρά και θάλασσα, σε γη και ουρανό, δίπλα σε μια αβοήθητη, ταραγμένη, ανήσυχη ψυχή.

COMICcultura 7


Τόνια Στεφανάτου

ROLLING BLACKOUTS από Sarah Gilden Οι ιστορίες προσφύγων και μεταναστών αποτυπωμένες σε κόμικς γνώρισαν μια ιδιαίτερη άνθιση την περασμένη δεκαετία που σχετίζεται και με τις αυξημένες ροές εκτοπισμένων ανθρώπων, τη διάσταση που έλαβε το θέμα στα μέσα μαζικής επικοινωνίας αλλά και με την ένταξη του κόμικς σε διαδικασίες εκπαίδευσης και υποστήριξης προσφύγων και ντόπιων. Δημοσιογράφοι και εικονογράφοι επιδίωξαν να μεταφέρουν προσφυγικές εμπειρίες χρησιμοποιώντας τα κόμικς, συνειδητοποιώντας τη δύναμη του μέσου στο να εμπλέκει συναισθηματικά τους αναγνώστες με τους χαρακτήρες και την πορεία του ταξιδιού τους. Τα κόμικς μπορούν, προβάλλοντας τις εμπειρίες, τις αγωνίες, τους φόβους, τις σκέψεις και τα όνειρα των προσφύγων να εξανθρωπίσουν αυτό που από άλλους αντιμετωπίζεται ως πολιτικό πρόβλημα, οικονομική επίπτωση ή αριθμοί σε ένα χαρτί. Κάτι παρόμοιο φαίνεται να σκέφτηκε και η εικονογράφος Sarah Glidden, όταν αποφάσισε να ακολουθήσει μια παρέα δημοσιογράφων στη Μέση Ανατολή που θέλησαν να αποτυπώσουν τα σημάδια του πολέμου του Ιρακ στην περιοχή. Έτσι γεννήθηκε το «Rolling Blackouts: Dispatches from Turkey, Syria and Iraq», ένα αρκετά πυκνό και ίσως σε κάποιες στιγμές φλύαρο κόμικς, το οποίο όμως καταφέρνει εν πολλοίς το δύσκολο εγχείρημα να προβάλει ιστορίες από διαφορετικούς ανθρώπους, μεταξύ των οποίων Κούρδοι, Ιρακινοί και Αμερικάνοι που αντιμετωπίζονται με μια όσο το δυνατόν λιγότερο αμερόληπτη και αρκετά υπεύθυνη ματιά. Σαν αποτέλεσμα, οι αναγνώστες έχουν στα χέρια τους ένα κόμικς το οποίο μεταφέρει ψήγματα αλήθειας από τη Μέση Ανατολή και τις συμπεριφορές των ανθρώπων όπως την έζησαν όσοι βρέθηκαν εκεί ως θύματα και κάποιες φορές ως θύτες. Η εικονογράφος επιλέγει ένα σχέδιο που χαρακτηρίζεται από την αμεσότητα και την απλότητα του και το καρτουνιστικο στυλ έρχεται σε αντίθεση με την ένταση των διαλόγων. Η Glidden καταφέρνει να δημιουργήσει ένα μωσαϊκό από διαφορετικούς χαρακτήρες που όλοι προσθέτουν κάτι στο σύνολο της αφήγησης, από τον Κούρδο ταξιτζή μέχρι τον απελπισμένο Άραβα πρόσφυγα. Κανείς δεν είναι περιττός και ασήμαντος στο συγκεκριμένο κόμικς. Ίσως αυτός να είναι ο τρόπος της δημιουργού να δικαιώσει ανθρώπους που χρησιμοποιήθηκαν ως πιόνια και έχασαν τα πάντα. Ιδιαίτερα δύσκολο για τον αναγνώστη του σήμερα είναι οι σκηνές σε μια δυναμική και ακμάζουσα Συρία που φιλοξενούσε, τότε, πλήθος Ιρακινών προσφύγων. Γνωρίζοντας πια τι ακολούθησε, τα Σύρια πρόσωπα του comic αποκτούν μία επιπλέον τραγικότητα.

8 COMICcultura

THE

Εκτός όμως από τους εικονογράφους και δημοσιογράφους που θέλουν να προβάλουν ιστορίες προσφύγων, τα περασμένα χρόνια είδαμε και την ανάδυση προσωπικών ιστοριών από τους ίδιους τους μετανάστες, ή παιδιά μεταναστών που θέλησαν να παρουσιάσουν τις δικές τους φωνές στο κοινό. Όπως η Thi Bui, με το εξαιρετικό «The Best We Could Do». Χρησιμοποιώντας ονειρικές σκηνές και τη φαντασία της μπλεγμένη με την ιστορία της οικογένειας της, η καλλιτέχνης αποτυπώνει την εμπειρία της ίδιας και της οικογένειας της στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αφήνοντας τον εαυτό της να ανακαλύψει τις ρίζες της, ταξιδεύει νοητικά πίσω στο Βιετναμ, τη χώρα από όπου έφυγαν οι γονείς της. Η ποιητική, προσωπική, ενδοσκοπική αφήγηση σε συνδυασμό με το υπέροχο σχέδιο δημιουργούν ένα άκρως συναισθηματικό comic που παρουσιάζει όλες τις δύσκολες αποφάσεις που οι οικογένεια της αναγκάστηκε να λάβει για να επιβιώσει. Η Bui όμως δημιουργεί ένα comic που αποπνέει μια μελαγχολική ομορφιά ακόμα και στις πιο σκληρές στιγμές του που ίσως οδηγεί στην ελπίδα πέρα από τον αδυσώπητο ρεαλισμό.

BEST WE

COULD DO

από Thi

Bui


που επιλέγει ο σκιτσογράφος, που μαρτυρούν την εκτεταμένη έρευνα και γνώση του αναφορικά με τους τόπους που απεικονίζει. Τα σπίτια, τα κτίρια, τα τοπία και ο περιβάλλων χώρος πλαισιώνουν τους χαρακτήρες και γεμίζουν τα panel, διεκδικώντας κι αυτά το ρόλο του πρωταγωνιστή. Οι άνθρωπου πηγαίνουν και έρχονται, όμως οι τόποι παραμένουν, κουβαλώντας τις μνήμες τους. Αυτές ακριβώς οι μνήμες, σε μια εποχή που έχουν απομείνει λίγοι επιζήσαντες από την Μικρασιατική καταστροφή, διασώζονται σε αυτό το πολύτιμο κόμικς, που αξίζει τις εξαιρετικές κριτικές του σε ελληνικό και παγκόσμιο τύπο. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος και έχει μεταφραστεί και σε Τούρκικα, Γαλλικά και Αγγλικά.

ΑΪΒΑΛΙ από Soloup H προσφυγική κρίση, στα μέσα της δύσκολης δεκαετίας που πέρασε, έγινε αφορμή ώστε να αναδυθούν θεματικές και διάλογοι που ήταν απόντες κατά τη διάρκεια άλλων, πιο εύρωστων, περιόδων. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και δημιουργικά εγχειρήματα υπήρξε και το ανανεωμένο ενδιαφέρον για τη συστηματική μελέτη και ανάδειξη του προσφυγικού παρελθόντος της Ελλάδας. Ο πόλεμος στη Συρία και η μαζική φυγή των Σύριων που οδήγησε πολλούς στις παράκτιες περιοχές της χώρας, ανέσυραν μνήμες και από άλλες δυστυχίες και πόνους που έλαβαν χώρα στις ελληνικές θάλασσες. Όταν, κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής καταστροφής και της ανταλλαγής των πληθυσμών, τα καράβια στο Αιγαίο μετέφεραν ξεριζωμένους πρόσφυγες στις νέες τους κατοικίες. Δεν πρέπει, λοιπόν, να είναι τυχαίο ότι ένα από τα σημαντικότερα κόμικς με θέμα τους πρόσφυγες του 1922, κυκλοφόρησε κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της κρίσης του μεταναστευτικού. Ο λόγος, φυσικά, για το «Αϊβαλί» του Soloup, όπου ο πολυτάλαντος εικονογράφος πλέκει ένα γαϊτανάκι ιστοριών, με επίκεντρο τον τόπο που οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε μέσα από το έργο του Φώτη Κόντογλου. Ένα εξαιρετικό έργο, άξιο της φήμης και των βραβείων του, που χαρακτηρίζεται από τον βαθύ και ειλικρινή ανθρωπισμό και τον αντιπολεμικό του χαρακτήρα, καθώς ενώνει διαφορετικές ιστορίες επιδιώκοντας να τις κρατήσει ζωντανές στην μνήμη. Στο Αϊβαλί υπάρχουν Έλληνες, Τούρκοι, γιορτές, σφαγές, άνθρωποι καθημερινοί και απλοί και άνθρωποι της εξουσίας που μπλέκονται σε αφηγήσεις που ρέουν αβίαστα και αποτυπώνονται μέσα από το εξαιρετικό σχέδιο του καλλιτέχνη. Ένα από στοιχεία που μας τράβηξαν στο Αϊβαλί είναι σίγουρα το υπέροχο σχέδιο, το οποίο προσαρμόζεται ανάλογα με το ύφος της ιστορίας με μαεστρία. Εντύπωση προκαλούν οι λεπτομέρειες

ΜΙΚΡΕΣ ΖΩΕΣ από Θεόδωρο Παπαδόπουλο & Φώτη Παπαστεφάνου Η διατήρηση της μνήμης και των ιστοριών των πέτρινων εκείνων χρόνων φαίνεται να απασχολούν και τους δημιουργούς του κόμικς Μικρές Ζωές, που εξιστορεί την ιστορία προσφύγων από τον Πόντο πάνω σε ένα καράβι που πλέει στο Αιγαίο. Οι διάλογοι είναι λίγοι στο συγκεκριμένο κόμικς, αλλά ιδιαίτερα συναισθηματικοί, καθώς αφορούν ένα τραγικό περιστατικό που συνέβη στο πλοίο και που δεν ήταν το μόνο κατά τη διάρκεια των δύσκολων ταξιδιών των ξεριζωμένων. Στο σχέδιο

τα πρόσωπα των χαρακτήρων μπλέκονται μεταξύ τους, δημιουργώντας την εντύπωση της μάζας, που κινείται χωρίς να γνωρίζει τον προορισμό της, αποτελούμενη από ανθρώπους που είναι ξένοι μεταξύ τους, ακόμα κι αν μιλούν την ίδια γλώσσα. Στο comic παρουσιάζονται και σκηνές από τη ζωή των προσφύγων στην Ελλάδα και οι δυσκολίες που τους ακολούθησαν. Πολύ μικρότερο σε μέγεθος από το φιλόδοξο Αϊβαλί, αποτελεί πάραυτα ένα ενδιαφέρον αποτύπωμα του ξεριζωμού των προσφύγων και μπορεί κανείς να το προμηθευτεί απευθείας από τους δημιουργούς του, καθώς έχει εξαντληθεί.

COMICcultura 9


ΝΙΚΟΣ ΜΗΛΙΩΡΗΣ «Εγώ θα συνεχίσω να βλέπω διαχρονικά διωγμένους ανθρώπους» Όταν μου ζητήθηκε να γράψω ένα κείμενο για το προσφυγικό ζήτημα, δέχτηκα αμέσως να το κάνω. Είναι κάτι που με απασχολεί, ειδικά το τελευταίο διάστημα ύστερα από τις εικόνες με εκείνα τα μπουλούκια οικογενειών καλυμμένα με κουβέρτες που διασχίζουν χωματόδρομους και κουβαλώντας τα μπαγκάζια τους. Των ανθρώπων στα φουσκωτά με τα φοβισμένα τους πρόσωπα, την απελπισία στα βλέμματα τους και με μωρά να κλαίνε παγωμένα. Αλλά τι παραπάνω μπορώ να προσθέσω από την θέση την οποία βρίσκομαι; Εγώ, που έχω την δυνατότητα να μένω σε ένα σπίτι με ρεύμα, νερό και φαγητό; Που μπορώ να κοιμηθώ με ασφάλεια το βράδυ, να σηκωθώ το πρωί και να κοιτάξω με άνεση από τον υπολογιστή μου όλες τις παραπάνω εικόνες; Που αφήνοντας τον καφέ να αχνίζει δίπλα μου, θα κάτσω από το πληκτρολόγιο να τις σχολιάσω; Ποια είναι η δική μου θέση και ποια η δική τους; Μιλώντας κι ως ένας άνθρωπος που φτιάχνει κόμικς, έχω συνειδητοποιήσει πως κάποιες από τις ιστορίες μου διαπραγματεύονται, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, την ιδέα της προσφυγιάς, ακόμα κι αν τα ίδια θα μιλήσουν για ρομπότ ή σχεδιαστές κόμικς. Για το τι σημαίνει να φύγεις διωγμένος από

10 COMICcultura

κει που βρίσκεσαι και να βρεθείς αλλού, ξένος, αναζητώντας ένα καλύτερο μέρος ή μια ουτοπία, κάτι άγνωστο για τα δικά σου μάτια στο οποίο να ελπίζεις ότι μπορείς να ζήσεις καλύτερα. Πως θα σε αντιμετωπίσουν φτάνοντας εκεί, χωρίς τις περισσότερες φορές να έχεις κάτι που να αποδεικνύει το ποιος είσαι; Πως θα σε δεχτούν; Τι θα καταλάβουν από σένα; Είναι η προσφυγιά κάτι το οποίο δεν θα πρέπει να μας άφορα ή δεν υπάρχει η πιθανότητα να βρεθούμε σε παρόμοια με αυτούς θέση; Με παππού από Μικρά Ασία, γιαγιά «νόνα» από τη Σμύρνη και αρκετά τραγούδια για την ξενιτιά για να ακούσω, κάτι πρέπει να χαμπαριάζω κι ας μην την έχω ζήσει. Κι ας μου πει κάποιος πως οι τωρινοί «δεν είναι οι ίδιοι», έχουν άλλη θρησκεία, άλλα έθιμα κι ότι δεν είναι δικοί μας. Θα του παρατάξω τις παλιές φωτογραφίες προσφύγων, επίσης με τα φοβισμένα βλέμματα και τα μπαγκάζια τους παραμάσχαλα. Κι όσο θα επιμένουν να βλέπουν σύνορα, θρησκείες και όχι ανθρώπους, θα επιμένω με τη σειρά μου ότι εκείνες είναι απλά ασπρόμαυρες. Λυπάμαι αν κάποιοι μπορεί να διαφωνούν, εγώ θα συνεχίσω να βλέπω διαχρονικά διωγμένους ανθρώπους, ανεξαρτήτως κάποιου χρώματος που μπορεί να έχει προστεθεί. Μακάρι όλοι τους να βρουν ένα σπίτι.


