59
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
16) Η κριτική στις ιστορικιστικές επιστημολογίες του 20ού αιώνα Σε ποια κριτική υποβλήθηκαν οι ιστορικιστικές επιστημολογικές προσεγγίσεις των Κουν και Φεγιεράμπεντ και για ποιους λόγους; (τόμ. Β΄, σελ. 208-211, 218, 220-222) Παρότι η επιστημολογία του Κουν αναδεικνύει τις κοινωνικές συνιστώσες της επιστήμης και την εντάσσει στην ιστορική της διάσταση, είναι ανοικτή σε θεωρητική κριτική. Επειδή απαρνείται την ορθολογική υπόσταση και τη μεθοδολογική ιδιαιτερότητα της επιστήμης, έχει επικριθεί ότι διακινδυνεύει μια κοινωνική αναγωγή της. Η τελευταία, όμως, θα ταύτιζε την επιστήμη με οποιαδήποτε μεταφυσική ή ιδεολογία, η οποία χειρίζεται την πραγματικότητα για την επίτευξη επιβιωτικών, συναισθηματικών ή εξουσιαστικών σκοπιμοτήτων αδιαφορώντας για την αντιστοιχία της με τη δομή και τη λειτουργία του φυσικού κόσμου. Στη θεωρία του Κουν ο όρος «παράδειγμα» σημασιοδοτείται με αρκετά ασαφή τρόπο. Υπάρχουν δύο τουλάχιστον σημασίες του, μία στενή και μία ευρύτερη. Σύμφωνα με την πρώτη, το «παράδειγμα» αναφέρεται σε ένα επιστημονικό πρότυπο που συγκροτείται από θεωρητικές και πειραματικές προτάσεις περιγράφοντας και εξηγώντας τα φυσικά φαινόμενα. Σύμφωνα με τη δεύτερη, όμως, το «παράδειγμα» αναφέρεται σε ένα σύνολο ιδεολογικών ή και θρησκευτικών επιλογών που καθορίζει το πλαίσιο και τη μέθοδο της επιστημονικής έρευνας. Με την έννοια αυτή, η επιστημονική θεωρία θα μπορούσε να εκληφθεί απλώς ως μία ακόμη κοινωνική κατασκευή που εκφράζει με ιδιαίτερο τρόπο την κοσμοθεωρία και τα πρακτικά ενδιαφέροντα μιας ιστορικής κοινότητας, χωρίς να έχει μεγάλη σχέση με την αντικειμενική αλήθεια. Οι αρχές της θεωρούνται αληθείς, μόνο επειδή συμβαίνει να τις πιστεύει ως τέτοιες η κοινωνία την οποία εξυπηρετούν, κυρίως επειδή τις αποδέχεται η κυρίαρχη επιστημονική κοινότητα, στην οποία έχει ανατεθεί από την πολιτική εξουσία η κατασκευή μιας κοσμοθεωρίας που υπηρετεί τη διαιώνιση της εξουσίας της. Οι επιστημονικές θεωρίες είναι λειτουργικές επειδή εξυπηρετούν τους επιβιωτικούς και εξουσιαστικούς σκοπούς των κυρίαρχων κοινωνικών ομάδων και εγκαταλείπονται όταν άλλες ομάδες πάρουν την εξουσία. Μια ακραία ερμηνεία της «ασυμμετρίας» (incommensurability) των «παραδειγμάτων», συμβατή με την αρχική σύλληψη της θεωρίας των επιστημονικών Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr
60
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
επαναστάσεων, θα υποστήριζε αυτήν τη θεώρηση της επιστήμης ως κοινωνικού κατασκευάσματος που έχει μικρή σχέση με την αλήθεια. Τα «παραδείγματα» δεν συνδιαλέγονται, επειδή εν τέλει εκφράζουν –παρά την επιστημονική γλώσσα που χρησιμοποιούν– πιο πολύ μεταφυσικές, ιδεολογικές και πολιτιστικές θεωρήσεις παρά το θεμελιώδες αίτημα για τη γνώση της πραγματικότητας καθεαυτήν. Συνεπώς, οι θεωρητικές διαφωνίες στην επιστήμη δεν συνιστούν παρά συγκρούσεις μεταξύ ερμηνειών