2
ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΗΡΩΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΜΠΕΙΣ ΣΤΗ ΘΈΣΗ ΤΟΥ ΧΑΣΆΠΗ.
Είσαι ο στρατηγός Φρίντριχ-Βίλχελμ Μίλερ, ένας από τους δύο Γερμανούς διοικητές της Κρήτης. Ο Χίτλερ ανησυχεί μήπως συμβεί κάτι τρομερό κάτω από τη μύτη σου, κάτι που ενδέχεται να βλάψει τη γερμανική επίθεση, όμως εσύ τα έχεις όλα υπό έλεγχο. Το νησί είναι μικρό και το ανθρώπινο δυναμικό σου τεράστιο. Έχεις 100.000 έμπειρους στρατιώτες, αεροσκάφη που σαρώνουν τα βουνά και βάρκες που περιπολούν τις ακτές. Έχεις στην υπηρεσία σου την Γκεστάπο και είσαι αρκετά τρομακτικός, ώστε να σε αποκαλούν Χασάπη. Κανείς δεν πρόκειται να τα βάλει μαζί σου. Και ξαφνικά ξυπνάς ένα πρωί, στις 24 Απριλίου του 1944, και ανακαλύπτεις ότι το άλλο σου μισό έχει εξαφανιστεί. Ο διοικητής, ο στρατηγός Χάινριχ Κράιπε, χάθηκε από προσώπου γης. Τίποτα δεν προδίδει βρομοδουλειά: ούτε πιστολίδι έπεσε, ούτε αίμα χύθηκε, ούτε ίχνη πάλης βρέθηκαν. Μάλιστα ο στρατηγός εξαφανίστηκε από ένα μέρος κοντά στην πρωτεύουσα, στην πιο καλά φυλασσόμενη περιοχή του νησιού. Ό,τι κι αν έγινε, έγινε μπροστά στα μάτια των αντρών του στρατηγού. Ο Κράιπε δεν ήταν κανένας άβγαλτος στρατιώτης, ήταν σκληρό καρύδι, βετεράνος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που είχε τιμηθεί με το παράσημο του Σιδηρούν
ΚΡΊΣΤΟΦΕΡ ΜΑΚΝΤΟΎΓΚΑΛ
3
Σταυρού, που είχε χύσει αίμα για να ανέβει στην ιεραρχία και είχε μόλις μετατεθεί εκεί από το ρωσικό μέτωπο. Είχε στη διάθεσή του προσωπικούς φρουρούς, οπλισμένο οδηγό και μια έπαυλη που τη φύλαγαν άγρια σκυλιά, με αγκαθωτά συρματοπλέγματα και πολυβολείο. Πού βρισκόταν λοιπόν; Το μόνο πράγμα που γνώριζε ο Χασάπης ήταν πως λίγο μετά τις 9 μ.μ. ο στρατηγός Κράιπε έφυγε από το διοικητήριό του και πήγε με το αμάξι στο κέντρο της πόλης. Ήταν Σάββατο κι έτσι είχε περισσότερο κόσμο από ό,τι συνήθως. Στρατιώτες από απομακρυσμένα φυλάκια είχαν έρθει με λεωφορείο για να πάνε σινεμά και οι δρόμοι ήταν κατάμεστοι. Η ταινία είχε μόλις τελειώσει, πράγμα που γνώριζε ο Χασάπης, επειδή εκατοντάδες στρατιώτες είχαν δει να περνάει το μαύρο αυτοκίνητο με το σήμα του στρατηγού στον προφυλακτήρα. Ο οδηγός του στρατηγού Κράιπε χρειάστηκε να τους κορνάρει για να κάνουν στην άκρη και τελικά κατέβασε το παράθυρό του και φώναξε: «ΠΕΡΝΑΕΙ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ!». Ο Κράιπε καθόταν στη θέση του συνοδηγού κουνώντας το κεφάλι και ανταποδίδοντας τους χαιρετισμούς. Κάθε δρόμος προς κάθε κατεύθυνση είχε ανά οκτακόσια μέτρα κι από ένα σημείο ελέγχου. Το αυτοκίνητο του στρατηγού πέρασε από το αρχηγείο τής