ZINO DΑVIDOFF Οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ότι η φήμη και η αίγλη των πούρων της Κούβας οφείλονται κατά ένα μεγάλο ποσοστό στον άνθρωπο που ονομαζόταν Zino Davidoff.
ΤΟΥ ΓΙΆΝΝΗ ΒΑΛΑΒΆΝΗ Γεννήθηκε το 1906 στο Κίεβο της τότε Ρωσίας, από εβραϊκή οικογένεια καπνεμπόρων, η οποία το 1911 μετανάστευσε στη Γενεύη, όπου και συνέχισαν την ίδια δραστηριότητα. Όταν τελείωσε το σχολείο ο Zino, το 1924, ταξίδεψε στη Βραζιλία και την Αργεντινή και κατέληξε στην Κούβα, σε ηλικία μόλις 20 ετών. Εργάστηκε εκεί για δύο χρόνια σε μια φυτεία καπνών, μαθαίνοντας τα μυστικά των πούρων και του εμπορίου τους. Μετά από πέντε χρόνια στο νησί της Καραϊβικής, γύρισε στη Γενεύη για να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση, που εκείνη την εποχή ήταν μεσαίας κατηγορίας, χωρίς κάποια ιδιαίτερη φήμη ή μεγάλα κέρδη.
του El Laguito, όπου σήμερα παράγονται τα Cohiba, και του Hoyo, που μετονομάστηκε σε Davidoff, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία παγκοσμίως και ανοίγοντας καταστήματα σε όλες τις μεγάλες πόλεις ανά τον κόσμο. Δημιούργησε επίσης και καινούργια νούμερα και σειρές στην αγορά, όπως τη Mille, την Dom Perignon, τα El Laquito, αλλά και πολλά άλλα με τεράστια απήχηση στο κοινό, λόγω του ονόματός του και της ποιότητας των καπνών του Pinar del Rio, που μέχρι τότε δεν ήταν τόσο γνωστά πέραν των aficionados. Το 1970, η εταιρεία του Zino πωλήθηκε στη Max Oettinger, με έτος ιδρύσεως το 1875, που ήταν η πρώτη που εισήγαγε κουβανέζικα πούρα στην Ευρώπη. Ο ίδιος παρέμεινε πρεσβευτής του brand. Κανείς δεν περίμενε ωστόσο έναν χρόνο μετά τα ογδοηκοστά γενέθλια του Zino Davidoff, το 1986, με την παρουσίαση μιας επετειακής συλλεκτικής παραγωγής με το όνομά του, ότι η Cubatabaco, ο Fidel δηλαδή, θα διέκοπτε σταδιακά την παραγωγή των Davidoff μέχρι και την οριστική διακοπή της συνεργασίας τους το 1991. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να ξεκινήσει από το 1990 η παραγωγή τους από την Dominican Davidoff μέχρι και σήμερα.
Εκείνη την εποχή εφηύρε έναν επιτραπέζιο υγραντήρα ο οποίος διατηρούσε σταθερή υγρασία και θερμοκρασία ανάλογη με εκείνη της Κούβας. Όλα αυτά αντιστράφηκαν με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν η Ελβετία λόγω της ουδετερότητάς της έγινε ο παράδεισος των εύπορων Ευρωπαίων. Η φίρμα του Davidoff απέκτησε τεράστια φήμη και ταυτόχρονα αποκόμιζε σημαντικά χρηματικά οφέλη, προμηθεύοντας τις ηγεσίες των αντιμαχόμενων πλευρών με υψηλής ποιότητας πούρα. Το 1940 ξεκίνησε το λανσάρισμα μιας σειράς πούρων, της γνωστής Hoyo de Monterrey, με την ονομασία της σειράς να προέρχεται από τα διάσημα κρασιά του Bordeaux, για να προωθήσει τα προϊόντα και την εικόνα των καπνών της Κούβας ακόμη περισσότερο. Οι σειρές με τις ονομασίες Château Margaux, Château Latour, Château Lafite όπως και δύο-τρεις ακόμα γνώρισαν τεράστια επιτυχία για περίπου τριάντα χρόνια, μέχρι που το 1968 ο Fidel Castro έστειλε έναν αντιπρόσωπό του στη Γενεύη, με την πρόταση της δημιουργίας μιας σειράς πούρων Habanos με το όνομα του Davidoff.
Ο Zino Davidoff απεβίωσε το 1994, πλήρης ημερών σε ηλικία 87 ετών, αφήνοντας πίσω του μια τεράστια παρακαταθήκη στον χώρο του πούρου. Η σημερινή παρουσίαση των πούρων Κούβας οφείλεται σε αυτόν, τόσο στη συσκευασία, στο φινίρισμα και στην επεξεργασία, όσο και σε λεπτομέρειες άγνωστες σε εμάς, που αφορούν σε πολλές περιπτώσεις την παλαίωση και τους τρόπους καπνίσματος, πράγματα που στις μέρες μας θεωρούμε δεδομένα. To 2006 τo brand αποκτήθηκε από την Imperial Tobacco και σήμερα συνεχίζει να παράγει μια σειρά προϊόντων εκτός από πούρα, όπως ανδρικά αρώματα και υγραντήρες.
Τα πούρα του κατασκευάζονταν σε δύο φάμπρικες,
120