Eagle ray preview

Page 1


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ Ν ο 1 Σ άββατο 1­12­2012 Μέσα στους επόμενους 12 μήνες θα γίνουν τουλάχιστον 5 εκτελέσεις. Αυτοί που θα εκτελεσθούν θα είναι: ‐ Διεφθαρμένοι πολιτικοί ‐ Διεφθαρμένοι δημόσιοι υπάλληλοι και ‐ Έμποροι ναρκωτικών Όλοι τους αισθάνονται σίγουροι σήμερα και νομίζουν ότι δεν κινδυνεύουν να αποκαλυφθούν ή να συλληφθούν. Η ανεπαρκέστατη ελληνική υπηρεσία δίωξης οικονομικού εγκλήματος είναι απλώς μια ακόμη εξαρτημένη γραφειοκρατική υπηρεσία. Οι έμποροι ναρκωτικών νομίζουν ότι με το να διαφθείρουν τους διώκτες τους δεν έχουν τίποτα πια να φοβηθούν και μπορούν να δρουν ανενόχλητοι. Όχι πια! Η Ελληνική κοινωνία ασφυκτιά κάτω από την αδικία και την ατιμωρησία που βασιλεύει και επιβάλλει τη στρεβλή λογική της στο λαό. Η κοινωνία θέλει μπούσουλα, θέλει οδηγό και παραδείγματα που να την παρασύρουν προς τη σωστή κατεύθυνση. Αποφασίσαμε λοιπόν, με κίνδυνο της προσωπικής μας ζωής και ελευθερίας και χωρίς καμία υστεροβουλία η προσωπικό όφελος, να απονείμουμε δικαιοσύνη με κάποια συνοπτική διαδικασία, που όμως να ικανοποιεί το δημόσιο αίσθημα και να δίνει την αίσθηση ότι η δικαιοσύνη δεν έχει εκλείψει τελείως σε αυτό το ταλαίπωρο κράτος. Για κάθε εγκληματία που θα εκτελούμε θα δίνουμε πλήρη στοιχεία των εγκληματικών του πράξεων και της οικονομικής του κατάστασης τη στιγμή της εκτέλεσης. Οι προς εκτέλεση εγκληματίες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Α – Σε αυτούς για τους οποίους θα υπάρξει κάποια προειδοποίηση. Αυτοί, για να σβηστούν από την λίστα θα πρέπει να επιστρέψουν στο Ελληνικό Δημόσιο, όλη τη κινητή και ακίνητη περιουσία που έχουν αποκτήσει παράνομα και που έχουν στο όνομα τους οι ίδιοι ή στο όνομα συγγενών τους, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Εμείς θα παρακολουθούμε τη χρήση που θα γίνει από τους δημόσιους λειτουργούς αυτών των περιουσιακών στοιχείων και αν υπάρξουν ατασθαλίες ή κακοδιαχείριση θα είμαστε αμείλικτοι. Μετά από παρέλευση του χρονικού διαστήματος, που κατά περίπτωση θα καθορίζουμε, χωρίς κίνηση επιστροφής των περιουσιακών στοιχείων στο δημόσιο, η εκτέλεση του προδιαγεγραμμένου εγκληματία θα μπορεί να γίνει ανά πάσα στιγμή. Μετά την εκτέλεση του εγκληματία, όλοι οι κληρονόμοι ή κάτοχοι παρανόμων περιουσιακών στοιχείων που προέρχονται από τον εκτελεσθέντα θα πρέπει άμεσα να επιστρέψουν όλα αυτά τα περιουσιακά στοιχεία στο δημόσιο, διότι διαφορετικά θα έχουν την ίδια τύχη με τον εγκληματία. Κανείς να μην κάνει το λάθος να αποκρύψει κατοχή κάποιων παρανόμως αποκτηθέντων περιουσιακών στοιχείων. Για μας θα είναι σαν να μην επέστρεψε τίποτα. Β – Σε αυτούς, που τα εγκλήματα τους είναι τόσο σοβαρά που δεν θα υπάρξει καμία προειδοποίηση. Προειδοποιούνται οι κληρονόμοι αυτών και όλοι σε όσους ο εκτελεσμένος εγκληματίας έχει γράψει περιουσιακά στοιχεία, να τα επιστρέψουν άμεσα διότι και αυτοί και τα μέλη της οικογενείας τους θα τελούν επίσης υπό άμεση εκτέλεση. Στους επόμενους μήνες η οργάνωση μας θα διευρυνθεί και θα εξοπλισθεί καλύτερα. Στόχος μας, εκτός των διεφθαρμένων και των εμπόρων ναρκωτικών, είναι να διευρύνουμε τη λίστα των παρανόμων και των υπό εκτέλεση εγκληματιών. Δεν αισθανόμαστε καμία τύψη και δεν θα δείξουμε κανένα οίκτο στις εκτελέσεις που θα αποφασίσουμε. Η Ελλάδα πρέπει να γίνει μία από τις πιο αδιάφθορες χώρες του κόσμου. Μια ειδική ομάδα της οργάνωσης μας θα παρακολουθεί συνεχώς τη δικαιοσύνη και την αστυνομία. Υπενθυμίζουμε ότι αν αποφασίσουμε ότι πρέπει κάποιον να τιμωρήσουμε, ο μοναδικός τρόπος τιμωρίας που θα επιβάλλουμε θα είναι η ΕΚΤΕΛΕΣΗ. ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΝΕΜΕΣΙΣ Παρασκευή 14­6­13 Ώ ρα 9.30 Στο γραφείο τ ου Τ ασούλη στη ΓΑΔΑ ‐Κάθε φορά που διαβάζω αυτό το κείμενο δημιουργώ μια διαφορετική εικόνα για αυτόν που το έγραψε. ‐Και τι εικόνα δημιούργησες τώρα; Ο αστυνόμος Α΄ Θάνος Περάκης σηκώθηκε αργά και βαριά από τη πολυθρόνα που καθόταν και προχώρησε προς το

1


παράθυρο του γραφείου του προϊσταμένου του. Κοίταξε έξω τη λεωφόρο Αλεξάνδρας που βρισκόταν επτά πατώματα πιο κάτω, όπου η κίνηση ήταν αραιή όπως ταιριάζει σε μια βροχερή Κυριακή στις εννέα η ώρα το πρωί. ‐Ένας άνθρωπος ψυχρός, υπολογιστής, αδίσταχτος, σκληρός που αδιαφορεί για τις επιπτώσεις και τις παρενέργειες των πράξεων του. Πρέπει να είναι άνθρωπος σκεπτόμενος και σίγουρα μορφωμένος. Γύρισε προς τα μέσα και κοίταξε τον αστυνομικό διευθυντή Α΄ Τασούλη Γεώργιο που καθόταν σκεπτικός και κατηφής στο γραφείο του κοιτάζοντας αφηρημένα το στυλό μπιγκ που κρατούσε και έπαιζε στα χέρια του. Ο Γιώργος Τασούλης ήταν 45 χρονών. Είχε μια πολύ επιτυχημένη καριέρα στην αστυνομία που υπηρετούσε 25 χρόνια τώρα. Θεωρούνταν ο φιλόσοφος της αστυνομίας. Οι κινήσεις του ήταν πάντα μελετημένες , τα λόγια του ελάχιστα, σαν αποφθέγματα και δεν δίσταζε να συμβουλεύεται τους πιο απίθανους ειδικούς για όποιο θέμα τον απασχολούσε. Περνούσε μία ώρα την ημέρα στο γυμναστήριο που το έχανε μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Εκεί με το σορτσάκι, το φανελάκι και τον ιδρώτα του, το μυαλό δούλευε διαφορετικά. Έκανε πιο πολλούς συνδυασμούς και δημιουργούσε τις πιο εύστοχες απορίες και ερωτήσεις που έπρεπε να απαντηθούν. Πράγμα πολύ σημαντικό για τη δουλειά του. Ο Τασούλης είχε έναν αποτυχημένο γάμο που διήρκεσε περίπου δύο χρόνια. Για πολύ καιρό μετά δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να δεσμευθεί και να κάνει οικογένεια. Εδώ και μερικούς μήνες τώρα, είχε έναν δεσμό που δεν μπορούσε όμως ακόμα να προσδιορίσει πόσο σοβαρός ήταν. Άλλωστε είχε τα δυο αγγελούδια της αδελφής του που τα λάτρευε και όποτε είχε την ανάγκη να ξεκουράσει το μυαλό του και να μη σκέπτεται, πήγαινε να τα βρει. Η αδελφή του η Μάρθα, 4 χρόνια πιο μεγάλη απ’ αυτόν, είχε πάντοτε απέναντι του συμπεριφορά μητέρας, ύφος δασκάλας και ψυχή καλόγριας. Η Μάρθα και ο άντρας της ο Βαγγέλης, ενέκριναν τον τρόπο που συμπεριφερόταν ο αδελφός της στα παιδιά και επειδή ο Βαγγέλης, ως πολυάσχολος μηχανικός, απουσίαζε τον περισσότερο καιρό από το σπίτι, ο Τασούλης πολύ συχνά έβγαινε μαζί τους μεγάλες βόλτες στη πόλη αλλά και στον Πειραιά που αγαπούσε. ‐Χαλάρωσε είπε ο Τασούλης, πιες το καφέ σου, σε δέκα λεπτά έχουμε τη σύσκεψη . ‐Για θύμισε μου ποιοι θα είναι παρόντες. Ο Τασούλης άνοιξε ένα φάκελο που είχε μπροστά του, όχι πολύ φουσκωμένο και άρχισε να λέει τα ονόματα και τις ιδιότητες αυτών που θα παρευρίσκονταν στη μεγαλύτερη και σημαντικότερη σύσκεψη που έχει γίνει μέχρι σήμερα για την οργάνωση ΝΕΜΕΣΙΣ ‐Γιώργος Κεπελέρης, Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Προστασίας του πολίτη ‐Γιάννης Ράγγος, Αρχηγός της Αστυνομίας ‐Γιάννης Ιωάννου, Αρχηγός αντιτρομοκρατικής ‐Λευτέρης Καζάκος, Καθηγητής Εγκληματολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών ‐Ιάσονας Μπαράκος , Καθηγητής Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ‐Δημήτριος Νάκος, προϊστάμενος της υπηρεσίας ηλεκτρονικού εγκλήματος Κάποιοι διευθυντές εγκληματολογικών υπηρεσιών, και μερικοί συνεργάτες των πιο πάνω. Σύνολο μαζί με εμάς 16 άτομα. Η σύσκεψη έχει χαρακτήρα άκρως απόρρητο και θα πρέπει να ενημερώσουμε την ηγεσία για το τι κάναμε, τι σκοπεύουμε να κάνουμε και γενικώς πως αντιμετωπίζουμε τη κατάσταση. Δεν θα δώσουμε λεπτομερή στοιχεία της τρέχουσας έρευνας, αλλά θα πρέπει, μεταξύ των άλλων, να συναποφασίσουμε πως θα χειριστούμε τον τύπο και γενικώς τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η κοινή γνώμη είναι διχασμένη και φαίνεται ότι είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζονται με συμπάθεια κατά συρροή εγκλήματα που η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου δεν τα θεωρεί ούτε καν τρομοκρατικά εγκλήματα. Συνοψίζοντας λίγο την κατάσταση, έχουμε ήδη δύο δολοφονίες , μία με προειδοποίηση και μία χωρίς προειδοποίηση, ενώ σήμερα η σύζυγος και ο μεγάλος γιός του πρώην υπουργού Τάσου Καργάκη δήλωσαν στις εφημερίδες ότι θέλουν να μεταγράψουν όλη τους τη περιουσία στο κράτος. Σε δύο εβδομάδες επίσης λήγει η διορία που η οργάνωση έχει δώσει στους συγγενείς του πρώτου θύματος του Βαγγέλη Μπακόπουλου, διεθνή μεγαλέμπορου ναρκωτικών, να μεταγράψουν τη περιουσία τους στο κράτος. Η γυναίκα του Μπακόπουλου έχει φύγει προς άγνωστη κατεύθυνση, ενώ η κόρη του δεν ξέρουμε που βρίσκεται. ‐Η δική μας η στάση στη συνάντηση ποια θα είναι; ‐Εμείς, δηλαδή εσύ, θα εξιστορήσουμε με τη σειρά τα γεγονότα από την αρχή, θα απαντήσουμε σε αρκετές ερωτήσεις και στο τέλος θα πάρουμε μέρος στη συζήτηση για να αποφασίσουμε πώς θα πρέπει να ενημερώνουμε τον κόσμο για ένα ζήτημα που στην αρχή το θεωρούσαμε φάρσα και έχει εξελιχθεί σε ένα θέμα που, απ' ότι φαίνεται, ενδιαφέρει όχι μόνο την Ελληνική κοινωνία αλλά σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο, με ανάμικτα συναισθήματα και διχασμένη στο αν είναι υπέρ η κατά. Κατά τη γνώμη μου είναι πιθανό από τη μια στιγμή στην άλλη να μας κολλήσουν δίπλα μας κανένα FBI η καμία SCOTLAND YARD. Ο Περάκης που παρακολουθούσε σκεπτικός τα όσα έλεγε ο προϊστάμενος του, είπε μόλις αυτός σταμάτησε να μιλάει: ‐Τι λες αστυνόμε να πηγαίνουμε; ‐Περίμενε, μη βιάζεσαι, να μην είμαστε οι πρώτοι. Λένα…. έλα μέσα σε παρακαλώ. Η νεαρή γραμματεύς του Τασούλη, πτυχιούχος φιλόλογος, πολύ καλός γνώστης της πληροφορικής και άριστος γνώστης της Αγγλικής και Γαλλικής γλώσσας, μπήκε μέσα στο γραφείο κρατώντας ένα πάκο χαρτιά. ‐Ναι, είναι όλα έτοιμα και θα τα μοιράσω μόλις καθίσουν στις θέσεις τους. Η αίθουσα είναι τακτοποιημένη, οι φωτογραφίες καρφιτσωμένες στους πίνακες και τα slights έτοιμα για προβολή με τη σειρά που μου είπατε.

