1-3 OF AUGUST 2014 MYTILENE, LESBOS ISLAND, GREECE fortress area 50+ MUSIC ARTISTS 80+ GRAFFITI ARTISTS www.beachstreetfestival.gr
founder / art director
Michael Meimaroglou (info@urbanstylemag.gr)
chief editor / translation
Nicole Erini (nicole.erini@urbanstylemag.gr)
ISSN 1791-3888 Διμηνιαία Έκδοση, Τεύχος #35 2014 Bi-Monthly Release, issue No 35 2014 ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ / ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ Μιχάλης Μεϊμάρογλου (info@urbanstylemag.gr) ΑΡΧΙΣΥΝΤΆΚΤΡΙΑ / ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ Νικόλ Ερίνη (nicole.erini@urbanstylemag.gr) ΒΟΗΘΟΣ ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΚΤΗ Παναγιώτης Καρατζάς (p.karatzas@urbanstylemag.gr) ΣΥΝΤΑΚΤΕΣ Αλέξανδρος Γερασίμου, Δώρα Μπόνταρη, Ιωάννα Αναγνωστίδου, Ιωάννης Παπαστυλιανός, Οδυσσέας Πανιεράκης, Σοφία Παυλίδου, Σοφία Θεοδώρα Γιλτιζι, Μάγδα Τερζίδου, Φώτιος Μπάλας ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Μάκης Μπενάκης, Απόστολος Μπενάκης, Μαρί Μουσταϊζή, Νίκος Γραμμάτος, Νίκος Δενάζης, Στέλλα Ρουσνίδου, Ελένη Ντούβα, Αλέξανδρος Βαρελίδης, Χρήστος Δασκαλάκης, Θεόδωρος Αλεξέλλης ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ Δήμητρα Μεϊμάρογλου WEB www.urbanstylemag.gr
senior editor Panagiotis Karatzas (p.karatzas@urbanstylemag.gr)
editors
Aleksandros Gerasimou, Dwra Mpontari, Iwanna Anagnwstidou, Iwannis Papastylianos, Odysseas Panierakis, Sofia Pavlidou, Sofia Theodwra Giltizi, Magda Terzidou, Fwtios Mpalas
partners
Makis Mpenakis, Apostolos Mpenakis, Mari Moustaizi, Nikos Grammatos, Nikos Denazis, Stella Rousnidou, Eleni Ntoyva, Aleksandros Varelidis, Xristos Daskalakis, THeodwros Aleksellis
logistics
Dimitra Meimaroglou
web
www.urbanstylemag.gr
mailbox
“UrbanStyleMag” Chrisomallousis 1A street Mytilene, Lesvos, Greece PS. 81100 E. info@urbanstylemag.gr T. +30 6973646193
commercial management Umbrella Culture & Events Chrisomallousis 1A, Mytilene, PS 81100 www.umbrellaculture.com
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ “UrbanStyleMag” Χρυσομαλλούσης 1A, 81100, Μυτιλήνη, Λέσβος info@urbanstylemag.gr | T. +30 6973646193 ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΔΙΑΧΕΊΡΙΣΗ UMBRELLA ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. Χρυσομαλλούσης 1Α 81100, Μυτιλήνη, Λέσβος www.umbrellaculture.gr
cover by. Michael Meimaroglou Επιτρέπεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική ή μερική του περιεχόμενου του περιοδικού με οποιονδήποτε τρόπο μόνο με την προηγούμενη αναγραφή της Πηγής. Οι απόψεις που διατυπώνονται στο παρόν έγγραφο αποτελούν αποκλειστική ευθύνη του συντάκτη και δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκην την επίσημη θέση του Εκδότη.
4 URBANSTYLEMAG
TEXT/PHOTOGRAPHY. NICOLE ERINI ( NICOLE.ERINI@URBANSTYLEMAG.GR )
editorial
Σάββατο 12. 4. 2014, 7:42 π.μ.. πλατεία Svobody, Μπρνο, Τσεχία. Μόλις γύρισα από Μπρατισλάβα και το Electronic Beats festival, κι έχω κάτσει για καφέ μαζί με τα 582 μπιχλιμπίδια και τις 7000 σκέψεις που πήρα για σουβενίρ από τη Σλοβακία. Και μέσα στο μυαλό μου συμβαίνουν τα εξής. Παίρνεις τρένα, αεροπλάνα, λεωφορεία, πακετάρεις, μεταναστεύεις, ζεις (έτσι λες), νοσταλγείς, ξαναπακετάρεις, επιστρέφεις, ξανανοσταλγείς, μετανιώνεις, ξαναμεταναστεύεις –ή κάθεσαι εκεί που είσαι κι αναρωτιέσαι γιατί δεν μεταναστεύεις- και παντού και πάντα λες φτου κι απ’ την αρχή. Μη χάσεις τίποτα, μη μείνεις ακίνητος, μη μείνεις πίσω, μάθε πολλά, απόκτησε πολλά, κάνε τα πάντα, πήγαινε παντού. Στο μεταξύ μαθήματα, μάστερ, διδακτορικά, ανασφάλειες, εμπειρίες (ευφημισμός για «τραυματικά και μη γεγονότα από τα οποία μόνο τα δεύτερα φτάνουν μέχρι τον προφορικό λόγο – και το facebook»), emails, προθεσμίες, διλήμματα, δεύτερες σκέψεις, καφέδες, «το θερμοσίφωνο το έκλεισα άραγε;», νοίκια, γενέθλια, επιθυμίες, ανάγκες (ποιά είναι η διαφορά είπαμε;), αδιέξοδα, ποτά, ξυπνητήρια, ασθένειες, γραφειοκρατία, «Ρε ξες ποιος είμ’εγώ;» (εδώ δεν ξες εσύ ρε φίλε, εγώ πού να ξέρω;), δώρα, απολύσεις, πάρτυ –κάποια υπερεκτιμημένα από ντροπή- , σινεμά, κίνηση στο δρόμο, φοβερό σαμπουάν αυτό ε, «για πόση από τη συνείδησή μας είμαστε υπέυθυνοι άραγε;», τι τα θες και τα ψάχνεις μωρέ, σεξ, μουσική, θάλασσα -ή και βουνό- πιάσε ένα χωρίς τζατζίκι, «γιατί δεν παίρνει τηλέφωνο;» (βασικά γιατί σε νοιάζει τόσο), προαγωγές, μειώσεις, inbox, πώς μεταφράζεται το «Άσε μας κουκλίτσα μου»; Καθυστερήσεις, αμφιβολίες, τσακωμοί, «η πάλη των τάξεων» (η πάλη των απωθημένων), αυτιστικά σχέδια (με απόλυτα εξαρτημένο συναίσθημα), όνειρα (κλισέ σαν τίτλος σαπουνόπερας), «πότε θα σοβαρευτείς επιτέλους;» (δε ξέρω, πότε είναι το deadline;), τσίχλες, γέλια, στημένη ευγένεια, αχρείαστη αγένεια, «καταναλωτισμός, μεγάλο τριπάκι» (προβολές κι αυθυποβολές, ακόμα μεγαλύτερο), συνάλλαγμα, πλανόδιοι μουσικοί, μπισκότα κανέλας, «διαπολιτισμικότητα και χάσμα γενεών και κουλτούρας», ανεξαρτησία (ή μήπως μοναξιά;), και κάπου στα ψιλά γράμματα η ουσία: Όπου κι αν πας, ό,τι κι αν κάνεις (και ό,τι κι αν σου κάνουν), οι άνθρωποι είναι ίδιοι. Οι συντεταγμένες αλλάζουν. Οι συνήθειες αλλάζουν. Άντε κι οι ιδέες καμιά φορά. Οι άνθρωποι στον πυρήνα μας, είμαστε όλοι ίδιοι. Κι οι διαφορές μας είναι μια ψευδαίσθηση, πολλές φορές βολική. Τα δώδεκα χρόνια μετακίνησης, οι τρεις ημέρες αϋπνίας και το βράδυ που ακόμα δεν έχει τελειώσει, έχουν κάνει τον εγκέφαλό μου να μοιάζει με το Recycle bin του λαπτοπ μου. Ακατάστατο, ανομοιογενές και ασυνάρτητο. Γι’ αυτό θα κλείσω με τα λόγια κάποιου που τα έχει πει πολύ καλύτερα (και πολύ πιο σύντομα) από εμένα. Ενώ γράφω, βρίσκομαι μακριά και όταν γυρίσω, έχω ήδη φύγει. Θα ήθελα να δω αν το ίδιο συμβαίνει σε άλλους ανθρώπους όσο και σε μένα, για να δώ αν υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι όσοι και εγώ και αν μοιάζουν στον εαυτό τους με τον ίδιο τρόπο. Όταν αυτό το πρόβλημα θα έχει διερευνηθεί θα διδάξω τον εαυτό μου τόσα πράγματα , που όταν θα προσπαθώ να εξηγήσω τα προβλήματα μου δεν θα μιλώ για μένα αλλά για γεωγραφία. Από το «Είμαστε Πολλοί» του Πάμπλο Νερούδα.
