ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ
ISBN: 978-618-5256-16-6 Σειρά: Διανυσματικά ποιήματα © ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ & Χριστίνα Γαλιάνδρα, 2018 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ ekdoseisdianisma@gmail.com
Χριστίνα Γαλιάνδρα
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ά ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ Στο μύρο σου κολύμπησα. Στο πάθος σου ξεψύχησα. Όλη τη νύχτα που στα χέρια σου αφέθει. Αγάπη μου. Όλου του κόσμου η αγκαλιά. Όλου του κόσμου η ομορφιά. Μέσα στα μάτια σου τα δυό μόνο εστέφθει. Αγάπη μου. Σαν την ανάσα σου ανάσα μου καμιά. Σαν την πνοή σου , πνοή πιά πουθενά. Δε θα μπορέσει στη ζωή μου να αντέξει. Αγάπη μου. Πως να στο πω εντέλει. Μόνο το σώμα σου το σώμα μου προσμένει. ΑΓΚΑΘΙΑ Σ’ αγάπησα και φύτρωσαν στο χειμώνα μου ανεμώνες. Δεν τις είδες. Τις πάτησες . Από τότε μισώ τα βήματα και φυτεύω αγκάθια... 5
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΑΚΡΟΒΑΤΗΣ Σε όλες τις αβασίλευτες ώρες ακροβατώ στη σκέψη σου. Δε με πειράζει. Είμαι καλή ακροβάτης. Με μάθανε βλέπεις οι υπόλοιπες ώρες. Ξέρεις Εκείνες που ανατέλλουν μέσα στα μάτια σου. ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΤΑΞΙΔΙ Στης αλήθειας ταξίδι ανοίγουν πανιά. Σύμμαχος ο άνεμος στο θαλάσσιο δρόμο. Σιωπηλοί μάρτυρες οι γλάροι ακολουθάνε . Κρατώντας σφιχτά στο ράμφος τους ένα κλαδί ελιάς. Για μιά νέα πατρίδα. Για έναν νέο κόσμο. Για μιά καινούργια κατάκτηση. Δίνοντας το παρών τη θέση του στο μέλλον , το παρελθόν θα σβήσει παντελώς. Αναμονή, σιωπή και στο μάζεμα των λευκών υφασμάτων η σκέψη να τα φυλάξεις σε μία γωνιά θα κυριαρχεί μερόνυχτα. Δεν τελειώνουν ποτέ τα ταξίδια. Δεν τελειώνει ποτέ η αλήθεια. Όσο τη θάλασσα στη σκέψη κουβαλάς για της αλήθειας σου ταξίδι να απολαύσεις.
6
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΑΝ ΔΕΝ Μη μιλήσεις αν δεν ξέρεις να σωπαίνεις. Μην ακούσεις αν στα λόγια δεν πονάς. Να μην κλάψεις αν δεν ξέρεις να δακρύζεις. Μην προσεύχεσαι αν το θαύμα δε ζητάς. Μην πεις ψέμματα αν δεν ξέρεις την αλήθεια. Μην ορκίζεσαι αν τους όρκους τους πατάς. Μην υπόσχεσαι αν στο τίποτα βαλτώνεις και μην τάζεις όταν λόγο δεν κρατάς. Μην οργίζεσαι αν δεν ξέρεις να θυμώνεις και τις πέτρες αν δεν χτίζεις μη βαστάς. Μην θελήσεις την αγάπη να χαρίζεις αν το σώμα που αγγίζεις δεν τιμάς. ΑΝΑΣΑ Να ΄χα τρόπο να σου στείλω την ανάσα. Καυτή από τα στήθη μου σαν βγαίνει. Φωνάζοντας συνέχεια το όνομά σου... Όταν μιά λέξη απ’ τα χείλη μας δεν βγαίνει. Ανάσα σε ανάσα μου να στείλω. Σημάδι να σου πω πως σ’αγαπώ... Πως άργησες αγάπη μου να έρθεις, και πόσο μου λειψαν τα χείλη σου τα δυό. 7
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Τι κρίμα που δεν είναι ταχυδρόμος! Κουβέντες μου που θέλω να σου πει. Που πνίγονται και θάβονται στα σπλάχνα, γιατί δεν φτάσανε ποτέ σε σένα εκεί. ΑΝΑΣΤΑΣΗ Της Ελπίδας τα ρούχα ξέσκισαν. Αφού την έσειραν στο χώμα την άφησαν να ξεψυχά γεμάτη πληγές. Μέχρι που τη βρήκε η Ζωή και έγινε η Ανάσταση της σκέψης. Προσκυνώντας όλοι το μεγαλείο της , τοποθέτησαν την Ελπίδα στο μέρος της καρδιάς.
ΑΝΕΥ ΚΩΔΙΚΩΝ Τους κωδικούς της καρδιάς σου τους έθαψες. Δε φταίω εγω που δε θυμάσαι που... ΑΤΥΧΕΣ ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ Παίρνοντας ο τόπος φωτιά τα πρώτα που τρέχουν να σωθούν είναι τα φίδια. Με κινήσεις σπασμωδικές και άβουλες προσπαθούν να γλιτώσουν. Τότε είναι η κατάλληλη ώρα να τα συντρίψεις. Πατώντας το κεφάλι τους αποφεύγεις και μιά προδοσία. 8
Κι αν λυπάσαι για την φωτιά που ξέσπασε και έκαψε τα πάντα...ξέχαστο... και κοίτα να χαρείς για την γνωριμία σου με το ατυχές δηλητήριο. Αφού μαζέψεις τα αποκαίδια , ευλόγησε τον τόπο σου ώστε κανένα ερπετό δε θα σέρνεται εκλιπαρώντας την καλοσύνη σου σχεδιάζοντας την εξόντωσή σου... ΑΧΙΛΛΕΙΩΣ ΠΤΕΡΝΑ Αλώβητος κυκλοφορείς . Με σκέψεις που τρομάζουν τον ανθρώπινο νου. Αδύνατο το να σε φτάσω. Λες και δε σ’ άγγιξε το ύστατο φιλί. Ούτε το χάδι που φυτεύει την αγάπη. Στείρος λοιπόν κυκλοφορείς καθώς προσπαθείς να ταράξεις τα ήρεμα νερά μου. Λουζόμενη την κάθε μιά ψευτιά , συνεχίζω να προσπερνάω τα αντίο σου. Μα δε μπορεί. Κάτι θα υπάρχει που πονάς. Αυτό θέλω να βρω. Να νιώσεις την ανάσα του θανάτου. Ύστερα να παλεύεις για τη ζωή σου. Να πω και γω ‘για δες πονάνε κ οι σκληροί’. Σε παρατηρώ. Νύχτα και μέρα ο άγρυπνος φρουρός σου . Μέχρι να βρω την Αχίλλεια πτέρνα σου. Να σηκώσω το τόξο μου , να στοχεύσω και να ρίξω. Όπως μου έριξες εσύ . Κρυφά, πισώπλατα, αλόγιστα. Και κοίτα να δείς ! Επέζησα ! Λες και ήτανε γραφτό των πάθων σου αλφάβητο να γίνω και του θνητού σου σώματος 9 πληγή.
ΒΗΜΑΤΑ Στα βήματά σου ξαγρυπνώ. Φως μου μη χάσω ένα. Γι αυτό πιστά ακολουθώ. Φόβο μη ζεις κανένα. Σ’ όλες τις μέρες που περνούν, τάζομαι στ’ όνομά σου. Αφέντρα μα και σκλάβα σου γίνομαι στα φιλιά σου… Μάτια γλυκά μου και έρωτα. Πως λάμπεις στο σκοτάδι ! Πως έγινε και ύφανες αγάπη μες στο δάκρυ.
ΒΙΒΛΙΟ Τον ουρανό κοιτάζω. Να ψάξω το βιβλίο του Θεού. Τις αργυρές σελίδες του να γυρίσω. Να διαβάσω τα χρυσά του γράμματα Να χορτάσουν τα μάτια μου Μέλλον. Μα ο χρυσώφοτος κόσμος είναι κλειστός. Αδιάβατα τα πατώματά του και μείς με τα μάτια κλειστά βαδίζουμε τη Γή μας, τη θαλασσά μας, τη γήινη φυλακή μας. Άσμα για απόψε θα ετοιμάσω. Επίκληση σε ώρα ιερή. Έτσι , μήπως και καταλάβω, ότι από το χέρι του Θεού είναι γραμμένο!
10
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΓΕΙΡΕ ΣΕ ΜΕΝΑ Γείρε σε μένα. Γείρε κ αποκοιμήσου . Στις ώρες των ονείρων. Σκιάς σου φύλακας εγω. Τα χέρια μου θα απλώσω ολόγυρά σου. Τον άνεμο θα έχω μακριά σου. Μη τύχει και τα βλέφαρα αγγίξει. Κι όταν ξυπνήσεις, λέξη καμία δε θα πω. Θα περιμένω να ξανάρθει το σκοτάδι. Να σ’ αγκαλιάσω τρυφερά και μ΄ένα χάδι. Στον κόσμο των ονείρων να αφεθείς.
ΓΕΥΣΗ ΜΟΙΡΑΣΙΑΣ Μα όχι! όχι! Εγώ δεν είμαι έξυπνη. Ποτέ...Πως το λέτε ? Α ναι ! Δεν μου κοβε. Πάντα στο σχολείο διστακτικά κοιτούσα το δάσκαλο μη τύχει και με ρωτήσει. Ποτέ δεν κατάφερα να λύσω τα μαθηματικά. Να παίζω στα δάχτυλα τη φυσική και τη χημεία. Κι αν με ρωτήσεις για γραμματική ? Ρήμα, επίθετο , αντικείμενο όλα μαζί ένα κουβάρι στο μυαλό μου. 11
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Για αυτό σας λέω , δεν είμαι έξυπνη. Πολύπλοκες ερωτήσεις μη μου κάνετε. Αυτή είναι η αλήθεια. Αν υποθέσουμε πως η ευφυία είναι στο επίπεδο δέκα εγώ βρίσκομαι στο πέντε. Μισές επιδόσεις , μισές ικανότητες , μισές και οι σκέψεις. Οι σκέψεις...Τις κάνεις και μετά χάνονται. Σαν το νερό που σου δροσίζει το χέρι καθώς γλυστράει στα δάχτυλα. Σαν τον αέρα που σκορπά τα μαλλιά σου κατά κεί που πηγαίνει. Σαν τη φωτιά που σε καίει πριν αφήσει αποκαίδια. Κι αυτές τις αποφεύγω. Κι αν η σκέψη γεννιέται από τη γνώση με προτιμώ έτσι. Είδα πολλούς σοφούς να εγκληματούν με τη σοφία τους. Είδα πολλούς γλωσσομαθείς να μιλάνε αλλά να μην καταλαβαίνει κανείς. Είδα πολλούς ευφυείς να θερίζουν τρόμο. Κι είδα πολλούς αγράμματους να κόβουν τη μπουκιά στη μέση γιατί το μόνο που γνώριζαν ήταν η γλυκιά γεύση της μοιρασιάς. ΔΙΚΗ Δεν άφησα τα μάτια μου να κλάψουν. Γυαλί ο πόνος που θα τα χάραζε. Τα σκέπασα με το σεντόνι της ψευδαίσθησης και τους είπα να ησυχάσουν. Το κάνανε. Παγώνουνε όμως. Τι να τους κάνει ένα σεντόνι στη παγωνιά? Τη θέρμη της ζωής αναζητούνε. Τώρα θολά καταγράφουν τις εικόνες. 12
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Έτσι τα ήθελα... Ψευδείς μάρτυρες στη δίκη της ψυχής. Καθισμένη περιμένω την απόφαση. Ελπίζω πως αυτή τη φορά θα καταφέρουν να ξεγελάσουν τους ενόρκους. ΕΑΥΤΕ ΜΟΥ Υποσχέθηκα να σε προστατεύω... Αλλά με τι όπλα ; Κάθε μέρα μου παίρνουν κι από ένα . Και στο τέλος... Μόνο με μιά ψυχή θα απομείνω. Κι αυτή ξεφτισμένη, κουρελιασμένη , μισή. Εαυτέ μου... Πόσο θά θελα μη σε προδώσω... Αλλά η πίεση φαντάζει τρομερή ! Συνχώρεσε με...Τούτες τις ώρες... Κουρνιάζω πικραμένη. Γυρεύοντας της λήθης το νερό για να σε πλύνω. Καθαρό να σε παντρέψω με το αύριο. Που τόσο πολύ αγαπάς! ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΕΙΜΑΙ Είσαι... Λόγος γλυκός από στόμα πικρό. Από σώμα δαρμένο παλμός δυνατός... Μιά τόση χουφτίτσα που δίνει πολλά. Ανάσα που ψάχνει να ζήσει διπλά... 13
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Είμαι ... Δέκτης δικών σου κρυφών στεναγμών. Άγκυρα ατόφια , των πάντων σκοπός... Ουράνιο δώμα να πείς προσευχή. Κλειδί για να ανοίξεις ψυχής φυλακή. Είσαι και Είμαι... Του κόσμου σκιά. Του ονείρου η αλήθεια στη μοίρα μπροστά... Δυό ακροβάτες που ξέρουν καλά... Σχοινί της ζωής να βαδίζουν σωστά...
ΕΛΑ Να νιώσω τη ρίγη / Στου Έρωτα πάνω βωμό / Έλα... Διψάνε τα χείλη / Χυμό της αγάπης καυτό / Έλα / Στο σώμα μου μέσα / Ταξίδι να κάνεις αργό / Έλα / Και γω θα σου δώσω / Πόθο πολύ δυνατό
14
ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΘΑΝΑΤΟΥ Ζιζάνια σπείρανε στη Γη μου. Και κείνα πέσαν με τη μούρη στη τροφή. Τώρα παντού ξεραίλα. Δέντρα χωρίς καρπούς στέκουν πρόωρα γερασμένα. Φυτά ξερά,δίχως ίχνος λουλούδι αγγίζουν τον θάνατο. Χώμα χωρίς γρασίδι ,σκληρό και άσχημο. Ακόμα και τα πουλιά δεν κελαιδάνε πιά. Μόνο κάτι κοράκια κάνουν βόλτες ελπίζοντας πως θα βρουν κάτι να κατασπαράξουν. Και η Γη μου κλαίει! Θρηνεί! Σαν ήλιος που χει χάσει τον ουρανό του. Σαν θάλασσα που χει χάσει το κύμα της. Ελπίζοντας το αύριο , το κάθε αύριο. Αλλά το αύριο αργεί και εκείνη χάνεται, και σβήνει... Ορμήστε ζιζάνια! Φάτε τα όλα! Μόλις τελειώσετε τη Γη μου θα σκαλίσω με τα χέρια. Στην καρδιά της να φτάσω. Να κλάψω από πάνω της. Να τη δροσίσω. Να της πω : ‘ Ζήσε ‘. ‘ Όλοι θέλουν να χορτάσουν από σένα!’
15
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΕΝΑ ΑΝΘΡΏΠΙΝΟ ΚΟΥΦΑΡΙ ‘’Δε θα λυγίσω με τίποτα! ‘’ Είπε και κρύφτηκε πίσω από την υπεροψία της. Εκπορνεύοντας κάθε εκατοστό της ψυχής της. Χιλιάδες τα εγκλήματα. Μυριάδες τα αδικήματα. Όπου πατούσε γκρέμιζε. Όπου μιλούσε ξυράφι τα λόγια που κόβαν ανάσες. Γλυκιά ηδονή κυλούσε στο αίμα της. Γιατί αίμα δεν υπήρχε . Γιατί όταν υπήρχε της το παιρναν στο λόγο της αγάπης. Κέρινη πιά . Δίχως ίχνος ελπίδας πότιζε φαρμάκι να φυτρώσει μίσος. Έτσι θωρούσε τον καιρό. Που ήρθε και άλλαξε. Σε μιά γωνιά τώρα, κουλουριασμένη, ακόμα ψυθιρίζει πως δε θα λυγίσει ποτέ. Αλλά λύγισε, τσάκισε και ξεψύχισε. Δεν υπολόγιζε τη ψυχή που ερχόταν σε πόλεμο με το σαλεμένο μυαλό της. Στοιχημάτιζε πως θα άντεχε χωρίς καρδιά. Αλλά η ψυχή δε συμφωνούσε. Ζήταγε πάντα την ελευθερία της με οποιοδήποτε κόστος. Για αυτό την άφησε. Και από ψηλά τώρα χαζεύει το ανθρώπινο κουφάρι της.
16
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΕΝΑ ΓΕΛΙΟ Ένα γέλιο μου δραπέτευσε. Γλύστρισε στο πάτωμα. Χοροπήδησε μέχρι τη πόρτα σου . Μη το πιάσεις με το κρύο σου χέρι. Καυτό γεννήθηκε απ’ τα χείλη. Βάλε το χέρι στη καρδιά κι άμα πυρώσει ...πιάστο!
ΕΝΑ ΚΑΛΑΘΙ ΓΡΑΜΜΑΤΑ Κοίτα...Ένα καλάθι γράμματα σου μάζεψα! Απ’ τον πολύχρωμο κήπο των λέξεων. Εδώ στα αφήνω. Στο τραπέζι. Είναι η σειρά σου να φτιάξεις προτάσεις. Να τις σκεφτείς καλά μονάχα. Για να μην πω πως άδικα ματώσανε οι χούφτες...
