ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
όνειρα θολών τοπίων ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ
ΟΝΕΙΡΑ ΘΟΛΩΝ ΤΟΠΙΩΝ
Δεν κάνω δημόσιες σχέσεις. Ζω στην απομονωμένη Αλήθεια μου, στην κοιτίδα των ποιητικών μου ονείρων και από κει παράγω αυτό που λέω «αισθηματικό πολιτισμό». Να κατέχεις λίγα είναι οδυνηρό- μα και να κατέχεις πολλά, είναι αληθινά αφόρητο- αφού αυτό σε κάνει να ξεχνάς να θεραπεύεις την ψυχή σου με τα βότανα της Μουσικής, της Ζωγραφικής, της Τέχνης γενικότερα. Είναι ο κοντινότερος που πιστεύω Θεός: Η Τέχνη, η έξαψη του νου, η φαντασία που δεν χωρά πουθενά, που γκρεμίζει και συνεχώς επινοεί κάτι που διαστέλλεται και δεν είναι Σύμπαν μα ξεπερνά και δεν την περιορίζει κανένα σύμπαν. Ζω μια ευτυχία εσωτερική που δεν περιγράφεται, ανήκω σε μια κάστα «τυχερών» που συνωμοτούν εναντίον μιας πραγματικότητας που τα ανθρώπινα διαβάλει και μας κάνει να μένουμε καθηλωμένοι στην αοριστία μιας μελαγχολίας δίχως μέγεθος..
ISBN: 978-618-82414-0-4 Σειρά: Διανυσματική Ποίηση Εικόνα εξωφύλλου: Θανάσης Πάνου Copyright © ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ & Στρατής Παρέλης, 2016 ekdoseisdianisma@gmail.com
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
ΟΝΕΙΡΑ ΘΟΛΩΝ ΤΟΠΙΩΝ
ΕΚΔΟΣΕΙΣΔΙΑΝΥΣΜΑ
Όνειρα θολών τοπίων… Αμίλητοι κόσμοι, ματαιωμένοι επ’ ουδενί- δεν αντιδρούν, δεν σκιάζονται, μόνο κορυφώνονται την ώρα που οι αρχαιολόγοι ευθυμούν επάνω απ’ τα ψηφιδωτά τους και χαμογελούν, διαστέλλοντας κι άλλο το σύμπαν και εγκολπώνονται το ιερό μυστικό της πάλαι ποτέ αυτοκρατορίας. Ψηφίο ψηφίο κατακτάται ο κόσμος- με κόπο που γνωρίζεις εσύ που έμεινες όλο το βράδυ δίπλα στο ποτάμι και άκουγες τα άστρα να παφλάζουν μέσα του ευτυχισμένα. Και το φεγγάριπώς κύλησε απ’ την μια όχθη στην άλλη και ύστερα μάτωσε σαν το ψάρι που του ξεριζώθηκαν τα βράγχια σαν το ασήμι που το άγγιξε ο πόνος και ο θάνατος.. Τα είδες όλα αυτά, τα ψηλάφησες.. τα ζωγράφισες επιμένοντας να μην είσαι στην όχθη του θύτη- κι ωστόσο το θύμα εσύ ενός γαλανού φονικού. Δες: η μέρα ομονοεί στην απώλεια· και είσαι εδώ που η Σκηνοθεσία είναι θέση που δεν συμφωνεί με την καρδιά σου· μα ακούς τον περιρρέοντα Λόγο- σηκώνοντας την ασπίδα σου να υπερασπιστεί η Ζωή απ’ την δική σου εύοσμη καταδίκη.. 7
Δυσκολοτέλευτον… των πνευμάτων οξύτητες κι ίσως μία λάμψη που, εντός σου, ανταρτεύει ψήγματα όλα μιας φωτιάς που δεν κατανοείς έρχονται φεύγουν- απιστούν και σε σένα και μένα που ψάχνουμε ολοζωής μια ηθική ντόμπρα κατάληξη δοκιμάζεται ο κόσμος, επικροτεί τις δαπάνες που μεταφράζονται μοναχά σε ψυχή ζητάμε διδασκαλίες που είναι πάντα αλλιώτικες ζητάμε τον μακρύτερο δρόμο που σε πάει στην Αλήθεια κουρασμένο μα άφθαρτο πόσο ξοδευτήκαμε σε περιπλανήσεις εαυτός εαυτού, πόσα βήματα κάναμε μέσα σε ναρκοπέδια ψευδαισθήσεων; Ηθοποιοί που ξεπερνούν κατά κάτι στο ήθος, ποιητές που κατατροπώνουν των παραμυθιών τον αιώνιο δράκο..
8
Μπερδεύοντας τα αξεδιάλυτα… Θολώνει η όραση, θολώνει κι η ζωή Η λύπη χρωματίζει την ψυχή από το μέρος το πρόδηλο Φεγγάρια έλαμψαν επάνω απ’ το κεφάλι σου και χάθηκαν πάλι- Όπως χάνονται τα υλικά και όπως σου ‘ρχεται η φοβερή Ατυχία Νιώθω να με προδίδουν οι συνήθειες μου Με έκαναν να περιμένω κάτι που δεν ήρθε Και η γραμματική που ακολουθώ είναι πια βάρκα που μπάζει Ναυαγώ σε σκέψεις που ανήκουν στην παρακμασμένη μου νιότη Να η κατάδυση στον εαυτό που κουράζω Ό,τι παλιό στιλβώνεται και μέσα μου ξαναλάμπει Υπερπήδησε τα εμπόδια- το Κακό που κλωτσάς επιστρέφει Είναι θηρίο ο πόνος, είναι φωτιά ο καημός Κάτι ελληνικά ψελλίζω που ελπίζω να έχουν διάρκεια Ο οίκος μου -ο μύθος μου, ο πόθος μου κι η ταπεινή προσευχή μου Ακινητώ κι όμως σπινάρω σε μια ρίμα που ακροβατεί Μανδύας η Ποίηση κι όποιος ενδύεται ευφυώς περιποιεί Καλοσύνες..
9
Του τώρα οι δράσεις… Ντύσου την έκπληξη των στιγμών και ακολούθα με θα πάμε στους κήπους των ονείρων, πουθενά δεν σταματά αυτό το μελτεμάκι της χαράς- και αν η εποχή δεν βοηθάει, εμείς μ’ ένα φιλί θα ξορκίσουμε το κακό, θα μείνουμε αγκαλισμένοι κάτω από των αστεριών την Βίβλο και θα περπατάμε αθώοι, πλάι στο κύμα που θα ψιθυρίζει κάτι ακαταλαβίστικα λόγια μιας επικής θαλάσσης..
Ερημίτης… Πόσον ερημίτη θρόνιασες μέσα μου όπ-μα του καλοκαιριού! Ζητώ μια τάξη που δεν υπήρξε- ζητώ να μην ζητώ Τελεσίδικα, τίποτα. Έρχονται πάνω μου βαριοί οι ουρανοί Κι άλλες φορές σε κρατώ στην καρδιά μου και λίγο Γίνεται ροδαλός ο ορίζοντας. Ποτίζω τις γλάστρες μου. Είσαι πάντα εκεί, πίσω από κείνα που δεν λέω Και κόβεις ένα τριαντάφυλλο μειλίχιο και πολλαπλά αθωωμένο..
10
Του Φωτός κομπασμός και Ύμνος… Γη τε μητρί, φιλτάτη τροφό Επιστρέφω από τον φωτεινό μύθο του καλοκαιριού, ντυμένος την λεοντή των ονείρων, κοιμάμαι και όμως είμαι ξυπνητός, δοκιμάζονται πάνω μου όλες οι προθέσεις και όλα τα ακονισμένα οξύτονα ένστικτα. Κοιτάζω τον νόμο και αυτός παραβιάζεταιπού αυθαιρετώ και πού ανυπότακτος μένω μ’ όλα τα φύρδην μίγδην μπερδεμένα αιματηρά λογάκια μου; Μουσική που μου χαρίστηκες κι όταν εγώ δεν καταλάβαινα πού να βάλω τελείαμουσική που με λαβώνει και μου κεντά την καρδιά, δείξε Φως το ιαματικό σου σίγουρο έλεος, δείξε πόσο ψυχανεμίστηκα την ευφράδεια των δέντρων και πόσο αγάπησα της Φύσης το ιερό μέγα Μαρτύριο..
11
Ερωτικό, έτσι κι αλλιώς… Ο αέρας με μοιράζει πάνω στην πλάτη της γηςΚαι Τότε Γίνομαι ψίθυρος Γίνομαι ζουζουνάκι που πεταρίζει πλάι στο αυτί των λουλουδιών Γίνομαι επικός και ανήκω Σε μια τάξη αιώνια, μια τάξη που δεν διασαλεύτηκε Από την εποχή των άλλων θεών Και έρχομαι στον ύπνο σου Μεσημέρι που γελά πάνω απ’ τα λιβάδια Έρχομαι Ντυμένος άμφια του έρωτα Και σε φιλώ Στις παρειές που κοκκινίζουνε Προδίνοντας Του πόθου σου το ξάναμμα και Της κάψας την θέρμη..
12
Μάρτυρας… Ενώπιος ενωπίω, το είδωλο κυνηγώντας Ενός εαυτού που πολλά μετρά κι άλλα τόσα τα χάνει.. Τζάμι θολό που με υποψιάζεις σε αγωνίες νέες. Ακίνητος κι ευκίνητος- σουρώνω τις ευθύνες μου και μου προβάλει μπελαλίδικο καθήκον. Η Κυριακή με χρησιμοποιεί για να υπάρξει. Κάπου εδώ που είμαι ένας μάρτυρας που δεν προδίδει την παλικαριά του αέρα..