USM 5
editorial / 6 URBANSTYLEMAG
7:42 a.m. Svobody Square, Brno, Czech Republic. I’ve just arrived from Bratislava and the Electronic Beats festival, and I’m having coffee with the tons of souvenirs from Slovakia in the chair next to me, and the tons of conundrums that feature permanently in my mind, which sounds kinda like this: You take train and bus rides and flights and ships, you pack, you migrate, you live (that’s what you keep telling yourself), you get homesick so you pack again, you move back, then you get nostalgic and homesick for your second home, you regret, you migrate again –or you stay, and wonder why - always and everywhere a new beginning, always a new home. Don’t miss anything, learn a lot, buy a lot, be everywhere and everything, don’t stay still. In the meantime classes, master degrees, PhD’s, insecurities, experiences (euphemism for “traumatic or not life events, of which only the second make it to the verbal speech- and facebook”), emails, deadlines, dilemmas, second thoughts, coffee breaks, “did I turn off the gas?”, rent, bills, birthdays, desires, needs (what’s the difference again?), dead ends, drinks, alarm clocks, bureaucracy, the flu, “Have you got any idea who you talkin’ to?” (Dude, have you got any idea who I’m talkin’ to?), gifts, staff cuts, parties –some of them shamefully overrated-, cinema, traffic, oh that’s a great shampoo you should try it, “how much of our consciousness are we responsible for, after all?”, oh I can’t be bothered, sex, music, seaside – or mountainside-, can I get a hot dog? Why isn’t he/she calling? (basically why do you care so much), salary raises, salary cuts, inbox, how do you translate “Oh please”? Delays, doubts, fights, “the class struggle” (the struggle of unresolved issues), autistic plans (based on utter and complete interdependence), dreams (such a cliche), “when will you grow up?” (dunno when’s the deadline?), chewing gums, laughs, pretentious politeness, unnecessary impoliteness, “consumerism, what an ego trip” (yeah right, try projections and placebos), currency, street musicians, cinnamon cookies, “multiculturalism and generation and age gaps”, independence (or is it mere loneliness?), and somewhere in the fine print, the whole point. Anywhere you go, no matter what you do -or what is done to you- people are the same. Locations change. Habbits change. Ideas may change too. But people in their cores, I swear to you, they’re all the same. Differences are an illusion, often a very convenient one. After twelve years of restless moving and three days of hectic sleeplessness that feel like a year, a week, and a day at the same time, my brain feels like my laptop’s recycle bin. Random, untidy and irrelevant. So I will close this with the words of someone much more articulate (and way more concise) than me. While I am writing, I am far away; and when I come back, I have already left. I should like to see if the same thing happens to other people as it does to me, to see if as many people are as I am, and if they seem the same way to themselves. When this problem has been thoroughly explored, I am going to school myself so well in things that, when I try to explain my problems, I shall speak, not of self, but of geography. From “We Are Many”, by Pablo Neruda.
USM 7
contents / talking head Lawrence 16 INTERVIEW BY John Papastylianos Unique Bratislava 22 NICOLE ERINI trentemoller Live 38 photography Le Nantou ELECTRONIC BEATS FESTIVAL 48 nicole erini IRON TATTOO 60 INTERVIEW APOSTOLOS PATSELIS, MICHAEL MEIMAROGLOU Kaleidoscope 68 joanna anagnostidou CUP OF TEA ANYONE? 76 FOTIOS BALAS white 78 ano theodoroglou & Alexander Varelidis shopa 84 stella rousnidou
8 URBANSTYLEMAG
music /
BODJ – IRISH BURNOUT EP ( CLAAP RECORDS )
Συχνά βρίσκω σε releases της Claap κομμάτια που έχουν ένα εφέ «υπνωτισμού», όμως η βαρεμάρα είναι το τελευταίο εφέ που περιμένω. Και σχεδόν πάντα επιβεβαιώνομαι, όπως και τώρα που το label ξαναχτυπά με μια ακόμα εξαιρετική δουλειά, αυτή τη φορά από τον Bodj. Ο Έλληνας παραγωγός επιστρέφει μετά από δύο χρόνια σχεδόν στην εταιρεία, με το Irish Burnout EP και θα έλεγα πως ο ήχος του ταίριαξε απόλυτα με το ύφος του label. Αν και δε μας έδωσε πολλή τροφή για άκουσμα το 2013, με ένα μόνο release στη Back and Forth, οι δουλειές του παραμένουν σταθερά καταπληκτικές. Αυτό ακριβώς συμβαίνει και σ’ αυτό το EP με τα δύο του κομμάτια, το Irish Burnout και το Rigel. Και τα δύο παίζουν ανάμεσα στη House και στην Techno, με τη δεύτερη να κυριαρχεί ευχάριστα. Αυτό που ξεχωρίζει από την πρώτη στιγμή του EP είναι τα dub χαρακτηριστικά, ο παιχνιδιάρικος ρυθμός των κρουστών - αλλά και των υπόλοιπων στοιχείων των κομματιών. Στο Rigel έχω μια μικρή αδυναμία για το bass line του και για την acid πινελιά του. Έχουμε να κάνουμε με δύο χορευτικά tracks που σίγουρα θα δουλέψουν για όλους όσους τα χρησιμοποιήσουν στα mix τους του. Κυκλοφορεί από τις 14 Απριλίου σε βινύλιο και στις 28 του ίδιου μήνα σε digital μορφή. John Papastylianos
Ιn Claap releases I often find tracks which have a “hypnotising” effect, boredom being the last thing I expect. And that’s for a reason, needless to specify - I mean, we’re talking about Claap. Now the label strikes back with one more stunning work, this time by Bodj. The Greek producer makes a comeback after almost two years, with his Irish Burnout EP, and I’d say his sound matches that of the label perfectly. Even though he didn’t feed our ears with his much anticipated sound in 2013, releasing only one work on Back and Forth, he seems to be in great shape and his tunes remain as impressive as usual. This is the case with this EP and these two gems of tracks, Irish Burnout and Rigel. Both play in the middle ground between House and Techno, the latter being the prevailing one. What stands out right from the start of the EP is the dub features and the playful rythm of the percussive instruments, with all the other elements complementing the body of the sound deliciously. I personally have a soft spot for Rigel, because of its bass line and its acid touch. Definitely two dance tracks which are going to work for anyone who includes them in their mixes. Out on the 14th of April in vinyl - on the 28th in digital.
10 URBANSTYLEMAG
music /
DOUBTINGTHOMAS – AVEC PARCIMONIE EP ( Organic Music )
Η Organic-Music μετά από μια πολύ επιτυχημένη κυκλοφορία με τον Rhythm&Soul, συνεργάζεται με τον DoubtingThomas. Γνώριμος στην εταιρεία από παλαιότερη κυκλοφορία του σε αυτή, επιστρέφει με το Avec Parcimonie το οποίο περιέχει τέσσερις παραγωγές - η μία ως bonus track μόνο στη digital μορφή του EP. Το Apikoros είναι η πρώτη παραγωγή, με μια μελαγχολική ατμόσφαιρα και το πιάνο και το βιολί να ξεχωρίζουν. Τα funky κρουστά που συνοδεύουν, σε συνδυασμό με τη μπότα που έχει ένα ιδιαίτερο ρυθμό, κάνουν το κομμάτι να σε κερδίζει όσο το ακούς όλο και περισσότερο. Ακολουθεί ένα remix από έναν νέο παραγωγό, τον Ben Vedren. Μια πιο χορευτική εκδοχή η οποία ωστόσο δεν χάνει την ουσία και το χαρακτήρα του original. Το τρίτο κομμάτι, το Mr AAFR, ξεχωρίζει απ’όλο το release για τη σκοτεινή του ατμόσφαιρα, την πιο επιθετική του μπότα, τους ψυχεδελικούς του ήχους και τα φωνητικά που σε συνδυασμό με το πιάνο δίνουν στον ήχο ένα feeling μυστηρίου. Τέλος, το bonus Dificil Mezcla είναι ένα κομμάτι με πολύ χαμηλό tempo, κάτι ανάμεσα σε Dj tools και electronica, σε ταξιδεύει και σε ηρεμεί. Κυκλοφορεί από τα μέσα Μαρτίου σε βινύλιο και digital μορφή. John Papastylianos
After a very succesful release with Rhythm and soul, Organic Music gives us a collaboration with DoubtingThomas. Familiar with the imprint from a previous release in it, he comes back with Avec Parcimonie which includes four productions – one of them as a bonus track only in digital. The EP starts with Apikoros and a melancholic atmosphere in which the piano and violin sounds are very distinguishing. The combination of funky percussion instruments and the very unique beat will definitely win the ears of those hardest to satisfy. Right afterwards we have a remix by the newcomer Ben Verden. A more dance version that doesn’t cease to keep and highlight the essence and character of the original track. Then, Mr AAFR is by far the tune which stands out in this EP. Its dark atmosphere, aggressive beat, embedded psychedelic sounds and vocals paired with piano, it renders a feel of mystery. Finally, dreamy bonus track Dificil Mezcla is a low tempo tune, resting where Dj tools and electronica abut. Out since mid March, in vinyl and digital.
USM 11
PROMPT – LEMMA ( Organic Music )
Ο Ισπανός Manuel Fernandez Llorente aka Prompt είναι ένας καλλιτέχνης που αξίζει σεβασμό και προσοχή γιατί, προφανέστατα, δεν τον ενδιαφέρει απλά και μόνο η παραγωγή, αλλά η εξέλιξή της και ο πειραματισμός. Μόνο ένα δείγμα του album δόθηκε ως promo στη δημοσιότητα κι ήταν πραγματικά αρκετό για να μας πείσει. Το Lemma είναι ένα live mix, αφού ο ίδιος επιλέγει να μην κάθεται στο στούντιο δουλεύοντας πάνω σε συγκεκριμένα κομμάτια. Αντί αυτού ξεκινάει live ηχογράφηση δημιουργώντας επί τόπου παραγωγές. Το αποτέλεσμα πραγματικά υπέροχο και σίγουρα πολύ δύσκολο στην εκτέλεση, αν σκεφτεί κανείς την ομολογουμένως μεγάλη πιθανότητα να πάει κάτι στραβά. Όμως, όπως λέει και ο ίδιος, «Η τελειότητα είναι ατελής».
