Τεύχος 438

Page 1

αφιέρωμα

Η περιπέτεια της γραφής όπως τη βλέπουν δεκαεννιά συγγραφείς

μηνιαία επιθεώρηση του βιβλίου · 3/2003 · 7,34 €

^

Λ

/

7

Γ ια ν Μ α ρ τ έ λ «Η πάγκοσμιοποίηση είναι μια επικίνδυνη φαντασίωση». Η λ ία ς Μ α γ κ λ ίν η ς Pax Am ericana. Β α γ γ έ λ η ς Π α ντα ζής Οι μαρξιστικές ρίζες της ψυχανάλυσης. Ρ έα Γ α λ α ν ά κ η 0 αιώ νας των λαβυρίνθων. Στρατής Π α σ χ ά λ η ς Κοιτάζοντας τα δάση.

438


βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ Σ ύ γχ ρο νη Ελ λ η ν ικ ή Π εζογραφία

1 g

|

f a r t

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΑΛ ΣΑΑΕΧ ΤΟ ΜΑΤΙ ΤΗΙ ΛΙΜΝΗΣ

info@ hestia.gr · ww w .hestia.gr


τι θα β ρ ε ίτε πού

No 438 · ΜΑΡΤΙΟΣ 2003 · ISSN 1106-1383

στην αγορά

11

ακούς ε κ ε ί

12 14

χ ω ρ ίς λ ογ οκρ ισ ία 0 συγγραφέας ως πριμαντόνα αλεξης ζηρας. αυτογραφία Δεν υπάρχει, ωραία μου πουλάκια δεν υπάρχει, δεν υπάρχει για μένα θεός μιμικά κρανακη..............................

16

μ ε αφ ορμή ένα β ιβ λ ίο Οι μαρξιστικές ρίζες της ψυχανάλυσης ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ........................................................................

20

sc rip to riu m Η απορία του Η. Π. ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΙ................

22

από το μέ λ λ ο ν ... Brian Herbert & Kevin Anderson, D une: Ο οίκος των Ατρειδών πανος φιλιππακοπουλος.........................

24

μια παράσταση Άντον Τσέχοφ Ο γλάρος ςανια ΠΕΡΔΙΚΑΡΗ

26

ξένη γ ρ αφ ή.................................................................................................................... 2 8 Pax Americana ηλιας μαγκλινης ........................................................................28 Η CIA και οι αμαρτίες της Αμερικής ΗΛΙΑΣ μαγκλινης ...................................... 29 Κιέν Νγκουγιέν (1967-) χρυσά ςπυροπουλου.....................................................30 Χοοέ Λεσάμα Λίμα (1910-1976) ΧΡΥΣΑ ςπυροπουλου..................................... 31 34

άρθρο Δύο ομιλίες που δεν έγιναν ΜΙΜΙΚΑ ΚΡΑΝΑΚΗ μελέτη Ειρωνεία και σάτιρα στον Μ ενέξενο του Πλάτωνος

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΘΑΝΑΣΑΤΟΣ.......................... .................................... ........................ 44 σ ε πρώτο πρ ό σω πο Παν Μαρτέλ: «Η παγκοσμιοποίηση είναι μια επικίνδυνη φαντασίωση» συνέντευξη στον ηλια μαγκλινη..... *........................ ϊ .......................50 με νω π ό μ ε λ ά ν ι.............................................................

... ...........

...................... .54

Συνεργάστηκαν οι: γιωργος βαϊλακης , θαναςης αντ . βασιλείου , γιωργος βεης , ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΛΗΜΕΡΗΣ, ΑΚΗΣ ΚΑΛΟΓΝΩΜΗΣ, ΒΡΑΣΙΔΑΣ ΚΑΡΑΛΗΣ, ΝΙΚΟΣ Κ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ, ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΩΣΤΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΣ ΜΑΓΚΛΙΝΗΣ, ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ, ΜΑΚΗΣ ΠΑΝΩΡΙΟΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ Σ. ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ, ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΠΑΝΝΗ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟΣ αφ ιέρ ω μ α Η περιπέτεια της γραφής ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΗΡΑΚΛΗΣ ΠΑΠΑΛΕΞΗΣ..........................82 Εισαγωγικό.......................................................................................................... 82 Γράφουν οι: ΤΑΤΙΑΝΑ ΑΒΕΡΩΦ, ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΑΛΤΙΝΟΣ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ, ΝΙΚΟΣ ΔΑΒΒΕΤΑΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ, NENH ΕΥΘΥΜΙΑΔΗ, ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ, ΠΑΥΛΟΣ ΜΑΤΕΣΙΣ, ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΥΡΟΥΔΗΣ, ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ, ΣΟΦΙΑ ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ, ΝΙΚΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗΣ, ΑΝΤΡΕΑΣ ΣΤΑΪΚΟΣ, ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΣΦΥΡΙΔΗΣ, ΕΡΣΗ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΣ, ΒΑΓΓΈΛΗΣ ΧΑΤΖΗΠΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗΣ βιβ λιογρ α φ ικό δελτίο ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΦΗ ΑΠΑΚΗ.............

111

δελτίο κρ ιτικογρα φίας ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΗΛΙΑΣ ΜΑΓΚΛΙΝΗΣ

120

128 ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 1


Το διαβάζω και η Επιτροπή Κριτικών (Β. ABavaoonouflos, Τ. ΔημητρούΑια, A. Znpas, Κ. KapoKuinas, Ε. Κοτζιά, Μ. (Dais, Β. Χστζηβτ απένειμαν το Λογοτεχνικά Βραβεία

ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ: Στα ξένα (Κέδροε) ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟΥ-ΜΕΛΕΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΑΓΗΣ: Αστική εμπειρία και αστική ιθαγένεια τηε νεοελθηνικήε Αογοτεχνίαε (Σοκόληε)

Enians το διαβάζω και η Επιτροπή Κριτικών (Μ. Κανατσουλη, Α. Κατσΐκη-Γκϊβαλου, Μ. Κοντολέων, Μ. Ντεκάστρο, Γ. Σ. Ποπαδάτοε) απένειμαν

ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΛΙΟΤΣΟΣ: Η σφεντόνα του Δαβίδ (Πατάκηε) ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΦΗΒΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΗΡΩ ΠΑΠΑΜΟΣΧΟΥ: Το χθεε του έρωτα (Πατάκηε)


ΓΙΝΕΤΕ ΤΩ ΡΑ Σ Υ Ν Δ Ρ Ο Μ Η Τ Ε Σ ΣΤΟ

διαβάζω ΚΑΙ Κ Ε Ρ ΔΙΣΤΕ ΤΡ ΙΑ ΤΕΥΧΗ

Για ένα χρόνο (11 τεύχη - το ένα διπλό) πληρώνετε αντί 80,74 €

μόνο 58 €

*< ;

°

Σπουδαστική: 53 € Βιβλιοθήκες-Ιδρύματα: 91 €

ΣΥΝΝΟΜΕΣ ΚΥΠΡΟΥ: Ετήσια: 93 €. Βιβλιοθήκες-Ιδρύματα: 1$6 € ΕΥΡΩΠΗ: Ετήσια: 115 €. Βιβλιοθήκες-Ιδρύματα: 15Τ € ΑΜΕΡΙΚΗ & ΛΟΙΠΕΣ ΧΩΡΕΣ: Ετήσια: 115 $ ΗΠΑ {124,87 €). Βιβλιοθήκες-Ιδρύματα: 150 $ ΗΠΑ (162,88 €) Παλιά τεύχη: 7 ,3 | € Εμβάσματα στη διεύθυνση: Α. Σπάθή, Ανδρέου Μεταξά 2 6 ,1 0 6 81 Αθήνα, τηλ.: 210 33.01.241, τηλ. & fax: 210 33.01.315


|— ( § )ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ —,

ΑΡ. Β. ΘΕΟΧΑΡΗΣ

Στη Στερεά Ελλάδα με το Δημοκρατικό Στρατό, 1945-1949

ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Κατοχή Δεκέμβρης 1944

I. ΕΡΕΝΜΠΟΥΡΓΚ

Το χρονικό της αντρειοσύνης

Κ. ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ

Κ. ΚΑΡΑΓΚΙΑΟΥΡΗΣ

Β. ΛΙΟΓΚΑΡΗ

ΣΤ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΑΚΗΣ

Αυγούστα Θεοδώρα

Πινελιές από την Κατοχή και την Αντίσταση

Τι είδε η Γιασμιν;

Η Ικαρία στη θύελλα

Ε. ΒΑΓΕΝΑΣ

Α. ΛΑΜΠΡΙΝΙΔΗΣ

X. ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΣΠΑΝΟΥ

Μ. ΑΝΤΩΝΙΟΥ

Για μια άλλη προσέγγιση της παιδικής επιθετικότητας

Το αετόπουλο ζωγραφιές: Α. Κιπερτή

Η Π ιγκουϊνία και τα πιγκουϊνάκια της

Το δέντρο που περπάτησε ζωγραφιές: Εϋα Μελά

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ ΕΚΑΟΉΚΗ ΑΕΒΕ Σόλωνος 130,106 81 Αθήνα, Τηλ.: 2103820835,2103823649, Fax: 2103813354, http:/www.sep.gr, e-mail: info@sep.gr Κεντρική διάθεση: Μαυροκορδάτου 3, Τηλ.: 2103829835,2103808132, Fax: 2103829814 Βιβλιοπωλεία: 1. Αθήνα, Μαυροκορδάτου 3, Τηλ.: 2103829835,2103808132 2. Θεσσαλονίκη, Μπακατσέλου 3 & Εγνατία 65, Τηλ.: 2310283810. 3. Γιάννενα, 28ης Οκτωβρίου 19, Τηλ.: 2651038090


ΜΟΛΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΑΝ

α π ο

το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ φ

ΠΑΝΟΣ ΦΙΛΙΠΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Αλυσίδες από πυρίτιο Β Α Σ ΙΛΗ Σ ΓΚ Ο Υ Ρ Ο Γ ΙΑ Ν Ν Η Σ

Βέβηλη πτήση Το νέο μυθιστόρημα του Βασίλη Γκουρογιάννη που αποκαλύπτει με σαρκασμό το σύγχρονο πρόσωπο της νεοελληνικής κοινωνίας. Π Α Ν Ο Σ Φ ΙΛ ΙΠ Π Α Κ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ

Αλυσίδες από πυρίτιο Στη μελλοντική Παγκόσμια Πολιτεία, όπου όλη η Γη αποτελεί ένα κράτος, επιτήδειοι του κρα­ τικού μηχανισμού επιβάλλουν μέσω ενός πανί­ σχυρου υπερυπολογιστή δικτατορία, καταργώ­ ντας κάθε έννοια της ιδιωτικής ζωής. Με ποιον τρόπο θα μπορέσει ο άνθρωπος να αντιμετω­ πίσει το δημιούργημά του και να ελευθερώσει τον πλανήτη από τις αλυσίδες από πυρίτιο;

ΕΛΕΝΑ ΧΟ ΥΖΟΥΡΗ

(εισαγωγή, επιλογή κειμένων)

«Στρατός περνούσε...» στη Νεοελληνική Λογοτεχνία Ο στρατός περνάει στη Νεοελληνική Λογοτε­ χνία από τον 19ο αιώνα ως σήμερα. Ο στρα­ τός σε όλες του τις στιγμές, τις απάνθρω πες του πολέμου, τις σκληρότατες του καψονιού και της φυλακής αλλά και τις αξέχαστα συντρο­ φικές, μέσα από τα κείμενα 72 ελλήνων πεζογράφ ω ν και ποιητών.

ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ φ ΙΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ w ww .m et ai xm io .g r


Ε

κ δ ό σ ε ις

Π

ο ιό τ η τ α ς

PETER W. EDBURY Καθηγητής Πανεπιστημίου

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΕΣ 1191-1374

Ε κ δ ό σ ε ις Π ο ιό τ η τ α ς RENE RISTELHUEBER Ιστορικός - συγγραφέας

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΛΑΩΝ Μετάφραση Αναστ. Μεθενίτη Αθαν. Δ. Στεφάνης

Μετάφραση Αγγελ. Κονναρή

Σελ. 537 με χρονολογικούς πίνακες και 13 χάρτες

Στο βιβλίο αυτό ο Ρ. Edbury, βασιζό­ μενος σε νέα ιστορικά στοιχεία, ανιχνεύει τις τύχες της Κύπρου υπό τη βασιλική δυναστεία των Λουζινιανών και τον ρόλο που έπαιξε στις σταυροφορίες και στη σύγκρουση μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλ­ μάνων μέχρι και τη δεκαετία του 1370, όταν το νησί αποδυναμώθηκε μετά από έναν πόλεμο με τη Γέ­ νουα. Εί εργασία αυτή αποτελεί μέγιστη συμβολή στην ιστορία των σταυροφοριών στην Ανατολή και τη μόνη διαθέσιμη επίτομη επιστημονι­ κή μελέτη για τη μεσαιωνική Κύπρο.

Ε

κ δ ό σ ε ις

Π απαδημ α

Στο βιβλίο αυτό αναλύεται με συστηματικό τρόπο η πορεία των λαών της Βαλκανικής. Εξετάζεται η ιστορία του κάθε λαού ξεχωρι­ στά και οι αγώνες για την κατάκτηση της ανε­ ξαρτησίας του και την οργάνωση σε κράτος με τη σύγχρονη μορφή. Διερευνάται η εμπλο­ κή τους στους δύο βαλκανικούς πολέμους αλ­ λά και στους δύο παγκοσμίους και γίνεται λό­ γος για την κατάσταση που διαμορφώνεται στα Βαλκάνια στο τέλος του δεύτερου παγκο­ σμίου πολέμου. Αναφέρεται ο ρόλος της Γιουγκοσλαβίας υπό την ηγεσία του Τίτο και της Σοβιετικής Ένωσης στα Βαλκάνια και η αντίσταση της Ελλάδας εναντίον του άξονα μέχρι τον εμφύλιο πόλεμο. Με τη νηφαλιότητα και τη στάση του ουδέτε­ ρου παρατηρητή που υιοθετεί ο Γάλλος συγ­ γραφέας αντιμετωπίζεται και το “Μακεδονι­ κό ζήτημα”.

Ε Π

κ δ ό σ ε ις απαδημ α

Π ροσ φ ορά σ το ν Π ολιτισμό κα ι την Π αιδεία

Προσφορά στον Πολιτισμό και την Παιδεία

Ιπποκράτους 8 Αθήνα Τηλ.: 210 36.27.318 www.papadimasbooks.gr e-mail: papadimas@atp.gr

Ιπποκράτους 8 Αθήνα Τηλ.: 21036.27.318 www.papadimasbooks.gr e-mail: papadimas@atp.gr


ΑΠΟ ΤΙΣ Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ ΡΟΕΣ ΚΥΚΛΟΦ ΟΡΟΥΝ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΟΕΣ / Βιβλία με λόγο Λομβάρδου

31-3 5 ,

Α θ ή ν α , Τ η λ .:

210

6429409,

Fax:

210

6411597

Τ . S . ELIOT Μια εκ νέου προσέγγιση ιου ποιητικού του έργου • Το ερωτικό τραγούδι του Τζ. Αλφρεντ Προύφροκ • Γερόντιο • Έρημη χώρα • Η Τετάρτη της Σποδού • Τέσσερα Κουαρτέτα Σε μετάφραση της Παυλίνας Παμπούδη. P R IN T A ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ Λ ο μβά ρδ ου 3 1 -3 5 , Α θ ή ν α , Τ η λ . : 21 0 6 42 94 09, F ax : 21 0 6 41 1 597


Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ


Δ ΙΓΛ Ω ΣΣΗ ΕΚΔΟ ΣΗ σε 3 τόμους

^ενος ειμι και άλλα ποιήματα

ORBIS UTERAE Η Κλασική Σειρά της Λογοτεχνίας

ΕΚ Δ Ο ΤΙΚ ΕΣ

Ε Π ΙΧ Ε ΙΡ Η Σ Ε ΙΣ

G u te n b e r g

·

ΓΙΩ Ρ ΓΟ Υ &

τυπ ω θή τω

ΚΩΣΤΑ

ΔΑΡΔΑΝΟΥ

· Σπουδή

Δ ιΒότου 3 7 , 1 0 6 8 0 Αθήνα, τηλ. κέντρο: 2 1 0 - 3 6 4 2 0 0 3 , fax: 2 1 0 - 3 6 4 2 0 3 0 w w w .da rd an osn et.gr *

e-m ail: in foffldardanosnet.gr


Ο ΜΕΤΑΕΘΝΙΚΟΣ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ Το χρονικό μιας οικογένειας από τον Μεσοπόλεμο μέχρι και σήμερα. Η Αμαλία Θωμά, η τελευταία απόγονος, γυρνά στο άδειο πατρικό σπίτι και απολογείται με τις φω­ νές όλων των γυναικών της οικογένειας. Στο βάθος του καθρέφτη έπ ρεπε να στήσω την πρα γμα­ τικότητα, τους προγόνους, τους οικόσιτους νεκρούς μου. Κανένας τους δεν θα μπορούσε να αλλάξει τίποτα. Ήταν αναγκασμένοι να σταθούν εκεί που τους έβαζα, να πουν τα λόγια μου... Καθισμένη στην πολυθρόνα της θείας Αμαλίας, έψαχνα μέσα από τους δρόμους της διήγησης, τις φωνές, τις ρυτίδες, τους χαμένους έρωτες, τα ά γευστα στήθη, τα φωνήεντα των νεκρών μου. Σ τα προάστια της ιστορίας, ε­ κεί όπου τα φώτα του κορμιού είναι πάντα χαμηλά και λι­ γοστά, σκουριά, έψαχνα τη λάμψη των φωνηέντων.

ε κ δ ό σ ε ις ΟΜΗΡΟΥ 32, ΤΗΛ.: 210 36 43 382, FAX:

ΠΟΛΙΣ 136 501,


σ τη ν α γορα

1 2

ΤΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΤΕΡΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΝΑ

Μ. ΜΕΪΜΑΡΙΔΗ Α. ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ -

Οι μά γισ σ ες της Σμύρνης καιτανιοτης Φ ά κελος 17 Νοέμβρη εστία

Τ. ΤΕΛΟΓΛΟΥ 3 4

Ρ. ΓΑΛΑΝΑΚΗ

Ο αιώ νας τω ν λαβ υ ρ ίν θω ν καςτανιωτης

I. ΓΙΑΛΟΜ

Όταν έ κ λ α ψ ε ο Νίτσε αγρα

5

Σ. ΚΟΥΛΟΓΛΟΥ

Μ ην πας ποτέ μόνος στο ταχυδρομείο ωκεανιδα

6

I. ΓΙΑΛΟΜ

Στο ντιβάνι ΑΓΡΑ

Σ. ΠΡΕΣΦΙΛΝΤ

Οι πύ λες της φ ω τιάς πατακης Ά ν ε μ ο ι πο λέμο υ πατακης

7

Σ. ΠΡΕΣΦΙΛΝΤ

8

Ο. ΕΛΥΤΗΣ

Π οίηση ίκαρος

Α. ΠΑΠΑΔΑΚΗ

Στον ίσ κ ιο τω ν π ο υ λ ιώ ν κααεντης

9

Δ. ΚΑΜΠΟΥΡΑΚΗΣ

Μια σταγόνα ισ τορία πατακης

Μ. ΒΑΜΒΟΥΝΑΚΗ

Έ ρωτας το γ έ λ ιο κα ι το δέο ς φιλιπποτης

10

Κ. ΓΡΙΒΑΣ

Αντκράκελος 17 Νοέμβρη κάκτος

I. ΑΛΙΕΝΤΕ

Η πόλη τω ν θ η ρ ίω ν ωκεανιδα

11

Σ. ΦΥΝΤΑΝΙΔΗΣ

Απόδραση σ ε τέσσερις ηπείρους καςτανιωτης

12

Γ. Π. ΜΑΛΟΥΧΟΣ

Εγώ, ο Ιάκω β ος λιβανης

Σ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Τους τα λ έ ε ι ο θ ε ό ς μεταίχμιο

ΧΡ. ΖΑΜΠΟΥΝΗΣ

S a voir V ivre φερενικη

13

Τα στοιχεία παραχώρησαν τα βιβλιοπωλεία: Κρομμύδας-Χίος, Λοξιάς-θεσσαλονίκη, Μαθέ-Καλλιθέα, Μάτι-Κατερίνη, Μιχαλάς-Αθήνα, Μοσχονάς-Αγρίνιο, Παράμετρος-Χολαργός, Πατάκης-Αθήνα, Πειραϊκή Φωλιά-Πειραιάς, Περγαμηνήθεσοαλονίκη, Πλήθων-Πλατεία Αμερικής, Πολιτεία-Αθήνα, Πολύεδρο-Πάτρα, Φελούρης-Παλαιό Φάληρο, ΦωτόδεντροΗράκλειο.

διαβάζω ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Σύνταξη: 210-33.01.313 · Λογιστήριο: 210-33.01.241 Διαφημίσεις: 210-33.01.313 Συνδρομές: 210-33.01.315, 210-33.01.241 Fax: 210-33.01.315 e-mail: diavazo@ath.forthnet.gr http: www.translatio.gr./diavazo Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Κατερίνα Γρυπονηοιώτου, Βασίλης Καλαμαράς, Λάμπρος Κουλελής, Ηρακλής Πα­ παλέξης, Βάσω Σπάθή Υπεύθυνη οικονομικών: Βάσω Σπάθή

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

Συνδρομές: Αθανασία Σπάθή Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Καλλιτεχνική επιμέλεια-dtp: Μαρία Ζαχαριουδάκη (210-38.21.700, mz-dtp@otenet.gr) Επιμέλεια-διόρθωση: Λένια Μαζαράκη, Δέσποινα Ράμμου Φωτοστοιχειοθεσία: Έλλη Χατζόγλου Φιλμ-μοντάζ-εκτύπωση: Δ. Πρίφτης & Υιοί ΟΕ, Σωνιέρου 6 (210-52.32.323) Διανομή: Πρακτορείο διανομής τύπου Ευρώπη ΑΕ, Αμφιαράου 15-17 (210-51.99.900) Ιδιοκτησία: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «διαβάζω», Α. Μεταξά 26, Αθήνα 106 81, Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου», Λασσάνη 9 (2310-237.463)

ΔΙΑΒΑΖΩ

11


α κ ο ύ ς ε κ ε ί...

ΣΧΟΛΙΑ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

© Ανήκουστο κι όμως αληθινό. Επιτροπή της Πολιτιστικής Ολυμπιά­ δας 20 04 ανέθεσε σε έντεκα γνωστούς και καταξιωμένους συγγρα­ φείς να γράψουν ένα διήγημα εμπνευσμένο από την Ολυμπιακή ιδέα. Ουδέν το μεμπτόν ως εδώ. Τη διεκπεραίωση των τυπικών δια­ δικασιών η επιτροπή την εμπιστεύτηκε στον εκδοτικό οίκο «Νέα Σύ­ νορα». Προϊόντος του χρόνου κι ενώ τα διηγήματα άρχισαν να παραδίδονται από τους συγγραφείς στα αρμόδια πρόσωπα, άρχισαν και τα προβλήματα. Ούτε λίγο ούτε πολύ, με ευγενικό τρόπο, μερικές μέρες μετά την πα­ ράδοση των διηγημάτων οι υπεύθυνοι (;) αναζητούσαν τους συγγρα­ φείς προτρέποντάς τους να κάνουν αλλαγές στα κείμενά τους με το πρόσχημα ότι η συλλογή διηγημάτων, που θα κυκλοφορήσει σε βι­ βλίο, θα πήγαινε σε σοβαρά και υπεύθυνα πρόσωπα. Γι’ αυτό έπρε­ πε να απαλείψουν λέξεις ή ολόκληρες εκφράσεις που προσβάλλουν τα «κόσμια ήθη των αναγνωστών». Κι αυτό είναι το ασήμαντο. Το σκανδαλώδες είναι ότι με την ίδια μέθοδο προσπάθησαν να πείσουν γνωστό συγγραφέα να αποσύρει ολόκληρο το διήγημά του διότι το θέμα του ήταν αρκούντως προκλητικό για την ολυμπιακή ιδέα. Δημοκρατική λογοκρισία ή ασυδοσία ανεύθυνων; Τι ισχυρίζεται η αρμόδια επιτροπή; Ποια είναι η γνώμη του Νίκου Μπακουνάκη, επι­ μελητή της έκδοσης; Αν χρειαστεί, θα επιστρέφουμε με περισσότερες πληροφορίες. © 0 Νίκος θέμελης, βραβευμένος δις (Βραβείο Μυθιστορήματος διαβάζω και Κρατι­ κό Βραβείο για την Ανατροπή), καταξιωμένος κυρίως από το αναγνωστικό κοινό (τα βι­ βλία του ήταν στη λίστα των best seller του διαβάζω ανελλιπώς από τον Ιανουάριο του '9 9 και θα εξακολουθήσουν κατά τα φαινόμενα να φιγουράρουν και στο μέλλον), πα­ ρέδωσε ήδη στον «Κέδρο» το τρίτο του πολυσέλιδο μυθιστόρημα. Στις επτακόσιες πενήντα σελίδες, ο κεντρικός του ήρωας, γεννημένος το 1900, γόνος αστικής οικογένειας της οποίας ένα μεγάλο μυστικό σέρνεται πάνω από τριάντα χρόνια και τη σφραγίζει, προσπαθεί να ορίσει τη δική του περιπέτεια. Ιστορικό πλαίσιο οι Βαλ­ κανικοί Πόλεμοι, ο Διχασμός, η Μικρασιατική Καταστροφή. Τόποι όπου αναμετριούνται τα όνειρα, τα πάθη και οι ευαισθησίες των ηρώων η Αθήνα, η Πάτρα, ο Πειραιάς και το Βερολίνο. Το νέο βιβλίο του Ν. θέμελη, κατά τα φαινόμενα, είναι το τρίτο μέρος μιας μυθιστορη­ ματικής τριλογίας, διότι πρόσωπα από προηγούμενα μυθιστορήματα του επανέρχο­ νται, για να ολοκληρώσουν ένα ολοζώντανο, μυθικό «φρέσκο» των δύο τελευταίων αι­ ώνων. Μαθαίνουμε ότι το μυθιστόρημα, ενώ είναι έτοιμο να κυκλοφορήσει λίαν συντόμως, είναι εισέτι ατιτλοφόρητο. Πιθανώς ο συγγραφέας του ψάχνει μονολεκτικό ουσιαστικό που να αρχίζει από «ανά», όπως έκανε και στα δύο προηγούμενα μυθιστορήματά του. Να τολμήσουμε προβλέψεις πιθανών τίτλων; Αναμέτρηση, αναγραφή, ανάκτηση...

12 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


© Και ο Δημήτρης Νόλλας ετοιμάζει το καινούριο μυθιστόρημά του με τίτλο Από τη μία εικόνα στην άλλη («Καστανιώτης»). Από το ’60 και μετά στην Ελλάδα τα πράγματα άλλαξαν δραματικά. Το ίδιο και οι άνθρωποι. Μια γενιά που προσάρμοσε τη ζωή της με ψέματα και ενοχές στα νέα δεδομένα για να αρέσει. Όλοι εμείς που εντοπίζουμε στους άλλους τα λάθη τους και αδυνατούμε να παραδεχτούμε τα δικά μας. Σ’ αυτό το πλαίσιο κινείται η μυθο­ πλασία του μυθιστορήματος του Δ. Νόλλα. Και ο Βίκτωρ, ο Αρης, η Χριστίνα, ο Σω­ τήρης, διαχρο νικοί χαρακτήρες, από πιόνια της ιστορίας μπορεί να είναι και οι συγγραφείς της. θα κυκλοφορήσει τον Απρίλιο. ©

Έ ρ ω ς, θέρος, π όλεμος το νέο μυθιστόρημα της πολυμεταφρασμένης (αγγλικά,

γαλλικά, γερμανικά, ρωσικά, ουγγρικά, δανικά, ολλανδικά, ιταλικά και σέρβικά) Ευ­ γενίας Φακίνου. Η Μαρία, μια κουκκίδα στα ιστορικά γεγονότα, μεγάλωσε στη Σύμη σε μια εποχή θαυμάτων (ηλεκτρισμός, ραδιόφωνο, κινηματογράφος, ιταλική κατοχή). Στα δώ δε­ κα της εγκαταλείπει το νησί της και γνωρίζει ως νοσοκόμα την αγριότητα των χει­ ρουργείων της ερήμου στην Αλεξάνδρεια του 19 38 . Και από εκεί στην Αθήνα του 1 9 45 με ένα παιδί, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, θα ξεκινήσει και πάλι από την αρχή. θα κυκλοφορήσει από τον «Καστανιώτη» λίγες μέρες μετά το Πάσχα. ©

Από συνέντευξη του Αλέξανδρου Ασωνίτη στον Κωνσταντίνο Νούλα, στο περιο­

δικό H ighlights: «Πρόκειται για υπέρβαση της πραγματικότητας (ο αστακός που μι­ λά στον ήρωα). Ένας ειδικός οφείλει να το γνωρίζει αυτό. Ακόμη και να μην το γνωρίζουν όμως, αυτό δεν αποτελεί άλλοθι για τον κ. Παντελή Μπουκάλα π.χ. που για να στηρίξει μια κω μ ική “ κριτική” την οποία έγραψε εις βάρος μου, αλλοίωσε και παραποίησε τα λόγια των ηρώων μου, ενώ μου απέδωσε φράσεις που δεν υ­ πάρχουν στο βιβλίο και τις έβαλε σε εισαγωγικά σαν να προέρχονταν από αυτό. Αυ­ τό διέπραξε και ο κ. Γιατρομανωλάκης “ κρίνοντας" την εισαγωγή της μετάφρασής μου “Αλεξάνδρου βίος” . Αλλοίωσε, παραποίησε, απέκρυψε στοιχεία. [...] Είπαν ψέ­ ματα και οι δύο. Είναι ταγματασφαλίτες της λογοτεχνίας και θα είναι όσο δε ζητά­ νε συγνώμη από τους ανύποπτους αναγνώστες τους». Και συνεχίζει: «Οι ίδιες οι πράξεις επιβάλλουν αυτούς τους χαρακτηρισμούς. Άλλωστε τα κίνητρά τους είναι ευτελή εξωλογοτεχνικά και προέρχονται από τη βαθύτατη άγνοιά τους για τη λογο­ τεχνία Επιτέλους, κ. Ασωνίτη! Μήπως σας «χάιδεψαν» υπερβολικά -κ ι εμείς μαζί με τους άλ­ λους- οι άνθρωποι του βιβλίου και τώρα δεν μπορείτε να αντέξετε τις όποιες επιφυ­ λάξεις ή αρνητικές κριτικές που διατυπώνονται για τα βιβλία σας που ακολούθησαν: Πάντως ο χαρακτηρισμός «ταγματασφαλίτες της λογοτεχνίας» μπορεί άνετα να σας επιστραφεί ως δικό σας χαρακτηριστικό. Επιπλέον ο Π. Μπουκάλας και ο Γ. Γιατρο­ μανωλάκης δε χρειάζεται να αποδείξουν σε κανέναν τη λογοτεχνική τους επάρκεια, ακόμη κι όταν σας κρίνουν δυσμενώς. W

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

13


χ ω ρ ίς λ ο γ ο κ ρ ισ ία

ΑΠΟΤΟΝ ΑΛΕΞΗ ΖΗΡΑ

Στο σχόλιο του διαβάζω του Ιανουάριου «Η κριτική, με ή χωρίς ζουρλομανδία; > προσπάθηοα να δείξω ότι οτο χώρο της λογοτεχνικής παραγωγής, και ιδιαίτερα σή­ μερα, που υποτίθεται ότι την παραγωγή αυτή διέπουν πιο εντατικά οι νόμοι του αγο­ ραίου κεφαλαίου και των αντίστοιχων μεγεθών του, οι δραστηριότητες που ασκού­ νται στο πλαίσιό της είναι αυστηρά αλληλένδετες. Συγγραφείς, εκδότες, κριτικοί, ει­ δικοί δημοσιογράφοι, αναγνώστες σχεδόν νομοτελειακά λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Και μάλιστα όχι μόνο από την άποψη της ποσότητας -πόσα βιβλία παράγονται και πόσα ή πώς διακινούνται- αλλά και από την πλευρά της ποιότητας -

Ο συγγραφέας ως πριμαντόνα... τι είδους βιβλία γράφονται, σε ποιο κοινό αντιστοιχούν και πώς γίνεται η υποδοχή τους. Έτσι, όσοι και όσες γυρεύουν «ασθενείς κρίκους» στο κύκλωμα της βιβλιοπαραγωγής, θεωρώντας ότι οι υπόλοιποι λειτουργούν άψογα, φοβάμαι πως πλανώνται πλάνην οικτράν. Η επιφυλλίδα του Σταύρου Ζουμπουλάκη στις «Αναγνώσεις» της Κυ­ ριακάτικης Αυγής (17 Νοεμβρίου 2002), για τον ορατό κίνδυνο εξαφάνισης των μι­ κρών εκδοτών λόγω του ουσιαστικού αποκλεισμού τους από τους μηχανισμούς διά­ θεσης και παρουσίασης του βιβλίου, μας έδειξε πολύ παραστατικά τις αναπηρίες του άναρχου γιγαντισμού ορισμένων εκδοτών, αλλά και τη σαρωτική αδηφαγία τους σ' ένα καθεστώς που τείνει να πάρει ολινοπωλιακή μορφή. Γιατί δεν είναι η κατηγο­ ρία ή το θέμα των βιβλίων αυτά που θα προσδιορίσουν τη φιλοξενία ή τον εκτόπι­ σμά τους από τους πάγκους των βιβλιοπωλείων, όσο το οικονομικό εκτόπισμα του ονόματος του εκδότη. Δε λέω ότι καλά και σώνει χρειάζεται προβλήματα σαν κι αυτά να ταράζουν τα όνει­ ρα και τους ρεμβασμούς των συγγραφέων, όμως παρατηρώ τον τελευταίο καιρό ότι όλο και περισσότερο αρχίζει να επικρατεί, ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες των λογο­ τεχνών, η αντίληψη της... πριμαντόνας. Ότι, για κάποιους αδιευκρίνιστους λόγους, βρίσκονται σε ένα είδος απυρόβλητου, όπου μπορούν να λένε, να γράφουν ή να κά­ νουν ό,τι θέλουν, σαν χαριτωμένα μικρά παιδιά που το περιβάλλον τους είναι ανεκτι­ κό μην μπορώντας παρά να τους συγχωρεί κάθε αταξία. Με την προϋπόθεση βέ­ βαια ότι πουλούν! Γιατί αν δεν πουλούν -όπ ω ς δεν πουλούν οι συλλογές ποίησης και διηγημάτων ή τα βιβλία κριτικής και θεωρίας της λογοτεχνίας-, τότε τα πράγμα­ τα αντιστρέφονται και η εύνοια μετατρέπεται σε αδιαφορία ή μομφή, με τους αποκλίνοντες αυτούς συγγραφείς να στέκονται τιμωρία, με το πρόσωπο στον τοίχο1. «Συχνά διαβάζουμε», λέει επιτιμητικά η Αμάντα Μιχαλοπούλου στην Καθημερινή (10 Νοεμβρίου 2002), «ότι ο συγγραφέας είναι υπεύθυνος για τα κείμενα των οπισθό-

14ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


φύλλων των βιβλίων του ή ότι θα όφειλε να απολογηθεί για τη συχνότητα των εμφα­ νίσεων του μ ' ένα νέο βιβλίο, ή ακόμη και για τις απόψεις του για τη ζω ή ή για τον τρόπο που χειρίζετα ι τη δημοσιότητα». Μα, περί αυτού δεν πρόκειται; Από ποια στοιχεία λοιπόν συγκροτείται αυτό το περίφημο image του συγγραφέα, και πώς κα­ τασκευάζεται και διοχετεύεται στην αγορά; Μήπως ερήμην του; Πριν από δώδεκα χρόνια, όταν είχα συναντήσει στις Βρυξέλλες τον ατζέντη και προσωπικό φίλο του Ούγκο Κλάους, μου είχε εξομολογηθεί ότι είχε χάσει επί μέρες τον ύπνο του για ο­ ρισμένες πολιτικές θέσεις που είχε πάρει ο Βέλγος συγγραφέας σε μια συνέντευξή του. Και αυτό απλούστατα σημαίνει πως από τη στιγμή που ο συγγραφέας γίνεται, καλώς ή κακώς, δημόσιο πρόσωπο και «μετράει» η γνώμη του, είναι αδύνατο να ο­ χυρώνεται πίσω από μια ανύπαρκτη αθωότητα. Είναι υπεύθυνος ακόμα και για τη σιωπή του... θα μ' ενδιέφερε όμως να επιμείνω λίγο ακόμα στα θέματα πολιτικής και λειτουρ­ γίας των εκδοτών. Γι' αυτά στο επόμενο... Ν<

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. «Μου αρέσει πολύ να διαβάζω διηγήματα. Και όταν ο εκδότης μου, μου είπε ότι είναι ένα είδος που πηγαίνει προς εξαφάνιση, σκέφτηκα ότι αυτό πάει κόντρα στην εποχή, που είναι “άντε γρήγορα, να τα ξεπετάμε...”» Συνέντευξη του Βασίλη Πεσμαζόγλου με τη Βένα Γεωργακοπούλου: «& 7» Ελευθεροτυπίας, Ιανουάριος 2003.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ SCRIPTA ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ · ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ · ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ

ΛΟΥΙΣ ΓΚΟ ΫΤΙΣΟ ΛΟ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 360° Το Η μερολόγιο 360", ένα μυθιστόρημα με τη συμβατική εμφάνιση ενός ημερολογίου, είναι το πιο φιλόδοξο έργο του Λουίς Γκοϋτισόλο μετά την Antagonia. Μαζί με δυο παράλληλα αναπτυσσόμενες πλοκές, ιστορίες μέσα σε άλλες ιστορίες, ο συγγραφέας παρουσιάζει ένα αυτοβιογραφικό κομμάτι καθώς και στοχασμούς πάνω στη λογοτεχνία, τον ερωτισμό, τον κόσμο, σ' ένα δυνατό βιβλίο που δεν ξεπερνά τις τριακόσιες σελίδες.

Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

15


Όταν πέθανε η μητέρα μου, θα 'μουνα έξι χρονώ. Από τότε, άρχισα να κλαίω κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ. Μούσκεμα το προσκέφαλο, θυμόμουν τη γιαγιά μου, εκεί πέ­ ρα μακριά, που πήγαινε και σταύρωνε τ' άλλα εγγονάκια της κάθε βράδυ στο μαξι­ λάρι τους. Γιατί έκλαιγα, δεν ξέρω. Ήταν σαν να ξεδιψούσα με τα δάκρυα από μεγάλη ασίγα-

Δεν υπάρχει, ωραία μου πουλάκια δεν υπάρχει, δεν υπάρχει για μένα θεός στη δίψα. Πονάς πουθενά; Όχι. Μα τότε δεν πονάς. Πώς! Να, με πονάει το ρούχο που φοράω, το γδαρμένο πετσί της αγάπης, η πανοπλία, η αιγίδα μου. Από μέσα είμαι εγώ, η μουσική, τα βιβλία, η αληθινή μου γλώσσα, η ματωμένη της αγάπης. Από την έξω μεριά ήταν «αυτοί». Άλλωστε για τούτο έκλαιγα το βράδυ, στα σκοτει­ νά, μη με δουν αυτοί. Ήταν δυνατότεροι, σκληροί, κι αν μ' έβλεπαν να κλαίω, το 'νιωθα σαν ένα είδος ήττας. Όμως, σίγουρα θα 'ρχόταν μια μέρα που δε θα 'κλαιγα πια, θα μεγάλωνα κι εγώ, θα 'χα νικήσει. Σίγουρα. Υπομονή. Πριν πέσω στο κρεβάτι έκανα την προσευχή μου μπρος στα εικονίσματα. Πάνω στη σιφονιέρα έκαιγε το καντήλι, φώτιζε λίγο τις εικόνες της Παναγίας, κάποιων αγίων, αλλά θεός, πουθενά. Όμως εγώ σε κείνον έλεγα το «Πάτερ ημών», όπως όπως, κουτσά στραβά, τι πείραζε, εκείνος καταλάβαινε, δεν άκουγε λέξεις, άκουγε την προσευχή. Και για να 'μαι βέβαιη, του 'λεγα κι εγώ τη δίκιά μου προσευχή, μετά το «αμήν» του «Πάτερ ημών», θεούλη μου, του 'λεγα, αφού είσαι τόσο παντοδύναμος, πολύ σε παρακαλώ, στείλε πίσω τη μαμά μου, και για να του δείξω πόσο τον αγα­ πούσα του 'στελνα στο τέλος κι ένα φιλάκι. Μάζευα τα τρία πρώτα δάχτυλα του δε­ ξιού χεριού, να, όπως αλατίζεις το φαΐ, κι ακουμπούσα αυτό το φιλί, σαν μπουκέ­ το, στην παλάμη του αριστερού χεριού. Ύστερα το φύσαγα να πάει ψηλά να φτάσει στο θεό που ήτανε παντού. Αυτό γινόταν κάθε βράδυ, κάθε βράδυ, χρόνια ολόκλη­ ρα, ούτε θυμάμαι πόσα. Περίμενα, περίμενα, περίμενα. Τίποτα. Στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα. Ώσπου έπαψα να του μιλάω. Δε μ' άκουσε. Άρα δεν υ­ πήρχε. Λοιπόν δεν του ξαναμίλησα. Κι έμεινα μόνη. Για πάντα. Όπως σας είπα, φορούσα την πανοπλία της μοναξιάς. Από μέσα εγώ, απέξω «αυ­ τοί». Ό,τι και να 'λεγαν «αυτοί» για το θεό ήτανε λόγια, λόγια, λόγια. Κοροϊδίες

16ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


πράματα. Τραγουδούσα, λοιπόν, κι εγω στα ωραία μου πουλάκια μια καντάδα της μόδας, πολύ παλιάς μόδας, που τη λέγανε τα βράδια συχνά πρίμο σεγκόντο σε πα­ ρέες των νεαρών: «Δεν υπάρχει, ωραία μου πουλάκια δ εν υπάρχει, δ εν υπάρχει για μένα θ εός. Κ ι αν υπάρχει θα είναι κακούρ γος και δι ε μ ί και δι εμ έ πολύ σκληρός». Δε θυμάμαι να είπα ποτέ «η μαμά μου» ή «ο μπαμπάς μου», όπως τόσα και τόσα παιδιά. Γιατί δεν ήταν λέξεις, ήταν χάδι, αγάπη, ζεστασιά που στο στόμα μου γίνο­ νταν ψευτιές. Αν το 'φερνε η κουβέντα, έλεγα λοιπόν «η μητέρα μου» κι «ο πατέ­ ρας», όπως τους ονόμαζαν οι «εξωτικοί», δηλαδή οι τρίτοι, οι «εκτός της οικογένει­ ας», δηλαδή οι ξένοι και το Αστικό Δίκαιο. Ωστόσο, περίμενα πάντα να πάψω να κλαίω. Κι «άργησε-να 'ρθεί-κείνη-η-μέρα». Πο­ λύ πριν μου το πει ο Μαβίλης ήξερα πως η λήθη είναι ένα είδος προδοσίας των νε­ κρών, ένας δεύτερος θάνατος. Προσπαθούσα, λοιπόν, να τους κρατήσω στη ζωή με τα δάκρυα, με τη μνήμη. Ωστόσο, πότε πότε η πανοπλία μου χανόταν. Κάποιος απ' «αυτούς» θα την είχε παραβιάσει. Τότε έβλεπα το σύμπαν, έβλεπα «ό,τι καλόν», προπάντων τη θάλασσα. Αν υπήρχε θεό ς , με κάποια μορφή, θα 'χε σίγουρα το πρόσωπο της θάλασσας. Είναι τυχαίο, άραγε, πως ουρανός και θάλασσα έχουν το ίδ ιο χρώμα, το γαλανό της αγαλλίασης; Μα, αργά ή γρήγορα, έπηζε πάλι ο σκληρός πυρήνας της ορφ άνιας. Έχε γεια, καημένε κόσμε. Έχε γεια, γλυκιά ζωή. Κι είναι τυχαίο το ότι βρέθηκα πάντα απ' την πλευρά των πιο αδύνατων, αφού τους έμοιαζα; Ιδού ένα μικρό δείγμα: το 1 9 3 5 έστειλα στη Διάπλαση τω ν Π α ίδ ω ν ένα κείμενο για κάποιο ραδιοφωνικό διαγωνισμό μύθου στο Μπάρι της Ιταλίας (Β' Βραβείο...). Αντιγράφω εδώ το μύθο μου, με τις τυπο-αν-ορθο-γραφίες της εποχής και την... υπογεγραμμένη. Μπορώ; Είναι σύντο­ μος, λίγες γραμμές.

ΠΥΓΟΛΑΜΠΙΔΑ ΚΑΙ ΦΕΓΓΑΡΙ Ή ταν μιά αύγουστιάτικη βραδυά. Τό φεγγάρι έλουζε όλη τή φύση μέ τό ασημένιο του φώς καί καμάρωνε πολύ γι' αύτό. Κάποτε βγήκε καί μία πυγολαμπίδα νά κάνη τόν περίπατό της, σέρνοντας πίσω της τό διακριτικό της φωτάκι. Μόλις τήν είδε τό φεγγάρι, έβαλε τά γέλια: - Χά, χά, χά! Τί δυνατό φώς πού χύνης καϊμένη μου!... Γιά κοίταξε μένα, νά ίδης λάμψη μιά φο­ ρά! - Ναί, άποκρίθηκε ή πυγολαμπίδα- λίγο φώς

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

17


έχω, μά είναι δικό μου, κατάδικό μου' ένώ έσϋ τή μεγάλη σου λάμψη τήν έχεις δα­ νεική. Δεν άλλαξα από τότε. Είμαι πάντα με τις πυγολαμπίδες. Ωστόσο, σιγά σιγά, τα κατάφερα, σιγά σιγά, diminuendo, ο επιτάφιος θρήνος έσβησε. Τα δάκρυα στέρεψαν, στέρεψε όμως κι η πηγή τους, η ψυχή μου. Δεν έφτανε να πέσει η δίκιά μου πανο­ πλία της μοναξιάς. Έμεναν οι ασπίδες των άλλων να με πληγώνουν. Σκέψου να 'μασταν, λέει, όλη η γης ένα στρατόπεδο οπλισμένοι αστακοί. Ναι, τα κατάφερα. Δεν έκλαψα ούτε στην κηδεία του πατέρα μου. Έφυγε κι αυτός πριν της ώρας του. Στην έξοδο του νεκροταφείου ο κύριος Παπακυριακόπουλος, δάσκαλός μου και φίλτατος φίλος, μου είπε: «Συγχαρητήρια, δεσποινίς Κρανάκη. Σταθήκατε σαν Ρωμαία πατρικία». Έκανε φροντιστήρια Ρωμαϊκού Δικαίου κάθε α­ πόγευμα, θαλού 5, και πήγαινα τακτικά, γιατί Ρωμαϊκό μάς δίδασκαν και στο Καποδιστριακό, αφού ο κώδικας δεν είχε ακόμα τελειώσει «του οποίου την σύνταξη διετάξαμεν ήδη», έγραφε το διάταγμα του 1835, και βαυαριστί, αν δε με απατά η μνή­ μη, πάνω από έναν αιώνα πριν. Δεν έκλαψα ούτε την τρομερή ώρα που το πτώμα κατεβαίνει στο λάκκο του κι ο μπαρμπα-Γιάννης φώναξε βραχνά μ' ένα λυγμό «Αααα, Γιάννο». Δεν έκλαψα όχι γιατί η ψυχή μου είχε στερέψει, μα επειδή μ' έπνιγε η αγανάκτηση: αιώνες τώρα, «αυτοί» δε βρήκαν παρά δυο τρεις φτυαριές χώμα για να θάψουν την αγάπη, σαν να 'ταν ψόφιο ποντίκι. Όμως με την πρόοδο της επιστήμης και της αισιοδοξίας είχαν ανακαλύψει διάφο­ ρες παρηγοριές, συνταγές, υποκατάστατα. Πρώτα πρώτα την υιοθεσία. Ψωνίζεις παιδιά από τ' ορφανοτροφείο, όπως αγορά­ ζεις καρπούζια απ' το μανάβη, «και με τη μαχαίρα». Έπειτα, για στάσου, ξέρεις πό­ σοι γονείς κακοποιούν τα παιδιά τους; «Το ξύλο βγήκε απ' τον παράδεισο» λένε. Κι όχι μόνο το ξύλο, αλλά κι άλλα χειρότερα. Λοιπόν, τι θα κέρδιζες; Τέλος, la st but not least, είναι και η ψυχανάλυση, αυτή μακράς διάρκειας. «Αύριον-ξυρίζομεν-δωρεάν». Ε, όχι και τόσο «δωρεάν». Κι όλη η ζωή είναι καμωμένη από «αύριον». Να όμως που επέζησες. Άρα; Κάποτε, ωστόσο, «αυτοί» ανακάλυψαν και τούτο: πολλά μωρά πεθαίνουν χωρίς μα­ μά, μα καμιά αιτία φυσική, καμιά ιατρική πάθηση. Πεθαίνουν από έλλειψη αγάπης. Α, μπα; Νόμιζα πως δεν υπάρχει σήμερα ανίατη αρρώστια για τον άνθρωπο. Εκτός βέβαια αν του λείψουν ζωτικά στοιχεία, οξυγόνο, ήλιος κ.λπ. Μπορεί λοιπόν κι η έλλειψη αγάπης να 'ναι μια τέτοια αρρώστια, μια αναπηρία σοβαρή, με υποκατά­ στατα έστω. Κι ο κουτσός μπορεί να περπατήσει, όμως τα δεκανίκια δεν είναι πό­ δια του. Ο σκληρός πυρήνας παραμένει ακατάλυτος. Κι ίσως όλοι εμείς οι άνθρωποι να 'χουμε ορφανέψει απ' αγάπη, προτού γεννηθού­ με, αφού δε μας τη χάρισε κείνος ο Ούτις ο αρχέγονος που άδικα ψάχνουμε να βρούμε στις άγριες νύχτες του Αγίου Βαρθολομαίου. Ίσως να παίζουμε στην Ιστο­ ρία μια τυφλόμυγα χωρίς ελπίδα, με το σκληρό πυρήνα της ορφάνιας μέσα μας και μια ισχνή ελπίδα ευτυχίας μακριάααα... Σκληροπυρηνικοί όλου του κόσμου, μας λυπάμαι.

ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ... Μ

18ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Β Σπάζοντας τις αλυσίδες DAVE P E LZ E R 0 συγγραφέας των best seller: Ενα Π αιδί που το έλεγαν Αυτό και Το Χαμένο Αγόρι , μας προσκαλεί να ανακαλύψουμε μαζί του, στο συναρπαστικό τέλος της εμπνευσμένης τριλογίας του, πως μετέτρεψε την ντροπή και την απόρριψη σε περηφάνια και αποδοχή και πώς ένα χαμένο αγόρι χωρίς όνομα βρήκε τον εαυτό του στην καρδιά και την ψυχή ενός άντρα που είναι ελεύθερος πια.

Β Μίρα, το λουλούδι του πολέμου Λ Α ΚΗ Σ Φ Ο ΥΡΟ ΥΚΛΑΣ 0 μοναχικός και ευαίσθητος Δημήτρης και η ψυχρή, εξαιτίας των όσων έζησε στον πόλεμο της Βοσνίας, Μίρα, μεταμορφώνονται μέσα από την αγάπη που αναπτύσσεται μεταξύ τους. Καλούνται, να αντιμετωπίσουν και να ξεφύγουν από τον ιστό πού έπλεξε γύρω τους η μοίρα.

Β Είμαι κι εγώ σαν κι εσένα_____ ΕΛΕΝΗ ΠΕΡΙΝΟ Υ Μετά την επιτυχία Σ α ν να σε ξ έ ρ ω χρό νια, η Ελένη Περινοιί αγγίζει ξανά τις χορδές της ευαισθησίας μας. «Ένιωσα σαν να κυλούσε μέσα στις φλέβες μου και μου τραγουδούσε, “μη σε νοιάζει, μην πονάς, είμαι κ ι εγώ σαν κ ι εσένα. Κι άμα τα λάθη σου αγαπάς, είναι σαν ν' αγαπάς εμένα !” »

Β Γυναίκες που δεν λύγισαν LA LITA TADEM Y Το συγκλονιστικό Best Seller: CANE RIVER Ένα έπος θάρρους και αντοχής αφρο-αμερικανίδων γυναικών, τεσσάρων διαδοχικών γενεών, που έζησαν στις σκοτεινές μέρες της φυλετικής ανισότητας - ένα θέμα συνταρακτικό που θα αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές κάθε αναγνώστη. ^ .................................................... ../Στείλτε το κουπόνι στη διεύθυνση: ; Εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ. Ζωοδόχου Πηγής 27,106 81 Αθήνα ; για να ενημερώνεστε για τις εκδόσεις μας. Ονοματεπώνυμο:................................................. e-mail:............................................................. ί Οδός:............................................... ΑριΒ.:...... ϊ T.K.:.............. Πόλη: Ζωοδόχου Πηγής 27, 106 81 Αθήνα, τηλ.: 210 380 5228, 210 330 0774 \ Τηλ.: Έτος γεννήσεως: fax: 210 330 0439, http://www.dioptra.gr, E-mail: sales@ dioptra.gr

Λ diompfl

ϋ


Απόπειρες συνδυασμού του μαρξισμού με το φροϊδισμό έχουν γίνει αρκετές, στο δεύ­ τερο μισό κυρίως του περασμένου αιώνα, είτε από την αριστερή πτέρυγα της ψυχανά­ λυσης είτε από εκείνη του μαρξισμού. Οι διαφορετικές απόπειρες του Έριχ Φρομ και του Μαρκούζε, π.χ., έχουν αφήσει εποχή (πριν η εποχή μας τις αφήσει πίσω). Στο ση­ μείωμα που ακολουθεί θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε πως ήταν σε εκπληκτικό βαθμό κοινές. Το εκπληκτικότερο είναι ότι τα συγκεκριμένα κοινά σημεία των απαρ­ χών τους παρέμειναν λαθραία και απαρατήρητα μέχρις ότου η κατάρρευση του «υπαρ­ κτού σοσιαλισμού» οδήγησε σε μαρασμό και εγκατάλειψη τη σχετική συζήτηση.

Οι μαρξιστικές ρίζες της ψυχανάλυσης Εκείνο, νομίζω, που απέκρυψε τις μαρξιστικές καταβολές της ψυχανάλυσης ήταν το ότι εστίαζε την προσοχή της σε μία οντότητα την οποία είχε ήδη καταδικάσει ο Μαρξ ως φενάκη: την ατομική ψυχή. Ο Φρόιντ, από την πλευρά του, ανταπέδιδε την αρνητι­ κή στάση απέναντι στη μαρξιστική αντιμετώπιση των ανθρώπινων προβλημάτων. Η εκ μέρους του συστηματική αγνόηση της μαρξιστικής θεωρίας απέκρυπτε τις οφειλές της ψυχανάλυσης σ' αυτήν. Δε νομίζω πως αυτό γινόταν συνειδητά. Πιθανόν ο ίδιος ο Φρόιντ να μην είχε συνειδητοποιήσει πόσα στοιχεία της θεωρίας του για την ανθρώπι­ νη ψυχή υπήρξαν αντανακλάσεις της μαρξιστικής κοινωνιολογικής θεωρίας. Όταν γεννήθηκε η ψυχανάλυση ο μαρξισμός ήταν το κυρίαρχο μοντέλο κοινωνιολογι­ κής σκέψης. Το περίεργο δεν είναι ότι ο φροϊδισμός πήρε, όπως θα διαπιστώσουμε, σχεδόν αυτούσιο το μοντέλο του Μαρξ από το κοινωνιολογικό πεδίο και το μεταφύτε­ ψε στο ψυχολογικό. Το περίεργο είναι ότι αυτό έγινε με τη μεσολάβηση ενός αρχαίου απόντος -και διαρκώς παρόντος- φιλοσόφου, του Πλάτωνα. Η παραβολή της κοινωνίας με σώμα, της ηγεσίας της με κεφαλή και των υπόλοιπων κοινωνικών ομάδων με μέλη της είναι προαιώνια, και θα ήταν λάθος να την πιστώσει ή να τη χρεώσει κανείς στον Πλάτωνα. Εντούτοις ο αρχαίος φιλόσοφος ήταν αυτός που περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλο επέμενε στην ανάπτυξή της. Ήταν αυτός που συνέδεσε αποφασιστικά τα ένστικτα, τις επιθυμίες, τις απολαύσεις και τον αυ­ θορμητισμό με τις κατώτερες τάξεις, αυτές που υποστάτωναν το σώμα της κοινω­ νίας. Τη λογική την εκπροσωπούσε η εγκρατής τάξη των φιλοσόφων-φυλάκων, που, απαλλαγμένη από τις «κατώτερες» επιθυμίες, μπορούσε κυριολεκτικά να υποτάξει αυ­ τές τις χαοτικές δυνάμεις. Ποιος δεν μπορεί να δει εδώ τη φροϊδική «Αρχή της Πραγ­ ματικότητας» που αναλαμβάνει να ζέψει το χαώδη κόσμο των ενστίκτων και επιθυ­

20ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΗΝΑΣ 2003


μιών, που εν ονόματι της άμεσης ικανοποίησης απειλεί να τινάξει τα πάντα στον αέ­ ρα; Ο ψυχικός κόσμος του ανθρώπου μοιάζει κατά Φρόιντ με μια κλειστή κοινωνία συγκρουόμενων επιθυμιών. Οι πλατωνικές καταβολές της ψυχανάλυσης είναι άλλω­ στε ομολογημένες. Μέσω αυτών των καταβολών και παραβολών ο μαρξισμός ως θεωρία των κοινωνι­ κών τάξεων συνδέεται συνειρμικά με την ατομική ψυχολογία, διεισδύει στο φροϊδισμό και του δίνει το σχήμα του. Αρκεί να δούμε τις παραλληλίες των δύο θεωριών στα κεντρικότερα σημεία τους για να το διαπιστώσουμε: - Το ζωικό id είναι για την ατομική οντότητα ό,τι είναι για την κοινωνία του Μαρξ η οι­ κονομία: το κατώτερο στρώμα που αποτελεί την υποδομή που στηρίζονται όλες οι υ­ περδομές ή το έδαφος απ' όπου αντλούν όλες οι ρίζες τη ζωτικότητά τους. Από το id εκπορεύονται και υπαγορεύονται όλες οι επιθυμίες, από την οικονομία όλες οι δυνά­ μεις της κοινωνίας. - Το παντοδύναμο παραγωγό ορμέμφυτο του Φρόιντ (Trieb), που είναι βαθιά ριζωμέ­ νο στο σώμα, αντιστοιχεί σχεδόν πλήρως στη σωματική «εργατική δύναμη» του Μαρξ. Η δύναμη αυτή αποτελεί τη μοναδική γνήσια και άμεση παραγωγό Αξίας. Κάθε μορ­ φή πνευματικής παραγωγής εντέλει ανάγεται σ' αυτή τη βασική εργασιακή Αξία του χειρώνακτα. Κάθε Υπεραξία αποτελεί σε τελευταία ανάλυση συσσώρευση, μεταποίη­ ση και εκμετάλλευση αυτής της πρωταρχικής παραγωγής. Αντίστοιχα, στον Φρόιντ κά­ θε ανώτερη πνευματική παραγωγή προέρχεται από το λιμπιντικό ορμέμφυτο. Αν ο έ­ ρωτας είναι ο μόνος ζωικός τρόπος αναπαραγωγής, αν το ορμέμφυτο είναι η αρχική και ανόθευτη παραγωγός ψυχική δύναμη, κάθε άλλη δύναμη είναι εξιδανίκευση και μεταποίησή της. Η διαστροφή είναι εκτροπή αυτής της ορμής από τη φυσική της κοί­ τη, η ανώτερη πνευματική παραγωγή είναι μια μετατροπή της (που συχνά ο Φρόιντ την έβλεπε ως ευγενή διαστροφή). - Οι συγκρουόμενες επιθυμίες, που απειλούν την ψυχική ενότητα του ατόμου, έχουν πάρει στον Φρόιντ τη θέση που στον Μαρξ κατέχει η πάλη των τάξεων. Η εξέγερση των καταπιεσμένων ενστίκτων συνιστά το αντίστοιχο της εξέγερσης της εργατικής τά­ ξης. Διαφέρει, βεβαίως, η στάση των δύο θεωρητικών απέναντι σε τούτη την εξέγερ­ ση. - Ο Μαρξ έβλεπε την Εξουσία ως ένα Υπερπροϊόν της Οικονομίας και ως ένα μηχανι­ σμό που τρέφεται από το υπερπροϊόν διαχειρίζοντάς το. Ο Φρόιντ βλέπει το Υπερεγώ ως έναν τρόπο διαχείρισης των ορμών και επιθυμιώ ν υπό το κράτος της Αρχής της Πραγματικότητας, με τρόπο όμως που συνιστά ταυτόχρονα και «εκμετάλλευση» αυτών των ορμών. - Εκεί που η ομοιότητα των δύο θεωρήσεων είναι πιο βαθιά -λόγος για τον οποίο ί­ σως δεν έχει, εξ όσων γνωρίζω, επισημανθεί- είναι οι σχέσεις ηγεσίας-«συνειδητής πρωτοπορίας» αφενός και υποσυνείδητου-συνειδητού αφετέρου. Οι ηγεσίες των τά­ ξεων στο μαρξισμό, ακόμη και όταν άλλα νομίζουν, είναι δέσμιες της βούλησης και των συμφερόντων των κοινωνικών στρωμάτων που εκπροσωπούν. Η πραγματική δύ­ ναμη που καθοδηγεί τις αποφάσεις των ηγεσιών βρίσκεται στις τάξεις που τις σπρώ­ χνουν ως φερέφωνά τους στο προσκήνιο. Το φροϊδικό συνειδητό, από την άλλη, εί­ ναι το φερέφωνο της σκοτεινής άναρθρης δύναμης του υποσυνειδήτου. Για το αδιέξοδο της θεωρίας, σύμφωνα με την οποία το υποσυνείδητο νοείται ως πε­ ρισσότερο συνειδητό του συνειδητού, έχουμε ήδη μιλήσει. Για το αδιέξοδο της μαρξι­ στικής θεωρίας, σύμφωνα με την οποία οι «συνειδητές πρωτοπορίες» αποτελούν όρ­ γανα των κοινωνικών τάξεων, θα μιλήσουμε σε μια προσεχή ευκαιρία. Ν<

ΜΗΝΑΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

21


s c rip to riu m

ΑΠΟ TON ΧΡΗΣΤΟ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟ

Όπ οιος αγγίζει αυτό το βιβλίο, αγγίζει ένα ν άνθρωπο. Γουόλτ Γουίτμαν Στον Η. Π. Το γράψιμο είναι η μόνη μέθοδος με την οποία μπορώ να τιθασεύσω τη σκέψη μου. Απαντώ στην απορία που εξέφρασε ενώπιόν μου ο Η. Π.: «Τι γίνονται οι ήρωες μετά το τέλος του μυθιστορήματος;» Προσπαθώντας να κατανοήσω ένα ερώτη­ μα που η διατύπωσή του δεν επιδέχεται μονολεκτική απάντηση, βρίσκομαι σε εγγε­ νή θέση αδυναμίας να προσεγγίσω την ουσία του ζητήματος. Στην πραγματικότητα, αντιτίθεμαι στην ίδια την προϋπόθεση της «επιβίωσης του λογοτεχνικού χαρακτή­ ρα» που βρίσκεται στον πυρήνα της απορίας του Η. Π. Κι αυτό, γιατί αντιλαμβάνο­ μαι τη γραφή του μυθιστορήματος ως μια βίαιη πράξη απώθησης. Η γραφή έχει φύση θεραπευτικής πράξης και περικλείει αυτήν ακριβώς την απώ-

Η απορία του Η. Π. θηοη, το διωγμό, των προσώπων ή των αφηρημένων οντοτήτων (γεγονότων, ιδε­ ών, μνημών, φόβων κ.λπ.) που υποστασιοποιούνται στη συνείδηση του συγγραφέα παίρνοντας τη μορφή μυθιστορηματικών χαρακτήρων και δράσεων. Αυτό που πρε­ σβεύω -στα όρια του αυστηρώς προσω πικού- είναι ότι οι ήρωες του βιβλίου (όχι μόνο οι επινοημένοι, αλλά ακόμα και εκείνοι που προσωποποιούν μνήμες και εντυ­ πώσεις υπαρχόντων -ζώντων ή μ η - προσώπων) οικοδομούνται ακριβώς με την επι­ δίωξη και την ελπίδα ότι θα χαθούν οριστικά με τη λύση του μυθιστορήματος. Ο συγγραφέας έχει αυτό το σκοπό: να ξεμπερδεύει μια και καλή μαζί τους, και όχι -όπ ω ς προτάσσει η κοινότοπη έκφραση- να τους «καταστήσει αθάνατους». Ό χγ ο συγγραφέας απαιτεί ακριβώς το αντίθετο: τη θνητότητα των προσώπων. Το κίνητρο της γραφής είναι μια ανάγκη απελευθέρωσης, που ικανοποιείται με τρό­ πο βίαιο και τελεσίδικο: με έναν τελετουργικό φόνο. Έτσι, λοιπόν, η ύπαρξη του ήρωα όχι μόνο παύει οριστικά με τη γραφή του μυθιστορήματος, αλλά η εκτόπισή του από τη φαντασία του γράφοντος και η εξορία του εντός της μυθοπλασίας τον καθιστούν νομοτελειακώς σπόντα από τη ζωή του συγγραφέα. Η γραφή ισοδυναμεί με τον ανεπίστρεπτο ενταφιασμό του μυθιστορηματικού προσώπου, που -μέσα από μια διαδικασία αποκρυστάλλωσης- καταδικάζεται να είναι αυτό που είναι και να κα­ θίσταται αδύνατη η «επιβίωσή» του εκτός του λογοτεχνικού έργου. Ο Τσέχος μανικιουρίστας Φίλιππος Ντόσταλ μπορούσε κάποτε να έχει οποιοδήποτε άλλο όνομα και να κατοικεί σε μια τυχαία γωνιά της Γης. θα μπορούσε να τον περι­ γράφει κανείς όπως ήθελε. Από τη στιγμή, όμως, που το όνομά του και η ύπαρξή του καταγράφηκαν μέσα στη νουβέλα Ο μανικιουρίστας, από τότε πλέον ο Φίλιππος Ντόσταλ δεν μπορεί να υπάρξει πουθενά αλλού, παρά μόνο μέσα στα όρια του μυθοπλαστικού σύμπαντος που τον φιλοξενεί, και με τον τρόπο που περιγράφεται στις σελίδες που του αντιστοιχούν. Από εκείνο το σημείο, ο Φίλιππος Ντόσταλ έπαψε να απασχολεί το συγγραφέα της νουβέλας. Το ίδιο και η Ιλόνα και ο Πάβελ και

22ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


οι άλλοι ήρωες του βιβλίου, που -πολλές φορές- δεν είναι παρά εκφάνσεις του χα­ ρακτήρα του ίδιου του Φίλιππου. Γιατί μέσα οτο μικρόκοσμο του έργου, η Ιλόνα υ­ πάρχει μόνο ως παροδική σύντροφος του Ντόσταλ. Ο Πάβελ δεν έχει άλλη θέση, παρά μόνο δίπλα στο μανικιουρίστα. Δανείζομαι τα λόγια του Χένρι Τζέιμς: «Τι είναι ένας χαρακτήρας, παρά ο καθορισμός της δράσης; Τι είναι η δράση, παρά η απει­ κόνιση του χαρακτήρα;»1 Τα στοιχεία του έργου είναι αλληλένδετα. Τίποτε δεν μπο­ ρεί να υπάρξει αυτόνομα και πέρα από τη συμβιωτική σχέση που καθιστά κατανοη­ τή την ολότητα του έργου. Τίποτε και κανείς δεν επιζεί ατομικά. Οι ήρωες είναι α­ πόλυτα εξαρτώμενοι ο ένας από τον άλλο (και από τα άλλα στοιχεία του έργου: τη γλώσσα, το ύφος, την πλοκή, τη δομή, το λεξιλόγιο κ.λπ.), ώστε μοιάζουν εκβλα­ στήματα ενός κοινού, τερατώδους σώματος. Δεν μπορεί, λοιπόν, να επιζήσει κα­ νείς αν δεν επιζήσουν όλοι, και αυτό είναι αδύνατον να γίνει έξω από τα όρια του βιβλίου που, συνεπώς, παραμένουν αδιαπέραστα. Για το συγγραφέα, η απορία του Η. Π. δεν έχει νόημα. Δανείζομαι ξανά την έκφρα­ ση του Χένρι Τζέιμς: «Τα ζητήματα της τέχνης αποτελούν (με την ευρύτερη σημα­ σία του όρου) ζητήματα εκτέλεσης»2. Είναι λοιπόν προφανές ότι η διαφυγή του μυ­ θιστορηματικού χαρακτήρα έξω από το πλαίσιο του μυθιστορήματος (όπως υπαινίσ­ σεται η απορία του Η. Π.) τοποθετεί τη σκέψη σε χώρους εκτός της δικαιο δοσίας του δημιουργού. Σε χώρους όπου η λογοτεχνία αποκτά μια αύρα μάλλον μεταφυσικού χαρακτήρα. Εκεί βασιλεύει ο αναγνώστης. Εκεί -π λ έ ο ν - εξελίσσονται τα μυστή­ ρια της ανάγνωσης και όχι της γραφής. Ο λογοτεχνικός χαρακτήρας μοιάζει με τον κύριο Γουέικφιλντ, του ομώνυμου διηγήματος του Ναθα­ ναήλ Χόθορν, που εγκατέλειψε ένα πρωί το διαμέρι­ σμά του στο Λονδίνο και αυτοεξορίστηκε για είκοσι συναπτά έτη σε ένα γειτονικό σπίτι, χωρίς να δώσει σημεία ζωής στη σύζυγο και στους οικείους του, που τον θεω ρούσαν πλέον νεκρό. Με πα ρόμοιο τρόπο, ο λογοτεχνικός χαρακτήρας εγκαταλείπει -σιωπηλά όπως ο κύριος Γουέικφιλντ- το εργαστή­ ρι του συγγραφέα, και ο δημιουργός του τον νομί­ ζει πια νεκρό. Κι όμως, εκείνος ζει στο διπλανό διαμέρισμα, συγκατοικεί με τους αναγνώστες, χω­ ρίς να ενοχλεί τον άνθρωπο που τον δημιούργησε. Κάποιο πρωί, ύστερα από είκοσι χρόνια εξορίας, ο κύριος Γουέικφιλντ επέστρεψε απρόσμενα στο σπι­ τικό του σαν να είχε λείψει μόλις μια μέρα. Δεν ξέ­ ρω αν θα επιστρέψει ποτέ σ ’ εμένα ο Φίλιππος Ντό­ σταλ. Είναι ακόμα νωρίς, m

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Χένρι Τζέιμς, Η τέχνη της μυθοπλασίας. Μτφρ. Κ. Παπαδόπουλος, εκδόσεις «Άγρα», Αθήνα, 1984. 2. Ό. π.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

23


από το μ έ λ λ ο ν ...

