ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
ΚΑΤΟΙΚΏ ΤΗΝ ΨΥΧΉ ΜΟΥ ΚΙ Η ΨΥΧΉ ΜΟΥ ΔΡΑΠΈΤΕΥΣΕ… ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ
ΑΘΗΝΑ 2018
ΚΑΤΟΙΚΏ ΤΗΝ ΨΥΧΉ ΜΟΥ ΚΙ Η ΨΥΧΉ ΜΟΥ ΔΡΑΠΈΤΕΥΣΕ…
ISBN: 978-618-5256-13-5 Σειρά: Διανυσματική Ποίηση Copyright © ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ & Στρατής Παρέλης, 2018 ekdoseisdianisma@gmail.com
ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΡΕΛΗΣ
ΚΑΤΟΙΚΏ ΤΗΝ ΨΥΧΉ ΜΟΥ ΚΙ Η ΨΥΧΉ ΜΟΥ ΔΡΑΠΈΤΕΥΣΕ…
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ
Συγχώρεσα τα πόδια μου που δεν μ’ ακολούθησαν στα μεγάλα ταξίδια· με τον νου περιεργάστηκα, όσα περιεργάστηκα· είναι περίεργο: η φαντασία είναι ο κινητήριος μοχλός για όλες τις πράξεις που σε λυτρώνουν· το ξέρουν αυτό καλά οι ποιητές και οι εμπνευσμένοι ζωγράφοι·- εξάλλου τι έχει κράτος και τι είναι ωφέλιμο στην καλή σου ψυχολογία που δεν υπερβαίνει την πραγματικότητα και δεν την μεταπλάθει; Όσο γερνώ περισσότερο πια καταλαβαίνω: έχω ανάγκη την σφηκοφωλιά για να εκτιμήσω αυτό που μου προσφέρει η μέλισσα! Τώρα αρχίζω!! Όσο “κλείνομαι” στον εαυτό μου, τόσο με “ανοίγουν” τα ποιήματα, με “εμφανίζουν”, αργά, όπως παλαιότερα έβλεπες την αργή εμφάνιση των φωτογραφιών μες το υγρό που υπήρχε στο λεκανάκιΝα έτσι: μια διαδικασία ακούσια ή μήπως εκούσια, μιας και δεν έχει άλλο τρόπο η ψυχή μου να μιλήσει, παρά τούτον τον σταθερό, μονολιθικό λόγο που είναι αέρας και ταυτόχρονα ήλιος και βροχή και χαράσσεται πάνω στο Σύμπαν σαν μια μελανή κηλίδα που αφήνει το αχνό της Σημείο.. Ευαισθησία μου, α ευαισθησία μου, Πολλά μου ξημέρωσες απίστευτα και όταν Νόμισα γέρασαν επάνω μου οι αρθρώσεις, εσύ Με κινητοποίησες για μια νιότη από εκείνες που δεν φανταζόμουν κι ο ίδιος!
7
Η ΛΆΡΙΣΑ… Η Λάρισα μειδίαμα της στεριάς ανοίγει και κλείνει τα γλεντζέδικα μάτια της ΠολυπληθήςΤην συνάντησα νύχτα, μέσα στην υγρασία, και το καταπραϋντικό σκοτάδι Λύρα του κάμπου με μια ντομπροσύνη και μια συστολή Και είναι επίπεδη και πανωραία Φλογοβόλα και άοκνη Χαρά Και ποίηση διαρκής Όπως με όραση την αποστηθίζω Να κινεί αόρατα νήματα Ενθέματα και εκθέματα..
8
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΈΣ ΙΔΙΌΤΗΤΕΣ… Φθίνουν οι αξίες μας, φθίνουν τα λόγια, οι κουβέντες πάνω στην πλατφόρμα της χαράς, τα πάντα φθίνουν καθώς εμείς προβάρουμε τις καθημερινές μας ιδιότητες, αμέριμνοι για το επερχόμενο χάος. Και ‘κεί που συναντιόμαστε, άγουροι από ιδεών οσμή, καιροφυλακτεί ένας θάνατος και υφαρπάζει των ονείρων μας την διαύγεια. Φθίνουν οι ορέξεις μας, κυκλοφορούμε μες τις πόλεις ανένταχτοι οπαδοί μιας εναντιότητας. Ώσπου το δίχτυ της κατάθλιψης να μας ζωγρήσει, ατέρμονα Να στριφογυρίζουμε μες τον τιποτένιο οίκο του ψεύδους..
9
ΚΟΡΊΤΣΙΑ ΣΗΜΕΡΙΝΆ… Αληθινό όνειρο: μισό να είναι παρακμή και μισό να έχει διάρκεια: κορίτσια σημερινά, με τα τατουάζ τους και πανέξυπνα μάτια, σκέφτονται και πράττουν διαστέλλοντας κι άλλο το σύμπαν. Λούζονται ήλιο Τεντώνοντας της ειμαρμένης το σκοινί Κι άλλο Ακούραστα και ποτέ ερεβώδη. Σαν κάτι άλλου είδους ιέρειες Μαθητευόμενες σε αλύτρωτες μυσταγωγίες Κορίτσια υδρόφιλα, στον ρου του ποταμού κοντά, γυμνά Και με την δόξα του καιρού μόνο ντυμένα Νύμφες και αειπάρθενες..
10
ΠΑΡΑΞΕΝΙΆ… Ανατρέχω στην πέτρα, στο σκληρό έγκατο της γης, στο οχυρό μου, στην χλιδάτη σιωπή, την καθ’ όλα φερέλπιδηαφουγκράζομαι μέσα στην ερημιά. Η κάθε λέξη γεννά επαναλήψεις και έννοιες που είναι κοίλες ή κυρτώνονται κάτω από τον βροχερό ουρανόνα ο άξονας του Θαύματος! Να ζεις απελπισμένος κι ελπίζοντας όπου συμπυκνώνουν την τραγωδία οι κωμωδίες σου- κι όπου το Δράμα σε αναγκάζει σε ομολογίες παράξενεςόταν απ’ την ζωή την ζωή δεν ορίζεις…
11
ΠΤΟΛΕΜΑΐΔΑ… Ζουλώ το χώμα και, ανεπαίσθητα, κάτω από την δυνατή βροχή, ανασαίνει η Πτολεμαΐδα με παχυλά πάθη και τις ακοίμητες καμινάδες της πεισμένη να είναι η καρδιά του ελληνικού φορτίου γεννήτρια και καθιερωμένη φωτοδοτεί. Στον ουρανό ελαφριά ανεβαίνει ο καπνός από τα άοκνα εργοστάσια· Παντού λιγνίτης πριμοδοτικός ισχυροποιεί την έγκυρη σοβαρότητα του ηλεκτρικού κυκλώνα αγέρωχος ολοένα. Και τι όμορφα απόψε όλοι οι θεοί κρυφτήκαν από μπρος μου ώστε να φανταστώ μια επαρχία αλλιώτικη και που ενσπείρει μελάνι παρηγορητικό Στο σκοτάδι και στο ανατέλλον φρέσκο και μη μου άπτου όνειρό μου! Πτολεμαΐδα 17.11.2017
12
ΧΕΙΜΏΝΑΣ… Τολμηρή είναι η μέρα και δίνει Με λεπτότητα τις συμβουλές τηςΈνα τακτ του ουρανού και ο χορός των νεφών συνεχίζεται Έως απωτάτωνΑύρες θαλάσσιες κινούν το ανεμούριο κι όπως ο έρωτας του ήλιου το θέλειΑποικίες γλάρων ιδρύουν την μητρόπολη Των πουλιώνΧειμώνας εγκαθιδρύθηκε ορμέμφυτος· Ζήσε γλαφυρός Νοέμβριε, ζήσε γλαφυρός! Μπάλωσε τα μάλλινα σκουτιά σου- ζήσε παραδομένος στο ποίημα μου· Τα δέντρα γυμνώθηκαν για να εναρμονιστούν με την σπιρτάδα του φωτόςΚατοικώ την ψυχή μου κι η ψυχή μου δραπέτευσε· Παρουσίες άστρων κάνουν την νύχτα μου υποφερτήΧειμώνας εγκαθιδρύθηκε ορμέμφυτος…
13
ΝΎΧΤΙΟ… Φεγγάρι ραδιενεργό κλέβει τις ολοστρόγγυλες ουτοπίες μας Και ρόδο μεταξένιο, έγκλειστο στου καιρού την απονιά, να μας θυμίζει τόσο την αγάπηΒαθιά χαρακιά πάνω μας αφήνει η μοίρα, βαθιά χαρακιά Λέξεις σου λέω που ποτέ δεν σε φτάνουνε- κι είναι ο πόνος Βουβός σύμβουλος της πλατιάς σου αρχοντιάς!
ΚΆΠΟΥ… Κάπου θα συναντήθηκαν οι ψυχές μας, σ’ ένα διάστημα που χλιμιντρά σαν την βροχή που πέφτει πάνω στα πλακάκιαΚάπου θα γράψαμε «σ’ αγαπώ» μ’ έναν ήλιο που διαρκεί πάνω απ’ τις αιχμές των λεξιλογίων Κάπου θα συνάντησα τα μάτια σου να προβάλλουν σαν φρέσκο φως που αναδεύει της ανατολής τα χρώματα και σπαθίζει τ’ απομεινάρια της νύχτας Κάπου Κάπου…
14
************************************* Όση ποίηση και να πιω, πάλι διψασμένος μένω Για ουρανό, για θάλασσα και Για το κορίτσι μου!
ΙΕΡΌΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΊΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΊΟΥ! Στην φωτογραφία σμίγουν τα τοπία και, με αντανακλάσεις, η μέρα ενσπείρει το φως της πάνω στα βουνά· κάτι αφηρημένες πεταλούδες μένουν μετέωρες μέσα στον ήσυχο αέρα· κοιτάζω την χαρούμενη απλότητα του κάμπου· νερά σχεδόν ακούγονται που, από μακριά, βαφτίζονται στην καθαρή διαύγεια της αιωνιότητας· όταν η εκδρομή κι όταν η εφηβεία μας! Στο νιώσιμο αυτού του καθαρού Γεγονότος της Γης με πλησίασε η Ποίηση. Ήτανε ύμνος τα πάντα- κι ό,τι έβλεπε η ματιά μου, ήτανε όπως διθυραμβικό σπαθί. Ακόμη κρατώ αυτή την αψάδα των εικόνων, ακόμη γεύομαι λυρισμό των χρωμάτων, με τρόπο που τότε τον βρήκα! Κι είναι η ευκολία δυσκολία μου, η σιωπή μουομιλία: είναι παντί τρόπω αυτά που ξέρω εκείνων των Στιγμών μνήμη κι απόρροια..
15
Ο ΒΑΣΙΛΙΆΣ… Ανταμώνουν ιδέες επάνω στον φλοιό των δέντρων και η ηλιαχτίδα αντιγράφει το σφρίγος τους. Ένας τολμηρός σχεδιασμός των αιθέρων ξεγελά τα πουλιά και τον κάνουν πατρίδα τους. Ευήκοος ήλιος- συμπαντικός· Στιχουργεί οικουμενικά και όλα μοιάζουν απλά του χεριού του καμώματα. Μένω εμβρόντητος μέσα στην καθεστηκυία ησυχία. Μαργωμένος από το να μην έχω και κάτι να πω. Η σελίδα μου γεμίζει κελαηδοπούλια που πρεσβεύουν ανάσταση. Όλο το χάος φυλλομαδώ κι όλο στον έρωτα απουσιάζω: Τουτέστιν πιο αθώα μεθερμηνευόμενος. Με έκλεψε από τον ύπνο μου η Τετάρτη και Με τοποθέτησε κρυφό βασιλιά.. Στον ρου της εβδομάδας..
16
ΛΥΠΗΜΈΝΗ… Λυπημένη απόψε κινείς τα σβησμένα φεγγάρια του ουρανού. Ο ύπνος δεν σε πιάνει· ένα άρωμα ψυχής που εξαερώθηκε είναι κοντά σου και σε μεθά· λυπημένη είσαι και κεντά φαρμάκια ο πόνος σου· λυπημένη όπως κρατώ το χέρι σου κι οι ουρανοί ευθύνονται για την μελαγχολία που έχω όπως θα ξημερώσει ύστερα και θα γίνουν οι ώρες πριμοδοτικές στο αιώνιο αδάμαστο φως.
ΠΏΣ ΑΛΛΙΏΣ ΝΑ ΣΤΟ ΠΩ;.. Όμορφη και διαλαλείς τα αρχαιότροπα μάτια σου δυνητική μέλισσα που τρυγάς το λουλούδι των δικών μου παθών Των φιλιών μου βασίλισσαΚαθοδήγησέ με στην βουερή περιπλάνηση των ονείρων σου τίναξε την ιερή σκόνη της ρίμας, πάνω απ’ τα φυτά που στενάζουνε κι έλα να βρεθούμε μες την ώριμη νύχτα για έρωτα και για αδάμαστο χορόΦλύαρος είναι ο ορίζοντας και καθρεφτίζεται στης επιδερμίδας σου την κοιλάδα· Για το χατίρι σου ανάβουν εύοσμα τριαντάφυλλα· Να η μουσική των περιπλανήσεων, να η λύρα των εννοιών που σπαταλήθηκαν για της φωνής σου τον όρμο· Όμορφη και διαλαλείς τα αρχαιότροπα μάτια σου- πώς αλλιώς να στο πω; Αφιερώνομαι σε ασκητεία που την επιβάλλουν τα πάντα σου!
17
“ Σ’ ΑΓΑΠΆΩ ΑΚΌΜΑ! “ .. Να αναχαιτίσεις τον άνεμο· πώς να δεις Μες την πληγή σου και να μείνει ο έρωτας Κι οι μνήμες κι ο πόνος ανέπαφος κι εσύ Να διαβάζεις του φεγγαριού τις σελίδες; Άστρα Δένονται κόμπο στο μαντήλι σου· οι πορείες τους Είναι η μελαγχολική μπόρα που έχει Συνεπάρει την πικραμένη σου καρδιά- να τώρα Που εξακολουθώ να σου μιλώ πιο άγρυπνος Από ποτέ, πιο λυπημένος Απόνα νυχτολούλουδο που σκύβει πάνω απ’ τον βαθύ τάφο της Άνοιξης- να σου πω “ Σ’ αγαπάω ακόμα! “ ..