Γκεστάπο και διέσχισε το τελευταίο σημείο ελέγχου. «Gute Nacht», είπε ο οδηγός. Το αμάξι πέρασε από την μπάρα και βγήκε από την πόλη. Νωρίς το επόμενο πρωί το αυτοκίνητο του στρατηγού βρέθηκε παρατημένο σε μια μικρή παραλία, έξω από την πόλη. Ο στρατηγός και ο οδηγός του ήταν άφαντοι, όπως και τα σημαιάκια με τους αετούς από το καπό. Γύρω από το αυτοκίνητο υπήρχαν πεταμένα διάφορα παράξενα σκουπίδια: ένα μυθιστόρημα της Άγκαθα Κρίστι, ένα περιτύλιγμα
4
ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΗΡΩΕΣ
σοκολάτας Κάντμπουρι, κάμποσα αποτσίγαρα της αγγλικής μάρκας Player’s κι ένας πράσινος μπερές Βρετανού κομάντο. Στο παρμπρίζ βρέθηκε μια επιστολή. Απευθυνόταν προς τις «Γερμανικές αρχές της Κρήτης» και έλεγε ότι ο Κράιπε είχε συλληφθεί από Βρετανούς καταδρομείς και μεταφέρθηκε εκτός νησιού. Η επιστολή ήταν σφραγισμένη με κόκκινο βουλοκέρι και περιελάμβανε ένα πολύ κομψό υστερόγραφο: Πολύ λυπούμαστε που αφήνουμε αυτό το τόσο όμορφο αυτοκίνητο. Κάτι δεν πήγαινε καλά. Μάλλον είχαν απαγάγει τον στρατηγό αφότου βγήκε από την πόλη, το αμάξι του βρέθηκε όμως σε απόσταση μόλις είκοσι πέντε λεπτών. Άρα, οι μυστηριώδεις άνδρες είχαν στήσει ενέδρα μέσα σ’ αυτό το μικρό χρονικό διάστημα, είχαν αφοπλίσει και καθυποτάξει δύο αιχμαλώτους, είχαν καπνίσει ένα πακέτο τσιγάρα, είχαν φάει τις σοκολάτες τους, είχαν χάσει έναν μπερέ, είχαν λιώσει κερί και… είχαν ξεφυλλίσει κι ένα βιβλίο. Απαγωγή ήταν αυτή ή οικογενειακές διακοπές; Επιπλέον, αυτό το σημείο της ακτής ήταν φωταγωγημένο και το περιπολούσαν αεροσκάφη. Για ποιο λόγο οι έμπειροι κομάντο να επιλέξουν το πιο εκτεθειμένο μέρος του νησιού για να δράσουν; Από την παραλία το σκάφος διαφυγής θα έπρεπε να είχε κατευθυνθεί προς τα βόρεια, διανύοντας εκατοντάδες ναυτικά μίλια, κατεχόμενα από τους Γερμανούς, πράγμα που με το φως του ήλιου θα τους μετέτρεπε σε εύκολους στόχους. Όποιοι κι αν το είχαν κάνει, είχαν προσπαθήσει πολύ για να δείξουν ότι ήταν εκατό τοις εκατό Βρετανοί, εκατό τοις εκατό χαλαροί και εκατό τοις εκατό κύριοι της κατάστασης.
ΚΡΊΣΤΟΦΕΡ ΜΑΚΝΤΟΎΓΚΑΛ
5
Όμως ο Χασάπης δεν τα έχαφτε κάτι τέτοια. Βίωνε για δεύτερη φορά έναν Παγκόσμιο Πόλεμο και ήξερε ότι ποτέ άλλοτε δεν είχε γίνει απαγωγή στρατηγού. Ανάλογο προηγούμενο δεν υπήρχε, ούτε συγκεκριμένη τακτική, άρα θα επινοούσαν τις κινήσεις τους στην πορεία. Και αργά ή γρήγορα θα έκαναν κάποια γκάφα και θα έπεφταν στα χέρια του. Είχαν ήδη κάνει ένα μεγάλο λάθος: υποτίμησαν πολύ τον αντίπαλο. Διότι ο Χασάπης είχε καταλάβει το κόλπο τους και είχε συνειδητοποιήσει δύο πράγματα: Βρίσκονταν ακόμα στο νησί και έτρεχαν να γλιτώσουν.