The Spanish producer Manuel Fernandez Llorente aka Prompt is definitely one to respect and follow closely. He is obviously not interested in mere production, but goes for its progress and the experimentation instead. The results are truly astonishing - only a sample of his new album was given to publicity as a promo, but it was more than enough to get us all excited.
Η συνεργασία του με μια μπάντα δίνει επιπλέον αξία στο άλμπουμ, με τη jazz να συνδυάζεται ιδανικά με τις μπότες και τα synths του Prompt. Αξίζει να αναφέρω πως το μπάσο που χρησιμοποιείται στο κομμάτι White είναι οργανικό καθ’όλη του τη διάρκεια.
Lemma is a live mix, since he’s not really the staying-in-thestudio type of guy. Rather than spending hours in safety and on specific tunes, he prefers to make live recordings, producing on the spot. Sounds like one hell of a risk, considering there’s always a chance for something to go wrong, but as he himself says “Perfection is imperfect”.
Μέσα στο άλμπουμ φυσικά υπάρχουν και κάποια κομμάτια «κλασσικού» ύφους, που ακολουθούν Techno House γραμμή. Φωνητικά, δυνατές μπότες και οι μοναδικοί ήχοι του Prompt, γι’αυτή τη δουλειά πολύ δύσκολα αδιαφορεί κανείς. Κυκλοφορεί από τις 27 Μαρτίου, από τη 7Νoise. John Papastylianos
His collaboration with a band makes this album even more valuable and fascinating, as he demonstrates a remarkable talent in blending jazz sounds with his beats and synths. I must note here that the bass we hear in ‘White’ is organic all the way. Of course we can also find some tunes of a more “classical” style in this album, meaning they follow a Techno House line. Vocals, strong beats and unique sounds, this is a piece of work impossible to ignore. Out since the 27th of March, by 7Νoise.
12 URBANSTYLEMAG
music /
VOYEUR – RAIN AWAY EP ( Madhouse )
Όταν το 2012 έβγαλαν την πρώτη τους δουλειά στη MadTech, τα σχόλια θριάμβου και υπερηφάνιας από τους Βρετανούς πλυμμήρισαν τα μουσικά έντυπα και τα blog. Αυτό αν και δε μου άρεσε να πω την αλήθεια, δε μπορώ να μην αναγνωρίσω δυο πιτσιρικάδες με ταλέντο και κάτι το διαφορετικό στη παραγωγή τους - χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω αυτό το «διαφορετικό». Πέρασε ένας χρόνος και κάτι χωρίς να έχουμε νέα από το δίδυμο, μέχρι τώρα που οι δυο νεαροί Βρετανοί επέστρεψαν με τρία νέα κομμάτια στην αδερφή εταιρεία της MadTech - με τις ευλογίες του Kerri Chandler φυσικά. Rain Away, Miles Away και Gone Away οι τίτλοι των κομματιών που θα βρείτε σε αυτή τη κυκλοφορία. Το Rain Away με ενθουσίασε αρκετά, με έντονα dub στοιχεία, είναι ένα house κομμάτι με κλασσικές επιρροές, απαλά φωνητικά να επεμβαίνουν στη ροή του και synths που του προσδίδουν μία deep house ατμόσφαιρα. Σίγουρα μια παραγωγή που δικαιώνει τη παρουσία του διδύμου στην οικογένεια αυτής της ιστορικής εταιρείας. Ακολουθεί το Miles Away. Πιο κλασσικός ήχος, με αιχμαλωτιστικό πιάνο σε πρωταγωνιστικό ρόλο, διακριτικά φωνητικά στο background, με μια «θλιμμένη» ατμόσφαιρα συνδυασμένη υπέροχα με το groove των οργανικών κρουστών κι ένα jazz/blues ύφος που προκύπτει από synths. Το EP κλείνει με το Gone Away. Έντονο bassline, δυνατά κρουστά δεμένα με μια μπότα που επεμβαίνει ευχάριστα στη ροή του κομματιού – χωρίς να χαλάει όμως και την ατμόσφαιρά του. Το πιάνο κυριαρχεί και εδώ, συνδυασμένο με σαξόφωνο, να δίνουν μαζί μια τελική soulful ταυτότητα στο κομμάτι. Οι Voyeur αποδεικνύουν πως δεν είναι τυχαίο το ότι χαίρουν της εμπιστοσύνης τόσο του Chandler, όσο και άλλων κολοσσών της House σκηνής. Κυκλοφορεί σε digital μορφή από τις 10 Μαρτίου. John Papastylianos
The British proudly flooded the press with praising -in fact triumphant and extolling- reviews, when their first release was out in 2012. I didn’t like it, I must admit, although I couldn’t disregard two undoubtedly talented kids with something different in their production- albeit without being able to define what that “different” exactly was. A bit more than a year without any news from the duo, and their promo pops up in my mail. Turns out they’re back, with an EP consisting of three tracks, released on MadTech sister label – and of course blessed by our dearest, Kerri Chandler. Rain Away, Miles Away and Gone Away, are the titles of their brand new tunes. Rain Away, a house track with classical influences, got me excited right away. Intense dub elements, subtle vocals meddling in the flow, synths ascribing a deep house atmosphere, it is a production that leaves no room for doubt as to why this duo is part of the legendary House family. The next one, Miles Away, is a more “classical” sounding production. In a jazz/blues tone brought forth by the synths and a somewhat melancholic atmosphere combined wonderfully with the groove of organic percussives, it features a captivating piano sound in the leading role and discreet vocals in the background. The EP closes with ‘Gone Away’. Intense bassline, strong percussives merged with a beat which interferes playfully in the flow – but without messing with its atmosphere. Piano again seems to prevail, and along with the saxophone they attribute a rather soulful identity to the tune. Voyeur enjoy the trust and support of many illustrious names in the House scene – and with this release they prove it is no coincidence. Out in digital since the 10th of March.
USM 13
artist
Interview. John Papastylianos (johnpap@urbanstylemag.gr)
INTERVIEW
Lawrence
Στις 4 Απριλίου και αρκετά χρόνια μετά την τελευταία επίσκεψη του Lawrence στη Θεσσαλονίκη, η ομάδα των Be Uncensored είχε την τιμή να τον φιλοξενήσει σε συνεργασία με το Club Division. Ο Lawrence είναι ένας καλλιτέχνης που προκαλεί το σεβασμό, όχι μόνο λόγω της ποιότητας των παραγωγών του, αλλά και λόγω της στάσης που κρατάει όλα αυτά τα χρόνια στην ηλεκτρονική σκηνή. Ανήκει στην κατηγορία εκείνη των παραγωγών που δεν τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις και τις τάσεις, αντίθετα το μόνο που φαίνεται να έχει σημασία για αυτόν είναι η ποιότητα στη μουσική. Κάτι που μπορεί να δει κανείς τόσο στις δικές του παραγωγές όσο και στη Dial και στo Smallville, για τις οποίες έχει αναλάβει το ρόλο του ιθύνοντα νου. Με αφορμή την επίσκεψή του στη Θεσσαλονίκη το UrbanStyleMag μίλησε μαζί του για την ιδιαιτερότητα του Smallville, για επόμενες δουλειές - τόσο του ίδιου όσο και της Dial – και για διάφορα άλλα... Οn the 4rth of April and quite some time after Lawrence’s last visit to Thessaloniki, the team of Be Uncensored had the pleasure to have him again in the city, in collaboration with Club Division. Lawrence is an artist who inspires respect. Not because of the character of his unparalleled productions per se, but because of his; because of the attitude he has kept throughout his ceaseless career in the electronic music scene. If there was an elevator pitch for the cast of producers to which he belongs, that would be “No chasing after trends, no compromise”. He preserves and values the quality of music above all, and you can really spot that consistent quality in his productions, as well as in Dial and Smallville, for which Lawrence plays the role of the mastermind. UrbanStyleMag had a great talk with him on the occasion of his gig in Thessaloniki, and asked him about the special features of the nice ‘n mighty Smallville, about upcoming releases and plenty more. And here’s what he said...
