Δημητριος Χατζοπουλος // Η εκλογη του καθηγητου & αλλα διηγηματα

Page 1



ἡ ἐκλογὴ τοῦ καθηγητοῦ καὶ ἄλλα διηγήματα



ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ

ἡ ἐκλογὴ τοῦ καθηγητοῦ καὶ ἄλλα διηγήματα

εκδόσεις

ΔΙΑΝΥΣΜΑ



ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΧΟΡΟΝ Ὁ χορὸς περὶ τὴν τρίτην μεταμεσονύκτιον ὥραν ἐτελείωσε τέλος καὶ ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος, ἀφοῦ εἶχε σκοτισθῇ περισσότερον ἀπὸ τὴν μποστομανίαν και τὴν εὐθυμίαν τῶν ἄλλων παρὰ ἀπὸ τὴν σιωπηλὴν καὶ ρεμβώδη ἐξάπλωσίν του εἰς μίαν πολυθρόναν καθ’ ὅλην τὴν νύκτα, ἐκτὸς τῶν εὐχαρίστων στιγμῶν ἃς διῆλθεν ἐννοεῖται, πρὸ τοῦ μπουφέ, ἐσηκώθη καὶ αὐτὸς διὰ νὰ φύγῃ. Εἰς τὰ διάφορα δωμάτια θόρυβος καὶ σύγχυσις καὶ πανδαιμόνιον ἐπεκράτει. Οἱ φεύγοντες ψηλαφητὰ σχεδὸν εὕρισκον τὰ καπέλλα των, τὶς ὀμβρέλλες των, γυναῖκες, ἄνδρες ἀναμίξ, καὶ κατήρχοντο τὴν κλίμακα μὲ φωνάς, μὲ γέλοια, μὲ προκλητικότητα, σχεδὸν μὲ βακχείαν. Ἐσύρθη καὶ αὐτὸς εἰς τὸν προθάλαμον μὲ αὐξάνοντας ἤδη ρευματικοὺς πόνους χάρις εἰς τὴν κατάχρησιν τῆς… ἀγρυπνίας εἰς ἥν ὑπελήθη ὁ ἀγαθὸς πεντηκοντούτης τζέντελμαν, ἵνα ἱκανοποιήσῃ τὴν ζωηρὰν ἐπιθυμίαν τοῦ συζύγου του, τοῦ ἀστέρος τῆς συναναστροφῆς ἐκείνης τὴν ἑσπέραν, ἔχοντος περὶ τοὺς δέκα πιστούς δορυφόρους. Καὶ ἐν τῷ μέσῳ τοῦ κυκεῶνος ἤρχισε νὰ ζητῇ τὸ ἀπολεσθὲν ἄστρον του. Δύο τρεῖς ὑποχρεωτικαὶ κυρίαι τὸν ἐβεβαίωσαν ὅτι ἡ κυρία εἶχε κατέλθη ἀναζητοῦσα καὶ αὐτὴ τὸν κύριόν της. Κατῆλθε, λοιπὸν, βραδέως τὴν κλίμακα, ἐφαρμόζων τὰ γυαλιά του διὰ νὰ δύναται νὰ διακρίνῃ τὰ σκαλοπάτια μέσα εἰς τὸν κυκεῶνα τῆς καθόδου τῶν προσκεκλημένων. Ἀλλὰ μόλις ἐξῆλθεν εἰς τὴν ὁδὸν τὰ ἔχασεν. Ὅπως συνήθως τοιαύτην ὥραν οἱ φανοὶ τῶν Ἀθηνῶν ἦσαν σβυσμένοι, πανσκοτισμὸς δὲ ἐβασίλευε πλήρης, βροχὴ ἔπιπτε καὶ οἱ προσκεκλημένοι θαμβωμένοι ἀπὸ βροχὴν καὶ τὴν ψύχραν 7


ἔπιπτον συγκρουόμενοι ὁ εἷς εἰς τὴν ἀγκάλην τοῦ ἄλλου. Ὁ δυστυχὴς σύζυγος ἐψιθύρισεν ἀπελπισμένος. - Λουσί!… Ἐδῶ εἶμαι, Λουσί!… Καὶ ἐν μέσῳ τοῦ πανσκοτισμοῦ μία χεὶρ γυναικεία ἐτέθη ὑπὸ τὸν βραχίονά του. - Ἔλα, λοιπόν, πᾶμε! εἶπεν ἀνακουφισθεὶς ἐκεῖνος. Ἤνοιξαν καὶ οἱ δύο ζευγαρωθέντες τὰ ἀλεξιβρόχιά των καὶ ἐξεκίνησαν ψηλαφητὰ βαδίζοντες, μαστιζόμενοι ὑπὸ τῆς βροχῆς. Ἔφθασαν τέλος εἰς τὸ σπίτι. Εἰς τὸν κρότον τοῦ κώδωνος ἤνοιξεν ἡ εὑρεῖα θύρα καὶ εἰσῆλθον εἰς τὴν φωτισμένην ἀπὸ τὸν κρεμαστὸν μέγαν λαμπτῆρα εἴσοδον. Εἰσῆλθον καὶ ἐκεῖνος ἐνῷ ἔβγαζε τὸ παλτό του εἶπεν ἔκπληκτος: - Μπᾶ! ἀκοῦτε νὰ πάρω ξένο παλτό!… Ἀλλὰ ἀπέμεινε ἐντελῶς ἐμβρόντητος ὁπόταν ἐκ τοῦ στόματος τῆς συνοδοῦ τοῦ ἐξῆλθεν ἐντελῶς ἄγνωστος δι’ αὐτὸν φωνή. Τὸ λᾶθός σας δὲν περιωρίσθη, κύριε, μόνον εἰς τὸ παλτό. Ἐπήρατε ξένο παλτὸ καὶ ξένην κυρίαν!