6
ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΗΡΩΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Όσοι έχουν το θάρρος να σκοτώσουν θα σκοτωθούν. Όσοι έχουν το θάρρος να μην σκοτώσουν θα ζήσουν. – ΛΑΟ ΤΣΕ
ΈΝΑ ΑΝΟΙΞΙΆΤΙΚΟ ΠΡΩΙΝΌ του 2012 στεκόμουν στο ση-
μείο όπου είχε βρεθεί το αυτοκίνητο του στρατηγού κι αναρωτιόμουν ακριβώς ό,τι και ο Χασάπης: μα πού μπορούσαν να είχαν πάει; Πίσω μου απλωνόταν το Αιγαίο. Μπροστά μου τίποτα άλλο εκτός από μια σειρά χαμηλές βατομουριές που έφταναν μέχρι έναν κάθετο γκρεμό. Πέρα μακριά χωρίζει το νησί στα δύο, σαν γιγάντιος φράχτης, η κακοτράχαλη οροσειρά του χιονισμένου Ψηλορείτη, του ψηλότερου βουνού της Κρήτης. Μοναδική πιθανή διέξοδος είναι η νοτιότερη ακτή, αλλά ο μόνος τρόπος για να φτάσεις εκεί είναι να περάσεις αυτήν την κορυφή των δυόμιση χιλιάδων μέτρων. Από μόνη της η διαδρομή συνιστούσε πρόκληση, όμως να την κάνει κανείς σέρνοντας πίσω του έναν επιθετικό αιχμάλωτο κι ένα ολόκληρο ανθρωποκυνηγητό; Ανέφικτο.
ΚΡΊΣΤΟΦΕΡ ΜΑΚΝΤΟΎΓΚΑΛ
7
«Ε!» Μια φωνή ακούγεται από κάπου πίσω απ’ τους θάμνους, έπειτα ένα χέρι σηκώνεται σαν να σταματάει ταξί. «Ελάτε εδώ». Ο Κρις Γουάιτ μοιάζει καρφωμένος στη θέση του, με το χέρι σηκωμένο ψηλά για να το βλέπω και το βλέμμα καρφωμένο σε κάτι που έχει εντοπίσει. Με το σακίδιό μου στον ώμο πηγαίνω προς το μέρος του, περνώντας ανάμεσα από τους θάμνους που τα αγκάθια τους μου σχίζουν τα ρούχα. Κανένας άλλος ζωντανός δεν γνωρίζει περισσότερο από τον Κρις Γουάιτ τι συνέβη στον στρατηγό Κράιπε, πράγμα παράξενο, γιατί ο Κρις Γουάιτ δεν έχει λόγο να ξέρει κάτι για ό,τι συνέβη στον στρατηγό Κράιπε. Ο Κρις δεν είναι μελετητής ούτε ιστορικός. Δεν μιλάει ελληνικά ούτε γερμανικά και, ως ισόβιος ειρηνιστής, δεν αρέσκεται στις ιστορίες πολέμου. Την ημέρα ο Κρις είναι ένας κοινωνικός λειτουργός που ασχολείται με τη φροντίδα ηλικιωμένων και διανοητικά καθυστερημένων στην ήσυχη πόλη της Οξφόρδης. Όμως τη νύχτα και τα Σαββατοκύριακα είναι χωμένος σε έναν σωρό από τοπογραφικούς χάρτες και παλιά βιβλία σε μια μικρή ξύλινη καλύβα πίσω από το εξοχικό του. Ακολουθώντας τη μεγάλη παράδοση τον Βρετανών ερασιτεχνών, ο Κρις πέρασε τα τελευταία δέκα χρόνια προσπαθώντας να λύσει το μυστήριο που αντιμετώπισε ο Χασάπης εκείνο το πρωί της 24ης Απριλίου του 1944. Πώς εξαφανίζεις έναν Γερμανό στρατηγό σε ένα νησί γεμάτο γερμανικά στρατεύματα; Ήταν μια μαγική ιδέα. Πράγμα που λάτρευε ο Κρις Γουάιτ. Το σχέδιο ήταν τόσο ιδανικά, τόσο περιφρονητικά αντι-ναζιστικό: θα έβλαπτε τον Χίτλερ, όχι με βία και κτηνωδία, αλλά με επινοητικότητα και επιδεξιότητα. Ούτε σφαίρες, ούτε αίματα, ούτε πολίτες να μπερδεύονται στα πόδια τους. Η θανάτωση του στρατηγού θα προκαλούσε