ΘΑΝΟΣ ΚΥΡΑΤΖΗΣ «Είναι ένα θέμα που επηρεάζει όλους, και όλοι έχουν κάτι να πουν σχετικά με αυτό» Ας το πάρουμε από την αρχή. Και δεν μιλάω για τη στιγμή που θα έρθω αντιμέτωπος με τη λευκή σελίδα για να γράψω κάτι. Αρχή σε αυτό το θέμα είναι το πως βλέπεις αυτό το θέμα, πως το αντιμετωπίζεις, ποια είναι η νοοτροπία σου. Πώς, λοιπόν, βλέπω εγώ το προσφυγικό; Είναι ένα δύσκολο θέμα. Υπάρχουν πολλά περιθώρια «σφάλματος», γιατί έχει να κάνει με το πως βλέπεις και αντιπροσωπεύεις τη ζωή κάποιου, απέναντι σε ένα κοινό που πολλές φορές ψάχνει να βρει τα «λάθη» σου. Όχι σήμερα, όταν η παραπληροφόρηση και η επιδερμική και η στιγμιαία γνώση κυριαρχούν. Το προσφυγικό είναι ένα ζήτημα που κάνει τα χέρια μου να τρέμουν, (για κάποιον που γράφει, αυτό είναι πολύ χειρότερο από να τρέμουν τα γόνατα σου), γιατί δεν προκαλεί απλά τον καλλιτεχνικό ή τον δημιουργικό σου εαυτό, αλλά τον άνθρωπο μέσα σου, με τον πιο ωμό και εξουθενωτικό τρόπο. Γι αυτό με ενδιαφέρει. Δεν είναι ένα θέμα για το οποίο μπορείς να πάρεις τις πληροφορίες και τα δεδομένα που θες απλά από έρευνες ή άρθρα. Αυτά μπορεί να θεωρηθούν το «σώμα» της ιδέας του προσφυγικού, και για μένα αυτό δεν φτάνει. Οπότε πας για την «ψυχή» της ιδέας, την πεμπτουσία, και αυτή είναι ο άνθρωπος. Αν θες να κάνεις κάτι για το προσφυγικό πρέπει να βγεις έξω και να συζητήσεις, να ρωτήσεις, να ακούσεις. Είναι ένα θέμα που επηρεάζει όλους -όλους όσους ξέρω τουλάχιστον- και όλοι έχουν κάτι να πουν σχετικά με αυτό. Προφανώς και πρέπει να ρωτήσεις τους ανθρώπους που

βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της θέματος και πρέπει να είσαι έτοιμος να φας τα μούτρα σου. Χρειάζεται ένας κυνισμός που να δοκιμάσει κάποιες ιδέες και πεποιθήσεις. Για να δημιουργηθεί κάτι καλό, σε οτιδήποτε κάνουμε, θέλει χρόνο, οπότε χρειάζεται υπομονή στη δημιουργική διαδικασία. Καινούργια στοιχεία μπορούν πάντα να εμφανιστούν και να γίνουν αποκαλύψεις που θα διαψευσθούν και θα αλλάξουν ό,τι κάνεις. Πριν κλείσω, θέλω να πω ότι το προσφυγικό ανήκει σε αυτά τα ζητήματα που όταν καταπιάνεσαι με αυτά -στην δική μου περίπτωση να γράφεις-, θα σε κρατήσουν ξύπνιο το βράδυ. Όσο περισσότερα μαθαίνω και όσο πιο βαθιά ψάχνομαι, τόσο πιο ανεπαρκής νιώθω ώρες-ώρες. Δεν έχω κάποια ψευδαίσθηση για το αν η δική μου ενασχόληση με το με το γράψιμο για το προσφυγικό θα λύσει και το ζήτημα. Υπάρχουν στιγμές που πιστεύω ακράδαντα ότι το μόνο που θα βοηθήσει στο προσφυγικό είναι να είσαι ένα ακόμα ζευγάρι χέρια εκεί που σε χρειάζονται. Με αυτό το βάρος ερευνώ, ακούω και αντιμετωπίζω το προσφυγικό. Αυτό το βάρος δημιουργεί την ορμή που με σπρώχνει να γράψω μια ακόμα σελίδα, να βγω έξω και να συζητήσω γι αυτό. Σε κάθε αρχή που θέλω να γράψω για αυτό, βρίσκω αυτή την δυσκολία και με κάνει να νιώθω σαν το Σίσυφο. Επειδή όμως ξέρω πόσο δύσκολο είναι ό,τι θέλω να κάνω, θα βγω και θα βρω και άλλους, και θα τους ζητήσω βοήθεια. Έτσι δεν λύνω το προσφυγικό, αλλά εγώ μπορώ να γράψω αυτό που θέλω.

COMICcultura 11


Blue Quarantine

12 COMICcultura

της Fokshee


COMICcultura 13


14 COMICcultura


COMICcultura 15


Δύο εβδομάδες σ’ ένα μήνα της Νάταλι Παπαδημητρίου

16 COMICcultura


COMICcultura 17


Isolation του Brain Mince Design

18 COMICcultura


COMICcultura 19


Ποτέ μην εμπιστεύεσαι μπάτσο

20 COMICcultura

του Zgur


COMICcultura 21


22 COMICcultura


Γιατί Είναι Εντάξει Να Σε Συλλαμβάνουν, Να Σε Δέρνουν Και Να Σε Βασανίζουν της Αλέξιας Οθωνάιου

COMICcultura 23


MOHANAD ADEL ALABADI Συνέντευξη

στον Ίωνα Αγγελή

tival στη Λάρισα. Και η τρίτη μου ιστορία -το «Ink»- βρίσκεται στο όμορφο αυτό περιοδικό!

“Δεν υπάρχουν πολλά περιοδικά κόμικς στην Ιορδανία.” Ι: Ποια είναι η κουλτούρα των κόμικς στην Ιορδανία; Υπάρχει το απαραίτητο κοινό για να την «κρατάει ζωντανή»; M: Η Ιορδανία είναι μια μικρή χώρα. Παρ’ όλα αυτά περιέχει πολλές εθνικότητες και κουλτούρες, κάτι το οποίο προσφέρει ένα αρκετά γόνιμο περιβάλλον για νέες ιστορίες. Οι άνθρωποι εδώ έχουν βιώσει αναρίθμητες πολεμικές συγκρούσεις, όσο και εξαναγκαστικές μεταναστεύσεις, σε όλη τη χώρα. Είναι πολλές οι ιστορίες που πρέπει να ειπωθούν και να εικονογραφηθούν, τα κόμικς μπορούν να μεταφέρουν σε κάθε αναγνώστη τα σωστά μηνύματα. Ι: Εδώ στην Ελλάδα, μέσα από περιοδικά όπως την «Βαβέλ» ή το «9», είχαμε την δυνατότητα να γνωρίσουμε πολλούς υπέροχους διεθνείς όσο και εγχώριους καλλιτέχνες και τίτλους κόμικς. Υπάρχει κάτι παρόμοιο στην Ιορδανία;

Δεν υπάρχουν σύνορα στα κόμικς. Είναι σημαντικό να το αναγνωρίζουμε αυτό. Όλες οι χώρες μπορούν να μιλάνε για τα κόμικς, να διαβάζουν κόμικς, και να τα εκτιμούν. Και δεν μεταφέρονται μονάχα εξαιτίας κάποιου υπερηρωικού σινεμά. Τα κόμικς εκτιμούνται ως τέχνη, και έχουν εισαχθεί στην κουλτούρα πολλών χωρών. Έτσι και στην Ιορδανία, που ακόμα και εκεί, η καρδιά του αναγνώστη χτυπά μπροστά στο δέος των σπλας pages, των ειδικά διαμορφωμένων καρέ, του καλλιτεχνικού οίστρου… Στην αναζήτησή μας για diverse και πιο τολμηρών επιλογών, ο Mohanad Adel Alabadi, αν και νέος στον χώρο, μας τράβηξε την προσοχή, και μας γέννησε πολλά ερωτήματα σχετικά με την σχέση της Ιορδανίας με τα κόμικς, τα οποία και μας απαντάει παρακάτω… ΙΩΝΑΣ: Μίλησε μας για την σχέση σου με τα κόμικς… MOHANAD: Η σχέση μου με τον κόσμο των κόμικς είναι ακόμα σε ένα πρώιμο στάδιο. Κατάφερα να μάθω περισσότερα για το αντικείμενο, πριν περίπου ένα χρόνο, μέσα από τη συμμετοχή μου στο τρίτο τεύχος του «Yanni Magazine», μια προσφορά της Ισπανικής Πρεσβείας στην Ιορδανία. Συμμετείχα, επιπλέον, με μια ιστορία ειδικά φτιαγμένη για την έκθεση «Trashformers» στο δεύτερο LAComicsFes-

24 COMICcultura

M: Δεν υπάρχουν πολλά περιοδικά κόμικς στην Ιορδανία. Υπάρχει ένα για τους αχόρταγους αναγνώστες της Ιορδανίας, ονόματι «Fanzine». Ουσιαστικά, πρόκειται για ένα θερμοκήπιο για νεαρούς τοπικούς καλλιτέχνες και μια αρκετά τολμηρή κίνηση από τον εμπνευστή του και προσωπικό μου φίλο, Mike V. Derderian. Θα είναι σίγουρα καθοριστικό για τον κόσμο των κόμικς στην Ιορδανία.

I N T E R V I E w


I N T E R V I E w

Ι: Η πολιτική κατάσταση στην Ιορδανία και γενικότερα στις χώρες της Μέσης Ανατολής, είναι αρκετά έντονη. Πως αντιδράς σε αυτό; Επηρεάζει την δικιά σου- ή άλλων δημιουργώνδουλειά; M: Σίγουρα, αυτή η ταραχώδη κατάσταση μας έχει επηρεάσει. Υπάρχουν βέβαια πολλά ταμπού που δεν μπορούμε να μιλάμε πολιτικά, θρησκευτικά ή κοινωνικά. Είναι ένα δάσος γεμάτο παγίδες. Ή το περνάς ή είσαι νεκρός. Αλλά υπάρχει ακόμα μια αχτίδα ελπίδας στο τέλος του τούνελ. Ι: Πες μας δύο λόγια σχετικά με το Comicipate… M: Το Comicipate είναι από μια ομάδα από φιλόδοξους και ταλαντούχων νεαρών ατόμων, κάτω από την επίβλεψη των μεγάλων μας δασκάλων, του Γιώργου Κωνσταντίνου και του Μέλανδρου Γκανά. Αυτή η ομάδα διευθύνεται από την idare και την Ισπανική πρεσβεία της Ιορδανίας. Η ομάδα μεγαλώνει ετησίως, από άλλα νέους τοπικούς δημιουργούς. Είναι πολλοί αυτοί που έχουν βρει εμπιστοσύνη σε αυτή την όμορφη ομάδα, για να αναπτύξουν τα ταλέντα τους.

“Τα κόμικς για εμένα είναι ένας τρόπος να αποτυπώνεις τις αναμνήσεις σου. Είμαι εγώ σε μορφή σελίδας χαρτιού.” Ι: Μίλησέ μας για το κόμικς σου «Ink», που συμπεριλαμβάνεται σε αυτό το τεύχος… Μ: Το κόμικς μου, «Ink», είναι μία βουβή σύντομη ιστορία, δίχως διαλόγους. Θέλω ο αναγνώστης να το ερμηνεύσει με τον δικό του μοναδικό τρόπο, και από την δική του ιδιαίτερη οπτική γωνία. Η κεντρική ιστορία μιλάει για έναν ζωγράφο και την σχέση του με το μελάνι. Ι: Τι σημαίνουν τα κόμικς για εσένα; M: Τα κόμικς για εμένα είναι ένας τρόπος να αποτυπώνεις τις αναμνήσεις σου. Είμαι εγώ σε μορφή σελίδας χαρτιού. Ι: Ποιοι είναι μερικοί από τους κομίστες που θαυμάζεις; M: Από την Ιορδανία, οι Anas Aqel και Lutfi Zayed. Από την ανατολική Ασία, λατρεύω τον Kim Jung Gi. Και από την Ισπανία τον Γιώργο Κωνσταντίνου. Τέλος, από την Ελλάδα τον Νικόλα Στεφαδούρο. Ι: Κλείνοντας, ας φέρουμε την συζήτηση στο σήμερα, με τα πράγματα στην κόμικς κοινότητα αλλά και σε όλον τον κόσμο, να αλλάζουν. Νομίζεις πως θα αλλάξουν για καλό ή για κακό; Μ: Δεν θέλω να είμαι πεσιμιστής. Αλλά είναι ακόμα νωρίς. Όπως πάντα, ελπίζουμε για το καλύτερο…

COMICcultura 25


Ink του Mohanad Adel Alabadi

26 COMICcultura


COMICcultura 27


28 COMICcultura


COMICcultura 29


30 COMICcultura


COMICcultura 31


Όταν ο Asterix άλλαξε τον ρου της ιστορίας των κόμικς… Του Αλέξανδρου Μινωτάκη

Μ

ε το θάνατο του Αλμπέρ Ουντερζό κλείνει ένας κύκλος για τα ευρωπαϊκά κόμικς. Ο κορυφαίος σχεδιαστής θα πάει να συναντήσει τον φίλο και συνάδελφο του Γκοσινί, τον Μορίς, τον Ταμπαρί και πολλούς ακόμα δημιουργούς. Στις δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τα έργα τους έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής σκηνής κόμικς και ειδικά στην ανάδειξη της περίφημης γαλλοβελγικής σκηνής. O όρος bandes dessinées (BD – όρος που έχει ταυτιστεί με τα κόμικς γαλλικής ή βελγικής παραγωγής), με τον οποίο έγινε γνωστή η γαλλοβελγική «σχολή», προϋπήρχε ήδη από τη δεκαετία του ’30 (δείτε το αφιέρωμά μας στο Comic Cultura #02). Όμως, είναι μέσα από περιοδικά όπως το «Pilote» και μέσα από τις ιστορίες του Ιζνογκούντ, του Λούκυ Λουκ και -ίσως, περισσότερο από όλους- του Αστερίξ που ο όρος καθιερώθηκε και έγινε ευρύτερα γνωστός. Η σκηνή αυτή αποτέλεσε το επίκεντρο του ευρωπαϊκού κόμικς, καθώς και συνέβαλε στη διαφοροποίηση του από τα αμερικάνικα (κυρίως υπερηρωικά) κόμικς της ίδιας περιόδου. Η ζωή του Ουντερζό είναι στο επίκεντρο αυτής της εξέλιξης. Γνωρίζει τον Γκοσινί το 1951 και μαζί ξεκινάνε να δουλεύουν πάνω στα κόμικς του Ινδιάνου Ούμπα-Πα και του κουρσάρου, Ζαν Πιστόλε. Το 1961 ξεκινάνε να δουλεύουν πάνω στον Αστερίξ, που κυκλοφορεί σε συνέχειες στο περιοδικό «Pilote», ενώ το 1962 κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος με ολοκληρωμένη ιστορία, «Αστερίξ, ο Γαλάτης». Τα πρώτα 24 τεύχη, από το 1961 μέχρι το 1979, γνωρίζουν τεράστια επιτυχία. Με τον θάνατο του Γκοσινί το 1977, ο Ουντερζό συνεχίζει μόνος του, αναλαμβάνοντας πλέον και το σενάριο των ιστοριών των ανυπότακτων Γαλατών μέχρι τη συνταξιοδότηση του, το 2011, ενώ εκδίδει και δύο συλλογές μικρών ιστοριών του Αστερίξ γραμμένες από τον Γκοσινί. Τα κόμικς του Αστερίξ αγαπήθηκαν πλατιά, στη Γαλλία και σε όλο τον κόσμο. Ο πρωταγωνιστής έζησε (και ζει) μία διπλή ζωή. Από τη μία, έγινε σύμβολο αναστήλωσης της εθνικής περηφάνιας της