18
ΤΟΥ ΌΡΘΡΟΥ, ΤΟΥ ΜΕΣΗΜΕΡΙΟΎ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΙΚΟΎ ΠΑΡΑΔΕΊΣΟΥ.. Κείμενο φως και Υπερκείμενο λουλουδάκι της ειρήνηςΚάτω από την στέγη του ουρανού Συγκοπτόμενα φωνήεντα πλέκονται γύρω απ’ τ’ άστρα, Ένας ρυθμός καρδιάς κανοναρχεί επάνω στις τουλίπες, Τα σεμνά ρόδα απηχούν το άρωμα το ευφραντικό, Ο Θεός κρυφακούει· Και στο πυρ το εξώτερο, καίγονται οι ανομίες μία μια Τσιρίζοντας σαν πληγωμένοι γλάροι Που χτύπησαν επάνω στο ιστίοΠλεύση ίσα για τον παράδεισο, Γλυκό είναι το πρωινό και Άπεφθη είναι η μουσική του όρθρου, Μειλίχιες ψαλμωδίες αντηχούν πάνω απ’ τα κάστρα, Η κυρά- Λένη απλώνει τα πλυμένα ασπρόρουχα, Υπόσταση αλλιώτικη παίρνουν οι ταράτσες, Χαμηλώνει ο αέρας και δέχεται Πάνω στην ράχη του μιλιούνια χελιδόνια, Από αυτά τα θαύματα τι να πρωτοπιστέψω; Χύνεται όπως φρυκτωρία η φωνή Ως την αντικρινή όχθη των ποιημάτων· Και στην πατρίδα την άλλη που αγαπούσα ένα μελαχρινό κορίτσι Τώρα μεσημέριασε και πιάστηκε ο ήλιος να βολτάρει μες τα ήσυχα χωράφια, Αγαπώ να αγαπώ και γι’ αυτό ο κόσμος δεν μου αντιστέκεταιΤολμώ ερώτων στιχομυθίες όταν όλοι οι άλλοι νέμονται ένα υλικό φεγγάρι που θα λιγοστέψει.. 2 Δεκέμβρη 2017 19
ΕΙΚΌΝΑ… Το φως θωπεύει τα σκελεθρωμένα δέντρα Κι όλα κρησάρονται απ’ την διαύγεια του ηλιοβασιλέματος. Η αορτή της Ζωής Πλημμυρίζει άοκνο αίμα Και στέφει τον κάθε παλμό νικητήριο! Πουλιά ηχηρά καθιστούν το φως αβλαβές Και ιαματικό. Δες τα! Σαν ομοιοκαταληξίες είναι Απ’ όπου μαρτυριέται ο Θεός κι η συγνώμη μας!
ΑΠΟΥΣΊΑ ΣΟΥ.. Κλειστό δωμάτιο· απουσιάζεις· η καρέκλα στην γωνία που καθόσουν· ακούγεται ένας σιγανός τριγμός: είσαι εκεί; Ξέφτισαν τα χρώματα, οι σοβάδες καγχάζουν· κάτι αχνές ομιλίες απ’ τον διάδρομο διασχίζουν τον αέρα και φτάνουν ως την μελαγχολική άποψη του δωματίου· μελετώ τα σχήματα: παντού η απουσία καρφώνει ένα σύμφωνο ισόρροπο επάνω στο παράξενο φως· απουσιάζεις; Κι όμως: εγώ σ’ αγαπώ μέσα στα κρύα αυτά πράγματα που δίνουν στίγμα θλίψης όταν είσαι κοντά και μακριά και αγγίζω την καρδιά σου σαν ένα τριανταφυλλένιο παραμύθι που πολλές νύχτες καλά με νανούρισε! ******************************** Σαφέστατο το βράδυ απηχεί την κοσμοθεωρία των άστρωνΠαντού του ουρανού μαλώνουν οι άνεμοι, Ένα πλοιάριο του φεγγαριού κινείται προς δυσμάς, Αντέχω γιατί με γανώνει η ιδέα των ποιημάτων, Αντέχω γιατί ποικιλοτρόπως σ’ αγαπάω! 20
Εδώ οι κόσμοι του αέρα και της άμετρης θάλασσας, το φαντό της μέρας το δοξασμένο και το κίτρινο Φως το απαρασάλευτο, δικαιωμένο, η φωνή του Θεού πανταχόθεν που έρχεται, των πουλιών οι κρωγμοί, πρωινό και κάτι από τις μαγείες των άστρων ως του σπιτιού την γαλήνη, στην κόψη πάνω που περπατάς και κανείς δεν σε βλέπειμόνο οι εικασίες μου σε θαυμάζουν και ζητούν οξυγόνο των πνευμάτων να σμίξουν μαζί σου οι σιωπές και των λόγων το απαύγασμα..
********************************** Όσο σε πλησιάζω τόσο απομακρύνεσαι, κρυμμένη μέσα σε ένα πέπλο καπνού, κι όταν η νύχτα έρχεται, περπατάς αθόρυβα, ζηλεύοντας την σαγηνευτική γαλήνη των πεθαμένων.
Όμως μείνε εδώ, μην πας προς το μέρος τους, μείνε κοντά μου και σταύρωσε την δύσκολη σιωπή που κληρονόμησες, δείξε την δύναμη που θέλουν οι ώρες· κι αν είναι να κλάψεις, κλάψε στον ώμο μου, ανασαίνοντας ίσως την πίκρα που δεν έχει αντίδοτο, λυπημένη κοπέλα που αντηχείς σαν λύρα που δοκίμασε αντικλείδια στις μελαγχολίες που ξόρκισα.. 21
************************** Λικνίζονται δέντρα κι από κείνα που δεν ξέρεις προκύπτει συμπέρασμα ποιητικό. Θανατώθηκαν οι λέξεις κι είναι αυτό το ιερό τους μνημόσυνο. Αν δεις στην ψυχή σου, άνεμος φυσά και πρόδηλος είναι ο καλπασμός Των αισθημάτων. Όσα ακολουθούν, είναι μυσταγωγία κι από πού να προέρχεται; Και την φωνή σου σώσε και τις ιδέες σου φύλλατε! Από παντού εισβάλει ο μαρασμός!
22
************************************ Να το φανταστώ, ούτε: πάμε ολοταχώς για απόγευμα Προκύπτουν θάλασσες και μέγιστη υγρασία Ένας χειμώνας καχεκτικός Και Ελλάδα καχύποπτη. Των πολιτικών οι τοποθετήσεις, Χλιαρές και χωρίς να δείχνουν μεράκιΑκατανόητο Συνεχώς ακατανόητο Ό,τι υπήρξε ανθρώπινο, ξαφνικά, εξαφανίζεταινα ενδώσεις Στα τερτίπια της έμπνευσης- καλόν οιωνό δείχνει το ηλιοβασίλεμα, Και το γεράκι που πετά χαμηλά- καλόν οιωνό· Όπως υπήρξες, έλαΜαχόμενος το ποταπό και το σαφώς εσφαλμένοΌπως υπήρξες έλαΑθώος και νουνεχής.. *****************************
23
Φυσάει πού ο Δεκέμβριος; Ό,τι αντίφαση μπορούσε, μου την έφερε· έφερε μνήμες , μουσικές και παράξενα δώρα λησμονημένων αισθημάτωνΣυμπυκνωμένα περί την ουσία της Ποίησης· Τώρα χάος μπερδεμένο με το σκοτάδι της νύχτας, και οκνός χρόνος, που μέσα του αναστατώνονται οι επιθυμίες· Στο εορτολόγιο ασθμαίνεις τονίζοντας τα λαμπερά σου μάτια· Προδίδω όλους τους εγωισμούς μου και σ’ ακολουθώ! ***************************************
Για να κλείνει τις εκκρεμότητες Ο θάνατος σφραγίζει τα χείλη και μηνά σιωπή τελεσίδικη. Μαραίνεται το τριαντάφυλλο, φθίνει· Στο χώμα πάνω η ψευδαίσθηση γεννά τον εαυτό της· Το κινούν ακινητεί συνελόντι Ειπείν, και πώς να το ονομάσω; Ο θάνατος μας σμίγει στα πέρα λιβάδια που η ιστορία ξαναγράφεται απ’ την ανάποδη μεριά.. **********************************
24
Τι κλέβεις σκοτεινέ Τύπε των αποσκιρτήσεων; Κι από ταράτσα Σε ταράτσα φεύγεις Προς την μακρινή χώρα των ουρανών.. Ένα μέτρο κάτω από τις αξεδιάλυτες προθέσεις σου, η νύχτα Ακούει την προσευχή των ουρανών και σε κατακρημνίζει Στα τάρταρα των αμεταμέλητων..
ΠΕΤΑΛΟΎΔΑ ΑΒΡΉ… Που δεν υπάρχεις είναι αυστηρό γεγονός: Οι εικόνες με πληγώνουν που δεν γονιμοποιούνται· Στο μυαλό μου ταξιδεύω, στον λαβύρινθο των λαβυρίνθωνΌ,τι είναι αληθινό μου δίνει λόγο και ύπαρξη. Σε κοντεύω με ψυχή- είσαι ακριβή και επίκαιρη Σαν μια πεταλούδα που κλυδωνίζεται μες τον αέρα· Δέχομαι να ανασαίνω μες την κυκλοθυμία σου· Για να υπάρχεις, υπάρχω· κατάλαβε! Το ποίημα μου είναι μελαγχολίας δρώμενο κι ερωτικό· Σφίγγεται γύρω απ’ τον λαιμό μου σαν μία θηλιά που σιγά σιγά και λίγο λίγο με πνίγει· Σε συναντώ όταν των ονείρων οι φόροι είναι δυσβάσταχτοι και με ζόρι πολύ τους αντέχω.. *********************************
25
Με τους βόλους κάποτε, με τον αυθορμητισμό του παιδιούη μνήμη τούτα τα βαστά, όπως τα ροκανίδια μες την χούφτα μου και το ξύλο δεν είναι εκείκάπου μακράν αποτεφρώθηκε διεκδικώ μια Ομορφιά Αοράτου, μια σκηνή από ταινία βουβή που ο ηθοποιός παίζει απώτατους ρόλους και να είσαι εκεί καρδιά μου, εκεί που η ομοθυμία της παρέας ωραία γελούσαμε τι να τα κάνω τα συνταχτικά αφού η ζωή ασύνταχτα για χρόνια τώρα με κανονιοβολεί; Με τους βόλους κάποτε, με κείνα που απεμπολήθηκαν μες τα χρόνιαώσπου να απομείνουμε ορφανοί από χαρά κι απ’ όλα ορφανοί…
************************************
26
Μια μάγισσα που κλέβει την καρδιά μου… Ομολογία παράξενη: στο ακρωτήρι πεταρίζουν τρελά χελιδόνια ο αέρας παίζει μια άρπα ευθύδικη· σε ρυθμό που ακουμπά την καρδιά μου. Εκεί που του μεσημεριού το φως σμίγει την θαλασσογραμμή και χάνεται μες τον ορίζοντα ιερότερο όλο. Αγναντεύω μακριάχρώματα έχει η ώρα παράξενα: νικούν οι ατασθαλίες της χαράς! Και στον ενεστώτα χρόνο, μια μάγγισα που κλέβει την καρδιά μου κάνει και να πονώ και να έχω καημό… **********************************
27
για όλες τις αναζητήσεις μου είναι δρόμος μακρύς και ανηφορικός· συντάσσω παράξενα της φαντασίας λεξιλόγια· δεν κατανοώ τον θάνατο ή μελαγχολικό βραδάκι κουρνιάζω στην αγκαλιά σου πού κρύφτηκε ο απανταχού θεός; αποδημώ από την πραγματικότητα αποδημώ κι είναι καλά οργανωμένη η παγίδα βιοπορίζομαι λαχανιασμένος και με κούραση τόσηγια όλα όσα σου ορκίστηκα ούτε πίσω δεν κάνω ερωτευμένος στον αιώνα τον άπαντα- να η αξία! Και νιώθω να καθρέφτισε στην όψη σου η Ομορφιά τον καθαρό ύμνο του Έρωτα… ************************************
28
Στο φως συναντώ την διαφάνεια των καρπών κι όταν τα σχόλια των ανέμων απουσιάζουν Η σιωπή καρυκεύει το περιβάλλον· μυρίζει αθανασίας άρωμα κι εγκατάλειψη. Ξεσηκώνονται οι τολμηροί ζωγράφοι να ιστορήσουν. Παντού καημός. Και η ορθή κρίση του δαίμονα που επιχειρεί να σπείρει μια διχόνοια ανάμεσα στα φιλιωμένα τριαντάφυλλα Εμφύλιο μένος που συντηρεί την ιστορία να είναι φασαριόζικη.. Φτάσαμε ‘δω, στην αγκύλη που αχρηστεύει την μαθηματική ακρίβειαΓια τα αισθήματα μένουμε στην μεριά του φεγγαριού την αόρατη, για τα αισθήματα. Στοιχειοθετούν οι σκέψεις μας ένα ρομαντικό περιβάλλον. Τραγούδια μέσα στον ύπνο μας και μες τον ξύπνο μας πάλι τραγούδια.. ********************************
29
