ΙΩΑΝΝΗΣ Β. ΒΕΛΛΗΣ
ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ
δ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ ΑΘΗΝΑ 2017
ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ
ISBN: 978-618-81297-3-3 Σειρά: Διανυσματικά ποιήματα © ΙΩΑΝΝΗΣ Β. ΒΕΛΛΗΣ & ΕΚΔΟΣΕΙΣ Διάνυσμα ekdoseisdianisma@gmail.com
Ιωάννης Β. Βέλλης
ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ ΑΘΗΝΑ Νοέμβριος 2017
Αφιερωμένο στην καλύτερη φίλη μου, την Αθηνά.
«Οι αποστάσεις, μια ματιά χρόνος, μια κουρασμένη σκέψη ή αγωνία/ και εσύ εκεί, ο ουρανός μου, όσο κι αν χτυπάς σαν θάλασσα τα βράχια/ οι άνθρωποι, γεννιούνται και χάνονται στα όνειρά τους, το ξέρες;/ καταλαβαίνω, ο ουρανός είναι πάντα ψηλά, οι θάλασσες, οι καταιγίδες, δίπλα μας/ σκιά, περιπλανιέται μόνη, παγιδευμένη, στην αιωνιότητα των αποστάσεων.» * «Έλαμπες μέσα στο σκοτάδι, σαν μαχαίρι, κοφτερό, ασυγκίνητο, στους θανάτους, τις αγάπες.» * «Είχες ξεχάσει το καλοκαίρι, πρώτα το φθινόπωρο μετά ο χειμώνας έγδερναν τις σκέψεις σου, σχεδόν τακτικά/ ακόμα κι η θάλασσα ξεσπούσε στα βράχια, για χάρη σου, όσο γκρίζαρε ο ουρανός στην αγκαλιά της/ κρατούσες τις σταγόνες της βροχής πάνω σου, για εξιλέωση, όσο ο άνεμος κυνηγούσε φύλλα κιτρινισμένα στα εξώριζα των δέντρων/ δεν ήταν το κρύο που άρχισε να σε ενοχλεί, ποτέ δεν ήταν αυτό το γνώριζες, όμως έδειχνες δυσκολία/ έβλεπες να σε ξεχνούν οι εποχές, στα χρόνια, εκείνα που σε έκαναν ό,τι ήθελαν/ φώναξες στον σκύλο σου έλα, έτσι απλά χαθήκατε σε ένα στενό, στο πέρασμα της καταιγίδας/ χωρίς απαντήσεις ή ενοχές, άλλωστε πάντα έρχεται το καλοκαίρι, μαζί μας ή μόνο του.» *
«Άφησε την καρδιά του μαζί της και βγήκε στο κρύο σκοτάδι, άδειος.» Γιάννης Βέλλης «Εγκληματίες κερδίσανε τον κόσμο και τον σκοτώνουν.» Γιάννης Βέλλης «Τα μάτια μου, κρυμμένα στην καρδιά σου, ψάχνουν ουρανό.» * «Γύρισε πίσω εκεί που ήταν παιδιά, με τα χαμόγελα και τις εντάσεις τους, σαν ψάχνανε τον κόσμο -ίσως να τον μαθαίνανε μαζί-, κράτησε όσες εικόνες μπορούσε να πάρει μαζί του στην επιστροφή/ τότε όλα ήταν ομορφότερα, ξεκάθαρα, σε αγαπούσανε ή σε μισούσανε, το καταλάβαινες σ’ ένα παιχνίδι, σ’ ένα χαμόγελο ή σ’ ένα χτύπημα από λόγια, διαπίστωσε κουρασμένος/ μετά κάθησε στο στείρο δωμάτιο από συγκινήσεις, έσβησε το φως, άφησε τη μουσική να τρώει τις ώρες του, έγινε ένα με τον κόσμο που χάθηκε, χρόνια περίμενε να το πάρει απόφαση, οριστική». * Οι Αλεξάνδρειες πεθαίνουν, οι άνθρωποι σκοτώνονται, οι Ιθάκες περιμένουν μόνες/ οι ιστορίες αλλάζουν, στα χέρια των νικητών, οι ηγέτες αποσύρονται στη λήθη κι εσύ πάντα αφελής, ερωτεύεσαι τις ήττες σου.» *
