Ermionh 19

Page 1

Ερμιόνη

στην

άλλοτε και τώρα

ΤΕΥΧΟΣ 19 - Νοέμβριος 2016 Περιοδική έκδοση για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό και την κοινωνική ζωή της Ερμιόνης


περιεχόμενα σελ. 3 Εισαγωγικό σημείωμα ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΉ ΕΠΙΤΡΟΠΉ σελ. 4 Μεγάλες οικογένειες της Ερμιόνης. Η οικογένεια του Ιωάννου Δεληγιάννη ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ σελ. 6 Οι αγελάδες της Ερμιόνης ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ - ΒΕΛΛΕ σελ. 8 Βάρος γονικό ΠΕΤΡΟΣ EM. ΛΑΚΟΥΤΣΗΣ σελ. 9 Η απογραφή Grimani στην Ερμιόνη το 1700 κατά την περίοδο της Β’ Βενετοκρατίας (1686 - 1715). ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΐΑΣ σελ. 11 Ο Αθανάσιος (Ρούφος) Κανακάρης και η διαμονή του στην Ερμιόνη ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ σελ. 13 «Άγιοι Ανάργυροι και θαυματουργοί…» ΘΕΟΔΩΡΑ Ν. ΒΟΓΑΝΑΤΣΗ σελ. 15 Μια ματιά από το εξωτερικό στραμμένη προς …την Ερμιόνη ΕΛΛΗ AΓΓ. ΣΙΩΡΑ σελ. 16 Ανακοίνωση - Βραβείο Αριστείας "ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ" σελ. 17 Τα Ελληνικά Σχολεία (Σχολαρχεία) Κρανιδίου (Μάσητος) και Ερμιόνης Η ίδρυση και ο πρώτος χρόνος λειτουργίας τους ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ σελ. 18 Ο βαρελοποιός Θόδωρος Κανέλλης και η τύχη των βαρελιών ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ σελ. 21 Στην Παναγία μας ΜΑΡΙΚΑ ΚΑΝΕΛΛΗ - ΤΟΥΤΟΥΝΤΖΗ σελ. 22 Μια ράχη φορτωμένη! ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ-ΡΗΓΑ σελ. 23 Το χταπόδι (συνέχεια από το τεύχος 18) ΛΑΜΠΗΣ Π. ΠΑΥΛΙΔΗΣ σελ. 25 Η ζωή κι εγώ… Αυτοβιογραφώντας - ακροβατώντας - προχωρώντας... ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ Ν. ΗΛΙΟΥ σελ. 27 Στο πανηγύρι των Αγίων Αναργύρων ΕΛΕΝΗ ΔΑΚΗ - ΚΑΛΑΜΑΡΑ σελ. 28 Το γλυκό κουταλιού, κυδώνι ΒΙΒΗ ΣΚΟΥΡΤΗ / ΣΟΦΙΑ ΜΕΛΛΟΥ-ΤΣΑΜΑΔΟΥ σελ. 29 Ο Γέροντας Προκόπιος Μερτύρης (κατά κόσμον Ελευθέριος του Δημητρίου και της Σταματίνας εξ Ερμιόνης) ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΤΑΡΑΣ σελ. 30 Προκόπιος Μερτύρης (1929 - 2016) ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ-ΡΗΓΑ σελ. 31 Οι χαρές μας & οι λύπες μας

Εξώφυλλο: "ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΙΑ", Ψηφιδωτό Κώστα Γκάτσου (1948 - 2014)

2 ερμιόνη

Περιοδική Πολιτιστική Έκδοση ISSN 1792 – 6548 Α.Φ.Μ. 997635471 ΕΤΟΣ: Η΄ ΤΕΥΧΟΣ: 19 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2016 ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ Εταιρεία Μελετών Ερμιονίδας (Ε.Μ.Ε.) Υπεύθυνος κατά Νόμο Λίνος Γ. Μπενάκης Πρόεδρος Δ.Σ. της Ε.Μ.Ε. Συντακτική Επιτροπή Παρασκευή Σκούρτη Γιάννης Σπετσιώτης Κώστας Τσεφαλάς Επιμέλεια Έκδοσης Θεοδόσης Γκάτσος Τζένη Ντεστάκου Τηλέφωνο Επικοινωνίας Παρασκευή Σκούρτη 27540-31523 Ερμιόνη 210-4116650 Πειραιάς Σχεδιασμός – Εκτύπωση - Βιβλιοδεσία ARTION ΓΡΑΦΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ Τηλ.: 210-4831792


εισαγωγικό σημείωμα Αφήσαμε πίσω ένα ακόμα Ερμιονικό καλοκαίρι, στη διάρκεια του οποίου χαρήκαμε αξιόλογες πολιτιστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Πόλη μας. Οργανώθηκαν με επιτυχία από τους αρμόδιους φορείς του Δήμου σε συνεργασία με τοπικούς συλλόγους αλλά και μεμονωμένα πρόσωπα. Απολαύσαμε όμορφα και σπάνια καλλιτεχνικά δημιουργήματα και νοσταλγικά αφιερώματα, ζωντανές αποδείξεις, που υπενθυμίζουν ότι οποιαδήποτε επένδυση στον τόπο μας δεν γίνεται να μην εμπεριέχει τον πολιτισμό. Έτσι θεωρήσαμε ότι στο φθινοπωρινό μας τεύχος αξίζει να δοκιμάσουμε ακόμη ένα ταξίδι στον απέραντο πολιτισμικό μας πλούτο ξεκινώντας από τις αρχές του 5ου π.Χ. αιώνα, με το άρθρο για τις «Αγελάδες της Ερμιόνης» και συνεχίζοντας την περιήγησή μας σε γεγονότα της εποχής της Ενετοκρατίας και αργότερα της Επανάστασης, να καταλήξουμε σε κοντινά μας λαογραφικά ήθη και συνήθειες. Ελπίζουμε ότι το εύρος της θεματολογίας σε συνδυασμό με την πλούσια εικονογράφηση θα κάνει ευχάριστη την ανάγνωση και του παρόντος τεύχους. Τελικοί κριτές παραμένουν οι αναγνώστες μας, τα σχόλια των οποίων περιμένουμε πάντα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η Συντακτική Επιτροπή

Ευχαριστούμε θερμά τους παλιούς μας αρωγούς που ανανέωσαν τις συνδρομές τους όπως επίσης και τους νέους μας συνδρομητές και τακτικούς μας αναγνώστες. Με αλφαβητική σειρά ευχαριστούμε τις Κυρίες και Κυρίους: Βογανάτση Νίκο Βόντα Βασιλική Γανώση Ιωσήφ Ελευθερίου Κυριακή Κουτούβαλη Λάζαρο Λαζαρίδου Ηρώ

Λουμουσιώτη Αναστάσιο Μερτύρη Φωτούλα Ξενάκη Μαριάννα Παπαφράγκου Μιχάλη Σχοινά Αναστασία και Σχοινά Τάσο.

Σας υπενθυμίζουμε ότι εκτός από απευθείας καταβολή στην Κα Βιβή Σκούρτη, μπορείτε να στέλνετε την συνδρομή σας στον κάτωθι τραπεζικό λογαριασμό ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΡΜΙΟΝΙΔΟΣ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ: ΑΡΙΘΜΟΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ 385/001054-57 Τα ονόματα των νέων συνδρομητών μας θα δημοσιεύονται με αλφαβητική σειρά στο αμέσως επόμενο τεύχος. Ευχαριστούμε, επίσης, τον εκδότη του περιοδικού «Σπετσιώτικη Ηχώ» κ. Κώστα Κουλαλόγλου για την αδιάλειπτη αποστολή των εξαιρετικών εκδόσεων του και τις σχετικές αναφορές του στο περιοδικό μας. ερμιόνη 3


ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ

Μεγάλες οικογένειες της Ερμιόνης Η οικογένεια του Ιωάννου Δεληγιάννη Εγκαινιάζουμε στο τεύχος αυτό μία σειρά άρθρων για τις πιο γνωστές οικογένειες της Ερμιόνης, που έδωσαν στη μικρή, αλλά και στην ευρύτερη πατρίδα σημαντικούς παράγοντες της δημόσιας ζωής με πολλούς απογόνους έως σήμερα. Η σειρά δημοσίευσης γίνεται με βάση τα στοιχεία που διαθέτουμε. Θα ακολουθήσουν μόλις συγκεντρωθούν επαρκή στοιχεία, άρθρα και για άλλες οικογένειες. Για διορθώσεις και συμπληρώσεις θα είμαστε υπόχρεοι στους αναγνώστες μας, καθώς και για όποιες προτάσεις για νεότερες οικογένειες. Αρχηγέτης της οικογένειας Δεληγιάννη είναι ο Ιωάννης Εμμανουήλ Δεληγιάννης, που με τη σύζυγό του Παγώνα απέκτησαν εννέα παιδιά, από τα οποία διακρίθηκε σε πανελλήνιο επίπεδο ο Βασίλειος Δεληγιάννης (1887-1945), ως Δικηγόρος και Πολιτικός. Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής Αθηνών εργάστηκε αρχικά στα Μεταλλεία Ερμιόνης. Κατά τους βαλκανικούς πολέμους, όπου τραυματίστηκε σοβαρά, προσχώρησε στο Κίνημα της Θεσσαλονίκης του Ελευθερίου Βενιζέλου. Υπήρξε συνεκδότης της εφημερίδας «Νέα Ημέρα». Ακολούθησαν σπουδές στην Γαλλία. Το 1917 με την υποστήριξη του Εμμανουήλ Ρέπουλη, ο Βασίλειος Δεληγιάννης διορίστηκε Προσωπάρχης του Υπουργείου Οικονομικών με σημαντικές υπηρεσίες για την αναδιοργάνωσή του. Επί πρωθυπουργίας Αθανασίου Ευταξία (1924) συνέταξε έκθεση ως μέλος της Επιτροπής επί των Οικονομικών, η οποία δείχνει τις βαθύτατες γνώσεις επί των οικονομικών προβλημάτων του τόπου. Το 1925 ανέλαβε την διεύθυνση του έγκριτου «Οικονομικού Ταχυδρόμου» που κυκλοφορούσε κάθε εβδομάδα ως παράρτημα του «Ελευθέρου Βήματος». Βουλευτής Αθηνών εξελέγη ο Βασίλειος Δεληγιάννης στις εκλογές του 1928, 1933, 1935 και 1936. Χρημάτισε Υφυπουργός των Οικονομικών στην Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου (1929-1931). Επίσης Υπουργός Εσωτερικών και Πρόνοιας για μικρά διαστήματα. Κατά την Κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση με την οργάνωση ομάδας φυγάδευσης αξιωματικών στη Μέση Ανατολή. Διασώθηκε ως εκ θαύματος από την φυλάκισή του στο Χα-

Στο σπίτι του Μιχ. Δελληγιάννη, 29-6-1940: Ν. Σαρρής, Δ. Μάγκος, Γ. Γκάτσος, Πολυζώης

4 ερμιόνη


ΛΙΝΟΣ Γ. ΜΠΕΝΑΚΗΣ

ϊδάρι (1944). Η σύζυγός του Μαρίκα ανέπτυξε φιλανθρωπική δράση. Απέκτησαν δύο κόρες την Μάρθα και την Έφη, σύζυγο Σταματιάδη. Από το «Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν» του Ηλίου μεταφέρω τον αξιολογικό χαρακτηρισμό του: «Ο Βασίλειος Δεληγιάννης υπήρξε υπόδειγμα εργατικότητος, πραότητος, μετριοπαθείας και συνενέσας πολλάκις εις την κατασίγασιν των πολιτικών παθών. Λόγω των προσόντων του αυτών απελάμβανε πολλών συμπαθειών εκ μέρους αντιπάλων του, δείγμα δε τούτου είναι το ότι κατά την λαίλαπα των εκλογών της 5ης Μαρτίου του 1933 μόνον αυτός διεσώθη εις Αθήνας από το ψηφοδέλτιον των Φιλελευθέρων». Από τους άλλους γιους του Ιωάννη Δεληγιάννη ο Μιχαήλ με σύζυγο την Ευαγγελία Πετρολέκα διετέλεσε Δήμαρχος Ερμιόνης και υπηρέτησε ως Αξιωματικός στον Ελληνικό στρατό. Από την αδελφή της Ευαγγελίας, την Ζαχαρούλα, κατάγονται οι αδελφοί Μάκης και Νίκος Σαρρής. Ο τρίτος γιος του Ιωάννου Δεληγιάννη ο Γεώργιος, σταδιοδρό- Μιχάλης Δελληγιάννης μησε ως συμβολαιογράφος Θεσσαλονίκης. Ο γιος του Ιωάννης Δεληγιάννης (1920-1999) διετέλεσε καθηγητής του Αστικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με αξιόλογο διδακτικό και συγγραφικό έργο. Έχει τρεις κόρες, την Αγγελική,

καθηγήτρια της Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, την Χριστίνα επίσης Καθηγήτρια της Νομικής Σχολής στη Θεσσαλονίκη και την Έλσα Καθηγήτρια στο τμήμα Μ.Μ.Ε. στη Θεσσαλονίκη. Η αδελφή του Ιωάννου και κόρη του Γεωργίου Δεληγιάννη η Άννα Ράλλη, έχει δύο γιούς που σταδιοδρομούν ως Πρεσβευτές της Ελλάδος στο εξωτερικό και ακόμη μία κόρη τη Δανάη. Από τις κόρες του γεννήτορα Ιωάννου Δεληγιάννη η Σταματίνα σύζυγος του Ηλία Παπαδόπουλου είχε γιό της τον γιατρό Κώστα Παπαδόπουλο και κόρες της την Κική σύζυγο Μιχαήλ Μάγκου και την Αργυρώ σύζυγο Δημητρίου Ξενάκη. Παιδιά των Μάγκου ήταν ο Δημήτρης με τρία παιδιά και η Άργη Μάγκου (βλέπε το άρθρο της Άργης Μάγκου στο περιοδικό μας τεύχος 15/2014, σελ 16, με στοιχεία για τον κλάδο αυτόν της οικογένειας Δεληγιάννη). Η οικογένεια Μάγκου είναι οι κτήτορες και μεγάλοι δωρητές του ωραίου Ναού του Αγίου Γερασίμου, στο Κρόθι. Παιδιά της Αργυρώς είναι ο Λευτέρης (απεβίωσε) και η χαράκτρια Μαριάννα Ξενάκη, με μία κόρη και έναν γιο. Μία ακόμη κόρη του γεννήτορα Ιωάννη Δεληγιάννη ήταν η Ζηνοβία, σύζυγος Μιχαήλ Γκάτσου (νονά της Άννας Ψαρούδα-Μπενάκη). Παιδιά της: η Βενετία σύζυγος Θέμου Δραγώνα με τέκνα τους τη Μαρία και τον αποβιώσαντα Γιώργο Δραγώνα και ο Γιώργος Γκάτσος που έζησε στο Βέλγιο. ερμιόνη 5


ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ - ΒΕΛΛΕ

Οι αγελάδες της Ερμιόνης Έκπληξη και περιέργεια μου προκάλεσε ο ανωτέρω τίτλος σε δημοσίευμα που ανακάλυψα στο αρχείο του θείου μου, Απόστολου Γκάτσου. Επρόκειτο για μια εισήγηση - παρουσίαση του Γερμανού αρχαιολόγου Klaus Fittschen, διευθυντή τότε του εν Ελλάδι Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου, στο συνέδριο Πελοποννησιακών Σπουδών, το 1995. Το θέμα δεν μου ήταν άγνωστο, αντίθετα, μου ήταν ιδιαίτερα προσφιλές. Αντλώντας, λοιπόν, απ’ αυτό τα κύρια στοιχεία, δανείζομαι τον τίτλο, για να κινήσω το ενδιαφέρον και την περιέργεια των αναγνωστών.

Επιγραφή 1ης βάσης

6 ερμιόνη

Ποιες ήταν και πού βρίσκονταν οι αγελάδες της Ερμιόνης; Σμιλεμένες από άξιους τεχνίτες οι τέσσερες χάλκινες (ή ορειχάλκινες) αγελάδες ήταν αφιερωμένες στον ναό της Χθονίας Δήμητρας. Στέκονταν μεγαλόπρεπες πάνω σε ασβεστολιθικές βάσεις, όπως μαρτυρούν οι 4 οπές, όπου στερεώνονταν τα πόδια τους (γόμφοι), ενώ στη στενή πλευρά της βάσης ήταν χαραγμένα το όνομα του γλύπτη και η αφιέρωση του αναθέτη Ερμιονίτη. Πολύ γρήγορα οι άνθρωποι τις κατέστρεψαν, για να εκμεταλλευθούν τον ορείχαλκο, πολύτιμο μέταλλο. Οι βάσεις όμως, ισχυροί κυβόλιθοι, μαζί με άλλα αρχαία κομμάτια ενεπίγραφα με αναθήματα ή ψηφίσματα, που αφθονούσαν στον χώρο, αποδείχθηκαν κατάλληλο οικοδομικό υλικό για να χτιστεί στο Μπίστι το από Β. προς Ν. εγκάρσιο τείχος με τους πύργους του, που ένωνε τα δυο λιμάνια και έτσι οι Βυζαντινοί - Ενετοί να οχυρώσουν το Καστρί. Πρώτος, αναζητώντας αρχαίες επιγραφές, τις ανακάλυψε ο βάνδαλος άσπονδος φίλος μας (!) αββάς Φουρμόν εντοιχισμένες στο ενετικό - βυζαντινό τείχος. Γράφει ο ίδιος στον φίλο του, επίσης αρχαιοκάπηλο, Σέβιν, στις 22 Δεκεμβρίου 1729: «Ένα παλιό κάστρο, στη μέση του μικρού λόφου της χερσονήσου αυτής, στην οποία αναφέρεται ο Παυσανίας, ήταν χτισμένο, κατά τα λεγόμενα των ντόπιων κατοίκων, με ερείπια που προέρχονταν από τους ναούς και άλλα δημόσια κτήρια της Ερμιόνης. Αφού το επισκέφτηκα, διαπίστωσα ότι μάλλον οι άνθρωποι είχαν δίκιο και αποφάσισα να βάλω εργάτες να αφαιρέσουν πρώτα μερικές πέτρες, που υποπτευόμουν ότι θα ήταν γεμάτες επιγραφές. Βγήκε η πρώτη πέτρα και έκανε τις διπλανές να πέσουν. Εξεπλάγην όταν είδα ότι ήταν όντως γεμάτες επιγραφές». Δυο από τις επιγραφές αυτές δημοσιευμένες από τον Φουρμόν ήσαν επί αιώνες γνωστές σε όλους τους αρχαιολόγους. Όμως ο Μ. Jameson ανακάλυψε και τρίτη βάση εντοιχισμένη στον ναό του Αγίου Νικολάου και ανέγνωσε την επιγραφή της. Σήμερα επιμελώς ασβεστωμένη και σοβαντισμένη(!) δεν διακρίνεται πλέον… Η τέταρτη ενεπίγραφη βάση βρίσκεται ακόμα πεσμένη δίπλα στις άλλες μετά την κατάρρευση του ενετικού τείχους. Ο Michael Jameson, αρχαιολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Stanford, ο οποίος αφιέρωσε τη ζωή του στην ανασκαφή της αρχαίας πόλης των Αλιέων (1963-69), ήλθε στην Ερμιονίδα για πρώτη φορά το 1950 με τη σύζυγό του, ως μέλη της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών και διερεύνησε ολόκληρη την περιοχή. Οι παρατηρήσεις του θεωρούνται οι πλέον έγκυρες και γι’ αυτό όλοι οι μετέπειτα ερευνητές σ’ αυτόν ανατρέχουν και από αυτόν αντιγράφουν. Τις επιγραφές που μας ενδιαφέρουν με πλήθος παρατηρήσεων δημοσίευσε στο ετήσιο επιστημονικό περιοδικό της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών «Hesperia». (τ. 22ο, 1953) «Και οι 4 βάσεις είναι ανάθημα στη Δήμητρα Χθονία. Τις αφιέρωσαν τα μέλη μιας και μόνο οικογένειας που ανήκουν σε 4 συνεχόμενες γενεές. Οι επιγραφές είναι ευανάγνωστες, δεν θα πρέπει όμως να παραβλέψουμε, ότι μεμονωμένα γράμματα έχουν καταστραφεί με το πέρασμα του χρόνου και ότι η καταστροφή συνεχίζεται σταθερά» (Fittcshen). Η πρώτη αγελάδα, η αρχαιότερη, των αρχών του 5ου αιώνα, είναι αφιέρωμα του Ερμιονίτη Αριστομένη (γιου του Αλεξία) και έργο του Αργείου γλύπτη Δωρό-


ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ - ΒΕΛΛΕ

θεου. Στην αφιέρωση χρησιμοποιήθηκε το αργείτικο αρχαιοελληνικό αλφάβητο. Προσέξετε το Χ που γράφεται ως Ψ (ΨΘΟΝΙΑ) και το Ξ σημειώνεται ως + (ΑΛΕ+ΙΑ).

