αφιερώματα σε συγγράφει Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί
Β. Γονλα
Ο . ν τ ε Μ π α λ ζ ά κ N o 60* Δ . Γ λη νό ς N o 61* Τ. Τ ζ ό υ ς N o 62* Κ . Χ α τ ζ η α ρ γ ύ ρ η ς N o 63 Ζ . Ζ ε ν έ N o 66 Ν έ ο ι λο γ ο τ έχ νε ς N o 69 Α ρ ισ τ ο φ ά ν η ς N o 72 Ζ . Π ρ εβ έρ N o 73 Μ . ν τ ε Σ α ν τ N o 77 Κ .Π . Κ α β ά φ η ς N o 78 Χ .Λ . Μ π ό ρ χ ες N o 79 Μ . Κ ο ύ ντ ε ρ α N o 80 Μ . Γ ιο υ ρ σ ενά ρ N o 81 Α . Κ ο ρ α ή ς Ν ο ‘82 Κ. Μ α ρ ξ N o 83 Μ . Β ιά ν N o 85 Ν έο ι Λ ο γ ο τ έχ ν ες N o 87 Κ. Β ά ρ ν α λ η ς N o 88 Τ . Μ α ν N o 90 Φ. Ν ίτσ ε N o 91 Κ. Θ εο τό κ η ς N o 92 Ρ. Μ πα ρ τ N o 93 Ν . Λ α π α θ ιώ τη ς N o 95 Ε . Ρ ο ίδ η ς N o 96 Ε . Ζ ο λ ά N o 97 Σ τ α ν τά λ N o 98 Μ α κ ρ υ γιά ν νη ς N o 101 Λ ο υ κ ια ν ό ς N o 102 Ν τ ιν τ ερ ό N o 103 Τ. Ά γ ρ α ς N o 104 I. Β ερ ν N o 105 Θ . Κ α ΐρη ς N o 106 Π α ρ α μ υ θ ά δ ες N o 108 Ε . Έ σ σ ε N o 109
Α . Κ αμύ N o 110 Β . Ο υ γ κ ό N o 111 Ε . Ά λ α ν Π ό ε N o 112 Φ. Κ ό ν τ ο γλ ο υ N o 113 Σ . Μ πέκετ N o 115 Κ. Π ο λ ίτη ς N o 116 Α . Π ά λλη ς N o 118 Β . Μ α γ ια κ ό φ σ κ ι N o 121 Ε . Ιο ν έσ κ ο N o 122 Μ . Φ ο υ κώ N o 125 Ζ . Λ α κ ά ν N o 126 Ζ . Π ω λ Σ α ρ τρ N o 127 Φ . Ν τ ο σ τ ο γιέφ σ κ ι N o 131 Ν .Χ . Λ ώ ρ εν ς N o 132 Γ .Σ . Έ λ ιο τ N o 133 Μ . Ν τ υ ρ ά ς N o 134 Α ρ ισ τ ο τ έλη ς N o 135 Σ . ν τ ε Μ π ω β ο υ ά ρ N o 136 Γ. Θ εο τ ο κ ά ς N o 137 Φ .Σ . Φ ιτ ζέρ α λν τ N o 138 Τ . Ο υ ίλια μ ς N o 139 Α . Κ ά λβ ο ς N o 140 Γ. Σ εφ έρ η ς N o 142 Γ. Φ λω μπέρ N o 143 Ο . Έ κ ο N o 145 Α . Δ ο υ μ ά ς N o 147 Α . Κ ρ ίστι N o 149 Σ . Φ ρ ό υ ντ N o 150 Α . Α ρ τώ N o 151 Ο . Ο υ ά ιλ ντ N o 152 Β . Γ ούλ φ N o 153 Γ .Β . Γ κα ίτε N o 154 Κ . Κ α ρ υω τάκ η ς N o 157
Κ. Λ εβ ί-Σ τ ρ ω ς N o 158 Ε . Χ εμ ιν γο υ έη N o 159 Ζ . Κ οκτώ N o 160 Μ . Χ ά ιν τ εγκ ερ N o 161 Β . Ν α μ π ό κ ο φ N o 162 Α . Π α π α δ ια μ ά ν τ η ς N o 165 Π . Λ εκ α τσ ά ς N o 166 Α ίσ ω π ο ς N o 167 Λ . Α ρ α γ κ ό ν N o 168 Α . Τ σ έχω φ N o 169 Σ . Τ σ ίρ κ α ς N o 171 Τ . Σ τ ά ινμ π εκ N o 173 Ό μ η ρ ο ς N o 174 Μ . ν τ ε Θ ερ β ά ν τ ες N o 176 Β ο λ τ α ίρ ο ς N o 177 Ε . Π ά ο υ ν τ N o 178 Μ ο λ ιέρ ο ς N o 179 Δ . Χ α τ ζ ή ς N o 180 Ε . Ί ψ ε ν N o 181 Ν . Χ ά μ μ ε τ Ν ο 182 Π . Β α λερ ί N o 183 Ζ . Μ π α τ ά ιγ N o 187 Ν . Κ α ζα ντ ζά κ η ς N o 150 Θ ο υ κ υ δ ίδ η ς N o 191 Φ .Γ . Λ ό ρ κ α N o 192 Ρ. Τ σ ά ντ λερ N o 193 Β . Ρ ά ιχ N o 197 Ρ. Μ ο ύ ζ ιλ N o 199 Λ . Τ ο λ σ τ ό ι N o 200 Π. Ε λ υά ρ N o 201 Ζ . Σ ιμ ε νό ν N o 202 Γ. ν τ ε Μ ω π α σ ά ν N o 204 Γ. Ρ ίτσο ς N o 205
ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ - A. Α. ΛΙΒΑΝΗ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΠΜΑΤΗΣ · ΠΑΥΛΟΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ - ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΔΕΡΑΤΟΣ
ΚΟΡΥΦΑΙΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Μ Α ΣΥΝΟΡΑ Λ Α. ΙΒΑΝΗ
ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ: Α ΝΕΚ ΔΟΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΣΠΑΝΙΟ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΣΟ Λ Ω Ν Ο Σ 94, ΤΗΛ.: 36.10.589 - 36.00.398
Από τις εκδόσεις της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος και του Μορφωιικού της Ιδρύματος
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΗ ΣΕΡΒΙΑΣ 2 ΤΗΛ 3222730
Τώρα
που
όλοι
Το
ί α
1* . 1
βρίσκονται
βιβλίο, σ τη ν
στην
άμυνα..
επίθεση!
* * f
ΘΕΜ Α ΕΚΔΟΣΕΙΣ κπλεττη 2!
*
ΕΚΠΤΩΣΙΣ
10 - 2 0 %
- = Ο Λ Ο Τ Ο Χ Ρ Ο Ν Ο ΞΞΞΣΕ ΟΛ Α Τ Α ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟ ΛΙΚ Α ΕΙΔΗ Ο Ρ Γ Α Ν ΙΣ Μ Ο Υ ]
ισόγειο Κολοκοτρώνη
ημιόροφος Κολοκοτρώνη
ελληνική και ξένη λογοτεχνία
παιδικά - παιδαγωγικά βιβλία
ισόγειο Νοταρά
ναυτικά - κομπιοΰτερς - αρχιτεκτονικά - ηλεκτρονικά - κλπ. τεχνικά βιβλία
ημιόροφος Νοταρά
1ος όροφος Νοταρά
νέες εκδόσεις - γυν. θέματα - λευκώματα περιοδικά
ιστορία - πολιτική - φιλοσοφία κοινωνιολογία - ψυχολογία - ποίηση μελέτες
I. Μποστάνογλου & ΣΙ A Ο.Ε. 1) Σωτήρος 13, τηλ. 41.71.330 2) Κολοκοτρώνη 92, τηλ. 41.12.258 3) Νοταρά 75, τηλ. 41.12.258
Μ Π Ο Σ Τ Α Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ ΙΑ - Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ Μ Π Ο Σ Τ Α Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ ΙΑ - Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ ΜΠ
(ΕΚ ΤΟ Σ Β ΙΒ Λ ΙΩ Ν
Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ο Π Α ΙΔ Ε ΙΕ Σ Μ ΙΣ Ο Τ ΙΜ Η Σ Ε Υ Κ Ο Λ ΙΕ Σ Π Λ Η Ρ Ω Μ Η Σ
Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ
Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ ΙΑ - Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ Μ Π Ο Σ Τ Α Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ ΙΑ - Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ Μ Π Ο Σ Τ Α Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ ΙΑ - Π Ε ΙΡ Α
ΙΑΣ Μ Π Ο Σ Τ Α Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ ΙΑ - Π Ε ΙΡ Α ΙΑ Σ Μ Π Ο Σ Τ Α Ν Ο Γ Λ Ο Υ Β ΙΒ Λ
vizouiAi zvivdi3u -vivaia AOVJONvizouiAi zvivdi3u - vivaia
Κ
Ϊ
Κ
Λ
Ν Ε Ο Ι
Ο
Φ
Τ Ι Τ Λ Ο Ι
Ο
Ρ
Ο
Ϊ
Ν
1 9 8 8 - 1 9 8 9
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ/ΠΟΙΗΣΗ ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΟΣ
ΛΗΤΩ ΚΑΤΑΚΟΤΖΗΝΟΤ
Η Α γία Αλητεία
0 Βαλής μου
Μυθιστόρημα
Απομνημονεύματα
ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΟΤΡΟΤΝΗΣ
Χωρισμένη στα δύο
Οι συμπαίχτες
Διηγήματα ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΤ
Λαβύρινθος
Μυθιστόρημα
•
Μερόνυχτα Φραγκφούρτης
Μ υθιστόρψ α
Διη γήματα
ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΠΟΤΤΟΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΚΟΤΛΙΔΗΣ
Νυχτερινή αποστασία
Οι σημειώσεις ενός ζηλωτή
Νουβέλα
Ποίηση
ΤΑΤΙΑΝΑ ΓΚΡΙΤΣΗ-ΜΙΛΛΙΕΞ
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΛΙΟΝΤΑΚΗΣ
Από την άλλη όχθη του Χρόνου
Ο ροδώνας με τους χωροφύλακες
Μυθιστόρημα
•
Στη σκάλα του Ουρανού Διηγήματα ΦΑΙΔΩΝ ΠΑΤΡΙΚΑΛΑΚΙΣ
Έ να υπερβατικό γεγονός Αφήγημα ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΤΟΜΑΖΑΝΗ
Το καφενείο των ψεμάτων Διη γήματα
Ποίηση ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΤΖΟΤΦΡΑΣ
Τα τραγούδια μας Ανθολογία ΝΑΣΑ ΠΑΤΑΠΙΟΤ
Το φωνήεν σώμα Ποίηση ΘΑΝΑΣΗΣ ΧΑΤΖΟΠΟΤΛΟΣ
Η Κοίμηση Ποίηση
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΙΣΤΗΝΟΣ
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΧΤΤΗΡΗΣ
Το Οδοιπορικό
Το τέλος της ομιλίας
Ένα χυχλιχό αφήγημα
Ποίηση
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα
Ζ. Πηγής 3, 106 78 Αθήνα. Τηλ. 360.32.34 — 36.01.331
ο Γ Ξ. ΣτογιαννΙδης στην" ΕΠΙ ΣΥΝΟΛΟΥ” ποιητική αφήγηση του ΜΙΑ ΑΥΣΤΗΡΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΔΙΟ 1 9 4 9 - 1 9 8 1 ... “Στό κάτω τής γραφής πρέπει νά κάνεις κάποτε τόν άπολογισρό σου, τί κέρδισες, τί έχασες”.
