Gabor Mate - Όταν το σώμα λέει όχι

Page 1

Ελπίζω

Όταν το σώμα λέει όχι θα βοηθήσει τους ανθρώ-

πους να ευθυγραμμιστούν με την εσωτερική σοφία που όλοι διαθέτουμε.

Μερικά από τα περιστατικά που αναφέρονται ως παραδείγματα στο βιβλίο

είναι από δημοσιευμένες βιογραφίες ή αυτοβιογραφίες διάσημων προσώπων. Τα

περισσότερα όμως προέρχονται από την κλινική εμπειρία μου ή από συζητήσεις

που μαγνητοφώνησα με ανθρώπους που συμφώνησαν να τους πάρω συνέντευξη

και να χρησιμοποιήσω τα λόγια τους σχετικά με την ιατρική ή την προσωπική

ιστορία τους. Για λόγους ιδιωτικότητας, άλλαξα τα ονόματα (και τις συνθήκες σε μερικές περιπτώσεις).

Για

να μη

γίνει το βιβλίο υπερβολικά ακαδημαϊκό για τον απλό αναγνώστη, έχω χρησιμοποιήσει σημειώσεις όπου ήταν απαραίτητο. Οι σημειώσεις βρίσκονται στο τέλος του βιβλίου.

Τα πλάγια γράμματα είναι δικά μου, εκτός αν σημειώνεται κάτι διαφορετικό.

Τα σχόλιά σας είναι ευπρόσδεκτα στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο: gmate@telus.net.

- 13ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ Όσοι
αυτό ξεκινάει στην πρώτη σελίδα με την πρώτη περίπτωση
Όπως
Γουόλτερ Κάνον,
στο σώμα
αναζητούν εδώ ένα μήνυμα που να αφορά τη θεραπεία, το μήνυμα
του ασθενούς που αναλύω.
είχε πει ο σημαντικός φυσιολόγος
υπάρχει σοφία μέσα
μας.
ότι το βιβλίο

Η ΜEΡΙ, ΜΙ Ά Κ Ά Ν ΆΔΗ Λ Ι ΓΟ ΜΕΤΆ ΤΆ 40, ήταν μικροκαμωμένη και ευγενική, με μια ευλάβεια στη συμπεριφορά της. Ήταν ασθενής μου οκτώ χρόνια, μαζί με

τον σύζυγο και τα τρία τους παιδιά. Υπήρχε μια συστολή στο χαμόγελό της, σαν

να επέκρινε λίγο τον εαυτό της. Γελούσε εύκολα. Όταν το υπέροχα νεανικό της

πρόσωπο φωτιζόταν, ήταν αδύνατο να μην ανταποκριθεί κανείς με καλοσύνη.

Άκόμη και σήμερα, όταν σκέφτομαι τη Μέρι, νιώθω μέσα μου μια ζεστασιά –

αλλά κι ένα σφίξιμο από τη θλίψη.

Με τη Μέρι δεν είχαμε μιλήσει πολύ μέχρι τη στιγμή που έκαναν την εμφά-

νισή τους τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας που θα της κόστιζε τη ζωή. Η

αρχή έγινε με έναν πολύ αθώο τρόπο: τρύπησε την άκρη ενός από τα δάχτυλά

της με μια βελόνα του ραψίματος και η πληγή δεν έλεγε να κλείσει για μήνες.

Το πρόβλημα αποδείχτηκε ότι ήταν το σύνδρομο Ρεϊνό, κατά το οποίο οι μικρές

αρτηρίες που τροφοδοτούν τα δάχτυλα με αίμα στενεύουν και, κατά συνέπεια, δεν οξυγονώνονται οι ιστοί. Μπορεί να καταλήξει σε γάγγραινα, και δυστυχώς

αυτό συνέβη στη Μέρι. Παρά το γεγονός ότι μπήκε μερικές φορές στο νοσοκομείο για χειρουργικές επεμβάσεις, μέσα σε ένα χρόνο είχε φτάσει στο σημείο να

παρακαλεί για ακρωτηριασμό προκειμένου να απαλλαγεί από τον πολύ έντονο

πόνο στο δάχτυλο. Όταν η επιθυμία της πραγματοποιήθηκε, η ασθένεια ήταν

πλέον ανεξέλεγκτη και ούτε τα πιο δυνατά παυσίπονα δεν μπορούσαν να τη

βοηθήσουν να αντέξει τον συνεχόμενο πόνο.

- 14 -
1 Το Τρίγωνο των Βερμούδων

Το σύνδρομο Ρεϊνό μπορεί να κάνει την εμφάνισή του ανεξάρτητα ή και σε συνδυασμό με άλλες παθήσεις. Οι καπνιστές διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, και η Μέρι κάπνιζε πάρα πολύ από τα εφηβικά της χρόνια. Είχα την ελπίδα ότι, αν έκοβε το κάπνισμα, θα επανερχόταν η φυσιολογική ροή του αίματος στα δάχτυλά της. Το προσπάθησε πολλές φορές και τελικά τα κατάφερε. Δυστυχώς όμως, το σύνδρομο Ρεϊνό ήταν ο προάγγελος μιας πολύ χειρότερης ασθένειας: η Μέρι

διαγνώστηκε με σκληρόδερμα, που είναι μία από τις αυτοάνοσες παθήσεις, όπως

η ρευματοειδής αρθρίτιδα, η ελκώδης κολίτιδα, ο συστηματικός ερυθηματώδης

λύκος (SLE) και πολλές ακόμη που δεν κατηγοριοποιούνται πάντα στα αυτοάνο-

σα ως προς την προέλευσή τους, όπως για παράδειγμα ο διαβήτης, η σκλήρυνση

κατά πλάκας και πιθανότατα η νόσος Άλτσχάιμερ. Το κοινό τους χαρακτηριστικό

είναι ότι το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στο σώμα προκαλώντας

βλάβες στις αρθρώσεις, στον συνδετικό ιστό ή και σχεδόν σε κάθε όργανο, όπως

στα μάτια, στα νεύρα, στο δέρμα, στα έντερα, στο συκώτι ή στον εγκέφαλο. Όσον

αφορά το σκληρόδερμα (από τις ελληνικές λέξεις «σκληρό δέρμα»), η αυτοκτονι-

κή επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος έχει ως αποτέλεσμα να σκληραίνει

το δέρμα, ο οισοφάγος, η καρδιά και οι ιστοί στους πνεύμονες και αλλού.