ΤΟ ΠΟΊΗΜΑ… Κάτι πολύ υπάκουο, κάτι ξεχασμένο ανάμεσα στις μέρες, αναγκασμένο να σιωπά και να σώνεται κάτω από μια μικρή ηλιαχτίδα που τρύπησε την σκεπή του ουρανού. Το διαβάζω τώρα που ξέρω καλά να κρατώ τον ρυθμό της ζωής μου, είναι μηδενικό και άπειρο, απαρτίζεται απ’ όλους τους αριθμούς και ορατό από τον ύπνο μου είναισαν όνειρο ή σαν καθρέφτης που θα ξόδεψε όλες τις μορφές και λίγο έλειψε να ακυρώθηκε τα είδωλα αναπαριστώντας και απουσία τόση. Στην πίσω αυλή, στο παλιό σπίτι, που την νύχτα το φυλούν νυχτερίδες και μία εκατόφυλλη τριανταφυλλιά σκαρφαλώνει ψηλά ως του παραδείσου τα μέρη. Τώρα, όπως βιβλίο μες τα χέρια μου που αποστήθισα μικρό παιδί το Ποίημα μελαγχολικό και αέρινο, τρέμει και δεν είναι λέξεις που παρέσυρε ο άνεμος, δεν είναι σκέψη που μόλις λίγο και πριν έτσι έκανα, δεν είναι οσμή μιας πραγματικότητας που με συνέλαβε να ενορχηστρώνω 30
τα γλαφυρά τραγουδάκια μου το Ποίημα γέννημα θρέμμα των αγγέλων και επουράνια κτήση.. Δεκέμβρης 2017 ********************************** Οι μνήμες σου είναι θαμπές και χωρούν σ’ ένα κοχύλι που ξέβρασε η θάλασσα. Η μέρα νοικοκυρεύει τις αγάπες. Όλα βοούν ευτυχισμένα. Στην ουσία, είσαι φερέφωνο μιας ερημίας. Από τα όλα σου πια σε καταλαβαίνω. Ακούγεσαι που δοκιμάζεις τα φτερά σου και η πτήση είναι πάντα Αθωότητα! ***************************************** Πάνω στα χείλη σου ο κόσμος αποτυπώνει το μέγα του Πάθος. Νικάς όπου δεν μάχεσαι και όπου μάχεσαι πάλι νικάς. Ρομφαία το φιλί σου κατατροπώνει της στεναχώρια μου απόψε. Ερωτικό αγιάζι με διαπερνά και είναι που οι αποστάσεις -κι ας δεν το ξέρεις- γεφυρώνονται.. ****************************************
Κλείνω τα μάτια κι ονειρεύομαι. Ο χρόνος δεν υπάρχει γιατί ποτέ δεν υπήρξε. Υπήρξε η γαλήνη σου, η σκιά που τρέχει μες τον ήλιοόταν όλα είναι αφηρημένα και συγκεκριμένο είναι το μελαγχολικό τοπίο που απόψε μας φιλοξενεί. Υπερισχύουν οι αναπνοές της αγάπης- αυτό είναι ιερατικό κάτι που το ακολουθούμε απόλυτα. Σ’ ένα βιβλίο που ρευστή είναι η υπόθεση των ερώτων, καταφεύγουμε νομίζοντας θα ακυρώσουμε κάτι. Και όλα είναι Κατάφαση κι Αντίφαση- γιατί έτσι προστάζει η ρημάδα ζωή.. ***************************************** Κάτι φορές, φορώ την ψυχή μου ανάποδα: και τα βλέπω όλα διαφορετικά: διαφορετικός είναι ο ήλιος και διαφορετικές οι σοφίες του· πουλιά δεσπόζουν στα ψηλά τ’ ουρανού- και άτακτες ορδές των νεφών συνοφρυώνουν το κρουστό μεσημέρι· τότε που το να γράφω ακόμη ποιήματα είναι ανάγκη και σωσμός για το κρίμα του κόσμου! **********************************************
32
Υπομονετικά Ο αέρας αποκτάει φωνή και εισβάλει στην μουσική όπως να θέλει να την γονιμοποιήσειΠαραμονή Χριστουγέννων, όλα γυαλίζουν ακριβά· Κι ακριβώς αυτό περιμένουμε όλοι: να νικήσει η μουσική και να αντιστραφούν τα επίπεδα: Να γίνει η επιθυμία πραγματικότητα και να λείψει ο άφθονος πόνος. Γιατί χορτάσαμε πολέμους και αίματα… ************************************ Λεπτουργούν οι νύχτες πάνω στου ουρανού το ‘φαντό, Ένας περιπεπλεγμένος άνεμος βουρλίζει τα δέντρα, Ξωτικά κυκλοφορούν στην σκέψη σου επάνω στην σκηνή των άστρων, Παραμονή των Χριστουγέννων, σαρώνει τις μελαγχολίες ο Χρόνος, Το αίμα μας ανταρτεύει και ζητά φωτός εμποτισμόΟμοθυμαδόν να υπάρχουμε, ομοθυμαδόν!
Πυρετός των Χριστουγέννων… Αγαπώ να μένω σιωπηλός, κοιτάζοντας που η φλόγα του κεριού χαμηλώνει, ψηλώνει, πασχίζοντας να αντέξει ακόμη. Αγαπώ να ακούω, να μου φέρνει το κύμα την θάλασσα, να με υποψιάζει για όλα ο αφρός των κυμάτων, να γνωρίζω καλά πως είναι χειμώνας και αυτά που κέρδισα θα παραμείνουν για λίγο ακόμα μέσα στα μάτια μου και θα διαλυθούν, σαν μια εικόνα που ο άνεμος τρελά παρασέρνει στο πουθενά. Μα με κυριεύουν οι λέξεις, αυτές οι ξαφνικές μαινάδες που ζουν για να τρομάζουν τους αδαείς, αυτές οι λέξεις που υποτροπιάζουν και απ’ την πληγή που χάσκει μου θυμίζουν πως η ζωή κυλά και όλα θα χαθούν μια μέρα όπως η ανάσα φθίνει και με ζώνει μέγας πυρετός.. *************************************
Έτσι όπως μ’ αρέσει να ξυπνάω νωρίς.. Ένα άστρο ρυμουλκεί ολόκληρο τον ουρανό, Το φεγγάρι παραξενεύει τις πικροδάφνες, Όσοι γιόρτασαν γιόρτασαν καλά, Τώρα η νύχτα έρπει πάνω στην κοιλιά της γης Και μικρά πλασματάκια κινούνται θέλοντας να τραβήξουν κατά το μέρος τους την ημέρα..
34
*********************************** Βούιζε η μέρα όπως μια τρελή χρυσόμυγα Άνθιζαν όλα σαν για να τα μάθεις Τα δέντρα σου είπαν κάτι για το δροσερό τους σπίτι Κι ένα μαντίλι “αντίο” σάλεψε μόλις ξεμάκρυνε το πλοίο. Τα μάτια μου είχαν λύπες των αγγέλων Έγραφα έγραφα να σε ξεχάσω Τόσο χρυσάφι λέξεων που δεν χωράει πια σε ένα σκουριασμένο σαν ετούτο ποίημα.,. ********************************** Αν πεθάνω δεν θα λείψω σαφώς σε κανένα.. Να συνθέτεις την βραχνή συμφωνία της βροχής κι ενώ ακούγεται το αόρατο πιάνο Των κρύων ανέμων· Τα πάντα ενστερνίζονται στην ποίηση της οικουμενικής θλίψης· Ακούγονται οι δυνατές καμπάνες το απόγευμα· Υπάρχει ερπετό πένθος· Ξενοδοχείο επαρχιακό· Χτυπούν για να χτυπούνε τα τηλέφωνα· Συμβουλεύομαι μόνο εμένα· Ίσως να έμαθα να απιστώ σε διάρκεια· Να, κοίτα: μπορώ να εκμυστηρευτώ αλήθειες που θα δίσταζα παλιότερα· Σ’ ακούω αργά το βράδυ να μου εξιστορείς καθέκαστα όπως τα έφερε η μέρα· Αν πεθάνω Δεν θα λείψω σαφώς σε κανένα.. Κέρκυρα 11.3.2012 35
************************************* Μέχρι να γίνεις ιέρεια στην γη των μανιασμένων αετών, σε παρασύρει ο άνεμος- κι ενώ είσαι αιθέριος καημός με τις αισθήσεις μου σε νιώθω-
όπως
να τσούζει πάνω μου ο Βοριάς και του φιλιού σου η ανάμνηση να είναι φλόγα που ζεσταίνει και πεισμώνει το κάθε ανάπαλο κύτταρό μου.. ********************************** Φωταγωγούνται όλες οι παρθενίες Των ανέγγιχτων λουλουδιών- κι όπου έπεσε σπόρος Αγάπης, έρωτας μέγας υψώθηκε· στον καθρέφτη Χτενίστηκαν κορίτσια όμορφα- κι όταν η μέρα επροχώρησε, στα ραντεβού για το φιλί πήγαν οι κόρες οι αφράτες· αν πιάσεις έναν στίχο πιάνεις του ποιήματος το αίμα Και- μην νομίζεις- θα βρεθείς να ιστορείς αγάπες από κείνες που ο καθένας νοσταλγεί Αφού τον άφησε με λύπη ο καιρός..
36
ΞΕΝΙΤΕΜΈΝΟΣ.. Μια γλάστρα που λικνίζεται σαν σκούνα μες τον δεκεμβριάτικο άνεμο Μια μαχαιριά στο σώμα της ανάμνησης Πίσω από τα τολμηρά κυπαρίσσια, στον βορινό Κήπο του άη-Λια, η μέρα παίζει τα πεντόβολα Των εκπλήξεων και κρατά Ένα κρυφό χαρτί για κείνους που παρέμειναν μοναχικοί μες τον αιώνα. Πού είσαι φίλε Που ξεπέζεψες χωρίς πατρίδα μες την ξενιτιά και απ’ τον ύπνο σου Μια θάλασσα και ένα νησί εξέχει; Τι σ’ ευχαρίστησε όταν οι πόλεις σ’ έπνιγαν και πουθενά δεν χωρούσες; Έδεσες κόμπο την ψυχή σου και παρέμεινες σιωπηλός Μαντεύοντας κατά πού πέφτει η πατρίδα- έσφιξες ‘πα στα χείλη σου την λέξη που δεν ήταν να ειπωθεί Και έτσι μεγάλωσες, ανήκοντας στο πικραμένο όνειρο του κόσμου..
37
ΤΟΥ ΜΎΘΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΎ.. Σε ποιό παραμύθι στέκεται Βοριάς ο εκδικητικός και κακότροπος μέγας χειμώνας; Όταν οι μάσκες πέφτουνε των θεατρίνων και λουφάζει μες τα ψέματά του ο ηθοποιός κλονίζοντας εμπιστοσύνες και αποφθέγματα αιώνων! Στην ψυχή υποφέρουμε όλοι, στην ψυχή, μα είναι δύσκολο να πεις και να πράξεις. και, όπως σ’ ένα παραμύθι, γίνεται εξοντωτική η διάρκεια, όπως στα σπίρτα βρίσκεις την φωτιά και στην φωτιά καμιά ζέστα δεν βρίσκεις των ανθρώπων κλειστά είναι σύνορα και λίγο είναι το άρωμα και άφθονη και διάσπαρτη η δυσωδία μικρό πλασματάκι της ιστορίας που δεν ευοδώθη’ άντεξε ακόμη, άντεξε- το ξέρω πως πονάς και πως την κακεντρέχειά μας ‘συ μόνη ξεπλένεις..
38
***************************** Γύρω σου χορεύουνε χέρια, πληθυντικά χέρια της παρακμής Και όση τέχνη έχει αυτό το εγχείρημα, τόση σπαζοκεφαλιά είναι για το ντελικάτο σαρκίο σου. Να έτσι Που δεν είσαι αυτό που νόμιζες, μα μια παράξενη είσαι Υποταγή στην Έκφραση, όπως θα την ορίζανε οι ερημίτες και οι μοναστηριακοί καλόγεροι προτού ες “κάπου αλλού” αποδημήσουν.. *********************************** Αμφιμονοσήμαντο μεσημέρι έπλασε απαρχής την στιχομυθία των πουλιών στροβιλίστηκαν μέσα του οι εκεχειρίες τους πάνω απ’ όλα όμως, υπήρξε μια κρασάτη μουσική από εκείνες που σ’ ακολουθούν στην εκκλησία σμίγοντας με την κατάνυξη οι πιστοί σου πόθοι και Ιλιάδα εγένετο παράξενη σύντας ο ήλιος ετρυπούσε τα κρανίο σου σαν καρυδότσουφλο και πέρναγε θωπευτικός ως τα μελίγγια σου- να φέρει μια αγαλλίαση στα φρένα και ας ήτανε πιο άτσαλος εφέτος ο χειμώνας.. ************************************** 39
Παραμονή πρωτοχρονιάςελπίζω την φιλαυτία μου να την ξόδεψα μέχρι τώρα: να με βρει ο νέος χρόνος γδυτό και μην έχοντας ανάγκη από στολίδια περιττάόλα με ακολουθούν και όλα τα ακολουθώέχω βάρος είναι ειδικό βάρος τα αισθήματά μου, είμαι χαρούμενος γι αυτό, είμαι μονολιθικός και με διαβρώνουν τα ωραία τεκταινόμενα της νύχταςποιος ξέρει αν θα ομονοήσουν μαζί μου οι ώρες να διαβούμε αυτό το κατώφλι των άστρων που ονειρεύεται κανείς και όμως ξύπνιος μένει και απροετοίμαστος για ό,τι και να του συμβεί..
