Αναβίωση Αγροδασικών Τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής

Page 104

Αναβίωση αγροδασικών τοπίων

την εποχή της κλιματικής αλλαγής

για τον άνθρωπο, την φύση

και την τοπική οικονομία

της κλιματικής

αλλαγής: για τον άνθρωπο, την φύση και την τοπική οικονομία

Το παρόν βιβλίο έχει εκδοθεί από το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πολιτικών Ιδρυμάτων

και το Πράσινο Ινστιτούτο. Συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το

περιεχόμενό του αποτελεί αποκλειστική ευθύνη του/των συγγραφέα/ων και

δεν αντικατοπτρίζει απαραίτητα τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του

Ευρωπαϊκού Δικτύου Πολιτικών Ιδρυμάτων.

Συντονισμός Έκδοσης: Ρήγας Τσιακίρης

Συντακτική ομάδα: Ρήγας Τσιακίρης, Κώστας Μαντζανάς, Γιάννης

Καζόγλου, Πέτρος Κακούρος, Βασίλης

Παπαναστάσης

Συνεισφέροντες Συγγραφείς: Βασιλική

Βλάμη, Κώστας Βλαχόπουλος, Γιώργος Βλάχος, Μιχάλης Βραχνάκης, Παναγιώτης Γεωργιακάκης, Μαρία

Γιακουλάκη, Ηλίας Γιαννίρης, Βασίλης

Δαλκαβούκης, Τάσος Δημαλέξης, Παναγιώτης Δημόπουλος, Ιωάννης Ισπικούδης, Γιάννης Καζόγλου, Γεώργιος Καρέτσος, Θανάσης Κίζος, Ιωάννης Π. Κόκκορης, Δήμητρα Λούκα, Κώστας Μαντζανάς, Νίκος Μονοκρούσος, Δημήτρης Μπούσμπουρας, Γαβριήλ Ξανθόπουλος, Μαρία Παναγιωτοπούλου, Πάνος Πανάγος, Αναστασία Παντέρα, Βασίλης Παπαναστάσης, Θεοδώρα Πετανίδου, Κώστας Ποϊραζίδης, Ιωάννα Σαλβαρίνα, Αλεξάνδρα Σολωμού, Καλλιόπη Στάρα, Όλγα Τζωρτζακάκη, Μάριος Τρίγκας, Ρήγας Τσιακίρης, Γιώργος Φωτιάδης, Χρήστος Χασιώτης, Gerry Lawson, Gwyn Jones, Μarcie Mayer.

Γραφιστική Επιμέλεια:

Μυρτώ Μήλιου

Εκδότης: Ευρωπαϊκό Δίκτυο

Πολιτικών Ιδρυμάτων (EnoP) και

Πράσινο Ινστιτούτο

Επιμέλεια κειμένων: Καλλιόπη

Στάρα, Χρήστος Σακελλαρίδης, Γιάννης Καζόγλου, Ρήγας

Τσιακίρης

Φωτογραφία εξωφύλλου:

Γιάννης Ρουσόπουλος, Όρος

Λάκμος-Περιστέρι, Ήπειρος

Ιδιαίτερες Ευχαριστίες:

Ελληνικό Αγροδασικό Δίκτυο

Προτεινόμενη Βιβλιογραφική

Αναφορά: Τσιακίρης, Ρ., Κ.

Μαντζανάς, Γ. Καζόγλου, Π.

Κακούρος και Β. Παπαναστάσης

2023 (Επιμελητές). Αναβίωση

αγροδασικών τοπίων την εποχή

της κλιματικής αλλαγής: για τον

άνθρωπο, την φύση και την

τοπική οικονομία. Ευρωπαϊκό

Δίκτυο Πολιτικών Ιδρυμάτων και

Πράσινο Ινστιτούτο.

© 2023 Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πολιτικών Ιδρυμάτων και Πράσινο Ινστιτούτο Ελλάδα

European Network of Political Foundations and Greek Institute Greece. All rights reserved.

ISBN: 978-618-86600-2-1

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής
Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή

Αφιερώνεται στους ανθρώπους της υπαίθρου που με τον μόχθο αιώνων σμίλεψαν τα απαράμιλλα αγροδασικά τοπία της Ελλάδας, μια παγκόσμια βιο-πολιτισμική κληρονομιά που βρίσκεται ακόμη στην αφάνεια και χάνεται σιγά-σιγά.

Δρ. Ρήγας Τσιακίρης

Συντονιστής έκδοσης

Περιεχόμενα

των “κλαδερών” του Ζαγορίου

τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών

αγροδασικών συστημάτων

μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα: η περίπτωση της διαχρονικής ιστορίας του Εθνικού Πάρκου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 4 –
Χαιρετισμός Ηλίας Γιαννίρης 9 Σύντομο προλογικό σημείωμα Gwyn Jones 13 Αγροδασοπονία 17 Εισαγωγή Ρήγας Τσιακίρης 19 23 Ενότητα Α Τα αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα 23 Παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα στην Ελλάδα: παρελθόν και μέλλον Ιωάννης Ισπικούδης 24 Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα
Βασίλης Δαλκαβούκης 30 Αγροδασικά
αιωνόβιων δέντρων Καλλιόπη Στάρα 38 H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000: H σημασία των
Βασιλική Βλάμη & Ιωάννης Π. Κόκκορης 46 Μωσαϊκότητα
Δαδιάς Κώστας Ποϊραζίδης 54
ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 5 –63 Ενότητα Β Οικοσυστημικές λειτουργίες των αγροδασικών τοπίων & βιοποικιλότητα 63 Δασολιβαδικοί οικότοποι και οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης 64 Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα Γιώργος Φωτιάδης 72 Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην ΕλλάδαΜαρία Παναγιωτοπούλου 80 Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματαΡήγας Τσιακίρης 90 Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωήΔημήτρης Γ. Μπούσμπουρας 98 Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματαΙωάννα Σαλβαρίνα & Παναγιώτης Γεωργιακάκης 106 Απειλούμενα είδη πεταλούδων σε δασολιβαδικά τοπίαΌλγα Τζωρτζακάκη 114 Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστέςΘεοδώρα Πετανίδου 120 H βιοποικιλότητα στο αγροδασικό έδαφοςΝικόλαος Μονοκρούσος 128 Μικροί υγρότοποι σε δασολιβαδικά τοπίαΓιάννης Καζόγλου 134
ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 6 –141 Ενότητα Γ Διαχείριση, αποκατάσταση και δημιουργία αγροδασικών τοπίων 141 Ταξινόμηση δασογεωργικών συστημάτων στην ΕλλάδαΚωνσταντίνος Μαντζανάς 142 Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσειςΒασίλειος Π. Παπαναστάσης 148 Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων Aναστασία Παντέρα 156 Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπίαΜαρία Δ. Γιακουλάκη 164 Τα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων γης Μιχάλης Βραχνάκης 172 Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests Γεώργιος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού 180 Τα κιρκινέζια στην Θεσσαλία: δράσεις αποκατάστασης σε δασικογεωργικά τοπία Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος 188 Πυρκαγιές και αγροδασοπονίαΓαβριήλ Ξανθόπουλος 192 Αναβαθμίδες του Αιγαίου, ζωντανά και πολύτιμα αγροδασικά τοπία Τάσος Δημαλέξης 200 Επιχειρηματικές ευκαιρίες και Μη Ξυλώδη Δασικά ΠροϊόνταΧρήστος Ν. Χασιώτης 204 Μια λευκή βίβλος και ένα αποθετήριο γνώσης για τα Μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα της Μεσογείου Καλλιόπη Στάρα 212 Το πρόγραμμα “Βελανίδια και Βελανιδιές” στο νησί της ΚέαςMarcie Mayer 216 Προϊόντα, διατροφική ασφάλεια και απασχόληση στα αγροδασικά συστήματα Δήμητρα Λούκα 220 Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας και της καινοτομίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής Μάριος Τρίγκας 228
ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 7 –237 Ενότητα Δ Ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές για την αγροδασοπονία 237 Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα: Απειλές και Ευκαιρίες Θανάσης Κίζος 238 Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής Πέτρος Κακούρος 246 Αγροδασοπονία στην Πράσινη ΣυμφωνίαGerry Lawson 254 Πολιτικές της ΕΕ για την υγεία του εδάφους και την αγροδασοπονία Πάνος Πανάγος 262 Οι προτεραιότητες για την ανάκαμψη του αγροδασικού τομέα στην Ελλάδα Γιώργος Βλάχος 266 273 Ενότητα E Συμπεράσματα, Προτάσεις 273 291 Βιβλιογραφία 291
© Κώστας Ζήσης Ι Νεοχώρι, Λευκάδα

ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ

Η Κλιματική Αλλαγή και η παγκόσμια κρίση της βιοποικιλότητας πυροδοτούν δεύτερες σκέψεις για τη μεταπολεμική ανάπτυξη τόσο στον επιστημονικό κόσμο όσο

και στους πολίτες. Σήμερα αναθεωρούμε τη μεταπολεμική βεβαιότητα για την αύξηση (growth) της οικονομίας που είπαμε “ανάπτυξη”, τις αγορές και τις αστικές συγκεντρώσεις.

Το Πράσινο Ινστιτούτο διαπιστώνει ότι υπάρχουν σημαντικές υπαρκτές δυνατότητες και διαστάσεις που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, πολλές από τις οποίες μεταπολεμικά εκτοπίστηκαν και τέθηκαν στο περιθώριο.

Σήμερα ανακαλύπτουμε ότι στην Ελλάδα και την Ευρώπη δεν υπάρχουν συνεκτικές αγροτικές πολιτικές σε όλο το φάσμα των αγρο-οικοσυστημάτων της ΕΕ. Δεν

υπάρχει ούτε εθνική στρατηγική, ούτε εθνικό όραμα προσαρμοσμένο στις ανάγκες

και την ιστορικότητα του αγροδασικού χώρου και των ιδιαίτερων πολιτισμικών τοπίων της χώρας. Σήμερα φαίνεται ότι οι μετασχηματισμοί και οι προσαρμογές που

επιβλήθηκαν μεταπολεμικά κάνουν τη χώρα πιο ευάλωτη και πιο τρωτή στην Κλιματική Αλλαγή. Οι χρήσεις γης που μεταπολεμικά διαχωρίστηκαν τόσο στις πόλεις

όσο και στην ύπαιθρο σήμερα επανεξετάζονται. Η αγροδασοπονία και οι παραγωγικές αναδασώσεις, που παραδοσιακά υπήρχαν στη Μεσόγειο, αντιπαρατίθενται

σήμερα στο καθεστώς της βιομηχανοποιημένης γεωργίας-δασοπονίας-κτηνοτροφίας.

Το Πράσινο Ινστιτούτο ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια μια συστηματική εκστρατεία

για τέτοια ζητήματα, η οποία μάλιστα συναντά την εντυπωσιακή και άμεση ανταπόκριση της ελληνικής επιστημονικής κοινότητας. Οι ημερίδες του 2021 και το βιβλίο για τις παραγωγικές αναδασώσεις, με τη συμμετοχή 20 πανεπιστημιακών και ειδικών επιστημόνων, αποτελούν σημαντικό επιστημονικό σταθμό. Η έκδοση του βιβλίου “Κλιματική Αλλαγή - Προετοιμάζοντας τη Θεσσαλία” φέρνει στο προσκήνιο τη νέα θεώρηση που απαιτούν οι καιροί. Οι ημερίδες του 2022 για τα Περιφερειακά Σχέδια για την Κλιματική Αλλαγή, με τη συμμετοχή 24 επιστημόνων, πανεπιστημιακών, ΜΚΟ, υπηρεσιακών παραγόντων της ΕΕ αλλά και της αυτοδιοίκησης, ανέδειξαν τις ανεπάρκειες των Περιφερειακών Σχεδιασμών και την παρωχημένη λογική με την οποία αντιμετωπίζεται η Κλιματική Αλλαγή.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 9 –

Την ίδια θετική ανταπόκριση είχαμε και με το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας.

Σχεδιάζαμε την ανάπτυξη του θέματος της αναβίωσης των αγροδασικών τοπίων

με 20 συγγραφείς, αλλά ο επιστημονικός ενθουσιασμός μας οδήγησε σχεδόν να

τους διπλασιάσουμε. Γιατί εκδηλώνεται αυτός ο επιστημονικός ενθουσιασμός; Μια

απάντηση είναι ότι οφείλεται σε επιστημονικές διαπιστώσεις που κάνουν όλοι οι

κλάδοι για τα αδιέξοδα των πολιτικών που εφαρμόζονται, αλλά και για την ανάγκη

για ένα νέο καινοτόμο σύστημα ιδεών και πολιτικών που να αντικαταστήσει το

παλιό, δυσπροσάρμοστο καθεστώς. Αντιλαμβάνονται ότι οι σημερινές πολιτικές

δεν μπορεί να σημαίνουν “πράσινο ξέπλυμα” και business as usual. Αν ισχύει αυτή

η ερμηνεία υπάρχει ελπίδα.

Το Πράσινο Ινστιτούτο δυσανασχετεί για τη μη εφαρμογή του δασικού υπομέτρου

8.2 του ΠΑΑ για την εγκατάσταση νέων και την αναβίωση γεωργοδασικών συστημάτων, για την εργολαβική διαχείριση των νερών, για την καταστροφική διαχείριση των αγροτικών πόρων, για τη μη λειτουργία της Εθνικής Επιτροπής για την καταπολέμηση της Ερημοποίησης, για το πάγωμα της Εθνικής Στρατηγικής για τα Δάση (2021-2038) που δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη Μεσογειακή Δασοπονία και το

οποίο αντικαταστάθηκε από ένα “Εθνικό Πρόγραμμα Αναδασώσεων”, στο οποίο δε λαμβάνονται μέτρα αποκατάστασης των αγροδασικών τοπίων της χώρας. Το Πράσινο Ινστιτούτο αντιλαμβάνεται τη σημερινή αξία του τοπίου, της αγροδασο-

πονίας, των παραγωγικών αναδασώσεων, των γεωργικών εφαρμογών, της αγροτικής εκπαίδευσης, της διευθέτησης των ισοζυγίων προσφοράς και ζήτησης του

νερού στις υδρολογικές λεκάνες, των αναβαθμίδων σε επικλινή εδάφη, του ρόλου

που μπορεί να παίξουν οι τοπικοί δρώντες.

Σήμερα το ενδιαφέρον δεν πρέπει να περιορίζεται απλά στην προσαρμογή στην

κλιματική αλλαγή. Θα πρέπει να ενσωματώνει και την αύξηση της ανθεκτικότητας

όλων των συστημάτων στήριξης της ζωής, συμπεριλαμβανομένης και της στήριξης των τοπικών κοινωνιών.

Ηλίας Γιαννίρης

Πρόεδρος Πράσινου Ινστιτούτου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 10 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Κρήτη, Σητεία, Τοπλού
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Μεσσηνία, κοιλάδα Πάμισσου

ΣΎΝΤΟΜΟ ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Όταν στις αρχές της δεκαετίας του ‘90, συγκεντρωθήκαμε για να ιδρύσουμε το European Forum on Nature Conservation and Pastoralism (Ευρωπαϊκό Φόρουμ για

τη Διατήρηση της Φύσης και την Εκτατική Κτηνοτροφία), η αποστολή του ήταν

να παρέχει μια αφηγηματική γέφυρα μεταξύ της “παρθένας φύσης” (κάτι που σε

μεγάλο βαθμό θεωρείται ότι συνδέεται με φυσικές προστατευόμενες περιοχές)

από τη μία πλευρά και της καταστροφικής “γεωργίας” από την άλλη. Το μήνυμά

μας ήταν ότι, ανάμεσα σε αυτά τα δύο άκρα, μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής βι-

οποικιλότητας επιβιώνει, και συχνά ευδοκιμεί, σε γη που χρησιμοποιείται για τη

γεωργία και την κτηνοτροφία , αυτή που αργότερα έγινε γνωστή ως αγροτική γη

Υψηλής Φυσικής Αξίας (ΥΦΑ). Στην πραγματικότητα, αυτό που είπαμε ήταν ότι, χωρίς βιώσιμες αγροτικές εκτάσεις ΥΦΑ και βιώσιμα συστήματα καλλιέργειας και

εκτροφών ΥΦΑ, η Ευρώπη θα αποτύχει να εκπληρώσει τους στόχους της για την βιοποικιλότητα.

Ένα σημαντικό ποσοστό αυτής της αγροτικής γης ΥΦΑ αποτελείται από υψηλή

ξυλώδη βλάστηση, ιδιαίτερα (σήμερα, αλλά όχι ιστορικά) στην περιοχή της Μεσογείου. Εδώ συναντήσαμε μια δεύτερη νοητική πόλωση, αυτή τη φορά μεταξύ του

“δάσους” και της “αγροτικής γης”. Για άλλη μια φορά, αυτός ήταν ένας διαχωρισμός που υπήρχε πρώτα και κύρια στη φαντασία των στελεχών της διοίκησης, ο

οποίος όμως, για έναν αιώνα ή και περισσότερο, είχε επιβληθεί στο τοπίο μέσω

κάθε μορφής πολιτικών, και τελευταία μέσω των κανόνων επιλεξιμότητας για την

καταβολή των κοινοτικών ενισχύσεων για τις αγροτικές εκτάσεις. Και πάλι όμως, η ύπαρξη μιας κατάλληλης και ζωντανής “αγροδασικής” οικονομίας, που περιλαμ-

βάνει τη βόσκηση (σ.μ.: αγροδασολιβαδική) σε μεγάλη κλίμακα, είναι απαραίτητη

όχι μόνο για την επίτευξη των στόχων της Οδηγίας για τους Οικοτόπους, αλλά

αυτή τη φορά – και με αυξανόμενη ένταση – στον ολοένα και πιο δύσκολο αγώνα

κατά των πυρκαγιών. Η βόσκηση παραμένει το μόνο ρεαλιστικό μέσο για τη μείωση της καύσιμης ύλης σε επίπεδο τοπίου.

Παρόλο που ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, εκτιμά ότι περίπου το 1/3

της ευρωπαϊκής γεωργικής γης έχει σημαντικές εκτάσεις με ημι-φυσική βλάστηση

και βρίσκεται υπό καθεστώς διαχείρισης χαμηλής έντασης, ένα πράγμα που βρή-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 13 –

καμε κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριάντα ετών ήταν ότι, ακόμη και αν η δική

μας λεπτομερής περιγραφή της κατάστασης είναι πιο αληθινή από την πολωμένη

που σκοπεύει να αντικαταστήσει, τελικά οι θεσμικοί φορείς της γεωργίας, της δα-

σοκομίας και της διατήρησης της φύσης συχνά φαίνονται πιο χαρούμενοι όταν

αντιμετωπίζουν την κατάσταση βάσει των παλιών διαχωρισμών, και το ίδιο ισχύει

όταν πρόκειται για την “αγροτική γη” και το “δάσος”. Αυτό πρέπει να αλλάξει, και

γρήγορα μάλιστα.

Υπάρχουν οι βάσεις για αισιοδοξία; Ίσως. Ακούμε ότι οι κανόνες επιλεξιμότητας

ενδέχεται να χαλαρώσουν. Βλέπουμε τη λέξη “αγροδασοπονία” γραμμένη εδώ

και εκεί σε κείμενα πολιτικής και νομικά μέσα. Είναι αυτό ένα σημάδι αλλαγής στο

νοητικό παζλ;

Διαβάζοντας το σχέδιο του Κανονισμού για την Αποκατάσταση της Φύσης, τα

παλιά τροπάρια εξακολουθούν να είναι εμφανώς ορατά: προώθηση του αποκλεισμού της βόσκησης από τα ενδιαιτήματα, διαίρεση του τοπίου με τρόπους που έχουν νόημα στις Βρυξέλλες, αλλά συχνά δεν ταιριάζουν στην πραγματικότητα. Η

“αγροδασοπονία” πλάθει απλώς εικόνες με σειρές από λεύκες σε εντατικά καλλιεργούμενους λειμώνες ή τώρα επεκτείνεται και σε φρύγανα και μακκία βλάστηση;

Τι γίνεται με την αποστολή της βόσκησης για τη διαχείριση του κινδύνου από τις

πυρκαγιές; Σίγουρα σε αυτή την περίπτωση ο επείγων χαρακτήρας του θέματος

θα υπερισχύσει της θεσμικής αδράνειας; Οι ιστορίες υποχώρησης των πολιτικών

και αποτυχίας που ακούγονται από τη Γαλλία – κάποτε ηγέτιδα στον τομέα – κά-

νουν κάποιον εξαιρετικά απαισιόδοξο ότι τα αφηγήματα έχουν αλλάξει πραγματικά. Εν τω μεταξύ, σε άλλες χώρες, ξεπηδούν πρωτοβουλίες για τη διαχείριση των

πυρκαγιών, ενώ τα εκτατικά συστήματα βόσκησης που μειώνουν την καύσιμη ύλη

σε ολόκληρο το τοπίο παραμελούνται και βρίσκονται σε κατάσταση κατάρρευσης.

Στο τέλος, όταν όλα θα έχουν ειπωθεί και γίνει, “η απόδειξη για το πόσο καλό εί-

ναι το επιδόρπιο αποδεικνύεται μόνο μετά τη βρώση του (σ.μ.: κάτι νέο μπορεί να

κριθεί ως καλό ή κακό μόνο μετά από τη δοκιμή του)”. Θα οδηγήσουν όλες οι νέες

πολιτικές σε ενδιαιτήματα με ξυλώδη είδη, τα οποία θα βρίσκονται σε καλύτερη

κατάσταση στην κλίμακα ολόκληρων βιογεωγραφικών ζωνών; Θα συνεισφέρουν

στη μείωση του κινδύνου πυρκαγιάς σε όλη

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 14 –
τη λεκάνη της Μεσογείου; Μόνο μια ζωντανή οικονομία στηριζόμενη στην εκτατική κτηνοτροφία μπορεί να επιτύχει αυτούς τους στόχους, και η πολιτική διαδραματίζει ισχυρό ρόλο στο να

μπορέσει να αναπτυχθεί μια τέτοια οικονομία με κερδοφόρες επιχειρήσεις, ελκυστικές για την επόμενη γενιά.

Το βιβλίο αυτό, που ρίχνει φως σε αυτή την παραμελημένη σφαίρα όπου η γεωργία και η δασοπονία, η φύση και οι καταστροφικές πυρκαγιές συνδυάζονται, έρχε-

ται σε μια καθοριστική στιγμή. Είτε υπάρχει λόγος αισιοδοξίας είτε όχι, δεν υπάρχει

αμφιβολία ότι πρέπει να υλοποιηθεί μια τεράστια δουλειά ευαισθητοποίησης και

αλλαγής πολιτικής, και οτιδήποτε βοηθά σε αυτήν τη διαδικασία είναι παραπάνω

από ευπρόσδεκτο. Είναι λοιπόν χαρά και τιμή μου, που μου ζητήθηκε να γράψω

αυτές τις λίγες εισαγωγικές γραμμές.

European Forum on Nature Conservation and Pastoralism

https://www.efncp.org/

Email: dgl_jones@yahoo.co.uk

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 15 –

© Ρήγας Τσιακίρης Ι Γιουργάνιστα, Ήπειρος

ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑ

Αγροδασοπονία είναι η ονομασία που έχει δοθεί σε μια παραδοσιακή πρακτική, στην οποία συνδυάζονται σκόπιμα ξυλώδη είδη και ποώδη γεωργικά φυτά ή λιβαδική βλάστηση/βόσκοντα ζώα στο ίδιο κομμάτι γης, συγχρόνως ή διαδοχικά. Ο συνδυασμός αυτός έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός συστήματος, το οποίο περιλαμβάνει δύο ή περισσότερα φυτικά είδη, από τα οποία το ένα τουλάχιστον είναι ξυλώδες, παράγει δύο ή περισσότερα προϊόντα, έχει έναν παραγωγικό κύκλο μεγαλύτερο του έτους και δημιουργεί σημαντικές οικονομικές και οι-

κολογικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ξυλωδών φυτών και των άλλων δομικών παραγόντων του συστήματος. Η αγροδασοπονία δεν ταυτίζεται με τη δασοπονία, δηλαδή τη διαχείριση των φυσικών

ή τεχνητών δασών, ούτε με τη συμβατική γεωργία.

Οι συνδυασμοί που δημιουργεί η αγροδασοπονία συνιστούν πολυκαλλιέργεια και ονομάζονται αγροδασικά συστήματα. Τα συστήματα αυτά είναι τεχνητά γιατί ενσωματώνουν τον άνθρωπο, ο οποίος τα διαχειρίζεται χρησιμοποιώντας παραδοσιακή ή νέα γνώση. Όταν διατάσσονται σε έναν γεωγραφικό χώρο με διάφορα άλλα φυσικά (π.χ. κλίμα, νερό,έδαφος), γεωμορφολογικά (π.χ. πέτρωμα, ανάγλυφο, ρέματα) και πολιτιστικά (π.χ. αναβαθμίδες, δρόμοι, οικήματα, υδατοδεξαμενές)

χαρακτηριστικά, τότε δημιουργούν αγροδασικά τοπία.

Αν και στα ξυλώδη φυτά περιλαμβάνονται και οι θάμνοι, εντούτοις τα δέντρα είναι το κυρίαρχο δομικό στοιχείο των αγροδασικών συστημάτων που αποτελούν τον ανώροφο. Τα δέντρα αυτά μπορούν να είναι αυτοφυή ή φυτεμένα, δασικά ή καλλιεργούμενα (οπωροφόρα).Τα άλλα δύο δομικά στοιχεία των αγροδασικών συστημάτων είναι η γεωργική καλλιέργεια ή η λιβαδική βλάστηση

που αποτελούν τον υπόροφο και τα ζώα που χρησιμοποιούν τον υπόροφο ή και τον ανώροφο. Από

τον συνδυασμό αυτό των τριών δομικών στοιχείων προκύπτουν τρεις βασικές κατηγορίες αγροδασικών συστημάτων: τα δασογεωργικά, τα δασολιβαδικά και τα αγροδασολιβαδικά. Δασογεωργικά

είναι τα συστήματα που συνδυάζουν δέντρα και γεωργική καλλιέργεια (π.χ. αροτραία, κηπευτική

ή για την παραγωγή σανού). Δασολιβαδικά είναι τα συστήματα εκείνα που συνδυάζουν δέντρα

με λιβαδική βλάστηση/ βόσκηση αγροτικών ζώων. Αγροδασολιβαδικά, τέλος, είναι τα συστήματα εκείνα που συνδυάζουν δέντρα, γεωργική καλλιέργεια και βόσκηση (συνήθως μετά τη συγκομιδή του γεωργικού προϊόντος). Σε όλες αυτές τις κατηγορίες τα δέντρα μπορούν να είναι διάσπαρτα ή ομαδοποιημένα σε μικρές συνδενδρίες (π.χ. λόχμες) ή σε γραμμές (π.χ. φυτοφράχτες).

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ http://www.agroforestry.gr/pages/gr/

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 17 –
© Κώστας Ζήσης Ι Τσούκα, όρος Τύμφη, Ιωάννινα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τ

α αγροδασικά συστήματα τα οποία χαρακτηρίζονται από τον σκόπιμο

συνδυασμό καλλιεργούμενων ή άγριων δέντρων και γεωργικών καλλιεργειών ή/και βοσκοτόπων στο ίδιο κομμάτι γης και την ίδια χρονική περίοδο, αναγνωρίζονται πλέον διεθνώς ως ένα από τα πιο ανθεκτικά πολυλειτουργικά

τοπία του πλανήτη, που θα μπορούσαν να μετριάσουν με επιτυχία τα προβλήματα

που θέτει η κλιματική αλλαγή στις αγροτικές κοινότητες. Τα αγροδασικά τοπία συγκαταλέγονται στις αποτελεσματικότερες “καταβόθρες διοξειδίου του άνθρακα”, διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας φτώχειας και τη διατήρηση του αγροτικού εισοδήματος και αποτελούν επίσης βασικά στοιχεία των τοπικών πολιτιστικών ταυτοτήτων. Η διατήρηση και αποκατάσταση των παραδοσιακών αγροδασικών συστημάτων αντιμετωπίζει ταυτόχρονα την ερημοποίηση, μειώνει την επιφανειακή απορροή του νερού, βελτιώνει την παραγωγικότητα του εδάφους και αποτελεί κιβωτό για την παγκόσμια βιοποικιλότητα.

Στην Ελλάδα, τα παραδοσιακά αγροδασικά τοπία καλύπτουν περίπου το 23% της

έκτασης της χώρας και διατηρούνται ειδικότερα σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές, όπου η εντατικοποίηση των χρήσεων γης υπήρξε σχετικά περιορισμένη.

Περιλαμβάνουν επίσης κυρίως αρχαία πολιτισμικά χαρακτηριστικά που δημιούργησε ο άνθρωπος κατά τη μακροχρόνια συνύπαρξή του με τη φύση στη Μεσόγειο, αποτελώντας πρότυπο βιώσιμης χρήσης της γης σε τοπική κλίμακα. Διαχρονικά

παραμελημένα από τις κύριες αγροτικές και δασικές πολιτικές, τα αγροδασικά το-

πία εξακολουθούν να κινδυνεύουν: η εγκατάλειψη της γης που προκαλείται από

την ερήμωση της υπαίθρου αλλάζει τη δομή τους, οι δασικές πυρκαγιές μεγάλης

κλίμακας καταστρέφουν τα πιο πολύτιμα στοιχεία τους, όπως τα αιωνόβια δέντρα

τους, και το μωσαϊκό της γης συνεχίζει να υποβαθμίζεται λόγω εντατικοποίησης

και νέων αναδασμών.

Για τους παραπάνω λόγους η Αγροδασοπονία χρειάζεται να χαρακτηρισθεί ως

μία κλιματικά “έξυπνη” αγροτική πολιτική και να συμπεριληφθεί στα Στρατηγικά

Σχέδια της ΚΑΠ, στα έργα του Ταμείου Συνοχής, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, καθώς και την Ευρωπαϊκή Πλατφόρμα Προσέγγισης Οικοσυστήματος. Η

Αγροδασοπονία είναι σύμφωνη με άλλες στρατηγικές, όπως η στρατηγική της ΕΕ

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 19 –

για την Κλιματική Αλλαγή, για τη βιοποικιλότητα, η στρατηγική “Από το αγρόκτημα

στο πιάτο”, η νέα στρατηγική της ΕΕ για τα δάση (2023-2030) και η δέσμευση της

ΕΕ για μηδενική υποβάθμιση της γης έως το 2030. Χρειάζεται λοιπόν να υποστη-

ρίζεται επίσης από τα προγράμματα LIFE, INTRERREG και Horizon Europe, καθώς

και από νέα χρηματοδοτικά εργαλεία όπως το Green Deal, το Ταμείο Ανάκαμψης

και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.

Σκοπός του βιβλίου είναι να χρησιμοποιηθεί ως ακαδημαϊκό-επιστημονικό βοήθημα για την επείγουσα ανάγκη αναβίωσης της Αγροδασοπονίας και ως οδηγός για

τον καθορισμό νέων προτεραιοτήτων σε όλη την ΕΕ στην εποχή της κλιματικής αλ-

λαγής, βελτιώνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των πολιτικών ομάδων – μελών της ENoP στο κρίσιμο αυτό θέμα. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, 36 κορυφαίοι επιστήμονες προσκλήθηκαν να συμμετάσχουν και να συνεισφέρουν

ως συν-συγγραφείς, παρέχοντάς μας τα πλέον πρόσφατα αποτελέσματα της επιστημονικής τους έρευνας και χαρακτηριστικά παραδείγματα ζωντανών τέτοιων

πολιτιστικών τοπίων, όπως και των απειλών που αυτά αντιμετωπίζουν, καθώς και τρόπων αναβίωσης και δημιουργίας νέων αγροδασικών τοπίων στο πλαίσιο της

δεκαετίας για την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων του ΟΗΕ. Έτσι, παρέχοντας λύσεις βασισμένες στην ιδέα της ρετρό-καινοτομίας, αυτά τα αρχαία ανθρωπογενή πολιτισμικά τοπία μπορούν να γίνουν πιο ανθεκτικά και παραγωγικά στο

πλαίσιο της νέας εποχής της κλιματικής αλλαγής.

Ρήγας Τσιακίρης

Δασολόγος-Περιβαλλοντολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης του Πράσινου Ινστιτούτου, Συντονιστής της παρούσας έκδοσης.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 20 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Κοιλάδα Θεσπρωτικού - Ριζοβουνίου, Πρέβεζα
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Ξηρόμερο, συστάδες αρχέγονων βελανιδών και λιβάδια
Τα
στην Ελλάδα Ενότητα Α
αγροδασικά τοπία

Παραδοσιακά αγροδασικά

συστήματα στην Ελλάδα:

παρελθόν και μέλλον

Λέξεις κλειδιά: φυλλοσανός, υπόκλημα δέντρα, κλαδονομή, βακούφι © Ιωάννης Ισπικούδης

Ιωάννης Ισπικούδης Διατελέσας Αναπληρωτής Καθηγητής, Α.Π.Θ. Κηφισίας 97, Θεσσαλονίκη, 54248 ispiki67@yahoo.gr

Ι Ν. Πίνδος,
Κεντρική Ελλάδα. Αναδεντράδες άμπελοι

ΠΡΟΕΛΕΎΣΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΩΝ

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΩΝ ΣΎΣΤΗΜΑΤΩΝ

Hαγροδασοπονία είναι μια αρχαιότατη χρήση γης που ασκείται από τους

αγρότες σε διάφορες περιοχές στη χώρα μας. Η συνύπαρξη δασικών ή

οπωροφόρων δέντρων με ποώδη φυτά (δημητριακά, λαχανικά, αρωμα-

τικά, φαρμακευτικά, φυτά για βαφές,

για ίνες ή για ζωοτροφές) ή με ξυλώ-

δη φυτά (αμπέλια), καθώς και με διά-

φορα ζώα είχε σαν κύριο σκοπό την

αποτελεσματικότερη αξιοποίηση της

περιορισμένης γης και την κάλυψη των

αναγκών συντήρησης της αγροτικής

Τα αγροδασικά

συστήματα

αντιπροσωπεύουν παραδοσιακούς

τρόπους ζωής, αλλά και πολιτισμικές, συμβολικές και θρησκευτικές αξίες

οικογένειας (Ισπικούδης 2005, Σιδηροπούλου 2011). Η αγροδασοπονία είναι ένας σχετικά νέος όρος που προσθέτει στην

εμπειρική, την επιστημονική γνώση (Schultz et al. 1987).

Διάφοροι τύποι συγκαλλιέργειας ήταν γνωστοί από την αρχαία Ελλάδα, όπως ότι

το σιτάρι, το κριθάρι και ορισμένα όσπρια μπορούν να φυτευτούν σε διαφορετικές

στιγμές κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου και συχνά συνδυάζονταν

με την καλλιέργεια με αμπέλια και ελιές (Papanastasis et al. 2004). Οι περισσότε-

ροι αγρότες είχαν κάποια ζώα (συνήθως χοίρους) ή μελίσσια. Η κτηνοτροφία ήταν

μεγάλης σημασίας και εκμεταλλευόταν τη γη που δεν ήταν πάντα η πιο κατάλληλη

για τη γεωργία. Τα αγροδασολιβαδικά συστήματα αυξήθηκαν κατά τη Βυζαντινή

περίοδο, όταν οι κλιματικές, περιβαλλοντικές, ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες, όπως η βαριά και άκαμπτη φορολογία της γης, είχαν ως συνέπεια την εγκατάλειψη της εντατικής εκμετάλλευσης του εδάφους με τη γεωργία, την επικράτηση

του νομαδικού βίου, την ερήμωση της πεδινής χώρας και τη διάνοιξη των δασών

στα ορεινά, όπου οργανώνονταν η ζωή των κατοίκων πλέον σε αγροδασολιβαδικά

συστήματα (Κοντός 1929, Γρίσπος 1973). Ο στρεμματικός φόρος εισπράττονταν

σε χρήμα ή σε είδος, όμως οι καλλιέργειες με δέντρα δεν υπόκεινταν σε κτημα-

τολογική απογραφή, επομένως δεν υπήρχε φορολογικό ενδιαφέρον, όπως για τις

ασκεπείς (χωρίς δέντρα) γεωργικώς καλλιεργούμενες γαίες, οι οποίες αποτελού-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 25 –Ιωάννης
αγροδασικά συστήματα στην
Ισπικούδης | Παραδοσιακά
Ελλάδα: παρελθόν και μέλλον

Ιωάννης Ισπικούδης | Παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα στην Ελλάδα: παρελθόν και μέλλον

σαν τόσο για τους Βυζαντινούς, όσο και για τους Οθωμανούς μετέπειτα, την κυριότερη φορολογική πηγή. Τα αγροδασικά συστήματα ευνοήθηκαν επίσης κατά την

Οθωμανική περίοδο λόγω του συστήματος γαιοκτησίας και φορολογίας σε συνδυασμό με τους βαρύτερους φόρους που πλήρωναν οι χριστιανοί. Στην Οθωμανική

Αυτοκρατορία ίσχυε ότι οι οικοδομές και τα ήμερα δέντρα αποτελούσαν ξεχωριστή ιδιοκτησία, ανεξάρτητη από το έδαφος. Υπήρχε επίσης ο θεσμός “βακούφιο”

(vakif), το οποίο κατά τον ιερό μουσουλμανικό νόμο είναι περιουσιακό στοιχείο

προς εκπλήρωση διηνεκούς ευαγούς σκοπού, έτσι ώστε αυτό να θεωρείται ως

θείο πράγμα, του οποίου η ωφέλεια ανήκει στους ανθρώπους. Τα βακούφια ως

ιερή θρησκευτική περιουσία εκπίπτονταν από τον φόρο (Γρίσπος 1973). Οι περιουσίες εκκλησιών και μοναστηριών αναγνωρίστηκαν από τις οθωμανικές αρχές ως

βακούφια, ως ευσεβή ιδρύματα αντίστοιχα με τα ισλαμικά (Καμπουρίδης 2018). Η

αναγνώριση των χριστιανικών “βακουφίων” από τους οθωμανούς νομικούς οδήγησε τους ορθόδοξους χριστιανούς να νομιμοποιήσουν τις δωρεές τους προς τα

μοναστήρια, για να αποφύγουν κάποιους από τους φόρους. Σε ένα βακούφι ήταν

δυνατό τα δέντρα να ανήκουν στους αγρότες και να τα εκμεταλλεύονται μαζί με

καλλιέργεια ή βόσκηση σε οργανωμένα αγροδασολιβαδικά συστήματα πάνω στη

δική τους γη, που όμως τώρα ανήκε στο μοναστήρι ή στην εκκλησία ή σε κάποιο

μοναχό ή ιερέα που τους επέτρεπε να την καλλιεργήσουν (Κοντός 1929). Με τον

τρόπο αυτό, η φορολογία ήταν πολύ μικρότερη (μόνο για τη δεκάτη επί της παρα-

γωγής και όχι για την έγγειο) (Γρίσπος 1973).

© Ιωάννης Ισπικούδης Ι Κασσάνδρα, Χαλκιδική, Β. Ελλάδα. Ενεργό, παραδοσιακό, αγροδασολιβαδικό σύστημα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 26 –

Ιωάννης Ισπικούδης | Παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα στην Ελλάδα: παρελθόν και μέλλον

ΧΕΙΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΕΝΤΡΩΝ ΣΤΑ

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ

“Υπόκλημα δέντρα” ή “αναδεντράδες άμπελοι”: συχνά οι αγρότες άφηναν τις κληματαριές να τυλίγονται πάνω σε φυτεμένα γι’ αυτό τον σκοπό δέντρα, διαμορφώνοντας γιρλάντες μεταξύ τους. Από νωρίς, στα αγιορείτικα έγγραφα καθορίζονταν

λεπτομερώς περιοχές, σύνορα, έκταση των κτημάτων και τι δέντρα υπήρχαν. Παράδειγμα: “αμπέλιον μοδίου τετάρτου εν ώ και δέντρα υπόκλημα, καρύα α΄” (μόδιος = 1 στρέμμα) (Κεφαλοπούλου 2014). Στα Γεωπονικά αναφέρεται για τον 10ο

αιώνα (Βάσσος 2008): Περί αναδεντράδων αμπέλων: “Οι αναδεντράδες άμπελοι

έχουν μεγάλη χρησιμότητα για όλους. Διότι, παράγουν την καλύτερη ποιότητα του

κρασιού, το οποίο είναι το πιο γλυκό και για το πιο μεγάλο διάστημα διατηρούμενο

και αν φυτεύονται αραιά, επιτρέπουν καλλιέργεια κάθε δύο χρόνια στη γη μεταξύ

τους... Δεν μπορούν όλα τα δέντρα να είναι αναδεντράδες, αλλά μόνο εκείνα, τα

οποία έχουν βαθύρριζο σύστημα ρίζας ή εκείνα, … τα οποία το φύλλωμά τους δεν

είναι πάρα πολύ πυκνό, ώστε να μη σκιάζονται όλα τα αμπέλια. Και αυτά τα δέντρα

είναι φτελιές, ορθόκλαδες λεύκες, μελιές και σφενδάμια. Και πρέπει να έχουν ύψος

τριάντα πόδια (10 μέτρα)… Ο τρόπος της διαμόρφωσης ποικίλλει κατά τόπους. Το

σύστημα είναι εφαρμόσιμο σε γόνιμα εδάφη και έχει το πλεονέκτημα ότι διευκολύ-

νει το σκάψιμο και το όργωμα του αγρού και επιτρέπει την καλλιέργεια και λαχα-

© Ιωάννης Ισπικούδης Ι Βώλακας, Β. Ελλάδα. Ενεργό, παραδοσιακό αγροδασολιβαδικό σύστημα, με σειρές δέντρων παράλληλες προς τις χωροσταθμικές.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 27 –

Ιωάννης Ισπικούδης | Παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα στην Ελλάδα: παρελθόν και μέλλον

νικών εντός αυτού”. Αυτή είναι περιγραφή ενός καλά οργανωμένου αγροδασικού

συστήματος. Έτσι απέφευγαν την πολλαπλή φορολογία που επιβάλλονταν στους

χριστιανούς. Στην περιοχή της Ροδόπης, τα υπόκλημα δέντρα ήταν συνηθισμένη

μορφή πολυκαλλιέργειας (Kampa et al. 2008).

Δεδομένου ότι τα ελληνικά αγροδασικά συστήματα απογράφονταν πολύ σπάνια

στο παρελθόν, ένας χρήσιμος δείκτης για την αναγνώριση της προέλευσης των

παραδοσιακών αυτών αγροδασολιβαδικών συστημάτων είναι η χαρακτηριστική

μορφή των κουριζόμενων δέντρων, δηλαδή δέντρα από τα οποία αποκόπτονταν

λεπτά κλαδιά και μεγάλο μέρος του φυλλώματος για φυλλοσανό. Πρόκειται για

τον χειρισμό της κλαδονομής που ήταν και είναι ακόμα βασική πηγή τροφής των

αγροτικών ζώων σε ορισμένες περιοχές για τη χειμερινή περίοδο. Πολλές φορές

η παραγωγή φυλλοσανού ήταν και είναι ο κύριος σκοπός διαχείρισης σε ιδιωτικά ή

κοινοτικά δάση. Η κλαδονομή έχει επηρεάσει σημαντικά την οικολογία τοπίου στην

ορεινή Ελλάδα, έπαιζε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτισμικών μας το-

πίων και ιδιαίτερα στη δομή και σύνθεση της βλάστησης, καθώς επίσης και στις μορφές των δέντρων (Halstead 1998). Τα τοπωνύμια κουρί, κλαδαριές ή κλαδερό

βρίσκονται παντού στην Ελλάδα (Sioliou-Kaloudopoulou and Ispikoudis 2005).

Αποτέλεσμα των προαναφερθέντων ήταν η δημιουργία ιδιαίτερων πολιτισμικών τοπίων, όπου κυριαρχούν χαρακτηριστικά αγροδασολιβαδικά συστήματα. Η

διακοπή της κλαδονομής ως αποτέλεσμα της εγκατάλειψης του κτηνοτροφικού

επαγγέλματος και ορισμένων δυσκαμψιών της δασικής νομοθεσίας, έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική απώλεια της κληρονομιάς μας, αφού τα κουριζόμενα ή τα

κλαριζόμενα δέντρα νεκρώνονται και εξαφανίζονται από τα τοπία μας, ενώ δεν

δημιουργούνται νέα. Εξαιτίας της υψηλής ιστορικής, αισθητικής, αναψυχικής και οικολογικής αξίας τους, είναι απαραίτητο τα υπάρχοντα αρχαία, υπεραιωνόβια

δέντρα, να ανανεωθούν και οι παραδοσιακές τεχνικές να επανεισαχθούν για τη μακροχρόνια διαχείρισή τους.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 28 –
© Ιωάννης Ισπικούδης Ι Βερτίσκος, Β. Ελλάδα. Η διακοπή της κλαδονομής, έχει ως αποτέλεσμα τη νέκρωση των κουριζόμενων δέντρων

Ιστορικά

γεωργοκτηνοτροφικά

συστήματα στον ορεινό

χώρο: το παράδειγμα των

Λέξεις κλειδιά: κλαδερά, Ζαγόρι, αυτοκαταναλωτική οικονομία, δασική ιδιοκτησία

Βασίλης

Δαλκαβούκης

Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Παναγή Τσαλδάρη 1, 69132, Κομοτηνή vdalkavo@he.duth.gr

“κλαδερών” του Ζαγορίου
© Ρήγας Τσιακίρης Ι Αιωνόβια κλαδονομημένη βελανιδιά τον χειμώνα

Βασίλης Δαλκαβούκης | Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα των “κλαδερών” του Ζαγορίου

ο να ορίσει κανείς το “δάσος” δεν είναι μια αυτονόητη υπόθεση. Πέρα από

τους στενά τεχνικούς παράγοντες που χρησιμοποιούνται από την επιστήμη της Δασολογίας, στον ορισμό του δάσους εμπλέκονται και παράγοντες

τόσο κοινωνικοί, όπως η ανθρώπινη / κοινωνική παρέμβαση και χρήση, όσο και

νομικοί, μέσω των οποίων ρυθμίζεται το ιδιοκτησιακό καθεστώς ή το είδος της κοινωνικής χρήσης του δάσους (Σμύρης 2012).

Από την άλλη μεριά, η έννοια της “αειφορίας” ή της “αειφόρου ανάπτυξης” (sustainable development) προέρχεται από τη δασοπονία και αφορούσε αρχικά (19ος αιώνας) τη ρύθμιση της εκμετάλ-

λευσης του δασικού πλούτου, ώστε να

αποδίδεται σταθερή, συνεχής και σύμμετρη ποσότητα προϊόντων. Τις τελευταίες δεκαετίες η έννοια διευρύνθη-

κε για να συμπεριλάβει την ανάπτυξη

εκείνη που ικανοποιεί τις ανάγκες του

παρόντος, χωρίς να υπονομεύει εκείνες για ανάπτυξη των μελλοντικών

Η ιδιόμορφη χρήση του δάσους, σε ορεινές περιοχές, όπως στο Ζαγόρι είναι αποτέλεσμα της αυτοδιοίκησης στην περιοχή κατά την οθωμανική περίοδο

γενιών (Αθανασάκης 1996). Η επιστημονική κοινότητα αντιμετωπίζει γενικά με θετικό τρόπο την αειφορία στο πλαίσιο ενός “οικολογικού ρεαλισμού” (που ασκεί κριτική στη αντίληψη των νεοκλασικών οικονομικών προσεγγίσεων ότι το οικονομικό σύστημα είναι κλειστό και γραμμικό)

με την επισήμανση ότι η οικονομία λειτουργεί μόνο χάρη στην υποστήριξη των οι-

κολογικών της θεμελίων και κατά συνέπεια υπόκειται σε φυσικούς περιορισμούς (Turner et al. 1994).

Το πλαίσιο της συζήτησης για την “αειφορική διαχείριση του δάσους” μπορεί να

γίνει ακόμη πιο σύνθετο, αν προτεθεί και μια χωρο-χρονική συνιστώσα, αυτή της

προ-νεωτερικής κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης, όπως στην περίπτωση

του Ζαγορίου, στην Ήπειρο. Η κοινωνική διαχείριση και χρήση του δάσους στο

Ζαγόρι συνιστά μια ιδιάζουσα περίπτωση, που πηγάζει από το ιδιαίτερο καθεστώς

αυτοδιοίκησης που εφαρμόστηκε στην περιοχή -όπως άλλωστε και σε άλλες ορει-

νές περιοχές (π.χ. τα Άγραφα) των κατακτημένων ευρωπαϊκών εδαφών- από την οθωμανική διοίκηση. Στον τοπικό ιστοριογραφικό λόγο αυτή η σύνδεση παρου-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 31 –
Τ

σιάζεται ως η καταλυτική συνθήκη μέσω της οποίας εμφανίζεται στην περιοχή η

“ατομική ιδιοκτησία” γης, στην οποία συμπεριλαμβάνονται και δασικές εκτάσεις, που ονοματίζονται με τον εντόπιο όρο “κλαδερά” και θα μας απασχολήσουν εκτενέστερα στη συνέχεια.

Όμως τι ακριβώς είναι τα “κλαδερά”; Πρόκειται για μικρές καλλιεργήσιμες εκτάσεις που σπάνια ξεπερνούν τα δύο στρέμματα και βρίσκονται ανάμεσα σε δύο

ή περισσότερες δασωμένες πλαγιές. Το καλλιεργήσιμο κομμάτι του “κλαδερού”

απέφερε κατά κανόνα το “ψωμί της χρονιάς” ή τα όσπρια και τα λαχανικά, χωρίς

Βασίλης Δαλκαβούκης | Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα των “κλαδερών” του Ζαγορίου Εικόνα 1. Κλαδονομημένες βελανιδιές στην Ήπειρο © Καλλιόπη Στάρα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 32 –

Βασίλης Δαλκαβούκης | Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα των “κλαδερών” του Ζαγορίου

ποτέ να μπορεί να στοιχειοθετηθεί κάποιας μορφής αγροτικό πλεόνασμα. Με δυο λόγια, στήριζε την αυτοκαταναλωτική οικονομία της οικογένειας. Από το δασωμένο κομμάτι του “κλαδερού” οι ιδιοκτήτες του προσπορίζονταν αφενός την ανα-

γκαία καύσιμη ύλη για τη θέρμανση, το μαγείρεμα, το πλύσιμο των ρούχων

κλπ, αφετέρου τα κλαδιά με φρέσκα

φύλλα για τα οικόσιτα γαλακτοφόρα

ζώα τους, κλαδιά που το χειμώνα αποξηραίνονταν σε ειδικές “κλαδαριές”

αποτελώντας την αναγκαία ζωοτροφή

κατά τις περιόδους του χιονιού. Πρό-

Η προ-νεωτερική ορεινή οικονομία αναπτύχθηκε λαμβάνοντας υπόψη

της το χρονικό βάθος των επόμενων γενεών

κειται δηλαδή για ένα τυπικό αγροδασικό σύστημα διαχείρισης που συναντάμε σε

πολλές ορεινές κοινότητες στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια και το αναγνωρίζει κανείς

εύκολα, ακόμη και σήμερα, από το τυπικό σχήμα που έχουν τα κλαδονομημένα

αυτά δέντρα (Εικόνα 1).

Εικόνα 2. Τα “κλαδερά” στην περιοχή “Σέρβες”, ανατολικά του χωριού Μονοδένδρι (υπόβαθρο Google Earth).

Ωστόσο, επειδή η ύπαρξη των “κλαδερών” σχετίζεται αποκλειστικά με τα είδη θάμνων και δέντρων της παραμεσογειακής ζώνης βλάστησης (Σμύρης 2012), αφορά

δηλαδή τη ζώνη των φυλλοβόλων δέντρων που αναπτύσσεται στα μέσα υψόμετρα και μέχρι τα όρια της ζώνης της οξιάς – ελάτης, τα “κλαδερά” ως παραγωγικές

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 33 –

Βασίλης Δαλκαβούκης | Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα των “κλαδερών” του Ζαγορίου

μονάδες χρησιμοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο στο δυτικό και κεντρικό τμήμα του

Ζαγορίου, αφού στο μεγαλύτερο τμήμα του ανατολικού Ζαγορίου, που γειτνιάζει

με την περιοχή του Μετσόβου και των Γρεβενών, η βλάστηση σε μεγάλο βαθμό

αποτελείται από κωνοφόρα δέντρα.

Στην πραγματικότητα, κάθε οικογένεια είχε στη δικαιοδοσία της περισσότερα από

ένα -“κλαδερά”, τα οποία κατά κανόνα δεν βρίσκονταν στην ίδια περιοχή της κοι-

νοτικής έκτασης. Αυτό αφενός προέκυπτε από τους εδαφικούς περιορισμούς στο

Ζαγόρι, όπου οι πεδινές καλλιεργήσιμες εκτάσεις είναι μικρές και ασυνεχείς, αφού παρεμβάλλονται λόφοι, βράχοι και άλλοι σχηματισμοί του ορεινού ανάγλυφου, αφετέρου επέβαλε στους χωρικούς να εναλλάσσουν χρονιά με τη χρονιά τη χρήση

των “κλαδερών” τους, καθώς η κλάδευση των δέντρων λάμβανε χώρα κάθε 3-4

χρόνια, έτσι ώστε να ανανεώνεται τόσο το έδαφος του καλλιεργήσιμου τμήματός

του όσο και εκείνο των δασωμένων πλαγιών τους (Εικόνες 2 και 3).

Η προ-νεωτερική ορεινή οικονομία αναπτύχθηκε αναγνωρίζοντας τα όρια της παρέμβασής της στο φυσικό περιβάλλον, όχι μέσα από μια ηθικολογική διάσταση, αλλά

στο πλαίσιο της προοπτικής μιας πραγματιστικής επιβίωσης που λάμβανε υπόψη

της όχι μόνο το κοινωνικό και οικονομικό παρόν, αλλά και το χρονικό βάθος των

Εικόνα 3. Τα “κλαδερά” στις περιοχές “Κόντες” και “Μπούντοβο”, δυτικά του χωριού Μονοδένδρι Ζαγορίου στην Ήπειρο (υπόβαθρο Google Earth).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 34 –

Βασίλης Δαλκαβούκης | Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα των “κλαδερών” του Ζαγορίου

επόμενων γενεών. Πρόκειται για ένα είδος -“βιωμένης αειφορίας” απέναντι σ’

ένα “φυσικό συμβιβαστικό οικοσύστημα” (Σμύρης 2012), η οποία δεν εκδηλώθηκε

μόνο μέσα από θεσμικές ή θρησκευτικές απαγορεύσεις, αλλά σε μεγάλο βαθμό

αφορούσε και την ίδια την οικογένεια ως πυρήνα της κοινότητας.

Είναι αλήθεια ότι το να ισχυρίζεται κανείς σήμερα πως η “ατομική ιδιοκτησία” μπορεί να διαφυλάξει την ισορροπία ενός τέτοιου οικοσυστήματος ακούγεται κάπως

παράταιρο. Ωστόσο, θα πρέπει να επισημά-

νουμε ότι η δασική -“ατομική ιδιοκτησία”

αυτού του είδους παρουσιάζει ορισμένα

ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, που την διαφο-

ροποιούν σαφέστατα από την έννοια που

η ατομική ιδιοκτησία έχει αποκτήσει στο

πλαίσιο της νεωτερικότητας και του καπιτα-

Κλαδερά: ένα μοντέλο ιδιότυπου εξισωτικού αναδιανεμητικού

κοινοτισμού βασισμένου στη δασική “ατομική ιδιοκτησία”

λισμού ως οικονομικού συστήματος. Πρώτα απ’ όλα δεν πρόκειται για -“ατομική

ιδιοκτησία” με τη στενή έννοια του όρου, αλλά για οικογενειακή: στην ουσία τους

τα κλαδερά αποτέλεσαν τους βασικούς βιοτικούς πόρους μιας διευρυμένης οικο-

γένειας στο Ζαγόρι από την οποία απουσίαζαν συστηματικά οι οικονομικά ενεργοί

άρρενες λόγω του ταξιδιωτισμού τους (Δαλκαβούκης 1999). Έτσι, αποτέλεσαν τον προνομιακό χώρο δραστηριοποίησης των γυναικών, των ηλικιωμένων και των παι-

διών, στο πλαίσιο μιας οικογένειας που λειτουργούσε ως πλήρης οικονομική μονάδα. Κατά δεύτερο λόγο, είναι μια “ατομική ιδιοκτησία” που ελεγχόταν συλλογικά, στο πλαίσιο της κοινότητας: κάθε οικογένεια κατείχε περίπου ίσο αριθμό -“κλαδερών” -για την ακρίβεια ίσης απόδοσης-, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η επιβίωσή

της μέσα από τη συγκεκριμένη διαχείριση. Τέλος, πρόκειται για μια ιδιοκτησία που

δεν θα μπορούσε να κεφαλαιοποιηθεί με άλλον τρόπο πέρα από τη συγκεκριμένη

αειφορική της διαχείριση στο πλαίσιο αυτού του τύπου της ορεινής αυτοκαταναλωτικής οικονομίας.

Αυτό το μοντέλο ενός ιδιότυπου εξισωτικού αναδιανεμητικού κοινοτισμού βασισμένου ως ένα βαθμό και στη δασική “ατομική ιδιοκτησία”, το οποίο φαίνεται να λειτούργησε για περισσότερο από δύο αιώνες στο Ζαγόρι, διαταράχθηκε με την ενσωμάτωση της περιοχής στο ελληνικό κράτος. Ο χαρακτηρισμός των “κλαδερών” αλλά και των υπόλοιπων εκτάσεων αυτής της μορφής ως -“δημόσιων δασών”, άρχισε βαθμιαία να επηρεάζει τη ζωή των κατοίκων στο Ζαγόρι ήδη από τη δεκαετία του 1930. Ωστόσο, η θεσμική πλευρά του ζητήματος είναι η μία μόνον

όψη. Μια άλλη όψη, εξίσου ουσιαστική, αφορά τη δημογραφική αποψίλωση του

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 35 –
Ζαγορίου κατά τις δεκαετίες του 1940 και του 1950, και τις σοβαρές συνέπειες

Βασίλης Δαλκαβούκης | Ιστορικά γεωργοκτηνοτροφικά συστήματα στον ορεινό χώρο: το παράδειγμα των “κλαδερών” του Ζαγορίου

που είχε στη διαχείριση των ιδιόμορφων αυτών δασικών εκτάσεων. Η δημογρα-

φική κάμψη είχε ως συνέπεια τη μείωση της χρήσης των “κλαδερών” στις πρώτες

μεταπολεμικές δεκαετίες ή ακόμη και την εγκατάλειψή τους, με αποτέλεσμα το

μεγαλύτερο μέρος τους να δασωθεί (Saratsi 2005). Ωστόσο, η κύρια αντίδραση

των κατοίκων ήταν η εξακολούθηση της χρήσης των “κλαδερών” -κατά κύριο λόγο

για ξύλευση- χωρίς να λαμβάνεται πάντοτε η απαραίτητη μέριμνα για την ανανέωσή τους. Έτσι η διπλή τομή που σημειώθηκε με τη νεωτερικότητα στον τρόπο

διαχείρισης των “κλαδερών” επέφερε ένα είδος ανομίας, οι συνέπειες της οποίας

δεν υπήρξαν αξιόλογες για το λόγο ότι η εφαρμογή των πρακτικών του παρελθόντος αφορούσε πλέον έναν ελάχιστο αριθμό μόνιμων κατοίκων στα χωριά του

Ζαγορίου.

Στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη Μεταπολίτευση, η τουριστική ανάπτυξη και η σταδιακή μείωση/εγκατάλειψη της βιομάζας ως καυσίμου, οδήγησαν σε δεύτερη

μοίρα όχι μόνο τα ίδια τα “κλαδερά”, αλλά και τη συζήτηση γύρω απ’ αυτά. Η ανά-

γκη της τουριστικής ρητορικής να οικειοποιηθεί τη “φύση” με τον μονοδιάστατο

τρόπο που την αντιλαμβάνεται το “τουριστικό βλέμμα” (Urry 2002) επέβαλε και

το μονοδιάστατο χαρακτηρισμό του “δάσους” σε ολόκληρη την εκτός οικισμού

κοινοτική έκταση -με εξαίρεση ορισμένες καθαρά καλλιεργήσιμες ή βοσκήσιμες

εκτάσεις πρακτικά αθέατες από τον τουρίστα, η οποία έπαψε να χρησιμοποιεί-

ται με την παλιότερη οικονομική και κοινωνική λογική του κοινοτισμού. Μόνο τα

τελευταία χρόνια, που η οικονομική κρίση κατέστησε ουσιαστικά απαγορευτική

τη χρήση πετρελαίου για την αντιμετώπιση του σχεδόν ενιάμηνου χειμώνα στο

Ζαγόρι, η συζήτηση για τα “κλαδερά” επανήλθε στο προσκήνιο. Είναι τώρα που οι νεότερες γενιές “ανακαλύπτουν” ξανά τις εγκαταλελειμμένες οικογενειακές ιδιοκτησίες του παρελθόντος και ταυτόχρονα αναβιώνουν τη χρήση ενός “ημικού” εθιμικού κτηματολογίου που διατηρήθηκε στη μνήμη των πιο ηλικιωμένων. Ωστόσο, η διαχείριση αυτών των εκτάσεων στο παρόν δεν παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά

που διατηρούσε στο προ-νεωτερικό της πλαίσιο και μέχρι τη δεκαετία του 1950.

Αφενός χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά για τον προσπορισμό βιομάζας, αφετέρου οι αυξημένες ανάγκες σε καύσιμη ύλη, ειδικά στα χωριά εκείνα που διατηρούν ξενώνες, καταστρέφουν οριστικά την ισορροπία ανάμεσα στη νέα κοινωνική χρήση και την αειφορική δυνατότητα των παλιών “κλαδερών”.

Η επανεξέταση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, επομένως, είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητη, αν εξακολουθεί να μας ενδιαφέρει η στήριξη μιας ορθολογικής

κοινωνικής χρήσης του -“δάσους”, πέρα από τις εκάστοτε ρητορικές για τη νοημα-

τοδότηση της -“φύσης”.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 36 –
© Ρήγας Τσιακίρης Ι Αιωνόβια κλαδονομημένη βελανιδιά την άνοιξη

Αγροδασικά τοπία

- Η περίπτωση των

μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

Λέξεις κλειδιά: πολιτισμικά τοπία, ιερά δάση, διαχείριση των κοινών © Καλλιόπη Στάρα Ι Οροπέδιο Κάτω Πεδινών, Ζαγόρι

Καλλιόπη Στάρα Εξ. συνεργάτιδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Εργαστήριο Οικολογίας, Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Πανεπιστημιούπολη, 45100, Ιωάννινα kstara@uoi.gr

Καλλιόπη Στάρα | Αγροδασικά τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

α αιωνόβια μοναχικά δέντρα αποτελούν χαρακτηριστικές φιγούρες πολ-

λών αγροδασικών τοπίων. Αυτά τα δέντρα, ως ζωντανοί φύλακες της

ιστορίας και του χρόνου, μπορούν να μας οδηγήσουν σε ένα ταξίδι στο

παρελθόν, ικανό να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την πρόσφατη ιστορία των

πολιτισμικών τοπίων της χώρας, καθώς αποτυπώνουν μια μακράς διάρκειας

συμβίωση και αλληλεπίδραση μεταξύ

των ανθρώπινων κοινωνιών και των

φυσικών οικοσυστημάτων (Εικόνα 1).

Ο όρος αγροδασικά τοπία ακούγεται

μάλλον άγνωστος για τους μη ειδικούς, χωρίς περαιτέρω επεξηγήσεις. Ωστό-

σο, αν σκεφτούμε εμβληματικά τοπία ακόμα και αγαπημένων αναγνωσμάτων μας, εύκολα θα καταλάβουμε πόσο οικεία φαντάζουν. Η βασιλική δρυς, η βασίλισσα των διηγημάτων του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο μοναχικός πεύκος στον κάμπο

του Ζαχαρία Παπαντωνίου, οι βελανιδιές που φύτρωσαν από τις σταγόνες του

αίματος ενός δράκοντα που λάβωσε θανάσιμα ο Άγιος Δονάτος για να εξασφαλί-

σει την ασφαλή πρόσβαση στο πόσιμο νερό στη Θεσπρωτία που στέκουν ακόμα

ζωντανές, όλα οδηγούν στην ίδια εικόνα των ανοιχτών τοπίων όπου τα αιωνόβια

δέντρα κυριαρχούν.

Εικόνα 1. Αιωνόβιες μακεδονικές δρύες, τοπικά κριπούνια, στο κοινοτικό

δάσος του Μεσοβουνίου Ζαγορίου, που λειτουργούσαν ως κοινοτικός βοσκότοπος, στάλος και τόπος συλλογής

βελανιδιών που χρησιμοποιούνταν ως

ζωοτροφή, © Καλλιόπη Στάρα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 39 –
Τ
Τα αγροδασικά τοπία αποτελούσαν πολυλειτουργικά συστήματα
διαχείρισης των κοινών

Καλλιόπη Στάρα | Αγροδασικά τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

ΑΙΩΝΟΒΙΑ ΔΕΝΤΡΑ ΚΑΙ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΤΟΠΙΑ

Τα αγροδασικά τοπία αποτελούσαν πολυλειτουργικά συστήματα, τα οποία εξυπηρετούσαν συγχρόνως διαφορετικές χρήσεις και λειτουργίες. Τα αιωνόβια δέντρα τους δεν διατηρούνταν τυχαία σε αυτά, αλλά συνδέονταν με συγκεκριμένες

λειτουργίες. Δέντρα ξεκούρασης και ανάπαυλας της αγροτικής προβιομηχανικής

περιόδου, στάλοι που χρησιμοποιούσαν οι κτηνοτρόφοι για τα κοπάδια τις ώρες των ζεστών

Σήμερα αποτελούν μέρος της

φυσικής και πολιτισμικής μας

κληρονομιάς

καλοκαιρινών μεσημεριών (Εικόνα 2) ή τόποι γιορτής και σχόλης που δημιουργούσαν υπαίθρους πανηγυρότοπους δίπλα σε ξωκλήσια. Συχνά κάποια από αυτά, ως κοινωνικοποιημένα πολιτισμικά στοιχεία του περιβάλλοντος, διατηρήθηκαν λόγω υπερφυσικών δοξασιών που τα συνέδεαν με εμφανίσεις

υπερφυσικών όντων. Μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις θεριακωμένα ή δαιμονικά δέντρα εξαγνίστηκαν με την αφιέρωσή τους στην Εκκλησία και με την ανέγερση εικονισμάτων ή ξωκλησιών δίπλα τους. Με τον τρόπο αυτό εξημέρωσαν τον τόπο

όπου φύονταν, εξασφαλίζοντας την κοινή χρήση του και δίνοντας συχνά λύση σε μακροχρόνια προβλήματα κυριότητας που ταλαιπωρούσαν επί σειρά ετών ομάδες

ή γειτονικές κοινότητες (Νιτσιάκος και συν. 1998).

Εικόνα 2. Βελανιδιά που χρησιμοποιείται ως στάλος στο ξωκλήσι του Αϊ Θανάση στην Κόνιτσα, © Καλλιόπη Στάρα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 40 –

Καλλιόπη Στάρα | Αγροδασικά τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

Τουλάχιστον στην Ήπειρο, η κύρια δραστηριότητα που διατηρούσε τον ανοιχτό χαρακτήρα των αγροδασικών τοπίων ήταν πρώτιστα η βόσκηση. Αυτή διαμόρφωνε

έναν χώρο κατάλληλο για την παραγωγή και άλλων προϊόντων που καταναλώνο-

νταν σε οικογενειακή βάση: κλαδί για κλαδονομή, καρπούς του δάσους, αρωματικά

και φαρμακευτικά φυτά, μανιτάρια, μέλι, κυνήγι και άλλα, γνωστά σήμερα ως “Μη

Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα”. Ο όρος “μη ξυλώδη” ή “δευτερεύουσες καρπώσεις”, όπως αναφέρεται από τη Διοίκηση, δείχνει τη μεγάλη σημασία που έχει δοθεί στα

δασικά προϊόντα που σχετίζονται με την ξυλεία και το ξύλο. Τέτοιες πολιτικές, που

ξεκίνησαν να εφαρμόζονται στην Ευρώπη από τον 18ο αιώνα, απέδωσαν τα πολυλειτουργικά δασικά ή αγροδασικά τοπία αποκλειστικά στη βιομηχανική δασοκομία (Σειρηνίδου 2014) και μόνο πρόσφατα υπάρχει μια τάση αναστοχασμού της πορείας αυτής (Martínez de Arano et al. 2021).

Τα αγροδασικά τοπία λειτουργούσαν συνήθως ως συστήματα διαχείρισης σημαντικών κοινών πόρων. Στην περιοχή της Ηπείρου κάποιες φορές τέτοια διαχειριστικά συστήματα αποτελούσαν τα ιερά δάση που διατηρούσαν οι κοινότητες.

Αυτά λειτουργούσαν κυρίως ως προστατευτικά των οικισμών από φυσικές καταστροφές ή έκτακτα καιρικά φαινόμενα, αλλά συχνά προστάτευαν επίσης σημαντικούς φυσικούς πόρους, όπως το πολύτιμο νερό, και ακόμη φυλάσσονταν ως αποθεματικά δάση για περιόδους κρίσεων. Τότε, η δίκαιη και ελεγχόμενη χρήση των δασικών πόρων τους εξασφάλιζε τη βόσκηση, την κλαδονομή, την καυσοξύλευση ή ακόμη και την απολαβή τεχνικής ξυλείας για σημαντικά κοινοτικά έργα που εξυπηρετούσαν το σύνολο της Κοινότητας, όπως η ανέγερση σχολείων ή εκκλησιών (Stara et al. 2016). Αν και οι παραπάνω χρήσεις θεωρούνταν μη επιτρεπτές στα ιερά δάση, καθώς αυτά αποτελούν προστατευόμενα κοινωνικο-οικολογικά συστήματα, κοινωνικές πιέσεις επέβαλλαν συχνά τη μετατόπιση από την απόλυτη προστασία στην ελεγχόμενη διαχείριση. Τότε στο ανέγγιχτο δάσος, όπου

καμία κάρπωση δεν επιτρέπονταν, κατά περίπτωση μπορούσε να επιτραπεί η συλ-

λογή κατακείμενων κλαδιών, η απομάκρυνση θάμνων του υπορόφου, συχνά με

τη χρήση της “τελετουργικής ανομίας”, και η ελεγχόμενη βόσκηση που μπορούσε

να τους δώσει τον χαρακτήρα των ανοιχτών δασολίβαδων. Για παράδειγμα, στο

ιερό δάσος του Αγίου Νικολάου στα Λιβαδάκια της Βίτσας, η μέρα της γιορτής

του Αγίου (20 Μαΐου, Ανακομιδή λειψάνων) σηματοδοτούσε την άδεια βόσκησης

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 41 –
“ΙΕΡΑ ΔΑΣΗ” ΚΑΙ “ΛΙΒΑΔΙΑ”

Καλλιόπη Στάρα | Αγροδασικά τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

των κοπαδιών στο δάσος που φυλάσσονταν ως τότε ανέπαφο για να φιλοξενήσει

το υπαίθριο πανηγύρι (Εικόνα 3). Αντίστοιχα σε χωριά μεγαλύτερου υψομέτρου η

ημερομηνία μεταθέτονταν και ακολουθούσε άλλες γιορτές ξωκλησιών, όπως τη

γιορτή του Προφήτη Ηλία (20 Ιουλίου). Η ελεγχόμενη αυτή διαχείριση διατηρούσε

ανοιχτό τον υπόροφο του δάσους διατηρώντας έναν τυπικό ανοιχτό δασολιβαδικό

τύπο βλάστησης και προστατεύοντάς τα ταυτόχρονα από τον κίνδυνο μιας καταστροφικής πυρκαγιάς, ενώ η έναρξη “απολυσιάς” τη μέρα της γιορτής του Αγίου

εγγυόνταν την αποδοχή από όλα τα μέλη της Κοινότητας.

Ενδιαφέρον είναι ότι πολλά από τα δάση αυτά ονομάζονται τοπικά “λιβάδια” (τουλάχιστον 11 έχουν ανιχνευθεί μόνο στο Ζαγόρι), ετυμολογία που φαίνεται να σχετίζεται με την αρχαία ελληνική λέξη λιβάς, -άδος (η): σταλαγμός νερού, ρυάκι, καθώς σχετίζονταν με την διαχείριση του νερού (Στάρα και Τσιακίρης 2010) (Εικόνα 4). Εάν και σήμερα τα δάση αυτά είναι πυκνά, μια προσεκτική εξέταση των

γηραιότερων δέντρων τους, η ηλικία των οποίων αγγίζει τα 300-350 έτη, δείχνει ότι αυτά αναπτύχθηκαν αρχικά σε ένα ανοιχτό περιβάλλον, το οποίο με τα χρόνια

κατακλύστηκε από νεαρότερα και συχνά διαφορετικών ειδών δέντρα.

Εικόνα 3. Υπαίθρια τέλεση θείας λειτουργίας στο δάσος του Αγίου Νικολάου στα Λιβαδάκια

της Βίτσας Ζαγορίου, © Καλλιόπη Στάρα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 42 –

Καλλιόπη Στάρα | Αγροδασικά τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

ΑΙΩΝΟΒΙΑ ΔΕΝΤΡΑ, ΑΝΟΙΧΤΑ ΤΟΠΙΑ & ΑΝΘΡΩΠΟΙ

Στα άδεντρα τοπία του παρελθόντος, τα δέντρα αποτελούσαν υπερπολύτιμα περιουσιακά στοιχεία. Πιθανότατα η μνήμη κι η νοσταλγία εξωραΐζουν το παρελθόν, αλλά οι άνθρωποι μιλούν για ιδιόκτητα δέντρα μεγάλης οικονομικής αξίας, όπως πελώριες αιωνόβιες πουρναριές που διατηρούσαν για κλαδονομή ή άλλα που συνδέθηκαν με προσωπικές ιστορίες όπως αυτή του “δέντρου με τα ονόματα” στο

Καπέσοβο. Στο δέντρο αυτό που φύεται στο προστατευτικό ιερό δάσος της Γραδίστας, πάνω από τον οικισμό, τα αγόρια μόλις άφηναν την πρώτη παιδική ηλικία

σκάλιζαν το όνομά τους και συνεχίζει να έχει μια ιδιαίτερη θέση στη συλλογική

μνήμη της Κοινότητας.

Παλαιότερα οι άνθρωποι ήταν περισσότερο

εξοικειωμένοι με τα αγροδασικά ανοιχτά

τοπία. Έτσι, αντίθετα με το “πράσινο” ή το

“δάσος” που προσλαμβάνεται θετικά από

κατοίκους μεγάλων αστικών κέντρων όταν

είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθούν ζωντανά

επισκέπτονται την ορεινή ύπαιθρο, η δάσωση, ιδιαίτερα του πρώην εξημερωμένου παραγωγικού χώρου, προσλαμβάνεται ιδιαίτερα αρνητικά από τους ντόπιους.

Αυτοί συνδέουν επίσης την εγκατάλειψη, που κάποιες φορές φτάνει ως την ερήμωση, με τη δημογραφική γήρανση και μια αδηφάγο βλάστηση που καταπίνει ό,τι

ο ανθρώπινος μόχθος, ο δικός τους και των προγόνων τους, δημιούργησε τους τελευταίους αιώνες και μαζί το παρελθόν, τη νιότη και την περιουσία τους.

Το τελευταίο συμβαίνει διότι ο νόμος όριζε μέχρι πρόσφατα, ότι αν μια πρώην αγροτική έκταση, ιδιαίτερα όταν αυτή κατέχεται με βάση το εθιμικό δίκαιο, δασωθεί λόγω εγκατάλειψης της καλλιέργειας, υπόκειντο σε ένα καθεστώς “άτυπης δημοσιοποίησης” και ο ιδιοκτήτης  έχανε πλέον το δικαίωμα χρήσης, δηλαδή υλοτόμησης, εκχέρσωσης και καλλιέργειας αν δεν κινούσε δικαστική διαδικασία

επανεπικύρωσης των δικαιωμάτων κυριότητάς του (Δαμιανάκος και συν. 1997). Tο

θέμα αναδείχθηκε ξανά πρόσφατα μετά την περίοδο κατάθεσης αντιρρήσεων  κατά τη διαδικασία κύρωσης των δασικών χαρτών, καθώς συχνά ηλικιωμένοι

πολίτες δεν κατέθεσαν αιτήματα διόρθωσης των σφαλμάτων της διοίκησης αναφορικά με τους “δασωμένους αγρούς” και εκ των υστέρων συνειδητοποίησαν ότι η περιουσία τους περιήλθε στο ελληνικό δημόσιο, γεγονός που οδήγησε σε νέες

τροποποιήσεις της δασικής νομοθεσίας, χωρίς όμως να λύνει το θέμα οριστικά.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 43 –
Η ενεργή διαχείρισή τους

Καλλιόπη Στάρα | Αγροδασικά τοπία - Η περίπτωση των μοναχικών αιωνόβιων δέντρων

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα αγροδασικά τοπία αποτελούν σήμερα μέρος του φυσικού και πολιτισμικού κε-

φαλαίου της χώρας μας, της Ευρώπης και ευρύτερα του Μεσογειακού χώρου.

Μπορούν να στηρίξουν μια αγροτική οικονομία μικρής κλίμακας,

υποστηρίζοντας

ταυτόχρονα νέες αξίες όπως η διατήρηση του πολιτισμικού τοπίου και της βιοποικιλότητας. Ωστόσο, το μέλλον τους προβλέπεται μάλλον αβέβαιο καθώς έχουν να

αντιπαλέψουν, όπως άλλωστε τα περισσότερα πολιτισμικά τοπία, δυο αντίθετες

δυνάμεις· από τη μία την εντατικοποίηση και την απόδοσή τους σε βιομηχανικές

χρήσεις και υποδομές και, από την άλλη, την εγκατάλειψη. Η εγκατάλειψη των

αγροτικών χρήσεων, τόσο στον ορεινό όσο και στον νησιωτικό χώρο, τα μετα-

τρέπει σε δάση ή, καλύτερα, σε αδιαπέραστες εύφλεκτες “ζούγκλες”, όπως λένε αυτοί που τα γνωρίζουν καλά, καθιστώντας τα εξαιρετικά ευάλωτα στις δασικές πυρκαγιές. Η αναγνώριση της αξίας τους και η ενεργή διαχείρισή τους είναι ο μόνος τρόπος για να διατηρηθούν ζωντανά, ως κομμάτι της φυσικής και πολιτισμικής μας κληρονομιάς.

Εικόνα 4. Οστρυές στο ιερό προστατευτικό “λιβάδι” του Μανασσή Ζαγορίου, © Καλλιόπη Στάρα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 44 –
© Καλλιόπη Στάρα Ι Ρόμπολα στο Όρος Φλέγκα

H ταξινόμηση των

πολιτιστικών τοπίων στο

δίκτυο προστατευόμενων

περιοχών Natura 2000: H σημασία των

αγροδασικώνσυστημάτων

Λέξεις κλειδιά: πολιτιστικά τοπία, πολιτιστικότητα (culturalness), προστατευόμενες περιοχές, αξιολόγηση τοπίων, πολιτιστικές οικοσυστημικές υπηρεσίες

Βασιλική Βλάμη Ιωάννης Π. Κόκκορης

Συνεργάτιδα της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Περιβάλλοντος & Πολιτισμού Τριπόδων 28, Αθήνα, 10558 vas.vlami@gmail.com Συνεργάτης του Τμήματος Βιολογίας, Πανεπιστημίου Πατρών Πανεπιστημιούπολη Ρίο, Πάτρα, 26500, ipkokkoris@upatras.gr

© Βασιλική Βλάμη Ι Λεμεσός, Κύπρος

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

α πολιτιστικά τοπία αφορούν σε ημιφυσικούς και φυσικούς σχηματισμούς

που έχουν διαχρονικά συνδιαμορφωθεί από ανθρώπινες χρήσεις γης. Τα

περισσότερα πολιτιστικά τοπία περιλαμβάνουν και αγροδασικά συστήμα-

τα με ποικίλες μορφές βλάστησης, εξαρτώμενες σε μεγάλο βαθμό από παραδοσι-

ακές γεωργικές, κτηνοτροφικές και δασοπονικές πρακτικές. Σε αυτή τη σύντομη

ανασκόπηση παρουσιάζονται απόψεις

για τα πολιτιστικά τοπία στις περιοχές

του Δικτύου Natura 2000 στην Ελλάδα

και για τη σημαντική θέση των αγροδασικών συστημάτων στη διαχείριση και προστασία τους.

Η σταδιακή εγκατάλειψη των παραδοσιακών χρήσεων γης

υποβαθμίζουν τη μωσαικότητα και ποικιλότητα πολλών τοπίων

Τα τελευταία 50 χρόνια παρατηρείται ευρεία εγκατάλειψη των παραδοσιακών

χρήσεων γης (π.χ. ορεινή γεωργία, παραδοσιακές καλλιέργειες σε αναβαθμίδες, μετακινούμενη κτηνοτροφία, κ.ά.), καθώς και εκτεταμένες αλλαγές, λόγω της γεωργικής εντατικοποίησης, εκτός σχεδίου δόμησης, επέκτασης της οδοποιίας και άλλων αλλαγών που υποβαθμίζουν την ποιότητα των τοπίων. Αντίστοιχα, πολύ

συχνά υποβαθμίζονται τα αγροδασικά συστήματα που είναι σημαντικά στη διαμόρφωση των πολιτιστικών τοπίων. Η αναγνώριση, αξιολόγηση και χαρτογράφηση των πολιτιστικών τοπίων είναι ακρογωνιαία για την ορθή διαχείριση της βιοποικιλότητας και των πολλαπλών αξιών αυτών των τοπίων, ειδικά στις μεσογειακές χώρες (Ισπικούδης 2005, Vlami et al. 2019).

Σημαντικό πρόβλημα στην Ελλάδα είναι η έλλειψη μιας ολοκληρωμένης απογραφής και ταξινόμησης των τοπίων. Ο όρος “ταξινόμηση” αφορά στην οργανωμένη

κατηγοριοποίηση περιοχών, τύπων τοπίων ή και διοικητικών ενοτήτων (π.χ. προστατευόμενων περιοχών) με σκοπό την απογραφή, παρακολούθηση, διαχείριση

και προστασία τους. Ο στόχος της ταξινόμησης πρέπει να περιλαμβάνει την παροχή ενός πρακτικού πλαισίου για τη σύνθεση και ανάλυση πολλαπλών πληροφοριών σχετικά με την κατανόηση και την ορθή διαχείρισή τους.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 47 –
Τ

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

Οι παραπάνω ερευνητικές και διαχειριστικές ανάγκες έχουν υψηλό βαθμό πολυ-

πλοκότητας και δεν υπάρχει ικανοποιητική εγχώρια εμπειρία. Αυτό προκύπτει και

από το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπήρξε παράδοση διαχείρισης των παραδο-

σιακών πολιτιστικών τοπίων ως προστατευτέα αντικείμενα. Οι λόγοι για αυτή τη

μακρόχρονη “παράλειψη“ είναι συνυφασμένοι με την άποψη, ότι η βιοποικιλότητα

στη Μεσογειακή λεκάνη πρέπει να σχετίζεται απόλυτα με τις “φυσικές“ ή κυρίως

δασικές περιοχές (Rackham και Moody 1996).

Τα αγροδασικά συστήματα

αποτελούν πολιτιστικά τοπία, η απογραφή και ταξινόμησή τους

πρέπει να ολοκληρωθεί

Λίγο πριν το 2000 κυριαρχούσε η άποψη, ότι όλη η Μεσογειακή λεκάνη είχε σχεδόν

παντού απέραντα “κατεστραμμένα τοπία”

(ruined landscapes) που έχουν υποβαθμι-

στεί από τη διαδοχή των πολιτισμών στον

χώρο και στον χρόνο και δεν έχουν πια

καμία σχέση με την αρχέγονη φύση της περιοχής. Αυτή η απλουστευμένη θεώρηση δεν ευσταθεί. Πολλά τυπικά Μεσογειακά τοπία έχουν πλούσια βιοποικιλότητα (Grove και Rackham 2001). Ταυτόχρονα φωνές για να αναπτυχθεί μια νέα

προσέγγιση στη διαχείριση των πολιτιστικών τοπίων σε συνδυασμό με την υποστήριξη της βιοποικιλότητας ακούγονται όλο και πιο δυνατά τα τελευταία χρόνια (Catsadorakis 2007).

Μέχρι πρόσφατα, τα πολιτιστικά τοπία έχουν ελάχιστα διερευνηθεί στις προστατευόμενες περιοχές. Ένας πρωταρχικός διαχωρισμός “πολιτιστικού” και “φυσικού”

τοπίου με κριτήρια βλάστησης και χρήσεων γης μας αποδεικνύει πόσο διάχυτη

είναι η παρουσία των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο Natura 2000 της Ελλάδας (Σχήμα 1).

Αντίστοιχα, η ιδιότητα της “πολιτιστικότητας“ (culturalness) είναι ένα γεωγραφικό

γνώρισμα για το πώς ο άνθρωπος από τα βάθη της ιστορίας έχει επηρεάσει την

κάλυψη γης, τους τύπους οικοτόπων ή και ολόκληρες περιοχές (Vlami et al. 2017).

Κάθε περιοχή Natura 2000 έχει τη δική της ιστορία πολιτισμού και το δικό της

πλούτο πολιτιστικών τοπίων και αξιών. Η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα πλούσια, όπως

δείχνει μια πρώτη ταξινόμηση βασισμένη σε βαθμονόμηση πολλών γεωγραφικών

κριτηρίων (Σχήμα 2). Η πραγματικότητα όμως είναι πιο πολύπλοκη. Για να εμπλακεί

κανείς βαθύτερα στη διαχείριση κάθε προστατευόμενης περιοχής απαιτείται μια

πιο στενή χωρική κλίμακα στο επίπεδο των επιμέρους τοπίων.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 48 –

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

Σχήμα 1. Η κατανομή των πολιτιστικών τοπίων στις χερσαίες περιοχές Δικτύου Natura 2000 στην Ελλάδα. (Vlami et al. 2017)

Σχήμα 2. Χάρτης της σπουδαιότητας των χερσαίων περιοχών του δικτύου Natura 2000 με τη χρήση ενδεικτών (παραδοσιακές χρήσεις γης, πολιτιστικοί οικότοποι, μετακινούμενη κτηνοτροφία, ενεργά αγροτικά χωριά, γεωργία υψηλής αξίας για την φύση, αισθητική αξία κ.ά.). Η εφαρμογή πολυκριτηριακής ανάλυσης

καταλήγει σε ένα βαθμό “πολιτιστικότητας” (culturalness)

για κάθε προστατευόμενη περιοχή (υψηλή έως χαμηλή). Οι

παραδοχές και τα βήματα ταξινόμησης συζητούνται στην εργασία των Vlami et al. (2017).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 49 –

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ

Οι ταξινομήσεις στο χωρικό επίπεδο των τοπίων αφορούν μια σύνθετη πτυχή της

απογραφής, αξιολόγησης και διαχείρισής τους. Η δυσκολία έγκειται στη ρευστή

και πολυδιάστατη έννοια του τοπίου. Το τοπίο περιλαμβάνει και την αναγνώριση

χαρακτηριστικών και αξιών “όπως τα βλέπει ο άνθρωπος από την επιφάνεια της

γης”, την αντιληπτική προσέγγιση. Η αντιληπτική διάσταση του τοπίου είναι σημα-

ντική διότι είναι από μόνη της μια υπέρβαση πέρα από τα γνωστά χωρικά πολύγωνα που χαρτογραφούνται σχετικά εύκολα από δορυφορικές απεικονίσεις.