Τι προκαλεί αυτό τον εμφύλιο πόλεμο μέσα στο σώμα;

Τα ιατρικά εγχειρίδια αναλύουν τις παθήσεις αποκλειστικά από βιολογικής

άποψης. Σε ελάχιστες, μεμονωμένες περιπτώσεις ενοχοποιούνται οι τοξίνες, αλλά ως επί το πλείστον πιστεύεται ότι τον πιο σημαντικό ρόλο παίζει η γενετική προδιάθεση. Η ιατρική πρακτική αντανακλά αυτή την άποψη, που περιορίζεται στην αντιμετώπιση των σωματικών συμπτωμάτων. Ούτε οι εξειδικευμένοι

γιατροί ούτε εγώ ως οικογενειακός της γιατρός δεν σκεφτήκαμε ποτέ να λάβουμε υπόψη τι άλλο από τις συγκεκριμένες εμπειρίες της Μέρι θα μπορούσε να

έχει παίξει ρόλο στην ασθένειά της. Κανένας μας δεν εξέφρασε την περιέργεια

να μάθει ποια ήταν η ψυχολογική της κατάσταση πριν από την εμφάνιση της

νόσου ή πώς η ψυχολογική της κατάσταση επηρέασε την εξέλιξη και το τελικό

αποτέλεσμα. Άπλώς αντιμετωπίζαμε καθένα από τα σωματικά της συμπτώματα

με το που έκαναν την εμφάνισή τους: της δίναμε φάρμακα για τις φλεγμονές

και τον πόνο, κάναμε επεμβάσεις για να αφαιρεθεί ο ιστός που είχε γάγγραινα

και για να βελτιώσουμε την κυκλοφορία του αίματος, και φυσικοθεραπεία για

να ανακτήσει την κινητικότητα.

Η διαίσθησή μου, όμως, μου έλεγε ότι η Μέρι είχε την ανάγκη να μιλήσει και να

ακουστεί. Κι έτσι μια μέρα, σχεδόν αυθόρμητα, την προσκάλεσα για να κάνουμε ένα

- 15ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ

ραντεβού μιας ώρας, ώστε να της δώσω την ευκαιρία να μου μιλήσει για τον εαυτό

της και τη ζωή της. Όταν άρχισε να μιλάει, ήταν μια αποκάλυψη για μένα. Πίσω

από την ταπεινή και άτολμη συμπεριφορά της κρυβόταν ένας τεράστιος όγκος από

απωθημένα συναισθήματα. Η Μέρι είχε υποστεί κακοποίηση όταν ήταν παιδί, είχε

βιώσει την εγκατάλειψη, πήγαινε από το ένα σπίτι στο άλλο σε ανάδοχους γονείς.

Θυμόταν να είναι κουλουριασμένη στη σοφίτα όταν ήταν επτά ετών, έχοντας στην

αγκαλιά της τις μικρότερες 7 αδελφές της, ενώ οι μεθυσμένοι θετοί γονείς της τσα-

κώνονταν και φώναζαν μέσα στο σπίτι. «Ήμουν συνέχεια φοβισμένη», μου είπε, «αλλά ως επτάχρονο παιδάκι έπρεπε να προστατεύσω τις αδελφές μου. Εμένα δεν

με προστάτευε κανένας». Δεν είχε ποτέ στο παρελθόν αποκαλύψει αυτά τα τραύ-

ματα, ούτε καν στον άντρα της, με τον οποίο ήταν παντρεμένη είκοσι χρόνια. Είχε

μάθει να μην εκφράζει τα συναισθήματά της. δεν τα εξέφραζε για κανένα θέμα

και σε κανέναν άνθρωπο, ούτε καν στον εαυτό της. Άν εκφραζόταν ανοιχτά, αν

έδειχνε ότι ήταν ευάλωτη και αμφισβητούσε οτιδήποτε όταν ήταν παιδάκι, αυτό

θα την έθετε σε κίνδυνο. Η ασφάλειά της εξαρτιόταν από το να λαμβάνει υπόψη

τα συναισθήματα των άλλων, ποτέ τα δικά της. Ήταν παγιδευμένη στον ρόλο που

της είχαν επιβάλει όταν ήταν μικρή, δεν είχε καθόλου επίγνωση ότι και η ίδια είχε το δικαίωμα να τη φροντίζουν, να την ακούν, ότι κι εκείνη άξιζε να την προσέχουν.

Η Μέρι περιέγραψε τον εαυτό της ως άνθρωπο που δεν μπορεί να πει «όχι», που αναλάμβανε ψυχαναγκαστικά την ευθύνη για τις ανάγκες των άλλων. Άκόμη

και όταν χειροτέρευε η ασθένειά της, εκείνη εξακολουθούσε να ασχολείται πάνω

απ’ όλα με τις ανάγκες του άντρα της και των σχεδόν ενήλικων παιδιών της. Μή-

πως το σκληρόδερμα ήταν ο τρόπος που βρήκε το σώμα της για να της πει ότι δεν

αντέχει άλλο την προσήλωσή της στο καθήκον απέναντι σε όλους;

Ίσως το σώμα της έκανε αυτό που δεν μπορούσε να κάνει το μυαλό της: προσπαθούσε να απαλλαχθεί από την αμείλικτη προοπτική που της είχε επιβληθεί

πρώτα από τους άλλους όταν ήταν παιδί και τώρα την επέβαλλε η ίδια στον εαυτό

της ως ενήλικη – να βάζει πάντα τους άλλους πάνω από την ίδια. Άυτό υποστή-

ριξα όταν έγραψα για τη Μέρι στο πρώτο μου ιατρικό άρθρο στην εφημερίδα The Globe and Mail, το 1993. «Όταν δεν μας επιτρέπεται να μάθουμε να λέμε “όχι”», έγραφα τότε, «μπορεί τελικά να το πει το σώμα μας αντί για εμάς». Παρέθεσα

επίσης μερικά ιατρικά κείμενα που πραγματεύονταν την αρνητική συνέπεια του στρες στο ανοσοποιητικό σύστημα.

Μερικοί γιατροί απεχθάνονται την άποψη ότι ο τρόπος που ο άνθρωποι

διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους μπορεί να αποτελέσει την αιτία για το

- 16GABOR MAT É

σκληρόδερμα ή άλλες χρόνιες παθήσεις. Μια ρευματολόγος που εργαζόταν σε

μεγάλο καναδικό νοσοκομείο έστειλε μια ιδιαίτερα καυστική επιστολή στον εκδότη, αποδοκιμάζοντας τόσο το άρθρο μου όσο και την εφημερίδα, που δέχτηκε

να το δημοσιεύσει. Με κατηγορούσε ότι δεν έχω αρκετή πείρα και ότι δεν είχα

κάνει καθόλου έρευνα πριν γράψω.

Δεν με εντυπωσίασε το γεγονός ότι μια ειδικός απέρριπτε τη σύνδεση μεταξύ

σώματος και μυαλού. Ο δυϊσμός –το να διαχωρίζουμε στα δύο αυτό που είναι

ένα– επηρεάζει τις απόψεις μας σχετικά με την ασθένεια και την υγεία. Επιχει-

ρούμε να καταλάβουμε το σώμα ανεξάρτητα από το μυαλό. Περιγράφουμε τους

ανθρώπους –υγιείς ή όχι– σαν να μην επηρεάζονται από το περιβάλλον μέσα στο

οποίο εξελίσσονται, ζουν, εργάζονται, παίζουν, αγαπούν και πεθαίνουν. Άυτές

οι κρυμμένες προκαταλήψεις είναι ενσωματωμένες στην κλασική ιατρική και οι περισσότεροι γιατροί τις μαθαίνουν κατά τη διάρκεια των σπουδών τους και στη συνέχεια τις μεταφέρουν στην πράξη όταν ασκούν την ιατρική.

