COMIC CULTURA #06 (Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2020)

Page 1

Η ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΝΑΤΗ ΤΕΧΝΗ

ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2019 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2020

#06

ΑΜΕ! ΙΣ Ρ Ω Χ ΞΕ Υ Ο Π Σ ΙΚ Μ Ο Κ : ΤΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑ 2010-2019 GIBBONS E V A D O R E C C E R F A E Σ ANDR Α Ν Α Κ Γ Σ Ο Ρ Δ Ν Α Λ Ε Μ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΔΙΗΓΗΜΑ ΙΛΕΗΝ ΡΗΓΑ

ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ THE PACK ΙΑΚΩΒΟΣ ΒΑΗΣ ΞΑΝΘΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΠΑΝΑΓΟΣ ΜΕΛΑΝΔΡΟΣ ΓΚΑΝΑΣ LENA DECAY JOHN ZAMAS ZGUR ΒΑΛΙΑ ΚΑΠΑΔΑΗ ΤΑΣΟΣ ΚΑΡΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΤΣΟΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΟΥΛΙΦΕΤΗΣ MELISS DIONELO MUTI NO BUDGET EPICS ΔΗΜΗΤΡΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ SOLOUP MONDAKI ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΝΤΟΥΛΑΣ ΗΒΗ ΠΑΠΑΚΟΣΜΑ ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΗΛΙΟΥ THEODOREDUCK STEF ΒΑΣΙΛΗΣ ΧΕΙΛΑΣ CRAZY DUCK COMICS


EDITORIAL Ήταν Νοέµβριος του 2018 όταν έγινε η πρώτη σύλληψη της ιδέας να δηµιουργηθεί ένα ψηφιακό περιοδικό, µια ερασιτεχνική προσπάθεια µερικών ανθρώπων που µε κοινό παρονοµαστή την αγάπη για την τέχνη και τα κόµικς, αποφάσισαν να εκφραστούν µέσα από έναν κοινό χώρο. Από την δηµοσίευση του πρώτου τεύχους στο issuu.com, το Comic Cultura κέρδισε την θέση του στον χώρο, και 5 ψηφιακά τεύχη αργότερα η οµάδα του µεγάλωσε, διευρύνθηκε µε πολλά νέα µέλη, τόσο στο δηµοσιογραφικό όσο και στο καλλιτεχνικό κοµµάτι, και τώρα είναι που βρίσκεται στην πιο δηµιουργική φάση του! Με το έκτο τεύχος ολοκληρώνεται ο πρώτος κύκλος έκδοσης του περιοδικού, κλείνοντας το πρώτο έτος κυκλοφορίας του, το πρώτο και πιο δύσκολο, δίνοντάς µας ώθηση για νέες κινήσεις και νέες προσπάθειες. Το 2019 ήταν µονάχα η αρχή και µέσα από όλες τις δυσκολίες της, κοιτώντας πίσω, κρατάµε µόνο τα καλά! Και το παρόν τεύχος νοµίζουµε πως είναι απόδειξη της έως τώρα πορείας µας… Ποιες είναι οι βλέψεις µας για το 2020; Με µια λέξη, έντυπες. Η αρχή έγινε τον Νοέµβριο µε την αυτοέκδοση «Me In My Dreams» του Josef Fadel. Στόχος µας είναι µερικές σειρές του περιοδικού να εκδοθούν ολόκληρες. Σειρές όπως τα «60 Seconds To The End» των Νικόλα Στεφαδούρου & Γιώργου Παπαηλίου, «Τέρας» του Κωνσταντίνου Κάτσου και «Οιδίπους Μάδαφακα!» του Περικλή Κουλιφέτη είναι οι πρώτες στα πλάνα µας, και σίγουρα θα ακολουθήσουν και άλλες! Πέρα από έντυπες συλλογές όµως, τα πρώτα τεύχη του περιοδικού θα είναι διαθέσιµα σε έντυπη µορφή, εν είδει αυτοέκδοσης, για πρώτη φορά στο LAComicsFestival στη Λάρισα. Και η οµάδα µας θα βρίσκεται εκεί µε δικό της περίπτερο και πολλά άλλα δρώµενα, συµπεριλαµβανοµένης µιας παρουσίασης του Comic Cultura για τον ένα χρόνο του περιοδικού. Το νέο χριστουγεννιάτικο -και επετειακό- τεύχος περιέχει 16 έξτρα σελίδες, γεµάτες κόµικς και κείµενα. Ακολουθώντας το µοντέλο της κεντρικής θεµατικής, η συντακτική οµάδα του περιοδικού αφιερώνει µερικές σελίδες του περιοδικού, για να µιλήσει για 10 ελληνικά και 10 ξένα κόµικς που ξεχώρισαν αυτή την δεκαετία (2010-2019), µε τον κάθε συντάκτη να παίρνει τον χώρο του για να παρουσιάσει, όχι το... «καλύτερο», αλλά το αγαπηµένο του κόµικ σε κάθε κατηγορία. Μία λίστα καθαρά υποκειµενική -όπως όλες, άλλωστε- µε τα κόµικς που µας συγκίνησαν λίγο παραπάνω. Σε άλλα περιεχόµενα, εντός των σελίδων του τεύχους φιλοξενούνται οι συνεντεύξεις δύο φετινών καλεσµένων του AthensCon, του Ιταλού καλλιτέχνη Disney κόµικς Andrea Freccero, και του διεθνώς αναγνωρισµένου σχεδιαστή του «Watchmen», Dave Gibbons, ενώ υπάρχει συνέντευξη και του διαχειριστή του Συλλόγου ΕΤουΚου και διοργανωτή του LAComicsFestival, Μέλανδρου Γκανά. Αφιερώµατα και κριτικές για τις πιο ενδιαφέρουσες πρόσφατες εκδόσεις κόµικς και για τις νέες ταινίες και σειρές, ένα απολαυστικό διήγηµα της Ιλέην Ρίγα (σε εικονογράφηση της Lena Decay), και, πέρα από όλα αυτά, µπορείτε να βρείτε στις σελίδες του τεύχους 20 έργα από 27 Έλληνες καλλιτέχνες. Το εξώφυλλο είναι µια δηµιουργία του Νικόλα Στεφαδούρου. Επόµενο ραντεβού τον Φεβρουάριο, µε το 7ο τεύχος του περιοδικού να ροκάρει σε έντυπη µορφή στους πάγκους του LAComicsFestival… Σας περιµένουµε στη Λάρισα για ένα υπέροχο και γεµάτο συζητήσεις τριήµερο!

Η Συντακτική Οµάδα


ΔΩΡΕΑΝ ΨΗΦΙΑΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΚΟΜΙΚΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΣ

Τεύχος #06 | Δεκ 2019-Ιαν 2020 04 _ 2010-2019: Τα Κόμικς Που Ξεχωρίσαμε 14 _ 60 Seconds To The End

27

των Stef & Γιώργου Παπαηλίου 18 _ Τέρας

του Κωνσταντίνου Κάτσου 26 _ Ανάμεσα Σε Ένα Σύνδρομο Και Σε Ένα Φαινόμενο

των Μέλανδρου Γκανά & Dionelo Muti 34 _ Ψυχαλάστρας

24

Οιδίπους Μαδαφάκα! του Περικλή Κουλιφέτη

Συνέντευξη: Μέλανδρος Γκανάς της Λένας Τζιογκίδου

του Πανάγου

36 _ Τα Καυτά Χριστούγεννα Του Κυρίου Clamsy

του TheodoreDuck

38 _ Αφιέρωμα: Legion Of Superheroes

του Διονύση Τζαβάρα 44 _ Project Χ

των John Zamas & Τάσου Καρά 46 _ 9η Τέχνη 50 _ Ισορροπία

των Κώστα Παντούλα & Βασίλη Χειλά

30

Όνειρα Γλυκά του Meliss

32

Αφιέρωμα: Il Eternauta

του Γιάννη Παπαδόπουλου

54 _ Extinction

του Ξανθού Βενιζέλου 56 _ Συνέντευξη: Andrea Freccero

του Γιάννη Ιατρού 60 _ Intrusus

του No Budget Epics 62 _ Ημερολόγια Μιας Μαύρης Τρύπας

της Βάλιας Καπαδάη 65 _ Ως Θεατές

της Mondaki

40

Κενό της ∆ήµητρας Νικολαΐδη

74

∆ιήγηµα: Οι Ψίθυροι Των Αγαλµάτων της Ιλέην Ρίγα

66 _ Από το 7 στο 9 70 _ Πειρασμοί

του Soloup

72 _ Χριστουγεννιάτικο Μανιφέστο

των Crazy Duck Comics 77 _ Στιγμιότυπα

του Ιάκωβου Βάη 78 _ Christmas Spirit

της Ήβης Παπακοσμά 79 _ Alcoholy Nights

του Zgur

80 _ Συνέντευξη Dave Gibbons

του Ίωνα Αγγελή

82 _ Σκέψεις Μέσα Από Την Αγέλη

του ThePack

Αρχισυντάκτης: Ίωνας Αγγελής Γραφιστική Επιμέλεια: Γιώργος Σιακαβάρας - Bryan Mince Σχεδιασμός Λογοτύπου: Sotos Anagnos Επιμέλεια - Διορθώση Κειμένων: Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Γιάννης Ιατρού, Λένα Τζιογκίδου Συντονισμός Ύλης: Ίωνας Αγγελής, Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Λένα Τζιογκίδου Συντακτική Ομάδα Σπύρος Ανδριανός, Μάνος Βασιλείου Αρώνης, Νίκος Γιακουμέλος, Γιάννης Ιατρού, Άλκης Καζαμίας, Λάζαρος Κολαξής, Αλέξανδρος Μινωτάκης, Σόλωνας Παπαγεωργίου, Γιάννης Παπαδόπουλος, Γιώργος Σαφελάς, Διονύσης Τζαβάρας, Δημήτρης Τζανόγλου, Λένα Τζιογκίδου Καλλιτέχνες Σάββας Αμπατζίδης, Ιάκωβος Βάης, Ξανθός Βενιζέλος, Πανάγος Γεράκης, Μέλανδρος Γκανάς, Lena Decay, John Zamas, Κώστας Ζυγούρης, Βάλια Καπαδάη, Τάσος Καράς, Κωνσταντίνος Κάτσος, Περικλής Κουλιφέτης, Γιώργος Μελισσαρόπουλος, Dionelo Muti, Κώστας Μπεκιάρης, Δήμητρα Νικολαΐδη, Αντώνης Νικολόπουλος, Μαρία Όλια Ντακογιάννη, Κώστας Παντούλας, Ήβη Παπακοσμά, Γιώργος Παπαηλίου, Θοδωρής Παππάς, Πιερρός Πατουχέας, Ιλέην Ρήγα, Νικόλας Στεφαδούρος, Ελίνα Τουκουσμπαλίδου, Θοδωρής Τυροπώλης, Βασίλης Χειλάς Ευχαριστίες Andrea Freccero, Dave Gibbons, Bryan Mince, Catalina Nistor, Μέλανδρος Γκανάς, Ανδρέας Πεφάνης, Λευτέρης Σταυριανός Επικοινωνία 6947518473 (τηλέφωνο) | comicculturamag@gmail.com (e-mail) | @comiculturamag (facebook) | @comic_cultura (instagram)


2010-2019

ΤΑ ΚΟΜΙΚΣ ΠΟΥ ΞΕΧΩΡΙΣΑΜΕ

Άλλη µία δεκαετία φτάνει δειλά στην εκπνοή της και µας αποχαιρετά, αφήνοντάς µας έντονες αναµνήσεις και γεµάτους εµπειρίες. Για εµάς, τους εραστές της 9 ης Τέχνης, ένα µεγάλο κοµµάτι αυτών δε βιώθηκαν στην πραγµατική ζωή, αλλά µέσα στις σελίδες των αγαπηµένων µας κόµικς, στις περιπέτειες των αγαπηµένων µας ηρωών, που σιγά-σιγά γίνονται, έστω για λίγο, και η δική µας πραγµατικότητα. Όσο δύσκολο είναι για κάποιον να διαλέξει το αγαπηµένο ανάµεσα στα παιδιά του, άλλο τόσο δύσκολο είναι συνήθως και για έναν... «κοµικσοφάγο» αναγνώστη να ξεχωρίσει ένα από τα εκατοντάδες αναγνώσµατά του, ως το καλύτερο της δεκαετίας. Παρόλα αυτά αποφασίσαµε να διαλέξουµε 1+1 αγαπηµένα µας κόµικς, ένα ελληνικό κι ένα ξένο, που µε κάποιο τρόπο µας σηµάδεψαν... Γιάννης Ιατρού

Ίωνας Αγγέλης

SAGA

Brian K. Vaughan & Fiona Staples, Image, 2012 «Έτσι παίρνει σάρκα και οστά µια ιδέα…»

Μ

ιλώντας για τα σύγχρονα κόµικς, το πιο αντιπροσωπευτικό κόµικς της εποχής δεν είναι άλλο από το αριστουργηµατικό «Saga» των Brian K. Vaughan & Fiona Staples. Τοποθετηµένο στο αχανές σύµπαν, επηρεασµένο από έργα της ποπ κουλτούρας όπως το Star Wars (και η λίστα συνεχίζεται), παρουσιάζει τις περιπέτειες ενός νεαρού ζευγαριού, ενός απαγορευµένου έρωτα, διατεθειµένο να ρισκάρει τα πάντα ούτως ώστε να σωθεί η νεογέννητη κόρη τους. Η τάξη και ο νόµος, το κυνήγι των αρχών για επιστροφή στην παλαιά «καλή» κατάσταση, εµπλέκονται στη µίξη…

ΣΑΝ ΟΝΕΙΡΟ

Κωνσταντίνος Σκλαβενίτης, Webcomics, 2013 «Αναρωτιέµαι αν βλέπουµε τα ίδια όνειρα…»

Σ

4

Προβάλλει ένα νεωτεριστικό τρόπο συγγραφής διαλόγων, και ένα γρήγορο και εύστροφο σενάριο, στηριζόµενο στις κινήσεις και τις αποφάσεις των πρωταγωνιστών, οι οποίοι γίνονται απόλυτα συµπαθείς από την πρώτη στιγµή. Χαρακτήρες επαναστατικοί, αντισυµβατικοί, επιθυµούν να αλλάξουν το σύστηµα, και ψάχνουν µια ζωή εκτός διακρίσεων, τάξεων. Μια πολιτική ιστορία, που όλα εξισώνονται και όλα ισορροπούνται µέσω µιας ευθείας γραµµής. Καταφέρνει µε ιδιαίτερο τρόπο να σε µεταφέρει ψυχή εν σώµατι σε έναν άλλο γαλαξία, κάνοντάς σε κοµµάτι του. Η χρήση ελεύθερης γλώσσας και το «ενήλικο» περιεχόµενό του, δηµιουργεί µία σύνθεση, µε την οποία µπορείς να ταυτιστείς γρήγορα και άµεσα. Είναι ανατρεπτικό, αν και το story είναι γνωστό, ένα κόµικς που γνωρίζει τι είναι και τι αντιπροσωπεύει, και δεν ντρέπεται να το δείξει. Το συγγραφικό στυλ του Vaughan συνδυάζεται πολύ όµορφα µε το σχεδιαστικό στυλ της Staples, µε τα καρέ να εντυπωσιάζουν µε σαφήνεια και δυναµισµό, αφού δηµιουργούν εκρήξεις συναισθηµάτων στα µάτια του αναγνώστη. Το fantasy συνδυάζεται αρµονικά µε το sci-fi, δηµιουργώντας ένα διαγαλαξιακό έπος, γεµάτο δράση, ανατροπές και… έρωτα. Ξεκινώντας την εκδοτική του πορεία το 2012, και 7 χρόνια επιτυχίας αργότερα, κλείνοντας 54 δηµοσιευθέντα τεύχη, συνεχίζει να εντυπωσιάζει, και ευχόµαστε να συνεχίσουµε να διαβάσουµε ιστορίες της σειράς για πολύ ακόµα… Το πρώτο volume (τεύχη #01-06) κυκλοφορεί στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Οξύ.

τα κόµικς πολλές φορές βρίσκεσαι στο άδυτο της ψυχής του καλλιτέχνη, ψάχνοντας και εξερευνώντας τόσο τον ψυχικό του κόσµο, όσο και τον νοητικό. Το κόµικς «Σαν όνειρο» του Κωνσταντίνου Σκλαβενίτη, είναι και η πρώτη απόπειρα του δηµιουργού στον χώρο, και είναι σίγουρα µια από τις καλύτερες που έχουµε διαβάσει. Μέσα από το έργο ο δηµιουργός µεταδίδει τα συναισθήµατά του, τις υπαρξιακές του ανησυχίες, τα αιώνια ερωτήµατα της ανθρωπότητας, όσο και την αβεβαιότητα, το όνειρο… Όλο το άλµπουµ σχεδιασµένο οµοιόµορφα, µε το χαρακτηριστικό στυλ ακουαρέλας, µε κάθε σελίδα να γίνεται καµβάς ζωγραφικής και να σπάει τον κανόνα του πλαισίου στο καρέ… Η αισθητική που προσφέρει φτάνει να αποδώσει πολλές χαρακτηριστικές λεπτοµέρειες, αλλά παράλληλα να δηµιουργήσει ασάφειες, όπως και σε ένα όνειρο, όπως επίσης προσφέρει δέος, προκαλούµενο από την καλλιτεχνική γραµµή. Ο διαλεκτικός και φιλοσοφικός τρόπος γραφής αποτελεί επίσης ένα αναπόσπαστο κοµµάτι του βιβλίου, που έρχεται να συµπληρώσει την εικόνα, και να την εµπλουτίσει µε περισσότερο µυστήριο, και βάθος. Συνολικά, ο δηµιουργός Κώστας Σκλαβενίτης έχει καταφέρει να αποτυπώσει τον άνθρωπο µέσα από µονάχα 10 ολιγοσέλιδες ιστορίες, σχεδιασµένες µε έναν απλό και άκρως ροµαντικό τρόπο, δηµιουργώντας µια ατµόσφαιρα χρωµάτων και θερµών συναισθηµάτων… Μας εισήγαγε στον κόσµο του δηµιουργού που συνεχίζουµε έως τώρα να εκτιµούµε, ενώ παράλληλα µας προσφέρθηκε µια από τις πιο ιδιαίτερες και συναισθηµατικά φορτισµένες αναγνώσεις κόµικς της δεκαετίας! Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Webcomics το 2013.


Σπύρος Ανδριανός

APSIHIA

Κώστας Παντούλας, αυτοέκδοση, 2019

Τ

o APSIHIA είναι µία από τις πρόσφατες δουλειές του πολυτάλαντου Κώστα Παντούλα, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Comicdom Con 2019.Το άλµπουµ που είναι αυτοέκδοση του δηµιουργού,αποτελείται από 3 ιστορίες που κοινός παρανοµαστής τους είναι ο θάνατος (ψυχικός ή σωµατικός) και η κοσµική "αναγέννηση". Στη πρώτη ιστορία, έχουµε την καταστροφή του πλανήτη από mecha-Άγγελο θανάτου.Όσα θύµατα επιζήσουν θα µετατραπούν και εκείνα σε Dracodes (όπως είναι και ο τίτλος της ιστορίας). Στη δεύτερη ιστορία, από την οποία παίρνει το όνοµα του ολόκληρο το άλµπουµ µε τίτλο APSIHIA, η Alethia-δαίµονας της Apsihia, αναλαµβάνει από τον Chronos τον άρχοντα του κοσµικού παραδείσου, να εξολοθρεύσει τα σκορπιόµορφα πλάσµατα που καταστρέφουν και αφανίζουν ολόκληρους κόσµους, µε αντίτιµο τη γαλήνη της ψυχής της... Η αποστολή της όµως δεν θα είναι και τόσο εύκολη υπόθεση... Στη τρίτη ιστορία KANGEE, έχουµε έναν ερυθρόδερµο που κάποτε είχε απαχθεί από εξωγήινους (που ο ίδιος πίστευε ότι ήταν οι Θεοί του) να συνεχίζει την αποστολή του, την οποία δεν θυµάται πια ακριβώς, αφού πλέον έχει µεταµορφωθεί σε κάτι άλλο που δεν θυµίζει πλέον τον ανθρώπινο εαυτό του... Όλα αυτά µαγευτικά δοσµένα, από το εκπληκτικά σχεδιαστικό ταλέντο του Κώστα Παντούλα, που ξέρει πάντα να εντυπωσιάζει τον αναγνώστη µε κάθε νέα του δουλειά και κάθε φορά να εξελίσσεται τόσο σχεδιαστικά όσο και σεναριακά. Ένα ταξίδι µέσα στη φαντασία και σε αλλοπρόσαλλους κόσµους, µε το στοιχείο της µεταµόρφωσης και της ευθύνης να κυριαρχεί και να χαρακτηρίζει τους πρωταγωνιστές των ιστοριών. Ο Jodorowski συναντά τους Moebius και Mézières, µέσα σε ένα χορταστικό sci-fi πανδαιµόνιο άψογου σεναρίου, λεπτοµερειακού και αξεπέραστου σχεδίου και εκπληκτικών χρωµάτων που µόνο η ποιότητα δουλειάς του Παντούλα µπορεί να προσφέρει. Ένας πραγµατικά µεγάλος και σπουδαίος δηµιουργός, που φυσικά δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τους ξένους συναδέλφους του, αφενός γιατί και ο ίδιος είναι πολύ µεγάλος σχεδιαστής, αφετέρου και η δική του δουλειά είναι πασίγνωστη και στην αγορά του εξωτερικού. Και µόνο για την υπέροχη εικονογράφηση που αιχµαλωτίζει για ώρες τα µάτια του αναγνώστη σε κάθε panel των σελίδων, αξίζει να αγοράσετε αυτή τη δουλειά, εκτός φυσικά από την υποστήριξη σας σε δικό µας Έλληνα καλλιτέχνη.

Locke & Key

Joe Hill & Gabriel Rodriguez, IDW, 2008-2013

Σ

ε όλα αυτά τα χρόνια που διαβάζω και συλλέγω κόµικς, λίγες ήταν οι φορές που ξαναδιάβαζα µία σειρά περισσότερες από µία φορές (πάντα ήθελα να διαβάζω νέα κόµικ και ιστορίες για να εµπλουτίζω συλλογή και γνώσεις). Το Locke and Key είναι από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις που όταν το τέλειωσα, το ξαναδιάβασα και δεύτερη φορά και λίγο καιρό αργότερα και τρίτη! ∆εν θυµάµαι να το είχα ξανακάνει αυτό µε άλλη σειρά µονοκοπανιά (έχω ξαναδιαβάσει τα Sandman και δουλειές του Tezuka αλλά µε το πέρασµα των χρόνων για να τις ξαναθυµηθώ) και αυτό δείχνει πόσο διαβολεµένα καλό είναι το Locke and Key των Joe Hill (σενάριο) και Gabriel Rodriguez (σχέδιο). Μία από τις µεγαλύτερες εκπλήξεις της ανεξάρτητης εκδοτικής IDW που ειδικεύεται σε franchise κυρίως από τηλεοπτικές σειρές και παιχνίδια (Hasbro) για τα κόµικς της. Για όσους δεν γνωρίζουν ο Joe Hill (πραγµατικό όνοµα Joe Hillstrom King) είναι ο γιoς του µεγάλου µετρ της φαντασίας και τρόµου Stephen King. Kαι µπορούµε να πούµε ότι το µήλο έπεσε κάτω από τη µηλιά πραγµατικά... Μετά από σπουδαία βιβλία (όπως π.χ. το εκπληκτικό NOS4A2,το "Κουτί σε σχήµα καρδιάς" και τη συλλογή ιστοριών "Φαντάσµατα του 20ου αιώνα" όλα από τις εκδόσεις Bell) ο Hill δοκίµασε τις ικανότητες του και στη συγγραφή κόµικ µε εκπληκτικά αποτελέσµατα... Το κόµικ είναι ένα µείγµα από dark fantasy µε έντονες δόσεις horror, µυστηρίου και suspense συνδυασµένα µε τα εκπληκτικά και λεπτοµερέστατα σχέδια του πολύ ταλαντούχου Gabriel Rodriguez, που συνδηµιουργεί µαζί µε τον Hill αυτό το εικονογραφηµένο αριστούργηµα από κάθε άποψη. Από τις λίγες φορές που ένα καλλιτεχνικό δίδυµο συνεργάζεται τόσο αρµονικά µεταξύ τους για να παραδώσει ένα τέτοιας ποιότητας έργο. Παρακολουθούµε τη δυσλειτουργική οικογένεια των Locke (Tyler, Kinsey, Bode και τη µητέρα τους Nina) που µετά το τραγικό θάνατο του πατέρα τους Rednell (από τα χέρια ενός προβληµατικού νεαρού του Sam Lesser), µετακοµίζουν στην οικογενειακή τους έπαυλη Keyhouse στο LovecraØ της Μασαχουσέτης... Το σπίτι των Locke (όπως ανακαλύπτουν τα παιδιά) είναι γεµάτο από διάφορα είδη κλειδιών µε ξεχωριστές δυνάµεις. Τα κλειδιά µπορούν να τα χρησιµοποιήσουν µόνο παιδιά,όχι ενήλικες... Το πιο επικίνδυνο από αυτά, το Omega Key είναι αυτό που ανοίγει την πύλη µιας άλλης διάστασης που κατοικούν πλάσµατα που σε άλλες εποχές τους αποκαλούσαν δαίµονες.... Πλοκή γεµάτη αγωνία και πολλές ανατροπές, µακάβριο αλλά και ταυτόχρονα ευαίσθητο και ροµαντικό, χαρακτήρες σύνθετοι και βαθιά ανθρώπινοι, που ενδιαφέρεσαι για αυτούς, πράγµα που τους κάνει ακόµα περισσότερο να φαίνονται ζωντανοί και όλα αυτά δοσµένα µε υπέροχη εικονογράφηση. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από ένα κόµικ; Η σειρά ετοιµάζεται ήδη να µεταφερθεί στην τηλεόραση από τη Dimension Films. Ένα αριστουργηµατικό έργο που δεν πρέπει να χάσετε µε τίποτα!!! Απαραίτητο για κάθε κοµικσική βιβλιοθήκη που σέβεται τον εαυτό της.

5


αφιέρωμα / 2010-2019: Τα κόμικς που ξεχωρίσαμε

Μάνος Βασιλείου Αρώνης

Τέρµινους, του Λευτέρη Παπαθανάση, ΚΨΜ, 2017

Κ

οινωνία χωρίς µνήµη δεν µπορεί να υπάρξει. Όµως πώς διαπλάθεται η συλλογική µνήµη; Υπάρχει µία αντικειµενική ιστορική αλήθεια κι αν ναι πού θα τη βρούµε αυτή γραµµένη; Μήπως στη Wikipedia ή στα σχολικά βιβλία; Στο κάτω κάτω, γιατί µας ενδιαφέρουν όλα αυτά τα ερωτήµατα στην παρουσίαση ενός comic; Μας ενδιαφέρουν γιατί το Τέρµινους είναι ένα από αυτά τα comics που επιχειρούν να εικονογραφήσουν το ιστορικό παρελθόν, εντασσόµενο µε αυτό τον τρόπο σε µία παράδοση στην 9η Τέχνη, που έχει καθοριστεί απ’ το αριστουργηµατικό Maus και η οποία φαίνεται να ξαναζωντανεύει τα τελευταία χρόνια στην ελληνική comic σκηνή, µε χαρακτηριστικότερη την έκθεση «Ένα Γλυκό Ξηµέρωµα». Συνήθως, τα comics που καταπιάνονται µε ιστορικά θέµατα (ή διασκευάζουν κλασσικά λογοτεχνικά έργα) είναι εκείνα που τραβούν το µεγαλύτερο ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού. Είναι αυτά που συνήθως ονοµάζονται graphic novels και µπαίνουν σε πιο ορατές θέσεις στα βιβλιοπωλεία από τα υπόλοιπα comics που συνήθως στοιβάζονται σε µία µικρή βιβλιοθήκη. Όµως το Τέρµινους εξ’ αρχής δεν µπορούσε να αναρριχηθεί σε αυτά τα πιο «ευπώλητα» comics κι αυτό πρέπει να το ήξερε ο Λευτέρης Παπαθανάσης ήδη απ’ τη στιγµή που επέλεγε το θέµα του comic του, που είναι ο Εµφύλιος Πόλεµος. Η θεµατική του ελληνικού εµφυλίου βιώνεται -ακόµη µέχρι και σήµερα- ως ένα τραύµα στην ελληνική κοινωνία, το οποίο προτιµάται να αποσιωπάται. Όµως επειδή η αποσιώπηση εύκολα οδηγεί και στη συσκότιση, τον Εµφύλιο τον επανέφεραν στη δηµόσια συζήτηση η σύγχρονη ιστορική έρευνα αλλά και οι έντονες πολιτικές αντιθέσεις που γέννησε η καπιταλιστική κρίση. Σε αυτή την πρόσφατη ιστορική και πολιτική συζήτηση για τον Εµφύλιο συµµετέχει ο Παπαθανάσης µε το Τέρµινους, καθιστώντας εξ’ αρχής σαφές ότι αφηγείται την ιστορία του από την οπτική των «από κάτω», των φτωχών, των καταπιεσµένων που ξαναπήραν το όπλο στο χέρι και στρατεύτηκαν µε τον ∆ηµοκρατικό Στρατό Ελλάδας στον αγώνα για τη Λευτεριά και τη Λαοκρατία. Γιατί όµως είναι το Τέρµινους το ελληνικό comic που ξεχώρισα από αυτή τη δεκαετία; Ο πρώτος λόγος είναι ότι πιστεύω ότι αυτό το comic είναι η πιο ολοκληρωµένη προσπάθεια αυτής της δεκαετίας να µιλήσει ένας δηµιουργός για το ιστορικό παρελθόν, µέσα από µία πολυσέλιδη comic ιστορία και µάλιστα για µία ιστορική περίοδο, η οποία εν πολλοίς είναι συσκοτισµένη, γεµάτη αναλήθειες και µύθους. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η ιστορία του Παπαθανάση ξαναζωντανεύει τις µνήµες των συγγενών και των συγχωριανών του στην Ήπειρο, οι οποίες αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για το σενάριο του Τέρµινους. Ίσως αυτή η έρευνα του Παπαθανάση και η προσπάθειά του να αναδείξει τις διηγήσεις και τις µνήµες των συγγενών και των συγχωριανών του ήταν η αιτία που όταν παρουσίασε το κόµικ του στην Αθήνα, ο χώρος του ΚΨΜ γέµισε µε συντοπίτες του, οι οποίοι παρακολούθησαν -µαζί µε εµάς τους υπόλοιπους- µία απ’ τις πιο συναρπαστικές, πολύπλευρες και συγκινητικές παρουσιάσεις comic, που σε αντίστοιχή της -τουλάχιστον εγώ- δεν έχω ξαναβρεθεί.