16 URBANSTYLEMAG
music /
Σου αρέσει να γράφεις μουσική που δεν περιορίζεται μόνο σε ένα είδος, αυτό δεν είναι νέο. Πέρα από τη δουλειά σου σαν DJ και παραγωγός, στο σπίτι τι ακούς; Ένα από τα αγαπημένα μου αντικείμενα στο σπίτι είναι το πικάπ που έχω στην κουζίνα. Είναι από τα παλιά, δε μπορείς να παίξεις μουσική με μπάσο, η βελόνα θα πηδήξει αμέσως. Μου αρέσει πολύ να μαγειρεύω και να ακούω παλιά Folkways Records, κάποια λίγα άλμπουμς όπως του Lloyd Miller ή των The Lyman Woodard Organization και άλλα αγαπημένα. Για παράδειγμα το “Ode Music” του Will Oldham και το “Music for strings, percussion and Celesta” του Bela Bartok. Σ’ ένα tour με βαρύ πρόγραμμα σαν το δικό σου, πόσο εύκολο είναι να έχεις κίνητρο στην κάθε εμφάνισή σου; Εννοείται πως οι περιοδείες έχουν τα πάνω και τα κάτω τους. Την έμπνευση και την απογοήτευση μαζί, δίπλα δίπλα. Όμως ακόμα αισθάνομαι κινητοποιημένος κάθε φορά που αρχίζω να γεμίζω την τσάντα μου με δίσκους. Γράφεις εδώ και σχεδόν δεκαπέντε χρόνια κι έχεις καταφέρει να δημιουργήσεις το δικό σου ξεχωριστό μουσικό στύλ. Μετά από όλον αυτόν τον καιρό και τις τόσες δισκογραφικές σου δουλειές, επηρεάζεσαι ακόμη από άλλους παραγωγούς; Η μουσική που γράφω είναι πάντα μια αντανάκλαση των ακουσμάτων μου ή των εμπειριών μου. Χωρίς τη μουσική των άλλων θα έχανα το κίνητρο. Ο ήχος του Lawrence πηγάζει κατά κάποιο τρόπο από την τεχνική προσέγγιση που εφαρμόζω όταν ασχολούμαι με όλα αυτά που με εμπνέουν. Σε μια παλιά σου συνέντευξη θυμάμαι είχες αυτοχαρακτηριστεί ως «computer musician». Από την άλλη οι υπολογιστές και κυρίως το ίντερνετ έχουν κατηγορηθεί ως αιτίες για την καταστροφή της μουσικής αγοράς και για το ότι «η μουσική δεν βιώνεται πια σαν Τέχνη». Τι έχεις να πεις γι’αυτό; Η αγορά της μουσικής είναι αυτή που κατέστρεψε την αγορά της μουσικής. Όμως με τη Dial Records, τη Smallville και τη Mule Musiq είμαστε μέρος μιας underground σκηνής της οποίας οι κανόνες δεν υπαγορεύονται από την “αγορά της μουσικής”. Όταν τα δισκοπωλεία έκλειναν το ένα μετά το άλλο εμείς ανοίξαμε το δικό μας, όταν τα downloads κατέστρεψαν την αγορά του βινυλίου εμείς επικεντρωθήκαμε στο βινύλιο, όταν όλα καταρρέουν εμείς ξεκινάμε το πάρτυ. Πώς διαφέρει το Smallville από τα άλλα δισκάδικα; Το Smallville ποτέ δεν ξεκίνησε σαν μια σοβαρή επιχείρηση. Είναι θεσμός, σημείο συνάντησης, πάρτυ, είναι πάρκο με κούνιες και τραμπάλες για ωραίους τύπους και σερβίρει τους καλύτερους δίσκους. Όμως νομίζω ότι έτσι πρέπει να είναι όλα τα καλά δισκάδικα. Η Dial Records είναι μια από τις πιο σταθερές δισκογραφικές εταιρείες όσον αφορά στην ποιότητα. Ποιες προκλήσεις συναντάει κανείς όταν προσπαθεί να κρατήσει ένα label οικονομικά βιώσιμο, αλλά και να εμπνέει ταυτόχρονα; Δεν τό‘χουμε πολύ με τα οικονομικά, για εμάς αυτά είναι μόνο αριθμοί. Υπήρξαν κυκλοφορίες που μας οδήγησαν σ΄αυτό που κάποιοι ονομάζουν οικονομική κρίση - αυτοί ακριβώς είναι κι οι αγαπημένοι μου δίσκοι! Πες μας τρεις ή τέσσερις δίσκους που εμφανίζονται σταθερά στις playlists σου τον τελευταίο χρόνο, σε gigs ή στο σπίτι. Το τελευταίο album Floorplan, Delsin 100, Population One για το club, Queens - End Times για το σπίτι. Και τέλος... τι να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον; Κάποια κυκλοφορία από Lawrence / Sten, κάτι γενικότερα στη Dial ή σε κάποιο άλλο label; Αυτό τον καιρό δουλεύω πάνω σ΄ένα ambient album για τον φίλο μου Toshiya Kawasaki που θα γιορτάσει τα δέκα χρόνια του label του, της Mule Musiq. Το εκπληκτικό “Decay” του Efdemin μόλις κυκλοφόρησε και θα βγάλουμε και κάποια remixes του σύντομα. Και ο Roman Flügel (Dial) και ο Julius Steinhoff (Smallville) θα κυκλοφορήσουν τα άλμπουμ τους φέτος. Wow, είναι πολλά που περιμένω πώς και πώς...
USM 17
It ‘s not a striking observation that your music is diverse. So, aside from your job as a DJ and producer, what do you listen to when you relax at home? One of my favorite items at home is my kitchen turntable. It’s an old one that doesn’t do any bass music- the needle would skip immediately. What makes me entirely happy is cooking while listening to some old Folkways Records, a very few jazz albums, such as Lloyd Miller or The Lyman Woodard Organization and other favorites. For example Will Oldham’s “Ode Music” or Bela Bartok’s “Music for Strings, Percussion and Celesta”. Having a tour schedule like yours, is it easy to keep being motivated in each and every gig? Of course touring around includes ups and downs, the inspiring and disappointing next to each other, but I still feel motivated every time I start to pack my record bag. You have been in the recording side of things for almost fifteen years now and you’ve managed to develop a very distinctive and personal sound. After all those years and output, do you still draw influence from other producers? The music I produce is always a reflection of what I listen to or what I experience. Without others’ music I would lose my motivation. The Lawrence sound comes somehow through the technical approach when dealing with all these inspirations. In a past interview you said you’re a “computer musician/producer”. Computers and especially the internet, have been accused of destroying the music market and the experience of music as an Art form. How would you respond to these accusations? The Music Market destroyed the Music Market. But with Dial Records, Smallville, Mule Musiq, we are part of an underground scene, which doesn’t follow the strategies of “Music Market”. When record shops disappeared we opened one, when downloads destroyed vinyl business we focussed on vinyl, when everything is down we start the party. How does Smallville differ, compared to the other record shops you’ve been to? Smallville never started as a serious business. It’s an institution, a meeting point, a party, a crib for lovely dogs- and it serves the most wonderful records. But I guess that’s what all great record shops are about. Dial Records is one of the most consistent labels in terms of quality. Is it challenging, trying to keep an imprint financially healthy and inspirational at the same time? We are not really into finances, it’s just numbers. We ‘ve had releases that caused what other people would call a financial crisis- these are my favorite records! Could you tell us three or four records/albums that have never left your bag or your player at home during the last year or so? Floorplan, Delsin100, Population One for the club, Queens “End Times” at home. And lastly... what are the future releases we should watch out for? Any forthcoming release from Lawrence/Sten, or something exciting on Dial or any other label? I am recently working on an ambient album for my friend Toshiya Kawasaki who celebrates the ten years anniversary of his Mule Musiq imprint. My absolute favorite Efdemin “Decay” is just out and we will release a couple of remixes soon. Roman Flügel (Dial) and Julius Steinhoff (Smallville) are about to release their wonderful albums this year as well. Wow, that’s a lot to be looking forward to isn’t it. 18 URBANSTYLEMAG
music /
USM 19
17th street
TEXT/photography. NICOLE ERINI (NICOLE.ERINI@urbanstylemag.gr)
Unique Bratislava
22 URBANSTYLEMAG
17th street /
We were having a conversation with my friend Ronald a couple of days ago, about Klimt and Schiele, and we were talking about how the latter is so simple yet intense and emotional whereas the former goes for the beauty and the detail. I mean, they ‘re both priceless painters, no doubt there. But if you want a pleasant picture that will give you emotionally charged meanings only if you sit and stare at it, or -lets be honest- if you want a painting above your couch that will make your friends go “Oh what a nice picture. Klimt, right?”, then yes, you’d rather go with Klimt. Schiele doesn’t do you a favour, he doesn’t polish himself, doesn’t comfort you, doesn’t care if you’re disturbed. He ‘s rough, and raw, and somewhat shameless; he’s “there”. So now that I have to write something about Bratislava but without any idea on how to start describing it, I’ll take the easy way out (don’t judge) and make analogies. If Ronald and I were talking about cities, those would be Prague and Bratislava. Prague is amazingly, astonishingly, ridiculously beautiful and makes people go “Oh you’ve been to Prague?! Sounds wonderful!”. It has its scars of course, but it so beautiful you fail to notice them at first sight. Bratislava on the other hand, is not that generous with fairytales and romance; it’s only cute at points. The Old Town center, the castle and the streets around it- and you’re pretty much done with traditional cuteness. With all those architectural contrasts and chipped walls with ripped off posters, you have to think “beauty” in its broad sense, in order to detect it in the Slovak capital. Nothwithstanding the considerable amount of green, and colourful buildings, the atmosphere somehow feels “grey”. Communism is visible in the architecture but that’s just visual History now *keeping herself from elaborating on this* Thankfully, medieval towers and baroque palaces here and there, make up for the unbearable simplicity of the communist era. Strangely though, what I loved most in the urban landscapes of Bratislava was exactly that grey, its so-called “ugliness”. The Slobody Square and its metallic flower fountain reminded me of Luhrmann’s Romeo and Juliet, something about Venice beach and ravaged playgrounds and luna parks. And the inside of ‘Most Slovenského národného povstania’ (good luck remembering that, it means Bridge of the Slovak National Uprising but you can call it UFO Bridge), looks like a movie set of a film such as Aronofsky’s Requiem for a Dream. Abandoned, forgotten and dodgy; the kind of place where only drug addicts, artists and cultural sociologists would feel comfortable. Graffiti everywhere, some of them impressive and artful, some clumsy and pert, layers of partly destroyed posters, stairs that look quiet – and the river. Not exactly the ideal background for, say, wedding photos or post-cards your parents stick on the fridge with jolly magnets. The UFO above, looking aged and futuristic at the same time, reminded me of Spielberg/ Kubrick’s Artificial Intelligence, kinda like a “vintage perception of outer space”, or a creepy old luna park (again, with the luna parks!). So yeah, if there’s one thing we established here about Bratislava is basically that it’s ideal for those who have a decent taste in movies.