Συχνά, στις επισκοπήσεις και στη χαρτογράφηση υπάρχει ανάγκη για αξιολόγηση (ή προτεραιοποίηση) και αυτό είναι μια μορφή ταξινόμησης. Η χρήση εργαλείων

που σχετίζονται με τις πολιτιστικές οικοσυστημικές υπηρεσίες συνδυάζονται σε τέτοιες χαρτογραφήσεις. Πολλές πολιτιστικές οικοσυστημικές αξίες που προσφέρουν τα τοπία πρέπει να περιλαμβάνουν και την αντιληπτική διάσταση του τοπίου, και αυτό βέβαια αναφέρεται στην αισθητική αξία και στις διάφορες άυλες αξίες (Vlami et al. 2019, Song et al. 2020). Σήμερα, έμφαση δίνεται και σε ταξινομήσεις

που στηρίζονται σε αναλύσεις οικοσυστημικών υπηρεσιών.

Τα πολιτιστικά τοπία με αγροδασικά συστήματα έχουν διάφορα γεωγραφικά και

τοπιακά γνωρίσματα που μπορούν να βοηθήσουν στην ταξινόμηση και αξιολόγησή

τους στο χωρικό επίπεδο των τοπίων. Μεταξύ αυτών συνήθως περιλαμβάνονται

τα εξής:

Ύπαρξη μικρών οικισμών, όπου ασκούνται αγροτικές και κτηνοτροφικές δραστηριότητες με τρόπους και μεθόδους που είναι ή ομοιάζουν με παραδοσιακές

χρήσεις γης. Σε πολλές περιπτώσεις οι ανθρώπινες δραστηριότητες στα ενεργά αγροτικά χωριά διαμορφώνουν ετερογενείς γεωργικές και δασικές εκτάσεις ή τοπία με δυναμικό αγροδασικό χαρακτήρα.

Γεωργικές πρακτικές που υποστηρίζουν υψηλά επίπεδα βιοποικιλότητας (High Νature Value Farming). Σημαντικά κριτήρια είναι η εγγύτητα των γεωργικών εκτάσεων σε φυσικούς σχηματισμούς (υγροτόπους, θαμνοφράχτες, δασύλλια)

ή/και ο τεμαχισμός της γεωργικής γης από φυσικές περιοχές ή φυσικούς σχηματισμούς (π.χ. ρέματα με φυσικές παρόχθιες ζώνες, φυτοφράχτες κ.ά.).

Μετακινούμενη μορφή κτηνοτροφίας σε συνύπαρξη με την τοπική πανίδα και την ποικιλία βλάστησης. Η επιθυμητή παρουσία/ένταση και μορφή της εκτατικής κτηνοτροφίας αξιολογείται σε σχέση με τις επιδράσεις της στους φυσικούς οικοτόπους και στα είδη χλωρίδας και πανίδας.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 50 –

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

Φυσικές δεντροσυστάδες, φυσική βλάστηση και περιοχές άγριας φύσης σε εγγύτητα με τους μικρούς οικισμούς, τους βοσκότοπους και τις γεωργικές περιοχές.

Είναι γνωστό ότι η εγκατάλειψη παραδοσιακών αγροδασικών χρήσεων γης μπορεί

να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη διατήρηση της βιοποικιλότητας (Halada et al. 2011).

Μετά την εγκατάλειψη υπάρχει συχνά μια απότομη αναγέννηση της ξυλώδους

βλάστησης που δεν είναι το ζητούμενο

για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας.

Στο δίκτυο Natura 2000 στην Ελλάδα,

τα σημαντικά για τη βιοποικιλότητα

ενδιαιτήματα των χαμηλών θαμνώνων

και λιβαδιών αποτελούν σχετικά μικρό

ποσοστό των πολιτιστικών σχηματι-

Η πολιτιστικότητα είναι ένα

γεωγραφικό γνώρισμα για το πώς

ο άνθρωπος από τα βάθη της

ιστορίας έχει επηρεάσει την κάλυψη γης, τους τύπους οικοτόπων ή και

ολόκληρες περιοχές

σμών (περίπου το 17,5% όλων των πολιτιστικών σχηματισμών στο δίκτυο Natura 2000) (Vlami et al. 2017). Είναι βέβαιο ότι με τη μείωση ή και την εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας και ορεινής γεωργίας η

έκταση των πυκνών θαμνολίβαδων έχει αυξηθεί εις βάρος των ποολίβαδων. Με

την απότομη ή σταδιακή εγκατάλειψη των παραδοσιακών χρήσεων γης αυξάνονται οι πιθανότητες μέγα-πυρκαγιών και συχνά αλλάζουν και οι προοπτικές ανά-

πτυξης των περιοχών (π.χ. ανάπτυξη βιομηχανικών αιολικών σταθμών, τουρισμού, οδοποιίας κ.ά.). Η εγκατάλειψη αδιαμφισβήτητα έχει ευνοήσει και κάποια “δασικά”

στοιχεία της βιοποικιλότητας (είδη, βιοκοινότητες, κ.α.), αλλά η μωσαϊκότητα και

ποικιλότητα πολλών τοπίων και περιοχών έχει υποβαθμιστεί σημαντικά.

© Βασιλική Βλάμη Ι Μυστράς, Λακωνία

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 51 –

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ - ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Η απογραφή και αξιολόγηση των πολιτιστικών τοπίων είναι πιο δύσκολη σε σύ-

γκριση με τις επιμέρους χαρτογραφήσεις τύπων οικοτόπων ή οικοσυστημάτων.

Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι απογραφής και ταξινόμησης των τοπίων και είναι σημαντικό να περιλαμβάνουν και τα αγροδασικά συστήματα.

Μερικές προτάσεις συνοψίζονται στο παρακάτω διάγραμμα ροής (Σχήμα 3):

Το πολιτιστικό τοπίο πρέπει να ερευνηθεί με πολλαπλές μεθόδους (μικτές μεθόδους έρευνας) για την ολοκληρωμένη αναγνώριση και απογραφή του στις προστατευόμενες περιοχές.

Η έννοια των Πολιτιστικών Οικοσυστημικών Υπηρεσιών (ΠΟΥ) μπορεί να βοηθήσει στις απογραφές, αναλύσεις, αξιολογήσεις.

Η αυξανόμενη γνώση και κατανόηση θα βοηθήσει στη διαχείριση προστατευό-

μενων περιοχών με νέες πρωτοβουλίες για την προστασία των τοπίων.

Σχήμα 3. Το διάγραμμα ροής δείχνει πώς συνδέονται το πολιτιστικό τοπίο και η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών (αριστερά) με τις πολιτιστικές οικοσυστημικές υπηρεσίες (δεξιά).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 52 –

Βασιλική Βλάμη, Ιωάννης Π. Κόκκορης | H ταξινόμηση των πολιτιστικών τοπίων στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών Natura 2000

Με τη συνεχιζόμενη και αυξανόμενη επιρροή των σύγχρονων παρεμβάσεων του ανθρώπου στο τοπίο η πλούσια μωσαϊκότητα και τα αυθεντικά πρότυπα των το-

πίων μεταβάλλονται και υποβαθμίζονται. Τα τοπία της Μεσογείου είναι από την

φύση τους πολύπλοκα και “πολυλειτουργικά”, κάτι σαν παλίμψηστο που περιλαμβάνει φυσικούς και πολιτιστικούς σχηματισμούς και συνδυασμούς αυτών. Η καλύτερη κατανόηση της παρουσίας και λειτουργίας των αγροδασικών συστημάτων θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προστασία των πολιτιστικών τοπίων.

Μεσσηνίας

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 53 –
© Βασιλική Βλάμη Ι Σουληνάρι © Βασιλική Βλάμη Ι Δαδιά Έβρου

Μωσαϊκότηταμεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα: η περίπτωση της

διαχρονικής ιστορίας του

Εθνικού Πάρκου Δαδιάς

Λέξεις κλειδιά: ετερογένεια, πύκνωση δασών, μείωση βιοποικιλότητας, άγρια οπληφόρα © Κώστας Ποϊραζίδης Ι Δασολίβαδο τραχείας πεύκης, Δαδιά Έβρου

Κώστας Ποϊραζίδης Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Περιβάλλοντος, Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Ζάκυνθος, 29100, Ελλάδα kpoiraz@ionio.gr

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Tα οικοσυστήματα στην Ελλάδα (αλλά και ευρύτερα στη Μεσόγειο) δεν

ήταν ποτέ περιοχές χωρίς ανθρώπινη επίδραση στη διαχρονική εξέλιξή

τους. Πολλοί στοχαστικοί (τυχαίοι) παράγοντες έπαιξαν και συνεχίζουν

να παίζουν έναν καθοδηγητικό αλλά και καθοριστικό ρόλο στη διαφοροποίηση

των τοπίων. Η εκτατική βόσκηση, η καλλιέργεια ορεινών / ημιορεινών αγρών, η μη

ελεγχόμενη ξύλευση, αλλά και φυσικές

ή ανθρωπογενείς δασικές πυρκαγιές

μικρής κλίμακας, είχαν δημιουργήσει -

ειδικά στην ημιορεινή ζώνη - ένα τοπίο

από ενότητες ή διάσπαρτες νησίδες

πυκνών δασών, αραιών δασών,

θαμνότοπων, μικρών και μεγαλύτερων

αγροτεμαχίων και λιβαδιών. Σε αυτό το

μωσαϊκό τοπίου, οι ανοικτές εκτάσεις κυριαρχούσαν στις περισσότερες περιοχές, όπως φαίνεται από παλιές αεροφωτογραφίες, ως αποτέλεσμα της εκτεταμένης

κτηνοτροφικής δραστηριότητας. Στις μέρες μας, η ορεινή αγροτική οικονομία έχει συρρικνωθεί δραματικά, τόσο στην Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, με άμεση συνέπεια την επέκταση των δασών και την ομογενοποίηση

των άλλοτε ετερογενών τοπίων της υπαίθρου (π.χ. San Roman Sanz et al. 2013).

Η εγκατάλειψη της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας συνδέεται άμεσα

με την απώλεια κρίσιμων ενδιαιτημάτων για τη βιοποικιλότητα, αλλά και με τη

δυνατότητα παροχής πολλαπλών οικοσυστημικών υπηρεσιών και αγαθών στον άνθρωπο (π.χ. Queiroz et al., 2014). Είναι πια επιστημονικά τεκμηριωμένη, η θετική σχέση ανάμεσα στην ετερογένεια τοπίου και στη διατήρηση της βιοποικιλότητας (Schindler et al. 2013).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 55 –
Η εγκατάλειψη της παραδοσιακής αγροτικής οικονομίας συνδέεται άμεσα με την απώλεια κρίσιμων ενδιαιτημάτων για τη βιοποικιλότητα

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

ΕΘΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ (ΕΠ) ΔΑΔΙΑΣ – ΛΕΎΚΙΜΗΣ –ΣΟΎΦΛΙΟΎ (ΔΑΣΟΣ ΔΑΔΙΑΣ):

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΣΎΝΕΧΗΣ ΎΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ

ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΟΎ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΤΟΎ ΑΞΙΑ

Η πύκνωση των δασών οδηγεί

στη μείωση της βιοποικιλότητας και στην εμφάνιση μεγαπυρκαγιών

Το Εθνικό Πάρκο Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου (ΕΠ Δαδιάς) βρίσκεται στις ημιορεινές περιοχές του κεντρικού Έβρου (ΒΑ Ελλάδα) και διαθέτει μεγάλη ποικιλία διαφορετικών τύπων κάλυψης και χρήσεων γης που το καθιστά παγκοσμίως γνωστό για την οικολογική του αξία. Οι παράγοντες, που συνέβαλλαν στη δημιουργία αυτού του μωσαϊκού (όπως εκτατική βόσκηση και καλλιέργεια ορεινών / ημιορεινών αγρών), διατηρούνταν στην

περιοχή ως τις αρχές του ‘70. Αυτό σε συνδυασμό με το ποικίλο ανάγλυφο (με

ρεματιές και βραχώδεις εξάρσεις) και τη μειωμένη ανθρώπινη παρουσία, αποτε-

λούσαν ένα ιδανικό περιβάλλον για την παρουσία σε αυτό υψηλής βιοποικιλότητας από πολλές διαφορετικές ομάδες ειδών πανίδας και χλωρίδας. Ιδιαίτερη σημασία

είχε η παρουσία των αρπακτικών πουλιών. Στο ΕΠ Δαδιάς έχουν καταγραφεί 36

από τα 38 ευρωπαϊκά είδη, εκ των οποίων 19-21 είδη αναπαράγονται σε αυτό το

δάσος σε μεγάλους αριθμούς, περιλαμβανομένης της μοναδικής βαλκανικής αποι-

κίας του μαυρόγυπα (Aegypius monachus). Το 1980 το δάσος Δαδιάς ανακηρύχθηκε Προστατευόμενη Περιοχή για τη διατήρηση των οικολογικών αξιών του, αλλά οι παραδοσιακές δραστηριότητες, αν και επιτρεπόμενες, όπως η εκτατική βόσκηση

και η υφιστάμενη μικρής κλίμακας γεωργία, άρχισαν σταδιακά να εγκαταλείπονται.

© Κώστας Ποϊραζίδης Ι Ζευγάρι μαυρόγυπων στον Έβρο

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 56 –

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΗΣ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΗΣ

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟ ΕΠ ΔΑΔΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗ

Η κτηνοτροφική δραστηριότητα αποτελούσε έναν από τους πυλώνες της οικονομίας του νομού Έβρου και του ΕΠ Δαδιάς, αλλά μετά τη δεκαετία του ‘80 άρχισε σταθερά να μειώνεται, ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες. Έρευνες που πραγματοποιήθηκαν το 1998 και το 2016 (Ποϊραζίδης κ.ά. 2018) εντόπισαν μεγάλη μείωση

σε όλα τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της κτηνοτροφικής δραστηριότητας. Το 1999, στα όρια του ΕΠ Δαδιάς, καταγράφηκαν 60 ενεργοί ιδιοκτήτες

κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, ενώ το 2016 μειώθηκαν στους 30 (μείωση κατά 50%). Ο αριθμός των βοσκόντων ζώων ακολούθησε μια ακόμα μεγαλύτερη πτωτική τάση, φθάνοντας σε μείωση το 60%. Το 1999 απογράφηκαν συνολικά 13.976

κεφάλια και από τα τρία κτηνοτροφικά είδη (με τις αίγες να αποτελούν το 79%

των ζώων ), ενώ το 2016 απογράφηκαν 5.505 κεφάλια, με τις αίγες να αποτελούν

το 82% του συνόλου (Εικόνα 1).

Εικόνα 1. Μεταβολή του αριθμού των αγροτικών ζώων ελεύθερης βοσκής στο ΕΠ Δαδιάς

τα έτη 1999 και 2016 (από Ποϊραζίδης κ.ά. 2018).

Η έντονη μείωση των κτηνοτροφικών ζώων είχε ως αποτέλεσμα την αντίστοι-

χη μείωση στη βοσκοφόρτωση των εκτάσεων του ΕΠ Δαδιάς, όπου περιοχές με

έντονη βόσκηση παρατηρήθηκαν το 2016 μόνο στα νότια του ΕΠ (Εικόνα 2). Αυτή η

μείωση εξακολούθησε να είναι ακόμα πιο έντονη τα τελευταία χρόνια, με αποτέλε-

σμα το 2023 η κτηνοτροφία στην περιοχή να έχει ουσιαστικά εκλείψει, με ελάχιστα

ζώα να παραμένουν στο ΕΠ Δαδιάς.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 57 –
ΕΚΤΑΣΕΩΝ
ΔΑΣΩΣΗ ΤΩΝ

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

Η έντονη μείωση της κτηνοτροφικής δραστηριότητας είχε ως επακόλουθο τη δά-

σωση των μικρών ή μεγαλύτερων δασικών διακένων στο ΕΠ Δαδιάς, τη μείωση

της ετερογένειας του τοπίου και σοβαρές επιπτώσεις στην τοπική βιοποικιλότητα

(Poirazidis 2017). Σύμφωνα με τους Triantakonstantis et al. 2006, μόνο το 46% του

ΕΠ Δαδιάς καλυπτόταν από δάσος το 1945, για να φτάσει στο 54% το 1973 και

στο 72% το 2001. Η πύκνωση των δασικών εκτάσεων (με αντίστοιχη μείωση των

ανοιχτών περιοχών) εμφάνισε μια συνεχή αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια και

εντοπίζεται σε όλη την περιοχή του ΕΠ, ανεξάρτητα από το βαθμό προστασίας της περιοχής (Εικόνα 3).

Παράδειγμα επίδρασης της πύκνωσης του δάσους στα ενδιαιτήματα των αρπακτικών είναι η περίπτωση του κραυγαετού (Clanga pomarina). Σύμφωνα με τους Poirazidis et al. (2019), το είδος διατηρούσε στο ΕΠ Δαδιάς ένα σχετικά σταθερό

πληθυσμό 15-20 ζευγαριών για όλη την περίοδο 1979-2012 (Εικόνα 4). Ωστόσο, παρατηρήθηκαν αξιοσημείωτες μεταβολές στις περιοχές του αναπαραγωγικού

ενδιαιτήματός του, με απώλεια της καταλληλότητας όλης της ημιορεινής δυτικής

ζώνης του ΕΠ Δαδιάς και συγκέντρωση του αναπαραγόμενου πληθυσμού κυρίως

στην ανατολική περιοχή σε άμεση γειτνίαση με αγροτικές καλλιέργειες (Διάγραμμα

5). Η μείωση του κατάλληλου βιοτόπου οδήγησε το είδος σε λιγότερο βέλτιστες

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 58 –
Εικόνα 2. Χάρτες βοσκοφόρτωσης στο ΕΠ Δαδιάς για τα έτη 1999 και 2016.
ΠΎΚΝΩΣΗ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

Εικόνα 3. Μεταβολή των τιμών του δείκτη βλάστησης NDVI στο ΕΠ Δαδιάς την περίοδο 1985 - 2022 (με σκίαση, στο κεντρικό-ανατολικό τμήμα, η καμένη έκταση από την πυρκαγιά στα τέλη Ιουλίου 2022).

περιοχές για αναπαραγωγή, με μια μεγάλη μείωση του πληθυσμού να καταγράφεται ήδη στην περιοδική απογραφή του 2020 (στοιχεία παρακολούθησης από δεδομένα της Μονάδας Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Δέλτα Έβρου και Δαδιάς, Μπακέας κ.α, 2021). Οι διαδοχικές δασικές πυρκαγιές του 2011, 2020, 2021 και κυρίως του καλοκαιρού του 2022 έκαψαν το σύνολο σχεδόν της τρέχουσας αναπαραγωγικής περιοχής του, με άγνωστες ακόμα συνέπειες στη διατήρηση του πληθυσμού

του στην περιοχή (Εικόνα 5).

Εικόνα 4. Πληθυσμιακή μεταβολή των ενεργών

επικρατειών του κραυγαετού στο ΕΠ Δαδιάς.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 59 –

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

Εικόνα 5. Χάρτης ενδιαιτημάτων-

καταλληλόλητας για τον

κραυγαετό, που δείχνει τις

χωρικές αλλαγές μεταξύ

δεκαετιών 1970-2000.

ΣΎΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ: ΕΙΝΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΕΦΙΚΤΗ;

Η εγκατάλειψη της υπαίθρου και των παραδοσιακών αγροτικών δραστηριοτήτων

είναι πια μια πραγματικότητα που οφείλεται στην αλλαγή του μοντέλου οικονομικής δραστηριότητας και συγκέντρωσης του ανθρώπινου πληθυσμού σε αστικά

κέντρα, φαινόμενο που συμβαίνει σε όλο και μεγαλύτερη χωρική κλίμακα στην

Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου. Η αύξηση της βιομάζας και

η πύκνωση της βλάστησης των φυσικών οικοσυστημάτων ως επακόλουθο των

παραπάνω παραγόντων, σε συνδυασμό με την επιδείνωση των κλιματικών μεταβλητών (μείωση βροχόπτωσης και αύξηση μέσης θερμοκρασίας), είναι η βασικότερη αιτία της συχνότερης εμφάνισης μεγαπυρκαγιών, ακόμα και σε ορεινότερες περιοχές. Η πυρκαγιά οδηγεί στην οπισθοδρομική διαδοχή της βλάστησης και στη δημιουργία πρόσκαιρων ανοικτών εκτάσεων με διάσπαρτες δασικές νησίδες. Η

συχνή όμως επανάληψη αυτών των φυσικών φαινομένων σε μια περιοχή, προκαλεί υποβάθμιση των οικοσυστημάτων και αύξηση των δευτερογενών επιπτώσεων

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 60 –ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΕΤΕΡΟΓΕΝΕΙΑΣ ΤΟΠΙΟΎ ΣΤΗ

Κώστας Ποϊραζίδης | Μωσαϊκότητα μεσογειακού τοπίου και βιοποικιλότητα.

(π.χ. πλημμύρες με διάβρωση εδαφών) με σοβαρές κοινωνικές και οικονομικές

επιπτώσεις οδηγώντας τελικά σε σταδιακή ερημοποίησή τους.

Αν και η φυσική δάσωση των ανοικτών ενδιαιτημάτων αυξάνει τη δυνατότητα των οικοσυστημάτων για συγκράτηση του άνθρακα, συμβάλλοντας στον με-

τριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (Lorenz and Lal 2010) και στη

διατήρηση της ετερογένειας του τοπίου, η οικολογική ακεραιότητα των οικοσυ-

στημάτων, μέσω της διατήρησης των

παραδοσιακών αγροτικών δραστηριο-

τήτων και διατήρησης της ετερογένει-

ας του τοπίου, θα πρέπει να αποτελεί

στρατηγικό στόχο στη λήψη αποφάσε-

ων για τη διαχείριση της υπαίθρου για

την παροχή πολλαπλών οικοσυστημι-

κών υπηρεσιών και αγαθών στον άν-

θρωπο. Αυτό, όσο απλό και αν ακούγε-

ται, αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες

Η διατήρηση των παραδοσιακών

αγροτικών δραστηριοτήτων και

η βόσκηση των δασών με άγρια οπληφόρα αποτελούν βασικά διαχειριστικά εργαλεία για την οικολογική ακεραιότητα των οικοσυστημάτων

προκλήσεις που καλούμαστε να διαχειριστούμε στη σύγχρονη εποχή. Η συνέχιση

της εκτατικής κτηνοτροφίας μέσω ειδικών ενισχύσεων, αλλά και ως εργαλείο και

βάση συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων για τη διαχείριση των προστατευόμενων

περιοχών αρχών και των κτηνοτρόφων, θα μπορούσε τοπικά να επουλώσει το

πρόβλημα πύκνωσης των δασικών εκτάσεων, αλλά η γενεσιουργός αιτία αυτών των προβλημάτων θα παραμένει. Για τον μετριασμό αυτών των επιπτώσεων σε

ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν ξεκινήσει προσπάθειες για τη μερική αναστροφή αυτής της διαδικασίας, μέσω δράσεων για βόσκηση με άγρια οπληφόρα (rewilding) εγκαταλελειμμένων περιοχών (Navarro and Pereira 2012), μέσω της επαναφοράς οπληφόρων, όπως π.χ. το κόκκινο ελάφι (Cervus elaphus) ή και το πλατώνι (Dama dama) σε περιοχές που έχουν εξαφανιστεί ή παρουσιάζεται μεγάλη μείωση πληθυσμών βοσκόντων ζώων. Αυτό είναι ένα από τα εργαλεία που μπορούν

σχετικά εύκολα να εφαρμοστούν, αλλά χρειάζεται δράση σε μεγάλη χωρική και χρονική κλίμακα, πολιτική βούληση και υιοθέτησή τους από τις τοπικές κοινωνίες.

Παράλληλα, μια στοχευμένη ευρωπαϊκή πολιτική με ουσιαστική ενίσχυση της επαναφοράς και διατήρησης παραδοσιακών αγροτικών δραστηριοτήτων (μέσα από

το πρίσμα της νέας εποχής), όπως η αποκατάσταση και διατήρηση παραδοσιακών

ξερολιθιών και μωσαϊκών ορεινών αγροτικών καλλιεργειών, καθώς και η διατήρηση ή εγκατάσταση δενδρωδών καλλιεργειών, θα βοηθήσει αποτελεσματικά στη

διατήρηση των αγροδασικών τοπίων και επακόλουθα στην προστασία της βιοποι-

κιλότητας και της υγείας των οικοσυστημάτων.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 61 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Αράκυνθος, Ρέτσινα

των

Ενότητα Β
Οικοσυστημικές λειτουργίες
αγροδασικών τοπίων & βιοποικιλότητα

οικότοποι και

οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

Λέξεις κλειδιά: αγροδασοπονία, διαχείριση της υπαίθρου, προστασία της βιοποικιλότητας, υποστήριξη λήψης αποφάσεων

Καθηγητής Τομέας Βιολογίας Φυτών, Εργαστήριο Βοτανικής Πανεπιστήμιο Πατρών, pdimopoulos@upatras.gr Συνεργάτης του Τμήματος Βιολογίας, Πανεπιστημίου Πατρών Πανεπιστημιούπολη Ρίο, Πάτρα, 26500, ipkokkoris@upatras.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Νότιο Ξηρόμερο, Δρυοδάσος

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης
Δασολιβαδικοί

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Mε βάση τον Ερμηνευτικό Οδηγό για το δίκτυο Natura 2000 και τα

δάση (European Commission 2003), στη μια από τις τρεις λειτουργικές

ομάδες στις οποίες εντάσσονται οι τύποι οικοτόπων κοινοτικής

σημασίας του Παραρτήματος I της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, περιλαμβάνονται και

τύποι που είναι κυρίως ανθρωπογενείς ή τύποι στην πορεία μετάβασης προς

μια δυνητικά πιο ώριμη κατάσταση της βλάστησης, όπως είναι οι ερεικώνες, οι

δασωμένοι τυρφώνες, τα ανοιχτά

(βοσκόμενα) δάση, τα φυσικά λιβάδια ή

οι βοσκότοποι.

Οι αγρο-δασικοί τύποι οικοτόπων κατα-

λαμβάνουν ένα χωρικό επίπεδο μετα-

Οι δασολιβαδικοί οικότοποι, διαθέτουν υψηλό ποσοστό κάλυψης από οικοτόνους, υποστηρίζοντας μεγάλη ποικιλία μικροενδιαιτημάτων, ειδών και οικοσυστημικών υπηρεσιών

ξύ του οικοσυστήματος και του τοπίου, δηλ. στην πραγματικότητα αποτελούν ένα σύμπλεγμα τύπων οικοτόπων. Τα συ-

μπλέγματα αυτά των οικοτόπων/οικοσυστημάτων μπορεί να είναι σειριακά (συνεχόμενα) γιατί αναφέρονται σε μια σειρά από φυτοκοινότητες/οικοσυστήματα κατά μήκος μιας διαβαθμισμένης διαδοχής (successional gradient), ή σε μια αλληλουχία (catena) χωρικά γειτονικών φυτοκοινοτήτων. Οι αγρο-δασικοί τύποι οικοτόπων

έχουν στοιχεία και από τους προαναφερόμενους δύο τύπους συμπλεγμάτων οικοσυστημάτων, τα οποία μπορεί να γίνουν κατανοητά μόνο όταν η οικολογία και η

δυναμική των φυτών και των κοινοτήτων στις οποίες συμμετέχουν είναι γνωστά.

Η επίτευξη αυτού του στόχου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Όταν τα λιβάδια και τα δάση διατηρούνται χωριστά, τα όριά τους είναι σαφώς κα-

θορισμένα και ο οικοτόνος είναι στενός, σε αντίθεση με τα όρια των δασολίβαδων, που είναι ευρέα, ακαθόριστα και όχι πάντα αναγνωρίσιμα. Σε διάσπαρτους μικρής

έκτασης αγροδασικούς οικοτόπους, ο οικοτόνος αποτελεί το κύριο μέρος της συνολικής έκτασής τους. Το υψηλό ποσοστό οικοτόνων είναι ο βασικός παράγοντας

για υψηλές πυκνότητες ειδών και οικοθέσεων (niches) των δασολιβαδικών τύπων

οικοτόπων και των βοσκόμενων δασών (Bergmeier et al. 2010), εξασφαλίζοντας

ποικιλότητα συνθηκών στο τοπικό κλίμα, στη βλάστηση και στο έδαφος, δημιουργώντας αντίστοιχα μικροενδιαιτήματα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 65 –

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

ΑΠΕΙΛΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Οι απειλές στους δασολιβαδικούς οικοτόπους προέρχονται κυρίως από αλλαγές

στις παραδοσιακές πρακτικές χρήσεων γης, ως αποτέλεσμα των συνολικών κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών που έχουν αντίκτυπο στις δραστηριότητες της υπαίθρου. Αυτές οι αλλαγές μπορεί να ακολουθούν δύο διαφορετικούς δρόμους:

α) εντατικοποίηση της κτηνοτροφίας που οδηγεί σε υπερβόσκηση και ως εκ τούτου αύξηση των κοπαδιών ή της βοσκοφόρτωσης, ή

β) εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας που ακολουθείται από απώλεια ποικιλότητας οικοτόπων σε μικρή κλίμακα.

Όσον αφορά άλλους μη-εντατικά χρησιμοποιούμενους οικοτόπους, η γεωργική

επέκταση και η εντατικοποίηση, η αστικοποίηση και η κατασκευή δρόμων και άλλων υποδομών οδηγούν σε αυξημένη κατάτμηση των δασολιβαδικών οικοτόπων.

Πιο συγκεκριμένα τα προβλήματα είναι τα εξής:

Μείωση της πυκνότητας των δένδρων μεγάλης ηλικίας

Μεγάλο μέρος της ποικιλότητας των βοσκόμενων δασών και των δασολίβαδων

εξαρτάται από την παρουσία και την αφθονία μεγάλης ηλικίας, υψηλών και ευρύ-

κομων δέντρων, όπως δρύες, οξιές, καστανιές ή άλλα είδη. Εάν η φυσική απώλεια

των γηρασμένων δέντρων δεν αντισταθμίζεται από αναγέννηση, το αποτέλεσμα

θα είναι ανοιχτά λιβάδια ή πετρώδεις πλαγιές, εφόσον ασκείται υπερβόσκηση, ή

ένα περισσότερο ή λιγότερο πυκνό δάσος, μέσω δυναμικών διεργασιών διαδοχής

της βλάστησης, όταν τα δασολίβαδα εγκαταλείπονται και δεν βόσκονται.

Ύπερβόσκηση

Κύριο πρόβλημα των υφιστάμενων δασολίβαδων στην Ελλάδα και την Ισπανία είναι η έλλειψη αναγέννησης και η γήρανση των δασών (Dimopoulos and Bergmeier 2004, Plieninger et al. 2003). Δεν είναι γνωστό ακόμη αν αυτό είναι ένα πρόβλημα που σχετίζεται με τα μόνιμα, αιωνόβια δασο-λίβαδα, ή ένα πρόβλημα που προέκυψε μόνο στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών υπερβόσκησης. Η έλλειψη αρ-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 66 –

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

τίβλαστων και νεαρών δένδρων, παρατηρείται κυρίως σε βοσκόμενα δάση, όπου

η βόσκηση ασκείται από αιγοπρόβατα. Όταν ο αριθμός των ζώων είναι μεγάλος, αυτά επηρεάζουν το επιφανειακό στρώμα του εδάφους με το ποδοπάτημα, κάτι

που επηρεάζει κυρίως τα νεαρά δέντρα και τους θάμνους. Η υπερβόσκηση μειώνει επίσης την έκταση της ποώδους

βλάστησης κάτω από τους θάμνους. Σε

διαφορετική περίπτωση τα θαμνώδη

και τα ημιθαμνώδη φυτά θα χρησίμευ-

αν ως καταφύγιο για τα σκιόφιλα αρτί-

βλαστα των δενδρωδών ειδών. Τα τε-

λευταία έτη παρατηρείται στην Ελλάδα

και μια μη (οικολογικά) θεμιτή αντικα-

τάσταση των αιγοπροβάτων από μεγα-

λόσωμα βοοειδή κρεοπαραγωγής, τα

οποία σε πολλές περιπτώσεις (ειδικά

Τα δασολίβαδα απειλούνται

ισχυρά, από την εντατικοποίηση

των καλλιεργειών, την εγκατάλειψη

της μετακινούμενης κτηνοτροφίας

και την αντικατάσταση των

αιγοπροβάτων από μεγαλόσωμα

βοοειδή

σε περιοχές με εύθρυπτα εδάφη και μεγάλες κλίσεις) προκαλούν υπερβόσκηση

και διάβρωση του εδάφους.

Εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας

Ενώ τα πεδινά βοσκόμενα δάση στη δυτική και κεντρική Ευρώπη εγκαταλείφθη-

καν κυρίως κατά το 19ο αιώνα, η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η γεωργική εγκα-

τάλειψη στην Ευρωπαϊκή Μεσόγειο, έλαβαν χώρα κυρίως κατά το δεύτερο μισό

του 20ού αιώνα. Η εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας και η συνακόλουθη απουσία βόσκησης των δασολίβαδων οδηγεί σε διείσδυση και επέκταση των θαμνώνων (Εικόνα 1) και στην πύκνωση των δασών με αντίστοιχη αύξηση των κινδύνων πυρκα-

γιάς και απώλεια της μωσαϊκότητας που είναι χαρακτηριστική σε πολλούς τύπους δασολίβαδων.

Αντικατάσταση παλιών ελαιώνων

Οι ελαιώνες με μεγάλης ηλικίας ελαιόδεντρα αποτελούν ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα του μεσογειακού πολιτιστικού τοπίου, που συχνά χρησιμοποιείται με πολλούς τρόπους, συμπεριλαμβανόμενης και της βόσκησης. Η βλάστηση κάτω από

τα αρχαία ελαιόδεντρα συχνά είναι πολύ πλούσια σε είδη, κυρίως ορχιδέες και άλλα βολβόφυτα. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, μεγάλα τμήματα με μεγάλης ηλι-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 67 –

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

κίας ελαιόδεντρα κόπηκαν και αντικαταστάθηκαν από φυτείες ελιάς με ποικιλίες

υψηλής απόδοσης. Επιπλέον, όταν εγκαταλείπεται η βόσκηση αυτά οργώνονται

για να αποφευχθεί η εγκατάσταση

Για την προστασία των

δασολίβαδων, απαιτείται

διαχείριση συμβατή με τις

τοπικές, παραδοσιακές χρήσης

γης και κατάρτιση συστηματικού

προγράμματος διαχρονικής

παρακολούθησης

θαμνώδους βλάστησης και ανταγωνιστικής ποώδους βλάστησης -και σπάνια με εφαρμογή ζιζανιοκοκτόνων- με αποτέλεσμα η φυτοποικιλότητα να μειώνεται. Τέτοιες φυτείες έχουν εγκατασταθεί επίσης σε πρώην αγρούς και δασολίβαδα, ιδίως στη νότια ηπειρωτική και νησιωτική Ελλάδα, στην Ιταλία και την Ισπανία.

Εικόνα 1. Ανωδασικές εκτάσεις στην περιοχή του Βίκου, όπου λόγω της εγκατάλειψης της μετακινούμενης κτηνοτροφίας, αναπτύσσονται πλέον υψηλοί και σχετικά πυκνοί θαμνώνες, © Παναγιώτης Δημόπουλος

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 68 –

ΛΕΙΤΟΎΡΓΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΣΎΣΤΗΜΙΚΕΣ ΎΠΗΡΕΣΙΕΣ

Οι λειτουργίες ενός οικοσυστήματος ορίζονται ως η ικανότητα ή/και η δυνατότητα

παροχής οικοσυστημικών υπηρεσιών. Οι οικοσυστημικές υπηρεσίες με τη σειρά

τους προέρχονται από τις λειτουργίες του οικοσυστήματος και αντιπροσωπεύουν

την υφιστάμενη ροή υπηρεσιών για τις οποίες υπάρχει ζήτηση. Για τους σκοπούς

αυτού του

εννοιολογικού πλαισίου, οι οικοσυστημικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν

επιπλέον και τα αγαθά που προέρχονται από τα οικοσυστήματα.

Σε αντίθεση με τις λειτουργίες του οικοσυστήματος, οι οικοσυστημικές υπηρεσίες προϋποθέτουν την ύπαρξη πρόσβασης και ζήτησης από τον άνθρωπο. Υγιή ή

“παρθένα οικοσυστήματα” και περιο-

χές άγριας φύσης (wilderness areas),

που βρίσκονται σε άριστη (ή σχεδόν άριστη) οικολογική κατάσταση διατήρησης, είναι εξαιρετικά λειτουργικές, αλλά μπορεί να παρέχουν λιγότερες οικοσυστημικές υπηρεσίες από τα λιγότερο “παρθένα οικοσυστήματα”

(όπως π.χ. τα ποολίβαδα, οι θαμνώνες, τα αγρο-δασικά συστήματα κ.ά.), απλά

Η καταγραφή, χαρτογράφηση και αξιολόγηση των δασολιβαδικών

οικοτόπων και των λειτουργιών τους

επειδή υπάρχει ελάχιστη ζήτηση για αυτές τις υπηρεσίες (π.χ. ένα απομακρυσμένο

δάσος μπορεί να προσφέρει λιγότερες υπηρεσίες αναψυχής από μια πράσινη αστι-

κή περιοχή, π.χ. ένα αστικό πάρκο). Επομένως, είναι σημαντικό να συμπεριληφθεί

ένα πλήρες σύνολο λειτουργιών και υπηρεσιών, καθώς και των διαστάσεων της

αξίας των οικοσυστημάτων, στις αξιολογήσεις των οικοσυστημικών υπηρεσιών

(European Commission, 2011).

Τα δασολιβαδικά συστήματα, λόγω της πολυ-λειτουργικότητάς τους και του ευρέ-

ως φάσματος οικοσυστημικών υπηρεσιών που προσφέρουν, αντιμετωπίζονται με

αυξανόμενο ενδιαφέρον από τους επιστήμονες και τους φορείς χάραξης πολιτι-

κής που ασχολούνται με τη γεωργία και τη δασοπονία, αλλά και με τους τομείς της αγροτικής ανάπτυξης, του τουρισμού και της προστασίας της φύσης (Mattison and Norris 2005, Rigueiro-Rodriguez et al. 2009, Terzi and Marvulli 2006).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 69 –
αποτελεί
εργαλείο
σχεδιασμού για την
διαχείριση της υπαίθρου Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες
κύριο
στρατηγικού
ολοκληρωμένη

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

ΣΎΖΗΤΗΣΗ-ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συνοψίζοντας, τα αγροδασικά συστήματα, συγκεκριμένα τα δασολίβαδα, περιλαμ-

βάνουν τύπους οικοτόπων που είναι μεταβατικοί από οικολογική σκοπιά ανάμεσα

στα δάση και τα λιβάδια (ποολίβαδα ή χορτολίβαδα), αλλά με ιδιαίτερες δομές και

σύνθεση ειδών που δεν απαντώνται συνήθως σε αμιγή δάση ή λιβάδια. Πολλά δασολίβαδα έχουν μια μακρά περιβαλλοντική ιστορία και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως τα μεγάλης ηλικίας δέντρα, το νεκρό ξύλο (νεκρή οργανική ύλη), η περιοδική

διαταραχή από μεγάλα φυτοφάγα ζώα ή/και οι συνθήκες φωτός στον υπόροφο, που γεφυρώνουν την ιστορική κτηνοτροφική χρήση με τα αρχέγονα δάση του Ολόκαινου.

Οι ιδιαιτερότητες των δασολίβαδων δε μπορούν να διατηρηθούν, είτε μέσω της

διαχείρισης του δάσους, είτε μέσω της διαχείρισης των ποολίβαδων και μόνο. Για

τη διατήρηση των αγροδασικών οικοτόπων απαιτείται:

α) μακροπρόθεσμη διαχείριση παρόμοια με την εκάστοτε/τοπική παραδοσιακή

χρήση γης, και σε επαρκώς μεγάλες περιοχές,

β) συστηματική παρακολούθηση για την αποφυγή τόσο της υπερβόσκησης, όσο

και της υποβόσκησης ή της εγκατάλειψης της βόσκησης. Σε πολλές περιπτώ-

σεις, η συνέχιση της ανθρωπογενούς παρέμβασης είναι απολύτως απαραίτητη

για τη διατήρηση των οικοτόπων.

Για να διαπιστωθεί η σαφήνεια των μελλοντικών στόχων της διαχείρισης και της

διατήρησης των βοσκόμενων δασών στην Ευρώπη, είναι απαραίτητο να καθοριστούν οι κατηγορίες δασολίβαδων και να αξιολογηθεί η έκταση και η κατάσταση

διατήρησής τους στις ευρωπαϊκές χώρες (Bergmeier et al. 2010).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 70 –

Παναγιώτης Δημόπουλος & Ιωάννης Π. Κόκκορης | Δασολιβαδικοί οικότοποι & οι οικοσυστημικές τους λειτουργίες

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ

ΔΑΣΟΛΙΒΑΔΙΚΩΝ ΟΙΚΟΤΟΠΩΝ

Η καταγραφή, χαρτογράφηση και αξιολόγηση των δασολιβαδικών οικοτόπων

και των λειτουργιών τους αποτελεί ένα από τα κύρια εργαλεία εκπόνησης του

στρατηγικού σχεδιασμού για την ολοκληρωμένη διαχείριση μιας περιοχής. Υπό το

πρίσμα των αναμενόμενων ή εκτιμώμενων δημογραφικών, οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών, αλλά και της κλιματικής κρίσης, προτείνεται η κατάρτιση ενός

οδικού χάρτη με συγκεκριμένα βήματα για την επίτευξη του στόχου της ολοκληρωμένης διαχείρισης, αξιοποιώντας τα καλύτερα διαθέσιμα δεδομένα, πόρους και πρακτικές (Εικόνα 2).

Εικόνα 2. Βήματα για την ολοκληρωμένη διαχείριση (Kokkoris et al. 2019).

Για να είναι επιτυχημένο το εγχείρημα χρειάζεται αλληλεπίδραση και συμβολή

όλων των εμπλεκόμενων φορέων στη διαδικασία χάραξης πολιτικής και λήψης

οργανωτικών και διαχειριστικών αποφάσεων. Για να είναι η διαδικασία αυτή αποτελεσματική, θα πρέπει τα διαθέσιμα δεδομένα, σενάρια (μοντέλα) και μεθοδολογίες να είναι πλήρως κατανοητά και προσαρμοσμένα τόσο στο προφίλ των συμμετεχόντων, όσο και στο προφίλ των υπευθύνων για τη λήψη αποφάσεων.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 71 –

Βλάστηση, χλωρίδα και

απειλούμενα είδη σε

αγροδασικά συστήματα

Γιώργος

Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Δασολογίας & Δ.Φ.Π., Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημοκρατίας 3, 36100, Καρπενήσι gefotiadis@aua.gr

Λέξεις κλειδιά: φυσικοί φυτοφράχτες, δάση βαλανιδιάς, θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων © Γιώργος Φωτιάδης Ι Έβρος, δάσος βαλανιδιάς με υπόροφου αρκεύθου

Φωτιάδης

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Hσυνεχής πάλη του αγρότη, μέχρι πριν την εκμηχάνιση της γεωργίας, για

να διατηρήσει παραγωγική και αποδοτική την καλλιεργήσιμη γη του, ήταν

η πάλη με το νερό και την άγρια βλάστηση. Ας έχουμε στον νου μας πώς

ήτανηύπαιθροςσεόλοτονκόσμομέχρι

πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο

και σε πολλά μέρη ακόμα και μέχρι

πριν λίγες δεκαετίες. Ο άνθρωπος,

χωρίς βαριά μηχανήματα, πήγαινε στο

χωράφι με κάποιο ζώο φόρτου ή με το

κάρο και κρεμούσε το σακούλι του και

Οι ημιφυσικοί φυτοφράκτες συνήθως

δεν “αποτελούν” αγροδασικά

συστήματα, αλλά συμμετέχουν σε αυτά σε συνδυασμό με βοσκότοπους και αγροτικές καλλιέργειες

το δοχείο του με το νερό στο κλαδί ενός μεγάλου δένδρου, συνήθως στη μέση

του χωραφιού. Ήταν ένα δένδρο που απέμεινε από την αυτοφυή βλάστηση που

προϋπήρχε ή που το είχαν αφήσει να αναπτυχθεί από ένα βελανίδι ή ένα σπόρο

που κύλησε από τις γύρω πλαγιές, για να έχουν σκιά το καλοκαίρι.

ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΘΑΜΝΩΝΩΝ

Οι θαμνώνες αποτελούν, ίσως, το πιο ενδιαφέρον μεσογειακό τοπίο που συνδιαμορφώθηκε με τον άνθρωπο και σχετίζεται άμεσα με τη βόσκηση και την καυσοξύλευση, αποτελώντας το πιο κοινό αγροδασικό τοπίο στην Ελλάδα.

Το μεγαλύτερο μέρος των θαμνώνων αυτών είναι αείφυλλων πλατύφυλλων ειδών, που κυριαρχούνται από το πουρνάρι (Quercuscoccifera), τον σχίνο (Pistacia lentiscus) και την κουμαριά (Arbutusunedo) και εξαπλώνονται σχεδόν σε όλη την παραθαλάσσια και ημι-παραθαλάσσια ζώνη (Ντάφης και συν. 2001).

Οι θαμνώνες αείφυλλων πλατύφυλλων ειδών (Εικόνα 1), και κυρίως οι πρινώνες, αποτέλεσαν τις κυριότερες εκτάσεις για τη βόσκηση των αιγών. Παράλληλα, έδω-

σαν πολύτιμη καύσιμη ύλη στους κατοίκους και λόγω της μεγάλης ανθεκτικότητάς

τους στη βόσκηση κατάφεραν να επιβιώσουν και να μειώσουν τη διάβρωση του

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 73 –

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

εδάφους στις ορεινές και ημιορεινές περιοχές. Σε περιοχές όπου μετατράπηκαν

σε καλλιέργειες, τμήματά τους παρέμειναν στα κράσπεδα των γεωργικών γαιών, λειτουργώντας ως ζώνες διατήρησης σημαντικών ειδών χλωρίδας και πανίδας.

Στα αγροδασικά συστήματα μπορούν να ενταχθούν και οι θαμνώνες χαρουπιάς

(Ceratoniasiliqua)- ελιάς (Oleaeuropaea)που σήμερα, λόγω υποβάθμισης από την

έντονη διαχείριση ή την εγκατάλειψη, αποτελούν κατά κύριο λόγο βοσκόμενες

καλλιέργειες χαρουπιάς ή ελιάς, όπου πολλές φορές απαντώνται σημαντικά φυτά

προσαρμοσμένα στις έντονες ξηροθερμικές συνθήκες (Caballero et al. 2009, Ισπικούδης και συν. 2021).

Εικόνα 1. Πρινώνες και στο βάθος κυπαρισσόδασος (Οροπέδιο Καθαρού, Κρήτη), © Γιώργος Φωτιάδης

Στη Βόρεια Ελλάδα, σε λιγότερο ξηροθερμικές περιοχές, οι ημιφυσικοί φυτοφράκτες (Εικόνα 2) αποτελούνται από φυλλοβόλα είδη (π.χ. παλιούρι – Paliurusspinachristii, καραγάτσι – Ulmus minor, U.procera, βάτα – Rubus spp.), αποτελώντας τα “silbjak” ή, όπως τα αποκαλούν οι ντόπιοι, “τσαλιά” ή “λουμάκια”. Οι ημιφυσικοί φυτοφράκτες συνήθως δεν “αποτελούν” αγροδασικά συστήματα, αλλά συμμετέχουν σε αυτά σε συνδυασμό με βοσκότοπους και αγροτικές καλλιέργειες. Από τους ημιφυσικούς φυτοφράκτες συλλέγονταν τα “τσάκνα”, δηλαδή τα λεπτά ξύλα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 74 –

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

για προσάναμμα, αλλά και μεγαλύτερων διαστάσεων καυσόξυλα. Παράλληλα, μεγάλος αριθμός ξυλωδών ειδών των φυτοφρακτών χρησιμοποιήθηκαν για μπόλιασμα, όπως είναι η γκορτσιά (Pyrusspinosa)και για τους εδώδιμους καρπούς τους, όπως η τσαπουρνιά (Prunus spinosa)

και η κρανιά (Cornusmas). Μεμονωμένα μεγάλα δένδρα αποτελούσαν τον χώρο ξεκούρασης των γεωργών, των

Τα δρυοδάση αποτελούν τον τόπο συνάντησης της ξυλοπαραγωγής

και της παραγωγής κτηνοτροφικών προϊόντων

κτηνοτρόφων και των ζώων κατά τη διάρκεια των θερμών ωρών της ημέρας (Ισπικούδης και συν. 2021). Η χλωριδική σύνθεση των συστημάτων αυτών περιλαμβάνει κυρίως νιτρόφιλα και διαταραχόφιλα είδη που ευνοούνται από τα λιπάσματα και την παρουσία πολλών αγροτικών ζώων, σημειακά ή σε μεγαλύτερες

επιφάνειες. Παρόλα αυτά, λόγω της έντονης ανομοιογένειας στη δομή και των

ιδιαίτερων συνθηκών των θέσεων όπου αναπτύσσονται (στα όρια γεωργικής γης, σε μικρές κηλίδες όπου μαζεύεται νερό και εναποτίθενται θρεπτικά συστατικά και αλλού) έχουν ιδιαίτερα μεγάλη φυτοποικιλότητα με πολλά ετήσια είδη (Φωτιάδης 2004).

Εικόνα 2. Ημιφυσικοί φυτοφράχτες μεταξύ των καλλιεργειών (Ελικώνας, ευρύτερη περιοχή), © Γιώργος Φωτιάδης

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 75 –

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΚΩΝΟΦΟΡΩΝ ΔΑΣΩΝ

Τα πευκοδάση που εξαπλώνονται κατά μήκος των ακτογραμμών και συγκεκριμένα

τα δάση χαλεπίου (Pinushalepensis), τραχείας πεύκης (P.brutia) και κουκουναριάς

(P.pinea)αποτελούν κάποια από τα πιο ιδιαίτερα αγροδασικά τοπία της Μεσογείου.

Δημιουργούν δάση είτε σε σταθερά εδάφη (κυρίως τα Pinushalepensisκαι P.brutia), αλλά και σε αμμοθίνες (κυρίως το P.pinea, πολλές φορές σε μίξη με άλλα είδη). Μά-

λιστα οι αμμοθίνες με δάση P.pineaαποτελούν τύπο οικοτόπου προτεραιότητας της

Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, με κωδικό 2270 (Ντάφης και συν. 2001). Η συλλογή ρητίνης στα

δάση χαλεπίου πεύκης και η παραγωγή εδώδιμης κουκουνάρας στα δάση κουκουνα-

ριάς αποτελούσαν μια πολύ σημαντική απασχόληση των παραδασόβιων πληθυσμών.

Οι εργασίες, όμως, που απαιτούνταν για αυτή την ενασχόληση, πέρα από τη συλλογή, ήταν και ο καθαρισμός του υπορόφου, με τον οποίο απομακρύνονταν σημαντικές

ποσότητες βιομάζας και μειώνονταν έτσι ο κίνδυνος καταστροφικών πυρκαγιών.

Η απομάκρυνση του υπορόφου και η διατήρηση ανοιχτής κομοστέγης στα δάση

αυτά επέτρεπε και τη χρήση τους ως βοσκότοπου για τα αγροτικά ζώα. Η χλωριδι-

κή τους σύνθεση επηρεάζονταν από πολλούς παράγοντες και κυρίως από την έντα-

ση της χρήσης τους. Σε δάση με έντονη βόσκηση αποτελούνταν από φρύγανα (π.χ. Sarcopoteriumspinosum), σε ρητινευόμενα δάση και με έντονη βόσκηση ο υπόροφος

αποτελούνταν από ανθεκτικά ποώδη είδη (π.χ. Alliumchamaemoly), ενώ σε δάση χωρίς τέτοια δραστηριότητα ο υπόροφος ήταν πυκνός με τη συμμετοχή πολλών αείφυλλων πλατύφυλλων θάμνων (π.χ. Pistacialentiscus,Ericaarborea). Η εγκατάλειψη πολλών αγροκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων έχει μετατρέψει τα δάση αυτά σε σύμπυκνες συστάδες (λόγω της έντονης ανάπτυξης του υπόροφου), με αποτέλεσμα να γίνουν αδιαπέραστα και να κινδυνεύουν από καταστροφικές επικόρυφες πυρκαγιές.

Από την άλλη, τα πευκοδάση της ορεινής ζώνης και κυρίως αυτά της δασικής (Pinus sylvestris)και της λευκόδερμης (Pinusheldreichii)πεύκης, που εκτός από το πολύτιμο

ξύλο τους αποτέλεσαν και πολύτιμους βοσκότοπους ή θέσεις για τον σταβλισμό των

αγροτικών ζώων, φιλοξενούν επίσης ενδιαφέροντα είδη χλωρίδας (Εικόνα 3). Στα

δάση αυτά απαντώνται συχνά είδη της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης, όπως π.χ. το Avenellaflexuosa(Ντάφης και συν. 2001, Caballero et al. 2009).

Τα ορεινά κυπαρισσοδάση της Κρήτης και της Σύμης αποτελούν μια πολύ ιδιαίτερη

μορφή βλάστησης και αγροδασικού συστήματος για την Ευρώπη. Η εκμετάλλευσή

τους ξεκίνησε από την αρχαιότητα για το πολύτιμο ξύλο τους, ιδιαίτερα στη ναυπηγική, αλλά αποτέλεσαν και σημαντικό βοσκότοπο για τα αιγοπρόβατα. Στα δάση

αυτά απαντώνται συχνά σημαντικά είδη φυτών, ενδημικών και σπάνιων, όπως τα

ενδημικά Asperulapubescensκαι Silenesieberi(Ντάφης και συν. 2001).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 76 –

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

Εικόνα 3. Δασολίβαδο λευκόδερμης πεύκης (Βασιλίτσα, Γρεβενά), © Γιώργος Φωτιάδης

Τα δάση και οι θαμνώνες αρκεύθου εξαπλώνονται σε όλη την Ελλάδα, από τις παραθαλάσσιες αμμοθίνες μέχρι και σε πολύ μεγάλα υψόμετρα, με την κυριαρχία διαφορετικών ειδών ανά περιοχή και υψόμετρο (π.χ. Juniperusoxycedrus,J. phoenicea,J.macrocarpa,J.foetidissima,J.drupacea,J.excelsa). Πολλά από αυτά αποτελούν τύπους οικοτόπων προτεραιότητας της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, με κωδι-

κό 2250 (Λόχμες των παραλιών με αρκεύθους (Juniperusspp.)) και 9560 (Ενδημικά

δάση με αρκεύθους (Juniperusspp.)).Τα είδη της αρκεύθου είναι κατά κύριο λόγο

φωτόφιλα, πολύ ανθεκτικά σε ξηρανθεκτικές συνθήκες και στην έντονη βόσκηση. Παράλληλα, όμως, οι άρκευθοι είναι από τα πιο βραδυαυξή είδη και για αυτό

παράγουν καλής ποιότητας ξύλο, ενώ ο καρπός κάποιων ειδών χρησιμοποιείται

για την παραγωγή ποτών και στη μαγειρική. Στα δάση αυτά απαντώνται πολλά

σημαντικά και σπάνια είδη φυτών, όπως είδη περιορισμένα στη βαλκανική χερσό-

νησο με μικρή εξάπλωση, όπως το Iris attica, ή ελληνικά ενδημικά είδη, όπως τα Cerastium candidissimum και Marrubium velutinum. Μάλιστα, στα δάση αρκεύθου της Πρέσπας, λόγω της χαμηλής συγκόμωσής τους, παρατηρήθηκε πολύ μεγάλη

φυτοποικιλότητα, με έως και πάνω από 20 είδη φυτικών taxa ανά 0,25 τετραγωνικά μέτρα. Η εγκατάλειψη ή μείωση όμως της βόσκησης απειλεί την ποικιλότητα σε αυτά τα οικοσυστήματα, καθώς σταδιακά τη θέση τους παίρνουν δάση πλατύφυλλων ή ελάτης (Βραχνάκης κ.ά. 2011, Φωτιάδης κ.ά. 2014), ενώ ο τουρισμός πιέζει

ιδιαίτερα τους σχηματισμούς αρκεύθου στις αμμοθίνες.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 77 –

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΠΛΑΤΎΦΎΛΛΩΝ ΔΑΣΩΝ

Μια από τις ιδιαιτερότητες των μεσογειακών δασών είναι ότι πολλές φορές, εκτός

από τους γνωστούς σκοπούς που επιτελούν, αποτελούν και ένα σημαντικό τόπο

για τη βόσκηση.

Τα δρυοδάση αποτελούν τον τόπο συνάντησης της ξυλοπαραγωγής και της παρα-

γωγής κτηνοτροφικών προϊόντων: από τα ξυλοπαραγωγικά δάση δρυός που αποτελούν πέρασμα για τα αγροτικά ζώα, μέχρι τα δάση μακεδονικής δρυός (Quercus trojana) και βαλανιδιάς (Quercusithaburensissubsp.macrolepis), που διατηρήθηκαν

ως βοσκόμενα δάση (Pantera et al. 2009, Ισπικούδης και συν. 2021). Τα πιο γνωστά

από αυτά τα δάση είναι της Φολόης στην Πελοπόννησο, τα δάση “Κουρί” του Αλμυρού Βόλου, των Μουριών Κιλκίς και της Κοζάνης, όπου είχαν ιδιαίτερη διαχείρι-

ση: κατά τη θερινή περίοδο βόσκονταν και πριν τη χειμερινή περίοδο κλαδονομούνταν για τροφή των αγροτικών ζώων κατά τη δυσμενή περίοδο του έτους, ενώ

το ξύλο τους ήταν η κύρια πηγή ενέργειας για τους παραδασόβιους πληθυσμούς (Caballero et al. 2009, Ισπικούδης και συν. 2021). Η ιδιαίτερη διαχείρισή τους είχε

σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση τόσο φυτικών ειδών που απαντώνται συνήθως σε

δάση (π.χ. Lathyruslaxiflorus), όσο και ειδών που είναι προσαρμοσμένα στη βόσκη-

ση (π.χ. Phlomisfruticosa) καθώς και άλλα σημαντικά είδη, ενώ, σύμφωνα με τους

Φωτιάδης και συν. (2006), μόνο στα δάση βαλανιδιάς στην Ελλάδα καταγράφηκαν

35 ενδημικά είδη και υποείδη, από τα οποία τα 30 είναι βαλκανικά-υποβαλκανικά

και 5 είναι ελληνικά.

Ιδιαίτερη περίπτωση δασολιβαδικών συστημάτων είναι τα υπαλπικά δάση οξιάς (Fagus sylvatica) (Εικόνα 4), που έχουν περιορισμένη εξάπλωση στα υψηλά όρη

της Βόρειας Ελλάδας. Αποτελούσαν σημαντικά δάση, καθώς είναι προστατευτικά,

αλλά λόγω της εξάπλωσής τους (σε συνέχεια με τα υπαλπικά λιβάδια) βόσκονταν

ή τα δένδρα τους κλαδονομούνταν συστηματικά για τροφή των αγροτικών ζώων

κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Στον υπόροφο των δασών αυτών εμφανίζονται

σπάνια είδη φυτών για τη μεσογειακή περιοχή, που συνήθως απαντώνται στην

Μεσευρώπη, όπως τα Lactucaalpina, Rumexarifolius, αλλά και βαλκανικά ενδημικά

όπως το Acer heldreichii (Strid et al. 2020).

Τα υγροτοπικά δάση σκλήθρου (Alnus glutinosa), ιτιάς (Salix spp.) και πλατάνου (Platanusorientalis) είναι από τα πιο ενδιαφέροντα δασολιβαδικά συστήματα, καθώς χρησιμοποιούνταν, κυρίως στο παρελθόν, ως τόπος για ξεκούραση αγροτικών ζώων. Παράλληλα όμως, οι ιτιές ήταν για αιώνες το “φάρμακο” των ζώων,

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 78 –

Γιώργος Φωτιάδης | Βλάστηση, χλωρίδα και απειλούμενα είδη σε αγροδασικά συστήματα

καθώς ο φλοιός τους έχει μεγάλη ποσότητα σαλικυλικού οξέος, ενώ τα σκλήθρα

είχαν διπλή κλαδονομή, τόσο για τροφή αγροτικών ζώων, όσο και για ξύλο (Ισπικούδης και συν. 2021).

Εικόνα 4. Υπαλπικά δάση οξιάς (Βαρνούντας, Πρέσπα), © Γιώργος Φωτιάδης

Η βλάστηση συνδιαμορφώνεται βάσει και των αναγκών και επομένως των δραστηριοτήτων των κατοίκων μιας περιοχής. Στα μεσογειακά οικοσυστήματα, το έντονο ανάγλυφο και το ξηροθερμικό

κλίμα είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία πολύπλοκων τύπων αγροδασικών

συστημάτων. Σταδιακά όμως, η εγκα-

τάλειψη των δραστηριοτήτων ή/και η

αλλαγή παραδοσιακών δραστηριοτή-

Η εγκατάλειψη των δραστηριοτήτων

ή/και η αλλαγή παραδοσιακών

δραστηριοτήτων έχουν οδηγήσει

στη μείωση της μωσαϊκότητας

της βλάστησης και επομένως της

ποικιλότητάς τους

των έχουν οδηγήσει στη μείωση της μωσαϊκότητας της βλάστησης και επομένως της ποικιλότητάς τους. Η έλλειψη της

βόσκησης ή/και η εγκατάλειψη των μικρών καλλιεργειών και των αναβαθμίδων

(Εικόνα 6) οδηγεί στη σταδιακή πύκνωση των δασών και των θαμνώνων με σοβαρό κίνδυνο τη μείωση της βιοποικιλότητας καθώς και τις μεγάλες καταστροφικές

πυρκαγιές.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 79 –
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

Λέξεις κλειδιά: μωσαϊκότητα τοπίου, χωρική ετερογένεια, απειλούμενα αγροτικά πουλιά, εγκατάλειψη υπαίθρου

Μαρία

Παναγιωτοπούλου

Δασολόγος - Ορνιθολόγος, MSc. Φραγκίνη 9, 54624, Θεσσαλονίκη buru97@gmail.com

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Κοκκινοκεφαλάς

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τ

α αγροδασικά τοπία είναι αποτέλεσμα της επί αιώνες ήπιας διατάραξης

που έχουν υποστεί τα φυσικά οικοσυστήματα, ιδιαίτερα γύρω από τον

χώρο της Μεσογείου, με κύριο γνώμονα την αυτονομία στο επίπεδο

της αγροτικής οικογένειας ή του χωριού,

επιδιώκοντας την αποτελεσματικότερη

αξιοποίηση της περιορισμένης γης για την

κάλυψη των αναγκών συντήρησης (Ισπικούδης κ.ά. 2021). Το κυριότερο χαρακτηριστικό των

Τα αγροτικά πουλιά είναι η πλέον απειλούμενη ομάδα πουλιών στην Ευρώπη

αγροδασικώνσυστημάτων,πουκαθορίζεικαιτησημασίατουςγιατηνορνιθοπανίδα, είναι η μωσαϊκότητά τους, δηλαδή η συνύπαρξη πολλών διαφορετικών οικοτόπων (λιβάδι, αγρός, θαμνώνας, δάσος, υγρό στοιχείο) σε μεγάλη μίξη μεταξύ τους

και σε μικρή έκταση, συνήθως σε ακτίνα 5-8 χλμ. γύρω από τον εκάστοτε οικισμό (Ποϊραζίδης κ.ά. 2021). Εκτός από τη βλάστηση, πρόσθετοι αλλά πολύ

σημαντικοί επίσης παράγοντες ετερογένειας είναι και διάφορα ανθρωπογενή

μικροενδιαιτήματα, όπως οι ξερολιθιές, τα κτίρια, οι δεξαμενές νερού κ.λπ.

Η χωρική ετερογένεια και η δυναμική αλλαγή των συστημάτων αυτών μέσα από

την ανθρώπινη επίδραση, σε συνδυασμό με το μεσογειακό κλίμα, την τοπογραφι-

κή ποικιλότητα και την περιβαλλοντική ετερογένεια, συμβάλλουν στη μεγάλη αξία των αγροδασικών τοπίων για τη βιοποικιλότητα, και ειδικότερα την ποικιλία ειδών ορνιθοπανίδας, καθώς σε μικρές σχετικά χωρικές κλίμακες συνυπάρχουν είδη του

πυκνού δάσους και των ανοικτών ενδιαιτημάτων (Brotons et al. 2018).

Η μίξη και η εναλλαγή ενδιαιτήματων δημιουργεί μεγάλο μήκος κράσπεδου (edge)

που ευνοεί όλα τα είδη πουλιών που ωφελούνται από τον οικοτόνο (π.χ. Laniidae

κ.λπ.), αλλά ταυτόχρονα προσελκύει τα είδη των ανοικτών λιβαδικών εκτάσεων (π.χ. Alaudidae) και πουλιά που χαρακτηρίζονται ενδοδασικά, όπως δρυοκολάπτες, καθώς και αρπακτικά, γεράκια, νυκτόβια, ή και υδρόβια, όταν οι συνθήκες το επιτρέπουν (Tsiakiris et al. 2009).

Η αξία των αγροδασικών τοπίων για τη διατήρηση των πουλιών έγκειται στο ότι

τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και εθνικό επίπεδο τα πουλιά των αγροτικών περιοχών

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 81 –

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

(“farmland birds”) είναι αναλογικά η πλέον απειλούμενη κατηγορία πουλιών, σε

μια εποχή μάλιστα που οι κατηγορίες πουλιών “υδρόβια” και “αρπακτικά” δείχνουν

συνεχή σημεία ανάκαμψης σε πληθυσμιακό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο εύρους

κατανομής. Και αυτό εξαιτίας των σαρωτικών αλλαγών που έχουν επιφέρει ταυτόχρονα η εντατικοποίηση της γεωργίας και η εγκατάλειψη της υπαίθρου, ιδιαίτε-

ρα στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα (EEA 2020).

Η ΟΡΝΙΘΟΠΑΝΙΔΑ ΤΩΝ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΩΝ

ΣΎΣΤΗΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Από τα 453 είδη πουλιών που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα, σχεδόν το 1/3 (συνολικά 147 είδη) χαρακτηρίζονται ως “είδη αγρολιβαδικών συστημάτων”, από τα

οποία 95 φωλιάζουν στην Ελλάδα (Εικόνα 1). Πρόκειται για την πιο πολυπληθή κατηγορία ειδών ορνιθοπανίδας της Ελλάδας, όπου περιλαμβάνονται είδη που ενδημούν σε ανοικτές περιοχές. Τα βασικά ενδιαιτήματά τους είναι: καλλιεργούμενη

γη, λιβάδια (μεσόφιλα, ξηρά, αλπικά), περιοχές με φρύγανα και μακία βλάστηση, θαμνώνες, εσωτερικοί κρημνοί, αγροδασολιβαδικές εκτάσεις κ.ά. Τα περισσότερα

είδη φωλιάζουν στο έδαφος ή σε θάμνους, ενώ στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται ακόμη τα χελιδόνια και οι σταχτάρες που φωλιάζουν σε κτίρια. Η τροφή των

ειδών αυτών περιλαμβάνει έντομα, σπόρους και καρπούς (Δημαλέξης κ.ά. 2004).

Εικόνα 1: Αριθμός ειδών ανά κατηγορία ειδών ορνιθοπανίδας στην Ελλάδα (πηγή: Δημαλέξης κ.ά. 2004).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 82 –

Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει κυρίως στρουθιόμορφα, όπως οι πετροκλήδες

Oenanthe sp., οι τσιροβάκοι Sylvia sp., οι κεφαλάδες Lanius sp. και τα τσιχλόνια

Emberiza sp., είδη των ανοικτών εκτάσεων, όπως κελάδες Anthus sp. και εδαφό-

βια, όπως οι γαλιάντρες και οι σταρήθρες (Alauda arvensis, Lullula arborea κ.λπ.),

οι πέρδικες (καμπίσια πέρδικα Perdix perdix, και πετροπέρδικα Alectoris graeca),

το ορτύκι (Coturnix coturnix), κορακιόμορφα (μελισσοφάγος Merops apiaster, τσα-

λαπετινός Upupa epops και χαλκοκουρούνα Coracias garrulus), κούκους, καθώς

και άλλα, σπάνια ή απειλούμενα πλέον είδη, όπως η πετροτουρλίδα και το τρυγόνι, ή ακόμη και εισβολικά είδη, όπως ο πράσινος παπαγάλος (Psittacula krameri) και ο γελαδάρης (Bubulcis ibis)

Με τα αγροδασικά τοπία όμως σχετίζονται και είδη άλλων ομάδων, κυρίως μεγάλα αρπακτικά (Αλιβιζάτος κ.α. 2014), νυκτόβια (κουκουβάγια Athene noctua, γκιώνης Otus scops, τυτώ Tyto alba), δρυοκολάπτες (βαλκανικός δρυοκολάπτης Dendrocopos syriacus, νανοδρυοκολάπτης Dryobates minor, στραβολαίμης Jynx torquilla) και ενδοδασικά (παπαδίτσες Parus sp., μυγοχάφτες Muscicapa sp. και Ficedula sp., τσίχλες Turdus sp.).

Ενίοτε και ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες διαμόρφωσης του τοπίου, τα αγροδασικά συστήματα υποστηρίζουν και υδρόβια πουλιά όπως ερωδιούς (σταχτοτσικνιάς

Ardea cinerea, λευκοτσικνιάς Egretta garzetta, μικροτσικνιάς Ixobrychus minutus), πάπιες (πρασινοκέφαλη Anas platyrhynchos, βαλτόπαπια Aythya nyroca), φαλαρίδα (Fulica atra), νερόκοτα (Gallinula chloropus). Τα πουλιά αυτά παρατηρούνται

σε μικρά τεχνητά λιμνία ή μικρούς φυσικούς υγρότοπους που αποτελούν δομικά

στοιχεία του χώρου τα οποία συντηρούνται και χρησιμοποιούνται από αγρότες και κτηνοτρόφους για τις ανάγκες τους σε νερό.

Όλα τα παραπάνω είδη αποδεδειγμένα ωφελούνται από τα αγροδασικά τοπία κατά την αναπαραγωγική τους περίοδο, είτε γιατί φωλιάζουν σε αυτά, είτε γιατί τα χρησιμοποιούν για τροφοληψία. Ορισμένα μάλιστα είναι χαρακτηριστικά “ανθρωπόφι-

λα είδη” όπως ο λευκοπελαργός (Ciconia ciconia), το κιρκινέζι (Falco naumanni), η κουκουβάγια (Athene noctua) και το σαΐνι (Accipiter brevipes). Όμως μεγάλη είναι η σημασία των

εκεί βρίσκουν τροφή σε αφθονία (Brotons et al. 2018).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 83 –
αγροδασικών τοπίων και για τη μετανάστευση και τη διαχείμαση των πουλιών, γιατί
Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ / ΑΠΕΙΛΗΣ

Τα αγροδασικά τοπία φιλοξενούν τη μεγαλύτερη αναλογία σπάνιων και απειλούμενων ειδών της Ευρώπης των 27 κρατών-μελών (BirdLife International 2017, EEA 2020), τα οποία σε μεσογειακό επίπεδο συνδέονται με τα ανοικτά αγροτικά συστήματα (όπως τα είδη Alaudidae) και με τις περιοχές με αραιά ή μεμονωμένα δέντρα (όπως τα είδη Laniidae) (Bueno et al. 2019).

Οι βραχυπρόθεσμες πληθυσμιακές τάσεις για τα αγροτικά πουλιά αποκαλύπτουν

ότι 54% των αγροτικών ειδών μειώνονται, 21% είναι σε σταθερή κατάσταση και

μόνο 18% των αγροτικών ειδών βελτιώνονται (Εικόνα 2 / ΕΕΑ 2020). Ο περιβαλλοντικός δείκτης της ΕΕ για τα κοινά είδη πουλιών δείχνει μία μείωση της τάξης του

35% εντός της τελευταίας 30ετίας για 39 είδη κοινών αγροτικών πουλιών (Εικόνα 3 / EEA 2020).

Εικόνα 2: Κατάσταση διατήρησης αγροτικών ειδών στην ΕΕ (πηγή: EEA 2020).

Εικόνα 3: Τάσεις εξέλιξης πληθυσμών κοινών ειδών πουλιών στην ΕΕ

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 84 –

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα, από τα 147 είδη της κατηγορίας “είδη αγρολιβαδικών εκτάσεων”, 60 είναι απειλούμενα και προστατευόμενα, από τα οποία τα 39 είδη είναι αναπαραγόμενα . Μερικά από τα είδη αυτά έχουν πλέον χαρακτηριστεί ως παγκοσμί-

ως απειλούμενα (Πίνακας 1). Συνολικά 8 είδη περιλαμβάνονται στην Κόκκινη Λίστα

της IUCN, 18 είδη αναφέρονται στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της

Ελλάδας και 40 είδη αναφέρονται σε μία από τις τρεις κατηγορίες ειδών Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος για Διατήρηση (SPEC – Species of European Conservation Concern).

Πίνακας 1: Καθεστώς προστασίας των σημαντικότερων αναπαραγόμενων ειδών αγρολιβαδικών ενδιαιτημάτων.

Επιστημονική Ονομασία Ελληνική Ονομασία Ελληνικό Κόκκινο Βιβλίο 2008*

IUCN 2021 SPEC 2017** Παρ/μα

2009/ 147/EK

Alectoris graeca graeca ΠετροπέρδικαVUNT1Ix

Perdix perdix Καμπίσια πέρδικαEN2

Coturnix coturnix ΟρτύκιNT

Phasianus colchicus ΦασιανόςCRx

Burhinus oedicnemus ΠετροτουρλίδαNT3I

Streptopelia turtur ΤρυγόνιVU1

Clamator glandarius ΚισσόκουκοςVUx

Apus apus ΣταχτάραNT3

Coracias garrulus ΧαλκοκουρούναVUI

Melanocorypha calandra ΓαλιάντραVU3I

Alauda arvensis ΣιταρήθραNT3

Oenanthe isabellina ΑμμοπετρόκληςNTx

Hippolais olivetorum ΛιοστριτσίδαNTIx

Sylvia rueppelli ΑιγαιοτσιροβάκοςNTIx

Sylvia nisoria ΓερακοτσιροβάκοςNTIx

Lanius minor ΣταχτοκεφαλάςNTI

Lanius senator ΚοκκινοκεφαλάςNT2

Lanius nubicus ΠαρδαλοκεφαλάςNTIx

Pyrrhocorax pyrrhocorax ΚοκκινοκαλιακούδαENIx

Corvus frugilegus ΧαβαρόνιVU

Emberiza cineracea ΣμυρνοτσίχλονοENNTIx

*CR – Κρισίμως κινδυνεύον, EN – Κινδυνεύον, NT – Σχεδόν απειλούμενο, VU – Ευάλωτο.

**Κατηγορίες SPEC (Species of European Concern): 1- είδη παγκοσμίου ενδιαφέροντος για προστασία, 2- απειλούμενα είδη

που ο παγκόσμιος πληθυσμός τους συγκεντρώνεται στην Ευρώπη, 3- απειλούμενα είδη που ο παγκόσμιος πληθυσμός

τους δεν συγκεντρώνεται στην Ευρώπη.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 85 –
Ι Οδηγία Οριακή κατανομή στην Ευρώπη

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

Στα παραπάνω είδη, θα πρέπει να προστεθούν και ορισμένα που είναι άρρηκτα

συνδεδεμένα με τα αγροδασικά συστήματα, που αν και δεν μειώνονται, κρίνονται

ωστόσο ευάλωτα λόγω της πολύ περιορισμένης κατανομής τους στην Ευρώπη.

Επιπλέον, η ανάγκη προστασίας ειδών με ραγδαία μείωση, όπως το τρυγόνι και

η πετροπέρδικα, ή με περιορισμένη παγκόσμια εξάπλωση, όπως το σαΐνι και ο

κλειδωνάς (σελ. 89), καθιστούν επιτακτική τη λήψη μέτρων για την προστασία και

διατήρηση των αγροδασικών τοπίων, ως μέρος της ευθύνης της χώρας για τη

διατήρηση της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη και τον πλανήτη. Τέλος, είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη πιο σημαντική χώρα στην Ευρώπη μετά

την Ιταλία για τους αναπαραγόμενους πληθυσμούς της πετροπέρδικας (σχεδόν

απειλούμενης σε παγκόσμιο επίπεδο) και φιλοξενεί πάνω από το 30% του παγκόσμιου πληθυσμού, καθώς επίσης και για το σαΐνι, είδος χαρακτηρισμένο ως σπάνιο

στην Ευρώπη (BirdLife International 2017). Άλλα είδη των αγροδασικών ενδιαιτημάτων με οριακή εξάπλωση στην Ευρώπη είναι ο βραχοτσοπανάκος, το αγιοπούλι, ο γερακοτσιροβάκος, ο μελωδοτσιροβάκος, η λιοστριτσίδα κ.ά.

Όλα τα παραπάνω είδη απαιτούν την ύπαρξη ορισμένων δομικών χαρακτηριστικών του αγροδασικού τοπίου, όπως τα μεμονωμένα γέρικα δέντρα και οι διάσπαρτοι θάμνοι σε μίξη με αρόσιμη γη, φυτοφράχτες, ξερολιθιές και ρεματιές, ή ακόμη και και μικρές καμένες εκτάσεις. Για παράδειγμα, η χαλκοκουρούνα (Coracias garrulus), που διατηρεί το 40% της παγκόσμιας κατανομής της στην Ευρώπη, μειώνεται αργά αλλά σταθερά, με ρυθμό 5-20% τα τελευταία 30 χρόνια εξαιτίας της αφαίρεσης γέρικων και κουφαλερών δέντρων σε μεγάλη κλίμακα από τα αγροτικά τοπία στα οποία φωλιάζει (BirdLife International 2017).

Ένα άλλο απειλούμενο είδος, που φωλιάζει σε μεμονωμένα δέντρα εντός μεσογειακών αγροδασικών εκτάσεων, είναι ο κοκκινοκεφαλάς (Lanius senator) που

δείχνει ισχυρή προτίμηση σε ανοικτές θέσεις με χαμηλή βλάστηση που βόσκεται. Επίσης, η δεντροσταρήθρα (Lullula arborea) είναι ένα είδος που χρησιμοποιεί τόσο δασικό όσο και ανοικτό ενδιαίτημα, κι ευνοείται από το μήκος κρασπέδου του δάσους (forest edge), που είναι ιδιαίτερα υψηλό στα αγροδασικά τοπία (Zakkak et al.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 86 –
ΟΙ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΤΟΎ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΟΎ ΕΝΔΙΑΙΤΗΜΑΤΟΣ

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

2016, Παναγιωτοπούλου κ.ά. 2017). Παράλληλα, ο αετομάχος (Lanius collurio) είναι

ένα είδος που προτιμά τον οικοτόνο και απειλείται είτε λόγω των αναδασμών που

συνοδεύονται από καταστροφή φυτοφραχτών, εντατική καλλιέργεια και χρήση

αγροχημικών, είτε από την εγκατάλειψη της περιοδικής καλλιέργειας σε μικρή κλίμακα και της βόσκησης, τα οποία οδηγούν στη δάσωση και, εν τέλει, στην απώλεια ανοικτών ενδιαιτημάτων φωλιάσματος με διάσπαρτα μικρά δέντρα και αγκαθωτούς θάμνους (Τσιακίρης 2000, Zakkak et al. 2015).

Επιπλέον, στα αγροδασικά τοπία εντάσσονται τα προστατευτικά ή/και ιερά δάση

που προσφέρουν θέσεις φωλιάσματος για πολλά πουλιά, καθώς εκεί διατηρούνται

δέντρα μεγάλης ηλικίας με κοιλότητες (Avtzis et al. 2018). Πρόκειται για αρχέγονα

δάση που διαχειρίζονται τοπικά και αποτελούν πολύτιμες νησίδες για πολλά είδη

και κυρίως για δρυοκολάπτες, όπως ο βαλκανικός και ο μεσαίος δρυοκολάπτης (Stara et al. 2015).

Σε κάθε περίπτωση η ετερογένεια στα αγροτικά οικοσυστήματα είναι το θεμελιώδες χαρακτηριστικό τους για τη διατήρηση των αγροτικών ειδών πουλιών και

της βιοποικιλότητας γενικότερα (Zakkak et al. 2016, Παναγιωτοπούλου κ.ά. 2017).

Καθώς ως κύρια απειλή για το 21% όλων των προστατευόμενων ειδών πουλιών

της ΕΕ (ΕΕΑ 2020) θεωρείται η εντατικοποίηση της γεωργίας ή η εγκατάλειψη

των οριακής παραγωγικότητας γαιών, οι “χαμηλές επιδόσεις” των αγροτικών που-

λιών σε επίπεδο διατήρησης μπορούν επίσης να οφείλονται στο ότι η κάλυψη των

περιοχών που χαρακτηρίζονται ως Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ / Specially

Protected Areas - SPA’s) για τα είδη αυτά είναι προς το παρόν ανεπαρκής, ή στο ότι τα ενδιαιτήματά τους μέσα στις ΖΕΠ δεν έχουν σημαντικά βελτιωθεί (ΕΕΑ 2020).

© Μαρία Παναγιωτοπούλου Ι Σισάνι, Δυτική Μακεδονία

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 87 –

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει μια παράδοξη αντίφαση μεταξύ της αξίας διατήρησης και της φυσικότητας στα μεσογειακά αγροδασικά τοπία για τα πουλιά. Τα

πιο διαταραγμένα, διανοιγμένα ενδιαιτήματα, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν λιγότερο φυσικά από τα καθαυτά δάση, έχουν μεγαλύτερη αξία διατήρησης, επειδή φιλοξενούν σπανιότερα και περισσότερα είδη, κυρίως είδη που προτιμούν

τα ανοικτά ενδιαιτήματα και τη χαμηλή θαμνώδη βλάστηση. Κατά συνέπεια, για τη

διατήρηση αυτών των ομάδων πουλιών θα πρέπει να ακολουθείται μία κοινωνικοοικονομική προσέγγιση που θα αφορά στη διατήρηση των δραστηριοτήτων στα

τοπία αυτά μέσω της συνέχισης της άσκησης χαμηλής έντασης αγροτικών δραστηριοτήτων (Brotons et al. 2018).

Είναι γεγονός ότι τα κοινά αγροτικά πουλιά μειώνονται σε όλη την Ευρώπη. Δημιουργούνται όμως ελπίδες από τα λίγα αγροδασικά τοπία που οριακά “επιβιώνουν”

και διατηρούν την ποικιλία της ορνιθοπανίδας που προαναφέρθηκε. Πρόκειται για

περιοχές που διέφυγαν της εντατικοποίησης και της αλλαγής χρήσης γης και σήμερα αποτελούν “παράδεισο” για τα αγροτικά πουλιά σε πολλά σημεία της Μεσογείου, όπως είναι πολλές περιοχές της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας (Tsiakiris et al. 2009). Η δυναμική αυτών των οικοσυστημάτων μπορεί να διατηρηθεί μόνο μέσω παραδοσιακών διαχειριστικών πρακτικών που μπορούν να βοηθήσουν τα είδη ορνιθοπανίδας να επιβιώσουν. Εκτατική βόσκηση από αίγες και πρόβατα, διατήρηση παραδοσιακών καλλιεργειών, ή ακόμη κι ελεγχόμενη καύση και άλλα εργαλεία θα πρέπει να εφαρμοστούν προκειμένου να διατηρηθεί ή και να επαναδημιουργηθεί ένα μωσαϊκό ανοικτών αγροδασικών ενδιαιτημάτων (Τσιακίρης 2009).

© Μαρία Παναγιωτοπούλου Ι Λευκοτσικιάδες, Νυμφόπετρα, Κεντρική Μακεδονία

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 88 –

Μαρία Παναγιωτοπούλου | Πουλιά και αγροδασικά τοπία στην Ελλάδα

ΚΛΕΙΔΩΝΑΣ (Poecile lugubris)

Ο Κλειδωνάς είναι ένα χαρακτηριστικό είδος των

αγροδασικών τοπίων στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Παρά την περιορισμένη κατανομή του, ο κλειδωνάς δεν εντάσσεται σε κάποια κατηγορία

απειλούμενου ή προστατευόμενου είδους.

Στην Ελλάδα απαντάται σε υψόμετρο έως και 2000 μ., σε μία ποικιλία ενδιαιτημάτων, αν και σε πιο ανοικτά ενδιαιτήματα σε σχέση με αυτά των

© Μαρία Παναγιωτοπούλου

άλλων συγγενικών ειδών Paridae, και σχεδόν πάντα δείχνει να αποφεύγει το πυκνό δάσος. Τυπικό ενδιαίτημα είναι οι πλαγιές με διάσπαρτα δέντρα (δρύες, ελιές) και

θάμνους (π.χ. Juniperus) που περιλαμβάνουν αναβαθμούς με σιτηρά, μη εντατικά

καλλιεργούμενα ή εγκαταλειμμένα χωράφια, μικρά ανοίγματα και λιβαδάκια μέσα

σε δάση χαλεπίου πεύκης, βοσκόμενους θαμνώνες, μακκία βλάστηση με αραιά δέ-

ντρα ή θάμνους, που περιλαμβάνουν ελιές, οπωροφόρα, όπως δαμασκηνιές και

αμυγδαλιές, αμπέλια και αραιά δάση με βελανιδιές, οξιές, ιτιές και λεύκες ή κωνοφόρα, ιδιαίτερα σε πετρώδεις περιοχές με αραιή βλάστηση, ακόμη και στα αραιά

δασολίβαδα των ορεινών δασοορίων συχνά με αιωνόβιες άρκευθους (οικότοπος

προτεραιότητας 9560*). Στην Πρέσπα, τυπικό ενδιαίτημα του είδους είναι ο οικοτό-

νος μεταξύ δάσους πλατυφύλλων ειδών και αγροτικής γης. Πρόκειται για μια ζώνη

που βρίσκεται σε υψόμετρο μεταξύ 850 και 1100 μ. και περιλαμβάνει βοσκότοπους, οικισμούς, μικρά χωράφια με φυσικούς φυτοφράχτες και ξερολιθιές (Catsadorakis and Källander 1999).

Αναπαράγεται από τον Μάρτιο ως και νωρίς τον Αύγουστο και είναι μονογαμικό είδος. Τρέφεται με σπόρους και δημιουργεί αποθήκες τροφής τον χειμώνα (“hoarding species”, Panayotopoulou et al. 2006). Στη Βόρεια Ελλάδα ο κλειδωνάς έχει αραιούς

πληθυσμούς και μία ασυνεχή κατανομή και είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά είδη.