8


ΤΑ ΣΙΓΆΡΑ ΤΟΥ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΊΔΟΥ Θὰ συγκατένευε νὰ τὸν νυμφευθῇ ὑπὸ ἕνα τιποτένιον μέν, ἀλλὰ τόσον δύσκολον, καὶ διὰ τοὺς δύο ὅρον. Νὰ παύσῃ νὰ καπνίζῃ εἰς τὸ μέλλον. Καὶ τὴν ἰδιοτροπίαν του ταύτην τὴν ἐνίσχυε περισσότερον ἡ … πενθερά του. Δι’ αὐτήν, ἡ ἀποφορὰ τοῦ καπνοῦ-οὔφ! καλὲ τὶ ἀηδία - ἦτο μαρτύριον. Καὶ εὑρέθη ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος εἰς τὰ στενά· μανιώδης αὐτὸς καπνιστής, νὰ τοῦ ἐπιβληθῇ μία γυναῖκα, ἕνα κοριτσάκι, νὰ κόψῃ τὸ σιγάρο… Ἀλλὰ διὰ νὰ τὴν ἀποκτήσῃ, ἐνέδωκεν, ἔπαυσε νὰ καπνίζῃ καὶ ἐνυμφεύθησαν. Μετὰ τὸ ἀπαραίτητον ταξεῖδι τοῦ γάμου, ὁ γαμβρὸς γεμάτος δροσιὰ καὶ ὑγείαν ἔφερεν εἰς τὸ σπίτι τῆς πενθερᾶς του πολὺ μελαγχολικὴν τὴν κόρην της. Καὶ ἡ μήτηρ μὲ πολὺ μεγάλην ἔκπληξίν της, ἐπληροφορήθη, ὅτι ὁ γαμβρός της καθ’ ὅλον τὸ μακρὸν ταξεῖδι, ὑπῆρξε καλὸς καὶ εὔθυμος φίλος, ἀλλὰ τίποτε περισσότερον! Καὶ ἡ ἀτυχὴς κόρη ἦτο τόσον ὠχρὰ καὶ τόσον περίλυπος! Ἐξεμάνη ἡ πενθερὰ καὶ μετὰ τὸ γεῦμα εἰς μίαν γωνίαν τῆς αἰθούσης ἐπετίμησε ζωηρῶς τὸν γαμβρόν της. Ἐκεῖνος ὕψωσεν ἀδιαφόρως τοὺς ὤμους του, καὶ εἶπε μὲ στεναγμόν, παρακολουθῶν διὰ μελαγχολικοῦ βλέμματος τὰ πυκνὰ νέφη τοῦ καπνοῦ τῶν σιγάρων τῶν λοιπῶν συνδαιτυμόνων ποῦ ἔπνιγαν τὴν κομψὴν αἴθουσαν. - Μὰ εἶνε δυνατόν! Δὲν ἐννοεῖτε, ὅτι ὅποιος ἐκάπνιζε μιὰ φορὰ καὶ δὲν καπνίζει πλέον… 9