Πρόσφυγες, Colfer Eoin & Donkin Andrew, Πατάκης, 2017

Α

ν πρέπει να διαλέξουμε ένα θέμα το οποίο έχει απασχολήσει περισσότερο την ελληνική κοινή γνώμη τα τελευταία χρόνια αυτό σίγουρα είναι το προσφυγικό. Η απλή λογική θα έλεγε ότι η Ελλάδα, ως χώρα με παρελθόν προσφυγικής κρίσης θα χαρακτηριζόταν από κινήσεις αλληλεγγύης των κατοίκων της για τη στήριξη των κατατρεγμένων προσφύγων. Τέτοιες κινήσεις φυσικά υπήρξαν και απέδειξαν ότι ένα μεγάλο μέρους του ντόπιου πληθυσμού διατηρεί την ανθρωπιά του, σε αντίθεση με ένα άλλο κομμάτι του πληθυσμού το οποίο παρασύρθηκε απ’ τους ρατσιστικούς μύθους της Ακροδεξιάς, η οποία επελαύνει τα τελευταία χρόνια σε Ευρώπη και Αμερική. Κάπως έτσι γεννήθηκαν περιστατικά ακραίας γελοιότητας, όπως το μπάρμπεκιου έξω από κέντρο συγκέντρωσης προσφύγων, αλλά και κάπως έτσι προκλήθηκαν πραγματικά επικίνδυνες καταστάσεις, που έθεταν σε κίνδυνο ακόμα και τη ζωή των προσφύγων από ανθρώπους που ζητούσαν (από κοινού με νυν υπουργούς της ΝΔ) νέες Λαμπεντούζες. Αυτή η τραγική κατάσταση, που μάλλον θα καταγραφεί στις πιο μαύρες σελίδες της ελληνικής ιστορίας, έχει καλλιεργηθεί με τη διάδοση μύθων και fake news που παρουσιάζουν τις προσφυγικές ροές ως απειλή. Όμως, αυτό που αγνοεί το -όχι φασιστικό- κομμάτι κόσμου που έχει παρασυρθεί απ’ τη ρατσιστική υστερία των ημερών είναι το πραγματικό δράμα αυτών των ανθρώπων. Γιατί, πώς αλλιώς θα τόλμαγε ένας σώφρων άνθρωπος να κατηγορήσει έναν άλλον γιατί δεν «έκατσε στη χώρα του να πολεμήσει», αν γνώριζε τι πραγματικά σημαίνει πόλεμος και θάνατος. Το comic «Πρόσφυγες» των Όουεν Κόλφερ και Άντριου Ντόνκιν, είναι ιδανικό εργαλείο για την κατάρριψη τέτοιων μύθων, αφού παρουσιάζει το οδοιπορικό δύο αδελφών, του Ίμπο και του Κουάμι, οι οποίοι ξεκινούν απ’ τα βάθη της Αφρικής για το δύσκολο οδοιπορικό της προσφυγιάς προς την Ευρώπη, με την ελπίδα να βρουν εδώ ένα καλύτερο μέλλον. Όμως αντ’ αυτού, θα κληθούν να ξεπεράσουν νέα εμπόδια που θα θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Μέσα απ’ το συγκινητικό οδοιπορικό των δύο αδερφών γνωρίζουμε τι περνούν αυτοί οι άνθρωποι για να φτάσουν εδώ, πώς γλιτώνουν από τα παράνομα κυκλώματα των διακινητών και απ’ τα άγρια κύματα της ανοιχτής θάλασσας προκειμένου να φτάσουν στην Ευρώπη και εμείς αντί να τους βοηθήσουμε να ξαναξεκινήσουν τη ζωή τους, τους στοιβάζουμε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους αντιμετωπίζουμε σαν «τρομοκράτες» και «υγειονομική απειλή». Αυτός είναι ο -δήθεν αναπτυγμένος- δυτικός πολιτισμός; Ίσως την τελευταία δεκαετία να έχουν κυκλοφορήσει comics πιο δημοφιλή, πιο επιτυχημένα εμπορικά ή και πιο καλογραμμένα από τους «Πρόσφυγες». Όμως ξεχωρίζω τους «Πρόσφυγες» ως ένα κοινωνικο-πολιτικό εργαλείο σκέψης και ευαισθητοποίησης για κάθε καλοπροαίρετο αναγνώστη, αλλά και ως ένα έργο που αφηγείται ένα απ’ τα μεγαλύτερα δράματα αυτής της δεκαετίας με τρόπο προσιτό σε κάθε ηλικία.

6


Νίκος Γιακούµελος

Ο Συλλέκτης (Soloup, Ίκαρος, 2017)

Ο Συλλέκτης είναι µια πολυπρισµατική απεικόνιση 5 ιστοριών και ενός παραµυθιού, τα οποία όλα µαζί αφηγούνται µια ιστορία για την απώλεια της (κατά βάση πατρικής) αγάπης και το παλίµψηστο της οικογένειας σε µια χώρα η οποία βασίστηκε σε (και βασανίστηκε από) αυτή. Ο Soloup ως καλλιτέχνης δεν καταφεύγει σε νεωτερικές αφηγήσεις, ούτε κρίνει αυστηρά. Αντίθετα, δεν κρίνει καθόλου. Όντας γνώστης της ελληνικής συνθήκης, µας δίνει µια πολύπλευρη ιστορία σε 6 κοµµάτια για το γύρω, το πίσω, το µπροστά, τη βάση και το εποικοδόµηµα της οικογένειας. Γνώριµα πρόσωπα της ελληνικής καθηµερινότητας, αστικής και επαρχιακής, των ίδιων των παραµυθιών αλλά και των πολλαπλών µετά- αφηγήσεων, αποτελούν πρωταγωνιστές των ιστοριών που συναντούµε στις σελίδες του Συλλέκτη. Μέσα από τις πράξεις αλλά και τις συζητήσεις τους ο Soloup βρίσκει την ευκαιρία να αναµίξει είδη εξιστόρησης και στυλ σχεδίου για να πει την ιστορία, τελικά, ενός πατέρα που τον χώρισαν από το παιδί του. Και, σε αντίθεση µε άλλους χαρακτήρες του κόµικ, δεν τον χώρισε ο πόλεµος, ο θάνατος ή το παράπονο. Τον χώρισαν οι αποφάσεις των γύρω του, η δικαιοσύνη και οι συνθήκες που διαλύουν το δεσµό µεταξύ των οικογενειών, χωρίς να φροντίσουν να δηµιουργήσουν κάτι ουσιαστικότερο, ή έστω ανεκτό, στη θέση τους. Γιατί, πράγµατι, η ελληνική οικογένεια είναι υπεύθυνη για πολλά δεινά που αντιµετωπίζουµε στην ψυχολογική µας ζωή, ωστόσο είναι και ένα δίχτυ προστασίας απέναντι σε άλλα.

Και αυτά δεν είναι τα δόντια του λύκου, αλλά ο πόνος του ψυχολογικού κενού, η µοναξιά, οι τύψεις, και η συνεχής απόπειρα να συµφιλιωθείς ή να αντιπαλέψεις µάταια µια φαντασιακή εικόνα χωρίς να γνωρίσεις τους ανθρώπους από πίσω της. Ο Συλλέκτης µας δίνεις ακριβώς αυτήν την εικόνα, πίσω από τις αλληλοδιαπλεκόµενες ιστορίες του: του ανθρώπου πίσω από τον µύθο του Πατέρα, του πόνου πίσω από τον Μεγάλο Άλλο του Νόµου και της Τάξης που διαλύουν στα γρανάζια τους ακόµα και τα άτοµα που υποτίθεται ότι προστατεύουν περισσότερο. Το αµάλγαµα της θεµατικής αποδίδεται από τον Soloup µε µια σειρά νοηµατικών εργαλείων. Μεταπλάθει µύθους όπως η Κοκκινοσκουφίτσα, η Αλίκη στη Χώρα των Θαυµάτων, ακόµα και φιλοσοφικές ιστορίες, όπως το πλατωνικό σπήλαιο παραµυθικά. Ταυτόχρονα ο καλλιτέχνης ανοίγει και έναν έµµεσο διάλογο µε την ∆ίκη του Κάφκα, µε το πρόλογο και τον επίλογο του. Πράγµατι, ο ∆ιονύσης, όπως και ο Γιόζεφ Κ. παρουσιάζουν πολλές οµοιότητες, αφού κατηγορούνται για κάτι που δεν ξέρουν και τελικά, κρίνονται από όλους ένοχοι, χωρίς να φταίνε. “Σαν το σκυλί, µες στην ντροπή” λέει ο µεγάλος συγγραφέας και, προσθέτει ο Soloup, “σαν συλλέκτης” στιγµών, απογοητεύσεων και µικρών, καθηµερινών, αριθµητικών θανάτων.

The War of Jokes and Riddles (Tom King & Mikel Janin, June Chung, Clay Mann, DC, 2017)

Το “The War of Jokes and Riddles” είναι ένα τίτλος τόσο προσωπικός, που αγγίζει τα όρια της ψυχανάλυσης. Αυτό φαίνεται τόσο από την εξοµολογητική διάθεση του Batman όσο διηγείται την εγκιβωτισµένη του αφήγηση όσο και από την κυριολεκτικά και µεταφορικά γυµνή του εµφάνιση. Ο Bruce Wayne/ Batman ξεδιπλώνει το Εγώ του στη γυναίκα που θα παντρευτεί και µας οδηγεί σε όλα τα στάδια που πέρασε για να διαµορφωθεί. O Τοm King µας πηγαίνει στις καταβολές του, αλλά όχι στον χιλιοειπωµένο θάνατο των γονιών του. Αυτή την φορά, εξιστορείται πως ο κόσµος του εγκλήµατος και της τρέλας που µαστίζει το Gotham επηρέασε τον άνθρωπο που προσπάθησε να το αντιµετωπίσει και πως, παρολίγον, τον νίκησε. Η ιστορία ξεκινά άµεσα βάζοντας ακριβώς αυτό το Εγώ στο περιθώριο και εστιάζοντας περισσότερο στις δυνάµεις που το περικυκλώνουν και βρίσκονται σε αντιδιαµετρική αντίθεση. Από την µία ο προαιώνιος εχθρός του πνεύµατος του αστικού νόµου, το βάρβαρο και χαοτικό Αυτό του Joker και από την άλλη το υπολογιστικό Υπερεγώ του Riddler. Η πολλές φορές άλογη βία, η οποία εναλλάσσεται µε τα αστεία και την ωµή κυνικότητα του Clown Prince of Crime αντιπαραβάλλεται µε την µεθοδικότητα και την οξύνοια του Riddler. Αυτό το τρίγωνο, που τελικά αγκαλιάζει ολόκληρο το µητροπολιτικό σκηνικό του Gotham θα αρκούσε για µια από τις καλύτερες ιστορίες του Caped Crusader. Όµως, ο Τοm King δεν αρκείται στο καλό, ούτε καν στο καλύτερο. Επιδιώκει το διαφορετικό. Έτσι, εισάγει, µε τρόπο εντελώς απρόσµενο, µια τέταρτη µεταβλητή, η οποία και επηρεάζει την τελική λύση. Η εισαγωγή αυτή προέρχεται µεν από την µυθολογία του Batman, και µάλιστα από την παιδική αφέλεια της Ασηµένιας Περιόδου, είναι όµως αναθεωρηµένη σε τεράστιο βαθµό. Πως αλλιώς θα µπορούσε να χαρακτηριστεί η κίνηση του να βάζεις ίσως τον πιο γελοίο κακό στην ιστορία του Batman, τον Kite Man ως ένα µοντέρνο, τραγικά σισύφειο σύµβολο για την σύγχρονη ανθρώπινη κατάσταση, µε µεγάλες δόσεις (αυτο)σαρκασµού; Ο Kite Man του Tom King είναι µια κάπως υπερβολική αλλά, όσο προχωρά η ιστορία τροµερά ανθρώπινη φιγούρα που µεταβάλλει τις ισορροπίες και ωθεί το τρίγωνο του Εγώ σε παροξυσµό. Είναι η ιστορία του Kite Man, ενός απλού ανθρώπου που αγωνίζεται να µείνει ζωντανός σε έναν τρελό κόσµο, που τελικά παίρνει την ιστορία και την απογειώνει.

7


αφιέρωμα / 2010-2019: Τα κόμικς που ξεχωρίσαμε

Γιάννης Ιατρού

Αν λάβουµε υπόψη πως η λειτουργία δεν αλλάζει, είτε µιλάµε για ένα µήλο είτε για ένα κοµµάτι... ανθρώπινης σάρκας, τότε καταλαβαίνουµε πως ο Tony έχει τα φόντα να λύσει όποια υπόθεση ανθρωποκτονίας βρεθεί µπροστά του! Το αφηγηµατικό πλαίσιο της ιστορίας του John Layman είναι υπερβολικά σουρεαλιστικό, για να παρουσιαστεί επαρκώς σε λίγες γραµµές. Το µόνο σίγουρο είναι ότι πρόκειται για µια ιστορία που, παρά την... λόξα της, συναρπάζει τον αναγνώστη και δεν του επιτρέπει να πάρει ανάσα, καθώς γυρνά µε ζέση τις επόµενες σελίδες. Άλλωστε, η ευρηµατικότητα των δηµιουργών και το προκαθορισµένο πλαίσιο τους επέτρεψε να γράψουν µια ιστορία που απλώνεται µε άνεση, δηµιουργώντας διαρκείς ανατροπές και αγωνία.

CHEW

John Layman & Rob Guillory, Image, 2009-2016 να κόµικ που µπερδεύει τις αισθήσεις, το «Chew» πρόκειται για ένα κόµικ... γαστριµαργικού σουρεαλισµού! Ένα από τα καλύτερα κόµικς της δεκαετίας, βραβευµένο δις µε βραβεία Eisner και Harvey. Αν και τεχνικά είναι τέκνο της προηγούµενης, αφού ξεκίνησε να εκδίδεται σε τεύχη από την Image τον Ιούνιο του 2009, όλη η ιστορία αναπτύχθηκε µέσα στη δεκαετία, διαρκώντας 7 ολόκληρα χρόνια, µέχρι το 2016 που έκλεισε µε το 60ό τεύχος. Ο λόγος που η συγκεκριµένη σειρά κέρδισε από πολύ νωρίς την αναγνώριση του κοµικσόφιλου κοινού είναι πολύ απλός, µέσα στην πολυπλοκότητά του. Πρόκειται για ένα κόµικ που σέβεται και αξιοποιεί στο έπακρο τους κανόνες και τις αρετές του µέσου, προσκαλώντας τους αναγνώστες σε ένα αφηγηµατικό και εικαστικό παιχνίδι µεγάλης διάρκειας. Έχοντας προκαθορίσει εξ αρχής το µέγεθος της σειράς, οι δηµιουργοί είχαν τη δυνατότητα να χτίσουν τον κόσµο της ιστορίας τους και να αναπτύξουν οµαλά την πλειάδα χαρακτήρων που µας συστήνουν. Πρωταγωνιστής ο Tony Chu, πράκτορας της Food & Drug Administration (F.D.A.), µίας οργάνωσης µε στόχο να προφυλάξει τους πολίτες από την κατανάλωση... κοτόπουλου. Βλέπετε, ο κόσµος του «Chew» έχει πληγεί από µία γιγαντιαία ίωση των πουλερικών που εξολόθρευσε εκατοµµύρια πολιτών! Η ειδική δύναµη του Chu, να προβάλλει στο µυαλό του το παρελθόν από ο,τιδήποτε δαγκώνει µια µπουκιά (cibopathic), τον καθιστά έναν από τους πιο αξιόλογους πράκτορες της FDA – αλλά όχι µόνο.

Έ

8

Το σχέδιο του Rob Guillory υπηρετεί πιστά την ιστορία, αφού, παρά την καρτουνίστικη προδιάθεσή του, µπορεί να προσαρµόζεται µε ευκολία στις ανάγκες του σεναρίου: το χαζοχαρούµενο στιλ εναλλάσσεται ταχύτατα µε φρικιαστικές σπλάτερ σκηνές ωµής βίας, το αστικό αµερικάνικο υπόβαθρο µε εξωτικές ή και διαστηµικές εικόνες, οι εκρηκτικές σκηνές αστυνοµικής δράσης µε τις δραµατικές ή ροµαντικές αλληλεπιδράσεις των ηρώων. Όσοι δεν έχετε διαβάσει αυτό το... πεντανόστιµο κόµικ, κάντε ένα δώρο στον εαυτό σας αυτές τις γιορτές και δοκιµάστε το – αρκεί να είστε φαγωµένοι, γιατί θα σας τρέξουνε τα σάλια!

Μαύρη Φουστανέλα

του Χρήστου Σταµπουλή Χ, αυτοέκδοση, 2013-2015 ταν µιλάµε για ελληνικά κόµικς, είναι το πρώτο που µου έρχεται στο µυαλό. Τι να πρωτογράψει κανείς γι’ αυτό το έπος, πράγµατι, των ελληνικών κόµικς; Η Μαύρη Φουστανέλα του Χρήστου Σταµπουλή είναι ένα από τα καλύτερα έργα της ελληνικής

Ό

παραγωγής και ο οµώνυµος πρωταγωνιστής του αποτελεί πλέον εµβληµατική µορφή του ελληνικού κόµικ. Να είναι λόγω της… «ελληνικότητάς» της; Ειδικά στο πρώτο µέρος της εκρηκτικής τριλογίας, η ιστορία τοποθετείται χρονικά στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, εξετάζοντάς τη µε έναν έντονα αιρετικό τρόπο, αποµυθοποιώντας παράλληλα τους βασικούς πρωταγωνιστές της: από τον Καποδίστρια, τον Μαυροκορδάτο, τον Κωλέττη και τον Ιµπραήµ, µέχρι και το µεγάλο στρατηλάτη, Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, η Μαύρη Φουστανέλα δε διστάζει να αµφισβητήσει και να επαναπροσδιορίσει την εικόνα για σωρεία ιστορικών προσώπων, αλλά και τα κίνητρά τους. Να είναι λόγω των φιλοσοφικών στοχασµών της; Παρόλο που στο πρώτο µέρος αυτή η πτυχή της ιστορίας διατηρεί δευτερεύοντα χαρακτήρα, στα επόµενα δύο το «µείγµα» αλλάζει και έρχεται στο προσκήνιο µία διαρκής αναζήτηση, εκτός απ’ της Μαυροβουλίτσας, απαντήσεων σε αναπάντητα ερωτήµατα, που προκύπτουν από την ιστορία, τη θρησκεία, τη µυθολογία… Στις σελίδες των δύο τελευταίων κεφαλαίων της Μαύρης Φουστανέλας (Ο Αµνός του Θεού και Στον Κάτω Κόσµο) παρελαύνουν προσωπικότητες όπως ο ∆ιάολος, ο Θεός, ο Ιησούς, ο Χάρος, ο Αχιλλέας, ο Σίσυφος, µέχρι και ο… Σίγκµοντ Φρόυντ. Ένα ετερόκλητο µωσαϊκό επιρροών, µε θεωρίες και στοχασµούς που µοιάζουν εκ πρώτης όψεως χαοτικά ανοίκειες µεταξύ τους, καταλήγουν υπό την πένα του Σταµπουλή να µοιάζουν η µία συµπλήρωµα της άλλης. Να είναι λόγω του ανατρεπτικού, ισοπεδωτικού χιούµορ της; Αν και πιο έντονο στο πρώτο µέρος του πονήµατος, το καυστικό και συχνά… κάφρικο χιούµορ είναι διαρκώς παρόν στη Μαύρη Φουστανέλα, ως βασικό συστατικό της. Απλά, αλλάζει ελαφρώς η σύσταση του µείγµατος. Ενώ στο πρώτο µέρος είναι, σε ένα βαθµό, αυτοσκοπός, στα επόµενα δύο το ξέφρενο gag πετάγεται σε καίρια σηµεία για να ανατρέψει τον αργό ρυθµό και να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην ιστορία. Η Μαύρη Φουστανέλα βασίζεται σε µία ιδέα του Γιώργου Τσακιρέλλη του 2004, η οποία περιλαµβάνεται στο τέλος του βιβλίου της «Τριλογίας». Τα πρώτα δύο κεφάλαια, µε τίτλο Μαύρη Φουστανέλα και Ο Αµνός του Θεού, είχαν κυκλοφορήσει ως αυτοεκδόσεις το 2012 και το 2013 αντίστοιχα και µοιράζονταν δωρεάν στο Comicdom Con Athens. Το τρίτο κεφάλαιο κυκλοφόρησε απευθείας εντός της τριλογίας το 2015.


Άλκης Καζαµίας

EAST OF WEST

(Jonathan Hickman & Nick Dragotta, Image, 2013-) ε µία εποχή όπου µεσουρανούν οι απλουστευµένες και εύπεπτες ιστορίες, το East of West έχει χαρακτηριστεί ως ένα από τα πιο πολύπλοκα κόµικς της δεκαετίας. Γραµµένο από τον Jonathan Hickman έναν από τους καλύτερους σεναριογράφους κόµικς των καιρών µας και εικονογραφηµένο από τον Nick Dragotta, το εν λόγω κόµικ απαριθµεί 43 κεφάλαια και αποτελεί έναν από τους καλύτερους τίτλους της Image comics. Το East of West είναι ένα αµάλγαµα western, επιστηµονικής φαντασίας και post-apocalyptic δυστοπίας, φτιαγµένο µε έναν τρόπο που µόνο ο Hickman θα µπορούσε να σκεφτεί. Η υπόθεση διαδραµατίζεται σε ένα εναλλακτικό σύµπαν όπου µετά το τέλος του Αµερικανικού Εµφύλιου Πολέµου η Αµερική χωρίστηκε σε εφτά χώρες, οι οποίες, αν και βρίσκονται φαινοµενικά σε ειρήνη, δεν παύουν να προωθούν τα δικά τους συµφέροντα και να προσπαθούν να επιβληθούν στους αντιπάλους τους. ∆εν είναι εύκολο να µιλήσει κανείς για την υπόθεση του East of West χωρίς να υποπέσει σε spoilers. Αρκεί να σας πούµε ότι στην υπόθεση ανακατεύονται επίσης οι Τέσσερις Καβαλάρηδες της Αποκάλυψης, ένα παιδί µε ένα µπαλόνι-ροµπότ το οποίο θα φέρει το τέλος του κόσµου, Ινδιάνοι οι οποίοι µεταµορφώνονται σε κοράκια και λύκους και άλλα πολλά. Η ιστορία του κόµικ είναι δύσκολη να την ακολουθήσει κανείς αν δεν είναι απόλυτα συγκεντρωµένος, καθώς τόσο η πολυπρόσωπη αφήγησή του, οι συνεχείς ανατροπές, αλλά και η έντονη χρήση πολιτικών και κοινωνικών σχολίων, κάνει την ανάγνωση δύσβατη και πολλές φορές χαοτική. Ο Hickman έχει καταφέρει µε το αριστοτεχνικό του σενάριο να πλέξει µία ιστορία γεµάτη πολιτικές δολοπλοκίες, ανελέητη δράση, κοινωνική κριτική σε πολιτεύµατα και θρησκείες και όλα αυτά χωρίς να κάνει την ιστορία να µοιάζει επιτηδευµένη ή διδακτική. ∆εν είναι τυχαίο άλλωστε, που η ιστορία έχει χαρακτηριστεί ως το Game of Thrones των κόµικς. Πρέπει επίσης να αναφέρουµε και το σχέδιο του Dragotta το οποίο είναι ίσως από τα καλύτερα πράγµατα που έχουµε δει στα Αµερικανικά κόµικς τις τελευταίες δεκαετίες. Αν και το East of West έχει µερικά αρνητικά όπως οι παροδικές κοιλιές του και το µεγάλο χρονικό διάστηµα µεταξύ των τευχών του, στο σύνολό του είναι µία εξαιρετική ιστορία, η οποία µπορεί να κονταροχτυπηθεί ισάξια µε άλλους τίτλους-µεγαθήρια όπως το Saga και το Fables. Και µπορεί τα σχέδια για µια τηλεοπτική σειρά εν τέλει να ναυάγησαν, όµως η ιστορία έχει µπει επιτέλους στην τελική της ευθεία, µε µόνο τρία κεφάλαια να τη χωρίζουν από το τέλος της και είµαστε σίγουροι ότι η συγκίνηση που θα µας προσφέρει θα είναι τεράστια.

Σ

Κουραφέλκυθρα

(Αντώνης Βαβαγιάννης, socomic.gr, Jemma Press, Luben, 2013-)

Ε

ίτε πρόκειται για γελοιογραφίες είτε για ιντερνετικά στιρπάκια, τα χιουµοριστικά κόµικ είναι ευρέως αγαπητά στο ελληνικό κοινό. Κανένα όµως δεν έχει κάνει την επιτυχία που έκαναν τα “Κουραφέλκυθρα” του ταλαντούχου Αντώνη Βαβαγιάννη. Με τον ολοκληρωµένο τίτλο της να είναι “Κουραφέλκυθρα: δεν είναι καν λέξη” η σειρά έχει κλείσει αισίως τα έντεκα της χρόνια – κάνοντας την µία από τις παλιότερες σειρές στα ελληνικά κόµικπου συνεχίζει να προσφέρει αµέτρητο γέλιο ακόµα και σήµερα. Το (συµπαθέστατο) χιούµορ του αντλεί επιρροές από την ελληνική πραγµατικότητα, τη θρησκεία, από την pop κουλτούρα ακόµα, την ιστορία και τα παραµύθια, σχηµατίζοντας ένα κράµα ξεκαρδιστικού σουρεαλισµού και απρόσµενης εξυπνάδας. Τα Κουραφέλκυθρα θέτουν νέες βάσεις για το πως µπορεί κάποιος να κάνει έξυπνη κωµωδία, χωρίς να προσβάλει κανέναν θυµίζοντάς µας πολλές φορές το εξαιρετικό Brooklyn Nine-Nine. Είτε µε τους κλασσικούς πια πρωταγωνιστές του όπως τον Θείο Αιµίλιο, τη φιλοµαθή Ζοζεφίνα, τον κύριο Κλιάφα µε τα ατελείωτα προβλήµατά του, είτε µε µεµονωµένα στριπάκια, είτε µε εξαιρετικά λογοπαίγνια, είτε µε στιγµές άκυρου χιούµορ, τα Κουραφέλκυθρα είναι µία από τις πιο πρωτότυπες και σίγουρα πιο ευφάνταστες δηµιουργίες στον χώρο των ελληνικών κόµικς και εµείς ευχόµαστε να συνεχίσουν να οµορφαίνουν τις ζωές µας για πάρα πολλά ακόµα χρόνια.

9


αφιέρωμα / 2010-2019: Τα κόμικς που ξεχωρίσαμε

Λάζαρος Κολαξής

Στο ατµοσφαιρικό τελικό αποτέλεσµα συµβάλλει και η καλλιτεχνική προσέγγιση του Θανάση Πέτρου. Η χειροποίητη γραµµατοσειρά και το απλό, αλλά εκφραστικό σχέδιο προσφέρουν µια αίσθηση οικειότητας και ζεστασιάς στον αναγνώστη, παρόµοια µε εκείνη που συναντούσαν οι ταξιδιώτες στο εστιατόριο. Από την άλλη, η χρωµατική παλέτα ποικίλλει ανάλογα µε τις ανάγκες του σεναρίου, µε τα καρέ να ξεχειλίζουν από ζεστά χρώµατα στις αναδροµές στο παρελθόν, ενώ όταν επανερχόµαστε στην κανονική ροή της ιστορίας, κυριαρχούν τα µουντά και ψυχρά χρώµατα, αποτέλεσµα της οµίχλης και του κρύου της περιοχής.

Upgrade Soul

Ezra Claytan Daniels, Lion Forge, 2016

Γρα Γρου

Τάσος Ζαφειριάδης & Γιάννης Παλαβός, Θανάσης Πέτρου, Ίκαρος, 2017

10

Κάποια στιγµή όλοι µας θα χρειαστεί να πάρουµε αποφάσεις που θα κρίνουν το µέλλον µας. Αποφάσεις που είναι δύσκολες να ληφθούν, ειδικά αν οι επιπτώσεις τους είναι άγνωστες ή επιφέρουν µεγάλες αλλαγές στον τρόπο ζωής µας. Για αυτή τη µεταβατική περίοδο, λίγο πριν τη λήψη της απόφασης και τη µετάβαση σε κάτι διαφορετικό και άγνωστο µιλάει το "Γρα-Γρου" σε σενάριο του Τάσου Ζαφειριάδη και του Γιάννη Παλαβού και σχέδιο του Θανάση Πέτρου. Η ιστορία λαµβάνει χώρα στο οµώνυµο εστιατόριο, το οποίο ήταν υπαρκτό µέχρι και πριν λίγα χρόνια όταν και κατεδαφίστηκε µετά το άνοιγµα της Εγνατίας Οδού, µε τον πρωταγωνιστικό ρόλο να έχει η Σοφία, η οποία έχει αποφασίσει να περάσει το τοξωτό γεφύρι της περιοχής, που ελάχιστοι βλέπουν και κανένας δεν ξέρει τι κρύβεται στο τέλος του. Όσο εµείς αναµένουµε τη Σοφία να πάρει τη µεγάλη απόφαση, γνωρίζουµε τον άνθρωπο που κρατά ζωντανό το εστιατόριο, αλλά και τους θαµώνες του, οι οποίοι -όπως και η Σοφίαµένουν και εκείνοι στο χωριό, µέχρι να αποφασίσουν να διασχίσουν το γεφύρι. Το σενάριο του Τάσου Ζαφειριάδη και Γιάννη Παλαβού κινείται σε δύο χρόνους, έναν λίγο πριν ανοίξει η Εγνατία και έναν δεύτερο, ο οποίος µας δείχνει πως κατασκευάστηκε αυτό το ιδιαίτερο γεφύρι επί Τουρκοκρατίας, µε την αργή εξέλιξη και τους περιορισµένους διαλόγους να προσδίδουν έναν ποιητικό χαρακτήρα στην ιστορία, µε τις ελάχιστες ανατροπές να υπάρχουν όχι για λόγους εντυπωσιασµού, αλλά για να εµβαθύνουν στη ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων.

Ο Hank και η Molly αποφασίζουν να γιορτάσουν την επέτειο των σαράντα χρόνων γάµου τους µε τη συµµετοχή σε ένα πείραµα, το οποίο υποτίθεται ότι θα βελτιώσει τη σωµατική και νοητική τους κατάσταση , δίνοντας τους έτσι µια δεύτερη ευκαιρία να πετύχουν όσα δεν κατάφεραν µέχρι τότε. Όπως συµβαίνει πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις και όπως προοικονοµεί µε σχεδόν ποιητικό τρόπο η εισαγωγή της ιστορίας, το πείραµα δεν έχει τα προσδοκώµενα αποτελέσµατα µε το ζευγάρι να βγαίνει από το πείραµα ψυχολογικά και σωµατικά ταλαιπωρηµένο, ενώ προς έκπληξή τους διαθέτουν και κλώνους για τους οποίους κανείς δεν τους είχε ενηµερώσει. Η εξέλιξη της πλοκής είναι γεµάτη ανατροπές που προκύπτουν οργανικά από τις προσωπικότητες των χαρακτήρων και δεν υπάρχουν για λόγους φθηνού εντυπωσιασµού. Με αυτόν τον τρόπο ο Ezra Claytan Daniels καταφέρνει αφενός να θέσει διάφορα υπαρξιακά ερωτήµατα σχετικά µε την ταυτότητα, διατηρώντας µια κριτική, αλλά όχι τεχνοφοβική στάση απέναντι στην τεχνολογία και αφετέρου

τοποθετεί στο επίκεντρο της πλοκής, τις αδυναµίες και τα πάθη των πρωταγωνιστών του. Όλα αυτά, καταφέρνοντας να κρατήσει µια αξιοθαύµαστη αφηγηµατική καθαρότητα, παρά το γεγονός ότι η πλοκή ακολουθεί µη-γραµµική πορεία και αποφεύγοντας την συνήθως ενοχλητική και κακόγουστη επεξήγηση των κινήτρων των χαρακτήρων. Εξίσου σπουδαία είναι και η αποστειρωµένη αισθητική, πάλι δια χειρός του Daniels. Τα πάνελ του είναι τοποθετηµένα µε µαθηµατική ακρίβεια, διατηρούν έναν σταθερό ρυθµό στην αφήγηση, ενώ εντυπωσιακή είναι η ευκολία µε την οποία µεταπηδά από τις ποιητικές ατµόσφαιρες που φωτίζουν τη ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων σε σκηνές τρόµου και αγωνίας, έχοντας ως βοηθούς το εκφραστικό και ανά στιγµές ανατριχιαστικό του σχέδιο µε τη µουντή χρωµατική του παλέτα να προσαρµόζεται ανάλογα µε τις ανάγκες της αφήγησης. Το Upgrade Soul τιµάει την παράδοση της επιστηµονικής φαντασίας, θέτοντας ενδιαφέροντα ερωτήµατα µέσω µιας υπέροχης, ανθρωποκεντρικής ιστορίας, ενώ είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που το diversity µοιάζει ειλικρινές και πρωτότυπο (αλήθεια, πόσες φορές βλέπουµε ηλικιωµένα ζευγάρια να πρωταγωνιστούν σε ιστορίες επιστηµονικής φαντασίας;). Εκτός όµως από τη συνολικότερη ποιότητα του, το κόµικ του Daniels διαθέτει άλλο ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό. Αρχικά, πρωτοκυκλοφόρησε σαν εφαρµογή για κινητό, επιτρέποντας στους αναγνώστες να βυθιστούν περισσότερο στον κόσµο της ιστορίας µε τη βοήθεια µουσικής, γραµµένης ειδικά για το κόµικ και διάφορων άλλων εφέ. Πρόσφατα, η εφαρµογή έγινε ξανά διαθέσιµη -δυστυχώς µόνο για iOSυπενθυµίζοντας µας ότι η τεχνολογία µπορεί να ανοίξει νέους ορίζοντες στην αναγνωστική εµπειρία.