2


Οι δύο τους την κοίταξαν με ένα αμυδρό χαμόγελο. Η Λένα ήταν συμπαθητική, ολιγόλογη, διακριτική, αποτελεσματική, με ένα χαμόγελο που σου έφτιαχνε τη διάθεση. Είχε λίγα κιλά παραπάνω από το κανονικό, αλλά αυτό δεν το πρόσεχε κανείς. Ο Τασούλης χαιρόταν να ανταλλάσει απόψεις μαζί της, έστω και αν δεν το έκανε πολύ συχνά. Κάθε φορά όμως που συζητούσε μαζί της για ένα θέμα, αυτή ήταν έτοιμη να απαντήσει σαν να το είχε ήδη σκεφθεί και εξετάσει από κάθε άποψη. ‐Κύριε Περάκη σε λίγο θα περάσετε κάποιες δύσκολες ώρες, αλλά είμαι σίγουρη ότι με την εξυπνάδα σας και τη ταχύτητα σκέψης σας θα τα πάτε περίφημα. Είναι πολύ σημαντικό να αποφασισθεί σήμερα αν μιλάμε για κακούργους ή για Ρομπέν των Δασών. ‐Ευχαριστώ Λένα, άλλωστε θα είσαι και συ παρούσα. Θα κάθεσαι πίσω από τον αστυνόμο. Ξέρεις πόσο σημαντική είναι για μας η γνώμη σου. Αν έχεις να πεις κάτι ψιθύρισε το στον αστυνόμο και εκείνος ξέρει… ‐Άντε Λένα κορίτσι μου, ανέβα στην αίθουσα συσκέψεων και αν είναι όλα έτοιμα τηλεφώνησε μου να ανέβουμε κ΄.ι εμείς. Η Λένα γύρισε και βγήκε από το γραφείο. Ο Τασούλης κοίταξε το Περάκη κάπως αφηρημένα και του είπε: ‐Ξέρεις Θάνο κάτι μας ξεφεύγει σ’ αυτή την υπόθεση. Κάτι που δε καταλαβαίνω και με τρομάζει. ‐Μπορώ ίσως να φανταστώ τι δεν καταλαβαίνεις γιατί κι εγώ έχω ένα μεγάλο ερωτηματικό. Έχουμε ήδη δύο φόνους, δύο ανθρώπων που δεν είχαν καμία σχέση μεταξύ τους και με το ίδιο όπλο. Έχουμε λάβει δύο επιστολές με καταγεγραμμένα τα εγκλήματα και τις παρανομίες τους με φοβερές λεπτομέρειες. Επί πλέον, για τον καθένα λάβαμε πλήρη κατάλογο των περιουσιακών του στοιχείων, που βρίσκονται, στο όνομα ποιανού είναι καθώς και των καταθέσεων του σε όλες τις τράπεζες εσωτερικού και εξωτερικού. Πως τα ξέρουν όλα αυτά; Μόνο μία εξήγηση μπορεί να υπάρχει. Στην οργάνωση συμμετέχει τουλάχιστον ένας σούπερ χάκερ. ‐Μάλλον έτσι είναι, γι αυτό κάλεσα στη σύσκεψη και τον προϊστάμενο της υπηρεσίας ηλεκτρονικού εγκλήματος. Επίσης αναρωτιέμαι συνεχώς πόσοι να είναι και μέχρι που έχουν σκοπό να το φθάσουν. Το τηλέφωνο χτύπησε δυνατά βγάζοντας τους από τις βαθιές σκέψεις τους και από τα αναπάντητα ερωτήματα τους. ‐Όλα είναι έτοιμα αστυνόμε, νομίζω ότι πρέπει να ανεβείτε γιατί μας ειδοποιήσαν από τη πύλη ότι μόλις πέρασε και ο Γραμματέας. Ο αρχηγός είναι απ’ έξω και συνομιλεί με τον καθηγητή. Ο Τασούλης ευχαρίστησε τη Λένα, έκλεισε το τηλέφωνο και σηκώθηκε παίρνοντας το μικρό πορτοκαλί ντοσιέ με διάφορα έγγραφα και σημειώσεις που αφορούσαν την υπόθεση. Πορτοκαλί σήμαινε ανεξιχνίαστο, ενώ όταν η υπόθεση έκλεινε με όλα τα σημεία της απαντημένα και ξεκαθαρισμένα, τα έγγραφα μετακόμιζαν σε μαύρο ντοσιέ προς αρχειοθέτηση. Ο αστυνόμος Περάκης ακολούθησε κρατώντας κι’ αυτός ένα πορτοκαλί φάκελο αρκετά πιο ογκώδη και αρκετά πιο ταλαιπωρημένο. Η μεγάλη αίθουσα συσκέψεων στον 12 ο όροφο του κτιρίου θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί πολυτελής και καλά εξοπλισμένη. Το οβάλ τραπέζι είχε θέσεις για τουλάχιστον 30 άτομα, ενώ στο βάθος υπήρχε εγκατάσταση προβολής video και slights. Πίσω, στο τοίχο της αριστερής πλευράς της μπροστινής εισόδου της αίθουσας, υπήρχε μία σειρά από αναπαυτικά καθίσματα με αναδιπλούμενο γραφειάκι. Στην απέναντι μεριά, μια φανταστική θέα της Αθήνας με την Ακρόπολη και το Λυκαβηττό μέσα από τη μεγάλη τζαμαρία. Κάτω από τη τζαμαρία καθ’ όλο το μήκος του τοίχου υπήρχαν ξύλινα ντουλάπια με θέσεις για πιατάκια, ποτήρια, φλιτζάνια, κανάτες, καφετιέρες κλπ. Μπροστά στη θέση κάθε συνέδρου υπήρχαν ήδη μπλοκ σημειώσεων, στυλό, κούπα καφέ και ποτήρι νερού. Στη μέση του τραπεζιού υπήρχαν κανάτες με γαλλικό καφέ και κρύο νερό. Είχαν ήδη πάρει τις θέσεις τους περί τα 10 άτομα, που, ή μιλούσαν χαμηλόφωνα μεταξύ τους ή διάβαζαν έγγραφα που αφορούσαν την υπόθεση. Ο Γιάννης Ιωάννου, αρχηγός της αντιτρομοκρατικής, μιλούσε στο κινητό έχοντας βάλει μπροστά το χέρι του για να μην ακούγονται τα λόγια του. Ο αρχηγός της αστυνομίας, όρθιος ακόμη, μιλούσε με τον καθηγητή της εγκληματολογίας Λευτέρη Καζάκο που παρά τα 65 χρόνια του φαινόταν ακμαιότατος και πολύ αθλητικός. Μπήκαν μέσα, χαιρέτησαν με μια κίνηση του κεφαλιού και σηκώνοντας λίγο το χέρι, ενώ την ίδια στιγμή έμπαινε μέσα και ο Γενικός Γραμματέας Γιώργος Κεπελέρης με ένα συνεργάτη του. Αφού χαιρέτησε δια χειραψίας τον αρχηγό κάθισε στη κεφαλή του τραπεζιού. Σερβιρίστηκαν οι καφέδες και τα νερά. Τα δύο γκαρσόνια του κυλικείου βγήκαν έξω, έκλεισαν οι πόρτες και όλοι κοίταξαν για λίγο τα χαρτιά που είχαν μπροστά τους. Ο αρχηγός της αστυνομίας μίλησε πρώτος: ‐Έχουμε μια πρωτοφανή υπόθεση κατά συρροή εγκλημάτων, που έχουν κινήσει το ενδιαφέρον όλης της Ελληνικής κοινωνίας και όχι μόνο. Δεν ξέρουμε που θα καταλήξει, πότε θα σταματήσει και τι παρενέργειες θα δημιουργηθούν κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων στην Ελλάδα ή και στο εξωτερικό. Σκοπός της σημερινής σύσκεψης δεν είναι να δώσουμε οδηγίες στον αστυνόμο Τασούλη και την ομάδα του που χειρίζεται την υπόθεση, αλλά να συζητήσουμε και να προτείνουμε στην ηγεσία του Υπουργείου, πώς πρέπει κατά τη γνώμη μας να ενημερώνεται η κοινή γνώμη. Μετά θα περιμένουμε οδηγίες από το Υπουργείο που θα τις γνωρίσουμε σε όλους τους αρμόδιους. Επίσης σήμερα, σύμφωνα και με την επιθυμία του αστυνόμου Τασούλη θα ενημερωθεί η

3


αντιτρομοκρατική υπηρεσία που είναι παρούσα δια του κου Ιωάννου και των συνεργατών του, η οποία θα συνεργασθεί και θα παράσχει κάθε βοήθεια στην ομάδα Τασούλη. Ο κος Τασούλης θα ορίσει το συντονιστή. Ο αστυνομικός διευθυντής Α Τασούλης Γεώργιος, από τα πιο έμπειρα και αποτελεσματικά στελέχη της αστυνομίας, ζήτησε επίσης τη βοήθεια της υπηρεσίας διώξεως ηλεκτρονικού εγκλήματος, της επιστημονικής ομάδας της εγκληματολογικής υπηρεσίας καθώς και του καθηγητού ψυχολογίας του πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κου Ιάσονα Μπαράκου, ο οποίος έχει ήδη συνεργασθεί στο παρελθόν με την υπηρεσία μας με πολύ καλά αποτελέσματα. Και τώρα θα ήθελα να παρακαλέσω τον υπαστυνόμο Θάνο Περάκη, συνεργάτη του Τασούλη, να μας εξιστορήσει με τη σειρά όλα τα γεγονότα που έχουν συμβεί μέχρι σήμερα σχετικά με την υπόθεση αυτή. Παρακαλώ υπαστυνόμε να είστε αναλυτικός με λεπτομέρειες και περιγραφές. Παρακαλώ επίσης τον επί κεφαλής αστυνόμο να παρεμβαίνει συμπληρώνοντας ή διευκρινίζοντας αν το θεωρεί αναγκαίο. Όλοι οι κύριοι μπορούν να κάνουν ερωτήσεις και να ζητούν διευκρινήσεις, αφού όμως έχει ολοκληρωθεί η περιγραφή ή η σκέψη του συμβάντος που εξιστορεί ο ομιλών. Να αποφεύγεται κατά το δυνατόν η διακοπή του ειρμού της σκέψης του ομιλούντος. Παρακαλώ κύριε Περάκη…. Ο αστυνόμος Περάκης σηκώθηκε και με το φάκελο στα χέρια πήγε στο αναλόγιο δίπλα στην οθόνη των προβολών. ‐Όλα άρχισαν τη 1‐12‐2012 όταν έγινε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα στα γραφεία της εισαγγελίας Αθηνών, που έλεγε ότι στο γραμματοκιβώτιο ενός ακατοίκητου σπιτιού επί της Λεωφόρου Μεσογείων 453 που ανήκει στο ΙΚΑ, ευρίσκεται μία επιστολή – προκήρυξη που αναγγέλλει την ίδρυση μιας νέας οργάνωσης, που σκοπό έχει να συμβάλλει στη κάθαρση της Ελληνικής κοινωνίας. Η εισαγγελία μας ειδοποίησε, πήγαμε εκεί και βρήκαμε την επιστολή, αντίγραφο της οποίας όλοι έχετε μπροστά σας τώρα. Σ’ αυτό το σημείο θα ήθελα αμέσως να επισημάνω ένα συμβολισμό. Θέλουν να μας επιβεβαιώσουν αυτό που γράφουν στη προκήρυξη, ότι δηλαδή δεν είναι τρομοκράτες, γι’ αυτό ίσως τηλεφώνησαν στην εισαγγελία και όχι σε εφημερίδα ή τηλεοπτικό σταθμό, όπως έκαναν μέχρι σήμερα όλες οι τρομοκρατικές οργανώσεις. Όταν διαβάσαμε τη προκήρυξη, θεωρήσαμε ότι δεν πρόκειται για κάτι σοβαρό, αλλά μάλλον για μια φάρσα υποκινούμενη και από το γενικότερο πνεύμα της κάθαρσης και της τιμωρίας των διεφθαρμένων που επικρατεί σήμερα στη κοινωνία. Περίπου δύο μήνες όμως αργότερα, και συγκεκριμένα στις 6‐2‐2013 και χωρίς καμία προειδοποίηση, βρέθηκε νεκρός στο γκαράζ του σπιτιού του στο Βαρνάβα ο Βαγγέλης Μπακόπουλος, ύποπτος για εμπόριο σκληρών ναρκωτικών, γνωστός στη πιάτσα με το παρατσούκλι “il rosso” εξ αιτίας των κόκκινων μαλλιών του. Ο Μπακόπουλος είχε πυροβοληθεί μία μόνο φορά στο πίσω μέρος του κεφαλιού του με σφαίρα από Bere a 92. Κατά πάσα πιθανότητα όταν πυροβολήθηκε από πίσω, ήταν γυρισμένος προς το αυτοκίνητο του με τα χέρια ανοικτά τοποθετημένα πάνω στο καπό του τζιπ AUDI Q7. Κανονική εκτέλεση! Νεκρός πια γλίστρησε, έπεσε κάτω ανάσκελα και βρέθηκε στη στάση που βλέπετε στη διαφάνεια και που τον βρήκαμε και εμείς. Κανείς δεν άκουσε κανένα πυροβολισμό, ενώ εκείνη τη στιγμή στο σπίτι ήταν η γυναίκα του, η κόρη του 26 χρονών και η γυναίκα υπηρεσίας. Είναι πολύ πιθανόν ο δολοφόνος να χρησιμοποίησε σιγαστήρα. Ο οδηγός και σωματοφύλακας του Μπακόπουλου απουσίαζε. Είχε τηλεφωνήσει το πρωί ότι ήταν άρρωστος με συνεχή διάρροια και εμετούς και είχε παρακαλέσει να μείνει σπίτι του. Πράγμα που επιβεβαιώσαμε πηγαίνοντας στο σπίτι του και μιλώντας με τη γυναίκα του και τη κόρη του. Δεν θα μπω στις λεπτομέρειες της ανάκρισης του οδηγού. Στην αρχή δεν συνδέσαμε καθόλου το φόνο αυτό με την οργάνωση για την οποία μιλάμε. Θεωρήσαμε ότι θα ήταν κάποιο ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ εμπόρων ναρκωτικών. Ο Μπακόπουλος είχε συλληφθεί δύο φορές στο παρελθόν. Μία στην Ελλάδα για συνεργία στη δολοφονία του Ασημάκη Λούλια που ήταν αντίπαλος και ανταγωνιστής του και μία στην Ισπανία για εμπορία ναρκωτικών. Και τις δύο φορές αφέθηκε ελεύθερος λόγω ελλείψεως επαρκών στοιχείων. Μία μέρα μετά τη δολοφονία του Μπακόπουλου, πάντα μέσω τηλεφωνήματος στην εισαγγελία, βρήκαμε στο γραμματοκιβώτιο του διαχειριστή μιας πολυκατοικίας στα Πατήσια, τη δεύτερη επιστολή της οργάνωσης που αναφέρεται στο Μπακόπουλο και που έχετε μπροστά σας σαν έγγραφο (2). Τη βλέπετε και στη διαφάνεια. Άλλωστε είναι σύντομη και λιτή. Τη διαβάζω για να αναφερθώ σε κάποια σημεία της. ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ Ν ο 2 7 ­2­13 Αυτή ή ταν η π ρώτη ε κτέλεση τ ης οργάνωσης μ ας. Ο Μπακόπουλος ήταν ένας στυγνός εγκληματίας, μεγαλέμπορος ναρκωτικών με τουλάχιστον τρεις παραλαβές οπίου και 2 κοκαΐνης τους τελευταίους 24 μήνες για τους οποίους έχουμε στοιχεία. Ένα φορτίο οπίου, το δεύτερο, πέρασε από την Ελλάδα στις 30‐ 9‐ 11 και κατευθύνθηκε στη Νάπολη της Ιταλίας. Το ίδιο έγινε και με ένα φορτίο 12420 kg κοκαΐνης που μέσω Ελλάδας έφθασε στην Ισπανία στις 12 Ιουλίου 2011. Το τρίτο φορτίο οπίου παρελήφθη στο Πειραιά στα μέσα Οκτωβρίου του 2012 και ένα μεγάλο μέρος του βρίσκεται ακόμη σήμερα σε ένα διαμέρισμα στην οδό Περικλέους 44 στον Ασπρόπυργο, που έχει ενοικιασθεί στο όνομα «Γεώργιος Γαϊτάνης”. Ο Περάκης σήκωσε το κεφάλι του και είπε: Να σας ενημερώσω εδώ ότι πράγματι στο διαμέρισμα βρήκαμε 2350 kg κοκαΐνη και συλλάβαμε και ένα συνεργάτη του Μπακόπουλου που είχε τα κλειδιά και πήγε να κάνει ανάληψη χωρίς