8
ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΗΡΩΕΣ
μια ακόμα απώλεια πολέμου, όμως η μη-θανάτωσή του θα έφερνε τα πάνω κάτω και θα πυροδοτούσε ένα ίχνος φόβου στους ανθρώπους που κατατρομοκρατούσαν την Ευρώπη. Το απίστευτο μυστήριο θα τρέλαινε τους Ναζί και θα έσπερνε το μικρόβιο της αμφιβολίας στο μυαλό κάθε στρατιώτη: αν αυτά τα φαντάσματα κατόρθωσαν να απαγάγουν τον πιο προστατευμένο άνθρωπο στο πλέον οχυρωμένο νησί, τότε ποιος μπορεί να είναι ασφαλής; Όμως η απαγωγή ήταν μόνο η αρχή. Ο Χασάπης επιστράτευσε ό,τι είχε και δεν είχε για το ανθρωποκυνηγητό. Και είχε πολλά. Είχε στρατεύματα που χτένιζαν τα δάση, άγρια σκυλιά που αναζητούσαν μυρωδιές, αεροσκάφη που σάρωναν τα βουνά και φωτογράφιζαν μονοπάτια, για να τα ανιχνεύσουν αργότερα πεζοί στρατιώτες. Η Γκεστάπο πρόσφερε δωροδοκίες και ανταμοιβές και ενεργοποίησε το δίκτυό της με τους ντόπιους προδότες. Ο Χασάπης είχε πάνω από έναν στρατιώτη για κάθε τέσσερις πολίτες, μια αναλογία ασφαλείας πιο ισχυρή κι από αυτή που συναντάμε σε μια φυλακή υψίστης ασφαλείας. Και η Κρήτη είχε μετατραπεί σε αυτό ακριβώς: σε μια φυλακή περιφραγμένη από θάλασσα. Η Κρήτη ουδέποτε υπήρξε συνηθισμένο νησί, στα μάτια του Χίτλερ τουλάχιστον. Ο Φύρερ ήθελε να χρησιμοποιήσει την Κρήτη ως ζωτικό σημείο μετάβασης των γερμανικών στρατευμάτων και προμηθειών προς το ρωσικό μέτωπο και σκόπευε να τη διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού. Είχε διατάξει να κατασταλεί ακόμα και η παραμικρή υπόνοια αντίστασης των Κρητικών, χρησιμοποιώντας eine gewisse Brutalität – «μια γερή δόση κτηνωδίας». Και για να ξεκαθαρίσει τι εννοούσε με τη λέξη Brutalität, ο Χίτλερ παρέδωσε το νησί στα χέρια του ιδανικού πολεμιστή: του στρατηγού Μύλερ, βετεράνου με παράσημο του
ΚΡΊΣΤΟΦΕΡ ΜΑΚΝΤΟΎΓΚΑΛ
9
Σταυρού των Ιπποτών για εξαίρετη ανδρεία, που η σκληρότητά του πολύ σύντομα του έδωσε το παρατσούκλι του «Χασάπη της Κρήτης». Πρωτοπαλίκαρο του Χασάπη ήταν ένας γκεσταπίτης ονόματι Φριτς Σούμπερτ, ένας Γερμανός γεννημένος στη Μέση Ανατολή, γνωστός ως «Τούρκος». Με τη μελαμψή επιδερμίδα του και τα άπταιστα ελληνικά και αγγλικά του, ο Τούρκος κατάφερνε να παριστάνει τον βοσκό και να αντλεί πληροφορίες, συχνάζοντας στα καφενεία και στις πλατείες των χωριών. Το αγαπημένο του κόλπο ήταν να φοράει στολή Βρετανού, να βγάζει από το μπουντρούμι έναν Κρητικό θανατοποινίτη και να του προσφέρει την ελευθερία του ζητώντας για αντάλλαγμα