Ροκανίσματα ιλαρά.. 1. Να μια εργασία έμπνευσης πάνω στα μαχόμενα σμήνη των πουλιών και τα οροπέδια των συναισθημάτων· Ένας ήλιος μπαλώνει τα τρύπια ρούχα των ενστίκτων, Η θάλασσα, πέρα μακριά, στραφταλίζει κι αντιμιλά Στην παραλία που αυτοθαυμάζεται· Σπίτια γλαυκά αραδιασμένα σ’ όλο Το μήκος του λόγου· Ναύτες οι γλάροι κατασκοπεύουν την φορά του ουρανού· Το επιχειρείν στην φαντασία ρυθμίζει την τόλμη αντιστρόφως κι ανάλογα.. Κλείνουν κι ανοίγουν σαν τις πεταλίδες, οι σιωπές..
13
2. Ξύπνησα αξημέρωτα, μου έγνεφε ακόμη η νύχτα. Είχα διαβεί τόσου ονείρου πτήση που δεν τρόμαζα Με τίποτα, ήμουν καλά διαβασμένος. Σκοτεινή δίνη του στερεώματος, τράβηξέ με, Κάνε με φερέφωνο ενός παλμού που δεν σκυθρωπάζει, Ζω για να περισσεύουν οι αλήθειες μου, Ζω για να νιώθω πως απόλυτα ζω. Κι η λύρα που απίθωσαν τα ξωτικά στα χέρια μου Ουρανομήκης..
3. Τα εύκολα ήταν πάντα τα δύσκολά μου. Αγχώθηκα να τα κατανοήσω. Ο μίτος τους ήταν η μουσικήΤην ακολούθησα ασθμαίνοντας κι όμως, φανατικά, προσηλωμένος. Οδηγήθηκα στον έκπαγλο χώρο του θαύματος! Προσκύνησα, όπως αν είχα να ανέβω σε μία κορφή που, και με νου την πλησιάζεις, καθηλώνεσαι. Εκεί που ανακάλυψα το αναπάντεχο Ιερό μου..
14
4. Ένα φιλί πάντα θ’ αποτελεί κλίμακα που σε υψώνει ευτυχισμένα αλλιώς. Μπορεί και να ‘ναι και κάτι σαν μια αναγωγή σε μεγέθη που δεν είδες δεν ξέρεις. Βλέπεις ο έρωτας πολλά και νικητήρια μηχανεύεται. Προβλήματα προς λύσιν κι όμως άλυτα. Πού πάμε με τις εκμυστηρεύσεις μας αλλού από την σκοτεινή γαλαρία μιας μελαγχολικής στιγμής που καθορίζει όλον τον βίο; Σε ρωτώ με ρωτάς.. 5. Δικαιολόγησε την απουσία, πουθενά δεν καταλήγουν τα λεχθέντα μας· Μόνο μια αβαρής σιωπή πλακώνει κάποτε πάνω απ’ την πόλη Και των ουρανών τα αντιστύλια ραγίζουν και δεν βαστάν. Τότε που κι εσύ ξέρεις ότι όση ψυχή βάζεις, τόσο πιο όμορφο θα είναι το ταξίδι Προς τις κοιλάδες τ’ ουρανού.. 6. Χορεύοντας επάνω στην πλατφόρμα του ορίζοντα, τα βουνά συσκέπτονται με τον ουρανό και εκεί αρχίζει να μπάζει ρίμες το πέλαγος. Είσαι άγουρη σαν τσάγαλο και ώριμη σαν νυχτολούλουδο που ξιφομαχεί με τον Βοριά. Κλείνω τα μάτια μου και σε περιέχω. Δημητριακή όπως ένα στάχυ και λεβέντισσα σαν μια κραυγή του Θεού. Δεν σε είπα αρκετά ακόμηΤώρα σε λέω.. 15
7. Ελληνικά ψηφία που μεγάλωσαν μες την ζωή μου από παππού και προπάππουΚερδήθηκαν από μένα και ταξίδεψαν κατευθείαν σε σέναΈνας σάλος από φωνήεντα και λέξεις που σηματοδοτούνε στην αιχμή των νοημάτων ποιητικές συναντήσειςΜένω γυμνός κάτω από τον ήλιο και ψηλαφώ μια γαλήνη που είναι πάντα του όρθρου..
Εποχικόν ανάλογο.. ΡέωΣαν μια γάργαρη ρήση που δεν χωρά πουθενά· Και τα τσαλιμάκια σου χρόνε Να ακινητείς κάπου στον ύπνο μου και να διαβάζω Ευτυχίες μελωδικές ως έξω από τον κήπο που πουλιά αποστηθίζουνε την ευτυχία Χορός. Κερδίζω και χάνω. Είμαι η ζωντανή απόδειξη ότι ο μύθος αντέχει Της καρδιάς..
16
Το σπίτι… Το σπίτι έχει μια προοπτική ησυχίας που αγαπούν οι κουρασμένοι και υψώνει τα ντουβάρια του αλληλέγγυα στην οροφή που ζητά ουρανομήκεις στοχασμούς· Το σπίτι είναι μια ράτσα αθίγγανου που σαρκάζει τα καθωσπρέπει μηνύματα ενός κόσμου που αρνιέται· Οι σοβάδες μπαλώνουν την ασυνείδητη υγρασία και των παραθύρων του οι διαφάνειες τελαλίζουν κι άλλο φως από αυτό που απορροφά η ιλαρή Τετάρτη· Το σπίτι είναι η εσύ παρουσία κι η εγώ προσμονή· Το σπίτι αναγκάζει τις προτάσεις να στεφθούν με καπνό φουριόζας φαντασίας και να φτάσει ως εκεί που των παραμυθιών το λιβάνι ξορκίζει το Κακό και τον άτιμο δαίμονα..
Επισήμανση… Ποντάρω στο άσχετο ποντάρω στην απίθανη τροπή να αλλάξουν τα πράγματα κλέβοντας από την πραγματικότητα επιβράβευσηΈνα βλέμμα σου που μου είπε πολλά, ένα άγγιγμα που με πήγε αλλούΥποστήριξα την ελπίδα που ήτανε στυφή και πικρή σαν νεράντζιΕίδαν τα μάτια μου ακούσαν τα αυτιά μου, ο χορός των αοράτων στήθηκε μέσα και έξω από την ψυχή μου, ζωγράφισα ετούτον τον έρωτα που λείπει κι απόψε θα περάσει δύσκολα το κρύο μου βράδυ.. 17
Πρόσχαρος ανάμεσα στα σύννεφα και τα δέντρα.. Πρόσχαρος ανάμεσα στα σύννεφα και τα δέντρα Υιοθέτησα έναν μελαγχολικό ορίζοντα και φύτεψα τα ωραία φυτά μου· Οι τριανταφυλλιές αξίωσαν τον ευρύ χώρο των ονείρων μουΕνέδωσα, Και το βαρβάτο δεντρολίβανο μάγκωσε την σταράτη συνδιαλλαγή του με το χώμα· Πλουραλιστικά λιγούστρα έφτιαξαν έναν φράχτη ψηλό Γύρω απ’ το σπίτι που περίμενε να σε φιλοξενήσει, ανήκοντας Στην έμπνευση σου και μόνο..
18
Ανταμοιβή από μια λύπη στην άλλη… Το δωμάτιο φιλοξενεί τον μπαμπούλα σου, παρανομεί ως προς την συνείδηση της νύχτας, ουσιαστικά γίνεται μια φυλακή που δεν σε χωράει ξεθωριάζει τις αισθήσεις σου, οι πόρτες του υπόλευκες μουτρώνουν και προδίδουνε εγκλεισμό, πουθενά δεν χωράς, είσαι στης κατάθλιψης το αέτωμα, είσαι η καρυάτιδα του σβησμένου φωτός. Παρακολουθώ την ιστορία σου: σαν άστρο που το κάλεσε η άβυσσος, είσαι το μπουκωμένο στόμα ενός αηδιαστικού χορτασμούη λύπη σε χόρτασε δηλητήριο, καταφεύγεις σε σελίδες που είναι μια μικρή προσφυγιά οι λέξεις μπαρουτοκαπνισμένες αχνίζουνε απ’ το καυτό μελάνι της αλήθειας σου συγχωρείς τον κόσμο με τον θηλυκό εαυτό σου καλλιεργείς αποστάσεις, απομονώνεσαι και τελειώνεις το δράμα που άρχισε γύρω σου με μια οχύρωση που είναι της τέχνης που συμπράττει με την ζωή και έχει κύκλο, μαζί της, ομόκεντρο.. ***** Ταξιδεύουν τα μάτια μας αλλά οι καρδιές μένουν ριζωμένες εκεί.. Πατρίδα που σε κουβαλάμε όπως φυλαχτό μέσα απ’ το μπλουζάκι. Κι η γιαγιά μου στυλώνει το βλέμμα της στο συρματόπλεγμα που δεν τελειώνει- κι ας Τελειώνουν οι ώρες της γλυκιάς φωνής που απομακρύνεταιΤου τρένου οι ρόδες στριγκλίζουν όπως οι δήμιοι ανέκφραστοι καρατομούν την Αθωότητα και σπέρνουν αιματοβαμμένο καημό.. 19
Πλοιάριο… Πέλμα του ουρανού πάνω στην νυχτωμένη θάλασσα, Κι ένα ιστιοφόρο που αγαπά να πλέει μες το φως Της ελπίδαςΣκαρφαλώνει τις μυστικές κλίμακες της σιωπής Σκίζει η πλώρη του τις χαρτονένιες όψεις των κυμάτωνΦτάνει στα σύνορα της χαοτικής θεωρίας Καμία ποίηση δεν το φιλοξενεί Πλέει και πλέει, μαραμένο σαν ένα λουλούδι που έμεινε απότιστο Στον κήπο του ζοφερού πουθενά..