ΑΠΟTON

' ΦΙΛΙΠΠΑΚΟΠΟΥΛΟ

Το πολύτομο έργο του Φρανκ Χέρμπερτ με το γενικό τίτλο Dune έχει γίνει γνωστό πολύ πέρα από τους κύκλους των φανατικών φίλων της επιστημο­ νικής φαντασίας, λόγω της μεταφοράς του στον κινηματογράφο και την τη­ λεόραση. Χαρακτηριστικό δείγμα «επικού» έργου επιστημονικής φαντα­ σίας, είναι από εκείνα που έχουν σημαδέψει το είδος και θεωρούνται πλέ­ ον «κλασικά». Ο θάνατος του Φρανκ Χέρμπερτ το 1986 φάνηκε να σταματάει μια διαδι­ κασία που δεν είχε ολοκληρωθεί, καθώς ο συγγραφέας μάλλον ήταν δια­ τεθειμένος να προσθέσει κι άλλους τόμους στο πασίγνωστο έργο του. Πριν από μερικά χρόνια όμως ο γιος του, Μπράιαν Χέρμπερτ, αποφάσισε (με τη βοή­ θεια του πετυχημένου συγγραφέα Κέβιν Άντερσον) να δώσει συνέχεια στο έργο, περιγράφοντας όχι τα γεγονότα που ακολούθησαν όσα περιγράφονται στα βιβλία του πατέ­ ρα του, αλλά αυτά που προηγήθηκαν. Η προσπάθεια συνέχισης του έργου ενός συγγραφέα είναι σίγουρο πως δημιουργεί αρχικά μια επιφυλακτική στάση. Ένα λογοτεχνικό έργο -και μάλιστα τόσο μεγάλο που να θεωρείται ότι αποτελεί «έργο ζωής»- είναι κάτι πολύ προσωπικό για να μπορεί εύ­ κολα να συνεχιστεί με επιτυχία και με διατήρηση της «συνοχής» του, ακόμα κι αν αυBRIAN HERBERT & KEVIN J. ANDERSON, Dune: Οίκος των Α τρειδώ ν ΜΤΦΡ.: ΤΕΛΗΣ ΛΙΒΑΝΙΔΗΣ. ΑΘΗΝΑ, «Anubls·, 2002 τός που το επιχειρεί είναι ο γιος του συγγραφέα (άρα και κατά τεκμήριο ο καλύτερος γνώστης των ιδεών και του τρόπου σκέψης του). Η ευχάριστη έκπληξη είναι ότι εδώ το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία. Το μυστικό, βέβαια, είναι ότι το βιβλίο δε βασίστηκε σε πρωτογενές υλικό του Χέρμπερτ του νεότε­ ρου, αλλά σε σημειώσεις και ημιτελή κείμενα του πατέρα του. Φυσικά αυτό δεν είναι αρκετό, αλλά ο υιός Χέρμπερτ -έχοντας και τη βοήθεια ενός έμπειρου συγγραφέα ό­ πως ο Άντερσον- αντιμετώπισε με τη δέουσα αγάπη και σεβασμό το έργο του πατέρα του, δημιουργώντας τελικά ένα βιβλίο που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τέ­ λος, παρά το μεγάλο όγκο του (650 σελίδες). Για τους φίλους της επιστημονικής φαντασίας που γνωρίζουν το έργο του Φρανκ Χέρ­ μπερτ το ενδιαφέρον είναι δεδομένο. Στις σελίδες του βιβλίου (που είναι συνεπές με το πνεύμα των προηγουμένων) αναγνωρίζουν χαρακτήρες που είχαν περιγράφει στα βιβλία του Dune, εδώ σε νεαρή ηλικία και σε γεγονότα που προετοιμάζουν τα όσα είχαν περι­ γράφει από τον Φρανκ Χέρμπερτ και αιτιολογούν τη συμπεριφορά τους και τα όσα συνέβησαν αργότερα. Ακόμα και για όποιον δεν έχει διαβάσει, όμως, τα άλλα βιβλία του έπους του Dune, το συγκεκριμένο βιβλίο αποδεικνύεται ελκυστικό, με τους πολλαπλούς κό­ σμους και χαρακτήρες που αναπτύσσει, με τη μεταφορική περιγραφή στοιχείων που χαρα­ κτηρίζουν διαχρονικά την ανθρώπινη συμπεριφορά και την ανθρώπινη ιστορία, με την εν­ διαφέρουσα οπτική -σε πλήρη αρμονία με αυτή του Φρανκ Χέρμπερτ- με την οποία προ­ σεγγίζει το κλασικό θέμα της πάλης του καλού και του κακού. Το συνολικό αποτέλεσμα δι­ καιώνει το εγχείρημα και μας κάνει να περιμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον τα άλλα δύο σχετικά με την «προϊστορία» του Dune βιβλία, που αναφέρεται ότι είναι υπό έκδοση, m

24ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΗΝΑΣ 2003


ΕΚΔΟΣΕΙΣ

if

ΠΑΤΑΚΗ

424 σελ., 16€

344 αελ, 19€

ΜΙΑ ΣΤΑΓΟΝΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

ΑΝΤΙΑΜΕΡΙΚΑΝΙΣΜΟΣ

Αγγελικές και σατανικές μορφές στο τιμόνι των ανθρώπινων πληθυσμών

ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΕΩΣ

Δ ημ ήτρης Κ αμπουράκης

Πρόλογος: ΗΛΙΑΣ ΙΩΑΚΕΙΜΟΓΛΟΥ

Φονιάδες, παράφρονες και πόρνες στο τιμόνι των ανθρώπινων πληθυσμών. Λαμπερές και φρικτές σταγόνες μέσα σ’ έναν ωκεανό τρέλας που ονομάζεται ελληνική και παγκόσμια ιστορία.

Ο Νεοϋορκέζος κοινωνιολόγος Richard Sennett δήλωνε σε ένα συνέδριο την επαύριο του Πολέμου του Κόλπου, το οποίο είχε ως θέμα την «Αμερική των Γάλλων», πως «αντιαμερικανισμός είναι να απεχθάνεσαι τους Αμερικανούς περισσότερο απ’ όσο είναι αναγκαίο»... Τι ακριβώς όμως ονομάζουμε αντιαμερικανισμό; Ποια είναι τα όριά του; Πότε γίνεται αρρώστια; Γιατί η Αριστερά αρέσκεται να αυτοπροσδιορίζεται με γνώμονα τα αρνητικά της αισθήματα για οτιδήποτε αμερικανικό; Και τέλος, τι κάνουν οι Αμερικανοί για να δημιουργούν τόσο πικρόχολους εχθρούς;

19η χιλιάδα

Σ

Ε

Ο

Λ

Α

Εισαγωγικό σημείωμα: ΣΩΤΗ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ

Ο

Π

Ω

Λ

Ε


μια π α ρα σταση

ΑΠΟ ΤΗ ΣΑΝΙΑ ΠΕΡΔΙΚΑΡΗ

Το 1895, όταν ο Άντον Τσέχοφ ολοκλήρω­ σε τη συγγραφή του Γλάρου, ανακοίνωσε

στη συγγραφέα 'Ελενα Σαβρόβα: «Το τελεί­ ωσα... Δεν είναι τίποτε ιδιαίτερο, θα έλε­

γα τελικά πως είμαι μέτριος δραματουρ­ γός». Το πρώτο ανέβασμα του έργου, το 18 96 στο θέατρο Αλεξαντρίνσκι, υπήρξε μια τραγική αποτυχία. Ο Ά. Τσέχοφ καταδι­ κάστηκε από τους κριτικούς για εξεζητη­

μένο διανοουμενισμό και ιψενικό μιμητισμό. Χαρακτηρίστηκε δυσνό πτικός, ενώ λογοκρίθηκε η ελευθερία ηθών που χαρακτήριζε τους

αρνητικότητα είχε ήδη εκφραστεί ενάντια στη λογοτεχνική εργογρα

ματα και οι νουβέλες του απορρίπτονταν, γιατί απούσιαζε η ξεκάθα ριγράφονταν αναλυτικά το παρελθόν και τα κίνητρα των προσώπων

ο συγγραφέας αποσιωπούσε την προσωπική του άποψη κατά την αφ αντιμαχόταν έναν επαναστάτη, που έσπαγε τους παραδοσιακούς

διακηρύσσοντας στους συναδέλφους: «Εσείς, κύριοι, είστε απλώς

ΑΝΤΟΝ ΤΣΕΧΟΦ, Ο Γλάρος, θ ε α τ ρ ικ ή εταιρία Πράξη ΘΕΑΤΡΟ ΟΔΟΥ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

υποδουλωμένοι στη ρουτίνα [...]. Χρειάζο­ νται καινούριες φόρμες, καινούριες φόρ­ μες...» Το καινοτόμο και προκλητικό ύφος του παραλληλιζόταν με τον ιμπρεσιονισμό, που ανέτρεπε εκείνη την εποχή την ευρω­ παϊκή ζωγραφική. Σήμερα ωστόσο, ο «ε­ παναστάτης Τσέχοφ» χαίρει του σεβασμού του κλασικού και μόνο ο Σέξπιρ μπορεί να τον ανταγωνιστεί σε φήμη και συχνότητα παραστάσεων. Η επιτυχία οφείλεται στην ευνοϊκή, ιστορική συγκυρία της ίδρυσης του θε ά τ ρ ο υ Τέχνης της Μ όσχας, το 18 98 , από τον Βλαντιμίρ Νταντσένκο και τον Κόνσταντιν Στανισλάβσκι. Πρώτος ο Νταντσένκο αναγνώρισε την αξία του Γλά­ ρου, παρατηρώντας ότι το έργο, αν και τολμηρό, διέθετε ζωντάνια και είχε έναν τίμιο σκοπό: να επιδείξει επί σκηνής την ανθρώπινη ζωή με καλλιτεχνική απλότητα και ειλικρίνεια. Ο Στανισλάβσκι, ο οποίος αρχικά αδυνατούσε να συλλάβει το νόημα του δράματος, ύστερα από τις προτροπές

26 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


του Νταντσένκο ανέλαβε τη σκηνοθεσία. Η παράσταση, που δόθηκε στις 17 Δεκεμ­ βρίου της ίδιας χρονιάς, εξελίχτηκε σε θρίαμβο, καθιερώνοντας τον Ά. Τσέχοφ διε­ θνώς στη συνείδηση του κοινού και της κριτικής. Η σκηνοθεσία του Νίκου Μαστοράκη αποστασιοποιείται από την παραδοσιακή στανισλαβσκική ανάγνωση του κειμένου. Η μελαγχολία, η ζοφερή ατμόσφαιρα και ο εποχισμός, που σημάδεψαν επί έτη την προσέγγιση του Τσέχοφ, παιχνιδίζουν τώρα με το κωμικό και την καρικατούρα, προς χάριν μιας βαθύτερης κατάδυσης στο δια­ χρονικό της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης. Η ειρωνεία και ο σαρκασμός γίνονται ερ­ γαλεία για την κατάδειξη του γελοίου εγωκεντρισμού των ηρώων. Παράλληλα ο ψευδαισθησιακός κόσμος τους αποκαλύπτεται μέσω της εσκεμμένης θεατρικότη­ τας, του «θεάτρου εν θεάτρω», που δηλώνεται με το σκηνικό της Ντάρας Λελούδα. Η μεταμοντέρνα σκηνοθετική ματιά διαβάζει αντίστροφα τον Τσέχοφ από το νατουραλιστή Στανισλάβσκι: όχι η ζωή στο θέατρο, αλλά το θέατρο στη ζωή. Οι ερμηνεί­ ες των ηθοποιών αποθεώνουν την παράσταση. Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος απο­ δίδει έναν εκρηκτικό Τρέπλιεφ, η Αγγελική Παπαθεμελή ενσαρκώνει ποιητικά τη Νίνα, η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου συνθέτει μια σπαρακτική Μάσα και η Μπέττυ Αρβανίτη αυτοσαρκάζει το ναρκισσισμό της Αρκάντινα. Εξαιρετικοί, τέλος, ο ευαί­ σθητος και κυνικός Ντορν του Αλκή Παναγιωτίδη και ο κωμικοτραγικός Σόριν του Μπάμπη Γιωτόπουλου. m

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

27


ξέ ν η γρ α φ ή

ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

Pax Americana Ο ΟυΓλιαμ Μπλουμ, που εργάστηκε κατά τη δεκαετία του '6 0 στο υπουργείο Εξωτερι­ κών των ΗΠΑ, σήμερα θεωρείται στη χώρα του ένας κατεξοχήν αιρετικός πολιτικός ι­ στορικός και αναλυτής. Σύμφωνα με κάποιους κριτικούς, αποτελεί ένα πιο «ανάλαφρο» είδος Νόαμ Τσόμσκι. Την ίδια στιγμή όμως διαθέτει ένα πλεονέκτημα που δεν έχει ο πασίγνωστος Αμερικανοεβραίος στοχαστής: έχει εργαστεί στα κέντρα εξουσίας της Αμερικής και γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα, δομές και μηχανισμούς όχι μόνο σε θεωρητικό επίπεδο. Από την εποχή που ξεκίνησε τη συγγραφική του καριέρα, ο Μπλουμ έχει αφοσιωθεί στο να δείχνει την άλλη πλευρά του νομίσματος που λέγεται Αμερική, κυρίως στους ίδιους τους Αμερικανούς. Ένα από τα τελευταία του βιβλία είναι το Ο δηγός στη μοναδική υπερδύναμη του κόσμου, μια πρώτης τάξης εισαγωγή στο άλφα και το ωμέγα της σύγχρονης αμερικα­ νικής μονοκρατορίας. Όσοι περιμένουν όμως να διαβάσουν ένα ατελείω­ το «κατηγορώ» ή μια βιτριολική, γεμάτη εμπάθεια, κριτική εναντίον της εξωτερικής, κατά βάση, πολιτικής των ΗΠΑ θα απογοητευτούν. Ο Μπλουμ γράφει με «κρύο αίW ILLIAM BLUM, A Guide to the W orld's Only Superpow er «ZED BOOKS», 2002. 323 p.p. μα», καταγράφει και αναλύει με απαράμιλλη ψυχραιμία, προσπαθώντας κάθε στιγμή να αποφύγει τις περιττές θεωρητικολογίες. Οδηγεί τον αναγνώστη βήμα προς βήμα στα βασικά πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά αξιώματα που έθεσε η Αμερική στον εαυτό της σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο στη μεταπολεμική εποχή. Για πα­ ράδειγμα, η ανάμειξη της Αμερικής στον πόλεμο της Κορέας χαρακτηρίστηκε α­ πό τον ίδιο τον τότε πρόε­ δρο Τρούμαν «πράξη αστυ­ νόμευσης» (police action), δίνοντας έτσι το στίγμα για το διεθνή ρόλο που θα έ­ παιζε η Αμερική στα κατο­ πινά χρόνια, δηλαδή αυτόν του παγκόσμιου χω ροφ ύ­ λακα. Το γεγονός ότι η πο­ λιτική αυτή γραμμή είχε το τίμημά της για τους Αμερι­ Η «ομάδα του προέδρου Μπους»: ο αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, το γεράκι», ο υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ, και ο πρώην μετριοπαθής υπουργός Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ

28ΔΙΑΒΑΖΩ

κανούς ( 3 3 .0 0 0 ν ε κ ρ ο ί στην Κορέα, 6 8 .0 0 0 νε­ κροί στο Βιετνάμ, στρατιω-

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


τικές ήττες και στις δύο περιπτώσεις αλλά και διάφορες άλλες παταγώδεις αποτυ­ χίες, όπως η επιχείρηση στον «Κόλπο των Χοίρων» το 1961, ο αποδεκατισμός επί­ λεκτης μονάδας Αμερικανών στρατιωτών στη Σομαλία το 19 93 κ.ά.) δε φαίνεται να έχει πτοήσει τους Αμερικανούς. Κατά τον Μπλουμ, το τίμημα είναι μικρό μπροστά στον τελικό στόχο. Και ας μην ξεχνάμε ότι σε άλλες περιπτώσεις η αμερικανική πα­ ρέμβαση απέφερε καρπούς: για παράδειγμα, η εγκαθίδρυση του Σάχη στην Περσία το 1953, το πραξικόπημα του Πινοσέτ στη Χιλή το 1973, η εισβολή στη Γρανάδα το 1 9 8 0 ή οι πρόσφατες επιχειρήσεις στον Περσικό Κόλπο (19 91 ) και στη Γιουγκο­ σλαβία (1999). Από την άλλη πλευρά, για τον Μπλουμ μοιάζει να είναι μονόδρομος αυτή η στάση των ΗΠΑ απέναντι στον υπόλοιπο κόσμο. Το ερώτημα που τίθεται όμως, και το ’χει υπό­ ψη του ο συγγραφέας, είναι κατά πόσο μπορεί να αντέξει αυτό το ρόλο η χώρα του, για πόσο ακόμα και με ποιο τρόπο: η αλαζονεία και π υποκρισία στην όλη στάση και το λόγο των αξιωματούχων του Λευκού Οίκου, του Πενταγώνου και των άλλων κέ­ ντρων χάραξης στρατηγικής στην Αμερική μόνο κακά αποτελέσματα μπορεί να φέ­ ρουν και, στο τέλος, να γυρίσουν μπούμερανγκ. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο στην ό­ λη υπόθεση είναι ο πανικός που επικράτησε στην Αμερική μετά την 11η Σεπτεμβρίου και ο Μπλουμ υπενθυμίζει ότι πίσω από την επιθετική και φιλοπόλεμη πολιτική των «γερακιών» δεν κρύβεται μόνο η αλαζονεία μιας μονοκρατορίας αλλά και ένας απί­ στευτος πανικός ως συνέπεια των τρομοκρατικών χτυπημάτων του 2001. Ο συγγραφέας, στην ουσία, ζητά από τους αναγνώστες του, κυρίως τους Αμερικανούς, να έχουν τα αφτιά και τα μάτια τους ανοιχτά. Αν η αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι όντως προβληματική, η έλλειψη πολιτικής κρίσης και αυτοκριτικής από τους Αμερικα­ νούς πολίτες μοιάζει να είναι ένα ακόμα πιο σοβαρό πρόβλημα,

ηλιας μαγκλινης

Η CIA και οι αμαρτίες της Αμερικής Το Σ κοτώ νοντας την ελπίδα: Παρεμβάσεις του αμερικανικού στρατιωτικού κατεστη­ μένου και της CIA μετά το Δ εύτερο Π αγκόσμιο Πόλεμο του Ουίλιαμ Μπλουμ είναι έ­ να ακόμα βιβλίο πάνω στην αμαρτωλή ιστορία της Αμερικής μετά το 1945. 0 πρόσφατος χαμός ενός πράκτορα της CIA στο Αφγανιστάν, ό­ ταν μεγάλη ομάδα Ταλιμπάν φυλακισμένων από τους Αμερικανούς και τη Βόρεια Συμμαχία ξεκίνησε μια στάση που πνίγηκε στο αίμα, έφερε στο προσκήνιο τη δράση των εξ Αμερικής «γνωστών αγνώστων». Η αλή­ θεια είναι ότι οι πράκτορες της Κεντρικής Υπηρεσίας Π ληροφοριών (Central Intelligence Agency) περιβάλλονται από πέπλο μυστηρίου, όχι μόνο επειδή αυτή ακριβώς είναι η δουλειά και ο ρόλος τους, αλλά επει­ δή οι θεωρίες συνωμοσίας καλά κρατούν, ειδικά μετά τη δεκαετία του '6 0 , και ο κόσμος, οι μηχανισμοί εξουσίας και σύγκρουσης συμφερό­ ντων είναι πολύ πιο πολύπλοκοι. Ουσιαστικός ιδρυτής της CIA ήταν πάντως ο πρόεδρος Τρούμαν. Μια υπηρεσία που είχε στηθεί από τον προκάτοχό του, τον Ρούζβελτ, στα 1 9 42 και έπαιζε το ρόλο W ILLIAM BLUM, U.S. M ilitary and CIA Interventions S in ce World War II «COMMON COURAGE PRESS», 2002. 457 p.p.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ

29


που θα έπαιζε η CIA μετά τον πόλεμο, είχε στόχο την υποστήριξη της τιτάνιας προ­ σπάθειας κατά του ναζισμού και του ιαπωνικού επεκτατισμού. Η υπηρεσία αυτή θα διαλυόταν μόλις ο πόλεμος έληγε. Και όντως έτσι συνέβη. Αμέσως μετά όμως το ε­ πιτελείο του Τρούμαν, μπροστά στα νέα δεδομένα που έφερνε η εποχή του Ψυ­ χρού Πολέμου, έκρινε ότι ήταν αναγκαία η σύσταση μιας τέτοιου τύπου υπηρεσίας, που θα είχε ως στόχο την προάσπιοη των αμερικανικών συμφερόντων ενάντια στον κομμουνιστικό κίνδυνο. Οι πρώτες μυστικές επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη και οι πρώτες επι­ χειρήσεις με τη μορφή μυστικής στρα­ τιωτικής παρέμβασης ήταν στον πόλε­ μο της Κορέας. Στο Βιετνάμ οι μυστι­ κές στρατιωτικές αποστολές, πέρα α­ πό τις γνωστές πολεμικές επιχειρή­ σεις, κλιμακώθηκαν επικίνδυνα. Η συ­ νέχεια είναι λίγο πολύ γνωστή. Η στροφή της κοινής γνώμης απέναντι στην ισχύ της CIA και της γενικής πολι­ τικής ανάμειξης και βάναυσης παρέμ­ βασης από την αμερικανική εξουσία, ακόμα και στα εσωτερικά της χώρας, άλλαξε σημαντικά μετά τη δολοφονία του προέδρου Κένεντι, τον πόλεμο στο Βιετνάμ και το σκάνδαλο Ουότεργκεϊτ. Η δεκαε­ τία 19 63-1973 ήταν σημαδιακή λοιπόν. Μετά τη σκανδαλώδη ανάμειξη της Αμερι­ κής στα εσωτερικά της Χιλής, τον ύποπτο ρόλο της στην εισβολή της Κύπρου και στη γενοκτονία του Ανατολικού Τιμόρ από τους Ινδονησίους, ο πρόεδρος Φορντ α­ παίτησε να πάψουν οι μυστικές στρατιωτικές αποστολές στο εξωτερικό και ειδικά ο ρόλος της CIA να περιοριστεί σε αυτόν της συγκέντρωσης πληροφοριών. Ήταν το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του '7 0 , ή περίοδος της ηττοπάθειας, μετά το Βιετ­ νάμ και το Ουότεργκεϊτ, με αποκορύφωμα την ανατροπή του Σάχη της Περσίας και την τραγική κατάληξη της διάσωσης των Αμερικανών ομήρων από τους ανθρώπους του προέδρου Κάρτερ. Η κατάσταση αυτή άλλαξε και πάλι με την έλευση του προέδρου Ρίγκαν στον προεδρι­ κό θώκο. Μια σταδιακή μεταβολή προς την παλαιότερη τάξη πραγμάτων, μόνο που αυ­ τή τη φορά, μετά και τα γεγονότα του 1989, ουσιαστικά έπαψε να υπάρχει αντίπαλος. Κατά τον Μπλουμ, οι αμερικανικές στρατιωτικές και μυστικές υπηρεσίες έχουν πλέον ως αποστολή την «πρόληψη» και όχι τη «θεραπεία»,

Kiev Νγκουγίέν,

ηλιας μαγκλινης

1 9 6 7 , Β ΙΕ ΤΝ Α Μ

Ο Κιέν Νγκουγίέν γεννήθηκε στο Νότιο Βιετνάμ το 1967 από μητέρα Βιετναμέζα και πατέρα Αμερικανό, πολιτικό μηχανικό, ο οποίος εργαζόταν στη Σαϊγκόν και είχε διερ­ μηνέα τη μητέρα του συγγραφέα, γυναίκα δυναμική, που κατάφερε να αποκτήσει πε­ ριουσία αλλά και να επιβιώσει μαζί με τα παιδιά της όταν τα έχασε όλα μετά την επι­ κράτηση των κομμουνιστών. Το 1975, η χρονιά της έναρξης του πολέμου, έθεσε τέ­ λος στην Εδέμ του μικρού Κιέν, που μεγάλωνε στην άνεση και την ασφάλεια του αρ­ χοντικού της οικογένειάς του στην πόλη Νατράγκ, και τον οδήγησε στην ταπείνωση και τη δυστυχία. Παρ' όλα αυτά, η επιθυμία για επιβίωση θωράκισε με εξαιρετική δύ-

30 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


ναμη και επιμονή το συγγραφέα, ο οποίος, αφού πέρασε διά πυράς και σιδήρου, κατάφερε να διασωθεί -ακόμα και από τα πλοκάμια της γραφειοκρατίας- και το σωτή­ ριο έτος 19 8 5 να ταξιδέψει προς την ελευθερία, την πατρίδα του πατέρα του, τις ΗΠΑ. Στη Νέα Υόρκη σπούδασε οδοντιατρική και για να καταπολεμήσει -όπω ς ομο­ λογεί ο ίδιος- τους εφιάλτες του, από τις μνήμες του πο­ λέμου στο Βιετνάμ, άρχισε να γράφει την οικογενειακή του περιπέτεια, που δεν είναι άλλη από την περιπέτεια της πατρίδας του. Έτσι, προέκυψε η μαρτυρία Χ ω ρίς πα­ τρίδα (2000), μια χειμαρρώδης αφήγηση που ενίοτε φαί­ νεται μυθιστορηματική, στην οποία καταγράφονται όλες οι δραματικές στιγμές ενός νέου ανθρώπου αλλά και πολ­ λών συμπατριωτών του που το μόνο που ζητούσαν ήταν να ζήσουν και μάλιστα να ζήσουν καλά. Ο σοφός παπ­ πούς τον είχε συμβουλέψει να μη μείνει προσκολλημένος στο παρελθόν, ωστόσο εκείνος λυτρώθηκε από το βάρος του παρελθόντος του όταν κατέγραψε όλα τα γεγονότα που τον πλήγωσαν. Η κάθαρση επι­ τεύχθηκε μέσω της γραφής και το έργο του αποτελεί ελεγεία για τη χαμένη παιδική ηλικία αλλά και για τα αθώα θύματα του πολέμου. Στο πρώτο του μυθιοτόρημα, Τα κεντήματα (2002), ο Νγκουγιέν αναδεικνύεται σε εξαιρετικό παραμυθά της ανατολής, ο οποίος, με τη λεπτότητα και την ευγένεια της αφήγησης των συγγραφέων της Κίνας και της Ιαπω­ νίας, ανασυνθέτει την ιστορία της οικογένειάς του αποδίδοντας την ατμό­ σφαιρα, τις συνήθειες των αρχών του 20ού αιώνα, αλλά και δημιουργώ­ ντας ολοκληρωμένους χαρακτήρες. 0 επτάχρονος ήρωας παντρεύεται μια γυναίκα είκοσι χρόνια μεγαλύτερή του, η οποία τον φροντίζει οαν μητέρα του. Η δυστυχία δεν αργεί να διαταράξει την ήσυχη ζωή των πρωταγωνι­ στών, και ο μικρός θα δει τον αποκεφαλισμό του πατέρα του. 0 συγγρα­ φέας αφηγείται με τρυφερότητα τις συναισθηματικές διακυμάνσεις των προσώπων της ιστορίας του. Η πλούσια πλοκή περιλαμβάνει έρωτες, δια­ μάχες, συνωμοσίες και πολλές εκπλήξεις... Έργα: Χω ρίς πατρίδα (μαρτυρία), μτφρ. Τόνια Κοβαλένκο, Αθήνα, «Ωκεανίδα», 2002. Τα κεντήματα (μυθιστόρημα), μτφρ. Αλέξης Εμμανουήλ, Αθή­ να, «Ωκεανίδα», 2003.

χρυσά ςπυροπουλου

Χοσέ Λεσάμα Αίμα,

μ<

ΐ 9ΐο -1976, κο υβ ά

Ο κορυφαίος Κουβανός συγγραφέας γεννήθηκε στην Αβάνα, και από πολύ νωρίς άκουγε τη μητέράς του να τον προτρέπει να γράψει την ιστορία της οικογένειάς του. Έτσι, η απουσία Του πατέρα του, που τον έχασε σε ηλικία οχτώ ετών, τον «έκανε υ­ περευαίσθητο στην παρουσία μιας εικόνας... στο ορατό και στο αόρατο». Σε νεαρή ηλικία διαβάζει τον Δ ο ν Κιχώτη, έργα του Πλάτωνα, Γκέτε, Προυστ, Βαλερί, Ρεμπό και Μαλαρμέ. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή, εργάστηκε ως δικηγόρος στην αρχή, αργότερα προσλήφθηκε υπάλληλος στη Διεύθυνση Πολιτι­ σμού και κατόπιν διορίστηκε στη Βιβλιοθήκη της Εταιρείας Φίλων της Χώρας. Το

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 31


πρώτο του έργο εκδόθηκε το 19 3 7 και ήταν η ποιητική σύνθεση Ο θάνατος του ναρκίσσου. Το 1966 κυκλοφόρησε το πρώτο του μυθιστόρημα, Ο Παράδεισος, ενώ το 1977 το δεύτερο, 0 Οππιάνο Λικάριο, έργο το οποίο έ­ μεινε ανολοκλήρωτο εξαιτίας του θανάτου του το 19 76 . Αξίζει να αναφερθεί η σημαντική προσφορά του συγγρα­ φέα στην έκδοση λογοτεχνικών περιο δικών, με πιο γνω­ στό το O rig e n e s, στο οποίο δημοσίευε και ο ίδιος δικά του δοκίμια και ποιήματα. Το χειμαρρώδες μυθιστόρημά του Ο Π αράδεισ ος αναφέρεται στην εξέλιξη και την ενηλικίωση του ήρωα, του Χοσέ Σεμί, ο οποίος έχει πολλά κοινά στοιχεία με το συγγρα­ φέα. Σ' αυτό περιγράφονται μικρές και μεγάλες στιγμές της καθημερινότητας, αναδιπλώνονται συνειρμικές σκέ­ ψεις αλλά και παρεμβάλλονται στην πυκνή αφήγηση ανα­ φορές σε κλασικούς συγγραφείς και σε έργα τους, ενώ συνδυάζονται διαφορετικοί πολιτισμοί, όπως ο δυτικός με τον ανατολικό. Το μυθιστόρημα διαθέτει, επίσης, στοιχεία ποιητικά αλλά και δοκιμιακά, και έτσι δημιουργείται η ιδιο­ μορφία του και το μπαρόκ ύφος. Η αφήγηση είναι απο­ σπασματική και οι εικόνες που παρουσιάζονται αντανακλούν πολλαπλές πραγματικό­ τητες. Η λεπτομερής περιγραφή ορισμένων περιστατικών και η πυκνότητα των πλη­ ροφοριών δημιουργούν ασάφειες, και έτσι το έργο του Χοσέ Λεσάμα Λίμα είναι δυσ­ νόητο. Η γοητεία του, ωστόσο, έγκειται στα κενά και τα συνεχή ερωτήματα που προ­ κύπτουν κατά την ανάγνωση των «ιστοριών», στα ποιητικά ανοίγματα και τα φιλοσο­ φικά εγχειρήματα. Έργα του: Πρώτη επιλογή (πεζογραφήματα και ποιήματα), εισαγ.-μτφρ. Κώστας Τσιρόπουλος και Σόνια Κουμαντάρου-Πρεβελάκη, Αθήνα, «Αστρολάβος-Ευθύνη», 1992. Το παιχνίδι των αποκεφαλισμών, μτφρ. από τα γαλλικά θέμης Τασούλης, Αθήνα, «Λιβάνης», 1987. Paradiso (μυθιστόρημα), μτφρ. Μανώλης Παπαδολαμπάκης, Αθήνα, «Ίνδικτος», 2002.

χρυ σά επυροπουλου

μ<

JOSE LEZAMA LIMA

^ Ιη ϋ κ Β

TO

διαβάζω

οτον κυβερνοχώρο

w w w .translatio.gr/diavazo e-mail: diavazo@ ath.forthnet.gr

32 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


ΠΑΝΟΣ ΚΑΡΝΕΖΗΣ Μικρές w

ατιμίες ΠΑΝΟΣ ΚΑΡΝΕΖΗΣ

Ο Π όνος Καρνέζης αιχμαλωτίζει το πνεύμα τω ν ηρώων του και μιλάει γι’ αυτούς με μια συναρπαστική, οικουμενική γλώσσα. T h e T im e s

Μικρές ατιμίες «Οι τραγικές μορφές που κατοικούν στο σκληρό τοπίο που ζωντανεύει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου θα μπορούσαν να αποτελούν ήρωες σε ταινία του Φελίνι. Σκηνές από την καθημερινότητα με φευγαλέες πινελιές φαντασίας θυμίζουν τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες». The New York Times

Η ελληνική φαντασία βρήκε μια καινούργια, σκοτεινή και ευφυή ενσάρκωση. In d e p e n d e n t on S u n d a y

Ο στιβαρός λόγος του Πάνου Καρνέζη, φ ω τεινός και σκληρός όπω ς το τοπίο που περιγράφει, εστιάζει στις παγιδευμένες ψ υχές σ’ αυτόν το μοναχικό τόπο. In d ep en d en t

Εντυπωσιακά πρω τότυπες... Οι ιστορίες στο βιβλίο Μ ικ ρ ές ατιμ ίες είναι σοκαριστικές και ζωντανές. Ο Πόνος Καρνέζης είναι ένας άκρως ξεχωριστός συγγραφέας, απόλυτος κύριος του υλικού του. S u n d a y T im e s

\ ζ ,λ λ η ν ί κ ά \

^ aptp cara www.ellinikagrammata.gr

ΣΕ

ΟΛΑ

ΤΑ

ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ


άρθρο

ΤΗΣ ΜΙΜΙΚΑΣ ΚΡΑΝΑΚΗ

Αρχές Ιουνίου δυο φίλοι αγαπητοί απ’ το Ρέθυμνο, η Αγγέλα κι ο Αλέξης, μ ε καλούν τη­ λεφωνικά για ένα ημι-διήμερο σεμινάριο στη Σύρο, στις 1 1 και 1 2 Ιουλίου 2 0 0 1 . θέμα «Λογοτεχνία και αριστερά 1 940-1980». Το πρόγραμμα δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, μα θα το βρούμε έτοιμο στην Ερμούπολη. θα 'ναι παρών και ο Αλέκος Αργυρίου, ο μηχανι­ κός της λογοτεχνίας μας. Εσύ (=εγώ) για τι θέλεις να μιλήσεις; θα χρειαστεί ένα σύντομο κείμενο, σχόλιο ή παρέμβαση για το ημισεμινάριο και μια ολόκληρη ομιλία για το ολόκλη ρο. Προτείνω λοιπόν «Η Αριστερά σήμερα» για το πρώτο και ω ς ομιλία για το δεύτερο «Γ<ατί δ εν έγραψα περί κατοχής κ.λπ.«. Τι λέτε; O k? Φύγαμε. Ερμούπολη. Τετάρτη απόγευμα, πρώτο ημιχρόνιο, 6 -8 .3 0 μ.μ. Ή ρ ω α ς της Αριστερός

Δύο ομιλίες που δεν έγιναν ο... Τσίρκας. Σ ε τρεις διδακτικές κι εκτενέστατες ομιλίες κι ισάριθμες συζητήσεις παί­ ζουμε Άνδερσεν, εκθειάζουμε δηλαδή τ ’ αόρατα φορέματα του βασιλέως, εκείνου του θεόγυμνου κι ατάλαντου, όπου λείπει η πρώτη ύλη της λογοτεχνίας: η ευαισθησία. Η ώ­ ρα περνάει και δε μένει πια καιρός για τη δική μου παρέμβαση. Πρέπει να κλείσει κάπο­ τε η πόρτα του σεμιναρίου. Μα δ εν μπορούσε να συντομευθεί η συζήτηση, ώστε να μιλή­ σω κι εγώ; Ναι, μα δ εν έγινε τίποτα τέτοιο. Πέμπτη, τελευταία μέρα. Ή ρ ω α ς της αριστερός λογοτεχνίας σήμερα ο Ελύτης μ ε το «Άξιον εστί». Κρίσεις, αποκρίσεις, επικρίσεις, περιμένω ν' ακούσω κανένα όνομα παραδοσιακό, τον Αλεξάνδρου, τον Χατζή, τον Ρίτσο, τίποτα. Τέλος, σηκώνω το χέρι, μαθητικότατα, και pen τάω: «Πώς τοποθετείτε τη Ρωμιοσύνη του Ρήσου σε σχέση με το Άξιον εστί;» «Είστε εκτός θέματος» μου απαντάει ξερά ο ρήτορας. Σιωπή στο ακροατήριο. Νεκρική. Παγερά. Κρύο του Τζακ του Αντεροβγάλτη. Του μίσους. Άμοιρε Τουχατσέφσκι. Περίμενα κάποιος να πει «Είσθε ανάγωγος, κύριε», ή «Πώς; ο Ρήσος εκτός θέματος»; Τίποτε. Κανείς. «Σήμερα το θέμα μου ήταν ο Ελύτης» δευτερολογεί ο ομιλητής. Προσβολή και για μένα και για τους φίλους που μας κάλεσαν. Ακούγονται διάφορα ψελλίσματα εδώ κι ε κ εί για τον Επιτάφιο, μα γρήγορα επιστρέφουμε στο θέμα, στον Ελύτη, κι ύστερα στο μεσημεριανό διάλειμμα. Έχου ν όμως περισσέψει για τ' απόγευμα, 6 -8 .30 μ.μ., δύο ομιλίες κι άλλες τόσες συζη­ τήσεις = τέσσερις ώ ρες. Δηλαδή θα παίξουμε, πάλι, το χτεσινό σενάριο: η κλεψύδρα δε θ ’ αφήσει χρόνο για την ομιλία μου, τη μόνη που έχει προγραμματιστεί. Φαίνεται μερικά πράγματα δεν πρέπει να ακούγονται. Δηλώνω λοιπόν πω ς θα επιστρέφω στον Πειραιά το βράδυ, αν μπορέσω. Αν. Αλλά δεν μπόρεσα. Παρασκευή πρωί, στην αποβάθρα της αναχώρησης, ο μηχανικός της λογοτεχνίας θα 'παθε κάποια βλάβη: ούτε μου μιλάει ούτε μου δίνει το χέρι να μ ’ αποχαιρετήσει. Φταίω γω που δε μ ’ άφησαν να μιλήσω. Αβρότητα της παλαιοσταλινικής Αριστερός. Ευτυχώς όμω ς ζούμε σε δημοκρατία. Στο πλοίο αποχαιρετάω την Αγγέλα, μόνη, μ ' όλη την αγάπη που της έχω και την άλλη που ’λ είπε απ’ τους άλλους. Μερικά πράγματα δεν πρέπει ν' ακούγονται. Τα διαβάζετε, λοιπόν, εδώ.

34 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Παρέμβαση. Η Αριστερά σήμερα Επιτρέψτε μου να σας συστηθώ. Η καλύτερα να με συστήσει διαπρεπής συνάδελφός σας, ο κύριος Henri Tonnet, νεοελληνιστής ως υμείς και διευθυντής στο Παρίσι, της Σχολής Ανατολικών Γλωσσών, όπου έδρασε στον καιρό του και ο Ψυχάρης. Μια μέρα λοιπόν, εκεί που μιλούσαμε στο τηλέφωνο με τον εν λόγω Tonnet, μου λέει κάποια στιγ­ μή: «Εσείς, όμως, δεν είστε της παγέας μας». «Παγέα» εννοούσε, βέβαια, τους νεοελλη­ νιστές. Και όντως δεν είμαι φιλόλογος. Ε, τι να γίνει. Nobody is perfect. Σπούδασα Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο Καποδιστριακό, πήρα έπειτα ένα διδακτσ ρικό Φιλοσοφίας απ’ την παλιά Sorbonne κι έχω κι ένα γερμανικό δίπλωμα γερμανικής γλώσσας. So. Είμαι, δηλαδή, κάτι σαν το «ασχημόπαπο» του Άντερσεν. Το θυμάστε; Μια φορά κι έναν καιρό σ’ ένα κοπάδι πάπιες τρυπώνει μιαν ωραίαν πρωίαν ένα περίεργο παπί μ’ έναν ατελείωτο λαιμό που αντί να περπατάει κολυμπάει. Ποπό, τι άσχημο. Λάθος: ήτανε κύκνος και βρέθηκε εκεί μέσα κατά τύχη. Ωστόσο τ’ ασχημόπαπα στη λογοτεχνία είμαστε ουκ ολίγα. Ο Σεφέρης ήταν διπλωματι­ κός, ο θεοτοκάς δικηγόρος, ο Αναγνωστάκης γιατρός, ο Καββαδίας ναυτικός. Ώστε α­ νελλήνιστοι δεν είμεθα, θαρρώ. Όσο για τους ξένους συγγραφείς, η Nathalie Sarraute ήτανε νομικός, ο Celine γιατρός κ.λπ. Κι ίσως να 'μαστέ τόσο πολλά ασχημόπαπα, επει­ δή οι διάφορες φιλολογικές σχολές αντί να μορφώνουν συγγραφείς εκπαιδεύουν δάσκα­ λους κι αυτοί άλλους δάσκαλους, επ’ άπειρον. Ίσως, λοιπόν, η σημερινή μου θέση του ασχημόπαπου εξηγεί και το ότι παρουσιάζομαι, ως ένα σημείο, σαν δικηγόρος του δια­ βόλου. θα ’θελα δηλαδή, με την παρέμβασή μου, να καταλάβω καλύτερα το θέμα του σεμιναρίου με μια σειρά προδικαστικών ερωτήσεων. Αιώνες τώρα, η αντίθεση αριστερά-δεξιά ήταν προσδιορισμός τοπικός, αριστερά ή δεξιά ως προς τον ομιλητή. Φτάνει, δηλαδή, ν’ αλλά­ ξω καρέκλα για να αλλάξω ιδεολογία και προσωπικότητα; Μπορεί να θεωρηθεί αρκετή μια τέτοια προχειρολογία; Τι είναι σήμερα η Αριστερά και ποια λογοτεχνία ανήκει εκεί; Χα­ ρακτηρίζεται απ’ το έργο ή απ’ το συγγραφέα; 0 «Μπολιβάρ» του υπερρεαλιστή Εγγονόπουλου είναι λογοτεχνία της Αριστερός; Η Ζω ή εν τάφω του Μυριβήλη; Και τι να πούμε για το περιβόητο Ταξίδι ω ς την άκρη της νύχτας του Celine που θεωρήθηκε γενικά έργο ε­ παναστατικό για τη γαλλική λογοτεχνία, μεταξύ άλλων από συγγραφείς σαν τη Nathalie Sarraute και τον Sartre. Και ναι μεν το έργο δικαιολογεί απόλυτα το χαρακτηρισμό, αλλά ο συγγραφέας είναι ο πιο απαίσιος χιτλερικός αντισημίτης. Ώστε; Δύο απ’ τα πιο επαναστατι­ κά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ και Οι Αναμνήσεις απ' το σπίτι των πεθαμένων γράφτηκαν από χριστιανούς ορθόδοξους. Η απορία μου εδώ είναι, μ’ άλλα λόγια, η εξής: α) υπάρχει κάποια αναγκαία σχέση, εσωτερική, ουσιαστική ανάμε­ σα στην αισθητική αξία ενός έργου και στον πολιτικό χώρο όπου κινείται ο δημιουργός του; Ένα απ’ τα καθημερινά παραδείγματα είναι η σχέση της φιλοσοφίας του Heidegger με το φιλόσοφο, μέλος το 1933 του εθνικοσοσιαλισμού κόμματος, όπως ξέρουμε. Κι εδώ συναντάω μια δεύτερη απορία: β) αν ένα κίνημα, σαν τον υπερρεαλισμό λ.χ., μπορεί να φέρει μιαν επανάσταση όχι μόνο στην τέχνη -ζωγραφική, ποίηση, κινηματο­ γράφο κ.ά - αλλά και στην κοινωνία, στην καθημερινή ζωή, στις ανθρώπινες σχέσεις, ε­ ρωτικές, οικονομικές ή άλλες, τότε η βία, η λαιμητόμος, η οφαγή για την κατάληψη της εξουσίας (δηλαδή για την αλλαγή φρουράς των ταπεινών και καταφρονεμένων) δεν είναι διόλου αναγκαίο στοιχείο της επανάστασης. Τέτοιου είδους αλλαγές είναι λ.χ. η τυπογρα­ φία, ο Μάιος του 19 68 στη Γαλλία, η ανακάλυψη της Αμερικής, η παραγωγή των κλώ­ νων, κι όλες οι εκπλήξεις στον κόσμο που έρχεται. Οι δύο ερωτήσεις που ήθελα να σας προτείνω λοιπόν αφορούν την έννοια της Αριστε-

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 35


ράς, σήμερα, και την έννοια της επαναστατικής λογοτεχνίας. Πρόκειται, φυσικά, για προ­ βλήματα επείγοντα και τρομαχτικά. Κι ίσως έτσι εξηγείται πως, όσο ξέρω, κανένας δεν τόλμησε ούτε να τα θέσει. Αν λοιπόν εδώ κατορθώναμε να χαράξουμε ένα, έστω, πολύ γενικό πλαίσιο, θα ’ταν, ήδη, ένα βήμα σημαντικό. Για να μη μοιάσουμε με τους καλόγε­ ρους που συνέχιζαν αμέριμνοι ν’ αντιγράφουν χειρόγραφα αιώνες μετά την εφεύρεση της τυπογραφίας. Γιατί δεν έγραψα για την Κατοχή και τον Εμφύλιο Πριν σας πω γιατί δεν έγραψα τούτο ή εκείνο, θέλω ν’ αρχίσω από την αρχή, να σας πω δηλαδή πώς, πότε και γιατί άρχισα να γράφω. Μόνο που δε θυμάμαι ακριβώς και δεν μπορώ να σας πω θετικά. Στο Δημοτικό Σχολείο μουτζούρωνα διάφορα τετράδια με έμ­ μετρα και πεζά, γιατί μόνο ό,τι γραφόταν μου φαινόταν αληθινό. Βλέπετε από τότε δια­ φωνούσα με τον Μπαμπινιώτη. «Η γλώσσα είναι φασισμός» είπε κάποτε ο Roland Barthes στο εναρκτήριο μάθημά του στο College de France. Δεν πήγε αρκετά μακριά, νομίζω, γιατί το φασισμό της γλώσσας τον παράγει η παρουσία της ψευτιάς και της βλα­ κείας. Ο αληθινός κόσμος είναι αλλού, στο εσωτερικό, στο χώρο της φαντασίας και της ελευθερίας. Δεν άλλαξα, νομίζω, από τότε. Βλέπω μια συνέχεια ανάμεσα στα πρώτα μου δημοσιεύματα στη Διάπλαση των Παίδων και στα βιβλία μου που εκδόθηκαν αργότερα. Άλλωστε ο Βάρναλης με την οξύτατη όσφρηση του παλαίμαχου αναγνώστη το ’χε μυρι­ στεί αφού σε μια κριτική στο Ριζοσπάστη, το Γενάρη του 1948, γράφει για το Contre­ temps: «Δε φαίνεται να είναι πρώτο βιβλίο. Αν είναι... κ.λπ.». Δεν έγινα λοιπόν «συγγραφέας» με τη βιομηχανική έννοια της ξύλινης γλώσσας, δηλαδή μια μηχανή που να τυπώνει ένα βιβλίο κάθε χρόνο. Άλλωστε, πέστε μου, ποιος συγγρα­ φέας μοιάζει μ’ έναν άλλο; Τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στον Proust και τον Sartre; Α, κύ­ ριε Μαλακάση, ποιος θα βρεθεί να μας δικάσει; Μικρό εμέ κι εσάς μεγάλο, ίδιο τον ένα και τον άλλο; Ανήκω στη γενιά που είχε στο σχολικό πρόγραμμα δύο τρεις ώρες την ημέρα Αρχαία Ελληνικά, αρχίζοντας με τον Ζούκη που τον λέγαμε Μπουζούκη και συνεχίζοντας με τις ατέλειωτες παρασάγγες του Δαρείου και της Παρυσάτιδος, (ενώ) Νέα Ελληνικά είχαμε μόνο μια μέρα τη βδομάδα, κι αν τύχαινε κείνη την έρμη Παρασκευή να γίνει κίνημα, ό­ πως το ’33 ή το '3 5 ή να κλείνουν τα σχολεία λόγω επιδημίας γρίπης ή αν ο κύριος κα­ θηγητής είχε ποδάγρα, τότε γράφαμε δύο τρεις εκθέσεις το χρόνο απ’ τις οποίες η μία υποχρεωτικά περί αποταμιεύσεως, χωρίς ποτέ κανείς να μας πει πώς γράφεται μια έκθε­ ση, πώς να εκφραζόμαστε. Έκτοτε δε νομίζω πως άλλαξε ουσιαστικά η κατάσταση. Κά­ ποτε άκουσα πως ο Γεωργουσόπουλος έκανε μαθήματα Έκθεσης και κατάλαβα γιατί η κόρη του απέτυχε στις εισαγωγικές του Πανεπιστημίου. Και ναι μεν δε θυμάμαι πότε άρχισα να γράφω, θυμάμαι όμως ακριβέστατα, με ντοκου­ μέντα, πότε άρχισα να δημοσιεύω: στη Διάπλαση των Παίδω ν του 1932. Ήταν ο από (γραφο)μηχανής θεός, στο μόνο σχολείο που μάθαινες να γράφεις ελληνικά με δάσκαλο τον Ξενόπουλο. Όλοι οι καθηγητές ξέρουμε τι αγγαρεία είναι η διόρθωση γραπτών. Στα τριάντα ή σαράντα γραπτά ο δόλιος ο διορθωτής πάει να πιει κανένα ουίσκι για να μπσ ρέσει να συνεχίσει. Ε, ο Ξενόπουλος όλη του τη ζωή διόρθωνε γραπτά, για τη Σελίδα Συ­ νεργασίας. Τα διόρθωνε με πολλή αγάπη, με προσοχή και αισθητικό κριτήριο αλάνθα­ στο, για τη Σελίδα Συνεργασίας Συνδρομητών, προσέξτε τον όρο γιατί κι ευγενικός είναι και παιδαγωγικός. Και αμφιβάλλω αν υπάρχει αλλού αυτή η ελληνική ιδιοτυπία ενός παι­ δικού περιοδικού που ιδρύθηκε το... 1879 και συνέχισε την έκδοσή του έναν αιώνα πε­ ρίπου. Για μένα ο Ξενόπουλος παραμένει ο μόνος άνθρωπος που με βοήθησε στο πώς

36 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


να γράφω. Ο μόνος. Ένα μικρό δείγμα της αγάπης του για τη λογοτεχνία: αν και φανατι­ κός Παλαμιστής, έφερε στην Ελλάδα το 1920 τον Καβάφη και την ίδια εποχή η Διάπλασ/ς άρχισε να εκδίδεται στη δημοτική, ενώ στα σχολεία εισάγεται το 1932, στο τέλος της τετραετίας Βενιζέλου, όταν υπουργός Παιδείας ήταν ο Γεώργιος Παηανδρέου, μετά τον Κώστα Γόντικα. Τώρα, πριν περάσω στο δεύτερο μέρος αυτής της ομιλίας για το τι δεν έγραψα, θέλω να επαναλάβω κάτι που έχω πει και ξαναπεί συχνά, μα που δεν ακούστηκε: τα λογοτεχνικά μου πρότυπα ήτανε και είναι πάντα γαλλικά. Πώς έτσι; Να, η μητέρα μου πέθανε όταν ή­ μουν έξι ετών και η οικογένειά της, γαλλομαθής και γαλλομανής, έφερε στο σπίτι τη mademoiselle Elise Dufaux, μια Ελβετίδα απ’ τα περίχωρα της Λοζάνης. Μ’ αγαπούσε πολύ κι εγώ το ίδιο, και χάρη σ’ αυτήν αγάπησα τη γαλλική γλώσσα. Κανένας Έλληνας συγγραφέας (δε μιλάω, βέβαια, για την ποίηση) δε με συνόδεψε σ’ όλη μου τη ζωή ό­ πως ο Proust, κανένας δε μου ’μάθε τόσα πολλά για το μυθιστόρημα όσα ο Balzac. Την ηθική της γλώσσας, της όποιας γλώσσας, δηλαδή τι σου επιτρέπεται να γράφεις και τι ό­ χι, την έμαθα στα γαλλικά. Φαντάζεστε λοιπόν τι άκουσα για τον τίτλο του πρώτου μου βι­ βλίου, Contre-temps, που είναι ένας μουσικός όρος διεθνής, όπως λέμε όπερα, σοπρά­ νο, τενόρος κ.λπ. Πάμε παρακάτω. Γιατί δεν έγραψα τούτο και κείνο. Αρχή του παραμυθιού, καλησπέρα σας. 4 Αυγούστου 1936. Η δικτατορία Μεταξά. «Γιατί χαίρεται ο κόσμος;» - έτσι άρχιζε ο ύ­ μνος του Μεταξά. Είναι να ρωτάς; Γιατί η Ελλάδα μπαίνει επιτέλους στον εικοστό αιώνα, στην εποχή του ολοκληρωτισμού και της παγκόσμιας αιματοχυσίας. 3 Σεπτεμβρίου 1939. Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Πανωλεθρία των Γάλλων. (Με συγχωρείτε αν σας ενοχλήσω με κάποιες χρονολογίες, πολύ λίγες. Δεν είναι νούμερα. Είναι πληγές της Ιστο­ ρίας και δικές μας.) 18 Ιουνίου 1940. Έκκληση του Gaulle. «La France a perdu une bataille mais la France n ’ a pas perdu la guerre» (με τη φωνή του, ει δυνατόν). 28 Οκτωβρίου 1940. Το μεγάλο «Όχι» της Ελλάδας στο ιταλικό τελεσίγραφο. 28 Ιανουάριου του ’41. θάνατος του Μεταξά. Και στις 6 Απριλίου 1941. οι Γερμανοί κηρύσσουν κι αυ­ τοί τον πόλεμο στην Ελλάδα. Τρεις βδομάδες περίπατου απ’ τη Μακεδονία με τανκς και στούκας και στις 21 Απριλίου του ’41 ο γερμανικός στρατός παρήλασε καταχτητής στους δρόμους της Αθήνας, όπου όλοι είχαμε κλείσει πόρτες και παράθυρα. «Σου 'φύγε απ’ τα χέρια η κατάσταση, κύριε πρόεδρε», είχε πει ο Γεώργιος Β' στον πρωθυπουργό Κορυζή που αυτοκτόνησε λίγο αργότερα. Η Πηνελόπη Δέλτα, υπερήλιξ για την εποχή, που είχε βρεθεί στην πρώτη γραμμή των πολέμων, βαλκανικών και άλλων, πήρε λάβδανο κι αυτο­ κτόνησε και κείνη. Έτσι άρχισε η γερμανική κατοχή. Μια κατοχή δε μοιάζει κατ’ ανάγκη με μια άλλη. Λόγου χάρη η αποικιακή κατοχή της Λα­ τινικής Αμερικής απ’ την Ισπανία και την Πορτογαλία δε συγκρίνεται με την τουρκοκρατία στα Βαλκάνια, ούτε με τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα. 0 πόλεμος, τουτέστι η βία η ά­ μεση και μόνιμη είναι, νομίζω, το κατάλοιπο του ζώου μέσα μας, ο νόμος των λύκων. Οποιοσδήποτε Γερμανός μπορούσε να με καθαρίσει ανά πάσα στιγμή, καθ’ ο ένοπλος, γιατί έτσι γουστάριζε. Φοβόμουν. Κι ο φόβος μόνο με τη βία και την επίθεση φεύγει. Όταν σου ρίχνεται ένα σκυλί, ο μόνος τροπος να το διώξεις είναι να ορμήσεις καταπάνω του. Δοκιμάστε. Τον πόλεμο δεν τον κερδίζεις με βιβλία. Το 1976, κάπου τότε μετά τη μεταπολίτευση, ο Αλέξανδρος Κοτζιάς σ’ ένα άρθρο του στην Καθημερινή, ευνοϊκό για το Contre-temps που μόλις είχε ανακαλύψει -δηλαδή τριά­

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 37


ντα χρόνια μετά την πρώτη έκδοση-, αναρωτιέται γιατί δε φαίνεται πιο έντονα στο βιβλίο ο πόλεμος κι η κατοχή, ενώ η ιστορία, ακριβώς, συμβαίνει σε κείνη την εποχή, θ ’ απαντήσω κι εγώ στον Κοτζιά με καθυστέρηση είκοσι πέντε χρόνων, αλλά δεν μπορώ να μη γελάσω με την ιδέα πως η απορία αυτή, για την ακρίβεια ο ψόγος, προέρχεται από κριτικό της Δεξιάς, ενώ αντίθετα ο Βάρναλης, στο Ριζοσπάστη το Γενάρη του ’48, έγραφε για το Contre-temps που κυκλοφόρησε το ’47 ότι ήταν το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς. Λοιπόν, γιατί δεν έγραψα για την κατοχή κ.λπ. Για τους εξής λόγους, μεταξύ άλλων: 1) Η μέρα έχει 24 ώρες, μείον οχτώ για τον ύπνο. Λοιπόν ένα απ’ τα δύο, ή θα μουτζουρώνεις χαρτί για να γράφεις φλογερά πατριωτικά μηνύματα ή θα προτιμήσεις να κάνεις πρακτικά ό,τι μπορείς για να γλιτώσεις, να επιζήσεις, να βγεις απ’ τη φρίκη την καθημε­ ρινή. Για μένα δεν ήταν καν ζήτημα επιλογής. Επιλογή υπάρχει όταν οι δύο όροι της διά­ ζευξης είναι εξίσου επιθυμητοί. Εδώ όμως η πράξη, η οργανωτική δράση, το ατέλειωτο τρεχαλητό στις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας, απ’ όπου δεν έλειπαν ενίοτε δύσκολες στιγ­ μές και σοβαροί κίνδυνοι, μου φαινόταν κάτι επείγον, πιο χρήσιμο απ’ το συγγραφικό μέ­ νος ή τους δεκάρικους λόγους φοιτητικών και άλλων σωματείων. Αυτό το αδιαχώρητο, η έλλειψη καιρού ήταν ένας απ’ τους λόγους που δεν έγραψα κατοχικό βιβλίο. 2) Ο Godard είπε μια μέρα κάτι πολύ σωστό' μάλιστα, ο Jean-Luc Godard, ο μέγας κινη­ ματογραφιστής: «Οι Γάλλοι μαθαίνουν να βλέπουν και να κρίνουν τις ταινίες των άλλων, δε μαθαίνουν όμως πώς να τις φτιάχνουν». Η θεωρία, τουτέστιν, είναι άσχετη με την πράξη. Πιστεύετε πως οι Ρώσοι του ’17 που κατέλαβαν το Χειμωνιάτικο Παλάτι, όπως το είδαμε στην ταινία του Eisenstein, πιστεύετε πως είχαν όλοι διαβάσει το Κεφάλαιο του Μαρξ, γι' αυτό επαναστάτησαν; Μήπως οι δήμιοι της γαλλικής τρομοκρατίας του 179394 νομίζετε πως είχαν διαβάσει τον Βολταίρο, τον Ρουσό ή άλλους στοχαστές του Δια­ φωτισμού, γι’ αυτό αποκεφάλισαν χιλιάδες κόσμο; Μα ένα απ’ τα ωραιότερα βιβλία που γράφτηκαν για τον Εμφύλιο Πόλεμο της Ισπανίας του ’36-’38, το E sp o ir του Malraux, διόλου δεν εμπόδισε τον Φράνκο να κερδίσει και να κυβερνήσει τη χώρα του επί 1 /3 αιώνος. Όσο για τον Μαρξ, όπως ξέρουμε, τι άλλο έκαμε σ’ όλη του τη ζωή; Έγραφε, έ­ γραφε, έγραφε. Οι οχέσεις του με το λαό, βέβαια, ήταν εγκάρδιες, τουλάχιστον αν κρί­ νουμε απ’ το νόθο παιδί που απόχτησε με την υπηρέτριά του. Μα, πέστε μου, δε σας προβληματίζει καθόλου το γεγονός ότι χιλιάδες χρόνια τώρα, θρησκείες, φιλοσοφίες κι άλλοι σωτήρες της ανθρωπότητας περί ηθικής λαλούντες αραδιάζουν πυραμίδες, τι λέω, Ιμαλάια από συγγράμματα βαρύγδουπα για τη δικαιοσύνη, την ελευθερία κι άλλα ηχηρά παρόμοια, κι όμως ο άνθρωπος όχι μόνο παραμένει ένας λύκος για τον άνθρωπο αλλά χειροτερεύει αντί να βελτιωθεί; Η βόμβα που τον Αύγουστο του ’45 σκότωσε μισό εκα­ τομμύριο ανθρώπους στη Χισοσίμα έχει, σήμερα, χίλιες φορές μεγαλύτερη εκρηκτική δύναμη, θεωρία και πράξη επιστρατεύουν πολύ διαφορετικές ικανότητες του ανθρώπου και χωρίζονται από ένα χάος «απροσμέτρητο», une unubersehbare Kluft λεει ο Kant στην Τρίτη Κριτική. Δεν αρκεί να κατασκευάσεις ένα σύστημα θεωρητικά τέλειο για να ε­ ξασφαλίσεις μια τέλεια πρακτική εφαρμογή. Η τελευταία απόδειξη του θεωρήματος δό­ θηκε με την πτώση του κομμουνισμού. Τότε, στην κατοχή, όλ’ αυτά δε μου ήταν συνειδη­ τά. Είχα όμως δίκιο, ασυνείδητα. Μα δεν είναι μόνο αυτοί οι λόγοι που δεν έγραψα για τον πόλεμο. Όταν όλη η μέρα σου έχει αναλωθεί σε μια ασχολία κάπως επικίνδυνη, που απαιτεί ψυχική ένταση, χρειάζεσαι μια αλλαγή, ένα διάλειμμα, ένα παράθυρο. Δεν μπορείς να παρατείνεις στον ιδιωτικό χώ­ ρο, λ.χ. στο γράψιμο, την ίδια σκοτεινή ατμόσφαιρα. Στη δεκαετία του 7 0 , δηλαδή στην ακμή του μαοϊσμού, οι Γάλλοι φοιτητές που είχαν αναλάβει τη μαρξιστική εκπαίδευση των εργατών τούς έδειχναν, στις ώρες αναψυχής, ταινίες απ’ τη ζωή των εργοστασίων.

38 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


Ώσπου οι άνθρωποι αγανάχτησαν κι άρχισαν να διαμαρτύρονται: «Βρε παιδιά, δεν έχετε τίποτ’ άλλο να μας δείξετε, κάτι να μάθουμε και μεις, να μορφωθούμε, να διασκεδάσου­ με... Αυτά τα βλέπουμε μέσα στη δουλειά μας...» Να κι ένα τελευταίο παράδειγμα αυτής της διάθεσης. Το 1919 στην απονομή του βρα­ βείου Γκονκούρ δύο ήταν οι τελευταίοι υποψήφιοι: ο Roland Dorgeles, διάσημος συγ­ γραφέας με τους Ξύλινους σταυρούς, το κλασικό μυθιστόρημα του Α' Παγκόσμιου Πολέ­ μου, κι ένας άλλος, άγνωστος συγγραφέας, εν ονόματι Proust, μ’ ένα άγνωστο βιβλίο: Κάτω απ’ τη σκιά των ανθισμένων κοριτσιών! Α Γ ombre de jeunes filles en fleurs. Ποιος νομίζετε ότι βραβεύτηκε; Ο Proust, βέβαια. Οι άνθρωποι ήθελαν να ξεχάσουν την πένθιμη ακολουθία του πολέμου, κάτι να ξαναβρούν απ’ τη δροσιά της ζωής. Ωστόσο, ο βαθύτερος λόγος που ισχύει όχι μόνο για ό,τι δεν έγραψα αλλά και γι’ αυτά που έγραψα είναι άλλος: ήμουνα ξένη στον ελληνοκεντρισμό της λογοτεχνίας μας, που συνδέεται άμεσα, νομίζω, με την εθνικιστική πολιτική του τόπου, την υψηλή και συνο­ φρυωμένη που εγκλωβίζει τη λογοτεχνία στα εθνικά σύνορα. Το πρόβλημα της λογοτε­ χνίας μας είναι, τελικά, πολιτικό και κοινωνικό. Τα τελευταία χρόνια, με τις επιχορηγήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της γαλλοφωνίας -που τώρα πια γράφει το «φω» της «φωνίας» με όμικρον και για αυτή τη δολοφονία δεν ευθύνεται μόνο ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός- μεταφράστηκαν στα γαλλικά, για να μιλή­ σω για πράγματα που ξέρω, πλήθος Έλληνες συγγραφείς: Μακρυγιάννης, Καραγάτσης, Κοσμάς Πολίτης, Καββαδίας, Βαλτινός, Χρόνης Μίσσιος, η Λωξάντρα κι άλλοι. Κανένας κριτικός ή αναγνώστης ή άλλος δε φάνηκε να τα πήρε είδηση. Ως και το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου δεν υπάρχει από καιρό στον κατάλογο του Gallimard, όπου είχε μετα­ φραστεί προ ετών. Πού οφείλεται αυτή η αδιαφορία; Σε διάφορες αιτίες, π.χ. η οικονομική κάλυψη των ε­ ξόδων απαλλάσσει τον εκδότη από κάθε φροντίδα διάδοσης και προβολής ενός βιβλί­ ου, που σε λίγους μήνες αποσύρεται αη’ την κυκλοφορία και γίνεται πολτός. Έπειτα η μετάφραση κειμένων σαν τ’ Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη ή βιβλία σαν το Καλά, εσύ σκοτώ θηκες νωρίς του Μίσσιου απαιτούν, εκτός από το ταλέντο, γνώση και χρόνο, τουτέστι πολυτέλειες ασυμβίβαστες με τις ανάγκες της βιαστικής μας εποχής και του ε­ μπορίου. Έρχομαι τώρα σε κείνο που θεωρώ την κύρια αιτία της αδιαφορίας: την αίσθηση μιας συρρίκνωσης, ενός αναχρονικού επαρχιωτισμού που κρύβεται κάτω από την περιβόητη «ελληνικότητα», αλλεργική στα ξένα ρεύματα. Κι όμως. Απ’ τα δύο βραβεία Νόμπελ της λογοτεχνίας μας, που δίκαια καμαρώνουμε, πολλά οφείλει ο Σεφέρης στην αγγλική ποίη­ ση. Και πώς θα ήταν η ποίηση του Ελύτη χωρίς το γαλλικό υπερρεαλισμό που, άλλωστε, γονιμοποίησε την ελληνική λογοτεχνία γενικότερα; Φτάνει να θυμηθούμε τον Εγγονόπουλο, τον Εμπειρικό, τον Σαχτούρη, τον Γκάτσο, τον Νάνο Βαλαωρίτη, τη Μάτση Χατζηλαζάρου κι άλλους. Και τι θα γινόταν ο Καβάφης χωρίς την κοσμοπολίτικη Αλεξάνδρεια, ή οι Επτανήσιοι ποιητές μας χωρίς τη βενετσιάνικη επιρροή; Μια μέρα στο Παρίσι, σε κάποια διάλεξη, άκουσα τον Μπαμπινιώτη να δηλώνει, οργίλος, ότι απαγορεύει την είσοδο κάθε ξένης γλώσσας στα ελληνικά. Χριστός και Παναγιά, κύριε καθηγητά μου, θέλετε, δηλαδή, να ψοφήσουμε της πείνας; Γιατί έτσι ούτε πατάτα ούτε ντομάτα ούτε μελιτζάνα ούτε καρπούζι ούτε μουσακά θα βάλουμε στο στόμα μας ούτε κα­ φέ θα πιούμε, αφού όλα τούτα, φαγώσιμα και σημαίνοντα, μας ήρθαν απ’ τα ξένα. Στο τέ­ λος της διάλεξης πήγα και τον ρώτησα: «Κύριε Μπαμπινιώτη, πώς μεταφράζεται ελληνικά do re mi fa sol;» «Α, δεν ξέρω απ’ αυτά», μου λέει, κι εγώ μετέφρασα ελληνικά: «Δε με ξεφορτώνεσαι τώρα;»

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 39


Όλες οι γλώσσες είναι καμωμένες με ξένες λέξεις κι έτσι πλουτίζονται και χαράζεται η ι­ στορία στις λέξεις. Στην Κύπρο τα δαμάσκηνα λέγονται ρεγλώτες που σημαίνει δαμάσκη­ να (Creme - Claude στα Γαλλικά), η κατοχή της Κύπρου απ’ τους Lusignan κράτησε δυο αιώνες περίπου κι άφησε αριστουργήματα αρχιτεκτονικά όπως το Bellapais και ίχνη στη γλώσσα σαν τη ρεγλώτα. Τώρα, αν υποθέσουμε πως υπάρχει μια δυνατή αξιολόγηση οτη λογοτεχνία των εθνών, ποιο μπορεί να ’ναι το κριτήριό της; Πώς μπορούμε να πούμε πως η αγγλική λογοτεχνία, λ.χ., είναι ανώτερη της Αιθιοπίας ή του Καναδά; Νομίζω πως η αξία της καθεμιάς ορίζεται απ’ την προσφορά της στην ιστορία του αν­ θρώπου γενικά, κι όχι σε μια περιορισμένη της έκφανση. Η Μαδαγασκάρη είναι γνωστή για τα εξαίσια λαϊκά της ποιήματα, τα Hain-Tenys, κάτι σαν τα γιαπωνέζικα Χαϊ-καϊ ή σαν τις δικές μας μαντινάδες. Τα ’χει μεταφράσει άλλοτε αριστοτεχνικά ο Jean Paulhan, ο δι­ ευθυντής της περιβόητης N.R.F., που δίδασκε τη γλώσσα της Μαδαγασκάρης στη Σχολή Ανατολικών Γλωσσών. Ωραία. Μπορεί όμως όλη η ανθρωπότης να τραφεί πνευματικά με τα Hain-Tenys; Η Δύοη πλούτισε την ιστορία του ανθρώπου με σύμβολα, ήρωες, πρόσωπα, μύθους, που είναι πια συνυφασμένα με την καθημερινή μας ζωή: τον Άμλετ, τον Ροβισώνα Κρούσο, τον Γαργαντούα, τον Βέρθερο, το βασιλιά Ληρ, τη madame Bovary, τους αδερφούς Καραμαζώφ κι άλλους αμέτρητους. Ο Ιούλιος Βερν μάς χάρισε τον πλοίαρχο Νέμο, τον Μι­ χαήλ Στρογκώφ, τον πιο βρετανό Εγγλέζο που υπάρχει, τον Φιλέα Φογκ, κι άπειρους φί­ λους που μας συνόδεψαν όχι μόνο στα νεανικά μας χρόνια μα και στα στερνά μας, όταν έρχεται η ώρα ν’ αποχαιρετήσουμε τη ζωή, να κλείσουμε τα μάτια σε μια κάποια αισιό­ δοξη εικόνα του ανθρώπου. Η λογοτεχνία αυτή μας έδωσε φράσεις που γίναν γνωμικά, παροιμίες, ζωή μας, τμήμα του εαυτού μας. 0 καθένας μας νιώθει τον Rastignac, τον περίφημο αριβίστα του Μπαλζάκ, μαζί του όταν μετά την κηδεία του pere Goriot, στο νε­ κροταφείο του Pere Lachaise, αγναντεύει το Παρίσι της αδικίας από ψηλά και του φωνά­ ζει: «Τώρα, θα λογαριαστούμε οι δυο μας». «Α nous deux maintenant!». Ερωτάται: πρόσφερε τίποτα ανάλογο η νεοελληνική λογοτεχνία στην ιστορία, είτε μορ­ φές συμβολικές είτε κείμενα που γίνονται προσωπικά δικά μας; Στο πρώτο μέρος της ερωτήσεως απαντώ ναι, η λογοτεχνία μας έχει προσφέρει τη Φόνισοατου Παπαδιαμάντη. Μάλιστα, αυτή η γιαγιά που πνίγει τις εγγονές της για να μη ζήσουν τη ζωή της γυναίκας έτσι όπως την έζησε εκείνη, βραβεύτηκε και με το Νόμπελ αλ­ λά ως μαύρη, με συγγραφέα μαύρη, την Toni Morrison και τίτλο του βιβλίου της Beloved - Η αγαπημένη. Η συγγραφέας διηγείται εκεί πως μια μαύρη δούλη στην εποχή του μπαρμπα-θωμά σφάζει το κοριτσάκι της για να μη ζήσει τη ζωή της μαύρης δούλης που έζησε εκείνη. Αυτές οι δυο φόνισσες μπορεί να ’ναι παιδιά της Μήδειας. Όσο για το δεύτερο μέρος της ερώτησης, για τα λογοτεχνικά κείμενα που γίνονται σαρξ της σαρκός μας, δε βλέπω να υπάρχουν (δε μιλάω βέβαια για την ποίηση). Όμως, κι αν πτωχική τη βρεις, την ελληνική λογοτεχνία μπορείς να την πλουτίσεις, να τη βελτιώσεις. Ο λόγος, ως καλώς ενθυμείσαι, είναι διπλός, σημαίνει ομιλία και σκέψη. Άρα, όταν χωλαίνει η μία διάσταση, χωλαίνει κατ’ ανάγκη κι η άλλη. Ας αρχίσουμε λοιπόν απ’ τη βελτίωση του λόγου ως εκφραστικού μέσου, δηλαδή απ’ τη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών. Γιατί λαός που περιφρονεί τη γλώσσα του είν’ αδύνατον να επιδιώξει στόχους άξιους πνευματικά. Απ’ αυτή την έλλειψη φιλοδοξίας πάσχει, νομίζω, κι η λογοτεχνία μας και πρόκειται για κενό σο-βα-ρό-τα-το. Τι πρόγραμμα, τι όραμα υπάρχει συλλογικό, πολιτικό για τον τόπο μας, ποια τακτική, ποια στρατηγική για τα πέντε δέκα επόμενα χρόνια; Κανένα, έξω από μια εξωφρενική λαγνεία

