Ermionh 18

Page 1

Ερμιόνη

στην

άλλοτε και τώρα

ΤΕΥΧΟΣ 18 - Απρίλιος 2016 Περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης


περιεχόμενα σελ. 3 Εισαγωγικό σημείωμα σελ. 4 Το «μυστικό» της καταγωγής της! ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΑΠ. ΓΚΑΤΣΟΣ σελ. 5 Ερμιόνη ή Καστρί στους παλαιούς χάρτες της Πελοποννήσου ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ σελ. 6 Δύο τοπία - Δύο αιώνες στην Ερμιόνη ΜΥΡΣΙΝΗ Γ. ΣΑΜΑΡΑ σελ. 8 Η Ερμιόνη (Καστρί) στο ιστορικό μεταίχμιο του 13ου μ.Χ. προς τον 14ο μ.Χ. αιώνα. ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΪΑΣ σελ. 9 «Όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η… Ερμιόνη ζωγραφιά!» ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΡΟΣΙΛΗΣ σελ. 10 Ο επίσκοπος ΑΝΔΡΟΥΣΗΣ ΙΩΣΗΦ και η διέλευσή του από την Ερμιόνη και το Κρανίδι ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ σελ. 13 Σε άλλες εποχές ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ-ΡΗΓΑ σελ. 15 Βραβείο Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» σελ. 16 Η κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας του Ερμιονικού Συνδέσμου και η απονομή των βραβείων σελ. 18 Με αυτά ζήσαμε και μεγαλώσαμε ΜΑΚΗΣ ΔΗΜ. ΝΑΚΟΣ σελ. 19 Oι χαρές μας & οι λύπες μας σελ. 20 Διάλογος με τον Μάκη Νάκο - Η περιπέτεια του νεαρού Άγγλου αεροπόρου ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ-ΒΕΛΛΕ σελ. 22 Ζωή είναι η τέχνη να επικοινωνείς - Ο.Τ.Ε. Ερμιόνης ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝ. ΚΥΡΙΤΣΗ σελ. 24 Κάρτες και επιστολές, η χαρά της επικοινωνίας ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ σελ. 26 Ερμιονίτες ψαράδες ΠΕΤΡΟΣ ΕΜ. ΛΑΚΟΥΤΣΗΣ σελ. 28 Το χταπόδι ΛΑΜΠΗΣ Π. ΠΑΥΛΙΔΗΣ σελ. 30 ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΜΕΡΤΥΡΗΣ, o καλοφαγάς και καλομάγειρας BIBH ΣΚΟΥΡΤΗ / ΣΟΦΙΑ ΜΕΛΛΟΥ - ΤΣΑΜΑΔΟΥ σελ. 31 Αποχαιρετισμός στον Μάκη (Νάκο) ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΤΑΡΑΣ

Περιοδική Πολιτιστική Έκδοση ISSN 1792 – 6548 Α.Φ.Μ. 997635471 ΕΤΟΣ: Η΄ ΤΕΥΧΟΣ: 18 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2016 ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ Εταιρεία Μελετών Ερμιονίδας (Ε.Μ.Ε.) Υπεύθυνος κατά Νόμο Λίνος Γ. Μπενάκης Πρόεδρος Δ.Σ. της Ε.Μ.Ε. Συντακτική Επιτροπή Παρασκευή Σκούρτη Γιάννης Σπετσιώτης Κώστας Τσεφαλάς Επιμέλεια Έκδοσης Θεοδόσης Γκάτσος Τζένη Ντεστάκου Τηλέφωνο Επικοινωνίας Παρασκευή Σκούρτη 27540-31523 Ερμιόνη 210-4116650 Πειραιάς Σχεδιασμός – Εκτύπωση - Βιβλιοδεσία ARTION ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ Τηλ.: 210-4831792

Εξώφυλλο: «Ερμιόνη 2016» Φώτο: Χρήστος Προσίλης

2 ερμιόνη


εισαγωγικό σημείωμα «Αργολίδα, ο τόπος της συν-γραφής» Αποφασίσαμε να αφιερώσουμε το εισαγωγικό σημείωμα του παρόντος τεύχους σ’ ένα επίκαιρο γεγονός, που πιστεύουμε ότι ενδιαφέρει τους αναγνώστες μας. Το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στο οποίο προεδρεύει η Καθηγήτρια Άλκηστις Κοντογιάννη, σε συνεργασία με την Περιφέρεια και τους Δήμους του Νομού μας διοργανώνει, τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2016, Πανελλήνιο Συμπόσιο αφιερωμένο στους συγγραφείς της Αργολίδας, με στόχο τη διάχυση όλων εκείνων «των φωτεινών σημάτων» που εκπέμπει το έργο τους. Στην εποχή της εικόνας και με τη συμβολή κάποιων ξεχωριστών ανθρώπων «ο λόγος επιστρέφει θριαμβευτικά». Οι λέξεις προβάλλονται «ως όπλα» που αφυπνίζουν το νου και ημερεύουν την ψυχή. Συγκινούν, παρηγορούν, υπόσχονται, κινητοποιούν, συνεπαίρνουν, καθησυχάζουν ή παραπλανούν. Αλλάζουν τη σκέψη, καλλιεργούν τη φαντασία και γεμίζουν με ευρηματικότητα, δημιουργία και συγκινήσεις τις σελίδες της ζωής μας. Το Πανεπιστήμιο πρωταγωνιστεί, ανοίγοντας τις πόρτες του στην κοινωνία. Το Συμπόσιο για τους συγγραφείς της Αργολίδας αποτελεί μια σπάνια ευκαιρία για σύμπραξη των συμμετεχόντων. Επιδιώκει «να αφυπνίσει την επιθυμία να αποτυπώσουν όλοι με τη δική τους γραφή», αυτά που είδαν και έζησαν. Αυτά που διάβασαν, φαντάστηκαν και ερεύνησαν. Ειδικότερα στοχεύει στην προώθηση στρατηγικών ανάπτυξης του γραπτού λόγου, καθώς και στην ανάδειξη «νέων ταλέντων». Οι Ερμιονίτες συγγραφείς συμμετέχουν στηρίζοντας ανεπιφύλακτα αυτή την προσπάθεια. Το περιοδικό μας, εδώ και οκτώ χρόνια, κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με τους στόχους του Συμποσίου και κατανοεί πλήρως την άποψη και τη φιλοσοφία των διοργανωτών του. Ο Ερμιονικός Σύνδεσμος παραχωρεί την «Εστία Πολιτισμού Μιχαήλ Παπαβασιλείου – Μουσείο Παιχνιδιών», για την πραγματοποίηση δράσεων του Συμποσίου. Η Εταιρεία Μελετών Ερμιονίδος ευχαριστεί για τη συνεργασία τις κυρίες της Οργανωτικής Επιτροπής, υπεύθυνες για την Ερμιονίδα, Δήμητρα Αξαρλή, Αγγελική Αποστολοπούλου και Χρυσούλα Κοτσοβού. Αναλυτικές πληροφορίες για το Συμπόσιο θα βρείτε στην ιστοσελίδα: http://ts.uop.gr/ syngrafeisargolidas-symposio/ Η Συντακτική Επιτροπή Ευχαριστούμε όλους τους παλιούς μας αρωγούς που ανανέωσαν τη συνδρομή τους για το νέο έτος, καθώς και τους νέους μας συνδρομητές, οι οποίοι είναι οι Κυρίες και οι Κύριοι: Βάττη Ελένη Κύρου Άδωνις Παπαμιχαήλ-Καλύβη Καίτη Ζάκκας Άρης Λακούτσης Γιάννης Πέλλα Σοφία Καραλής Μιχάλης Μπόλμπος Γιώργος Σιωράς Βασίλης Καρδάση Ιωαν. Αργυρώ Παγώνη Λίτσα Σκούρτη -Μανδροχάλου Βάνα Κασνέστη - Γασπαράτου Κατερίνα Παπαγεωργίου Δημήτρης Σωτήρου Δημήτρης Κατσογεώργη Μαίρη Παπαγεωργίου Μανόλης Φασιλής Γιώργος Σας υπενθυμίζουμε ότι εκτός από απευθείας καταβολή στην Κα Βιβή Σκούρτη, μπορείτε να στέλνετε την συνδρομή σας στον κάτωθι τραπεζικό λογαριασμό ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΡΜΙΟΝΙΔΟΣ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ: ΑΡΙΘΜΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ 385/001054-57 Τα ονόματα των νέων συνδρομητών μας θα δημοσιεύονται με αλφαβητική σειρά στο αμέσως επόμενο τεύχος. Ευχαριστούμε, επίσης, τον εκδότη του περιοδικού «Σπετσιώτικη Ηχώ» κ. Κώστα Κουλαλόγλου για την αδιάλειπτη αποστολή των εξαιρετικών εκδόσεων του. ερμιόνη 3


ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΑΠ. ΓΚΑΤΣΟΣ

To «μυστικό» της καταγωγής της!

Το εξώφυλλο του προηγουμένου τεύχους μας.

Το εξώφυλλο της αριστουργηματικής εκδόσεως του 1553

…και η σελίδα 55 του πρώτου τεύχους.

4 ερμιόνη

Αρκετοί αναγνώστες μας εξέφρασαν την απορία τους για την προέλευση της σπάνιας απεικόνισης της Ερμιόνης, που κοσμούσε το εξώφυλλο του προηγουμένου τεύχους μας. Επειδή η συγκεκριμένη εικόνα της Ερμιόνης είναι όντως ελάχιστα γνωστή, ακόμα δε πιο άγνωστη είναι η προέλευσή της, αποκαλύπτω το «μυστικό» της καταγωγής της! Η «Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας» αποτέλεσε για πάνω από μια χιλιετία το σημαντικότερο οικονομικό και εμπορικό κέντρο της λεκάνης της Μεσογείου, ιδίως στα χρόνια της Αναγέννησης. Πέρα από το εμπόριο που επί σειρά αιώνων σώρευε πλούτο στη Θαλασσινή Πολιτεία, τον 16ο αιώνα ακμάζουν οι τέχνες και η βιοτεχνία. Ο Gabriele Giolito de Ferrari είναι ο πρωτοπόρος Βενετός τυπογράφος που έμεινε στην ιστορία ως ο πρώτος Ιταλός τυπογράφος ο οποίος άρχισε από το 1545 να εκδίδει βιβλία στην καθομιλουμένη ιταλική της εποχής του, σε αντίθεση με την επίσημη Λατινική. Η πιο πολύτιμη έκδοσή του αφορά το επικό ποίημα Divina Commedia (Η Θεϊκή Κωμωδία) του Δάντη που εξέδωσε το 1555 στον τίτλο της οποίας προσέθεσε για πρώτη φορά τη λέξη «Θεϊκή». Στο πρωτοποριακό αυτό τυπογραφείο της εποχής, μαθήτευσε ο νεαρός Γάλλος Guillaume Rouillé. Ο Guillaume Rouillé (1518-1589) είναι αναμφισβήτητα ο γνωστότερος τυπογράφος και βιβλιοπώλης της Γαλλίας του 16ου αιώνα. Γεννήθηκε στην Τουρ της κεντροδυτικής Γαλλίας γύρω στο 1518, αλλά βρέθηκε νέος στη Βενετία για να μάθει την τέχνη του τυπογράφου στο τυπογραφείο του Gabriele Giolito de Ferrari. Περί το 1543 ωστόσο γυρνάει στην πατρίδα του και εγκαθίσταται μόνιμα στη Λυών, όπου οργανώνει το μεγαλύτερο τυπογραφείο-βιβλιοπωλείο της Χώρας. Μεταξύ διαφόρων τυπογραφικών ευρεσιτεχνιών που επινόησε, είναι και ο εφευρέτης του βιβλίου σε σχετικά μικρό μέγεθος, (τσέπης θα το λέγαμε σήμερα) και στη μορφή αυτή δημοσίευσε πολλά κείμενα ιστορίας, ποίησης και ιατρικής, συνεισφέροντας με τον τρόπο αυτό αποφασιστικά στην διασπορά γνώσης της εποχής. Τη σπουδαιότερη έκδοσή του την έκανε το 1553. Είναι ένα δίτομο έργο με εικονογραφίες μυθικών προσώπων από την αρχαιότητα, τη θρησκευτική παράδοση αλλά και κάθε άλλη γνωστή προσωπικότητα που έμεινε στην ιστορία μέχρι τις μέρες του. Ο πλήρης τίτλος του έργου του, στο οποίο απεικονίζονται συνολικά 950 προσωπικότητες, είναι: «Promptuarii iconum insigniorum à seculo hominum, subiectis eorum vitis, per compendium ex probatissimis autoribus desumptis» που θα μπορούσαμε να αποδώσουμε σε ελεύθερη μετάφραση: «Κατάλογος εικόνων σημαντικών ανθρώπων, θέματα από τη ζωή τους, σε μια συλλογή που προέρχεται από τις καλύτερες πηγές» Σε κάθε σελίδα της μνημειώδους αυτής εκδόσεως απεικονίζονται δυο πρόσωπα, τα οποία εικονογραφούνται με τη μορφή μεταλλίου/πορτρέτου. Ακολουθεί ένα σύντομο βιογραφικό για το καθένα. Η σελίδα 55 του πρώτου τόμου είναι αφιερωμένη στον Ορέστη και την Ερμιόνη. Οι μορφές τους έχουν παραχθεί με την τεχνική της ξυλογραφίας (woodcut) που ανακαλύφθηκε στην Κίνα περί τον τρίτο μ.Χ. αιώνα και η οποία έγινε γνωστή στην Ευρώπη από τους Βενετσιάνους εμπόρους. Είναι σαφές ότι η μαθητεία του Rouillé πλάι στον πρωτοπόρο Βενετσιάνο δάσκαλο, σε συνδυασμό με την ευρυμάθεια του ιδίου, παρήγαγε ένα μοναδικό αριστούργημα. Όπως είναι επίσης βέβαιο ότι χάρις τα τεχνικά μέσα των ημερών μας, οι αναγνώστες μας μπόρεσαν να θαυμάσουν τη σπανιότατη αυτή έντυπη ξυλογραφία της Ερμιόνης στο εξώφυλλο του προηγούμενου τεύχους μας!


ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ

Ερμιόνη ή Καστρί στους παλαιούς χάρτες της Πελοποννήσου (συνέχεια του σχετικού άρθρου από το τεύχος 12 του περιοδικού μας) Κυκλοφορεί πάλι από το «Αρχείο Χαρτογραφίας του Ελληνικού χώρου» του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τραπέζης (ΜΙ-ΕΤΕ) ο επιβλητικός τόμος Η Πελοπόννησος. Χαρτογραφία και Ιστορία (16ος -18ος αι.), Αθήνα 2011 (Β΄ έκδοση) 197 σελ. σε μεγάλο σχήμα. Για την Αργολίδα και ειδικότερα για την Ερμιονίδα η πιο αξιόλογη μαρτυρία είναι ότι «σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή της περιοχής ήταν οι αλυκές της Θερμησίας, οι μεγαλύτερες της Πελοποννήσου» (σελ. 64). Ο γνωστός Τούρκος περιηγητής του 17ου αι. Ελβιγιά Τσελεμπή στο «Οδοιπορικό στην Ελλάδα» τονίζει την σημασία των αλυκών της Θερμησίας για τον εφοδιασμό της Βενετίας με άριστης ποιότητας αλάτι, αλλά υπάρχουν και μεταγενέστερες μαρτυρίες με αναφορά και στο «βυζαντινό» κάστρο της Θερμησίας, που προστάτευε την παραγωγή του αλατιού και την φόρτωσή του για την Βενετία («το καστέλι Θερμήσι» στο Χρονικό του Θεοφυλάκτου Αγοραστού, 1683-1690). Στους 34 ωραίους χάρτες, που χρονολογούνται από το 1570 έως το 1837, στο Λεύκωμα του ΜΙ-ΕΤΕ ανιχνεύσαμε και πάλι, όπως στο άρθρο του τεύχους 12 (Οκτώβριος 2012) του περιοδικού μας, με αφορμή τότε μία έκθεση παλαιών χαρτών, την ύπαρξη του τοπωνυμίου ΕΡΜΙΟΝΗ αλλά και του τοπωνυμίου ΚΑΣΤΡΙ σε μία αναλογία τέσσερα προς ένα, δηλαδή 27 από τους 34 Χάρτες έχουν το όνομα ΗΕRΜΙΟΝΕ και 7 το CASTRI. Ενδιαφέρον είναι ότι το ΚΑΣΤΡΙ εμφανίζεται σε όλους τους παλαιότερους χάρτες: 1570, 1573, 1574, 1575 και σε τρεις μεταγενέστερους: 1682, 1792 και 1802. Σε όλους τους άλλους, από τον 17ο έως τον 19ο αι., έχουμε πάντοτε το όνομα ΕΡΜΙΟΝΗ, με δύο εξαιρέσεις: Στον χάρτη της Βενετίας του 1570 και Ντούισμπουργ 1589.

Οι Χάρτες του Λευκώματος ΜΙ-ΕΤΕ: Claudio Duchetti, Venezia 1570 (ΗΕRΜΙΟΝΕ) Α. Ortelius - G. Gustaldi, Amsterdam 1570 (CASTRI) Simon Pinargenti, Venezia 1573 (CASTRI) Donato Bertelli, Venezia 1574 (CASTRI) Francois de Belleforest, Paris 1575 (CASTRI) Gerardus Mercator, Duisburg 1589 (HERMIONE) Gerardus Mercator, Leiden 1618 (HERMIONE) Philippus Cluvesius, Amsterdam 1624 (HERMIONE) Gerardus Mercator, Leiden 1628 (HERMIONE) NicolaasVisscher, Amsterdam 1657-1677 (HERMIONE) J, Lauremberg, Amsterdam 1661 (HERMIONE) Willem Blaeu, Amsterdam 1662 (HERMIONE) Jacob von Sandrart, Nuerenberg 1682 (CASTRI) Bernard Randolph, London 1686 (HERMIONE) Pier Antonio Pacifico, Venezia 1687 (HERMIONE) Johannes Blaeu, Amsterdam 1688 (HERMIONE) Francesco Piacenza, Modena 1688 (HERMIONE)

O. Dapper, Amsterdam 1688 (HERMIONE) Giacomo da Vignola, Roma 1690 (HERMIONE) Nicolas Sanson, Paris 1692 (HERMIONE) Vincenzo M. Coronelli, Venezia 1696 (HERMIONE) Justus Dauckerts, Amsterdam 1700 (HERMIONE) Edward Wells, London 1700 (HERMIONE) Johann Baptist Homann, Nuerenberg 1702-1773 (HERMIONE) Christoph Weigel, Nuerenberg 1720 (HERMIONE) G. Delisle, London 1725 (HERMIONE) Matthaus Seutter, Augsburg 1725 (HERMIONE) Pierre von der Aa, Leiden 1729 (HERMIONE) Frederick de Wit, Amsterdam 1761 (HERMIONE) Franz Johann Joseph von Reilly, Wien 1789 (HERMIONE) Giovanni Maria Cassini, Paris 1792 (CASTRI) G. Delisle, London 1794 (HERMIONE) Barbie Bocaje, Wien 1837 (HERMIONE)

Ο χάρτης που δημοσιεύσαμε στο τεύχος 12 ήταν του Στρατηγού Pelet, (Παρίσι 1832) και είναι ο μοναδικός, που έχει και τα δύο τοπωνύμια ΚΑSΤRΙ/HERMIONE.