ΕΝΑΝ ΗΛΙΟ ΣΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΟΥ Κρύες οι νύχτες σου. Με ένα βλέμμα τρομαγμένο κοιτάς. Ανυπομονείς να ξημερώσει. Να πάρεις τους δρόμους, να μη σκέφτεσαι. Μα οι δρόμοι δεν τελειώνουν ποτέ. Σαν τις σκέψεις είναι, που η μία σε οδηγεί στην άλλη. Και μετά στην άλλη, στην άλλη. 17
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Και χάνεσαι. Στη λεοφώρο της αγωνίας. Με μιά κούραση αφάνταστη γυρνάς . Αλλά δεν κοιμάσαι. Αρνείται το σώμα να παραδοθεί στο όνειρο. Μαγνήτης η πραγματικότητά σου. Αλλά εγώ στο είπα... Έναν ήλιο να φυτέψεις στη πόρτα σου. Σαν φεύγεις το πρώτο πράγμα που θα κοιτάς. Κι όταν γυρνάς το τελευταίο. Έτσι ,τις ώρες που η θλίψει αγκαλιάζει τη ψυχή... Που ρίγη τυρρανάει το κορμί σου... Εσύ θα χεις στα μάτια σου κρυμένες ηλιαχτίδες. ΕΡΠΕΤΑ Κι αν το δάσος σου πήρε φωτιά... Τα φίδια να βρείς που θα βγούνε... Πρώτα απ’ όλους αυτά... Θα τρέξουνε για να σωθούνε... Τότε είν η στιγμή... Τα κεφάλια τους να καταστρέψεις... Το φαρμάκι που χρόνια βαστούν... Να σε βλάψει να μην επιτρέψεις... Και τη στάχτη της γης σου μη κλαίς... Ευλογία να δώσεις να έχει... Που κανένα ποτέ ερπετό... Να μη σέρνεται να σε πλανέψει... 18
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ Μέθυσε ο Έρωτας και του θανάτου λέει. ‘’Ακόμα και στο θάνατο μία καρδιά θα κλαίει. Για κείνον που αγάπησε που πόνεσε και θέλει. Χίλια κομμάτια να γενεί... και πάλι ζω θα λέει..’’ Απάντησε κι ο Θάνατος πως όλα τα νεκρώνει. Πως τίποτα μες στη ζωή μετά απ’ αυτόν δε σώνει. Εκείνος είναι νικητής , σε κείνον όλα πάνε. Και όλα τα αισθήματα στη γη μας τα πατάμε. Οργίστηκε ο Έρωτας και πάνω στο μεθύσι τον Χάρο καταράστηκε σ’ ολόκληρη τη ζήση. ‘’Ανάθεμάσε Θάνατε που τις καρδιές χωρίζεις και μέσα στην αγκάλη σου ψυχρά τις φυλακίζεις. Όσο εμένα λαχταρούν , εσένα να μισούνε. Κι όσο για μένα θα μιλούν εσένα να ξεχνούνε. Στο όνομά μου πάντοτε χίλιες φορρές να ζούνε μα σένανε μία ζωή πάντα να σου χρωστούνε ‘’ . ΕΡΩΤΑΣ Μεθυσμένη ακροβατεί... Μέσα στ’ αρώματα... Πότε στ’ όνειρο....πότε στην ύπαρξή του. Στον ανάλαφρο πόθο του Μάη... Μέσα στο φως του φεγγαριού επτάφωτη... Με λυτά μαλλιά , φλογισμένα χείλη, γυμνό κορμί. 19
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Στήνει χορό στον έρωτα... Μα την αυγή , όλα τα χάδια , τα φιλιά... Μαχαίρια που πληγώνουν... Μιά τρυκιμία μέσα της... Να ταν αλήθεια η ψέμματα εκείνο του έρωτα μεθύσι ; Μα..την ψευδαίσθηση θα βρεί... Και σαν παιδί , από το χέρι θα κρατήσει... Λες και χάθηκε και ετούτο το πρωί... Σαν τις αχτίνες που ξεφεύγουν απ τον ήλιο... ΖΑΡΙΑ Στου ήλιου τις αναπνοές. Στου φεγγαριού το δάκρυ. Στις ράχες των ψηλών βουνών και στου πελάγου άκρη. Εκεί κρυβόσουνα καιρό μη τύχει και σε δούνε. Μη τύχει και στη λύπη σου χρωστούμενα σου βρούνε. Και ρίχνει ο χρόνος τη ζαριά... Τον άσσο τον κρυμένο... και το παιχνίδι άλλαξε κι ας ήτανε χαμένο. Τώρα σε άσφαλτους πατάς. Θωριά σου καθηλώνει. Λες και κατάλαβες καλά... Ζωή, πως δικαιώνει!
20
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΗΛΙΑΧΤΙΔΑ Κοίτα να δεις! Βρήκα μια χαραμάδα αλλά και πάλι δε χωράω. Μόνο οι αχτίνες του ήλιου περνούν και τις ζηλεύω. Πόσο να λεπτύνω πια ? Ήδη στα ρούχα μου επιπλέω. Λέω να την ξεχάσω τη χαραμάδα. Να πω πως δεν την είδα ποτέ. Μα γίνεται? Είναι κι αυτό το φως που με τυφλώνει... Λες και με κοροϊδεύει που είμαι στο σκοτάδι. Λες και το επέλεξα. Λες κι αρνήθηκα να γίνω ηλιαχτίδα. ΗΤΑΝΕ Ήτανε χλόη η αγάπη και την πάτησες. Ήταν κήπος που του πήρες τους ανθούς. Ήτανε λύχνος και του έσβησες το φως του. Ήταν καημός που του στερούσες στεναγμούς. Ήταν δροσιά και τη φυλάκισες στο δάκρυ. Ήταν φωτιά που τη κερνούσες παγωνιά. Ήτανε άνεμος που φύσαγε για να ρθει και συ κρυβόσουνα στου φόβου τη γωνιά. Ήτανε τόσα που ποτέ σου δε τα είδες. Γιατί δεν πίστεψες στο θαύμα της καρδιάς. Ήτανε κάτι που ποτέ του δε θα γίνει. Γιατί επνίγηκε στο βούρκο της ψευτιάς. 21
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΙΣΩΣ ΚΑΠΟΤΕ Ξέσκισε τα σπλάχνα του και τα μοίρασε. Έκοψε τη καρδιά του και τη χάρισε. Διαμέλισε το μυαλό του και το σκόρπισε. Με τη ψυχή στα χέρια του κυκλοφορεί και ρωτά αν τη θέλει κανείς. Δεν του δίνουν καμιά σημασία. Θυμωμένος σταματάει σε μια γωνιά και την πετάει. ‘’Τελικά είσαι άχρηστη’’της είπε και χάθηκε. Κι έμεινε η ψυχή παραπεταμένη. Να μετρά τα βήματα των περαστικών. Να παρατηρεί τα σκοτεινιασμένα πρόσωπα. Να κοιτά ψυχές εγκλωβισμένες σε σώματα άδεια. Αν ποτέ τη δείτε μη τη κλωτσήσετε. Μαζέψτε τη και κρατήστε τη. Ίσως κάποτε τη ζητήσει. Ίσως κάποτε αναθεωρήσει. Ίσως κάποτε ξαναγεννηθεί.
ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ Μες στα περίεργα περίεργη και αυτή. Μες στους ανέμους μικρό αέρι. Στη καταιγίδα ψιλή βροχή. Κάτω απ’ τον ήλιο στέκει με θέρμη. 22
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Μες στο Χειμώνα είναι ψυχρή . Στην Άνοιξη πάντα μικρό γρασίδι. Έτσι αλλάζει, έτσι επιζεί. Νύχτα και μέρα με άλλη μορφή. Καθρέφτης σε όλα. Ζώντα και μη. Πληγές δεν αντέχει να επουλώνει. Κι ότι απέναντι βλέπει, θωρρεί. Εκείνο γίνεται σε μία στιγμή. ΚΑΙ ΠΟΥ ΛΕΣ Και που λες η ζωή μαύρο χρώμα φοράει, λες και πάντα πενθεί, που πολύ τυρρανάει. Και που λες η ζωή με δυό χείλη θλιμμένα, σου μιλάει γλυκά να μην χάσει και σένα. Και που λες η ζωή, μιά ζωή σου χαρίζει, με ψυχή που κι αυτή τελικά την ορίζει. κι ότι κάνεις και πείς σε τεφτέρι κρατάει, για να πει μιά στιγμή, πως αυτή κυβερνάει. 23
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΚΑΛΗΜΕΡΑ Καλημέρα...Ψιθυρίζω με τη σκέψη. Καλημέρα ...Τι κι αν είσαι μακρυά. Ίδιος ήλιος μας ζεσταίνει στον αγέρα. Ίδιες στάλες μας δροσίζουν στην καρδιά. Καλημέρα ...Κελαιδούν τα χελιδόνια... Καθώς χτίζουν με φροντίδα τη φωλιά. Καλημέρα...Λεν και τ’ άνθη πριν αρχίσουν να χαρίσουνε παντού μοσχοβολιά. Καλημέρα...Κι αν λυπάσαι μη φοβάσαι. Πάντα στ’ αύριο υπάρχει γιατρειά. Καλημέρα...κι ας το γέλιο να προβάλει για να ανοίξει η πορτούλα στη καρδιά.
ΚΑΡΔΙΑΣ ΑΓΑΠΗ Σ’ αγαπάει , της είπα. Μα δεν το πίστευα. Τι να της πω ; Πιο χώμα κι απ’ το χώμα της γινόταν. Τη λυπήθηκα τόσο πολύ. Εκείνος αδιάφορος μπροστά της. Ψυχρός καθώς της έλεγε το ‘ Σ’αγαπώ ‘ Βλέπεις ; Μ΄αγαπάει...Ψυθίριζε. Τι να της πώ ; Την άφησα για να χτυπάει στο στήθος μου ακόμα... 24
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΚΑΡΔΙΟΠΑΓΚΑΚΙ Καθισμένη στο παγκάκι της καρδιάς μου, χαζεύω τους διαβάτες της ψυχής μου. Λέξη δε θα τους πω. Είναι ακριβές οι κουβέντες μου. Ούτε μείνε ούτε φύγε. Δική τους η επλογή. Ελεύθερη βούληση που λένε. Παρατηρώ το ύφος τους στην αλήθεια και στο ψέμα τους . Απλός θεατής. Ανέκφραστη,αδιαμαρτύρητη. Μα σαν ορίσουν τι θα κάνουν ,αλλάζω,είτε με ψύχρα είτε με θέρμη. Η θερμοδιαθεσή μου είναι τόσο ευαίσθητη και τόσο συνεπής! Δε με προδίδει ποτέ. Σε αντίθεση με εκείνους, που με ένα φιλί με προδίνουν. Λες και δε το καταλαβαίνω, λες και δε το νιώθω. Για αυτό κάθομαι. Για να τους βλέπω ήρεμα, χαλαρά ,και εύκολα να καταλάβω. Δική τους η απόφαση λοιπόν. Εγώ, ψυχή δεν έχω να δανείσω. Μόνο να δωρίσω...Ούτε λέξεις να χαλαλίσω. Μόνο να της χαρίσω. Περάστε λοιπόν! Κάντε τη βόλτα σας αμέριμνοι διαβάτες! Εδώ θα στέκω. Σε ένα παγκάκι να θωρώ. Το βήμα σας που έρχεται η φεύγει...
25
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ Ανέμελο σεριάνιζε το φεγγάρι. Ώσπου ξαφνικά συνάντησε μια λίμνη. Έσκυψε και καθρεφτίστηκε . Η λίμνη έλαμψε και το φεγγάρι της λέει: ’’Χαίρομαι που σου χαρίζω τη λάμψη μου λυπάμαι όμως γιατί σε λίγο ξημερώνει και θα χαθώ.’’ Και κείνη άνοιξε διάπλατα το βυθό της να φυλακίσει το φως του. Κανένα φως όμως δεν φυλακίζεται. Και έτσι κάθε βράδυ, πιστή στο ραντεβού της αναμένει το βάπτισμα μέσα από την κoινωνία των αστεριών. ΚΟΡΑΚΙΑ Μου παν να διευρύνω τους ορίζοντες του μυαλού μου. Να χαράξω δρόμους κι ας μην υπάρχουν μονοπάτια. Να βαφτίσω θεούς και να ξεβαφτίσω ανθρώπους. Να προσκυνάω εκεί που μουτζώνω. Να γελάω εκεί που λυπάμαι και να πατάω εκείνους που πέσανε για να φαίνομαι ψηλότερη... Χαμογέλασα για να μη βρίσω. Έφυγα για να μη σιχτιρίσω. Σφάλισα τα μάτια για να μην κλάψω. 26
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Από τότε έχω να τους δω... Και σαν ερημίτης διασχίζω την έρημο παρατηρώντας τα κοράκια που αδημονούνε τη σάρκα μου. ΚΟΡΥΦΩΣΗ Με τη γεύση των χυμών του κορμιού σου στα χείλη μου... και την ηδονή να στάζει στο σύμπαν του έρωτα... Άγρια και ατίθαση ώστε να κλέβει τον οργασμό σου, που σπάει την νύχτα σε κομμάτια του έρωτα... καθρεφτίζοντας την παράδοση του κορμιού σου. Κραυγές ερωτικές γεμίζουν τον χώρο και οι ανάσες καυτές μαρτυρούν μιά άνευ όρων κορύφωση που γίνεται ταυτόχρονα, με τα υγρά σημάδια του πάθους.
ΚΟΣΜΟΜΑΤΙΑ Τελειώνοντας το δείπνο του μάζεψε τις δύο φέτες ψωμί και το μισό μπουκάλι κρασί που περίσσεψε. Τα φύλαξε ευλαβικά ψυθιρίζοντας “Οίνος ευφραίνει καρδίαν’’ σκεπτόμενος και τον άρτο που στα χέρια του έγινε το Μάνα της ψυχής του. Ξαπλώνοντας έκανε το σταυρό του. Δεν ήταν μιά απλή υποταγή στα θεία. 27
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ευχαριστία ήταν. Γιά το άδολο της καρδιάς του, για την καθαρή ρυτίδα στο μέτωπο. Για το άσπυλο βλέμμα του που με τα χρόνια μίκραινε. Χωρώντας πάντα τον κόσμο του.
ΚΡΥΦΗ ΜΟΥ ΕΛΠΙΔΑ Κρυφή μου ελπίδα. Δροσοσταλίδα σε ένα γκρίζο πρωινό. Φωτοσταλίδα σε ένα κόσμο σκιερό. Άσπιλο , αμόλευτο έχεις χάδι. Πιστή αναγνώστης. Στα χείλη σου διαβάζω την αγάπη. Ψάχνοντας τους πέπλους της οδύνης σου να σχίσω. Άφωνη μένω , ξεχνώ τις λέξεις. Κρυφή μου ελπίδα. Τις ώρες που τις σκέψεις σου στεγάζω. Παντεπόπτης η ζωή σε μιά γωνιά τη λύτρωση ζητά των στεναγμών σου.
28
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΚΡΥΨΕ ΘΑΨΕ ΣΒΗΣΕ Κρύψε τις λέξεις. Θάψε τους χτύπους . Σβήσε το βλέμμα . Σκύψε κεφάλι.
Κύκλο σαν κάνεις και ρθείς. Αν πάλι κοντά μου βρεθείς. Του πόθου ντροπής φυλακή. Πως πόνεσα πάλι αν δεις.
Χαμήλωσε. Για μένανε τώρα . Στα λόγια σου πάνω. Ξημέρωσε πάλι. Κρύψε,θάψε,σβήσε. Σκύψε μονάχα. Για μένανε τώρα. Ξημέρωσε πάλι.
Μικρός , μιά σταλιά να γενείς. Φταίχτης και κλέφτης στιγμής. Κτίσμα αγάπης κρατώ. Λάθη σου πάλι μετρώ. Στο φως να μην έρθουν ποτέ. Στο χώμα κεφάλι δειλέ. Του τίποτα κόπια πιστή. Ελπίδα καμιά στην ψυχή.
29
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΛΕΞΕΙΣ ΟΔΗΓΟΙ Απλώθηκε η λέξη στο χαρτί. Τεντώθηκε και χασμουρήθηκε. -’’Ε!!! Για κάτσε !! Ποιά νομίζεις πως είσαι ?’’ Της φώναξε... -’’Είμαι η λέξη...’’ Απάντησε και έκλεισε τα μάτια της κουρασμένη ! Τότε το χαρτί σιώπησε. Τη χάζευε μόνο καθώς κοιμόταν και αναρωτιόταν πως γίνεται οι λέξεις να ζητάνε ανάπαυση. Μόνο όταν ξύπνησε και την είδε ανανεωμένη να παίρνει τη θέση της κατάλαβε. ‘’Τελικά και οι λέξεις κουρνιάζουν ! ‘’ αναφώνησε. ‘’Σαν αετοί που μαζεύουν τα φτερά τους πριν το μεγάλο πέταγμα’’. Από τότε δεν ξαναμίλησε. Παρατηρεί μονάχα. Λέξεις να γράφονται. Λέξεις να σβήνονται. Λέξεις να γεννιούνται και να πεθαίνουν επάνω του. Προσπαθώντας να βρούν το δρόμο προς τη καρδιά... ΛΙΓΑ Λίγα σου έδωσα. Μα ήταν ο δρόμος για τα πολλά. Κρίμα που δεν το κατάλαβες. Τώρα οι ψυχοεργάτες μου. Στρώνουν ασφαλτοαδιαφορία. 30
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΛΥΠΆΜΑΙ.
Ώρα να κατέβεις απ΄την καρδιά μου. Οι αντοχές μου τέλειωσαν. Της πήρες μαζί με την αγάπη μου. Κάτι ίνες μείναν λιγοστές. Πάρτες κι αυτές. Λυπάμαι. Ώρα να σβήσεις απ΄το χάρτη του μυαλού μου. Εκείνον που σου έφτιαξα με δάκρυ. Τον ερχομό σου πιά δεν περιμένω. Δεν έχει νόημα , δεν βρίσκω άκρη. Πέρνα λοιπόν αδιάφορε διαβάτη.
ΜΕΓΑΛΗ ΣΤΙΓΜΗ Διάλεξε ρόλο. Παίρνω αυτόν που δεν γελά. Διάλεξε λόγια. Εγώ θα παίζω δίχως μιλιά. Κάνε κινήσεις, πιάσε χορό. Ακούνητη θα μαι να σε θωρρώ. Όταν τελειώσει ζωής μας σκηνή. Πριν σβήσουν τα φώτα εγώ η βουβή... Μπράβο ! Θα λέω. Μεγάλη στιγμή ! Στα ψέμματα μόνο αξίζεις τιμή. 31
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΙΑ Άγγελοι στη φέραν . Την εναποθέτησαν μπροστά σου βιαστικά. Χωρίς δισταγμό γδύθηκες πόνους. Ξέντησες σκέψεις και μπήκες. Δε ρώτησες. Παρά μονάχα σαν βράχηκες , βάφτισες τον εαυτό σου. Ψιθυριστά. Έτσι απλά. Σε μιά κολυμπύθρα αγάπης.
ΜΗ ΤΡΟΜΑΞΕΙΣ Στης αγάπης το βλέμα, αν χαθείς μιά φορά. Στον ιδρώτα του πάθους, αν λουστείς για καλά. Με τη ρίγη του πόθου, αν κορμί σπαρταρά. Αν τα χείλη σου γίνουν, φυλακής αγκαλιά. Κι η ανάσα σου βγαίνει σαν ανάσα μισή σαν στα χέρια σου κλείνεις ένα άλλο κορμί... Μη τρομάξεις μα νιώσε, όσα θέλει να πεί... Της αγάπης τραγούδι που χορό σου ζητεί. Πιάσ τον ήχο και βρες τον δικό σου ρυθμό για να αρχίσεις να λες στη ζωή ‘’Σ’αγαπώ’’.
32
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Αν του έρωτα κύμα, φτάνει ως τη ψυχή. Των ονείρων αλήθεια μοναχά σ’ οδηγεί. Όταν νύχτες σου μοιάζουν, ουρανού ξαστεριά και τα μάτια φωτίζουν στη δική του θωριά... Μη τρομάξεις καθόλου και μην πας να κρυφτείς. Η αγάπη θα σε έβρει ότι και να της πεις. Να ανοίξεις μονάχα της καρδιάς αγκαλιά να κουρνιάσει για πάντα συντροφιά μοναξιάς. ΜΙΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΑΖΙ ΣΟΥ Μουσική μαζί σου να φτιάξω . Να παίξω πιάνο στ’ απαλό σου κορμί. Κι όπως θα πατάω τα πλήκτρα σου , οι νότες να αντηχούν στην ψυχή μου γεμίζοντας όλα τα κενά της σιωπής....
