Στρατής Παρέλης
Ασκητικόν ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΔΙΑΝΥΣΜΑ
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
ISBN: 978-618-5256-03-6 Σειρά: Διανυσματικά ποιήματα
© ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ & Στρατής Παρέλης, 2016 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ www.dianisma.gr ekdoseisdianisma@gmail.com
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Θησαυρίζω κάτι μικρές ψηφίδες που παραμένουν στιλπνές και φωτεινές ακόμα και μες τα σκοτάδια της νύχτας. Ευτύχημα! Τις κρατώ στην παλάμη μου, μου μιλούν, τους μιλάω. Είναι το αρχέγονο υλικό των ποιημάτων, είναι ό,τι μου κάνει εντύπωση και μπορώ να το έχω αποκλειστικό κληροδότημα μιας τάξης πραγμάτων που ενέχει Αθωότητα και θέληση να επιβιώσει. Όπως ετούτη η ταπεινή ελλαδίτσα μας που βάλλεται και δεν λέει να πέσει…
Είναι που θέλω ανθισμένους ανθρώπους, είναι που θέλω να ακούγονται όμορφοι, ακόμα και μες την σιωπή, να μην μπορεί να σβήσει τίποτα την δόξα τους από αθωότητες που καθρεφτίζονται στα μάτια. Με βρίσκεις εκεί που οι αναζητήσεις έχουν σταματήσει γιατί δεν έχουνε νόημα και, η εμπιστοσύνη ανάμεσα μας, ανάβει όπως φως που αποδομεί το σκοτάδι. Ευτυχώ σ’ αυτό το εύκρατο κλίμα της αλληλεγγύης. Ζω με την έκπληξη που μου προσφέρετε. Γιατί, αλίμονο, αν πάψουμε να ανασαίνουμε ανθρωπιά! Μην λείψουνε ποτέ αυτά τα οξυγόνα!
7
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Ο Αύγουστος ζώνεται φυσεκλίκια και τραβά κατά τα βουνά. Από πού ξεκινά το λαύρο του αντάρτικο; Μια αίγα Βελάζει σημαίνοντας καρδιοχτύπι και θέρος. Ο αέρας λιγοστός, σώνεται πάνω από την ανάσα των δέντρων. Ένα βαθύ τριαντάφυλλο δίνει δόξα στην τάξη των στίχων. Τα σήμαντρα χτυπούν και οι πιστοί στην θάλασσα προσέλθετε. Λιακάδα και αιτιολογημένο καθηλωτικό καλοκαίρι..
Εικονική πραγματικότητα… Παράξενο να ακολουθείς Εικονική πραγματικότητα όταν η πραγματικότητα σε κάνει αδύναμο, τελειωμένο!.. Να έτσι σου επιβάλουν «διαγραφή» που δεν όρισες Ή δεν θα αντιληφθείς λουλουδάκι Που σου γνέφει, εκεί, ξημερώματα, Κάτω από το φως ενός ένθεου ήλιου. Σε ακολουθώ: με τον νου μου, με την καρδιά μου σε ακολουθώ. Κι ανοίγω τρύπες στο κουκούλι σου συνέχεια να κατασκοπεύσω Πώς μπορείς και μεταλλάσσεσαι σε άβουλο πλάσμα 8 Που του σκηνοθετούν και το ευχαριστιέται.
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Και καταγράφω τις οδύνες σου- κι εκείνες που εσύ ούτε καταλαβαίνεις- μιας κι έχασες τον παλμό, την ζέση, του ονείρου την στιλπνότητα, όταν Οι μέρες περνούν κι εσύ τίποτα τίποτα πια ουσιαστικά ατόφιο γύρω σου έχεις..
Η ύλη… Κουμπώνομαι, κουμπώνομαι- ως πού θα πάει Ο ερμητισμός; Ο αέρας εισχωρεί στα πνευμόνια μου και τα πνευμόνια μου τον λευτερώνουν επιστρέφοντάς τον αγνότερο. Οι σκέψεις στο κεφάλι μου χορεύουν σαν νυχτοπεταλούδες γύρω από ένα παράξενο φως. Κι η ποίηση δρέπει δάφνες από την απουσία των πραγμάτων- ενώ η ύλη στενάζει σαν κάτι το φθαρμένο και το κάλπικο που ποντάρει επάνω του η ζωή κι όλο έξω θα πέφτει..
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Όμορφα σκαρφαλώνει πάνω στον φράχτη Το λουλούδι, εμπλέκοντας την λαδομπογιά στον ύμνο του· όμορφα Αναζητά το ξημέρωμα· και στον καθαρό ήλιο της Αμοργού Κρατιέται πολυσύλλαβο όνομα Που μοσχοβόλησε μες του αέρα την βιάση. Φωτογράφησε την σκέψη σου- τίποτα δεν θα σε αφήσει να τα χαρείς Αν δεν νιώσεις από πού αρχινάει το ποίημα. Και τότε Με τον εαυτό σου κρυφά συναντήσου- μύστη Ενός κόσμου που είναι εκεί και σε θέλει Μυστικά να τον πεις..
*******************************
Τυχαίο συναπάντημα, δυνητικός ήλιος πολυσήμαντος και, στον βυθό, ανάσκελα ο κάβουρας παίζει με τις χαρούμενες δαγκάνες του, α της θαλάσσης διάκοσμος, το ακύμαντο πρόσωπο του νερού, 10
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
το φτιασιδωμένο ακρογιάλι, πεταλίδες στον βράχο και στην αμμουδιά να ξέβρασε το κύμα όστρακα στιλπνά, λειασμένα από των αιώνων την σμίλη- α καλοκαίρι καλόγνωμο, πληθυντικό, κάμα που κόβει στεγνά, αχτίδα που σαν καμάκι καρφώνεται στου σπάρου το ασήμι και λαμπυρίζει αινιγματικά, την ώρα που το μεσημέρι γέλασε πάνω στα όρη και ένα αεράκι σηκώθηκε να απαλύνει την κάψα, να μοιράσει στα σώματα την μουσική του Αυγούστου..
************************* Στην ακρογιαλιά απέμεινε η σκόνη των άστρων και Τα σημάδια από μια μάχη δεινή από εκείνους που λιθοβολούσαν μάταια Τον όφη τον ανίκητο. – 11
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Ξημέρωσε φέρνοντας δόξα φωτός και ζέστα. Εντόμων σμήνη ίπτανται στα χαμηλά- όπου ένας μπόμπιρας τα πάντα αλλιώτικά κι όμως ορίζει. Στην άμμο στημένα τα σκηνικά του Αυγούστου. Κι η ψυχή μας σφιγμένη σαν κάμπια που έπεσε απ’ το πεύκο και δεν ξέρει κατά πού να αραδίσει..
****************************** Το βλέμμα στον ουρανόΠλέουν πουλιά στο βάθος· Ο ορίζοντας φλέγεται Μια ουτοπία βλάστησε- κοιτώ τα καμωμένα της: Σπίτι που άπλωσε η ώχρα του πίσω απ’ τις βοκαμβίλιες, Αιθέριο τώρα Εδράζεται ‘πα στα νερά· Ο αέρας λιγόστεψε, Ασύνορες εκτάσεις σιτίζουν του όνου την φαμίλιαΑν είσαι εκεί, θα απουσιάσεις μες την χώρα των παραμυθιώνΚι όλα θα γίνουν μια περιστροφή από εκείνες που αγαπάει η γη μας να έχειΑιωνιότητα προ των πυλών.. ****************************
12
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Ενθουσιάστηκα! Γέλασε το σώμα μου και βρέθηκα να λούζομαι μία χαρά από εκείνες που με αίσθημα τις δρέπεις. Μεσημέρι. Κάψωνε ο τόπος. Στην παραλία οι λουόμενοι βουτούσαν και ξανάβγαιναν, πασαλειμμένοι με τα χίλια αντηλιακά τους. Βρε μανία με το χρώμα! Ηλιοθεραπείες για κολασμένους και κολασμένες και δώστου να ξαπλώνουνε ανάσκελα και μπρούμυτα μήπως και αποκτήσουν την επιδερμίδα νέγρου\ας που απέκτησε ιθαγένεια ελληνική. Ένα παιδάκι έφτιαχνε πύργους στην άμμο. Με το φτυαράκι και το κουβαδάκι του. Το βοηθούσε ο παππούς. Ο ζήλος του με ξάφνιασε. Να ο Ικτίνος, να ο Καλλικράτης.. Λες να ελπίζουμε σε μέρες πιο καλύτερες όταν περάσουν όλα αυτά που ζούμε και τα γέννησε η ξενόδουλη πολιτική που ακολουθούμε; Να η πρωτόλεια αρχιτεκτονική μας. Σημαδεύοντας απευθείας στο κάλλος και στην αρμονία που ξεχάσαμε. Μπράβο μικρέ πρίγκιπα. Μπράβο δυνητικέ νέε πολίτη της χώρας.. ********************************************* Να μείνω μέσα στην αγάπη των ματιών σου, ακριβός Και ερωτευμένος, ευλογημένος Απ’ την ανάσα σου, ο που σου πήρε το φιλί κι απ’ το φιλί σου Άγιασε, να μείνω Μέσα στην αγάπη του χνότου σου, στον οξυγονούχο αέρα Των μαλλιών σου, απογειωμένος απ’ της καρδιάς την όποια φυλακή, να μείνω 13
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Κάτω απ’ τα σμιχτά σου φρύδια, εμβρόντητος Για του κορμιού την λαχτάρα..