[ 10 ]
«Δίνεσαι σε ό,τι πιστεύεις, αγαπάς, απόλυτα, μετά σε ψάχνουμε.» Γιάννης Βέλλης * «Οι άνθρωποι, πρέπει να βρίσκουν το βηματισμό τους, πριν χαθούν.» * «Χαμένα τα διδάγματα, τα χρήσιμα, η ιστορία αργοπεθαίνει στη ρότα μας αδιάβαστοι μένουν οι χρόνοι και ζαλίζονται, στα λάθη μας, που περισσεύουν.» * «Η φωνή σου, περισσότερο ξεχωριστή από ποτέ, κρατάει στη σιωπή μου.» * «Τα σύννεφα ξεπερνάνε τον ορίζοντα, όσο μετράς τις ώρες, τις εποχές.» * «Η νύχτα, τόσο παράξενη, αναδιπλώνεται στις σκέψεις μας, παγιδεύεται στις ενοχές μας, ή τρέχει ελεύθερη μέχρι το ξημέρωμα.» [ 11 ]
«Ακόμα περιμένεις, όσο ο ήλιος ψηλώνει το βλέμμα του, γράφοντας, το περιθώριο, αδιέξοδης ιστορίας.» * «Οι συνειδήσεις αραδιάστηκαν, σαν χαμένα όπλα που σκαλώσανε, τυχαία, σ’ ένα πέρασμα.» * «Νύχτωνε, τα φώτα απλώνονταν στη συνοικία, μουρμούριζε κι ο διάβολος στα αδιέξοδα/ αυτή η καταραμένη ατέλειωτη υγρασία, έπεφτε βιαστικά πάνω μας, μας αγκάλιαζε/ πού και πού, κάποιο ξεχασμένο άστρο ξέφευγε μέσα από τα σύννεφα, έλαμπε χαρούμενο/ όσο οι έρωτες ξυπνούσαν ανήσυχοι κι έρχονταν, λόγια αντάλλασσαν οι καρδιές.» * «Νυχτώνει, εσύ στολίζεσαι μέσα μου, όσο κοιτάς τα φώτα στο ξεχασμένο παράθυρο/ απλώνεις το χαμόγελο, αλλάζεις γνώμη, επιμένεις, εκεί μέσα είναι καλύτερα/ νυχτώνει και δεν προλάβαμε να πούμε μια λέξη, πότε θα γνωριστούμε;» . * «Χάσαμε την επικοινωνία, την αλληλεγγύη, τις μικρές ασήμαντες λεπτομέρειες, τις πληγές, όσες ξυπνούσαν [ 12 ]
συνειδήσεις, τις αγάπες μας/ χάσαμε τόσα κι ακόμα χάνουμε, με κίνδυνο -τον μεγαλύτερο- να χαθούμε ως άνθρωποι/ κι εσύ γλυκιά μου, λες για το ρεύμα που δεν πληρώσαμε, το νερό που σταμάτησε, το φαγητό, γιατί δεν φτάνει πια/ να θυμάσαι, αυτό μόνο, όσο χάνουμε τον άνθρωπο από μέσα μας, τόσο θα κρυώνει η μέρα κι η νύχτα θα σκοτώνει.» * «Όλα τόσο περίεργα και φθαρμένα, η πορεία συνεχίζεται τα πρόσωπα αλλάζουν στο χρόνο, χαράζονται, πληγώνονται κρατώ τη σκέψη σου, την αγάπη σου και συνεχίζω, μόνος δεν έχω ουρανό, μόνο ατέλειωτες νύχτες.» . * «Κι αυτή η ποίηση, τι ήταν στα χρόνια μας; μια κουρασμένη μήτρα, λεόντων και φιδιών/ κάπου εκεί ενδιάμεσα, μοιράζονταν τα λόγια ή και ερωτεύονταν, διχασμένα πια/ μεταξύ ένδοξης τιμής και δηλητηρίου, τόσο μπερδεμένοι έδειχναν οι προστάτες/ ακόμα κι οι ελεύθεροι κουβαλητές, δεν στέκονταν τίμια, στις περιστάσεις/ αδικούσαν, πρόσβαλαν, ενοχλούσαν, αγνοούσαν, τέτοια μιζέρια/ λες και δεν γεννήθηκαν, με τη λύρα και το λόγο στο προσκέφαλό τους/ λες και δεν ένιωσαν, την αύρα του ανέμου ποτέ στην καρδιά τους/ κι όμως εμείς αρνηθήκαμε την πίκρα στο στόμα μας, απ’ το δηλητήριο/ σκοτώσαμε, τις ψεύτικες μάσκες, της υποκρισίας, με έρωτα φυλακτό.» . * [ 13 ]