ΜΙΑ ΝΥΧΤΑ ΜΑΚΡΙΑ Μιά νύχτα μακριά είναι το αύριο. Μιά πόρτα που θα ανοίξει το μετά. Δυό λέξεις που θα βγούν από τα χείλη κι αμέσως θα ριζώσουν στην καρδιά. Μιά νύχτα μακριά είναι το αύριο. Λεπίδι που χαράζει το μυαλό. Κι οι ώρες τα λεπτά τα δευτερόλεπτα περνάνε με το βήμα το αργό. 33
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Μιά νύχτα μακριά είναι το αύριο. Που ιδρώτας θα κυλάει στο κορμί. Θυμίζοντας πως είναι στη ψυχή μας, στου έρωτα να χάνεσαι τη γη... ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ Άνοιξαν διάπλατα οι ουρανοί να βαδίσει η προσευχή μου... Κρίμα που δεν έμαθα ποτέ αν έφτασε στον προορισμό της. Από τότε , κάθε που κοιτάω το γαλάζιο προσευχοχάρτι... Ψάχνω για μολύβι να γράψω στα σύννεφα. Ελπίζοντας πως τα μάτια του θεού , θα πέσουν επάνω τους!
ΜΙΑ ΣΤΑΛΑ ΑΠ’ ΤΗ ΨΥΧΗ ΣΟΥ Μάζεψες όλου του κόσμου τις κλωστές. Μ ‘ όλες τις όψεις των χρωμάτων.. Τις άπλωσες στην ποδιά σου. Άρχισες να τις παίρνεις μία μία . Να τις περνάς στη χρυσή σου βελόνα. Προσεκτικές και απαλές οι κινήσεις σου. Κι άρχισες να μπαλώνεις. Τα κενά της ζωής σου. Για την αγάπη που έχασες το κόκκινο. Για την ελπίδα που πέταξε το πράσινο. Για την αγνότητα που ζήλεψες το άσπρο. 34
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Για τα κρυφά σου όνειρα το ροζ. Για την πίκρα των χειλιών σου το μαύρο. Για τις σκέψεις που τρυπάνε ,το καφέ. Για τα βράδα που χεις κλάψει τ’ ασημί. Για το πένθος που σου βάλανε το μωβ. Για το μίσος , κίτρινο βαθύ. Έτσι συνέχισες να βάζεις... Κάθε χρώμμα και συναίσθημα. Κάθε συναίσθημα και πόνος. Κι όταν το τέλειωσες , χάθηκες. Μόνο αυτό έμεινε. Σ΄αυτό μιλάω τώρα , νομίζοντας πως είσαι συ. Δε θα το κρύψω σε συρτάρι. Στην κλίνη μου θα το βάλω. Για σένα. Μόνο για σένα. Νομίζοντας πως έχω αγκαλιά , μιά στάλα απ΄την ψυχή σου ! ΜΙΚΡΕ ΜΟΥ ΑΝΘΕ Αχ μικρέ μου Ανθέ ! Στα φύλλα σου πάνω... Έχει κάτσει θαρρείς. Συννεφιάς πιά μαντάτο. Μαραμένο μου στέκεις. Δίχως Άνοιξης φως. Δίχως ήλιο στα σπλάχνα και μου γνέφεις ωχρός. 35
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Τόσες μέρες σε βλέπω... Σου μιλώ τρυφερά. Να σκορπίσεις τριγύρω . Μυρωδιάς αγκαλιά. Αχ μικρέ μου Ανθέ. Της αυλής μου στολίδι. Πες μου τι σε πονά. Να σου κάνω χατίρι. Μήπως νιώθεις τον πόνο. Που πολύ κουβαλώ ; Μήπως άκουσες κλάμα μ’ ένα δάκρυ καυτό ; Μήπως σου παν και σένα... Πως αξίζει η ζωή αλλά εσύ αργοσβήνεις και δεν ξέρεις γιατί ; Αχ μικρέ μου Ανθέ. Γιά μιά νύχτα μονάχα. Συντροφιά σου ζητώ Στης ζωής μου τη στράτα.
36
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΝΑ ‘ ΧΕΣ Να ‘χες μάτια να δείς. Της ψυχής την αντάρα. Πως την δέρνει ο βοριάς και δε βγάζει μιά άχνα. Να ‘χες τρόπο να μπείς. Στου μυαλού τα σκοτάδια. Να ανάψεις πυρσούς στα υγρά μου τα βράδυα. Να ‘χες λέξεις ζωής. Να ακουμπήσω στα χείλη. Να μη νιώσω ποτέ. Το θλιμένο μου δείλι. Να ‘χες λέει φτερά. Να ξαπλώσω επάνω. Και ταξίδι χαράς. Ακριβέ μου να κάνω. Να ‘χες... στον κόρφο σου κλειδιά. Να άνοιγες κάθε θύρα. Και να σκορπάς ροδόφυλλα στην πιό μικρή μου πίκρα.
37
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΝΟΤΙΣΜΕΝΑ ΜΕΛΑΝΙΑ Σχέδια κάνουν σ’ άσπρο χαρτί. Γλυστράει η γραφή δίχως τέλος. Μη κοιτάς. Αόρατες ψυχές κρυφογελάνε. Εκεί πίσω από λέξεις, πίσω από γράμματα. Πίσω απ’ όλα και απ’ όλους. Μόνο αν τα μάτια σου λιμνάζουν καθαρά. Το νόημα θα βρεις και θα γνωρίζεις. Αλλιώς προσπέρασέ τα. Δεν είναι για ‘’ πολλούς ‘’ Μελάνια ποτισμένα με ζωή. που θέλησαν ζωή να μαρτυρήσουν. ΝΥΧΤΑΣ ΑΝΤΑΜΩΜΑ Μυρίζεις αγάπη. Με έντονη γεύση ζωής. Απλώνεσαι στα σεντόνια μου. Όλη την άκρη πιάνεις. Από πάνω ως κάτω. Βαθειές ανάσες παίρνω. Κυττάρων ξύπνημα. Βλεφάρων αγρύπνια. Μύηση κορμιού σ’ακοινώνητο πόθο. Το πρωί τα απλώνω... Να φύγουν τα ίχνη δακρύων. Να μείνεις εσύ. Της κάθε νύχτας αντάμωμα. Της κάθε μέρας ορφάνια. 38
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΞΕΡΙΖΩΣΑ Ξερίζωσα Ξερίζωσα Ξερίζωσα Ξερίζωσα
τα μάτια μου, μάτια σου να μην βλέπουν. τα χείλη μου, χείλια σου να μη θέλουν. και την καρδιά αισθήματα μη μένουν . τα πάθη μου που λυτρωμώ δεν έχουν.
Ξερίζωσα όλους τους καημούς,έστρωσα δρόμο άγιο. Να περπατήσω , να διαβώ , να βρω καινούργιο βράχο. Εκεί να χτίσω τη ζωή μην τύχει και την χάσω. Γιατί απ΄την αγάπη σου κόντεψα να πεθάνω. Ξερίζωσα το στόμα μου ποτέ μη σε φωνάξει. Ξερίζωσα και την ψυχή άψυχη να υπάρξει. Γιατί μπροστά στα πόδια σου της άρεσε να πέφτει και σαν ζητιάνα να ζητά αγάπη να σου παίρνει. Ξερίζωσα τα πάντα μου.Τα μέσα μου ,τα έξω. Και δε με νοιάζει ούτε στιγμή στο τέλος αν τ’ αντέξω. Βλέπεις οι άνθρωποι ζητούν μιά θάλασσα αγάπης. Και συ δεν είσουν ικανός στάλα της να μοιράσεις. Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΟΥ Βάλσαμο η αγκάλη σου. Στα χείλη στάζεις μέλι. Τα λόγια σου ροδόνερο και στη ματιά σου θέρμη. 39
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Ο έρωτάς σου βάφτισμα σ’ ανώνυμες στιγμές μου και του φιλιού σου η δροσιά κεντά της προσευχές μου. Τα χέρια σου παλάτι μου. Καλύβι και σπηλιά μου. Κάστρο ψηλό κι απόρθητο που βάνω την καρδιά μου! Ο ΕΡΩΤΑΣ ΕΙΠΕ Δηλητηριασμένα βέλη πέτυχαν την καρδιά μου. Αργοπεθαίνω και ο Έρωτας χορεύει πάνω απ το κεφάλι μου. Σώσε με του λέω ! Συνεχίζει να χορεύει σαν τρελός. Λίγο ακόμα και θα σβήσω. Τον εκλιπαρώ αλλά μάταια. Με δεμένα τα μάτια κάνει κύκλους γύρω μου. Τι περιμένει ; Άδειο κουφάρι να με δει ; Ξαφνικά σταματά ! Λύνει τα μάτια του. Με κοιτάζει. ‘Εντάξει’ μου λέει. ‘Αυτό ήταν. Η δοκιμασία τελείωσε. Τώρα που κύλησε στο αίμα το φαρμάκι, αντίδοτο δε θέλεις. Σήκω και φύγε . Όταν στον δρόμο σου με ξαναβρείς , μη φοβηθείς τα στήθη να προτάξεις! ‘
40
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ο ΠΟΝΟΣ ΜΟΥ Φούσκωσε ο πόνος μου. Σαν ποτάμι ξέχειλο, ασυγκράτητο. Ότι βρεί το παρασέρνει. Ακόμα και μένα. Που να πιαστώ! Κλαδί δεν βρίσκω. Και έτσι αφήνομαι. Έρμαιο τον σκοτεινών θεριών της σκέψης. Που ανελέητα ζητούν τη φυλακή μου. Το δέσιμό μου. Με κόμπους να μετράω τη ζωή. Μη ξεχαστώ σε κάποια ευτυχία
Ο ΧΡΟΝΟΣ Και έγινε ο χρόνος...ένα τίποτα. Με λέξεις μισές, ακρωτηριασμένες. Να πενθούν νύχτα και μέρα την απουσία σου. Αδιαφορώντας για τη μη ολοκλήρωσή τους. Και έγινε ο χρόνος...Αργό, βαρετό ταξίδι. Που με φέρνει σε σένα. Να απολαύσω τη θέα σου χαμογελώντας. Από ένα παράθυρο που το χτυπάνε της λογικής οι άνεμοι. Και έγινε ο χρόνος ...εχθρός μου. Που τον πολεμώ για να σε φέρνει κοντά μου. 41
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Ώσπου στο τέλος γονατίζει.Υποκλίνεται. Στο μεγαλείο της ένωσης των ψυχών που εκείνος διάλεξε να σμίξει.
ΟΙ ΗΛΙΟΙ ΜΟΥ Έδυσαν οι ήλιοι των ματιών μου Τη στιγμή που ανάτειλαν οι δικοί σου Τώρα στον ουρανό μου Βασιλεύει η αγάπη σου.
ΟΙ ΚΑΡΔΙΕΣ Ξεντύθηκαν παλμούς οι καρδιές . Θωρακίστηκαν ψέμα. Δεν είναι πως έπαψα να τις αγαπώ. Είναι που όταν τις αγκαλιάζω... Παγώνω.
ΟΜΗΡΗ ΜΟΙΡΑΣ Καυγά με τη μοίρα μου άνοιξα. Γιατί πάντα διατάζει . Στεγνά , ψυχρά κι ανελέητα. Και γω αντιδρώ... 42
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Το πόδι χτυπώ και ουρλιάζω. Να τη φοβίσω ! Μα ποιός φοβίζει τη ζωή ; Ύστερα κλαίω, γονυπετής. Την εκλιπαρώ να φερθεί μεγαλόψυχα. Μα ποιός την καλοπιάνει ; Στη συνέχεια την απειλώ... Με χίλιους τρόπους την εκβιάζω. Μα ποιός το νήμα κρατά ; Ύστερα κάνω πως χάνω τα λογικά μου... Πως παραδίνομαι σε άλλη λογική. Μα ποιός στο τέλος θα ορίσει το σωστό ; Εξαντλημένη κείτομαι! Άμαχος πλέον πληθυσμός τα όνειρά μου. Και αφήνομαι... Στο στρατόπεδό της... ΟΡΓΙΣΤΗΚΑ Οργίστηκα και σείστηκε η γη. Αέρας άρχισε τρελά να στροβιλίζει. Ο ήλιος κρύφτηκε και είπε δε θα βγεί. Κι ο χρόνος έπαψε κ εκείνος να γυρίζει Οργίστηκα κι αστράφτουν κεραυνοί. Τα ζώα τρέχουν τώρα τρομαγμένα. Η φύση ολάκερη απόψε αγρυπνεί. Τα λόγια που θα βγουν τα πονεμένα. Οργίστηκα κι η θάλασσα φουσκώνει. Θαρρείς πως θε να πνίξει τη στεριά. Μα λέξη απ’ τα χείλη μου δεν βγαίνει. Κι ας έχουνε τα στήθη μου καρφιά. 43
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΠΑΛΙΑΤΣΟΣ Της ψυχής ο παλιάτσος. τι κι αν βάφτηκε χτες. Απ’ το κλάμα του τρέχουν της ψευτιάς οι μπογιές. Κάνει κόλπα , χορεύει και το γέλιο σκορπά μα σκορπάνε τα φύλλα της καρδιάς στο βοριά. Της ψυχής ο παλιάτσος. Τρύπια ρούχα φορά και μεγάλα παπούτσια δίχως βήματα πιά. Κοιταξέ τον πως κάνει! Τι αστεία μιλά! Μα το βράδυ σαν έρθει λέξη πλέον καμιά. Ζωγραφίζει το γέλιο με δυό δάκρυα αχνά στο μουντό προσωπό του σαν ο ήλιος ξυπνά. Της ψυχής μου παλιάτσε. Τώρα πια δε γελώ. Με κερδίσαν οι στάλες των δακρύων καιρό.
44
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΠΑΛΜΟΓΡΑΜΜΗ Σκάλα τα λόγια μου. Στην κορυφή των πόθων μου ανεβαίνεις και στέκεσαι. Αγναντεύεις τους αναρίθμητους παλμούς μου που εκρύγνονται στο Σύμπαν. Θεατής μα και πρωταγωνιστής των Άχραντων Μυστηρίων μου ευλαβικά μεταλαμβάνεις το είναι μου. Χωρίς ίχνος ιεροσυλίας να στοιχειώνει τη σκέψη σου. Τότε είναι που οι παλμοί δυναμώνουν και ξεχύνονται στο άπειρο αφήνοντας μια γραμμή που δηλώνει ζωή!
ΠΕΤΡΕΣ Στην πλάτη μου κουβάλησα τις πέτρες. Για να χτίσω. Μα απ’ το βάρος έσερνα τα βήματα. Καμπούριαζε η ράχη. Και η ανάσα με δυσκολία μου χάριζε τη ζωή. Ώσπου αποφάσισα να πετάξω μερικές. Όσες μου βάλαν για εμπόδια. Όσες πετάξανε σε κάθε άρνησή μου. Όσες ζητήσανε να κρατώ για εκείνους. Τώρα μονάχα τις ατόφιες κουβαλώ κι είναι άνετο το βάδην μου ... Αύριο κι όλλας θα αρχίσω... 45
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΠΙΛΑΤΕ σου.
Όταν τα χέρια σου θα πλένεις στη σιωπή Νομίζοντας πως άγιασε η τιμή σου, αντίτιμο αγάπης δε θα βρείς. Δεν αγοράζονται οι πόρτες της ζωής. Έχεις το χρόνο αμαρτίες να ξεπλύνεις. Αρκεί το σώμα που πατούσες να φιλήσεις. Στο μέτωπο, να δείξεις σεβασμό. Απ’ τα εσώψυχα να γίνει λατρευτό. Πιλάτε,αγάπης. Πιλάτε ζωής. Πιλάτε των όρκων , αγάπης αγνής. Πιλάτε θα λέω . Βράδυ πρωί. Ποτέ μη ξεχάσω τη πράξη σου αυτή.
ΠΟΥ ΓΥΡΙΖΕΣ Που γύριζες αγάπη πριν να έρθεις ; Ποιά βλέφαρα σε κράταγαν κλειστή ; Ποιά χείλη σου σφαλίσανε το στόμα ; Ποιά αγκαλιά σε είχε φυλακή ; Σε ποιά σοκάκια τρυγιρνούσες σαν επαίτης ; Σε πόσες πόρτες ξαγρυπνούσες μοναχή ; 46
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Σε πόσα μάτια αναζητούσες την αλήθεια ; Σε πόσα χέρια λαχταρούσες τη στοργή ; Που γύριζες αγάπη μου χαμένη ; Γιατί δεν κοίταξες καθόλου από δω ; Γιατί δεν ένιωσες τα βράδια μου τα άδεια ; Που τόσο ήθελα κοντά μου να σε δω ; ΠΡΙΝ ΑΛΕΚΤΩΡ ΛΑΛΗΣΕΙ Πριν αλέκτωρ λαλήσει τρείς φορές θα αρνηθείς. Μετά θα αρρωστήσεις και κρυφά θα πενθείς. Πρίν το δάκρυ να στάξει πονηρά θα γελάς και θα λες πως στα χέρια την κρατάς τη καρδιά. Μα σε μία στιγμή σαν πουλί θα πετάξει και θα λες πως μπορεί τόσο απλά να ξεχάσει. Μα οι καρδιές δε ζητούν σώμα κάποιο τυχαίο. Το φιλί κυνηγούν που θα είναι μοιραίο. Πρίν αλέκτωρ λαλήσει τρείς φορές θα αρνηθείς. Πριν το δάκρυ να στάξει τρείς φορές θα κρυφτείς.
ΠΡΙΝ ΑΝΘΙΣΕΙ ΛΩΤΌΣ Σκοτείνιασμα νύχτας μοιραίο. Τρόχισμα του ορμητικού έρωτα. Στις εγκοπές της μνήμης να σκαρφαλώσω. 47
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Πριν ανθίσει ο Λωτός στο σκουριασμένο φράχτη των ανέλπιδων χρόνων. Πρίν το Κάρμα φλεγόμενο στάχτες αφήσει... Να προλάβω... Την ψυχή μου να εξυψώσω στο Αύριο. ΡΙΠΕΣ Υπέρλαμπρες ριπές οι ματιές σου. Φωτίζουν το Ιώβειο παρών μου και ξορκίζουν το παρελθόν σε τόπο ανήλιο. Όλες οι ισχνές μου ελπίδες γίνονται επτάφωτες. Με κερνάνε ροδόμελο και μεταμορφώνομαι σε σταυραετό κλέβοντας χρησμούς από τα χείλη σου. Μη μου τις πάρεις ποτέ. Πολύκλαυτη είμαι κι είναι για μέ χαρισάμενες. Πολυδάκρυτη στέκω κι είναι για με αόρατο μαντήλι. Συθαμπώθηκα στη λειψοφεγγαριά μου κι είναι για με ριπές που με ευλογούν από πάνω ως κάτω. ΣΑΝ ΦΩΣ Στις λαχτάρες μου έλα. Σαν φως. Να με τυλίξεις με χρυσές κορδέλες. Μυστικά.... Στο Σύμπαν του Έρωτα. Ανάμεσα στα αστέρια. Εκεί να νιώσω το φιλί. 48
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Λουσμένη σ’ Άγια λάμψη. Να φύγουν για πάντα οι σκέψεις τέρατα. Να εξαφανιστούν τα συντρίμια της καρδιάς. Να μείνεις μόνο εσυ. Τόσο , όσο μου έλειψες. ΣΕ ΘΕΛΩ Σαν Σαν Σαν Σαν
την άνυδρη γη που διψάει... το ρόδο που ήλιο αγαπάει... το κύμα π’ αγκαλιάζει το βράχο... τ’ αγέρι που ψάχνει απάγκιο...