Όπερ έδει δείξε.. Παράλια της φαντασίας. Οσμίζομαι θάλασσα και ουρανό ένθεν και ένθεν. Κήποι φωτεινοί που αλλάζουν την πρόσοψη ενός ακαταχώριτου παραδείσου. Στο χέρι μου είναι οι σιωπές- τις ξεφλουδίζω Και πίνω το νέκταρ τους. Του καλοκαιριού η ικμάδα κάνει να ασθμαίνουν τα φυτά και να ασφυκτιούν τα ζωύφια. Ατμοσφαιρική υδατογραφία: όλα ιδρωμένα, ζαλίζονται να πλέουν μες τον άσφαλτο ήλιο. Ο τρόπος μου μυθολογία. Η περιπλάνησή μου μυθολογία. Όλων των μύθων το απαύγασμα, ενός πουλιού ο κελαηδισμός που τρύπησε το τσόφλι του μεσημεριού και έστειλε στον ουρανό χαμπέρια. Διαβάζω την μελαγχολία ανάποδα και μου δίνει άθροισμα ένα ασύλληπτο μηδέν που τείνει στο άπειρον.. Όπερ έδει δείξε..
Χορός παραδοσιακός.. Να κινείς το Αόρατο κατά το μέρος σου.. Βήματα μες τον ήλιο, τραγούδι Παλιό, αρχιτεκτονικό, που στέκεται Στην παράδοση- μάθε ν’ ακούς.. 14
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Και η παρέα που αφήνει των προσώπων της το φως Να ενώνεται με του καλοκαιριού την ευκολία, Αιθέριο σμίξιμο να ζει κανείς με παρρησία. Στο χώμα Η κνήμη χοροπήδησε- στο χώμα Η γη καημό μετέδωσε- στο χώμα Όποιος χορεύει, ως κατάβαθα γελά..
Θάνατος… Ο θάνατος μας διαβάζει εμπνέοντας αφηνιασμένες πεταλούδες… Στις σελίδες του οι φλέβες στεγνώνουν και οκνηρό κυλάει το αίμα. Όπου κοιτάξεις, πνιγηρή σιωπή. Και μια ακολουθία από αμαρτωλούς αναμάρτητους που ποιός αλήθεια τον λίθον βαλέτω; Πού χάνω το νόημα; Ο εσμός αποσυντίθεται και σκόρπιες αποδεκατίζονται οι διμοιρίες. Με τόση οξυδέρκεια μας πολεμάει ο ακατονόμαστος; Σκεβρωμένο το εξώφυλλο και το βιβλίο κλείνει και ανοίγει μόνο του Όπως στον όλεθρο κι εκείνο συντελέσει. Τσιτωμένη αγρύπνια. Ο φόβος μου Από την απραξία του μην νικηθώ..
15
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
******************************* Βλασταίνουν οι ψίθυροι μεσόγεια κι ο ήλιος κομπάζει Δυνατό κρασί των εκπλήξεων μεθά την κοιλάδα Λουλούδια σμίγουν για να αποθεωθούν τα χρώματα Μια γύρη βελουδένια γίνεται η ανάσα της μέλισσας Παντού ευωχία ο κόσμος παντού ηδονή Η υγεία των πάντων χάλκινος ύμνος στην ανάσταση Ρεαλισμός να τολμάς χίμαιρα να νικάς και να φεύγεις Ό,τι αντικρίζεις αποκτήματα της φαντασίας και μόνον Τιμαλφή που θα σου αποσπάσει ο καιρός και θα φύγεις ρακένδυτος Για μια ελπίδα ζούμε για μια συνείδηση που κλώθει ουτοπίες..
Βουκέντρα η σκέψη σου κι όλες τις νύχτες με κεντάει Ο πόνος άγονος και σχηματίζει ολέθρια φυλακή Στον εαυτό μου κλείνομαι κι είναι τα βράδια μου θλιμμένα Όπως σε φέρνει η μνήμη μου κοντά, μες την οθόνη του μυαλού..
Ιερόν… Ωραία να σε θυμούνται όμως δεν ξέρω πού θα χαθεί πάντα το νόημα, απ’ ό,τι πράξεις 16
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Τα μισά απωλέσθηκαν- ίσως Σε εκτιμήσει ο περίγυρος Των δέντρων που θα μπολιαστεί με το κατόρθωμά σου- αυτό Που μένει Είναι μια ανάσα ίσκιου που μεταφυτεύεται στην καταιγίδα· να λέω Που προκύπτει φωτιά κι από κει ορμά η ψυχή σου Να πολεμήσει για να μην βεβηλωθεί Το ιερότερο που πίστεψες και είχες..
******************************** Θα σπαταληθούν μάτια ερωτικά έως να φτάσουμε στον μυχό της αγάπης. Θα εγκολπωθούν ρίμα οι μνήμες, θα φωτίσουν Ωραία τα πανηγύρια των ποιημάτων. Οι κοπέλες θα ντυθούν λουλουδένια διάθεση και θ’ ανεβούν στο σκαλί που βλέπει στον προσοδοφόρο ορίζοντα Της έμπνευσης. Το καλοκαίρι θα χλιμιντρίσει σαν περήφανο άλογο στο αλώνι της σκέψης. Εκεί θα σε συναντήσω: που η λάβα ζώνει την κάθε λέξη μου με χαρισάμενη δόξα. Και θα μιλήσουμε δυο λόγια που μηνούν τον πόθο ιερότερο..
17
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
******************************** Θα μου παρασταθεί θεός , ο ίδιος ή με κάποιο πλάσμα του φτερακοφόρο; Δύσκολα κίνησε η νύχτα· είναι και ο αέρας που λιγόστεψε· λικνίστηκαν το απόγευμα τα κυπαρίσσια· Ένας βράχος αντιμίλησε στην θάλασσα· το φεγγάρι μετά Ήπιε τον καημό της μέχρι πάτο· Ακούστηκε ο χορός της τραγωδίας που απομνημόνευε το χορικό· Τόση ποιητική ζάλη! Ο σκηνοθέτης απουσίαζε μες τα κρυφά· Τον έβλεπα που κάπνιζε πίσω απ’ το κοίλον· Το θέατρο γέμιζε από κομπάρσους που πουθενά δεν χωρούσαν.. ******************** Τα σκουλαρίκια που έλεγε η γιαγιά μουαναμμένα ως την δόξα τους και τώρα σταματημένα σε ένα άλλον αόριστο κήπο· Κι εκείνη ούτε ανάσα ούτε ίσκιος που προβαίνει πίσω από την μάντρα με το μικρό της ποτιστήρι, δροσίζει τις γαρουφαλλιές. Λόγια μες τον αέρα, ξεθυμασμένα, όπως μουσική που εξασθενεί σαν έρχεται 18
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
το βράδιασμα και οι πανηγυριώτες κουρασμένοι σταματάνε. Χρόνος μες το κουκούλι του- σαν χρυσαλίδα που υποσχέθηκε μια νέα ζωή. Και το λουλούδι βαρυσήμαντο και μόνο ξορκίζει την παλιά ηχώ σκλαβιάς που έσβησε μα ούτε καταλύθη’.. Α ρε γιαγιά πώς μου ‘λειψες! και ήρθανε πιο δύσκολα και που δεν τα περίμενα έτσι τα χρόνια!