Xάρτης: Παγκόσμια

κατανομή του Κλειδωνά

(πηγή: BirdLife International)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 89 –

Εμβληματικά

αρπακτικά πουλιά

σε αγροδασικά

συστήματα

Λέξεις κλειδιά: πτωματοφάγα, εκτατική κτηνοτροφία, μωσαϊκό ενδιαιτημάτων © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Χρυσαετός στην Αιτωλοακαρνανία

Ρήγας Τσιακίρης Επιστημονικός συνεργάτης Πράσινου Ινστιτούτου Ιερολοχιτών 21, Νέα Ζωή, 45500 Ιωάννινα rigastsiakiris@gmail.com

Ρήγας Τσιακίρης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Kαμία άλλη ομάδα ζώων δεν έχει τόσο πολύ συνδεθεί στο μυαλό

μας με τα αγροδασικά τοπία όσο τα αρπακτικά πουλιά, ιδιαίτερα οι

μεγαλόσωμοι γύπες και οι εμβληματικοί αετοί. Και αυτό δεν είναι

καθόλου τυχαίο εξελικτικά αφού τέτοια τοπία, φυσικά ή ανθρωπογενή, συγκεντρώνουν στην Ευρώπη, ιδιαίτερα την άνοιξη και το καλοκαίρι, τη

μεγαλύτερη ποικιλία αρπακτικών

πουλιών του πλανήτη. Αναφορικά

μάλιστα με τους πτωματοφάγους

γύπες, που στο εγγύτερο παρελθόν

αποτελούσαν την πολυπληθέστερη

ομάδα αρπακτικών πουλιών

του κόσμου, σήμερα η Ευρώπη

Τα πτωματοφάγα αρπακτικά, καθώς συνδέονται άρρηκτα με

την εκτατική κτηνοτροφία, είναι

τα χαρακτηριστικότερα είδη των

αγροδασολιβαδικών τοπίων

θεωρείται η ήπειρος με την γρηγορότερη ανάκαμψή τους, καθώς αλλού

απειλούνται με εξαφάνιση. Παρόλο που τα περισσότερα μεγαλόσωμα

αρπακτικά πουλιά φωλιάζουν σε δέντρα, χρειάζονται ένα μωσαϊκό από

“ανοιχτές” εκτάσεις για να εντοπίσουν τη λεία τους, σε τέτοια ποικιλία και αφθονία που να είναι αρκετή για τη διατήρηση εύρωστων πληθυσμών, είτε στον χώρο φωλιάσματος είτε στην περιοχή διαχείμασης. Αυτός άλλωστε

είναι και ο λόγος που πολλά αρπακτικά πουλιά των αγροδασικών τοπίων μεταναστεύουν στις σαβάνες της Αφρικής.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 91 –
| Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε
αγροδασικά συστήματα ©
Hristo Peshev Ι Όρνια, Φαράγγι της Κρέσνα, Βουλγαρία

Ρήγας Τσιακίρης | Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματα

ΠΤΩΜΑΤΟΦΑΓΑ ΑΡΠΑΚΤΙΚΑ ΚΑΙ

ΜΕΤΑΚΙΝΟΎΜΕΝΗ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΑ

Καθώς οι γύπες, δηλαδή το όρνιο (Gyps fulvus), ο μαυρόγυπας (Aegypius monachus),

ο γυπαετός (Gypaetus barbatus) και ο ασπροπάρης (Neophron percnopterus) όσον

αφορά την Ευρώπη, είναι σχεδόν αποκλειστικά πτωματοφάγα είδη, δεν αποτελεί

έκπληξη ότι συνδέονται με την εκτατική κτηνοτροφία και τα αγροδασικά τοπία.

Καθώς φαίνεται, οι άνθρωποι συνδεόμαστε με τους γύπες από την αυγή του πολιτισμού μας μέχρι σήμερα. Αρχικά, οι άνθρωποι ακολουθούσαν τα σμήνη τους

για να εντοπίσουν και να κλέψουν τα φρέσκα κουφάρια που αποτελούσαν την

τροφή τους. Στην εποχή μας, αντίθετα, οι γύπες ακολουθούν τους ανθρώπους και

τα κοπάδια των αγροτικών ζώων που υποκατέστησαν εκείνα των οπληφόρων ή, τελευταία, συγκεντρώνονται εκεί όπου απορρίπτονται τα πτώματα των μονάδων εντατικής εκτροφής (Panagiotopoulou et al. 2018).

Εικόνα 1: Στον χάρτη (αριστερά) απεικονίζονται συνήθεις πτήσεις όρνιων το καλοκαίρι στην Δυτική Ελλάδα, όπως καταγράφηκαν πρόσφατα με δορυφορική τηλεμετρία. Για παράδειγμα το όρνιο με κωδικό H2 (δεξιά), ξεκίνησε το πρωί από την αποικία στην Πάλαιρο, περιπλανήθηκε σε ολόκληρη την νότια Πίνδο μέχρι σχεδόν την πόλη των Ιωαννίνων και επέστρεψε για να κουρνιάσει στην αποικία της Κλεισούρας Μεσολογγίου διανύοντας

περίπου 500 χιλιόμετρα σε μία ημέρα © Εικόνα όρνιου: Γιάννης Ρουσόπουλος.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 92 –

Ρήγας Τσιακίρης | Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματα

Ειδικότερα στη νότια Βαλκανική, που χαρακτηρίζεται από ένα εξαιρετικά πολυσχιδές ανάγλυφο, μια αδιάσπαστη αλληλουχία αγροδασικών τοπίων φαίνεται να

κυριαρχούσε μέχρι την προβιομηχανική εποχή, ξεκινώντας από τις παράκτιες περιοχές και φτάνοντας μέχρι και τα ψηλά βουνά. Τα τοπία αυτά, σμιλεμένα από

την εκτατική κτηνοτροφία (χωρική, μετακινούμενη και νομαδική) και τη γεωργία

γύρω από διάσπαρτους οικισμούς, συνδέονταν επίσης με την εξέλιξη διαφόρων

πολιτισμικών συστημάτων και την ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα των τοπικών

κοινωνιών που ασκούσαν αγροδασικές πρακτικές εδώ και αιώνες. Ειδικότερα τα

δασολιβαδικά τοπία τύπου “σαβάνας”, παρόμοια σε πολύ μεγάλο βαθμό με εκείνα

που δημιουργήθηκαν στο τέλος της παγετώδους περιόδου, αποτελούσαν ίσως τη

συνέχεια της Αφρικανικής σαβάνας και εκτείνονταν κατά μήκος όλης της ανατολικής Μεσογείου, όπου μετακινούνταν εποχιακά κοπάδια από άγρια οπληφόρα ζώα, τα οποία ακολουθούσαν φυσικά οι πτωματοφάγοι γύπες. Πρόσφατη εφαρμογή δορυφορικής τηλεμετρίας σε μαρκαρισμένα όρνια που γεννήθηκαν στις τελευταίες αποικίες τους στα Βαλκάνια (αλλά και σε μεταναστευτικούς ασπροπάρηδες) δείχνει ότι αυτά ακολουθούν την ίδια διαδρομή μέχρι σήμερα, αναζητώντας τροφή

σε αγροδασικά τοπία της Μέσης Ανατολής, της Αραβικής Χερσονήσου και της Ανα-

τολικής Αφρικής και φτάνουν μέχρι και τα σύνορα Ιράν-Ιράκ, αναζητώντας τροφή

σε τοπία που θυμίζουν έντονα την ημιορεινή και νησιωτική Ελλάδα, όπου η εκτα-

Εικόνα 2. Ενδεικτικός χάρτης μετακινήσεων κτηνοτρόφων προς τα δυτικά χειμαδιά (βασισμένος στο Ψυχογιός κ.ά. 1987) και αποικίες όρνιων (Tsiakiris et al. 2014)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 93 –

Ρήγας Τσιακίρης | Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματα

τική κτηνοτροφία και η γεωργία μικρής κλίμακας γύρω από τα χωριά αποτελεί

ακόμη την κύρια δύναμη διαμόρφωσης του τοπίου (Tsiakiris et al. 2018).

Παρόλο που η κατάρρευση των πληθυσμών των γυπών οφείλεται κυρίως στην εκτεταμένη χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων, η οποία αποδόθηκε στην εντατικοποίηση της κτηνοτροφίας και την παγκόσμια προσπάθεια μείωσης των απωλειών (βοσκόντων) αγροτικών ζώων από σαρκοφάγα θηλαστικά, στους τελευταίους εφτά ηπειρωτικούς θύλακες μόνιμης παρουσίας των όρνιων στα Βαλκάνια (Peshev et al. 2021) διατηρείται σε μεγάλο βαθμό το αγροδασικό τοπίο που καλύπτει τις ανάγκες τους. Χαρακτηριστικές τέτοιες περιοχές βρίσκονται στη χώρα μας

στην Ανατολική Θράκη, τη Δυτική Μακεδονία και ιδιαίτερα την Αιτωλοακρανανία, όπου μαζί με τα βουνά της νότιας Πίνδου αποτελούν τον μόνο και πλέον εκτεταμένο ανάλογο θύλακα στα Βαλκάνια, όπου τα όρνια ζουν ακόμη χωρίς υποστηρικτικές δράσεις διατήρησης (π.χ. ταΐστρες). Πρόσφατα βρέθηκε, με την βοήθεια της

δορυφορικής τηλεμετρίας, ότι διανύουν αποστάσεις μέχρι και 500 χιλιομέτρων

την ημέρα (Εικόνα 1), αναζητώντας νεκρά ζώα στους εκτεταμένους βοσκοτόπους

(δασολίβαδα, θαμνολίβαδα και ορεινά ποολίβαδα), όπου συνεχίζει να ασκείται εδώ

και αιώνες η εκτατική κτηνοτροφία (Tsiakiris et al. 2014, βλέπε Εικόνα 2).

Αντίστοιχα τοπία στην Κρήτη φιλοξενούν τη μεγαλύτερη πυκνότητα και αριθμό

όρνιων στον κόσμο, αλλά και τον μοναδικό, εν μέρει πλέον ασφαλή, νησιωτικό

πληθυσμό γυπαετού του πλανήτη. Το ίδιο συμβαίνει και στις τρεις τελευταίες περιοχές όπου φώλιαζαν μέχρι πρόσφατα οι μαυρόγυπες, δηλαδή την Αιτωλοακαρ-

νανία, τον Όλυμπο και την Ανατολική Θράκη. Η τελευταία διατηρεί μέχρι σήμερα τον μοναδικό βιώσιμο θύλακα του είδους στην Ανατολική Ευρώπη, όχι μόνο

χάρη στις δράσεις διατήρησης στην τελευταία αποικία τους στην Δαδιά του Έβρου, αλλά και εξαιτίας μιας μεγάλης έκτασης στην ανατολική Ροδόπη, όπου οι ντόπιοι

Πομάκοι συνεχίζουν να διατηρούν το μεγαλύτερο ενιαίο δασολιβαδικό τοπίο των Βαλκανίων. Τέλος, πρόσφατη μελέτη για το ενδιαίτημα αναπαραγωγής του παγκοσμίως απειλούμενου με εξαφάνιση ασπροπάρη (Oppel et al. 2017), έδειξε ότι αυτός προτιμά το αγροδασικό μωσαϊκό, συχνά γύρω από οικισμούς και κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις. Συνδυάζοντας κανείς τη σημερινή κατανομή των γυπών στα ηπειρωτικά Βαλκάνια, θα εκπλαγεί με το γεγονός ότι εντέλει απαντούν κυρίως σε διασυνοριακές περιοχές, όπου συχνά για πολιτικούς λόγους συνεχίζουν να κυριαρχούν αγροδασικά τοπία με έντονο μωσαϊκό χρήσεων γης, τέτοια που θυμίζουν τα προβιομηχανικά δασολιβαδικά τοπία στις γκραβούρες των χωρών της υπόλοιπης κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 94 –

Ρήγας Τσιακίρης | Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματα

ΑΕΤΟΙ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΤΕΡΑ ΑΡΠΑΚΤΙΚΑ ΠΟΎΛΙΑ

ΣΤΟ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΟ ΜΩΣΑΪΚΟ

Ξεκινώντας από τις παράκτιες περιοχές και τους εσωτερικούς υγροτόπους, ο ψαραετός (Pandion haliaetus) και ο θαλασσαετός (Haliaeetus albicilla) φωλιάζουν σε

υδροχαρή δέντρα ή σε παρόχθια δάση και κυνηγούν ψάρια ο πρώτος και ποικι-

λία ζώων ο δεύτερος, ενώ σε αυτά τα δέντρα κουρνιάζουν τον χειμώνα και οι στικταετοί (Clanga clanga). Ακολουθώντας το

ανάγλυφο στις εσωτερικές πεδινές και ημιορεινές εκτάσεις με “ανοιχτά” δάση, που συχνά

περιλαμβάνουν μωσαϊκό μικρών υγροτόπων

-ενίοτε εποχιακών- θα βρούμε το κορυφαίο

είδος των αγροδασικών τοπίων, τον βασιλαε-

τό (Aquila heliaca). Τέτοιες εκτάσεις υπάρχουν ακόμη στη Βόρεια Μακεδονία και την ανατολική Βουλγαρία, όπου ο εμβληματικός βασιλαετός διατηρεί ακόμη τους τελευταίους βιώσιμους πληθυσμούς του. Αντίστοιχα τοπία στη Δυτική Ελλάδα, Μακεδονία και Έβρο φιλοξενούσαν μέχρι πρόσφατα τα τελευταία ζευγάρια του

είδους στην χώρα μας, αλλά αποτελούν και ενδιαίτημα του κραυγαετού (Clanga pomarina), του τσίφτη (Milvus migrans) και παλιότερα του ψαλιδιάρη (Milvus milvus), της κοινής γερακίνας (Buteo buteo) και του σαϊνιού (Accipiter brevipes)

Όλα φωλιάζουν σε δέντρα, αλλά κυνηγούν μικρά θηλαστικά, πουλιά, ερπετά και

αμφίβια σε ανοιχτές εκτάσεις, συχνά εποπτεύοντας τη λεία τους από τα διάσπαρτα δέντρα, όπως και τα περισσότερα είδη γερακιών (Falco spp.).

Τα περισσότερα είδη αετών φωλιάζουν σε δέντρα, αλλά χρειάζονται αγροδασικά μωσαϊκά για να εντοπίσουν τη λεία τους © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Σφηκιάρης, Αιτωλοακαρνανία

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 95 –

Ρήγας Τσιακίρης | Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματα

Σε μερικώς δασωμένες πλαγιές θα βρούμε ακόμη τον γερακαετό (Hieraaetus pennatus) και τον φιδαετό (Ciraetus gallicus), άρρηκτα συνδεδεμένους με αγροδασικά μωσαϊκά (Sánchez-Zapata and Calvo 2001). Μάλιστα, η συρρίκνωση των

ανοιχτών εκτάσεων στη βροχερή δυτική Πίνδο έχει μειώσει τόσο το ενδιαίτημα

του φιδαετού, που παρατηρείται πλέον να κυνηγά μόνο στα δασοόρια και στην

περιφέρεια οικισμών! Όμως ακόμη και τυπικά “δασικά” είδη, όπως ο σφηκιάρης

(Pernis apivorus) το καλοκαίρι και το διπλοσάϊνο (Accipiter gentilis) τον χειμώνα, χρειάζονται συχνά ξέφωτα για να κυνηγήσουν, τα οποία διατηρούνται ανοιχτά με την κτηνοτροφία. Τέλος, ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos), ένα ευπροσάρμοστο είδος των ανοιχτών δασο-θαμνολιβαδικών εκτάσεων, προτιμά στη χώρα μας τις

χελώνες, τις οποίες μάλιστα σπάει πετώντας τες από ψηλά σε αιχμηρά βράχια. Συμπληρώνοντας την παραπάνω εικόνα με νησιωτικές και μεσογειακές περιοχές, το ενδιαίτημα του σπιζαετού (Aquila fasciata) και της αετογερακίνας (Buteo rufinus), που φωλιάζουν σε βράχια, αποτελείται επίσης συχνά, αν και όχι αποκλειστικά, από

αγροκτηνοτροφικές εκτάσεις όπου διατηρούνται παραδοσιακές δραστηριότητες

του πρωτογενή τομέα. Τέλος τα κοινότερα αρπακτικά της Ελλάδας και της Ευρώπης, δηλαδή η γερακίνα (Buteo buteo) και το βραχοκιρκίνεζο (Falco tinnunculus)

προτιμούν αγροδασικά τοπία για φώλιασμα και αναζήτηση της λείας τους, όπως

και απειλούμενα είδη σαν το κιρκινέζι (Falco naumanii) που απαντά σε περισσότερο στεπικές περιοχές, τον μαυροπετρίτη (Falco eleonorea) που κυνηγά έντομα

πριν την περίοδο της αναπαραγωγής σε καλλιεργούμενες αγροδασικές περιοχές

στα νησιά του Αιγαίου και τον δεντρογέρακα (Falco subbuteo) που φωλιάζει σε

αραιές δασολιβαδικές εκτάσεις στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Συνολικά από τα 36 είδη αρπακτικών που απαντούν στην Ελλάδα, τα 33 απαντούν

είτε μόνιμα είτε εποχιακά σε αγροδασικά τοπία. Από αυτά, 26 βρίσκονται υπό

καθεστώς απειλής στην Ευρώπη, 19 περιλαμβάνονται στον ελληνικό και 9 στον

παγκόσμιο Κόκκινο Κατάλογο [στις κατηγορίες “κρισίμως κινδυνεύοντα”, “κινδυ-

νεύοντα”, “τρωτά” ή “σχεδόν απειλούμενα” (CR, EN, VU, NT)]. Για τα είδη αυτά απαιτούνται άμεσες ενέργειες για τη διατήρηση και αποκατάσταση των πληθυσμών τους, τόσο από την εθνική όσο και στην ευρωπαϊκή νομοθεσία, που πολύ συχνά αφορούν σε ειδικές διαχειριστικές δράσεις σε αγροδασικά τοπία. Έτσι, μέχρι σήμερα έχουν συνταχθεί 11 Διεθνή Σχέδια Δράσης για αντίστοιχα απειλούμενα είδη

τα οποία χρειάζεται άμεσα να υλοποιηθούν και μπορούν να γίνουν ευκολότερα

πράξη με την εφαρμογή οριζόντιων αγροδασικών πολιτικών, ιδιαίτερα εντός της ΕΕ.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 96 –

ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΡΠΑΚΤΙΚΩΝ

ΠΟΎΛΙΩΝ ΣΤΗΝ

Καθώς η κλιματική αλλαγή και κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες οδηγούν σταδιακά στην εγκατάλειψη των αγροδασικών τοπίων και των δραστηριοτήτων που

τα διατηρούν ζωντανά, φαίνεται ότι τα αρπακτικά πουλιά (“είδη χαρακτηρισμού”

για τις περισσότερες περιοχές του δικτύου Νatura 2000 στην Ελλάδα), θα συνεχίσουν να συρρικνώνονται πληθυσμιακά, ακολουθώντας την τάση των αγροτικών

ειδών πουλιών της Ευρώπης. Είναι εντυ-

πωσιακό ότι οι περισσότερες δράσεις

διατήρησής τους μέχρι σήμερα εστιά-

ζονται σε επιμέρους μέτρα εντός περιορισμένων περιοχών προστασίας, παρά

σε ευρύτερες πολιτικές του αγροτικού

Καθώς 33 από τα 36 είδη αρπακτικών

πουλιών στην Ευρώπη απαντούν

μόνιμα ή εποχιακά σε και σε αγροδασικά τοπία, η διατήρηση, ιδιαίτερα των απειλούμενων με

εξαφάνιση ειδών, είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αποκατάσταση και διατήρηση των αγροδασικών τοπίων

τομέα που θα διασφαλίσουν τους πληθυσμούς τους στο διηνεκές, όσο και στην συνδεσιμότητα μεταξύ των σημερινών

πυρήνων εξάπλωσης, αλλά και την ανάκαμψη των ειδών που απειλούνται με εξα-

φάνιση ή έχουν ήδη εκλείψει. Το μόνο ρεαλιστικό εργαλείο για τη διατήρηση εύρωστων πληθυσμών για τα περισσότερα είδη είναι η πρόκριση της αγροδασοπονί-

ας ως μιας βιώσιμης λύσης για τη διατήρηση και αποκατάσταση των τοπίων που

υποστηρίζουν τη μεγαλύτερη αφθονία και πληθυσμιακή πυκνότητα αρπακτικών πουλιών στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Χειμωνόκιρκος στην βόρεια Ελλάδα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 97 –Ρήγας Τσιακίρης | Εμβληματικά αρπακτικά πουλιά σε αγροδασικά συστήματα
ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Διαμόρφωση του

αγροδασικού τοπίου

άγρια ζωή

Λέξεις κλειδιά: πανίδα, συνδεσιμότητα, ενδιαιτήματα, κτηνοτροφία

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας

Βιολόγος - περιβαλλοντολόγος Παλαμίδου 25, 54633 Θεσσαλονίκη bousbourasd@gmail.com

και
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Σκίουρος σε αιωνόβια καρυδιά

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή

ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΎ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΟΎ ΤΟΠΙΟΎ

Hσυνεχής πάλη του αγρότη, μέχρι πριν την εκμηχάνιση της γεωργίας, για

να διατηρήσει παραγωγική την καλλιεργήσιμη γη του, ήταν η πάλη με

το νερό και την άγρια βλάστηση. Ας έχουμε στον νου μας πώς ήταν η

ύπαιθρος σε όλο τον κόσμο μέχρι πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο και σε

πολλά μέρη ακόμα και μέχρι πριν λίγες

δεκαετίες. Ο άνθρωπος, χωρίς βαριά

μηχανήματα, πήγαινε στο χωράφι

με κάποιο ζώο φόρτου ή με το κάρο

και κρεμούσε το σακούλι του και το

δοχείο του με το νερό στο κλαδί ενός

μεγάλου δένδρου, συνήθως στη μέση

Οι δασολιβαδικοί οικότοποι, διαθέτουν υψηλό ποσοστό κάλυψης από οικοτόνους, υποστηρίζοντας μεγάλη ποικιλία μικροενδιαιτημάτων, ειδών και οικοσυστημικών υπηρεσιών

του χωραφιού. Ήταν ένα δένδρο που απέμεινε από την αυτοφυή βλάστηση που

προϋπήρχε ή που το είχαν αφήσει να αναπτυχθεί από ένα βελανίδι ή ένα σπόρο

που κύλησε από τις γύρω πλαγιές, για να έχουν σκιά το καλοκαίρι.

Η αγροτική γη είναι το αποτέλεσμα της τροποποίησης από τον άνθρωπο των φυσικών περιοχών: δασών, θαμνώνων, υγροτόπων και στεπών. Η γεωργία είναι στην

πραγματικότητα η επέκταση της δραστηριότητας του ανθρώπου στο ενδιαίτημα

των άλλων ειδών. Μέχρι πριν την απόλυτη εκμηχάνιση του αγροτικού χώρου και

την ισοπέδωση και ομογενοποίηση μεγάλων εκτάσεων, η άγρια ζωή έβρισκε τόπο

στο παραδοσιακό αγροτικό σύστημα. Μερικά είδη μάλιστα πρέπει να ευνοήθηκαν, όπως είναι τα είδη που θέλουν μεγάλες ανοικτές εκτάσεις. Οι λαγοί μέχρι πριν

τη γενίκευση των πυροβόλων όπλων και την εκτεταμένη χρήση φυτοφαρμάκων

ήταν σχεδόν παντού, στα λιβάδια, στα σιταροχώραφα, στα αμπέλια, στους ελαιώνες. Αντίθετα, δεν απαντούν στις μεγάλες γεωργικές εκτάσεις χωρίς φυτοφράχτες. Εκεί ακόμα και ένα τόσο ευπροσάρμοστο ζώο δεν μπορεί να επιβιώσει.

Τα αγροδασικά τοπία, αντίθετα, προσφέρουν δυνατότητες για επιβίωση και ευζωία σε πολλά διαφορετικά είδη χερσαίων ζώων, εκτός από αυτά που απαιτούν

αμιγώς δασικό περιβάλλον. Αυτά τα τοπία διατηρούν στοιχεία από την προ της

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 99 –
ΑΓΡΙΑ ΖΩΗ
ΚΑΙ

επέμβασης του ανθρώπου κατάσταση, επιτρέποντας σε αρκετά είδη να τα χρησιμοποιούν ως τον κύριο χώρο διαβίωσής τους ή να είναι μέρος της επικράτειάς

τους. Τα στοιχεία αυτά και η βιολογία των ειδών είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε την αξία του αγροδασικού τοπίου για τη βιοποικιλότητα, αλλά και για να

σχεδιάσουμε μια γεωργία που θα έχει ως αρχές τη σταθερότητα της απόδοσης, την παραγωγή ασφαλών τροφίμων και τη διατήρηση των ειδών κάθε τόπου.

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Χωματόφρυνος (Bufo bufo), (Μπζιάκα, Μπράσκα, Βούζα)

ΑΜΦΙΒΙΑ

Η μάχη του ανθρώπου με το νερό στον αγροτικό χώρο τον οδήγησε σε αποξηράνσεις της γης που βάλτωνε, ή όπου το έδαφος ήταν κορεσμένο με νερό κατά την

βλαστητική περίοδο ή σε ορισμένα σημεία που υπήρχε ρηχό νερό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Οι αποξηράνσεις αυτές συνέβαλλαν στην ελάττωση των κρουσμάτων ελονοσίας με τη μείωση των κουνουπιών, αλλά ταυτοχρόνως και πάρα

πολλών άλλων ειδών εντόμων και άλλων ασπόνδυλων. Από τις ομάδες ειδών που

επλήγησαν περισσότερο είναι τα αμφίβια γιατί μειώθηκε η τροφή τους (τα έντομα)

και μειώθηκαν οι χώροι αναπαραγωγής τους, μικρές ενότητες με στάσιμα νερά ή

μικρά λιμνία, στις άκρες των χωραφιών. Αυτή ήταν η εξέλιξη στις πεδινές περιοχές. Στις ημιορεινές και ορεινές εκτάσεις με έντονο ανάγλυφο, το νερό που τρέχει σε ρέματα και ποταμούς δεσμεύεται στις περισσότερες περιπτώσεις για την

ύδρευση και την άρδευση είτε στην πηγή, είτε με φράγματα. Έτσι οι μισγάγγειες

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 100 –

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή

και τα ρυάκια που βρίσκονται δίπλα στα χωράφια έχουν νερό μόνο κατά τις καταρ-

ρακτώδεις βροχές. Οι θέσεις που διατηρούσαν νερό σε όλη τη διάρκεια του έτους

ή τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού είναι πλέον ξερές. Η απώλεια του

ενδιαιτήματος είναι ο σημαντικότερος λόγος για τον οποίο τα αμφίβια είναι από τα

πιο απειλούμενα σπονδυλόζωα παγκοσμίως από την αρχή που η Διεθνής Ένωση

για τη Διατήρηση της Φύσης – IUCN αξιολόγησε την κατάσταση των ειδών στον πλανήτη (Stuart et al. 2004).

Γνωρίζοντας τα παραπάνω, αν θέλουμε να διατηρήσουμε τη βιοποικιλότητα, δεν

έχουμε παρά να ακολουθήσουμε τον δρόμο της φύσης και της εξοικονόμησης

πόρων, καθώς και ορισμένες από τις πρακτικές που εφάρμοζαν παραδοσιακά οι

αγρότες. Στις βόρειες χώρες διαμορφώνονται λιμνία (pods) για το πότισμα των

ζώων, την άρδευση και για αναψυχή. Εκεί που ο υδροφόρος ορίζοντας είναι ψηλά, αρκεί να σκάψει ο αγρότης και το υπόγειο νερό θα κατακλύσει το λιμνίο. Στον

Νότο όμως, όπου ο υδροφορέας είναι συνήθως χαμηλά, η λύση για το πότισμα

των ζώων ή για την άρδευση είναι η δημιουργία ενός λιμνίου κοντά σε πηγές ή

κατά μήκος της μισγάγγειας. Αυτές οι τεχνικές, που χάνονται πλέον σήμερα, ανα-

καλύπτονται πάλι σε δυσπρόσιτα μέρη, όπως π.χ. στον Τίταρο για την καλλιέργεια

ορεινής πατάτας. Η εκμετάλλευση του αναγλύφου για να υπάρχουν βαθύτερες

και ρηχότερες θέσεις, με ή χωρίς υπερυδατική βλάστηση, ευνοεί τα αμφίβια, από

τους κοινούς λιμνοβάτραχους (Pelophylaxsp.) έως τους πιο σπάνιους λοφιοφόρους τρίτωνες (Triturusmacedonicus&Triturusivanbureshi). Έτσι δεν χρειάζεται

να ανακαλύψει κανείς τον τροχό εξ αρχής, αρκεί να εφαρμόσει αντίστοιχες παραδοσιακές τεχνικές (Μπούσμπουρας 2021).

Παροχετεύοντας νερό για την άρδευση, με αποκατάσταση του μαιανδρισμού των

ποταμών, της φυσικής ροής σε ρυάκια ή σε λιμνίο με μια απλή εκβάθυνση σε ένα

άκρο του χωραφιού, εκεί όπου συνήθως αφήνεται ένα ακαλλιέργητο τμήμα, βελτιώνονται οι συνθήκες για πολλά είδη. Τα ζώα θα έρθουν να πιούν νερό, μεταξύ των

οποίων και πολλοί θηρευτές των ειδών που προκαλούν ζημιές στις καλλιέργειες, ελέγχοντας έτσι τον πληθυσμό τους. Ακόμα και αν η θέση αναπαραγωγής των

αμφιβίων δεν είναι δίπλα στο χωράφι, αλλά κάπου κοντά, πάλι θα είναι μια θετική

παρέμβαση αφού τα είδη που κινούνται μακριά από το νερό, όπως οι φρύνοι (Bufo sp.)και οι δενδροβάτραχοι (Hylaarborea), θα εμφανιστούν στις καλλιέργειες αναζητώντας έντομα και άλλα ασπόνδυλα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 101 –

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή

ΕΡΠΕΤΑ

Μια άλλη μάχη του ανθρώπου με το νερό γίνεται για την αντιμετώπιση της διάβρω-

σης. Στις επικλινείς εκτάσεις οι άνθρωποι διαμόρφωναν αναβαθμούς - πεζούλες

χρησιμοποιώντας την τεχνική της ξερολιθιάς. Οι ξερολιθιές αυτές μοιάζουν πολύ

με φυσικούς βράχους και εκτάσεις με λιθώνες σε ξηρικά τοπία καθώς οι πέτρες

δεν συγκολλούνταν και διέθεταν κενά μεταξύ των λιθοδομών. Πάνω τους λιάζο-

νται οι σαύρες, κάνοντας θερμορύθμιση, ενώ στις τρύπες τους κρύβονται όταν

αντιληφθούν κάποιον εχθρό. Δεν είναι παράλογο να υποθέσουμε, ότι με τέτοιες

κατασκευές έχουν ευνοηθεί ορισμένα είδη σαυρών, ίσως και κάποια είδη φιδιών

που επίσης κρύβονται στις ξερολιθιές. Δυσκολεύονται όμως οι χελώνες που δεν

μπορούν να περάσουν από ορισμένα σημεία. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να

πούμε ότι οι αναβαθμοί, εκτός του ότι συγκρατούν το έδαφος και βελτιώνουν την

αισθητική του τοπίου, αυξάνουν πολύ τη βιοποικιλότητα και τους πληθυσμούς των

θηρευτών εντόμων και τρωκτικών που μπορεί να προκαλούν ζημιά στις καλλιέργειες.

Όταν η μάχη του ανθρώπου με την φυσική βλάστηση, που έχει τάση να επαναποικίσει τον φυσικό της χώρο, έρθει σε μια ισορροπία, το αποτέλεσμα είναι φυτοφράκτες και ακαλλιέργητες ζώνες μεταξύ των χωραφιών, όπου αναπτύσσονται

θάμνοι και δένδρα σε γραμμές ή λόχμες. Οι θέσεις αυτές αφήνονται είτε για προ-

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι φίδι Σαίτα (Platyceps najadun)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 102 –

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή

στασία της καλλιέργειας, είτε γιατί βρίσκονται στον πιο δύσκολο για καλλιέργεια

τόπο. Στα ζεστά κλίματα εκεί θα βρουν τα ερπετά τον χώρο για να διαφύγουν

των υψηλών θερμοκρασιών το καλοκαίρι και εκεί βαθιά μέσα σε ρίζες και πέτρες

μπορεί να βρίσκεται το χειμερινό τους καταφύγιο, όπου θα παραμείνουν για μήνες

σε χειμερία νάρκη. Αυτές οι λόχμες έχουν μεγάλη αξία, ίσως μεγαλύτερη από τους

στενούς γραμμικούς φυτοφράκτες, όπου δεν διαμορφώνονται πάντα χώροι που

μπορούν να προσφέρουν επαρκή ασφάλεια για ορισμένα είδη.

Η εικόνα που έχουμε συνήθως για τον αγροτικό χώρο είναι εκτεταμένες επίπεδες

αρόσιμες εκτάσεις που διαχωρίζονται με σειρές δένδρων και θάμνων. Στις ορεινές

όμως περιοχές, δίπλα στις μικρές σχετικά επίπεδες εκτάσεις, με ή χωρίς αναβαθμούς και φυτοφράκτες, εκτείνονται ζώνες που χρησιμοποιούνται ως λιβάδια. Αν δεν

υπάρχει υπερβόσκηση και τα φρύγανα ή οι θάμνοι που αναπτύσσονται έχουν προσκεφαλόμορφη διαμόρφωση, καλύπτοντας δηλαδή με κλαδιά το έδαφος, οι συνθήκες είναι άριστες για τα ερπετά αλλά και για πολλά μικρά θηλαστικά (Catsadorakis and Bousbouras 2010). Η ποικιλία στη δομή του τοπίου με ανοιχτά και κλειστά μικροπεριβάλλοντα οδηγεί σε αύξηση του αριθμού των ειδών, καθώς υπάρχει επαρκές

καταφύγιο και επαρκείς χώροι αναζήτησης τροφής. Σε αυτά τα περιβάλλοντα οφείλονται και οι μεγάλοι πληθυσμοί χελωνών σε ορισμένες περιοχές, καθώς τα ερπετά

αυτά έχουν μέρος για να κρυφτούν αλλά και ηλιόλουστες πλαγιές χωρίς ξυλώδη

βλάστηση για να γεννήσουν εκεί τα αυγά τους.

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Σαύρα, Γραικόσαυρα (Hellenolacerta graeca), ενδημική της Πελοποννήσου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 103 –

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση

αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή

ΘΗΛΑΣΤΙΚΑ

Παρομοίως, τα δάση “ανοιχτής” δομής που βόσκονται έχουν μεγαλύτερη ποικιλότητα από τα ομοιογενή πυκνά δάση που διαχειρίζονται αποκλειστικά για την

παραγωγή ξυλείας, καθώς το φως που εισδύει στα ανοίγματα επιτρέπει την παρουσία ερπετών, εντόμων και θηλαστικών. Τα ξέφωτα που δημιουργούνται είναι

παρόμοια με αυτά που διαμορφώνονται σε ένα ώριμο δάσος με πολλά νεκρά ιστά-

μενα και κατακείμενα δένδρα. Η διαμόρφωση αυτών των δομών με βόσκηση είναι

θετική για πολλά είδη, αλλά παράλληλα θα πρέπει να δοθεί στο δάσος η ευκαιρία

να επεκταθεί στις πιο απρόσιτες θέσεις. Στις απρόσιτες και πιο πυκνές συστά-

δες θα κρυφτεί και θα αναπαραχθεί η αρκούδα και το ζαρκάδι, αλλά στα δασικά

ανοίγματα θα βρουν τις πηγές διατροφής τους. Στα ξέφωτα αυτά και στη ζώνη

επαφής δάσους - λιβαδιών βρίσκονται επιπλέον και τα περισσότερα οπωροφόρα

που δίνουν τους καρπούς τους σε διαφορετικές περιόδους και στον άνθρωπο και

στα άγρια ζώα.

Αντίστοιχα στη γεωργική ζώνη, τα μεγαλύτερου μεγέθους θηλαστικά προτιμούν

θέσεις με σχετικά μεγάλο ποσοστό θαμνώδους και δενδρώδους βλάστησης, καθώς βρίσκουν καταφύγιο και καρπούς με τους οποίους τρέφονται. Αντίθετα σε περιοχές χωρίς δυνατότητα απόκρυψης και άλλες τροφικές πηγές εκτός της γεωργικής παραγωγής, δεν εμφανίζονται μεγάλα θηλαστικά. Τότε τα τρωκτικά, που μπορούν να κρυφτούν σε τρύπες στο έδαφος, αυξάνονται και κάνουν ζημιές στις καλλιέργειες. Στην Ελλάδα, ορισμένοι νομοί έχουν κηρυχτεί αρουραιόπληκτοι και

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Δασομυωξός (Glis glis) σε χνοώδη βαλανιδιά

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 104 –
του

η αντιμετώπιση των μεγάλων πληθυσμών των τρωκτικών γίνεται με δηλητήρια. Η

καλύτερη θεραπεία όμως θα ήταν να ξαναδημιουργηθούν φυτοφράκτες και μεγάλα δέντρα, όπως μια βελανιδιά τουλάχιστον, να φυτευτούν στο κέντρο ή στην

άκρη κάθε χωραφιού ώστε να ευνοηθούν οι θηρευτές των τρωκτικών.

Εξετάζοντας τις ανάγκες των ειδών με μεγαλύτερη επικράτεια, όπως η αρκούδα, διαπιστώνεται ότι ένα μωσαϊκό δασών, λιβαδιών και αγροτικών εκτάσεων διασφα-

λίζει ευκολότερα τις μετακινήσεις μεταξύ διαφορετικών περιοχών. Οι διάδρομοι

αυτοί μπορεί να είναι λωρίδες δάσους αλλά και λόχμες ή μικρά αλσύλλια καθώς

για τα ζώα που κινούνται σε ανοικτά περιβάλλοντα το βράδυ, αρκεί η διασφάλιση

μερικής κάλυψης και στοιχειωδών τροφικών πηγών για να μετακινηθούν μεταξύ

των ορεινών όγκων και των δασών (Chouvardas et al. 2013).

Αν λοιπόν επιδιώκεται μια νέα προσέγγιση για την άσκηση της γεωργίας, αυτή πρέ-

πει να αξιοποιήσει πρακτικές από την παραδοσιακή διαχείριση και τα δεδομένα

της βιολογίας και οικολογίας των ειδών. Ο σχεδιασμός πρέπει να γίνεται τόσο σε επίπεδο μικροενδιαιτήματος όσο και σε επίπεδο τοπίου με σχεδιασμό διαδρόμων

μετακίνησης των ειδών μεταξύ των προστατευόμενων περιοχών που μπορούν να

διατηρήσουν μόνιμα πληθυσμούς των ειδών. Αλλά όχι μόνο των διαδρόμων, διότι το αγροδασικό τοπίο είναι ενδιαίτημα του ανθρώπου και ταυτόχρονα ενδιαίτημα

της άγριας ζωής και οι βασικοί τρόποι επαναλαμβανόμενης διαχείρισης είναι οι

καλλιέργειες και η κτηνοτροφία. Η βιολογία της διατήρησης πρέπει να συναντήσει

τη γεωπονία και τη λιβαδοπονία.

Δημήτρης Γ. Μπούσμπουρας | Διαμόρφωση του αγροδασικού τοπίου και άγρια ζωή © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Σκατζόχοιρος

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 105 –

Τα χειρόπτερα

σε

αγροδασικά συστήματα

Λέξεις κλειδιά: νυχτερίδες,φυτοφράχτες,ξέφωτα

Βιολόγος, Δρ. Φυσικών Επιστημών Ανεξάρτητη Ερευνήτρια. Θεμ. Σοφούλη 4, Θεσσαλονίκη, 54646, isalvarina@gmail.com Βιολόγος, Δρ. Περιβαλλοντικής Βιολογίας, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης Πανεπιστήμιο Κρήτης, Ηράκλειο, pangeos@nhmc.uoc.gr

© Παναγιώτης Γεωργιακάκης Ι Pipistrellus hanaki, Κρήτη

Ιωάννα Σαλβαρίνα Παναγιώτης Γεωργιακάκης

Ιωάννα Σαλβαρίνα, Παναγιώτης Γεωργιακάκης | Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σ την Ελλάδα απαντώνται 36 από τα 46 είδη χειροπτέρων (νυχτερίδων) της Ευ-

ρώπης. Όλα είναι αυστηρώς προστατευόμενα σύμφωνα με την Οδηγία των Οικοτόπων (92/43/ΕΕ, Παράρτημα IV). Δύο από τα 13 είδη που αναφέρονται και στο Παράρτημα ΙΙ, το Barbastella barbastellus και το Myotis bechsteinii έχουν ενταχθεί

στα είδη χαρακτηρισμού Ειδικών Ζωνών Διατήρησης λόγω της αυστηρής εξάρ-

τησής τους από τα ώριμα και νεκρά δέντρα, η απομάκρυνση των οποίων απειλεί

τους πληθυσμούς τους. Οι νυχτερίδες διαδραματίζουν σπουδαίο ρόλο στα οικοσυστήματα

καθώς αποτελούν κορυφαίους θηρευτές της

νύχτας. Το γεγονός ότι καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες εντόμων, πολλά εκ των οποί-

ων είναι είτε παράσιτα για τις καλλιέργειες ή

ενοχλητικά για τους ανθρώπους, τις καθιστά και χρήσιμες για τον άνθρωπο. Υπολογισμοί που αφορούν τις ΗΠΑ εκτιμούν ότι η αξία των νυχτερίδων για τη γεωργία

κυμαίνεται μεταξύ 3,7 και 53 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο χάρη στην εξοικονόμηση αυτού του ποσού που θα ξοδεύονταν για παρασιτοκτόνα (Boyles et al. 2011). Στον κόσμο υπάρχουν πάνω από 1.400 είδη νυχτερίδων με τα περισσότερα να είναι εντομοφάγα, ενώ πολλά τρέφονται με φρούτα, σπόρους και νέκταρ, παίζοντας έτσι σπουδαίο ρόλο στην επικονίαση των φυτών, την αγροτική παραγωγή και την αναγέννηση των δασών.

© Παναγιώτης Γεωργιακάκης Ι Δασολιβαδικό τοπίο της Κρήτης

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 107 –
– –
Τα αγροδασικά συστήματα συγκεντρώνουν σημαντικό αριθμό από αυστηρά προστατευόμενα είδη νυχτερίδων

Ιωάννα Σαλβαρίνα, Παναγιώτης Γεωργιακάκης | Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματα

ΧΕΙΡΟΠΤΕΡΑ ΚΑΙ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΤΟΠΙΑ

Τα αγροδασικά συστήματα χρησιμοποιούνται από την πλειονότητα των χειροπτέ-

ρων της Ελλάδας για τροφή, αλλά και και για ανάπαυση και αναπαραγωγή, όταν περιλαμβάνουν γέρικα και νεκρά δέντρα, ή άλλους τύπους καταφυγίων (σπήλαια, ορυχεία, βράχια με ρωγμές), ή απλώς για τη διέλευσή τους προς τόπους κουρνιάσματος και τροφοληψίας, καθώς τέτοια συστήματα αυξάνουν τη συνδεσιμότητα

των ενδιαιτημάτων. Στοιχεία όπως οι φυτοφράχτες, βοηθούν τις νυχτερίδες στην

πλοήγησή τους στο χώρο. Η αξία των αγροδασικών εκτάσεων αυξάνεται όταν

περικλείουν και υδάτινα συστήματα (π.χ. ρυάκια, εποχικά ή μόνιμα λιμνία), καθώς

οι νυχτερίδες τα επισκέπτονται για πόση νερού και θήρευση εντόμων που ανα-

δύονται από το νερό ή ζουν στην παρυδάτια ζώνη. Ακόμα και οι κτηνοτροφικές

ποτίστρες ενδέχεται να είναι πολύτιμες για τις νυχτερίδες, ιδιαίτερα σε περιοχές

όπου το νερό δεν είναι άφθονο.

Στα νησιά, τα δασικά και αγροδασικά συστήματα έχουν σχετικά αυξημένη ποικι-

λία ειδών χειροπτέρων και προτιμώνται από είδη που στην ενδοχώρα μπορεί να

εξαρτώνται από άλλους τύπους οικοτόπων, όπως οι υγρότοποι (Davy et al. 2007, Kafkaletou-Diez et al. 2022). Ειδικά σε περιοχές, όπως η Κρήτη, όπου οι αδιατάρακτες εκτάσεις, ιδιαίτερα αυτές με δασική βλάστηση σπανίζουν, η σημασία των

αγροδασικών συστημάτων είναι ακόμα υψηλότερη καθώς υποστηρίζουν σημαντικό αριθμό ειδών χειροπτέρων, όχι μόνο των εξαρτώμενων από τα δάση, αλλά και πιο ευρύοικων. Τουλάχιστον 14 από τα 17 είδη χειροπτέρων της Κρήτης απαντώ-

νται σε αγροδασικές εκτάσεις με 13 είδη να έχουν καταγραφεί στα μεικτά δάση

(πεύκη, κυπαρίσσι, πουρνάρι κ.ά.) και 12 στα δάση πουρναριού (Quercus coccifera).

Τα δάση πεύκης και κυπαρισσιού έχουν λιγότερα είδη (9 και 7 αντίστοιχα) (Benda et al. 2019). Οι δασικές εκτάσεις παρουσιάζουν μεγαλύτερη αφθονία χειροπτέρων

από τους θαμνότοπους, τους ελαιώνες και τους οικισμούς της Κρήτης και έρχονται δεύτερες μετά τους υγρότοπους με πλούσια δενδρώδη βλάστηση (Γεωργιακάκης 2009).

Από τα χειρόπτερα των δασών της Κρήτης ξεχωρίζει το Pipistrellus hanaki, το οποίο απαντάται επίσης μόνο στην Κυρηναϊκή της Λιβύης (Benda et al. 2004, Hulva et al. 2007). Το P. hanaki χρησιμοποιεί ευρεία γκάμα καταφυγίων (χαραμάδες βράχων και κτηρίων, κεραμοσκεπές, στύλους ηλεκτροφωτισμού, σχισμές και κουφάλες δέντρων), αλλά τρέφεται σχεδόν αποκλειστικά γύρω από ώριμα δέντρα σε ακτίνα μέχρι 3 χλμ. από τα καταφύγια αυτά. Το είδος αυτό είναι αρκετά άφθο-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 108 –

Ιωάννα Σαλβαρίνα, Παναγιώτης Γεωργιακάκης | Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματα

νο σε ώριμες συστάδες των ειδών Quercus coccifera, Q. ilex, Q. macrolepis, Q. pubescens και Acer sempervirens, αλλά και σε εκτάσεις με μεικτές καλλιέργειες

Ceratonia siliqua, Olea europaea και διάφορα είδη Prunus, όπως και σε ρεματιές

με Platanus orientalis, Castanea sativa κ.ά. (Georgiakakis et al. 2018). Αξιοσημεί-

ωτη είναι η παρουσία και του είδους Nyctalus leisleri στην Κρήτη, το οποίο έχει

εντοπιστεί σε δύο μόνο θέσεις της Π. Ενότητας Χανίων, αμφότερες σε δασωμένες

ρεματιές με πλατάνια και καστανιές. Άλλες πιθανές θέσεις παρουσίας του είδους

στο νησί είναι κυρίως δασικές εκτάσεις ή/και υγρότοποι (Benda et al. 2019).

Τα αγροδασικά συστήματα είναι επίσης σημαντικά για το είδος Rhinolophus hipposideros το οποίο χρησιμοποιεί μωσαϊκά αγροδασικών και αγροδασολιβαδικών εκτάσεων. Το είδος αυτό απειλείται στις μεσογειακές χώρες από την εγκατάλειψη των παραδοσιακών αγροδασικών και αγρολιβαδικών πρακτικών, τα παρασιτοκτόνα, την εντατική γεωργία καθώς και από την καταστροφή των παλιών σπιτιών (Papadatou et al. 2011).

Στους ελαιώνες, τόσο ο αριθμός των ειδών όσο και η δραστηριότητα των χειροπτέρων μειώνεται όσο αυξάνεται η ένταση των καλλιεργητικών πρακτικών. Τέτοιες μεγάλες μονοκαλλιέργειες φαίνεται να χρησιμοποιούνται κυρίως για διέλευση παρά για τροφοληψία από τις νυχτερίδες (Herrera et al. 2015) δείχνοντας την

ανάγκη που έχουν τα είδη αυτά για μωσαϊκά και παραδοσιακές καλλιέργειες.

© Ιωάννα Σαλβαρίνα Ι Αγροδασικό τοπίο στην περιοχή Αγιόφυλλου Τρικάλων

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 109 –

Ιωάννα Σαλβαρίνα, Παναγιώτης Γεωργιακάκης | Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματα

ΧΕΙΡΟΠΤΕΡΑ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΎ ΤΟΠΙΟΎ

Η αξία των αγροδασικών συστημάτων για τα χειρόπτερα εξαρτάται και από την

ισορροπία μεταξύ ανοιχτών καλλιεργημένων εκτάσεων και “πράσινων αρτηριών”, δηλαδή μη καλλιεργημένων κομματιών που διαθέτουν δέντρα. Η διατήρηση και ενίσχυση της ποικιλομορφίας με αρκετά ώριμα και γέρικα δέντρα, αλλά και κατά τόπους ανοίγματα, είναι σημαντική για την ποικιλία των ειδών χειροπτέρων στις δασικές περιοχές, όπως έχει βρεθεί σε δάση των Ιονίων Νήσων (Kafkaletou-Diez et al. 2022). Παραδοσιακοί οπωρώνες, ελαιώνες και μη εντατικές καλλιέργειες σιτηρών

μπορεί επίσης να προσελκύουν αρκετά είδη νυχτερίδων (Kyheröinen et al. 2019).

Ταυτόχρονα, οι καλλιέργειες εντός των αγροδασικών συστημάτων επωφελούνται

από την παρουσία νυχτερίδων καθώς αυτές καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες

εντόμων – παρασίτων για τις καλλιέργειες. Έτσι, λειτουργούν ως βιολογικά παρασιτοκτόνα που συμβάλλουν σε μια πιο βιώσιμη γεωργία και σε αύξηση της παραγωγής.

© Παναγιώτης Γεωργιακάκης Ι Ποτίστρα σε δασολιβαδικό τοπίο της Κρήτης

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 110 –

Ιωάννα Σαλβαρίνα, Παναγιώτης Γεωργιακάκης | Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματα

ΑΠΕΙΛΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΧΕΙΡΟΠΤΕΡΑ

Η υλοτόμηση, ιδίως των γέρικων δέντρων, οι μονοκαλλιέργειες, η εκτεταμένη χρήση λιπασμάτων και παρασιτοκτόνων, η καταστροφή ή υποβάθμιση των καταφυγίων, οι πυρκαγιές και οι μαζικές και εκτεταμένες παρεμβάσεις, όπως η διάνοιξη

δρόμων και η εγκατάσταση υποδομών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις αγρο-

δασικές εκτάσεις, αποτελούν τις σημαντικότερες πιέσεις και απειλές για τα χειρό-

πτερα. Η εγκατάσταση Αιολικών Σταθ-

μών Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας

σε δασικές εκτάσεις συχνά συνοδεύε-

ται από σημαντικό αριθμό θανατώσε-

ων χειροπτέρων, όπως έχει βρεθεί και

Η διατήρηση των ώριμων δέντρων, των ξέφωτων και των υδατοσυλλογών είναι απαραίτητη για τις νυχτερίδες

στη χώρα μας (Georgiakakis et al. 2012). Η μεγαλύτερη θνησιμότητα καταγράφεται

μεταξύ ορισμένων από τα είδη που τρέφονται κοντά σε δέντρα ή φωλιάζουν σε

αυτά, ενδεχομένως επειδή οι νυχτερίδες εκλαμβάνουν τις ανεμογεννήτριες ως

τεράστια δέντρα και πάνε πετώντας να τις εξερευνήσουν. Οι πυρκαγιές φαίνεται

να επηρεάζουν περισσότερο τα είδη που δραστηριοποιούνται κοντά και ανάμεσα

στα δέντρα, ενώ τα είδη που πετάνε ψηλά, πάνω από την κόμη, ενίοτε αυξάνουν

τη δραστηριότητά τους μετά τη φωτιά. Μετά τη φυσική αναγέννηση ακολουθεί

συνήθως η αποκατάσταση της δομής και της λειτουργίας της χειροπτεροπανίδας.

© Ιωάννα Σαλβαρίνα Ι Άτομα Rhinolophus ferrumequinum σε εγκαταλελειμμένο κτήριο

κοντά στην Αξιούπολη Κιλκίς

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 111 –

Ιωάννα Σαλβαρίνα, Παναγιώτης Γεωργιακάκης | Τα χειρόπτερα σε αγροδασικά συστήματα

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ

Η διατήρηση των νυχτερίδων στα αγροδασικά συστήματα αφορά κυρίως στη δια-

τήρηση της ποικιλομορφίας των συστημάτων αυτών. Στόχος είναι η διατήρηση της

μωσαϊκότητας του χώρου και της συνδεσιμότητας των ενδιαιτημάτων. Συνιστάται

η εγκατάσταση γραμμικών στοιχείων φυσικής βλάστησης στις αρόσιμες εκτάσεις, όπως δεντροστοιχίες και θαμνοφράχτες, η διατήρηση γέρικων ή και νεκρών δέντρων με πολλές κουφάλες, καθώς και η υιοθέτηση γενικά φιλικών προς το περιβάλλον καλλιεργητικών πρακτικών. Συνιστάται επίσης η αποφυγή μονοκαλλιεργειών με δημιουργία αδιάσπαστων ανοιχτών εκτάσεων (Kyheröinen et al. 2019).

Σημαντική είναι και η προστασία των υδάτινων συστημάτων και της παρόχθιας

βλάστησης, καθώς αποτελούν βιότοπους υψηλής σημασίας για αρκετά είδη νυχτερίδων. Προτείνεται επίσης η δημιουργία μικρών λιμνίων σε αγροδασικές εκτάσεις, ιδιαίτερα σε ξηρές περιοχές. Η χρήση φωτισμού θα πρέπει να γίνεται με φειδώ

και με κατάλληλες προδιαγραφές, ώστε να ενοχλεί όσο το δυνατόν λιγότερο την

άγρια ζωή. Σε ό,τι αφορά τη χωροθέτηση αιολικών και φωτοβολταϊκών πάρκων

και κάθε λογής μεγάλων έργων, αυτή πρέπει να λαμβάνει υπόψη της την υπο-

βάθμιση του βιοτόπου των χειροπτέρων και τις πιθανές θανατώσεις τους, και να αποφεύγεται σε σημαντικές περιοχές για τροφοληψία, διέλευση, κούρνιασμα και μετανάστευση ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα

σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της EUROBATS (Rodrigues et al. 2017) για

την αντιμετώπιση των επιπτώσεων. Η αξιολόγηση των επιπτώσεων των μεγάλων

έργων στα χειρόπτερα απαιτεί ειδικές γνώσεις και εξειδικευμένο εξοπλισμό και

θα πρέπει να γίνεται από κατάλληλα καταρτισμένους επαγγελματίες. Η προστασία

εν γένει των καταφυγίων των χειροπτέρων (π.χ. δέντρα, σπήλαια, κτήρια, γέφυρες, ορυχεία, πολεμικά καταφύγια) είναι επίσης απαραίτητη για τη διατήρηση των

πληθυσμών τους. Καθώς οι νυχτερίδες είναι σχετικά παρεξηγημένα και άγνωστα

ζώα, δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού αλλά -στη συγκεκριμένη περίπτωση- και των αγροτών, κτηνοτρόφων και υλοτόμων, θα συμβάλουν

στην επιτυχία των όποιων μέτρων διαχείρισης και διατήρησης.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 112 –
© Ιωάννα Σαλβαρίνα Ι Εκκλησάκι σε αγροδασικό τοπίο στα Γρεβενά

Απειλούμενα είδη

πεταλούδων σε

δασολιβαδικά τοπία

Λέξεις κλειδιά: λεπιδόπτερα, λιβάδια, διατήρηση, εκτατική κτηνοτροφία

Όλγα

Μεταδιδακτορική ερευνήτρια Εργαστήριο Διατήρησης της Βιοποικιλότητας, Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών & Τεχνολογιών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Πανεπιστημιούπολη, 45100, Ιωάννινα olgatzortz@gmail.com

© Όλγα Τζωρτζακάκη Ι Η πεταλούδα Zerynthia polyxena που

προστατεύεται από την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ απαντάται κυρίως σε δασολιβαδικά συστήματα

Τζωρτζακάκη

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Tα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες μελέτες περιγράφουν μία μεγάλη και ανησυχητική μείωση των εντόμων, η οποία αποτυπώνεται στη

μεγάλη μείωση της βιομάζας

τους, αλλά και στην εξαφάνιση πολλών

ειδών (Warren et al. 2021). Αντίστοιχη

μείωση παρατηρείται και στις πετα-

λούδες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και

κυρίως σε χώρες της Κεντρικής και Δυ-

τικής Ευρώπης (Πίνακας 1). Ως αποτέ-

Οι αλλαγές στις χρήσεις γης και η υποβάθμιση των βιοτόπων είναι βασικές αιτίες μείωσης των πεταλούδων

λεσμα, πολλά είδη πεταλούδων βρίσκονται σήμερα στον Κόκκινο Κατάλογο των Απειλούμενων Ειδών της IUCN.

Πίνακας 1. Παραδείγματα καταγεγραμμένης μείωσης του αριθμού ειδών και του μεγέθους των πληθυσμών των πεταλούδων στην Ευρώπη (Warren et al. 2021).

Εξαφανισθέντα είδη Μείωση πληθυσμών Περίοδος καταγραφής Μεγάλη Βρετανία

Οι πεταλούδες αποτελούν μία πολύ καλή ομάδα-δείκτη για την κατάσταση του περιβάλλοντος και τις επιπτώσεις που προκαλούν οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες, λόγω της ταχείας απόκρισής τους στις περιβαλλοντικές αλλαγές. Επίσης, είναι μία πολύ καλά μελετημένη ομάδα εντόμων λόγω της σχετικά εύκολης παρατήρησης και αναγνώρισης από το ευρύ κοινό. Σε πολλές χώρες της Ευρώπης εκπονούνται μακροχρόνια εθελοντικά προγράμματα συστηματικής παρακολούθησης

των πεταλούδων με τη συμμετοχή των πολιτών (European Butterfly Monitoring Scheme), τα οποία παρέχουν πολύτιμα δεδομένα για τις αλλαγές που συμβαίνουν στους πληθυσμούς τους και τις τάσεις τους μέσα στον χρόνο.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 115 –
8%50%1976-σήμερα Ολλανδία 20%50%1990-σήμερα Βέλγιο 29%30%1992-2007
Όλγα Τζωρτζακάκη | Απειλούμενα είδη πεταλούδων σε δασολιβαδικά τοπία

Όλγα Τζωρτζακάκη | Απειλούμενα είδη πεταλούδων σε δασολιβαδικά τοπία

Οι πεταλούδες έχουν σύνθετο κύκλο ζωής και σε κάθε στάδιο έχουν διαφορετικές

απαιτήσεις στα χαρακτηριστικά του ενδιαιτήματος για την επιβίωσή τους. Ο κύκλος ζωής τους αναλύεται σε τέσσερα στάδια (ολομετάβολα έντομα): αυγό - προνύμφη (κάμπια) - νύμφη (χρυσαλλίδα) - τέλειο άτομο. Οι προνύμφες έχουν πολύ

υψηλές ενεργειακές ανάγκες και τρέφονται με συγκεκριμένα φυτά-ξενιστές. Όταν

έχουν ολοκληρώσει την ανάπτυξή τους βρίσκουν ένα ασφαλές και προστατευμέ-

νο σημείο όπου προσκολλώνται και παραμένουν για κάποιο διάστημα με τη μορφή

της χρυσαλλίδας. Έπειτα, μεταμορφώνονται σε ενήλικες πεταλούδες, οι οποίες

χρειάζονται ηλιόλουστα, ανοιχτά μέρη πλούσια σε άνθη που φέρουν νέκταρ, κα-

θώς και κατάλληλες μικροθέσεις για να αποθέσουν τα θηλυκά τα αυγά τους.

Οι κύριες αιτίες της μείωσης των πληθυσμών των ειδών των πεταλούδων είναι

η υποβάθμιση και απώλεια των φυσικών και ημιφυσικών οικοσυστημάτων λόγω

των αλλαγών στις χρήσεις γης, η εντατικοποίηση της γεωργίας με την επικράτηση

των μονοκαλλιεργειών και την ευρεία χρήση φυτοφαρμάκων και εντομοκτόνων, καθώς και η ρύπανση.

Σε υποβάθμιση οδηγεί επίσης και η κακή ή ακατάλληλη διαχείριση των αγροδασικών και ειδικότερα των δασολιβαδικών και χορτολιβαδικών εκτάσεων, οι οποίες

αποτελούν τους κύριους βιότοπους για πολλά είδη πεταλούδων. Συχνά προκαλεί-

ται είτε από την υπερβόσκηση είτε από την εγκατάλειψη της αγροτικής γης, κυρίως σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές, η οποία συνεπάγεται σε πολλές περιπτώ-

σεις την επέκταση της θαμνώδους βλάστησης σε βάρος των ανοιχτών εκτάσεων

και των λιβαδικών οικοσυστημάτων που συντηρούν ποώδη φυτά με πολύτιμα για

τις πεταλούδες άνθη.

Τα λιβάδια είναι οικοσυστήματα υψηλής παραγωγικότητας και οικονομικής αξίας

και πλούσια σε είδη πεταλούδων και άλλων εντόμων. Στην περιοχή της Μεσογείου, σε μεγάλο βαθμό έχουν διαμορφωθεί από τη μακρόχρονη παρουσία της

κτηνοτροφίας και άλλων παραδοσιακών δραστηριοτήτων, και η διατήρηση των

τελευταίων είναι συνυφασμένη με την εξέλιξη των λιβαδιών και του αγροδασικού

τοπίου. Η κατάλληλη διαχείριση, όπως για παράδειγμα μέσω της ήπιας εκτατικής

κτηνοτροφίας ή της ελεγχόμενης χορτοκοπής, μπορεί να διασφαλίσει λιβαδικά

οικοσυστήματα κατάλληλης και επαρκούς έκτασης και υψηλής ποιότητας με τα κατάλληλα χαρακτηριστικά ενδιαιτήματος για τα είδη των πεταλούδων. Σε δασολιβαδικά συστήματα, αντίστοιχα, η μετακινούμενη κτηνοτροφία και η εφαρμογή στοχευμένης υλοτομίας συμβάλλουν στη διατήρηση διάκενων, από τα οποία εξαρτάται η επιβίωση πολλών πληθυσμών πεταλούδων.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 116 –

ΑΠΕΙΛΟΎΜΕΝΑ ΕΙΔΗ ΠΕΤΑΛΟΎΔΩΝ

Τα δασολιβαδικά συστήματα φιλοξενούν μια πληθώρα από απειλούμενα και προστατευόμενα από την ευρωπαϊκή και την ελληνική νομοθεσία είδη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πεταλούδα Euphydryas aurinia, είδος που προστατεύεται

από την Οδηγία για τους Οικοτόπους 92/43/ΕΟΚ (Παράρτημα ΙΙ) λόγω της μεγάλης

συρρίκνωσης που υπέστησαν οι πληθυσμοί του κατά τις προηγούμενες δεκαετίες.

Απαντάται συνήθως σε υγρά λιβάδια, ασβεστολιθικά λιβάδια και δασικά δι-

άκενα πλούσια σε πόες και άνθη και η

επιβίωση και διατήρησή του εξαρτάται

σε μεγάλο βαθμό από την εφαρμογή

Η συνθετότητα και ποικιλομορφία του τοπίου σε μεγάλη κλίμακα είναι ζωτικής σημασίας για τις πεταλούδες

βόσκησης κατάλληλης έντασης (Ellis et al. 2012). Αντίστοιχα, η προστατευόμενη πεταλούδα Parnassius apollo (Οδηγία

92/43/ΕΟΚ, Παρ. IV) εξαφανίστηκε από πολλές περιοχές της κεντρικής Ευρώπης

λόγω της μετατροπής των ενδιαιτημάτων του είδους σε εντατικές καλλιέργειες, τεχνητές επιφάνειες και θαμνώδεις και δασωμένες περιοχές λόγω εγκατάλειψης

της παραδοσιακής κτηνοτροφίας και αλλαγών στη διαχείριση των δασικών περιοχών (Nakonieczny et al. 2007).

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι πεταλούδα Charaxes jasius

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 117 –
Όλγα Τζωρτζακάκη | Απειλούμενα είδη πεταλούδων
τοπία
σε δασολιβαδικά

Όλγα Τζωρτζακάκη | Απειλούμενα είδη πεταλούδων σε δασολιβαδικά τοπία

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗΣ

Όλα τα χαρακτηριστικά που είναι ζωτικής σημασίας για τις πεταλούδες και η

συνθετότητα και ποικιλομορφία του τοπίου πρέπει να εξασφαλίζονται σε μεγάλη χωρική κλίμακα και όχι μόνο σημειακά, όπου εντοπίζονται οι πληθυσμοί των

πεταλούδων (Ellis et al. 2012). Αυτό διευκολύνει τη μετακίνηση των πεταλούδων

μεταξύ ψηφίδων κατάλληλου ενδιαιτήματος και κατ’ επέκταση τη διασπορά και

ανταλλαγή αναπαραγωγικών ατόμων και γενετικού υλικού μεταξύ διαφορετικών

υποπληθυσμών των ειδών. Για να είναι εφικτή η μετακίνηση των ατόμων είναι

απαραίτητο να υπάρχουν διάδρομοι σύνδεσης των επιμέρους ψηφίδων ενδιαιτήματος (συνδεσιμότητα), οι οποίοι επίσης πρέπει να φέρουν τα κατάλληλα για τις

πεταλούδες χαρακτηριστικά όπως άνθη πλούσια σε νέκταρ για την τροφοληψία των ενηλίκων.

Ιδιαίτερα στα μεσογειακά οικοσυστήματα είναι εξαιρετικά σημαντικό να διατηρη-

θούν οι γεωργικές πρακτικές που ασκούνταν παραδοσιακά. Η ήπια εκτατική κτηνοτροφία, συμπεριλαμβανομένης της μετακινούμενης, κυρίως αιγοπροβάτων και μικρόσωμων βοοειδών, θεωρείται αγροτική δραστηριότητα “Υψηλής Φυσικής

Αξίας”, δηλαδή ζωτικής σημασίας για την υγεία και τον πλούτο των λιβαδικών οικοσυστημάτων και τις πεταλούδες.

Οι πρακτικές αυτές διασφαλίζουν τη μωσαϊκότητα και ποικιλομορφία του τοπίου

που είναι αναγκαίες, προκειμένου μία περιοχή να μπορεί να φιλοξενεί πολλά διαφορετικά είδη πεταλούδων. Κάθε είδος ή ομάδα ειδών έχει μοναδικές οικολογικές

απαιτήσεις (συχνά πολύ εξειδικευμένες) ως προς τα φυτά-ξενιστές, με τα οποία τρέφονται οι προνύμφες τους, την παρουσία ή μη θάμνων και φυτοφρακτών, το ύψος της βλάστησης, την ύπαρξη παρακείμενου δάσους και διάκενων μέσα σε αυτό κ.ά.

Επιπλέον, οποιαδήποτε άλλη ανθρωπογενής δραστηριότητα (π.χ. κατασκευή δρόμων, εγκατάσταση σταθμών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, οικισμοί) δεν θα

πρέπει να βλάπτει, να υποβαθμίζει, να συρρικνώνει και να κατακερματίζει τα φυσικά και ημι-φυσικά αγροδασικά και λιβαδικά οικοσυστήματα, καθώς η διατήρηση

των πεταλούδων, των εντόμων και συνολικά της βιοποικιλότητας είναι τόσο προς

όφελος των ίδιων των ειδών όσο και για την ανθρώπινη ευημερία.

Όλα τα παραπάνω είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη στις αγροτικές, περιβαλ-

λοντικές και ενεργειακές πολιτικές που εφαρμόζονται στην Ευρώπη και σε όσες

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 118 –

Όλγα Τζωρτζακάκη | Απειλούμενα είδη πεταλούδων σε δασολιβαδικά τοπία

θα εφαρμοστούν τα επόμενα χρόνια. Λανθασμένες πρακτικές ως τώρα έχουν οδη-

γήσει στη μείωση των πληθυσμών πολλών πεταλούδων, με πολύ χαρακτηριστικό

παράδειγμα τη μεγάλη μείωση στη Μ. Βρετανία εξαιτίας της μεγάλης απώλειας

(>80%) των λιβαδιών και της λανθασμένης διαχείρισης των δασικών οικοσυστημά-

των (Warren et al. 2021).

Η διατήρηση μεγάλων εκτάσεων κατάλληλου ενδιαιτήματος αποτελεί επίσης την

καλύτερη ασπίδα προστασίας των ειδών απέναντι στην κλιματική αλλαγή, η οποία

οδηγεί σε περαιτέρω αλλαγή και συρρί-

κνωση των ενδιαιτημάτων των ειδών.

Με την ορθή διαχείριση προσφέρεται

η δυνατότητα της σταδιακής προσαρ-

μογής των ειδών στις μεταβαλλόμενες

και νέες συνθήκες που προκύπτουν.

Η παραδοσιακή εκτατική κτηνοτροφία συμβάλλει στη διατήρηση πολλών ειδών πεταλούδων

Τέλος, είναι αναγκαίο να συνεχιστεί η επιστημονική έρευνα, καθώς παρέχει τα στοιχεία για την κατανόηση των οικολογικών απαιτήσεων των ειδών, και η συστηματική παρακολούθηση των πληθυσμών των ειδών που αποκαλύπτει τις τάσεις τους στον χρόνο και τη σχέση τους με τις περιβαλλοντικές αλλαγές και τις πρακτικές διαχείρισης των οικοσυστημάτων. Για την επιτυχία οποιουδήποτε προγράμματος διαχείρισης είναι σημαντική η συνεργασία μεταξύ των μελών της επιστημονικής κοινότητας, των φορέων που σχετίζονται με τη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών και των αγροδασικών και λιβαδικών οικοσυστημάτων, των κτηνοτρόφων, των αγροτών και των πολιτών.

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι πεταλούδα Callophrys rubi

– 119 –ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής

Αγροδασικά συστήματα

επικονιαστές

Λέξεις κλειδιά: οικοσυστημικές υπηρεσίες, υπηρεσίες επικονίασης, μέλισσες, γεωργοδασικά συστήματα Μεσογείου, συστήματα τύπου dehesa

Καθηγήτρια Εργαστήριο Βιογεωγραφίας & Οικολογίας, Τμήμα Γεωγραφίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, 81100 Μυτιλήνη tpet@aegean.gr

και
© Θεοδώρα Πετανίδου Ι Όλυμπος Λέσβου, Βομβίνος (Bombus terrestris) επί το έργον
Θεοδώρα Πετανίδου

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΣΎΣΤΗΜΙΚΕΣ ΎΠΗΡΕΣΙΕΣ

Ως αποτέλεσμα της συνεχώς αυξανόμενης απαίτησης σε παραγόμενη

τροφή, φυσικές περιοχές σε όλο τον κόσμο μετατρέπονται βαθμιαία

σε αγροτικές, με επιπτώσεις, μεταξύ άλλων, στη βιοποικιλότητα και τις

οικοσυστημικές υπηρεσίες. Μεγάλη σχετική απώλεια μέσω αυτής της δράσης είναι

εκείνη των υπηρεσιών επικονίασης, που επηρεάζει περισσότερο τις καλλιέργειες

που εξαρτώνται από επικονιαστές.

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στους τροπικούς, όπου τεράστιες περιοχές έχουν δοθεί

σε άλλες χρήσεις, κυρίως σε γεωργία

και κτηνοτροφία. Παρόμοιες απώλειες

αφορούν σε εκτάσεις γης που είχαν

παραδοσιακά καλλιεργηθεί επί μακρόν,

Η παγκόσμια εμπειρία: τα αγροδασικά συστήματα υπερτερούν των ποωδών καλλιεργειών ως προς την διαθεσιμότητα υπηρεσιών

επικονίασης

και σήμερα εγκαταλείπονται υποβαθμισμένες λόγω κακής διαχείρισης, κάτι που

ενισχύεται από την κλιματική αλλαγή (Talukder et al. 2021).

Μια λύση που η ίδια η φύση έχει υποδείξει για την αντιμετώπιση των παραπάνω

προβλημάτων, είναι η μετατροπή των αγροσυστημάτων σε αγροδασικά, δηλαδή διαφοροποίησή τους με εσκεμμένη εισαγωγή δενδρωδών και θαμνωδών ειδών στο γεωργικό ή γεωργο-κτηνοτροφικό σύστημα. Απόρροια τούτου, η ένταξη συνδεδεμένων με τη βιοποικιλότητα οικοσυστημικών υπηρεσιών στο σύστημα γεωργικής παραγωγής (επικονίαση, βιολογικός έλεγχος, αποθήκευση άνθρακα, διατήρηση εδαφικής λειτουργίας).

Στο παρόν κεφάλαιο εξετάζω το ρόλο της επικονίασης και των επικονιαστών στα αγροδασικά οικοσυστήματα, όχι απλώς για τη διατήρηση της φύσης και την υγεία

των οικοσυστημάτων, αλλά και για την υποστήριξη της πρωτογενούς παραγωγής

σε αυτά. Διερευνώ παραδείγματα που έχουν προκύψει από την έρευνα διαφόρων

αγροδασικών καλλιεργειών του κόσμου, εστιάζω στα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα της Μεσογείου και ολοκληρώνω με πρόταση δράσης βάσει των αποτελεσμάτων και της εμπειρίας που αποκτήθηκε από σχετικά έργα, όπως το LIFE TERRACESCAPE.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 121 –Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές

ΕΠΙΚΟΝΙΑΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΝΙΑΣΤΕΣ

Οι επικονιαστές αποτελούν σημαντική συνιστώσα της παγκόσμιας βιοποικιλότητας, προσφέροντας αναντικατάστατες οικοσυστημικές υπηρεσίες για καλλιεργούμενα

και άγρια φυτά. Παγκοσμίως υπάρχουν πολλές συντεχνίες (ομάδες) επικονιαστών, σπονδυλωτών και ασπονδύλων· σημαντικότερη όλων είναι εκείνη των εντόμων, συγκεκριμένα των άγριων και εξημερωμένων μελισσών που είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση των άγριων φυτών, την υποστήριξη των οικοσυστημάτων και, πολύ σημαντικό, τη γεωργική παραγωγή. Τα σημαντικότερα ενδιαιτήματα των επικονιαστών, ειδικά των μέλισσών, είναι ανοιχτές περιοχές πλούσιες σε ανθοφόρα

φυτά με εμφανή άνθη και πλούσιες ανθικές παροχές, κυρίως νέκταρ και γύρη. Στα

ενδιαιτήματα αυτά ανήκουν τα ποολίβαδα που είναι φτωχά σε θρεπτικά, κυρίως

σε ασβεστολιθικά υποστρώματα, καθώς και τα δασικά ανοίγματα· όλα τους φιλοξενούν μεγάλη ποικιλότητα εντομόφιλων φυτών.

Ως αποτέλεσμα ανθρωπογενών αιτίων, με σημαντικότερα την εντατικοποίηση της γεωργίας, σε συνδυασμό με τη μετατροπή ή απώλεια των φυσικών ενδιαιτημά-

των και την αυξανόμενη έκθεση σε αγροχημικά, από τις αρχές του 20ού αι. έχει παρατηρηθεί συνεχής μείωση των επικονιαστών (Biesmeijer et al. 2006, Potts et al. 2010, IPBES 2016). Η μείωση αυτή έχει σοβαρές επιπτώσεις στην οικοσυστημική

υγεία και την επισιτιστική ασφάλεια, παρεμβαίνοντας στην παραγωγικότητα των γεωργικών καλλιεργειών που εξαρτώνται από επικονιαστές, ειδικότερα δε εκείνων με τα θρεπτικότερα προϊόντα (Klein et al. 2007, Potts et al. 2016). Αυτό είναι ιδιαίτερα φανερό σε περιπτώσεις όπου ημι-φυσικά ενδιαιτήματα έχουν εσκεμμένα μετατραπεί σε αρόσιμη γη.

Εικόνα 1. Αντιπροσωπευτικό αγροδασικό σύστημα δρυός σε αναβαθμίδες στη δυτική Λέσβο. Αν και σήμερα

εγκαταλειμμένες, οι αναβαθμίδες χρησιμοποιήθηκαν μέχρι τη δεκαετία του 1970 για καλλιέργεια σιτηρών. © Αναστασία Δαλάκα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 122 –
Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές

ΕΠΙΚΟΝΙΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ

ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ: Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΜΠΕΙΡΙΑ

Τα αγροδασικά συστήματα έχουν πληθύνει τα τελευταία χρόνια σε αριθμό, έκταση, και ύψος παραγωγής, έχοντας αναγνωρισθεί ότι προάγουν την κοινωνικο-οικονομική βιωσιμότητα, μαζί με τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημικών υπηρεσιών. Μεταξύ των τελευταίων και των υπηρεσιών επικονίασης

έχουν εκπονηθεί ελάχιστες έρευνες αξιολόγησης (Nicholls and Altieri 2013, Sabino et al. 2022).

Όλες οι υπάρχουσες μελέτες για τις υπηρεσίες επικονίασης υπογραμμίζουν τον

σημαντικό ρόλο των επικονιαστών στα αγροδασικά συστήματα, ειδικότερα εκείνα

που υποστηρίζουν παγκοσμίως επιθυμητά προϊόντα. Το κακάο και ο καφές

είναι δύο από αυτά· προέρχονται από

καλλιέργειες που αναπτύσσονται συ-

χνά ως υπόροφος αγροδασικών συ-

στημάτων, η καρποφορία των οποίων

εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από επικο-

νιαστές (Arnold et al. 2018, Klein et al. 2003, Vansynghel 2022). Όπως και σε άλλες

τροπικές καλλιέργειες, οι υπηρεσίες επικονίασης που οι καλλιέργειες αυτές δέχονται εξαρτώνται από τα αγροδασικά συστήματα στα οποία εντάσσονται, καθώς

και από τα φυσικά ενδιαιτήματα των τριγύρω περιοχών (Klein et al. 2008).

Έρευνες που αφορούν στις υπηρεσίες επικονίασης σε αγροδασικά συστήματα γενικώς σπανίζουν. Οι υπάρχουσες, πάντως, συμφωνούν ως προς τη σημασία των

συστημάτων αυτών για τη διατήρηση των επικονιαστών σε διάφορες βιογεωγραφικές περιοχές (Sabino et al. 2022 για την Βραζιλιανή Αμαζονία, Image et al. 2023

και Staton et al. 2022 για αροτραία αγροδασικά συστήματα οπωρώνων στην Αγγλία). Την υψηλότερη αξία των αγροδασικών συστημάτων ως προς την παροχή υπηρεσιών επικονίασης απέδειξαν και οι Kay et al. (2018), συγκρίνοντάς τα με γεωργικά μη αγροδασικά συστήματα, σε τρεις διαφορετικές βιογεωγραφικές περιοχές της Ευρώπης: Μεσογειακή (montados και dehesas), ηπειρωτική (οπωρώνες και δασικά λιβάδια) και Ατλαντική (καστανεώνες και θαμνοφράχτες).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 123 –
Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές Αιγαίο,
τα
συστήματα “τύπου σαβάννας”, πλούσια σε επικονιαστές, αποτελούν κανονικότητα και τμήμα της οικολογικής διαδοχής
Μεσόγειος:
φυσικά

Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές

ΤΑ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΎ

Τα Ιβηρικά συστήματα dehesa και montado είναι τα πλέον γνωστά παραδοσιακά

αγροδασικά συστήματα της Μεσογείου: ανοιχτοί δασωμένοι βοσκότοποι, ενίοτε

καλλιεργούμενοι με ετήσια φυτά, κυριαρχούμενοι από αραιές βελανιδιές. Για την

υψηλή τους βιοποικιλότητα, τα συστήματα αυτά προστατεύονται από την Ευρωπαϊκή Οδηγία των Οικοτόπων. Η υψηλή βιοποικιλότητα αφορά και στα δίκτυα επικονίασης, όπως απέδειξαν οι Moreno et al. (2016): τα συστήματα dehesa φιλοξενούν μεγαλύτερη ποικιλότητα ανθοφόρων φυτών απ’ ό,τι οι ανοιχτοί βοσκότοποι, και το ίδιο ισχύει για τις μέλισσες.

Συστήματα ‘τύπου dehesa’ υπάρχουν και στην ανατολική Μεσόγειο: είναι του τύπου σαβάνας, όπως και της Ιβηρικής, που εδώ κυριαρχούνται από ποικιλία και άλλων δένδρων, πλην της δρυός: κοκκορεβυθιές, καστανιές, ακόμη και μοναδικά είδη, π.χ. μαστιχόδεντρα. Ο κατάλογος μακραίνει με τους ελαιώνες και χαρουπώ-

νες, τους παραδοσιακούς αμυγδαλεώνες και συκεώνες, συστήματα στα οποία συχνά συμμετέχουν και άλλα δένδρα, π.χ. αχλαδιές, μηλιές, ροδιές. Τα περισσότερα

από αυτά προήλθαν από προϋπάρχοντα θαμνώδη φυσικά συστήματα, με βαθμιαία

μετατροπή των τελευταίων μέσω διαχείρισης.

Η παραδοσιακή διαχείριση (περιστασιακό και ελαφρύ όργωμα, οργανική λίπανση, διατήρηση της φυσικής κατάστασης των ορίων του χωραφιού, βόσκηση) επιτρέπουν αρκετά ετήσια άγρια φυτά να υποστηρίζουν τους επικονιαστές-πόρους, προς όφελος τόσο των δένδρων του συστήματος, όσο και των ετήσιων καλλιεργειών εάν υπάρχουν. Αυτό, πράγματι ισχύει στη Λέσβο, όπου οι παραδοσιακά

καλλιεργούμενοι ελαιώνες απεδείχθη ότι υπερέχουν σε ποικιλότητα ετήσιων φυτών (Δαλάκα και Πετανίδου, αδημοσίευτα δεδομένα) και σε αριθμό ειδών άγριων μελισσών (Potts et al. 2006) σε σύγκριση με εγκαταλειμμένους ελαιώνες. Στο ίδιο πάλι νησί, το οποίο θεωρείται ως ένα από τα θερμά σημεία ποικιλότητας αγριομελισσών παγκοσμίως (Nielsen et al. 2011, Πετανίδου, αδημοσίευτα δεδομένα), η μέγιστη μελισσοποικιλότητα εντοπίσθηκε στα δύο παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα του νησιού, το δάσος βελανιδιάς (Potts et al. 2006) και τον καστανεώνα του νησιού (Πετανίδου, αδημοσίευτα δεδομένα). Η αυξημένη ποικιλότητα άγριων μελισσών συνεπάγεται επάρκεια επικονιαστικών υπηρεσιών στα αγροδασικά συστήματα επ’ ωφελεία των καλλιεργειών· πράγματι, απεδείχθη ότι για μεγιστοποί-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 124 –

Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές

ηση της παραγωγής σε τέτοιους αμυγδαλεώνες δεν απαιτείται καν παρουσία κοινών μελισσών (περιοχή Σινά, Αίγυπτος: Norfolk et al. 2016).

Οι χαρουπώνες, πυκνά ή αραιά φυτεμένοι, αποτελούν Μεσογειακή ιδιαιτερότητα.

Η χαρουπιά (Ceratonia siliqua) είναι αυτόχθονο φυτό της Μεσογείου, όπου ιστορικά καλλιεργήθηκε για τα χαρούπια της που χρησιμοποιήθηκαν ως τροφή των

εξημερωμένων ζώων, και ως συμπλήρωμα της ανθρώπινης διατροφής έως και

σήμερα (κόμμι από το ενδοσπέρμιο, χαρουπάλευρο, χαρουπόμελο). Η χαρουπιά είναι δένδρο δίοικο, λιγότερο συχνά γυνοδίοικο, συνεπώς απαιτεί επικονίαση για να καρποφορήσει. Αν και χαρακτηρίζεται από αμφιφιλία (είναι φυτό εντομο- και ανεμο-επικονιαζόμενο), αποδείχθηκε ότι η επικονίαση με έντομα είναι εκ των ων ουκ άνευ. Στους πιθανούς επικονιαστές ανήκει ένας μεγάλος αριθμός ειδών εντόμων, τόσο ημερόβιων (μέλισσες, μύγες, σφήκες), όσο και νυκτόβιων (νυχτοπετάλουδα) (Dafni et al. 2012). Έτσι, και επειδή ανθοφορεί αργά το φθινόπωρο και για μεγάλο χρονικό διάστημα (Σεπτέμβριος – Δεκέμβριος), η χαρουπιά αποτελεί σημαντικό

πόρο γύρης και νέκταρος για πολλά έντομα, σε μια εποχή που οι ανθικοί πόροι σπανίζουν. Επίσης, αποτελεί σημαντικό πόρο για τα συνανθοφορούντα φυτά με

μικρότερη ανθική επίδειξη, διευκολύνοντάς τα να προσελκύσουν επικονιαστές.

Αποτελεί, τελικά, ένα σημαντικό φυτό για την διατήρηση των επικονιαστικών πόρων στα αγροδασικά συστήματα.

Εικόνα 2. Στο πιο διαδεδομένο αγροδασικό σύστημα που παραδοσιακά καλλιεργήθηκε στη Νίσυρο κυριαρχούσαν οι κοκκορεβυθιές, οι ελιές και οι βελανιδιές, οι τελευταίες για τους βρώσιμους καρπούς και τα βελανιδοκύπελλά τους. © Θεοδώρα Πετανίδου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 125 –

Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΒΙΩΣΙΜΗ ΓΕΩΡΓΙΑ

Τα αγροδασικά συστήματα αποτελούν διαφοροποίηση των αγροσυστημάτων προς

το ποικιλότερο, μια φιλική για τους επικονιαστές εναλλακτική πρακτική απέναντι στη συμβατική γεωργία (IPBES 2016). Η διαχείριση των συστημάτων αυτών αποτελεί εγ-

γενή και τοπική γνώση που είναι και επιστημονικά τεκμηριωμένη, αναδεικνύοντας

τη σημασία των αγροδασικών συστημάτων στη διατήρηση της παραγωγικότητας, στην προστασία των φυσικών πόρων και τη διασφάλιση σειράς οικοσυστημικών

υπηρεσιών, της επικονίασης συμπεριλαμβανομένης (Muschler 2016).

Έχοντας στη διάθεσή τους μια Λεκάνη φτωχή σε φυσικούς πόρους (σπανιότητα νερού, άγονο έδαφος) και ένα τραχύ τοπίο με ποικιλία μικροκλιμάτων, οι άνθρωποι της Μεσογείου συχνά υιοθέτησαν μικτά συστήματα καλλιέργειας, αναμιγνύοντας χαμηλή βλάστηση (χαμηλούς θάμνους, ποολίβαδα) με θάμνους και δένδρα διαφορετικών μεγεθών. Στην πραγματικότητα, αυτά τα παραδοσιακά συστήματα ακολουθούσαν πάντα το παράδειγμα της φύσης: συνδυασμό ποικιλίας φυτών που διαφέρουν σε μορφή, κύκλο ζωής, λειτουργικά χαρακτηριστικά, απαιτήσεις

και οφέλη. Δεν είναι σίγουρο ότι τα παραδοσιακά αυτά συστήματα καλλιέργει-

Εικόνα 3. Λεπτομέρεια ενός αντιπροσωπευτικού αγροδασικού συστήματος με σποραδικές ελιές, στη βορειοανατολική Λέσβο. © Θεοδώρα Πετανίδου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 126 –

Θεοδώρα Πετανίδου | Αγροδασικά συστήματα και επικονιαστές

ας συνθεώρησαν τις επικονιαστικές απαιτήσεις και οφέλη για τη δημιουργία ενός

παραγωγικού αγρο-οικοσυστήματος. Μόνον εκ των υστέρων αναγνωρίζουμε ότι, προωθώντας ένα μικτό σύστημα καλλιέργειας με χρήση διάφορων τύπων φυτών, το προκύπτον σχήμα επικονία-

σης είναι προς όφελος ολόκληρου του οικοσυστήματος. Ίσως, μάλιστα, αυτό

Συμπέρασμα: μιμούμενα τη

βιώσιμη γεωργία

να αποτελεί και έναν από τους σημαντικότερους λόγους της υψηλής ποικιλότητας των μελισσών και άλλων επικονιαστών της Μεσογείου που απολαμβάνουμε σήμερα (Nielsen et al. 2011, Reverté et al. υπό κρίση).

Στις μέρες μας, τεράστιες περιοχές ολόκληρης της Μεσογείου έχουν εγκαταλειφθεί, επειδή η καλλιέργεια σε αυτές κρίθηκε ασύμφορη στο πλαίσιο της συμβατικής γεωργίας (Πετανίδου 2021). Αυτό αφορά ιδιαίτερα τον έντονα αναβαθμιδωμένο νησιωτικό χώρο του Αιγαίου, αρκετές περιοχές του οποίου έφεραν αγροδασικά συστήματα (Εικόνες 1-4). Οι όποιες προσπάθειες επανακαλλιέργειας τέτοιων περιοχών δεν στοχεύουν μόνο στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, αλλά και στην επανάκτηση και επαναλειτουργικοποίηση των αναβαθμίδων ως πράσινων υποδομών, προς όφελος της βιοποικιλότητας και για

την ανάσχεση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Λαμβάνοντας υπ΄ όψιν

την 5ετή εμπειρία συντονισμού του έργου LIFE TERRACESCAPE (http://www. lifeterracescape.aegean.gr/), στο οποίο η προσπάθεια επανακαλλιέργειας αναβαθμίδων βασίσθηκε, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, στα ετήσια φυτά, συνάγω ότι για συναφείς σκοπούς, η αγροδασική επιλογή θα πρέπει να είναι η πρώτιστη.