USM 23
24 URBANSTYLEMAG
17th street /
The villagey Old Town center is just, adorable, as cozy as it gets, with nice streets to walk around, easy-going cafes and restaurants and most importantly, not packed with tourist shops and groups as one would expect. The Medieval Ages are present, although not, how should I put it, “’that’, commercially exploited”. It has the feeling of the small, laid back town that attracts those weird travellers who take pictures of locals’ feet, cats and ruins . Well, it is a small town (and I love taking pictures of feet, cats and ruins) but try to go for example to Rhodes Old Town in the summer and you‘ll see what “playing the Medieval Ages card” looks like. Concluding, if you’re what people call “normal”, Bratislava might bore you the second day in, so after you’re done with the Old Town and the castle, go to romantic Slovakian villages (equally loveable I must say) and eat traditional sheep cheese. Talking about cheese, do try the cheese. And the sausages. Preferably in an underground pub where you will lose track of time. And be aware of those little round orange peppers that will come with, they look cute as tiny pumpkins but they’re probably the spiciest thing agriculture has ever produced, the hottest thing ever, in life, on the planet, I think I can still feel my tongue burning. And, needless to say, drink Slovak beer. I reckon it’s really bizarre that barely anyone likes Bratislava. Seriously, they hate it, locals think it’s boring, tourists will try to warn you, “Don’t spend more than a day there’s nothing to see!”, even Wikipedia’s article isn’t all that much. But Bratislava deserves more than a day trip, because it is so deliciously random. Dreamy and dirty, creepy and sweet, arty and sketchy, scarred and happy, untidy and comfortable, quiet, non-polished, non comme-il-faut, definitely not what you’d expect a European capital to look like. A local teenager with whom I hung out at the lounge of Electronic Beats festival, asked me what was it I liked so much about his city. I told him it felt like childhood.
USM 25
26 URBANSTYLEMAG
17th street /
USM 27
28 URBANSTYLEMAG
17th street /
USM 29
30 URBANSTYLEMAG
17th street /
USM 31
32 URBANSTYLEMAG
17th street /
USM 33
34 URBANSTYLEMAG
17th street /
USM 35
http://www.youtube.com/watch?v=RccyhxGj590
Underset - Berlin 36 URBANSTYLEMAG
spot
PHOTOGRAPHY. Le Nantou
trentemoller Live photo report
38 URBANSTYLEMAG
spot /
USM 39
40 URBANSTYLEMAG
spot /
USM 41
42 URBANSTYLEMAG
spot /
USM 43
44 URBANSTYLEMAG
spot /
USM 45
46 URBANSTYLEMAG
spot /
USM 47
festivals
PHOTO. NICOLE.ERINI (NICOLE.ERINI@URBANSTYLEMAG.GR)
ELECTRONIC BEATS FESTIVAL
48 URBANSTYLEMAG
festivals /
USM 49
50 URBANSTYLEMAG
festivals /
USM 51
52 URBANSTYLEMAG
festivals /
USM 53
city
PHOTO. NICOLA KARPENARAN
CITY SCANNER GREECE
54 URBANSTYLEMAG
city /
USM 55
56 URBANSTYLEMAG
city
/
USM 57
city /
58 URBANSTYLEMAG
faces
interview. michael meimaroglou / apostolos patselis photography. usm
iron tattoo studio Πηγή θετικής ενέργειας ο Παναγιώτης, μας υποδέχτηκε με μεγάλη χαρά στο studio του στην Μυτιλήνη για καφέ και κουβέντα. Παράλληλα είχαμε την χαρά να τον δούμε να δημιουργεί... Αμέτρητα σχέδια έχουν περάσει από τα χέρια του... Οι τελευταίες δουλειές του περιέχουν έντονα στοιχεία από το προσωπικό του στύλ...
60 URBANSTYLEMAG
interview /
Τι σε έκανε να επιλέξεις την τέχνη του tattoo ως μέσο έκφρασης και δημιουργίας; Ξεκίνησα το 2004 φεύγοντας από τη Μυτιλήνη και βρέθηκα στον Πειραιά. Τότε υπήρχε δουλειά εκεί λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων και πέρασα δύο χρόνια δουλεύοντας και πηγαίνοντας σε νυχτερινό σχολείο. Το tattoo μου άρεσε πάντα σαν τέχνη και σαν ιδεολογία οπότε αποφάσισα να πάω και να “χτυπήσω” τις ιδέες μου. Ψάχνοντας στον Πειραιά, βρήκα την αντιμετώπιση των εκεί καλλιτεχνών κάπως εμπορική, ενώ εγώ ήθελα κάτι πιο ζεστό, πιο φιλικό για να με εμπνεύσει και να δείξω εμπιστοσύνη. Περπατώντας στη Σωτήρος Διός βρέθηκα έξω από το Κarma tattoo, όχι εντελώς τυχαία. Με είχε στείλει ένας φίλος που ήξερε τον Δάσκαλο, τον Μιχάλη Κοντομάκο. Ένας άνθρωπος γλυκομίλητος, ζεστός, θετικός, που έδειξε ενδιαφέρον για μένα από την πρώτη στιγμή. Ήπιαμε καφέ, τα είπαμε, καταλήξαμε στο σχέδιο και κλείσαμε ραντεβού. Έτσι ξεκίνησαν όλα, πήγαινα στο studio, κάναμε παρέα κι όταν είχε δουλειά τον βοηθούσα, κρατούσα τη ρεσεψιον, η κινητικότητα αυτή μου άρεσε πολύ. Ξεχνιόμουν από τη ρουτίνα στο γιαπί, χαλάρωνα όταν ήμουν εκεί και το περιβάλλον ήταν πια οικείο για μένα. Η πρόταση του Δασκάλου να μείνω δίπλα του και να μου μάθει πώς να κάνω tattoo με εξέπληξε. Ανέλαβα για αρχή την καθαριότητα και την αποστείρωση του studio, και συγχρόνως παρακολουθούσα τον Δάσκαλο, σχεδίαζα και πειραματιζόμουν όταν υπήρχε χρόνος. Εκεί μάζεψα και τα πρώτα μου χρήματα, αγόρασα τον εξοπλισμό και ξεκίνησα χτυπώντας το πρώτο μου tattoo πάνω μου. Γιατί επέλεξες το tattoo κι όχι κάποια άλλη τέχνη; Το tattoo πάντα μου άρεσε, κι είχα και την τύχη να σκοντάψω στον Δάσκαλο. Ήταν μέσα μου και ήθελα πράγματα της καθημερινότητας αλλά και αυτά που σκέφτομαι να τα αποτυπώσω στο δέρμα. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η παρουσία του Μιχάλη, η ανθρωπιά του ήταν αυτό που με τράβηξε και η ειλικρίνεια του αυτό που μ’ έκανε να πορευτώ στην τέχνη του tattoo. H κριτική του ήταν πάντα σκληρή αλλά καλοπροαίρετη. Να φανταστείς ζωγράφιζα όλη νύχτα, και το πρωί μου έσκιζε το σχέδιο! (γέλια). Η πίεση αυτή με πείσμωνε και μ’ έκανε να ρισκάρω στα σχέδιά μου και να αγαπήσω την τέχνη. Πώς έγινε το πρώτο σου σχέδιο; Το πρώτο σχέδιο όπως σου είπα, το χτύπησα πάνω μου. Βρήκαμε ένα ωραίο σχέδιο με το Δάσκαλο, που απαιτούσε λάθη, με πολλές γραμμές για να εξασκηθώ. Η αυτοπεποίθηση ήρθε στα πρώτα λεπτά, αφότου έφυγε από δίπλα μου ο Μιχάλης, ο πόνος όμως ήταν αντανακλαστικός και το συναίσθημα μαζοχιστικό. Δεν θα έκανα πειράματα στο δέρμα κάποιου άλλου, γι’ αυτό τα πρώτα σχέδια τα έκανα σε μένα. Αργότερα οταν ένιωσα σιγουριά οτι μπορώ να το κάνω, χτύπησα σ’έναν φίλο απ’ το σχολείο τα πρώτα κινέζικα ιδεογράμματα, μετά στη γυναίκα μου και στο φιλικό περιβάλλον, έχοντας πάντα δίπλα τον Δάσκαλό μου. Ποιοι είναι οι καλλιτέχνες που σε εμπνέουν εικαστικά και θα ήθελες να φτάσεις στο επίπεδό τους; Διαχρόνικοι καλλιτέχνες. Ο Robert Hernaνdez και ο Victor Portugal από το εξωτερικό, όμως και στην Ελλάδα υπάρχουν καταξιωμένοι καλλιτέχνες, με διακρίσεις και new style tattoos. O Κώστας Βαρώνης, Proki tattoo, ο Ozone στο Nico tattoo, o Sake tattoo, αυτοί είναι το μέλλον του tattoo στην Ελλάδα. Μαζί με αυτούς ονειρεύομαι να παρουσιάζω την δουλειά μου σε κάποιο tattoo festival στο μέλλον. USM 61
