Πολίτη Τριαντάφυλλη
SNACK STORIES
22 μικρές νόστιμες ιστορίες
Copyright © Triantafylli Politi 2014 Published in England by AKAKIA Publications, 2014 Πολίτη Τριαντάφυλλη
SNACK STORIES
22 μικρές νόστιμες ιστορίες
ISBN: 978-1-909884-65-6 Copyright © Triantafylli Politi 2014 CopyrightHouse.co.uk ID: 164833 Cover Images: Source: ShutterStock.com / Copyright: Margouillat Photo / File No: 145591489 ShutterStock.com / Copyright: Mihai Maxim / File No: 169466126 Mixed and Designed by AKAKIA Publications
St Peters Vicarage, Wightman Road, London N8 0LY, UK T. 0044 207 1244 057 F. 0044 203 4325 030 www.akakia.net publications@akakia.net All rights reserved.
No part of this publication may be reproduced, translated, stored in a retrieval system, or transmitted, in any form or by any means, electronic, mechanical, photocopying, microfilming, recording, or otherwise, without the prior permission in writing of the Author and the AKAKIA Publications, at the address above.
2014, London, UK
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Το πράσινο Σμαρτ της κυρίας Λι 2. Το σπίτι 3. Το θηρίο κοιμάται 4. Δέκα χρόνια γάμου 5. Η στολή 6. Με παρακολουθούν 7. Είμαι πέντε χρονών 8. Μια δύσκολη ερώτηση 9. Από μια φράση δανεική 10. Η ξεμυαλίστρα 11. Η συνομήλικη 12. Η απογραφή 13. Χωρίς μνήμη 14. Έσπασε ο διάβολος το ποδάρι του 15. Ευτυχισμένος μετριόφρων 16. Στο γυμναστήριο 17. Το κίτρινο ποδήλατο 18. Άστα… ανακατωμένα 19. Το κόκκινο αυγό 20. Να ζει κανείς ή να μη ζει; 21. Ένα παράξενο όνειρο 22. Ψυχοθεραπεία Λίγα λόγια για τη Συγγραφέα
Ευχαριστώ πολύ την αγαπημένη μου δασκάλα για την πολύτιμη βοήθειά της και τον σύζυγό μου για την αμέριστη συμπαράστασή του
1. Το πράσινο Σμαρτ της κυρίας Λι Το πράσινο σμαρτ της κυρίας Λι ήταν σκέτος μπελάς. Εξ’ αιτίας του μεγέθους του, αλλά και εξ’ αιτίας της οδηγού· της κυρίας Λι, που ήταν πάντα χαρούμενη και διέθετε μία εκνευριστική αφέλεια. Ό,τι ώρα και να περνούσες την είσοδο της πολυκατοικίας, το μικρό πράσινο κονσερβοκούτι της, ήταν σφηνωμένο ανάμεσα στην πόρτα και τους κάδους των σκουπιδιών. Πόσο θα ’θελα να έβρισκα, κάποια μέρα, το παράθυρό του ανοιχτό, για να πετάξω μέσα μία μαύρη βρωμερή σακούλα! «Αχ συγγνώμη! Κατά λάθος… Ήμουν τόσο αφηρημένος!» θα έλεγα με την ίδια αφέλεια της μικρής κυρίας Λι. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Οι ήχοι του ήταν χειρότεροι και από νταλίκας. Μάρσαρε με τις ώρες, λες και επρόκειτο να πάρει φόρα για να ανέβει την απότομη πλαγιά ενός βουνού. Και η κόρνα του… Ω θεέ μου! Πόσο ενοχλητική. Έμοιαζε με αλαφιασμένη πάπια που την είχε βάλει στόχο ο κυνηγός. Αυτός ο κυνηγός θα θελα να ’μουνα! Να την πυροβολήσω, να πάψει επιτέλους! Ένα απόγευμα συναντηθήκαμε στην είσοδο. «Γεια σας κύριε Γουάιτ!» μου είπε χαμογελώντας. Έδειχνε τόσο χαρούμενη που μ’ έβλεπε. Εγώ σοβαρός! Την κοίταξα αυστηρά και μουρμούρισα ένα ξερό «καλησπέρα». «Τι έχετε κύριε Γουάιτ;». Πάλι αυτή η εκνευριστική αφέλεια στο πρόσωπο. «Τι να έχω κυρία Λι; Το αμαξάκι σας μου έχει τεντώσει τα νεύρα», ήθελα να της πω αλλά δεν μίλησα. Συνέχισα μόνο να την κοιτάζω. Η επιδερμίδα της ήταν κατάλευκη και τα πράσινα μάτια της ελαφρώς βαμμένα. Τα χείλη της κόκκινα σαν κεράσι. «Θέλετε να σας πετάξω κάπου;» «Όχι, όχι! Ευχαριστώ» απάντησα. Να μου λείπει! Ήταν η πρώ-
τη μου σκέψη. Έφυγε χοροπηδώντας σχεδόν. Πόσο βλάκας είμαι; Άνανδρος! Πάλι δεν είπα τίποτα για το σαράβαλό της. Την επόμενη φορά όμως, δεν θα της τη χαρίσω. Θα δει. Έπιασα το σακάκι μου από τα πέτα και ίσιωσα το κορμί μου ορθώνοντας το ανάστημά μου. «Αντίο κυρία Λι… έως την επόμενη φορά», μουρμούρισα καθώς την κοιτούσα να απομακρύνεται.