20
Ροζάριο… Χάντρες γυμνές και λέγοντας κι εκείνα που δεν λέγονται, Μετρώ τις συλλαβές, μετρώ τις προσευχές μου, Εκκινώ το ταξίδι μου της γλώσσας Εκκινώ των ρημάτων την μουσική· Πού θα σε βρω εσένα που κοντά είσαι Στων αγγέλων την σύναξη, κάτι ουρανούς πέρα ψηλά και που Συντυχαίνεις θεούς και αλαφροΐσκιωτους τόσους; Σκύβω την κεφαλή και είναι η κατάνυξη που με συνεπαίρνει Την ώρα αυτή του απογεύματος που μονάζω πώς δεν ξέρω μήτε κι εγώ Κι ανάμεσα σε τόσον κόσμο νιώθω πορφυρή την φωνή μου Να με απομακρύνει επίμονα απ’ τον εγκόσμιο ήχο.
21
Ξύπνημα… Όπου λαλεί ηλιαχτίδα ο κόσμος γελά και συμμορφώνεται- κι αν δεις Δεν έχει ανάγκη τις φρικτές πανοπλίες· έφυγα κατά τον ύπνο: Τα όνειρα σκηνοθετούν παραμύθι, Περιπλανήθηκα σ’ ερήμους όπου της άμμου η σιωπή Ανήκει στης γης την κυκλοθυμία Γέλασα Θύμωσα Είπα: “άσε με άνεμε ν’ απλώσω τα φτερά μου Ματώνουν όλα πια γύρω μου Λαχταρώ ένα πειθήνιο κατοικίδιο που να μ’ ακολουθεί Έως την κόλαση Λαχταρώ και μου αρέσει που ακόμα λαχταρώ!” Ξημέρωνε· Γεμάτο αίγλη το πρωινό· Το πρώτο φως όπως ένα σκαμπίλι επάνω στο μάγουλο Της λιποθυμισμένης νύχτας· Κοίταξα μέσα μου: Μόνο λέξεις θαυμάζω, μόνο μια ασύμμετρη σύνεση, υπερβολική..
22
Διάθεση… Μπουρίνια μεθυστικά, είσαι μέσα στις έννοιες μου, ξεσπαθώνω κάποτε ξεσπαθώνω, μανίζω με τον εαυτό μου ακόμα, σπάζω την διάθεσή μου κομματάκια, ακούω και δεν ακούω, έχω καβούκι, έχω όστρακο, οχυρώθηκα πολύ, τρέχω και αγαπώ και το σημειωτόν μου, δακρύζω γελώ, ζω τις αντιφάσεις πιωμένος και αδαής, α εστεμμένη μοναξιά μου σε πόσες διαθέσεις με υπέβαλες! Λυπούμαι και χαίρομαι, είμαι δάσκαλος και είμαι μαθητής, είμαι μια φάση ρεύματος που τροφοδοτεί την θνητότητα με αμεριμνησία Θεού..
Ζεστό νερό.. ζεστό νερό που ακμάζεις επάνω μου φέρε πίσω τις αισθήσεις μου φίμωσε τον πόνο, φώναξε μέσα μου μεγάφωνο της ευχαρίστησηςεπιγραμματικό σαν φωτιά- έλα από εκεί που δεν σε περιμένω σχημάτισε στην επιδερμίδα μου την κραυγή της ηδονής μεγεθύνσου και ράψε το καλόσχημο ρούχο της ίασης λυρικό συμβάν της αθανασίαςσ’ ακούω, σε οσμίζομαι, σε ψαύω σε πίνω καθώς, ασθμαίνοντας είμαι κιόλας αλλού, όπου ο αχνός σου ιδρώνει τα τζάμια και μες από τους υδρατμούς επάνω στο θολό τζάμι μ’ ένα δάχτυλο γράφω ιστορίες ακμής κι ιστορίες της πάλαι ποτέ παρακμής.. 23
Τοπίο του 21ου… Ζουν μέσα στην γυάλα οι άνθρωποι και σχολιάζουν την πραγματικότητα σαν να μην τους ανήκει. Σκοτεινό βελούδο της ψυχολογίας, τραχύ γυαλόχαρτο της συμπεριφοράς, τι μου δείχνεις; Κοινωνίες των πολιτευμάτων αναδίδουν αποφορά, κοινωνίες γδαρμένες,… Κανονίζουν ακανόνιστα τον βίο, τελαλίζουν απάτη· Ο φτωχός στέκεται στα σκαλοπάτια, με μια λύπη οικουμενική ενορχηστρώνονται όλαΑκούς ευκρινώς να έρχεται ο όλεθρος πίσω από τα κανόνια που δεν σιωπάνε..
24
Δίνη του τοπίου… Θολώνει ολοένα και το χάνω είναι γεμάτο αγκάθια και το χάνω είναι το πρωινό με τον τσουχτερό ήλιο και την δριμύτητα του Δεκέμβρη τοπίο μες τον χειμώνα θυμώνει σαν άγριο ζώο, με αφοπλίζει και περιδίνεται γύρω από μιαν ηλιαχτίδα που κρούει την λύρα των τριαντάφυλλων που επιμένουν λευκά να σχηματοποιούν το κάλλος των σιωπηλών ωρών μας..
25
Μέλλον.. Δεν ξέρω τι παρακίνησα να απογειωθεί και τι φρέναρα- πια είμαι ανήξερος από θαυμαστικές ανάγκες όλα πλαστά αυτοθαυμάζονται γύρω μου τα κοιτώ με τον σκεπτικισμό ενός γλάρου που δεν αποφασίζει να εγκαταλείψει το στωικό του κατάρτι απομακρύνω σκέψεις στον ορίζοντα εσύ θέλεις και λίγο εφέ φεγγαριού για να επιβιώσεις εγώ μπορεί και ν’ απομείνω ρακένδυτος με τα κουρέλια της αλήθειας μου μπορεί να περιφέρομαι αορίστου υπόστασης ναυαγός έξω από καγκελόπορτες κλεισμένες να κλέβω κάτι μπουκιές που οι άλλοι περιφρονούν να μην θέλω και να μην με θέλει η ύληη Κυριακή με τοποθετεί μες τον ηλιόλουστο νάρθηκά της η Κυριακή είναι η παντοτινή κίβδηλη μέρα μου δοξάζω ένα κύμα που επιστρέφει στην προκυμαία τα γαλανά φωνήεντα της θαλάσσης και εξισώνω το νυν με το μουσκεμένο αεί καθώς με αποδομεί η αιωνιότητα για να φτιάξει τα σκιάχτρα της πάνω απ’ τους μελλοντικούς αμπελώνες..
26
Προσωπική διαδρομή.. Ξεχνιέμαι λίγο μες την ησυχίακλαίνε μέσα μου οι αυταπάτες Κλαίνε τα όνειρα, προετοιμάζεται μία κραυγή, Ακολουθώ το όνειρο ως το αδιέξοδό του, Στρίβω στις λάθος παρόδους Της ελπίδας Απελπίζομαι Ναυαγώ σε απίστευτο βάθος Μπαινοβγαίνω μες το Πουθενά..
Ά-γηρον γήρας.. Ούτε η σάρκα συλλαβίζει πια ούτε η νυσταλέα διάθεσή σου, Είσαι ένα λυσσαλέο φωνήεν που αποσοβήθηκε Μόνο γελούν τα μάτια σου Ευτυχισμένα ξέροντας ότι πολλά είδαν, μόνο Γελά η καρδιά σου, παιδούλα που την κράτησε η Άνοιξη Στην τρυφερή λουλουδιασμένη ποδιά της Ο αιθέρας παρήλθε, η σκηνή ερήμωσε, βοούν σκοτάδι τα γύρω Ένα ίχνος αστεριού πυκνώνει κι έχει ροή προς την θάλασσα Σε ξέρω και δεν σε ξέρω, είμαι ο παραγκωνισμένος αναγνώστης σου Αποταμιεύω την θέλξη που ασκείς πάνω στα πέταλα των λουλουδιών Τίποτα δεν γερνά από σένα κι ας γέρασαν όλα.
27
Έρωτας… Νικούν άστρα στον ουρανό κι η καρδιά σου συλλαβίζει την σιγανή μουσική της πρωίαςΤο γαλάζιο κλαίει πάνω στα πέταλα των τριαντάφυλλων, ο παράδεισος δίνει στο Αναπάντεχο ορατότητα, όσοι κελαηδισμοί ακούγονται είναι Δόξα, στο αναγνωστικό του χειμώνα επικά είναι τα δέντρα κι επικροτούν την εφ’ όσον γαλήνη μπόρεσε σωστά και σαρκώθηκε για να σε δω για να με δεις μες από το λαύρο φιλί μου.. Είναι ο Έρωτας δόγμα λυτρωτικό, είναι γλυκό βασανιστήριο που σου ανήκει και μου ανήκει για να πάνε όλες οι επιδιώξεις μπροστά..