********************************************* Κάτι που να έχει ισχύ φεγγαρόφωτου μες την χειμωνιάΆτσαλη νύχτα, τραχιά, διαφιλονικούμενη Από την διάθεση των συνδαιτυμόνων· Ρέπει προς ένα χάος παγερό· Μετά, αλλάζουν όλα: φωταγωγούνται οι συνειδήσεις και εκείνο που ήμασταν, έρχεται να μας βρει Μεταμορφώνοντάς μας σε οπαδούς μιας θρησκείας που εκλείπει.. *************************************
40
Στον φίλο που δεν είναι πια… Κοιμάσαι πλέονΉσυχα, σαν ένα δέντρο που το έπλυνε η βροχή· Από τον ύπνο σου ακούγονται θυμιάματα και μια παραπονεμένη θύελλα που δεν μπόρεσε ποτέ να ξεσπάσειΨιθυρίζεις και σαν ένα κλάμα ακούγεται που καλύπτει τις φωνούλες των πουλιών· Κάπου είσαι που σε χάνω και παραξενεύομαι που ξέρω τις αλήθειες σου πριν ακόμα ο θάνατος σ’ αφήσει να υπαγορεύσεις.. ******************************************
Άνθος μυστικό της εκπλήρωσης, άφατη συμπαγής επιθυμία, Στα πέταλά σου αποτυπώνεται η φωτιά, το μέγα έλεος των αρωμάτωνΚινείσαι με ευθυδικία, όπως αστραπή που βάλλει πάνω στο σκοτάδι και πολύ το χαράζει, Κύμα αναγεννησιακό, οδηγέ προφήτη που ο κήπος σε έφερε της Ομορφιάς! *******************************************
41
Ήρεμα να κοιμηθείς κοντά μου· κι εγώ Να γκρεμίσω τον ύπνο Και να βρεθείς μες τα παλάτια τ’ ουρανού· ήρεμα Να αποπλεύσεις από τα ασχημάτιστα λιμάνια της θλίψης Και να αγκιστρωθείς στην νηνεμία των δικών μου νερών, στην μπουνάτσα Των νεφών που πηγάζει η καρδιά μου και αλληλέγγυα στέκεται Της δικής σου καρδιάς. Ήρεμα Να βρεις τα λόγια που θα πούμε όταν η μελαγχολία αδειάζει Τα άπλυτά της μες την νύχτα και θέλουμε Μια ηλιαχτίδα θαλπωρή κι έναν μεγάλο νικητήριο ήλιοΓια να σταθούμε ο ένας στον άλλον απέναντι Με την γυμνή αλήθεια μας δικαιωμένη.. *************************************** Κινούνται όλα μες την Αστραπή κι η Αστραπή κινείται προς το μέρος μου, χωρίς καμιά σημασία. Ρακένδυτα δευτερόλεπτα στοιχειοθετούν την ώρα και ο Χρόνος είναι ωραία καλός. Πληθυντικές αυταπάτες για μας που έμοιαζε να ονειρευόμασταν παράδεισους και σε πραγματικότητες οδυνηρές καταλήξαμε. Οχλαγωγή τριγύρω μας, οχλαγωγή. Και μια νύχτα που, όταν τελειώνει, βαμμένος αίμα μένει ο ουρανόςσαν να τον πλήγωσαν οι σκέψεις μας και των λόγων μας η βουκέντρα.. ************************************* 42
Το Σύμπαν με δένει με τα λουριά της κυριαρχίας του. Αυστηρέ ήλιε, τι πρεσβεύεις για αύριο; Κάθετες αχτίδες περνούν μέσα στον νου μου και εκμηδενίζουνε το εμβαδόν της Πεποίθησης. Όλα αλλάζουν: μια ροή Γεγονότων απ’ όπου αθέλητα απουσιάζω. Καταγράφομαι στα μητρώα εκείνων που δεν μπόρεσαν την φασαρία του κόσμου και αγάπησαν την μοναξιά περισσότερο. Εντολές από κείνον που μαστορεύει στο άπειρο.. **************************************** Όταν ξύπνησες, ξύπνησε κι η σελίδα της μέρας, στο μεγάλο Αναγνωστικό της Συγκίνησηςωραία σταθήκανε τα πουλιά επάνω στα κλαδιά και κελάηδησαν, τρέμοντας η φωνή τους απ’ τον έρωτα και τα πάθη. Και το ξανθό παιδί στον ύπνο άφησε τα πιο καλά ποιήματά τουγια να σε ανταμώσει Ελένη και Λυδία κι Αθηνά πριν απ’ το κάθε Αμάρτημα, μες τους λειμώνες.. *****************************************
43
Ράβω τον κάμπο των παρομοιώσεων, Η γη αναγαλλιάζει κάτω από το άροτρο μου, Ο ήλιος σκαμπανεβάζει την χαρά των εντόμων και χαμηλά, Κάτω από του ουρανού την σοφία, μια μουσική Ακούγεται που δίνει τις γλυκές ριπές της στο αφράτο μάγουλο Της νηνεμίας.. ********************************************** Έχει κι άλλη όψη ο κόσμος, έχει κι άλλη διάσταση· Κανείς δεν κρύβεται, όλα θα φανερωθούν τα κρυφά και θα μείνουν μετέωρες οι δύσκολες πολύ ισορροπίες· Επιλογές να παραμείνει η αλήθεια μας μοναδική – μα και δεν είναι;κι ωστόσο Σε μια ατμόσφαιρα που πλέουν μέσα της αισθήματα ναυαγισμένα Νυχοπατούμε τρέμοντας να είμαστε οι εαυτοί μας οι ίδιοι.. ********************************** Σύμβολα να γενναιωθούν τα σύμβολα, σύμβολα όλα παραμένουν, κι ο άνθρωπος συμβάλει την ψυχή του τα Θεία φοβούμενος κι από ανάγκη θρησκεύει. Είναι ο Δράκος της Ιστορίας, είναι το Κινούν, είναι το ΈναυσμαΚαι φώτιση προσμένουν όλοι, στον αιώνα που κραδαίνει τα σπαθιά και με τα τανκς εισβάλει στην Ιερουσαλήμ του Νου μου. 44
Όλα, άλλο.. Έχουν άλλη όψη τα κτίρια και άλλη Οι ζωές μας που χίλιοι δαίμονες τις πολεμάνε. Άλλη Ζωή είναι η σπαταλημένη μας και άλλη Ονειρευτήκαμε να ζήσουμε- σαν πώς Έφηβοι, οικουμενικά σκεφτήκαμε και πλώρη βάλαμε για το γαλάζιο Παλάτι της Ουτοπίας. Συμπτυχθήκαν όλες οι ιδέες μας γύρω απ’ την φθορά- δεν νιώθω Απελπισία, λυπημένος νιώθω που ό,τι αγάπησα εμολύνθη’ από τον συγχρωτισμό των ανθρώπων· να, δες: που σκουριάσαν τα μέταλλα τα γυαλιστερά και όχι Έλαμψαν όπως τους έπρεπε. Τώρα φως Εκχύνω πάνω στην σελίδα τ’ ουρανού μου· να γίνει Ανέσπερο το, κάθε που διανύω, διάστημα.. ************************************ Γελούσε. “Κατέχω τον ήλιο», μου είπε, “Πού πας εσύ με τα αλλόκοτα φεγγάρια σου;” Ξημέρωνε. Η τροπή της νύχτας, ήτανε καθαρό βασανιστήριο. Ακούστηκε ο θόρυβος από σπασμένα άστρα. Για κάπου έφευγα. Μόνος μου πάντα. Όπως η ζωή κυλούσε και αυτοδίδακτοι πηγαίναμε να συναντήσουμε την καθαρή ουτοπία. ******************************************* 45
Ήσουνα μάλλινο σκουφάκι τότε, ήσουνα γελαστός εγωισμός της αστραπής, Ήσουνα μηρυκασμός του χειμώνα, ήσουνα προμήνυμα καθαρό της άνοιξης, Ήσουνα ρόδο που ομιλεί, ήσουνα φθόγγος γαλανός των ουρανίων, Ήσουνα μαγικό ραβδάκι της ανατολής, ήσουνα άρρητο φωνήεν των αγγέλωνΚι όταν με μια κατάνυξη πλησίασα την φωτεινή καρδιά σου Ήσουνα Βρισηίδα που θα μάλωναν όλου του κόσμου οι πολεμιστές για χάρη σου! *********************************** Σύμπαν στα χέρια μου… Σύμπαν ανεμοδαρμένο, κάθετο Κι οριζόντιο, σύμπαν επεκτατικό· Ντεραπαρισμένο μες την Αρχή του παντός, σύμπαν οργανωμένο για να αποδιοργανώνεσαι, κομπορρήμον σύμπανΑυθαδιάς κατά πάντων, ποιός είναι ο Σκοπός σου; Πούθε βάλλεσαι και πού Βούλεσαι να φτάσεις; Κρεμασμένος Στα απώτατα όριά σου, εμμένω στην δική μου προσφυγή Και μοναχικά σπουδάζω τις τραγωδίες μου, ω σύμπαν Που τρέμεις σαν φωτιά μες την μέρα μου και ορίζεις Την καθαρότητα των στοχασμών, ω σύμπαν Ταπωμένο με το βουλοκέρι του Θεού, ρημαγμένο κι αναδιοργανωμένο, σύμπαν Της βεβαιότητας και της αμφιβολίας, της θέσης και της αντίθεσης, ω σύμπαν Καρφιτσώνεις πάνω μου τις αντιφάσεις των αστεριών.. 46
********************************************* Νυχτώνει. Μου κάνω ερωτήσεις και τις απαντώ μελαγχολικά και ανάλογα. Ανάλογα και το σκοτάδι μου συμπεριφέρεται, σαν να με τυλίγει σμίγοντας πάνω μου την ζοφερή του μπέρτα. Το βιβλίο στα χέρια μου αποδίδει φως. Είναι η μόνιμη παρηγοριά μου. Στηρίζω τις ελπίδες μου σε κάτι απόμερους βασιλικούς που μοσχοβολούν μες την γλάστρα κάθε φορά που βγαίνω στο μπαλκόνι μου και τους σκουντώ για να ακούσω τα καθαρό άρωμά τους. Όλα συμπεριλαμβάνονται στην απλή μαγεία της οσμής. Όλα μυρίζουν ευτυχία και ψυχή που δεν το βάζει κάτω.. ********************************************* Διεκδικούνται όλα από τον Χρόνο. Στον νου μου αντιστρέφονται οι πεποιθήσεις και ισχυροποιούν την ταλάντωση. Σημαίνοντες απόψεις πέφτουν στα βάραθρα- σαθρές πια και καταρρακωμένες. Η αμείλικτη αιωνιότητα σιωπά και συγχρόνως κραυγάζει Εμμένοντας στα παραμύθια της και στο απρόσμενο τέλος.
47
ΕΡΩΤΙΚΉ ΑΡΙΘΜΗΤΙΚΉ… Το δύο είναι το ένα μας γιατί το ένα μας είμαστε πάντα εμείς οι δύο.. ********************************************* Στα ρηχά της Ποίησης, ένα παιδί παίζει με την μπάλα του και, σε μια στιγμή, την κλωτσά έξω απ’ την υδρόγειο. Εικοστός πρώτος αιώνας. Εικονική πραγματικότητα ίσως. Ένα πλάσμα φτερωτό βρίσκει το τόπι και προσπαθεί να καταλάβει σε τι θα χρησίμευε. Αδυνατεί και το κλωτσά προς την Γη. Πέφτει κάπου σε ένα μέρος έξω τον γνωστό “πολιτισμένο” κόσμο μας και το ανακαλύπτουν κάτι ιθαγενείς στο μακρινό νησί του Πουθενά. Το κλωτσούν και το κυνηγούν λαχανιασμένοι και γελώντας τρανταχτά. Τα χαχανητά τους ξυπνούν τον Θεό που καταλαβαίνει πού αστόχησε κάποτε στην Δημιουργία. Όλα σε μια οθόνη και σε ένα όνειρο που μπορεί και να είναι δικό μας.. Αποκρίνομαι λευκά αλλά η πραγματικότητα θέλει κόκκινα, μαύρα· Η διάφανη ερμηνεία μου δεν θα γίνει αποδεκτή στον κόσμο των εγωισμώνΤόσοι εγωισμοί κι ένα τίποτα συνθέτουν που αντιπαραβάλω με τα επικά ρόδα του έρωτα που σου έχω. Κρατά η αγάπη, κρατά η ανάσα μας σαν ορμή και φούρια των παθών, μες την ακινησία; Και τα λόγια που λέμε, σεμνά και χτίζοντας ένα κουκούλι που εκεί καταφεύγουμε έχουνε μια γραμματική καημών, και ούτε σε πλησίασα ούτε κι εσύ αληθινά με πλησιάζεις. Αντίδωρο που μας αξίζει η αγάπη. Περιχαρακώνουμε τα πάντα μες τον ευεργετικό της κύκλο- και ζούμε λίγο ανθρώπινα σ’ αυτήν την εφιαλτική σκοτεινή φυλακή μας. 48
Επιδιώκω θάλασσα που να γεννά καταφύγια ερώτων, Στην φωλιά του πουλιού ο χρόνος είναι ουσιαστικός μα δεν έχει αυτάρκεια Απλότητες που να αντέχουν επιδιώκω, καθαρογραμμένες απλότητες Πέρα απ’ της φιλοσοφίας τα βάθη, μελαγχολία θανάτου έχουνε τα δευτερόλεπτα των συλλογισμών μας, Πάντα κυρτός ο καθρέφτης του νου μας και ευρυγώνιος ο φακός της αυταπάτης μας, Είσαι η ημέρα που θέλησα και είμαι ο σπάταλος αλήτης που ποντάρει με προσήλωση σε ένα σφρίγος που του δίνει πάντα το φιλί σου, Παράξενα ακούγομαι όταν είμαι ο τυφεκιοφόρος σ’ έναν πόλεμο που ήτανε δικός μου κι έχει γίνει τώρα ολονών…
49
Μια φυσαρμόνικα που παίζει μελαγχολικό σκοπό. Ο χειμώνας φυσά στις κυψέλες της την θλίψη των ωρών του απογεύματος. Σιγά σιγά νυχτώνει. Γεφυρώνονται οι αποστάσεις μας από την απαισιοδοξία. Παράξενο: κάποτε σιτιζόμασταν με της αισιοδοξίας εδέσματα. Ακούμε γύρω: ένα εθνικό λειψό φεγγάρι είναι η μόνη απαίτηση, είναι η μόνη διεκδίκηση για να αντέξουμε άλλη μια νύχτα.