~.~.~ Η επόμενη συνάντησή μας δεν άργησε καθόλου. Την είδα, δύο ημέρες μετά, να βγαίνει από το βιβλιοπωλείο της γωνίας. Είχα πείσει τον εαυτό μου ότι, όσο κομψή και γλυκομίλητη και αν ήταν, εγώ θα της φανέρωνα, χωρίς περιστροφές, την ενόχλησή μου για τον τρόπο που παρεισφρέει το αμάξι της αλλά και η ίδια, στο δικαίωμά μου να ζω χωρίς ηχορύπανση. «Καλημέρα σας κύριε Γουάιτ! Τι κάνετε;» μου είπε, αφήνοντας την τζαμένια πόρτα να κλείσει αργά πίσω της. Με πλησίασε. Έλαμπε ασυνήθιστα, όπως πάντα. Ο ήλιος παιχνίδισε στιγμιαία στο γυαλιστερό μαύρο των μαλλιών της. «Καλημέρα σας κυρία Λι» είπα και προσπάθησα να χαμογελάσω, αλλά ένα μειδίαμα πήρε τη θέση του χαμόγελου. «Πώς είστε;» συνέχισα. Ήταν η ευκαιρία μου για να ανοίξω την κουβέντα. Είχαμε ξεκινήσει να περπατάμε αργά με κατεύθυνση προς το σπίτι. «Αχ! Σας ευχαριστώ που ρωτάτε! Ιδιαίτερα σήμερα, δεν είμαι πολύ καλά». Τα χείλη της σφίχτηκαν και τα μάτια της μελαγχόλησαν. Ποιος ξέρει τι είχε κάνει πάλι! «Ελπίζω να μην αφορά θέμα υγείας» απάντησα, προσπαθώντας να φανώ, όσο το δυνατόν λιγότερο, αδιάκριτος. «Όχι, όχι! Δόξα τω Θεώ! Εγώ είμαι μια χαρά! Το αμαξάκι μου όμως είναι στο συνεργείο».
«Ω! Λυπάμαι!» είπα, αλλά μέσα μου πανηγύριζα για την ολιγοήμερη απουσία του μικρού γυαλιστερού μπάμπουρα. «Με την ευκαιρία, ήθελα να σας πω κάτι σχετικά…». «Να μου πείτε ό,τι θέλετε κύριε Γουάιτ! Εσείς είστε πάντα τόσο καλός και ευγενικός μαζί μου!». Το χαμόγελο εμφανίστηκε και πάλι στο πρόσωπό της. Έκανα μισό βήμα πίσω, λες κι επρόκειτο να πάρω φόρα. «Ε, Ναι. Σχετικά με το αμάξι σας κυρία Λι…» ξερόβηξα στην γροθιά μου και συνέχισα «…έχει κάποια σοβαρή βλάβη;» «Ο μηχανικός μου είπε πως υπάρχει πρόβλημα με το γκάζι». Λογικό μου ακούγεται, έτσι επίμονα όπως το πατάει, σκέφτηκα. «Είχα παρατηρήσει ότι έκανε έναν περίεργο θόρυβο. Έντονο θα έλεγα…» είπα. Σταμάτησε να περπατάει και στράφηκε προς το μέρος μου. Με κοίταξε με μάτια γεμάτα αγωνία. «Μήπως σας ενόχλησα; Αχ! Ελπίζω να μη σας ενόχλησα! Δεν θα το ήθελα καθόλου αυτό!». «Όχι, όχι κυρία Λι! Προς Θεού!». Είχαμε φτάσει μπροστά στο σπίτι. «Σας ευχαριστώ πολύ κύριε Γουάιτ που με συνοδέψατε. Είστε τόσο γλυκός!» «Παρακαλώ!» είπα και ταυτόχρονα φαντάστηκα κάποιον να μου πασπαλίζει το κεφάλι με μπόλικη ζάχαρη. Αυτό ήμουν λοιπόν! Τίποτε άλλο, παρά ένας λουκουμάς!