της πραγματικότητας. Το φυσικό υπόβαθρό τους παραμένει το ίδιο, αλλά οι επιστήμονες το βλέπουν και το ερμηνεύουν διαφορετικά. Σε αυτήν τη βάση, κανείς δεν δικαιούται να υποστηρίξει ότι μια αναπαράσταση του πραγματικού είναι αληθέστερη από μιαν άλλη. Άρα, δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίσουμε τον φυσικό κόσμο όπως είναι πραγματικά, πέρα από τους λόγους που κατασκευάζουμε γι’ αυτόν και τα διανοητικά ή συναισθηματικά ερεθίσματα που μας προκαλεί η θέασή του. Ο ίδιος ο Κουν αντιμετώπιζε ανυπέρβλητες δυσκολίες ως προς την πειστική τεκμηρίωση αυτής της θεώρησης της επιστήμης. Αυτή η «εξωτερική» (externalist) ερμηνεία της θεώρησης του Κουν, η οποία αντιμετωπίζει την επιστήμη ως δευτερογενή έκφραση εξωγενών προς την ίδια πολιτικών και κοινωνικών αναγκαιοτήτων, καταλήγει σε άκρατο σχετικισμό. Σε αυτό το πλαίσιο η «αλήθεια» είναι αυτό που εξυπηρετεί τις βλέψεις συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Αυτός ο σχετικισμός είναι το θεμελιακό μειονέκτημα κάθε ιστορικιστικής φιλοσοφίας, όχι μόνο στο πεδίο της επιστήμης. Μετά το 1962 (έτος δημοσίευσης της Δομής των επιστημονικών επαναστάσεων) ο Κουν αποδύθηκε σε μια προσπάθεια να απαλλάξει την επιστημολογία του από την κατηγορία για σχετικισμό, ο οποίος περιγράφει μεν κάποιες θεσμικές πτυχές του επιστημονικού εγχειρήματος, αλλά του διαφεύγει ο μεθοδολογικός πυρήνας και η μέριμνα για αναζήτηση της αλήθειας. Το γεγονός αυτό δείχνει ότι την εποχή εκείνη η κρατούσα αντίληψη της θεωρίας των «παραδειγμάτων» ήταν εκείνη μιας εξωτερικής κοινωνιολογίας της επιστήμης, με τα ανεπιθύμητα επακόλουθα που έχει πάντοτε η μετατόπιση της προβληματικής από το εσωτερικό της επιστημονικής διαδικασίας στο πολιτισμικό περιβάλλον. Με τη στενότερη έννοιά του, ο όρος «παράδειγμα» θα μπορούσε να εκληφθεί ως αυτόνομη γνωσιοθεωρητική σκευή, που ορίζει καθεαυτήν τους κανόνες που τη διέπουν, με αναφορά στη δεοντολογία και στην πρακτική της εκάστοτε επιστημονικής κοινότητας, αλλά δίχως υπερκαθορισμό από τις αξιολογικές και πολιτιστικές επιλογές του κοινωνικού περιβάλλοντος. Αυτό θα επέτρεπε ίσως την εκ νέου σύνδεση της Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr
61
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
επιστημονικής πρακτικής με το ιδεώδες της αντικειμενικής αλήθειας και τον παραμερισμό των προσωπικών ιδεολογικών ή άλλων προτιμήσεων του ερευνητή εν όψει των πειραματικών ευρημάτων. Το επιστημονικό ήθος προσδιορίζεται ακριβώς από αυτήν την αμεροληψία, τόσο ως προσωπική στάση όσο και ως επιστημολογικό αίτημα, και υποχρεώνει τον επιστήμονα να εγκαταλείπει τις προσωπικές συναισθηματικές, ηθικές και πολιτικές προτιμήσεις του, όταν αντίκεινται στα δεδομένα της εμπειρίας. Από την άποψη αυτή, η επιστήμη διαχωρίζει το ευχάριστο και συμφέρον από το αληθές και δρομολογεί την έρευνα κατά τρόπο που να αποκλείει στο μέτρο του δυνατού τις επιρροές από τον εξωτερικό