νάρχη Αλεξία, ήσαν εκτροφείς βοδιών και η θυσία ξεχωριστών ζώων τους στη ετήσια γιορτή της Δήμητρας ήταν ιδιαίτερα τιμητική γι’ αυτούς. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η αναφορά μας στους γλύπτες. Ο Πολυκλής και ο Ανδροκύδης δεν μας είναι γνωστοί. Όμως ο χαλκοπλάστης Δωρόθεος, που ήλθε από το Άργος, είναι γνωστός και από άλλο έργο του στους Δελφούς. Όσο για τον Κρησίλα, (γλύπτη της δεύτερης αγελάδας) ανήκει στους επιφανέστερους αρχαίους τεχνίτες. Η καταγωγή του ήταν από την Κυδωνία της Κρήτης1. Σταδιοδρόμησε στην Αθήνα του χρυσού αιώνα, ήταν φίλος του Περικλή και συνεργάτης, πιθανόν, του Φειδία στα έργα της Ακρόπολης. Δικό του έργο ήταν η χάλκινη προτομή του Περικλή με την περικεφαλαία, πολύ γνωστή από μαρμάρινα αντίγραφα, ένα εκ των οποίων βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο2. Ήταν μεγάλη τιμή για τον Ερμιονίτη Αλεξία να κατασκευάσει ο Κρησίλας την αγελάδα που αφιέρωσε στη Δήμητρα! Ο Jameson υποστηρίζει ότι με το ίδιο του το χέρι ο γλύπτης είχε σκαλίσει το ανάθημα και την υπογραφή.

Μένει ακόμα ένα ερώτημα: Είμαστε βέβαιοι ότι στις 4 οπές των βάσεων στηρίζονταν αγελάδες και όχι άλλα ζώα, π.χ. άλογα; Ναι, είμαστε βέβαιοι! Καμιά μαρτυρία δεν υπάρχει για Η δεύτερη, νεότερη, σμιλεμένη από τον γλύπτη Κρησίεκτροφή αλόγων, αρματοδρομίες κ.λπ. στην αρχαία Ερμιλα τον Κυδωνιάτη, αφιερώνεται από τον Αλεξία, (γιο του όνη. Αντίθετα, υπάρχει η σαφής περιγραφή του Παυσανία, Λύωνα) πιθανό ανιψιό του Αριστομένη, και χρησιμοποιγια τη θυσία τεσσάρων αγελάδων από τέσσερες ηλικιωμέείται το αλφάβητο της Αίγινας. Παρατηρείστε ότι εδώ το νες ιέρειες στον ναό της Χθονίας Δήμητρας που ιδιαίτερα, σύμβολο Χ γράφεται και ως Χ αλλά και ως Ξ (ΧΘΟΝΙΑ, καθώς φαίνεται, τον εντυπωσίασε. ΑΛΕΧΙΑΣ). Και στις δυο αυτές επιγραφές, που είναι οι Το βόδι και η αγελάδα είναι κατεξοχήν ζώα για τις γεαρχαιότερες, το πνεύμα της δασείας σημειώνεται ως Η ωργικές εργασίες και επομένως σχετικά με τη Δήμητρα, (HERMIONEYΣ). τη Θεά της γης και προστάτιδά τους. Ακόμα και το όργανο Την τρίτη αφιέρωσε ο Κλενάγορος και την τέταρτη ο που οι τέσσερες «γράες» Εύφορος, πιθανόν αδέλχρησιμοποιούσαν για τη ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ ΑΝΑΘΕΤΩΝ (JAMESON) φια, παιδιά του Λύωνα, σφαγή, το δρεπάνι, το εγγόνια του αναθέτη της ΑΛΕΞΙΑΣ γεωργικό εργαλείο της δεύτερης βάσης. συγκομιδής των σιτηΟ Jameson παρουΛΥΩΝ ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ (1) ρών, του θερισμού, σχεσίασε σχηματικά τις τίζεται με τη θεά. συγγενικές σχέσεις των ΑΛΕΞΙΑΣ (2) Για τη θυσία αγελάτεσσάρων αναθετών, δων στη Χθονία Δήμησχεδιάζοντας μάλιστα ΛΥΩΝ τρα γράφει και ο Ρωμαίκαι το γενεαλογικό τους ος Κλαύδιος Αιλιανός, δένδρο. Ο Fittchsen τον 3ο μ.Χ. αι. στη «Φυυποθέτει ότι οι δωρητές, ΚΛΕΝΑΓΟΡΟΣ (3) ΕΥΦΟΡΟΣ (4) σική Ιστορία» του: «Την η οικογένεια δηλ. του γεΕπιγραφή 2ης βάσης

3. Πιθανόν το όνομά του να είναι «καλλιτεχνικό ψευδώνυμο», σύνθετο από το Κρης και λας = λίθος (=ο Κρητικός λιθοξόος). 2. Η χάλκινη προτομή του Περικλή, έργο του Κρησίλα, εικονιζόταν στα παλιά μας 20δραχμα κέρματα.

ερμιόνη 7


ΗΡΑ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗ - ΒΕΛΛΕ

Χάλκινο ερμιονίτικο νόμισμα ρωμαϊκής εποχής (202-205 μ.Χ.)

Δήμητρα Ερμιονείς σέβουσι και θύουσιν αυτή μεγαλοπρεπώς τε και σοβαρώς. Μεγίστας ουν ακούω βούς υπό της ιερείας της Δήμητρος άγεσθαί τε προς τον βωμόν εκ της αγέλης και θύειν εαυτάς παρέχειν». Η δύναμη της γηραιάς ιέρειας και η υποταγή του μεγαλόσωμου ζώου την ώρα της θυσίας ήσαν σημάδια

της δύναμης της θεάς. Ακόμα μια επιβεβαίωση της θυσίας των αγελάδων είναι το χάλκινο ερμιονίτικο νόμισμα ρωμαϊκής εποχής (202-205 μ.Χ.), που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο και απεικονίζει έναν άνδρα που οδηγεί μια αγελάδα στον βωμό για θυσία3.

Πώς όμως ήσαν τοποθετημένες οι βάσεις αυτές με τα αγάλματα των τεσσάρων αγελάδων; Ο Fittcshen, παρατηρώντας προσεκτικά τα ίχνη, υποθέτει ότι τα τέσσερα αγάλματα των αγελάδων ήσαν τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο, αντικριστά, ανά δύο, κοιτάζοντας τον θεατή, σαν τα άλογα σε ένα τέθριππο άρμα. Στο δημοσίευμά του ο Γερμανός αρχαιολόγος καταλήγει: «Ο επισκέπτης καταλαμβάνεται από ένα ιδιαίτερο συναίσθημα, όταν σταματήσει μπροστά στις τρεις μνημειώδεις βάσεις με τις υπογραφές κλασικών γλυπτών, την ώρα που περιδιαβαίνει το ωραίο πάρκο της χερσονήσου Μπίστι. Λόγω της μεγάλης σημασίας αυτών των μνημείων, όσον αφορά την ιστορία της ελληνικής τέχνης και της θρησκείας, θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου κανείς να σκεφθεί, αν δεν θα ήταν καλύτερα να μεταφέρει τις βάσεις σε ένα Μουσείο, όπου θα προστατευθούν αποτελεσματικότερα…». Είναι, λοιπόν, εξαιρετικά σημαντικά έργα οι κυβόλιθοι-βάσεις, που χωρίς τις αγελάδες τους «αναπαύονται» σήμερα, χορταριασμένοι, στη βάση του ενετικού πύργου! Εμείς τους προσπερνούμε αδιάφοροι, ενώ η μάνα γη, αιώνες τώρα, υπομονετικά τους κρατά στην αγκαλιά της…

3. Γλυπτά που εικονίζουν αγελάδες δεν ήσαν μόνο αυτά της Ερμιόνης. Πασίγνωστη στην αρχαιότητα ήταν η «αγελάδα του Μύρωνα», ανάθεμα του σπουδαίου καλλιτέχνη στον Παρθενώνα. Ήταν φτιαγμένη με τέτοια φυσικότητα που… «ένα μοσχαράκι ήθελε να την θηλάσει, ένας ταύρος να την βατέψει, ένας γεωργός να την ζέψει στο αλέτρι του, μια αλογόμυγα να την τσιμπήσει….», σημειώνεται σε ανέκδοτο της εποχής. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Βεσπασιανός, κατά την πάγια συνήθεια των Ρωμαίων, τη μετέφερε στη Ρώμη και έτσι δεν έχουμε κανένα της αντίγραφο. Ο Fittschen αναφέρει ακόμα τις 12 αγελάδες του Αργείου γλύπτη Φράδμωνα, αφιερωμένες, ως λάφυρα, στο ιερό της Αθηνάς Ιτωνίας, στη Θεσσαλία. Βάση - Αφιέρωμα στο Μπίστι

ΠΕΤΡΟΣ EM. ΛΑΚΟΥΤΣΗΣ

Βάρος γονικό Εγώ που έζησα στα σπίτια των φτωχών κι η μοίρα μου με είχε το δικό της αποπαίδι, αντράκι μόλις γίνηκα δεκατριών χρονών, μ’ έστειλαν σε δούλεψη, τ’ ανέμου ψυχοπαίδι.

Τους φίλους πόντο μέτρησα και τα μεγάλα αμπάρια και με φουρτούνες βούτηξα σε αύρες δροσερές και τους εχθρούς αγνάντεψα και τα μεγάλα ψάρια μακριά από έχθρες θύμησες και λέξεις φιλικές.

Ποτέ δεν κιότεψα μπροστά σε άλλων απειλές και ούτε έσκυψα δειλά το δόλιο μου κεφάλι, το αλμυρό ψωμί σεβάστηκα γυρνώντας τις ακτές στη θάλασσα δεν κιότεψα, την άλλη παραζάλη.

Κι αν η ψυχή μου ερείπια παλιάς Βασιλικής σε κόσμους αξημέρωτους εγώ ήμουν της πατρίδας λειμώνας, όπου ξαγρυπνά αστείρευτης πηγής αδράχτι, όπου κένταγε με χρώματα αχτίδας.

Τα ρούχα μου κι αν σάρωσαν αρμύρα και βροχές δε ζήτησα απονεριά στου κόσμου το κοπάδι, πλάφι με σκέπαζε ριχτό σε ξένες ξαστεριές, να μη γενώ των ξαφνικών ανέμων το ρημάδι.

Στη πλάτη βάρος γονικό αυτό με κυβερνά και έτοιμος όπου πρέπει τώρα να σαλπάρω έχω την τέντα ξομπλιαστή κι ανοιχτά πανιά και ένα διάκι ξέφρενο με πάει σ’ άλλα μέρη. Από την ποιητική συλλογή «ΣΤΙΛΒΗ»

8 ερμιόνη


ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΐΑΣ

Η απογραφή Grimani στην Ερμιόνη το 1700 κατά την περίοδο της Β’ Βενετοκρατίας (1686 - 1715) Η απογραφή του 1700 σε όλη την Πελοπόννησο είναι μια αξιόπιστη σε γενικές γραμμές Βενετική προσπάθεια, που έγινε κατά την περίοδο του Franceso Grimani (Φραντζέσκου Γκριμάνη), Γενικού Προβλεπτή του Βασιλείου του Μορέως. Πριν, όμως, φθάσουμε στο 1700, κρίνεται σκόπιμο να κάνουμε ένα flash back (αναδρομή στο παρελθόν) επισημαίνοντας τα πληθυσμιακά δεδομένα της Πελοποννήσου. Έτσι, λοιπόν, στις αρχές του 13ου αιώνα ο πληθυσμός δεν ήταν πολυάριθμος, ενώ η κοινωνική και οικονομική ισορροπία είχε κλονιστεί από την φράγκικη κατάκτηση του 1209 έως τα μέσα του 14ου αιώνα, όπου σημειώθηκαν σημαντικές ανακατατάξεις και καταστροφές. Οι απώλειες, που προκλήθηκαν από τις συνεχείς στρατιωτικές επιχειρήσεις αντισταθμίζονταν προς τα τέλη του 14ου έως τις αρχές του 15ου αιώνα από την εγκατάσταση Αρβανιτών αποίκων των βυζαντινών Δεσποτών του Μυστρά. Οι Βενετοί και οι Φράγκοι δεν κατάφεραν να προσελκύσουν μετανάστες εξαιτίας πολλαπλών δυσκολιών του Φράγκικου Πριγκιπάτου1. Επακολουθούν τα κρούσματα της επιδημίας της μαύρης πανώλης, με τα πρώτα κρούσματα να χρονολογούνται από το 1347 στη Μεθώνη και την Κορώνη. Οι πληροφορίες διάδοσης της επιδημίας στην Πελοπόννησο είναι λιγοστές και η ανεπάρκεια στοιχείων εξουδετερώνει κάθε απόπειρα εκτίμησης των καταγραφών. Η Πελοπόννησος γνώρισε μια νέα περίοδο, με τη διείσδυση των Αρβανιτών, που ως πεπειραμένοι βοσκοί επέλεγαν τους κατάλληλους τόπους για κτηνοτροφικό κατάλυμα. Επακολούθησε η κατάκτηση της Πελοποννήσου από τους Τούρκους όχι αστραπιαία, ούτε καθολικά και ομοιόμορφα, γιατί κάποιες περιοχές επέζησαν για μερικές δεκαετίες, όπως συνέβη με το Ναύπλιο, την Ερμιόνη, το Θερμήσι, τη Μονεμβασία και κάποιες άλλες επαρχίες, ανάλογα με το συσχετισμό δυνάμεων και τις διπλωματικές σχέσεις Τούρκων και Βενετών. Τον 16ο αιώνα παρουσιάστηκε μια δυναμική δημογραφία, ενώ τον 17ο αιώνα σημειώθηκε κάμψη της ελπιδοφόρας εξέλιξης. Πάντως οι γνώσεις μας για τη δημογραφία και την οικονομία των Ελληνικών τόπων και κυρίως της Πελοποννήσου από το 1529/1530 έως το 1685 (έναρξη Β’ Ενετοκρατίας) βρίσκονται σε εμβρυακή μορφή, γιατί οι αριθμοί για τον πληθυσμό παρουσιάζουν ένα κενό ενάμιση αιώνα, δεδομένου ότι κατά τον 17ο αιώνα εμφανίστηκε πανώλης και πάλι στην Πελοπόννησο. 1. Παναγιωτόπουλου Βασίλη, «Πληθυσμοί και οικισμοί της Πελοποννήσου (13ος - 18ος αιώνας)», Μετάφραση Μαρίας Αγριαντώνη, Έκδοση Ιστορικού Αρχείου Εμπορικής Τράπεζας 2. ό.π. Τοπογραφικό σχέδιο τμήματος της περιφέρειας Ερμιόνης και των περιχώρων. Από Βενετικό κατάστιχο (catastico) του 1700.

ερμιόνη 9


ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓ. ΗΣΑΐΑΣ Ύστερα από όλη αυτή την και νεότερες ηλικίες, δήλωιστορική αναδρομή φθάνουμε ναν στους Βενετούς μικρότερη στην απογραφή του προνοητή ηλικία, γεγονός που αύξησε το (διοικητή) Grimani το 1700, δυναμικό της πρώτης ομάδας. που ανεβάζει το συνολικό Τούτο ερμηνεύεται από τη δυπληθυσμό της Πελοποννήσου σπιστία των κατοίκων έναντι στις 176.844 συνολικά. της Βενετικής διοίκησης και Οι Βενετοί χώρισαν την Πεμ’ αυτόν τον τρόπο ήθελαν να λοπόννησο σε τέσσερα μεγάλα αποφύγουν μια ενδεχόμενη διαμερίσματα (provincie) διοιστρατιωτική θητεία ή κάποιες κήσεις: α. της Ρωμανίας, β. της δύσκολες υπηρεσίες, υποχρεΜεσσηνίας, γ. της Αχαΐας και Το ζευγολατιό Ομίνι. Από Βενετικό κατάστιχο (catastico) του 1700. ωτικές στον νεανικό κόσμο δ. της Λακωνίας. Το διαμέριτων 20 - 40 ετών. Η καταγραφή σμα της Ρωμανίας (Provincie των γυναικών φαίνεται ελλιdi Romania) με έδρα το Ναύπλιο είχε 5 territorii (επαρπής και όχι πλήρης, είτε από αδιαφορία ή υπήρχαν και χίες) και 2 Giurisdioni (περιοχές). Στο διοικητικό τμήμα γυναίκες, που ήταν έξω από τον κύκλο της αναπαραγωτης περιοχής Θερμησίας υπήρχαν 10 οικισμοί. Ένας από γής, χωρίς οικονομικό υπόβαθρο και ζούσαν κάπως πετους οικισμούς αυτούς ήταν και η Ερμιόνη, όπου στην ριθωριακά3. απογραφή του 1700 είχε τρεις εφημερίους: Κατά τη Βενετοκρατία στην Ερμιόνη ή Καστρί πάνω • Τον παπα- Δημήτρη Λαδά με 29 οικογένειες, από το μισό της καλλιεργήσιμης γης χρησιμοποιούνταν • τον παπα- Νικόλα Καλιφίκουρα, με 37 οικογένειες στην παραγωγική διαδικασία. Συνάμα διαπιστώθηκε και ότι στο Καστρί (Ερμιόνη) βρέθηκαν οικογένειες από την • τον παπα - Γιάννη Σούλη με 37 οικογένειες. Εύβοια και την Κρήτη, που ασχολούνταν συστηματικά Σύνολο οικογενειών: 103 με την καλλιέργεια αμπελιών. Βρίσκουμε, ακόμη, τον Μichael Baccio με την ομάδα του, που έλαβαν 10 χωράΣτην Ερμιόνη κατοικούσαν κατά ηλικία, σύμφωνα με φια, τον Σταμάτη Σάκκου με μια μεγάλη ομάδα και μια την απογραφή. οι παρακάτω: άλλη ομάδα εποίκων με αρχηγό τη Μαρουδίτσα, κόρη του 99 άρρενες έως 16 ετών 87 γυναίκες έως 16 ετών Γιωργάκη Καρκασλάνη, που έλαβε 78 χωράφια με 753 38 άρρενες από 16 - 30 ετών 40 γυναίκες από 16 - 30 ετών στρέμματα4. 39 άρρενες από 30 - 40 ετών 37 γυναίκες από 30 - 40 ετών Στην περιφέρεια Ερμιόνης σύμφωνα με το ιδιωτικό Αρχείο της οικογένειας Grimani, που φέρει τον τίτλο 33 άρρενες από 40 - 50 ετών 09 γυναίκες από 40 - 50 ετών «Archivio Grimani dai Servi», αναφέρεται ότι υπήρχαν 05 άρρενες από 50 - 60 ετών 13 γυναίκες ηλικιωμένες 72 καλύβες (συνήθως καλαμένιες) σε αγροτικές περιοχές 08 άρρενες ηλικιωμένοι της Ερμιόνης, ενώ στον κάμπο και στα Β.Δ. από την κωμόπολη υπήρχε το ζευγολατιό Ορλέντι με το παλαιό πηΣύνολο ανδρών: 222 Σύνολο γυναικών:186 γάδι, με κατεύθυνση προς το Καταφύκι και βόρεια από το Ασπροβούνι (στην περιοχή που εκτείνεται από τις τοποΟ συνολικός αριθμός ανδρών και γυναικών ήταν θεσίες με τα τοπωνύμια Κορύτα – Λουμαριά και στη συνέ408 (με την επισήμανση ότι υπήρχε ελλιπής καταγραφή χεια Ορλέντι). Για το ζευγολατιό αυτό έχουμε αναφερθεί γυναικών από αμέλεια, ενώ δεν είναι σίγουρη η καταγρακαι σε προηγούμενο άρθρο του Περιοδικού5. φή στους αγροτοποιμενικούς συνοικισμούς με τις καλύΣυνάμα το 1700 υπήρχε και το ζευγολατιό Ομίνι, ένας βες). άλλος αγροτοποιμενικός συνοικισμός με αγροικίες στη Ενδιαφέρον, πάντως, προκαλεί η διακύμανση της αναπερίοδο της Βενετοκρατίας, βόρεια της Ερμιόνης, με καλογίας αρρένων σε ορισμένες ηλικίες. Οι διαφορές που τεύθυνση προς το Μαυροβούνι και δυτικότερα από την διαφαίνονται υπακούουν σε κάποια λογική. Ο μεγαλύτεαπόληξη του βουνού Κρόθι. Σήμερα στην τοποθεσία αυτή ρος αριθμός είχε συγκεντρωθεί στην ομάδα από την ηλιβρίσκεται το παλαιό πηγάδι στο πλάτωμα του κάμπου κία 0 - 16 ετών, δηλ. περίπου το ήμισυ των δηλωθέντων. και ολόγυρα υπάρχουν ελαιώνες. Από την περιοχή αυτή Στις επόμενες δύο ομάδες από 16 - 30 και 30 - 40, ο μέπερνούσε παλαιότερα ο αγροτικός δρόμος Ηλιοκάστρου – σος όρος των ανδρών είναι πολύ κατώτερος του γενικού Κρανιδίου. μέσου όρου, ενώ στις μεγαλύτερες ηλικίες ο αριθμός έχει κατέβει αρκετά χαμηλά. Προφανώς στις παραγωγικές 3. Παναγιωτόπουλου Βασίλη, «Πληθυσμοί και οικισμοί της Πελοποννήσου (13ος - 18ος αιώνας)». 4. Peter Topping Peloponnesus: The land and the people under Venetian rule (1685-1715), Regional variation in modern Greece and Cyprus: σελ. 98-99. 5. Κωνσταντίνου Ντόκου, «Η εν Πελοποννήσω εκκλησιαστική περιουσία κατά την περίοδο της Β’ Ενετοκρατίας (1971-1974)».