Σε αντίθεση με πολλά άλλα επιστημονικά πεδία, η ιατρική δεν έχει ακόμη εμπεδώσει ένα σημαντικό μάθημα που προκύπτει από τη θεωρία της σχετικότη-

τας του Άϊνστάιν: ότι η θέση του παρατηρητή επηρεάζει το φαινόμενο υπό παρατήρηση, όπως και τα αποτελέσματα της παρατήρησης. Οι υποθέσεις που κάνει ένας επιστήμονας, χωρίς να τις διερευνήσει, προσδιορίζουν και συνάμα περιορίζουν αυτό που τελικά θα ανακαλύψει, όπως τόνισε ο πρωτοπόρος Τσεχοκαναδός ερευνητής του στρες Χανς Σέλιε: «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται πλήρως σε ποιον βαθμό το πνεύμα της επιστημονικής έρευνας και τα μαθήματα που παίρνουμε από αυτήν εξαρτώνται από την προσωπική οπτική εκείνου που διεξάγει την έρευνα» έγραψε στο βιβλίο του The Stress of Life (Το στρες της ζωής). «Σε μια εποχή που δίνει τόση βαρύτητα στην επιστήμη και στους επιστήμονες, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό το τόσο σημαντικό στοιχείο».1

Με αυτή την τόσο ειλικρινή και αποκαλυπτική εκτίμησή του ο Σέλιε, που ήταν

γιατρός και ο ίδιος, εξέφρασε μια αλήθεια που ακόμη και σήμερα, αρκετά χρόνια

αργότερα, ελάχιστοι άνθρωποι την αντιλαμβάνονται.

Όσο περισσότερο εξειδικεύονται οι γιατροί, τόσο περισσότερα γνωρίζουν για

ένα συγκεκριμένο μέλος του σώματος ή ένα όργανο, και τόσο λιγότερα αντιλαμ-

βάνονται για τον άνθρωπο στον οποίο ανήκει αυτό το μέλος ή το όργανο. Σχεδόν

όλοι οι άνθρωποι στους οποίους πήρα συνέντευξη για να γράψω αυτό το βιβλίο

ανέφεραν ότι ούτε ο εξειδικευμένος γιατρός που τους παρακολουθούσε ούτε ο

οικογενειακός γιατρός τούς ζήτησε ποτέ να διερευνήσουν το προσωπικό, εντελώς

- 17ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ

υποκειμενικό περιεχόμενο της ζωής τους. Άντιθέτως, ένιωθαν ότι οι γιατροί τούς

αποθάρρυναν από το να κάνουν τέτοιες συζητήσεις κατά τις συναντήσεις τους.

Όταν συζήτησα για τους ίδιους ασθενείς με συναδέλφους μου γιατρούς που ήταν

εξειδικευμένοι σε έναν τομέα, συνειδητοποίησα ότι ακόμη και όταν έβλεπαν έναν

ασθενή για πολλά χρόνια, οι γιατροί δεν είχαν ιδέα για τη ζωή και τις εμπειρίες του, πέρα από τα περιορισμένα όρια της ασθένειάς του.

Έτσι, ξεκίνησα να γράφω αυτό το βιβλίο για την επίπτωση του στρες στην

υγεία, και ειδικότερα του κρυφού στρες που όλοι έχουμε, το οποίο πηγάζει από

τα παιδικά μας χρόνια˙ πρόκειται για ένα μοτίβο τόσο βαθιά ριζωμένο μέσα μας

και τόσο ανεπαίσθητο, που πλέον φαίνεται να έχει γίνει αναπόσπαστο κομμά-

τι του εαυτού μας. Παρόλο που παραθέτω πολλές επιστημονικές πηγές, όσες

τουλάχιστον χρειάζονται για ένα κείμενο που είναι γραμμένο με στόχο να έχει

απήχηση στο ευρύ κοινό και όχι στους ειδικούς, το επίκεντρο του βιβλίου –για

μένα τουλάχιστον– είναι οι μεμονωμένες ατομικές ιστορίες που μοιράζομαι με

τους αναγνώστες. Γνωρίζω, βέβαια, ότι αυτές οι ιστορίες δεν θα είναι καθόλου

πειστικές για εκείνους που θεωρούν ότι αυτού του είδους οι αποδείξεις «δεν

είναι τεκμηριωμένες».

Μόνο ένας Λουδίτης θα μπορούσε να αρνηθεί ότι η επιμελής εφαρμογή των

επιστημονικών μεθόδων έχει προσφέρει τεράστιο όφελος στην ανθρωπότητα.

Άλλά δεν είναι δυνατόν και να επαληθευτούν όλες οι απαραίτητες πληροφορίες

στο εργαστήριο ή με τη στατιστική ανάλυση. Δεν μπορεί η παραμικρή πλευρά

μιας ασθένειας να αναλυθεί ως δεδομένο που επαληθεύεται με διπλά τυφλές

έρευνες και με τις πιο αυστηρά επιστημονικές μεθόδους. «Η ιατρική είναι σε

θέση να μας πει τόσα πράγματα για την ουσιαστική διαδικασία της θεραπείας,

για την οδύνη και τον θάνατο, όσα μπορεί να μας πει η χημική ανάλυση για την

αισθητική αξία της κεραμικής τέχνης» έγραψε ο Ιβάν Ίλιτς στο βιβλίο του Περιορισμοί στην ιατρική. Πράγματι, περιορίζουμε τον εαυτό μας σε πολύ στενά πλαίσια αν δεν αποδεχτούμε τη συνεισφορά της ανθρώπινης εμπειρίας και γνώσης. Κάτι έχουμε χάσει. Το 1892 ο Καναδός Γουίλιαμ Όσλερ, ένας από τους καλύτερους γιατρούς όλων των εποχών, υποπτεύτηκε ότι η ρευματοειδής αρθρίτιδα –μια

πάθηση που συνδέεται με το σκληρόδερμα– είναι μια διαταραχή που σχετίζεται

άμεσα με το στρες. Σήμερα η ρευματολογία εξακολουθεί να μη λαμβάνει υπόψη τη

σοφία αυτή, παρά το γεγονός ότι έχουν προκύψει πολλές επιστημονικές αποδεί-

ξεις που ενισχύουν αυτή την άποψη μέσα στα 130 χρόνια που πέρασαν από τότε

που ο Όσλερ πρωτοδημοσίευσε το κείμενό του. Σε αυτό το σημείο έχει καταντήσει

- 18GABOR MAT É

η ιατρική πρακτική λόγω της στενόμυαλης επιστημονικής προσέγγισης. Έχουμε

αναγάγει τη σύγχρονη επιστήμη σε τελικό κριτή που θα εκφράσει άποψη για όλα

όσα μάς κάνουν να υποφέρουμε, και με αυτό τον τρόπο έχουμε βιαστεί να απορ-

ρίψουμε τη γνώση που απορρέει από το παρελθόν.

Όπως έχει τονίσει ο Άμερικανός ψυχολόγος Ρος Μπακ, μέχρι την έλευση της

σύγχρονης ιατρικής τεχνολογίας και της επιστημονικής φαρμακολογίας, παραδο-

σιακά οι γιατροί έπρεπε να βασίζονται στο «πλασέμπο». Έπρεπε να εμπνέουν κα-

θέναν από τους ασθενείς τους ώστε να πιστέψει στην εσωτερική του ικανότητα να

θεραπεύσει ο ίδιος τον εαυτό του. Για να είναι αποτελεσματικός, ο γιατρός όφειλε

να ακούει τον ασθενή, να αναπτύσσει μια σχέση μαζί του και έπρεπε επίσης να

εμπιστεύεται το ένστικτό του. Άυτές τις αξίες έχουν χάσει οι γιατροί σήμερα που βα-

σιζόμαστε σχεδόν αποκλειστικά στις «αντικειμενικές» μετρήσεις, στις διαγνωστικές

μεθόδους που εξαρτώνται από την τεχνολογία και στις «επιστημονικές» θεραπείες.