40 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


του χρήματος. «Πάντων-ανθρώπων-μέτρον-χρήμα» κείνο το γενικό ισοδύναμο, του Μαρξ του συγχωρεμένου, κείνο που τα περιέχει όλα. Κι αν δε με απατό η μνήμη, κάτι τέτοιο εί­ χανε σοφιστεί στον καιρό τους η Μέδουσα, που τους ανθρώπους τους έφτιαχνε πέτρες, και η Κίρκη, που τους έφτιαχνε γουρούνια. Ο κόσμος, απρόσωπος, χωρίς υποκείμενα, έγινε όλος ένα πράγμα άψυχο, μια ποσότητα. Τό-σο κά-νει. Και η κατηγορική προσταγή του Kant σήμερα διατάζει «Λάδωνε», όπως η Τσιγγάνα που έλεγε τη μοίρα μας: «Ασήμωσε». Το νησί της Κέας έγινε ένα οικόπεδο που πουλιέται κι αγοράζεται και τα περισσότερα σπίτια που χτίζονται είναι παράνομα. Και δε μιλάω για τα διάφορα φακελάκια, ούτε για το 50% της «παραοικονομίας» και της φορολογικής διαφυγής, και δε λέω ότι «αυτά συμβαί­ νουν και εις Παρισίους» επειδή το ψάρι βρομάει απ’ το κεφάλι, γιατί αυτό καθόλου δε με παρηγορεί. Μάλιστα. Ούτε εκεί ρωτάνε για την ποιότητα κι ίσως δεν είναι τυχαίο το ότι το γαλλικό βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το πήρε το 2000 ο Κινέζος Γκάο. Δεν ξέρω αν με­ ταφράστηκαν τα βιβλία του στα ελληνικά. Εγώ διάβασα δύο σε γαλλική μετάφραση: Το βιβλίο ενός ανθρώπου μόνου και Το βουνό της ψυχής κι ενθουσιάστηκα κι έμαθα πολλά. Συμπέρασμα: μια κοινωνία που ονειρεύεται την περιβόητη παγκοσμιοποίηση και μόνο δεν προσφέρεται για τη βελτίωση της λογοτεχνίας της. Και η Ευρώπη ονειρεύεται κι αυτή για το μέλλον μια τεράστια Ελβετία με αγελάδες τέλειες, οικολογικές, με Τράπεζες υπερ-πολυεθνικές, και θυμάμαι μια φράση του Όρσον Γουέλς, νομίζω, στον Τρίτο άνθρωπο. Βρί­ σκονται με το φίλο του πάνω απ’ τη Βιένη, σ’ ένα ανοιχτό ασανσέρ, και μιλάνε, τι άλλο, για λεφτά. «Ε, λοιπόν», λέει ο Όρσον Γουέλς «τι έδωσε η Ελβετία μέσα σε τόσους αιώνες εκ ρήνης κι ευμάρειας; To “Coucou clock” τον κούκο που λέει την ώρα στο ρολόι...» Αν είναι έτσι, τότε οι συγγραφείς θα 'πρεπε να γράψουν στην πόρτα αυτού του Παράδει­ σου ό,τι έγραψε ο Δάντης στην είσοδο της Κόλασης: «Lasciate omnia speranza voi d’ entrate». (Σεις που μπαίνετε δω μέσα παρατήστε κάθε ελπίδα). Ωστόσο, εγώ έχω μια παλιά συνταγή για τη θεραπεία απ’ την απολίθωση του χρήματος. Να την πω; Λοιπόν. Μια φορά κι έναν καιρό έγινε ένας φοβερός κατακλυσμός, πιο φοβερός κι από του Νώε. Όλοι οι άνθρωποι χάθηκαν, μόνο ένα ζευγάρι γλίτωσε, ο Δευκαλίων και η Πύρρα. Οι θεοί τούς έσωσαν γιατί ήταν ενάρετοι. Καλά, σωθήκανε, πώς να ζήσουν όμως τώ­ ρα χωρίς συντρόφους; Ρώτησαν πάλι τους θεούς και κείνοι τους ορμήνεψαν να ρίχνουν πέτρες πίσω τους, λιθάρια, και κείνα θα γίνονται άνθρωποι. Έτσι κι έγινε. Δηλαδή πώς; Να, είπαμε ήταν ενάρετοι, γι’ αυτό οι πέτρες πέταξαν από πάνω τους ό,τι σκληρό κι απάνθρωπο έσερναν για να ξαναγίνουν άνθρωποι. Τώρα, τελειώνοντας, θα ’θελα να προσθέσω δύο παρατηρήσεις σχετικές με την κατοχή, άσχετες όμως με τη λογοτεχνία. 1) Η γενοκτονία των Εβραίων στον τελευταίο πόλεμο με το μονοπώλιο της τραγωδίας, υ­ ποτίμησε, ως ένα σημείο, τις θυσίες και την αντίσταση των λαών που αγωνίστηκαν. Οι περισσότεροι Εβραίοι δεν αναγνωρίζουν άλλη γενοκτονία στην Ιστορία εκτός απ’ τη δική τους, ούτε των Αρμενίων απ’ τους Τούρκους, το 1915, ούτε τη γενοκτονία των Ινδιάνων που ίδρυσε τη μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερι­ κής. Υποτιμήθηκε λοιπόν η αντίσταση των Ελλήνων, Σοβιετικών, Πολωνών και, βέβαια, των Σέρβων. Ποιος Γάλλος, βομβαρδίζοντας τελευταία τη χώρα τους, σκέφτηκε ότι χω­ ρίς αυτούς ίσως να μην ήταν ζωντανός. Δεν ξέρω αν παρακολουθήσατε προ καιρού την υπόθεση Finkelstein. Είναι ένας καθηγητής του Harvard, σοβαρότατος, συγγραφέας ε­ νός πολύ θαρραλέου βιβλίου: Η βιομηχανία του Ολοκαυτώματος. Εβραίος ο ίδιος, είχε οικογένεια που πέρασε απ’ τα κρεματόρια. Τι μας λέει; Μας λέει πως η γενοκτονία των

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 41


Εβραίων χρησιμοποιήθηκε απ’ τους ίδιους σαν εμπόρευμα εκμεταλλεύσιμο, σαν πηγή κέρδους οικονομικού. Πολλοί, ιδίως Αμερικανοί Εβραίοι, διεκδίκησαν, από ελβετικές κυ­ ρίως τράπεζες, καταθέσεις και άλλα αντικείμενα αξίας, πίνακες, κοσμήματα κ.λπ. ενώ δεν ήταν άμεσα θύματα της γεονοκτονίας. Μια τέτοια συμπεριφ ορά, κατά τον Finkelstein, ενθαρρύνει τον αντισημιτισμό. Φυσικά το βιβλίο δημιούργησε το σκάνδαλο που μαντεύετε. Ο Finkelstein είχε παρακαλέσει το Γάλλο συνάδελφό του Pierre Vidal Naquet, επίσης Εβραίο, να του γράψει έναν πρόλογο. Ο συνάδελφος όχι μόνο αρνήθηκε βίαια, αλλά ουνέστηοε ν’ αποσυρθεί το βιβλίο απ’ την κυκλοφορία, όπως τον παλιό καλό καιρό έκανε ο Χίτλερ με τα βιβλία των Εβραίων. 2) Η δεύτερη παρατήρηση αφορά μια άλλη όψη της κατοχής: το τεράστιο ανθρώπινο κε­ νό που δημιούργησε στον τόπο μας και που ολοκληρώθηκε αργότερα μέσα στον Εμφύ­ λιο, κενό πολιτικό, πολιτιστικό και προπάντων ηθικό. Όσοι δε σκοτώθηκαν στην Αντίστα­ ση, τους καθάρισε το εκτελεστικό απόσπασμα, άλλοι επέζησαν κούτσα κούτσα, άλλοι έ­ φυγαν στο εξωτερικό, είτε στο παραπέτασμα είτε αλλού. Όλοι αυτοί είχαν αποκτήσει μια πολιτική εμπειρία κι ωριμότητα, είχαν διαμορφώσει μια ηθική προσωπικότητα, στοιχεία που έλλειψαν οδυνηρά και λείπουν ολοένα και περισσότερο σ’ αυτό τον τόπο. Το κενό δε νομίζω πως μπορεί να πληρωθεί. Τα άτομα μιας γενιάς είναι αναντικατάστατα, όπως κάθε άνθρωπος. Ούτε ποσότητες ούτε μηχανές είναι ούτε αντικείμενα, είναι ανθρώπινες ποιότητες που δεν αναπληρώνονται και η αιμορραγία αυτή είναι, ούτε λίγο ούτε πολύ, υ­ πόθεση ζωής ή θανάτου για τον ελληνισμό. Γιατί η φετινή απογραφή μέτρησε κάπου 10 εκατομμύρια κατοίκους στην Ελλάδα, απ’ τους οποίους 600.000 ξένους, δηλαδή 6% δεν είναι Έλληνες, και με την υπογεννητικότητα που αναπτύσσεται πιθανόν στα πέντε δέκα επόμενα χρόνια ο ελληνικός πληθυσμός να κατεβεί σε μεγέθη αλβανικά. Δεν μπόρεσα να βρω ακριβή στοιχεία για τον απόδημο ελληνισμό. 0 πληθυσμός του πρέ­ πει να κυμαίνεται μεταξύ έντεκα και δεκαπέντε εκατομμύρια, τουτέστι το μεγαλύτερο μέ­ ρος του ελληνισμού βρίσκεται εκτός Ελλάδος. Να και μια νέα πηγή ελληνοελληνικού ρα­ τσισμού, που όλοι οι απόδημοι, λίγο πολύ, τον λουστήκαμε. Γιατί με την αλλαγή κοινω­ νίας αλλάζει και η ποιότητα του πληθυσμού, αν κρίνουμε από κάποια δείγματα, κάποιους εκπροσώπους, που ξέρετε όλοι, Μητρόπουλο, Κάλας, Ξενάκη, Καστοριάδη, Νίκο Γεωρ· γιάδη κ.λπ. Όμως δύο μεγάλους σοφούς, Έλληνες διεθνούς φήμης, δεν τους ξέρετε. Να πω δυο λόγια; Λίγο πριν φύγω απ’ το Παρίσι, τον περασμένο Μάιο, ανοίγω το Monde, τι βλέπω; Μια ολόκληρη σελίδα αφιερωμένη σ’ έναν Έλληνα, με τη φωτογραφία του -ωραίο παιδί-, τον πρώτο Έλληνα καθηγητή στο College de France. Τον λένε Σπύρο Τσάκωνα κι ένα άλλο όνομα, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946 και είναι γενετιστής σε πολύ προχωρημέ­ νους τομείς. Τον Δημήτρη Γαλανό τον ξέρετε; Ούτ’ εγώ. Ωστόσο είναι ο πρώτος επιστήμονας της Δύσης που, τον περασμένο αιώνα, μετέφρασε απ’ τα σανσκριτικά στα ελληνικά τα ιερά βιβλία των Ινδών. Ρώτησα έναν παλιό μου φοιτητή που είχε κάνει το διδακτορικό του πάνω στην Ινδι­ κή Φιλοσοφία αν ήξερε τον Γαλανό. «Και βέβαια, μου λέει, όλος ο κόομος τον ξέρει». Δεν τελείωσα, με συμπαθάτε. Τώρα, θα ’θελα να προτείνω οε όλους εσάς, και ειδικά στους οργανωτές του σεμιναρίου, κάτι που είναι πέρα και πάνω από τα λόγια, προτείνω να τιμήσουμε τη μνήμη όλων όσοι έ­ δωσαν τη ζωή τους σε κείνα τα ματωμένα χρόνια, για να ζήσουμε σήμερα εμείς, όπως ζούμε τώρα εδώ, να τους τιμήσουμε μ’ ενός λεπτού σιγή και την ελπίδα του «ποτέ πια». Τώρα τελείωσα, m

42 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


π. Νικόλαος Λουδοβίκος Η ΑΠΟΦΑΤΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΤ ΟΜΟΟΤΣΙΟΤ Τί είναι λοιπόν ή Ε κ κ λ η σ ία ; Τι σημαίνει έκκλησιαστικό χάρισμα καί ποιος τό έχει; Υ πά ρ χει άντικειμενική έκκλησιολογική δομή; Π οιά εϊναι ή σχέση μεταξύ χαρίσμα­ τος καί έξουσίας στήν ’Ε κκλησ ία; Π ώ ς συνδέεται ή άνθρώπινη εσω τερικότητα μέ την έκκλησιαστική ιεραρχία; Γ ιατί ή ’Ε κκ λησ ία εϊναι γεγονός άποφατικό; Τί εϊναι ένας επίσκοπος; Τί συμβαίνει στίς δυ­ τικές έκκλησιολογίες κα ί τί στις ορθόδοξες; Τί εϊναι ή έκκλησιολογία του όμοουσίου καί τί ή έκκλησιολογία τής γλώ σσας; Τό βιβλίο αυτό εϊναι ένας μακρύς προεισαγωγικός διάλογος γ ια θέματα σαν τα παραπάνω, άναζητώ ντας τήν τύ χ η τή ς άρχέγονης ’Εκκλησ ίας σήμερα καί διατυπώνοντας μια νέα έρμηνευτική πρόταση.

π . Ν ικ όλα ος Λουδοβίκος

Η ΑΠΟΦΑΤΙΚΗ ΕΚΚΛ ΗΣΙΟΛ ΟΓΙΑ ΤΟΤ ΟΜ ΟΟΤΣΙΟΤ Ή άρχέγονη Εκκλησία σήμερα

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΙΩ. ΚΟΡΝΑΡΑΚΗ

Η Δ ΙΑ Λ Ε Κ Τ ΙΚ Η ΤΟΥ ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΟΥ ΗΘΟΥΣ ΠΑΘΟΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΝΗΠΤΙΚΗ ΑΎΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑ ΔΥΟ ΠΟΛΟΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΚΑΤΑ TON ABBA ΔΩΡΟΘΕΟ

Ποιές εϊναι οί βιωματικές προϋποθέσεις τοϋ μυστη­ ρίου τής μετανοίας; Γιατί πολλές φορές ό πνευμα­ τικός άνθρωπος άποτυγχάνει να βιώσει αύθεντικώς τό μυστήριο αύτό; Ποιοι παθογόνοι παράγοντες ανα­ στέλλουν ή παρακωλύουν τή λειτουργία τοϋ πνευμα­ τικού του βίου; Ό άββάς Δωρόθεος, έχοντας ώς πηγή τής διδα­ σκαλίας του τήν πατερική σοφία καί ιδιαιτέρως αυτή των γερόντων τής ερήμου, μας διδάσκει δτι τό γεγονός τής μετανοίας αποτελεί πάντοτε μία πρό­ κληση αύτοσυνειδησίας! Επομένως, παιδαγωγώντας τον άνθρωπο στήν έσωτερική διαλεκτική σχέση μέ τον εαυτό του, μας εισάγει στήν προβληματική των νηπτικών θεμελίων τής μετανοίας καί τήν καλλιέργεια τοϋ φιλοκαλικοϋ ήθους τής ορθοδόξου πνευματικότητας.

____________ ΚΩΝ. ΙΩ. ΚΟΡΝΑΡΑΚΗΣ ’Εκδόσεις 'Αρμός

Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΟΥ ΗΘΟΥΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ Μαυροκορδάτου 7, 106 78 Αθήνα, Τηλ.: 210 33 04 196


μ ε λ έ τη

ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΑΘΑΝΑΣΑΤΟΥ

Μολονότι δεν μπορούμε να αναπλάσουμε πλήρως το πολιτικό σκηνικό και να συλλάβουμε με ακρίβεια και πληρότητα τους υπαινιγμούς του Πλάτωνος σε ό,τι αφορά τις ειδικές πολιτικές συνθήκες στην εποχή του κορινθιακού πολέμου και τις αντιδράσεις που σημει­ ώθηκαν στην Αθήνα ευθύς μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Ανταλκίδα, γεγονός που αποτέλεσε την αφορμή για τη σύνθεση του Μενέξενου, μπορούμε ωστόσο να κατα­ νοήσουμε ότι είναι ο Πλάτων ο δημιουργός του ειρωνικού και σαρκαστικού αυτού έργου, στο οποίο σκόπιμα παραποιεί, αποσιωπά και διογκώνει τα ιστορικά γεγονότα, σκόπιμα α-

Ειρωνεία και σάτιρα στον Μενέξενο του Πλάτωνος πομακρύνεται από βασικές αρχές και ιδέες άλλων έργων του και σκόπιμα χρησιμοποιεί τη συμβατική ρητορική «μηχανή» για να τις εκφράσει. Το κατεξοχήν καθοριστικό στοιχείο που προσδιορίζει τον ενιαίο και αδιάσπαστο χαρακτή­ ρα του έργου και το σκοπό του Πλάτωνος στον Μενέξενο αποτελεί η οργανική ενότητα των μερών τού διαλόγου, δηλαδή του εισαγωγικού διαλόγου, του επιτάφιου λόγου του Σωκράτη και του επιλογικού διαλόγου. Η αλληλουχία των σκέψεων του Πλάτωνος στον Μενέξενο γύρω από το κυρίαρχο θέμα της δημαγωγικής επιδεικτικής ρητορικής και πο­ λιτικής της Αθήνας αποκαλύπτεται στον πληροφορημένο ακροατή από την προγραμματι­ κή διατύπωση των αρχών και των μεθόδων τους στον εισαγωγικό διάλογο1 ανάμεσα στον Σωκράτη και τον Μενέξενο, από την παραδειγματική εφαρμογή τους στον κύριο κορμό του έργου, τον επιτάφιο λόγο του Σωκράτη2, και από τη δήθεν επιδοκιμαστική υποδοχή του λόγου από τον Σωκράτη και τον Μενέξενο στον επιλογικό3 διάλογο του έργου. Υπάρ­ χει δηλαδή στο έργο μια βαθιά οργανική ενότητα των μερών, απόλυτα σύμφωνη με την αρχή που διατυπώνει ο Πλάτων στον Φαίδρ& για τη (Συγκρότηση του λόγου ως ζωντανού οργανισμού, με αρμονική σύνθεση όλων των στοιχείων που τον απαρτίζουν. Η ενότητα ό­ μως αυτή δεν είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού. Χρειάζεται «πολλή συνουσία περί το πράγμα5» και σύλληψη της ενιαίας αρχής που διέπει το διάλογο, που δεν είναι άλλη από το ενοποιητικό στοιχείο του ειρωνικού τόνου του Πλάτωνος, ρητά εκφρασμένου στον ει­ σαγωγικό διάλογο6, σαρκαστικού στον Έπαινο7 του επιταφίου, υπόγειου και συγκαλυμμέ­ νου στην Προσω ποποιώ , την Παραίνεσή και την Παραμύθι'/?0 του λόγου, μεταβολισμένου σε προσποίηση στον επιλογικό διάλογο11. Ειδικότερα, η απροκάλυπτη ειρωνεία του εισαγωγικού διαλόγου στρέφεται πρωτίστως κατά της επιδεικτικής ρητορικής και των ρητόρων γενικότερα, αλλά και κατά του διαθρυπτόμενου από τον έπαινο και την κολακεία κοινού. Η ανοιχτή ειρωνεία του Επαίνου του επιταφίου χτυπάει ιδιαίτερα -μέσω της παραποίησης, διόγκωσης και αποσιώπησης δυ­ σάρεστων για την Αθήνα γεγονότων, της υπερβολικής εξύμνησης της μοναδικότητας της Αθήνας και του διαθρυπτικού επαίνου των Αθηναίων-τη σύγχρονη δημαγωγική ρητορική και πολιτική της Αθήνας και τους πολιτικούς στην εποχή του κορινθιακού πολέμου και της Συνθήκης του Ανταλκίδα. Η συγκαλυμμένη ειρωνεία της Προσωποποιίας και της Πα­

44 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


ραίνεσης και Παραμυθίας του επιταφίου στρέφεται κυρίως, μέσω της προσποιητής προ­ βολής της πατραγαθίας και της προγονικής εύκλειας των Αθηναίων καθώς και μέσω των συμβατικών και κοινότοπων παραινέσεων και παραμυθητικών λόγων του ρήτορος, κατά της δημαγωγικής επιδεικτικής ρητορικής και πολιτικής, αλλά και κατά των Αθηναίων «Χαυνοπολιτών» (Αριστοφ. Αχαρνής, 635), που επαίρονταν από την ωραιοποιημένη από τους ρήτορες εικόνα τους, διαθρύπτονταν από τις κολακείες και τους επαίνους τους, ε­ θελοτυφλούσαν μπροστά στην οδυνηρή κατάσταση της πόλης τους, παρασύρονταν από τους δημαγωγούς και οδηγούνταν στην απραξία και την αδράνεια ή γίνονταν τυφλά όργα­ να των «τενόρων» της πολιτικής. Ο χιουμοριστικός και προσποιητός τόνος του επιλογικού διαλόγου - ο δήθεν δηλαδή θαυμασμός από τον Σωκράτη και τον Μενέξενο του αηαγγελθέντος επιτάφιου λόγου, η προσποιητή αποδοχή από τον Μενέξενο της Ασπασίας ως συντάκτριας του λόγου και η έκφραση ευχαριστιών προς αυτήν, αλλά συγχρόνως και η επι-

U

η αφορμή για να γράψει ο Πλάτων τον Μενέξενο ήταν ο κορινθιακός πόλεμος

φυλακτικότητά του για τον πραγματικό συντάκτη του λόγου καθώς και η υπόσχεση του Σωκράτη για ανακοίνωση και άλλων λόγων «πολιτικών» της Ασπασίας- ολοκληρώνει την εικόνα της σκηνοθεσίας του διαλόγου και δείχνει να επιβεβαιώνει ότι ο επιτάφιος λόγος του Σωκράτη έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που ο ίδιος προεξαγγέλλει στον εισαγω­ γικό διάλογο του έργου. 0 Πλάτων στον Μενέξενο σχεδιάζει αριστοτεχνικά έναν επιτάφιο λόγο με προκαθοριομένο σχέδιο12 και σκοπό, πάντοτε όμως με υλικά της ρητορικής, και αποκρύπτει τις ενδό­ μυχες σκέψεις του μέσω της μεταμφίεσης του Σωκράτη σε επιδεικτικό ρήτορα. Γι' αυτό η «ατοπία»13 που δημιουργείται λόγω «εκφώνησης» του επιτάφιου λόγου από τον Σωκρά­ τη, και σε σχέση με τις εκφρασμένες σε άλλους διαλόγους πλατωνικές ιδέες και σκέψεις γύρω από τη ρητορική, την πολιτική και τη φιλοσοφία, μπορεί να εξηγηθεί μόνο αν το έρ­ γο εκληφθεί ως ειρωνεία και σάτιρα κατά της ρητορικής -κυρίω ς της επιδεικτικής και πολιτικής ρητορικής- και της πολιτικής που δεν έχουν ως εδραία βάση τη σπουδή της φιλοσοφίας14. Ειρωνεύεται δηλαδή ο Πλάτων και καυτηριάζει τη δημαγωγική επιδεικτική ρητορική και πολιτική της Αθήνας κατά την εποχή του κορινθιακού πολέμου και της Συνθήκης του Ανταλκίδα, το 387 π.Χ., και βρίσκεται σε πλήρη συμφωνία προς ό,τι καταλογίζει στη ρη­ τορική και πολιτική στον ΓόργίοΡ και σε διάσταση προς ό,τι ορίζει σχετικά με τη φιλοσο­ φική ρητορική στον Φαιδροί6. Αν ακόμη, όπως παρατηρήθηκε17, η σάτιρα μπορεί από μόνη της να προκαλέσει το χαμό­ γελο, αλλά για να δράσει περαιτέρω πρέπει να έχει μια σοβαρή βάση, τότε ο Πλάτων, με το άριστα προκατασκευασμένο και πιστά εφαρμοσμένο σχέδιο του λόγου του, με την τε­ χνική τελειοποίηση της μορφής, με τη ουνεχή και συοτηματική χρήση όλων των μεθό­ δων της επιδεικτικής ρητορικής και με την καταφανή προσπάθειά του να μην παραλείψει τίποτε από όσα η παράδοση του είδους επιβάλλει να ειπωθούν και με τον πιο αποτελε­ σματικό τρόπο, δείχνει ότι μπορεί να «κερδίσει το στοίχημα» με τους ρήτορες. Αλλά το ρόλο αυτό δεν τον εκτιμά καθόλου. Αντίθετα, ειρωνεύεται18 και σατιρίζει τόσο τους ρήτορες όσο και τους πολιτικούς, που χωρίς μεγάλα έξοδα αποκομίζουν πολλά οφέλη, αφού επαινώντας τη φυλή, κολακεύο­

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 45


ντας το ακροατήριο, εκθειάζοντας την πόλη, συλλογικά και ατομικά, εγκωμιάζοντας «τα προσόντα και τα μη»19, αυτοί είναι που βγαίνουν κερδισμένοι: ευδοκιμούν, απολαμβά­ νουν τιμές, εξουσιάζουν. Αν τώρα η συναισθηματική ευφορία που δημιουργούν δεν κρατάει περισσότερο από τρεις ημέρες, όπως λέει ο Σωκράτης στον εισαγωγικό διάλογο του έργου, ενώ η πλάνη εγκαθίσταται μόνιμα στην ψυχή και το νου των πολιτών και προκαλείται ανήκεστο κακό στην πόλη, αυτό εγγράφεται στο ρόλο της δημαγωγικής ρητορι­ κής και πολιτικής20, τις οποίες και ειρωνεύεται για το πνεύμα πτωχαλαζονείας που καλ­ λιεργούν στους Αθηναίους, για τη χωρίς αντίκρισμα υπερβολική εξιδανίκευση της πόλης και για τις ανανεωμένες ηγεμονικές της φιλοδοξίες την εποχή του κορινθιακού πολέμου, για την ανασύσταση της παλαιός αθηναϊκής «αρχής», που οδήγησαν στην ήττα και κυρίως στην ταπεινωτική και προδοτική για την Ελλάδα και τους Έλληνες Συνθήκη του Ανταλκίδα, το 387 π.Χ. 0 πυρήνας επομένως της ιστορικής πραγματικότητας που έδωσε στον Πλάτωνα την αφορ­ μή να συνθέσει τον Μενέξενο δεν έχει σχέση με κάποιο παλαιό και δυσάρεστο γεγονός, όπως π.χ. η οδυνηρή έκβαση του πελοποννησιακού πολέμου, ούτε είναι η ηγεμονική και επεκτατική πολιτική της Αθήνας την εποχή του Περικλή, αλλά ένα εντελώς νωπό ιστορικό γεγονός, ο ατυχής για την Αθήνα και την Ελλάδα κορινθιακός πόλεμος και κατεξοχήν η επισφράγισή του με την επονείδιστη Συνθήκη του Ανταλκίδα21, που ηαρέδωσε τις ελληνι­ κές πόλεις της Μ. Ασίας στον Πέρση βασιλιά και τον κατέστησε ρυθμιστή των ελληνικών υποθέσεων οι επιλογές δηλαδή της αθηναϊκής δημαγωγικής πολιτικής22 και ρητορικής, που οδήγησαν τους «πρώτους των Ελλήνων»93, Αργείους, Θηβαίους και Κορινθίους, υπό την ηγεσία της Αθήνας και με την ενεργό σύμπραξη των Περσών, στη σύμπηξη του ανπσπαρτιατικού συνασπισμού και τη διεξαγωγή του κατά της Σπάρτης αγώνα. Η απροκάλυπτη δε αυτή, με τη Συνθήκη του Ανταλκίδα, επέμβαση των Περσών στα ελ­ ληνικά πράγματα όχι μόνο δεν προκαλεί τη ρητή καταδίκη και τον αποτροπιασμό του ρήτορος του επιτάφιου λόγου του Μενέξενου αλλά, αντίθετα, του δίνει την ευκαιρία να καλλιεργήσει στο ακροατήριο μια άκριτη πατριωτική καυχησιολογία και συγχρόνως να κάμει επίδειξη του πνεύματος κουφότητας και πτωχαλαζονείας του αδιαφοροποίητου κοινού των Αθηναίων, οι οποίοι μολονότι πρωταγωνίστησαν στη σύμπηξη του αντισπαρτιατικού μετώπου και τη συνομολόγηση της προδοτικής συμφωνίας, εντούτοις πανηγυ­ ρίζουν για την έκβαση του πολέμου, που κατέστρεψε την Ελλάδα, και συγχρόνως αρνούνται μετά βδελυγμίας ότι υπέγραψαν τη Συνθήκη, την οποία πρώτοι αυτοί έσπευσαν να συνομολογήσουν. Αν δεν υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος να γράψει ο Πλάτων τον Μενέξενο ευθύς μετά το 387 π.Χ., δε θα το έκανε, αφού μόλις προηγουμένως είχε συνθέσει τον Γοργία24, στον οποίο καταδικάζει με σφοδρότητα τη ρητορική, και ιδιαίτερα τη σοφιστική ρητορι­ κή, ως «μόριον κολακείας», την πολιτική του ηγεμονισμού της Αθήνας κατά την περίοδο της Πεντηκονταετίας και όλους τους μεγάλους Αθηναίους πολιτικούς, μηδέ του Περικλή εξαιρουμένου. Άρα θα έγραψε τον Μενέξενο ευθύς μετά τη Συνθήκη του Ανταλκίδα, και με αφορμή αυτήν, ως ειρωνεία και σάτιρα κατά της επιδεικτικής δημαγωγικής ρητο­ ρικής και της επίσημης πολιτικής της πόλης, που χρησιμοποιούσαν ως φορέα των αρ­ χών και των κατευθύνσεών τους τον «πολιτικό» επιτάφιο λόγο και υπέθαλπαν τις ανανε­ ωμένες ηγεμονικές φιλοδοξίες της πόλης την εποχή του κορινθιακού πολέμου, και α­ φού προηγουμένως ο φιλόσοφος είχε διερευνήσει τη φύση και το χαρακτήρα της ρητο­ ρικής στον Γοργία. Γι' αυτό η προσποιητή θριαμβολογία του ρήτορος για τη δήθεν ευτυχή για την Αθήνα λή­ ξη του κορινθιακού πολέμου25 και κυρίως η σαρκαστική ειρωνεία του για άρνηση δήθεν

46 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


της Αθήνας να συνομολογήσει, λόγω του άσβεστου μίσους26 της προς τους βαρβάρους και προς τον προαιώνιο εχθρό της, την προδοτική Συνθήκη του Ανταλκίδα, δε μας επι­ τρέπουν να θεωρήσουμε τον Μενέξενο ως μια «δημοσθενική» προς τους Αθηναίους έκ­ κληση του Πλάτωνος να αποδείξουν στους εαυτούς τους ότι είναι αντάξιοι των ανώτερων παραδόσεων της πόλης τους27. Αυτός κατεξοχήν, νομίζω, είναι ο λόγος για τον οποίο ο χρόνος σύνθεσης του διαλό­ γου συνδέεται άμεσα με τη Συνθήκη του Ανταλκίδα ευ θύ ς μετά τη σ υνομολόγησή της?8, γιατί, όπως δείχνει το κείμενο του Μ ενέξενο στον Έπαινο του επιταφίου29, ο Πλάτων τελεί υπό την άμεση επίδραση του συγκλονιστικού αυτού για την Ελλάδα γεγο­ νότος, της προδοσίας δηλαδή των ελληνικών πόλεων της Μ. Ασίας και της αναγόρευ­ σης του Μεγάλου βασιλιά σε ρυθμιστή των ελληνικών υποθέσεων, γεγονός που του προκάλεσε μεγάλη ψυχική οδύνη, την οποία εξέφρασε με την πικρή και σαρκαστική ει­ ρωνεία του λόγου του. Ως προς δε το συμπέρασμα για σοβαρή πρόθεση του Πλάτωνος στον Μενέξενο, στο οποίο καταλήγουν πολλοί μελετητές με βάση τη σχετική μαρτυρία του Κικέρωνος30, σύμφωνα με την οποία οι Αθηναίοι θαύμαζαν τον επιτάφιο λόγο του Σωκράτη, γι' αυτό και τον απάγγελναν κάθε χρόνο στις δημόσιες επιμνημόσυνες τελετές της πόλης, νομί­ ζω ότι αυτό δεν είναι ασφαλές, διότι: α) οι Αθηναίοι απάγγελναν μόνο τον επιτάφιο λό­ γο, όχι και το διαλογικό του πλαίσιο στο οποίο ο Πλάτων προειδοποιεί τον ακροατή, μέσω της ειρωνείας του Σωκράτη, να μην εκλάβει στα σοβαρά το λόγο που θα απαγ­ γείλει ευθύς αμέσως στον Μενέξενο, ή καλύτερα να μη θεωρήσει ότι ο επιτάφιος λό­ γος που θα ακούσει συντέθηκε από τον ίδιο με σοβαρή πρόθεση, β) Οι Αθηναίοι θαύ­ μαζαν τον επιτάφιο καθεαυτόν, διότι ήταν εθισμένοι στους πανηγυρικούς και επιδεικτι­ κούς λόγους, και επειδή ο επιτάφιος του Μενέξενου είναι ένας κατεξοχήν ρητορικός επιτάφιος που κολακεύει την αθηναϊκή υπερηφάνεια και αγιογραφεί την ηγεμονική νο­ οτροπία των Αθηναίων, δεν μπορούσαν και δεν ήθελαν να αντιληφθούν την πικρή ει­ ρωνεία του Πλάτωνος, που στρεφόταν και κατά του απαίδευτου και απληροφόρητου α­ κροατηρίου, εγκαταλείπονταν στους διαθρυπτικούς επαίνους και τις κολακείες των ρη­ τόρων, θαύμαζαν την ευγλωττία τους -έτσι, σύμφωνα με τον Σωκράτη του εισαγωγι­ κού διαλόγου, ευδοκιμούσαν οι ρήτορες31- και μαγεμένοι και γοητευμένοι μεταφέρο­ νταν για λίγο «εν μακάρων νήσοις»32, με ριζωμένη όμως στην ψυχή και τη σκέψη τους την πλάνη και την ακρισία. Για τους Αθηναίους εκείνης της εποχής ίσχυε εκείνο που ειπώθηκε από τον Σωκράτη στον εισαγωγικό διάλογο του έργου33, η επίκληση του οποίου από τον Αριστοτέλη34 απο­ τελεί ισχυρό άλλοθι για τη γνησιότητα του διαλόγου: «ου χαλεπόν Αθηναίους εν Αθηναίοις επαινείν». Δεδομένου δε ότι ο θαυμασμός του ακροατηρίου προς το λόγο του ρήτορος και τον ίδιο κερδιζόταν όχι με την αλήθεια των λεγομένων αλλά με την καλλιέπεια του λόγου -δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο Σωκράτης στον επιτάφιο του Μενέξενου είναι έ­ νας επιδεικτικός ρήτορας και όχι ο πλατωνικός Σωκράτης35- και ότι τα γοργίεια σχήματα από τα οποία είναι κατάφορτος ο επιτάφιος λόγος του Μενέξενου είχαν πολύ μεγάλη α­ πήχηση στους ακροατές, είναι, νομίζω, εύκολο να κατανοηθεί γιατί οι Αθηναίοι θαύμα­ ζαν τον επιτάφιο λόγο του Σωκράτη, m

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Μενέξενος, 234a-236d32. Αντ., 236d4-249c. 3. Αντ., 249d-e.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 47


4. Φαιδρός, 241c2.5 ΣΩ: «Αλλά τάδε γε οιμαί σε φάναι αν, δειν πάντα λόγον ώσπερ ζώον συνεστάναι σώμα τι έχοντα αυτόν αυτού, ώστε μήτε ακέφαλον είναι μήτε άπουν, αλλά μέσα τε έχειν και άκρα, πρέποντα αλλήλοις και τω άλω γεγραμμένα». 5. Βλ. 7η Επιστολή, 34104-0-^: «Ούκουν εμόν γε περί αυτών έστιν ως άλλα μαθήματα, αλλ' εκ πολλής συνουσίας γιγνομένης περί το πράγμα αυτό και του συζήν εξαίφνης, οίον από πυράς πηδήσαντος εξαφθέν φως, εν τη ψυχή γενόμενον αυτό εαυτό ήδη τρέφει». 6. Μενέξενος, 234a-236d3. 7. Αντ., 237b3-246a4 . 8. Αντ., 246d-248d. 9. Αντ., 246d-247c4 . 10. Αντ., 247c5-248d1. 11. Αντ., 249d-e. 12. Ο Σωκράτης προσάπτει στην επιδεικτική, κυρίως, ρητορική, στον εισαγωγικό διάλογο του έρ­ γου, σφάλματα, αδυναμίες και ανεπάρκειες, και στη συνέχεια μιμείται τη διαδικασία που επέκρινε, σ' ένα δικό του λόγο, ο οποίος παρουσιάζει τα ίδια σφάλματα και τις ίδιες αδυναμίες. Το ότι ο Πλάτων ακολουθεί και εφαρμόζει ένα καλά προμελετημένο σχέδιο φαίνεται και από τη χρήση ρητορικών σχημάτων και στα δύο μέρη του επιτάφιου λόγου, στον Έπαινο των έρ­ γων και την Προσωποποιία, καθώς και στην Παραίνεση και την Παραμυθία του ρήτορος. Χά­ ρη στα ρητορικά σχήματα γίνεται, νομίζω, καταφανής η ενότητα του ύφους στον επιτάφιο λό­ γο, αντίθετα με την προσπάθεια που έγινε να κριθούν με διαφορετικά κριτήρια η ιστορική πε­ ριοχή του επιταφίου και η Προσωποποιία. 13. Προκύπτει συνεπώς ότι η ψυχική διάθεση με την οποία εκφωνεί ο Σωκράτης τον επιτάφιο λόγο είναι ότι υπερηφανεύεται επειδή μπορεί να είναι εξίσου κακός με τους επικριθέντες στον εισαγωγικό διάλογο προκατόχους του ρήτορες. 0 Πλάτων δηλαδή έχει δώσει στον Σω­ κράτη μια εικόνα που είναι ξένη προς αυτόν και υποβιβάζει την αξία του. 14. Υπό το πρίσμα αυτό ο Μενέξενος θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια έμμεση «εμπλοκή» του Πλάτωνος στην αθηναϊκή πολιτική ζωή. 15. Γοργίας, 502e2-504e- 507c-]_2: «Τον μέλλοντα ορθώς ρητορικόν έσεσθαι δίκαιον άρα δει και επιστήμονα των δικαίων». Πρβλ. θεαίτητος, 177bg_y: «Η ρητορική εκείνη (που δε στηρί­ ζεται στη δικαιοσύνη) πως απομαραίνεται, ώστε παίδων μηδέν δοκείν διαφέρειν». Στον Γοργία ο Πλάτων κάνει ευθεία και άμεση επίθεση κατά της σοφιστικής ρητορικής και πολιτικής της Αθήνας του 5ου π.Χ. αιώνα, ενώ στον Μενέξενο ειρωνεύεται τη δημαγωγική και επιδεικτική ρητορική και την πολιτική της Αθήνας την εποχή του κορινθιακού πολέμου. 16. Φαιδρός, 269d3-274b2. 17. Βλ. Ρ. Vicaire, Platon, Critique littera ire , Paris, 1960, o. 285. Γι' αυτό ο συγγραφέας θεω­ ρεί ότι το έργο δεν είναι μια σκωπτική ψυχαγωγία, αλλά μια σαρκαστική απάντηση στους επί­ σημους λόγους. 18. Η ειρωνεία, άλλοτε ανοιχτή και απροκάλυπτη και άλλοτε υπόγεια και συγκαλυμμένη, αφορά τόσο την επιλογή του υλικού όσο και το ύφος και την τεχνική του λόγου του Σωκράτη. 19. Μενέξενος, 2350^ 20. Οι αδυναμίες, οι ελλείψεις, τα σφάλματα, οι ανεπάρκειες της αθηναϊκής πολιτικής συνδέο­ νται άμεσα με τις αδυναμίες και τις ανεπάρκειες των αρχών και των μεθόδων της ρητορικής. 21. Μενέξενος, 245b2-246a4. 22. Επειδή ο Πλάτων θεωρούσε ίσως ότι θα όξυνε τα πνεύματα στην Αθήνα και θα εδημιουργείτο αναταραχή αν αναφερόταν ευθέως στην αποτυχία των ανανεωμένων ηγεμονικών επιδιώξε­ ων της Αθήνας κατά τον κορινθιακό πόλεμο, υιοθέτησε τη μέθοδο της πλαγιοκόπησης της δημαγωγικής και πατριωτικής ρητορικής της Αθήνας, που οδήγησαν στη συνομολόγηση της Συνθήκης του Ανταλκίδα, χρησιμοποιώντας την ειρωνεία και βάζοντας τον Σωκράτη να ισχυ­ ρίζεται, ως ρήτορας του επιταφίου, ότι ποτέ οι Αθηναίοι δεν επικύρωσαν την προδοτική Συν­ θήκη και ποτέ δεν παρέδωσαν στους Πέρσες τις ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας, κατηγορία την οποία προσάπτει μόνο στους Λακεδαιμονίους, Αργείους, Κορινθίους και Θηβαίους.

48 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


23. Μενέξενος, 244d5_6. 24. Ο Γοργίας, κατά γενική παραδοχή, συντέθηκε ελάχιστα χρόνια πριν από τον Μενέξενο. Ο Ε. R. Dodds (Plato, Gorgias, Oxford, 1959, ο. 23-24) υποστηρίζει ότι ο Μενέξενος είναι ο πιο στενά συνδεδεμένος με τον Γοργιά κατά το «as an afterpiece to the Gorgias». 25. Μενέξενος, 245e. 26. Avr., 245c. 27. Βλ. Ch. Kahn, Plato's Funeral Oration: The Motive of the Menexenus, Classical Philology, 58 (1963), o. 226. 28. Ο ισχυρισμός του Ch. Kahn (έργ. αναφ., σ. 229), ότι ο Πλάτων έγραψε τον Μενέξενο ακρι­ βώς πριν ή ακριβώς μετά την επιτάφια τελετή στο τέλος του 386 ως πικρή ανταπάντηση στον επίσημο λόγο που είχε εκφωνηθεί (αυτό το συμπεραίνει από τον ανόμοιο λογοτεχνικό, όπως νομίζει, τόνο ανάμεσα στον Έπαινο του επιταφίου και την Προσωποηοιία, την οποία θεωρεί πολύ θερμή και σοβαρή, «χωρίς ίχνος από τη σάτιρα της Ασπασίας και την ειρωνεία του Σω­ κράτη»), είναι ατεκμηρίωτος και εξηγεί τον επιτάφιο λόγο ως στιγμιαία αντίδραση του Πλάτω­ νος, πράγμα το οποίο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο C. W. Muller [Platon und der «Panegyrikos» des Isokrates. Clberlengugen zum platonischen «Menexenos», Philologus, 135 (1991), o. 143 και 154) συνδέει τον Μενέξε­ νο με την «εκστρατεία» στην Αθήνα κατά της Συνθήκης και των συνεπειών της και θεωρεί, ε­ σφαλμένα νομίζω, ότι έχει συντεθεί μετά τον Πανηγυρικό του Ισοκράτη (480 π.Χ.) και ως α­ πάντηση σ' αυτόν. 29. Μενέξενος, 244d-246a. 30. Ο Th. Berndt (De ironia Menexeni Platonici, Munster 1881, o. 57), αναφερόμενος στη μαρ­ τυρία του Κικέρωνος, παρατηρεί ότι οι Αθηναίοι θαύμαζαν τον επιτάφιο λόγο του Μενέξενου, διότι «απολάμβαναν τη σκιά και την εικόνα της χαμένης τους μεγαλοπρέπειας, εκφρασμένης με τα στολίδια του λόγου και δεν ενδιαφέρονταν για το πόσο ο ρήτορας απομακρυνόταν από την αλήθεια». Κατά τον Lesley Dean-Jones [Menexenus son of Socrates, Classical Quarterly, XIV (1995), o. 51], «οι Αθηναίοι βρήκαν τον επιτάφιο του Μενέξενου ευχάριστο, επειδή αφηγείται την ι­ στορία των Αθηναίων με πολύ λαμπρούς όρους, από τη μυθική αυτόχθονη καταγωγή τους μέ­ χρι την "Ειρήνη του Βασιλιά", το 386 π.Χ.». 31. Βλ. Μενέξενος, 23503-7 και 23605-6- Σημειώνουμε ακόμη ότι ο Πλάτων στους Νόμους το­ νίζει ότι στοιχείο της «ορθής παιδείας» (II, 653α1) δεν είναι το «καλώς άδειν» και «καλώς ορχείοθαι» αλλά το «καλά άδειν» και «καλά ορχείσθαι» (II, 654b^^-c^). Κρίνοντας επομένως αναλογικά, θα λέγαμε ότι δεν πρέπει ο ρήτορας να ομιλεί ωραία («κα­ λώς»), αλλά να είναι ωραία («καλά») όσα λέει. Αυτό όμως μπορούν να το κατανοήσουν, σύμ­ φωνα με τους Νόμους (II, 658eg-659a4) οι «αρετή τε και παιδεία διαφέροντες» και οι «μέ­ τοχοι φρονήσεως και ανδρείας», προσόντα που δε διαθέτει το απαίδευτο και απληροφόρητο κοινό. 32. Μενέξενος, 235cs. 33. Αντ., 23503-7. 236a5-634. Περί της Ρητορικής, A, 1367b7-9· Γ, 14150^3· 35. Για τον Σωκράτη του Συμποσίου (19803-β2> η ορθή μέθοδος εγκωμιασμού οποιουδήποτε πράγματος (εδώ πρόκειται για τον έρωτα) και η σύνθεση ενός κομψού πανηγυρικού συνίσταται στη γνώση της αλήθειας («και πάνυ δη μέγα εφρόνουν ως ευ ερών, ως ειδώς την αλή­ θειαν του επαινείν οτιοόν») και όχι στο να επισωρεύει κανείς προς έξαρσή του «τα σημαντικό­ τερα και τα ωραιότερα προσόντα του, ανεξαρτήτως αν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή όχι» («ως μέγιστα ανατιθέναι τω πράγματι και ως κάλλιστα, εάν τε ή ούτως έχοντα εάν τε μή»), ενώ για τον επιδεικτικό ποιητή Αγάθωνα (19803-6). που εγκωμίασε τον έρωτα πριν α­ πό τον Σωκράτη, το καλώς επαινείν συνίσταται στην «ομορφιά και την ποικιλία του λόγου» («καλόν και παντοδαπόν λόγον») και στα θέλγητρα των λέξεων και των φράσεων («κάλλος ο­ νομάτων και ρημάτων»).

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 49


σ ε π ρ ώ το π ρ ό σ ω π ό

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΗΛΙΑ ΜΑΓΚΛΙΝΗ

Γιαν Μαρτέλ 0 Γιαν Μαρτέλ έγινε διάσημος όταν το μυθιστόρημά του Η ζωή του Πι α π έ σ π α σ ε το 2 0 0 2 το Β ρ α β ε ίο Μ πούκερ, το σημαντικότερο λογοτεχνικό βραβείο της Μεγάλης Βρετανίας και ένα από τα πιο γνωστά στον κό­ σμο. Γεννη μ ένος στην Ισπανία από Καναδούς γονείς, μεγαλω μένος στον Καναδά αλλά πολυταξιδεμένος και επηρεασμένος από τον τρόπο ζω ή ς της Ανατολής, ο Γ. Μ αρτέλ σπούδασε φιλοσοφία στο Π ανεπιστήμιο του Τρεντ στον Καναδά, έγραψε άλλα δύο βιβλία πριν φτά­ σει στη Ζωή του Πι και σήμερα ετοιμάζει ένα βιβλίο με ήρω ες ένα γάιδαρο και μια μαϊμού, θέμα του μυθιστο­ ρήματος; Το Ολοκαύτωμα των Εβραίων - από μια άλλη οπτική γωνία, όπω ς λέει και ο ίδιος. Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο συγγραφέας μιλά για το βραβευμένο μυθιστόρημα, για τα νέα του σχέδια, για το σκάνδαλο που ξέσπασε όταν κέρδισε το Βραβείο Μπούκερ, για τη θρησκεία και τη φιλοσοφία, και για άλλα ενδιαφέροντα.

«Η παγκοσμιοποίηση είναι μια επικίνδυνη φαντασίωση» Το μυθιστόρημα Η ζω ή του Π ι ήρθε ύστερα από μια σειρά βιβλίων τα οποία εσείς ο ί­ διος έχετε χαρακτηρίσει αποτυχημένα. Σήμερα πιστεύετε ότι αυτά τα βιβλία έπρεπε να γραφτούν ώστε να είστε σε θέση να γράψετε ένα βιβλίο όπως η Ζω ή του Π γ, Όχι. Κάθε βιβλίο μου αποτελεί και μια απάντηση σε ένα διαφορετικό ερώτημα. Κάθε βιβλίο μου είναι και μια διαφορετική προσωπική δημιουργική αναζήτηση, θα έλεγα ότι όλα μου τα βιβλία προέκυψαν το ένα ανεξάρτητα από τ' άλλο, παρότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία ως προς τη θεματολογία και το ένα αντηχεί, κατά κάποιο τρόπο, το άλλο. Ωριμάζω ως συγγραφέας (μόλο που στα τριάντα εννιά μου θεωρώ τον εαυτό μου ακό­ μα μαθητευόμενο) και ωριμάζω ως άτομο, σε ένα πιο γενικό πλαίσιο. θα ήθελα να μας μιλήσετε για τη λογοτεχνική και πολιτιστική παράδοση από την ο­ ποία προέρχεστε, και για τον τρόπο που διαμόρφωσε τη σκέψη σας και τον τρόπο ζωής σας. Ποιοι συγγραφείς άσκησαν τη μεγαλύτερη επίδραση πάνω σας; Σε ό,τι αφορά τους συγγραφείς, οι συνήθεις ύποπτοι: Οι «μεγάλοι κλασικοί» της πα­ γκόσμιας λογοτεχνίας: ο Κόνραντ, ο Κάφκα, ο Δάντης, ο Χάρντι, ο Χάμσουν, ο Χέμιν-

50 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


γουεϊ κ.ο.κ, μαζί με μερικούς Βρετανούς και Έλληνες φιλοσόφους, καθώς και ορισμέ­ νους ζώνιες συγγραφείς. Όσον αφορά την παράδοση από την οποία προέρχομαι, υπο­ θέτω ότι είναι η μεγάλη φιλελεύθερη δυτική παράδοση του Διαφωτισμού. Αλλά αυτή η ερώτηση μου προκαλεί αμηχανία. Μου ζητάτε να είμαι απόλυτα συνειδητοποιημένος ως δημιουργός. Δε λειτουργώ έτσι όμως. Βασίζομαι πολύ στο ένστικτο, στο πηγαίο, και τις αναλύσεις τις αφήνω στους άλλους. Αναφερθήκατε σε Βρετανούς και Έλληνες φιλοσόφους. Λαμβάνοντας υπόψη ότι έ­ χετε σπουδάσει φιλοσοφία, θα συμφωνούσατε με τη διαπίστωση ότι ο Πι είναι φιλο­ σοφικό μυθιστόρημα;

ο Πι συμβολίζει τη θρησκεία στην ιδανική της μορφή Ναι, είναι πράγματι φιλοσοφικό μυθιστόρημα. Πιστεύω ότι η τέχνη πρέπει να ψυχαγωγεί αλλά και να καλλιεργεί το πνεύμα. Υπάρχει καλύτερη ψυχα­ γωγία από την ιστορία ενός ναυαγού, και καλύτερη καλλιέργεια του πνεύ­ ματος από μια συζήτηση για το θεό; Η «συζήτηση για το θεό», όμως, δεν ανήκει μόνο στη σφαίρα της φιλοσο­ φίας αλλά και της θρησκείας. Διαβάζοντας τη Ζω ή του Π ι είχα την αίσθη­ ση ότι είναι ένα βιβλίο για το θρησκευτικό αίσθημα, για την πίστη. Ωστό­ σο, η θρησκεία στις ΗΠΑ έχει λειτουργήσει ως πόλος φανατισμού, το ί­ διο και στο μουσουλμανικό κόσμο ή στο Ισραήλ, ενώ το έχουμε δει να συμβαίνει και στη χώρα μας. Στις μέρες μας η θρησκεία ταυτίζεται με τον εθνικισμό. Κατά τη γνώμη σας, ποιος είναι ο στόχος της θρησκείας και τι συμβολίζει στο βιβλίο; Η θρησκεία είναι ο πιο ευφάνταστος τρόπος με τον οποίο η ανθρωπότητα αντιμετώπισε τη ζωή και το σύμπαν. Συνδυάζει το στοχασμό και τη δράση, την τέχνη και την ηθική, τη ζωή και το θάνατο, με τρόπο μοναδικό στην ιστορία του πολιτισμού. Είναι ο πιο απαιτητι­ κός και ικανοποιητικός τρόπος με τον οποίο μπορεί να ζήσει τη ζωή του ένα ολοκληρω­ μένο άτομο (δηλαδή, ένα άτομο που δεν περιορίζεται μόνο στην τετράγωνη λογική). Όπως όμως κάθε πλούσιο, πολύτιμο στοιχείο της ζωής μας, διαστρεβλώνεται από όλους εκείνους που δεν έχουν καμία υπομονή. Έτσι, έχουμε τους φανατικούς της πίστης που αντιλαμβάνονται τη θρησκεία με όρους κυριολεκτικούς, κι έχουμε αυτούς που την απορ­ ρίπτουν για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Ο Πι συμβολίζει τη θρησκεία στην ιδανική της μορφή- ως προϊόν πάθους αλλά και ως προϊόν μιας καθαρά εγκεφαλικής διεργασίας. 0 Πι μού θύμισε τους πρωτόπλαστους στον κήπο της Εδέμ. Τον Αδάμ να δίνει στα ζώα τα ονόματα τους, να είναι ένα με τη φύση. Ο φόβος δεν έχει θέση στην ύπαρξή του. Ωστόσο, αισθάνεται φόβο και το να μάθει να ζει μαζί του αποτελεί ίσως τον πυ­ ρήνα του βιβλίου. Ο Πι είναι γενναίος επειδή έχει πίστη, ή πιστεύετε ότι το θάρρος είναι κάτι που δεν έχει να κάνει με την πίστη; Όλες οι θρησκείες έχουν ως αφετηρία τους το θάνατο. Του δίνουν μια προοπτική κι έτσι τον απομυθοποιούν, τον κάνουν να μοιάζει λιγότερο τρομακτικός, τουλάχιστον αυτή είναι

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 51


η θεωρία. Αυτό το χαλάρωμα και η εξοικείωση με το θάνατο είναι μια καλή βάση για να α­ ποκτήσει κανείς θάρρος στη ζωή του. Όσοι βασίζονται σε μια καθαρά κοσμική θέαση της ζωής βρίσκονται στον αντίποδα όλων αυτών. Λίγα πράγματα έχουν να πουν για το θάνατο, εκτός από το να θρηνούν. Οι άθεοι βλέπουν το θάνατο ως την απόλυτη καταστροφή, ως κάτι που τους εκμηδενίζει. Έχει ειπωθεί επίσης ότι η Ζω ή του Πι είναι ταυτόχρονα ρεαλιστικό και αλληγορικό μυ­ θιστόρημα. Έχει επίσης γραφτεί ότι θυμίζει παραμύθι. Εσείς δέχεστε αυτούς τους χαρα­ κτηρισμούς, κυρίως της αλληγορίας;

στα τριάντα εννιά μου είμαι ακόμα μαθητευόμενος Δε θα το έλεγα. Στην καλύτερη περίπτωση, είναι ένα ημιαλληγορικό βιβλίο: μια ρεαλιστική ιστορία με ζώα αλλά με μια κρυμμένη αλληγορική σημασία που αφορά τον άνθρωπο, ή ρεαλιστική ιστορία με ανθρώπους αλλά με μια κρυμμένη αλληγορική σημασία που αφορά τον κόσμο των ζώων. Όπως και να 'χει όμως, πιστεύω ότι το πιο ενδιαφέρον απ' όλα αυτά είναι ο ρεαλισμός που χαρακτηρίζει την όλη ιστορία. Έχετε πει ότι το επόμενο βιβλίο σας αναφέρεται στο Ολοκαύτωμα, αλλά με έναν τελεί­ ως διαφορετικό τρόπο, δεδομένου ότι θα είναι ένα μυθιστόρημα με ήρωες ζώα. Γιατί το Ολοκαύτωμα και γιατί με αυτό τον τρόπο; Επειδή είναι μια τραγωδία που δεν έχει όμοιο της στην ανθρώπινη ιστορία και επειδή συ­ νέβη μόλις χτες, ούτε καν εξήντα χρόνια πριν. Επίσης, επειδή δεν έχουμε -και αυτό περι­ λαμβάνει μια τεράστια μερίδα ανθρώπων- μάθει όλα όσα θα έπρεπε να μάθουμε από αυ­ τό. Επειδή κάθε μέρα βλέπω μικρόβια από άλλα ολοκαυτώματα στις καρδιές των ανθρώ­ πων. Δίχως αμφιβολία, αυτά τα μικρόβια οδηγούν στην ακραία βία - αλλά δεν μπορώ να καταλάβω πώς είναι δυνατόν να υπάρχει, ξέροντας τι έχει προηγηθεί, αυτή η ανείπωτη, παράλογη βία. Γράφω μια παραβολή με ζώα διότι αναζητώ μια διαφορετική οπτική γωνία στο Ολοκαύτωμα, που να μην είναι βασισμένη στα γεγονότα (αυτά τα γνωρίζουμε όλοι), αλλά στο συναίσθημα. Στόχος μου είναι να τονώσω τις μνήμες όλων μας σχετικά με αυτό το ζήτημα, θέλω να δημιουργήσω μια «φορητή μεταφορά», μια μεταφορά που να εφαρ­ μόζει σε κάθε τέτοια ιστορία φρίκης, θα πρωταγωνιστούν μια μαϊμού και ένας γάιδαρος, θα ταξιδεύουν σε μια χώρα που δεν είναι παρά ένα τεράστιο πουκάμισο. Ξέρω ότι ακούγεται αλλόκοτο και απίθανο, αλλά το ίδιο νόμιζαν όλοι και για τη Ζω ή του Πι πριν το τελει-

Ζείτε πολύ υγιεινή ζωή. Βρίσκεστε πολύ μακριά από την παραδοσιακή εικόνα του συγ­ γραφέα ως πότη, καπνιστή ή ναρκομανή. Επίσης, ο τρόπος ζωής σας συνδυάζει στοι­ χεία από το δυτικό τρόπο ζωής αλλά και από τον ανατολικό. Είναι αυτά τα βασικά χαρα­ κτηριστικά ενός «πολίτη του κόσμου»; Βλέπετε να υπάρχει κάποιος κίνδυνος στη λεγά­ μενη «παγκοσμιοποίηση»; Δεν πιστεύω στην έννοια του «πολίτη του κόσμου». Όλοι ερχόμαστε από κάπου. Εγώ προ­ σωπικά μπορεί να έχω ταξιδέψει πολύ, αλλά είμαι Καναδός. Οι γονείς μου, που κι αυτοί

52 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


ταξίδεψαν πολύ, ήταν Καναδοί. Αισθάνομαι Καναδός. Είμαι Καναδός. Αν κάνω γιόγκα είναι επειδή μου κάνει καλό. Το ότι είναι μια παράδοοη της Ανατολής για μένα είναι συμπτωματικό. Όσον αφορά την παγκοσμιοποίηση, νομίζω ότι κυρίως είναι μια επικίνδυνη φαντα­ σίωση. Η οικονομική παγκοσμιοποίηση ακούγεται καλή ιδέα, αλλά ο τρόπος με τον οποίο μας την επιβάλλουν τα τελευταία χρόνια μού δίνει την αίσθηση ότι τελικά πρόκειται για κά­ τι περισσότερο από ένα δυτικό οικονομικό επεκτατισμό. Η πολιτισμική παγκοσμιοποίηση είναι μια άλλη φαντασίωση. Ο κόσμος είναι ένα μεγάλο μέρος γεμάτο διαφορετικά στοι­ χεία. Σε καμία περίπτωση δεν είναι ένα παγκόσμιο χωριό. Η τεχνολογία μάς δίνει την ψευ­ δαίσθηση ότι μπορούμε να δούμε μακριά, να ακούσουμε από μακριά και να καταλάβουμε τα πάντα. Δεν μπορούμε όμως. Η τηλεόραση ισοπεδώνει και διαστρεβλώνει τα πάντα, θα έπρεπε να δεχόμαστε το διαφορετικό και να αφήνουμε τους ανθρώπους να ζούνε όπως θέλουν. Γιατί να ζούμε σε έναν κόσμο που είναι παντού ομοιόμορφος; Χρειάστηκε να απολογηθείτε πολλές φορές για τις κατηγορίες που σας έχουν προσά­ ψει, ότι η όλη ιδέα της Ζω ή ς του Π ι είναι κλεμμένη. Δε διστάσατε τότε να δηλώσετε α­ νοιχτά ότι η αρχική ιδέα ήταν όντως βασισμένη σε ένα άλλο βιβλίο, την οποία όμως α­ ναπτύξατε με τελείως διαφορετικό τρόπο. Τώρα που η μεγάλη φασαρία πέρασε, πώς αι­ σθάνεστε για όλα αυτά; Όσον αφορά τις κατηγορίες για «κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας» δεν αισθάνομαι πια τίπο­ τα, δεν τις σκέφτομαι καν. Δεν έκανα τίποτα κακό - εκτός κι αν θεωρεί κανείς ότι το να εμπνέεσαι είναι κάτι κακό. Το όλο ζήτημα έληξε ήρεμα. Μίλησα με το συγγραφέα που ει­ πώθηκε ότι «έκλεψα», τον Μοασίρ Σκλιάρ. Μιλήσαμε κάμποσες φορές (είναι εξαιρετικός άνθρωπος) και τελικά διάβασα το βιβλίο του και εκείνος το δικό μου. Μάλιστα γράψαμε και κριτικές ο ένας για το βιβλίο του άλλου. Το επεισόδιο με το ζώο πάνω σε μια σωστική λέμβο στη νουβέλα του (στο οποίο αναφέρθηκε σε μια συνέντευξή του που διάβασα δώ­ δεκα χρόνια πριν και έτσι πήρα την ιδέα) καταλαμβάνει 20 σελίδες και είναι σχεδόν συμπτωματικό. Το δικό μου μυθιστόρημα ξεπερνά τις 350 σελίδες και η ιστορία με το ναυά­ γιο βρίσκεται στον πυρήνα της ιστορίας μου. Το να κλέψεις 20 σελίδες και να τις κάνεις 350 από ένα βιβλίο που δεν έχεις καν διαβάσει (τότε δεν το είχα διαβάσει, παρά μόνο τη συγκεκριμένη συνέντευξη) είναι κάτι τελείως γελοίο, κι όποιος διαβάσει και τα δύο βιβλία θα καταλάβει τι εννοώ. Το πιο ενδιαφέρον ζήτημα που προκύπτει από αυτή την ιστορία αφορά το δημιουργό και την έμπνευση. Τι ήταν αυτό που έκανε ο Σέξπιρ στην ιστορία του Βοκκάκιου για τον Ρω­ μαίο και την Ιουλιέτα και την έκανε απολύτως δική του; Τι ήταν αυτό που έκανα με την ι­ δέα του Σκλιάρ ώστε να γράψω ένα αυτόνομο μυθιστόρημα; Αυτά είναι πολύ πιο ενδιαφέ­ ροντα ερωτήματα. Αλλά η Βραζιλία και ο Καναδάς δεν έχουν καθόλου καλές σχέσεις εδώ και χρόνια (κυρίως εξαιτίας εμπορικών προβλημάτων) και οι Βραζιλιάνοι δημοσιογράφοι δεν ενδιαφέρθηκαν για τέτοιου τύπου ζητήματα, για τους συγγραφείς και τη σχέση τους με τις μούσες τους. ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Ο Γιαν Μαρτέλ γεννήθηκε στην Ισπανία το 1963 από Καναδούς γονείς. Αφού σπούδα­ σε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Τρεντ στον Καναδά, έκανε διάφορες δουλειές πριν ασχοληθεί με το γράψιμο. Πριν από το μυθιστόρημα Η ζω ή του Πι εκδόθηκαν η συλλογή διηγημάτων The F acts B ehind the H elshinki R occam a tios και το μυθιστόρη­ μα Self, m

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 53


μ ε νω π ό μ ελά νι

ΕΛΛΗΝΙΚΗ

ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ NEON ΕΚΔΟΣΕΩΝ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

Διάλογος με το «ακαδημαϊκό μυθιστόρημα»

Επί μία εικοσαετία περίπου, η Ρέα Γα-

λανάκη εφαρμόζει με συνέπεια και σαφή τεκμήρια μια διαδικα­ σία αφήγησης αοράτων με τον τρόπο που επιβάλλουν τα ορατά, για να παραφράσω μια δική της διατύπωση από την καταληκτήρια κειμενική ενότητα του τρίτου από τα Ομόκεντρα διηγήματά της (1986), με τον ιδιαίτερο τίτλο ακριβώς «Τ’ αόρατα και τα ο­ ρατά». Αυτή η διατύπωση έκτοτε επανέρχεται συχνά με πολυσή­ μαντο κάθε φορά περιεχόμενο, και σήμερα με αναδρομικό έ­ λεγχο αναγνωρίζεται ως μια προληπτική και ταυτόχρονα προ­ γραμματική, συνοπτική διακήρυξη συγγραφικού ήθους και ύ­ φους. Παραδειγματική εφαρμογή και ανάπτυξη αυτής της διακή­ ρυξης αποτελούν τα αφηγηματικά έργα της Ρ. Γαλανάκη: Τα σύ­ ντομα και ιδιαιτέρως πυκνά προαναφερθέντα Ομόκεντρα διηγή­ ματα και τα εκτενέστερα έως εκτενέστατα, αλλά όχι λιγότερο πυ­ κνά, επόμενα Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά/ S p in a n el cuore (1989), θα υπογράφω Λουί (1993), Ελένη ή ο Κανένας (1998) και τώρα Ο αιώνας των λαβυρίνθων (2002). Συνεπής στη συγγραφική συμπεριφορά της, η Ρ. Γαλανάκη πρόσφερε στη νεοελληνική αγορά του βιβλίου ένα ακόμα τεκμήριο ενιαίου δημιουργικού λόγου που προβάλλει τη γνωστή, ιδιαιτέρως υψηλή αισθητική και τη στερεή αφηγηματική οικονομία, ενώ αφήνει να διαφανεί η αποδεδειγμένα μεθοδική έρευνα που έχει κάθε φορά προηγηθεί. Και στο παρόν βιβλίο της Ρ. Γαλανάκη η ιστορική ή αντικειμενική πραγματικότητα, ο 19ος αιώνας και οι εξελίξεις που κληροδότησε στον 20ό, διαλέγεται με την κειμενική ή βιωματική πραγματικότητα, οι τόποι και τα τοπία προβάλλουν ταυτόχρονα τον αντικειμενι­ κό και το βιωματικό χαρακτήρα τους, ο δε ιστορικός/μαθηματικός χρόνος φαίνεται να υ­ ποχωρεί κάτω από το βάρος του υποκειμενικού ή ψυχολογικού περιεχομένου του. Εδώ τα πραγματικά στοιχεία (pragmatics) αντιπροσωπεύουν ένα εκτενέστατο και σύνθε­ το σύστημα που βασίζεται στο γνωστικό υπόβαθρο του βιβλίου και παρατίθενται με σχε­ δόν καταιγιστική ροή, υποστηριζόμενα και από σημειώσεις της Ρ. Γαλανάκη καθώς και από ένα γλωσσάρι που λειτουργούν ως παρακείμενα του βιβλίου. Καταρχήν τα ιστορικά/πολιτικά γεγονότα που προσδιορίζουν ακριβώς τη στροφή του 19ου αιώνα προς τον 20ό, ιδιαιτέρως για την Κρήτη αλλά και γενικότερα, όπως είναι η Επανάσταση του 1866 και η παρουσία των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κρήτη, ο Ελευθέ­ ριος Βενιζέλος, η Μικρασιατική Εκστρατεία και η συνακόλουθη Καταστροφή, ο Πλαστήρας, η Δικτατορία του Πάγκαλου και του Μεταξά, ο ελληνικός Εμφύλιος και η Συνθήκη της Βάρκιζας, η Μακρόνησος, η Δικτατορία του 1967, τα γεγονότα του Πολυτεχνείου του 1972 και το πραξικόπημα του Ιωαννίδη, αλλά και: η Ρωσική Επανάσταση, ο Β' Πα­ γκόσμιος Πόλεμος και οι επιπτώσεις του για την Ελλάδα, ο Ισπανικός Εμφύλιος. Μια ιδιαίτερη ενότητα πραγματικών στοιχείων αφορά ζητήματα αρχαιολογικού ενδιαφέ-

54 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


ροντος, όπως είναι οι ανασκαφές στην Κνωσό πρώτα από τον Μίνωα Καλοκαιρινό και στη συνέχεια από τον Άρθουρ Έβανς, η δραστηριότητα της ιταλικής αρχαιολογικής απο­ στολής στην Κρήτη και η ανάγνωση της επιγραφής της Γόρτυνας, το έργο του Στέφανου Ξανθουδίδη, του Σπυρίδωνος Μαρινάτου και του Νικολάου Πλάτωνος. Περαιτέρω: το έργο του Ιω. Κακριδή, του Ιω. Καλιτσουνάκη, του Μενέλαου Παρλαμά, αλλά και του Δημήτρη Πλάκα. Κυρίως: η κρητική λογοτεχνία, από τον Ερωτόκριτο και τις εκδόσεις της Βιένης και της Βενετίας μέχρι τον Νίκο Καζαντζάκη. Και ακόμα: Ο Πρωτομάστορας του Καλομοίρη και Ο Βαφτιστικός του θεοφανίδη, η Κυ-

η μεταφορική χρήση του λαβύρινθου προσδιορίζει τη ροή του κειμένου βέλη και η Κοτοπούλη, ο Καβάφης, ο Παλαμάς και ο Καρυωτάκης, το Κιβώτιο του Άρη Αλεξάνδρου ή ο θίασος του θ. Αγγελόπουλου. Αυτή είναι η σύνθετη βάση του κειμενικού κόσμου της Ρ. Γαλανάκη, ο οποίος αντιστοι­ χεί στη ροή του ιστορικού χρόνου 1 8 7 8 -1 9 7 8 , ταξινομημένη σε έξι εικοσαετίες (1878, 1898, 1918, 1938, 1958, 1978), αντίστοιχες των έξι κειμενικών ενοτήτων του βιβλίου. Σ’ αυτό το πλαίσιο, οι κειμενικοί χαρακτήρες-πραγματικά/ιστορικά πρόσωπα διαλέγονται με τους κειμενικούς χαρακτήρες-επινοήσεις της Ρ. Γαλανάκη (π.χ., ο Μίνως Καλοκαιρι­ νός και ο Χρίστος Παπαουλάκης ή ο Αντρέας Παπαουλάκης και ο Νίκος Καζαντζάκης), μέσα σε κειμενικά τοπία πλήρη σημασιών αντικειμενικού και υποκειμενικού/βιωματικού περιεχομένου. Η αισθητική των τοπίων αυτών προσδιορίζεται από τη σταθερή, συχνά αποκλίνουσα και πάντως ευρηματική χρήση της μεταφοράς, το γνωστό μείζονα παράγοντα του ύ­ φους της Ρ. Γαλανάκη. Τα ιδιαιτέρως πολυπληθή και ποικίλα πραγματικά στοιχεία, που άλλωστε αποτελούν τεκμήριο υψηλής πληροφορητικότητας του βιβλίου, ουδόλως εμποδίζουν την ευρύτατη αξιοποίηση της μεταφοράς. Αντιθέτως, η μεταφορά προσ­ διορίζει σχεδόν δεσμευτικά τη δομή του βιβλίου, μετατρέποντας τα πραγματικά στοι­ χεία σε υλικό θεματικής, γενικής λογοτεχνίας, με κεντρικό άξονα το λαβύρινθο ως βα­ σικό σημαίνον για την οργάνωση των πολλαπλών επιπέδων των σημαινομένων σε ατο­ μικό και σε γενικό επίπεδο. Ο Λαβύρινθος της Κνωσού αντιπροσωπεύει την ιστορική/κυριολεκτική χρήση του όρου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η μεταφορική χρήση αυτού, κωδικοποιημένη σε δύο διαστά­ σεις που αντιπροσωπεύουν τα κατά Γαλανάκη ορατά και αόρατα ως δύο όψεις της ίδιας κειμενικής (και όχι μόνο) πραγματικότητας. Στη διάσταση των ορατών έχουμε τον υπόγειο λαβύρινθο των βενετσιάνικων τειχών του Ηρακλείου, το λαβύρινθο των δρόμων στο Ηράκλειο ή στην Αθήνα, αλλά και το ξενοδο­ χείο «Λαβύρινθος» στην παραλία του Λιβυκού. Στη διάσταση των αοράτων έχουμε το λα­ βύρινθο των αισθημάτων, το λαβύρινθο του ονείρου, το λαβύρινθο της ζωής και του θα­ νάτου, το λαβύρινθο της σκέψης και της γνώσης, το λαβύρινθο των αιώνων, το λαβύριν­ θο του χρόνου. Αυτή η μεταφορική χρήση του λαβυρίνθου κατά την αρχιτεκτονική στη διάταξη της ύλης λειτουργεί ως βασικός παράγων ρυθμού που προσδιορίζει τη ροή του κειμένου. Σε παράγοντα ρυθμού αναδεικνύεται συχνά και η διάταξη των προτασιακών όρων για την

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 55


απόδοση του επιτονισμού του κειμένου. Με τον τρόπο αυτό η μεταφορά και ο ρυθμός α­ ναγνωρίζονται και σ’ αυτό το βιβλίο ως βασικά στοιχεία της ρητορικής της Ρ. Γαλανάκη. Παράλληλα, με τη χρήση της μεταφοράς ο λαβύρινθος αντιπροσωπεύει ένα στοιχείο στο σύνθετο σύστημα σημειολογίας που αναγνωρίζεται στο παρόν βιβλίο, και συνδυάζεται με άλλες ενδιαφέρουσες ενότητες, όπως είναι η σημειολογία των χρωμάτων, η σημειολογία των λουλουδιών, κυρίως όμως η σημειολογία του θανάτου/δοκιμή περί τελευτής, κωδικοποιημένη με τα της δολοφονίας του Σήφη Παπαουλάκη, ενώ στο ίδιο κλίμα εντάσσεται και η κατά Γαλανάκη ανάγνωση του πίνακα του El Greco, Η ταφή του κόμητος Οργκάθ. Ιδιαιτέρως αυτή η ανάγνωση στοιχειοθετεί και μια μορφή διαλόγου που η Γαλανάκη φαί-

τα στοιχεία διακειμενικότητας και αυτοαναφορικότητας συνθέτουν το σύνολο των βασικών στοιχείων του ύφους της συγγραφέως νεται να αρχίζει (;) με το λεγόμενο «ακαδημαϊκό μυθιστόρημα». Προοίμιο αυτού του δια­ λόγου θα ήταν δυνατόν να αναγνωριστεί στο προηγούμενο βιβλίο της Γαλανάκη, Ελένη ή ο Κανένας. Εξάλλου, στον κώδικα σημειολογίας της Ρ. Γαλανάκη εντοπίζουμε συχνά το στοιχείο/σημείο άλογο, με πρώτο στη σειρά το άλογο που «στάθηκε ... στο αμυδρό πορ­ τοκαλί της μνήμης» και εισήγαγε το «Μαυρόασπρο» από τα Ομόκεντρα διηγήματα. Εδώ απαντά το άλογο Ντουλτσινέα του Μίνωος Καλοκαιρινού και το άλογο Αργώ (μαζί με τα άλλα άλογα) του Αντρέα Παπαουλάκη, στο πλαίσιο συνδηλωτικών συμφραζομένων. Τα συστήματα σημειολογίας αποτελούν διόδους «αύξησης» του κειμένου, αφού οι πλη­ ροφορίες που παρέχουν υπερβαίνουν τον εκφερόμενο λόγο, ή αλλιώς: το διατυπωμένο κείμενο. Μία άλλη δίοδος «αύξησης» του κειμένου είναι ο μηχανισμός της σιωπής, η δια­ κοπή δηλαδή της παροχής πληροφοριών που συμπληρώνει ως ισοδύναμη με την εκφο­ ρά του λόγου λειτουργία τη διατύπωση του κειμένου και οδηγεί στη δημιουργική ανάγνω­ ση. Το φαινόμενο αφορά τα σχετικά με τη σφαγή-ή-μη της Ικεύ ω ς Καλοκαιρινού από τους βασιβουζούκους και τα σχετικά με τη δολοφονία του Σήφη Παπαουλάκη στον ελαι­ ώνα, δύο εκδοχές σημασιολογικής εκκρεμότητας που αποτελεί στοιχείο της ρητορικής της Ρ. Γαλανάκη, αλλά και στοιχείο της αποδεκτότητας του βιβλίου. Μια άλλη ευρηματική εκδοχή σημασιολογικής εκκρεμότητας εντοπίζεται στην τελευταία κειμενική ενότητα του βιβλίου, που αντιπροσωπεύει και μια μορφή απροσδόκητου και πάντως ιδιαιτέρως ενδιαφέροντος αφηγηματικού τέλους. Συνακόλουθη είναι η έξοδος α­ πό το σημασιολογικό σύστημα που το βιβλίο αντιπροσωπεύει, με έντονο το βάρος της διαρκούς παρουσίας των απάντων. Αν συνυπολογίσουμε αφενός τα στοιχεία διακειμενικότητας (πρωτίστως ο Νίκος Καζαντζάκης) και αφετέρου τα στοιχεία αυτοαναφορικότητας κυρίως του συγγραφέα (π.χ., ο γιατρός Εμμ. Γαλανάκης), έχουμε το σύνολο των βασικών στοιχείων του ύφους της Ρ. Γαλανάκη. Για να το πω διαφορετικά: Τα στοιχεία που συναποτελούν το ύφος της Ρ. Γαλανάκη αντι­ προσωπεύουν αναγνωρίσιμες σταθερές δημιουργικής γραφής, η δε αναλογία στο συγκε­ ρασμό των στοιχείων προσδιορίζεται από τους προσανατολισμούς και τις ιεραρχήσεις κα­ τά τη δομή του κειμενικού κόσμου κάθε φορά. Από την άποψη αυτή, και το παρόν βιβλίο της, πέραν της αισθητικής και γνωστικής από­ λαυσης που προσφέρει στο πλαίσιο μιας δημιουργικής ανάγνωσης, αντιπροσωπεύει πα­ ράλληλα μια ενδιαφέρουσα πρόσκληση αλλά και πρόκληση για πλοηγήσεις και συγκρί­ σεις σε πολυσύνθετα υφολογικά πεδία.