10 ερμιόνη


ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ

Ο Αθανάσιος (Ρούφος) Κανακάρης και η διαμονή του στην Ερμιόνη

Ο Αθανάσιος (Ροόφος) Κανακάρης καταλαμβάνει την Πάτρα. Έργο του Πέτερ φον Χες

Σπουδαίες προσωπικότητες που έλαβαν μέρος στον αγώνα «υπέρ της ανεξαρτησίας του έθνους» παρέμειναν για μεγάλο ή μικρό χρονικό διάστημα στην Ερμιόνη ή στο βιλαέτι του Κάτω Ναχαγέ, όπως λεγόταν τότε η επαρχία Ερμιονίδας. Έδρασαν στα μέρη μας και συμμετείχαν στα διάφορα γεγονότα, αφήνοντας το αποτύπωμά τους ανεξίτηλο στην τοπική μας ιστορία. Στο άρθρο μας αυτό θα επιχειρήσουμε να «συναντηθούμε» με τον Πατρινό πολιτικό και προεστό Αθανάσιο Κανακάρη, που είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση του 1821 και το όνομά του συνδέθηκε με την πόλη μας. Ο Αθανάσιος (Ρούφος) Κανακάρης ήταν γιος του Μπενιζέλου (Ρούφου) και της Αγγελικής (Κανακάρη).1 Γεννήθηκε το 1760 στην Πάτρα και από τα νεανικά του χρόνια, αν και έλαβε σημαντική μόρφωση, ασχολήθηκε με το εμπόριο της σταφίδας συνεχίζοντας έτσι την οικογενειακή παράδοση. Το 1785 εκλέχθηκε Προεστός της επαρχίας Πατρών. Το 1816 φυλακίστηκε από τον τότε Πασά του Μοριά στο σπίτι του Αναστάσιου Δεληγιάννη στην Τρίπολη, επειδή, αντιστάθηκε στην παράνομη φορολογία της ταφής των νεκρών. Δραπέτευσε, όμως, και έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε αρκετά χρόνια και καθώς φαίνεται εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Παναγιώτη Σέκερη. Με την έναρξη της επανάστασης του 1821 οι Τούρκοι εξέδωσαν φιρμάνι για τη σύλληψη και τον θάνατό του. Κρύφτηκε όμως έγκαιρα στη Ρωσική Πρεσβεία στην Πόλη, έλαβε μέρος στην αποτυχημένη πολιορκία της και στη συνέχεια, με υδραίικο πλοίο, δραπέτευσε κι έφτασε στην Πάτρα, Με ψήφισμα της Α΄ Εθνοσυνέλευσης την 15η Ιανουαρίου 1822 εκλέχθηκε Αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού Σώματος με Πρόεδρο τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο αναπλήρωνε κατά τα μεγάλα διαστήματα της απουσίας του. Στις 22 Ιανουαρίου του 1822 ο Α.Κ. κατέβαλε υπέρ του αγώνα 20.000 γρόσια. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1822 οι πρόκριτοι της Ύδρας απευθυνόμενοι προς την «Υπερτάτην Προσωρινήν Διοίκησιν της Ελλάδος» μεταξύ άλλων πρότειναν «να μετατοπισθεί η διοίκησις εις το Καστρίον…», πρόταση την οποία η Προσωρινή Διοίκηση απεδέχθη. Έτσι, στις 29 Σεπτεμβρίου 1822 με έγγραφο της Διοίκησης που υπογράφει ο Αθανάσιος Κανακάρης έρχεται στην Ερμιόνη ο βουλευτής Χατζηκυριαζής Αναγνώστου, για να συναντήσει τον ηγούμενο της Μονής των Αγίων Αναργύρων Μακάριο Μπουφογγέλη και να τον παρακαλέσει να ετοιμαστούν κατοικίες, για την παραμονή των μελών και του προσωπικού της Κυβέρνησης.2 Την 1η Οκτωβρίου 1822 οι Πρόκριτοι της Ύδρας ενημερώνονται για την εγκατάστασή τους στην Ερμιόνη με σχετικό έγγραφο της Διοίκησης, σταλθέν από την πόλη μας. Στο διάστημα τεσσάρων μηνών και εννέα ημερών (1-10-1822 έως 9-2-1823) που παρέμεινε η «προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος» στην Ερμιόνη τα περισσότερα εκδοθέντα έγγραφα φέρουν την υπογραφή του Αντιπροέδρου της, Αθανασίου Κανακάρη. Πολλά έχουν διασωθεί και βρίσκονται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Σ’ ένα απ’ αυτά, με ημερομηνία 29 Δεκεμβρίου 1822, ο Α.Κ., ως Αντιπροέδρος της «Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδος», απευθύνεται «προς απαξάπαντας τους κατοίκους της Πελοποννήσου» και τους προειδοποιεί «κατά χρέος» όλους «πολεμικούς ή πολιτικούς περί της παρούσης καταστάσεως» του αγώνα και περί της ανάγκης … «να αφήσετε τα τζάβαλα των εχθρών και να ορμήσετε κατά των εν Κορίνθω τυράννων… Ότι (αν μη δώη Κύριος) συμβεί η δυστυχία μας, όλος ο κόσμος θα σας κατακρίνει ωσάν όπου δεν 1. Βλέπε σχετικό μας άρθρο στους τοπικούς ιστότοπους, «Γεώργιος Ιωαν. Μίλησης» (5-12-2015) 2. Αρχεία Κοινότητας Ύδρας, τόμος 4ος - σελ. 512

ερμιόνη 11


ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ εθελήσατε να εξοδεύσετε ολίγα διά να φυλάξητε τα πολλά, τα τέκνα σας, τα γυναίκας σας, τους γονείς σας, την Πατρίδα, την πίστιν και την ζωήν σας…».3 Τις πρώτες ημέρες του Ιανουαρίου του 1823 ο Α.Κ. αρρωσταίνει και στις 14 του ίδιου μήνα αφήνει την τελευταία του πνοή στην Ερμιόνη. Ο θάνατός του αποδόθηκε σε δραστικό φάρμακο, που περιείχε 16 κόκκους εμετικής τρυγός (κατακάθι της λάσπης του κρασιού) και το οποίο φαίνεται να ήπιε εμπιστευόμενος τον προσωπικό του γιατρό, Ιωάννη Κωλέττη. Πολλοί υποστήριξαν ότι δηλητηριάσθηκε απ’ αυτόν, καθώς υπήρξε και πολιτικός του αντίπαλος. Ο Χιώτης γιατρός Ιωάννης Χρυσοβελώνης, που εκείνη την εποχή βρισκόταν στην Ερμιόνη, δήλωσε χαρακτηριστικά για τον θάνατο του Α.Κ. ότι: «…εφαρμακώθη ο άνθρωπος!». Ο ιστορικός Δ. Κόκκινος, ωστόσο, απορρίπτει τη δήλωση αυτή ως κακόβουλη, θεωρώντας ότι προήλθε εσκεμμένα από τους πολιτικούς αντιπάλους του Ιωάννου Κωλέττη. Την ίδια ημέρα αναλαμβάνει Αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού ο Ιωάννης Ορλάνδος, ο οποίος ανακοινώνει τον θάνατο του Α.Κ., καθώς και τις τιμές που θα αποδοθούν στον νεκρό.4 Την προσωπικότητα του Α.Κ. εξήρε και ο Υπουργός των Εσωτερικών Ιωάννης Κωλέττης, με την από 15 Ιανουαρίου 1823 ανακοίνωσή του προς τους πανευγενεστάτους προκρίτους της Ν. Ύδρας, εκδοθείσα εις Ερμιόνην.5 Η ταφή του Α.Κ. έγινε στον προαύλιο χώρο του Ι.Ν. των Ταξιαρχών. Ύστερα από 88 χρόνια, στις 17 Φεβρουαρίου 1915, το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Πατρέων ζήτησε τον επαναπατρισμό των οστών του Α.Κ., χωρίς ωστόσο να καρποφορήσει η ανωτέρω προσπάθεια. Στις 27 Ιανουαρίου 1823 η Προσωρινή Διοίκηση στέλνει από την Ερμιόνη προς τη σύζυγο του αποθανόντος «Ευγενέστατην Καν Παρασκευήν Κανακάρη» παρηγορητική μεν αλλά φιλοσοφημένη επιστολή για τον θάνατο του συζύγου της. Σ’ αυτή, μεταξύ άλλων, αναφέρεται ότι «είσθε πανοικί υπό την ιεράν προστασίαν της Διοικήσεως της οποίας εκείνος αξιεπαίνως αντιπροέδρευεν…». Την επιστολή αυτή φαίνεται πως συνέταξε κι έγραψε ο Θεόδωρος Νέγρης, αρχιγραμματέας της Επικρατείας και Μινίστρος των εξωτερικών υποθέσεων. Ο Α.Κ. ήταν από τις πιο ευγενικότερες μορφές του αγώνα. Άνθρωπος έντιμος, φιλόπατρις, συνετός, μετριοπαθής, οξυδερκής, αγνός πατριώτης και θαρραλέος πολεμιστής. Ο Νικόλαος Σπηλιάδης, «αυστηρός και συγκροτημένος ιστοριογράφος του Αγώνα», σχολιάζει θετικά τη στάση που τήρησε ο Α.Κ. σχετικά με την παραμονή ή μη στρατευμάτων από την Ευρώπη στην Ελλάδα. Ο Κανακάρης, αναφέρει, προσκάλεσε Ευρωπαίους αξιωματούχους σε γεύμα

προκειμένου να δουν «εις την τράπεζάν του όλην την λιτότητα» και να αποφασίσουν οι ίδιοι, αν θέλουν να υπηρετήσουν τους Έλληνες «ζώντες καθώς ζώσιν αυτοί» και μη απαιτώντας τις απολαβές που είχαν στους τόπους τους. Το δάνειο των 8 εκατομμυρίων φράγκων, συνεχίζει, δεν είναι δυνατόν να κατασπαταληθεί για τη συντήρηση των στρατευμάτων σας, καθώς πρέπει να θεραπευτούν άλλες πολλές ανάγκες του Έθνους.3 Ο Σπυρίδων Τρικούπης χαρακτηρίζει τον Α.Κ. «τον δημοκρατικώτερον των προυχόντων». Ο Αλέξανδρος Σούτσος «άριστο Αχαιό». Τέλος, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο οποίος αρκετές φορές συγκρούστηκε με τον Α.Κ. επειδή ήταν υποστηριχτής του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, στα Απομνημονεύματά του «Διήγησις Συμβάντων της ελληνικής φυλής, από τα 1770 έως τα 1856» σχολιάζοντας, ειρωνικά, τον Α.Κ. σημειώνει: «Από την Κόρινθο επήγα εις την Τριπολιτζά διά να υποστηρίξω την Γερουσία. Οι Άρχοντες εφθόνησαν διά τα κατορθώματα όπου έκαμα εις τον Δράμαλη, εφθόνησαν και την Γερουσία όπου με υποστήριξε. Όταν ετζάκισα τον Δράμαλη εις τα Δερβενάκια, το στράτευμα με υπόγραψε αρχιστράτηγο. Και έλαβα το δίπλωμα από τη Γερουσία. Το Βουλευτικό Εκτελεστικό δεν είχε καμίαν δύναμιν, ούτε ενέργησε τίποτες εις αυτήν την περίστασιν. (Ο Κανακάρης έλεγε: Τα αρχεία ας γλυτώσουμε και το έθνος ας πάγη! Παραξενιά!)». Ο Α.Κ. ήταν παντρεμένος με την Παρασκευή Κωστάκη και είχαν δύο παιδιά. Τον Μπενιζέλο Ρούφο μετέπειτα Πρωθυπουργό και την Αγγελική, που αργότερα παντρεύτηκε τον Ιωάννη Ζαΐμη, γόνο της αρχοντικής οικογένειας των Ζαΐμηδων με τους οποίους οι δικοί μας Μητσαίοι διατηρούσαν στενούς φιλικούς δεσμούς. Γιος του Μπενιζέλου ήταν ο Θάνος Ρούφος Κανακάρης στον οποίο ο συμπολίτης μας Γεώργιος Μίλησης παρέδωσε το Υπουργείο Παιδείας. Κλείνοντας να επισημάνουμε πως η παρουσίαση προσωπικοτήτων που συνδέονται με ιστορικά γεγονότα του τόπου μας, δίνουν όχι μόνο ερεθίσματα για καλύτερη γνώση της τοπικής ιστορίας, αλλά αποτελούν και αφορμές για πολιτιστικές δράσεις τόσο από τις Δημοτικές Αρχές, όσο και από Συλλόγους και Οργανώσεις με πολλαπλά οφέλη!

3. Συλλογή Βλαχογιάννη, υπ. αρ. 40 4. Αρχ. Κοιν. Ύδρας τομ. θ σελ. 19 5. Απόστολος Θ. Γκάτσος: «Η Ερμιόνη έδρα της Κυβερνήσεως κατά τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης», Περιοδικό «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα», τεύχος 1ο - Ιανουάριος 2009. 6. Νικόλαος Σπηλιάδης: Απομνημονεύματα – Α΄ , Βιβλίον Β’ – Κεφ. Η’ , σελ.437-438

12 ερμιόνη


ΘΕΟΔΩΡΑ Ν. ΒΟΓΑΝΑΤΣΗ

«Άγιοι Ανάργυροι και θαυματουργοί…» Καλοκαίρι 2016. Έκλεισε το σχολείο. Στη διάρκεια λοιπόν των διακοπών θα πρέπει να προγραμματίσουμε κάποιες δουλειές μας αλλά και κοντινές βολτίτσες. Η ημέρα που δεν πρέπει να λείπουμε είναι η 1η Ιουλίου, η εορτή των Αγίων Αναργύρων αλλά και η παραμονή της. Το απόγευμα αυτής της μέρας είναι «κλεισμένο». Έχουμε να πάμε στο Μοναστήρι. Απ΄ όταν θυμάμαι τον εαυτό μου επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο σχεδόν η ίδια διαδικασία. Μόνο κάποια πρόσωπα έχουν αλλάξει και είναι λογικό. Γράφοντας, λοιπόν, αυτό το άρθρο συνειδητοποιώ ότι εδώ και ίσως πάνω από μισό αιώνα, περιμέναμε με την αδελφή μου, την Ειρήνη, να έρθει το απόγευμα, να «πέσει» και λίγο ο ήλιος, καθώς έλεγε η μητέρα μας, να μας ετοιμάσει να κατεβούμε στο λιμάνι και να πάρουμε το λεωφορείο για το Μοναστήρι. Κι άλλες φορές στη διάρκεια του χρόνου το επισκεπτόμαστε, κυρίως για κάποια λειτουργία δική μας ή άλλων. Όμως η 30η Ιουνίου ήταν τελείως διαφορετική... Πριν φτάσουμε βλέπαμε τις βάρκες τη μία πίσω από την άλλη στη θάλασσα, στα Ευκάλυπτα. Έφερναν τους προσκυνητές απ΄ τα νησιά. Αυτό βέβαια κάποια στιγμή σταμάτησε και από τη θάλασσα δεν έρχεται πια κανείς! Φτάνοντας εκεί που σήμερα, παρκάρουν τα αυτοκίνητα, βλέπαμε κάτω από τις ελιές δεμένα μεγάλα άλογα ή μουλάρια. Έρχονταν με ζώα οι μακρινοί προσκυνητές από Δρυόπη και Γαλατά ακόμη. Στον προαύλιο χώρο του Μοναστηριού αλλά και στην αυλή έβλεπες στρωμένες κουρελούδες, κουβέρτες που ξεκουράζονταν οι μακρινοί προσκυνητές, γιατί θα παρέμεναν και για τη Θεία λειτουργία την ημέρα της εορτής. Βλέπαμε ανθρώπους ανήμπορους, ανάπηρους να ζητιανεύουν. Αυτό μάλλον μας προκαλούσε φόβο! Υπήρχαν ταχυδακτυλουργοί, φακίρηδες αλλά και ο γύρος του θανάτου! Φέτος υπήρχαν μόνο μικροπωλητές δεξιά και αριστερά στον δρόμο. Όλοι θα περάσουμε από τους πάγκους όλο και κάτι θα Ο Τάσος Γανώσης στην πηγή του Μοναστηριού περιεργαστούμε, ίσως και αγοράσουμε. Κάτι που δεν υπήρχε φέτος και βεβαίως με στεναχώρησε ήταν πάγκος με βιβλία. Αλλά και η Τοπική Αυτοδιοίκηση έδινε μεγάλη σημασία στην Εορτή αυτή. Από την έρευνά μου στα βιβλία Πρακτικών του πρώην Δήμου Ερμιόνης επιβεβαιώνονται τα όσα προανέφερα και που όλοι μας έχουμε ζήσει. Επιβεβαιώνεται, όμως, και η υψίστης σημασίας ύπαρξη του Μοναστηριού για την περιοχή μας. Είναι γνωστό ότι ο Δήμος Ερμιόνης με Β.Δ. στις 28 Απριλίου/10 Μαΐου 1834 (ΦΕΚ 19/Α/20.5.1834) «Περί της οροθεσίας και της εις δήμους διαιρέσεως του νομού Αργολίδας και Κορινθίας», κατατάχτηκε στη Γ’ τάξη, με έδρα την Ερμιόνη. Ο δημότης ονομάστηκε «Ερμιονεύς» και στην περιφέρεια του Δήμου ανήκαν, το Θερμήσι, το Πλέπι, η Σαμπάριζα, το Μετόχι Ύδρας και η Μονή Αγίων Αναργύρων. Η Ερμιόνη λειτούργησε ως Δήμος μέχρι το 1912, οπότε εφαρμόστηκε ο νόμος ΔΝΖ΄ (4057/14.2.1912) «Περί συστάσεως Δήμων και Κοινοτήτων» και ο Δήμος μετατράπηκε σε Κοινότητα.