************************* Σαν αξημέρωτα ακόμη- πεφταστέρι Βουτά μες την άβυσσο· τι να μαζέψω Από του χάους τον αντίλαλο, ποιό φωνήεν Θα σκούζει εκεί, όπως μικρού παιδιού η γκρίνια· κι όταν Προλάβω μιαν ευχή, ο κόσμος θα ανάψει 19
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Τον ήλιο τουόπως να κυνηγά μια ουτοπία που δεν θα του παραδοθεί.. Σάββατο 13 Αυγούστου 2016 Φύσηξε σθεναρά και φουρφουρίσανε πολλαπλασιασμένα Τα φύλλα των δέντρων στέλνοντας τον ήχο τους ως την καρδιά του απογεύματος. Πύλες ανέμου τόνισαν την μισαλλοδοξία πριν Το σκοτάδι ‘ρθει και όλα τα τυλίξει. Αντίλαλος η μέρα πάνω στα νερά. Κι η πόλη Βραχεία- σαν κεφαλή κοπής- υποτονική Και μουδιασμένη. Λείπουν αυτοί που εχτές πανηγυρίσανε για μια χαρά που δεν κατάλαβαν. Λείπουν αυτοί που και παρόντες, πάντα λείπουν. Εκθαμβωτική Ησυχία. Και την ζητώ. Πλένω το πρόσωπό μου να Φύγει οι ύπνος. Ανοίγω το βιβλίο μου· ο κάθε στίχος όμορφα κι απόψε με σαστίζει. Κι η μουσική Ακούγεται σιγανά, πλέκεται με τις ηλιαχτίδες που γελάνε· ένα ρίγος Με διαπερνά· έσω αθάνατος λοιπόν- πολλές φορές κι ας μην το ξέρεις.. Σου μιλά το μπολιασμένο με παρακλητικούς κανόνες Σαββάτο..
15 Αυγούστου 2016 Στο Υδάτινο σώμα σου ο ήλιος ανατέλλει κραυγάζοντας 20
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Μια μουσική διαπερνά τη ησυχία των κήπων Και όλα μένουν ελεύθερα πίσω απ’ την αγρύπνια που είχα και είχες. Ο θάνατος ακούγεται που οπισθοχωρεί Μες τα φωτεινά σου βασίλεια- ω Παναγιά μου Που εγείρεσαι επάνω στων κυμάτων τον αφρό να πεις Πού φτάνει και που βλέπει αιώνια η Ελλάδα.. *************************** Κάπου το φεγγάρι τρυπάει τ’ ουρανού το ταβάνι Και ο άνεμος εισβάλλει χαρωπός νικητήριος. Ένα σχήμα νύχτας θρέφει τις σκιές των ονείρων Και ο ύπνος έχει βούληση θεασάμενη. Ισχυριζόμαστε τους εαυτούς μας τότε και μένουμε ερωτευμένοι κάτω απ’ τα σεντόνια του καλοκαιριού. Μια συνάντηση στον πέρα κόσμο, εκεί όπου οι μοναχικοί έχουν την τύχη να ακούν μες τον παράδεισο όπου η μουσική τα σμήνη ξεσηκώνει Των πουλιών που για τον έρωτα αποδημούνε. Σχοινιάς 16 Αυγούστου 2016 Πλαγιοκοπούν αέρηδες την σχεδία του ύπνου και Όρτσα σηκώνεται το λυρικό σκαρί Των ονείρων. Με φούρια και με πείσματα. Κολυμπώ 21
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Και στα βαθιά η αρμύρα παίζει με τον ουρανίσκο μου Ψήγματα όλη. Η θάλασσα Υπερτερεί με τον αιώνιο θρύλο της κι η ώρα Του μεσημεριού καλά με ζώνει Όπως ο ήλιος με διαλέγει για εκλεκτό. Ένιωσα κι είπα- είδα τον βυθό Να στέφεται με το καλόγνωμο φύκι και ‘κει Στα ήσυχα της άμμου, κάπου ανάμεσα, ο σπάρος Ασημίζει κι αντιλάμπει στην ατμόσφαιρα Των σκοπών και των υδάτων..
***************************
Τα σχήματα είναι που με εξιτάρουν, τα σχήματα. Δένονται μες το βλέμμα μου και υπεισέρχονται στην ποίηση κληρονομώντας το φως που είχαν και το φως που θέλω. Ένας χορός από χρώματα που γελούν και συνουσιάζονται σαν για να μου ανήκουν οι αζωγράφιστες ψηφίδες που θα μιλήσουν από των ποιημάτων το βήμα για την χαρά, την ζωή. Τυχερός μάλλον θα είμαι! Νιώθω την πανδαισία τους ενώ η 22
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
η φτώχεια μου περιορίζεται στο ταπεινό χαρτί και το μολύβι που έχω. Ενότητα των αντιθέτων… Σμίξε ήχε με την σιωπή και σμίξε Φωτιά με των υδάτων τον καθαρμό- σμίξε Βασίλειο του σκότους με το ιλαρό φως της μέρας- ένας θάνατος που δεν ενδιαφέρει κανέναν αποδομείται πίσω απ’ τις καλαμιές, όπου Ένα νεροκοτάκι πλατσουρίζει ευτυχισμένα. Φωνήεν του ήλιου, σεμνό και άσεμνο, γυμνώνει τις πικροδάφνες και είμαι εκεί Που η τάξη του κόσμου διασαλεύεται και πάλι σε ισορροπία είναι, μπρος Στον καθρέφτη ενός μεγάλου παραμυθιού που θα συμμετέχουμε όλοι..
Καλοκαίρι με το χαλύβδινο ράμφος τουΕίναι εκεί, μοιράζει συνέπειες ήλιου στον ουρανό· Τα πουλιά στήνουν το σκηνικό του έρωτα Τα φυλλώματα θροΐζουν μονιασμένα σε μια ανεκδιήγητη επάρκεια Λουόμενοι βουτούν στο μέλος της θάλασσας Φούρια των φαινομένων- όλες οι θάλασσες γυμνές Και απέριττες. 23
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Βότσαλα… Τα βότσαλα γυαλίζουν στο φεγγάρι, κοίτα τα βότσαλα: επάνω τους η θάλασσα εναποθέτει ελπίδες- κοίτα τα βότσαλα: μηρυκάζουν τον ρόχθο των κυμάτων, είναι λαβωμένες ρίμες που δεν τέλειωσαν το ποίημα- κοίτα τα βότσαλα: αποτυπώνουν την αισιοδοξία του πελάγου, ψιθυρίζουν γλυκά τον κόπο των νερών, είναι μυστικά που ομολογούν οι γέροντες λίγο πριν απ’ την δύση, ανοίγουν νέες σελίδες- κοίτα τα βότσαλα: σαν πάτσγουορκ του ενός και μόνου Λίθου, εκείνου που μας περικλείει σαν ένα προστατευτικό χέρι που γράφει στην ακρογιαλιά την παρτιτούρα της θάλασσας.. ************************* Από άλλες εποχές θα έρθεις χέρι των τριαντάφυλλων, αβρό χέρι και θα χαϊδέψεις το κεφάλι μας. Στην αυλή θα ακούγονται οι πήδοι από τα πεδιλάκια που επάνω στο ζωγραφισμένο τσιμέντο διαγωνίζονται για μια απλή ιερότερη νίκη. Παιδιά που μοιράζονται το ψωμί και το όνειρο, κουρασμένα να κοιμηθούν κάτω απ’ του πεύκου την δριμύτητα και να κοιτάξουν στου μέλλοντος τα τοπία- παίζοντας μια γλυκιά φυσαρμόνικα.