~.~.~ Πετάχτηκα από το κρεβάτι μου εκνευρισμένος. Ένας ενοχλητικός θόρυβος έμπαινε από το ανοιχτό παράθυρο του δωματίου. Τράβηξα την άκρη της κουρτίνας και κρυφοκοίταξα. Ένα σύννεφο γκρίζου καπνού από εξάτμιση, ήρθε καταπάνω μου, σαν κάποιος να τον ώθησε
επίτηδες με τη βοήθεια ενός ανεμιστήρα. Ξερόβηξα ενστικτωδώς. «‘Ε, αυτό καταντάει εξωφρενικό! Πάλι αυτή;». Δυστυχώς για μένα, το σαράβαλό της είχε επιστρέψει στη βάση του! Ετοιμαζόμουν να τραβήξω απότομα την κουρτίνα και να αφήσω στην άκρη τις ευγένειες, αλλά μου ήρθε μια καλύτερη ιδέα. Ντύθηκα στα γρήγορα και βγήκα έξω. Πίσω από τον πράσινο «κουβά», είχε αρχίσει να σχηματίζεται μια ουρά από αυτοκίνητα. Πλησίασα το σμαρτ από την πλευρά του οδηγού και άνοιξα απότομα την πόρτα, τραβώντας την από το χερούλι. «Κύριε Γουάιτ!», είπε ξαφνιασμένη η κυρία Λι. Οι οδηγοί των άλλων αυτοκινήτων είχαν αρχίσει να κορνάρουν και η ουρά όσο πήγαινε και μεγάλωνε. Κάποιοι είχαν ήδη ξεκινήσει να βρίζουν και να χειρονομούν. «Βγείτε έξω κυρία μου» είπα με ύφος σοβαρό. «Μα, κύριε Γουάιτ…» «Βγείτε έξω τώρα». Ο επιτακτικός τόνος στη φωνή μου, κλόνισε την κυρία Λι τόσο, που υπάκουσε σχεδόν πειθήνια. Βγήκε από τη θέση του οδηγού, πέρασε μπροστά από το καπό και στάθηκε δίπλα στην πόρτα του συνοδηγού, περιμένοντας να δει τι επρόκειτο να κάνω. Από πίσω μας, τα κορναρίσματα είχαν δυναμώσει. Η φασαρία και η οχλαγωγία είχαν προκαλέσει γενική αναστάτωση. Οι γείτονες είχαν βγει ήδη στα μπαλκόνια και αναρωτιόντουσαν τι μπορεί να είχε συμβεί στο μικρό πράσινο αυτοκίνητο και παρέμενε στη μέση του δρόμου όλη αυτή την ώρα. «Θα σας περιμένω πολύ;» τη ρώτησα. Άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και μπήκε μέσα· τα είχε χαμένα. Πάτησα απότομα το γκάζι και οι μικρές ρόδες του σμαρτ σπίνιαραν σαν να γλίστρησαν σε λάδι. Ξεκίνησε γρήγορα, αφήνοντας πίσω του ένα λευκό σύννεφο καπνού. Συνέχισα να οδηγώ με αμείωτη ταχύτητα. Εκείνη έδεσε
τη ζώνη της και κρατήθηκε γερά από το χερούλι της πόρτας. Έστριψα απότομα δεξιά. Οι πίσω ρόδες σχεδόν αναπήδησαν. Η κυρία Λι έβγαλε μια δυνατή τσιρίδα και έκλεισε τα μάτια της σφιχτά. Χαμογέλασα. Ένοιωθα μία αδιανόητη ικανοποίηση. Αύξησα κι άλλο ταχύτητα· πάτησα το γκάζι μέχρι τέρμα. Το μικρό πράσινο τετράτροχο, χοροπηδούσε στις λακκούβες του δρόμου, με την ευκολία που χοροπηδάει κάποιος πάνω σε ένα τραμπολίνο. Στην επόμενη στροφή, η κυρία Λι έβγαλε μία ακόμα τσιρίδα, πιο δυνατή από την προηγούμενη και έσφιξε περισσότερο τα μάτια της και το χερούλι της πόρτας. Η ικανοποίησή μου είχε μετατραπεί σε χαρά. Σε μια ευφορία που είχε πλημμυρίσει το μυαλό και την