ερμιόνη 13


ΘΕΟΔΩΡΑ Ν. ΒΟΓΑΝΑΤΣΗ Στις παρακάτω συνεδριάσεις του Κ.Σ. τις οποίες παραθέτω βρίσκουμε πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία: 23ην Δεκεμβρίου 1925 Μιχ. Δεληγιάννης (Πρόεδρος), Γρηγόριος Καραγιάννης (Αντιπρόεδρος), Μιχαήλ Κιοσσές, Νικ. Βασιλείου, Διονύσιος Μέξης, Νικόλαος Λαζαρίδης (1925 - 1929), Δημήτριος Μπαρδάκος (1925 1929 και 1934 - 1938), Ιωάννης Οικονόμου (1925 - 1929), Νικόλαος Βογανάτσης (1925 – 1929 και 1934 - 1938). Κατά την συνεδρίασιν της 11ης Φεβρουαρίου 1926, το Κοινοτικό Συμβούλιο παμψηφεί αναθέτει στον κ. Πρόεδρο για περαιτέρω ενέργειες ώστε «Οι κατ’ έτος και κατά την 1η Ιουλίου τελευμένη εορτή των Αγίων Αναργύρων εν τη ομονύμω Μονή καθιερωθεί και αναγνωρισθεί δια Ν.Δ. εξαήμερος εμποροπανήγυρις, αρχομένη από τις 1ης Ιουλίου και λήγουσα την 6η ιδίου εσπέρας. Διότι εν τη επαρχία Ερμιονίδος και πέραν ταύτης Τροιζηνίας, Δρυόπης, και των νήσων Ύδρας και Σπετσών συμπεριλαμβανόμενων δεν τελείται τοιαύτη, ίνα εξυπηρετήσει τα εμπορικά και τα εκ της επικοινωνίας αποδιδόμενα κοινωνικά συμφέροντα προόδου, προς έτι δε το τερπνόν και καλαισθητικόν της τοποθεσίας φυσικό προτέρημα, η δια παντοειδών μέσων εξυπηρέτησης της δια θαλάσσης συγκοινωνίας, τα υπό της κοινότητος μας παρεχόμενα μέσα στεγάσεως, ξενίας, διατροφής και υδρεύσεως και τέλος διότι η συγκέντρωσης χιλιάδων προσκυνητών εξασφαλίζει το πλείστον της επιτυχίας ταύτης». Την 8ην Ιουλίου 1926 το εννεαμελές Κοινοτικόν Συμβούλιον συνήλθεν αυθορμήτως και κατόπιν του από 21 Μαΐου ε.ε. Νομ. Διατάγματος «περί συγχωνεύσεως των Ιερών Μονών εν τη Παλαιά και Νέα Ελλάδι υποβάλλει ολοψύχως την ευχήν και παράκλησιν προς τον Εξοχώτατον Πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως ευαρεστούμενος αποφανθεί περί της μη συγχωνεύσεως τας εν τη περιφερεία Ερμιόνης Ιεράς Μονάς «οι Άγιοι Ανάργυροι» εις άλλην αλλά διατηρήσεως και αναγνωρίσεως αύτης ως αυτοτελούς εν όλη τη Μητροπολιτική περιφερεία δια τους εξής λόγους: 1. Η Μονή αύτη έχει το πλεονέκτημα της ιστορικής αυτής σημασίας ως ανεγερθείσης επί των Βυζαντινών χρόνων και επί του παναρχαίου ναού του Ασκληπιού, ως γράφει ο μέγιστος ιστορικός Παυσανίας. Η διατήρησις συνεπώς ταύτης συνδέει την μεθομηρικήν εποχήν μετά της χιλιετηρίδος του Μεσαίωνος και τούτον μετά της νεωτέρας Χριστιανικής Ελλάδος. 2. Τα αναβλήζοντα εν αυτή θαυματουργά ιαματικά ύδατα επέχουν θέσιν νέας κολυμβήθρας παρέχοντα την θεραπευτικήν δύναμιν επί ανιάτων νοσημάτων χάριν των οποίων άπειρος προς αυτήν συγκεντρούτο ο αριθμός των πασχόντων. Αι δύο επωνυμίαι Ασκληπιός – Άγιοι Ανάργυροι συνδιασθείσαι δια της ιαματικής αύτης πηγής επέπρωτο να διαιωνισθούν και η μονή αύτη να χρησιμεύση ως ιδανική κιβωτός, ήτις αυλακώνουσα επί τρεις συνεχείς χιλιετίας τον ωκεανόν του χρόνου εξακολουθεί να γαλουχή τας δύο διδύμους αδελφάς την δημι14 ερμιόνη

ουργικήν Ελλάδα και την Αγνήν Χριστιανικήν Θρησκείαν. 3. Η περίβλεπτος και επίπεδος αύτη περιφέρεια η αναπαυομένη υπό την σκιάν χιλιάδων ιερών ελαιών, αι ευρύχωροι ευάεροι αίθουσαι αυτής ων η σημερινή αξία ανέρχεται εις εκατομύρια δραχμών, ο Βυζαντινός Ναός, το υγιεινόν του κλίματος τα άφθονα, ιδία κατά θάλασσαν μέσα συγκοινωνίας είναι προσόντα αποδικνύοντα την ιδιαιτέραν προσοχήν και διατήρησιν του μεγάλου αυτού ξενώνος των πτωχών και πλουσίων του μοναδικού αυτού ασύλου των πασχόντων και μη. 4. Το Κοινοτικόν Συμβούλιον Ερμιόνης έχον ταύτα υπ’ όψιν του συνέταξε το υπ΄ αριθ. 158 ψήφισμα αυτού δι’ ου αιτείται δια Ν.Δ αναγνώρισιν εβδομαδιαίας από 1ης Ιουλίου εκάστου έτους, εμποροπανηγύρεως δι’ ης θέλουσι προαχθεί τα εμπορικά συμφαίροντα και η επικοινωνία ολοκλήρου του Νομού και των νήσων του Αιγαίου. 5. Προσέτι προτιθέμεθα όπως καλέσομεν ειδικόν γεωλόγον και μηχανικόν όπως εξετάση και αποφανθεί περί της ποιότητος και συγκεντρώσεως των υδάτων προς εγκατάστασιν λουτρών. 6. Το Κοινοτικόν Συμβούλιον Ερμιόνης θαρραλέον και μετά παρρησίας υποβάλλει το παρόν ψήφισμα προς τον Εξοχώτατον και λαοφιλή Πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας όπως ευαρέστως αποδεχόμενος τούτον αποφανθεί ου μόνον περί τη συμφώνως τη αρ. 6 του σχετικού Ν.Δ. διατηρήσεως της Μονής ταύτης ως αυτοτελούς δι’ εξαιρετικούς λόγους, αλλά δέον αύτη να πλαισιωθή και δι’ άλλων κυβερνητικών μέτρων διά η Ερμιονίς θέλει διατηρεί άπειρον την ευγνωμοσύνην προς τον ερίτιμον πρόεδρον της Ελληνικής Δημοκρατίας. (1935) Κατασκευή της ξύλινης αποβάθρας στην παραλία της Ιεράς Μονής δια την αποβίβασιν των διά πλοίου αφικνουμένων προσκηνυτών, η οποία γίνεται κατ’ έτος διότι πλησιάζει η εορτή των Αγίων Αναργύρων. Και φωτισμόν μέχρι της Ιεράς Μονής Ποσόν 1.500 δρχ. Όπως άλλοτε, λοιπόν, έτσι και τώρα ψάλλεται ολονύκτιος εσπερινός με τη συμμετοχή επίσκοπων και ιερέων από πολλά μέρη της Ελλάδας, που θεωρούν τιμή τους να παρευρίσκονται αυτή την ημέρα εκεί, καθώς και μοναχών από άλλα μοναστήρια που βοηθούν τις δικές μας μοναχές αλλά ακόμη και πολλών λαϊκών που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Για άλλη μια χρονιά λοιπόν είπαμε: «Και του χρόνου να είμαστε καλά»! ΣΗΜ. Σχετικά με τη Μονή των Αγίων Αναργύρων άρθρα έχουν δημοσιεύσει οι Παρασκευή Δημ. Σκούρτη, ο Ιωάννης Αγγ. Ησαΐας και η Ήρα Φραγκούλη – Βελλέ στα τεύχη 8, 11, 12 και 14 του περιοδικού «Στην Ερμιόνη άλλοτε και τώρα».


ΕΛΛΗ AΓΓ. ΣΙΩΡΑ

Μια ματιά από το εξωτερικό στραμμένη προς …την Ερμιόνη Ο Robert Louis, Σκωτσέζος μυθιστοριογράφος, είχε δηλώσει πως δεν ταξιδεύουμε για να πηγαίνουμε σε άλλα μέρη. Αντίθετα το ταξίδι γίνεται με σκοπό το ίδιο το ταξίδι. Είναι αλήθεια ότι εμείς μετακινούμαστε από τις ανέσεις του σπιτιού μας για να αποκτήσουμε στιγμές, αναμνήσεις, για να βρούμε σημασία στην ύπαρξή μας. Όμως, δεν χρειάζεται να ταξιδέψουμε ούτε στην Σρι Λάνκα, ούτε στην Καμπόζη, ούτε στην Ταϋλάνδη για να πάμε σε ένα τόπο που βρίσκουμε «άξιο». Μπορούμε λοιπόν, απλά να ανοίξουμε την πόρτα σε δικούς μας οικείους τόπους.

Άποψη της Ερμιόνης

Εγώ ανακάλυψα αυτό το νέο είδος ταξιδιού, όταν πήρα τις φίλες μου από την Αγγλία και επισκεφτήκαμε τη γιαγιά μου στο σπίτι μας στην Ερμιόνη. Το σπίτι αυτό το επισκέπτομαι από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου, να τρέχω ξυπόλυτη γύρω από τις ελιές. Τότε ανακάλυψα τη δυνατότητα να θαυμάζεις το άγνωστο πηγαίνοντας με οικεία πρόσωπα σε ένα οικείο μέρος: ανακάλυψα σαν να έβλεπα για πρώτη φορά τα σκαλισμένα πέτρινα σκαλοπάτια πάνω από τη βεράντα του σπιτιού που έχει θέα τη θάλασσα. Όταν πια φτάσουν οι ζεστές μέρες του μεσογειακού καλοκαιριού, εσύ μπορείς να αισθανθείς την καυτή πέτρα μέσα στα παπούτσια σου, σαν το λινό ύφασμα που πέφτει πάνω στο καυτό δέρμα. Σαν να ήταν η πρώτη ματιά, παρατήρησα την ομορφιά των κεραμιδιών όπου καθρεφτίζουν το κοκκινωπό τους χρώμα πάνω στον ήλιο που δύει. Τα μπλε βαμμένα παντζούρια, με τη σειρά τους μένουν μισάνοιχτα, αφήνοντας το φως να πέσει πάνω στην ξεθωριασμένη φωτογραφία γάμου του παππού και της γιαγιάς. Μετά από 17 χρόνια, όταν στεκόμουν με τις δυο φίλες μου αφηρημένη μέσα στο σαλόνι. Τότε παρατήρησα αυτές τις λεπτομέρειες. Όταν επισκέπτεσαι ένα μέρος τόσο συχνά και απρόσεκτα, η ομορφιά του μένει συνήθως απαρατήρητη σαν μια φωτογραφία ξεχασμένη πάνω στο τζάκι. Σήμερα είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις μια στιγμή από το παρελθόν σου η οποία να έχει αξία αυτή η ίδια, είτε πρόκειται για την περίεργη στροφή που έχει ο δρόμος έξω από το σπίτι σου ή για τον τρόπο που ένα διερχόμενο λεωφορείο δημιουργεί σκιά πάνω στο ταβάνι του δωματίου σου τη νύχτα. Αυτά τα μεμονωμένα στιγμιότυπα της καθημερινής μας ζωής είναι στοιβαγμένα στο μυαλό μας και τι πιο καλό από το να προσπαθήσουμε να βρούμε την ιδιαίτερη ομορφιά τους. μπαίνοντας στις ζωές μας εμείς οι ίδιοι σαν επισκέπτες-τουρίστες, μπορούμε να δώσουμε στους εαυτούς μας την ευκαιρία να θυμηθούμε πόσο εύκολο είναι να ευχαριστηθούμε τις απλές στιγμές της καθημερινότητας και τις εντυπώσεις που αυτή μας αφήνει. Έτσι το ταξίδι δεν χρειάζεται να ξεκινήσει με ένα αεροπορικό εισιτήριο. Αντίθετα, θα πρέπει να πείσεις τους καινούργιους φίλους που γνώρισες στο πανεπιστήμιο να ξοδέψουν λίγα χρήματα για τρένο ή να νοικιάσουν αυτοκίνητο, να έρθουν να δουν το δικό σου τόπο. Έτσι και μόνο θα επισκεφθείς εσύ η ίδια και μόνο έτσι θα δεις την πραγματική του ομορφιά!

Η δημοσίευση σε έντυπο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης

Η Έλλη Σιωρά είναι κόρη του Άγγελου και εγγονή της δασκάλας Ελένης Σιωρά. Φοιτά στο τμήμα Ιστορίας, στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το κείμενο έχει δημοσιευτεί σε έντυπο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και το αναδημοσιεύουμε με την άδεια της συγγραφέως. Τη μετάφραση από το αγγλικό κείμενο έκανε η κα Μιρέλα Ζωγράφου. ερμιόνη 15


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ Ο «Ερμιονικός Σύνδεσμος» ανακοινώνει ότι καταληκτική ημερομηνία υποβολής υποψηφιοτήτων στην αξιολόγηση απονομής του 1ου Βραβείου Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2016. Υποψηφιότητες που τυχόν υποβληθούν μετά την ημερομηνία αυτή θα συμμετάσχουν αναγκαστικά στην αξιολόγηση του επομένου έτους. Η 3μελής επιτροπή αξιολόγησης των υποψηφιοτήτων αποτελείται από τον Πρόεδρο του «Ερμιονικού Συνδέσμου» και από τα τακτικά μέλη του, Ακαδημαϊκό Κυρία Άννα Ψαρούδα – Μπενάκη και Δρα Θεόδωρο Κατσικάρο.

Ο «Ερμιονικός Σύνδεσμος» θεσπίζει το Βραβείο Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» Το Βραβείο Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» απονέμεται κατ’ έτος στον/στην μεταπτυχιακό/η φοιτητή/τρια, ο/η οποίος/α κατά το προηγούμενο της βραβεύσεως ακαδημαϊκό έτος, απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από ελληνικό πανεπιστήμιο/πολυτεχνείο ή από ομοταγές προς αυτά αλλοδαπό εκπαιδευτικό ίδρυμα και είτε είναι εγγεγραμμένος/η στα δημοτολόγια του Δήμου Ερμιονίδας της Δημοτικής Κοινότητας Ερμιόνης, είτε κατά το χρόνο της βραβεύσεώς του/της είναι ο ίδιος/α μέλος του «Ερμιονικού Συνδέσμου», ή ένας εκ των γονέων του/ης τουλάχιστον επί τριετία. Κατά σειράν αξιολογήσεως προηγούνται οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος (PhD) και έπονται οι κάτοχοι μεταπτυχιακού (MSc). Σε περίπτωση περισσοτέρων προσοντούχων, το Βραβείο Αριστείας απονέμεται στον/ην έχοντα/ουσα την υψηλότερη βαθμολογία και σε περίπτωση ισοβαθμίας μοιράζεται ισομερώς. Η απονομή του Βραβείου Αριστείας «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ» η οποία σηματοδοτεί την επιβράβευση του μόχθου και της προσπάθειας των νέων της Ερμιόνης στο πεδίο της επιστημονικής τους έρευνας, λαμβάνει χώρα κατά την πρωτοχρονιάτικη πανηγυρική συνάθροιση των μελών του «Ερμιονικού Συνδέσμου». Η διαδικασία επιλογής κινείται με τη γνωστοποίηση του/ης υποψηφίου/ας στον «Ερμιονικό Σύνδεσμο», είτε από τον/ην ίδιο/α ή συγγενή του/ης, είτε από μέλος του «Ερμιονικού Συνδέσμου». Το Βραβείο Αριστείας συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο.

16 ερμιόνη


ΓΙΑΝΝΗΣ Μ. ΣΠΕΤΣΙΩΤΗΣ – ΤΖΕΝΗ Δ. ΝΤΕΣΤΑΚΟΥ

Τα Ελληνικά Σχολεία (Σχολαρχεία) Κρανιδίου (Μάσητος) και Ερμιόνης - Η σύσταση και ο πρώτος χρόνος λειτουργίας τους Σύντομη εισαγωγή Ελληνικά Σχολεία (Ε.Σ.) ή Σχολαρχεία ονομάζονταν τα σχολεία κατώτερης βαθμίδας της Μέσης Εκπαίδευσης, που ιδρύθηκαν με το διάταγμα της 31ης -12-1836. Στην Α΄ τάξη των Ελληνικών Σχολείων γράφονταν, μετά από εισαγωγικές εξετάσεις, οι απολυόμενοι μαθητές της Δ΄ τάξης των Δημοτικών Σχολείων. Οι εκπαιδευτικοί που δίδασκαν σ’ αυτά λέγονταν Ελληνοδιδάσκαλοι, ενώ ο Διευθυντής των Σχολείων Σχολάρχης. Ως Ελληνοδιδάσκαλοι, αρχικά, διορίζονταν κάτοχοι απολυτηρίου του 4/ ταξίου Γυμνασίου, έπειτα από επιτυχείς εξετάσεις ενώπιον Επιτροπής. Στα πρώτα χρόνια λειτουργίας των Ε.Σ., ιδιαίτερα στις επαρχιακές πόλεις, δεν φοιτούσαν κορίτσια. Τα σχολεία αυτά καταργήθηκαν με τον Νόμο 4373/1929 και την ίδρυση των εξαταξίων Δημοτικών Σχολείων και Γυμνασίων. Το Ελληνικό Σχολείο (Σχολαρχείο) Μάσητος (Κρανιδίου) Στις 23 Νοεμβρίου 1840 συνήλθε για πρώτη φορά σε μια ιστορική συνεδρίαση «το Δημοτικόν Συμβούλιον του Μάσητος δια να σκεφθή περί συστάσεως Ελληνικού Σχολείου εις τον Δήμον». Με το υπ΄ αρ. 56/23-11-1840 σχετικό έγγραφο το Δημοτικό Συμβούλιο: 1. Προτείνει προς διορισμό στο υπό ίδρυση Σχολείο τον Ελληνοδιδάσκαλο Ανδρέα Πέπα, κάτοχο των τυπικών προσόντων διορισμού. 2. Ορίζει τον μισθό του Ελληνοδιδασκάλου στις 125 δραχμές μηνιαίως για τα επόμενα τρία χρόνια αναφέροντας και τις υποχρεώσεις του. 3. Παρέχει τη δυνατότητα φοίτησης στο σχολείο μαθητών που θα εκδηλώσουν ενδιαφέρον από τις γειτονικές περιοχές, κατόπιν συμφωνίας με τον Ελληνοδιδάσκαλο. 4. Εξουσιοδοτεί τον Δήμαρχο να ενεργήσει τα δέοντα για τον διορισμό του Ελληνοδιδασκάλου όσο το δυνατόν συντομότερα. 5. Βεβαιώνει πως έχει προβλεφθεί η σχετική πίστωση και είναι καταγεγραμμένη στον προϋπολογισμό του έτους 1839. Το Ελληνικό Σχολείο Μάσητος λειτούργησε για πρώτη φορά το 1841 με πρώτο Ελληνοδιδάσκαλο τον Ανδρέα Πέπα. Η λειτουργία του συνεχίστηκε αδιάκοπα για 88 χρόνια μέχρι το 1929, οπότε και καταργήθηκε.

Το Ελληνικό Σχολείο (Σχολαρχείο) Ερμιόνης Το Ελληνικό Σχολείο στην Ερμιόνη ιδρύθηκε με Β.Δ. που δημοσιεύτηκε στο υπ. αρ. 254/30-9-1890 Φ.Ε.Κ. και λειτούργησε άμεσα το σχολικό έτος 1890-1891. Πρώτος Ελληνοδιδάσκαλος ήταν ο Στέφανος Δούκας και οι μαθητές που γράφτηκαν τη χρονιά αυτή ήταν οι παρακάτω δεκαέξι (16). Ανδρόνικος Λαζ. Καρβελάς Ιωάννης Παν. Φασιλής Ιωάννης Διον. Στεργίου Κυριάκος Ηρακ. Μάλλωσης Δημήτριος Νικ. Νικολάου Δημήτριος Βασ. Παπα-Νάκος Γεώργιος Ιωαν. Δεληγιάννης Εμμανουήλ Ιωαν. Δεληγιάννης Σπυρίδων Δημ. Μανουσάκης Ανάργυρος Κ. Καραγιάννης Άγγελος Ευστρ. Ζωγράφος Μιχάλης Ιωαν. Λαζάρου Ευστράτιος Αναργ. Πασχάλης Γεώργιος Π. Νίκας Παναγιώτης Δημ. Χόντας Γεώργιος Αναρ. Μερτύρης Οι προαναφερόμενοι μαθητές ήσαν γεννημένοι στην Ερμιόνη και είχαν ηλικία 10-15 ετών. Στην Α΄ τάξη του Ελληνικού Σχολείου γράφτηκαν τη 10η Νοεμβρίου 1890 με το απολυτήριο της Δ΄ τάξης Δημοτικού Σχολείου Ερμιόνης. Τα μαθήματα που διδάχθηκαν ήταν τα εξής έξι (6): Ελληνικά, Μαθηματικά, Θρησκευτικά, Ιστορία, Γεωγραφία και Καλλιγραφία. Η διαγωγή των μαθητών είχε τρεις διαβαθμίσεις, «Επαινετή 10», «Κοσμία 8» και «Καλή 4». Η βαθμολογία των μαθημάτων γινόταν με 10/βαθμη κλίμακα και άριστα το 10. Ο μέσος όρος προόδου έβγαινε με κλασματικό αριθμό π.χ. 8 36/42 και είχε ανάλογο χαρακτηρισμό (Άριστα, Πολύ καλά, Καλά, Μέτρια). Το Ελληνικό Σχολείο Ερμιόνης καταργήθηκε το 1909.

Σημείωση: Το παρόν αποτελεί προδημοσίευση της έρευνάς μας με θέμα: «Τα Ελληνικά Σχολεία (Σχολαρχεία) Κρανιδίου & Ερμιόνης».