28
Η νέα Βίβλος… Πόσοι ποιμένες μέσα μου και πόσοι αμνοί! Ακούγονται βελάσματα κι η μέρα που έρχεται απλά δίνει τις εντολές της στο ρήμα της γης. Οι αόρατοι κόσμοι, πιο απτοί από ποτέ, ιχνογραφούνται μέσα στην δική μου αιωνιότητα. Ο Θεός βάφει τα λιβάδια του με οξείες πουλιών και πανσπερμία ανθέων. Συντυχαίνω ομαλά σμήνη μελισσών που τρυγούν την γύρη της έμπνευσης. Η εποχή μηρυκάζει μέσα μου τις τελευταίες ανθρώπινες καλοσύνες. Ξαίνω το μαγληνό λεμόνι μου και στάζω στην συνείδηση καημό. Όλα καλά και υπάκουα. Όταν σφυρίξουν για χορό οι προύχοντες των ουρανίων, θα ανδρωθεί ένα τάγμα αλαφροΐσκιωτων που πολεμούν για μία Βίβλο γενναία.
29
Ηλιόλουστη μέρα… Πιες την ηλιαχτίδα, φούσκωσε τα μάγουλά σου, δες κατευθείαν το λυρικό βάθος της Τετάρτης αυτής που - φαντάζομαιδεσπόζει πάνω απ’ το κάστρο της Ρεθύμνης, με την αβυσσαλέα θαλπωρή της, μη συμμεριζόμενη το τέλος του έτους. Περήφανα ελληνόπουλα “μπάζουν στο κόλπο” την Ομορφιά που αφομοιώθηκε από δυο μάτια που δεν δάκρυσαν ακόμα. Λεβεντιές έχει ο τόπος και γι αυτό ξανά θα αναστηθεί- θα επιμείνω στην χλιδάτη ανθοφορία του· δες τε την θάλασσα πως μπαλώνει της φιλοσοφίας το χάοςζούμε σε διαρκή προσευχή· ο όρκος μας πάνω σε κόκαλα προγόνων που λιβάνι διαχέουν ως το σύμπαν των φωτισμένων ψυχών..
30
Καταγραφή… Τι θα συμβεί τώρα κλείνοντας τα σύνορα των ονείρων πού θα βρεθούμε υπάρχει άλλη πιο φυλακή από αυτήν την διατεταγμένη φυλακή; Και η Τέχνη- πώς θα βγάλει τα γόνιμά της συμπεράσματα πώς θα μετουσιώσει την αγρύπνια τον πόνο την θλίψη μας; Απόμεινα με μία κραυγή πιο άγουρη μες τον χειμώνα.. Στο Πέρα άκουγα. Νύχτωνε και ξημέρωνε- μελαγχολούσα μπαίνοντας μέσα σ’ έναν λαβύρινθο σκοτεινιασμένο. Δυσκόλεψε ο πόνος μας. Αυτά που λέω κατακερματίζουν το φεγγάρι και το απιθώνουν εδώ στο αφύλακτο μέρος μιας ψυχής που καρτεράει αισιοδοξίες..
31
Λάφυρο σκοτεινό της προσφυγιάς.. ή Σύγχρονο αναγνωστικό διδασκαλίας, της Λέσβου… Η θάλασσα είναι μια οκνηρή λέαινα που πεινάει γι’ ανθρώπινη σάρκα· ακονίζει την φρικαλέα μασέλα της και καταπίνει τον φτωχό πρόσφυγα που μπατάρει με την ξεχαρβαλωμένη βάρκα του έξω από το όνειρο· πόνος παλαιάς κοπής, αρχέγονος πόνος: αποτυπωμένος στα μάτια των μανάδων και στα κλάματα των γερόντων· Μεσόγειος κουρελού που ζει έξω απ’ την αξιοπρέπεια της ανθρωπότητας· σαν ένας κρατήρας που αποσφραγίστηκε κι ακούγονται οι βρυχηθμοί των εγκάτων του πλανήτη· βήμα βήμα, φλέβα φλέβα ο τρόμος προχωρεί αδειάζοντας στα σπλάχνα την πίκρα ολόκληρης της υφηλίου. Ανάμεσα στις νύχτες, ανάμεσα στα βουνά που αναμερίζουν να περνούν οι ξεριζωμένοι, ο αέρας είναι κρύος και σκορπάει την σκόνη του αστεριού επάνω στις καρδιές που ματώνουν. Τρέμοντας εκμηδενισμένος πάνω στο πέλαγο ακουμπώντας άδειος με άδεια υπόσταση ο πρόσφυγας που δεν κουβεντιάζει πια ούτε με την καρδιά του
32
βορά στα χέρια των δουλεμπόρων αποβιβάζεται στην αιολική μου πατρίδα λυπημένος, παντέρημος σαν ένας ατμός από ζητά τον ουρανό και την κραυγή του ακόμα. Η νύχτα τον τυλίγει· εκείνες οι λυρικές γυναίκες που θα τις αγαπούσε κι αυτή η Σαπφώ προσφέρουν από το λίγο τους το πιο πολύ προσφέρουν της καρδιάς το περίσσευμα για να ‘ναι ο πόνος αβρότερος. Και Γράφοντας τα καινούρια τους συμβόλαια με την ζωή γράφοντας πάνω σε ορυκτά που σπιθίζουν γυμνασμένοι σε αντοχές αράγιστες ορθώνουν φωνή οι περατάρηδες οι αδικημένοι ορθώνουν μια προσευχή που ξεπερνάει όλων των θρησκειών την στενότητα με το μελάνι του αίματος γράφοντας επάνω σε σελίδες που στην ιστορία θα ντροπιάζουν τον αχόρταγο τραπεζίτη του πολέμου στο αναγνωστικό μιας ελπίδας που θα γεννηθεί ζητάνε το δικαίωμα να υπάρξουν όντα ενός θεού που ύστερα από των εποχών την σκληρότητα θα μοιράσει το στάχυ του δίκιου σωστά κι επιτυχημένα..
Των Χριστουγέννων… Παραφουσκωμένα σύννεφα σαν ενός βατράχου η κοιλιά και φεγγαρίσιο ασήμι κρύο χειμερινό μπουκωμένο τρέλα και οργισμένο νερό και ένας ήχος από κρύσταλλα που σπάζουν μες την βαρεμάρα της νύχτας και το θέατρο ενός Δεκέμβριου που έφερε τα στολισμένα Χριστούγεννά του έξω απ’ την πόρτα μου σαν εντολή χαρωπή να βρούνε την μελαγχολία μου ντυμένη κλόουν που μιμείται ένα κάτι που δεν έχω όπως δεν έχω ούτε μια σελίδα που να νίκησε μες τον αιώνα και να μου αφήνει έστω μια γεύση λύτρωσης ή μία πίκρα από εκείνες που όμορφα εξαργυρώνονται σε καυτά σίγουρα δάκρυα από εκείνα που δεν ξέρει κανένας θεός..
34
Προσωπική κατάσταση… Θα Θα Θα Θα
στολίσω αυτήν την ψυχή με το ανθισμένο ένστικτο της μέρας· οργανώσω μια συναυλία πόθων επάνω στην επιδερμίδα σου, κινηθώ ακίνητος και το κατόπιν του κραυγαλέου λουλουδιού, αυτομολήσω μέσα στο λυρικό άπειρο
Ο ήλιος ανατέλλει μέσα μου απ’ την πλευρά του ενστίκτου, Ζητώ μια Ελλάδα μέσα μου που να βοά με το θεμέλιο πάθος της, Σφίγγω μες την παλάμη το στιλπνό βότσαλο της συμπάθειας, Αλληλέγγυος στον πόνο του κόσμου και στην φθορά των πραγμάτων Γεμίζω μπαρούτι τις λέξεις μου Ένα πουλί γεύεται το μυστικό μου, Αρραβωνιάζομαι την ηλιαχτίδα που πραΰνει το σκότος έως ανάστασης Κινώ την αστραπή κι από την αστραπή της καλής αγγελίας κινούμαι..
Ερωτικό αλλιώς… Σμίγω μαζί σου λειαίνοντας τις ψευδαισθήσεις μου Δεν με ακολουθεί κανένας σφυγμός Μόνο ένας παλμός από σύννεφα διατρανώνει την ερωτική μας κατάσταση Όπλα καταθέτουν τα φιλιά μας Αγγίζω το χέρι σου- η μέρα προχωρά Και υποβάλει έφεση πάθους ανάμεσα στην τραγωδία και την πραγματικότητα..
35
Σωτηρία.. Σπατάλησα τον χρόνο σου ανάμεσα σε χρόνους που δεν υπήρξαν σε έζησα σε μια διάσταση εξωπραγματική θυελλώδη, απομακρυσμένη· πιάνομαι τώρα από την καρδιά μου και η καρδιά μου είναι η ιστορία του κόσμου, ευφραίνομαι από το ευανάγνωστο τριαντάφυλλο, με αγιάζει ο αέρας, σχήματα άστρων περνούν μες την παλάμη μου- και στου βλέμματος την κόρη περνούν ένας ένας οι αστερισμοί, επανεκτιμώντας την μαγεία της νύχταςκαταδεξάμενοι την ημετέραν σωτηρία..