50
Τι θα χρεωθούμε από την κάθε Ιδέα που θα μας παρασταθεί; Ένας στόλος λέξεων αποπλέει κάθε μέρα από την καρδιά μας. Πού πάνε τα ποντοπόρα πλοία του; Ο θάνατος ταριχεύει ό,τι του είναι άχρηστο για να διασκεδάζει με την νίκη του. Στο άθροισμα και στο πηλίκο και στο γινόμενο, απομένει μόνον ο Έρωτας κι αυτός όπως ποτέ δεν τον είχαμε φανταστεί. Οι μοναχικοί κρατούν το πολύβοο φως της Ποίησης κι αυτό γιατί σπαταλούν το τάλαντό τους με ματαιοδοξία..
51
ΤΌΣΟ ΑΠΊΣΤΕΥΤΑ ΆΛΛΟΣ… Γιατί κουράστηκα να συγχρωτίζομαι με ερεβώδεις αγύρτες που αγαπούνε να ζέχνουν κλείστηκα στου εαυτού μου το κέλυφος και μαντάτα ωραία μου ήρθαν πως οι νύχτες θα πριμοδοτήσουν την μέρα στον αγιασμένο Σκοπό της. Να έτσι Που χωρίς να το καταλάβω μου ήρθαν οι στίχοι οι μακάριοι- εξαρχής αντιλαμβάνομαι ωραίο τον κόσμο, ωραία τα συμβάντα, λίγο να μπούμε με καρδιά στο οικουμενικό παιχνίδι της αγωνίας. Κύκλο κάνει η ιστορία και ξανά δεν διδάσκεται το να μπορείς να θυσιάζεις τον εγωισμό σου για να γίνει η Ελπίδα βρώσιμη και καλά να σε θρέψει:- λέω Που αν δεν βρέξεις πόδα δεν θα φας το ψάρι, αν δεν συμμετέχεις αλληλέγγυα σ’ έναν Σκοπό ούτε που θα ψηλώσεις ούτε που θα δεις να γίνεται η Δικαιοσύνη ορατή και πιο καλός κι υποφερτός ο κόσμος. Α ρε ποιητικό βασανάκι μου, οχύρωμα που πρόταξες! κι από τι προστατεύω εγώ ο ίδιος εμένα; Συντηρώ μια Υπομονή, μεγίστη, μέσα σε στίχους που λαχάνιασαν να τρέχουν κατά το παράλληλο σύμπαν των γύρω μου εδραιωμένων αντιφάσεων… 52
***************** Όλες οι νηφάλιες μπαλαρίνες των ανθών αναφαίνονται μες τον μορφασμό Του ουρανού, αξημέρωτα ακόμη και βρέχει, και τρέχουν Προς την μεριά των αμάντρωτων Νεφών. Κι η σκέψη μου Που ανταμώνει την σκέψη σου, μέρα Σαββάτου, Πέντε η ώρα το πρωί, σαν ένα εγερτήριο φωτός αφυπνίζει Τα πουλιά και χρησμοδοτεί για το αύριο. Ζούμε αφαιρώντας δύναμη από την αδικία και το βλέπει αυτό ο θεός μας..
53
ΕΡΩΤΙΚΉ ΨΗΦΊΔΑ… Το άγγιγμα, το φιλί, η μυρωδιά σου, το σφιγμένο χαμόγελο, οι μορφασμοί σου, τα λόγια σου, και είμαι ευτυχισμένος με αυτά τα λίγα, δεν ζητώ τίποτα άλλο, μόνο αυτό που μένει ίζημα μες τους αιθέρες, βασανισμένο απ’ τα χρόνια και εμβρόντητο ως να σωθεί και να τρέμει εντός μαςκάτι που σε μηδενικό ανάγεται άλγος όταν ο έρωτας ξανά σκηνοθετεί και φτάνει μία ματιά να αναζωπυρώσει την παλιά φωτιά, κοιμάται και ξυπνά μες την γαλήνη η κάθε μια κουβέντα, ο ένας στον άλλον παραστέκεται και όλο το ωραίο πάθος δυναμώνει για με λιώσει άρρητα ευτυχισμένος ήσυχα εγώ κοντά σου..
54
ΚΈΡΚΥΡΑ, ΜΆΝΑ ΤΩΝ ΚΑΗΜΏΝ.. Ένα χωράφι σαν περιφραγμένη θύμηση ανάσκελο μέσα στον κάμπο της σεμνής Αχαΐας ευελπιστεί αέρινες σβιλάδες και μια απαλή βροχή να θρέψει τα παιδιά του. Ρευστότητα όσο ένα τραγούδι κρατάει αξιώνεται να ζει παμπάλαια καρποφορία Χοϊκό. Στις άκρες του, λεμόνια διώχνουν την αψάδα τ’ ουρανού Όταν, και το που είσαι και που είμαι, είναι κωμωδία Τραγική. Και στο ταξίδι που προχώρησε και έγινε σαν όνειρο στην χώρα των Φαιάκων Μελάνιασε ο ουρανός και της βροχής τα μαύρα κρόσσια ψυχοβάρυναν Επάνω μου, Και μου ‘δωσαν κακιά κι ανείπωτη θλίψη Όταν που, μακριά σου, ένιωσα ο έρωτας να είναι αερόστατο που άδειασε. Κέρκυρα μάνα των καημών, στην βραδινή σου υγρασία Το θολωμένο μάτι μου κραυγάζει στίχους που δεν πέθαναν ποτέ τους Μέσα μου, Και σαν μια ρήση αγγέλου που συγκράτησε ο νους μου μες τα χρόνια Το βράδυ έπεσε Και οι σκιές, στο αόρατο των τοίχων θέατρο, σκηνοθετούσαν το παμπάλαιο Έργο και του Θεού και του κρυφού μου πόνου.. Κέρκυρα 17.1.2018
55
ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΕΡΏΤΩΝ… Για να σε ζωγραφίσω με τα πάθη μου ορθωμένα, οι τουλίπες φορτώθηκαν χρώματα και έζησαν τον μύθο τον αρχέγονο απαρχής. Τα τούλια του ουρανού απλώθηκαν τριγύρω και υπόλευκες αυταπάτες πονήρεψαν τα σύμφωνα του λεξιλογίου να μην ομονοήσουν να φανεί ορατή κι απόψε η λύπη μου. Έμεινα μόνος και μπατάρει η κάμαρα, σαν ένα πλοίο που έμπασε νερά και σβήνεται από την γομολάστιχα της θάλασσας. Φούρια στον νου μου οι σκέψεις, φούρια και τα φωνήεντα. Όλα εκεί που Έρωτας είναι η Ιστορία και για έρωτα κινείται επί σκοπόν το άγραφο Ποίημα..
56
Τα σπούδασα όλα κρατημένη ανάσα τα ψευδή και τα αληθινά αρκούμενος σε μοιραίες συμπάθειες κι αγάπες που φύλαγα από παλιά νεωτερίζον γαρίφαλο βασανάκι μου και περίβλεπτο καθαρογραμμένο φεγγάρι ως την καρδιά μου καρφώθηκες έχεις θέση κρατώ σε να μένω και να λιγώνομαι απ’ την πολύ ομορφιά σου σε ακούω μες την φυλακή μου που σιγανοψιθυρίζεις ένα σκοπό από καθάριο κρύσταλλο, α μάγγισα καρδιά μου και τι μελαχρινό σε αιχμαλώτισε πάθος ματάκια σαν ηφαίστεια και πού να πάω να κρυφτώ πριν με λαβώσουν;
57
ΤΟΠΊΟΥ Ο ΔΙΑΣΚΕΛΙΣΜΌΣ… Οι σελίδες που περπατούν μαζί μου ως την αδυσώπητη ώχρα Του βουνού, και υφαρπάζουν Ένα κομμάτι ήλιου λίθινο όσο η σιωπή Του τοπίου, οι σελίδες Που τρίζουν στις ραφές όπως κρανίο που δεν χωράει άλλα μυστικά και θέλει να εκβάλει Την Αλήθεια του στον ουδέτερο χρόνο- οι σελίδες αυτές μοιρασμένες Ανάμεσα στους ανέμους και την απαλή βροχή Που ντύνει την κάθε πέτρα με ιερά άμφια μοναξιάς κι εγκαρτέρησης, οι σελίδες Που ψελλίζουν μια προσευχή από κείνες που μου αρέσει να αποστηθίζω Όταν βραδιάζει και δεν έχω άλλο να προσμένω από το άστρο Παρά την αγάπη σου, μακρινή κι αυτή σαν κάτι αβέβαιο φως ενός φεγγαριού που μίσεψε για άλλον πλανήτη, Και ακούγεται από το στερεωμένο ηχείο του ουρανού Μια γλυκιά μουσική που τρέπει σε φυγή τις πυκνές νυχτερίδες.
58
ΜΟΝΤΈΡΝΑ ΓΕΩΜΕΤΡΊΑ.. Στο τζάμι γράφεις την ψυχή σου, σκαρίφημα που άφησε ο πόνος, βουλιαγμένο νησί στο πέλαγος της πραγματικότητας· Ιχνηλασία στο νοτισμένο τζάμι του έρωτα, βήμα το βήμα πάω πας, πού πάμε αλήθεια οι ερωτευμένοι; Στέκονται τριαντάφυλλα στο κύμα, ένα σουρεαλιστικό μεγάφωνο πολλαπλασιάζει την φωνή, καθαρός ήχος μύθου και πόθου, Κι ένα βαρκάκι που παλεύει με το κύμα και νικά δίνει την αφορμή για αθλοπαιδιές στους πρόποδες του Θαύματος, Ενώ αυτό που είναι ανθρώπινο είναι και θεϊκό και ως εμεγαλύνθη βρε παιδί μου αυτή η γλώσσα ως να γίνει Ποίηση καθαρή Ουσία Ψυχής ενός που πίστεψε στην γεωμετρική του πλάνη πως λογάριασε σωστά απ’ τα φιλιά σου το εμβαδόν της μοίρας του και του κορμιού σου την γλύκα!!
59
ΕΡΩΤΙΚΌ ΚΆΤΙ… Σαν εμβρόντητα μένουν τα φωνήεντα στο διάβα των ανέμων και η αντιρρητική ηλιαχτίδα δεσπόζει στην καρδιά του νυσταγμένου ουρανού. Κάτι πρέπει να γίνει με το ηλιοβασίλεμα- κραταιώνει την επικράτεια των χρωμάτων και στην ρέμβη αναλογούν περίοπτα δώρα. Ο θάνατος απαλείφεται μες την αυτοκρατορία του δειλινού και καγχάζει που ανίκητος κι όμως, πάντα, θα είναι. Ακροβολισμένος στα λίγα μου και στην αγάπη. Κόμπους δένει, στην κλωστούλα του ουρανού, το φως. Και το φεγγάρι έρχεται μυρίζοντας σαπούνι και δυόσμο. Εδώ σ’ αγαπώ- μηδενίζοντας αποστάσεις κι εμπόδια..
60
ΑΓΧΊΑΛΟΣ… Στρίβω στην γωνία των θαυμάτων ο ήλιος αγαπά το κορμί μου, ελεήμονας πρωθιερέας. Οφθαλμόν θωπευμένο από την μέρα της λιακάδας έχω και είμαι ευχαριστημένος με όσα κατέχω κι είναι άυλα δώρα Κύριε, με αυτά να πορεύομαι. Αγχιάλου η άποψηστέφει των κιόνων η γεωμετρία το καθαρό μοιρογνωμόνιό της κατά την καρδιά μου. Ρηχός τόπος- με τονισμένη ευφράδεια. Και βαθύς, σήμερα, ουρανόςμε ευθυκρισία να αποφασίζει διαύγεια και καθαρότητα τόση! Συντυχαίνω ανθρώπους που μου αρέσουνε και αναγαλλιάζει ο νους μου. Ευχαριστημένος είμαι που η ευτυχία μου είναι ένα βλέμμα, μια κουβέντα, μια χειραψία, ένα γέλιο, ένας καημός! Η κάθε σιωπή μου αφόρετο ποίημα. Η Αγχίαλος παίζει ανταύγειες κι ως την θάλασσα δηλώνει το τοπίο της το βότσαλο το βοτσαλάκι. Νέα Αγχίαλος 26.1.2018 ********************************************
61
Συνομιλούμε κάτω από τον εύπλαστο ήλιο, Οι ανάσες του αέρα περιφράζουν την κουβέντα μας, Είχα καιρό να σε δω, καιρό να σε νιώσω να μένεις χωρίς το τσόφλι σου και να μου αποκαλύπτεσαι Όπως ένα στοργικό σπουργίτι που λιγώνεται μέσα στην αγκαλιά μου, Πέρασε ο καιρός, μακριά κι όμως κοντά θα υπάρχουμε, μακριά κι όμως κοντά είναι αυτά που θα σκεφτώ, αυτά που θα σκεφτείς, Συμφωνεί ο χρόνος να είναι μια γκουβερνάντα που μεγαλώνει τα νεογέννητα αισθήματά μας, Καθώς δεν μπορώ να σκεφτώ και δεν μπορείς να σκεφτείς τίποτα άλλο Εξόν απ’ την αγάπη! ********************************
62
Νωρίς το πρωί, από τον ύπνο ξεφεύγουν τουλίπες αχνές προς τα ουράνια. Τα χρώματα, ακόμη, δεν υπάρχουν. Τα όνειρα έχουν απόχρωση ευτυχίας. Ο άνθρωπος διαβάζει το φως των άστρων και κουκουβίζει μες την μοναξιά του- σαν αδέσποτο ζώο που δεν το αγάπησε ποτέ κανείς. Τα άλλα όλα είναι μοίραή μια στεναχώρια που αναλογεί στον καθένα σε άνισες δόσεις και άλλοι την αντέχουν κι άλλοι ποτέ και όχι. Όσο ανεβαίνω προς την Ιδέα της πραγματικότητας, τόσο η Ιδέα με κατακερματίζειμε κάνει να είμαι απλά εκείνος που κατανόησε πως με Αγάπη πλάθονται τα πάντα και, με Αγάπη τα τροφοδοτείς για να αντέξουνε. Για τούτο πρέπει να είσαι ερωτευμένος και πομπός της εσωτερικής σου γαλήνης.. ********************************** Αυτό κι αν είναι λογοτεχνικός αθλητισμός! : να αφομοιώνεις ρυπαρή πραγματικότητα και να την μεταστοιχειώνεις σε Ομορφιά και σε ποιητική Ουσία! Συνήθισαν οι αισθήσεις μου να μην ενοχλούνται από τους θορύβους που τροφοδοτούν τους θορύβους. Και γλεντούν στην Πλατεία του Κεφιού, εκεί που εγώ καταλαβαίνω δύσκολο που είναι να πονάς και να γελάς γιατί την φιλοσόφησες την ζωή και μαθός πλέον είσαι πως αυτό που θα αφήσεις φεύγοντας είναι μια ανάμνηση σε κείνους που αγάπησαν την σκέψη σου όταν η σκέψη σου τους παρηγορούσε και τους καθοδηγούσε. Να πως ζωγραφίζω χωρίς πινέλα και χρώματα…
63
ΌΠΩΣ ΑΥΓΆΖΕΙ… Επιτίθενται νυκτός πλάσματα και χάνω τον ύπνο μου· την ημέρα αγαπώ πάντα νεράιδες που, εϋπλόκαμες, γυρίζουν από χωριό σε χωριό, μες τον νου μου και ξεσηκώνουν όλες τις σκέψεις μου σε παράσταση. Όσα ονειρευόμουνα θα έρθουν να με βρουν μετά, όταν θα έχει κλείσει ο κύκλος των θαυμάτων και το παραμύθι θα εξελιχθεί όπως πρέπει ανάμεσα σε σένα και μένα, ανάμεσα στον αναγνώστη και τον αόρατο μάγο Ποιητή της νύχτας του ουρανού σου!