Από τις Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΑΚΟΜΗ:
ΑΜΗΧΑΝΗ ΕΞΟΔΟΣ (Ποιητική συλλογή 1981) ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΑΚΙΝΗΤΟΥ (Ποιητική συλλογή 1983) ^Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις
Λ α .ε . 4ο χλμ. οδού Λαγκαδά 564 30, Θεσσαλονίκη, Τηλ. 668.612, Telex 418895 ASE GR Υποκατάστημα Αθηνών: Σολωμού 66, 10432, Τηλ. 5227807, 5236 596/7
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΕΔΟΥΣΑ
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ από την ΜΕΔΟΥΣΑ με το ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΧΝΗΣ του
ΓΙΑΝΝΗ ΓΑΪΤΗ
Graftf
με το ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΟΙ ΥΠΝΟΒΑΤΕΣ την τριλογία του ΧΕΡΜΑΝ ΜΠΡΟΧ ΧΕΡΜΑΝ Μ It POX ΟΙ ΥΠΝΟΒΑΤΕΣ III ·1918.ΧΟΥΓΚΕΝΑΟΥ ή Ο ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ
«...ο ακρογωνιαίος λίθος της παράδοσης του σύγχρονου Ευρωπαϊκού μυθιστορήματος» ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ
HΚΑΛΥΤΕΡΗ EYffl “ “Λαοί ΧΑΡΙΣΤΕ THI
η
ΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ - 60CS π ρ ο τ ε ίν ε ι Β. Ρασπούτιν: Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ Α. Καρπεντιέρ: ΜΕΘΟΔΟΥ ΤΕΧΝΑΣΜΑ Γ. Σεμιόνοφ:ΕΠΕΚΤΑΣΗ (2 τόμοι) Π. Βέζινοφ: ΑΣΠΡΑ ΑΛΟΓΑ Μ ΕΣ’ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ Τζ. Έλλιοτ: Ο ΝΕΡΟΜΥΛΟΣ ΣΤΟΝ ΦΛΟΣ Ν. Σκούτας: ΡΙΞΕ ΛΙΓΟ ΑΣΠΡΟ, ΜΗΝ ΤΟ ΦΟΒΑΣΑΙ Μ. Αλεξανδρόπουλος: ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥΣ
' ηΟ Α. * Α λ λα , „n,', βά νο ς Σ Η Μ Ε ΙΩ Σ Ε ΙΣ ΓΙΑ Τ Η Ν Α ΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩ Π Η Ο Ρ. Λ ού ξεμπ ουρ γκ Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΚ Η Μ Ε Τ Α Ρ Ρ Υ Θ Μ ΙΣ Η Η Ε Π Α Ν Α ΣΤ Α Σ Η Ο Ε. Ιλιένκ ο φ
Ο Ο
Ο Ο
Δημ. Ραβάνης-Ρεντής
Γιάννης Μ πάρτζης
ΠΑΡΑΜΥΘΕΑΤΡΟ 1
ΞΥΛΙΝΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Σοφία Φ ίλντιση
Φρόσω Χ ατόγλου
ΣΤΗ ΒΗΘΛΕΕΜ ΤΟΥ ΒΥΘΟΥ
Γιώργος Μ αρίνος Ο ΑΝΘΡΩΠΟΦΑΓΟΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΚΛΟΟΥΝ
Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Η ΕΠ Ο ΧΗ
Η ΛΙΑΑΕΚ ΤΙΚΗ Τ Ο Υ Α Ε Ν ΙΝ ΚΑΙ Η Μ ΕΤΑ Φ Υ ΣΙΚ Η ΤΟ Υ Θ Ε Τ ΙΚ ΙΣ Μ Ο Υ Μ . Μ ερ α κ λή ς ΓΙΑ ΤΗ ΛΑ Ϊ ΚΗ Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν ΙΑ Ε. Α ντω νιά δου Τ Ο ΒΥ ΖΑ Ν ΤΙΟ ΚΑΙ Ο Α ΣΙΑ ΤΙΚ Ο Σ ΤΡΟ Π Ο Σ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Τ. Λ ο υ γγής Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ (324-1204) Κ. Λ εβίτιν Η Δ ΙΑ Μ Ο Ρ Φ Ω Σ Η Τ Η Σ Π Ρ Ο Σ Ω Π ΙΚ Ο Τ Η Τ Α Σ — Ψ Υ Χ Ο Λ Ο Γ ΙΑ Τ Η Σ Δ Ρ Α Σ Τ Η Ρ ΙΟ Τ Η Τ Α Σ
ΚΑΛΗ ΣΟΥ ΝΥΧΤΑ ΦΕΓΓΑΡΑΚΙ ΕΝΑΣ ΜΑΓΟΣ ΔΙΧΩΣ ΟΝΕΙΡΑ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ
ΜΠΡΟΣΤΑ ΑΊΙΟ ΤΗΝ Ε7Γ0ΧΗ ΤΗΣ
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765 Τεύχος 206
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α
4 Δεκεμβρίου 1989 Τιμή: Δρχ. 350
Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου. Βασίλης Καλαμάρας, Ηρακλής Παπαλέξης, Νένη Ράις, Βάσω Σπάθή, Καίτη Γοπάλη, Γιάννης Φερτής Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοπο'ίηση-Μοντάξ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ. Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιόκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 · τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης
ι
ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Η Έφη Αιλιανού μιλάει για την προσωπική της γνωριμία με τον Ν. Καζαντζάκη στη Μαρία Λαμπαδαρίδου-Πόθου
12 13
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Πέτρος Παπαδόπουλος: Χρονολόγιο Αντρέ Ζιντ Ντομινίκ Φερναντέζ: Αντρέ Ζιντ, ο μυθιστοριογράφος και τα προ σωπεία του Ζαν-Πωλ Σαρτρ: Ο Ζιντ ζει Αλμπέρ Καμύ: Συναντήσεις με τον Αντρέ Ζιντ Μωρίς Μπλανσό: Ο Ζιντ και η λογοτεχνία της εμπειρίας Αντρέ Ζυλιέν: Οι Κιβδηλοποιοί και η τέχνη του μυθιστορήματος Γκαετάν Πικόν: Με αφορμή τον «Θησέα» του Α. Ζιντ Ο Αντρέ Ζιντ στην Ελλάδα Χρίστος Παπαγεωργίου: Ελληνική βιβλιογραφία Αντρέ Ζιντ
18 26 31 58 60 64 69 74 81
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ο Γιώργος Κεντρωτής ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι Μάκης Πανώριος και Ελένη Χωρεάνθη ΜΕΛΕΤΕΣ: Γράφει η Δήμητρα Παυλάκου
82 83 86
ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
37
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
47
στο επόμενο «Διαβάζω»
αφιέρωμα στον Α ντρ έ Μττρετόν
χ ρ ο ν ικ α /1 3
Η «αγαπη μου για τον Νίκο Καζαντζάκη υπήρξε μια “παιδευτική κατά Πλάτωνα’’
Ύστερα από το ενδιαφέρον που προκάλεσαν τα κείμενα του Νίκου Καζα ντζάκη και τις συζητήσεις που έγιναν γύρω α π ’ αυτά, μιλάμε με την ποιήτρια Έφη Αιλιανού, που είχε μια προσωπική γνωριμία, ένα βαθύ πνευματικό δε σμό, μια “παιδευτική κατά Πλάτωνα’’ σχέση, με τον κορυφαίο αυτόν συγγρα φέα της λογοτεχνίας μας.
Τη σ υ ν έν τ ευ ξ η π ή ρ ε η Μ α ρ ία Λ α μ π α δ α ρ ίδ υ υ -Π ό θ σ υ
Πότε και πώς γνωρίσατε τον Νίκο Καζαντζά κη; Τ ο ν Καζαντζάκη τον είδα για πρώτη φορά τον Απρίλη του 1945 στην Αθήνα, όταν μετά την απε λευθέρωση γύρισα από την πατρίδα μου, την Ανδρίτσαινα της Ολυμπίας, όπου είχαμε καταφύγει στην Κατοχή. Από κει, τον Νοέμβριο του 1944, του είχα στείλει ένα γράμμα, ύστερα από ένα δημοσίευ μα στην «Ν. Εστία» του κ. Λαούρδα, για να του εκφράσω τη διαμαρτυρία μου για όσα έγραψε ο νέος εκείνος φιλόλογος. Εκείνος μου απάντησε μ ’ ένα μακροσκελέστατο γράμμα, όπου εξέφραζε την απο ρία του «πώς μια κοπέλα τόσο νέα (δεν ήμουν τότε ούτε 20 χρονών) μπόρεσε να δει και να κρίνει τις θεμελιακές προσπάθειες της ζωής του», και με το οποίο με καλούσε στην Αίγινα να με φιλοξενήσει στο σπίτι του.
Τον Απρίλη του 1945, ο Καζαντζάκης ήταν στην Αθήνα, στο σπίτι της Τέας Ανεμογιάννη, στην οδό Μαυροματαίων 2, όπου κάθε Σάββατο μαζεύονταν οι φίλοι του και όπου τον συνάντησα και γω για πρώτη φορά. Ήταν· γεμάτο το σαλόνι όταν μπήκα. Γυναίκες και άνδρες - καθόντουσαν ακόμα και στα χαλιά - και πολλοί όρθιοι κι ένας νέος στη μέση - ο Ντίμης Αποστολόπουλος - διάβαζε την «Οδύσ σεια». Βολεύτηκα σε μια γωνιά και θάλθηκα να ψά χνω για τον Καζαντζάκη. Δεν άργησα να τον βρω ή μάλλον με βρήκε εκείνος. Όπως καθόμουν πάνω σ’ ένα τραπέζι, είδα έναν άντρα ψηλό, ξεραγκιανό, ροδοκόκκινο, να με πλησιάζει. Φορούσε μιαν αση μένια ζώνη, που στραφτοκόπαγε στη μέση του, όμως εκείνο που σε συνέπαιρνε ήταν η ματιά του κι ο αέρας της κορμοστασιάς του. Φέγγιζε ολάκερος λες και δεν είχε σάρκα. Στήλωσε τα μάτια του, εκεί
1 4/χρονικα να τα μαύρα, τα λαμπερά, που σε διαπερνούσαν, σαν να ’ταν η ίδια η φωτιά του Πνεύματος, στα δικά μου, άνοιξε δρόμο ανάμεσα στον κόσμο και προχώ ρησε, προς το μέρος μου. Σαν υπνωτισμένη, πήδη-ξα απ’ το τραπέζι και στάθηκα αντίκρυ του: «Είμαι η Αιλιανού», ψιθύρισα. Με κοίταξε χαμογελαστός, μου έσφιξε δυνατά το χέρι και γρήγορα απομα κρύνθηκε· όμως στους ώμους μου ένιωθα τις μεγά λες φτερούγες του πνεύματός του... Πώς δημιουργήθηκε αυτή η βαθιά φιλία, ο πνευματικός δεσμός που για σας και το έργο σας υπήρξε καθοριστικός; Ύστερα από εκείνη την πρώτη φορά, τον ξαναείδα το επόμενο Σάββατο το μεσημέρι που με είχε καλέσει για φαγητό, πριν έρθουν οι φίλοι του, και όπου διεπίστωσα το μεγαλείο, την απλότητα και την καλωσύνη του. Μιλούσε με όλους, χτυπούσε τον έναν στους ώμους, έσφιγγε το χέρι του άλλου, κι άκουγα κάθε τόσο το βροντερό του γέλιο. «Τί κάνει η Γαλάτεια; Να μου την χαιρετίσεις.. Χα! Χα!.» Μα ναι· φερόταν σαν ένα μεγάλο παιδί. Να μι λάει έτσι για τη Γαλάτεια που, όπως άκουγα, έλεγε τόσα εναντίον του... Ό σο για μένα, είχε γίνει ένας γητευτής που με είχε σαγηνεύσει. Ένιωθα τη ματιά του στηλωμένη επάνω μου όλη την ώρα, όπου και να βρισκόταν. Κι . όταν σηκώθηκα να φύγω, τον είδα που πήδηξε κο ντά μου, δίνοντάς μου ένα βιβλίο - ήταν ο «Ιουλιανός» - με την αφιέρωση: «Στην αγαπημένη συντρόφισσα Έφη Αιλιανού, για να θυμάται πως ήρθε σπίτι μου. Φάγαμε ψωμί κι αλάτι μαζί» - «Και το άλλο Σάββατο θα σας περιμένω το μεσημέρι για φαγη τό», μου είπε ξεπροβοδώντας με ώς την πόρτα. Πήγα πάλι, και πάλι, όλα τα Σάββατα του Μάη, κι όλον τον Ιούνιο που γίνονταν οι συγκεντρώσεις. Μια φορά μου έδωσε μια πρόσκληση για το «Εθνι κό» θέατρο να ιδώ τον «Καποδίστρια» που παιζόταν εκείνον τον καιρό, κι άλλη μια περπατήσαμε στο δρόμο μαζί, φεύγοντας απ’ το σπίτι του, με τον κα θηγητή Αμάντο, ώς τη βιβλιοθήκη. Ό λον αυτόν τον καιρό τον ένιωθα τόσο κοντά μου και συνάμα τόσο μακριά... Ζούσα σαν μέσα σε όνειρο... Ύστερα ο Καζαντζάκης έφυγε για την Κρήτη απ’ όπου μου έστειλε ένα δελτάριο, όπου περιέγραφε τις ωμότη τες των Γερμανών - «"ο Θεός να μη σου δώσει τα όσα μπορείς να βαστάξεις” λέει μια Κρητικιά παροι μία» έτσι μου έγραφε. Δεν τον είδα πια παρά τον Δεκέμβρη του 1945, τυχαία στο δρόμο, σε μια μαύ ρη υπουργική λιμουζίνα, και την επομένη στο γρα φείο του, όπου μου είπε πως συνεχίζονταν οι συ γκεντρώσεις του Σαββάτου και όπου με πολλή χα ρά θα μ ’ έβλεπε. Ξαναπήγα πολλές φορές ακόμα ώς τον Ιούνιο κι ένα Σάββατο μου άνοιξε στο σιωπηλό σπίτι η Ελένη. «Ο Καζαντζάκης έφυγε στο εξωτερι κό», μου ανάγγειλε. Δεν θέλησα να περάσω μέσα, όπως μου πρότεινε, ούτε να φανερώσω τη μεγάλη μου λύπη. Δεν τον ξαναείδα ποτέ. Φυσικά δε θα είσαστε η μόνη που είχε αυτόν τον πνευματικό δεσμό μαζί του, όμως εσείς προσωπικά πώς θα μπορούσατε να περιγρά φετε αυτή τη μαγνητική έλξη που ασκούσε στους νέους - ή ίσως ακόμα υπήρχε και ένα