Εικόνα 4. Τα αγροδασικά συστήματα με κυρίαρχη την ήμερη βελανιδιά (βασιλική δρυ) είναι αρκετά εκτεταμένα στο νησί της Κέας. Αν και η γη δεν καλλιεργείται πλέον, η συλλογή των βελανιδών ξανάρχισε πριν κάποια χρόνια, κυρίως για εξαγωγή. © Θεοδώρα Πετανίδου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 127 –
φύση, τα μικτά αγροδασικά
συστήματα υποστηρίζουν υψηλή βιοποικιλότητα επικονιαστών και

H βιοποικιλότητα στο

αγροδασικό έδαφος

Λέξεις κλειδιά: ποιότητα εδάφους, εδαφικοί μικροβιακή ποικιλότητα, κλιματική αλλαγή, ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων

Νικόλαος

Μονοκρούσος

Επίκουρος Καθηγητής Εργαστήριο Εδαφικής Οικολογίας, Σχολή Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών και Οικονομικών Επιστημών του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη nmonokrousos@ihu.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Ξηρόμερο

Νικόλαος Μονοκρούσος | H βιοποικιλότητα στο αγροδασικό έδαφος

Το έδαφος είναι ένα σύμπλεγμα από ανόργανα στοιχεία, οργανική ουσία, νερό, αέρα καθώς και ζωντανούς οργανισμούς. Τα χαρακτηριστικά των

αγροδασικών εδαφών ποικίλουν κατά πολύ, εξαιτίας των παραγόντων

που παίζουν ρόλο στη δημιουργία του εδάφους, όπως η φύση του μητρικού πετρώματος, το κλίμα, η τοπογραφία, καθώς και ο τύπος των φυτών που κυριαρ-

χούν στο σύστημα. Επίσης, η ηλικία

των εδαφών μπορεί να ποικίλει και να

κυμαίνεται από λίγα έως και εκατομμύ-

ρια έτη. Παρά το γεγονός ότι τα εδάφη

ποικίλουν σε βάθος, φτάνοντας έως

και μερικά μέτρα, η πλειονότητα των

Τα αγροδασικά συστήματα

συμβάλουν σημαντικά στην

απορρόφηση CO2 από το έδαφος, αποτελώντας φυσική δεξαμενή

εδαφικών διεργασιών πραγματοποιείται στα πρώτα 10cm του εδάφους, τα οποία

συνήθως αντιστοιχούν στον οργανικό Α´ εδαφικό ορίζοντα. Ορισμένες βασικές

φυσικές και μηχανικές ιδιότητες των εδαφών, όπως η ικανότητα του εδάφους

να συγκρατεί το νερό, η ευκολία κίνησης του εδαφικού νερού και αέρα, η θερμοκρασία του εδάφους, εξαρτώνται από τη μηχανική σύσταση και το πορώδες του

εδάφους. Η αλληλεπίδραση των εδαφικών ιδιοτήτων και των διαδικασιών καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την υγεία και την παραγωγικότητα ενός αγροδασικού

συστήματος. Το έδαφος σε ό,τι αφορά την αύξηση και ανάπτυξη των φυτικών

ειδών παίζει σημαντικό ρόλο καθώς αποτελεί μέσο στήριξης του ριζικού συστήματος, μέσο εφοδιασμού των ριζών με οξυγόνο και νερό και πηγή εφοδιασμού των

φυτών και όλων των ζωντανών οργανισμών με τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία (άζωτο, φώσφορο, μαγνήσιο, κάλιο, κ.ά.).

Το “έδαφος” είναι οικοσύστημα γιατί σύμφωνα με τον Odum (1971), “οικοσύστημα

θεωρείταιοποιαδήποτεμονάδαπουπεριλαμβάνειόλουςτουςοργανισμούςμιας συγκεκριμένηςπεριοχής(βιοκοινότητα),οιοποίοιαλληλοεπιδρούντόσομεταξύ τουςόσοκαιμετουςαβιοτικούςπαράγοντεςκατάτέτοιοτρόπο,ώστεμιαροή ενέργειαςναοδηγείσεσαφώςκαθορισμένητροφικήδομή,βιοτικήποικιλότητα καιανακυκλώσειςτηςύλης”.Το έδαφος ως οικοσύστημα είναι αυτορρυθμιζόμενο

μέσω της ανακύκλωσης των θρεπτικών στοιχείων, αλλά δεν είναι ενεργειακά αυτοδύναμο επειδή εξαρτάται από τη φωτοσυνθετική δραστηριότητα των φυτών.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 129 –Η ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΕΔΑΦΩΝ
του

Νικόλαος Μονοκρούσος | H βιοποικιλότητα στο αγροδασικό έδαφος

Η υπέργεια βλάστηση τροφοδοτεί διαρκώς με φυτικά υπολείμματα και νεκρή οργανική ουσία το εδαφικό σύστημα. Σε ένα αγροδασικό σύστημα, η παρουσία δέντρων εξασφαλίζει, ότι αυτές οι προσθήκες θα είναι επαναλαμβανόμενες και εποχικές, εξασφαλίζοντας την παρουσία νεκρού οργανικού υλικού και κατ’ επέκταση

την ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων. Ωστόσο, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις

είναι σε μεγάλο βαθμό άδενδρες, και τα περισσότερα φυτικά υπολείμματα απομα-

κρύνονται από το έδαφος μετά τη συγκομιδή της σοδειάς. Αυτός είναι και ο λόγος

που η ποιότητα εδάφους στις άδενδρες καλλιεργούμενες εκτάσεις υποβαθμίζεται διαρκώς.

Στα αγροδασικά συστήματα αντίθετα, η παρουσία των δέντρων εξασφαλίζει πολλά πλεονεκτήματα για το εδαφικό σύστημα και βελτιώνει πολλές από τις φυσικές, χημικές και βιολογικές ιδιότητες των εδαφών. Τα δέντρα τροφοδοτούν το εδαφικό σύστημα με νεκρό φυτικό υλικό, συμβάλλοντας στην αύξηση της διαθεσιμότητας θρεπτικών στοιχείων στο έδαφος, βελτιώνουν τη δομή του εδάφους

αυξάνοντας το πορώδες του, προστατεύουν το έδαφος από τη διάβρωση, απορροφούν τα νιτρικά από τις υπερλιπασμένες εκτάσεις, συμβάλλουν στην καθήλωση

του οργανικού άνθρακα στο έδαφος και δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες

για την αύξηση της βιοποικιλότητας των εδαφικών οργανισμών. Με αυτόν τον τρόπο βελτιώνεται σε μεγάλο βαθμό η υγεία και η παραγωγικότητα ενός διαχειριζόμενου συστήματος και παράλληλα μειώνονται σε σημαντικό βαθμό αρκετά περιβαλλοντικά προβλήματα.

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Πεδιάδα Εύηνου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής
– 130 –

Νικόλαος Μονοκρούσος | H βιοποικιλότητα στο αγροδασικό έδαφος

ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΒΙΟΛΟΓΙΚΕΣ

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΣΤΑ ΕΔΑΦΗ

Στο έδαφος βρίσκουν ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης πολλοί και ποικίλοι οργα-

νισμοί. Το σύνολο των οργανισμών του εδάφους αποτελεί τη βιοκοινότητα του

εδαφικού συστήματος. Οι οργανισμοί αυτοί ανταγωνίζονται, συνεργάζονται και

γενικώς αλληλοεπιδρούν τόσο μεταξύ τους, όσο και με τα φυτικά είδη, σχηματίζο-

ντας έτσι ένα ολοκληρωμένο σύστημα. Σημαντικός είναι ο ρόλος των οργανισμών

του εδάφους στην αποικοδόμηση της οργανικής ουσίας και την ανακύκλωση των

θρεπτικών στοιχείων. Οι μεγαλύτεροι

σε μέγεθος εδαφικοί οργανισμοί δια-

κρίνονται στην μεσοπανίδα (μέγεθος

0.1-2mm) που περιλαμβάνει κυρίως

τους νηματώδεις, τα μικροαρθρόπο-

δα, και τα κολλέμβολα, καθώς και στη

μακροπανίδα (μέγεθος μεγαλύτερο

Ένα αγροδασικό χωράφι μπορεί να

αποθηκεύσει έως 4 τόνους άνθρακα

ανά εκτάριο ανά έτος, ποσότητα

που είναι 10 φορές μεγαλύτερη

από ένα χωράφι με αμιγή γεωργική

καλλιέργεια

από 2mm) που αποτελείται από έντομα, γαιοσκώληκες ακόμα και μικρά θηλαστικά. Οι οργανισμοί αυτοί συμμετέχουν στην αποικοδόμηση της νεκρής οργανικής ουσίας μέσω του θρυμματίσματος των

φυτικών υπολειμμάτων που πέφτουν στο έδαφος και το ανακάτεμά τους με το ανόργανο έδαφος. Οι οργανισμοί αυτοί χαρακτηρίζονται ως οι μηχανικοί των εδαφικών συστημάτων.

Οι μικροοργανισμοί (μικρο-χλωρίδα), ωστόσο, είναι αυτοί που παίζουν των κυρίαρχο ρόλο στην αποικοδόμηση της νεκρής οργανικής ουσίας και στην απελευθέρωση των θρεπτικών στοιχείων. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι ένα γραμμάριο

εδάφους μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι και 10 δισεκατομμύρια μικροοργανισμούς, που ανήκουν σε χιλιάδες διαφορετικά είδη. Η μικροχλωρίδα του εδάφους αποτελείται από τρεις κύριες ομάδες: τα βακτήρια, τους μύκητες και τους ακτινομύκητες. Όλοι αυτοί οι μικροοργανισμοί διασπούν τις πολύπλοκες οργανικές ενώσεις

σε απλούστερες και, τελικά, σε ανόργανες, που είναι και αφομοιώσιμες από τα

φυτά. Τα βακτήρια είναι οι μικρότεροι σε μέγεθος μονοκύτταροι οργανισμοί που

ζουν στο έδαφος. Επειδή ο ρυθμός αύξησης των βακτηρίων είναι πιο γρήγορος

σε σχέση με αυτόν των μυκήτων, τα βακτήρια κυριαρχούν στην αποικοδόμηση

υποστρωμάτων μικρού μοριακού βάρους. Τα βακτήρια είναι δραστικά σε όλα τα

είδη των οργανικών ουσιών εκτός της λιγνίνης. Τα αζωτοδεσμευτικά βακτήρια

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής
– 131 –

Νικόλαος Μονοκρούσος | H βιοποικιλότητα στο αγροδασικό έδαφος

είναι μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα κατηγορία οργανισμών ικανών να δεσμεύουν το

ατμοσφαιρικό άζωτο, μετατρέποντάς το σε ανόργανο. Τέτοια βακτήρια μπορούν

να ζουν ελεύθερα στο έδαφος ή να σχηματίζουν συμβιωτική σχέση με τις ρίζες

ορισμένων φυτικών ειδών.

Οι περισσότεροι μύκητες είναι ετερότροφοι και διαθέτουν ποικιλία ενζύμων για

την αποικοδόμηση της νεκρής οργανικής ουσίας στο έδαφος. Σε επαρκώς αεριζό-

μενα εδάφη, οι μύκητες αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα της μικροβιακής μάζας

λόγω της εκτεταμένης αύξησης των μυκηλιακών τους υφών. Ο βιολογικός ρόλος

των μυκήτων στο εδαφικό οικοσύστημα είναι σημαντικός καθώς έχουν την ικανό-

τητα να ακινητοποιούν μεγάλες ποσότητες Ν, λόγω της μεγάλης τους βιομάζας

και της αντοχής των μυκηλίων τους στην αποικοδόμηση. Ορισμένα είδη μυκήτων

έχουν την ικανότητα να δημιουργούν συμβιωτικές σχέσεις με τις ρίζες των φυτικών ειδών. Ο συνδυασμός αυτός ονομάζεται μυκόριζα και έχει πολύ μεγάλη ση-

μασία για την επιβίωση και ανάπτυξη των φυτών, ειδικά σε φτωχά σε φώσφορο εδάφη. Με το μυκοριζικό σύστημα, οι ρίζες αποκτούν πολύ μεγαλύτερη επιφάνεια

και μήκος και μπορούν να εκμεταλλευτούν βάθη εδάφους που διαφορετικά θα

ήταν αδύνατο να εκμεταλλευτούν τα φυτά από μόνα τους. Η συμβίωση αυτή είναι

ωφέλιμη και για τα δύο μέρη. Το φυτό προμηθεύει υδατάνθρακες στο μύκητα και

ο μύκητας θρεπτικά στοιχεία στα φυτά.

Τέλος, οι ακτινομύκητες είναι αερόβια Gram θετικά βακτήρια, με ιδιαίτερη ευαι-

σθησία στη χαμηλή εδαφική οξύτητα, αλλά αναπτύσσουν δραστηριότητα και σε

εξαιρετικά ξηρές συνθήκες εδάφους. Η σημασία των ακτινομυκήτων οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι έχουν την ικανότητα να διασπούν δύσκολα αποικοδομούμενα οργανικά συστατικά, όπως η λιγνίνη.

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Μικρογαλιάντρα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 132 –

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΕΔΑΦΗ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

Τα δασικά εδάφη αποτελούν τη μεγαλύτερη δεξαμενή αποθηκευμένου

οργανικού

άνθρακα στα χερσαία οικοσυστήματα. Ο άνθρακας του εδάφους φτάνει το 80%

του συνολικού άνθρακα (δεσμευμένου στη βιομάζα και το έδαφος) στα δάση της

βόρειας ζώνης, 60% στα δάση της εύκρατης ζώνης και 50% στα τροπικά δάση.

Αντίθετα, σε άδενδρες καλλιεργούμενες εκτάσεις καταγράφονται διαρκώς απώλειες της συγκέντρωσης του οργανικού άνθρακα των εδαφών, λόγω του αυξημέ-

νου ρυθμού αποσύνθεσης της οργανικής ουσίας και απελευθέρωσης μεγάλων ποσοτήτων διοξειδίου του άνθρακα στην

ατμόσφαιρα, γεγονός που επιτείνει το

φαινόμενο του θερμοκηπίου. Καθώς

τα σενάρια κλιματικής αλλαγής κατα-

δεικνύουν αύξηση της θερμοκρασίας

και κατ’ επέκταση μεγαλύτερη αύξηση

της μικροβιακής δραστηριότητας, το

ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι με ποιον τρόπο θα καταφέρουμε να περιορίσουμε τις απώλειες άνθρακα προς την ατμόσφαιρα από τις καλλιεργούμενες

εκτάσεις. Με βάση τα παραπάνω, τα τελευταία χρόνια γίνεται μια διαρκής έκκληση

της επιστημονικής κοινότητας για “προστασία, αποκατάσταση και επαναδημιουρ-

γία δασών”, προκειμένου να επιτρέψουμε στη φύση να αφαιρέσει το διοξείδιο

του άνθρακα από την ατμόσφαιρα με φυσικό τρόπο και να το αποθηκεύσει στο έδαφος, συμβάλλοντας καθοριστικά στον περιορισμό του φαινομένου του θερμοκηπίου. Ωστόσο, καθώς οι διατροφικές ανάγκες του ανθρώπου αυξάνονται, μια τέτοια λύση δεν είναι εφικτή. Τα αγροδασικά συστήματα φαίνεται να είναι η πιο

εφικτή λύση στο άμεσο μέλλον και περιλαμβάνονται ως στρατηγική στο Πρωτό-

κολλο του Κιότο. Ένα αγροδασικό χωράφι μπορεί να αποθηκεύσει έως 4 τόνους

άνθρακα ανά εκτάριο ανά έτος, ποσότητα που είναι 10 φορές μεγαλύτερη από

ένα χωράφι με αμιγή γεωργική καλλιέργεια. Έτσι τα δασογεωργικά συστήματα, με τη συγκαλλιέργεια γεωργικών φυτών με δένδρα, δασικά ή οπωροφόρα και η

δημιουργία αγροδασικών συστημάτων θα πρέπει να αποτελέσουν τον κύριο στόχο

για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής τα επόμενα χρόνια.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 133 –
Νικόλαος Μονοκρούσος | H βιοποικιλότητα στο αγροδασικό έδαφος Τα
βελτίωση της υγείας των εδαφών, αυξάνοντας σημαντικά την μικροβιακή
αγροδασικά συστήματα φαίνεται να συμβάλουν σημαντικά στη
βιοποικιλότητα

Μικροί υγρότοποι σε

δασολιβαδικά

τοπία

Λέξεις κλειδιά: υδατοσυλλογές, εκτατική κτηνοτροφία, εγκατάλειψη υπαίθρου, αγροπεριβαλλοντικές πολιτικές

Γιάννης Καζόγλου Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, 431 00, Καρδίτσα ykazoglou@uth.gr

© Γιάννης Καζόγλου Ι Λιβελούλα αμέσως μετά τη μεταμόρφωση από προνύμφη σε ενήλικο

Γιάννης Καζόγλου | Μικροί υγρότοποι σε δασολιβαδικά τοπία

Το νερό, είτε στάσιμο είτε ρέον, είτε άφθονο είτε περιορισμένο, αποτελεί πάντοτε ένα στοιχείο του τοπίου που τραβά την προσοχή των περισσότερων έμβιων οργανισμών. Αποτελεί ένα από τα τρία ουσιώδη

γνωρίσματα των υγροτόπων και, ουσιαστικά, καθορίζει τα υπόλοιπα δύο που είναι

η υγροτοπική βλάστηση και τα υδρομορφικά εδάφη (Φυτώκα κ.ά. 2020). Όμως, τι

ακριβώς είναι οι υγρότοποι; Σύμφωνα με το άρθρο 1 της Σύμβασης Ραμσάρ για τους

Υγροτόπους Διεθνούς Σημασίας ειδικά

ως Ενδιαιτήματα Υδρόβιων Πουλιών, “ως υγρότοποι ορίζονται οι φυσικές

ή τεχνητές περιοχές αποτελούμενες

από έλη γενικώς (marsh), από μη

αποκλειστικώς ομβροδίαιτα έλη με

τυρφώδες υπόστρωμα (fen), από

τυρφώδεις γαίες (peatland) ή από

νερό. Οι περιοχές αυτές είναι μονίμως

Οι φυσικοί ή τεχνητοί υγρότοποι, που συναντούμε σε δασολιβαδικά

τοπία, επηρεάζουν τη διασπορά της βόσκησης στο χώρο και αποτελούν μικρές οάσεις βιοποικιλότητας

ή προσωρινώς κατακλυζόμενες με νερό, το οποίο είναι στάσιμο ή ρέον, γλυκό,

υφάλμυρο ή αλμυρό και περιλαμβάνουν επίσης εκείνες που καλύπτονται από

θαλασσινό νερό, το βάθος του οποίου κατά τη ρηχία δεν υπερβαίνει τα έξι μέτρα”.

Αυτός είναι ένας ευρύς, κοινά αποδεκτός παρά τις αδυναμίες του, ορισμός

των υγροτόπων, ανάμεσα σε πολλούς επιστημονικούς και νομικούς ορισμούς

που συναντά κανείς στη διεθνή βιβλιογραφία. Ο Keddy (2002) προτείνει έναν

συντομότερο ορισμό: “Υγρότοπος είναι ένα οικοσύστημα που προκύπτει όταν το

πλημμύρισμα από νερό παράγει εδάφη κυριαρχούμενα από αναερόβιες διεργασίες

και εξαναγκάζει τους φυτικούς και ζωικούς οργανισμούς, ειδικά τα ριζωμένα φυτά, να επιδείξουν προσαρμογές ανοχής στο πλημμύρισμα” ο οποίος επίσης κατορθώνει

ναπεριγράψειτουςπερισσότερουςυγροτόπουςτουπλανήτη.Ηποικιλομορφίατων ορισμών των υγροτόπων φαίνεται να ακολουθεί την ποικιλότητα που εμφανίζουν

οι ίδιοι οι υγρότοποι ως προς τους τύπους, τα μεγέθη, τις συνθήκες, τις θέσεις

και τα χαρακτηριστικά τους, γεγονός που, κατά τους Mitsch and Gosselink (1986),

οδηγεί στην έλλειψη ενός μοναδικού, καθολικά αναγνωρισμένου ορισμού σχετικά

με το τι είναι υγρότοπος, γεγονός που δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 135 –

Γιάννης Καζόγλου | Μικροί υγρότοποι σε δασολιβαδικά τοπία

Οι υγρότοποι μπορεί να καλύπτουν εκτάσεις χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων

ή να έχουν μικρότερες διαστάσεις. Για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου θα περιοριστούμε στους μικρούς ή και πολύ μικρούς υγροτόπους. Το όριο για τον “μι-

κρό υγρότοπο” στην ελληνική νομοθεσία και πρόσφατη βιβλιογραφία (Φυτώκα

κ.ά. 2020) τίθεται στα 80 στρέμματα, όμως στην περίπτωση των υγροτόπων σε

δασολιβαδικά τοπία, η έκτασή τους μπορεί να ισούται ακόμη και με λίγα τετραγωνικά μέτρα, καθώς σε αυτούς περιλαμβάνονται μικρές φυσικές ή τεχνητές υδατοσυλλογές, γνωστές ως λιμνία, ακόμη και εντελώς τεχνητές κατασκευές, όπως

οι ποτίστρες για τα αγροτικά ζώα. Ο ρόλος των μικρών αυτών υγροτόπων στα δασολιβαδικά τοπία είναι πολλαπλός. Σε ιδανικές συνθήκες, τα φυσικά “υγροτοπάκια” (έτσι τα αποκαλούμε οι περισσότεροι) με στάσιμα ή χαμηλής ροής νερά, διαθέτουν ομαλές όχθες με χαμηλή υπερυδατική βλάστηση και, πιθανώς, εμφανή χρωματικά σημάδια της αυξομείωσης της στάθμης του νερού και ζώνη με σχετικά βαθύτερα νερά. Πιθανοί “κάτοικοι” ή χρήστες των ενδιαιτημάτων αυτών, ανάλογα

με την εποχή, μπορεί να είναι ασπόνδυλα, όπως οι λιβελούλες και άλλα έντομα, γυρίνοι και ώριμοι βάτραχοι και φρύνοι, τρίτωνες, ψαράκια ή μεγαλύτερα ζώα

που αφήνουν τα ίχνη τους στη λάσπη της όχθης, πιθανότατα γιατί κάποια στιγμή

πέρασαν από το υγροτοπάκι για να πιούν νερό ή να τραφούν. Στα ρέματα και τα μικρά ποτάμια η ζώνωση περιλαμβάνει την ενεργή κοίτη (που καλύπτεται από το

τρεχούμενο νερό σε χαμηλές και υψηλές παροχές), τις όχθες του ρέματος, τις

λιμνούλες ή “γούρνες” μέσα ή κοντά στην κοίτη, που αποτελούν καταφύγια για την ιχθυοπανίδα, και την παρόχθια ζώνη με την πάντα ενδιαφέρουσα δασική βλάστηση και χλωρίδα. Εδώ τα είδη της άγριας πανίδας (ασπόνδυλα, αμφίβια, ερπετά

και ψάρια) είναι μάλλον λιγότερα και πιο εξειδικευμένα σε σχέση με τους μικρούς

υγροτόπους στάσιμου νερού, γεγονός που καθορίζεται κυρίως από την σχεδόν

© Κώστας Ζήσης Ι Τρίτων ο αλπικός. Όρος Τύμφη, Ιωάννινα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 136 –

Γιάννης Καζόγλου | Μικροί υγρότοποι σε δασολιβαδικά τοπία

μόνιμη σκίαση και ροή νερού και τις χαμηλότερες θερμοκρασίες αέρα και νερού (Ζόγκαρης κ.ά. 2007).

Περνώντας σε λιγότερο ιδανικές από αισθητικής πλευράς συνθήκες και παραστάσεις, δεν πρέπει να παραβλέπεται η σημασία των τεχνητών υδατοσυλλογών

συχνά απαντώνται σε δασολιβαδικά ή δασογεωργικά τοπία. Αυτές περιλαμβάνουν

είτε παλαιότερες χωμάτινες κατασκευ-

ές είτε πιο σύγχρονες με τσιμεντένιο ή

πλαστικό αδιάβροχο υπόστρωμα ή/και

τοιχία για να μη χάνουν το νερό τους:

(α) λιμνούλες που έχουν δημιουργηθεί

με εκσκαφές και γεμίζουν από παρα-

κείμενα ρέματα με σκοπό την άρδευση

αγρών, (β) μακρόστενες τσιμεντένιες,

ξύλινες ή μεταλλικές ποτίστρες που

Για τη διατήρηση των πολύτιμων

δασολιβαδικών τοπίων της

Ελλάδας, απαιτείται διαχείριση

των υποδομών εξυπηρέτησης της εκτατικής κτηνοτροφίας, μεταξύ των οποίων και οι μικρές φυσικές

και τεχνητές υδατοσυλλογές

τροφοδοτούνται από πηγαία ή επιφανειακά ύδατα και (γ) λιμνία, λούτσες, γκιόλες και ταμιευτήρες – λιμνοδεξαμενές για

τον ποτισμό ζώων, την τροφοδοσία άλλων υποδομών

αποθήκευσης νερού

ή και άλλες χρήσεις (Παπαναστάσης κ.ά. 2021). Στην πράξη, όλες αυτές οι κατασκευές

προσομοιάζουν με φυσικούς υγροτόπους. Εκτός από τα αγροτικά ζώα, οι κατα-

σκευές αυτές χρησιμοποιούνται και από την άγρια πανίδα. Ζαρκάδια, αρκούδες, αγριογούρουνα (που συχνά αξιοποιούν με τον χαρακτηριστικό τρόπο τους και τα

λιβαδάκια κατάντι των ποτιστρών) και πολλά είδη πουλιών, από μεγάλα αρπακτικά

όπως οι κραυγαετοί ή ιδιαίτερα είδη όπως οι μαυροπελαργοί, καθώς και δεκάδες

είδη και σμήνη από μικρόπουλα, αξιοποιούν τις κατασκευές αυτές. Τα υγροτοπά-

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Κιτρινομπομπίνα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 137 –
που

Γιάννης Καζόγλου | Μικροί υγρότοποι σε δασολιβαδικά τοπία

κια αυτά προσελκύουν επίσης χειρόπτερα (νυχτερίδες), που πραγματοποιούν πτήσεις πάνω από ποτίστρες και λιμνία για να συλλάβουν έντομα κατά το νυχτερινό τους κυνήγι. Τα αμφίβια χρησιμοποιούν επίσης τέτοιες υδατοσυλλογές, είτε στο εσωτερικό τους είτε στα σημεία όπου το νερό υπερχειλίζει και διαβρέχει το έδαφος έξω από αυτές. Σε αυτά τα λασπώδη εδάφη συχνά φύονται και κάποιες ορχιδέες ή συγκεντρώνονται πληθυσμοί μικρών πεταλούδων, μελισσών και διάφορων άλλων άγριων επικονιαστών καθώς και θηρευτών τους.

Η αισθητική, περιβαλλοντική και οικονομική αξία των μικρών αυτών υγροτόπων, που συναντώνται σε δασολιβαδικά τοπία και αποτελούν κρίσιμα στοιχεία για τη

διατήρηση της εκτατικής κτηνοτροφίας, αναδεικνύει την ανάγκη για ολοκληρωμένη διαχείριση του τοπίου της υπαίθρου. Ταυτόχρονα επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο της εκτατικής κτηνοτροφίας για τη διατήρηση των τοπίων αυτών, η οποία όμως φθίνει ή εγκαταλείπεται, με συνέπεια τα παραδοσιακά αγροδασολιβαδικά

συστήματα να υποβαθμίζονται. Απαιτούνται συγκεκριμένες, καλά στοχευμένες

και εφαρμόσιμες, εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές για τη συντήρηση των υφιστάμενων παραδοσιακών δασολιβαδικών και δασογεωργικών συστημάτων και τη

δημιουργία νέων τέτοιων συστημάτων, σε συνδυασμό με τη διατήρηση και ορθή διαχείριση των φυσικών υγροτόπων και τεχνητών υδατοσυλλογών σε περιοχές

που μπορούν ακόμη να υποστηρίξουν εκτατικές εκτροφές. Μόνο μέσα από την

εφαρμογή τέτοιων πολιτικών θα διατηρηθούν και, πιθανώς, θα αναβιώσουν ενεργές τοπικές κοινότητες σε ορεινές, ημιορεινές, νησιωτικές και εν γένει μειονεκτικές περιοχές, με υπέροχα τοπία.

© Κώστας Ζήσης Ι Όρος Στούρος, Ιωάννινα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 138 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Σταχτοσουσουράδα
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Ανδρίτσαινα, Επικούρειος Απόλλων
και δημιουργία αγροδασικών
Διαχείριση, αποκατάσταση
τοπίων Ενότητα Γ

Ταξινόμηση

δασογεωργικών

συστημάτων

στην Ελλάδα

Λέξεις κλειδιά: παραδοσιακά συστήματα, νέα συστήματα, ανώροφος, υπόροφος

Γραμματέας Ελληνικού Αγροδασικού Δικτύου (www.agroforestry.gr) ΕΔΙΠ, Εργαστήριο Λιβαδικής Οικολογίας, Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Α.Π.Θ. ΤΚ 54124, Θεσσαλονίκη konman@for.auth.gr

© Κωνσταντίνος Μαντζανάς Ι Κασσάνδρα Χαλκιδικής, Ελιές με κριθάρι

Κωνσταντίνος Μαντζανάς

Κωνσταντίνος Μαντζανάς | Ταξινόμηση δασογεωργικών συστημάτων στην Ελλάδα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τ

α δασογεωργικά συστήματα, που συνδυάζουν την παρουσία δέντρων και

γεωργικών καλλιεργειών στην ίδια επιφάνεια, αποτελούν έναν από τους

τρεις τύπους αγροδασικών συστημάτων που απαντούν στη χώρα μας, οι

άλλοι δύο είναι τα δασολίβαδα και τα αγροδασολιβαδικά συστήματα. Η βλάστη-

ση των συστημάτων αυτών είναι πολύ

πλούσια και αποτελείται από διάφορα

είδη και λειτουργικούς τύπους. Τα δέντρα του ανωρόφου βρίσκονται σε δυναμική ισορροπία με τους θάμνους και τα φυτά του υπορόφου (Papanastasis 2004). Υπάρχουν διάφοροι τύποι αγροδασικών συστημάτων και χαρακτηρίζονται από τα δέντρα του ανωρόφου.

παραδοσιακά

δασογεωργικά συστήματα είναι τα

διάφορα είδη δρυός, το κυπαρίσσι

και η λεύκη

Ανάλογα με τη διαχείριση που ασκείται σε αυτά μπορούν να διακριθούν σε παραδοσιακά και νέα συστήματα. Στα παραδοσιακά ανήκουν τα συστήματα όπου τα δέντρα του ανωρόφου είναι αυτοφυή, απομεινάρια παλιότερων δασικών εκτάσεων

και η διαχείριση από παλιά έως τα τελευταία χρόνια ήταν ήπιας μορφής χωρίς να διαταράσσεται κάποιο από τα επιμέρους τμήματα του συστήματος. Στα νέα ανήκουν τα συστήματα όπου τα δέντρα φυτεύτηκαν για τους καρπούς είτε για την ξυλεία τους, ενώ παράλληλα ο υπόροφος χρησιμοποιείται για παραγωγή γεωργικών

προϊόντων ώστε να επιτευχθεί καλύτερη αξιοποίηση του χώρου.

Η οικολογική αξία των παραδοσιακών δασογεωργικών συστημάτων αναφέρεται

στη διατήρηση του μωσαϊκού του τοπίου και της βιοποικιλότητας, καθώς περιλαμ-

βάνουν μεγάλο αριθμό ειδών και ατόμων τόσο φυτών όσο και ζώων. Τα συστή-

ματα αυτά είναι σταθερότερα από οποιαδήποτε μορφή συμβατικής γεωργίας, ως

προς την προστασία του εδάφους, τη βελτίωση του περιβάλλοντος, των βιοτόπων

και της άγριας πανίδας, τη διασφάλιση της σταθερότητας και λειτουργικότητας

των οικοσυστημάτων, αλλά και τη διατήρηση ή και βελτίωση των τοπίων της χώ-

ρας μας (Ισπικούδης και συν. 1996).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 143 –
“Τα δασικά” είδη δέντρων που σχηματίζουν

Κωνσταντίνος Μαντζανάς | Ταξινόμηση δασογεωργικών συστημάτων στην Ελλάδα

Από οικονομική άποψη, τα δασογεωργικά συστήματα παρέχουν μεγάλη ποικιλία

προϊόντων και υπηρεσιών. Τα διάφορα δέντρα του ανωρόφου παράγουν τεχνι-

κή ξυλεία, καυσόξυλα, πασσάλους και καρπούς. Το ξύλο διαφόρων ειδών, όπως

για παράδειγμα της καρυδιάς, είναι πολύτιμο για την επιπλοποιία, ενώ της λεύκης χρησιμοποιείται για την παραγωγή χαρτιού. Το φύλλωμα και οι καρποί των

δρυών χρησιμοποιούνται ως τροφή για τα ζώα, ενώ οι καρποί της καρυδιάς, της

καστανιάς και των διαφόρων οπωροφόρων δέντρων (μηλιές, αχλαδιές, αμυγδαλιές, ελιές, κλπ.) χρησιμοποιούνται ως τροφή για τον άνθρωπο. Παράλληλα με τα

δέντρα, οι γεωργικές καλλιέργειες του υπορόφου παρέχουν ένα σταθερό ετήσιο εισόδημα στους αγρότες.

© Κωνσταντίνος Μαντζανάς Ι Σισάνι Βοίου Κοζάνης, καρυδιές με φασόλια

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 144 –

Κωνσταντίνος Μαντζανάς | Ταξινόμηση δασογεωργικών συστημάτων στην Ελλάδα

ΔΑΣΟΓΕΩΡΓΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ

Τα “δασικά” είδη δέντρων που σχηματίζουν παραδοσιακά δασογεωργικά συστή-

ματα είναι τα διάφορα είδη δρυός, το κυπαρίσσι και η λεύκη. Από τα διάφορα

είδη δρυός ξεχωρίζει η βαλανιδιά (Quercusithaburensis subsp. macrolepis), που

απαντά σε διάφορες περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας καθώς και σε πολλά νησιά

με τυπικό μεσογειακό η υπομεσογειακό κλίμα. Σε διάφορες περιοχές της ζώνης

εξάπλωσής της η βαλανιδιά φύεται μέσα ή στα

όρια χωραφιών καλλιεργούμενων συνήθως με

σιτηρά και σχηματίζει δασογεωργικά συστήματα

η αγροδασολιβαδικά, αν τα χωράφια βόσκονται

επίσης από αγροτικά ζώα μετά τη συγκομιδή των

σιτηρών (Παπαναστάσης 2015). Επίσης, η μακεδο-

νική δρυς (Quercustrojana), η οποία εξαπλώνεται

κυρίως στη δυτική Μακεδονία, απαντά σε γεωργι-

Το πιο σημαντικό από

τα αειθαλή καρποφόρα

δέντρα, που σχηματίζουν

παραδοσιακά δασογεωργικά

συστήματα, είναι η ελιά

κές καλλιέργειες, μέσα ή στα όρια των χωραφιών, κυρίως με σιτηρά και σχηματίζει δασογεωργικά και αγροδασολιβαδικά συστήματα (Μαντζανάς και συν. 2006).

Άλλα είδη δρυός όπως η χνοώδης (Quercuspubescens), η πλατύφυλλη (Quercus frainetto)και η απόδισκος (Quercuspetraea), σχηματίζουν δασογεωργικά και αγροδασολιβαδικά συστήματα σε εκτεταμένες εκτάσεις στην ημιορεινή και ορεινή

ζώνη της ηπειρωτικής χώρας.

Από τα κωνοφόρα είδη, το κυπαρίσσι (Cupressus sempervirens) φυτεύεται στα

όρια καλλιεργούμενων αγρών με σιτηρά η άλλα γεωργικά φυτά για τη φυσική οριοθέτηση των αγρών ή για αντιανεμική προστασία των καλλιεργειών σχηματίζοντας δασογεωργικά και αγροδασολιβαδικά συστήματα (Παπαναστάσης 2015).

Διάφοροι παραγωγικοί κλώνοι λεύκης (Populus sp.) καλλιεργούνται ή φυτεύονται μέσα σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις με σχετικά βαθιά και γόνιμα εδάφη, αρδευόμενες ή με καλές υδατικές συνθήκες κοντά σε κανάλια και όχθες ποταμών. Το πιο

συνηθισμένο σύστημα όμως είναι γύρω από καλλιεργήσιμες εκτάσεις με λαχανικά

ή άλλες καλοκαιρινές καλλιέργειες. Αυτό το σχέδιο φύτευσης έχει ως αποτέλεσμα

τη δημιουργία δασογεωργικών συστημάτων, τα οποία είναι παραδοσιακά σε αρκε-

τά μέρη της χώρας, ιδιαίτερα στη Βόρεια Ελλάδα. Οι λεύκες χρησιμοποιούνται για

την παραγωγή ξυλείας αλλά εξυπηρετούν και άλλους σκοπούς όπως η σήμανση

των ορίων η ως ανεμοφράκτες (Παπαναστάσης 2015).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 145 –

Κωνσταντίνος Μαντζανάς | Ταξινόμηση δασογεωργικών συστημάτων στην Ελλάδα

Από τα αειθαλή καρποφόρα δέντρα, το πιο σημαντικό είναι η ελιά (Oleaeuropea),

που απαντά σε όλη σχεδόν την Ελλάδα και ιδιαίτερα στις πεδινές και παραθαλάσσιες περιοχές. Σύμφωνα με τον Παπαναστάση (2015), η ελιά είναι ένα από τα πιο

ευρέως καλλιεργούμενα είδη στην ευμεσογειακή ζώνη της Ελλάδας ήδη από τον

1ο αιώνα π.X.. Η έκταση που καλύπτουν οι ελαιώνες στη χώρα μας ανέρχεται σε

700.000 εκτάρια από τα οποία 125.000 εκτάρια περίπου αποτελούν αγροδασικά συστήματα είτε δασολιβαδικά είτε δασογεωργικά (Papanastasis et al. 2009).

Στα δασογεωργικά συστήματα ελιάς τα δέντρα είναι συνήθως μεγάλης ηλικίας και

προέρχονται από αγριελιές που εμβολιάστηκαν για παραγωγή βρώσιμης ελιάς και

ελαιόλαδου. Το χαρακτηριστικό των δέντρων αυτών είναι ότι διακλαδίζονται σε

μεγάλο ύψος από το έδαφος (1,5-2 μ.) και αυτό οφείλεται στο ότι ο εμβολιασμός

γινόταν στο ύψος αυτό ώστε να αποφεύγεται το φάγωμα των νέων βλαστών από

τις αίγες. Κάτω από τα δέντρα μπορεί να υπάρχουν διάφορες καλλιέργειες όπως

σιτηρά, καλαμπόκι, μηδική, αμπέλια, είτε λαχανικά όπως πατάτες, κρεμμύδια, ντομάτες και φασόλια. Άλλο είδος δέντρου της κατηγορίας αυτής είναι η ξυλοκερατιά

ή χαρουπιά (Ceratoniasiliqua), η οποία απαντά σε πολύ περιορισμένες εκτάσεις

στη νότια Πελοπόννησο και στην Κρήτη. Οι καρποί της χρησιμοποιούνταν στο πα-

ρελθόν ως τροφή από τα ζώα, ενώ στον υπόροφο μπορεί να απαντούν κάποιες

καλλιέργειες (Schultz et al. 1987). Τα τελευταία χρόνια υπάρχει έντονο ενδιαφέρον

για το χαρουπόμελο και το χαρουπάλευρο και τα προϊόντα που προέρχονται από

αυτά όπως για παράδειγμα τα παξιμάδια.

Στα καρποφόρα πλατύφυλλα είδη που συγκροτούν εκτεταμένα δασογεωργικά συ-

στήματα ανήκουν η καρυδιά (Juglansregia)και η αμυγδαλιά (Amygdaluscommunis).

Συστήματα καρυδιάς υπάρχουν διάσπαρτα σε όλη τη χώρα στην ημιορεινή κυρίως

ζώνη αλλά και στην ορεινή. Τα δέντρα μπορεί να είναι διάσπαρτα ή σε γραμμές

μέσα στις γεωργικές εκτάσεις. Χρησιμοποιούνται για παραγωγή καρυδιών καθώς

και για ξυλεία υψηλής ποιότητας ενώ στον υπόροφο μπορεί να υπάρχουν σιτηρά, μηδική αμπέλια, βαμβάκι, καπνός κ.ά.. Δασογεωργικά συστήματα καρυδιάς που

συνδυάζουν καρυδιές με αμπέλια, δημητριακά, μηδική, λαχανικά ή ξερά φασόλια

έχουν καταγραφεί στο Δήμο Βοΐου, στην Περιφερειακή Ενότητα (ΠΕ) Κοζάνης (Μαντζανάς και συν. 2006). Δασογεωργικά συστήματα με αμυγδαλιές απαντούν

κυρίως στις ξηρές περιοχές της χώρας και στα νησιά. Η αμυγδαλιά απαντά μόνη

της ή σε μίξη με άλλα είδη όπως είναι η ελιά, η συκιά, η καρυδιά και η φιστικιά (Παπαναστάσης 2015). Παραδοσιακά η αμυγδαλιά συγκαλλιεργείται με διάφορα

γεωργικά φυτά, όπως είναι τα σιτηρά, η ντομάτα, τα όσπρια και τα σανοδοτικά

φυτά. Δασογεωργικά συστήματα αμυγδαλιάς έχουν καταγραφεί στον Δήμο Βοΐου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 146 –

Κωνσταντίνος Μαντζανάς | Ταξινόμηση δασογεωργικών συστημάτων στην Ελλάδα

της ΠΕ Κοζάνης, όπου η αμυγδαλιά συγκαλλιεργείται εκτός των σιτηρών και με

αμπέλι, καπνό και μηδική (Μαντζανάς και συν. 2006).

Άλλα φυτεμένα πλατύφυλλα είδη που συγκροτούν δασογεωργικά συστήματα σε μικρότερη

κλίμακα είναι η καστανιά (Castanea sativa), η μουριά (Morus alba), η συκιά (Ficus carica), η

ψευδακακία (Robiniapseudoacacia), η κερασιά (Prunusavium), η μηλιά (Malusdomestica) και η αχλαδιά (Pyruscommunis)

πλατύφυλλα είδη δέντρων τα

πιο εκτεταμένα δασογεωργικά

συστήματα συγκροτούν οι

καρυδιές και οι αμυγδαλιές

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Συμπερασματικά, τα δασογεωργικά συστήματα σχηματίζονται από μεγάλη ποικι-

λία δέντρων (δασικών η οπωροφόρων) και με διάφορους συνδυασμούς από γεωρ-

γικά φυτά τόσο στην ηπειρωτική όσο και στη νησιωτική Ελλάδα. Μεταξύ αυτών, τα δασογεωργικά συστήματα ελιάς, καρυδιάς και των διαφόρων ειδών δρυός, τα οποία αποτελούν παραδοσιακές μορφές χρήσης της γης, καλύπτουν τις μεγαλύτερες εκτάσεις.

© Κωνσταντίνος Μαντζανάς Ι Καρυδιές με σιτηρά, Αργυρούπολη Δράμας

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 147 –
Από τα καρποφόρα

Αγροδασικά

συστήματα σε

καλλιεργούμενες εκτάσεις

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης

Ομότιμος καθηγητής Α.Π.Θ. Γρηγορίου Ε’ 19, 54248 Θεσσαλονίκη vpapan@for.auth.gr Λέξεις κλειδιά:
δένδρα,
ΚΑΠ
μονοκαλλιέργεια, περιβάλλον,
εγκατάσταση,
© Βασίλειος Π. Παπαναστάσης Ι Φλωρινα, δασογεωργικό σύστημα

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ροπολεμικά, όλες σχεδόν οι καλλιεργούμενες εκτάσεις της χώρας μας

είχαν μερικά δένδρα, φυτεμένα ή υπολείμματα του παλιού δάσους, από

το οποίο είχαν προέλθει ύστερα από εκχέρσωση. Σκοπός της διατήρη-

σης αυτών των δένδρων ήταν η εξασφάλιση καύσιμης ύλης και φρούτων για τις

οικιακές ανάγκες, σκιάς για ξεκούραση

τις μεσημεριανές ώρες, καρπών και

φυλλώματος για τα αγροτικά ζώα και

προστασίας της καλλιέργειας από τα

ακραία καιρικά φαινόμενα. Η συγκαλλι-

έργεια αυτή των δένδρων με γεωργικά

φυτά απέδιδε πολλαπλά προϊόντα και

Τα αγροδασικά συστήματα

βελτιώνουν το έδαφος στα χωράφια και μετριάζουν τις επιπτώσεις της

κλιματικής αλλαγής

υπηρεσίες. Αν και απαιτούσε πολλή εργασία και είχε μικρές αποδόσεις, χρειαζόταν

πολύ λίγη ενέργεια, οπότε συνιστούσε ένα αειφορικό σύστημα εκμετάλλευσης της γεωργικής γης.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΎΜΕΝΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ

Με τη μηχανοποίηση της εργασίας και τη χρήση χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων μεταπολεμικά, η γεωργία στη χώρα μας εντατικοποιήθηκε και η μονοκαλλιέργεια επικράτησε της πολυκαλλιέργειας. Κύριο θύμα αυτής της εντατικοποίησης ήταν τα δένδρα, τα οποία κόπηκαν, επειδή εμπόδιζαν τα μηχανήματα μέσα στον αγρό, αλλά και για να αυξηθεί η ”παραγωγική” επιφάνεια του χωραφιού, όπως απαιτούσε στα πρώτα στάδιά της η Κοινή Αγροτική Πολιτική. Έτσι, πολλές

καλλιεργούμενες εκτάσεις αποψιλώθηκαν από τα δένδρα. Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής ήταν η εμφάνιση σοβαρών περιβαλλοντικών προβλημάτων, κυρίως στις μεγάλες πεδιάδες της χώρας, οι οποίες είναι στην πλειονότητά τους άδενδρες (Εικόνα 1).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 149 –
Π

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

Μερικά από τα σοβαρότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι καλλιεργούμενες εκτάσεις εξαιτίας και της απώλειας των δέντρων είναι:

διάβρωση του εδάφους εξαιτίας του νερού και του ανέμου, ιδιαίτερα σε λοφώδεις και επικλινείς περιοχές που καλλιεργούνται με ετήσια φυτά, όπου παράλληλα εφαρμόζονται και κακές καλλιεργητικές πρακτικές (π.χ. όργωμα κάθετα προς τις ισοϋψείς),

αλάτωση που προκαλείται από άρδευση με υφάλμυρο νερό με αποτέλεσμα

την συσσώρευση αλάτων στο έδαφος,

νιτρορύπανση από την υπερβολική χρήση αζωτούχων κυρίως λιπασμάτων, η

οποία οδηγεί στη συσσώρευση μεγάλων ποσοτήτων νιτρικών ιόντων σε νερά, εδάφη και φυτά, και

απώλεια της βιοποικιλότητας εξαιτίας της μονοκαλλιέργειας και της χρήσης φυτοφαρμάκων.

Όλα αυτά τα προβλήματα οδηγούν σε σοβαρή μείωση της παραγωγικότητας των

γεωργικών εδαφών, στην ερημοποίηση και στην εγκατάλειψή τους. Για παράδειγ-

μα, 1,2 εκατομμύρια στρέμματα ετήσιων καλλιεργειών έχουν εγκαταλειφθεί στη Θεσσαλία την περίοδο 2000-2018, εξαιτίας της συνεχιζόμενης υποβάθμισης των εδαφών και μείωσης των αποδόσεων κάτω από το όριο της οικονομικής ωφελιμότητας (Δαναλάτος κ.ά. 2022).

Εικόνα 1. Απόσπασμα κτηματολογικού χάρτη στην περιοχή Αλμυρού που δείχνει την παρουσία πολλών δένδρων στα χωράφια το 1945 (αριστερά), τα οποία δεν υπάρχουν πλέον το 2007 (δεξιά) (προσαρμογή εικόνας: Χ. Ευαγγέλου).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 150 –

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ

Έννοια των αγροδασικών συστημάτων

Σύμφωνα με τον κανονισμό 1305/2013 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η αγροδασοπονία ορίζεται ως ένα σύστημα χρήσης γης στο οποίο συνδυάζονται δένδρα με

γεωργία στην ίδια επιφάνεια γης. Από τον συνδυασμό αυτό προκύπτουν αγροδασικά συστήματα, τα οποία περιλαμβάνουν δένδρα και γεωργικά φυτά, δένδρα

και βόσκηση αγροτικών ζώων ή δένδρα με γεωργικά φυτά και βόσκηση ζώων, τα οποία ονομάζονται αντίστοιχα δασογεωργικά, δασολιβαδικά και αγροδασολιβαδικά συστήματα. Πρόκειται για συστήματα στα οποία τα δένδρα συγκαλλιεργούνται

σκόπιμα με γεωργικά φυτά ή/και αγροτικά ζώα, χωρίς όμως την πρόθεση δημιουργίας δάσους. Έτσι, δεν διακόπτεται η γεωργική δραστηριότητα.

Περιβαλλοντικά οφέλη

Εξαιτίας των συνεργειών που δημιουργούνται από την συγκαλλιέργεια των δένδρων με γεωργικά φυτά, τα αγροδασικά συστήματα μπορούν να συμβάλουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων των καλλιερ-

γούμενων εκτάσεων, γιατί προσφέρουν πολλαπλές περιβαλλοντικές υπηρεσίες.

Οι σπουδαιότερες από αυτές είναι οι εξής (Παπαναστάσης 2015, Dupraz and Liagre 2008):

Έδαφος

Τα δένδρα των αγροδασικών συστημάτων βελτιώνουν τις φυσικές και χημικές

ιδιότητες του εδάφους, γιατί το εμπλουτίζουν με οργανική ουσία που προέρχεται από τις ρίζες τους και το φύλλωμα. Ειδικότερα, βελτιώνεται το πορώδες του

εδάφους και αυξάνεται η γονιμότητά του. Επίσης, επηρεάζουν τους μικροοργανισμούς και ευνοούν την εγκατάσταση συμβιωτικών μυκήτων. Κυρίως όμως προστατεύουν το έδαφος από τη διάβρωση με το βαθύ τους ριζικό σύστημα, ιδιαίτερα σε επικλινείς περιοχές (Εικόνα 2).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 151 –

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

Εικόνα 2. Σχηματική παράσταση της συγκράτησης επικλινούς γεωργικού εδάφους από τις ρίζες των δένδρων, © C. Dupraz.

Νερό και θρεπτικά στοιχεία

Τα δένδρα αναχαιτίζουν την επιφανειακή απορροή των θρεπτικών στοιχείων που προστίθενται με τις λιπάνσεις και τα διοχετεύουν στο έδαφος, επειδή αυξάνεται

παράλληλα η διηθητικότητά του. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγεται η ρύπανση γειτονικών ευαίσθητων οικοσυστημάτων (π.χ. υγρότοποι, λίμνες, ποτάμια). Επίσης, με το βαθύ τους ριζικό σύστημα δημιουργούν ένα “δίχτυ ασφάλειας” το οποίο

παγιδεύει τα νιτρικά άλατα που ξεπλένονται από τον ριζικό χώρο της γεωργικής

καλλιέργειας και τα απορροφά, αποτρέποντας έτσι τη ρύπανση των υπόγειων νερών. Τέλος, τα δένδρα εμποδίζουν την αλάτωση των εδαφών και αυξάνουν την απόδοση των καλλιεργειών.

Βιοποικιλότητα

Τα δένδρα δημιουργούν πληθώρα ενδιαιτημάτων για διάφορα είδη χλωρίδας και

πανίδας τόσο στο υπέργειο, όσο και στο υπόγειο τμήμα τους. Όταν είναι φυτεμέ-

να σε γραμμές, τότε η ζώνη που καλύπτουν στο χωράφι αποτελεί καταφύγιο για

πολλά είδη, επειδή δεν καλλιεργείται. Από την άλλη μεριά, η πολυπλοκότητα των αγροδασικών ενδιαιτημάτων δημιουργεί συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ των επιβλαβών και μη οργανισμών με αποτέλεσμα να μειώνονται τα επιβλαβή έντομα και οι ασθένειες που προσβάλλουν τα γεωργικά φυτά.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 152 –

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

Κλιματική αλλαγή

Τα δένδρα βελτιώνουν την ποιότητα του αέρα και το μικροκλίμα αμβλύνοντας

έτσι τις ακραίες κλιματικές συνθήκες των περιοχών στις οποίες εγκαθίστανται.

Εκεί όμως που έχουν καθοριστική συμβολή είναι στην αποθήκευση άνθρακα και

στον μετριασμό των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής. Και αυτό γιατί συμβάλλουν σημαντικά στη μείωση του διοξειδίου του άνθρακα της ατμόσφαιρας με τη

διαδικασία της φωτοσύνθεσης, με την

οποία ελευθερώνουν το οξυγόνο και

δεσμεύουν τον άνθρακα στον κορμό,

στα κλαδιά, στις ρίζες και στο έδαφος.

Η αγροδασοπονία, πιστώνεται ως μια

Η φυτεία δασικών ή οπωροφόρων

δένδρων στα χωράφια αυξάνει την

συνολική τους παραγωγικότητα

στρατηγική για τη δέσμευση του άνθρακα ήδη από το 1997 με το πρωτόκολλο του

Κιότο. Και αυτό γιατί θεωρείται, ότι έχει πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες σε σχέση

με άλλες χρήσεις γης, ιδιαίτερα με τη γεωργία. Σύμφωνα με έρευνες που έχουν

γίνει στη Γαλλία, ένα αγροδασικό χωράφι μπορεί να δεσμεύσει και να αποθηκεύ-

σει από 1,4 μέχρι 4 τόνους άνθρακα ανά εκτάριο και έτος με πυκνότητα 50-100

δένδρα ανά εκτάριο, ποσότητα που είναι 5-10 φορές μεγαλύτερη από ένα χωράφι

με ποώδη γεωργική καλλιέργεια (Dupraz and Liagre 2008). Αυτό σημαίνει, ότι τα

αγροδασικά συστήματα μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της δέσμευσης άν-

θρακα και στη μείωση του οικολογικού αποτυπώματος της γεωργίας.

Εγκατάσταση αγροδασικών συστημάτων

Τα αγροδασικά συστήματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως λύση των περιβαλλοντικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι καλλιεργούμενες άδενδρες εκτάσεις. Θα πρέπει όμως να εγκατασταθούν με επιστημονικό τρόπο, ώστε να είναι συμβατά με τον εξοπλισμό και τις καλλιεργητικές πρακτικές που ήδη εφαρμόζονται στις εκτάσεις αυτές. Η εγκατάσταση σύγχρονων αγροδασικών συστημάτων περιλαμβάνει τα εξής στάδια (Παπαναστάσης 2015):

Επιλογή των κατάλληλων ειδών δένδρων

Τα δένδρα που θα επιλεγούν πρέπει να προσαρμόζονται στις κλιματεδαφικές συνθήκες της περιοχής που θα εγκατασταθούν και να εξυπηρετούν τον επιδιωκόμενο σκοπό. Μπορεί να είναι δασικά που παράγουν μόνο ξυλεία (π.χ. λεύκη, μελικοκιά,

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 153 –

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

φλαμουριά), ξυλεία και καρπούς (π.χ. καρυδιά, καστανιά), ξυλεία και ζωοτροφή (π.χ. χαρουπιά) ή ξυλεία και αντιανεμική προστασία (π.χ. κυπαρίσσι) ή οπωροφόρα, ιδιαίτερα παραδοσιακές ποικιλίες. Εξυπακούεται ότι τα δενδρύλλια που θα φυτευτούν θα πρέπει να είναι φυτοϋγειονομικά ασφαλή και να προέρχονται κατά το δυνατόν από εγχώριο γενετικό υλικό.

Επιλογή της κατάλληλης γεωργικής καλλιέργειας

Οι γεωργικές καλλιέργειες μπορεί να είναι πολυετείς ή ετήσιες, αρκεί να συνδυάζονται οι βιολογικοί τους κύκλοι με τα δένδρα. Για παράδειγμα, τα χειμερινά σιτηρά και τα ψυχανθή αναπτύσσονται όταν τα δένδρα δεν έχουν φύλλωμα ακόμα, οπότε ο ανταγωνισμός είναι περιορισμένος. Αντίθετα, τα βιομηχανικά φυτά που αναπτύσσονται στη θερινή περίοδο υφίστανται ανταγωνισμό από τα δένδρα για φως και νερό, εκτός αν αρδεύονται (Εικόνα 3).

Πυκνότητα και διάταξη των δένδρων

Όταν τα δένδρα ωριμάσουν δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τα 100 άτομα στο εκτάριο, αλλά συστήνεται να εγκατασταθούν στην αρχή περισσότερα, ώστε να μειωθούν στη συνέχεια με αραιώσεις. Σε μεγάλης έκτασης αγροτεμάχια, τα δένδρα

εγκαθίστανται σε παράλληλες γραμμές που απέχουν 25-35 μ. μεταξύ τους ανάλογα με το είδος το δένδρου και τα μηχανήματα που χρησιμοποιεί ο γεωργός, ενώ

πάνω στη γραμμή οι αποστάσεις μπορούν να κυμαίνονται από 4-10 μ. Αντίθετα,

στα μικρής έκτασης αγροτεμάχια τα δένδρα είναι προτιμότερο να φυτεύονται στα όριά τους.

Εικόνα 3. Συνδυασμός καρυδιάς με βαμβάκι που αρδεύεται στην περιοχή της Δράμας, © Μ. Λαζαρίδου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 154 –

Βασίλειος Π. Παπαναστάσης | Αγροδασικά συστήματα σε καλλιεργούμενες εκτάσεις

Περιποίηση των δένδρων

Τα δένδρα θα πρέπει να περιποιούνται τακτικά με κατάλληλο κλάδεμα, ώστε να

διαμορφωθεί ένας άκλαδος κορμός 2-3 μ. για να έχει υψηλή εμπορική αξία, όταν

υλοτομηθεί το δένδρο. Επίσης, η κόμη πρέπει να κλαδεύεται τακτικά, ώστε να μην σκιάζεται η γεωργική καλλιέργεια. Σε ένα ορθολογικά διαχειριζόμενο αγροδασικό

σύστημα, τα δένδρα καλύπτουν ένα ποσοστό ίσο με το 15-20% της επιφάνειας του

αγροτεμαχίου, στερώντας το από τη γεωργική παραγωγή. Η συνολική παραγωγή

του όμως είναι υψηλότερη από εκείνη που μπορεί να αποδώσει μόνο του το γεωργικό φυτό.

Τα δένδρα στα χωράφια εξασφαλίζουν επιπλέον μπόνους

στις άμεσες ενισχύσεις του πρώτου

πυλώνα της ΚΑΠ

ΚΟΙΝΗ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (ΚΑΠ)

Οι γεωργοί είναι επιφυλακτικοί με τη φυτεία δένδρων σε χωράφια, επειδή τους

στερούν παραγωγική επιφάνεια. Με το “πρασίνισμα” όμως της νέας ΚΑΠ, τα δένδρα αποτελούν πλέον “ευπρόσδεκτα” στοιχεία του αγροτικού τοπίου, οπότε μπορούν να εγκατασταθούν, αν δοθούν οικονομικά κίνητρα. Τέτοιο κίνητρο ήταν το αγροδασικό μέτρο του Πυλώνα ΙΙ των προηγούμενων περιόδων της ΚΑΠ, το οποίο χρηματοδοτούσε την εγκατάσταση νέων αγροδασικών συστημάτων σε καλλιεργούμενες εκτάσεις. Δυστυχώς το μέτρο αυτό δεν υλοποιήθηκε στη χώρα μας, ενώ

η νέα ΚΑΠ 2023-27 δεν προβλέπει κάτι ανάλογο. Προβλέπει όμως στον Πυλώνα

Ι για πρώτη φορά την ένταξη των δένδρων στα “χαρακτηριστικά τοπίου” για την

ενισχυμένη αιρεσιμότητα, καθώς και ειδικό οικολογικό σχήμα με τίτλο “Βελτίωση

αγροδασικών οικοσυστημάτων, πλούσιων σε στοιχεία του τοπίου”. Οι προβλέψεις

αυτές συνιστούν σημαντικά κίνητρα για τη διατήρηση των δένδρων που ήδη υπάρχουν, κυρίως σε καλλιεργούμενες εκτάσεις του ημιορεινού και ορεινού χώρου.

Παράλληλα θα πρέπει να επιδιωχθεί η επαναφορά του μέτρου της εγκατάστασης

νέων αγροδασικών συστημάτων στον Πυλώνα ΙΙ στην επόμενη προγραμματική περίοδο της ΚΑΠ.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 155 –

Οι αξίες και προκλήσεις

για το μέλλον των

δασολιβαδικών συστημάτων

Λέξεις κλειδιά: παραδοσιακές πρακτικές, υπηρεσίες οικοσυστήματος, συστατικά δασολίβαδων, κλιματικές προκλήσεις

Aναστασία Παντέρα

Καθηγήτρια

Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, 36100, Καρπενήσι pantera@aua.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Οινιάδες, ήμερη βαλανιδιά

Aναστασία Παντέρα | Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων

ΔΑΣΟΛΙΒΑΔΑ

Tα δασολίβαδα είναι συστήματα χρήσης γης όπου παράγεται αρκετή βοσκήσιμη ύλη για την εκτροφή ζώων, σε εκτάσεις που απαντούν και δέντρα (Mosquera-Losada et al. 2018). Τα βοσκόμενα αυτά “ανοιχτά”

συστήματα μπορούν να χαρακτηριστούν ως δασολιβαδικά, καθώς η ασυνεχής κο-

μοστέγη επιτρέπει την ανάπτυξη ενός

πλούσιου υπόροφου ποωδών και ξυλωδών ειδών, που σημαίνει ότι υπάρχει

διαθέσιμη βοσκήσιμη ύλη ως τροφή όλο

το χρόνο.

Τα δασολίβαδα μπορούν να χαρακτη-

ριστούν ως ένα από τα παλαιότερα

συστήματα χρήσης γης, ως εξαιρετικό

παράδειγμα αρμονικής συνύπαρξης αν-

Τα δασολιβαδικά συστήματα

είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με

το ελληνικό φυσικό περιβάλλον

και παραδόσεις και θα πρέπει να

προστατευτούν και διατηρηθούν

ως μέρος της κληρονομιάς μας για

τις μελλοντικές γενιές

θρώπου, ζώων και φύσης. Από τις πρώτες μέρες της ανθρωπότητας, ο άνθρωπος

διατηρούσε κοπάδια από οικόσιτα ζώα για να εξασφαλίσει ζωικά προϊόντα για την

επιβίωσή του. Σύμφωνα με τον Le Houerou (1981), η κτηνοτροφία στην Ανατολική

Μεσόγειο ξεκίνησε το 10.000 π.Χ., ενώ από το 3.000 π.Χ. είχε ήδη εξαπλωθεί στο

δυτικό τμήμα της περιοχής. Οι μετακινούμενες ποιμενικές κοινότητες μεταφέραν

τα κοπάδια τους σε διαφορετικά λιβάδια, αναζητώντας τροφή και νερό, αξιοποιώντας στο έπακρο τους διαθέσιμους φυσικούς πόρους.

Τα δασολίβαδα είναι πολύπλοκα συστήματα και μπορούν να κατηγοριοποιηθούν

με βάση τα συστατικά τους στοιχεία, που είναι το είδος δέντρου, τα είδη των ζώων

και ο ρόλος του ανθρώπου (ιδιοκτησία-διαχείριση). Με βάση τα είδη δέντρων, διακρίνονται δυο μεγάλες κατηγορίες δασολιβαδικών συστημάτων, ανάλογα με το

εάν το κυρίαρχο δέντρο είναι κωνοφόρο ή πλατύφυλλο (Papanastasis 1996). Τα

συστήματα αυτά διαφοροποιούνται σε ό,τι αφορά τις επικρατούσες κλιματεδαφι-

κές συνθήκες, τη δομή και διαχείρισή τους στο παρελθόν. Έτσι, η ανάλυση καθενός

από τα συστήματα αυτά και τα συστατικά τους, ανεξάρτητα από την προηγούμενη

και την παρούσα διαχείρισή τους, συμβάλλει στην καλύτερη κατανόησή τους, αποτελώντας μια χρήσιμη βάση για την προστασία και τη μελλοντική τους διαχείριση.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 157 –

Aναστασία Παντέρα | Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων

Η ΑΞΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΩΝ

ΔΑΣΟΛΙΒΑΔΙΚΩΝ ΣΎΣΤΗΜΑΤΩΝ

Τα δασολίβαδα παρέχουν πολυάριθμες οικοσυστημικές υπηρεσίες ανάλογα με τα

συστατικά τους στοιχεία, περιλαμβάνουν υπηρεσίες παροχής (ξυλεία, γαλακτοκομικά προϊόντα κ.λπ.), ρυθμιστικές (καθαρισμός νερού, δέσμευση άνθρακα κ.λπ.), πολιτιστικές (αναψυχή, παραδοσιακά ποιμενικά συστήματα κ.λπ.) έως και υποστηρικτικές (ανακύκλωση θρεπτικών ουσιών, δημιουργία βιοτόπων κ.λπ.) (Παπαναστάσης 2015). Τα δέντρα στα δασολίβαδα παρέχουν πολυάριθμα προϊόντα, όπως ξυλεία, καυσόξυλα, υλικό για φράχτες, πρώτη ύλη για κάρβουνο, ζωοτροφή, καρπούς κ.λπ. Επιπλέον, εξυπηρετούν πολλαπλούς σκοπούς, όπως απορρόφηση νερού και θρεπτικών στοιχείων, δέσμευση αζώτου, σκίαση, προστασία από τον άνεμο και συμβολή στην οριοθέτηση ιδιοκτησιών, και έλεγχο της διάβρωσης. Επίσης, διαχειρίζονται με βάση τις επιμέρους ανάγκες του τοπικού πληθυσμού και τους διαθέσιμους φυσικούς πόρους κάθε περιοχής. Αυτές οι δύο παράμετροι (τοπικός

πληθυσμός και τοποθεσία) επηρεάζουν τη διαθεσιμότητα των πόρων, διαμορφώ-

νοντας έτσι μια ποικιλία συστημάτων ανάλογα με την περιοχή, διαφοροποιούμενων από τις ανάγκες και τις παραδόσεις του τοπικού πληθυσμού.

Ένα από τα πιο κοινά δασολιβαδικά συστήματα κωνοφόρων (Shultz 1987) είναι

αυτό που περιλαμβάνει κάποιο είδος πεύκης. Αρκετά είδη πεύκων σχηματίζουν

δασολιβαδικά συστήματα που παρέχουν ποικιλία προϊόντων. Για παράδειγμα, το

δασολιβαδικά συστήματα χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis subsp. halepensis)

παρέχουν τροφή για μέλισσες, πρόβατα και αίγες. Τα συστήματα αυτά εξελίχθηκαν

με την πάροδο του χρόνου κυρίως για την αξία της παραγομένης ρητίνης και για τη βόσκηση των ζώων. Η συλλογή ρητίνης είναι μια παλιά πρακτική που εφαρμόζεται

ευρέως έως και σήμερα. Η ρητίνη χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη για την παραγωγή διαφόρων βιομηχανικών προϊόντων και αποτελεί βασικό συστατικό του κρασιού “ρετσίνα”. Η αναψυχή είναι μια άλλη δημοφιλής χρήση αυτών των συστημάτων, όπως και η παραγωγή μελιού. Ομοίως, τα συστήματα τραχείας πεύκης (Pinus halepensis subsp. brutia), σχηματίζουν παρόμοιες εκτάσεις που χρησιμοποιούνται

για τη βόσκηση αιγών και προβάτων, για παραγωγή ξυλείας, μελιού, ρητίνης και

αναψυχή. Άλλα κοινά συστήματα κωνοφόρων είναι αυτά που σχηματίζονται από

τη μαύρη και λευκόδερμη πεύκη, από κέδρα (αρκεύθους), κυπαρίσσια, και ελάτη.

Τα συστήματα με δρύες (Shultz et al. 1987) είναι τα επικρατέστερα των φυλλοβόλων ή ημιφυλλοβόλων δασολιβαδικών συστημάτων. Η μορφή του δέντρου κα-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 158 –

Aναστασία Παντέρα | Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων

θώς και τα χαρακτηριστικά του ξύλου του έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την

οικονομία, την τέχνη και τον πολιτισμό των περιοχών όπου φύονται παρέχοντας

ποικιλία προϊόντων, από κρέας και γαλακτοκομικά μέχρι κάρβουνο, βαλανίδια και

βαλανιδόκουπες (ανάλογα με το είδος). Άλλα συστήματα με πλατύφυλλα είδη είναι

αυτά της καστανιάς (Castanea sativa) και της καρυδιάς (Juglans regia). Παρέχουν

τροφή και προστασία στα αγροτικά ζώα

και την άγρια πανίδα, συμβάλλοντας σημαντικά στη βιοποικιλότητα κάθε περιοχής. Προσφέρουν πολλά προϊόντα

που περιλαμβάνουν καρπούς, ποιοτική

ξυλεία, μέλι, καυσόξυλα, κρέας, αναψυχή κ.λπ. Οι ελαιώνες περιγράφονται

Τα δασολίβαδα με τα πολλαπλά

προϊόντα τους στήριξαν και συνέβαλαν στην επιβίωση των

ανθρώπων της υπαίθρου μέσα

στους αιώνες

συχνά στη Βίβλο ως ο χώρος βόσκησης χιλιάδων προβάτων. Άλλα είδη που σχηματίζουν δασολιβαδικά συστήματα είναι οι αμυγδαλιές, οι βερικοκιές, οι συκιές, οι λεύκες κ.ά. Δύο συστήματα με αυξανόμενο ενδιαφέρον και αξία είναι αυτά που σχηματίζονται από την χαρουπιά (Ceratonia siliqua) και το μαστιχόδεντρο (Pistacia lentiscus var. chia), παρέχοντας ποικιλία προϊόντων όπως γαλακτοκομικά, υποκατάστατα σοκολάτας (από τα χαρούπια) και υποπροϊόντα μαστίχας (τσίχλα, λάδι, ηδύποτα κ.λπ.). Άλλα δασολίβαδα με πλατύφυλλα είδη περιλαμβάνουν αυτά που σχηματίζονται από το ρείκι (Erica arborea), οι ρίζες του οποίου χρησιμοποιούνται

για την κατασκευή πιπών καπνού, από τη μουριά (Morus alba), για την παραγωγή

© Aναστασία Παντέρα Ι Δάσος βαλανιδιάς Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 159 –

Aναστασία Παντέρα | Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων

μεταξιού, μια πολύ παλιά πρακτική που χρονολογείται από τα βυζαντινά χρόνια, τη συκιά (Ficus carica) για την παραγωγή καρπού, και τις λεύκες για βόσκηση από

πρόβατα. Τα συστήματα με συκιές είναι παλιά και καλά προσαρμοσμένα στις ξηρές

και (εδαφικά) φτωχές περιοχές παρέχοντας τροφή για αιγοπρόβατα, πράγμα που

τα καθιστά μια ενδιαφέρουσα επιλογή στις δύσκολες περιβαλλοντικές συνθήκες

της κλιματικής αλλαγής.

Τα είδη των ζώων στα δασολίβαδα εξαρτώνται από τις τοπικές περιβαλλοντικές

συνθήκες (και, επομένως, τη διαθέσιμη τροφή) και τις τοπικές παραδόσεις. Έτσι, περιλαμβάνουν αιγοπρόβατα, που κυριαρχούν στις μεσογειακές χώρες, βοοειδή

και τάρανδους στις βορειότερες. Οι αίγες έχουν κατηγορηθεί πολλές φορές ως η

κύρια αιτία καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος, παραβλέποντας τη βασική

αιτία που είναι η υπερβόσκηση και γενικά η έλλειψη διαχείρισης. Είναι γεγονός ότι

στο παρελθόν οι κάτοικοι πολλών ορεινών περιοχών ασκούσαν με τη γεωργία και

την κτηνοτροφία σημαντική πίεση στα οικοσυστήματα. Όμως, τα ζώα εκτός του

ότι παρέχουν εισόδημα στους κτηνοτρόφους μέσω της πώλησης του παραγόμε-

νου κρέατος και του γάλακτος, προωθούν την ανακύκλωση θρεπτικών ουσιών

στο έδαφος μέσω των περιττωμάτων τους και συμβάλλουν στην ενίσχυση της

οργανικής ουσίας του εδάφους. Μια επιπλέον σημαντική συμβολή των αγροτικών

ζώων στα δασικά αυτά οικοσυστήματα είναι η μείωση της βιομάζας του υπορό-

φου και, κατά συνέπεια, η μείωση του κινδύνου δασικών πυρκαγιών. Αυτό εγείρει

ένα πολύ σημαντικό ζήτημα, ειδικά μετά τις καταστροφικές δασικές πυρκαγιές

των τελευταίων ετών και χρήζει περαιτέρω έρευνας.

© Aναστασία Παντέρα Ι Τα δασολίβαδα χαρακτηρίζονται από μεγάλη φυτοποικιλότητα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 160 –

Aναστασία Παντέρα | Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων

ΠΑΡΟΎΣΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ

Τα δασολίβαδα έχουν στηρίξει την τοπική οικονομία σε πολλές φτωχές ορεινές και

νησιωτικές περιοχές της χώρας, όπου η διαθεσιμότητα πόρων ήταν περιορισμένη

κατά τη χειμερινή περίοδο. Ωστόσο, η απουσία ολιστικής διαχείρισης σε πολλές περιοχές είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή υποβάθμιση πολλών παραδοσιακών δασολιβαδικών συστημάτων. Τα μοναδικά παραδοσιακά συστήματα βαλανιδιάς για

παράδειγμα, χρησιμοποιούνται σήμερα μόνο για βόσκηση, ειδικά από πρόβατα και υποβαθμίζονται είτε λόγω υπερβόσκησης είτε λόγω υποβόσκησης και αλλαγής της

χρήσης γης. Η σημερινή απροθυμία των κτηνοτρόφων να συνεχίσουν την παραδο-

σιακή εκτατική κτηνοτροφία, όπως αυτή στα δασολίβαδα, ή/και να μεταδώσουν τις

γνώσεις τους στους διαδόχους τους, αποτελεί σημαντική απειλή για το μέλλον των

δασολιβαδικών συστημάτων. Οι νέοι φαίνεται να αποφεύγουν αυτή τη δραστηριό-

τητα κυρίως για κοινωνικούς λόγους που, ακόμη και σήμερα, προκαλούν απαξίωση

για τα αγροτικά επαγγέλματα στην Ελλάδα και ιδιαίτερα την κτηνοτροφία. Σε πολλές

περιοχές, η αξία της γης έχει αυξηθεί λόγω άλλων χρήσεων, όπως η οικιστική, η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων κ.ά., γεγονός που, σε συνδυασμό με το υψη-

λό κόστος της ανθρώπινης εργασίας, έχει οδηγήσει πολλούς να απασχοληθούν σε

άλλα επαγγέλματα (κυρίως της τουριστικής βιομηχανίας) αντί της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, ή έχει προκαλέσει τη στροφή τους προς εντατικότερες γεωργικές

πρακτικές. Επιπλέον, η υπερβόσκηση σε συνδυασμό με τις συχνές δασικές πυρκαγιές

ή τις παράνομες υλοτομίες έχουν υποβαθμίσει σοβαρά το περιβάλλον σε ορισμένες

περιοχές, αποτρέποντας οποιαδήποτε περαιτέρω γεωργική ή κτηνοτροφική χρήση.

Τα φτηνά χημικά υποκατάστατα έχουν μειώσει ή ακόμη και μηδενίσει την οικονομική

αξία φυσικών προϊόντων, όπως η ρητίνη ή οι δεψικές ουσίες από τις βαλανιδόκου-

πες. Η μείωση της βόσκησης ευνοεί την ανάπτυξη μιας πυκνής, εύφλεκτης βιομάζας, εν μέρει υπεύθυνης για τις συχνές δασικές πυρκαγιές και την επακόλουθη αλλαγή

στις χρήσεις γης (Mosquera-Losada et al. 2018). Αυτά τα συστήματα, λόγω της δομής

και χρήσης τους, στηρίζουν μεγάλο μέρος της βιοποικιλότητας της χώρας μας και η υποβάθμισή τους μπορεί να οδηγήσει στην εξαφάνιση πολλών σημαντικών ειδών.

Τα δασολίβαδα έχουν μεγάλη σημασία (Παπαναστάσης 2015), όχι μόνο για την περιβαλλοντική τους αξία αλλά και ως ζωντανά μνημεία αρχαίων συστημάτων χρήσης της γης. Τα περισσότερα έχουν στηρίξει την τοπική οικονομία πολλών περιοχών επιτρέποντας στους ανθρώπους να επιβιώσουν σε εποχές φτώχειας, λιμού και πολέμων. Έτσι, ακόμη και στις πεδινές περιοχές, τα δασολίβαδα χρησιμοποιήθηκαν και πρέπει να συνεχίσουν να χρησιμοποιούνται για τα πολλαπλά προϊόντα

και τις υπηρεσίες που προσφέρουν.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 161 –

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τα δασολίβαδα είναι πλούσια και βιώσιμα συστήματα με μεγάλη οικολογική, οικονομική, πολιτισμική και περιβαλλοντική σημασία. Η ορθολογική τους διαχείριση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη διατήρηση, προστασία και βελτίωσή τους.

Τα δασολίβαδα αποτελούν

χαρακτηριστικά παραδείγματα

εφαρμογής της κυκλικής

οικονομίας στην πράξη και

μπορούν να συνεισφέρουν στον

μετριασμό των επιπτώσεων της

κλιματικής αλλαγής

Οι κτηνοτρόφοι αποτελούν αναπόσπαστο

μέρος αυτών των συστημάτων και οι πολιτικές και τοπικές αρχές πρέπει να κατανοήσουν τον οικολογικό, οικονομικό και παραδοσιακό-κοινωνικό τους ρόλο. Έτσι, πρέπει

απαραίτητα να τους δοθούν ειδικά κίνητρα

για να διατηρήσουν την υφιστάμενη μορφή των εκμεταλλεύσεών τους ή και ακόμη να δημιουργήσουν νέα δασολιβαδικά συστήματα. Υπάρχει μια πλούσια συλλογή σύγχρονων εργαλείων επικοινωνίας για την υποστήριξη της ευαισθητοποίησης του κοινού, τονίζοντας ότι αυτά τα συστήματα δεν αποτελούν μόνο μέρος της τοπικής οικονομίας και περιβάλλοντος, αλλά και μέρος της τοπικής ιστορίας και παράδοσης.

© Κωνσταντίνος Μαντζανάς Ι Ξηρόμερο Αιτωλοακαρνανίας, δασολίβαδο ήμερης βελανιδιάς

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 162 –
Aναστασία Παντέρα | Οι αξίες και προκλήσεις για το μέλλον των δασολιβαδικών συστημάτων
© Aναστασία Παντέρα Ι Ξηρομέρο Αιτωλοακαρνανίας, δάσος βαλανιδιάς Η συνεισφορά των δασών βαλανιδιάς στην βιοποικιλότητα είναι μεγάλη

Λέξεις κλειδιά: αγροδασοπονία, κλιματική αλλαγή, παρέρπουσα βόσκηση, θάμνοι

Μαρία Δ. Γιακουλάκη Kαθηγήτρια

Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, 54124 Θεσσαλονίκη yiak@for.auth.gr

© Μαρία Γιακουλάκη Ι Δασολίβαδο δρυός, Β. Ελλάδα

Αειφορικήδιαχείριση της βόσκησης στα
αγροδασικά τοπία

Η ΒΟΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ

Hβόσκηση των αγροτικών ζώων αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των

αγροδασικών (δασολιβαδικών και αγροδασολιβαδικών) συστημάτων.

Είναι σημαντική από οικολογικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής άποψης και παίζει σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση των αγροδασικών τοπίων, κα-

θώς υπάρχει σχέση και αλληλεπίδραση

μεταξύ του ζωικού κεφαλαίου και των

φυσικών πόρων. Τα αγροδασικά συ-

στήματα και τα τοπία που δημιουργούν

αποτελούν μέρος της ταυτότητας κάθε

τόπου επειδή είναι συνδεδεμένα με τις

περιοχές στις οποίες βρίσκονται και συνιστούν πολύτιμους τοπικούς πόρους

Η

ορθολογική βόσκηση μπορεί να συνεισφέρει στην αειφορική

διαχείριση των

δασολιβαδικών και αγροδασολιβαδικών συστημάτων

(Kizos and Plieninger 2008). Τα συστήματα αυτά εφαρμόζονται παραδοσιακά από

τους αγρότες για να παρέχουν στα ζώα τους σκιά και τροφή καθ’ όλη τη διάρκεια

του έτους. H αειφoρική διαχείριση των αγροδασικών συστημάτων επιδιώκει τη

διατήρηση και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας, την παραγωγή προϊόντων, την

προστασία των κρίσιμων οικοσυστημικών υπηρεσιών και των μέσων διαβίωσης

των αγροτών, που αντιμετωπίζονται όλα ως κοινοί στόχοι και όχι μεμονωμένα ή

σε αντιπαράθεση (Tanentzap et al. 2015). Η βόσκηση αποτελεί ένα εργαλείο διαχεί-

ρισης της βλάστησης και η ορθολογική χρησιμοποίησή της μπορεί να συνεισφέρει

στην αειφορική διαχείριση των αγροδασικών συστημάτων και στην καταπολέμηση

της υποβάθμισής τους (Röhrig et al. 2020). Η ελεγχόμενη βόσκηση μειώνει τον

ανταγωνισμό υπορόφου-ανωρόφου, αυξάνει την παραγωγικότητα των δένδρων, διευκολύνει την καλλιέργεια και τη συγκομιδή των προϊόντων (ξύλο, ρητίνη, καρποί, κ.ά.) και εξασφαλίζει επιπλέον πρόσοδο από τα παραγόμενα ζωοκομικά προϊόντα. Σημαντική είναι επίσης η συμβολή της βόσκησης στη μείωση της συσσώρευσης ξηρής βιομάζας και του κινδύνου ανεξέλεγκτων πυρκαγιών (Υiakoulaki et al. 1999, Mancilla and Vicente 2012), στον περιορισμό της εισβολής ξυλωδών ειδών (Zarovali et al. 2007) και στη διατήρηση της ποικιλότητας και των απειλούμενων

ειδών ορνιθοπανίδας (Παπούλια και συν. 2002, Τσιακίρης και Στάρα 2004).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 165 –Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία

Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΩΝ

ΣΎΣΤΗΜΑΤΩΝ

Τα δομικά στοιχεία των αγροδασικών συστημάτων και των τοπίων που δημιουργούν είναι τα δέντρα, που αποτελούν τον ανώροφο, το λιβάδι ή τα γεωργικά υπολείμματα μετά τη συγκομιδή των σιτηρών (Εικόνα 1) που αποτελούν τον υπόροφο, τα αγροτικά ζώα που χρησιμοποιούν τον υπόροφο ή και τον ανώροφο και ο άνθρωπος ως διαχειριστής (Παπαναστάσης 2015). Σε ορισμένα περιβάλλοντα μπορεί να υπάρχει και μεσόροφος θαμνώδους βλάστησης, που με το φύλλωμα ή τους

καρπούς συνεισφέρει επίσης στη διατροφή των ζώων. Κτηνοτροφικές κατασκευές, ποτίστρες, αλαταριές, μονοπάτια, περιφράξεις, ξερολιθιές και αναβαθμίδες

Eικόνα 1. Αγροδασολιβαδικό σύστημα με αμυγδαλιές, σιτηρά και αιγοπρόβατα που βόσκουν την καλαμιά μετά τη συγκομιδή των σιτηρών, Κολχικό, Λαγκαδάς Θεσσαλονίκης © Μαρία

Γιακουλάκη

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 166 –

αποτελούν λειτουργικά και οπτικά γνωρίσματα των αγροδασικών συστημάτων, που τα οριοθετούν, τα διαχωρίζουν από το υπόλοιπο τοπίο και διευκολύνουν τις

συνθήκες διαβίωσης των ζώων, τη διαχείριση και την περιβαλλοντική προστασία

τους (Melvin et al. 2007, Kizos and Plieninger 2008).

Τα δέντρα είναι αυτοφυή ή καλλιεργούμενα, αειθαλή ή φυλλοβόλα. Μπορεί να

είναι τοποθετημένα μέσα στο λιβάδι,

περιφερειακά ή και στα δυο, σε γραμ-

μές, σε ομάδες ή διάσπαρτα χωρίς σχεδιασμό. Τα ζώα που χρησιμοποιούν τα

αγροδασικά συστήματα είναι μηρυκαστικά (βοοειδή, πρόβατα, αίγες, βούβαλοι), άλογα, πουλερικά, χοίροι και όνοι.

Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία Καλλιεργητικές πρακτικές σε συνδυασμό με σχεδιασμένα συστήματα βόσκησης μετριάζουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής

Για την ορθολογική διαχείριση των

αγροδασικών συστημάτων το είδος του ζώου θα πρέπει να είναι κατάλληλο για

τη βλάστηση και τα ζώα να βόσκουν την κατάλληλη εποχή και για το κατάλληλο χρονικό διάστημα.

Τα δέντρα αποτελούν το κυρίαρχο δομικό στοιχείο, καθώς πέρα από την τροφή

που προσφέρουν στα ζώα, συνεισφέρουν στην ευζωία τους παρέχοντας προστα-

σία από τον ήλιο, τη βροχή, τον άνεμο και τα αρπακτικά πτηνά. Ειδικότερα, η σκίαση που προσφέρουν αμβλύνει τις ακραίες κλιματικές συνθήκες επηρεάζοντας

την αύξηση, τη μορφολογία και τη χημική σύσταση της βλάστησης που αναπτύσσεται κάτω από αυτά, και ως εκ τούτου επηρεάζει την ποιότητα της παραγόμενης βοσκήσιμης ύλης (Lin et al. 1999). Επίσης, παρατείνεται η περίοδος βόσκησης

των ζώων και από την αυξημένη συμμετοχή της χλωρής βλάστησης στη διατροφή τους βελτιώνονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του παραγόμενου γάλακτος και κρέατος (Mele et al. 2019). Παράλληλα, τα δέντρα με τη σκιά τους συμβάλλουν στη

μείωση της ενέργειας που απαιτείται από τα ζώα για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματός τους (Smith et al. 2012), καθώς και στην καλύτερη αποτελεσματικότητα χρησιμοποίησης της τροφής τους (Sullivan et al. 2011). Συχνά παρατηρείται συγκέντρωση ζώων κάτω από τα δένδρα (στάλιασμα) κατά τις μεσημβρινές ώρες για να προφυλαχθούν από τις υψηλές θερμοκρασίες του θέρους (Εικόνα 2).