Ποιος ήταν ο πρώτος στόχος που κατέκτησες; Τι σε κρατάει σταθερό στη μέχρι τώρα πορεία σου στον χώρο του tattoο; Σίγουρα οι στόχοι δεν σταματάνε ποτέ σε έναν καλλιτέχνη, η ικανοποίηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου κρατάει κάποια δευτερόλεπτα, μέχρι να έρθει η καινούρια πρόκληση. Το να δουλεύω χωρίς άγχος και το αποτέλεσμα να με κάνει χαρούμενο κάθε φορά, αυτός είναι ο στόχος στη διαδρομή μου στον χώρο του tattoo. Η αυστηρή αυτοκριτική, η μετριοφροσύνη και η ταπεινότητα δε με αφήνουν να παρασυρθώ από τα σχόλια του κόσμου που βλέπουν τα σχέδια μου με μια διαφορετική ματιά απ ότι τα βλέπω εγώ. Ποια είναι η στιγμή που σε ζόρισε πιο πολύ και θα τη θυμάσαι για πάντα; Στα πρώτα μου βήματα, όταν αποφάσισα να κάνω ένα σχέδιο χωρίς τον Δάσκαλο μου δίπλα. Η στάμπα σβήστηκε κι ένιωσα τη Γη να φεύγει κάτω από τα πόδια μου, έπρεπε όμως να μην φανεί και να αντιμετωπίσω την κατάσταση. Έκανα ένα διάλειμμα, επέστρεψα και το διόρθωσα free hand, ολοκληρώνοντας το σχέδιο. Η ψυχραιμία και η συγκέντρωση έρχονται μέσα από τέτοιες καταστάσεις και σε κάνουν πιο δυνατό στον χώρο. Σχεδιαστικά τι είναι αυτό που σου κεντρίζει το ενδιαφέρον, σε σκαλώνει και σε επηρεάζει; Στην Τέχνη δεν υφίσταται παρθενογένεση, όλοι αντλούμε έμπνευση από κάπου χωρίς αυτό να σημαίνει οτι κλέβουμε. Σίγουρα έχω επιρροές από τους καλλιτέχνες που προανέφερα κι αυτοί έχουν από κάποιους άλλους. Θα ήταν μεγάλη μου τιμή να βγάλω κάποια σχέδια και να τα χτυπήσουν αυτοί οι καλλιτέχνες. Μου αρέσει να ζωντανεύω εικόνες του μυαλού μου και να αποτυπώνω την πραγματικότητα στο δέρμα, γι’αυτό για τα σχέδιά μου χρησιμοποιώ φωτογραφίες, για να αποτυπωθούν ρεαλιστικά. Έτσι γίνομαι καλύτερος και εξελίσσομαι σε αυτό που γουστάρω να κάνω, δηλαδή να απεικονίζω την αλήθεια και τον ρεαλισμό μέσα στο tattoo. Ποιοι είναι οι άμεσοι στόχοι σου, τα βραχυπρόθεσμά σου όνειρα; Τα όνειρά μου είναι ρεαλιστικά -όπως τα σχέδιά μου- και οι στόχοι απλοί. Δεν είμαι μόνος, έχω οικογένεια, δύο μικρά κοριτσάκια που κάνουν τους οικογενειακούς στόχους σημαντικότερους των προσωπικών. Παράλληλα όμως αντλώ τη μεγαλύτερη δύναμη απο την οικογένειά μου και με τη στήριξή της προσπαθώ να βάζω στόχο τα αστέρια με σκοπό να φτάσω τα σύννεφα. Τι θα συμβούλευες τους νέους καλλιτέχνες που σκέφτονται να ασχοληθούν με το tattoo; Χρειάζεται υπομονή, επιμονή και σκληρή δουλειά. Το tattoo κρύβει απογοήτευση και πρέπει να αντλείς δύναμη απο αυτή για να ανταπεξέλθεις. Πρέπει να προσπαθείς σε κάθε σχέδιο να γίνεσαι καλύτερος και να μη νοιώθεις ποτέ οτι έχεις ολοκληρωθεί σαν καλλιτέχνης. Το tattoo δε σταματάει ποτέ, μέχρι να πεθάνεις μαθαίνεις, πρέπει να εξελίσσεσαι, να νιώθεις ασφάλεια και να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου. Εκεί είναι η δύναμη που σε σπρώχνει στο επόμενο βήμα. Από πού προέρχεται το Iron tattoo? Τα χρόνια που πέρασα δίπλα στον Δάσκαλό μου έκανα πάρα πολλά πράγματα ταυτόχρονα, κι αυτός ήταν που με φώναζε Iron Peter, σιδερένιο. Βιογραφικά στοιχεία του Παναγιώτη... Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Μυτιλήνη, στις 18/10/1978. Σχολείο Μυτιλήνη μέχρι και το γυμνάσιο όπου μετά έφυγα στην Αθήνα. Δούλεψα για κάποια χρόνια και επέστρεψα στο νησί όπου πλέον ζω κι εργάζομαι μόνιμα.
62 URBANSTYLEMAG
interview /
USM 63
64 URBANSTYLEMAG
interview /
USM 65
fashiontrash
TEXT/photos. joanna anagnostidou (fashion designer)
Kaleidoscope
ΚΑΛΕΙΔΟΣΚΟΠΙΟ Στα έξι μου χρόνια για πρώτη φορά έπιασα στα χέρια μου καλειδοσκόπιο. Θυμάμαι ήταν ξύλινο, μύριζε μπογιά και το είχα πάντα στη τσάντα μου. Με ταξίδευε, έκανα παιχνιδιάρικους συνειρμούς, με παρέσερνε σε ουρανούς γεμάτους χρώματα. Καθώς το σήκωνα ψηλά το μάτι μου στροβιλιζόταν, τα χρώματα φάνταζαν στο μυαλό μου στολίδια, σμαράγδια, διαμάντια πολύχρωμα, αλυσίδες… πλεγμένα τόσο όμορφα μεταξύ τους, άλλαζαν συνεχώς σχέδια, μου φαινόταν μαγικό. Μια μπλούζα σε χρώμα σάπιο μήλο από ύφασμα νεοπρέν με απλικαρισμένα λουλούδια, κολιέ ρετρό με μεγάλα πετράδια, μια τιάρα, βραχιόλια φαντεζί, δαχτυλίδια και graffiti σε τοίχους, αυτά είναι τώρα το καλειδοσκόπιο μου. Περίτεχνα έγιναν εικόνα, μπήκανε σε κάδρο, και σας τα παρουσιάζω… Αφήστε τη σκέψη για λίγο, δείτε τα χρώματα, φτιάξετε τη δίκη σας ιστορία, μέσα στο καλειδοσκόπιό μου. I was six, when I first laid my hands on it. I remember it was made of wood, it smelled fresh paint and I always had it in my bag. It enraptured me, took me on mental journeys full of playful coherences, it carried me away in skies full of colours. As I lifted it up high, my eyes whirled and the colours turned into ornaments, emeralds, diamonds, chains... plaited so beautifully, changing constantly, as if they were magic. A shirt of neoprene with appliqué flowers, a retro necklace with large jewels, a tiara, bracelets and rings, graffiti on the walls, those are now my kaleidoscope. Artfully, they turned into an image, made it into a frame and, here they are, for you to see. So let your thoughts aside for a while and use my colours to make your own story, in my kaleidoscope.