ερωτικό στοιχείο; Την μαγνητική αυτήν επίδραση που ασκούσε στους νέους ο Καζαντζάκης την διεπίστωσα πολύ αργότερα, ακούγοντας κι άλλες γυναίκες που τον είχαν αγαπήσει καθώς κι εγώ με εκείνη την ιδιότυ πη «κατά Πλάτωνα παιδευτική» σχέση.Ό Καζαντζά κης ανταπέδιδε πλουσιοπάροχα αυτήν την αγάπη, με την αφύπνιση μέσα τους του καλλίτερου εαυτού τους και με όλη την πραγμάτωση της αυτογνωσίας τους, περ’ από όλες τις αντιξοότητες... Ναι· «η ζωή είν’ ένα πληγωμένο ελάφι που οι σαϊ τιές του δίνουν φτερά». Πρέπει ν’ αρτιώνεις τον εαυτό σου, ν’ αγωνίζεσαι, κι αν το ξέρεις πως όλοι οι αγώνες δεν οδηγούνε πουθενά, να προσπαθείς· να κάνεις το σώμα πνεύμα και το σκοτάδι φως. Ν' αγωνίζεσαι πάντα για τη χαρά του αγώνα μόνο, πέρ’ από κάθε σκοπιμότητα και καταναγκασμό, για να σώσεις απ’ «τον καταρράχτη του θανάτου» το μόνο που κατέχεις, που αδιαφιλονίκητα σου ανήκει: την αξιοπρέπεια, την ασυμβίβαστη και αναντίρρητη αν θρωπιά σου. Να νιώθεις αλληλένδετος με κάθε πλάσμα, γιατί όλα είναι «ένα» και δένονται με μυ στικούς, άρρηκτους δεσμούς ανάμεσά τους. Ό λα ετούτα κι ακόμα περισσότερα, είχανε μπει μέσα στο αίμα μου, με είχαν ώς το μεδούλι διαποτίσει πολύ πριν διαβάσω ολόκληρον τον Καζαντζάκη. Έφτανε η παρουσία του που φέγγιζε διάφανη, που σ’ έβαζε μπρος στα μεγάλα, τα πιο συνταρακτι κά κι αναπάντητα ερωτήματα, που σου άνοιγε ορί ζοντες και σ’ ανέβαζε στο επίπεδό της, με μόνο τη σιωπή και την αγάπη που ένιωθες θερμή να σε πε ριβάλλει έφτανε η κίνηση του χεριού του, το τρα νταχτό γέλιο του, η αδηφάγα εκείνη ματιά του, κι ο αέρας των κορυφών, που ξαφνικά φυσούσε γύρω σου, και ξυπνούσε ό,τι καλύτερο είχες μέσα σου· έφτανε ο σεβασμός αυτός που απέπνεε για τη ζωή και που σ’ έμπαζε και σένα σ’ αυτόν τον ιερό, τον κατανυχτικά, μυσταγωγικό, γεμάτον ανθώπινη κα λωσύνη και ζεστασιά, και ταυτόχρονα σκληρό και απάνθρωπο χώρο. Λίγο αν τον κοιτούσες κατάματα, έπεφτε το χαμογελαστό προσωπείο της γαλήνης, κι αναδυόταν ο διονυσιακός και ασκητικός μαζί άν θρωπος, το εωσφορικό πνεύμα της ανταρσίας, όλος ο δαίμονας που κόχλαζε μέσα του. Δεν χρειαζόταν να του μιλήσεις πολύ· αυτός άρπαζε και άρθρωνε σε λόγο τα ψελλίσματά σου, μπορούσε να προμαντεύσει, να σου υποβάλει ακόμα και το μέλλον σου, έμπαινε στις πιο μύχιες σκέψεις σου, και σ' έβλεπε ολόκληρη, σαν σε καθρέφτη, όπως κι εκείνος, πη γαίος καθώς ήταν, σου ανοιγόταν μ ’ εμπιστοσύνη, δίχως παραπλανητικές και άστοχες ερωταποκρί σεις, που κρύβουν αντί να φανερώνουν την ψυχή. Τα χρόνια εκείνα της μαθητείας, ο Καζαντζάκης ήταν ο μόνος αληθινός μου Δάσκαλος. Κι όταν έβγαλα το πρώτο μου βιβλίο, «Τα τραγού δια του μαύρου Καπετάνιου και της Ηλιογέννη της» και του το έστειλα, έλαβα και το πρώτο του γράμ μα, ύστερα από τόσα χρόνια... Ό λο αυτό το διάστη μα, από το 1946-1952 δεν είχα λάβει παρά 2-3 κάρ τες μονάχα, πότε από τη Γαλλία, πότε από τη Γερμανία, πότε από την Ολλανδία, με λίγα ευγενικά τυ πικά λόγια, με χαιρετισμούς μονάχα κι ευχές. Δεν ξέρω τί έγιναν πια αυτές οι κάρτες, όμως το γράμ μα το έχω φυλάξει.
χ ρ ο ν ικ α /1 5
Antibes, Villa Manolita 20-6-52 Αγαπητή φίλη Με χαρά και συγκίνηση έλαβα και διάβασα το βιβλίο σας. Μου άρεσε πολύ ο υψηλός τό νος, η αρτιότητα του στίχου και της γλώσσας, η περηφάνια της ψυχής. Μεγάλες, σπάνιες στην εποχή μας αρετές, μα θα περιμένω το δεύτερο και προπάντων το τρίτο έργο σας, για ν' αρτιωθεί η κρίση μου, να μαντέψω ώς πού μπορείτε να φτάσετε. Καρπίσετε τις αρε τές που έχετε, ξεχύστε ό,τι έχετε γράψει, προσπαθείστε ν' ανανεώνεστε κάθε μέρα- ο άνθρωπος δεν μένει ποτέ ακίνητος αν δεν προχωράει, πισωδρομάει. Η οδυνηρή ακατά- , παφτη, χωρίς τέρμα ανάβαση, είναι δύσκολη ' πολύ, προπάντων στη γυναίκα, είναι θαρώ, ενάντια στη φύση της· μα κάποτε μερικές ψυ χές νικούν τη φύση. Ο Θεός μαζί σας πάντα Ν. Καζαντζάκης
Ποια ήταν η τελευταία επαφή σας μαζί του; Το τελευταίο του γράμμα είναι από την Antibes και πάλι, το 1957:
Antibes 16-1-57 Αγαπητή φίλη Ευχαριστώ για το καλό το γράμμα Σας και για τις ευχές σας. Ας ελπίσουμε πως θα βλέ πω ακόμα το φως μερικά χρόνια, να προφτάσω να τελειώσω το χρέος μου. Σαν τον μετα ξοσκώληκα να μάχουμαι να κάνω τα σπλάχνα μου μετάξι, να τυλιχτώ στο κουκούλι μου- το κουκούλι δεν τελείωσε ακόμα- μένει ακόμα μετάξι μέσα μου- γι' αυτό δε βιάζουμαι να πα ρατήσω το αγαπημένο ετούτο χώμα. Όταν μου στείλατε τα ποιήματά σας, σας έγραψα με τι χαρά και συγκίνηση, τα διάβασα. Θυμούμαι πάντα τι εντύπωση μου έκανε ο υψηλός τόνος, ο συμπυκνωμένος στοχασμός κι η θερμή ευαισθησία. Ο Θεός να δώσει και σε σας αγάπη πολλή, υπομονή πολλή, και δύ ναμη να κάμετε το σπλάχνο σας όλο μετάξι Με αγάπη πάντα Ν. Καζαντζάκης
Πιστεύτε πως η αγάπη που έδειχνε πως είχε για σας ήταν κάτι το ιδιαίτερο; Ο Καζαντζάκης με είχεν αγαπήσει, όπως θα είχεν αγαπήσει και πολλές ακόμα γυναίκες που τον αντίκρυσαν και τον αγάπησαν, όλα τα νιάτα που τον πλησίασαν με τη φλόγα και την ανιδιοτέλεια των 20 χρόνων τους, με τον δικό του τον άσφαλτο, τον πρωτότυπο, τον ανώτερο τρόπο. Τεντώνοντας το νεανικό τόξο του κορμιού και της ψυχής του ώς το «ανέφικτο», σπρώχνοντάς τα προς τον «ανήφορο», αναγκάζοντάς τα να πιστέψουν στην «αθάνατη εφημερότητα» του κόσμου και του είναι τους, διοχετεύοντάς τους, ακόμα και μπροστά στο θάνατο, την ακατασίγαστη δίψα του για τη ζωή και την ακό μα μεγαλύτερη για την Ελευθερία- μαθαίνοντάς τα να ειρωνεύονται παλληκαρίσια και τον ίδιο τους τον εαυτό, την ίδια τη ζωή και την ψυχή τους «σαν να 'χάνε μια δύναμη μέσα τους ανώτερη από την
ψυχή» βεβαιώνοντάς τα πως μόνο το «αθώρητο μπόϊ» αυτό που υψώνεται πάνω από το ορατό, έχει για τον άνθρωπο την πιο μεγάλη σημασία. «Ο ασκη τής εγώ πολύ σας αγάπησα» λέει ο Λωτ στα «Σόδομα και Γόμορρα» στο εκρηχτικό αυτό θεατρικό έρ γο, που γράφτηκε το 1948 στην Αντίμπ. Ναι, ο Καζα ντζάκης με είχεν αγαπήσει... Εκείνο όμως που επήρε σημασία για μένα, είναι πως εγώ τον αγάπησα. Είχα αγαπήσει αυτόν τον γε μάτο πληγές, απελπισμένον άνθρωπο, με το αυστη ρό και τρυφερό συνάμα πρόσωπο, κι είχα διακρίνει ενστικτωδώς, κάτω από τα πολλά προσωπεία το αληθινό του πρόσωπο. Και ποιο κατά τη γνώμη σας ήταν το αληθινό του πρόσωπο; Οι αντιθέσεις των εσωτερικών του αντινομιών, οι αντιμαχόμενες ιδεολογίες και πεποιθήσεις του, η σπαραχτικά ανθρώπινη φωνή που αγαπά και λυπά ται τον άνθρωπο, και ταυτόχρονα, η πεισματικά απάνθρωπη, που δεν τον αφήνει να πάρει ανάσα, μα αντίθετα, ολοένα τον μαστιγώνει για έναν ολοέ να ψηλότερον ανήφορο, άλλο δεν ήταν, παρά το ένα, το μοναδικό του πρόσωπο. Ό λα είναι και γίνο νται για να φτάσουν το Θεό - είναι η λέξη που επα νέρχεται συχνότερα απ’ όλες στην πέννα του Καζαντζάκη - «αυτό το γαλάζιο πουλί με τα κόκκινα νύ χια», τον Θεό που τόσο απελπισμένα ζήτησε και που στο τέλος, ύστερ’ από το καθημαγμένο πεδίο της μάχης, που στάθηκεν όλη η ανταριασμένη του ζωή και η πυραχτωμένη ψυχή του, αναδύθηκε στό πρόσωπο του «Φτωχούλη του Θεού» και στη μορφή του Ιησού, που ανεβαίνει στο σταυρό με τη θέλησή του έχοντας νικήσει και τον τελευταίο πειρασμό. Και το πρόσωπο αυτό το είχεν από πάντα, από τα πρώτα νιάτα του: «Αναμέρισε εσύ τον ειδικό σου υπεράνθρωπο, τον Ναζωραίο, φτάσε όπου εγώ δεν πρόλαβα να φτάσω», του λέει η εσωτερική του φω νή με το στόμα του Νίτσε. Κι αλλού: «Τί θέλω εγώ να βρω στο Παρίσι; Δεν με φτάνει ο οδηγός με το ακάνθινο στεφάνι, που στέκεται ορόσημο αψηλά, σ’ ένα όλο πέτρα κι όλο αίματα βουνό και μου δείχνει το δρόμο;» Και θα ’θελα τώρα να τελειώσω με τούτα τα λό για, ύστερα από τον σάλο που ξέσπασε πρόσφατα με τον «Τελευταίο ’πειρασμό» - δεν είδα την ταινία του Σκορτσέζε και δεν ξέρω κατά πόσο μένει πι στός στο βαθύτερο νόημα του έργου ή εισάγει για λόγους εμπορικούς σκανδαλοθηρικά στοιχεία. Ο Καζαντζάκης ήταν βαθύτατα θρησκευτική φύ ση, κι αληθινός, όχι τυπικά Χριστιανός. Είχε πάρει για πρότυπό του τον Χριστό, από τα πρώτα νιάτα του, και ακολούθησε το δρόμο εκείνου, δίχως ποτέ να παρεκκλίνει. Κι είναι τουλάχιστον αδιανόητο να πετούν λάσπη εκεί όπου δάφνες μονάχα θα ’πρεπε ν ’ ανθίζουνε... Η Έ ψ η Λιλιανού ανήκει στις εκλεκτές εκείνες ποιήτριες που σιωπηλά κα ι αθόρυβα δ ιακονούν την τέχνη. Γεννήθηκε στην Α νδρίτσαινα της Ο λυμπίας και σπούδασε φιλολογία και μουσική. Η τελευταία π ο ιη τι κή συλλογή της (όγδοη στη σειρά) κυκλοφόρησε το 1987 με τίτλο: «Το βλέμμα της Μέδουσας».
ΝΕΑΝΙΚΗΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ Ε π ιλ εγμ ένα βιβλία για παιδιά και ν έο υ ς
Βιθλίαγιαπαιδιάαπό8 ετών και άνω ΖωρξΣαντ Ιστορίαενός αγαθούλη.......................... Φώντας Λάδης αλκής 0 ΨΕΥΤΗΣ. 0 γάδαρος που νίκησε το σκυλόψαρο και άλλες ιστορίες............................. Οσκαρ Ουάιλντ Ο ευτυχισμένος πρίγκιπας.................. Μόνος Κοντολέων Ο Εέ απότ'άστρα ...................... Αθηνά Παπαδάκη Παλιές ιστορίες του κόσμου (Ευρώπη)..... Αθηνά Παπαδακη Παλιές ιστορίες του κόσμου (Ασία)........ Μαρία Μιχαήλ-Δέδε Ινδιάνικοι θρύλοι ..................... Αλέξανδρος Δουμάς Ιστορίαενός καρυοθραύστη........... Αλφόνς Ντωντέ Ο Ταρταρέν της Ταραοκόν ................. ΙφιγένειαΑλμπανοπούλου Χόπιτι-Χοπ..................... Μαρία Μιχαήλ-Δέδε θρύλοι των ιθαγενώντης Αυστραλίας... Έλλη Αλεξίου Μύθοι του Αισώπου.......................... Ντίνος Δημόπουλος Ο μαστρο-Πολύξερος κι ηπαλιοπαρέατου I. Δ. Ιωαννίδης Τατρίαπαιδιά..............................