4


να γνωρίζει τίποτα για τη δολοφονία του Μπακόπουλου.... και συνεχίζω: “Στις 30‐1‐2011 παρελήφθη στον Πειραιά το πρώτο φορτίο οπίου περίπου 1500 kg, για το οποίο όμως δεν έχουμε άλλες πληροφορίες. Γνωρίζουμε μόνο ότι για την παραλαβή είχαν έλθει τρεις Ιταλοί από τη Νάπολη συνεργάτες του Μπακόπουλου. Στις αρχές Μαρτίου 2011 η συμμορία του Μπακόπουλου παρέλαβε 12200 kg κοκαΐνης που έφθασαν στην Ελλάδα με νταλίκα μέσω Τουρκίας. Το υλικό ξεφορτώθηκε κάπου πριν από τη Λαμία. Δεν έχουμε άλλες πληροφορίες ούτε για το χώρο αποθήκευσης ούτε για τη διακίνηση. Ο Μπακόπουλος πλήρωσε τον Ιρλανδό keeler Don Rice, ο οποίος τον Ιανουάριο του 2009 δολοφόνησε τον Ασημάκη Λούλια, ανταγωνιστή και αντίπαλο του στην εμπορία των ναρκωτικών. Επίσης ο Μπακόπουλος ενέχεται προσωπικά στη δολοφονία του Άρη Τόλιου, ιδιοκτήτη του νυκτερινού κέντρου “RAMONA” στο Ηράκλειο της Κρήτης τον Οκτώβριο του 2010. Δολοφονία που για την αστυνομία θεωρείται ακόμη ανεξιχνίαστη. Ο Περάκης διέκοψε και πάλι για να ενημερώσει ότι τόσο η δολοφονία του Λούλια όσο και του Τόλιου επανεξετάζονται από την υπηρεσία υπό το φως αυτών των νέων πληροφοριών. Τα περιουσιακά στοιχεία που η γυναίκα του και η κόρη του κληρονομούν ή έχουν ήδη στο όνομα τους και που πρέπει να περάσουν στο κράτος μέσω του Υπουργείου Οικονομικών είναι: Η βίλα στο Βαρνάβα με το οικόπεδο των 25 στρεμμάτων και όλοι οι ζωγραφικοί πίνακες του Φασιανού, του Γκίκα και του Τσαρούχη. Από τα αυτοκίνητα το AUDI Q7 και το ALFA ROMEO να γίνουν δωρεά στην Ελληνική Αστυνομία. Η βίλα στο Καμάρι της Σαντορίνης που είναι στο όνομα της γυναίκας του αλλά που αποκτήθηκε με παράνομα χρήματα. Ο λογαριασμός στη Τράπεζα Πειραιώς 4.300.000 € Ο λογαριασμός στη EUROBANK 2.250.000 Ο λογαριασμός στη EUROBANK στο όνομα της συζύγου 4.000.000 € Ο λογαριασμός στη EUROBANK στο όνομα της κόρης του 1.700.000 € Ο λογαριασμός στη PARIS BAS στη Γενεύη 16.600.000 €. Ξέρουμε ότι έχει δύο off shore εταιρίες με λογαριασμούς η μία εκ των οποίων είναι στα White Islands, αλλά δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες. Θα επανέλθουμε μόλις τις αποκτήσουμε. Προσοχή, προειδοποιούμε τους κληρονόμους να μην κάνουν το λάθος και πουλήσουν η μεταβιβάσουν τίποτα από τα πιο πάνω. Θα το πληρώσουν με τη ζωή τους και χωρίς καμία προειδοποίηση. Η μεταβίβαση όλων των πιο πάνω περιουσιακών στοιχείων πρέπει να γίνει εντός του επομένου εξαμήνου. Δηλαδή μέχρι τις 1‐8‐2013. Εάν δεν γίνει, ένας από τους κληρονόμους, χωρίς προειδοποίηση θα εκτελεσθεί και εάν ο άλλος δεν τα μεταβιβάσει εντός του επομένου τριμήνου θα εκτελεσθεί κι αυτός. ΝΕΜΕΣΙΣ Ο αστυνόμος Περάκης έβαλε στην άκρη το χαρτί και σήκωσε αργά το κεφάλι. ‐Σήμερα 14‐6‐13, οι μεταβιβάσεις δεν έχουν γίνει ακόμη, ενώ η σύζυγος και η κόρη του Μπακόπουλου λείπουν περίπου 45 ημέρες από το σπίτι. Ο καθηγητής της εγκληματολογίας Λευτέρης Καζάκος που δεν είχε σταματήσει να κρατάει σημειώσεις από την αρχή της ομιλίας του Περάκη, ρώτησε με σιγανή και ήρεμη φωνή: ‐Έγινε αποδοχή κληρονομιάς; ‐Ναι έγινε και πληρώθηκαν κανονικά οι νόμιμοι φόροι. Ο Γιάννης Ιωάννου έκανε την επόμενη ερώτηση: ‐Δεν έχουμε καμία απολύτως ιδέα για το που μπορεί να βρίσκονται η γυναίκα και η κόρη του Μπακόπουλου; Αντί για τον Περάκη απάντησε ο αστυνομικός διευθυντής Τασούλης; ‐Για τη σύζυγο δεν έχουμε καμία απολύτως ιδέα. Εξαφανίστηκε μία μέρα μετά που υπέγραψε τα χαρτιά της αποδοχής κληρονομιάς και έχει αφήσει πληρεξούσιο δικηγόρο για όλα τα υπόλοιπα. Ο δικηγόρος, τον οποίο επισκεφθήκαμε, λέει ότι δεν γνωρίζει που βρίσκεται. Πρέπει να σας αναφέρω εδώ, ότι για λόγους σκοπιμότητας δεν τον ζορίσαμε καθόλου. Η κόρη του Μπακόπουλου, την ίδια περίπου ημέρα, έφυγε για Παρίσι όπου είχε βγάλει εισιτήριο 15 ημέρες νωρίτερα. Από τότε έχουμε χάσει τα ίχνη της. Δεν έχουμε ζητήσει ακόμη τη βοήθεια της Γαλλικής αστυνομίας ή της Interpol. Στη σημερινή συνάντηση θα αποφασίσουμε τι έκταση θα δώσουμε στην υπόθεση. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα και αφού είδε ότι δεν υπήρξε άλλη ερώτηση, ο Περάκης συνέχισε: ‐Στις 28‐2‐13, ο επί οκτώ χρόνια πρώην υπουργός Δημοσίων έργων και τότε βουλευτής Τάσος Καργάκης, βρήκε στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού του στην Κηφισιά την επιστολή που έχετε μπροστά σας ως έγγραφο Νο 3 και που βλέπετε και στη διαφάνεια. Τη διαβάζω: ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ Ν ο 3 2 8­2­13 “Γεια σ ας κύριε Υ πουργέ Επειδή όπως συνηθίζετε να λέτε δεν σας αρέσουν τα πολλά λόγια, μπαίνουμε κατευθείαν στο θέμα.

5


Κατά τη διάρκεια της θητείας σας ως Υπουργός Δημοσίων έργων έχετε πάρει αμέτρητες μίζες, μικρές και μεγάλες από τις αναθέσεις των έργων που προωθήσατε σε συγκεκριμένους κατασκευαστές και από διάφορες άλλες εξυπηρετήσεις και διευκολύνσεις που κάνατε σχεδόν πάντοτε παράνομα. Ασφαλώς δεν τις γνωρίζουμε όλες. Θα σας αναφέρουμε όμως μερικές: − 2010 μίζα 4.000.000 € για την ακύρωση του μειοδότη και την ανάθεση της 4ης εργολαβίας της Εγνατίας οδού στον δεύτερο μειοδότη. − 2010 μίζα 10.000.000 € για παρέμβαση και αλλαγή όρων διαγωνισμού φωτογραφίζοντας ουσιαστικά τον ανάδοχο, για την κατασκευή φράγματος στον ποταμό Νέστο − 2010 τέσσερις μίζες (1.000.000 €, 1.500.000 €, 1.000.000 €, 800.000 €) που πήρατε για διάφορες παρεμβάσεις σας τους μήνες Φεβρουάριο, Ιούνιο, Ιούλιο και Σεπτέμβριο υπέρ συγκεκριμένων εργολάβων, χωρίς βέβαια να τηρηθούν οι νόμιμες διαδικασίες και τις οποίες γνωρίζετε πολύ καλά − 2009 μίζα 5.000.000 € για τη κατασκευή της κρεμαστής γέφυρας της Εγνατίας οδού. − 2009 μίζα 3.500.00 € για την ανάθεση της 3ης εργολαβίας της Εγνατίας οδού − 2009 μίζα 4.000.000 € για την ανάθεση του πρώτου τμήματος της Ιονίας οδού μαζί με τις γέφυρες και τα τούνελ. − 2009 μίζα 2.000.000 € για την επέκταση εργολαβίας έργων συνόρων Αλβανίας − 2009 έξι μίζες (που εμείς γνωρίζουμε) για διευκολύνσεις, ακυρώσεις εργολαβιών και παράνομες αναθέσεις, συνολικά 9.000.500 €. Αν δεν θυμόσαστε όλα τα πιο πάνω, καθώς και όλες τις άλλες μίζες που έχετε πάρει, ανοίξτε το μαύρο σημειωματάριο σας που τις έχετε λεπτομερώς καταγεγραμμένες και που βρίσκεται στο χρηματοκιβώτιο του σπιτιού σας. Στο βυσσινί σημειωματάριο αναφέρετε τη χρήση που έχετε κάνει των παράνομων χρημάτων σας, που τα έχετε επενδύσει, τα ονόματα των off shore εταιριών σας, τους αριθμούς λογαριασμών σας κλπ. Δεν θα μπούμε σε άλλες λεπτομέρειες. Θα σας υπενθυμίσουμε μόνο ότι η περιουσία σας πριν υπουργοποιηθείτε ήταν ένα διαμέρισμα 4 δωματίων στο όνομα της συζύγου σας στη Καλλιθέα, όπου και κατοικούσατε, ένα μικρό εξοχικό στο Θεολόγο, κάποια χωράφια με ελιές κοντά στη Θήβα και περίπου 32.000 € στη τράπεζα Πειραιώς. Εντός των επομένων 30 ημερών πρέπει να επιστρέψετε στο Ελληνικό δημόσιο τα περιουσιακά στοιχεία που αποκτήσατε επενδύοντας τα παράνομα χρήματα που εισπράξατε. Συγκεκριμένα: ‐ Το διαμέρισμα των 350 τμ που μένετε στη Κηφισιά − Τις μετοχές σας στη ναυτιλιακή εταιρία Sea Word Shipping co με έδρα τη Μάλτα − Την έπαυλη σας 450 τμ στη Πάρο με το οικόπεδο των 10 στρεμμάτων − Το εξοχικό σας στην Αράχοβα των 180 τμ ‐ Τις καταθέσεις σας των 6.500.000 € στη UΒS στην Ελβετία − Τις καταθέσεις σας των 5.000.000 € στη Manha an Bank στη Νέα Υόρκη − Τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου που κατέχετε αξίας 15.000.000 €. − Τις καταθέσεις σας στη EUROBANK 2.000.000 € − Τις καταθέσεις σας στην Εθνική Τράπεζα 4.600.000 € Περιοριζόμαστε σε αυτά διότι δεν μπορέσαμε να ξετυλίξουμε το κουβάρι των off shore εταιριών που έχετε ιδρύσει. Εντός 30 ημερών θα πρέπει να έχετε κάνει τη μεταφορά στο Ελληνικό Δημόσιο των ρευστών που είναι στις ελληνικές τράπεζες. Για μας αυτό θα είναι ένδειξη ότι προτίθεστε να συνεχίσετε και να ολοκληρώσετε τις μεταφορές. Εάν αυτό δεν γίνει, από την 31η μέρα και έπειτα η εκτέλεση σας θα μπορούσε να γίνει ανά πάσα στιγμή. Περιμένουμε. ΝΕΜΕΣΙΣ ‐ Οι καταθέσεις δεν έγιναν και όπως γνωρίζετε, την 14‐4‐2013 ο πρώην υπουργός Τάσος Καργάκης βρέθηκε δολοφονημένος μέσα στο αυτοκίνητο του σε ερημική περιοχή της Παλαιάς Πεντέλης με μια σφαίρα από Bere a 92, στο πίσω μέρος της κεφαλής του. Το πιστόλι ήταν το ίδιο με αυτό που είχε δολοφονηθεί ο Μπακόπουλος. Η έρευνα που διεξήγαμε δεν έχει αποδώσει απολύτως τίποτα μέχρι σήμερα. Ο Καργάκης είχε μία σύζυγο και δύο παιδιά, ένα γιο 22 χρονών και ένα γιο 16 χρονών. Η σύζυγος του μας ειδοποίησε ότι προτίθεται να μεταβιβάσει τα περιουσιακά στοιχεία στο Ελληνικό Δημόσιο. Ήδη οι καταθέσεις στη Eurobank και στην Εθνική Τράπεζα, στους λογαριασμούς των οποίων η σύζυγος ήταν συνδικαιούχος, μεταβιβάσθηκαν σε λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου στο Υπουργείο Οικονομικών. Αυτή τη στιγμή η χήρα είναι σε συζητήσεις με το Υπουργείο Οικονομικών για τη μεταφορά των υπολοίπων περιουσιακών στοιχείων απευθείας χωρίς να χρειαστεί να πληρωθούν φόροι κληρονομιάς. Στην αίθουσα επικράτησε ησυχία. Όλοι κοίταζαν τα χαρτιά τους και τις σημειώσεις τους και ήταν βυθισμένοι στις σκέψεις τους. Ένα διακριτικό χτύπημα ακούστηκε στην πίσω πόρτα της αίθουσας που μισάνοιξε και πρόβαλε το κεφάλι ενός νεαρού αστυνομικού που έψαξε με τα μάτια τη Λένα τη γραμματέα του Τασούλη και της έκανε νόημα ότι θέλει να της μιλήσει. Η Λένα σηκώθηκε και βγήκε από την αίθουσα. Ο Γιώργος Κεπελέρης, ο Γενικός Γραμματέας έβγαλε τα γυαλιά του και τρίβοντας τα μάτια του σαν να μιλούσε στον