ερμιόνη 5


ΜΥΡΣΙΝΗ Γ. ΣΑΜΑΡΑ

Δύο τοπία - Δύο αιώνες στην Ερμιόνη

«Ένα τοπίο δεν είναι, όπως το αντιλαμβάνονται μερικοί, κάποιο απλώς σύνολο γης, φυτών και υδάτων. Είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού επάνω στην ύλη». Οδυσσέας Ελύτης Ένας περιηγητής περιπλανώμενος στην Ερμιονίδα και ακολουθώντας τα βήματα του Παυσανία θα μπορούσε να σταθεί σ’ ένα βουνό βορειοδυτικά της Ερμιόνης και να αποτυπώσει ζωγραφίζοντας το τοπίο που παρουσιάζουμε. (Εικ.1) Το 1810 ο William Gell, Άγγλος περιηγητής, ακολουθώντας και αυτός την πορεία του Παυσανία, διέσωσε σε γκραβούρα ένα τοπίο με άποψη της ερμιονικής γης εξαιρετικά πολύτιμη (View near Hermione). Η Ερμιόνη μόλις που εντοπίζεται πίσω από έναν λόφο και διακρίνονται τρεις από τους Μύλους της. Ήταν πολίχνη εκείνη την εποχή. Με την πρώτη απογραφή που έγινε το 1834 στο ελεύθερο ελληνικό κράτος, καταγράφηκαν στην Ερμιόνη 257 οικογένειες και 957 κάτοικοι, ενώ στα περίχωρα καταγράφηκε μόνο η Σαμπάριζα με 15 οικογένειες και 1. Τοπίο κοντά στην Ερμιόνη, William Gell, 1810 257 κατοίκους. Το 1844, δέκα χρόνια αργότερα, η Ερμιόνη - Καστρί είχε 1277 κατοίκους και η Σαμπάριζα 57. Είναι αξιοσημείωτο ότι στους γεωγραφικούς χάρτες τής αποδίδονται δύο ονομασίες, Ερμιόνη και Καστρί. Το 1895 χωροθετείται στον χάρτη και το Θερμήσι από τον Alfred Philippson, (1864-1953), Γερμανό γεωγράφο που κατέγραψε στους χάρτες του την ελληνική χλωρίδα. (Εικ.3). Στην περιοχή της Ερμιόνης σημειώνει τα εξής: χωράφια, αγροί, αμπελώνες, καλλιεργήσιμα δέντρα, βελανιδιές, φρύγανα, λιβάδια και γυμνές επιφάνειες. Τους αμπελώνες τους εντοπίζει στις περιοχές των Ειλεών (Ηλιόκαστρο), της Θερμησίας και του κάμπου έξω από την Ερμιόνη. Στην απογραφή του έτους 1896 καταγράφονται 2802 κάτοικοι (1511 άρρενες και 1291 θήλεις). Η αύξηση του πληθυσμού έχει διάφορες αιτίες. Η Ερμιόνη γίνεται τόπος που προσφέρει δυνατότητες προσπόρισις 2. Η Ερμιόνη από το Μπίστι, 1923 ή 1924 αγαθών. Διαθέτει εκτάσεις για τη βοσκή των ποιμνίων, ελαιώνες, δενδροκαλλιέργειες, θάλασσα για τη ναυτική ζωή που εξυπηρετεί και τα δύο πολυάνθρωπα νησιά Σπέτσες και Ύδρα, Δημόσιες Υπηρεσίες, διάφορα εργαστήρια, εμπορικά, καφενεία κ.ά. Στην πρώτη δεκαετία του 20ού αι. η Ερμιόνη αποκαλείται «πολιτεία». Σε ιστοριογραφική μαρτυρία επισημαίνεται ότι το 1923 συμβολαιογράφος είναι ο «διακεκριμένος, σοφολογιώτατος και πολυμαθής», όπως αποκαλείται, Ιωάννης Δεληγιάννης. Στο Συμβολαιογραφείο του συντάσσονται συμβόλαια αγοραπωλησιών κτημάτων. Επίσης, στην «πολιτεία» υπάρχουν εύποροι που δανείζουν χρήματα με τοκισμό. Άλλες δραστηριότητες, όπως τα Λιοτρίβια και οι Μύλοι, δείχνουν ότι οι δύο βασικές καλλιέργειες της περιοχής είναι η ελιά και το σιτάρι. Η αύξηση του πληθυσμού και των κατοικιών είναι φυσικό επόμενο στη διάρκεια σχεδόν ενός αιώνα, από την πρώτη απογραφή του 1834. Στη φωτογραφία του 1923 ή 1924 «Άποψη της Ερμιόνης» από το Μπίστι, (Εικ.2), φαίνεται περιορισμένη η έκταση της κωμοπόλεως. Οι παραγωγικές μονάδες και η καλλιεργήσιμη γη βρίσκονται περιφερειακά και εξασφαλίζουν στους κατοίκους τα αγαθά. Οι απογραφές πάντως του πληθυσμού δείχνουν τη δημιουργία οικισμών των οποίων άλλοτε αυξάνεται ο πληθυσμός και άλλοτε μειώνεται, όπως των Αγίων Αναργύρων. Στις μέρες μας όσο ενισχύεται η αντίληψη της αξίας της τοπικής ιστορίας και όσο ερευνούμε, τόσο βρισκόμαστε μπροστά σε πολύτιμες πληροφορίες είτε σε βιβλία που έχουν γραφεί με τη μορφή Τοπικής Ιστοριογραφίας είτε σε άλλες μαρτυρίες που δημοσιεύονται ηλεκτρονικά ή έντυπα. 6 ερμιόνη


ΜΥΡΣΙΝΗ Γ. ΣΑΜΑΡΑ

Υπάρχουν σπουδαίες μεΚατά την απογραφή του λέτες, οι οποίες καλύπτουν 2011 στην Κοινότητα Ερμιόνης τη χρονική περίοδο των δύο καταγράφτηκαν 2.505 μόνιμοι τελευταίων αιώνων, καταγράκάτοικοι και 557 συνολικά φουν τις δημογραφικές μεταστους γύρω οικισμούς και κοιβολές, τη χωρική κατανομή νότητες (ermion.gr/dioikisi). Η του πληθυσμού μέσα στην ελάττωση του μόνιμου πληθυΕλλάδα και μας βοηθούν να σμού της Ερμιόνης σε αντίθεπαρακολουθήσουμε την αντίση με την οικιστική ανάπτυξη στοιχη εξέλιξη και στην περιο(κατοικίες, καταστήματα κ.λ.π.) χή της Ερμιόνης. παραπέμπει στις δημογραφιΣτη διάρκεια 20ού αιώνα, κές μεταβολές: αύξηση των 3. Χάρτης γεωγραφικός της Ελλάδας, 1896, Alfred Philippson ιστορικά και κοινωνικά γεγοθερινών κατοίκων, επισκέπτες νότα, οι πόλεμοι, οι μετακινήλόγω τουρισμού, πολιτιστική σεις λόγω οικονομικών αναγκών, η μετανάστευση, εσωκινητικότητα που ελκύει επισκέπτες, γεωγραφική θέση τερική και εξωτερική, η στροφή στον αστικό τρόπο ζωής και γραφικότητα του τοπίου (φυσικές καλλονές), λειτουρκαι οργάνωσής της στις μεγάλες πόλεις μεταβάλλουν τη γική εξυπηρέτηση για μετακινήσεις μέσω θαλάσσης και χωρική κατανομή του πληθυσμού στην Ελλάδα αλλά και ξηράς. Οι πόλοι έλξης, Ναύπλιο, Μυκήνες, Επίδαυρος, 1 στην περιοχή της Ερμιόνης. Πόρτο Χέλι, Σπέτσες, Ύδρα κ.λ.π. δημιουργούν ένα ποΗ Ερμιόνη υφίσταται τις μεταβολές της αστυφιλίας από λιτισμικό τόξο, με μετακινούμενο πολυάνθρωπο ρεύμα, τη δεκαετία του ’50. Η αγροτική ενασχόληση είναι κατά ικανό για τη διατήρηση διαφόρων επαγγελμάτων σ’ ένα βάση ιδιωτική υπόθεση και δεν εμπίπτει στην κρατική «διαρκέστερο» και όχι μόνο θερινό τουρισμό. Οι δημογραπολιτική. Ο τουρισμός εμφανίζεται σταδιακά ως πηγή φικές προοπτικές είναι άγνωστες και μεταβλητές, ενώ οι πλούτου για την περιοχή. Οι αγοραπωλησίες αυξάνονται, κατοικίες, εντός και εκτός κωμοπόλεως, προσδίδουν έναν τα οικόπεδα για εξοχικές κατοικίες και τα ξενοδοχειακά μονιμότερο οικιστικό χαρακτήρα. συγκροτήματα παραμερίζουν τους δεσμούς των αγροτών Με την τελευταία φωτογραφία του Χρήστου Προσίλη που κοσμεί το εξώφυλλο του παρόντος τεύχους μας, που με τη γη τους, την οποία πωλούν για να μετακινηθούν οι περισσότεροι στα μεγάλα άστη, Πειραιά και Αθήνα. Η ήταν και η αφορμή για τη σύγκριση που επιχειρήσαμε, δημογραφική μεταβολή - εγκατάλειψη συντελείται σταδικλείνουμε δύο αιώνες σύντομης διερευνητικής περιπλάακά. Η επαρχία αραιοκατοικείται και οι πόλεις πυκνοκανησης και επιστρέφουμε στον λόγο του Οδυσσέα Ελύτη: τοικούνται, με την Αθήνα να συγκεντρώνει το ήμισυ του «Ένα τοπίο είναι η προβολή της ψυχής ενός λαού πληθυσμού της χώρας. επάνω στην ύλη». Και μιας πόλης και ενός χωριού και Από τη δεκαετία του ’80 η αγροτική πολιτική του κράενός οικισμού, θα προσθέταμε, καθώς εκείνοι που κατοιτους κάνει στροφή. Η ιδιοκτησία γης γίνεται πλεονέκτηκούν ανάλογα τα διαμορφώνουν. Άλλες διερευνητικές μα, αφού παρέχει τη δυνατότητα ανάπτυξης διάφορων αναζητήσεις που θα αφορούν στις καλλιέργειες, σίγουρα καλλιεργειών. Η υπεράρδευση του νερού με την αύξηση θα διαφωτίσουν από άλλη ζωτική πλευρά τις σύγχρονες των γεωτρήσεων γίνεται αντικείμενο μελέτης και επισήδυνατότητες μέσα και γύρω από την Ερμιόνη. μανσης των συνεπειών επί των καλλιεργειών.2 Ο πληΗ θέαση του τοπίου μέσα από τη φωτογραφία του Χρήθυσμός της Πελοποννήσου αυξάνεται κατά 5,2% (54.525 στου Προσίλη, όπως αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της κάτοικοι), λόγω της μετακίνησης των αλλοδαπών οικοΠρωτοβουλίας Ενεργών Πολιτών Ερμιόνης, με το απένομικών μεταναστών, αλλά και λόγω των ευνοϊκών συνραντο πράσινο και τις διάσπαρτες ή σε μικρούς οικισμούς θηκών (τουρισμός κ.ά.), που δημιουργούν θέσεις εργασίας κατοικίες συμπεριλαμβανομένης και της Ερμιόνης, αποκυρίως για τους νέους. τελεί αφορμή για σύγκριση. Και η σύγκριση εντυπωσιάζει και προκαλεί θαυμασμό αλλά και περίσκεψη. Είναι βέβαιο ότι τα έργα των ανθρώπων είναι ανεξίτηλα 1 Β. Κοτζαμάνης - Ε. Ανδρουλάκη, «Οι δημογραφικές εξελίξεις στη αποτυπώματα επάνω στη Φύση αλλά και η αναγεννεώτερη Ελλάδα – 1830 – 2007», σελ. 34. νητική δύναμη αυτής έχει όρια. 2 Η διαχείριση των υδάτινων πόρων της Αργολίδας 1980 – 2001.

ερμιόνη 7


ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΪΑΣ

Η Ερμιόνη (Καστρί) στο ιστορικό μεταίχμιο του 13ου μ.Χ. προς τον 14ο μ.Χ. αιώνα. Μελετώντας την ιστορία της Ερμιονίδας και της Πελοποννήσου γενικότερα, θα διαπιστώσουμε ότι η εκατονταετία διακυβέρνησης της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Κομνηνούς (1081-1185) ήταν ενδιαφέρουσα ως προς την προσπάθεια ανόρθωσης του κράτους. Τις βάσεις και την ώθηση της μεγάλης αναγεννητικής προσπάθειας έθεσε ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός, ενώ στα χρόνια των τελευταίων Κομνηνών είχαν διαφανεί τάσεις παρακμής, που έγιναν περισσότερο αισθητές στην Ερμιονίδα κατά την εποχή του τοπικού άρχοντα Λέοντα του Σγουρού, ηγεμόνα Ναυπλίου, Άργους, Ερμιόνης και Κορίνθου (αρχές 13ου αιώνα), που διοικούσε τυραννικά και καταπιεστικά. Ο Μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης σημειώνει σ’ ένα από τα σωζόμενα κείμενά του ότι έγινε εχθρική επιχείρηση εναντίον της Ερμιόνης κατά τα έτη 1202-1203 από τον Λέοντα Σγουρό. Στη συνέχεια και μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, κάποιοι Φράγκοι πρίγκιπες κατέλαβαν την Πελοπόννησο και καθίδρυσαν ένα φεουδαλικό καθεστώς. Μετά τη μάχη της Πελαγονίας (1259) και τη συνθήκη που ακολούθησε, δημιουργήθηκε στα νότια της Πελοποννήσου ένας μικρός πυρήνας βυζαντινής διοίκησης, που εξελίχθηκε αργότερα στο Βυζαντινό Δεσποτάτο. Μέσα σ’ αυτή τη νέα κατάσταση της Φραγκοκρατίας (1210-1389) στην Πελοπόννησο σημειώθηκε γενική αντεπίθεση των Βυζαντινών ενάντια στους κληρονόμους των Σταυροφόρων, που είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση του Λατινικού κράτους της Κωνσταντινουπόλεως το 1261. Απόρροια αυτής της εξέλιξης ήταν η διχοτόμηση της Πελοποννήσου για δύο ολόκληρους αιώνες. Τελικά, ο ανταγωνισμός των δύο αυτών εξουσιών δημιούργησε συνεχείς αγώνες, που κατέληξαν στην εξαφάνιση του Φράγκικου Πριγκιπάτου. Συγκεκριμένα κατά την περίοδο 1204-1460 δημιουργήθηκε στην Πελοπόννησο (εκτός από τις μικρές βενετικές κτήσεις) η συνύπαρξη δύο ανταγωνιστικών κρατιδίων, του Φράγκικου Πριγκιπάτου και του Βυζαντινού Δεσποτάτου. Τις υποθέσεις του Δεσποτάτου διαχειρίστηκε με δεξιοτεχνία η πριγκιπική οικογένεια των Παλαιολόγων. Έτσι εξουδετερώθηκαν οι ελάχιστες φράγκικες αντιστάΡωμαϊκό Υδραγωγείο σεις και επικράτησε η κυριαρχία των βυζαντινών του Δεσποτάτου σε ολόκληρη τη χερσόνησο. Οι μόνοι ξένοι, που ξέφυγαν από τους Βυζαντινούς στην Πελοπόννησο ήταν οι Βενετοί και, ενώ κατά περιόδους σημειώνονταν προστριβές με τους Βυζαντινούς, οι σχέσεις τους είχαν χαρακτήρα κάπως φιλικό ιδιαίτερα στην Ερμιονίδα. Οι δύο αυτοί σχηματισμοί, παρότι ήταν αυτόνομοι, αποτελούσαν τμήματα δύο ευρύτερων θεσμικών συνόλων του βυζαντινού και του φράγκικου φεουδαρχικού κόσμου. Στις δύο αυτές κοινότητες, παρότι υπήρχε ενίοτε πολιτική ένταση, διαπιστωνόταν σε αρκετές περιπτώσεις πολιτιστική αφομοίωση και περίοδοι επιτυχούς συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο ανάμεσα στις δύο εξουσίες, ενώ ήταν ευδιάκριτη κάποια καχυποψία στους δύο διαφορετικούς οικισμούς, που αποκτούσαν περισσότερο αποστολή στρατιωτική, με την τροποποίηση κατανομής του πληθυσμού. Τη συνύπαρξη Βυζαντινών και Φράγκων διαπιστώνουμε Αγία Τριάδα Πικροδάφνης κάποια χρονική περίοδο και στο επονομαζόμενο επαρ8 ερμιόνη


ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΪΑΣ

χιακό τμήμα (territorio) της Θερμησίας και ιδιαίτερα μετά την κατάληψη του κάστρου από τους Φράγκους της οικογένειας των Βιλεαρδουίνων, που διοικούσαν το Πριγκιπάτο της Αχαΐας από το 1209 έως το 1278, ενώ στη συνέχεια παραχώρησαν την περιοχή με το προαναφερόμενο κάστρο στο δούκα των Αθηνών Όθωνα Δε Ρος. Επιπλέον, είναι γνωστό ότι από το 1278 έως το 1389 είχαμε στην Πελοπόννησο την Ανδεγαυική παρουσία και κυριαρχία των Φράγκων. Βέβαια, από την άλλη πλευρά η βυζαντινή εξουσία στην ενοποιημένη Πελοπόννησο δεν μπορούσε να εδραιωθεί για πάντα, γιατί από τη μια μεριά αναφύονταν εμφύλιες διαμάχες των πριγκηπικών οικογενειών και από την άλλη κάποιοι τοπικοί άρχοντες είχαν αυτονομηθεί, έχοντας κερδίσει τη θέση τους μέσα από επίπονες μάχες κατά των Φράγκων αρχόντων, έχοντας ταυτόχρονα τη στήριξη των βυζαντινών δεσποτών (πριγκήπων), χωρίς να έχουν διάθεση να υποταχθούν στην εξουσία τους. Επιπλέον ο πληθυσμός στην Ερμιόνη και τη γύρω περιοχή δεν ήταν πολυάριθμος στις αρχές του 13ου αιώνα, αλλά επικρατούσε μέχρι τότε περίοδος ειρήνης και κοινωνικής - οικονομικής ισορροπίας, που κλονίστηκε από τη φράγκικη κατάκτηση (1209) και δημιουργήθηκε χρόνια ανισορροπία από τα μέσα του 14ου αιώνα με τους τοπικούς ανταγωνισμούς.1 Μέσα σ’ αυτήν την περιδίνηση η Ερμιόνη (ο κεντρικός βυζαντινός και οργανωμένος οικισμός όλης της επαρχίας) έχοντας στα βορειοανατολικά άμεση οπτική σύνδεση και συνεργασία με το φραγκοκρατούμενο κάστρο της Θερμησίας, κυριαρχεί στα ιστορικά και διοικητικά δρώμενα της περιοχής και του ομώνυμου επαρχιακού τμήματος (territorio) της Θερμησίας. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του

13ου αιώνα έχουμε δύο ιστορικές μαρτυρίες για τη συνύπαρξη των δύο εξουσιών με τον βυζαντινό αξιωματούχο (άρχοντα της επαρχίας) και τη φράγκικη κυριαρχία από την άλλη, με κέντρο το προαναφερόμενο Κάστρο. Επί του προκειμένου θα αναφερθούμε στο βυζαντινό τοπικό άρχοντα της Ερμιονίδας Μανουήλ Μούρμουρα, που έδρευε στην Ερμιόνη και έκτισε με δικές του δαπάνες το ναΰδριο της Αγίας Τριάδος στην Πικροδάφνη το έτος 1245, στις πηγές του αρχαίου Λειμώνα, που τροφοδοτούσαν μέσω του παλαιού υδραγωγείου τη ρωμαϊκή Ερμιόνη. Το βυζαντινό αυτό εκκλησάκι με τις σωζόμενες τοιχογραφίες βρίσκεται σε απόσταση ολίγων χιλιομέτρων από την Ερμιόνη, δυτικά από την τοποθεσία Ποδάρι και βορειοδυτικά της Μονής των Αγίων Αναργύρων.2 Τελευταία ανασύρθηκε από το περιοδικό Orientalia Christiana Periodica το χρυσόβουλλο του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β’ Παλαιολόγου, με χρονολογία 1288, και με την επισήμανση ότι παραχωρεί (με δικαίωμα εξουσίας) στον βυζαντινό αξιωματούχο Θεόδωρο Νομικόπουλο το χωρίον Κρανίδιον (κτισμένο γύρω από το παλαιό εκκλησάκι του Τιμίου Προδρόμου) με τη δυνατότητα να κατέχει και να νέμεται αυτό, μαζί με την αγροτική περιοχή τού αμπελώνα στη θέση «Γωνιά», ως ανταπόδοση των υπηρεσιών του στο κράτος. Σ’ αυτό το σπουδαιότατο κείμενο αναφέρεται για πρώτη φορά η ύπαρξη του Κρανιδίου, ενός ολιγάριθμου πληθυσμιακά γεωργοκτηνοτροφικού οικισμού, που αναπτύχθηκε κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο και βρισκόταν υπό τη διοικητική εποπτεία της Ερμιόνης.3

1 Παναγιωτόπουλος Βασίλης, «Πληθυσμοί και οικισμοί της Πελοποννήσου (13ος-18ος αιώνας) - Μετάφραση Χριστίνας Αγριαντώνη», Έκδοση Ιστορικού αρχείου Εμπορικής Τράπεζας, σ. 19-58.