24
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Σχοινιάς 19 Αυγούστου 2016 Βαρύτητα του ξεκούρδιστου κορμιού και έλα να ανασυντάξεις τις δυνάμεις σου όλεςΚολυμπήσαμε κοινωνώντας τα άχραντα της θάλασσας· Ένας ήλιος γέλαγε ως το απόγευμα, μια πλάση Ζεστή και ωραία, όπως να την καμώνουν οι θεοί των θεών. Ψυχή, αδούλωτο αγαθό, βρες μου Τα μυστικά περάσματα όπου η κατάνυξη χωρά και κανοναρχούν οι ελπίδες. Πεύκα ως το μικρό, τεμπέλικο κύμα, Βαθαίνουν την Στιγμή και μένει ένα ποίημα μετέωρο στο τρανό ακρογιάλι Όπου βασίλεψε ο ήλιος και εμείς εμπνευσμένα χαθήκαμε.. Τριζόνι… Ξενυχτάς τριζόνι, σκίζεις τα υφάσματα της νύχτας.. Στον μικρό κόλπο, στην άξεστη σελήνη, Γρατζουνάς την πόρτα του ουρανού, ζωύφιο επίμονης ματαιότητας. Μπαίνεις στον νου μου, μπαίνεις μες την σελίδα που διαβάζω, κι αρχίζεις Την μονότονη ψαλμωδία σου, αφηρημένε ψάλτη Μιας χαμένης αγάπης. Πίσω απ’ τα φυλλώματα, κάτω Από των άστρων την θαλπωρή, μένεις Τυφλό όργανο μιας ανυπακοής που ο φανατισμός έχει Να ξεκλειδώνει τα άδεια δωμάτια 25
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Της ονειροπόλησης. Και μονολογείς, απρόσκοπτα μονολογείς Ήθη της δικής σου χροιάς, τόνους Της δικής σου μουσικής- παράξενο! Ως να σωθεί η βραδιά και μόνοι πάλι μες την μέρα να βρεθούμε.. Ο έρωτας… Ο έρωτας είναι μια θαμπή διαφάνεια των ξεθυμασμένων φιλιώνΜπάζει από παντού θλίψη· Η μελαγχολία του καρφιτσώνεται πάνω στα πέταλα των ρόδων· Κυριακή, ο ήλιος τρέμει πάνω απ’ τα νερά, Μια ηλιαχτίδα ράβει τα σχισμένα σεντόνια του ύπνου, Είμαστε ανέστιοι και τροφοδοτούμε το σύμπαν μελάνι, Γράφουμε λέξεις που εξηγούνται απ’ το μεράκι του θεού. Ο έρωτας είναι μια συγχορδία οργάνων που πλάθει ζεστή Ουτοπία. Ο έρωτας είναι η θλίψη, η μελαγχολία μας. Και δεν μπορούμε χωρίς τα γυαλιστερά παπούτσια του να περπατήσουμε Στην μέσα μας άβυσσο.. Θήλυ… Ρίζα της φωνής ρίζα της σκέψης, του ανέμου και της γης ρίζα· 26
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Στο αίτιο των παλιννοστήσεων ήρθες κοντά απλώνοντας Τα ζωτικά φτερά σου κι ενώ Υπήρχες κάτω από την σκέπη ενός φλοιού Από μαργαριταρένιες απουσίες- φύεσαι Από το Τίποτα, Γυναίκα του Μύθου, Γυναίκα Υποσχετική, φλύαρη και αμίλητη, παραμυθένια Αβρή, νωχελική, αεικίνητη, Που μαλώνει με το σοβαρό αγκάθι του πόνου, αράγιστη Και μούσα των εκπλήξεων που είχα και είχες..
Η νύχτα είναι ένα κρησφύγετο… Το φεγγάρι κομματιάζεται και ξαναενώνεται σαν μικρή πίτα. Ένα ελάχιστο αεράκι μαστίζει τον Αύγουστο και εγκαταλείπει μια έννοια θεατρική στο πληθυντικό καλοκαίρι. Με μας καθάρισε η ιστορία: έδωσε ανηφόρες να διαβούμε. Κοσμοσυρροή κι ενώ η μοναξιά γύρω θεσπίζει 27
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Νόμους για την δική της επικράτηση. Νυχτώνει στην κοιλάδα των ποιητικών αναζητήσεων. Οι αλαφροΐσκιωτοι ζητούνε καταφύγια να κουκουβίσουν κάτω απ’ το φως των αστεριών. Φτώχυναν οι σελίδες που φιλοξενήσαν σκιές μες τα χαλάσματα τους· Το τόξο του ορίζοντα σημάδεψε ξανά και ξανά την νυχτερίδα έως να πει την ψυχή της.
************************************ Άσε μου τον εγωισμό της ηλιαχτίδας και ελέησέ με Με σχήματα που βρίθουν ομιλίες χρωμάτων, δέσε Την σκέψη μου με το ήθος των λουλουδιών, φέρε με Κοντά στα ειπωμένα που αγιάζουν, παιχνίδισε Πάνω μου αστραπές και του Αυγούστου ψηφίδες- στην φλέβα Του νερού, στην μετάληψη Του πνεύματος που βοά στης μοναξιάς το καταφύγιο- ώρες Που από την αγρύπνια γράφονται οι πιο βαθιοί ψαλμοί, και οι ενότητες Συνθέτουν το χρυσίον των επιφωνημάτων. ************************
28
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Χρίσμα πάνω στην νύχτα κι ο αέρας κινεί τις υποψίες του ύπνου· Φωλιά με την φωλιά, των πουλιών οι ζωές επικοινωνούνεΘορυβεί ο πόθος και ο θάνατοςΣτα κλαδιά του ονείρου δυνατές πολύ αντεγκλήσειςΜουσική διάχυτη από φεγγάρι ξέχειλο· Άνω γειτονιά, η επιθυμία- κάτω γειτονιά, η πραγματικότητα. Οι λίγοι μαντρώθηκαν πίσω απ’ το συμφέρον των πολλώνΑκούσματα από των παιχνιδιών τις φωνές, παιδιά που κουραστήκαν και καθεύδουν· Στις βιτρίνες διαλαλεί η πραμάτεια Κάτω από το φωταγωγημένο ταμείο ενός κόσμου που ζει και ποτέ δεν πεθαίνει.. ************************ Όταν αντιμετωπίζω το ύφος σου, ξέρω ότι οι λύπες μου χωρούν σ’ ένα τσουβάλι μάγισσας που δεν μπορεί να πεθάνει. Ανήκω σε μια νύχτα που αφήνει τα άστρα της να σουλατσάρουν μες τον ζεστό ουρανό. Χόρτασα λυρική ελπίδα. Γράφω γιατί ο κόσμος μες τα όνειρά μου δικαιώνεται- και ζει όπως του έπρεπε να ζήσει. Αγαπώ την σθεναρή φωτιά της Αλήθειας. ********************************** 29
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Ευδοκίμησαν οι αγρύπνιες μου και σορόπι τις ήπια· Ο στίχος φωτοβόλησε και πουθενά δεν γράφτηκε· μόνο Στο σπίτι των ανέμων, η κρυστάλλινη σφαίρα αντιλάμπισε πα’ στα ντουβάρια και στην ανατολική μεριά της κάρφωσε την άοκνη αράχνη· Στην γλάστρα μοσχοβόλησε ο βασιλικός· Μια δεκοχτούρα χαμηλά στον ουρανό κυνήγησε το όνειρό της· Μάγκωσε ανοιχτή η πόρτα: εισέβαλε ο ήλιος και σου μίλησε μου μίλησε..