Τοπίο μεσημεριανό.. Το πεύκο είναι λυγισμένο μέσα στον ήλιο Έχει καρπωθεί το μυστικό μιας αντιβασιλείας που κλονίστηκε Στις αιχμηρές βελόνες του Αναλογούν μπουρμπουριστά κουκουνάρια Που λαχανιάζουν τρέχοντας μες το στάδιο του μεσημεριού Ο χρόνος επαιτεί διάρκεια και διάρκεια Αμφισβητείται από την τάξη των εντόμων Σε όλα τα άλλα, μια αταξία εξαπολύει μέγα σύννεφο Που σκεπάζει το ατμοσφαιρικό γεγονός με ανιστόρητη χλεύη.. 36
Τεκταινόμενα και του πόθου καθέκαστα… Το σώμα παίζει με αισθήσεις και ριγά αγγίζει τα ιδρωμένα σεντόνια και αναταράζεται όπως να γίνεται πιο εμπνευσμένος αυτός ο διάπλους ανήμερα του Έρωτα και μυστικά που ήθελα της αστραπής ενώ φεγγάρι φιλντισένιο ζεύτηκε στον δρόμο για το ιερό φιλί σου. Όλα του ονείρου. Ή μη; Πού να το φανταστώ ότι απ’ την μάχιμη επιθυμία μου, ένας πόθος μέγας θα γεννήσει του μεσημεριού τα τεκταινόμενα εκπνέοντας ο πιο θρησκευτικός Δεκέμβριος και θ’ αρχίσουν όλα (και ας λείπεις) να μου μιλάνε ανοίγοντας τις πιο ερωτικές που είχαμε προοπτικές. Μέσα απ’ το όνειρο σε συνάντησα. Μπορεί και η απάτη ενός βραδιού να παραπλάνησε τα λόγια μου, τα σταλμένα φιλιά. Πάντως Γιορτινό είναι το σύμπαν, γιορτινό είναι το ποιητικό μου μαρτύριο, γιορτινά οι στίχοι μου πάνε, σκαλί το σκαλί, να πατήσουν στην χώρα της πραγματικότητας εκεί που θα διαβάζεις μία συλλαβή που θα ‘ναι η συλλαβή μου και σιγανά θα ψιθυρίζεις του καημού τα νυν και τα καθέκαστα..
37
Ψιθυριστή προσευχή… Στρωτή ήρεμη θάλασσα και όπως την κοιτάς πνευματική σου κοιτίδαΩς εμεγαλύνθη και που σου μοιάζει ανυπεράσπιστη και άτρωτη μες την αιωνιότητα Από τον βράχο πάνω η χίμαιρα πώς μου φαντάζει προσιτή και βελουδένια! Μαρκάρει τα νησιά με την μπογιά της, τίποτα δεν χάνεται μόνο σαν μια παλίμψηστη αόρατη πλάκα, φέρει επάνω της σημάδια του Θεού και των ανθρώπων. Μπούκωσα με τον άνεμο. Η μέρα με κυνήγησε και με έφτασε. Μόνο λόγια είπα, μόνο ψιθυριστές προσευχές και των αγγέλων το σημάδι πρόδηλο και Μέγας είσαι Κύριε!
38
Λογοτεχνία παντελώς απουσιάζουσα.. Αράδιασε πολλά παραμύθια γύρω μας η ζωή- τα περισσότερα έχουν πάντα και δράκο· μύθο έχουν οι απόψεις μας, ζητάμε κείνα που δεν εφαρμόζονται- κανονίζονται έτσι κι είναι όλα αλλιώς, τίποτα εύκολο δεν υπήρξε γκρεμίζονται οι σελίδες μας κι όποιος αμφισβητεί πώς γράφονται στις μέρες μας οι αληθινές λογοτεχνίες ας κοιτάξει και έξω από το ζοφερό καβούκι του όπου τον συναντά η αστική σαπίλα- ποιός αμφισβήτησε την μεροκαματιάρικη ηθική, τον πλούτο τον αληθινό του κόσμου; Γράφονται τραγουδιών ήλιοι κι ο ίσκιος ύστερα επισκιάζει την κρυμμένη χαρά τουςΕκπέμπονται λόγια που δεν έχουνε λογική εκπέμπονται ψυχές που η μοναξιά τις πληγώνει- αν ξέρεις από πληγή που δεν επουλώνεται μπορείς να δικαιολογήσεις κι αυτόν ακόμα τον θάνατο..
39
Θαυμαστική ενορχήστρωση.. Διαλέγω τον ψίθυρο, την αποτελεσματική σιωπή, την αμετάκλητη μοίρα· το λάδι στιλβώνει τα μέταλλα και εκμαιεύει την εσωτερική τους μουσική· μέσα σε ένα στιλπνό όστρακο κοιμάσαι και αναδύεσαι από της φωνής μου την θάλασσα· ο χρόνος προστατεύει την απουσία και την ορφάνια από τις μελαγχολικές επιβουλές· θαυμάζω ένα ρόδο και στρέφεται σε σένα η καρδιά μου.. Πρώτη του χρόνου.. αλλά ο χρόνος δεν διαμοιράζεται· ο χρόνος είναι μια καμπή απ’ όπου ξεκινούν όλες οι ευθείες· αποκρυπτογράφησε το έλεος των στιγμών, τίποτα άλλο δεν μένει από μια ασήμαντη λεπτομέρεια όλα να τελεσφορήσουν προς μια χαρά που είναι όπως κείνη των ματιών όταν αντικρίζουν το ανοιξιάτικο φως! Σε ξέρω και με ξέρεις. Κι όμως δεν γνωριζόμαστε, έχουμε τους κρυμμένους θησαυρούς μας- έχουμε των ονείρων μας την παρακαταθήκη- όπως σε ένα ορυχείο τα διαμάντια μέσα στα πετρώματα λουφάζουν και ντύνονται μια συστολή που ξέρει μόνο ο ανθρακωρύχος. Ας μείνουν οι ευχές ευχές και ας πραγματοποιηθούνε λόγια κι αισθήματα, πιρόγες μιας νηφάλιας λίμνης που απάγουν ως το κοντινό μακρινό πουθενά καθώς εμείς που είμαστε εμείς δεν είμαστε οι ίδιοι παρά ερωτευόμαστε μια χίμαιρα που ζει μες την συνείδησή μας κι ας δεν, η ίδια, υπάρχει… 1.1.2016 40
Μεθ’ υμών.. Στον χειμωνιάτικο ήλιο, η πεμπτουσία των πραγμάτων αναιρεί το ειδικό βάρος τους και αυτά υπεισέρχονται σαν οπτασίες λουλουδιών μες την συνείδησή μας, καλύπτοντας το τρωτό μέρος της που δεν μας αξίζει. Να η Ποίηση πώς κανονιοβολεί εναντίον μιας ανηκέστου κακεντρέχειας.. Όποιος το δει, το είδε: ο στίχος ιαίνει ψυχολογίες εύθραυστες και παρατεταμένα διορθώνει το κενό της ψυχής. Τι θα συμβεί στο τέλος με τον άκαιρο ιδεαλισμό μου; Μπορεί να μείνω μόνος, αστροπόρος στο νεφέλωμα, τοκίζοντας φωνήεντα που μουσουργούν θέλοντάς με αβρότερο.. Ο οίκος που έχω κατάλυμα, φωτός δημιούργημα και στα γαλάζια λιβάδια χαρίζεταιΜεθ’ υμών, μεθ’ ημάς.. 1.1.2016
41
Το παρόν της Αθωότητας… Είναι το δειλό άστρο που κρύβεται πίσω από το αναντίρρητο σύννεφο., Οι πάπιες της λίμνης που αρχινούν μια διαμαρτυρία εκκωφαντική, Το νερό, το ήσυχο νερό που ασημίζει, Οι καλαμιές, οι καλαμιές που τραγουδούν με “τόπο λυδικό” Τα κλειστά μπουμπούκια που συλλαβίζουν τον άνεμο Οι φευγαλέες σκέψεις που ζουν την ριπή του δευτερολέπτου Η σιγανή προσευχή, αρχής γενομένης από ένα νεύμα θεού που ξεθύμανε Οι πανσέδες, τα τριαντάφυλλα, οι πικροδάφνες γυρτές μες τον κρύο αέρα Επιφορτίζεσαι μια αγκαλιά περιστεριού και πας κατά την ανατολή που σκέπασαν οι πλάνες της βροχής, Καθόλου υπεροψία για τα νοτισμένα φυλλώματα, καθόλου αυταπάτη, Τα βουνά πιο ψηλά χιονισμένα, τα βουνά μες το ντελίριο του χιονιού, Η κλίμακα του αιθέρα προς τον ουρανό που ριγά Εσύ που δεν νικιέσαι και ας πέρασαν χρόνοιΌλα εικόνα που φωταγωγεί το νυν της ψυχής σου και το παρόν της αθωότητας. 2.1.2016
42
Ιπποφορβείο… Ντροπαλό μαχαίρι που διστάζει να χαρίσει έναν φόνο στο σπλάχνο της μέρας· Ήλιος μαχαιροβγάλτης, ήλιος αιμόφυρτοςΗ πάλη οδήγησε στην νίκη των αισθημάτων, Ο ουρανός εκδικήθηκε, τα σύννεφα βάφτηκαν γαλαζωπή διάθεση των πικραμένων· Ένας ευκάλυπτος βρυχήθηκε μέσα στο μεσημέρι, Σωστός πόνος και σωστός θάνατοςΤα άλογα του θυμικού δράμουν επάνω στον στίβο της Έμπνευσης..
43
Μουσείο αφηρημένων συνόρων… Δεν κουράζεται η υπομονή, είναι όπως αγκύλωση πάνω στα σώματα των αγαλμάτων, δραματουργεί και εκτρέπει το φερέφωνο του χρόνου να επικεντρώνει πάνω στο κείμενο παρόν και στο αρχέγονο μέλλονΠαράδοξο! Όλα κινούνται σαν μαρμαρωμένες αορτές που πέμπουν ένα ασύστολο αίμα να τεχνουργεί μοντέρνα διθυραμβικά επί το εμβαδόν της ψυχής που, σήμερα, έχεις. Παρακολουθείς την οδύνη τους ενώ κρυώνει στον περίγυρο της πρωτεύουσας κι ακόμη αχούν των εξτρεμιστικών στοιχείων οι φρικώδεις πυροβολισμοίσε λίγο νυχτώνει. Έναν άγγελο βλέπω που θεατρινίζει στο παλκοσένικο των χρεοκοπημένων ονείρων..