3 Λεπτομερειακά αναλύεται το χρυσόβουλλο στο βιβλίο του Ησαΐα Ιωάννη, «Η ιστορία του Κρανιδίου και των Κοινοτήτων Πορτοχελίου, Διδύμων, Φούρνων, Κοιλάδας», Έκδοση Δήμου Ερμιονίδας, 2013.

2 Γ. Σωτηρίου, «Η Αγία Τριάς», Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών, τ.Γ’, 1926.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΡΟΣΙΛΗΣ

«Όταν κοιτάς από ψηλά, μοιάζει η… Ερμιόνη ζωγραφιά!» Γεννήθηκα το 1977, στο Τορόντο του Καναδά. Είμαι Μηχανικός Πληροφορικής και δραστηριοποιούμαι επαγγελματικά στην ευρύτερη περιοχή της Ερμιονίδας, με έδρα το Κρανίδι και το Πόρτο Χέλι. Ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία και την κινηματογραφία, καθώς και με την επεξεργασία και την παραγωγή τους. Τα είδη φωτογραφίας που μου αρέσουν, είναι τοπία, κτίρια, αεροφωτογραφίες, action και πορτραίτα. Αγαπώ την Ερμιονίδα και γι’ αυτό, αντλώ το 90% της θεματολογίας μου από τις ομορφιές της. ερμιόνη 9


ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ

Ο επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ και η διέλευσή του από την Ερμιόνη και το Κρανίδι Διακεκριμένη προσωπικότητα, μεταξύ των εκκλησιαστικών ανδρών και αγωνιστών της Επανάστασης του 21, ήταν ο επίσκοπος Ανδρούσης1 Ιωσήφ. Με την εθνική, θρησκευτική και πνευματική του δράση, κάλυψε πανάξια μια ολόκληρη 50/ετία, σε καιρούς χαλεπούς για την πατρίδα και την εκκλησία. Οι κάτοικοι της Ερμιόνης αλλά και του Κρανιδίου είχαν την «αγαθή τύχη» να δεχθούν την ευεργετική επίδραση των ιδεών, των λόγων και των πράξεων του Ιεράρχη, καθώς οι εξελίξεις του αγώνα οδήγησαν τα βήματά του στην επαρχία μας. Θα παρουσιάσουμε τα σημαντικότερα γεγονότα της εποχής που σχετίζονται με τον Επίσκοπο και την περιοχή μας, καθώς θεωρούμε πολύτιμη τη «γνωριμία» με τον σπουδαίο αυτόν άνδρα. Ο Ιωσήφ, κατά κόσμον Ιωάννης – Ιωσήφ Νικολάου, γεννήθηκε το 1770, την ίδια χρονιά με τον Κολοκοτρώνη, στην Τρίπολη. Ήταν γιος πολυμελούς οικογένειας και είχε ακόμη 4 αδελφούς και 2 αδελφές. Σε ηλικία 11 χρόνων οι γονείς του τον έστειλαν να φοιτήσει στην ξακουστή Σχολή της Δημητσάνας. Μετά από σπουδές 9 χρόνων έγινε δάσκαλος και δίδαξε στην Τρίπολη. Στη συνέχεια εισήλθε στην τάξη των κληρικών. Ο Ανδρούσης Ιωσήφ Το 1806, με σημαντικά πνευματικά εφόδια και εμπειρίες, σε ηλικία 36 χρόνων, χειροτονείται Επίσκοπος Ανδρούσης. Η ενάρετη ζωή, η σεμνότητα και η ταπεινότητά του σε συνδυασμό με τα χαρίσματα και τις ικανότητές του, τον είχαν κάνει, ήδη, γνωστό σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Οι Τούρκοι γρήγορα πληροφορήθηκαν τη δράση του και επεδίωκαν τη φυσική του εξόντωση. Κατά την πολιορκία της Τριπολιτσάς, τον συνέλαβαν μαζί με άλλους 9 επισκόπους και 14 προεστούς και τους κράτησαν ως ομήρους, υποβάλλοντάς τους σε φρικτά μαρτύρια. Ο Ιωσήφ περιέγραψε τα δεινά της φυλάκισής του, ενώ σε όλη του τη ζωή έφερε στο λαιμό και τα χέρια τα σημάδια των φρικτών βασανιστηρίων του. Η Α΄ Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου στις 15 Ιανουαρίου 1822 ανέθεσε στον Ιωσήφ το «Μινιστέριον της Θρησκείας», ένα από τα 8 «Υπουργεία» που θέσπισε. Στο Υπουργείο της Θρησκείας ο Ιωσήφ παρέμεινε συνεχώς μέχρι τις 22 Μαΐου 1824, για να αποχωρήσει, οριστικά, τον Νοέμβριο του ιδίου έτους. Το αξίωμα, που η πατρίδα τού εμπιστεύτηκε, το άσκησε με σωφροσύνη, εντιμότητα και αρετή. Ποτέ του δεν έλαβε χρήματα. ακόμη και τους μισθούς των υπαλλήλων τούς πλήρωνε με δικά του χρήματα, που του έστελνε ο αδελφός του κάθε μήνα. Κατά τη διάρκεια της Υπουργικής του θητείας ο πολέμαρχος ιερωμένος Παπαρσένης, με Επιστολή Παπαρσένη προς τον Ανδρούσης Ιωσήφ επιστολή του,2 την οποία παραθέτουμε, του ζήτησε να βοηθήσει τον μοναχό Ανανία. 1 Ανδρούσα: Κωμόπολη του Νομού Μεσσηνίας. Την εποχή της Τουρκοκρατίας ήταν πρωτεύουσα της περιοχής γύρω από την Καλαμάτα. 2 Μαρία Στρίγκου – Κατσίνα, «Στη θυσία για τη λευτεριά (Ιστορικά Διηγήματα)», Αθήνα 1989(σελ.26-27)

10 ερμιόνη


ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ

Με το τέλος της θητείας του στο Υπουργείο, εγκαταλείπει την Αθήνα και έρχεται στη Μεσσηνία, όπου είχαν ξεσπάσει σοβαρές διαμάχες μεταξύ των κατοίκων εξ αιτίας των νέων κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων. Σκοπός του ήταν να τους συμβιβάσει και να τους βοηθήσει να παραμείνουν ενωμένοι. Η αποβίβαση του Ιμπραήμ στη Μεθώνη ματαιώνει το ειρηνοποιό του έργο. Ο βιογράφος του αναφέρει, ότι ο Ιμπραήμ προκήρυξε το κεφάλι του Ιωσήφ έναντι γενναίας αμοιβής. Έτσι μετά από πολλές ταλαιπωρίες και κινδύνους, πιθανότατα τον Σεπτέμβριο του 1825. ο Ιωσήφ με τον αδελφό του καταφεύγουν διωκόμενοι στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων, στην Ερμιόνη. Ο ηγούμενος της Μονής, Μακάριος Μπουφογγέλης, άνδρας φιλόπατρις και δραστήριος, στενός φίλος του Δημητρίου Βούλγαρη, τον υποδέχεται με εγκαρδιότητα, ευγένεια και, κυρίως, χωρίς δεύτερη σκέψη. Εύλογα προκύπτει το ερώτημα: Γιατί άραγε ο Ιωσήφ με τον αδελφό του επέλεξαν τη Μονή των Αγίων Αναργύρων ως καταφύγιό τους; Και για ποιο λόγο με τόση «άνεση», καθώς αναφέρεται, τους καλωσόρισε ο ηγούμενός της; Ίσως μεταξύ των ανδρών, όντας και οι δυο κληρικοί, να είχε αναπτυχθεί φιλία και σχέσεις αμοιβαίας εμπιστοσύνης από την περίοδο 1-10-1822 έως 9-2-1823 εγκατάστασης της «Προσωρινής Διοίκησης της Ελλάδος» στην Ερμιόνη. Τότε είναι πιθανό να φιλοξενήθηκε ο Ιωσήφ, ως Υπουργός της Θρησκείας, καθώς και άλλα μέλη της Κυβέρνησης στο Μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων. Έτσι ο Ιωσήφ «γνώριζε καλά τα κατατόπια». Δεν αποκλείεται, ωστόσο, και η συνεργασία των δυο ανδρών σε διάφορα εκκλησιαστικά θέματα. Άλλωστε είναι γνωστό πως στον Αγώνα του επαναστατημένου Έθνους η Μονή των Αγίων Αναργύρων πρόσφερε και αυτή την πλούσια οικονομική συνδρομή της. Για τους λόγους αυτούς, πιστεύουμε, πως ο Ιωσήφ αισθανόταν στον χώρο της Μονής ασφαλής και προστατευμένος, παραμένοντας εκεί για 3 μήνες περίπου. Στη συνέχεια, φαίνεται, πως έζησε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, πιθανότατα, ως το 1828, στο Κρανίδι.3 Κατά τους χρόνους εκείνους η Μητρόπολη Ναυπλίου, Άργους και Κάτω Ναχαγέ δεν είχε δικό της επίσκοπο. Τοποτηρητής είχε οριστεί ο Μητροπολίτης Ρέοντος και Πραστού, Διονύσιος Παρδαλός. Οι κάτοικοι λοιπόν της

επαρχίας μας, κυρίως Κρανιδιώτες αλλά και Ερμιονίτες, μη έχοντας δικό τους επίσκοπο ζήτησαν από τον Ιωσήφ «να εκτελή πάντα τα της αρχιεροσύνης καθήκοντα». Από την ενέργειά τους αυτή, αντιλαμβανόμαστε πως ένιωθαν έντονα την έλλειψη του πνευματικού πατέρα. Ήθελαν τον δικό τους επίσκοπο, που θα τους καθοδηγεί, θα τους εμπνέει και θα αποτελεί πρότυπο γι’ αυτούς. Ασφαλώς στο πρόσωπο του Ιωσήφ διέκριναν τον ιδανικό πνευματικό ηγέτη, που θα ήταν το στήριγμά τους στα ζητήματα που προέκυπταν εκείνη την εξαιρετικά δύσκολη εποχή. Ο Ιωσήφ τούς άκουσε με προσοχή. Διέκρινε την αλήθεια των λόγων τους, τους εμπιστεύτηκε και αψηφώντας τους μεγάλους κινδύνους που διέτρεχε, ικανοποίησε την επιθυμία τους και δέχτηκε την πρότασή τους. Έτσι για όσο χρόνο παρέμεινε στο Κρανίδι, καθώς ο αδελφός του σημειώνει, «ελειτούργει θαμινώς (συχνά) εδίδασκεν εις όλας τας εορτάς τον λόγον της αληθείας, ώστε τας φατρίας των ανέστειλε τα πάθη των καταπράυνε, τους εχθρούς εφιλίωνε, τους γέροντας περικράτει, τους νέους επαιδαγωγεί και τα πάντα τοις πάσιν εγένοντο διά των πατρικών συμβουλών και παραινέσεών του, και ως εκ τούτου των καλών κατορθωμάτων, αμοιβαίως εσεβάζετο. Και φιλοφρονείτο παρά των καλών Κρανιδιωτών, και εδείκνυεν προς αυτούς ευγνωμοσύνην άχρι βιωτής λέγων κατά το χρυσούν στόμα της Εκκλησίας: Ουδέν της αχαριστίας δεινότερον». Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Κρανίδι έκαμε και χειροτονίες νέων, που επιθυμούσαν να γίνουν ιερείς. Μεταξύ αυτών και ο ανιψιός του Νεόφυτος Γεωργίου από την Τρίπολη (με καταγωγή από τη Μεσσήνη), που χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος το 1827. Όπως γνωρίζουμε, στην Ερμιόνη, από τις 18 Ιανουαρίου έως τις 18 Μαρτίου 1827 συνήλθε η Γ΄ Εθνοσυνέλευση. Μεταξύ των 141 πληρεξουσίων ήταν και ο Ανδρούσης Ιωσήφ με άλλους 4 αρχιερείς από την Πελοπόννησο και 7(;) ακόμη κληρικούς. Στις 21 Φεβρουαρίου οι 5 αρχιερείς4 υπέβαλαν αναφορά στο Προεδρείο της Εθνοσυνέλευσης ζητώντας να εξετάσει προσεκτικά τα θέματα της θρησκείας και της ηθικής του Έθνους. Η ανάγνωση της αναφοράς των αρχιερέων έγινε στις 24 Φεβρουαρίου κατά την 8η συνεδρίαση του Σώματος. Στη 13η συνεδρίαση της 3ης Μαρτίου, η Εθνοσυνέλευση όρισε 9μελή επιτροπή,

3 Σχεδίασμα περί του βίου του Ανδρούσης Ιωσήφ (δια χειρός του αδελφού του)

4 Σχετική με τους πέντε αρχιερείς η ομιλία του Πανοσιολογιότατου αρχιμανδρίτη π. Δημητρίου Βλάσση στο Ι.Λ.Μ.Ε. την 26η Μαρτίου 2011.

ερμιόνη 11


ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ αποτελούμενη από 8 λαϊκούς και 1 κληρικό, τον αρχιμανίνα με εξοικονομήσει. Αν δε ανάξιον με κρίνης της τοιαύτης δρίτη Λεόντιο Καμπάνη. για την επίλυση των θρησκευτιβοηθείας, ευχαριστούμαι μόνον να μην μεφθώ, δια ταύτην κών θεμάτων. μου την τολμηρήν αίτησιν».7 Τον Αύγουστο 1828 επισκέφθηκε το Κρανίδι ο έκταΟ Ιωσήφ, γνώριμος πλέον του Καποδίστρια, συμμετείκτος Επίτροπος Αργολίδος Νικόλαος Καλλέργης, για να χε στην προσπάθεια ανασυγκρότησης του ελεύθερου ελδιενεργήσει τις εκλογές των Δημογερόντων στην επαρχία ληνικού κράτους. Ύστερα από πρόσκληση του ΚυβερνήΕρμιονίδας (Κάτω Ναχαγιέ). Με λύπη του, όμως, διαπίτη, με 4 ακόμη Μητροπολίτες, συγκέντρωσαν, με μεγάλη στωσε την έλλειψη Αλληλοδιδακτικού Σχολείου. Για τον προθυμία, σαφείς πληροφορίες για την κατάσταση των σκοπό αυτό στις 26 Αυγούστου συνεκάλεσε συνέλευση εκκλησιαστικών πραγμάτων της χώρας. των κατοίκων της πόλης στον ενοριακό ναό του Αγίου ΒαΗ νεοσυσταθείσα Εκκλησιαστική Επιτροπή (Ψηφ. σιλείου. Σ’ αυτή προσκλήΔ, Αριθ. Ιδ/23 Ιανουαρίου θηκε να μιλήσει «ο Πανι1828) στη συνέχεια θα υπέερώτατος Μητροπολίτης βαλε σχέδιο για την ευνοΑνδρούσης Ιωσήφ», που ϊκότερη ρύθμισή τους, γεανέκαθεν, από την εποχή γονός που δεν επιτεύχθηκε που είχε καταφύγει στη λόγω της δολοφονίας του Μονή των Αγίων ΑναργύΚυβερνήτη την 27η Σεπτεμρων, διατηρούσε άριστες βρίου 1831. Στη νεκρώσιμη σχέσεις με τους Κρανιδιώακολουθία ο Ιωσήφ εκφώτες. Ο επίσκοπος δέχτηκε νησε τον επικήδειο λόγο εκ την πρόσκληση και με λόμέρους της εκκλησίας. για θερμά και ενθουσιώδη Στις 13 Μαρτίου 1844, σε αναφέρθηκε στην άμεση ηλικία 74 ετών, ο Ιωσήφ εκανάγκη ίδρυσης και στέγαπλήρωσε «το κοινόν χρέος». σης σχολείου. «Η μόρφωση Τον ενταφίασαν τιμητικά των νέων είναι προς το συμμπροστά στην Ωραία Πύλη Ψήφισμα του Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια για τη σύσταση Εκκλησιαστικής φέρον όλων, ενώ η αγραμΕπιτροπής του Ι.Ν. του Αγίου Ιωάννη ματοσύνη, τόνισε, έχει στη Μεσσήνη, ενώ το 1900 δυσμενείς επιπτώσεις στη στήθηκε η προτομή του στον ζωή των ανθρώπων, τον τόπο και την πατρίδα». Ο λόγιος Ιεπροαύλιο χώρο του Ναού. ράρχης, ως βαθύς γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, ήταν Συνοψίζοντας την αναφορά μας στον επίσκοπο Ανιδιαίτερα πειστικός, με αποτέλεσμα, πρώτος, ο έκτακτος δρούσης συμπεραίνουμε πως υπήρξε πολυσχιδής προΕπίτροπος να προσφέρει 500 γρόσια5 για την ανέγερση σωπικότητα πανελλήνιας εμβέλειας, με καθοριστικό του διδακτηρίου, ενώ στη συνέχεια το παράδειγμά του ρόλο στα θρησκευτικά, εκπαιδευτικά και κοινωνικά ζη6 ακολούθησαν κι άλλοι. τήματα της τοπικής μας κοινωνίας, κατά τους χρόνους Η ζωή του Ιωσήφ στο Κρανίδι ήταν εξαιρετικά δύσκοτης Επανάστασης του 1821. Ήταν ο πρώτος Επίσκοπος, λη. Δεν είχε χρήματα ούτε για τον καθημερινό άρτο και μετά την απελευθέρωση, που ασκούσε, ταυτόχρονα, εκζούσε από την ελεημοσύνη των πιστών. Απευθύνθηκε με κλησιαστικά και πολιτικά καθήκοντα, διδάσκοντας με το επιστολή του προς τον Κυβερνήτη, Ιωάννη Καποδίστρια, παράδειγμά του αναλλοίωτες αξίες: της εντιμότητας, της ζητώντας οικονομική ενίσχυση. Του γράφει με παρρησία: αξιοπρέπειας, «της υπεράσπισης της εύρυθμης λειτουργίας «Συνεφυλακώθην μετά των Αρχιερέων και προεστώτων εν των θεσμών», της ελευθερίας, της κοινωνικής δικαιοσύΤριπολιτζά. Ηλευθερώθην ημίθνητος…. επεφορτίσθην το νης, της αξιοκρατίας. Αξίες απαραίτητες για τη συνέχεια Υπουργείον της Θρησκείας. Εδούλευσα τρία έτη μετά πάενός κράτους πολιτισμένου και ισχυρού με πολίτες ενωσης ειλικρινείας και πίστεως. Εν αυτή τη τριετία μήτ’ άρτον μένους, αισιόδοξους και υπερήφανους. Η ουσιαστική και εθνικόν έφαγον, μηδ’ οβολόν εκ του ταμείου έλαβον… τριτάανεκτίμητη προσφορά του Ανδρούσης Ιωσήφ θεωρούμε κις ελαφυραγωγήθην… εν Κρανιδίω ζω από ελεημοσύνας. πως είναι ένας καλός οδηγός για όλους μας στη δύσκολη Καταφεύγω εις σε τον Κυβερνήτην και πατέρα της Ελλάδος, εποχή που διανύουμε. 5 Το γρόσι: αργυρό τούρκικο νόμισμα που αντιστοιχούσε στο 1/100 της τουρκικής λίρας. Υποδιαιρείται σε 40 παράδες και κάθε παράς σε 3 άσπρα. 6 Μεταξύ αυτών που βοήθησαν στην ίδρυση του Αλληλοδιδακτικού Σχολείου Κρανιδίου ήταν και ο Κρανιδιώτης Νικόλαος Νάκης, μετέπειτα Νομάρχης Μεσολογγίου, όπως φαίνεται σε έγγραφό του, προς τον συντάκτη της «Γενικής Εφημερίδας της Ελλάδος».