**********************************
64
Ωραία αφορμή μου έδωσε η μέρα: Άνοιξαν τα ανθάκια τα ματάκια τους και προχωρήσαμε ως τον κρεμαστό κήπο της αόρατης Βαβυλώνας. Κράτησα το χέρι σου, έλαμπες σαν ορυκτός αδάμας που εργάστηκε επάνω του ο πολυκύμαντος έρωτας. Τι σημαίνουν οι ώρες όταν δεν μιλάμε, όταν η σιωπή είναι ένας πύργος απ’ όπου μας πολεμάει η θλίψη; Και η κακότροπη ανάγκη, που στριμώχνει τις επιθυμίες μας σ’ ένα αδιέξοδο βήμα προ μηδενός προσανατολισμού- τι είναι; Κοντά μου σε νιώθω: τοκίζεις τα αισθήματα και είναι σαν εκείνα ποτέ να μην έπαψαν να μας δεσμεύουν.. ******************************
65
Κάθετα λείπεις κι οριζόντιες είναι οι ταριχευμένες λέξεις που μπορέσαμεστο κοιμητήριο ησυχάζεις κλείνοντας τους κύκλους κι όλα σου τα σχήματα κάτι μαραμένα άνθη γεμίζουν ντουμάνι θανάτου το κεφάλι σουσου μίλησα- μια όμορφη πεταλούδα ήρθε και κάθισε κοντά μου άφοβη πάνω στα λευκά μάρμαρα της απουσίας την κοίταξα Θεέ μου, είναι η ψυχή της, σκέφτηκα είναι η ψυχή της που μιλάει ακόμα. Έφυγα σφραγίζοντας τα χείλη μου. Απόγευμα. Μπουκωμένο θλίψη και απουσία..
66
ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΆ… Όσο πιο προσεκτικά αφουγκράζομαι, τόσο πιο αινιγματικά το φεγγάρι στέλνει βέλη στην καρδιά μου. Πεθαίνω. Εμμένοντας στην φωτεινή μου Άποψη της αισιοδοξίας. Φυσούν αέρηδες πεισμάτων, κυριεύουν τις πόλεις μου. Με τα όνειρα μένω και με έναν έρωτα που ποτέ δεν πεθαίνει, μόνο Αξίζει τόσα κι άλλα τόσα από ό,τι θα μπορούσα να του δώσω. Και, ξαφνικά, πού είσαι εσύ που ντύθηκες τον μύθο και μου παραστέκεσαι άοκνος φίλος; Περπατήσαμε ως τις γραμμές του ορίζοντα. Σταθήκαμε αποφασισμένοι στον αιώνα. Πόση λύπη χωρούν πια τα λόγια σου; Η νύχτα ξεμπροστιάζει τις απατηλές σκιές που κρύφτηκαν πίσω απ’ την μάντρα. Από μακριά επικοινωνούμε: Σαν να ανοίχτηκαν οι ουρανοί και να μας παραδόθηκε η νέα Βίβλος Των ψυχών και των σωμάτων.. Καμιά ήττα δεν θα αποτυπωθεί πάνω στο μάγουλο του τριαντάφυλλου Και όλη η φλόγα του αέρα θα πνεύσει πάνω του ανήκοντας στον έρωτα που σου έχω, Λυρικά επιφωνήματα χαράς θα δρέψουν τον πόθο Κι η μέρα θα κυλήσει εκεί που πίστευα λάθος και κατέληξα -ευτυχώςαισιόδοξος! **********************************
67
Η νύχτα κρέμασε τα ντουφέκια της πάνω στους τοίχους του γαλαξία· κι εγώ αφήνω το πάθος μου να περισπάται ορμέμφυτο και καλά ζυγισμένο Ανάμεσα σε άστρα και καλόγνωμο αεράκι. Ποιος άλλος είναι πιο ερωτευμένος απόψε που η μελαγχολία μου δεν έχει σημασία; Ακολουθώ την μορφή σου κορίτσι, αναγνώθω την καρδιά σου και είναι σαν από παλιά να σε ξέρω. Όλα στέκονται μετέωρα μες το μυαλό μου Και Ξεκάθαρη Είναι μόνο η αγάπη. *******************************
68
Μεθοδικά ο έρωτας σε κυριεύει· όλος ένας παλμός κι αν πεις Να τον απλουστέψεις, καθαρός θάνατος. Η μελαγχολία πλέκεται με την νύχτα και μόνο με φιλί θα νικήσεις Την αψάδα της. Ύμνος στο κορμί σου τα φιλιά, πόντο πόντο Κι όπως σε συλλαβίζει αργά ο ερωτευμένος, Αναστενάζεις, κλείνοντας την όμορφη σκηνοθεσία της αγάπης. Α λατρεμένο πάθος που σε τύλιξε Και ως το τέλος πάει η συνδιαλλαγή σου! Στα μαλλιά σου η νύχτα πλέκει τον υμέναιο του φεγγαριού Και, ξέροντας να υποχωρεί, σε αφήνει μες την μέρα που γελά ευτυχισμένα.. **************************
69
Να αισθάνεσαι, να κυριεύεσαι από την ζωντανή ουσία των φιλιών, να απομυζά Από σένα ο έρωτας διάρκεια και προσδιορισμό- ζωή μου! Πόσο προσηλωμένα τα μάτια μου πάνω στο σώμα του καημού και πόσο ο πόθος μέγας μεγαλώνει! ******************************* Κινείς την σκοτεινή εσάρπα σου μες το μυστηριακό βράδυ και Αγωνίες κερδίζω. Μια φλόγα θέλει να με καταπιεί. Ποιά αγάπη Στερεώνει πάνω μας το αόρατο δίχτυ της; Και πού Θα πάμε που πατρίδα μας είναι το πλέον η καρδιά και ζούμε Ο ένας του άλλου ο ένας; *******************************
70
Εγκλωβίζω το ζεστό σύννεφό σου μέσα στο στήθος μου, Το φεγγάρι πλέει πρίμα κατά τα μέρη του πόθου σου, Οι ταξιαρχίες της νύχτας ρίχνονται στον πόλεμο της μελαγχολίας Και ο ουρανός, γαλανίζει και σφάζει. Κερδίζω σιωπές που σε περιέχουνε, Οι αποταμιεύσεις μου είσαι εσύ, Και την γλώσσα αναποδογυρίζω και τα αποστεωμένα λεξιλόγια προκειμένου να πω την ροή σου φυσαλίδα ερωτική μες τον νου μου και μέσα στο στήθος μου. Δικαίως τω λόγω ασκώ μια χίμαιρα πάνω στον τιποτένιο χρόνο της απουσίας σου, Μπορεί να σε σχηματίζω από απρόβλεπτες φωνές κι από φαινόμενα που μ’ απατούνε, Όμως, ενστερνίζομαι την επιθυμία μου και πλάθω Την εικόνας σου από χιλιάδες ανεκδιήγητες απουσίες. 3.2.2018 ***********************************
71
Ξαφνικά πόσο άσωτος είμαι και όλα τα πεπραγμένα μου Βουίζουν στο κεφάλι μου, σαν μέλισσες φορτσάτες! Οι στεναχώριες μου σύννεφο που μόνο η αγάπη θα διώξει. Κόβω τους δεσμούς με το υλικό φεγγάρι του πλούτου και Κοιμάμαι ήσυχος- σ’ αγαπώ, μ’ αγαπάς. Στο βάθος του ύπνου, όνειρα λάμπουν σαν μέσα στο ρηχό νερό, γυαλιστερά ασημίζοντα ψάρια. Όλες οι ιστορίες που πρωταγωνίστησα, χαμός, αληθινός χαμός. Και ο μύθος που σε περιέβαλε, γίνεται ένα κλειστό κουκούλι να με περικλείσει χρυσαλίδα και ερωτευμένη, άοκνη μέλισσα. Τις νύχτες, λίγο πριν ξημερώσει είμαι εκείνος που δεν ξέρεις και σε ζητάει στην λύπη του… ************************************
72
Γράφω κλείνοντας τον εαυτό μου στο περιθώριο. Ξαφνικά δεν είμαι εγώ, είναι όλοι και πάλι είμαι εγώ προσκομίζοντας διαπιστευτήρια αξιών. Είμαι εγώ, είμαι το φως κι η σκιά μου, είμαι η ανοργάνωτη οργάνωση του αισθήματος που ρέπει προς έναν εαυτό που δεν ορίζω και με κυβερνά. *************************************** Ξεριζώνω τον χρόνο από μέσα μου, γεφυρώνω τα χάσματα, Όσο μου έλειψες μου έλειψες, τώρα δαγκώνω το φρούτο που έχει κουκούτσι Και απλώνω τον πόθο μου πάνω σε νέα λιβάδια Όπου το αλογάκι της συνείδησης αγαπάει να έρχεται. Τι κατέγραψα μες τα ποιήματα και είναι ορατό Αυθωρεί παραχρήμα; Αμέσως αμέσως σε τραγουδώ Εμμέσως εμμέσως κατοικώ στην καρδιά σου: Νυχτώνει και με λυπούν οι ώρες, κρεμιέμαι από το λυρικό φεγγάρι Και σώζω εκείνα που δεν σώζονται- όπως μονάχα Εσύ κι εγώ μονάχα το ξέρουμε… *****************************************
73
Πουλιά και άνεμος Και διάθεση να σμίξει το τοπίο με την συνείδησή μου, Ακρότητες του ήλιου, μυστηριακό δίχτυ Των αχτίδων, νερά που ακούγονται κάπου μακριά Και όμορφη η μέρα που μαγεύει Τα φώσινά της τα έντομα· Η ζωή πατά πάνω στον θάνατο και μου απιθώνει μες τα χέρια αισιόδοξες φιλοσοφίες Όταν με ξενίζουν οι άνθρωποι που ζητούν έναν πλούτο που δεν τους ανήκει Και φεύγουν παίρνοντας μαζί τους το μηδενικό των συγκινήσεων..
*************************** Ψίθυρε μέσα στην νύχτα των δέντρων, Ο αέρας κρούει την άρπα του, Ένα έλασμα αισθήματος τινάσσεται γυμνό και λαμπερό με το ατσάλι του Και ξιφίζει ματώνοντας τον ουρανό· Το γυμνό τοπίο στερεώνει λάμψεις αινίγματος στα άστρα: Τα άπλυτα φεγγάρια αδημονούν να γίνουν ένας καημός που ζει στην χώρα των ερωτευμένων· Τελεσίδικα: η καρδιά σου ανήκει στην καρδιά μου και έτσι θα πάμε ψυχούλα μου.. *******************************
74
Το τοπίο είναι βραχνό, λεόντειο που ακουμπά το μάγουλο της γης Και διασπαθίζει το φως και φιλοδοξεί να γίνει ένα παραμύθι μεγεθυμένο Που χωρά τον εγωισμό μας και την φιλαυτία του όντος. Στην κόψη του ορίζοντα εμμένει το σούρουπο να είναι μια θεατρική σκηνή παρακμασμένηΕίσαι εδώ και είμαι εδώ που τελαλίζει το βράδυ ερωτικές εικασίες Και σμίγουν οι σκέψεις μας στο υπερπέραν των θαυμάτων που δεν κατανοήσαμε.