Επομένως, δεν μου έκανε εντύπωση η μομφή που δέχτηκα από τη ρευματολόγο. Πιο πολύ εντυπωσιάστηκα από μια άλλη επιστολή στον εκδότη, η οποία έφτασε λίγες μέρες αργότερα –και αυτή τη φορά ήταν υποστηρικτική– από τον Νοέλ Μπ. Χέρσφιλντ, καθηγητή Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Κάλγκαρι: «Η νέα ειδικότητα της ψυχονευροανοσολογίας έχει πλέον εξελιχτεί σε σημείο να διαθέτει

αδιάσειστα στοιχεία, που τα υποστηρίζουν επιστήμονες από πολλές διαφορετικές

ειδικότητες, τα οποία αποδεικνύουν ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ του εγκεφάλου και του ανοσοποιητικού συστήματος. (…) Η συναισθηματική κατάσταση

ενός ατόμου, όπως και η αντίδρασή του στο συνεχόμενο στρες, μπορεί πράγματι

να αποτελούν αιτίες για τις πολλές ασθένειες που αντιμετωπίζει η ιατρική, των

οποίων όμως [η αιτία] δεν είναι ακόμη γνωστή – ασθένειες όπως το σκληρό-

δερμα και η πλειονότητα των ρευματοπαθειών, οι φλεγμονώδεις διαταραχές του εντέρου, ο διαβήτης, η σκλήρυνση κατά πλάκας και δεκάδες άλλες παθήσεις που αντιμετωπίζονται από κάθε ιατρική ειδικότητα…»

Η εντυπωσιακή αποκάλυψη αυτής της επιστολής ήταν η ύπαρξη μιας νέας

ειδικότητας στην ιατρική. Τι είναι η ψυχονευροανοσολογία; Άπ’ ό,τι έμαθα, πρό-

κειται στην ουσία για την επιστήμη που ασχολείται με τις αλληλεπιδράσεις του

μυαλού και του σώματος, την αδιάρρηκτη ενότητα των συναισθημάτων και του

οργανισμού στην εξέλιξη του ανθρώπου, κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ζωής

του, όσον αφορά την υγεία και την ασθένεια. Ετούτη η υπερβολικά περίπλοκη

λέξη σημαίνει απλώς ότι αυτή η ειδικότητα μελετάει τους τρόπους με τους οποί-

ους η ψυχή –το μυαλό και το περιεχόμενό του σε συναισθήματα– αλληλεπιδρά

- 19ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ

σε βάθος με το νευρικό σύστημα του σώματος, και πώς, στη συνέχεια, και τα δύο

δημιουργούν τη σύνδεση με το ανοσοποιητικό μας. Μερικοί αποκαλούν αυτή

την καινούρια ειδικότητα ψυχονευροανοσοενδοκρινολογία, για να υποδηλώσουν

ότι το ενδοκρινικό –ή ορμονικό– σύστημα αποτελεί επίσης μέρος του συστή-

ματος με το οποίο ανταποκρίνεται ολόκληρο το σώμα μας. Καινοτόμες μελέτες

αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι συνδέσεις λειτουργούν μέχρι και

στο κυτταρικό επίπεδο. Άνακαλύπτουμε την επιστημονική βάση αυτών που ήδη

γνωρίζαμε παλιότερα αλλά, δυστυχώς, τα έχουμε ξεχάσει.

Άνά

τους αιώνες, πολλοί γιατροί έφτασαν στο σημείο να αντιληφθούν ότι τα

συναισθήματα παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόκληση ασθενειών ή στην

επανάκτηση της υγείας. Έκαναν έρευνες, έγραψαν βιβλία και αμφισβήτησαν την

επικρατούσα ιατρική ιδεολογία, αλλά κατ’ επανάληψη οι απόψεις τους, οι έρευνες και οι γνώσεις που απέκτησαν στην πορεία εξαφανίστηκαν σε ένα είδος ιατρικού Τριγώνου των Βερμούδων. Η κατανόηση της σύνδεσης μυαλού-σώματος που είχε επιτευχθεί από προηγούμενες γενιές γιατρών και επιστημόνων εξαφανίστηκε χωρίς να αφήσει πίσω τα ίχνη της, λες και δεν υπήρξε ποτέ.

Τον Άύγουστο του 1985 ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στο New England Journal of Medicine δήλωνε με υπερβολική βεβαιότητα ότι «ήρθε η ώρα να παραδεχτούμε ότι η άποψη πως η ασθένεια αντανακλά άμεσα την ψυχολογική κατάσταση είναι μια ανούσια δοξασία».2

Τέτοιου είδους απορριπτικές απόψεις είναι πλέον αβάσιμες. Η ψυχονευροανοσολογία, η νέα επιστήμη που ανέφερε ο Δρ. Χέρσφιλντ στην επιστολή του στην

εφημερίδα The Globe and Mail, είναι πλέον απολύτως αποδεκτή, παρόλο που

χρειάζεται χρόνος μέχρι να εμποτιστεί η ιατρική πρακτική από τις γνώσεις που μας προσφέρει αυτός ο νέος επιστημονικός κλάδος.

Μια γρήγορη αναζήτηση σε ιατρικές βιβλιοθήκες ή στο διαδίκτυο αρκεί για να δει κανείς ότι κυκλοφορούν πλέον όλο και περισσότερα ερευνητικά κείμενα, άρθρα σε περιοδικές εκδόσεις και βιβλία που πραγματεύονται τα νέα δεδομένα. Οι πληροφορίες έχουν σήμερα διαδοθεί σε πολύ κόσμο μέσα από δημοφιλή βιβλία και περιοδικά. Ο απλός κόσμος έχει προχωρήσει με πολλούς

τρόπους μπροστά από τους επαγγελματίες και είναι λιγότερο προσκολλη -

μένος στις παλιές πεποιθήσεις, διότι το βρίσκει λιγότερο απειλητικό να αποδεχτεί ότι δεν μπορούμε τόσο εύκολα να διαχωριστούμε σε κομμάτια και ότι

ολόκληρος ο θαυμαστός ανθρώπινος οργανισμός είναι πολύ περισσότερα από το άθροισμα των μερών από τα οποία αποτελείται. Το ανοσοποιητικό μας σύ-

- 20GABOR MAT É

στημα δεν είναι αυτόνομο, επηρεάζεται από τις καθημερινές μας εμπειρίες.