Σαν Σαν Σαν Σαν
κορμί που ζητάει το ρούχο... ψυχή που λατρεύει το θρήσκο... τυφλός που ποθεί κάθε χρώμμα... το ξένο που θέλει μιά χώρα...
Σα λαμπάδα που ψάχνει το χέρι Να τις δώσει φωτιά για να καίει... Σαν το τάμα που βγαίνει απ’ τα χείλη... Γιατί θέλει το θαύμα να γίνει... ΣΕ ΣΤΡΟΦΗ ΑΦΗΜΕΝΗ Έκοψα τον άρτο και τον μοίρασα στα δύο. Ένα για σένα και ένα για μένα. Γέμισα τα ποτήρια με οίνο και τα τσούγκρισα. ‘’Στην υγειά’’ μας σκέφτηκα και το ήπια βιαστικά. 49
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Τόσο βιαστικά που απόρησες. Μα δεν υπάρχει λόγος. Και η ζωή βιαστική είναι. Τρέχει και επικίνδυνες στροφές δεν υπολογίζει. Για αυτό θέλω να την προλάβω. Σε μία από αυτές με προσπέρασε. ΣΕ ΧΡΙΖΩ Σε χρίζω φτερό που κολλάω στην πλάτη μου. Να πετάξω. Να φτάσω ψηλά. Να δω τον κόσμο μιά φορά από πάνω. Γιατί βαρέθηκα να έρπομαι. Κουράστηκα ... Μάτωσα ! Σε χρίζω θύελλα . Να κλειστώ μέσα της. Να στροβιλίζομαι. Παρασυρόμενη από την ορμή της να ξεχάσω τα πάντα. Για μιά φορά,τα πάντα ! Σε χρίζω κήπο. Κήπο της ηδονής. Να ξαπλώσω στο καταπράσινο χορτάρι σου. Καθώς ο ήλιος θα καίει την επιδερμίδα μου. Για μιά φορά. Να αναπνέω το άρωμα των ανθών σου... Και να τρέμω σύγκορμη ! 50
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΙΓΟΥΡΙΑ ΤΟΥΣ Θολωμένες σκέψεις σε τεντωμένο σχοινί ακροβατούνε. Οι ανάσες κομμένες. Στοιχήματα .Για το αν φτάσουν στην άκρη του. Μόνο εγώ δε στοιχηματίζω. Από τώρα ξέρω πως στη μέση θα σταθούν. Θα πάρουν φόρρα και θα πέσουν . Αλλά μη το μαρτυρήσετε! Μου αρέσει να βλέπω τη σιγουριά τους . ΣΙΩΠΗ Μετά από τόσα λόγια σώπασαν και ταιριάξαν τις σιωπές τους. Ήταν τόσο απλό. Πως και δεν το χαν σκεφτεί ; Τώρα δε θα χουνε τον φόβο των λέξεων . Ούτε την ενοχή των γλυκανάλατων φιλιών. Τα χέρια δε θα αναγκάζονται να αγγίζουνε κορμί που ψεύδεται στο πάθος. Ήσυχο θα κοιμάται το μυαλό. Μόνο οι σιωπές θα αντηχούν στο σκοτάδι. Θυμίζοντας μιά άλλη εποχή. Προσευχόμενοι να μη την ξαναζήσουν θα ελπίζουν στο κάτι. Ποδοπατώντας το τίποτα !
51
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΚΕΨΕΙΣ Αόρατες οι σκέψεις. Κι’ όπως τις στέλνω κοντά σου. Σχηματίζουν ελεύθερα την μορφή τους. Μη τρομάξεις από τις άσχημες. Μη θαμπωθείς απ’ τις όμορφες. Είναι μονάχα σκέψεις. Ένα μόνο να κάνεις. Να τις καλοσωρήσεις. Είναι οι επισκέπτες που στέλνει η αγάπη μου.
ΣΚΙΕΣ Μπάλωσα τα όνειρά μου με κομάτια ήττας. Επιχρύσωσα τη μελανχολία μου και θρονιάστηκα στη θλίψη μου.... Ήρεμη... Στα χέρια μου τα τριάντα αργύρια. Τι κι αν τα πέταξες στα πόδια μου μπροστά ; Η προδοσία είχε γίνει. Διπλοκλείδωσα στη σιωπή τα λόγια μου... Κι άνοιξα την κόλαση της ψυχής μου να ξεχυθούν οι κραυγές των αμαρτωλών σκιών που μου φόρτωσες. Όταν κι η τελευταία μ’ αφήσει... Απ’ την ποδιά του νού μου .... Θα τινάξω την σκόνη της αγάπης σου. 52
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΣΚΛΗΡΟ ΚΑΙ ΒΑΡΒΑΡΟ Πίεσα την ψυχή μου τόσο που έχασε κάθε ελπίδα που είχε. Τη λυπήθηκα όμως και την άφησα. Αλλά μου κράτησε κακία και δε μου μιλά. Δυό ξένοι σε ένα σώμα καταντήσαμε. Κι όταν λαχταρώ κάτι αυτή αντιδρά. Έτσι με τιμωρεί. Με συνεχόμενη ανταρσία. Την καταλαβαίνω όμως. Είναι σκληρό να σε θάβουν ζωντανό και βάρβαρο να θες να πεθάνεις αλλά να φοβάσαι.
ΣΟΥ ΦΑΝΗΚΑ Σου φάνηκα σκληρή ; Λυπάμαι. Αυτό είμαι. Μιά πέτρα. Σου φάνηκα ψυχρή ; Θυμάμαι... Κάποτε είχα μιά θέρμη. Που πισωπλάτησες. Σου φάνηκα κυνική ; Τι κρίμα... Έτσι τα μάτια μου κοιτάζουν τη θωριά σου τώρα που ξέβαψε στο χρώμα της ζωής. 53
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Σου φάνηκα... Όπως ένιωθα. Όπως σκεφτόμουν... Όπως έγινα... Από όλα αυτά που εισέπραξα. Κι ορκίστηκα... Να μη κλάψω. Αλλά τα μάτια δεν κράτησαν το λόγο. Τουλάχιστον δεν έγινε μπροστά σου. Δεν έγινε εξαιτίας σου. Παρά μόνο για μένα. Για αυτό που είχα και έχασα. Για αυτό που κανένας ποτέ δε θα μου ξαναφέρει ποτέ πίσω. Για αυτό που έθαψα και έβαλα πάνω του ένα σταυρό , για να θυμάμαι σε ποιό σημείο θα ακουμπάω την καρδιά μου... ΣΤΑΥΡΩΣΗ Μαστίγωσες το κορμί μου με τις λέξεις λουριά σου! Και αφού αιμόφυρτη με είδες ... Είπες να με αποτελειώσεις ξεριζώνοντας την αγάπη από τα σπλάχνα μου και σταυρώνοντάς με στη μνήμη σου με τα καρφιά της απουσίας σου...
54
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΣΤΑΧΤΕΣ Με δύο ψυχές ζω. Η μία χαίρεται και χορεύει αισιόδοξα . Η άλλη λυπάται και τα βλέπει όλα με απαισιοδοξία. Έτσι μοιραία οι μέρες μου μοιράζονται στο φως και στο σκοτάδι. Στο κλάμα και στο γέλιο. Νιώθω σαν μαριονέτα που την τραβάνε ταυτόχρονα κι από τα δύο χέρια παλεύοντας η κάθε πλευρά να με πάρει με το μέρος της. Νικητής δεν υπάρχει. Ένα μικρό ίχνος ζωής υπάρχει που παλεύω να μη σβήσει. Ότι καίει , δε σβήνει ποτέ λένε. Γι αυτό πετάω ότι βρίσκω στη φωτιά. Δε θα θελα ποτέ να μαζεύω στάχτες.
Η ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ Φεγγαροδιάχυτη η ματιά σου. Απλώνεται πάνω μου και εισχωρεί μέσα μου. Τρώει σιγά σιγά τα σωθικά μου και ριζώνει. Κάνω να την πιάσω και μου γλυστρά. Απολέμητη σε όλα. Και γω παραδίνομαι. Να με κάψει , σαν στάχτη να με αφήσει. Μιά στάχτη που θα λάμπει από το φως σου. Όλα τα βράδυα...Για όλες τις ώρες.... Δικιά σου!!!! 55
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΤΗ ΛΑΜΨΗ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ Στη λάμψη του ήλιου θα λάμψεις και συ και θα ναι το φως σου πύλη πνοής. Ξορκίζοντας φόβους μεγάλους καημούς θα λούσεις και μένα μετά από λυγμούς. Στη λάμψη του ήλιου εσύ βασιλιάς. Εσύ πρώτος χτύπος μιάς άδειας καρδιάς. Πάνω της στάσου. Να δεις πως χτυπά. Μα μη τη μαλώσεις. Πονά για πολλά. Στη λάμψη του ήλιου θα λάμψεις και συ. Ουράνιο σώμα μ’ ανθρώπου μορφή. Σκιές θα φωτίσεις που μείναν καιρό σε άδικο σκότος και κρύο καιρό.
56
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗ Βούλιαξε η καρδιά μου. Στη θάλασσα της αγνωμοσύνης σου. Σαν σαπιοκάραβο. Μόνο που δεν ήταν... Καλόγυαλισμένη, καθαρή, και ξάστερη . Γεμάτη λαχτάρα ήταν. Τώρα , ζαρωμένη, κουρνιασμένη, φοβισμένο αγρίμι στέκει. Ευτυχώς που δεν έχει φωνή να σου πεί αυτά που το στόμα υποθάλπτει. Τις νύχτες τη νανουρίζω με το τραγούδι της υπομονής. Οι φάλτσες νότες , ψίθυρρος στη νύχτα του κόσμου. Ελπίζω να την κοιμήσω. Κι όταν ξυπνήσει ,να μου χαμογελάσει. Να μου πεί , ‘’ Πέρασε ‘’ ‘’ Για πού τραβάμε τώρα ; ‘’ Και να της πω ‘....’ Στην Αγάπη ‘’
ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ Τον κόσμο των ματιών σου λαχταρώ. Στο χτες ,στο τώρα , στο πάντα. Σ΄όλες τις άγρυπνες νυχτιές. 57
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Πίνοντας τα χείλη σου. Ραίνοντας το κορμί σου. Γεύοντας την ανάσα σου. Ψηλαφίζοντας τους χτύπους σου. Να φτάνω στην άκρη της αγάπης .
ΣΤΙΣ ΓΥΑΛΙΝΕΣ ΟΘΟΝΕΣ Μέσα στα μάτια μου χορεύει ο θάνατος. Ανενόχλητος. Ξαφνικός επισκέπτης στις γυάλινες οθόνες μου. Δεν θα τον ενοχλήσω. Θα τον αφήσω να κάνει τις στροφές του κι ας μην υπάρχει μουσική κ ορχήστρα. Ένα τραγούδι υπάρχει μόνο. Στα χείλη μου. Μ’ αυτό παλεύει να μου κλέψει την προσοχή χωρίς να ξέρω τι θα κάνει σαν τελειώσει το τραγούδι. Εντυπωσιακός ο χορός του και συνεχίζω... Με την αγωνία μου για το τέλος του.
ΣΤΟ ΓΙΝΕΣΘΑΙ Γονάτισε ο Εγωισμός . Περιμένοντας την Αξιοπρέπεια να του απλώσει το χέρι. Εκείνη έστρεψε το πρόσωπό της. Τον άφησε να κυλήσει στα ψυχόπατώματά του. 58
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Να ανοίξει τρύπες στη νύχτα να κρυφτεί γιατί η μέρα θα φανέρωνε όλες τις καμπύλες του. Εκείνες που ήταν φτιαγμένες από στρώμματα έπαρσης του ‘’είναι’’ ξεχνώντας το ‘’είμαστε’’. Σε άλλη περίπτωση θα ήταν το τέλειο ζευγάρι. Από μισές δόσεις ύλης. Αλλά ποτέ η ζυγαριά δεν είναι ίση , η μία μεριά βαραίνει περισσότερο. Έτσι και τώρα, βαραίνει στο ‘’είσθε’’ και όχι στο ‘’γίνεσθαι’’. ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ Στο ηλιοβασίλεμα αρμενίζω που χάνεται . Μαζί του να χαθώ. Αναίτια και αθόρυβα. Στην απεραντοσύνη της ομορφιάς του να κρύψω τη θλίψη που μου καίει τα σπλάχνα. Άλλη μέρα αύριο. Άλλες ανάσες. Κι ακόμα ένα δειλινό που θα πλέξω την μελαγχολία μου και θα την ρίξω επάνω μου να καταλαγιάσω την ψύχρα της ψυχής μου. ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Να δείς που κάποτε στο παράθυρο της ζωής θα κρεμάσω τις κουρτίνες της ψυχής μου. Εκείνες τις διάφανες που σ’ αρέσαν. 59
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Να μπαίνει το φως! Να τυφλώνομαι! Να τυφλώνεσαι και συ μαζί μου. Και στο φωτόκοσμό μου να ζείς για πάντα. Εγώ θα σε οδηγώ , μα αν ποτέ χαθούμε. μη φοβηθείς... Το φως έχει την ιδιότητα να τα κάνει όλα να φαίνονται γυμνά. Έτσι θα βρούμε ξανά τον προορισμό μας. Και όταν φτάσουμε , περήφανη θα σου πω... ‘’Είδες που σ’ έφερα χωρίς να το γνωρίζεις’’ ;
ΣΤΟΝ ΙΣΚΙΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ Περαστικέ διαβάτη. Είναι τα χείλη σου ξερά και έχουν ρυτίδες αγκαλιάσει μέτωπό σου. Κι αυτό το σώμα που βαστάς με πόση θλίψη το ταίζεις αγωνία. Σα μιά έρημο διασχίζεις τη ζωή. Ηλιοκαμένος τριγυρνάς εδώ κι εκεί. Χωρίς να βρίσκεις μιά γωνιά να ξαποστάσεις. Στάσου μονάχα μιά στιγμή. Σκέψου για λίγο τι θα πει. Να περιφέρεσαι χωρίς προορισμό. Κι άσε το βάρος απο πάνω σου να πάρω. Έλα στον ίσκιο της αγάπης μου να κάτσεις. Με ένα ποτήρι μου νερό να ξεδιψάσεις κι ύστερα σκέψου το καλά που θες να πας. 60
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Περαστικέ διαβάτη σκυθρωπέ... Μην περιμένεις πια τον κήπο της Εδέμ. Παρ την καρδιά μου για πατρίδα σου να έχεις. ΣΥΜΦΩΝΙΑ Έβαλα τη ζωή κάτω να τα βρούμε. Να κλείσουμε όλους τους λογαριασμούς. Τι οφείλει και τι χρωστάει. Μαθηματικές πράξεις. Ένα προς ένα. Κι έγινε αυτό που δεν περίμενα. Έσκυψε το κεφάλι και είπε : ‘’ Εντάξει ! Δως μου λίγο χρόνο να βρω τον τρόπο.’’ Δώσαμε τα χέρια και η συμφωνία έκλεισε. Ακριβοδίκαιη η φήμη της και περιμένω να τηρήσει το λόγο της. Για αυτό κάθε μέρα ανανεώνω το τεφτέρι στην καρδιά. Μη ξεθωριάσει και δεν φαίνονται οι λέξεις... Τ’ ΑΝΤΙΟ Μικρή λέξη τ’ αντίο. Μια σταλιά. Μια σταλιά μα τρυπάει σαν καρφί την καρδιά. Την καρδιά που πονάει. Που πονάει γιατί. Γιατί ψάχνει τον τόπο. Τόπο γης με ψυχή. Ψυχή όμως δε βρίσκει. 61
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Βρίσκει πόνο βαρύ. Βαρύ και το δίχτυ που σφιχτά τη κρατεί. Τη κρατεί στους θυμούς της δίχως λέξη καμιά. Και καμιά δε θα αφήσει να τη βρεί λησμονιά. ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ Ξεκρέμασα το φεγγάρι και το κρέμασα στο λαιμό σου. Τρύγησα όλα τ’ αστέρια και τα στρίμωξα στα μάτια σου. Φυλάκισα τον ήλιο και τον έκλεισα στο στήθος σου. Μάζεψα απ’ τις θάλλασες τ’ αλάτι και τ’ ακούμπησα μπρός στα πόδια σου. Έκλεψα το νέκταρ από τις μέλισσες και στο φερα σε ένα πυθάρι. Θέρισα όλα τα στάχυα και σου ‘στρωσα να κοιμηθείς. Ξερίζωσα όλους τους κορμούς και σου ‘φταξα κάστρο ψηλό κ απόρθητο. Μήνυσα στ’ άγρια θηρία να στέκουν πιστοί φρουροί στο πλευρό σου. Και τώρα...Ήσυχη... Απολαμβάνω την μεγαλόπρεπη παρουσία σου μέσα μου. Κι άπο βάρυπνη σκιά, μετουσιώνομαι σε ροδόπεπλη κόρη με τα αποτυπώματα της μοίρας για σκήπτρο μου...
62
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ Ακόμα στο φάκελο είναι...κλειστό... Εκεί θα μείνει . Δε θα διαβαστεί ποτέ. Σαν την αγάπη μου... ΤΟ ΔΩΡΟ ΜΟΥ Και ήρθες... Συγύρισες την καρδιά μου. Την τακτοποίησες σαν καλός νοικοκύρης. Πέταξες τα άχρηστα και τα καλά της τα φόρεσες. Να κυκλοφορείς! Δεν μίλησα , δεν αντέδρασα. Χαίρομαι που στολίζουν τη μορφή σου. Δε θα τα πάρω ποτέ πίσω. Είναι μεγάλη η γιορτή του ονόματός σου. Και αυτό είναι το δώρο μου. Για όλες που θα έρθουν στη ζωή σου!
ΤΟΥΣ ΕΙΠΑ Τους είπα ότι θέλω να ονειρεύομαι και γέμισαν φόβους τα όνειρά μου. Τους είπα ότι θέλω κάπου να πιστεύω και μπόλιασαν στην καρδιά μου καχυποψία. Τους είπα ότι θέλω να μιλάω ελεύθερα κι αφού δίκασαν τις λέξεις μου τις φόνευσαν. 63
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Τους είπα ότι θέλω να σκέφτομαι αμερόληπτα και δρομολόγησαν τις σκέψεις μου . Τους είπα ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει ευτυχισμένος και σπείραν στον τόπο μου την λύπη. Τους είπα ότι τα χέρια μου αρκούνε για να ζήσω και δεν μ αφήνουνε να κάνω τίποτα. Τους είπα ότι έχω μυαλό να σκέφτομαι και φέρανε μπροστά μου όλες τις λύσεις. Τους είπα ότι θέλω να αναπνέω ελεύθερα και κάθε μέρα μου κόβουν ανάσες. Τους είπα... Τώρα πιά δεν λέω τίποτα.. Γιατί δεν σκέφτομαι... Γιατί δεν ονειρεύομαι και μέρα με την μέρα.. Ώρα με την ώρα βουλιάζω σε μιά μεγάλη απογοήτευση . Για κείνα που βλέπω και δεν μπορώ να αλλάξω. Για κείνα που πάψαν να δηλώνουν Ζωή.