Monstress

(Image Comics, 2015-) Σενάριο: Marjorie Liu Σχέδιο: Sana Takeda

Hard Rock

(Jemma Press, 2017)

Αλέξανδρος Μινωτάκης

Σενάριο & σχέδιο: Tasmar «Του ’90 γενιά, αλά ελληνικά»… Ο Tasmar µας ταξιδεύει σε ένα πολύ γνώριµο περιβάλλον. Η Ελλάδα της δεκαετίας του ’90 µέσα από τα µάτια ενός έφηβου, του 17χρονου Μάρκου, αυτό είναι το πλαίσιο για το Hard Rock. Στη Σύρο την εποχή του µύθου της «ισχυρής Ελλάδας», ο Μάρκος ανακαλύπτει πώς να ερωτευτεί, να καπνίσει και να κάνει µπάφο, να το σκάσει από το φροντιστήριο και να γνωρίσει ένα νέο κόσµο µετά το σχολείο. Ετοιµάζεται για την πρώτη µέρα στο σχολείο µε τα αναγκαία αξεσουάρ: µία µπλούζα Slayer, ένα σκισµένο τζιν και αρβύλες -δεκτά και τα ολσταρ- που πήρε από το Μοναστηράκι. Κουβαλάει πάνω του όλες τις αντιφάσεις: θέλει να παίξει παλιό χαρντ ροκ µε τη µπάντα του αλλά και να ανοιχθεί σε ένα νέο κόσµο κατανάλωσης, θέλει να γράψει καλά στις πανελλήνιες για να φύγει από το νησί, αλλά ταυτόχρονα βαριέται αφόρητα και τον καθηλώνει η ρουτίνα της «αλητείας», θέλει να ξεφύγει από τη θρησκευόµενη µητέρα του, αλλά ολοένα στρέφεται σε αυτήν για βοήθεια. Παρασύρεται από τη µία σχέση στην άλλη και βιώνει την κάθε µία µε τροµερή ένταση, µέχρι να τραβηχθεί απότοµα από την επόµενη. Για ένα µεγάλο κοινό που τα 90s ταυτίζονται µε την παιδική ή εφηβική ηλικία, οι χαρακτήρες του Tasmar είναι εξαιρετικά γνώριµοι, από τον αυστηρό λυκειάρχη µέχρι την Ελληνίδα µάνα και από τον πιο «ψαγµένο» συµµαθητή µέχρι τη σνοµπ φίλη/φλερτ, είναι οι ανθρωπότυποι που µας συνόδευσαν στη δική µας ενηλικίωση. Ωστόσο, προς τιµή του δηµιουργού, το Hard Rock αντιστέκεται στην πανίσχυρη γοητεία της νοσταλγίας και δε διστάζει να µας βουτήξει και λίγο στη µιζέρια, πάντα µε µία δόση χιούµορ.

Ο Μάρκος δεν ξέρει τι θέλει να κάνει µε τη ζωή του, αλλά ξέρει τι δεν θέλει. ∆εν αντέχει να στέκεται προσοχή στον αγιασµό και να ακούει τα παραληρήµατα του λυκειάρχη, δε θέλει -αλλά πρέπει- να δουλέψει για τον εθνικιστή ταβερνιάρη και δεν µπορεί άλλο τον παραλογισµό της στρατιωτικής θητείας, έναν παραλογισµό που δεν µπορεί να κρυφθεί παρά τις µεγάλες προσπάθειες του πρωταγωνιστή να διακωµωδήσει την κατάσταση. Ο Μάρκος δεν έχει στόχους, έχει όµως δρόµους διαφυγής: ναρκωτικά, τσιγάρα, ποτό, λούφα. Όσο περισσότερο επιµένει να ξεφεύγει, τόσο περισσότερο αποµυθοποιούνται στο µυαλό του όλα αυτά. Έτσι, µένει πάντα µετέωρος: διαρκώς δραπετεύει από τη Σύρο και συνέχεια ξαναγυρνά, µεταφορικά και κυριολεκτικά. Το Hard Rock προσφέρει ένα σπάνιο συνδυασµό χιούµορ, κριτικής µατιάς στην Ελλάδα του πρόσφατου παρελθόντος και µία γλυκόπικρη αναπαράσταση των αντιφάσεων της εφηβείας και της ενηλικίωσης σε αυτό το πλαίσιο. Το ασπρόµαυρο σκίτσο του Tasmar, που δίνει έµφαση σε κωµικές λεπτοµέρειες και «καρτουνίστικες» εκφράσεις έρχεται να δέσει τέλεια µε την ιστορία του Μάρκου, µε τη δική µας ιστορία.

Το κόµικ που έχει σαρώσει ό,τι βραβεία υπάρχουν εδώ και δύο χρόνια. Eisner, Hugo, British Fantasy, όλοι έχουν αναγνωρίσει το έργο των Liu και Takeda. Το φιλόδοξο σχέδιο τους συνδυάζει την επική φαντασία µε το steampunk, ενώ αντλεί τα θέµατα του από ζητήµατα όπως ο ρατσισµός και ο κοινωνικός αποκλεισµός. Η κλίµακα του κόσµου είναι εντυπωσιακή: σε έναν κόσµο που αποτελεί µια µητριαρχική εκδοχή της Ασίας, συνυπάρχουν διαφορετικές φυλές. Κάποιες από αυτές, όπως οι Αrcanics, είναι προϊόν µίξης των ανθρώπων µε τη µαγική φυλή των Ancients και τα χαρακτηριστικά τους συνδυάζουν στοιχεία ανθρώπων και ζώων. Μετά από δεκαετίες πολέµου µεταξύ ανθρώπων και Arcanics, διατηρείται µία εύθραυστη ειρήνη που κρύβει την καταπίεση που βιώνουν οι Arcanics σε πολλά µέρη του κόσµου από οµάδες ανθρώπων. Η πρωταγωνίστρια µας, η Maika Halfwolf, είναι Arcanic µε κυρίαρχα ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Η φυλάκιση της από µία πολιτικο-θρησκευτική σέχτα, που επιδιώκει να ξεκινήσει ένα νέο πόλεµο, θα απειλήσει την ισορροπία του κόσµου και θα αποκαλύψει τις πανίσχυρες και ανεξέλεγκτες δυνάµεις που κρύβει η Maika µέσα της. Η Maika θυµάται ελάχιστα από το παρελθόν της και θα ξεκινήσει ένα ταξίδι για να ανακαλύψει ποια είναι και τι συνέβη. Η διαδροµή της µας αποκαλύπτει τα µυστικά ενός εντυπωσιακού κόσµου όπως αυτά συνδυάζονται µε πολιτικές ίντριγκες, πόλωση και µίσος, που έχουν κυριεύσει τις κοινωνίες των ανθρώπων και των Arcanics. Το σενάριο του Monstress δεν χαρίζεται σε κανέναν: η πρωταγωνίστρια είναι περισσότερο αντι-ηρωίδα, που κυρίως κινείται µε κριτήριο την επιβίωση της παρά εµπνέεται από υψηλά ιδανικά · ο κόσµος των καταπιεσµένων Arcanics είναι κατακερµατισµένος και αντιφατικός, κλείνεται στον εαυτό του και προσκολλάται σε ένα ένδοξο παρελθόν την ίδια στιγµή που προσπαθεί να ξεπεράσει το τραύµα του πολέµου. Η σεναριογράφος, Marjorie Liu, δείχνει εξαιρετική ικανότητα τόσο στην οικοδόµηση ενός κόσµου επικής φαντασίας, µε όλες τις απαιτήσεις που συνοδεύουν ένα τέτοιο εγχείρηµα, όσο και στην αφήγηση ενός κοινωνικού και πολιτικού δράµατος. Από την άλλη, το σχέδιο της Takeda είναι εξαιρετικά λεπτοµερές, σκοτεινό και επιβλητικό, κάθε καρέ αποκαλύπτει ώρες δουλειάς · επιδεικνύει τροµερή ικανότητα τόσο στη ρεαλιστική απεικόνιση ενός τελείως διαφορετικού σύµπαντος, όπου τεχνολογία και µαγεία συνυπάρχουν στην καθηµερινότητα των ανθρώπων, όσο στη σχεδίαση φανταστικών πλασµάτων που κάθε λάτρης της επικής φαντασίας θα θαυµάσει. Όσο δύσκολη και αν ήταν η επιλογή ενός κόµικ ως το «καλύτερο της δεκαετίας», το Monstress αξίζει αυτό τον τίτλο από κάθε άποψη.

11


αφιέρωμα / 2010-2019: Τα κόμικς που ξεχωρίσαμε

Γιώργος Σαφελάς

The Court of Owls

(Scott Snyder, Craig Capullo) 2011, DC

Τ

ο The court of owls είναι το πρώτο run του Batman στο πρόσφατο reboot της DC (New 52) και διήρκεσε για τα πρώτα έντεκα τεύχη της σειράς. Το σενάριο υπογράφει ο Scott Snyder , µε το τότε πολύ πρόσφατο Black mirror στο ενεργητικό του, ίσως το δεύτερο καλύτερο bat comic αυτής της δεκαετίας και το σχέδιο ο Craig Capullo που σηµάδεψε τη δεκαετία του 90 µε τον core τρόπο σχεδιασµού που τον χαρακτηρίζει. Το δικαστήριο της κουκουβάγιας είναι µια κρυφή κάστα ευκατάστατων Γκοθαµιτών που για γενιές ολόκληρες κινεί πολλά από τα νήµατα της κοινωνίας εν αγνοία του Σκοτεινού Ιππότη, ενώ πολλοί τους θεωρούν αστικό θρύλο. Ο Μπρους Γουέιν κάποτε υποψιάστηκε ότι ήταν υπεύθυνοι για το θάνατο των γονιών του, αλλά πλέον το θεωρεί προϊόν της παιδικής του φαντασίας. Όταν θα βρεθεί παγιδευµένος στο δίκτυο τους όµως, σε µια πόλη κάτω από την πόλη θα βιώσει πρωτόγνωρο τρόµο και σοκ. Το σενάριο είναι πραγµατικά άρτιο και επιτυχηµένο για τον εξής λόγο: συνδυάζει στοιχεία αφήγησης που αντικειµενικά είναι ειδικού ενδιαφέροντος και " για λίγους στα κόµικς ", σε έναν τίτλο -ορόσηµο των mainstream. Το πνεύµα της αξέχαστης σειράς Legends of the dark knight ήρθε να συναντήσει αυτό που θέλουν οι περισσότεροι να είναι ο άνθρωπος νυχτερίδα. Στο Court of owls ο Batman φέρνει τους δύο κόσµους και πτυχές του εαυτού του στο ιδανικό σηµείο τοµής. Η τεχνολογία έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και συναντιέται µε θρύλους γύρω από την ιστορία της Gotham, συµβολισµούς που παίρνουν ερεθιστικές προεκτάσεις από το σηµείο που µας άφησε το µακρινό πλέον 1988 το Batman Year one του Frank Miller µε την αντιπαλότητα νυχτερίδας και κουκουβάγιας. Ο Batman κάνει λάθος εκτιµήσεις διαρκώς, αλλά βρίσκει τον τρόπο να αντεπεξέλθει, ενώ οι επικές µάχες µε τους Talons, τους αθάνατους πολεµιστές που δηµιουργεί για δεκαετίες το court µε τη βοήθεια της χηµείας (και της µαγείας ίσως) εξουδετερώνονται από έναν φοβερό συνδυασµό θέλησης της νυχτερίδας για επιβίωση και εκδίκηση, µαζί µε την πανοπλία πολέµου του Μπρους, που είναι ονείρωξη για συλλέκτες. Ο εχθρός έχει κάτι το φρικιαστικό, µε την απόκοσµη µάσκα του και την υπόσταση που δεν έχει καν πρόσωπο, ενώ ακόµα και όταν αποκτά, πρόκειται ουσιαστικά για ανδρείκελο. Τα φλασµπακς στην ιστορία "η πτώση του οίκου των Wayne" σοκάρουν και τελικά θα ανακαλύψουµε ότι ο άνθρωπος µε την πλαστή ταυτότητα σχετίζεται ακόµα πιο άµεσα µε τον Batman, ενώ κάποιος από τους Talons είναι πρόγονος του Dick Grayson. Ο "κακός " της ιστορίας λοιπόν γίνεται πραγµατικά ... τροµακτικός, αφού βρίσκεται παντού και πουθενά ταυτόχρονα και παράλληλα είναι ουσιαστικά αόρατος για δεκαετίες ως και σήµερα. Στο σχέδιο, ο Capullo έρχεται πιο ώριµος από ποτέ και δείχνει να έχει αφήσει πίσω του την υπερβολή των extreme comics, το σχέδιο του άλλωστε έχει κάτι γοτθικό , πράγµα που ταιριάζει άψογα σε µια τέτοια ιστορία (ίσως και σε όλες του Batman µε κάποιον τρόπο), αλλά και καρτουνίστικες πινελιές . Το κλου της υπόθεσης είναι οι εκφράσεις στα βλέµµατα όµως. Ο αποφασισµένος και βασανισµένος Μπρους, ο ανήσυχος και βρετανικά ειρωνικός Άλφρεντ, ο "ψεύτικα µελιστάλαχτος" (δε θα πούµε το όνοµα του, είναι spoiler) και ο Dick Grayson, άλλοτε διασκεδαστικά αστείος και στο τέλος στοιχειωµένος και συγκινηµένος. Kαι µιας και αναφέραµε τον Dick Grayson, έναν από τους πιο εικονικούς χαρακτήρες της ιστορίας των κόµικς και µια ιστορία χτισµένη πάνω σε σύµβολα, δε θα µπορούσαµε να παραλείψουµε την καταλυτική παρουσία του µέλους που εισήγαγε την έννοια του bat family και τα τελευταία καρέ, όπου ο Bruce Wayne του κάνει µια εκ βαθέων εξοµολόγηση µε λίγες και περιεκτικές φράσεις.

Homo

Σόλωνας Παπαγεωργίου

(∆ηµήτρης Καµένος, Jemma Press, 2013)

Τ

12

ο Homo του ∆ηµήτρη Καµένου είναι, κατ’ εµέ, ένα από τα σπουδαιότερα ελληνικά comics που έχουν κυκλοφορήσει ποτέ. Το κόνσεπτ που πραγµατεύεται είναι, από την αρχή µέχρι το τέλος, ασύλληπτα παλαβό: σε έναν κόσµο στον οποίο οι Homo habilis, Homo erectus, αλλά και οι υπόλοιποι µακρινοί µας συγγενείς έχουν επιβιώσει της ολικής εξάλειψης, ένας πόλεµος µεταξύ των ειδών ξεκινάει. Σε αυτόν, ένας νεκροµάντης ονόµατι Φράνσις Μπάρετ πίνει, πολεµάει, πίνει, συνεργάζεται µε τον Χίτλερ, πίνει, συνεργάζεται µε τον Άλιστερ Κρόουλι· πίνει, ξανά! Τι είναι τόσο σπουδαίο µε το Homo, λοιπόν; Το βιτριολικό του χιούµορ, φυσικά! Το comic είναι µια καλογραµµένη, τέλεια φαρσοκωµωδία, η οποία, µάλιστα, σατιρίζει και επίκαιρα θέµατα, ενώ ταυτόχρονα καταφέρνει να «χώσει» µέσα στην πλοκή της ∆αρβίνο, Φρόυντ, Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο, αλχηµεία και διπλούς πράκτορες – και µε κάποιο τρελό τρόπο, τόσο τρελό όσο τα γεγονότα που εκτυλίσσονται, το αποτέλεσµα δουλεύει. Οι διάλογοι µεταξύ των χαρακτήρων είναι εξαιρετικοί, όπως, άλλωστε, είναι και το σχέδιο. Ο Καµένος έχει επηρεαστεί ξεκάθαρα από τον Mignola, τόσο όσον αφορά στη θεµατολογία της ιστορίας, όσο και στο στιλ που σχεδιάζει. Έτσι, το Homo καταλήγει να είναι το «µικρό αδερφάκι» του Hellboy, χωρίς, όµως, αυτό να υποβαθµίζει την σηµασία του. Είναι το «µικρό αδερφάκι» µόνο όσον αφορά στην έκταση, στον αριθµό των σελίδων. ∆ιότι, από σπουδαιότητα, είναι εφάµιλλα. Καυστικό, ευρηµατικό, γοητευτικό – αυτές είναι µονάχα µερικές λέξεις από µια µεγάλη λίστα κοµπλιµέντων που θα µπορούσα να παραθέσω. Κανείς, όµως, πρέπει να διαβάσει το comic για να αντιληφθεί πλήρως την σηµασία αυτών που γράφω. ∆ιότι το Homo αξίζει πολλές αναγνώσεις, κάθε µία εκ των οποίων παραµένει εξίσου απολαυστική (αν όχι περισσότερο) µε την προηγούµενη.


Λένα Τζιογκίδου

Daytripper

(Fábio Moon & Gabriel Bá, 2011, Vertigo)

πήρξαν πολλά αγαπηµένα ξενόγλωσσα κόµικς για µένα την τελευταία δεκαετία, αλλά µπορώ εύκολα να ξεχωρίσω το Daytripper, ανάµεσα σ' αυτά, έργο των εκπληκτικών βραζιλιάνων διδύµων Fábio Moon και Gabriel Bá. Ανήκει σ' αυτήν την ιδιαίτερη κατηγορία έργων, που σε αγγίζουν βαθιά και µένουν χρόνια µαζί σου, µετά την πρώτη τους ανάγνωση. Το Daytripper (που πήρε τον τίτλο του από το οµώνυµο τραγούδι των Beatles) είναι ένα µωσαϊκό από στιγµιότυπα της ζωής του Brás de Olivia Domingos, που δουλειά του είναι να γράφει νεκρολογίες σε εφηµερίδα, ενώ ονειρεύεται να γίνει διάσηµος συγγραφέας σαν τον πατέρα του. Στα δέκα τεύχη της σειράς, ο Brás πεθαίνει κάθε φορά, σε διαφορετική χρονική στιγµή της ζωής του. Είναι λοιπόν ένα κόµικ για το θάνατο; Ναι και όχι. Είναι ένα κόµικ για την αξία της ζωής, µέσα από το αντίπαλο δέος του θανάτου. Για το πόσα πράγµατα κάνουµε, τι µας γεµίζει, τι µας καθορίζει, τι έχει τελικά αξία, όταν το βιβλίο της ζωής κλείνει, µέσα από την αδυσώπητη τυχαιότητα και το αναπόφευκτο τέλος για όλους. Το Daytripper µιλά για τα όνειρα που κάνουµε, το πόσα τελικά πραγµατοποιούµε, την εικόνα που έχουµε για τον εαυτό µας και για τους άλλους, τις προσδοκίες και τις αναβολές, τα σκληρά χτυπήµατα της τύχης, αλλά πάνω απ' όλα τις σχέσεις που µας σηµαδεύουν, την οικογένεια, τις φιλίες, τους έρωτες. Όλα αυτά αποτυπώνονται στις σελίδες του κόµικ, χωρίς ποτέ να γίνονται κλισέ ή επιφανειακά.

Υ

Χωρίς έντονες εξάρσεις, ξεδιπλώνονται αβίαστα µπροστά στα µάτια µας, µε µια υπόγεια ορµή, που αδυνατεί να µας αφήσει ασυγκίνητους. Η ισορροπία ανάµεσα στο πραγµατικό και το φανταστικό είναι αριστουργηµατική, η ιστορία ξεδιπλώνεται τόσο αληθινή, που δεν τη διαβάζεις απλά, τη νιώθεις. Το κόµικ είναι καθηλωτικό µες στην απλότητα της προσέγγισης σηµαντικών και πολυδιάστατων στιγµών της ανθρώπινης ζωής. Κάθε περίοδος της ζωής του Brás, είναι µια µνήµη, που θα µπορούσε να ανήκει στον καθένα µας - κι όλες αυτές οι µνήµες ζωντανεύουν µπροστά στα µάτια µας, µέσα από το σχεδιαστικό ταλέντο των δηµιουργών, που κυριολεκτικά οπτικοποιούν συναισθήµατα µέσα από µικρές λεπτοµέρειες, εκφράσεις προσώπων, σκιάσεις και χρώµατα. Οι σελίδες ξεχειλίζουν από ένα µοναδικό κράµα λυρισµού και ρεαλισµού, χωρίς τίποτα να µοιάζει επιτηδευµένο. Το Daytripper µας βυθίζει στον κόσµο του, µέσα από πολύπλευρες σχέσεις και πτυχές της ζωής. Μας θυµίζει ότι είναι ώρα να ρισκάρουµε, να αγαπήσουµε, να κάνουµε τους φόβους µας δύναµη, καθώς η ζωή δε διαρκεί για πάντα.

SHARK NATION

Σπύρος ∆ερβενιώτης (Εκδόσεις Χαραµάδα, 2018)

Β

ρισκόµαστε στο Λος Άντζελες του 2020. Μια φεµινιστική οµάδα απελευθερώνει µια σκλάβα του σεξ, την Μπίµπι που ανήκει στον πρόεδρο -τρολ των ΗΠΑ, τον "Καρχαρία", µια ιντερνετική περσόνα που κυκλοφορεί µόνιµα µε µάσκα. Η αστυνοµική ιστορία που στήθηκε σ' αυτό το "ιδιόµορφο" -όχι και τόσο- µακρινό σκηνικό ξεπέρασε τις προσδοκίες µου, καθώς δεν περίµενα ότι θα είναι ακόµα καλύτερο από το Yesternow . Μέσα από την ιστορία, ο ∆ερβενιώτης θίγει και καυτηριάζει επίκαιρα, "δύσκολα" και ακανθώδη θέµατα, όπως του φεµινισµού και θέµατα του φύλου γενικότερα, alt-right

ιδεολογίες, παιχνίδια εξουσίας, τα όρια της ελευθερίας του λόγου και των προσωπικών επιλογών, την πολιτική ορθότητα και τη χρήση της τεχνολογίας. Κι ενώ είναι εύκολο να πέσει κανείς σε παγίδες ηθικολογίας και κηρυγµάτων, όταν καταπιάνεται µε τέτοια ζητήµατα, είναι πολύ δύσκολο να αποφύγει αυτές τις κακοτοπιές µε την µαεστρία που το έκανε το Shark Nation. Πρόκειται για ένα ευφυές κόµικ, που δεν αρκείται στις εύκολες λύσεις και στην επιφανειακή αναφορά "πιασάρικων" θεµάτων και που σέβεται τη νοηµοσύνη των αναγνωστών.

∆εν πλατειάζει, δεν φλυαρεί, όλες οι λεπτοµέρειες συνθέτουν ένα ολοκληρωµένο παζλ. Οι pop culture αναφορές είναι πολλές, αλλά διακριτικές, τόσο όσο χρειάζεται για να ικανοποιήσουν τους προσεκτικούς αναγνώστες και όχι χοντροκοµµένες ή εξόφθαλµες. Καταφέρνει να είναι ένα δυνατό, διασκεδαστικό sci-fi/noir κόµικ, που ενώ έχει πολλά παραπάνω πράγµατα να πει, δεν παίρνει τόσο σοβαρά τον εαυτό του, ώστε να καταλήξει σοβαροφανές ή δήθεν. Οι χαρακτήρες είναι τρισδιάστατοι, αποκτούν βάθος κι αναπτύσσονται ακόµα περισσότερο απ' ότι στο prequel του, το Yesternow. Το Shark Nation όµως, δεν είναι ένα sequel, αλλά ένα αυτόνοµο, ολοκληρωµένο κόµικ, µέσα στο ίδιο σύµπαν που είχε στήσει το Yesternow. Οι διάλογοι είναι ένα ακόµη γερό χαρτί του κόµικ, καθώς είναι αβίαστοι και καυστικοί. Παρά τον όγκο του Shark Nation, η ροή κυλάει φυσικά, χωρίς κοιλιές και το σενάριο έχει πλήθος ανατροπών, που δεν είναι καθόλου προβλέψιµες. Σχεδιαστικά ο ∆ερβενιώτης δείχνει να διανύει την πιο ώριµη περίοδο του, παίζοντας µε άνεση στην παλέτα και τις σκιάσεις του ασπρόµαυρου. Επιδεικνύει εξαιρετικές σκηνοθετικές ικανότητες στήνοντας αυτόν τον δυστοπικό κόσµο, φωτίζοντας τις λεπτοµέρειες που θέλει κάθε φορά και µας παραδίδει ένα άρτιο αποτέλεσµα. ∆ε θα επεκταθώ στην πλοκή του σεναρίου, από φόβο µήπως αποκαλύψω στοιχεία του περιεχοµένου, που θα σας κάνουν πολύ µεγαλύτερη εντύπωση αν τα ανακαλύψετε µόνοι σας, καθώς καυτηριάζει τα κακώς κείµενα µε ένα µοναδικό τρόπο. ∆εν πρόκειται για ένα "καλό για ελληνικό" κόµικ, αλλά για ένα πραγµατικά αξιόλογο σύγχρονο κόµικ, που εντυπώνεται στη µνήµη του αναγνώστη και θα του άξιζε να κυκλοφορήσει και στο εξωτερικό.

13


60 SECONDS TO THE END Επεισόδιο #01

14

Νικόλας Στεφαδούρος & Γιώργος Παπαηλιού


15



συνεχιζεται...


ΤΕΡΑΣ Επεισόδιο #02

18

του Κωνσταντίνου Κάτσου


19






Μέλανδρος

ΓΚΑΝΑΣ Συνέντευξη στη Λένα Τζιογκίδου

Ο Μέλανδρος Γκανάς είναι από τους πιο ενεργούς κι επιδραστικούς ανθρώπους στην ελληνική κοινότητα των κόµικς. Μανιώδης συλλέκτης κι αναγνώστης, εµπνευσµένος σεναριογράφος, δηµιουργός των "Εκδόσεων του Κάµπου" και του Συλλόγου Κόµικς και Τεχνών "Ετουκου", αρθρογράφος σε σάιτ, διοργανωτής φεστιβάλ, ορκισµένος υποστηρικτής των φανζινς και DIY δράσεων. Ανήσυχο πνεύµα, που δε χωράει σε καλούπια. Αντισυµβατικός, άνθρωπος των άκρων, που παθιάζεται µε ό,τι καταπιάνεται, αλλά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, µε τα κόµικς. Καµπίσιος, Λαρισαίος, άνθρωπος του κόσµου, ανήκει παντού και πουθενά. ∆εν αντέχει τις χλιαρές καταστάσεις, τα ηµίµετρα. ∆ε φοβάται να ρισκάρει. Παράτησε τη σίγουρη (και βαρετή ζωή) του δηµοσίου υπαλλήλου, για να αφοσιωθεί στα κόµικς. Εκεί που οι άλλοι µεγαλώνοντας συντηρητικοποιούνται, βολεύονται, αυτός παραµένει φευγάτος, δε θα µεγαλώσει ποτέ. Ήθελε να τα κάνει όλα µε τους δικούς του όρους και τα κάνει. Ελεύθερο πνεύµα µε αλάνθαστο ένστικτο, ξετρύπωνει, ενθαρρύνει, υποστηρίζει, βοηθάει µε κάθε τρόπο κόσµο που έχει το ίδιο µεράκι µε αυτόν, για να µεγαλώσει και να οµορφύνει την ελληνική κόµικς σκηνή. Πάνω απ' όλα ένας άνθρωπος αυθεντικός κι έξω καρδιά, που έχω την τιµή να αποκαλώ φίλο. Ο Μέλανδρος Γκανάς είναι ένας τύπος που ζει και αναπνέει κόµικς σε rock & roll ρυθµούς. Λίγο πριν το πολυαναµενόµενο 2ο LA Festival που θα πραγµατοποιηθεί από τις 24 Φεβρουαρίου εως την 1η Μαρτίου 2020 στο Μύλο του Παππά, στη Λάρισα, µλήσαµε µαζί του.

Τι σηµαίνουν τα κόµικς για σένα; Είναι ο µόνος τρόπος που µπορώ να επικοινωνώ µε τους υπόλοιπους ανθρώπους. Με το µιλητό δεν νοµίζω να µπορώ να βγάλω άκρη. Πολλοί εγωισµοί µαζεµένοι.. Υπήρξε κάποια καθοριστική στιγµή που ασχολήθηκες πιο ενεργά µε την τέχνη των κόµικς κι από απλό χόµπυ έγινε παθος; Ενώ από πολύ µικρός διάβαζα/µάζευα κόµικς, επειδή έµενα σε επαρχιακές πόλεις λόγω δουλειάς του µπαµπά, νόµιζα πως δεν υπάρχουν άλλοι που ασχολούνται µε αυτό το “άθληµα”, άρα µέχρι την ηλικία των 23-24 ήµουν εγώ και η σπηλιά µου. Κάπου εκεί εµφανίστηκε το greekcomics.gr και κατάλαβα πως δεν είµαι µόνος τελικά σε αυτό το “παιχνίδι”. Εκεί γνώρισα και άλλους ανθρώπους που αγαπάνε τα κόµικς και µε µερικούς από αυτούς φέραµε τα πάνω κάτω µε εργατοώρες καταλογογράφησης των ελληνικών εκδόσεων κόµικς. Αλλά πάθος ήταν από την πρώτη φορά που θυµάµαι να κρατάω µικιµάου στα χέρια µου.. Πώς προέκυψε ο εθισµός σου στα ελληνικά κόµικς και φανζινς; Άµα εξαιρέσουµε τα αγγλικά που -και καλά- µιλάω, τα ελληνικά είναι η µόνη γλώσσα που µιλάω και καταλαβαίνω (και αυτή όχι και καλά). Άρα διάβαζα ό,τι ελληνική έκδοση µπορούσα να βρω και εννοώ τα πάντα... µέχρι και βίους αγίων σε κόµικς. Σε κάποια φάση στη Θεσσαλονίκη σε ένα κοµιξάδικο έπεσα πάνω στο φανζίν -τότε- 9η ∆ιάσταση και από τότε ήρθε η κατρακύλα. Άρχισα να µαζεύω όποια αυτοέκδοση ή φανζίν κυκλοφορούσε σε Ελλάδα και Κύπρο. Και τα υπόλοιπα από εκεί και πέρα γνωστά.. ή άµα είναι άγνωστα σε κάποιους, υπάρχουν καταχωνιασµένα στο smallpressblog.blogspot.com. Δεν έµεινες ποτέ στατικός στην ενασχόλησή σου µε τα κόµικς. Από αναγνώστης, έγινες συλλέκτης, αρθρογράφος, σεναριογράφος κόµικς, εκδότης, δηµιουργός συλλόγου και διοργανωτής φεστιβάλ. Μίλησέ µας λίγο γι αυτούς τους "σταθµούς" του ταξιδιού, τι αποκόµισες απ' αυτά, υπάρχει κάτι που σε γεµίζει περισσότερο; Ναι τα έχω κάνει όλα αυτά τώρα που τα διαβάζω, αλλά δεν το είχα σκεφτεί ότι τα έχω κάνει όλα αυτά που διαβάζω. Μικρή η σκηνή, λίγοι οι άνθρωποι, πολλή η κάβλα. Άρα όσοι αγαπούσαµε τότε τα κόµικς, σχεδόν τα κάναµε όλα. Αυτό νοµίζω. Ειλικρινά δεν ξέρω τι µε γεµίζει περισσότερο.. Ας πούµε µου αρέσει να πλάθω εικόνες και να τις οπτικοποιούν οι φίλοι µου. Μου λείπει πάντως να καθίσω και να διαβάσω κόµικς όπως διάβαζα παλιά.