ερμιόνη 17


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ

Ο βαρελοποιός Θόδωρος Κανέλλης και η τύχη των βαρελιών

Διάφορα εργαλεία

18 ερμιόνη

Στη γειτονιά μου στον Πειραιά, υπάρχουν τ’ απομεινάρια ενός παλιού βαρελάδικου του Μανόλη Μπαϊραχτάρη με καταγωγή από τη Σαντορίνη. Ο γιός του Διονύσης που στη συνέχεια εργάστηκε και αυτός ως βαρελοποιός, με πληροφόρησε ότι γύρω στο 1980 στον Πειραιά υπήρχαν 12 βαρελάδικα, ενώ το 2000 απέμειναν μόνο δύο. Σύμφωνα με μαρτυρία του το επάγγελμα υπήρξε πολύ αποδοτικό στις μέρες του και οργανωμένο συνδικαλιστικά• γύρω στα 1945 με 1947 ανταγωνιζότανε σε μέλη τα σωματεία στα λιπάσματα. Οι περισσότεροι βαρελοποιοί ήσαν νησιώτες με καταγωγή από μέρη που είχαν αμπελώνες τη Σαντορίνη, Νιό, Τσιρίγο κ.λ.π. Βαρελάς ή βαρελοποιός ήταν ο τεχνίτης των χειροποίητων σφιχτοδεμένων βαρελιών (νεροβάρελα, οινοβάρελα, ξιδοβάρελα, τυροβόλια) που κατασκεύαζε εξ αρχής αλλά και τα επισκεύαζε, τα συντηρούσε. Είναι ένα επάγγελμα που χάθηκε στο πέρασμα του χρόνου, όπως και άλλα πολλά, αφού το ξύλινο βαρέλι αντικατέστησε το πλαστικό ευκολότερο στη συντήρηση και φθηνότερο οικονομικά. Στην πατρίδα μας το επάγγελμα του βαρελοποιού ασκούσε ο Θόδωρος Κανέλλης σύζυγος της Λέλας το γένος Σκούρτη, κόρης του Χαράλαμπου και της Βίτσας και πατέρας της Μαρίκας και του Βασίλη. Εκτός από το επάγγελμα του βαρελοποιού επιτρέψτε μου να καταθέτω και λίγες αράδες για την προσωπικότητά του, έτσι όπως μου τα διηγήθηκε η κόρη του Μαρίκα. Τον Θόδωρο Κανέλλη τον έστειλε ο πατέρας του Βασίλης Κανέλλης να φοιτήσει στο Σχολαρχείο του Κρανιδίου, αλλά εκείνος το εγκατέλειψε, γιατί ήθελε να μάθει τέχνη. Είχε έφεση και ταλέντο στο σχέδιο, οικογενειακή τους κλίση, και στη συνέχεια ο πατέρας του τον έστειλε στο Πειραιά δίπλα σε έναν πολύ καλό μάστορα επί πληρωμή να πραγματοποιήσει το όνειρό του. Επέστρεψε στην Ερμιόνη ως ξυλουργός και βαρελοποιός και άνοιξε το πρώτο του μαγαζί στο πατρογονικό του σπίτι, εκεί που αργότερα άνοιξε τη μπακαλοταβέρνα ο γαμπρός του Ανδριανός Γκάτσος. Ο Κανέλλης υπήρξε πολύ κοινωνικός, είχε ωραίο χιούμορ, ήταν καλλίφωνος και γλεντζές. Μαζί με την αδελφή του Θωμαΐτσα, που επίσης διέθετε εξαιρετική φωνή, είχαν πάντοτε προσκλήσεις στις χαρές των σπιτικών της Ερμιόνης, γιατί στην εποχή τους εκτός από μελωδικές φωνές διέθεταν επιπλέον και γραμμόφωνο. Φεύγοντας από το πατρικό του έφτιαξε το νέο του ξυλουργείο στα Μαντράκια δίπλα στο σπίτι που αποκατέστησε μετά το κάψιμό του από τους Γερμανούς τον Απρίλη του 1944, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του (30-10-1989) με την οικογένειά του. Ταυτόχρονα με την τέχνη του ασχολήθηκε με το εμπόριο ξυλείας, σιδηρικών, χρωμάτων και ό,τι είχε σχέση με την οικοδομή. Ενδιαφερόταν για την ανάπτυξη του τόπου και ασχολήθηκε με τα κοινά τόσο ως Κοινοτικός Σύμβουλος, όσο και ως Πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου Ερμιόνης δύο φορές. Επί προεδρίας του μάλιστα και με δικές του ουσιαστικά προσπάθειες ηλεκτροδοτήθηκαν τα Μαντράκια από το Λιμενικό Ταμείο. Από το ξυλουργικό του εργαστήρι που συχνά το εμπλούτιζε με σύγχρονα μηχανήματα, βγήκαν οι μαθητές του σπουδαίοι τεχνίτες: ο Ανάργυρος Κοτταράς, ο Δημήτρης Μπουκουβάλας, ο Μιχάλης Κουτούβαλης (Σαπουνάς), ο Λάζαρος Σπετσιώτης, ο Γιάννης Κυριαζής, κ.α. Ήσαν οι εποχές που όλες οι οικογένειες έστελναν τα παιδιά τους, αγόρια και κορίτσια, να μαθητεύσουν σε μια τέχνη. Παρά τις αντίξοες συνθήκες της εποχής του προόδευσε χάρη στην εργατικότητα και τη μαστοριά του.


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ

Τα βαρέλια, δοχεία οινοποίησης, διαφύλαξης και μεταφοράς του κρασιού, ήσαν απαραίτητα στην καθημερινή ζωή των κατοίκων του χωριού μας και για τη μεταφορά του νερού αλλά και για την αποθήκευση του τυριού. Είναι γνωστό πως τα ξύλινα, δρύινα βαρέλια προσφέρουν στο κρασί γευστικά αρωματικά συστατικά. Αποτελούν, επίσης, μέσο κατάλληλο για τη δημιουργία υψηλής ποιότητας κρασιού, γιατί διαθέτουν πόρους που επιτρέπουν την οξυγόνωση του κρασιού και την τροποποίηση της γεύσης και των αρωμάτων. Η όλη φιλοσοφία κατασκευής και τέχνης ενός καλού ξύλινου βαρελιού ξεκινά από τη σωστή επιλογή του δένδρου, την υλοτόμησή του στον κατάλληλο χρόνο, μα και στη σωστή φύλαξη του ξύλου μέχρι να αρχίσει η κατεργασία. Τα ξύλα για την κατασκευή του βαρελιού είναι από δρυ, ενώ για τα τυροβάρελα και τα ευγενή ποτά, δηλαδή τη μαστίχα, το κουαντρό, το τσίπουρο, το ούζο από καστανιά ή οξιά. Μούστος και ξύλο συνεργάζονται αρμονικά για την ποιότητα του κρασιού. Η δρυς βέβαια είναι μοναδικό ξύλο, που προσφέρεται για την κατασκευή ανθεκτικών βαρελιών επειδή είναι γερό, αλλά έχει και την ικανότητα να βελτιώνει το άρωμα του κρασιού. Καπάκια βαρελιού Καθώς το κρασί παλιώνει στο βαρέλι, εκείνο δρα σαν πνεύμονας. Η επιλογή του ξύλινου βαρελιού είχε ιδιαίτερες φροντίδες προκειμένου το νέο κρασί να βγει καλό. Απαιτούσε όμως πολύ κόπο• πλύσιμο, ξύσιμο με ξύστρα, κάψιμο, θείωση με θειαφοκέρι, στράγγισμα, στεγανότητα. Για να δοθούν στη χρήση τα ξύλινα βαρέλια έπρεπε να είναι καθαρά και στεγανά. Κυρίως όταν το κρασί είχε ξινίσει στο βαρέλι, χρειαζόταν από τον βαρελά μεγάλη διαδικασία ξυσίματος και απολύμανσης. Έμπαιναν μέσα στο βαρέλι και διπλωμένοι στα δυο έξυναν με την ξύστρα να φύγουν τα παλιά υπολείμματα και να βγουν στην επιφάνεια οι ίνες του ξύλου, ώστε να προσδώσουν άρωμα στο νέο κρασί. Στην περίπτωση που υπήρχαν οσμές στο βαρέλι, υποβαθμιζόταν η ποιότητα του κρασιού. Τα αμεταχείριστα βαρέλια ήταν προϋπόθεση για καλό κρασί. Τα μετακινούσαν με τα χέρια σπρώχνοντας,

με ένα απόβαρο έως και 150 κιλά. Τα ξύλινα βαρέλια αντικατέστησαν τον πήλινο αμφορέα, για να αντικατασταθούν στη συνέχεια στις μέρες μας με τα πλαστικά ή τα ανοξείδωτα δοχεία.

Το ξύλινο βαρέλι αποτελείται από τα εξής μέρη: Τις δούγες (ντούγιες). Είναι τα πλαϊνά ξύλα, που αποτελούν το σκελετό του βαρελιού. Πλανίζονται με ιδιότυπο τρόπο λοξά, ώστε να έχει την κατάλληλη κλήση (να πετάγεται έξω η κοιλιά τους). Όλη η τέχνη του βαρελοποιού στηρίζεται στο πλάνισμα της ντούγας. Τα καπάκια. Τα καπάκια είναι δύο, για να βρεις το εμβαδόν του κύκλου και να τα κόψεις χάρασσες έξι κουμπασιές με το κομπάσο. Τα καπάκια δεν ήσαν ποτέ ίδια το ένα με το άλλο. Έτσι για τη σωστή τοποθέτηση και εφαρμογή στο κόψιμο γράφονταν διαφορετικοί αριθμοί στο καθένα. Ο αριθμός «1» ήταν πάντα από την πλευρά της βρύσης. Τα ξύλα που αποτελείται το καπάκι έχουν διαφορετικά μήκη αλλά και ονόματα. Το κεντρικό ξύλο ονομάζεται μεσαίο ταμπάκι, αριστερά του και δεξιά του βρίσκεται το παρατάμπανο και αριστερά και δεξιά στα παρατάμπανα το τελευταίο ξύλο ονομάζεται πένα. Στο μεσαίο ταμπάκι ανοίγεται η τρύπα 4 πόντους από κάτω για την κάνουλα και 10 πόντους για τον πύρο, ώστε όταν μπει στο βαρέλι το κρασί, να σταματήσει στην ευθεία του πύρου και να έχει ο μούστος χώρο για το βρασμό. Για να κατασκευαστεί το βαρέλι υπάρχουν διάφορες φόρμες ανάλογα με την ποσότητα του κρασιού που θα χωρέσει. Οι ντούγες πλανίζονται με τέχνη, ανάλογα με το μέγεθος του βαρελιού. Όταν έχουν ετοιμαστεί οι ντούγες, το βαρέλι στήνεται στο πρώτο στεφάνι, που λέγεται και κεφαλάρι. Στη συνέχεια το δεύτερο ονομάζεται σιγόντο, το τρίτο μπραέρι, το τέταρτο κατωμπάερο και το τελευταίο φουνταμέντο. Στα μεγάλα βαρέλια μπαίνουν πέντε ερμιόνη 19


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ στεφάνια. Η κεντρική και η πιο φαρδιά ντούγα που ανοίγεται η στρογγυλή τρύπα και θα διοχετευτεί ο μούστος ονομάζεται καλκουνάρα. Κάποιες φορές, σε τόπους που τα βαρέλια δεν είναι εύκολα να μεταφερθούν για να πλυθούν, η τρύπα γίνεται τετράγωνη, ώστε να χωράει το χέρι. Η στρογγυλή τρύπα φυσικά είναι και η ασφαλέστερη. Η τρύπα (καλκουνάρα) όσο ο μούστος είναι σε βρασμό μένει ανοιχτή, για 20 έως 40 ημέρες περίπου. Ένας πρακτικός τρόπος για να βεβαιωθεί κανείς σε τι κατάσταση είναι ο βρασμός είναι να πλησιάσει ένα αναμμένο κερί. Αν η φλόγα κινείται, τότε ο βρασμός είναι σε εξέλιξη∙ αν η φλόγα μένει σταθερή ο βρασμός έχει ολοκληρωθεί. Η φράση για την ολοκλήρωση του βρασμού ήταν: «ψόφησε» και ήταν η στιγμή που το βαρέλι σφραγιζόταν με γύψο ή με λιωμένο ρετσίνι καλά, ώστε να μην παίρνει αέρα. Η κατασκευή του βαρελιού: 1. Σωστό πλάνισμα της ντούγας 2. Στήσιμο στο πρώτο στεφάνι 3. Πέρασμα και τα τρία στεφάνια. Η εργασία της ένωσης των στεφανιών στο βαρέλι, ονομάζεται τακαδόρα. Μπαίνουν στη ντούγα σε καθορισμένες τρύπες, δύο τον αριθμό. Ο βαρελοποιός γωνιάζει τις πλευρές ακριβώς όσο χρειάζεται έτσι ώστε όταν οι ντούγιες τοποθετηθούν η μία δίπλα στην άλλη, να σχηματίζουν κύλινδρο. Έπειτα σφυροκοπάει γερά σιδερένια στεφάνια από τη μια άκρη του κύκλου με τις ντούγιες, κάνοντας το βαρέλι που δεν έχει ολοκληρωθεί να μοιάζει με φούστα φαρδιά στο κάτω μέρος. 4. Πέρασμα του βαρελιού στη φωτιά για μία περίπου ώρα, ώστε τα ξύλα να πάρουν τη σωστή κλίση, να μαλακώσουν και να μη σπάσουν από το λύγισμα, με συχνό βρέξιμο. 5. Πέρασμα και σφίξιμο των στεφανιών και το κάρφωμα με τα πιρτσίνια. 6. Την επόμενη μέρα το βαρέλι μπαίνει και πάλι στη φωτιά για να «ψοφίσει» το ξύλο (να στεγνώσει από τα υγρά του). 7. Ακολουθεί το καβάρισμα, δηλαδή το φάλτσο του ξύλου 8. Το χτένι 9. Και το λούκι (το αυλάκι) στο εσωτερικό κάθε άκρης του βαρελιού, ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν οι επίπεδοι ξύλινοι δίσκοι, τα καπάκια, για το σφράγισμα του βαρελιού. 10. Η «γράδωση» 11. Συνέχεια έχει η τούμπλα για το ψάθωμα του βαρελιού, δηλαδή η στεγανοποίηση ανάμεσα στο σώμα του βαρελιού και στα καπάκια που εξασφαλίζεται βάζοντας ψάθα. 12. Ανοίγεται η τρύπα στην καρκουνάρα που ονομάζεται και αυτή με το ίδιο όνομα καρκουνάρα και οι άλλες δύο μικρότερες τρύπες με το μαντικάπι. Στον πύρο θα μπει ο φελλός για να κλείσει και στην άλλη η βρύ20 ερμιόνη

ση, μπρούτζινη παλαιότερα και πλαστική στα κατοπινά χρόνια. Το κοίλο σχήμα έκανε το βαρέλι όχι μόνο πολύ ανθεκτικό και εύκολο στην κίνηση, αφού λειτουργούσε ως τροχός, αλλά και λειτουργικό στην επικάθιση της λάσπης εξαιτίας της μορφολογίας του. Στην Ερμιόνη, ως συνεργάτης του Θόδωρου Κανέλλη κατά το ξεφούντωμα των βαρελιών, ερχόταν ο Μαλανδρένιας με το γιό του από το Κρανίδι. Ο Δημήτρης Τσέλλος γέννημα θρέμμα Μαντρακιώτης μού διηγείται: «Τα σταφύλια μας τα πατάγαμε στο πατητήρι του Λίτσα (Ντελή) πάνω από του Ντούρου και κουβαλάγαμε το μούστο στο σπίτι μας στα Μαντράκια με τους ντενεκέδες. Μούστο αγοράζαμε από του Λίτσα και αργότερα από το Κορωπί. Πατητήρι είχε και ο Νοταράς, ο πατέρας του Αντώνη. Ο πατέρας μου έβγαζε τα βαρέλια στα Μαντράκια και τα έπλενε με θαλασσινό νερό, με τη βοήθεια του Δαμιανού Οικονόμου (Πάκη). Τα ξεφούντωνε ο Θόδωρος Κανέλλης, άλλαζε τις ντούβες, το ψαθί ανάμεσά τους για την καλή στεγανοποίηση, επισκεύαζε τα πιρτσίνια. Κι εμείς τα αγόρια παίρναμε το ρετσίνι και παίζαμε τα φούσια. Το λιμάνι γέμιζε από τα βαρέλια του Μερτύρη και του Γανώση». Ήταν η εποχή που γέμιζαν τα Μαντράκια και το λιμάνι με ξύλινα βαρέλια. Ήταν την εποχή που ως παιδιά παίζαμε κάθε βράδυ τα «φούσια» με το πολυκαιρισμένο ρετσίνι. Ήταν επίσης η εποχή που περίσσευαν στεφάνια επισφαλή για νέα χρήση και έτσι γίνονταν παιγνίδι στα χέρια των αγοριών. Και ο Λάζαρος Σπετσιώτης, μαθητής του Κανέλλη, έχει τις δικές του αναμνήσεις: «Βάζαμε τις δούγες στο ζεστό νερό για να στραβώσουν εύκολα, να γίνουν ευλύγιστες, να πάρουν κλίση και αλλάζαμε τις φθαρμένες. Ένα μακρόστενο κιβώτιο ήτανε συνέχεια πάνω στη φωτιά για τις δούγες. Κάτω από τη δούγα μια πέτρα λειτουργούσε ως υπομόχλιο. Στα καπάκια και στο πάνω και το κάτω μέρος της δούγας κάναμε αυλάκι. Το βαρέλι δενόταν με τα στεφάνια και έκλεινε. Ο Θόδωρος ήτανε καλός μαραγκός και καλός βαρελάς. Όλα τα βαρέλια καθαρίζονταν το καλοκαίρι. Βγάζαμε το ένα φούντι και το καπάκι, τα καθαρίζαμε από τις οινολάσπες, τα πλέναμε καλά, μπαίναμε μέσα και ξύναμε με τις ώρες για να ανοίξουν οι πόροι στο τέλος τα γεμίζαμε νερό για να στανιάρουν. Για τη νέα χρήση έπρεπε να ήσαν καθαρά, αποστειρωμένα και στεγανά. Η καθαριότητα για την επιτυχία του νέου κρασιού ήταν βασικός κανόνας. Ήτανε κάτι κοντά και βαριά βαρέλια που τα λέγαμε μπόμπες. Το 80% των βαρελιών ήσαν δρύινα, αλλά στις επισκευές αντικαθιστούσαμε και δούγες από καστανιά. Βρωμιά πολύ, μαύριζαν τα χέρια μας από το ξύλο της καστανιάς. Πιεστικά, ζόρικα και σκληρά χρόνια. Εργαζόμαστε γύρω στις 12 ώρες ημερησίως. Μάς έλεγε ο μάστορας: «Μάθετε τη δουλειά!», αλλά κανένας μας δεν την έμαθε, αν και είχε καλά λεφτά, γιατί όλα τα σπίτια τότε είχαν το δικό τους βαρέλι με κρασί».


ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΔΗΜ. ΣΚΟΥΡΤΗ Τα εργαλεία του βαρελοποιού • Το πριόνι • Το τρυπάνι • Η ταλιαδούρα • Το καβουροσκέπαρο • Η πένσα • Το αμόνι για τα σίδερα • Το καμπουρωτό σκεπάρνι • Το κομπάσο (διαβήτης για τα καπάκια) • Τζινιαδόρος, το εργαλείο που έκανε τα λούκια ώστε να εφαρμόσει το καπάκι • Τούμπλα, το εργαλείο που τραβούσε το καπάκι (φούντι);για να μπει το χόρτο, η ψάθα και να στεγανοποιηθεί • Μαντικάπι, το τρυπάνι

• • • • • • • •

Το σφυρί Η σφήνα Το καλαφατικό για το καλαφάτισμα Το κοπίδι που κόβουμε τα στεφάνια Τα ροκάνια για το ξύσιμο Οι πλανιοπούλες Οι σφήνες, δίμιτες, με δύο δηλαδή μύτες Τα πιρτσίνια που καρφώνονται στα στεφάνια

Αργότερα ήρθαν οι πλάνες, οι σβούρες, οι κορδέλες όλα μηχανήματα ηλεκτρικά. Με τα εργαλεία αυτά η κατασκευή του βαρελιού έγινε σύγχρονη και μαζί της έπεσε και η ζήτηση, γιατί στην αγορά εμφανίστηκε το πλαστικό που ήταν ελαφρύτερο, οικονομικότερο και εύκολο στο καθάρισμα.

Λιμάνι, 8-9-1952: Ένας Κρανιδιώτης, ο Μήτσος Σαρρής και ο Ανδρέας Τσέλλος.