Εκ μεταφοράς… Η Θεσσαλονίκη περιπαίζει μέσα μου τα γεγονότα· καθολικά· εναποθέτουν μες τις παλάμες μου οι μέρες βιοποριστικά μαρτύριαπρέπει να αντέξω· μπορεί κι ο έρωτας μακρινός και απρόσιτος να βρίσκει τρόπους να μας ξεπερνά· αλλά όλος ο πόθος, στο τέλος γίνεται πάθος και ιχνογραφεί επάνω στα κορμιά μας μία δύναμη που αυτοαναφλέγεται- καθώς είσαι εσύ και είμαι εγώ και πέφτουν οι υπογραφές, εμού του ιδίου, που λένε οι πάντες, μετά ‘πο τόσα χρόνια που αυτά που έχασα ήρθαν ξανά να με βρουν.. *******************************
75
Ανάμεσα στο πριν και το μετά, ένα απερίσκεπτο δευτερόλεπτο που χωλαίνει και αφήνει την πραγματικότητα εκτεθειμένη στον κακό εαυτό τηςΈνθεν οι κήποι της φαντασίας και ένθεν Οι ηλιοστάλακτες μαργαρίτες που τις φυλλομαδά ο ερωτευμένος και για λίγα ελπίζειΤο μεσημέρι καυχάται για την εμορφάδα των ρόδων και συντελείται ένα τραγούδι που πατά πάνω στην έμπνευση των λυρικών θαυμάτων που ανάγκη έχει πάντα μια ψυχήΑνάμεσα στο πριν και το μετά, ένας εγώ και ένα το κορίτσι που αγαπάω και στερέωσε την φήμη του έρωτα ψηλά- πού να σας λέω; πολύ ψηλά! ********************************** Φεγγίζει κάτι στον αόριστο χρόνο της νοσταλγίας· Μια ελπίδα που έχει διάρκεια, ένας ζήλος να κρατηθούν όλα ατόφια μες την χαρά τους· Ένα δίκαιο βράδυ που ζυγίζει τα πράγματα ως την νομοτέλεια του θανάτου· Κούρσα λαχανιασμένη να σμίξουν οι αναπνοές επάνω στο πλατύσκαλο του ύπνου· Και ένα λουλούδι απέριττο κραταιό και χαρισάμενο ως τα δίκαια των ευχολογίωνΣτρωτά κοκκινωπό· Προσεγγίζω την ζωή με την ορμή που μου προσάπτει η Αγάπη!
76
ΣΠΟΥΔΉ ΠΆΝΩ ΣΤΟ ΣΎΜΦΩΝΟ ΜΙΑΣ ΑΓΡΎΠΝΙΑΣ… αξημέρωτα· η νύχτα καλεί τις απουσίες να της παρασταθούνε· εντολοδόχοι της ψύχρας οι αέρηδες, κινούν τα πάντα προς μία προσήλωση σε κείνο που μας εξουσιάζει. Γκρεμίζονται κάστρα· μέσα μου· ακούς ιαχές και ύστερα το αίμα τρέχει να συναντήσει το φως: έτσι ο θάνατος. Κατοικώ την αγρύπνια μου· σπίτι κλειστό, παρακμασμένο· απ’ όπου κι αν σταθώ, η ώχρα του φωνάζει κάτω από τις βοκαμβύλιες. Με την φαντασία μου πλάθω σωστές αποδράσεις. Λυτρωτικές! ****************************************
77
Καρναβάλι τρελό πλέκοντας μυστήρια το Μυστήριο· Άοκνο φως του γέλιου φτασμένο από τις πηγές της κωμωδίας, α ζωή! Παγανιστικό γαϊτανάκι, τελεσίδικο, όπως να σμίγει πέρα απ’ του τραγικού τα απώτερα· Απόκρεω στεφανωμένη δόξα και συγχώρεση παραχωρητική· Ξεσκονίζω την μελαγχολία μου και την εγκαταλείπω στην πόρτα της αισιοδοξίας· Όλος ο βίος μία φωτεινή σκιά που την αγγίζει η ψυχή μας πρωταγωνιστώντας στο ωραίο σκάνδαλο της ανάστασης..
*************************************************
78
Δεν ξέρω τι απόσταση πρέπει να διανύσεις μέσα στα όνειρα για να καρπωθείς την γλύκα ενός μελίρρυτου ουρανού. Είναι κάτι φεγγάρια που δεν ανήκουν σε κανένα. Γυμνά και απέριττα μέσα στην νύχτα, συδαυλίζουν το πάθος σου και αφήνουν υποψίες για ενορχηστρωμένο παράδεισο. Τι θέλω; Ποιοι με θέλουνε; Καθαρά Δευτέρα που θα ξημερώσει. Πουθενά δεν ανήκει μια προσευχή. Μόνο στην ψυχή της που την απολύει προς το καθαρό διάστημα να ανταμώσει τις ψυχές που της λείπουνε. Όσα σκέφτηκα πάντοτε ήτανε πάνω από κάθε θρησκεία. Μάλλον δεν αγαπώ καμία αλυσίδα για ελόγου μου. Ησυχάζω ελεύθερος και ξέρω πως η ζωή μου δίνει αμέτρητα σύμβολα και αμέτρητους ιδεολογικούς θησαυρούς. Είμαι ευτυχής με τρόπω που έχουν οι αδέσμευτοι άνεμοι..
79
ΆΥΛΗ ΜΠΑΛΑΡΊΝΑ ΤΟΥ ΕΠΈΚΕΙΝΑ ΚΌΣΜΟΥ… Σφυρήλατο φως και αέρας διαφιλονικούμενος Στα τούλια της μέρας, κρησάρουν τον κάθε θόρυβο που θα παραδοθεί και Υπερίπτασαι κινητοποιώντας την Έννοια, αγέρωχη Και Σημαίνουσα, σαν βράχος ιερατικός, ενώ Ακόμη αυτό που είσαι, πολλαπλά αφομοιώνεται Μέσα στον μηδενικό χρόνο, εμμένοντας Σε σιωπηλές διακρίσεις γύρω απ’ τα μεταξένια μαλλιά σου. Πλέκεις την κάθε κίνηση γύρω απ’ τον αιθέρα της ακμής, φτάνοντας Στο ουράνιο θέατρο και στην αβρή πραγματικότητα Των στοχασμών. Εκεί Που σε βρίσκω και σε χάνω, ερωτική και καθαγιασμένη, ενώ Δεν σε χωράει ο ύπνος κι η αγρύπνια μου..
80
ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗ… Κόμπο κόμπο με πήρε με τα νερά της η Θεσσαλονίκη· Στην Πυλαία γέρασα και αναστήθηκα σαν ένας αυλός Που ξεφυσά την πίκρα του κι η πίκρα πλέον, πίκρα δεν είναι· Άγρυπνος να φυλάω ουρανούς, βιοπαλαιστής από ανάγκη: Δούλεψα πάνω στα μαρτύρια του κορμιού και, όταν βράδιασε, δρόμο πήρα δρόμο άφησα για της Φαντασίας μεριά. Με σκέπασε ο ουρανός σαν ένα χάδι. Ντέφι των άστρων, μακρινό, ποιός είναι ο σκοπός σου; Ακούω αυτό το βράδυ από μακριά, πεταλούδες των σκέψεων ανταμώνουν τα φώτα των δρόμων και περιπαίζουν την θλίψη μου όταν δεν καταφέρνω όμορφα να την νικώ..
************************************** Μια πικρή φωνή που χάνεται και σβήνει, όπως σε κρατά η βροχή δέσμια μέσα στον σάλο της, Φεβρουαρίου αρχομένου και όπως ο έρωτας κανένας δεν σε ξέρει- μήτε εγώ που αποταμιεύω βότσαλα και καθαρές ουτοπίες να αρθρώσω τον λεκτικό οίκο μουμαργαριταρένια!
81
********************************** Πώς χλιμιντρούν τα λουλούδια στο αλώνι του κάμπου και σαλεύει Αργά ο ήλιος επάνω τους, μαγεύοντας Και το υνί που όργωσε και τον νου που σκοτώνει Τις μελαγχολίες μας, Φερσίματα μες τον αέρα, μυσταγωγικές σιωπές και αργότερα Ένα πουλί πετά αμέριμνο στο γαλανό μεσημέρι, ανοίγοντας Κι άλλο τον κύκλο του, ερχόμενο Κατά την φωλιά της αγάπης.. ****************************** Μπαλώματα έχει η ζωή μας μπαλώματα· Όπως μας διαβάζει και είναι όλα καταληκτικός θάνατος· Βουρκώνουν τα μάτια μου, δεν βρίσκω λέξεις: Πια δεν βρίσκω τις λέξεις· Βρίσκω ένα μυστικό που αποθέτει η Αλήθεια ανάμεσα σε σένα και σε μένα, Ανάμεσα στην φιλία μας και την αγάπη, όλα έχουν το χρώμα που δεν τους αξίζει, πικρό είναι το αμύγδαλο της ελπίδας, κι εμείς που έχουμε απομυθοποιήσει την συντέλεια ψηλαφούμε την πραγματικότητα και γνωρίζουμε καλά την οσμή της, σφίγγουμε χέρια και δακρύζουμε κρυφά, προσέχοντας μην κανείς καταλάβειαυτό που εμείς καταλαβαίνουμε και το σφίγγουμε πίσω από αυτό που είναι μονάχα μελαγχολία και πόνος.. ************************************
82
Ράγισε το πρόσωπό σου- δεν σε ήξερα έτσι, έμπλεξαν οι επικοινωνίες μας, κάτι βάθυνε και κάτι Έγινε πιο ρηχό, σαν μια ασήμαντη αφορμή να μπλεχτούμε Σε αιτίες θανάτου. Λυπάμαι που το στίγμα εξασθενεί- ένας άγγελος είσαι Που βυθίζεται σε άγουρα πλάτη· το βλέμμα μου φυλάκισε το βλέμμα σου και το αποδίδει Σαν εισιτήριο για ένα ταξίδι που δεν έπρεπε να συμβαίνει ακόμα Μα το ανάγκασε να γίνει η πικρή ζωή.. ********************************** Σαν ξημερώσει τα πουλιά αγγίζουν ουρανό· “απ’ το μπαλκόνι μου τα βλέπω” Το φεγγάρι μισοσβήνεται πίσω απ’ τις πικροδάφνες και Τρυπά με ένταση τα δευτερόλεπταΨίθυροι που ατονούν γεμίζουν το κυτίο του χρόνου· Με πάθος Διαβάζω αυτό που λείπει και θα πρέπει να συμπληρωθείΑπό την χώρα των μάγων.. ***************************************
83
Είναι μια γλυκιά ένταση: κάτι ανάμεσα στην έμπνευση και τον Έρωτα· αυτό το γλυκό ροσόλι που αναστατώνει το αίμα και δίνει πάθος και πόθο. Και πώς να το πούνε οι λέξεις και πώς να το πει η σιωπή; Μόνο, όπως δροσοσταγόνα, στέκεται επάνω στα πέταλα του τριαντάφυλλου και κορυφώνει τα ένστικτα και γράφει, καθαρότερα, τα αισθήματα. ************************************* Άσπιλο φως, τρεμάμενο πάνω στο ακρωτήρι που γκρεμίζεται αγαλινά μες την θάλασσα. Ο αφρός των κυμάτων δημιουργεί σπήλαια αυταπάτης. Θόρυβος ίσαμε τον Βοριά. Και, κατά τα άλλα, ερημία απέραντη. Κανείς δεν κατοικεί την γαλήνη όπως την κατοικώτο ξέρει κι ο θεός ο ίδιος ακόμα. Συντετριμμένος περί τον έρωτα και περί το πλάσμα που είσαι.- σαν να ευτύχησε την πιο καλή Στιγμή της η Δημιουργία! ********************************************** Κατοικώ την ψυχή μου κι η ψυχή μου δραπέτευσε. Ανεβαίνω τις ανηφόρες μου και είμαι βυθισμένος σε σκέψεις και πάθη. Πάθη είναι οι στεναχώριες μου, πάθη είναι οι αγρύπνιες μου, πάθη είναι οι λέξεις, τα σύνορα που θέλω να υπερνικήσω. Κι όμως: νιώθω να έχω συμπάθεια για τον Άνθρωπο, τον θρέφω μέσα μου, τον αγαπώ. Είναι αυτή η αλληλέγγυα προσήλωση που με κάνει να αισθάνομαι καλά μ’ αυτό που είναι τελικά η ψυχή μου. Και όταν φύγω, να με θυμάστε για τις αλήθειες που πάντα σας είπα. Γιατί δεν μπορούσα ποτέ να κρυφτώ..
84
ΣΤΟ ΚΑΛΌ, ΚΑΛΌΓΝΩΜΗ ΝΕΡΆΙΔΑ! Μέσα στον ύπνο σου χαμηλώνεις τις πτήσεις των αγγέλων και φαίνεσαι Να αγγίζεις τα νέφη της ευαισθησίας μας. Καλόγνωμη πάντα- σαν να μην σε έτσουξε πουθενά ο καιρός· Αβρή που θησαύρισες το μέλι των συμπεριφορών των ανθέων· Και τώρα που λείπεις Πεταλούδα αέρινη που λούζεσαι στο φως της καταδεκτικότητας, Μελετάς όλους εμάς που ζούμε πλασμένοι με φόβους και πάθη Και ολοένα σμικρυνόμαστε κάτω από το μικροσκόπιο της ελπίδαςΦαντασμένα όντα ενός παράξενου κι αλλόκοτου παραμυθιού..