Μπορεί μια ψιχάλα να κρατήσει την αγωνία της μέρας και Να γουβιάσει τον χωματόδρομο ως να χωρέσει Των τζιτζικιών το τετέρισμα, του πουλιού Το τραγούδι, τον ώριμο Αύγουστο, προτού Κι εσύ λείψεις απ’ το τοπίο και μείνει η ακτή Έρημη σαν ακύμαντη μελαγχολία; Διάλεξα τον άνεμο γιατί μου παρέσυρε την φωνή Και την βρήκα ψηλά, στα δροσερά μποστάνια Όπου οι συντυχίες των αγγέλων σμίγουνε με των παιδιών τις φωνούλες· 30
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Είδα τον αδέσποτο σκύλο που γαυγίζει τον περαστικό και μένει Κρυμμένος πίσω απ’ τα σκίνα όταν πέφτει αγαλινά το βράδυ και του φεγγαριού καρπώνεται την ησυχία.. Χάρηκα που η φωνή σου είναι πίδακας που εδράζεται μέσα μου Πληγωμένο μεσημέρι, άγρυπνος στίχος, μια γαλήνη ανεβαίνει υποδόρια σαν ύμνος Ακέραια λογαριάζω, λιώνουν στα δάχτυλα μου οι τύχες Οι σάλπιγγες των αιθέρων μελωδούνε στ’ αυτιά μου, αύρες κρησατου φωτός Σμίγουνε επάνω στα στικτά φτερά της πεταλούδαςΑ φευγαλέο συμπέρασμα! Εγώ που ξέρω από αποσκιρτήσεις απ’ των στεναγμών των οίκο Σταθερά σ’ αγαπώ κλέβοντας ήλιο απ’ τον ήλιο. 2 Σεπτέμβρη 2016 Κρέμεται ψηλά ρόδινος αέρας Που κυνηγάει ένα σμήνος πουλιών Και χύνεται μες την απλωσιά του μεσημεριού Φύλλα χωρίς ήχο θροΐζοντα κι όχι ζωγραφίζονται στην γαστέρα της μέρας: Ένα λιτό τατουάζ χλωροφύλλιο σαν Υποσχετική δυναμική μιας ακρίδας που δεν χρειάζεται καθόλου παράδεισο. 31
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Μόνο ένα άλμα ένας πήδος ζωντανός και ακραιφνής ως εκεί που μονάχα με φαντασία τολμάμε. . 2.9.2016
Νύχτα... Για να σταθώ στα ύψη της δικής σου παρακμής Σε ερωτεύτηκα νύχτα σε ανασκέλωσα μες τα χωράφια Και γλεντάω με τα σκοτεινά βυζιά σου Μάγισσα αποτρόπαιη. Για να σου ανακόψω την ορμή για να σε σχηματίσω από λαβα από καπνό από έρωτα Για να γράψω το μούτρο σου το σαν ώριμο φρούτο μάγουλο σου επάνω Στην άγραφη πλάκα του ουρανού Πολλά σ’ ερωτεύτηκα Μάγισσα νύχτα αποτρόπαιη. Προσοχή στον θόρυβο του τιποτένιου Οι αριθμοί Αναρριχώνται Χωρίς θάρρος Στην ματαιοδοξία μας Κατέχουμε Μια χίμαιρα που δεν αλλάζει. Κωμικά και τραγικά. Όπως να μην μας σκεπάζει Καμία θρησκεία.. 32
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Αλλάζουν οι ευθείες σε απαλές καμπύλες καθώς το φως δρέπει την υγεία των πραγμάτων. Ο υπερθετικός Σεπτέμβριος αφήνει υποψίες για μια θαλερή μέρα. Ευλογημένος ο ερχόμενος. Περπατά επί των υδάτων και κρατά μια νόστιμη πίτα να γευτούν οι σκανταλιές των παιδιών. Και οι κοπέλες ζηλεύουν και, κρατούν το φιλί, για των παλικαριών τον ψίθυρο.. 3.9.2016 Ξεθύμανε ο οργασμός του θέρους. Ο τρύγος έδωσε την μεστή σταφίδα τουΤην ξεραίνει ο ήλιος. Αθόρυβος κομπασμός μιας συννεφιάς που διαλαλεί ιεροφάντη Σεπτέμβριο. Αργοπορώ επάνω στην σελίδα μου. Το πουλί κουβαλά ένα σπυρί τραγούδι στο ακούραστο ράμφος του. Αδέκαστη μεγαλειώδης ελευθερία.. 3.9.2016 Είσαι εκεί λοιπόν Η μέρα σε αποφλοιώνει Εκδύεσαι κάθε ρούχο του ερώτα. Το στήθος σου μένει να πυρπολεί τον παράδεισο. Χρώματα στην ιλαρή προσευχή που ανεμίζει. Λείπεις αλλά είσαι εδώ μέσα στα παθιασμένα μπράτσα μου. 33
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Γλυκό του κουταλιού σταφύλι και καφές Κι όπως τα έφτιαχνε η γιαγιά μου: να Δίνει έναν τόνο η αρμπαρόριζα Σαν κρατημένη πάνω στο καπάκι του μικρού Γυάλινου βάζου. Και η κουβέντα με τους φίλους που για μένα πάντα είναι η ειρήνη του μυαλού. Ευτυχισμένος όπως μια στιγμή υπήρξα.. Όλα εδώ, όλα Μετουσιωμένα, λουσμένα Ένα φως εγκατάλειψης. Τα χρονόμετρα λανθάνουνΔεν υφίσταται άλλο από σιωπή. Ρακένδυτες σκέψεις αναζητούν μια μπουκιά Αλήθεια και να μείνουν μετά Στον νυν μιας ανάστασης. Το λουλούδι κανονιοβολεί κι απ’ όλες τις μεριές με ξαναπλουτίζει η Αθωότητα.. Το φεγγάρι μπερδεύεται στους στύλους του εθνικού δρόμου -ένα σεμνό φεγγάρι. Το πρωί συναντώ την μέρα. Νωρίς. Έχουν υποχωρήσει μέσα μου όλες οι αντιπαλότητες. Βαφτίζω αυτήν την όμορφη ησυχία κι είναι μια σχέση ηθικής που μου επιστρέφεται. Γαλήνια. Μικρός κήπος μιας Αιώνιας Διδαχής. . 34
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Η κλεψύδρα του έρωτα αδειάζει και μια ταλάντωση φωτός αθλείται στο φθινοπωρινό μεσημέρι. Πέφτει η ματιά σου πάνω στις σκιές που μεγαλουργούνε Ακολουθώντας το γιγάντιο είδωλό τους. Κατακρημνίζεσαι και ανυψώνεσαι. Μέσα στον άχρονο χρόνοΧωρίς αντάλλαγμα. Σε κάτι αναλαμπές, να είσαι η να λείπεις, το φως εξουσιάζει την όψη σου και δέχεται την ερωτική σου παλίρροια. Το είναι και το φαίνεσθαι:δυο ρόδα που αναβλύζουν τα πέταλα τους ως την καθαρή αναγκαία Αντίφαση. Πόσο σχήμα ασχημάτιστο περικλείουμε μέσα μας, Πόσο παιχνίδι καημό! Θα ξεγελαστούνε οι καταρράκτες και θα συναγωνιστούν τα λυμένα μαλλιά σου. Επάνω στο οξύ νύχι του άνεμου κυλούνε ρανίδες του αίματος. Αυτά που κι ο πουνέντες τα ξέρει. Το σπίτι, δυτικά του γεγονότος του μεσημεριού, κινείται μέσα στα λιβάδια της προσμονής. Λαχανιασμένα. Με τον τρόπο που η ζωγραφική όπως το άγγιξε το δικαιώνει. 35
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Είναι μια κλίμακα που την ανεβαίνεις σιγά συσκεπτόμενος με τον πιο βαθύ εαυτό σου. Είναι μια αγγελική μελωδία που την ακούνε τ’ αυτιά σου την ώρα του γύρω σου μεγάλου θορύβου. Είναι μια σιωπή ολόδική σου, μαγική, που γεννά τα πιο ωραία λουλούδια της Αναστάσεως. . Τί δύναμη απελπισίας καταρρακώνει τις προσωπικότητες των ανέργων; Ποιός έχει δικαίωμα φωτιά να πλησιάζει με φωτιά και να συνθλίβουν άνθρωπο τα πολιτεύματα; Πού αποτύχαμε και πού Δίνουμε νόημα σε ένα χάρισμα που οικουμενικά αντέχει; Δεν θα πάψω πότε να πιστεύω στον Άνθρωπο. Ψάξε: υπάρχουν ωραία κοράλλια! Υπερθετικό το φορτίο μου· ανασαίνω Σαν λαχανιασμένη πυγολαμπίδα. Η Θήβα είναι αγεωμέτρητο χωράφι Που δέρνεται απ’ την μανία των ανέμων. Οιδίποδα οξύθυμε, παραπλανημένε, Η μοίρα είναι η σπάθη σου, συντέλεσε Τον ανίερο φόνο. Καταγράφω το αμάρτημα πριν να υπάρξει το αμάρτημαΣαν μια θεόσταλτη πλάνη. Κούφια νύχτα, κοίλη και κυρτή, εξαπολύοντας τους άφοβους ανέμους Της φυγόκεντρης απουσίας. Αρχέγονο τοπίο, μπαλωμένο με τα νήματα των άστρων Που κλονίζουν τον μπερδεμένο ουρανό.. 36
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
5.9.2016
Η Αττική αδέκαστο σύκο περιχυμένο τον υποχρεωτικό ήλιο της, Γλαύκα στο κλαδί της Ουτοπίας, γαλή στο νύχτιο δράμα που αρχίζει των συμβόλων το θέατρο, Εντός των τειχώνΑρχαίε θεέ, πού καθεύδεις τώρα; Ποιός σε υμνεί; πού στρέφεις τα θυμωμένα πυρά σου; Το αμπέλι μεστώνει την γλαφυρή ρόγα του σταφυλιού, Ο μούστος φτάνει τα τερπνά στιχάκια μου. Αττική είσαι ζυμωμένη από φωτιά ανάλλαχτη και που την κανοναρχούν οι αύρες του πελάγους και οι τάξεις των αγγέλωνΆθληση μες τα στάδια της Ομορφιάς, δαίμονα που αρμόζεις στην καρδιά μου.