ΜΑΡΙΚΑ ΚΑΝΕΛΛΗ - ΤΟΥΤΟΥΝΤΖΗ

Στην Παναγία μας Αναβάπτισμα της ψυχής μας οι μέρες τούτες. Παναγιά κι ο φετινός Δεκαπενταύγουστος, βάλσαμο ας γίνει στην ψυχή και στην καρδιά. Ανάσταση, πίστη από ‘μάς και Συ Αρχή της Θέωσής μας Παναγιά. Θεογεννήτρια Παρθένε, Προστάτιδά μας Παναγιά, στέλνε Ελπίδα, Προστασία, απ’ τ’ ουρανού την απλωσιά.

Ζωοδόχος Πηγή, η Παναγίτσα του Λιμανιού

ερμιόνη 21


ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ-ΡΗΓΑ

Μια ράχη φορτωμένη! Κάτι που έχει ξεχαστεί με το πέρασμα του χρόνου, με τις αλλαγές της ζωής, με τις βελτιωμένες συνθήκες διαβίωσης, με την αφθονία των αγαθών, με την τεχνολογία είναι οι εικόνες που γνωρίσαμε εμείς της παλιάς γενιάς, άγνωστες στους νέους. Θα αναφερθώ συνοπτικά σε κάποιες γυναίκες – ηρωίδες που κουβαλούσαν, κυριολεκτικά και μεταφορικά, στη ράχη τους τα οικογενειακά βάρη προκειμένου να επιζήσουν. Σαν σε κινηματογραφική ταινία προβάλουν με το φακιόλι (μαντήλι λευκό βαμβακερό), με στριμμένες τις άκρες και δεμένες ψηλά στο πλάι του κεφαλιού τους, με την αλατζαδένια μακριά και φαρδιά σουρωτή φούστα και το ίδιο κορσάζ και μια μπροστοποδιά -προφύλαξη της φούστας- να πηγαίνουν στα πηγάδια της Ερμιόνης ζωσμένες τη στάμνα με σχοινί στη ράχη τους. Ήταν οι σταμνούδες, που αναλάμβαναν να μεταφέρουν εκτός από το δικό τους νερό και των άλλων νοικοκυράδων, αντί πληρωμής. Θυμάμαι τη Ζούκα και τη (Πινιά) να απαντά χαρακτηριστικά, όταν την ρωτούσαν: - Τι ώρα είναι, Δεσποινιά;1 - Η ώρα του καφέ! Τον ορέγονταν η καημένη και οι νοικοκυρές ποτέ δεν της τον αρνιόντουσαν… Άλλες θηλυκές υπάρξεις φορτωμένες, που ανήκουν στην ιστορία, είναι αυτές που κουβαλούσαν, εκτελώντας παραγγελία για πενιχρή αμοιβή, δεμάτια κλαριά που προορίζονταν για το άναμμα του φούρνου που θα ‘ψηναν οι νοικοκυρές τα ψωμιά τους. Άλλο ένα φορτίο στη γυναικεία ράχη που ταλαιπωρούσε τις πλύστρες του Κροθιού, ήταν ο μπόγος από κουρελούδες, χαλιά, κουβέρτες, χοντρά ρούχα και στρωσίδια, που δεν μπορούσαν να πλυθούν στη σκάφη. Το Κρόθι είχε μια πηγή δίπλα στη θάλασσα με υφάλμυρο νερό κι εκεί οι γυναίκες έπλεναν με πηλό και με τον κόπανο. Θυμάμαι ότι στο εμπόρευμα στο υπόγειο του μαγαζιού μας, είχαμε τον άσπρο πηλό, που τον έκοβαν με μια μεγάλη σπάτουλα. Γλυκιά και συμπαθητική ανάμνηση η κυρα-Θοδωρούλα του Μάσα, τακτική βοηθός στην πολυάσχολη μάνα μου. Ερχόταν, τακτοποιούσε στη σκάλα τα στρωσίδια σε μπόγο και τα ζευόταν με σχοινί στη ράχη της με προορισμό το Κρόθι. Βασανισμένη γυναίκα, μα πάντα με το γέλιο στο στόμα και τα χωρατά της. Ηρωίδες γυναίκες! Με τη δουλειά τους συνεισέφεραν στο οικογενειακό ταμείο. Έτσι, καθώς περνούν από τη μνήμη μου αυτές οι τραγικές σιλουέτες, με κατακλύζει θαυμασμός και συγκίνηση, για την αντοχή τους και τις πρακτικές τους στου τίμιου ιδρώτα τους την εργασία. Κεριά ευγνωμοσύνης ανάβουμε γι’ αυτή την προσφορά τους στην κοινωνική αλυσίδα της αλληλοεξυπηρέτησης, που ήταν ταυτόχρονα και βαριά, σαν τα κιλά που πίεζαν τη ράχη τους. Το ‘ξερε όμως η καρδούλα τους, όταν έπαυε να χτυπά ή όταν καθηλώνονταν για χρόνια, πριν την ώρα τους. Ας μένουν με ευγνωμοσύνη στη θύμησή μας! 1. Υπήρχαν και οι νερουλάδες, όπως ο μπαρμπα-Θανάσης, ο Σπύρος Σουλιώτης, ο Κοσμάς Παπαμιχαήλ, ο Κοσμάς Βρεττός κ.α. Ο πρώτος με δύο ντεπόζιτα φορτωμένα στον γάιδαρό του και οι υπόλοιποι μετέπειτα με τα κάρα τους προμήθευαν τα νοικοκυριά με νερό. Οι περισσότεροι Ερμιονίτες πήγαιναν στα πηγάδια με τα δικά τους «Ι.Χ.» της εποχής. Εκεί συναντιούνταν τα τετράποδα, έπιναν νεράκι στις κορίτες, που δυστυχώς εξαφανίστηκαν, και έκαναν τις προκλήσεις τους με τα γκαρίσματα στα υπόλοιπα υποζύγια. Παράλληλα οι γυναίκες έστηναν εκεί το καφενείο τους, αλληλοπληροφορούμενες τα νέα της ημέρας. Κάποιοι έζωναν τη γεμάτη στάμνα στη ράχη τους, άλλοι την έβαζαν μέσα στα κοφίνια πάνω στα φορτωμένα ζώα ή την έδεναν πάνω στο σαμάρι με σχοινιά. Τα πηγάδια που ήσαν κοντά στο χωριό ήταν δύο: το Μεγαλοπήγαδο, δίπλα στο περιβόλι του Κομματά και το άλλο δίπλα στο περιβόλι του Νίκου Λαζαρίδη. Το δικό μας περιβόλι, το πλησιέστερο στο λιμάνι είχε υφάλμυρο (σκληρό) νερό, κατάλληλο μόνο για το πότισμα των δένδρων. Προχωρώντας διακόσια μέτρα στον δρόμο προς το Θερμήσι, στα πρώτα αμπέλια και απέναντι από το περιβόλι του Σκούρτη, συναντούσες το Ξεροπήγαδο, Σ’ αυτό πήγαιναν τη μέρα του Κλήδονα για να ρίξουν τον «παρά» και να δουν τ’ αποθαμένα τους. Το καλύτερο, όμως, νερό το είχε το Καλογερικό πηγάδι, εκατό μέτρα από το παλιό νεκροταφείο, δίπλα στο περιβόλι του Λάζαρου Παπαμιχαήλ.

22 ερμιόνη


ΛΑΜΠΗΣ Π. ΠΑΥΛΙΔΗΣ

Το χταπόδι

(συνέχεια από το τεύχος 18)

Πώς ψαρεύαμε το χταπόδι Ο τρόπος αλιείας του χταποδιού παλιά γινόταν με το γυαλί, όπως περιγράφω παρακάτω: Ο επαγγελματίας χταποδάς με το χάραμα της ημέρας έριχνε το γυαλί στη θάλασσα και ο ίδιος χωμένος με τα πόδια στο κοστάκι της βάρκας και την κοιλιά ακουμπισμένη και πατημένη με το υπόλοιπο σώμα του, έψαχνε μέχρι τις απογευματινές ώρες το βυθό, έχοντας τον κουπά να κινεί συνεχώς τη βάρκα προς τα εμπρός. Έβρισκε χταπόδια που φαινόντουσαν, γιατί περπατούσαν κυνηγώντας την τροφή τους, έβρισκε και χταπόδια κολλημένα στον βυθό ή μέσα στο θελάμι, που ήταν ορατά γι αυτόν. Πολλές φορές όμως έπαιρνε τον «τορό», δηλαδή τα ίχνη που άφηνε πίσω του το χταπόδι, που ήταν φαγωμένο καβουράκι που το αποτελείωναν οι γύλοι, οι χάνοι και οι πέρκες. Αυτά τα μικρόψαρα Δημήτρης Λακούτσης, Αργύρης Καραλής, Μιχάλης Καραλής, οδηγούσαν τον χταποδά στο χταπόδι και μάλιστα κάποιες φορές Μανόλης Λακούτσης κ.ά., Ουρανούπολη, 21 Μαΐου 1958 ενώ δεν το έβλεπε πουθενά, ήξερε πολύ καλά ότι ήταν κάτω από το γυαλί του, σε κάποια γωνιά κρυμμένο. Τότε έπαιρνε τη σαλαγγιά (πολυαγκίστρα), δολωμένη με άντερα χταποδιού ή αν το χταπόδι που κυνηγούσε ήταν μεγάλο, δόλωνε ένα τσιρελάκι*, ζύγωνε τη σαλαγγιά στο θελάμι ή στην τρύπα, την κουνούσε τραβώντας την προσοχή του χταποδιού που με τη σειρά του την αγκάλιαζε με σκοπό να φάει το δόλωμα. Ο χταποδάς την τραβούσε με δύναμη, ανάλογα με το μέγεθος του χταποδιού, τα αγκίστρια καρφωνόντουσαν στο χταπόδι και στη συνέχεια ο γυαλάς το σήκωνε στη βάρκα. Όταν το χταπόδι ήταν μέσα στο θελάμι, τού έριχνε τη σαλαγγιά και την κουνούσε κοντά του∙ αν ήταν πεινασμένο έβγαινε καμαρωτό και αγκάλιαζε τη σαλαγγιά με λαιμαργία να την φάει, αν ήταν χορτάτο δεν καταδεχόταν να απλώσει ούτε πλοκάμι. Ο χταποδάς, όμως, ως πονηρότερος του ‘ριχνε τη σαλαγγιά μέσα στο θελάμι και πάνω στο κορμί του κι εκείνο δήθεν αδιάφορα την έπιανε με το ένα πλοκάμι και απότομα την αγκάλιαζε σαν τον κλέφτη, σα να ήθελε να πει στον ψαρά: «Κόπανε, στην πήρα!». Έλα όμως που ο κόπανος ψαράς αυτό περίμενε∙ τραβούσε απότομα το σχοινάκι, η σαλαγγιά καρφωνόταν στο σώμα του χταποδιού, που όμως έμενε στο σπίτι του ατάραχο. Τότε ήταν που ο χταποδάς έβαζε τη γαλαζόπετρα, τον σμπούρκο, έτσι έλεγαν το πανάκι που είχε λίγη γαλαζόπετρα τυλιγμένη και δεμένη στο πανάκι που με τη σειρά του ήταν δεμένο στο χαλί του καμακιού, που ήταν προσαρμοσμένο στο κοντάρι. Το σμπούρκο ήταν σαν ένα κεφάλι σκόρδο που ο χταποδάς το έβαζε μέσα στο θελάμι. Το τι ακριβώς γινόταν στο θελάμι και τι κατάσταση δημιουργούσε δεν ξέρω, όμως το χταπόδι έβγαινε του σκοτωμού και με το τράβηγμα της σαλαγγιάς ερχόταν στη βάρκα, όπου με ένα σουγιά ή μυτερό ξύλο ο γυαλάς το τρυπούσε ανάμεσα στα μάτια και το ψοφούσε. Κάποιες όμως φορές ένα από τα αγκίστρια της σαλαγγιάς κολλούσε στα βράχια που είχε το σπίτι του το χταπόδι, εκείνο λόγω της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί πάλευε να βγει έξω και σκιζότανε στα δυο, η σαλαγγιά έμενε μέσα και ο χταποδάς το κάρφωνε με το καμάκι του. Υπήρχαν και περιπτώσεις που το χταπόδι κατάφερνε να δραπετεύσει. Το γυαλί ήταν μια ολόκληρη επιστήμη εκτός από μία πολύ δύσκολη και επίπονη δουλειά. Ο γυαλάς έβρισκε μόνος του αυτό που έψαχνε χταπόδι, ψάρι, σουπιά ή καλαμάρι την ημέρα αλλά και τη νύχτα με το πυροφάνι.

Οι χταποδάδες της Ερμιόνης δεν υπάρχουν πια Οι Ερμιονίτες χταποδάδες ανά την Ελλάδα, μέχρι το 1970 ήταν γύρω στους εκατόν πενήντα. Είχαν σκορπιστεί σε όλα τα μέρη της Ελλάδας που έκαναν πολλά χταπόδια, όπως Ραφήνα, Κάρυστο, Χαλκίδα και κάποιοι από αυτούς έμεναν εκεί. Στα μέρη εκείνα τα χταπόδια πουλιόντουσαν την ίδια μέρα που πιανόντουσαν, γιατί αποτελούσε το κύριο πιάτο του τραπεζιού. Από τη Χαλκίδα και πάνω, Σποράδες, Χαλκιδική και Θάσο τα χταπόδια Μάρτη, Απρίλη και Μάη ήσαν σωρό, πιάναμε όσα θέλαμε. Τρεις τενεκέδες του λαδιού υπήρχαν πάντα κάτω από την πλώρη ερμιόνη 23


ΛΑΜΠΗΣ Π. ΠΑΥΛΙΔΗΣ της βάρκας, γι’ αυτό τον σκοπό. Ο κάθε τενεκές έπαιρνε 16 οκάδες. Όταν γέμιζαν και οι τρεις, τα πετάγαμε στη γυαλού της βάρκας που γέμιζε κι αυτή (γύρω στους δυο τενεκέδες) κι όταν γέμιζε κι αυτή τα ρίχναμε στην άλλη γυαλού. Όμως στα μέρη τούτα το χταπόδι δεν πουλιόταν, έτσι κι εμείς τα λιάζαμε, τα κάναμε ξερά. Το κεφάλαιο του επαγγελματικού ψαρέματος του χταποδιού από Ερμιονίτες χταποδάδες έχει κλείσει πριν τρειςτέσσερεις δεκαετίες με τελευταίο χταποδά -γυαλά την κόρη του μπαρμπα- Σταύρου Μουρμούρη και γυναίκα του Γιάννη Μπιστάρδα, την Ελένη. Η Ελένη υπήρξε το στοιχειό του Δοκού. Πήγαινε συστημένη σε όλα τα θελάμια*, γνώριζε απ’ έξω κι ανακατωτά τον τορό*, το κοίταγμα του γύλου, της πέρκας και του χάνου. Τα μικρά νεογέννητα χταπόδια ακούνε ιστορίες από τους προγόνους τους, πως κάποιοι κατακτητές από την Ερμιόνη ήταν δεινοί ψαράδες. Τώρα κινούνται πιο ήσυχα στο βυθό χωρίς μεγάλο φόβο, μήπως ξαναέρθουν να τα συλλάβουν.

Το λιάσιμο του χταποδιού Το λιάσιμο του χταποδιού ήταν μια πολύ δύσκολη και κοπιαστική δουλειά, δεν ήταν παίξε - γέλασε. Όταν ο ήλιος έφτανε δυο κοντάρια να μπει, αράζαμε στον κάβο,* βγάζαμε την πραμάτεια έξω, βρίσκαμε το κατάλληλο μέρος και αφού βγάζαμε τα μελάνια, άρχιζε το χτύπημα, το παρούλισμα. Δουλειά ζόρικη∙ ο θείος μου ο Νίκος ο Μητρώκας στο κάθε δάχτυλο είχε και από μια κατσούλα κι όταν ήταν έτοιμος να τα χτυπήσει κάτω σηκωνόταν στις μύτες των ποδιών. Μετά από καμιά εκατοστή χτυπήματα τα πετούσαμε στη θάλασσα έξω, εκεί που έσβηνε το κύμα για να αρχίσει το παρούλισμα και στη συνέχεια το άνοιγμα της κατσούλας για να αφαιρεθούν τα όργανα (στομάχι, άντερα κ.λ.π.). Ύστερα μεταφέραμε τα χταπόδια στη βάρκα και τα απλώναμε πάνω στην αντένα που ήταν 6 μέτρα μήκος και πάχος διπλάσιο από ένα κοντάρι σημαίας. Μέχρι να φτάσει στο τέλος της τούτη η διαδικασία ο ήλιος είχε δύσει. Ο «μάγειρας» ετοίμαζε τα συνηθισμένα: το καζάνι, το λάδι, τα κρεμμύδια, ένα χταπόδι καμιά οκά, τη σακούλα με το σπαγέτο, τη μανέστρα, το κοφτά μακαρονάκι ή το ρύζι και πηδούσε έξω. Έβαζε δυο πέτρες τη μια πιθαμή μακριά από την άλλη, ανάμεσά τους κάμποσα ξύλα και άναβε τη φωτιά. Αν ο μάγειρας ήταν μερακλής, έκοβε τα πλοκάμια κομματάκια και τα έριχνε στο καζάνι χωρίς σταγόνα νερό, γιατί το χταπόδι έβγαζε το δικό του και μετά τα κρεμμύδια, το πιπέρι και στο μισάωρο το φαϊ μας ήταν έτοιμο. Στο διάστημα που ο ένας μαγείρευε, ο άλλος μάζευε από τις άλλες αντένες τα υπόλοιπα χταπόδια, εκτός από αυτά που μόλις είχε απλώσει, καθώς και της προηγούμενης ημέρας, που θα τα άπλωνε «φτου και από την αρχή» την άλλη ημέρα το πρωί, αφού το λιάσιμο του χταποδιού διαρκούσε μια βδομάδα περίπου με καιρό ευνοϊκό, δηλαδή λιακάδες και βοριάδες. Όταν ήταν μπουρίνια και ειδικά το Μαγιάπριλο που στη Χαλκιδική έκανε μπουρίνια με πολλές βροχές, τα χταπόδια τα πετάγαμε ξανά στη 24 ερμιόνη

θάλασσα. Αντένες γεμάτες με χταπόδια διακόσιες και τρακόσες οκάδες και βάλε. Χαμένοι κόποι, αλλά στο πρόγραμμα ήσαν κι αυτά. Όταν τα χταπόδια πια είχαν λιαστεί και είχαν γίνει ξερά σαν το πετσί, τα μαζεύαμε μπάλες, όπως εκείνες του ποδοσφαίρου. Μεγάλη τούτη εδώ η τέχνη των χταποδάδων. Άπλωναν κάτω τρία χταπόδια, τα πιο εμφανίσιμα, έπλεκαν τα πλοκάμια του ενός χταποδιού με το άλλο και τοποθετούσαν πάνω τους με τη σειρά τα πιο μικρά. Κατόπιν σήκωναν τις κατσούλες των πλεγμένων, τις ένωναν μεταξύ τους τη μια πάνω στην άλλη και τις κάρφωναν με παλούκια, που είχαν προηγουμένως φτιάξει. Το μήκος του παλουκιού, της σφήνας, ήταν 10 με 15 πόντους και πάχος όσο ένα δάχτυλο. Οι σφήνες αυτές ήσαν από ξύλο σκίντου* και είχαν τη δική τους μαστοριά. Μπορεί οι πατεράδες μας να μην είχαν πάει οι περισσότεροι στο σχολείο, αλλά είχαν ανακαλύψει ότι το σκίντο που θα χρησιμοποιούσαν για τούτα τα ξύλινα καρφιά έπρεπε να μην είχε υγρασία ή μούχλα που θα το σάπιζε ή θα το σκουλήκιαζε, αφού ήταν φυσικό ότι σε μια τέτοια περίπτωση το σκουλήκι θα απλωνόταν και στο χταπόδι. Τέσσερα με πέντε οκάδες χταπόδια χλωρά έκαναν μια οκά ξερό με ευνοϊκές συνθήκες λιασίματος. Όταν ο καιρός ήταν υγρός, νοτιάς και βροχή, τότε για να μείνει μια οκά ξερό, ήθελε εφτά οκάδες χλωρό. Μια βάρκα στη Χαλκιδική με διακόσες οκάδες ξερό χταπόδι, μέχρι τα μισά του Ιούνη που διαρκούσε η αλιεία του χταποδιού, θεωρείται ότι είχε μέτρια δούλεψη. Με διακόσες πενήντα και τρακόσες κάποιες φορές οκάδες ξερό χταπόδι, η βάρκα είχε κάνει καλό ταξίδι. Το πούλημα του ξερού χταποδιού γινόταν στα μοναστήρια του Αγίου Όρους όταν θέλαμε να συνεχίσουμε το ταξίδι μας για σπογγαλιεία μέχρι του Σταυρού, αν όμως θέλαμε να το πουλήσουμε όλο, τότε πηγαίναμε στις Καρυές που ήταν και το κέντρο ή η πρωτεύουσά του, διοίκηση Χωροφυλακής και καταστήματα για κάθε είδος εμπορίου. Η τιμή του ήταν από 40 έως 50 δραχμές η οκά. Αν πάλι κόβαμε ταξίδι και κατεβαίναμε στην παλιά Ελλάδα, το πουλούσαμε στη Χαλκίδα που είχε μεγάλη κατανάλωση στα νοικοκυριά της, αλλά κυρίως στα ουζάδικά της. Εάν ήθελε ο μπαρμπα-Σαράντος Δημαράκης να του κρατήσουμε, μάς ειδοποιούσε με γράμμα που το έστελνε ταχυδρομικώς και έτσι περνούσαμε τη Χαλκίδα χωρίς να δέσουμε παλαμάρι. - Διαμαντήηηηηη, όταν γυρίσουμε τον άλλο μήνα πάλι για πάνω, θα έρθουμε ν’ αράξουμεεεεε! Ο φουκαράς ο Διαμαντής Σπετσιώτης, ο Ρόλος στο παρατσούκλι, κούναγε σακάκια, φανέλες για να ζυγώσουμε να δει πατριώτες και να πει δυο κουβέντες. Λεξιλόγιο κουσέρβα: συνεταιρισμός τσέτα: πολλές βάρκες μαζί θελάμι: θαλάμι σουγγάρια: σφουγγάρια