*********************************** Κατά πού φεύγεις τώρα κι είναι σκοτεινή πλοήγηση η μορφή σου; Στο προδεδικασμένο αποτέλεσμα της σιωπής και της κάθε κουβέντας που κάποτε μαζί προσεγγίσαμε.. Έτσι είναι οι άνθρωποι; Έτσι λαλούν τα φοβερά μυστικά τους; Κι η σοφία τους, πού και πάντα εδράζεται;-στην αφεύγατη ανάγκη να έρχονται κοντά ο ένας στον άλλον, στον πόνο.. ************************************
85
Στάχυ της σκέψης, μυστικό που υφέρπει στην κοιλιά της γης, αφουγκράζομαι στην εσώτατή μου ερημία, εντός μου οι πόνοι- ποιός τους ομολογεί; Αν ακουστώ στα πελάγη, οι θάλασσες θα γίνουν η Βίβλος των νέων ημερών- μα και πάντα δεν ήταν; Συγκαταβαίνω να παιχτεί το δράμα και ερήμην μου να συντελεστεί η φοβερή προσευχή του ταπεινού.. **************************************************
Μπορεί μια μέρα να συναντηθούμε: μπορεί όλοι να συναντώνται, κι εκείνοι που χάθηκαν και κείνοι που παρέμειναν, μπορεί όλοι να σμίγουν σε μια άλλη διάσταση που μπάζει μύθο και ιστορία, σαν ένα καράβι που όμως δεν βούλιαξε ποτέ του. Είναι που όταν φεύγουν για τ’ αλλού οι άνθρωποι έχουν ανάγκη την Ποίηση για να πουν όσα θέλουν να πούνε. Και λένε “καλό παράδεισο” και κάτι τέτοια- πρωτόλεια ποιήματα που αντέχουν αιώνες γιατί ζεύονται στο υνί της καρδιάς. Δεν κλαίω γιατί είναι μεταφυσικό μαρτύριο ο πόνος. Ο πόνος είναι σε μένα βουβός. Καθαρίζω τον ορίζοντα να περάσεις και άσε κάπου ένα σημείωμα ότι έφτασες και μας περιμένεις. Και να θυμάσαι όπως σου έλεγα: όλα είναι ζήτημα καρδιάς.. ******************************************
86
Σαν σκιά απλώνεις την αύρα σου και μετά χάνεσαι ενόσω το βράδυ ακόμη δεν ήρθε· κι είναι αυτό το μεταφυσικό τριαντάφυλλο που αρμόζει στις παρειές σου, άλικο και ιδεατό, ίσως λιγάκι ακατανόητο που βελάζει και διαλαλεί αθωότητες και εφησυχασμό· κάπου έφυγες και κάπου δεν ήρθες, χάθηκε αυτή η συνέχεια των εμφανίσεων στο πλατύσκαλο του κόσμου. Κι όπως διαβάζω τις συμπεριφορές σου, αέρινη αναφαίνεις πίσω από κείνα που θεωρούσα ορίζοντα και τελικά λαβώθηκαν από ένα σκάρτο φεγγάρι, Αιματοβαμμένο και αβέβαιο, που μελωδεί πίσω από τα λιποθυμισμένα αγιοκλήματα.
87
ΕΡΩΤΙΚΌ ΣΥΜΒΆΝ… Δεν γίνεται εσύ χωρίς εγώ και εγώ χωρίς εσύ μωρό μου! Ποιος γίνεται να αμφισβητήσει τόση ρύμη του έρωτα; Όλα που αθροίζονται θα ξαναδιαιρεθούν και θα μείνει Μια αιωνιότητα που μας ανήκει πίσω από τον κάθε ξοδεμένο χρόνο..
ΌΤΑΝ ΚΑΙ ΠΆΛΙ ΈΦΥΓΑ ΚΑΙ ΠΆΛΙ ΉΡΘΑ… Κρημνίζονται οι κόσμοι και να που ο ήλιος τους αναστυλώνει Καλλιεπής. Αιφνίδια γεγονότα συρράπτονται ώσπου να δώσουν μια επιφάνεια Στιλπνή. Ραγδαίες εξελίξεις περί το Τίποτα- κι αν πεις Πως δεν σου το ‘πα ψεύδεσαι Ολοσχερώς. Γιατί Σε άφησα να ονειρεύεσαι αλλά πιο πολύ επιμένω Στην αναίρεση της απαισιοδοξίας σου: όπως Να συνθέτω μια μουσική και την αποθέτω Στην καρδιά σου- αυτή θα νιώσει πόσο σε πόθησα και λίγο σε είχα Και τι φεγγάρια ναυαγώ στα σεντόνια μου για να σε φτάσω Στον πιο δικό μου ουρανό. *****************************************
88
Από πού ανατέλλεις λέοντα της Αστραπής και πυρώνονται οι επιθυμίες σου; Κι εσύ αβρό ρόδο της ψυχής της από πού εντέλλεσαι και μου μηνάς νίκες επί των αοράτων; Γλέντι μεγάλο το φως πάνω στα μάγουλά της και ερωτικές οι σελίδες μου που πασχίζουν να συμπεριλάβουν την λάβα της στην ταπεινή μου ετούτη αράδα. Λείο το κέλυφος που σμίγει μνήμη που σε είχα και σε έχω, αφρίζει σαν η ψυχή μου στην αναταραγμένη εκδοχή της, και τραχύς, τραχύς ο καιρός που σε καταλαβαίνω και δεν σε καταλαβαίνω εφόσον παραδέχομαι αδεξιότητες που μόνο με αγάπη ερμηνεύεις… ************************************* Νύσταξα ανάμεσα στις ευωδιές. Τι φιλί μου παραδόθηκε κι είναι λευκή η μιλιά σου και σκουντά εύοσμα λόγια; Σ’ ακούω που λειαίνεις τις τραχιές συμπληγάδες του ύπνου Και παιδεύομαι πώς ο καψερός να σε πωΠου όλα τα ανέτειλες και είναι φως στην καρδιά μου.. **********************************
89
ΣΤΟΛΙΣΜΈΝΟ ΓΛΥΚΆ ΚΑΙ ΜΥΣΤΙΚΌ ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ… Ζάχαρη η νύχτα, ζάχαρη η μέρα, οι φωνούλες των πουλιών ζάχαρη, ο αέρας που δεσπόζει ανάμεσα στα φύλλα, μπλέκεται μες τα κλαδιάζάχαρη. Και το πρώτο φως, αγκιστρωμένο πάνω στους φλοιούς των δέντρων, επιγραμματικό και άρρητοζάχαρη. Ψηλώνουν τα σπίτια, αλληλέγγυα και θορυβώδη ξορκίζουν την ψυχολογική ερημιά- ζάχαρη. Κι όταν ο ήλιος προχωρά πολύ ο ουρανός είν’ ένας μάγος που μεγάλα κάνει κατορθώματα και βάφει τον κόσμο ωραίο με χαρά. Τα πινέλα του τσαλαβουτούν μες την αισιοδοξία και ραίνουν με δροσοσταλίδες ωδικές το σύμπαν- ζάχαρη. Και τότε που ήρθες και τότε που έφυγες, κι άφησες μια οσμή από γενναίο γιασεμί πάνω στις σκάλες- ζάχαρη. Κοιτάζω και αναφωνώ: ζάχαρη ο Έρωτας, ζάχαρη το μειδίαμα του Κούρου και της Κόρης- για την Αγάπη όλα τα μυστικά, για να μπορέσουμε να δούμε στον ορίζοντα την σκούνα να μας ταξιδεύει στα ευτυχισμένα πελάγη των οράσεων. *************************************
90
Μέσα στις σελίδες των ρόδων συσκέπτεται το φεγγάρι, Τόσος κόπος αγρύπνιας και πουθενά δεν κατέληξα, Όλο το σκοτάδι πλημμύρισε την κάμαρα, Βρυχήθηκε, σαν ένα λιοντάρι πεινασμένο Και όρμησε καταπάνω μου, να με κατασπαράξει φοβισμένο και μόνο. Και τα άστρα που ξεκρέμασα από τον ουρανό Λάμψαν σαν τα κοχύλια σε μια έρημη ακρογιαλιά- ο χρόνος κύλησε Ώσπου χαθήκανε οι σκιές και μία ωδική τριανταφυλλιά Σκίρτησε μέσα στον αέρα, κάνοντας Το νόημα της αγάπης μας πιο προσιτό. ***************************************
Άραγε τι συμβαίνει, που δεν συμβαίνει, και μας υπόσχεται πως θα συμβεί; Και πόσο το κατανοούμε που είναι φαινόμενο των ημερών και το σπουδάζουμε που δεν μπορούμε να το αναιρέσουμε και το ξορκίζουμε απλά φοβισμένοι; Μόνο ο έρωτας μας πολιορκεί δοξασμένα και μόνο σ’ αυτόν προσβλέπουμε. Οπαδοί και υποτακτικοί του… *********************************
91
Πώς ξυπνάς, μέσα στους πυρετούς των καμπαναριών παθιασμένη και ωραία; Και στα μαλλιά σου πώς τα πουλιά μπλέκονται και ξεμπλέκονται όπως σε μία άρπα Μπλέκεται και ελευθερώνεται το αγέρι; Να που ξημέρωσε. Το φως κρησάρει τις ευθείες και τις αποδίδει τεθλασμένες στην καρδιά μου. Και Σ’ όλα ο έρωτας καλά κρατεί.. ******************************** Πώς έγινε η Κόρινθος ρηχή και ανθισμένη; Απ’ τα κλωνάρια της πέταξαν τα αρχαία πουλιά. Στον παραλιακό δρόμο κύλησαν τα αυτοκίνητα και το Λέχαιο βούλιαξε στο παλιό λιμάνι του καρτερικά. Όταν νυχτώνει σε θυμάμαι που μίλαγες απλοϊκά και σίγουραΔεν γέρασε η φωνή σου, η φωνή σου είναι πάντοτε νέα και μπολιάζει τον λόγο σου με τις παρομοιώσεις τις άφθαστες. Τώρα χωρίσαν οι δρόμοι μας, ένας θάνατος παραμονεύει ποιόν θα μπορέσει ν’ αρπάξει· μα εγώ θυμάμαι που μπόλιαζες τα δέντρα με το κραταιό μαχαιράκι σου και υποσχόσουν θαλερότητα και ευφορία.. ***************************************
92
********************
Με προσήλωση αφήνεις το νερό να μιλήσει στο νερό και να τολμήσει την έμπνευση και καρπώνεσαι συγκομιδή από κρουστό ανοιξιάτικο φεγγάρι· Όσον δρόμο έκανα προς την καρδιά σου, τόσο και μου απομακρύνθηκες που να σε φτάσω δεν κατόρθωσα· Ερωτευμένος περί εσού και ταλαίπωρος περί την ζωή μου την ίδια με την βουκέντρα με κεντά ο βιοπορισμός να τρέχω πιο γοργά και που άλλο δεν δύναμαι Είμαι τοσοδούλης κι είναι ο κόσμος άπονος τόσοΠώς θα σε φτάσω που αφετηρία είναι τα φιλιά και έρωτας σφοδρός με συνεπήρε που να σε δω που να σε θέλω άπληστα εγώ; **********************************
93
Άστρα ναυαγισμένα άγγιξαν νοερά την καρδιά μου, Φεγγάρι ρηξικέλευθο μπατάρισε μέσα στα πιο καλά μου όνειρα, Φύσηξε άνεμος, ήρθες δεν ήρθες Τα φυτά της άνοιξης ξεδιπλώθηκαν στον μοιραίο ύπνο μου, Ένα πλατύ σύμφωνο ελευθέρωσε τα έγχορδα Αν είναι κάτι να ενθουσιαστείς ενθουσιάσου με τον πόθο μου Η μία όψη σου είναι η άλλη μου κι η άλλη μου όψη Είναι η μία σου- ερωτικός Δυισμός: τι είναι ευανάγνωστο μέσα στην μέρα, τι Κρατά το σκήπτρο της αγάπης και πιέζει το κρανίο μου; Ανθίζω όπως με πριμοδοτεί η καρδιά σου Αισθήματα και αυταπάτες, ανθίζω όπως δεν μαραίνεσαι γιατί πάντοτε είσαι ρόδο κρυφό και άρμενο ορθό της οικουμένης.. ****************************
ΣΚΑΝΤΑΛΙΈΣ ΩΣ ΤΑ ΟΥΡΆΝΙΑ ΔΏΜΑΤΑ… Έχουμε απομακρυνθεί από την γη της άγονης πραγματικότητας, ένα λαμπρό σύννεφο έχει τυλίξει την όψη μας, άγουρος άνεμος πνέει, εντολές παίρνει ο νους απ’ το ένστικτο, επιστρέφει η πρωτογενής Ομορφιά μας. Κούνια στο υπερπέραν των ονείρων, χαρούμενοι είμαστε, αισιόδοξα είναι τα πλάνα μας, ακούμε σωστά: η θλίψη νικήθηκε, είμαστε καρδιοχτύπια στην παράξενη ειμαρμένη. Παιδιά που ζούνε ένδοξα την πιο ωραία ηλικία τους, μαλώνουμε και συμφιλιωνόμαστε, είμαστε οι ιερείς του Σύμπαντος, μας ανήκει το Φως. Κι ως τα ουράνια δώματα ακούγονται οι τρανές σκανταλιές μας, α πόσο αγγίζουμε το χέρι του Θεού!, αυτό που είμαστε να το ζηλέψεις, είναι ένα ρήμα που το ζευγαρώνουν απίστευτα καλλωπιστικά ουσιαστικά.. 94
Το απόγευμα είναι κατασκοπεία της νύχτας: βυθίζεται και αναφαίνει, σαν όπως από την ταραγμένη θάλασσα ένα καράβι σκαμπανεβάζει το πείσμα του το πείσμα μαςτώρα νυστάζω· ακουμπώ τις σιωπές μου στο περβάζι του παραθύρου κι εκείνες εξαερώνονται όπως ενός άστρου η φωνή, εγκάθετη και περιρρέουσαη νύχτα αγώγιμη, παρηγορεί τις ώρες μου, τι θα ήταν η ζωή χωρίς τον έρωτα; Τι θα ήταν; Ελευθερώνονται οι αφορμές να συναντήσουν τις συνέπειες: όσο ενδίδουμε τόσο μας συναρπάζει το πάθος· ω άκου με που συναντώ την αγρύπνια σου δαιμονάκι μικρό του λόγου μου των έργων σου.. *********************************** Τα φυτά ξυπνάνε μαζί μου, κατοικούν την ψυχή μου, με σκέφτονται, Είναι αλληλέγγυα, δεν με κρίνουν, συμπονούνε στον πόνο μου, Ακούνε το παράπονό μου, αγαπούν κάθε ηλιαχτίδα και, στο τέλος Της μέρας είναι ένας άγγελος που ιδρύει μια πόλη ονείρων μέσα στην ζοφερή φυλακή της πραγματικότητας..
95
96
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗ ΠΑΡΕΛΗ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ & ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΉΘΗΚΕ ΤΟΝ ΑΠΡΙΛΙΟ ΤΟΥ 2018
ISBN 978-618-5256-13-5