68 URBANSTYLEMAG
fashiontrash /
USM 69
70 URBANSTYLEMAG
fashiontrash /
USM 71
72 URBANSTYLEMAG
fashiontrash /
USM 73
balas
TEXT:fotios balas photography: apostolis tsarouchas
CUP OF TEA ANYONE? Εκείνο το πρωινό ξύπνησα με πονοκέφαλο. Φόρεσα την ρόμπα μου και κατευθύνθηκα στην κουζίνα για να φτιάξω καφέ. Νες γλυκό με γάλα, με περισσότερη ποσότητα γάλακτος, λιγότερο νερό και τρείς κουταλιές ζάχαρη. Όπως πάντα. Τοποθέτησα το μπρίκι πάνω στο μάτι και παρατήρησα ότι είκοσι μαχαιροπίρουνα έκαναν ομαδικό σεξ μέσα στον νεροχύτη, ενώ όταν άνοιξα το ντουλάπι για να πάρω την αγαπημένη μου κούπα από τα starbucks , πρόσεξα ότι δύο μεγάλα, γυάλινα ποτήρια μπύρας πλακώνονταν στο ξύλο για τα μάτια ενός ψηλόλιγνου, κρυστάλλινου ποτηριού για σαμπάνια. Το ντουλάπι είχε γεμίσει σπασμένα γυαλιά. Πόσο μου έλειψε το να με διεκδικούν και το να διεκδικώ. Άναψα το πρώτο μου τσιγάρο με το μάτι της κουζίνας αφού ο αναπτήρας μου αυτοκτόνησε χωρίς να πει κουβέντα. Ο καφές μου ήταν έτοιμος. Κάθισα στον καναπέ και άνοιξα το ραδιόφωνο. Η τηλεόραση ήταν γεμάτη σκόνη. Δεν γουστάρω να την ανοίγω ούτε για πλάκα. Τα πάω καλά με τα σκουπίδια αλλά μόνο με αυτά που μπορώ να ανακυκλώσω.. Άνοιξα την φωνή του ραδιοφώνου. Εκείνη την στιγμή έπαιζε ένα καινούριο γαλλικό τραγούδι που έχω αγαπήσει. Ίσως φταίει και το γεγονός ότι τον Μάιο θα συμμετέχω με έργα μου σε μια έκθεση στο Παρίσι. Είναι ένας πολύ καλός λόγος για να σκέφτομαι αισιόδοξα, ακόμα και αν δεν μπορέσω να παρευρεθώ αυτοπροσώπως και μόνο που θα δει τα έργα μου το κοινό του Παρισιού, μου φτάνει. Ίσως μια μέρα καταφέρω να ξεφύγω από εδώ. Ποιος ξέρει… Άρχισα να χορεύω με το τσιγάρο στο στόμα και να χάνομαι μέσα μου. Ξαφνικά ένας πελώριος, μαύρος ρινόκερος εμφανίστηκε τρέχοντας στο σαλόνι. Τον έβλεπα να τρέχει με ορμή κατά πάνω μου, σπάζοντας ένα -ένα τα πλακάκια! Τελικά, ποδοπάτησε το ραδιόφωνο και έριξε κάτω τον καφέ μου. Εκνευρίστηκα! Έβαλα ένα φλιτζάνι τσάι και άναψα δεύτερο τσιγάρο. Μπήκα στο εργαστήριό μου και έκλεισα νευριασμένος την πόρτα. Είχα υπερένταση. Μέσα σε μια ώρα σχεδίασα δώδεκα κοσμήματα, τέσσερα καπέλα, έγραψα ένα ποίημα, τελείωσα έναν πίνακα και σημείωσα τρείς ιδέες, η μία αφορούσε ένα έργο τέχνης τεραστίων διαστάσεων κατασκευασμένο από τα πιο περίεργα υλικά για να τοποθετηθεί στην πλατεία μιας μεγάλης πόλης και δύο διαφορετικές κολεξιόν με ρούχα, παπούτσια και καπέλα που όταν θα γίνουν πράξη, θα προκαλέσουν εγκεφαλικά επεισόδια. Το κεφάλι μου θα σπάσει! Μύρισε καμένο. Το δωμάτιο γέμισε καπνούς, άρχισα να βήχω και να κατευθύνομαι προς το καθιστικό με το φλιτζάνι στο χέρι, για να διαπιστώσω έντρομος ότι το σπίτι είχε πάρει φωτιά. Τα έπιπλα άρχισαν να τρέχουν, να σπάνε τα τζάμια και να πηδάνε ουρλιάζοντας στο κενό, ενώ όσα έργα μου ήταν φτιαγμένα από φτερά, πέταξαν κυριολεκτικά από τα παράθυρα. Μάλλον ξέχασα το μάτι της κουζίνας ανοιχτό. Επικρατούσε ένας πανικός και εγώ απλά στάθηκα σε μία γωνία και έπινα, σχεδόν αναίσθητος, το τσάι μου. Το σπίτι είχε καεί ολοκληρωτικά, ακόμη και η στέγη είχε καταρρεύσει. Επιτέλους, έχω παντού φωτιά για να ανάβω τσιγάρο όποτε θέλω! Title: “FOTIOS BALAS DRINKING TEA” (photography: Apostolis Tsarouchas/concept: Fotios Balas)
76 URBANSTYLEMAG
balas /
USM 77
white
TEXT:ano theodoroglou photography/CONCEPT: Alexander Varelidis
Μια μικρή προβληματική σχετικά με την νοηματοδότηση του λευκού χρώματος Το ανθρώπινο είδος από τα γεννοφάσκια του, ή έστω από τη στιγμή που άρχισε να σκέφτεται με έλλογο τρόπο, είχε τη τάση να νοηματοδοτεί ότι υπήρχε γύρω του με έναν αυθαίρετο τρόπο βασισμένο στη συνειρμική σκέψη. Έτσι με το πέρας του καιρού, οι άνθρωποι ανά τον κόσμο δημιούργησαν ένα πλήθος συσχετίσεων μεταξύ αντικειμένων, ζωντανών όντων και αφηρημένων εννοιών, μέσα από τις οποίες ξεπήδησαν θρησκείες, δοξασίες, αρχέτυπα και δεισιδαιμονίες. Η χρήση συνειρμών αποτελεί έναν από τους πιο αυθόρμητους θα έλεγε κανείς τρόπους για την ερμηνεία και τη νοηματοδότηση όσων μας περιβάλλουν. Παράλληλα βέβαια με τον αυθορμητισμό σέρνει πίσω του και ένα πλήθος γνωστικών σφαλμάτων. Είναι προφανές πως ο ατομικός για αρχή συνειρμός αποτελεί μια μάλλον μονομερή και εν τέλει ανεπαρκή απόπειρα εξέτασης του οποιοδήποτε ζητήματος. Σε συνέχεια αυτού, οι συλλογικοί συνειρμοί, με το πέρας του καιρού απέκτησαν αγκυλώσεις, δημιούργησαν καλούπια, de facto ερμηνείες και εν τέλει περιοριστικά στερεότυπα. Ίσως ένα από τα πιο κραυγαλέα παραδείγματα τέτοιας αγκύλωσης είναι η σημειολογία των χρωμάτων και δη αυτή του λευκού και του μαύρου-καθώς και η εννοιολογική αντιπαράθεση αυτών. Έτσι, στους δυτικούς ιδίως πολιτισμούς, βλέπουμε ένα διαρκές αναμάσημα συσχετισμών του λευκού με έννοιες όπως η αγνότητα, η καθαρότητα, τη φωτεινότητα και ότι το ” καλό” . Στους ανατολικούς πολιτισμούς πάλι, εξαιτίας διαφοράς στον τρόπο αντίληψης που αυτοί ανέπτυξαν σε σχέση με τους δυτικούς, το λευκό νοηματοδοτείται πιο δυσοίωνα, ως το χρώμα του θρήνου και του θανάτου, εν ολίγοις της έλλειψης. Αυτή η προσέγγιση ίσως βρίσκεται πιο κοντά στη φυσική λειτουργία του, μιας και το λευκό αποτελεί την ανάκλαση όλων των χρωμάτων που βρίσκονται στο ορατό για τον άνθρωπο φάσμα, την απώθηση αυτών, το άδειασμα. Όμως ακόμα και αυτή η ανάγνωση πάνω στο λευκό φαντάζει όχι και τόσο ικανοποιητική, λόγω της εν γένει ακρότητας της. Αλλά και πάλι: Είναι εύκολο να αποφύγεις τις ακραίες ερμηνείες πάνω σε ένα ερέθισμα που φέρει μια ακραία ποιότητα;-αυτή της ολικής ανάκλασης. Χαρακτηριστικό ίσως παράδειγμα ακραίας επανανοηματοδότησης του λευκού χρώματος αποτελούν οι στίχοι της Γώγου στο “Για την αποκατάσταση του μαύρου” (“Άσπρη είναι η Άρια φυλή, τα λευκά κελιά, το ψύχος, το χιόνι, οι άσπρες μπλούζες των γιατρών, τα νεκροσέντονα, η ηρωίνη[…]”) Αυτή η επανανοηματοδότηση βέβαια μπορεί να προσεγγιστεί ως προσπάθεια αντιστροφής και εν τέλει αποδόμησης του συμβολικού βάρους του λευκού-και του μαύρου αντίστοιχαόμως συνεχίζει να χρησιμοποιεί ως εργαλείο συνειρμούς που έχουν να κάνουν με ακραίες καταστάσεις. Ας επαναλάβουμε πως η αποφυγή της ακρότητας, και εν τέλει της μονολιθικής και δύσκαμπτης προσέγγισης αποτελεί μια πρόκληση και ας αναρωτηθούμε πώς γίνεται να νοηματοδοτήσουμε εκ νέου κάτι που περιέχει συμβολικό βάρος αιώνων; Πώς μπορούμε να βγούμε από το βόλεμα των αρχετυπικών μας παραστάσεων γινόμενοι πιο ευέλικτοι, πιο εφευρετικοί, λιγότερο ευφάνταστοι; Και όλα αυτά όχι μόνο σχετικά με την νοηματοδότηση του λευκού χρώματος…
78 URBANSTYLEMAG
white /
USM 79
80 URBANSTYLEMAG
white /
USM 81
shopa
TEXT/photography: stella rousnidou (missstellastar@hotmail.com)