ΤΩΡΑ Τώρα που οι δρόμοι και των δυό μας ενωθήκαν. Αγκάλιασέ με. Ας τρέμουνε τα χέρια. Κάνε τα χείλη να μη θε να χωριστούνε. Τώρα , που την αγάπη για χιτώνα μας ζητάμε. Γίνε σειρήνα. Και ξάγρυπνη στο πάθος , άφησέ με. 64
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Κάνε τα χάδια σου κορμιού μου δαχτυλίδια. Γίνε για πάντα ο διαλεχτός της μοναξιάς μου. Σαν δίδυμη φωτιά μου να με κάψεις.
ΤΩΡΑ ΓΕΛΩ Τώρα γελώ, μα πρόσεξε... Κάποτε είχα κλάψει. Κι ορκίστηκα στα μάτια μου, δάκρυ ποτέ μη στάξει. Τώρα γελώ, μα άκουσε... Μπόρες περάσαν χίλιες. Μα έταξα να περπατώ, κι ας έχει καταιγίδες. Τώρα γελώ, αλλά μάθε το... Κάποτε είχα πέσει. Μα απάντησα στον θάνατο αντίπαλο θα μ’ έχει. Τώρα γελώ και απορείς... Τι νόμιζες στ’ αλήθεια... Ότι στα στήθια μου πληγή δεν άνοιξε καμία ;
65
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
΄Β ΜΕΡΟΣ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ Δεν κοιμήθηκα χτες. Μουρμούραγε η νύχτα το όνομά σου. Ήταν τόσο θλιμένη π’ αρνήθηκε ακόμα και το φεγγάρι της. Μία μία μέτραγε τις απουσίες σου , γράφοντάς τες κατάστηθα να μη ξεχάσει καμία. Να σε μαλώσει σαν έρθεις. Γιατί αργείς και τρομάζει... Πως κανένα σούρουπο δε θα μοσχοβολά με τ’ άρωμά σου και κανένα σκοτάδι της δε θα φωτίζεται απ’ τη μορφή σου. Αγάπη μου. Λόγια δεν βρήκα παρηγοριάς να της πω. Λυπημένη την άφησα να φύγει. Με το μαύρο φουστάνι της να απλώνει στον ουρανό την σκόνη του πόνου. Αν ξυπνήσεις και τα μάτια σου βλέπουν θολά... Σημάδι της είναι να ρθείς. Δεν αντέχει να βλέπεις κάτι άλλο εκτός από κείνη. Κι όταν της είπα να ησυχάσει γιατί μ’ ενοχλεί , έμπηξε βαθιά τα νύχια να με ματώσει. Δεν της κρατώ κακία. Η νύχτα πάντα νύχτα θα μένει. Αλλά μην της το πεις... Ελπίζει στη λάμψη του ήλιου σου και γω την αφήνω. Κι ας τρέμω την κάθε νυχτιά. Γιατί αγάπη μου... Πως να της πω πως ο κύβος ερίφθει και πως άδικα τσακίζει τ’ αστέρια στα δύο , να ρθεις ? 66
ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ Χρυσοκέντητη στέκεις. Στους δικούς μου παλμούς. Αχ αγάπη μου νιώσε τους κρυφούς στεναγμούς. Μη ρωτάς αν αξίζει. Μη μπερδέυεις μυαλό. Εγώ κλαίω για σένα. Στο τραγούδι αυτό. Μες στη φλέβα μου ρέεις. Με το αίμα μαζί. Δε θα αφήσω σταγόνα. Καταγής να χυθεί. Αγαπημένη μου μορφή. Άσε να προσκυνήσω. Στα πόδια σου γονατιστά, χάρη να σου ζητήσω. Γίνε δικιά μου παναγιά. Γίνε γλυκό μου ταίρι. Κι όσο θα ζούμε αγκαλιά, θα σου κρατώ το χέρι. Αγαπημένη,άκου με. Δυό λόγια τελευταία. Αν μ αρνηθείς ορκίζομαι, μη ξημερώσει μέρα.
67
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΑΛΛΙΩΣ Αλλιώς μας τα πανε αλλιώς... Κι αλλιώς μπροστά μας βγαίνουν. Οι γίγαντες γινήκανε, νάνοι και διαφεντεύουν. Φωτιές θεόρατες παντού. Θειάφι, καπνός και βρώμα. Τα μάτια μας κι αν τσούζουνε το ‘’ναι’’ θα πουνε σ’ όλα. Πόσο φτήνηνε αλήθεια η τιμή. Πόσο εύκολα αγοράζονται ραγιάδες. Πόσο αδιάφοροι στου πόνου το καρφί. Όταν γέμισε η τσέπη τους παράδες. Αλλιώς μας τα πανε αλλιώς... Κι αλλιώς μπροστά μας στέκουν. Που ναι τα όνειρα για μας που λέγανε πως έχουν? Αλλιώς μας τα πανε αλλιώς... Κι αλλιώς μπροστά μας βγαίνουν. Η Δύση κι η Ανατολή ποτέ δε συντροφεύουν. Είμαστε εμείς που βγάζουμε τ’ αγκάθι απ’ το μάτι. Είναι κι αυτοί που φέρνουνε τον θάνατο στη πλάση.
68
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΑΛΜΠΑΤΡΟΣ Είδα στον ύπνο μου που λες, Άλμπατρος να πετάνε. Με τα φτερά περήφανα τον Ουρανό να σπάνε. Κι όταν τα ρώτησα για πού Για έναν θεό μου είπαν, που όσο κι αν έψαξαν στη γη ποτέ τους δεν τον βρήκαν. ‘’Πάρτε και μένα’’ φώναξα. ‘’Και γω για κείνον ψάχνω. Για άπειρα εγκλήματα ερώτηση να κάνω’’. Τότε ζυγώσανε σιμά. Ένα, φτερό του απλώνει και μ’ ένα τρόπο απαλό πάνω του με διπλώνει. Τώρα, σαν κείνα θα κοιτώ. Με των ματιών τους βλέμμα και κάθε λεία θα ζητώ για της ψυχής το γεύμα. Πως ήταν όνειρο ξεχνώ. Το έζησα φωνάζω! Γιατί αν κάτσω και σκεφτώ χίλιες ζωές θα χάσω...
69
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΑΝΑΣΑ ΜΟΥ Κλείσε τα μάτια μη μιλάς και αγκαλιασέ με. Τη νύχτα χάνομαι μα έλα, κέρδισέ με. Ανάσα μου. Γίνε το δάκρυ που θα στάξει στην καρδιά μου. Να ανθίσουνε ξανά τα όνειρά μου . Για χάρη σου. Αρκεί να σ’ έχω και να λέω σ’ αγαπάω. Μαζί σου και τον χρόνο τον ξεχνάω. Ανάσα μου. Κλείσε τα φώτα μη μιλάς κι αγκαλιασέ με. Τη νύχτα χάνομαι μα έλα κέρδισέ με. Αγάπη έγινες και τώρα άσε με, να σε κρατώ.
ΑΝΕΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ Ότι θέλω την κάνω την ψυχή μου ρε ! Χαρτί την κάνω και γράφω. Μετά άμα θέλω την τσαλακώνω και την πετάω. Γιατί αντιδράς? Ήθελες να γράψεις και δεν στην έδωσα? Η μήπως ήθελες εσύ να την πετάξεις ? Βρε.. Μπας κι είσαι φιλάνθρωπος και δεν το ξέρω.. Τους φιλόπτωχους ψυχών παρατηρείς? 70
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Για κόψε με καλά... Για ματοζύγισέ με! Άμα κόβει το ξυράφι στο μυαλό σου θα ναι εύκολο να δεις πως δεν καταπίνω το στραγάλι πριν μασήσω.. Για αυτό σου λέω.. Ότι θέλω την κάνω την ψυχή μου... Της βάζω φωτιά και την καίω. Την κλαίω. Την ενταφιάζω. Και περιμένω την Ανάσταση ψυχών. Και φτού απ’ την αρχή. Για άλλη μιά ξελεφτερία. Τι ? Ποτέ δεν έπαιξες κρυφτό? Τελικά μάλλον αρχίζω να σε λυπάμαι... Γιατί χωρίς ‘’το φτού και βγαίνω’’ παιχνίδι δεν κερδίζεις. Λοιπόν..Χάρηκα που δεν τα ‘παμε . Κι αν ποτέ με ξαναδείς κάνε πως δεν με ξέρεις... ΑΝΤΕΧΟΥΝ ΑΚΟΜΑ Ξοδεύτηκα μέχρι την τελευταία μου ρανίδα. Ικέτεψα μέχρι την τελευταία μου προσευχή . Τώρα δεν έχω τίποτα. Ακόμα και τις ελπίδες που είχα τις σκότωσα. Με ζάλιζαν κάθε βράδυ. Στην απόλυτη ησυχία χτυπούσαν τύμπανα θριαμβευτικά. Λες και υπήρχε νίκη. Τώρα μόνο η καρδιά μου χτυπά . Κι από αντίδραση θέλω να σπάσω όλες τις λάμπες των δρόμων. 71
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Να σκοτεινιάσει. Να χω μιά δικαιολογία για ότι δεν ήρθε. Ξοδεύτικα μέχρι την τελευταία ρανίδα. Ικέτεψα μέχρι την τελευταία προσευχή. Γατζώθηκα μέχρι και στον τελευταίο ονειρομίτο μου. Αλλά ξύπνησα . Και βρήκα τις λέξεις ορφανές. Τις εγκατέλειψε το νόημά τους. Να μην τις ξαναπροφέρω μου είπαν. Τότε ζήτησα άδεια να προφέρω μονάχα δύο. ‘’Ξοδεύτικα’’ και ‘’ Ικέτεψα ‘’. ‘’Ικέτεψα’’ και ‘’Ξοδεύτικα ‘’. Με κείνες ντύνομαι κάθε πρωί. Με κείνες πλένομαι και χτενίζομαι. Δεν παραπονέθηκαν ποτέ για τη χρήση τους. Το αντίθετο μάλιστα. Με ένα χαμόγελο στον καθρέφτη , μου λένε πως αντέχουν ακόμα να στολίζουν τα χείλη μου...
ΑΠΟΥΣΙΑ ΑΝΑΣΑΣ Θα πιάσω την πρώτη πέτρα που θα βρω και θα ρθω να σπάσω τα τζάμια. Εκείνα... Που στέκεσαι και με κοιτάς. Να παλεύω σαν τη κάμηλο να περάσω απ’ τη βελόνα της ύπαρξης. Να ανοίγω και να κλείνω κύκλους. 72
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Με ένα χτες και ένα αύριο κουβάρι ατελείωτο. Κι αφού γεμίσεις από γυάλινα κομμάτια, θα σου πω να τα κρύψεις. Να θυμάσαι μιά δειλία. Έναν πόλεμο χωρίς πολεμιστή. Και ένα λάβαρο ματωμένο δίχως ίχνος ανάσας σου.
ΑΠΡΟΣΜΕΝΑ Αν η ζωή με θέλει κοντά της,χαμογελαστή θα έρθει. Με τα μάγουλα ροδοκόκκινα. Θα κάτσει στο πλάι μου και θα μου κλείσει πονηρά το μάτι. Θα απλώσει το χέρι να δώσει. Όχι να πάρει. Θα θελήσει μαζί να τερματίσουμε και με λαχανιασμένη ανάσα να ξαπλώσουμε στο γρασίδι της. Αλλά τελευταία φοβάμαι. Χλωμή τη βλέπω. Με τρομάζει η μορφή της έτσι όπως στέκει. Η σπίθα στα μάτια της δεν υπάρχει πιά. Με σκελετωμένα χέρια μ’ αγγίζει στον ώμο. Και φοβάμαι τόσο πολύ! Μη τελικά παραιτηθεί και μ’ αφήσει απρόσμενα.
73
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΚΛΕΦΤΗΣ Μέσα στη σκέψη συνεχώς βρίσκεσαι και υπάρχεις. Με τη μορφή σου π’ αγαπώ καρδιά εξουσιάζεις. Έλα και δως μου το φιλί μάτια μου λατρεμένα. Για δε μπορώ να φανταστώ μέρα χωρίς εσένα. Αρρώστια εγίνεις στο μυαλό και πάθος στο κορμί μου . Το σαγαπώ να μου το λες να λάμπει η ζωή μου. Με το δικό σου άγγιγμα και το καυτό σου χάδι , πορτούλα ανοίγεις στη ψυχή για τ’ έρωτα το χάρτη. Με το γλυκό σου έρωτα το σώμα μου μιλάει και σου φωνάζει δυνατά το πόσο σ’ αγαπάει. Εσύ θα είσαι βασιλιάς και κλέφτης στεναγμών μου. Να σεριανίζεις άνετα στις άκρες των χειλιών μου. Τα χνώτα σου ελάτρεψα και τη σφιχτή σου αγκάλη. Που μες στο κόσμο ετούτονα χαρά δε βρίσκω άλλη. Σε θέλω μάτια μου γλυκά. Σε ψάχνω χείλη πλάνα. Να μου γεμίσεις το κορμί με τ’ έρωτα τα χάδια. Με μιά σου λέξη μοναχά ανάβεις τη φωτιά μου. Αναστατώνεις το κορμί και γίνομαι δικιά σου. Θάνατος και ανάσταση γίνηκες στη ζωή μου και την αγάπη σου ζητώ σε κάθε αναπνοή μου.
74
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΒΙΑΣΟΥ ΑΓΓΕΛΕ ΜΟΥ Βούρκοι χωρίζουνε στεριές. Άνεμοι σχίζουν τους αιθέρες θυμωμένοι... Πουλιά δε χτίζουνε φωλιές κι έχουν οι άνθρωποι καρδιά φυλακισμένη. Σκοτάδια ορεύονται τις έρημες ψυχές. Μάτια ορθάνοιχτα στο τίποτα κοιτάνε. Οι αλυσίδες κείτονται βαστώντας μας σφιχτά κι οι ανάσες μας που άδικα σκορπάνε. Βιάσου Αγγελέ μου και ποτέ μην αρνηθείς... Πως εδώ κάτω όλο πάμε και πιο κάτω. Κι αν ο παράδεισος για σένα είναι γη εμείς τους τάφους μας φροντίζουμε για πάνω. ΒΟΛΕΣ Αν με ρωτήσεις πως περνά η ώρα θα σου πω δύσκολα. Αν αναρωτηθείς πως διασχίζω τη μέρα θα σου πω βογγώντας. Γονατιστή ανεβαίνω την ανηφόρα. Μόνο τη νύχτα είναι αλλιώς. Τα μάτια μου κλείνουν φυλακίζοντας το όνειρο. Η καρδιά μου χαμηλώνει τους χτύπους. Σα σήμαντρο που χτυπάει αργά. 75
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Και η ανάσα μου...μοιάζει με έξοδο πολιορκημένων στιγμών στις βολές τους. Για αυτό πάω με τα γόνατα. Αν με στοχεύσουν... στη ψυχή θα με βρούν.
ΓΕΛΑ ΜΟΥ Πάρε με αγκαλιά και γέλα μου. Κάνε τη θλίψη να φύγει. Κοίτα... Καραδοκεί ο πόνος τη μορφή μου. Μην τον αφήσεις να με πάρει. Κράτα με. Κάνε με τάμα και πάρε με. Σκλάβα του θέλει να γίνω. Γέλα μου... Δυνατά να τρομάξει. Σημάδι πως μ’ έχεις κοντά σου. Και σα χαθεί , μαζί θα γελάμε. Δεν είναι κι εύκολο τον πόνο να συντρίψεις. Γι αυτό σου λέω... Γέλα μου... Κι ας στάζει απ’ τα μάτια σου το δάκρυ.
76
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ Μία θάλασσα αγριεμένη έχω μέσα μου. Η μνήμη πιστό σκυλί που ουρλιάζει σε μέρες θανάτου. Έπαψε ο φάρος να αναβοσβήνει . Χαρτοπόλεμος οι σκέψεις. Ο σταυρός του Γολγοθά έτοιμος πάλι να υψωθεί . Προδομένες σκιές περιβάλουν το χώρο . Ξεχασμένη ξεψυχά η συγχώρεση. Και συ καμαρώνεις για την ομπρέλα σου που είναι στεγνή. Εγώ πάλι όχι. Δε σε είδα στη μπόρα. Δε σ’ αντάμωσα στη βροχή. Κι όταν φυσούσε η σκόνη μ΄ανάγκασε να κλείσω τα μάτια. Μία θάλασσα αγριεμένη έχω μέσα μου Πλοίο δεν ταξιδεύει. Μα αν το θες Τη φαντασία μου ναυλώνω για την πατρίδα σου.
77
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΔΕΝ ΞΕΡΩ Δεν ξέρω αν είδαν πολλά τα μάτια μου για να τους πω να κλείσουν. Δεν γνωρίζω αν το στόμα μου είπε τόσα για να του πω να σωπάσει. Και ενώ τρέμω σύγκορμη άυλες ανθρώπινες μορφές περπατάνε δίπλα μου. Τρέλα στη λογική μου. Λογική στην τρέλα μου. Δεν τολμώ να σηκώσω χαρτί για να μάθω. Ο άσσος χάθηκε. Ιστορική στιγμή η ζωή. Ιστορική στιγμή κι ο θάνατος. Αλλά ο τελευταίος γράφεται πάνω μας. Τόσες ανάσες πήρα. Τόσες έδωσα. Είναι καλά η θα χρωστάω πάλι? Επιμένουν οι μορφές... Με καλούν σε χορό κι ας μην έχω επίσημο ένδυμα. Λίγο ακόμα και θα σηκωθώ. Αλλά δεν ξέρω... Αν είδαν πολλά τα μάτια μου για να τους πω να κλείσουν. Δεν γνωρίζω αν το στόμα μου είπε τόσα για να του πω να σωπάσει. Τελικά καρφωμένη στο άγνωστο αναριθμώ το γνωστό. Κι αυτό λάθος ...
78
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΩ Δεν πιστεύω σε καμία κόλαση. Δεν ελπίζω σε κανέναν παράδεισο. Ούτε σε λόγια ταξιδευτές και όνειρα ρυάκια. Αυτά φεύγουν. Κυλάνε. Και το μόνο που μένει, είναι το σούρσιμο σκιών που κουβαλάμε στα σπλάχνα μας. Ένα στρέμα ζωής αναζητάω. Να φυτέψω αγάπη,κατανόηση,ειλικρίνια. Να γεμίσει η αγκαλιά μου απο δαύτα. Και τα βράδυα... Στ’ ολόγιομο φεγγάρι , με ανθούς και νέκταρ να ραίνω το κορμί σου. Δεν πιστεύω σε καμία κόλαση. Δεν ελπίζω σε κανέναν παράδεισο. Στο τώρα πατάω. Που χτυπά η καρδιά μου. Που τρέχει το αίμα στις φλέβες μου. Που σκουπίζω το δάκρυ , κάθε που γίνεται θηλιά και μία πίκρα.