πολιτικο-κοινωνικό περίγυρο. Αν όμως αυτή η ερμηνεία κατέληγε, όπως είναι αναμενόμενο, σε έναν υποθετικό ή πραγματικό ρεαλισμό, τότε δεν θα μπορούσε να ευσταθεί η «ασυμμετρία» των «παραδειγμάτων», αφού θα έπρεπε να αποδεχθεί κανείς ότι υπάρχουν στοιχεία επιστημονικής μεθοδολογίας που ισχύουν πέραν και υπεράνω κάθε ιστορικού καθορισμού. Το γεγονός αυτό θα σήμαινε ότι υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας των εναλλακτικών «παραδειγμάτων», κάτι που αποτελεί αναντίρρητη ιστορική πραγματικότητα, παρά τις ενστάσεις του Κουν περί αδυναμίας συνδιαλλαγής τους. Συμπερασματικά, αν η προηγούμενη κριτική έχει ισχύ, η αρχική σημασία που αποδίδει ο Κουν στον αλληλοκαθορισμό επιστήμης και κοινωνικού περιβάλλοντος υποβαθμίζεται. Στην ιστορία των ιδεών συμβαίνει συχνά ώστε η αρχική και πιο ρηξικέλευθη διατύπωση μιας νέας θεωρίας να προκαλεί ζωηρές εντάσεις και να εμπλουτίζει τον προβληματισμό, παρότι μπορεί να μένει έκθετη στην κριτική. Η θεωρία των «παραδειγμάτων» του Τόμας Κουν αποτέλεσε καθεαυτήν μιαν «αλλαγή παραδείγματος» στην ιστορία των επιστημών και συμβάδισε με τον πολιτικοκοινωνικό προβληματισμό μιας ιδιαίτερα ταραγμένης αλλά και κοσμογονικής εποχής. Ωστόσο, οι μεταγενέστερες και μετριοπαθέστερες εκδοχές της θεωρίας του απέβαλαν σταδιακά την τολμηρή αιχμή της, καθιστώντας την επί το πολύ μια παραλλαγή της ποππεριανής θεωρίας της διαψευσιμότητας. Η διαφορά είναι ότι στη θέση των μικρών επαναστάσεων επιβάλλεται πλέον μια συνολική επιστημονική επανάσταση που ορίζει τη μετάβαση από τη μια εποχή στην άλλη, με διευρυμένο ιστορικό περιεχόμενο αλλά πάντοτε νοούμενη ως αρμοδιότητα των ειδικών επιστημόνων. Ο Ούγγρος φιλόσοφος Ίμρε Λάκατος (Imre Lakatos, 1922-1974) διατύπωσε μια επιστημολογική θεωρία εναλλακτική προς την ποππεριανή διαψευσιμότητα και τη Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr
62
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
θεωρία των «παραδειγμάτων» του Τόμας Κουν. Όπως και ο Κουν, ο Λάκατος εκκινεί από την ανασκευή της έμφασης του Πόππερ στο «κρίσιμο πείραμα», επειδή εκτιμά ότι δεν κατορθώνει να αναπαραστήσει ιστορικά την επιστημονική πρακτική, μια αναπαράσταση που επιτυγχάνεται, κατά τον Λάκατος, μέσω της ανάδειξης του τρόπου με τον οποίο μια θεωρία συλλαμβάνει και καθιστά κατανοητή την εναλλαγή των επιστημονικών θεωριών κατά την ιστορική τους πορεία. Ταυτόχρονα, όμως, απορρίπτει και την ιστορικιστική οπτική του Κουν, στη βάση του ότι ο μεθοδολογικός ολισμός της την καθιστά ευάλωτη σε μια ψυχολογική, υποκειμενική ερμηνεία της εναλλαγής των επιστημονικών μοντέλων. Θεωρεί την επιστημολογία των «παραδειγμάτων» «εξωτερική» (externalist) ως προς την επιστημονική πρακτική, καταλογίζοντάς της ότι εξαρτά την εναλλαγή των «παραδειγμάτων» σε μεγάλο βαθμό από εξωγενείς, κοινωνικούς παράγοντες και από την υποκειμενική διάθεση των ερευνητών. Σε τελική ανάλυση, όταν ο τρόπος με τον οποίο αναδιατάσσει