12 ερμιόνη

7 Φερέτος Μίμης, Ο Ανδρούσης Ιωσήφ προς τον Ιωάννην Καποδίστριαν, Μεσσηνιακά 1969-70, Αθήναι 1972, σελ.159


ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ-ΡΗΓΑ

Σε άλλες εποχές Μετακατοχική περίοδος. Η εφηβεία αποφυλακισμένη μετά τη σκλαβιά. Η ψυχή γεμάτη αισιοδοξία για την ελευθερία κίνησης, σκέψης, ονείρων μετά το γερμανικό μπουντρούμωμα. Το μίζερο οικονομικό και οι περιορισμοί διαβίωσης εκμηδενίζονται μπροστά στην ελευθερία κινήσεων, ενώ αντλείται ικανοποίηση και από τα πιο μικρά αποκτήματα. Κοριτσόπουλα γύρω στα 15 μείον ή συν, μαζεμένα σε παρέες ανοίγαμε φτερά για την κατάκτηση της ζωής. Μιας ζωής με έντονα βιώματα. Ανεύθυνα ακόμα σε υποχρεώσεις, ανοιγόμαστε να ρουφήξουμε όσα παρείχε η όμορφη φύση της πατρίδας μας, ανέξοδα και πλούσια σε απόλαυση. Βασικές ψυχαγωγίες ήσαν οι περίπατοι στο Μπίστι ως το φανάρι, όπου στήναμε το τραγούδι σε συναγωνισμό ή προκαλώντας τη ζήλεια των νεράιδων. Όταν ζύγωνε καμιά αγοροπαρέα η ένταση χαμήλωνε. Άλλοτε συνεχίζαμε το γύρω του Μπιστιού ή ανεβαίναμε τη σκάλα του μύλου ή πηγαίναμε στην πλατεία του πευκοδάσους πάνω στα ερείπια του αρχαίου ναού της Αθηνάς πιθανόν και μετά βυζαντινής Παναγίας. Εκεί βρίσκαμε απλωσιά για παιχνίδια με την μπάλα. Άλλοτε παίζαμε το παιγνίδι του θησαυρού με το θάψιμο αντικειμένων κάτω από τις πέτρες ή εξερευνούσαμε σημεία του Μπιστιού, όπως τη σπηλιά της Βιτόριζας και άλλοτε αναρριχόμαστε στις κυκλώπειες πέτρες παρατηρητές των διερχομέΣτα Τσελεβίνια (δεκαετία '50): Φλώρα Οικονόμου (Τζέλα), Τασούλα Λακούτση νων ή γεμίζαμε τις χούφτες με τριμμένα όστρακα και ο άνδρας της, Τράκη Θωμαή, Κατίνα Σπετσιώτου, Κατερίνα Παπαμιχαήλ, Φωκίων Μερτύρης, Κώστας Δημαράκης, Ελένη Σαντραβέλα, Ντούλα Γκάτσου, πορφύρας και τα πετούσαμε ψηλά. Μύρια όσα Αγάπη Μερτύρη, Λέλα Τράκη, Βενετούλα και Ματίνα Βόντα, Κούλα Μερτύρη παιγνίδια στο ρομαντικό περιβάλλον του Μπιστιού! Τότε ήταν το δικό μας πάρκο… Αλλά και η θάλασσα είχε τις προκλήσεις της. Δεν θα μιλήσω για τα μπάνια που σήμερα τα απολαμβάνουν όλοι κατά κόρον, αλλά για τις βαρκάδες που έχουν λείψει. Έτυχε οι οικογένειες της κοριτσοπαρέας, να μην έχουν ιδιόκτητη βάρκα. Έτσι παρακαλούσαμε όποιους είχαν να μας την εμπιστευθούν. Ο θείος Τάσος Σπετσιώτης (Πιστρίκης) κατάφερνε να μας εξοικονομεί του μπαρμπα-Σταμάτη Αραπάκη (Καμπαράδου) και ο θείος Άγγελος, ο φαρμακοποιός, μεσολαβούσε για τη βάρκα του γείτονά του, Δώρου Γκάτσου. Κι όταν την εξασφαλίζαμε; Χαράς ευαγγέλια! Ειδοποιείτο η τραγουδιστική παρέα και σαλπάραμε από τα Μαντράκια ως το Λιμάνι ή από το Λιμάνι, γύρω Μπιστιού ως τα Μαντράκια, ανάλογα με το στέκι της βάρκας. Ξεκινούσαμε την κωπηλασία με τη σειρά και τα τραγούδια έδιναν κι έπαιρναν στην παρέα μας μιας και οι περισσότερες κοπέλες είμαστε καλλίφωνες. Κάποιες φορές είχαμε και τα απρόοπτά μας, καθώς η απειρία έφερνε και τις ζημιές. Έτσι κάποτε μας πήρε η θάλασσα μια λαγουδέρα, ενώ κάποια άλλη φορά μάς έπεσε ο σκαρμός και γυρίσαμε ντροπιασμένες και λυπημένες με τον φόβο ότι δεν θα μας ξανάδιναν βάρκα και έτσι θα στερούμαστε τη βαρκάδα, που ήταν από τις προσφιλέστερες ψυχαγωγίες. Άλλη λατρεμένη δραστηριότητα αυτής της ηλικίας ήταν οι κοριτσίστικες εκδρομές. Στα 15 ή στα 20 άνοιγαν απότομα τα φτερά της αναζήτησης των δικών μας νεανικών εκδρομών. Μέχρι τότε δεν μας είχαν λείψει οι οικογενειακές στην Κουβέρτα, στα Παπούλια, στα Είλια, στα ερμιόνη 13


ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ-ΡΗΓΑ Βουλγαρέϊκα, στα Τσελεβίνια και αλλού, αλλά και μακρύκα, αναπαράσταση του Ταρζάν και της Τσίτας, χοροί με το τερες στον Άγιο Αιμιλιανό, στον Πόρο, στα Μέθανα, στην γραμμόφωνο, ποιητικές σάτιρες επί τόπου μια για κάθε Αίγινα, στο Ναύπλιο, στην Τρίπολη. Όμως οι αποκλειστιμία, μπάνιο στην Πετροθάλασσα και άλλα πολλά, που κακά κοριτσίστικες είχαν άλλη γοητεία. Θα περιοριστώ στην θυστέρησαν την αναχώρησή μας. ιστόρηση μιας σαν δείγμα της ψυχαγωγίας πριν μισό αιώΕπιστροφή με την ψυχή γεμάτη ευτυχία. Άρχισε το να και πλέον. Την εκδρομή στο Δισκούρι. Εκεί στα πεύκα σκοτάδι στους ερημικούς δρόμους. Πάλευε η χαρά με τον σε μια σκηνή, παραθέριζε η φίλη μας Κική Νάκου με τη φόβο μέσα μας. Άντε και κοντεύουμε να φτάσουμε στα μαμά της. Μάς καλούσε να την επισκεφθούμε. Ανέλαβα – ευκάλυπτα του Μοναστηριού. Στο σημείο αυτό έμελλε να παλιό χόμπι- τη διοργάνωση και από βραδύς φρόντισα τα καθηλωθούμε για δυόμιση ώρες. Εκεί στα ευκάλυπτα ερψυχαγωγικά μέσα (φωτογραφική μηχανή, γραμμόφωνο χόμενο το φορτηγό του Βλάσση πατάει το πουλαράκι της κ.λ.π.), είπα στον πατέρα μου να ζητήσει το γραμμόφωγαϊδούρας που είχε δανειστεί η εξαδέλφη μου Καίτη και νο του καφενείου από τον τότε όλα τα γέλια έγιναν Παύλο Οικονόμου. Φίλος κλάματα. Να κλαίμε το και γείτονας ο Παύλος δεν πουλαράκι που του τσάκιτου το αρνήθηκε. Μου το σε τα πόδια και ο θρήνος φόρτωσε το πρωί στο γάιτελειωμό να μην έχει. Πώς δαρό μου με ασφάλεια και να γυρίσουμε χωρίς το πουσυγκεντρωθήκαμε όλες οι λάρι; Θα μέναμε εκεί ως να νεαρούλες με τα γαϊδουράτο μάθουν οι δικοί μας και κια μας έξω από το λιτρίβι να δώσουν αυτοί τη λύση; του Διονύση Μέξη. Όσες Το δίλημμα καθυστερούδεν είχαν δικό τους γάισε ακόμη την επιστροφή δαρο δανείστηκαν και το μας. Ανάμεσα θρήνου και καραβάνι ξεκίνησε με γέδιλήμματος ανακαλύπτω λια και χαρές που πήγαζαν κι άλλη ατυχία. Από το από την ….απελευθέρωση. κακοφορτωμένο –άπειρα Η διαδρομή αυτή αξέχέρια και νου- γραμμόφωΣτα Ευκάλυπτα, 18-8-1951. Διακρίνονται: Ατζουλίνα Γκάτσου, Κατερίνα και χαστη θα μείνει! Άλλα Καίτη Παπαμιχαήλ (με το καπέλο), Ντίνα Μαρμαρινού, Καλλιόπη Γκάτσου, νο, έλειπε ο βραχίονας με Τούλα Τσίγκα το ρολόι του γραμμοφώγαϊδούρια ταχύποδα, άλλα αργοκίνητα πού να τα συγνου που ξέφυγε καθ’ οδόν! χρονίσουμε; Άλλα ζωηρά με γκαρίσματα επιδεικτικά στο Παίρνω δρόμο ξανά για το Δισκούρι ψάχνοντας στο σκοέτερο φύλο, άλλα και με διαθέσεις επιθετικές σε επιλοτεινιασμένο κι ερημικό δρόμο μήπως το βρω. Πέρασα τα γές του σιναφιού τους, άπειρες εμείς κοπελίτσες πώς να Ζωγραφέικα ολομόναχη, όμως εις μάτην! Δε μ’ έπαιρνε να τα χειριστούμε; Όλα αυτά έγιναν αιτίες φαιδρών φάσεων πάω ως το Δισκούρι. Γυρίζω άπρακτη για να συναντήσω μιας και δεν θέλαμε πολύ για να ξεκαρδιστούμε στα γέλια. τις άλλες μοιρολογούσες και διαμαρτυρόμενες στον απρόΓέλια μέχρι δακρύων, ιδίως όταν ο γέρικος κι ανήμπορος σεκτο οδηγό. Τι θα πούμε τώρα η ξαδέλφη μου κι εγώ, στον γάιδαρος της Κικής Τράκη γονάτισε στην αδυναμία του πατέρα της και στον πατέρα μου για τις απώλειες; Τι θα να περπατήσει και κατέβασε την Κική σαν την καμήλα πούμε στους πρόθυμους φίλους που παρεχώρησαν ο ένας τον αναβάτη της, σαν να της έλεγε: «Περπάτα! Πόδια δεν τη γαϊδουρίτσα και ο άλλος το γραμμόφωνο του μαγαζιού έχεις; Τι ανεβαίνεις στο σβέρκο μου, εσύ είσαι πιο νέα από του; Πώς θα μας αντιμετωπίσουν; Το τσακισμένο πουλάρι μένα». Τότε η Κική και όλες μας ξελιγωνόμαστε στα γέλια. το φόρτωσε ο Βλάσσης στο φορτηγό και το μετέφερε δεν Δεν θέλαμε πολύ για την καζούρα. Αρχίσαμε όλες μαζί να ξέρω πού για να τερματίσει τη ζωή του. Εμείς συνεχίσαμε σπρώχνουμε τον πεισματάρη γάιδαρο που στύλωσε τα το δρόμο μας ως το Γκούρι - μέσι, είσοδο του χωριού των πόδια αρνούμενος την πορεία κυρίως με αναβάτη. Έτσι εποχούμενων, όπου αντικρίσαμε ένα μπουλούκι γονιών κατάφερε ο πονηρός να απαλλαγεί από το φορτίο του και που ανήσυχοι είχαν βγει στο ύψωμα ν’ αντικρύσουν την η Κική αναγκαστικά περπατούσε πεζή ή φιλοξενούμενη. επιστροφή μας. Άρχισαν οι ερωταποκρίσεις και αντί για Δεν θυμάμαι πόσες ώρες διήρκεσε η πορεία μας με τα γέτιμωρία που φοβόμασταν, βρήκαμε την κατανόηση και τη λια ως να φτάσουμε στον προορισμό μας. Τι μ’ αυτό όμως; γονική συμπάθεια στα δεινά μας. Εμείς είχαμε περάσει μια τόσο διασκεδαστική μέρα και Του Παύλου αγόρασε ο πατέρας μου νέο ρολόι και ο είχαμε παρακολουθήσει την ωραιότερη παράστσαση και θείος Άγγελος αποζημίωσε τον Θόδωρο για το πουλαράκι χωρίς εισιτήριο. Κοντά μεσημέρι φτάσαμε στο Δισκούρι του. Τέλος καλό, όλα καλά. Αυτή όμως η εκδρομή δεν θα όπου συναντήσαμε ανήσυχους τους ανθρώπους που μας ξεχαστεί ποτέ για τα πολλά γέλια που κατέληξαν σε κλάπερίμεναν. Οι υπόλοιπες ώρες μέχρι αργά το απόγευμα ματα αφήνοντας μια έντονη γλυκόπικρη γεύση. ήσαν μεστές διασκέδασης. Γυμνάσματα πάνω στα πεύ14 ερμιόνη


«ΕΡΜΙΟΝΙΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ»

Στις 19 Μαρτίου 2016 πραγματοποιήθηκε σε αίθουσα των εκπαιδευτηρίων «ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ» στον Πειραιά, η ετησία τακτική Γενική Συνέλευση του «ΕΡΜΙΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ» η οποία αποδεχθείσα ομόφωνα σχετική προσφορά της οικογένειας του αειμνήστου Αποστόλου Γκάτσου, θεσπίζει το Βραβείο Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» ως κάτωθι:

Ο «Ερμιονικός Σύνδεσμος» θεσπίζει το Βραβείο Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» Το Βραβείο Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» απονέμεται κατ’ έτος στον/στην μεταπτυχιακό/η φοιτητή/τρια, ο/η οποίος/α κατά το προηγούμενο της βραβεύσεως ακαδημαϊκό έτος, απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από ελληνικό πανεπιστήμιο/πολυτεχνείο ή από ομοταγές προς αυτά αλλοδαπό εκπαιδευτικό ίδρυμα και είτε είναι εγγεγραμμένος/η στα δημοτολόγια του Δήμου Ερμιονίδας της Δημοτικής Κοινότητας Ερμιόνης, είτε κατά το χρόνο της βραβεύσεώς του/της είναι ο ίδιος/α μέλος του «Ερμιονικού Συνδέσμου», ή ένας εκ των γονέων του/ης τουλάχιστον επί τριετία. Κατά σειράν αξιολογήσεως προηγούνται οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος (PhD) και έπονται οι κάτοχοι μεταπτυχιακού (MSc). Σε περίπτωση περισσοτέρων προσοντούχων, το Βραβείο Αριστείας απονέμεται στον/ην έχοντα/ ουσα την υψηλότερη βαθμολογία και σε περίπτωση ισοβαθμίας μοιράζεται ισομερώς. Η απονομή του Βραβείου Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» η οποία σηματοδοτεί την επιβράβευση του μόχθου και της προσπάθειας των νέων της Ερμιόνης στο πεδίο της επιστημονικής τους έρευνας, λαμβάνει χώρα κατά την πρωτοχρονιάτικη πανηγυρική συνάθροιση των μελών του «Ερμιονικού Συνδέσμου». Η διαδικασία επιλογής κινείται με τη γνωστοποίηση του/ης υποψηφίου/ας στον «Ερμιονικό Σύνδεσμο», είτε από τον/ην ίδιο/α ή συγγενή του/ης, είτε από μέλος του «Ερμιονικού Συνδέσμου». Το Βραβείο Αριστείας συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο.

ερμιόνη 15


Η κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας του «Ερμιονικού Συνδέσμου» και η απονομή των βραβείων Την Κυριακή, 24 Ιανουαρίου 2016, στην αίθουσα εκδηλώσεων του «Πειραϊκού Συνδέσμου» στον Πειραιά, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης για την κοπή της πίτας του Ερμιονικού Συνδέσμου, έγινε η καθιερωμένη απονομή των βραβείων (προσφορά των Εκπαιδευτηρίων «Παιδαγωγική – BIRDS» της κας Λέλας Γκάτσου - Αθηναίου και του κ. Θοδωρή Κατσικάρου, εις μνήμην Ευάγγελου Αθηναίου), στα παιδιά των μελών του Συνδέσμου, που εισήχθησαν στις Ανώτατες Σχολές ή αποφοίτησαν από αυτές, καθώς και σε εκείνα που απέκτησαν Μεταπτυχιακούς τίτλους το 2015. Οι βραβευθέντες ήσαν οι εξής: 1. Ελένη Κουρτέση, κόρη του Αντώνη Κουρτέση και της Θεοδότης Σουλιώτη, που έλαβε Διδακτορικό δίπλωμα από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. 2. Ανάργυρος Σπετσιώτης, γιος του Προκόπη Σπετσιώτη και της Ιουλίας Λαζάρου, που αποφοίτησε από τη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Υπολογιστών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. 3. Φλώρα Στρίκου, κόρη του Φρατζέσκου Στρίκου, που αποφοίτησε από τη Σχολή Βιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. 4. Μαρίνα Κουρτέση, κόρη του Αντώνη Κουρτέση και της Θεοδότης Σουλιώτη, που αποφοίτησε από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Πειραιά. 5. Φώτης Μπουλούκος, γιος του Βασίλη Μπουλούκου και εγγονός της Λέλας Μπουλούκου - Τράκη, που εισήλθε στο Οικονομικό Πάντειο Πανεπιστήμιο. 6. Τίνα Γκοσίου, εγγονή της Μαΐτσας Γκοσίου – Τράκη, που εισήλθε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στη συνέχεια, στο πλαίσιο της προσπάθειας του Συνδέσμου, να διατηρήσει ζωντανή την τοπική παράδοση και να αναδείξει τα τοπικά έθιμα, δόθηκαν αναμνηστικά στα παιδιά του «ΓΙΑΛΑ – ΓΙΑΛΑ», στα παλικάρια του Σταυρού. Παρών ήταν ο Δημήτρης Μόρογλος, ο οποίος στην τελετή των Θεοφανείων «είχε πιάσει» τον Σταυρό.

16 ερμιόνη


Οι βραβευθέντες με τον Πρόεδρο του Ε. Σ. Γιάννη Σπετσιώτη και την Ταμία Ελένη Τράκη.