44
Απολογίας κώνειο… Νέα χρονιά, ίδιοι άνθρωποι· οριζόντια άκεφοι και κάθετα λυπημένοι, στέκονται με απορίες βασανιστικές εδώ που και ο χρόνος χλευάζει την φτώχεια μας και κινεί τα νήματα ενός ακήρυχτου πολέμου. Αστείες γκριμάτσες ενός προσώπου που δεν είναι του προσώπου μας ο μορφασμός, Αυτοκίνητες καταθλίψεις και λύπες που βιάζονται να κυριέψουν τον κόσμο· Ευάλωτες ψυχολογίες, θόρυβος από ανασφάλειες σωρηδόν Φώτα γιορτής, καλωσορίσματα, στολισμένες οικίες, Πρωτοχρονιάτικο ψύχος και μία χιονισμένη διάθεση που τρύπησε κι όπως μπαλόνι τον αέρα της αδειάζει.. Καλά, μας αδικείς κι εσύ κριτή που σου αρέσουνε οι άλλες που επισκέφτηκες πατρίδεςκαλά, σου φαίνονται εκεί που είσαι όλα ιδανικάεδώ φοβούνται οι πάντες κι είναι ποδοπατημένοι έτσι που οι άλλοι δεν το ξέρουνε, εδώ ξεριζωθήκανε οι άνθρωποι πολλάκις και πολλάκις ανασυνταχτήκαν από τον εφιάλτη τους βασανισμένοιδιαλέγω μια παιδεία που αν την αφήσουν να μιλήσει “θα ‘χουμε πρώιμους καρπούς εφέτος”.. 45
Ομοίως εκπληκτικά… Το φως πλέκεται στα μαλλιά των δέντρων και μαγεύει την ψυχή που ζητά επιφώνημα. Να σκέφτεσαι πρέπει, να αναλύεις την ηθική πουτίγκα των λουλουδιών και, μετά, να την διαιρείς με το άπειρο και -αν σου βγει το αποτέλεσμα καλόνα δέχεσαι εντολές από την Έκπληξη μόνο. Ωστόσο είσαι μέσα στο πλήθος και σε γοητεύει η φλυαρία του ή η σιωπηλή πορεία του που είναι μια ροή προς το αειθαλές νόημα της συνύπαρξης. Άλλαξαν όλα. Κι η Ποίηση αντλεί από τα νέα αρτεσιανά την δροσιά της. Το καταλαβαίνεις αυτό όταν σκοτείνιασε και η παράσταση αρχίζει των σκιών- και ζητάς ένα σπίτι που θα σε κάνει όμορφη πριγκίπισσα ενός ατέλειωτου παραμυθιού..
46
Ιερό σμίξιμο… Αιχμηρό δεν μένει τίποτα με τα χρόνια ξεθυμαίνουν τα αρώματα και του κορμιού η φωνή θαμπώνει καθώς μαραζώνουν οι ατίθασες, άλλοτε, αισθήσεις του· παντρεύτηκαν οι πόθοι με τις μέρες, κρατώ την ανάμνησή τους, ο χρόνος δείχνει φυλακή, η αφή είναι μια αιλουροειδής ακμή που καίρια πληγώθηκε, παραβάλλεται με την νύχτα ο μέγας ιερός σου Πόθος· σκεπάσου με την βεβαιότητα μιας μουσικής που δεν δύει, άκουσε στα σκοτεινά, το σθένος των άστρων κάνει να πάλλονται τα δάση που φιλοξενούν την εικόνα των λέξεων που την συνουσία του ουρανού περιγράφουν με την επική ιερόσχημη θάλασσα…
Εικόνα πλοήγησης… Παραλία αντιφατική Κρύο σαν φρέσκο μαχαίρι Φεγγάρι άκαρδο Τα βότσαλα λάμπουν όπως τα μύγδαλα Μια κουκουβάγια δοκησίσοφη αγαπά να άρχει Ένας ψαράς αλιεύει νέφη και επιθυμίες Ο θεός χαστουκίζει την θάλασσα Η νύχτα νοστιμεύεται τα άστρα Η θυσία που έκανες κατέληξε στον τάφο Αγίου..
47
Πέμπω μηνύματα ερωτικά… Χάθηκα μες τις προσμονές.. Άκαιρα φιλοδόξησα μια αστραπή και ο ιδεοφόρος ορίζοντας μου παραδόθηκε. Τυχερός! Ψηλάφησα, είδα από κοντά την Αστραπή. Ένα τραγούδι απλώθηκε σαν μαγικό χαλί κάτω απ’ τα πόδια μου. Ταξίδεψα στα μέρη που είσαι και σε ερωτεύτηκα Φωτεινή ιέρεια που έχεις αντικλείδι στην καρδιά μου. Κατάλαβε αν μπορείς πόσο με καίνε τα αισθήματα…
Μυθολογία του μηνός… Τρυφερός Γενάρης, μπαρουτοκαπνισμένος· Εκπρόσωποι της ιλαρότητας οι γλάροι: Πετούνε ψηλά, ανακόλουθα· Το χιόνι μουσειακό απόκτημα δεν ξενίζει κανένανΈγινε η συνήθεια μας εφικτή· Συγκινούμαι από εκείνα που περιφρόνησα στο μακρινό παρελθόν· Εφ ω ετάχθη η ζωή μου να υπηρετεί -δυνατά συγκινούμαι· Καρφώνω τα καρφιά στις δικές μου παλάμες..
48
Νύχτιο δράμα… Όπως αυτός οπού δεν έχει ύπνο κι αγρυπνά σηκώνεται ύστερα, ανάβει ένα τσιγάρο και ανοίγει το παράθυρο κοιτάζει τους αστερισμούς που του μιλάνε και πιάνει με το χέρι του τον ουρανό- σηκώθηκα νωρίς ήπια την πίκρα μου και έμεινα με την ματιά μου στο στερέωμα, μεταφράζοντας μέσα μου τα λόγια τα έξωάστρα χυμένα στο ποτάμι του ουρανού άτσαλα άστρα χλεύαζαν ησυχία που κυριαρχούσε- κι εγώ με μια διάθεση να μείνω ακίνητος να τα κοιτώ δεμένος στον τραχύ καημό μου ένιωθα σαν ο πρωταγωνιστής ενός παραμυθιού που δεν τελειώνει μόνο έναν καπνό φυσώντας έστελνα κατά την ερημιά, στα μέρη όπου η ελπίδα χάθηκε όμως θα ξαναγεννηθεί διεκδικώντας ωραίο φαρμάκι του θανάτου, πικρή μεγάλη, εντεταλμένη αιωνιότητα..
49
Η γιορτή σου.. Εσύ σε ποια γιορτή χορεύεις κυνηγώντας άσπρα σύννεφα και πεταλούδες πολύχρωμες των άστρων; Αγγιγμένη από του έρωτα το σκήπτρο, ηδονική ξενοιασιά του χειμώνα μου. Πετάς ζουζούνι εκκωφαντικό στο συνονθύλευμα των νεφών που κοιμούνται πάνω στου ουρανού τα βερίκοκα μάγουλα. Κι αρχίζεις Να τραγουδάς στο σύνολο μιας φωνής που κανοναρχεί την ορχήστρα αέναα, σαν μυσταγωγική προσέγγιση σε έναν κόσμο που δεν είν’ ο δικός μου και ούτε στον δικό σου αληθινά δεν χωρά..