6


εαυτό του είπε: ‐Τα ΜΜΕ δεν έχασαν δευτερόλεπτο. Έκαναν μύθο την πληρωμή προς το δημόσιο της χήρας, ηρωποιώντας τους δολοφόνους. Υπάρχει μια διάχυτη συμπάθεια στη κοινή γνώμη υπέρ των δολοφόνων που θυμίζει την πρώτη περίοδο της 17 Νοέμβρη. Η πρώτη και αβασάνιστη αν θέλετε άποψη μου είναι ότι πρέπει να υπενθυμίζουμε στη κοινή γνώμη τη διαδρομή της 17 Νοέμβρη, που από τιμωρός των χουντικών και των συνεργατών τους εξελίχθηκε σε κοινή δολοφονική οργάνωση αθώων πολιτών και επιχειρηματιών. Η πόρτα άνοιξε πάλι, αυτή τη φορά χωρίς χτύπημα απ' έξω και η Λένα μπήκε και με γρήγορο βήμα έτρεξε και ψιθύρισε κάτι στο αυτί του Τασούλη. Όλοι κατάλαβαν ότι κάτι συνέβαινε. Ο Τασούλης σηκώθηκε και είπε: ‐Ζητώ συγνώμη, συνέβη κάτι σημαντικό που έχει σχέση με αυτό που συζητάμε και ζητώ την άδεια να καλέσω τον ανθυπαστυνόμο Λεμπέση, μέλος της ομάδας μας, να μας ενημερώσει. Ο αρχηγός έκανε νόημα ότι συμφωνεί και η Λένα κάλεσε τον ανθυπαστυνόμο Λεμπέση να μπει στην αίθουσα. Ο ανθυπαστυνόμος, ένας λεπτός και μυώδης άνδρας περίπου 35 ετών, μελαχρινός με γαλανά μάτια και ύψους 1,89 φαινόταν ήρεμος και γνώριζε πολύ καλά το θέμα της ΝΕΜΕΣΗΣ γιατί είχε ασχοληθεί μ’ αυτό από την πρώτη στιγμή και σε όλα τα στάδια. Άρχισε αμέσως να λέει: ‐Σήμερα το πρωί στις 12.55 πμ έγινε μία απόπειρα ληστείας από δύο άγνωστους σε σουπερμάρκετ της περιοχής Νέος Κόσμος. Οι ληστές, αφού ακινητοποίησαν τους λίγους εκείνη τη στιγμή πελάτες και το προσωπικό, άρπαξαν τις εισπράξεις και ετοιμαζόντουσαν να εξαφανιστούν. Τότε, ένας από τους πελάτες, έβγαλε ένα πιστόλι και χωρίς να πει λέξη πυροβόλησε κατευθείαν στη καρδιά και σκότωσε το ληστή που κράταγε τα χρήματα, ενώ ο άλλος, που είχε ήδη φθάσει στη πόρτα, όταν άκουσε το πυροβολισμό γύρισε και είδε τον πελάτη να τον σημαδεύει και να τον πυροβολεί χωρίς όμως να τον πετυχαίνει άνοιξε τη πόρτα και εξαφανίστηκε. Ο άγνωστος πελάτης έβαλε το πιστόλι στη τσέπη του και φωνάζοντας “Ζήτω η ΝΕΜΕΣΙΣ” άνοιξε και αυτός την πόρτα, βγήκε έξω και εξαφανίστηκε. Η αστυνομία και οι τηλεοράσεις έφθασαν σχεδόν ταυτόχρονα. Ο κόσμος που μαζεύτηκε και έμαθε τι είχε γίνε και, μόνο που δεν ζητωκραύγαζε υπέρ της ΝΕΜΕΣΗΣ. Τα σχόλια τύπου “επί τέλους δικαιοσύνη”, “ μπράβο στα παιδιά”, έδιναν και έπαιρναν. Το πιστόλι που σκότωσε το ληστή δεν έχει καμία σχέση με τη Bere a της οργάνωσης. Είναι ένα 22. Λεπτομέρειες θα έχουμε αργότερα. ‐Φαντάζομαι δεν υπάρχει καμία ανάληψη ευθύνης μέχρι τώρα ‐Όχι καμία. Ο καθηγητής Μπαράκος, που δεν είχε μιλήσει μέχρι εκείνη τη στιγμή, χωρίς να σηκώσει τα μάτια από τις σημειώσεις του είπε με αρκετά δυνατή φωνή: ‐Αυτά έρχονται να επιβεβαιώσουν ότι τα όσα είπε ο κος Κεπελέρης προηγούμενα είναι μάλλον σωστά. Το πολύ ανησυχητικό είναι ότι μερικοί πολίτες , που κυκλοφορούν απ’ ότι φαίνεται και οπλισμένοι, καταφεύγουν στην αυτοδικία. Θα έλεγα μάλιστα ότι κυκλοφορούν οπλισμένοι ελπίζοντας να τους δοθεί η ευκαιρία να συμβάλλουν και αυτοί στη κάθαρση και την επιβολή της δικαιοσύνης που τόσο λείπουν στην ελληνική κοινωνία.... Η γνώμη μου είναι ότι η στάση μας στα ΜΜΕ σχετικά με αυτή την οργάνωση δεν πρέπει να είναι επιθετική ή πολύ επικριτική. Η Ελληνική κοινωνία έχει περάσει και περνά μια σκληρή δοκιμασία, όπου όλοι συνέχεια αναφέρουν πόσο έχουν αδικηθεί οι πολλοί, ενώ τα λαμόγια και οι πονηροί ζουν και απολαμβάνουν τη ζωή τους ανενόχλητοι. Η αστυνομία πρέπει να κάνει τη δουλειά της σε βάθος, ενώ θα πρέπει να οργανωθούν συζητήσεις στη τηλεόραση που θα καταδικάζουν με επιχειρήματα την αυτοδικία και θα υπογραμμίζουν τους κινδύνους που προέρχονται από αυτήν. Βλέποντας και κάνοντας. Θεωρώ ότι οποιαδήποτε άλλη αντίδραση αυτή τη στιγμή θα φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα. Ο αρχηγός της αστυνομίας υποστράτηγος Ράγγος Ιωάννης, αφού ρώτησε τον υπαστυνόμο Περάκη αν είχε κάτι να προσθέσει στο ιστορικό της υπόθεσης είπε συνοψίζοντας το προσωρινό συμπέρασμα στο οποίο είχαν καταλήξει: ‐Η υπόθεση είναι σε πλήρη εξέλιξη. Είναι προφανές ότι σύντομα θα έχουμε νέα συμβάντα. Όλοι που μπορείτε με κάποιο τρόπο να βοηθήσετε είστε ενήμεροι τώρα. Παρακαλώ ο καθένας σας να θεωρήσει την υπόθεση δική του, να ζητήσει από τον αστυνόμο Τασούλη όποια λεπτομέρεια θεωρεί ότι χρειάζεται και να είναι σε συνεχή επαφή με τον αστυνόμο, ο οποίος θα εργάζεται 24 ώρες το εικοσιτετράωρο μέχρι την εξιχνίαση της υπόθεσης και τη σύλληψη των δραστών. Εγώ από πλευράς μου θα ενημερώνω την ηγεσία του Υπουργείου για την πορεία των ανακρίσεων. Όσον αφορά τους δημοσιογράφους και τα ΜΜΕ, η στάση μας θα είναι μετρημένη, με γενικότητες και ελπίζουμε να προλαβαίνουμε τα γεγονότα και τις εξελίξεις.... Ο αστυνόμος Τασούλης απευθύνθηκε στους παρόντες και τους παρακάλεσε να τον βοηθήσουν με την πείρα τους και τον επιστημονικό εξοπλισμό τους. Ζήτησε δε, ιδιαίτερα από το Δημήτρη τον Νάκο, προϊστάμενο της υπηρεσίας διώξεως ηλεκτρονικού εγκλήματος, με τον οποίο είχε πολύ καλές σχέσεις, να επικοινωνήσουν τα στελέχη της υπηρεσίας του με τους ανθρώπους της ομάδας του, για να προσπαθήσουν να βρουν τον τρόπο που η οργάνωση απέκτησε όλες αυτές τις πληροφορίες. Ο ανθυπαστυνόμος Λεμπέσης που δεν είχε βγει από την αίθουσα μετά την παρέμβαση του για τη ληστεία στο σουπερμάρκετ, είδε τους παρισταμένους να σηκώνονται, μερικοί συνομιλώντας και σχολιάζοντας τα όσα είχαν

7


ακούσει και αισθάνθηκε κάτι σαν σφίξιμο στο στήθος. Είχε την εντύπωση ότι οι περισσότεροι δεν είχαν πάρει πολύ στα σοβαρά την υπόθεση. Ο ανθυπαστυνόμος είχε ένα κακό προαίσθημα που, όπως φάνηκε από τα δραματικά γεγονότα που ακολούθησαν, βγήκε τελείως αληθινό. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

8


Τετάρτη 9­10­13 Ώ ρα 24.00 Σ τον Ά λιμο. Η Ροζάνα έφευγε από τη γιορτή σχεδόν κρυφά. Ήταν ιδρωμένη, λίγο ζαλισμένη και κάπως ξαναμμένη. Είχε όμως μια αίσθηση ικανοποίησης σαν να είχε κάνει το καθήκον της, σαν να μην είχε χάσει το χρόνο της. Έπρεπε να διασκεδάσει και διασκέδασε, έπρεπε να μη σκεφθεί τα προβλήματα της και τα ξέχασε. Φλέρταρε μάλιστα με ένα τύπο που ήταν αρκετά ενδιαφέρων, λίγο ντροπαλός αν και προσπαθούσε να το κρύψει, αλλά σοβαρός και μάλλον όχι επιφανειακός. Μερικές στιγμές ένιωσε ότι ήταν λίγο αφηρημένος σαν κάτι να τον απασχολούσε και να τον ανησυχούσε. Σε κάποια στιγμή της ζήτησε και του έδωσε το κινητό της. Πέρασαν σχεδόν όλη τη βραδιά μαζί μιλώντας για χίλια δυο διαφορετικά πράγματα, ακόμη και για πολιτική και για την κρίση που ταλανίζει την Ελλάδα. Έκαναν και υποθέσεις για τις βαθύτερες αιτίες που προκάλεσαν αυτή τη κρίση. Πόσο φταίει η Ευρωπαϊκή Ένωση, πόσο η αλαζονική και αδιόρθωτη Γερμανία και πόσο η Ελλάδα με τη διαφθορά της, τον χαώδη δημόσιο τομέα της, την ανοργανωσιά της και τους κακούς πολιτικούς της. Το θαλασσινό αεράκι της χάιδεψε γλυκά το πρόσωπο. Ήταν μια πολύ γλυκιά βραδιά του Οκτώβρη. Έκλεισε τα μάτια και το χάρηκε , ενώ τα αυτιά της βούιζαν ακόμη από τη δυνατή μουσική και το θόρυβο της αίθουσας. Ο παρκαδόρος πήρε τις οδηγίες του και πήγε να φέρει το αυτοκίνητο. Η Ροζάνα πήρε μια βαθιά εισπνοή που κατέληξε σε αναστεναγμό. Τα προβλήματα και οι ανησυχίες ερχόντουσαν σιγά σιγά πάλι στην επιφάνεια και το άγχος ανέβαινε μέσα της έρποντας σαν το σκουλήκι. Η γαλάζια SLK αστραφτερή και γλυκιά, σταμάτησε μπροστά της. Ο παρκαδόρος κοίταξε τη σαραντάρα κυρία σοβαρή και στιλάτη και κούνησε το κεφάλι του με ένα χαμόγελο ζήλιας για τους τυχερούς που τα έχουν όλα και με περίσσια αφθονία. Ήταν δώδεκα και κάτι τα μεσάνυχτα και οι δρόμοι ήταν σχεδόν άδειοι. Σε μισή ώρα θα ήταν από τον Άλιμο στο Χαλάνδρι στο διαμέρισμα της, στο καταφύγιο, που ίσως να ήταν και αυτό προσωρινό, αφού ήταν υποθηκευμένο και κινδύνευε και αυτό όπως και όλη της η περιουσία. Περιουσία που είχε κάνει από το μηδέν σε 15 χρόνια σκληρής και επιτυχημένης δουλειάς, σε σημείο που όλοι να την επαινούν και να τη ζηλεύουν συγχρόνως. Η γρήγορη κούρσα της επιστροφής δεν άφηνε πολλά περιθώρια για σκέψεις. Η προσοχή της ήταν στραμμένη στο δρόμο. Παρ’ όλα αυτά δεν απόφυγε να σκεφθεί για μία τουλάχιστον φορά ότι “στο πολύ το ζόρι υπάρχει και η αυτοκτονία, μη στεναχωριόμαστε λοιπόν”. Περνούσε μια περίοδο της ζωής της πολύ κρίσιμη, γεμάτη προβλήματα και αδιέξοδα. Η εταιρία της, που έφτιαχνε κάθε τύπου ξύλινες κατασκευές για εσωτερικούς χώρους ξενοδοχείων, εστιατορίων, μαγαζιών κλπ, καθώς επίσης εσωτερικό διάκοσμο και έπιπλα κατοικιών, σε συνεργασία με έναν επώνυμο Ιταλικό οίκο , απασχολούσε 33 άτομα στο εργοστάσιο και περίπου 15 σε εξωτερικά συνεργεία. Στο τεράστιο οικονομικό πρόβλημα που της δημιούργησε η πτώχευση ενός πελάτη της, της ΜΙΚΟΣ ΑΤΕ, με τις δεκάδες χιλιάδες Ευρώ σε επιταγές που είχε πάρει και είχε καταθέσει στις δικές της τράπεζες για να χρηματοδοτηθεί και που είχαν όλες σφραγισθεί, είχε έρθει να προστεθεί μία απειλή, που ακόμη δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσει το μέγεθος της επακριβώς και δεν ήξερε πόσο σοβαρά έπρεπε να τη λάβει υπ' όψη. Έμοιαζε να της απειλούν τη σωματική της ακεραιότητα και την ίδια της τη ζωή. Δεν μπορούσε να το πιστέψει ότι της συνέβαινε κάτι τέτοιο. Αναρωτιόταν μερικές φορές αν αφορούσε αυτήν η μήπως κάποιον άλλο κοντινό της φίλο ή συγγενή ή αγαπητό της πρόσωπο, ή μήπως ήταν μόνο μία φάρσα. Πραγματικά το πιο πιθανό ήταν να πρόκειται για φάρσα και για έναν απλό εκφοβισμό. Αναβαίνοντας τη λεωφόρο Μεσογείων στο ύψος του Πενταγώνου ένοιωσε κάτι σαν σφίξιμο στο στήθος. Στου Παπάγου δεξιά έμενε ο Νίκος Παυλάκης. Ένας τοκογλύφος με επένδυση επιχειρηματία. Είχε ήδη δανεισθεί δύο φορές χρήματα από τον Παυλάκη για να καλύψει τις τράπεζες οι οποίες ζητούσαν τα λεφτά που είχαν δώσει έναντι των επιταγών της ΜΙΚΟΣ ΑΤΕ που σφραγίστηκαν. Η προσπάθεια της ήταν να αποφύγει τις διαταγές πληρωμής που θα σήμαιναν εγγραφή στον Τειρεσία, διακοπή των χρηματοδοτήσεων, αδυναμία λήψης εγγυητικών και μπλοκ επιταγών και τελικά πτώχευση. Τα ποσά των δανείων που είχε πάρει από τον Παυλάκη συνολικά, έφθαναν τα 3.300.000 € και ο τόκος ήταν τεράστιος, κοντά στο 60%, γιατί δεν είχε δώσει εγγυήσεις ούτε είχε βάλει καμία υποθήκη. Το ΙΚΑ και το ΦΠΑ ήταν απλήρωτα για πάνω από τρεις μήνες. Η πρώτη δόση επιστροφής του δανείου του Παυλάκη, 200.000 €, είχε περάσει χωρίς να την πληρώσει. Προτίμησε να δώσει στη τράπεζα τα χρήματα των δύο επομένων επιταγών της ΜΙΚΟΣ για να της μείνουν ακόμη μόνο τέσσερις επιταγές να καλύψει στους επόμενους δύο μήνες. Ο Παυλάκης την είχε καλέσει στο γραφείο του, που ήταν και το σπίτι του, με ένα τρόπο επιτακτικό που δεν σήκωνε ούτε αντίρρηση ούτε αναβολή και εκεί, μπροστά σε δύο μπράβους του, την απείλησε με το χειρότερο τρόπο. Οι μπράβοι του, ένας αδύνατος, μελαχρινός, αρκετά ψηλός, που το βλέμμα των μαύρων ματιών του ήταν συνεχώς κολλημένο στα μάτια της και της προκαλούσε ρίγη και άγχος και ένας ξανθός μποντιπμιλντεράς, γεμάτος μυς και με ένα ηλίθιο χαμόγελο μόνιμα κολλημένο στο πρόσωπο ‐Είσαι νέα όμορφη και με ένα κορμάκι λαχταριστό που ο καθένας θα ήθελε να είχε στη διάθεση του ώρες πολλές για να το χαϊδεύει να το γλύφει, να το δαγκώνει και να το γαμάει απανωτά. Η Ροζάνα είχε παγώσει με αυτά που άκουγε. Δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Το περίμενε ότι θα την απειλούσε και ότι θα προσπαθούσε να την εκφοβίσει, αλλά αυτά που άκουγε ήταν τρομερά και απίστευτα.