24


Τι είναι ο σύλλογος ΕΤουΚου; Πως γεννήθηκε; Ποιοί είναι οι στόχοι του; Είναι ο µικρός κυριλέ αδερφός των Εκδόσεων του Κάµπου (ΕτΚ). Η γέννησή του έχει να κάνει, µε το ότι έπρεπε κάποτε όλο αυτο το αρχείο που υπάρχει στην σπηλιά µου, να του βρω ένα πιο “πολυσύχναστο” σπίτι. Να µπορεί να δεχτεί επισκέψεις, να το γνωρίσει κόσµος και να µην κάθεται και παθαίνει καταθλίψεις µόνο του µέσα στη σπηλιά. Να αποκτήσει κάποιο µεγαλύτερο νόηµα όλο αυτό που έχει µαζευτεί εκεί µέσα. Πώς ξεκίνησε η ιδέα για ένα Φεστιβάλ Κόµικς στη Λάρισα; Πώς προέκυψε το όνοµά του LA Comics Festival; Μπαµ µπαµ απάντηση, λαογραφικά αν το δούµε, η Λάρισα ήταν ίσως η µόνη επαρχιακή πόλη πριν πόσα χρόνια που είχε κοµιξάδικο (9 Ρίχτερ), όπως επίσης είχε ξαναγίνει πριν πολλά χρόνια άλλο ένα festival comics/προβολών ταινιών,κλπ, κλπ στο Γαλλικό Ινστιτούτο, το zipzap festival. Άρα, η απάντηση βγαίνει, άµα µπορεί κάποιος να δει πίσω από αυτά τα δύο στοιχεία. Βάλε και τις Εκδόσεις του Κάµπου που µας αγαπάνε και µας σαπορτάρουνε τα αδέρφια µας εδώ... λίγο το ένα λίγο το άλλο, µία άλφα παιδεία γύρω από τα κόµικς υπάρχει στη Λάρισα. Βάλε σε όλα αυτά και την 9η Τέχνη και έχεις την απάντηση. Ήρθαµε σε επαφή µε -δύο- ανθρώπους κλειδιά της πόλης, συζητήσαµε και ο “γάµος γίνηκε”. Όσο για το δεύτερο σκέλος, είχαµε να διαλέξουµε ανάµεσα απο το LΑ-ris(s)a- ή Larizona. Το LA έγινε το όνοµα του festival και Larizona Dream ονοµάσαµε το µίνι festival προβολών ταινιών και animations που θα έχουµε µέσα στο LAComicsFestival. Τι εικόνα αποκόµισες από το πρώτο φεστιβάλ; Υπήρξαν δυσκολίες στη διοργάνωσή του; Ποιοι οι στόχοι σας για τα επόµενα;

Ας πούµε µου αρέσει

να πλάθω εικόνες

και να τις οπτικοποιούν οι φίλοι µου

∆εν ξέρω, το µόνο που µπορώ να πω, είναι πως θυµάµαι πολλούς αγαπηµένους µου ανθρώπους µαζεµένους, πολλά χαµόγελα, αγκαλιές και ένα κλίµα σίγουρα πιο παρεϊστικο και λιγότερο τυπικό. Μιλάµε για κάµπο και µε το δικό µας fest θέλουµε περισσότερο να γεµίσουµε την πόλη µε όµορφες εικόνες και να κάνουµε τον κόσµο που θα µας τιµήσει και θα έρθει, να φύγει µαγεµένος από αυτό που θα δει. ∆υσκολίες εγώ προσωπικά δεν νοµίζω πως αντιµετώπισα, γιατί δεν βάλαµε κάποιον πήχη ώστε να αγχωθούµε. Απλά µαζέψαµε τους φίλους µας και δείξαµε στον κόσµο τι κάνουµε. Πώς βλέπεις τον εαυτό σου στα επόµενα χρόνια σε σχέση µε την τέχνη των κόµικς; Έχεις κάποια µελλοντικά σχέδια; Για όποιον µε γνωρίζει, ξέρει πως δεν είµαι ικανός να προγραµµατίσω κάτι για την επόµενη µέρα άρα αυτό µε το µελλοντικά πλάνα/σχέδια είναι κάτι που δεν µπορώ ακόµα να καταλάβω πως το κάνετε. Όνειρα πολλά, πάρα πολλά.. ό,τι βγει.

25


Σύνδρομοοτουυαπατεώνα ααεπίσηςςγνωστόόωςςφαινόμενοοτουυ αεπίσηςςγνωστόόωςςφαινόμενοοτουυ απατεώνααήήσύνδρομοοαπάτηςςςείναιι έναςςόροςςπουυεπινοήθηκεετοοοοοοο απόότιςςκλινικούςςψυχολόγουςςςςςς ςςςςςςςςςςςςςςςςςςκαιιιιιιιιιιΑΑΑΑΑΑΑΑΑ καιιαναφέρεταιισεεφιλόδοξααάτομαα πουυχαρακτηρίζονταιιαπόόαδυναμίαα νααεσωτερικεύουνντααεπιτεύγματάάτουςς καιιέναννεπίμονοοφόβοοότιιθααεκτεθούνν ωςςςαπάτηηηηΠαράάτααεξωτερικάά αποδεικτικάάστοιχείαατηςςικανότηταςς τουςςςεκείνοιιπουυπαρουσιάζουνντοο σύνδρομοοπαραμένουννπεπεισμένοιι ότιιείναιιαπατεώνεςςκαιιδενναξίζουνντηνν επιτυχίααα

26

τοοΦαινόμενοοΝτάνινγγΚρούγκερ είναιιμιααγνωστικήήδιαταραχήήστηννοποίαα άτομααπεριορισμένωννδεξιοτήτωνν αποκτούννμιααψευδαίσθησηη ανωτερώτηταςςςεκτιμώνταςςεσφαλμέναα οτιιοιιγνωστικέςςτουςςικανότητεςςςείναιι υψηλότερεςςαπόόόότιιπραγματικάάείναιιιΟιι ΝτάνινγκκκαιιΚρούγκερραπέδωσανναυτήή τηννπροκατάληψηησεεμιααμεταγνωστικήή αδυναμίαατωννανειδίκευτωννναα αναγνωρίσουνντηηδικήήτουςςανεπάρκειαα καιιναααξιολογούννμεεακρίβειαατηννδικήή τουςςικανότηταα

ιδέα-κείµενα: Μέλανδρος Γκανάς, σχέδιο: Dionelo Muti


ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΜΑΔΑΦΑΚΑ! Επεισόδιο #04

του Περικλή Κουλιφέτη

27



ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...


30


31


E δηµοσιεύθηκε στην Αργεντινή το τελευταίο µέρος του «El Eternauta» [στα ξήντα

32

χρόνια

πριν,

το

1959

ελληνικά «El Eternauta: Ο κοσµοναύτης του Απείρου», Jemma Press, 2008 & 2009, 2 τόµοι], του επικού έργου των Hector German Oesterheld και Francisco Solano Lopez. Το ογκώδες (350 σελίδων) αριστούργηµα της παγκόσµιας σκηνής των κόµικς ξεκίνησε να δηµοσιεύεται το 1957 στην εβδοµαδιαία εφηµερίδα «Hora Cero» για να ολοκληρωθεί δύο χρόνια αργότερα. Φαινοµενικά πρόκειται για ένα αγωνιώδες και περιπετειώδες συνάµα έργο επιστηµονικής φαντασίας. Μια βαθύτερη, δεύτερη ανάγνωση όµως, µαρτυρά πολλά περισσότερα. Μια ιστορία 350 σελίδων, που διαβάζεται απνευστί και είναι γεµάτη πολιτική αλληγορία και συµβολισµούς (προσχεδιασµένους και µη), καλοκουρδισµένη σεναριακά και ευρηµατικά εικονογραφηµένη, αποτελεί πλέον ένα παγκόσµιο σηµείο αναφοράς για την ένατη τέχνη. Από την στιγµή της πρώτης έκδοσής του, 60 χρόνια πριν, µόνο πιο διάσηµο καταφέρνει να γίνεται. Ένα αδιαµφισβήτητο best-seller στον ισπανόφωνο κόσµο, µεταφράστηκε και κυκλοφόρησε επίσης στην Κροατία, τη Γαλλία, την Ελλάδα -και φυσικά- την Ιταλία, όπου γνώρισε και τεράστια επιτυχία. Μόλις τέσσερα χρόνια πριν, εκδόθηκε για πρώτη φορά και στα Αγγλικά στις Η.Π.Α. από την Fantagraphics, σε µια υπερπολυτελέστατη έκδοση-φετίχ µε δύο προστατευτικές θήκες, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία, 3 επανεκδόσεις και 1 βραβείο Eisner. Για την ιστορία, στην Ελλάδα γνωρίσαµε τον «Κοσµοναύτη του Απείρου» πρώτη φορά το µακρινό 1980, µέσα από τις σελίδες του βραχύβιου περιοδικού «Σκαθάρι», από όπου και πήραµε µόνο µια µικρή γεύση, για να ακολουθήσει το 1985, µέσα από τις σελίδες του «Σκαθαριού», µε το µισό σχεδόν κόµικ να δηµοσιεύεται εκεί. Ολοκληρωµένο το έργο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2008 & 2009 σε δύο πολυτελείς τόµους από την Jemma Press. Ο πρώτος τόµος έχει εξαντληθεί καιρό τώρα.. (Σας παρακαλούµε κύριε Σταυριανέ, ξανατυπώστε το!)

To El Eternauta, δεν είναι απλά ένα κλασικό κόµικ, είναι ΤΟ κόµικ, είναι το άλφα και το ωµέγα της Αργεντίνικης εθνικής παράδοσης, το ταπεινό εικονογραφηµένο διήγηµα που σκαρφάλωσε στην κορυφή της εθνικής σκηνής των κόµικς και απέκτησε διεθνή επιρροή. Η γνωστή εικόνα ενός εκ των πρωταγωνιστών (βασικά ο κυριότερος, καθότι αυτός είναι ο Eternaut, αλλά θα σας εξηγήσω τι εννοώ) του Juan Salvo, να φορά την ειδική προστατευτική βαθύ-µπλε στολή του, είναι ορατή παντού στο Μπουένος Άιρες, στο µετρό, σε αγάλµατα στους δρόµους, σε πολιτικά γκράφιτι, ως και στις πολιτικές και αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που πλήττουν συνεχώς την Αργεντινή, ως απόρροια της παρατεταµένης οικονοµικής κρίσης, η εικόνα του «El Eternauta» στέκει στα πλακάτ των διαδηλωτών δίπλα στην εικόνα ενός άλλου ιδεαλιστή επαναστάτη, του “Ernesto Guevara” ή απλά «Che». Ας µιλήσουµε όµως για την ιστορία. Ένα κρύο βράδυ του χειµώνα, ένας συγγραφέας (ο ίδιος ο Oesterheld) γράφει ήρεµος στο γραφείο του, όταν ξαφνικά ακούει την καρέκλα που βρίσκεται µπροστά του να τρίζει, όπως τρίζει όταν κάποιος κάθεται. ‘Εκθαµβος παρακολουθεί να εµφανίζεται µπροστά του ένας άνδρας που µοιάζει καθόλα αληθινός. Τροµαγµένος ο Oesterheld ακούει τον Κοσµοναύτη να του εξηγεί πως είναι καταδικασµένος να ταξιδεύει στην αιωνιότητα και κάπως έτσι ξεκινά να του αναδιηγείται την προσωπική του ιστορία. Πως όλα ξεκίνησαν ένα βράδυ σαν και εκείνο στο Μπουένος Άιρες, που είχε µαζευτεί µε τους φίλους του για να παίξουν χαρτιά µέχρι που όλα άλλαξαν ριζικά. Ένας δυνατός θόρυβος και ύστερα η απόλυτη ησυχία, ο θάνατος. Φωσφορίζον, ραδιενεργό χιόνι (όπως νοµίζουν οι τέσσερις φίλοι) πέφτει στην πρωτεύουσα της Αργεντινής σκοτώνοντας ό,τι αγγίζει. Ανθρώπους, ζώα, φυτά, τα πάντα. Ο Oesterheld αριστοτεχνικά ξεκινά τον τρόµο που διαπερνά την ιστορία εντάσσοντας το χιόνι -πράγµα εξαιρετικά σπάνιο στην Αργεντινή καθώς στην καταγεγραµµένη ιστορία δύο φορές έχει χιονίσει στην Αργεντινή, το 1918 και το 2007 (φαν φακτ, 50 χρόνια από την πρώτη έκδοση του Eternauta).

EL ETER

Ο Αργεντίνος µέσα στην χ στολή κα


RNAUTA

ς επαναστάτης χειροποίητη αταδύσεων.

Οι φίλοι νοµίζουν ότι το “ραδιενεργό” χιόνι προκλήθηκε από τις πυρηνικές δοκιµές που πραγµατοποίησε ο στρατός των Η.Π.Α. στον Ειρηνικό για να συνειδητοποιήσουν στην συνέχεια έντροµοι ότι επρόκειτο για κάτι άλλο, ανήκουστο και χειρότερο. Μια πρωτοφανής εξωγήινη εισβολή πλήττει την Γη, µε τους πρωταγωνιστές να είναι µάρτυρες όλων των σταδίων της και να προσπαθούν να επιβιώσουν απέναντι στην παντοδυναµία των εχθρών που δεν θα συναντήσουν ποτέ αυτοπροσώπως. Από εκεί και ύστερα ξεκινά ένας αγώνας επιβίωσης και οργάνωσης των επιζώντων για να απωθήσουν την εξωγήινη εισβολή και να υπερασπιστούν τον πολιτισµό. Είναι επίσης σηµαντικό να αναφερθεί ότι κανένα από τα εξωγήινα πλάσµατα δεν είναι κακά, αλλά υπακούουν στις εντολές των “άλλων”, των πραγµατικών εισβολέων που δεν εµφανίζονται ποτέ, κάνοντας έτσι έναν σαφή υπαινιγµό στον επονοµαζόµενο «Βρώµικο πόλεµο» ή γράφοντας µια αλληγορία για την πάλη των τάξεων. Παράλληλα η εισβολή καθαυτή και οι µέθοδοι που χρησιµοποιούνται από τους εισβολείς, έχουν θεωρηθεί από πολλούς κριτικούς και ιστορικούς τέχνης ως παροµοιώσεις µε τα συνεχή πραξικοπήµατα που έπλητταν την Αργεντινή εκείνη την περίοδο. Είναι χαρακτηριστικό πως στο «El Eternauta» δεν υπάρχει ένας και µοναδικός (σούπερ) ήρωας που να τα καταφέρνει µόνος του, αλλά µια οµάδα ανθρώπων που εργάζονται συλλογικά για να διατηρήσουν τα κεκτηµένα και την ελευθερία τους. Όπως παραδέχτηκε αργότερα και ο ίδιος ο Oesterheld: «Ο αληθινός ήρωας του έργου, είναι ο συλλογικός ήρωας, η ανθρωπότητα. Αξιολογώντας το τώρα, αν και δεν ήταν η αρχική µου πρόθεση, πιστεύω ακράδαντα ότι ο αληθινός ήρωας είναι “en masse”: ποτέ ο µεµονωµένος ήρωας, ποτέ η µονάδα». Ο κοσµοναύτης του Απείρου, κάνει

Άξιο αναφοράς είναι ότι οι τρεις εκδόσεις του έργου (πρώτο µέρος, remake πρώτου µέρους σε σκίτσο A. Breccia και δεύτερο µέρος) κυκλοφόρησαν και ταυτοχρόνως µε τις τρεις de facto κυβερνήσεις των Pedro Eugenio Aramburu, Juan Carlos Ongaría και του Μετώπου για αναδιοργάνωση της Αργεντινής, αντίστοιχα. Και οι τρεις ήταν δικτατορίες. Το έργο αποδείχθηκε προφητικό για τον συγγραφέα του. Ο H.G. Oesterheld είχε µπει στο στόχαστρο των στρατιωτικών δικτατοριών της Αργεντινής και για το El Eternauta καθώς και για το «Che» σε σκίτσο Alberto & Enrique Breccia. Το τραγικό είναι ότι και αυτός και οι τέσσερις κόρες του (οι δύο εκ των οποίων έγκυες) δολοφονήθηκαν το 1977 πιθανώς, µε την µέθοδο της «εξαφάνισης» που µετερχόταν το τότε coup d’état της Αργεντινής. Οι σοροί τους δεν έχουν βρεθεί ακόµα (πλην της µιας κόρης) ενώ τα βρέφη στάλθηκαν ζωντανά στην χήρα του Oesterheld και ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώµατα Elsa. «Μετά θα φτάσει βοήθεια, θα επέµβουν από άλλες χώρες του κόσµου. Μοιάζουµε λιγάκι µε τον Ροβινσώνα Κρούσο… αντί σ’ ένα νησί, ναυαγήσαµε σ’ ένα σπίτι.» «Ήταν µια σωστή εικόνα, µα το νησί που έπρεπε να επιζήσουµε ήταν ζωσµένο από µια θάλασσα νεκρών, ενώ η βοήθεια που υπολόγιζε ο φίλος µου, δεν θα ερχόταν ποτε.» Κλείνω, µε τα λόγια του Alberto Ongaro για το «EL ETERNAUTA»: «Όταν πια τα κόµικς θα γίνουν αποδεκτά από την επίσηµη κουλτούρα χωρίς την τωρινή διαµεσολάβηση των διανοούµενων, όταν θα θεωρούνται ότι έχουν την δική τους επίσηµη γλώσσα µε τους δικούς της νόµους, όταν θα τους αποδοθεί η εµπιστοσύνη όπως λόγου χάρη δίνεται στον κινηµατογράφο, όταν θα πάψει να κριτικάρεται το µέσο αντί για το αποτέλεσµά του, διαχωρίζοντας το καλό από το άσχηµο κόµικς, τότε ο El Eternauta θα είναι ένα έργο κλασικό, ένα σηµείο αναφοράς, ένα ντοκουµέντο για το άγχος της εποχής µας».

αυτό που µπορεί να κάνει εξαιρετικά καλά και η επιστηµονική φαντασία: ρωτά σκληρές ερωτήσεις αναφορικά µε τον κόσµο και αναρωτιέται τι µπορούµε να κάνουµε για να αλλάξουµε τα πράγµατα.

Γιάννης Παπαδόπουλος

33


του

34

Π

ου ανάγ

η

Γεράκ


35


ΤΑ ΚΑΥΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ CLAMSY του Θοδωρή Παππά (TheodoreDuck)

36


37


LEGION OF SUPER-HEROES του ∆ιονύση Τζαβάρα

Μια σύντομη παρουσίαση

Τι είναι λοιπόν η Legion of Super-Heroes, ίσως η πιο διάσηµη «άγνωστη» σήµερα σουπερηρωική οµάδα της DC, µε ιστορία 62 σχεδόν χρόνων; Κατ’αρχάς, δεν πρόκειται για κάποια µελλοντική Justice League of America! Οι περισσότεροι ήρωές της δεν είναι ούτε απόγονοι, ούτε έχουν να κάνουν µε γνωστούς σουπερήρωες του 20ου-21ου αιώνα. Η Legion ζει και δρα πάντα χίλια χρόνια στο µέλλον από σήµερα, δηλαδή µεταξύ του 30ου και 31ου αιώνα. Στις περισσότερες εκδοχές της, οι χαρακτήρες της είναι έφηβοι ήρωες και ηρωίδες, αλλά σε κάµποσες είναι ενήλικες. Πρωτοεµφανίστηκε τον Φεβρουάριο του 1958, στο Adventure Comics #247, όπου πρωταγωνιστούσε ο αρχικός Superboy (O Clark Kent σαν έφηβος). Η ιστορία ήταν του συγγραφέα κόµικς και ε.φ. Otto Binder, και το σχέδιο του Al Plastino. Όπως οι περισσότερες Silver Age ιστορίες του Superboy, βασιζόταν σε ένα «gimmick» και ήταν αυτοτελές one-shot, χωρίς καµία πρόθεση για συνέχεια. Η πλοκή ήταν σχετικά απλή, και έντονα επηρεασµένη από την τρέλα για τα UFOs που στα ‘50ς είχε σαρώσει την Αµερική: Μια ωραία πρωία στη Smallville του 1958, τρεις νεαροί (δυο αγόρια και µια κοπέλα) δείχνουν να γνωρίζουν τη µυστική ταυτότητα του Superboy. Αυτό τον ανησυχεί πολύ ώσπου οι τρεις νεοφερµένοι τού αποκαλύπτουν πως έρχονται από το µακρινό µέλλον, από το έτος 2958, και πως είναι µέλη µιας οµάδας σούπερ-ηρώων του 30ου αιώνα, που είχε εµπνευστεί από τις αξίες και τις πράξεις του Superman. H oµάδα λεγόταν Legion of Super-Heroes,

και ο σκοπός των τριών επισκεπτών που ήταν και τα ιδρυτικά της µέλη, Saturn Girl, Cosmic Boy και Lightning Boy/Lad δεν είναι παρά να προσκαλέσουν τον Superboy να γίνει µέλος της. Αφού τον πηγαίνουν στον 30ο αιώνα, και µετά από µια σειρά «στηµένων» τεστ για να διαπιστώσουν τον χαρακτήρα του και όχι τις σούπερ-δυνάµεις του, ο Superboy γίνεται παµψηφεί µέλος της Λεγεώνας! Οι αναγνώστες, όµως, δεν είχαν την πρόθεση να αφήσουν αυτή την ιστορία να ξεχαστεί, όπως τόσες άλλες της Silver Age. Απαίτησαν να ξαναδούν τους Λεγεωνάριους, να µάθουν ποιοι ήταν και τα άλλα µέλη, να διαβάσουν τις δικές τους ιστορίες! ∆εν πέρασαν πολλά χρόνια και η Legion of Super-Heroes µεγάλωσε, «εκδίωξε» τον Superboy από το Adventure Comics, και έγινε πρωταγωνίστρια του κόµικ. Από την αρχή, η οµάδα αυτή, παρά τη σχετική ελαφρότητα των ιστοριών, γραµµένων κυρίως από τον νεαρό Jim Shooter, απέκτησε τους πιο φανατικούς φίλους, και µάλιστα ανάµεσα και στα κορίτσια. Ήταν η πρώτη οµάδα που σε κάποια στιγµή είχε περισσότερες ηρωίδες παρά ήρωες. Ήταν η πρώτη οµάδα στα κόµικς που αρχηγός είχε γίνει µια κοπέλα, η Saturn Girl. Mάλιστα επί δεκαετίες οι φανς ψήφιζαν, µε γράµµατα που έστελναν, ποιος χαρακτήρας ήθελαν να είναι ο «leader» για τον επόµενο χρόνο, καθορίζοντας έτσι, ως έναν βαθµό, την πορεία του κόµικ και των χαρακτήρων. Kαι οι πρωτιές αυτές συνεχίστηκαν, µε µη λευκούς χαρακτήρες όπως την Ινδιάνα Dawnstar και τον Αφρικανό Tyroc στα ‘70ς, αλλά και στο τέλος της δεκαετίας του ‘80, όταν στις σελίδες του κόµικς εµφανίστηκε ο πρώτος διεµφυλικός χαρακτήρας στη DC (η/o Shvaughn/Sean Erin), και τα πρώτα οµοφυλόφιλα ζευγάρια, µε χαρακτήρες γκέι, λεσβίες ή αµφισεξουαλικούς.

Στον «εσωτερικό µύθο» της Λεγεώνας, αυτή δηµιουργήθηκε από έναν πάµπλουτο βιοµήχανο αλλά φιλάνθρωπο, τον R.J. Brande όταν τρεις νεαροί, η Imra Ardeen από τον Τιτάνα, ο Rokk Krinn από τον Braal και ο Garth Ranzz από τον Winath, χρησιµοποίησαν τις σούπερ-ικανότητές τους (τηλεπάθεια, µαγνητισµό και ηλεκτρικές εκκενώσεις) για να του σώσουν τη ζωή στη διάρκεια µιας πτήσης, όταν κάποιος πληρωµένος δολοφόνος έκανε απόπειρα εναντίον του. Ο Brande, που αγαπούσε την ιστορία των ηρώων του 20ου αιώνα, τους πρότεινε να γίνουν µια οµάδα που θα µάχεται για το καλό και που ο ίδιος θα χρηµατοδοτούσε. Έτσι και έγινε, και σύντοµα πολλοί άλλοι ήρωες ενώθηκαν δηµιουργώντας κυριολεκτικά µία «Λεγεώνα» παρά το γεγονός πως δεν ήταν ποτέ µιλιταριστική οργάνωση. Είναι δύσκολο σήµερα να διαπιστωθεί το µέγεθος της επιρροής της Legion of Super-Heroes στη DC Comics, πέρα από τον σηµαντικότατο ρόλο που έχει παίξει στον µύθο του Superman. Πολυάριθµοι χαρακτήρες, φυλές, εξωγήινες αυτοκρατορίες, ακόµα και κόνσεπτς που σήµερα βλέπουµε στα mainstream comics της DC, δηµιουργήθηκαν στις σελίδες των τίτλων που φιλοξένησαν τη Λεγεώνα.


Οι Khunds, oι Durlans, oι United Planets, και πολλά, πάρα πολλά ακόµα, κυρίως της πιο «κοσµικής» πλευράς της DC οφείλονται στην Legion. Αλλά είχε επιρροή και στην Marvel. Όταν ο Dave Cockrum έφυγε από τη DC για τη Marvel πήρε µαζί του έναν σωρό από σχέδια ή και νέους χαρακτήρες που είχε δηµιουργήσει για την LSH και διάφορα spin-offs της. Aνάµεσά τους η Storm, o Nightcrawler και ο Wolverine! Πάνω στη Legion βασίστηκαν φυσικά και οι Imperial Guard, οι φρουροί της Αυτοκρατορίας των Shi’ar στους X-Men. Aπό µόνο του, το «µικροσύµπαν» του 30ου αιώνα της Λεγεώνας, είναι σε πολύ µεγάλο βαθµό ανεξάρτητο από το υπόλοιπο της DC. Eκτός από τις συχνές επισκέψεις του Superboy, αλλά και της Supergirl, ή άλλα ταξίδια στον χρόνο, είτε των ίδιων των Λεγεωνάριων είτε άλλων χαρακτήρων, το σύµπαν αυτό εξελισσόταν επί δεκαετίες, µε εκατοντάδες νέους χαρακτήρες και κόσµους. Η ίδια η Λεγεώνα είχε συνήθως περίπου 25 επίσηµα µέλη, µε πολλούς ακόµα περιφερόµενους. Τη Legion of Substitute Heroes (που αποτελείται από ήρωες που δεν κατάφεραν να γίνουν µέλη για διάφορους λόγους, αλλά που ήθελαν να χρησιµοποιήσουν τις δυνάµεις τους για το καλό του γαλαξία), τους Heroes of Lallor, τους Wanderers, µέχρι και Legion of Super-Pets υπήρξε κάποτε!

Όντας κόµικ επιστηµονικής φαντασίας στην κοσµοπλασία του, επηρεάστηκε από το κλασικό Star Trek και αργότερα και από το Star Wars αλλά και επηρέασε. Το τεχνητό αλφάβητο Interlac που χρησιµοποιούν στον 30ο αιώνα, έγινε όχι µόνο «γαλαξιακό» αλφάβητο στη DC γενικά, αλλά και ο Michael J. Straczynski το δανείστηκε για τη σειρά Babylon 5. Το σύµπαν αυτό εξελισσόταν ελεύθερα από την υπόλοιπη continuity, και η φήµη του, όπως και η δηµιουργικότητα των µανιωδών φανς ανέβαινε. Aπό τη θέση στην πρώτη δεκάδα των πωλήσεων στα ‘60ς, στην µεταµόρφωση των ‘70ς από σχετικά ανάλαφρο και λίγο «παιδικό» σε ένα σέξι, φουτουριστικό κόµικ µε µεγαλύτερους πια σε ηλικία ήρωες, παρόλο που συνέχισαν πολλοί να χρησιµοποιούν στα κωδικά τους ονόµατα το Boy/Lad – Girl/Lass, έφτασε στο τοπ 3 των πωλήσεων στην αρχή των ‘80ς κυρίως, µε σχέδιο των Keith Giffen, Steve Lightle και Greg Larocque. Ήταν η εποχή που έφερε όλους τους χαρακτήρες του 30 ου αιώνα ενάντια σε έναν από τους µεγαλύτερους εχθρούς της DC, τον Darkseid. To storyline Great Darkness Saga του Paul Levitz, θεωρείται από τα κορυφαία τόσο της LSH όσο και της DC γενικά. Η ακόµα αµφιλεγόµενη εξέλιξη της οµάδας γνωστή σαν «Five Years Later» µεταξύ ‘89 και ‘94 από τους Keith Giffen και Tom και Mary Bierbaum είναι η ρεαλιστικότερη και σκοτεινότερη εποχή µε τους χαρακτήρες να έχουν φτάσει την ηλικία των 30 ετών σε ένα σχεδόν δυστοπικό σύµπαν. Tα πολλά και διάφορα reboots των κόµικς της DC, ωστόσο, δεν ευνόησαν καθόλου τη Legion. Από την σκοτεινή «5ΥL» Legion, µετά το Zero Hour το 1994, η Λεγεώνα που επανεµφανίστηκε, η Reboot Legion, ήταν πάλι «εφηβική», ευφάνταστη και πολύ ανάλαφρη, τόσο ώστε οι φανς να την ονοµάσουν «Archie Legion» από τον γνωστό κοκινοµάλλη έφηβο των Archie Comics. Αυτή η Λεγεώνα διήρκεσε για δέκα χρόνια, µέχρι το 2004 όταν µια ακόµα νέα Legion εµφανίστηκε, αυτή της Earth Prime, που οι φανς ονόµασαν «Threeboot». To βασικό κόνσεπτ εδώ, δηµιουργηµένο από τους Mark Waid και Barry Kitson, ήταν πως η Λεγεώνα βασιζόταν σε ένα κίνηµα των νέων όλου του γαλαξία ενάντια στο κατεστηµένο και την εξουσία των ενηλίκων, γονέων, πολιτικών κλπ. Η έµπνευσή τους, σε ένα σύµπαν γεµάτο κοµφορµισµό, ήταν οι περιπέτειες των σούπερ-ηρώων του παρελθόντος που διάβαζαν σε παµπάλαια κόµικς. Και αυτή, όπως συνήθως, δίχασε πολύ τους φανς, ειδικά τους παλαιότερους,

µια που το ηρωικό motto της Λεγεώνας «Long Live the Legion» είχε µετατραπεί για τους νεαρούς επαναστάτες-Λεγεωνάριους σε «Eat It, Grandpa». Και αυτή είχε µικρή διάρκεια ζωής, κυρίως λόγω χαµηλών πωλήσεων, όταν µετά το Infinite Crisis, επανεµφανίστηκε µια Λεγεώνα µε ενήλικους ήρωες, σε ένα σύµπαν και ουτοπικό και δυστοπικό συγχρόνως, που όµως θύµιζε πολύ την παλιά κλασική Legion των ‘70ς και ‘80ς. Γι’αυτό και οι φανς την ονόµασαν «Retroboot». ∆υστυχώς, παρά τις καλές ιστορίες και το συχνά εξαιρετικό σχέδιο, τόσο οι πωλήσεις, όσο και τα συνεχή universe-wide events, αλλά και η εµπορική απληστία των ιθυνόντων της DC έφεραν το τέλος του µηνιαίου τίτλου της Legion το 2013. Οι φανς όµως δεν την ξέχασαν ποτέ. Οι µανιώδεις, hardcore, lifelong fans, συνέχισαν ακάθεκτοι να ζητούν να επιστρέψει το πιο διάσηµο φουτουριστικό κόµικς της DC. Φέτος, αυτή η απαίτηση έγινε πραγµατικότητα, µε µία ακόµα Λεγεώνα, διαφορετική από κάθε άλλη, αλλαγµένη περισσότερο και από τον εκµοντερνισµό των ‘70ς από τους Dave Cockrum και Mike Grell. Η διαφορετικότητα κυριαρχεί σε αυτήν και ακόµα και βασικοί και πασίγνωστοι χαρακτήρες είναι εκ βάσης αλλαγµένοι. Πώς θα εξελιχθεί είναι άγνωστο αλλά, όπως ήταν αναµενόµενο, ανάµεσα στους φανς ξεκίνησε κάτι σαν εµφύλιος πόλεµος. Κάποιοι µισούν αυτή τη Λεγεώνα πριν καν την διαβάσουν. Άλλοι είναι περίεργοι να δουν πώς θα συνεχίσει και να ανακαλύψουν παλιούς και νέους χαρακτήρες, αλλαγµένους και µη. Το βέβαιο είναι πως 61 χρόνια µετά την πρώτη της εµφάνιση, η «Λεγεώνα των Υπερ-Ηρώων» - όπως την γνωρίσαµε σε ελάχιστες ιστορίες στην Ελλάδα στις σελίδες των ∆υναµικών στα ‘60ς, και σε 2-3 ακόµα αργότερα – έχει πολλή ζωή ακόµα και πάρα πολλά να δώσει σε νέες γενιές αναγνωστών, αλλά και σε εµάς τους παλιούς φανς που την αγαπάµε χωρίς όρους, χωρίς εποχές, χωρίς σκαλώµατα σε κάποια εποχή του παρελθόντος. LONG LIVE THE LEGION!