Ταπεινός εκεί που έστρεψα το βλέμμα στην αδιάβαστη αστραπή Βρίσκω το σκοτεινό σημείο του θανάτου Κι ο κόσμος μικραίνει Ταχύτατα.. 37
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Μπορεί μια ψιχάλα να κρατήσει την αγωνία της μέρας και Να γουβιάσει τον χωματόδρομο ως να χωρέσει Των τζιτζικιών το τετέρισμα, του πουλιού Το τραγούδι, τον ώριμο Αύγουστο, προτού Κι εσύ λείψεις απ’ το τοπίο και μείνει η ακτή Έρημη σαν ακύμαντη μελαγχολία; Διάλεξα τον άνεμο γιατί μου παρέσυρε την φωνή Και την βρήκα ψηλά, στα δροσερά μποστάνια Όπου οι συντυχίες των αγγέλων σμίγουνε με των παιδιών τις φωνούλες· Είδα τον αδέσποτο σκύλο που γαυγίζει τον περαστικό και μένει Κρυμμένος πίσω απ’ τα σκίνα όταν πέφτει αγαλινά το βράδυ και του φεγγαριού καρπώνεται την ησυχία..
Όταν αντιμετωπίζω το ύφος σου, ξέρω ότι οι λύπες μου χωρούν σ’ ένα τσουβάλι μάγισσας που δεν μπορεί να πεθάνει. Ανήκω σε μια νύχτα που αφήνει τα άστρα της να σουλατσάρουν μες τον ζεστό ουρανό. Χόρτασα λυρική ελπίδα. Γράφω γιατί ο κόσμος μες τα όνειρά μου δικαιώνεται- και ζει όπως του έπρεπε να ζήσει. Αγαπώ την σθεναρή φωτιά της Αλήθειας. Ταπεινός εκεί που έστρεψα το βλέμμα στην αδιάβαστη αστραπή Βρίσκω το σκοτεινό σημείο του θανάτου Κι ο κόσμος μικραίνει Ταχύτατα.. 38
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Βρέχει κλείνοντας τα όνειρα μέσα στην αστραπή, Βρέχει μηρυκάζοντας ανέμπνευστους θανάτους, Οι ρίζες που διψούσαν, τώρα δροσίζονται με φθινοπωρινό νερό Μια φοραδούλα χοροπηδά ευτυχισμένη Άνοιξε το παράθυρο, ζήτα το φως Ο έρωτας που απόμεινε στην κάμαρα θα μας ξυπνήσει Και θα τα σκεπάσει όλα ωραία η νύχτα.. Θα σμίξουν οι εποχές και θα ορθοποδήσουν οι μνήμες- αλλά εσύ πού θα βρεθείς πατρίδα με τα ασβεστωμένα μνημεία σου, σαν σε σκουντούν οι ιστορίες των θαυμάτων κι ακούγεται απ’ τους οίκους σου επιβλητική προσευχή; Στην λιακάδα τέρπουν την θέα οι καλοκαιρινές ανδραγαθίες, Αφύτευτα μποστάνια ζηλεύουν οι μέλισσες, Όλος ο καιρός είναι περίοπτο θέρος. Θα σμίξουν αυτά που είπα και αυτά που μη, θα κοντέψουν σε νόημα, Οι ζωγραφικές θα πλουτύνουν μες των μηνών το άγριο θάρρος, Θα μείνω εμβρόντητος να με διαβάζει πανταχόθεν η θάλασσα.
Ήχοι, κρύο φεγγάρι, λειψό και λειασμένο Από τον πυρετό της νύχτας, κρύο φεγγάρι, γυμνό Δρόμοι παμπάλαιοι, που απάγουν στην ευχαριστία του όρθρου, Στο μνήμα του καλοκαιριού, κοιμάμαι στην δική μου ανάμνηση. 39
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Ο καιρός περνά, γερνώντας τις καταβολές μου, Συναντώνται στην όψη μου παιδικά όνειρα και σκληράδα των βιοπαλαιστών, Γράφω κοντά στο λυχναράκι της αγρύπνιας, Κοντά ο έρωτας και, κοντά οι αγωνίες, οπού συνάντησα. Ευτυχώς, γλύκα έχει ο όρθρος, γλύκα του πουλιού το κελάηδημα, Περνούν, ξυστά από τον θάνατο, οι ευτυχίες μου, Μα αντιστέκονται, μένουν σιμά μου, ακόμα, Χρησμοδοτώ, όπως το φευγαλέο νερό..
Βρέχει αινίγματα στην φαρδιά πεδιάδα της διάθεσής μου· Τα κλωνάρια των δέντρων καμπουριάζουν ως την συστολή Και μετά τεντώνονται μισαλλόδοξα όπως τα τόξα που θελήσαν να βάλουνε εναντίον του στόχου· Φυγοπονώ· είμαι άδικος με μένα, με τον εγωισμό μου, με τα καπρίτσια μου· Συμμαζεύω όπως όπως τα μέσα μου· Έπιασα το μολύβι: όλα θα μου παραδοθούνΑυτή η λόγχη πάντα μου έφερε καταλήψεις..
Επίσημα το σκοτάδι μένει γυμνό και νοτίζεται από την υγρασία της νύχτας.
40
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Κυριακή. Της ιδέας μου όλα τα καθέκαστα: σκιές σκαρφαλώνουν στο ντουβάρι της πολυκατοικίας. Μια νυχτερίδα άφησε το σκοτεινό τραγούδι της επάνω στα κλαδιά. Η χλόη έχει μια μηχανοκίνητη ταχύτητα. Παράξενο: απουσία, παντού απουσία. Σφυγμομετρώ τον χρόνο που χάθηκε. Χωρά μες το ποίημα. Και, στο τέλος, το ποίημα βελάζει σαν αμνός επί σφαγήν που τίποτα από την αθωότητά του δεν μπορεί να γλυτώσει..
Να προϋπαντήσω φεγγάρι απόψε και να παραβλέψω της βροχής τον άκαμπτο θόρυβο, ή Να μείνω να κοιτώ που κάτω απ’ τον φανοστάτη μία γάτα εκπαιδεύει τα μωρά της και τεχνάσματα Πολλά έχει να δείξει ο κυνηγός; Βράδιασε για καλά. Μην είσαι πουθενά αλλά είσαι πάντα εδώ, κοντά μου Σαν ρίζα που με θρέφει αλλιώτικά κι απομυζώ Το δυνατό ποιητικό γάλα σου. Μου χρωστάς μια θύμηση που δεν ξεφτίζει και, αφόρητη, κάτι φορές με συνοδεύει, ως τα ξημερώματα.. 41
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Τα κορίτσια θα κρυφτούν σε οπορτουνιστικές συναντήσεις Κάτω από το πέπλο της νύχτας, μες Τον θόρυβο που σκεπάζει της ψυχής τα κενά- τα κορίτσια Θα ξεγλιστρήσουν απ’ το κενό και θ’ αναζητήσουν μια τελική ευθεία Ειμαρμένης. Στην μέθη που κοντεύει τον ουρανό, στην παράδοση Που φλερτάρει με κίνδυνο- τα κορίτσια. Κι όταν θα τα φιλήσουν οι καβαλάρηδες των νεφών Η μοίρα τους θα φωταγωγηθεί έως μελαγχολίαςΌπως να δένεται με μια θλίψη ακαθόριστη Η Αστραπή.. Το δωμάτιο πλημμύρισε λέξεις- κι εκείνες Βροντούν πάνω στους τοίχους, σφιχτοδένονται Χωρίς σχέδιο, επικροτούν την σιωπή, σκαρφαλώνουν Στο ταβάνι και κοιτάζουν υπεροπτικά Την μελαγχολική φάτσα μου. Κάποτε ανοίγω το παράθυρο- και ορμούν Μες το χάος της νύχτας, προς τον σκοτεινό ουρανό, λες Και θέλουν ν’ ανταμώσουν των αστεριών τα ύψη- εκεί που κι ο θεός αμφιβάλει για την μαεστρία του και κάθεται Σε ένα πεζουλάκι απόμερο για να σκεφτεί Τι έπρεπε, τι έγινε, και τι μπορεί να διορθώσει πια, μια Θέληση.. 42
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Πάντα η θάλασσα Και τα βράχια άγριος τόνος Αστήρικτα κάτω απ’ τον οξύτονο ήλιο· Στο φως λάμνεις σαν μια παλλακίδα της άνοιξης Και θεσπίζεις ταραγμένα βασίλεια· Ανεμίζουν τα μαλλιά σου ως το ουράνιο τείχος Και καθίζεις τις θλίψεις στο σκληρό τοιχάκι του λίθου· Μοιραστήκαμε το φιλί και τα ποιήματα Μοιραστήκαμε την ερημιά και την γαλήνη της λιακάδας Σε όλα που σε περιβάλλουν ενσκήπτει μέγιστος έρωτας Τραντάζεται το νησί και ρίχνει άγκυρα στο πέλαγο της κάθετης έννοιας Ζεις σαν ένας διθύραμβος λατρεμένα απλός.. Βυθίζει ο ήλιος πέρα στην θάλασσα Βυθίζει για να αισθάνομαι μια νυχτοπεταλούδα Που κυνηγά το φως- θα βρεθώ στα μπαλκόνια Να τρέμω κάτω από τις αναμμένες λάμπες, άοκνη Ιερουργός μιας κοσμοθεωρίας που στην πλάνη καταφεύγει κι όλα τα χαλά.. Αν ζωγραφίσεις την σκιά που βαδίζει πάνω στην κορυφογραμμή των βουνών Ο αετός θα βρεθεί κοντά σου ψελλίζοντας την ελευθερία του· Ένα καΐκι θα γείρει στην μεριά του κόλπου την άλλη Και θα καθίσουνε οι γλάροι στα ιστία· Αποκαθηλώνει το απόγευμα τα μυστικά μας Και μένουμε ερωτευμένοι πίσω από τον θαυμαστό κήπο Της έκπληξης.. 43
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Πάνω και κάτω ουρανός Η ψυχή μου συμμαζεύει τις μνήμες της Η ψυχή μου αναστατωμένη σαν τα νερά του Ευρίπου Πηγαινοέρχεται Κάτω από του γαλανού την επικράτεια· Ένα θαλασσοπούλι σφουγγαρίζει τα δάπεδα της συννεφιάς Ο χρόνος πίπτει όπως κέρμα μες τον κουμπαρά του φθινοπώρου Η γραφή σπάει σε χιλιάδες κομμάτια και την ραμφίζουν τα στρουθία που μαζεύονται στα πεζοδρόμια της ιστορίας Τουλίπες ήλιου φέρουν τον κονδυλοφόρο τους κοντά στο τίποτα που εντοπίζω Αλλά Όλα μένουν μαγικά, μετεωριζόμενα στο τούλι του ουρανού που πέμπει αισιοδοξίες στον ρου του πελάγου..