Γουαδελούπη The new second hand store in town Second hand και vintage: δύο όροι που ακούγονται πολύ, ειδικά τα τελευταία χρόνια, από γνώστες, hipsters και fashion lovers, μέχρι απλό κόσμο που έχει υιοθετήσει το συγκεκριμένο στυλ για να εμπλουτίσει τη ντουλάπα ή το σπίτι του. Είτε πρόκειται για μια καρφίτσα από τα ‘40s, είτε για ένα τραπεζάκι από τα ‘60s, είτε για τη φούστα της μαμάς από τα ‘80s, το vintage έχει μπει στη σύγχρονη (πόσο αντιφατικό ε;) αισθητική κι απ’ότι φαίνεται, θα μείνει. Κι αυτό όχι τυχαία. Πρώτα απ’όλα συμφέρει, αφού οι τιμές είναι συνήθως πολύ (πολύ όμως) χαμηλές. Μπορείς να μπεις σε ένα vintage ή second hand store και να βγεις με ολόκληρες σακούλες γεμάτες με στυλ και ιστορία. Και στο «ιστορία» βρίσκω, προσωπικά, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και τη γοητεία του πράγματος. Αυτό που αγοράζεις δεν είναι «απλά» ένα προϊόν. Έχει υπάρξει μέρος της καθημερινότητας κάποιου άλλου, που ίσως σήμερα να μη ζει καν. Κουβαλάει παρελθόν μέσα στο υλικό του. Είναι χαρά και απόλαυση να ψάχνεις με τις ώρες και να ανακαλύπτεις πράγματα όπως αξεσουάρ, ρούχα, παπούτσια, βιβλία, δίσκους και έπιπλα. Γνωρίζοντας παράλληλα πως το συγκεκριμένο κομμάτι που βρήκες είναι μάλλον μοναδικό, αφού είναι ελάχιστες οι πιθανότητες να έχει κάποιος άλλος το ίδιο. Η συνήθεια του second hand shopping πάραυτα δεν είναι νέα. Σε όλη σχεδόν την Ευρώπη πολλοί άνθρωποι έχουν τα vintage και second hand stores σαν πρώτη επιλογή όταν ψάχνουν ρούχα ή όταν επιπλώνουν τα σπίτια τους. Στην Ελλάδα άρχισε να γίνεται συνήθεια σχετικά πρόσφατα, αφού το «χρησιμοποιημένο από κάποιον άλλο», και δη άγνωστο, ήταν ταμπού. Η αίσθηση του πρώτου ιδιοκτήτη και οι μυρωδιές του «καινούριου» είχαν συνυφαστεί με την ιδέα του shopping και έθρεψαν τις καταναλωτικές μας μανίες. Όμως αυτό, ευτυχώς, πήρε το δρόμο χωρίς επιστροφή μαζί με άλλα απαρχαιωμένα ταμπού, για να αντικατασταθεί από παλιά αντικείμενα. (καλύτερα παλιά αντικείμενα παρά παλιές ιδεες) Η Αθήνα μετράει εδώ και δύο μήνες ακόμα ένα νέο και προσεγμένο second hand κατάστημα, το «Γουαδελούπη», στην περιοχή του Ψυρρή, στο κέντρο της πόλης. Ιδιοκτήτριά του η γλυκιά Αγγελική, που με πολλή όρεξη και δημιουργικότητα έστησε το μαγαζί της εγκαινιάζοντάς το τον Δεκέμβριο του 2013. Βασικό χαρακτηριστικό –προφανώς- το vintage στυλ, που θυμίζει αρκετά σπίτι της δεκαετίας του ’60, με πολλά φυτά, χαλάκια, λουλουδάτες ταπετσαρίες, όμορφη μουσική και φυσικά παντού ρούχα και αξεσουάρ! Στο ισόγειο θα βρει κανείς κυρίως γυναικεία και στον πρώτο όροφο αντρικά. Μιλήσαμε μαζί της και της ζητήσαμε να μας απαντήσει σε 5 βασικές ερωτήσεις...
84 URBANSTYLEMAG
shopa /
USM 85
Πώς προέκυψε η ιδέα ενός second hand καταστήματος στην Αθήνα; Είχες ψάξει την αγορά πιο πριν, ήσουν σίγουρη οτί θα πάει καλά, ή απλά ρίσκαρες; Ως ενδυματολόγος, ξεκίνησα να συλλέγω ρούχα πριν περίπου 10 χρόνια. Τον τελευταίο χρόνο και με αφορμή την οικονομική κατάσταση απόφασισα να μετακομίσω στο Amsterdam. Εκεί αγάπησα πολύ τα second hand. Ανακάλυψα το αγαπημένο μου (klein berlijn) και πέρασα ώρες ψάχνοντας ρούχα και συζητώντας με την ιδιοκτήτρια, που τελικά γίναμε φίλες. Εκείνη ευθύνεται κατά ένα ποσοστό για την απόφασή μου. Γυρίζοντας στην Αθήνα ξεκαθάρισα το βεστιάριό μου, βρήκα τον χώρο, εμπλούτισα τη συλλογή και... έτοιμη! Όχι, δεν έκανα κάποια έρευνα.. Ήμουν σίγουρη πως ακόμη και σε περιόδους οικονομικής στενότητας υπάρχει η ανάγκη για ανανέωση... Ποια είναι η ανταπόκριση του κόσμου; Αγοράζουν οι Αθηναίοι second hand ρούχα ή το σνομπάρουν-αποφεύγουν; Φυσικά και αγοράζουν! Πάντα υπήρχε κοινό, παρατηρώ βέβαια μια ραγδαία αύξηση των υποστηρικτών. Άλλοι αναγνωρίζουν τη μοναδικότητα του ρούχου, άλλοι από οικολογική συνείδηση και άλλοι από χρηματικό συμφέρον. Θεωρείς πως λόγω της οικονομικής κατάστασης, υπάρχει μια στροφή στις φτηνές αγορές, επομένως και στην αύξηση των καταστημάτων second hand στη χώρα μας; Η οικονομική κατάσταση έστρεψε σίγουρα πολύ κόσμο στη second hand αγορά. Ωστόσο, πιστεύω πως το προσωπικό στυλ και η άποψη του καθενός είναι αυτό που θα τους κερδίσει. Ήδη, κάθε περιοχή της Αθήνας έχει ένα τουλάχιστον κατάστημα μεταχειρισμένων και αυτό δείχνει την αποδοχή του κόσμου. Φαίνεται πως είναι μια μόδα που ήρθε για να μείνει και ευελπιστώ πως δεν θα ξεπεραστεί σαν άλλες όπως αυτή του “Frozen Yoghurt»... Τί μπορούμε να βρούμε σε μια βόλτα μας στη «Γουαδελούπη» και πού κυμαίνονται οι τιμές- στο περίπου; Στη Γουαδελούπη μπορεί κανείς να βρει ρούχα, παπούτσια και αξεσουάρ vintage και second hand. Οι τιμές είναι ιδιαίτερα προσιτές για κάθε πορτοφόλι, και μπορείς να αγοράσεις κάτι σε τιμή από 1 εώς και 35 ευρώ. Πώς και επέλεξες το όνομα «Γουαδελούπη» για το μαγαζί; Η βασική ιδέα πίσω από την επιλογή αυτού του ονόματος, ήταν το συναίσθημα που ήθελα να προξενήσω στον κάθε πελάτη που μπαίνει στο μαγαζί. Το να ξεχνιέται δηλαδή, να νιώθει πως μεταφέρεται σε κάποιο εξωτικό νησί. Το “Γουαδελούπη” μου ακούγονταν αρκετά εύηχo! Τη Γουαδελούπη θα βρείτε στη διεύθυνση: Πρωτογένους 12 10554, Αθήνα Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφτείτε τη σελίδα του καταστήματος στο facebook. Links www.facebook.com/kleinberlijnamsterdam www.facebook.com/guadeloupepsirri
86 URBANSTYLEMAG
Και τα ψιλά γράμματα... Θα μπορούσε κανείς να πει πως η καταναλωτική μας μανία κάνει μια απόπειρα να «γυρίσει μπούμερανγκ» στον καπιταλισμό. Mm hmm, για σκέψου το, οι vintage αγορές που ικανοποιούν τα δικά μας αχόρταγα καταναλωτικά ένστικτα και την επιθυμία μας για το καινούριο, το διαφορετικό, το μοναδικό, την ιδιοκτησία... ωφελούν περισσότερο τους μικροεπιχειρηματίες και αυτούς που πωλούν τα παλιά τους αντικείμενα, την τοπική οικονομία δηλαδή, παρά τις πολυεθνικές βιομηχανίες ρούχου και τα high end brands. Και αφού το πορτοφόλι δεν αντέχει το υπερεκτιμημένο ακριβό, κάποιος έπρεπε να αποδώσει λίγη σαγήνη στο παλιό και φτηνό. Ευτυχώς, αυτό το έκανε η Πατρίσια Φίλντς κι οι χίπστερς. Όσο και να σνομπάρουμε μερικοί τους χίπστερς ως “wannabees” (έλα μεταξύ μας είμαστε), πρέπει να παραδεχτούμε πως η προτίμησή τους στο παλιό και μη-mainstream (ξέρω ξέρω, μεγάλη ιστορία) είναι κάθε άλλο παρά τυχαίο ή μάταιο. Αφενός προσφέρει μια τρομερή –και αναγκαία- ανακύκλωση, αφετέρου φέρνει στην επιφάνεια ό,τι ξεχάστηκε από media, κριτικούς, Θεό και γενικά οποιονδήποτε ήταν υπερβολικά απασχολημένος με το mainstream – και μετά αυτοί (;) το κάνουν mainstream για να λέμε εγώ κι εσύ ότι δεν είμαστε mainstream γιατί δεν είμαστε χίπστερς (τά ’παμε, μεγάλη ιστορία). Και παρόλο που οι βιομηχανίες εκμεταλλεύονται τελικά τη μόδα τους (όπως κάνουν με καθε subculture μόδα που σκάει μύτη), η ίδια η χίπστερ κουλτούρα ίσως, λέω ίσως -δηλαδή σίγουρα- να είναι ένα καμπανάκι αμφισβήτησης που χτυπάει για όσους εξιδανίκευσαν τυφλά κάθετι νέο και «προοδευτικό». Λέμε τώρα. Νικόλ Ερίνη ( nicole.erini@urbanstylemag.gr )
shopa /
USM 87
www.sardine.gr