32 COMICcultura

Γαλλίας που βίωσε την ήττα και τη ναζιστική κατοχή στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και χρειάστηκε η παρέμβαση των Συμμάχων για να απελευθερωθεί. Από την άλλη, οι Γαλάτες των Γκοσινύ-Ουντερζό παραμένουν μέχρι και σήμερα ένα από τα ανατρεπτικά σύμβολα της ποπ κουλτούρας, ως μία ανυπότακτη στάση μπροστά στην εξουσία. Αυτές είναι οι αντιφάσεις της μαζικής κουλτούρας, εντός της οποίας διεξάγεται διαρκής σύγκρουση για την οικειοποίηση και νοηματοδότηση των συμβόλων. Έτσι, τα κόμικς του Αστερίξ «πατάνε» συγχρόνως τόσο σε μία εικόνα της διαχρονικά περήφανης και ένδοξης «γαλλικότητας» όσο και στο πνεύμα της ανατρεπτικής δεκαετίας του ‘60. Ας μην ξεχνάμε ότι το πρώτο τεύχος Αστερίξ κυκλοφόρησε το 1961 –«Αστερίξ, ο Γαλάτης»- ενώ μετά τον (γαλλικό και όχι μόνο) Μάη του ’68, έχουμε ιστορίες ιδιαίτερα πολιτικές και (με τον τρόπο τους) ριζοσπαστικές, όπως ο «Αστερίξ στους Ελβετούς» (1970), η «Κατοικία των Θεών» (1971) και το «Οβελία και Σία» σίγουρα ένα από τα καλύτερα τεύχη της σειράς. Στη συνέχεια θα δούμε επτά από τις καλύτερες ιστορίες που σχεδίασε ο Ουντερζό μαζί με τον Γκοσινί. Επίσης, πρέπει να τονιστεί ότι το σχέδιο του Αστερίξ έχει τη δική του ιστορία και εξέλιξη. Συχνά θεωρείται ότι έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία μάλιστα έχουν διατηρηθεί ακέραια στις νέες εκδόσεις από τους σύγχρονους δημιουργούς, Φερί και Κονράντ. Μεταξύ αυτών των χαρακτηριστικών, ξεχωρίζουν οι καθαρές γραμμές, τα έντονα και φωτεινά χρώματα. Αντίστοιχα, θεωρείται παγιωμένη η φιγούρα των δύο πρωταγωνιστών, τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους, οι αναλογίες κλπ. Ωστόσο, αν εξετάσουμε τα πρώτα τεύχη («Αστερίξ, ο Γαλάτης», «Ο Γύρος της Γαλατίας», «Αστερίξ και Κλεοπάτρα» κα), ανακαλύπτουμε μια διαφορετική παλέτα χρωμάτων με κατά κανόνα πιο σκούρες αποχρώσεις, λιγότερο στυλιζαρισμένες γραμμές και πιο έντονα και ρεαλιστικά χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστών. Το σχέδιο αυτό ίσως μας ξενίζει σήμερα, όμως είναι κομμάτι της πορείας της δουλειάς του Ουντερζό. Και, όπως θα δούμε και στα παρακάτω παραδείγματα, μέσα στα πρώτα τεύχη του Αστερίξ βρίσκονται εξαιρετικές ιστορίες.


«Ο Μάντης» Στον Μάντη, μία καταιγίδα έρχεται να ταράξει το χωριό και δημιουργεί την ευκαιρία ώστε ένας τσαρλατάνος, προσποιούμενος τον Μάντη, να εκμεταλλευτεί τις προλήψεις του γαλατικού χωριού. Σε μία διαφορετική ιστορία από το συνηθισμένο, με τους Ρωμαίους σε δεύτερο ρόλο, το τεύχος του Μάντη είναι ένα πανέξυπνο σχόλιο για τη τάση των ανθρώπων να ακούνε μόνο όσα τους συμφέρουν και να καταφεύγουν στον ανορθολογισμό σε δύσκολες στιγμές. Η ίδια η φιγούρα του Μάντη είναι εξαιρετικά δοσμένη, ενώ οι πρώτες σελίδες του τεύχους, με τις εναλλαγές στο φωτισμό, ακολουθώντας τους κεραυνούς στο χωριό, είναι από τις καλύτερες στιγμές του Ουντερζό.

«Ο Αστερίξ στην Ισπανία» Στην κατηγορία «ταξίδια του Αστερίξ», αυτό είναι ένα από τα πιο κλασικά. Ο Αστερίξ αναλαμβάνει να επιστρέψει στην πατρίδα του τον Πέπε, τον κακομαθημένο γιο ενός αρχηγού ανυπότακτων Ισπανών, ο οποίος απήχθη από τους Ρωμαίους. Στο ταξίδι, ο Ουντερζό ξεδιπλώνει το ταλέντο του. Το τοπίο μεταβάλλεται όσο οι πρωταγωνιστές προχωράνε μέσα στην Ισπανία, τα πρόσωπα «αγριεύουν», τα χαρακτηριστικά γίνονται πιο έντονα και τονίζονται οι αντιθέσεις με τα στρογγυλεμένα χαρακτηριστικά των Γαλατών.

«Ο Γύρος της Γαλατίας» Εδώ έχουμε μία από τις πρώτες ιστορίες του Αστερίξ με τις διαφορές στο σχέδιο που λέγαμε και παραπάνω. Με αφορμή ένα στοίχημα με ένα Ρωμαίο, οι πρωταγωνιστές μας πρέπει να διασχίσουν όλη τη Γαλατία, και να φέρουν αναμνηστικά από κάθε στάση του ταξιδιού. Η γεωγραφία της σύγχρονης Γαλλίας -μαζί με τα στερεότυπα για τις διαφορετικές περιοχές- μεταφέρονται στην εποχή του Αστερίξ. Η Λουτέτια (Παρίσι) έχει μποτιλιάρισμα, η Μασσαλία είναι εμπορικό κέντρο κ.ο.κ. Σε ένα από τα πιο πληθωριστικά και απαιτητικά τεύχη του Αστερίξ, ο Ουντερζό διαπρέπει.

«Η Διχόνοια» Ο Ρωμαίος Ζιζάνιους γλυτώνει την εκτέλεση στη Ρώμη με την υπόσχεση να διασπείρει τη διχόνοια, στην οποία ειδικεύεται, στο γαλατικό χωριό. Ένα τεύχος αφιερωμένο στη μικρότητα, την ιδιοτέλεια και την καχυποψία, που αναδεικνύει το άσχημο πρόσωπο των ανυπότακτων και όχι μόνο. Ο Ουντερζό εκμεταλλεύεται την ευκαιρία για να επιδείξει την προσοχή του στη λεπτομέρεια και να «στραπατσάρει» τις μορφές όλων των χαρακτήρων.

«Η Κατοικία Των Θεών» Στην ιστορία «η Κατοικία των Θεών», ο Καίσαρας αποφασίζει να χτίσει πολυκατοικίες στο δάσος γύρω από το γαλατικό χωριό και να το μετατρέψει σε προάστιο της Ρώμης, ελπίζοντας ότι θα ενσωματώσει τους Γαλάτες στο ρωμαϊκό τρόπο ζωής. Όταν ξεκινούν οι εργασίες, οι Γαλάτες αντιδρούν στην καταστροφή του δάσους και τα βάζουν με

τους σκλάβους που κόβουν τα δέντρα. Χωρίς να αντιλαμβάνονται το συνολικό σχέδιο, αποφασίζουν εν τέλει να βοηθήσουν τους σκλάβους («αφού δεν φταίνε σε τίποτα», όπως παρατηρεί ο Πανοραμίξ), να ολοκληρώσουν τα κτήρια και να κατακτήσουν αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, οργανώνοντας με τη βοήθεια του μαγικού ζωμού την πρώτη επιτυχημένη εργατική εξέγερση στην ιστορία. Μετά την ολοκλήρωση του συγκροτήματος, η έλευση των πρώτων κατοίκων απειλεί να μετατρέψει τους ανυπόταχτους Γαλάτες σε γραφικό αξιοθέατο για τους ενοίκους, οι οποίοι επισκέπτονται τακτικά το χωριό. Η λύση θα έρθει από το βάρδο του χωριού, τον Κακοφωνίξ που θα εκδιώξει τους κατοίκους με τη μελωδική φωνή του, ανοίγοντας το δρόμο για την ισοπέδωση των πολυκατοικιών. Σε μια στιγμή έμπνευσης, ο Γκοσινί μετατρέπει τον πειθαρχημένο ρωμαϊκό στρατό σε ενοίκους και γράφει μερικούς από τους καλύτερους διαλόγους του για μια άτυπη συνέλευση ιδιοκτητών ενώ ο απελπισμένος εκατόνταρχος βλέπει τους λεγεωνάριους του να συζητάνε για τις ώρες κοινής ησυχίας και τη φροντίδα του γκαζόν. Από ότι φαίνεται, μόνο μερικές γνήσιες γαλατικές μπούφλες μπορούν να σπάσουν την αποχαύνωση των προαστίων…

«Οβελίξ και Σία» Πρόκειται για την τελευταία ιστορία του Αστερίξ που έγραψε ο Γκοσινί πριν το θάνατο του και μάλλον είναι η καλύτερη. Το σενάριο είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο. Ο Κάιους Τεχνοκράτιους, ειδικός σύμβουλος του Καίσαρα, αποφασίζει ότι δεν έχει κανένα νόημα η προσπάθεια στρατιωτικής κατίσχυσης επί του ανυπόταχτου χωριού. Αντ’ αυτού προτείνει τη σταδιακή διαφθορά τους μέσω της εισαγωγής του χρήματος στις ζωές των Γαλατών για να διασπάσουν τη συνοχή τους. Οι Ρωμαίοι αρχίζουν να αγοράζουν μανιωδώς μενίρ, το οποίο γίνεται το πρώτο αγαθό του χωριού που αποκτά εμπορευματική διάσταση, αν και κανείς δεν γνωρίζει σε τι χρησιμεύει όπως θα παραδεχθεί στην πορεία ο δρυΐδης Πανοραμίξ. Έτσι, ο Οβελίξ, από κατασκευαστής μενίρ που τα ανταλλάσει με αγριογούρουνα, γίνεται ο πρώτος καπιταλιστής του χωριού, προσλαμβάνει εργάτες και κάνει μαθήματα προσαρμογής στην αστική ζωή, τα οποία παραδίδει ο Τεχνοκράτιους. Η συνέχεια είναι καταιγιστική και ευφυέστατη με τους Γαλάτες να αλλάζουν τελείως τον τρόπο ζωής τους στην προσπάθεια να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση των Ρωμαίων για μενίρ. Τη λύση θα δώσει ο σοφός Πανοραμίξ με μία έκλαμψη μαρξιστικής διάνοιας: δίνει μαγικό ζωμό σε όλο το χωριό για να ενισχύσει την παραγωγή μενίρ και να προκαλέσει κρίση υπερσσυσώρευσης στη ρωμαϊκά αγορά. Την κρίση δεν κατορθώνει να αποτρέψει ούτε η πρώιμη εφεύρεση της διαφήμισης από τους Ρωμαίους ενώ ταυτόχρονα δημιουργούνται αγορές μενίρ ανταγωνιστικές με το γαλατικό. Η τελική λύση όμως θα έρθει από την επαναστατική βία των εξαγριωμένων Γαλατών που στείλουν τον Τεχνοκράτιους από εκεί που ήρθε… == Προφανώς, η λίστα είναι λειψή. Θα μπορούσαν να προστεθούν οι σελίδες του Ουντερζό για τη νύχτα στη Ρώμη και τους εγκληματίες μαζί με τους οποίους περνάνε τη νύχτα οι Αστερίξ και Οβελίξ στο τεύχος «Οι Δάφνες του Καίσαρα». Ή τα καρέ με τις ελβετικές τράπεζες και τις υπέροχες στιγμές κραιπάλης στα ρωμαϊκά όργια από το «Αστερίξ στους Ελβετούς». Η λίστα είναι ατελείωτη. Ο Ουντερζό, μαζί με τον Γκοσινί, χρησιμοποίησε τον κόσμο του γαλατικού χωριού για να διηγηθεί ένα πλήθος ιστοριών με μία μεγάλη γκάμα σεναρίων και σχεδίων. Ίσως αυτό, περισσότερο από κάθε τι, να δείχνει το ταλέντο του…

COMICcultura 33


Φρέντυ, ο Μικρός Νιχιλιστής της Lussaki

34 COMICcultura


COMICcultura 35


36 COMICcultura


COMICcultura 37


38 COMICcultura


COMICcultura 39


40 COMICcultura


COMICcultura 41


42 COMICcultura


COMICcultura 43


I N T E R V I E

W

ANDRO MALIS Συνέντευξη στον Ίωνα Αγγελή

Εκεί στους υπονόμους… Ναι και εκεί, υπάρχει και εκεί τέχνη. Ο Andro Malis ξέρει από αυτά. Τα underground κόμικς ρεύματα μπορεί να έγιναν γνωστά τη δεκαετία του ’50 στην Αμερική, ωστόσο ζουν και βασιλεύουν μέχρι και σήμερα σε πολλές χώρες, όπως η Ελλάδα, ή- στη προκειμένη- η Ιταλία. Είναι τα κόμικς που υπάρχουν για να αναπαράγουν κοινωνικές ανησυχίες, να αντιπροσωπεύουν την ελευθερία του λόγου, το αντιφασιστικό κίνημα, την μάχη κατά του καπιταλισμού… Το εναλλακτικό και το Do-It-Yourself κίνημα είναι δυνατά και στην Ιταλία, και ο Andro Malis είναι ο κατάλληλος για να μας μεταφέρει τις εμπειρίες του και την γνώμη του για την κοινότητα, όπως θα δείτε παρακάτω… Ίωνας: Μίλησέ μας για την έως τώρα δουλειά σου… Andro: Η δουλειά μου κυρίως περιλαμβάνει underground και DIY (Do It Yourself), μου αρέσει που τα κόμικς, οι αφίσες, τα φανζίνς και τα illustrations μου αποτελούν αποκλειστικά δικό μου προϊόν. Και για αυτό, μάλλον, πρέπει να κάνω παράλληλα άλλη δουλειά για να μπορώ να τρώω, αλλά τουλάχιστον είμαι ελεύθερος και μπορώ να ζωγραφίζω άσχημα και να κάνω αυτά που με ενδιαφέρουν, λέγοντας πως ο κόσμος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα βρώμικο κόλπο. Ι: Νομίζεις πως ο Covid-19 και η καραντίνα θα μετατραπούν σε πηγές έμπνευσης για τους δημιουργούς; Ισχύει αυτό για εσένα; Α: Ο Covid-19 αλλάζει και θα αλλάξει τον κόσμο. Είναι μια μικρή Αποκάλυψη! Οποιοσδήποτε αφηγητής δεν μπορεί να ξεφύγει από την σύγχρονη ιστορία, και ως παραγωγοί της κουλτούρας, ή ακόμα της εναλλακτικής κουλτούρας, που δεν πρόκειται να εφεύρουν κάποιον νέο τρόπο διανομής ή παραγωγής πολιτιστικών προϊόντων (βιβλία, κόμικς, ταινίες, κλπ), απλά θα μείνουν να τους παρασύρει το κύμα. Προσωπικά, σχεδιάζω κόμικς δίχως διαλόγους, παρά μονάχα ονοματοποιημένες προτάσεις, εικονίδια και αποδιοργανωμένες δράσεις. Αυτά είναι που κάνουν την δουλειά μου άμεση, και δεν αποδίδεται σε κάποιο χρονικό πλαίσιο, λες και έπεσε σε ένα αφηγηματικό ανεμοστρόβιλο, όπως μια τρελή εκπομπή ειδήσεων. Κάτι που με απασχολεί είναι το πως πρόκειται να αναδείξω τα έργα μου, αφού εξαιτίας της μεταδοτικότητας του

44 COMICcultura

“Ο Covid-19 αλλάζει και θα αλλάξει τον κόσμο. Είναι μια μικρή Αποκάλυψη!” ιού, τα ανεξάρτητα φεστιβάλ και οι ελεύθεροι χώροι συγκέντρωσης, που είναι η θάλασσα που θέλω να κολυμπάω, είναι πολύ πιθανό να αλλάξουν για πάντα. Για τώρα, έχουμε μονάχα το διαδίκτυο, που έχει την πλάκα του, και μπορεί να φτάσει σε όλο τον κόσμο. Ι: Έχεις συμμετάσχει και στο δικό μας LAComicsFestival… Έχεις μάτια και για τα δικά μας ταλέντα; Α: Το LAComicsFestival είναι τέλειο! Η ιδέα πίσω από το θέμα «Trashformers» είναι η πιο όμορφη ιδέα, που έχω ακούσει για έναν αυτόνομο και θεότρελο κόσμο! Αγαπώ πραγματικά τον Μέλανδρο Γκανά και την ιδέα του γύρω από την διάδοση της κουλτούρας των κόμικς. Έπειτα, παρακολουθώντας την φάση των κόμικς από το facebook, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω τον απίστευτο Θωμά Κεφαλά, για εμένα έναν από τους καλύτερους Ευρωπαίους καλλιτέχνες!