ΚΕΝΟ

40

της ∆ήµητρας Νικολαΐδη


41




PROJECT X

44

σενάριο: John Zamas, σχέδιο: Τάσος Καράς


45


EPIFANY COMICS #01 Το νέο περιοδικό κόμικς στα… περίπτερα! Ένας Κοµήτης έκλεισε πριν λίγους µήνες, και το κενό στα έντυπα ελληνικά περιοδικά κόµικς που τόσο δεν θέλαµε, επέστρεψε… Το Epifany έρχεται να καλύψει αυτό το κενό, όχι όµως µε τον κλασσικό τρόπο. Από την Phase Productions, η οµάδα του Epifany αποτελούµενη από τους Βασίλης Χειλάς, Κώστας Παντούλας, Γιώργος Κωνσταντόπουλος και Βασίλης Γέρκου, προσπαθεί να φέρει ένα νέο σπιν στα ελληνικά κόµικς… Όπως µας λέει και ο ίδιος ο Χειλάς: «To βασικό κόνσεπτ είναι: απαγορεύονται οι αποκλεισµοί! Για µας όλα τα είδη και οι σχολές των κόµικς έχουν αξία και θα παρουσιάσουµε δείγµατα από ο,τιδήποτε µας φανεί εξαιρετικό χωρίς προκατάληψη και αφορισµούς. Η στόχευσή µας είναι οι µεγάλες ιστορίες, που θα συνεχίζονται σε µια σειρά τευχών, γιατί πιστεύουµε στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, που µπορεί να επιτευχθεί µόνο µέσω µιας µακροσκελούς ανάπτυξης». Πέρα από αυτή την τοποθέτηση όµως, η οµάδα επίσης προτάσσει το περίπτερο ως το βασικό χώρο κυκλοφορίας του, µε το editorial να αναφέρεται στην αίγλη του παρελθόντος, και την επιθυµία επανεγκαθίδρυσης της κουλτούρας των κόµικς εκεί. Όσον αφορά τις συγκρίσεις µε τα περιοδικά που ήρθαν πριν, ο Χειλάς απαντάει: «Ο Κοµήτης ήταν µια πολύ σοβαρή πρόταση, που πατούσε πάνω στα ξεκάθαρα αποτυπώµατα της Βαβέλ. Η δική µας προσπάθεια δεν έχει ελληνικά πρότυπα, κινείται σε µια άλλη γραµµή». Και όντως αυτή η µη-ελληνική γραµµή πλεύσης που αποφασίζει να ακολουθήσει είναι εµφανής και µέσα από τις σελίδες του τεύχους! Το «Στρατιώτης Κέιν» του Κώστα Παντούλα αντί ένα πολιτικό κόµικς τοποθετηµένο σε µια δυστοπική Αθήνα, το «He-Punk And The Bastards Of The Universe» του Βασίλη Λώλου είναι ένα χαοτικό, cyberpunk, sci-fi κόµικς µε αρκετά σουρεαλιστικά στοιχεία, το «Growwwl» των Βασίλη Χειλά & Jimmy Captain είναι µια ιστορία µε στοιχεία τρόµου και φαντασίας, το «Blood Cracker» του Βασίλη Γέρκου αποτελεί ένα όµορφο ταξίδι στη φαντασία, το «Οι Ψίθυροι Του Άδη» του Βασίλη Ζήκου είναι µια βίαιη και αιµατηρή ιστορία τρόµου, ενώ τα «Talos» των Γιώργου Κωνσταντόπουλου & Κώστα Παντούλα και «Old Man Time» του Γιάννη Χαλκίδη είναι καθαρόαιµα manga (το δεύτερο κιόλας, δηµοσιεύεται σε µορφή original manga, δείχνοντας την αφοσίωση και τις γνώσεις των συντελεστών του περιοδικού)… Κάθε ιστορία παίρνει έναν ικανοποιητικό αριθµό σελίδων ώστε να αναπτυχθεί (όσο γίνεται) και να αποδείξει τις δυνατότητές της. Καµία δεν έχει να ζηλέψει το οτιδήποτε από την άλλη, όλες εντυπωσιάζουν ευχάριστα και όλες είναι άρτιες τόσο στο σχέδιο όσο και στο σενάριο, και δίνουν την δυνατότητα στον αναγνώστη να γευτεί µια µεγάλη γκάµα ειδών κόµικς! Σε άλλα περιεχόµενα, το περιοδικό στολίζεται µε όµορφες στήλες αρθρογραφίας γύρω από την 9η τέχνη, συγκεκριµένα τα «The True Masters» του Σπύρου Ανδριανού που παρουσιάζει την ιστορία µεγάλων δηµιουργών κόµικς, «The Comics Chest» του ∆ιονύση Τζαβάρα µε παρουσίαση φηµισµένων παλαιότερων σειρών κόµικς και τη στήλη «Πόσο Μεγάλη Την Έχεις» που πέρα από τον σουρεάλ τίτλο της, προσφέρει συζητήσεις µε άτοµα των οποίων οι συλλογές ακουµπάνε (ή και ξεπερνάνε) το ταβάνι… ∆εν ξεχνάµε και το διήγηµα του Τάσου Σαµπάρ, σε εικονογράφηση Κώστα Παντούλα, «Χούµους», που από το πρώτο µέρος του υπόσχεται µια δυνατή κοινωνική ιστορία… Συνολικά, έχοντας έναν αρκετά aggressive και πρωτότυπο χαρακτήρα, αποπνέει τον ροµαντισµό, την αληθινή αγάπη για το µέσο, που τόσες φορές ψάχνουµε σε ένα περιοδικό κόµικς… Του ευχόµαστε ολόψυχα καλή επιτυχία! Ίωνας Αγγελής

“ΦΕΣΤΙΒΑΛ” Ένα κόμικς για το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

ΝΕΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

Η γνωριµία και ο έρωτας του Σωτήρη και της Ντάριας, ενός νεαρού σκηνοθέτη και µιας κριτικού, στα πλαίσια του ∆ιεθνούς Φεστιβάλ Κινηµατογράφου Θεσσαλονίκης εκτυλίσσεται µέσα σε αυτό το 170 something σελίδων κόµικς. Σενάριο και σκίτσο των Γ. Γούση, Π. Πανταζή και Γ. Ζάχαρη και σίγουρα πρόκειται για ένα κόµικ που αποδίδει µία αύρα από Μπλε Κοµήτη. Το “Φεστιβάλ” αποτελεί, για µια πολύ ευχάριστη και γουστόζικα εικονογραφηµένη ερωτική ιστορία δύο νέων που γνωρίζονται, κινούνται, ερωτεύονται, µεγαλώνουν και ωριµάζουν σε τρεις εποχές του Φεστιβάλ. Το love story τους κινείται παράλληλα και µέσα στο Φεστιβάλ, αποτυπώνοντας άριστα το “αεράκι” και το γενικότερο κλίµα ενός Φεστιβάλ Κινηµατογράφου, µε τα ξενύχτια του, τα πρωινά του, την οικοδέσποινα πόλη, τις γνωριµίες και φυσικά τους έρωτες. Η πλοκή του κόµικ εκτυλίσσεται µε εξαιρετικά πρωτότυπο τρόπο. Σουρεαλισµοί, συµβολισµοί και απανωτά cameos, είναι µερικοί από τους αφηγηµατικούς τρόπους που χρησιµοποιούν οι δηµιουργοί, βοηθώντας την πλοκή να κυλήσει οµαλά και κατανοητά. Προσωπικά µε ενθουσίασαν οι ανθρωποµορφισµοί του σεναρίου µε το περιστέρι, τον γλάρο, τις γάτες και τον Βουκεφάλα που µιλούσαν καθώς και το χιούµορ τους. Σχεδιαστικά µε εντυπωσίασε η ακρίβεια στην απόδοση των τοποθεσιών: Ολύµπιον, Αποθήκη Γ’, Καµάρα, Στέρεο, Οµπρέλες Ζογγολόπουλου. Το µόνο ανακριβές, ήταν οι όµορφα ασφαλτοστρωµένοι δρόµοι της θεσσαλονίκης χωρίς ίχνος των έργων του αιώνια ανολοκλήρωτου µετρό (χεχε). Τι να πω και εγώ; Λες και δεν είναι από µόνο του το γεγονός εξαιρετικό; Ένα ∆ιεθνές Φεστιβάλ Κινηµατογράφου να γιορτάζει 60 χρόνια καλλιτεχνικής διαδροµής µε ένα κόµικς, αντί για µια ταινία. Στην υγειά σας! Γιώργος Παπαδόπουλιος

46


THREE (ΤΡΕΙΣ)

O

Kieron Gillen είναι περισσότερο γνωστός για το The Wicked + The Divine, αλλά και για το Phonogram – την πρώτη του συνεργασία µε την Image. Λιγότερο διάσηµη είναι η σειρά του Three, η οποία «έτρεξε» για πέντε τεύχη, και µας παρουσιάζει µια ιστορία πολύ διαφορετική από τις υπόλοιπες δουλειές του δηµιουργού, µια ιστορία µακριά από το pop στοιχείο, αλλά και το στοιχείο του φανταστικού· µια ιστορία για την αρχαία Σπάρτη. Η σειρά εκτυλίσσεται αρκετά χρόνια µετά την µάχη των Θερµοπυλών, σε µια περίοδο έντονης παρακµής, στις τελευταίες µέρες µιας υπερδύναµης. Τρεις είλωτες, κατώτεροι ακόµα και από σκλάβοι, επαναστατούν και δραπετεύουν. Στο κατόπι τους, βρίσκεται ο ίδιος ο βασιλιάς της Σπάρτης, µαζί µε τον νεοσύστατο στρατό του από 300 πολεµιστές, αλλά και ένας ξεπεσµένος άρχοντας, που αναζητά εκδίκηση. Σε αντίθεση µε τον Frank Miller, ο Gillen εξετάζει την αρχαιότητα µε µια πιο κριτική µατιά. Το comic θέτει στο επίκεντρο τους κατατρεγµένους είλωτες και µέσα από τα

BAD CHOICES

Τ

ο συγγραφικό έργο του Τάσου Θεοφίλου είναι πλούσιο και συνεχώς αυξάνεται. Έπειτα από νουβέλες, διηγήµατα και comics όπως τα Αντίο, Batman (εκδόσεις Red n’ Noir, 2018), Οθέλος (εκδόσεις ΚΨΜ, 2017), αλλά και το διαδικτυακό Οι περιπέτειες του Μαν και του Στελάν (rednnoir.gr), τον Σεπτέµβριο του 2019 κυκλοφόρησε το Bad Choices και πάλι από τις εκδόσεις Red n’ Noir σε σχέδιο της Chrispy Shift. Η ιστορία ξεκινάει σε ένα διαµέρισµα στο κέντρο του αστικού ιστού, όπου ο πρωταγωνιστής προετοιµάζεται για την απαλλοτρίωση µιας τράπεζας µε έναν φίλο του. Οι δύο συνεργοί έχουν τα µάτια τους ανοιχτά φοβούµενοι µη τυχόν κάτι στραβώσει, µε την κουβέντα τους να καυτηριάζει την κενότητα ενός συγκεκριµένου επαγγέλµατος επιβολής τάξης. Όπως είναι αναµενόµενο όµως, κάτι θα πάει στραβά. Μέσα από το κείµενο σχολιάζεται -πολλές φορές µε σαρκαστικό τρόπο- η ανάγκη έλευσης στην καβαφική Ιθάκη ως ενός είδους εξιλέωση.

Ι

Ο ΒΑΡ∆ΟΣ

ρλανδία, µέσα του 19ου αιώνα. Η χώρα αναρρώνει από τον Μεγάλο Λιµό. Φτώχεια και πείνα µαστίζουν τον πληθυσµό και διαταράσσουν τις κοινωνικές τάξεις δηµιουργώντας µια ακόµα µεγαλύτερη ψαλίδα ανάµεσα στους εύπορους και τους αδύναµους. Κάπου κοντά στη µικρή πόλη του Άθενρυ, πλάι στο ποτάµι, ένα παιδί µάταια περιµένει κάθε σούρουπο τη νεράιδα που κάποτε συνάντησε στις όχθες του. Οι θεοί θα ακούσουν την θλίψη του µικρού παιδιού και το µονοπάτι του θα διασταυρωθεί µε αυτό ενός περιπλανώµενου βάρδου. Ενός ιππέα µε µαύρο µανδύα, που βασανίζεται από τις προκαταλήψεις της κοινωνίας, και προσπαθεί να χαράξει έναν νέο δρόµο, µακριά από την κοινωνία που τόσο τον έχει κάνει να υποφέρει…Το έργο του δηµιουργού Νίκου Παπαµιχαήλ αποτελεί, µια κοινωνικοπολιτική ανάγνωση

µάτια τους, εξερευνά µια πιο σκοτεινή πλευρά του βασιλείου της Σπάρτης, πλευρά που δεν αφορά µεγαλεία και τιµές. Το Three, λοιπόν, διηγείται την επανάσταση ανθρώπων οι οποίοι είναι καταδικασµένοι να ξεχαστούν από την ιστορία. Οι αντιπαραθέσεις µε τους 300 είναι έντονες, ακόµα και από τον τίτλο του έργου. Ο συγγραφέας τις παρουσιάζει έξυπνα, δίχως να εκµηδενίζει την σηµασία της ιστορικής θυσίας, η οποία, όµως, δεν αναιρεί την καταπίεση, τις απάνθρωπες συνθήκες στις οποίες ζούσαν οι είλωτες. Ο κόσµος που πλάθει ο Gillen είναι ένας κόσµος σκληρός, ο οποίος, παράλληλα, είναι και ελκυστικός, χάρη στους ενδιαφέροντες χαρακτήρες του, αλλά και την έντονη αφήγηση. Καµιά φορά, βέβαια, υπάρχουν κάποιες «σεναριακές ευκολίες», κάποια γεγονότα προκύπτουν κάπως αφύσικα, βεβιασµένα, και χαλάνε την ευρυθµία της ιστορίας. Παρ’ αυτά, το Three παραµένει ένα πολύ χορταστικό κόµικς, από έναν πολύ ταλαντούχο δηµιουργό. Το Three κυκλοφορεί στα ελληνικά από την Jemma Press, σε µετάφραση της Μπέλλας Σπυροπούλου. Σόλωνας Παπαγεωργίου Ταυτόχρονα παρούσα είναι και η αίσθηση καθήκοντος ως προς την απόδοση δικαιοσύνης έστω και αν αυτή δεν είναι η τυπική αστική δικαιοσύνη. Την ίδια στιγµή λαµβάνει χώρο µια ακόµα ιστορία σε µία παράλληλη κοινωνία, εκείνη των µυγών. Μια ιστορία η οποία µε τη σειρά της ειρωνεύεται και αποδοµεί την σοβαροφάνεια του αστικού τρόπου ζωής. Η αύρα του κειµένου, όπως και στα περισσότερα µυθοπλαστικά έργα του Τάσου Θεοφίλου, τείνει πολύ στην pulp και τη noir αισθητική, κάτι που ενισχύεται σηµαντικά από το πολύ ταιριαστό σχέδιο της Chrispy Shift συνθέτοντας ένα έργο όπου κείµενο και εικόνα δένουν απόλυτα. Εν κατακλείδι, µέσα από ένα comic-σφηνάκι ο Τάσος Θεοφίλου και η Chrispy Shift παρουσιάζουν ένα έργο, που παρά το µικρό του µέγεθος, βρίθει συµβολισµών, σχολιασµού του άστεως αλλά και των επιπτώσεων των κακών αποφάσεων. Σίγουρα λοιπόν, το Bad Choices αποτελεί µία πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά που αξίζει να τύχει προσοχής. ∆ηµήτρης Τζανόγλου της κοινωνίας της Ιρλανδίας στα µέσα του 19ου αιώνα, αλλά µε µια περισσότερο µυθολογική βάση. Αναµιγνύοντας τόσο στοιχεία fantasy µε µυθολογία, όσο και δράσης, περιπέτειας, µυστηρίου, horror, αποτελεί ένα 120+ σελίδων graphic novel όπου τόσο η ιστορία όσο και το σχεδιαστικό στυλ του καλλιτέχνη αναδεικνύονται στο σύνολό τους. Βέβαια, αν και έχοντας µια δυνατή εισαγωγή, ένα ικανοποιητικό κύριο µέρος και ένα τροµακτικό φινάλε, απευθύνεται ιδιαίτερα σε ένα κοινό που του αρέσει µια ιστορία γεµάτη ιρλανδέζικους θρύλους και ιστορικές αναφορές. Συνολικά, αποτελεί µια από τις πιο αξιοσηµείωτες ελληνικές δηµιουργίες του έτους, και είναι αρκετά προσεγµένο, µε πολύ εύστροφη την επιλογή των σελίδων-αναφορών σε ιστορικά πρόσωπα-γεγονότα και θρύλους ενδιάµεσα στην ιστορία. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Webcomics. Ίωνας Αγγελής

47


ΤHE WORKING DEAD /Πάνος Ζάχαρης

Το Working Dead ξαναφοράει τα ταξικά γυαλιά του και διαβάζει την ιστορία αλλιώς. Η σειρά Working Dead του Πάνου Ζάχαρη είναι µία απ’ τις γνωστότερες και δηµοφιλέστερες διαδικτυακές σειρές comics των τελευταίων χρόνων. Εκτός απ’ την αποδοχή του αναγνωστικού κοινού, έχει κερδίσει και την αναγώριση της ελληνικής κόµικ κοινότητας, η οποία της έχει απονείµει δύο φορές το βραβείο Καλύτερης ∆ιαδικτυακής σειράς κόµικς στα Ελληνικά Βραβεία Κόµικς του 2017 και 2018.

ΝΕΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

Στο «Working Dead…and…» που εκδίδεται ξανά απ’ τις εκδόσεις Τόπος περιλαµβάνονται στριπάκια που αφηγούνται τις πιο πρόσφατες δηµιουργίες του Ζάχαρη µε ιστορίες ταξικής εκµετάλλευσης εµπνευσµένες απ’ το ιστορικό παρελθόν, οι οποίες βέβαια διατηρούν το γνώριµο ύφος της σειράς. Ο Ζάχαρης ανατρέχει στο ιστορικό παρελθόν προκειµένου να αναδείξει µε κωµικοτραγικό τρόπο την διαχρονική εκµετάλλευση που υφίστανται οι «από κάτω» στις καταπιεστικές κοινωνίες της ιστορίας της ανθρωπότητας. Προκειµένου να αναδείξει αυτή τη διαχρονικότητα της εκµετάλλευσης των «από κάτω» συχνά τοποθετεί σύγχρονα ερµηνευτικά σχήµατα και ατάκες της επικαιρότητας σε τελείως διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο, προκειµένου να καταδείξει τη γελοιότητα των αφηγηµάτων των κυρίαρχων τάξεων. Πρωταγωνιστές των ιστοριών του Ζάχαρη είναι συνήθως οι «πολλοί», οι «από κάτω», οι φτωχοί, οι εργάτες, οι καταπιεσµένοι. Σχεδόν σε όλες τις ιστορίες απεικονίζονται πλήθη, διαφορετικά σχεδιασµένα ανάλογα το ιστορικό πλαίσιο, κι αυτό δεν είναι τυχαίο.

Ο Ζάχαρης δεν συµβιβάζεται µε τον τρόπο αφήγησης της αστικής ιστοριογραφίας που εστιάζει στους βασιλιάδες και στις µεγάλες προσωπικότητες του παρελθόντος κι αυτό γιατί γνωρίζει ότι την ιστορία την κινούν οι λαοί. Πρόκειται γι’ αυτό που έλεγε ο Μαρξ ότι η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η «ιστορία της πάλης των τάξεων». Τέλος, δεν θα µπορούσα να µην αναφερθώ στην ευστοχότατη απόφαση των συντελεστών του τόµου να συµπεριλάβουν µικρά ιστορικά σηµειώµατα, συνοδευτικά των comic ιστοριών, των οποίων την συγγραφή ανέλαβε η Στέλα Μπράτιµου. Αυτά τα πολύ χρήσιµα ιστορικά σηµειώµατα παρέχουν βασικές ιστορικές πληροφορίες που βοηθούν τον αναγνώστη να γνωρίσει ή και να εµβαθύνει στο ιστορικό πλαίσιο στο οποίο εκτυλίσσεται το κάθε στριπάκι του τόµου και αποδεικνύουν πόσο προσεγµένη δουλειά γίνεται σε αυτή τη σειρά, η οποία µπορεί να εξηγήσει και το αποτέλεσµα. Μάνος Βασιλείου Αρώνης

Ο ΖΗΤΙΑΝΟΣ

ΤΟΥ ΑΝ∆ΡΕΑ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑ “Η ιστορία µιας αέναης εκµετάλλευσης”

Η ιστορία µιας αέναης εκµετάλλευσης. Ο Ζητιάνος του Καρκαβίτσα υπήρξε ένα από τα σηµαντικότερα έργα της νεοελληνικής γραµµατείας για πληθώρα λόγων. Σηµαντικός ανάµεσα τους υπήρξε η γλώσσα, σε µια εποχή που το ζήτηµα ήταν ακόµα ρευστό, αλλά κυριότερο ίσως η κυνική απόδοση της ανθρώπινης εκµετάλλευσης στο σηµείο της εξαθλίωσης, η οποία τίθεται τόσο άµεσα, βάναυσα σχεδόν στο προσκήνιο, που ο αναγνώστης δεν µπορεί παρά να νιώσει τρόµο (και δίκαιο θυµό) απέναντι της. ∆ε θα ήταν υπερβολή να πει κανείς πως αυτής η έκταση αλλοτρίωσης, από µια ανθρωπιστική σκοπιά, την οποία αντίκρισε ο Καρκαβίτσας στα ταξίδια του στην επαρχιακή Ελλάδα, παραµένει σε µεγάλο βαθµό κυρίαρχη και σήµερα.

Έτσι το ίδιο το έργο, παρά την αλλαγή της πολιτισµικής ατµόσφαιρας που επέφεραν τα χρόνια, παραµένει επίκαιρο. Αυτή την αλλοτρίωση, την εξαθλίωση αµόρφωτων ανθρώπων από έναν άνθρωπο µε γνώσεις αλλά παντελή έλλειψη οποιασδήποτε ηθικής (ή και ταξικής) συνείδησης αναλαµβάνει να µεταφέρει ο Kanellos Kob στην πρόσφατη graphic novel µεταφορά του έργου, η οποία κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Polaris. Το κόµικς ακολουθεί και περιγράφει σκηνές που δυστυχώς η κρίση κατέστησε επίκαιρες: την ανάγκη των ανθρώπων που υποφέρουν να πιστέψουν ότι κάποιος µεσσίας, κάποια µαγεία, κάποιο θαύµα θα τους σώσει, ως άλλοι µοιραίοι. Ακόµα και αν αυτός ο µεσσίας είναι ένας απατεώνας, αυτή η µαγεία κάποιο δηλητήριο και αυτό το θαύµα ένα… βαµµένο γαϊδουράκι. Αλλά για αυτά τα ψέµατα είναι διατεθειµένοι να φτάσουν µέχρι το τέλος, να νεκραναστήσουν µύθους και τέρατα ή, πιο πιθανό, να γίνουν οι ίδιοι έτσι. Την ίδια στιγµή καταφέρνει και µεταφέρει όλη την οξύτητα του λόγου του Καρκαβίτσα, που δεν είχε καµία αγάπη για τους ανθρώπους που περιέγραφε: κανένας δεν παρουσιάζεται άµοιρος ευθυνών, κανένας δε ζωγραφίζεται (µεταφορικά και κυριολεκτικά) µε πιο απαλά χρώµατα. Οι άνθρωποι περιγράφονται όχι ως καλοί ή κακοί, απλά ως άνθρωποι εγωιστές, σε ένα πλέγµα εξουσιαστικών σχέσεων, οι περιορισµένοι ορίζοντες των οποίων τους αναγκάζουν να προσπαθούν για τις πιο άµεσες και εύκολες λύσεις, και την ίδια στιγµή, τις πιο πεζές: ένα παιδί αρσενικό, µια καλή σοδειά, ένα κακό στον γείτονα. Εκεί φτάνει η φιλοδοξία τους. Το πολιτικό κοµµάτι παραµένει κυρίαρχο. Μια χώρα πρόσφατα απελευθερωµένη, η οποία έχει βιώσει τόσο πολύ τα σύνδροµα της προηγούµενης περιόδου που δεν µπορεί να καταλάβει ουσιαστικά τη διαφορά. Για τους κατοίκους της Θεσσαλίας (και τώρα της Ελλάδας) η αλλαγή είναι µόνο τυπική. Οι σχέσεις εξουσίας παραµένουν ισχυρές και δοµηµένες στην προηγούµενη περίοδο, οι γυναίκες παραµένουν στο σπίτι και αναγκασµένες να προσέχουν την οικογένεια και τα παιδιά, θύµατα βίας νοµιµοποιηµένης και, στο µυαλό τους, αναπόφευκτης. Όλες οι κινήσεις που γίνονται στο κόµικς δεν τις αναιρούν, αλλά αντίθετα τις αναµοχλεύουν, καθιστώντας τις έκδηλες. Όταν όλα τελικά τελειώνουν, ο Τζιριτόκωστας προχωρά, ένα αέναο σύµβολο παρασιτικής εκµετάλλευσης… Τελικά o Ζητιάνος ίσως και να χρειαζόταν την κόµικς µεταφορά, αν µη τι άλλο, για να ανανέωση και µια υπενθύµιση ότι το έργο του Καρκαβίτσα είναι επίπονα επίκαιρο… Νίκος Γιακουµέλος


YEAR OF THE VILLIAN

Παράλληλα µε την ταινία του Joker κυκλοφόρησε από το Black Label της DC, το JokerYear of the Villain, ένα one shot γραµµένο από τον µάστορα του τρόµου John Carpenter (Halloween, Escape from New York) και τον Anthony Burch (Borderlands 2) και εικονογραφηµένο από τον Philip Tan (Spawn), το οποίο έρχεται να δώσει µία διαφορετική οπτική σε έναν από τους δηµοφιλέστερους χαρακτήρες των κόµικς. Αυτόν της ψυχανάλυσης. Ξεκινώντας την ιστορία παρατηρεί κάποιος ότι παρόλο που ο τίτλος έχει το όνοµα του Joker ο πρωταγωνιστής της δεν είναι αυτός. Η ιστορία διαδραµατίζεται σε µία εναλλακτική πραγµατικότητα, όπου η Gotham βρίσκεται υπό την κατοχή του Bane. O Joker έχει µόλις βγει από το Arkham Asylum και προσπαθεί να καταστρώσει το νέο του έγκληµα. Πρωταγωνιστής της ιστορίας είναι ο Jeremy, ένας άνθρωπος που θεωρείται ψυχικά ασθενής και ο οποίος βρίσκει στο πρόσωπο του Joker την αναγνώριση. Πιστεύει ότι ένας άνθρωπος ο οποίος θεωρείται τρελός από την κοινωνία θα µπορέσει να τον καταλάβει και να τον βοηθήσει. Ο Joker όµως ανακαλύπτοντας τον θαυµασµό του νεαρού άντρα αποφασίζει να τον εκµεταλλευτεί και τον παρασύρει σε σκοτεινά µονοπάτια και το µόνο σίγουρο είναι ότι ο Jeremy δε θα βγει αλώβητος από εκεί.