400 400 500 "9 99: ^ 500 3οο 5οο 500 500 500
I. Δ. Ιωαννίδης Ενα καράβι στηβιτρίνα................ Ότφριντ ΠρόιολερΟ Νερουλίνος, τοπνεύματης λίμνης ΕλένηΣαραντίτη-ΠαναγιώτουΟ κήπος με τ' αγάλματα .. Χάρης Σακελλαρίου ΟΣπιθοβολάκης................ Ντίνος Δημόπουλος Αν όλαταπιτσιρίκιατου κόσμου .... Όσκαρ Ουάιλντ Οεγωιστής γίγαντας................. Νίνα θεοχαρίδου Ασημένιος ελέφαντας............. Λάμπρος Πέτσινης Ρωσικάλαϊκάπαραμύθια........... ΦιλίσαΧατξηχάννα ΗΝτιντόν, ο Παβελάκης μου κι εγώ . A. Α. ΜιλνΤο σπίτι στη γωνιάτου Πουφ............... Γιάννης Καλατξόπουλος Ταρούχατου βασιλιά......... Αδελφοί ΓκρψΔιαλεχτόπαραμυθία.................. ΧανςΚρίστιαν Άντερσεν Διαλεχτάπαραμύθια........ ΣοφίαΜιχαλοπούλουΟΜήτοηςκαιηΜίτοη..........
Βιβλίαγιαπαιδιάαπό 10ετώνκαι άνω Ειρήνη Μάρρα Μια ιστορίαγιαδύο..................... ΣοφίαΦίλνπση Ορέστης.............................. Χάρης Σακελλαρίου Διηγήματατων Χριστουγέννων...... Ευγενία Παλαιολόγου-ΠετρώνδαΣτη χώρατωνΦαραώ ΣοφίαΦίλνποηΤο Ρηνάκι και άλλαδιηγήματα........... Νίτοα Τξώρτξογλου Περπατώντας στους αιώνες ......... Μαρία ΠυλιώτουΤαδέντραπου τρέχουν................ ΣώτηΧριστογιάννη Μύθοι και θρύλοι της Νορβηγίας..... Aw Τουέιτ Επιχείρηση «Κόκκινη Άμμος»............... Πέτερ Χέρτλινγ Ο Μπεν αγαπάει την Awa.............. Ντοντάρ Ντουμπάντξε Εγώ, ηγιαγιά, ο Ιλίκοκαι ο Ιλαρίων .. Λούκας Χάρτμαν Avva-awA .......................... I. Δ. Ιωαννίδης Καβάλαστο Χρονοδιαβήτη............... Λεονάρ ντε Βρις Το βιβλίο τωνπειραμάτων.............. Λεονάρ ντε Βρις Το δεύτερο βιβλίοτωνπειραμάτων ..... Λεονάρ ντε Βρις Το τρίτο βιβλίοτωνπειραμάτων......... Μ. Ε.Σαλττκοβ-Στοέντριν Πατέρας και γιος ........... Ιούλιος Βερν Οι πειρατές του Αιγαίου................... Ντίνος Δημόπουλος Ταδελφινάκια του Αμβρακικού...... I. Δ. ΙωαννίδηςΤο παράξενοδώρο......................
Βιδλίαγιαπαιδιάαπό 12ετώνκαι άνω ΒίκτωρΟυγκώΑπ όσαέχωδει . ΧέντρικΒανΛουν Η ιστορίατης ανθρωπότητας .................. 900 Όσκαρ ΟυάιλντΤο φάντασματου Κάντερβιλ..................... 500 ΤξακΛόντον Αγάπη γιατη ξωή................................. 500 ΤξακΛόντον Πειρατικές ιστορίες .............................. 500 Κατερίνα Γλυκοφρύδη Μελήοιππος ............................ 700 ΛίτοαΨαραύτη Στα βήματατου Σαμοθήρκχι..................... 500 Awa Γκρέτα Βίνμπεργκ Μια Πέμπτη του Οκτώβρη............... 600 ΝικολάιΒορόνοβ Μάσα ένασύγχρονο κορίτσι................... 500 Χάρης Σακελλαρίου Ηφωτιάπου δε σβήνει..................... 500 Ράντγιαρντ ΚίπλινγκΤο ωραιότεροδιήγηματου κόσμου........... 500 Ανατόλι Αλέξιν Η τρελή Ευδοκία............................... 500 ΝίτοαΤξώρτξογλου ι οι - Κίνδυνος........................... 500 Ανατόλι Αλέξιν Τηλεφωνήστε κι ελάτε.......................... 500 Ράντγιαρντ ΚίπλινγκΗεταιρείαΣτάλκι&Σία.................... 800 Έρνεστ Χβμινγουέι Ο γέρος και ηθάλαοσα...................... 400 Τξ. Μιντ ΦόκνερΜούνφλιτ (Το μυστήριο τουθρυλικού διαμαντιού) 700 ΤξακΛόντονΟΑσπροδόντης .................................. 900
ΚίραΓίνου — ΕλένηΧουκ-ΑποστολοπούλουΤο χέρι στο βυ( Αλμπερτ ΛιχάνοφΗέκλειψη του ήλιου ................. ΙβάνΤουργκένιεφΟι αφηγήσεις ενός κυνηγού .......... Μαρκ Τουέιν Οι περιπέτειες του ΧακΦιν................ Αιμέ Σόμερφελτ Το χαμένο όνειρο .................... Μανόλης Κορνήλιος Πολύ ωραίο τ' όνομάσου, Ελευθερία! . Γιώτα Φωτιάδου-Μπαλαφούτη Ποτέ ξανά.............. ΛέωνΤολστόι Ιστορίες................................ ΓκούντρουνΜεμπς Το παιδί της Κυριακής.............. Ράντγιαρντ ΚίπλινγκΔαίμονες τωνκυμάτων............. ΤξακΣέφερ Σειν,ο άνθρωπο- της χαμένης κοιλάδας..... Μπρκ Τουέιν Οι περιπέτειες του ΤομΣόγιερ............ ΚίραZhrouΣυνάντηση στους Δελφούς .................. Βίκτωρ ΟυγκώΟι Άθλιοι Α' Τόμος ..................... Βίκτωρ ΟυγκώΟι Άθλιοι Β' Τόμος ..................... ΒίκτωρΟυγκώΟι Άθλιοι Γ'Τόμος ..................... ΒίκτωρΟυγκώΟι Άθλιοι Δ'Τόμος..................... ΒίκτωρΟυγκώΟι Άθλιοι Ε’Τόμος .....................
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Η συγχρονι εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα Ζθοδο,ο, llnvnc 3,106 78 Αθήνα © 360.32.34 - 360.13.31
§ § § § ii§ § > § § £ § § § § § § § § § ' §888 88 383 88 88 888 88
Ελλη Αλεξίου Ρωτώκαι μαθαίνω .. ΤξωνΣτάινμπεκ Το κόκκινοαλογάκι............................. 500 Ε. Σαραντίτη-Παναγιώτου Ιόλη, ή Τη νύχταπου ξεχείλισε το ποτάμι.. 500 Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη Ο μικρόςπεριηγητής Τόμος Α '..... 600 Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη Ο μικρός περιηγητής Τόμος Β' ..... 600 Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη Ο μικρός περιηγητής Τόμος Γ ..... 700 Νίτοα Τξώρτξογλου Ο χρυσός δαρεικός ........................ 500 Ράντγιαρντ Κίπλινγκ Απίθανες ιστορίες.......................... 500 ΝικολάιΒορόνοβ Το κυνήγι τωνπεριστερών..................... 500 Νίτοα ΤξώρτξογλουΤο τσίρκοτης Ίρμας........................ 500 Ρόμπερτ Λοώς Στήβενσον Το νησί τωνθησαυρών ............... 800 Αλέξανδρος Δουμάς Η μαύρητουλίπα.......................... 800 Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη Μύθοι και θρύλοι της Ρώμης ....... 600 Κάρολος Ντίκενς Χριστουγεννιάτικη ιστορία..................... 500 I. Δ. Ιωαννίδης Το άσπροάλογο................................. 500 I. Δ. Ιωαννίδης Η ιστορίαμε τογαλάζιο μολύβι.................... 500 Κιτσικοπούλου Μαίρη Ιστορίες τωνδερβιοάδων.................. 500 Άντον ΤσέχωφΑστείες ιστορίες ............................... 500 Γιάννης Μπάρτξης Αργείος Εσπερινός......................... 500 Νίτοα Τξώρτξογλου ΤαΤρίαΣίγμα ............................. 500
Το έργο τον Ζιντ αποσκοπεί να λυτρώσει και να πλουτίσει τον άνθρωπο. Να τον λυτρώσει από τις συνήθειες και τις σειρήνες που θέλουν να τον αποτρέψουν από την υψηλότερη αποστολή τον: να δώσει ένα πρόσωπο στη μοίρα τον. Αλλά και να τον πλουτίσει, με όσα η ζωή και η γόνιμη σκέψη έχουν να τον χαρίσουν, αλλά όχι για να τα δεχτεί σαν κάτι έτοιμο. Πρέπει να τα δοκιμάσει και βρίσκο ντας τη δική τον αλήθεια να γίνει μια παραπέρα στιγμή στην ακατάλυτη πορεία των ανθρώπων. Κι αν δεν πέθανε απελπισμένος είναι επειδή πίστευε πως οι νέοι είναι το «άλας της γης», αφού δεν δέχονται ό,τι μειώνει τη σκέψη και πνίγει την ψυχή. Μαζί τους ξαναρχίζει η ζωή.
Το αφιέρωμα επιμελήθηκε ο Πέτρος Παπαδόπσυλος σε συνεργασία με το «Κέντρο Λογοτεχνικής Μετάφρασης» του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών.
1 8/αφ ιερω μ α
Πέτρος Παπαδόπουλος
Χρονολόγιο Αντρέ Ζιντ (1869 - 1951)
1869 22 Νοεμβρίου: Γ εννιέτα ι στο Π α ρ ίσ ι. Ο π α τ έ ρ α ς τ ο υ είν α ι κα θ ηγητής στη Ν ομική Σ χολή κ α ι π ρ ο έρ χ ετ α ι α π ό μια ο ικ ο γ έν εια δ ια μ α ρ τ υρ ομ ένω ν. Η μητέρα του α νή κ ει σε μια π λ ο ύ σ ια ο ικ ο γέ νε ια π ο υ α σπ ά στηκ ε τ ο ν π ρ ο τεσ τα ντισ μ ό σ τις α ρ χ έ ς του 19ου
1874-1875 Π α ρ α κ ο λ ο υ θ ε ί ιδιω τικ ά μα θήμ ατα κα ι α ρ χ ίζει ν α μ α θ α ίν ει π ιά ν ο .
1877 Μ π α ίν ει στην Α λσ ατική Σ χολή α λλά α π ο β ά λ λ ετ α ι γ ια τ ρ εις μή ν ες «λόγω κακώ ν, εξεω ν» . Τ ο ν π ά ν ε σ ’ έν α για τ ρ ό , ο ο π ο ίο ς τ ο ν «α π ειλ εί» με εγχείρηση· ύ στερ α π έφ τ ει ά ρρ ω στος.
1878
Μ ένει μετεξετα στέος κα ι το 1879 τ ο ν βρ ίσκ ει ο ικ ό τ ρ ο φ ο του κ υ ρ ίου Β εντ έλ , π ο υ τ ον είχε καθηγητή στην Α λσ ατική Σ χο λ ή [ο γ έ ρ ο Λ α π ε ρ ό ν ζ σ του ς Κιβδηλοποιούς],
1880 Ο π α τ έρ α ς του π εθ α ίν ει α π ό φ υμ ατίω ση . Ο Α ν τρ έ Ζ ιν τ π ερ ν ά ε ι το χ ειμ ώ να στη Ρ ουέν.
1881 Ε ξω τερ ικ ός σ το λύ κ ειο του Μ ο νπ ελ ιέ- τ ο ν τ α λ α ιπ ω ρ ο ύ ν ο ι σ υμμ αθη τές τ ου.