Ανάργυρος Π. Σπετσιώτης, Άννα Ψαρούδα - Μπενάκη

Φώτης Β. Μπουλούκος

Μαρίνα Α. Κουρτέση

Τίνα Γκοσίου

Φλώρα Φρ. Στρίκου Ελένη Α. Κουρτέση

Δημήτρης Μόρογλος, Γιάννης Σπετσιώτης, Ελένη Τράκη

ερμιόνη 17


ΜΑΚΗΣ ΔΗΜ. ΝΑΚΟΣ

Με αυτά ζήσαμε και μεγαλώσαμε Τον περασμένο Ιανουάριο χάσαμε τον Μάκη Νάκο. Στην τελευταία σελίδα του παρόντος τεύχους μπορείτε να διαβάσετε τον αποχαιρετισμό του καλού του φίλου Γιώργου Νοταρά. Ο ίδιος, ωστόσο, είχε προλάβει να μας αποστείλει για δημοσίευση το τελευταίο του κείμενο, το οποίο με σεβασμό στη μνήμη του παραθέτουμε κατωτέρω. Αφιερωμένο στον ίδιο είναι επίσης και το άρθρο της Ήρας Φραγκούλη-Βελλέ, που ακολουθεί. Πήγαινα και πηγαίνω πολλές φορές στις λαϊκές της Νέας Σμύρνης και του Νέου κόσμου τέτοια εποχή για να βρω να αγοράσω άγρια χόρτα, όπως εκείνα που ήξερα με τις αρβανίτικες ονομασίες τους καθώς τα μάζευα μικρό παιδί ακολουθώντας τη μητέρα μου στα περιβόλια και στους αγρούς της ερμιονικής γης. Ο μανάβης της λαϊκής, με ρωτάει με απορία όταν τα διαλέγω πού τα ξέρω και πώς τα έχω μάθει. «Πριν εβδομήντα χρόνια με αυτά έζησα και μεγάλωσα τα δύσκολα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής», του απαντάω. Στην περιοχή μας είχαμε πολλές ποικιλίες άγριων χόρτων και ποιοτήτων, που οι παππούδες και οι γονείς μας τα ονόμαζαν με μια λέξη λάχανα. Την πρώτη θέση της ποικιλίας είχε πάντα το αγριοράδικο (η μπρέσα), λίγο κοκκινωπό και απλωτό στο Τα παιδιά του 1ου Νηπιαγωγείου στη Ρουκουτίμιζα στο Μπίστι το 2008 χώμα και πάρα πολύ νόστιμο γευστικά. Κάπως (σκαρφάλωμα και μετά κουτρουβάλες-ρουκούτες) παραπλήσιο με αυτό είναι οι μπρεσμπλες και οι μάτσζες. Ορισμένα από τα χόρτα τα βρίσκαμε στα περιβόλια πρώιμα τους μήνες Οκτώβρη και Νοέμβρη, αφού εκεί το καλοκαίρι στα μέρη των περιβολιών που δεν υπήρχαν οπωροφόρα δέντρα καλλιεργούσαν ζαρζαβατικά (ντομάτες, κολοκύθια κ.λ.π.), το νερό έτρεχε άφθονο στις γραβιές, οπότε έβγαιναν τα πρώιμα αργιόχορτα, οι ωραίες μαύρες βρούβες που όταν μεγάλωναν έβγαζαν ωραίο βλαστάρι και αργότερα οι αψάνες, οι στρλούνες, οι πικρούνες, τα πρώιμα επίσης σέλια (ζοχοί) που αργότερα τα βρίσκαμε άφθονα στ’ αμπέλια και ένα είδος χόρτου που έμοιαζε με το σέλινο τις άρζες με πολύ ωραία μυρωδιά. Από το μάζεμα δεν έλειπαν για ποικιλία και μυρωδιά κι κμπσόρες (κίτρινες μαργαρίτες) και πάντοτε απαραίτητη η καφκαλίθρα, αυτές που πουλάνε σε ματσάκια σπαρτές στις λαϊκές για πίτες, εμείς τις βάζαμε στα διάφορα αγριόχορτα. Μια Καθαρή Δευτέρα είχαμε πάει σ’ ένα ξενοδοχείο στο Σούνιο που εργαζόταν ο Ερμιονίτης Σταύρος Δαμαλίτης. Για να γλεντήσουμε το βράδυ μας πήγε σ’ ένα φιλικό του σπίτι στην παραλία της Αναβύσσου όπου μας έφεραν στο τραπέζι ένα ταψί με μια χορτόπιτα. Πήραμε όλοι από ένα κομμάτι και ρωτάω την οικοδέσποινα ποιος έφτιαξε αυτή την ωραία μουσούντα (χορτόπιτα). Ξαφνιασμένη εκείνη με ρώτησε από πού είμαι και ξέρω τη μουσούντα. Της απάντησα ότι είμαι από την Ερμιόνη και οι δικοί μας στο Καστρί την έφτιαχναν της μέρες της Σαρακοστής περισσότερο. Μάζευαν οι γυναίκες το λελεκούκι (κόκκινη παπαρούνα πριν ανθίσει), τα σφέκλια (είδος άγριου σπανακιού), βλάχζες, γαλατσίδες και αφού τα καθάριζαν και τα έπλεναν καλά τα έκοβαν ψιλά-ψιλά, έφτιαχναν έναν χυλό με αλεύρι, λάδι και αλάτι, ανακάτευαν τα χόρτα και έφτιαχναν μια λαχταριστή νηστίσιμη χορτόπιτα που την έψηναν στη συνέχεια στο φούρνο. Οι γαλατσίδες, τα κουβαράκια ήταν ένα είδος αγριοράδικου πολύ πικρό και απλωτό στο χώμα 18 ερμιόνη


ΜΑΚΗΣ ΔΗΜ. ΝΑΚΟΣ

με ένα κίτρινο λουλουδάκι, μπελαλίτικο στο καθάρισμα που όταν το βγάζαμε μαζευόταν και γινόταν σαν κουβαράκι, εξού και η ονομασία του. Τέτοια χόρτα υπήρχαν πολλά στις ρουκουτίμες, εκεί δηλαδή που το έδαφος ήταν κατηφορικό. Πηγαίναμε μικρά παιδιά και κυλιόμαστε. Στο μέρος αυτό στη Ρουκουτίμζα (κατηφοριά) οι Μπιστιώτες έπαιζαν με την ψυχή τους. Στα χρόνια μου από τον Άγιο Θανάση και κάτω δεν υπήρχαν σπίτια παρά μόνο από το νοτιά το σπίτι της οικογένειας Παπαφράγκου και στο βοριά των αδελφών Βεντουρή. Τέτοια εποχή με τις βροχές πρασίνιζε όλο το μέρος με μπόσκες (οι κρεμμύδες της Πρωτοχρονιάς). Μέσα στο Μπίστι στα ξέφωτα μέρη μαζεύαμε και τρώγαμε επιτόπου τις κοτσίθρες. Ένα είδος σαν μικρό αρακά, πολύ τρυφερό και νόστιμο που φύτρωνε μόνον εκεί∙ δεν ξέρω αν φυτρώνει ακόμα. Επίσης μέσα στο Μπίστι φύτρωναν με τη βροχή άγρια μανιτάρια που τα μάζευαν οι μεγαλύτεροι που τα γνώριζαν, αλλά και σαλιγκάρια νόστιμα οι γκοχόνες όπως τις ονομάζαμε. Στα μέρη που έσπερναν στάρι ή κριθάρι φύτρωναν τα αγριοράδικα, χόρτα πολύ πικρά που τα λέγαμε βάθουλα

εξαιτίας της βαθειάς τους ρίζας. Εκείνα τα χόρτα οι μανάδες μας τα έφτιαχναν με χοντρό κρέας (βετούλι) ή με αρνάκι αβγολέμονο. Θυμάμαι επίσης και ένα χόρτο που το ονόμαζαν καρίκεζα. Αυτό το έβραζαν και έδιναν το χορτόζουμο, ένα είδος υπνωτικού, στα μικρά παιδιά για να μην κλαίνε. Όταν λοιπόν όλες ετούτες οι ποικιλίες έρχονταν στο σπίτι, η μητέρα μου αφού τα καθάριζε τα έπλενε πολλά νερά σε μια μεγάλη πήλινη λεκάνη με το νερό της γούβας που είχαμε δίπλα στο πατητήρι για το μάζεμα του μούστου, που γέμιζε από τα νερά της βροχής. Στη συνέχεια έβαζε τη σχάρα στη φωτιά και πάνω το μαύρο πήλινο τσουκάλι, τα έβραζε και μύριζε όλο το σπίτι. Πάνω στη βράση παίρναμε κι ένα φλιτζάνι ζουμί που το πίναμε για φάρμακο με μπόλικο λεμόνι και αλάτι. Όταν τα χόρτα ήταν έτοιμα στο τραπέζι συνοδευμένα σχεδόν πάντα με ξεροτηγανισμένες μαρίδες και γυρισμένες με το πιάτο, αγορασμένες από την τράτα του Μητρώκα (Ντίνου και Σπύρου Σπετσιώτη) ή από την τράτα των αδελφών Κουβαρά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι με την περιγραφή σας έχω ανοίξει την όρεξη, που εγώ ολοψύχως σας το εύχομαι.

&

οι χαρές μας οι λύπες μας

Γάμοι Φωστηρόπουλος Μάριος – Αγγέλη Αγγελική Δέδες Γεώργιος – Βίγκου Αικατερίνη Θηβαίος Νικόλαος – Καζάκη Ευθυμία Πορίχης Παναγιώτης – Παπαδοπούλου Δέσποινα Μπουζούνης Θεόδωρος – Αθανασάκου Μαρίνα Δημαράκης Βασίλειος – Αναγνώστου-Αρσένου Χαρά Κοροντίνης Γεώργιος – Κακογιάννη Παρασκευή

Δράκας Σταμάτιος – Σκόκου Νικολέτα Γκιώνης Βασίλειος – Γεωργίου Αγγελική Φράγκος Αναστάσιος – Κοσμάογλου Δήμητρα Κασνέστης Προκόπιος – Μεραίου Υπατία Φραϊδάκης Σταμάτιος – Βάθη Αντωνία Μπούρας Γεώργιος – Δαγρέ Ιωάννα

Θάνατοι Κουμπούρης Κωνσταντίνος Κοτσοβού Μαρίνα Σκούρτη Κωνσταντίνα Κοκοβίλη Αγγελική Παπακωνσταντίνου Μαριγούλα Μπαλαμπάνης Αναστάσιος Λαμπάτος Λάμπρος

Γάστινος Κωνσταντίνος Κοσμέτος Ιωάννης Μπόλλα Αικατερίνη Φολώκας Απόστολος Κοτσοβού Ελένη Γούτου Γεωργία Πάλλη Ελένη

Βούλγαρης Δημήτριος Κοτσοβού Αργυρούλα Καισαρέα Γλυκερία Μπόλλας Παναγιώτης Φασιλής Κωνσταντίνος Νάκος Σταμάτιος

ερμιόνη 19


ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ-ΒΕΛΛΕ

Διάλογος με τον Μάκη Νάκο Η περιπέτεια του νεαρού Άγγλου αεροπόρου

Ο βομβαρδισμός του λιμανιού της Ερμιόνης από αγγλικά αεροπλάνα την 1η Φεβρουαρίου 1944, «ανήμερα του Αγίου Τρύφωνα», ήταν αναμφισβήτητα μια σημαντική σελίδα στην ιστορία της. Η περιγραφή της, όμως, από τον Μάκη Νάκο, γλαφυρή, παραστατική, δοσμένη μέσα από τα παιδικά του μάτια, θύμηση και συναισθήματα και με την αναφορά των τότε συμμαθητών του την κάνει περισσότερο συναρπαστική. Ο πατέρας μου περιγράφει το ίδιο γεγονός με την κρίση και την άποψη του ενηλίκου Ερμιονίτη στο βιβλίο του «Ημερολόγιο Εθνικής Αντίστασης στην Ερμιόνη», σελ. 29. «…Κάναμε ένα συλλογισμό και διαπιστώσαμε αυτά που είχαμε ακούσει κάποτε από το ραδιόφωνο του Λονδίνου, ότι οι σύμμαχοι θα χτυπούσαν όλα τα ελληνικά λιμάνια για να βουλιάξουν όλα τα βενζινόπλοια και να παραλύσουν τη συγκοινωνία του εχθρού». Όμως μέσα σ΄ αυτό το γεγονός με συγκινεί ιδιαίτερα η περιπέτεια του πρωταγωνιστή της, του Άγγλου νεαρού αεροπόρου πυροβολητή, που η πατρίδα του σε νεαρή ηλικία, 20 χρόνων, τον έστειλε να βομβαρδίζει γερμανικούς στόχους στην Ελλάδα και που η τύχη θέλησε να σωθεί, ενώ ο σύντροφός του πνίγηκε στα νερά των Σπετσών. Ο Μάκης Νάκος τον γνώρισε καλά και μας περιγράφει: « …Την ίδια τύχη είχαν και οι Σπέτσες. Κι εκεί δεν άφησαν τίποτε, τα βούλιαξαν όλα. Μάλιστα στην τελευταία επίθεση που έκαναν, ένα αεροπλάνο κατέβηκε τόσο χαμηλά, που το φτερό του ακούμπησε στο φανάρι του παλιού λιμανιού και έπεσε στη θάλασσα. Ο ένας πιλότος πρόλαβε και βγήκε από την καμπίνα και έπεσε στη θάλασσα, τον έπιασαν και τον έβγαλαν έξω, ο άλλος δεν πρόλαβε, φαίνεται ότι είχε χτυπήσει και πήγε στον πάτο μαζί με το αεροπλάνο. Αυτόν που σώθηκε τον πήραν οι αντάρτες και τον έφεραν στην Ερμιόνη. Ήταν ένα ξανθό παλικάρι μέχρι 25 χρονών και τον έλεγαν Γκόρντον. Τον έφεραν στο σπίτι του θείου μου Νίκου Λαζαρίδη στα Μαντράκια, που ήξερε εγγλέζικα, να του κάνει τον διερμηνέα. Εκεί εξήγησε ότι όλα αυτά

Ο Μάκης Νάκος στο καΐκι του Νίκου Μαρόγιαννη (Τσουλή) το 1955

20 ερμιόνη


ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ-ΒΕΛΛΕ

τα έκαναν οι σύμμαχοι ως δολιοφθορές στους Γερμανούς, για να μην έχουν μέσα μεταφοράς για τα πολεμοφόδια…» Ας δούμε πώς περιγράφεται το γεγονός από έναν άλλο αυτόπτη μάρτυρα, τη Μαρίκα Κακαβούτη, σε μια προφορική συνέντευξη που είχε δώσει στον Βασίλη Λαδά και αναφέρεται στο βιβλίο του «Οι αντάρτες της θάλασσας», σελ.261. «...Στο διάστημα αυτό ήλθαν αγγλικά αεροπλάνα και πολυβόλησαν στο λιμάνι της Ερμιόνης τα καΐκια που υπήρχαν εκεί. Το ίδιο έγινε στη Ύδρα και τις Σπέτσες. Στις Σπέτσες υπήρχε ένα γερμανικό βαποράκι, το οποίο προφανώς είχε και αντιαεροπορικό οπλισμό (εδώ μια διαφορετική εκδοχή). Έτσι πέτυχε το αγγλικό αεροπλάνο και το έριξε. Ο πιλότος πνίγηκε, γιατί δεν μπόρεσε να βγει. Ο πυροβολητής, όμως, γλύτωσε και κολυμπώντας βγήκε στην ακτή. Οι Σπετσιώτες έτρεξαν, τον πήραν και τον έκρυψαν. Ειδοποίησαν τον Τάσο (τον σύζυγό της, Τάσο Κακαβούτη, ηγέτη της Αντίστασης στην Ερμιόνη) και πήγανε μέσω Χελιού και τον πήρανε. Τον φέρανε στο σπίτι μας, χωρίς να πάρει είδηση η γειτονιά. Τον φιλοξενήσαμε περί τις 20 ημέρες. Ήταν ένα παλικάρι 19 ετών από το Λίβερπουλ της Αγγλίας». Δεν πήρε είδηση η γειτονιά, κυρία Μαρίκα μου! Όχι όμως και ο πανέξυπνος και περίεργος εντεκάχρονος Μάκης Νάκος που τρύπωνε παντού, όλα τα έβλεπε και τα άκουγε. Τον φαντάζομαι χωμένο σε μια γωνιά (;) στο σπίτι του θείου του να παρατηρεί τον νεαρό ξανθό Άγγλο που δεν καταλάβαινε ελληνικά -και που θα ήταν ασφαλώς σοκαρισμένος από τον θάνατο του συντρόφου του και παρά λίγο και τον δικό του-, να κρυφακούει τη συζήτηση, όλα να τα ρωτάει, όλα να τα μαθαίνει. Όλα; «...Τον Γκόρντον τον πήρανε μαζί τους οι αντάρτες και δε μάθαμε τι απέγινε.» Πράγματι, αγαπητέ Μάκη, δεν έμαθες την εξέλιξη των γεγονότων. Ας αφήσουμε, όμως, να μας τη διηγηθεί ο Τάσος Γεωργοπαπαδάκος φιλόλογος καθηγητής, ηγετικό στέλεχος του ΕΛΑΝ (Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό) στην Ύδρα στο βιβλίο του «Μνήμες από την εθνική αντίσταση- η δράση του ΕΛΑΝ Αργολικού» (σελ.52) «… Κατά τη διάρκεια της επιθετικής δράσης τους ένα από τα αεροπλάνα έπαθε σοβαρή βλάβη και έπεσε έξω από το λιμάνι. Ομάδα Ελανιτών έσπευσε να δώσει βοήθεια στο πλήρωμά του. Από τους δύο αεροπόρους μόνο ο ένας, ο υπαξιωματικός Gordon ζούσε. Τραυματισμένο τον μετέφεραν οι Ελανίτες για μεγαλύτερη ασφάλειά του στην Ερμιόνη. Εκεί νοσηλεύτηκε ένα περίπου μήνα και κατόπιν προωθήθηκε προς τον Άγγλο σύνδεσμο του στρατηγείου Μέσης Ανατολής

που βρισκόταν στην έδρα της μεραρχίας του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου. Βαθειά συγκινημένος ο Γκόρντον αποχαιρέτησε τους Ελανίτες σωτήρες του.» Την προώθησή του στη Μέση Ανατολή επιβεβαιώνει και η Μαρίκα Κακαβούτη (Λαδάς, σελ261). «…Κάποτε ήλθε εντολή να τον στείλουμε στο βουνό και από κει ο ΕΛΑΣ τον έστειλε σε ορισμένο μέρος που τους φυγάδευσαν. Οι «γνωστοί κύκλοι» της αντίδρασης οργίασαν με τις φήμες ότι τον Εγγλέζο τον σκοτώσανε και τον θάψανε κάτω από μια χαρουπιά». Και ο επίλογος: «Μετά την απελευθέρωση, όταν πια δεν υπήρχε ο Κακαβούτης, ήρθε μια επιστολή από τη βρετανική πρεσβεία, ένα βραβείο- ευχαριστήριο και μια επιταγή 50 αγγλικών λιρών για τη διάσωση του Βρετανού αεροπόρου με την υπογραφή του στρατηγού ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ» (σημείωση δική μου: Χάρολντ Αλεξάντερ, 1891-1969, Άγγλος στρατάρχης, αρχηγός του στρατηγείου της Μέσης Ανατολής) ……………………………………………………………………………………….………. Η διάσωση του ξανθού εικοσάχρονου αεροπόρου Γκόρντον… Μια ιστορία που συγκινεί με τις ανθρώπινες εκδηλώσεις των πρωταγωνιστών της σε όλες τις πτυχές της. Από την ακούσια, βουβή θυσία των Ερμιονιτών ναυτικών που έχασαν το βιος τους («…ό,τι καΐκι, μικρό ή μεγάλο, ήταν αραγμένο στο λιμάνι το είχαν κάνει κόσκινο και είχε βουλιάξει - Μάκης»), ως τους ελανίτες των Σπετσών που έσωσαν τον νεαρό αεροπόρο και ως τους αντιστασιακούς της Ερμιόνης που πληγωμένο τον περιέθαλψαν. Από τον έμπιστο και ευγενικό Νίκο Λαζαρίδη που διακριτικά τον ανέκρινε, ως την επικίνδυνη οπωσδήποτε φυγάδευσή του, της οποίας δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες, και τη βαθειά συγκίνηση του νεαρού Άγγλου. Και σαν επίλογος, η τυπική αγγλική ευγένεια με τη γραπτή έκφραση ευγνωμοσύνης του στρατηγού Αλεξάντερ. Αναρωτιέμαι αν έζησε ο Γκόρντον στην πατρίδα του μετά τον πόλεμο και αναπολούσε την περιπέτειά του «κατά γην θάλασσαν και αέρα» (κυριολεκτικά) της Ερμιονίδας, εκείνο τον Φεβρουάριο του 1944. Η σημαδιακή και αλησμόνητη αυτή ημέρα, όπως τη χαρακτηρίζεις, Μάκη μου, κρύβει μια μικρή ερμιονίτικη ιστορία γεμάτη ανθρωπιά μέσα στην αγριότητα και τη φρίκη της Κατοχής και του πολέμου.