«Συνεχίζεις, με ό,τι έχασες, ό,τι βρήκες, σκέφτεσαι, χάνεσαι, επανέρχεσαι, ο δρόμος αυτός αταίριαστη ιστορία/ θέλεις να την φωνάξεις, μα ο λαιμός στεγνός, άλλωστε, ποτέ δεν ήσουν καλός στις λεπτομέρειες/ να οι πληγές θέλουν κλείσιμο, οι δρόμοι ατέλειωτοι, η στασιμότητα αναγκαία, για περισυλλογή/ ο κόσμος αλλάζει, οι συνήθειες αλλάζουν, τα χρόνια μαζεύονται, αναγκαίος ο προορισμός.» * «Τα χρόνια περνάνε, ακολουθούν οι άνθρωποι όμως δεν προλάβαμε να δούμε, αληθινά τι κερδίσαμε, τι χάσαμε, σκοτάδι.» * «Ο ουρανός στα γαλάζια, η θάλασσα στα γαλάζια, όλα στα γαλάζια, εσύ λείπεις, τα μάτια σου τα γαλάζια.» * «Η ζωή μου; λίγες εικόνες μαζί σου, κάποιοι τις λέγανε στιγμές.» * «Θέλω να ακούσω τη φωνή σου, φώναξε ο άνεμος, σφυρίζοντας αδέξια.» * [ 14 ]
«Στην άκρη, φαίνονταν ο χειμώνας, μα εμείς επιμέναμε, αδιάφορα να παίζουμε στις λάσπες.» * «Ξέρω τις μέρες σου, ξέρεις τις ζωές μου, ασύντακτες ιστορίες, ζητάνε μέτρημα αναστάτωση η σκέψη σου, θάνατος κάθε βράδυ, ανάσταση κάθε αυγή.» * «Παράξενες οι Τρίτες, χωρίς χαμόγελό σου κι ο ουρανός τόσο γκρίζος.» * «Αδιέξοδα χωρίσματα της πόλης χτυπάνε σε τοίχους ή σκουπίδια ξεχασμένα, πόσα τέτοια δεν απλώνονται γύρω μας/ είναι κι η βροχή που τα φέρνει σήμερα για συζήτηση στην πόρτα μας, κακόγουστα αλήθεια, μα τόσο δικά μας/ όμως επιμένουμε να αφήνουμε τις πλατιές φωτεινές λεωφόρους, να στριμωχνόμαστε στις τελευταίες γειτονιές, αναζητώντας πάλι ανθρώπους ή φαντάσματα/ οι ιστορίες αλλάζουν εδώ, αντιδρούν, φωνάζουν, αγαπάνε, πονάνε, γεμάτες με μώλωπες προσγειώνονται στην πραγματικότητα/ όσο οι ήρωες καλλωπισμένοι απ’ την αδιαφορία μας, διαβαίνουν, λέγοντας δεν πειράζει, ίσως δεν ήταν η τύχη μας και μετά χάνονται». [ 15 ]
* «Χαράξανε τις ζωές μας και τώρα μετράμε σημάδια, αντοχές, χρόνια.» * «Η ίδια εικόνα παγιωμένη μέσα σου, ο χρόνος λένε ατέλειωτος, μα τόσο λίγος για να γεμίζει μόνο μ’ αυτή, ένα ξεγέλασμα/ κάπου γυρίζει, ξεχνιέται, αλλάζει, ανασταίνεται η ίδια αγάπη, όσο εσύ στέκεσαι στις σκιές κι ο ήλιος σε ψάχνει/ αμυδρά κρατάς τη ζωή σου, πέρα απ’ αυτή την εικόνα, αδύναμη η παρουσία σου στις εξελίξεις, παγιδευμένος ψιθυρίζεις και περιμένεις». * «Υπάρχουν και όνειρα, μην αφήνεσαι στην πραγματικότητα.» * «Κονσέρβες, μοιράστηκαν στα χρόνια συναισθήματα, με τα συντηρητικά τους καλοδιατηρημένα, στη συσκευασία στη διάρκεια, με ημερομηνία λήξης.» *