9


‐Αυτό ακριβώς θα γίνει αν μέσα στην επόμενη εβδομάδα δεν έχεις ξοφλήσει την πρώτη δόση του δανείου. Αν δε περάσει και άλλη μια εβδομάδα και πάλι δεν έχω πάρει τα χρήματα μου, τότε θα αρχίσουν να βρίσκουν κομμάτια από το κορμάκι αυτό σε σκουπιδοτενεκέδες της Αθήνας. Μην πεις κουβέντα. Φύγε και να ξέρεις ότι τα παιδιά μου από δω θα είναι συνέχεια δίπλα σου, ακόμα και όταν δεν τα βλέπεις. Ο ξανθός έκανε δύο βήματα, την έπιασε σφιχτά από το μπράτσο και την τράβηξε προς την έξοδο. Την πήγε σέρνοντας μέχρι τη πόρτα της εισόδου, την άνοιξε, έσπρωξε έξω τη Ροζάνα και την έκλεισε με δύναμη από πίσω. Η Ροζάνα έμεινε ακίνητη μερικά δευτερόλεπτα προσπαθώντας να καταλάβει τι της είχε συμβεί. Ύστερα σιγά σιγά κατέβηκε τα σκαλοπάτια και προχώρησε στον δεντροφυτεμένο δρόμο μέχρις ένα παγκάκι που βρέθηκε ξαφνικά μπροστά της στο πεζοδρόμιο όπου και έπεσε καθιστή. Προσπάθησε να ηρεμήσει και να βρει τη ψυχραιμία της. Πρώτη της σκέψη ήταν να πάει στην αστυνομία. Γενικά όμως, όπως έκανε πάντα, αποφάσισε να αναβάλει τις ενέργειες της για να το σκεφθεί καλά. Άλλωστε είχε ακόμη μια εβδομάδα καιρό. Σταμάτησε να σκέπτεται. Πήγε σπίτι της, έκανε ένα ντους και ξάπλωσε. Εκεί έμεινε με τα μάτια ανοιχτά για πολύ ώρα ενώ το μυαλό της δούλευε ασταμάτητα. Είχαν περάσει τέσσερις ημέρες από τη συνάντηση με τον Παυλάκη και κανείς δεν την είχε ξαναενοχλήσει. Είχε μαζέψει κάποια χρήματα και έλπιζε μέχρι το τέλος της εβδομάδας να ήταν σε θέση να επιστρέψει το μισό ποσό της πρώτης δόσης, που ήταν ήδη περισσότερο από το κεφάλαιο που αντιστοιχούσε στη δόση. Για το υπόλοιπο θα ζήταγε μια παράταση είκοσι ημερών για να μπορέσει να το μαζέψει, αν και δεν μπορούσε να φανταστεί από πού, μια και δεν περίμενε από πουθενά να εισπράξει αυτή τη περίοδο. Ο δρόμος του σπιτιού της στο Χαλάνδρι ήταν ερημικός, με πολλά δένδρα και μικρά παρκάκια περιποιημένα και καλοποτισμένα. Έμενε σε μια διώροφη μεζονέτα που στο υπόγειο είχε ένα μεγάλο γκαράζ που χώραγαν άνετα τα δύο αυτοκίνητα της, η MERCEDES SLK και το FIAT PUNTO. Η Ροζάνα άνοιξε με το τηλεκοντρόλ την πόρτα του γκαράζ ανάβοντας αυτόματα και ένα φως εισόδου. Πήρε τη τσάντα της και κατέβηκε από το αυτοκίνητο ενώ πίσω της έκλεινε αυτόματα η πόρτα. Κατευθύνθηκε στο βάθος και ξεκλείδωσε τη πόρτα της μαρμάρινης σκάλας που οδηγούσε στο ισόγειο που ήταν το σαλόνι, η τραπεζαρία, η κουζίνα, το γραφείο της και ένα WC. Πάτησε τον aller retour διακόπτη στο κάτω μέρος της σκάλας και άναψε το φως. Ανέβηκε και μπήκε στο σαλόνι. Ετοιμαζόταν να ανάψει το φως του σαλονιού όταν μια άγνωστη για το σπίτι της μυρωδιά έφτασε στη μύτη της. Σταμάτησε απότομα. Και τότε άκουσε να έρχεται μέσα από το σαλόνι μια τσιριχτή αλλά σταθερή φωνή: ‐Πέρασε μέσα Ροζάνα, αλλά μη σου περάσει από το μυαλό να φωνάξεις γιατί το πιστόλι που σε σημαδεύει έχει σιγαστήρα. Πιο πολύς θα είναι ο θόρυβος του κορμιού σου που θα πέσει κάτω από το θόρυβο του πυροβολισμού. Η Ροζάνα πάγωσε. Έμεινε ακίνητη σχεδόν παράλυτη από το φόβο. Ένα χέρι την άρπαξε από το αριστερό μπράτσο και την τράβηξε με δύναμη μέσα. Το ίδιο χέρι που την είχε πετάξει έξω από το γραφείο του Παυλάκη. Την έφερε με ταχύτητα μπροστά στον καναπέ και την πέταξε με δύναμη καθιστή στη μέση του καναπέ. Μέσα στο λιγοστό φως της σκάλας που είχε μείνει αναμμένο, η Ροζάνα διέκρινε καθισμένο στην απέναντι πολυθρόνα το μπράβο του Παυλάκη με το παγερό βλέμμα, να κρατά ένα μεγάλο πιστόλι με σιγαστήρα και να τη σημαδεύει. ‐Πως μπήκατε μέσα, τι θέλετε; Δεν πέρασε ακόμη η βδομάδα που μου έδωσε ο κος Παυλάκης ψέλλισε. ‐Ήρθαμε να βεβαιωθούμε ότι πέρασες καλά εκεί που ήσουν σήμερα το βράδυ και να επιβεβαιώσουμε το πόσο καλά θα περάσουμε και εμείς σε μερικές ημέρες. Ο ξανθός με μια απότομη κίνηση της έκλεισε το στόμα με μια αυτοκόλλητη ταινία και ενώ εκείνη σήκωνε τα χέρια για να τη ξεκολλήσει της έδωσε ένα δυνατό χαστούκι με την ανάποδη του χεριού του που την έριξε στο πλάι στο καναπέ. Έπεσε απάνω της και τις έπιασε τα χέρια, τα γύρισε πίσω στη πλάτη της και της πέρασε με γρήγορες κινήσεις χειροπέδες. Μετά τη τράβηξε απότομα και την έκανε να καθίσει πάλι ίσια στο καναπέ. Ύστερα με ήρεμες κινήσεις της πέρασε χειροπέδες και στα πόδια. Τα μάτια της είχαν γεμίσει δάκρια, τρόμο και απελπισία. Ο άλλος μπράβος μπροστά της είχε ακουμπήσει το πιστόλι στα γόνατα του και την κοίταζε ίσια στα μάτια χωρίς να μιλάει. Αυτό το απειλητικό διαπεραστικό βλέμμα που της τρύπαγε τον εγκέφαλο δεν θα το ξεχνούσε ποτέ στη ζωή της. Την κοίταζε και δεν μιλούσε. Θα πέρασαν δύο λεπτά χωρίς να ακουστεί κανένας θόρυβος και χωρίς κανείς να πει τίποτα. Την κοίταζε ίσια στα μάτια ενώ εκείνη έκλαιγε βουβά και τα δάκρια τρέχανε στα μάγουλα της. Ο γκάγκστερ γύρισε και έκανε ένα νόημα στο ξανθό που πλησίασε τη Ροζάνα της άρπαξε το πουκαμισάκι και με ένα απότομο τράβηγμα της έσπασε όλα τα κουμπιά. Ένα βογγητό τρομάρας και φόβου βγήκε από το στόμα της. Ο ξανθός έπιασε το πουκάμισο της από το πάνω μέρος των μανικιών και με μια απότομη κίνηση προς τα πίσω κατέβασε τα μανίκια μέχρι τις χειροπέδες. Η Ροζάνα έμεινε με το μικρό και κομψό σουτιέν να προσπαθεί να καλύψει τα στητά στήθη της ενώ βογκούσε και κουνούσε δεξιά και αριστερά το κεφάλι της που το είχε κατεβάσει για να μην βλέπει τα μάτια του γκάγκστερ που είχε μπροστά της. Ο ξανθός που δεν είχε φύγει από κοντά της, πέρασε το δεξί του χέρι πάνω από τα στήθη της σ' ένα χάδι που τελείωσε με ένα τσίμπημα της δεξιάς ρώγας. Η Ροζάνα είχε κλείσει τα μάτια της απελπισμένη περιμένοντας το χειρότερο. Πέρασαν πάλι δύο λεπτά χωρίς να συμβεί τίποτα και χωρίς κανείς να μιλήσει.

10


Η Ροζάνα σήκωσε το κεφάλι και είδε πάλι τον γκάγκστερ να τη κοιτά ίσια στα μάτια. Τον είδε να κάνει πάλι νόημα στον ξανθό που τη πλησίασε και αφού της έδωσε χωρίς κανένα λόγο ένα χαστούκι, από την άλλη μεριά τώρα, της άρπαξε τη φούστα και με απότομες και δυνατές κινήσεις της έσπασε το φερμουάρ, την έσκισε και τη κατέβασε μέχρι τους αστραγάλους. Δεν σταμάτησε όμως εδώ. Έπιασε με τα δυο χέρια το καλτσόν και το άνοιξε σπάζοντας το λάστιχο και μετά το κατέβασε με δύναμη και αυτό μέχρι τους αστραγάλους. Η Ροζάνα είχε μείνει με ένα μικρό λουλουδάτο κιλοτάκι, πεσμένη στο πλάι να κλαίει με λυγμούς. Ο ξανθός την άρπαξε πάλι και τη σήκωσε καθιστή στο καναπέ. Ύστερα από μερικά δευτερόλεπτα, την άρπαξε πάλι από τους ώμους και τη σήκωσε τελείως όρθια μπροστά στο συνεργό του που τώρα είχε κατεβάσει το βλέμμα και εξέταζε διεξοδικά όλο της το κορμί. Μετά ο ξανθός πλησίασε και χάιδεψε τη κοιλιά της περνώντας το χέρι του πάνω από τη κυλόττα και ανάμεσα στα πόδια της. Την κοίταζε πάντα με το ηλίθιο χαμόγελο στο στόμα και αφού το χέρι του έκανε όλη τη διαδρομή, πάντα πάνω από τη κυλόττα, την έσπρωξε να καθίσει και τραβήχτηκε στην άκρη. Πάλι σιωπή. Μια απειλητική σιωπή χωρίς περιεχόμενο. Χωρίς να μπορεί να καταλάβει τι προμηνύει. Θα την βιάσουν και μετά θα την σκοτώσουν; Θα την βασανίσουν; ‐Δεν θα σε πειράξουμε σήμερα. Ήλθε η απάντηση από το γκάγκστερ. ‐Ελπίζω να συνεννοηθήκαμε και να κατάλαβες τι σε περιμένει αν σε τρεις ημέρες δεν έχεις ξοφλήσει την πρώτη δόση. Και μη διανοηθείς να πας στην αστυνομία γιατί τότε θα δεις τη μητέρα σου και το πατέρα σου νεκρούς στο διαμέρισμα τους στην οδό Σκλαβούνου στη Πειραϊκή και μετά θα αναλάβουμε κι’ εσένα. Είμαι σίγουρος ότι έχεις καταλάβει πόσο σοβαρά μιλάω. Τώρα θα φύγουμε. Θα σου βγάλουμε τις χειροπέδες, θα βγούμε από το σπίτι και μετά εσύ θα βγάλεις τη ταινία από το στόμα σου. Πριν φύγω έχω εντολή να σου δώσω μία εναλλακτική λύση: μπορείς να ξοφλήσεις όλο το χρέος σου μεταβιβάζοντας το σύνολο των μετοχών της εταιρίας σου σε ένα όνομα που θα σου πούμε. Την κοίταξε πάλι για λίγο και της είπε: ‐ Είμαι σίγουρος ότι δεν θα κάνεις καμία άχρηστη βλακεία τώρα που θα φύγουμε. Συνεννοηθήκαμε; Η Ροζάνα κούνησε αργά πάνω κάτω το μουσκεμένο από δάκρια κεφάλι της. Ο ξανθός πλησίασε έλυσε πρώτα τις χειροπέδες των ποδιών της, ενώ την κοιτούσε στα μάτια, πάντα με το ίδιο χαζό χαμόγελο. Τις έβαλε στη τσέπη του και μετά έλυσε και τις χειροπέδες των χεριών της. Έκανε ένα βήμα πίσω και στάθηκε να κοιτάζει τη Ροζάνα, ενώ ο συνεργός του ήταν όρθιος πίσω από τη πολυθρόνα πάντα με το πιστόλι στο χέρι παρακολουθώντας την όλη τη διαδικασία. Ξαφνικά ο ξανθός κινήθηκε μπροστά και έδωσε άλλον ένα δυνατό μπάτσο με την ανάποδη του χεριού του στο δεξί μάγουλο της Ροζάνας. Η Ροζάνα έπεσε πάλι στο πλάι στο καναπέ χωρίς να μπορεί να σηκώσει τα χέρια της που ήταν ακόμη μπλοκαρισμένα από το πουκάμισο. Οι δύο γκάγκστερ προχώρησαν προς την κυρία είσοδο του σπιτιού χωρίς να βιάζονται, άνοιξαν την πόρτα, της έριξαν μια τελευταία ματιά και βγήκαν κλείνοντας τη πίσω τους μαλακά. Η Ροζάνα ήταν καθιστή στον καναπέ, με το πουκάμισο κατεβασμένο στους καρπούς και τη φούστα και το καλτσόν στους αστραγάλους. Τίναξε τα χέρια της για να τα ελευθερώσει, έβγαλε το πουκάμισο και με μια απότομη κίνηση ξεκόλλησε την αυτοκόλλητη ταινία από το στόμα της. Πήρε μερικές βαθιές ανάσες και έβγαλε τη φούστα και το καλτσόν ελευθερώνοντας και τα πόδια της. Έμεινε σ’ αυτή τη θέση ακίνητη με κλειστά τα μάτια ενώ η κυρίαρχη σκέψη που γυρνούσε στο μυαλό της ήταν η αυτοκτονία. Μετά η Ροζάνα έβαλε τα κλάματα. Ένα κλάμα δυνατό, με λυγμούς που ακούγονταν καθαρά μέσα σ’ ολόκληρο το σκοτεινό σπίτι. Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνο. Το σταθερό τηλέφωνο του σπιτιού, που ήταν πάνω στο μπαρ στην αρχή της τραπεζαρίας. Η Ροζάνα σταμάτησε να κλαίει και κοίταξε το τηλέφωνο με τρόμο. Διάβασε έναν άγνωστο αριθμό στο καντράν που τη φόβισε ακόμη περισσότερο. Με μια αποφασιστική κίνηση όμως σήκωσε το ασύρματο τηλέφωνο και το έφερε στ’ αυτί της χωρίς να μιλήσει. ‐Εμπρός, Ροζάνα; Μια φωνή γνωστή που όμως δεν μπορούσε να της δώσει ένα όνομα. ‐Ποιος είναι; Ρώτησε, αλλά η φωνή της ήταν μια συνέχεια από το κλάμα της. Ο Λάμπρος κόμπιασε λίγο και αποφάσισε αστραπιαία να μην πει το όνομα του από το τηλέφωνο. ‐Ροζάνα, δε θυμάσαι, γνωριστήκαμε σήμερα το βράδυ. Πήρα να μάθω αν έφθασες καλά. Τι έχεις; Τι συμβαίνει; Η Ροζάνα θυμήθηκε τον Λάμπρο και το πόσο ωραία και άνετα αισθάνθηκε όλη τη βραδιά μαζί του. Αυτό την έκανε να ξεσπάσει σ’ ένα κλάμα ακόμη πιο δυνατό που παρά την προσπάθεια της δεν κατάφερε να συγκρατήσει. ‐Ροζάνα πες μου αμέσως τι συμβαίνει. Είσαι καλά; Ρώτησε με δυνατή φωνή ο Λάμπρος. ‐Είμαι καλά ακόμη, αλλά έχω πολύ μεγάλο πρόβλημα. Απειλούν τη ζωή μου. Φοβάμαι πάρα πολύ και δεν ξέρω τι να κάνω, είμαι απελπισμένη, είπε κλαίγοντας η Ροζάνα. ‐Πες μου αμέσως τη διεύθυνση σου και έρχομαι εκεί. Μην κουνηθείς από το σπίτι και μην ανοίξεις σε κανένα. Θα σου κτυπήσω και θα πω το όνομα μου χωρίς να με ρωτήσεις ποιος είναι. Τότε μόνο θ’ ανοίξεις. Ο τρόπος που μίλησε είχε μια τέτοια αποφασιστικότητα που ούτε καν της πέρασε από το μυαλό να φέρει καμιά αντίρρηση. ‐ Φορμίωνος 14 στο Χαλάνδρι. Είναι μονοκατοικία. ‐Γεια, είπε και έκλεισε το τηλέφωνο. Η Ροζάνα ακούμπησε το ασύρματο τηλέφωνο στο τραπέζι και γύρισε προσπαθώντας να ηρεμήσει. Τώρα είχε κάποιον