Ο πατέρας και η μητέρα τον Ζιντ. Στη μέση ο μικρός Αντρέ
Θυμάμαι ακόμα ένα αρκετά μεγάλο τραπέζι, στην τραπεζαρία δίχως άλλο, σκεπασμένο μ' ένα μικρό ταπέτο που το έκρυβε από παντούγλιστρούσα από κάτω μαζί με το γιο της θυρωρού, έναν πιτσιρίκο της ηλικίας μου που ερχόταν καμιά φορά να με δει - Τί μαστορεύετε εκεί κάτω; φώναζε η υπηρέτρια Τίποτα. Παίζουμε. Και κάναμε φα σαρία με κάτι παιχνιόάκια που εί χαμε μαζί μας, έτσι για τα μάτια. Αλλά για να πω την αλήθεια δια σκεδάζαμε διαφορετικά: ο ένας κο ντά στον άλλο, αλλά όχι ο ένας με τον άλλο ωστόσο, είχαμε αυτό που έμαθα αργότερα πως λέγανε «κα κές έξεις» (...) Δεν μπορώ να πω αν κάποιος με δίδαξε ή πώς ανακά λυψα την ηδονή αλλά, όσο μακριά κι αν πηγαίνει η μνήμη μου στο πα ρελθόν, είναι πάντα εκεί. (Αν ο σπόρος δεν πεθάνει)
α φ ιερ ω μ α /1 9
1882 Ν ευ ρ ικ ές κρ ίσ εις. Α ν α κ α λ ύ π τ ει στη Ρ ο υ έ ν π ό σ ο υ π ο φ έρ ει η εξα δ έλφ η του Μ α ν τ ελέν , α π ό τ α κ α μώ μα τα της μη τέρας της. (Η Μ α ντ ελέν γενν ή θ η κ ε τ ο 1867).
1883-1885 Ζ ει σ το Π α ρ ίσ ι με τη μητέρα τ ο υ . Σ υ ν ε χ ίζ ε ι τα μ α θ ή μ α τα π ιά ν ο υ . Α ρ χ ίζε ι ν α δ ια β ά ζει Ο υ γκ ώ κ α ι Α μ ιέλ κ α ι μ α ζί με την εξα δ έλφ η του κ είμ ενα «μυστικώ ν».
1886-1888 Α λ λ ά ζε ι ο ικ ο τ ρ ο φ είο κα ι τ ο ν Σ επ τ έμ β ρ ιο του 1887 γ υ ρ ν ά π ά λ ι στην Α λσ α τικ ή Σ χ ο λ ή . Ύ σ τ ερ α α π ό τ ο π ρ ώ το τρ ίμ η νο α π ο φ α σ ίζ ε ι ν α ετοιμ ά σει μ ό ν ο ς του τ ις εξ ετ ά σ εις γ ια το α π ο λ υ τ ή ρ ιο . Τ ο ν Ο κ τώ βρ ιο του 1888 α π ο φ α σ ίζ ε ι ν α εγ κ α τ α λείψ ει τις σ π ο υ δ ές του γ ια ν α γ ρ ά ψ ε ι- σ κέφ τετα ι ν α π α ν τ ρ ευ τε ί τη ν εξ α δ έλφ η τ ο υ . Δ ια β ά ζ ε ι Χ ά ιν ε κ α ι Γ καίτε.
1889
Η Εμμανονέλα (Μαντελέν)
Δ η μ ο σ ιεύ ει τ ο υ ς π ρ ώ τ ο υ ς του σ τίχ ο υ ς κ α ι κ ρ α τ ά σημειώ σεις γ ια Τα Τετράδια τον Α ντρέ Βαλτέρ. Τ ο κ α λ ο κ α ίρ ι τ α ξιδ εύ ει στη Β ρ ετ ά ν νη ό π ο υ σ υ ν α ν τ ά τ ο ν Γ κω γκ έν. Δ ια β ά ζ ε ι Μ πα ρ ρ ές.
1890 Τ ο Δ εκ έμ β ρ ιο γν ω ρ ίζετ α ι με τ ο ν Π ω λ Β α λερ ύ σ το Μ ο νπ ελ ιέ.
Την Εμμανονέλα (Μαντελέν), την έβρισκα πάρα πολύ ήσυχη. Δεν ανακατευόταν στα .παιχνίδια μας μόλις έπαυαν να είναι «τίμια» και μάλιστα μόλις αρχίζαμε να χαλάμε τον κόσμο με τις φωνές μας, απο τραβιόταν σε μια γωνιά μ ’ ένα βι βλίο· θα 'λεγε κανείς πως λιποτακτούσε ■τίποτα δεν μπορούσε να τη φέρει πίσω· «εξωτερικός κόσμος» δεν υπήρχε πια γι’ αυτήν. (...) Δεν καυγάδιζε ποτέ- της ήταν τόσο φυ σικό να παραχωρεί στους άλλους τη σειρά της, ή τη θέση της, ή το μερδικό της και πάντα με μια χάρη όλο χαμόγελο. (Αν ο σπόρος δεν πεθάνει)
Στην Αλσατική Σχολή
Δεν μπόρεσα να μάθω τί σκεφτό ταν η Εμμανουέλα για το βιβλίο μο υ· το μόνο που μ ’ άφησε να μά θω, είναι ότι αποποιήθηκε την αί τηση γάμου που το συνόδευε.
1891
Κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν τα Τετράδια τον Α ντρέ Βαλτέρ. Χ α ρ ίζ ει στην εξα δ έλφ η του το π ρ ώ τ ο α ντ ίτ υ π ο , σ α ν μια αίτηση γά μ ο υ . Ε κ εί νη δ εν δ έχ ετ α ι. Ο Α ν τρ έ Ζ ιν τ σ υ ν α ν τ ά τ ο ν Μ αλλ α ρ μ έ κ α ι σ υ χ ν ά ζε ι σ τις σ υ γκ ε ντρώ σ εις τ ου κ ά θ ε Τ ρίτη. Ε κ εί γν ω ρ ίζ ετ α ι με τ ο ν Π ω λ Κ λω ντέλ και τ ο ν Ο υ ά ιλ ντ . Κ υ κ λοφ ο ρ εί η Πραγματεία τον Νάρκισσον.
1892 Τα Ποιήματα τον Α ντρέ Βαλτέρ. Η φ υμ ατίω ση τ ο ν α π α λλ ά σ σ ει
(Αν ο σπόρος δεν πεθάνει)
- Ναι, ποτέ μου δεν ένιωσα τόσο ζωηρά τη φλογερή επιθυμία να έχω κοντά μου κάποιον που να νιώθει, να χαίρεται, να αγαπά, να σκέφτε ται, να ελπίζει, όχι σχεδόν - αλλά ακριβώς σαν και μένα - αλλά και κάποιον που να με ξεκουράζει. Αντρέ, δε θα ήσουνα ποτέ αυτός! (18/7/1891. Σημειωματάρια της Μαντελέν Ζιντ)
20/ αφιέρωμα α π ό τη σ τρατιω τική θητεία .
1893 Η ερωτική απόπειρα κα ι το ταξίδι του Ο νριέν (π ο υ σ ημα ίνει κ α ι τ ίπ ο τα ). Τ α ξ ιδ εύ ει στην Ισ π α ν ία με τη μητέρα τ ο υ κα ι ύ σ τ ερ α μ’ έν α φ ίλο του ξ εκ ιν ά γ ια τη Β ό ρ εια Α φ ρ ικ ή . Π ρώ τη ο μ ο φ υ λό φ ιλη π ερ ιπ έ τ εια .
Ανησυχώ που δεν ξέρω ποιος θα είμαι - ούτε ξέρω καν ποιος θέλω να ’μαι, αλλά ξέρω καλά πως πρέπει να διαλέξω. (Ημερολόγιο, 3/1)
7ο σπίτι τον στη Νορμανόία
1894 Γ υ ρ ν ά στη Γ α λλία . Ν ιώ θ ει α π ο ξ εν ω μ έν ο ς μέσα στην ψ εύτικ η α τ μ ό σ φ α ιρ α του Π α ρ ισ ιο ύ: Τ ο φ θ ιν ό π ω ρ ο , κ α τ α φ εύ γ ει στην Ε λ β ετ ία γ ια ν α γρ ά ψ ειγτου ς Βάλτους.
1895 (Ιανουάριος). Ξ εκ ινά γ ια τ ο Α λ γ έ ρ ι, α π ο φ α σ ισ μ έν ο ς ν α μείνει α ρκ ετά εκ εί, ξ α ν α σ υ ν α ν τ ά τ ο ν λ ό ρ δ ο Ά λ φ ρ ε ν τ Ν τ ά γ κ λ α ς κα ι τ ο ν Ό σ κ α ρ Ο υ ά ιλ ντ , ο ο π ο ίο ς τ ο ν μυ εί σ τις κ α κ ό φ η μ ες γ ε ιτ ο ν ιέ ς. (Μάιος) Βάλτοι. Θ ά ν α τ ο ς της μη τέρας τ ο υ . (7 7 Ιουνίου). Α ρ ρ α β ω νιά ζετ α ι τη Μ αντελέν. (7 Οκτωβρίου) Γ ά μος. Τ α ξ ιδ εύ ο υ ν μ α ζί σ τη ν Ε λ β ετ ία , την Ιτα λία κ α ι τη Β ό ρ εια Α φ ρ ικ ή .
1897 Κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν ο ι Γήινες Τροφές.
1898 Ζ η τ ά τη ν α ποκ α τά σ τα σ η τ ο υ Ν τ ρ έ υ φ ο υ ς. Δ ια β ά ζ ε ι Ν ίτσ ε κ α ι Ν τ οσ τ ογιέφ σ κ ι.
1899 Τ α ξ ιδ εύ ει με τη Μ α ντελέν στην Α λ γ ε ρ ία . Α ρ χ ίζ ε ι ν ’ α λλη λο -
• Όταν τον Οκτώβριο του ’93 μπάρ καρα για την Αλγερία, δεν ήταν τό σο προς μια νέα γη, αλλά ακριβώς προς ένα χρυσόμαλλο δέρας που μ’ έριχνε η ορμή μου. (...) Το κορμί [του Αλή] έκαιγε ίσως, αλλά για τα χέρια μου ήταν δροσερό σαν τη σκιά. (Α ν ο σπόρος δεν πεθάνει)
αφ ιερω μα/21 γρ α φ εί με τον Κ λω ντέλ. Φιλοκτήτης. Ο Χατζής. Ο μισοδεσμώ-
της Προμηθέας.
1900-1901 Π α ίζετ α ι το έρ γο του Βασιλιάς Κανδαύλης. Α π ο τ υ χ ία . Τ α ξίδ ι στην Α λ γ ε ρ ία με τη Μ αντελέν.
1902 Κ υ κλοφ ορ εί ο Ανηθικολόγος σ ε τρ ια κ ό σ ια α ντίτυπ α .
1903 Προσχήματα (κρ ιτικ ά ά ρ θ ρ α ). Σαούλ (θέα τρ ο ).
1905 Α ρ χ ίζε ι ν α γρ ά φ ει τη Στενή Πύλη. Δ ια β ά ζ ε ι συστη μα τικά Σ τα ν τ ά λ κα ι Μ οντ α ίνιο.
1906 Αμύντας (τα ξιδιω τικ ό). Α π ό γνω σ η κ α ι ν ευ ρ ικ ές κρ ίσ εις.
1907 Η επιστροφή τον Ασώτου.
1909 Η Στενή Πύλη. Κ υ κ λοφ ορ εί το π ρ ώ το τ εύ χ ο ς της « Ν έα ς Γ α λλι κής Ε π ιθεώ ρη ση ς».
1910 Δ η μ οσ ιεύ ει ά ρ θ ρ ο στη μνήμη του Ό σ κ α ρ Ο υ ά ιλ ντ. Γ ρ άφ ει το π ρ ώ το μέρος του Κορύδωνα (μελέτη γ ια την ο μ ο φ υ λ ο φ ιλ ία ).
1911
Η γυναίκα του, Μαντελέν
Κ υ κ λοφ ορ εί ο Κορύόωνας σε δ ώ δεκα α ντ ίτ υ π α . Δ η μ ο σ ιεύ ει α ποσ π ά σ μ α τ α α π ό τ α Τετράδια του Μάλτε Λάονριτς Μπρίγκε του Ρ .-Μ . Ρ ίλκε.
1914 (Μάιος) Τ α Υ π ό γ εια του Β α τ ικ α νο ύ . Ε π ισ τρ έφ ο ν τ α ς α π ό την Τ ου ρ κ ία π ερ ν ά α π ό την Ε λ λά δα . Σ το π λ ο ίο δ ια β ά ζει τ ις Στροφές στην Ελένη του Ζ α ν Μ ο ρεάς. Μ ετ α φ ρ ά ζει Ο υ ίτμ αν. Α σχο λ είτα ι με τη γα λλ ο -βελγικ ή Ε σ τία, ό σ ο κρ α τά ο π όλεμ ος.
1916 Μ εγάλη θρησκευτική κρίση. Γ ρ άφ ει μια ν εξομολόγησ η: Num-
quid et tu ( Ταύτόν κ αί σύ). Α ρ χ ίζε ι η σχέση του με τ ο ν Μ αρκ Α λλεγκ ρ έ (Μ ισέλ στο Ημερο
λόγιό).
1918 Ξ α ν α π ιά νει τ ο ν Κορύδωνα. Φ.εύγει με τ ο ν Μ αρ κ στην Α γ γ λ ία γ ια π ο λ λ ο ύ ς μήνες. Ό τ α ν γ υ ρ ν ά π ίσω η Μ α ντελέν, π ά ν ω σε μια στιγμή κρ ίσ ης, κα -
(...) ρίχτηκα προς την Ελλάδα, με όλη τη δύναμη που μου έδινε η απέχθειά μου για την Τουρκία (...). Θα ήταν καλό να έρχεται κανείς όχι από τη Γαλλία ή την Ιταλία, για να θαυμάσει όσο ταιριάζει το θαύ μα που ήταν η Ελλάδα (...) Τώρα ξέρω πως ο δυτικός μας πολιτισμός (θα έλεγα: γαλλικός) δεν είναι μόνο ο πιο ωραίος· πιστεύω, ξέρω πως είναι ο μόνος - ναι, αυτός της Ελ λάδας, που εμείς κληρονομήσαμε. (Ημερολόγιο)
22//αψ ιερω μα
Στο Πορχερόλ έμεινε δώδεκα μέρες στο σπίτι τον φίλον τον Roger Martin du Gard. Μεταφράζει « Άμλετ»
τα στρ έφ ει τ α γρ ά μ μ ατά του.