Δορίκτητα λόγια με συνάντησαν στο καθαρό πρωί η Κυριακή βάφτηκε το επάξιο γαλάζιο όπου ήρθα ήρθες ναυαγισμένοι κι οι δυο μες τον έρωτα μαούνες που αναγνώθουν τον βυθό και ζητούν απ’ των παφλασμό των κυμάτων μια ρήση που να ευαγγελίζει ακέριο το πέλαγος..
44
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Όσο κι αν κολακεύονται αυτές οι ξεκαλουπωμένες νύχτες Που τις υμνώ, εγώ λαχταράω μ’ αυτό το μικρό φεγγαράκι Πιασμένο στην αλάθητη απόχη μουπάει για Τετάρτη Ο ουρανός κρεμάστηκε πάνω σε ένα αδιάβαστο σύνολο Εννοιών και μελαγχολίας καθώς σε βρίσκω Και σε χάνω σε μια ρουλέτα που κι η ζωή μου απόψε λες παίχτηκε Όλα για όλα και να λείπει ο νικητής.. Εξαντλημένο το σύμπαν ως την απώλεια κι όμως σίγουρο για τον εαυτό του ανασυντάσσεται, στέλνοντας μηνύματα λαύρα σε ό,τι είναι των ανέμων επίδοξο και στον ρυθμό της καρδιάς. Κατά τα άλλα, κραταιά νέφη εδράζονται πάνω στα ιταμά βουνά ο ήχος τους είναι βροχή και απόφαση του φθινοπώρου οι έλξεις κρατούν μαγνητισμένα τα πεδία ο ήλιος ψηλώνει διεκδικώντας θάλασσα και αναπνοή. 45
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Το ποίημα γράφεται ερήμην μου όλος ο υποψιασμός είναι αίμα γράφω με αίμα μέσα σε μια διάρκεια ασάλευτης ζωής όπως οι προτεραίοι μου λαλήσαν. Τι απόμεινε απ’ την μουσική, όταν νύχτωσε και ξημέρωσε, άδειασε ο κόσμος, η αγάπη μας άδειασε, ντύθηκαν φεγγαρόφωτο οι νύχτες, κι ο αέρας καλούσε τις νυχτερίδες σε έπαρση;
Μετά που η βροχή μαλάκωσε τον καιρό και ένα πουλί αναθάρρησε πάλι και έγραψε χορούς μες το γαλάζιο. Ήσουν εκεί οπού ναυάγησε ο ορίζοντας, δέχτηκες να είσαι εκεί- κιόλας στεφανωμένη με μια δόξα που λαμπρύνει την καρδιά σου κι ιερουργείς μέσα στο άπλετο φως. Τι σκανταλιές μου ζητά ένας περήφανος χρόνος τότε που τίποτα δεν με υποδούλωσε, μαγεμένος από το καθετί και προπαντός απ’ την Απόφαση 46
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
να κινήσω τα αόρατα φτερά μου και να ζω στην αμεριμνησία ενός ονείρου που και στην καρδιά μου ανήκε και στον χαμένο της νοσταλγίας παράδεισο;..
Να που της μέρας ο διάκοσμος αποφλοιώνεται, σαν φρούτο που ενοχλεί το κουκούτσι του και μέσα στα χέρια σου γεννιούνται και πετούν ιλαρά χελιδόνια, σαν λαίμαργες επιθυμίες. Ένα ρίγος τρυπά το καύκαλο της γης και μετέωρα μένουν τα ξακουστά ενώτιά σου. Ψιθύρισα θάνατο μέχρι λύπης μεγάλης με κατέφαγε ο γύπας της μελαγχολίας μου. Στο πάθος σου προστρέχω κλέβοντας ορμή και γαλήνη απροσμέτρητη. Α πόσο σε έχω ανάγκη Αστραπή, Κοσμογονικό Παραμύθι όταν σβήνονται οι αντοχές και μετρώ αλλιώς τα σημάδια! Κερδίζοντας αναστάσεις στα δύσκολα που η συνείδηση βοά απελπισμένη σαν μία φαιά αγκύλη που έδεσε την εγωιστική μου αντωνυμία καρφωμένος μένω εκεί που κι ο έρωτας ξέπεσε και δάκρυα χύνω στο μικρό παρτέρι της καρδιάς σου.. 47
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Ο χρόνος σαρώνει τα πάντα μα όλα είναι ήσυχα εδώ που η βροχή συνάντησε την ματιά μας κάτω απ’ τα όμορφα δέντρα. Σεπτέμβριος. Φύρδην και μίγδην δυο λεπτά και μετά όλα και πλέουν μες τον αποβροχάρικο ήλιο. Ακονίζει το σουγιαδάκι της η κάθε ψιχάλα καθώς εισχωρεί στα σπλάχνα της γης. για την συνάντηση δίκαιη.. Τα βράχια τήκονται όπως τα χτυπάει η βροχήφθινόπωρο. Δημητριακές φουρτούνες πληρώνουν το μάρμαρο της αλήθειας εβδομαδιαία. Ο εορτασμός των σκιών πάνω στα πεζοδρόμια διογκώνει την χαρά της ψιχάλας. Ευθύτητες υγρασίας καιροφυλακτούν γύρω απ’ τα σώματα των περαστικών. Στον αιθέρα διαφωνούν μαζικοί αντίλαλοι προτού γεννηθεί καν μια χαρά. Βραδιάζει- μετά βραδιάζει. Και η πόλη νυστάζει πίσω από τα φωταγωγημένα μαγαζιά της.