11


να μοιραστεί το πρόβλημα της. Έναν άγνωστο, που όμως της μετέδιδε σιγουριά και από ένστικτο ένοιωθε ότι μπορούσε να τη βοηθήσει και να της πει τι να κάνει. Πήγε στο μπάνιο, ξεμακιγιαρίστηκε και έριξε πολύ νερό στο πρόσωπο της. Φόρεσε τις παντόφλες της και μια όμορφη μεταξωτή μπεζ ρόμπα και πήγε στο μπαράκι του σαλονιού να βάλει κάτι να πιεί. Ένα σκέτο Chivas ήταν η επιλογή της. Γέμισε σχεδόν το ποτήρι, τράβηξε μια καρέκλα από το τραπέζι της τραπεζαρίας , κάθισε σε μια στάση όχι αναπαυτική και άρχισε να το πίνει σιγά σιγά. Κοίταξε γύρω και είδε τα ρούχα της να είναι ακόμη εκεί που τα έβγαλε, στο πάτωμα και στον καναπέ του σαλονιού. Δεν κινήθηκε να τα μαζέψει. Πέρασαν περίπου δεκαπέντε λεπτά μέσα σε μαύρες και αδιέξοδες σκέψεις μέχρι να ακουστεί ένα ελαφρό χτύπημα στη πόρτα. Η Ροζάνα σηκώθηκε, και στάθηκε πίσω από την πόρτα χωρίς ν’ ανοίξει. Το χτύπημα ξανακούστηκε και μια φωνή είπε χαμηλά: ‐Είμαι ο Λάμπρος Δουκάκης. Η Ροζάνα ξεκλείδωσε την πόρτα και άνοιξε. Είδε μπροστά της το Λάμπρο με το δάκτυλο κάθετα στο στόμα, να της κάνει επιτακτικά σήμα να μη μιλήσει. Ο Λάμπρος άνοιξε και μπήκε κλείνοντας σιγά την πόρτα πίσω του. Έμεινε για λίγο ακίνητος κοιτάζοντας γύρω γύρω, ενώ η Ροζάνα κοίταζε το Λάμπρο περιμένοντας να δει τι θα κάνει. Αυτός της έκανε νόημα να του δείξει το σπίτι και πάντοτε χωρίς να μιλάει. Η Ροζάνα υπάκουσε. Τον πήρε από το χέρι και προχωρήσανε αργά στο σαλόνι. Ο Λάμπρος είδε τα σχισμένα ρούχα, σταμάτησε και με νοήματα τη ρώτησε αν ήταν δικά της. Εκείνη κούνησε καταφατικά το κεφάλι. Κάνανε ένα γύρω στο ισόγειο, στη κουζίνα, στο WC και μετά ο Λάμπρος της έδειξε τη σκάλα που οδηγούσε στον όροφο. Ανέβηκαν αργά χωρίς να κάνουν τον παραμικρό θόρυβο. Ο Λάμπρος έριξε μια ματιά στα τρία υπνοδωμάτια, στο λουτρό του κυρίως υπνοδωματίου και στο κοινό λουτρό των άλλων δύο δωματίων. Μετά της κούνησε καταφατικά το κεφάλι δείχνοντας ότι είχε τελειώσει η επιθεώρηση και της έκανε νόημα ότι θα φύγουν μαζί από το σπίτι. Η Ροζάνα απόρησε και του έδειξε τη ρόμπα της και τις παντόφλες της, εννοώντας ότι δεν ήταν ντυμένη για να βγει έξω. Ο Λάμπρος της απάντησε ότι δεν πειράζει, θα έκαναν μόνο μία βόλτα με το αυτοκίνητο. Κατέβηκαν στο ισόγειο αργά χωρίς να κάνουν καθόλου θόρυβο, η Ροζάνα πήρε τα κλειδιά της, άνοιξαν την πόρτα και βγήκαν, ενώ ο Λάμπρος έκλεισε πίσω του με μεγάλη προσοχή να μην ακουστεί το κλακ της πόρτας. Την έπιασε από το χέρι και τη τράβηξε προς το αυτοκίνητο του, ένα VW PASSAT λευκό, που ήταν παρκαρισμένο μπροστά στο σπίτι. Όταν μπήκαν στο αυτοκίνητο και ξεκίνησαν αργά, ο Λάμπρος της είπε: ‐Καταλαβαίνω ότι έγιναν πράγματα ασυνήθιστα και απειλητικά. Το σπίτι μπορεί να είναι παγιδευμένο. Να υπάρχουν κοριοί σε όλα τα δωμάτια, το τηλέφωνο κλπ. Εδώ μπορούμε να μιλήσουμε ελεύθερα. Θα κάνουμε μια βόλτα γύρω από το τετράγωνο και θα γυρίσουμε να παρκάρουμε με σβηστά φώτα κάπου που να βλέπουμε την είσοδο του σπιτιού μη τυχόν και μας άκουσαν και επιστρέψουν ενώ θα λείπουμε. Πράγματι ο Λάμπρος πάρκαρε το PASSAT σε μια απόσταση 200 μ από την άλλη μεριά του δρόμου απ’ όπου μπορούσαν άνετα να παρακολουθήσουν κάθε κίνηση μπροστά στο σπίτι. ‐Τώρα ηρέμησε πέστα μου τα όλα από την αρχή και με κάθε λεπτομέρεια. ‐Λάμπρο πες μου την αλήθεια μήπως είσαι αστυνομικός; ‐Πως σου πέρασε τέτοια ιδέα. Όπως σου έχω ήδη πει είμαι ηλεκτρονικός μηχανικός και έχω μια εταιρία που ασχολείται με προγραμματισμό, μελέτες αυτοματισμών, ρομποτική, εμπορία computer, gadgets και όλα τα παρεμφερή. Έχω 14 άτομα προσωπικό και τα γραφεία μου είναι στη λεωφόρο Βουλιαγμένης 324, σ’ ένα διώροφο κτίριο. ‐Μου έκανε εντύπωση η άνεση με την οποία κινήθηκες σε μία κατάσταση που ξεφεύγει τελείως από τα νορμάλ. ‐Κάποια στιγμή ίσως σου εξηγήσω. Πες μου εσύ τώρα τι συμβαίνει. Η Ροζάνα του εξιστόρησε τα γεγονότα από την αρχή και με κάθε λεπτομέρεια, μη κρύβοντας απολύτως τίποτα. Ο Λάμπρος άκουγε ενώ συγχρόνως τα μάτια του ήταν καρφωμένα στο δρόμο και στο σπίτι. Όταν η Ροζάνα τελείωσε ο Λάμπρος έμεινε σιωπηλός για αρκετή ώρα. ‐Ο λόγος που δεν πήγες στην αστυνομία είναι μόνο επειδή σε απείλησαν και με τους γονείς σου; ‐Όχι μόνο. Θεωρώ ότι δεν θα με βοηθούσε σε τίποτα και θα τους εξαγρίωνε ακόμη περισσότερο. Με έχουν αληθινά φοβίσει. Ο Λάμπρος έμεινε πάλι σιωπηλός. Γύρισε και κοίταξε τη Ροζάνα ‐Εγώ θα μπορούσα να σε βοηθήσω. Πρέπει μόνο να μου υποσχεθείς ότι θα κάνεις ΑΚΡΙΒΩΣ ότι σου πω και ότι δεν θα μιλήσεις ποτέ σε κανένα για ότι και να δεις ή ακούσεις. ‐Με τρομάζεις Λάμπρο, τι σημαίνει αυτό; ‐Δεν μπορώ να σου πω παραπάνω τώρα. Είσαι μια έξυπνη γυναίκα, επιχειρηματίας, έχεις δυνατό και αποφασιστικό χαρακτήρα, δεν παρασύρεσαι εύκολα από συναισθηματισμούς και έχεις πραγματικά ένα μεγάλο πρόβλημα. Εγώ μπορώ να σε βοηθήσω να βγεις από το αδιέξοδο μόνο υπ’ αυτούς τους όρους. Σκέψου το καλά και απάντησε μου. Αν πεις ναι θα είναι ναι. Δεν θα μπορείς ν’ αλλάξεις γνώμη μετά. Η Ροζάνα τον κοίταξε στα μάτια και μέσα στο μισοσκόταδο διέκρινε μια σκληρή αποφασιστικότητα. Τα μάτια του της έλεγαν δυνατά ότι μπορούσε να βασιστεί απάνω του. Είχε τόση ανάγκη από στήριξη…. ‐Εντάξει Λάμπρο είπε αποφασιστικά θα κάνω ότι μου πεις και δεν πρόκειται ποτέ να μιλήσω σε κανένα για ότι κι αν συμβεί. Ο Λάμπρος με το δεξί του χέρι της χάιδεψε απαλά το κεφάλι.

12


‐Εντάξει. Τώρα θα γυρίσεις στο σπίτι και θα μπεις μέσα όσο πιο αθόρυβα μπορείς. Να ξέρεις ότι το σπίτι και το τηλέφωνο είναι μάλλον παγιδευμένα με κοριούς και ακούνε όλα όσα λες ή σου λένε. Αν είναι έτσι, τότε σίγουρα άκουσαν και το τηλεφώνημα που σου έκανα πριν. Γι’ αυτό, μόλις μπεις μέσα θα ξανάρθω. Θα κτυπήσω την πόρτα και όταν μπω θα μου πεις «γεια σου Τάσο». Δεν θέλω ν’ ακούσουν το πραγματικό μου όνομα. Μετά θα πάμε στον καναπέ, θα μου προσφέρεις κάτι να πιω και θα μου πεις ότι έχεις δανεισθεί λεφτά και έχεις καθυστερήσει να τα επιστρέψεις γι αυτό σε πιέζουν αφόρητα απειλώντας ότι θα σου πάρουν όλη τη περιουσία, θα σε βάλουν φυλακή κλπ. Θα μου ζητήσεις δανεικά και θα σου απαντήσω ότι δεν μπορώ εγώ αλλά θα κοιτάξω να δω αν μπορώ να μαζέψω κάποια χρήματα από μερικούς γνωστούς μου. Να μου πεις για μια διορία τεσσάρων, πέντε ημερών που σου έδωσαν. Η δική μου η στάση θα είναι σαν να θέλω να σε καθησυχάσω αλλά και να σε ξεφορτωθώ. Μετά θα φύγω και θα σου υποσχεθώ ότι μόλις έχω κάποιο νέο θα σε πάρω τηλέφωνο. Πρέπει να βάλεις όλο το υποκριτικό σου ταλέντο για να γίνουμε πιστευτοί. Μετά που θα φύγω να φέρεσαι φυσιολογικά. Το πρωί θα τηλεφωνήσεις στο γραφείο σου και θα τους πεις ότι δεν θα πας γιατί είσαι αδιάθετη και έχεις και πυρετό. Τις επόμενες ημέρες δεν θα βγεις καθόλου από το σπίτι. Η μόνη σου έξοδος θα είναι αύριο στις δέκα το πρωί ακριβώς, που θα βγεις να πάρεις ψωμί. Εκεί θα σε περιμένω εγώ, που χωρίς να σου μιλήσω θα σου δώσω ένα καρτοκινητό για να μπορούμε να μιλάμε χωρίς να μας ακούν. Όταν θέλεις να μου μιλήσεις ή όταν σου κάνω σήμα ότι θέλω να σου μιλήσω εγώ, θα βγαίνεις στη βεράντα και θα μιλάς σιγά. Αύριο, κάποια στιγμή αργότερα, θα εμφανιστώ και θα σου δώσω οδηγίες για το τι πρέπει να κάνεις. Αν τυχόν και ξανάρθουν αυτοί οι αλήτες θα με πάρεις αμέσως τηλέφωνο από το καρτοκινητό χωρίς να μου μιλήσεις καθόλου. Προσπάθησε μόνο να το κρατήσεις για λίγο ανοικτό. Δείξε μου τώρα που είναι ο φούρνος που αγοράζεις ψωμί. Η Ροζάνα τον οδήγησε δύο στενά πιο κάτω και του έδειξε το φούρνο. Ο Λάμπρος κοίταξε από το παράθυρο και χωρίς να σταματήσει συνέχισε και έφερε τη Ροζάνα μέχρι την πόρτα του σπιτιού της. Η Ροζάνα γύρισε και τον κοίταξε. ‐Μην ανησυχείς. Όλα θα πάνε καλά. Θα το λύσουμε το πρόβλημα, της είπε εκείνος. Η Ροζάνα τον αγκάλιασε και του έδωσε ένα τρυφερό φιλί στο μάγουλο. ‐Ευχαριστώ Λάμπρο είπε και βγήκε από το αυτοκίνητο. Πήγε προς το σπίτι άνοιξε και μπήκε μέσα. Ο Λάμπρος άφησε να περάσει ένα λεπτό, μετά βγήκε από το αυτοκίνητο, προχώρησε και κτύπησε δυνατά τη πόρτα. ‐Είμαι ο Τάσος είπε. Η Ροζάνα του άνοιξε, χαιρετήθηκαν, τον οδήγησε στο καναπέ και του έδειξε να κάτσει. ‐Εγώ πίνω ουισκάκι, εσύ τι θέλεις να σου προσφέρω; Όλα εξελίχθησαν όπως τα είχαν συζητήσει. Ο Λάμπρος θαύμασε τη ψυχραιμία και την πειστικότητα της συμπεριφοράς της Ροζάνας, η οποία, παρά την ταραχή της έπαιξε το ρόλο της τέλεια. Πρέπει να είναι πολύ έξυπνη κοπέλα και δυνατός χαρακτήρας σκέφθηκε, ενώ σε κάποιες παύσεις στη συζήτηση τους ο τρόπος που τον κοίταζε έδειχνε ότι είχε αφεθεί απάνω του και του είχε εμπιστευθεί όλες τις πρωτοβουλίες των κινήσεων. Ο Λάμπρος είχε το χρόνο να κοιτάξει γύρω του με ηρεμία τώρα. Το σπίτι της ήταν επιπλωμένο με γούστο και με ακριβά έπιπλα αλλά όχι εξεζητημένα. Γύρω υπήρχαν πίνακες και αντικείμενα παλιά που θα έπρεπε να ήταν μεγάλης αξίας. Στο τοίχο απέναντι από το καναπέ, ήταν μια βιτρίνα, μάλλον από ξύλο τριανταφυλλιάς, φτιαγμένη ακριβώς στα μέτρα του τοίχου, όπου υπήρχε μια συλλογή από ισπανικά αγαλματάκια πορσελάνης LLADRO. Μια συλλογή σίγουρα πολύ ακριβή. Όταν η «παράσταση» τελείωσε και ο Λάμπρος της υποσχέθηκε ότι θα έκανε ότι μπορούσε για να τη βοηθήσει, σηκώθηκε να φύγει. ‐Γεια σου Τάσο, του είπε, ευχαριστώ που ήρθες τέτοια ώρα και συγνώμη για την ενόχληση. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο με βοήθησε να ηρεμήσω η παρουσία σου. Σου χρωστώ μεγάλη χάρη. ‐Γεια σου Ροζάνα και όπως είπαμε, ήρεμα και ψύχραιμα. Όλα θα πάνε καλά. Ο Λάμπρος ξεκίνησε, έκανε γρήγορα το γύρο του τετραγώνου και με σβηστά φώτα, όσο πιο αθόρυβα μπορούσε, ξαναγύρισε και σταμάτησε στην απέναντι μεριά του δρόμου. Παρακολουθούσε το σπίτι από μια απόσταση 100 μ. Έμεινε εκεί περίπου μισή ώρα χωρίς να δει καμία κίνηση. Μετά έβαλε μπρος και έφυγε για το σπίτι του. Κ ΕΦΑΛΑΙΟ 3