Αυτό που κάνει το Year of the Villain εξαιρετικό, είναι ότι εξετάζει σε βάθος τον χαρακτήρα του Joker. Πατώντας στα χνάρια που χάραξε το Arkham Asylum του Morrison, ο Carpenter παρουσιάζει έναν Joker ο οποίος ψυχικά είναι εντελώς καλά. ∆εν διακατέχεται από καµία τρέλα και δε θεωρείται ψυχικά ασθενής. Το σενάριο εδώ βάζει µία διαχωριστική γραµµή ανάµεσα στο τι ορίζει η κοινωνία ως ψυχική ασθένεια και τι είναι στην πραγµατικότητα ένας άνθρωπος που είναι ψυχικά ασθενής. Ο Joker είναι ένα πανέξυπνο άτοµο που γνωρίζει ακριβώς τι κάνει και του αρέσει να πληγώνει τους ανθρώπους γύρω του γιατί απλά είναι κακός. Η κατάστασή του δεν έχει καµία σχέση µε την ψυχική ασθένεια και δε θα έπρεπε να αναγνωρίζεται ως τέτοιος. Οι άνθρωποι µε ψυχική ασθένεια είναι άνθρωποι οι οποίοι δε θα έπρεπε να θεωρούνται απόβλητοι από την κοινωνία και από τους ανθρώπους γύρω τους. Οτιδήποτε κάνουν το κάνουν γιατί δεν έχουν επίγνωση των πράξεών τους και µε την κατάλληλη βοήθεια θα µπορέσουν να σταθούν στα πόδια τους. ∆εν έχουν ουδεµία σχέση µε έναν άνθρωπο ο οποίος έχει πλήρη επίγνωση των πράξεών του και καταφεύγει στο κακό επειδή απλά τον γεµίζει σαν πράξη. Άλκης Καζαµίας

Κόρτο Μαλτέζε

Η µέρα της Ταροβεάν

Κυκλοφόρησε στην χώρα µας, µέσα σε ένα µήνα από την κυκλοφορία της σε Γαλλικά, Ισπανικά και Ιταλικά, η νέα περιπέτεια του Κόρτο Μαλτέζε. Ναι µέσα σε ένα µήνα! Μόνο αυτό θα µπορούσα να πω και σταµατήσω εδώ το γράψιµο, αλλά όοοοχι γλυκιά µου κουνιαδούλα, θα τα πω όλα (αναφορά στο “παρά-πέντε” που σαν γνήσιος καµµένος βλέπω δύο φορές τον χρόνο). Η ιστορία λέγεται “Η µέρα της Ταροβεάν” και εξιστορεί το πως βρέθηκε ο Κόρτο από τον Ρασπούτιν, δεµένος πάνω σε µια σχεδία να δέρνεται από τα κύµατα στη µέση του Ειρηνικού. Με µια εσωτερική χρονολόγηση θα το τοποθετούσαµε δηλαδή πριν την “Μπαλάντα της Αλµυρής Θάλασσας”. Είναι η τρίτη ιστορία µεγάλου µεγέθους µε τον Κόρτο από το δίδυµο Pellejero Canales της µετά-Pratt-ικής εποχής. Και θα έλεγα η καλύτερή τους µέχρι τώρα -και νοµίζω όχι µόνο εγώ-. Σχεδιαστικά ο Ruben Pellejero είναι εξαιρετικός, πολύ κοντά στις γραµµές του Hugo Pratt, µε τις σελίδες 27, 72, 82 να ξεχωρίζουν. Σεναριακά ήταν ό,τι πιο κοντά σε κλασικό Pratt έχουµε δει µέχρι στιγµής από τον Canales. Μια σύνθετη και πολύπλοκη ιστορία, µε καλά δοµηµένη πλοκή πάνω σε βαθιά και ενδελεχή έρευνα και φυσικά πάνω σε µια όµορφη ιδέα, να εξηγήσει πως βρέθηκε ο Κόρτο στην αρχή της Μπαλάντας, να πλέει δεµένος πάνω σε µια σχεδία. Μπορεί βέβαια, να µην ικανοποίησε πλήρως την φαντασία µου, αλλά δεν µπορεί να είναι µέσα στο µυαλό µου ο συγγραφέας προφανώς. Μια πολύ προσεγµένη έκδοση, ίσως η πιο προσεγµένη από αυτές που έχουµε δει να διανέµονται µε εφηµερίδες. Και µάλιστα αν σκεφτεί κανείς ότι η ιστορία δηµοσιεύθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα, δικαιολογεί αυτό που γράφτηκε -και θεωρήθηκε από πολλούς υπερβολή- ότι είναι η καλύτερη έκδοση που έχουµε δει µε εφηµερίδα. Η ‘Μικρός Ήρως’ έδωσε αναµφίβολα νέα πνοή στον ήρωα. Και µπράβο της. Γιάννης Παπαδόπουλος


50


51




EXTINCTION

54


55


Συνέντευξη στο Γιάννη Ιατρού

Μίνιµαλ αισθητική, σύγχρονο στυλ µε το βλέµµα στραµµένο στις κλασικές δηµιουργίες των µεγάλων δηµιουργών του 20ού αιώνα, είναι µερικά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το σχεδιαστικό ύφος του Andrea Freccero , ενός από τους πιο επιφανείς δηµιουργούς Disney κόµικς της γειτονικής Ιταλίας. Γεννηµένος στη Γένοβα το 1968, ο Andreas είχε συνειδητοποιήσει την αγάπη του για το σχέδιο από πολύ νωρίς. Μη χάνοντας χρόνο, αποφοίτησε στα 18 του από το καλλιτεχνικό Λύκειο, για να βρεθεί σύντοµα στην Accademia Disney υπό την αυστηρή καθοδήγηση ενός από τους θρύλους της ιταλικής ντισνεϋκής παράδοσης – του Giovan Battista Carpi, του πρώτου σχεδιαστή του Φάντοµ Ντακ! Έτσι, δεν άργησε η στιγµή να σχεδιάσει την πρώτη του ιστορία µε τον Μίκυ, «Topolino e il “grosso” caso» (αδηµοσίευτη στα ελληνικά), το 1989. Τα υπόλοιπα 30 χρόνια, δε θα σταµατήσει να εργάζεται ως σχεδιαστής κόµικς και εξωφύλλων για διάφορες ευρωπαϊκές και αµερικανικές εκδοτικές εταιρείες, πάντοτε στα Disney κόµικς. Όπως σχεδόν όλοι οι δηµιουργοί της γενιάς του, βρέθηκε κι αυτός στο επίκεντρο της καλλιτεχνικής οµάδας της επαναστατικής σειράς επιστηµονικής φαντασίας PK (Οι Νέες Περιπέτειες του Φάντοµ Ντακ), όπου και ξεκίνησε µία φάση διαρκών σχεδιαστικών πειραµατισµών. Μία από τις καλύτερες στιγµές του ήταν αναµφίβολα η δηµιουργία του σύµπαντος του Doubleduck (Μυστικός Πράκτωρ Ντόναλντ Ντακ), µίας σειράς που επιχείρησε να δώσει µία νέα διάσταση στις ιστορίες µε τις πάπιες, µία δεκαετία µετά την άνθιση που γνώρισαν αυτού του είδους οι πειραµατισµοί µε το PK. Εκεί, ο Ντόναλντ είναι κατάσκοπος για µία µυστική οργάνωση και έρχεται διαρκώς αντιµέτωπος µε κακοποιούς, πολύ πιο απειλητικούς απ’ τους... Μουργόλυκους. Σήµερα, στα 47 του χρόνια, έχει επιλέξει να σταθεί σε µία πιο κλασική προσέγγιση, αναζητώντας τις ρίζες της ντισνεϋκής δηµιουργίας στις σελίδες των µεγάλων δηµιουργών του περασµένου αιώνα, όπως είναι ο Floyd Gottfredson και ο Carl Barks. Τόσο για τις δικές του δηµιουργίες, όσο και για αυτές των συναδέλφων του, αφού πλέον ο ρόλος του στην εκδοτική εταιρεία Panini – υπεύθυνη για τις εκδόσεις Disney στην Ιταλία – πλέον είναι διττός: από τον Απρίλη του 2019 τελεί χρέη καλλιτεχνικού διευθυντή ολόκληρης της ιταλικής ντισνεϋκής παραγωγής. Για όλα αυτά µας µίλησε ο ίδιος, σε µία ζωηρή συζήτηση που κάναµε στα πλαίσια του Athens Con 2019, όπου και ήταν επίσηµος καλεσµένος!

56


Εδώ και µερικούς µήνες εργάζεσαι ως καλλιτεχνικός επιµελητής του περιοδικού Topolino. Ποιες αρµοδιότητες ακριβώς έχει αυτό το πόστο; Όπως µπορείς να καταλάβεις, σε έναν εκδοτικό οίκο που δουλεύει µε... εικόνες, πόσω µάλλον σε έναν κολοσσό όπως η Disney, η εικόνα αποτελεί ένα καίριο στοιχείο, καθώς πρέπει να προσεγγίζεις το παραγόµενο προϊόν µε έναν τρόπο που ανταποκρίνεται στο ντισνεϋκό σύµπαν. Αυτό είναι το βασικό σηµείο αναφοράς στη δουλειά µας. Η αλήθεια είναι πως για πολλά χρόνια έλειπε µία τέτοια «φιγούρα» από την ιταλική ντισνεϋκή παραγωγή. Ο τελευταίος art director, γιατί περί αυτού πρόκειται, ήταν ο Marco Rota, αρκετά χρόνια πριν. Είναι µια πολύ µεγάλη ευθύνη, αφού πρέπει να οργανώσεις µία τεράστια παραγωγή ενός πολυπληθούς ανθρώπινου δυναµικού. Ευτυχώς έχουµε πάρα πολλούς επαγγελµατίες υψηλότατου επιπέδου, συνεπώς υπάρχει ένα κανάλι επικοινωνίας ανάµεσα στη σύνταξη και τους συνεργάτες ικανό να δηµιουργήσει ένα περιβάλλον δηµιουργικό και πλήρες ερεθισµάτων για όλους µας. Ίσως πρόκειται για κάτι που απουσίαζε τα προηγούµενα χρόνια και ήταν αναγκαίο, και η Panini αποδείχθηκε ικανότατη στο να δηµιουργήσει έναν καλλιτεχνικό χώρο αποκλειστικά για τους σχεδιαστές και τους σεναριογράφους όπου συναντιούνται και ανταλλάζουν απόψεις, νέες ιδέες, ένα βασικό στοιχείο της δηµιουργίας νέων ιστοριών. Όταν µαζέψεις 10 δηµιουργούς σε ένα δωµάτιο, αυτοµάτως υπάρχει µια έκρηξη ιδεών.

Αυτή η κλασική περίοδος που περιγράφεις, εκτός από τους ήρωες, µερικούς εκ των οποίων ανέφερες, χρησιµοποιούσε συχνά και άλλους αφανείς ήρωες, όπως για παράδειγµα τους Τσιπ & Ντέηλ, το Σκάµπυ, τον Κακό Λύκο και τα τρία Γουρουνάκια. Πιστεύεις ότι υπάρχει σήµερα περιθώριο να ξαναβρεθούν τέτοιοι χαρακτήρες στο προσκήνιο; Αυτή τη στιγµή ειλικρινά δεν αποκλείω τίποτα. Βρισκόµαστε σε µία φάση... ανακαίνισης των πάντων, προτείνονται διαρκώς νέες ιδέες, υπάρχουν ήδη πλάνα µέχρι το 2021, για να µπορούµε να δουλεύουµε µε µεγαλύτερη ένταση αλλά ταυτόχρονα επιδιώκοντας διαρκώς να ανεβάζουµε την ποιότητα. Η δική µου δουλειά είναι να ανεβαίνει η ποιότητα από γραφιστικής άποψης. Ξέρω ότι πάνε 20 χρόνια που δεν υπήρχε αυτό το πόστο, συνεπώς πρόκειται για µία δύσκολη διαδικασία που ξεκίνησε από το σηµείο 0. Παράλληλα ο νέος διευθυντής του Topolino, Alex Bertani, προσπαθεί να δώσει ώθηση στους σεναριογράφους για µια αντίστοιχη ποιοτική αναβάθµιση, αφού τα τελευταία χρόνια είχε παρατηρηθεί µία τάση ανακύκλωσης ιδεών και συχνά δηµοσιεύονταν ιστορίες µε σενάρια επιφανειακά και άγευστα. Φυσικά, το περιθώριο κινήσεων που έχουµε είναι αρκετά περιορισµένο, δεδοµένου πως πρέπει να κινείσαι διαρκώς εντός των ορίων της Disney, και δεν προσφέρονται όλοι οι ήρωες για όλα, όµως υπάρχει η θέληση να καινοτοµήσουµε – ακόµα κι αν αυτό σηµαίνει να επιστρέψουµε στα παλιά. Ξεκάθαρα, οι χαρακτήρες στους οποίους αναφέρεσαι αποτελούν κοµµάτι της µεγάλης ντισνεϋκής παράδοσης και θα ήταν επιπόλαιο να τους απορρίψει κανείς κατηγορηµατικά.

Πώς βλέπεις το µέλλον του Topolino, τώρα, από τη νέα σου θέση; Τι πιστεύεις ότι λείπει και τι προσωπικές πινελιές θα ήθελες να προσθέσεις;

Δεδοµένου πως διανύουµε µία εποχή κατά την οποία ο Τύπος βρίσκεται σε κρίση, πιστεύεις πως τα έντυπα περιοδικά κόµικς έχουν ηµεροµηνία λήξης;

Θα µου άρεσε να επανανακαλύψουµε τη µεγάλη ντισνεϋκή παράδοση και τους µεγάλους δηµιουργούς Ντίσνεϋ – όχι µόνο τους Ιταλούς, µιλώ και για τους Αµερικάνους όπως τον Γκότφρεντσον και τον Μάρρυ, και πολλούς άλλους καλλιτέχνες, ιδιαίτερα εκείνους της δεκαετίας του ’80, όταν υπήρχε µία υπερπαραγωγή ιστοριών µε αποτέλεσµα πολλές αξιόλογες δουλειές να µην έχουν κερδίσει την προσοχή που τους άξιζε. Φυσικά, πρέπει να συµβαδίζουµε µε την εποχή, όµως αισθάνοµαι πως τα τελευταία χρόνια έχει παραγίνει το κακό και οι νεότερες γενιές έχουν αποµακρυνθεί πολύ από την κλασική σχολή που περιγράφω. Ειδικά όσον αφορά τον Μίκυ, ο οποίος κατά τη γνώµη µου είναι ένας θεµελιώδης χαρακτήρας στο ντισνεϋκό οικοδόµηµα. Ο Μίκυ Μάους, κατ’ εµέ, είναι ο Γκότφρεντσον, όπως οι πάπιες, ο Ντόναλντ, ο Σκρουτζ, είναι ο Μπαρκς. Κι όµως, ο πρώτος δεν έχει την απήχηση του δεύτερου, ούτε έχει αφήσει τόσο έντονο το στίγµα του στις πιο σύγχρονες δηµιουργικές προσεγγίσεις. Όρεξη για δουλειά και για πειραµατισµούς υπάρχει.

Σίγουρα είναι µία κρίσιµη στιγµή. Όµως, κατά τη γνώµη µου, µια ικανή βάση αναγνωστών υπάρχει και θα υπάρχει για πάντα. Αυτό γίνεται αντιληπτό σε πολλές περιστάσεις, όπως στις εκδηλώσεις σαν το AthensCon, όπου ο κόσµος ξεχειλίζει. Αν εστιάσουµε στην ποιότητα – κάτι που θεωρώ βασικό τόσο στο γραφικό όσο και στο αφηγηµατικό κοµµάτι – και την επικοινωνήσουµε σωστά, πιστεύω πως η διαρκής κρίση της συγκεκριµένης αγοράς δε θα οδηγήσει σε τετελεσµένα. Η ποιότητα που περιγράφω ίσως δεν µπορεί να βρεθεί σε ένα βιντεοπαιχνίδι ή ένα τάµπλετ. Είναι όµως γνωστό πως οι νέες γενιές διαβάζουν ελάχιστα. Υπάρχει, φυσικά, και ένα αναγνωστικό κοµµάτι των 30 ή 40 ετών, το οποίο είναι πολύ σηµαντικό, και πρέπει µε τη σειρά τους να διδάξουν στα παιδιά τους. Αν χαθεί η αγάπη για την ανάγνωση, τότε χαθήκαµε. Οι νέοι δε διαβάζουν πια βιβλία, ούτε κόµικς. Το κόµικ µπορεί να θεωρηθεί το σηµείο εκκίνησης, µετά πας στα βιβλία και τα γκράφικ νόβελ. Γι’ αυτό και σε αυτήν την κρίσιµη καµπή, παραµένει εξαιρετικά αναγκαίο – αν χαθεί το κόµικ, κάθε µορφή ανάγνωσης θα τεθεί σε κίνδυνο.

57


Δεν θεωρείς πως υπάρχει µια ανάγκη προσαρµογής των µέσων στη νέα εποχή; Η παραγωγή µας βγαίνει και ψηφιακά. Η αλήθεια είναι βέβαια πως δεν το έχουµε επικοινωνήσει πολύ καλά. Ίσως επειδή παραµένουµε ερωτευµένοι µε το χαρτί. Φυσικά δεν µπορώ να αποκλείσω ένα ενδεχόµενο που καθηµερινά φαίνεται όλο και πιο επιτακτικό, αν λάβουµε υπόψη την πτώση των πωλήσεων στα περίπτερα και των συνδροµών. Αλλά δεν µπορώ να σου κρύψω πως δε µου αρέσει καθόλου να διαβάζω κόµικς ψηφιακά. Από την άλλη, για τη νέα γενιά αυτό είναι κάτι το φυσικό. Το βλέπω και από τους νεότερους καλλιτέχνες, οι οποίοι όχι απλά διαβάζουν αλλά φτιάχνουν τα κόµικς τους ψηφιακά. Αυτό που για µένα που είµαι 50 χρονών φαίνεται αχώνευτο, για τα σηµερινά παιδιά είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό. Μιας και αναφέρθηκες στη νεότερη γενιά καλλιτεχνών, θα ήθελα να µου πεις τι προσδοκίες σου καλλιεργεί για το µέλλον των κόµικς. Θεωρείς πως ίσως είναι πλέον στα χέρια τους να αναµεταδόσουν την αγάπη για το κόµικς στη νέα γενιά, όντας οι ίδιοι κοµµάτι της; Ο καθένας από µας βάζει το λιθαράκι του στον κόσµο του Ντίσνεϋ. Είναι όµορφο και ενθαρρυντικό να υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες που συνεισφέρουν σε αυτό, τοποθετώντας ένα ακόµα τουβλάκι στον µεγάλο αυτό τοίχο. Έχουµε πολλούς νέους καλλιτέχνες που έχουν ήδη κατακτήσει ένα υψηλότατο επίπεδο. Όπως έλεγα πριν, οφείλουν να µάθουν πολύ καλά την παραδοσιακή ντισνεϋκή κληρονοµιά, ειδικά την αµερικανική. Οι Ιταλοί έχουµε έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο αφήγησης, ο οποίος έχει αγαπηθεί σε όλον τον κόσµο – στην Ελλάδα, σε όλη την Ευρώπη, ακόµα και στην Αµερική και την Κίνα – όµως οι µεγάλοι δηµιουργοί των προηγούµενων δεκαετιών, ’70-’80, ξεκίνησαν από τον Μπαρκς και τον Γκότφρεντσον. Γι’ αυτό θεωρώ πως και οι νεότεροι πρέπει να ξεκινήσουν από εκεί και να δούµε τι θα συµβεί. Αν έχουν σα σηµείο αναφοράς τους σηµερινούς δηµιουργούς, θα είναι πολύ περιορισµένοι. Η επιστροφή στις ρίζες είναι πάντοτε αναζωογονητική. Ας µιλήσουµε λίγο για σένα. Πώς ξεκίνησες να δουλεύεις σα σχεδιαστής κόµικς της Disney; Πάντοτε αγαπούσα τα κόµικς, ιδιαίτερα αυτά της Disney. Από µικρός σχεδίαζα, αντέγραφα τα κόµικς που µου άρεσαν. Στη συνέχεια τελείωσα το καλλιτεχνικό Λύκειο και τότε, στα 18 µου, γνώρισα τον Giovan Battista Carpi, ο οποίος έµενε στην ίδια πόλη µε εµένα. Για καλή µου τύχη, µε πήρε µαζί του στο Μιλάνο, στην Accademia Disney, η οποία τότε διένυε τα πρώτα χρόνια ύπαρξής της. Μετά από πολύ χρόνο και προσπάθεια στο εργαστήρι, έφτασε η στιγµή που µου έδωσε το πρώτο µου σενάριο. Από εκείνη τη στιγµή µέχρι και σήµερα δεν έχω σταµατήσει να σχεδιάζω. ∆υστυχώς ή ευτυχώς, δουλεύω εδώ και 30 χρόνια! Έχω κάνει τα πάντα γύρω από τα Disney κόµικς, ιστορίες, εξώφυλλα, διάφορες εικονογραφήσεις... Τώρα που το σκέφτοµαι, σίγουρα ευτυχώς: φαντάζεσαι να έχανα τη δουλειά µου σήµερα; ∆εν ξέρω να κάνω κάτι άλλο! Τα εξώφυλλα αποτελούν ένα διαρκώς αυξανόµενο κοµµάτι της δουλειάς σου, µε ένα διακριτό, προσωπικό ύφος, απλό και καλαίσθητο. Ποιο είναι το µυστικό ενός καλού εξωφύλλου; Όπως λέω πάντα, το εξώφυλλο πρέπει να διαβάζεται αµέσως. ∆εν πρέπει να έχει τη λογική της εικονογράφησης, όχι, είναι µια εικόνα απλή που πρέπει να σε συγκινεί. Βέβαια είναι πιο εύκολο να το λες απ’ ό,τι να το κάνεις. Χρειάστηκα πολλά χρόνια δουλειάς για να κατανοήσω ποια είναι η σωστή αναλογία: είναι µια δουλειά σύνθεσης. Παραδόξως, όσο πιο πολύ το απλοποιείς, τόσο πιο δύσκολα διαχειρίσιµο γίνεται, καθώς µία απλή εικόνα χωρίς υπόβαθρο πρέπει να είναι όσο πιο τέλεια γίνεται – αν ξεκινήσεις να βάζεις κάστρα, δέντρα, σύννεφα, ουράνια τόξα, τότε αποσπάς το µάτι από ενδεχόµενες ατέλειες. Όµως έτσι κινδυνεύεις να αποσπάσεις τον αναγνώστη από µία καλή εικόνα. Το εξώφυλλο είναι ένα δύσκολο κοµµάτι της δουλειάς µας, καθώς πρέπει να είναι τέλειο µέσα στην απλότητά του. Έχω περάσει πάνω από 20 χρόνια δουλεύοντας µε εξώφυλλα, για την Ιταλία, τη Γερµανία, έχω κάνει πάρα πολλά. Μπορώ λοιπόν βάσιµα να πω ότι πρόκειται για µια αρκούντως εµπειρική δουλειά. Η θέση που ανέλαβα στην Panini, αυτή του καλλιτεχνικού διευθυντή των περιοδικών Disney, εµπεριέχει και την επίβλεψη των εξωφύλλων – πέρα από αυτά που φιλοτεχνώ ο ίδιος, θα έχω την ευκαιρία να διοχετεύσω την όποια εµπειρία µου στους υπόλοιπους σχεδιαστές.

Θα ήθελα να µείνουµε λίγο στην περίοδο του PK, αφού αποτέλεσε αναµφίβολα µία από τις καλύτερες εποχές της ιταλικής ντισνεϋκής παράδοσης: µία περίοδος εκρηκτική και γεµάτη καινοτοµίες, εικαστικά και σεναριακά. Αυτό που έχω παρατηρήσει, είναι πως το σχεδιαστικό σου ύφος της εποχής διέφερε σηµαντικά όταν σχεδίαζες τις Νέες Περιπέτειες του Φάντοµ Ντακ, όπως µεταφράστηκε η σειρά στα ελληνικά, σε σχέση µε τις υπόλοιπες, «απλές» ιστορίες σου στο Topolino. Υπήρξα µαθητής του Carpi, οπότε καταλαβαίνεις πως το στιλ µου εξ αρχής ακολούθησε µία πολύ κλασική γραµµή. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο PK, αποφάσισα να εγκαταλείψω ό,τι έκανα νωρίτερα και να δοκιµαστώ σε κάτι διαφορετικό. Η σειρά αυτή ήταν πολύ πειραµατική και τολµηρή σε πολλά επίπεδα, από το σχεδιαστικό στιλ, στο στήσιµο των καρέ, των σελίδων... Ήταν µια διαρκής υπερβολή. Αυτό στην αρχή µε δυσκόλεψε αρκετά. Όµως τρώγοντας έρχεται η όρεξη. Άπαξ και ξεκίνησα, µε πήγε ο δρόµος από µόνος του εκεί που έπρεπε, κάτι που οφείλεται και στο εύπλαστο των χαρακτήρων του Disney. Οι διαφορετικές τεχνικές που άρχισα να χρησιµοποιώ, σιγά σιγά άρχισαν να γίνονται αισθητές και στις υπόλοιπες ιστορίες µου. Σα σχεδιαστής, στο πέρασµα των χρόνων, έχω πειραµατιστεί πολύ. Τα τελευταία χρόνια έχω ερωτευτεί το κλασικό ύφος, διότι, δουλεύοντας αρκετά χρόνια στη Γερµανία, χρειάστηκε να προσαρµοστώ στο αµερικανικό στυλ, κοιτάζοντας τον Μπαρκς. Κατάλαβα πως το κοινό το οποίο αγαπάει τα Disney κόµικς, κατά βάθος προτιµά αυτή την εκδοχή τους. Αλλά ποιος ξέρει, ίσως του χρόνου τρελαθώ και αρχίσω να σχεδιάζω πάλι µε άλλον τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, το PK ήταν αυτό που άνοιξε για µένα αυτήν την πόρτα των αλλαγών.


Χρόνια µετά το PK, δηµιουργήθηκε ακόµα ένα alter ego του Ντόναλντ Ντακ, ο Μυστικός Πράκτορας (Doubleduck), µία σειρά που φάνηκε να συνδυάζει στοιχεία από το ανατρεπτικό PK µε τις κλασικές, ιταλικές ιστορίες της Π.Α.Π.Ι. Ο Μυστικός Πράκτορας Ντόναλντ Ντακ έχει αρκετά κοινά στοιχεία µε τις Νέες Περιπέτειες του Φάντοµ Ντακ. Επιχείρησε να διαλύσει τα καθιερωµένα στεγανά των ιστοριών της εποχής, όπως και το PK, αλλά να δώσει κάτι νέο και στο εικαστικό κοµµάτι. Το «κλουβί» των καρέ πολύ συχνά έσπαγε, ο Ντόναλντ είχε ένα κάπως διαφορετικό µέγεθος απ’ ό,τι συνήθως, ενώ ασχοληθήκαµε αρκετά µε τη δηµιουργία νέων χαρακτήρων, διαφορετικών από τους κλασικούς ενοίκους της Λιµνούπολης. Ήταν µια σειρά που αγάπησα πολύ, αφού την έχτισα µαζί µε το υπόλοιπο καλλιτεχνικό τιµ. Αν κάτι δε µου άρεσε τόσο, αυτό ήταν µάλλον πως ο νέος χαρακτήρας δεν ήταν τόσο... Ντόναλντ, κάτι που επεσήµεναν και οι αναγνώστες. Είναι στα σχέδιά µας να συνεχίσουµε να βγάζουµε ιστορίες της σειράς, άλλωστε έχει µεγάλη απήχηση, αλλά θα ήθελα µελλοντικά να διορθωθεί αυτό και να βάλουµε λίγο παραπάνω Ντόναλντ. ∆εν πρέπει να ξεχνάµε πως δεν είναι ένας υπερήρωας, παραµένει πάντοτε ο Ντόναλντ Ντακ. Μα αυτός δεν είναι ο λόγος που δηµιουργούνται τέτοιοι ήρωες – για να δώσουν στον Ντόναλντ τη δυνατότητα να κάνει πράγµατα που δε θα µπορούσε να κάνει αν ήταν ο ίδιος, κλασικός χαρακτήρας που ξέρουµε; Πράγµατι. ∆εν πρέπει όµως να ξεχνάµε πως είναι πάντοτε ο Ντόναλντ. Ο κλασικός Φάντοµ Ντακ, για παράδειγµα, παρέµενε πάντοτε και Ντόναλντ. Θα ήθελα να επιστρέψουµε σε αυτά τα πλαίσια. ∆ιαφορετικά, µιλάµε για ένα άλλο κόµικ. Κάποιου είδους... spinoff. Φυσικά, δεν µπορείς πάντα να το κοντρολάρεις. Όταν ξεκινάς µια νέα σειρά, βάζεις τις βάσεις, αλλά δεν ξέρεις πού θα καταλήξει. Εξελίσσεται µόνη της. Γίνεται τόσο ανεξέλεγκτη που, κάποια στιγµή, µετά από καιρό, πρέπει να τραβήξεις το χειρόφρενο και να δεις τι συµβαίνει γύρω σου: «πού µας έχει φτάσει αυτό το αφηγηµατικό όχηµα που ξεκίνησε... 10 χρόνια πριν»; Σε εκείνο το σηµείο µπορείς, αν το θεωρείς αναγκαίο, να προχωρήσεις σε διορθώσεις. Αυτό συνέβη και µε τον Doubleduck.

Σύµπαντα όπως του PK, του Doubleduck, των Wizards of Mickey, για να αναφέρω µερικά, έχουν ένα δικό τους continuity, κάτι που είναι, γενικά, ξένο στη φιλοσοφία των κόµικς της Disney... Για τις δικές µας ιστορίες είναι πολύ σηµαντικό. ∆εν µπορείς να δουλέψεις, αν δε γνωρίζεις τι έκανες προηγούµενα. Από εκεί και πέρα, πρέπει να έχεις µια ευρύτερη αντίληψη του τι συµβαίνει όσον αφορά και τους υπόλοιπους δηµιουργούς. Όµως, ειδικά σε ιστορίες όπως το Doubleduck, δηµιουργείται κάτι εντελώς διαφορετικό, κάτι αυτόνοµο, είναι σαν µία ενιαία ιστορία σε συνέχειες. Αυτό φυσικά δεν µπορεί να λειτουργήσει στις εβδοµαδιαίες ιστορίες του Topolino. Συνεπώς πρέπει να προσανατολίζεσαι µε βάση κάποιες γενικότερες κατευθυντήριες γραµµές. Ο Ντόναλντ να είναι ο Ντόναλντ, ο θείος Σκρουτζ να είναι ο θείος Σκρουτζ, έχουν κάποια συγκεκριµένα χαρακτηριστικά. Βέβαια, τα πλαίσια τα ορίζουν πάντοτε οι αναγνώστες – αν ξεφύγεις, να είσαι σίγουρος πως θα σου γυρίσουν την πλάτη, θα αντιδράσουν. Πρέπει να ξέρεις που πατάς. Γι’ αυτό ακριβώς επιµένω τόσο πολύ στην επιστροφή στις ρίζες, αφού είναι αναγκαίο να ξέρει κανείς πώς ξεκίνησαν αυτοί οι ήρωες, πώς έγιναν αυτοί που είναι σήµερα. Μεταβαλλόµενοι µε τα χρόνια διαρκώς, είναι πολύ πιο εύκολο να χάσεις το µέτρο αν έχεις για αφετηρία την εκδοχή του σηµερινού Μίκυ, παραδείγµατος χάριν, αντί του Μίκυ των Αµερικανών δηµιουργών. Πώς βλέπεις να ισορροπούν τα καθήκοντά σου ως καλλιτεχνικός διευθυντής µε αυτά του δηµιουργού κόµικς; Το παλεύω. Αντιµετώπισα προβλήµατα στην παραγωγή ιστοριών, αλλά διατηρώ την παραγωγή εξώφυλλων, τόσο για την Ιταλία όσο και για το εξωτερικό, που µου αρέσει πάρα πολύ. Μπορεί όµως να µη σχεδιάζω εγώ, δουλεύω όµως πάνω σε τόσες ιστορίες ταυτόχρονα και είµαι συνεχώς αντιµέτωπος µε όµορφες και ενδιαφέρουσες προκλήσεις! Άσε που η συνεχής επαφή µε κόσµο µε γεµίζει πολύ. Αυτή η συνεισφορά µου ενδεχοµένως να είναι πιο σηµαντική αυτήν την περίοδο, απ’ το να σχεδίαζα µερικές ιστορίες παραπάνω. Χωρίς αυτό να σηµαίνει ότι θα ξεχάσουµε να σχεδιάζουµε: πάντα θα υπάρχει χρόνος για να σχεδιάζω και καµία ιστορία!


INTRUSUS

του Κώστα Μπεκιάρη (No Budget Epics)



της Βάλιας Καπαδάη




ΩΣ ΘΕΑΤΕΣ

της Μαρίας Όλιας Ντακογιάννη (Mondaki)


ΤΟ ΚΥΝΗΓΗΤΟ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΣΕ ΑΙΘΟΥΣΕΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΤΟΥ

JOKER Με τον Joker ζήσαµε καταστάσεις που είχαµε να δούµε στην Ελλάδα δεκαετίες. Είδαµε την Αστυνοµία να κάνει η ίδια ελέγχους σε κινηµατογράφους για να βρει ανήλικους που είχαν βρει τρόπο να µπουν στην αίθουσα για να παρακολουθήσουν την πολυσυζητηµένη ταινία και µάλιστα να τους σέρνουν µετά στα αστυνοµικά τµήµατα λες κι ήταν εγκληµατίες. Σκηνικά που παραπέµπουν σε άλλες εποχές θύµισε η περιγραφή του ιδιοκτήτη του Αελλώ «ήρθαν µία µηχανή της αστυνοµίας µε δύο άτοµα, µετά άλλες 15 µηχανές µε δύο άτοµα και ένα περιπολικό. Έµπαιναν µέσα και τροµοκρατήθηκε ο κόσµος».