Για παράδειγμα, η άμυνα του οργανισμού, που λειτουργεί κατά κανόνα στους

νέους υγιείς ανθρώπους, έχει αποδειχτεί ότι υπολειτουργεί στους φοιτητές ιατρι-

κής όταν τους πιέζει το άγχος των τελικών εξετάσεων. Μάλιστα, οι πιο μοναχικοί φοιτητές είχαν τον μεγαλύτερο αρνητικό αντίκτυπο στο ανοσοποιητικό τους, γεγονός που επηρεάζει περισσότερο τη μελλοντική κατάσταση της υγείας και

της ευεξίας τους. Επίσης, η μοναξιά συσχετίστηκε με τη μειωμένη λειτουργία του

ανοσοποιητικού σε μια ομάδα ψυχιατρικών ασθενών που νοσηλεύονταν. Άκόμη

και αν δεν υπήρχαν περαιτέρω ερευνητικά δεδομένα –αν και υπάρχει πληθώ-

ρα–, θα έπρεπε κανείς να λάβει υπόψη τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα του

χρόνιου στρες. Η πίεση των εξετάσεων είναι βραχυπρόθεσμα προφανής, αλλά

πολλοί άνθρωποι ζουν ολόκληρη τη ζωή τους, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, λες και υπάρχει ένας αυστηρός και επικριτικός εξεταστής τον οποίο πρέπει να

ικανοποιήσουν με κάθε κόστος. Πολλοί από εμάς ζούμε είτε μόνοι είτε μέσα σε σχέσεις συναισθηματικά ανεπαρκείς, που δεν αναγνωρίζουν ή δεν σέβονται

τις βαθύτερες ανάγκες μας. Η απομόνωση και το στρες επηρεάζουν πολλούς

ανθρώπους που πιστεύουν ότι η ζωή τους είναι αρκετά ικανοποιητική.

Πώς μπορεί το στρες να μεταλλαχθεί σε ασθένεια; Το στρες είναι ένα περίπλοκο συνονθύλευμα από σωματικές και βιοχημικές αντιδράσεις σε έντονα συναισθηματικά ερεθίσματα. Άπό πλευράς φυσιολογίας, τα συναισθήματα είναι ηλεκτρικές, χημικές και ορμονικές αντιδράσεις του ανθρώπινου νευρικού συστήματος. Τα συναισθήματα επηρεάζουν –και επηρεάζονται από– τη λειτουργία των πιο σημαντικών μας οργάνων, την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού και τη δράση των –πολλών–βιολογικών ουσιών που κυκλοφορούν στον οργανισμό και επηρεάζουν τη σωμα-

τική λειτουργία. Όταν απωθούμε τα συναισθήματα, όπως αναγκάστηκε να κάνει η Μέρι κατά την παιδική της ηλικία αναζητώντας ασφάλεια, ο περιορισμός

αφοπλίζει την άμυνα του οργανισμού απέναντι στις ασθένειες. Η απώθηση –η

αποσύνδεση των συναισθημάτων από το συνειδητό επίπεδο και η μετατόπισή τους στο ασυνείδητο– αποσυντονίζει και μπερδεύει την άμυνα του οργανισμού, σε βαθμό που η άμυνα σε πολλούς ανθρώπους καταλήγει να παίρνει τον λανθασμένο δρόμο καταστρέφοντας την υγεία, αντί να την προστατεύει.

Κατά τη διάρκεια των επτά χρόνων που εργαζόμουν ως ιατρικός συντονιστής

στη Μονάδα Παρηγορητικής Φροντίδας στο νοσοκομείο του Βανκούβερ είδα

πολλούς ασθενείς με χρόνιες παθήσεις, των οποίων οι συναισθηματικές ιστορίες

έμοιαζαν πολύ με αυτήν της Μέρι. Οι άνθρωποι που έρχονταν σε εμάς για παρη-

- 21ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ

γορητική φροντίδα αντιμετώπιζαν και διαχειρίζονταν με πολύ παρόμοιους τρό-

πους τις ασθένειές τους, οι οποίες ήταν είτε διάφοροι καρκίνοι είτε εκφυλιστικές

νευρολογικές παθήσεις όπως η αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση (ALS, επίσης

γνωστή στη Βόρεια Άμερική ως νόσος του Λου Γκέριγκ, η οποία πήρε το όνομά

της από τον διάσημο Άμερικανό παίκτη του μπέιζμπολ που πέθανε από αυτήν, ενώ στη Μεγάλη Βρετανία είναι γνωστή ως νόσος του κινητικού νευρώνα).* Στο

ιδιωτικό μου ιατρείο ως οικογενειακός γιατρός παρατήρησα τα ίδια μοτίβα σε αν-

θρώπους με σκλήρυνση κατά πλάκας, φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου όπως

η ελκώδης κολίτιδα και η νόσος του Κρον, σύνδρομο χρόνιας κόπωσης, αυτοάνοσες διαταραχές, ινομυαλγία, ημικρανία, δερματικές παθήσεις, ενδομητρίωση

και πολλές άλλες παθήσεις. Σχεδόν κανένας από τους ασθενείς μου με σοβαρές

παθήσεις δεν είχε μάθει ποτέ να λέει «όχι» σε σημαντικούς τομείς της ζωής του.

Άκόμη και όταν μερικών ανθρώπων η προσωπικότητα και οι συνθήκες της ζωής

τους ήταν φαινομενικά εντελώς διαφορετικές από της Μέρι, στην επιφάνεια τουλάχιστον, από κάτω κρυβόταν πάντα η συναισθηματική απώθηση.

Είχα έναν ασθενή σε τελικό στάδιο, ο οποίος ήταν μεσήλικας, διευθύνων σύμβουλος μιας εταιρείας που εμπορευόταν χόνδρο καρχαρία ως θεραπευτικό συμπλήρωμα για την αντιμετώπιση για τον καρκίνο. Όταν ήρθε στη μονάδα όπου εργαζόμουν, είχε πολύ πρόσφατα διαγνωστεί με καρκίνο, ο οποίος όμως είχε ήδη κάνει μετάσταση σε όλο του το σώμα. Συνέχισε να καταναλώνει χόνδρο από καρχαρία σχεδόν μέχρι την ημέρα που πέθανε, όχι όμως επειδή πίστευε ότι ήταν αποτελεσματικός. Μύριζε απαίσια –μια δυσοσμία φρικτή, που σου ερχόταν ακόμη και σε αρκετή απόσταση– και φανταζόμουν πόσο χάλια θα ήταν η γεύση του. «Τον απεχθάνομαι», μου είπε, «αλλά ο συνεταίρος μου θα απογοητευόταν πολύ αν σταματούσα να τον τρώω». Τον έπεισα ότι είχε κάθε δικαίωμα να ζήσει τις τελευταίες του μέρες χωρίς να νιώθει υπεύθυνος για την απογοήτευση κάποιου άλλου.

Η πιθανότητα ότι ο τρόπος που έχουν μάθει οι άνθρωποι να ζουν τη ζωή τους

μπορεί και να σχετίζεται με την ασθένειά τους είναι ένα ευαίσθητο θέμα. Η σύνδεση της συμπεριφοράς και της επακόλουθης νόσου είναι προφανής για όλους

σε περιπτώσεις όπως, για παράδειγμα, το κάπνισμα και ο καρκίνος του πνεύμονα – με εξαίρεση ίσως τα υψηλόβαθμα στελέχη της βιομηχανίας καπνού. Άλλά μια τέτοια σύνδεση είναι πολύ πιο δύσκολο να αποδειχτεί όταν μιλάμε για τα

* Στους πιο γνωστούς ασθενείς της συγκεκριμένης νόσου συγκαταλέγονται ο βραβευμένος φυσικός Στίβεν Χόκινγκ, ο ιστορικός Τόνι Τζαντ, ο κιθαρίστας Τζέισον Μπέκερ και άλλοι. [Σ.τ.Ε.]