τσιρελάκι: μικρό χταποδάκι τορό: δρόμο σκίντο: σκίνο


ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ Ν. ΗΛΙΟΥ*

Η ζωή κι εγώ... Αυτοβιογραφώντας - ακροβατώντας - προχωρώντας... Ευθαρσώς σε πρώτο ενικό. Τέλη Μάρτη 2016… Χρονιά γεμάτη αναμνήσεις παιδικές, κυρίως αυτές. Χρονιά ενδοσκόπησης. Χρονιά προσπάθειας, λόγω συγκυριών και μόνο, συμφιλίωσης με το παρελθόν. Το Κρανίδι εντός μου. Στα αποσπάσματα γυρισμάτων ταινίας πίσω στο 1993. Η πρώτη προβολή γεμάτη απορίες, η δεύτερη με κάποιες απαντήσεις, η τρίτη ήρεμη, οπιούχα… Θα τα έβλεπα άπειρες φορές ακόμα με το ίδιο με την τρίτη προβολή αίσθημα… Τότε που ο χρόνος σταματούσε. Ο απόηχος μιας ομάδας ανθρώπων που δημιουργούσαν και που ασκούσαν μια περίεργη έλξη πάνω μου. Η ειμαρμένη όμως είχε άλλα στο νου της. Το Κρανίδι εντός μου. Τα φτερά σα να δόθηκε εντολή να ψαλιδιστούν, ή έτσι νομίζω. Πατρίδα που δεν τη νιώθω πατρίδα. Πατρίδα που με σκλαβώνει και με λευτερώνει ταυτόχρονα. Κάμποσοι μήνες αργότερα. Σαραντόσπιτο - Κρανίδι (Φωτο: Ιφιγένεια Καμπουροπούλου) Φθινοπωριάζει. Γλυκά, μελαγχολικά ζυγώνει το δειλινό. Το κίτρινο χρώμα των σπιτιών με τους ψηλούς μαντρότοιχους και τις βαριές ξύλινες μάντρες πασπαλίζεται με το χρυσάφι του ήλιου που ετοιμάζεται για τον αποχαιρετισμό της μέρας. Κάθε λίγο, μια ατίθαση μπουκαμβίλια τολμάει να σπάσει τη μονοτονία με τα αυθάδικα γκρενά, φούξια ή λευκά της άνθη. Λευκά σαν τα πλεκτά και κοφτά κουρτινάκια που στολίζουν τα τζάμια με τα παραθυρόφυλλα στο εσωτερικό των σπιτιών, χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικής του τόπου, για γρήγορη προστασία από τους πειρατές κατά την παράδοση, όταν πρωτοχτίστηκε το χωριό. Κρανίδι, Σαραντάσπιτα, ζέστη. Γκρίζα παράθυρα σε κάτασπρα σπίτια με σταγόνες λουλάκι. Κήποι και αυλές με καταπράσινες περιποιημένες γλάστρες. Στενά εκεί που δεν το περιμένεις, σε βγάζουν σε άλλη γειτονιά. Στα πλάγια του δρόμου, δειλινά με τα κίτρινα, κόκκινα και πορτοκαλιά άνθη τους ετοιμάζονται να υποδεχτούν και να αρωματίσουν τη νύχτα. Κι άλλα σπίτια φαντάσματα της αλλοτινής ζωής που κλείναν μέσα τους, αφημένα στη μοίρα της φθοράς του χρόνου, με σφαλιστά τα παράθυρά τους, μαυρισμένα από τον καιρό, σπασμένα τα μικρά τετράγωνα τζάμια τους, οι πέτρινοι τοίχοι ξεφλουδισμένοι απ’ τον ασβέστη, γερασμένοι. Τούτο το Αυγουστιάτικο απόγιομα, για άλλη μια φορά, με ταξιδεύει πίσω στο χρόνο. Κυριακή πρωί, στην εκκλησία όλη η οικογένεια. Μονάχα ο πατέρας λείπει που ταξιδεύει. Η μαμά στο Κυριακάτικο γκρενά εμπριμέ φουστάνι της, άσπρα παπούτσια με τετράγωνο τακούνι, της μόδας, και άσπρη τσάντα. Χτενισμένη όμορφα με ανεπαίσθητο κοκκινάδι στα χείλη, άβαφη, όπως όλες σχεδόν οι γυναίκες. Μα δεν χρειαζόταν κιόλας να βαφτεί. Φοράει το πιο γλυκό της χαμόγελο. Εγώ καμαρώνω με το αγαπημένο μου φουστάνι. Ροζ, με τετράγωνο λαιμό και μπούστο «σφηκοφωλιά», μπορντούρα στο τελείωμα και στα μανίκια που φούσκωναν στο σούρωμα από το λάστιχο – ο μπαμπάς από το εξωτερικό το είχε φέρει το ύφασμα. Λευκά πέδιλα, δώρο του παππού πασχαλινό και τα δικά μου και της αδερφής μου. Που για άλλη μια φορά μουτρωμένη διαμαρτύρεται ότι κουράστηκε, στο ριχτό φουστάνι της με το λευκό φόντο και μοτίβο από εξοχικό σπιτάκι σε πράσινο λιβάδι, με όμορφα κίτρινα λεπτά λουλούδια που είχε φροντίσει η μαμά να τονίσει με ένα γλυκό κίτρινο στενό κορδελάκι στον ανοιχτό θραμπαλωτό λαιμό, δεμένο φιογκάκι. Η μαμά τα έραβε τα ρούχα μας και ίσως γι’ αυτό χαμογελούσε λίγο παραπάνω. Και η γιαγιά, από τη μεριά του πατέρα μου, γυρτή, με τη σκούρα γκρι κυριακάτικη ρόμπα της και το μαύρο φακιόλι στο κεφάλι. Ανηφορίζουμε για το σπίτι της γιαγιάς. Το τελετουργικό ήθελε να μας ψήνει πάντα ζεστό κακάο στα παιδιά και καφέ στους μεγάλους. Αν ήταν και ο μπαμπάς μαζί μας, στο σχόλασμα της εκκλησίας περνάγαμε πάντα από το ψιλικατζίδικο απέναντι από την Κάτω Παναγία, για κέρασμα καραμέλες. ερμιόνη 25


ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ Ν. ΗΛΙΟΥ Τα θυμάμαι ένα – ένα τα σπίτια καθώς προχωράμε, δεν έχουν αλλάξει και πολύ. Και τις γριούλες στη γειτονιά της γιαγιάς θυμάμαι, αρκετά καλά. Το σπίτι της γιαγιάς, που κανονικά θα είχα το όνομά της, αν δεν είχε κάνει η Βαγγελίστρα το θαύμα της να ζήσω, μωρό ημερών, ασαράντιστο, στο Παίδων. Κληρονομιά σε εγγονή στην Αθήνα που ούτε που τη θυμάμαι φυσιογνωμικά, ελάχιστες φορές την είχα δει. Τώρα στα χέρια άλλων – από σύμπτωση, παππού φίλου του μεγάλου μου γιου – περιποιημένο, καθαρό, όμορφο, το ίδιο κάτασπρο με το ίδιο γκρι στις πόρτες και τα παράθυρα, αλουμινένια τώρα. Δεν είναι η πρώτη φορά που μου ‘ρχεται να χτυπήσω το κουδούνι και να ζητήσω να το περιδιαβώ. Η γιαγιά ξεκλειδώνει την ψηλή ξύλινη μάντρα για να μπούμε μέσα. Πίσω της δυο βαριές σιδερένιες βέργες, μια σε κάθε φύλλο, στερεώνουν στον τοίχο και την ασφαλίζουν. Στο αριστερό χέρι είναι το πλυσταριό, ένα μικρό κτίσμα με μια γούρνα για το πλύσιμο των ρούχων και μια μικρή τουαλέτα. Όλοι τότε είχαν την τουαλέτα έξω από το σπίτι. Κατεβαίνοντας τα μεγάλα σκαλιά, στο αριστερό χέρι πάλι, η σκάλα που ανεβαίνει στο πάνω σπίτι – ποτέ δεν είχαμε μπει μέσα – και κάτω από τη σκάλα ένα μικρό κουζινάκι – αποθήκη, με το γκάζι για το μαγείρεμα, παλιά μπακιρένια σκεύη, τη σκάφη του ζυμώματος, το κόσκινο, κλουβιά άδεια, μια παλιά πήλινη γαβάθα. Στο δεξί χέρι μια κληματαριά για δροσιά και σκιά το καλοκαίρι και γλυκά σταφύλια ροδίτες το Σεπτέμβρη. Μπροστά, η ξύλινη εξώπορτα και στα δεξιά της το παράθυρο. «Περάστε μέσα να καθίσετε. Πάω να σας ψήσω κακάο και να φέρω λουκούμι», μας λέει η γιαγιά. Μπροστά μας εσωτερική ξύλινη σκάλα βαμμένη με μπεζ πλαστικό, οδηγεί με καταπακτή στα πάνω δωμάτια. Αριστερά ένα μικρό δωματιάκι με ντουλάπια κουζίνας και τα πιατικά, κι ένα φανάρι για το ψωμί και ότι περίσσευε από το μεσημεριανό γεύμα για να το φάνε η γιαγιά και ο θείος το βράδυ – τίποτα δεν πετιέται, όλα εκτιμώνται γιατί δύσκολα αποκτήθηκαν. Δεξιά το κύριο δωμάτιο, καθιστικό και υπνοδωμάτιο. Πίσω από την πόρτα ένα μικρό μπαούλο και από πάνω το εικονοστάσι με μια μικρή λάμπα χρωματιστή και το καντήλι πάντα αναμμένο με το φως της Ανάστασης. Αμέσως μετά, κάτω από το

26 ερμιόνη

παράθυρο, ένα μεγάλο σιδερένιο, απλό κρεβάτι, στρωμένο με το χράμι ή την καλοκαιρινή κουβέρτα, όμοια με αυτή που είχε το ντιβάνι αριστερά της πόρτας. Μπροστά ένα τζάκι που δεν χρησιμοποιούνταν πια, και στο γείσο του το ξυπνητήρι. Δεξιά του η πολυθρόνα η ξύλινη – σκηνοθέτη- της γιαγιάς και αριστερά του το τραπέζι με τις καρέκλες, το ραδιοκασετόφωνο που είχε φέρει ο μπαμπάς δώρο στο θείο, κι ένα ράφι με ένα παλιό ραδιόφωνο. Στον τοίχο του τραπεζιού, ένα παράθυρο που έβλεπε στον κήπο πίσω από το σπίτι, η αγαπημένη μου γωνιά, εκεί ανέβαινα να δω «τις κοκονίτσες» από τους καζαμίες Σαλιβέρου παλαιότερων χρόνων που ποτέ δεν πετούσε η γιαγιά. Φτωχικό, αλλά όμορφο, γαλήνιο το σπίτι της γιαγιάς. Στο δωμάτιο ο διακόπτης γύριζε για να ανάψει το ηλεκτρικό φως της λάμπας όταν είχε φύγει όλο σχεδόν το φως της μέρας, όλα κυλούσαν σε μια απέραντη ηρεμία. Τι παράξενη τούτη η μέρα! Δεν πρόλαβα να τελειώσω το οδοιπορικό μνήμης καλά – καλά, που μου επέβαλε το κυριακάτικο απογευματινό κατευόδιο στον πατέρα ξαδέρφης. Τέσσερα απογεύματα αργότερα, έμελλε να αποχαιρετίσω άλλο ένα κομμάτι των παιδικών μου χρόνων, μεγαλύτερο και τελευταίο εναπομείναντα αδερφό του πατέρα αυτή τη φορά, πλήρη ημερών στα 86 χρόνια του, που «έφυγε»’ γαλήνιος στον ύπνο του, έχοντας πάρει τα χαρμόσυνα νέα εισαγωγής στο Πολυτεχνείο του εγγονού του κι έχοντας χαρεί φροντίδα από κόρες και εγγόνια. Παράξενη τούτη η χρονιά, με πηγαινοφέρνει στο παρελθόν με το δικό της τρόπο, απρόσκλητα, απερίμεντα, ετσιθελικά. Το Κρανίδι εντός μου. Σα να θέλει να συμφιλιωθεί με το παρόν μου, σα να θέλει να αποσείσει από πάνω του τις κατηγόριες ότι με αιχμαλώτισε, παρά τη θέλησή μου, τόσα χρόνια στη «φυλακή» του, σα να μου θυμίζει ότι πάντα ήμουν ελεύθερη τελικά, σα να μου υποδεικνύει, καλοδεχούμενα, ότι έχω και εγώ ισότιμο μερίδιο ευθύνης για ότι είμαι, για ότι έγινα, για ότι γίνομαι. Το Κρανίδι εντός μου. Σα να θέλει να γίνει τελικά πατρίδα! *Η Ευαγγελία Ν. Ηλιού είναι καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας και υπηρετεί στο Γυμνάσιο Κρανιδίου.


ΕΛΕΝΗ ΔΑΚΗ - ΚΑΛΑΜΑΡΑ

Στο πανηγύρι των Αγίων Αναργύρων

Λένα και Νίκος Θεοδώρου

Ιούνιος 1955. Κρατώ στα χέρια του το ενδεικτικό μου και τρέχω με χαρά να το δείξω στη μητέρα μου. Εκείνη το παίρνει στα χέρια της, χαμογελάει με περηφάνια, με φιλάει και μου λέει: - Μπράβο σου! κι εγώ στο πανηγύρι θα σου πάρω την κούκλα, που θέλεις! Πανηγύρι! Στο άκουσμα αυτής της λέξης αρχίζω να ονειρεύομαι. Σε λίγο στην Ερμιόνη θα γιορτάζαμε το πανηγύρι των Αγίων Αναργύρων! Από μικρά είχαμε μάθει από τους γονείς μας ότι οι Άγιοι Ανάργυροι είναι οι προστάτες της υγείας μας, αφού ήσαν γιατροί και πρόσφεραν τις γνώσεις τους αφιλοκερδώς. Εμένα όμως, που ήμουν εφτά χρονών, δε με γέμιζε τόσο η θρησκευτικότητα της γιορτής, όσο το πανηγύρι! Ήταν για μας αληθινή διασκέδαση σε μια εποχή που οι ευκαιρίες διασκέδασης ήταν περιορισμένες. Από τη μέρα που η μαμά μάς μίλησε για το πανηγύρι, κάθε βράδυ, πριν κοιμηθώ, ονειρευόμουνα. Το πρόχειρο λούνα - παρκ που στηνόταν εκεί με τα ξύλινα αλογάκια, τις σιδερένιες βάρκες, που κρεμόντουσαν με μεγάλα σκοινιά και κουνιόμασταν ρυθμικά πάνω κάτω, το γευστικότατο μαλλί της γριάς, τους λαϊκούς οργανοπαίκτες και τις λαϊκές τραγουδίστριες, που για πρώτη φορά έβλεπα, τις κούκλες που ανοιγόκλειναν τα μάτια τους και πολλά άλλα παιχνίδια. Όλα αυτά μόνο το πανηγύρι μου τα προσέφερε, να τα απολαύσω! Αργούσαν όμως πολύ οι μέρες να περάσουν. Επιτέλους το ημερολόγιο έδειξε 30 Ιουνίου, παραμονή των Αγίων Αναργύρων. Από το βράδυ αυτής της ημέρας άρχιζε το πανηγύρι, το πανηγύρι των Αγίων μας. Η μητέρα μου κάνει τις απαραίτητες ετοιμασίες. Ετοιμάζει μερικά πρόχειρα φαγώσιμα που θα πάρουμε μαζί, τις κουβέρτες που θα χρησίμευαν να σκεπαστούμε, αφού θα κοιμόμαστε το βράδυ της παραμονής στα Ευκάλυπτα, δίπλα στο κύμα. Όλη η οικογένεια σε ετοιμότητα. Κατεβαίνουμε στα Μαντράκια. Από κει θα πάρουμε τη βαρκούλα που θα μας μεταφέρει απέναντι στα Ευκάλυπτα. Αρκετοί άνθρωποι μέσα στη βάρκα, η λίστερ μηχανή ντουκ – ντουκ χτυπάει δυνατά κι εμείς γελάμε, χαιρόμαστε, γιατί εκείνη η μέρα ήταν για εμάς πάντα μαγική! Φτάνουμε, αφήνουμε τον μπόγο με τον ρουχισμό μας κάτω από τα δέντρα και ανεβαίνουμε με τα πόδια στο Μοναστήρι. Τα πόδια μας πετάνε και δεν καταλαβαίνουμε κούραση και σκόνη. Πού να καταλάβει κανείς κούραση, όταν περπατάει ανάμεσα σε πρόχειρα στημένα παιχνιδάδικα και λούνα παρκ! Ο κόσμος πολύς! Θόρυβος, φωνές κι εμείς ανάμεσά τους! Η μητέρα μάς λέει: - Πρώτα απ’ όλα θα προσκυνήσουμε τη θαυματουργή εικόνα των Αγίων και μετά θα δούμε τους πάγκους! Νιώθουμε πραγματικά ευλάβεια μπροστά στην ασημένια μεγάλη εικόνα τους. Οι Άγιοι Ανάργυροι, Κοσμάς και Δαμιανός και ανάμεσά τους η μητέρα τους, η Αγία Θεοδότη! Προσκυνάμε ευλαβικά και φεύγουμε. Η μεγάλη ώρα έφτασε για μας! Ανεβαίνουμε στα ξύλινα αλογάκια και γυρίζουμε γύρω-γύρω. Μπαίνουμε στις βάρκες και κουνιόμαστε πάνω κάτω. Αγοράζουμε το μαλλί της γριάς και το απολαμβάνουμε. Αποκτώ την κούκλα μου, την πρώτη μου αληθινή κούκλα, με ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια, που ανοιγοκλείνουν. Φοράει ένα ροζ, μακρύ φουστάνι και κρατώντας την στην αγκαλιά μου, νομίζω πως έχω όλο τον κόσμο δικό μου! Είναι πια πολύ αργά και κατεβαίνουμε προς τα Ευκάλυπτα, για να ξεκουραστούμε. Δίπλα μας έχει στηθεί μια μεγάλη ξύλινη εξέδρα. Η τραγουδίστρια με το λαμέ φουστάνι έχει πάρει θέση, το μικρόφωνο είναι έτοιμο και ο κόσμος αρκετός, για να την ακούσει. Όλα μάς εντυπωσιάζουν, αλλά είναι η ώρα να πάμε για ύπνο. Ύπνος πάνω σε κουβέρτες, γέλια και πειράγματα από τα παιδιά, που προσπαθούν να κοιμηθούν ανάμεσα στα μεγάφωνα που ηχούν δυνατά, καθώς ο κόσμος χορεύει και γλεντάει. Νύχτα μαγική, κοιτάζω τα άστρα, το φεγγάρι και νιώθω τυχερή που είμαι Ερμιονίτισσα, που έχουμε το πανηγύρι μας! 1. Όταν οι μεγάλες γυναίκες μας ξεμάτιαζαν άκουγα πάντα να λένε το: «Άγιοι Ανάργυροι και θαυματουργοί επισκέψασθε τας ασθενείας ημών...».