79
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΔΩΡΑ ‘Ενα σύννεφο πέρασε. Μαύρισε ο τόπος και μετά ψιχάλες. Παντού ερημιά και σιωπή. Λύκοι ουρλιάζουν τη νύχτα. Να φοβίσουν θέλουν Μιά άμαξα περνάει. Ατρόμητος ο οδηγός φέρνει τα δώρα. Το ξημέρωμα τα παραδίνει σε όλους μας. Κάθε φιλί τώρα αγιάζει. Κάθε αγάπη βαφτίζει. Κάθε βροχή ξεπλένει. Κι οι λύκοι χάνονται . Μα κάθε τόσο κοιτάνε αν κρατάμε ακόμα τα δώρα. ΕΚΛΕΙΣΑΝ Έκλεισαν ερμητικά οι πόρτες. Κάποιοι μείναν απ’ έξω. Ούτε να δουν πια δεν μπορούν. Και κάποιοι άλλοι χτυπάνε καμπάνα χαρμόσυνη. Είναι οι μέσα. Που χαίρονται για την είσοδο. Που προλάβανε έστω και μία χαραμάδα. Και ενώ ο ήλιος γονατίζει... Το σκοτάδι σέρνεται να πάρει τη θέση του. Νομίζει πως θα γίνει εραστής τους. Ξεχνάει πως και τα φίδια αγαπάνε τις ηλιαχτίδες. Φωτίζουνε καλύτερα το θύραμά τους. 80
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Έκλεισαν ερμητικά οι πόρτες. Κάποιοι μείναν απ’ έξω. Κάποιοι άλλοι χτυπάνε καμπάνα χαρμόσυνη. Αλλά κανείς δεν την ακούει. Είναι τα μέσα τους ανάστατα. Και ενώ η ώρα χλευάζει τη μορφή τους, εκείνοι λάθος την μετρούν και πάλι. Νομίζουν πως ο χρόνος στην παλάμη τους στέκει. Αλλά γλυστράει. Σαν το χέλι που θέλει να ξεφύγει... Έκλεισαν ερμητικά οι πόρτες. Και έκλεισε κι η ιστορία το βιβλίο της. Βιαστικά... ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΑ Τι θα μου δώσεις αν σταματήσω να ζω? Αν στραγγαλίσω την αναπνοή μου στα χέρια σου? Αν θαφτώ με τα μάτια ανοιχτά? Εγώ τι θα κερδίσω? Αιώνια ζωή?? Χα χα! Σε καλό σου, με έκανες και γέλασα. Λοιπόν άκου... Ακόμα κι αν δεχτώ πως υπάρχει αιώνια ζωή και γώ θα υπάρχω σ’ αυτή,σε ρωτώ πως θα είμαι... Δεμένη? Με χέρια άδεια? Με συναισθήματα μισά ? 81
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Με συναισθήματα μισά ? Ζωή θα λέω πως κουβαλάω στα πνευμόνια μου η δηλητήριο? Άσε μην απαντάς. Καλύτερα να φύγεις. Όπως ήρθες. Περίεργος και όχι ανθρώπινος. Επιβλητικός και όχι συγκαταβατικός. Δεσμοφύλακας της αόρατης φυλακής,τάζοντας το άνοιγμα των κελιών. Με ποιό κλειδί? Εγώ δεν βρήκα καν την κλειδαριά. Μόνο κάτι παλιοσίδερα βρήκα. Ήτανε λέει κάποιου που τα μάζεψε για πούλημα. Αλλά δεν πρόλαβε. Πουλήθηκε ο ίδιος στο σκλαβοπάζαρο της ψυχής. Να τα πάρω? Όχι βέβαια!!! Δεν αγγίζω ποτέ ψυχής κουφάρι. Γιατί με κοιτάς? Σου θυμίζω τίποτα? Γιατί και μένα μου θυμίζω κάτι. Αλλά δε ξέρω τι. Βλέπεις, η μνήμη μου τα φτιαξε με το παράλογο και σεριανίζει στα σοκάκια του νου μου. Δεν τολμώ να της πω να ρθει πίσω. Έφυγε με κουρέλια και φοράει μεταξωτά. Νηστική και είναι χορτάτη. Άυπνη και έχει φρέσκο το πρόσωπό της. Μπορώ να της πω γύρνα πίσω? Δεν απαντάς ε? Ε βέβαια.. Άδεια και πάλι η αγκαλιά της ερώτησης. Σε παρακαλώ... 82
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Κλείσε την πόρτα φεύγοντας. Δε θέλω ψεύτικο αέρα στα μαλλιά μου. ΕΧΕ ΧΑΡΗ Που τα βουνά είναι θεόρατα. Οι λίμνες παγωμένες. Τα φύλλα κίτρινα, κι όλοι οι άνεμοι με άγρια μορφή. Έχε χάρη... Που οι πέτρες γινήκαν κοτρόνες. Τα δίχτυα σκισμένα. Το φως αστραπή, κι όλα τα στάχυα νεκρικά. Έχε χάρη... Που το χώμα κοιμάται ξερό. Τα αστέρια λάμπουν κρυμμένα. Η βοήθεια λέξη μισή, κι όλα τα όνειρα στα αζήτητα πεσμένα.
ΖΩΗ ΜΟΥ ΝΑ ΠΩ... Σ’ ΑΓΑΠΩ Πήρα απ΄τη θάλασσα μελάνι κι άρχισα να γράφω σε ένα κομμάτι του ουρανού. Έκλεισα το φάκελο 83
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
τον σφράγισα με δυο φιλιά και στο ‘στειλα. ‘Εκανα μακροβούτι στη θλίψη Κολύμπησα στη κόλαση για να βγω στη στεριά Και έφτασα Με πληγές στα φτερά μου Ερήμους στη ψυχή μου και λάσπες στα πόδια απ’ το βούρκο του πόνου Αγάπη μου, Όλα τα πτηνά στο γαλάζιο μας πάτωμα σταμάτησαν να πετούν Οι άνεμοι σήκωσαν την ποδιά τους να με κρύψουν Μόνο έτσι θα μπορούσα να ζήσω Για να χορτάσω το γέλιο σου Να ντυθώ τη ματιά σου Να γλεντήσω κι ας μην έχω γιορτή Και στη πίστα των χειλιών σου ...επάνω Χίλιες φορρές...’’ Ζωή μου΄΄ να πω ΄΄Σ αγαπώ΄΄.
ΗΘΕΛΑ Ήθελα να σου χάρισω κάτι απόψε Σκεφτόμουν λοιπόν τι θα μπορούσα Λουλούδια δεν έχω στον κήπο μου Κάτι προσωπικό μου δεν υπάρχει Ένα τραγούδι δεν θυμάμαι να πω 84
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Κάποιες αποχρώσεις συναισθημάτων μόνο διαθέτω Αλλά δεν βγαίνει χαμόγελο Δε στάζει δάκρυ Να πω ‘’ Χαλάλι σου, στα χαρίζω’’ Ήθελα να σου χάρισω κάτι απόψε Αλλά δεν έχω τίποτα Ούτε μία λέξη Ούτε έναν ήλιο Ούτε ένα σύννεφο Βλέπεις...Τα δωσα όλα Τα χάρισα πριν από πολύ καιρό Μη σκεφτείς πως τα σκόρπισα άμυαλα Απλόχερα τα ακούμπησα στην παλάμη τους Ήθελα να σου χάρισω κάτι απόψε Αλλά δεν βρήκα τίποτα Ένα θλιμένο Σαγαπώ μονάχα Πάρτο αν θες Δικό σου Είναι το μόνο που ανέγγιχτο κρατάει Στο μπαούλο της καρδιάς μου το φύλαγα Κι αν φυσήξεις τη σκόνη του Μοιάζει σα να γεννήθηκε χτες...
85
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΗΛΙΟΣ ΔΙΑΡΗΚΤΗΣ Ατσαλώθηκε ο ουράνιος θόλος. Κι ο ήλιος για να πάρει το θρόνο του τον τρόχισε. Άκουσε τις φωνές των καρδιών και θύμωσε. Πως να τις άφηνε χωρίς επαφή με το σώμα του? Εκείνες για να τον ευχαριστήσουν,απλώθηκαν στις αχτίνες του να λιαστούν. Αυτός ήταν τώρα το σπίτι τους. Ένας ήλιος διαρρήκτης. Που έκλεψε κομμάτι ουράνιας θάλασσας για να ψαρεύουν οι άνθρωποι ευτυχία.
ΗΡΘΕ Η ΣΤΙΓΜΉ Κι ήρθε η στιγμή που δεν έχω τίποτα . Που δε νιώθω κάτι. Που συνομλώ με το θάνατο και τον κερνάω ποτήρια ζωής μου. Δεν μεθάει όμως ποτέ ο αλήτης. Ούτε καν ευθυμεί. Ανέκφραστος μιλάει στη ψυχή μου. Κι οι ξεδοντιάρες μοίρες μου στη γωνία στέκουν. Γελάνε. Τις βλέπω και μου ρχεται να ξεριζώσω τα χείλη τους. Να ορμήξω στα σωθικά τους σα γύπας. Να φτύσω, να μουτζούσω, να βλαστημήσω. Αλλά συνεχίζω να μιλάω... Κι ας λέει ο θεός στο μυαλό μου σταμάτα. 86
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Εγώ εκεί.. Να τον κοιτώ. Να προσπαθώ να διαβάσω τη σκέψη του. Κάθε ίχνος σφραγισμένης οδού. Τι κι αν ξημέρωσε λιακάδα? Ακόμα κι οι σκιές των δέντρων γονατίσαν. Κι η θάλασσα στο μαύρο έχει ντυθεί. Κι ήρθε η στιγμή . Ξαφνικά. Χωρίς να την περιμένω. Με τα πρόχειρα ρούχα μου με βρήκε. Με τη ποδιά στη μέση μου δεμένη. Τα μαλλιά αχτένιστα , λυτά. Αλλά δε ντράπηκα. Κάθισε, της είπα. Και σα φιλόξενη οικοδέσποινα την κέρασα. Πρώτα κάτι όνειρα. ‘Υστερα λίγα δάκρυα ανακατεμένα μ’ αγάπη. Και τώρα τη ζωή μου ολάκερη. Αυτά είναι ,της ξανάπα. Δεν έχω άλλα ... Ελπίζω όμως να σε χόρτασα καλά..
87
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΘΑ ΘΕΛΑ Θα θελα να μουν ο ίσκιος σου Αλλά ποιος κοιτά τη σκιά του Να μουν ο ήλιος σου Αλλά ποιος αγγίζει τις αχτίνες του Να μουν ο χτύπος σου Ποιος μετρά τους παλμούς του Θα θελα να μουν αγέρας σου Αλλά ποιος ανοίγει το παράθυρο Να ήμουνα φως σου Αλλά ποιος μισεί το σκοτάδι Να μουν το τέλος σου Αλλά ποιος αρχίζει πραγματικά Θα θελα θα θελα κι άλλα τόσα Αλλά ποιος τολμά να το πει τελικά?
88
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΘΩΡΙΑ ΣΟΥ Τι όμορφος που στέκεις.. Έτσι , που γεμίζει η ματιά μου... Με τη θωριά σου να πορεύεται σε φως. Και γω μικρό σκοτάδι που φοβάται και τη σπίθα... Τα μάτια κλείνω μην καούν οριστικά.. Και δε γνωρίζω που τα βήματα με πάνε.... Τι όμορφος που στέκεις. Απ΄τη γωνιά μου σε κοιτώ... Και του κορμιού σου τη σκιά αναζητάω.
ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ Κάθε μέρα περνάω από κει. Απ’το σημείο που σκότωσαν την αγάπη σου. Τη στήσανε στον τοίχο και με μία ριπή την εκτέλεσαν. Ακόμα στέκει το σημάδι απ’ το αίμα. Ούτε η γη δεν το δέχτηκε. Για άλλο λόγο βέβαια. Τα σπλάχνα της βογκάνε απ΄το βάρος της τιμής της. Πώς να κρατήσει το κουφάρι της ,σα μάνα ? Μόνη μου ψελλίζω σε κάθε πέρασμα. ‘’Σήμερον κηδεύομεν την αγάπη. Σήμερον ας κρατήσει η μέρα σιωπή , και η νύχτα ας κάνει τ’ αστέρια καντήλια να καίνε για χάρη της. Σήμερον κηδεύομεν την αγάπη’’. Χωρίς τιμές. 89
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Απλά. Όπως απλά τη σκότωσαν. Κάθε μέρα περνάω από κει. Και οι φονιάδες Φονιάδες παραμένουν. Γιατί όσα κάγκελα μπροστά τους κι αν υψώσεις Πάντα θα βρίσκουν ένα θήραμα να τρώνε. ΚΑΙ ΓΩ Ξέχασες να μασήσεις τα φύλλα δάφνης που έφερα Λησμόνησες να ανοίξεις του νου σου την πόρτα Και γω... Που θα χτυπήσω τώρα για να μπώ ? Πώς θα ακούσω τα μελλούμενα απο σένα φως μου ? Στον κήπο σου αφαιρέθηκες Κήπε μου Κι ενώ περίμενα καρπούς απ΄την παλάμη σου Εσύ κοιμήθηκες στον ίσκιο μίας λεύκας Και γω... Με ποιά χρώμματα τα χείλη μου να βάψω αν δε στάξουνε τα φρούτα της καρδιάς σου ? Με ποιόν έρωτα τη σάλα θα στολίσω Με ποιό δάκρυ θα μεθύσω να σωθώ ?
90
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΚΑΜΙΑ ΓΝΩΣΗ Ανάλυσες τον πόνο. Τον εξέτασες προσεκτικά . Τον ψηλάφισες. Ένιωσες την άγρια αφή του. Τα κοψίματα στις γωνίες του και πίστεψες πως κέρδισες το μήλο της γνώσης. Αλλά φόραγες πανοπλία. Μείνε γυμνός , πεσμένος στο πάτωμα, σφαδάζοντας απο πόνους θανάτου και θα καταλάβεις. Θα νιώσεις τις γκρίζες τρίχες στους κροτάφους. Τις ρυτίδες που σκάβουν σχολαστικά το πρόσωπό σου. Τις αρτηρίες που με δυσκολία επιτρέπουν στο αίμα να περάσει. Και τους μυς σου που χαλαρώνουν ακόμα και σε ένα μκρό χαμόγελο. Ανάλυσες τον πόνο τυφλός και εκείνος σε γέλασε. Τώρα σε κοιτά απ’ τη γωνία ειρωνικά, σχεδιάζοντας το επόμενο χτύπημά του που θα σε βρεί απροετοίμαστο. Βουτιά στο κενό σου θα κάνει και θα γατζωθεί. Κι όταν περίτεχνα απλωθεί στα σωθικά σου καμία γνώση δε θα ναι αρκετή να σε λυτρώσει. 91
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΚΑΤΑΜΑΤΑ Μη χαμηλώνεις τα μάτια. Στον ουρανό ανέβασέ τα . Ακόμα κι οι σπόροι δραπετεύουν απ’ τη γη. Κάνουνε άνθη. Και συ θες να θαφτείς. Μη κοιτάς απλά τον πόνο. Κατάματα κοίτα τον. Να πάρει στα σοβαρά τη ματιά σου. Και επιτέλους μίλα! Βαρίδι κάνε τις κουβέντες σου. Να ζυγίζουν πολλά. Κι όσο για τις πίκρες σου… Ψιλά γράμματα . Στα συμβόλαια της ζωής να διαβάζονται από λίγους.
ΚΑΤΙ ΝΑ ΣΟΥ ΠΩ Ήθελα κάτι να σου πω. Κάτι να σου μηνύσω. Μα στέκεις δίπλα μου βουβός κι ούτε κουβέντα βρίσκω. Ήτανε κάποτε που λες μια κρυσταλλένια βρύση, εκεί αντάμωνε κρυφά Ανατολή με Δύση. 92
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ήρθανε δύσκολοι καιροί. Λοιμός αντάρα πόνος. Ο τόπος πια ερήμωσε και ο καθένας μόνος. Ήθελα κάτι να σου πω και λέγοντας να κλάψω. Μα στέκεις δίπλα μου βουβός κι όλα βαθιά τα θάβω. Τώρα ποια Δύση να πενθώ. Ανατολή που να βρω Ένα τσιγάρο ανάβοντας, σκύβω και περπατάω.
ΚΑΤΩ ΑΠ’ ΤΗ ΓΗ Κάτω απ’ τη γη η καρδιά μου χτυπά. Γιατί σκέφτεται, αγάπη τα λόγια. Όταν μου είπες πως πια δε με θες κι ότι θέλεις να ζήσουμε χώρια.
93
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ψάχνω από τότε να σε ξαναδώ μα μορφή σου καθόλου δε βρίσκω. Τι να την κάνω την έρμη ψυχή που μακριά σου αγάπη μου, σβήνω. Κάτω απ’ τη γη η ανάσα μισή και το όνειρο τώρα σβησμένο. Μέρα και νύχτα ζητώ να ακουστεί βήμα τόσο για με λατρεμένο.
ΚΕΝΤΡΟ ΖΩΗΣ Έναν κύκλο χάραξα στο χώμα. Τον ονόμασα ‘’κέντρο’’ και μπήκα. Από πάνω μου, ειρωνικά γέλια, χόρευαν ξέφρενα. Χωρίς να βλέπω προσπαθούσα να εντοπίσω τις παρουσίες τους. Μάταια. Τα γέλια συνέχιζαν απειλητικά τώρα. Και ένας αέρας σταλμένος απ’ το πουθενά προσπαθούσε να με εκτοπίσει απ’ τον κύκλο. Γονατίζοντας στη γη, ψέλλισα την προσευχή που δεν είπα ποτέ μου. ‘’Κύριε, πάρε από με τα δαιμόνια ετούτα. Σκοπό βάλαν να κλέψουν τα λογικά μου. Εκτόπισέ τα Κύριε στο πυρ το εξώτερο και δρόσισε τα χείλη μου απ’ τη φλόγα που οι ανάσες τους σκορπάνε’’. 94
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Τα γέλια γινήκανε θρήνοι. Οι θρήνοι σιωπή νεκρική. Κι ο αέρας έπαψε. Μαζί και ο τρόμος μου. Τότε μόνο βγήκα απ’ τον κύκλο. Τον έσβησα απ’ το χώμα και έφυγα. Μονάχα η προσευχή παρέμεινε στα χείλη. Να ρίχνει σταγόνες πίστης σε μιά θάλασσα πνευμάτων.