Στα αγροδασικά συστήματα τα βόσκοντα ζώα μετακινούνται ελεύθερα και μπορούν να τραφούν με ένα ευρύ φάσμα φυτικής βιομάζας και να παράγουν ζωοκομικά προϊόντα. Μέσω της περιήγησής τους, του ποδοπατήματος και της επιλε-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 167 –

Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία

κτικής βόσκησης επηρεάζεται η δομή και η σύνθεση της βλάστησης, ενώ με την

έντονη βόσκηση μειώνεται η συμμετοχή των εύγευστων ειδών και αυξάνονται τα

λιγότερο επιθυμητά φυτά. Ακόμη, η μικτή βόσκηση συνεισφέρει στην καλύτερη

αξιοποίηση της βλάστησης, καθώς τα διαφορετικά είδη ζώων, πέρα από τις διαφορετικές προτιμήσεις ως προς την επιλογή της τροφής τους, βόσκουν από δια-

φορετικό ύψος (π.χ. οι αίγες προσλαμβάνουν την τροφή τους από τα υψηλότερα

στρώματα της βλάστησης σε αντίθεση με τα πρόβατα, που βόσκουν χαμηλά σε

ύψος 3-5 εκ.). Εικόνα 2. Στάλιασμα προβάτων κάτω από δέντρα δρυός, Όσσα, Λαγκαδάς Θεσσαλονίκης. © Μαρία Γιακουλάκη

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 168 –

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ

H κλιματική αλλαγή έχει αρνητικές επιπτώσεις στα συστήματα εκτροφής ζώων (Tubiello et al. 2007), όμως και η κτηνοτροφία (εκτατική και εντατική) συμβάλλει

στην κλιματική αλλαγή, καθώς προκαλεί το 18% των παγκόσμιων ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (Steinfeld et al. 2006). Τα κυριότερα αέρια του

θερμοκηπίου είναι το διοξείδιο του άνθρακα (CO2) που

προέρχεται από τη χρήση γης και τις αλλαγές της και ευθύνεται για το 32% των εκπομπών στην ατμόσφαιρα, το οξείδιο του αζώτου (N2O) που προέρχεται από τη

διαχείριση της κοπριάς και του κοπροπολτού και αντιπροσωπεύει το 31% των εκπομπών και το μεθάνιο (CH4) που προέρχεται από τη ζύμωση των κυτταρινούχων τροφών στο πεπτικό σύστημα των μηρυκαστικών και αντιπροσωπεύει το 25%.

Αναφέρεται από τους Sintori et al. (2019), ότι οι εκπομπές CH4 ανά χλγ. παραγόμενου γάλακτος είναι υψηλότερες από ζώα που εκτρέφονται εκτατικά (βόσκουν σε λιβάδια). Αντίθετα όμως, η αγροδασοπονία με τις πρακτικές που εφαρμόζει

μπορεί να συμβάλλει στο μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής (Montagnini and Nair 2004) μειώνοντας τις ατμοσφαιρικές συγκεντρώσεις των αερίων του θερμοκηπίου με τη δέσμευση άνθρακα στον ξυλώδη φυτικό ιστό και στα περιβάλλοντα εδάφη. Τα είδη δένδρων, που χρησιμοποιούνται στην αγροδασοπονία, έχουν συνήθως υψηλή θρεπτική αξία και μεγάλη πεπτικότητα και μπορούν να βελτιώσουν τις αποδόσεις των μηρυκαστικών, ενώ ταυτόχρονα μπορούν να

αυξήσουν το ρυθμό δέσμευσης του CO2 και να μειώσουν τις εκπομπές μεθανίου (Thornton et al. 2009). Η αυξημένη κάλυψη με ψυχανθή δέντρα στον ανώροφο

και η ενίσχυση των ψυχρόβιων ποωδών ειδών και των ψυχανθών στον υπόροφο μπορεί να μειώσει τις εκπομπές CH4 και CO2 ταυτόχρονα. Ακόμη, η συμπερίληψη

ειδών που περιέχουν δευτερογενείς ενώσεις σε χαμηλές ή μέτριες συγκεντρώσεις, όπως είναι οι συμπυκνωμένες ταννίνες, οι σαπωνίνες και τα αιθέρια έλαια, υπόσχεται τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της υγείας των ζώων και το μετριασμό των εκπομπών CH4. Παράλληλα με τη βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της βοσκήσιμης ύλης, η εφαρμογή σχεδιασμένων συστημάτων βόσκησης (περιτροπικό σύστημα) έχει τη δυνατότητα να μειώσει περαιτέρω τις εκπομπές CH4 στην ατμόσφαιρα (Hristov et al. 2013, Savian et al. 2018).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 169 –
Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία
φύτευση
αποφέρει οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη
Η
θάμνων σε ποολίβαδα

Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία

Η εγκατάσταση σε φυσικά ποολίβαδα θάμνων υψηλής θρεπτικής αξίας και παραγωγικότητας, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε απ’ ευθείας για βόσκηση ή

το φύλλωμά τους να συγκομίζεται ως συμπληρωματική τροφή, μπορεί να συνει-

σφέρει στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών των ζώων σε κρίσιμες περιόδους

του έτους. Σε πειράματα που έγιναν στην Αμερική (Yiakoulaki et al. 2007, 2009),

βρέθηκε ότι η φύτευση σε φυσικά ποολίβαδα του θάμνου Albizia julibrissin (Εικόνα 3) σε συνδυασμό με την παρέρπουσα βόσκηση (ένα νέο σχεδιασμένο σύστημα

βόσκησης για αίγες) συμβάλλει στην αύξηση της παραγωγικότητας των λιβαδιών, στη βελτίωση της ποιότητάς τους και στην κάλυψη των διατροφικών αναγκών

των ζώων χωρίς τη χορήγηση συμπληρωματικών τροφών. Ταυτόχρονα, από την

εισαγωγή των θάμνων στη διατροφή των εριφίων (σε ποσοστό 53%), διπλασιάστη-

κε το βάρος τους (81 g/ημέρα) και τα ζώα έφτασαν νωρίτερα στον απογαλακτισμό

χωρίς καταπόνηση (Yiakoulaki et al. 2014).

Στη χώρα μας δεν καλλιεργούνται θάμνοι σε ποολίβαδα και δεν εφαρμόζονται

σχεδιασμένα συστήματα βόσκησης για τη διαχείρισή τους. Το σύστημα της παρέρπουσας βόσκησης, όπως περιγράφεται στις Τεχνικές Οδηγίες βελτίωσης

της βλάστησης, στο πλαίσιο εφαρμογής των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης

(ΚΥΑ 1058/71977/07.07.2017, ΦΕΚ Β΄ 2331) στις βοσκήσιμες γαίες της Ελλάδας (Ν. 4351/15, ΦΕΚ Α΄ 164), είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί με τη φύτευση θάμνων της

αυτόχθονης χλωρίδας. Η δενδρώδης μηδική (Medicago arborea) και το άτριπλεξ (Atriplex halimus) μπορούν να χρησιμοποιηθούν στις ξηροθερμικές περιοχές (νησιά), ενώ η λευκή μουριά (Morus alba), η κορονίλλα (Coronilla emeroides), ο κοινός

φράξος (Fraxinus ornus) κ.ά. στις υγρότερες περιοχές. Επιπροσθέτως, το σύστημα

της παρέρπουσας βόσκησης είναι ευέλικτο και με μικρές τροποποιήσεις μπορεί

να εφαρμοσθεί και σε άλλα είδη ζώων (πρόβατα και βοοειδή). H ενθάρρυνση και

οικονομική στήριξη των κτηνοτρόφων για να υιοθετήσουν τις προαναφερόμενες

πρακτικές στην εκτροφή των ζώων τους θα αποφέρει όχι μόνο οικονομικά αλλά

και περιβαλλοντικά οφέλη.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 170 –

Εικόνα 3. Εφαρμογή του συστήματος της παρέρπουσας βόσκησης με φυτεία θάμνων Albizia julibrisin σε γραμμές εντός φυσικού ποολίβαδου. Η απόσταση μεταξύ των γραμμών είναι 2-3 μέτρα και η απόσταση μεταξύ των θάμνων εντός της γραμμής είναι 50-60 εκ. Οι θάμνοι θα πρέπει να έχουν ύψος 50-60 εκ. για να διευκολύνεται η πρόσβαση των εριφίων, Πειραματικά λιβάδια, Langston University, Οκλαχόμα, Η.Π.Α. © Μαρία Γιακουλάκη

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 171 –Μαρία Δ. Γιακουλάκη | Αειφορική διαχείριση της βόσκησης στα αγροδασικά τοπία © χχχ Ι Αράκυνθος, Ελληνικά

Λέξεις κλειδιά: CLUE-S, κοινωνικοοικονομικά σενάρια, ταχεία οικονομική αύξηση, Θεσσαλία

Kαθηγητής

Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού, Σχολή Τεχνολογίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Καρδίτσα, mvrahnak@uth.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Ηλεία, οροπέδιο Λάλα

Μιχάλης Βραχνάκης
Τα παραδοσιακά
αγροδασικά
συστήματα ως μοντέλα
χωροχρονικών
αλλαγών χρήσεων γης

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

α παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα (ΠΑΣ) αποτελούν σημαντικά

μνημεία του αγροτικού χώρου με τεράστια πολιτισμική και επιστημονική

αξία. Σύμφωνα με τον Παπαναστάση (2015), τα συστήματα αυτά

“αντικατοπτρίζουν τους τρόπους

με τους οποίους ο άνθρωπος ζούσε

στο παρελθόν, αντιμετώπιζε και

αξιοποιούσε τους διαθέσιμους

φυσικούς πόρους, αλληλοεπιδρούσε

με το περιβάλλον, ενσωμάτωνε τα

φυσικά στοιχεία, και κυρίως τα δένδρα,

στη ζωή του και ήταν κοντά με τη

φύση”. Επιπλέον, έχουν επιστημονική

αξία λόγω των δυνατοτήτων που

Τι μας λένε τα εργαλεία

μοντελοποίησης για τις προοπτικές των παραδοσιακών αγροδασικών

συστημάτων στο τρέχον

κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον

και στο μεσοπρόθεσμο;

παρέχουν στον σύγχρονο άνθρωπο να διαπιστώσει εναλλακτικές τεχνικές

διαχείρισης, χρήσης και διαμόρφωσης του αγροτικού τοπίου. Διατηρώντας

αυτές τις δύο ιδιότητες, τα ΠΑΣ συμβάλλουν περαιτέρω στην ενίσχυση των

οικοσυστημικών υπηρεσιών που προσφέρουν τα τυπικά αγροδασικά συστήματα (Castle et al. 2022).

Η Ελλάδα αποτελεί εξέχουσα χώρα στην Ευρώπη όσον αφορά την ύπαρξη ΠΑΣ.

Εκτιμάται ότι καταλαμβάνουν έκταση περίπου 3 εκ. Ha ή το 23% της επικράτειας (Papanastasis et al. 2009). Η αγροδασοπονία απαντάται με όλους τους τύπους

των συστημάτων της (δασολιβαδικά, αγροδασολιβαδικά, δασογεωργικά). Η τυπική

πυκνότητα ποικίλει από 10 - 100 δένδρα/Ha (όσο και στην Ιταλία), ενώ σε Ισπανία

και Πορτογαλία η πυκνότητα είναι 10 - 40 δένδρα/Ha (Eichhorn et al. 2006). Τα

υπάρχοντα συστήματα θεωρούνται υποβαθμισμένα και σε μεγάλο βαθμό εγκαταλειμμένα, δεχόμενα και αυτά τις αρνητικές συνέπειες της εγκατάλειψης της γεωργικής, κτηνοτροφικής και δασοπονικής δραστηριότητας στον αγροτικό χώρο της χώρας (Papanastasis 2004).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 173 –Μιχάλης Βραχνάκης | Τα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων γης
Τ

Μιχάλης Βραχνάκης |

Τα ΠΑΣ εντοπίζονται σε όλη τη χώρα, ωστόσο απαντούν συχνότερα σε Β. και Κ. Ελ-

λάδα, Κρήτη και νησιά του Αιγαίου. Στην περιβαλλοντικά επιβαρυμένη περιφέρεια

της Θεσσαλίας, λόγω της εντατικής και μονοδιάστατης γεωργίας, τα ΠΑΣ εντο-

πίζονται κυρίως στον ημιορεινό χώρο, πλησίον αγροτικών οικισμών. Τα ΠΑΣ της

ημιορεινής Θεσσαλίας αποτέλεσαν το αντικείμενο έρευνας του έργου AGROTHES

“Προοπτικές της αγροδασοπονίας στην περιοχή της Θεσσαλίας: Μία έρευνα με

κοινωνική, περιβαλλοντική και οικονομική διάσταση με σκοπό την ενίσχυση της

συμμετοχής των αγροτών” (2018-2022) (Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας, Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας). Το

έργο διερεύνησε τις προοπτικές εφαρμογής της αγροδασοπονίας στη Θεσσαλία

με σκοπό την ενίσχυση της συμμετοχής των αγροτών. Στα πλαίσια του έργου αναπτύχθηκε ειδική περιβαλλοντική έρευνα, η οποία περιλάμβανε τη χαρτογράφηση

και μοντελοποίηση των χρήσεων γης για την πρόβλεψη της μελλοντικής εξέλιξης βάσει κοινωνικοοικονομικών σεναρίων υπό το χωροχρονικό μοντέλο CLUE-S (Mamanis et al. 2021, Nasiakou et al. 2022). Ως περιοχή έρευνας επιλέχτηκε ο Δήμος Μουζακίου, Δυτική Θεσσαλία.

Εικόνα 1. Γεωφυσικός χάρτης του Δήμου Μουζακίου. Χαρακτηριστικός ο διαμερισμός της πεδινής (ανατολικό τμήμα), ημιορεινής (κεντροδυτικό τμήμα) και ορεινής (νότιο, νοτιοδυτικό, δυτικό τμήμα) ζώνης (Πηγή: http:// opencyclemap.org/). Κάτω δεξιά: Ένθετος Χάρτης προσανατολισμού του Δ. Μουζακίου (με κόκκινο) στην Περιφέρεια Θεσσαλίας.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 174 –
παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών
Τα
χρήσεων γης

Μιχάλης Βραχνάκης | Τα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων γης

ΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ

ΤΟΎ ΔΗΜΟΎ ΜΟΎΖΑΚΙΟΎ

Ο Δήμος Μουζακίου, που εντοπίζεται γεωγραφικά στο δυτικό τμήμα της Περιφε-

ρειακής Ενότητας Καρδίτσας (Εικόνα 1), κρίνεται αντιπροσωπευτικός της Περιφέρειας Θεσσαλίας, καθώς καταλαμβάνει πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές.

Επιπλέον, εντοπίζονται υπολειμματικά αγροδασικά συστήματα κυρίως στον ορεινό και ημιορεινό, αλλά και στον πεδινό χώρο, πλησίον της απαρχής των κλιτύων των βουνών.

Ο Δ. Μουζακίου καταλαμβάνει έκταση 31.326,97 Ha και περιλαμβάνει 27 τοπικές

κοινότητες με συνολικό πληθυσμό 13.768 μόνιμους κατοίκους (Απογραφή 2011). Οι

δασογεωργικές εκτάσεις καταλαμβάνουν 556,38 Ha (1,78%), τα δασολιβαδικά συστήματα (κάλυψη δένδρων 10-40%) 3815,39 Ha (12,18%), οι γεωργικές καλλιέργειες 35,57%, τα ποολίβαδα 7,68%, τα δάση (κάλυψη δένδρων >40%) 33,75%, τα αραιά θαμνολίβαδα (κάλυψη θάμνων 10-40%) 1,61%, τα πυκνά θαμνολίβαδα (κάλυψη θάμνων >40%) 2,51%, οι αστικοί χώροι 4,65% και οι γυμνές εκτάσεις 0,27% (Εικόνες 2-3).

Εικόνα 2. Απεικόνιση της ευρύτερης περιοχής της κοινότητας Βατσουνιάς (Δ. Μουζακίου).

Εμφανή τα υπολειμματικά δασογεωργικά συστήματα σε μορφή φυτοφραχτών στα ανατολικά του ομώνυμου οικισμού (Πηγή: GoogleEarth).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 175 –

Μιχάλης Βραχνάκης | Τα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων γης

Εικόνα 3. Αγροδασικά συστήματα στην περιοχή μοντελοποίησης (Δήμος Μουζακίου). Πάνω αριστερά: Ενεργό δασολιβαδικό σύστημα χνοώδους δρυός στην είσοδο του ημι-ορεινού οικισμού της Βατσουνιάς. Πάνω δεξιά: Ημι-ενεργό δασογεωργικό σύστημα αμπέλου και απιδιάς στον ημι-ορεινό οικισμό της Βατσουνιάς. Κάτω αριστερά: Δασολιβαδικό τοπίο με αχλαδιές πλησίον του πεδινού οικισμού Λοξάδα. Κάτω δεξιά: Ενεργό δασογεωργικό σύστημα με αμπέλια και μουριές στην είσοδο της πεδινής πόλης Μουζάκι (© Μ. Βραχνάκης).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 176 –

Στις επικράτειες κυρίως των Τ.Κ. Βατσουνιάς και Ελληνόπυργου - Άγιου Ακάκιου

αποτυπώνονται σήμερα εκτεταμένα, αλλά εγκαταλειμμένα δασογεωργικά συστήματα, τα οποία σύμφωνα με σημερινές

μαρτυρίες εγκαταστάθηκαν σταδιακά

από το 1960 ως φυτοφράχτες. Τα δέν-

δρα στα συστήματα αυτά ήταν καρυδιές (για καρπούς και ξύλο), συκαμιές

(μουριές, για συλλογή μούρων, φυλλοσανού και πασσάλων για τη στήριξη αναρριχώμενων ποικιλιών φασολιών), κερασιές, μηλιές, φιρικιές, κορομηλιές, συκιές, κρανιές, αγριοφουντουκιές, αχλαδιές και βελανιδιές. Τα δένδρα συνδυάζονταν με καλλιέργειες, όπως

Μια εφαρμογή του χωροχρονικού

εργαλείου CLUE-S δείχνει ότι η

ταχεία οικονομική ανάπτυξη ευνοεί

την επέκταση των δασογεωργικών

συστημάτων σε ένα χρονικό

πλαίσιο 20 ετών, πράγμα που

βοηθά καθοριστικά στη διατήρηση

των σημερινών παραδοσιακών

συστημάτων

σιτηρά, μία ντόπια ποικιλία ξηρικού καλαμποκιού, ρεβίθια, φακές, ρόβι, πατάτες, τριφύλλι για σποροπαραγωγή και αμπέλια που συνήθως συνδυάζονταν με

αχλαδιές και βελανιδιές.

Στα πλαίσια του ερευνητικού έργου AGROTHES (2018-2022), οι κάτοικοι του Τ.Κ. Βατσουνιάς ανέφεραν ότι στη δεκαετία του ‘70 φυτεύτηκαν λευκώνες, αλλά δεν ευδοκίμησαν και εγκαταλείφτηκαν. Τα αγροδασικά συστήματα φιλοξενούσαν αξιόλογο αριθμό ειδών της πανίδας τα περισσότερα εκ των οποίων δεν απαντώνται πια, όπως ορτύκια (Coturnixcoturnix) στα σιτηρά, τα οποία μετά την εμφάνιση των χορτοδετικών μηχανών εξαφανίστηκαν, φάσες (Columbapalumbusspp. palumbus), καλημάνες (Vanellusvanellus), μπεκάτσες (Scolopaxrusticola), κοτσύφια (Turdusmerula), σιταρήθρες (Alaudaarvensis), λαγοί (Lepuseuropaeus), ζαρκάδια (Capreoluscapreolus) και αγριογούρουνα (Susscrofa). Δυστυχώς, τα παραδοσιακά αυτά συστήματα κινδυνεύουν με κατάρρευση, λόγω της αναμενόμενης

φυσικής δάσωσης, με επακόλουθο τη μείωση των αγροτικών καλλιεργειών, γι

αυτό κρίθηκε απαραίτητη η μελέτη των διαχρονικών αλλαγών του αγροτικού τοπίου της επικράτειας του Δ. Μουζακίου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 177 –
Μιχάλης Βραχνάκης | Τα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων γης

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΑΛΛΑΓΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ ΑΠΟ

ΤΟ ΧΩΡΟΧΡΟΝΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ CLUE-S

Για τη μοντελοποίηση των αλλαγών χρήσεων γης στον Δ. Μουζακίου, χρησιμο-

ποιήθηκε χαρτογραφικό υλικό, όπως χάρτες χρήσεων γης, αεροφωτογραφίες και

δορυφορικές εικόνες. Το υλικό αυτό επεξεργάστηκε με ΓΣΠ με σκοπό τη μελέτη

της εξέλιξης του τοπίου και στη συνέχεια με το χωροχρονικό μοντέλο CLUE-S που

σχηματοποίησε το μελλοντικό τοπίο στο έτος αναφοράς 2040. Εξετάστηκαν τρία κοινωνικοοικονομικά σενάρια: (α) το γραμμικό σενάριο λειτουργίας (BAU), (β) της

ταχείας οικονομικής ανάπτυξης (RED) και (γ) της οικολογικής προστασίας της γης (ELP) (Mamanis et al. 2021). Παράλληλα, συλλέχθηκαν δημογραφικά και κοινωνικοοικονομικά στοιχεία. Παρήχθησαν ένα ψηφιοποιημένο φωτομωσαϊκό αεροφωτογραφιών (έτους 1960), όπως και πρόσφατων δορυφορικών εικόνων (2014, 2016, 2017, 2019), διαγράμματα και χάρτες μετασχηματισμού τοπίου (1960-2020).

Η ανάλυση έδειξε ότι οι αλλαγές των μονάδων κάλυψης / χρήσεων γης (19602020) εντοπίζονται κυρίως στο ορεινό τμήμα του Δ. Μουζακίου (κεντρικά και νοτιοανατολικά). Η σημαντικότερη αλλαγή είναι η επέκταση της ξυλώδους βλάστησης και η πύκνωση των δασών, ιδίως στο νότιο και ανατολικό τμήμα, εις βάρος των

ανοιχτών λιβαδιών και γεωργικών καλλιεργειών (Νασιάκου 2022). Τα δασολίβαδα

επεκτάθηκαν, ενώ τα δασογεωργικά συστήματα παραμένουν διαχρονικά περιορισμένα. Οι δημογραφικές αλλαγές και η εγκατάλειψη γης και των παραδοσιακών πρακτικών (αγροδασοπονία) αναγνωρίστηκαν ως οι κύριες αιτίες αλλαγής του τοπίου.

Σε σχέση με τις προβλεπόμενες αλλαγές στο τοπίο του Δ. Μουζακίου προκύπτει (μοντέλο CLUE-S), ότι η δασογεωργική γη επεκτείνεται και στα τρία σενάρια. Το σενάριο που την ευνοεί περισσότερο είναι αυτό της ταχείας οικονομικής ανάπτυξης (RED) (Νασιάκου 2022). Αντίθετα, η δασολιβαδική γη στα ορεινά φαίνεται να

παραμένει σταθερή, με μόνο μικρή αύξηση υπό το γραμμικό σενάριο λειτουργίας (BAU).

Από τη χωρική αποτύπωση των μεταβολών των χρήσεων γης για το 2040 προέ-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 178 –
ότι: Η δασογεωργική γη θα αυξηθεί σημαντικά (+57%) υπό το σενάριο της ταχείας οικονομικής
Μιχάλης
| Τα παραδοσιακά αγροδασικά συστήματα ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων γης
κυψε
ανάπτυξης.
Βραχνάκης

Αυτές οι αλλαγές εντοπίζονται σε όλες τις ημιορεινές θέσεις στις οποίες υπήρχαν εγκαταλελειμμένα δασογεωργικά συστήματα (Βατσουνιά, Δρακότρυπα, Πορπή) (Εικόνα 4).

Εμφανίζονται νέα δασογεωργικά συστήματα σε πεδινές περιοχές οι οποίες συνορεύουν με υψομετρικές εξάρσεις (Μαυρομάτι, Λαζαρίνα, Μαγούλα, Φανάρι).

Δεν αναμένεται να υπάρξει κάποια αλλαγή στα δασολίβαδα υπό τα τρία σενάρια.

Σε κάθε περίπτωση τα παραδοσιακά δασολιβαδικά συστήματα θα πρέπει να αναζωογονηθούν με καλλιεργητικές επεμβάσεις και συμπληρώσεις δένδρων.

Εικόνα 4.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 179 –
Αλλαγές των χρήσεων γης το 2040 υπό τα τρία σενάρια για τον Δ. Μουζακίου
(Mamanis et al. 2021).
αγροδασικά συστήματα
γης
Μιχάλης Βραχνάκης | Τα παραδοσιακά
ως μοντέλα χωροχρονικών αλλαγών χρήσεων

Ορεινά δασολίβαδα: η

προγράμματος

ForOpenForests

Λέξεις κλειδιά: ForOpenForests, Οίτη, Καλλίδρομο, δασολιβαδικά

Αλεξάνδρα Σολωμού

συστήματα © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Βάλτος, λάκες χωριού Πατιόπουλο

Πρώην Διευθυντής Ερευνών του ΙΜΔΟ karetsos@fria.gr Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ, Τέρμα Αλκμάνος, 115 28 Αθήνα Εντεταλμένη Ερευνήτρια του ΙΜΔΟ alexansolomou@gmail.com

Γεώργιος Καρέτσος
περίπτωση του

Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests

Το πρόγραμμα με τίτλο: “Διατήρηση των δασών και δασικών ανοιγμάτων

προτεραιότητας στον Εθνικό Δρυμό Οίτης και στο Όρος Καλλίδρομο της

Στερεάς Ελλάδας” (LIFE11 NAT/GR/1014), με συντομογραφία ForOpenForests, υλοποιήθηκε στο χρονικό διάστημα 2012-2017 (https://foropenforests.org). Ο

κύριοςστόχοςτουέργουήτανηεφαρμογήτωνκατάλληλωνδιαχειριστικώνμέτρων για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας

σε επίπεδο ειδών, ενδιαιτημάτων και

τοπίου, στις δύο αυτές περιοχές του

Δικτύου NATURA 2000. Είχε προηγηθεί

η έντονη ανησυχία από τη διαπίστωση, ότι αυτές οι δύο ορεινές περιοχές

Η κτηνοτροφία θα μπορούσε να συμπεριληφθεί ως διαχειριστικό μέτρο για τη διατήρηση των δασικών διακένων

παρουσίαζαν ευκρινείς ενδείξεις βαθμιαίας εξάπλωσης των δασών της ελάτης (Abies cephalonica Loudon) εις βάρος των διακένων, που είχαν δημιουργηθεί στο

παρελθόν από την έντονη άσκηση της βόσκησης. Οι βοσκοί από αιώνες έκαιγαν

τα δάση για την εξασφάλιση λιβαδιών για την κτηνοτροφία (Καρέτσος 2002). Κατ’

αναλογία, οι ίδιες πρακτικές (εκχέρσωση, πυρκαγιές και βόσκηση) εφαρμόζονταν

σε όλες τις ορεινές περιοχές της χώρας, όπως και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου

(Papanastasis 1986, 2004). Αυτές οι παραδοσιακές δραστηριότητες δημιούργησαν

τα λεγόμενα ψευδαλπικά τοπία, τα οποία με τη σειρά τους διατήρησαν παράλληλα

και την εξέχουσα βιοποικιλότητα των αναφερόμενων περιοχών. Καλλιεργήθηκε,

κατά τις δεκαετίες 1970 και 1980 η φιλοπεριβαλλοντική αντίληψη, ότι κάποιες

ιδιαίτερου ενδιαφέροντος περιοχές έπρεπε να προστατευτούν και μάλιστα με

τη λογική της απόλυτης προστασίας. Οι Οδηγίες 79/409 ΕΟΚ και 92/43 ΕΟΚ, έθεσαν τα θεμέλια της προστασίας, με τις αντίστοιχες θεσμικές ρυθμίσεις και την ενσωμάτωση των οδηγιών στις εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών.

Είχαν βέβαια προηγηθεί προσπάθειες εθνικών πολιτικών προστασίας και στη χώρα μας, μέσω της ίδρυσης των Εθνικών Δρυμών. Η αντίληψη της απόλυτης προστασίας, τουλάχιστον των πυρήνων των περιοχών αυτών, κυριάρχησε και οι παραδοσιακές δραστηριότητες που συνδιαμόρφωναν τα τοπία και τα ιδιαίτερα στοιχεία των προστατευόμενων περιοχών απαγορεύτηκαν οριστικά. Η μακρόχρονη απαγόρευση και η γενικότερη μείωση της πίεσης της βόσκησης και της δασικής εκμε-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 181 –
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests

τάλλευσης για την παραγωγή ξύλου λόγω των κοινωνικο-οικονομικών εξελίξεων, είχαν ως αποτέλεσμα τη σταδιακή επάνοδο των δασών. Η κυριαρχία εκ νέου των

δασών, συνοδεύεται από τη μείωση τουλάχιστον της φυτικής ποικιλότητας και

του περιορισμού των διαφορετικών στοιχείων του τοπίου και των ενδιαιτημάτων

άλλων μορφών ζωής.

χρειάζεται

να εισηγηθούν νέα διαχειριστικά μέτρα

που να συμπεριλάβουν τη βόσκηση στην

διατήρηση της βιοποικιλότητας

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 182 –
Εικόνα
παραγόμενης βιομάζας εντός και εκτός κλωβών © Γιώργος Καρέτσος
1. Εκτίμηση
Μελετητές & αρμόδιες υπηρεσίες

ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΟΙΤΗΣ ΚΑΙ

ΚΑΛΛΙΔΡΟΜΟΎ

Στην Οίτη και στο Καλλίδρομο αντιμετωπίστηκαν διαφορετικές πρακτικές άσκησης των παραδοσιακών κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων. Στην Οίτη οι απαγορεύ-

σεις στον πυρήνα ίσχυαν από την κήρυξη της περιοχής ως Εθνικού Δρυμού (1966)

ενώ το Καλλίδρομο βόσκεται συνεχώς και εντάχθηκε σχετικά πρόσφατα (2001)

στο Δίκτυο NATURA 2000 με θεσμικό πλαίσιο προστασίας που αναμένεται να ολοκληρωθεί. Η Οίτη είναι ψηλότερο όρος και με μεγαλύτερα ανοίγματα στα μεγάλα

υψόμετρα. Αντίθετα το Καλλίδρομο παρουσιάζει μικρότερα διάκενα αλλά πλουσιότερη παραγωγή βιομάζας. Η Οίτη, εκτός του πυρήνα, βόσκεται από όλες τις

κατηγορίες ζώων, ενώ το Καλλίδρομο

από αίγες και βοοειδή και απουσιάζουν

τα πρόβατα.

Οι συστάδες αρκεύθων της

Οίτη

Στην περίπτωση της Οίτης, αντιμετωπίστηκαν δύο κίνδυνοι. Ο πρώτος αναφερό-

ταν στη δάσωση των ορεινών λιβαδιών των τύπων οικοτόπων προτεραιότητας

“Ημι-φυσικά ξηρά λιβάδια σε ασβεστολιθικά υποστρώματα (Festuco Brometalia)

(6210*)” και “Χλοώδεις διαπλάσεις με Nardus, ποικίλων ειδών σε πυριτιούχα υποστρώματα σε ορεινές περιοχές (6230*)”. Μελετήθηκαν επίσης και οι πιθανοί κίνδυνοι των “Μεσογειακών εποχικών λιμνίων (3170*)”, που συνδέονται και με τη βόσκηση, δεδομένου ότι οι περιοχές αυτές στο σύνολό τους τα τελευταία 15 χρόνια

βόσκονταν περιστασιακά, αποκλειστικά από βοοειδή, παρά την απαγόρευση. Η περιοχή των ανωτέρω τύπων οικοτόπων ήταν υπό αυστηρό καθεστώς προστασίας

και απαγόρευσης της βόσκησης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 40 ετών.

Λόγω του καθεστώτος απαγόρευσης της βόσκησης, εφαρμόστηκαν πιλοτικές διαχειριστικές πρακτικές που συνίσταντο στην κοπή της υπερβάλλουσας ξυλώδους

βλάστησης σε ικανή έκταση, ως μέτρο υποκατάστασης της βόσκησης και εγκαταστάθηκε δίκτυο κλωβών, όπου εκτιμήθηκε η ποσότητα της παραγόμενης βιομάζας

εντός και εκτός αυτών στην ίδια έκταση και υπολογίστηκε η βοσκοϊκανότητα και

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 183 –
την
που ευνοούσε τη
τους Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests
Οίτης φαίνεται να συρρικνώθηκαν από
εγκατάλειψη της βόσκησης,
διατήρησή

Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests

η βοσκοφόρτωση της περιοχής (Εικόνα 1). Με ειδική άδεια, εφαρμόστηκε επίσης

σε ικανή έκταση η παραδοσιακή καύση κηλίδων (νησίδων) του είδους Juniperus communis subsp. nana και εκτιμήθηκε η υπέργεια βιομάζα και η σύνθεση της βλάστησης των καμένων κηλίδων μετά την καύση. Στην ουσία έγινε δοκιμή υποκατάστασης των παραδοσιακών πρακτικών διατήρησης των ορεινών λιβαδιών που εφάρμοζαν παλαιότερα οι βοσκοί στο τέλος της θερινής περιόδου. Για τον τύπο οικοτόπου 3170* (Μεσογειακά εποχικά λιμνία), διαπιστώθηκε ότι ακόμη δεν κινδυνεύει, αλλά με την “επέλαση” του δάσους ενδεχομένως να απειληθεί. Η διατήρησή

του συνδέεται και με κλιματικούς παράγοντες και κυρίως με την εξασφάλιση της

παραμονής του νερού για ικανό χρονικό διάστημα, ώστε να εξασφαλίζεται ο ιδιαίτε-

ρος τύπος σύνθεσης της βλάστησης και λιγότερο με την άσκηση της βόσκησης, που

ενδεχόμενα να δρα θετικά. Ανησυχητική είναι η πρόσφατη αλλαγή των βοσκόντων

ζώων από πρόβατα σε βοοειδή, η οποία θα πρέπει να μελετηθεί σε βάθος χρόνου. Όλες οι μετρήσεις ήταν υπό την εποπτεία του Εργαστηρίου Λιβαδικής Οικολογίας, του Τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Παπαναστάσης κ.ά., 2013).

Ο δεύτερος κίνδυνος σχετίζεται με την υποχώρηση των συστάδων του τύπου οικοτόπου προτεραιότητας “Ενδημικά Μεσογειακά δάση με Juniperus foetidissima (9560*)”. Στην Οίτη, εμφανίζεται κατακερματισμένος σε μικρές συστάδες σε μίξη

πάντα με την ελάτη ή ως μεμονωμένα άτομα σε ανωδασικές περιοχές. Οι συστάδες της Οίτης φαίνεται να είναι υπολειμματικές παλαιότερων δασών, που συρρικνώθηκαν από την εγκατάλειψη της βόσκησης, που όπως φαίνεται ευνοούσε τη

διατήρησή τους. Καταλαμβάνουν σήμερα τις πλέον ακραίες ξηροθερμικές ασβεστολιθικές περιοχές του όρους όπου ουσιαστικά δεν υπάρχει έδαφος. Επιπρόσθετα, απειλούνται από την επέκταση των ελατοδασών εντός των περιοχών τους.

Εμφανίζουν επίσης εξαιρετικές εγγενείς δυσκολίες στη φυσική τους αναγέννηση (Proutsos et al. 2021). Τα μέτρα που εφαρμόσαμε αντιστοιχούν σε πρακτικές των

βοσκών που έκαιγαν τα ελατοδάση για την εξασφάλιση βοσκήσιμης ύλης, αλλά δημιουργούσαν ευνοϊκές συνθήκες για την εγκατάσταση των αρκεύθων (Juniperus foetidissima) ως προδασικές φυτοκοινοτήτες. Φυσικά δεν εφαρμόστηκε καύση, αλλά αφαιρούνταν σε πιλοτικές πειραματικές επιφάνειες νεαρά άτομα ελάτης

και νεκρώνονταν μεγαλύτερα που καταπίεζαν άτομα και συστάδες με Juniperus

foetidissima. Ταυτόχρονα έγινε προσπάθεια να ενισχυθεί το φιλοπεριβαλλοντικό

αίσθημα για την παράνομη υλοτομία των ατόμων αρκεύθου, που προτιμούν οι

κάτοικοι της περιοχής για το ασαπές ξύλο τους, που προορίζεται για διάφορες

κατασκευές.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 184 –

Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests

Καλλίδρομο

Στο όρος Καλλίδρομο υλοποιήθηκαν δράσεις διατήρησης για δύο τύπους οικοτό-

πων προτεραιότητας που σχετίζονταν με τη βόσκηση: τα “Ημι-φυσικά ξηρά λιβάδια

σε ασβεστολιθικά υποστρώματα (FestucoBrometalia)(6210*)” και τα “Μεσογειακά

εποχικά λιμνία (3170*)”. Τα διάκενα που παρουσιάζει το όρος είναι μικρότερα από

αυτά της Οίτης και δεν διαθέτει ψευδαλπική ζώνη, λόγω του χαμηλότερου υψο-

μέτρου ενώ απουσιάζει πρακτικά και η

προβατοτροφία. Η ασκούμενη κτηνο-

τροφία στο Καλλίδρομο τελευταία τεί-

νει προς την κυριαρχία των βοοειδών

κρεοπαραγωγής, ενώ η αιγοτροφία

περιορίζεται συνεχώς. Ο περιορισμός

της έντασης βόσκησης των αιγών στο

Στο έργο ForOpenForests έγινε δοκιμή πρακτικών διατήρησης ορεινών λιβαδιών, που εφάρμοζαν παλαιότερα οι βοσκοί στο τέλος του θέρους

Καλλίδρομο συνέδραμε με σαφήνεια τις τάσεις “κλεισίματος” των δασικών διακένων. Η άσκηση της μετακινούμενης αγελαδοτροφίας επεκτάθηκε και στα Μεσογειακά εποχικά λιμνία (3170*), διότι τα βοοειδή προτιμούσαν τις παρυφές και

ως ένα βαθμό το εσωτερικό των ρηχών νερών των λιμνίων. Για τους παραπάνω

λόγους και σε αντιστοιχία με τα παραπάνω αναφερόμενα στην Οίτη εφαρμόστη-

κε η ίδια μέθοδος εκτίμησης της βοσκοϊκανότητας και της βοσκοφόρτωσης και

διαπιστώθηκε ότι, η αναλογία αγρωστωδών προς τα πλατύφυλλα ποώδη είναι περισσότερο ισορροπημένη, σε σχέση με την Οίτη. Διαπιστώθηκε επίσης, ότι η πίεση

της βόσκησης από τα βοοειδή ασκείται περισσότερο προς τα εποχικά λιμνία, ενώ

των αιγών προς το δάσος. Τα πιλοτικά μέτρα διατήρησης αφορούσαν κυρίως τον

τύπο οικοτόπου 3170*. Τμήματα των λιμνίων περιφράχθηκαν για την αποτροπή

της βόσκησης των βοοειδών, ενώ στα υπόλοιπα η βόσκηση συνέχισε να ασκείται

ελεύθερα. Στόχος ήταν να εκτιμηθεί κατά πόσο στα περιφραγμένα τμήματα η σύν-

θεση της ιδιαίτερης χλωρίδας τους διατηρούνταν σε καλύτερη κατάσταση από τα

μη περιφραγμένα, διότι τα χαρακτηριστικά είδη του τύπου οικοτόπου εμφάνιζαν

πολύ χαμηλή παρουσία (Εικόνα 2).

Στο Καλλίδρομο τοποθετήθηκαν σε 10 βοοειδή ειδικά περιλαίμια, εφοδιασμένα με

πομπούς καταγραφής της πορείας και των στάσεων των ζώων για τη μελέτη των

συνηθειών προτίμησης των διαφορετικών ενδιαιτημάτων εκ μέρους των ζώων

και τη μεθερμήνευση των στάσεων και της συχνότητας ποτίσματος (Εικόνα 3).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 185 –

Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests

Εικόνα 2. Περίφραξη εποχικού λιμνίου για την αποτροπή της βόσκησης στο Καλλίδρομο © Γιώργος Καρέτσος

Εικόνα 3. Τοποθέτηση περιλαιμίου σε βοοειδή © Γιώργος Καρέτσος

ENoP |
– 186 –
Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής

Γιώργος Καρέτσος & Αλεξάνδρα Σολωμού | Ορεινά δασολίβαδα: η περίπτωση του προγράμματος ForOpenForests

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Τα δύο όρη παρουσιάζουν αρκετές διαφορές. Το Καλλίδρομο είναι περισσότερο

δασωμένο και τα ανοίγματά του τρεις φορές μικρότερα σε έκταση σε σχέση με

της Οίτης. Η Οίτη εμφανίζει μικρότερη παραγωγικότητα βιομάζας, αλλά διατηρεί

πληθυσμούς βοσκόντων ζώων από όλες τις κατηγορίες και σε μεγαλύτερο αριθμό. Η προτίμηση τα τελευταία έτη προς τα βοοειδή, σε βάρος των αιγοπροβάτων,

δεν έχει μελετηθεί σε βάθος χρόνου και δεν γνωρίζουμε τις συνέπειες.

Η διατήρηση των ανοιγμάτων και στα δύο όρη είναι ζητούμενη. Από τις διαχειρι-

στικές πρακτικές που εφαρμόστηκαν διαπιστώθηκε ως ένα βαθμό η αύξηση της

φυτικής βιομάζας εντός των κλωβών

και των περιφράξεων και η διαφορο-

ποίηση της σύνθεσης της χλωρίδας

στις καμένες κηλίδες. Οι πειραματικές συστάδες των αρκεύθων που συ-

μπιέζονταν από την ελάτη απελευθε-

ρώθηκαν σημαντικά αλλά απαιτείται

αλλαγή των βοσκόντων ζώων από πρόβατα σε βοοειδή, η οποία

θα πρέπει να μελετηθεί σε βάθος

χρόνου

μεγαλύτερος χρόνος παρατηρήσεων, δεδομένου ότι πρόκειται για δενδρώδεις μορφές. Η διατήρηση και η αύξηση της

βιοποικιλότητας αν και ενθαρρυντική, συνεχίζεται στις after Life δράσεις από τον Φορέα Διαχείρισης συνεπικουρούμενο από το επιστημονικό προσωπικό του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Η κτηνοτροφία θα μπορούσε να ασκηθεί

με ορθότερο τρόπο και θα μπορούσε να συμπεριληφθεί ως σπουδαία πρακτική και διαχειριστικό μέτρο για τη διατήρηση των δασικών διακένων. Αρμόδιες υπηρεσίες

και μελετητές θα πρέπει να εισηγηθούν νέα διαχειριστικά μέτρα και να συμπεριλάβουν τη βόσκηση στις πρακτικές ελέγχου των ανοιγμάτων και της διατήρησης

της βιοποικιλότητας.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 187 –
Ανησυχητική είναι η πρόσφατη

ΚΙΡΚΙΝΕΖΙΑ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΙΑ: ΔΡΑΣΕΙΣ

ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΣΕ ΔΑΣΙΚΟΓΕΩΡΓΙΚΑ

ΤΟΠΙΑ

Διδακτορικός φοιτητής Εργαστήριο Διαχείρισης Οικοσυστημάτων και Βιοποικιλότητας, Τμήμα Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος, Ελλάδα Οδός Φυτόκου, 384 46, Ν. Ιωνία, Μαγνησία kostisvlachopoulos@gmail.com

φωλιά του, αφού έχει μόλις προσφέρει τροφή στο θηλυκό το οποίο επώαζει.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής Autor | Chapter Title – 188 –
ΤΑ
© Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος Ι Αρσενικό κιρκινέζι την στιγμή που εξέρχεται απο τη
Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος

Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος | Τα κιρκινέζια στην Θεσσαλία: δράσεις αποκατάστασης σε δασικογεωργικά τοπία

ι ανθρώπινες δραστηριότητες και ειδικά η κτηνοτροφία και η γεωργία

έχουν συντελέσει σημαντικά στη διαμόρφωση και εξέλιξη του μεσογειακού αγροτικού τοπίου. Περισσότερο από το 50% της επιφάνειας

της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλύπτεται από γεωργικές εκτάσεις. Το μοντέλο της γεωργίας υψηλών αποδόσεων, που εφαρμόζεται εκτεταμένα από το 1960 και μετά, οδήγησε σε σημαντική αύξηση των εκτάσεων που καλλιεργούνται εντατικά με

αποτέλεσμα το τοπίο να κατακερματίζεται και πολύπλοκα φυσικά οικοσυ-

στήματα με υψηλό πλούτο ειδών να μετατρέπονται σε μονοκαλλιέργειες. Η

μετατροπή των χρήσεων γης και ο κατακερματισμός του τοπίου σχετίζονται

σημαντικά με τη μείωση του πλούτου

των ζωικών ειδών, τα οποία αποικίζουν αγροτικά οικοσυστήματα. Πληθώρα επιστημονικών μελετών έχει δείξει

Η χρήση ενός “είδους-ομπρέλα”, όπως το κιρκινέζι, μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος και των υπόλοιπων ταξινομικών ομάδων για την ανάσχεση των επιπτώσεων της εντατικής

γεωργίας στη βιοποικιλότητα των αγροδασολιβαδικών τοπίων

ότι οι εντατικές γεωργικές πρακτικές, όπως η αποψίλωση της φυσικής βλάστησης, η αλόγιστη χρήση αγροχημικών και η εδαφοκατεργασία με βαριά μηχανήματα

έχουν επηρεάσει αρνητικά την παρουσία δομικών στοιχείων του αγροτικού το-

πίου, π.χ. φυτοφράκτες, μεμονωμένα δέντρα και ακαλλιέργητες λωρίδες ανάμεσα στους αγρούς. Τα δομικά αυτά στοιχεία προσφέρουν διάφορες λειτουργίες

και οικοσυστημικές υπηρεσίες, όπως είναι η δέσμευση του CO2, η επικονίαση κ.ά.

Από τις κυριότερες ταξινομικές ομάδες οργανισμών που αποικίζουν αγροτικές πε-

ριοχές, τα πουλιά παρουσιάζουν τις σημαντικότερες μειώσεις όσον αφορά την αφθονία ειδών και πληθυσμών. Ειδικότερα, από μελέτη η οποία διερεύνησε την πληθυσμιακή τάση 148 ευρωπαϊκών κοινών πουλιών σε μία χρονοσειρά 30 ετών, προέκυψε ότι η συνολική μείωση της αφθονίας για 57 είδη ήταν 39%.

Ο Θεσσαλικός κάμπος είναι μία από τις πιο εντατικά καλλιεργούμενες εκτάσεις στην

ελληνική επικράτεια. Η καλλιεργούμενη έκταση της Θεσσαλίας ανέρχεται περίπου στα 5.000.000 στρέμματα, από τα οποία το 80% αποτελούν οι αροτραίες καλλιέργειες (ΕΛΣΤΑΤ 2018). Το αγροτικό τοπίο της Θεσσαλίας είναι μια εκτενής μονοκαλλιέργεια εκατοντάδων χιλιάδων στρεμμάτων με ελάχιστες νησίδες φυσικής βλάστη-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής
– 189 –
αλλαγής
Ο

Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος | Τα κιρκινέζια στην Θεσσαλία: δράσεις αποκατάστασης σε δασικογεωργικά τοπία

σης. Στη συγκεκριμένη περιοχή απαντάται ο μεγαλύτερος πληθυσμός κιρκινεζιού

(Falco naumannni) στη χώρα με περισσότερα από 5.000 αναπαραγωγικά ζευγάρια.

Το κιρκινέζι είναι ένα μικρό γεράκι, το οποίο διατρέφεται κυρίως με ορθόπτερα (στα

οποία ανήκουν οι ακρίδες, οι γρύλλοι κ.ά.) και κολεόπτερα (διάφορα είδη σκαθαριών), σύμφωνα με την ανάλυση εμετικών συμπήκτων, η οποία πραγματοποιήθηκε

το 2016 (Μακρή κ.ά. 2016). Τυπικό είδος των τοπίων τύπου “σαβάνας”, ιδιαίτερα

αυτών που βόσκονται, προτιμά το κοντό χόρτο για να εντοπίζει τη λεία του. Οι μέγιστες αποστάσεις που διανύουν τα κιρκινέζια για να αναζητήσουν την λεία τους

διαφοροποιούνται ανάλογα με το φύλο (Βλαχόπουλος κ.ά. 2016).

Από τα μέσα του 1970 και μετά, σημειώθηκε σημαντική πληθυσμιακή μείωση του κιρκινεζιού, η οποία αποδόθηκε στην αλλαγή των καλλιεργειών και την εκμηχάνιση της γεωργίας, αν και από το 2013 και έπειτα οι πληθυσμοί παρουσίασαν

αυξητική τάση. Στο πλαίσιο του έργου LIFE-Φύση “Διατήρηση και διαχείριση του Κιρκινεζιού (Falco naumanni) σε τρεις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) της Ελλάδας”(LIFE11NAT/GR/001011) πραγματοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, πιλοτικές αγροδασικές δράσεις προκειμένου να εμπλουτιστεί το αγροτικό τοπίο με δομικά στοιχεία, κυρίως με τη δημιουργία φυτοφραχτών, τη διατήρηση ακαλλιέργητων λωρίδων

γης και τη φύτευση μεμονωμένων δέντρων στα περιθώρια των αγρών. Οι συγκεκριμένες παρεμβάσεις αναμένεται να βελτιώσουν το ενδιαίτημα ορθόπτερων, μικρών θηλαστικών και κολεοπτέρων, τα οποία αποτελούν τη λεία του κιρκινεζιού.

Η χρήση ενός “είδους-ομπρέλα”, όπως το κιρκινέζι, μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος και των υπόλοιπων ταξινομικών ομάδων, οι οποίες αναμένεται να αποικίσουν και να χρησιμοποιήσουν τα δομικά αυτά στοιχεία του αγροτικού χώρου. H

συγκεκριμένη μελέτη μπορεί να αποτελέσει το εφαλτήριο βήμα για την υλοποίηση

δράσεων σε μεγαλύτερη κλίμακα και τη μετατροπή του αγροτικού θεσσαλικού τοπίου σε ένα τοπίο συνολικά φιλικότερο προς τη βιοποικιλότητα.

Η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι η ανάσχεση των επιπτώσεων της εντατικής

γεωργίας είναι εφικτή με την εφαρμογή ενός συνδυασμού συστημάτων συμβατικής γεωργίας και αγροδασοπονίας. Επιπλέον, είναι τεκμηριωμένο στη διεθνή

βιβλιογραφία ότι τα αγροδασικά συστήματα ωφελούν θετικά τη βιοποικιλότητα,

αλλά και την τοπική κοινωνία μιας και ο παραγωγός, πέραν της σοδειάς που συγκομίζει, παράγει και προϊόντα που προέρχονται από τα δέντρα εξασφαλίζοντας

ένα επιπλέον εισόδημα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 190 –

Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος | Τα κιρκινέζια στην Θεσσαλία: δράσεις αποκατάστασης σε δασικογεωργικά τοπία © Κωνσταντίνος Βλαχόπουλος I Φύτευση ατόμων φράξου (Fraxinus oxycarpa), φτελιάς (Ulmus campestris) και μουριάς (Morus sp.) προκειμένου να αυξηθεί η μωσαϊκότητα του τοπίου και να επωφεληθούν τα είδη που αποτελούν λεία του κιρκινεζιού.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 191 –

Πυρκαγιές και

Λέξεις κλειδιά: κίνδυνος πυρκαγιάς, πρόληψη, αγροδασοπονία

Γαβριήλ

Ξανθόπουλος

Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός “ΔΗΜΗΤΡΑ”, Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων Τέρμα Αλκμάνος, Ιλίσια, 11528, Αθήνα gxnrtc@fria.gr

© Γαβριήλ Ξανθόπουλος Ι Πυρκαγιά Βόρειας Εύβοιας, Αύγουστος 2021

αγροδασοπονία

Γαβριήλ Ξανθόπουλος | Πυρκαγιές και αγροδασοπονία

Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΠΎΡΚΑΓΙΩΝ

Kατά τις τελευταίες δεκαετίες, οι δασικές πυρκαγιές γίνονται όλο και

δυσκολότερο να αντιμετωπιστούν, ενώ οι καταστροφές που προκαλούν

αυξάνονται, παρά τη σημαντική ενίσχυση των δασοπυροσβεστικών

μηχανισμών ανά τον κόσμο. Η χώρα μας καθώς και οι άλλες χώρες της περιοχής

μας δεν αποτελούν εξαίρεση (Xanthopoulos and Nikolov 2019). Το σύνολο της

ερευνητικής κοινότητας που μελετά

το φαινόμενο έχει προβλέψει ότι

το πρόβλημα θα χειροτερεύσει εξ

αιτίας της αλλαγής κλίματος, της

συσσώρευσης καύσιμης ύλης λόγω

της εγκατάλειψης της υπαίθρου και

της μειωμένης διαχείρισης των δασών,

αλλά και της δημιουργίας κατοικιών

μέσα ή κοντά στα δάση (Rego et al.

2018). Μάλιστα, η προσωρινή αποτροπή πυρκαγιών χάρη στις ενισχυμένες δυνάμεις

καταστολής, καθώς έχει σαν αποτέλεσμα τη συσσώρευση βιομάζας, είναι σίγουρο

ότι θα οδηγήσει σε πιο καταστροφικές πυρκαγιές στο εγγύς μέλλον. Το φαινόμενο

αυτό, που ονομάζεται “το παράδοξο της φωτιάς” (fire paradox) το έχουν βιώσει

πολλές χώρες στον πλανήτη μας, περιλαμβανομένης της Ελλάδας (Arévalo and Naranjo-Cigala 2018). Η ενίσχυση της πρόληψης των δασικών πυρκαγιών

προτείνεται ως απαραίτητος πυλώνας για τη μείωση των καταστροφών, αλλά και τον περιορισμό του κόστους καθώς η αποδοτικότητα αυτής είναι πολλαπλάσια

του κόστους της καταστολής.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 193 –
Η αγροδασοπονία εκτός από
τα πολλά οικονομικά και
περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα που προσφέρει, μπορεί να διαδραματίσει
σημαντικό πολυεπίπεδο ρόλο στην πρόληψη των δασικών πυρκαγιών

Γαβριήλ Ξανθόπουλος | Πυρκαγιές και αγροδασοπονία

Η ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΩΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΠΎΡΚΑΓΙΩΝ

Ως πρόληψη των δασικών πυρκαγιών ορίζεται το σύνολο των ενεργειών που γίνο-

νται πριν την έναρξη μιας πυρκαγιάς με σκοπό:

τη μείωση ή εξάλειψη της πιθανότητας εκδήλωσης πυρκαγιών,

τη μείωση της δυνατότητας ανεμπόδιστης εξάπλωσης κάθε εκδηλούμενης

πυρκαγιάς,

τη μείωση των καταστροφών σε περίπτωση πυρκαγιάς, και

την ύπαρξη ενός μηχανισμού ικανού και σε ετοιμότητα, ώστε να εντοπίσει γρή-

γορα κάθε νέα πυρκαγιά και να αποστείλει χωρίς καθυστέρηση τις απαιτούμε-

νες δυνάμεις για την άμεση αντιμετώπισή της.

Η πρόληψη των δασικών πυρκαγιών είναι μια πολυδιάστατη δραστηριότητα που

έχει ένα τεχνικό/τεχνολογικό μέρος (πρόβλεψη κινδύνου, αντιπυρικός σχεδιασμός, δρόμοι, δεξαμενές, κρουνοί και άλλα τεχνικά έργα) και μια σαφή κοινωνική διάσταση (ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και οργάνωση των πολιτών, πολιτική, νομοθεσία). Όμως, κανένα από αυτά δεν μπορεί τελικά να αποτρέψει τις καταστροφές

αν ο αγροδασικός χώρος δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένος, με διατήρηση

του κινδύνου που προέρχεται από την καύσιμη ύλη σε διαχειρίσιμο επίπεδο. Τα

στατιστικά στοιχεία για τις δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας προσφέρουν απτές

αποδείξεις: κατά τη δεκαετία 1960-1969, με τις πυρκαγιές στην ευθύνη της Δασικής Υπηρεσίας που δεν διέθετε εναέρια μέσα ούτε δασοπυροσβεστικά οχήματα, αλλά είχε τη συμβολή του παραδασόβιου πληθυσμού, ο μέσος όρος της ετησίως

καιόμενης έκτασης ήταν 123.770 στρέμματα. Κατά την περίοδο που η καταστολή

των πυρκαγιών μεταβιβάστηκε στο Πυροσβεστικό Σώμα (1998-2022), ο ετήσιος

μέσος όρος έφθασε τα 437.460 στρέμματα, παρά τις πολλές εκατοντάδες πυροσβεστικά οχήματα και τα δεκάδες εναέρια μέσα δασοπυρόσβεσης. Η αύξηση της ποσότητας της ζωντανής και νεκρής βιομάζας στην ύπαιθρο, αλλά και η δημιουργία οριζόντιας και κάθετης συνέχειας της καύσιμης ύλης λόγω εγκατάλειψης δραστηριοτήτων από τον πληθυσμό που όλο και μειώνεται (Xanthopoulos and Nikolov 2019), αποτελούν βασικότατο λόγο αυτής της μεταβολής, πιθανώς σημαντικότερο

και από τις αντίξοες μετεωρολογικές συνθήκες που εκδηλώνονται συχνότερα και αποδίδονται στην αλλαγή του κλίματος. Αναφέρεται χαρακτηριστικά, ότι το ποσοστό του αγροτικού πληθυσμού στο σύνολο του πληθυσμού της χώρας μας από

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 194 –

Γαβριήλ Ξανθόπουλος | Πυρκαγιές και αγροδασοπονία

44,06% το 1960 μειώθηκε σε 20,61% το 2019. Έτσι, μειώθηκε η χρήση ξύλου για

θέρμανση και μαγείρεμα, ενώ παράλληλα εγκαταλείφθηκαν αγροτικές καλλιέργει-

ες που λειτουργούσαν ως θέσεις διάσπασης της συνέχειας της καύσιμης ύλης και

μειώθηκε η εκτατική κτηνοτροφία που συμβάλει στο έλεγχο της ποσότητάς της.

Η απάντηση της πολιτείας στο μεγάλο αυτό πρόβλημα, ιδίως μετά την καταστροφική αντιπυρική περίοδο του 2021, είναι η αύξηση των κονδυλίων για την καταστο-

λή των πυρκαγιών αλλά και για πρόληψη. Οι πιστώσεις για την πρόληψη σε μεγάλο

βαθμό διατίθενται για εργασίες μείωσης της καύσιμης ύλης, κυρίως με απομά-

κρυνση του υπορόφου υψηλών δασών, αλλά και με δημιουργία νέων αντιπυρικών

ζωνών. Όμως, με ετήσιο κόστος μεγαλύτερο από 70 εκατ. ευρώ, οι δαπάνες αυτές

είναι δύσκολο να διατηρηθούν εις το

διηνεκές, ενώ η βλάστηση σε λίγα έτη

θα επανακάμψει. Είναι προφανές ότι

απαιτείται μια αλλαγή πολιτικής με έμ-

φαση στην “έξυπνη” πρόληψη (Moreira et al. 2020).

Η επιστροφή του πληθυσμού στην

ύπαιθρο αποτελεί λογικό στόχο που θα

βοηθούσε στην επαναδημιουργία ανθεκτικών στην πυρκαγιά και την αλλαγή του

κλίματος τοπία, αλλά γενικότερα είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Πιο ρεαλιστικό όμως

στόχο μπορεί να αποτελέσει η παραμονή του πληθυσμού εκεί και η, στο μέτρο του

δυνατού, προσέλκυση νεότερων κατοίκων, κάτι που απαιτεί οικονομική βιωσιμότητα και εξασφάλιση κάποιων ελάχιστων προϋποθέσεων. Οι τοπικές συνθήκες (κλίμα, τύποι εδαφών, μέγεθος κλήρων, συνθήκες παραγωγής και διακίνησης προϊόντων, κ.ά.) σε συνδυασμό με την ύπαρξη σύγχρονων γνώσεων και δυνατοτήτων

οργάνωσης της παραγωγής και διάθεσης προϊόντων παίζουν σημαντικό ρόλο για

την επίτευξη αυτής της βιωσιμότητας. Μια από τις πολλά υποσχόμενες επιλογές

σε αυτή την κατεύθυνση είναι η αγροδασοπονία.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 195 –
Η αγροδασοπονία εφαρμοζόμενη σε μεγάλες εκτάσεις, δίνει πραγματική
ευκαιρία στον μηχανισμό καταστολής να σταματήσει μεγάλες πυρκαγιές

Γαβριήλ Ξανθόπουλος | Πυρκαγιές και αγροδασοπονία

ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑ ΚΑΙ ΔΑΣΙΚΕΣ ΠΎΡΚΑΓΙΕΣ

Ο όρος αγροδασοπονία περιγράφει συστήματα διαχείρισης γης, όπου δενδρώδη

δασικά ή γεωργικά είδη συγκαλλιεργούνται με ποώδη φυτά, γεωργικά ή λιβαδικά, στο ίδιο μέρος γης. Τα συστήματα αυτά, με επιστημονικούς όρους, διακρίνονται σε

δασογεωργικά, δασολιβαδικά ή αγροδασολιβαδικά. Σε κάθε περίπτωση όμως αποτελούν μια πρακτική που εφαρμόζεται από την αρχαιότητα στη χώρα μας αλλά και

σε πολλές άλλες χώρες του κόσμου, καθώς έχει πολλά οικονομικά και περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα. Ανάμεσα στα πλεονεκτήματα που προσφέρει η αγροδασοπονία περιλαμβάνεται και ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει στην πρόληψη

των δασικών πυρκαγιών. Ο ρόλος αυτός είναι πολυεπίπεδος. Αρχικά, μπορεί να

συμβάλει στη συγκράτηση του πληθυσμού στην ύπαιθρο καθώς η αγροδασοπονία

μπορεί να προσφέρει βελτίωση του εισοδήματος, σταθερότητα όσον αφορά τις

επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος και ευκαιρίες εισοδήματος από παράλληλες

δραστηριότητες, όπως ο αγροτουρισμός, η μελισσοκομία κλπ. Επιπλέον, ο πληθυσμός αυτός μπορεί να είναι αρωγός στην πρόληψη των πυρκαγιών.

Η αγροδασοπονία εφαρμοζόμενη σε μεγάλες εκτάσεις, όπου η συνολική ποσότητα

της βιομάζας ανά μονάδα επιφανείας είναι μειωμένη, δίνει πραγματική ευκαιρία

στον μηχανισμό καταστολής να σταματήσει μεγάλες πυρκαγιές. Όμως και στενές

σχετικά λωρίδες πλάτους μερικών δεκάδων μέτρων μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στη διάσπαση της οριζόντιας συνέχειας της καύσιμης ύλης, προσφέροντας

ευκαιρίες αντιμετώπισης είτε με άμεση προσβολή, είτε με εφαρμογή του αντιπυ-

ρός (backfire) ή της κατάκαυσης (burn-out) που ξεκινούν από τέτοιες λωρίδες. Μια

ζώνη αγροδασοπονίας με πλάτος 50 ή και 200 μέτρα δεν έχει αρνητικό οικολογικό

αντίκτυπο, προσφέρει εισόδημα, και δεν απαιτεί ετήσια συντήρηση από το κράτος, ενώ ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά χρήσιμη στη δασοπυρόσβεση, σε αντίθεση με

μια γυμνή αντιπυρική ζώνη που δεν μπορεί να έχει το ίδιο πλάτος, έχει αρνητικό οικολογικό αποτύπωμα, καθώς είναι εκτεθειμένη στη διάβρωση και ενώ δεν προσφέρει εισόδημα έχει σημαντικό κόστος ετήσιας συντήρησης.

Τεχνικά, η δενδρώδης βλάστηση στα παραπάνω συστήματα είναι αρκετά αραιή, με κάλυψη κόμης μικρότερη του 30-40%. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να μην εί-

ναι δυνατή η διάδοση μιας πυρκαγιάς κόμης και επομένως η συμπεριφορά της

πυρκαγιάς να εξαρτάται από τη μετάδοση στην επιεδάφια ποώδη βλάστηση. Η

χρήση δένδρων που είναι σχετικά δύσφλεκτα βοηθά περαιτέρω στην αποτροπή

εκδήλωσης πυρκαγιάς κόμης. Η ύπαρξη σκίασης καθυστερεί την ξήρανση της πο-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 196 –

και αγροδασοπονία

ώδους βλάστησης το καλοκαίρι. Όταν η κάλυψη κόμης είναι σχετικά μεγάλη (3040%) αυτή η επίδραση μπορεί να είναι σημαντική. Η βλάστηση αυτή, παραμένοντας

συχνά πράσινη έως και τις αρχές Ιουλίου,

ανάλογα με την περιοχή και τις συνθή-

κες, μειώνει τη διάρκεια κορύφωσης του

υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς μέσα στους

θερινούς μήνες. Ακόμη, σε περιπτώσεις

εφαρμογής άρδευσης, έστω και περιορι-

σμένης, (π.χ. σε δενδροκομικές καλλιέργειες, αμπελώνες, κλπ.), η ευφλεκτότητα

της βλάστησης μειώνεται. Γενικά, η δημιουργία ενός μωσαϊκού δασικής και αγροτικής βλάστησης, στο οποίο συμμετέχουν

συστήματα αγροδασοπονίας, ακόμη και

αν εκτεθεί στις φλόγες παρουσιάζει ήπια

Η αγροδασοπονία, εφόσον

υποστηριχθεί κατάλληλα και

ενσωματωθεί στον αντιπυρικό

σχεδιασμό μπορεί να προσφέρει

τα μέγιστα, ώστε ο αγροτικός

πληθυσμός και ιδιαίτερα ο

παραδασόβιος να βελτιώσει το

επίπεδο ευημερίας του, τόσο ως

προς το οικονομικό σκέλος όσο και

ως προς το σκέλος της ασφάλειας

εικόνα καταστροφής, κινδυνεύει λιγότερο από δευτερογενείς επιπτώσεις όπως

διάβρωση και πλημμύρες και επανακάμπτει ταχύτερα (Εικόνα 1).

Εικόνα 1. Περιοχή με αγροδασικό τοπίο ανατολικά της γέφυρας της Τσακώνας στη Μεσσηνία. Αριστερά δορυφορική εικόνα (GoogleEarth) από τις 15-5-2020, δεξιά φωτογραφία στις 13-8-2021, λίγες ημέρες μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του Αυγούστου 2021. Είναι αντιληπτά το μωσαϊκό καύσης, η μεταβλητή ένταση πυρκαγιάς, και επομένως το σχετικά μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, © Γ. Ξανθόπουλος.

Για να είναι ουσιαστική η συμβολή της αγροδασοπονίας στην πρόληψη των πυρκαγιών πρέπει κατά τους θερινούς μήνες η ποώδης βλάστηση να είναι μειωμένη

και διακοπτόμενη. Έντονη βόσκηση, άροση κάποιων λωρίδων αλλά και σπορά και άρδευση λωρίδων ποώδους βλάστησης, που θα είναι πράσινες κατά τη θερινή

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 197 –
Γαβριήλ Ξανθόπουλος
Πυρκαγιές
|

Γαβριήλ Ξανθόπουλος | Πυρκαγιές και αγροδασοπονία

περίοδο, μπορούν να αυξήσουν αποτελεσματικά τη λειτουργία των αγροδασικών

συστημάτων ως θέσεων ελέγχου πυρκαγιών. Παράλληλα όμως πρέπει ο δασοπυροσβεστικός μηχανισμός να γνωρίζει αυτές τις θέσεις και να τις έχει εντάξει εκ

των προτέρων στο σχεδιασμό του, δηλαδή να χαρτογραφούνται και να περιλαμ-

βάνονται στον αντιπυρικό σχεδιασμό, ώστε να αξιοποιούνται κατάλληλα. Αλλιώς

η αποτελεσματικότητα μειώνεται κατακόρυφα (Εικόνα 2). Επόμενο λογικό στάδιο

είναι να επιδιώξει η πολιτεία τη δημιουργία αγροδασικών συστημάτων σε επιλεγ-

μένες θέσεις, στο πλαίσιο του αντιπυρικού σχεδιασμού, υποκαθιστώντας εν μέρει

τις αντιπυρικές ζώνες (Εικόνα 3). Τα κίνητρα και το πλαίσιο εφαρμογής θα πρέπει να μελετηθούν σε βάθος, επηρεάζοντας ουσιαστικά την αγροτική πολιτική και ενδυναμώνοντας τον πληθυσμό της υπαίθρου (Goldammer και συν. 2019, Moreira and Pe‘er 2018, Rego et al. 2018, Tedim et al. 2016), ξεκινώντας από πιλοτική εφαρμογή.

2. Εικόνα από τους πρόποδες της Πάρνηθας όπου η αγροδασική βλάστηση δεν αξιοποιήθηκε από το Πυροσβεστικό Σώμα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 198 –
Εικόνα
για να ανακόψει την εξάπλωση της πυρκαγιάς που ξεκίνησε στη Βαρυμπόμπη στις 3-8-2021 και έκαψε τελικά 83.700 στρέμματα. © Γαβριήλ Ξανθόπουλος

Γαβριήλ Ξανθόπουλος | Πυρκαγιές και αγροδασοπονία

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Από τα παραπάνω καθίσταται σαφής ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει η αγροδασοπονία στη διαχείριση του προβλήματος των πυρκαγιών τοπίου. Εφόσον υποστηριχθεί κατάλληλα και ενσωματωθεί στον

αντιπυρικό σχεδιασμό μπορεί να προσφέρει

τα μέγιστα, ώστε ο αγροτικός πληθυσμός και

ιδιαίτερα ο παραδασόβιος να βελτιώσει το

επίπεδο ευημερίας του, τόσο ως προς το οι-

κονομικό σκέλος όσο και ως προς το σκέλος

της ασφάλειας. Ταυτόχρονα, μπορεί να μει-

ωθεί η ανάγκη για εκτεταμένα προγράμματα

μείωσης της καύσιμης ύλης επιτυγχάνοντας

σημαντική εξοικονόμηση πόρων με παράλλη-

λη μείωση του οικολογικού αποτυπώματος

Με μικρή σχετικά επένδυση, η αγροδασοπονία μπορεί

να υποκαταστήσει σε

μεγάλο βαθμό εκτεταμένα

προγράμματα μείωσης της καύσιμης ύλης επιτυγχάνοντας

σημαντική εξοικονόμηση

πόρων, με παράλληλη μείωση

του οικολογικού αποτυπώματος

αυτών των προγραμμάτων

αυτών των προγραμμάτων. Έτσι, χωρίς σημαντικό κόστος η χώρα θα δει σημαντι-

κή βελτίωση στη συνολική διαχείριση των πυρκαγιών τοπίου.

Εικόνα3. Αμπελώνας στο Μάτι 2018. Η πυρκαγιά σταμάτησε σε πολλά σημεία όπου υπήρχαν καλλιεργημένοι αμπελώνες. © Γαβριήλ Ξανθόπουλος

Αναγνώριση βοήθειας

Η παρούσα εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του έργου ResAlliance - “Ανθεκτικότητα του τοπίου, Συμμαχία γνώσης για τη γεωργία και τη δασοκομία στη λεκάνη της Μεσογείου”

που χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, European Research Executive Agency (REA), στο πλαίσιο του προγράμματος πλαισίου Horizon Europe (Project 101086600).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 199 –

ΑΝΑΒΑΘΜΙΔΕΣ ΤΟΎ ΑΙΓΑΙΟΎ ΖΩΝΤΑΝΑ ΚΑΙ ΠΟΛΎΤΙΜΑ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΤΟΠΙΑ

Τάσος Δημαλέξης

Δρ. Βιολογίας NCC - Nature Conservation Consultants Ε.Π.Ε.

Γυθείου 4, 15231 Χαλάνδρι adimalexis@n2c.gr, website: www.n2c.gr

© Παφίλης 2014 Ι Κροκοδειλάκι (Stellagama stellio) που εκμεταλλεύεται το κλινές φωτισμού (πλήρης φωτισμός και σκιά) σε ξερολιθιά της Νάξου (Εικόνα 1)

Οι αναβαθμίδες, οι κοινές πεζούλες ή αιμασιές ή ξερολιθιές, συνιστούν τη σημαντικότερη μεγάλου μεγέθους ανθρώπινη παρέμβαση στο ανάγλυφο των νησιών του Αιγαίου εδώ και χιλιετίες, συμβάλλοντας στη

διαμόρφωση του νησιωτικού τοπίου στον χώρο του Αιγαίου και ευρύτερα της

Μεσογείου (Εικόνα 3). Διαμορφωμένες με

τον μόχθο γενεών, επέτρεψαν την καλλι-

έργεια απόκρημνων περιοχών σε φτωχά

και ιδιαίτερα άνυδρα εδάφη, υποστηρίζο-

ντας διαχρονικά τις τοπικές παραγωγικές

δραστηριότητες, γεωργία, κτηνοτροφία,

μελισσοκομία και ουσιαστικά τη βιώσιμη

ανθρώπινη δραστηριότητα και τη νησιωτική αυτάρκεια (Πετανίδου 2015). Παράλληλα

Οι αναβαθμίδες του Αιγαίου

είναι πολύτιμη παρακαταθήκη

για τη βιώσιμη διαχείριση ενός

παραγωγικού νησιωτικού

αγροδασικού τοπίου και οικοσυστήματος

συνιστούν σημαντικούς βιοτόπους για πολλά ζωικά είδη, συμβάλλοντας έτσι στην

ιδιαίτερη βιοποικιλότητα των νησιών (Εικόνα 1).

Ιδιαίτερα σήμερα, που οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής γίνονται αισθητές στον

χώρο της Μεσογείου, η ιστορική ύπαρξη και χρήση των αναβαθμίδων μπορεί να

αποτελέσει κρίσιμης σημασίας πράσινη υποδομή για τα νησιωτικά οικοσυστήματα, με πολλαπλά οφέλη για την προσαρμογή τους στην κλιματική αλλαγή (Εικόνες 2, 3).

Ακριβώς για να επενδύσει στην αξία των αναβαθμίδων του Αιγαίου ως πράσινων υποδομών, υλοποιήθηκε στην Άνδρο, την περίοδο 2017-2022, το πρόγραμμα LIFETERRACESCAPE (https://www.lifeterracescape.aegean.gr), από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, με τη συμμετοχή του Δήμου Άνδρου, του Πράσινου Ταμείου, του Εθνικού Αστεροσκοπείου, του ΕΚΠΑ και του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ. Σκοπός του έργου

ήταν να δείξει την εφικτότητα της αποκατάστασης και επανακαλλιέργειας αναβαθμίδων του Αιγαίου για την παραγωγή προϊόντων προσαρμοσμένων στην κλιματική αλλαγή και φιλικών προς την βιοποικιλότητα, υψηλής προστιθέμενης αξίας, ικανών να στηρίξουν και πάλι την πρωτογενή παραγωγή των νησιών του Αιγαίου, συμβάλλοντας στην βιωσιμότητα της τοπικής κοινωνικής και οικονομικής ανάπτυξης και υποστηρίζοντας ένα διαφορετικό τουριστικό μοντέλο που επενδύει στις αξίες του κάθε τόπου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 201 –
του Αιγαίου – ζωντανά και πολύτιμα
Τάσος Δημαλέξης | Αναβαθμίδες
αγροδασικά τοπία

Τάσος Δημαλέξης | Αναβαθμίδες του Αιγαίου – ζωντανά και πολύτιμα αγροδασικά τοπία

Πέραν των πιλοτικών παρεμβάσεων αποκατάστασης αναβαθμίδων και καλλιέργειάς τους με τοπικές ποικιλίες, το πρόγραμμα εκπόνησε οδηγίες και καλές πρακτικές, μέτρησε το αποτέλεσμα των παρεμβάσεων στην τοπική βιοποικιλότητα, στα εδάφη και στο μικροκλίμα των περιοχών παρέμβασης, και οργάνωσε “Σχολεία

Ξερολιθιάς” για την εκπαίδευση των ενδιαφερόμενων στις παραδοσιακές τεχνικές αποκατάστασης των ξερολιθιών.

Την παρακαταθήκη του έργου αξιοποιεί σήμερα ο ΟΦΥΠΕΚΑ (Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής), που συντονίζει την υλοποίηση φιλόδοξου προγράμματος υποστήριξης δράσεων αποκατάστασης και επανακαλλιέργειας αναβαθμίδων με τοπικές ποικιλίες, προϋπολογισμού 10 εκ. ευρώ, μέσω του Ταμείου

Ανάκαμψης, το οποίο και αναμένεται να υλοποιηθεί κατά την ερχόμενη τριετία.

Εικόνα 2. Οι αναβαθμίδες / πεζούλες / αιμασιές / ξερολιθιές ως κυρίαρχο στοιχείο του νησιωτικού τοπίου © Τάσος Δημαλέξης

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 202 –
ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 203 –Τάσος Δημαλέξης | Αναβαθμίδες του Αιγαίου – ζωντανά και πολύτιμα αγροδασικά τοπία Εικόνα 3. Χαρακτηριστικό αναβαθμιδωμένο τοπίο της Άνδρου © Τάσος Δημαλέξης.

Επιχειρηματικές ευκαιρίες

Μη Ξυλώδη Δασικά

Προϊόντα

(αρωματικά – φαρμακευτικά φυτά & αιθέρια έλαια)

Λέξεις κλειδιά: ΜΞΔΠ, αρωματικά φυτά, φαρμακευτικά

αιθέρια έλαια

Χρήστος Ν. Χασιώτης

Δασολόγος, Περιβαλλοντολόγος (PhD) Αιθέριο, Εράτυρα, 50003 1@etherio.gr

angustifolia var. etherio)

και
φυτά,
© Χρήστος Ν. Χασιώτης Ι Πλήρης ανθοφορία φυτών λεβάντας
(Lavandula

Χρήστος Ν. Χασιώτης | Επιχειρηματικές ευκαιρίες και μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα

ς Μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα (ΜΚΔΠ) ορίζονται τα προϊόντα βιολο-

γικής προέλευσης που προέρχονται από δάση, δασικές εκτάσεις ή και

δέντρα εκτός δασών, ακόμη και μεμονωμένα, και δεν αφορούν το ξύλο (εξ’ ορισμού). Μπορούν να προέρχονται από τα ίδια τα δέντρα, αλλά επίσης και

από φυτά του υπορόφου, μύκητες ή και να είναι ζωικής προέλευσης. Τα ΜΞΔΠ

αποκλείουν τη συγκομιδή τεχνικής ξυλείας, αλλά συμπεριλαμβάνουν την κάρπω-

ση κλαδιών για χειροτεχνήματα (π.χ. καλαθοπλεκτική), καυσοξύλευση ή παραγωγή

ξυλοκάρβουνου (FAO 1999).

Σύμφωνα με την Περιβαλλοντική Εκτίμηση της Χιλιετίας (ΜΕΑ 2005) υπάρχουν

τουλάχιστον 150 μεγάλης αξίας ΜΞΔΠ και υπηρεσίες στο διεθνές εμπόριο, που

καλύπτουν ανάγκες του ανθρώπου, από υλικές ως πνευματικές, αισθητικές και

αναψυχής. Μερικά από τα πιο σημαντικά ΜΞΔΠ είναι τα εξής: αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά, αιθέρια έλαια, χριστουγεννιάτικα δέντρα, ρητίνη, ρίζες ερείκης,

βαλανίδια, κάστανα, σπόροι κουκουναριάς, μανιτάρια, φελλός, κυνήγι (θηράματα)

και βοσκήσιμη ύλη. Τα ΜΞΔΠ, ιδιαιτέρως στην περιοχή της Μεσογείου, αποτελούν

σημαντική πηγή εισοδήματος (Merlo and Croitoru 2005, Croitoru 2007a). Η συγκο-

μιδή και εμπορία των ΜΞΔΠ θεωρείται ως εναλλακτική λύση της εκμετάλλευσης

του δάσους, πέραν της παραγωγής ξύλου, με το σκεπτικό ότι περιορίζει την αποψίλωση, κυρίως των τροπικών δασών, και συνεπώς παίζει εποικοδομητικό ρόλο

στη διατήρηση των δασών. Τα ΜΞΔΠ, εκτός της συμβολής τους στην αγροτική

οικονομία, συμβάλλουν στη διατροφή των παραδασόβιων πληθυσμών ιδιαιτέρως σε περιόδους κρίσης.

Το παρόν άρθρο αναφέρεται στον σημαντικότερο ίσως και αναμφίβολα τον πιο προσοδοφόρο κλάδο των ΜΞΔΠ, αυτόν δηλαδή των αρωματικών – φαρμακευτικών φυτών (ΑΦΦ). Η οικονομική πρόσοδος των ΑΦΦ ανέρχεται σε δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Εξάλλου, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, περίπου το 80% του πληθυσμού των αναπτυσσόμενων χωρών βασίζονται σε παραδοσιακά φάρμακα, που κυρίως προέρχονται από δασικά φυτά, για την πρωτοβάθμια φροντίδα της υγείας τους (EFTEC 2005).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 205 –
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ω

Χρήστος

ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Τις τρεις τελευταίες δεκαετίες υπάρχει μια “βοτανική αναγέννηση” παγκοσμίως

με πρωτοστατούσες την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Ενδεικτικά αναφέρεται

Η συγκομιδή και εμπορία των ΜΞΔΠ θεωρείται ως εναλλακτική λύση της

εκμετάλλευσης του δάσους, πέραν της παραγωγής ξύλου

ότι στη Δυτική Ευρώπη η κατανάλωση φαρμακευτικών φυτών τριπλασιάστηκε την τελευταία δεκαετία.

Επίσης, η συστηματική μελέτη πολλών φυτών έχει δώσει πολλές νέες

ουσίες και χρήσεις, όπως π.χ. η βο-

τανοθεραπεία και η αρωματοθεραπεία, οι οποίες χρησιμοποιούν ως βάση τους

διάφορα αιθέρια έλαια, όλα τους με θεραπευτικές δράσεις. Στις μέρες μας, ακόμη

και οι επιπτώσεις από την επιδημία του covid 19 θα μπορούσαν να είχαν αποτελεσματικά μειωθεί με τη χρήση αιθέριων ελαίων, όπως του ευκαλύπτου (Eucalyptus globulus, Eucalyptus sp.) ο οποίος έχει βρογχοδιασταλτικές και βλενολυτικές ιδιότητες (Usachev et. al. 2013, Punikar et al. 2021). Εκτιμάται ότι πάνω από 3000 αιθέρια έλαια είναι γνωστά για τις χρήσεις τους, εκ των οποίων τα 150 έχουν εξέχουσα

σημασία στην παγκόσμια αγορά (Baylac et al. 2003, Burt 2004, Delmare et al. 2007, Sivropoulou et al. 1997). Τα αιθέρια έλαια απορροφούνται κατά 35% στη βιομηχα-

νία των τροφίμων και ποτών, 29% στα αρώματα, καλλυντικά και αρωματοθερα-

πεία, 16% στη χρήση στο σπίτι και 15% στη φαρμακοποιία (EFEO 2017).

Παράλληλα με την παραγωγική διαδικασία των ΑΦΦ, σε χώρες όπως η Αυστραλία, η Γαλλία, η Τουρκία και η Ινδονησία, λαμβάνει χώρα μία σημαντική νέα δραστηριότητα που σχετίζεται με αυτά, ο αρωματουρισμός. Οργανώνονται δηλαδή εκδρομές σε τόπους που έχουν μεγάλη παραγωγή αρωματικών φυτών και μονάδες επεξεργασίας τους. Έτσι, οι τουρίστες έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν φυσικές

και άλλες ομορφιές του τόπου που επισκέπτονται και παράλληλα να γνωρίσουν

από κοντά διάφορα αρωματικά φυτά, να επισκεφθούν φυτείες, εργαστήρια επεξεργασίας και αποστακτήρια και να προμηθευτούν αιθέρια έλαια και άλλα προϊόντα απευθείας από την παραγωγή.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 206 –
Ν. Χασιώτης | Επιχειρηματικές ευκαιρίες και μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα

Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Οι εδαφολογικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας μας ευνοούν ιδιαίτερα την

ανάπτυξη αρωματικών φυτών που δίνουν προϊόντα εξαιρετικής ποιότητας. Η ελληνική χλωρίδα είναι πλουσιότατη

σε είδη και περιλαμβάνει έναν πολύ

σημαντικό αριθμό σπάνιων ειδών

που απαντούν μόνο στον ελλαδικό

χώρο. Έτσι, εμφανίζονται στη χώρα

μας ως αυτοφυή είδη μερικά από τα

πλέον εξαιρετικά μπαχαρικά, βότα-

να και αρωματικά φυτά στον κόσμο,

όπως η ρίγανη, το θυμάρι, το τσάι του βουνού, η μέντα και πολλά άλλα. Εντούτοις,

η συλλογή αυτοφυών φυτών παρουσιάζει αρκετά προβλήματα όπως δυσκολία

ανεύρεσης των φυτών, ανομοιογένεια υλικού, αδυναμία έγκαιρου προσδιορισμού

της ποσότητας του προϊόντος, δυσκολίες διατήρησης και επιτόπου μεταποίησης

του προϊόντος και δυσκολία ανεύρεσης εργατικών χεριών. Για αυτό άλλωστε είναι

σημαντικό να επισημάνουμε ότι η συγκεκριμένη κατηγορία ΜΞΔΠ πρέπει να εκμεταλλευτεί εκτάσεις, ως οριοθετημένες καλλιέργειες, που θα βρίσκονται όσο το δυνατόν εγγύτερα στα σημεία όπου τα είδη φύονται από μόνα τους ή σε άλλα περιβάλλοντα με τις ίδιες συνθήκες. Αυτό είναι εφικτό, περισσότερο για ποώδη ή και θαμνώδη είδη και λιγότερο επιτεύξιμο για δενδρώδη όπως το φλαμούρι (Tilia sp.)

Εκτιμάται ότι οι καλλιέργειες αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών σε επιχειρηματική βάση και η παραγωγή αιθέριων ελαίων σε διάφορες περιοχές της χώρας μπορεί να δώσει ένα ικανό, συμπληρωματικό ή κύριο, εισόδημα στους παραδασόβιους πληθυσμούς αλλά και σε αγρότες, συμβάλλοντας στη βιώσιμη τοπική

παραγωγή τους και στην αξιοποίηση της φυσικής χλωρίδας της χώρας μας. Σε αντιδιαστολή και παρά τον μεγάλο αριθμό των αρωματικών φυτών της χώρας

και το ευρύ φάσμα των εδαφο-κλιματικών συνθηκών στα οποία απαντώνται, η

ανάπτυξη και εμπορική εκμετάλλευσή τους σε όλο τον ελλαδικό χώρο βρίσκεται

ακόμη στα σπάργανα. Από το σύνολο των 39 εκ. στρεμμάτων καλλιεργήσιμης γης

της Ελλάδας, το 44% είναι σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές, αλλά μόνο στο

0,1% αυτών των φτωχών περιοχών καλλιεργούνται αρωματικά φυτά. Είναι λοιπόν

φανερά ασήμαντη η παραγωγή αυτών των φυτών σε σχέση με τις προοπτικές για την αύξηση του αγροτικού εισοδήματος, αλλά και για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της αγροτικής οικονομίας της

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 207 –
χώρας μας. Χρήστος Ν. Χασιώτης | Επιχειρηματικές ευκαιρίες και μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα Η Ελλάδα αν και διαθέτει εξαιρετικές προδιαγραφές για καλλιέργειες με αρωματικά φυτά και παραγωγή αιθέριων ελαίων, δεν έχει ως χώρα διεκδικήσει το μερίδιο της αγοράς που της αντιστοιχεί

Χρήστος Ν. Χασιώτης | Επιχειρηματικές ευκαιρίες και μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα

ΚΑΛΛΙΕΡΓΟΎΜΕΝΑ ΕΙΔΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τα κυριότερα εμπορικά αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά της Ελλάδας είναι: το

τσάι του βουνού, το φασκόμηλο, η ρίγανη, το γλυκάνισο, ο βασιλικός, το μάραθο (μαραθόσπορος), το χαμομήλι, η δάφνη, η μέντα,ο δυόσμος, το κόλιανδρο, το κύμι-

νο, και τέλος τα τυπικά προϊόντα κάποιων περιοχών της Ελλάδας όπως η μαστίχα

της Χίου, ο κρόκος της Κοζάνης και το δίκταμο της Κρήτης. Ο κρόκος (saffron) είναι

το μόνο αρωματικό φυτό για το οποίο υπάρχει ιδιαίτερα οργανωμένη παραγωγή, επεξεργασία, τυποποίηση και εμπορία, στο πλαίσιο της δραστηριότητας του Αναγκαστικού Συνεταιρισμού Κροκοπαραγωγών Κοζάνης, με σημαντική συνεισφορά

στις εξαγωγές της περιοχής. Σήμερα ο κρόκος καλλιεργείται σε μια έκταση πάνω

από 10.000 στρέμματα που αποφέρει ετησίως, ανάλογα με τις κλιματολογικές

συνθήκες, μια παραγωγή της τάξης των 6-12 τόνων. Ο κρόκος έχει αποκτήσει πιστοποιητικό διασφάλισης ποιότητας ISO 9002, και απέκτησε σήμα πιστοποίησης

ως προϊόν “Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης” (ΠΟΠ) “Κρόκος Κοζάνης”.