τον φυσικό κόσμο το νέο «παράδειγμα» φαίνεται ότι αντιστοιχεί καλύτερα στο «πνεύμα της εποχής», οι επιστήμονες προσηλυτίζονται σε αυτό. Μια τέτοια θεώρηση, όμως, υποβαθμίζει την ορθολογικότητα, που αποτελεί θεμελιώδες γνώρισμα του επιστημονικού έργου. Ο ορθολογισμός είναι η ειδοποιός διαφορά της επιστήμης από τις υπόλοιπες κοινωνικές δραστηριότητες και ο Λάκατος επιχειρεί να τον ανασυστήσει κατά την ανασυγκρότηση της θεωρίας της επιστήμης με τον δικό του τρόπο. Ο Φεγιεράμπεντ επηρεάστηκε αρχικά από την κριτική του Πόππερ στον θετικισμό, με ιδιαίτερη όμως έμφαση στην κατοχύρωση του ρεαλισμού ως κύριου συστατικού της επιστημονικής πρακτικής. Μια άλλη πηγή επιρροής υπήρξε η φιλοσοφία του Βιτγκενστάιν, η οποία από κοινού με τη συνειδητοποίηση της αυξημένης σημασίας που έχει η θεωρία για την παρατήρηση οδήγησαν τον Φεγιεράμπεντ
στη
διατύπωση
μιας
γνωσιολογίας
που
χαρακτηρίζεται
ως
«πλαισιοκρατία» (contextualism). Σύμφωνα με αυτήν, το νόημα και η αλήθεια αναδύονται εντός του πλαισίου των παραδοχών που απαρτίζουν τη συλλογική συνείδηση μιας ανθρώπινης ομάδας, μέσα σε ένα διακριτό πρότυπο ζωής, το οποίο ο Φεγιεράμπεντ ονομάζει «υπαρκτική παράδοση». Η τελική παραδοχή του Φεγιεράμπεντ είναι ότι η επιστήμη συνιστά απλώς μια κοινωνική δραστηριότητα ανάμεσα σε πολλές άλλες, από τις οποίες δεν δικαιούται να διεκδικεί πρωτοκαθεδρία. Με τους δικούς της εκλεπτυσμένους τρόπους επικοινωνίας Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr
63
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
και συμπεριφοράς, διεκδικεί φορτικά και επιτακτικά το δικαίωμα στην απόλυτη αλήθεια και αποθαρρύνει όλους όσοι θα ήθελαν να ζήσουν σύμφωνα με διαφορετικά πρότυπα από εκείνα που η ίδια καταξιώνει. Εξαργυρώνει τις αξιόλογες τεχνολογικές επιτυχίες της με τη συμμετοχή της στο σύστημα εξουσίας και μετατρέπεται έτσι σε κύριο στήριγμα ενός καταπιεστικού και αλλοτριωτικού κοινωνικού μηχανισμού. Κατά συνέπεια, η επιστήμη δεν διαθέτει καμία εγγενή αξία, καμία προνομιακή σχέση με την αλήθεια, ούτε αποτελεί φορέα αξιολογικών και διανοητικών προτύπων υποχρεωτικών για όλους. Έχει, βέβαια, το δικαίωμα να συνυπάρχει με κάθε άλλο πολιτισμικό μόρφωμα (μεταφυσικό, ποιητικό, ενορατικό), αλλά με τον όρο ότι θα της αφαιρεθούν τα διανοητικά προνόμια που της έχουν παραχωρηθεί καταχρηστικά και θα πάψει η διακριτική μεταχείρισή της εκ μέρους της εξουσίας. Όπως το θεμελιακό αίτημα του 18ου αιώνα ήταν ο χωρισμός της Εκκλησίας από το κράτος, προϋπόθεση για την ελευθερία στα τέλη του 20ού αιώνα είναι ο χωρισμός της επιστήμης από το κράτος. Στις ιδέες αυτές ο Φεγιεράμπεντ αποδίδει ιστορική υπόσταση. Υποστηρίζει ότι και η ίδια η ορθολογικότητα για την οποία επαίρεται η σύγχρονη δυτική επιστήμη οικοδομήθηκε στο έδαφος μιας μεθοδολογικής πολλαπλότητας. Δεν υπήρξε ούτε απαγορευτική ούτε υποχρεωτική μέθοδος για την ανάπτυξη της νεωτερικής επιστήμης. Ακόμη και η προπαγάνδα, η