να τον συστήσει στο χωριό του ως Βρετανό καταδρομέα που ήρθε να βοηθήσει την Αντίσταση. «Ήταν πολύ επιδέξιοι, συνηθισμένοι να εξαπατούν απονήρευτους ανθρώπους», θυμάται ένας Κρητικός επιζών. Μα αυτή τη φορά ο Χασάπης μάλλον πιάστηκε κορόιδο. Μάλλον οι απαγωγείς το παράκαναν σκόπιμα με τα σκουπίδια γύρω από το αυτοκίνητο του στρατηγού, για να κοροϊδέψουν τον Χασάπη και να τον κάνουν να αναρωτιέται εάν ο στρατηγός βρίσκεται ακόμα στο νησί. Κι έπειτα να στείλει τα στρατεύματά του στα βουνά… απλώς και μόνο για να κάνουν μεταβολή και να ανακαλύψουν ότι οι συμμαχικές δυνάμεις σάρωναν τις ακτές. Αν ήταν έτσι, μπράβο τους – ο Χασάπης όφειλε να επικροτήσει την πονηριά τους. Η Κρήτη, αυτό το μικρό απομονωμένο νησί, συνιστούσε ενδόμυχα μια από τις μόνιμες ανησυχίες του Χίτλερ. «Ο φόβος μη γίνει εισβολή στην Ελλάδα και στην Κρήτη προέκυψε τον Ιανουάριο του 1943», εξηγεί ο Άντονι Μπίβορ, ο Βρετανός στρατιωτικός ιστορικός, που ο πατέρας του υπηρέτησε στις Μυστικές Υπηρεσίες τον καιρό του πολέμου. «Ο βαθύ-
10
ΓΕΝΝΗΜΕΝΟΙ ΗΡΩΕΣ
τερος φόβος των Γερμανών ήταν μια εξέγερση των Κρητών στα μετόπισθεν». Οι δυνάμεις του Χίτλερ είχαν ήδη απλωθεί πολύ, κατέχοντας πάνω από δώδεκα χώρες, ενώ εμπλέκονταν σε σφοδρές μάχες στη Ρωσία και τη Βόρειο Αφρική. Μια πισώπλατη μαχαιριά στην Κρήτη ενδεχομένως να οδηγούσε στην καταστροφή. Ούτως ή άλλως ο Χασάπης έπρεπε να επαναφέρει την τάξη το συντομότερο. Όσο περισσότερο κρατούσε η εξαφάνιση του στρατηγού, τόσο πιο αδύναμος και ευάλωτος φαινόταν ο Χασάπης – στους εχθρούς του, αλλά και στους δικούς του. Έτσι λοιπόν εκείνο το μεσημέρι του πρώτου πρωινού ο Χασάπης κατέστρωσε ένα σχέδιο για να τους παγιδέψει. Τα αεροσκάφη του απογειώθηκαν κι άρχισαν να ρίχνουν φυλλάδια πάνω από το Ηράκλειο, την παράκτια πόλη που θα γινόταν πρωτεύουσα της Κρήτης: ΕΑΝ Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΔΕΝ ΓΥΡΙΣΕΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΤΡΕΙΣ ΗΜΕΡΕΣ, ΟΛΑ ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΘΑ ΚΑΟΥΝ ΣΥΘΕΜΕΛΛΑ. ΟΙ ΠΟΛΙΤΕΣ ΘΑ ΥΠΟΣΤΟΥΝ ΤΑ ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΑ ΑΝΤΙΠΟΙΝΑ.
Ο χρόνος κυλούσε. Ο Χασάπης είχε πολλούς γενναίους στρατιώτες, μα χρειαζόταν τρομαγμένους πολίτες. Να δούμε μέχρι πού θα φτάσουν αυτοί οι συμμορίτες, όταν όλοι στο νησί στραφούν εναντίον τους. Ο Κρις Γουάιτ τράβηξε τα κλαδιά των θάμνων και έδειξε κάτι. Στο χώμα φάνηκε ένα σχεδόν αόρατο μονοπάτι κάτω από τις βατομουριές. Όχι τίποτα σπουδαίο, αλλά ό,τι καλύτερο είχαμε δει μέχρι στιγμής. «Αποδώ πήγαν», είπε ο Κρις. «Πάμε».