50
Ραντεβού σε ποια κόλαση θα δώσει την επαύριον η ανθρωπότητα; Ανέστειλε τις αξιώσεις σου, δεν πιστεύω στην μοίρα, το όνειρο γυρνά σε εφιάλτη, πόλεμος, πόλεμος, πόλεμος, τα αεροπλάνα βομβαρδίζουν την λογική- ποιος κατευθύνει τα αεροπλάνα; μοιράζονται και ξαναμοιράζονται τα σύνορα, το υποκριτικό σκοτάδι των θρησκειών μεταμφιέζεται σε ένα φως που κομπιάζει αμετάκλητα όχι αθώομες τα χαλάσματα συνάντησα την ψυχή σου ανάμεσα στους καπνούς, όμοιο φάντασμα που ζητά μια υπόστασηΕίσαι άσαρκη, είσαι λιανή πυγολαμπίδα, ράβεις την κουρελιασμένη ηθική του ντουνιάΗ μάχη σου είναι η μάχη μας, είναι η πληγή που μας αναλογεί από μια ξεκληρισμένη πατρίδαΑκούω μια φωνή που δεν είναι η μελαγχολική φωνή σου, σε ακούω που απομακρύνεις την Ομορφιά που ήθελα ως τα απώτατα ορύγματα που πολεμά ο Θάνατος με την Ζωή και όλα άδικα γυρνάνε…
51
Κορίτσι της σιωπής… Από την Ομορφιά άρξασθαι- σαν να κυλούν νερά και μαζί να σε παίρνουν ομόθυμα και με την περαστική τακτική τους. Σε ασήμαντα χαρτάκια σημειώνω. Δεν παραιτούνται για κανέναν λόγο οι σκέψεις μου. Υπάλληλος του ουρανού! Είδα και θαύμασα- απαντώ με φιλία σε όλα. Α η μορφή όμως! Φινετσάτη που λουστράρει ως δια μαγείας την καλή Εντύπωση! Α το ελληνικό σθένος, ανατολικά δυτικό και βόρειο νότιο!Ο χρόνος θαυμάζει τους παρανομαστές που διαρκώς διαιρούνε και όμως είναι ατελής η πράξη και σαρωτική. Εμμένω εδώ που δεν καταλαβαίνουν οι άλλοι, μα ένα κορίτσι αγιάζει μες τον δεκαπεντασύλλαβο της σιωπής.. [Μένει ένα απατηλό ίζημα συνείδησης] Λασπωμένα χωράφια στην εξοχή κάτω από έναν βροχερό ουρανό· Όνειρα ευκίνητα που πλανώνται σ’ ένα ύπνο μακάριο· Τι είναι αυτό που μένει από μια νοτισμένη συνήθεια Και το επικροτούν οι βαλτωμένες ζωές μας; Η μουσική παίζει αργά στο παλιό ραδιόφωνο· Ψευδαισθήσεις σε όλα συνάντησα· Είναι που στον ύπνο συναντάς πιο εύκολα χίμαιρα· Εγώ λείπω εσύ λείπεις αυτός λείπειΑπό τα γεγονότα από την πραγματικότητα απ’ όλαΜένει ένα απατηλό ίζημα συνείδησης που εξαπατά τους πάντες κι εσένα· Παραμονή μιας μέρας που το παραμύθι εξαπλώνεται και συνεχίζεται.. 52
Καταμέτρηση… Ανασύρω προσεκτικά: ένα λουλούδι μεγάφωνο που με κάνει να ζω κι άλλο αθώα· και ένα κοχύλι, στιλπνό όσο τα χείλια σου, μεγάλο όσο το μεσημέρι και, σπουδαίο όσο η ζωή· τα ακουμπώ στο τραπέζι· καμία ανάγκη για λόγια· είναι που νιώθω την ανάγκη να εκμυστηρευτώ έναν έρωτα που δεν μου τελειώνειμόνο με τελειώνει σαν να ‘μαι ένα κεράκι που σε λίγο θα σβήσει, καιόμενο από ένα πάθος λυρικό.. Ανασκαφή.. Φορτίο που κουβαλάμε από μια παρελθούσα νεότητα! Κάμπτονται οι μίσχοι και σαν ζαλισμένο πάει το φυτό να σμίξει με τα ωδικά πουλιά που γύρω του πετάνε. Του Γενάρη η λεπτομέρεια: σημειωτόν μέσα στην κουρασμένη ανθρωπότητα· Μεσηλικία τρέχοντας στην κούρσα του χρόνου· Είμαι ο δεν είμαι και θα γίνω εκείνος που μέλλεται· Τίποτα δεν ορίζουμε τελικά· Να μην φανώ απαισιόδοξος: αγαπώ, ακόμη αγαπώ να αγαπώ και να με αγαπάνε· κονσερβοποιήθηκαν οι ιδέες αλλά, μόλις τις ξεκλειδώσεις, πετάγονται εύρωστες και σαν να μην έχουν ανάγκη τον άνθρωποπετάγονται, σαν νίκη, μέσα στο στερέωμα· θα ξαναβρούμε την χαρά όπως σκαλίζουμε σαν τυμβωρύχοι έναν τάφο της κουρασμένη ψυχής μας. 53
******************************** Δεν γερνάει δηλαδή η καρδιά, περιμένει ένα νεύμα του έρωτα να χτυπήσει δυνατά, σαν του όρθρου καμπάνα, τελαλίζοντας μια μουσική που κυλά μες τις φλέβες αόρατη κι ένδοξη.
Δηλαδή βεβαιότητα κι ο πόνος κι ο χρόνος κι ο θάνατος· βυθισμένα όλα μες τον ύπνο τα όνειρα ή που σε φτάνουν ή που σου ξέφυγαν· ζεις στην φορά των πραγμάτων, στην κανονισμένη τροχιά τους, σε ξεπερνά και σε μικραίνει το Γεγονός· για να σου λείψουν κάποτε οι δυνατότητες τότε γεννήθηκεςμελαγχολικά σου μιλά απόψε το ορθωμένο φεγγάριξενίζοντας του ερωτευμένου τον νου, έτσι που και εσύ, μες σε μια νύχτα που σου χάρισε φιλί το κορίτσι, ευτυχισμένα υπήρξες..
54
Χαριστικό… Από χώρα παραμυθιού φιγούρες άλλης εποχής κι είναι ακόμα εδώ κάνοντάς με ακόλουθο στην κοινωνία των ονείρων. Δεν σβήνει λέω η φωτιά, την συντηρεί ένα πάθος που κάνει την καρδιά να ζει με τα θαυμαστικά της και μία πατρίδα κρατά πίσω απ’ τα μάτια τα κλειστά. Κι οι λέξειςπώς γεύονται τον πειρασμό και ξεκινούν ένα πείραμα ολοένα κι αλλιώς να μας συγκινούνε; Τα βρήκα στην Γραφή, το ξέρει κι η Φιλία: κρατώ τα αρώματα καλά φυλαγμένα μέσα μου, όπως μου μάθανε οι παλιοί δασκάλοι που σύζευξαν την αξημέρωτη επιθυμία μου με έναν ορκισμένο παράδεισο..
55
Ύμνος σύγχρονης νεράιδας… Ότι αδειάζει μες το βοριαδάκι της μέρας είναι καημός· Κρύωσε η συντροφιά μας, σκαρφάλωσε πάνω στα γυμνά δέντρα, Το πουλί κρύφτηκε κάτω απ’ τις στέγες με τα κεραμίδια, Άδεια ζωή, άδειος ορίζοντας, Οφθαλμός αντί ρέμβης και ρέμβη αντί μουσικής- τόσο απλά Και τόσο αρμονισμένα όλα υπακούνε· Ύμνος η βροχή πάνω στην λερωμένη άσφαλτο, ύμνος που κάνει το θεϊκό σου κορμί να αναφαίνεται πίσω απ’ τις πέρα γειτονιές Νεράιδα των αδάμαστων πνοών του Ιανουαρίου..
Νύχτιο τραγουδάκι… Πιτσιλούν κύματα την μάντρα και το σπίτι μπατάρει μέσα στην καλή διάθεσή μου ολόπλευρα βουτηγμένο στην ώχρα του. Τι είπα που παρασύρθηκε από του πουνέντε την αψάδα και, μετά, γλύκανε ώσπου να μοιάζει με πουλί που αποδήμησε; Ήσυχη ώρα· νύχτα γλυκιά· το φεγγάρι υιοθετεί μια πανοπλία ασημένια· σελίδες άστρων, πασπαλισμένες με την άχνη των σύννεφων με ποιήματα άγραφα μοιάζουν· ξεχωρίζω ένα, το για μένα λαμπρότερο· Οι νυχτερίδες προσφέρουν θυσία στην σκοτεινή Εκάτη και πεταρίζουν άοκνες επιγραμματικές κάτω απ’ του φανοστάτη το φως..
56
Αντιθέτου φοράς… Γάργαρο είναι μόνο το όνειρο και το μυαλόΌπως το εξερευνείς επικεντρωμένος Σ’ έναν ατέρμονο κύκλο Που στρέφει όπλα εναντίον σουΚατέβα ανέβα Σιγουρέψου ριψοκινδύνεψε Η πόρτα ανοίγεται για να διωχτείς Αφουγκράσου το εγωιστικό παραμύθιΓάργαρη είναι μόνο η σιωπή που ξεπερνά την ματαιοδοξία Να η αλήθεια σου! Ζεις στην αναστροφή των γεγονότων, Θαυμαστής των μύθων που σε συμπεριλαμβάνουν..
*********************************************** Στην κορυφή της λύπης υπάρχει πάντα ένα μεγάλο αξίωμα- αλλά σκέψου Αυτούς που στέλνουν το μήνυμα πως θα περάσουν με κόκκινο Και δεν ζητούν κανένας να τους λυπηθεί. Τρένο δίχως ράγες, φωνήεν δίχως σύμφωνο, αυγή χωρίς τον ήλιο τηςΑνοίγουν την θύρα και χάνονται στο υπερπέραν ενός αιώνιου σκότους που τους εγκλωβίζει και τους θέλγει..
57
Ιανουάριο πάθος… Του ήλιου το κάστανο ξεφλουδίζεται και μένει ανυπόταχτα ωραίο κάτω από την πρωινή γυαλάδα, στην κόψη του φωτός και στην κυριαρχία της ελευθερίαςΡαγδαίο μαστίγωμα από της αχτίδας την ρομφαία και συγκινητικό χάδι πάνω σε κείνη την καρδιά που υποφέρειΚλείνω τα μάτια, περνάει ως τα βλέφαρά μου αυτό το φως που λιγώνει τις αισθήσεις μου· δεν ειπώθηκαν όλα· κι αυτά που ειπώθηκαν ξεβράστηκαν σαν όστρακα σε μια ερημική παραλία που της εμπιστεύτηκε τα έργα του ο ωκεανός· Ιανουαρίου βιολί που πέμπεις μουσική σαγήνη στον περιρρέοντα ορίζοντα, ζωντανέ θρύλε του ημίθεου που έζησε πάνω σ’ ένα ρυθμό ανθρώπινα ωραίο, επιδιορθώνω το πανωφόρι μου, ράβω την λεοντή που μου χαρίστηκε από ενός λεξιλογίου τον άνακτα που μένει απρόσιτος στον ανοχύρωτο ουρανό του..