άσκηση πολιτικών πιέσεων, η παραπλανητική επιχειρηματολογία ή η ύπαρξη κοσμοθεωρητικών αντιλήψεων διαφορετικών από εκείνες που διέψευδε το νέο κοσμοείδωλο συνέβαλαν στην επικράτηση της νέας επιστημονικής μεθοδολογίας και στη συνολική επιστημονική πρόοδο. Σε αυτήν τη διαδικασία, τα νέα πειραματικά ευρήματα και ο εμπειρικός έλεγχος των θεωρητικών υποθέσεων διαδραμάτισαν αμελητέο ρόλο, καθώς υπερκαθορίστηκαν από τις «αλήθειες» που είχαν ήδη προκύψει από την ιδεολογική και πολιτιστική διαμάχη. Ο Φεγιεράμπεντ χρησιμοποιεί ως ενδεικτικό παράδειγμα αυτών των διαπιστώσεων την περίπτωση του Γαλιλαίου. Οι παρατηρήσεις του Γαλιλαίου, ανεπαρκείς, αποσπασματικές και ανακριβείς με τα σημερινά δεδομένα, δεν επαρκούσαν από μόνες τους για να ανατρέψουν το πτολεμαϊκό μεσαιωνικό κοσμοείδωλο, ενώ είχαν μικρότερη εξηγητική εμβέλεια από αυτό. Το νέο κοσμοείδωλο επικράτησε επειδή υποστηρίχθηκε από τις πολιτιστικές και κοινωνικές πρωτοπορίες που εξέφραζαν το μέλλον της Ευρώπης. Άρα, ο επηρεασμός από πολιτικούς παράγοντες δεν είναι πάντοτε ανασχετικός για την πρόοδο της επιστήμης. Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr
64
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
Η μόνη μέθοδος που εκφράζει με γνησιότητα την περιπέτεια της επιστημονικής εξέλιξης είναι η αρχή «όλα επιτρέπονται» (anything goes). Η μόνη επιστημολογία που είναι συμβατή με την ορμή που έχει η ανθρώπινη διάνοια να παράγει διαρκώς νέα σχήματα σκέψης είναι ο γνωσιολογικός αναρχισμός. Στο πλαίσιό του δεν αποκλείεται καμία θεωρητική αρχή, όσο ανατρεπτική ή οπισθοδρομική και αν είναι. Την αρχή αυτή ο Φεγιεράμπεντ την αντιλαμβάνεται όχι ως ένα ακόμη λογικό κριτήριο, αλλά ως κατάργηση κάθε κριτηρίου. Η μέθοδός του είναι στην ουσία μια αντι-μέθοδος, κάτι που δηλώνεται και με τον τίτλο του σημαντικότερου έργου του (Against Method). Ο μύθος, ενσωματωμένος στο παρόν της ανθρώπινης γνώσης, αποτελεί την αφετηρία για την κατάκτηση της επιστημονικής αλήθειας. Με την έννοια αυτή, ο Αριστοτέλης δεν είναι νεκρός, όπως και κανένα άλλο κοσμολογικό σχήμα της Αρχαιότητας. Στη ρίζα της σύγχρονης γνώσης βρίσκεται η αριστοτέλεια προβληματική. Η επιστήμη προήλθε από τη θρησκεία, η θρησκεία έχει επιστημονικές προεκτάσεις και εφαρμογές, ενώ η επιστήμη έχει μετατραπεί σε θρησκεία των σύγχρονων βιομηχανικών κοινωνιών. Η θεσμοθετημένη επιστημονική κοινότητα έχει γίνει το σύγχρονο ιερατείο και ο κλειστός κύκλος της κοινωνικής εξουσίας, ακριβώς όπως είχαν ζητήσει οι πρωτοπόροι του θετικισμού (λ.