ερμιόνη 27


ΒΙΒΗ ΣΚΟΥΡΤΗ / ΣΟΦΙΑ ΜΕΛΛΟΥ-ΤΣΑΜΑΔΟΥ

Το γλυκό κουταλιού, κυδώνι Ας θυμηθούμε την Άννα Κοτταρά, μέσα από το γλυκό του κουταλιού κυδώνι! Το «κυδώνιον μήλον», γνωστό από την ομηρική εποχή, μας οδηγεί στην Κρήτη, τη χώρα των Κυδώνων. Το χρυσό μήλο της Έριδας στη Μυθολογία, που πρόσφερε ο Πάρις στην όμορφη Θεά Αφροδίτη, ήταν προφανώς κυδώνι, καθώς οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν «μήλο» οποιοδήποτε σφαιρικό φρούτο. Ο Σόλων περιλαμβάνει

Γιάννα Κοτταρά

το κυδώνι στους νομοθετικούς κανονισμούς και την τελετουργία των γάμων. Από πολύ παλιά, λοιπόν, το κυδώνι θεωρείται ιερός καρπός και σύμβολο της αγάπης. Ανέκαθεν γινόταν εκλεκτό γλυκό με το όνομα «μηλομέλι» ή «κυδωνομέλι». Στην περιοχή μας ακόμα και σήμερα διατηρείται το έθιμο να καλωσορίζει η πεθερά το νιόπαντρο ζευγάρι στο σπιτικό του «γλυκαίνοντάς το» με γλυκό του κουταλιού κυδώνι, ώστε να έχουν φρεσκάδα και γλύκα στον έγγαμο βίο τους. Η σάρκα του κυδωνιού παρά το γεγονός ότι είναι στυφή, τρώγεται ωμή αλλά κυρίως χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική, στην παρασκευή λικέρ και ενός ειδικού κρασιού από το οποίο στη συνέχεια παρασκευάζεται το κονιάκ. Το φθινόπωρο είναι η εποχή που στο σπίτι κάθε Ερμιονίτισσας νοικοκυράς μπορεί κανείς να γευτεί μυρωδάτο, «καλοδεμένο» γλυκό κουταλιού κυδώνι, ενώ παράλληλα μπορεί να προμηθευτεί γλυκό, λικέρ και πελτέ κυδωνιού, παρασκευασμένα, κατά τον παραδοσιακό τρόπο χωρίς συντηρητικά, από την Χριστιανική

28 ερμιόνη

Αδελφότητα «ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΕΛΕΗΜΩΝ» στα Μαντράκια Ερμιόνης. Μεγάλος, στρογγυλός με έντονο άρωμα, σαρκώδης και χυμώδης ο καρπός του κυδωνιού! Έτσι «χυμώδης», γνήσια, πληθωρική και εκφραστική ήταν η Ιωάννα Αθανασίου Κοτταρά, η γνωστή σε όλους μας Γιάννα. Γάργαρο, ηχηρό, φυσικό κι αυθόρμητο το γέλιο της, σπινθηροβόλο το βλέμμα της, προκομμένα τα χέρια της. Βαθιά ερωτευμένη υπήρξε με τη ζωή και πάντα με μια φρέσκια διάθεση. Η εποχή, λοιπόν, μας δίνει την ευκαιρία να τονίσουμε μιαν «απουσία». Να κινήσουμε μοχλούς νοσταλγίας και θύμησης και να αναζητήσουμε τον «άλλο» μέσα από την καταγραφή μιας συνταγής. Κυδώνι, γλυκό του κουταλιού στο πνεύμα των ημερών του φθινοπώρου, αφού η ζαχαροπλαστική, όπως και η μαγειρική, έχει ταυτότητα και ακολουθεί τις εποχές, τις κλιματολογικές συνθήκες του τόπου που ζούμε κι αναπνέουμε, τις λατρευτικές κι εθιμικές συνήθειες, τα ντόπια προϊόντα. Η συνταγή μας 1 κιλό καθαρισμένο κυδώνι και κομμένο 1 και ¼ του κιλού ζάχαρη 1 και ½ ποτήρι του νερού νερό Αμύγδαλο ασπρισμένο, κομμένο νυχάτο και περασμένο από τον φούρνο για να είναι νόστιμο Πώς το κάνουμε: Πλένουμε τα κυδώνια και αφαιρούμε τη φλούδα. Κόβουμε τη σάρκα σε λεπτά μπαστουνάκια. Τα βάζουμε σε λεκάνη με λεμόνι, για να μη μαυρίσουν. Στραγγίζουμε και τα βάζουμε με το νερό να βράσουν, ώσπου να μαλακώσουν. Ρίχνουμε τη ζάχαρη και σε δυνατή φωτιά δίνουμε δυο - τρεις ακόμα βράσεις και ξάφρισμα. Το αποσύρουμε από τη φωτιά και το δένουμε την επομένη. Όταν έχει «δέσει» το σιρόπι βυθίζουμε ένα κλωνάρι γκιούλι (αρμπαρόριζα), για να πάρει γεύση και άρωμα. Μία κουταλιά γλυκόζη για να διατηρηθεί το γλυκό και στο τέλος τον χυμό λεμονιού. Σκεπάζουμε με καθαρή πετσέτα και τοποθετούμε σε καθαρά βάζα. Εμείς σας δώσαμε το γλυκό κουταλιού κυδώνι μέσα από το βιβλίο συνταγών «δια χειρός» της Άννας. Κι όπως οι μυρωδάτοι ατμοί από την αρμπαρόριζα πλημμύριζαν άλλοτε το αρχοντόσπιτο της Άννας και της αδελφής της Κατίνας, που μας παραχώρησε και την συνταγή, ελπίζουμε να πλημμυρίσουμε κι εσάς, τους αναγνώστες μας, θύμισες από τη μορφή της!


ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΤΑΡΑΣ

Ο Γέροντας Προκόπιος Μερτύρης (κατά κόσμον Ελευθέριος του Δημητρίου και της Σταματίνας εξ Ερμιόνης)

Ο Γέροντας Προκόπιος Μερτύρης

Γεννήθηκε το 1929 εις Ερμιόνη, τελείωσε το οκτατάξιο Γυμνάσιο Κρανιδίου και το 1951 απεφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών. Υπηρέτησε επί μια τριετία ως ασυρματιστής στο Βασιλικό Ναυτικό και το 1954 χειροτονήθηκε μοναχός υπό του Μητροπολίτου ΥΣΑΤΕ Μακαριστού Προκοπίου Καραμάνου, στην Ι. Μονή Αγίων Αναργύρων Ερμιόνης. Εγράφη δε στο Μοναχολόγιο της Ι. Μονής Προφήτου Ηλίου Ύδρας και εν συνεχεία Διάκονος, διορισθείς στον Ι.Ν. Προφ. Ηλία Καστέλας και αργότερα στον Ι.Ν. Παναγιάς Βλαχερνών Αμφιάλης. Το 1956 χειροτονήθηκε στην Ι. Μονή Πεντέλης πρεσβύτερος υπό του Μακαριστού Προκοπίου Καραμάνου και τοποθετήθηκε εφημέριος σον Ι.Ν. Αγίου Ιωάννου Ρέντη, όπου και υπηρέτησε μέχρι και το 1960 διαμένοντας με την οικογένεια του στο Μοσχάτο. Το 1960 πήγε στη Λήμνο, όπου έγινε η ενθρόνιση του θείου του μακαριστού Παντελεήμονος Μερτύρη ως Μητροπολίτου Λήμνου. Κατόπιν υπέβαλε αίτηση στη Διεύθυνση της Θρησκευτικής Υπηρεσίας Στρατού στο Γενικό Επιτελείο, όπου και προσελήφθη ως στρατιωτικός Ιερέας, διορισθείς στη 10η Μεραρχία Στρατού στις Σέρρες. Τον Μάρτιο του 1962 μαζί με τη γυναίκα μου παρακολουθήσαμε την θεία λειτουργία στο μητροπολιτικό Ναό των Σερρών, όπου ο Προκόπιος κήρυττε τον θείο Λόγο, ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου. Έχαιρε δε του σεβασμού του λαού των Σερρών, οι οποίοι δεν έπαψαν να τον επισκέπτονται και αργότερα στο Μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου, για να εξομολογηθούν. Το 1963 μετατέθηκε στο 2ο Σώμα Στρατού στη Βέροια υπό τον Στρατηγό Ιωάννη Γεννηματά. Όταν ο Στρατηγός Ι. Γεννηματάς εξελέγη Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού τον πήρε μαζί του. Ακολούθως τον τοποθέτησε στην ΕΛ.ΔΥ.Κ., για να οργανώσει την θρησκευτική υπηρεσία της, όπου και παρέμεινε τρία χρόνια. Το 1967 έγινε το πραξικόπημα στην Κύπρο, τον ανακάλεσαν στην Ελλάδα και τον τοποθέτησαν στην 8η Μεραρχία στρατού με έδρα τα Ιωάννινα. Αμέσως μετά το πραξικόπημα υπέβαλε την παραίτηση του, αρνηθείς να γίνει επίορκος προς τον Βασιλέα. Το 1972 έλαβε πρόσκληση του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού, να ενταχθεί στην εκκλησία της Αυστραλίας, αλλά επειδή του είχαν απαγορεύσει την έξοδο από τη χώρα, με παρεκάλεσε να τον φυγαδεύσω με πλοίο στην Ιταλία κι από εκεί αεροπορικώς στο Σίδνεϋ. Επειδή, όμως, δεν θα μπορούσε να περάσει το φυλάκιο του Περάματος, χωρίς να γίνει αντιληπτός και να μπει στο πλοίο ως εργάτης συνεργείου, του ζήτησα για την ασφάλειά του να αποσχηματιστεί προσωρινώς, μέχρι το πλοίο να απομακρυνθεί των Ελληνικών χωρικών υδάτων. Αρνήθηκε κατηγορηματικά!!! Έκτοτε υπηρέτησε ως εφημέριος στον Ι. Ν. Σωτήρος στον Ταύρο. Εκεί δημιούργησε το σπίτι «Γαλήνη», όπου καθημερινώς μοίραζε 75 μερίδες φαγητού σε φτωχούς και άλλες 30 μερίδες σε ξηρά τροφή. Ακόμα προσέφερε κάθε μέρα τροφή και σε 10 μικρά παιδιά. Το 1999 μεταβαίνει στην Ιερά Μητρόπολη Κορίνθου και ανεγείρει εκ θεμελίων την Ιερά γυναικεία Μονή Αγίου Αθανασίου του Μεγάλου. Συγχρόνως ανήγειρε και την Ιερά ανδρώα Μονή «Παναγία Πάντων Χαρά», μεταξύ Ζευγολατιού και Καλετζίου, οι οποίες και περατώθηκαν εντός 15ετιας. Όταν τον ρώτησα πώς τα κατάφερε, μου απήντησε: «Η πίστη στο Θεό κάνει μεγάλα θαύματα και έργα θαυμαστά». Όταν το 1996 επισκέφθηκα τη μητέρα Τερέζα στην Καλκούτα και είδα το έργο της ανά τον Κόσμο, την ρώτησα: Πώς τα κατάφερες; Και εκείνη μου απάντησε: «Με την αγάπη του Χριστού». Στις Ιερές Μονές του Γέροντα Προκοπίου, οι πιστοί έβρισκαν εκτός της πνευματικής τροφής και την υλική. Άνθρωποι από Καναδά, Αμερική και Αυστραλία του τηλεφωνούσαν, για να τους δώσει την ευχή του. ερμιόνη 29


ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΟΤΑΡΑΣ Ήταν τόση η εμπιστοσύνη του λαού στο Γέροντα, που ανάγκασε τον μητροπολίτη Κορίνθου Διονύσιο να παρακαλέσει τους πιστούς, στο 40ήμερο μνημόσυνο, να μην εγκαταλείψουν την Μονή, γιατί ο Γέροντας Ζει και η Χάρις του πάντα θα ευλογεί τον Ιερό χώρο της Μονής. Ο Γέροντας Προκόπιος πιστοποίησε τη ρήση του Ιησού, όταν τον περιέπαιζαν οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι λέγοντάς Του: «Διδάσκαλε, θέλομεν από εσού σημείον ιδείν». Στην πρόκληση των κατηγόρων του, ο Γέροντας θα μπορούσε να δείξει τον λαό που τον ακολουθούσε. Την ημέρα του 40ημέρου μνημοσύνου, στην πλατεία Καραϊσκάκη στον Πειραιά, όπου ανέμεναν τα λεωφορεία περί τους 100 πιστούς, για να μας μεταφέρουν στη Μονή, κάθε ένας από αυτούς είχε να διηγηθεί και μια εμπειρία εκ του λόγου και έργου του Γέροντα Προκοπίου.

Μετά το πέρας του μνημοσύνου προσεφέρθη γεύμα εις όλους τους παρευρισκομένους, σε ειδικά μόνιμα κατασκευασμένο χώρο, με μαρμάρινα τραπεζοκαθίσματα. Εκεί μου δόθηκε η ευκαιρία να συναντήσω πιστούς από όλη την Ελλάδα, εκ των οποίων μόνο πέντε συγγενείς Ερμιονίτες, ίνα πληρωθεί το ρηθέν: «Ουδείς προφήτης εν τω τόπω αυτού!!!». Γέροντα Προκόπιε, υπήρξες ένα υπήνεμο λιμάνι, που έβρισκαν καταφύγιο οι κατατρεγμένες ψυχές από τις ερινύες. Η μνήμη σου Γέροντα και το έργο σου, θα παραμείνουν εκεί μέχρι συντέλειας, για να φανερώνουν τη μέριμνα του Θεού, για τα παιδιά Του!!! Αιωνία σου η μνήμη!

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ - ΡΗΓΑ

Προκόπιος Μερτύρης (1929 - 2016) Η «απουσιολόγος» της τάξης των 50-60 μαθητών πήρε πάλι το μολύβι κι έβαλε σταυρό απουσίας. +Προκόπιος Μερτύρης. Στον κατάλογο, Ελευθέριος. Μέτρησε τ’ αγόρια. Ένα μόνο παρόν, ο Νίκος. Τα κορίτσια της τάξης 5: Ηρώ, Φραντζέσκα, Βασίλω, Βενετία, Κατερίνα. Αφορμή της ανάδυσης των αναμνήσεών μου, η εκδημία του γέροντος Αρχιμανδρίτη, Ηγουμένου και ιδρυτού δύο Μονών, του Αγίου Αθανασίου και της Παναγίας Πάντων Χαρά, στο Καλέντζι Κορινθίας. Βέρος Ερμιονίτης ο Προκόπιος, ξεκίνησε απ’ το Μερτυρέικο περιβόλι για το Δημοτικό σχολείο Ερμιόνης, με ζήλο, φιλομάθεια, επιμέλεια, υπευθυνότητα και μαθητική επίδοση του άριστα -το μόνο αγόρι, σε αντίθεση με τα κορίτσια που αρίστευαν. Στη συνέχεια στο γυμνάσιο Κρανιδίου, χρόνια δύσκολα κατοχικά. Σταματημένο το μοναδικό λεωφορείο «Ελενίτσα». Έτσι πηγαινοερχόμασταν τα Σαββατοκύριακα 8 χιλιόμετρα στον δρόμο της Πικροδάφνης, άλλοι πεζοί άλλοι με τα γαϊδουράκια με τα ταγάρια γεμάτα με τα τρόφιμα της εβδο-

μάδας. Ο Λευτεράκης πάντα πεζός, σκληραγωγημένος, θεληματικός, με στόχο τις σπουδές με όποιο κόστος. Ήταν πάντα καλός μαθητής και φρόνιμο αγόρι. Στις μισές τάξεις του Γυμνασίου μεταφερθήκαμε στον Πειραιά, αφού η Ερμιόνη στα χρόνια μας στερείτο Γυμνασίου. Ο Προκόπιος τελείωσε τη Θεολογική. Χειροτονήθηκε διαδοχικά ως τον βαθμό του Αρχιμανδρίτη, μόνασε ιδρύοντας δύο περικαλλείς Μονές, όπως προανέφερα, σωστά κοσμήματα, με διάθεση γούστου, κόπων, χρημάτων, από προσφορές των πιστών, των τεχνιτών και μηχανικών αποτέλεσμα της ζεστής, απλής και φιλικής συμπεριφοράς του. Λειτουργικά δίδαξε γραπτά και προφορικά και ωφέλησε τον νέο του περίγυρο. Έτυχε αποδοχής η ακτινοβολία του. Αεικίνητος και ακούραστος. Θαυμαστό το κουράγιο του τις παραμονές του θανάτου του να μου στείλει Πασχαλινές ευχές. Την άλλη μέρα έμαθα πως απεβίωσε. Λυπήθηκα κατάκαρδα που δεν αξιώθηκα να τον επισκεφθώ. Ας έχει καλή ανάπαυση στη χώρα των δικαίων ψυχών!

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΠΑΤΡΟΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ Στα πρώτα βήματα τα σχολικά μαζί κινήσαμε μα και στα γυμνασιακά παράλληλα βαδίσαμε. Καθένας μας ετράβηξε δρόμο ξεχωριστό γι’ ανώτερες σπουδές ό,τι ήταν αρεστό. Κι έγινες εσύ ιεροσύνης λειτουργός, και δυο Περίκαλλων Μονών δημιουργός. 30 ερμιόνη

Αγκάλιασες το ποίμνιο και ζέστανες ψυχές, εφώτισες πολλούς πιστούς με έργο συνεχές. Όσοι σε εγνωρίσανε τη μνήμη σου τιμάνε και της ψυχής σου ανάπαυση απ’ το Θεό ζητάνε. Καλέ Λευίτη η μνήμη σου ας είναι αιωνία στη μόνιμη που βρίσκεσαι ψυχών την πολιτεία.


&

οι χαρές μας οι λύπες μας

Γάμοι Αλεξάκης Γεώργιος - Ασβεστοπούλου Ζωή Αργυρόπουλος Βασίλειος - Κασνέστη Μαρία Ασβεστάς Παναγιώτης - Χαρίτου Ακριβή Βάθης Αναστάσιος - Αμβράζη Αρετή Γεωργόπουλος Γεώργιος - Λύκου Μαγδαληνή Δραπανιώτης Ανάργυρος - Αθανασάκη Στυλιανή Κορδώνης Βασίλειος - Ζώση Παρασκευή Κουρκουλέας Κων/νος - Γεωργιάδη Θεοδώρα Μάνος Δημήτριος - Μασλλάρι Γιουβάνα Μαστοράκης Θωμάς - Παβλένκο Λιούμποβ Μπαρδάκος Αντώνιος - Μιχάλη Σάρα

Μπούρας Γεώργιος - Δαγρέ Ιωάννα Μπρακούλιας Κων/νος - Μπεξή Δήμητρα Νταουλιάρης Ανάργυρος - Ρίσβα Βασιλική Ντουνέτας Παναγιώτης - Φλεβαράκη Παναγιώτα Τζουβάρας Δημήτριος - Μαθιουδάκη Ιωάννα Τούσσας Δέδες - Φραϊδάκη Ζωή Τσιούνης Πέτρος- Παράσχου Ελισάβετ/Άννα Τσιρακόπουλος Κων/νος - Μέλλου Αγγελική Τσιρτσίκος Νικόλαος - Μεταξιώτη Βασιλική Φασιλής Φίλιππος - Χιώνη Ευγενία

Θάνατοι Αϊβαλιώτης Ευστάθιος Αϊβαλιώτης Κων/νος Βούλγαρη Δήμητρα Φολώκας Απόστολος Κοτσοβού Ελένη Γερακίου Θεοδώρα Γεωργίου Βενετία Γούτου Γεωργία Γούτος Αριστείδης Γούτος Ευάγγελος Διαμαντής Σταύρος Δράκος Χρήστος Δρούζας Απόστολος Ζώσης Νικόλαος Καισαρεύς Γλυκερία Καλλιάνου Σοφία

Καρατζάς Εμμανουήλ Κοζού Γεωργία Κονδύλης Σωτήριος Κοτσοβού Αργυρώ Λαδάς Χρήστος Λάμπρου Μαρίνα Μάνου Ζωή Μαρουλάς Κων/νος Μας Λουκάς Μισέλ Ζακλίν Μαστρόκαλος Αντώνιος Μιχαήλ Νικόλαος Μπατζάνης Χρήστος Μπόλλα Αικατερίνη Μπόλλας Ανδρέας Μπόλλας Παναγιώτης Μπόλλας Σταμάτιος

Μπροδήμα Αργυρώ Ντελής Βασίλειος Ντούρος Βασίλειος Πάλλη Ελένη Παπαθανασίου Παναγιώτης Σάββας Νικόλαος Σαρρή Άννα Σαρρής Κοσμάς Σατραβέλα Ελένη Σκαλτσάς Αγγελής Σκούρτη Ελένη Σπανός Ιωάννης Στάικου Ελένη Τσατσαρού Παρασκευή Φασιλής Κων/νος Χατζησταύρου Θωμαΐς

ερμιόνη 31


"ΕΡΜΙΟΝΗ, 2015", φωτο: Χρήστος Προσίλης


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.