Πρόσφατα έχει εφαρμοστεί το HACCP (Hazard Analysis and Critical Control Points).

Το νησί της Χίου είναι άμεσα συνδεδεμένο με την παραγωγή της μαστίχας. Η μαστίχα συγκομίζεται με τη μορφή ρητίνης από το είδος Pistacia lentiscus var. chia. Μετά από πολύχρονους αγώνες, την αποκλειστική διάθεση της μαστίχας (από το 1938) έχει η Ένωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου, που προστατεύει και προωθεί το εμπόριό της, ενισχύοντας το εισόδημα των παραγωγών. Η καλλιέργεια του δέντρου στηρίζεται στις παραδοσιακές μεθόδους και αυτό γιατί δεν είναι επιδεκτική τεχνολογικών βελτιώσεων.

Το δίκταμο είναι ένας μικρός “μαλλιαρός” θάμνος με έντονη μυρωδιά που φύεται σε ασβεστούχα πετρώματα, σε θραύσματα και σχισμές βράχων, συνήθως σε σκιώδη μέρη και σε υψόμετρο από 300 μέχρι 1500 μ. Πρόκειται για ένα είδος

ενδημικό της Κρήτης, το οποίο έχει χαρακτηρισθεί απειλούμενο εξαιτίας της υπερεκμετάλλευσης – υπερσυλλογής του. Η καλλιέργεια της λεβάντας εκτείνεται σε

πολλές εκατοντάδες στρέμματα στη Θεσσαλία, Μακεδονία και Θράκη, με λιγοστές

περιπτώσεις καλλιέργειας σε δασογεωργικά συστήματα. Παράγεται αιθέριο έλαιο

το οποίο εξάγεται στη Βουλγαρία. Και σε αυτόν τον τομέα η χώρα μας μειονεκτεί

διότι την υπεραξία της μεταπώλησης καρπούνται οι γείτονές μας. Η επιλογή του

γενετικού υλικού εγκατάστασης φυτειών ήταν η μη ενδεδειγμένη με αποτέλεσμα

πολλές καλλιέργειες να προσβληθούν από ασθένειες και πλείστες άλλες να εγκαταλειφτούν λόγω μη διάθεσης του προϊόντος.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 208 –

Χρήστος Ν. Χασιώτης | Επιχειρηματικές ευκαιρίες και μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα

ΣΎΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Οι καλλιέργειες με αρωματικά φυτά είναι ένας κλάδος με ιδιαίτερο ενδιαφέρον

που διαρκώς διευρύνεται. Αυτό οφείλεται στο έντονο ενδιαφέρον των καταναλω-

τών προς τη χρήση φυσικών προϊόντων για τη φροντίδα της υγείας, στην ανάπτυ-

ξη των δραστηριοτήτων της έρευνας προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών, στην ανάπτυξη της βιομηχανίας παραγωγής καλλυντικών και φαρμάκων που διαθέτουν ως συστατικά αρωματικά και

φαρμακευτικά φυτά, στην ανάπτυξη της βιομηχανίας τροφίμων προς την κατεύθυνση της παραγωγής τροφίμων που διαθέτουν στα συστατικά τους αρωματικά

φυτά, στο ολοένα και εντονότερο ενδιαφέρον των καταναλωτών για την υψηλή

γαστρονομία όπου η χρήση αρωματικών φυτών είναι ευρέως διαδεδομένη, και

στη στροφή των χημικών βιομηχανιών προς την παραγωγή προϊόντων (π.χ. οικιακά εντομοκτόνα) με τη χρήση φυτικών πρώτων υλών.

© Χρήστος Ν. Χασιώτης Ι Εγκατάσταση φυτείας λεβάντας, Κάτω Σχολάρι Θεσσαλονίκης

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 209 –

Χρήστος Ν. Χασιώτης | Επιχειρηματικές ευκαιρίες και μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα

Η Ελλάδα αν και διαθέτει εξαιρετικές προδιαγραφές για καλλιέργειες με αρωμα-

τικά φυτά και παραγωγή αιθέριων ελαίων, δεν έχει ως χώρα διεκδικήσει το μερίδιο της αγοράς που της αντιστοιχεί. Η καλλιέργεια των αρωματικών και φαρμα-

κευτικών φυτών μπορεί να συνδυαστεί με σημαντικά δασικά είδη όπως είναι η

γκορτσιά, η λεύκα και η καστανιά κυρίως για τη βόρεια Ελλάδα και με το κυπαρίσ-

σι, την ελιά και την χαρουπιά νοτιότερα, προσδίδοντας ένα ιδιαίτερο χαρακτήρα

στην καλλιέργεια και δημιουργώντας αγροδασικά συστήματα. Η συγκαλλιέργεια

της ελιάς με αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά είναι εφικτή, και ήδη εφαρμό-

ζεται στη Λέσβο, όπου μάλιστα οι αντιμικροβιακές, αντιβακτηριακές και εντομοαπωθητικές τους ιδιότητες μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στη μείωση των

προσβολών των δέντρων. Οφείλουμε όμως εδώ να παραδεχτούμε ότι η ποιότητα

των συγκεκριμένων αρωματικών φαρμακευτικών φυτών θα είναι εκ των πραγ-

μάτων υποδεέστερη διότι η περιορισμένη ηλιοφάνεια λόγω σκίασης των δέντρων

θα οδηγήσει σε μειωμένη ποιότητα αιθέριων ελαίων και συνεπώς σε χαμηλότερη

ποιότητα. Παρά ταύτα, η χρήση αυτών των φυτών μέσα σε καλλιέργειες κρίνεται

ως θετικό μέτρο.

Έχοντας ως δεδομένα, τη διατήρηση της έντονης ζήτησης για αρωματικά-φαρμα-

κευτικά φυτά και αιθέρια έλαια τόσο από τη βιομηχανία παραγωγής σκευασμάτων

ή προϊόντων διατροφής όσο και από τους καταναλωτές, τη διατήρηση του ρυθμού

ανάπτυξης του κλάδου και τα επόμενα χρόνια, την αύξηση των τιμών παγκοσμίως

αλλά και την αύξηση των παγκόσμιων εξαγωγών, θα πρέπει με συντονισμένες

ενέργειες και διατεταγμένα να γίνει η μετάβαση σε αυτό τον πολύ σημαντικό κλάδο των μη ξυλωδών δασικών προϊόντων. Η συγκαλλιέργεια των αρωματικών φαρμακευτικών φυτών με δασοπονικά είδη ή ακόμη και με καλλιεργούμενα δέντρα

είναι εφικτή στο βαθμό που αυτά δεν θα επηρεάζουν σημαντικά την πρόσβαση

των πρώτων στην άμεση ηλιακή ακτινοβολία. H πρότασή μας είναι τα δενδρώδη

είδη να τοποθετούνται στη βόρεια έκθεση των καλλιεργούμενων αγροτεμαχίων.

Σε γενικότερο επίπεδο, θα πρέπει άμεσα και με εθνικό σχεδιασμό να γίνει η στρο-

φή στην καλλιέργεια αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών έναντι της συλλογής

από τη φύση.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 210 –
© Χρήστος Ν. Χασιώτης Ι Ανάπτυξη φυτών λεβάντας σε γραμμική διάταξη λίγο πριν την ανθοφορία

ΜΙΑ ΛΕΎΚΗ ΒΙΒΛΟΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΓΝΩΣΗΣ

Καλλιόπη

Εξ. συνεργάτιδα Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Εργαστήριο Οικολογίας, Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Πανεπιστημιούπολη, 45100, Ιωάννινα kstara@uoi.gr

© Καλλιόπη Στάρα Ι Καρποί κρανιάς (Cornus mas)

ΓΙΑ ΤΑ ΜΗ ΞΎΛΩΔΗ ΔΑΣΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΎ
Στάρα

Μη

Δασικά Προϊόντα της Μεσογείου

Σύμφωνα με τον ορισμό της οργάνωσης Τροφίμων και Ενέργειας του ΟΗΕ (FAO 1999) τα Μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα (ΜΞΔΠ) είναι προϊόντα βιολογικής προέλευσης που δεν

αφορούν στο ίδιο το ξύλο και τα οποία

προέρχονται από δάση, άλλες δασικές εκτάσεις ή δέντρα εκτός δασών.

Μπορούν να συλλέγονται από φυσικά

δάση αλλά και να παράγονται σε φυτεί-

ες, ενώ συχνά αφορούν σε αγροδασικά συστήματα, αφού τέτοιες εκτάσεις

έχουν κυρίως αυτή την πολυλειτουργι-

κή χρήση. Τυπικά παραδείγματα αποτελούν προϊόντα όπως ο φελλός και οι

ρητίνες, αρωματικά, φαρμακευτικά και

Μία από τις σημαντικότερες

μελλοντικές ευκαιρίες των

αγροδασικών οικοσυστημάτων

είναι η ανάδειξη και κατάλληλη

αξιοποίηση των ΜΞΔΠ που παράγονται σε αυτά και αποτελούν

διαχρονικά το καλύτερο παράδειγμα πολυλειτουργικής χρήσης του αγροδασικού χώρου.

κτηνοτροφικά φυτά και εδώδιμα προϊόντα, όπως άγριοι καρποί, φρούτα του δάσους, μανιτάρια και τρούφες, το μέλι

και άλλα προϊόντα που σχετίζονται με την κτηνοτροφία ή τα θηράματα που παράγονται παραδοσιακά κυρίως σε αγροδασικά συστήματα και ιδιαίτερα σε αυτά της μεσογειακής λεκάνης.

Τα ΜΞΔΠ κατέχουν μια σημαντική θέση στην καθημερινή ζωή στην Ευρώπη, όπου το 90% των νοικοκυριών καταναλώνει τακτικά ΜΞΔΠ, ενώ το 26% συλλέγει διάφορα ΜΞΔΠ τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο. Η οικονομική αξία των ΜΞΔΠ που

συλλέγονται στην Ευρώπη ανέρχεται σε 23 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως με αυξητική τάση. Τα ΜΞΔΠ είναι σημαντικά για την αειφορική και πολυλειτουργική διαχείριση των δασών και για μια πράσινη και βιώσιμη οικονομία. Παγκόσμιες και

τοπικές προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή, οι αλλαγές χρήσεων γης, η ανεξέλεγκτη συγκομιδή, η ανεπαρκής διαχείριση, το παράτυπο εμπόριο, ο ανταγωνισμός με αντίστοιχα προϊόντα που βασίζονται σε μη ανανεώσιμες πηγές, η έλλειψη συστηματικής έρευνας και συχνά κανονιστικών ρυθμίσεων, επηρεάζουν τη διαχείριση, διάθεση και ασφαλή κατανάλωση των ΜΞΔΠ.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 213 –Καλλιόπη Στάρα | Μια λευκή βίβλος και ένα αποθετήριο γνώσης για
τα
Ξυλώδη

Καλλιόπη Στάρα | Μια λευκή βίβλος και ένα αποθετήριο γνώσης για τα Μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα της Μεσογείου

Στα πλαίσια του έργου INCREdible1 (Δίκτυα Καινοτομίας για τον φελλό, το ρετσίνι

και εδώδιμα προϊόντα της Μεσογειακής λεκάνης) μια διεθνής ομάδα εργάστηκε για

τη σύνταξη μιας λευκής βίβλου για τα ΜΞΔΠ, η οποία έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά. Αυτή αποτελεί μια έκκληση για πολιτική δράση που σκοπό έχει να τονίσει την

επείγουσα ανάγκη για ανάληψη πρωτοβουλιών και εφαρμογή πολιτικών για:

i) διασφάλιση της διατήρησης και βιωσιμότητας των ΜΞΔΠ,

ii) δημιουργία ανταγωνιστικών, δίκαιων και βιώσιμων αλυσίδων αξίας,

iii) βελτίωση της έρευνας και διαφάνειας των σχετικών πληροφοριών, και

iv) δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών, όσον αφορά πολιτικές, χρηματοοικονομικά

θέματα και θέματα καινοτομίας.

Η λευκή βίβλος απευθύνεται προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την προώθηση

συντονισμένων υπερεθνικών, εθνικών και περιφερειακών προγραμμάτων, τη βελτίωση της υποβολής εκθέσεων για ΜΞΔΠ μεγάλης σημασίας και την ενθάρρυνση

της ιχνηλασιμότητας, της σήμανσης και της αξιοποίησης πληροφοριών σχετικά με διαδικασίες συλλογής και παραγωγής. Απευθύνεται επίσης στις εθνικές και περιφερειακές αρχές, ώστε να υιοθετήσουν καινοτόμα φορολογικά και εργασιακά καθεστώτα και να εφαρμόσουν συστήματα ιχνηλασιμότητας, αλλά και σε τομεακούς

οργανισμούς και εταιρείες για την αύξηση της διαφάνειας στον καθορισμό των

τιμών και την ενθάρρυνση της κάθετης και οριζόντιας συνεργασίας κατά μήκος

των αλυσίδων αξίας των ΜΞΔΠ. Τέλος, απευθύνεται σε διεθνείς οργανισμούς και στον ακαδημαϊκό χώρο για τη στήριξη της υλοποίησης των ανωτέρω δράσεων, συμπεριλαμβανομένης της συλλογής και εύκολης πρόσβασης σε δεδομένα και στατιστικά στοιχεία για τα ΜΞΔΠ. Τη λευκή βίβλο συνοδεύει αποθετήριο γνώσης

επιτυχημένων παραδειγμάτων και πρωτοβουλιών σχετικών με τα ΜΞΔΠ. Σε αυτό

περιλαμβάνονται 16 παραδείγματα από την Ελλάδα που αφορούν σε αρωματικά

και φαρμακευτικά φυτά, καθώς και μανιτάρια και τρούφες. Επίσης 20 περιπτώ-

σεις που θεωρήθηκε ότι παρουσιάζουν ενδιαφέρουν για το ελληνικό κοινό διατίθενται και στην ελληνική γλώσσα.

1 Το έργο INCREdible (2017-2021) σκοπό είχε να στηρίξει συνέργειες μεταξύ της έρευνας και της επιχειρηματικής καινοτομίας για τα ΜΞΔΠ στη Μεσόγειο. Συντονίστηκε από το Μεσογειακό Τμήμα του Ευρωπαϊκού Δασικού Ινστιτούτου (EFIMED) και σε αυτό συμμετείχαν 13 οργανισμοί από 8 χώρες. Χρηματοδοτήθηκε από το πρόγραμμα Ορίζοντας 2020 της Ε.Ε. στο πλαίσιο της συμφωνίας επιχορήγησης Nº 774632.

ENoP | Πράσινο
| Αναβίωση αγροδασικών
– 214 –
Ινστιτούτο
τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής

Περισσότερα:

Λευκή βίβλος: Martínez de Arano κ.α. 2021. Μη ξυλώδη

δασικά προϊόντα για τους ανθρώπους, τη φύση και την πράσινη οικονομία. Προτάσεις για προτεραιότητες στη χάραξη πολιτικής στην Ευρώπη. Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δασών (EFI) και Τμήμα ΒΕΤ, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα. http://www.bat.uoi.gr/research/white-bible

Αποθετήριο γνώσης INCREdible για τα ΜΞΔΠ της Μεσογείου: https://www.nwfps.org/factsheet-repository/

© Καλλιόπη Στάρα Ι Περδικομανίταρα ή ζαρκαδίσια (Macrolepiota procera)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 215 –Καλλιόπη Στάρα | Μια λευκή βίβλος και ένα αποθετήριο γνώσης για τα Μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα της Μεσογείου
ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής Autor | Chapter Title – 216 –ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ “ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ ΚΑΙ
ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΕΑΣ Marcie Mayer OAKMEAL Κέα - Ελλάδα www.oakmeal.com © Καλλιόπη Στάρα Ι Αιωνόβια βελανιδιά (Quercus ithaburensis subsp. macrolepis), Κέα
ΒΕΛΑΝΙΔΙΕΣ”

OAKMEAL είναι μια ανεξάρτητη εταιρεία με ισχυρούς δεσμούς με την το-

πική κοινότητα του νησιού της Κέας -ένα νησί του δυτικού Αιγαίου που

βρίσκεται πολύ κοντά στην Αττική- λόγω των πρακτικών δίκαιου εμπορίου

και της δέσμευσής μας να βοηθήσουμε τις αγροτικές οικογένειες να ξαναδημιουργή-

σουν εισόδημα από το αρχαίο δάσος βελανιδιάς που βρίσκεται εκεί. Οι οικογένειες

των αγροτών μπορούν πλέον να συμπληρώνουν το ετήσιο εισόδημά τους από την

πώληση βελανιδιών (καρποί Quercus ithaburensis subsp. macrolepis) στην εταιρεία

OAKMEAL, τόσο για αλεύρι όσο και για ζωοτροφές, καθώς και για τη βιομηχανία βυρσοδεψίας φυτικών δερμάτων που αξιοποιεί τα κύπελα των βελανιδιών. Όλες οι εργα-

σίες που αφορούν την επανενεργοποίηση της εξαγωγής του βελανιδιού γίνονται από

την OAKMEAL σε εθελοντική βάση προς όφελος των κατοίκων του νησιού. Και αυτό

διότι πιστεύουμε ότι δεν αρκεί απλώς να πετύχουμε εμείς, εκτός και αν ωφεληθεί παράλληλα και η τοπική κοινότητα.

Η OAKMEAL παράγει αλεύρι βελανιδιού και μπισκότα βελανιδιού και αυτή τη στιγμή διεξάγουμε έρευνα σχετικά με πιθανές χρήσεις των λυμάτων που προκύπτουν από τη διαδικασία παρασκευής του βελανιδιού σε αλεύρι, τα οποία είναι πλούσια σε ταννίνες και κερκετίνη (ή αλλιώς κουερσετίνη) με χρήση στη βιομηχανία φυσικών καλλυντικών. Έχουμε αφοσιωθεί στην προσπάθεια συνδυασμού της νέας τεχνολογίας με παλαιότερες πρακτικές, ώστε να διαφυλάξουμε μακροπρόθεσμα τόσο το αρχαίο δάσος όσο και την τοπική αγροτική κοινότητα, καθώς και να μοιραζόμαστε όσα μαθαίνουμε με όλο τον υπόλοιπο κόσμο.

Οι ντόπιοι αγρότες επωφελούνται επίσης από την εισαγωγή του επεξεργασμένου βελανιδιού στη διατροφή του ζωικού τους κεφαλαίου, ιδιαίτερα στους χοίρους, τα κοτόπουλα και τις γαλοπούλες. Ο τουρισμός στην Κέα επωφελείται επίσης σε μεγάλο

βαθμό από τη σημασία που δίνεται στο νησί μέσω των δραστηριοτήτων της OAKMEAL για το βελανίδι. Επιπλέον εθελοντές από όλες τις ηπείρους που έρχονται εδώ κερδίζουν μια εμπειρία, από πρώτο χέρι, σε τεχνικές συγκομιδής και επεξεργασίας των βελανιδιών για ανθρώπινη κατανάλωση και για ζωοτροφές. Τέλος οι αναγνώστες σε όλο τον κόσμο επωφελούνται από τη δημοσίευση του πρώτου βιβλίου για το θέμα “Τρώγοντας βελανίδια”, που είναι αφιερωμένο στη συλλογή, την αποθήκευση, την επεξεργασία και το μαγείρεμα των άφθονων, θρεπτικών και νόστιμων βελανιδιών.

Η OAKMEAL έχει συνεργαστεί με ερευνητές από πολλά πανεπιστήμια της Ελλάδας και των ΗΠΑ. Οι αποφάσεις που αφορούν τις βέλτιστες πρακτικές στον τομέα λαμβά-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 217 –Marcie Mayer | Το πρόγραμμα “Βελανίδια και Βελανιδιές” στο νησί της Κέας Η

νονται με την καθοδήγηση της Δρ Αναστασίας Παντέρα, καθηγήτριας του Τμήματος

Δασολογίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος (Καρπενήσι), του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, και ενεργού μέλους και πρώην προέδρου του Ελληνικού Αγροδασικού Δικτύου.

Η OAKMEAL υποστηρίζει τακτικά εργαστήρια για τη διδασκαλία βέλτιστων πρακτικών για τη φροντίδα των δέντρων βελανιδιάς της Κέας. Εκεί διδάσκονται τεχνικές βιολογικής καταπολέμησης παρασίτων και κλαδέματος των δέντρων, ενώ υλοποιούμε ταυτόχρονα ένα πρόγραμμα ευαισθητοποίησης που βοηθάει τους κατοίκους να συνειδητοποιήσουν τα οικονομικά οφέλη που προκύπτουν από τις ορθές πρακτικές διαχείρισης των δρυοδασών. Η OAKMEAL παρατηρεί ότι πλέον έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στην ικανότητα των κατοίκων του νησιού να διαχειρίζονται σωστά, αντί να καταστρέφουν, το αρχαίο δάσος βελανιδιάς. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 200.000 πλήρως αναπτυγμένα παραγωγικά δέντρα στο νησί και υπάρχει η δυνατότητα να μεγαλώσουν δεκάδες χιλιάδες ακόμη μέσω του κατάλληλου κλαδέματος άγριων δενδρυλλίων και της ορθής διαχείρισης του ζωικού κεφαλαίου. Στις εγκαταστάσεις παραγωγής προϊόντων της OAKMEAL, το νερό χρησιμοποιείται με φειδώ και ανακυκλώνεται μέσω ενός βιολογικού συστήματος αποχέτευσης με βάση τη μαγιά. Έχουμε αναπτύξει μια τεχνική ηλιακής ξήρανσης για βελανίδια και τώρα διαθέτουμε ηλιακά τραπέζια ξήρανσης για οικογένειες αγροτών που επιθυμούν να αυξήσουν την ικανότητά τους στην συλλογή των καρπών.

Η OAKMEAL φιλοξενεί από το 2011 μια ετήσια γιορτή βελανιδιού στην Κέα, για να γιορτάσει για το δέντρο, το βελανίδι και τις οικογένειες που μαζεύουν τόσο βελανίδια

όσο και τα κύπελα βελανιδιού. Τροφές με βελανίδια, χειροτεχνίες με βελανίδια, παιχνίδια με βελανίδια και η λαϊκή παράδοση των βελανιδιών μοιράζονται στο ιδιαίτερα

αγαπητό αυτό φεστιβάλ μεταξύ των συμμετεχόντων. Ένα ζωτικό μέρος του έργου

είναι η διδασκαλία των δυνατοτήτων και των πρακτικών βημάτων για την κατανάλωση βελανιδιών. Το ετήσιο πρόγραμμα εθελοντισμού δέχεται πάνω από 1000 αιτήσεις

για δεκάδες μέρη που προσφέρονται για εργασία και μάθηση στην Κέα κατά τη διάρκεια της συγκομιδής βελανιδιών. Το βιβλίο της OAKMEAL “Τρώγοντας βελανίδια”, που είναι διαθέσιμο στο Amazon, έχει σχεδιαστεί ως ένα εγχειρίδιο, ένας οδηγός

πεδίου και ένα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 218 –
βιβλίο μαγειρικής για να βοηθήσει κάθε ενδιαφερόμενο που επιθυμεί να ξεκινήσει να ασχολείται με αυτόν τον γενικά παραγνωρισμένο φυσικό πόρο. Marcie Mayer | Το πρόγραμμα “Βελανίδια και Βελανιδιές” στο νησί της Κέας
ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 219 –Find out some more about what we do at https://www.youtube.com/watch?v=2drjwGW8Ess Marcie Mayer | Το πρόγραμμα “Βελανίδια και Βελανιδιές” στο νησί της Κέας

Προϊόντα, διατροφική

ασφάλεια και

απασχόληση στα

αγροδασικά

κλειδιά: αγροδασοπονία, ασφάλεια τροφίμων, απασχόληση

louka1dimitra@gmail.com

Δήμητρα Λούκα
Λέξεις
Γεωπόνος, MSc Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου και Σχεδιασμού Παυσανίου 17, Αθήνα, 11635
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Καρυστία, Νότια Εύβοια
συστήματα

αγροδασικά συστήματα

α τελευταία χρόνια τόσο σε ελληνικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο οι ανησυχίες σε ό,τι αφορά τις βιομηχανικές γεωργικές πρακτικές και τη διατροφική ασφάλεια έχουν μετατρέψει

το ενδιαφέρον για νέες, εναλλακτικές, τοπι-

κές και πιο βιώσιμες γεωργικές πρακτικές σε

επιτακτική ανάγκη. Τα αγροδασικά συστήμα-

τα παρουσιάζουν σημαντικά πλεονεκτήμα-

τα σε ό,τι αφορά τα παραγόμενα προϊόντα

Τα προϊόντα των αγροδασικών εκμεταλλεύσεων περιλαμβάνουν

αγροτικά, δασικά, κτηνοτροφικά

και μη ξυλώδη δασικά προϊόντα

τόσο σε ποσότητα αλλά και ποικιλία, διατροφική ασφάλεια αλλά και προοπτικές

απασχόλησης, σε σχέση με την εντατική γεωργία και κτηνοτροφία.

Τα συστήματα αυτά εξαιτίας της συνδυαστικής τους φύσης χαρακτηρίζονται ως

πολυλειτουργικά καθώς ενισχύουν σημαντικά την παραγωγικότητα αρχικά μέσω

της συμπαραγωγής ποικίλων εδώδιμων και μη προϊόντων και, στη συνέχεια, μέσω

των παρεχόμενων υπηρεσιών οικοσυστήματος (υποστηρικτικές, ρυθμιστικές ή πολιτιστικές). Ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) αναγνωρίζει τα αγροδασικά συστήματα ως μέσο παραγωγής ποικίλων προϊόντων

για την επάρκεια των πολιτών σε τρόφιμα και ενέργεια στις αναπτυγμένες και στις αναπτυσσόμενες χώρες χωρίς διακρίσεις.

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Μελίσσια στην περιοχή Καραϊσκάκης Αστακού και το όρος Βελούτσα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 221 –Δήμητρα
ασφάλεια
Λούκα | Προϊόντα, διατροφική
και απασχόληση στα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τ

Δήμητρα

|

διατροφική ασφάλεια και απασχόληση στα αγροδασικά συστήματα

ΠΑΡΑΓΟΜΕΝΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

Μέσω των αγροδασικών συστημάτων οι αγρότες είναι δυνατό να έχουν εισόδημα

από την παραγωγή ενός ευρέος φάσματος συμβατικών και εξειδικευμένων προϊόντων, ενώ ταυτόχρονα προστατεύουν και διατηρούν φυσικούς πόρους, όπως το

έδαφος και το νερό. Τα προϊόντα που παράγονται μπορεί να είναι τρόφιμα, όπως

λαχανικά και φρούτα συμβατικής ή βιολογικής καλλιέργειας, μανιτάρια και άλλα

μη ξυλώδη δασικά προϊόντα (ΜΞΔΠ), όπως φαρμακευτικά φυτά, ξηροί καρποί και

ρητίνες. Επίσης, είναι δυνατό να παραχθούν προϊόντα ξύλου και κτηνοτροφικά

προϊόντα, όπως κρέας και γαλακτοκομικά από βοοειδή, πρόβατα, χοίρους και κατσίκες (Chamberlain et al. 2009).

Οι Moreno et al. (2016) επισημαίνουν την υψηλή θρεπτική αξία αλλά και την προθυμία των καταναλωτών να δαπανήσουν περισσότερα χρήματα σε προϊόντα υψηλής ποιότητας με θετικό οικολογικό αποτύπωμα, όπως τα προϊόντα δηλαδή που παράγονται σε αγροδασικά συστήματα. Είναι σημαντικό να μην παραλειφθεί και η υψηλή πολιτιστική αξία της σχετικής παραδοσιακής γνώσης και δυνατότητας για

τουριστική εκμετάλλευση και αναψυχή στα αγροδασικά συστήματα. Οι Fagerholm et al. (2016) αναφέρουν ότι το 58% των τόπων που επισκέφτηκαν οι τουρίστες

σε μια αγροτική περιοχή με μεγάλες εκτάσεις dehesas[ Παραδοσιακά ισπανικά

αγροδασολιβαδικά συστήματα που περιλαμβάνουν αειθαλή πλατύφυλλα δασικά

είδη δέντρων, αυτοφυή αγρωστώδη, γεωργικά φυτά και αγροτικά ζώα, τα οποία

βρίσκονται κάτω από ενιαία διαχείριση (Fagerholm et al. 2016).] στη δυτική Ισπανία

σχετιζόταν με την παροχή πολιτιστικών υπηρεσιών. Στη Σαρδηνία, οι εκδηλώσεις

“agriturismi” βασίζονται συχνά σε εκτάσεις δασικών βοσκοτόπων που συνδυάζουν

την πολυλειτουργική γεωργία με τη φιλοξενία τουριστών (Moreno et al. 2016).

© Καλλιόπη Στάρα Ι Τσάι βουνού (Sideritis raeseri)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 222 –
Λούκα Προϊόντα,

ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ

Οι Στόχοι 2.1 και 2.2 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη της Ατζέντας 2030 του ΟΗΕ αφορoύν

τη διατροφική ασφάλεια με σκοπό την παροχή τροφίμων με χαμηλότερο κόστος

έτσι ώστε να μη δημιουργείται επισιτιστική κρίση στα οικονομικώς ασθενέστερα

νοικοκυριά (Waldron et al. 2017). Οι μονοκαλλιέργειες επικράτησαν στη γεωργική

παραγωγή μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμί-

ου Πολέμου και παρότι χαρακτηρίστηκαν

από σημαντική αύξηση της παραγωγικότη-

τας και μείωση του εργασιακού κόστους

επιδείνωσαν την επισιτιστική ανασφάλεια.

Η αγροδασοπονία μπορεί να διασφαλίσει την διατροφική ασφάλεια μέσω κοινωνικών, αλλά και περιβαλλοντικών παραγόντων

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο κίνδυνος της φτώχειας απειλεί το 17,1% του ελληνικού πληθυσμού (ΕΛΣΤΑΤ 2022).Τα αγροδασικά

συστήματα φαίνεται ότι είναι ικανά να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διατροφική ασφάλεια άμεσα και έμμεσα με πολλούς τρόπους. Αρχικά, ο πιο προφανής τρόπος είναι το πρόσθετο εισόδημα των αγροτών, με την ενσωμάτωση

δασικών ειδών στο σύστημα παραγωγής τους, ώστε να επωφεληθούν άμεσα από

προϊόντα διατροφής αλλά και ξυλείας. Επιπλέον, η εφαρμογή της αγροδασοπονίας

Δήμητρα Λούκα | Προϊόντα, διατροφική ασφάλεια και απασχόληση στα αγροδασικά συστήματα © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Μελισσοκόμος, ορεινή Ναυπακτία, Αμπελακιώτισσα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 223 –

είναι ικανή να βοηθήσει στη διατήρηση της σχετικής βιοποικιλότητας, στη μείωση

της διάβρωσης του εδάφους και στη βελτίωση των εδαφικών ιδιοτήτων, γεγονός

που μπορεί να αυξήσει την απόδοση των καλλιεργειών και τη διαθεσιμότητα τρο-

φής για τα νοικοκυριά όλο το χρόνο (Félixet al. 2018).

Τα αγροδασικά συστήματα

ωφελούν την αύξηση της

απασχόλησης μέσω της

βιωσιμότητάς τους και

του αυξημένου

Τα εδώδιμα ΜΞΔΠ που μπορούν να παράγονται σε ένα αγροδασικό σύστημα έχει αποδειχθεί ότι αποτελούν σημαντικές πηγές μακροθρεπτικών και μικροθρεπτικών συστατικών. Σε αυτό το σημείο είναι κρίσιμο να σημειωθεί ότι είναι επίσης νευραλγικής

σημασίας η τόνωση της ανάπτυξης των επιχειρήσεων και καινοτομιών για την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης της αγοράς στα συγκεκριμένα προϊόντα. Γενικά, η αγροδασοπονία ενθαρρύνει την κατανάλωση

πιο θρεπτικών και τοπικά παραγόμενων τροφίμων μειώνοντας κυρίως τον υποσιτισμό πιο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων (Palacios Bucheli and Bokelmann 2017).

Συνοψίζοντας, όσον αφορά τη διατροφική ασφάλεια, ο ρόλος των αγροδασικών

συστημάτων είναι δισχιδής. Πρώτον, μειώνει την επικινδυνότητα αποτυχίας μιας

καλλιέργειας από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, όπως η παρατεταμένη ξηρασία

και άλλες φυσικές καταστροφές που παρατηρούνται όλο και περισσότερο εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής. Δεύτερον, η γεωργική παραγωγή αυξάνεται μέσω διαφόρων διαδικασιών, όπως η βιολογική δέσμευση αζώτου, ο κύκλος των θρεπτι-

κών ουσιών, η βελτίωση των φυσικοχημικών ιδιοτήτων του εδάφους, ο έλεγχος των ζιζανίων και των εντόμων-εχθρών μιας καλλιέργειας καθώς και η αύξηση της διαθεσιμότητας της υγρασίας (Sarvade and Singh 2014).

Δήμητρα Λούκα | Προϊόντα, διατροφική ασφάλεια και απασχόληση στα αγροδασικά συστήματα © Καλλιόπη Στάρα Ι Κανθαρέλες (Cantharellus cibarius)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 224 –
κέρδους

Δήμητρα Λούκα | Προϊόντα, διατροφική ασφάλεια και απασχόληση στα αγροδασικά συστήματα

ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Τα αγροδασικά συστήματα μπορούν επιπλέον να γίνουν παράγοντες ανάπτυξης λιγότερο ανεπτυγμένων περιοχών, όπως οι ορεινές περιοχές χωρίς ιδιαίτερη, μέχρι

σήμερα, τουριστική ανάπτυξη. Σε αυτές τις περιοχές παρουσιάζεται μείωση στο εργατικό δυναμικό, γεγονός στο οποίο θα μπορούσε να συμβάλλει αποτρεπτικά

η εφαρμογή αγροδασοπονικών συστημάτων. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία

της ΕΛΣΤΑΤ (2018), από το 2013 στην Ελλάδα παρουσιάζεται πτώση κατά 4,1% στο οικογενειακό εργατικό δυναμικό των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Η ίδια εικόνα

αποτυπώνεται και στους εποχικούς εργάτες, ενώ αύξηση κατά 35,2% παρουσι-

άζεται στους μόνιμους εργάτες (τακτικά απασχολούμενους) και στους λοιπούς

απασχολουμένους (αλληλοβοήθεια και κατ’ αποκοπή εργασία). Το 2013, κατά τη διάρκεια της ελληνικής οικονομικής κρίσης, παρουσιάζεται αύξηση κατά 5,5% σε

σχέση με τα στοιχεία του 2009 στο οικογενειακό εργατικό δυναμικό και μείωση σε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες (Γράφημα 1).

Γράφημα 1. Ποσοστά απασχολούμενων στη γεωργία – κτηνοτροφία, κατά κατηγορία για το 2009, 2013 και 2016 στην Ελλάδα (Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ 2018).

Η σταδιακή αύξηση των μονοκαλλιεργειών, εκτός από την υποβάθμιση των περιβαλλοντικών παραγόντων, αποτελεί και απειλή για τις οικογενειακές αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Παρατηρείται λοιπόν μια αυξημένη εξάρτηση από τη μισθωτή εργασία, η οποία έχει διαταράξει την οργάνωση της οικογενειακής εργασίας και οδηγεί σε αύξηση του κόστους παραγωγής και στην παραγωγική εξειδίκευση. Από την άλλη, στις περισσότερες αγροτικές περιοχές σε πολλές χώρες του κόσμου παρατηρείται αύξηση της εκροής εργατικού δυναμικού, περισσότερο σε νεαρές ηλιακά

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 225 –

Δήμητρα Λούκα | Προϊόντα, διατροφική ασφάλεια και απασχόληση στα αγροδασικά συστήματα

ομάδες που αναζητούν ευκαιρίες εργασίας και σπουδών σε αστικές περιοχές και

συχνά δεν επιστρέφουν στα πατρογονικά εδάφη. Έτσι εντείνεται η αστικοποίηση

που γενικά ενισχύει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η εγχώρια οικογενεια-

κή εργασία στα αγροδασικά συστήματα έχει τη δυνατότητα να συμβάλει στη διαβίωση των πληγέντων νοικοκυριών (Jha et al. 2021).

Στην πλειονότητά τους τα αγροδασικά συστήματα επιτυγχάνουν, λόγω των χαμηλότερων απαιτήσεων εξωτερικών εισροών, υψηλά ποσοστά ανακύκλωσης και

συνδυασμού καλλιεργειών-κτηνοτροφίας. Αποτελούν μια βιώσιμη επιλογή για μικροκαλλιεργητές με περιορισμένους πόρους (Amare and Darr 2020). Ωστόσο, σε πολλές επαρχιακές περιοχές της Ελλάδας, οι γεωργικές και γεωργο-κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις είναι μικρές και συχνά οι γεωργοί και κτηνοτρόφοι δεν επιθυ-

μούν ή δεν μπορούν να διαθέσουν γη για εγκατάσταση αγροδασικών συστημάτων.

Επίσης, είναι πιθανό σε περιοχές όπου οι εκμεταλλεύσεις γης είναι υπό καθεστώς

ενοικίασης οι παραγωγοί να διστάζουν να επενδύσουν στη μακροπρόθεσμη προσπάθεια δημιουργίας αγροδασικών συστημάτων, καθώς φοβούνται ότι είναι πιθανό να ωφελήσουν τον επόμενο ενοικιαστή ή ιδιοκτήτη της γης και όχι τους ίδιους.

Γίνεται λοιπόν κατανοητό από τα παραπάνω ότι η εγκατάσταση νέων αγροδασικών συστημάτων μέσω της αυξημένης προσόδου εξαιτίας των πρόσθετων παραγόμε-

νων προϊόντων αλλά και της βιώσιμης ανάπτυξης που προσφέρουν ακόμα και μέσω

πιθανών τουριστικών εκμεταλλεύσεων είναι πιθανό να προσελκύσουν το χαμένο εργατικό δυναμικό των αγροτικών περιοχών. Επίσης, η πιθανή σύμπραξη εταιρειών διεθνούς εμβέλειας με τους ιδιοκτήτες αγροδασικών συστημάτων στην Ελλάδα, όπως έχει συμβεί επιτυχημένα σε χώρες του εξωτερικού, θα σημείωνε αύξηση των

κερδών και θα είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Πετυχη-

μένα παραδείγματα αυτής της δράσης είναι η κίνηση του ομίλου “Masterfoods” για

την υποστήριξη της διαφοροποίησης των εκμεταλλεύσεων κακαόδεντρων σε αγροδασικά συστήματα. Επίσης η αυτοκινητοβιομηχανία Daimler-Benz, για την παραγωγή πρώτων υλών για τα αυτοκίνητά της Mercedes-Benz C-Class, έχει απευθυνθεί σε μικροκαλλιεργητές αγροδασικών εκμεταλλεύσεων στη Βραζιλία (Leakey et al. 2006).

Εν κατακλείδι, η εφαρμογή της αγροδασοπονίας φαίνεται να έχει ευεργετικά αποτελέσματα σε πολλούς τομείς. Τα αυξημένης αξίας παραγόμενα προϊόντα, η διασφάλιση της διατροφικής ασφάλειας αλλά και η αύξηση της απασχόλησης σε μειονεκτικές περιοχές επιβεβαιώνει το ρόλο της συγκεκριμένης πρακτικής στο μετριασμό αλλά και την αντιμετώπιση των προβλημάτων που γεννά το ολοένα και πιο επισφαλές γραμμικό μοντέλο παραγωγής.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 226 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Όρος Ριγάνι Ναυπακτίας, χωράφι με γκορτσιά, οικισμός Πιτσιναίικα

Αγροδασοπονία: ένα

εργαλείο προώθησης της

κυκλικής βιοοικονομίας

και της καινοτομίας για

κλιματικής αλλαγής

Λέξεις κλειδιά: αγροδασοπονία, βιοοικονομία, καινοτομία, κλιματική αλλαγή

Μάριος Τρίγκας Αναπληρωτής Καθηγητής Εργαστήριο Δασικής Οικονομικής, Μάρκετινγκ, Καινοτομίας & Επιχειρηματικότητας, Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου & Σχεδιασμού, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Β. Γρίβα 11-13, 43100 ΚΑΡΔΙΤΣΑ mtrigkas@uth.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Βάλτος - Εμπεσσός

την αντιμετώπιση της

Μάριος Τρίγκας | Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας και της καινοτομίας

για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΕ ΕΝΑ ΒΙΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

HΕυρώπη, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη διαρκή αύξηση του πληθυσμού, την ταχύτατη εξάντληση των πόρων, τις αυξανόμενες περιβαλλοντικές πιέσεις και την κλιματική αλλαγή, χρειάζεται μια ριζική αλλαγή

στην προσέγγισή της για την παραγωγή, κατανάλωση, επεξεργασία, αποθήκευση, ανακύκλωση και διάθεση των βιολογικών πόρων. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, θέτει τη βιοοικονομία και την καινοτομία, ως βασικά εργαλεία που θα επιτρέψουν τη βελτίωση της διαχείρισης των ανανεώσιμων βιολογικών της πόρων και

τη δημιουργία νέων, διαφοροποιημένων αγορών για τα τρόφιμα και τα προϊόντα βιολογικής βάσης (European Commission 2018).

Η ανάπτυξη της βιοοικονομίας έχει μία μεγάλη προοπτική: μπορεί να διατηρήσει

και να δημιουργήσει οικονομική ανάπτυξη και θέσεις εργασίας στις αγροτικές περιοχές, να μειώσει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και να βελτιώσει την

οικονομική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα της πρωτογενούς παραγωγής και της

μεταποιητικής βιομηχανίας. Ο στόχος είναι μια πιο καινοτόμα, με χαμηλές εκπομπές οικονομία, συνδυάζοντας τη ζήτηση για βιώσιμη γεωργία, ασφάλεια των τροφίμων και βιώσιμη χρήση των ανανεώσιμων βιολογικών πόρων, διασφαλίζοντας

ταυτόχρονα τη βιοποικιλότητα και την περιβαλλοντική προστασία, επιτυγχάνοντας

πέντε (5) στόχους (European Commission 2018):

τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας,

τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων,

τη μείωση της εξάρτησης από μη ανανεώσιμους, μη βιώσιμους πόρους,

τον περιορισμό και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, και

την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.

Το μοντέλο ανάπτυξης της βιοοικονομίας συμβάλλει πέρα από την υλοποίηση της

ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, στις στρατηγικές για την κυκλική οικονομία και

την καινοτομία.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 229 –

Μάριος Τρίγκας | Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας και της καινοτομίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Η ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑ ΣΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΗΣ ΒΙΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Ο τομέας της χρήσης γης, της αλλαγής χρήσης γης και της δασοπονίας (land use, land use change and forestry - “LULUCF”) έχει τις δυνατότητες να παράσχει μακροπρόθεσμα κλιματικά οφέλη και, κατ’ αυτόν τον τρόπο, να συμβάλει στην επίτευξη του στόχου για μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, καθώς και των μακροπρόθεσμων κλιματικών στόχων της συμφωνίας του Παρισιού. Ο τομέας

LULUCF παρέχει επίσης βιοϋλικά που μπορούν να υποκαταστήσουν υλικά υψηλής

έντασης ορυκτών ή άνθρακα και, ως εκ τούτου, παίζει σημαντικό ρόλο στη μετάβαση σε μια καινοτόμα βιοοικονομία με χαμηλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου [ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/841].

Οι πρακτικές βιώσιμης διαχείρισης μπορούν να συμβάλουν ποικιλοτρόπως στον

μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, ιδίως μέσω της μείωσης των εκπομπών άνθρακα και της αποθήκευσης αυτών. Επιπλέον, μπορούν να διατηρούν την παραγωγικότητα, την αναπαραγωγική ικανότητα και τη ζωτικότητα του τομέα LULUCF και, προωθούν την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Η ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων πρακτικών και τεχνολογιών, συμπεριλαμβανομένης και της αγροδα-

σοπονίας, μπορεί να ενισχύσει τον ρόλο του τομέα LULUCF όσον αφορά τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή, καθώς και να αυξήσει

την παραγωγικότητα και την ανθεκτικότητα του εν λόγω τομέα [ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

(ΕΕ) 2018/841, EPRS 2020, Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2021].

Καθώς ο τομέας της αγροδασοπονίας χαρακτηρίζεται από μεγάλα χρονικά διαστήματα για τις αποδόσεις του σε προϊόντα, οι μακροπρόθεσμες στρατηγικές είναι

σημαντικές, ώστε να ενισχυθεί η χρηματοδότηση για την ανάπτυξη βιώσιμων και καινοτόμων πρακτικών και τεχνολογιών και η υλοποίηση σχετικών επενδύσεων.

Πρόκειται για μια μεγάλη οικονομική ευκαιρία, υπό την προϋπόθεση ότι οι ιδιοκτή-

τες αγροτικών εκτάσεων και οι διαχειριστές δασών λαμβάνουν κατάλληλη στήριξη κατά τη μετάβαση καθώς θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πολλές και ποικίλες επιχειρηματικές ευκαιρίες (Rigueiro-Rodríguez et al. 2008, FAO 2005).

Η συμβατική γεωργία τείνει να επιβαρύνει τους πόρους που χρησιμοποιεί και συνήθως, κατά γενική παραδοχή, έχει επιζήμιες επιπτώσεις στο περιβάλλον. Τα

αγροδασικά συστήματα, χάρη στις συνέργειες που δημιουργούνται από το σωστό συνδυασμό ξυλώδους βιομάζας, αγροτικών φυτών και καρπών και/ή ζώων

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 230 –

Μάριος Τρίγκας | Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας και της καινοτομίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

που βόσκουν εκεί, αποτελούν βιώσιμα, πολυλειτουργικά συστήματα που μπορούν

να παρέχουν ένα μεγάλο εύρος οικονομικών, κοινωνικών, πολιτιστικών και περιβαλλοντικών ωφελειών (RigueiroRodríguez et al. 2008, FAO 2005). Τα

περιβαλλοντικά οφέλη έχουν αναλυθεί

σε σημαντικό βαθμό στη διεθνή βιβλιογραφία. Τα οικονομικά οφέλη για τους

αγρότες αλλά και για ολόκληρες τις πε-

ριοχές της υπαίθρου από την ανάπτυξη

και εφαρμογή αγροδασικών συστημά-

των ανάμεσα στα άλλα αφορούν (EPRS 2020):

Η μετάβαση σε ένα βιοοικονομικό μοντέλο αποτελεί οικονομική

ευκαιρία, υπό την προϋπόθεση

ότι οι ιδιοκτήτες αγροτικών

εκτάσεων και οι διαχειριστές δασών

λαμβάνουν κατάλληλη στήριξη κατά τη μετάβαση καθώς θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πολλές και

ποικίλες επιχειρηματικές ευκαιρίες

Τα αγροδασικά συστήματα μπορούν να οδηγήσουν σε αρκετές περιπτώσεις, στην αύξηση της γεωργικής παραγωγής ως συνδυασμού αγροτικών

φυτών και δέντρων με τη μορφή συστήματος, το οποίο μπορεί με τη σειρά του να οδηγήσει σε μία πιο αποδοτική χρήση των πόρων, όπως η ηλιακή ακτινοβολία ή το νερό, από ότι το καθένα ξεχωριστά.

Η ανάγκη χρήσης εισροών, όπως τα λιπάσματα ή τα εντομοκτόνα, περιορί-

ζεται καθώς βελτιώνεται η γονιμότητα του εδάφους και η καταπολέμηση

των επιβλαβών οργανισμών μπορεί να γίνει με πιο φυσικούς τρόπους.

Τα αγροδασικά συστήματα μπορούν να παρέχουν διαφοροποιημένη γεωργική παραγωγή, η οποία μπορεί να αυξήσει τα οικονομικά κέρδη με τη δημιουργία περιοδικών και ετήσιων εσόδων από πολλαπλές εκροές. Επιπλέον, μειώνουν τους κινδύνους που σχετίζονται με την παραγωγή ενός και μόνο αγαθού, ενώ είναι πιο ανθεκτικά σε περιόδους ελλείψεων ή καταστροφικών κλιματικών γεγονότων. Τα προϊόντα περιλαμβάνουν τρόφιμα, καύσιμα, βοσκήσιμη ύλη και ζωοτροφή, ίνες, ξύλο, ρητίνη και κόμμεα, υλικά κατασκευών, φαρμακευτικά προϊόντα, πρώτες ύλες για χειροτεχνήματα κ.λπ.

Η διαφοροποίηση της τοπικής παραγωγής μπορεί να ωφελήσει ολόκληρη

την τοπική οικονομία και τις τοπικές κοινωνίες καθώς και να ενισχύσει την

απασχόληση.

Η αγροδασοπονία μπορεί να παρέχει ευκαιρίες αναψυχής και αγροτουρι-

σμού με πολλαπλά οφέλη για τους κατοίκους, τη δυνατότητα διαφοροποί-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 231 –

Μάριος

ησης του εισοδήματος, την ενίσχυση της ελκυστικότητας των περιοχών και του τοπίου.

Τα αγροδασικά συστήματα μπορούν να δημιουργούν αξία ως προϊόν πολιτισμικής κληρονομιάς και να ενισχύσουν τον οικοτουρισμό δημιουργώντας

ευκαιρίες χρηματοδότησης.

Ο τομέας της αγροδασοπονίας

μπορεί να μετατραπεί σε ένα

σημαντικό “σύμμαχο” στη

μεταμόρφωση της οικονομίας

και στη μετάβαση σε ένα βιώσιμο

οικονομικό μοντέλο

Έτσι, ο τομέας της αγροδασοπονίας

μπορεί να μετατραπεί σε ένα σημαντικό “σύμμαχο” στη μεταμόρφωση της

οικονομίας και στη μετάβαση σε ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο.

Επιπλέον, η μετάβαση προς μία πράσινη οικονομία και την κυκλική βιοοικονομία, παρουσιάζει τεράστιες ευκαιρίες

για τον τομέα της αγροδασοπονίας. Υπάρχουν πολλά βιο-βασιζόμενα καινοτόμα

προϊόντα, όπως βαφές, διαλύτες και άλλα βιο-χημικά, βιο-διασπώμενα πολυμερή

και βιο-πλαστικά, ενεργειακά προϊόντα κ.λπ., γύρω από τα οποία αναπτύσσονται

διαρκώς νέα επιχειρηματικά μοντέλα, συνέργειες και πρωτοβουλίες με επίκεντρο

τη βιώσιμη παραγωγή και κατανάλωση. Έτσι, η αγροδασοπονία αναδεικνύεται ως

μία σημαντική εναλλακτική μορφή διαχείρισης βιολογικών πόρων, όπως είναι τα

αγροδασικά συστήματα, αλλά και παραγωγής πρώτων υλών βιολογικής προέλευσης, σε αντικατάσταση ορυκτών και μη ανανεώσιμων πόρων, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην αντιμετώπιση, μετριασμό, αντίσταση και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Για παράδειγμα, εντός των αγροδασικών συστημάτων, με τα υπολείμματα της υλοτομίας και της αποκλάδωσης, καθώς και με αυτά της γεωργικής παραγωγής, παράγεται βιομάζα η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βιοκαύσιμο, ή ως υλικό κομποστοποίησης, να παραχθεί χρήσιμη ξυλεία καθώς και να αποτελέσει την πρώτη ύλη ακόμη και για την κατασκευή υφασμάτων και άλλων βιο-βασιζόμενων προϊόντων. Παράλληλα, η φύτευση δένδρων βοηθά στην αποκατάσταση της βιοποικιλότητας σε αγροτικές περιοχές, αυξάνει τη γονιμότητα του εδάφους και τη δυνατότητα δέσμευσης αερίων του θερμοκηπίου.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 232 –
Τρίγκας | Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας και της καινοτομίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Μάριος Τρίγκας | Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας

Ο ΠΟΛΎΛΕΙΤΟΎΡΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΩΝ ΣΎΣΤΗΜΑΤΩΝ ΩΣ

ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΑΞΙΑΣ

Στο πλαίσιο της βιοοικονομίας, η αγροδασοπονία δε μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς

βιώσιμη και αειφορική διαχείριση των εκτάσεων γης. Αυτό οφείλεται στο γεγονός

ότι οι εκτάσεις αυτές αποτελούν πόρο για την αύξηση της παραγωγής αγροτικών

προϊόντων, καθώς επίσης και τόπο δι-

αβίωσης ζωντανών οργανισμών αλλά

και ζωτικό χώρο για τους ανθρώπινους οικισμούς και λοιπές εγκαταστάσεις/υποδομές. Υπάρχουν λοιπόν

αντικρουόμενες απαιτήσεις μεταξύ

των επιμέρους χρήσεων γης καθώς

και των τρόπων αξιοποίησης της παραγόμενης βιομάζας και επομένως οι σχετικές συγκρούσεις ίσως να είναι

“οικοσύστημα

για την ελληνική αγροδασοπονία, μπορεί να αντισταθμίσει τις ελλείψεις σε πόρους και ικανότητες που είναι σημαντικές, ειδικά στον αγροδασικό τομέα, και στο πλαίσιο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής

καινοτομίας”

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Λάκμος, οροπέδιο με πρώην χωράφια, περιοχή Μικρού Περιστερίου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 233 –
και της καινοτομίας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής Το κατάλληλο
και

Μάριος Τρίγκας | Αγροδασοπονία: ένα εργαλείο προώθησης της κυκλικής βιοοικονομίας και της καινοτομίας

για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

αναπόφευκτες. Απαιτείται λοιπόν η ανάπτυξη καινοτόμων πρακτικών εφαρμογών

και μεθοδολογιών για την άμβλυνση των φαινομένων αυτών στο πλαίσιο της αει-

φορικής και βιώσιμης διαχείρισης και η αγροδασοπονία μπορεί να συμβάλλει τα

μέγιστα προς αυτή την κατεύθυνση ως καταλύτης για τη ζωτική αυτή μετάβαση, υποστηρίζοντας τη δημιουργία πλούτου στις αγροτικές και όχι μόνο περιοχές.

Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή [ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2018/841], στο πλαίσιο της

πρωτοβουλίας για τη γεωργία άνθρακα, η οποία εξαγγέλθηκε στη στρατηγική

“Από το αγρόκτημα στο πιάτο”, αποσκοπεί στην περαιτέρω προώθηση ενός νέου

πράσινου επιχειρηματικού μοντέλου που ανταμείβει τις φιλικές προς το κλίμα και

το περιβάλλον πρακτικές των διαχειριστών γης, συμπεριλαμβανομένων των δι-

αχειριστών και των ιδιοκτητών δασών και αγροδασικών συστημάτων, με βάση

τα οφέλη που παρέχουν για το κλίμα. Τα παραπάνω αποσκοπούν στη δημιουργία

νέας πηγής εισοδήματος για τους γεωργούς, τους δασοκόμους και τους διαχειριστές γης που υλοποιούν βιώσιμες δραστηριότητες αγροδασοπονίας, οι οποίες οδηγούν σε απορροφήσεις και αποθήκευση άνθρακα.

Εν κατακλείδι, είναι καίριας σημασίας να αναδειχθεί η αξία που πραγματικά εμπεριέχεται στα αγροδασικά συστήματα και στη χώρα μας, και πώς αυτά μπορούν να

αποτελέσουν πηγή παραγωγής πραγματικού πλούτου μέσα από την καινοτομία και

τον πολυλειτουργικό τους ρόλο, καθώς και τη συνολική αξία που εμπεριέχεται σε

αυτά και τις οικοσυστημικές τους υπηρεσίες. Θα πρέπει λοιπόν να δημιουργηθεί το

κατάλληλο “οικοσύστημα καινοτομίας” και για την ελληνική αγροδασοπονία, ώστε

να αποτελέσουν οι αντίστοιχες πρωτοβουλίες σημείο προσοχής και ενίσχυσης, αντισταθμίζοντας τις ελλείψεις σε πόρους και ικανότητες που είναι σημαντικές ειδικά στον αγροδασικό τομέα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 234 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Κοιλάδα Μαντήλως, περιοχή Ευπαλίου
© Γιάννης
Ρουσόπουλος Ι Οροπέδιο Αετού - Κατούνας
Ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές για την αγροδασοπονία Ενότητα Δ

Πολιτικές της ΕΕ

Συστήματα:

Απειλές και

Ευκαιρίες

Λέξεις κλειδιά: Κοινή Αγροτική Πολιτική, αγροδασικές πρακτικές, εκτατικές δενδρώδεις καλλιέργειες, οικοσυστημικές λειτουργίες

Θανάσης

Κίζος

Καθηγητής

Τμήμα Γεωγραφίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Μυτιλήνη, 81100 akizos@aegean.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Θεσσαλία

Οι
για τα Αγροδασικά

Θανάσης Κίζος | Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα: Απειλές και Ευκαιρίες

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τα αγροδασικά συστήματα και οι αγροδασικές πρακτικές αποτελούν σημαντικό μέρος της αγροτικής και δασικής κληρονομιάς της Ευρώπης για

πολλούς αιώνες. Οι πολιτικές για την αγροτική παραγωγή και τον αγροτικό

χώρο τις τελευταίες δεκαετίες έχουν συμβάλλει στη διάκριση μεταξύ “δάσους” και

“αγροτικής παραγωγής”. Στο κείμενο αυτό, θα εξεταστούν ορισμένες από τις πολι-

τικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που

αφορούν ή που θα έπρεπε να αφορούν

αγροδασικά συστήματα και πρακτικές,

με έμφαση στην Κοινή Αγροτική Πολι-

τική (ΚΑΠ, στις Ελληνικές μεταφράσεις

συχνά απαντάται και ως Κοινή Γεωργι-

κή Πολιτική, ΚΓΠ). Αρχικά, γίνεται μια

πολύ σύντομη παρουσίαση της ΚΑΠ και

Αγροδασικά συστήματα και

πρακτικές σχεδόν αγνοήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα

από πολιτικές για την αγροτική παραγωγή και την ανάπτυξη της υπαίθρου

των μεταβολών της, ενώ στη συνέχεια δίνεται μεγαλύτερη έμφαση σε αγροδασικά

συστήματα και πρακτικές στην ΚΑΠ. Το κείμενο ολοκληρώνεται με προτάσεις για

καλύτερη ενσωμάτωση των αγροδασικών πρακτικών και συστημάτων στην ΚΑΠ.

ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ

ΑΓΡΟΤΙΚΗ

Η αγροτική πολιτική ήταν πολύ σημαντική για τα Κράτη Μέλη της ΕΕ ήδη από

την εποχή της ίδρυσής της με τη Συνθήκη της Ρώμης το 1957. Ήταν η πρώτη και

μοναδική κοινή πολιτική με έμφαση στη διατροφική ασφάλεια και στο εισόδημα

των αγροτών. Η προσέγγιση της ΚΑΠ ήταν έντονα τομεακή τις πρώτες δεκαετίες

εφαρμογής της: οι παρεμβάσεις της αφορούσαν κυρίως μεγάλες καλλιέργειες και εκτροφές.

Η ΚΑΠ εισάγει την έννοια της χρηματικής ενίσχυσης των παραγωγών για να αντι-

μετωπίσει το υψηλό (από τότε) κόστος παραγωγής των προϊόντων στην Ευρώπη.

Οι αρχικοί μηχανισμοί της επιβραβεύουν τις μεγαλύτερες και πιο εντατικές εκ-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 239 –
ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΧΩΡΟ
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Θανάσης Κίζος | Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα: Απειλές και Ευκαιρίες

μεταλλεύσεις και επιταχύνουν ή διευκολύνουν τη μετάβαση προς μια αγροτική

παραγωγή με λιγότερες σε αριθμό και μεγαλύτερες σε έκταση και περισσότερο

εντατικές εκμεταλλεύσεις, ενισχύοντας έτσι τις τάσεις εκβιομηχάνισης και τη διάκριση, χωρική και παραγωγική, μεταξύ γεωργίας, κτηνοτροφίας και δασοπονίας.

Στη δεκαετία του 1990 ξεκινούν δύο παράλληλες συζητήσεις: η προσπάθεια η αγροτική πολιτική να μετατραπεί από αυστηρά τομεακή σε χωρική, ενώ από την άλλη

συζητείται έντονα η ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής και αγροτικής πολιτικής. Το

αποτέλεσμα της δεύτερης συζήτησης είναι τα λεγόμενα συνοδευτικά μέτρα από το

1992 και μετά, ενώ η ΚΑΠ γίνεται και χωρική με τη μεγάλη μεταρρύθμιση του 2000.

Τα κράτη μέλη καλούνται να παρουσιάσουν Επιχειρησιακά Προγράμματα (ΕΠ) που

να λαμβάνουν υπόψη τον χώρο, ενώ ένας από τους τρεις άξονες που πρέπει να

έχουν υποχρεωτικά αυτά τα ΕΠ είναι ο “περιβαλλοντικός” (οι άλλοι αφορούν την

ανταγωνιστικότητα των εκμεταλλεύσεων και επενδύσεις στην ύπαιθρο). Η στρο-

φή αυτή είναι πολύ σημαντική τόσο εννοιολογικά, όσο και σε επίπεδο στόχων και χρηματοδότησης. Στην αναθεώρηση που ολοκληρώνεται (στα τέλη του 2022) για

να εφαρμοστεί από το 2023 και μετά, υπάρχει για πρώτη φορά η αποκαλούμενη

και “Πράσινη Συμφωνία”, που δεν αφορά μόνο την ΚΑΠ (με στόχο μηδέν ισοζύγιο

εισροών ως το 2050). Οι στόχοι για την αγροτική παραγωγή είναι:

η διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας ενόψει της κλιματικής αλλαγής και

της απώλειας της βιοποικιλότητας,

η μείωση του περιβαλλοντικού και κλιματικού αποτυπώματος του συστήματος

παραγωγής τροφίμων της ΕΕ,

η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του συστήματος παραγωγής τροφίμων της ΕΕ, η καθοδήγηση της παγκόσμιας μετάβασης προς την ανταγωνιστική βιωσιμότητα αποκαλούμενη “από το αγρόκτημα στο πιάτο”.

Ιδιαίτερα η στρατηγική “από το αγρόκτημα στο πιάτο”, έρχεται για πρώτη φορά

να προσφέρει σύνδεση των πρακτικών στο αγρόκτημα με τη μεταφορά και τις

προτιμήσεις των καταναλωτών. Το πώς οι στόχοι αυτοί μεταφράζονται σε συγκεκριμένα μέτρα και πώς προγραμματίζεται η εφαρμογή τους δεν έχει ακόμη

διευκρινιστεί επαρκώς και διακρίνεται μια αμηχανία στο είδος των παρεμβάσεων

και στη χρηματοδότησή τους, ως αποτέλεσμα της μείωσης του διαθέσιμου προϋπολογισμού για τις παρεμβάσεις, με ταυτόχρονη αύξηση των υποχρεώσεων και

των παρεμβάσεων. Την ίδια στιγμή, αν και γίνεται αποδεκτό ότι η κλιματική αλλαγή και οι συνέπειές της είναι ήδη μια πραγματικότητα, αυτό δεν μεταφράζεται σε αντίστοιχα μέτρα και γενναιότητα παρεμβάσεων.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 240 –

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

ΣΤΗΝ ΚΑΠ

Ένα σημαντικό γεγονός για να γίνει πιο εύκολα κατανοητή η θέση της αγροδασο-

πονίας στην ΚΑΠ και γενικότερα στην αγροτική πολιτική στην ΕΕ είναι η εννοιολογική διάκριση μεταξύ δασοπονίας και αγροτικής παραγωγής: τι είναι και τι δεν εί-

ναι “δάσος” και τι είναι αγροτική γη; Επιστήμονες που ασχολούνται με “δάση”, στην

Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη κυρίως, αλλά και στη Μεσόγειο, και επιστήμονες που

ασχολούνται με αγροτική παραγω-

γή και ανάπτυξη, δεν συμφωνούν

μεταξύ τους για το ποια πρέπει να

Θανάσης Κίζος | Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα: Απειλές και Ευκαιρίες Πρέπει να επιδιωχθεί η ενσωμάτωση

είναι η σχέση μεταξύ δασοπονίας

και αγροτικής παραγωγής. Στη Νό-

τια Ευρώπη κυρίως, το θέμα της

βόσκησης από εκτρεφόμενα ζώα

είναι στο επίκεντρο των διαφορών

μεταξύ δασοπονίας και αγροτικής

παραγωγής, σε συνδυασμό με τα

αγροδασικών πρακτικών στον “σκληρό

λεγόμενα “δασικά είδη”, δηλαδή ποια είδη πρέπει να θεωρούνται “δασικά” και ποια

“αγροτικά” (και άρα ποια μπορούν να βόσκονται από εκτρεφόμενα ζώα και πόσο και ποια όχι).

Όλο αυτό το πλαίσιο όμως αγνοεί πρακτικές που χαρακτηρίζονται αγροδασικές, στις οποίες διαφορές μεταξύ εννοιών όπως “δασικό” και “αγροτικό”, δεν υπάρχουν (Pantera et al. 2018, Debolini et al. 2018). Η διάκριση αυτή και η αγνόηση αγροδασικών πρακτικών φαίνεται και στις πολιτικές: η δασική πολιτική αφέθηκε στα

Κράτη Μέλη και στην καλύτερη περίπτωση σε περιβαλλοντικές πολιτικές, ενώ η

αγροτική πολιτική ενισχύθηκε και καθορίστηκε από την ΚΑΠ. Εκτός από την εννοιολογική αμφισημία, η εντατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής συνετέλεσε και

αυτή στη σαφή διάκριση (τόσο χωρική όσο και παραγωγική) μεταξύ δασοπονίας

και αγροτικής παραγωγής, αλλά και κτηνοτροφίας και γεωργίας, καθώς πρακτι-

κές που συνδύαζαν γεωργική παραγωγή με την εκτατική εκτροφή και διαχείριση ζώων μειώθηκαν σημαντικά ή σταμάτησαν.

Αγροδασικά συστήματα και πρακτικές σχεδόν αγνοήθηκαν για μεγάλο χρονικό διάστημα από πολιτικές για την αγροτική παραγωγή και την ανάπτυξη της υπαίθρου (Varela et al. 2020). Στην αναθεώρηση της ΚΑΠ του 1992 ξεκίνησε να συζητιέται

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 241 –
πυρήνα” της ΚΑΠ, δηλαδή στην Ενιαία Ενίσχυση, στην
Αποζημίωση, αλλά και
επενδυτικά
τα
Βελτίωσης”,
Πρόγραμμα
Νέων
εξισωτική
σε
μέτρα όπως
“Σχέδια
το
των
Αγροτών κ.ά.

Θανάσης Κίζος | Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα: Απειλές και Ευκαιρίες

η δασοπονία ως μέρος της αγροτικής παραγωγής, ενώ με την αναθεώρηση του 2000 εισάγονται μέτρα αγροδασικών πρακτικών και δίνεται η ευελιξία στα Κράτη

Μέλη να δημιουργήσουν και να εφαρμόσουν τις δικές τους αγροδασικές πολιτικές,

κυρίως ως κομμάτι των αγροπεριβαλλοντικών τους μέτρων.

Αυτό που δεν έγινε όμως ήταν και συνεχίζει να είναι:

Η ενσωμάτωση αγροδασικών πρακτικών στον “σκληρό πυρήνα” της ΚΑΠ, δηλαδή στην Ενιαία Ενίσχυση (κυρίως όσον αφορά στη βόσκηση σε μη ποώδεις βοσκότοπους, στους οποίους η παρουσία “δασικών ειδών”, ξυλωδών δηλαδή, σε ποσοστώσεις μειώνει σημαντικά την επιλεξιμότητα του βοσκοτόπου), στην

Εξισωτική Αποζημίωση, αλλά και σε επενδυτικά μέτρα όπως τα “Σχέδια Βελτίωσης”, το Πρόγραμμα των Νέων Αγροτών, κτλ.

Η αναγνώριση ότι ορισμένα καλλιεργούμενα δέντρα και δενδρώδεις καλλιέρ-

γειες είναι στην ουσία δασικά οικοσυστήματα, αλλά και το αντίθετο, ότι δηλαδή ορισμένα από τα αποκαλούμενα “δασικά είδη” μπορούν να διαχειρίζονται

ενεργά με αγροτικές πρακτικές και αυτό είναι και επιθυμητό για περιβαλλοντι-

κές και οικοσυστημικές λειτουργίες (Plieninger et al. 2022).

Η χρήση νέων τεχνολογιών και τεχνικών για την καλύτερη παρακολούθηση

των επιπτώσεων αγροτικών και αγροδασικών πρακτικών στη βιοποικιλότητα

και σε οικοσυστημικές διεργασίες σε διαφορετικά χωρικά επίπεδα (από το δέντρο, στον αγρό και στο τοπίο) (Georgiadis et al. 2022). Γενικά, απουσιάζουν

νέες τεχνικές εκτίμησης των χωρικών επιπτώσεων πολιτικών για να αποτι-

μηθεί η σχετική αποτελεσματικότητα τους (κυρίως αγροπεριβαλλοντικών μέτρων) και πιθανώς να διαφοροποιηθεί και το ύψος των ενισχύσεων ανάλογα

με τα αποτελέσματα (τα λεγόμενα Result Based Policy Schemes).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 242 –

Θανάσης Κίζος | Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα: Απειλές και Ευκαιρίες

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ;

Η ΚΑΠ, αλλά και οι δασικές πολιτικές, γενικά προχωρούν με μικρά βήματα. Οι προτάσεις που ακολουθούν είναι περιορισμένες σε έκταση, αλλά με προοπτική να επεκταθούν χωρικά και θεματικά.

Α. Καλλιεργούμενα δέντρα και δενδρώδεις καλλιέργειες: εκτατικές δενδρώδεις

καλλιέργειες όπως ελαιώνες, βελανιδιές, καστανιές, χαρουπιές, αποτελούν στην

ουσία αγροδασικά οικοσυστήματα, όταν διαχειρίζονται εκτατικά και χωρίς πολλές

εισροές. Τυπικά, τα αγροδασικά συστήματα προϋποθέτουν συγκαλλιέργεια δέ-

ντρων και γεωργικών φυτών ή βόσκησης. Έτσι, ένας ελαιώνας που δεν βόσκεται

ή δεν συγκαλλιεργείται δεν εμπίπτει στα αγροδασικά συστήματα. Παρόλα αυτά, είναι ίσως μια ευκαιρία οι πολιτικές να ξεπεράσουν τους ορισμούς με βάση την παραγωγή και να πάνε σε ορισμούς με βάση την ένταση και τις λειτουργίες. Η θέσπιση ενός ειδικού πλαισίου ενίσχυσης της εκτατικής / ήπιας διαχείρισής τους για την παραγωγή αγροτικών προϊόντων, δασικών όπου είναι αυτό δυνατό, δασικών οικοσυστημικών υπηρεσιών και στόχων μετριασμού των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, είναι άμεσα εφικτή σε επίπεδο διαχείρισης της πολιτικής και παρακολούθησης των επιπτώσεών της. Δεν είναι βέβαιο ότι είναι πολιτικά εφικτή ακόμη, καθώς αναμένεται να μειώσει πληρωμές σε παραγωγούς που δεν θα εφαρμόζουν

τέτοιες πρακτικές, αλλά θα μπορούσε να αποτελέσει μια γενναία προσπάθεια ενσωμάτωσης αγρο-περιβαλλοντικών μέτρων και πληρωμών από την Ενιαία Ενίσχυ-

ση. Στην Ελλάδα, η λεγόμενη “περιφερειοποίηση” της εφαρμογής των πληρωμών

της Ενιαίας Ενίσχυσης έγινε σε τρεις εικονικές “Περιφέρειες”: μια για αροτραίες

καλλιέργειες, μια για μόνιμες και μια για βοσκοτόπους. Αν και το μοντέλο αυτό

αγνοεί τις πραγματικές χωρικές διαφορές στο εσωτερικό της Ελλάδας, θα μπορούσε ίσως να χρησιμοποιηθεί για τη διευκόλυνση της εφαρμογής τέτοιων πληρωμών.

Β. Βόσκηση δασικών εκτάσεων. Πρόκειται για ένα θέμα που είναι εν πολλοίς “απαγορευμένο προς συζήτηση” από πολλούς δασολόγους και περιβαλλοντολόγους, ιδιαίτερα στη Νότια Ευρώπη. Όμως η ήπια βόσκηση ήταν πάντα σημαντικό μέρος

της οικολογίας των δασικών οικοσυστημάτων και συμβάλλει στη διατήρηση και

αύξηση της βιοποικιλότητας, ιδιαίτερα με τη διατήρηση ανοιχτών εκτάσεων μέσα

σε εκτεταμένα δάση. Μπορεί να ασκηθεί ξανά με ήπιες πρακτικές. Και σε αυτή την περίπτωση, το πλαίσιο σχεδιασμού, παρακολούθησης και ελέγχου των πρακτικών

υπάρχει, αλλά και σε αυτή την περίπτωση απαιτούνται πολιτικές αποφάσεις.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 243 –

Γ. Εγκατάσταση νέων αγροδασικών συστημάτων. Αν και ως πρόβλεψη υπήρχε

στις δύο προηγούμενες προγραμματικές περιόδους της ΚΑΠ (2007-13 και 20142020), η εισαγωγή του έγινε ως χωριστό μέτρο στα αγροπεριβαλλοντικά μέτρα, ενώ στην Ελλάδα αγνοήθηκε εντελώς (δυστυχώς φαίνεται ότι αυτό θα συνεχιστεί

και στην επόμενη περίοδο). Έχει φτάσει η ώρα να υλοποιηθεί μέσα από τη

Χρειάζεται αναγνώριση ότι

ορισμένα καλλιεργούμενα δέντρα

και δενδρώδεις καλλιέργειες είναι

στην ουσία δασικά οικοσυστήματα,

αλλά και το αντίθετο, ότι δηλαδή

ορισμένα από τα αποκαλούμενα

“δασικά είδη” μπορούν να

διαχειρίζονται ενεργά με αγροτικές

πρακτικές και αυτό είναι και

επιθυμητό για περιβαλλοντικές και

οικοσυστημικές λειτουργίες

συμπερίληψη τέτοιων συστημάτων σε

καθεστώτα ενίσχυσης όπως οι λεγόμενοι “Νέοι Αγρότες” και τα “Σχέδια Βελτίωσης”. Απαιτούνται καλές περιγραφές των συστημάτων και των πιθανών δέντρων και αγροδασικών πρακτικών.

Κατά τα άλλα, θα αποτελούσε την πρώτη άμεση εισαγωγή τέτοιων πρακτικών

στον “σκληρό πυρήνα” της ΚΑΠ και μια έμμεση αναγνώριση της σημασίας

τους, ιδιαίτερα για στόχους που μπορεί

να συνδεθούν με τη βιοποικιλότητα και

τον μετριασμό των επιπτώσεων της

κλιματικής αλλαγής και άρα, δυνητικά,

να αποφέρουν και υψηλότερα ποσοστά ενισχύσεων.

Μια ακόμη μικρή αναφορά πρέπει να γίνει στα λεγόμενα μεμονωμένα δέντρα, δέντρα δηλαδή που βρίσκονται σε καλλιεργούμενη ή βοσκούμενη γη. Παρά το ότι

πολλές μελέτες δείχνουν τη σημασία τους ως καταφύγια και πολλαπλασιαστές της βιοποικιλότητας, έχουν αγνοηθεί εντελώς στα περισσότερα Κράτη Μέλη. Περιλαμβάνονται ως ένα από τα λεγόμενα “χαρακτηριστικά του τοπίου” στη νέα περίοδο

εφαρμογής της ΚΑΠ, χωρίς όμως να γίνεται σαφές πως θα γίνει η διαχείριση και διατήρησή τους. Είναι δεδομένο ότι οποιοδήποτε τέτοιο μέτρο θα είναι δύσκολο

διαχειριστικά, αλλά από την άλλη πιλοτικές εφαρμογές την επόμενη προγραμματική περίοδο θα μπορούν να αποφέρουν σχέδια για γενικευμένη εφαρμογή στο μέλλον.

Κλείνοντας, είναι ίσως μια καλή περίοδος για να συζητηθεί η άμεση σύνδεση αγροδασικών πρακτικών και συστημάτων και της ΚΑΠ, όχι συμπληρωματικά ως ένα μικρό μέτρο, αλλά ως άλλη μια από τις κύριες πρακτικές των καθεστώτων ενίσχυσης. Το ζήτημα δεν είναι τόσο διαχειριστικό, αλλά περισσότερο εννοιολογικό και πολιτικό.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 244 –
Θανάσης
Οι Πολιτικές της ΕΕ για τα Αγροδασικά Συστήματα:
Ευκαιρίες
Κίζος |
Απειλές και
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Ξηρόμερο

Προσαρμογή της

διαχείρισης των

αγροδασικών

συστημάτων και

μετριασμός της

κλιματικής αλλαγής

Λέξεις κλειδιά: ανθεκτικότητα, μικροκλίμα, υδατική οικονομία, παρακολούθηση

Πέτρος Κακούρος Δασολόγος

Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων – Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), 14o χλμ Θεσσαλονίκης-Μηχανιώνας, Τ.Θ. 60394 57001 Θέρμη petros@ekby.gr

© Κώστας Ζήσης Ι Πάπιγκο, Ιωάννινα

α αγροδασικά συστήματα έχουν πληθώρα γνωρισμάτων που τα καθιστούν ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή και ταυτόχρονα σημαντικά για

την προσπάθεια άμβλυνσης των επιπτώσεών της (Hernández-Morcillo et al. 2018). Ωστόσο, είναι σκόπιμη η διαρκής προσαρμογή της διαχείρισής τους για να

συνεχίσουν να προσφέρουν τις οικοσυστημικές τους υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων και αυτές που συνεργούν ουσιαστικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.

Σύμφωνα με τον FAO (2013), οι “δράσεις προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή συνίστανται σε αναπροσαρμογές και ρυθμίσεις των φυσικών ή ανθρωπογενών συστημάτων σε απόκριση των υφιστάμενων ή αναμενόμενων επιπτώσεων της αλλαγής του κλίματος, με σκοπό την ελαχιστοποίηση των κινδύνων και της τρωτότητας των συστημάτων αυτών και, παράλληλα, την αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχονται από τα συστήματα αυτά”. Οι δράσεις μετριασμού της αλλαγής του κλίματος

περιλαμβάνουν μέτρα για τη σταθεροποίηση ή τη μείωση της συγκέντρωσης των

αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, είτε μειώνοντας τις ανθρωπογενείς εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, είτε αυξάνοντας

τον ρυθμό απομάκρυνσής τους από την ατμόσφαιρα. Τα αποτελέσματα των δράσεων προσαρμογής γίνονται αντιληπτά σε συγκεκριμένο χωρικό επίπεδο ή τομέα

δραστηριότητας, ενώ τα αποτελέσματα των δράσεων μετριασμού δε μπορούν να

γίνουν άμεσα αντιληπτά, αν και μπορούν να εφαρμόζονται σε διαφορετικά χωρικά επίπεδα ή σε πολλούς τομείς δραστηριοτήτων.

Στην περίπτωση της αγροδασοπονίας οι δυο αυτές όψεις της ανταπόκρισης στην κλιματική κρίση είναι συνδεδεμένες. Μόνο ένα εύρωστο αγροδασικό σύστημα μπορεί να απορροφά όσο το δυνατό περισσότερο άνθρακα και να προσφέρει όσο το δυνατό μεγαλύτερο εύρος και ποσότητα οικοσυστημικών υπηρεσιών. Αυτή η δυνατότητα προϋποθέτει ότι το αγροδασικό σύστημα προσαρμόζεται συνεχώς στις

μεταβαλλόμενες κλιματικές συνθήκες. Αντίστροφα, κάθε δράση προσαρμογής για

τη διατήρηση ενός εύρωστου αγροδασικού συστήματος δυνητικά συμβάλλει στον μετριασμό, ανεξάρτητα της ιεράρχησης αυτού του σκοπού στον σχεδιασμό της

διαχείρισής του.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 247 –Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής
Τ
ΟΡΙΣΜΟΙ

Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής

ΤΡΩΤΟΤΗΤΑ - ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΠΑΡΑΚΟΛΟΎΘΗΣΗ

Η προσαρμογή ενός αγροδασικού συστήματος στην κλιματική αλλαγή αξιοποιεί

την προσέγγιση της προσαρμοζόμενης διαχείρισης σε συνδυασμό με τα κλιματικά

μοντέλα (Ομάδα εργασίας του έργου LIFE+AdaptFor 2014). Πιο συγκεκριμένα η

προσαρμογή κινείται στα ακόλουθα τρία βήματα:

εκτίμηση της τρωτότητας των αγροδασικών οικοσυστημάτων, εξαιτίας της αλλαγής του κλίματος, υιοθέτηση νέων διαχειριστικών μέτρων ή τροποποίηση των παραμέτρων συνεχιζόμενων μέτρων ή ακόμα και τροποποίηση των σκοπών διαχείρισης και, παρακολούθηση για την εκτίμηση της κατάστασης του αγροδασικού συστήματος, καθώς και του βαθμού επιτυχίας των μέτρων προσαρμογής και την επαναξιολόγηση των διαχειριστικών σκοπών, δράσεων και μέτρων.

Κρίσιμο στοιχείο της όλης διαδικασίας είναι να αποφασιστεί έναντι ποιας προβλεπόμενης μεταβολής του κλίματος θα αξιολογηθεί η τρωτότητα. Επικρατούσα

πρακτική στην απάντηση του ερωτήματος αυτού είναι η χρήση βασικών σεναρίων

εκπομπών αερίων (RCP) μέχρι το 2100. Στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται για τις εκτιμήσεις αυτές τα τρία σενάρια που φαίνονται στην Εικόνα 1 (RCP2.6, RCP 4.5 και RCP 8.5).

Εικόνα 1. Οι προβλέψεις εξέλιξης της μέσης θερμοκρασίας και των κατακρημνισμάτων στην Ελλάδα την περίοδο 2021-2050 βάση των τριών επικρατέστερων σεναρίων παγκόσμιας εξέλιξης συγκεντρώσεων αερίων του θερμοκηπίου (RCP2.6, RCP4.5 και RCP8.5) (Πηγή: Έργο LIFE-IP AdaptInGR www.adaptivegreece.gr).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 248 –

Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΡΩΤΟΤΗΤΑΣΕΠΙΛΟΓΗ ΜΕΤΡΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

Η αξιολόγηση αυτή γίνεται ήδη σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο με τη σύνταξη

των Περιφερειακών Σχεδίων Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή (ΠΕΣΠΚΑ)και

αναμένεται ότι θα είναι δυνατό να γίνει και για μικρότερες περιοχές (Έργο LIFEIPAdaptInGR www.adaptivegreece.gr). Η τρωτότητα των αγροδασικών συστημά-

των στην κλιματική αλλαγή μπορεί να

αυξηθεί τόσο από την άμεση επίδρα-

ση του αβιοτικού περιβάλλοντος (θερ-

μοκρασία, κατακρημνίσματα, άνεμος

κ.λπ.) όσο και έμμεσα, μέσω των αλ-

λαγών στο κοινωνικο-οικονομικό τους

περιβάλλον. Τα συστήματα αυτά είναι

Στα αγροδασικά συστήματα η προσαρμογή και ο μετριασμός της κλιματικής αλλαγής είναι αλληλένδετες δράσεις

εξαρτώμενα από τη διαχείρισή τους και υπάρχει πληθώρα παραδειγμάτων υποβάθμισής τους, είτε λόγω εντατικοποίησης της χρήσης γης είτε λόγω της εγκατάλειψης (Παπαναστάσης 2015).

Στην περίπτωση της επιδείνωσης του αβιοτικού περιβάλλοντος οι εκτιμώμενες

επιπτώσεις επιδιώκεται να προληφθούν με κατάλληλα μέτρα διαχείρισης, όπως

π.χ. με τον εμπλουτισμό ενός συστήματος με πιο ανθεκτικά είδη ή με μείωση της

πυκνότητας των δέντρων για μείωση του μεταξύ τους ανταγωνισμού. Μπορεί επί-

σης να ελαττωθεί η ένταση της γεωργικής ή κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης του συστήματος. Έτσι, το έδαφος διατηρεί καλύτερη δομή και αυξημένο επίπεδο οργανικής ουσίας, παράγοντες που συντελούν στη διατήρηση υψηλότερων διαθέσιμων αποθεμάτων θρεπτικών ουσιών και υγρασίας.

Οι κοινωνικο-οικονομικοί παράγοντες ωθούν τους διαχειριστές τους να μεταβάλλουν το επίπεδο εργασίας που επενδύουν στα αγροδασικά συστήματα προκειμένου να τους αποφέρουν ικανοποιητικό εισόδημα.

Στην περίπτωση της μείωσης της επενδυόμενης εργασίας, λόγω π.χ. μειωμένης παραγωγικότητας, έχουμε εγκατάλειψη και σταδιακή εγκατάσταση ξυλώδους βλάστησης. Αυτό αυξάνει τον δεσμευμένο άνθρακα, αλλά προκαλεί απώλεια άλλων υπηρεσιών οικοσυστήματος, κυρίως προμηθευτικών, όπως π.χ. της παραγωγής

βοσκήσιμης ύλης με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι ιδιαίτερα πιθανό να εντείνονται και οι κίνδυνοι από τις δασικές πυρκαγιές. Η

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 249 –

Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή

ένταση των κινδύνων αυτών αφορά τόσο το ίδιο το σύστημα, όσο και την πιθανό-

τητα να διευκολύνεται η λειτουργία του ως “διαδρόμου” εξάπλωσης πυρκαγιών.

Η αξιοποίηση των αγροδασικών

συστημάτων

της κλιματικής κρίσης απαιτεί

μακροχρόνιες δημόσιες πολιτικές

Για παράδειγμα στα ορθά διαχειριζόμενα δασολιβαδικά συστήματα όπου μέσω της βόσκησης ελέγχεται αποτελεσματικά η εύφλεκτη βλάστηση του υπορόφου αφενός δυσχεραίνεται η εξάπλωση δασικών πυρκαγιών, αφετέρου διευκολύνεται ο έλεγχός τους. Αύξηση της επενδυόμενης εργασίας μπορεί να σημειωθεί, αν π.χ. μειωθεί η παραγωγικότητα άλλων εκτάσεων που καθιστά την έκταση του αγροδασικού πιο “ανταγωνιστική”. Σε αυτή την περίπτωση συνήθως μειώνεται το ξυλώδες κεφάλαιο και

αυξάνεται η χρήση άρδευσης, αγροχημικών και μηχανημάτων σε βάρος των “φυσικών” τεχνικών όπως η συγκαλλιέργεια, η μείωση της απώλειας νερού με τη σκίαση από περιμετρικούς φυτοφράχτες κλπ. Τότε σημειώνεται και απώλεια βιοποικιλότητας, υποβάθμιση του εδάφους και απώλεια πληθώρας ρυθμιστικών υπηρεσιών οικοσυστήματος. Η αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων απαιτεί διαρκείς πολιτικές οικονομικής και κοινωνικής αντιστάθμισης που τεκμηριώνονται π.χ. με την αντιστοίχιση συγκεκριμένων μέτρων διαχείρισης που εφαρμόζονται στην ύπαιθρο με ωφέλειες που διαχέονται σε όλη την κοινωνία (Hernández-Morcillo et al. 2018).