[ 16 ]
«Η θάλασσα, ο άνεμος, τα τσακισμένα βράχια, τόσα χρόνια μακριά κι ακόμη να φύγει η αρμύρα από μέσα σου.» * «Βαρεθήκαμε τους οιωνούς, να στέκουν φύλακες της εξορίας μας.» * «Η λεμονιά σήμερα τραβούσε αχόρταγα τον ήλιο, όσο η υγρασία μαζεύονταν σε μια γωνιά/ ο πέτρινος φράκτης ταράζονταν από φωνές, ήταν κι η εποχή τέτοια αναστάτωση/ ένας έρωτας για περισσότερη ζωή, τόσοι πόλεμοι μας σκότωσαν στα χρόνια». * «Δεν γράφω πια, απλώνω λέξεις να ξεσκονίζονται, όσο περιμένω.» * «Τι κι αν σταθείς στις βαθύτερες λέξεις, αυτές δεν φτάνουν, ούτε οι καλύτερες φωτογραφίες, για να γεμίσεις μέσα σου/ λεπτομέρειες θα πει κανείς, εδώ ο κόσμος μας γυρίζει τόσα χρόνια, στις ανησυχίες του και τελειωμό δεν έχει/ όμως να, υπάρχουν ώρες που σκέφτεσαι περισσότερο, εκεί είναι που πληγώνεσαι». [ 17 ]
«Άλλα περιμένεις κι άλλα έρχονται, η ζωή συνεχίζεται, μα να, θυμάσαι.» * «Λεξιλόγιο της απουσίας δεν αποκτήσαμε και σιωπούμε.» «Μόνο τα μάτια σου κι ένα χαμόγελο, στη σιωπή, ο κόσμος όλος.» * «Λεμονιά, παράθυρο, σύννεφα, ουρανός, θάλασσα και τα μάτια σου, να τι είναι ο κόσμος μου.» «Η σκέψη, παράξενα γυρίζει και χάνεται μη δίνετε σημασία, θα επιζήσει.» * «Λίγες λέξεις, τι είναι λίγες λέξεις, να ακούσω τη φωνή σου, να ξέρω ότι υπάρχεις/ μέτα, άφησε τον άνεμο, να σκουπίσει το δρόμο, σφυρίζοντας, μέχρι τη θάλασσα.» * «Στο περιθώριο των εξελίξεων, κρατιόμαστε ζωντανοί, για το αύριο.» *
[ 18 ]
«Και τι είμαστε εμείς οι ποιητές, άνθρωποι του κόσμου, κάτι από δίπλα σας ή από μέσα σας/ σε ένα παράθυρο δοσμένοι, σε ένα δρόμο περασμένοι, ακόμα κι άστεγοι στοχαστές σε μια καταιγίδα/ σε κάποια πόλη του νότου, μπερδεμένη σε λάθη και στιγμές, επιπόλαιη μα και λατρεμένη/ όπως και να το δεις, με τις λέξεις μπλεχτήκαμε, αδικηθήκαμε κι όμως πάντα επιστρέφουμε νεώτεροι.» * «Τα μάτια χάνονται, όσο η νύχτα επιμένει να τραβάει τις ώρες της όμως οι εικόνες σου, καρφωμένες μένουν, βαθιά μου, στοιχειωμένες.» * «Οι συγκρούσεις αναμενόμενες, παράλληλοι δρόμοι ελάχιστοι κι αδιάφοροι.» * «Γύριζε, εκεί που χρόνια σφάζονταν το φως με το σκοτάδι, σιγοτραγουδούσε λες και περίμενε το αύριο, καλύτερο.» * «Κλειστήκαμε σε μια βιβλιοθήκη και γίναμε βιβλία, τώρα ξεχασμένοι, μαζεύουμε τη σκόνη.» [ 19 ]