- 22GABOR MAT É

συναισθήματα και την εμφάνιση της σκλήρυνσης κατά πλάκας, του καρκίνου

του μαστού ή της αρθρίτιδας. Σαν να μην της φτάνει που αρρώστησε, η ασθενής

νιώθει ότι την κατηγορούν γι’ αυτό που είναι. «Γιατί γράφεις αυτό το βιβλίο;» μου

είπε μια καθηγήτρια πανεπιστημίου, 52 χρόνων, η οποία είχε κάνει θεραπεία για

καρκίνο του μαστού. Στη φωνή της αντιλήφθηκα ότι υπήρχε θυμός όταν μου είπε:

«Έχω καρκίνο λόγω των γονιδίων μου, όχι επειδή έκανα κάτι».

«Η

άποψη ότι η ασθένεια και ο θάνατος αποτελούν προσωπική αποτυχία είναι

ένας απολύτως ατυχής τρόπος να κατηγορεί κανείς το θύμα» τόνιζε η βασική

στήλη του New England Journal of Medicine το 1985. «Την ώρα που οι ασθενείς

φέρουν ήδη το βάρος της αρρώστιας, δεν θα έπρεπε να τους επιβαρύνουμε με το

να αναλάβουν την ευθύνη για το αποτέλεσμα».

Θα επανέλθουμε σε αυτό το δύσκολο ερώτημα, που αφορά το αν τελικά

κατηγορεί κανείς τον ασθενή ότι φταίει για κάτι. Εδώ θα αρκεστώ να σημειώσω

ότι το θέμα δεν είναι ούτε το φταίξιμο ούτε η αποτυχία. Άυτές οι λέξεις το μόνο

που κάνουν είναι να θολώνουν τα νερά. Όπως θα δούμε, το να κατηγορεί κανείς

NEJM συγχέει το φταίξιμο με την ευθύνη. Ενώ ο καθένας μας

φοβάται μην κατηγορηθεί ότι φταίει, όλοι μας θα θέλαμε να είμαστε πιο υπεύ -

θυνοι – δηλαδή να έχουμε την ικανότητα να ανταποκρινόμαστε υπεύθυνα και με

επίγνωση στις καταστάσεις της ζωής μας, αντί απλώς να αντιδράμε. Θέλουμε

να παίρνουμε εμείς τις αποφάσεις για τη ζωή μας: να διατηρούμε τον έλεγχο, να

έχουμε τη δυνατότητα να παίρνουμε τις αποφάσεις που μας επηρεάζουν. Δεν

υπάρχει πραγματική ευθύνη χωρίς επίγνωση. Μία από τις αδυναμίες της δυτικής ιατρικής είναι ότι έχουμε αναγάγει τον γιατρό σε αυθεντία, ενώ ο ασθενής

είναι πολύ συχνά εκείνος που απλώς υφίσταται μια αγωγή ή θεραπεία. Άφαι-

ρείται έτσι από τους ανθρώπους η ευκαιρία να είναι πραγματικά υπεύθυνοι.

Κανένας μας δεν φταίει αν υποκύψουμε σε μια ασθένεια ή στον θάνατο. Καθένας μπορεί να υποκύψει ανά πάσα στιγμή, αλλά όσο περισσότερα μπορούμε

να μάθουμε για τον εαυτό μας, τόσο λιγοστεύουν οι πιθανότητες να γίνουμε

παθητικά θύματα.

Πρέπει να δούμε τη σχέση του μυαλού και του σώματος, ώστε να μπορέσουμε

να καταλάβουμε τόσο την ασθένεια όσο και την υγεία. Ο Δρ. Ρόμπερτ Μόντερ,

από το ψυχιατρικό τμήμα του Πανεπιστημίου του Τορόντο, έχει γράψει για τη

σχέση μυαλού-σώματος στην ασθένεια. «Όταν προσπαθούμε να καταλάβουμε και

- 23ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ
εκείνον που υποφέρει –πέραν του ότι είναι ηθικά αδιανόητο– δεν έχει καμία
βάση. Το άρθρο του
επιστημονική

να απαντήσουμε στο ερώτημα που αφορά το στρες», μου είπε σε μια συνέντευξη, «είναι πιο πιθανό να οδηγηθούμε στην υγεία απ’ ό,τι αν αγνοήσουμε το ερώτημα».3 Στη διαδικασία της θεραπείας η παραμικρή πληροφορία, κάθε κομμάτι της

αλήθειας, μπορεί να είναι πάρα πολύ σημαντική. Άν υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ

των συναισθημάτων και του οργανισμού, το να μην ενημερώσει κανείς τους ανθρώπους γι’ αυτήν σημαίνει ότι τους στερεί τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν

ένα σημαντικό εργαλείο.

Και εδώ βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την ανεπάρκεια της γλώσσας. Μόνο και

μόνο με το να μιλάμε για τη σχέση μεταξύ μυαλού και σώματος είναι σαν να υπο-

νοούμε ότι δύο ξεχωριστές οντότητες συνδέονται με κάποιον τρόπο μεταξύ τους.

Στη ζωή όμως δεν υπάρχει τέτοιος διαχωρισμός˙ δεν υπάρχει σώμα που δεν είναι

μυαλό, δεν υπάρχει μυαλό που να μην είναι σώμα. Έχει προταθεί η λέξη μυαλοσώμα, για να αποδοθεί η πραγματική κατάσταση ως έχει.

Η θεωρία περί μυαλού-σώματος δεν είναι καν καινούρια στη Δύση. Σε έναν

από τους Διαλόγους του Πλάτωνα, ο Σωκράτης αναφέρεται στην κριτική που ασκεί ένας γιατρός από τη Θράκη στους Έλληνες συναδέλφους του: « Άυτός

είναι ο λόγος που η θεραπεία τόσο πολλών ασθενειών είναι άγνωστη στους Έλληνες γιατρούς˙ αγνοούν το όλον. Άυτό είναι το μεγαλύτερο λάθος της εποχής

μας όσον αφορά τη θεραπεία του ανθρώπινου σώματος, ότι οι γιατροί διαχωρίζουν το μυαλό από το σώμα».4 Δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε το μυαλό

Η συγγραφή του βιβλίου Όταν το σώμα λέει όχι επιβεβαιώνει πλήρως τις

απόψεις που είχα διατυπώσει για πρώτη φορά στο άρθρο μου σχετικά με το

σκληρόδερμα της Μέρι. Παράλληλα, έμαθα πολλά και εκτίμησα βαθύτατα το

έργο εκατοντάδων γιατρών, επιστημόνων, ψυχολόγων και ερευνητών που έχουν

χαρτογραφήσει το μέχρι πρότινος αχαρτογράφητο πεδίο του μυαλού-σώματος.