Κόρη καὶ μήτηρ τότε ἠναγκάσθησαν νὰ ἐνδώσουν. Ἡ δευτέρα μάλιστα ἐφώναξε τὸν ὑπηρέτην ἀμέσως: - Πήγαινε, γρήγορα ἐδῶ στὸ καπνοπωλεῖο τοῦ Τριανταφυλλίδου, ὁδὸς Σταδίου, βιζαβὶ στοῦ Λουμπιὲ καὶ πάρε ἕνα μικρὸ πακετάκι σιγαρέττα. Εἰς δύο ὥρας διήρκεσε ἡ μετὰ τὸ γεῦμα μικρὰ συναναστροφή, ὁ γαμβρὸς ἐξέκαμε καὶ τὰ 12 ἀρωματώδη σιγαρέττα τοῦ πακέτου ὑπομειδιῶν εὐφροσύνως. Τὴν ἑπομένην ἦτο περασμένο μεσημέρι ἤδη - ἡ πενθερά του ἐναγωνίως ἀνέμενε τὴν ἀφύπνισιν τοῦ νεαροῦ ζεύγους. Ἦλθον τέλος εἰς τὴν τράπεζαν. Πόσον τώρα ἦτο ὠχρὸς ἐκεῖνος, καὶ πόσον ἦτο ροδαλὴ αὕτη. Εἰς μίαν στιγμήν, μήτηρ καὶ κόρη συνεννοήθησαν, καὶ ἡ πενθερὰ ἀνέπνευσεν εἰς τὸ ψιθύρισμα τῆς κόρης της συνοδευόμενο ἀπὸ πονηρὸν χαμόγελον: - Μαμᾶ, εἶχε δίκαιον ὁ καϋμένος ὁ ἀνδρούλης μου. Ἄχ, τὶ λαμπρὰ σιγάρα! Καὶ ἡ πενθερὰ τότε πρὸς τὸν ὑπηρέτην χαμηλόνουσα τὴν φωνήν. - Παιδί, πήγαινε γρήγορα στὸ καπνοπωλεῖο τοῦ Τριανταφυλλίδου βιζαβὶ στοῦ Λουμπιὲ καὶ πάρε δύο μεγάλα πακέτα σιγαρέττα, ἀπὸ τὰ ἴδια ποῦ πήρατε χθὲς, ἕνα γιὰ τὸν κύριον καὶ ἕνα γιὰ… τὸν πενθερόν του!

10


Η ΕΚΛΟΓΉ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΎ Πῶς τὰ ἔμπλεξε καὶ μὲ τὰς δύο καί αὐτὸς δὲν ἤξευρεν. Οὔτε φιλήδονος ἦτο οὔτε, γυναικοθήρας, ἀλλ’ ἁπλούστατα εἷς ἀγαθὸς καθηγητὴς. Εἶχεν ἐνοικιάσῃ ἕν δωμάτιον εἰς μίαν οἰκογένειαν ἀποτελουμένην ἀπὸ γραῖαν οἰκοδέσποιναν, τὸν ἄγριον κουτσαβάκην υἱόν της καὶ τὰς δύο θυγατέρας της. Ἡ μία μελαγχροινὴ νόστιμη τριακονταέτις χήρα, καὶ ἡ ἄλλη δεκαοκταέτις ξανθοῦλα γαλανόφθαλμος, μὲ προκλητικὸν αὔθαδες στῆθος, οὗ προεπάθει πάντοτε νὰ διαβλέπηται κἄπως τὸ ῥόδινόν του, ἰδιαιτέρως δὲ κατὰ τὴν ἐκ τοῦ δωματίου του ἔξοδον τοῦ ἀγαθοῦ καθηγητοῦ. Πῶς τὰ ἔμπλεξεν ἤδη μὲ ἀμφοτέρας ἦτο ἄγνωστον. Γνωστὸν ὅμως ἦτο πλέον, ὅτι ἐντὸς ὀλίγων ἡμερῶν ἐπρόκειτο νὰ γίνῃ διπλοῦς πατὴρ ἐν τῇ οἰκίῃ, ἧς εἶχεν ἐνοικιάσῃ ἕν μόνον δωμάτιον. Ἐπὶ τῇ ἀποκαλύψει ταύτῃ ἡ οἰκοδέσποινα γραῖα καὶ ὁ ἄγριος κουτσαβάκης υἱὸς προέβησαν εἰς πολύωρον συμβούλιον, οὗ ἀποτέλεσμα ἦτο νὰ εὕρῃ ἐγκαθιδρυμένους ἀμφοτέρους ὁ καθηγητὴς εἰς τὸ δωμάτιόν του ἐπιστρέψας τὴν νύκτα. Ἡ γραῖα ὕψωσεν ἀπειλητικὸν τὸν γρόνθον της, ὁ κουτσαβάκης ἀπειλητικωτέραν τὴν πιστόλαν του - Τελείονε! δάσκαλε, μιὰ ἀπ’ τὶς δυὸ, ἔλα παίρνε την! εἶπεν ὁ κουτσαβάκης. Ὁ καθηγητὴς ἐρρίγγησε καταληφθεὶς ὑπὸ σκοτοδίνης. - Κύριε καθηγητά, κύριε καθηγητὰ, κακὸ ποῦ μᾶς ἔκαμες!.. Ποιὰ θὰ πάρῃς τώρα ἀπ’ τὶς δύο; προσέθηκεν ἡ γραῖα. 11


Καὶ ὁ ἀτυχὴς καθηγητὴς σκεφθεὶς ἐπ’ ὀλίγον, ἐνέδωκε μὲ τρέμουσαν φωνήν. - Δυοῖν κακοῖν προκειμένοιν ἡ μὴ χήρα βέλτιστος!

12




Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΔΙΗΓΗΜΑΤΩΝ Η ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΟΥ & ΑΛΛΑ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΥ (1872-1936) ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ & ΣΧΕΔΙΑΣΤΗΚΕ ΤΟΝ ΜΑΙΟ ΤΟΥ 2014 ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΑΞΙΩΣΗ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΣΤΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΔΩΡΕΑΝ ΣΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ

εκδόσεις

ΔΙΆΝΥΣΜΑ



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.