48
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Δημοκρατία… Δημοκρατία σερβιρισμένη άκομψα δημοκρατία αποστεωμένηβρωμά η ανάσα της, είναι πόρνη που ταλαιπωρήθηκε από την κλίνη του ενός στην κλίνη του άλλου, δημοκρατία λεπρή. Την εκθειάζουν οι κατέχοντες, βολεύει το άπληστο γρόσι τους, δημοκρατία προ των κλειστών μας πυλών, δημοκρατία για το σκυλολόι που ληστεύει.. Στον βρόντο πάνε οι αρετές στης, στον βρόντο καταλήγει ο σεβασμός στην τάξη των πολλών- δημοκρατία ανασκευασμένη, ευνουχισμένη ρακένδυτη δημοκρατία. Από αφαίμαξη σε αφαίμαξη, παίγνιο στων πλουτοκρατών τις θελήσεις- δημοκρατία θέατρο, δημοκρατία μισερή, ανάπηρη, θνησιγενής δημοκρατία.. 49
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Αν τα μάτια σου αγγίξουν παράδεισο που έχει χαθεί η μέρα θα ξυπνήσει αποκληρωμένη απ’ την βαθιά περιουσία του χρόνου- κι εσύ θα μελαγχολήσεις πίσω από τα όνειρα, ακολουθώντας την ορμή της καρδιάς σου θα στραφείς κατά τον ήλιο που πρόβαλε, ερωτευμένη με τον άνεμο, σεμνή και σκεφτική όπως στο άκουσμα ενός πουλιού γεννιούνται περίπαθα λόγια, Κι η αύρα της θαλάσσης έρχεται μέσα στον κήπο που ήσουν και που ήμουν και που χάρισε, καθένας μας στον άλλον, γλυκό φιλί.. Πάντα, μες στην εικόνα, τόσες εικόνες, πάντα τόσοι υποψιασμοί μες το ίδιο συμπέρασμα. Συγκλίνουν οι αντηχήσεις και γεννιέται άγουρη η φωνή Που, όμως, δηλώνει συντέλεια. 50
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Όπως θρησκεύεις αγνά και σε βρίσκει η νύχτα Πάνω απ’ τα χαρτιά σου σκυμμένο να διανοίγεις Μυστικά τούνελ όσο να βρεις την Αστραπή Η το κύμα που αγγέλλεται αγνότητες του μοιραίου.
Τα μάτια σου λυγίζουν σαν περισπωμένη που την κρατά ο αιώνας, Τα μάτια σου καθαίρουν την ψυχή των ανόμων, Φυσούν την ευφράδεια των πνευμάτων- τα μάτια σου Κυνηγούν τον άνεμο έως εκείνος να φυλακιστεί στα πυκνωμένα κλωνάρια των δέντρων. Μια η μορφή σου και μια η σκιά Που κοσκινίζει την ευθεία ως να γίνει τεθλασμένη Μια της μελαγχολίας οι ομιλίες, κοντά Στον ταρσανά των φτωχών- του ποιήματος κι η άλλη σημασία Όπως την δείχνουνε αυτοί που δεν μιλούν ανθρώπινα και με θεούς των άστρων τους παρομοιάζουν… Νυσταγμένο φεγγάρι, καταμεσίς του μικρού λιμανιού Σκίρτησε πάνω στα νερά και ασημώθη’ Το διάβασες, το άκουσες, το είπες, Στα ρηχά των νερών όλα κοιμήθηκαν κι είναι η απαγγελία σου ωραία!
51
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Ω παιδούλα, ω οδαλίσκη Ακουμπισμένη πάνω στου τοίχου την ώχρα, ω Ερωτευμένη με την λαμπερή εικόνα σου, ω Πάθος Αράγιστο, που εμπλουτίζει Την μελωδία της εικόνας σου, ω Αμαρτύρητο κορμί, εξυψωμένο Κι απ’ την σκλαβιά του, Οξύμωρο, Μοιραίο, ω Που λατρευτικά βρίσκει λόγια- και του έρωτα ζει Τις λεπίδες, ω Που σε είπα και σε λέω εντεταλμένος.. Βιολί ακούγεται η καρδιά σου πάνω απ’ τα περιβόλια· Ένας αποβροχάρης ήλιος κεντά λουλουδιών ευαρέσκειες στον τάπητα του φθινοπώρου· Είσαι λιανή και μιλάς με φωνή νεράιδας στα πουλιά, Είσαι μια σκάλα που ανεβάζει τις νότες ψηλότερα· Κοίλες σκέψεις χωρούν το πάθος σου όταν ο έρωτας μαίνεται σαν πυρκαγιά αδικαίωτη· Εφευρίσκω πικρά σημάδια λύπης για να στραφώ στην αγκαλιά σου ιαματικό καταφύγιο Που μέσα του βοά ο βοριάς..
52
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Καλή γειτονία καρδίας με φεγγάρι Οκνηρά άστρα χαμηλώνουν όσο να φαντάζει προσιτός ο ιδεατός ουρανός Είμαστε ανέστιοι, η σιωπή μας είναι ένα κλειδί Που αφήνει να υπόσχεται λιακάδες το αύριο. Ψαύω το σκοτεινό κιβούρι του θανάτου Αλλά δεν κλαίω με τις ματαιοδοξίες μου Μια αντήχηση από φλάουτο που κλαίει δονεί τον παράδεισο Σε βρίσκω όπου σε άφησα: στα λευκά πλατύσκαλα του καλοκαιριού Χαρίζεσαι σε μια ατμοσφαιρική διαφάνεια Ο χρόνος ξεσφραγίζει τα ηφαίστειά του Μέσα του κάνουμε τάματα, κονταίνουμε και ψηλώνουμε με την ψυχή Στον ουρανό στίγματα πόνου και λύπης ανθρώπινης Στοιχειοθετούν αισθήματα που πετούν και σε βρίσκουν.. Μαδά η κλονισμένη ελευθερία των ρόδων Φίλτρο του ανέμου η καρδιά σου Βάλει μες το φως Στο κεφαλόβρυσο των οραμάτων Η συνδιαλλαγή σου εκστατική ομιλία Κάτω από την σκέπη της έμπνευσης Ραγίζονται οι μνήμες- δεν υπάρχω πια Μπαλωθιές ιδεών εγκολπώνονται ευτυχία ανείπωτη Στην χλόη αφέθηκε η κοσμοθεωρία Ήπιαμε την αιθρία μέχρι κόκαλο Χυμοί πεισμάτων στόλισαν το αίμα μας 53
ΑΣΚΗΤΙΚΟΝ
Δεν υπήρξαμε; Στον καθρέφτη έσβησαν οι σκιές – κι απ’ τα μάτια σου Ένας αέρας σε πήρε, αποδεκάτισε Τα φουσάτα της θλίψης η μέρα Ό,τι βρήκα το βρήκα απ’ τον καλόγνωμο ήλιο. Εύπλαστη γαλήνη εύπλαστη αρετήΈνας βράχος ποτίζει με το φαρμάκι του την θάλασσα Ένα πουλί ζητά ορίζοντα ν’ απλώσει τα ανοιγμένα φτερά του· Το εύγευστο ρήμα ακουμπά τον ουρανίσκο όπως ενός βερίκοκου το μέλι, Το κορίτσι που ζει η Ελλάδα στα μάτια του, εκθέτει όμορφα τον ουρανό, Η αξία πιο αξία και γίνεται Όταν την καταθέτουν πρίγκιπες και οι νεράιδες που δεν μας εγκαταλείπουνΕνός ποιήματος όλα τα μέγιστα Κι ες αύριον τα πιο καλά και Τα πιο σπουδαία.. Γλυπτές ελιές Σαν να μιλούνε την αιωνιότητα Ακουμπούν στον αέρα Ακλόνητες Όπως οι σπίθες μιας φωτιάς..
54
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
Δομή… Έχει ο θάνατος μια τρομερή εξουσία. Εύληπτος. Αποσαθρώνει τις δομές, μεταλλάσσει Την βαριά ταυτότητα των πάντων, την ακυρώνει, αφαιρεί το λούστρο της ύπαρξης. Όπως και να το δεις- τελεσίδικα. Φιλοσοφίες θέλει ο αλαφροΐσκιωτος και νόμους φτιάχνει Έξω απ’ τους νόμους μας. Άπατρις και που δίκαια αλλιώτικα υπερασπίζεται. Στων ποιητών την χώρα, η κάθε μια Ιδέα και αθάνατη. Έτσι ο Τρόπος: Να γράφεις με μελάνι ανεξίτηλο, επάνω Στο καύκαλο της κοινωνίας, ηθικές αξεπέραστες. Για την αρχιτεκτονική που αρχίζει εκεί όπου η Ομορφιά έχει κυρίαρχη και πρώτη Άποψη..
Καλοκαίρι… Δυσεύρετα άνθη που γεννήθηκαν από την σοβαρότητα Του τοπίου- ένας βράχος που μετεωρίζεται πάνω απ’ την θάλασσα, Καιρός του καλοκαιριού, ντάλα ο ήλιος, Το φως ισιώνει τα μαλλιά των δέντρων, Φωνές των λουομένων, χαμός, Σφυριχτά κυματάκια που δελεάζουν την άμμο, Λειασμένες πέτρες και ντεραπαρισμένη ανάπαυλα, Ωραιότητα απ’ όπου κι αν δεις, Καλοκαίρι..
55