Η δουλειά μου γι’ αυτό το βιβλίο με βοήθησε επίσης να κάνω μια εσωτερική

διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους έχω απωθήσει τα δικά μου συναισθή-

ματα. Η αφορμή για το προσωπικό μου ταξίδι ήταν η απάντηση στο ερώτημα

που μου έθεσε ένας σύμβουλος ψυχικής υγείας στο British Columbia Cancer Agency, όπου είχα πάει για να ερευνήσω τον ρόλο της συναισθηματικής απώ-

θησης στον καρκίνο. Διαπίστωσα ότι πολλοί άνθρωποι με κακοήθεις όγκους

είχαν μια αυτόματη άρνηση του ψυχικού ή του σωματικού πόνου, αλλά και των

άβολων συναισθημάτων όπως είναι ο θυμός, η θλίψη ή η απόρριψη. «Τι σε συν-

GABOR MAT É - 24 -
– σχεδόν δυόμισι χιλιετίες πριν από
της
από το σώμα, είπε ο Σωκράτης
την έλευση
ψυχονευροανοσοενδοκρινολογίας!

δέει εσένα προσωπικά με το ζήτημα αυτό;» με ρώτησε ο σύμβουλος. «Τι σε ωθεί

να ερευνήσεις αυτό το συγκεκριμένο θέμα;»

Η ερώτησή του μου θύμισε ένα συμβάν πριν από επτά χρόνια. Ένα βράδυ

πήγα να δω την 76 χρόνων μητέρα μου στον οίκο ευγηρίας όπου διέμενε. Είχε

μυϊκή δυστροφία, μια κληρονομική νόσο που υπάρχει στην οικογένειά μας και

η οποία κάνει τους μυς να ατροφούν. Καθώς δεν μπορούσε πλέον ούτε να ση-

κωθεί χωρίς βοήθεια, δεν γινόταν να ζήσει στο σπίτι. Οι τρεις γιοι της και οι

οικογένειές μας την επισκεπτόμασταν συχνά μέχρι τον θάνατό της, ο οποίος

επήλθε μόλις είχα αρχίσει να γράφω αυτό το βιβλίο.

Κούτσαινα λίγο καθώς περπατούσα στον διάδρομο του οίκου ευγηρίας. Εκείνο

το πρωί είχα κάνει μια επέμβαση σε έναν σπασμένο χόνδρο στο γόνατό μου, απο-

τέλεσμα του γεγονότος ότι αγνοούσα αυτό που μου έλεγε το σώμα μου μέσω του

πόνου που με έπιανε κάθε φορά που έκανα τζόκινγκ σε τσιμέντο. Καθώς άνοιξα

την πόρτα του δωματίου της μητέρας μου, αυτομάτως περπάτησα κανονικά, με

έναν ανέμελο τρόπο, προς το κρεβάτι της για να τη χαιρετήσω. Η παρόρμησή

μου να κρύψω το ότι κουτσαίνω δεν ήταν συνειδητή – έκανα την κίνηση πριν καν

αποκτήσω επίγνωση του γεγονότος. Πολύ αργότερα αναρωτήθηκα τι ακριβώς με

ώθησε να κάνω κάτι που δεν χρειαζόταν – δεν χρειαζόταν διότι η μητέρα μου θα

αποδεχόταν, χωρίς να φοβηθεί, το ότι ο 51 ετών γιος της είχε ένα λίγο πονεμένο

γόνατο δώδεκα ώρες ύστερα από μια επέμβαση.

Τι είχε συμβεί λοιπόν; Η αυτόματη αντίδρασή μου να προστατεύσω τη μητέρα

μου από τον πόνο μου, ακόμη και σε μια εντελώς αθώα περίσταση, ήταν ένα αντα-

νακλαστικό βαθιά ριζωμένο μέσα μου, που δεν αφορούσε ουσιαστικά τις ανάγκες

κανενός από τους δυο μας εκείνη τη στιγμή. Άυτή η απώθηση ήταν μια ανάμνηση – η αναπαράσταση μιας διαδικασίας που είχε χαραχτεί στον αναπτυσσόμενο

εγκέφαλό μου όταν εγώ δεν μπορούσα με κανέναν τρόπο να έχω επίγνωση.

Είμαι και επιζών και παιδί της γενοκτονίας των ναζί – όταν ήμουν ενός έτους, έζησα το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου στη Βουδαπέστη υπό την κατοχή των

ναζί. Οι παππούδες μου από την πλευρά της μητέρας μου πέθαναν στο Άουσβιτς

όταν ήμουν πέντε μηνών˙ επίσης, η θεία μου είχε απελαθεί και δεν την ξαναείδα-

με ποτέ˙ και ο πατέρας μου βρισκόταν σε ένα τάγμα καταναγκαστικής εργασίας

στην υπηρεσία του γερμανικού και του ουγγρικού στρατού. Η μητέρα μου κι εγώ

μετά βίας επιζήσαμε τους μήνες που βρισκόμασταν στο γκέτο της Βουδαπέστης.

Έπρεπε να με αποχωριστεί μερικές εβδομάδες, γιατί ήταν ο μόνος τρόπος να με

σώσει από βέβαιο θάνατο λόγω ασιτίας ή ασθένειας. Δεν χρειάζεται και πολλή

- 25ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ

φαντασία για να καταλάβει κανείς ότι, στην κατάσταση που βρισκόταν και με

το απάνθρωπο στρες που βίωνε καθημερινά, η μητέρα μου πολύ σπάνια ήταν

σε θέση να προσφέρει ένα τρυφερό χαμόγελο και την αμέριστη προσοχή της σε

ένα μωρό που καθώς μεγαλώνει τα έχει ανάγκη αυτά για να χαραχτεί βαθιά μέσα

στο μυαλό του η αίσθηση της ασφάλειας και της άνευ όρων αγάπης. Η μητέρα

μου, μάλιστα, μου είπε ότι πολλές μέρες βρισκόταν σε τέτοιον βαθμό απόγνωσης,

που μόνο η ανάγκη να με φροντίσει την κινητοποιούσε για να σηκωθεί από το

κρεβάτι. Άπό νωρίς έμαθα ότι χρειαζόταν να προσπαθήσω για να αποσπάσω την

προσοχή της, ότι έπρεπε να επιβαρύνω τη μητέρα μου όσο λιγότερο γινόταν και

ότι ήταν καλύτερο να καταπιέζω το άγχος και τον πόνο μου.

Σε μια υγιή αλληλεπίδραση μητέρας-βρέφους, η μητέρα μπορεί να φροντίζει

το μωρό της χωρίς αυτό να χρειάζεται να προσπαθεί με κάποιον τρόπο να πάρει οτιδήποτε έχει ανάγκη. Η μητέρα μου δεν ήταν σε θέση να μου προσφέρει αυτή

την άνευ όρων φροντίδα

μου – την προστάτευα κατ’ αρχάς από το να έχει επίγνωση του πόνου μου. Άυτό που

ξεκίνησε ως αυτόματος αμυντικός μηχανισμός ενός βρέφους για να τα βγάλει

πέρα, εξελίχτηκε σε ένα παγιωμένο μοτίβο της προσωπικότητάς μου, το οποίο, ακόμη και 51 χρόνια αργότερα, εξακολουθούσε να με κάνει να κρύβω μέχρι και

τον παραμικρό σωματικό μου πόνο μπροστά στη μητέρα μου.