13


Πέμπτη 10­1­13 Ώ ρα 7.30 Σ το γραφείο τ ου Λ άμπρου Την άλλη μέρα το πρωί ο Λάμπρος πήγε στο γραφείο μία ώρα πριν από τη κανονική. Έφτιαξε ένα espresso και κάθισε στο γραφείο του να σκεφθεί. Πρώτα απ’ όλα έπρεπε να ενημερώσει το συνεργάτη του για τον νέο στόχο που προέκυψε μ’ ένα τρόπο διαφορετικό από τους άλλους. Εδώ και τρία χρόνια περίπου, ο Λάμπρος είχε πια συνειδητοποιήσει ότι ζούσε σε μια κοινωνία που η κομπίνα και η ατιμωρησία ήταν πλέον ο κανόνας. Σε μια κοινωνία που επιβίωνες μόνο αν είχες θράσος, αν αδιαφορούσες για τους άλλους, αν αντί να ακολουθείς τους κανόνες του να ζεις, να εργάζεσαι και να παράγεις για το καλό το δικό σου και του συνόλου, κοιτούσες μόνο πως θα εκμεταλλευτείς καταστάσεις, πως θα κλέψεις και πως θα πλουτίσεις παράνομα και γρήγορα εις βάρος των υπολοίπων. Όλα αυτά, μέσα σε μια αδράνεια της αστυνομίας και μέσα σε ένα σύστημα δικαιοσύνης γραφειοκρατικό, αδιάφορο, διεφθαρμένο και αναποτελεσματικό. Αυτό είχε σαν συνέπεια την ατιμωρησία, την αδικία και τον κατατρεγμό μόνο των απλών ανθρώπων, που δεν ήξεραν ή δεν ήθελαν να αμυνθούν παρανομώντας. Πολιτικοί που λαδώνονταν ασύστολα και προκλητικά. Δημόσιοι υπάλληλοι των 1500 και 2000 € που έκτιζαν βίλες, αγόραζαν σκάφη και πολυτελή αυτοκίνητα χωρίς ποτέ κανείς να τους ρωτήσει που βρήκαν τα λεφτά. Έμποροι ναρκωτικών που παρέμεναν ασύλληπτοι ή όταν συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν στη δικαιοσύνη καταδικάζονταν με ποινές χάδι που τις περισσότερες φορές δεν εξέτιαν. Μια κοινωνία σε πλήρη παρακμή και αποσύνθεση χωρίς αξίες, όπου βασίλευε η κομπίνα και η αδικία. Ο Λάμπρος είχε μεγαλώσει σε μια οικογένεια αριστερών. Θυμάται όταν ήταν παιδί στο Πειραιά που οι γονείς του ψήφιζαν ΕΔΑ. Τον Ηλιού. Αργότερα, την δεκαετία του εξήντα, ψήφιζαν Ένωση Κέντρου. Το Γεώργιο Παπανδρέου. Οι γονείς του δεν ήταν πλούσιοι αλλά ζούσαν άνετα και χωρίς ελλείψεις. Μένανε αρχικά σε μια μονοκατοικία στην οδό Καραΐσκου στο Πασαλιμάνι, που μετά τη δώσανε αντιπαροχή και πήρανε τέσσερα διαμερίσματα. Σ’ ένα από αυτά, στον τέταρτο όροφο κατοικούσαν ακόμη και σήμερα οι γονείς του. Τον είχαν γαλουχήσει με ηθικές αρχές και τον είχαν μάθει να σέβεται και να αναγνωρίζει τα δικαιώματα των άλλων. Όταν ήταν νέος είχε περάσει για τρία τέσσερα χρόνια από τους προσκόπους, όπου είχε διακριθεί σε πράξεις αλληλεγγύης και αλτρουισμού. Μετά πήγε στη Βοστώνη όπου σπούδασε ηλεκτρονικός μηχανικός. Στο στρατό είχε υπηρετήσει ως έφεδρος αξιωματικός στις καταδρομές. Εκεί είχε σκληραγωγηθεί και είχε μάθει τη χρήση των όπλων, του μαχαιριού, τη μάχη σώμα με σώμα και τη προσωπική άμυνα. Εκεί είχε γνωρίσει και τον μετέπειτα συνεργάτη του, το Θάνο Παπαδάκη. Έναν κρητικό από τις Μέλαμπες του νομού Ρεθύμνης, ντόμπρο και μπεσαλή. Ήταν απλός στρατιώτης αλλά είχαν γίνει αχώριστοι και η φιλία τους συνεχίστηκε και μετά το στρατό. Ο Θάνος είχε βγάλει μια τεχνική σχολή ηλεκτρονικών και έτσι, όταν ο Λάμπρος άνοιξε την επιχείρηση του, του έκανε αμέσως πρόταση συνεργασίας. Με το Θάνο έβγαιναν μαζί για γκόμενες, διασκέδαζαν μαζί, πήγαιναν για ψάρεμα με τη βάρκα του Λάμπρου και για ψαροντούφεκο στη Πειραϊκή, μιλούσαν πολιτικά συμφωνώντας στα περισσότερα σημεία και αγανακτούσαν βρίζοντας για τις αδικίες και τις ατιμώρητες κομπίνες που κάθε τόσο άκουγαν στο ραδιόφωνο και στη τηλεόραση ή διάβαζαν στην εφημερίδα. Από τότε που ξέσπασε η κρίση, είχαν αρχίσει επί πλέον να παίρνονται απανωτά οικονομικά μέτρα κατά των μισθωτών και των συνταξιούχων, λες και τους τιμωρούσαν. Οι κομπίνες και τα λαδώματα των πολιτικών, η εμφανής φοροδιαφυγή κάτω από τα βλέμματα του ΣΔΟΕ, των δικαστών και των εισαγγελέων που κρυβόντουσαν πίσω από μια δαιδαλώδη γραφειοκρατία που κανείς δεν νοιαζότανε να αλλάξει, έκανε την αγανάκτηση τους και το θυμό τους να γίνονται πιο έντονοι και πιο εκδηλωτικοί. Ο Λάμπρος ειδικά έλεγε συνέχεια: «Κάποιος πρέπει να το σταματήσει αυτό. Κάπως πρέπει να τιμωρηθούν αυτοί. Κάτι πρέπει να αλλάξει.» Τους τελευταίους μήνες ο Λάμπρος είχε ζητήσει από το Θάνο να έχει το νου του γιατί έχει να διεκπεραιώσει κάποια σημαντικά προσωπικά θέματα. Άρχισε να λείπει από το γραφείο πολύ συχνά ή να κλείνεται στο γραφείο του για ώρες χωρίς να μιλάει με κανένα και στις συναντήσεις και τις συνεργασίες τους να είναι κάπως αφηρημένος. Ένα πρωί ο Λάμπρος είπε με σοβαρό ύφος: ‐Θάνο πάμε να πιούμε ένα καφέ στη Γλυφάδα, θέλω να μιλήσουμε. Βγήκαν από το γραφείο, μπήκαν στο αυτοκίνητο του Λάμπρου και ξεκίνησαν για τη Γλυφάδα. Ο Λάμπρος κράταγε μια διπλωμένη εφημερίδα. Ο Θάνος παρατήρησε ότι υπήρχε μια ασυνήθιστη ένταση στο πρόσωπό του. Τα φρύδια του ήταν σφιγμένα και το βλέμμα του βλοσυρό. Δεν μίλησε καθόλου σ’ όλη τη διαδρομή και ο Θάνος δεν διέκοψε την ηχηρή αυτή σιωπή. Έφθασαν στην παραλιακή καφετερία, κατέβηκαν από το αυτοκίνητο και ο Λάμπρος κατευθύνθηκε προς ένα απόμερο τραπεζάκι στον εξωτερικό χώρο. Κάθισαν και δεν μίλησαν μέχρι που το γκαρσόνι πήρε την παραγγελία για τους καφέδες. ‐Τι συμβαίνει Λάμπρο; ‐Διάβασε αυτό. Έδωσε στο Θάνο την εφημερίδα διπλωμένη σ’ ένα εσωτερικό φύλλο και του έδειξε ένα άρθρο στο κάτω μέρος της σελίδας. « Η νομική υπηρεσία της Βουλής απεφάνθη ότι δεν θα ασχοληθεί με τις κατηγορίες για δωροληψία κατά του πρώην Υπουργού Δημοσίων έργων Τάσου Καργάκη, διότι ούτως ή άλλως έχουν παραγραφεί λόγω της παρέλευσης

14


δύο βουλευτικών περιόδων………» ‐Θάνο έβαλα να το ψάξουν, μη ρωτάς ποιόν και πως. Ο Καργάκης πριν γίνει βουλευτής και μετά υπουργός, είχε μόνο ένα διαμέρισμα στο όνομα της γυναίκας του. Όταν τελείωσε το υπουργιλίκι είχε δύο βίλλες, ένα τεράστιο διαμέρισμα στη Κηφισιά, τεράστιες καταθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, βαπόρια, off shore εταιρίες κι’ εγώ δεν ξέρω τι άλλο. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να τιμωρηθεί. Πρέπει να αναγκασθεί να επιστρέψει στο κράτος όλη του την παράνομη περιουσία κι’ αν δεν το κάνει να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Ο Θάνος κοίταζε με σφιγμένα τα χείλη την εφημερίδα χωρίς πια να διαβάζει. ‐Πως ρε Λάμπρο; Ο Λάμπρος γύρισε το κεφάλι του προς τη θάλασσα και έμεινε για λίγο σιωπηλός. ‐Θάνο, είπε χωρίς να τον κοιτάζει, θα σου πω κάτι πάρα πολύ σοβαρό. Θα σου ζητήσω να με βοηθήσεις αλλά πρέπει να το σκεφθείς πολύ καλά πριν πεις το ναι. Το μόνο που σου ζητώ είναι αν, χωρίς καμία παρεξήγηση, δεν δεχθείς, να ξεχάσεις τελείως τη σημερινή μας συζήτηση. ‐Σύμφωνοι Λάμπρο, μίλα ελεύθερα. Ο Λάμπρος γύρισε το κεφάλι του και κοιτώντας στα μάτια το Θάνο είπε: ‐Έχω φτιάξει μια πολύ μικρή και περιορισμένη οργάνωση με σκοπό να αναγκάσω τύπους σαν κι’ αυτόν να επιστρέψουν ότι έκλεψαν. Αν δεν το κάνουν θα τους σκοτώσω. Ήταν εντυπωσιακή η αποφασιστικότητα που έβγαινε από το τρόπο που μίλησε. Ο Θάνος τον κοίταξε και προσπαθώντας να αμβλύνει την ένταση της στιγμής είπε μ’ ένα ύφος όχι και τόσο σοβαρό όσο θα άρμοζε στην περίσταση. ‐Γεια σου ρε Λάμπρο. Έχεις καρδιά από το Ψηλορείτη. Κατ’ αρχάς είμαι μαζί σου. Θα ήθελα όμως πριν πω το τελικό ναι, γιατί άμα το πω με ξέρεις θα εμπλακώ ψυχή τε και σώματι που λένε, να ξέρω μέχρι που θα φθάσουμε . Πότε θα θεωρηθεί ότι κάτι πετύχαμε; Πότε θα σταματήσουμε; Με ποιους κανόνες ασφαλείας θα ενεργούμε για να μην μας πιάσουν και περάσουμε την υπόλοιπη ζωή μας στη φυλακή; ‐Το πότε θα σταματήσουμε θα το αποφασίσουμε εμείς. Θα θεωρήσουμε ότι πετύχαμε όταν και αν η κοινωνία μας δικαιώσει και αν αυτό που θα κάνουμε θα έχει αποδοχή από τον κόσμο και δεν μας θεωρήσει απλούς τρομοκράτες. Αν παρ’ όλα αυτά δεν τα καταφέρουμε, θα σταματήσουμε αμέσως κάθε ενέργεια. Όσον αφορά τους κανόνες ασφαλείας, θα σου εξηγήσω λεπτομερώς τι έχω σκεφθεί και αν έχεις κάτι καλύτερο να προτείνεις αμέσως να το συζητήσουμε. Ο Θάνος τον κοίταξε για λίγο χωρίς να μιλήσει. Τον αγαπούσε το Λάμπρο. Το ύφος του, ο τρόπος που μιλούσε, η αποφασιστικότητα που απέπνεε και προπαντός η εξυπνάδα του, η διορατικότητα του και η σωστή κρίση του, τον έκαναν να ξεχωρίζει. Ήταν γεννημένος αρχηγός. Ο Λάμπρος επιπλέον, ήταν ευαίσθητος και πονόψυχος. Όταν αποφάσιζε κάτι το είχε σκεφθεί από κάθε άποψη και δεν άφηνε τίποτα στην τύχη. ‐Λοιπόν αρχηγέ συμφωνώ, προχώρα. ‐Θάνο είναι πολύ σοβαρό, θα αναγκαστούμε να σκοτώσουμε ανθρώπους. ‐ Μαζί σου σου λέω. Κάτι τέτοιοι δεν αξίζει να ζουν, είπε με ύφος απαξιωτικό. Ο Λάμπρος τον κοίταξε κατάματα χαμογέλασε και του πρότεινε το χέρι. Σφίξανε τα δεξιά χέρια και ο Λάμπρος με το άλλο χέρι χάιδεψε το Θάνο στο σβέρκο. ‐Υπάρχουν κάποιοι βασικοί κανόνες που πρέπει να συμφωνήσεις και να αποδεχθείς για να προχωρήσουμε. Πρώτον, τους υποψήφιους για τιμωρία θα μπορούμε να τους προτείνουμε και οι δύο και από κοινού θα αποφασίζουμε αν από τις πρώτες ενδείξεις που έχουμε, προχωράμε με κάποιον ή όχι. Δεύτερον, στην οργάνωση θα συμμετέχουν άλλα δύο άτομα που για λόγους ασφαλείας δεν θα γνωρίζεις, τουλάχιστον προς το παρόν, όπως και εκείνοι δεν θα ξέρουν άλλον εκτός από εμένα. Αν κάποτε συλλάβουν κάποιον η γίνει οτιδήποτε άλλο απρόβλεπτο, τα στεγανά πρέπει να είναι απόλυτα. Αν συλλάβουν εμένα, εγώ έχω ήδη εξασφαλίσει τον τρόπο να μην μπορέσουν να πάρουν οποιαδήποτε πληροφορία για τους άλλους ή για την οργάνωση. Τρίτον, πριν προχωρήσουμε σε οποιαδήποτε «εκτέλεση», έτσι θα την ονομάζουμε, με βάση τα στοιχεία που εγώ θα φέρνω, οικονομικά και άλλα, θα προειδοποιούμε τον ενδιαφερόμενο και θα του ζητάμε να επιστρέψει όλα τα λεφτά και τα περιουσιακά στοιχεία που απέκτησε παράνομα. Θα προχωράμε στην εκτέλεση του μόνο αν περάσει η περίοδος που θα του έχουμε δώσει για να τα επιστρέψει, χωρίς αυτός να κάνει τίποτα. Τέταρτον, η δική μας αποστολή θα είναι, εκτός από την απόφαση και επιλογή των εγκληματιών, η προειδοποίηση, η παρακολούθηση του αποτελέσματος και τέλος, αν χρειασθεί, ο σχεδιασμός και η εκτέλεση. Αυτή θα γίνεται κατά το δυνατόν με τον ίδιο τρόπο και με το ίδιο πιστόλι. Οι εγκληματίες που θα κυνηγάμε θα είναι άνθρωποι που έχουν καταχραστεί μεγάλα ποσά από το Δημόσιο, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου που μένουν ατιμώρητοι ή άλλου τύπου εγκληματίες που προκαλούν τη κοινωνία και που κάνουν κακό αλλά μένουν ατιμώρητοι. ‐Τα άλλα δύο μέλη τι θα κάνουν; ‐Θα είναι βοηθητικοί αλλά πολύτιμοι. Θα μας δίδουν όλες τις πληροφορίες που θα χρειαζόμαστε και θα βοηθούν όπου και όταν χρειάζεται. Είναι άτομα απολύτου εμπιστοσύνης και ακέραιου χαρακτήρα. Άλλωστε για να δεχθούν να συμμετάσχουν χωρίς να έχουν κανένα προσωπικό όφελος πρέπει να σκέφτονται σαν εμάς. ‐Εντάξει, προχωράμε, τι κάνουμε τώρα; ‐Ξεκινάμε με τον Καργάκη. Θα μαζέψω τα στοιχεία και θα τα ξαναπούμε. Θα χρειαστεί κάποιος χρόνος. Εν τω