Αυτό δεν λέγεται έλεγχος για παραβίαση του ορίου καταλληλότητας. Αυτό λέγεται καταστολή. Γιατί ας δεχτούµε ότι ίσως δεν έκαναν καλό έλεγχο τα σινεµά και µπήκαν ανήλικοι σε µία ταινία µε ακαταλληλότητα (που χωράει και µεγάλη συζήτηση το πώς καθορίζεται το όριο καταλληλότητας, από ποιους και µε ποια κριτήρια). Μας ακούγεται λογική η λύση η αστυνοµία να κάνει εφόδους στις αίθουσες για αιφνίδιους ελέγχους και να τροµοκρατεί ανήλικους (ασυνόδευτους κι όλας); Νοµικά αυτό θα το λέγαµε παραβίαση της αναλογικότητας. Και διαψεύστε µας. Πολιτικά θα το πούµε ακραίας µορφής αυταρχισµό απ’ την κυβέρνηση της Ν∆ που είναι υπεύθυνη για το ακραίο αυτό σκηνικό. Καταστολή έχουµε ξαναδεί. Αλλά ας το πούµε καθαρά: εφόδους σε πολιτιστικά δρώµενα (βλ. συναυλίες, ταινίες κλπ) είχαµε να δούµε από τη Χούντα.

Κι αυτή η σηµειολογία δεν είναι τυχαία. Γιατί όµως η εισβολή έγινε στο Joker; Το φαινόµενο της παρακολούθησης ακατάλληλων ταινιών από ανήλικους στα σινεµά δεν είναι πρωτοφανές. Τα θρίλερ τύπου Conjuring γεµίζουν πάντα από παρέες ανηλίκων, όµως δεν είδαµε ποτέ να ενοχλείται εκεί κανείς. Γιατί ποιον να ενοχλήσει µία ταινία που στο κάτω – κάτω πάντα η λύση της έρχεται απ’ τον Θεό που είναι παντοδύναµος και νικάει τους δαίµονες; Στο Joker µπήκαν για συγκεκριµένους λόγους. Και ο βασικός λόγος είναι τα πολιτικά του µηνύµατα! Ο Joker είναι µία ταινία που ενοχλεί. Μία ταινία µε την οποία οι θεατές ταυτίζονται µε τον πρωταγωνιστή που τους µοιάζει αρκετά και το µόνο που τους χωρίζει είναι απλά «µία κακή µέρα»! Μία ταινία που προβληµατίζει για το σύστηµα και την αντιµετώπισή του απέναντι στους φτωχούς!

Γι’ αυτό είναι πρόβληµα που έχει γίνει τόσο µεγάλη επιτυχία. Είναι µεν µία εµπορική ταινία αλλά -όπως πολλά άλλα έργα τέχνης- έχει µηνύµατα που αυτονοµούνται, έστω και εν µέρει, απ’ τους σκοπούς της Warner Bros, του Hollywood, ακόµα και των αρχικών επιδιώξεων των συντελεστών του. Γι’ αυτό δηµιουργείται µία κατάσταση ηθικού πανικού µε στόχο να δηµιουργηθεί κλίµα «πού οδεύει η νεολαία». Ένας ηθικός πανικός που ως απάντηση προβάλλει την επιβολή του δόγµατος του «Νόµου» και της «Τάξης» που θέλει να επιβάλλει η κυβέρνηση της Ν∆. Με τις εφόδους στα σινεµά στέλνει το µήνυµα ότι οι νέοι όχι µόνο δεν πρέπει να διαδηλώνουν και να αµφισβητούν την εξουσία, αλλά ούτε να παίρνουν «επικίνδυνα» ερεθίσµατα για να σκεφτούν ανατρεπτικά. Γι’ αυτό τους ενόχλησε ο Joker.


ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΡΧΗ

Σ

τις παρακάτω αράδες δε θα σταθούµε τόσο σε µια κριτική ταινίας (ο υποφαινόµενος δε θέλησε ποτέ γενικά να λάβει το ρόλο του κριτικού µε τη στενή έννοια του όρου σε οτιδήποτε) όσο στο να δούµε από τη δική µας οπτική γωνία το κατά πόσο η ιστορία δικαιώνει όσους αγαπούν τα κόµικς ή όχι. Τον τελευταίο ενάµιση χρόνο η DC Comics µε το νέο imprint black label στέκεται µακριά από το φαύλο κύκλο του continuity (µε τη φλυαρία και την αέναη επανάληψη του) µε ιστορίες συχνά κατάλληλες µόνο για ενηλίκους, που δίνουν µία αίσθηση απόλυτης ελευθερίας στους δηµιουργούς. Αυτή η γραµµή σκέψης και δράσης έκανε πολλούς αναγνώστες να ασχοληθούν και πάλι µε τους υπερήρωες και να µην έχουν σαν οδό διαφυγής µόνο τα indie comics. Στην ταινία Τζόκερ, βαδίζοντας πάνω σε αυτό ακριβώς το µονοπάτι ερχόµαστε αντιµέτωποι µε µια πολύ καλή ιστορία που κρατώντας ένα 80% από το The Killing Joke στη συνέχεια διαγράφει δική της πορεία, παρουσιάζοντας έναν νεαρό µε ψυχικές διαταραχές ο οποίος αντιµετωπίζει τη σκληρή πραγµατικότητα και την υποκρισία σε επίπεδο προσωπικό, επαγγελµατικό και κοινωνικό. Απόρριψη, πισώπλατα µαχαιρώµατα και ένα σύστηµα που δεν καταλαβαίνει ο ίδιος πολλές φορές και το οποίο ουδεµία ανησυχία έχει για την ύπαρξη του και την ιατρική του περίθαλψη. Οι λύσεις δεν έρχονται, η εργασία χάνεται, η περίθαλψη διακόπτεται και η οικογένεια του τον πληγώνει ακόµα περισσότερο. Ο ψυχοπαθής ήρωας µας έχει τα δίκια του, αν και ο σκηνοθέτης τον ξεγυµνώνει αφού πριν τον χρίσει πολέµιο του συστήµατος που τον ξερασε µε ωµό τρόπο. Σε µια στιγµή πλήρους αποσύνθεσης τον παρουσιάζει για λίγο να κάνει µια ελπιδοφόρα προσπάθεια να γίνει µέλος των προνοµιούχων διεκδικώντας µία θέση ανάµεσα τους. Όλα όµως οδηγούν στη δική του προσωπική επανάσταση η οποία σύντοµα µετατρέπεται σε µαζική. Οι συµβολισµοί δεν πεθαίνουν ποτέ σε αυτή την ταινία µέχρι και την τελευταία της στιγµή . Ενώ ο Τζόκερ στα κόµικς υπάρχει επειδή πολύ απλά υπάρχει και ο Μπάτµαν, στην ταινία συνέβη το αντίστροφο, αλλά η ουσία δεν χάθηκε. «Παίρνεις ό,τι αξίζεις» είπε ένας από τους εµπνευσµένους απ’ τον Τζόκερ µπροσταρηδες της εξέγερσης και των επεισοδίων στη Γκόθαµ Σίτι πριν σκοτώσει τους γονείς του Μπρους Γουέιν, και εκεί αν αγαπάς τα κόµικς πάλι έρχεται στο νου σου το θρυλικό The Dark Knight Returns και το 4ο και τελευταίο τεύχος του, όπου κατά τη διάρκεια της µάχης µε το Superman στην Crime Alley ο Batman λέει στον δέσµιο του εαυτού του Clark ότι οι γονείς του τού έµαθαν ένα απλό και διαφορετικό µάθηµα: να κείτεσαι νεκρός µέσα στη µέση του δρόµου χωρίς κανένα λόγο απολύτως... Και έτσι συµβαίνει πραγµατικά στα µάτια του µικρού αγοριού. Η ουσία αυτής της τόσο iconic , χάρτινης ιστορικής στιγµής µε τα µαργαριτάρια να σκορπίζονται στο δρόµο δεν αποδόθηκε τόσο ζεστά ούτε καν στην αξεπέραστη τριλογία του Christopher Nolan. Λοιπόν; Τα ήξερες όλα; Τα έµαθες όλα από την ταινία; Ότι είναι όλα πολύ απλά και ότι ο ένας είναι ο καλός και ο άλλος παρεξηγηµένος και κακός; Ή τελικά είναι και οι δύο θύµατα ενός συστήµατος που κανένας (µας) δεν καταλαβαίνει; ....και αν δεν είναι τι άλλο θα µπορούσαν να είναι; Πρέπει να είναι και οι δύο το ίδιο κάπου στο βάθος.

Αφού χωρίς τον ένα δεν υπάρχει ο άλλος, µε χιλιάδες τρόπους, σε χιλιάδες ιστορίες και χιλιάδες σύµπαντα. Η µυθοπλασία θεωρούµε ότι πρέπει να έχει πάντα µια ελευθερία να µην κάνει µια κυνική επανάληψη όσων ήδη γνωρίζουµε για να µας προσφέρει κάτι νέο ή για να κάνει ...πολύ δικό της κάτι που ούτως ή άλλως γνωρίζουµε ότι θα αντικρίσουµε στο τέλος. Η καλύτερη ιστορία ίσως (σίγουρα η πιο έξυπνη πάντως )της περασµένης χρονιάς ήταν το Batman: The White Knight µε τον Τζόκερ ξανά στο ρόλο του βασικού "κακού" και πάλι µε το ίδιο µοτίβο και φιλοσοφία, βαθύ προβληµατισµό για το ποιος από τους δύο είναι το θύµα και ποιος ο θύτης (ο Τζόκερ ή ο Νυχτερίδας), µε ποιον επιθυµούµε να ταυτιστούµε. Η DC ηταν πάντα πολύ καλή στο να δηµιουργεί µεµονωµένα πορτραίτα ηρώων και τις αντανακλάσεις δεκάδων διαφορετικών οπτικών γωνιών σε αυτές (Batman, Vertigo visions κ.α.) και για πολλές δεκαετίες ∆ΕΝ ήταν universe. Το 1999 όταν διαφήµιζε µηνιαίους τίτλους της µέσα από τις σελίδες άλλων είχε υιοθετήσει ένα σλόγκαν που ανέγραφε «the original universe» πλαισιωµένο κοµψά από σχετικό λογότυπο, καυχώµενη ότι προϋπάρχει χρονικά από εκείνο της Marvel. Χρονικά ναι, ουσιαστικά ποτέ όµως. Έγινε η αρχή µε τη Justice Society Of America κάποτε αλλά τα πράγµατα µπήκαν στον πάγο. Ακόµα και για τη Justice League έπρεπε να πάµε στο 1997 και την αρχή του θρυλικού πια JLA από το Grant Morrison για να µιλήσουµε για µια οµάδα που πρωταγωνιστεί σε ένα αδιαµφισβήτητα µεγάλο κόµικ της modern age. Για χρόνια έβλεπες σε ένα τεύχος στα χίλια το Σούπερµαν να αντιµετωπίζει το Τζόκερ και αυτό ήταν όλο την ίδια ώρα που στη Μάρβελ οι αντιρατσιστές και περιθωριακοί X-men µοιράζονταν τα κοινά τους προβλήµατα µε τρόπο ανθρώπινο µαζί µε το Spidey και τους υπόλοιπους, αντιµετώπιζαν τους ίδιους εχθρούς ενώ αργότερα όλοι οι απόκληροι (Ghost rider, Blade κλπ) ξεκινούσαν µια κοινή βραδινή περίπολο και άλλα πολλά σε κάθε πιθανό συνδυασµό. Η DC άργησε πάρα πολύ να µπει σε αυτό το παιχνίδι και είναι λογικό να µην είχε την ποικιλία των ιδεών της Marvel για να τις µεταφέρει άρτια στη µεγάλη οθόνη. Μετά την επική αποτυχία του Justice League και την ανούσια προσπάθεια να µιµηθεί την Marvel η DC στην ταινία Τζόκερ αποφάσισε να ακονίσει το δυνατό της σηµείο: τσαλακωµενους ανθρώπους µε αµέτρητα ψεγάδια που σε αφήνουν µε ανεξίτηλα χαραγµένη την απορία του αν είναι καλοί ή κακοί ή αν υπάρχει µόνο το γκρι και ποτέ το σωστό και το λάθος ( shade the changing man , pro-vertigo era ) κατάδυση στις ρίζες του µυαλού τους. Μεταξύ άλλων γι’ αυτό είναι και ανούσια η σύγκριση του Avengers Endgame µε το Joker, τεχνικά και εισπρακτικά. Υ.Γ: Μην κλεινόµαστε σε geek µικρόκοσµους και νοµίζουµε ότι κάναµε µια πολιτική επανάσταση επειδή είδαµε το Τζόκερ στον κινηµατογράφο και µετά πάµε απλά για ύπνο. Η µαγεία των ηρώων και ιστοριών δεν είναι να µας κάνουν να φαντασιωνοµαστε απλά όταν σχολάµε από τη δουλειά µας. Η µαγεία είναι κλείνοντας τα paperbacks, τα hardcovers και τα issues να θέλουµε από τον ενθουσιασµό που νιώσαµε να βγούµε έξω και να ζήσουµε µε τους δικούς µας ανθρώπους. Αυτό είναι η επανάσταση και ο τρόπος ζωής των κόµικς και όσο υπάρχει θα υπάρχει και η φυσική τους µορφή και η κοινωνική µας αντοχή και αντίσταση.

Γιώργος Σαφελάς67


Με την τηλεόραση να έχει ωριµάσει πλέον ως αφηγηµατικό µέσο ήταν επόµενο κάποια στιγµή να δούµε µια σειρά βασισµένη µε τον έναν ή τον άλλον τρόπο στο ιερό δισκοπότηρο των κόµικς. Αυτή η στιγµή ήρθε φέτος, µε τη DC και να το ΗΒΟ να φορτώνουν τον Damon Lindelof µε το βάρος να συνεχίσει µια τόσο επιδραστική ιστορία. Ωστόσο, η µοίρα της σειράς έµοιαζε θολή, αφού το τηλεοπτικό παρελθόν του Lindelof µας έχει αποδείξει πως είναι ένας δηµιουργός ικανός για τα καλύτερα (Le¨overs), αλλά και για τα χειρότερα. Ευτυχώς, όµως, τα πρώτα επεισόδια της νέας πολυαναµενόµενης σειράς του HBO µας έπεισαν πως επρόκειτο για το κατάλληλο άτοµο, αφού µέχρι στιγµής έχει διατηρήσει αναλλοίωτο το πνεύµα του κόµικ, εισάγοντας κάποιες δικιές του αφηγηµατικές εµµονές, µε το αποτέλεσµα να µοιάζει τελικά φρέσκο και γνώριµο την ίδια στιγµή. Ο Lindelof και η οµάδα του έχουν καταφέρει µέχρι στιγµής να συνδυάσουν αποτελεσµατικά τις δικιές τους εµµονές (όπως το mystery box) µε την θεµατική περιπλοκότητα του αρχικού υλικού, στο οποίο κλείνουν διαρκώς το µάτι, αλλά µε πραγµατικά ευφυή και οργανικό τρόπο που δεν λειτουργεί εις βάρος της βασικής πλοκής. Όπως και το κόµικ, έτσι και η σειρά ξεκινάει µε µια δολοφονία, πίσω από την οποία ίσως κρύβεται µια ακροδεξιά οργάνωση, η Seventh Kavalry (7K), που εµπνέεται απ' τις άκρως συντηρητικές ιδέες του Rorschach. Παρ' όλα αυτά, η πραγµατική δύναµη της σειράς δεν εντοπίζεται τόσο στο µυστήριο ή στις περιορισµένες σκηνές δράσης. Η πραγµατική µαγεία της κρύβεται στο προσεγµένο χτίσιµο κόσµου, το οποίο σέβεται, αλλά και επεκτείνει τον κόσµο που ξεπήδησε απ' τη φαντασία του Moore. Έτσι, στο εναλλακτικό παρόν της σειράς, οι υπερήρωες παραµένουν παράνοµοι, οι αστυνοµικοί -που είναι ο, τι πιο κοντινό µπορεί να βρει κανείς σε υπερήρωα- κυκλοφορούν µε µάσκες για να προστατέψουν τις ταυτότητες τους από οργανώσεις όπως οι 7Κ, ενώ ο Robert Redford ολοκληρώνει µια σπουδαία πολύχρονη θητεία ως πρόεδρος των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της οποίας ακολούθησε µια πραγµατικά προοδευτική ατζέντα.

Αν το χτίσιµο κόσµου είναι το πιο εντυπωσιακό στοιχείο, οι ερµηνείες είναι το πιο απολαυστικό χαρακτηριστικό µιας σειράς που βρίσκει διαρκώς τρόπους να κλέβει τις εντυπώσεις. Ο Jeremy Irons είναι ίσως εκείνος που απολαµβάνει περισσότερο τον ρόλο του ως Andrian Veidt, ερµηνεύοντας τον ρόλο του µε τεράστια αποθέµατα ενέργειας, πάθους και ανα στιγµές εκνευρισµού και απογοήτευσεις. Μάλιστα, η υποπλοκή στην οποία πρωταγωνιστεί είναι αποκοµµένη απ' την υπόλοιπη σειρά, αλλά κάθε φορά είναι πηγή των πιο εκκεντρικών στιγµών της. Εξίσου συναρπαστική είναι και η Jean Smart στο ρόλο της Laurie Blake, δηλαδή της Silk Spectre της δεύτερης, η οποία τόσα χρόνια µετά από το φινάλε του κόµικ µοιάζει να έχει ενστερνιστεί την κοσµοθεωρία και το ειρωνικό χιούµορ του πατέρα της, δουλεύοντας στο FBI, ως κυνηγός υπερηρώων. Από τις νέες προσθήκες, έχει ξεχωρίσει η πρωταγωνίστρια, Angela (Regina King), η οποία ισορροπεί ιδανικά ανάµεσα στις “θυληκές” υποχρεώσεις της ως σύζυγος και µητέρα, αλλά αποδεικνύεται εξίσου αποτελεσµατική, όταν χρειάζεται να τραµπουκίσει διάφορα άτοµα ως αστυνοµικός. Επίσης, έντονο ενδιαφέρον και αρκετές προοπτικές φαίνεται να έχει ο Looking Glass, ο οποίος ξεχωρίζει -προς το παρόν- για την ιδιοφυή µάσκα του, αλλά µάλλον κρύβει µια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα προσωπικότητα µε έντονες υπαρξιακές ανησυχίες. Μέχρι στιγµής, το Watchmen του HBO αποτελεί υπόδειγµα διασκευής ενός επιδραστικότατου υλικού, δίχως να υποκύπτει στην εύκολη λύση της φθηνής νοσταλγίας. Προσεγγίζει το υλικό µε ευλάβεια, αλλά και διάθεση να το προκαλέσει, να το αµφισβητήσει, να το εξελίξει, αγκαλιάζοντας το έντονο πολιτικό του πνεύµα και τη διάθεση του να παρουσιάσει χαρακτήρες που κινούνται στις γκρίζες περιοχές της ηθικής. Αν δεν συµβεί κάτι τροµερά ανατρεπτικό και η πλοκή εξελιχθεί στα ίδια επίπεδα µε τα µέχρι τώρα επεισόδια, θα έχουµε να κάνουµε µε το καλύτερο δείγµα υπερηρωικής τηλεόρασης, το οποίο ξεπερνάει µε ευκολία ο, τι έχει προηγηθεί ακόµα και στον κινηµατογράφο. Ή µε άλλα λόγια, είναι µια σειρά που θα άρεσε ακόµα και στον “αντιδραστικό” Alan Moore.

Λάζαρος Κολαξής

Η σειρά αποτελεί την τηλεοπτική µεταφορά της τριλογίας βιβλίων του Φίλιπ Πούλµαν που µεταφράστηκαν στα ελληνικά µε τον τίτλο Η Τριλογία του Κόσµου. Με τη δεύτερη τριλογία να έχει εκδόσει πριν ένα µήνα το δεύτερο βιβλίο µε τίτλο Η Μυστική Κοινοπολιτεία, η περίοδος φαίνεται ιδανική για να επιστρέψουµε στο εντυπωσιακό σύµπαν του Πούλµαν. Η Τριλογία του Κόσµου περιστρέφεται γύρω από την ιστορία της Λύρας, ενός κοριτσιού από ένα σύµπαν παράλληλο στο δικό µας που µοιάζει πολύ µε το δικό µας, αλλά διαφέρει σε ορισµένες καθοριστικές πλευρές. Πιθανώς η σηµαντικότερη είναι ότι κανένας άνθρωπος δεν είναι µόνος του αλλά «εκδηλώνει» την προσωπικότητα του µε τη µορφή ενός ζώου (που ονοµάζεται δαιµόνιο) το οποίο τον συντροφεύει. Σε αυτό τον κόσµο, συναντιούνται η επιστηµονική φαντασία µε τη µαγεία και την επική φαντασία, οι µάγισσες µε τα αερόπλοια ενώ κυριαρχεί η θρησκευτική-πολιτική εξουσία του ∆ιευθυντηρίου που προσπαθεί να εµποδίσει την επιστηµονική έρευνα καθώς αυτή αµφισβητεί τα κυρίαρχα δόγµατα. Πολύ περισσότερο, η µελέτη του Βόρειου Σέλατος αυτού του κόσµου αποκαλύπτει ανατρεπτικά µυστικά που απειλούν να ανατρέψουν τις ισορροπίες. Η Λύρα, µαθητευόµενη στο Κολέγιο Τζόρνταν της Οξφόρδης, θα έρθει σε επαφή µε επικίνδυνα µυστικά, παρακολουθώντας το θείο της, Λόρδου Άσριελ, ο οποίος αξιοποιεί το άσυλο που απολαµβάνουν τα κολέγια για να παρουσιάσει τα αποτελέσµατα της έρευνας του.Στο επίκεντρο της είναι τα σωµατίδια που ονοµάζονται Σκόνη, για τα οποία ελάχιστοι γνωρίζουν κάτι, όλοι τα µελετούν ενώ το ∆ιευθυντήριο προσπαθεί να παύσει κάθε µελέτη του φαινοµένου. Η Λύρα εµπλέκεται σε µία σύγκρουση µε κίνητρα και στόχους που δεν καταλαβαίνει απόλυτα αλλά γρήγορα θα αποκτήσει κεντρικό ρόλο. Όχι τυχαία, η χολυγουντιανή παραγωγή του 2007 δεν κατάφερε να συλλάβει αυτό το πλούσιο σύµπαν και απέτυχε παρά τις υψηλές προδιαγραφές της -µεγάλο µπάτζετ, ακριβοί ηθοποιοί - µε αποτέλεσµα να µην κυκλοφορήσει ποτέ δεύτερη ταινία. Οι προσδοκίες από τη σειρά του BBC είναι µεγάλες όπως και ο φόβος ότι θα αποτελέσει µία ακόµα αδιάφορη µεταφορά. Ωστόσο, τα δείγµατα από τα πρώτα επεισόδια ήταν πολύ ενθαρρυντικά και φαίνεται ότι υπάρχουν πολύ καλές προοπτικές. Το πρώτο επεισόδιο εισάγει όλα τα αναγκαία στοιχεία για να ξεκινήσει το κυρίως µέρος της ιστορίας. Είναι εµφανές ότι πρόκειται για παραγωγή υψηλών προδιαγραφών που δεν υστερεί στα ειδικά εφέ . Εξαρχής µας δίνει κάποιες εντυπωσιακές εικόνες για να µας προετοιµάσει για τη συνέχεια και να δώσει «εγγυήσεις» ότι θα µπορέσει να ανταποκριθεί στις απαιτητικές σκηνές που θα εξελιχθούν όσο η δράση µεταφέρεται προς το Βορρά. Ωστόσο, η έµφαση ορθώς δίνεται στους χαρακτήρες, τα κίνητρα και τα όρια τους . Tίποτα δεν είναι άσπρο ή µαύρο σε αυτό τον κόσµο και αυτό θα το καταλάβει µε πολύ επώδυνο τρόπο η πρωταγωνίστρια µας που αναζητεί το δικό της µέντορα. Οι δηµιουργοί της σειράς φαίνεται ότι έχουν κατανοήσει τις προκλήσεις που έχουν µπροστά τους, καθώς πρέπει να µας παρουσιάσουν έναν κόσµο τόσο εντυπωσιακό, µαγευτικό όσο και ρεαλιστικό, µε ερωτήµατα που µας φέρνουν στη δική µας πραγµατικότητα. Η αρχή που έγινε δίνει τις καλύτερες υποσχέσεις για τη συνέχεια.

Αλέξανδρος Μινωτάκης


THE IRISHMAN

Επιστροφή στα παλαιάς κοπής γκανγκστερικά έπη Η ταινία αποτελεί µια εξιστόρηση της ζωής του Frank από τις παρθενικές του µέρες ως απλός µπράβος της Μαφίας µέχρι τα βαθιά του γεράµατα. Σε αυτό του το ταξίδι, ρόλο-κλειδί διαδραµατίζει ο Russell Bufalino, ο οποίος αποτελεί σιωπηλό οδηγό του πρωταγωνιστή στον κόσµο του οργανωµένου εγκλήµατος, αλλά και ο Jimmy Hoffa, που θα γίνει συνεργάτης, φίλος και αργότερα, κινούµενο πρόβληµα για τους υπολοίπους. Το The Irishman κρύβει στον πυρήνα του πολλά από τα χαρακτηριστικά γνωρίσµατα µιας Scorsese-ικής παραγωγής. Όπως πάντα, ο δηµιουργός έχει εµπιστοσύνη στους χαρακτήρες που πλάθει: δηµιουργεί, για αρχή, ρεαλιστικούς, ενδιαφέροντες πρωταγωνιστές οι οποίοι αλληλεπιδρούν µεταξύ τους· και απ’ αυτή την αλληλεπίδραση προκύπτουν όλα τα υπόλοιπα, τα γεγονότα της ταινίας. Εδώ, δίνεται στο επίκεντρο πέφτει ο χαρακτήρας του De Niro, ο οποίος στην ουσία είναι ένας ψυχρός εκτελεστής που δύσκολα εµφανίζει ίχνη µεταµέλειας. Από την µοναδική flashback σκηνή, στην οποία ουσιαστικά διαπράττει έγκληµα πολέµου καθώς δολοφονεί εν ψυχρώ αιχµαλώτους, ο Frank καθιερώνεται ως ανηλεής φονιάς, ο οποίος δεν έχει πολλές ηθικές αναστολές – δηλαδή, ένας άνδρας κοµµένος και ραµµένος για τα θελήµατα του νονού που υποδύεται ο Joe Pesci. Φυσικά, πέρα από τον Frank, ισχυρή παρουσία επί οθόνης έχουν και οι υπόλοιποι εµπλεκόµενοι. Ο Joe Pesci υποδύεται έναν πολύ πιο γραφειοκράτη και ψύχραιµο µαφιόζο σε σχέση µε τις προηγούµενες εµβληµατικές ερµηνείες του – µία ερµηνεία τέλεια για το κλείσιµο της καριέρας του, δεδοµένου του ότι πλέον έχει, λίγο-πολύ, συνταξιοδοτηθεί. Ο Pacino, από την άλλη, αναλαµβάνει τον ρόλο του διεφθαρµένου Hoffa, που βλέπει την δύναµή του να µειώνεται δραµατικά, κάτι που αδυνατεί να δεχτεί ο εγωισµός του. Σε αντίθεση µε τον Pesci, είναι αλαζόνας και θερµόαιµος, αµφισβητεί το σύστηµα που υπηρετεί. Η συµπεριφορά του κλονίζει τον κόσµο που προέρχεται ο De Niro και ο Pesci, κάτι που οδηγεί στην κλιµάκωση των γεγονότων. Όλα κυλούν οργανικά, λοιπόν, όπως θα έπρεπε να κυλούν. Το τελευταίο κοµµάτι της ταινίας αφορά την εξιλέωση και το κατά πόσο αυτή είναι εφικτή. Σε αντίθεση µε άλλες ιστορίες του Scorsese, εδώ βλέπουµε τους άλλοτε περήφανους θρύλους του υποκόσµου στα γεράµατά τους, στις πιο αδύναµες στιγµές τους. Οι εκτελεστές και τα µεγάλα αφεντικά αποδοµούνται πλήρως και τελικά, έρχονται αντιµέτωποι µε ένα µοναχικό τέλος, το µόνο τέλος που θα µπορούσε να υπάρξει µετά από µια τόσο σκληρή διπλή ζωή, βουτηγµένη στην υποκρισία. Ο Scorsese –κατά πάσα πιθανότητα, για τελευταία φορά– επιστρέφει στα παλιά ληµέρια του µε όλους τους γνωστούς συνεργάτες από τις µέρες της δόξας. Το The Irishman είναι ένα γκανγκστερικό έπος παλαιάς κοπής. Παρά τις ιδιαιτερότητες του, παρά την τεράστια διάρκειά του, έχει πολλά να δώσει στο κοινό και δίχως αµφιβολία, είναι από τις σπουδαιότερα διαµάντια που υπάρχουν στο Netflix.

Σόλωνας Παπαγεωργίου

PARASITE

Η ακτινογραφία ταξικών (και οικογενειακών) διαφορών Το Parasite του Bong Joon Ho αποφασίζει να µιλήσει για την διαρρύθµιση της ακραία καπιταλιστικής κοινωνίας της Νότιας Κορέας. Μιλώντας για ένα περιβάλλον τόσο τοπικό, θα πίστευε κανείς πως δύσκολα θα συγκινούσε το δυτικό κοινό. Ωστόσο ο Joon Ho όχι µόνο καταφέρνει να συλλάβει µε δυναµικό τρόπο τις λεπτές διαφοροποιήσεις της ταξικής διαβάθµισης της νοτιοκορεάτικης κοινωνίας, αλλά καταφέρνει να τις αποδώσει και ταυτόχρονα αποδηµήσει µε ένα εξόχως διακριτικό αµάλγαµα κωµωδίας, το οποίο περιλαµβάνει γερές δόσεις slapstick αλλά και µαύρου χιούµορ. Το Parasite, πατώντας στις απόλυτα σωστά ρυθµισµένες ερµηνείες του cast του και τη λεπτά αµφίβολη ατµόσφαιρα της κινηµατογραφίας του Joon Ho, µας δίνει δύο οικογένειες ταξικά αντίθετες η µία µε την άλλη: Τα πλούσια αφεντικά και οι φτωχοί εργαζόµενοι που ζουν στα ηµιυπόγεια και αναγκάζονται για να µην πεθάνουν της πείνας σε µια κοινωνία απόλυτα ευθυγραµµισµένη µε το νεοφιλελεύθερο µότο «ο θάνατος σου η ζωή µου» να κλέβουν, να λένε ψέµατα και να εξαπατούν. O Bong Joon Ho όµως δε µασάει τα λόγια του, ούτε ενδιαφέρεται να δώσει µια κενή αγιογραφία της εργατικής τάξης, βγαλµένη από κάποια σοβιετικού ρεαλισµού ταινία του 1950. Υποδεικνύει ακριβώς τους ανταγωνισµούς µεταξύ των ίδιων των εργατών, τις ανηθικότητες, τις ευφάνταστες απάτες και την ανθρωποφαγία στην οποία εξαναγκάζονται να υποπέσουν για να επιβιώσουν. Την ίδια στιγµή όµως δε θέτει αυτούς τους ανταγωνισµούς στον αέρα, ούτε επικαλείται µια αόριστη, γενετήσια, ηθικότητα. «Αν είχα χρήµατα, θα ήµουν η πιο καλή από όλους» λέει σε κάποιο σηµείο η µητέρα της φτωχής οικογένειας. Ο σκηνοθέτης δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλο του: µας λέει ξεκάθαρα ποιος είναι το παράσιτο: όχι οι εργαζόµενοι που προσπαθούν να επιβιώσουν και εργάζονται, αλλά τα πλούσια αφεντικά, που είναι ανίκανα να επιζήσουν χωρίς να αποµυζούν εργασία, που αηδιάζουν και µόνο στη µυρωδιά του µετρό που αναγκάζονται να παίρνουν οι εργαζόµενοι για να τους υπηρετούν. Το ίδιο το σύστηµα που εγκλωβίζει κόσµο σε ευφάνταστες φυλακές, µεταφορικά και κυριολεκτικά, επειδή πολύ απλά προσπάθησε να ζήσει, αυτό είναι το παράσιτο. Και οι εργαζόµενοι τσακώνονται για το ποιος θα γίνει πρώτος ξενιστής. Το Parasite αποτελεί µια καθαρά πολιτική ταινία που απαιτεί την παρουσία του θεατή στον κινηµατογράφο.