I N T E R V I E

W

Ι: Ποια είναι η γνώμη μου σου πάνω στην Ιταλική κόμικς κοινότητα; Α: Την ξέρω κυρίως σαν ένας αουτσάιντερ καλλιτέχνης, από τον κόσμο των μικρών εναλλακτικών εκδοτικών και του DIY κόσμου. Τους αγαπάω όλους και όλα, και αυτό επειδή δεν έχουν λεφτά, είναι μεθύστακες, μισούν τους φασίστες και ακούν υπέροχες πειραματικές μουσικές. Μένω στη Ρώμη και εδώ κάθε Ιούνιο λαμβάνει χώρα το «Crack», ένα μη κερδοσκοπικό φεστιβάλ για την ανεξάρτητη και εναλλακτική κουλτούρα, στο πιο όμορφο σπίτι καταλήψεων, το Forte Prenestino. Εδώ η DIY κοινότητα συγκεντρώνεται για ένα τετραήμερο πάρτι- ίσως οι πιο όμορφες τέσσερις μέρες του χρόνου- και σου παρέχουν την δυνατότητα να δεις και να ακούσεις το πιο ενδιαφέρον πολιτιστικό avant-grande. Ι: Θεωρείς τον εαυτό σου εκπρόσωπο της Ιταλικής underground κόμικς σκηνής; Τι σου λείπει περισσότερο από αυτήν τώρα που είσαι κλεισμένος σπίτι; Α: Α, α, α… Όχι, εγώ εκπροσωπώ κατώτερα στρώματα. Αλλά έχει πολύ πλάκα! Πριν δύο χρόνια, μαζί με την «Il Galeone», μια μικρή εκδοτική, δημιουργήσαμε μια ανθολογία. Το φανταστήκαμε σαν έναν Αρειανό να φτάνει στα προάστια της Ρώμης, και κάθε δημιουργός να γράφει και να σχεδιάζει ένα κόμικς με μια περιπέτεια του Αρειανού, κάθε φορά σε διαφορετική γειτονιά των προαστίων. Ήμασταν δέκα δημιουργοί και ήταν ένα πολύ όμορφο εγχείρημα, και πάνω από όλα ήταν πολύ ωραίο το γεγονός πως πήγαμε σε αυτές τις γειτονιές των προαστίων για να το παρουσιάσουμε. Εγώ παρουσίασα το «De Core» ο τίτλος του βιβλίουακριβώς μπροστά από τη μεγάλη αυλή των ανατολικών προαστίων, ονόματι Tor Sapienza, εκεί ακριβώς που είχα φανταστεί και σχεδιάσει την προσεδάφιση του Αρειανού. Οι άνθρωποι διασκέδαζαν που ένας εξωγήινος είχε έρθει στον πλανήτη μας, και είχε περάσει από την αυλή τους… Αυτή είναι η κοινότητα, και μου λείπει πάρα πολύ αυτή τη περίοδο εγκλεισμού.

self κόμικς, να ακούσω όσο περισσότερο μπορώ κακή μουσική, να γνωρίσω νέους underground καλλιτέχνες, να εναγκαλιστώ όλους τους ανθρώπους που δεν ήδη δύο μήνες εξαιτίας της πανδημίας. Επιπροσθέτως, θέλω να σχεδιάσω τις περιπέτειες του Δρ Νέξους: ενός ιπτάμενου χίπη με ψυχεδελικές υπερδυνάμεις. Μια διασταύρωση μεταξύ Μahatma Gandhi, Doctor Strange, Master Yoda και του Μεγάλου Lebowski, σε μια διαρκή διαμάχη ενάντια στο διαβολικό καπιταλιστικό σύστημα, τα ρόμποκοπς του, τους ιούς του, και τα γαμημένα του τέρατα.

Ι: Ποιους δημιουργούς κόμικς θαυμάζεις; Πως έχουν επηρεάσει τα έργα σου; Α: Αγαπάω πολλούς καλλιτέχνες, ειδικά τους ελεύθερους και ανεξάρτητους, αλλά θα ήθελα να ονομάσω κάποιον, που εκπροσωπεί όλη την κουλτούρα μου. Το όνομά του είναι Gianluca Lerici, αλλά ο κόσμος τον ξέρει ως Professor Bad Trip. Είναι ο τρανότερος, και όλοι εμείς οι υπόλοιποι απλά χαλάμε την τέχνη του. Ι: Ποια είναι τα αγαπημένα σου κόμικς; Ποιο διαβάζεις αυτή τη περίοδος; Λατρεύω το «Maus» του Art Spiegelmann, αλλά το «Bosnian Flat Dog» των Max Andersson και Lars Sjunnesson, πάντα με κάνει να δακρύζω. Αυτή τη περίοδο διαβάζω με χαρά και αηδία ταυτόχρονα, το «Prison Pit» του Johnny Ryan. Απλά φανταστικό! Ι: Μελλοντικά σχέδια; Α: Έχω βάλει στόχο να διαβάσω πολλά do-it-your-

COMICcultura 45


Red Pill του Andro Malis

46 COMICcultura


COMICcultura 47


48 COMICcultura


COMICcultura 49


50 COMICcultura


COMICcultura 51


του Apo Ken

52 COMICcultura


COMICcultura 53


54 COMICcultura


COMICcultura 55


56 COMICcultura


ΣΤΕΛΘΗ: ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΕ ΚΑΝΟΝΕΣ -Μέρος Β’του Γιώργου Σαφελά εικονογράφηση: Εύα Κουτσούκου Πολλοί νόμιζαν ότι τα πράγματα θα ήταν απλά, ότι θα περνούσαν τρεις μήνες και όταν έφθανε ο Απρίλιος θα παρακολουθούσαν μια μάχη ανάμεσα σε δύο μορφές, που το μίσος της μιας για την άλλη ξεπερνούσε κάθε άλλο συναίσθημα, όμως στις δίπλα πόλεις ποτέ κανένα ζήτημα δε λύθηκε απλά. Οι Υπολίτες, με τον πληγωμένο τους εγωισμό, άρχισαν θρασύδειλες επιθέσεις σε σπίτια, ακόμα και πέρα από τις δίπλα πόλεις και χτυπούσαν και λήστευαν έφηβες, ενώ χωρίς τη λάμψη της παλιάς τους αυτοπεποίθησης, προσπαθούσαν ενίοτε να σκοτώσουν τον Τίταν με άσχημα οργανωμένες, κρυφές επιθέσεις που θύμιζαν κλεφτοπόλεμο και που ο Γιόχανσον τις άφηνε απλά να εξελιχθούν, χωρίς να εμφανίζεται ποτέ. Όμως, εμφανίστηκε τη μέρα που δύο από τους πιο ικανούς φονιάδες του σκότωσαν δύο κοπέλες εικοσιπέντε χρόνων, οι οποίες είχαν αντιληφθεί την ύπαρξη των δίπλα πόλεων, των Απολιτών και των Υπολιτών και μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είχαν καταφέρει να στρέψουν τον κόσμο κατά των Υπολιτών. Οι Υπολίτες είχαν και εκείνοι υποστηρικτές, τώρα που φούντωναν οι φήμες για την ύπαρξη τους, καθώς γοήτευαν ως αμαρτωλοί επαναστάτες, όμως και η Στέλθη ήταν ένα δέλεαρ για όλους εκείνους, που πίστευαν σε έναν τρόπο ζωής με ένα έντονο σύστημα ηθικών αξιών, αλλά μακριά από τα αυστηρά νοικοκυρέικα κουτάκια. Έξω από ενα καφεπωλείο στη Βικτώρια στον ηλεκτρικό, στη μεριά της πλατείας, ο Ζιντ δε φοβήθηκε να αναμετρηθεί σώμα με σώμα μόνος με τον Κίμαν και κάποιον άλλο που δεν είχε ξαναδεί κανένας μας και έγινε ο πρώτος, που όχι μόνο δε δίστασε να μπει στο στόμα του λύκου χωρίς υποστήριξη από κανέναν, αλλά και να σκοτώσει δύο Υπολίτες και στη συνέχεια κάρφωσε τα κεφάλια τους πάνω στις σόμπες του μαγαζιού. Ο Ζιντ, μετά τη μάχη της Πλάκας, ξεδίπλωνε σταδιακά την πιο βίαιη μεριά της φύσης του, που χωρίς φόβο έφτανε στα άκρα. Είχε ένα σημείο τομής με τους Υπολίτες, την πληγωμένη του περηφάνια, αφού κατάφεραν να τον κάνουν να τρομάξει, όπως δε το είχε πετύχει ποτέ κανένας ως τότε και με την ίδια άναρχη και απερίσκεπτη συμπεριφορά έπεφτε στα ίδια αιμοδιψή επίπεδα με τα τέρατα, όσο διαφορετικά και αν ήταν τα κίνητρα του από τα δικά τους. Όταν ο Τίταν έσπευσε κοντά του, καθώς εκείνος ήταν κουλουριασμένος στο έδαφος από το σοκ του φόνου, ο Γιόχανσον έκανε την πρώτη του εμφάνιση σε δημόσια θέα, στηριζόμενος στην κορυφή του ανανσέρ του ηλεκτρικού σταθμού και έμειναν να μοιράζονται με τον Τίταν. Ο Γιόχανσον δε φορούσε το ηλίθιο, υπεροπτικό χαμόγελο του Στρέπλεφ αλλά η ικανοποίηση στο βλέμμα του, με φόντο το επίτευγμα να κάνει τους μαχητές του Τίταν να ξεπεράσουν τα όρια που τους είχε θέσει ο δάσκαλος τους και προστάτης τους, άστραφτε στα κατάμαυρα, πλαισιωμένα από έντονους κύκλους μάτια του. Θα έπαιρνα όρκο, πρώτη φορά είδα τον Τίταν να κλειδώνει τα σαγόνια του εξοργισμένος και έτοιμος να αφήσει και εκείνος τα συναισθήματα της φωτιάς, την οργή και το μίσος να ξεχειλίσουν. Είχα ακούσει τις ιστορίες για τη μοναδική φορά που βγήκε εκτός ελέγχου, όταν πέθανε ο Παπαμάρκος και την ταπεινωτική του ήττα από το Γιόχανσον, αλλά απείχε σίγουρα έτη φωτός και ονείρων από το να δω ένα μειδίαμα αυτής της ψυχικής του κατάστασης με σάρκα και οστά όπως τώρα. Ο Γιόχανσον εξαφανίστηκε, κάνοντας μια στροφή μέσα στο μανδύα του, με αινιγματικά γρήγορες κινήσεις και εκείνη την ώρα, τα σύμβολα της Στέλθης στα χέρια της Ευχής και τα δικά μου άρχισαν να καίνε σαν πυρωμένο σίδερο. Αν ήδη γνωρίζαμε ότι τα πράγματα δεν ήταν απλά, τώρα ξέραμε ότι ήταν κάτι παραπάνω από πολύπλοκα. Η μάχη της πόλης δεν ήταν απλώς η ιερότητα του παλιού της χάρτη και των πρώτων της αρχείων, ήταν κάτι πολύ πιο βαθύ από αυτό και που ξεκλείδωνε όλα τα υπόλοιπα και δυστυχώς ο Γιόχανσον είχε σίγουρα στην κατοχή του κάτι, που αφενός χρειαζόμασταν και αφετέρου αποτελούσε βλασφήμια. Κοιταχτήκαμε και συμφωνήσαμε σιωπηλά όπως πάντα. Ήταν το συναίσθημα που μας άφησε η στιγμή και όχι η διασταυρωμένη γνώση που μας υποκινούσε, όπως στα προφητικά όνειρα, που πριν καιρό μας έδωσαν κίνητρο να ενωθούμε, όπου όταν ξυπνούσαμε, κρατούσαμε την αίσθηση που μας άφησαν οι εικόνες και όχι τις ίδιες. Ο Ζιντ ήταν καταζητούμενος και από εκείνο το βράδυ του Φεβρουαρίου δεν ξαναβγήκε από το υπόγειο της Βικτώριας, μένοντας κρυμμένος κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη των μπάτσων που είχαν βρει αφορμή να προπαγανδίσουν στα μέσα ενημέρωσης για όλα, λες και δε γνώριζαν ότι αυτοί που βρήκαν θάνατο ήταν κάτι σαν άνθρωποι, αλλά πολύ μακριά από αυτό συνάμα. Το βράδυ της Μεγάλης Δευτέρας, στο υπόγειο ήμασταν εγώ, ο Τίταν, ο Τιμόθεος και η Ευχή. Η Νείρα ήταν ακόμα άφαντη, ενώ ο Τιμόθεος δεν επέτρεψε στη Δήμητρα να ακολουθήσει και ο Τίταν, προς δική μου προσωρινή έστω έκπληξη, δεν έφερε αντίρρηση σε αυτό. Έπνιξα το θυμό μου, που ο μπροστάρης της μάχης με το αόρατο έπαθλο θα ήταν η Ευχή. Πόσο απροκάλυπτα ίδιος με το Γιόχανσον μπορούσε να γίνει για και πάλι ο Τίταν άραγε; Στο τραπέζι έβγαλα παλιά περιοδικά παρά πέντε και διάφορα άλλα, από προηγούμενες δεκαετίες και έβαλα σχεδόν με το ζόρι την Ευχή να τα διαβάσει, για να της δώσω τον παλμό της βαθιάς αγωνίας προηγούμενων δεκαετιών. Το σχέδιο ήταν το εξής: Στη διάσταση του κενού, το άυλο σημείο που ένωνε τις δίπλα πόλεις με το σύνολο της Αθήνας, θα επιχειρούσε να κάνει σκεπτοπροβολή στον παλιό φύλακα του χρηματιστηρίου στη Σοφοκλέους, έναν από τους Υπολίτες - συνδετικούς κρίκους με το κράτος, που όσοι γνώριζαν ποιος είναι ο αληθινός του ρόλος, έτρεμαν στο άκουσμα του ονόματός του. Σε εκείνο το ζόρικο σημείο του κέντρου, η Ευχή έπρεπε σε λίγα μόλις λεπτά να ανακαλύψει ποιο πνεύμα παγίδευσαν στον πανίσχυρο νου του φύλακα και γιατί μπορούσε να είναι η ψυχή της Αθήνας. Το πότε παγιδεύτηκε χρονικά δεν είχε σημασία, μόνο το ποια αδυναμία του εντόπισαν και κατάφεραν να το σκλαβώσουν. Αυτός ήταν ο λόγος που έδειξα στην Ευχή μορφές τέχνης και λογοτεχνίας πιο παλιές χρονικά, από το 1998, όπου και κατά μια έννοια άρχισαν όλα, είχα την έντονη υποψία ότι η αναζήτηση μας θα έφτανε ακόμα πιο πίσω στο χρόνο από τα 90ς και ο επονομαζόμενος «Φύλακχον» που κόντευε τα εβδομήντα πλέον ήταν ο συνδετικός κρίκος όλων. Στις αναμνήσεις του σίγουρα κάπου θα ήταν η παγιδευμένη ψυχή που αναζητούσαμε. Ο Τίταν της είπε: «Χρειάζεται ταχύτητα εδώ περισσότερο από την αντοχή, για αυτό δε θα είναι μαζί σου ο Άλφα, ούτε και ο Τιμόθεος που έχουν αντοχή τεράστια, αλλά δεν έχουν τη δική σου αεικινησία. Θα καταρρεύσει ο οργανισμός σου αν μείνεις περισσότερο στη διάσταση του κενού. Χρειάζεται να γίνουν όλα γρήγορα. Σκέψου δύο φορές μόνο όταν χρειαστεί πραγματικά. Καλή τύχη». == Πήγαμε όλοι στην πλατεία Καρύτση με το παλιό, μπλε τσικουετσέντο αυτοκίνητο της φίατ και η Ευχή συνέχισε πεζή μέχρι το παλιό χρηματιστήριο. Την είδα να τρίβει τα χέρια της στιγμιαία, όμως από την επόμενη κιόλας στιγμή οι κινήσεις της έδειχναν μια ακέραιη αποφασιστικότητα. Κατάλαβε το φύλακα από την αύρα του και από την έκφραση στο πρόσωπο του που δεν ενέπνεε το φόβο των περισσότερων ηλικιωμένων. Στεκόταν όρθιος μέσα σε ένα παλιό δερμάτινο, καφέ μπουφάν, σκυθρωπός με λίγα λευκά, μακριά μαλλιά και ένα μεγάλο μουστάκι. Το ύψιλον δε φαινόταν κάπου, με τόσα πολλά και βαριά ρούχα που φορούσε. Η Ευχή βρέθηκε με σβέλτες κινήσεις μπροστά του και άπλωσε την παλάμη της στο μέτωπο του. Εκείνος έμεινε άναυδος, καθώς εκείνη εισερχόταν στο μυαλό του. Ξαφνικά, βρέθηκε σε μια παλιά στοά με γκρι τοίχους και μια μορφή έτρεχε σαν τον Ερμή πάνω κάτω σε όλο το διάδρομο, πότε πατώντας στο έδαφος και πότε στον αέρα. Ασύλληπτη δύναμη. Η Ευχή φώναξε «Τι με στείλατε να βρω ρε; Ένα φάντασμα που