Τέτοιες προσεγγίσεις εφαρμόζονται για παράδειγμα μέσω της Κοινής Αγροτικής

Πολιτικής της ΕΕ. Στον Πίνακα 1 δίνονται οι συνήθεις κίνδυνοι για τη γεωργία και

την κτηνοτροφία από την κλιματική αλλαγή, οι σχετικές ανάγκες προσαρμογής και

οι πρακτικές/μέτρα διαχείρισης για την επίτευξή τους.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 250 –
της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής
για την αντιμετώπιση
© Κώστας Ζήσης Ι Πάπιγκο, Ιωάννινα

Κρίσιμο στοιχείο των πολιτικών

στήριξης των αγροδασικών

συστημάτων είναι η παρακολούθηση

για τη συνεχή βελτίωση της

περιβαλλοντικής και κοινωνικής

τους αποτελεσματικότητας

Πίνακας 1. Κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή για τις καλλιέργειες, παραδείγματα στόχων προσαρμογής και πρακτικές/μέτρα διαχείρισης για την επίτευξή τους (Προσαρμογή από το USDA 2015).

ΚίνδυνοςΑνάγκες προσαρμογήςΠρακτικές/μέτρα προσαρμογής

Έντονες βροχοπτώσεις

Επιβράδυνση της απορροής του νερού για αποτροπή πλημμυρών, διάβρωσης του εδάφους και ρύπανσης του νερού

Παρόχθια δάση, ετήσιες καλλιέργειες με δέντρα σε εναλλασσόμενες

γραμμές

Ανάπτυξη ανεμοφρακτών, ετήσιες

Καταιγίδες υψηλότερης έντασης

Προστασία παραγωγής από τον αέρα

Αύξηση θερμοκρασίας Μείωση θερμικής καταπόνησης με παροχή σκίασης

Υψηλότερη συχνότητα και ένταση ξηρασίας

Μείωση της παραγωγικότητας

των φυτών λόγω μεταβολών της θερμοκρασίας και των κατακρημνισμάτων

Καταιγίδες χιονιού και πάγου και πολύ χαμηλές θερμοκρασίες

Επιδημίες παθογόνων οργανισμών

Απώλεια σοδιάς λόγω άλλων

Μείωση της εξατμισοδιαπνοής μέσω μείωσης της ταχύτητας του ανέμου

Προστασία παραγωγής με τη δημιουργία ευνοϊκού μικροκλίματος

Παροχή καταφυγίων για την προστασία των αγροτικών ζώων και της άγριας πανίδας

Έλεγχος παθογόνων με την ευνόηση των φυσικών εχθρών τους

καλλιέργειες και δέντρα σε εναλλασσόμενες γραμμές

Ενίσχυση/αποκατάσταση/επανίδρυση δασολιβαδικών συστημάτων

Ανάπτυξη ανεμοφρακτών

Ανάπτυξη ανεμοφραχτών, ετήσιες

καλλιέργειες με δέντρα σε συγκαλλιέργεια

Δασολιβαδικά συστήματα, ανάπτυξη ανεμοφραχτών

Ανάπτυξη ανεμοφραχτών, ετήσιες καλλιέργειες με δέντρα σε εναλλασσόμενες γραμμές, προστασία-αποκατάστασης

παρόχθιων δασών

παραγόντων Αποφυγή μονοκαλλιεργειώνΌλες οι αγροδασικές πρακτικές

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 251 –
Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής
© Κώστας
Ζήσης Ι Οξυά, όρος Στούρος, Ιωάννινα

Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής

ΠΑΡΑΚΟΛΟΎΘΗΣΗ

H διαχείριση των αγροδασικών συστημάτων είναι εκ φύσεως μία δυναμική διαδι-

κασία, καθώς τα αγροδασικά συστήματα είναι σύνθετα βιο-κοινωνικοοικονομικά

συστήματα. Η κλιματική αλλαγή προσθέτει έναν ακόμα παράγοντα αβεβαιότητας

στη βιολογική βάση, όσο και στην ανθρώπινη εργασία που επενδύεται. Σε αναλογία

με τα διαχειριζόμενα δάση, η εφαρμογή ήδη ασκούμενων ή νέων διαχειριστικών

μέτρων στα υφιστάμενα συστήματα (παραδοσιακά ή μη), όπως και η ανάπτυξη

νέων συστημάτων, πρέπει να παρακολουθείται και να αξιολογείται συνεχώς και

τα αποτελέσματα τους να χρησιμοποιούνται για τη συνεχή προσαρμογή και διόρ-

θωση της διαχείρισης (Bolte et al. 2009). Όπως επισημαίνουν οι Bodin et al. (2007), η προσαρμογή της διαχείρισης των δασών, εξαιτίας των πολλαπλών στοιχείων

αβεβαιότητας, έχει ως έναν βαθμό τον χαρακτήρα του “μαθαίνοντας στην πράξη” (learning by doing).

Η παρακολούθηση μέσω κατάλληλα επιλεγμένων δεικτών αξιολογεί τακτικά τόσο την τρωτότητα του αγροδασικού συστήματος όσο και τον σχεδιασμό και την

εφαρμογή των μέτρων προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή. Είναι σκόπιμο να δίνεται έμφαση στα ακόλουθα στοιχεία (προσαρμογή από oμάδα εργασίας του έργου LIFE+AdaptFor 2014):

στις μεταβολές των παραμέτρων του κλίματος, στις σημαντικότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ιδιαίτερα στα πιο

τρωτά στοιχεία του αγροδασικού συστήματος,

στην αποτελεσματικότητα / επιτυχία των διαχειριστικών μέτρων που λαμβάνο-

νται για την προσαρμογή του αγροδασικού συστήματος στην κλιματική αλλαγή

και

στις τυχόν κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις της εφαρμογής των μέτρων προσαρμογής.

Τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και η εμπειρία που αποκτάται ενσωματώ-

νονται διαρκώς στον σχεδιασμό και στην άσκηση της διαχείρισης. Δεδομένων και των ευρύτερων εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών για τη γεωργία, τη δασοπονία

και το κλίμα, που επιδρούν στη διαχείριση των αγροδασικών συστημάτων και στην

ανάγκη αξιολόγησης της επιτυχίας των πολιτικών αυτών, είναι σκόπιμο η παρακολούθηση να γίνεται με ενιαίο τρόπο τουλάχιστον σε εθνικό επίπεδο. Αναγκαίο είναι

επίσης η διαδικασία αυτή να είναι ανοικτή σε όλους τους ενδιαφερόμενους για να υπάρχει δυνατότητα έγκαιρης αντίδρασης και βελτιώσεων.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 252 –

Πέτρος Κακούρος | Προσαρμογή της διαχείρισης των αγροδασικών συστημάτων και μετριασμός της κλιματικής αλλαγής

ΜΕΤΡΙΑΣΜΟΣ

Η συνεισφορά των αγροδασικών συστημάτων στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής αφορά κυρίως τη συνεισφορά τους στην αποθήκευση άνθρακα. Ο Παπαναστάσης (2015) επισημαίνει, ότι στα αγροδασικά συστήματα πέραν της σημαντικής

ποσότητας άνθρακα που δεσμεύουν στην υπέργεια βιομάζα, τα δέντρα αποθηκεύουν άνθρακα και στο έδαφος με το ριζικό τους σύστημα. Επομένως, όταν τέτοια

συστήματα εγκαθίστανται σε γεωργικά εδάφη αυξάνουν ουσιαστικά την ικανότητα δέσμευσης άνθρακα από τη γεωργία. Συμβάλλουν επίσης άμεσα στη διατήρηση

του δυναμικού αποθήκευσης άνθρακα μέσω της ιδιαίτερα θετικής τους επίδρασης

στην υδατική οικονομία. Η συνεισφορά τους έγκειται στην αποτροπή της διάβρω-

σης, στην αύξηση της κίνησης του νερού προς τους υπόγειους υδροφορείς, στη

μείωση της ταχύτητας του ανέμου κλπ. To νερό είναι κρίσιμος παράγοντας στη

δέσμευση άνθρακα, αφού όταν είναι σε έλλειψη τα φυτά μειώνουν την παραγωγή

βιομάζας. Η θετική αυτή επίδραση αφορά επίσης τα παρακείμενα δάση και υγρότοπους, οι οποίοι έχουν τεράστιο δυναμικό δέσμευσης άνθρακα.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τους Hernández-Morcillo et al. (2018), η αγροδασοπονία μπορεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητα των καλλιεργειών μειώνοντας τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων. Αυτό επιτυγχάνεται για παράδειγμα μέσω της λειτουργίας τους ως ανεμοφράχτες ή με τη μείωση των ακραίων

θερμοκρασιών του εδάφους. Επιπλέον, τα αγροδασικά συστήματα προσφέρουν

μεγαλύτερη οικονομική σταθερότητα μέσω διαφοροποιημένων καλλιεργειών που επιτρέπουν διαφορετικές πηγές εισοδήματος και προϊόντων, παρέχοντας ένα

“μαξιλάρι” έναντι των διακυμάνσεων της απόδοσης που προκαλούνται από κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες ή ακραία καιρικά φαινόμενα. Για παράδειγμα, τα δασολιβαδικά συστήματα επιτρέπουν στους αγρότες να εγκαταστήσουν μια δενδρώδη καλλιέργεια, η οποία μπορεί να παρέχει ξυλεία και καυσόξυλα, διατηρώντας παράλληλα τη βοσκήσιμη ύλη και την κτηνοτροφική παραγωγή. Επιπλέον, δεδομένης της δυνατότητας παραγωγής τεχνικής ξυλείας υψηλής ποιότητας, τα αγροδασικά συστήματα μπορούν να συνεισφέρουν στην υποκατάσταση υλικών υψηλού αποτυπώματος άνθρακα, όπως ο χάλυβας.

Όπως και στην περίπτωση της προσαρμογής, είναι σκόπιμο το δυναμικό μετριασμού των αγροδασικών συστημάτων να παρακολουθείται, να αξιολογείται και με

την ίδια προσέγγιση να βελτιστοποιείται, τόσο σε ό,τι αφορά τη βιολογική, όσο και την κοινωνικο-οικονομική τους διάσταση.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 253 –
© Κώστας Ζήσης Ι Άγιος Ιωάννης, Λευκάδα
Αγροδασοπονία
Πράσινη Συμφωνία
Gerry Lawson Policy Analyst European Agroforestry Federation, Calle Iglesia 34, Castillo de Bayuela, Toledo 45641, Spain gerrylawson2@gmail.vom
στην

Η ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΚΑΠ

α αγροδασικά συστήματα έχουν πληθώρα γνωρισμάτων που τα καθιστούν ανθεκτικά στην κλιματική αλλαγή και ταυτόχρονα σημαντικά για

την προσπάθεια άμβλυνσης των επιπτώσεών της (Hernández-Morcillo et al. 2018). Ωστόσο, είναι σκόπιμη η διαρκής προσαρμογή της διαχείρισής τους για

να συνεχίσουν να προσφέρουν τις επιθυμητές οικοσυστημικές υπηρεσίες τους, μεταξύ των οποίων και αυτές που συνεργούν ουσιαστικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.

Στις 11 Δεκεμβρίου 2019 δημοσιεύτηκε το προσχέδιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης

Συμφωνίας. Αυτό το γενικό έγγραφο έχει ως στόχο να καθοδηγήσει την ευρωπαϊκή πολιτική για τα επόμενα 10 χρόνια και αναγνωρίζει τη στρατηγική σημασία

της αγροδασοπονίας. Παράδειγμα είναι η επόμενη ενότητα “…Η Επιτροπή θα διασφαλίσει ότι τα στρατηγικά σχέδια αξιολογούνται με βάση ισχυρά κλιματικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. Αυτά τα σχέδια θα πρέπει να οδηγήσουν στην εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών, όπως η γεωργία ακριβείας, η βιολογική γεωργία, η αγροοικολογία, η αγροδασοπονία και αυστηρότερα πρότυπα καλής διαβίωσης των ζώων.

Μετατοπίζοντας την εστίαση από τη συμμόρφωση στην απόδοση, μέτρα όπως τα

οικολογικά συστήματα θα πρέπει να ανταμείβουν τους αγρότες για βελτιωμένες

περιβαλλοντικές και κλιματικές επιδόσεις, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης

και αποθήκευσης άνθρακα στο έδαφος και της βελτιωμένης διαχείρισης θρεπτικών

συστατικών για τη βελτίωση της ποιότητας του νερού και τη μείωση των εκπομπών”. Στη συνέχεια, ήρθαν οι στρατηγικές “Από το Χωράφι στο Πιάτο” και “Βιοποικιλότητα”, που δημοσιεύθηκαν και οι δύο στις 20 Μαΐου 2020. Αμφότερες περιέχουν σημαντικές δεσμεύσεις για την αγροδασοπονία!

Η στρατηγική Από το Χωράφι στο Πιάτο αναφέρει ότι: “Τα νέα οικολογικά σχήματα θα προσφέρουν μια σημαντική ροή χρηματοδότησης για την ενίσχυση βιώσιμων

πρακτικών,όπωςηγεωργίαακριβείας,ηαγροοικολογία(συμπεριλαμβανομένηςτης βιολογικής γεωργίας), η καλλιέργεια άνθρακα και η αγροδασοπονία. Τα κράτη μέλη

και η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι διαθέσουν τους κατάλληλους πόρους για την εφαρμογή των στρατηγικών σχεδίων. Η Επιτροπή θα υποστηρίξει τη

θέσπιση ενός ελάχιστου προϋπολογισμού για τα οικολογικά σχήματα”. Η Στρατηγική για τη Βιοποικιλότητα αναφέρει ότι “η υιοθέτηση μέτρων στήριξης της αγροδα-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 255 –Gerry Lawson | Αγροδασοπονία στην Πράσινη Συμφωνία
Τ

σοπονίας στο πλαίσιο της αγροτικής ανάπτυξης θα πρέπει να αυξηθεί, καθώς έχει

μεγάλες δυνατότητες να προσφέρει πολλαπλά οφέλη για τη βιοποικιλότητα, τους

ανθρώπους και το κλίμα”. Η νέα Δασική Στρατηγική θα περιλαμβάνει “έναν οδικό

χάρτη για τη φύτευση τουλάχιστον 3 δισεκατομμυρίων επιπλέον δέντρων στην ΕΕ

έως το 2030, με πλήρη σεβασμό των οικολογικών αρχών. Η δενδροφύτευση είναι

ιδιαίτερα ευεργετική στις πόλεις, ενώ στις αγροτικές περιοχές μπορεί να λειτουρ-

γήσει καλά με τη μορφή της αγροδασοπονίας, τα χαρακτηριστικά του τοπίου και

την αυξημένη δέσμευση άνθρακα”.

Επιτέλους, και ας το φωνάξουμε και από τις ταράτσες: ο “κανόνας των 100 δέντρων/στρέμμα” για εξασφάλιση της βασικής πληρωμής είναι νεκρός!!! Τα κράτη

μέλη μπορούν να διασφαλίσουν, ότι η γεωργική γη που εμπίπτει στην αγροδασοπονία είναι πλήρως επιλέξιμη για άμεσες πληρωμές “όταν δικαιολογείται με βάση τις τοπικές ιδιαιτερότητες (π.χ. πυκνότητα/είδος/μέγεθος των δέντρων και εδαφοκλιματικές συνθήκες) και την προστιθέμενη αξία από την παρουσία δέντρων, για να διασφαλιστεί βιώσιμη γεωργική χρήση της γης”. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι “περιλαμβάνει όλες τις πιθανές χρήσεις γεωργικής γης, αποφεύγοντας τη συμπερίληψη δέντρων μόνο σε αρόσιμη γη, καθώς τα αγροδασικά συστήματα

και σε μόνιμα λιβάδια και μόνιμες καλλιέργειες”.

Gerry Lawson | Αγροδασοπονία στην Πράσινη Συμφωνία © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Όρη Βάλτου, Περδικάκι

υπάρχουν

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 256 –

Gerry Lawson | Αγροδασοπονία στην Πράσινη Συμφωνία

ΦΎΛΛΑΔΙΑ ΤΗΣ EURAF ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Σε μια σειρά από 22 ενημερωτικά φυλλάδια, η ΕυρωπαΊκή Ένωση για την Αγροδασοπονία - European Agroforestry Federation (EURAF) έχει συνοψίσει τις γεωργικές, κλιματικές ή περιβαλλοντικές πολιτικές που σχετίζονται κυρίως με τους αγρότες, τους επαγγελματίες και τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής (Πίνακας 1). Τα φυλλάδια αυτά μπορούν να βρεθούν στην ιστοσελίδα: www.euraf.net

Πίνακας 1: Ενημερωτικά φυλλάδια της EURAF.

1 Αγροδασοπονία & Πράσινη Συμφωνία

2 Αγροδασοπονία & Δασική Στρατηγική της ΕΕ

12 Η EURAF αντιδρά στο πακέτο “Fit for 55”

της ΕΕ

13 Η EURAF χαιρετίζει τη “Στρατηγική της ΕΕ για το έδαφος για το 2030”

3Αγροδασοπονία & Άμεσες Πληρωμές14 Αγροδασοπονία στην ΚΑΠ μετά την 01/01/2023

4 Αγροδασοπονία & Ενισχυμένη Επιλεξιμότητα

5 Αγροδασοπονία & Οικολογικά σχήματα

15 Παρακολούθηση δέντρων εκτός δασών στην ΕΕ

16 Αγροδασοπονία για τη μετάβαση στην Πράσινη Συμφωνία

6Αγροδασοπονία & Πυλώνας ΙΙ17Αγροδασοπονία και ο Κανονισμός LULUCF

7 Αγροδασοπονία & Παρακολούθηση

Στρατηγικών Σχεδίων

8 Αγροδασοπονία & “Δέσμευση”

Άνθρακα

9 Αγροδασοπονικές & Συμβουλευτικές Υπηρεσίες Αγροτικής Ανάπτυξης

18 Αγροδασοπονία και ο Νόμος για την Αποκατάσταση της Φύσης

19 Αγροδασοπονία και ο Κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορίες για τη γεωργία

20

Αγροδασοπονία και κανονισμός-πλαίσιο για την πιστοποίηση απομάκρυνσης άνθρακα

10Αγροδασοπονία & Έρευνα EE21 Χαρακτηριστικά αγροδασοπονίας και τοπίου στα στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ

11 Πολιτικές της ΕΕ για τη Αγροδασοπονία - επισκόπηση 22 Ορισμοί της αγροδασοπονίας στη νέα ΚΑΠ. Τι είναι η αγροδασοπονία;

Στην ΕΕ, η αγροδασοπονία έχει έναν απλό και ευέλικτο ορισμό: “ένα σύστημα χρήσης γης στο οποίο τα δέντρα καλλιεργούνται σε συνδυασμό με τη γεωργία στην

ίδια γη” (Καν. 1305/2013). Αυτός ο ορισμός συμπληρώνεται από το άρθρο 4 του Καταστατικού της EURAF: “Οι αγροδασικές πρακτικές περιλαμβάνουν όλες τις μορφές ένωσης δέντρων και καλλιεργειών (δασογεωργικά συστήματα) ή/και ζώων (δασολιβαδικά συστήματα) σε ένα αγροτεμάχιο γεωργικής γης, είτε στο εσωτερικό του αγροτεμάχιου ή στις άκρες του (φράκτες)”. Τα κράτη μέλη συνόψισαν επί-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 257 –

Gerry Lawson | Αγροδασοπονία στην Πράσινη Συμφωνία

σης τους ορισμούς τους για την αγροδασοπονία και αυτοί παρατίθενται στο φυλλάδιο πολιτικής EURAF #22. Ο ορισμός που παρέχεται στο Ελληνικό Στρατηγικό

Σχέδιο ΚΑΠ (ενότητα 2.1.2.1) είναι: “Τα αγροδασικά συστήματα είναι συστήματα με

διάσπαρτα δέντρα ή δέντρα σε σειρές ή στα περιθώρια των αγρών. Μπορούν να

είναι είτε δασικά δέντρα (βελανιδιές, πεύκα, λεύκες, κυπαρίσσια), είτε οπωροφόρα

δέντρα (εσπεριδοειδή, μηλιές και οπωροφόρα δέντρα) ακακίες, ελιές, χαρουπιές

και μαστιχόδεντρα. Μπορούν να συνδυαστούν με την καλλιέργεια δημητριακών, κηπευτικών, σανοδοτικών φυτών ή/και βόσκηση. Τα δέντρα, αν φυτεύονται σε

σειρές, θα πρέπει να έχουν ελάχιστη απόσταση 10 μέτρων μεταξύ των σειρών, η απόσταση μεταξύ των δέντρων της ίδιας σειράς πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 4

μέτρα. Τα δέντρα μπορεί επίσης να υπάρχουν στα όρια του χωραφιού με τη μορφή

ζωντανού φράχτη για την προστασία της γεωργικής καλλιέργειας από τον άνεμο

και για τη δημιουργία μιας ζώνης που θα υποστηρίζει την άγρια ζωή. Ο μέγιστος

αριθμός δέντρων είναι 250 δέντρα ανά εκτάριο. Η αγροδασοπονία περιλαμβάνει

επίσης μερικώς δασοσκεπείς εκτάσεις (αραιά δάση) με δενδρώδη κάλυψη έως και 40% και υπόροφο με ποώδη και ξυλώδη βλάστηση. Στην περίπτωση αυτή η ελάχιστη πυκνότητα δέντρων μπορεί να είναι 5 δέντρα/στρέμμα και η μέγιστη 40 δέντρα/στρέμμα ανάλογα με την κλίση, τα είδη δέντρων και τις κλιματικές συνθήκες.

© Κώστας Ζήσης Ι Μαντούδι, Εύβοια

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 258 –

Gerry Lawson | Αγροδασοπονία στην Πράσινη Συμφωνία

Η ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑΣ

Στον πίνακα 2 έχει προταθεί από την EURAF μια ταξινόμηση των αγροδασικών

συστημάτων στα κράτη-μέλη για χρήση στην παρακολούθηση της ΚΑΠ ως μέρος

του Ολοκληρωμένου Συστήματος Διαχείρισης και Ελέγχου (ΟΣΔΕ), στο πλαίσιο του

οποίου γίνονται οι ετήσιες δηλώσεις καλλιέργειας – εκτροφής από όλους τους

γεωργούς και κτηνοτρόφους της χώρας.

Πίνακας 2: Τύποι αγροδασικών συστημάτων που προτείνονται από τους Dupraz et al. (2018) και Mosquera Losada et al. (2017).

ΘΕΣΗ ΔΕΝΔΡΩΝ

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

Δασολιβαδικά1. Δασολίβαδα

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΓΗΣ

9. Βοσκόμενες μερικώς δασοσκεπείς εκτάσεις ή δασολίβαδα

Δασογεωργικά

Δένδρα μέσα στο χωράφι

2. Καλλιέργειες με σειρές δένδρων

3. Καλλιέργειες με αποψιλωτικά διαχειριζόμενες σειρές δένδρων

4. Πολυώροφοι δενδρόκηποι

10. Πολυώροφα δασικά πάρκα

Δένδρα στις παρυφές των χωραφιών

Δένδρα σε οικισμούς

Οπωρώνες

Αγροδασολιβαδικά

Δενδρώδη τοπιακά χαρακτηριστικά (προστατευόμενα από τους κανόνες ενισχυμένης αιρεσιμότητας της ΚΑΠ)

5. Συγκαλλιεργούμενοι οπωρώνες

6. Βοσκόμενοι οπωρώνες

7. Δενδρώδεις καλλιέργειες

που εναλλάσσουν συγκομιδή γεωργικών φυτών και βόσκηση

8. Δενδρώδη χαρακτηριστικά τοπίου (π.χ. φυτοφράχτες, διάσπαρτα μεμονωμένα δένδρα, δένδρα σε γραμμές ή σε μικρές συστάδες)

Αγροδασικά πόλεωνΚήποι οικιών, περιβόλια κ.λπ.

Η τυπολογία αυτή επικεντρώνεται στο γεγονός, ότι όλοι οι “ενεργοί αγρότες”

στην ΕΕ πρέπει να συμπληρώνουν ετήσια επιστροφή ΟΣΔΕ για τις χρήσεις γης και

τις καλλιέργειες στα χωράφια τους. Πρέπει να ελέγχουν τα όρια της “δηλωμένης

περιοχής” τους χρησιμοποιώντας το ηλεκτρονικό Σύστημα Αναγνώρισης Αγροτε-

μαχίων (LPIS), εμφανίζοντας χαρακτηριστικά τοπίου - συμπεριλαμβανομένων των

δέντρων και των φραχτών. Οι συστάσεις της EURAF είναι:

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 259 –
Γεωργική γηΔασική γη

1. Στη νέα ΚΑΠ, αρχής γενομένης από το 2023, οι δέκα αγροδασικές πρακτικές

που αναφέρονται παραπάνω θα πρέπει να συμπεριληφθούν ως κωδικοί στο

σύστημα IACS/LPIS και οι 8 πρακτικές στη γεωργική γη θα πρέπει να υπολογί-

ζονται ως μέρος των χαρακτηριστικών τοπίου του προτύπου ΚΓΠΚ 8.

2. Τα χαρακτηριστικά του τοπίου θα πρέπει να επισημαίνονται κεντρικά από τα

κράτη μέλη στις ορθοφωτογραφίες του LPIS και να ζητείται από τους αγρότες

να ελέγχουν τις περιοχές ετησίως. Οι αγρότες πρέπει να καθησυχάζονται ότι τα

χαρακτηριστικά τοπίου είναι πάντα πλήρως επιλέξιμα για βασικές πληρωμές.

ΕΤΎΜΗΓΟΡΙΑ ΓΙΑ

Παρά τις ενθαρρυντικές συμβουλές που έδωσε η Επιτροπή στα κράτη μέλη στο

πλαίσιο της Στρατηγικής για την Πράσινη Συμφωνία και τη Βιοποικιλότητα, εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη απροθυμία στα Υπουργεία Γεωργίας να εφαρμόσουν

τις επιλογές αγροδασοπονίας. Η πρόσφατη ανάλυση των στρατηγικών σχεδίων

της ΚΑΠ (Lawson and De Boeck 2023) δείχνει ότι λίγα κράτη μέλη έχουν υιοθετή-

σει αγροδασοπονικά μέτρα σε σημαντική κλίμακα στον Πυλώνα Ι ή στον Πυλώνα ΙΙ

της ΚΑΠ. Μια ανάλυση των χαρακτηριστικών τοπίου στα 28 Στρατηγικά Σχέδια της

ΕΕ δείχνει ότι δεν έχουν επιλέξει όλες οι χώρες να καταγράφουν χαρακτηριστικά

που βασίζονται σε δέντρα (Πίνακας 3) όπως: φράκτες ή ξυλώδεις λωρίδες (20), δέντρα στη σειρά (21), δέντρα σε ομάδες (24), μεμονωμένα δέντρα (19) και λωρίδες

δάσους (7).

Gerry Lawson | Αγροδασοπονία στην Πράσινη Συμφωνία © Κώστας Ζήσης Ι Οικισμός Βίκος, Ιωάννινα

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 260 –
ΤΗΝ ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΣΎΜΦΩΝΙΑ

στην Πράσινη Συμφωνία

Πίνακας 3: Στοιχεία χαρακτηριστικών του τοπίου και μη παραγωγικές περιοχές

(συμπεριλαμβανομένων αριθμών επιμέρους στοιχείων) που επιλέχθηκαν στα

στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ των κρατών μελών.

Οι ημι-εμπιστευτικές στατιστικές παρακολούθησης για την προηγούμενη ΚΑΠ δείχνουν επίσης πολύ απογοητευτική εκπλήρωση προηγούμενων υποσχέσεων τόσο

για τη δάσωση (Μέτρο 8.1) όσο και για την αγροδασοπονία (Μέτρο 8.2). Αναλήφθηκαν δεσμεύσεις για φύτευση 600.000 εκταρίων νέου δάσους την περίοδο 20152020 και μέχρι τον Φεβρουάριο του 2023 καταγράφηκαν μόνο 20.000 εκτάρια φύτευσης. Αναλήφθηκαν δεσμεύσεις για τη δημιουργία 74.000 εκταρίων νέων αγροδασικών συστημάτων την ίδια περίοδο, και μέχρι τον Φεβρουάριο του 2023

είχαν επιτευχθεί μόνο 4.000 εκτάρια. Αν και θα φυτευτούν περισσότερα τα επόμενα χρόνια καθώς θα ολοκληρωθεί η ΚΑΠ 2015-23, αυτά τα στατιστικά στοιχεία

καταδεικνύουν την αδυναμία των κρατών μελών να λάβουν σοβαρά υπόψη τους δικούς τους δασικούς και αγροδασικούς στόχους. Η αποτυχία επίτευξης αυτών των στόχων φύτευσης θα επηρεάσει επίσης αρνητικά την ικανότητα των κρατών μελών να επιτύχουν τους στόχους LULUCF για το 2030.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 261 –
Gerry Lawson | Αγροδασοπονία

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΎΓΕΙΑ ΤΟΎ ΕΔΑΦΟΎΣ

ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΡΟΔΑΣΟΠΟΝΙΑ

Πάνος Πανάγος

Επιστημονικός Υπεύθυνος

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Κοινό Κέντρο Ερευνών, Ispra, Ιταλία Panos.PANAGOS@ec.europa.eu © Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Υπεραιωνόβια χνοώδης βαλανιδιά στο οροπέδιο Ντουργοβίτσα Ξηρομέρου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής
Autor | Chapter Title – 262 –
αλλαγής

α εδάφη παρέχουν κρίσιμες οικοσυστημικές υπηρεσίες, όπως η παροχή

τροφής, η δέσμευση άνθρακα και ο καθαρισμός του νερού. Το έδαφος

είναι η μεγαλύτερη χερσαία δεξαμενή άνθρακα, φιλοξενεί περισσότερο

από το 25% του συνόλου της βιοποικιλότητας και παρέχει το 95-99% της τρο-

φής σε 8 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Είναι ένας εύθραυστος και μη ανανεώσιμος

πόρος που απειλείται σε όλη την Ευρώπη και παγκοσμίως. Χρειάζονται 100-500

χρόνια για να “δημιουργηθεί” 1 εκατοστό χώματος λόγω της ατμοσφαιρικής ενα-

πόθεσης, αν και αυτό μπορεί να χαθεί σε λίγα λεπτά κατά τη διάρκεια μιας ισχυρής

καταιγίδας. Οι κύριοι παράγοντες υποβάθμισης του εδάφους στην Ευρώπη είναι

οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η εντατική γεωργία, η αποστράγγιση και η

ρύπανση.

Περίπου το 60-70% των εδαφών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι υποβαθμισμένα.

Οι κύριες απειλές για τα εδάφη περιλαμβάνουν: διάβρωση του εδάφους, μείωση

της οργανικής τους ύλης, συμπίεση του εδάφους, αλάτωση, μείωση της εδαφικής

βιοποικιλότητας, σφράγιση του εδάφους, κατολισθήσεις, οξίνιση, απώλεια θρεπτι-

κών στοιχείων και μόλυνση του εδάφους. Ο ορισμός της στεγανοποίησης του εδάφους αναφέρεται στην καταστροφή ή κάλυψη του εδάφους από ένα αδιαπέρασο υλικό. Η απώλεια του εδάφους από τη διάβρωση του νερού είναι μια σημαντική

απειλή στην ΕΕ, καθώς το 24% της γης έχει μη βιώσιμους ρυθμούς διάβρωσης του

εδάφους (>2 τόνους ανά εκτάριο και έτος) με μέσο ρυθμό διάβρωσης στους 2,45

τόνους ανά εκτάριο και έτος. Επιπλέον, η αιολική διάβρωση παρουσιάζει μέσο

ρυθμό 0,53 τόνους ανά εκτάριο και έτος σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Ένας ρυθμός

απώλειας εδάφους περίπου 12 τόνων ανά εκτάριο ετησίως είναι ίσος με απώλεια

1 χιλιοστού επιφάνειας εδάφους.

Η μέση περιεκτικότητα του εδάφους σε οργανικό άνθρακα στα εδάφη της ΕΕ είναι μικρότερη από 5%, ενώ οι μεσογειακές περιοχές έχουν εξαιρετικά χαμηλή περιεκτικότητα σε άνθρακα (περίπου 1%). Επιπλέον, η σφράγιση του εδάφους αποτελεί απειλή για τα εδάφη της ΕΕ καθώς ο ρυθμός κατάληψης γης είναι περίπου 539 km² ετησίως (περίοδος 2012-2018). Η απώλεια γεωργικής γης υψηλής αξίας

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 263 –Πάνος Πανάγος | Πολιτικές της ΕΕ για την υγεία του εδάφους και την αγροδασοπονία
Τ

Πάνος Πανάγος | Πολιτικές της ΕΕ για την υγεία του εδάφους και την αγροδασοπονία

αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τη μελλοντική επισιτιστική ασφάλεια, καθώς η

κατάληψη γης μπορεί να μεταφραστεί σε πιθανές απώλειες καλλιεργειών. Όσον

αφορά τη συμπίεση του εδάφους, το 23% της γης στην ΕΕ έχει εξαιρετικά υψηλές

πυκνότητες εδάφους (γραμμάρια ανά κυβικό εκατοστό). Όσον αφορά τη μόλυνση

σε τοπικό επίπεδο και για μια μεγαλύτερη έκταση που περιλαμβάνει τόσο τις χώ-

ρες της ΕΕ όσο και 12 γειτονικές χώρες, το Κοινό Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ / Joint Research Centre - JRC) ανέφερε περίπου 2,8 εκατομμύρια πιθανώς μολυσμένους

τέτοιους χώρους. Το κόστος υποβάθμισης της γης στην ΕΕ εκτιμάται σε περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.

Δεδομένου του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος έως το 2050, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μια σειρά ανακοινώσεων πολιτικής για μια πιο πράσινη Ευρώπη. Το 2020, παρουσιάστηκε έτσι μια φιλόδοξη δέσμη μέτρων στο πλαίσιο των διαφόρων στρατηγικών της ΕΕ, όπως η

“Στρατηγικής για τη Βιοποικιλότητα 2030”, αυτή που ονομάζεται “Από το αγρόκτη-

μα στο Πιάτο” και η “Στρατηγική για τη Βιωσιμότητα των Χημικών Προϊόντων”, κα-

θώς και το Σχέδιο Δράσης για την Κυκλική Οικονομία και ο Ευρωπαϊκός Νόμος για το Κλίμα που περιλαμβάνει δράσεις για την προστασία των εδαφών. Το 2021, ακο-

λούθησαν το πακέτο “Fit for 55” (σημ. το σχέδιο της ΕΕ για την πράσινη μετάβαση),

το “Σχέδιο Δράσης για τη Μηδενική Ρύπανση” και η “Ευρωπαϊκή Στρατηγική για το Έδαφος έως το 2030”. Όλες αυτές οι πολιτικές περιλαμβάνουν διατάξεις σχετικές

με τα εδάφη για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της Πράσινης Συμφωνίας

της ΕΕ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα προτείνει νόμο για την υγεία του εδάφους το 2023. Ένα τέτοιο νομικό πλαίσιο θα συμβάλει στην παροχή προστασίας γιας τα

εδάφη στο ίδιο επίπεδο προστασίας όπως με το νερό και τον αέρα και θα βελτιώ-

σει ριζικά την κατάστασή τους για την καλύτερη παροχή των οικοσυστημικών τους υπηρεσιών στις οποίες βασιζόμαστε.

Κατά την τελευταία δεκαετία, η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) της Ευρωπαϊκής

Ένωσης εισήγαγε μέτρα διατήρησης για τη μείωση της διάβρωσης και την ενίσχυση του οργανικού άνθρακα του εδάφους. Μεταξύ των σημαντικότερων μέτρων

για τη διατήρηση του εδάφους, οι επιστήμονες προτείνουν “συντηρητικό / μειωμένο όργωμα”, προστατευτικές καλλιέργειες με χλωρή κάλυψη, ακαλλιέργητες

λωρίδες στα περιθώρια των χωραφιών, αναβαθμίδες, αμειψισπορά, συντήρηση

φυτικών υπολειμμάτων και καλλιέργεια κατά μήκος των χωροσταθμικών.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 264 –

Πάνος Πανάγος | Πολιτικές της ΕΕ για την υγεία του εδάφους και την αγροδασοπονία

Η αγροδασοπονία είναι ένας συνδυασμός δέντρων και λιβαδιών ή δέντρων και καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Είναι μια πολύ αρχαία γεωργική πρακτική που εξακολουθεί

να εφαρμόζεται ευρέως σε ορισμένες χώρες της ΕΕ και κερδίζει ξανά μεγάλο ενδι-

αφέρον λόγω των πολλών οικονομικών και περιβαλλοντικών πλεονεκτημάτων της.

Είναι ένα δυναμικό σύστημα που συνδυάζει δέντρα, καλλιέργειες και/ή ζώα στην

ίδια έκταση γης σε κάποια μορφή χωρικής διάταξης ή χρονικής ακολουθίας. Η αγροδασοπονία μπορεί να συμβάλει στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, καθώς περιλαμβάνει περισσότερη βιομάζα από τη συμβατική γεωργία και μπορεί να αποθηκεύσει περισσότερο άνθρακα στα φυτά και στο έδαφος. Οι αγροδασικές πρακτικές μπορούν να συμβάλουν στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή: η σκιά που παρέχουν τα δέντρα βοηθά να διατηρείται υπό έλεγχο το τοπικό μικροκλίμα συγκρατώντας το νερό στο έδαφος. Ενισχύουν επίσης τη βιοποικιλότητα παρέχοντας τροφή, καταφύγιο και βιότοπο σε πτηνά, έντομα και θηλαστικά. Σε σχέση με τη βιοποικιλότητα του εδάφους, η αγροδασοπονία διατηρεί και αποκαθιστά το φυτικό έδαφος με τους οργανισμούς (γαιοσκώληκες, έντομα) και τα θρεπτικά συστατικά του.

Η αγροδασοπονία επισημαίνεται θετικά σε πολλά ευρήματα της βιβλιογραφίας και έχει αρχίσει να αναφέρεται σε ορισμένα πλαίσια πολιτικής της ΕΕ (Κοινή Αγροτι-

κή Πολιτική, Νόμος για την Αποκατάσταση της Φύσης). Τα τελευταία 10 χρόνια η

γεωργοδασοπονία έχει περιγρaφεί ως βιώσιμη πρακτική ή συνιστάται ως επιλέξιμη δραστηριότητα σε περισσότερες από 20 στρατηγικές της ΕΕ, κοινοβουλευτικά

ψηφίσματα και κανονισμούς. Στη νέα ΚΑΠ, νέα αγροδασοπονικά συστήματα (όπου

δέντρα και γεωργικές καλλιέργειες ή βοσκοτόπια καταλαμβάνουν την ίδια γη) μπορούν να θεωρηθούν ως μέτρα χρηματοδοτούμενα για τη δασοπονία.

Παρά τα αδιαμφισβήτητα οφέλη της, η αγροδασοπονία εξακολουθεί να είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη στους εθνικούς/περιφερειακούς φορείς χάραξης πολιτικής. Ως εκ τούτου, τα στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ που προτείνονται από τα 27

κράτη μέλη θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν περισσότερα αγροδασοπονικά μέτρα. Τέτοιες εφαρμογές αγροδασοπονίας μπορούν να μειώσουν την απώλεια εδάφους και την έκπλυση θρεπτικών ουσιών, να βελτιώσουν την ανθεκτικότητα των

αγροκτημάτων σε περίπτωση ακραίων συνθηκών (π.χ. πλημμύρες, καύσωνες) και γενικά να βελτιώσουν την υγεία του εδάφους. Είναι ευθύνη των κρατών μελών να προτείνουν αγροδασοπονικά μέτρα στα εθνικά τους στρατηγικά σχέδια της ΚΑΠ, για πραγματική εφαρμογή από το 2024.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 265 –

Οι προτεραιότητες

για την ανάκαμψη του

αγροδασικού τομέα

στην Ελλάδα

Λέξεις κλειδιά: αγροδασικά συστήματα, στρατηγικό Σχέδιο ΚΑΠ, ecoschemes, προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου

Γιώργος Βλάχος Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ιερά Οδός 75, 11855 Αθήνα gvlahos@aua.gr

© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Θεσσαλία, μεταξύ Φαρσάλων-Βελεστίνου

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ

ΑΝΑΠΤΎΞΗ

Hαναγκαιότητα της διατήρησης ή και επέκτασης των αγροδασικών συστημάτων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει τεκμηριωθεί εδώ και αρκετά χρόνια. Παράλληλα με αυτήν τη συζήτηση, ήδη από

τη δεκαετία του 1990, τονίζεται όλο και

πιο συχνά αλλά και επιτακτικά η σημα-

σία που αποδίδεται σε γεωργικές πρα-

κτικές, χρήσεις γης και συστήματα που

ταυτόχρονα με την παραγωγή αγαθών-

διακρίνονται λόγω της συνεισφοράς

τους στην παροχή περιβαλλοντικών

Η σημασία των αγροδασικών

συστημάτων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη είναι πλήρως τεκμηριωμένη

υπηρεσιών όπως π.χ. στην προστασία της βιοποικιλότητας (Bignal and McCracken 1996) και τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως υψηλής αξίας για τη φύση (High Nature

Value Systems HNV). Οι πιέσεις σε αυτά τα συστήματα ήταν δύο ειδών. Από τη

μια μεριά η εντατικοποίηση, δηλαδή η αλλαγή των πρακτικών και των χρήσεων

που τους προσδίδουν φιλοπεριβαλλοντικά χαρακτηριστικά, προς κατευθύνσεις πιο

κοντά στο κυρίαρχο μοντέλο της μεγιστοποίησης των αποδόσεων, αλλά και, σε άλ-

λες περιπτώσεις, της σταδιακής εγκατάλειψης της γεωργικής δραστηριότητας με

εξίσου βλαπτικές συνέπειες για τη φύση και το περιβάλλον. Απτά σημάδια και για

τις δύο αυτές απειλές μπορούσαν να διακριθούν σε όλες σχεδόν της χώρες της ΕΕ

και στη χώρα μας.

Πέραν του γεγονότος όμως ότι τα αγροδασικά και τα HNV συστήματα στις πλείστες περιπτώσεις ταυτίζονται, έχουν και άλλο ένα κοινό σημείο. Και αυτό ήταν

ότι οι σχετικές με την αναγκαιότητα διατήρησής τους συζητήσεις περιορίζονταν στους επιστημονικούς κύκλους, με μικρή ανταπόκριση από τους διαμορφωτές πολιτικής, ειδικά στα κατώτερα επίπεδα της διαμόρφωσης πολιτικής (Andersen et al. 2004). Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι, από την μεριά της περιβαλλοντικής πολιτικής, η έντονη ανησυχία για την επιτυχή έκβαση του εγχειρήματος του ευρωπαϊκού δικτύου προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000, αλλά και των αντίστοιχων εθνικών πρωτοβουλιών, άφηνε σχετικά περιορισμένο περιθώριο για ενασχόληση

με συστήματα που, ενώ αναγνωριζόταν η σημασία τους για τη φύση σε πολλές

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 267 –Γιώργος Βλάχος | Οι προτεραιότητες για την ανάκαμψη του αγροδασικού τομέα στην Ελλάδα

Γιώργος Βλάχος | Οι προτεραιότητες για την ανάκαμψη του αγροδασικού τομέα στην Ελλάδα

περιπτώσεις, ήταν σε χαμηλότερη προτεραιότητα σε σχέση με τα κυρίως επίδικα, δηλαδή τις προστατευόμενες περιοχές και τα προστατευτέα αντικείμενα. Η ιεράρχηση αυτή από την πλευρά των περιβαλλοντικών αρχών φαίνεται να επηρέασε

σημαντικά και τις συζητήσεις συνδιαμόρφωσης της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης. Από την άλλη πλευρά, αυτήν του μηχανισμού διαμόρφωσης της αγροτικής πολιτικής και πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης, φαίνεται ότι υπήρχε αφενός μεν μια διστακτικότητα να προωθηθούν μέτρα για τα αγροδασικά συστήματα ακριβώς λόγω της “δισυπόστατης” φύσης τους και αφ’ ετέρου, μια αμυντική στάση λόγω του

φόβου για επέκταση της προστασίας, και συνεπώς απόσυρση από την παραγωγι-

κή διαδικασία και άλλων γεωργικών εκτάσεων, περάν αυτών που “δεσμεύονταν”

μέσω του δικτύου NATURA.

Ένας άλλος παράγοντας που επιβράδυνε τη συμπερίληψη της διατήρησης των

αγροδασικών συστημάτων στον σχεδιασμό της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης

ήταν ο ιδιαίτερα περιοριστικός όρος που περιέχεται στο παράρτημα 2 της συνθή-

κης ίδρυσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), που αφορά στη γεωρ-

γία και τη στήριξη που παρέχεται στα γεωργικά προϊόντα μέσω περιβαλλοντικών

προγραμμάτων. Σύμφωνα με αυτόν τον όρο, για να είναι δυνατή η συμπερίληψη

οποιασδήποτε μορφής φιλοπεριβαλλοντικής στήριξης σε παραγωγούς στο “πράσινο” κουτί, δηλαδή σε αυτήν την κατηγορία ενισχύσεων που δεν παραβιάζουν τη

συμφωνία, και συνεπώς δεν επιφέρουν εμπορικά αντίποινα, πρέπει να συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις:

α) η ενίσχυση να δίνεται ως μέρος κυβερνητικού προγράμματος,

β) να τεκμηριώνεται η σύνδεση της ενισχυόμενης πρακτικής με την προστασία

του περιβάλλοντος, και

γ) ο υπολογισμός της ενίσχυσης να γίνεται αυστηρά βάσει του απωλεσθέντος εισοδήματος ή/και του αυξημένου κόστους που υφίσταται ο παραγωγός λόγω της εφαρμογής της συγκεκριμένης πρακτικής.

Ευνόητο είναι, ότι η τελευταία προϋπόθεση που προέτρεπε προς την επιδίωξη

αλλαγών στις πρακτικές και τα συστήματα, άφηνε ελάχιστα περιθώρια στους διαμορφωτές της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης να ενισχύσουν τη διατήρηση παραδοσιακών ή εκτατικών συστημάτων και πρακτικών. Αλλά ακόμα και στις περιπτώσεις που με την επίκληση του κινδύνου ανεπιθύμητων αλλαγών, λόγω έλλειψης μέτρων, ήταν δυνατόν να προταθούν μέτρα διατήρησης, υπήρχε μια αρνητική στά-

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 268 –

Γιώργος

ση ειδικά από τους εφαρμοστές της πολιτικής που θεωρούσαν ότι η ενίσχυση της

συνέχισης μιας πρακτικής δεν δικαιολογείται αφού δεν θα έκανε τίποτα ο παραγωγός. Γι’αυτόν άλλωστε το λόγο και η

πρόβλεψη για ενίσχυση των αγροδασι-

κών συστημάτων κατά την προγραμματική περίοδο 2014-2020 αφορούσε

στην εγκατάσταση νέων αγροδασικών

συστημάτων και όχι στη διατήρηση.

Δυστυχώς το σχετικό μέτρο ούτε καν

προκηρύχθηκε κατά τη διάρκεια της

προγραμματικής περιόδου.

Μέτρα πολιτικής είτε αγροτικής είτε περιβαλλοντικής για τη προστασία

απ’όλους

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΎ 2023-2027

Η κατάσταση άλλαξε άρδην κατά την προγραμματική περίοδο 2023-2027. Αυτό

έγινε με δύο επιλογές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η πρώτη ήταν η απόφαση για

ένα 25% των πόρων που προορίζονταν για τις άμεσες αποσυνδεδεμένες ενισχύ-

σεις να κατευθύνεται σε μια νέα κατηγορία ενισχύσεων, τα προγράμματα για το

κλίμα και το περιβάλλον (ecoschemes), τα οποία θα είναι ετήσια και θα δίνονται

με τη μορφή πρόσθετης άμεσης ενίσχυσης υπό την προϋπόθεση ότι θα καλύπτουν τουλάχιστον δύο από τους παρακάτω τομείς:

α) μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από γεωργικές πρακτικές, καθώς και διατήρηση των υφιστάμενων δεξαμενών άνθρακα και ενίσχυση της δέσμευσης του άνθρακα,

β) προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, συμπεριλαμβανομένων των δράσεων για

τη βελτίωση της ανθεκτικότητας των συστημάτων παραγωγής τροφίμων και

της ποικιλότητας των ζώων και των φυτών για μεγαλύτερη ανθεκτικότητα

στις ασθένειες και την κλιματική αλλαγή, γ) προστασία ή βελτίωση της ποιότητας των υδάτων και μείωση της πίεσης στους

υδάτινους πόρους,

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 269 –
Βλάχος | Οι προτεραιότητες για την ανάκαμψη του αγροδασικού τομέα στην Ελλάδα
τους δεν έχουν ληφθεί στη χώρα μας παρά την αναγνωρισμένη
αξία τους και
τις εκκλήσεις του επιστημονικού κόσμου

Γιώργος Βλάχος | Οι προτεραιότητες για την ανάκαμψη του αγροδασικού τομέα στην Ελλάδα

δ) πρόληψη της υποβάθμισης του εδάφους, αποκατάσταση του εδάφους, βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους και της διαχείρισης των θρεπτικών στοιχείων και των ζώντων οργανισμών του εδάφους,

ε) προστασία της βιοποικιλότητας και διατήρηση ή αποκατάσταση οικοτόπων ή

ειδών, συμπεριλαμβανομένης της διατήρησης και της δημιουργίας χαρακτηριστικών τοπίου ή μη παραγωγικών εκτάσεων,

στ) δράσεις για τη βιώσιμη και μειωμένη χρήση φυτοφαρμάκων, ιδίως φυτοφαρμάκων που παρουσιάζουν κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία ή τη βιοποικιλότητα, και

ζ) δράσεις για τη βελτίωση της διαβίωσης των ζώων και την καταπολέμηση της μικροβιακής αντοχής (Καν 2115/2021).

Η δεύτερη κρίσιμη απόφαση της ΕΕ ήταν ότι δόθηκε η δυνατότητα στα Κράτη

Μέλη είτε να επιλέξουν τον αυστηρό κανόνα του ΠΟΕ για τον υπολογισμό των

πληρωμών, είτε να ισχυριστούν ότι τα προγράμματα για το κλίμα και το περιβάλλον είναι ενισχύσεις που δεν προκαλούν στρεβλώσεις στην αγορά, αφού είναι πλήρως αποσυνδεδεμένες από τις παραγόμενες ποσότητες, τις τιμές και τους συντε-

λεστές παραγωγής, έτσι ώστε να συμπεριληφθούν στο “πράσινο κουτί” του ΠΟΕ.

Πέραν αυτών, η διατήρηση των αγροδασικών συστημάτων περιλαμβανόταν στις

ενδεικτικά προτεινόμενες από την ΕΕ σχετικές δράσεις (EC, 2021α), αλλά και στις

συστάσεις της Επιτροπής στην Ελλάδα για το στρατηγικό σχέδιο της ΚΑΠ, όπου τονιζόταν το γεγονός ότι το ποσοστό των γεωργικών εκτάσεων της χώρας που

χαρακτηρίζονται από την έντονη παρουσία στοιχείων του τοπίου ήταν ελάχιστο, γεγονός που καθιστούσε απαραίτητη τη λήψη σχετικών μέτρων (EC, 2021β).

Έγινε λοιπόν δυνατή η συμπερίληψη της διατήρησης των αγροδασικών συστημάτων στα προγράμματα για το κλίμα και το περιβάλλον (ecoschemes) ως Π1-31.5

- Βελτίωση αγροδασικών οικοσυστημάτων, πλούσιων σε στοιχεία του τοπίου.

παρέμβαση αυτή αφορούσε τις εκτάσεις ετήσιων καλλιεργειών, όπου βρίσκονται είτε δασικά (δρύες, πεύκα, λεύκες, κυπαρίσσια), είτε καρποφόρα/παραγωγικά δέντρα (εσπεριδοειδή, μηλοειδή και πυρηνόκαρπα, ακρόδρυα, ελιές, χαρουπιές και μαστιχόδενδρα), διάσπαρτα, σε σειρές ή στα περιθώρια, αλλά και σε εκτάσεις εκτατικά καλλιεργούμενων δενδρωδών, στις οποίες καλλιεργούνται ετήσια φυτά.

Επίσης η παρέμβαση αφορά και σε μερικώς δασοσκεπείς εκτάσεις (αραιά δάση)

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 270 –
Η

Γιώργος Βλάχος | Οι προτεραιότητες για την ανάκαμψη του αγροδασικού τομέα στην Ελλάδα

βοσκοτόπων με κάλυψη δένδρων μέχρι 40% και υπόροφο με ποώδη ή ξυλώδη

βλάστηση. Η ενίσχυση προβλέπεται να φτάνει στα 100 € ανά εκτάριο εντασσόμενης έκτασης. Οι υποχρεώσεις των παραγωγών περιλαμβάνουν καταρχάς τη

συστηματική φροντίδα των εκτάσεων αυτών, ήτοι τον καθαρισμό των δένδρων

και των θάμνων και τη μη χρήση συνθετικών φυτοπροστατευτικών προϊό-

ντων. Στις περιπτώσεις που βόσκονται,

υπάρχει η υποχρέωση για ελεγχόμε-

νη βόσκηση. Τέλος, οι παραγωγοί για

να λάβουν την ενίσχυση θα πρέπει να

απομακρύνουν τα ξενικά και εισβλητικά είδη δένδρων και θάμνων από την

επιλέξιμη έκταση που εφάπτεται των

αγροτεμαχίων κατά τη χειμερινή πε-

Οι αλλαγές στην αγροτική πολιτική

της ΕΕ και η επίμονη συνηγορία

της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχαν

σαν αποτέλεσμα να περιληφθεί

στο Στρατηγικό Σχέδιο της ΚΑΠ

μία παρέμβαση που έχει στόχο

τη διατήρηση των αγροδασικών

συστημάτων

ρίοδο. Για την ορθή εφαρμογή των προβλεπόμενων στην παρέμβαση θεωρείται

αναγκαία και ενισχύεται η κατάρτιση, εφαρμογή και παρακολούθηση σχεδίου διαχείρισης της φυτοπροστασίας και της βιοποικιλότητας, τόσο για τη φροντίδα των

δέντρων και των θάμνων και την απομάκρυνση των χωροκατακτητικών ειδών, όσο και για την πλήρη κατάργηση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ενίσχυση αυτή, ειδικά στους παραγωγούς που διαθέτουν πάνω από 10 εκτάρια ετήσιων καλλιεργειών, υπερβαίνει την υποχρέωση που

έχουν να διατηρήσουν στο 3 % της αρόσιμης γης που διαθέτουν μη παραγωγικές

εκτάσεις ή μη παραγωγικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της γης υπό αγρανάπαυση. Στα προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου περιλαμβάνονται αναβαθμίδες, τάφροι, υδατοσυλλογές, νησίδες στις οποίες διατηρείται άγρια ζωή, λόγω π.χ. του

βραχώδους της έκτασης, μονοπάτια, μικρά κτίσματα και φυτοφράκτες. Επίσης

ισχύει και η πλήρης απαγόρευση της κοπής φυτικών φρακτών και δένδρων κατά

την περίοδο αναπαραγωγής και εξάρτησης των πτηνών.

Οι ενισχυόμενες πρακτικές παρέχουν κίνητρο στους παραγωγούς, αφενός για να

συνεχίσουν τη γεωργική δραστηριότητα και να μην εγκαταλείψουν τη γη και αφ‘

ετέρου για να την βελτιώσουν ενεργά και βάσει σχεδίου με συγκεκριμένες πρα-

κτικές, όπως παύση της χρήσης φυτοπροστατευτικών, καθαρισμό, απομάκρυνση

χωροκατακτητικών ειδών, ελεγχόμενη βόσκηση κ.ά., με στόχο να διατηρήσουν τη βιοποικιλότητα και το τοπίο, αλλά και να ενισχύσουν την πρόληψη από πυρκαγιές

και την προστασία από τη διάβρωση.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 271 –
© Κώστας Ζήσης Ι Προκόπι, Εύβοια

Συμπεράσματα Προτάσεις

Ενότητα E
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Θεσσαλία, μεταξύ Φαρσάλων-Βελεστίνου

1. Τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε άλλες μεσογειακές και βαλκανικές χώρες, υπάρχει μεγάλη ποικιλία αγροδασικών συστημάτων που σχετίζονται με παραδοσιακές πρακτικές χρήσης της γης και συμβάλλουν στην ανθεκτικότητα της υπαίθρου, έναντι της κλιματικής αλλαγής και της κρίσης βιοποικιλότητας.

2. Η ανθεκτικότητα των αγροδασικών συστημάτων στον χρόνο οφείλεται στη βιοκοινωνική τους οντότητα, ως απόρροια της συνεχούς αλληλεπίδρασης φύσης

και πολιτισμού σε διάφορες κλίμακες χώρου και χρόνου, προσφέροντας εναλλακτικές πρακτικές διατήρησης και αειφορικής χρήσης των οικοσυστημάτων

για τη βιωσιμότητα των τοπικών κοινοτήτων.

3. Στην Ελλάδα, τα αγροδασικά συστήματα είναι στην πλειονότητά τους παραδο-

σιακά, συχνά με μακραίωνη ιστορία. Συνιστούν τους τρόπους με τους οποίους, σε παλαιότερες εποχές, ο άνθρωπος αξιοποιούσε τους διαθέσιμους φυσικούς

πόρους και αλληλοεπιδρούσε με το τοπικό περιβάλλον. Έτσι, σωρεύτηκε σταδι-

ακά η λεγόμενη “αυτόχθονη ανθρώπινη σοφία” ή αλλιώς “τοπική οικολογική

γνώση”, μια πολύτιμη πολιτιστική κληρονομιά εγγεγραμμένη συχνά στα αιω-

νόβια δέντρα, τους μόνους ζωντανούς οργανισμούς που μας συνδέουν με το

παρελθόν ενός τόπου.

4. Η προσαρμογή των γεωργικών, κτηνοτροφικών και δασοπονικών χρήσεων γης

στην κλιματική αλλαγή είναι συνυφασμένη με την ανάγκη αύξησης της ανθεκτι-

κότητάς τους. Έτσι, είναι κρίσιμο τα αγροδασικά συστήματα να διατηρηθούν

ως επιτυχημένα παραδείγματα προσαρμογής των ανθρώπινων κοινωνιών

στις διαρκείς κοινωνικο-οικολογικές και κλιματικές αλλαγές. Όχι όμως με μια

“μουσειακή” προσέγγιση, αλλά ως ενεργά οικολογικά και κοινωνικά εργαστήρια

εφαρμοσμένης πρακτικής και έρευνας, η οποία θα προσθέσει στην τοπική γνώση νέες διαστάσεις για να διατηρηθούν τα υφιστάμενα και για να δοκιμαστούν

νέα αγροδασικά συστήματα.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 275 –Συμπεράσματα - Προτάσεις Ι.
ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

5. Η διατήρηση αυτού του σύνθετου βιοκοινωνικού πλέγματος γνώσης για τη

διαχείριση της φύσης πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα των πολιτικών για

την ύπαιθρο, ιδιαίτερα εν όψει της συνεχιζόμενης εκροής του πληθυσμού προς

τις πόλεις και της εγκατάλειψης της παραγωγικής γης, συχνά μη βιώσιμης οικονομικά στο σύγχρονο διεθνές ανταγωνιστικό πλαίσιο, για τρόφιμα και πρώτες

ύλες. Άλλωστε, τα αγροδασικά συστήματα αποτελούν τους πολυτιμότερους

συμμάχους για την επίτευξη των περισσότερων Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης

του ΟΗΕ.

ΙΙ. ΑΠΕΙΛΕΣ

1. Τα αγροδασικά συστήματα και τοπία απειλούνται από δύο αντίθετες τάσεις,

από τη μια την εγκατάλειψη και από την άλλη την εντατικοποίηση της χρήσης

τους, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη μειωμένη παροχή οικοσυστημικών

υπηρεσιών, την υποβάθμιση και τελικά την εξαφάνισή τους. Ταυτόχρονα μια

επιπλέον απειλή είναι η αλλαγή χρήσης της γης, είτε μέσω της αστικοποίησης

/ επέκτασης οικισμών / διάσπαρτης δόμησης, είτε με χωροθέτηση και εγκατάσταση υποδομών μη σχετιζόμενων με αγροτικές δραστηριότητες (κυρίως

σταθμοί παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ΑΠΕ, βιομηχανικές εγκαταστάσεις, λατομεία, συγκοινωνιακά έργα, όπως οδοί ταχείας κυκλοφορίας κ.α.).

2. Η εγκατάλειψη της χρήσης των αγροδασικών συστημάτων και τοπίων οδηγεί σε παύση της γεωργικής καλλιέργειας ή/και της περιοδικής βόσκησης, με αποτέλεσμα τη διακοπή διαχείρισης των δέντρων, κυρίως των καλλιεργούμενων, και της υποβλάστησης, γεγονός που τα οδηγεί στη γήρανση και τελικά στη διάσπαση της ενεργούς δομής τους. Ακολουθεί η εισβολή αυτοφυών ή και ξενικών

ειδών λόγω της διαδοχής της βλάστησης, στην αρχή ποωδών και στη συνέχεια

ξυλωδών, καθώς και συχνά εύφλεκτων θάμνων με τελικό αποτέλεσμα τη με-

τατροπή τους σε πυκνό νεαρό δάσος, το οποίο σύμφωνα με τα νέα κλιματικά

μοντέλα, ιδιαίτερα στα ξηροθερμικά περιβάλλοντα, είναι εξαιρετικά ευάλωτο

στις δασικές πυρκαγιές.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 276 –Συμπεράσματα
Προτάσεις
-

3. Η εντατικοποίηση της χρήσης των αγροδασικών συστημάτων και τοπίων, αντίθετα, περιλαμβάνει την απομάκρυνση των δέντρων και των φυτοφρακτών, την παύση της περιοδικής βόσκησης και τη μετατροπή τους σε γεωργική μονοκαλλιέργεια που συχνά συνοδεύεται από εκτεταμένη χρήση αγροχημικών, τα οποία τελικά οδηγούν σε δραματική απώλεια της βιοποικιλότητας (ειδικά των επικονιαστών), υποβάθμιση των οικοσυστημικών υπηρεσιών, όπως και σε διάβρωση των εδαφών και, τέλος, σε ερημοποίηση

4. Ιδιαίτερα στα δασολιβαδικά συστήματα και τοπία, η εγκατάλειψη συνεπάγεται την υποβόσκηση ή την πλήρη διακοπή της βόσκησης αγροτικών ζώων με

αποτέλεσμα την πύκνωση της βλάστησης, την ομογενοποίηση του τοπίου και

την αύξηση του κινδύνου πυρκαγιών. Η εντατικοποίηση, αντίθετα, συχνά συ-

νοδεύεται από υπερβόσκηση, η οποία οδηγεί στην έκθεση του εδάφους στη

διάβρωση, στην αδυναμία φυσικής αναγέννησης των δέντρων και τελικά στην ερημοποίηση

5. Οι δύο αυτές αντίρροπες τάσεις (εντατικοποίηση – εγκατάλειψη) στη διαχείρι-

ση των αγροδασικών οικοσυστημάτων σήμερα, οδηγούν σε παρόμοια αποτέλεσμα αναφορικά με την επίδρασή τους στα ενδιαιτήματα των απειλούμενων

αγροτικών ειδών, ιδιαίτερα των πουλιών. Είτε με τις παρεμβάσεις εντατικοποί-

ησης, είτε λόγω της εγκατάλειψης, επέρχεται ομογενοποίηση του τοπίου και μείωση της μωσαϊκότητας μικροενδιαιτημάτων, που είναι και το κύριο και πο-

λυτιμότερο χαρακτηριστικό των αγροδασικών τοπίων, τόσο για τα πουλιά όσο

και γενικότερα για την ιδιαίτερη βιοποικιλότητά τους. Η απομάκρυνση μικρών

αλλά ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του τοπίου (δέντρα, ξερολιθιές κ.λπ.) μέσω

π.χ. αναδασμών ή η δάσωση των διάκενων, λόγω π.χ. εγκατάλειψης της βόσκησης, οδηγούν στην απώλεια κρασπέδων μεταξύ διαφορετικών ενδιαιτημάτων

(π.χ. δάσος - λιβάδι) και στη μείωση του οικοτόνου

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 277 –Συμπεράσματα - Προτάσεις

ΙΙΙ. ΕΝΑ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΑ

ΑΓΡΟΔΑΣΙΚΑ ΣΎΣΤΗΜΑΤΑ

1. Αναγνώριση της αγροδασοπονίας ως διακριτής χρήσης γης που απαιτεί χαρτογράφηση

Α) Η αγροδασοπονία αποτελεί ξεχωριστή χρήση γης σε σχέση με τη δασοπονία και τη συμβατική γεωργία. Και αυτό γιατί συνδυάζει ξυλώδη φυτά (κυρίως δέντρα) με γεωργική καλλιέργεια ή λιβαδική βλάστηση διαθέσιμη για βόσκηση από αγροτικά ή άγρια ζώα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία αγροδασικών πολυλειτουργικών συστημάτων.

Β) Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται και από το γεγονός, ότι στο ευρωπαϊκό σύστημα κάλυψης γης Corine, τα αγροδασικά συστήματα που αποκαλούνται “γεωργο-δασικές περιοχές” ταξινομούνται στις “ετερογενείς γεωργικές περιοχές”, που αποτελούν ξεχωριστή υποκατηγορία των “γεωργικών περιοχών”, ενώ δεν αναφέρονται στην κατηγορία “δάση και ημι-φυσικές περιοχές”. Επιπλέον, ο όρος “γεωργο-δασικές” περιοχές δεν είναι επαρκής καθώς αποκλείει αυτές στις οποίες περιλαμβάνεται και η βόσκηση.

Γ) Η έκταση που καταλαμβάνουν στη χώρα μας τα αγροδασικά συστήματα

στην Ελλάδα δεν είναι ακριβώς γνωστή, αλλά εκτιμάται ότι καλύπτουν είκοσι εκατομμύρια στρέμματα, από τα οποία 50% περίπου αποδίδονται στη γεωργική γη και τα υπόλοιπα στη δασική. Απαντούν σε όλη την Ελλάδα, κυρίως όμως σε ημιορεινές, ορεινές και νησιωτικές περιοχές.

Δ) Είναι πλέον απαραίτητο και επείγον οι περιοχές αυτές να χαρτογραφηθούν και στην Ελλάδα, ώστε να είναι δυνατή η διαμόρφωση εθνικών πολιτικών στήριξης και η καλύτερη αξιοποίηση των σχετικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Επιπλέον, η χαρτογραφική τεκμηρίωση θα δώσει ώθηση στη σαφή διάκρισή τους έναντι των άλλων χρήσεων γης και στην υιοθέτηση ορθών αγροδασικών πρακτικών από τους αγρότες και τους διαχειριστές γης.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 278 –Συμπεράσματα - Προτάσεις

2. Πολυμορφία και πολιτισμική αξία:

Α) Υπάρχει μεγάλη ποικιλία αγροδασικών συστημάτων με βάση τη δομή και

τη λειτουργία τους, ιδιαιτέρως σχετικά με το είδος του δέντρου, δασικού ή καλλιεργούμενου, που κυριαρχεί στον ανώροφο. Αυτά καταλαμβάνουν

εκτάσεις από τις παραθαλάσσιες περιοχές μέχρι τα δασοόρια των ορεινών περιοχών.

Β) Η συνύπαρξη αυτών των συστημάτων στον χώρο μαζί με άλλα φυσικά, γεωμορφολογικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά, οδηγεί στη δημιουργία πολύμορφων αγροδασικών τοπίων που αποτελούν κύριο γνώρισμα των πολιτισμικών τοπίων κάθε περιοχής. Είναι λοιπόν ανάγκη τα αγροδασικά συστήματα της χώρας να κατηγοριοποιηθούν και να ταξινομηθούν, ακολουθώντας κατάλληλη τυπολογία που θα λαμβάνει υπόψη και θα ενσωματώνει πλήρως τον βιοκοινωνικό τους χαρακτήρα. Η παραπάνω διαδικασία χαρτογράφησης είναι αναγκαία τόσο στο πλαίσιο εφαρμογής της “Διεθνούς Σύμβασης για το Τοπίο”, όσο και των δυνατοτήτων ώστε κάποια από αυτά να ενταχθούν στα “Παγκόσμια Σημαντικά Συστήματα Αγροτικής Κληρονομιάς”

του FAO.

Γ) Ιδιαίτερης πολιτισμικής αξίας είναι τα αγροδασικά τοπία σε αναβαθμίδες, σε πολλές ορεινές και νησιωτικές περιοχές της χώρας. Σε όλες τις περιπτώσεις, οι αναβαθμίδες αποτελούν ζωντανές “πράσινες υποδομές” απαραίτητες για την άμβλυνση ή και την αναχαίτηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, οπότε και χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη μέριμνα για τη διατήρηση και αποκατάστασή τους. Τούτο, ιδιαίτερα για τον νησιωτικό χώρο που απειλείται άμεσα από ερημοποίηση.

Δ) Στο Εθνικό Ευρετήριο Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (ΑΠΚ) της χώρας (ayla.culture.gr) είναι χαρακτηριστικό ότι η πλειονότητα των αγαθών που εγγράφονται σχετίζονται με την πολιτιστική κληρονομιά του αγροτικού χώρου. Η ΑΠΚ συνιστά ζωντανό πολιτισμικό φαινόμενο που αλλάζει, εξελίσσεται, μετασχηματίζεται, προσαρμόζεται και μεταβιβάζεται στις επόμενες γενεές παρακολουθώντας τους κοινωνικούς και πολιτισμικούς μετασχηματισμούς, συνδέεται στενά με την έννοια της κοινότητας και της βιωσιμότητας

και μπορεί να προσφέρει ένα επιπλέον εργαλείο για την ανάδειξη των αγροδασικών τοπίων της χώρας

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 279 –Συμπεράσματα - Προτάσεις

Συμπεράσματα - Προτάσεις

3. Βιοποικιλότητα – Εξειδικευμένοι στρατηγικοί στόχοι

Α) Τα αγροδασικά τοπία της Ελλάδας χαρακτηρίζονται από μεγάλη δομική και χωρική ετερογένεια, η οποία τα καθιστά ταυτόχρονα και παγκόσμια “θερμά σημεία” (hotspots), καθώς φιλοξενούν ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό της βιοποικιλότητας της μεσογειακής λεκάνης.

Β) Ο πλούτος των ειδών αφορά τόσο στο υπέργειο και στο υπόγειο τμήμα (έδαφος), όσο και στη χλωρίδα και την πανίδα. Ιδιαίτερα για την τελευταία, θα πρέπει να αναφερθεί η μεγάλη σημασία των αγροδασικών τοπίων για απειλούμενα είδη της Ευρώπης και του πλανήτη, όπως τα αρπακτικά πουλιά και τα είδη της ορνιθοπανίδας των αγροτικών εκτάσεων, οι νυχτερίδες, πολλά είδη εντόμων (όπως πεταλούδες, μέλισσες διάφοροι άλλοι επικονιαστές κ.ά.), τα θηλαστικά, τα αμφίβια και τα ερπετά. Οι πληθυσμοί και η κατανομή

πολλών από τα παραπάνω είδη μειώνονται ταχύτατα λόγω των δραματικών αλλαγών που συμβαίνουν στα αγροδασικά συστήματα (βλέπε παραπάνω στις απειλές). Σημαντικός παράγοντας πλούτου των ειδών είναι οι ξερολιθι-

κές αναβαθμίδες καθώς οι ίδιοι οι τοίχοι στηρίζουν στο εσωτερικό τους σημαντική ποικιλία μικροχλωρίδας και πανίδας. Επιπλέον τα αιωνόβια δέντρα στηρίζουν μια σειρά οργανισμών που τα χρησιμοποιούν ως ενδιαίτημα, ενώ

τέλος τα αγροδασικά συστήματα συντηρούν ιδιαίτερα ενεργή μικροπανίδα

σε όλο το προφίλ των εδαφών όπου απαντώνται.

Γ) Είναι επομένως απαραίτητο να διατυπώνονται σε όλα τα στρατηγικά κείμενα πολιτικής της ΕΕ εξειδικευμένοι γενικοί και ειδικοί σκοποί, καθώς και οριζόντια μέτρα και δράσεις, για τη βιοποικιλότητα των αγροδασικών τοπίων, π.χ. στη δεκαετή στρατηγική για τα δάση, στη διαχείριση και προστασία

των υδατικών πόρων, στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, στα περιφεριακά αναπτυξιακά σχέδια και στις τομεακές πολιτικές, στην κοινωνική συνοχή και στον τουρισμό.

4. Πολύτιμες οικοσυστημικές υπηρεσίες

Α) Τα αγροδασικά συστήματα προσφέρουν πολλές οικοσυστημικές υπηρεσίες

με ελάχιστες εισροές πέρα από την ανθρώπινη εργασία. Στις προμηθευτικές (provisioning) περιλαμβάνονται αγροτικά και δασικά προϊόντα, καθώς και βοσκήσιμη ύλη, τα οποία στηρίζονται στις αρχές της κυκλικής βιο-οικονομίας.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 280 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

Σημαντικές είναι και οι ρυθμιστικές υπηρεσίες, καθώς και οι υπηρεσίες διατήρησης (regulating and maintenance), όπως η προστασία του εδάφους από

τη διάβρωση, η συμβολή στην αποφυγή της ερημοποίησης ή η εδαφογένεση

και ανακύκλωση των θρεπτικών στοιχείων.

Β) Κορυφαία οικοσυστημική υπηρεσία, ιδιαίτερα των δέντρων, αποτελεί η δέσμευση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και η αποθήκευσή

του τόσο στο υπέργειο όσο και υπόγειο τμήμα τους, συμβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Ένας αγρός με αγροδασικό σύστημα με πυκνότητα 50-100 δένδρα ανά εκτάριο, μπορεί να δεσμεύσει και να αποθηκεύσει από 1,4 μέχρι 4 τόνους άνθρακα ανά εκτάριο και έτος, ποσότητα που είναι 5-10 φορές μεγαλύτερη από ένα αντίστοιχο αγρό με ποώδη γεωργική καλλιέργεια

Γ) Η οικονομική και κοινωνική αποτίμηση των παραπάνω οικοσυστημικών υπηρεσιών θα συνεισφέρει σημαντικά στην αναγνώριση της συμβολής των αγροδασικών συστημάτων στην οικονομία και στις τοπικές κοινωνίες της υπαίθρου και της χώρας γενικότερα, συνεπώς χρειάζεται να αποτελέσει προτεραιότητα της εθνικής και ευρωπαϊκής αγροτικής πολιτικής.

5. Αγροδασικά συστήματα και τοπικές κοινότητες

Α) Ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμβολή των αγροδασικών συστημάτων στην προσαρμογή και τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής, ενώ αναμφίβολα παρέχουν πολλές δυνατότητες για την ευημερία και την κοινωνική συνοχή μικρού και μεσαίου μεγέθους τοπικών κοινοτήτων. Τόσο η ιστορία, όσο και η έρευνα των τελευταίων ετών επιβεβαιώνουν την ικανότητά τους να διατηρούν υψηλή αυτονομία, μέσω τοπικών και περιφερειακών δικτύων κυκλικής οικονομίας.

Β) Η δυνατότητα συμπαραγωγής ποικιλίας προϊόντων, είτε “μοντέρνων” (όπως Μη Ξυλώδη Δασικά Προϊόντα) ή και “παραδοσιακών” (όπως κτηνοτροφικά προϊόντα και προϊόντα με βάση το ξύλο), αλλά και “καινοτόμων”, καθιστά σήμερα τις τοπικές κοινότητες που διατηρούν αγροδασικά συστήματα ελκυστικές τόσο για τους ηλικιωμένους κατοίκους όσο και για νέους που αναζητούν υψηλή ποιότητα ζωής, εργασιακή ασφάλεια και δημιουργική απασχόληση, σε περιοχές πλέον μη απομονωμένες, λόγω των σύγχρονων δυνατοτήτων

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 281 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

της ψηφιακής εποχής. Όλα αυτά τα οφέλη συμβάλλουν στη στερέωση της κοινωνικής συνοχής που αποτελεί ζητούμενο για την εποχή μας.

Γ) Η διατήρηση και ενίσχυση ιδιαίτερα των ορεινών, κτηνοτροφικών και παραδασόβιων κοινοτήτων, έχει άμεσο θετικό αντίκτυπο στον μετριασμό του

κινδύνου των πυρκαγιών της υπαίθρου, ιδιαίτερα των δασικών, έναν εξαιρετικά σοβαρό κίνδυνο που εντείνεται από την κλιματική αλλαγή. Η ενεργή διαχείριση της εύφλεκτης βλάστησης που συνεπάγεται η λειτουργία ενός

αγροδασικού συστήματος είναι ένα από τα σημαντικότερα μέτρα πρόληψης μεγάλων πυρκαγιών και αποτελεί ανταποδοτικό μέσο διευκόλυνσης

της καταστολής τους.

Δ) Η πολυεπίπεδη στήριξη των κοινοτήτων που συνδέονται με τα αγροδασικά συστήματα, ιδιαίτερα τα δασολιβαδικά, τόσο σε επίπεδο παραγωγού, όσο και σε κοινωνικές υποδομές, αλλά και θεσμικά, θα έχει μέγιστη ανταποδοτικότητα, ιδιαίτερα μάλιστα αν ληφθούν υπόψη οι συνολικές οικονομικές ωφέλειες από τις παρεχόμενες οικοσυστημικές τους υπηρεσίες

6. Στρατηγικό Σχέδιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ)

Α) Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναγνωρίσει τη σημασία των δέντρων και των αγροδασικών συστημάτων από το 2005. Στις προγραμματικές περιόδους 2007-2013 και 2014-2020 της ΚΑΠ, στον Πυλώνα ΙΙ περιλήφθηκε ένα αγροπεριβαλλοντικό μέτρο για την εγκατάσταση νέων αγροδασικών συστημάτων που αξιοποίησαν όλα τα μεσογειακά κράτη μέλη, το οποίο όμως δεν εφαρμόστηκε ποτέ στην Ελλάδα.

Β) Στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο της νέας ΚΑΠ (2023-2027), τα δέντρα και τα αγροδασικά συστήματα περιλήφθηκαν πλέον στον Πυλώνα Ι των άμεσων ενισχύσεων, αλλά δεν προβλέπεται κάποιο αγροδασικό μέτρο στον Πυλώνα ΙΙ της αγροτικής ανάπτυξης, κάτι που είναι απαραίτητο να γίνει στο πλαίσιο της επικείμενης αναθεώρησής του.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 282 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

IV. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΜΕΣΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

1. Η αγροδασοπονία να αναγνωριστεί ως διακριτή χρήση γης/μορφή κάλυψης

και τα αγροδασικά συστήματα να περιληφθούν στον ορισμό της “γεωργικής

γης” της Ευρωπαϊκής Ένωσης πέραν των τριών κατηγοριών που ήδη υπάρχουν, δηλ. της “αρόσιμης γης”, των “μόνιμων καλλιεργειών” και των “μόνιμων βοσκοτόπων”. Μάλιστα, τα συστήματα αυτά μπορούν να περιληφθούν και στο σύστη-

μα Corine, στην αντίστοιχη κατηγορία των “γεωργο-δασικών περιοχών” ή

άλλη διακριτή κατηγορία. Για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να διερευνηθούν και οι

πιθανές νομικές συνέπειες κάθε σεναρίου αναγνώρισης στο προστατευτικό και

ιδιοκτησιακό τους καθεστώς.

Να αναγνωριστεί και να ενσωματωθεί η αγροδασική χρήση γης οριζόντια

σε όλα το πολιτικά κείμενα και τις στρατηγικές της ΕΕ (ΚΑΠ, Βιοποικιλότητα, Δάση, Έδαφος, Επικονιαστές, Περιφερειακή Πολιτική, Μειονεκτικές Περιοχές

κ.λπ.) και να οριστούν εξειδικευμένα μέτρα διαχείρισης, αποκατάστασης, επανεγκατάστασης αγροδασικών συστημάτων και στήριξης των περιοχών όπου έχουν καταγραφεί αγροδασικά συστήματα.

3. Να γίνει πλήρης απογραφή των αγροδασικών συστημάτων και τοπίων, συμπεριλαμβανομένων και των αναβαθμίδων. Τα δεδομένα να ενσωματωθούν στο Σύστημα Αναγνώρισης Αγροτεμαχίων του ΟΠΕΚΕΠΕ, ώστε να μπορέσουν οι ιδιοκτήτες τους να επωφεληθούν από το οικολογικό σχήμα (ecoscheme) “Βελτίωση αγροδασικών συστημάτων, πλούσιων σε στοιχεία τοπίου” του Πυλώνα Ι

της νέας ΚΑΠ. Να δοθεί προτεραιότητα χαρτογράφησης των αγροδασικών συ-

στημάτων σε όλες τις περιοχές του Δικτύου ΦΥΣΗ 2000, ώστε να προκύψουν

σε αυτές τις εκτάσεις άμεσες χρηματοδοτήσεις για δράσεις αποκατάστασης/

διατήρησής τους. Εξίσου σημαντική είναι και η προώθηση της απογραφής τους

σε Περιοχές Υψηλής Φυσικής Αξίας.

4. Η Ελλάδα να στηρίξει νομικά δεσμευτικές πρωτοβουλίες της ΕΕ, οι οποίες να

οδηγούν στη διατήρηση των σημαντικών αγροδασικών περιοχών της Ευρώπης.

Τέτοιες πολιτικές μπορεί να είναι:

I. η στήριξη της διατήρησης των παραδοσιακών συστημάτων με ιδιαίτερες φυσικές αξίες, σε συνδυασμό με τη στήριξη ίδρυσης νέων σε ζώνες σημαντικές

για τη διασύνδεση των περιοχών του Δικτύου ΦΥΣΗ 2000,

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 283 –
σε
2.

Συμπεράσματα - Προτάσεις

II. η δημιουργία αγροδασικών συστημάτων στις παρυφές των πόλεων

III. η χρήση αγροδασικών συστημάτων γύρω από ευαίσθητα υδάτινα σώματα, σε εύφλεκτες ζώνες μίξης δασών - οικισμών κ.λπ.

5. Να δημιουργηθεί “Κόκκινος Κατάλογος Αγροδασικών Περιοχών”, με ορισμό

εκείνων που απειλούνται πιο άμεσα με κατάρρευση σε αντιστοιχία με τους

τύπους οικοτόπων και τα είδη προτεραιότητας διατήρησης εντός ΕΕ. Κήρυξη

εντός 5ετίας των 30 σημαντικότερων / αντιπροσωπευτικότερων αγροδασι-

κών τοπίων της χώρας ως “Τοπίων Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους”.

6. Στο πλαίσιο εκπόνησης των Διαχειριστικών Σχεδίων Βόσκησης, η Δασική Υπηρεσία να προετοιμάσει ειδικές δράσεις για την ενσωμάτωση των παραδοσιακών αγροδασικών συστημάτων που απαντούν σε δάση και δασικές εκτάσεις

στις βοσκήσιμες γαίες. Με αρχές τη διατήρηση της βιοποικιλότητας σε όλα τα

επίπεδα, των οικοσυστημικών τους λειτουργιών, τις ανάγκες αντιμετώπισης

της κλιματικής κρίσης και της βιώσιμης οικονομίας καθώς και της διατήρησης

ζωντανών τοπικών κοινοτήτων που βρίσκονται σε τέτοιες περιοχές, χρειάζεται να γίνουν ειδικές δράσεις που να περιλαμβάνουν:

I. Οδηγίες αναγνώρισης των συστημάτων αυτών με παράλληλη διασφάλιση των δικαιωμάτων του Δημοσίου.

II. Διατύπωση οδηγιών αειφορικής διαχείρισης των συστημάτων αυτών, με έμφαση στην αποκατάσταση, ανόρθωση και επανεγκατάστασή τους, όπου αυτό είναι απαραίτητο.

III. Ειδικές οδηγίες διαχείρισής τους σε περιπτώσεις όπου τα αγροδασικά συστήματα αποτελούν μέρος της ζώνης μείξης δασών - οικισμών.

IV. Στελέχωση των κεντρικών και των περιφερειακών δασικών υπηρεσιών με προσωπικό εξειδικευμένο στη Λιβαδοπονία και την Αγροδασοπονία για τη διαμόρφωση, εφαρμογή και παρακολούθηση των σχετικών πολιτικών.

Οι δράσεις αυτές μπορούν να χρηματοδοτηθούν από τα διαρθρωτικά ταμεία

και από τα ταμεία έκτακτης χρηματοδότησης για την ανάταξη της φθίνουσας

αγροτικής οικονομίας, καθώς και από τα περιφερειακά ταμεία ιδιαίτερα στις

οριακές και μειονεκτικές αγροτικές περιοχές (νησιωτικές και ορεινές).

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 284 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

7. Στην απογραφή θα πρέπει να καταγραφούν και μεμονωμένα δέντρα ή συστάδες δέντρων, δενδροστοιχίες και θαμνοστοιχίες, καθώς και άλλα στοιχεία τοπίου, όπως ξερολιθικές κατασκευές και αναβαθμοί, μικρές λίμνες, εποχιακοί μικροί υγρότοποι, πέτρινοι τοίχοι, παρυφές αγρών με φυτοφράκτες, ρέματα και πολιτιστικά χαρακτηριστικά και αγροτικές υποδομές (όπως καλύβες, υπόστεγα, αλώνια, ποτίστρες κ.λπ.), τα οποία εμπίπτουν στο Πρότυπο 8 Καλής Γεωργικής

και Περιβαλλοντικής Κατάστασης (ΚΓΠΚ) της ενισχυμένης αιρεσιμότητας, ώστε

οι ιδιοκτήτες αγροτεμαχίων με τέτοια χαρακτηριστικά να μπορούν να διεκδικήσουν την άμεση ενίσχυση που δικαιούνται από τον Πυλώνα Ι της νέας ΚΑΠ.

8. Στην πρώτη αναμόρφωση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου της ΚΑΠ 20232027 χρειάζεται τουλάχιστον το ¼ της Ευρωπαϊκής χρηματοδότησης να δοθεί στη στήριξη - αποκατάσταση αγροδασικών συστημάτων περιλαμβάνοντας:

I. Το μέτρο “Εγκατάσταση νέων (σύγχρονων) αγροδασικών συστημάτων” και στον Πυλώνα ΙΙ (της αγροτικής ανάπτυξης) με στόχο την αντιμετώπιση των σοβαρών περιβαλλοντικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εντατικά καλλιεργούμενες πεδινές εκτάσεις της χώρας, επαναφέροντας το αγροπεριβαλλοντικό μέτρο 8.2. της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου ή κάποιου άλλου αντίστοιχου.

II. Ένα αγροπεριβαλλοντικό και κλιματικό μέτρο για τη “Διατήρηση, αποκατάσταση και αναβάθμιση παραδοσιακών αγροδασικών συστημάτων”, τα οποία έχουν υψηλή περιβαλλοντική αξία, όπως αυτά που περιέχουν αιωνόβια δέντρα ή φιλοξενούν σπάνια ή απειλούμενα είδη χλωρίδας και πανίδας. Για παράδειγμα, οι ελαιώνες και άλλες δενδρώδεις καλλιέργειες, ακόμη και σε περιοχές με αναβαθμίδες, παραδοσιακά είχαν καλλιέργειες στο έδαφος με μεγάλα

πλεονεκτήματα εποχικής παραγωγής ειδικών προϊόντων και ζωοτροφών, με παράλληλο εμπλουτισμό του εδάφους. Συχνά οι ελαιώνες αυτοί βόσκονταν από πρόβατα και είναι απαραίτητη η διατήρησή τους με κατάλληλα κίνητρα.