ΚΟΙΤΑ ΜΕ Μέσα απ τα μάτια σου η αυγή γλυκά με αγκαλιάζει. Και απ τα χείλη σου τα δυό νερό αγάπης στάζει. Κοίτα με φως μου. Κοίτα με. Γίνε ανατολή μου . Κι όλη τη δύση σκόρπισε μέσα από τη ψυχή μου. Νύχτες και μέρες σαν τρελός μονάχος μου μιλούσα. Μία καρδιά εκράταγα κι όλο παρακαλούσα. 95
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Να τη προσφέρω σε αυτή που θα μου φέρει μπρός μου. Αγάπης μύρο να αλοιφθώ στα πέρατα του κόσμου. Κοίτα με ήλιε. Κοίτα με. Ντύσε με με αχτίνες. Γιατί δε θέλω πια να ζω με ψεύτικες ελπίδες. Κοίτα με ήλιε. Κοίτα με. Σε σκοτεινά υπόγεια. Πόσο να αντέξω άλλο πιά δίχως αγάπης λόγια. ΛΕΝΕ ΠΩΣ Όταν κλείνεις αγάπη στη καρδιά σου και δεν έχεις που να την δώσεις, πενθείς στην ανυπαρξία σου. Κι όταν τα μάτια δακρύζουν, ένα κομμάτι της ψυχής σου πεθαίνει μονάχο. Εσύ όμως μην ακούς κανέναν. Τη φωνούλα μέσα σου να ακούς. Αυτή να πιστεύεις. 96
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Κι ας χρειαστεί να ματώσεις στο βάδιν σου. Κι ας χρειαστεί να βουτήξεις στη λάσπη για το σταυρό σου. Εσύ να θυμάσαι πως η αγάπη τραγούδι είναι. Με ρεφραίν τη πνοή σου. Κι ότι το δάκρυ ξεπλένει τον πόνο. Να τον δεις καλύτερα. Να τον αξιολογήσεις. Και μιά και καλή να του δείξεις το δρόμο της επιστροφής. ΜΑΝΑ Ήτανε κάποτε μιά μάνα , με εννιά μικρά παιδιά τ΄ ανάθρεφε με κόπο και ήρεμη καρδιά. Περάσανε τα χρόνια , γινήκανε θεριά μα κείνη παιδευόταν κ ας είχε άσπρα μαλλιά. Γλυκεία μορφή και ύπαρξη, χωρίς κακιά κουβέντα λες και δεν ένιωσε ποτέ πίκρα, κακό και ψέμα. Στον κόρφο της τα ζέσταινε και στη θερμή αγκάλη και στον θεό εμίλαγε με πίστη της μεγάλη. Ώσπου μια μέρα θλιβερή η μάνα τους εχάθει και τα παιδιά την κλάψανε γιατί νιώθαν αγάπη. Τι λόγια τώρα να ακουστούν , ποιές λέξεις να απαλύνουν τον πόνο που στα στήθη τους ακόμα τώρα κρύβουν. 97
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Η αλυσίδα έσπασε , χάθηκε τ΄άρωμά της μα κείνα πίνουνε συχνά νερό στο όνομά της. Μάνα γλυκειά και όμορφη , η πράσινη ματιά σου τα συντροφεύει άραγε σαν είναι μακριά σου ? ΜΕΛΕΤΩΝΤΑΣ
Ένας στρατός τάχτηκε μαζί μου. Να πολεμήσει με ότι όπλα διαθέταμε. Εντοπίσαμε λοιπόν τον εχθρό και προχωρήσαμε προς το μέρος του Αλλά η όψη του... Εκείνη η φοβερή μορφή του. Φάνταζε πελώρια και τρομακτική. Λιγοψυχήσαμε. Το να κάνουμε όμως πίσω σίγουρα θα μεταφραζόταν δειλία. Το να συνεχίσουμε καθαρή αυτοκτονία. Ρωτάω λοιπόν τι πρέπει να γίνει. Από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο. Όλοι φώναξαν αυτοκτονία. Όλοι σήκωσαν τα σπαθιά τους οργισμένοι. Η δική μου γνώμη δεν έχει ειπωθεί ακόμα. Την κράτησα για τελευταία. Κι όταν ήρθε η ώρα να ειπωθεί,τους είπα να περιμένουμε. Να μελετήσουμε τον εχθρό. Να τον γνωρίσουμε από όλες του τις πλευρές. Τα δυνατά και τα τρωτά του σημεία. Άρχισαν να με κοιτάνε μ’ απορία. Σίγουρα νόμιζαν πως κιότεψα. 98
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Αλλά δεν είναι αυτό. Το να πέσεις με τη μούρη σε μάχη για το δίκιο σου είναι υπέροχο! Αλλά να μη γνωρίζεις τον εχθρό που μάχεσαι είναι μεγάλη παράβλεψη. Τώρα το κατάλαβαν. Τώρα παρατηρούν και μετράνε ανάσες. Σε πόσες ζεις , σε πόσες πεθαίνεις. Όταν θα ναι έτοιμοι θα τους δώσω σινιάλο να ορμήξουν. Όχι με μαχαίρια. Ούτε με σπαθιά. Με το μυαλό. Αυτό είναι το μεγαλύτερο όπλο σε όλους. Είτε ανοιχτό είτε κλειστό. Είτε ‘’μικρό είτε μεγάλο’’. Τότε η νίκη θα είναι σίγουρη. Αναίμακτη. Και ο εχθρός, θα φαντάζει χνούδι σ’ έναν άνεμο σκέψης. ΜΗ Μη σβήνεις το φως να μ αφήσεις μονάχη. Μη γεμίζεις τον τοίχο σκιές να τρομάξω. Αλύγιστη μένω και άκαμπτη. Τούτο θα πω και μάθε το. Με την αγάπη σου ήθελα να περάσω απέναντι. αλλά εσυ Έδιωξες τον βαρκάρη. Τρύπησες τη βάρκα και τώρα βουλιάζω στη λίμνη της θλίψης μου. 99
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Μη σβήνεις το φως. Μη γεμίζεις σκιές τον παγερό σου τοίχο. Γιατί να Όταν ο ήλιος προβάλει , η ματιά μου θα τον αγκαλιάσει , σαν παιδί που ζητά την αγάπη. Και συ σα στάχτη θα διαλυθείς και τίποτα δε θα θυμίζει το ‘’ είναι ‘’ σου. ΜΗΠΩΣ Δρόμους ανοίξαμε. Πολυπόθητα δώρα να περπατήσουν . Τώρα που ναι κλειστός ο Ασκός του Αιόλου . Η μήπως όχι ? Χάσανε το δρόμο οι μάγοι. Τ’ αστέρι δε φάνηκε. Ξελογιάστηκε. Η μήπως δε γεννήθηκε ως τώρα ? Οι μάντεις δεν προφήτεψαν ξανά. Οι δάφνες στα μαλλιά τους ξεραθήκαν. Η μήπως, δεν τις έβαλαν ποτέ ? Στη στέγη των σπιτιών καπνός υπάρχει. Τα ροζιασμένα δάχτυλα το τζάμι ακουμπάνε. Η μήπως δάκρυσαν χωρίς να ζεσταθούν ? 100
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΜΗΠΩΣ 2 Χίλιες φορρές παρακαλώ και χίλιες αγριεύω. Μα η ζωή κοιτά αλλού ματιά της πως να κλέψω... Χίλιες φορρές η προσευχή στα χείλη μου γεννιέται. Χίλιες φορρές και ο θυμός στα στήθη μου πετιέται. Δε θέλω πια να χω θυμό για αυτό που αδράχτι φτιάχνει. Ούτε ζητιάνα να γυρνώ για ότι μπορεί να γιάνει. Τύχη μου, μοίρα , ριζικό. Νήμα ζωής μου άγιο. Μήπως στα λόγια του θεού βρίσκεις για με απάγκιο?
101
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΜΙΑ ΧΟΥΦΤΑ Δε θα βάλω φωτιά να πυρώσεις. Δε θα φέρω στο νού σου τ’ ορθά. Όβολό μου για λύτρα ,δεν έχω. Δεν ανοίγω της πλώρης πανιά. Δε βαστάω θυσίας πυξίδα. Όυτε λόγχη να σχίσω καρδιά. Μία χούφτα από χώμα λογιέμαι. Ένα στάχυ στον έρμο βοριά.
ΞΕΡΕΙΣ ΤΙ ΘΕΛΩ? Να ονειροκλέψω. Να ονειροσυλλέξω. Να ονειροπαγιδέψω. Να ονειροφυγαδεύσω. Να ονειρολύνομαι. Να ονειροδένομαι. Να ονειροπατώ. Να ονειροβατώ. Να ονειροχάνομαι και να ονειροξαναβρίσκομαι. Γιατί κενό η πραγματικότητα. Θύελλα που τσακίζει το σκαρί μου. Χιονιάς που σκεπάζει τη ράχη μου. Αλυσίδα που δένει τα βήματά μου. Καρφί που ματώνει το σώμα μου. Για αυτό λοιπόν... Μη με ξυπνάς... 102
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΟΙ ΑΓΡΙΟΙ Εγκλώβισαν τις λέξεις οι άγριοι. Να κυριαρχήσουν στα ήμερα. Άλλον τρόπο δεν είχαν . Βλέπεις... Από λέξεις ξεκινά η ελευθερία!
ΟΤΙ ΜΠΟΡΟΥΝ
Ότι μπορούν κάνουν οι άνθρωποι για να είναι ευτυχισμένοι. Κάποιοι ποδοπατούν υποσχέσεις. Παραβιάζουν όρκους. Πουλάνε ακόμα και τη ψυχή τους στο διάολο για να αποχτήσουν αυτά που νομίζουν πως αξίζουν. Κι άλλοι κόβουν την καρδιά τους κομματάκια και τη δίνουν στα χέρια μιας άλλης καρδιάς ελπίζοντας πως θα χτυπάει μ’ αγάπη. Κάποια από αυτά πεθαίνουν μόλις αλλάξουν ‘’ πατρίδα ‘’ γιατί ο ‘’εθνάρχης ‘’ δεν τα προστάτεψε. Σε άλλα ίσα που ακούγεται ο χτύπος τους γιατί η αγάπη είναι λει Κενή, αδιάφορη, παγερή. Πιο κρύα κι απ’ το χιόνι που σκεπάζει τ βουνοκορφές. Αν και κείνο κάποτε λιώνει κι ο ήλιος χαρίζει τη λάβα του. Και είναι και τ’ άλλα, τα ελάχιστα. Που παραμένουν ζωντανά με χτύπο χαρμόσυνης καμπάνας. Εδώ η αγάπη είναι ευλογία. Με αντίδωρο την κατανόηση ,τη συμπόνια,τη συμπόρευση. Σε σωστές δόσεις κάθε φορά. 103
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ότι μπορούν κάνουν οι άνθρωποι για να είναι ευτυχισμένοι. Κι όταν ξαπλώσουν όλοι με ήσυχη συνείδηση θα κοιμηθούν. Μετρώντας πάντα με τα δικά τους μέτρα και σταθμά την Αγάπη, την Υπόλυψη και τέλος την Ευτυχία.
ΠΑΝΕΠΟΠΤΕΣ Δηλητηριασμένη αδιαφορία . Γόρδιος δεσμός εμποδίων. Πτώση. Φθορά. Θύματα. Σφάγια ιερά. Στο βωμό του τίποτα. Χωρίς κανένα απολυτρωτικό έργο. Δίχως ανάπλαση πεσμένης προσωπικότητας. Άρνηση . Αλλόκοτη και αστήριχτη αμφισβήτηση. Κύματα απελπισίας. Ψεύτες και πλαστογράφοι της ζωής. Να θεμελιώνουν στο πουθενά μια δικαιοσύνη ανύπαρκτη. Και μεις να προσκυνάμε. Πιστεύοντας πως με το αίμα μας θα ξεπλυθεί η ιστορία. Για νέους όρους ζωής. Αλλά ίδιοι περνούν οι αιώνες. Με τους διαχειριστές των άγνωστων αληθειών... Να χρίζονται πανεπόπτες. 104
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΠΑΡΕΛΘΟΝ Άναψα ένα τσιγάρο και το ονόμασα παρελθόν. Όχι κάποιο συγκεκριμένο. Απλά παρελθόν. Σκέφτηκα πως κάθε του τζούρα θα είναι και μιά παραδοχή. Παραδοχή. Όχι ανακωχή. Σκέτη. Χωρίς γεύση πίκρας. Κάθε που πέταγα τον καπνό , έβγαζα και πέταγα από μία στιβαγμένη σκέψη . Το κουτί των δακρύων έπρεπε να ελαφρύνει. Να ελαφρύνει όχι να αδειάσει τελείως. Αν δε γεννάς δάκρυ είσαι νεκρός. Το τσιγάρο τελείωσε και το έσβησα πατώντας το. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Όχι εκείνον που σε πάει πίσω. Τον άλλον. Που σε πάει μπροστά. Άναψα ένα τσιγάρο και το ονόμασα παρελθόν. Όχι κάποιο συγκεκριμένο. Απλά παρελθόν. Μπορεί το δικό σου. Μπορεί το δικό μου. Δεν έχει σημασία... Έτσι κι αλλιώς όλα μέσα τους έναν τύραννο κρύβουν.
105
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ Παρηγοριά μου...Κάθισε... Εκεί...Απέναντί μου... Και μη διστάζεις να μιλείς για ότι πονά ψυχή μου. Παρηγοριά ....Παρήγορα... Θέλω από σένα λόγια... Μα αν είναι ψέμα να ακουστεί, τότε καλιά μου σώπα... Παρηγοριά ...σε φίλεψα. Για θε ,να σε πιστεύω... Για τούτο και τα χέρια μου πάνω σου πάντα πλέκω. Κάτσε λοιπόν κι ορμήνεψε... Του σκοταδιού την ώρα... Ίντα φανάρι να κρατώ... και ποιών εχθρών τα δώρα. Όλα τ’ αναστενάγματα... σε ποιόν γκρεμό να ρίξω... Τα δάκρυα που έκρυψα... Σε ποια ματιά να δείξω... Όφου και πες μου να χαρείς... Να ηλιοβασιλέψεις... Σ’ ούλες τις άγριες κορφές... Πολύ ψηλά να στέκεις...
106
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Τσ΄αγάπης έφτιαξα ιστό... Μα γίνηκε αγκάθι... Το πήρα και το έβαλα... Άγια στο κεφάλι... Άδικα πες το κουβαλώ? Τάχα πως κάμω κάτι? Γιάντα θαρρώ πως φτιάχνονται.... Καρφιά μου από ινάτι... Παρηγοριά μου...Κάθισε... Μη με θωρείς και μίλα... Απόψε ήρθε η στιγμή... Να ορμηνευτούν τα δίκια...
ΠΑΥΣΗ Λιγόστεψε το φεγγάρι τις αναπνοές του. Καθυστέρησε η αυγή τον ερχομό της. Η θάλασσα αφέθηκε και δεν αγκαλιάζει το βράχο. Οι κάμποι αρνιούνται το πολύχρωμο στόλισμα. Τα πουλιά δε ζητάνε να χτίσουν φωλιά. Οι σταθμοί ερημώσανε . Κι όλου του κόσμου οι μουσικοί δε κοιτάνε να παίξουν με νότες. Και συ μου λες γιατί λυπάμαι...
107
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΠΕΠΛΑ Με Να Να Να
πέπλα τυλίχτηκα. κρυφτώ. ξεγελάσω τον πόνο. αποφύγω τη δίνη του.
Και τυλιγμένη... Οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια, απ το κορμί μου πέρασαν. Ξυστά σα σφαίρες. Και επέζησα κρυμμένη. Φοβισμένη. Με μια ψυχή λεηλατημένη. Χωρίς τον ήλιο που χορεύει στα μάτια κάτω απ’ το δέντρο. Χωρίς τη θάλασσα που σαν μετάξι τυλίγει το σώμα. Χωρίς τις φωνές που χαρίζουν οι νεοσσοί στα βήματά τους. Μέχρι που σχίστηκαν τα πέπλα. Έπεσε πάνω τους ο χρόνος αδυσώπητος. Να πάρει ο πόνος τα λύτρα του. Λάφυρα δακρύων και θλίψεων. Αλλά δε βρήκε τίποτα. Όλα απ’ τη πρώτη στιγμή του τά δωσα . Να εξαγοράσω την κρυψώνα μου. Το κατάφύγιό μου. Την παραλίγο ευτυχία... . 108
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΕΦΕΔΡΕΙΕΣ Χειροποίητο ρούχο η ποίηση. Κομένη και ραμένη σχολαστικά... Ένας χυτώνας που άλλοτε καλύπτει πληγές και άλλοτε φαντάζει σαν ένδυμα βασιλικό που λάμπει μες στον κόσμο. Τον κόσμο... Που έχει ανάγκη από ανάσες στολισμένες με του λόγου τα πολύτιμα πετράδια . Για αυτό πλέκουμε τα νήματα. Να στολίσουμε τη πλάση με συναισθήματα. Αλλά μη σκεφτείς ποτέ να κλέψεις ένα ρούχο ποιητή. Οι ποιητές πάντα κρατάνε μιά δεύτερη ποιήση μέσα τους. Είναι οι γνωστές ‘’ποιητικές εφεδρείες’’. ΠΟΙΟ ΘΕΛΩ Ποια φωνή θα ακουστεί στον αέρα Ποια λαχτάρα απ΄ τα στήθια θα βγεί και ποιο θέλω από κάποια συντρίμμια σα λουλούδι δειλά θα φανεί Ποιες παγίδες μπροστά μας θα έρθουν Ποιο σκοτάδι θα στρώσει χαλί και ποιο θέλω απ’ τα μάτια θα τρέξει σαν ποτάμι που τρέχει μ’ ορμή 109
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Ποιανής τύχης η τύχη σωπαίνει Ποιανής μοίρας η μοίρα μιλεί και ποιο θέλω σαν βρέφος θα κλάψει να του δώσει η μάνα τροφή. ΠΟΥΘΕΝΑ ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ
Έβαλα τα χέρια στις τσέπες και πήρα τους δρόμους χωρίς να ξέρω για που. ‘’Θα ακολουθήσω το φεγγάρι’’ σκέφτηκα... Και καθώς η νύχτα βύθιζε τα μάτια μου στο σκοτάδι , το κρύο βελόνιαζε τη σάρκα μου λες κι ήθελε να με κλείσει πάλι μέσα. Δε με ένοιαζε. Συνέχισα με τα χέρια στις τσέπες να ψάχνω για το φεγγάρι. Αλλά φεγγάρι πουθενά. Στα μαύρα ντύθηκε απόψε ο ουρανός.
‘Κοίτα στιγμή που διάλεξα.’’.. Μονολογούσα. Δε θυμάμαι πόσους γύρους έκανα ούτε σε πόσα στενά τυφλοβάδισ Θυμάμαι όμως το άγριο τοπίο της ερημιάς. Τη διαπεραστική ησυχία που σε κρατάει σε εγρήγορση. Αλλά και την ευχέρεια να περπατάς με τη σκέψη σου. Οι δυο σας. Πλάι πλάι... Κουβέντα όχι, δεν πιάσαμε. Σεβαστήκαμε τη στιγμή και σιωπήσαμ Ξημερώματα γυρίσαμε πίσω. Εκείνη κουρασμένη κοιμήθηκε. Εγώ όχι. Βρισκόμουν ακόμα στην αλητεία της νύχτας. Στην αναζήτηση ενός φεγγαριού. Στο μεθυστικό άρωμα του γιασεμί. 110
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Στην απουσία μιας λέξης μέσα στο κρύο. Κι αύριο κρύο θα κάνει είπαν. Αλλά δε θα βγω. Ας μείνει μόνο του για λίγο το σκοτάδι. Εγώ υποσχέθηκα να ανάψω μέσα μου τ’ αστέρια.
ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ Με τις μύτες πάτησε μέσα μου ο θεός. Για να μη με ενοχλήσει είπε. Τη στιγμή που σκεφτόμουν εσένα. Τα χελιδόνια που έστειλες στο μπαλκόνι μου. Τα χρυσάνθεμα που σκόρπισες στα σκαλοπάτια μου. Τον ήλιο που έφερες στα μάτια μου καλύπτωντας το φεγγάρι της θλίψης. Με τις μύτες πάτησε μέσα μου ο θεός. Κι ούτε τον ρώτησα αν είναι κουρασμένος. Παρά μόνο όταν ξάπλωσε τον πλησίασα. Του χάιδεψα τρυφερά το κεφάλι και του είπα... ΄΄Τώρα κατάλαβα γιατί οι παλάμες σου ματώσαν! Δε ξερίζωσες μόνο τ’ αγκάθια της ψυχής αλλά τα έπλεξες και στεφάνι. Πως να άφηνες τον Πόνο να πάει γυμνός στο ραντεβού του με την Αγάπη?’’
111
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΡΩΤΑΣ Ρωτάς τι έχω και κοιτώ κάτω στη γη θλιμένος. Γιατί συνέχεια αγανακτώ που είμαι γεννημένος. Ρωτάς μα την απάντηση στα χέρια σου την έχεις. Είναι η βέρα που πετάς. Η λησμονιά που Θρέφεις . Γελάς χορεύεις ξενυχτάς. Ίντα θεό πιστεύεις... Και να πεθάνω σα χριστός σήμερα μου γυρεύεις. Γύρισε πλάτη κι άσε με. Κλείσε τα μάτια...Φύγε... Μα μη ξεχάσεις να μου πεις ευτυχισμένος γίνε...
112
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΑΡΛΩ Με καλείς για να παίξω σε ταινία βουβή και στα πόδια μου ρίχνεις τ’ ουρανού γιασεμί. Σε καθίσματα άδεια να χαρίσω ματιά. Με κινήσεις να δείξω της ζωής συμφορά. Σήκωσέ με στα χέρια. Ίσως κάποιος κοιτά. Πίσω πίσω να είναι κι όχι πρώτη σειρά. Με καλείς για να παίξω δίχως λόγια σκηνής. Ποιός να ζήτησε τάχα τον Σαρλό της Τιμής...
ΣΕ ΔΙΑΒΑΖΩ Κι ας έχεις τα μάτια σου κλειστά στου σκοταδιού την ώρα. Θανάτου πετούμενο. Γέννημα θλιβερών γεγονότων. 113
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Σε διαβάζω. Και δε με τρομάζουν όσα γράφει ο πίνακας των οφθαλμών σου. Ούτε οι φτερούγες σου που σκεπάζουν την στέγη μου. Αν θέλω σε στοχεύω. Κι αν αστοχήσω μου φτάνει που οι παλμοί σου θα καλπάσουν καθώς θα σκορπίζεται στον αέρα το μπαρούτι μου. Μου φτάνει που η οσμή σου θα κοπεί στα δύο σαν ταφόπλακα που θέλησε ονείρατα να κρύψει. ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ ΣΟΥ Στους κυκλώνες των ματιών σου χάθηκα. Στα αστραπόβροντα των λόγων σου πάγωσα. Κι αφού τίποτα άλλο δεν είχα,παραδόθηκα στην καταιγίδα σου. Λυσσομανάει η αγάπη στα πέρατα της καρδιάς. Σφοδροί οι άνεμοι των πόθων . Και τη ψυχή μου τσάκωσα να μη ζητά καμιά νηνεμία.
114
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ Κι έγινε νήμα ο κόσμος. Ψιλό. Μπερδεμένο. Όλοι το τραβάμε για την άκρη του. Ενώ η μέρα… Με τα γόνατα ματωμένα δίνει ραντεβού με τη νύχτα. Να τα κουβεντιάσουν κρυφά. Τι θα φέρει η μία και τι θα πάρει η άλλη. Αλισβερίσι ζωής που διχάζει. Σε γνωστό και άγνωστο. Σε σωστό και λάθος. Σε ιερό και βέβηλο. Και σ’ όλο το διάβα των αιώνων , μόνο οι πέτρες στέκουν ήρεμες. Κι ας τις αλλάζουν θέση τα πόδια που τις κλωτσάνε… ΣΤΟ ΠΑΡΑΛΙΓΟ Σαν τον ανθό με πάτησαν Που λίγο ήθελε να ανοίξει Σαν τη φωτιά με έσβησαν Που λίγο ήθελε σκοτάδι να φωτίσει Σα φύλλο με τσαλάκωσαν Που λίγο ήθελε μιά λέξη του να δείξει Κι αφού με σκόρπισαν σαν τον καπνό Στο παραλίγο μου επάνω έχουν σκύψει... 115
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΥΜΦΩΝΙΑ Τέντωσα το τόξο μου να στοχεύσω. Μισόκλεισα το μάτι να κεντράρω. Και έριξα. Μη ρωτάς που. Εκτός κι αν νιώθεις πόνο. Άνοιξα ένα μπουκάλι αδιαφορίας. Γέμισα δυο ποτήρια και τ’ άφησα στο τραπέζι. Το ένα για μένα. Μη ρωτάς το άλλο για ποιόν. Εκτός κι αν έχεις μεθύσει. Παράγγειλα ένα ζευγάρι παπούτσια. Από αυτά π’ αντέχουν στον δύσκολο δρόμο. Στη βροχή, στη λάσπη. Μη ρωτάς για ποιόν. Εκτός κι αν έχεις αρχίσει το βάδιν. Έκλεισα μιά συμφωνία. Υπέγραψα ένα συμβόλαιο και έβαλα όρους. Μη ρωτάς για ποιόν. Εκτός... κι αν κρατάς το στυλό μου...
116
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΣΥΡΜΑΤΟΠΛΕΓΜΑ
Με βία έπεσα πάνω του. Άρχισα να το τραβάω και να το τραντάζω πέρα δώθε. Λυσσασμένη καθώς ήμουν μάτωσα και έσταξαν πάνω του σταγόνε Αυτό εκεί,ακούνητο. Να το φαντάζομαι να μου γελά ειρωνικά. Το παράτησα και έφυγα. Μόνο το αίμα μου άφησα. Να ξεραθεί. Να γίνει ένα με το σίδερο. Να θυμίζει πως κάποτε το πάλεψα...
ΤΑ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΑ ΔΕΝ ΚΛΑΙΝΕ ΠΟΤΕ ‘Επεσε μια μέρα απ’ τον ουρανό. Ποτέ δεν έμαθα γιατί. - Φοβάμαι πως δεν άνοιξε ποτέ τα φτερά του Απ’ την πρώτη στιγμή το φρόντισα και μοιραία έγινε φίλος μου. Μάρτυρας των λέξεων που δραπετεύουν απ’ τη καρδιά μου. Πίστευα πως κάποια στιγμή θα πετάξει. Θα φύγει. Μαζί με όλα εκείνα που του χα ειπωμένα. Αλλά δεν έφυγε. Περιμένει υπομονετικά τα λίγα ψίχουλα που του δίνω. ‘’Άντε’’ του λέω, ΄΄Σήμερα φαίνεσαι δυνατό. Ώρα να ταξιδέψεις δε νομίζεις?’’ 117
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Και κείνο με κοιτάει, σα να μου λέει ‘’Που να πάω?’’ Τότε δειλιάζω. ‘’Καλά του λέω κι αύριο μέρα είναι. Ίσως να είσαι πιο δυνατό...’’ Αλλά αυτό το αύριο δεν έρχεται ποτέ και κάθε μέρα απολαμβάνει τα ψίχουλα που του δίνω. Άλλες φορές θυμώνω. Αρνούμε να το ταίσω, αρνούμε να το φροντίσω και του φωνάζω να φύγει! Να φύγει!! ‘’Είσαι ευχαριστημένο με τα ψίχουλα? Χαίρεσαι που είσαι κλεισμένο? Έχεις φτερά με δυνατούς μυς. Είσαι ικανό και δυνατό στους ελιγμούς. Τι κλείνεσαι εδώ πέρα?’’ Μετά το μετανιώνω. Αρχίζω και κλαίω. Πως είναι δυνατόν να του φέρομαι έτσι. Πλάσμα του θεού που χορταίνει στη χούφτα μου. Ουράνιος επισκέπτης που ζει στο κλουβί μου. Και σαν να καταλαβαίνει τα σκαμπανεβάσματά μου,έρχεται δίπλα μου. Κουρνιάζει στα πόδια μου και κοιμάται. Και γω κλαίω.. Κλαίω.. Γιατί εγω θέλω να φύγω. Γιατί εγώ δεν αντέχω τα ψίχουλα. Γιατί εγω δεν άνοιξα τα φτερά μου και τα βάζω μαζί του. Εκείνο επέλεξε. Διάλεξε. Να βρίσκετε μαζί μου. 118
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Να χορταίνει απ’ το τίποτά μου. Να αναπνέει τον σκονισμένο αέρα μου. Κι όταν κοιμάμαι Απ’ την έννοια που του χω , ακόμα και στον ύπνο μου του μιλώ και το ρωτάω ‘’γιατί’.. Και μα το θεό μου απαντά... Γιατί τα περιστέρια δεν κλαίνε ποτέ. ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ‘Εσκυψα και φίλησα τη γη μου. Πήρα νερό και βαφτίστηκα στη θάλασσά μου. Ύψωσα τα χέρια και τάχτηκα στον ουρανό μου. Είμαι έτοιμη τώρα. Να φορέσω την ταυτότητα. Εκείνη που δείχνει τα έσω. Γιατί τα έξω ‘’πέσανε’’. Πυρπολυμένες πόλεις που χορεύουν στα συντρίμια τους. Σκλαβωμένες υπάρξεις σε έναν άρχοντα σκάρτο. Που κοίτεται. Μπροστά στην Αναγέννηση. Μπροστά στο τοίχος. Που δεν αφήνει τον άνθρωπο να εξελιχθεί σε ένα πίθηκο τσίρκου.
119
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ ΤΟ ΔΑΚΡΥ Της ψυχής μου το δάκρυ. Είναι στάλα δροσιάς. Που ζητάει να στάξει Στο κορμί σου με μιάς. Να ποτίσει τους κλώνους. Που χουν χρόνια φθαρεί. Να σου δώσει καλέ μου Τους καρπούς που μπορεί. Της ψυχής μου το δάκρυ. Διαμαντάκι μικρό. Δίχως όμως αξία μακριά σου αν ζω. Της ψυχής μου το δάκρυ. Άλλη μία φυγή. Και απάνεμο τόπο… Τώρα πιά που θα βρεί… ΤΟΠΙΟ ΣΚΙΩΝ Αργά κυλάνε τα γεγονότα . Σχεδόν σέρνονται. Επιδειχτικά χτυπώ το δάχτυλο στο ρολόι μου. Να τους πω ότι βιάζομαι. Κυλά ο ιδρώτας στο πρόσωπο. Κυλά και το δάκρυ. Δε ξέρω τι απ’ τα δυό 120
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
με δροσίζει στη λάβα. Λυσσομανάνε οι αντάρες. Μικρή η ύπαρξή μου. Αχνή σκιά στο σύμπαν, που κάποτε μαζί του θα ενωθεί. Κι από τ’ αόριστο κάτι, συγκεκριμένος χτύπος στο πάντοτε θα γίνει . Αργά κυλάνε τα γεγονότα . Σχεδόν σέρνονται. Ενώ η ζωή σβήνει τις μέρες . Μ’ ένα φύσημα προβλέψιμο στο αχανές τοπίο των σκιών μου. ΤΟΣΕΣ ΚΙ ΑΛΛΕΣ ΤΟΣΕΣ Έπιασα δειλά τις ασπιρίνες. Τις άφησα. Ηρεμιστικά με ένα μπουκάλι ποτό. Τα παράτησα. Ένα γερό σχοινί. Το ίδιο. Μαχαίρι. Και πάλι ... Έρχεται η μία μέρα και μετά η άλλη και ενώ έχω πεθάνει στο μυαλό μου τόσες φορές η πραγματικότητα φωνάζει πως υπάρχω. Δεν μπορώ να εισπνέσω το Ζ και το Ω μ’ όλη τη δύναμη των πνευμόνων μου. 121
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Είναι αδύνατο να σταματήσω την πίκρα να φτιάχνει στον αργαλειό τα υφαντά της να με σκεπάσει. Απαράδεκτο να ‘ ρχεται η μέρα και το φως της να μη γεννιέται στ μάτια μου. Έπεσα στις ράγες του τρένου. Στάθηκα στη μέση του δρόμου. Πλησίασα το γκρεμό. Μα πριν το τέλος τραβήχτηκα . Εξουθενωμένη σήκωσα τα χέρια. Θα περιμένω. Με χτύπους αδύναμους. Χωρίς γραμμές στις παλάμες. Κι όταν θα φτάσει με την αμαξά του, σινιάλο θα κάνω να τρέξει. Να καταλάβει... Πως έχω πεθάνει στο μυαλό μου τόσες και τόσες φορές και δεν έχω ζήσει καμία... ΤΡΟΧΟΣ Ακρωτηριασμένα φορέθηκαν τα συναισθήματα. Διαμελισμένες απλώθηκαν οι σκέψεις. Πετσοκομμένα φτερουγίσανε τα όνειρα και η αλήθεια χλευάζει την πραγματικότητα για το ψεύτικο στέμμα της. Μαριονέτες οι άνθρωποι. Δεμένοι με το σχοινί της ελπίδας κάνουν κινήσεις σπασμωδικές. Γυρίζει ο πλανήτης. Ναι. Μα δε γυρίζει τίποτα αν δεν σπρώξεις 122
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
τον τροχό της μεγαλοσύνης σου τη στιγμή που η λάσπη ανοίγει την αγκαλιά της να υποδεχθεί ακόμα ένα κύτταρό της. ΤΩΡΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ Παρελθόν ? Δεν έχω. Είμαι γυμνή από προηγούμενες ώρες. Πεινασμένη και διψασμένη από προηγούμενα λεπτά. Τώρα γεννήθηκα. Τώρα. Που φύσηξες πνοή στα σωθικά μου. Αέρα στα φύλλα μου. Άνεμο στο πανί μου. Κοίτα με. Για σένα μεγαλώνω. Σωστή αγάπη θα γίνω. Κι όταν γεράσω πάλι αγάπη θα είμαι. Με μάτια μικρά. Με δέρμα ζαρωμένο. Μα με χείλη ολόγλυκα. Να ρουφάνε τα φιλιά σου ατελείωτα. Παρελθόν ? Δεν έχω σου είπα. Κι αν είχα το έσβησα. Το έκαψα. Το πέταξα. Δε θυμάμαι. Για τ’ αύριο πες μου. 123
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Για το κάθε αύριο. Εκείνο με νοιάζει. Να μη σκεφτώ πως άδικα γεννήθηκα απόψε. Να μη χαρώ , αν κι όλας αύριο... πεθάνω.
ΦΕΓΓΑΡΙ Λάμψε φεγγάρι. Φώτισε. Τις σκοτεινές πτυχές μου. Όλες τις άγνωστες πλαγιές από τις κορυφές μου. Φέξε φεγγάρι. Άστραψε και μη με συλλογάσαι. Ο πόνος είναι βάλσαμο. Πάντα να το θυμάσαι. Βάλε τα μάτια σου βαθιά. Μπίξε τα σα μαχαίρια. Να τυφλωθεί το ριζικό που μου κρατά τα χέρια. Όλη τη νύχτα κράτα μου παρέα μη φοβάμαι. Οτι κι αν πείς δε θα το πω φίλος πιστός σου θα μαι.
124
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Φεγγάρι μου, αλάνι μου παντοτινέ διαβάτη. Μη σταματήσεις να ρχεσαι. Μη μου γυρίσεις πλάτη. Μη μ’ αρνηθείς καμιά φορρά και μη μου ξεμακρύνεις. Θα ναι οι νύχτες δύσκολες σήμα σου αν δεν δίνεις. Λάμψε φεγγάρι. Φώτισε. Τις σκοτεινές πτυχές μου. Γιατί γινήκανε πληγές που τρώνε τις χαρές μου. ΦΕΥΓΙΟ Έσκαψα τη γη Όργωσα τη θάλασσα Πέταξα σε σκληρούς ουρανούς Για ένα τότε Που χόρευα με τον ήλιο βουτώντας στη λίμνη της χαράς , με τα γέλια μικρά βλαστάρια να παίζουν ατίθασα Τώρα η νύχτα κλαίει πάνω από τη ξεψυχισμένη Ανατολή Ένα φευγιό μου κλείνει το μάτι αγενέστατα Το τίποτα στρώνει τραπέζι για δύο και τα όνειρα , μισόσβηστα κεριά να φωτίζουν το δείπνο 125
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
Σε παρακαλώ μη φέρεις τίποτα να πιω Άδεια τα θέλω τα ποτήρια μας να στέκουν Ίσως... Μια αγάπη μου να στάξει και γεμίσουν ΦΥΣΩΝΤΑΣ Μη φυσάς Κύριε... Γιατί διαλύομαι. Σκορπάω. Στους τέσσερις ορίζοντες τα κομμάτια μου στέλνεις. Έλα και μάζεψέ με. Μέσα στη φούχτα σου βάλε με. Σα νεοσσό, σαν περιστέρα ,σαν αετόπουλο. Εκεί να μείνω και να αντρειέψω. Μη φυσάς Κύριε... Δεν μπορώ να σε κοιτάξω κατάματα. Εμπόδια τα μάτια μου σφαλούν. Τρομαχτικός ο αέρας που στέλνεις. Όλα τα βήματα τυφλά. Πως θα ανεβώ τα σκαλοπάτια σου. Για να σου πω, πως κανένας τόπος δε θα γενεί πατρίδα μου ΄΄φυσώντας΄΄. 126
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ
ΧΤΥΠΕ ΜΟΥ Περπατάω αλλά τα πόδια μου σέρνουν αλυσίδες δακρύων. Μιλάω αλλά τα λόγια μου , χαμένες νότες στον άνεμο που σφυρίζει. Ακούω αλλά η βουή του τρόμου εμποδίζει τον ήχο της ανάσας σου. Και συ αυριανέ χτύπε μου , δίπλα στην ερημιά του τίποτα θα είσαι. Στον βάλτο της απόγνωσης θα φωνάξεις ‘’υπάρχω’’. Στο τελευταίο βλέφαρο θα παίξει το όνειρο σου. Έργο που δε θα παιχτεί στη σκηνή της ζωής σου ,χτύπε μου Αυτά σκέφτομαι καθώς σπάω τις πέτρες στο κάτεργο της ψυχής μου Στην πλωτή φυλακή του ωκεανού της αγάπης μου...
127
Η ΠΟΙΗ Τ ΙΚ Η ΣΥΛ ΛΟΓ Η Τ ΗΣ ΜΟΙΡΑΣ ΑΠΟΤ Υ ΠΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΓΑΛΙΑΝΔΡΑ ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ & ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΉΘΗΚΕ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 2018