1919 Ποιμενική συμφωνία. Α ρ χ ίζε ι ν α γρ ά φ ει τ ο υ ς Κιβδηλοποιούς
Αναρωτιέμαι πότε-πότε αν έχω τό σο δίκιο να θέλω να διορθώσω τον Μ· αν δεν έχω, εγώ, να μάθω πε ρισσότερα από τα ελαττώματά του απ’ ό,τι θα υπήρχε όφελος, γι’ αυ τόν, ν’ αποκτήσει τα χαρίσματα που θα ήθελα να του διδάξω (...) κι ωστόσο αυτό που με τραβά κο ντά στον Μ. είναι ακριβώς ό,τι αποκαλώ ελαττώματά του - που δεν είναι ίσως παρά ποιητικά χαρί σματα: ανεμελιά, ζωηράδα, καμιά αίσθηση τού χρόνου, πλήρης υπο ταγή στη στιγμή (Ημερολόγιο, 20 Απριλίου)
κ ρ α τώ ντας έν α ειδ ικ ό η μ ερ ο λό γιο γ ια τη σ ύνθ εση α υτο ύ το υ β ι βλίου .
1920 Κ υ κ λοφ ορ εί μια α να σ κ ευ α σ μ ένη έκδοση του Κορύόωνα (21 α ντ ίτ υ π α ) κα ι η α υ τ ο β ιο γρ α φ ία του Α ν ο σπόρος δεν πεθάνει (13 α ντ ίτ υ π α ).
1921 Ο ι δ εξιο ί δ ια ν ο ο ύ μ εν ο ι α ρ χ ίζο υ ν ν α τ ο ν επ ικ ρ ίν ο υ ν . Σ υ ν α ν τ ά τ ο ν Π ρ ου στ.
1922 Δ ίν ε ι δ ια λ έξ εις γ ια τ ο ν Ν το στο γιέφ σ κι. Δ ια β ά ζ ε ι Φ ρ ό υ ντ κι α ρ χ ίζε ι ν α μ ετα φ ρ ά ζει τ ο ν Αμλέτο. Γ ρ άφ ει κα ι ξ α ν α γ ρ ά φ ει το ν Κορύδωνα κ α ι την α υ τ ο β ιο γρ α φ ία του.
Η Μαντελέν κατέστρεφε όλα μου τα γράμματα. Μου το εξομολογή θηκε, κι αυτό με πικραίνει (...) ξέ ρω πως υπέφερε τρομερά επειδή έφυγα μαζί με τον Μαρκ- αλλά έπρεπε να εκδικηθεί το παρελθόν; είναι ο καλύτερος εαυτός μου που χάνεται- και που δεν θ’ αντισταθμί σει πια ό,τι χειρότερο. Τριάντα ολόκληρα χρόνια της είχα δώσει (και της έδινα ακόμη) τον καλύτε ρο εαυτό μου, μέρα με τη μέρα, μό λις έλειπα για λίγο. Νιώθω αφανι σμένος μονομιάς. Τίποτα δεν με τραβά πια. Θα μπορούσα να σκο τωθώ χωρίς κόπο (21 Νοεμβρίου 1918Από το Ημερολόγιο που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατο του Ζιντ)
Στο Αρκασόν με τον Μαρκ και τον Ερίκ Αλλεγκρέ
αφ ιερ ω μ α /23
1923 ( Ιανουάριος - Φ εβρουάριος). Β ρ ίσ κ ετ α ι στη ν Ιτ α λία με μια νεα ρ ή του φίλη· η κ όρ η τ ο υ ς Κ α τρ ίν γ ε νν ιέτ α ι σ τις 18 Α π ρ ι λίο υ . Η Μ α ν τ ελέν δε μ α θ α ίν ει τ ίπ ο τα .
1924 Κ υ κ λ ο φ ο ρ εί τ ο Μ ά ιο η κ α ν ο ν ικ ή έκ δοσ η του Κορύδωνα, ό π ο υ θ έλει ν α εξη γή σ ει με επ ισ τ η μ ο ν ικ ά κ α ι ισ τ ο ρ ικ ά επ ιχ ειρ ή μ α τ α τ η ν ομ ο φ υ λ ο φ ιλ ία .
1925 (δ Ιουνίου). Τ ε λειώ ν ει τ ο υ ς Κ ιβδηλοποιούς, τ ο μ ο ν α δ ικ ό το υ μ υ θ ισ τόρ η μ α . Η γα λλ ικ ή κ υ βέρ νη σ η τ ο ν σ τέλνει σ το (γα λ λ ικ ό ) Κ ο γ κ ό γ ια μια έρ ευ να . Τ ο ν σ υ ν ο δ εύ ει ο Μ αρ κ Α λ λ ε γκ ρ έ π ο υ έχ ει α ρ χ ίσ ει ν ’ α σ χ ο λ ε ίτ α ι με τ ο ν κ ιν η μ α τ ο γ ρ ά φ ο .
1926 Κ υ κ λ ο φ ο ρ ο ύ ν ο ι Κιβδηλοποιοί. Ε π ισ τρ έφ ει στη Γ α λλία κι α ρ χ ίζ ε ι ν α κ α τ α κ ρ ίνε ι τ η ν α π ο ικ ιο κ ρ α τ ικ ή εκ μετά λλευ ση .
Ο Αντρέ, η κόρη τον και η μητέρα της Στο Κόγκο
1927-1928 Ταξίδι στο Κόγκο. Επιστροφή από το Τσαντ.
1929 Τ α ξ ίδ ι στην Α λ γ ε ρ ία . Α π ο μ α κ ρ ύ ν ετ α ι α π ό τη θ ρ η σ κ εία . Δ η μ ο σ ιε ύ ει τη Σχολή των Γυναικών κ α ι τ ο Δοκίμιό του για τον Μο-
νταίνιο.
1930 Ρόμπέρ. Οιόίποόας (θ ε α τ ρ ικ ά έρ γ α ). Π λ η σ ιά ζ ει τ ο υ ς κ ο μ μ ο υ ν ισ τ ές.
1932-1933 Υ π ε ρ α σ π ίζ ε ι την π ολιτ ικ ή τ ο υ Σ τ ά λιν . Τα υπόγεια του Β ατικα νού δ η μ ο σ ιεύ ο ν τ α ι σ τη ν εφ η μ ερ ίδ α « Ο υ μ α νιτ έ» .
2 4/α φ ιερ ω μ α
1934 Μ α ζί με τ ο ν Α ν τρ έ Μ αλρώ π η γ α ίν ει στο Β ε ρ ο λ ίν ο γ ια ν α ζητή σ ο υ ν α π ό τ ο ν Γ κα ίμπ ελς την α πελευ θέρω ση του Δη μητρώ φ κ α ι τω ν κομ μ ου νισ τώ ν σ υντρό φ ω ν τ ο υ - π ρ ο σ χω ρεί στην α ντ ιφ α σ ι στική, επ ιτρ οπή τω ν δ ια ν ο ο υ μ έν ω ν κ α ι μιλά γ ια Λογοτεχνία και
Επανάσταση.
1935 Οι Νέες Τροφές. Τ ις χ α ρ ίζ ε ι στις μ ελλού μενες γ ε νιές.
1936 (17 Ιουνίου) Ξ εκ ινά για τη Σοβιετικ ή Έ νω σ η μ α ζ ί με μια α ντ ι π ρ ο σ ω π ε ία . Ε κ φ ω νεί επ ικ ή δειο του Μ ά ξιμ Γ κόρκυ στην Κ ό κ κινη Π λ α τεία . (Αύγουστος) Επιστροφή από την ΕΣΣΔ (τα ξιδιω τικ ό κ α ι π ρ ώ τη κριτική του σ τα λινισ μ ο ύ).
1937 Ε ντυ πω σια κή ρήξη με τ ο ν κ ο μ μ ο υ νισ μ ό , ό τ α ν δ η μ ο σ ιεύο ντα ι ο ι
Προσθήκες στην Επιστροφή μου από την ΕΣΣΔ.
1938 (17 Απριλίου) Π εθ α ίνε ι ή Μ αντελέν Ζ ιντ . Ο Ζ ιν τ α ρ χ ίζ ει ν α γρ ά φ ει έν α ν α π ο λ ο γισ μ ό τω ν σχέσεω ν με τη γυ ν α ίκ α τ ο υ . Et nunc manet in te [Κ αί νϋν έναπόκειταί σοι] (θ α δ ημοσ ιευτεί με τ ά το θ ά ν α τ ό τ ου).
1939 Γ υρ νώ ντα ς α π ό την Α ίγ υ π τ ο π ερ ν ά ει τ ο ν Α π ρ ίλ ιο α π ό τ η ν Ε λ λ ά δ α . Ε π ισ κ έπ τετα ι τ ο υ ς Δ ελ φ ο ύ ς κ α ι την Ο λ υ μ π ία . Στη ν
Αισθάνομαι σήμερα, σοβαρά, δυ σάρεστα αυτή την κατωτερότητα πως δεν χρειάστηκε ποτέ μου να κερδίσω το ψωμί μου, πως ποτέ δεν δούλεψα μέσα στην ανέχεια (...). Αλλά θα έρθει μια εποχή που αυτό θα θεωρείται μια έλλειψη (...) όπου ο αστός θα νιώθει μειωμένος μπροστά σ’ έναν απλό εργαζόμενο. Αυτή η εποχή έφτασε ήδη για μερι-
α ψ ιερω μ α/2 5 Α θ ή ν α γν ω ρ ίζετ α ι με τ ο υ ς Κ .Θ . Δ η μ α ρ ά , Γ. Σ εφ έρη κ α ι Γ. Θ εο τ οκ ά .
1940 Φ εύγει α π ό το Π α ρ ίσ ι κα ι π ά ε ι στην ελεύθερ η ζώ νη .
1942 Κ α τ α φ εύγει στην Τ υ νη σ ία .
1943 (Μάιος) Σ το Α λ γέ ρ ι. Τ ο ν Ιο ύ νιο σ υ ν α ν τ ά εκεί τ ο σ τρ α τηγό Ν τε Γκωλ.
1945-1946 Τ α ξ ίδ ια στην Ιτα λία , Α ίγ υ π τ ο , Λ ίβ α ν ο ό π ο υ δ ίν ει δ ια λ έξ εις. Κ υ κ λοφ ορ εί ο θησέας. Δ ε ν δ έχ ετ α ι ν α γ ίν ει μ έλος της Γ α λλι κής Α κ α δη μ ία ς.
1947 Τ ιμ ητικός διδ ά κτω ρ του Π α νεπ ισ τη μ ίο υ της Ο ξ φ ό ρ δ η ς. (13 Νοεμβρίου) Β ρ α β είο Ν όμ π ελ της λ ο γ ο τ εχ νία ς.
Μερικές μέρες, αν ξεχνιόμουνα, θα ούρλιαζα από απελπισία. Αλλά αρ κεί παν εδώ κι εκεί ξεχωρίζουν με ρικές αναλαμπές άδολης αρετής, αφοσίωσης, αρχοντιάς και αξιο πρέπειας, για να απωθήσω στο χάος την ανοησία, την απληστία, την προστυχιά που τόσο αποθαρρυντικά συσσωρεύονται μπροστά μας. Οι λίγες σπίθες αρετής δεί χνουν τότε ακόμα πιο εκθαμβωτι κές. Και δέχομαι πως χωρίς αυτές ο θλιβερός μας κόσμος δε θα ήταν παρά ένα ασυνάρτητο πλέγμα από παραλογιαμβύς.
1949 Γ ρ ά φ ει την τ ελευτ α ία σ ελίδα το υ Η μερολογίου το υ (το είχε α ρ χ ίσ ει εξή ντα χ ρ ό ν ια ν ω ρ ίτ ερ α , ό τ α ν ήτα ν είκοσ ι χ ρ ό ν ω ν ).
1950 Ο Μ αρκ Α λλεγκ ρ έ γυ ρ ίζει την τ α ιν ία Μ αζί με τον Α ντρέ Ζιντ. Α ρ χ ίζε ι ν α γρ ά φ ει τ ο Τ ελευ τα ίο του κ είμ ενο Αμήν (ελεύ θ ερ ες σ ημειώ σεις).
1951 Λ ο γ α ρ ιά ζε ι ν α τ α ξιδ έψ ει στο Μ α ρ ό κ ο με τη μητέρα της κό ρ η ς το υ. Σ τις 19 Φ εβ ρ ου ά ρ ιου π εθ α ίν ει α π ό π ν ευ μ ο νικ ή υ π ε ρ α ιμ ία .