ερμιόνη 21


ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝ. ΚΥΡΙΤΣΗ

Ζωή είναι η τέχνη να επικοινωνείς Ο.Τ.Ε. Ερμιόνης Η επικοινωνία θεωρείται ο μηχανισμός μέσω του οποίου αναπτύσσονται οι ανθρώπινες σχέσεις και η κοινωνική συνοχή. Οπωσδήποτε είναι ένα θέμα τεράστιο και ανεξάντλητο, γιατί δεν αποτελεί μόνο ψυχοβιολογική ανάγκη αλλά είναι η βάση της κοινωνίας, αφού στηρίζει τη δραστηριοποίησή της και επιδρά στην κοινωνική καταξίωση. Βέβαια η δυναμική της τεχνολογίας την ενίσχυσε, εδραίωσε τις θετικές συνθήκες για την ανάπτυξή της και καθόρισε επιπροσθέτως όλο το πλέγμα ηθικής τάξης στη διεκπεραίωσή της (σχέση ανθρώπου με το είδος της είδησης, με το γεγονός, με τη μετάδοση του μηνύματος και την αποδοχή του). Tο θεωρητικό πλαίσιο, λοιπόν, γίνεται κατανοητό σε μας μέσω της μικρότερης κοινωνίας από την Γιάννης Κυρίτσης οποία προερχόμαστε και από τη γνώση που αποκομίσαμε έμπρακτα. Στην ιδιαίτερη πατρίδα μας, την Ερμιόνη, η έννοια επικοινωνία διυλίζεται και αφομοιώνεται μέσα από μια κλειστή κοινωνία αφενός με ερεθίσματα από τον άξονα του ιστορικού γίγνεσθαι και την πολιτιστική της ταυτότητα. Και καθόρισε, ίσως, ως επικοινωνία το αντικείμενο (τηλέφωνο) ή τον χώρο, όπoυ μέσω αυτών συντελείται. Ιστορικά το 1926 η ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, ΑΕΤΕ, έδωσε την θέση της στον Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών Ελλάδος, γνώριμο σ’ όλους μας Ο.Τ.Ε., που με τεράστιες δυσκολίες έφτασε σ’ ουσιαστική ανάπτυξη τη δεκαετία του ’60. Τότε είναι η εποχή που σκάβει σ΄ όλες τις πόλεις προκειμένου να περάσει καλώδια. Οι γειτονιές με τους χωμάτινους δρόμους πνίγονται στη σκόνη και στη λάσπη και κάποιοι «καταριούνται» τον ΟΤΕ, ενώ άλλοι υπομονετικά αναμένουν την τοποθέτηση του τηλεφώνου. Έχοντας ως δεδομένο αυτό το σκηνικό η νεοσύστατη υπηρεσία μπήκε στη ζωή της Ερμιόνης και ήταν ο καθοριστικός σταθμός για τη ζωή των ανθρώπων της. Αρχικά στεγάστηκε στο κτίριο του Κυριάκου (Κούλη) Καραγιάννη για πρώτη φορά ως αυτόνομη υπηρεσία γνωστή ως ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΗ ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΛΕΓΡΑΦΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ και πήρε το όνομα της ως ΟΤΕ την 1/7/1960.Μετεγκατεστάθη δε στις 8/8/1960 στο κτίριο του Παναγιώτη Μήτσου. Και τον Σεπτέμβριο του 1969 στην οικία του Νικόλαου Γ. Δημαράκη όπου το τοπικό γραφείο του Ο.Τ.Ε. ΕΡΜΙΟΝΗΣ έμεινε γνωστό ως τις μέρες μας. Πρόσφατα το 1991 τον Οκτώβριο εγκαταστάθηκε σε ιδιόκτητο κτίριο στην είσοδο σχεδόν της Ερμιόνης. Το τοπικό γραφείο έγινε το σημείο συνάντησης και σήμερα για εμάς κοινωνιολογική ανάλυση. Γιατί οι άνθρωποι μπορεί να μην θυμούνται τι έκανες ή τι τους είπες, αλλά πάντα θα θυμούνται πώς τους έκανες να αισθανθούν (Maya Angelou - Αφροαμερικανίδα ποιήτρια). Έτσι και τα άτομα της υπηρεσίας του ΟΤΕ Ερμιόνης είναι αρκετές φορές αναφορά για μικρότερους ή μεγαλύτερους για να περιγράψουν ένα γεγονός που αφορά την οικογενειακή ζωή τους (από το προγραμματισμένο τηλεφώνημα στον θάλαμο ή το τηλεγράφημα που έλαβαν). Για τους ίδιους βέβαια που συνέδεσαν την ζωή τους άρρηκτα με την εργασία τους ήταν δύσκολο να διαχωρίσουν το καθήκον από την ανθρωπιά, το επάγγελμα από την εξυπηρέτηση, την τυπικότητα από την διάθεση συμμετοχής στην αγωνία. Πάντα με διακριτικότητα να υπηρετηθεί ο σκοπός της επικοινωνίας με αποτελεσματικό τρόπο αλλά και να τηρηθεί το απόρρητο, παρότι ήταν παρόντες. 22 ερμιόνη


ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝ. ΚΥΡΙΤΣΗ

Πολύ δύσκολο βεβαίως είναι και για την γράφουσα να μιλήσει για τους ανθρώπους αυτούς που οπωσδήποτε είναι πρωτίστως η οικογένειά της. Ο πατέρας, ο θείος και φιλικά πρόσωπα που η σύνδεση μαζί τους δεν αφήνει το περιθώριο αποστασιοποίησης αλλά ταυτόχρονα πιστεύει ότι η αναφορά στο πρόσωπό τους δεν δίνει το παραμικρό ψιμύθιο παρά μόνο εκφράζει ότι εισέπραττε από την διαπροσωπική επαφή που είχαν διαμορφώσει εκείνοι που μιλούσαν για την εξυπηρέτηση που είχαν ζήσει. Η νεοσύστατη υπηρεσία του ΟΤΕ Ερμιόνης συνδέθηκε λοιπόν με το όνομα του Γιάννη Κυρίτση (Προϊστάμενου του γραφείου της Ερμιόνης), του αδερφού του και διανομέα της υπηρεσίας Δημήτριου Κυρίτση, του Περικλή Βενεκά επίσης για χρόνια διοικητικού υπαλλήλου και του Άγγελου Μαρουλά, τεχνικού υπαλλήλου. Η καθημερινότητά τους αναλωνόταν σε Διοικητική εργασία (οικονομικός απολογισμός εισπράξεων κάθε μήνα, αιτήσεις νέων συνδέσεων, εξυπηρέτηση κοινού, πληρωμή λογαριασμών, διαβίβαση τεχνικών προβλημάτων) με αναφορά πάντα στους ανωτέρους της Περιφέρειας αρχικά στην Τρίπολη, αργότερα στην Κόρινθο και τα τελευταία χρόνια στο Ναύπλιο. Η εξυπηρέτηση παλαιότερα αναλώνονταν στο έργο της σύνδεσης με το μεταλλάκτη και το αίτημα που απηύθυνε προς τ’ άλλα κέντρα, ώστε ο προσερχόμενος να είχε τη δυνατότητα να συνδεθεί με τους οικείους του ή άλλες υπηρεσίες. Στη μνήμη όλων μας ένα μαύρο κουτί αρκετά μεγάλο με μικρές οπές –κυψέλες- και αμέτρητα καλώδια, κουλουριασμένα αλλά αθέατα να ξεπηδούν κατευθυνόμενα από τον υπάλληλο, ώστε να δώσουν φωνή σ’ όποιον ήθελε να μιλήσει. Φυσικά ούτε για αστείο δεν μπορούσες να παίξεις με τα συγκεκριμένα, διότι άμεσα το άλλο κέντρο το λάμβανε ως αίτημα κλήσης. Σαν διαδικασία μπορεί να φαντάζει σ’ όσους δεν την έχουν ζήσει απλούστατη, όμως τα προβλήματα σύνδεσης αρκετά και η δυσαρέσκεια διακοπής της συνδιάλεξης ήταν άπειρες φορές υπαρκτή, όπως και η

προσπάθεια εξήγησης κατέληγε στο κενό, γιατί θεωρούνταν ολιγωρία. Τους θερινούς μάλιστα μήνες λόγω της αυξημένης προσέλευσης τουριστών επέβαλαν την εποχική αύξηση του προσωπικού που αποκλειστικά ασχολούνταν με την σύνδεση των συνδρομητών. Τα τελευταία χρόνια η εξόφληση λογαριασμών και η υποβολή Γιάννης Κυρίτσης - Δέδες Σπετσιώτης αιτήσεων για νέες συνδρομές είχαν το μεγαλύτερο μερίδιο στην καθημερινή διεκπεραίωση, αφού είχαν αυτοματοποιηθεί τα τηλέφωνα και προσάρμοσαν και το ωράριο να είναι μόνο πρωινό. Το κομμάτι της τηλεγραφίας επίσης ατόνησε την τελευταία δεκαετία. Σ’ αυτό συνετέλεσε η φθηνή τηλεφωνική συνδιάλεξη. Έτσι έμεινε στη μνήμη μας ο διανομέας με το τσαντάκι και το μηχανάκι υπηρεσίας να διανείμει την σκέψη, την προσδοκία, τον ερχομό, τη γέννηση, τον θάνατο, τα συγχαρητήρια. Στην ουσία μετέφερε χαρά,πόνο, παρηγοριά. Διότι χαρά μοιρασμένη διπλή χαρά –πόνος μοιρασμένος μισός πόνος. Και όταν επίσης μιλήσαμε ότι το γραφείο της Ερμιόνης έγινε κομβικό σημείο συνάντησης και επικοινωνίας ή πολιτιστικής δράσης συνειδητά το αναφέρω, γιατί πάρα πολλοί διάσημοι Έλληνες και ξένοι της εποχής που έρχονταν για διακοπές στα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα κυρίως στο Porto Hydra και Κappa Club, επισκέπτονταν τον ΟΤΕ για την επικοινωνία τους. Αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση ταινίας διεθνούς παραγωγής στις αρχές του 1980, με πλάνα από το τοπικό γραφείο και τη συμμετοχή κομπάρσων από την Ερμιόνη. Πάντα οι άνθρωποι θέλουν το καινούριο ως οριοθέτηση του χρόνου. Έτσι επιβραβεύουν τον μόχθο που καταβάλλουν. Η νοσταλγία παρέρχεται από την ανάγκη της ταχύτατης εξυπηρέτησης. Ζητούμενο όλων να μην θεοποιείται η τεχνολογία που ώθησε τον άνθρωπο στην αλλοτρίωση γιατί κατά τον Frank Moore Coldy: «Κάθε βελτίωση στην επικοινωνία κάνει την πλήξη πιο τρομακτική». Γιατί επικοινωνία τελικά είναι οι άνθρωποι που συντελούν στη διεκπεραίωσή της. ερμιόνη 23


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ

Κάρτες και επιστολές, η χαρά της επικοινωνίας «Το να γράφεις επιστολές είναι ο μόνος τρόπος να συνδυάσεις τη μοναξιά και την καλή παρέα» Λόρδος Βύρων Η επιστολογραφία για αιώνες αποτελούσε το κύριο πεδίο έκφρασης και επικοινωνίας, ενώ στις μέρες μας με την εξάπλωση των γρήγορων και ποικίλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης, άλλαξε η μορφή και το είδος αυτής της «χειροπιαστής» επικοινωνίας, που τείνει να εξαφανιστεί. Οι διανομείς του τόπου μας Στάθης Λίτσας, Πάνος Φοίβας, Τάσος Οικονόμου, αλλά και οι ντόπιοι τηλεγραφητές μας Γιάννης και Μίμης Κυρίτσης, μας μετέφεραν οι μεν με τις επιστολές, οι δε με τα τηλεγραφήματα, χαρές, λύπες, ευχές, αγωνίες, μας ανήγγελλαν χαρμόσυνα ή θλιβερά γεγονότα που αφορούσαν τις ζωές των ανθρώπων μας και αποτελούν τμήμα της ιστορίας της επικοινωνίας. Ζούμε πια στην εποχή της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και η ταχύτητα των συναλλαγών με την κινητή τηλεφωνία και την ηλεκτρονική επικοινωνία με mails, sms, skype, facebook, tweeter κ.λ.π. παραγκώνισαν την τηλεγραφική επικοινωνία και γραπτή αλληλογραφία, που ανήκουν πια στο παρελθόν της ανθρώπινης επικοινωνίας. Οι επιστολές αποτελούν τρόπο επικοινωνίας με αγαπητά και αγαπημένα πρόσωπα. Αποτελούν αντικείμενα άκρως «ιδιωτικά», καθώς γράφονται κάτω από ενστικτώδη ανάγκη. Επιστολές ερωτικές έντονου πάθους, αγάπης, χωρισμού ή επαναπροσέγγισης, θυμού και οδύνης, άλλοτε γραμμένες με διαύγεια σκέψης και άλλοτε «εν θερμώ». Επιστολές που έχουν γραφτεί κάτω από ιδιαίτερες συνθήκες, ίσως και σε οριακές καταστάσεις. Γράμματα δακρύβρεχτα γραμμένα σε στιγμές χωρισμού, όταν ο ένας εκ των δύο απομακρύνεται και ο Ελένη Βίγκα - Σοφούλη, Άγγελος και Μαρκό Φασιλή άλλος επιχειρεί να αποκαταστήσει τη χαμένη του αξιοπρέπεια, ξορκίζοντας τον πόνο, την οδύνη, την απώλεια, στην προσπάθεια να ξαλαφρώσουν και λυτρώσουν, αλλά και ανεπίδοτες επιστολές. Όπως και να έχει όμως, διαβάζοντας ένα γράμμα παίρνεις πληροφορίες για τον αποστολέα και τον παραλήπτη∙ για το μορφωτικό του επίπεδο, πιθανά για το επάγγελμά του, για τις κοινωνικές επαφές, τις εργασιακές, φιλικές, ερωτικές, συγγενικές, για την αισθητική του, για τον γραφικό του χαρακτήρα, για τα ήθη της εποχής και αν πρόκειται για κάρτα για τις παραστάσεις ή τις εικόνες, για το χαρτί, αν είναι γυαλιστερό ή ματ. Επίσης ανάλογα το ύφος, τον τόνο, τις λέξεις, την έκταση του γραπτού λόγου αποκαλύπτεται πλήρως εναρμονισμένος ο ψυχισμός του γράφοντος και η ψυχοσωματική του κατάσταση, όπως επίσης η καλλιέργειά του, ο τρόπος της έκφρασής του, η ποιότητα της σχέσης του με τον αποδέκτη, η διαύγεια της σκέψης του. Μέσα από το «άρωμα» των λέξεων του επιστολογράφου, αναδεικνύεται το «μεδούλι» του χαρακτήρα του. Λέγεται ότι τα γράμματα αποτελούν πεδίο έκφρασης κυρίως των γυναικών! Έτσι τουλάχιστον κατατάσσουν οι μελετητές τις επιστολές∙ ως δείγματα γυναικείας γραφής. Ο Ζαν Ζακ Ρουσό έλεγε ότι: «Για να γράψεις μια καλή ερωτική επιστολή, θα πρέπει να αρχίσεις χωρίς να ξέρεις τι θέλεις να πεις και να τελειώσεις χωρίς να ξέρεις τι έχεις γράψει». Παλαιότερα στους χάρτινους φακέλους κολλούσαμε με το σάλιο μας θαυμάσια γραμματόσημα που 24 ερμιόνη


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ απεικόνιζαν έργα τέχνης, πρόσωπα καλλιτεχνών, διάσημων ανθρώπων, ιστορικά οικήματα κ.λ.π. τα οποία αποτελούσαν αφορμή δημιουργίας συλλογής στα ειδικά μπλοκ. Μία διασκεδαστική, επιμορφωτική απασχόληση. Τα χρόνια που ταξίδευα στα νησιά, διάλεγα αντιπροσωπευτικές κάρτες διαλεγμένες από τα ράφια των τουριστικών καταστημάτων με τις ομορφιές του τόπου και τις ταχυδρομούσα στους φίλους και τις φίλες μου. Με τον τρόπο αυτό μοιραζόμουν ό, τι έβλεπα κι ό, τι βίωνα. Πίσω τους έγραφα τις σκέψεις μου και τα παρόντα συναισθήματά μου. Τώρα μαζί με τις φωτογραφίες που μού εμπιστεύονται οι συμπολίτες μας για τον εμπλουτισμό του περιοδικού, «πέφτουν» στα χέρια μου κάποιες «αναμνήσεις επί χάρτου» από ευχετήριες κάρτες, υλικό της ιδιωτικής καθημερινότητας. Η γραφή τους είναι σχεδόν ένας ζωγραφικός πίνακας, με τις λέξεις και το κείμενο ολόκληρο σαν εικόνα. Μια καλλιγραφημένη επιστολή με το ανεξίτηλο πενάκι της εποχής. Τα γράμματα αποτελούνται από λίγες ή περισσότερες λέξεις που δημιουργούν ένα κείμενο με σχήμα και μορφή. Εμείς θα σας παραθέσουμε την «χειροποίητη εικόνα» γραφής, μιας επιστολής της Ελένης Βίγκα-Σοφούλη, κόρης της Ερμιονίτισσας Παρασκευούλας Φασιλή-Μπούρλα, που προορίζεται για τον θείο της Άγγελο Φασιλή (γιο της Κατίνας ΠαναγιώτουΦασιλή, σύζυγο της Μαρκός και πρώτο εξάδελφο της μητέρας της). Η κυρία Βίγκα με την αγάπη της ακόμα ζωντανή για την Ερμιόνη από την εποχή που ήταν μικρή, τότε που η μητέρα της την έστελνε στα καφενεία της Μπραϊμίας της Αλεξάνδρειας κατά τον καιρό του πολέμου να φωνάξει: - Μήπως είναι κάποιος από το Καστρίίί; Και φυσικά τον έπαιρναν να τον φιλοξενήσουν στο σπίτι τους. Μια παλιά μακροσκελής χειρόγραφη επιστολή, σε επιστολόχαρτο εποχής, που παραθέτει ανθρώπινες στιγμές και τις προσωπικές ταξιδιωτικές της εντυπώσεις. Στο άρθρο μου εκτός από την επιστολή της Ελένης Βίγκα φιλοξενείται και μια κάρτα από τις πολλές που διαθέτει η συλλογή μου.

Η επιστολή της Ελένης Βίγκα – Σοφούλη

Ευχετήρια Κάρτα 1916

ερμιόνη 25


ΠΕΤΡΟΣ ΕΜ. ΛΑΚΟΥΤΣΗΣ

Ερμιονίτες ψαράδες

Μήτσος Μπαρδάκος

26 ερμιόνη

«...Σαν ένιωσα τον εαυτό μου, εκειδά στην ακροθαλασσιά του ερημικού Νιμποριού, στο νότιο Ευβοϊκό, δύο λογιών ψαράδες πρωτογνώρισα. Ήταν οι διχτυάρηδες, πού πήγαιναν κάθε ηλιοβασίλεμα με τις μικρές φελούκες τους, και ρίχναν τ΄ απλάδια δίχτυα τους στα «καρτέρια» και οι χταποδάδες. Θα γράψω κάποτε γι’ αυτούς τούς διχτυάρηδες πού, σαν τους έμενε καιρός από τα δίχτυα, ψάρευαν και για χταπόδι, αν και δεν ήταν μαγκιώροι σε τούτο το επάγγελμα, τουλάχιστο στα πρώτα χρόνια τους. Σήμερα θέλω να μιλήσω μονάχα για τούς χταποδάδες της Ερμιόνης και ειδικότερα για έναν ονομαστό απ’ αυτούς. Έχω γράψει κι άλλοτε, πόσο φημισμένοι τεχνίτες στάθηκαν οι ερμιονίτες, και πόσο ασυναγώνιστοι ήσαν σε τούτο το δύσκολο επάγγελμα. Ούτε τρικεριώτες, ούτε άλλος κανείς μπορούσε να παραβγεί μαζί τους. Είχανε μια τόσο κοφτερή ματιά και μια τέτοια εξοικείωση με το ·βυθό, που μπορούσαν και στα πιο βαθειά νερά, κι εκεί που δε φαινόταν τίποτα, ούτε καν υποψία χταποδιού, όχι μόνο ν’ ανακαλύψουν αλλά να σε βεβαιώσουν ότι υπάρχει και δεύτερο χταπόδι μες στο ίδιο θαλάμι ή κάτω από τον ίδιο βράχο και ας μη φαινόταν ούτε πλοκάμι, ούτε σημάδι κανένα. Ήσαν ικανοί να σου πούνε ότι αυτό που φανερώθηκε -είναι το αρσενικό — κι ας ήταν δεκατέσσερις οργιές βάθος — κι ότι μες στο θαλάμι είναι κρυμμένο και το θηλυκό! Ένας αμύητος σε τούτο το επάγγελμα έμενε κατάπληκτος με την οξυδέρκεια και την απίστευτη ικανότητα αυτών των χταποδάδων. Τους χαιρόμουν εκείνους τους τόσο ικανούς καραβοκύρηδες και σαν μαζεύονταν στο μαγαζί του πατέρα μου ή στο άλλο του Ρεβύθη, δύο σπίτια όλα - όλα και τα δύο μαγαζιά, και αρχινάγαν να διηγούνται περιστατικά της θάλασσας και του σιναφιού τους, ιστορίες της ναυτοσύνης, αναποδιές της δουλειάς, εγώ, άγουρος ακόμα και αμάθευτος από θαλασσινά, καθόμουν και αφουγκραζόμουν, όλος αυτιά, ν’ ακούσω και να μάθω τα καθέκαστα της θάλασσας. Πλήθος ιστορίες και περιστατικά από τη σκληράδα της δουλειάς τους και από τη βασανισμένη και μίζερη ζωή τους. Ταξίδια με φρέσκους αγέρηδες, φουρτούνες και κίντυνα, σουρβεταρίσματα από ξαφνικές σπιλιάδες, κατορθώματα γινωμένα και αγίνωτα, πού συχνά τα πασάριζαν για αληθινά, φουμισιές για τις γλήγορες βάρκες και τα μαστορικά κομμένα λατίνια, περιστατικά για σκυλόψαρα. Και τί δεν έπαιρνε τ’ αυτί μου. Κι ανάμεσα σ’ όλα τούτα ήταν και οι κατεργαριές της δουλειάς, τα τεχνάσματα πού είχε σοφιστεί ο ένας καραβοκύρης για να παραπλανήσει -και να ξεγελάσει τον άλλον πάνω στη δουλειά, τα συνήθια του καθενού, τα χωρατά. Ένα χωρατό, που το βαστάω ακόμη στη θύμησή μου, ήτανε και τούτο: Ένας από αυτούς τους ερμιονίτες χταποδάδες, σαν έβρισκε χταπόδι, έριχνε την πολυαγκίστρα, να το πιάσει, και έτσι σκυμμένος στο γυαλί., φώναζε αρβανίτικα στους συντρόφους του, που βαστάγαν τα κουπιά: «ζυγίσνι φεούκν», που θα πει «ζυγίστε μου τη φελούκα». Δηλαδή φέρτε την ακριβώς πάνω από το χταπόδι. Κι ο ναύτης του — τάχα πώς δεν κατάλαβε- πήρε το καντάρι, πέρασε τα δύο άγκιστρα του κάτω από το μεσαίο πάγκο και με τη μανέλα -στον ώμο, το δικό του και του μούτσου, πάσχιζε να ζυγίσει τη βάρκα! Όταν τους πήρε είδηση ο καραβοκύρης, δεν ξέρω αν άρπαξε τη λαγουδέρα ή κανά σκοινί βρεγμένο, να τους αμείψει για το χωρατό τους σε ώρα δουλειάς! Τέτοια κι άλλα πολλά διηγόνταν, καπεταναίοι και ναύτες, τα βράδια που έσωνε η δουλειά. Όμως ανάμεσα σε όλους τούς καραβοκύρηδες, ένας είχε μπει περισσότερο στην καρδιά μου. Ο Μήτσος ο Μπαρδάκος. Ένας νέος, λεβέντης, μελαχρινός, με μαλλιά θαρρείς από έβεvo, με τετράγωνους ώμους κι ένα κορμί στιβαρό, γεμάτο ρώμη. Ασίκης με τα όλα του. Και με μια βάρκα μαγκιώρα, καλοθάλασση, γρήγορη, με λατίνια και σένια που θαρρώ δεν τα είχε καμιά άλλη. Ετούτος, λοιπόν, ο Μπαρδάκος είχε δύο μεγάλες αρετές: ήτανε δουλευτής σκληρός και αρμενιστής αξεπέραστος. Αδείλιαστος στη φουρτούνα. Στην τέχνη τού χταποδά άφθαστος. Μετριούνταν στα δάχτυλα τού ενός χεριού εκείνοι που μπορούσαν να παραβγούν μαζί του. Οι συντρόφοι που θ’ αποφάσιζαν να τσουρμάρουν μ’ αυτόν, έπρεπε πρωτύτερα να το σκεφθούν πολύ, γιατί ο Μπαρδάκος δεν ήξερε τι θα πει κούραση, ούτε λογάριαζε κακοκαιρία. Απ’ το πρωί που θ’ αρχίναγαν να φέγγουν τα νερά ίσαμε αργά το βράδυ, με οποιονδήποτε καιρό, με την κάψα ή με το κρύο, σκυμμένος στο γυαλί, θ’ αλώνιζε όλους τους ψαρότοπους του Ευβοϊκού.