56 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Ο αφοριομός είναι αναπόφευκτος: Τα βιβλία της Ρ. Γαλανάκη είναι μείζονα επικοινωνιακά γεγονότα, αλκηςτις ςο υλογι αννη

Για πο λλαπ λές αναγνώ σεις

0 ανανεωτικός διηγηματικός λόγος του Τάσου Γουδέ-

λη ανταποκρίνεται στις ανασκαπτικές απόψεις που εκφράζει, ως κριτικός της λογοτεχνίας, από τις στήλες μεγάλης αθηναϊ­ κής εφημερίδας. Στα αφηγήματα της προκείμενης συλλογής ο αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι η μονοσήμαντη αφήγηση του παρελθόντος δεν επαρκεί πλέον για να αποδώσει την πολυ­ σύνθετη και περιπλεγμένη ουσία της σύγχρονης πραγματικότη­ τας. Και ακριβώς ό,τι οδηγεί τον πεζογράφο στους νέους διηγηματικούς δρόμους και τρόπους αναγκάζει τελικά και τον προσεκτικό αναγνώστη σε κάποιο είδος αναγνωστικής επιφυ­ λακής ώστε να είναι σε θέση να διαγνώσει τις πολύμορφες όΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ

Ψε|ς της σύγχρονης ζωής, όπως εικονίζονται με τον ασθματικό

Η γ υ ν α ίκα π ο υ μ ιλ ά

αλλά βάσιμο λόγο του νεωτερικού πεζογράφου. Στο πρώτο αφήγημα της συλλογής, «Διαπλάσεις», οι γονείς του

αθηνα, κεδρος, 2002. ςελ. 150

αφηγητή, και με παρούσα την άγουρη ακόμη παρατηρητικότητά του, προσπαθούν να αποκαθηλώσουν την προσωπικότητα του επισκέπτη του σπιτιού, μέσα απ' τα ιδιαίτερα ψυχοκινητικά τους εντυπώματα. Παράλληλα, οι πελάτες του δικη­ γορικού γραφείου όπου ασκείται ο αφηγητής φαντάζουν στα μάτια του «με φλέβες διεσταλμένες» ενώ σπασμένοι είναι οι καθρέφτες του σπιτιού τους (σ. 13), με τεμαχισμένη δηλαδή την προσωπικότητά τους και ως προς το χρόνο και ως προς τον τόπο, όπως τώ­ ρα υπάρχουν και όπως ίσως θα υπάρξουν και στο μέλλον, αδιαίρετοι στην ασημαντότητά τους. Στο επόμενο αφήγημα, «Τόπος», η κατοικία του αφηγητή κοντά στο κρατικό νο­ σοκομείο και στην πανύψηλη καμινάδα του παίζει μεγάλο ρόλο στην ανέλιξη της διήγη­ σης. Οι εντυπώσεις του μεταλλάσσονται και όταν δεν αντικρίζει την καμινάδα, αλλά την αισθάνεται σαν αντιστάθμισμα στη βλάστηση του περιβάλλοντος και στην κυκλοφορία στον κεντρικό δρόμο, όπως και στο αντίκρισμα του ηλικιωμένου περιπατητή (αγωνιστή ή αντιστασιακού) που συμπαρασύρει τα τραγικά ενθυμήματα του Εμφυλίου και των μετέπειτα χρόνων «σε βόρειες πόλεις μ ε καπνισμένο μπαρόκ και σοσιαλιστικές πολυκατοι­ κίες με ιδρωμένους διαδρόμους» (σ. 24). Ο αφηγητής ψηλαφεί το παρελθόν μέσα και απ' τις εικόνες του παρόντος, παρατηρεί από το παράθυρο του σπιτιού του και καταγράφει με διεγερτική εκφραστική τα συμβαίνοντα, προσπαθεί να συλλάβει τα υποβολιμαία ή τα υποκρυπτόμενα, άλλοτε το κα­ τορθώνει, άλλοτε όχι, και το ομολογεί. Σε ό,τι παραπέμπουν και τα επόμενα διηγήμα­ τα. Στο «Check up» επιχειρείται κατάδυση στις φοβίες της ζωής και στα πλαστά ή εικο­ νικά αντίδοτα. Διεισδυτικά και τα υπόλοιπα αφηγήματα: «Απόγευμα με αλκοολική θέα» [παραισθήσεις αλκοολικού που αγγίζουν πάντως κάποιες (στρεβλές;) αλήθειες]. «Τα παραβάν» (άρρωστοι πλαισιωμένοι από αφοσιωμένους ή αδιάφορους ανθρώπους ε­ ντοπιζόμενοι στην απαξίωσή τους). «Η οξεία γωνία» (προσέγγιση προσώπων και πραγ­ μάτων, με αιωρούμενο τον ψυχισμό του αφηγητή). «Η αναμονή» (συσχετισμοί χωρίς ι­ διαίτερη σημασία, ενώ ο αφηγητής υφίσταται στην «Πολυκλινική» ιατρικές εξετάσεις, έρμαιο του γιατρού-καθηγητή και των νοσηλευτών). «Αμέσως μετά» [ερημία ψυχής, πα-

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 57


γερότητα του ανυποψίαστου (ή και του υποψιασμένου;) περιβάλλοντος]. «Το παιχνίδι» (μια ασυντόνιστη παρουσία στη μοναχική κατά την ουσία της πορεία του αφηγητή, συ­ νεχώς ενδοσκοπούμενου και αμφιβάλλοντος). «Ορίζοντας με θάλασσα» (τα επόμενα κάποιας ψυχικής συντριβής, περιττή ευγνωμοσύνη και μια κατάληξη που ίσως δεν ή­ ταν αναγκαία). «Η γυναίκα που μιλά» [ασυνήθιστη γυναικεία παρουσία, προσφερόμενη για μια ανώφελη προστασία και μια άχρηστη ίσως (υποσυνείδητη;) υπόμνηση]. «Η άφιξη» (φαντασιώσεις με κάποια απήχηση). Τέλος, στο «Σχετικά με τη "Συνάντη­ ση"» υπάρχουν εξηγήσεις για την προσφορότερη ανάγνωση του διηγήματος «Συνάντη­ ση» που περιλαμβάνεται στην προηγούμενη συλλογή και ό,τι σ' αυτό μπορεί να υποτε­ θεί ή υποκρύπτεται. Οπωσδήποτε, τα διηγήματα του Τ. Γουδέλη αναφέρονται, με σπαρακτική ειλικρίνεια,

υπαρξιακές αβεβαιότητες και αναζητήσεις στα ενδότερα της οικογενειακής καθημερινότητας στις υπαρξιακές αβεβαιότητες και αναζητήσεις αυτού του καιρού, ιδίως στα ενδότερα της οικογενειακής καθημερινότητας και των προβλημάτων της. Και ως επινοητής μιας μικρής αφηγηματικής φόρμας, με ευρύτητα, όμως, συλλήψεων, αντεπεξέρχεται απο­ λύτως στα επιδιωκόμενα. Και παράλληλα, όπως αναφέρεται και στο οπισθόφυλλο, τα αφηγήματά του προσφέρονται για πολλαπλή ανάγνωση- θα προσθέσω όμως ότι αυτή η «πολλαπλή» ανάγνωση συνυφαίνεται με τις ψυχονοητικές δυνατότητες του αναγνώστη και τη διάθεσή του στην κάθε στιγμή της ανάγνωσης. Ωστόσο και απ' αυτή την άποψη Η γυναίκα που μιλά έχει την ιδιαίτερη αξία και τη σημασία της.

Αυτός ο κόσ μος ο μικρός, ο μέγας

διονυςης κωςτιδης

Μαγεμένος στο χτες, φυλακισμένος στο σήμε­

ρα, ο Παναγιώτης Γούτας, μετά τη θετική, πρώτη εμφάνιση, με τη συλλογή αφηγημάτων Τα λάφυρα του Αυγούστου, επα­ νέρχεται με μια ακόμη συλλογή: Το ίδιο έργο της ζω ής μου. Κι ενώ στο πρώτο βιβλίο του έψαχνε τη σχέση της μνήμης με την εξαϋλωμένη κατάσταση που δημιουργεί η καλοκαιρινή ά­ πνοια στη Σκιάθο, τη Χαλκιδική και το Άγιον Όρος, στο νέο του βιβλίο, με φόντο τη Θεσσαλονίκη, καταγράφει τις ηλικίες της ταυτότητας ενός προσώπου, σε σχέση πάντα με την ηλικία της γενέθλιας πόλης του. Όποιος επιχειρεί κάτι τέτοιο δεν μπορεί να αποφύγει την πικρία κι ακόμη την ερωτική απογοήτευση. Η ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ

κάθε πόλη, άφυλη ούσα, είναι πάντα σκληρή με τα παιδιά της,

Το ίδιο έργο της ζω ής μου

όταν μάλιοτα επιχειρούν, στην ηλικία της ωριμότητας, να κάνουν ταμείο. Η πόλη, στα μάτια ενός ώριμου αυτοβιογραφού-

αθηνα, αλεξανδρεια, 2002. ςελ. 176

μενου, έχει μια ασυνείδητη, απόκοσμη, αποπροσωποποιημένη στάση, παγερά αδιάφορη για όποιον επιδιώκει μαζί της παράταση ερωτική ύστερα α­ πό τη σφοδρή νεανική περίοδο. Όπως και τα ζώα, φοβάται πάντα τους ανθρώπους της όταν είναι παιδιά ή βιαστικοί νέοι. Τους άλλους, όλους, τους αναγκάζει να πληρώ­ σουν σκληρό αντίτιμο. Η πόλη μεγαλώνει συνεχώς, χωρίς να γερνάει. Ο Π. Γούτας αρ­ χίζει την ιστορία του μ' ένα μικρό παιδί στη δεκαετία του '60. Κι αφού το παιδί είναι

58 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


πάντα η ουρά του μέλλοντος, ένα είδος κατασκόπου, αναρμόδιου να μιλήσει, αφού ζει μακριά απ' τις δοκιμαζόμενες ηλικίες, όταν μιλάει για τον κόσμο των μεγάλων το κάνει σαν να αναφέρεται σ' ένα πράγμα. Κι αυτό το πέτυχε ο Π. Γούτας, να δώσει, δηλαδή, με κείμενα μιας ανάσας, τη συντομογραφία της πρώτης ματιάς, τα στιγμιότυπα και τις καταστάσεις που δίνουν χρώμα στην καθημερινότητα. Και το πετυχαίνει συνδυάζοντας δύο αντίθετα στοιχεία: το πέν­ θος ενός ιδανικού αισθηματία με το χιούμορ και το πείραγμα, κάνοντας τον ίδιο το συγγραφέα να κλαίει και να γελάει γράφοντας. Σε μια πόλη, μικρή, οι παρέες έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Το πείραγμα και το διαβολικό κουτσομπολιό, επίσης. Κι όποιος γράφει, όχι μέσα από ένα μεγάλο αστικό σπίτι, αλλά

το οδοιπορικό του Π. Γούτα μοιάζει με μονόλογο του δρόμου από μια μικροαστική, εργατική συνοικία, δεν μπορεί παρά να απομυθοποιεί ταυτόχρο­ να αυτό που την ίδια ώρα μυθοποιεί. Έτσι, τα αφηγήματα του Π. Γούτα βγαίνουν μέσα από έναν προφορικό, λαϊκό πολιτισμό, κληροδοτώντας στους νεότερους κωμικοτραγι­ κές καταστάσεις ελληνικού και ιδιαίτερα βορειοελλαδικού κώδικα. Το οδοιπορικό του Π. Γούτα μοιάζει με μονόλογο του δρόμου και ενώ τα αφηγήματα μπορούν να διαβαστούν ανάκατα, η δουλειά του συγγραφέα έχει έναν κεντρικό πυρή­ να ανάπτυξης. Δεν είναι μόνο το παιδί που μεγαλώνει και φτάνει στις μέρες μας, αλλά κάτι που αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης μετά το πρώτο μικρό μέρος του βιβλίου. Ένας μεγάλος μάς αφηγείται πώς μεγαλώνει. Ίσως ένας που διαλέγεται με τις μνήμες του, ψάχνοντας να βρει ποιες του είναι περισσότερο χρήσιμες για να θυμηθεί ποιος είναι. Γράφοντας σε πρώτο πρόσωπο, Το ίδιο έργο της ζω ή ς μου είναι μια επιτυχημένη προ­ σπάθεια να χωρέσει το μεγάλο στο μικρό. Είναι μια ιμπρεσιονιστική ματιά, που βοηθά­ ει το συγγραφέα να αποφύγει τη γραφικότητα και να πιάσει την κατάσταση. Κυνηγώ­ ντας διαλόγους με μεγάλη ανεκδοτολογική ικανότητα, πηγαινοέρχεται ανάμεσα στο ρεπεράζ και το ντεκουηάζ μιας ταινίας μικρού μήκους, δίνοντάς μας πολύ όμορφα αφη­ γήματα, αλλά και το σχεδίασμα μιας έμμεσης νουβέλας. Γιατί ξεκινάει με μια οικογέ­ νεια της οποίας ορισμένα πρόσωπα θα μπορούσαν να επεκταθούν σ' όλο το βιβλίο. Όπως και να 'χει, Το ίδιο έρ γο της ζω ή ς μ ου είναι φτιαγμένο με πανουργία. Ένας συγγραφέας γράφει, με όσο γίνεται λιγότερες λέξεις, ένα βιογραφικό που υπονοεί πολλά. Αυτή η αποστασιοποιητική ματιά δείχνει τον ερωτικά πληγωμένο, εκείνον που λίγα λέει και πολλά καταλαβαίνουμε. Γι' αυτό και στο τέλος μάς αφήνει κι ένα αίσθη­ μα ενοχής. Η αδυναμία γίνεται δύναμη, γίνεται μια γλώσσα κρυφή, μέσα από την ο­ ποία ο συγγραφέας θέλει να συνεννοηθούμε, να ομολογήσουμε κι εμείς την πληγω­ μένη μας ταυτότητα. 0 μικρόκοσμος είναι ένας μεγάλος κόσμος. Η χίμαιρα κάθε εποχής βρίσκει τον τρόπο να τρυπώνει στη ζωή όποιου ζει τη ζωή καταστασιακά, ως ποιητής εκ του προχείρου. Τα εννέα πρώτα αφηγήματα, με κορυφαίο το «Τσάκα Πίκο», αποτελούν την ενότητα «Το χώμα μύριζε αλλιώς». Είναι το σπίτι στην Αδριανουπόλεως, τα παιδικά χρόνια. Ακο­ λουθούν δεκαοκτώ κείμενα με τον τίτλο «Σε κάποια πάροδο της Μαρτίου», αλλαγή σπι­ τιού, τσιμέντο, εφηβεία και πολιτική. Ο τετραγωνισμός του κύκλου, σε αντίθεση με το πρώτο μέρος, στο οποίο βγαίνει μια νοσταλγία της μικροαστικής κοινότητας. Στο σπίτι της Μαρτίου, τελικά, στο τέρμα της Εγνατίας, βγαίνουν οι τελευταίες φωτογραφίες

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 59


πριν από τη βίαιη αλλαγή. Σ' αυτό το μέρος υπάρχει κι ένα υπέροχο κείμενο με τίτλο «Οι Γύφτοι», στο οποίο γίνεται πολυεπίπεδη ανάπτυξη που αποδεικνύει την ικανότητα του συγγραφέα. «Το εικοσιτεσσάρι φιλμ» είναι το τρίτο και τελευταίο μέρος, με είκοσι τέσσερα κείμε­ να, ανάμεσα στα οποία το «Ποιητής εκ του προχείρου» και το «Φρουτέμπορας», με το οποίο ο Π. Γούτας πιάνει το ζεστό ευχαριστώ στο φίνο τρόπο με τον οποίο τον κλέβει ο φρουτέμπορας, πουλώντας του μπανάνες τσικίτα. Παίζει, λοιπόν, το ίδιο έργο πάντα. Αρκεί ο καθένας να το ξέρει και να το αφηγείται, έστω κι αν η εποχή που ο Π. Γούτας έζησε τα νεανικά του χρόνια ευεργετήθηκε γιατί η ζωή, οαν παράσταση, ένωνε τα ιδιαίτερα δωμάτια με την πλατεία, κώστας καλημερης

Στοχασμός για τον έρωτα

Πρωτότυπο, παράδοξο, ευρηματικό και σε πολλά ση­

μεία δυσπέλαστο και γριφώδες εμφανίζεται το πρώτο μυθιστό­ ρημα ενός δικηγόρου από την Αθήνα, με το ευφάνταστο ψευ­ δώνυμο Αννίβας Αννίβα Αρνέλλου. Ο συνονόματος ήρωάς του αποτελεί μετενσάρκωση του Καρχηδόνιου στρατηγού και δια­ νύει στο μυθιστόρημα ως βρικόλακας τον ογδοηκοστό βίο του. Αφετηρία της πλοκής είναι η ιστορική παρτίδα σκακιού, η επο­ νομαζόμενη «αθάνατη παρτίδα», Άντερσεν-Κιζερίτσκι που διεξήχθη το 1851 στο Λονδίνο και επαναλαμβάνεται στο βιβλίο α­ πό τους δύο κεντρικούς πρωταγωνιστές του A. Α. Αρνέλλου. Με λανθάνουσα περιπαικτική διάθεση και απροκάλυπτη εκζήΑΝΝΙΒΑΣ ΑΝΝΙΒΑ ΑΡΝΕΛΛΟΣ Μια π α ρ τίδ α σ κ ά κ ι αθηνα, τυποθητο-γιοργος δαρδανος, 2002. ςελ. 160

τηση· τόσο εκφραστική όσο και υφολογική, ο συγγραφέας μεταφέρει την ερωτική περιπέτεια του ήρωά του με την Ελίζα, μια σύγχρονη, δυναμική γυναίκα, θνητή και συνεπώς φθαρτή, η οποία τον καταδιώκει βασανιστικά με γυναικεία τεχνάσματα

και εξελιγμένες σκακιστικές τεχνικές. Το σκηνικό της ιστορίας καλύπτει όλη την υδρό­ γειο, ενδεικτικό των υπερφυσικών ιδιοτήτων του ήρωα. Από την Κύθνο μέχρι το Λονδί­ νο, το Παρίσι και το Τόκιο και από την Καλαμάτα, την Κέρκυρα και τη Νάξο μέχρι τους

το σκάκι τοποθετείται σε εμβληματική θέση και ο συγγραφέας το χρησιμοποιεί ως κινητήρια δύναμη της πλοκής Δελφούς, την Ανδαλουσία και την Καρχηδόνα, τα πρόσωπα περιφέρουν τα πιόνια τους και μαζί την ερωτική επιθυμία τους. Το σκάκι ως αναπόσπαστο μέρος της μυθοπλασίας δεν αποτελεί ασύνηθες πεζογραφικό εύρημα. Αρκεί να θυμηθούμε τον Π ίνακα της Φ λάνδρας του Πέρεθ-Ρεβέρτε (2002), τη Δασκάλα των γαλλικών του Α. Λιμπέρα (2002), το αδίκως παραγνωρισμέ­ νο Μια Κυριακή που την είπανε Τρίτη του Βασίλη Χατζηβασιλείου (2000) καθώς και τη νουβέλα «Πεσσών διάταξις» από το βιβλίο Μακάο της πρωτοεμφανιζόμενης Λίλας Κονομάρα (20 02 ). Στα μυθιστορήματα αυτά, μολονότι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, το σκάκι αποτελεί κομβικό σημείο για την εκδίπλωση των γεγονότων. Το πα­ ρόν όμως έργο τοποθετεί το σκάκι σε εμβληματική θέση, το χρησιμοποιεί ως κινη­ τήρια δύναμη της πλοκής. Τα είκοσι τρία κεφάλαια αντιστοιχούν στις ισάριθμες κινή­

60 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


σεις της «αθάνατης παρτίδας» η οποία, σημειωτέον, αναπαρίσταται και οπτικά, με κωδικοποιημένα διαγράμματα πάνω από τους τίτλους κάθε κεφαλαίου. Η έκβαση της ιστορίας εμφανίζεται σε άμεση συνάρτηση με την εγκεφαλική διαδικασία που α­ παιτεί το παιχνίδι. Παράλληλα, ο συγγραφέας αναζητεί συγκλίσεις με τις απαιτήσεις του ερωτικού παιχνι­ διού, την κατάκτηση, την έλξη, την απώθηση, την παραηλάνηση, τεχνάσματα με τα ο­ ποία το ερωτικό ζευγάρι άλλοτε σμίγει κι άλλοτε απομακρύνεται. Παλιομοδίτες οι ερα­ στές, υιοθετούν τους από αιώνες τυποποιημένους ρόλους τους, του κυνηγού για το αρσενικό και του θηράματος για το θηλυκό. Αυτή η αντιστοιχία μεταξύ της παρτίδας, τόσο στη σκακιέρα όσο και στο ερωτικό πεδίο, συγκεντρώνει και το μεγαλύτερο ενδια­ φέρον του βιβλίου καθώς επιτρέπει τη διατύπωση ενός ευρύτατου και εκτεταμένου στοχασμού πάνω στον έρωτα. Η συνειδητή υποχώρηση της λογικής, η ερμηνεία και προσέγγιση του άλλου με οδηγό την ενδοσκόπηση, η αρχέγονη πάλη μεταξύ αντρικού και γυναικείου κόσμου, η σφυρηλάτηση του άλλου βάση ιδεατών, φαντασιωτικών χα­ ρακτηριστικών, η ηδονική όσο και οδυνηρή πλήξη της ετερότητας, το δυσερμήνευτο πάθος, η θνησιγενής φύση του έρωτα καταγράφονται διεξοδικά ως πορίσματα ενός δι­ εισδυτικού και ενδελεχούς προβληματισμού. Εντύπωση προκαλεί η χρήση ποικίλων και πολλαπλών πηγών. Το πόνημα άλλωστε πα­ ρουσιάζεται ως αποτέλεσμα της σύμπραξης ετερόκλητων συγγραφέων που κατονομά­ ζονται πριν από κάθε κεφάλαιο. Εύρημα όμως που καθιστά την αφήγηση δύστροπη και την ανάγνωση ιδιαίτερα απαιτητική, αν όχι αποτρεπτική. Ωστόσο, με επιμονή και κοπιώδη επιστράτευση κατά το δυνατόν πολυάριθμων γνώσεων, με έμφαση στη φιλο­ σοφία και την ιστορία, ο αναγνώστης θα κατορθώσει να ανακαλύψει σελίδες αρκετά ευχάριστες και απολαυστικές. Αν αγνοεί τα περί ζατρικίου, η προσπάθεια θα αποδει­ χτεί πιο επίπονη,

λιν ά πανταλεων

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ

ΦΑΝΤΑΣΙΑ

Ο ήχος της πραγματικότητας

Μπορεί η επιστημονική φα­

ντασία με τους εκκεντρικούς μύθους της, που ξετυλίγονται συνήθως σ' ένα λίγο πολύ φουτουριστικό σύμπαν κατοικημένο από εξωτικούς πλανήτες, θεϊκούς εξωγήινους και υ­ περφυσική επιστήμη, να δίνει την ψευδή εντύπωση ότι αε­ ροβατεί, ότι κινείται πέρα από το γήινο τοπίο κι ότι αγνοεί τον κάτοικό της. Ακόμη και σήμερα η μομφή που της προ­ σάπτουν είναι «παραλογοτεχνία φυγής». Η μελέτη της, ό­ μως, έχει αποδείξει ότι κάθε άλλο παρά τέτοια είναι. Διότι ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΡΗΓΟΡΑΚΗΣ

Η συνωμοσία των αγγέλων

κάτω από τον εξεζητημένο μανδύα της και τα εξωφρενικά πολλές φορές μυθολογικά της σχήματα, συλλαμβάνει ενίοτε το ανθρώπινο πρόβλημα, τουλάχιστον όπως το έκανε παλιά

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ, το παραμύθι με τους δράκους και τις νεράιδες. Αποδεικνύει 2001. ΣΕΛ. 480

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 61


έτσι ότι «ακούει» και τον αγωνιώδη σφυγμό της σύγχρονης πραγματικότητας αλλά και την αγχωτική ανάσα του σημερινού ανθρώπου. Απ' αυτή την άποψη η επιστημο­ νική φαντασία, ως λογοτεχνικό είδος, δεν αρκείται μόνο στην κομψή διεκπεραίωση της αφηγούμενης ιστορίας- τη χρησιμοποιεί μάλλον ως πρόσχημα για να καταγγεί­ λει τη διεφθαρμένη συνήθως κρατική εξουσία που με τη συμβολή μιας «άκαρδης» επιστήμης-όργανό της αντιμετωπίζει και χρησιμοποιεί τον άνθρωπο ως αναλώσιμο αντικείμενο, ως πειραματόζωο. Αυτός είναι και ο βασικός ιστός γύρω από τον οποίο οργανώνεται και δομείται το δεύτερο, ιδιαίτερα προκλητικό μυθιστόρημα του Γ. Γρηγοράκη, και που μοιάζει να προεκτείνει τις πολιτικοφιλοσοφικές απόψεις και θέοεις του πρώτου, Η μητρόπο-

ο Γ. Γρηγοράκης οργανώνει την ιστορία του βασιζόμενος σε πλούσιο πραγματολογικό υλικό λη του χάους (1999). Στο κέντρο του, ως σημείο αναφοράς και όχι μόνο, κυριαρ­ χεί ένα φιλόδοξο «Πείραμα πάνω στους Συντελεστές Πραγματικότητας», σύμφωνα με το οποίο οι κάτοικοι ενός νησιού θα δεχτούν μια ψυχολογική επίθεση που θα συνεπιφέρει την πλασματική αλλοίωση του χρόνου, του εαυτού τους, της ίδιας της πραγματικότητας γενικά με ό,τι τη συνιστά. Παρατηρητές του πειράματος, οι οποί­ οι θα παρακολουθήσουν την πορεία του και θα καταγράψουν τα αποτελέσματά του πάνω στα αγαθά πειραματόζωα, μια ομάδα επιστημόνων που έχουν «επιστρατευτεί άνωθεν». Δε γνωρίζουν, φυσικά, ότι και αυτοί είναι αναλώσιμοι - τραγικά θύματα αυτού του εφιαλτικού εγχειρήματος απώτερος σκοπός του οποίου είναι η χειραγώ­ γηση του ανθρώπου σε παγκόσμια κλίμακα, ώστε να δημιουργηθεί, με βάση την ομογενοποίησή του, ένα οικουμενικό ολοκληρωτικό θεοκρατικό καθεστώς, μια πα­ γκόσμια εκκλησία του Χριστού, στη σκιά του οποίου το άτομο θα είναι ένα άβουλο πιόνι. 0 Γ. Γρηγοράκης οργανώνει την ιστορία του βασιζόμενος σε πλούσιο πραγματολο­ γικό υλικό, εκθέτοντας τις συντεταγμένες του φοβερού πειράματος και επικεντρώ­ νοντας το ενδιαφέρον του στις τρομακτικές επιπτώσεις πάνω στον ανθρώπινο πα­ ράγοντα. Στο βάθος του ερεθιστικού έργου του ανιχνεύονται ως αυτομεταλλασσόμενα απεχθή σαπρόφυτα δύο από τα αποκρουστικότερα τέρατα της ανθρώπινης παράνοιας: Ο στρατιωτικός φανατισμός και η θρησκευτική υστερία. Αυτοί εξάλλου είναι και οι δύο πόλοι πάνω στους οποίους στηρίζεται η κτηνωδία της κρατικής ε­ ξουσίας και η μυθολογία με την οποία ο συγγραφέας την εκθέτει ευθαρσώς. Μια μυθολογία που αντλεί την έμπνευσή της από την πραγματικότητα. Στο σημείο αυτό ο συγγραφέας είναι αποκαλυπτικότατος: «Τον Αύγουστο του 1 9 9 7 η αμερικανική ε­ φημερίδα Ολντ Π οστ δημοσίευσε άρθρο σύμφωνα μ ε το οποίο το Αμερικανικό Ναυ­ τικό διεξήγαγε πειράματα ψυχολογικού χαρακτήρα στο νησί Ν'Μ πόα του Ειρηνικού, που είχαν ω ς αποτέλεσμα να διαταραχθούν βα σ ικές εγκεφ αλικές λειτου ργίες των Ιθαγενώ ν... Το Αμερικανικό Ναυτικό διέψευσε την είδηση, αλλά η εφ ημερίδα επα­ νήλθε στο θέμα διατυπώνοντας την άποψη ότι οι Αμ ερικα νοί και οι Σύμμαχοι σχε­ διάζουν κάτι πολύ μεγάλο για τα επόμενα χρόνια». Ο συγγραφέας τολμά «απλώς» να επισημάνει τον κίνδυνο και να κρούσει τον κώδω­ να, κι ο ήχος του είναι ο ήχος της πραγματικότητας, και αυτόν ακριβώς «παγιδεύει» το έργο του Γ. Γρηγοράκη. Είναι και ο λόγος που το καταξιώνει,

62 ΔΙΑΒΑΖΩ

μ ακης πανώριος

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


ΞΕΝΗ

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

Η νό σ ο ς της σ υ ν ε ίδ η σ η ς

Τον Ίμρε Κέρτες δεν τον γνωρίζουμε καλά καλά στην

Ελλάδα. Ουσιαστικά, πληροφορηθήκαμε την ύπαρξή του μόλις αναγγέλθηκε η βράβευσή του με το Νόμπελ Λογοτεχνίας την περασμένη χρονιά. Το σύντομο αφήγημα Εγώ, ένα ς άλλος εί­ ναι το πρώτο του βιβλίο που μεταφράζεται στα ελληνικά, παρότι ο Κέρτες έχει πλούσιο έργο πίσω του και, καθώς φαίνεται, πολυσήμαντο. Γεννημένος στη Βουδαπέστη το 1929, ο Κέρτες, που θεωρεί τον εαυτό του «αιώνιο ανάπηρο πολέμου», ήταν ένας από τους πεντακόσιους χιλιάδες περίπου Ούγγρους εβραϊκής καταγω­ γής που εκτοπίστηκαν στο Άουσβιτς το 19 44 . Επρόκειτο για ΙΜΡΕ ΚΕΡΤΕΣ

Μ|α από τις τελευταίες μαζικές εκτοπίσεις Εβραίων σε στρατό-

Εγώ , ένα ς ά λλο ς

πεδα συγκεντρώσεως, σε μια περίοδο μάλιστα που οι Γερμα-

μτφρ .: γιοτα λαγουδακου

νοί γνώριζαν με μαθηματική ακρίβεια ότι ο πόλεμος ήταν χαμένος. Ανεξαρτήτως έκβασης του πολέμου όμως, για τους

αθηνα, καςτανιωτης, 2002. ςελ. 144

Γερμανούς η «Τελική Λύση» έπρεπε να ολοκληρωθεί. 0 Κέρ­ τες επέζησε όχι μόνο απ' το Άουσβιτς αλλά και απ' το Μπούνχενβαλντ. Κι όταν επέ­ στρεψε στην Ουγγαρία τον ανέμεναν μια σειρά από άλλες διώξεις, αυτή τη φορά απ' το κομμουνιστικό καθεστώς. Το Εγώ, ένας άλλος έχει ως άξονα τη μνήμη και κυρίως τους πόνους ενός ανθρώπου που υποφέρει από πολλή συνείδηση. Μνήμη και συνείδηση λοιπόν, ένας άξονας με τρεις σταθμούς στη σύγχρονη ιστορία: Το Άουσβιτς, την εξέγερση των Ούγγρων κατά των Σοβιετικών το 1956 υπό την ηγεσία του ηρωικού Ίμρε Νάγκι και, τέλος, την πτώ­ ση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1989. Ο συγγραφέας παρατηρεί τον κόσμο γύρω

το Άουσβιτς είναι διαρκώς παρόν. Η σκιά του καλύπτει το βιβλίο απ' άκρη σ' άκρη του, και μαζί τον εαυτό του, ν' αλλάζει για μια ακόμα φορά, δραματικά, ολοκληρωτικά. Αν μπορούσαμε να συγκρίνουμε το ερεθιστικό αυτό κείμενο με άλλες γνωστές λογοτε­ χνικές καταθέσεις, θα αναφέραμε τη Ναυτία του Σαρτρ, τα Σημειω ματάρια του Καμί και την ολοκαυτωματική εργογραφία του Πρίμο Λέβι. Το ζήτημα της ανθρώπινης ύπαρ­ ξης σε έναν κόσμο που μοιάζει να στερείται νοήματος αλλά την ίδια στιγμή φανερώνει από μια οδυνηρή απόσταση την ομορφιά του στον άνθρωπο και το ζήτημα της ύπαρ­ ξης ή μη του θεού μετά το Άουσβιτς κυριαρχούν στο Εγώ, ένας άλλος. Μόνο που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με ναυτίες και ζάλες. Για τον Κέρτες υπάρχει ο τρόμος της α­ νίας, μιας ανίας όμως που δε λογίζεται σαν φυσική συνέπεια της ανθρώπινης συνθή­ κης αλλά ως αμαρτία. Μάλιστα, γράφει χαρακτηριστικά ότι το «να μ η ν καταλαβαίνουμε τον κόσμο απλώς επειδή είναι ακατανόητος είναι ερασιτεχνισμός. Δ ε ν καταλαβαίνουμε τον κόσμο επειδή αυτό δ εν αποτελεί καθήκον μας σε τούτο τον κόσμο» (ο. 25). Κι ό­ ταν ακούει το δεύτερο μέρος από το Κουαρτέτο υπ' αριθμ. 127 του Μπετόβεν, νιώθει ότι από τη σύγχρονη τέχνη απουσιάζει το αίσθημα της ευγνωμοσύνης. «Δεν μ α ς αρέ­

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 63


σει η ζω ή. Δ ε ν την ευχαριστιόμαστε. Κι όμω ς η ζω ή πρέπει να είναι μεγάλο προνόμιο αφού πρέπει να την πληρώνουμε μ ε το θάνατο» (ο. 85). Εδώ ο Εβραίος συμπλέει με το θεό της ορθόδοξης Εκκλησίας, στην οποία τα θανάσιμα αμαρτήματα δεν είναι επτά αλλά οκτώ: το όγδοο αμάρτημα είναι η λύπη. Δε δικαιούμαστε να λυπούμαστε όταν ο θεός μάς έχει προσφέρει το δώρο της ύπαρξης. Επίσης, δεν υπάρχουν ούτε σκηνές φρίκης από τα κρεματόρια στο Εγώ, ένα ς άλλος. Δεν υπάρχει ούτε μια σκηνή από τη ζοφερή περιπέτεια του συγγραφέα κατά την περίο­ δο του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Παρ' όλα αυτά, το Άουσβιτς είναι διαρκώς παρόν. Η σκιά του καλύπτει το βιβλίο απ' άκρη σ' άκρη. Σε μια σκηνή, προς το τέλος, ο συγγρα­ φέας επισκέπτεται τον τόπο του μαρτυρίου χιλιάδων Εβραίων σε μια τοποθεσία στην

ο Ί. Κέρτες μοιάζει να δηλώνει ότι γράφει κανείς επειδή φοβάται το δικό του θάνατο Ουγγαρία όπου σφαγιάστηκε και ο πατέρας του. Οι ντόπιοι αδυνατούν να εντοπίσουν το σχετικό μνημείο. Στην αρχή είναι σίγουροι ότι ο συγγραφέας αναφέρεται στη σφαγή του 19 56 από τους κομμουνιστές. Όταν συνειδητοποιούν ότι ο συγγραφέας αναφέρεται στο έτος 1945, μένουν αποσβολωμένοι, σαν να πρόκειται για μια προ Χριστού η­ μερομηνία. Επιπλέον, όπως κάθε Εβραίος συγγραφέας, έτσι και ο Κέρτες επανέρχεται διαρκώς στο ζήτημα της ταυτότητας: Είναι Ούγγρος; Είναι Εβραίος; Ποια είναι η θέση του σε μια χώρα με υψηλό ποσοστό αντισημιτισμού, όπως η Ουγγαρία, που τυγχάνει να είναι ο γενέθλιος τόπος του; Χαρακτηριστικό είναι ότι οι σκέψεις που κάνει για την Ουγγα­ ρία παρουσιάζουν ξεχωριστό ενδιαφέρον καθώς θα μπορούσαν να έχουν ως περιεχό­ μενο την Ελλάδα: «Είναι προφανές: Έν α μικρό έθ νος που έχει προ πολλού αποχωρή­ σει από τη μεγάλη διαδικασία της λεγόμενης παγκόσμιας ιστορίας και επιπλέον δυσκο­ λεύεται να βρει τον πραγματικό, τον κατάλληλο ρόλο του στο χώ ρ ο και το χρόνο (ίσως ένας τέτοιος ρ ό λο ς να μ η ν προβλέπεται καθόλου γι' αυτό): ένα τέτοιο έθ νος δ εν μπο­ ρ ε ί ω ς έθ νος παρά να συμπεριφέρεται παρανοϊκά» (σ. 70). Ο φιλοσοφικός χαρακτήρας αυτού του οδοιπορικού στην κεντρική Ευρώπη και στο Ισραήλ, με επίκεντρο πάντα την πολύπαθη Ουγγαρία, που βγαίνει από το σκοτεινό τού­ νελ της σοβιετικής ολοκληρωτικής γραφειοκρατίας, για να διεισδύσει σε ένα άλλο τού­ νελ, αν όχι εξίσου σκοτεινό πάντως ανάλογα στενό και μακρύ, μοιάζει με το απόσταγ­ μα σκέψεων μιας ολόκληρης, δύσκολης ζωής. Προς το τέλος του βιβλίου, ο συγγρα­ φέας υφίσταται την έσχατη απώλεια, πριν από τη δική του: Χάνει τη γυναίκα του, την ο­ ποία γνώρισε το 19 53 , στις απαρχές της δημιουργικής του ζωής. Παρατηρεί λοιπόν τον εαυτό του να κινείται μέσα σε όλους αυτούς τους διαφορετικούς κύκλους ανθρώ­ πων και γεγονότων, αισθάνεται τις αλλαγές μέσα του και γύρω του, αλλά το μυστήριο της δικής του οντότητας παραμένει. Και το μυστήριο παραμένει επειδή υπάρχει πάντα ο θάνατος. Σε όλο το βιβλίο ο Κέρτες μοιάζει να δηλώνει ότι γράφει κανείς επειδή φο­ βάται το θάνατο, όχι το θάνατο θεωρητικά αλλά το δικό του θάνατο. Η ύψιστη μορφή εγωκεντρισμού, χαρακτηριστικό ιδίωμα σχεδόν κάθε δημιουργού: Διαγράφω από τη σκέψη μου ότι ένας θάνατος παραμονεύει τον καθένα και ασχολούμαι αποκλειστικά και μόνο με το δικό μου θάνατο. Το ότι εγώ θα πεθάνω, αρκεί. Από τη στιγμή που εγώ θα πάψω κάποια στιγμή να υπάρχω, όλοι οι άλλοι γύρω μου μοιάζουν αθάνατοι. Είναι μια μορφή σολιψισμού- ή μηδενισμού: Αφού θα χαθώ εγώ, ας χαθεί μαζί μου όλο το

64 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


Σύμπαν. Παραδόξως, αυτός ο σολιψισμός, ή μηδενισμός, μπορεί να μεταμορφωθεί σε επικοινωνία, το «εγώ» να μετατραπεί σε «εμείς», μέοα από το έργο του δημιουργού. «Η ιστορία της ζω ή ς μου αποτελείται από τους θανάτους μ ο υ ■ αν ήθελα να διηγηθώ τη ζω ή μου, θα έπρεπε να μιλήσω για τους θανάτους μου» (ο. 60), λέει στον αφηγητή ο «συγγραφέας Κ.», μια «άλλη» εκδοχή του εαυτού του, η ηχώ της συνείδησής του. Το Εγώ, ένας άλλος είναι κείμενο που διαβάζεται και ξαναδιαβάζεται. Ευχής έργο να δούμε στα ελληνικά και κάποιο από τα προηγούμενα βιβλία αυτού του «γνωστού αγνώ­ στου» συγγραφέα. Στην απόλαυση της ανάγνωσης συμβάλλει καθοριστικά και η άρτια μετάφραση της Γιώτας Λαγουδάκου.

ηλιας μ αγκλινης

ΠΟΙΗΣΗ 0 χώρος του είναι πια σύμπτυξη χρόνου [...] Πρόσφυγας της Τετάρτης προς την Πέμπτη.

(από το βιβλίο, σ. 97 επ.) Τα τιμ αλφ ή της φ αντασ ίας Όπως είχα διαπιστώσει και παλαιότερα από τις σελίδες αυτού του περιοδικού παρουσιάζοντας τον Λεπτουργό, το δέ­ κατο κατά σειρά ποιητικό βιβλίο της Παυλίνας Παμπούδη («Κέ­ δρος», 1977), έτσι και τώρα, ξαναδιαβάζοντας τις έξι συλλο­ γές, Σ χεδ ό ν χω ρίς προοπτική δυστυχήματος (1971), Τα μω ρά τω ν αγγέλων, άσπρα και τυφλά (1974), Αυ τός εγώ (1978), Κ αρτ Ποστάλ (1980), Το μάτι της μυίγας (1983) και Ιστορία μ ια ς ώ ρα ς σ ε πτυ σσ όμενο χ ρ ό ν ο (19 93 ), που περιέχονται στον παρόντα συγκεντρωτικό τόμο, φρονώ ότι η δημιουργός αυτή αντιλαμβάνεται στο σύνολό της την ποίηση ως κατεξοχήν διαδικασία συναίρεσης και αποτύπωσης φαντασιακών εμπειΠΑΥΛΙΝΑ ΠΑΜΠΟΥΔΗ

ριών και μεταφυσικών αναστοχασμών της ύπαρξης, παρά ως

Π οιή μ α τα 1 9 7 1 -1 9 9 3

διενέργεια μιας ακόμα τυπικής αυτοψίας του πραγματικού. Η

αθηνα, κεδρος, 2002. ΣΕΛ.

176

ποιητική γραφή λειτουργεί δηλαδή κατά κύριο λόγο ως απο­ δελτίωση έντονων, ήκιστα αλληγορικών παραισθήσεων. Συ­

γκρατώ για πολλοστή φορά αυτό το διαβρωτικό, ενίοτε εφιαλτικό κλίμα οριστικής α­ πόρριψης του τρέχοντος, αγοραίου ρεαλισμού, στη θέση του οποίου το απόθεμα των στίχων εγκαθιδρύει τη δική του άμεση και συχνά ολοκληρωμένη τοπολογία, χωρίς να ενδίδει στους πειρασμούς των λογής ψευδοαναπαραστάσεων ενός ρευστού, άρα συ­ γκεχυμένου, αν όχι παραπλανητικού παρόντος. Το υποκείμενο, ενίοτε άφυλο ή διασταύρωση ζώου και ανθρώπου ή και άρρεν/θήλυ, μας προτρέπει να εξοικειωθούμε μ' ένα «Δαίμονα κατοικίδιο» (σ. 134), ενώ «στην κα­ τάψυξη (λαλεί) ο κατεψυγμένος κόκορας» (σ. 99), τη στιγμή που «Ευτυχώς, υπάρχουν οι άλλοι. Δηλαδή/Τα παράσιτα στη σκέψη, οι πα ρεμβολές/Στην επικοινωνία, το τρίξι­ μο, το σφύριγμα/Τα μεγάλα κενά» (σ. 103), «Στα έγκατα του Λυκαβηπού» (σ. 92), «Στην κόλαση που άναψες χορεύοντας» (σ. 19), Ακροβατώ ντας πάνω στις δύσκολες έννοιες/Τω ν δέντρω ν και της μνήμης» (σ. 21), «Αδιαφορώντας μ ε π ά θ ο ς / Γο τις υστε­ ρ ίες μιας λογίας άνοιξης» (σ. 20), «Κρύβοντας σαν αισχρές φαντασιώσεις/Την καρδιά μου, τα νεφρά και τα έντερα /Τον εγκέφαλο, το συκώτι, τους πνεύμονες/Το κουβάρι τω ν νεύ ρω ν , τη ν ντρ ο π ή τω ν ε κ κ ρ ίσ ε ω ν / Τ η ν π ρ ό θ εσ η , τη ν π ρ ά ξη κα ι το αίμα

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 65


τους./Εμ ένα και το λάθος πνεύμα/Π ου χτυπιέται μ ε στριγκλιές/Μ ες στο μπουκάλι του» (σ. 60), «Με το διπλό κεντρί στο μέτωπο» (σ. 62), «Χάνοντας λίγο λίγο/Τα βράγ­ χια μου, τα λέπια μ ου/Και τα φ τερά /Τις ύποπτες κεραίες, τις φ ολίδες/Το μισό μου τρίχωμα/Τ' αγκάθια μου, τα νύχια και τα δόντια μου/Τέλος, το ραχοκόκαλο» (σ. 71), «Έτοιμο/Εντομο/Ξαναγυρίζω στην ανόργανη θλίψη» (ο. 108), «Με παράλυτη για πάντα τη μισή μου μνήμη» (σ. Ill), «Το σπίτι, ναι. Είναι τ' αυγό μου» (σ. 122), τη στιγμή που ο Άλλος είναι ενίοτε «...ανδρόγυνος και μεγαλόσωμος [...] Κάτι σαν θυρεός αναπτυσσό­ ταν στο θώρακά του - ένα σύμπλεγμα πελαργού και φιδιών. Είχε κεφάλι τσακαλιού και τα φριχτά του μάτια κοιτάζαν μόνο τα παρεμβαλλόμενα. Τον έλεγαν Πέτρο, κατά τις γραφές» (σ. 146). Το ποίημα της Π. Παμπούδη γράφεται μ' άλλα λόγια στο περιθώριο του ονείρου, ε-

η ποιήτρια αντιλαμβάνεται την ποίηση ως διαδικασία συναίρεσης και αποτύπωσης φαντασιακών εμπειριών της ύπαρξης ρήμην της φαινομενολογίας των παθών, διεκδικώντας σταθερά την ικανοποίηση του θεμελιώδους αιτήματος της αυθυπαρξίας του μέσα σ' έναν κόσμο φθαρμένων πλέ­ ον ειδώλων, χρονιών ψευδαισθήσεων και συστηματικών απατών. Η πράξη της γρα­ φής είναι κατεξοχήν Ουσιαστική- παραμερίζεται (ή αφανίζεται) η «αλήθεια» της περιρρέουσας ατμόσφαιρας στο όνομα μιας νεότροπης ανατρεπτικής πρωτίστως ηθι­ κής. 0 τέταρτος στίχος άλλωστε του πρώτου ποιήματος της συγκομιδής αυτής, σε συνδυασμό με τις τολμηρές αποστροφές της «Παρασκευής ε», αρκετές σελίδες με­ τά, οριοθετεί με απροκάλυπτη ευθύτητα το μη-χώρο, τη μηδενική έκ-σταση. Παρα­ θέτω αντιστοίχως: «Το δικαίωμα να διαγράψω την Ιστορία» (σ. II, από τη συλλογή Σ χ ε δ ό ν χ ω ρ ίς π ρ ο ο π τ ικ ή δ υ σ τ υ χ ή μ α τ ο ς ) και « Κ α θ ώ ς α π ό θ έ λ η μ α θ ε ο ύ α π λ ώ θ η κ ε / Τ ο μ ε λ ά ν ι σ το χ ά ρ τ η / Ε ί δ α α ιφ ν ίδ ια να σ υ σ τ ρ έ φ ο ν τ α ι/ Γ ια μ ια στιγμή/Μ αύρες αντένες και κεραίες τρομ ερές/Ν α σβήνουνε τα Έθνη. [...] Να κι ο αμνός/Το αμερόληπτο το σφάγιο το μ ηρυκά ζοντα ς/Χόρτος τα Έθνη, μηρυκάζοντας. Είδα/Ακαριαία δίπλωσε μετά/Πάλι στα δύο, στα τέσσερα, στα οχτώ /Στα δώ δεκα η Ιστορία» (βλ. σ. 45, από τη συλλογή Τα μω ρά των αγγέλων, άσπρα και τυφλά). Απηχώντας τον οντολογικό τρόμο του Τζέιμς Τζόις, που συνοψίστηκε σε μια φράση στο μνημειώδη Οδυσσέα του, «Η ιστορία είναι ένας εφιάλτης απ' τον οποίο πασκί­ ζω να ξυπνήσω», η πολιτική πρόταση της Παυλίνας Παμπούδη στη θέση του «Εκεί­ νου ήταν πάντα έτσι» επεξεργάζεται και αντιπροτείνει ένα παραγωγικό «Εκείνο δεν ήταν ασφαλώς ποτέ έτσι - ήταν αλλοιώς». Αυτή ακριβώς η προβαλλόμενη κατά τρό­ πο διεξοδικό και ευθύ μετα-αντικειμενικότητα συνιστά τον άξονα όλων των αναφο­ ρών και αυτοαναφορών του κινητικότατου ποιητικού Εγώ. Αναζητώντας συστηματι­ κά το Νέο Χώρο, τις ανανεωτικές δομές του κόσμου, το ποίημα-σκεύος μεταφυσι­ κών αναζητήσεων δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να χαρτογραφεί ό,τι δικαιωματικά του ανήκει: τη φαντασιακή του δηλαδή εκτόνωση. Εξού και η εξομολογητική δύνα­ μη των εισαγωγικών δηλώσεων στο «Αυτός και Εγώ». «Νυφικό το χα ρ τί και γράφ ω ./Κυρτω μ ένο το φ ω ς και φθίνω ./Μ ακραίνουν οι δρόμοι της φ ω νή ς/Κα θώ ς βυΘ ίζεται/Ακούγομαι πιο δυνατά κα θ ώ ς β υ θ ίζετα ι./Υ π ο ν ο ώ περισ σότερ α α π ' όσα μπορώ /Ν α φανταστώ: Γράφω » (σ. 59, «Άλλοθι»). Η γνωστή χεγκελιανή πεποίθηση που υποστηρίζει ότι η σκέψη εν γένει δεν είναι κατά βάθος παρά η σταθερή άρνη­ ση αυτού που ορθώνεται δυναμικά μπροστά μας ακούγεται στο απώτερο άκρο της

66 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


σκηνικής δράσης να υπαγορεύει το μεγαλύτερο μέρος των ποιητικών εκφορών, στοιχειώνοντας ταυτόχρονα το όλο λεκτικό τοπίο. Κατά τα άλλα, ο λόγος, προσφεύγοντας συχνά σε ελλειπτικούς αλλά λυσιτελείς αφορισμούς, σε ηθελημένα αναντα­ πόδοτα μορφώματα, σε αλλεπάλληλα διφορούμενα σχήματα και φυσικά σε ευάγωγες υπερβολές, προοικονομεί σε μεγάλο βαθμό ό,τι θα υποστηρίξει αργότερα, τό­ σο το Λειτουργό όσο και το σχετικά πρόσφατο Μαύρο άλμπουμ («Κέδρος, 1999). Η ρητορεία του εφιάλτη ανήκει στις πλέον χαρακτηριστικές εκδοχές του ποιητικού λόγου της Π. Παμπούδη, επικυρώνοντας ταυτόχρονα την ατομική της θεματολογική και υφολογική παρουσία μεταξύ των ομοτέχνων της γενιάς του '7 0 . Απομονώνω ενδεικτικά το «Προ της κατακλίσεως»: «Το γοργόνειο στον άδειο κα θρέφ τη /Ο σει­ σ μός σ τον ένθ εο τοίχο /Τ ο τροχαίο στο πάτωμα. Η φωτιά στο ταβάνι./Ο σ κόρπιός στα σ κεπ ά σ μ α τα /Στο κρ εβά τι η ν ά ρ κ η ./Τ ο λιντσά ρισμα σ το ν ύπ νο ./Τ α βάραθ ρα στη νύχτα. Καληνύχτα.» (ο. 114). Στο πλαίσιο αυτό θα έλεγα ότι εντάσσονται οι ποικίλες μαρτυρίες των φυσικών κατώτε­ ρων λειτουργιών του ανθρώπου (ή κι ακόμα του φασματικού σκύλου), όπως είναι π.χ. η ούρηση: το κατακερματισμένο ποιητικό υποκείμενο, αφού φτάσει στα άκρα της υ­ παρξιακής απόγνωσης, τείνει να συμφιλιωθεί με ό,τι εντέλει το συνέχει, με τις εκκρίσεις του, με το χώμα του, με τη φθαρτή πλην όμως τιμαλφή ύλη του. Ξεχωρίζω: «Με το φ τερό κα ρφ ω μένο σ τον λ α ιμ ό /Μ ε το μ ε ν ε ξε λ ί σου αίμα και το μαύ ρο σπέρμα μου./Μ ε στεγνωμένα τα ούρα στα μάτια σου» (ο. 70, «Η Προφητεία») και «Στο μεταξύ, άνεμος χαμηλός από ψ υχές/Ερπετός σέρνεται. Διαστρέφει την εικόνα./Ενα πιστό φά­ ντασμα σκυλίσιο περνά./Ο υρεί σε φαντάσματα στύλων. Οριοθετεί,/Τη θυμάμαι τη σκύ­ λα. Η Χ άρη./Μ ε κυνήγησε τη στιγμή της ζω ή ς μου» (ο. 165, «παρεμβολή/οι χώροι:»). Η ποιητική πράξη, αποτολμώντας μια ακόμη έξοδο από τη φενάκη της καθημερινής μας εγκαταβίωσης, προσπορίζεται στο εγώ ένα άλλο σθένος, μια άλλη ψυχική αλκή. Γι' αυτό και παρακολουθούμε τις δοκιμές του λόγου της Παυλίνας Παμπούδη, παρά τα όποια «σκοτεινά» μηνύματά τους. Έχοντας αφομοιώσει τα διδάγματα του Ανδρέα Εμπειρικού, του Νίκου Καρούζου, αλλά και του Κ. Καρυωτάκη και του Νίκου Εγγονόπουλου, η γραφή έχει μάθει να εστιάζεται στο «μαύρο» χωρίς να παραθεωρεί το «λευ­ κό». ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

Μ ε τρόμο και ιερότητα

Δάσος σημαίνει Δάντης, ταξίδι της μέσης ηλικίας μέσα από

το βαθύ κράτος του ζόφου, που δε βρίσκεται στο υποσυνείδη­ το αλλά παντού γύρω στον κόσμο και μέσα στην εμπειρία που διαμορφώνει τον ποιητικό ταξιδιώτη. Όταν ο ποιητής λοιπόν γράφει «κοιτάζοντας δάση» επιθυμεί να οδηγήσει το λόγο του προς ένα σκοτεινό μονοπάτι, που είναι γεμάτο τρόμο και ιερό­ τητα. Και με αυτά να αρθρώσει τη δική του αποκάλυψη, την α­ πόλυτη ψυχανωδία του εαυτού του μέσα από την εμπειρία του ορατού στη μετουσίωση της υψηλής θεάσεως. Το σημείο μηδέν της γραφής του Στρατή Πασχάλη είναι η όρα­ ση, ο οφθαλμός ως τόπος συστάσεως ολοκληριών, μέσα από ΣΤΡΑΤΗΣ ΠΑΣΧΑΛΗΣ Κ ο ιτ ά ζ ο ν τα ς δ ά σ η

τον οποίο όλα τα επιμέρους εικάσματα θα μετατραπούν σε εικόνα και εικασία. Η ποίησή του από αυτή την άποψη προσεγγί-

αθηνα, μεταίχμιο, 2002. ςελ. 42

ζει το οπτικό θαύμα που χαρακτηρίζει τον Γ. Σαραντάρη και

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 67


τον 0. Ελύτη, όταν ο τελευταίος δε μαγεύεται από το χρώμα των δικών του οφθαλμών και ο πρώτος δε χάνεται στην ομίχλη των ονειρώξεων. 0 λόγος του Σ. Πασχάλη κερδί­ ζει μιαν ευφρόουνη απροσωπία, μέσα από την οποία η ποίησή του αποτυπώνει ένα ο­ πτικό τοπίο με όλα τα χρώματα και τα σχήματα που το διαμορφώνουν, αφήνοντας κατά παράδοξο τρόπο έξω το σώμα και το υποκείμενο που τα ενοποιεί. Έτσι η βάπτισή του τον ισχυροποιεί να π ά ε ι«ανάλαφρος για την ανάβαση/προσηλωμένος στο νόημα του βουνού/αφανής, αδιόρατος/σαν λουλούδι, σαν πέτρα/ή σαν το κα­ θετί που δ εν χρειάζεται πια να το ονομάζω» (σ. 8). Μια ανάβαση λοιπόν το έργο του μέσα από εικόνες και χάσματα, απ' όπου αναδύονται τα θυμιάματα μιας θρησκευτικής συμβολικής γλώσσας και ταυτόχρονα μιας ποιούσας αγωνίας, που αναχωνεύει φωνές μεγάλων προπατόρων (Ελύτη, Σικελιανού, Σεφέρη, ακόμα και του Καρυωτάκη), δείγ­ ματα δεσμών του ποιητή.με τη γενεαλογία του, δείγματα επίσης και μιας μεγάλης επι-

η ποίηση του Σ. Πασχάλη προσεγγίζει το οπτικό θαύμα που χαρακτηρίζει τον Γ. Σαραντάρη και τον Ο. Ελύτη θυμίας να συγκρουστεί με το παρελθόν και να θεσπίσει την τοπηγορία του εκεί που κανένας άλλος ποιητής δεν έχει ποτέ παρουσιαστεί. Το ταξίδι λοιπόν του Σ. Πασχάλη μέσα από το δάσος είναι παράλληλα μια εξερεύνηση και ανακάλυψη της δικής του προσωπικής περιοχής, όπου θα μπορέσει να αγορεύσει κοινοποιώντας το όραμα που του χάρισαν οι αισθήσεις του και διαμόρφωσαν οι παρά­ μετροι της παραδομένης γλώσσας. Μέσα από την εξερεύνηση αυτή ο ποιητής κοιτάει γύρω του («Άγγελοι και Ζητιάνοι», σ. 17) για να τοποθετήσει το σωματικό του χώρο μέ­ σα στη μεγάλη ενότητα των συμβόλων που συναποτελούν τον κόσμο. Υπάρχει στο έρ­ γο αυτό μια έντονη επιθυμία αφυλοποιήσεως, σαν το σώμα του να θέλει να χάσει την υλική του βαρύτητα και να διαλυθεί σε έναν παντεπόπτη οφθαλμό που ατενίζει την ει­ δικότητα κάθε στιγμής μέσα από ένα σημείο των άκρως αισθητών, όπως θα έλεγε και ο Καβάφης. 0 ποιητής σαν να ίπταται πάνω από τα σημεία που προσδιορίζουν την ποιητική του επι­ κράτεια, σαν να πετάει πάνω τους και επομένως σαν να μην αγγίζεται από αυτά. Ίσως αυτό να είναι μια συνειδητά αντιρομαντική στάση, μια απομάκρυνση του λόγου από την πηγή όλων των εμπνεύσεων αλλά και των αποτυχιών, το συναίσθημα· αλλά σε πολλά σημεία η έλλειψη είναι πικρή. Δε φαίνεται να υπάρχει ένταση και κάποια δυσάρεστη παρασκιά στα πράγματα που αποτυπώνει, σαν να έχει χαθεί το αντίτυπο κάθε πράγμα­ τος, ο αρνητικός εαυτός του. Μόνο στο τελευταίο ποίημα, το καλύτερο της συλλογής, ο ποιητής μπορεί να πει «σε καθετί μικρό περιέχεται η Συντέλεια κι απ' τη φρίκη ανα­ δύεται η Ευλογία» (σ. 41)· αλλά δεν καταλαβαίνουμε πώς βρεθήκαμε εκεί, γιατί δεν αισθανθήκαμε πουθενά τη φρίκη. Η δημιουργική φωνή του Σ. Πασχάλη αποτελεί τη σημαντικότερη παρουσία της καθσ ρής ποίησης στη σύγχρονη παραγωγή μας. Χωρίς φορμαλιστικές υπεροψίες και χωρίς τη μέθη του υπερσυνείδητου ποιητή, ο Σ. Πασχάλης καταστρώνει την ποιητική του πε­ ριοχή εξερευνώντας και διερευνώντας, από κάποια απόσταση αλλά πάντα με περιέρ­ γεια και ευαισθησία, και ταυτόχρονα με γλωσσική λειότητα, αποτελέσματα της απευ­ θείας και αδιαμεσολάβητης επικοινωνίας με τα πράγματα. Σε κάποιες στιγμές ο λόγος του αποκτά την απάθεια και την εποπτεία ενός Ιωάννη του Σταυρού, αλλά κάποτε χά­ νεται πίσω από την ίδια του την επιτυχία.

68 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Είναι φυσικά δύσκολο να γράφει κανείς ποίηση σήμερα- ζούμε μια ποιητική γλώσσα ε­ ξαντλημένη και δυσκίνητη, θαμμένη μέσα σε στερεότυπους ποιητικισμούς και αυτάρε­ σκες εγωλατρείες. Ο ποιητής πρέπει να γυρίσει σε μια εποχή του ποιητικού παρελθό­ ντος πριν από το 1900, όταν η γλώσσα είχε διαφορετική μουσική τονικότητα, για να μπορέσει να ανανεώσει την ποιητική γραφή μέσα από τη ριζική επαναδιάταξη των υλι­ κών του. Χρειάζεται ακόμα και κάποιο πάθος, αλλά και γλωσσική ανασφάλεια, για να μπορέσει η ποίηση να ξυπνήσει μέσα μας τη δυσφορία και τον αιφνιδιασμό που αισθα­ νόμαστε μπροστά σε κάτι πραγματικά πρωτόφαντο. 0 Σ. Πασχάλης ως ποιητής βρίσκεται μπροστά σε ένα δίλημμα, για τούτο και η ποιητι­ κή του φωνή ακούγεται διχασμένη. Κρατάμε στο νου μας ποιήματα όπως «Η θυσία του Αβραάμ», (σ. 11), «Λούσιφερ» (σ. 24-5), «Βαϊφόρος» (σ. 33-4) και «Η Αποκάλυψη», ως τους τόπους όπου ειπώθηκε κάτι πραγματικά εν κοινωνία και μάλιστα εν ποιητική κινή­ σει. Κάτι το πραγματικά μαύρο αναδύεται μέσα από τους στίχους του, στη μαγγανεία του οποίου πρέπει να υποκύψει πρώτος ο ίδιος,

βρασίδας καραλης

ΔΟΚΙΜΙΑ

Γ ερμανικό ρ έκ β ιε μ

Στις 8 Μαΐου 1955 (τρεις μήνες πριν από το θάνατό του) ο Τό­ μος Μαν εκφώνησε στο Κρατικό θέατρο της Βιτεμβέργης, στη Στουτγάρδη, μια συντομευμένη εκδοχή του Δοκιμίου για τονΣίλλερ. Η ολοκληρωμένη μορφή του έργου κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά σε βιβλίο (και σε δίσκο με τη φωνή του συγγραφέα) πα-

<Ρ|

ράλληλα με τις εκδηλώσεις για τη συμπλήρωση εκατόν πενήντα

L ·

ετών από το θάνατο του Σίλερ. Αυτό αποδείχτηκε το τελευταίο εν ζωή δημοσιευμένο έργο του Τ. Μαν, που αποδήμησε τη 12η Αυγούστου, σε ηλικία ογδόντα ετών. Το Δοκίμιο για τονΣίλλερ ( Versuch Ciber Sch illei) αποτελεί φό­ ρο τιμής προς το Γερμανό ποιητή και δραματουργό, τον οποίο ο

ΤΟΜΑΣ MAN

Τ. Μαν θαύμαζε απεριόριστα. Σ' αυτό το τελευταίο έργο του, ο

Δοκίμιο για τον Σίλλερ

συγγραφέας του Δόκτωρ Φάουστους επιτυγχάνει να οικοδομή­

ΜΤΦΡ.: ΘΑΝΑΣΗΣ ΛΑΜΠΡΟΥ ΑΘΗΝΑΙ, ΙΝΔΙΚΤΟΣ, 2002. ΣΕΛ. 176

σει μια συναρπαστική αφήγηση με εξαιρετικά πολύπλοκη δομή. Το Δοκίμιο είναι μια διαρκής συνομιλία ανάμεσα στον Τ. Μαν, τον Σίλερ και τον Γκέτε (τον οποίο ο Τ. Μαν χρησιμοποιεί πολύ

συχνά ως αντηχείο). Η περίπλοκη προσωπική σχέση ανάμεσα στον Σίλερ και τον Γκέτε έ­ χει κεντρική θέση στο κείμενο. Ο Τ. Μαν παρουσιάζει την παθιασμένη αντιπαράθεση και τον αλληλοθαυμασμό των δύο αντρών, παραθέτοντας αποσπάσματα της αλληλογραφίας τους, προσωπικές τους αφηγήσεις και ανεκδοτολογικές διηγήσεις τρίτων προσώπων. Ο ίδιος ο Τ. Μαν επεμβαίνει σε καίρια σημεία, είτε παρεμβάλλοντας το δικό του άμεσο λό­ γο είτε φέρνοντας το λόγο των δύο αντρών αντιμέτωπο με αποσπάσματα από το έργο τους. Σκοπός του είναι να υπογραμμίσει και να υπενθυμίσει τις φωτεινότερες εκφάνσεις της προσωπικότητας του Σίλερ. Από αυτή την άποψη, η αποστολή του είναι ουσιαστικά παιδευτική. Η ανάγνωση του Δοκιμίου προσφέρει την ίδια ικανοποίηση που αντλείται από την ανά-

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 69


γνώση ενός καλογραμμένου θεατρικού έργου, μόνο που σε τούτη την περίπτωση οι πρω­ ταγωνιστές δεν είναι τα πρόσωπα, αλλά οι ιδέες που αυτά εκπροσωπούν ή που ο συγ­ γραφέας επιλέγει να εκφράσει μέσω αυτών. Γιατί συμβαίνει και το εξής: αυτό το έργο εί­ ναι -μεταξύ άλλων- και ένα κείμενο αυτοαναφοράς για τον ίδιο τον Τ. Μαν. Αυτό που πε­ ριέχει το Δοκίμιο για τονΣίλλερ είναι όχι ο ίδιος ο Σίλερ, αλλά αυτό που ο Μαν επιλέγει. Έτσι, λοιπόν, το έργο μεταμορφώνεται σε έναν ιδιότυπο καθρέφτη· σε ένα «Δοκίμιο για τον Τόμας Μαν». To Versuch dber S ch iller είναι σημαντικό όχι ως πραγματεία για τον Σί-

ο Τ. Μαν επιδίωξε να αναγάγει τον Σίλερ σε εμβληματική προσωπικότητα του γερμανικού πνεύματος λερ, αλλά ως το καταληκτικό έργο του Τ. Μαν, που φανερώνει με διαύγεια το αισθητικό και το πολιτικό του Credo. Τα ώριμα χρόνια του Τ. Μαν χαρακτηρίστηκαν από ένθερμο διεθνισμό που απείχε πολύ από τα εθνικιστικά αισθήματα της νεότητάς του. Γράφοντας το Δοκίμιο το 1955, στο ζε­ νίθ του Ψυχρού Πολέμου, επιδίωξε να αναγάγει τον Σίλερ σε εμβληματική προσωπικότη­ τα του γερμανικού πνεύματος, που θα ένωνε ψυχολογικά τη διαιρεμένη Γερμανία. Προς το τέλος του έργου (που, ας μην ξεχνάμε, εκφωνήθηκε και ως διάλεξη) ο σκοπός αυτός γίνεται ολοφάνερος:«Όταν, τον Νοέμβριο του 1 8 5 9 , εορτάσθηκε η εκατοστή επέτειος από τη γέννηση του Σίλλερ, ξεσηκώθηκε μια θύελλα ενθουσιασμού που ένωσε τη Γέρμονία. Τη στιγμή εκείνη, λέγεται, απλωνόταν μπροστά οτα μάτια των ανθρώπων ένα θέαμα που η ιστορία δεν είχε γνωρίσει στο παρελθόν: ο πάντα διχασμένος γερμανικός λαός έ­ φτανε σε μια ομόφωνη ενότητα, χάρις σ ' αυτόν, τον ποιητή του. Ή ταν μια εθνική εορτή και μια τέτοια ας είναι και η δική μας σήμερα. Σ ε αντίθεση μ ε τη σημερινή αφύσικη πολι­ τική κατάσταση, η στα δύο χωρισμένη Γερμανία ας νιώθει μία και ενιαία στο όνομά του». Έτσι, λοιπόν, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, ο Τ. Μαν επιλέγει να γίνει φορέας συνεί­ δησης για το γερμανικό έθνος, μέσα από ένα κείμενο που -όντας το κύκνειο άσμα τουθα πάρει τη μορφή πνευματικής διαθήκης,

χρηστός χρυςοπουλος

Σ υ μ β ο υ λ έ ς π ρ ο ς ... ν α υ τ ιλ λ ο μ έ ν ο υ ς

Το κείμενο του

Andrew Lang βασίζεται σε μια διάλεξη που είχε δώσει παλαιότερα ο Σκοτσέζος συγγραφέας και κριτικός. Συνίσταται σε μια σειρά από παρατηρήσεις και συμβουλές για το πώς να αποτύχει κανείς στις λογοτεχνικές του απόπειρες - όπως έκδηλα δηλώνει ο τίτλος. Σίγουρα, η όποια πρακτική αξία της εν λόγω ομιλίας βρίσκεται ακριβώς στην αντιστροφή αυ­ τών των συμβουλών. Η εξέταση και η διαπραγμάτευση του θέματος δε γίνεται με σχολαστικό, αλλά ούτε και με ιδιαίτερα συστηματικό τρόπο. ANDREW LANG

Αυτό ως ένα βαθμό είναι αναμενόμενο, μια και το αντίθετο

Πώς να αποτύχετε στη λογοτεχνία

δε θα εξυπηρετούσε το περιπαικτικό ύφος που υιοθετεί ο

ΜΤΦΡ.: ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΑΠΙΛΗΣ ΑΘΗΝΑ, ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ, 2002. ΣΕΛ. 72

βρετανικο ύ φλέγματος, σ α ρ κάζει και αυτοσαρκάζεται ανηλεώς.