Νίκος Γιακουµέλος


ΠΕΙΡΑΣΜΟΙ

70


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...

71


ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ

των Πιέρρου Πατουχέα, Ελίνα Τουκουσµπαλίδου & Θοδωρή Τυροπώλη (Crazy Duck Comics)

72


73


της Ιλέην Ρήγα

74


Λονδίνο, 1865 Νύχτωσε, μα ο Τζων ούτε που κατάλαβε πότε έδυσε ο ήλιος. Μέχρι πριν λίγες στιγμές, ακτίνες φωτός έγλυφαν ακόμα τις λευκές γωνίες του προσώπου της. Τώρα, καθώς το φανάρι τρεμοπαίζει, χλωμές σκιές λεκιάζουν το σμιλεμένο μάρμαρο και το φεγγάρι απλώνει ένα θαμπό πέπλο πάνω στις ταφόπλακες. «Ροβένα», ψιθύρισε, εκείνη όμως δεν τον άκουγε πια. Θαμμένη κάτω από το νωπό χώμα βρισκόταν σ’ έναν κόσμο του οποίου οι πύλες, όσο η καρδιά του χτυπούσε ακόμη, ήταν κλειστές γι’ αυτόν. Ένιωθε το μέρος αφιλόξενο, δεν άνηκε εκεί. Ούτε η Ροβένα του άνηκε πια. Περιπλανιόταν παγωμένη στον κόσμο των νεκρών, ενώ αυτός περπατούσε ακόμα ανάμεσα στους ζωντανούς, έστω και αν μέσα του ένιωθε και ο ίδιος το ίδιο παγωμένος και νεκρός. Έπρεπε να φύγει, όμως, το σώμα του δεν υπάκουε. Χάζευε ασάλευτος το άγαλμα που έστεκε σαν φύλακας πάνω από το μνήμα της. Το μαρμάρινο πρόσωπο, πανέμορφο όπως παλιά, ανέγγιχτο ακόμα από τα σημάδια της αρρώστιας, του έφερνε μνήμες από τον καιρό που εκείνη ήταν υγιής και ζεστή στην αγκαλιά του. Δεν υπήρχε τίποτα δικό της πλέον εκεί να τον κρατήσει. Απομακρύνθηκε με την κορμοστασιά του να καμπουριάζει κάτω από το βάρος της απώλειας. Ο άνεμος όμως… μέσα στην απόκοσμη σιωπή της βραδιάς, του φάνηκε πως το σφύριγμά του έμοιαζε με παράπονο. Λες και ένα μοιρολόι διαπερνούσε τις φυλλωσιές, τριγυρνούσε ανάμεσα στις ταφόπλακες και σώπαινε στην επαφή με το κρύο μάρμαρο. Της υποσχέθηκε πως αύριο θα επέστρεφε ξανά. Ήταν η πρώτη φορά από τη μέρα που παντρευτήκαν που κοιμόταν μόνος. Το κρεβάτι τού φαινόταν ξαφνικά άγνωστο και άβολο. Έκλεισε τα μάτια ελπίζοντας σ’ έναν βαθύ ύπνο χωρίς όνειρα. Δεν του έγινε η χάρη. Ξύπνησε βίαια και πετάχτηκε καταϊδρωμένος. Με ανάσα βαριά προσπάθησε να διώξει την εικόνα που είχε αρχίζει ήδη να στοιχειώνει τη μνήμη του... Στ’ όνειρό του, το άγαλμα της Ροβένα ήταν ντυμένο με κομμάτια δέρματος, ραμμένα άτακτα μεταξύ τους σ ένα απόκοσμο κολλάζ. Από τις ραφές έσταζε πηκτό δέρμα και καθώς οι σταγόνες άγγιζαν το έδαφος και δημιουργούσαν κηλίδες, τούφες μαύρων μαλλιών ξεφύτρωναν απότομα από μέσα τους· ψήλωναν και τον ακολουθούσαν, τον πλησίαζαν επικίνδυνα, σχεδόν τον άγγιζαν… Ξύπνησε λίγο πριν προλάβουν να τον γραπώσουν. Τι παράξενο, όμως. Όσο κι αν προσπαθούσε, δεν μπορούσε να θυμηθεί το πρόσωπο του αγάλματος. Δεν τόλμησε να βγει απ’ το σπίτι εκείνη τη μέρα, αθετώντας την υπόσχεσή του. Σαν τιμωρία γι’ αυτή του την ασέβεια, ο εφιάλτης επέστρεψε το επόμενο βράδυ. Και το μεθεπόμενο. Και το κάθε επόμενο. Προσπάθησε να βρει καταφύγιο στο όπιο και το αψέντι, ήλπιζε πως το ναρκωτικό και το αλκοόλ θα του έσβηναν για λίγο τις αναμνήσεις ή θα τον έριχναν σε κάποιου είδους κώμα, χωρίς όνειρα. Πόσο λάθος έκανε. Ο συνδυασμός των δύο δημιούργησαν έναν ακόμα πιο διεστραμμένο εφιάλτη. Μπορούσε να δει πλέον το άγαλμα να κινείται σπασμωδικά σαν ξεχαρβαλωμένη μαριονέτα προς το μέρος του, όσο το μάρμαρο του τάφου ράγιζε σταδιακά. Κάθε φορά ξυπνούσε λίγο πριν η ταφόπλακα διαλυθεί τελείως, λίγο πριν ελευθερωθεί ό,τι είχε απομείνει από τη Ροβένα. Σύντομα έχασε την αίσθηση του χρόνου. Η αϋπνία και οι ψυχεδελικές παραισθήσεις τον μεταμόρφωσαν σε έναν ημίτρελο άντρα, αδύνατο, βρώμικο, κουρασμένο. Ώσπου ένα βράδυ δεν άντεξε το μαρτύριο. Πήγε στο νεκροταφείο να ικετεύσει το άγαλμα για οίκτο. Όσο προχωρούσε στο μακάβριο μονοπάτι, του φάνηκε λες και το μέρος είχε ζωντανέψει. Στο κουρασμένο του μυαλό, οι κινήσεις από τις φυλλωσιές έμοιαζαν να προσπαθούν να τον αγγίξουν, ενώ ο αέρας σαν να του ψιθύριζε σκόρπια λόγια που αδυνατούσε ν’ ακούσει καθαρά. Τα αγάλματα παρατηρούσαν κάθε του κίνηση, το ήξερε από τα ρίγη που ανατρίχιασαν την πλάτη του. Ακόμα και ο φωτισμός από τις λάμπες του δρόμου έμοιαζε να φτάνει ως εκεί τρεμοπαίζοντας πένθιμα. Στον τάφο της Ροβένα κατέρρευσε με λυγμούς στα πόδια του αγάλματος. Τότε ήταν που η φωνή του μίλησε για πρώτη φορά…

Ο Τζων την άκουσε μέσα στο κεφάλι του, αχνά και αδύναμα, σαν από κάποιον που ο λαιμός του είχε βραχνιάσει και κάθε λέξη τον πονούσε. Ερχόταν από το άγαλμα. «Σκουλήκια έφαγαν την πανέμορφη δαντέλα μου... Το λευκό μου φόρεμα σαπίζει κουρελιασμένο… Βρες μου ένα καινούργιο, και οι εφιάλτες σου θα αργήσουν να ξανάρθουν…». Οδηγημένος από απελπισία, έχοντας περάσει πια τα σύνορα της λογικής, έψαξε την αμέσως επόμενη μέρα όλη την πόλη για να βρει το ίδιο δαντελένιο φόρεμα. Όλες τις βιτρίνες, όλα τα μαγαζιά με υφάσματα, όλες τις δεσποινίδες και τις κυρίες που περπατούσαν γύρω του. Μάταια. Ήταν αργά και επέστρεφε αποκαρδιωμένος σπίτι όταν είδε μια νεαρή κοπέλα να βγαίνει από ένα θέατρο εκεί κοντά φορώντας ακριβώς το φόρεμα που έψαχνε. Ήξερε τι έπρεπε να κάνει και δεν υπήρχε χρόνος για λιποψυχίες. Την ακολούθησε κρατώντας μια σταθερή απόσταση, μέχρι που εκείνη έστριψε σ’ ένα σκοτεινό στενό. Κινήθηκε γρήγορα και πριν προλάβει να τον αντιληφθεί της επιτέθηκε από πίσω, φιμώνοντας αμέσως το στόμα της. Η κοπέλα ξεψύχησε στα χέρια του από ασφυξία. Χωρίς να χάσει χρόνο, με την αδρεναλίνη να του σφυροκοπά τα μηνίγγια, την έγδυσε, αφήνοντάς το νεκρό της σώμα γυμνό στο πεζοδρόμιο, και εξαφανίστηκε πριν τον αντιληφθεί κανείς. Γεμάτος ελπίδα ότι θα ελευθερωθεί επιτέλους από τους εφιάλτες, ακούμπησε με ευλάβεια το φόρεμα στα πόδια του αγάλματος. Τα λόγια που του ψιθύρισε, όμως, του έφεραν νέο φορτίο στους ώμους.

«Τα μαλλιά μου έπεσαν… Θέλω τα πορφυρά μαλλιά εκείνης… Την είδα σήμερα το πρωί, έλαμπαν βαθυκόκκινα κάτω από την μαύρη δαντέλα του πένθους της… Έκλαιγε με λυγμούς για τον άντρα της, μα εκείνα ομόρφαιναν ακόμα και την θλίψη της... Τα μαλλιά της νεαρής χήρας… Τα θέλω. Φερ’ τα μου.». «Μα πώς θα τη βρω;» Οι λέξεις βγήκαν σπασμένες απ’ την απελπισία. «Έρχεται εδώ, κάθε πρωί λίγο πριν την ανατολή του ήλιου, στο μεταίχμιο νύχτας και χαραυγής, όταν το νεκροταφείο είναι ακόμα άδειο», τού απάντησε το άγαλμα. Ήθελε να είχε τη δύναμη να πείσει τον εαυτό του πως όλα όσα άκουσε ήταν μια ψευδαίσθηση, ένα μοιρολόι που δημιουργούσε ο αέρας σφυρίζοντας μέσα από τα κλαδιά των ιτιών. Δεν ήταν. Και δεν είχε άλλη επιλογή. Κρύφτηκε ανάμεσα στις φυλλωσιές και περίμενε. Όταν το μαύρο του ουρανού άρχισε να αποχτά μια μπλε απόχρωση, μικρά ντελικάτα βήματα έκαναν τα ξερά φύλλα να τρίξουν στο πέρασμά τους. Μέσα στις γκρίζες αποχρώσεις των μαρμάρων, μια ατίθαση μπούκλα ξεπρόβαλε ανάμεσά τους, αφήνοντας μια κοκκινωπή ανταύγεια στο πέρασμά της. Ήταν η χήρα. Όταν εκείνη πλησίασε τον τάφο του άντρα της και έσκυψε να αφήσει τα τριαντάφυλλα που κρατούσε, ο Τζων όρμησε από πίσω της κοπανώντας την με όλη του τη δύναμη στο κεφάλι με ένα μαρμάρινο βάζο. Αμέτρητες κόκκινες παπαρούνες αίματος στόλισαν μεμιάς το λευκό μάρμαρο.

75


Ο Τζων έσπασε το τζάμι μιας λάμπας πετρελαίου και με το κοφτερό γυαλί πετσόκοψε βιαστικά, όπως όπως τα μαλλιά της νεαρής κοπέλας, σκίζοντας μαζί και κομμάτια από το δέρμα της. Βουτηγμένος στα αίματα, με τις τούφες στο ένα χέρι και το γυαλί στο άλλο έτρεξε σε κατάσταση τρέλας πια στο άγαλμα της γυναίκας του. «Ορίστε, παρ’ τα! Σου έφερα όσα μου ζήτησες!». Έπεσε πάνω από το νωπό χορτάρι βαστώντας τα πόδια του αγάλματος, σε μια στάση ικεσίας και παράδοσης. «Άφησέ με ήσυχο πια. Άφησέ με να κοιμηθώ», φώναζε μέσα από τα αναφιλητά του. «Η καρδιά μου μαράθηκε, θέλω μία καρδιά μωρού, νέα και αμόλυντη…». Ο ήχος από τις πρωινές καμπάνες τον ξύπνησε απότομα, ενώ το κεφάλι του ήταν βαρύ, σαν να ξυπνούσε μετά από δυνατό μεθύσι με αψέντι. Σκόρπιες εικόνες έρχονταν στην μνήμη του, όμως μόλις κοίταξε το κατακόκκινο απ’ το αίμα χέρι του και είδε το κομμάτι γυαλί πεταμένο λίγο πιο δίπλα, θυμήθηκε τη χήρα και το έγκλημα που είχε διαπράξει λίγες ώρες πριν. Φοβισμένος μην τον ανακαλύψουν, άνοιξε ένα μικρό λάκκο στο χώμα και έθαψε εκεί το γυαλί. Έφυγε γρήγορα κόβοντας δρόμο από τα σοκάκια, ώστε να μην τον δει κανείς. Τις επόμενες μέρες, ο Τζων ζούσε κλειδαμπαρωμένος στο σπίτι του, πίνοντας μακριά από όλους, ακόμα και από το φως του ήλιου. Τα παραθυρόφυλλα ήταν ερμητικά κλειστά και η μοναδική πηγή φωτός ήταν τα κεριά του. Όταν όμως οι σκιές που έριχναν στους τοίχους άρχισαν να μοιάζουν με την σιλουέτα της Ροβένα, τα έσβησε και αυτά. «Η καρδιά μου μαράθηκε, θέλω μία καρδιά μωρού, νέα και αμόλυντη…». Δεν ήξερε αν την άκουγε πράγματι τη φράση ή ήταν γέννημα της μεθυσμένης πια φαντασίας του. Δεν αναγνώριζε πια τον εαυτό του, η ανάμνηση της Ροβένα ήταν ένας διψασμένος βρικόλακας που στράγγιζε μέρα με τη μέρα το είναι του. Ώσπου ένα βράδυ, τον ξύπνησαν τα κλάματα ενός μωρού. Κάποια γειτόνισσα είχε μόλις γεννήσει. Όχι, πώς είναι δυνατόν, δεν έπρεπε καν να το σκέφτεται, για μια στιγμή σιχάθηκε τον εαυτό του που το τόλμησε. Μόνο για μια στιγμή όμως. Ύστερα, αποδέχτηκε πως ήταν ήδη καταραμένος και η Κόλαση τον περίμενε εδώ και καιρό. Πώς θα έκλεβε, όμως, ένα μωρό; Όχι, δε μπορούσε να το κλέψει, θα τον έπιαναν. Το μυαλό του σε πλήρη υπερένταση ήδη είχε μπει σε ανίερες σκέψεις και βρήκε αστραπιαία ποιο θα ήταν το επόμενο βήμα του. Μόλις ξημέρωσε, πλύθηκε, ξυρίστηκε, ντύθηκε και αγόρασε μερικές σοκολάτες. Δεν θα πήγαινε στα πάρκα, εκεί βρίσκονταν παιδιά πλουσίων με τις κουβερνάντες τους που δεν τα άφηναν στιγμή απ’ τα μάτια τους. Στα σοκάκια θα πήγαινε, εκεί όπου τα ορφανά και τα άστεγα παιδιά προσπαθούσαν με κόπο να επιβιώσουν, απροστάτευτα και παραμελημένα. Αφού περπάτησε λίγη ώρα, έφτασε σε μια φτωχογειτονιά. Μια παρέα ρακένδυτων παιδιών έπαιζε κουτσό. Ήταν δεν ήταν όλα το πολύ οκτώ χρονών και μάλλον όλα ανήκαν στο μικρό, παράνομο ορφανοτροφείο της γειτονιάς. «Πεινάτε; Ποιος θέλει σοκολάτα;», φώναξε τραγουδιστά για να τους τραβήξει την προσοχή. Αυτό ήταν. Τα παιδιά μαζεύτηκαν σαν περιστεράκια γύρω του υψώνοντας τις παλάμες τους προς το πρόσωπό του.

«Πρώτα θέλω μια χάρη. Υπάρχει κάποιο μωράκι που ζει μαζί σας στο σπίτι;» «Ναι!» απάντησε μια πιτσιρίκα. «Θα μου δώσεις τη σοκολάτα μου τώρα;» Ο Τζων έσκυψε προς το μέρος της δίνοντάς της μία σοκολάτα. «Αν καταφέρεις να μου το φέρεις όσο πιο σύντομα μπορείς τρία στενά πιο κάτω και δεν πεις τίποτα σε κανέναν, θα σου δώσω περισσότερες από τους άλλους», της ψιθύρισε γλυκά κλείνοντάς της συνωμοτικά το μάτι. Τα μάτια του παιδιού γυάλισαν από λαχτάρα, άρπαξε τη σοκολάτα και άρχισε να τρέχει προς το ορφανοτροφείο. Ο Τζων μοίρασε τις υπόλοιπες στα παιδιά και κίνησε για το σημείο που της είχε πει. Πέρασε αρκετή ώρα, είχε αρχίσει πια να σουρουπώνει και ο Τζων άρχισε να πιστεύει ότι η μικρή δεν θα εμφανιζόταν. Πριν προλάβει να φύγει, όμως, μια ψιλή φωνούλα του φώναξε από μακριά: «Κύριε, το ‘φερα!» Λίγη ώρα μετά, με το κοιμισμένο μωρό σφικτά στην αγκαλιά του, περνούσε τη πύλη του κοιμητηρίου. Ήταν άδειο, όμως ένιωθε βλέμματα καρφωμένα πάνω του. Τα αγάλματα τον αποδοκίμαζαν. Δεν θα το κάνεις, είσαι δειλός. Δεν έχεις τη δύναμη. Είσαι ανίκανος να την ευχαριστήσεις, άχρηστος μπροστά στις επιθυμίες της! Έφτασε στο μνήμα της Ροβένα με τους παλμούς του να σκάνε ανά κύματα στους κροτάφους του, ενώ η βουή του πονοκεφάλου θόλωνε τις σκέψεις του. «Έφερα όσα μου ζήτησες! Άφησέ με επιτέλους!»

Κρατούσε το μωρό στο ένα χέρι, ενώ με το άλλο ξεθηκάρωνε το μαχαίρι που κουβαλούσε στη ζώνη του. Το σήκωσε ψηλά, μα λίγο πριν κατεβάσει τη λεπίδα το μωρό άνοιξε τα μάτια του. Σαστισμένος, κατέβασε το μαχαίρι απότομα, γρήγορα, σφάζοντάς το με μανία πριν καν προλάβει να κλάψει από τον πόνο. Κρατώντας το απ’ το κεφαλάκι του ξέσκισε το μικροσκοπικό του στέρνο μέχρι που φάνηκε η καρδιά. Σε έκσταση, πέταξε το μαχαίρι μακριά και ξερίζωσε τη καρδιά του μωρού με το γυμνό του χέρι. «Τι άλλο θέλεις πια από μένα;» «Τα μάτια σου», ψιθύρισε η φωνή ψυχρά. Μέσα από το χώμα ένα ζευγάρι σκελετωμένα χέρια ξεπρόβαλλε και έχωσε τα κοκάλινα δάχτυλά του στις κόγχες των ματιών του Τζων. Ο πόνος τον έκανε να ουρλιάζει με μια φωνή που δεν αναγνώριζε για δική του. Σωριάστηκε στο έδαφος, νεκρός, δεν έμεινε τίποτ’ άλλο να δώσει πια. Μα τα χέρια παρέμειναν γραπωμένα πάνω του, τραβώντας τον τώρα κάτω, μέσα στο ίδιο χώμα που κείτονταν το πτώμα της, κάποτε, αγαπημένης του γυναίκας. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τι απέγινε το μωρό που εξαφανίστηκε απ’ το ορφανοτροφείο. Ούτε έμαθαν ποτέ ποιος φιλοτέχνησε το καινούργιο άγαλμα που εμφανίστηκε στο νεκροταφείο και απεικόνιζε έναν απελπισμένο άντρα να κλαίει γονατισμένος, κρατώντας στα χέρια του ένα μωρό.


Στιγμιότυπα του Ιάκωβου Βάη


Christmas Spirit

της Ήβης Παπακοσµά


Alcoholy Nights

του Κώστα Ζυγούρη (Zgur)


Dave Gibbons Μια οµάδα µασκοφόρων τιµωρών του εγκλήµατος από το τέλος του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του ’80, µια νεαρή Αφρικανο-αµερικάνα που µετατράπηκε σε ένα σύµβολο πολέµου της Αµερικής, µια κατασκοπική οργάνωση στην πόλη του Λονδίνου γεµάτη στυλ και φινέτσα… Ο Βρετανός στην καταγωγή Dave Gibbons ευθύνεται για τον σχεδιασµό µερικών από των σηµαντικότερων κόµικς όλων των εποχών, κόµικς σηµείων αναφοράς για εκατοµύρια αναγνώστες παγκοσµίως. ∆ικαίως αναγνωρισµένος έως και σήµερα ως ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους δηµιουργούς του χώρου της 9ης τέχνης.

Από τους Watchmen στο 2000AD και σε άλλες υπέροχες δουλειές... Ποια τα αισθήµατά σου όσον αφορά την καριέρα σου;

Γεννηµένος το 1949, και ξεκινώντας την σταδιοδροµία του στο αντικείµενο το 1973, µεταφέρθηκε σχετικά γρήγορα από την αίγλη της Βρετανικής σκηνής των 70ς (2000AD) σε εκείνη της Αµερικάνικης µε την DC να τον αξιοποιεί για τίτλους όπως Green Landern, Batman, Superman… Αλλά ο τίτλος που τον έκανε τόσο γνωστό όνοµα δεν είναι άλλο από το αριστουργηµατικό Watchmen του Alan Moore, στο οποίο το πενάκι του και η υπογραφή του αποτελούν αναπόσπαστο κοµµάτι. Βραβευµένο, αναγνωρισµένο από κάθε κόµικς αναγνώστη για την αξία του τόσο ως αυτοτελές έργο όσο και κοµµάτι µιας µεγαλύτερης εικόνας, εκείνης της τέχνης, και ειδικότερα της ένατης τέχνης. Ένα έργο που χαίρει ανάλυσης, συζήτησης, και… θεοποίησης! Η δουλειά του που τον «κυνηγάει» µέχρι και σήµερα, και έχει µεταφερθεί σε µια οµώνυµη ταινία, σειρά και διάφορες κόµικς παραλλαγές.

Το Watchmen είναι το κόµικς που πολλοί αναγνώστες θεωρούν το καλύτερο όλων των εποχών. Μίλησέ µας για την εµπειρία σου φτιάχνοντάς το, τα αισθήµατά σου γύρω από το έργο και την συνεργασία σου µε τον Alan Moore.

Εκτός του Alan Moore και της DC, έχει συνεργαστεί και µε άλλα πολύ µεγάλα ονόµατα σεναριογράφων, όπως Mark Waid (Super Soldier), Frank Miller (Marth Washington – Give Me Liberty), Mark Millar (The Secret Service), αλλά και µεγάλες εκδοτικές όπως Marvel, Dark Horse Comics. Ένας πολιτικά ενεργός καλλιτέχνης, και ένας από τους πιο πολυάσχολους και θερµούς υποστηρικτές του χώρου, που έκανε την τιµή σε όλους τους Έλληνες φανς να επισκεφθεί την Ελλάδα πριν λίγες εβδοµάδες, στη διάρκεια του κόµικς convention Athenscon (το διήµερο 30/11 & 01/12), και να δώσει έτσι την ευκαιρία στους φανς να λάβουν υπογεγραµµένα τα αντίτυπά τους, και σε εµάς να του κάνουµε µερικές ερωτήσεις…

80

Συνέντευξη στον Ίωνα Αγγελή

Ήµουν πολύ τυχερός καθώς από πάντα ήθελα να κάνω κόµικς, ξεκινώντας από πολύ µικρή ηλικία. Μου αρέσει να έρχοµαι σε µεγάλες κόµικς συγκεντρώσεις, να γνωρίζω αναγνώστες από όλο τον κόσµο, να ταξιδεύω σε µακρινές χώρες, υπάρχουν πολλά πράγµατα που λατρεύω σε αυτό το αντικείµενο και κοιτώντας πίσω την καριέρα µου, νιώθω πως ήµουν απλά τροµερά τυχερός.

Λοιπόν, αυτή είναι µια πολύ µεγάλη συζήτηση, την οποία θεωρώ πως έχω διατυπώσει καλύτερα στο βιβλίο µου «Watching The Watchmen», που εµβαθύνει στο ερώτηµά σου µε πολλές λεπτοµέρειες σχετικά µε το πώς συνεργάστηκα µε τον Alan Moore, κάποια προσχέδια, που πολλοί µπορεί να βρουν ενδιαφέροντα. Γενικότερα όµως, θεωρώ πως η βάση της συνεργασίας µου µε τον Alan ήταν η κοινή µας αγάπη για το αντικείµενο, και το γεγονός πως είχαµε και οι δύο δουλέψει σε διάφορα στην Αγγλία, και θέλαµε επιτέλους να κάναµε και κάτι για την Αµερικάνικη κόµικς σκηνή. Ο Alan άδραξε την ευκαιρία µετά από κάλεσµα της DC, που ήθελαν να δουλέψει σε κάποιους από τους τίτλους που είχαν αγοράσει. Μετά ήρθα και εγώ και η σύλληψη του Watchmen, που αρχικά στο πλάνο ήταν η οµάδα να αποτελείται από τους ήδη υπάρχοντες τίτλους της DC, ειδικότερα κάποιους λιγότερο γνωστούς, και στη συνέχεια κινηθήκαµε µε ένα εντελώς καινούριο ρόστερ ηρώων, που µαζί µε τον Alan χτίσαµε από το µηδέν. Επί 12 τεύχη εκείνος στο σενάριο, εγώ στο σχέδιο και ο John Higgins στο χρώµα. Κλείνοντας 34 χρόνια από την πρώτη του κυκλοφορία, και βλέποντας την έως τώρα εξέλιξή του (ταινίες, σειρές, κόµικ σίκουελς και πρίκουελς), νοµίζω πως θα είναι και η δουλειά που θα µε θυµίζει περισσότερο.


αυτό το κόλληµα στο παρελθόν, κάνει τόσους

υπέροχους καλλιτέχνες να χαραµίζονται, και τους συγκρατεί από το να φτιάξουνκάτι

νέο, φρέσκο και πρωτότυπο Πάνω στο τελευταίο που ανέφερες, πως νιώθεις για την after-Watchmen εποχή; Στην οποία φτιάχτηκε µια ταινία, µια σειρά, κάποια κόµικς (πρίκουελς, συνέχειες, spin-offs, κλπ). ∆εν είµαι και µεγάλος φαν των κόµικς που ήρθαν µετέπειτα, καθώς θεωρώ πως αυτό το κόλληµα στο παρελθόν, κάνει τόσους υπέροχους καλλιτέχνες να χαραµίζονται, και τους συγκρατεί από το να φτιάξουν κάτι νέο, φρέσκο και πρωτότυπο, και αντίθετα κάνουν διαρκώς homages στην δουλειά που εγώ και ο Alan κάναµε τόσες δεκαετίες πριν. Αλλά και η ίδια η 12-τευχών ιστορία φτιάχτηκε για να είναι µια 12-τευχών ιστορία. Ποτέ δεν θελήσαµε να την συνεχίσουµε - εκτός από µια µοναδική φορά που είχε πέσει η ιδέα να κάνουµε ένα πρίκουελ µε τους Watchmen, την οποία και εγκαταλείψαµε γρήγορα. Εκτός των κόµικς όµως, την ταινία που έγινε, συνεχίζω να την θεωρώ µια καλή απόπειρα προσαρµογής του Watchmen, αλλά και αν δεν είχε γίνει ποτέ δεν θα είχα πρόβληµα, αφού η ιστορία είχε γίνει εξαρχής εξ’ ολοκλήρου για το κόµικς – φορµάτ, οπότε αν και δεν βρίσκω τον λόγο να ασχοληθείς µε κάτι τέτοιο. Εκτιµώ την προσπάθεια και την ενέργεια του σκηνοθέτη και της όλης οµάδας για να επιτευχθεί το κινηµατογραφικό αυτό εγχείρηµα. Η νέα σειρά του Damon Lindelof µε έχει ενθουσιάσει πάρα πολύ. Πρόκειται για έναν αρκετά δηµιουργικό τύπο και χαίροµαι που το πήγαν σε τόσο νέα και δηµιουργικά µονοπάτια, µακριά από το original υλικό. Και ανυποµονώ να δω την συνέχειά της! Ο Alan Moore έχει κάποιες συγκεκριµένες απόψεις γύρω από την εξάπλωση του Watchmen, και τα κόµικς ως εµπορευµατοποιηµένο µέσο. Πως απαντάς σε αυτές; Ο Alanείναι ένας από τους πιο ευφυείς, διανοητικούς και αξιοπρεπείς ανθρώπους που έχω γνωρίσει σε όλη µου την ζωή. Σέβοµαι και κατανοώ τις απόψεις του, όπως θέλω να πιστεύω κάνει και εκείνος… ∆εν νοµίζω πως χρειάζεται να απαντήσω ή να αντιδράσω στις απόψεις του, γιατί πέραν της συνεργασίας µας είµαστε δύο εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι. Και όπως προείπα, τον σέβοµαι απόλυτα αλλά η µατιά µου είναι απλά διαφορετική από εκείνου. Με ποιούς από τους χαρακτήρες που σχεδίασες νιώθεις µεγαλύτερη οικειότητα; Ο χαρακτήρας του Night Owl από το Watchmen είναι ένα σαφές παράδειγµα, ένας χαρακτήρας που βασίζεται σε µια νεότερη δικιά µου δηµιουργία. Και εάν ποτέ ήµουν υπερήρωας, θα µου ταίριαζε περισσότερο η περσόνα του Night Owl και αυτό εξαιτίας σωµατότυπου (γέλια), όσο και των διάφορων gadgets που διαθέτει. Ένα άλλο αξιόλογο παράδειγµα είναι η Martha Washington από το Give Me Liberty, που δουλέψαµε µαζί µε τον Frank Miller και µέσα στην πάροδο των ετών που δουλεύαµε τον χαρακτήρα της πραγµατικά την ερωτεύτηκα. Θεωρείς ότι η καταγωγή σου από το Λονδίνο σε έχει επηρεάσει ως καλλιτέχνη; Όπως εγώ το βλέπω, είµαι περήφανος που είµαι Άγγλος και Ευρωπαίος πολίτης, και τα εθνικά σύνορα γίνονται διαρκώς όλο και περισσότερο σχετικά, εννοώντας πως όπως είπε και ο Mark Twain, ότι η καλύτερη θεραπεία στον ρατσισµό έγκειται στα ταξίδια και τους ανθρώπους. ∆εν έχω να πάρω κάτι από καµία πολιτική παράταξη, αλλά έχω την εντύπωση πως οι άνθρωποι είναι δυνατότεροι µαζί από ότι χώρια…

81


Σκέψεις Μέσα Από Την Αγέλη

του ThePack




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.