COMICcultura 57


βασανίστηκε και δολοφονήθηκε και τώρα τρέχει; Οι αλυσίδες του λείπουν και ένα στοιχειωμένο σπίτι στην Αγγλία να κάνουμε μια κλισέ ταινία, έλεος!». Όταν όμως η μορφή πέρασε κυριολεκτικά από μέσα της ανατρίχιασε, καθώς η ενέργεια του της έβγαλε την αίσθηση ότι ήταν κάτι οικείο που δε μπορούσε να καταλάβει από που το θυμόταν. Η Ευχή ένιωσε τη γεύση του σιδήρου στο στόμα της και κάτι ζεστό να χαϊδεύει τα αυτιά της. Βγήκε αίμα και από τα δύο σημεία από την ένταση. «Σκέψου πάλι! Τώρα και μόνο τώρα!» αναφώνησε ο Τίταν μέσα στο κεφάλι της. Στάθηκε ακίνητη, αψηφώντας το καμπανάκι της κρίσης πανικού που κρατούσε το κορμί της ζωντανό. «Δεν ήθελε να δεχθεί τη δύναμη του κάποτε… είχε πάντα ενοχές για αυτό που ήταν και δεν ήταν κανένας άλλος… ήταν πάνω από τα πιστεύω του… είναι… είναι ο...». «Πες το!! μη σκεφτείς άλλο!» φώναξε ο Τίταν. «…και.. και.. και όλα τα κακά σκορπά!». Το πνεύμα έφυγε σπάζοντας έναν φεγγίτη, σαν αέρας μέσα από ένα τρύπιο μπαλόνι και ταυτόχρονα από το μυαλό του Φύλακχον. Η Ευχή έκανε να αποχωρήσει και εκείνη από μέσα και εκείνος την κρατούσε με νύχια και με δόντια, μέχρι που ξεκόλλησε ολόκληρη η κάτω γνάθος του. Καθώς ψυχοραγούσε χτύπησε την Ευχή, που του έδωσε ένα χτύπημα στη μύτη και με τόσο αίμα που χύθηκε τον αποτελείωσε. Έμεινε να κοιτάζει το άψυχο βλέμμα του, που σε συνδυασμό με το σπασμένο στα δύο του κρανίο, θύμιζε ένα χαλασμένο, ξεκούρδιστο παιχνίδι. Δίπλα μου ο Τιμόθεος ψέλλιζε με τρεμάμενη φωνή «και όλα τα κακά σκορπά» συνέχεια... Πάντα ήξερα ότι ήταν ο γιος του Παπαμάρκου και δε τον έφερα σε δύσκολη θέση ποτέ, ρωτώντας τον. Κάπως έτσι γίναμε αληθινοί φίλοι, όσο παράξενο και να με θεωρούσε, σεβόταν το ότι ποτέ δεν έφερνα τους άλλους σε δύσκολη θέση. Ο Τίταν με ένα βλέμμα που τρόμαζε ακόμα και εμάς, τώρα που ήμασταν στη δική του πλευρά, κοιτούσε το κενό ικανοποιημένος. Έκανε δύο παιδιά φονιάδες με τα παιχνίδια στρατηγικής του μέσα σε λίγες στιγμές, αλλά τώρα δε σκεφτόμουν αυτό, τον είχα ήδη μισήσει μετά την παράσταση θανάτου που βρήκε το Ζιντ στα όρια της τρέλας και με μια ενοχή αφάνταστη για κληρονομιά, όμως τώρα είχα άλλη απορία: ποια ήταν η οικειότητα της Ευχής με τον Παπαμάρκο; Τι άλλο δε γνώριζε κανένας μας για το παρελθόν; Το ένστικτο μου έλεγε ότι αυτό δε το γνώριζε με σιγουριά ούτε ο ίδιος ο Τίταν. Η Ευχή ξαφνικά εμφανίστηκε στο παράθυρο του οδηγού χτυπώντας το τζάμι του Τίταν και του είπε κλαίγοντας ότι τα έκανε όλα εκείνος. Δεν μπήκε στον κόπο να γνέψει αρνητικά... Η Ευχή δε σκότωσε ουσιαστικά τον Φύλακχον, αλλά σίγουρα αυτό ήταν το σχέδιο του Τίταν, να πεθάνει ένας από τα πιο παλιά μέλη των Υπολιτών για να τους τρομάξει και πάλι , χωρίς να λερώσει τα χέρια του. Αδίστακτος! Παράλληλα, ήδη σκεφτόμουν πως θα βοηθούσαμε μια τόσο νεαρή κοπέλα να ξεπεράσει κάτι που εμείς δεν είχαμε βιώσει ποτέ, με εξαίρεση το Ζιντ, που εδώ και καιρό ήταν ψυχολογικά νοκ άουτ, όμως και εκείνος χρειαζόταν όμοια στήριξη. Ο Τίταν έφυγε από το αυτοκίνητο και, πριν κλείσει την πόρτα, είπε, χωρίς να αφήσει περιθώριο αντίρρησης: Πέμπτη θα είστε όλοι εκεί. Πήραμε το πνεύμα. Μισήστε με όσο θέλετε αλλά είναι το πνεύμα της αγάπης για εμάς, για εκείνους ήταν μια γεννήτρια αστείρευτης δύναμης, για εμάς τα πάντα. == Μεγάλη Πέμπτη 16 Απριλίου, Πλατεία Ασωμάτων. Αυτή τη φορά ήταν όλοι εκεί. Με τον πανικό της πανδημίας του κορωναϊού, ήταν άδειος ο τόπος και ακόμα και οι κάτοικοι της περιοχής μας κοιτούσαν όλους, Απολίτες και Υπολίτες σαν κακομαθημένα φρικιά, που αψηφούσαν τον κίνδυνο και τους άλλους. Δεν ήξεραν τι διακυβευόταν εδώ, όμως εκείνοι που είχαν υποψιαστεί πολλά ήταν οι περίπου εκατό ακόλουθοι της ιδέας της Στέλθης, που είχαν στηθεί γύρω γύρω διακριτικά μέχρι το μήκος της Ένωσης Αρχαιολόγων. Παρατηρούσα τα βλέμματα τους, οι περισσότεροι είχαν χάσει δικούς τους ανθρώπους, σίγουρα από τα χέρια των Υπολιτών. Λίγοι ήταν εκείνοι, που η άγνοια τους τους είχε οδηγήσει εκεί και περίμεναν να απολαύσουν έναν καβγά ανάμεσα σε Τίταν και Γιόχανσον, όπως πολλοί από τους ακόλουθους των εχθρών μας επίσης. Με τον πανικό του ιού να έχει απορροφήσει το πνεύμα όλης της Αθήνας, μια αφορμή να ποδοσφαιροποιηθεί μια κατάσταση ήταν καλοδεχούμενη. Κανένας δε γνώριζε όμως, ότι δε θα έπαιρνε τέτοια ευχαρίστηση, σε αντίθεση με εμάς τους λίγους που χαμογελούσαμε ειρωνικά μέσα στην αγωνία. Ο Γιόχανσον είχε σταθεί παρά πολλά μέτρα πιο πέρα, στο ύψος των Πετραλώνων και το αντιληφθήκαμε κοιτάζοντας τη ματιά του Τίταν και αναγνωρίζοντας το μίσος σε αυτό. Ο Γιόχανσον δεν ήταν ανόητος να εμπλακεί σε ένα παιχνίδι που θα έχανε, αφού η ψυχή του Παμαπάρκου είχε απελευθερωθεί πια. Έστειλε τον Στρέπλεφ στη θέση του. Όταν τον αντίκρισα, ανατρίχιασα θυμούμενος την παλάμη που είχε πάρει σχήμα μαχαιριού και που για λίγο την πέρασα για λεπίδα, μέχρι που θυμήθηκα ότι η έπαρση του τον κρατούσε μακριά από χρήση όπλων. Για τον Τίταν, που ήταν ισχυρότερος από ποτέ όμως, δεν αποτελούσε απειλή απόψε. Θα νικούσαμε, αλλά το κόστος ήξερα ότι δε θα ένιωθα καλά όταν θα το μάθαινα. Το σύμβολο της Στελθης εκείνη τη μέρα έκαιγε και στο δικό μου χέρι. Ο Τίταν περπάτησε μέχρι την είσοδο της εκκλησίας και με μια κίνηση στον αέρα έκανε την μπροστινή είσοδο να ανοίξει. Ο Στρέπλεφ, που διψούσε να αποδείξει σε όλους το γιατί ήταν υπαρχηγός όλου του κινήματος τους, τον ακολούθησε χωρίς να έχει ιδέα τι κατώφλι διάβαινε. Ο Τίταν, οικειοθελώς, παραμέριζε απόψε τα τελευταία ίχνη της σιδερένιας αυτοπειθαρχίας του. Διέλυσε σχεδόν την εκκλησία, ξυλοφορτώνοντας τον με κάθε τρόπο. Εγώ, μαζί με τους Στελθιτες, ακούγαμε μόνο ήχους πραγμάτων και οστών να σπάνε, ενώ λίγο πριν τον σύρει έξω από το ναό και δούμε τα δάκτυλα του ενός του χεριού να θυμίζουν τσαλακωμένα χαρτομάντιλα και τα πόδια του παντελώς άχρηστα, ακούσαμε κραυγές πόνου από τα χείλη του που δε θα ευχόμαστε ούτε καν για εκείνον. Όχι, δε νιώσαμε ικανοποίηση, ειδικά όταν είδαμε τα αίματα στα γεννητικά του όργανα και τον Τίταν να γελάει σα νευρωψυχωτικός. Εκείνος που μας δίδασκε έλεγχο και πίστη στους διπλανούς μας, είχε φορτώσει ένα σταυρό στην πλάτη του Ζιντ και άλλον έναν σε εκείνη της Ευχής και τώρα ήταν ένα και το αυτό με τον πανίσχυρο, αλλά γραφικό καβγατζή Στρέπλεφ. Ο Ζιντ ήταν πλήρως βυθισμένος τον εαυτό του και η Ευχή λίγο έλειψε να σκοτωθεί άλλες πέντε φορές σε ισάριθμες μέρες όλη αυτή την εβδομάδα, όταν της επιτέθηκαν Υπολίτες που φιλοδοξούσαν να απολαύσουν τιμές κουβαλώντας το πτώμα της. Η Σάρα ήρθε και απήγγειλε το αποτέλεσμα της αναμέτρησης: «Ο ηγέτης των Υπολιτών Γιόχανσον δεν εμφανίστηκε ποτέ και θα καταδικαστεί σε φυλάκιση αν ποτέ θεαθεί εδώ. Όλα τα συμπλέγματα ανήκουν τώρα στους Απολίτες και όλοι είναι ελεύθεροι… Εκτός από τον Τίταν. Βεβήλωσες την εκκλησία και άφησες τους πιστούς στην ιδέα σαν πολίτες να συγκεντρωθούν εδώ, σε μια εποχή που οι δρόμοι είναι άδειοι με περιοριστικά μέτρα της κυβέρνησης, ρισκάροντας να αποκαλυφθούν τα πάντα. Νίκησες με κόστος την ελευθερία σου , θα μείνεις μακριά από τη χώρα για τουλάχιστον ένα χρόνο...» Τότε σιώπησε και τον πλησίασε, καθώς οι Υπολίτες έφευγαν αθόρυβα, θεωρώντας ξαφνικά ότι γλύτωσαν με μια γλυκιά ήττα, αφού εκείνος που έτρεμαν θα ήταν απών για ένα χρόνο, στον οποίο όλοι εμείς πια θα ήμασταν τραγικά εκτεθειμένοι. «…Και τους έδειξες αδυναμίες… ηδονή, μέσα από όσα σου είχα διδάξει εγώ να μη νιώθεις από παιδί… φύγε.. και αν ποτέ γυρίσεις, δε θα έχεις καμία εύνοια από εμένα». Ζιντ, Δήμητρα, Ευχή κάθισαν οκλαδόν στο πλακόστρωτο έδαφος, σαν ένδειξη διαμαρτυρίας και κοιτούσαν τον Τίταν απογοητευμένοι, που μετέτρεψε τον εαυτό του σε ραγισμένο είδωλο στα μάτια όλων. Ο Τιμόθεος και εγώ στεκόμασταν στη μέση και κοιταζόμασταν, ξέροντας ότι μοιραζόμαστε δύο κοινές σκέψεις. Το τι καλούμασταν να αναλάβουμε από εδώ και στο εξής και το αίσθημα μιας σκοτεινής νίκης, που οι άλλοι Στελθιτες δεν ήταν ακόμα σε θέση να αντιληφθούν. Ο Τίταν έχασε για να νικήσουμε εμείς... Η Σάρα με σταμάτησε μισή ώρα αργότερα στην οδό Αθηνάς, όπου περπατούσα χαμένος μέσα στον δικό μου κόσμο, καθώς σκεφτόμουν πόσες φορές είχα καταδικάσει τον εαυτό μου παλαιότερα, επειδή δεν ήμουν τέλειος σε όλα, μέχρι να συμφιλιωθώ με