70 ΔΙΑΒΑΖΟ

συγγραφέας. Ο Lang, συνεπής με τις ιδιαιτερότητες του

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Από την αρχή ο Lang διερωτάται: ποιος είναι ο λόγος που τόσο πολλοί άνθρωποι έ­ χουν επιλέξει τη λογοτεχνία ως επάγγελμα; Γιατί να γράφονται τόσο πολλές λέξεις σε τόσες χιλιάδες σελίδες χαρτιού; Η απάντηση δεν είναι εύκολη: οι άνθρωποι αυ­ τοί έχουν ή πιστεύουν ότι έχουν μια «αποστολή» να εκφράσουν κάτι. Μερικοί έχουν το χάρισμα, αλλά όχι τη φιλοδοξία. Όμως, αλίμονο, άλλοι, ενώ έχουν τη φιλοδοξία, δεν έχουν κανένα δώρο από τις Μούσες. Και ο συγγραφέας σπεύδει να προσθέσει ότι αυτή η τάξη είναι η πιο πολυάριθμη και ότι αναπόφευκτα θα αποτύχει. Εντού­ τοις, η αποτυχία μπορεί να έρθει μέσα από σαφώς λιγότερη ταλαιπωρία, αρκεί ο υ­ ποψήφιος αποτυχών να ακολουθήσει κάποιους κανόνες. Ο Lang επικαλείται την ι­ διότητά του ως κριτικού για να εξηγήσει την εγκυρότητα τέτοιων κανόνων. Το επι­ χείρημά του έχει τις ρίζες του σε ένα παλιό αξίωμα των Τεχνών: ότι κριτικοί «είναι αυτοί που οι ίδιοι έχουν αποτύχει». Στη συνέχεια συζητάει τρόπους αποτυχίας στο λογοτεχνικό στιλ, στο περιεχόμενο του έργου, στην έκδοσή του, αλλά και στη λογοτεχνική κριτική. Αυτός που σκοπεύ­ ει στην αποτυχία δεν μπορεί να ξεκινήσει καλύτερα από το να μην έχει τίποτα να πει. Όσο λιγότερα ερεθίσματα έχεις τόσο λιγότερο σκέφτεσαι και τόσο λιγότερα θα

γιατί τόσο πολλοί άνθρωποι έχουν επιλέξει τη λογοτεχνία ως επάγγελμα; έχεις να πεις. Αλλά, ένας αποτυχημένος συγγραφέας, για να είναι συνεπής με αυ­ τήν του την ιδιότητα, πρέπει ακόμη και αν αποφασίσει να διαβάσει κάτι, αυτό να εί­ ναι κακογραμμένο. Εκεί έγκειται και η αξία της μίμησης: μία καλή μίμηση ανοίγει πάντα το δρόμο στην αποτυχία· ιδίως, δε, όταν το αντικείμενό της είναι άτεχνο. Το χιούμορ του Lang κορυφώνεται όταν διαπραγματεύεται το θέμα της έκδοσης του «έργου». Μία πρώτη συμβουλή είναι να υπάρχει μόνο ένα αντίτυπο, ώστε αν χαθεί, η αποτυχία να είναι πλήρης. 0 ασφαλέστερος τρόπος για να χαθεί είναι να δοθεί σε κάποιον που κάποτε γνώρισε έναν άνθρωπο των γραμμάτων για να το προωθήσει. Το χειρόγραφο είτε θα τακτοποιηθεί προσεκτικά, ώστε να μη βρεθεί ποτέ, είτε θα το χρησιμοποιήσει η οικιακή βοηθός με τρόπο εποικοδομητικό: η Betty Barnes, η μαγείρισσα του W arburton, είχε κάψει κάτω απ' το τσουκάλι της αρκετά θεατρικά έργα του Σέξπιρ. Απ’ την άλλη, οι κριτικοί, ως αποτυχημένοι λογοτέχνες οι ίδιοι, ποτέ δεν πρέπει να επαινούν θερμά. Διότι, επισημαίνει ο Lang, αυτό είναι σημάδι ευφυούς ανθρώπου και όχι μιας μετριότητας. Αν το κείμενο έχει χιούμορ, ο κριτικός πρέπει να διαμαρτυρηθεί για την έλλειψη σοβαρότητας- αν είναι σοβαρό, πρέπει να κατακριθεί για έλλειψη ευθυμίας. Επίσης, το κείμενο πρέπει να κατηγορηθεί ότι δεν είναι αυτό που ποτέ δεν ισχυρίστηκε ότι είναι. Αν και η διάλεξη του Lang παρουσιάστηκε εκατόν δώδεκα χρόνια πριν από την πα­ ρούσα ελληνική έκδοσή της, παραμένει εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Ίσως γιατί αυτό που επιδιώ κει ο συγγραφέας είναι όχι να τρομάξει τους νέους ανθρώπους που σκέ­ φτονται να ασχοληθούν με τη λογοτεχνική συγγραφή, αλλά να τους κάνει να υποψια­ στούν: η λογοτεχνία δεν είναι εύκολη. Εάν το αγνοεί κανείς αυτό, τότε τείνει να γίνει απαγορευτική. Ο Lang, δε, αναφέρει χαρακτηριστικά ότι από τότε που δόθηκε αυτή η διάλεξη έλαβε πολλά κακότεχνα χειρόγραφα από ανθρώπους που ισχυρίστηκαν πως είχαν ακούσει την ομιλία και «και την απόλαυσαν πολύ»,

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

γιοργος βαϊλακης

ΔΙΑΒΑΖΩ 71


ΣΤΟΡΙA

Σ υγ κρο ύσ εις και πο λ ιτ ισ μ ός

0 καθηγητής του California State University V. D.

Hanson είναι γνωστός στο ελληνικό κοινό από το Π οιος σκό­ τωσε τον Ό μηρο; και στους ειδικούς από το The Western Way o f War. To Σφαγή και πολιτισμός αποτελεί, από μία άποψη, συ­ νέχεια του δεύτερου. Το βασικό ερώτημα που θέτει ο Hanson στο νέο βιβλίο του εί­ ναι: Γιατί οι Δυτικοί στρατιώτες, αρχίζοντας με τους αρχαίους Έλληνες στη Σαλαμίνα και καταλήγοντας με τους Αμερικανούς οτο Β' Παγκόσμιο και το Βιετνάμ, υπήρξαν οι πιο φονικοί στην Ιστορία; Γιατί υπερίσχυσαν σχεδόν σε κάθε σύγκρουση, σε κά­ θε είδους αναμέτρηση, σε κάθε ήπειρο και εναντίον τόσο δια­ VICTOR DAVIS HANSON

Σφαγή και πολιτισμός ΜΤΦΡ.: ΣΤΕΛΛΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΙΜΕΑ ΑΘΗΝΑ, ΚΑΚΤΟΣ, 2002. ΣΕΛ. 744

φορετικών αντιπάλων, όπως οι Πέρσες, οι Οθωμανοί Τούρκοι, οι Αζτέκοι, οι Ζουλού ή οι Ιάπωνες; Η βασική απάντηση που δίνει είναι πως η υπεροχή τους οφει­ λόταν σε πολιτικά-πολιτιστικά αίτια. Οι Δυτικοί, αρχίζοντας από τη δημιουργία των πολιτικών δικαιωμάτων της αρχαίας Ελλά­

δας, στηρίζονταν πάντα σε ένα καθεστώς τουλάχιστον συγκριτικής ελευθερίας σε οχέση με τους αντιπάλους τους, και πάνω σε αυτό στηρίχτηκε η υπεροχή τους σε οπλισμό (η οποία έχει άμεση σχέση με την οικονομική ανάπτυξη, που και εκείνη στηρίζεται σε σταθερά και απαραβίαστα δικαιώματα ιδιοκτησίας και σε καθεστώς ελευθερίας που βοηθά την έρευνα και το νεωτερισμό), σε ηγεσία, σε πειθαρχία, αποφαοιστικότητα οτην αντιξοότητα και ευελιξία και πρωτοβουλία σε περιπτώσεις όπου επικρατεί η «ομί­ χλη του πολέμου», όπως στη ναυμαχία του Μίντγουεϊ που αναλύει στο ένατο κεφάλαιο. Αυτά είναι τα στοιχεία που πάνω τους βασίζεται η ειδοποιός διαφορά των Δυτικών ένα-

έργο σημαντικό που ενδιαφέρει ιστορικούς, οικονομολόγους, πολιτικούς επιστήμονες, κοινωνιολόγους και το ευρύ κοινό ντι των εχθρών τους, και όχι σε έλλειψη γενναιότητάς τους, όπως υπογραμμίζει σωστά για τους Πέρσες, τους Τούρκους, τους Ζουλού, τους Αζτέκους, τους Ιάπωνες και τους Καρχηδόνιους. Γράφει χαρακτηριστικά για τους Μυρίους: «Ο ιδιαίτερος τρόπος μ ε τον οποίο σκό­ τωναν οι Έλλη νε ς είχε αναδυθεί από τη συναινετική διακυβέρνηση, την ισότητα στη μεσαία τάξη, τον πολιτικό έλεγχο ε π ί τω ν στρατιω τικώ ν υπ οθέσεω ν, τη διάκριση πολιτικής και θρησκείας, την ελευθερία, την ατομοκρατία και τον ορθολογισμό. Η δοκιμασία των Μυρίων, όταν β ρέθ η κα ν αβοήθητοι στα όρια του αφανισμού, έβγαλε σ την επιφάνεια την πόλιν που ενυ πή ρχε ε κ φύ σεω ς σ ' όλους τους Έ λλη ν ε ς στρα­ τιώ τες, οι οποίοι συμ περιφ έρθη καν στη συνέχεια της σ τρατιω τικής π ο ρ εία ς τους σαν πολίτες στις αντίστοιχες πόλεις-κράτη τους» (σ. 26). «Η αποτελεσματική χρήση τω ν όπλω ν απαιτεί το πάντρεμα του ορθολογισμού μ ε τον καπιταλισμό, ώ στε να ε ­ ξασφαλίζεται η σταθερή βελτίωση στον σχεδιασμό, στην κατασκευή και στην παρα­ γωγή, κα θώ ς και μια παράδοση ισό τητας που κα λω σ ορ ίζει μ άλλον παρά φοβάται

72 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


την είσοδο φ ονικώ ν νεοφ ερμένω ν στο πεδίο της μάχης» (ο . 49). «Η ελευθερία εί­ ναι μια ζω ντανή ιδέα, μια θαυμαστή και ταυτόχρονα επικίνδυνη σύλληψη, η οποία άπα ξ και εκ κο λ α φ θ ε ί δ ε ν επιδέχετα ι π λέον λο γ ικο ύ ς π ε ριο ρ ισ μ ούς σ την εξέλιξή της» (σ. 93). «Η ελευθερία είναι η συγκολλητική ουσία του καπιταλισμού, αυτής της αμοραλιστικής σοφίας της αγοράς που μοιρ άζει αγαθά και υπηρεσίες στους πολί­ τες» (σ. 97). Μετά τον πρόλογο για το πρώτο κεφάλαιο, «Γιατί νίκησε η Δύση», όπου αναπτύσσεται η βασική υπόθεση, ο Hanson εξετάζει εννιά πολεμικές αναμετρήσεις: Σαλαμίνα, Γαυ­ γάμηλα, Κάνες, Πουτιέ, Τενοτσιτλάν, Ναύπακτος, Ρόρκις Ντρκρτ (πόλεμος Ζουλού), Μίντγουεϊ και Τετ (Βιετνάμ, 1968), ενώ στον επίλογο γίνεται ανακεφαλαίωση και μερι­ κές εκτιμήσεις για το μέλλον. Οι περιγραφές των μαχών είναι εξαιρετικά γλαφυρές, με γραφή που είναι ισάξια των καλύτερων πολεμικών μυθιστορημάτων. Νομίζω πως οι περισσότεροι θα συμφωνήσουν με τις βασικές υποθέσεις του βιβλίου, ακόμα και αν διαφωνήσουν σε μερικά λιγότερο ουσιαστικά θέματα (όπως εγώ θα δια­ φωνούσα με την υπερβολική έμφαση που δίνεται σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου στο πεζικό ως κυρίαρχο όπλο σε σύγκριση με το ιππικό). Αναμφισβήτητα πρόκειται για ε­ ξαιρετικά σημαντικό έργο, που επειδή ακολουθεί διεπιστημονική προσέγγιση ενδιαφέ­ ρει τόσο τους ιστορικούς, τους οικονομολόγους, τους πολιτικούς επιστήμονες και τους κοινωνιολόγους όσο και το ευρύ κοινό, το οποίο δεν κουράζεται γιατί είναι πολύ καλογραμμένο. Ως προς τη μετάφραση, ενώ είναι λογοτεχνικά σωστή, έχει πολλά λάθη στην απόδοση των τεχνικών όρων. Χαρακτηριστικά τα τορπιλοπλάνα μεταφράζονται ως «τορπιλοβό­ λα» (ενώ και αγγλικά η λέξη είναι torpedoplane) και οι αλυσιδωτοί θώρακες (chain mail) ως... συρμάτινοι! Αυτό βέβαια είναι γνωστό γενικότερο πρόβλημα των ελληνικών μεταφράσεων βιβλίων με τεχνικούς όρους, που θα έπρεπε να επιβλέπονται και από έ­ ναν ειδικό.

ΝΙΚΟΣ κ. κυριαζης

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Μ άχη ενάντια στην τοξικομανία

«Αυτοί που ασκούν την ε­

ξουσία τυπικά απαγορεύουν τη χρήση ουσιών, ενώ ουσιαστικά ενθαρρύνουν μ ε κάθε τρόπο τη διάδοσή τους. Απώτερος στό­ χο ς όλω ν είναι ο έλεγχος του πληθυσμού και ιδιαίτερα των ε­ νοχλητικώ ν ομάδω ν που ωθούνται στο περιθώ ριο διαμέσου της χρήσης ουσιών. Από την άλλη πλευρά, το ανερχόμενο κλί­ μα της κοινω νικής απάθειας εξυπηρετεί όλους αυτούς που έ­ χουν οικονομικό και πολιτικό συμφέρον να συντηρούν την ανι­ σότητα, την εκμετάλλευση, τη δυστυχία, τη χειραγώ γηση της ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΤΣΑ

Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές... Το αίνιγμα της τοξικομανίας ΑΘΗΝΑ, ΑΓΡΑ, 2001. ΣΕΛ. 340

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

συνείδησης των ανθρώπων χρησιμοποιώντας γι’ αυτό το σκο­ πό τα ναρκωτικά» υποστηρίζει η ψυχίατρος Κατερίνα Μάτσα στο βιβλίο της. Σε αντίθεση με τις παλαιότερες, στις δυτικές κοινωνίες - σ ’ αυτές που αρκετοί ονόμασαν κοινω νίες του ε­ λ έγχου - η ιστορία των ναρκωτικών αρχίζει με την κοινωνική ε-

ΔΙΑΒΑΖΩ 73


ξαθλίωση και τους αποκλεισμούς, αφού τους τελευταίους αιώνες έχει στηθεί μια δό­ λια συμπαιγνία που, κατά το μοντέλο της ρωμαϊκής αρένας, αποφασίζει μάλλον για το θάνατο παρά για τη διαχείριση της ζωής. Ας αναλογιστεί κανείς τον Πόλεμο του Οπίου, αυτό το υπόδειγμα ιμπεριαλιστικής αθλιότητας της Αγγλίας που, για το κέρδος, που­ λούσε όπιο στους Κινέζους στις αρχές του 19ου αιώνα - την περίοδο που αρνούνταν το δικαίωμα της ψήφου στην αγγλική εργατική τάξη. Στη χώρα μας το ποσοστό των τοξικομανών αυξάνεται, σε αντίθεση με άλλες χώρες της Ε.Ε. Τελευταίες επιδημιολογικές έρευνες για τη διάδοοη των ναρκωτικών στην Ελλάδα δείχνουν ραγδαία αύξηση της χρήσης ουσιών μεταξύ ατόμων ηλικίας 14 έως 18 ετών. Το 1990 είχαν βεβαιωθεί 66 θάνατοι από ναρκωτικά. Το 2000 οι βεβαιωθέντες θάνατοι έφτασαν τους 303. Υπήρξε, δηλαδή, αύξηση κατά 359%. Το ποσοστό θανάτου ατόμων

η Κ. Μάτσα καταθέτει τις αροσωπικές, πολύτιμες εμπειρίες της σ' ένα βιβλίο ποταμό κάτω των 20 ετών αυξήθηκε κατά 2.450%, από 21 έως 30 αυξήθηκε κατά 282,35%, ε­ νώ για τα άτομα πάνω από 31 ετών κατά 306,7%. Από το 1990 έως το 2000, στους ά­ ντρες το ποσοστό θανάτου αυξήθηκε κατά 381,35%, ενώ στις γυναίκες κατά 171,4%. Στους Έλληνες το ποσοστό αυξήθηκε κατά 362%, ενώ οτους αλλοδαπούς κατά 300%. Ως προς την οικογενειακή κατάσταση, το ποσοστό θανάτου στους άγαμους αυξήθηκε κα­ τά 396,5%, ενώ στους έγγαμους μόνο κατά 71%. Ως προς το μορφωτικό επίπεδο για τη δεκαετία, το ποσοστό των ατόμων στοιχειώδους εκπαίδευσης που πέθανε από ναρκωτι­ κά αυξήθηκε κατά 282,75%, της μέσης κατά 1.375% και της ανώτατης κατά 300%. Ως προς την επαγγελματική κατάσταση, ο αριθμός των θανάτων στους ανέργους, από 29 που ήταν το 1990, έφτασε στους 231 το 2000. Η αύξηση ήταν 696,55%. Σε τεχνίτες, εργάτες, οικοδόμους η αύξηση ήταν 47% και σε ιδιωτικούς υπαλλήλους 36,36%. Το ναρκωτικό που ενέχεται για τους περισσότερους θανάτους είναι η ηρωίνη. Το ποσοστό θανάτου από ηρωίνη για τη δεκαετία έφτασε το 398,3%. Από τους 303 θανάτους το 2000, το 98,67% ήταν από ηρωίνη, το 1% από άλλες ψυχοτρόπες ουσίες και το 0,33% από κοκαΐνη. Αυτή η θλιβερή στατιστική, από τα αρχεία της ΕΛΑΣ, δείχνει ότι ο εχθρός είναι εντός των πυλών και ότι το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο από τις προσπάθειες της κοινωνικής αντίστασης και κυρίως από αυτές της διαχείρισής του. Το εμπόριο των ναρ­ κωτικών εξελίχθηκε ταχύτατα, αφού η διακίνησή τους καλύπτει σημαντικό μέρος της συ­ νολικής παραοικονομίας, η οποία, αθροιστικά, καταλαμβάνει επίσης μεγάλο μέρος του ΑΕΠ, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Ε.Ε. Μήπως, τελικά, όλα τα θύματα της τσ ξικομανίας αθροίζονται στη λογική του εναλλακτικού κόστους που καταβάλλει η κοινωνία προκειμένου να έχει μία ακόμα θετική μεταβολή στα οικονομικά της μεγέθη; Ή μήπως θα πρέπει να κεφαλαιοποιηθούν όλα αυτά οτο δόγμα της προόδου και του εκσυγχρονι­ σμού της κοινωνίας; Σίγουρα, ο Γάλλος γιατρός Κάρολος Γαβριήλ Πραβάζ δε φανταζό­ ταν ότι, εφευρίσκοντας τη σύριγγα το 1850, μαζί με τις χιλιάδες υπάρξεις που θα έσωζε θα κατέστρεφε άλλες τόσες. Η συγγραφέας εδώ καταθέτει την πολύτιμη εμπειρία της σ’ ένα βιβλίο ποταμό. Εξηγεί πώς όλες οι ψυχοτρόποι ουσίες έρχονται να καλύψουν θεμελιώδη πολιτικά, οικονομι­ κά, πολιτισμικά και ηθικά κενά της καθημερινότητας, στο βαθμό που λειτουργούν ως φαρμακολογικός νάρθηκας μιας αναγκαστικά ιατροποιημένης ύπαρξης- εξηγεί πώς η διασκέδαση της άγνοιας και η απουσία του Άλλου εύκολα μετατρέπονται σε κολυμπή­

74 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


θρα όπου, με την αύξηση της δόσης, συντελείται μια μύηση κυρίως νέων ανθρώπων προς την ανυπαρξία. Στο βιβλίο της δίνονται απαντήσεις σε αρκετά από τα κρίσιμα ερωτήματα που συνθέτουν το αίνιγμα της τοξικομανίας. Ξεδιπλώνεται η ανάλυση της διαδικασίας απεξάρτησης στην επιστημονική της διάσταση και μαζί φωτίζονται η ηθική, η ιδεολογική και η κοινωνική της πλευρά. Επιπλέον επιχειρείται μια νωπή ανθρωπολογική προσέγγιση των μεγάλων ζητημάτων που αφορούν τη βία, το ρίσκο, την απόκλιση του τοξικομανούς, τον κοινωνικό έλεγχο, το νομικό καθεστώς των ναρκωτικών, την οικογένεια του τοξικομανούς αλλά και των λογικών διαχείρισης της τοξικομανίας. Στις σελίδες του είναι έκδηλη η αγωνία της συγγραφέως και η επιστημονική αναζήτηση στους χώρους όπου δίνεται η μάχη ενάντια στα ναρκωτικά. Δυστυχώς, και για τα ναρκωτικά, τα θεσμοθετημένα αντανακλαστικά στη χώρα μας λει­ τουργούν ως ιδεώδες εμπόδιο για την κοινωνικά επιθυμητή επίλυση ενός τέτοιου προβλή­ ματος (όπως άλλωστε στους τομείς της υγείας, της ασφάλισης, της φτώχειας, της ανερ­ γίας κ.λπ.). Το ότι η Κίνα δεν έγινε τελικά κοινωνία των οπιομανών «το οφείλει στο γεγο­ νός ότι ήταν μια πολύ μεγάλη χώρα, που δύσκολα μπορούσε να την “χωνέψει” ακόμα και μια παμφάγος δύναμη όπως ήταν η Μ. Βρετανία» γράφει στο Χρονικό του ο Ισαάκ Ασίμωφ. Με μας, όμως, τι γίνεται; Μεθύστε έλεγε ο Μποντλέρ, «Είναι ώρα να μεθύσετε! Για να μην είστε οι μαρτυρικοί σκλάβοι του Χρόνου, μεθάτε, μεθάτε αδιάκοπα! Με κρασί, με ποίηση ή με αρετή, κατά τη διάθεσή σας». Υπάρχουν κι αυτά, θαναςης αντ . βασιλείου

IV Υ Χ Α Ν Α Λ Υ Σ Η

Σχιζοφ ρ ένεια και παράνοια

«Το εγώ δεν μπορεί να κατοικήσει σε ένα χώρο που η

οργάνωσή του θα καθιστούσε, και θα του καθιστούσε, ακατανόη­ τη την ίδια την επιθυμία του για ζωή». Η αφετηριακή θέση εδώ είναι πως μία ειδική λειτουργία του ψυχικού οργάνου, η παραστασιακή δραστηριότητα, συνίσταται στην απορρόφηση και το μεταβολισμό των πληροφοριών που επιβάλλει ο «εκτός-ψυχής» χώρος. Όταν αυτός ο μεταβολισμός δεν μπορεί να επιτελεσθεί με τρόπο που να διαφυλάσσει «μια δυνατότητα φαντασιακού δε­ σμού με την επιθυμία του άλλου» τότε ο δρόμος για τα ψυχωτικά φαινόμενα είναι πλέον ανοιχτός. Κατά κάποιο τρόπο η ψύχωση είναι ο αμυντικός, αλλά και επώδυνος, μηχανισμός της ψυχής αΠΙΕΡΑ ΩΛΑΝΙΕ

πέναντι σε έναν κόσμο που της αρνείται την επιθυμία και την α­

Η βία της ερμηνείας

ποδοχή. Μια τέτοια κατάσταση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή α­

Από το εικονόγραμμα στο εκφερόμενο ΜΤΦΡ.: ΜΑΡΙΝΑ KOYNEZH ΑΘΗΝΑ, ΕΣΤΙΑ, 2002. ΣΕΛ. 412

γκαία- με τη μόνη διαφορά πως η αιτιακή διάταξη που προκύπτει

πό το εγώ και, συνεπώς, η αναδιαμόρφωσή της κρίνεται ανα­ αντιβαίνει προς τη λογική του συνόλου και παραμένει για μας α­ κατανόητη. Τη διάταξη αυτή η Πιέρα Ολανιέ θα την ονομάσει

πρωτογενή παραληρηματική σκέψη. Σύζυγος, στο δεύτερό της γάμο, του Κορνήλιου Καστοριάδη, η Πιέρα Ολανιέ, γεννημένη στην Ιταλία, έζησε και εργάστηκε στο Παρίσι συνεισφέροντας τα μέγιστα στην επιστήμη της ψυχανάλυσης, με την πλούσια ερευνητική και συγγραφική της δραστηριότητα. Διευθύ­

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 75


ντρια σεμιναρίων, διευθύντρια και εκδότης ειδικών περιοδικών, διδάσκουσα ψυχαναλύτρια, επικέντρωσε το ενδιαφέρον της στην έρευνα γύρω από την ψύχωση παράγοντας ση­ μαντικό σε ποιότητα και όγκο έργο που αποτέλεσε, με τη σειρά του, αντικείμενο πολυά­ ριθμων μελετών. Διαθέτοντας πολυετή κλινική εμπειρία, δεν αποκηρύσσει τη φροϊδική θε­ ωρία, δοκιμάζει όμως τις αντοχές της σε σημείο οριακό αναδιαμορφώνοντας τη γεωγρα­ φία της ψυχής με τη θεωρητική κατάτμησή της σε τρεις διακριτούς χώρους: το πρωταρχι­ κό, το πρωτογενές και το δευτερογενές.

η διερεύνηση των αιτίων που οδηγούν στα ψυχωτικά φαινόμενα της σχιζοφρένειας και της παράνοιας Οι χώροι αυτοί είναι έδρες ισάριθμων και ομώνυμων διαδικασιών του μεταβολισμού που επιτελεί η ψυχή κατά την παραστασιακή της δραστηριότητα σε μια λειτουργία που η Ολανιέ παραλληλίζει με τον τρόπο που ο οργανισμός μεταβολίζει τα υλικά σώματα αφομοιώ­ νοντας ή απορρίπτοντάς τα. Ειδικότερα, στην κατηγορία του πρωταρχικού αντιστοιχεί ο μεταβολισμός από το infans (δηλαδή το βρέφος που δεν έχει αρχίσει να μιλάει) κάθε εμπειρίας σε εικονόγραμμα, που ως παράσταση χαρακτηρίζεται από το αδιαχώριστο μεταξύ αισθητηρικής ζώνης και συ­ μπληρωματικού αντικειμένου (στόμα-μαστός). Όταν μοιραία επιβληθεί στην ψυχή η ανα­ γνώριση ενός άλλου σώματος -εκείνου της μητέρας- τότε ενεργοποιείται η πρωτογενής δραστηριότητα και το παράγωγό της, η φαντασίωση, ως αναγνώριση και άρνηση συγχρό­ νως του χωρισμού. Οι δύο χώροι που έχουν αναδυθεί«παραμένουν υποταγμένοι στην πα­ ντοδυναμία της επιθυμίας ενός και μόνου». Σε ένα τρίτο στάδιο, η συγγραφέας αναλύει τις προϋποθέσεις έλευσης καθώς και τη δομή του εγώ, της ψυχικής δηλαδή αρχής που συνιστά ο λόγος και που αντιστοιχεί στο δευτερογενές. Εδώ υπογραμμίζεται η σημασία του γονεϊκού ζεύγους και του λόγου ως δυνάμεων που οργανώνουν κατεξοχήν τον εξωτερικό ψυχικό χώρο, όπως και του λόγου εν γένει τόσο για το infans όσο και για το ζεύγος και τους άλλους. Τονίζεται ακόμη η πρωτοκαθεδρία του μητρικού λόγου και της προεξοφλητι­ κής του δράσης που με την επιθυμία και τις απαγορεύσεις του κατονομάζει αυτό που θα γίνει αντικείμενο της επιθυμίας του παιδιού σε χρόνο σαφώς μεταγενέστερο. Μέσα στο πλαίσιο αυτό εξάλλου οι λέξεις «βία» και «ερμηνεία» του τίτλου αρχίζουν να αποκτούν σα­ φέστερα το περιεχόμενό τους. Εκκινώντας από αυτή περίπου τη θεωρική βάση, και με ρητή την επιφύλαξη ότι διαχωρι­ σμοί αυτού του τύπου εξυπηρετούν την ανάλυση αλλά δεν αντιστοιχούν στην πραγματικό­ τητα, η Ολανιέ επιχειρεί, στο δεύτερο μέρος του βιβλίου, τη διερεύνηση των αιτίων που ο­ δηγούν στα ψυχωτικά φαινόμενα της σχιζοφρένειας και της παράνοιας. Με δεδομένο ότι ο λόγος της λογοφόρου μητέρας και εκείνος του πατέρα έχουν ως έργο την οργάνωση του εγώ του infans, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο οι λόγοι αυτοί να αποδειχτούν ανεπαρ­ κείς. Αυτή είναι η αναγκαία, όχι όμως και η ικανή, συνθήκη της ψύχωσης. Υπό ορισμένες ωστόσο προϋποθέσεις μπορούμε να βρεθούμε αντιμέτωποι με ιδιάζουσες οργανώσεις του εκτός ψυχής χώρου με επίκεντρο την απάντηση στο ερώτημα που θέτει το υποκείμε­ νο σχετικά με την καταγωγή του. Η πρωτογενής παραληρηματική σκέψη είναι στην ουσία μια προσπάθεια του υποκειμένου να νοηματοδοτήσει ένα κενό της οικογενειακής αφήγη­ σης. Γιατί αυτό που δεν μπορεί να γίνει ανεκτό από το υποκείμενο είναι η έλλειψη μιας «ευχής που να το αφορά ω ς μοναδικό ον». Για τον καθένα μας, η γέννησή μας πρέπει φυ­ σιολογικά «να μαρτυρεί την πραγματοποίηση μιας ευχής». Εδώ εντοπίζεται ο πρώτος πα­

76 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


ράγοντας του σχιζοφρενικού πεπρωμένου και η συγγραφέας θα παραθέσει παραδείγματα από την κλινική της εμπειρία ατόμων που προέρχονταν ακριβώς από οικογενειακό περι­ βάλλον όπου κυριαρχούσαν το μίσος, η ματαίωση και η απόρριψη. Μπορούμε έτσι να πα­ ρακολουθήσουμε πώς ακριβώς φτάνει το εγώ στη διαμόρφωση μιας ερμηνείας για την κατάχρηση της βίας που υφίσταται κάθε φορά. Σε συνάρτηση, τέλος, με τη σχιζοφρένεια προσεγγίζεται και η παράνοια με ιδιαίτερη αναφορά στο εκάστοτε «αντιληπτό μίσος» που γίνεται «ο άξονας γύρω από τον οποίο διαμορφώνεται η θεωρία περί καταγωγής» από τους παρανοϊκούς και τονίζονται οι διαφορές μεταξύ των δύο αυτών ψυχωτικών φαινομέ­ νων ενώ παρατίθενται επιπλέον παραδείγματα. Είναι αλήθεια ότι Η βία της ερμηνείας δίνει αρχικά την εντύπωση ενός βιβλίου δυσπρόσιτου για τους μη ειδικούς. Ωστόσο η εύστοχη συγκρότηση του υλικού και η καλή συνήθεια της συγγραφέως να ορίζει προγραμματικά το στόχο του κάθε τμήματος αλλά και να προβαίνει σε χρή­ σιμες ανακεφαλαιώσεις εκ παραλλήλου με την ομολογία των μεθοδολογικών της προβληματι­ σμών και τη διατύπωση αυτοσχολιασμών δίνουν τελικά ένα κείμενο που αποκτά σιγά σιγά τη διαύγειά του, για να δικαιωθεί πλήρως στα μάτια του αναγνώστη στο δεύτερο μέρος του. Εκεί, η προσέγγιση της ψύχωσης και της παράνοιας, ακολουθούμενη από παραδείγματα κλινι­ κών περιπτώσεων, όχι μόνο βοηθούν στην πλήρη κατανόηση της θεωρίας αλλά και επιτρέ­ πουν την εκτίμηση του ειδικού της βάρους στη μελέτη της σχιζοφρένειας και της παράνοιας. Ο πρόλογος της Ν. Ζαλτζμάν, η εισαγωγή και η επιστημονική επιμέλεια του Γ. Στεφανάτου και, τέλος, η προσεκτική μετάφραση της Μ. Κουνέζη εξασφαλίζουν ένα άρτιο αποτέλε­ σμα, ένα επιστημονικό κείμενο που βοηθά τον αναγνώστη να κατανοήσει ορισμένες πλευ­ ρές της ψυχικής ζωής, χωρίς ωστόσο η επιστημονικότατα να εκτοπίζει εδώ ένα αίσθημα ανθρωπισμού που φαίνεται τελικά να διατρέχει τις σελίδες ενός βιβλίου που αποτελεί προϊόν προσωπικής εμπλοκής και προσπάθειας, ακης καλόγνωμης

ΘΕΑΤΡΟ

Κ αρπός π ο λ ύ μ ο χ θ η ς π ρ ο σ π ά θ ε ια ς

Το να γραφτεί μια

μελέτη η οποία αποτυπώνει διαλεκτικά σπαράγματα μιας αρ­ χικά συλλαβίζουσας και μετέπειτα εξελισσόμενης νεοελληνι­ κής θεατρικής γλώσσας, από την πλευρά της ιστορίας της α­ φενός και να συνθέτει αφετέρου την ιστορική γνώση και πραγματικότητα με τα πολιτισμικά και κοινωνικά δρώμενα, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ένα τέτοιο εγχείρημα, το οποίο επιπλέον θέτει σε «συνομιλία» αφομοιωμένες απόψεις, χρη­ σιμοποιώντας ευκρινή μέθοδο προσέγγισης συγκριτολογικού χαρακτήρα και δεδομένου ότι δεν υπάρχει, τουλάχιστον ΘΟΔΩΡΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΑΣ

Το ελληνικό θέατρο στον 20ό αιώνα. Πολιτισμικά πρότυπα και πρωτοτυπία ΑΘΗΝΑ, ΕΞΑΝΤΑΣ, 2002 Α+Β ΤΟΜΟΣ, ΣΕΛ. 416+448

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ως βάση, άλλο προηγούμενο στην ελληνική πραγματικότητα, είναι συγγραφικός άθλος. Άθλος υπό την έννοια και της συλ­ λογής υλικού και της αντιμετώπισής του όχι με έναν παρατα­ κτικό, φιλολογικό και χρονολογικό τρόπο, αλλά κυρίως με έ­ ναν κριτικό και συγκριτικό λόγο με σαφείς ιδεολογικές πα­ ραμέτρους. Και κάτι που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής: το έρ-

ΔΙΑΒΑΖΩ 77


γο του θ . Γράμματά εκλαμβάνει το θεατρικό γεγονός από την πλευρά της προσληπτικότητας του θεατή αξιολογώντας τα έργα με κοινωνιολογικά και σαφώς επιστη­ μονικά μεθοδολογικά εργαλεία. Η συγκεκριμένη εργασία είναι καρπός πολύχρονης και πολύμοχθης προσπάθειας. Και μόνο από την απλή παρουσίαση των περιεχομένων της καταλαβαίνει κάποιος τη σημαντότητά της και τα καινούρια στοιχεία που κομίζει. Είναι διαρθρωμένη σε δύο τόμους με τυπική μεν αυτοτέλεια αλλά εσωτερικά συνδεόμενους. Ο πρώτος τόμος καταγράφει την ιστορική πραγματικότητα και τη σκηνική εικονοποιία. Σ' ένα

η μελέτη του θ. Γράμματά, με τις αποκρυσταλλωμένες και έγκυρες απόψεις, εγείρει πολλαπλές συζητήσεις ιστορικό πλαίσιο εμπεριέχονται, μεταξύ άλλων, η κριτική της υπάρχουσας βιβλιο­ γραφίας, η μεθοδολογία της έρευνας, η προϊστορία του νεοελληνικού θεάτρου και οι επιδράσεις του από το 16ο ως το 19ο αιώνα (κεφ. I), ακολούθως η καθαυτό ι­ στορία του μέσα από τον αστικό μετασχηματισμό και τη θεατρική έκφραση κατά τον 20ό αιώνα, οι θεατρικές ανακατατάξεις του μεσοπολέμου, την περίοδο της κα­ τοχής, ως την πρόσφατη περίο δο που αρχίζει από τη μεταπολίτευση του 1 9 7 4 (κεφ. II). Στη συνέχεια ο τόμος αναφέρεται στον κυρίως θεατρικό χώρο, στα κρατι­ κά θέατρα (από το Βασιλικό, το Εθνικό ως τα επώνυμα θιασαρχικά σχήματα), τις πειραματικές σκηνές (Νέα Σκηνή, Εταιρεία Ελληνικού θεάτρου, Λαϊκή σκηνή, θέα­ τρο Τέχνης), τις θεατρικές σκηνές της Αριστερός και τα δημοτικά περιφερειακά σχήματα (κεφ. III). Στα δύο τελευταία κεφάλαια, ο συγγραφέας αναφέρεται στην κοινωνιολογία της πρόσληψης, στους φορείς της θεατρικής διαμεσολάβησης στο ρόλο των ΜΜΕ, στο ρόλο της κριτικής καθώς και στη διαμόρφωση του ορίζοντα προσδοκιών του θεατρικού κοινού (κεφ. IV), στην πρωτότυπη θεατρική παραγωγή και στις επιρροές, κυρίως από το αμερικανικό θέατρο (κεφ. V). Ο δεύτερος τόμος αποτελεί ερμηνευτικό επιστέγασμα του πρώτου. Συγκεκριμένα, αναφέρεται στις ε­ θνικές ιδαιτερότητες και στις όψεις πρωτοτυπίας του θεατρικού γεγονότος. Ο συγ­ γραφέας προσεγγίζει ορίζουσες οι οποίες έχουν σχέση με την αρχαία ελληνική κληρονομιά και τη συμβολή της στη διαμόρφωση ενός ιδεολογικού πλαισίου, αυ­ τού της ελληνικότητας (κεφ. I), την επιθεώρηση και τις όψεις της κωμωδίας (κεφ. II), την αφετηρία, την εξέλιξη, το μετασχηματισμό και την κριτική αποτίμηση και την πρόσληψη του μελοδράματος και της διαχρονικότητάς του (κεφ. III). Τέλος, προ­ σεγγίζει την έννοια του λαϊκού πολιτισμού, την έννοια του χώρου, του χρόνου και την τυπολογία του ήρωα και του δρώντος προσώπου καθώς και των κοινωνικών ρόλων (κεφ. IV) συνθέτοντας μια ανάγνωση της ελληνικότητας ως ιδεολογικού στε­ ρεότυπου και μέσα από τις επιρροές των ξένων προτύπων (κεφ. V). Η εργασία αναδεικνύει, μεταξύ άλλων, τη σχέση μεταξύ της θεατρικής αναπαρά­ στασης (σκηνές, σκηνοθεσία κ.λπ.) και του πραγματικού γεγονότος και την αντι­ στοιχία μεταξύ της ιστορικής και της σκηνικής πραγματικότητας στη δυναμική της επικοινωνίας του θεατή με την παράσταση. Επίσης αναδεικνύει μορφές θεατρικής έκφρασης που είτε δεν έχουν ανιχνευθεί είτε δεν έχουν ως τώρα μελετηθεί. Ένα από τα σημαντικά πλεονεκτήματά της, το οποίο διαπερνάει συνθετικά όλο το σώμα της εργασίας, είναι ότι αντιμετωπίζει το ελληνικό θέατρο στην εξελισσόμενη και δυ­ ναμική παρουσία και συνέχειά του από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή ως

78 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


αυτόνομο διαπολιτισμικό φαινόμενο αλλά και σε σχέση με το διεθνή χώρο. Αναλύει τα πρότυπά του από την αυτόχθονη και ξένη δραματουργική αποτύπωση και την πρωτοτυπία του στο πλαίσιο της αποδοχής και της ανάλογης προσληπτικότητας σε συμφραζόμενα κοινωνικοπολιτικά, καλλιτεχνικά και ιδεολογικά. Έτσι συμβάλλει α­ πό κοινωνιολογικής και γενικότερα ιδεολογικής πλευράς σε μια ολοκληρωμένη πε­ ριγραφή και σε μια διεισδυτική ανάλυση της φυσιογνωμίας του ελληνικού θεάτρου, της θέσης του στο σύγχρονο θεατρικό περιβάλλον και επομένως της σύγχρονης νε­ οελληνικής ταυτότητας στη συγχρονία και τη διαχρονία της. θα έλεγα δε ότι έπειτα από αυτό το έργο ανεβαίνει ο πήχης πολύ υψηλά για την ενδελεχή και συστημική μελέτη του θεατρικού γεγονότος. Γιατί επιπλέον προσφέρει νέα κριτήρια, εργαλεία και θεωρητικό πλαίσιο μεθοδολογίας και σχήματα ερμηνείας για τη μελλοντική έ­ ρευνα του ελληνικού αλλά και του διεθνούς θεάτρου. Και όλα αυτά μέσα από συ­ στηματικές συσχετίσεις της θεωρίας με την καθαυτό πράξη και την πρόσληψή της. Με τούτο το έργο αποδεικνύεται αφενός το μέγεθος της σημαντότητας του εγχει­ ρήματος και αφετέρου ο μεγάλος βαθμός των πολλών και διαλεκτικά συνδεόμενων γνωστικών πεδίων του συγγραφέα. 0 θ . Γράμματός κινείται με άνεση από την ιστο­ ρία, την πολιτική επιστήμη, την ψυχολογία και την κοινωνιολογία στην ιστορία και τη θεωρία του θεάτρου και από τις θεωρίες της λογοτεχνίας στην κριτική και την ε­ πιστημολογία. Η γνώση του, η διεισδυτικότητα του στο θεατρικό γεγονός, στο ση­ μαίνον και πολλαπλά σημαινόμενο, δημιουργεί ένα αναγνωστικό κείμενο βαθιά επι­ στημονικό και εξόχως απολαυστικό κατά την ανάγνωση. Αλλωστε είναι γνωστή η

ΝΑΣ ΧΡ Η Σ Ι ΜΟ Σ ΟΔ ΗΓΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ

ΊΡ0ΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΗΔΙΕΘΝΗΣΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΕ ΜΙΑΑΒΕΒΑΙΗΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗΠΕΡΙΟΔΟ

ΙλΙεκδοεεεπαπαζηεη

ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ Προκλήσεις και Προοπτικές. Η Διεθνής Πολιτική σε μια Αβέβαιη Μεταβατική Περίοδο Ιε πρόλογο του πρέσβη ε.χ. Κ. Ζέπου

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΓΙΑ ΤΗ Δ Ι Ε Θ Ν Η ΠΟΛΙ ΤΙ ΚΗ

«Το βιβλίο του Σωτήρη Ντάλη είναι πράγματι ένας χρήσιμος οδηγός» και πλήρης «ταξιδιωτικός οδηγός» για να μας ξεναγήσει και να μας ενημερώσει. Δεν κάνει προφητείες. Σαν οδηγός είναι χρήσιμος, γιατί μας προτρέπει να κοιτάζουμε γύρω μας σε 360 μοίρες, για να αποκτήσουμε συνολική θέα της σημερινής εποχής μας. Κατευθύνει το βλέμμα μας στην Ευρώπη στην πρόσφατη πορεία από το Άμστερνταμ στη Νίκαια, χωρίς να παραλείψει να υπογραμμίσει το ευρωπαϊκό άγχος της Γαλλίας (τόσο επίκαιρο) όσο και τον προβληματισμό της ευρωπαϊκής σο­ σιαλδημοκρατίας, που ψάχνει κάποιον Τρίτο Δρόμο μέσα στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Μας περνάει κατόπιν στον αμ­ φιλεγόμενο νέο ρόλο των ΗΠΑ στη διεθνή πολιτική σκηνή, για να μας οδηγήσει κατόπιν στα συναφή προβλήματα διεθνούς ασφαλείας». Βύρων Θεοδωρόπονλος, πρέσβης ε.τ. στην εφημερίδα Η Καθημερινή της 2215102 [JO ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΖΗΣΗ

αττό το 1 9 2 9

Κεντρικό: Νικηταρά 2 · 106 78 Αθήνα · τηλ.: (010) 3822.496 - 3838.020 · Υποκατάστημα: Βιβλιοπωλείο 11 - Στοά Αρσάκειου · Πεσμαζόγλου 5 · 105 64 Αθήνα

•ΔΙΑΒΑΖΩ 79


δράση του στα θεατρικά δρώμενα από την πλευρά της πράξης και κυρίως της θεω­ ρίας του θεάτρου στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια. Έχει δώσει α­ ξιόλογα θεωρητικά έργα σχετικά με το θέατρο για ενηλίκους και για παιδιά. Αργά και οταθερά χτίζει ένα θεωρητικό οικοδόμημα πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδο­ μένα. Από την πλευρά δε της ιδιότητάς του ως πανεπιστημιακού δασκάλου, το αντί-

συμβολή στις θεατρικές σπουδές και στη θεωρία του θεάτρου στοίχο έργο στο χώρο της εκπαίδευσης, και όχι μόνον, αρχίζει να δίνει καρπούς. Γιατί οι απόψεις του είναι ανατρεπτικές και συγχρόνως πρωτοποριακές. Και το σπουδαιότερο: εφαρμόσιμες. Το παρόν έργο δεν αποτελεί μόνο συμβολή στις γενικότερες θεατρικές σπουδές και στη θεωρία του θεάτρου, αλλά με τα συμπεράσματα, τις αποκρυσταλλωμένες και έγκυρες θέσεις και απόψεις εγείρει πολλαπλές συζητήσεις. Επιπροσθέτως θα έλεγα ότι έχει τη δυναμική να ανακινήσει δημιουργικά και παραγωγικά το παρατη­ ρούμενο στις μέρες μας άναυδο και ακόμη ανερμήνευτο τέλμα μπροστά στις πολυπολιτισμικές συνθήκες. Και μ' αυτή την οπτική ιδωμένο, το έργο θέτει γερά θεμέ­ λια για την ερμηνεία της διαμόρφωσης της ιδεολογίας και της εικόνας που συνθέ­ τουν το σύγχρονο νεοελληνικό πολιτισμό και τη σχέση του με μια ζητούμενη ουσια­ στική διαπολιτισμική πραγματικότητα,

γιαννη ς ς . παπαδατος

ΠΑΙΔΙΚΑ

Ο ικείες κ α ι α ν α π ό φ ε υ κ τ ε ς ε ικ ό ν ε ς

Η συγκεκριμένη αξιέπαινη έκδοση περιέ­

χει αφηγήματα σύγχρονων γνωστών αλλά και νέων συγγρα­ φέων. Με τα θέματά της, τα ποικίλα εκφραστικά μέσα, τους διαφορετικούς τρόπους γραφής, τις οπτικές αντιμετώπισης των θεμάτων, αποτελεί μικρή και μάλλον αντιπροσωπευτική εικονογραφία της εγχώριας παιδικής και εφηβικής λογοτε­ χνίας. Περιγράφονται οικείες και αναπόφευκτες εικόνες μιας πι­ κρής καθημερινότητας που «γράφεται» με αγωνία και πόνο, έχοντας να προσπεράσει εμπόδια πολλές φορές ανυπέρβλη­ τα. Υπάρχει όμως πάντα η χαρά, η ελπίδα, το χιούμορ, η τρυ­ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ιστορίες που γράφει η ζωή ΑΠΟΔΟΣΗ: ΚΟΣΤΑΣ ΠΟΥΛΟΣ EIKON.: ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΗΜΟΣ ΑΘΗΝΑ, ΨΥΧΟΓΙΟΣ, 2002. ΣΕΛ. 192

80 ΔΙΑΒΑΖΩ

φερότητα, η αγάπη και η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Όλα αυτά είναι αποτυπωμένα στις ιστορίες αυτού του μικρού ανθολογίου που έχει ως θέματά του το ερωτικό στοιχείο, το διαζύγιο, την αποδοχή της διαφορετικότητας, τη φιλία, τα ναρκωτικά, τον αλκοολισμό, την ανεργία, τις σχέσεις γενικά των ανθρώπων. (Γτα μεγάλα παιδιά και εφ ήβους) Σ. ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ Η4

γιαννη ς

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


GEORGE

S T E IN E R

ΟΙ ΑΝΤΙΓΟΝΕΣ Στον αστερισμό των επτά σωζόμενων τραγωδιών του Σοφοκλή, η Αντιγόνη θεωρείται το λαμπρότερο αστέρι. Αυ­ τή η υπερβολική, συχνά, εκτίμηση αφορούσε άλλοτε τη μορφή της ηρωίδας, άλλοτε το ίδιο το έργο, άλλοτε έναν ασαφή συνδυασμό και τω ν δύο. «Έχετε δ ίκιο όσον αφορά την Αντιγό­ νη», έγραφε ο Σέλλεϋ στον Τζων Γκίζμπορν (John Gisborne) τον Οκτώβριο του 1821. «Τι υψηλή εικόνα γυναίκας! Κ αι τι να πει κανείς για τα χορικά, ιδιαίτερα για το λυρικό κομμό του ισόθεου θύματος; Κ αι οι απειλές του Τειρεσία, και το πόσο γρήγορα βγαί­ νουν αληθινές; Κ άποιοι από εμάς έχουμε αγαπήσει μιαν Αντιγόνη, σε μια προηγούμενη ζωή κι αυτό μας κά­ νει να μην βρίσκουμε πλήρη ικανο­ ποίηση σε κανένα θνητό δεσμό». Σ τις διαλέξεις για την Αισθητική (1820-1829), ο Χέγκελ αποκαλεί αυτό το έργο «ένα από τά υψηλότερα και τα πιο ολοκληρωμένα, α πό κάθε άποψη, έργα τέχνης που δημιούργησε ποτέ η ανθρώπινη προσπάθεια». Σ τις διαλέξεις του για την ιστορία της φιλοσοφίας, που δόθηκαν μεταξύ 1819 και 1830 επικαλείται την ηρωίδα, «την Ουράνια Αντιγόνη, την ευγενέστερη μορφή π ου εμφανίσθηκε ποτέ στη γη»... ISBN 960-219-110-4

Η Γ

Η H ■ P |

Ο Τζωρτζ Στάινερ γεννήθηκε το 1929. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια του Σικάγου, του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης. Λίδαξε συγκριτική λογοτεχνία οτα πανεπιστήμια του Καίμπριτζ και τη; Γενεύης. Έχει γράψει, εκτός από τις Αντιγόνες, τα εξής βιβλία: * The death of tragedy · After Babel · No Passion Spent (Δοκίμια 1978-1996) · In Bluebeard's Castle: Some Notes towards the Re-definition of Culture · Language and Silence • Real Presences

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΛΕΝΤΗΣ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 11 · 106 79 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ. 36.01.551 · FAX 36.23.553 E-mail: Kalendis@ath.forthnet.gr


α φ ιέρ ω μ α

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΗΡΑΚΛΗΣ ΠΑΠΑΛΕΞΗΣ

Η περιπέτεια της γραφής Π όσες φ ορ ές από διάφ ορ ου ς συγγραφείς, πεζογράφ ους και ποιητές, δ ε ν έ­ χου με διαβάσει ή ακούσ ει ρ ήσ εις του τύπου: «γράφω για να απαλύνω τις πλη­ γές μου», «γράφω κ υρ ίω ς για να αγωνιστώ ενάντια στο χρόνο», «γράφω για να γλιτώσω τον ψυχίατρο», «γράφω για να ξορ κίσ ω το θάνατο», «γράφω γιατί νιώ­ θ ω μ ια ακατανίκητη ανάγκη να εκφ ρ ά σ ω τις αγωνίες μου» ή «η γραφή είναι α­ ναπόσπαστο σ τοιχείο της ύπ αρξής μου», «το γράψιμο για μ έ ν α ε ίν α ι πράξη γενναιότητας»... Όλες αυτές οι αποφ θεγματικές φ ρ άσεις κα ι πολλές άλλες -ό σ ο ι είναι κα ι οι συγγραφ είς- απαντούν στο διαρκώ ς ε πίκαιρ ο κα ι γι' αυτό κοινότοπο ερώτημα «γιατί γράφετε». Άλλοτε οι απαντήσεις ζουμάρουν σ ε άγνωστες ή ημιφωτισμένες πτυχές στο έργο ενός συγγραφέα, άλλοτε εντοπίζουν το διαφ εύγον στίγμα της πορείας κάπ οιο υ δημιουργού κι άλλοτε πρ οκαλούν θυ μη δία μ ε τη μεγαλο-

82 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


στόμια μ ε την οπ ο ία διατυπώνονται διότι είν α ι κενές περ ιεχο μένο υ. Πάντως το σίγουρο είναι ότι όπ οιες κ ι αν είναι οι απαντήσεις, ιχ νογραφ ούν ένα μόνο μέρ ο ς της περιπέτειας της γραφής. Η πρόθεσ η του διαβάζω στο αφ ιέ ρ ω μ α π ο υ ακ ο λ ο υ θ ε ί είναι να πα ρακολουθή­ σ ει όλη την πο ρ ε ία της περ ιπέτειας της γραφής κά θ ε συγγραφέα ξεχωριστά αλλά κα ι να συνθέσει, α ν τούτο ε ίναι δυνατόν, σε ένα σ ώ μ α το ζε ίδ ω ρ ο της γραφής. Α πευθυνθήκαμε σ ε δεκαεννέα πεζογράφους κ αι ποιη τές ό λ ω ν των συγγραφι­ κ ώ ν τά σ ε ω ν κ α ι τους θ έ σ α μ ε δε κ α π έ ν τ ε άτυπα ε ρ ω τήμ ατα χ ω ρ ισ μ έ ν α σε τρεις ενότητες:

Ε νό τη τα π ρώ τη Ο συγγραφέας και η γραφή... ω ς ανατομία κα ι ερ μη νεία της ύπαρξης ω ς σύγκρουση σ ε ατομικό κα ι κ οινω νικό ε πίπε δ ο ω ς ενδοσ κόπησ η ω ς πρ ο σ ω πικ ή λύτρωση ω ς πε δ ίο εξομολόγησης ω ς ταξίδι παραμυθίας ω ς υποκατάστατο της ζω ής ω ς εκφ ραστική αναζήτηση ω ς υστεροφημία

Ε νό τη τα δ εύ τερ η Η γραφή ω ς ερμηνεία, αμφισβήτηση ή αναψηλάφηση του κόσ μ ου της ιστορίας της κοινω νική ς πραγματικότητας των ά λλω ν τεχνών της επικαιρ ότητας

Ε νό τη τα τρίτη Πότε φαντάζεστε ότι θα σταματούσατε να γράφετε και κάτω από ποιες συν­ θήκες; Οι απαντήσεις π ο υ πή ρ αμε β ε β α ιώ ν ο υ ν το πολυδιάστατο της γραφής κ αι της δ ιαρκο ύς περ ιπέτειάς της. Επιπροσθέτω ς έγιναν η α φ ο ρμ ή να διατυπ ω θο ύν κα ι να αναδιατυπωθούν ερωτήματα τα οπ οία χρήζουν ν έω ν απαντήσεων.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 83


της τατιανας αβερωφ

Η περιπέτεια της γραφής είναι η περιπέτεια του γίγνεσθαι,

του να βάζεις σε λόγια και να φωτίζεις ευδιάκριτα (ή και αδιάκριτα) αυτό που υ­ πάρχει, αλλά που δεν υπήρχε ακριβώς, όχι ακριβώς έτσι, μέχρι να το παγιδεύσεις

Η περιπέτεια της γραφής είναι η ανακάλυψη αυτού που σου διαφεύγει σε λόγια. Τα λόγια παγιδεύουν και δίνουν υπόσταση στα πράγματα. Η περιπέτεια της γραφής είναι η περιπέτεια της ανακάλυψης αυτού που ξέρεις κατά βάθος, αλλά σου διαφεύγει. Οτιδήποτε. Ό,τι μπο­ ρεί να ενδιαφέρει τον καθένα να ανακαλύψει και να φωτίσει: στοι­ χεία του εσωτερικού κόσμου, μνήμες, συναισθήματα, εμπειρίες ή μηνύματα της εποχής και της κοινωνίας ή θολές αισθήσεις στο με­ ταίχμιο του έσω και έξω κόσμου. 'Αλλοι έλκονται περισσότερο από το μικρόκοσμο, το ειδικό, το προσωπικό, και άλλοι συνομιλούν κα­ λύτερα με το κοινωνικό, το πολιτικό, το ιστορικό, το γενικότερο και μεγαλύτερο από κείνους. Και άλλοι κάνουν και τα δύο, άλλοτε έτσι και άλλοτε αλλιώς, ανάλογα με το έργο και το εκάστοτε αντικείμε­ νο της γραφής τους. (Το ίδιο ισχύει πιστεύω και για τον αναγνώ­ στη, τον αποδέκτη και αόρατο σύντροφο σ' αυτή τη μοναχική, συλ­ λογική περιπέτεια.) Όμως δεν έχει και μεγάλη διαφορά. Σ ε τελική ανάλυση, απ' ό­ που κι αν έρθει το έναυσμα και η ώθηση του συγγραφέα, η περιπέτεια της γραφής τον οδηγεί (ή έστω τον τραβάει απ' το χέρι) στον κοινό τόπο της προσωπικής και κοινωνικής εμπειρίας, στον τόπο αυτό όπου (παρεμπιπτόντως) συναντιέται και ο συγγραφέας με τον αναγνώστη. Έχει διαφορά, αναρωτιέμαι, αν αυτό που βάζεις σε λόγια, κάνοντάς το να υπάρχει, υπάρχει στ' αλήθεια; Αν είναι πραγματικό ή φανταστικό, μύθος, ιστορία, μαρτυρία ή επιστήμη; Αν είναι ποίηση, πεζογράφημα, δοκίμιο, θέατρο ή ακόμα και διατριβή; Όχι και τόση, λέω. Αλλά αμέσως το αναιρώ: πώς είναι δυνατόν να τα πετάμε όλα στο ίδιο σακί, ακόμα και την τέχνη με την επιστήμη; Αδιανόητο! Αλλά και γιατί όχι, άραγε; Μία και ενιαία δεν είναι η περιπέτεια; Ποια περιπέτεια όμως; Ποια είναι τα όρια ανάμεσα σ' αυτή τη μία και ενιαία, που δίνει την ενέργεια, τη φλόγα της δημι­ ουργίας, και σ' όλες τις άλλες περιπέτειες, εκείνη της γραφής, του συγγραφέα και της τέχνης; Την προσωπική του αλήθεια παγιδεύει ο συγγραφέας σε λόγια. Αυτό εί­ ναι τέχνη; Ή μόνο η προϋπόθεσή της; Τι είναι αυτό το αδιόρατο «κάτι» (που κατά βάθος το ξέρεις, αλλά σου διαφεύγει), που ανυψώνει την προσωπική αλήθεια σε κοινό τόπο και συλλογική περιπέτεια; Ποια είναι η διαδικασία ενόρασης και μετου­ σίωσης της γραφής σε τέχνη; Δύσκολο να παγιδευτεί σε λόγια. Τα πολλά λόγια εί­ ναι φτώχεια άλλωστε. Να κι άλλη μια διάσταση της περιπέτειας. Πότε και κάτω από ποιες συνθήκες θα σταματούσα να γράφω; Υποθετική ερώτηση, ενδιαφέρουσα όμως. Άθελά μου, ανατρέχω στη σφαίρα της επιστημονικής φαντα­ σίας και απαντώ: σε συνθήκες μαζικής καταστροφής, πυρηνικού ολέθρου, φυσικής ή άλλης συμφοράς, αρρώστιας, αναπηρίας, κοινωνικής αναταραχής, πολέμου, κα­

84 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


τοχής, φυλάκισης ή στέρησης των ατομικών ελευθεριών σε τέτοιο ακραίο βαθμό, που θα ήταν είτε πρακτικά αδύνατον είτε θα προείχαν άλλα θέματα πιο επιτακτικά και όλη η ενέργεια θα ήταν στραμμένη προς τα έξω, για την άμεση επιβίωση. Αφε­ νός. Και αφετέρου: άμα αποκλεινόμουν απ' το «μαύρο κουτί» που είμαι εγώ, άμα το κλείδωνα ερμητικά και έχανα το κλειδί, άμα ξεχνούσα πως υπήρχε, άμα δεν υ­ πήρχε, άμα αφομοιωνόμουν, συγχωνευόμουν, γινόμουν ένα με το έξω, άμα δεν εί­ χα τι άλλο να φωτίσω ή να παγιδεύσω σε λόγια γιατί θα ήταν όλα παγιδευμένα και φωτισμένα εκτυφλωτικά απέξω, όλα λαμπερά. Το αντίθετο δηλαδή απ' το προηγού­ μενο σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Ή μήπως το ίδιο;

του

ΘΑΝΑΣΗ βαλτιν ο υ Η ανάγκη ακεραίωσης της προσωπικότητας είναι ένστικτη

στον άνθρωπο και η εξέλιξή της είναι δυνατή μόνο μέσα σε ένα πλαίσιο κοινότητας

Είμαι δέσμιος της γλώσσας, του τόπου και της στιγμής - έστω και υπό την αίρεση της άρνησής του (περίπτωση αναχωρητισμού). Η ανάγκη αυτή μπορεί να πραϋνθεί με τρεις τρόπους: τον έρωτα, την πίστη και την τέχνη. Και οι τρεις προϋποθέτουν τη Χάρη. Και οι τρεις είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνοι. Η οδύνη προκύπτει κυρίως από την έλλειψη επαληθευτικών κανόνων, από την αβεβαιότητα δηλαδή για το αποτέλεσμα. Η οδύνη δεν αποκλείει πάντως την αγαλλίαση. Γράφω δέσμιος ορισμένων συνθηκών: της γλώσσας, του τόπου και της στιγμής. Δέσμιος επίσης ενός αναπότρεπτου εγωτισμού, που αποκτά ενδιαφέρον μόνον όταν, μέσω τρίτων συνειδήσεων, μετα­ τραπεί σε κοινή εμπειρία. Η απουσία αυτής της εξαγνιστικής διαδι­ κασίας θα με οδηγούσε αυτομάτως στη σιω πή. Παρεμπιπτόντως, τούτο επικυρώνει τον κοινωνικό χαρακτήρα του επιτηδεύματος που ασκώ.

του π α ννη βαρβερη

Η φυσική κατάσταση των ανθρώπων είναι να μη γράφουν. Η φυ­

σική τους κατάσταση είναι να ζουν. Με τη γραφή γίνεσαι σχισματικός: προσπαθείς να

Η γραφή συνιστά μάλλον περι-γραφή της ύπαρξης εκφράσεις «ωραία» τα ωραία που δεν έζησες ή που έχασες ή που ονειρεύτηκες. Ειδι­ κά στους καιρούς μας, αισθάνομαι ότι όσο προσωποπαγέστερη είναι η κατάθεση τόσο

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 85


πιο ειλικρινής και δυνητικά μεταβιβάσιμη στις ξένες ατομικότητες. Τα συλλογικά, κι α­ κόμα χειρότερα, τα μαζικά αντικλείδια είναι καλλιτεχνικός ύποπτα - και το τραγικό εί­ ναι πως πρώτοι τα υποπτεύονται οι οξύνοες εκείνοι που ως σκήπτρα τα κρατούν. Δι­ καιοσύνη. Περαιτέρω: Η γραφή συνιστά μάλλον -α ν συνιστά- περι-γραφή της ύ­ παρξης. Την ανατομία και την ερμηνεία της έχει αναλάβει η φιλοσο­ φία. Η προσωπική μας λύτρωση μέσω αυτής είναι, όταν συμβεί, πολύ περιορισμένης διάρκειας - όσο πιο μικρόνους και μωροφιλόδοξος εί­ ναι ο συγγραφέας τόσο η «λύτρωσή» του διαρκεί πιο πολύ. Όσο για την εξομολογητικότητα, η γραφή τη νομιμοποιεί - στο μέτρο που δε θραύεται η μαγική κρούστα, το μυστήριο, η αμφισημία, το απροσδιό­ ριστο της τέχνης. Τέλος, η υστεροφημία είναι υπόθεση βλακώδης, ό­ σο όμως και ανθρώπινη, και άρα κατανοητή. Από τους τρεις όρους -ερμηνεία, αμφισβήτηση, αναψηλάφηση- σχε­ τική εμπιστοσύνη θα έδειχνα μόνο στον τρίτο. Οι άλλοι δυο κατά βά­ θος περιέχουν αρκετή «υπεροψίαν και μέθην». Ο γραφιάς είναι ο τυφλός που ξαναγγίζει τα πράγματα -του κόσμου, της ιστορίας, της κοινωνίας, ακόμη και της ολισθηρής επικαιρότητας- από την αρχή. Η γραφή αναψηλαφεί με την οπτική αθωότητα των τυ­ φλών αλλά και με την απτική πανουργία τους, που εξισορροπεί την αθωότητα τούτη. Μοιραία, βέβαια, αναψηλαφώντας αμφισβητείς τις αποτυπώσεις των προηγουμένων κι ύστερα τα δικά σου ίχνη εκλαμβάνονται ως δήθεν ερμηνεία που δίνεις στα πράγματα. Δεν είναι ερμηνεία. Είναι εντύπωση, υποψία, εικασία, φτωχή πρόθεση, δειλό αχνάρι α­ νάμεσα οτα εκατομμύρια άλλα. Και πάλι εδώ ας σημειώσω ότι, κατ' αντίθεση προς άλλες, «επικές» εποχές, στη δική μας ο βαθμός αξιοπιστίας της αναψηλάφησης εξαρτάται από το πόσο συγκεκριμένα και προσδιορισμένα είναι τα όριά της. θα έπαυα να γράφω όταν θα καταλάβαινα και θα πειθόμουν -μ α πόσο σπάνιο και δύ­ σκολο είν' αυτό- πως δεν έχω να προσθέσω τίποτε άλλο, έστω και ελάχιστα ουσιαστι­ κό. Το γήρας όμως αμβλύνει την αυτογνωσία και γι' αυτό έχουμε τόσα και τόσα παρα­ δείγματα άχαρης, σταδιακής υποχώρησης, ή και γελοιοποίησης ακόμα, άξιων καλλιτε­ χνικών «που ήσαν μια φορά, και τώρα επιμένουν, θορυβούν, αυτομουτζουρώνονται». Αντιθέτως, δε θα με σταματούσε η αλλαγή στο ρου της ιστορίας και της έκφρασης, ό­ πως συμβαίνει τώρα. Έτσι έμαθα να εκφράζομαι κι έτσι θα συνεχίσω, χωρίς την ταπει­ νή έγνοια αν θα γίνω αρεστός στους νεότερους ή στους επερχόμενους. Το να σταμα­ τήσεις, ας πούμε, να γράφεις ποίηση σήμερα επειδή «δε διαβάζεται», θα σήμαινε ότι κάποτε ξεκίνησες να γράφεις μόνο και μόνο για να διαβαστείς. Ο συγγραφέας αρραβωνίζεται ισοβίως τη γραφή χωρίς να 'ναι αυτονόητος κι ο γάμος του με τον αναγνώστη.