χ., ο Κοντ). Το μήνυμα της φιλοσοφίας του Φεγιεράμπεντ είναι η απελευθέρωση της επιστήμης (με όχημα τον επιστημολογικό αναρχισμό) και της κοινωνίας (από την επιστήμη, μέσω της κατάργησης της προνομιακής σχέσης της πολιτικής εξουσίας με την επιστήμη). Με τον τρόπο αυτό ο Φεγιεράμπεντ κηρύσσει το τέλος της επιστήμης όπως τη γνωρίζαμε ως τώρα, αλλά και το τέλος της επιστημολογίας. Η επιστημολογία χαρακτηρίζεται συλλήβδην ως παρασιτική δραστηριότητα, η οποία είναι κενή περιεχομένου σε σχέση τόσο με την επιστήμη όσο και με τις γενικότερες κοινωνικές εξελίξεις. Ο ρόλος των ειδικών είναι καταστροφικός, επειδή μεταφέρουν και επιβάλλουν τις τεχνοκρατικές προκαταλήψεις τους σε όλες τις σφαίρες του κοινωνικού βίου. Η δραστηριότητα των επιστημόνων πρέπει να επιβλέπεται από τους πολίτες, οι οποίοι, μολονότι αδαείς σε επιστημονικά ζητήματα, διαθέτουν υπέρτερη κοινή βούληση και ενδιαφέρον για την ελευθερία. Αντί για τις ορθολογικές συζητήσεις, που υποτίθεται ότι λύνουν τα προβλήματα από σκοπιά κοινωνικά αδέσμευτη, πρέπει να αναληφθούν «λαϊκές κινητοποιήσεις» από συνασπισμούς πολιτών που θα διεκδικούν με έντονη κοινωνική δράση τα δικαιώματά τους. Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr
65
Η Εκπαίδευση αλλιώς
arnos.gr
Η επιστημολογία του Φεγιεράμπεντ είναι εξολοκλήρου «εξωτερική» (externalist), καθώς ασχολείται αποκλειστικά με τους κοινωνικούς παράγοντες που καθιστούν την επιστήμη όργανο κοινωνικοπολιτικού καταναγκασμού. Κάθε προσπάθεια «εσωτερικής» (internalist) προσέγγισης της επιστήμης καταλήγει στον ορθολογισμό, ακόμη και αν εμπεριέχει στοιχεία ιστορικής ανάλυσης, όπως η επιστημολογία του Λάκατος. Ο ιστορικισμός του Φεγιεράμπεντ καταλήγει σε μια αδιάλλακτα ανορθόλογη πρόσληψη της επιστήμης και σε έναν άκρατο σχετικισμό, καθώς από την προβληματική της εξαλείφεται ολοσχερώς το ζήτημα της αλήθειας. Καμία από τις υπάρχουσες νοοτροπίες και πρακτικές που υπάρχουν στην κοινωνία δεν έχει σαφή γνώση του κόσμου όπως πραγματικά είναι. Η κάθε μία προτάσσει τη δική της αλήθεια, η οποία ισχύει απλώς επειδή συμβαίνει να την πιστεύουν όσοι μετέχουν στον συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Δεν υπάρχουν υπεριστορικά ή υπερκοινωνικά κριτήρια για να αποφασιστεί ποια κοσμοθεωρία βρίσκεται εγγύτερα στην πραγματικότητα. Η τελευταία ορίζεται πάντοτε μέσα από τις υποκειμενικές προσλήψεις της. Στη ρίζα αυτής της ιδέας βρίσκεται η άποψη ότι η παρατήρηση είναι πάντα διαποτισμένη από τη θεωρία, από την οποία πήγασαν οι αντι-θετικιστικές φιλοσοφίες. Δεν υπάρχει αντικειμενικό κριτήριο για την αξιολόγηση του ανθρωπισμού και του ναζισμού· από αυτήν την άποψη, οι δύο κοσμοθεωρίες είναι ισόκυρες. Η αφηρημένη επιστημολογία δεν παρέχει κανένα εφόδιο για την επιλογή της μίας από αυτές. Εντούτοις, διαθέτουμε εργαλεία για την κριτική αποτίμησή τους. Η ιστορική ανάλυση μας διδάσκει ότι ο ανθρωπισμός είναι προτιμότερος, επειδή συμβάλλει στη συλλογική ανθρώπινη πρόοδο. Παρότι χαρακτηρίζεται από ακρότητες, η θεωρία του Φεγιεράμπεντ άσκησε σημαντική επιρροή στη σύγχρονη σκέψη. Κατόρθωσε να αναδείξει τη μετατροπή της επιστήμης σε όργανο πολιτικού και κοινωνικού καταναγκασμού, μία πτυχή που είχε συσκοτιστεί από την κατεστημένη ακαδημαϊκή επιστήμη.
Απλά και κατανοητά η γνώση! Σολωμού 29 Αθήνα
τηλ: 210 38 22 157
info@arnos.gr
www.arnos.gr