58 COMICcultura


το ότι δεν είναι ανάγκη να είναι κάποιος αψεγάδιαστος σα ρομπότ και σα θεός. «Εσύ και ο Τιμόθεος δεν ξέρετε τι σας περιμένει. Όλο αυτό, η στήριξη από νέους, η εισβολή σε στοιχειωμένα σπίτια και σε μυαλά ανθρώπων, η αντισυμβατική.. εκστατική μορφή της πίστεως ντυμένη με χριστιανικά σύμβολα, η αντίδραση. Χωρίς τον Τίταν έχετε νώτα εκτεθειμένα σε εκκλησία, Μπλε κυβέρνηση και Υπολίτες. Έχετε τρία ζευγάρια μάτια, με ισάριθμα στόχαστρα να έχουν σταματήσει πάνω σας και εσείς να μην έχετε πια ούτε την πίστη των φίλων σας». Της χάιδεψα το πηγούνι και το μάγουλο και εκείνη διώχνοντας το αστραφτερό της, συμπονετικό χαμόγελο με φιλοδώρησε με ένα χαστούκι για την ειρωνεία μου, όμως δε μου έκλεισε το στόμα. «Η Ισορροπία σου θέλει να υπάρχουμε και εμείς και εκείνοι και οι δικοί μου θα πιστέψουν ξανά, γιατί δεν είναι ηλίθιοι, απόψε έμαθαν καλά ότι δε θα εξαφανιστούν ποτέ οι Υπολίτες... ΣΟΥ!». Αλλά η μάχη μας στοχεύει στο να μην πάψουμε να υπάρχουμε εμείς και αυτό περνάει μόνο από το δικό μας χέρι, εξουσιαστική υποκρίτρια , γαμημένη. Στέλθη είναι η πόρτα πίσω από τη μεγάλη πόρτα. Χάσαμε πολλά απόψε αλλά όχι τους εαυτούς μας… θα δεις… όλοι θα δουν». == Δύο ώρες μετά, αφού καληνύχτισα τον Τιμόθεο, πήγα στο μικρό μου στέκι στην Κράτητος και πήρα ένα ψωμί με κοτόπουλο στο ατμό με μια απίστευτη, καυτερή σάλτσα και ένα κουτάκι μπύρας Φιξ να πιω. Η νηστεία της προετοιμασίας είχε τελειώσει και ήθελα να ευχαριστηθώ κάτι που μου είχε λείψει. Κάθισα στο πεζούλι, μπροστά από τη βιτρίνα ενός κλειστού βιβλιοπωλείου λίγο πιο δίπλα, αφού ακόμα απαγορευόταν να καθίσεις σε μπαρ, καφέ και εστιατόρια, αλλά μου άρεσε απόψε αυτό και δε με ενοχλούσε το τεστ πανικού που κάνανε τα καθίκια στους ανθρώπους και ας είχε γεννηθεί μέσα από αληθινή απειλή. Είδα ένα σφραγισμένο πακέτο More, τα μακριά, καφέ τσιγάρα, που μου άρεσαν παλιά. Μόνο ο Τιμόθεος θα μπορούσε να τα θυμάται και κάποιος άλλος και αφού ο πρώτος ήταν τώρα στο σπίτι της Δήμητρας, ήξερα ότι η σωστή ήταν η δεύτερη επιλογή. Κοίταξα στο δίπλα πεζούλι. Ο Τίταν, με ένα σκουφί και ένα πουκάμισο Μάο που γενικά δε φορούσε πότε, ήταν διακριτικά εκεί, μεταμφιεσμένος και χωρίς να με βάλει σε κίνδυνο, αφήνοντας τους άλλους να δουν ότι καθόμαστε δίπλα δίπλα. Πήρα το πακέτο, απόψε άξιζα να καπνίσω. Μόλις αφαίρεσα τη ζελατίνα, πήρε και εκείνος ένα με συνοπτικές διαδικασίες. Δεν ξέρω αν είχε καν καπνίσει ποτέ του. Ανάψαμε και οι δύο τα More μας… τον έβλεπα να χαμογελάει και μέσα από τον άσβεστο πάντα θυμό μου για εκείνον, μου άρεσε να τον βλέπω να μοιράζεται μαζί μου κάτι τέτοιο… ήταν φίλος όπως και να έχει… Και απόψε ήταν άνθρωπος επίσης, για καλό ή για κακό, από τη στιγμή που ξεφτίλισε τον Στρέπλεφ, σαν επικίνδυνος ψυχασθενής μέχρι τώρα, που ήταν εκεί μαζί μου στο βρώμικο πάτωμα. «Δε θα μου χρεώσεις τα πάντα άλλη μια φορά;» με ρώτησε με ελαφρώς σαρκαστική φωνή, που δε του ταίριαζε και πολύ. «Όχι… Μου έδωσες τον προδότη όταν τον χρειαζόμουν περισσότερο από ποτέ, όπως είχες υποσχεθεί... Σε ευχαριστώ». Fin

COMICcultura 59


60 Seconds To The End των Stef & Γιώργου Παπαηλίου

60 COMICcultura


COMICcultura 61


62 COMICcultura


COMICcultura 63


Πειρασμοί του Soloup

64 COMICcultura


COMICcultura 65


66 COMICcultura


COMICcultura 67


Οιδίπους Μάδαφακα!

του Περικλή Κουλιφέτη

68 COMICcultura


COMICcultura 69


THE LIGHTHOUSE

ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΩΝ ΜΑΝ ΚΑΙ ΣΤΕΛΑΝ

Υπαρξιακός τρόμος σε 4×3

Ένα Μεταπάλπ Γουέστερν στην Αθήνα

Σε κάποιο απομονωμένο νησί της Νέας Αγγλίας, δύο άνδρες αναλαμβάνουν τη συντήρηση και τον χειρισμό ενός μοναχικού φάρου. Ο ένας είναι γέρος, πρώην θαλασσόλυκος, ενώ ο δεύτερος κι αρκετά πιο άπειρος προσπαθεί να ξεκινήσει ένα καινούριο κεφάλαιο στη ζωή του. Αμφότεροι φέρουν μυστικά, που θα αναδυθούν στην επιφάνεια εξαιτίας της απομόνωσης, την οποία θα διαδεχθεί η τρέλα. Το Lighthouse φέρει έντονα την σκηνοθετική σφραγίδα του δημιουργού του, Robert Eggers, ο οποίος συνδυάζει τις ταινίες εποχής με το στοιχείο του τρόμου. Όπως και στη πρώτη του ταινία, The Witch (2015), έτσι κι εδώ ο Eggers τοποθετεί τους ήρωες του μακριά από τον ανθρώπινο πολιτισμό, στην ερημιά, η οποία θα δώσει το κατάλληλο έναυσμα ώστε να δημιουργηθεί μια έντονη σχέση εξουσίας. Ο χαρακτήρας του Willem Dafoe προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και να υποβιβάσει με κάθε αφορμή τον χαρακτήρα του Robert Pattinson, έναν νεαρό τυχοδιώκτη που επιδιώκει να επαναστατήσει, να ανακαλύψει και να κλέψει το «φως» του φάρου, σαν ένας άλλος Προμηθέας. Οι αναφορές στον αρχαιοελληνικό μύθο δεν είναι λιγοστές, ενώ υπάρχουν έντονες επιρροές από τα διηγήματα του Edgar Allan Poe, αλλά και από το βουβό φόβο για το άγνωστο και το μηδενισμό του H.P. Lovecraft. Η ταινία είναι ασπρόμαυρη, γεμάτη με στιλιζαρισμένα, τετράγωνα πλάνα που θυμίζουν εκκεντρικά έργα ζωγραφικής – μάλιστα, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά πλάνα της ταινίας είναι φανερά εμπνευσμένο από τον πίνακα Hypnosis του Sascha Schneider. Σήμα κατατεθέν, επίσης, είναι η γλώσσα των διαλόγων των πρωταγωνιστών, πιστή στα πρότυπα της εποχής που εκτυλίσσεται η ταινία. Τα κοντινά στα τσαλακωμένα, φρικώδη πρόσωπα, οι μυστηριώδεις ήχοι, αλλά και η ύπαρξη μιας γοργόνας στο background -που μπορεί, στην τελική, να είναι αποκύημα της φαντασίας του Pattinson- έχουν ως αποτέλεσμα την δημιουργία του άχρωμου, απόκοσμου σκηνικού. Μεγάλο μέρος του Lighthouse βασίζεται στην αβεβαιότητα των όσων παρουσιάζει, στην υπόνοια ότι μεγάλο μέρος της πλοκής είναι παραπλανητικό, είναι μέρος της φαντασίας δύο ανδρών στα όρια της παραφροσύνης. Πολλές απαντήσεις για το τι είναι αληθές και τι όχι δεν υπάρχουν· έτσι, πλέκεται ένα παντελώς αναξιόπιστο αφήγημα, ένας σπουδαίος φόρος τιμής στο είδος του υπαρξιακού τρόμου, μια ιδιόρρυθμη, μυστηριακή ιστορία για τους λάτρεις του είδους.

Μια συνήθης λογοτεχνική παράδοση ήταν η δημοσίευση πολλών ιστοριών σε συνέχειες μέσα από εφημερίδες πολύ πριν εκδοθούν και ως βιβλία. Οι noir ιστορίες ήταν ένα είδος που κατείχε σε μεγάλο βαθμό τη μερίδα του λέοντος αυτής της λογοτεχνικής συνήθειας. Μια μερική αναβίωση της εν λόγω συνήθειας πράττεται εν μέρει από τις εκδόσεις Red n’ Noir και το διαδικτυακό τους περιοδικό. Μία από αυτές τις ιστορίες αποτελεί εκείνη του διδύμου Μαν και Στελάν, η οποία μετά από επτά επεισόδια, πήρε τον δρόμο για το τυπογραφείο. Συγγραφικός δημιουργός είναι ο Τάσος Θεοφίλου ενώ εικαστικός η Chrispy Shift και όπως οι ίδιοι οι δημιουργοί το παρουσιάζουν, οι περιπέτειες των Μαν και Στελάν είναι μία εικονογραφημένη μεταπάλπ γουέστερν νουβέλα. Πρωταγωνιστές είναι ο Μαν και ο Στελάν. Ο πρώτος επιστρέφει στην Αθήνα μετά από έναν χρόνο στην Ιντερπόλ και ο Στελάν τον περιμένει στο αεροδρόμιο ώστε να τον καλωσορίσει πάλι στην αγκαλιά της Ελληνικής Αστυνομίας. Στο δρόμο για την πόλη θα εμπλακούν σε μία οδομαχική κατάσταση με ένα έτερο αμάξι και με τη λήξη της θα βρεθεί στην κατοχή των επιβαινόντων ένα νέο ναρκωτικό, το B-Zombie. Η ουσία αυτή φαίνεται πως είναι αρκετά διαδεδομένη στο εξωτερικό αλλά με μικρή μέχρι στιγμής παρουσία εντός συνόρων και είναι σχετικά άγνωστη στους κύκλους των αστυνομικών. Εν συνεχεία, οι Μαν και Στελάν, στην προσπάθειά τους για την πάταξη του εν λόγω ναρκωτικού θα βρεθούν απέναντι στον υπόκοσμο της αθηναϊκής νύχτας, σε διεφθαρμένους μπάτσους και σε βίαιες καταστάσεις, χαρακτηριστικά στοιχεία μιας παλπ ιστορίας. Η γραφή είναι απλή και γρήγορη με χιουμοριστικά στοιχεία, χωρίς ιδιαίτερη ανάπτυξη χαρακτήρων και περιττές περιγραφές αλλά δίνοντας βάση στην ροή της ιστορίας. Τα σχέδια της Chrispy Shift, πλαισιώνουν το κείμενο εξαιρετικά, καθώς χωρίς να έχουμε να κάνουμε με ένα comic αλλά με εικόνες που συνοδεύουν την ιστορία, δίνουν ένα επιπλέον χρώμα στο περιεχόμενο. Η σχεδιαστική τεχνοτροπία και ύφος φυσικά, δε θα μπορούσε να απέχει από την παλπ αισθητική του κειμένου, παρουσιάζοντας έτσι μία πολύ προσεγμένη και ταιριαστή σύνθεση. Εν κατακλείδι, οι περιπέτειες των Μαν και Στελάν είναι μια τυπική από άποψη περιεχομένου και δομής παλπ ιστορία, έχοντας όλα τα χαρακτηριστικά που την κάνουν μια ενδιαφέρουσα αναγνωστική παρέα.

Σόλωνας Παπαγεωργίου

Δημήτρης Τζάνογλος

σκηνοθεσία: Robert Eggers

70 COMICcultura

από Τάσο Θεοφίλου & Chrispy Shift


JOKER: KILLER SMILE από Jeff Lemire & Andrea Sorrentino / HARLEEN από Stjepan Sejic

ΕΛΡΙΚ από Julien Blondel, Jean-Luc Cano & Didier Poli, Robin Recht, Zan Bastit, Jaelin Telo, Scarlett Smulkowski

Θεραπεύεται η παράνοια;

Το έπος του Michael Moorcock σε κόμικς.