ΠΕΤΡΟΣ ΕΜ. ΛΑΚΟΥΤΣΗΣ

Δε θα ‘μενε τόπος αψάρευτος, κι αλλοίμονο στους συντρόφους του αν δεν είχαν ώμους γερούς ν’ αντέξουν το κουπί. Άλλος καραβοκύρης δεν κόταγε να πέσει στην πλώρη του, να τον κοντραστάρει, γιατί θα τον πέταγε στην αποχή, ώσπου θα ‘παιρνε των ομματιών του να φύγει απελπισμένος από κοντά του. Με την κοφτερή ματιά που είχε, μπορούσε να ψαρεύει γρήγορα, κατσάροντας, και να περνάει, στο ίδιο χρονικό διάστημα, διπλάσιο τόπο από τους άλλους -συντεχνίτες. Τα κοντάρια και οι αντένες της βάρκας του ήταν πάντα φορτωμένες χταπόδια που γίνονταν λιαστά. Και δεν ήταν μόνο το χταπόδι που ψάρευε, ήταν και το σφουγγάρι, στα ελληνικά και στα αφρικανικά νερά, στο Τραμπούκο, καθώς έλεγε το Τομπρούκ, και αλλού. Στα παιδικά μου χρόνια, έτσι καθώς τον έβλεπα ετούτον τον θαλασσινό με το ατσάλινο κορμί και την αλύγιστη θέληση, μου φαινόταν σαν να ‘παιρνε μυθικές διαστάσεις, γινόταν για μένα ένας ήρωας, ένας ακαταμάχητος αθλητής της θάλασσας, που τονε θαύμαζα. Ασυναίσθητα ζητούσα ένα πρότυπο θαλασσινού και το είχα βρει ·σ’ αυτόν. Κάποτε, θυμάμαι, είχε πιάσει μια φοβερή τραμουντάνα, τρικυμία, χιόνιζε κιόλας. Κανένα πανί στον ορίζοντα. Όμως μια βάρκα φανερώθηκε, ξαφνικά, εκειδά στον κάβο - Τόλια. Ήταν ο Μπαρδάκος που είχε κάνει την αποκοτιά να ισάρει πανί ερχόμενος πρίμα, μισοπνιγμένος, από τον κάβο - Στέφανο και τα Στουρονήσια. Λοιπόν, ανάμεσα στ’ άλλα εκείνος, ο παλιός ψαράς μου είχε πει και τούτα: Είχανε κατέβει κάποτε από το χωριό Καλύβια έντεκα χωριανοί, είχανε ανταμώσει με τρεις Ερμιονίτες ψαράδες και κάνανε παρέα όλοι τους στο νησί το Λαγονήσι. Ήτανε Καθαρή Δευτέρα. Είχανε φέρει μαζί τους μπόλικα φαγιά και κρασί. Φέρανε και οι ψαράδες χταπόδια, πίνες, αχινούς, στρείδια και φούσκες. Έγινε ολοήμερο γλέντι. Φάγανε, ήπιανε, τραγουδήσανε και χορέψανε. Προς το βράδυ μπήκανε στη βάρκα, σηκώσανε πανί και τράβηξαν κατά τη Βάρη. Κάπου εκεί φαίνεται πως τους έπεσε απότομος αγέρας και πιωμένοι τάπα, καθώς ήταν, δεν πρόκαμαν τίποτα να κάνουν και βούλιαξαν. Χάθηκαν κι οι δεκατέσσερις νομάτοι. Είχε νυχτώσει και κανείς δεν τους είδε, να τους δώσει βοήθεια. Η βάρκα βρέθηκε κατοπινά στον Δοκό της Ύδρας. Οι τρεις Ερμιονίτες ψαράδες που πνίγηκαν λεγόντουσαν Γιάννης Παπακυριακού, Γιάννης Κουτουλάκης (ή Παντελής) και Μανώλης Κωτσάκης. Οι καλυβιώτες απειλούσαν από τότες να τουφεκίσουνε κάθε ερμιονίτικη ψαρόβαρκα που θα φανερώνονταν στις κοντινές ακρογιαλιές. Καθώς η σκέψη του πηγαίνει στην Μπαρμπαριά, αναθυμάται τα παλιά ιστιοφόρα, κείνες τις άξιες μπρατσέρες, τα “τεπόζιτα” που φόρτωναν στο αμπάρι και στην κουβέρτα κάπου 14-15 σφουγγαράδικες βάρκες και τις πήγαιναν στη Μπαρμπαριά. Ανάμεσα σ΄ αυτά ήταν

και κείνη η δίφλοκη μπρατσέρα του Ερμιονίτη Κων. Οικονόμου (ή Κωτσογκιώνη) κάπου 100 τόνους τρεχαντήρι. Δε χόρταινες να το βλέπεις μες στα άσπρα πανιά και την άσπρη λαδομπογιά. Θυμάμαι τώρα πως γυρίζοντας κάποτε -Ιούλιο μήνα- από την Ερμιόνη με την ψαρόβαρκα του επίσης ψαρά Αντώνη Δράκα, νουνού της αδερφής μου, που με είχε παρμένα μαζί του στην Ερμιόνη, μας μπόδιζαν τα μελτέμια ν’ ανηφορίσουμε για τον Ευβοϊκό και βρέθηκε τούτη η μπρατσέρα και από το Θορικό μάς πήρε στην κουβέρτα της και μας ανέβασε. Και ήτανε χαρά Θεού να το βλέπεις εκείνο το κατάλευκο τρεχαντήρι να αφρολογάει μες στο θυμωμένο μελτέμι. Απόμαχος τώρα ο ήρωας των παιδικών μου χρόνων, για να μην ξεχνάει τη θάλασσα, βγαίνει με τη βαρκούλα του, εκεί γύρω στην Ερμιόνη, για κανένα χταπόδι, κανένα χάνο με την καθετή ή καμιά πίνα. Ο αχός της θάλασσας βουίζει ακόμα στο άλλοτες φουρτουνιασμένο στήθος του Μήτσου Μπαρδάκου». Υποσημείωση του επιμελητή: Το παραπάνω κείμενο αποτελεί συρραφή δύο κειμένων του Τάσου Ζάππα για τους Ερμιονίτες ψαράδες που δημοσιεύτηκε σε τεύχη του περιοδικού «ΑΛΙΕΙΑ» το 1972. Ο Τάσος Ζάππας (1902-1988) υπήρξε μορφή των Ευβοϊκών Γραμμάτων, αγάπησε και αγαπήθηκε από τους Ερμιονίτες ψαράδες, τους οποίους έζησε από κοντά, όταν ήταν παιδί. Γεννήθηκε στα Κάψαλα, πλάι στα Στύρα της Εύβοιας και μεγάλωσε στο ακροθαλάσσι του Νιμποριού. Έγραψε αρκετά βιβλία. Είχε επισκεφθεί την Ερμιόνη πιθανόν στα 1970. Βραβεύτηκε το 1982 με το Κρατικό Βραβείο ταξιδιωτικής λογοτεχνίας για το βιβλίο «Ξένοι και δικοί μας τόποι». Έγινε μέλος της Εταιρείας Ευβοϊκών Σπουδών το 1936 και εργάστηκε με όλες του τις δυνάμεις πάνω από σαράντα χρόνια για την εκπλήρωση των σκοπών της Εταιρείας. Διετέλεσε Πρόεδρος την περίοδο 1975-1978 και αργότερα ανακηρύχτηκε επίτιμος Πρόεδρός της, Ο Τάσος Ζάππας τιμήθηκε με δίπλωμα και μετάλλιο της πόλης του Παρισιού. Βραβεύτηκε από το σύνδεσμο Ελλήνων Λογοτεχνών. Η Ακαδημία Αθηνών, στην πανηγυρική συνεδρίαση της 29ης-12-1979, τον βράβευσε για τη συνολική λογοτεχνική, λαογραφική και πραγματογνωστική εργασία του.

ερμιόνη 27


ΛΑΜΠΗΣ Π. ΠΑΥΛΙΔΗΣ

Το χταπόδι Ο Λάμπης Π. Παυλίδης έφυγε από κοντά μας πριν από έναν περίπου χρόνο. Ο συμπατριώτης μας ο Λάμπης, που σ’ όλη του τη ζωή υπήρξε ακούραστος εργάτης και αθεράπευτος εραστής της θάλασσας, άκουσε τη φωνή της, αφουγκράστηκε την ανάσα της, γοητεύτηκε από τη δύναμή της, φοβήθηκε το θυμό της, έμαθε όσο λίγοι τα μυστικά της. Ο Λάμπης είχε την πρόνοια και το χάρισμα να καταγράφει με τον δικό του ανεπιτήδευτο τρόπο τις θαλασσινές του θύμησες, τις γλυκές περιπέτειες, που σημάδεψαν την ποτισμένη με αλμύρα ζωή του. Η οικογένειά του (η αγαπημένη του σύζυγος Μαρία και τα παιδιά του) είχαν την καλοσύνη να μας παραχωρήσουν μερικά από κείμενά του για δημοσίευση. Τους ευχαριστούμε θερμά για την ευγενική τους προσφορά και με ιδιαίτερη χαρά προχωρούμε στη δημοσίευση τους, στο παρόν και σε επόμενα τεύχη μας.

Μίμης Σκούρτης (Κουκουλάμης)

28 ερμιόνη

- Ρε Καστριώτη, για έλα εδώ να σε ρωτήσω! - Έρχομαι, μπάρμπα Θεοχάρη! - Δε μου λες, εσένα ο πατέρας σου σού ‘τριψε το τσουτσουνάκι με μελάνι του χταποδιού; Τον κοίταζα σαν χαζός, δεν μπόρεσα να καταλάβω τι έλεγε. Ρε, κάνεις ότι δεν καταλαβαίνεις; Όταν στην Ερμιόνη γεννιέται το αγόρι, ο πατέρας του τού τρίβει το τσουτσούνι του με μελάνι του χταποδιού, έτσι όταν το παιδί μεγαλώσει να γίνει καλός χταποδάς. Βάλαμε τα γέλια εκεί στο Πόρτο-Κουφό της Χαλκιδικής καμιά δεκαριά παιδαρέλια από την Ερμιόνη και την Ύδρα. Ήταν ο Θεοχάρης Βούλγαρης, ο Γιώργης Κολάρος (παρατσούκλι, μου διαφεύγει το επίθετό του) και ο μπάρμπα Νικολός Μπότασης από την Ύδρα. Τρεις σουγγαράδικες βάρκες με τρεις ηλικιωμένους καραβοκύρηδες και από δυο παιδαρέλια η κάθε βάρκα, κουπά και κονταρτζή. Άλλες τρεις βάρκες από την Ερμιόνη, ο πατέρας μου με εμένα και τον αδελφό μου, ο μπαρμπα- Νάργος Πασχάλης με το γιο του το Διαμαντή και ο μπαρμπα-Μιχάλης Καραλής με το γιο του τον Αργύρη. Από τη μια πλευρά της ξύλινης σκάλας αραγμένες οι τρεις βάρκες από την Ύδρα, με τους υδραίους να πατάνε άλλος τα σουγγάρια (σφουγγάρια) της πέτρας που ήσαν κρεμασμένα στο σουγγαρόσκοινο, οι καραβοκύρηδες να μαγειρεύουν το φαΐ, άλλος με το βαρέλι του νερού να πηγαίνει στο πηγάδι για νερό και τον μπαρμπα- Θεοχάρη μες το κοστάκι της βάρκας να πειράζει τους πάντες. Από την άλλη πλευρά της σκάλας αραγμένες οι άλλες βάρκες από την Ερμιόνη κι εμείς να χτυπάμε και να παρουλάμε τα χταπόδια και στη συνέχεια να ανοίγουμε τις κατσούλες των χταποδιών, να τις καθαρίζουμε από άντερα και μελάνι, αβγοτάρι και στη συνέχεια να τα απλώνουμε στις αντένες για λιάσιμο. Από τη μια πλευρά της σκάλας αράζαμε σε λιμανάκια, όπως το Πόρτο-Κουφό. Μαγειρεύαμε, αλλά ταβερνάκι υπήρχε παντού. Έβλεπες τους γνήσιους σουγγαράδες που δούλευαν εφτά μήνες ταξίδι και ασχολιόντουσαν αποκλειστικά με την σπογγαλιεία στην πέτρα και από την άλλη πλευρά της σκάλας τους Ερμιονίτες γυαλάδες, τους Καστριώτες όπως μας αποκαλούσαν, να έχουμε τις αντένες της βάρκας γεμάτες χταπόδια. Όταν συναντιόμαστε στο Πόρτο-Κουφό εμείς οι Καστριώτες, ήταν και το τέλος της αλιείας του χταποδιού, περίπου στις 20 Ιουλίου. Τόσο κρατούσε το ταξίδι μας. Κατόπιν γινόμαστε κουσέρβα (συνεταιρισμός) πέντε-έξι βάρκες και δουλεύαμε τα δέματα, κάτι σαν τσέτα (πολλές βάρκες μαζί). Τρόποι αλιείας για μελανούρια κυρίως που στην περιοχή εκείνη η θάλασσα ήταν γεμάτη. Έτσι μαζεύαμε κάποια λεφτά για τα σπίτια μας και για τη δική μας τροφοδοσία και όταν περνούσε το πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου, ο καθένας μας πήγαινε στα λημέρια του για τη συνέχιση του ταξιδιού, μέχρι το τέλος του Σεπτέμβρη περίπου. Η ιδιόμορφη ζωή του χταποδιού (απόλυτα εξακριβωμένο στην πράξη και όχι στη θεωρία) διαρκούσε ένα χρόνο. Το πολύ να ζούσε πέντε με δέκα ημέρες περισσότερο ή λιγότερο από το χρόνο. Θα μου πείτε από πού βγαίνει αυτό το συμπέρασμα; Είναι απλό. Το χταπόδι ζευγαρώνει γύρω στο Φλεβάρη με Μάρτη. Από Μάρτη-Απρίλη και μέχρι τα μισά περίπου του Μάη, το αρσενικό και το θηλυκό ζούνε στο βυθό, όπως όλο τον προηγούμενο χρόνο της ζωής τους. Δηλαδή, το βλέπεις άλλοτε μέσα στο θελάμι (θαλάμι), άλλοτε να περπατάει και να ψάχνει την τροφή του και πάνω απ’ όλα γεμάτο υγεία, σώμα σφιχτό και πλοκάμια, αλλά και το μελάνι του μεγάλο και σφιχτό. Όσο πιο μεγάλο μελάνι έχει ένα χταπόδι, ανάλογα πάντα και με το βάρος του, τόσο πιο


ΛΑΜΠΗΣ Π. ΠΑΥΛΙΔΗΣ

παχύ και υγιές είναι. Ένα χταπόδι πέντε ή έξι κιλά, θεωρείται υγιές και παχύ, όταν έχει μελάνι σαν τη γροθιά ενός ενήλικα. Από το τρίτο δεκαήμερο του Μάη, το θηλυκό χταπόδι μπαίνει στο σπίτι του, στο θελάμι και δεν ξαναβγαίνει πια. Κλείνει και την πόρτα του σπιτιού του τραβώντας με τα μαζάρια του κάμποσες πέτρες και βότσαλα προς τα μέσα. Παύει να ενδιαφέρεται για βόλτες και ζωή. Η αποστολή της είναι άλλη και δεν τρώει τίποτα. Όταν ο σωστός χταποδάς βλέπει από το γυαλί του τη μπούκα του θελαμιού κλειστή, ξέρει ότι το χταπόδι είναι θηλυκό, είναι πλέον λεχούσα. Βλέπει και την αυλή του σπιτιού της ασκούπιστη. Δεν έχει κουράγιο να φυσήξει και να καθαρίσει υπολείμματα τροφής και ακαθαρσίες. Το χταπόδι αυτό δεν πιάνεται ούτε με σαλαγγιά, ούτε με καμάκι, αλλά και να πιαστεί δε μαγειρεύεται, γιατί έχει μείνει μόνο το τομάρι του. Μένει λοιπό στο σπίτι και γεννάει σιγά-σιγά αφήνοντας να φεύγει από πάνω του το αβγοτάραχο, που αποτελείται από εκατομμύρια άσπρους κόκκους σαν το κεφάλι της καρφίτσας. Όταν αδειάσει όλο το αβγοτάραχο που αρχίζει από το τέλος του Μάη έως το δεύτερο δεκαήμερο του Ιουνίου, το χταπόδι πεθαίνει και ο χταποδάς αντικρίζει ένα κομμάτι ποδάρι του χταποδιού να κοκκινίζει. Αμέσως όμως έχει αρχίσει ο νέος ή ο επόμενος κύκλος της ζωής του. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι αυτή η μικρή κουκιδίτσα που βγαίνει από το αυγοτάραχο είναι το νέο χταπόδι, επομένως δεν υπάρχει αμφιβολία και για τη διάρκεια της ζωής του. Γύρω στα τέλη του Ιουλίου σε διάφορα σημεία του βυθού των νερών της Χαλκιδικής βλέπαμε μικρά όστρακα να περπατούν. Μια μέρα έδεσα το μπουγιέλο της βάρκας με μια καλούμα και το πάτωσα στο βυθό. Μετά σπρώχνοντας τρία-τέσσερα από αυτά με ένα καμάκι, κατάφερα και τα έβαλα μέσα στο μπουγιέλο. Όταν το ανέβασα επάνω είδα ότι ήσαν μικρά χταποδάκια και το καβούκι ήταν κολλημένο πάνω στην κατσούλα, στη ράχη του χταποδιού δηλαδή, σαν ασπίδα προστασίας. Ο πατέρας μου βλέποντας την προσήλωσή μου και ίσως και το ύφος μου, νόμιζε ότι είχα βρει λίρες και όταν τού έδειξα τα χταποδάκια μέσα στη φούχτα μου, έμεινε με το στόμα ανοιχτό. Από αρχές Αυγούστου και πέρα το χταπόδι έχει σχηματιστεί πλέον κανονικά και μεγαλώνει ανάλογα με τον τόπο που ζει και τρέφεται και μέχρι το τέλος του Γενάρη το αρσενικό είναι πλέον «ενήλικας» και έτοιμο να «ερωτευθεί» και να «σπείρει» και το θηλυκό έτοιμο να «καρποφορήσει». Το δε αρσενικό, γύρω στα τέλη του Μάη που έχει πια γεράσει, το βλέπεις σα ρεμπετασκέρι αλητάμπουρα, αποχυμένο, απλωμένο οπουδήποτε, πάνω σε βράχια ή δίπλα ή κάτω από το βράχο να έχει αλλάξει χρώμα παίρνοντας το χρώμα της γαλαζόπετρας ενώ το κεφάλι και τα μάτια του είναι κάτασπρα. Αν του ρίξεις τη σαλαγγιά με το δόλωμα, το πολύ να κουνήσει ένα του πλοκάμι και να σπρώξει μακριά το δόλωμα.