«Στο ξεκαθάρισμα, μόνος οδηγός ο χρόνος και το χειρότερο αδιέξοδο.» * «Χωρίς πυξίδα, χανόμαστε μέσα μας και ξενυχτάμε, για σωτηρία.» * «Οι διάλογοι περιορίστηκαν, τα πριν και τα μετά, μπερδεύτηκαν στα παρόντα, ξεθώριασαν/ οι συγκυρίες, απίστευτα γρήγορες, μας σταματήσανε, λες και γεννήθηκαν γι’ αυτό/ οι ώρες, φαγώθηκαν στα διαστήματα, οι ημερομηνίες ξεχάστηκαν, οι δηλώσεις, περιορίστηκαν σε σιωπή/ μόνη εικόνα τα μάτια σου, μόνος ήχος η φωνή σου, κάποιο χαμόγελο, που σκάλωσε στον σύρτη και δεν ζητήθηκε πίσω.» * «Ποτέ δεν σταμάτησα να ψάχνω, να αναζητώ ακόμα κι όταν με σκοτώνανε.» «Παρασυρμένος, ταξιδεύεις στα πέλαγα, ίσως πολύ μακρύτερα, γυρεύοντας τη δική σου Αμερική, την αταξίδευτη.» *
[ 20 ]
«Κυνηγούσα τις νύχτες, μέχρι που χάθηκα μαζί τους, στο ξημέρωμα.» * «Πόσοι ήρωες και πόσοι τρελοί, να σκοτωθούν, για την ελευθερία σου;» * «Μισοσβησμένο φως, μισοσβησμένες σκέψεις, εσύ λείπεις, εγώ λείπω, όλοι λείπουν.» * «Πόσο μου λείπει ο καθαρός ορίζοντας, συνήθεια ανέμελων χρόνων.» * «Τόσα χρόνια χαμένα, στην Τροία παγιδευμένα, σε εχθρούς και φίλους που μπερδεύονταν ή σκοτώνονταν να ξεχωρίσουν, ψέματα και θεούς.» *
[ 21 ]
«Η ιστορία συνεχίζεται, όπως γινόταν πάντα ο κόσμος αλλάζει ή παγώνει, στο μυαλό σου θέλεις να φωνάξεις ή να σιωπήσεις, πολλά θέλεις όμως είσαι μόνος σου, ποιος θα σε ακούσει;» * «Απλώθηκαν τα μάτια σου, στην καρδιά μου και κλείστηκε ο ουρανός.» * «Είναι και το φθινόπωρο, μια ασφάλεια στη θλίψη μας, τόσα σύννεφα.» * «Πόσο περίεργα ακούγεται η σιωπή, τη νύχτα.» * «Έρχονται οι εποχές, που θα σκοτώνουν, χωρίς να φαίνονται, επίφαση, δημοκρατίας και σταθερότητας.» * «Προσπαθώ να ενώσω, πάλι μικρά διαστήματα, ευτυχίας ή δυστυχίας προσεκτικά, να μη τσακίσουν μέσα μου μα χάνομαι στην αναζήτηση.» [ 22 ]
* «Διαβαίνεις, ένα με το άγνωστο, περιουσία σου, οι πληγές σου.» * «Και τα εσώψυχα, φθαρμένα πια, κρατάνε τις αποστάσεις.» * «Απορίας άξιο, τόσοι φιλόξενοι δρόμοι πως μπερδεύτηκαν και δέσανε το αδιέξοδο, στα χρόνια σου.» * «Τίποτα δεν προχωράει, τα λάθη επαναλαμβάνονται, τα θύματα αριθμούνται, καταγράφονται, οι συνειδήσεις παρακάμπτονται/ ευημερία των αριθμών, των καταστάσεων, των καταστατικών, των θαυμάτων και των ασωμάτων/ κάπου εκεί μέσα, χανόμαστε, πληγωνόμαστε, όσο μας αρπάζουν τα όνειρα και τα εκτελούν, στα αδιέξοδα, γιατί μας στάθηκαν αλληλέγγυα.» * «Θες να πολεμήσεις και δεν θες, νεκρός χρόνια τώρα.»