Η αλήθεια είναι πως η σχετικά πρόσφατη εκδοτική προσπάθεια της DC που ακούει στο όνομα Black Label έχει αναλωθεί σε ιστορίες στις οποίες αν δεν πρωταγωνιστεί ο Batman είναι εξαιρετικά πιθανό να πρωταγωνιστεί ο Joker, έστω και με έμεσο τρόπο. Χαρακτηριστικά είναι δύο παραδείγματα, τα οποία μάλιστα κυκλοφόρησαν περίπου την ίδια περίοδο. Το πρώτο είναι το Harleen του Stjepan Sejic και το δεύτερο το Joker: Killer Smile, σε σενάριο του Jeff Lemire και σχέδιο του Andrea Sorrentino. Αν και οι δύο ιστορίες εστιάζουν στην «υπερδύναμη» του Joker να διεισδύει στο μυαλό των γύρω του, ακόμα και αν εκείνοι είναι ψυχολόγοι, στην πραγματικότητα τα δύο κόμικ διαφέρουν αρκετά. Στην περίπτωση του Harleen, ο Sejic εστιάζει στη σχέση που αναπτύσσει η Harleen Quinzel με τον ψυχοπαθή γελωτοποιό. Το σενάριο δίνει αρκετή έμφαση στα κίνητρα της και στην πίστη της ότι ακόμα και ο πιο στυγνός εγκληματίας μπορεί να αλλάξει, ενώ η πτώση της στην αγκαλιά του Joker παρουσιάζεται με άκρως πειστικό τρόπο με τον Sejic να οπτικοποιεί με αποστομωτικό τρόπο την ψυχολογική της κατάρρευση. Η επαφή της μαζί του ξεκινά εφιαλτικά, αλλά όσο ο Joker φανερώνει τα ψήγματα ανθρωπιάς του, τόσο περισσότερο γοητεύει τη νεαρή ψυχολόγο. Παράλληλα, το σενάριο διαθέτει ένα κοινωνικο-πολιτικό υπόβαθρο χάρη στην εξίσου ενδιαφέρουσα ιστορία του Harvey Dent, με το αποτέλεσμα να αποτελεί μια από τις πιο ολοκληρωμένες υπερηρωικές ιστορίες των τελευταίων ετών. Η περίπτωση του Killer Smile είναι αρκετά διαφορετική. Ναι μεν, ο Lemire εστιάζει σε ακόμη έναν ψυχολόγο, τον Ben, που είναι σίγουρος πως η μέθοδος του μπορεί να θεραπεύσει τον Joker, αλλά η κάθοδος προς την παράνοια περιγράφεται με αισθητά λιγότερες λεπτομέρειες, συγκριτικά με το Harleen. Έτσι, ο πρωταγωνιστής πέφτει θύμα των ψυχολογικών παιχνιδιών του Joker χωρίς να έχει καταλάβει πως συνέβη αυτό, με τον Joker να παρουσιάζεται σαν ένας παρασιτικός ιός που μολύνει τον κόσμο, δίχως να διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια ελπίδα σωτηρίας. Αυτή η αφαιρετική αφηγηματική προσέγγιση ναι μεν ταιριάζει στην αφηρημένη περσόνα του Joker, αλλά στην πραγματικότητα στερεί μεγάλο μέρος από τη συναισθηματική δύναμη της ιστορίας, δίνοντας την εντύπωση πως ο Lemire έχει βάλει το σενάριο στον αυτόματο πιλότο, με το σενάριο να διαθέτει κάποιες αφηγηματικές αναλαμπές. Σε κάθε περίπτωση, το δυνατό χαρτί του κόμικ είναι το ανατριχιαστικό σχέδιο του Sorrentino, o οποίος φέρνει στις υπερηρωικές σελίδες της DC έναν αέρα τρόμου και avant-garde, μετατρέποντας το Joker: Killer Smile σε μια ιστορία που δεν θα μπορούσε να υπηρετεί κανένα άλλο είδος πέρα από τα κόμικ.

Το έπος του Έλρικ του Michael Moorcock ήταν η ευρωπαϊκή, βρετανική απάντηση σε έναν αμερικανικό ατομικισμό που γεννήθηκε στην κρίση του 1930, ανδρώθηκε μέσα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και άνθισε στην ψυχροπολεμική δεκαετία του 1950, εύρωστη και εστιασμένη στην ανάπτυξη των λίγων. Και αυτή την πτυχή, την καθαρά πολιτική που υπήρχε στο έργο του Moorcock από την αρχή του, η αλήθεια είναι πως στις μεταφορές του έργου σε άλλες τέχνες, κυρίως κόμικς, τη βλέπαμε πολύ σπάνια και πάντα ως συμπληρωματική της υπαρξιακής αγωνίας που διακατείχε τον ήρωα, γνήσιο γνώρισμα ανθρώπων που γεννήθηκαν σε εποχές μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, όπου οι νεκροί δεν είχαν συμβιβαστεί με τη θνητότητα τους και οι ζωντανοί δεν είχαν νιώσει ακόμα το αίμα να κυλά στις φλέβες τους. Ωστόσο, στα δύο τεύχη της κόμικ διασκευής του Έλρικ από τις εκδόσεις Αίολος («Ρουμπινένιος Θρόνος» και «Καταιγίδα»), η ψυχοπολιτική διάσταση γίνεται κυρίαρχη. Αυτό είναι κάτι που συνεπάγεται και από τους προλόγους των δύο εκδόσεων, ο πρώτος του ίδιου του συγγραφέα που ομολογεί πως το ανά χείρας έργο είναι αυτό που θα σχεδίαζε και ο ίδιος αν μπορούσε να σχεδιάσει και ο δεύτερος του εμβληματικού κομίστα Allan Moore που μιλά για τις ψυχολογικές συνθήκες της εποχής που γέννησε το έργο. Το έργο των Julien Blondel και Jean-Luc Cano (σενάριο), Didier Poli, Robin Recht, Zan Bastit, Jaelin Telo και της Scarlett Smulkowski (σχέδιο και χρώματα) μας δίνει ένα Νησί των Δράκων που αναπνέει. Οι κάτοικοι του σκοτώνουν για απόλαυση, βασανίζουν για ηδονή, συνθέτουν μελωδίες από ουρλιαχτά και είδη επιθανάτιων ρόγχων. Παθιάζονται και σκοτώνουν τόσο φυσικά όσο μιλάνε. Το διασκευασμένο σενάριο αλλά, πολύ περισσότερο, το (υπερενισχυμένο) σχέδιο από τόσους σχεδιαστές, μας δίνει ένα πολύ βαρύ, υπερπλουραλιστικό, μεταλλικό και πρωτόγονο αποτέλεσμα, στο οποίο ένας πολιτισμός που πνέει τα λοίσθια, βαυκαλίζεται συνεχώς με το περασμένο του μεγαλείο και δύναμη. Επιπλέον, όπως φαίνεται έντονα στον δεύτερο τόμο, στο ψυχολογικό κομμάτι είναι η ίδια η παράδοση των προγόνων του, οι οποίοι λάτρευαν το Χάος, που τελικά εμποδίζει τον Έλρικ από το να επικοινωνήσει ειλικρινά με κάποιον άλλον άνθρωπο, ακόμα και αν τον αγαπά ή ακόμα και αν αυτός έχει ορκιστεί να τον υπηρετεί με κόστος την ίδια του τη ζωή - μια παράδοση προδοσίας, μικροπρέπειας, βασανιστηρίων, εκφυλισμού και θανάτου. Το οπτικό αποτέλεσμα, όπως μαρτυρούν και οι δημιουργοί του, είναι παρμένο κατευθείαν από κάποιον εφιάλτη (ο οποίος συγγενεύει με το έργο του Clive Barker και πιο συγκεκριμένα με το Hellraizer). Η τραγωδία του Έλρικ είναι ένα βιβλίο που πρέπει να διαβαστεί από όλους και έτσι, η κόμικ μεταφορά του αξίζει μια παρόμοια τύχη. Και αν είστε από τους λίγους που διαβάζουν πρώτα το κόμικ και μετά το βιβλίο, μάλλον λογίστε τους εαυτούς σας τυχερούς!

Λάζαρος Κολαξής

Νίκος Γιακουμέλος

COMICcultura 71


COFFIN’ BOUND VOL. #01: HAPPY ASHES από Dan Watters & DaNi Ή οι David Lynch & Neil Gaiman κάνουν remake το Kill Bill Η Izzy Tyburn ξυπνάει με έναν γύπα (όχι πέφτουλα – είναι ένα πλάσμα με κεφάλι ορνίου σε ένα κλουβί) να της λέει ότι ένας ασταμάτητος δολοφόνος, ο Earthshaker την κυνηγάει. Και, για να ξεφύγει, αποφασίζει να σβήσει την ύπαρξή της από το πρόσωπό της γης. Αυτό που ακολουθεί είναι ένα ΠΑΡΑΞΕΝΟ ταξίδι με αμάξια, πιστολίδι, μεταφυσικά στριπτιζάδικα με στρίπερ που αφαιρούν το δέρμα τους, έναν μάντη, κλέφτες ανθρωπίνων οργάνων και μία αφήγηση έξω από κάθε τι συνηθισμένο. Το Coffin Bound ανήκει στο υποείδος του Bizzaro Fiction, ένα κράμα σουρεαλισμού και τρόμου. Παντρεύει τη Grindhouse Americana με ένα εντελώς Gaiman-ικής έμπνευσης κόσμο. Αν οι παραπάνω λέξεις όχι μόνο σας είναι οικείες, αλλά σας προτρέπουν να διαβάσετε κάτι παρόμοιο, το κόμικ αυτό έχει φτιαχτεί για εσάς. Ο Dan Watters έχει μία ξεκάθαρα ποιητική γραφή και γράφει διαλόγους αφαιρετικούς μα και γοητευτικούς. Η αφήγηση μοιάζει να περιστρέφεται γύρω από τα γεγονότα και την πλοκή, αντί να τα περιγράφει. Ανάμεσα στις λέξεις μπορεί να δει κάποιος ότι υπάρχει μία πολύ βαθύτερη κοσμοπλασία που ελπίζω να εξερευνηθεί περισσότερο στη συνέχεια. Αυτό που κερδίζει όμως τις εντυπώσεις είναι, κατ εμέ, το σχέδιο. Οι χαρακτήρες έχουν σχεδιασμό που σε κάνει να τους ξεχωρίζεις, η σκηνοθεσία είναι τέτοια που, ενώ δεν καταλαβαίνεις πάντα πώς συνδέονται τα γεγονότα, αντιλαμβάνεσαι τι βλέπεις. Το σχέδιο της DaNi είναι γνωστό σε μεγάλο μέρος του Ελληνικού κοινού και αρκετά ιδιαίτερο – με λίγες γραμμές και βαριά μελάνια δίνει καρέ που αποδίδουν την ατμόσφαιρα, τη δυναμική και τις εκφράσεις της σκηνής. Τα πολύ κορεσμένα χρώματα του Brad Simpson δένουν τέλεια, δημιουργώντας ένα ονειρικό/εφιαλτικό κόμικ. Αν θα έπρεπε να το περιγράψω με μία λέξη, θα έλεγα ότι το οπτικό αποτέλεσμα είναι ιμπρεσιονιστικό. Γενικά, το Coffin Bound δεν είναι για όλους. Απαιτεί είτε προσοχή και προσπάθεια να ενώσεις τα κομμάτια του παζλ ή να κλείσεις το μυαλό σου και να απολαύσεις απλά τα όσα συμβαίνουν. Οπτικά είναι εξαίσιο, προσφέρει ομορφιά και ασχήμια σε γερές δόσεις, τρυφερότητα και

βία όπου χρειάζεται (υπάρχει και γυμνό και σπλάτερ για όσους έχουν απορία) και όσοι διάβασαν τα από πάνω και ιντριγκαρίστηκαν νομίζω θα το απολαύσουν. ΥΓ: Τον τόμο τον διάβασα όπως κυκλοφόρησε σε τεύχη, οπότε δεν έχω εικόνα για τυχόν σπέσιαλ περιεχόμενο. Μιχάλης Γεωργοστάθης

LOW LOW WOODS από Carmen Maria Machado & DaNi Ο τρόμος όπως τον θέλουμε Ήδη από το περσινό καλοκαίρι, η DC ανακοίνωσε μία νέα σειρά horror comic, με την ονομασία Hill House Comic με υπεύθυνο της σειράς τον Joe Hill (γνωστός, μεταξύ άλλων, για το Locke & Key). Μέχρι στιγμής, έχουν βγει 5 τίτλοι, ξεκινώντας από το Basketful of Heads και συνέχισε με τα Dollhouse Family, Low Low Woods, Daphny Byrne και Plunge… Αν και καμία σειρά δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι στιγμής, η προσπάθεια είναι αρκετά αξιόλογη «φωτίζοντας» διαφορετικές πτυχές των κόμικ τρόμου. Στο Low Low Woods η Carmen Maria Machado (σενάριο) και η «δική μας» Dani στο σχέδιο δημιούργησαν ένα ατμοσφαιρικό και υποβλητικό κόμικ που συνδυάζει το κοινωνικό σχόλιο, την ανάπτυξη χαρακτήρων με το μεταφυσικό τρόμο που σε στιγμές σε καθηλώνει. To σενάριο εστιάζει στο κοινωνικό περιβάλλουν της αμερικανικής επαρχίας, δίνει βάθος σε όλους τους χαρακτήρες που τυπικά θεωρούνται «δεύτερης γραμμής» και δίνει στην πόλη ένα ιστορικό υπόβαθρό μεγάλης σημασίας για την εξέλιξη της ιστορίας. Τα ανθρακωρυχεία, που λειτουργούσαν για πολλές δεκαετίες, έχουν καθορίσει τη διαμόρφωση της πόλης, και έχουν καταστρέψει με ανεπανόρθωτο τρόπο το περιβάλλον, αλλά και τις ζωές πολλών οικογενειών, που έχουν χάσει αγαπημένους τους εκεί μέσα. Αυτό το πλαίσιο κοινωνικών αδιεξόδων συνδυάζεται με την έμφυλη διάσταση του σεναρίου. Οι γυναίκες της πόλης έχουν περάσει τη ζωή τους βιώνοντας συχνά κενά μνήμης που εκτείνονται από λίγες ώρες μέχρι και πολλές εβδομάδες της ζωής τους. Μετά από ένα τέτοιο κενό, ξεκινάει η περιπέτεια των δυο πρωταγωνιστριών μας, El και Octavia, που ενώνονται με ισχυρούς ερωτικούς και φιλικούς δεσμούς. Καθώς ξυπνάνε σε ένα σινεμά χωρίς καμία ανάμνηση των τελευταίων δύο ωρών της ζωής τους, προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το τι τους συμβαίνει. Το σενάριο καθυστερεί να εισάγει την «απειλή» ενώ αφιερώνει πολύ χώρο στην ανάπτυξη των χαρακτήρων και σε αποκαλύψεις για το παρελθόν της πόλης. Πρόκειται για ρίσκο, ειδικά όταν πρόκειται για σειρά που θα βγάλει μόνο έξι τεύχη. Όμως, η σεναριογράφος καταφέρνει να χτίσει την ένταση μίας επικείμενης απειλής που περιβάλλει την πόλη και τις πρωταγωνίστριες μας. Η αίσθηση του κινδύνου κλιμακώνει χάρη στην απεικόνιση ενός περιβάλλοντος γεμάτου αδιέξοδα. To σχέδιο της Dani δένει εξαιρετικά αυτό το ονειρικό -καλύτερα: εφιαλτικό- περιβάλλον. Με αδρές γραμμές και πρωτότυπη χρήση των καρέ στήνει ένα ατμοσφαιρικό περιβάλλον όπου συνδυάζονται αρμονικά το μεταφυσικό στοιχείο με μία πιεστική καθημερινότητα που δεν αφήνει κανένα περιθώριο στις πρωταγωνίστριες μας. Σε κάνει να νιώθεις διαρκώς άβολα, σα να είσαι μέσα σε έναν εφιάλτη από τον οποίο θες να ξυπνήσεις αλλά δεν μπορείς. Το horror είδος έχει προφανείς δυσκολίες όταν έρχεται στο κόμικ — στο 7ο τεύχος του Comic Cultura μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα για αυτό. Ένα πραγματικό ατμοσφαιρικό και «τρομακτικό» κόμικ είναι πάντα μία πρόκληση για τους δημιουργούς. Οι Machado και Dani ανταποκρίνονται πλήρως, ενώ συγχρόνως μας προσφέρουν μία διεισδυτική ματιά σε κοινωνικές και έμφυλες ανισότητες. Αλέξανδρος Μινωτάκης

72 COMICcultura


ΣΥΝΔΡΟΜΟ OMNIBUS

από Ηλίας Κατιρτζιγιανόγλου, Χρήστος Μαρτίνης, Γιάννης Ρουμπούλιας, Γαβριήλ Τομπαλίδης, Αλέξια Οθωναίου, Λευτέρης Μαυρογιάννης Είναι ευχή ή κατάρα να είσαι διαφορετικός;