Είναι και αυτό ετοιμοθάνατο και αν το πιάσεις ούτε τρώγεται ούτε κάνει για λιάσιμο. Αυτά που καταθέτω για τη ζωή του χταποδιού και τη διάρκειά της, προκύπτουν από την πολύχρονη πείρα μου. Το χταπόδι αποτελείται από το κεφάλι του που χωρίζεται σε δυο μέρη στο κάτω μέρος με τα οχτώ πλοκάμια και το στόμα του και στο πάνω μέρος βρίσκονται τα μάτια του και τα φρύδια του. Τα φρύδια είναι δυο κομμάτια πέτσας που εξέχουν από το μέτωπο. Εσωτερικά ανάμεσα στα μάτια υπάρχει μια σκληρή μεμβράνη και μέσα εκεί υπάρχει το μυαλό του, όπως το λέγαμε εμείς οι χταποδάδες. Είναι το μόνο σημείο που όταν χτυπηθεί με ένα αιχμηρό αντικείμενο, το χταπόδι ψοφάει ακαριαία, αλλάζει χρώμα, παραλύει αμέσως και το μόνο που μπορεί να κάνει μέχρι να ακινητοποιηθεί είναι να κουνάει ελαφρά τις άκρες των πλοκαμιών του. Στο κεφάλι του είναι κολλημένη η κατσούλα, μια σακούλα που περιέχει όλα τα ζωτικά του όργανα. Μέσα εκεί υπάρχει το μελάνι, που σε ένα χταπόδι που ζυγίζει πέντε περίπου κιλά, το μελάνι έχει όγκο σαν τη γροθιά ενός ενήλικα και το σχήμα του είναι σαν της ανθρώπινης καρδιάς, γι αυτό κι εμείς θεωρούσαμε πώς μάλλον η καρδιά του ήταν. Όπως και να έχει όμως, το μελάνι είναι ένας μεζές πιο όμορφος και από το χαβιάρι για μερακλήδες μπεκρήδες. Στη μέση της «καρδιάς» του υπάρχει μια γουβίτσα που είναι σαν να την έχει πατήσει ανθρώπινο δάχτυλο. Εκεί υπάρχει ένα μαύρο υγρό που λέγεται μελάνι και σκεπάζεται με μια μεμβράνη που περικλείει και την υπόλοιπη καρδιά. Όταν το χταπόδι κινδυνεύει, φυσάει λίγο μελάνι και ο τόπος θολώνει, κάτι σαν καπνός πολεμικού καραβιού, ο βυθός γίνεται κατάμαυρος, ο εχθρός δεν έχει ορατότητα και αυτό εξαφανίζεται. Άλλο όργανο είναι η ταυτότητα του αρσενικού φύλου, ότι δηλαδή έχει ένας αρσενικός οργανισμός. Το θηλυκό όταν ζευγαρώσει, από τα τέλη του Μάρτη περίπου, αρχίζει να δημιουργείται μέσα στην κατσούλα του το αβγοτάρι, που μεγαλώνει ανάλογα με το βάρος του χταποδιού. Ένα χταπόδι πέντε με έξι περίπου οκάδες έχει ένα αβγοτάρι σαν ένα πιάτο της σούπας. Αυτά τα βγάζαμε από τις κατσούλες τους με πολύ προσοχή και τα λιάζαμε. Μετά από καμιά δεκαριά μέρες ήταν πιο ξερά και από την πέτρα και τότε το ρακί και το ούζο στη Χαλκιδική είχε τις δόξες του σε κατανάλωση ντόπιων αλλά και επισκεπτών. Άλλο γνώρισμα του θηλυκού είναι τα μαζάρια, οι βεντούζες ή τα βυζιά όπως τα λέγαμε που είναι πάνω στα πλοκάμια. Το θηλυκό όλα τα βυζιά του τα έχει ομοιόμορφα σε όλα τα πλοκάμια. Ξεκινούν ίδια από το στόμα του, που είναι στο κέντρο και μέσα μέρος και μεγαλώνουν σιγά-σιγά προς τη μέση των πλοκαμιών και μικραίνουν προς την άκρη και το τέλος κάθε πλοκαμιού. Στο αρσενικό στη μέση των πλοκαμιών περίπου υπάρχουν δυο-τρία βυζιά μεγαλύτερα απ’ όλα τα’ άλλα. (συνεχίζεται...) ερμιόνη 29


BIBH ΣΚΟΥΡΤΗ / ΣΟΦΙΑ ΜΕΛΛΟΥ - ΤΣΑΜΑΔΟΥ

Λευτέρης Μερτύρης, o καλοφαγάς και καλομάγειρας Μάγειρας, με παράδοση στη γεύση, από οικογένεια καλοφαγάδων που εμπλέκονταν στον κύκλο της γεύσης, με μαγειρικές αρχές - κληρονομιά, μεγαλωμένος στο μαγερειό των γονιών του μπαρμπα-Ιωσήφ Μερτύρη και της κυραΧριστίνας. O κυρ-Λευτέρης είχε σπουδάσει στη Γαλακτοκομική Σχολή των Ιωαννίνων. Για την παραγωγή των τυριών Λευτέρης Μερτύρης του συνεργάστηκε με τους γαλακτοπαραγωγούς Λογοθέτη, και Μέλλο (Σουρούνη), ενώ για τη δημιουργία γευστικών τυριών στο τυροκομείο του, έφερνε έμπειρο τυροκόμο από τα Τρίκαλα. Υπήρξε λάτρης του καλού φαγητού, των ντόπιων αγνών υλικών και κυρίως του «καλού βούτυρου». Εκτός από τυροκόμος, εργάστηκε για πολλά χρόνια υπηρετώντας με πάθος τη μαγειρική τέχνη και τη ζωή ως εστιάτορας σε μια δημιουργική σύνθεση του παρελθόντος με το παρόν, αξιοποιώντας την τεχνική που κληρονόμησε από τους γονείς του, όπως προαναφέραμε. Στα πατρικά του θεμέλια στο λιμάνι, στο εστιατόριο με την επωνυμία «ΚΑΣΤΡΙ», παρείχε προσωπική και οικογενειακή εξυπηρέτηση, αφού δίπλα του πάντα είχε την Κρανιδιώτισσα γυναίκας του Φωτούλα και όταν χρειαζόταν και τη βοήθεια των παιδιών του Χριστίνας, Ιωσήφ, Μαρίνας. Παλαιοτέρα το εστιατόριο ονομαζόταν «ΤΟ ΚΥΜΑ», λίγες μέρες πριν τα εγκαίνια και όταν ακόμα έστηναν τα τραπέζια και ο γυψοτέχνης Νιοτόπουλος κατασκεύαζε γύψινα γράμματα βαμμένα σε απομίμηση ξύλου, συνέβη το παρακάτω γεγονός. Ο Τάσος Γκολεμάς, είχε γυρίσει από το ψάρεμα και πήγαινε προς το σπίτι του με τη μάλλινη μπλούζα ριγμένη στον ώμο. Στάθηκε, χαιρέτησε και ρώτησε τους παρόντες: «Πώς θα το ονομάσετε, βρε παιδιά;» «Να, σκεφτόμαστε να το πούμε…» « Βγάλτε το ρε «ΚΑΣΤΡΙ», έτσι δε λέγαμε την Ερμιόνη παλιά;» Έτσι, έγινε ο νονός στην νεώτερη επωνυμία του εστιατορίου. Ό,τι έφτιαχνε ο κυρΛευτέρης με τα χέρια του ξεχώριζε, αλλά στο κοκκινιστό 30 ερμιόνη

κρέας ήταν άπιαστος. Το μυστικό του ήταν τα υλικά, το καλό βούτυρο και τα μπαχαρικά. Μπορεί επάνω του την ώρα του μαγειρέματος να είχε λαδιές, αλλά τα σύνεργα της κουζίνας και η καθαριότητα στο φαγητό ήταν επιβεβλημένο μέλημά του. Εμείς σάς παραθέτουμε τη συνταγή που μάς χάρισε μαζί με τις αναμνήσεις της, καθώς τα μάτια της άλλοτε χαμογελούσαν και άλλοτε υγραίνονταν, η γυναίκα του, η κυρα-Φωτούλα.

Κοκκινιστό μοσχαράκι «Νερόβραζε το μοσχάρι και έχυνε το πρώτο ζουμί με τους αφρούς. Στη συνέχεια το ροδοκοκκίνιζε στο καλό βούτυρο, έριχνε το κρεμμύδι και μικρά κρεμμυδάκια που είχε μπήξει πάνω τους γαρύφαλλα (μοσχοκάρφια), την κανέλα, το μπαχάρι και το έσβηνε με κρασάκι. Το έβραζε στην αρχή με λίγο νερό μέχρι να μαλακώσει και μετά έριχνε τη ντομάτα, για να μη σφίξει το κρέας. Συνέχιζε με ½ κουταλάκι ζάχαρη για να γίνει γλυκιά η σάλτσα του. Στο λεμονάτο κρέας έμπηγε μέσα σκελίδες σκόρδο». Θυμάμαι τον κυρ-Λευτέρη στις οικογενειακές και φιλικές συνευρέσεις τη μέρα της Λαμπρής στην Κουβέρτα, στο κτήμα του συμπέθερού μας, Κώστα Τσεγκή. Πρωτοστατούσε στις γεύσεις της χαράς, στις γιορτινές πασχαλινές γεύσεις, στο δέσιμο και το ψήσιμο του αρνιού, αλλά αποκλειστικότητά του ήταν το κοκορέτσι. Δυο μέρες νωρίτερα έπλενε σχολαστικά τις συκωταριές και τα έντερα γύριζοντάς τα με ιδιαίτερη επιδεξιότητα και τεχνική. Τα μαρινάριζε μέσα σε μαϊντανό, ρίγανη και αλατοπίπερο, για να φύγει η μυρωδιά. Παραμονή τα περνούσε στη σούβλα. Όταν το κοκορέτσι ψηνόταν, η γεύση του ήταν στο υψηλότερο σημείο της απόλαυσης, ήταν τότε που το φαγητό μετατρεπόταν από υλικό αγαθό σε άυλο. Δεν έλεγε τα μυστικά της νοστιμιάς του. Το τελευταίο του Πάσχα θέλοντας να μοιραστεί τα μυστικά της τέχνης του, μύησε σε αυτά τον Θοδωρή Μπουρίκα, αδελφό του γαμπρού του Γιώργου: «Έλα να σού μάθω, γιατί του χρόνου μπορεί και να μη ζω», του είπε. Ένας μικρός φόρος τιμής από εμάς, καταγραφείς των αφηγήσεων και αναμνήσεων, στον σπουδαίο μάγειρα, που για χρόνια τώρα στα γιορταΠάσχα στην Κουβέρτα στικά τραπέζια, η καρέκλα Λευτέρης Μερτύρης - Μίμης Σκούρτης του παραμένει άδεια…


ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΤΑΡΑΣ

Αποχαιρετισμός στον Μάκη (Νάκο) Φίλε, μαζί ξεκινήσαμε την επίγεια ζωή, καρποί της αγαπημένης γης της Ερμιόνης. Από την ίδια γειτονιά και από συγκυρία ομογάλακτοι το έτος 1933. Τα πρώτα βήματα στη γειτονιά βασταζόμενοι τρυφερά απ΄ τις μανάδες μας τα περπατήσαμε μαζί. Μαζί κολυμπήσαμε στα καταγάλανα νερά του Μπιστιού, παίξαμε, τραγουΜάκης Νάκος δήσαμε, πήγαμε μαζί στο Δημοτικό Σχολείο. Πριν καλά-καλά ο Μάκης προσαρμοστεί στο γήινο περιβάλλον, έχασε τον πατέρα του και δεκατριών χρόνων έμεινε ορφανός και από μάνα, με μόνη φροντίδα της αδελφής του Μαρίκας, αφού ο αδελφός του ταξίδευε με τα καΐκια. Η Μαρίκα το 1946 έφυγε στην Αμερική κοντά στον αδελφό της μάνας τους, για να μείνει ο Μάκης καλαμιά στον άνεμο. Τότε ήταν που ο Μάκης βρήκε τρυφερή αγκαλιά κοντά στην αδελφή της μάνας του, την κυρα-Αργυρούλα, στην οδό Βυζαντίου στη Ν. Σμύρνη, όπου παρακολούθησε το νυκτερινό Γυμνάσιο. Επισκεπτόταν την Ερμιόνη τις εορτές και τα καλοκαίρια, όπου επιδιδόταν στο ψάρεμα, στην αρχή με καλάμι και γαλαζόπετρα και αργότερα με ψαροντούφεκο, ώσπου με τον χρόνο εξελίχθηκε σε δεινό ψαροντουφεκά, που συνέχιζε και το χειμώνα στα παράλια της Αττικής. Μεγαλώνοντας ο Μάκης έγινε ένα ωραίο παλληκάρι και ως ήταν επόμενο ερωτεύτηκε τη γειτονόπουλα του, την Εμιλία, μια πολύ όμορφη κοπέλα στην οποία έδωσε και πήρε όση αγάπη του έλειψε στη νεανική ζωή του. Στη συνέχεια έπιασε δουλειά σε μια φαρμακαποθήκη, στην οδό Ξούθου, στην Αθήνα και αργότερα σε ξυλαποθήκη, όπου ειδικεύτηκε στην επιλογή ξυλείας κατάλληλης για έπιπλα, γυρνώντας όλη την ορεινή Ελλάδα. Το 1961 παντρεύτηκε στην Αγία Φωτεινή της Νέας Σμύρνης την αγαπημένη του Εμιλία και απέκτησαν μια όμορφη κόρη, τη Σοφία. Στις 25 Φεβρουαρίου του 1962, εκτελώντας μια παιδική υπόσχεση, με πάντρεψε στην Αγία Μαρίνα, στο Αστεροσκοπείο στο Θησείο. Τότε οι εποχές ήταν οικονομικά δύσκολες και ο Μάκης πήγε και βρήκε τον εφημέριο της εκκλησίας και τον παρεκάλεσε να τον χρεώσει με έξοδα τρίτης κατηγορίας. Ο εφημέριος έδειξε κατανόηση και του υπεσχέθη το μυστήριο να το εκτελέσει μόνος του, ώστε να μην επιβαρυνθεί ο λογαριασμός. Την ημέρα του γάμου στην Αθήνα λόγω συνεδριάσεως της Ιεράς Συνόδου, ευρίσκοντο ο Μητροπολίτης Λήμνου Παντελεήμων Μερτύρης, εξάδελφος της μάνας μου και ο Παντελεήμων Κα-

ρανικόλας, Μητροπολίτης Κορίνθου, οι οποίοι θεώρησαν σκόπιμο να επιτελέσουν το μυστήριο του γάμου οι ίδιοι, απροειδοποίητα. Όταν τελείωσε το μυστήριο, ο Μάκης πήγε στο γραφείο της εκκλησίας να ξοφλήσει τα οφειλόμενα, όπου συνάντησε έναν έξαλλο ιερέα να του λέει: - Κύριε, εσείς ήρθατε και με παρακαλέσετε ο γάμος, εάν είναι δυνατόν, να γίνει με κεριά, γιατί τα οικονομικά σας δεν επέτρεπαν πολυτέλειες και εσείς δεν σας έφτανε ένας, αλλά καλέσατε δύο δεσποτάδες! - Δεν το γνωρίζαμε, Πάτερ! Ψέλλισε μετά βίας ο Μάκης, κόβοντας την όρεξη του φωτογράφου, ο οποίος ήταν έτοιμος να φουσκώσει τον λογαριασμό των φωτογραφιών. Το 1980 το εμπόριο της ξυλείας δεν πήγαινε καλά και ο Μάκης κατέβηκε στο γραφείο μου στον Πειραιά, όπου και ανέλαβε τις δημόσιες σχέσεις της εταιρίας. Χρειάστηκε λίγο χρόνο, για να αποκτήσει την εμπιστοσύνη των υπηρεσιών του λιμανιού του Πειραιώς και να γίνει γνωστός ως ο Μάκης της Ερμιόνης Shipping. Είχε το χάρισμα της άμεσης επικοινωνίας με όλους τους συνανθρώπους του ανεξαρτήτου αξιώματος, από τον Λιμενάρχη και τον Διευθυντή των Δεξαμενών μέχρι τον τελευταίο τελωνιακό. Χαρακτηριστικό το ακόλουθο περιστατικό. Στη Δεξαμενή του Βασιλειάδη είχαμε πλοίο προς επιθεώρηση και θεώρησα λογικό να περάσω από τον Διευθυντή να κλείσω δεξαμενή για άλλο πλοίο την επομένη εβδομάδα. Ήταν Μάιος του 82 και ο Διευθυντής, χωρίς να με αξιώσει κάν του χαιρετισμού του, άνοιξε ένα Καθολικό και μου απήντησε: - Δεξαμενή, κ. Νοταρά, έχουμε τον Σεπτέμβριο! και έκλεισε το Καθολικό. Επέστρεψα στο γραφείο και έστειλα τον Μάκη να κλείσει τη δεξαμενή. Μόλις μπήκε ο Μάκης στο γραφείο του κ. Διευθυντού του είπε επιτιμητικά: - Ρε Μάκη, τι μου τον έστειλες αυτόν, για μάγκα; - Όχι, κ. Διευθυντά, ο κ. Νοταράς δεν αμελεί τις υποχρεώσεις του! Ο Μάκης ενδιαφερόταν για τα γενόμενα και δρώμενα της Ερμιόνη, όπως και ο ίδιος ομολογεί στη διήγηση του και καθημερινά έπαιρνε τηλέφωνο να μάθει τα νέα. Ακολούθως τα διαβίβαζε στη μάνα μου, η οποία τον έπαιρνε τηλέφωνο και του έλεγε: - Βρε Μάκη, τι νέα από το Καστρί, γιατί ετούτος ο δικός μου δε μου λέει τίποτα! Και ο Μάκης της τα «έσωνε» με κάθε λεπτομέρεια… Υπήρξε ακούραστος και καλοπροαίρετος, ποτέ δεν έλεγε όχι, ήταν δε και εξαίρετος μάγειρας. Κάποτε είχε έρθει στη Σιγκαπούρη και διέψευσε τη θεωρία ότι τα ψάρια από άλλες θάλασσες δεν είναι νόστιμα, κατά τον μάγειρα… Ο Μάκης και η γυναίκα του η Εμιλία υπεραγάπησαν την Ερμιόνη και τους ανθρώπους της και η επιθυμία τους ήταν στο δρόμο για την αιωνιότητα να περάσουν από εκεί… ερμιόνη 31


Πανέμορφος ερωδιός στον υδροβιότοπο «Ποτόκια». Φωτο: Ρίνα Λουμουσιώτη


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.