58
Όχληση στην μέρα… Σχήματα που αλλάζουν μες την μέρα, άοκνες γεννήσεις που συμπράττουν με τα χρώματα τροφοδοτούν την αίσθηση· ερεθισμοί που τέρπουν αειφόρα γαλάζιοι. Ουρανός μάγος σκυθρωπιάζει μπάζοντας τα απόνερα του φεγγαριού ως τις γλαφυρές παραλίες του· απ’ το παράθυρο κυρτή η βροχή τέμνει επί τα αυτά την ζωή και λουφάζει πάνω στο χώμα το σαρωτικό· ο ύπνος κρύφτηκε μες τα τσουβάλια με τα καλαμπόκια, κάτι γυάλισε που δεν ήταν λάμα μαχαιριού ούτε αέρα σκουντούφλημα, τολμηρή γνώμη του δέντρου γυμνάζει τις εμπνεύσεις· πατώ τα πλήκτρα νομίζοντας θα φτάσω στο επιθυμητό φως μιας χαράς που την μοιράζομαι μ’ όλα τα πλάσματα της οικουμένης..
59
Μαθήματα… Αφετηρία των ποιημάτων τω καιρώ εκείνω που ήμασταν αναγκασμένοι να βλέπουμε τον κόσμο σαν ένα ψύχος που μας τύλιγε και μην μπορώντας να αντισταθούμε. Εφηβεία όμως, νεότητα που οδηγεί, όλα ξέρει να τα απλουστεύει. Η Ευαγγελία έκλαψε ένα βράδυ μαθαίνοντας την καρδιά της να περιμένει. Μαθαίναμε το φιλί κι η σάρκα έσφυζε από του πάθους της τον πυρετό. Βράδιαζε αλλιώς στα προάστια. Η Ελένη, για όλα, τα πολλά της θυσίαζε. Μάθαμε να ζούμε στις σελίδες μιας φιλίας που από τότε υπήρξε γόνιμα αριστοκρατική. Μάθαμε κοντολογίς ν’ αγαπούμε…
Μηχανική των ερώτων… Ωραία έτυχε! Άνοιξα το παράθυρο να δω τον ουρανό. Το καθετί δικό μου δεν ήταν δικό μου και μόνο μια αλήθεια μου έμενε: να αγαπώ την ιερότητα της μουσικής. Σημειώνω: κάθε σκέψη μου αγκαλιάζει ένα αστέρι και μαζί περπατάνε στο αχανές πέρα διάστημα. Ανάμεσα στα πιο ξεψυχισμένα φωνηέντα της νύχτας γεφυρώνω τις αποστάσεις και σ’ αγαπάω..
60
Ανεκπλήρωτος έρωτας… Καθώς νυχτώνει ταξιδεύουν λέξεις και, πλέον μετέωρες, Ανθίστανται στο σκότος και την τόση φθορά Την καθεστηκυία. Ζωφόρος σκοτεινή του ουρανού, Άστρων εγγεγραμμένες πορείες Και ένα ντουμάνι βαθυκύανο Που προδίδει την αισιοδοξία του θόλου. Καταλαβαίνω λίγα από σύννεφαΠλέουν μέσα μου, ανοίγουν θύρες, Κινούνται επί σκοπόν. Κάπου πέρα βαδίζεις κι εσύ Ντύνεσαι νέφη οικουμενικά Και χορεύεις ωραία. Ακούς ενός τραγουδιού το φως Και μένεις σε μιαν άλλη γειτονιά Από κείνες που ο κόσμος συνήθισε. Έτσι και στα ποιήματα μου μπαίνεις Στεφανωμένη δόξα του έρωταΜόνο που δεν μπορώ να σε φτάσω..
Πραγματικότητα… Κύκλο κάνουν τα φυτά μες την συγκίνησή μου, Δέχονται να πρωταγωνιστούν σε όλα τα πουλιά, Κουρνιάζουν μες την ελευθερία, Χειμωνιάτικες μέρες, κλαίνε πάνω στα μνήματα του παρελθόντος, Διαβάζω φωνές, ακούω, βλέπω, Ένας αέρας ντυμένος μασκαράς τρυπώνει μέσα στα μανίκια μου, Το όνειρο που με φιλοξενεί είναι το ίδιο το θεατρικό του, Σκηνοθετεί η ζωή κι όλα όπως πρέπει τα πράττει.. 61
Πόσο με αθωότητα τώρα κοιτώ! Απείθαρχα λόγια όπως απείθαρχη κι η σιωπή και το μέσα μας χάος και η ροή των γεγονότων και η ξεθυμασμένη αλήθεια. Πρόσωπα που αντικαθρεφτίζονται στον ουρανό, βουβά και ευλαβικά πρόσωπα, κινούνται λες όπως μια μεραρχία πολέμου, ανηφορίζουν προς τον ουρανό. Το απόγευμα ζωγραφίζει την πορεία τους, υπάρχει μια συνείδηση εκεί έξω Που υποβάλει και υπερβάλει, που απολιθώνει τις συμπεριφορές και κάνει επιτακτική την ανάγκη να επέμβει ο άγγελος και να μας δώσει τα καλά της χάρης του. Πόσο με αθωότητα τώρα κοιτώ! Μου αρέσουν οι ψίθυροι που διασχίζουν το φως και φτάνουν μέσα στην καρδιά μου, τρέποντας Την μελαγχολία μου σε άτακτη φυγή..
62
Τόλμη… Τελέστηκαν κάτι περίεργα επεισόδια εκτός του νου μου- μπορεί εντός των ονείρων. Θέλει κι η λύπη καλόπιασμα, θέλει να την αχρηστεύεις ελισσόμενος σε μια πραγματικότητα που βοά από απονιά κι από άτονη θέληση. Κρατώ μυστικά. Είμαι κρυψίνους; Δεν μπορώ να μοιράσω την χαρά σε ίσα μερίδια, να δω αυτούς που αρέσω να μην τολμούν επίπονα χάδια επάνω στο κορμί μιας φιλοσοφικής ηδονής.. Φιλομάθεια.. Πήρα χαμπάρι νωρίς από όλα και τα άλλα καλά τα φαντάστηκανεόκοπος σαν τελευταίος ιδεαλιστής. Στυλώνοντας τα μάτια στο στερέωμα, άνθη μέσα στην γλάστρα, ομιλούσες φωτιές των στίχων μου υπερκεράζοντας τα σύνοραωραία μου έτυχε! Πυρετός γεγονότωνάντε να τα προλάβει κανείς! Και για τα πιο ασήμαντα ενδιαφέρθηκα, μια γεύση πήρα από όλα τα εδέσματα των ιδεών. Αν φανταστείς καλά φαντάζεσαι, τα πιο υπέροχα ταξίδια είναι εκείνα του μυαλού.. 63
Επιτυχία… Ανάμεσα στα πρόσωπα που πάνε κι έρχονται μες την πόλη συνομιλούν οι άνεργοι ηθοποιοί, ένας ήλιος χειμωνιάτικος λαδώνει τα μαλλιά των δέντρων και χρυσίζει πάνω στα λεμόνια που κρατούν μια όξινη άποψη μαζικήΕμπιστεύομαι την μοναξιά και στο θερμοκήπιό της φυτεύω εξάρσεις και λογοπαίγνια που ζουν ένα φεγγάρι κι αχρηστεύονται μετάΤου μολυβιού η ακίδα κεντά την γαστέρα της σελίδας, καταγράφονται όλα, ακόμη και τα ασήμαντα, χορεύουν οι ιδέες μου καρσιλαμά εμπρός σε μια αλήθεια που ανήκει πάντα σε σέναΤο χρώμα ζητώ της εκμυστήρευσης, την αστραπιαία λάμψη ενός μηδενικού που τα κατάφερε να γίνει ένας σημαίνων αριθμός..
64
Μετάλλαξη… Τα κοντέρ μηδενίστηκαν για να αισθανθεί καλύτερα το απόγευμα και να συμπεριλάβει Ατθίδες με μια προίκα αθέρα μες τα χαλκέντερα σπλάχνα του. Ιανουαρίου μεσούντος, έβγαινε και δεν έβγαινε η φωνή Από ένα κλειστό ρόδο που αξίζει επαναστατική τόση μπαρούτη. Της ποίησης όλα τα δώρα: ένα μωρό που κλαίει σε μια μητρική αγκαλιά κι ένα σκυλί Που γαύγισε μπροστά στο πλήθος που συνωμοτεί με το εμφύλιο μίσος του. Χειρονομίες φερσίματα βοή Και στο φινάλε πάει χάθηκε η παρτίδα: Ο σκηνοθέτης έπρεπε να κάνει όλα αλλιώς. Α βρε ζωή πώς άλλαξες την κωμωδία μας σε τραγωδία!
Ακούσια… Απόπειρα η μελαγχολία να μου είναι αρεστή, Απόπειρα να κολυμπήσω σ’ άγνωστα ύδατα, Σκαρφάλωσα, κουράστηκα, είπα, Ανηφόρα οι ιδέες, Τις αγαπώ όμως, τις αποδέχομαι, Φλύαρες μες το κεφάλι μου Κάποτε φτιάχνουν έναν οικουμενικό οίκο Όπου στεγάζομαι και κλαίω κάτι βράδια Για το κατάντημα ενός κόσμου όπου, ακούσια, συμμετέχω..
65
66
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΟΝΕΙΡΑ ΘΟΛΩΝ ΤΟΠΙΩΝ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΠΑΡΕΛΗ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ & ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΉΘΗΚΕ ΤΟΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ ΤΟΥ 2016
ISBN 978-618-82414-0-4