του

Νίκου δαββετα «Γράφω για να κάνω το παρελθόν μου καλύτερο». Δε θυμάμαι πού

ακριβώς είχα διαβάσει αυτή τη φράση, πάντως βρίσκεται σημειωμένη στο φοιτητικό μου ημερολόγιο και με συνοδεύει χρόνια τώρα. Φυσικά, για ένα νέο που ξεκινά να

86 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


γράφει αυτή η φράση προϋποθέτει ένα ταραχώδες παρελθόν που «απαιτεί» τη λογοτε­ χνική του μεταποίηση. Σε πολλές περιπτώσεις, η απίστευτη έρημος των παιδικών μας χρόνων και η έκρηξη της εφηβείας μπορεί να αποτελέσουν ένα συμπαγές παρελθόν,

Το κακόγουστο σαλόνι του Προυστ αρκετά τραυματικό και «ταραχώδες», ώστε να τροφοδοτήσει -παρά τις όποιες διορθωτικές εμπειρίες- την περιπέτεια της γραφής. Ναι, ό­ ταν ασχολήθηκα κάπως πιο συστηματικά με τη γραφή, αυτή ήταν για μένα «τρόπος εξομολόγησης», «λύτρωση» από το οικογενειακό πα­ ρελθόν που μου φαινόταν δυσβάσταχτο. Ωστόσο αυτό δεν αρκεί για να σε «κρατήσει» στο χώρο της λογοτεχνίας, αν δε συνοδεύεται και α­ πό μια διαρκή αντιδικία με την πραγματικότητα, αν δεν αισθάνεσαι την ανάγκη να δημιουργήσεις έναν παράλληλο κόσμο από λέξεις, που θα χρησιμεύσει σ ’ εσένα πρώτα κι αργότερα ίσως στους μελλοντι­ κούς αναγνώστες σου ως καταφύγιο. Το 1983, διαβάζοντας για πρώτη φορά το Αναζητώ ντας το χαμένο χρόνο, με προβλημάτισαν έντονα οι συγγραφικές ανησυχίες του κυρί­ ου Μπεργκότ, έτσι όπως τις αφηγείται ο Μαρσέλ Προυστ. Παρότι οι καλλιεργημένοι φίλοι του τον βρίσκουν «αμόρφωτο» και «χυδαίο», ο Προυστ εντυπωσιάζεται από τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο νεαρός συγγραφέας Μπεργκότ. Έτσι καταλήγει στο συμπέ­ ρασμα πως «αυτοί που δημιουργούν δεν είναι όσοι ζουν στο πιο ευαίσθητο περιβάλ­ λον, όσοι έχουν την πιο πλατιά μόρφωση, αλλά όσοι έχουν την ικανότητα να κάνουν την προσωπικότητά τους σαν καθρέφτη... έτσι ώστε η ζωή τους όσο μέτρια κι αν ήταν, να καθρεφτίζεται...» Και συνεχίζει: «Τη μέρα που ο νεαρός Μπεργκότ μπόρεσε να δεί­ ξει στον κόσμο των αναγνωστών του το κακόγουστο σαλόνι, όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια... τη μέρα εκείνη ανέβηκε πιο ψηλά από τους εκλεκτούς φίλους του, με το ταπεινό του μηχάνημα που είχε επιτέλους απογειωθεί, πετούσε και τους έβλεπε από ψηλά». Ποιο ήταν αυτό το μηχάνημα του Μπεργκότ; Μα φυσικά το μυθιστόρημά του. Ένας νέος κόσμος, που ίπταται πάνω από την αφόρητη πραγματικότητα. Και πώς τους έδειξε το «κακόγουστο σαλόνι» του; Με την ιδιότυπη γραφή του. Ουσιαστικά, για τον Προυστ, ο Μπεργκότ ξεχωρίζει ως συγγραφέας από τη μέρα που βρήκε τον τρόπο να μας αποκαλύψει τη δική του αλήθεια, «συγκροτώντας τον κόσμο του βιώματος κάτω α­ πό τον διαρκή φωτισμό των κατάλληλων λέξεων». Δεν παραγνωρίζω την άποψη που θέλει την προσωπικότητα του δημιουργού να εντα­ φιάζεται μέσα στο δημιούργημά του και να καλύπτεται από διαδοχικές στρώσεις μυθι­ κών αναφορών ή προσωπείων, ωστόσο όταν με ρωτούν «για την περιπέτεια της γρα­ φής» ο νους μου πάντα ξαναγυρίζει στο «κακόγουστο σαλόνι» του Μπεργκότ-Προυστ, και το συγκρίνω άθελά μου με το δικό μου «σαλόνι», ασφυκτικά γεμάτο σήμερα με κακογερασμένους συγγενείς, παλιές ερωμένες, διαβολικούς φίλους κι εχθρούς. Έτσι συ­ νειδητοποιώ ίσως το αυτονόητο: Κάθε φορά που γράφω έρχομαι αντιμέτωπος με την παιδική μου ηλικία, προσπαθώ να την ανασυνθέσω, να τη βελτιώσω, να την εντάξω με τη βοήθεια της μυθοπλασίας στο ζοφερό παρόν. Κι επειδή πάντοτε αποτυγχάνω, αυτό το παιχνίδι τέλος δεν έχει.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 87


του

Φίλιππου δ . δρακονταειδη 0 συγγραφέας γράφει για πολλούς λόγους, που νομί­

ζω πως δεν μπορεί να απαριθμήσει, ούτε να βάλει σε σειρά, επειδή εμφανίζονται ταυτοχρόνως και με διαφορετικό βάρος από τη μια στιγμή στην άλλη. Φοβάμαι μάλιστα

Η λογοτεχνία είναι αφύσικη υπόθεση πως ο συγγραφέας που εμφανίζεται να λέει για ποιους λόγους γρά­ φει είναι κακός συγγραφέας, θα έλεγα πως αν ακολουθήσουμε μια χρονολογική σειρά, ο πρώτος λόγος που κάποιος γράφει είναι η ανά­ γκη έκφρασης, είτε πρόκειται για εξομολόγηση είτε για λύτρωση και άλλα τέτοια, θα έλεγα πως αυτή η ανάγκη εμφανίζεται με κάποια επι­ θετικότητα, λες και κανείς άλλος στην ιστορία του κόσμου δεν έχει γράψει πριν από αυτόν. Αργότερα, αν ο συγγραφέας παραμένει ενερ­ γός (γιατί έχουμε παραδείγματα συγγραφέων που εξομολογήθηκαν και αποούρθηκαν) και συνεπώς μεταβάλλεται σιγά σιγά σε εμπειρο­ γνώμονα του λόγου, άλλες παράμετροι έρχονται στο φως, όπως η εκ­ φραστική αναζήτηση. Τέλος, δεν είναι παράλογο, ούτε κατακριτέο, να γράφει ο συγγραφέας για να εξασφαλίσει την υστεροφημία του. Πολ­ λοί το έκαναν, λίγοι το πέτυχαν (ο Μάρκες ή ο Έκο είναι ίσως τυπικές τέτοιες Όπως και να έχει το πράγμα, ο συγγραφέας προσπαθεί να ερμηνεύσει, να αμφισβητή­ σει, να αναψηλαφήσει, να παρουσιάσει. Έχω τη γνώμη πως ο συγγραφέας επωμίστηκε αυτό το ρόλο ως «διανοούμενος» στο πλαίσιο της αστικής δημοκρατίας ή ακόμα και στο πλαίσιο του υπαρκτού σοσιαλισμού. Οι λογοτεχνικές σχολές υπήρξαν το εργαλείο τέτοιων προσπαθειών και πρόσφεραν το εφαλτήριο για σπουδαίες λογοτεχνικές εκρή­ ξεις μετά τον κλασικισμό του 17ου αιώνα στην Ευρώπη. Με αυτό τον τρόπο, ο ρόλος του συγγραφέα απέκτησε κοινωνικό βάρος, σε βαθμό που δεν είναι λίγα τα έργα που αποτελούν φάρους μιας συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής, παράδειγμα το Κοινωνικό συμβόλαιο του Ρουσό, Οι Άθλιοι του Ουγκό, ο Ιβάν Ντενίσοβιτς του Σολτζενίτσιν, ο Ύ μ ν ο ς στην Ελευθερία του Σολωμού στα καθ' ημάς. Σήμερα, όπου κυριαρχεί η κατανάλωση δίχως (έστω και ελάχιστο) αντίπαλο δέος μιας οργανωμένης, τεκμηριωμένης και έγκαιρης αντιπρότασης, ο ρόλος του συγγραφέα δεν έχει σχέση με την κοινωνία, πέρα από τη σύμπτωση μιας γραφής με μια ορισμένη στιγ­ μή, που επιτρέπει στη γραφή να είναι πόλος έλξης. Είναι προφανές πως αυτή η γραφή διεκδικεί την επικαιρότητα, της οποίας αποτελεί ένα προϊόν από τα πολλά που τη χαρα­ κτηρίζουν. Στην κατανάλωση δεν είναι βέβαιο πως ο αγοραστής ενός βιβλίου είναι και α­ ναγνώστης, ούτε ότι ο αναγνώστης είναι αναγνώστης βιβλίου και όχι απλός συμπαίκτης του συγγραφέα, με τον οποίο «ταυτίζεται», επειδή η σύμπτωση το έφερε, για να ξεχάσει ταχύτατα αυτή την «ταύτιση», πράγμα που με κάνει να πιστεύω πως σήμερα δεν υπάρχει αναγνώστης που να διαβάζει δεύτερη φορά το βιβλίο με το οποίο «ταυτίστηκε», καθώς του έρχεται η επόμενη και αναπότρεπτη «ταύτιση» (ό,τι και αν αυτή η λέξη σημαίνει). Η πεποίθησή μου είναι πως ο συγγραφέας δε γράφει για να αποτυπώσει τα πρόσωπα των αναγνωστών του στη γραφή του ή το πρόσωπό του σε μια δεδομένη στιγμή της

88 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


ζωής του. Έχει το δικαίωμα να το κάνει με τη μορφή του χρονικού, της μαρτυρίας, της βιογραφίας, γνωρίζοντας πως αυτά δεν είναι έργα και δεν του δίνουν το δικαίωμα της χρήσης του προσδιορισμού «συγγραφέας», ο οποίος είναι τεχνίτης (με την έννοια του homo faber) στο περίπλοκο παιχνίδι του λόγου (με την έννοια του homo ludens). Με άλλα λόγια, ας υπάρχουν «γραφείς». Γι' αυτό ακριβώς το λόγο, ο συγγραφέας, οριζόμενος ως τεχνίτης και υπηρέτης του παιχνιδιού του λόγου (ορισμός που αποκλείει το «γραφέα»), πρέπει να ξέρει τι λέει, πώς το λέει, γιατί το λέει, κυρίως τώρα που η κατανάλωση κυριαρχεί. Και, το σπουδαι­ ότερο, αν νομίζει πως έχει ολοκληρώσει αυτό που ήθελε να πει διά της γραφής, χω­ ρίς αναμασήματα, αλλά ως έργο εν προόδω, τότε πρέπει να έχει το θάρρος να σιωπή­ σει. Πολλοί σημαντικοί συγγραφείς μας (ποιητές κυρίως) έχασαν το κύρος τους εηιμένοντας να λένε και να ξαναλένε τις εμμονές τους. Και αξίζει να διδαχτεί κανείς, επειδή ο τόπος μας προσφέρει τέτοια παραδείγματα, πώς υπηρέτησε την ποίηση ο Καβάφης, περικλείοντάς τη σε λίγα ποιήματα, πώς ο Μανόλης Αναγνωστάκης ορθώνεται σε κο­ ρυφαία μορφή επειδή έχει σωπάσει εδώ και καιρό. Στην ανόητη, εδώ και χρόνια, ε­ ρώτησή μου γιατί είχε πάρει αυτή την απόφαση, μου είχε απαντήσει πως δεν είχε πάψει να ενδιαφέρεται για το ποδόσφαιρο! Η λογοτεχνία είναι ανθρώπινη δραστηριότητα που έχει και αυτή την αρχή και το τέλος της. Ο Ρεμπό άρχισε νωρίς και τελείωσε νωρίς. Ο Πολωνός Αντρέι Κούσνιεβιτς (συγ­ γραφέας που θαυμάζω) άρχισε να γράφει στα 56 του χρόνια και σταμάτησε στα 85 του, αν δε γελιέμαι. Όταν τον ρώτησα γιατί, μου απάντησε πως προτιμούσε να σκέφτε­ ται το ράλι της Σικελίας στις αρχές του 20ού αιώ να, όπου οδηγούσε μια λαμπρή Μπουγκάτι και βιαζόταν να φτάσει στο τέρμα για να δει, πριν από τους άλλους, τις ω­ ραίες γυναίκες που περίμεναν να υποδεχτούν το νικητή. Η λογοτεχνία είναι μια αφύσι­ κη υπόθεση (αν σταθούμε στο παράδειγμα του Κούσνιεβιτς) και δεν τη βοηθάμε όταν την εμφανίζουμε -διά των έργων μας- ως έκτρωμα. Η απόφαση της σιωπής καθιστά το αφύσικο φυσικό.

της νενης ευθυμιαδη

Άραγε υπάρχουν σήμερα συγγραφείς που ξεκινούν την περιπέ­

τεια της γραφής με ενδόμυχο στόχο την υστεροφημία; Τα βιβλία έχουν γίνει προϊόντα βραχύβια και αναλώσιμα, οι αναγνωστικές προτιμήσεις ανανεώνονται ταχύρρυθμα ακο-

Η αναπηρία του συγγραφέα είναι και η δύναμή του λουθώντας τα εμπορικά πυροτεχνήματα ή τις ραγδαίες εξελίξεις των καιρών, άρα στην καλύτερη περίπτωση το μέλλον του συγγραφέα, ειδικά του Έλληνα, με την περιορισμέ­ νη τοπική εμβέλεια, είναι να διατηρηθεί για μερικές δεκαετίες ως παράγραφος ή υποπαράγραφος σε ορισμένα πανεπιστημιακά συγγράματα. Αλλά μια ακαδημαϊκή αναφο­ ρά σε τίποτα δε θυμίζει την υστεροφημία του Ντοστογιέφσκι, του Μπαλζάκ, του Πόε, με τα μεγάλα οργανωμένα κράτη πίσω τους που λειτούργησαν υποστηρικτικά, και που κάποιοι ίσως ως παιδιά ονειρεύτηκαν.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 89


Νομίζω πως οι ούγχρονοι συγγραφείς συνήθως στρέφονται στη γραφή από την έλ­ λειψη συμφιλίωσης ή αρμονικής συνύπαρξης με το σύστημα και το ευρύτερο περι­ βάλλον, από τη συνειδητή άρνηση προσαρμογής. Η γραφή τότε γίνεται ατομική εξέ­ γερση και ο συγγραφέας ο ειρηνικός επαναστάτης - άσχετα με το πόσους εκπροσωπεί. Εξίσου ισχυρό κίνητρο είναι και η ανάγκη ερμηνείας ή ανατο­ μίας της ύπαρξης μέσα από ένα κείμενο οργανωμένο, μακριά α­ πό αόριστους συλλογισμούς. Και όπως για τα υπαρξιακά ζητήμα­ τα οι απαντήσεις παραμένουν πάντοτε απρόσιτες, στην περίπτω­ ση αυτή ο συγγραφέας γίνεται ο επίμονος ερευνητής, ο προσκολλημένος συνειδητά στην ουτοπία. Αλλά αυτή είναι μόνο η συγγραφική εκκίνηση. Στη διαδρομή των χρόνων θα πρωτοστατήσει η εκφραστική αναζήτηση και μάλιστα τόσο απαιτητικά, ώστε η απόλαυση θα εκτοπίζεται. Δεν έχει ση­ μασία που ενδεχομένως, κάποιες ειδικές στιγμές, η διαδικασία θα μετατρέπεται σε ενδοσκόπηση ή εξομολόγηση ή ταξίδι παρα­ μυθίας ή και σε λύτρωση προσωπική. Στη βάση της η γραφή θα αξιώνει μόχθο και θα απορροφά τον γράφοντα ολοκληρωτικά. Έτσι, είτε το επιδιώκουν οι συγγραφείς είτε όχι, η γραφή γίνεται αναπόφευκτα υπο­ κατάστατο ζωής. Τα κείμενα προϋποθέτουν κινητοποίηση ειδικών λειτουργιών, πέ­ ραν της καθημερινότητας, προσκόλληση στην ιδέα, ίσως και στην εμμονή, θυσίες υλικές και ονειρικές. Ος κατάληξη η πραγματική ζωή περιθωριοποιείται τόσο, ώστε σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο ο γράφων παύει να είναι ανταγωνιστικός - εξα­ σθενεί. Αλλά υποτίθεται πως η αναπηρία του είναι και η δύναμή του. Δεν πιστεύω πολύ στις διακρίσεις και τις ταξινομήσεις των λογοτεχνικών έργων α­ νάλογα με τη θεματολογία τους. Νομίζω πως τα κείμενα αξιώσεων είναι πολύπλευ­ ρα και πολυλειτουργικά, ακόμη και όταν αυτοπεριορίζονται ή αποσιωπούν πολλά μεταξύ παραγράφων. Έτσι, δεν έχει καμία σημασία αν ερευνούν ή αμφισβητούν τον κόσμο, την κοινωνική πραγματικότητα, τις άλλες τέχνες ή την ιστορία, γιατί ο­ ποιαδήποτε θεματική διαδρομή και να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα θα είναι το ί­ διο: η μεταφορά στον αναγνώστη μιας ευρύτερης κοσμοθεωρίας, όπως αυτή προϋπήρξε ή διαμορφώθηκε μέσα από την περιπέτεια της γραφής. Με άλλα λόγια, θεω­ ρώ πως το θέμα δεν είναι παρά η συγγραφική αφορμή ή το πρόσχημα για τη μετά­ δοση ενός σύνθετου υλικού, οργανωμένου μέσα από τις καλύτερες δυνατές αισθη­ τικές παραμέτρους. Είναι τελείως διαφορετικό το ζήτημα του συγγραφέα που κάνει κάποια έρευνα σε ειδικότερο τομέα και μάλλον δε μας αφορά. Γιατί αυτός δε θα στραφεί στη λογοτε­ χνία, αλλά σε κείμενα θεωρητικά. Πότε σταματά κανείς να γράφει; Αν πιστέψουμε τους παλιούς ρομαντικούς, δε στα­ ματά ποτέ, γιατί ζωή του συγγραφέα είναι οι λέξεις και οφείλει να τις υπερασπίζε­ ται με αυταπάρνηση και αυτοθυσία, και απαγορεύεται να τις προδώσει ακόμη και νοερά. Υποπτεύομαι, όμως, πως στους σύγχρονους καιρούς πολλοί συγγραφείς εύ­ κολα θα μεταπηδούσαν σε τομείς πιο άμεσους και δημοφιλείς, αν μπορούσαν, για παράδειγμα στους χώρους της οικονομικής εξουσίας ή της πολιτικής - ενδεχομέ­ νως και στους χώρους του αθλητισμού και του θεάματος με τις μεγάλες δόξες.

90 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


Πότε και πώς φαντάζομαι πως θα τερματίσω την περιπέτεια με τα μυθιστορήματα εγώ; Λοιπόν, επειδή μέτοχος πολυεθνικής δε θα γίνω, ούτε άλλωστε ελεγχόμενος βουλευτής, και επειδή δεν μπορώ να ρίξω ακόντιο ή να τραγουδήσω, πιστεύω πως θα διακόψω όταν το ενεργειακό δυναμικό μου ατονήσει, συμπαρασύροντας και την ικανότητα της γραφής. Βέβαια, οι εκτός χώρου δε γνωρίζουν πόση ψυχοπνευματική αλλά και σωματική προσπάθεια καταβάλλεται για την ολοκλήρωση ενός μυθιστορήματος και θεωρούν πως για τους συγγραφείς οι ημερομηνίες λήξης είναι καταργημένες. Λάθος. Στην πραγματικότητα, οι ηλικιωμένοι και οι άρρωστοι αποκλείονται από τις περιπέτειες της γραφής, και ας ηχεί σκληρή η διαπίστωση, και ας υπάρχουν σποραδικές εξαι­ ρέσεις. Ωστόσο, εκτός του γήρατος ή της αρρώστιας, μπορώ να φανταστώ και άλλα συμβά­ ντα που θα με αποσπάσουν από τη γραφή. Για παράδειγμα, αν αποκτήσω μια δια­ νοητική αυτάρκεια, αν κερδίσω την υπαρξιακή ολιγάρκεια ή αν κατακτήσω ένα κα­ θεστώς διαρκούς γαλήνης. Τις ονειρευόμουν πάντα αυτές τις καταστάσεις, τις κατευναστικές, αλλά δεν τις έζησα ποτέ - τύχη δεν είχα.

του

Δημοσθένη κουρτοβικ Κάθε συγγραφέας συνομιλεί με άλλους συγγραφείς, είτε

το ξέρει είτε όχι. Η διακειμενικότητα δεν είναι λογοτεχνικό τερτίπι, αλλά καταστατική συνθήκη της λογοτεχνίας. Δεν είναι όμως αυτοσκοπός. Οι συγγραφείς που μιλούν πο-

Η γραφή είναι μια λύτρωση εκ των υστέρων λύ για διακειμενικότητα προσπαθούν να κρύψουν μια ψυχική μιζέρια, μια έλλειψη πάθους, σείοντας δοξασμένα λάβαρα. Μοιάζουν κάπως μ' εκείνους που συλλέγουν αυτόγραφα διασήμων: τα δείχνουν και εί­ ναι σαν να λένε «βρέθηκα κοντά σε όλους αυτούς, τους μίλησα». Τα σημαντικά λογοτεχνικά κείμενα δε συνομιλούν μόνο με άλλα κείμενα, αλλά κυρίως με τον κόσμο. Κανένας συγγραφέας δε γράφει μόνο για τον εαυτό του ή για «δυο τρεις φίλους που εκτιμώ και με καταλαβαίνουν». Όσοι ισχυρίζονται ότι το κάνουν, ψεύδονται. Ο συγγραφέας απευθύνεται πάντα σ' ένα νοητό συλλογικό σώμα, που μπορεί να υπάρχει κάπου εκεί έξω, μπορεί και όχι. Ο σημαντικός συγγραφέας γράφει για ένα συλλογικό σώμα που θα αναγνωρίσει κάποτε το βιβλίο του σαν τη ληξιαρχική πράξη της γέννησής του. Η πράξη της γραφής είναι μια λύτρωση μόνο εκ των υστέρων. Όσο διαρκεί, είναι έ­ να φριχτό μαρτύριο, ένας αφόρητος σωματικός πόνος που σου προκαλεί η προσπά­ θεια να εκφράσεις κάτι στο οποίο οι λέξεις αντιστέκονται, να χαλιναγωγήσεις μια ι­ στορία που ολοένα πάει να σου ξεφύγει. Και αυτό από το οποίο λυτρώνεσαι κατόπιν δεν είναι οι ωδίνες της γέννας, αλλά ο απελπισμένος έρωτας που έφερε τη σύλληψη.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 91


Οι λεγόμενοι εξομολογητικοί συγγραφείς δεν εξομολογούνται τίποτα σημαντικό, ού­ τε είναι και τόσο ειλικρινείς. Η εξομολόγηση είναι στην πραγματικότητα μια ναρκισ­ σιστική πράξη, με την οποία προσπαθούμε να αρέσουμε χάρη στις αμαρτίες μας, κατάλληλα ρετουσαρισμένες. Τα βαθύτερα, τα πιο βασανιστικά μυστικά ενός συγ­ γραφέα είναι τόσο τρομακτικά, ώστε δεν αντέχει να τα αντικρίσει κατάματα παρά μόνο μέσα από κάτοπτρα, όπως ο Περσέας το κεφάλι της Μέδουσας. Δηλαδή, μετουσιώνοντάς τα σε παραβολές. Κακά τα ψέματα, την υστεροφημία τη σκέφτονται οι περισσότεροι συγγραφείς, αν και κατά κανόνα ανομολόγητα. Το ευτύχημα είναι ότι οι πιο άξιοι αρχίζουν να τη σκέφτονται όταν έχουν δώσει πια ό,τι καλύτερο είχαν να δώσουν, γιατί έπειτα το αλληθώρισμα προς την υστεροφημία κάνει το συγγραφικό βάδισμά τους βαρύ και κορδωμένο. Κανένας συγγραφέας δεν μπορεί να ξεφύγει από την κοινωνική πραγματικότητα του τόπου και της εποχής του. Οι συγγραφείς που ισχυρίζονται ότι η πραγματικότη­ τα δεν είναι παρά ένα «κείμενο» ή ένα «βιντεοπαιχνίδι» είναι προϊόντα μιας τάξης πραγμάτων που θέλει να σκέφτονται και να αισθάνονται οι άνθρωποι έτσι. Το ζήτη­ μα είναι αν ο συγγραφέας μπορεί να διακρίνει την αληθινή κοινωνική πραγματικό­ τητα πίσω από την απατηλή μορφή με την οποία την παρουσιάζουν οι κυρίαρχες α­ ντιλήψεις. Κάθε οργανωμένη αφήγηση είναι ερμηνεία της πραγματικότητας. Ο συγγραφέας πλάθει έναν κόσμο που συνιστά μια ερμηνευτική διασκευή του αληθινού κόσμου. Οι καλύτερες ερμηνείες είναι εκείνες που αποτελούνται από ένα συνειδητό ή «ε­ μπρόθετο» μέρος κι ένα άλλο, το οποίο δεν υπήρχε εξαρχής στις προθέσεις του συγγραφέα ή δεν ήταν ξεκάθαρο στη συνείδησή του, αλλά αναδεικνύεται από τη λογική της ιστορίας του και από το ύφος της αφήγησης. Οι αποκλειστικά εμπρόθε­ τες ερμηνείες τείνουν να είναι μονομερείς και σχηματικές, οι αποκλειστικά απρό­ θετες τείνουν να είναι ισχνές, δηλαδή να έχουν μικρή εμβέλεια. Οι συγγραφείς που λένε «για μένα το να γράφω είναι τόσο φυσικό όσο το να ανα­ πνέω» δεν ξέρουν τι λένε και, το χειρότερο, δεν ξέρουν τι κάνουν. Είναι οι πιο ασή­ μαντοι συγγραφείς. Ο σοβαρός συγγραφέας δυσκολεύεται αφάνταστα να γράψει ό­ πως θέλει αυτός, προβληματίζεται ως το σημείο της απόγνωσης με τις λέξεις, τις φράσεις, τους ρυθμούς και τον τόνο του λόγου, τίποτα από όσα κάνει δεν του φαί­ νεται «φυσικό» τη στιγμή που το κάνει, κι αισθάνεται για κάθε βιβλίο του πως μπο­ ρεί να είναι το τελευταίο, όπως έπειτα από μια παράτολμη καταρρίχηση σκέφτεται κανείς «δε θα το ξανάκανα ποτέ!» Είναι αλήθεια πως, αν μπορούσαμε να ζήσουμε όπως επιθυμούμε, δε θα υπήρχε λόγος να γράφουμε βιβλία ή να τα διαβάζουμε: η λογοτεχνία δε λειτουργεί όπως η ανθοκομία ή η διακοσμητική εσωτερικών χώρων. Με αυτή την έννοια, η λογοτεχνία είναι ένα υποκατάστατο της ζωής. Είναι όμως ένα υποκατάστατο με μια ιδιότητα που δεν έχει κανένα άλλο υποκατάστατο οποιουδήποτε πράγματος: αντί να ανακουφίζει την ανάγκη μας για κάτι που δεν έχουμε, μεγαλώνει τη νοσταλγία μας γι' αυτό.

92 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


του παυλου ματεςι

Τη γραφή δεν την επιλέγεις: σε επιλέγει. Ή σε στρατεύει. Δεν α­

ποτελεί ούτε προσωπική λύτρωση ούτε εξομολόγηση ούτε υποκατάστατο ζωής ούτε οικόσημο. Υπάρχουν ορισμένα άρρητα πράγματα που απαιτούν και ικετεύουν κραυγα-

Ο συγγραφέας δεν έχει καιρό για ενδοσκόπηση στικά να γραφτούν. Αν δεν τα γράψεις εσύ, διαλεκτικώς αναπόφευκτα θα τα γράψει κάποιος άλλος. Τώρα ή αύριο. 0 μέσος (ή «κανονικός») άνθρωπος φοβάται να δει, ή να σκεφτεί, το μέγεθος δεινών που μπορεί να αντέξει. Αυτό το αναλαμβάνει, πληρε­ ξούσιός του περίφοβος και αυτός, ο συγγραφέας. Και εισέρχεται σε μια χοάνη, σχεδόν χωρίς τη θέλησή του, απ’ όπου δε θα βγει, ούτε ε▲

πιθυμεί να βγει, ποτέ. Το εγχείρημα αυτό το έχουν αποφασίσει, και το κυβερνούν, δαίμονες. Ουσιαστικός κριτής και κριτικός του έργου του είναι μόνο ο συγγραφέας, δε χρειάζεται συμβουλές. Η χοάνη αυ-

m W t H k H

τή συχνά λέγεται και ψυχή, η οποία, λέει ο Ηράκλειτος, συντίθεται από «ύλη συμβαίνουσα εν εξελίξει». Και της οποίας (Ηράκλειτος πάλι) «τα πέρατα δεν θα τα ανακαλύψεις ποτέ, όσους δρόμους και αν πά­

ρεις...». Που σημαίνει πως ο συγγραφέας έχει πολλή δουλειά μπροστά του και δεν του μένει καιρός για ενδοσκόπηση, για απόπειρες IX λύτρωσης, εξομολογήσεις, διαμαρτυ­ ρίες για κοινωνικές αδικίες και τα λοιπά. Όσο για την υστεροφημία, του είναι άχρηστη και αδιάφορη, αφού δε θα είναι παρών όταν θα τον εγκωμιάζουν ή τον λησμονούν.

του κώστα μαυρουδη

Η βασική μου ιδέα για τις αιτίες και την ανάγκη που μας προσανα­

τολίζει στο φαινόμενο της τέχνης (της γραφής ειδικότερα) είναι ότι κάθε γραπτός κόσμος

Ένα εγχείρημα αποκατάστασης αποτελεί ένα εγχείρημα αποκατάστασης ή αναβάθμισης του πραγματι­ κού. Συμπτωματικά, μ' αυτή την ιδέα άρχιζε το βιβλίο μου Οι κουρτίνες του Γκαριμπάλντι. «Και στη λιγότερο παραστατική έκφραση διακρίνεται η εμπλοκή της πραγματικότητας. [“Δεν υπάρχει λόγος να κοιτάζεις· όλα αυτά τα έχω συνθέσει” φέρεται να είπε ο Μάλερ στον Μπρούνο Βάλτερ, καθώς ο τε­ λευταίος θαύμαζε μια επιβλητική οροσειρά έξω από το σπίτι του συνθέ­ τη]. Το σιωπηρό, όμως, και λιγότερο προφανές ζήτημα που θέτει κάθε έργο είναι η ανάγκη αναδημιουργίας και κυρίως αποκαταστάσεως του πραγματικού. Γράφοντας, συμπεριφέρομαι κριτικά προς τον κόσμο, ενώ συγχρόνως είμαι ένα είδος υπερβατικού Ποτέμκιν που στήνει την ανεπί-

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 93


ληπτη ζωγραφιά της χάρτινης πόλης για να παραπλανήσει την Αυτοκράτειρα. Αποκαθιστώ τον κόσμο με μια τάξη άφθαρτη και υπερχρονική. Η καινοφανής αρτιότητα είναι αντίδοτο αξιοπρέπειας απέναντι του.» Το κείμενο αυτό δε διατυπώνει κάτι νέο. Βρίσκεται πολύ κοντά στη σκέψη ότι «ο συγγρα­ φέας είναι εκείνος που συναγωνίζεται το πραγματικό». Είναι επίσης συγγενικό προς την ι­ δέα ότι «το έργο μεγαλώνει τον κόσμο», ότι προσθέτει στην πραγματικότητα. Να θυμηθούμε μια έξοχη σελίδα από το σχεδόν ξεχασμένο βιβλίο του Ζαχαρία Παπαντωνίου, Παρισινά Γράμματα. Κάποια υπερήλικη υπηρέτρια ταΐζει, μεταμεσονύκτιες ώρες, τις γάτες στους κήπους του Λουξεμβούργου. Ένα βράδυ γνωρίζεται με τον περαστικό συγ­ γραφέα και συζητούν για λίγο. Του απαγγέλλει στίχους από ένα κλασικό έργο, «θα πεθάνουμε», του λέει λίγο αργότερα· «αλίμονο, θα χάσουμε τη μοναδική χαρά να διαβάζουμε την Athalie του Ρακίνα και τα άλλα αριστουργήματα». Στην περίπτωση αυτής της αναφοράς διακρίνεται η λειτουργία που υπαινίχθηκα. Αυτή που χωρίς να βλέπει την τέχνη ως υπαρξιακό αναλγητικό, την προτείνει ως εναλλακτικό υλικό ζωής, μια ουσιαστική παροχή, όταν για όλους είναι μια νεύρωση καλλιέργειας, ένας εξωραϊστικός υπολογισμός ή μια «καταραμένη τέρψη». Οι αιτίες που οδηγούν στην ανάγκη της γραπτής έκφρασης, όπως προτείνονται προς σχο­ λιασμό στην «1η ενότητα», διεκδικούν, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία του καθενός, μια αυτονόητη αλήθεια. Η λογοτεχνία, και βέβαια, αναγνωρίζει στα κινούντα αίτια την «ενδο­ σκόπηση», την «εξομολόγηση», την «ανάγκη παραμυθίας». Είναι επίσης για όλους «εκφρα­ στική αναζήτηση», με την έννοια του παιχνιδιού για την οποία μίλησε προσφυώς ο Φρόιντ (την έκφραση του παιδικού παιγνίου, που παύει να υπάρχει ύστερα από χρόνια και μετατρέπεται από τον ενήλικα, ίδιο ως ανάγκη, σε καλλιτεχνική πράξη). Στα ελληνικά το ρήμα «παίζω» υπηρετεί τρεις τέχνες: τη μουσική, το θέατρο και το σινεμά. Η γραφή σχετίζεται, βέβαια, και με εξαιρετικά (απλές;) ανάγκες μας. Κατ' αρχάς με ό,τι θα ονομάζαμε ροπή καταξίωσης. Εμφανίζεται ως νόμιμη βούληση προβολής του προσώ­ που. Δεν είναι τυχαίο το παγκόσμιο φαινόμενο της Γραφομανίας. Μέσω του δημοσιοποι­ ούμενου λόγου και η μετριότητα φαίνεται να αποκτά υπόσταση. Μέσω της γραφής (μπο­ ρούμε να το καταλάβουμε) μια μοίρα χωρίς λάμψη διεκδικεί οντότητα, η καθημερινότητα δανείζεται «υψηλούς» τρόπους, το στιγμιαίο αξιώνεται τη χάρη της αθανασίας. Η «υστεροφημία», στη σοβαρή εκδοχή της, είναι συγγενικό αλλά απέραντα διαφορετικό ε­ λατήριο. Και ως έννοια ακόμη παραπέμπει στο πένθος. Προϋποθέτει τη σχέση με τον α­ διανόητο χρόνο της απουσίας μας. 0 Λεονάρντο, συζητώντας με κάποιο ζωγράφο σ' ένα ταξίδι του στη Βενετία -διάβαζα συμπτωματικά μια μέρα πριν γράψω αυτό το κείμενο- του μιλά για την ανθεκτικότητα της γλυπτικής, τη μεγάλη διάρκεια ζωής του αγάλματος, σε σχέση με τη ζωγραφική και τα ε­ πιρρεπή στη φθορά υλικά της. «Το μάρμαρο μπορεί βέβαια κάποτε να σπάσει, αλλά ο ο­ ρείχαλκος είναι ανθεκτικός». Ο συνομιλητής καταλαβαίνει «πως η έγνοια αυτού του άνδρα με τα μακριά μαλλιά, που πλησίαζε τα πενήντα, ήταν η υστεροφημία του, η αιωνιότητα». «Αυτή δεν είναι η επιθυμία όλων;» αναρωτιέται ο αφηγητής που μεταφέρει το διάλογο. Συχνά αντιλαμβάνομαι έναν παραπλήσιο κόσμο κινήτρων για το λογοτεχνικό έργο. Μιλώ­ ντας με πρωτογενείς έννοιες, θα ’λεγα ότι ξεκινά από μια «μεμψίμοιρη» διάθεση απέναντι στα πράγματα που μας ενοχλούν. Ακούγεται βέβαια καχύποπτα ο μεταβολισμός μιας ανα­ βαθμισμένης μέχρι το αισθητικό γεγονός «μεμψιμοιρίας», όμως κι άλλα πολύτιμα «έργα», όπως ξέρουμε, αρχίζουν από ένα δυσεξήγητο καπρίτσιο του ενόργανου κόσμου, από κά-

94 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


ποια ενόχληση (ταλαιπωρημένο απ' την εκλαΐκευση παράδειγμα: το μαργαριτάρι), ενώ και στο επίπεδο του πνεύματος κάθε τραύμα -θα λέγαμε παρά το στόμφο- κυοφορεί το όρα­ μα μιας απόλυτης ουσίας. Δε θα δυσκολευτούμε να διακρίνουμε ότι αυτό το απρόσβλητο στο χρόνο φαινόμενο (η τέ­ χνη) γίνεται όντως από ένα, έτσι κι αλλιώς, ενοχλημένο υποκείμενο που αρνείται να κατα­ λάβει τη μοίρα του και ούτε θέλει να τη δεχτεί. Πολλοί αντιλαμβάνονται ότι γράφουν, διότι, αφηγούμενοι τα πράγματα, τα κάνουν πιο ανε­ κτά. (Το Δεκαήμερο ίου Βοκάκιου, π.χ., είναι αφηγήσεις προσώπων που συγκεντρώνονται έντρομα έξω απ' τη μεσαιωνική Φλωρεντία, αφηγούνται εύθυμες ιστορίες και τραγουδούν μπαλάντες ώσπου να κοπάσει το κακό: η επιδημία της πανούκλας). «Βαφτίζοντας τα πράγματα και τα γεγονότα», γράφει ο Σιοράν, «υπεκφεύγουμε από το α­ νεξήγητο. Όταν ο Αδάμ εκδιώχτηκε απ' τον Παράδεισο, αντί να ψέξει το διώκτη του έσπευσε να δώσει ονόματα στα πράγματα. Ο καθένας, προσέχοντας την αμετακίνητη επι­ φάνεια του ονόματος παρά το εύθραυστο είναι, αφήνεται σε μια ψευδαίσθηση αθανασίας. Αν εξαφανιζόταν η λέξη θα είμαστε ολοκληρωτικά μόνοι». Έτσι, οι αρνήσεις και τα διλήμματα τα οποία εγέρθηκαν κάποτε απέναντι στην ηθική νομι­ μότητα και το τραυματισμένο κύρος της τέχνης («Πώς να γράψει κανείς ποίηση μετά το Άουσβιτς;» - Αντόρνο) φαίνονται σαν ακατανόητο αντανακλαστικό. Και ο πιο κραυγαλέος ι­ στορικός κανιβαλισμός μπορεί να είναι (και συνήθως είναι) αφορμή έκφρασης (και κάθαρ­ σης) απέναντι στο δράμα και στο αρνητικό νόημα του ζην ή του ζην ιστορικώς. Όπως και να 'ναι -για να συνδεθώ με τις προηγούμενες σκέψεις-, είτε σαν ενστικτώδης αντίδραση είτε σαν οργανωμένη από τις ανάγκες μας αντιμετώπιση, με το έργο φαίνεται να καταδολιεύουμε (καθώς λέγαμε στα νομικά), να ξεγελούμε τον κόσμο, να τον αντιπαρερχόμαστε, με μια λιγότερο ή περισσότερο ενστικτώδη διπλωματία της ψυχής, που γίνε­ ται, μέσω του έργου, εμπράγματη αξία με δική της, απόλυτη αυτονομία. Φτάνοντας στο τέλος, θα πρόσθετα στα μύχια εναύσματα της δημιουργικής παραγωγικότη­ τας κάτι που παραλείπει η ενδεικτική αναφορά του διαβάζω: τη σχέση του πνεύματός μας με το «ιερό» (στοιχείο που δεν έχω καταλάβει πόσο διαχωρισμένο είναι από το μυστικισμό τον οποίο κουβαλάει το αρχαϊκό μας κομμάτι)· το ιερό, που, όταν δεν παίρνει την κατεύ­ θυνση της θρησκευτικότητας, γίνεται κάποτε η χρήσιμη και αναγκαία συνομιλία με το «υ­ ψηλό» στοιχείο, θεμελιακό στην οντολογία της τέχνης.

του μιχαλη μιχαηλιδη Ποιες συνθήκες ωθούν ένα θύμα να γίνει συγγραφέας; Τι είδους

διεργασίες οδηγούν στη μεγάλη απόφαση; Ποιες είναι οι βαθύτερες επιδιώξεις της ενα­ σχόλησης με το λόγο; Δεν μπορώ να απαντήσω με σιγουριά, παρά μόνο για τον εαυτό

Καυτά ζητήματα που αποφεύγω να σκαλίζω μου. Αυτό που ξέρω είναι ότι από πολύ νεαρή ηλικία παρατηρούσα το περιβάλλον μου με ανεξέλεγκτη περιέργεια και συνέλλεγα στοιχεία με σκοπό να τα αξιοποιήσω- στις περισσά τερες περιστάσεις διατηρούσα κάποια απόσταση από τη δράση και έβλεπα τους γύρω μου να σχηματίζουν ένα θίασο για να με τροφοδοτήσουν με πληροφορίες και συμπερά-

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 95


εν είχα ιδέα πού ακριβώς θα μου χρησίμευε το υλικό που μάζευα. Από τότε, ενστικτώδη απώθηση για έννοιες όπως «εσωτερική αναζήτηση» και «ψυχιοι γλυκερές εξομολογήσεις μού προκαλούσαν χασμουρητά και η διάθεση ασκητισμού ή άτακτης φυγής μού φαίνονταν ισχυρές ενδείξεις κενότη­ τας, βλακείας ή ψύχωσης. Με τον καιρό, λοιπόν, κατέληξα σε κάποιες προτιμήσεις από τις οποίες πολύ δύσκολα θα απαλλαγώ - τόσο εγώ όοο και τα γραπτά μου. Ρέπω στη σύγκρουση, την αναταραχή και τις προκλή­ σεις, και απεχθάνομαι τη μοιρολατρία, τη δουλική ευελιξία, το θετικισμό, τον αναχωρητιομό και τον ηθικό σχετικισμό. Νιώθω έντονη έλξη για τα άτομα που ζουν έντονα και αδιαφορώ γι’ αυτούς που έχουν επιλέξει τον αυτοευνουχισμό και, σε τελική ανάλυση, το θρήνο. Αντιλαμβάνομαι τις μακροπρόθεσμες κοινωνικές εξελίξεις ως αποτέλεσμα αντίρροπων συλ­ λογικών δράσεων και τείνω να χλευάζω την περιβόητη δύναμη των αυ­ ταρχικών αξιωματούχων και των εξουσιαστικών μηχανισμών. Απολαμβά­ νω να ανατινάζω ψευτοειδυλλιακά τοπία και αντιμετωπίζω με εξαιρετική δυσπιστία τη λεγάμενη κοινή λογική. Συνεπώς η γραφή είναι για μένα ι διατύπωσης και όχι ένας μεταλλαγμένος αναστεναγμός. Είναι βέβαια κι ένα Η δυνατότητα να διατυπώνω μου επιτρέπει να στήνω δραματουργικά πλέγ■ιρίζομαι τους ήρωές μου οαν πιόνια. Με διατηρεί σε διανοητική εγρήγορση νει σε αέναη αναζήτηση πρωτογενούς υλικού. Κάνει τη ζωή μου πολύχρωπυρετώδη κι απρόβλεπτη. Δυστυχώς, όμως, και μαρτυρική. «Δε βαριέσαι να γράφεις; Γιατί να υπάρχει η λογοτεχνία; Ποια είναι η χρησιμότητά της;» με ρωτούν κάποιοι κακοπροαίρετοι και με κοιτούν με ξινή έκφραση. Οι ίδιοι άν­ θρωποι γράφουν κρυφά από συγγενείς και φίλους και μετά καταχωνιάζουν τα χειρό­ γραφα σε ασφαλή συρτάρια. Γενικότερα δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον ενήλικο που να μην έχει αποπειραθεί κάποτε να λογοτεχνίσει. Άρα να μια πρώτη χρησιμότητα των πεζογραφημάτων και των ποιημάτων: θα μπορούσε κανείς να πει -μεταξύ σοβαρού και αστείου- ότι παράγονται και εκδίδονται προκειμένου να γίνονται αντικείμενα αξιο­ λόγησης και φθόνου από χιλιάδες άσφαιρα ταλέντα που καιροφυλακτούν. Σε θέματα γραφής, άλλωστε, όλοι μπορούν να είναι ειδικοί· εδώ δε μετρούν τα διδακτορικά δι­ πλώματα όπως στην περίπτωση της πυρηνικής φυσικής ή της οργανικής χημείας. Φυ­ σικά οι αγέρωχοι και γενναιόδωροι αναγνώστες είναι προικισμένοι με μεγαλύτερη διαύγεια, αντλούν από τη λογοτεχνία σπάνιες απολαύσεις και αισθάνονται ευγνωμοσύ­ νη για την ύπαρξή της. Γνωρίζουν καλά ότι η λογοτεχνία είναι και χρηστική, διότι συν­ δυάζει τη δεξιοτεχνία με την ανάλυση του κόσμου. Αυτή μάλιστα η δυνατότητα της έ­ ντεχνης γραφής να ερμηνεύει και να ανακατασκευάζει τα αντικειμενικά δεδομένα έχει για μένα εξαιρετική σημασία. Με βοηθάει να υπομένω την ανυποληψία που συνοδεύει το συγγραφιλίκι, μου επιτρέπει να συνεχίζω απτόητος και ουχνά με κάνει να νιώθω δι­ καιωμένος για την επιλογή μου. Γράφοντας πεζογραφία έχω τα περιθώρια να περιγρά­ φω την κοινωνική πραγματικότητα και να καταθέτω ιδεολογικές απόψεις με παιγνιώδη διάθεση, χωρίς διδακτισμό, χωρίς περιττές εκλαϊκεύσεις, χωρίς να εγκλωβίζομαι σε ε­ πιστημονικές μεθοδολογίες, χωρίς να αυτολογοκρίνομαι, χωρίς να χαϊδεύω αφτιά και χωρίς να αποσκοπώ στην επίνευση κάποιου χορηγού ή στη στρατολόγηση οπαδών. Έχω τη δυνατότητα να καταγράφω τις εξελίξεις με θράσος, εν τη γεννέσει τους, και α­ παλλαγμένος από πειθαναγκασμούς που σχετίζονται με ευθύνες απέναντι στο κοινό καλό. Έχω την πολυτέλεια να υπονομεύω ό,τι θεωρείται αμετάβλητο, μόνο και μόνο

96 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


για να διαφοροποιηθώ και να προβάλω ένα παράδειγμα αξιοπρέπειας. Με δυο λόγια, η παρέμβασή μου στα τεκταινόμενα μπορεί να είναι αυτόνομη και γι' αυτό αυθεντική. Καμιά φορά, όταν αναρωτιέμαι τι θα με έκανε να σταματήσω, συνειδητοποιώ ότι ένα τυραννικό καθεστώς δε θα μπορούσε να με φοβίσει και ότι η πενία ή η εξαιρετική ευ­ μάρεια δε θα αναχαίτιζαν τη μανία μου να γράφω. Μόνο η αξιοπρέπεια θα με έκανε να αποχωρήσω ή, για την ακρίβεια, η εξάντληση των αποθεμάτων μου. Τουλάχιστον αυτό εύχομαι να συμβεί. Αν κάποια στιγμή, λοιπόν, καταλάβω ότι οι σημειώσεις μου δεν ανανεώνονται και αντιληφθώ ότι οι εξελίξεις ή η πνευματική νωθρότητα ή τα πρό­ ωρα γηρατειά με έχουν στείλει μακριά από το κλίμα της εποχής, ελπίζω να παρατήσω αμέσως κάθε προσπάθεια, για να μην υποπέσω σε αφέλειες και επιδοθώ σε πρακτι­ κές αυτόματου πιλότου. Πάνω απ' όλα, όμως, για να μην αντιμετωπιστώ από τους μά­ χιμους λογοτέχνες με συγκατάβαση και εξευτελιστώ.

της σοφίας νικολαϊδου - Δε μου αρέσει να σκέφτομαι τη συγγραφή ως υποκατάστατο

της ζωής. Η συγγραφή είναι ζωή, και μάλιστα περιπετειώδης. Με σκαμπανεβάσματα, στιγ­ μές απόγνωσης, νεύρα και κακοκεφιές, αλλά και τρελά κέφια, αποκαλύψεις και μυστήρια.

Η λογοτεχνία ψιθυρίζει ιστορίες στο σκοτάδι - Η γραφή ως εκφραστική αναζήτηση; Τα κείμενα είναι η γλώσσα τους. Δεν μπορεί το ίδιο πράγμα να ειπωθεί με διαφορετικά (καλύτερα ή χει­ ρότερα) λόγια: τότε γίνεται άλλο πράγμα. Κάθε ήρωας έχει τη φωνή του, κάθε ιστορία τη γλωσσική συγχορδία της. Όταν διαβάζεις τα γραμμένα δυνατά, ακούγονται καθαρά οι παραφωνίες. Για το αναγνωστικό γούστο μου, ο μάστορας φαίνεται στη λιποαναρρόφηση της φράσης. Μοντάρει με αυστηρή προσοχή το κείμενο. Ο συγγραφικός μόχθος συχνά μετριέ­ ται όχι με τα κιλά της συγγραφής αλλά με τις σκουπιδοσακούλες των σβησμένων. - Από πού έρχονται τα κείμενα; Νομίζω από την πίσω σκοτεινή γωνία του μυαλού. Δεν αντιλαμβάνομαι τη γραφή ως εξομολόγηση αλλά ως έ­ ναν τύπο εσωτερικής ζωής. 0 καθένας από μας ζει τη ζωή του, με τις εμφανείς για τους τριγύρω περιπέτειες του βίου, τις αναποδιές και τα στριμώγματα. Όμως, παράλληλα, εξελίσσεται κι ένας τύπος εσωτερικής ζωής, που συμ­ βαίνει μυστικά μες στο κεφάλι μας. Εκεί μπορεί να γίνεται χαλασμός - και κανείς να μην παίρνει χαμπάρι. Μες στο μυαλό πράγματα γίνονται και ξεγίνονται, ένας κόσμος ολόκλη­ ρος βράζει, τη στιγμή που, πιθανόν, ξαπλώνουμε κουρασμένοι στον καναπέ κι ατενίζουμε μοναχικά το ταβάνι. Η γραφή αποτυπώνει, στις ευτυχισμένες στιγμές της, αυτό τον ορυ­ κτό, τον κρυμμένο κόσμο, τον κάνει πρόσωπα, αφήγηση, πλοκή. - Καμιά φορά τρομάζει κανείς, άλλες φορές απορεί με τον τρόπο που ξηλώνεται από μέ­ σα του η ιστορία. Η συγγραφή σκάβει βαθιά, στα παραχωμένα αισθήματα, σε όσα κρύβου­ με κάτω απ' το χαλάκι, στα αθέατα και τα μυστικά. Ίσως, τελικά, να είναι ένας τύπος, ενίο­ τε επικίνδυνης, ενδοσκόπησης. Κάποιες φορές λειτουργεί, εκ των υστέρων, αναλγητικά.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 97


Όμως μπορεί να αποδειχτεί επικίνδυνη, είναι φορές που το μυαλό ρισκάρει πολλά, η ισορ­ ροπία δεν είναι πάντα ασφαλής, τουναντίον. - Η επιβίωση ή όχι των κειμένων δεν είναι ένα παιχνίδι επικαιρότητας. Τα βιβλία έχουν τη δική τους ζωή, διαβάζονται με διαφορετικούς τρόπους σε διαφορετικές εποχές: τα ανα­ καλύπτουν οι φιλαναγνώστες, τα αναδεικνύουν βιβλιόβιοι κριτικοί και ταγμένοι φιλόλογοι. Η ιστορία των βιβλίων δε γράφεται όσο το μελάνι τους είναι ακόμα νωπό. Εκεί το παιχνίδι των εντυπώσεων και τα κόλπα της αγοράς θολώνουν, κάποιες φορές, τα κριτήρια. Η ανα­ γνωστική συγκυρία διαμορφώνεται εν θερμώ: δε λείπουν οι βιαστικοί επαγγελματίες ανα­ γνώστες, τιμητές με τσιμεντωμένο αναγνωστικό γούστο ανακατεύονται με οξυδερκείς βι­ βλιόφιλους. Όμως το βιβλίο ταξιδεύει. Αν θα περιπέσει σε χαρτοπολτό, αν θα καταλήξει στα σκονισμένα ράφια κάποιου μελλοντικού παλαιοβιβλιοπωλείου (πόσος ματαιόσπουδος 19ος αιώνας δε σωρεύεται σε αντίστοιχα ράφια σήμερα;), αν θα παραμείνει -ή θα αναδειχτεί- αξιανάγνωστο, άδηλο. Ο συγγραφέας γράφει. Η τύχη του βιβλίου δεν είναι στα χέ­ ρια του. Ας γλεντήσει, λοιπόν, τη συγγραφή, γιατί αυτήν έχει. Η συγγραφή είναι, με τον ιδιότροπο και ιδιοπαθή τρόπο της, πρόσληψη του κόσμου. Αποτυπώνει, ξεσκαλίζει, άλλοτε βάζει στο μικροσκόπιο κι άλλοτε θεάται στερεοσκοπικά. Αντλεί το υλικό της από πράγματα καθημερινά, από το χυλό της καθημερινότητας: μια εί­ δηση στα ψιλά της εφημερίδας, μια εικόνα από το τζάμι του λεωφορείου, ένας αγκώνας που σκουντάει βιαστικός στην Εγνατία, ο Νικ Κέιβ να παραμιλά πρωί πρωί στο ντίσκμαν, μια κρίσιμη ατάκα σε ταινία, μια φωτογραφία που καθαρίζει το μάτι, απρόσμενα. Μια πλη­ ροφορία για το πώς έπινε ο Μαξιμίλιαν X. το τσάι του τον περασμένο αιώνα, ένα ντοκιμα­ ντέρ στην τηλεόραση για τα αλατωρυχεία στην Ευρώπη. Το μάτι σαρώνει, αρχεία εφημερί­ δων ξεσκονίζονται, το κασετοφωνάκι δουλεύει στο φουλ, καταγράφει ήχους της πόλης, α­ γαπημένες φωνές, ξένους ανθρώπους που αφηγούνται με κρατημένο δάκρυ την ιστορία της προγιαγιάς τους, λες και την έζησαν. Η λογοτεχνία επιλέγει απ' αυτό το χύδην υλικό για να φτιάξει το lego της. Ψιθυρίζει ιστορίες στο σκοτάδι. Παίρνει το χέρι σου και το ακουμπάει στην πληγή. Κοίτα εδώ, σου λέει. Κι εδώ. Κι εδώ. Σκαρώνω ιστορίες, είναι ο τρόπος μου να ζω τη ζωή μου. Φαντάζομαι ότι κάποια στιγμή, αν πάψουν να με επισκέπτονται οι ήρωες ή αν δεν είναι πια καλή παρέα, αν αυτό το παι­ χνίδι -και το ζόρι- που ονομάζεται συγγραφή πάψει να με ξεσηκώνει, θα σταματήσω. Ελπίζω ν' αργήσει αυτό.

του

Νίκου πανΑΓίητοπογλου Η γραφή υπήρξε ανέκαθεν στα μάτια μου το ωραιότερο

παιχνίδι που επινόησε ο άνθρωπος προκειμένου να ροκανίσει το χρόνο που του ανα-

Ο συγγραφέας και η γραφή ως πασιέντσα που σπανίως «βγαίνει» λογεί επί της γης, γι' αυτό και στο αμείλικτο ερώτημα «γιατί γράφετε;» υιοθέτησα α­ σμένως την απάντηση του X. Λ. Μπόρχες «...για να απαλύνω τη ροή του χρόνου».

98 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


Προτείνω λοιπόν ένα ακόμα «άτυπο» ερώτημα προς συμπλήρωση του καταλόγου της πρώτης ενότητας: Ο συγγραφέας και η γραφή ω ς πασιέντσα. Μιλάω για μια εξαιρετικά σύνθετη πασιέντσα φυσικά, αφού, αντί για πενήντα δύο τρα­ πουλόχαρτα, εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν απεριόριστο αριθμό λέ­ ξεων, σε πιθανούς και απίθανους συνδυασμούς. Μιλάω επίσης για μια εξαιρετικά πρωτότυπη πασιέντσα, αφού δεν υ­ πάρχουν αυστηροί και απαρέγκλιτοι κανόνες συναρμογής· σχεδόν τα πάντα επαφίενται στην επινοητικότητα του ίδιου του παίκτη. Μιλάω, τέλος, για μια πολύ π ροκλητική πασιέντσα, αφού σπανίως «βγαίνει». Μ' ένα τέτοιο παιγνιώδες σκεπτικό, δύσκολα θα μπορούσα να δω τη γραφή ως περιπέτεια - παρόλον ότι η περιπέτεια αποτελεί συχνά το ση­ μαντικότερο συστατικό στοιχείο ενός παιχνιδιού. Σκέφτομαι πως τίποτε περιπετειώδες δεν υπάρχει στο να περπατάει, ας πούμε, κάποιος με βλέμμα κενό στα πεζοδρόμια αυτής της πόλης, αναλογιζόμενος την πλοκή ή κάποιον από τους χαρακτήρες του μυθιστορήματός του (εννο­ είται πως το πράγμα αλλάζει αν αποφασίσει να διασχίσει κάθετα τη λεωφόρο). Σκέφτο­ μαι επίσης πόσο βαρετό θέαμα θα αποτελούσε ένας συγγραφέας την ίδια τη στιγμή που γράφει (δεδομένου ότι την περισσότερη ώρα αναπροσαρμόζει το ύψος της πολυθρόνας του ή σκουπίζει σχολαστικά τις στάχτες από το πληκτρολόγιό του). Τα σκέφτομαι όλα αυτά, αλλά την ίδια στιγμή διαπιστώνω, ξανακοιτάζοντας τα «άτυπα» ερωτήματα της έρευνας, πως τα περισσότερα αποτυπώνουν καίριες λειτουργίες που κι εγώ ο ίδιος αποδίδω στη γραφή: ασφαλώς και ο συγγραφέας επιχειρεί να ερμηνεύ­ σει την ανθρώπινη ύπαρξη, κι όταν, μάλιστα, έχει κάτι καινούριο να πει δεν μπορεί πα­ ρά να συγκρουστεί τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο- ασφαλώς και τα συμπεράσματά του αποτελούν προϊόν ενδοσκόπησης- είναι πιθανόν η διατύπωσή τους να έχει λυτρωτική αξία- είναι πιθανό να προτιμά αυτού του είδους την εξομολόγηση α­ πό την επίσκεψη στην πλησιέστερη εκκλησία- και είναι σχεδόν βέβαιο πως αυτή η δια­ δικασία αποτελεί ένα ταξίδι παραμυθίας, απαλύνει τη ροή του χρόνου... Ναι, η γραφή συχνότατα -α ν όχι πάντοτε- αμφισβητεί τον κόσμο, ερμηνεύει και αμφι­ σβητεί την Ιστορία, την κοινωνική πραγματικότητα, την επικαιρότητα- κάπου κάπου δε, συνδιαλέγεται και με τις άλλες τέχνες. Έχετε απόλυτο δίκιο- είναι ολοφάνερα όλα αυτά και στα δικά μου μάτια. Τα έχω διαπι­ στώσει επανειλημμένως... ως αναγνώστης, όμως- απολαμβάνοντας τη γραφή των άλ­ λων- διαβάζοντας! Αλίμονο! Αν κάθε πρωί, ανοίγοντας τον υπολογιστή μου, σκεφτόμουν έστω πως αυτό που πάω να κάνω είναι να ερμηνεύσω την ανθρώπινη ύπαρξη και τον κόσμο, να λυ­ τρωθώ ενδοσκοπούμενος ή αμφισβητώντας την ιστορία... ειλικρινά σας λέω, θα παρέ­ λυαν τα χέρια μου υπό το βάρος του εγχειρήματος. Και αυτομάτως θα σταματούσα να γράφω, θα έκλεινα τον υπολογιστή και θα πήγαινα να παίξω μπιλιάρδο. Αν, μάλιστα, μου περνούσε απ' το μυαλό πως ό,τι κάνω το κάνω για την υστεροφημία μου, τότε τα πράγματα θα ήταν πραγματικά άσχημα. Αν -λέμε, αν!- έφτανα σε τέτοιο επί­ πεδο αυτογνωσίας, τότε θα έπρεπε να λιώσω το συγγραφέα-εαυτό μου σαν πλεονάζουσα σιχαμερή κατσαρίδα στα κατάλευκα πλακάκια του λουτρού της ανθρώπινης ματαιοδοξίας. Ίσως πάλι όχι! Ξαναδιαβάζω την προηγούμενη παράγραφο και τη βρίσκω υπερβολική-

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 99


δυνατή εικόνα, αλλά ακριβώς αυτό δείχνει υπερβάλλουσα συναισθηματική εμπλοκή. Ίσως και να μην έκανα τίποτε- ίσως απλώς να χαμογελούσα - ή και να λυνόμουνα στα γέλια - στη σκέψη ενός... φιλολογικού μνημόσυνου στα εκατό χρόνια από το θάνατό μου και να προχωρούσα ακάθεκτος στο επόμενο κεφάλαιο... Ος πότε; - αναρωτιέμαι μαζί σας, έχοντας περάσει στην τρίτη ενότητα. Μα, φυσικά, ως τη στιγμή που ο πιο φανατικός μου αναγνώστης, ο πρωταρχικός αποδέκτης των εκ­ φραστικών μου αναζητήσεων, ο αόρατος σύντροφός μου σ' αυτή την περιπέτεια (ένας δύσκολος, στριμμένος, ανικανοποίητος, είρων, μουρτζούφλης τύπος) μου πει: «Έλα, φτάνει πια! Κατάντησε βαρετό αυτό το παιχνίδι!»

ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗ

Κοντόκαννη, λιμαρισμένη καραμπίνα Γράφω επί ψύλλου κρεμάμενος. Το κείμενο κοντόκαννη, λιμαρισμένη καραμπίνα. Σκότωμα σκιάς με μαχαίρι, σκοτάδι, στα τυφλά. Το γράψ ιμο-τι είναι; Είναι η μούργα που ανεβαίνει από τα έγκατα, και σπάει σε μπίλιες υ­ δράργυρου μέσα στο μυαλό πριν γίνει συνοικισμός λέξεων; ^

Αλλά και πριν, πιο πριν, τι είναι; Ποια στιγμή στην παιδική, στην εφηβιk Μ

κή ή στην άλλη ηλικία γίνηκε ο σκοτεινός συνδυασμός; Πότε ρίχτηκε η κρυφή ζαριά μέσα στο αίμα που αλλάζει σε διάθεση γραφής, σε βασανιστήριο, σε συγκεκριμένη ματιά, σε ύφος; Δύσκολο να το βρεις. Εύκολο να πεις: κάτι - αυτό. Εκεί. Τότε. Πού;

Σε ποια εσώτερα νερά; Στης Γριάς τις Βάθρες, στο δικροτισμό της αρτηρίας, σε ποια βαθιά κρυμμένα εκρηκτικά; Η μέρα είναι ζόφος, το σκότος είναι λάμψη. Ο ρεαλισμός βρίσκεται στην άκρη του μπαστουνιού των τυφλών - αλλά για ποια πέτρα μιλάμε; Ποια πέτρα; Ποια βάθη; Ποιο ψάρι; Πότε η πετονιά μπερδεύεται τόσο πολύ που γίνεται κανταΐφι; Εγώ γράφω υπέρ. Ηδονικά. Δε γράφω εναντίον κάποιου. Δε γράφω για να πολεμήσω κάτι. Δε γράφω κατά του χρό­ νου, ζήτω η φιλία, χάριν υστεροφημίας, υπέρ απόρων κορασίδων - ή αγοριών. Δε γράφω για ν' αλλάξω τον κόσμο. Δε γράφω για τα λεφτά - το κάνω χωρίς να ξέρω γιατί. Δεν ξέρω πότε μετακινούνται τα έπιπλα μέσα μου. Άσε τη λέξη «ήθος», την «πολιτική ηθική» κι άλλα τέτοια - δεν έχουν σχέση με το εργό­ χειρο. Κι αν έχουν, είναι φύρα απ' την οποία τρέφονται παράκτιοι αλιείς.

100 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Κάτι τζερεμέδες που πίνουν ούζο με μεζέ πορτοκαλάδα. Γράφω θέλοντας να μιλήσω για εκείνα που με τσακίζουνε, μου προκαλούνε θάμβος, με ορίζουν - παράξενο μυρμήγκιασμα στον αυχένα. Μπορεί κι ανάπαυση κροτάφων. Δέος. Το πιο σημαντικό: η συγκεκριμένη κύμανση. Ο τόνος - η στιγμή που σπινθηρίζει αλλιώς. Η πραγματικότητα δεν υπάρχει ως εκπομπή-κονσέρβα, η επικαιρότητα ως ολότητα, εγώ ως κρυσταλλωμένη οντότητα. Όλα είναι σε ροή - δεν υπάρχει κάτι που να μπορεί να μπαγλαρωθεί με ένα επιχείρημα, με μια ανάλυση, σ' ένα σχήμα. Το νόημα είναι νύμφη-ανύμφευτος. Βουκεφάλας - και δε χειραγωγείται. Η γραφή μια κατάσταοη που δεν περιγράφεται. Μπορώ μέσα από τον υπαινιγμό -τη μύγα στο σπαθί μου- να υπαινιχθώ έναν άλλο, κι έ­ ναν άλλο υπαινιγμό, επ' άπειρον. Σε ανακλώμενα κάτοπτρα ελλειπτικά. Είναι η ένεση που χτυπάει η νύμφη-ανύμφευτος, κάτω απ' το νυφικό, μέσα στο πούλ­ μαν, στην προτελευταία στροφή για το σπίτι. Εργόχειρο είναι. Λαμπατέρ από ανθρώπινο δέρμα - το δικό μου και των φίλων μου. Ή άγνωστων περαστικών: μια λέξη, μια χειρονομία, ένας ήχος - μέσα στην ξεχωριστή συ­ γκυρία. Η γάτα περπατάει έτσι γιατί είναι γάτα - και κάθε γάτα είναι διαφορετική, ακόμα και σε σχέση με τον εαυτό της. Ξεχωριστή - το φωτισμένο παράθυρο του 4 2 4 όπως το είδα μια βραδιά ενώ έβγαζα φλας για Κονίτσης. Τα άλλα τα βαριέμαι. Δήθεν αναλύσεις, βάμμα του ηλιοτροπίου, ασπούρι, καναβούρι κι αμοιβαία τα κεφάλαια, μωρό μου. Οι θαλαμοπουτάνες. Αλλεπάλληλοι λαχειοπώλες σε σελίδες εδώ κι εκεί. Γράφω ό,τι ξεχωρίζει απ' το άπατο υπόγειο, πάει προς το διηνεκές και κρατιέται στη φραγή του χρόνου. Τι; Δεν έχει σημασία - μόνο το πώς: το ύφος. Τι είναι το πώς; Άμα ήξερα τον κλειδάριθμο θα έβγαζα κι έναν τσελεμεντέ: πώς γράφεται η λογοτεχνία. Δεν ξέρω το νούμερο ολόκληρο. Γι’ αυτό, εγώ μεν, εν αδήλω τίθημι. Πότε θα σταματήσω; Λογοτεχνία κάνω ακόμα κι όταν δε γράφω, κυρίως τότε - οπότε; Το τελικό κείμενο είναι απλώς το γκολ της γραφής. Η λογοτεχνία δεν είναι μια εκδοχή της ύπαρξης - είναι η ολοκληρωτική, ελλειπτική της μετουσίωση. Απ' την άλλη: το οπλοποιείον του συγγραφέα ποτέ δεν είναι ορατό, ούτε κι έχει νόημα για τους άλλους. Μόνο η τελική κοντόκαννη καραμπίνα - ο πυροβολισμός, θα σταματήσω. Όταν έρθει η ώρα της Μαύρης Αράχνης, θα σταματήσω.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 101


toy antpea ςταϊκου

Γράφω για να παίζω. Για να τροφοδοτώ το κενό της ζωής με παι­

χνίδι. Για να γεμίζω το κενό με παιχνίδι. Υπόκειμαι στη συνθήκη του χρόνου. Διαπνέομαι από την οδυνηρή συναίσθηση του τέλους. Μέχρι το τέλος, μέχρι τον αποχωρισμό

Παίζω γράφοντας, γράφω παίζοντας από τον κόσμο. Τον οριστικό και αμετάκλητο, βιώ νω άπειρους μι­ κρούς αποχωρισμούς. Δημιουργώ τους μικρούς αποχωρισμούς. Επι­ λέγω τους μικρούς αποχωρισμούς μεγίστης σημασίας· τους επιλέγω βασανιστικά και χαρούμενα. Επιλέγω και σκηνοθετώ τις συγκινήσεις και τις απολαύσεις της καθη­ μερινότητας. Προσδίδω διαστάσεις, ωραιοποιώ ή και τερατοποιώ ακόμη και στο πιο τετριμμένο και ασήμαντο συμβάν. Το πιο τετριμμένο και ασήμα­ ντο συμβάν, ένας ασπασμός φευγαλέος στη μυτερή μύτη μιας γόβας, παραδείγματος χάριν, μεταβάλλεται σε ένα συμβάν ανεπανάληπτο, σαν πρώτο και τελευταίο. Η επίπονη επιλογή των συμβάντων, των βλεμμάτων, των λικνισμάτων άγνωστων γλουτών, των καταστάσεων, των δειλινών και των σκουλαρικιών, ο τρόπος της ανάκλησης και του φωτισμού τους, η προβολή τους σε ένα νέο παρόν, όπου ο χρόνος, ο χώρος και η δράση «πληρώνουν» τις σελίδες ενός βιβλίου, αποτελούν το παιχνίδι μου, το παιχνίδι της γραφής. Παίζω γράφοντας, γράφω παίζοντας. Τι κάνω; Μια τρύπα στο νερό. Κερδίζω χρόνο μέχρι την εξαφάνισή μου. Το κενό της ύπαρξης διψά για παιχνίδι. Και το παιχνίδι της γραφής, της ιδικής μου γραφής, ως άλλος αγώνας ποδοσφαίρου, ως έδεσμα σε λα­ μπρό δείπνο, ως περιπέτεια πρόσκαιρη του έρωτα, είναι άσκοπο, άστοχο, ανιδιοτελές. Και διαρκεί λίγο, όσο μια θεατρική παράσταση. Όταν γράφω, το πνεύμα κινείται προς το σκοτάδι. Το φως, στο κενό, στο άγνωστο. Άσκοπα, άστοχα, ανιδιοτελώς.