καρδιά μου· κάτι σαν υπερβολική δόση οξυγόνου σε αθλητή μεγάλων αποστάσεων. Ένοιωθα ξαλαφρωμένος. Έστριψα μια τελευταία φορά και και βρέθηκα μπροστά στο σπίτι. Φρέναρα απότομα και, με δύο κοφτές κινήσεις, πάρκαρα το σμαρτ ανάμεσα στις κάθετες διαγραμμίσεις του δρόμου. Η κυρία Λι άνοιξε τα μάτια της και με κοίταξε. «Κύριε Γουάιτ!», ψέλλισε έκπληκτη. Δεν με ενδιέφερε καθόλου, αυτή τη φορά, αν την είχα εκπλήξει θετικά ή αρνητικά. Σίγουρα πάντως είχα φερθεί αδιανόητα! Χαμογέλασα σχεδόν ειρωνικά. «Μια δωρεάν επίδειξη των δυνατοτήτων του αυτοκινήτου σας, κυρία Λι! Μάθετε επιτέλους να οδηγείτε, αλλιώς πάρτε ποδήλατο!» είπα. Με κοιτούσε ασάλευτη με βλέμμα παγωμένο. Τα μάγουλά της ήταν κατακόκκινα και τα χείλη της μισάνοιχτα, σαν να ήθελε να πει κάτι, αλλά δεν της έβγαιναν οι λέξεις. Πέρασα το χέρι μου πίσω από την πλάτη του καθίσματός της. Την πλησίασα και με μια απότομη κίνηση κόλλησα τα χείλη μου στα δικά της, για μερικά δευτερόλεπτα. Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα, αλλά παρέμεινε ασάλευτη σαν κούκλα. Απομακρύνθηκα από κοντά της και χαμογέλασα ξανά.
«Από σήμερα μπορείτε να με φωνάζετε Τζον!» της είπα και βγήκα από το αυτοκίνητο. Την άφησα στη θέση του συνοδηγού, κοκαλωμένη, με τη ζώνη σφιχτά δεμένη ακόμα, γύρω από το σώμα της. Δεν έφταιγε το αμαξάκι τελικά, σκέφτηκα και μπήκα στο διαμέρισμά μου. Ένα τέταρτο αργότερα, τράβηξα την κουρτίνα του δωματίου μου και το ξανακοίταξα. Η κυρία Λι ήταν ακόμα εκεί.
Λίγα λόγια για τη Συγγραφέα
Η Τριαντάφυλλη Πολίτη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων αλλά τα πήγαινε πάντα καλύτερα με το αλφάβητο παρά με τους αριθμούς. Ξεκίνησε να ασχολείται με τη Δημιουργική Γραφή το 2007 στην Σαγκάη, όπου βρέθηκε με τον σύζυγό της για επαγγελματικούς λόγους. Το 2009 έκανε τα πρώτα της σεμινάρια Δημιουργικής Γραφής στο Ελληνοαμερικάνικο Κολλέγιο του Ψυχικού με εισηγητή τον συγγραφέα Αλέξανδρο Ασωνίτη. Το 2012 παρακολούθησε το Εργαστήριο Δημιουργικής Γραφής του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου, με εισηγήτρια τη συγγραφέα Αμάντα Μιχαλοπούλου και το 2013 συνέχισε τα μαθήματα μαζί της για ολόκληρο το διδακτικό έτος έως και το Φεβρουάριο του 2014. Παράλληλα, για ένα τετράμηνο, παρακολούθησε, με τη μέθοδο της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης, σε-
μινάρια Δημιουργικής Σκέψης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Στο τελευταίο, ολοκλήρωσε τον Μάιο του 2014 και την τετράμηνη εκπαίδευση της Δημιουργικής Γραφής, ενώ συνεχίζει να μελετά και να διαβάζει ό,τι μπορεί να της χαρίσει γνώση, έμπνευση και χαρά.