Το τελευταίο γραφτό του Αντρέ Ζιντ
2 6/α ψ ιερω μ α
Ντομινίκ Φερναντέζ
d
ι^η Ο θ-
'd
Q j
ω
> -
£
Ο —>
3
ο οο Qj Ο/
ο
_ί
<χ>
Ρ
d
Κ
d Η
Λίγα είναι τα βιβλία που όπως αυτά του Ζιντ συνταιριάζονται τόσο στενά με τις εμπειρίες και τις βαθύτερες έγνοιες του συγγραφέα τους: δεν υπάρχει ένα μυθιστόρημά του, ένα αφήγημα ή μια σκωπτική ιστορία που να μη θεωρή σουμε σαν αυτοβιογράφημα, φτάνει να συννενοηθούμε σχετικά με το νόημα της λέξης. Ζ ιν τ π ο υ γεννή θη κ ε κ α ι π έ θ α ν ε σ το Π α ρ ί σ ι, δ εν κ α τέγ ρα ψ ε στα έρ γα του ό σ α π ρ α γ μα τικά έ ζη σ ε- δ ο κ ιμ ά ζο ν τα ς όμω ς μέσα του π ο λ λές τ ά σ εις ή δ ια φ ο ρ ετ ικ ο ύ ς κ α ι σ υ χ ν ά α ντ ιφ α τ ι κ ο ύ ς π ειρ α σ μ ο ύ ς, α π ο μ ό ν ω σ ε κα θ ετί α π ’ ό λα α υ τ ά , το έν α μετά τ ο ά λ λ ο , μέσα σ τα βιβ λ ία τ ο υ , π ρ ο β ά λ λ ο ν τ α ς έτσι μιά σ ειρά α π ό δ ια δ ο χικ ά π ρ ο σ ω π ε ία , α π ό τ α ο π ο ία κ α ν έν α δ εν είν α ι ο ίδ ιο ς ο εα υτ ός του κ α ι π ο υ ω σ τόσο α π ο μ υ ζ ο ύ ν ό λ α τ ο υ ς την ο υ σ ία τ ο υ ς μέσα α π ό τ ο ν ίδιο . Α υτή η π ρ ω τότυπ η α ντίλη ψ η γ ια το έρ γο τ έ χ ν η ς σ α ν α υ τ ο β ιο γρ α φ ία εξη γ εί την π ερ ίερ γη κ ί νησ η εν ό ς εκ κρ εμού ς π ο υ π α ρ α τ η ρ ο ύ μ ε ό τ α ν ξ α ν α δ ια β ά ζο υ μ ε ό λ ο τ ο έρ γο του Ζ ιντ· σ ’ έν α β ι
Ο
β λίο ό π ο υ εξ υ μ νεί μια ορισμ ένη ά π ο ψ η γ ια τη ζω ή έρ χετα ι ν ’ α ντ ιπ α ρ α τ εθ εί έν α ά λλο ό π ο υ εξ υμ νεί την α ντίθετη ά π ο ψ η . Γ ια π α ρ ά δειγ μ α : Τ α Τετράδια τον Αντρέ Βαλτέρ α φ η γο ύ ν τ α ι, σ ’ έν α κλ ίμ α ρ ο μ α ντικ ό κ α ι σ χε δ ό ν μ υστικισ τικ ό, τ ο ν α γ ν ό έρω τα εν ό ς ν έ ο υ γ ια την εξα δ έλφ η του: δ ια χ ύ σ εις α π ό τις ο π ο ίες α π ο υ σ ιά ζ ει ο π ο ια δ ή π ο τε μορφ ή σ αρ κικ ής επ ιθ υ μ ία ς - εκ τός εκεί ό π ο υ α να δ ύ ετ α ι με τη μορφ ή φ ευ γα λέω ν π ερ ιπ τ ύ ξ εω ν με π ό ρ ν ε ς ή έλξη ς γ ια τα π α ιδ ιά π ο υ κ ο λ υ μ π ά ν ε γυ μ ν ά σ το π ο τ ά μ ι. Έ ξ ι χ ρ ό ν ια α ρ γ ό τ ερ α , ο Ζ ιν τ δη μ ο σ ίευσ ε τις Γήινες Τροφές. Α ν κ α ι π ο υ λ ή θ η κ α ν μ ό ν ο π εν τ α κ ό σ ια α ντ ίτ υ π α μέσα σε δέκα χ ρ ό ν ια , α υ τ ό το β ιβ λίο είχ ε, π ο λ ύ μετά κ α ι ξ α φ
αφ ιερ ω μ α /2 7 ν ικ ά , μια ν α πίσ τευτη α πή χησ η. Έ δ ω σ ε σ το ν Ζ ιντ τη φήμη του λυτρωτή ή - για τ ο υ ς α ν τ ιπ ά λ ο υ ς του - του εκμαυλιστή τω ν ν έω ν . Ε ίν α ι μια κ α τα γρ α φ ή τω ν α ισ θ ή σ εω ν κα ι τω ν α ισ θ η σ ια κ ώ ν α π ο λ α ύ σ ε ω ν , μια π α γ α νισ τικ ή π ρ α γ μ α τ εία , έν α β ιβλίο π ο υ σ υ ν δ υ ά ζ ει π ερ ίερ γα έν α επ ισ τη μ ο νι κ ό π ν εύ μ α κ α ι μια γλυκ ερ ή έμφαση· εδώ β ρ ίΤ σ κετα ι ήδη ό ,τ ι χ α ρ α κ τ η ρ ίζε ι β α σ ικ ά τη « φ ιλ ο σο φ ία » τ ου Ζ ιντ: ά ρνη ση κ ά θ ε π ερ ιο ρ ισ μ ο ύ (« Ο ικ ο γ ένε ιε ς, σ α ς μισώ ») κ α ι ό π ο ιο υ κ α τ α να γκ α σ μ ο ύ , α κ όμ α κ α ι α ν π ρ ό κ ειτ α ι γ ια την α ν ά μνηση κ α ι την α φ οσ ίω σ η , α π ο φ α σ ισ τικ ή επ ιλογή γ ια μια ζω ή μέσα στο π α ρ ό ν κ α ι α π ο κ λεισ τ ικ ά σ το π α ρ ό ν , α κ ο λο υ θ ώ ν τ α ς την άμεση επ ιθ υμ ία κ α ι μ ό ν ο , π ερ ιφ ρ όνη σ η κ ά θ ε α π ο δ εκ τή ς ηθ ική ς, άκρα τη λα τρ εία της α π οδ έσ μ ευ σ η ς κ α ι της α νε υ θ υνό τη τα ς. Κ α ν έν α ά λλο β ιβ λίο τ ο υ Ζ ιν τ δ ε γέρα σ ε όσ ο αυτό· π ο υ θ ε ν ά α λλο ύ τ ο μ ικ ροα σ τικ ό π ά θ ο ς δ εν εξ α π ά τ η σ ε π ερ ισ σ ό τ ερ ο την π α σ ίγ ν ω στη δ ια ύ γ εια του σ υ γγ ρ α φ έα . Α φ ή ν ο υ μ ε α π ο κ α ρ δ ιω μ ένοι α υτ ές τις υ π ε ρ ά φ θ ο ν ε ς τ ρ ο φ ές , με τη ν εντύπ ω ση σ υ ν ά μ α π ω ς δ εν π ρ ό κ ειτ α ι π α ρ ά γ ια μια α γ γ α ρ εία , α φ ού η βούλησ ή του ν α π ρ ο β ά λει έν α π ρ ο σ ω π ε ίο α π οκ λεισ τ ικ ά η δ ο ν ισ τ ικ ό ώ θησε τ ο ν Ζ ιν τ ν α γρ ά ψ ει, γ ια τις χ α ρ έ ς τω ν α ι σ θή σεω ν, έν α α φ η ρ η μ ένο έρ γο.
Μπερμπάντης και ασκητής υτή την κίνηση του εκ κρ εμ ο ύ ς α νά μ ε σ α σε δ υ ο α κ ρ α ίες δ υνα τότη τες, την ξ α ν α β ρ ί σ κο υμ ε στα δ υ ο π ιο φ ημ ισμ ένα α φ η γή μ α τα του Ζ ιν τ , τ ο ν Ανηθικολόγο (1902) κ α ι τη Στενή Πύλη (1909). Ο Μ ισ έλ, ο ήρ ω α ς του π ρ ώ τ ο υ , ύ στερ α α π ό μια σ οβαρ ή α ρρ ώ στια , α να κ α λ ύ π τ ει, μ α ζί με την υ γ εία , την α πά τη της π ερ α σ μ ένη ς του ζω ή ς, α φ ιε ρ ω μ έν ο ς στη μελέτη κα ι την αφ ηρημ ένη σκέψη· κ α ι, α φ ή ν ο ντ α ς π ίσ ω τ ο υ τα β ιβ λία κα ι τ ις ερ γα σ ίες τ ο υ , ρ ίχ νετ α ι σ ’ α υτό π ο υ α π ο κα λεί ζω ή με μια ά δολη β ου λιμ ία . Κ ι α υ τ ό τ ο β ι β λίο έχ α σ ε τη μ α γεία του· φ α ν τ ά ζ ει ψ εύ τικ ο κ α ι εκ νε υ ρ ίζει με τ ο ν ξ εθ ω ρ ια σ μ έν ο ν ιτσ εϊσ μ ό τ ο υ. Π ιο π ο λ ύ ά ντ εξ ε σ το χ ρ ό ν ο η Στενή Πύλη, α ν κ α ι η κα ρ τερ ία της Α λ ισ σ ά , π ο υ α π ο κ ρ ο ύ ει τ ο ν έρω τα του εξ α φ έλφ ο υ της Ζ ε ρ ό μ γ ια ν α α φ ιε ρ ω θ εί σ ’ έν α α γ ν ό ιδ α ν ικ ό , εν ο χ λεί τελικ ά με την τεχνητή υ π ερ β ολ ή της α ρετής. Α ς π ρ ο σ έξ ο υ μ ε όμω ς π ω ς η δ ράση του Α νηθικολόγου εκ τυ λίσ σε τα ι κ υ ρ ίω ς στην Ιτα λία κ α ι την Α λ γ ε ρ ία , σ ’ α υ τ ές τις ν ό τ ιε ς π ερ ιο χ ές π ο υ α να κ ά λ υ ψ ε ο Ζ ιντ α ρκ ετά ν έ ο ς κ α ι π ο υ τ α ύτισ ε, μέσα σ το ν π ερ ιπ λ α ν η μ έν ο α ισ θ η τισμ ό τ ο υ , με τη γη της ελευ θ ε ρ ία ς κα ι της ηδονής· ενώ τ ο π λ α ίσ ιο της Στενής Πύλης είν α ι η Ν ο ρ μ α νδ ία , σ ύμ β ο λο τω ν α στικώ ν κ α τ α να γκ α σ μ ώ ν κ α ι κα τ εξ οχ ή ν χ ώ ρ ο ς π ν ευ μ α τ ι κώ ν α σκ ήσ εω ν. Π οτ έ του ο Ζ ιν τ δ εν μπ όρ εσ ε ν α α π ο β ά λ ει κ α
Α
μιά α π ό τι δ υ ο α υ τ ές θεμ ελ ια κ ές τ ά σ εις του: κ α ι υ π ο κ ύ π τ ο ν τ α ς είτε σ τις α υ σ τηρ ές κ α ι χ ρ ισ τ ια ν ι κές α π α ιτ ή σ εις της π α ιδ ικ ή ς το υ η λ ικ ία ς, είτε σ τις η δ ο ν ισ τ ικ ές κ α ι α ντικ ο μ φ ο ρ μ ισ τικ ές π α ρ ο ρ μή σεις της νεα νικ ή ς τ ο υ , π α ρ έμ ειν ε σ ’ όλη τη ζω ή , σ ύ μ φ ω ν α με τη δ ια τύπ ω ση του Ημερολο γίο υ του « ένα π α ιδ ί π ο υ δ ια σ κ εδ ά ζ ει - έχ ο ν τ α ς γ ια σ υ ν τ ρ ο φ ιά έν α ν π ρ ο τεστά ντη π ά σ τ ο ρ α π ο υ τ ο π α ρ α σ κ ο τ ίζει» . Τ η ν ίδ ια αυτή δ ιά στα σ η έχει δώ σ ει στη ν Επιστροφή του ασώτου (1 9 0 9 ), π α ρ αβ ο λή γύ ρ ω α π ό τη δ ιπ λή α να γκ α ιό τ η τ α της φ υ γ ή ς α π ό τ ο σ π ίτι κ α ι την π α ρ ά δ ο σ η κα ι της επ ισ τ ρ ο φ ή ς μετά. ( ...) Τ ο κεντρ ικ ό θ έμα του Ζ ιν τ είν α ι η επ ιστρ ο φ ή στη ζ ω ή , η σω ματική κ α ι π νευμ α τ ικ ή α νά ρ ρ ω σ η , η α να π α ιδ α γ ώ γ η σ η του α νθ ρ ώ π ο υ π ο υ δ ιψ ά ν ’ α να κτή σει τη χα μ ένη ολό τη τά το υ μπ ρ ο σ τά σ τις π ερ ιπ λ α ν ή σ εις της η θ ική ς ( ...) .