15


μεταξύ έχουμε το νου μας για νέες προτάσεις. Τις επιστολές προειδοποίησης θα τις συντάσσω εγώ, θα τις συζητάμε και θα αποφασίζουμε μαζί που και πως θα τις στέλνουμε. ‐Το όπλο; ‐ Το έχω ήδη. Καθαρό, αχρησιμοποίητο και με σιγαστήρα. ‐Αποφασισμένος να προχωρήσεις και χωρίς εμένα ε; Ετοιμάστηκες πριν μου μιλήσεις. Ο Λάμπρος χαμογέλασε ‐Ελπίζω όλη αυτή η ιστορία και ο κίνδυνος που αναλαμβάνουμε να φέρουν κάποιο αποτέλεσμα. Στόχος μας είναι μέσω του φόβου να μειώσουμε τη διαφθορά στην Ελληνική κοινωνία Είναι πολύ σημαντικό το πώς θα το πάρουν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αφήσουμε να μας χαρακτηρίσουν τρομοκράτες. Εννοείται ότι όλα αυτά που σου λέω Θάνο δεν είναι δογματικά. Αν στη πορεία δούμε ότι κάτι πρέπει ν’ αλλάξει, θα το συζητήσουμε και μαζί θα αποφασίσουμε. ‐ΟΚ. Πίνουμε το καφέ μας τώρα και ρυθμίζουμε τη ζωή μας από εδώ και πέρα σε σχέση με αυτή τη δραστηριότητα που, όπως αντιλαμβάνεσαι, θα παίζει πια πρωταρχικό ρόλο. Συνέχισαν για λίγο αμίλητοι, κοιτάζοντας τη θάλασσα με συναισθήματα ανάμεικτα. Ένας καφές διαφορετικός από κάθε άλλη φορά. Ο Λάμπρος είχε διαλέξει και τους άλλους δύο συνεργάτες του με τον ίδιο περίπου τρόπο. Το Ρούντι Λαυρινό τον είχε γνωρίσει στο πανεπιστήμιο στη Βοστώνη. Ένας σπασίκλας 150 κιλών τελείως ακοινώνητος, αγενής, μοναχικός τύπος χωρίς καθόλου παρέες με χρυσή καρδιά και αντιδράσεις μικρού παιδιού. Ο Ρούντι μετά το πανεπιστήμιο έκανε διδακτορικό στον προγραμματισμό όπου και διέπρεψε. Απέρριψε όλες τις δελεαστικές προτάσεις εργασίας που του έγιναν στην Αμερική και επέστρεψε στην Ελλάδα. Ο Λάμπρος ήταν ένα από τα ελάχιστα άτομα με τα οποία είχε κάποιες κοινωνικές επαφές. Του τηλεφώνησε και ο Λάμπρος πήγε να τον βρει στο σπίτι που έμενε στην ανηφόρα προς το Καραούλι μετά τη Μάνδρα Αττικής. Ο Ρούντι ζούσε τελείως απομονωμένος σ’ ένα σπίτι τεσσάρων δωματίων με μεγάλο πευκόφυτο κήπο. Ένα δωμάτιο του σπιτιού, ίσως το πιο μεγάλο, ήταν γεμάτο από computers και άλλα ηλεκτρονικά μηχανήματα πάνω σ’ ένα μακρύ τραπέζι που έπιανε όλη τη μία πλευρά του τοίχου. Ένα γραφείο και άλλο ένα τραπέζι στην απέναντι πλευρά , μια στέρεη και αναπαυτική πολυθρόνα γραφείου, δύο τρεις καρέκλες και μία ακόμη πολυθρόνα συμπλήρωναν την επίπλωση του δωματίου. Ο Ρούντι για να βγάζει το μεροκάματο έφτιαχνε ιστοσελίδες, αλλά κυρίως ζούσε από το μηνιάτικο που του έστελνε ακόμα ο πατέρας του ακόμα και μετά την επιστροφή του από την Αμερική. Ο Λάμπρος πήρε τον φραπέ που του έφτιαξε ο Ρούντι και κάθισε στη πολυθρόνα του δωματίου των computers. Μίλησαν για τη περίοδο που δεν είχαν ιδωθεί. Ο Ρούντι ήταν ευδιάθετος και ευχάριστος. ‐Για πες μου ρε μπαγάσα τι κάνεις με όλα αυτά τα μηχανήματα εδώ μέσα; ‐Περνάω την ώρα μου κατασκοπεύοντας τον κόσμο. Έχει μεγάλη πλάκα. Τους κάνω ηλεκτρονικές φάρσες, τους μπερδεύω, αλλά αν είναι εντάξει μετά τους ξεμπερδεύω. Καμιά φορά, όταν χρειάζομαι, βγάζω και κάποια λεφτά. Όχι και πολύ νόμιμα ναπούμε την αλήθεια …... Γελάσανε και οι δύο. ‐Για πες μου κι’ άλλα μ’ ενδιαφέρει. Εννοείται πως ότι πούμε εδώ θα μείνει μεταξύ μας. ‐Κοίταξε είμαι αυτό που λένε hacker και μάλιστα θα έλεγα από τους πιο καλούς διεθνώς. Μπορώ να κάνω τα πάντα με τα computers μου. Να μπω στα απόρρητα όποιου υπουργείου θέλεις σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου. Να σπάσω τους πιο δύσκολους κωδικούς ασφαλείας. Να μπω σε τράπεζα και να μετακινήσω χρήματα από ένα λογαριασμό σε έναν άλλο στην άλλη άκρη του κόσμου. Να μπω σε οποιοδήποτε computer όσο κλειδωμένο και αν είναι και να πάρω ότι στοιχεία θέλω. Όλος ο κόσμος είναι ανοιχτός σαν ένα βιβλίο για μένα. Έχω φτιάξει μερικά προγραμματάκια γι’ αυτή τη δουλειά. Κάποια, ελάχιστα, τα έχω μάλιστα πουλήσει κι έχω βγάλει καλά λεφτουδάκια. Έχω αγοράσει όμως και πολλά που δεν κυκλοφορούν ελεύθερα στην αγορά και μου έχουν στοιχίσει πανάκριβα. Ο Λάμπρος κούνησε το κεφάλι του επιδοκιμαστικά. ‐Μπράβο ρε Ρούντι, πάντα ήσουν ο μάγος των computer. ‐ Έχουμε μια άτυπη διεθνή οργάνωση φοβερών hackers, που βοηθάει ο ένας τον άλλο. Αυτά που μπορούμε να πετύχουμε δεν τα βάζει ο νους σου. Χωρίσανε δίνοντας υπόσχεση ότι θα ξαναβρεθούνε σύντομα γιατί, όπως είπε ο Ρούντι, ο Λάμπρος ήταν ένα από τα ελάχιστα άτομα που είχαν περάσει το κατώφλι του σπιτιού του. Ο Γιώργος Καμπουρίδης ήταν παιδικός φίλος του Λάμπρου. Ήταν γείτονες από παιδιά. Είχαν την ίδια ηλικία και ήταν συμμαθητές και στο δημοτικό και στο γυμνάσιο. Ο Γιώργος και ο Λάμπρος ήταν συνέχεια μαζί και τα άλλα παιδιά τους είχαν βγάλει το παρατσούκλι «το δίκαννο» γιατί ήταν αχώριστοι σαν τις κάννες του δίκαννου. Πολλές φορές ο Λάμπρος έμενε στο σπίτι του Γιώργου και ο Γιώργος στο σπίτι του Λάμπρου. Μάλιστα, ο Γιώργος είχε το δικό του κρεβάτι (ένα διπλό καναπέ) και το δικό του χώρο στο γραφείο του Λάμπρου για το διάβασμα. Ο Γιώργος είχε μία αδελφή τέσσερα χρόνια μικρότερη τη Τασούλα. Οι γονείς του ήταν γνήσιοι πόντιοι από τη Τραπεζούντα. Η μητέρα του, η κυρία Εύα, υπεραγαπούσε το Λάμπρο, ο δε πατέρας του, που ήταν έμπορος υφασμάτων και είχε ένα ωραίο μαγαζί στο Πασαλιμάνι, ποτέ δεν ξέχναγε τον Λάμπρο όταν έφερνε αυτά τα υπέροχα ανατολίτικα σιροπιαστά γλυκά στο σπίτι. Όταν ο Λάμπρος μίλησε στο Γιώργο για τη πρόθεση του να φτιάξει αυτή την οργάνωση με στόχο να μειώσει το

16


φαινόμενο της διαφθοράς και να επιβάλλει μια κάποια δικαιοσύνη στη γενική ασυδοσία και το μπάχαλο που επικρατούσε, ο Γιώργος δεν δέχθηκε αμέσως όπως ο Θάνος. Τον ρώτησε αν είχε σκεφθεί την επικινδυνότητα του εγχειρήματος και το ότι με το που θα άρχιζε θα άλλαζε πια ολόκληρη η ζωή του. Συζήτησαν αρκετή ώρα για το ηθικό μέρος του εγχειρήματος. Ο Λάμπρος θεωρούσε ότι αφού οι νόμοι που υπήρχαν μεν, αλλά δεν εφαρμόζονταν, δεν έφερναν κανένα αποτέλεσμα εξ αιτίας της αδιαφορίας των δημοσίων υπαλλήλων, της απληστίας των πολιτικών, της απύθμενης γραφειοκρατίας, του ανύπαρκτου ελέγχου και της ατιμωρησίας, έπρεπε να βρεθεί ένας άλλος τρόπος που να σπρώξει τους Έλληνες να διαμορφώσουν μια κοινωνία δικαιότερη και ορθολογικότερη. Και αυτός ήταν φόβος. Ίσως αν αντιλαμβάνονταν ότι αυτά που κάνουν, κάποιοι τα βλέπουν και τους τιμωρούν άμεσα, αυστηρά και χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες και ατέρμονα δικαστήρια, ίσως κάτι να άλλαζε. Το σίγουρο είναι ότι θα απλωνόταν ένα αίσθημα δικαιοσύνης στο λαό που θα έβλεπε επιτέλους τα λαμόγια και τους εγκληματίες να πληρώνουν. Συγχρόνως, δεν θα εύρισκαν μπροστά τους αντίθετη τη κοινωνία, γιατί ο κόσμος θα έβλεπε ότι σε αυτά που κάνουν δεν έχουν κανένα προσωπικό όφελος ούτε καμία κρυφή πολιτική σκοπιμότητα, αντίθετα εκμηδενίζουν και δηλητηριάζουν την προσωπική τους ζωή και διακινδυνεύουν την προσωπική τους ελευθερία . ‐Οι θιγόμενοι, δηλαδή οι πολιτικοί, οι διεφθαρμένοι δημόσιοι υπάλληλοι και οι άλλοι εγκληματίες που θα κινδυνεύουν, θα μας χαρακτηρίσουν τρομοκράτες. Εμείς όμως, με επιστολές και άλλους τρόπους, θα αρνηθούμε το χαρακτηρισμό αυτό και θα ζητήσουμε τη βοήθεια και τη συνδρομή των ΜΜΕ και του κόσμου. Να είσαι σίγουρος ότι θα την πετύχουμε. Ο Γιώργος του είπε ότι είναι μια πρόταση που του φαίνεται πολύ ελκυστική, αλλά επειδή είναι ένα βήμα πολύ σοβαρό θέλει να το σκεφθεί. Τον ρώτησε λεπτομέρειες για την οργάνωση και τον τρόπο δράσης. Ο Λάμπρος του έδωσε τις απαντήσεις και του είπε επίσης ότι για λόγους ασφαλείας θα είναι ο μοναδικός σύνδεσμος με τα άλλα δύο μέλη που δεν θα ξέρει ποιά είναι. Δεν θα επικοινωνούν γι’ αυτό το θέμα ποτέ τηλεφωνικά. Με κάποια κωδικοποιημένα τηλεφωνήματα θα κλείνονται συναντήσεις για ενημέρωση και ανταλλαγή των πληροφοριών. Αυτό δε που περιμένει κυρίως απ’ το Γιώργο είναι βοήθεια στις παρακολουθήσεις και στη συλλογή πληροφοριών. Η απάντηση του Γιώργου ήλθε μετά από μία μέρα. ‐Εντάξει Λάμπρο συμφωνώ. Σε εμπιστεύομαι απόλυτα και θα σε βοηθήσω όσο μπορώ. Περιμένω οδηγίες. Ο Λάμπρος τον αγκάλιασε σχεδόν συγκινημένος και βγήκαν για καφέ. Κάπως έτσι έγινε και με το Ρούντι. ‘Όταν ο Λάμπρος του εξήγησε τις σκέψεις του και του είπε τι θα ήθελε από αυτόν, ο Ρούντι τον κοίταξε ίσια στα μάτια, κούνησε δεξιά αριστερά το κεφάλι του με τα προγούλια του να ακολουθούν τη κίνηση και είπε. ‐Θα σου δίνω ότι πληροφορία μου ζητήσεις. Είμαι σίγουρος ότι θα τη χρησιμοποιήσεις για καλό. Όλοι οι hackers της οικουμένης στη διάθεση σου. Περιμένουμε οδηγίες. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

17


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.