[ 23 ]
«Μέσα από τα δέντρα έκλεβες στιγμές του ουρανού, σήμερα κι ο άνεμος αργούσε, μπορούσες να βλέπεις σύννεφα/ να ασπρίζουν, μετά να στέκονται ευλαβικά στο γκρίζο, διαχωριστική γραμμή για καταιγίδα/ ό,τι περίμενες να σκεπάσει τις ζωές μας, άφηνες τα μάτια σου να ψάξουν βαθιά, στην άκρη του ορίζοντα/ μετά κουρασμένος γύριζες πάλι εδώ, σε χώρο που τον πνίγουν τα τετράγωνα, παγιδευμένος σε μια νότα/ ότι κρατήθηκε από αυτή κι επαναλαμβάνεται, είναι το δικό σου τραγούδι, σε τζάμι θολό χτυπημένο -τακτικά πια- από τους καιρούς σου.» * «Μεγαλώσαμε πια, κρατάμε στη μνήμη, επιλεκτικά, τις πληγές, τα χαμόγελα και τις σιωπές, έτσι περνάει ο καιρός.» «Σαν τιμωρία απλώνονταν η θάλασσα, στις ενοχές μας, μαυρισμένη.» * «Έπνιξε η θάλασσα τα ίχνη σου, όμως δεν έφευγες, σαν να περίμενες ένα κάλεσμα/ τι και αν σκοτείνιαζε, τι κι αν ο άνεμος τραβούσε τις βάρκες, περίμενες με την καρδιά ανοιχτή/ να ακούσεις κάτι, να νιώσεις κάτι, με αυτή που μέχρι χθες σκοτώνανε στα αποσπάσματα/ για τα πιστεύω της, για τον ουρανό της, για τα χρώματά της που σβήνανε στο κόκκινο.» * [ 24 ]
«Οι αλλαγές που δεν έφτασαν, στριμώχνονται, παγιδεύονται, πληγώνονται, παράξενη ιστορία.» * «Ίσως, από το να περιμένεις, καλύτερα να αναζητείς.» * «Η καθημερινότητα, μας τρώει και περνάει, έρχεται δεδομένη, αναπάντεχη, φέρνει κι ατυχήματα/ συνεχίζουμε να μετράμε μέρες ή να ξεχνάμε άλλες, πιστεύουμε πως αγαπάμε/ μετά είναι κι ο έρωτας, κάποιες φορές χαλάει στο μάσημα, σε τρέχει μια ζωή/ αργότερα, πεθαίνουμε από αγάπη, από άνοια, από υπερπροσπάθεια, από το τίποτα/ θέλω να φωνάξω, σκότωσα τόσες λέξεις κι ακόμα, δεν κατέληξα στη δική μου απάντηση.» * «Μέχρι που, θα τραβήξει ο χρόνος να σκέφτομαι, στο φθινόπωρο τα μάτια σου και να σβήνω τη φωνή σου, απ’ τους περαστικούς.» * «Όλα ξεκάθαρα και τόσο μπερδεμένα, μόνη διέξοδος τα όνειρα.» [ 25 ]
«Θα περάσω να κοιτάξω, βιαστικά, νοσταλγικά, μετά, θα πετάξω μακριά, στο άγνωστο.» «Κάποια μέρα, θα σταματήσω πια να γράφω/ θα γίνω ποίημα, θα χαθώ βιαστικά μέσα στις λέξεις/ αυτές που πνίγονται από συναισθήματα, αγάπη, αναζήτηση.» * «Στις αναστάσεις σου, έτρεχε ο θάνατός μου, παλιά ιστορία, αδιέξοδη.» * «Στο κόκκινο όλα περασμένα, στέκονται, μάχονται, σκοτώνονται, νέα αρχή ξεκινά πάλι.»
[ 26 ]
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ» ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ Β. ΒΕΛΛΗ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ GFS ARTEMISIA ΣΤΟ ΑΤΕΛΙΕ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΔΙΑΝΥΣΜΑ Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΓΙΝΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΕΩΝΙΔΑ ΣΚΥΛΙΤΖΗ