του περ ικ λ η ς φ υ ρ ιδ η

Στο σχολείο, ως μαθητής γυμνασίου, ευτύχησα να έχω λα­

μπρούς καθηγητές. Σπουδαιότερος όλων, κι αυτός που διεύρυνε το στενό τότε πνευμα­ τικό μου ορίζοντα, ήταν ο Νίκος Παπαχατζής (ο γνωστός συγγραφέας), που άρχιζε συ-

Έμεινα από καύσιμα, πώς το λένε χνά το μάθημά του με τη φράση: «Η ζωή είναι πόνος» (το θυμούνται και οι συμμαθητές μου). Πριν από λίγο καιρό, ο Μανόλης Ξεξάκης, παρουσιάζοντας την τελευταία συλλογή διηγημάτων μου, Εσωτερική υπόθεση, στο βιβλιοπωλείο Ιανός της Θεσσαλονίκης (20 Δεκεμβρίου 2002), είπε ότι ο Σφυρίδης έχει το χάρισμα να κάνει τη ζωή του τέχνη, θα συμπλήρωνα, «τέχνη ως παραμυθία του πόνου της ζωής». Πράγματι, ύστερα από είκοσι

102 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


πέντε χρόνια, φυλλομετρώντας τα δεκατρία βιβλία πεζογραφίας που κυκλοφόρησα (τα δέκα συλλογές διηγημάτων), δε βρήκα να έχω γράψει έστω και μια χαρούμενη ιστορία. Πρωτοεμφανίστηκα ως πεζογράφος με ερωτικά κυρίως διηγήματα, αφού είχα κλείσει τα σαράντα. Η απροσδόκητη συντριβή ενός καημού κι ένα αυτοκινητικό δυστύχημα με έκαναν ράκος. Μια εσωτερική μου ανάγκη να επου­ λώσω την πληγή που μου είχε αφήσει αυτή η ιστορία -α ν ήταν δυνατό να επουλωθεί- ήταν η αιτία που άρχισα να γράφω διηγήματα με υλικό τα βιώματα που μου άφησε η τραυματική αυτή περιπέτεια. Τα ερωτικά μου διηγήματα είναι όλα πικρές ερωτικές ιστορίες, όπου όνειρα διαψεύδονται και προσδοκίες τσακίζονται, αφού κι ο έρωτας στον καιρό μας μπήκε στο αλισβερίσι της διαπλοκής και συναλλαγής. Παρ' όλο το τραυματικό τους τέλος, είτε η ερωτική ιστορία τελειώνει βίαια είτε α­ φανίζει τον έρωτα ο χρόνος, ο έρωτας είναι εκείνος που κάνει το θά­ νατο να φαντάζει μακρινός και αβέβαιος και οι πληγές που αφήνει εί­ ναι «Το τίμημα» (τίτλος βιβλίου μου με ερωτικά διηγήματα) που πληρώ­ νει ο αφηγητής (και ο καθένας ίσως από εμάς) που πίστεψε ότι θα μπορούσε ν' αλλάξει τη ζωή του μέσα από μια ανάπηρη ερωτική σχέση. Με τον καιρό άρχισαν να με συγκινούν και ερωτικά ναυάγια άλλων που μου εξομολογήθηκαν ή έτυχε να γνωρίσω από κοντά. Έτσι το ερέθισμα να γράψω ένα διήγημα μετατοπίστηκε από το προσωπικό σ' ένα ευρύτερο φιλικό και κοινωνικό περιβάλλον. Προς θεού όμως, σε κα­ μιά περίπτωση δεν πρέπει ο αμύητος στη λογοτεχνία αναγνώστης να σχηματίσει την ε­ ντύπωση ότι απλώς περιγράφω καταστάσεις. Μια καθημερινή αφήγηση περιορίζεται σε μια σκέτη περιγραφή, με πολλές συνήθως λεπτομέρειες, ενός γεγονότος ή περιστατι­ κού. Η λογοτεχνία, με τη δύναμη πάντα της δημιουργικής φαντασίας του συγγραφέα, που είναι θείο δώρο -αυτό που λέμε ταλέντο-, αφαιρεί, προσθέτει και αναδημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο, ο οποίος αντικαθρεφτίζει τον ψυχικό κόσμο του λογοτέχνη. Και η διαδικασία αυτή έχει το βάσανο μιας άλλοτε σύντομης αλλά κάποτε και μακράς κυσ φορίας και ολοκληρώνεται με τους πόνους μιας γέννας. Έτσι και μόνο έτσι επέρχεται η κάθαρση. Ο κόπος και ο πόνος που απαιτεί η λογοτεχνία -και η τέχνη γενικότερα- είναι αυτά που απαλύνουν τα ψυχικά τραύματα και την κούραση από την ίδια τη ζωή, δίνο­ ντας νόημα στην πράξη της δημιουργίας. Το καθετί στη ζωή έχει ένα τέλος. Όσο με βασάνιζε το πάθος ενός αδιέξοδου έρωτα δεν κατόρθωνα να συγκινηθώ και από τον επιθανάτιο ακόμα ρόγχο ενός ασθενή. Βιώ­ ματα, βέβαια, από τον επαγγελματικό μου χώρο της ιατρικής έμπαιναν ως φόντο στις ε­ ρωτικές ιστορίες που έγραφα. Με το βιβλίο Τίμημα χω ρίς αντίκρισμα (1986) έκλεισε ο κύκλος του έρωτα στην πεζογραφία μου (κάποια ερωτικά διηγήματα που έγραψα μετα­ γενέστερα αναφέρονται σε περιπέτειες άλλων ή είναι δημιουργήματα μυθοπλασίας), ό­ πως άλλωστε πριν από λίγα χρόνια είχε κλείσει και στη ζωή μου. Έτσι, χωρίς να το κα­ ταλάβω, άρχισα σιγά σιγά να αντλώ ερεθίσματα για γράψιμο από το επαγγελματικό μου περιβάλλον, και η ιατρική από το ρόλο του κομπάρσου πήρε θέση πρωταγωνιστή. Με πείραζε το γεγονός ότι η ιατρική από κατεξοχήν ανθρωπιστική επιστήμη μετατρεπόταν σε απρόσωπη εταιρεία παροχής ιατρικών υπηρεσιών, η ποιότητα των οποίων δεν εξαρτάται από τη συγκεκριμένη ανάγκη που έχει ο κάθε άρρωστος, αλλά από το πόσα χρή­ ματα έχει στην τσέπη του. Κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις έγραψα διηγήματα για την εκμετάλλευση στο περιβάλλον της υγείας, για το ηθικό δίλημμα της ευθανασίας, τη μά­ στιγα του έιτζ και το ρατσισμό που αναπτύσσεται στην κοινωνία μας για τους ασθενείς

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 103


και τους φορείς του, την κομματικοποίηση και την αναξιοκρατία που επικρατεί στα νο­ σοκομεία και τις διοικήσεις τους, ακόμα κι ένα ολόκληρο μυθιστόρημα για τις παράνο­ μες μεταμοσχεύσεις νεφρών στην Ινδία. Κι όλα αυτά όχι για να καταγγείλω συμπεριφο­ ρές και καταστάσεις, αλλά για να αφηγηθώ μια νέα πραγματικότητα που δημιουργού­ σ α ν στο χώρο της υγείας, τον οποίο γνώριζα Από πρώτο χέρι (τίτλος συλλογής διηγημά­ των μου). Το μέρος αυτό του πεζογραφικού μου έργου θεωρήθηκε από κάποιους ως προσπάθεια καταγραφής και καταγγελίας αυτών των καταστάσεων, αλλά, αφού μου δί­ νεται η ευκαιρία, πρέπει να δηλώσω κατηγορηματικά ότι δεν υπήρξε αυτή η πρόθεσή μου, γιατί δεν είμαι αφελής: κανείς πολιτικός ή επιχειρηματίας δεν ασχολείται με αυτά που γράφει κάποιος -ανύπαρκτος γι’ αυτούς- συγγραφέας. Αλλά, έστω, ότι τα διηγήμα­ τα αυτά έπαιρναν μια ευρύτερη δημοσιότητα. Υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι οι με­ γαλογιατροί θα έπαυαν να ζητούν φακελάκια -τι λέω, χοντρούς φακέλους- ή ότι οι ιδιο­ κτήτες των πολυτελών νοσηλευτικών «κέντρων» θα δέχονταν και μερικούς φτωχούς α­ σθενείς τσάμπα; Το κίνητρο για να γράφω αυτά τα διηγήματα παρέμενε το ίδιο: το γρά­ ψιμο λειτουργούσε μέσα μου ανακουφιστικά για ό,τι έβλεπα γύρω μου και με έπνιγε. Αργότερα, όταν συνταξιοδοτήθηκα (το 1994 έκλεισε και ο κύκλος της ιατρικής μου στα­ διοδρομίας), άρχισα να αντλώ ερεθίσματα για γράψιμο και από το κοινωνικό περιβάλ­ λον μέσα στο οποίο ζούσα, αυτό της μεγαλούπολης (Θεσσαλονίκη) ή του απομονωμέ­ νου χωριού (Σκύρος - ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα μου). Έτσι πολλά σύγχρονα και επί­ καιρα θέματα κυριάρχησαν στην πεζογραφία μου, όπου, και για να μη μακρηγορώ, στο τελευταίο βιβλίο μου υπάρχει ακόμα και η εμφάνιση των οικονομικών μεταναστών από την Αλβανία και τη Βουλγαρία που απροσδόκητα, αλλά τελεσίδικα, εισέβαλαν πλέον στη ζωή μας κι έδωσαν την ευκαιρία στην ελληνική κοινωνία να τους εκμεταλλευθεί α­ γρίως. Υπάρχει ακόμα και η μνήμη, μνήμη της πρόσφατης κυρίως ιστορίας του τόπου (πάτησα τα εβδομήντα: Αλβανικό έπος, γερμανική Κατοχή, Εμφύλιος, απριλιανή Χούντα, Αντιπα­ ροχή), που κι αυτή πληγώνει. Η μνήμη αυτή στην ιατρική ονομάζεται παλίνδρομη, διότι ο ηλικιωμένος θυμάται με λεπτομέρειες γεγονότα του παρελθόντος και ξεχνάει τι φαγη­ τό είχε φάει το προηγούμενο βράδυ. Ένα ολόκληρο μυθιστόρημα, Ψυχή μπλε και κόκκι­ νη, και μνήμες σε αρκετά διηγήματα το μερτικό της στην πεζογραφία μου, για να μη μι­ λήσω και για τα ζώα - τα σκυλιά μας που έχουν πεθάνει κι ακόμα πιστεύω ότι είναι ζω­ ντανά και με περιμένουν πίσω από την πόρτα του σπιτιού μας. Ναι, έχει δίκιο ο Ξεξάκης. Κάνω τη ζωή μου τέχνη, με αμεσότητα, λιτότητα και σαφήνεια στο γράψιμο. Λυ­ τρωτική τέχνη με φτιασίδια, εξυπνάδες και υπονοούμενα δε γίνεται. Αν ένα αυτοκίνητο έχει ανάγκη την καλή βενζίνη για να τρέχει, εγώ χρειάζομαι τις έντο­ νες συγκινήσεις για να γράφω. Γι’ αυτό πιστεύω ότι με το τελευταίο αυτό βιβλίο μου κλείνει και ο κύκλος της πεζογραφίας μου. Έμεινα από καύσιμα, πώς το λένε. Έχω, βέ­ βαια, αποκτήσει ευχέρεια στο γράψιμο. Δε θέλω όμως να κυκλοφορήσω κάποιο βιβλίο, αναμασώντας βιώματα του παρελθόντος, που ποιοτικά να είναι κατώτερο, για να παρα­ μένει το όνομά μου στην επικαιρότητα. Με πιάνει θλίψη όταν βλέπω καλούς άλλοτε η­ θοποιούς ή τραγουδιστές να παραμένουν οι πρώτοι στη σκηνή ενώ δε βλέπονται και οι δεύτεροι να τραγουδούν χωρίς φωνή. Τέλος, αν το γράψιμο μου έχει γίνει τρόπος ζωής -δ ε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ τον εαυτό μου να παίζει τάβλι στο καφενείο- έχω στο μυαλό μου κάποιες μελέτες για τη λογοτεχνία της Θεσσαλονίκης, που θα μπορούσα να πραγματοποιήσω πριν κλείσει κι ο τελευταίος κύκλος της ίδιας της ζωής μου.

104 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


της ερςης ςωτηροπουλου

Τα ερωτήματα που θέτετε αγγίζουν το σώμα του εγκλήμα­

τος αλλά την ίδια στιγμή αφήνουν το δρόμο ανοιχτό σε γενικότητες και μεγάλα λόγια. Στην ουσία ρωτάτε γιατί γράφει κανείς, και ομολογώ ότι πολλά πρωινά θα προτιμούσα

Με τις λέξεις διορθώνουμε το χάος να κάνω οτιδήποτε άλλο. Δεν υπάρχει μία απάντηση, υπάρχουν πολ­ λές, όπως υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει κανείς συγγραφέας και ο κάθε τρόπος είναι μια προσωπική εμπειρία. Το μόνο κοινό σε ό­ λες τις περιπτώσεις είναι ότι, στην αρχή, υπάρχει μια ασυνείδητη επι­ λογή, και χρειάζεται εμμονή σ' αυτή την επιλογή καθώς και μια φιλο­ δοξία διαφορετικού τύπου, γιατί είναι αλλιώτικο να θέλεις να γίνεις ουγγραφέας κι άλλο πολιτικός μηχανικός. Αν θέλεις να γίνεις συγγρα­ φέας, ονειρεύεσαι κάτι εντελώς αφηρημένο, κάτι ανύπαρκτο, που ί­ σως υπάρχει εν δυνάμει μέσα σου αλλά είναι πολύ αμφίβολο αν θα μπορέσεις να ολοκληρώσεις. Εγώ είχα στο μυαλό μου μια κατάσταση ισορροπίας, την εικόνα κάποιου που γράφει ενώ βρίσκεται στο κενό, και το ίδιο σκέφτομαι και σήμερα, γιατί πράγματι το γράψιμο είναι η χειρονομία που αποκαθιστά την αρμονία, με τις λέξεις διορθώνουμε το χάος και φτιάχνουμε τον κόσμο. Η ποίηση, η λογοτεχνία είναι πράξη. Είναι μια μοναχική πράξη στραμμένη οτον κόσμο. Γράφουμε μόνοι μας, γράφουμε για τον εαυτό μας και σ' αυτή τη φάση ο αναγνώστης εί­ ναι ανύπαρκτος. Αλλά γράφουμε γιατί ελπίζουμε ότι κάποιος θα μας διαβάσει, γιατί ένα βι­ βλίο χωρίς αναγνώστες είναι νεκρό. Το γράψιμο είναι αυθαίρετο εγχείρημα, κανείς δε σου ζητάει να το κάνεις. Το να έχεις ένα βιβλίο στον πάγκο ενός βιβλιοπωλείου επιζητώντας κάποιος να το αγοράσει και να σε διαβάσει είναι μια θηριώδης απαίτηση, μια τρομακτική διεκδίκηση αγάπης. Ίσως το γράψιμο αντισταθμίζει μια έλλειψη, μια απουσία, ένα κουσούρι, κι ο συγγραφέας, ένας ανάπηρος στην ουσία, γίνεται μικρός θεός μόνο για μια περίο­ δο χάριτος - το διάστημα που γράφεται ένα έργο. Εν αρχή ην ο λόγος. Οι λέξεις αποφασίζουν. Μέσα στον αποσπασματικό, ασυνάρτητο κό­ σμο μας, ένα βιβλίο δεν είναι ποτέ καλό ή κακό, αλλά ένα ακόμη προϊόν που προορίζεται για κατανάλωση. Όμως ένα καλογραμμένο βιβλίο είναι ένας μαχητής. Μια καλογραμμένη σελίδα έχει μια ανατρεπτική δύναμη, ικανή να μας αλλάξει, να σαρώσει αντιλήψεις που θε­ ωρούνται αδιάσειστα σωστές, κι αυτό ανεξάρτητα από τις πολιτικές απόψεις του συγγρα­ φέα της. Η ουσία του ζητήματος βρίσκεται στη γραφή, στο ζωντανό σώμα της γλώσσας. Αυτή είναι που νομιμοποιεί ή που καθιστά αυθαίρετη και ανίσχυρη την κάθε συγγραφική απόπειρα. Το έχω πει και σε άλλες περιπτώσεις, ότι εκείνο που αναζητούμε σ' ένα βιβλίο είναι αυτή η ιδιαίτερη φωνή που λέει μια ιστορία, την οποία μόνο η φωνή εκείνου του συγγραφέα μπορεί να διηγηθεί. Η φωνή δεν είναι μόνο η γλώσσα, το στιλ, η φαντασία, ο πλούτος των εικόνων. Είναι αυτός ο ανεπανάληπτος συνδυασμός από ωμή ζωή και ζωή κατασκευασμέ­ νη, που δημιουργεί μια τριγωνική σχέση ανάμεσα στο συγγραφέα, τον αναγνώστη και το μυθιστορηματικό κόσμο. Όταν αυτό επιτυγχάνεται, η λογοτεχνία σαν αυθαίρετο εγχείρημα έχει δικαιωθεί.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 105


Συνήθως λένε «θα σταματούσα να γράφω αν δεν είχα τίποτα να πω». Πρόκειται για υπο­ κρισία, όχι μόνο γιατί όλα έχουν γραφεί και χιλιοειπωθεί, αλλά και γιατί τις περισσότερες φορές δεν έχεις τίποτα να πεις, και αυτό που θα πεις προκύπτει μόνο γράφοντας. Νομίζω ότι θα σταματούσα να γράφω αν οι άχαρες, στείρες στιγμές υπερκάλυπταν το διάστημα της απόλαυσης. Δυστυχώς όοο περνούν τα χρόνια, γράφω όλο και πιο δύσκολα, όλο και μεγαλύτερη προσπάθεια χρειάζεται για να πετύχω εκείνη τη μοναδική συγκυρία όπου το γράψιμο γίνεται μαγική πλεύση σε αρμονία με το σώμα μου και το σύμπαν.

Στην Αλεξία Καλτσίκη του μιςελ φ αϊς

Γενικά μαζεύω πράγματα σαν το γεροξούρα. Έχω μια περιπαθή σχέση

με το αυλλέγειν και το αποδελτιώνειν. Τα αρχεία είναι το ισόβιο πάθος μου. Αν μπο-

Το «θέμα» μου είναι ο θάνατος - η υψηλότερη περιέργεια της ζωής ρούσα να κυκλοφορώ καλωδιωμένος, θα το έκανα. Να μαγνητοφωνώ και να φωτογραφίζω ακόμη και τον αέρα που αναπνέω. Μπροστά στην πραγματικότητα νιώθω νήπιο. Πιστεύω ότι όποιος νιώ­ θει πως είναι πιο ξύπνιος από την πραγματικότητα το έχει χάσει το τρένο. Τα σημαντικότερα βιβλία διαθέτουν ένα είδος ανομολόγητης ζήλιας για την πραγματικότητα της ζωής, για την πραγματικότητα των ονείρων, για την πραγματικότητα του θανάτου. Φυσικά μετά καίω τα αρχεία. Αποζητώ το χάος. Ξεχνάω και το όνομά μου. Τότε αρχίζω και γράφω. Δηλαδή να ακρωτηριάζω ή να ράβω στοιχεία που έχω λαθρακούσει, που έχω δει με κλειστά μάτια, που μου ψιθυρίζουν οι αράδες που δεν αξιώθηκα να σύρω. Όλοι αυτοί που ξημεροβραδιάζονται μπροστά στη λευκή σελίδα άλλοτε αλληθωρίζουν στη γλυκιά τύρβη της ζωής κι άλλοτε προσηλώνονται στο σκοτάδι της ύπαρ­ ξης. Συγγραφέας είναι αυτός που μεταμορφώνει τους δυο αυτούς πειρασμούς σε βιβλία. Εξού και νιώθω τυχερός που δεν είμαι απερίσπαστος από τη βιοτική μέριμνα. Το να εί­ χα άπλετο χρόνο για γράψιμο είναι μια ιδέα που μόνο φρίκη με γεμίζει. Καλλιεργώ μια γραφή με βάση τις αδυναμίες μου - ανθρώπινες και λογοτεχνικές. Δε­ δομένου ότι υπάρχω σημαίνει ότι έχω ήδη αποτύχει, μιλάμε δηλαδή για μια συντελε­ σμένη αποτυχία. Το ζήτημα που τίθεται συνεπώς είναι πώς θα αποτύχουμε καλύτερα. Βέβαια στην εποχή μας αυτά είναι ψύλλοι στ' άχυρα. Σήμερα αποθεώνεται η αναγνωρισιμότητα ως αυταξία. Αυτά βλέπουμε στην τηλεόραση - το βιβλίο του μέσου ανθρώπου. Βέ­ βαια η δική μας εκδίκηση είναι γράφοντας να γίνουμε δημιουργικά ανώνυμοι, αφανείς. Γράφω για να σώσω το κεφάλι μου. Αν τώρα μαζί με μένα «σωθούν» και κάποιοι άλ­ λοι, έχει καλώς. Με μια κρίσιμη λεπτομέρεια: η γλώσσα (το κατεξοχήν πρόπλασμα της σωτηρίας) δε σου ανήκει - ανήκει σε όλους και σε κανέναν.

106 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


Στα βιβλία μου ακολούθησα συχνά την ομοιοπαθητική οδό. Μίλησα τόσο εξαντλητικά για τον εαυτό μου, ώστε τον κατέστησα έναν άγνωστο. Άλλοτε πάλι συναντούσα τό­ σους σωσίες του εαυτού μου σε ξένες ζωές, ώστε ο εαυτός μου γινόταν ένας φορτι­ κός συγκάτοικος. Γι' αυτό μάλλον λογοτεχνία είναι η μοναδική ασθένεια όπου πεθαίνεις από το ενδεδειγμένο φάρμακο. Τα «θέματα» δεν τα βρίσκεις - σε βρίσκουν. Σε χτυπάνε κατακούτελα και μετά τρέχεις και δε φτάνεις. Ένας συγγραφέας έχει το πολύ δυο τρία θέματα - είτε το γνωρίζει είτε κάνει πως δεν το γνωρίζει είτε το αγνοεί. Τα θέματα είναι η φαντασμαγορία, το λούνα παρκ των εμμονών ενός ανθρώπου που γράφει. Μπορείς να ξεμπερδέψεις με το δέρμα σου ή την αναπνοή σου; Άλλο τόσο μπορείς να ξεμπερδέψεις με τις εμμονές σου, τα ριζώματά σου. Ξεκαρδίζομαι όταν διαβάζω δη­ μοσιογράφους ή κριτικούς να αναζητούν τομές στο έργο ενός συγγραφέα. Μια τομή δεν είναι παρά μια μασκαρεμένη συνέχεια. Το δικό μου «θέμα» είναι ο θάνατος - η υψηλότερη περιέργεια της ζωής. Ένα «θέμα» που σπάει σε υποθέματα όπως το οικογενειακό, το ερωτικό, το ιστορικό σφαγείο. Η γλώσσα είναι μια δύσκολη πραγματικότητα. Οι λέξεις δε χαρίζονται σε κανένα. Οι λέ­ ξεις έχουν μόνο δικαιώματα και καμία υποχρέωση - συχνά αρνούνται ακόμη και το αυ­ ταπόδεικτο: να σημαίνουν αυτό που γράφουν τα λεξικά. Κυρίως όμως υπάρχει ένα α­ στείρευτο απόθεμα σιωπής· μ' αυτό κοιμάσαι, μ' αυτό ξυπνάς. Αυτό προσπαθείς να μεταμορφώσεις με διάφορα κόλπα - ένα από αυτά είναι και το γράψιμο.

του βαγγελη

ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΙΔΗ 0 βαθύτερος λόγος που με έσπρωξε στο γράψιμο παραμέ­

νει και για μένα ένα μυστήριο, παρότι κάποιες απαντήσεις μπορεί να μοιάζουν προφανείς.

Στο γράψιμο βρίσκω το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του εαυτού μου Είναι αλήθεια ότι σε μια στιγμή της ζωής μου βρέθηκα να έχω άφθονο χρόνο στη διάθεσή μου και, ουσιαστικά, καμία απασχόληση, αλλά δεν εί­ μαι τόσο σίγουρος ότι όλοι οι άνθρωποι που βρίσκονται σε μια παρόμοια συνθήκη στρέφονται αυτονόητα στη γραφή. Έτσι βρήκα πολύ ενδιαφέρον το «ερωτηματολόγιο» που μου έστειλε το διαβάζω, καθώς μου έδωσε την ευκαιρία να σκεφτώ πάνω στις συγκε­ κριμένες νύξεις που θέτει και να ψάξω για απαντήσεις. Διαβάζω λοιπόν: Ος εκφραστική αναζήτηση. Το πλάσιμο είναι για μένα το πιο ελκυστικό ί­ σως κομμάτι. Η παντοδυναμία του συγγραφέα να φτιάχνει ανθρώπινους ήρωες, να στήνει το σκηνικό μες στο οποίο θα κινηθούν, να ορίζει τη μοίρα τους, να διαλέγει τις λέξεις τους, να επινοεί την ατμόσφαιρα που

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 107


θα τους τυλίξει, να σκηνοθετεί την κάθε τους κίνηση βρίσκω πως είναι μια μοναδική ευ­ καιρία να αισθανθεί κανείς μάγος. Ενώ σε άλλες τέχνες, όπως, ας πούμε, οτο θέατρο ή στον κινηματογράφο, υπεύθυνη για το τελικό αποτέλεσμα είναι μια ομάδα ανθρώπων, στο γράψιμο ενός βιβλίου όλες οι «εξουσίες» βρίσκονται στα χέρια του συγγραφέα. Όλες οι ε­ πιλογές είναι δικές του. Κι έτσι έχει τη δυνατότητα να βρει και να αποτυπώσει το απόλυτα δικό του προσωπικό στίγμα. Την εκφραστική του ταυτότητα. Ως υποκατάστατο της ζωής. Δεν ξέρω αν μέσα από τις εμπειρίες των ηρώων μου βρίσκω την ευκαιρία να ζήσω κι εγώ μια πιο ενδιαφέρουσα ζωή. Ξέρω σίγουρα ότι μέσα από το γράψιμο βρίσκω το πιο ενδιαφέρον κομμάτι του εαυτού μου. Αυτό που είμαι στην καθημε­ ρινή μου ζωή είναι πολύ πιο ευτελές και ανούσιο από αυτό που είμαι, απ' αυτό που γίνο­ μαι, όταν γράφω. Ως πεδίο εξομολόγησης. Πιστεύω πως είναι ένα ακατάλληλο κίνητρο για να ξεκινήσει κά­ ποιος να γράφει, τουλάχιστον λογοτεχνία. Προτιμότερο για την περίπτωση θα ήταν ένα η­ μερολόγιο. Δεν αποκλείεται βέβαια οτη μεγάλη ιστορία της «συγγραφικής» να έχουν υπάρ­ ξει και εξαιρέσεις. Ως προσωπική λύτρωση. Ως ταξίδι παραμυθίας. Η γραφή έχει σίγουρα ιαματικές ιδιότη­ τες. Γι' αυτόν που γράφει. Δε σημαίνει όμως ότι η προσωπική λύτρωση και παραμυθία του ουγγραφέα θα αφορά οπωσδήποτε και τους αναγνώστες. Αν και έχω ακούσει πολ­ λούς να υποστηρίζουν το αντίθετο, ότι δηλαδή οποιαδήποτε προσωπική κατάθεση, άμα εί­ ναι ειλικρινής, μπορεί να αγγίξει την καρδιά όλων. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δυσκολεύομαι να το πιστέψω. Ως ανατομία και ερμηνεία της ύπαρξης. Ως ενδοσκόπηση. Η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι εκεί βρίσκεται κρυμμένη η δύναμη κάθε μεγάλου έργου. Στην ικανότητα του συγγραφέα να εισχωρεί στα άδυτα της ψυχής (τόσο των ηρώων όσο και της δικής του), να την κατανσ εί και τελικά να την ερμηνεύει. Και με υλικό του αυτή τη γνώση να πλάθει ήρωες που εί­ ναι αληθινοί κι όχι χάρτινοι. Ως υστεροφημία, θα ήμουν ψεύτης αν έλεγα ότι η ιδέα της υστεροφημίας δε με συγκινεί. Πέρα από το πόσο κολακευτικό το βρίσκω να ασχολούνται μαζί μου μετά το θάνατό μου, νομίζω ότι είναι μια νίκη απέναντι στην παντοδυναμία του χρόνου όταν σου χαρίζεται η δυ­ νατότητα να συνομιλήσεις με κατοπινές γενιές, με άγνωστα πλάοματα που, ίσως, δεν υπσ ψιαζόμαστε καν σε τι είδους κόσμο θα ζουν, ποιες θα είναι οι συνήθειες ή οι αντιλήψεις τους. Μα, τελικά, η κάθε μορφή λογοτεχνίας, έμμεσα ή άμεσα, στην ερμηνεία, αμφισβήτηση και αναψηλάφηση του κόσμου αυτού δεν καταλήγει - αναρωτιέμαι. Και κάθε δημιουργός με το έργο του, είτε το ομολογεί είτε όχι, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, λίγο ή πολύ, οτην καλυτέρευση αυτού του κόσμου δεν αποσκοπεί, κατά βάθος; Δεν έχω, νομίζω, την επαρκή γνώση για να αναλύσω ή να αναψηλαφήσω ιστορικά θέματα και άρα προτιμώ να μην αγγίζω κάτι που δεν κατέχω. (Στο κάτω κάτω, δεν είναι απαραίτη­ το να ασχοληθούν όλοι με το ιστορικό μυθιστόρημα.) Δεν κρύβω πάντως το θαυμασμό μου για τα έργα εκείνα που συνδυάζουν μια γερά θεμελιωμένη ιστορική υποδομή με την τέχνη της αφηγηματικής. Όσο για την επικαιρότητα, νιώθω πως δε με γοητεύει στο βαθμό που θα αποτελούσε πηγή έμπνευσης για ένα επόμενο βιβλίο. θα σταματούσα να γράφω εάν διαπίστωνα ότι επαναλαμβάνομαι κι ότι κάθε καινούριο βι­ βλίο μου είναι λίγο πολύ ένα αναμάσημα των προηγουμένων. Νομίζω αυτό θα με στενο­ χωρούσε περισσότερο απ’ ό,τι ένα αποτυχημένο βήμα, θα σταματούσα επίσης να γράφω

108 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


στην περίπτωση που θα ’χε εξαντληθεί πια μέσα μου η απόλαυση. Ή στην περίπτωση που η διάθεσή μου να δημιουργώ όμορφα πράγματα έβρισκε διέξοδο μέσα από μια άλλη δρα­ στηριότητα. Η ενασχόλησή μου με μια άλλη μορφή τέχνης θα με απομάκρυνε σίγουρα απ' το γράψιμο.

του δημητρη

ΧΟΥΛΙΑΡΑΚΗ Σε ένα τόσο τεράστιο θέμα δεν μπορεί να δοθεί απάντηση

παρά μόνο αποσπασματικά. Έτσι, διαλέγω κάποια ερωτήματα - σχεδόν στην τύχη.

Ένας έντιμος συγγραφέας δεν είναι πάντα ένας καλός συγγραφέας Η γραφή κάποτε είναι δυνατόν να εκληφθεί ως ενδοσκόπηση. Όχι με την έννοια της ομφαλοσκόπησης, αλλά με την έννοια της αναζήτησης του αυθεντικού εαυτού του συγγραφέα. Εκείνο που, σε μια ελεύθερη α­ πόδοση, λέει ο Ηράκλειτος, «έψαξα τον εαυτό μου», ισχύει όχι μόνο για το φιλόσοφο αλλά και για το συγγραφέα. Η γραφή είναι εξομολόγηση μόνο στην περίπτωση που ο αναγνώστης την αισθάνεται ως εξομολόγηση δίκιά του και όχι αποκλειστικά του συγ­ γραφέα. Σε αντίθετη περίπτωση είναι ένας προσωπικός λόγος και δεν μπορεί να ενδιαφέρει κανέναν. Η γραφή δεν υποκαθιστά τη ζωή, κρίνει τη ζωή. Η υστεροφημία έχει σχέση με το κατά πόσο ο συγγραφέας δουλεύοντας είναι αληθινός με τον εαυτό του και την εποχή του. Σε αυτή την περίπτωση η φήμη του, ύστερα από το φυσικό του θάνατο, θα μπορούσε να περιέχεται στη λέξη «εντιμότητα». Όμως δεν είναι βέ­ βαιο πως ένας έντιμος συγγραφέας είναι πάντα ένας καλός συγγραφέας. Ο Γιάννης Μπεράτης, λόγου χάρη, ήταν έντιμος συγγραφέας. Αλλά σίγουρα δεν ανήκει στους μείζονες. Η γραφή μόνο ως ερμηνεία μπορεί να λειτουργήσει. Η λογοτεχνία ούτε αμφισβητεί ούτε αναψηλαφεί τίποτε. Να αμφισβητήσει κανείς ποιους; Τον Σολωμό ή τον Σικελιανό; Τον Καβάφη ή τον Παπαδιαμάντη; Τον Μητσάκη ή τον Βιζυηνό; Εάν κάποιοι επιμένουν να τη θε­ ωρούν ως αμφισβήτηση των κατεστημένων μορφών, θα πάρουν την απάντηση ότι στην τέ­ χνη δεν έχουμε κατεστημένες μορφές, αλλά μόνο μορφές. Η μόνη μορφή κατεστημένου που μπορεί να αμφισβητηθεί από τη λογοτεχνία είναι η πολιτική. Η λογοτεχνία έχει τα δικά της εκφραστικά μέσα, που δεν ταυτίζονται με εκείνα των άλλων τεχνών. Όμως τα εκφραστικά μέσα των τεχνών και της λογοτεχνίας, αν και διαφορετικά, είναι εξίσου ισχυρά στην επίδρασή τους πάνω στον άνθρωπο. Δε φαντάζομαι τον εαυτό μου να σταματάει να γράφει ποτέ και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Μόνο ο θάνατος μπορεί να βάλει τέλος στη δουλειά του συγγραφέα. Μ<

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 109


ec

To νέο π ο ιη τ ικ ό β ιβλίο

του Αντώ νη Φ ωστιέρη

ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΛΗΘΗ Ε π ίσ η ς κ υ κ λο φ ο ρο ύ ν: • ΣΚ Ο ΤΕΙΝ Ο Σ Ε ΡΩ Τ Α Σ (Δ' έκδοση) • Ο ΔΙΑΒΟ ΛΟ Σ Τ ΡΑΓΟ ΥΔ Η ΣΕ Σ Ω Σ Τ Α (Γ' έκδοση) • ΤΟ ΘΑ Κ Α Ι ΤΟ ΝΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ (Β' έκδοση) • Η Σ Κ ΕΨ Η Α Ν Η Κ ΕΙ ΣΤΟ ΠΕΝΘΟΣ (Β' έκδοση)

Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ

Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η

Ζαλόγγου 11,106 78 Αθήνα. Τηλ. 210-33.01.208 - Fax: 210-38.22.530


β ιβ λ ιο γ ρ α φ ικ ό δ ε λ τ ίο

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΦΗ ΑΠΑΚΗ

Νο 43 8 · 1 -31 Ιανουάριου 2002

ΓΕΝΙΚΑ ΕΡΓΑ Β ιβλιογ ραφ ία Οδηγός έργων της Κρητικής λογοτεχνίας (13 70 1690). Επιμ. A. V. Gemert κ.ά. Ηράκλειο, Κέντρο Κρητικής Λογοτεχνίας, 2002. Σελ. 175. 15,60 €. ISBN 960-86847-2-2. ΠΟΛΙΤΗΣ Λ. Οι βιβλιοκρισίες 1 9 26 -19 73 . Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., 2 0 0 2 . Σελ. 4 9 0 . 2 4 ,0 0 €. ISBN 960250-257-7. Φ ΙΛΟΣΟΦΙΑ Γενικά ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ Λ. Σκέψη και προοπτική. Αθήνα, Αλε­ ξάνδρεια, 20 02 . Σελ. 4 1 5. 18 ,2 0 €. ISBN 960221-238-1. ΚΙΤΣΟΠΟΥΛΟΣ θ . Εγκέφαλος, γλώσσα, νους. Αθή­ να, Στιγμή, 2 0 0 2 . Σελ. 91. 8 ,3 2 €. ISBN 96 0269-190-5. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ Ε. Γνωσιολογία. Αθήνα, Νόηση, 2002. Σελ. 495. 30 ,6 8 €. ISBN 960-8294-02-9. WALKER R. Καντ. Μετ. Λ. θε ο δω ρ ίδο υ. Αθήνα,

SIEGLER R. S. Πώς σκέφτονται τα παιδιά. Μετ. Ζ. Κουλεντιανού. Αθήνα, Gutenberg, 2002. Σελ. 675. 29,30 €. ISBN 960-01-0940-0. HIRIGOYEN M.-F. Ηθική παρενόχληση στο χώρο ερ­ γασίας. Μετ. Α. Σιγάλα. Αθήνα, Πατάκης, 20 02 . Σελ. 3 7 4 .1 7 ,0 0 €. ISBN 960-16-0537-1. ΘΡΗΣΚΕΙΑ Γενικά ARIAS J. Ιησούς, ο μεγάλος άγνωστος. Μετ. θ. Δαρβίρη. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 345. 15,00 €. ISBN 960-14-0649-2. ELIADE Μ. Το ιερό και το βέβηλο. Μετ. Ν. Δεληβοριάς. Αθήνα, Αρσενίδης, 2002. Σελ. 2 2 3 .1 4 ,5 6 €. ISBN 960-253-086-3. JAMES W. Περί της αθανασίας του ανθρώπου. Μετ. Ε. Παπαθανασοπούλου - Μ. Ωραιοπούλου. Αθήνα, Printa, 2002. Σελ. 8 0 .1 0 ,0 0 €. ISBN 960-740870-5. FLORENSKY Ρ. Η αντίστροφη προοπτική. Μετ. Σ. Γουνελάς. Αθήναι, Ίνδικτος, 2 0 0 2 . Σελ. 3 3 1 . 22 ,0 3 €. ISBN 960-518-062-6.

Ενάλιος, 2002. Σελ. 90. 6,46 €. ISBN 960-536080-2. SKINNER Q. Μακιαβέλι. Αθήνα, Νήσος, 2002. Σελ. 142. 15,00 €. ISBN 960-86931-4-4. SCRUTON R. Σπινόζα Μετ. Λ. θεοδωρίδου. Αθήνα, Ενάλιος, 2002. Σελ. 76. 6,4 6 €. ISBN 960-536081-0. ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Ε φ αρμοσμένη ψ υ χο λογ ία ΤΣΕΓΚΟΣ I. Οι μεταμφιέσεις του ψυχοθεραπευτού. Αθήνα, Στιγμή, 20 02 . Σελ. 27 6. 2 2 ,8 8 €. ISBN 960-269-188-6. ΩΡΑΙΟΠΟΥΛΟΥ Α. ...και την ψυχή μου για ένα μω­ ρό; Αθήνα, Μύρτος, 2 0 0 2 . Σελ. 25 6 . 1 7 ,0 0 €. ISBN 960-8222-05-2. ΜΟΖΑΤΣΕ X. - ΟΥΝΓΚΕΡ Κ. Πολύ μικρός για το 'να, πολύ μεγάλος για τ' άλλο. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 2 7 4 .1 0 ,0 0 €. ISBN 960-04-2139-0.

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

Γενικά ΧΡΥΣΗΣ Α. Εισαγωγή στην κοινωνική φιλοσοφία του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Αθήνα, Κριτική, 2 0 02 . Σελ. 1 6 6 .1 3 ,0 0 €. ISBN 960-218-282-2. Κ ο ιν ω ν ιο λ ογ ία ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ Λ. Το εθελοντικό κίνημα στην Ελλά­ δα και η κοινωνία των πολιτών. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 24 4 + φωτ. 13,50 €. ISBN 960-406-296-4. ΔΑΜΙΑΝΑΚΟΣ Σ. Από τον χωρικό στον αγρότη. Μετ. Α. Βουγιούκα. Αθήνα, Εξάντας/ΕΚΚΕ, 2002. Σελ. 535. 32 ,0 0 €. ISBN 960-256-525-χ. ΚΑΣΙΜΑΤΗ Κ. Κοινωνικός σχεδιασμός και αξιολόγη­ ση. Αθήνα, Gutenberg, 2002. Σελ. 3 7 0 .1 7 ,0 0 €. ISBN 960-01-0971-0. ΜΠΕΝΕΚΟΣ Δ. Η ελληνική ομογένεια της Γερμα­ νίας. Αθήνα, Τυπωθήτω, 2002. Σελ. 167. 8,8 0 €. ISBN 960-402-062-5.

ΔΙΑΒΑΖΩ 111


BURKE P. Ιστορία και κοινωνική θεωρία. Μετ. Φ. Τερζάκης. Αθήνα, Νήσος, 2002. Σελ. 302. 15,00 €. ISBN 960-87114-3-6. Πολιτική Αντίσταση ή υποταγή. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 354. 20,80 €. ISBN 960-03-3453-6. Η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αθήνα, ΕΚΕΜΕ, 2002. Σελ. 260. 15,60 €. ISBN 960-7800-08-7. Η πολιτική επικοινωνία στην Ελλάδα. Επιμ. Ν. Δε-

σβου. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 229. 60,00 €. ISBN 960-14-0655-7. Δ ίκαιο ΚΑΤΣΙΜΠΑΡΔΗΣ Κ. Το διεθνές δίκαιο για τις κλιματι­ κές αλλαγές. Αθήνα, Σάκκουλας, 2002. Σελ. 189. ISBN 960-15-0804-χ. ΜΗΤΡΟΥ Λ. Το δίκαιο στην κοινωνία της πληροφο­ ρίας. Αθήνα, Σάκκουλας, 2002. Σελ. 8 3 .1 5 ,0 0 €. ISBN 960-301-664-0.

να, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 206. ISBN 960-03-

Δημόσια διοίκ η σ η ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ Δ. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ Το εκκρεμές της διοικη­ τικής μεταρρύθμισης. Αθήνα, Ποταμός, 2 0 0 2 . Σελ. 190. 15,85 €. ISBN 960-7563-94-8.

3423-4.

Λαογραφία

μερτζής. Αθήνα, Παπαζήσης, 2 0 0 2 . Σελ. 4 6 8 . 21.00 €. ISBN 960-02-1594-4. ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ I. Οι τρεις απειλές του αιώνα. Αθή­

ΚΟΥΛΟΥΜΠΗΣ θ. ...71... 74... Σημειώσεις ενός πα­ νεπιστημιακού. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 456. 30.00 €. ISBN 960-16-0589-4. ΜΑΚΡΗΣ Σ. Φιλελευθερισ μός. Αθήνα, Σιδέρης, 2002. Σελ. 117. 8,00 €. ISBN 960-08-0260-2. ΜΑΚΡΥΔΗΜΗΤΡΗΣ Α. Κράτος και κοινωνία των πο­ λιτών. Αθήνα, Μεταμεσονύκτιες Εκδόσεις, 2002. Σελ. 2 5 8 .1 5 ,0 0 €. ISBN 960-7478-02-9. ΡΟΥΣΣΗΣ Α. Η ρύπανση του περιβάλλοντος. Αθήνα, Ψύχαλος, 2 0 0 2 . Σελ. 15 8. 9 ,3 6 €. ISBN 9608336-03-1. KAPLAN R. Φαντάσματα των Βαλκανίων. Μετ. Ν. Κουβαράκου. Αθήνα, Ροές, 2 0 0 2 . Σελ. 5 0 4 . 24.00 €. ISBN 960-283-146-4. MEYNAUD J. Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα. Τόμος Α': 1 9 6 4 -1 9 6 5 . Μετ. Π. Μερλόπουλος. Αθήνα, Σαββάλας, 2 0 0 2 . Σελ. 6 5 4 . 3 4 ,7 0 €.

Σαρακατσάνικα παραμύθια. Επιμ. Α. Αγγελοπούλου. Αθήνα, Ίδρ υμ α Αγγελικής Χατζημιχάλη-Άγρα, 2002. Σελ. 95. ISBN 960-87508-0-6. ΜΠΟΖΗ Σ. Ο ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2 0 0 2 . Σελ. 4 2 2 . 24,90 €. ISBN 960-406-269-7. ΜΩΡΑΪΤΗΣ θ . Ανθολογία αρβανίτικων τραγουδιών της Ελλάδας. Αθήνα, Μ.Λ.Α.Μ.Π., 2002. Σελ. 341 + CD. 52,00 €. ISBN 960-85976-7-6. ΠΑΝΤΕΛΗΣ Π. Η ιστορία και η διάλεκτος των κατοί­ κων της νήσου Μεγίστης. Αθήνα, Ελεύθερη Σκέψις, 2002. Σελ. 315. 52 ,0 0 €. ISBN 960-793123-8. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Η. Παροιμίες του υποκόσμου. Αθή­ να, Νεφέλη, 2002. Σελ. 47. 5,20 €. ISBN 960211-657-9. ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ - ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ISBN 960-460-863-0. BAUDRILLARD J. Το πνεύμα της τρομοκρατίας. Μετ. Π. Μπουρλάκης. Αθήνα, Κριτική, 2002. Σελ. 49. 8.00 €. ISBN 960-218-277-6. DERRIDA J. Απροϋπόθετο ή κυριαρχία. Μετ. Β. Μπι-

Εκπαίδευση ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Η. Ο διευθυντής και ο αυτοσεβα­ σμός του εκπαιδευτικού. Αθήνα, Σαββάλας, 2002. Σελ. 143. 8,70 €. ISBN 960-460-814-2.

τσιώ ρης. Αθήνα, Π ατάκης, 2 0 0 2 . Σελ. 2 0 8 . 19.00 €. ISBN 960-16-0572-χ. Οικονομία ΚΕΡΑΜΙΔΟΥ I. Κρίσεις και παγκοσμιότητα. Αθήνα, Στοχαστής, 2002. Σελ. 222. 11,44 €. ISBN 960303-122-4. ΜΑΡΔΑΣ Γ. - ΒΑΛΚΑΝΟΣ Ε. Οργάνωση, διοίκηση και οικονομία του συστήματος της διά βίου εκπαίδευ­ σης. Αθήνα, Παπαζήσης, 2002. Σελ. 1 8 7 .1 1 ,4 4 €. ISBN 960-02-1590-1. ΣΙΦΝΑΙΟΥ Ε. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Ενθύμιον σαπωνοποιίας Λέ­

112 ΔΙΑΒΑΖΩ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Ιατρική ΖΕΚΙ S. Εσωτερική όραση. Μετ. θ . Ντινόπουλος. Ηράκλειο, Π.Ε.Κ., 2 0 0 2 . Σελ. 2 8 4 . 2 6 ,0 0 €. ISBN 960-524-160-9. Ε πιχειρήσ εις Πρώτοι στην εξυπηρέτηση του πελάτη. Επιμ. J. Kitching. Μετ. Β. Μουζοπούλου. Αθήνα, Κριτική, 2002. Σελ. 167. 18,50 €. ISBN 960-218-290-3

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ Γενικά

Αθλητισμός

ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ Γ. Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνι­ κή του. Αθήνα, Βότσαλο. Σελ. 1 5 9 . 4 0 ,0 4 €.

ΦΙΛΙΠΠΟΥ Ε. Η ιστορία των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων 1 8 9 6 -2 0 0 0 . Αθήνα, Σαββάλας, 20 02 . Σελ. 603. 27,70 €. ISBN 960-460-920-3. Ψ υχαγωγία

ISBN 960-91180-1-1. ΜΑΡΚΙΔΗΣ X. Επτά κείμενα περί τέχνης. Αθήνα, Εκδόσεις Του Φοίνικα, 2002. Σελ. 45. 10 ,0 0 €. ISBN 960-87269-0-5. ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ Μ. Τα τεμένη της Θράκης, Αθήνα, Μί­ λητος, 2 0 0 2 . Σελ. 2 9 9 . 7 8 ,0 0 €. ISBN 9 6 0-

ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ Σ. Ειδική μου διαδρομή. Αθήνα, Ύψι­ λον, 2 0 0 2 . Σελ. 19 0 . 1 7 ,6 8 €. ISBN 96 0-170088-9.

8033-08-χ. Ζ ω γρ αφ ική

ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ

Δημήτρη Πικιώνη ο παιδικός κήπος της Φιλοθέης.

Αρχαίοι σ υγγραφ είς

Αθήναι, Ίνδικτος, 2002. Σελ. 103. 60,32 €. ISBN 960-518-121-5. ΚΑΜΠΟΥΡΗ-ΒΑΜΒΟΥΚΟΥ Μ. - ΠΑΠΑΖΩΤΟΣ θ . Η Παλαιολόγεια ζωγραφική στη Θεσσαλονίκη. Αθή­ να, Εξάντας, 2002. Σελ. 88. 32,00 €. ISBN 960256-521-7. ΚΟΥΡΙΑ Α. 55 άγνωστα έργα γνωστών Ελλήνων ζω­ γράφων. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 2002. Σελ. 123. 41,60 €. ISBN 960-201-160-2. Μ ουσική Υμνολογία Παλαιός και Καινής Διαθήκης. Επιμ. θ. Παπαδάς. Αθήνα, Byzantine Music, 2002. Σελ. 93 + CD. 52,00 €. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ Μ. Είναι αρρώοτια τα τραγούδια. Αθή­ να, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 168. ISBN 960-033428-5. Φ ωτογραφ ία Οικονομόπουλος, φωτογράφος. Αθήνα, ΜεταίχμιοΜουσείο Μπενάκη, 2 0 0 2 . Σελ. 3 4 1 . 9 0 ,0 0 €. ISBN 960-375-121-9. ΜΠΑΛΑΦΑΣ Κ. Μετέωρα. Αθήνα, Ποταμός, 2002. Σελ. 257. 59,00 €. ISBN 960-7563-85-9. ΜΠΟΥΡΓΙΩΤΗΣ Η. - ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ Μ. Ευρωπαϊκός Νό­ τος. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 157. 32 ,0 0 €. ISBN 960-406-133-χ. ΤΟΠΗΣ Α. Αλεξάνδρεια. Αθήνα, Κέδρος, 2 0 0 2 . Σελ. 222. 48,00 €. ISBN 960-04-2068-8. ΤΣΙΝΤΗΛΗ Ρ. - ΚΑΣΣΙΑΝΟΥ Ν. Ιθάκη. Αθήνα, Δίκτυο Οδύσσεια, 2001. Σελ. 163. 40 ,0 0 €. ISBN 96087081-1-7. Χιούμορ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Κ. ...Τα καλύτερα άγρια μωρά, Αθήνα, Κέδρος, 20 02 . Σελ. 105. ISBN 960-042255-9.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ. Άπαντα. Τόμος 6. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 197. 9,36 €. ISBN 960-382-484-4. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γενικά ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ-ΓΙΑΓΟΥΡΤΑΣ I. Σοφίας λόγοι. Αθήνα, Δωδώνη, 2002. Σελ. 63. ISBN 960-385-132-9. ΤΑΧΤΣΗΣ Κ. Ένας Έλληνας δράκος στο Λονδίνο. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 142. ISBN 96003-3431-5. Π οίηση Γιατί τον είχαμε λησμονήσει... Επιμ. Μ. Γ. Μερακλής. Αθήνα, Τυπωθήτω, 2 0 0 2 . Σελ. 2 7 0 . 1 5 ,0 0 €. ISBN 960-402-065-χ. ΑΜΑΝΑΤΙΔΗΣ X. Ρίγος επί επιφάνειας ύδατος. Χαλ­ κίδα, 2002. Σελ. 46. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ Α. Στο όνειρο. Β' έκδοση Αθή­ να, 2002. Σελ. 40. ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ Ν. Η κάθοδος των Μ. Αθήνα, Ύψιλον, 2002. Σελ. 68. 8,53 €. ISBN 960-17-0080-3. ΚΑΒΑΦΗΣ Κ. Π. Άπαντα τα δημοσιευμένα ποιήματα. Αθήνα, Τα Νέα Ελληνικά, 2002. Σελ. 415. 46,80 €. ISBN 960-87431-0-9. ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ Α. Ο ρίων II. Αθήνα, Οδός Πανός, 2002. Σελ. 47. ISBN 960-7716-81-7. ΚΟΝΤΟΣ Γ. Η υποτείνουσα της Σελήνης. Αθήνα, Κέ­ δρος, 2 0 0 2 . Σελ. 8 4 . 1 3 ,5 0 €. ISBN 960-042188-9. ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ Τ. Η Πύλη των Λεόντων. Αθήνα, Διόπων, 2002. Σελ. 13. 31,20 €. ISBN 960-703-16-44. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ X. Ξένος ειμί. Αθήνα, Τυπωθήτω, 2002. Σελ. 67. 7,00 €. ISBN 960-402-051-χ. ΨΑΡΡΑΣ X. Σπίρτα χειρός. Αθήνα, Π λανόδιο ν, 2002. Σελ. 47. 10,00 €. ISBN 960-8432-21-9.

ΔΙΑΒΑΖΟ 113


Ο δαίμονας στον καθρέφτη. Εισ.-μετ. Α. Βιστωνίτης. Αθήνα, Νεφέλη, 20 02 . Σελ. 89 . ISBN 960-211632-3.

ΔΑΝΕΛΛΗ Τ. Το παιχνίδι του δικαστή. Αθήνα, Ψηφί­ δα, 2002. Σελ. 338. ISBN 960-8295-05-χ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΑΚΗ Α. Αντιθάλασσα. Αθήνα, Οξύ,

ALIGHIERI. Η θεία Κωμωδία. Τόμοι Α'+Β'+ Γ'. Αθή­ να, Gutenberg, 2002, Σελ. 35 9+ 327+331. ISBN set 960-402-032-3. W0LS. Ποιήματα και αφορισμοί. Μετ. Ε. Γονατάς. Β' έκδο σ η. Αθήνα, Στιγμή, 2 0 0 2 . Σελ. 1 6 6 . 15,60 €. ISBN 960-269-191-3. ΠΡΕΒΕΡ Ζ. θέαμα και ιστορίες. Γ έκδοση. Μετ. Γ. Βαρβέρης. Αθήνα, Ύψιλον, 2002. Σελ. 88. 7,80 €. ISBN 960-17-0076-5. ΧΟ Λ. 0 δαίμονας στον καθρέφτη. Μετ. Α. Βιστωνί­ της. Αθήνα, Νεφέλη, 2 0 0 2 . Σελ. 8 9 . 7 ,0 0 €. ISBN 960-211-632-3. Π εζογραφία ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ 0. Άκου το τραγούδι της βροχής. Αθή­ να, Ωκεανίδα, 2 0 0 2 . Σελ. 24 6 . 1 1 ,0 0 €. ISBN 960-410-271-0. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ. Σκηνές από το βίο του Μάξιμου του Γραικού. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 466. 17,90 €. ISBN 960-406-258-1. ΑΛΕΞΙΟΥ Μ. Στο όνομα της αγάπης. Αθήνα, Λιβάνης, 2 0 0 2 . Σελ. 2 5 9 . 1 2 ,0 0 €. ISBN 960-1 40653-0. ΑΝΔΡΟΥΛΑΚΗΣ Μ. Τάνγκο του Τσε. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 361. 16,64 €. ISBN 960-033 4 1 2 -9 .

2002. Σελ. 388. 13,77 €. ISBN 960-8324-01-7. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ Δ. Η ανθρωπωδία. Τόμος Τ Αθήνα, Καστανιώτης, 2 0 0 2 . Σελ. 4 0 3 . ISBN 9 6 0-0 3-

ΑΡΙΣΤΗΝΟΣ Γ. Ματαιοδοξία. Αθήνα, Ελληνικά Γράμ­ ματα, 2 0 0 2 . Σελ. 78. 6 ,9 0 €. ISBN 96 0-4 06 234-4.

14,00 €. ISBN 960-8196-95-7. ΚΟΥΤΡΟΥΒΙΔΗΣ Π. Ξέρεις κάτι; Ποτέ δε μετάνιωσα. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 1 3 1 .1 0 ,0 0 €. ISBN 960-16-0496-0.

ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ Ν. Τα σπασμένα χέρια της Αφροδίτης της Μ ήλο υ. Α θήνα, Άγρα, 2 0 0 2 . Σ ελ. 4 7 4 . 21 ,0 0 €. ISBN 960-325-450-9. BAM ΒΟΥΝΑΚΗ Μ. Έρωτας: Το γελοίο και το δέος. Αθήνα, Φιλιππότης, 2002. Σελ. 2 6 2 .1 4 ,5 6 . ΒΙΖΥΗΝΟΣ Γ. Ο Μοσκώβ-Σελήμ. Αθήνα, Εκδόσεις Του Φοίνικα, 2002. Σελ. 89. 25,00 €. ISBN 96087269-3-χ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ X. Αρχιπέλαγος. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 773. 25,00 €. ISBN 960-14-0448-1. ΓΟΥΔΕΛΗΣ Τ. Η γυναίκα που μιλά. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 150. 9,51 €. ISBN 960-04-2209-5. ΓΟΥΤΑΣ Π. Το ίδιο έργο της ζωής μου. Αθήνα, Αλε­ ξάνδρεια, 2002. Σελ. 166. 10 ,0 0 €. ISBN 960221-242-χ. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ θ . Κρυμμένοι άνθρωποι. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 201. 12 ,0 0 €. ISBN 960-160517-7.

114 ΔΙΑΒΑΖΩ

3416-1. ΔΟΜΒΡΟΣ Α. Η γυναίκα του ανταγωνιστή. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 2 6 4 .1 2 ,0 0 €. ISBN 960-04-

2200 -1 . ΔΟΥΚΑ Μ. ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ Μοναχικά ανδρόγυνα. Επιμ. Μ. Φάις. Αθήνα, Μίνωας, 2002. Σελ. 168. 16,00 €. ISBN 960-542-670-6. ΕΥΤΥΧΙΔΟΥ-ΚΑΛΙ AM ΠΕΤΣΟΥ X. Η εξομολόγηση της Κλαίρης. Αθήνα, Εντός, 2001. Σελ. 1 4 8 .1 1 ,0 0 €. ISBN 960-8229-16-2. ΘΕΟΤΟΚΗ-ΑΛΥΦΑΝΤΗ Δ. Αγάπες στη σιωπή. Αθήνα, Δωδώνη, 2002. Σελ. 238. ISBN 960-385-133-7. ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ Γ. Η σειρήνα της Ομόνοιας. Αθήνα, Εξάντας, 2002. Σελ. 38. 5,00 €. ISBN 960-256528-4. ΚΑΡΑΪΤΙΔΗ Ε. Για μια μόνο νύχτα Αθηναία. Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 2 0 0 2 . Σελ. 1 6 7 . 1 0 ,5 0 €. ISBN 960- 221-241-1. ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ Ε. Τα παράδοξα ερωτικά. Αθήνα, Δω­ δώνη, 2002. Σελ. 290. ISBN 960-385-127-2. ΚΟΥΤΟΥΠΗΣ θ . Ο Σκόρπιός είχε ωροσκόπο Δίδυ­ μο. Αθήνα, Εμπειρία Εκδοτική, 2 0 02 . Σελ. 254.

ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ-ΠΟΘΟΥ Μ. Η επέτειος των ρόδων. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 194. 10,00 €. ISBN 960-04-2163-3. ΛΕΒΕΝΤΗΣ Ν. Σκιερή πηγή. Αθήνα, Εστία, 2002. Σελ. 215. 10,40 €. ISBN 960-05-1040-7. ΛΟΪΖΙΔΗ Ν. θεραπείας συνέχεια... Αθήνα, Νεφέλη, 2002. Σελ. 119. 5,50 €. ISBN 960-211-652-8. ΛΟΡΔΟΥ Δ. Σ αλαμωνή. Αθήνα, Ύ ψιλον, 2 0 0 2 . Σελ. 109. 8,84 €. ISBN 960-17-0079-χ. ΜΑΝΤΑΚΑ Μ. Η προφητεία. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 3 7 6 .1 7 ,6 8 €. ISBN 960-03-3348-3. ΝΙΚΑΣ Γ. Τζακ Ντέλαμαρ. Αθήνα, Νεφέλη, 20 02 . Σελ. 229. 13,00 €. ISBN 960-211-651-χ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ I. Μ. Χαμοζωή. Αθήνα, Ι.Μ.Π., 2002. Σελ. 161. 12,00 €. ISBN 960-85963-8-6. ΠΕΣΜΑΖΟΓΛΟΥ Β. Αγίου Βαλεντίνου. Αθήνα, Πόλις, 2002. Σελ. 137. 10,40 €. ISBN 960-8132-80-0.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


ΠΙΤΟΥΛΗ Β. Η είσπραξη της ημέρας. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 2002. Σελ. 135. ISBN 960-385-156-6. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΔΟΥ Δ. Η τελευταία Κυριακή. Αθήνα, Δωδώνη, 2002. Σελ. 265. ISBN 960-385-158-2. ΡΟΜΒΟΣ Τ. Κείμενο πάθος. Αθήνα, Βιβλιοπέλαγος, 2002. Σελ. 208. 9,36 €. ISBN 960-7280-17-2. ΡΟΥΣΣΗΣ Ν. Απρόοπτα. Αθήνα, Δωρικός, 20 02 . Σελ. 136. 7,90 €. ISBN 960-279-420-8. ΣΠΕΓΓΟΣ Μ. Η τελευταία συγγνώμη. Αθήνα, Ελληνι­ κά Γράμματα, 2 0 0 2 . Σελ. 59 3 . 2 2 ,9 0 €. ISBN 960-406-256-5. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ Σ. Το ροκ που παίζουν τα μάτια σου. Αθήνα, Απόπειρα, 2 0 0 2 . Σελ. 12 7 . ISBN 960-537-045-χ. ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗ-ΜΑΝΩΛΙΔΟΥ Π. Σκιές στο δάσος. Αθήνα, Οδυσσέας, 2 0 0 2 . Σελ. 1 6 6 . 1 0 ,4 0 €. ISBN 960-210-447-3. ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗΣ Α. Μπέιμπι σίτινγκ. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 3 4 1 .1 5 ,0 0 €. ISBN 960-04-2222-2. ΤΑΜΒΑΚΑΚΗΣ Φ. Μια πόλη στη λογοτεχνία, Αλε­ ξάνδρεια. Αθήνα, Μεταίχμιο, 2 0 0 2 . Σελ. 3 1 2. 20 .0 0 €. ISBN 960-375-342-4. ΤΟΡΟΣΗ Ε. Η μπαλάντα των πορτοκαλιών. Αθήνα, Εξάντας, 2 0 0 2 . Σελ. 1 9 0 . 9 ,0 0 €. ISBN 960256-530-6. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ Ν. Λιμενάρχης Ευρίπου. Δ' έκδοση. Αθήνα, Νεφέλη, 20 02 . Σελ. 190. ISBN 960-211-643-9. ΦΑΝΤΕΜΗΣ Φ. Όσα πήρανε τα κύματα. Αθήνα, Δω­ δώνη, 2002. Σελ. 349. ISBN 960-385-157-4. ΧΑΤΖΗΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ Τ. Πέρα απ' τη θύελλα. Αθήνα, Αγκυρα, 2 0 0 2 . Σελ. 37 5 . 1 8 ,2 0 €. ISBN 960234-951-4. ΧΑΤΖΗΣ θ. Ανυπεράσπιστος έρωτας. Αθήνα, Εμπει­ ρία Εκδοτική 2 0 0 2 . Σελ. 2 4 0 . 1 3 ,4 0 €. ISBN 960-8196-94-9. ΧΑΤΖΗΣ θ. Μαντάμ Λαβέ. Αθήνα, Εμπειρία Εκδοτική, 2002. Σελ. 2 3 6 .1 3 ,4 0 €. ISBN 960-8196-94-9. ΨΥΧΑΡΗ Λ. Το μυστικό. Αθήνα, Λιβάνης 2 0 0 2 . Σελ. 227. 12,00 €. ISBN 960-14-0666-2. AGAOGLU Α. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Το βιολί τις καλοκαιρινές νύχτες. Μετ. Σ. Χρηστίδου. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 268. ISBN 960-03-3249-5. YING Η. Η κόρη του ποταμού. Μετ. Α. Βλαβιανού. Αθήνα, Γκοβόστης, 2 0 0 2 . Σελ. 3 9 7 . 1 4 ,0 0 €. ISBN 960-270-902-2. JOSHIMOTO Β. Γυναίκες σε λήθαργο. Μετ. I. Διονυσοπούλόυ. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 159. 18.00 €. ISBN 960-03-3358-0.

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

ΓΙΟΥΡΣΕΝΑΡ Μ. Ο οβολός του ονείρου. Μετ. Τ. Παναγιώτου. Αθήνα, Χατζηνικολή, 2002. Σελ. 208. 15.00 €. ISBN 960-264-181-9. ΓΚΙΟΥΡΣΕΛ Ν. Εικονογραφημένος κόσμος. Μετ. Φ. Καράογλαν. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 20 02 . Σελ. 293. 20,90 €. ISBN 960-406-249-2. GUDULE. Η Πολίν στη χώρα των κόμικς. Μετ. Β. Δέμου. Αθήνα, Μεταίχμιο, 2 0 02 . Σελ. 13 7. ISBN 960-375-434-χ. GOETZEE J. Ατίμωση. Αθήνα, Λιβάνης, 2 0 0 2 . Σελ. 309. 13,46 €. ISBN 960-14-0548-8. GRANDVILLE. Σκηνές από τον ιδιωτικό και δημόσιο βίο των ζώων. Επιμ. Λ. Αξελός. Αθήνα, Στοχαστής, 2002. Σελ. 1 6 7 .1 1 ,4 4 €. ISBN 960-303-123-2. ΚΑΣΤΙΓΙΟ Α. Ο. Ο διψασμένος. Μετ. Μ. Παναγιωτίδου. Αθήνα, Εξάντας, 2002. Σελ. 312. 15,00 €. ISBN 960-256-529-2. KERTESZ I. Εγώ, ένας άλλος. Μετ. Γ. Λαγουδάκου. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 136. 10 ,4 0 €. ISBN 960-03-3455-2. ΚΙΜΗΙ Α. Όχι άλλα δάκρυα Σουζάνα. Μετ. Μ. Κουμπαρέλη. Αθήνα, Ψυχογιός, 2 0 0 2 . Σελ. 4 1 7 . 17,16 €. ISBN 960-274-659-9. QUIGNARD Ρ. Ταράτσα στη Ρώμη. Μετ. θ. Τσαπακίδης. Αθήνα, Άγρα, 20 02 . Σελ. 13 0. ISBN 960325-455-χ. CRUMEY Α. Η αρχή του Ντ' Αλαμπέρ. Μετ. Τ. Μιχαηλίδης. Αθήνα, Πόλις, 20 02 . Σελ. 28 3. ISBN 960-8132-86-χ. LESSING D. Μάρα και Νταν. Μετ. Κ. Ροντογιάννη. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 643. 20,00 €. ISBN 960-14-0657-3. ΛΙΜΑ X. Λ. Paradiso. Μετ. Μ. Παπαδολαμπάκης. Αθήναι, Ίνδικτος, 2002. Σελ. 724. 30,00 €. ISBN 960-518-063-4. ΜΑΝΣΟ Μ. Γιατί όχι στη Βενετία; Μετ. Λ. Παλλαντίου. Αθήνα, Καλέντης, 2002. Σελ. 311. 13,52 €. ISBN 960-219-125-2. MARKLUND L. Ολυμπιακή έκρηξη. Μετ. θ. Καλογιάννη. Αθήνα, Σύγχρονοι Ορίζοντες, 2002. Σελ. 469. 19,76 €. ISBN 960-398-045-5. ΜΑΡΤΕΛ Γ. Η ζωή του Πι. Μετ. Μ. Κουμπαρέλη. Αθήνα, Ψυχογιός, 2 0 0 2 . Σελ. 4 5 6 . 2 0 ,0 0 €. ISBN 960-274-690-4. MASON D. Ο χορδιστής του πιάνου. Μετ. Κ. Καλαντζοπούλου. Αθήνα, Λιβάνης, 2 0 0 2 . Σελ. 47 9 . 17.00 €. ISBN 960-14-0646-8. MAZZUCCO Μ. θα κατοικήσω στ' όνομά μου. Μετ.

ΔΙΑΒΑΖΩ 115


Π. Πέππα. Αθήνα, Διήγηση, 2 0 0 2 . Σελ. 5 5 4 . ISBN 960-7951-14-χ. MEYNARD D. Στο ρύγχος του ανέμου. Μετ. Ν. Σιδέ-

Μεταξά. Αθήνα, Εμπειρία Εκδοτική, 2002 Σελ. 477. 19,00 €. ISBN 960-8196-417-001-5. HOLT Τ. Εύπολις ο κωμωδιογράφος. Μετ. Γ. Σπανδω-

ρη. Αθήνα, Άγκυρα, 2 0 0 2 . Σελ. 10 5 . 7 ,2 8 €. ISBN 960-234-924-7.

νής. Αθήνα, Καλέντης, 2002. Σελ. 468. 15,60 €. ISBN 960-219-126-0. HOST Μ. Υπηρέτης της νύχτας. Μετ. Ν. Σιδέρη. Αθήνα, Αρσενίδης, 2 0 0 2 . Σελ. 3 2 0 . 1 3 ,5 2 €.

BESSON Ρ. Όταν έφυγαν οι άντρες. Μετ. Σ. Διονυσοπούλου. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 169. ISBN 960-03-3366-1. MOSSE C. Λορέντζο. Μετ. Ε. Γκίνη. Αθήνα, Γκοβόστης, 2002. Σελ. 524. 19,00 €. ISBN 960-270891-3. MOUKHOBZA C. Κάτω από τ' άστρα. Μετ. Ε. Βαγγελάτου. Αθήνα, Διήγηση, 2 0 02 . Σελ. 41 3 . ISBN

ISBN 960-253-085-5. Μ ελέτες Τ. S. E liot. Μετ. Π. Παμπούδη. Αθήνα, P rin ts, 2002. Σελ. 216. 15,00 €. ISBN 960-7408-72-1. ΖΑΝΝΗΣ Τ. Διαβάζοντας «Αδελφούς Καραμάζωβ».

960-7951-15-8. MOORCOCK Μ. Το πετράδι στο κρανίο. Μετ. θ. Μα-

Αθήνα, Δόμος, 2002. Σελ. 189. 12 ,0 0 €. ISBN 960-353-101-4. ΚΑΝΑ7ΣΟΥΛΗ Μ. Αμφίσημα της παιδικής λογοτεχνίας.

στακούρης. Αθήνα, Αίολος, 2002. Σελ. 212. ISBN 960-521-133-5. BISMUTH Ν. Οι πιστοί σύζυγοι δε γίνονται είδηση. Μετ. Τ. Βελλιανίτη. Αθήνα, Εστία, 2002. Σελ. 217.

ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ Ζ. Δοκίμιο II (Κάλβος). Αθήνα, Δό­ μος, 2 0 0 2 . Σελ. 53 . 1 0 ,4 0 €. ISBN 960-353-

10,92 €. ISBN 960-05-1043-1. BLIXEN Κ. Άννα. Μετ. Κ. Χαλμούκου. Αθήνα, Κέ­ δρος, 2 0 0 2 . Σελ. 11 3. 7 ,5 0 €. ISBN 960-04-

Αθήνα, Σύγχρονοι Ορίζοντες, 2002. Σελ. 207. ISBN 960-398-066-8.

2120-χ. BRADLEY Μ. Ζ. 0 φυλακισμένος στην Οξιά. Μετ. Ζ.

107-3. ΜΠΑΣΤΙΑΣ Κ. Φιλολογικοί περίπατοι. Αθήνα, Καστα­ νιώτης, 2002. Σελ. 396. ISBN 960-03-3429-3. ΠΑΝΑΡΕΤΟΥ Α. Η ηδονή και η οδύνη των βιβλίων. Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., 2002. Σελ. 454. ISBN 960-201-

Λούβαρης. Αθήνα, Κέδρος, 2 0 0 2 . Σελ. 3 5 8 . 14.00 €. ISBN 960-04-1943-4. BRADLEY Μ. Ζ. Το ελάφι του βασιλιά. Μετ. Ζ. Λού­

162-9. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Γ. Κείμενα μικρασιατικής λογοτε­ χνίας. Αθήνα, Ιωλκός, 20 02 . Σελ. 110. 8,5 0 €.

βαρης. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 3 2 1 .1 4 ,0 0 €. ISBN 960-04-1942-6. ΝΑΜΠΟΥΡ Ε. Λ. Ο κυνηγός των ψυχών. Μετ. Ν. Σι-

ISBN 960-426-266-1.

δέρη. Αθήνα, Μπουκουμάνης, 20 02 . Σελ. 296.

ALBRECHT Μ. V. Ιστορία της ρωμαϊκής λογοτε­ χνίας. Τόμος Β '. Μετ. Δ. Νικήτας. Η ράκλειο, Π.Ε.Κ., 2002. Σελ. 1.12 3. 4 7 ,5 0 €. ISBN 960-

13.50 €. ISBN 960-7458-55-9. DICKENS C. Χριστουγενιάτικες ιστορίες. Μετ. Μ. Αγγελίδου. Αθήνα, Νάρκισσος, 2002. Σελ. 306. 12.50 €. ISBN 960-8239-07-9. PRESSFIELD S. Άνεμοι πολέμου. Μετ. Β. Κόκκι­ νου. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 587. 20,00 €.

DYCK Κ. V. Η Κασσάνδρα και οι λογοκριτές στην ελ­ ληνική ποίηση 1 9 67 -19 90 . Μετ. Π. Ισμυρίδου. Αθήνα, Άγρα, 2 0 0 2 . Σελ. 4 5 8 . 1 9 ,5 0 €. ISBN 960-325-448-7. Δ οκίμια

ISBN 960-16-0599-1. FITCS J. Η αγάπη είναι γένους θηλυκού. Μετ. Κ. Οι­ κονόμου. Αθήνα, Ψυχογιός, 2 0 0 2 . Σελ. 4 6 4 . 17.50 €. ISBN 960-274-658-0. FRANZEN J. Οι διορθώσεις. Μετ. Α. Εμμανουήλ. Αθήνα, Ωκεανίδα, 2002. Σελ. 76 4 €. ISBN 960410-272-9. HEGEWISCH Η. Μακιγιέζ πτωμάτων. Μετ. Π. Καλλιγέρη. Αθήνα, Εμπειρία Εκδοτική, 2002. Σελ. 412. 16.00 €. ISBN 960-8196-99-χ. HILL Τ. Για την καρδιά των «Τριών αδελφών». Μετ. Σ.

116 ΔΙΑΒΑΖΩ

524-159-5.

ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ Μ. «Πού να βρω την ψυχή μου...» Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 318. 17,50 €. ISBN 960-14-0638-7. ΚΟΥΣΑΘΑΝΑΣ Π. Παραμιλητά Α'-Β'. Αθήναι, Ίνδικτος 2 0 0 2 . Σελ. 2 6 4 + 2 4 8 . 1 6 ,0 0 + 1 6 ,0 0 €. ISBN Τ. Α' 960-518-126-6. ISBN Τ. Β’ 960-518127-4. ΜΑΝΩΛΑΣ Τ. Άσχετα θέματα ουσίας. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 2 0 0 2 . Σελ. 19 7 . 1 0 ,4 0 €. ISBN 960-385159-0. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Π. Το δεύτερο μήλο της γνώσης.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 262. 12,00 €. ISBN 960-04-2164-1. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ Ε. Επίκαιρα και ανεπίκαιρα. Αθήνα, Νόηση, 2 0 0 2 . Σελ. 3 0 2 . 1 4 ,0 4 €. ISBN 96 08294-01-0. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ Ε. Εφήμερα. Αθήνα, Νόηση, 2002. Σελ. 270. 12,48 €. ISBN 960-8294-00-2. ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ θ . Αναγραμματισμοί στη σιωπή. Αθήνα, Πόλις, 2002. Σελ. 159. SBN 960-813279-7. ΚΟΝΤ-ΣΠΟΝΒΙΛ Α. Μικρή πραγματεία περί μεγάλων αρετών. Μετ. Α. Καλμπατσέα. Αθήνα, Εξάντας, 2002. Σελ. 410. 20,00 €. ISBN 960-256-156-4. MANN Τ. Δοκίμιο για τον Σίλλερ. Μετ. θ. Λάμπρου. Αθήναι, Ίνδικτος, 2002. Σελ. 155+φωτ. 18,00 €. ISBN 960-518-125-8.

ΙΣΤΟΡΙΑ Α ρχαιολογία ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΥ I. - ΠΑΠΑΓΓΕΛΟΣ I. Χαλκιδική. Αθήνα, Ιερό Κοινόβιο Ευαγγελισμού Της Θεοτό­ κου, 2 0 0 2 . Σελ. 2 9 8 . 6 2 ,4 0 € . ISBN 9 6 0 86691-3-8. ΓΟΥΝΑΡΗΣ Γ. Εικόνες της Μονής Λειμώνος Λέ­ σβου. Θεσσαλονίκη, U niversity Stud io Press, 2002. Σελ. 140. 20,00 €. ISBN 960-12-1109-8. ΜΠΟΥΝΤΟΥΚΗΣ Ν. Οι μυστικές βραχογραφίες των ιε ρ ώ ν σ πηλαίων. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 253. 25,00 €. ISBN 960-406-125-9. Μαρτυρίες ΑΘΑΝΑΣΑΚΗΣ I. Κούρεμα ενχ ρω ... Αθήνα, Εντός, 2002. Σελ. 1 2 3 .1 1 ,0 0 €. ISBN 960-8229-14-6. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ Α. Εύβοια 9. Αθήνα, 2 0 0 2 .

ΘΕΑΤΡΟ Γενικά ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Επίδαυρος. Αθήνα, Μίλη­ τος, 2002. Σελ. 452. 104,00 €. ISBN 960-846046-8. ΧΡΗΣΤΙΔΗΣ Μ. Ταξίδι στην Επίδαυρο. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 221. ISBN 960-03-3433-1. Έργα ΛΑΜΔΑΣ-ΛΥΜΤΣΙΟΥΛΗΣ Γ. The virus. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 2002. Σελ. 97. ISBN 960-385-140-χ. ΜΠΛΑΖΑΚΗ Δ. Οι όχθες της καρδιάς. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 2002. Σελ. 152. 7,28 €. ISBN 960-385-13^6. ΣΟΛΩΜΟΥ-ΞΑΝΘΑΚΗ Β. Το πυρ. Αθήνα, Δωδώνη, 2002. Σελ. 113. ISBN 960-385-138-8. ΜΟΛΙΕΡΟΣ. Η ζήλια του Μουτζούρη. Μετ. Μ. θεο δ ω ρ οπ ού λου . Αθήνα, Επικαιρότητα, 2 0 0 2 . Σελ. 101+φωτ. 10,40 €. ISBN 960-205-454-9. ΜΟΛΙΕΡΟΣ. Ο απερίγραπτος. Μετ. Σ. Διονυσοπούλου. Αθήνα, Επικαιρότητα, 2 0 0 2 . Σελ. 2 9 5 . 15,60 €. ISBN 960-205-456-5. ΜΟΛΙΕΡΟΣ. Ο ιπτάμενος γιατρός. Μετ. Μ. θεοδωροπούλου. Αθήνα, Επικαιρότητα, 2002. Σελ. 93. 10,40 €. ISBN 960-205-455-7. ΡΑΚΙΝΑΣ. Φαίδρα. Μετ. Μ. Βιδάλη. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 2 0 0 2 . Σελ. 10 8 . 1 2 ,4 8 €. ISBN 960-3 85 151-5. F0RNES Μ. I. Ο Δούναβης. Μετ. Τ. Ράλλη. Αθήνα, Scripta, 2002. Σελ. 109. ISBN 960-790-943-7. HANDKE Ρ. Το ταξίδι με το μονόξυλο. Μετ. I. Μαρμαρινού. Αθήνα, Εξάντας, 2002. Σελ. 126. 7,00 €. ISBN 960-256-522-5.

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

Σελ. 96. ΒΕΤΤΑΣ Γ. Η μάχη της Έ δεσσας. Θεσσαλονίκη, Ερωδιός, 20 02 . Σελ. 26 2, 1 5 ,0 0 €. ISBN 9607942-54-χ. ΚΡΙΤΣΑΣ Ν. Ω! Τι ζωή! Αθήνα, Φερενίκη, 2 0 0 2 . Σελ. 1 6 7 .1 5 ,6 0 €. ISBN 960-7952-16-2. ΜΑΛΟΥΧΟΣ Γ. Εγώ, ο Ιάκωβος. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 410. 20,00 €. ISBN 960-14-0651-4. ΜΠΙΣΚΙΝΗΣ I. Βιετνάμ. Αθήνα, Ιωλκός 2002. Σελ. 281. 15,00 €. ISBN 960-426-269-9. ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΣ X. Αναμνήσεις μιας ζωής. Αθήνα, Σιδέρης, 20 02 . Σελ. 25 5 1 6 ,0 0 €. ISBN 960-080263-7. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ Π. 23 :5 7 πορεία στην αγχόνη. Αθήνα, Ηλιοτρόπιο, 2002. Σελ. 151. 30,00 €. ISBN 960342-303-3. ΚΑΠΙΣΙΝΣΚΙ Ρ. Ο πόλεμος του ποδοσφαίρου. Μετ. Ζ. Μαυροειδή. Αθήνα, Μεταίχμιο, 2002. Σελ. 320. 16,00 €. ISBN 960-375-413-7. NIJINSKY V. Ημερολογιακά τετράδια. Μετ. Ν. Χασιώτη. Σελ. 400. 21,00 €. ISBN 960-325-449-5. Β ιογραφ ίες ΔΕΛΑΠΟΡΤΑΣ Μ. Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Αθήνα, Άγκυρα, 2 0 0 2 . Σελ. 272+φ ω τ. 3 6 ,4 0 €. ISBN 960-234-953-0. ΜΑΥΡΟΜΟΥΣΤΑΚΟΣ Π. Μολιέρος. Αθήνα, Επικαιρότητα, 20 02 . Σελ. 109. 1 0 ,4 0 €. ISBN 960-205469-7. ΜΠΙΘΙΚΩΤΣΗΣ Γ. Εγώ, ο Σ ερ... Αθήνα, Κοχλίας, 20 02 . Σελ. 354+CD. 19 ,9 0 €. ISBN 960-822842-5.

ΔΙΑΒΑΖΩ 117


ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Η. Γιώργης Χρήστου Λαιμός. Αθήναι, 2002. Σελ. 256.

ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ Ο. Ο Πλάτωνας, ο Σωκράτης και οι α­ θ λη τικο ί αγώνες των ζ ώ ω ν. Αθήνα, Λιβάνης,

ΦΩΤ0Π0ΥΛ0Σ Μ. Το ποτάμι της ζωής μου. Αθήνα, Καστανιώτης, 2 0 0 2 . Σελ. 1 8 8 . ISBN 9 6 0-0 3-

2002. Σελ. 32. 9,00 €. ISBN 960-14-0584-4. ΚΟΥΓΙΑΛΗ Γ. Οι χίλιες εκατό σφραγίδες. Αθήνα, Κα­

3025-5. CHRISTIE Α. Η αυτοβιογραφία μου. Μετ. X. Παπαδημητρίου. Αθήνα, Λυχνάρι, 2 0 0 2 . Σελ. 5 2 4 . 20.00 €. ISBN 960-517-258-5. MOSSE C. Αλέξανδρος. Μετ. Σ. Βλοντάκης. Αθήνα, Παπαδήμας, 2 0 0 2 . Σελ. 3 3 7 . 2 0 ,8 0 €. ISBN 960-206-515-χ. Ε λληνική ιστορία

στανιώτης, 2002. Σελ. 125. ISBN 960-03-3442-0. ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΜΑΡΤΙΝΙ Τ. Κύριε Άγιε Βασίλη, η παραγγελία για τα όπλα... άκυρη! Αθήνα, Μοντέρ­ νοι Καιροί, 2 0 0 2 . Σελ. 36 . 8 ,1 6 €. ISBN 960397-532-χ. ΜΠΕΘΙΑ-ΚΑΜΠΑΝΑΡΗ Ζ. Τα ρολόγια πάνε βόλτα. Αθήνα, Κέδρος, 2 0 0 2 . Σελ. 26 . 8 ,5 0 €. ISBN 960-04-2181-1.

Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Τόμος Βι·. Επιμ. X. Χατζηιωσήφ. Αθήνα, Βιβλιόραμα, 2002.

ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ Β. Κάτι στο σκοτάδι. Αθήνα, Κάστωρ, 2002. Σελ. 32. 9,68 €. ISBN 9 6 0 -7 9 0 6 4 5 4 .

Σελ. 391. 67,08 €. ISBN 960-8087-03-1. ΑΒΔΕΛΑ Ε. Διά λόγους τιμής. Αθήνα, Ν εφέλη, 2002. Σελ. 257. 15,00 €. ISBN 960-211-656-0.

ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Α. Άνθος του γιαλού. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 2002. Σελ. 30. 9,00 €. ISBN 960-

ΠΑΛΙΟΥΓΚΑΣ θ . Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (14 23 -1 88 1). Τόμος Α'. Κατερίνη, Μάτι, 20 02 .

ΣΙΜΟΥ Ε. Δε νυστάζω! Αθήνα, Κάστωρ, 2 0 0 2 .

Σελ. 409. 26,00 €. ISBN 960-8042-33-χ. Π αγκόσμια ιστορία ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ Τ. Μικρά Ασία 19 1 9 -1 9 2 2 . Τόμοι Α'+Β'. Αθήνα, Απογευματινή, 2002. Σελ. 211+199. 70.00 €. (οι δύο τόμοι). ΤΣΑΚΝΑΚΗΣ Α. Βασκωνία. Θεσσαλονίκη, Κυρομάνος, 2002. Σελ. 1 7 2 .1 4 ,9 3 €. ISBN 960-7812-14-χ.

412-181-2. Σελ. 32. 8,80 €. ISBN 960-7906-46-2. ΤΟΡΟΣΗ Ε. Το βιολί του Παγκανίνι. Αθήνα, Κάστωρ, 2002. Σελ. 32. 10,00 €. ISBN 960-7906-47-0. ΓΟΥΙΛΙΑΜΣ Μ. Το πάνινο λαγουδάκι. Μετ. Μ. Αγγελίδου. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 2 0 0 2 . Σελ. 40. 9.00 €. ISBN 960-412-183-9. COLLODI C. Οι περιπέτειες του Πινάκιο. Μετ. Α. Χρυσοστομίδης. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 208. €. ISBN 960-03-3446-3.

ΤΑΞΙΔΙΑ

ΜΠΟΥΛΩΤΗΣ X. Ο Πινάκιο και το άγαλμα του Δισκοβόλου. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 28.

Κόσμος ΚΑΡΑΒΙΑ Μ. Λαϊκή Κίνα. Αθήνα, Άγρα, 2002. Σελ. 59

11,74 €. ISBN 960-406-278-6. ΜΠΡΙΚΛΙΝ Μ. Τα ζώα γράφουν στο θεό. Μετ. Δ. Βί-

+φωτ. ISBN 960-325459-2. ΦΥΝΤΑΝΙΔΗΣ Σ. Απόδραση σε τέσσερις ηπείρους. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 366. ISBN 96003-3432-3. ΚΛΩΖΕΛ Ζ. Ινδία. Μετ. I. Χατζηνικολή. Αθήνα, Χατζηνικολή, 2002. Σελ. 272. 17,00 €. ISBN 960264-179-7.

τσος. Αθήνα, Περίπλους, 2002. Σελ. 98. 9,00 €. ISBN 960-820241-8. ΝΙΧΟΥΣ Σ. Μπαμπά! Μετ. Δ. θεοδω ράκη. Αθήνα, Κάστωρ, 2 0 0 2 . Σελ. 3 2 . 8 ,8 0 €. ISBN 9 6 0 7906-44-6. ΟΥΜΑΝΣΚΙ Κ. Η Βρομύλω και το μιούζικαλ. Αθήνα, Εξάντας, 2 0 0 2 . Σελ. 18 1 . 7 ,6 3 €. ISBN 96 0256-531-4.

ΠΑΙΔΙΚΑ

ΠΙΤΣΟΡΝΟ Μ. Η Λαβίνια και το μαγικό δακτυλίδι. Μετ. Β. Νίκα. Αθήνα, Περίπλους, 2002. Σελ. 104.

Ελεύθερα αναγνώ σματα

8.00 €. ISBN 960-8202-13-2. ΡΟΖΕΝ Μ. Ο γάτος της Σοφίας. Μετ. Β. Βλάχος. Αθήνα, Περίπλους, 2 0 0 2 . Σελ. 2 0 2 . 1 1 ,0 0 €.

ΔΑΡΔΑ-ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ Α. Τα 31 κουδουνάκια. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 45. 16,00 €. ISBN 960-042180-3. ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ 0. Η μάγισσα Σάσα και οι μαγικοί αθλη­ τικοί αγώνες. Αθήνα, Λιβάνης, 2 0 0 2 . Σελ. 32. 8.00 €. ISBN 960-14-0622-0.

118 ΔΙΑΒΑΖΩ

ISBN 960-8202-33-3. ΣΑΙΞΠΗΡ Ο. Η τρικυμία. Μετ. Β. Σωτηροπούλου. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 2002. Σελ. 48. SBN 960412-188-χ.

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


ΤΟΛΚΙΝ Τ. Ο αγρότης Τζάιλς από το χωριό. Μετ. Ε. Χατζηθανάση-Κόλλια. Αθήνα, Αίολος, 2 0 02 . Σελ. 216. ISBN 960-521-125-4. ΤΟΛΚΙΝ Τ. Ο σιδεράς του μεγάλου Δασοχωριού. Μετ. Ε. Χατζηθανάση-Κόλλια. Αθήνα, Αίολος, 2002. Σελ. 80. ISBN 960-521-121-2.

Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΑΙΓΎΠΤΙΩΤΩΝ. Φύλλο 83. ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ. Φύλλο 129. 1,00 €. ΗΧΟΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΑ. Τεύχος 357. 4,99 €. ΘΗΤΕΙΑ. Τεύχος 93. ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ. Τεύχος 8. 4,69 €. ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Τεύχος 68. 7,50 €. ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Φύλλο 119. 1,00 €.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ

ΝΕΑ ΑΡΙΑΔΝΗ. Τεύχος 36. 4,40 €. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1.752. 8,00 €.

ΑΙΟΛΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ. Τεύχος 198. 6,00 €. ΑΚΤΗ. Τεύχος 53. 4,00 €. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΒΕΑ. Τεύχος 12. ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΑ. Τεύχος 2 (ειδικό τεύχος). 16,00 €. ΑΠΟΠΛΟΥΣ. Τεύχος 26-27. Η ΑΡΝΑΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ. Τεύχη 53, 54, 55, 56. Δωρεάν. ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ. Τεύχη 85Α, 85Β. 6,00 €. ΓΙΑΤΙ. Τεύχη 329, 330. 2,05 €. ΓΡΑΦΗ. Τεύχος 53-54. 8,00 €. ΔΙΑΒΑΖΩ. Μηνιαία επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 437. 7,34 €. Η ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ (επανέκδοση). 19 35 . 31,20 €. ΕΛΛΟΠΙΑ. Τεύχος 63. 4,40 €. ΕΝ ΒΟΛΩ. Τεύχος 7-8. 5,00 €.

ΝΕΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ. Τεύχος 35. 6,00 €. ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ. Τεύχος 104. 4,55 €. ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ. Τεύχος 572-574. 5,00 €. ΟΜΠΡΕΛΑ. Τεύχος 59. 6,00 €. ΠΑΝΔΩΡΑ. Τεύχος 12. 4,00 €. ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ. Τεύχος 120. 3,00 €. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ. Τεύχος 148. 8,00 €. 0 ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 106. 4,00 €. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ. Τεύχος 28. Δωρεάν. ΡΙΖΑ ΑΓΡΙΝΙΩΤΩΝ. Τεύχος 47. 7,00 €. ΡΥΘΜΟΙ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ. Τεύχος 11. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Φύλλο 32. ΣΥΝΑΞΗ. Τεύχος 84. 6,00 €. ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ. Τεύχος 448. 3,00 €. ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ. Τεύχος 80. 6,00 €.

ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ. Τεύχος 59. 6,50€. ΕΠΙΓΝΩΣΗ. Τεύχος 83. ΕΠΤΑΝΗΣΙΑΚΑ ΦΥΛΛΑ. Τόμος ΚΒ', 3-4.

ΤΟΛΜΗ. Τεύχος 25. 3,00 €.

ΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ. ΓΓΕΤ. Τεύχη 1 2 ,1 3 .

ΧΡΟΝΙΚΑ. Φύλλο 182.

0 ΕΡΜΗΣ ΤΟΥ ΞΩΒΟΥΝΙΟΥ. Φύλλο 8.

UNICEF ΚΑΙ ΚΟΣΜΟΣ. Τεύχος 50.

ΕΥΘΥΝΗ. Τεύχη 372, 373. 6,00 €. ΕΥΡΥΤΑΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ. Τεύχος 5.

P0ESIA. Τεύχη 1 6 7 ,1 6 8 . 5,00 €.

ΦΡΑΣΗ. Τεύχος 2. 4,50 €. Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ. Τεύχος 8. 0,15 €.

HELLENIC QUARTERLY. Τεύχος 15. Hi

Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνεται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης Dewey, προσαρμοσμένο στην ελληνική βιβλιογραφία. · Το δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας».

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003

ΔΙΑΒΑΖΩ 119


δ ε λ τίο κρ ιτικ ο γ ρ α φ ία ς

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΗΛΙΑΣ ΜΑΓΚΛΙΝΗΣ

No 438 · 1 -31 Ιανουάριου 2003

Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης: Συνοπτική δεκαδική ταξινόμηση Dewey και ευρετήριο σχετικών όρων (Κυρ. Ντελόπουλος, διαβάζω, 436) Η ιιεοολόνια Κωστίου Κ. (επιμ.): Γ. Μ. Βιζυηνός. Ημερολόγιο 2003 (Μ. θεοδοσοπούλου, Το Βήμα, 19.1.2003) Λ ε ίικ ά Καζάζης I. Ν., Καραναστάσης Τ. Α. (επιμ.): Επιτομή του Λεξικού της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώ­ δους Γραμματείας (Ερ. Σοφράς, Μετάφραση Ό2) Φ ιλοσ ο φ ία Βενέτη Μ.: Η διδασκαλία της φιλοσοφίας (Νικ. Λυκ. Φορόπουλος, διαβάζω, 436) Βιτσαξής Β.: 0 μύθος. Σημείο αναφοράς της υπαρ­ ξιακής αναζήτησης (Σ. I. Αρτεμάκης, Ναυτεμπορι­ κή, 4.1.2003) Καβουλάκος Κ.: Πέρα από τη μεταφυοική και τον ε­ πιστημονισμό (Φ. Τερζάκης, Ελ ε υ θ ερ ο τυ π ία , 10.1.2003) Κόκκινος Αθ.: Το πνεύμα (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 16.1.2003) Μαρκής Δ.: Η πάλη των αξιών στον αιώνα της πα­ γκοσμιοποίησης (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 23.1.2003) Παηαγούνος Γ.: Κείμενα ηθικής (Χαρ. Δημακοπού­ λου, Εστία, 16.1.2003) Πλάτων: Πολιτεία (Τ. θεοδω ρόπουλος, Τα Νέα, 4.1.2003) (Π. Κοντός, Νέα Εστία, 1.752) Γκέι Π.: Διαφωτισμός. Ο Βολταίρος συζητά με τον Έρασμο και τον Λουκιανό (Γ. Σιακαντάρης, Ελευ­ θεροτυπία, 3.1.2003) Ντελέζ Ζ.: 0 Σπινόζα και το πρόβλημα της έκφρα­ σης (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 23.1.2003) Ντιντερό Ν.: Το όνειρο του Ντ' Αλαμπέρ και άλλα κείμενα (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 16.1.2003) Σπίβακ Μ.: Η μεταθανάτια διαγνωστική της ευφυΐας (Ε. Κριτσέφσκαγια, Αυγή, 12.1.2003) Φουκό Μ.: Εγώ, ο Πιερ Ριβιέρ, που έσφαξα τη μητέ­ ρα μου, την αδερφή μου και τον αδερφό μου...

120 ΔΙΑΒΑΖΩ

Μια περίπτωση μητροκτονίας-αδελφοκτονίας το 19ο αιώνα (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 23.1.2003) (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 12.1.2003) Θρησκεία Αρχ. Νικολάου Χατζηνικολάου: «... στεναγμοίς αλαλήτοις» - Προσευχητική Φιλοκαλία (Φ. Χρονόπουλος, Ελεύθερος Τύπος, 26.1.2003) Ψ υχιατρική Λιάππας Γ.: Χασίς, ο άγνωστος της διπλανής πόρτας (Ξ. Χαραλάμπους, διαβάζω, 436) Κ οινω νιολογία Λας Κ.: Η κουλτούρα του ναρκισσισμού (Σ. Βανδώρος, Το Βήμα, 19.1.2003) (Φ. Τερζάκης, Ελευθε­ ροτυπία, 3.1.2003) Μισεά Ζ. Κ.: Η εκπαίδευση της αμάθειας (Ο. Σελλά, Η Καθημερινή, 4.1.2003) Μπουντόν Ρ.: Declin de la M orale? D eclin des Valeurs? (I. Λαμπίρη-Δημάκη, To Βήμα, 19.1.2003)

Αλμπάνης Ε.: Ανιχνεύοντας το μέλλον. Πέντε κείμε­ να για την παγκοσμιοποίηση (Β. Μαλισιόβας, Επι­ λογή, 1.1.2003) Βεργόπουλος Κ.: Το τέλος του κύκλου (Ε. Τσερεζόλε, Αυγή, 26.1.2003) Εκδόσεις Πατάκη-Συλλογικό: Αντιαμερικανισμός. Οδηγίες χρήσεως (Γ. X. Παπασωτηρίου, Βραδυνή, 25.1.2003) Καρκαγιάννης Α.: Τρομοκρατία και Αριστερά (Κ. Μποτόπουλος, Τα Νέα, 11.1.2003) Κολοβός Αλ.: Διάστημα και εθνική ασφάλεια (Λ. Δημάκας, Τα Νέα, 11.1.2003) Μακρυδημήτρης Α.: Κράτος και κοινωνία των πολι­ τών (I. Ν. Μπασκόζος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 4.1.2003) Παππάς Τ.: 17 Νοέμβρη. Από τον μύθο στην πραγ­ ματικότητα (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 19.1.2003) Παπαχελάς Α., Τέλολογου Τ.: Φάκελος 17 Νοέμβρη (Ε. Γκίκα, Έθ νος, 26.1 .20 03 ) (Χαρ. Δημακοπού­ λου, Εοτία, 25.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Πρετεντέρης Γ.: Η αναμέτρηση. Ζωή και θάνατος της 17 Νοέμβρη (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 2 5 .1 .2 0 0 3 ) (Γ. Ν. Μ πα σ κ ό ζο ς , Ε ξ π ρ έ ς , 19.1.2003) Τσούκαλης Λ.: Ανοίξτε τα παράθυρα! (Δ. Σωτηρόπουλος, Το Βήμα, 5.1.2003) Γούντγουορντ Μ.: Bush at War (Σ. Ντάλης, Οικονο­ μικός Ταχυδρόμος, 11.1.2003) Ζίζεκ Σ.: Μίλησε κανείς για ολοκληρωτισμό; (Αλ. Δή­ μου, Ραδιοτηλεόραση, 11.1.2003) (Φ. Τερζάκης, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Κον-Σέρμποκ Ν., Ελ-Αλάμι Ν.: Ισραήλ και Παλαιστίνι­ οι: Οι δύο όψεις του προβλήματος (Β. Μαλισιόβας, Επιλογή, 1.1.2003) Μορόνι Π., Ρότε Φάμπρικ I. (επιμ.): Μιλώντας για τον ένοπλο αγώνα (Φ. Τερζάκης, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003) Τσόμσκι Ν.: Μοιραίο τρίγωνο (Γ. X. Παπασωτηρίου, Βραδυνή, 25.1.2003) Χίτσενς Κ.: Η δίκη του Χένρι Κίσινγκερ (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 11 .1 .20 03 ) (Σ. Ντάλης, Οικο­ νομικός Ταχυδρόμος, 1 8 .1 .2 0 0 3 ) (Φ. Οικονομίδης, Ελευθεροτυπία, 10.1.2003) (Δ. Σωτηρόπουλος, Η Καθημερινή, 5.1.2 00 3) (Π. Τατσόπουλος, Esquire, 1.1.2003) Δ ίκαιο Γκλαβίνης Π.: Η νομική διάσταση της παγκοσμιοποί­ ησης (Τ. Νικολόπουλος, Το Βήμα, 26.1.2003) Γραμματικάκη-Αλεξίου Α.: Διεθνής διακίνηση πολιτι­ στικών αγαθών. Νόμιμη και παράνομη διακίνηση

Καραμεσίνη Μ.: Βιομηχανική πολιτική, ευρωπαϊκή ενοποίηση και μισθωτή εργασία (Γ. Σταθάκης, Αυ­ γή, 26.1.2003) Κατσανέβας θ.: Επαγγέλματα του μέλλοντος και του παρελθόντος (Β. Μαλισιόβας, Επιλογή, 1.1.2003) Λυμπεράκη Α., Πελαγίδης θ .: Αποενοχοποιώντας την κατανάλωση (Σ. Παπασπηλιόπουλος, Ελευθε­ ροτυπία, 10.1.2003) Μαυρίκος Η.: Οικονομικοί δείκτες και αγορές χρή­ ματος (Β. Μαλισιόβας, Επιλογή, 1.1.2003) Πανάγος Β., Τσούντας Κ.: Διακρατική και υπερεθνική συνεργασία (Β. Μαλισιόβας, Επιλογή, 1.1.2003) Παπαδασκαλόπουλος Αθ., Χριστοφάκης Μ.: Περιφε­ ρειακός προγραμματισμός (Β. Μαλισιόβας, Επιλο­ γή, 1.1.2003) Περάκης Ε.: Η πληροφόρηση του επενδυτικού κοι­ νού (I. Ν. Μπασκόζος, Ο ικονομικός Ταχυδρόμος, 11.1.2003) Πραστάκος Γ.: Η διοικητική επιστήμη (Γ. Ν. Μπα­ σκόζος, Εξπρές, 26.1.2003) Κόρτεν Ν.: When Corporations Rule the World. The Post-Corporate World. Life after C apitalism (N. Κεράνης, To Βήμα, 12.1.2003) Π αιδαγω γική - Εκπαίδευση Γιαννικοπούλου A. A.: Η γραπτή γλώσσα στο νηπια­ γωγείο (Κ. Δ. Μαλαφάντης, διαβάζω, 436) Δρουκόπουλος Α: Η διδακτική του αρχαίου ελληνι­ κού κειμένου στο Γυμνάσιο και το Ενιαίο Λύκειο (Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Νέα Εστία, 1.752)

πολιτιστικών αγαθών (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία,

Λαονοαωία

9.1.2003)

Αλεξίου Μ.: Ο τελετουργικός θρήνος στην ελληνική π α ράδ οσ η (Γ. Γ ια τρ ομ α νω λά κη ς, Το Β ή μ α , 12.1.2003)

Κιάντος Β.: Ιδιωτικό δίκαιο του Διεθνούς Εμπορίου (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 9.1.2003) Κοντιάδης Ξ.: Ο νέος συνταγματισμός και τα θεμε­

Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών: Πρακτικά Στ'.

λιώ δ η δικαιώ ματα μετά την αναθεώ ρησ η του 2001 (Π. Παραράς, Το Βήμα, 19.1.2003)

Διεθνούς Συνεδρίου (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 25.1.2003)

Μπεσίλα-Βήκα Ευ. (επιμ.): Δημοτικός και Κοινοτικός

Καπλάνογλου Μ.: Παραμύθι και αφήγηση στην Ελλά­ δα (Κ. Δ. Μαλαφάντης, διαβάζω, 436)

Κώδικας (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 9.1.2003) Φρέρης Αν.: Διαταγή πληρωμής και παραγραφή (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 9.1.2003) Ο ικο νοιιία Δαμιανάκος Σ.: Από τον χωρικό στον αγρότη. Η ελ­ ληνική αγροτική οικονομία απέναντι στην παγκο­ σμιοποίηση (I. Ν. Μπασκόζος, Ο ικονομικός Ταχυ­ δρόμος, 18.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

Χέρτσφελντ Μ.: Πάλι δικά μας. Λαογραφία, ιδεολο­ γία και διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 9 .1.2 00 3) (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 10.1.2003) Επκγτπιιεο Μάιρ Ε.: Ο Δαρβίνος και η γένεση της σύγχρονης ε­ ξελικτικής σκέψης (Λ. Ζούρος, Ελευθεροτυπία, 3.1.2003)

ΔΙΑΒΑΖΩ 121


Μποντάνις Ν.: E=mc2. Η βιογραφία της πιο διάση­ μης εξίσωσης στον κόσμο (Λ. Σταμάτη, Τα Νέα,

Ομήρου Ιλιάδα (Κ. Π απαγιώργης, α θ η νό ρ α μ α , 30.1.2003)

25.1.2003) Ρόμπινς Κ., Ουέμπστερ Φ.: Η εποχή του τεχνοπολιτισμού (Γ. X. Παπασωτηρίου, Βραδυνή, 4.1.2003) Τζόρνταν Μ.: Οι απατεώνες της γενετικής (I. Ν. Μπασκόζος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 25.1.2003)

Α νθ ολο γίες Εκδόσεις Μεταίχμιο-Συλλογικό: Μια πόλη στη λογοτε­ χνία (Τ. Δημητρούλια, Εντευκτήριο, 59) (Γ. Κορδομενίδης, Αγγελιοφόρος Μακεδονίας, 26.1.2003) Ρουσόπουλος Γ. (επιμ.): Αλήθεια (Χαρ. Δημακοπού-

Αρχαιολογία

λου, Εστία, 16.1.2003)

Παπαγγελή Κ.: Ελευσίνα: Ο αρχαιολογικός χώρος και το Μουσείο (X. Κιοσσέ, Το Βήμα, 26.1.2003)

Σερέφας Σ. (επιμ.): Η Θεσσαλονίκη των ξένων (Γ. Κ ο ρ δ ο μ ε ν ίδ η ς , Α γ γ ε λ ιο φ ό ρ ο ς Μ α κ ε δ ο ν ία ς ,

Τ έχνεε

5.1.2003) Ταμβακάκης Φ. (επιμ.): Μια πόλη στη λογοτεχνία.

Καμπούρη-Βαμβούκου Μ., Παπαζώτος θ.: Η παλαιολόγεια ζωγραφική στη Θεσσαλονίκη (Β. Πάγκα­ λος, Μακεδονία, 1 2 .1 .2 0 0 3 ) (Φ. Χρονόπουλος, Ελεύθερος Τύπος, 26.1.2003) Λουκιανός Γ.: Η τέχνη του ψηφιδωτού και η τεχνική του (Τ. Μακρά, Το Βήμα, 12.1.2003) Λυδάκης Σ.: Αρχαία ελληνική ζωγραφική και οι απη­ χήσεις της στους νεότερους χρόνους (Ν. Δασκαλοθανάσης, Το Βήμα, 5.1.2003) Τριαρίδης θ.: Μιχαήλ Άγγελος, η ύβρις του αναγεννη-

Αλεξάνδρεια (Μ . θ ε ο δ ο σ ο π ο ύ λ ο υ , Το Β ή μ α , 12.1.2003) Π οίηση Γεωργάκης Η.: Ορφέως 2 (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 10.1.2003) Γκανάς Μ.: Στίχοι (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυ­ πία, 3.1.2003) Γκάντζης Α.: Το εγκόλπιο του λησμονημένου (Ρ. Φράγκου-Κικίλια, διαβάζω, 436)

μένου ανθρώπου. Ραφαήλ, η αιώνια σπονδή στη μά­

Γρηγοριάδης Ν.: Ανάβαση (Γ. Παπακώστας, Η Καθη­

ταιη αρμονία. Τζιότο, στο μεταίχμιο του φόβου και

μερινή, 28.1.2003) Δημητράκος Β.: Ποιήματα (Γ. Βέης, διαβάζω, 436) Καμαρινοπούλου-Σακαβέλη Σ.: Τοπία ονείρων (Αλ.

της αγάπης. Λεονάρντο ντα Βίντσι, η ουτοπία των αι­ νιγμάτων (Α. Μπομπούλα, Βραδυνή, 25.1.2003) Αρχιτεκτονική Κολώνας Β.: Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα (Δ. Κωστόπουλος, Η Καθημερινή, 21.1.2003) Τζομπανάκη X.: Οι Αρχάνες και η αρχιτεκτονική τους (Κ. Γιούργος, Η Καθημερινή, 5.1.2003) Γ λώ σσα Τζένος Αλ.: Το παράδειγμα στο σχηματισμό, την α­ νάπτυξη και την οργάνωση της γλώσσας (Χαρ. Δη-

Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 25.1.2003) Κακουλίδης Γ.: Από τη «Νέροβιλ» έως τη «Λούνα Λουνέρα» (Β. Κ. Καλαμαράς, Ελε υ θ ερ ο τυ π ία , 10.1.2003) Λυκιαρδόπουλος Γ.: Τα ποιήματα του μανδαρίνου. Ο Κάντιος και τα Βαλκάνια (Π. Μπουκάλας, Η Καθη­ μερινή, 28.1.2003) Μαρκίδης Μ.: Παρά ταύτα (Μ. Φάις, Εντευκτήριο, 59) Μάτσας Α.: Ποιήματα (Σ. I. Αρτεμάκης, Ναυτεμπορι­ κή, 25.1.2003)

μακοπούλου, Εστία, 16.1.2003)

Πούλιος Λ.: Μωσαϊκό (Μ. Φάις, Εντευκτήριο, 59) Ρουμελιωτάκης Χρ.: Ξένος ειμί και άλλα ποιήματα

Κ λασ ική Φ ιλο λο γία ■ Λογοτεχνία

(Β. Κ. Καλαμαράς, Ελευθεροτυπία, 10.1.2003) Χουλιαράκης Δ.: Ζωή κλεισμένη (Β. Κ. Καλαμαράς,

Δημοσθένους: Τέσσερις λόγοι (Αλ. Δήμου, Ραδιοτη­ λεόραση, 4.1.2003) Επίκτητου: Εγχειρίδιον (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 4.1.2003) Μηλιώνης Χρ.: Αποταμίευμα ποιητικής ύλης (Μ. θεοδοσοπούλου, Εποχή, 26.1.2003) Ξενοφών: Ελληνικά (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 4.1.2003)

122 ΔΙΑΒΑΖΩ

Ελευθεροτυπία, 1 0 .1 .2 0 0 3 ) (Κ. Γ. Παπαγεωργίου, Αυγή, 12.1.2003)

I

Ντάντε Α.: Η θεία Κωμωδία (Ν. Ε. Καραπιδάκης, Η Καθημερινή, 26.1.2003) Π εζογραφία Αβέρωφ Τ.: Αύγουστος (Ε. Γκίκα, Έθνος, 5.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


(Χρ. Λιοντάκης, Εντευκτήριο, 59) (Λ. Πανταλέων, διαβάζω, 436) Αθανασιάδης Κ.: Το βαοίλειο του αποχαιρετισμού (X. Δ. Γουνελάς, Ελευθεροτυπία, 3.1.2003) Αξιώτης Δ.: Πλωτές γυναίκες (Π. Κρημνιώτη, Αυγή, 23.1.2003) Αριστηνός Γ.: Ματαιοδοξία (Γ. X. Παπασωτηρίου, Βραδυνή, 18.1.2003) (Μ. Στεφανίδης, Ελευθερο­ τυπία, 3.1.2003) Βαλαωρίτης Ν.: Τα σπασμένα χέρια της Αφροδίτης της Μ ήλου (Μ . θ ε ο δ ο σ ο π ο ύ λ ο υ , Το Β ή μ α , 5.1.2003) Γαλανάκη Ρ.: 0 αιώνας των λαβυρίνθων (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 25 .1 .20 03 ) (Αλ. Ζήρας, Αυγή, 12 .1 .20 03 ) (Κ. Καρακώτιας, Νέα Εστία, 1.752) (Κ. Κόηακα, αντί, 10.1.2003) Γουδέλης Τ.: Η γυναίκα που μιλά (Τ. Ρούσσος, Νέα Εστία, 1.752) Γρηγοριάδης θ .: Κρυμμένοι άνθρωποι (Ε. Γκίκα, Έθνος, 12.1.2003) Δαββέτας Ν.: Ιστορίες μιας ανάσας (Τ. Καλούτσας, Νέα Εστία, 1.752) Δημητρίου Σ.: Τους τα λέει ο θεός (Γ. Ν. Μπασκόζος, Ε ξπ ρ έ ς, 1 2 .1 .2 0 0 3 ) (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Δρόλαπας Δ.: Μίμηση αγάπης (Ά. Χρονάκη, διαβά­ ζω, 436) Επισκοπόπουλος Ν.: Διηγήματα (Μ. θεοδοσοπού­ λου, Το Βήμα, 19.1.2003) Ζαρκαδάκης Γ.: Η μέρα που η Αμερική εξαφανίστη­ κε (Μ. Πανώριος, Η Καθημερινή, 21.1.2003) Ζέη Ά.: Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της (Π. Κρη­ μνιώτη, Αυγή, 23.1.2003) (Μ. Ντεκάστρο, Το Βή­ μα, 5.1.2003) Ιγερινού Κ: Π ερί ανέμων και υδάτων (Ε. Γκίκα, Έθνος, 19.1.2003) Καναβούρης Κ.: Υπόθεση ακοής (Π. Κρημνιώτη, Αυ­ γή, 3 0 .1 .2 0 0 3 ) (Γ. Ν. Μ πασ κό ζο ς, Ε ξ π ρ έ ς , 5.1.2003) Κανέλλου-Κουνάδη Έ.: Γράμμα από τη Βαγδάτη (Π. Κρημνιώτη, Αυγή, 23.1.2003) Καραϊτίδη Ε.: Για μια νύχτα μόνο Αθηναία (Β. Χατζηβασιλείου, Βραδυνή, 12.1.2003) Κονδύλη Μ.: Τετράδιον πρόχειρον 1963-64 (Κ. Γ. Παπαγεωργίου, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003) Κονομάρα Λ.: Μακάο (Ε. Κοτζιά, Η Καθη μ ερ ινή , 12.1.2003) (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 5.1.2003) Κούλογλου Σ.: Μην πας ποτέ μόνος στο ταχυδρο­ μείο (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 4.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

Κουτουπής θ.: 0 Σκόρπιός είχε ωροσκόπο Δίδυμο (Φ. Πανταζής, Αδέσμευτος Τύπος Ρίζου, 12.1.2003) Λοϊζίδη Ν.: θεραπείας συνέχεια (Ε. Κοτζιά, Η Καθη­ μερινή, 5.1.2003) Μαρτινίδης Π.: Κατά συρροήν (Χρ. Παππουτσάκης, αντί, 24.1.2003) Μάτεσις Π.: Σκοτεινός οδηγός (Γ. Βέης, Εντευκτή­ ριο, 59) Μιχαηλίδης Μ.: Η σκύλα και το κουτάβι (Δ. Κούρτοβικ, Τα Νέα, 4.1.2003) (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 5.1.2003) (Δ. Ρουμπούλα, Έθνος, 18.1.2003) Μπούτου Τ.: Ο έρωτας ήρθε το φθινόπωρο (Σ. I. Αρτεμάκης, Ναυτεμπορική, 25.1.2003) Ντελόπουλος Κυρ.: 0 Άκης στα όπλα (Γ. Κουβαράς, Η Καθημερινή, 21.1.2003) Παμπούδη Π.: Χάρτινη ζωή (Μ. Τσάτσου, Η Καθημε­ ρινή, 12.1.2003) Πανσέληνος Αλ.: 0 κουτσός άγγελος (Κ. Καρακώ­ τιας, Αυγή, 2 6 .1 .2 0 0 3 ) (Δ. Κούρτοβικ, Τα Νέα, 18.1.2003) Πεσμαζόγλου Β.: Αγίου Βαλεντίνου (Α. Καστρινάκη, Αυγή, 26.1.2003) (θ. Νιάρχος, Τα Νέα, 4.1.2003) (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 9.1.2003) Πολιτοπούλου Μ.: Οίκος ενοχής (Μ. Στασινοπούλου, Εντευκτήριο, 59) Ραπτόπουλος Β.: Η δική μου Αμερική (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 16.1.2003) Ρουσοχατζάκης Α.: Εδέμ (Λ. Πανταλέων, διαβάζω, 436) Σαράντη Γ.: Τα όρια (Διον. Μαγκλιβέρας, Πολιτικά θέματα, 24.1.2003) Στεργιόπουλος Κ.: Η κλειστή ζωή (Β. Χατζηβαοιλείου, Εντευκτήριο, 59) Σφακιανάκης Ά.: Μ πέιμ πι σίτινγκ (Έ. Χουζούρη, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003) Σφυρίδης Π.: Εσωτερική υπόθεση (Κ. Κοντολέων, Α δ έ σ μ ε υ το ς Τύπος Μήτση, 1 9 .1 .2 0 0 3 ) (Ε. Κο­ τζιά, Η Καθημερινή, 26.1.2003) Σωτάκης Δ.: Η πράσινη πόρτα (Λ. Κέζα, Το Βήμα, 12.1.2003) Χατζηαναγνώστου Τ.: Πέρα απ' τη θύελλα (Κ. Κοντο­ λέων, Αδέσμευτος Τύπος Μήτση, 12.1.2003) Χατζηνικολάου Λ.: Ο θαυμαστός ψίθυρος του Ερμή (Μ. Πανώριος, διαβάζω, 436) Άζμπερι X.: Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης (Γ. Ν. Μ πασκόζος, Ε ξπ ρ έ ς, 2 6 .1 .2 0 0 3 ) (Π. Σπίνου, Ελευθεροτυπία, 19.1 .20 03 ) (Μ. Χαρτουλάρη, Τα Νέα, 25.1.2003)

ΔΙΑΒΑΖΩ 123


Αρνέλο Α.: Μια παρτίδα σκάκι (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 12.1.2003) Ασένσι Μ.: Σαλόνι από κεχριμπάρι (Β. Πεσμαζόγλου, Τα Νέα, 11.1.2003) Βίλα-Μάτας Ε.: Μπάρτλεμπυ και Σία (Λ. Πανταλέων, Εντευκτήριο, 59) Βιντάλ Γ.: Η χρυσή εποχή (Α. Σουλογιάννη, διαβάζω, 436) Γιάλομ Ί.: Στο ντιβάνι (Τ. Γουδέλης, Ελευθεροτυπία, 3 1 .1 .2 0 0 3 ) (Κ. Κατσουλάρης, Το Β ή μ α , 26.1.2003) Γιοσιμότο Μ.: Γυναίκες σε λήθαργο (Γ. Ν. Μπασκό­ ζος, Εξπρές, 19.1.2003) Γιουρσενάρ Μ.: 0 οβολός του ονείρου (Γ. Κορδομενίδης, Αγγελιοφόρος Μακεδονίας, 19.1.2003) (Α. Μαντόγλου, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Γκιουρσέλ Ν.: Εικονογραφημένος κόσμος (Δ. Ρουμπούλα, Έθνος, 4.1.2003) Ζορζ Λ.: Η ακτή των ψιθύρων (Π. Κοντογιάννης, Το Βήμα, 26.1.2003) θέρκας X.: Στρατιώτες της Σαλαμίνας (Τ. Γουδέλης, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Καλβίνο Ί.: 0 διχοτομημένος υποκόμης (Κ. Κοντολέ­ ων, Αδέσμευτος Τύπος Μήτση, 19.1.2003) Καμιλέρι Α.: Τριάντα ημέρες με τον επιθεωρητή Μονταλμπάνο (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 26.1.2003) Κέρνι Ρ.: Ρωγμή στον πάγο (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 12.1.2003) Κινάρ Π.: Ταράτσα στη Ρώμη (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 19.1.2003) Κόλινς Μ.: Οι φρουροί της αλήθειας (Μ. Μπραουδάκη, Βραδυνή, 18.1.2003) Κόου Τ.: Οι νάνοι του θανάτου (Γ. Βαϊλάκης, διαβά­ ζω, 436) Λεβί Ζ.: Le Coup Du Hibou (Λ. Προγκίδης, Τα Νέα, 25.1.2003) Λέσινγκ Ν.: 0 Μπεν στον κόσμο (Α. Παπαδοπούλου, Το Βήμα, 19.1.2003) Λίμα X. Λ.: Παραντίσο (X. Σπυροπούλου, Η Καθημε­ ρινή, 19.1.2003) Λούκα Έ. Ντε: Η μουσική της θάλασσας (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 25.1.2003) Μαδρίδ X.: Τίποτα δεν γίνεται (Τ. Γουδέλης, Ελευθε­ ροτυπία, 10.1.2003) Μανγκέλ X.: Τα σκυλιά της Ρίγα (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 12.1.2003) Μανφρέντι Β. Μ.: Χίμαιρα (Μ. Πανώριος, Ελευθερο­ τυπία, 17.1.2003)

124 ΔΙΑΒΑΖΩ

Μονταλμπάν Μ. Β.: Ο μικρός αδελφός (Μ. Μπραουδάκη, Βραδυνή, 25.1.2003) Μουχίκα Μ.: Φρίντα (Α. Μαντόγλου, Ελευθεροτυπία, 3.1.2003) Μπάνβιλ Τ.: Η έκλειψη (Κ. Σχινά, Ελευθεροτυπία, 24.1.2003) Μπαρθ Τ.: Χίμαιρα (Μ. Μ πραουδάκη, Βραδ υ νή , 4.1.2003) Μπέργκερ Τ.: Ένας ζωγράφος του καιρού μας (Γ. Ν. Μπασκόζος, Ε ξπ ρ έ ς, 1 2 .1 .2 0 0 3 ) (Κ. Σχινά, Ελευθεροτυπία, 24.1.2003) Μπίσμουτ Ν..- Οι πιστοί σύζυγοι δεν γίνονται είδηση (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 2 5 .1 .20 03 ) (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 19.1.2003) Μπράντμπερι Μ.: Στο δρόμο για το Ερμιτάζ (Β. Αθανασόπουλος, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) (Π. Τατσόπουλος, Τα Νέα, 18.1.2003) Ναμπόκοφ Β.: Λολίτα. Η σχολιασμένη έκδοση (Σ. Ιγγλέση-Μαργέλου, Το Βήμα, 12.1.2003) Ντέλαχαντ Μ.: Στο γαλάζιο σπίτι (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 26.1.2003) Ντος Πάσος: Μανχάταν Τράνσφερ (Κ. Κοντολέων, Αδέσμευτος Τύπος Μήτση, 12.1.2003) Ουάιτ Έ .: Π αρίσι (Κ. Σχινά, Ε λ ε υ θ ε ρ ο τ υ π ία , 24.1.2003) Πέρεθ-Ρεβέρτε Α.: Ο ναυτικός χάρτης (Π. Σπίνου, Ελευθεροτυπία, 12 1.2003) Πέρεθ-Ρεβέρτε Α.: Ο πίνακας της Φλάνδρας (Κ. Κο­ ντολέων, Αδέσμευτος Τύπος Μήτση, 12.1.2003) Πεσόα Φ.: Ηρόστρατος (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 16.1.2003) (Ν. Τσιμπούκη, Το Βήμα, 26.1.2003) Πούι Ζ. Μ.: Η τελευταία παγίδα (Γ. Ν. Μπασκόζος, Ε ξ π ρ έ ς , 1 2 .1 .2 0 0 3 ) (Φ. Φ ιλίππου, Το Β ή μ α , 19.1.2003) Πρέσφιλντ Σ.: Οι πύλες της φωτιάς (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 14.1.2003) Σβαν Γ. X.: Η καταραμένη χαρά (Τ. Δημητρούλια, Αυγή, 16.1.2003) Σολντάτι Μ.: Γράμματα από το Κάπρι (Γ. Ξενάριος, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003) Σταντάλ: Τα προνόμια (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 9.1.2003) Τζέιμς X.: Η γοητεία ορισμένων παλιών ρούχων. Οι φίλοι των φίλων (Α. Μαντόγλου, Ελευθεροτυπία, 10.1.2003) Τσάιλντ Λ.: Βασικός ύποπτος (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 12.1.2003) Τσέχωφ Α.: Τέσσερα διηγήματα (Μ. Τσάτσου, Η Κα­ θημερινή, 28.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Φίσερ Τ.: Η συμμορία της διανόησης (Σ. Νικολαΐδου, Τα Νέα, 18.1.2003) Φλάισχαουερ Β.: Η γυναίκα με τα βρόχινα χέρια (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 25.1.2003) (Κ. Κατσουλάρης, Το Βήμα, 12.1.2003) Φράνζεν Τ.: Οι διορθώσεις (Μ. Μιχαηλίδης, Το Β ή­ μα, 5.1.2003) ΧολτΤ.: Εύπολις ο κωμωδιογράφος (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 21.1.2003) Μ ελέτες Αργυρίου Αλ.: Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (Ε. Κοτζιά, Η Καθημερινή, 19.1.2003) Δάλλας Γ.: Κωνσταντίνος θεοτόκης (θ. Πυλαρινός, Πορφύρας, 106) Κωστίου Κ.: Η ποιητική της ανατροπής (Λ. Παπαλεοντίου, Εντευκτήριο, 59) Νιάρχος θ.: Για τον Άγγελο Τερζάκη (Β. Βασιλικός, Το Βήμα, 19.1.2003) Μουνίν Ζ.: Τα θεωρητικά προβλήματα της μετάφρα­ σης (Ελ. Ρούσση, Μετάφραση Ό2) Μποτόν Α. ντε: Πώς ο Προυστ μπορεί να αλλάξει τη ζωή σου (Σ. Νικολαΐδου, Τα Νέα, 11.1.2003) Δ οκίιιια Βακαλό Ε.: Μοντέρνο-Μεταμοντέρνο. Συνδέσεις και αποστάσεις (Α. Κωτίδης, Το Βήμα, 12.1.2003) Βελουδής Γ.: Γραμματολογία, θεωρία λογοτεχνίας (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003) Καραποστόλης Β.: Τα ενάντια. Η τέχνη της παραμυ­ θίας (Β. Χ ατζη β α σ ιλε ίο υ, Ε λ ε υ θ ε ρ ο τ υ π ία , 24.1.2003) Κούρτοβικ Δ.: Η θέα πέρα από τον ακάλυπτο (Γ. X. Παπασωτηρίου, Βραδυνή, 11.1.2003) Μόσχος Ε. Ν.: Παλαμικές σπουδές. Δοκίμια γύρω στον Κωστή Παλαμά (Σ. I. Αρτεμάκης, Ναυτεμπορι­ κή, 11.1.2003) Ξενόπουλος Γρ.: Επιλογή κριτικών κειμένων (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003) Πολίτης Λ.: Οι βιβλιοκρισίες: 1926-1973 (Λ. Τσιριμώκου, Το Βήμα, 26.1.2003) Έκο Ο.: Περί λογοτεχνίας (Γ. Βέης, Ελευθεροτυπία, 1 7 .1 .2 0 0 3 ) (Γ. Π εφ άνης, Η Κ α θ η μ ε ρ ιν ή , 14.1.2003) Μπόνο Ε., Κοντιγιάκ Ν.: Δοκίμιο περί καταγωγής των ανθρώπινων γνώσεων (Γ. Σιακαντάρης, Ελευ­ θεροτυπία, 31.1.2003) Στάινερ Τ.: Στον πύργο του Κυανοπώγωνα (Μ. Στεφανίδης, αντί, 24.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΣ 2003

Μουσούρης Κ.: Πάθος θεάτρου (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 18.1.2003) Μπάρμπα Ε.: θέατρο. Μοναξιά, δεξιοτεχνία, εξέ­ γερση (I. Βιβιλάκης, Η Καθημερινή, 19.1.2003) Ιστορία Αβδελά Έ.: Διά λόγους τιμής. Βία, συναισθήματα και αξίες στη μετεμφυλιακή Ελλάδα (Κ. Παπαγιώργης, αθ η νόρ α μ α , 9 .1 .2 0 0 3 ) (Ά. Φραγκουδάκη, Τα Νέα, 25.1.2003) Βελεστινλής Ρ.: Άπαντα τα σωζόμενα (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 25.1.2003) Γαϊτάνης Δ.: Συνοπτική ιστορία της Ουκρανίας (Νικ. Λυκ. Φορόπουλος, διαβάζω, 436) Γερολυμάτος A.: The Balkan Wars (Ν. Σιώτης, Το Βήμα, 19.1.2003) Γούτος Δ.: Η αρχαία ελληνική σκέψη στον αραβικό πολιτισμό (Δ. Μαλισιόβας, Επιλογή, 1.1.2003) Καραδήμου-Γερολύμπου Α.: Το χρονικό της μεγάλης πυρκαγιάς. Θεσσαλονίκη, Αύγουστος 1 9 17 (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 19.1.2003) Κογιόπουλος Κ.: Σελίδες από τη νεότερη ιστορία της Λέρου, 19 12 -19 48 (Δ. Κωστόπουλος, Η Κα­ θημερινή, 21.1.2003) Κολιόπουλος Γ., Βερέμης θ.: Ελλάδα. Από το 1831 έως σήμερα (Β. Καπετανγιάννης, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Κυρτάτας Δ.: Κατακτώντας την αρχαιότητα (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Λινάρδος Π., Δελατόλας Σ.: Τα Τήνια 1895 και η δυ­ ναμική επίδρασή τους στην αναβίω ση των Ολυ­ μπιακών Αγώνων (1896) (Ζ. Καραβάς, Το Βήμα, 19.1.2003) Μοσχονά Π., Μακρυπούλιας X. (επιμ.): Aspects of Arab Seafaring. An attem pt to fill in th e Gaps of M a ritim e H is to ry (Σ. Π ατούρα, To Β ή μ α , 26.1.2003) Νάσιουτζικ Π.: Αμερικανικά οράματα στη Σμύρνη τον 19ο αιώνα (Β. Κρεμμύδας, Νέα Εστία, 1.752) Παπακωνσταντίνου Μ.: Βαλκάνια, η άγνωστη γειτο­ νιά μας (Τ. Παππάς, διαβάζω, 436) Πιζάνιας Π.: Χρόνοι των ανθρώπων, θεωρήσεις για την Ισ τορία (θ . Γιαλκέτσης, Ε λ ε υ θ ε ρ ο τ υ π ία , 3.1.2003) Τσιρπανλής Ζ.: Ιταλοκρατία στα Δωδεκάνησα (Δ. Κωστόπουλος, Η Καθημερινή, 21.1.2003) Σιμώνη-Λιόλιου Μ.: Αρχόντισσα Κηφισιά (Φ. Χρονόπουλος, Ελεύθερος Τύπος, 26.1.2003)

ΔΙΑΒΑΖΩ 125


Στεφανίδης I.: Ασύμμετροι εταίροι. Οι ΗΠΑ και η Ελλάδα στον Ψυχρό Πόλεμο, 1 9 53 -19 61 (Σ. Ριζάς, Το Βήμα, 12.1.2003) Συντομόρου Γ.: Σαραντάπορο. Κιλκίς. Λαχανάς. Οι πρώτες μας νίκες (Γ. Ν. Μ πασκόζος, Ε ξπ ρ έ ς, 26.1.2003) (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 19.1.2003) Ταχιάος Α.-Α.: Η Ρωσία της δυναστείας των Ρομανόφ (Δ. Χουλιαράκης, Το Βήμα, 19.1.2003) Τζανακάκης Β.: Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν (Κ. Παπαγιώ ργης, αθηνόραμα, 30.1.2003) Μαζάουερ Μ.: Τα Βαλκάνια (Π. Κρημνιώτη, Αυγή, 16.1.2003) (Σ. Μαρκέτος, Τα Νέα, 18.1.2003) Μοζέ Κ.: Αλέξανδρος. Το πεπρωμένο ενός μύθου (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 17.1.2003) Ρομιγί Ζ. ντε: Η αρχαία Ελλάδα εναντίον της βίας (Α. Παναγόπουλος, Η Καθημερινή, 14.1.2003) Σιεντέντορ Λ.: Δημοκρατία στην Ευρώπη (θ. Γιαλκέτσης, Ελευθεροτυπία, 3.1.2003) Σκίνερ Κ.: Μακιαβέλι (θ. Γιαλκέτσης, Ελευθεροτυ­ πία, 3.1.2003) Σταλν Φ.: Η αρχαία Θεσσαλία (Ν. Ντόκας, Ελευθε­ ροτυπία, 17.1.2003) Φρίντριχ Γ.: Φωτιά. Ο βομβαρδισμός της Γερμανίας (Σ. Μοσκόβου, Το Βήμα, 5.1.2003) Χάνσον Β. Ν.: Σφαγή και πολιτισμός (Τ. θεοδωρόπουλος, Τα Νέα, 18.1.2003)

Βιογρ αφ ίες - Αυτοβιογραφ ίες Δασκαλόπουλος Δ., Στασινοπούλου Μ.: Ο βίος και το έργο του Κ. Π. Καβάφη (Β. Πάγκαλος, Μακεδο­ νία, 1 2 .1 .2 0 0 3 ) (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 16 .1 .20 03 ) (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 31 .1.2003) (Φ. Χρονόπουλος, Ελεύθερος Τύπος, 26.1.2003) Υφαντής Π. (επιμ.): Τα Μικρά Άνθη του Αγίου Φρα­ γκίσκου (Ν. Ε. Κ αραπιδάκης, Η Κ α θ η μ ε ρ ιν ή , 12.1.2003) Ακρόιντ Π.: Τ. Σ. Έλιοτ (Π. Κ ρ ημνιώ τη, Α υ γή , 30.1.2003) Κρίστι Ά.: Η αυτοβιογραφία μου (Μ. Πιμπλής, Τα Ν έ α , 2 5 .1 .2 0 0 3 ) (Φ. Φ ιλ ίπ π ο υ , Το Β ή μ α , 26.1.2003) Νιζίνσκι Β.: Ημερολογιακά τετράδια (Δ. Ρουμπούλα, Έθνος, 11.1.2003) Όβερμπαϊ Ν.: Ερωτευμένος Αϊνστάιν (Β. Αθανασόπουλος, Ελευθεροτυπία, 3.1.2003)

Κάλας Ν.: Δεκαέξι γαλλικά ποιήματα και η αλληλο­ γραφία με τον Ουίλιαμ Κάρλος Ουίλιαμς (Μ. Πιμπλής, Τα Νέα, 4.1.2003) Κάλας Ν. - Ράπτης Μ.: Μια πολιτική αλληλογραφία (Φρ. Αμπατζοπούλου, Τα Νέα, 4.1.2 00 3) (Αλ. Ζήρας, Α υ γ ή , 2 6 .1 .2 0 0 3 ) (Γ. Ν. Μ πασ κό ζο ς ,

MaoTuoiec Ανωνύμου: Η στρατιωτική ζωή εν Ελλάδι (Έ. Χουζούρη, Ελευθεροτυπία, 10.1.2003) Αποστολόπουλος Λ.: Οι τέσσερις Έλληνες (Μ. Στε­ φανίδης, αντί, 24.1.2003) Γιαλουράκης Μ.: Αλεξάνδρεια. Χρονικό, μαρτυρία ή ονειροπόληση; (Μ. θεοδοσοπούλου, Το Βήμα, 12.1.2003) Ελεφάντης Ά.: Minima Memorialia: Η ιστορία του παππού μου (Ε. Χοντολίδου, Εντευκτήριο, 59) Κατραμόπουλος Γ.: Η Σμύρνη των Σμυρνιώ ν (Δ. Χουλιαράκης, Το Βήμα, 26.1.2003) Κουλουμπής θ.: ...71... 74: Σημειώσεις ενός πανε­ πιστημιακού (Σ. Ντάλης, Ο ικο νομ ικός Ταχυδρό­ μος, 25.1.2003) Τόπης Α.: Αλεξάνδρεια. Στιγμές, χώροι και πρόσω­ πα που ήσαν μια φορά (Μ. θεοδοσοπούλου, Το Βήμα, 12.1.2003) Χατζηπατέρας Κ. Ν., Φαφαλιού-Δραγώνα Μ.: Μαρ­ τυρίες '4 1-'4 4. Η Αθήνα της Κατοχής (Π. Γεραμάνης, Τα Νέα, 18.1.2003)

126 ΔΙΑΒΑΖΩ

Εξπρές, 5.1.2003) Σανεντεύξεις ΧέμινγουεϊΈ ., Φόκνερ Ο., Στάινμπεκ Τ., Ντος Πό­ σος Τζ., Μίλερ X.: Πέντε συνεντεύξεις (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 30.1.2003) Π αιδικά - Εφηβικά Βαρελά Α.: Ο θεός αγαπά τα πουλιά (θ. Πυλαρινός, Πόρφυρας, 106) Γιαννακοπούλου X.: Η απέναντι μοναξιά (Κ. Κοντο­ λέων, Αδέσμευτος Τύπος Μήτση, 12.1.2003) Ζάνου Δ.: Ένα πορτοκάλι για τη μάγισσα Μυρτώ (Γ. Σ. Παπαδάτος, διαβάζω, 436) Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου Λ.: Το μικρόβιο της ευ­ εξίας (θ. Πυλαρινός, Πόρφυρας, 106) Ρέο Τ.: Μπορείς να πιάσεις μια γοργόνα; (Κ. Κοντο­ λέων, Αδέσμευτος Τύπος Μήτση, 19.1.2003) Σζεγκέντι Κ.: Το τσίρκο των ονείρων (Ε. Σαραντίτη, Ελευθεροτυπία, 31.1.2003)

ΜΑΡΤΙΟΙ 2003


Ταξιδιωτικά · Οδοιπορικά Καρδάσης Β.: Από το Μπραχάμι στον Άγιο Δημήτριο (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 1 1 .1 .2 0 0 3 ) Μονιούδη-Γαβαλά Δ.: Η πόλη τη ς Χ ίο υ (Α λ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 1 8 .1 .2 0 0 3 ) Νέζης Ν.: Τα βουνά της Αττικής (Α. Οικονόμου, Η Καθημερινή, 2 6 .1 .2 0 0 3 ) Τρίτση-Μουλχάουζερ Σ.: Μεσολόγγι: Ο τόπος και οι άνθρωποι (Κ. Κεφαλέα, Η Καθημερινή, 14 .1 .20 03 ) Φυντανίδης Σ.: Απόδραση σε τέσσερις ηπείρους (Χαρ. Δ ημακοπούλου, Εστία, 4 .1 .2 0 0 3 ) (Ρ. Πράηα, Βραδυνή, 2 5 .1 .2 0 0 3 )

Λευκώματα Ε κδ όσ εις Μ ίλητος: Κ αρ άβια του Αγώ νος. Ό ρος Άθως (Χαρ. Δημακοπούλου, Εστία, 4 .1 .2 0 0 3 )

Μ π ότσογλου X .: Ε ίδ ω λα κα μ ό ν τω ν (Λ. Κ α ζα ν τζά κη , Αυγή, 2 6 .1 .2 0 0 3 ) Μ πουργιώ της Η.: Ευρωπαϊκός Νότος (Ν. Κασσιανού, Το Β ήμα, 5 .1 .2 0 0 3 ) Οικονομόπουλος Ν.: Φωτογραφίες (Αλ. Δήμου, Ρα ­ διοτηλεόραση, 1 8 .1 .2 0 0 3 ) Σελλά Ό .: Σ ελιδοδεικτούμενα. Συλλογή σελιδοδει­ κτών (Δ. Χουλιαράκης, Το Βήμα, 1 2 .1 .2 0 0 3 ) Τσούλος Π.: Ρόπτρα (Αλ. Δήμου, Ρα διοτη λεόρ αση , 18 .1 .2 0 0 3 ) Ψυχοπαίδης Γ.: Δώματα νυκτός (Ν. Ντόκας, Ε λευθ ε­ ροτυπία, 31 .1 .2 0 0 3 ) Μπουασονά Α. Π.: Μικρά Ασία 1 9 2 1 (Χαρ. Δημακο­ πούλου, Εστία, 1 1 .1 .2 0 0 3 ) (Αλ. Δήμου, Ρα διοτη ­ λεό ρασ η , 18 .1 .2 0 0 3 )

Έκδοση Ριζαρείου Ιδρύματος/Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου: Ρωσία 1 0 0 χρόνια. Φωτογραφικές μαρ­ τυρίες (Δ. Χουλιαράκης, Το Βήμα, 1 9 .1 .2 0 0 3 ) Μακρής Β., θεμ π ό Φ.: Κάτω από τον ήλιο (Τ. Μα­ κρύ, Το Β ήμα, 1 9 .1 .2 0 0 3 )

Μουσική Μυλωνάς Κ.: Ελληνική μουσική (Η. Μαγκλίνης, δια­ βά ζω , 4 3 6 ) w

Στο δελτίο κριτικογραφίας περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές και β.βλιοπαρουσιάσεις των εκδόσεων που δημοσιεύονται στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. ΔΙΑΒΑΖΩ 127


στο επόμενο τεύχος I

►Μ»

αφιέρωμα στον

Στέλιο Ράμφο (αποκλειοτική συνέντευξη)

ένα βιβλίο, μια συνέντευξη

Χαβιέρ θέρκας

«Υπερασπίζομαι τη λογοτεχνική αλήθεια»

επίσης θα βρείτε: αυτογραφία Εγώ και η τρομοκρατία

απο τη μ ιμ ικ ά κρανακη

χωρίς λογοκρισία 0 εκδότης ως προαγωγός

απο τον αλεξη ζηρα

με αφορμή ένα βιβλίο Ο άνθρωπος ως όργανο

απο τον βαγγέλη πανταζη

scriptorium Περί ύφους ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΧΡΥΣΟΠΟΥΛΟ μια παράσταση Δούλα Αναγνωστάκη: Η κασέτα (Ν έο Ελληνικό θέατρο Γιώργου Αρμένη) Σ ’ εσ ά ς π ο υ μ ε ακουτε (θέατρο Οδού Κυκλάδων) απο τη ςανια περδικαρη

ξένη γραφή Στόχος: Ιράκ - Το οπλοστάσιο του Σαντάμ

απο τον ηλια μαγκλινη

Κριτικές και παρουσιάσεις 30 νέων βιβλίων. Τα εμπορικότερα βιβλία του μήνα. Βιβλιογραφικό δ ε λ τ ί ο . Κριτικογραφία κ.ά. 128 ΔΙΑΒΑΖΩ ΜΑΡΤΙΟΣ 2003


Δυο σπουδαία μυθιστορήματα από την ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΠΕΤΡΙΝΙΩΤΗΣ Τούρκος, χριστιανός και ορθόδοξος Κ ω νσταντινούπολη, λίγο πρ ιν τα γεγο νό τα του 1955, ο Γιάννης Αράπογλου εγκαταλείπει τη χώρα και αφήνει πίσω φίλους, εχθρούς και μια μεγάλη αγάπη. Μ ετά από χρόνια, αφού έχει φτιάξει τη ζωή του στην Ελλάδα, ένα μοιραίο γεγονός θ α τον φέρει με το δικό του γιο, ξανά στη γενέτειρά του. Ο γιο ς του, Τούρκος στην υπηκοό­ τητα, χριστιανός ορθόδοξος στο θρήσκευμα, θεωρείται ανυ­ πότακτος για το τουρκικό κράτος, συλλαμβάνεται και φυλακί­ ζεται. Η τύχη του είναι στα χέρια του εθνικόφρονα Ραούφ, πράκτορα των Μυστικών Υπηρεσιών, και τωρινό σύζυγο της πρώτης γυναίκας που αγάπησε... Η σχέση δύο αντρώ ν που πα λεύουν α νά μ εσ α στην αγά π η γ ια την πα τρ ίδ α κ α ι την α γά π η γ ια μια γυναίκα. Η ιστορία δύο λ αώ ν π ου μοιράστηκαν πολλά, κ α ι α νά ­ μεσα σε α υτά πο υ τους χω ρίζουν, κ α τα φ έρ νο υ ν ν α ρ ίχνουν μικρές γέφ υ ρ ες, ν α χτίζουν γνήσιες φιλίες, ν α ζσυν μ εγάλες α γά π ες κ α ι ν α στέκονται πά ντα α νώ τεροι τω ν περιστάσεω ν.

ΖΑΚ ΜΠΟΝΤΟΥΕΝ Ο κατάσκοπος του Αυτοκράτορα Ιανουάριος 1756. Η Ευρώπη του Διαφωτισμού γιορτάζει την άφιξη του Λ ι Γινγκ, πρίγκιπα της Α παγορευμένης Πόλης. Α υτά που φ έρνει μαζί του δεν είναι ούτε οι εύθραυστες πορ­ σελάνες, ούτε τα πολυτελή παραβάν, ούτε το εύγευστο τσάι. Ε ίναι ο κατάσκοπος του αυτοκράτορα, διχασμένος ανάμεσα σε δύο βασιλείς, σε δύο γυναίκες κα ι δύο πολιτισμούς. Α πό τα Ά δυτα της Α παγορευμένης Πόλης στο Λ ονδίνο, α πό κει στο Π αρίσι και τις τεκτονικές στοές του Μ αρέ, ο κατάσκοπος του αυτοκράτορα καλείται όχι μόνο να φ έρ ει εις πέρα ς την αποστολή του, αλλά κα ι να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω α πό το σκοτάδι της δικής του ζωής.

«Άξιος συνεχιστής τον Αλέξανδρου Δουμά, ο Ζακ Μποντονέν οικειοποιείται την επιτρεπόμενη ελευθερία προκειμένου να καταπιαστεί με την ιστορική αλήθεια, και μας προσφέρει ένα μυθιστόρημα μεστό από διαφορετικούς μεταξύ τους ήρωες, ίντριγκες και δοκιμασίες.» Le M onde

ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΕΚΔΟΤΙΚΗ

ΚΕΝΤΡΙΚΟ: Μεσογείων 74,115 27 Αθήνα, τηλ. 210 7777788, fax. 210 7757757, e-mail: empiria@otenef.gr ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ: Ζωοδ. Πηγής & Μεταξά Α. 1,106 81 ΑΘΗΝΑ, τηλ./fax. 210 3303760


fiA/JvvVi** Π£ξογ?Λ<ρί<* οικογένεια. Η κοινωνία τον α ν ε ^ Qγαχρεπτικός. Προσπαθεί χης εκδίκησης/Ο^ως ^ ν ° ς ονειρεύεχα, να βρε. στη γυναίκα να κλείσει τις παλιές πληγές κο ι. . κάχι, δεν είναι την ουσία της ύπαρξης· Και αν πρεπει

εαυτό χου.

Λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η μικρή Βόλια αφήνει τη Σοβιετική Ένωση και έρχεται στην Ελλάδα, για να κάνει μια καινούρια αρχή. Η ζωή της θα δοκιμαστεί από σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία. Ο πόλεμος, η Κατοχή, η εξαθλίωση, ο πόνος δε θα τη λυγίσουν. Μαχητική κι ανυποχώρητη, θα παλέψει με νύχια και

THAEMASS02

με δόντια.

να μεσουρανουν. Σχη P‘ ζουν μια καθημερινοχηχ «Ρ με το Κόμμα πανχαχου παρον

Μ

κα| υποχρεωτ,κά ηρωική, προδιαγεγραμμένο. , . μαχος,

Κι ενώ αισιοδοξουν σχα ορ.Γ αντιστέκονται σιωπηλά στη' ΜΜβΤ.® χους όπλο χα όνειρα και σι j j ^ _ Lv>u κινημαχογράφου. Μα ca όνειρα αντικρίζουν τη’ χα χχυποκάρδια αλλάζοιί... j

&

ΚΕΔΡ®ΣΙ

ΓΕΝΝΑΔΙΟΥ

3 ,

ιο6

78

ΑΘΗΝΑ,

χηλ.:

21038

^ με μοναδικό εύσουν, ιιάλχες,


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.