III. Στα μέτρα για τα δάση του Πυλώνα ΙΙ, να σχεδιαστεί ένα ξεχωριστό μέτρο

για την εφαρμογή της βόσκησης αγροτικών ζώων σε εκτατικά αγροδασι-

κά συστήματα ως μέσο προστασίας τους από τις δασικές πυρκαγιές και

την ανάσχεση της απώλειας της βιοποικιλότητάς τους. Να εμπλουτισθούν τα οικολογικά σχήματα για τα δασολιβαδικά συστήματα με την υπό όρους ενίσχυση της χρήσης παραδοσιακών πρακτικών, όπως η κλαδονομή, η προγεγραμμένη καύση κ.ά.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 285 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

9. Να αναγνωριστεί ο περιβαλλοντικός ρόλος των δέντρων που βρίσκονται

εκτός δάσους και να περιληφθεί η αγροδάσωση στο πρόγραμμα των ανα-

δασώσεων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, το οποίο υλοποι-

είται στο πλαίσιο της Στρατηγικής για τα Δάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στον

ευρωπαϊκό στόχο για φύτευση 1 δισεκατομμυρίου δέντρων μέχρι το 2030 να

δοθεί προτεραιότητα σε νέα αγροδασικά συστήματα, με το 50% των φυτεύσε-

ων αυτών να γίνει για την ενίσχυση/ανανέωση αγροδασικών συστημάτων (νέα

και παλαιά). Σε αυτό το πλαίσιο να αξιοποιηθούν τα εγκαταλειμμένα δασικά

φυτώρια για την παραγωγή εγχώριων ειδών για την υλοποίηση ενός “Εθνικού

Προγράμματος Αποκατάστασης Αγροδασικών Περιοχών”.

10. Να περιληφθούν οι παραπάνω προτάσεις στην επικαιροποίηση της Εθνικής Στρατηγικής και στα Περιφερειακά Σχέδια Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή (ΠεΣΚΠΑ) με την υλοποίηση ειδικού προγράμματος “Αγροδασοπονία 2030”, όπου θα περιλαμβάνονται εξειδικευμένα μέτρα με έμφαση στην αποκατάσταση αγροτικών υποδομών (π.χ. μικρά πετρόχτιστα φράγματα ανάσχεσης διάβρωσης, υδρομαστεύσεις, αναβαθμοί κ.λπ.).

11. Να αναγνωριστεί ο σημαντικός ρόλος των αγροδασικών συστημάτων και τοπίων στην ανάσχεση των δασικών πυρκαγιών και η ανάγκη εγκατάστασής τους

στην ενδιάμεση ζώνη μεταξύ οικισμών και δάσους για αντιπυρική προστασία

Στο πλαίσιο των προγραμμάτων και των μελετών αντιπυρικής προστασίας να

εξετάζονται κατά προτεραιότητα οι αναγκαίες δράσεις διατήρησης των υφιστάμενων ή εγκαταλειμμένων αγροδασικών συστημάτων και να προτείνονται

τρόποι οικονομικής υποστήριξης των χρηστών τους, ώστε να διατηρούν την αποτελεσματικότητά τους, ιδιαίτερα γύρω από τους διάσπαρτους οικισμούς της ελληνικής υπαίθρου. w

12. Η Ελλάδα να συστήσει, να στελεχώνει και να λειτουργεί αδιαλείπτως την Εθνική Επιτροπή Καταπολέμησης της Ερημοποίησης, που είχε εγκαταλείψει το

2005 και επαναλειτούργησε μόνο για ένα χρόνο το 2021-22. Η στήριξη και η συμβολή αυτής της επιτροπής στην προστασία, αποκατάσταση, ορθή διαχείριση και εγκατάσταση νέων αγροδασικών συστημάτων για την προστασία

των εδαφών, στην αντιμετώπιση της εδαφικής διάβρωσης και στην συνολική

προσπάθεια αύξησης της ανθεκτικότητας στην κλιματική αλλαγή θα πρέπει να είναι κομβική.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 286 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

13. Να σχεδιαστεί εκστρατεία επικοινωνίας για την ανάγκη επανακαλλιέργειας

και αποκατάστασης αγροδασικών εκτάσεων με προτεραιότητα τους δασωμέ-

νους αγρούς για απομάκρυνση της νεαρής δασικής βλάστησης και χρηματική

αποζημίωση για 20ετή παραχώρηση αγροδασικής χρήσης (αντίστοιχης του μέτρου της “Δάσωσης”) με την διασφάλιση των δικαιωμάτων του Δημοσίου στην

κυριότητά τους, ώστε να αποτελέσουν “Εθνικό Απόθεμα Αγροδασικής Γης”.

14. Να συνδεθεί η διατήρηση των αγροδασικών συστημάτων με την παραγωγή

“αγροδασικών” προϊόντων (όπως καρποί, μέλι, ρητίνη, φύλλωμα, μανιτάρια κ. ά.), ιδιαίτερα προϊόντων εθνικής σημασίας, όπως η φέτα και άλλα εκλεκτά κτηνοτροφικά και διατροφικά προϊόντα που αποτελούν κομμάτι της “Άυλης Πολιτισμικής Κληρονομιάς” της χώρας μας και είναι ταυτόχρονα και φιλικά προς το περιβάλλον. Να δημιουργηθεί ειδικό Σήμα Πιστοποίησης Αγροδασικών Προϊόντων στα πρότυπα των ΠΟΠ και ΠΓΕ.

15. Να δοθούν επιπλέον οικονομικά κίνητρα επανεγκατάστασης νέων αγροτών σε αγροδασικές περιοχές στα πλαίσια περιφερειακών πολιτικών από τα αντίστοιχα ταμεία για μειονεκτικές, ορεινές και νησιωτικές περιοχές, όπως π.χ. ατελής παραχώρηση κατοικιών, αγροικιών και εγκαταλειμμένων χωραφιών. Προτεραιότητα να δοθεί σε κοινότητες που διαβιούν σε απομονωμένες περιοχές (π.χ. κοινότητες Πομάκων στη Ροδόπη) και σε μέτρα μείωσης της ανεργίας με εξασφάλιση εργασίας για την παραγωγή καινοτόμων πιστοποιημένων προϊόντων σε αγροδασικές περιοχές.

16. Λαμβάνοντας υπόψη τόσο την αναγνώριση της εξαιρετικής σημασίας των αγροδασικών συστημάτων στο πλαίσιο της ΚΑΠ 2023-2027, τις συστάσεις του

FAO και τα αποτελέσματα ερευνητικών έργων της ΕΕ, όσο και την αντίστοιχη

πείρα από τις ΗΠΑ προτείνεται:

I. Να ενθαρρυνθεί η προσθήκη στα προγράμματα σπουδών των Tμημάτων Δασολογίας και Γεωπονίας των πανεπιστημίων της χώρας το αντικείμενο της Αγροδασοπονίας, το οποίο θα πρέπει να διδάσκεται επίσης ως αγροτική πρακτική και στα ΙΕΚ για αγρότες και κτηνοτρόφους. Επίσης, καθώς υπάρχει σημαντική έλλειψη συμβούλων Γεωργικών Αγροτικών Εφαρμογών, να διερευνηθεί ο τρόπος για την εκπαίδευση σχετικών ειδικοτήτων στο αντικείμενο αυτό.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 287 –

Συμπεράσματα - Προτάσεις

II. Να υποστηριχτεί η επιστημονική έρευνα και καινοτομία για τα αγροδασικά

συστήματα, νέα και παραδοσιακά, με ειδική χρηματοδότηση που θα περιλαμβάνει υποτροφίες εκπόνησης μεταπτυχιακών και διδακτορικών διατριβών

που θα οδηγούν σε νεωτερικές και καινοτόμες προσεγγίσεις διαχείρισης

των αγροδασικών συστημάτων και παραγωγής ποιοτικών προϊόντων ΠΟΠ, ΠΓΕ κ.ά.

17. Σύσταση “Εθνικής Ομάδας Εργασίας για την Αγροδασοπονία”, με στόχο τη

σύνταξη “Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Αγροδασοπονία” και σχετική “Λευ-

κή Βίβλο για την Αγροδασοπονία” με την συμμετοχή ειδικών επιστημόνων και

επαγγελματιών του κλάδου στην Ελλάδα και την ΕΕ. Επίσης, ίδρυση διεθνούς

οργανισμού με σκοπό τη “Συμμαχία για την Αγροδασοπονία” με συμμετοχή

πανεπιστημίων, επιχειρήσεων, κοινωνικών ομάδων και μη κυβερνητικών περιβαλλοντικών οργανώσεων, με στόχο την καταγραφή, διάσωση και υλοποίηση υποδειγματικών δράσεων αποκατάστασης αγροδασικών τοπίων στην Ελλάδα, τη Μεσόγειο και την Ανατολική Ευρώπη.

18. Να αναγνωριστεί η δράση της Ευρωπαϊκής

Ομοσπονδίας Αγροδασοπονίας

(European Agroforestry Federation-EURAF) στην επίλυση θεμάτων σχετικών με την αγροδασοπονία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και του Ελληνικού Αγροδασι-

κού Δικτύου, μέλους της EURAF, σε εθνικό επίπεδο και να υπάρξει στενότερη συνεργασία με τις υπηρεσίες εφαρμογής των αρμόδιων υπουργείων στην απογραφή, διάσωση και αξιοποίηση των αγροδασικών συστημάτων της χώρας, καθώς και στην ενημέρωση και εκπαίδευση των γεωτεχνικών υπαλλήλων και αγροτών στο αντικείμενο της αγροδασοπονίας.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 288 –
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Ξηρόμερο, Αιτωλοακαρνανία
© Γιάννης Ρουσόπουλος Ι Σούλι, Λιβάδι στη Βριζάχα
Βιβλιογραφία

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Amare, D. and D. Darr. 2020. Agroforestry adoption as a systems concept: A review. Forest Policy and Economics, 120: 102299 https://doi.org/10.1016/j.forpol.2020.102299

Andersen, E., D. Baldock, H. Bennett, G. Beaufoy, E.M. Bignal, F. Brouwer, B. Elbersen, G. Eiden, F. Godeschalk, G. Jones, D.L. McCracken, W. Nieuwenhuizen, M. van Eupen, S. Hennekens and G. Zervas. 2004. Developing a high nature value farmland indicator. Report for the European Environment Agency, Copenhagen. European Environment Agency, Copenhagen.

Arévalo, J.R. and A. Naranjo-Cigala. 2018. Wildfire impact and the “fire paradox” in a natural and endemic pine forest stand and shrubland. Fire, 1: 44.

Arnold S.E.J., P. Bridgemohan, G.B. Perry, G.R. Spinelli, B. Pierre, F. Murray, C. Haughtond, O. Dockeryd, L. Greye, S.T. Murphyf, S.R. Belmaina and P.C. Stevenson. 2018. The significance of climate in the pollinator dynamics of a tropical agroforestry system. Agriculture, Ecosystems and Environment, 254: 1-9.

Avtzis, D., K. Stara, V. Sgardeli, A. Betsis, S. Diamandis, J. Healey, E. Kapsalis, V. Kati, G. Korakis, V. Marini Govigli, N. Monokrousos, L. Muggia, V. Nitsiakos, E. Papadatou, H. Papaioannou, A. Rohrer, R. Tsiakiris, K. van Houtan, D. Vokou and J. Halley. 2018. Quantifying the conservation value of Sacred Natural Sites. Biological Conservation, 222: 10.1016/j.biocon.2018.03.035.

Baylac, S. and P. Racine. 2013. Inhibition of 5-lipoxygenase by essential oils and other natural fragrant extracts. International Journal of Aromatherapy, 13: 138-142.

Benda, P., P. Georgiakakis, C. Dietz, V. Hanák, K. Galanaki, V. Markantonatou, A. Chudárková, P. Hulva and I. Horácček. 2009. Bats (Mammalia: Chiroptera) of the Eastern Mediterranean and Middle East. Part 7. The bat fauna of Crete, Greece. Acta Societatis Zoologicae Bohemicae, 72: 105-190.

Benda, P., P. Hulva and J. Gaisler. 2004. Systematic status of African populations of Pipistrellus pipistrellus complex (Chiroptera: Vespertilionidae), with adescription a new species from Cyrenaica, Libya. Acta Chiropterologica, 6: 193 -217.

Bergmeier, Ε., J. Petermann and E. Schroder. 2010. Geobotanical survey of wood-pasture habitats in Europe: diversity, threats and conservation. Biodiversity and Conservation, 19:2995-3014.

Biesmeijer, J.C., S.P.M. Roberts, M. Reemer, R. Ohlemüller, M. Edwards, T. Peeters, A.P. Schaffers, S.G. Potts, R. Kleukers, C.D. Thomas, J. Settele and W.E. Kunin. 2006. Parallel declines in pollinators and insect-pollinated plants in Britain and the Netherlands. Science, 313: 351-354.

Bignal, E.M. and D.I. McCracken. 1996. Low-intensity farming systems in the conservation of the countryside. Journal of Applied Ecology, 33: 413-424.

BirdLife International, 2017. European birds of conservation concern: populations, trends and national responsibilities. BirdLife International, Cambridge, UK, pp. 172.

Bodin, P. and B.L.B. Wiman. 2007. The usefulness of stability concepts in forest management when coping with increasing climate uncertainties. Forest Ecology and Management, 242: 541-552.

Bolte, A., A. Ammer, M. Löf, P. Madsen, G.-J. Nabuurs, P. Schall, P. Spathelf. and J. Rock. 2009. Adaptive forest management in central Europe: Climate change impacts, strategies and integrative concept. Scandinavian Journalof Forest Research, 24: 473-482.

Boyles J.G., P.M. Cryan, G.F. McCracken and T.H. Kunz. 2011. Economic Importance of Bats in Agriculture. Science, 332:41-42.

Brotons, L., S. Herrando, C. Sirami, V. Kati and M. Díaz. 2018. Mediterranean Forest Bird Communities and the Role of Landscape Heterogeneity in Space and Time. In: Ecology and Conservation of Forest Birds, Cambridge University Press, pp. 318-349. DOI: https://doi.org/10.1017/9781139680363.012

Bueno, R., T. La Mantia, R. Lo Duca, G. Lo Verde and B. Massa. 2019. Bird abundance and richness in ten Mediterranean agroforestry systems. Archivio istituzionale della ricerca dell' Università degli Studi di Palermo. https://hdl.handle.net/10447/388251

Burt, S., 2004. Essential oils: Their antibacterial properties and potential applications in foods. International Journal of Food Microbiology, 94:223-253.

Caballero, R., F. Fernández-González, R. Pérez Badia, G. Molle, P.P. Roggero, S. Bagella, P. D’Ottavio, V.P. Papanastasis, G. Fotiadis, A. Sidiropoulou and I. Ipikoudis. 2009. Grazing Systems and Biodiversity in Mediterranean areas: Spain, Italy and Greece. Pastos, XXXIX (1): 1-154.

Castle, S.E., D.C. Miller, N. Merten, P.J. Ortonezand and K. Baylis. 2022. Evidence for the impacts of agroforestry on ecosystem services and human well-being in high-income countries: a systematic map. Environmental Evidence 11, 10. https://doi.org/10.1186/s13750-022-00260-4

Catsadorakis, G. and D. Bousbouras. 2010. The mammalian fauna: an annotated list. In: The DadiaLefkimi-Soufli Forest National Park, Greece: Biodiversity, Management and Conservation (Catsadorakis, G. and H. Källander, eds). WWF Greece, Athens, pp. 207-214.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 292 –Bιβλιογραφία

Catsadorakis, G. 2007. The conservation of natural and cultural heritage in Europe and the Mediterranean: a Gordian knot? International Journal of Heritage Studies, 13:308-320.

Catsadorakis, G. and H. Källander. 1999. Densities, habitat and breeding parameters of the Sombre Tit Parus lugubris in Prespa National Park, Greece. Bird Study, 46: 373-375

Chamberlain, J.L., D. Darr and K. Meinhold. 2020. Rediscovering the contributions of forests and trees to transition global food systems. Forests, 11: 1098.

Chouvardas D., M.S. Vrahnakis, D. Bousbouras, Ch. Evangelou, E. Lampou and L. Georgiadis. 2013. Modelling habitat suitability of agrosilvopastoral landscapes for brown bear (Ursus arctos). Journal of Environmental Protection and Ecology, 14:162-171.

Croitoru, L. 2007a. How much are Mediterranean Forests worth? Forest Policy and Economics, 9: 536545.

Croitoru, L., 2007b. Valuing the non-timber forest products in the Mediterranean region. Ecological Economics, 63: 768-775.

Dafni A., T. Marom-Levy, A. Jürgens, S. Dötterl, Y. Shimrat, A. Dorchin, H.E. Kirkpatrick and T. Witt. 2012. Ambophily and “super generalism” in Ceratonia siliqua (Fabaceae) pollination. In: Evolution of PlantPollinator Relationships (Patiny, S., ed.). Systematics Association Special Volume Series, Cambridge University Press, Cambridge, pp. 344-373.

Davy, C.M., D. Russo and M.B. Fenton. 2007. Use of native woodlands and traditional olive groves by foraging bats on a Mediterranean island: consequences for conservation. Journal of Zoology 273: 397405

Debolini M, E. Marraccini, J.P. Dubeuf, I.R. Geijzendorffer, C. Guerrae, M. Simong, S. Targettih and C. Napoléone. 2018. Land and farming system dynamics and their drivers in the Mediterranean Basin. Land Use Policy, 75:702-710

Delamare, A.P.L., I.T. Moschen-Pistorello, L. Artico, L. Atti-Serafini and S. Echeverrigaray. 2007. Antibacterial activity of the essential oils of Salvia officinalis L. and Salvia triloba L. cultivated in South Brazil. Food Chemistry, 100: 603-608.

den Herder, M., G. Moreno, R.M. Mosquera-Losada, J.H.N. Palma, A. Sidiropoulou, J.J. Santiago Freijanes, J. Crous-Duran, J.A. Paulo, M. Tomé, A. Pantera, V.P. Papanastasis, K. Mantzanas, P. Pachana, A. Papadopoulos, T. Plieninger and P.J. Burgess. 2017. Current extent and stratification of agroforestry in the European Union. Agriculture, Ecosystems and Environment, 241:121-132.

Dimopoulos, P. and E. Bergmeier. 2004. Wood pasture in an ancient submediterranean oak forest. Ecologia Mediterranea, 30:137-146.

Dupraz, C., G.J. Lawson, N. Lamersdorf, V.P. Papanastasis, A. Rosati and J. Ruiz-Mirazo. 2018. Temperate agroforestry: the European way. In: Temperate Agroforestry Systems (Gordon, A, S.M. Newman and B. Coleman eds). CABI, Wallingford, pp. 98-152.

Dupraz, C. and F. Liagre. 2008. Agroforesterie. Des arbres et des cultures. Editions France Agricole. Paris. 413 p.

European Commission. 2021. List of potential AGRICULTURAL PRACTICES that ECO-SCHEMES could support.

EFTEC. 2005. The Economic, Social and Ecological Value of Ecosystem Services: A Literature Review, 42 p.

Eichhorn, M.P., P. Paris, F. Herzog, L. Incoll, F. Liagre, K. Mantzanas, M. Mayus, G. Moreno, V.P. Papanastasis, D. Pilbeam, A. Pisanelli and C. Dupraz. 2006. Silvoarable systems in Europe-past, present and future prospects. Agroforestry Systems, 67: 29-50.

Ellis, S., N.A.D. Bourn and C.R. Bulman. 2012. Landscape-scale conservation for butterflies and moths: lessons from the UK. Butterfly Conservation, Wareham, Dorset. pp. 96.

ELSTAT. 2018. https://www.statistics.gr/documents/20181/76d51b89-18ed-426b-8227-01790d9c2a3d (Accessed on 27November 2022).

ELSTAT. 2022. https://www.statistics.gr/documents/20181/0970c0fa-51e2-e50a-da57-7e20f7c7ac3f (Accessed on 25 November 2022).

European Parliamentary Research Service. 2020. Agroforestry in the European Union. European Commission. 2011. Our life insurance, our natural capital: an EU biodiversity strategy to 2020. COM (2011) 244. European Commission, Brussels.

European Commission, Directorate-General for Research and Innovation. 2018. A sustainable bioeconomy for Europe: strengthening the connection between economy, society and the environment: Updated Bioeconomy Strategy. Publications Office: https://data.europa.eu/doi/10.2777/792130, 107 p.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής Bιβλιογραφία – 293 –

European Commission. 2003. Natura 2000 and forests ‘Challenges and opportunities’ Interpretation guide. Office for Official Publications of the European Communities, Luxembourg, 114 p.

European Environmental Agency. 2020. State of nature in the EU: Results from reporting under the nature directives 2013-2018. EEA Report No 10/2020.

European Federation of Essential Oils. 2017. Definition y Caracterization de los Aceites esenciales Naturales [Definition and characterization of the Natural essential Oils]. Agencia Espanola de Medicamentos y Productos Sanitarios (AEMPS). Madrid.

European Parliament briefing. 2020. Agroforestry in the European Union.

https://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/BRIE/2020/651982/EPRS_BRI(2020)651982_EN.pdf

Fagerholm, N., E. Oteros-Rozas, C.M. Raymond, M. Torralba, G. Moreno and T. Plieninger. 2016. Assessing linkages between ecosystem services, land-use and well-being in an agroforestry landscape using public participation GIS. Applied Geography, 74: 30-46.

FAO. 1999. Towards a harmonized definition of non-wood forest products. Unasylva 50.

FAO. 2005. Realizing the economic benefits of agroforestry: experiences, lessons challenges. In: State of the World's Forests 2005. Rome, pp. 166. http://www.fao.org/3/a-y5574e.pdf

FAO. 2013. Climate change guidelines for forest managers. FAO Forestry Paper No. 172. Rome, Food and Agriculture Organization of the United Nations. pp. 124.

Félix, G.F., I. Diedhiou, M. Le Garff, C. Timmermann, C. Clermont-Dauphin, L. Cournac, J.C.J. Groot and P. Tittonell. 2018. Use and management of biodiversity by smallholder farmers in semi-arid West Africa. Global Food Security, 18: 76-85.

Georgiadis, N.M., G. Dimitropoulos, K. Avanidou, P. Bebeli, E. Bergmeier, S. Dervisoglou, T. Dimopoulos, D. Grigoropoulou, I. Hadjigeorgiou, O. Kairis, E. Kakalis, K. Kosmas, S. Meyer, M. Panitsa, D. Perdikis, D. Sfakianou, N. Tsiopelas and T. Kizos. 2021. Farming practices and biodiversity: Evidence from a Mediterranean semi-extensive system on the island of Lemnos (North Aegean, Greece), Journal of Environmental Management, 303: 114131, https://doi.org/10.1016/j.jenvman.2021.114131

Georgiakakis P., D. Poursanidis, M. Kantzaridou, G. Kontogeorgos and D. Russo. 2018. The importance of forest conservation for the survival of the range-restricted Pipistrellus hanaki, an endemic bat from Crete and Cyrenaica. Mammalian Biology, 93: 109-117.

Georgiakakis P., E. Kret, B. Cárcamo, B. Doutau, A. Kafkaletou-Diez, D. Vasilakis and E. Papadatou. 2012. Bat fatalities at wind farms in north-eastern Greece. Acta Chiropterologica, 14: 459-468.

Goldammer, J.G., Γ. Ξανθόπουλος, Γ. Ευτυχίδης, Γ. Μαλλίνης, Ι. Μητσόπουλος και Α. Δημητρακόπουλος. 2019. Έκθεση της Ανεξάρτητης Επιτροπής για την ανάλυση των υποκείμενων αιτιών και τη διερεύνηση των προοπτικών διαχείρισης των μελλοντικών πυρκαγιών δασών και υπαίθρου στην Ελλάδα. GlobalFireMonitoringCenter. σελ. 155. (https://www.hellenicparliament.gr/UserFiles/8158407a-fc31-4ff2a8d3-433701dbe6d4/Y60_COMMITTEE_LANDSCAPE%20FIRE_FULL%20REPORT_GREECE.pdf)

Grove, A.T. and O. Rackham. 2001. The nature of Mediterranean Europe: an ecological history. Yale University Press, 384 p.

Halada, L., D. Evans, C. Romão and J.E. Petersen. 2011. Which habitats of European importance depend on agricultural practices? Biodiversity and Conservation, 20: 2365-2378.

Halstead, P. 1998. Ask the fellows who lop the hay: Leaf-Fodder in the mountains of northwest Greece. Rural History, 9: 211-234.

Hernández-Morcillo, M., P. Burgess, J. Mirck, A. Pantera and T. Plieninger. 2018. Scanning agroforestrybased solutions for climate change mitigation and adaptation in Europe. Environmental Science and Policy, 80:44-52

Herrera, J.M., Costa P., Medinas J., Marques T. and A. Mira. 2015. Community composition and activity of insectivorous bats in Mediterranean olive farms. Animal Conservation, 18: 557-566.

Hristov, A.N., J. Oh, J.L. Firkins, J. Dijkstra, E. Kebreab, G. Waghorn, H.P.S. Makkar, A.T. Adesogan, W. Yang, C. Lee, P.J. Gerber, B. Henderson and J.M. Tricarico. 2013. Mitigation of methane and nitrous oxide emissions from animal operations: I. A review of enteric methane mitigation options. Journal of Animal Science, 91: 5045-5069. doi .org/ 10 .2527/ jas 2013 -6583.

Hulva P., P. Benda, V. Hanak, A. Evin and I. Horacek. 2007. New mitochondrial lineages within the Pipistrellus pipistrellus complex from Mediterranean Europe. Folia Zoologica Brno, 56: 378-388.

Hurst C.J. 2019. Understanding Terrestrial Microbial Communities. Springer International Publishing. pp. 405

Image M., E. Gardner and T.D. Breeze. 2023. Co-benefits from tree planting in a typical English agricultural landscape: Comparing the relative effectiveness of hedgerows, agroforestry and woodland creation for improving crop pollination services. Land use Policy, 125: 106497.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 294 –Bιβλιογραφία

IPBES. 2016. The assessment report of the Intergovernmental Science-Policy Platform on Biodiversity and Ecosystem Services on pollinators, pollination and food production (S.G. Potts, V.L. ImperatrizFonseca H.T. Ngo, eds). Secretariat of the Intergovernmental Science-Policy Platform on Biodiversity and Ecosystem Services, Bonn, Germany, 552 p.

Jha, S., H. Kaechele and S. Sieber. 2021. Factors influencing the adoption of agroforestry by smallholder farmer households in Tanzania: Case studies from Morogoro and Dodoma. Land use policy, 103: 105308.

Jhariya M.K., D.K. Yadav and A. Banerjee. 2019. Agroforestry and climate change: issues and challenges, Apple Academic Press, 356 p.

Kafkaletou-Diez A., M. Restelli, P. Georgiakakis and K. Poirazidis. 2022. Bat diversity in monumental forests of three Ionian islands. In: International Congress on the Zoogeography and Ecology of Greece and Adjacent Regions, 15th ICZEGAR (Poster presentation), 12-15 October 2022, Mytilene, Lesvos, Greece.

Kampa, M., M.K. Sioliou, P. Kaparti, E. Tsirimona and I. Ispikoudis. 2011. Cultural Landscapes of SouthEastern Rhodope: The Transition from Byzantine to Modern Times. In: Proceedings of the 37th International Symposium on Archaeometry, 13th-16th May 2008, Siena, Italy (Turbanti-Memmi, I. ed). Springer, Berlin, Heidelberg. https://doi.org/10.1007/978-3-642-14678-7_81

Kay S., J. Crous-Duran, N. Ferreiro-Domínguez, S. García de Jalón, A. Graves, G. Moreno, M-R. MosqueraLosada, J.H.N. Palma, J.V. Roces-Díaz, J.J. Santiago-Freijanes, E. Szerencsits, R. Weibel and F. Herzog. 2018. Spatial similarities between european agroforestry systems and ecosystem services at the landscape scale. Agroforestry Systems, 92: 1075-1089.

Keddy, P. 2002. Wetland Ecology: Principles and Conservation. Cambridge Studies in Ecology. Cambridge University Press. 614 p.

Kizos, T. and T. Plieninger. 2008. Agroforestry systems change in the Mediterranean: some evidence from Greek and Spanish examples. In: Studying, Modeling and Sense Making of Planet Earth. International Conference, Mytilene, Lesvos, 1-6 June 2008, Greece. University of the Aegean, Department of Geography. p. 9.

Klein, A.-M., S.A. Cunningham, M. Bos and I. Steffan-Dewenter. 2008. Advances in pollination ecology from tropical plantation crops. Ecology, 89: 935-943.

Klein, A.-M., I. Steffan-Dewenter and T. Tscharntke. 2003. Fruit set of highland coffee increases with the diversity of pollinating bees. Proceedings of the Royal Society B: Biological Sciences 270 (1518): 955-961.

Klein, A.M., B.E. Vaissiere, J.H. Cane, I. Steffan-Dwenter, S.A. Cunningham, C. Kremen and T. Tscharntke. 2007. Importance of pollinators in changing landscapes for world crops. Proceedings of the Royal Society B: Biological Sciences, 274: 303-313.

Kokkoris, I. P., E.S. Bekri, D. Skuras, V. Vlami, S. Zogaris, G. Maroulis, D. Dimopoulos and P. Dimopoulos. 2019. Integrating MAES implementation into protected area management under climate change: A finescale application in Greece. Science of The Total Environment, 695: 133530.

Kyheröinen, E.M., S. Aulagnier, J. Dekker, M.-J. Dubourg-Savage, B. Ferrer, S. Gazaryan, P. Georgiakakis, D. Hamidovic, C. Harbusch, K. Haysom, H. Jahelková, T. Kervyn, M. Koch, M. Lundy, F. Marnell, A. MitchellJones, J. Pir, D. Russo, H. Schofield, P.O. Syvertsen and A. Tsoar. 2019. Guidance on the conservation and management of critical feeding areas and commuting routes for bats. EUROBATS Publication Series No. 9. UNEP/EUROBATS Secretariat, Bonn, Germany, 109 p.

Lawson, G.J. and A. De Boeck 2023. Agroforestry Policies in EU CAP Strategic Plans: An opportunity missed again? AEEU’s and AGROMIX’s Policy Workshop, European Agroforestry: Co-creating policies for transforming food systems.

Le Houerou, H.N. 1981. Impact of man and his animals on Mediterranean vegetation. In: MediterraneanType Shrublands, Ecosystems of the World, 11 (di Castri, F., D.W. Goodal and R.L. Specht eds). Elsevier Publ., Amsterdam, 39 p.

Leakey, R., Z. Tchoundjeu, K. Schreckenberg, T. Simons, S. Shackleton, M. Mander, R. Wynberg, C. Shackleton and C. Sullivan. 2006. Trees and markets for agroforestry tree products: targeting poverty reduction and enhanced livelihoods. World agroforestry into the future, 11-22.

Lin, C.H., R.L. McGraw, M.F. George and H.E. Garrett. 1999. Shade effects on forage crops with potential in temperate agroforestry practices. Agroforestry Systems, 44: 109-119.

Lorenz, K. and R. Lal. 2010. Carbon Sequestration in Forest Ecosystems. Springer, New York, 279 p. Mamanis, G., M. Vrahnakis, D. Chouvardas, S. Nasiakou and V. Kleftoyanni. 2021. Land use demands for the CLUE-S spatiotemporal model in an agroforestry perspective. Land, 10, 1097. https://doi.org/10.3390/ land10101097.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 295 –Bιβλιογραφία

Mancilla-Leytón, J.M. and M.A. Vicente. 2012. Biological fire prevention method: Evaluating the effects of goat grazing on the fire-prone Mediterranean scrub. Forest Systems, 21: 199-204. doi.org/10.5424/ fs/2012212-02289

Mattison, E.H.A. and K. Norris. 2005. Bridging the gaps between agricultural policy, land-use and biodiversity. Trends Ecology and Evolution, 20:610-616.

MEA 2005. Millennium Ecosystem Assessment. 2005. Volume 1. Ecosystems and human well-being: synthesis. Island, Washington, DC.

Mele, M., A. Mantino, D. Antichi, M. Mazzoncini, G. Ragaglini, A. Cappucci, A. Serra, F. Pelleri, P. Chiarabaglio, G. Mezzalira and E. Bonari. 2019. Agroforestry system for mitigation and adaptation to climate change: effects on animal welfare and productivity. Agrochimica Special Issue, The Effects of Climate Change, 91-98.

Melvin, G., D. Bailey, M. Borman, D. Ganskopp, G. Surber and N. Harris. 2007. Factors and practices that influence livestock distribution. Rangeland management series. University of California, Division of Agriculture and Natural Resources, No 8217, pp. 20.

Merlo, M. and Croitoru, L. (eds), 2005. Valuing Mediterranean Forest Towards Total Economic Value, CABI Publishing, 406 p.

Mitsch, W.J. and J.G. Gosselink. 1986. Wetlands. New York: Van Nostrand Reinhold.

Montagnini, F. and P.K.R. Nair. 2004. Carbon Sequestration: An Underexploited Environmental Benefit of Agroforestry Systems. Agroforestry Systems, 61-62: 281-295. doi.org/10.1023/B: AGFO.0000029005.92691.79

Moreira, F., D. Ascoli, H. Safford, M. A. Adams, J. M. Moreno, J. M.C. Pereira, F. X. Catry, J. Armesto, W. Bond, M. E. González, T. Curt, N. Koutsias, L. McCaw, O. Price, J. G. Pausas, E. Rigolot, S. Stephens, C. Tavsanoglu, V. R. Vallejo, B. W. Van Wilgen, G. Xanthopoulos and P. M. Fernandes. 2020. Wildfire management in Mediterranean-type regions: paradigm change needed. Environmental Research Letters, 15:011001.

Moreira, F., G. Pe'er. 2018. Agricultural policy can reduce wildfires. Science, 359:1001-1001.

Moreno, G., S. Berg, P.J. Burgess, F. Camilli, J. Crous-Duran, A. Franca, H. Hao, T. Hartel, T. Lind, J. Mirck, J. Palma, A. Pantera, J.A. Paula, A. Pisanelli, V. Rolo, G. Seddaiu, C. Thenail, P. Tsonkova, M. Upson, E. Valinger, A. Varga, V. Viaud and A. Vityi. 2016. Challenges and potential innovations to improve the resilience European wood-pastures. World Congress Silvo-Pastoral Systems. Silvopastoral systems in a changing world: functions, management and people, Evora, Portugal

Moreno, G., G. Gonzalez-Bornay, F. Pulido, M.L. Lopez-Diaz, M. Bertomeu, E. Juárez and M. Diaz. 2016. Exploring the causes of high biodiversity of Iberian dehesas: The importance of wood pastures and marginal habitats. Agroforestry Systems, 90: 87-105.

Mosquera-Losada, M.R., J.J.S. Freijanes, A. Pisanelli, M. Rois, J. Smith, M. den Herder G. Moreno, N. Lamersdorf, N. Ferreiro Domínguez, F. Balaguer, A. Pantera, V.P. Papanastasis, A. Rigueiro-Rodríguez, J.A. Aldrey, P. Gonzalez-Hernández, J.L. Fernández-Lorenzo, R. Romero-Franco, N. Lampkin and P.J. Burgess. 2017. How can policy support the uptake of agroforestry in Europe? Report No.: EU

AGFORWARD Project-Grant No 613520.

https://euraf.isa.utl.pt/files/pub/docs/deliverable_8_24_how_can_policy_support_agroforestry1.pdf Mosquera-Losada, R.M., J.J. Santiago-Freijanesa, M. Rois-Díaza, G. Moreno, M. den Herder, J.A. AldreyVázquez, N. Ferreiro-Domíngueza, A. Pantera, A. Pisanelli and A. Rigueiro-Rodríguez. 2018. Agroforestry in Europe: a land management policy tool to combat climate change, Land Use Policy, 78: 603-613.

Muschler R.G. 2016. Agroforestry: Essential for Sustainable and Climate-Smart Land Use? In: Tropical Forestry Handbook, (Pancel, L. and M. Koehl, eds). Springer-Verlag Berlin Heidelberg. pp. 104 Nakonieczny, M., A. Kędziorski and K. Michalczyk. 2007. Apollo butterfly (Parnassius apollo L.) in Europeits History, Decline and Perspectives of conservation. Functional Ecosystems and Communities 1: 56-79. Nasiakou, S., M. Vrahnakis, D. Chouvardas, G. Mamanis and V. Kleftoyanni. 2022. Land use changes for investments in silvoarable agriculture projected by the CLUE-S spatio-temporal model. Land, 11:598. https://doi.org/10.3390/land11050598

Navarro, L.M. and H.M. Pereira. 2012. Rewilding abandoned landscapes in Europe. Ecosystems, 15: 900912.

Nicholls, C.I. and M.A. Altieri. 2013. Plant biodiversity enhances bees and other insect pollinators in agroecosystems. A review. Agronomy for Sustainable Development 33: 257-274.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 296 –Bιβλιογραφία

Nielsen A., I. Steffan-Dewenter, C. Westphal, O. Messinger, S.G. Potts, S.P.M. Roberts, J. Settele, H. Szentgyörgyi, B. E. Vaissière, M. Vaitis, M. Woyciechowski, I. Bazos, J.C. Biesmeijer, R. Bommarco, W.E. Kunin, T. Tscheulin, E. Lamborn and T. Petanidou 2011. Assessing bee species richness in two Mediterranean communities: importance of habitat type and sampling techniques. Ecological Research, 26: 969-983.

Norfolk O., M.P. Eichhorn and F. Gilbert. 2016. Flowering ground vegetation benefits wild pollinators and fruit set of almond within arid smallholder orchards. Insect Conservation and Diversity, 9: 236-243.

Odum, E.P. 1971. Fundamentals of ecology. Saunders College Publishing, Philadelphia, 574 p.

Oppel, S., V. Dobrev, V. Arkumarev, V. Saravia, A. Bounas, A. Manolopoulos, E. Kret, M. Velevski, G.S. Popgeorgiev and S.C. Nikolov. 2017. Landscape factors affecting territory occupancy and breeding success of Egyptian Vultures on the Balkan Peninsula. Journal of Ornithology, 158: 443-457.

Palacios Bucheli, V. J. Bokelmann, W. 2017. Agroforestry systems for biodiversity and ecosystem services: the case of the Sibundoy Valley in the Colombian province of Putumayo. International Journal of Biodiversity Science, Ecosystem Services and Management, 13(1), 380-397.

Panagiotopoulou, M., P. Azmanis, R. Tsiakiris and K. Stara. 2018. Carry on carrion: the fall of the scavenger. In: Animal welfare in a changing world (A. Butterworth ed.). University of Bristol, UK. MA: CABI: 57-67.

Panayotopoulou M., H. Källander, J-Å Nilsson. 2006. The winter social system of Sombre tits Parus lugubris in N. Greece. 10th International Zoogeographical and Ecological Conference of Greece and Adjacent Regions, Patras, 26-30 June, 2006. Poster

Panikar S., G. Shoba and M. Arun. 2021. Essential oils as an effective alternative for the treatment of COVID-19: Molecular interaction analysis of protease (Mpro) with pharmacokinetics and toxicological properties. Journal of Infection and Public Health, 14: 601-610.

Pantera, A., A. Papadopoulos, G. Fotiadis and V.P. Papanastasis. 2009. Distribution and phytogeographical analysis of Quercus ithaburensis ssp. macrolepis in Greece. Ecologia Mediterranea, 34: 73-82.

Pantera, A., P. J. Burgess, R. Mosquera Losada, G. Moreno, M.L. López-Díaz, N. Corroyer, J. McAdam, A. Rosati, A.M. Papadopoulos, A. Graves, A. Rigueiro Rodríguez, N. Ferreiro-Domínguez, J.L. Fernández Lorenzo, M.P. González-Hernández, V.P. Papanastasis, K. Mantzanas, P. Van Lerberghe and N. Malignier. 2018. Agroforestry for high value tree systems in Europe. Agroforestry Systems, 92:945-959 https://doi. org/10.1007/s10457-017-0181-7

Papadatou E., Χ. Gremillet, F. Bego, S. Petkovski, E. Stojkoska, O. Avramoski and Y. Kazoglou. 2011. Status survey and conservation action plan for the bats of Prespa. Society for the Protection of Prespa, Agios Germanos, 170 p.

Papanastasis V.P., 1986. Ιntegrating goats into Mediterranean forests. Unasylva, 154:44-52.

Papanastasis V.P., 2004. Vegetation degradation and land use in agrosilvopastoral systems. In: Sustainability of Agrosilvopastoral Systems-Dehesas, Montados (Susanne Schabel and Alfredo Ferreira, eds). Advances in GeoEcology, 37: 1-12.

Papanastasis, V.P. 2004. Vegetation degradation and land use changes in agrosilvopastoral systems. Advances in GeoEcology, 37:1-12.

Papanastasis, V.P., K. Mantzanas, O. Dini-Papanastasi and I. Ispikoudis. 2009. Traditional agroforestry systems and their evolution in Greece. In: Agroforestry in Europe, Current Status and Future Prospects (Rigueiro-Rodríguez, A., J. McAdam and M.R. Mosquera-Losada eds). Springer, Dordrecht, The Netherlands, pp. 89-109.

Papanastasis, V.P, M. Arianoutsou and G. Lyrintzis. 2004. Management of biotic resources in ancient Greece. In: Proceedings of the 10th Mediterranean Ecosystems (MEDECOS) Conference, 25 April-01 May 2004, Rhodes, Greece, pp. 11.

Peshev, H., A. Grozdanov, E. Kmetova-Biro, I. Ivanov, R. Tsiakiris, S. Marin, S. Marinković, G. Sušić, E. Lisichanets, I. Hribšek, Z. Karić, S. Kapelj, L. Bonchev and E. Stoynov. 2021. New insight into spatial ecology of Griffon Vulture (Gyps fulvus) on the Balkans provides opportunity for focusing conservation actions for a threatened social scavenger. Biodiversity Data Journal, 9: e73774. doi: 10.3897/ BDJ.9.e73774. eCollection 2021.

Plieninger T., F.j. Pulido and W. Konold. 2003. Effects of land-use history on size structure of holm oak stands in Spanish dehesas: implications for conservation and restoration. Environmental Conservation, 30:61-70.

Plieninger, T., Y. Abunnasr, Ugo D’Ambrosio, T. Guo, T. Kizos, L. Kmoch, E. Topp and E. Varela. 2022. Biocultural conservation systems in the Mediterranean region: the role of values, rules knowledge. Sustainability Science, https://doi.org/10.1007/s11625-022-01155-6

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 297 –Bιβλιογραφία

Poirazidis, K., 2017. Systematic raptor monitoring as conservation tool: 12 year results in the light of landscape changes in Dadia-Lefkimi-Soufli National Park. Nature Conservation 22: 17-50.

Poirazidis, K., V. Bontzorlos, S. Schindler and D. Vasilakis. 2019. Lesser spotted eagle population trends and spatial use in respect to continuous landscape changes in Dadia-Lefkimi-Soufli National Park during the last 35 years. Acta Zoologica Bulgarica Supplement 14.

Potts S.G., J.C. Biesmeijer, C. Kremen, P. Neumann, O. Schweiger and W.E. Kunin. 2010. Global pollinator declines: Trends, impacts and drivers. Trends in Ecology and Evolution, 25: 345-353.

Potts S.G., T. Petanidou, S. Roberts, C. O’Toole, A. Hulbert and P. Willmer. 2006. Plant-pollinator biodiversity and pollination services in a complex Mediterranean landscape. Biological Conservation, 129: 519-529.

Potts S.G., V. Imperatriz-Fonseca, H.T. Ngo, M.A. Aizen, J.C. Biesmeijer, T.D. Breeze, L.V. Dicks, L.A. Garibaldi, R. Hill, J. Settele and A.J. Vanbergen. 2016. Safeguarding pollinators and their values to human well-being. Nature 540: 220-229.

Proutsos, N., A. Solomou, G. Karetsos, K. Tsagari, G. Mantakas, K. Kaoukis, A. Bourletsikas and G. Lyrintzis., 2021. The ecological status of Juniperus foetidissima forest stands in mountain Oiti-Natura 2000 site in Greece. Sustainability, 13:3544; https://doi.org/10.3390/su13063544

Queiroz, C., R. Beilin, C. Folke and R. Lindborg. 2014. Farmland abandonment: threat or opportunity for biodiversity conservation? A global review. Frontiers in Ecology and the Environment 12: 288-296.

Rackham, O. and J. Moody. 1996. The Making of the Cretan Landscape. Manchester University Press, Manchester, 237 p.

Rego, F. C., J. M. Moreno, V. R. Vallejo G. Xanthopoulos. 2018. Forest Fires-Sparking firesmart policies in the EU. N. Faivre (ed.). Directorate-General for Research and Innovation Climate Action and Resource Efficiency, pp. 48.

Rigueiro-Rodríguez, A., J. McAdam and M.R. Mosquera-Losada, (eds). 2008. Agroforestry in Europe: current status and future prospects. Springer, 450 p.

Rodrigues L., L. Bach, M.-J. Dubourg-Savage, B. Karapandža, D. Kovač, T. Kervyn, J. Dekker, A. Kepel, P. Bach, J. Collins, C. Harbusch, K. Park, B. Micevski and J. Minderman. 2017. Guidelines for consideration of bats in wind farm projects-Revision. EUROBATS Publication Series No. 6. UNEP/EUROBATS Secretariat, Bonn, Germany, 133 p.

Röhrig, N., M. Hassler and T. Roesler. 2020. Capturing the value of ecosystem services from silvopastoral systems: Perceptions from selected Italian farms. Ecosystem Services 44: 101152. doi.org/10.1016/j. ecoser.2020.101152.

Sabino W., L. Costa, T. Andrade, J. Teixeira, G. Araújo, A.L. Acosta, L. Carvalheiro and T.C. Giannini. 2022. Status and trends of pollination services in amazon agroforestry systems. Agriculture, Ecosystems and Environment 335: 108012.

San Roman Sanz, A., C. Fernandez, F. Mouillot, L. Ferrat, D. Istria V. Pasqualini. 2013. Long-term forest dynamics and land-use abandonment in the Mediterranean mountains, Corsica, France. Ecology and Society, 18:38.

Sánchez-Zapata, A.J. and J.F. Calvo. 2001. Raptor distribution in relation to landscape composition in semi-arid Mediterranean habitats. Journal of Applied Ecology, 25: 143-151.

Saratsi, E. 2005. The cultural history of ‘kladera’ in Zagori area of Pindos Mountain, NW Greece. News of Forest History 36-37:107-117.

Sarvade, S. and Singh, R. 2014. Role of agroforestry in food security. Popular Kheti, 2: 25-29.

Savian, J.V., R.M.T. Schons, D.E. Marchi, T.S.D. Freitas, G.F. da Silva Neto, J.C. Mezzalira, A. Berndt and C. Bayer. 2018. Rotatinuous stocking: A grazing management innovation that has high potential to mitigate methane emissions by sheep. Journal of Cleaner Production, 602-608. doi .org/ 10 .1016/ j .jclepro .2018 .03 .162.

Schaetzl R.J. and M.L. Thompson. 2015. Soils. Cambridge University Press. pp. 778.

Schindler, S., H. von Wehrden, K. Poirazidis, T. Wrbka and V. Kati. 2013. Multiscale performance of landscape metrics as indicators of species richness of plants, insects and vertebrates. Ecological Indicators, 31: 41-48.

Shultz, A.M., V.P. Papanastasis, T. Katelman, C. Tsiouvaras, S. Kandrelis and A. Nastis. 1987. Agroforestry in Greece. Working document. Laboratory of Range Science, Department of Range and Wildlife Science, Aristotle University of Thessaloniki. Thessaloniki, Greece, 101 p.

Sintori, Α., I. Tzouramani and A. Liontakis. 2019. Greenhouse Gas Emissions in Dairy Goat Farming Systems: Abatement Potential and Cost. Animals, 11: 945. Doi.org/10.3390/ani9110945

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 298 –Bιβλιογραφία

Sioliou-Kaloudopoulou, M. and I. Ispikoudis. 2005. Agroforestry landscapes in Greece. In: Animal Productionand Natural Resources Utilization in the Mediterranean Mountain Areas. (A. Georgoudis, A., A. Rosati and C. Mosconi, eds). EAAP publication No 115, Wageningen Academic Publishers. P. 204-207.

Sivropoulou, A., C. Nikolau, E. Papanikolau, S. Kokkini, T. Lanaras and M. Arsenakis. 1997. Antimicrobial, cytotoxic antiviral activities of Salvia fruticosa essential oil. Journal of Agricultural and Food Chemistry, 45:3197-3201.

Smith, J., B.D. Pearce and M.S. Wolfe. 2012. Reconciling productivity with protection of the environment. Is temperate agroforestry the answer? Renewable Agriculture and Food Systems. Doi:10.1017/ S1742170511000585.

Song, B., G.M. Robinson and D.K Bardsley. 2020. Measuring multifunctional agriculturallandscapes. Land 9: 260.

Stara, K., R. Tsiakiris and J. Wong. 2015. The Trees of the Sacred Natural Sites of Zagori, NW Greece. Landscape Research. 40. 1-21. 10.1080/01426397.2014.911266.

Stara, K., R. Tsiakiris, V. Nitsiakos and J.M. Halley. 2016. Religion and the management of the commons. The sacred forests of Epirus. In: Biocultural Diversity in Europe (Agnoletti, M. and F. Emanueli, eds). Environmental History 5. Springer Verlag, p. 283-302.

Staton, T., R.J. Walters, T.D. Breeze, J. Smith and R.D. Girling. 2022. Niche complementarity drives increases in pollinator functional diversity in diversified agroforestry systems. Agriculture, Ecosystems and Environment, 336: 108035.

Steinfeld, H., P. Gerber, T. Wassenaar, V. Castel, M. Rosales and C. de. Haan. 2006. Livestock’s Long Shadow: Environmental Issues and OptionsFood and Agriculture Organization of the United Nations (FAO), Rome, Italy, 416 p.

Strid, A., E. Bergmeier and G. Fotiadis. 2020. Flora and Vegetation of the Prespa National Park. Society for the Protection of Prespa.

Stuart. S., J. Chanson, N. Cox, B. Young, A. Rodrigues, D. Fischman and R. Waller. 2004. Status and Trends of Amphibian Declines and Extinctions Worldwide. Science, 306:783-1786, DOI: 10.1126/ science.1103538

Sullivan, M.L., A.J. Cawdell-Smith, T.L. Mader and J.B. Gaughan. 2011. Effect of shade area on performance and welfare ofshort-fed feedlot cattle. Journal of Animal Science, 89: 2911-2925.doi: 10.2527/jas.2010-3152

Talukder, B., N. Ganguli, R. Matthew, G.W. van Loon, K.W. Hipel and J. Orbinski. 2021. Climate changetriggered land degradation and planetary health: A review. Land Degradation and Development, 32: 4509-4522.

Tanentzap, A.J., A. Lamb, S. Walker and A. Farmer. 2015. Resolving conflicts between agriculture and the natural environment. PloS Biology 13: e1002242. Doi: 10.1371/journal.pbio.1002242

Tedim, F., V. Leone G. Xanthopoulos. 2016. A wildfire risk management concept based on a socialecological approach in the European Union: Fire Smart Territory. International Journal of Disaster Risk Reduction, 18:138-153.

Terzi, M. and M. Marvulli. 2006. Priority zones for Mediterranean protected agro-sylvo-pastoral landscapes. Ecologia Mediterranea 32:29-38.

Thornton.P.K., J. van de Steeg, A.M. Notenbaert and M. Herrero. 2009. The impacts of climate change on livestock and livestock systems in developing countries: A review of what we know and what we need to know. Agricultural Systems, 101:113-127.

Triantakonstantis, D., V. Kollias and D. Kalivas. 2006. Forest re-growth since 1945 in the Dadia forest nature reserve in northern Greece. New Forests 32: 51-69

Tsiakiris, R., K. Stara, A. Mpetsis and Y. Rousopoulos 2014. Conservation, threats and challenges of rangeland management in western Greece mountain SPA’s: The example of griffon vultures (Gyps fulvus). (In Greek with English summary). 8th Hellenic Range and Pasture Congress, Thessaloniki, Greece, pp. 341-346

Tsiakiris, R., L. Sidiropoulos, D. Vasilakis, K. Stara, H. Peshev and E. Stoynov. 2018. Greek and Yemen’s cultural landscapes through the eyes of a Griffon Vulture. In: Book of Abstracts, 9th Congress of the Hellenic Ecological Society. 4-7 Heraklion, Greece.

Tsiakiris, R., K. Stara, J. Pantis and S. Sgardelis. 2009. Microhabitat selection by three common bird species of montane farmlands in Northern Greece. Environmental management, 44:874-887.

Tubiello, F.N., J.F. Soussana and S.M. Howden. 2007. Crop and pasture response to climatechange. Proceedings of the National Academy of Sciences, 104:19686-19690.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 299 –Bιβλιογραφία

Turner, K., D. Pearce and I. Bateman. 1994. Environmental economics. Harvester Wheatsheaf, London, 324 p.

Urry, J. 2002. The Tourist gaze. Leisure and Travel in Contemporary Societies. Sage, London, 183 p. Usachev E., O. Pyankov, O. Usacheva and I. Agranovski. 2013. Antiviral activity of tea tree and eucalyptus oil aerosol and vapour. Journal of Aerosol Science, 59: 22-30.

USDA-National Agroforestry Center.2015. How can agroforestry help landowners adapt to climate change?). Nebraska. 2p (https://www.fs.usda.gov/nac/assets/documents/workingtrees/infosheets/ WTInfoSheet-ClimateAdaptation.pdf-τελευταία πρόσβαση 12/02/2023)

Vansynghel, J., C. Ocampo-Ariza, B. Maas, E.A. Martin, E. Thomas, T. Hanf-Dressler, N.-C. Schumacher, C. Ulloque-Samatelo, F.F. Yovera, T. Tscharntke and I. Steffan-Dewenter. 2022. Quantifying services and disservices provided by insects and vertebrates in cacao agroforestry landscapes. Proceedings of the Royal Society B: Biological Sciences 289(1982): 20221309.

Varela, E, F. Pulido, G. Moreno and M.A. Zavala. 2020. Targeted policy proposals for managing spontaneous forest expansion in the Mediterranean. Journal of Applied Ecology, 57:2373-2380

Vlami, V., I.P.Kokkoris, S.Zogaris, C. Cartalis, G.Kehayias P. Dimopoulos. 2017. Cultural landscapes and attributes of “culturalness” in protected areas: An exploratory assessment in Greece. Science of the total environment, 595:229-243.

Vlami, V., S. Zogaris, H.Djuma, I.P.Kokkoris, G.Kehayias and P. Dimopoulos. 2019. A field method for landscape conservation surveying: The landscape assessment protocol (LAP). Sustainability, 11, 2019. 20 p.

Waldron, A., D. Garrity, Y. Malhi, C, Girardin, D.C.Miller and N. Seddon. 2017. Agroforestry can enhance food security while meeting other sustainable development goals. Tropical Conservation Science, 10.

Wall D.H., V. Behan-Pelletier, T.H. Jones, K. Ritz, J. Six, D.R. Strong and W.H. van der Putten. 2012. Soil ecology and ecosystem services. Oxford University Press. pp. 424.

Warren, M., D. Maes, C. van Swaay, P. Goffart, H. Van Dyck, N.A.D. Bourn, I. Wynhoff, D. Hoare and S. Ellis. 2021. The decline of butterflies in Europe: Problems, significance possible solutions. PNAS, 118: e2002551117.

Xanthopoulos, G. and N. Nikolov. 2019. Wildfires and fire management in the Eastern Mediterranean, Southeastern Europe Middle East regions. Fire Management Today, 77: 29-38.

Yiakoulaki, M.D., A.L. Goetsch and T. Sahlu. 2009. Grazing management systems: creep grazing for suckling goat kids. Options Mediterraneennes. SERIES A, No 85: 387-392.

Yiakoulaki, M.D., A.L. Goetsch, G. Detweiler and T. Sahlu. 2007. Effects of stocking rate and creep grazing on performance by Spanish and Boer x Spanish does with crossbred Boer kids. Small Ruminant Research, 71: 234-242.

Yiakoulaki, M.D., A.L. Goetsch, G.D. Detweiler and T. Sahlu. 2014. Effects of creep grazing and stocking rate on forage selection and nutritive value of the diet for meat goat does and kids ongrass/forb pasture. Small Ruminant Research, 117: 119-123.

Yiakoulaki, M.D., M.S. Kodona and Α. Nastis. 1999. Effect of prescribed burning and management systems on diet selection and intake of goats grazing in Pinus brutia forest. In: Proceedings of the EQULFA project meeting (Waterhouse and McEwan, eds). Thessaloniki, 8-11 November 1999. Landscapes Livestock and livelihoods in European Less Favoured Areas. SAC, Auchincruive. p. 85-89.

Zakkak, S., K. Poirazidis and M. Panagiotopoulou. 2016. Understanding the relationship between farmland bird communities and agroforestry landscapes: A tool for effective management practices in National Parks. 5th International Eurasian Ornithology Congress, Cannakkale, Turkey, 10-12 May 2016.

Zakkak, S., K. Poirazidis, L. Sidiropoulos, H. Alivizatos, E. Shogolev, S. Shogolev, E. Navarrete, E. Bourdakis, S. Liouza, A. Demertzi and M. Panagiotopoulou, 2015. The way towards more effective conservation practices: Understanding Lullula arborea and Lanius collurio occurrence patterns in the National Park of Lakes Koronia-Volvi and the Macedonian Tempe. 13th ICZEGAR, 7-11 Οκτωβρίου 2015, Ηράκλειο Κρήτης, αναρτημένη ανακοίνωση (poster).

Zarovali, M.P., M.D. Yiakoulaki and V.P. Papanastasis. 2007. Effects of shrub encroachment on herbage production and nutritive value in semi-arid Mediterranean grasslands. Grassand Forage Science, 62: 355363.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 300 –Bιβλιογραφία

Αθανασάκης, Α. 1996. Περιβάλλον και Οικολογία στην Εκπαίδευση. Δαρδανός, Αθήνα. Αλιβιζάτος, Χ., Λ. Σιδηρόπουλος, Μ. Παναγιωτοπούλου, E. Navarrete, Ε. Τσεκόλεφ και Σ. Τσεκόλεφ.

2014. Παράγοντες ενδιαιτήματος που επηρεάζουν την επιλογή των επικρατειών των αναπαραγόμενων

αρπακτικών στο Εθνικό Πάρκο Λιμνών Κορώνειας-Βόλβης. 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο Οικολογίας, Ελληνική Οικολογική Εταιρεία, Ελληνική Βοτανική Εταιρεία και Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία., Μυτιλήνη, 9-12

Οκτωβρίου 2014, Αναρτημένη ανακοίνωση (poster).

Αποθετήριο γνώσης INCREdible για τα ΜΞΔΠ της Μεσογείου: https://www.nwfps.org/factsheetrepository/

Βάσσος, Κ. 2008. Γεωπονικά. Αρχαιότητα-Βυζάντιο (μετ. Μαλαίνου Επ.) Κουλτούρα. Αθήνα, σελ. 323.

Βλαχόπουλος, Κ., Π. Κορδοπάτης, Χ. Αγγελίδης, Α. Ευαγγελίδης, Σ. Πολύμερος και Α. Σφουγγάρης.

2016. Χρήση κρυπτο-μαρκοβιανών μοντέλων (hidden markov models) για την ανάλυση των μετακινήσεων μικρής και μεγάλης κλίμακας του κιρκινεζιού (Falco naumanni). Στο: Πρακτικά 8ου Πανελλήνιου

Συνεδρίου Οικολογίας: 150+ Χρόνια Οικολογίας-Δομές, Δεσμοί, Δυναμικές και Στρατηγικές Επιβίωσης

8ο Πανελλήνιο Συνέδριο Οικολογίας, Θεσσαλονίκη 20-23 Οκτωβρίου 2016. Θεσσαλονίκη: Ελληνική

Οικολογική Εταιρεία, σελ. 100 Βραχνάκης, Μ., Γ. Φωτιάδης και Ι. Καζόγλου. 2011. Τύποι Οικοτόπων Εθνικού Πάρκου ΠρεσπώνΑναγνώριση-Καταγραφή 2001. Εταιρία Προστασίας Πρεσπών, σελ. 105. Γεωργιακάκης Π. 2009. Γεωγραφική και υψομετρική εξάπλωση, ακουστικός προσδιορισμός και οικολογία των χειροπτέρων της Κρήτης. Τμήμα Βιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Διδακτορική Διατριβή. Γρίσπος, Π. 1973. Δασική Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος. Από του ΙΕ΄αιώνος μέχρι του 1971

συγγραφείσα επί τη 150ετηρίδι της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Αυτοτελείς Εκδόσεις της Υπηρεσίας

Δασικών Εφαρμογών και Εκπαιδεύσεως, Αρ. 25. Αθήναι, σελ. 385.

Δαλκαβούκης, Β. 1999. Μετοικεσίες Ζαγορισίων (1750-1922). Προσεγγίσεις στις διαδικασίες προσαρμο-

γής μιας τοπικής κοινωνίας στην ιστορική συγκυρία. Εκδ. Ριζαρείου Σχολής, Θεσσαλονίκη.

Δαμιανάκος, Σ., E. Ζακοπούλου, X. Κασίμης και Β. Νιτσιάκος. 1997. Εξουσία, εργασία και μνήμη σε τρία χωριά της Ηπείρου. Η τοπική δύναμη της επιβίωσης. Πλέθρον and Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών

(Ε.Κ.Κ.Ε.), Αθήνα, σελ. 338.

Δαναλάτος, Ν.Γ, Κ. Γιαννούλης, Δ. Μπαρτζιάλης, Ε. Σκουφογιάννη και Ι. Γκιντσιούδης. 2022. Κλιματική

αλλαγή-γεωργία: το πρόβλημα της ερημοποίησης στη Θεσσαλία. Παρουσίαση. https://www.ypethe.gr/sites/default/files/archivefiles/2022_06_17_paroysiasi_n_danalatoy_imerids.pdf Ανακτήθηκε την 30-11-2022.

Δημαλέξης Α., E. Μπουρδάκης και Έ. Χατζηχαραλάμπους, 2004. Προδιαγραφές χαρακτηρισμού και οριοθέτησης Ζωνών Ειδικής Προστασίας. ΥΠΕΧΩ∆Ε, Αθήνα και Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), Θέρμη. 119 σελ. + i παράρτημα.

Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). https://www.statistics.gr/

Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 2021. Νέα δασική στρατηγική της ΕΕ για το 2030. Βρυξέλλες, 16.7.2021 COM(2021) 572 final.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή. 2021. Συστάσεις της Επιτροπής για το στρατηγικό σχέδιο ΚΓΠ της Ελλάδας SDW (2020) 372 final.

Ζόγκαρης, Σ., Β. Χατζηρβασάνης, Α. Οικονόμου, Γ. Χατζηνικολάου, Σ. Γιακουμή και Π. Δημόπουλος.

2007. Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα, Προστατεύοντας τις παραποτάμιες οάσεις ζωής. ΕΛΚΕΘΕ, Πρόγραμμα Interreg IIIC Sud “RIPIDURABLE”, σελ. 96.

Ισπικούδης, Ι. 2005. Ιστορική και πολιτισμική θεώρηση των δασογεωργικών συστημάτων. Δασογεωργικά Συστήματα Χρήσης Γης. Στο: Πρακτικά Επιστημονικής Ημερίδας. 4 Φεβρουαρίου 2005, Helexpo Zootechnia Θεσσαλονίκη (Μαντζανάς, K.Θ. και Β.Π. Παπαναστάσης, εκδότες). Εργαστήριο Λιβαδικής Οικολογίας, Δημ. Νο 2, Θεσσαλονίκη, σελ. 28-40. Ισπικούδης, Ι., Ζ. Κούκουρα, Κ. Τσιουβάρας και Α. Νάστης. 1996. Αγροδασολιβαδοπονία: Νέες απόψεις

μιας αρχαίας αειφορικής χρήσης της γης. Πρακτικά 7ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Ελληνικής Δασολογικής

Εταιρείας «Αξιοποίηση Δασικών Πόρων», Καρδίτσα 11-13 Οκτωβρίου 1995, σελ. 390-400.

Ισπικούδης, Σ., Κ. Μαντζανάς και Ι. Ισπικούδης. 2021. Αγροδασικά οικοσυστήματα της Βόρειας Ελλάδας: ταξίδι στην ιστορία και τις χρήσεις τους. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, σελ. 432.

Καμπουρίδης, Κ. 2018. Μοναστηριακές περιουσίες κατά την Τουρκοκρατία. Τα «βακούφια του μοναστηριού της Επισκοπής» (evkaf-i manastır-i Piskopi ) στα Σέρβια, το 1500. Πρακτικά Γ΄ Συνεδρίου Τοπικής Ιστορίας. Ἡ Κοζάνη καὶ ἡ περιοχή της ἀπὸτοὺς Βυζαντινούς στοὺς Νεότερους Χρόνους, Κοζάνη 7- 9

Δεκεμβρίου 2018 (Καρανάσιος, Χ. και Β. Διάφα -Καμπουρίδου εκδότες). Εταιρεία Δυτικομακεδονικών

Μελετών, Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, Κοζάνη, σελ. 167-184.

Κανονισμός (ΕΕ) 2018/841 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ης Μαΐου 2018.

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 156/1, 19.6.2018

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 301 –Bιβλιογραφία

Κανονισμός (ΕΕ) 2021/2115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου

2021 σχετικά με τη θέσπιση κανόνων για τη στήριξη των στρατηγικών σχεδίων που πρέπει να

καταρτίζονται από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής (στρατηγικά σχέδια

για την ΚΓΠ) και να χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και το

Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΕ)

αριθ. 1305/2013 και (ΕΕ) αριθ. 1307/2013

Καρέτσος, Γ. 2002. Μελέτη της οικολογίας και της βλάστησης του όρους Οίτη. Διδακτορική διατριβή.

Πανεπιστήμιο Πατρών.

Κεφαλοπούλου, Ε. 2014. Για μια χούφτα αμπέλια: Αγιορειτών διενέξεις κατά το παρελθόν. https://www.pemptousia.gr/

Κοντός, Π. 1929. Δασική Ελληνική Ιστορία: Από των Μινωικών χρόνων μέχρι σήμερον, από οικονομικής, πολιτικής και αγροτικής απόψεως. Αθήναι, σελ. 263.

Λευκή βίβλος: Martínez de Arano κ.α. 2021. Μη ξυλώδη δασικά προϊόντα για τους ανθρώπους, τη

φύση και την πράσινη οικονομία. Προτάσεις για προτεραιότητες στη χάραξη πολιτικής στην Ευρώπη.

Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δασών (EFI) και Τμήμα ΒΕΤ, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα. http://www.bat.uoi.gr/research/white-bible

Μακρή, Μ., Χ. Αλιβιζάτος, Κ. Βλαχόπουλος, Χ. Ευαγγέλου, Π. Κορδοπάτης και Α. Σφουγγάρης. 2016. Μελέτη των διατροφικών συνηθειών του Κιρκινεζιού (Falco naumanni) κατά την αναπαραγωγική περίοδο

στο θεσσαλικό κάμπο. Πρακτικά 8ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Οικολογίας: 150+ Χρόνια Οικολογίας-Δομές, Δεσμοί, Δυναμικές και Στρατηγικές Επιβίωσης, 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο Οικολογίας, Θεσσαλονίκη 20-23 Οκτωβρίου 2016. Θεσσαλονίκη: Ελληνική Οικολογική Εταιρεία, σελ.298. Μαντζανάς, Κ., Ε. Τσατσιάδης, Ι. Ισπικούδης και Β.Π. Παπαναστάσης. 2006. Αγροδασολιβαδικά συστήματα στην Ελλάδα. Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών. Μοχλός Ανάπτυξης της Υπαίθρου.

Πρακτικά 4ου Πανελλήνιου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου (Πλατής, Π.Δ., Α. Σφουγγάρης, Θ.Γ. Παπαχρήστου και Α.Ι. Τσιόντσης εκδότες). Αθήνα, σελ. 297-303.

Martínez de Arano, I., S. Maltoni, A. Picardo, S. Mutke, J. Amaral Paulo, M. Baraket, H. Baudriller-Cacaud, R. Bec, J.A. Bonet, A. Brenko, D. Buršić, B. Chapelet, A. Correia, R. Cristobal, G. Ducos, L. Fernandez, F. Galinat, L. Hamrouni, H. Husson, M. Khalfaoui, S. Libbrecht, N. Markos, G. Muir, M. Pasalodos, O. Marois, N. Andrighetto, J. Giacomoni, A. Rodriguez, R. Rubio, C. Santos Silva, S. Sorrenti, K. Stara, P. Soares, I. Taghouti, M. Tome, E. Vidale and S. Walter. 2021. Μη ξυλώδη δασικά προϊόντα για τους ανθρώπους, τη

φύση και την πράσινη οικονομία. Προτάσεις για προτεραιότητες στη χάραξη πολιτικής στην Ευρώπη.

Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δασών (EFI) και Τμήμα ΒΕΤ, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα, σελ. 85. http://www.bat.uoi.gr/images/files/K2A05_2021_Greek_Version.pdf

Μπακέας, Κ., Α. Τσιομπανούδης και Α. Ψαρικίδης. 2021. Συστηματική παρακολούθηση της προστατευόμενης περιοχής του Δάσους Δαδιάς–Λευκίμης–Σουφλίου. Τεχνική αναφορά σχετικής

αφθονίας αρπακτικών. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς–Λευκίμης–Σουφλίου, σελ.

110 (Αδημοσίευτη εργασία).

Μπούσμπουρας Δ. 2021. Οδηγίες για την διατήρηση ή την δημιουργία θέσεων αναπαραγωγής

λοφιοφόρου τρίτωνα. https://koutsomili.wordpress.com/ Νασιάκου, Σ. 2022. Αγροδασοπονία και Περιφερειακή Αγροτική Ανάπτυξη: Έρευνα Ενσωμάτωσης της

Αγροδασοπονίας στο Θεσσαλικό Αγροτικό Τοπίο με τη Χρήση του Χωροχρονικού Μοντέλου CLUE-S. Διδακτορική Διατριβή. Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.

Νιτσιάκος, Β., Μ. Αράπογλου και Κ. Καρανάτσης. 1998. Νομός Ιωαννίνων. Σύγχρονη Πολιτισμική Γεωγραφία. Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων, Γιάννινα, σελ. 572.

Ντάφης, Σ., Ε. Παπαστεργιάδου, Ε. Λαζαρίδου και Μ. Τσιαφούλη. 2001. Τεχνικός Οδηγός Αναγνώρισης, Περιγραφής και Χαρτογράφησης Τύπων Οικοτόπων της Ελλάδας. Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων, σελ. 393.

Ομάδα εργασίας του έργου LIFE+AdaptFor 2014. Κατευθύνσεις για την προσαρμογή της διαχείρισης

των ελληνικών δασών στην κλιματική αλλαγή. Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων, Θέρμη, σελ. 92. https://ekby.openabekt.gr/el/document/59b1381f3e91fcf15d000e70

Παναγιωτοπούλου, Μ., Κ. Ποϊραζίδης και Σ. Ζακκάκ. 2017. Κοινά Είδη Πουλιών ως Δείκτες Ποιότητας Αγροτικών και Αγρο-Δασικών Οικοσυστημάτων στο Εθνικό Πάρκο Λιμνών Κορώνειας-Βόλβης και Μακεδονικών Τεμπών. 18ο Πανελλήνιο Δασολογικό Συνέδριο, 8-11 Οκτωβρίου, 2017, Έδεσσα. Παπαναστάσης Β., Κ. Μαντζανάς και Χ. Ευαγγέλου. 2013. Έκθεση της λιβαδικής κατάστασης και βοσκοφόρτωσης των ορεινών λιβαδιών (6210*, 6230*) και των εποχικών λιμνίων (3170*). Σύνδεσμος ιστοσελίδας: https://foropenforests.org/sites/foropenforests.org/files/reports/ForOpenForests-Action-A_6DEL_Forest.pdf

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 302 –
Bιβλιογραφία

Παπαναστάσης, Β. 2015. Αγροδασοπονία. Εκδόσεις Ζήτη. Θεσσαλονίκη, σελ. 191.

Παπαναστάσης, Β.Π., Α.Κ. Πήττας και Σ.Θ. Αθανασιάδης. 2021. Έργα Υποδομής στα Λιβάδια. Υπουργείο

Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αθήνα.

Παπούλια, Σ., Σ. Καζαντζίδης και Γ. Τσιουρλής. 2002. Η χρήση των θαμνολίβαδων πουρναριού από την ορνιθοπανίδα στην περιοχή Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, Λιβαδοπονία και Ανάπτυξη Ορεινών Περιοχών, Πρακτικά 3ου Πανελλήνιου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου, Καρπενήσι, 2-4 Σεπτεμβρίου 2002 (Π. Πλατής και Θ. Παπαχρήστου, εκδότες). Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία. Δημ. Νο. 10. σελ. 117-123.

Παφίλης Π. 2014. Ξερολιθιές, στηρίγματα βιοποικιλότητας (Τελική Έκθεση). Πρόγραμμα Επιστημονικών

Μελετών, Κοινωφελές Ίδρυμα Ιωάννη Σ. Λάτση-Μελέτες 2013, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο

Αθήνας, σελ. 100.

Πετανίδου Θ. 2015. Αναβαθμίδες του Αιγαίου. Το παράδειγμα των Δωδεκανήσων. Επιστημονικές Εκδόσεις Παρισιάνου, Αθήνα, σελ. 280.

Πετανίδου Θ. 2021. Αναβαθμίδες καλλιέργειας. Μια περιήγηση στα χωράφια του πολιτισμού του

Αιγαίου, της Μεσογείου. BrokenHill Publishers, Λευκωσία, Κύπρος, σελ. 116. Ποϊραζίδης, Κ., Ε. Καψάλης, Ε. Κρετ, Γ. Κοράκης, Δ. Βασιλάκης και Θ. Σκαρτσή. 2018. Διαχρονική

καταγραφή και χαρτογράφηση της μεταβολής της βοσκοφόρτωσης στο Εθνικό Πάρκο Δάσους ΔαδιάςΛευκίμης-Σουφλίου. Πρακτικά 9ου Πανελληνίου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου «Η Ελληνική Λιβαδοπονία

μπροστά σε νέες προκλήσεις». Ελληνική Δασολογική Εταιρία, 9-12 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2018, Συνεδριακό

Κέντρο του ΤΕΙ Θεσσαλίας, Λάρισα, σελ. 6.

Ποϊραζίδης, Κ., Π. Ξόφης, Γ. Κεφαλάς, Ι. Χατζηλιάδης, Η. Πέττας και Μ. Παναγιωτοπούλου. 2021.

Ιεραρχική ταξινόμηση σύνθετων μεσογειακών τοπίων με χρήση αντικειμενοστραφούς ταξινόμησης και

δορυφορικών εικόνων πολύ υψηλής ανάλυσης. 20ο Πανελλήνιο Δασολογικό Συνέδριο, Τρίκαλα 3-6

Οκτωβρίου 2021.

Σειρηνίδου, Β. 2014. Δάση στον ελληνικό χώρο (15ος-18ος αι.). Αναψηλαφώντας μια ιστορία καταστροφής. Μεσαιωνικά και Νέα Ελληνικά, 11: 69-87.

Σιδηροπούλου, A. 2011. Ανάλυση και αξιολόγηση αγροδασικών συστημάτων με τη χρήση δεικτών τοπίου. Διδακτορική Διατριβή. Τμήμα Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο

Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, σελ. 177.

Σμύρης, Π. 2012. Εισαγωγή: Το δασικό οικοσύστημα. Στο: Το δάσος. Μια ολοκληρωμένη προσέγγιση

(Παπαγεωργίου Α.Χ., Γ. Καρέτσος και Γ. Κατσαδωράκης εκδότες.). WWF Ελλάς, Αθήνα, σελ. 13-15.

Στάρα, Κ. και Ρ. Τσιακίρης. 2010. Τα λιβάδια που ήταν δάση. Η περίπτωση των προστατευτικών δασών

του Ζαγορίου. Λιβαδοπονία και Ποιότητα Ζωής Πρακτικά 7ου Πανελλήνιου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου.

Ξάνθη, 14-16 Οκτωβρίου 2010 (Σιδηροπούλου, Α., Κ. Μαντζανάς και Ι. Ισπικούδης, εκδότες). Ελληνική

Λιβαδοπονική Εταιρεία. Δημ. Νο. 16, σελ. 57-62

Τσιακίρης, Ρ. και Κ. Στάρα. 2004. Η σημασία του μωσαϊκού των ενδιαιτημάτων των αγροκτηνοτροφικών οροπεδίων του Εθνικού Δρυμού Βίκου-Αώου για την ορνιθοπανίδα, Στο: Λιβάδια των πεδινών και ημιορεινών περιοχών: Μοχλός ανάπτυξης της υπαίθρου. Πρακτικά 4ου Πανελλήνιου

Λιβαδοπονικού Συνεδρίου. Βόλος, 10-12 Νοεμβρίου (Πλατής, Π., Α.Ι. Σφουγγάρης, Θ.Γ. Παπαχρήστου και

Α.Γ. Τσιόντσης, εκδότες). Ελληνική Λιβαδοπονική Εταιρεία, Δημ. Νο 12, σελ. 423-429.

Τσιακίρης, Ρ., 2009. Χωρικά και πληθυσμιακά πρότυπα του Αετομάχου (Lanius collurio) ως δείκτης

αλλαγών χρήσεων γης. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ). Σχολή Θετικών Επιστημών.

Τμήμα Βιολογίας Διδακτορική Διατριβή, σελ. 252

Φυτώκα, Ε., Μ. Τομπουλίδου, Λ. Χατζηιορδάνου και Α. Αποστολάκης. 2020. Υγρότοποι στην Ηπειρωτική Ελλάδα: πλήθος, έκταση, χωρική κατανομή. Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας / Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων-Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), Θέρμη, 78 σελίδες.

Φωτιάδης, Γ. 2004. Καθορισμός των Δασικών Φυτοκοινωνιολογικών Μονάδων του Ελληνικού

Τμήματος του Όρους Μπέλες και της Οροσειράς των Κρουσίων. Διδακτορική Διατριβή. Εργαστήριο

Δασικής Βοτανικής-Γεωβοτανικής. Α.Π.Θ., σελ. 273.

Φωτιάδης, Γ., Α. Παντέρα και Α. Παπαδόπουλος. 2006. Ενδημικά είδη της χλωρίδας των δασών της βαλανιδιάς (Quercus ithaburensis ssp. macrolepis) στην Ελλάδα. Πρακτικά 3oυ Συνεδρίου Ελληνικής Οικολογικής Εταιρείας and Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας.Ιωάννινα, 16-19 Νοεμβρίου 2006. Σελ. 446450.

Φωτιάδης, Γ., Μ. Βραχνάκης, Π. Κακούρος και Ε. Κουτσερή. 2014. Αξιολόγηση του τύπου οικοτόπου «Ελληνικά δάση αρκεύθου, κωδ. *9562» στο Εθνικό Πάρκο Πρεσπών και προτάσεις για την ανόρθωση και διατήρησή του. Πρακτικά 8ου Λιβαδοπονικού Συνεδρίου, Θεσσαλονίκη, 1-3 Οκτωβρίου 2014, σελ. 177-182.

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 303 –Bιβλιογραφία

Ιδιαίτερα εγκάρδιες ευχαριστίες οφείλουμε σε όλους τους συγγραφείς και

τους οργανισμούς ή τους φορείς που αυτοί ανήκουν και εργάζονται, καθώς

ανταποκρίθηκαν άμεσα και με ιδιαίτερο ενθουσιασμό στην πρόσκληση του Πράσινου

Ινστιτούτου για την υλοποίηση της παρούσας έκδοσης και είναι αλφαβητικά:

1. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τμήμα Δασολογίας & Φυσικού Περιβάλλοντος, Εργαστήριο Λιβαδικής Οικολογίας και Εργαστήριο Δασικών Βοσκοτόπων’

2. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος

3. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

4. Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας

5. Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος, Σχολή Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών & Οικονομικών Επιστημών, Εργαστήριο Εδαφικής Οικολογίας

6. Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός “ΔΗΜΗΤΡΑ”, Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων

7. Ελληνικό Αγροδασικό Δίκτυο

8. Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων – Υγροτόπων (ΕΚΒΥ)

9. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Κοινό Κέντρο Ερευνών

10. Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Περιβάλλοντος

11. Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Γεωγραφίας, Εργαστήριο Βιογεωγραφίας & Οικολογίας

12. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής & Αγροτικού Περιβάλλοντος, Εργαστήριο Διαχείρισης Οικοσυστημάτων & Βιοποικιλότητας,

13. Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Δασολογίας, Επιστημών Ξύλου & Σχεδιασμού

14. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών & Τεχνολογιών, Εργαστήριο Οικολογίας

15. Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών & Τεχνολογιών, Εργαστήριο Διατήρησης της Βιοποικιλότητας

16. Πανεπιστημίου Πατρών, Τμήμα Βιολογίας

17. Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος & Πολιτισμού

18. Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης

19. Αιθέριο / Etherio Pure Essential Oils

20. European Agroforestry Federation

21. European Forum on Nature Conservation & Pastoralism,

22. NCC - Nature Conservation Consultants Ε.Π.Ε.

23. OAKMEAL, International Acorn Food Company, Acorn Research & Development

ENoP | Πράσινο Ινστιτούτο | Αναβίωση αγροδασικών τοπίων την εποχή της κλιματικής αλλαγής – 304 –

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook

Articles inside

REFERENCES

32min
pages 286-298

A POLICY FRAMEWORK FOR AGROFORESTRY SYSTEMS

13min
pages 275-284

THREATS

1min
pages 274-275

Part E Conclusions, recommendations

1min
pages 271-273

THE 2023-2027 PROGRAMMING PERIOD

3min
pages 267-270

Agroforestry as a Rural Policy priority

2min
pages 264-266

EU POLICIES FOR SOIL CONSERVATION AND AGROFORESTRY

3min
pages 260-263

VERDICT ON AGROFORESTRY IN THE GREEN DEAL

1min
pages 258-259

THE GREEN ARCHITECTURE OF THE NEW CAP

3min
pages 253-257

MITIGATION

1min
pages 250-251

MONITORING

0
page 249

VULNERABILITY – ADAPTATION –MONITORING

3min
pages 246-248

Adapting agroforestry systems management and climate change mitigation

1min
pages 244-245

AGROFORESTRY

5min
pages 239-243

INTRODUCTION

2min
pages 237-238

THE MULTIFUNCTIONAL ROLE OF AGROFORESTRY SYSTEMS AS A VALUE DRIVER

1min
pages 233-235

AGROFORESTRY IN THE BIOECONOMY MODEL

3min
pages 230-232

THE TRANSITION TO A BIO-ECONOMIC MODEL OF PRODUCTION

0
page 229

2. FOOD SECURITY

3min
pages 223-227

INTRODUCTION

1min
pages 221-222

ACORN AND OAK PROJECT ON KEA ISLAND, GREECE

2min
pages 216-219

CULTIVATED SPECIES IN GREECE

5min
pages 208-215

THE CURRENT STATUS IN GREECE

1min
page 207

THE CURRENT WORLDWIDE STATUS

1min
page 206

Business opportunities and Non-Wood Forest Products

1min
pages 204-205

AEGEAN TERRACE CULTIVATIONS - LIVING AND VALUABLE AGROFOREST LANDSCAPES

1min
pages 200-203

CONCLUSIONS

0
page 199

FOREST FIRE PREVENTION

5min
pages 194-198

THE EVOLUTION OF FOREST FIRES

0
page 193

CONCLUSIONS

3min
pages 187-191

PECULIAROITIES OF THE OOITI AND KALLIDROMO REGIONS

4min
pages 183-186

INTRODUCTION

1min
pages 181-182

LAND USE CHANGE PREDICTIONS BY THE CLUE-S SPATIOTEMPORAL MODEL

1min
pages 178-179

THE TRADITIONAL AGROFORESTRY SYSTEMS OF THE MUNICIPALITY OF MOUZAKI

1min
pages 175-177

TRADITIONAL AGROFORESTRY SYSTEMS IN GREECE

1min
pages 173-174

THE STRUCTURE AND ROLE OF GRAZED AGROFORESTRY SYSTEMS

4min
pages 166-171

Sustainable grazing management in agroforestry landscapes

1min
pages 164-165

CONCLUSIONS AND SUGGESTIONS

0
pages 162-163

The value of silvopastoral agroforestry systems and challenges for their future

5min
pages 156-161

COMMON AGRICULTURAL POLICY (CAP)

0
page 155

AGROFORESTRY SYSTEMS

3min
pages 151-155

INTRODUCTION

1min
pages 149-150

SILVOARABLE SYSTEMS

3min
pages 144-147

INTRODUCTION

1min
page 143

Small wetlands in silvopastoral landscapes

4min
pages 134-141

THE IMPORTANCE OF THE SOIL SYSTEM

4min
pages 129-133

CONCLUSIONS: LEARNED LESSONS FOR A SUSTAINABLE AGRICULTURE

1min
pages 126-127

THE MEDITERRANEAN AGROFORESTRY SYSTEMS

2min
pages 124-125

POLLINATION AND POLLINATORS

2min
pages 122-123

Agroforestry systems and pollinators

1min
pages 120-121

MANAGEMENT AND CONSERVATION RECOMMENDATIONS

1min
pages 118-119

THREATENED BUTTERFLY SPECIES

0
page 117

INTRODUCTION

2min
pages 115-116

MANAGEMENT AND CONSERVATION SUGGESTIONS

1min
pages 112-113

THREATS FOR BATS

0
page 111

BATS AND SPECIAL LANDSCAPE ELEMENTS

0
page 110

INTRODUCTION

3min
pages 107-109

MAMMALS

1min
pages 104-105

REPTILES

1min
pages 102-103

AMPHIBIANS

2min
pages 100-101

AGROFORESTRY LANDSCAPING AND WILDLIFE

1min
page 99

CONSERVATION OF BIRDS OF PREY IN THE ERA OF CLIMATE CHANGE

0
page 97

EAGLES AND SMALLER BIRDS OF PREY IN THE AGROFORESTRY MOSAIC

2min
pages 95-96

NECROPHAGUS BIRDS OF PREY AND TRANSHUMANCE

3min
pages 92-94

INTRODUCTION

0
page 91

CONCLUSIONS

2min
pages 88-89

PARTICULARITIES OF THE AGROFORESTRY HABITATS

1min
page 87

CONSERVATION / THREAT STATUS

2min
pages 84-86

BIRD FAUNA OF AGROFORESTRY SYSTEMS IN GREECE

1min
pages 82-83

INTRODUCTION

1min
page 81

EPILOGUE

0
page 79

BROADLEAF AGROFORESTRY SYSTEMS

1min
page 78

CONIFEROUS FOREST AGROFORESTRY SYSTEMS

2min
pages 76-77

INTRODUCTION

2min
pages 73-75

STRATEGIC PLANNING AND INTEGRATED MANAGEMENT OF WOOD-PASTURE HABITATS

0
pages 70-71

DISCUSSION-CONCLUSIONS

0
page 69

FUNCTIONS AND ECOSYSTEM SERVICES

0
pages 68-69

INTRODUCTION

3min
pages 65-67

AFFORESTATION AND BIODIVERSITY

1min
pages 58-59

DADIA – LEFKIMI – SOUFLI NATIONAL PARK (DADIA

1min
pages 56-57

INTRODUCTION

0
page 55

CONCLUSIONS - SUGGESTIONS

0
pages 52-53

EXAMPLES

2min
pages 50-51

Classification of cultural landscapes in the Natura 2000 protected areas network: the importance of agroforestry

3min
pages 46-49

CONCLUSIONS - PROPOSALS

0
pages 44-45

CENTURIES OLD TREES, OPEN LANDSCAPES AND PEOPLE

1min
page 43

CENTURY-OLD TREES AND AGROFORESTRY LANDSCAPES

2min
pages 40-42

INTRODUCTION

0
page 39

Historic agricultural and stock farming systems in mountainous land; The example of the “kladera” of Zagori, Epirus

6min
pages 30-37

THE UTILIZATION OF WOODY PLANTS IN AGROFORESTRY SYSTEMS

2min
pages 27-29

Traditional agroforestry systems in Greece: past and future

2min
pages 24-26

INTRODUCTION

2min
pages 19-22

FOREWORD

4min
pages 13-18

PREFACE

2min
pages 9-12
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.