Τη συγγραφή του βιβλίου Όταν το σώμα λέει όχι δεν την ξεκίνησα έχοντας

αυτά στο μυαλό μου. Στόχος μου ήταν η πνευματική αναζήτηση: ήθελα να διερευνήσω μια ενδιαφέρουσα θεωρία που θα με βοηθούσε να εξηγήσω την ανθρώπινη

υγεία και ασθένεια. Ήταν ένα μονοπάτι που το είχαν διανύσει άλλοι πριν από

μένα, αλλά υπήρχαν ακόμη πολλά πράγματα να ανακαλύψει κανείς. Η πρόκληση

που μου έθεσε ο σύμβουλος ψυχικής υγείας με έκανε να έρθω αντιμέτωπος με το

ζήτημα της συναισθηματικής απώθησης στη δική μου ζωή. Συνειδητοποίησα ότι

το να κρύβω το γεγονός ότι κουτσαίνω ήταν απλώς ένα μικρό παράδειγμα.

Επομένως, έγραψα αυτό το βιβλίο περιγράφοντας και αυτά που έμαθα από

άλλους ή από επαγγελματικές περιοδικές εκδόσεις, αλλά και ό,τι παρατήρη-

σα στον εαυτό μου. Η δυναμική διαδικασία της απώθησης λειτουργεί μέσα σε

όλους μας. Όλοι μας αρνούμαστε και προδίδουμε τον εαυτό μας σε κάποιον

βαθμό, συνήθως με τρόπους που δεν συνειδητοποιούμε, όπως έκανα κι εγώ

- 26GABOR MAT É
χωρίς τη φρίκη που βίωσε η οικογένειά μου. Άυτές ήταν οι συνθήκες που με έκαναν να γίνω ο προστάτης της μητέρας
– και εφόσον δεν ήταν ούτε αγία ούτε τέλεια, πιθανότατα δεν θα είχε καταφέρει να το κάνει αυτό πλήρως ακόμη και

όταν «αποφάσισα» να κρύψω το ότι κούτσαινα. Όταν μιλάμε για την υγεία ή

την ασθένεια, το θέμα είναι σε ποιον βαθμό˙ επίσης, παίζει ρόλο η ύπαρξη ή

η απουσία άλλων παραγόντων –όπως, για παράδειγμα, η κληρονομικότητα ή

οι περιβαλλοντικές καταστροφές– που μπορεί να προκαλούν την προδιάθε-

ση για μια ασθένεια. Όταν αποδεικνύω λοιπόν ότι η απώθηση είναι μία από

τις κυριότερες πηγές του στρες και συμβάλλει στην εμφάνιση μιας νόσου, δεν

κατηγορώ τους ανθρώπους ότι «αρρωσταίνουν τον εαυτό τους». Ο στόχος του

βιβλίου αυτού είναι να συνεισφέρω στη γνώση και στη θεραπεία, όχι να επιβα-

ρύνω κανέναν με φταίξιμο και ντροπή, όταν μάλιστα αυτά τα δύο υπάρχουν σε

αφθονία στον πολιτισμό μας. Ίσως να είμαι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένος στο

θέμα του φταιξίματος, αλλά τελικά αυτό ισχύει για τον περισσότερο κόσμο. Η

ντροπή είναι το βαθύτερο από τα «αρνητικά συναισθήματα», μια αίσθηση που

θα κάνουμε τα πάντα για να την αποφύγουμε. Δυστυχώς, ο αδιάκοπος φόβος

μας για την ντροπή μάς εμποδίζει να δούμε την πραγματικότητα.

Παρά τις επίπονες προσπάθειες πολλών γιατρών, η Μέρι πέθανε στο νοσοκομείο του Βανκούβερ οκτώ χρόνια μετά τη διάγνωση, υποκύπτοντας στις

επιπλοκές του σκληροδέρματος. Διατήρησε το ευγενικό της χαμόγελο μέχρι το

τέλος, παρόλο που η καρδιά της ήταν αδύναμη και είχε δυσκολία στην αναπνοή.

Μία στις τόσες μού ζητούσε να προγραμματίσω μεγάλης διάρκειας ατομικές

συνεδρίες, ακόμη και στο νοσοκομείο, όταν πια διένυε τις τελευταίες της μέρες.

Είχε την ανάγκη να μιλήσει, τόσο για σημαντικά όσο και για ασήμαντα θέματα. «Είσαι ο μοναδικός άνθρωπος που κάθισε και με άκουσε» μου είπε κάποτε.

Μερικές φορές αναρωτιέμαι πώς θα ήταν η ζωή της Μέρι αν υπήρχε κά -

ποιος να την ακούσει, να τη δει και να την καταλάβει όταν ήταν μικρό παιδί – κακοποιημένη, φοβισμένη και νιώθοντας ότι φέρει την ευθύνη για τις μικρές

αδελφές της. Ίσως, αν υπήρχε κάποιος δίπλα της σε σταθερή βάση και στον

οποίο θα μπορούσε να στηριχτεί, θα είχε μάθει να εκτιμάει τον εαυτό της, να

εκφράζει τα συναισθήματά της, να δείχνει τον θυμό της κάθε φορά που οι άλ-

λοι καταπατούσαν τα όριά της, είτε σωματικά είτε ψυχολογικά. Άν αυτή ήταν η

μοίρα της, θα ήταν ακόμη ζωντανή;

- 27ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΩΜΑ ΛΕΕΙ ΟΧΙ

Ά Ν Ε ΛΕΓΆ ΆΠΛΩΣ ΟΤΙ Η ΆΝΟΙΞΗ και το καλοκαίρι του 1996 ήταν εποχές κατά

τις οποίες η Νάταλι βίωνε πολύ στρες, δεν θα απέδιδα ούτε στο ελάχιστο αυτό

που πραγματικά συνέβαινε. Τον Μάρτιο ο δεκαεξάχρονος γιος της βγήκε από μια δομή απεξάρτησης από τα ναρκωτικά, όπου είχε μείνει επί ένα εξάμηνο. Έπαιρνε

ναρκωτικά και έπινε αλκοόλ τα προηγούμενα δύο χρόνια και τον απέβαλλαν συχνά από το σχολείο. «Ήμασταν τυχεροί που καταφέραμε να τον βάλουμε σε αυτό το πρόγραμμα, όπου διέμενε μέσα στη δομή» λέει η 53 ετών πρώην νοσοκόμα.

«Ήταν μαζί μας στο σπίτι για μικρό χρονικό διάστημα όταν διαγνώστηκε πρώτα

ο άντρας μου και στη συνέχεια εγώ». Τον Ιούλιο ο άντρας της ο Μπιλ έκανε επέμ-

βαση για την αφαίρεση ενός κακοήθους όγκου στο έντερο. Μετά την επέμβαση

τους ενημέρωσαν ότι ο καρκίνος είχε κάνει μετάσταση στο συκώτι.

Η

Νάταλι υπέφερε πού και πού από κόπωση, ζαλάδες και εμβοές, αλλά τα

συμπτώματά της δεν διαρκούσαν πολύ και περνούσαν χωρίς κάποια θεραπευ-

τική αγωγή. Τη χρονιά πριν διαγνωστεί ένιωθε πιο κουρασμένη από ποτέ. Με

αφορμή μια κρίση ιλίγγου τον Ιούνιο, έκανε μια αξονική τομογραφία, η οποία

όμως δεν έδειξε τίποτα. Δύο μήνες αργότερα μια μαγνητική τομογραφία εγκε-

φάλου έδειξε τις χαρακτηριστικές ανωμαλίες που σχετίζονται με τη σκλήρυνση

- 28 -
Το
πολύ
για να είναι αληθινό
2
μικρό κορίτσι που ήταν
καλό

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.