Juan Gimenez – Ο μεγάλος Δάσκαλος Η είδηση έσκασε σαν βόμβα στις 3 Απριλίου και πραγματικά βύθισε στη λύπη όλο τον κόσμο της 9ης τέχνης, και όχι μόνο. Ο σπουδαίος Αργεντίνος σχεδιαστής Juan Gimenez έφυγε στα 77 του χρόνια, στις 3 Απριλίου, 2020, ως ακόμα ένα θύμα του Covid-19 και το πρώτο από τον κόσμο των κόμικς. Έιχε επισκεφτεί την Ισπανία λίγες βδομάδες πριν, αλλά το ταξίδι του αυτό στάθηκε μοιραίο… Από μικρή ηλικία έδειξε το μεγάλο του ταλέντο, και ήδη στα 16 του χρόνια άρχισε να δημοσιεύει σε γνωστά περιοδικά της Αργεντινής όπως τα «Frontera», «Misterix» και «Hora Cero», επηρεασμένος κυρίως από τους Hugo Pratt και Francisco Solano Lopez. Aρχικά, ασχολήθηκε με τη διαφήμιση, αλλά τελικά τον κέρδισαν τα κόμικς στα οποία δούλεψε επαγγελματικά πλέον από τα 30 του και μετά. Εργάστηκε για τα ισπανικά περιοδικά «Zona 84» και «Comix International», καθώς και για ιταλικά «Lanciostory» και «Skorpio» με έργα κυρίως sci-fi και πολεμικού περιεχομένου. Το 1980 είχε συμμετάσχει στο σχεδιασμό του Harry Canyon, μέρους της κλασικής ταινίας κινουμένων σχεδίων (animation) «Heavy Metal» του Gerald Potterton. Κατά την ίδια δεκαετία συνεργάστηκε με διάφορα ευρωπαϊκά περιοδικά, όπως την ισπανική έκδοση του 1984 του Josep Toutain, το γαλλικό «Matt Hurlant» και τα ιταλικά περιοδικά «L’Eternauta», πειραματιζόμενος με γραφικές και αφηγηματικές καινοτομίες. Ο Giménez συνεργάστηκε επίσης με σημαντικούς συγγραφείς όπως ο Carlos Trillo, ο Emilio Balcarce και ο Roberto Dal Prà. Μία από τις πιο διάσημες συνεργασίες του ήταν με τον Χιλιανό σεναριογράφο Alejandro Jodorowsky για τη δημοφιλή σειρά κόμικ «The Metabarons», που ξεκίνησε το 1992, και έτρεξε μέχρι το 2003 που εκδόθηκε από την Humanoids. Τη σειρά είχαμε τη τύχη να γνωρίσουμε και στα ελληνικά από το περιοδικό «9» της Ελευθεροτυπίας από το 2000 μέχρι το 2004, και περιλάμβανε καταστάσεις και χαρακτήρες που είχαν παρουσιαστεί σε παλαιότερη δουλειά του Jodorowsky μαζί με τον Moebius το κλασικό πλέον «The Ιncal», καθώς επίσης και σε στοιχεία για την ταινία «Dune» που σκόπευε παλαιότερα να γράψει ο Jodorowski. Ο Giménez είχε τιμηθεί με το Βραβείο Yellow kid Καλύτερου Ξένου Καλλιτέχνη στη Διεθνή Έκθεση Κόμικς στο Lucca του 1990, και το Βραβείο Gaudia στη Feria Internacional del Comics de Barcelone του 1990, μεταξύ άλλων. Μεγάλος μάστορας του σχεδίου με έμφαση στα μηχανικά μέρη και την λεπτομέρεια, αφήνει πίσω του ένα μεγάλο κενό στην 9η τέχνη,μετά επίσης και από το θάνατο του Albert Uderzo. Μέσα από τα έργα του θα παραμείνει αθάνατος. Σπύρος Ανδριανός

Κάποια «σύνδρομα» μπορούν να είναι αδυναμίες ή δύναμη. Εξαρτάται από την οπτική που το βλέπει κανείς. Ο Άρης, η Νικόλ, η Έλλη και ο Σταύρος ζουν υπό το βάρος των «συνδρόμων» τους. Κι όταν η μοίρα (ή οι επιλογές του καθενός) τους φέρει μαζί, θα ανακαλύψουν πως μπορούν να τη διαχειριστούν, για να βοηθήσουν άλλους σαν κι αυτούς. Όπως επίσης κι ότι θα βρεθούν αντιμέτωποι με κάποιους που θέλουν να εκμεταλλευτούν τις δυνάμεις τους… Στο πρώτο μέρος, σχεδιασμένο από τον Χρήστο Μαρτίνη γνωρίζουμε τον Άρη , που πάσχει από μια σπάνια μορφή τύφλωσης, το σύνδρομο «Άντον» ή αλλιώς φλοιώδης τύφλωση. Ενώ έχει χάσει ουσιαστικά την όρασή του, «βλέπει» με το μυαλό του, λαμβάνοντας τα ερεθίσματα του εξωτερικού περιβάλλοντος. Επίσης κάποιες φορές «βλέπει» περισσότερα απ’ ότι όταν είχε την όραση του, όπως εικόνες από το παρελθόν. Το δεύτερο μέρος, που έχει σχεδιάσει ο Γιάννης Ρουμπούλιας, είναι αφιερωμένο στη Νικόλ, μια ζωγράφο με το σύνδρομο «Στεντάλ», μια ψυχοσωματική ασθένεια που προκαλεί συμπτώματα ζαλάδας, πανικού, παράνοιας και παραισθήσεων στη θέαση συγκεκριμένων έργων τέχνης. Το σύνδρομό της της επιτρέπει να εισχωρεί μέσα σε έργα τέχνης, που τα νιώθει να ζωντανεύουν. Στο τρίτο μέρος, σχεδιασμένο από τον Γαβριήλ Τομπαλίδη, γνωρίζουμε την Έλλη, που έχει το σύνδρομο «Κοτάρντ», μια ψυχιατρική διαταραχή που μπορεί να οδηγήσει στην απατηλή αίσθηση ότι ο πάσχων είναι νεκρός ή δεν υπάρχει και πέφτει συχνά σε κώμα. Όταν συμβαίνει αυτό, άλλες δυνάμεις αναδύονται στην επιφάνεια. Στο τέταρτο μέρος, σχεδιασμένο από την Αλέξια Οθωναίου, συναντάμε τον Σταύρο, που πάσχει από το σύνδρομο «XYY», μια χρωμοσωμική ανωμαλία που μπορεί να οδηγήσει σε σκελετικές δυσμορφίες, αλλά και μεγάλη σωματική δύναμη. Στο πέμπτο μέρος, θα τους δούμε να λειτουργούν ως ομάδα, βοηθώντας άλλους και να έρχονται αντιμέτωποι με εξωτερικές απειλές. Είναι αρκετά προσγειωμένο στην πραγματικότητα (και δη την ελληνική) με σωστές ισορροπίες ανάμεσα στο ρεαλιστικό και το μεταφυσικό. Βοηθούν σε αυτό κι οι διάλογοι, που είναι πολύ φυσικοί, όπως και η καλή σκηνοθεσία. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των ηρώων έχει ενδιαφέρον. Το ασπρόμαυρο δίνει τη «σκοτεινιά» που χρειάζεται, ώστε να αποδώσει την ατμόσφαιρα ενός εναλλακτικού κόμικς, με down to earth υπερηρωικά στοιχεία. Σχεδιαστικά είναι κάπως άνισο και ανάμεσα στους δημιουργούς, αλλά και εντός των τευχών που ανέλαβαν. Θα ξεχωρίσω προσωπικά το τεύχος που σχεδίασε ο Ρουμπούλιας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι τα υπόλοιπα κομμάτια του κόμικ με απογοήτευσαν. Στα πολύ θετικά του κόμικς, είναι και το προτεινόμενο soundtrack… Λένα Τζιογκίδου

COMICcultura 73


Mister No - Η Επιστροφή από Michele Masiero, Luigi Mignacco & Roberto Diso, Alessandro Cipriani Επιστροφή στο μονοπάτι της περιπέτειας

PROJECT ΙΠΠΟΚΑΜΠΟΣ Το μέλλον των κόμικς στη Λάρισα! Η δεκαετία των 10ς βρήκε την Ελλάδα πληγωμένη από την οικονομική κρίση, μια κρίση που έπληξε και τα κόμικς, και το αναγνωστικό τους κοινό. Πολλές προσπάθειες έγιναν με τα χρόνια, επαναπροσδιορισμού, ανασύνταξης του κοινού, και γνωριμίας των κόμικς σε νεότερο κοινό. Πως κολλάει σε όλα αυτά το «Project Ιππόκαμπος»; Στη βόλτα μας από το φετινό 2ο LAComicsFestival, ο Μέλανδρος Γκανάς μας εκμυστηρεύθηκε κάποια από τα πράγματα που ετοιμάζονται στη Λάρισα. Ένα από αυτά και ο «Ιππόκαμπος», που πρόκειται να κάνει το μεγαλύτερο βήμα στην ελληνική κόμικς σκηνή την τελευταία δεκαετία… «Η Λάρισα έχει παιδεία στα κόμικς» αναφέρει ο Μέλανδρος, και με στόχο να το υποστηρίξει και να γεφυρώσει το χάσμα εξαμήνου (από το LA του Μαρτίου στο «Καμπίσιοι Δημιουργοί» του Σεπτεμβρίου), και να κρατήσει τον θεσσαλικό κάμπο ενεργό, στη γωνία Τζαβέλα - Ηπείρου ανοίγει ένας νέος χώρος, ένα θερμοκήπιο ιδεών και καλλιτεχνικής έκφρασης. Αυτός ο χώρος πρόκειται να αποτελεί όχι το τυπικό κομιξάδικο, καθώς θα είναι παράληλλα χώρος χαλάρωσης και καφέ, όπου μπορείς να πάρεις όποιο κόμικς θες από την βιβλιοθήκη και να το διαβάσεις, να συζητήσεις, να κάνεις χαβαλέ. Αυτά ο πρώτος όροφος. Στον δεύτερο θα γίνονται μαθήματα κόμικς, ακόμα βέβαια δεν γνωρίζουμε τίποτα περισσότερο. Και οι 2 όροφοι θα κοσμούνται από εκθέσεις. Με την έναρξη του project, ο χώρος θα κοσμείται από προσωπικές εκθέσεις του Συλλόγου Κόμικς Και Τεχνών ΕΤουΚου, και όπως είπε και ο Γκανάς με τον καιρό θα φιλοξενηθούν και άλλες. Θα δρομολογηθούν και παρουσιάσεις νέων κόμικς εκδόσεων, αλλά και μεταφορά εκθέσεων από άλλες πόλεις, προβολές ταινιών, κλπ. Η βιβλιοθήκη που θα καταλαμβάνει έναν μεγάλο χώρο του πρώτου ορόφου θα περιλαμβάνει όλη την προσωπική συλλογή του Μέλανδρου, τόσο με αυτοεκδόσεις, όσο και άλλες (ελληνικές και μη) εκδόσεις κόμικς. Και η σημαντικότητα της τοποθεσίας του; Απέναντι του κτιρίου, υπάρχουν 3 σχολεία, ένα από το καθένα, λύκειογυμνάσιο-δημοτικό. Δηλαδή ευκαιρία τα παιδιά να γνωρίσουν την 9η τέχνη, από τον μετρ του είδους… Αυτά και ακόμα περισσότερα που με τον καιρό θα διαμορφωθούν. Σημαντική κίνηση, που πραγματικά κάνει όλη την Ελλάδα να ζηλεύει… Καλή αρχή και από εμάς, ελπίζουμε τώρα που βγήκαμε από την καραντίνα, να μην επηρεάσει το project. Υποσχόμαστε να το στηρίξουμε όσο μπορούμε!

74 COMICcultura

Ίωνας Αγγελής

Μετά την επιτυχία της «elseworlds» ιστορίας, «Mister No Revolution» (στην Ελλάδα δημοσιεύθηκε σε 3 άλμπουμ, από τον Μάιο του 2019 έως και τον Ιανουάριο του 2020), που έκανε ουσιαστικά ένα rewrite της ιστορίας του ήρωα, τοποθετώντας τον στα τέλη του ’60, και στον πόλεμο του Βιετνάμ, αντί του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που τον είχε γράψει ο δημιουργός του τίτλου, Guido Nolitta (ψευδώνυμο του Sergio Bonelli), ο πρωτεργάτης του «Mister No Revolution», Michele Masiero, αποφάσισε να συνεχίσει την αναβίωση του χαρακτήρα, ξαναβάζοντάς τον αυτή τη φορά στο γνωστό του σύμπαν, τη δεκαετία του ‘50! Ο Masiero κρατώντας όλα τα στοιχεία που κάνουν τον Mister No τόσο επιτυχή, και δημιουργώντας ιστορίες που ουσιαστικά τοποθετούνται ενδιάμεσα σε εκείνες του Nolitta- τουλάχιστον αυτό δείχνουν τα πρώτα δύο τεύχη-, μας μεταφέρει ξανά στη Μανάους, με νέους μπελάδες να περιμένουν τον Jerry, και να τον ξαναβάζουν στον δρόμο της Περιπέτειας. Στα πρώτα 2 (από τα 14) κεφάλαια, «Η Επιστροφή» και «Λιμνάζοντα Ύδατα», ο πατέρας του Mister No έρχεται στη Μανάους έντρομος, προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του υιού του, που φημολογείται πως είναι νεκρός. Τελικά, αποδεικνύεται το αντίθετο, και ο Mister No ξεκινάει να του αφηγείται την τελευταία του περιπέτεια, που έφερε μαζί και αυτή τη φήμη. Η περιπέτεια μιλάει για μια αποστολή στα βάθη του Αμαζονίου με μια ομάδα επιστημόνων, με σκοπό να πείσουν τη φυλή των Ίντιος ότι απειλείται από έναν θανατηφόρο κίνδυνο. Αυτός ο κίνδυνος περιλαμβάνει ραδιενέργεια, που έχει προσβάλλει τα νερά του Αμαζονίου. Στον δρόμο του θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον στρατό, και τα σατανικά τους σχέδια… Ο Masiero και ο Luigi Mignacco είναι αρκετά προσεχτικοί στο σενάριο, το ίδιο και ο Alessandro Cipriani με τον Roberto Diso στο σχέδιο, ώστε να μεταφέρουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την αισθητική– και την αίγλη- των παλαιών ιστοριών. Τα γνωστά themes του Mister No βρίσκονται ξανά παρόντα, όπως η εκμετάλλευση, η επίδραση των λευκών αποίκων στη φύση, και οι αναταραχές των ιθαγενών, η ασφυκτική εξουσία του στρατού, και η βαναυσότητα τους… Μένει μόνο να δούμε πως ολοκληρώνεται η πολλά υποσχόμενη ιστορία, με τις δυνατότητες να μας δώσει πολύ δυνατές νέες περιπέτειες του αγαπημένου μας αντιήρωα στο μέλλον! Ίωνας Αγγελής


Τέρας του Κωνσταντίνου Κάτσου

COMICcultura 75


76 COMICcultura


COMICcultura 77


78 COMICcultura


COMICcultura 79


80 COMICcultura


COMICcultura 81


82 COMICcultura


COMICcultura 83


84 COMICcultura


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.