Ο ειρωνευτής ιχ α σ μ έν ο ς σ υ νεχ ώ ς α νά μ ε σ α στα α ντ ιφ α τ ι κά εγώ του ή μ ά λλ ο ν, γ ια ν α θυμ ηθ ούμ ε τη φ ρ ο ϋδ ικ ή ο ρ ο λ ο γ ία , α νά μ εσ α σ ’ έν α π λη θω ρ ικ ό «α υτό » κ α ι έν α ρ ω μ αλέο « υ π ερ -εγ ώ » , ο Ζ ιντ δ εν είν α ι π ο τ έ τ ό σ ο κ α λ ό ς σ υ γγ ρ α φ έα ς π α ρ ά ό τ α ν, π α ρ α μ ερ ίζ ο ν τ α ς ό ,τ ι τ ο ν β α σ α ν ίζ ει, το π α ρ α τ η ρ εί σ α ν θεα τή ς. Τ ό τε, η ασκητική εγκρ άτεια της
Δ
28/α φ ιερω μ α
«Η φωτογραφία αυτή της παιδικής μου ηλικίας, με παρουσιά ζει μαζεμένο στη φούστα της μητέρας μου, ντυμένο γελοία μ ’ ένα καρώ φουστάνι, μ ’ ένα ύφος αρρωστημένο και κακό και μ ’ ένα λοξό βλέμμα»
Στενής Πύλης ό π ω ς κ α ι ο εμ φ α τικό ς λυ ρ ισ μ ό ς του Ανηθικολόγον π α ρ α χ ω ρ ο ύ ν τη θέση τ ο υ ς σ ’ έν α ν τρ ίτο τ ό ν ο , ίσω ς μ ο ν α δ ικ ό στη γα λλ ικ ή π ε ζο γρ α φ ία : σε μια α π ολ α υ σ τικ ή , λεπ τή κ α ι π ρ ο κλητική ερ ω νεία π ο υ δ ίνει ν εύ ρ ο σ τα α ρισ το υρ γή μα τά τ ο υ , α ρ χ ίζο ν τ α ς α π ό τ ο έρ γο Βάλτοι (1895): είν α ι η π ιο ζω ντα νή κα ι π ά ν τ α επ ίκα ιρη σ άτιρ α τω ν π α ρ ισ ιν ώ ν λ ο γ ο τ εχ νικ ώ ν κύκλων· ά λλά είν α ι σ υ ν ά μ α , α υτό τ ο μικ ρό β ιβ λ ίο , μια δ ια μ α ρ τ υ ρ ία μ π ρ οσ τά σε μια ζω ή π ο υ ό λ ο ξ α ν α ρ χ ίζ ε ι, στη μ ο ν ο τ ο ν ία ό π ο υ μας β ο υ λ ιά ζε ι η επ α νά λη ψ η τω ν κ ινήσ εω ν κ α ι τω ν σ υνη θ ειώ ν μας· εκ τός α π ’ α υτά κα ι γ ι ’ α υ τ ό το λ ό γ ο μα ς α γ γ ίζ ε ι π ερ ισ σ ότ ερ ο. Οι βάλτοι είν α ι το β ιβλίο κά π ο ιο υ βιβ λίου π ο υ θ α γρ α φ τ εί, τ ο π ρ ώ το π ο υ αμφ ισβη τεί το γρ ά ψ ιμ ο σ α ν εν έρ γε ια κ α ι το α ντ ι μετω π ίζει σ α ν μια π ρ οβλη μα τικ ή π ερ ιπ έ τ εια ( ...) Α υτή η ειρω νική φ λέβ α θρ ια μ β εύει ω σ τόσο με το ό ψ ιμ ο κα ι μ ο ν α δ ικ ό «μυθιστόρημα » του Ζ ιντ, τ ο υ ς Κιβδηλοποιούς (1925), έν α α ντιμ υ θ ισ τό ρ η μα π ο υ π ρ οη γείτ α ι κα τά π ο λ ύ α π ό τις α π ό π ειρ ες της επ οχ ή ς μα ς. Έ ν α β ιβ λίο π ο υ δ εν μ π ο ρ εί π α ρ ά ν α α π ογ οη τ εύ σ ει τ ο λάτρη του π α ρ α δ ο σ ια κ ο ύ μυθ ισ τορ ή μ α τος, ο ο π ο ίο ς νιώ θ ει την α νά γκ η ν α τα υτιστεί με έ ν α ν α π ό τ ο υ ς ήρ ω ες, τ ο υ λ ά χ ισ το , κ α ι ν α ζή σ ει μ α ζί του· ενώ ο Ζ ιν τ , κ α ι το φ ερ έφ ω γ ό του ο Ε ν τ ο υ ά ρ , π ο υ γρ ά φ ει το η μ ερ ο λό γιο εν ό ς μ υ θ κ τ η ^η'^Μίο ; π ο υ θ έ λ η ν α γ ρ ά ψ ει κα ι π σ ν θ α "nt^cxppggeei Ο ν Κεβδηλοποιοί (τεχνική
το υ « μ υ θ ισ τορ ήμα τος μέσα στο μ υ θ ισ τ ό ρ η μ α » ), μ ετα χ ειρ ίζο ντ α ι τ ο υ ς ήρ ω ές τ ο υ ς ό χ ι τ ό σ ο σ α ν π ρ α γ μ α τ ικ ά π ρ ό σ ω π α , α λλά σ α ν μυ θ ισ τορ ημα τι κές δ υνα τ ό τ η τες, μ’ έν α κ α τα πληκ τικ ό χ ά ρ ισ μ α σ υ μ π ά θ εια ς γ ι α υτά ( ...) Κι έτσι μένει η εντύπ ω ση μια ς δ οκιμή ς γ ια έν α μ ελλοντικό μυθισ τόρ ημα π ο υ δ εν κ α τα δέχετα ι κ ά π ο ιο ς ν α γρ ά ψ ει π ρ ά γ μ α τι, ή μ ια ς π ρ ό β α ς π ρ ιν α π ό την π ρ αγμα τικ ή σ υ ν α υ λία . «Μ ε π ιά ν ει ίλιγγ ο ς ό τα ν σκέφ τομα ι τις δ υνα τό τη τες π ο υ κλ είνει κ ά θ ε α νθ ρ ώ π ιν ο π λά σ μ α κ α ι ο δ ύ ρ ο μ α ι επ ειδ ή κ α τα ντά α τ ρ ο φ ικ ό κάτω α π ό την π ίεση τω ν ηθ ώ ν» , γρ ά φ ει ο Ε ν τ ο υ ά ρ , α κ ρ ιβώ ς ό π ω ς έν α ς δ ιευθ υντ ή ς ο ρ χ ή στρ α ς π ο υ θ α δ ια σ κ έδ α ζε π ο λύ π ερ ισ σ ό τερ ο α κ ο ύ γ ο ν τ α ς τ ο υ ς δ ιά φ ο ρ ο υ ς ή χ ο υ ς κ ά θ ε μ ο υ σ ι κ ο ύ ο ρ γ ά ν ο υ π α ρ ά α ν τ ο υ ς δ εχ ό τ α ν δ ιά χ υ τ ο υ ς μέσα στη σ υμ φ ω νία . Κ α ι επ ιπ λ έο ν , κ α ν έν α ίχ ν ο ς δ ια ν ο ο υ μ εν ίσ τ ικ η ς π ρ ο σ π ο ίη σ η ς α λλά ο ύ τε κα ι ό π ο ιο υ ερ γα ο ι ιν ια κ ο ύ α π ό η χ ο υ· κ α ι ο Ζ ιντ δ ια λέγ ο ν τ α ς για θ έμα τοτκμ υθιστορ ήμ ατός τ ο υ , την ίδ ια την κρίση του μ υ θ ισ το ρ ήμα το ς, α γ γ ίζ ε ι π ο λ λές φ ο ρ ές ια όρ ια μ ια ; π α ρ ά δ ο ξ η ς σ υγκ ίνη ση ς. Α ν Π ρ ο υ σ τ , στην Αναζήτηση. έδω σε α ν ά γλ υ φ α την τρ α γ ω δ ία κ ά π ο ιο υ π ο υ γρ ά φ ω έν α β ιβ λ ίο , ο ι Βάλτοι κ α ι ο ι Κιβδηλοποιοί μπ ο ρ ο ύ μ ε ν α πτκί^ε π ω ς μ α ς δ ίν ο υ ν μά λλ ο ν την κω μική π λευ ρ ά .
Αγγελικότητα κ Λ . διάσπαση ίσω α π ό την επ ιφ α ν εια κ ή α π ό σ τα σ η και το α π ο γ υ μ ν ω μ έ νο ή φ ο ς τ ο υ , ο Ζ ιντ εκ φ ρα ίίί σ το έρ γο του μια βα θ ύτερ η νεύρ ω σ η , π ο υ δ ια μορ φ ώ θη κε στα π ρ ώ τα π α ιδ ικ ά κα ι ν εα νικ ά το ι χ ρ ό ν ια . Α υτή η π λευ ρ ά της π ρ ο σω πικ ό τη τά ς του είν α ι κ α ι η π ιο ενδια φ έρ ο υσ α · η π ιο οικου μενική επ ίσ η ς, π α ρ ’ όλη τη μονα δικ ό τη τα της π ερ ίπτω -
Π
Α! Ζιντ, 17 χρό νων. «Το ξερό μου κεφάλι μ' ανά, ιασε να εγκαταλείφω τις σπουδές
αφ ιερ ω μ α /2 9 π ρ ο σ τ α σ ία : μια κ α τά στα ση χ ω ρ ίς δ υ να τ ό τ η τα λ ύ σ ε ω ν , π ο υ τ ο π α ιδ ί π λή ρω σε μ’ έν α α ίσ θ η μ α α ν α σ φ ά λ ε ια ς κ α ι εν ο χ ή ς , π ο υ π ο τ έ τ ο υ δ εν μ π ό ρεσ ε ν ’ α π ο β ά λ ει. Η επ α γρ ύ π ν η σ η της κ υ ρ ία ς Ζ ιν τ β ά ρ α ιν ε κ υ ρ ίω ς π ά ν ω στη σ εξο υ α λικ ή α ν ά π τ υξη τ ο υ μ ικ ρού π α ιδ ιο ύ , τ ο ο π ο ίο δ ια φ ύ λ α ξ ε σ α ν μ ια ν α να ν τ ίρ ρ η τη α ρχή π ω ς ο ι γ υ ν α ίκ ες π ρ έ π ε ι ν α εμ π ν έο υ ν τη λ α τ ρ εία α λ λ ά ό χ ι την ε π ιθ υ μ ία , α φ ο ύ ο ι π ειρ α σ μ ο ί της σ ά ρ κ α ς είν α ι κά τι α π ρ ό σ ιτ ο γ ι ’ α υτές. Ε ίν α ι π ο λ ύ γν ω σ τ ό τ ι σ το ίχ ισ ε σ το ν Ζ ιν τ αυτή η εδ ρ α ιω μ ένη α ντίλη ψ η: μια μυ στικιστική έ ξ α ρ ση γ ια τη ν εξ α δ έλφ η του Μ α ν τ ελ έν Ρ σντώ , π ρ ό σ ω π ο π ο υ τα ύτισ ε με τη μη τέρα το υ γ ια ν α την α π ω θ ή σ ει π ιο εύ κ ο λ α σ το ν ο υ ρ α ν ό τω ν α νέ γ γ ιχ τ ω ν ειδ ώ λ ω ν μια έξα ρ σ η π ο υ α κ ο λ ο ύ θ η σ ε, λ ίγ α χ ρ ό ν ια α ρ γ ό τ ερ α , έν α ς λ ευ κ ό ς γ ά μ ο ς ( . . . ) Α υ τ ό ς ο ν ε α ρ ό ς π ο υ σ η μα δεύτηκ ε α π ό μια ευνουχ’ιστική α γω γή δ εν μ π ο ρ εί π ια ν α τ α ιρ ιά ξει π ά ν ω σ το ίδ ιο ά τ ο μ ο την τρ υφ ερ ή κ α ρ δ ιά το υ με τις επ ιθ υ μίες τ ο υ . Η α γ γελικ ό τ η τ α ο δ η γ ε ί σε μια δ ιά σ π α ση· α π ό ο ρ ισ μ έ να π ρ ό σ ω π α θ α ζη τά π ια τη σ τορ γή κα ι την α γά π η κ α ι α π ό μερικ ά ά λλα την ικ α ν ο π ο ίη σ η τω ν ενστίκ τω ν. ( . . . ) Σ ’ ό λ ο το υ το έρ γ ο β λέ π ο υ μ ε π ω ς ο ι η θ ικ ές α ξ ίε ς εν σ α ρ κ ώ ν ο ν τ α ι π ά ν τ α α π ό τις γ υ ν α ίκ ες, ενώ η τ έχ ν η , η η δ ο ν ή , η π ο λ υ τ έλ εια α νή κ ο υ ν α π ο κ λ εισ τ ικ ά σ το υ ς ά ντ ρ ες .
Κορυδωνας Ζ ιν τ τ όλμ ησε ν α γρ ά ψ ει μια ά μεση α π ο λ ο γ ία της π α ιδ ερ α σ τ ία ς με τ ο ν π ερ ίφ η μ ο Κορόάωνα π ο υ δ η μ ο σ ίευσ ε α νώ ν υ μ α το 1911, κα ι ύ σ τερ α με τ ’ό ν ο μ ά του το Γ924. Γ ια ν α κ ρ ίνο υμ ε σ ω σ τά α υ τ ό τ ο μικ ρό β ιβ λ ίο , π ο υ ο Ζ ιν τ θ εω ρ ο ύ σης α υτής. Δ ε ν π ρ έπ ει ν α π ρ ο σ έξ ο υ μ ε μ ό ν ο το σε ω ς τ ο m o σ η μ α ντικ ό του έρ γο κ α ι το π ιο κ α εξ α ίσ ιο Ημερολόγιο : έν α τ ε τ ρ ά ς © στο χα σ μ ώ ν τ ά λλη λο ν α του εξ α σ φ α λ ίσ ει την α θ α ν α σ ία , δ εν π ο λ ύ π ερ ισ σ ό τ ερ ο π α ρ ά μια α υ τ ο -α ν ά λ υ σ η . το π ρ έ π ε ι ν α ξ εχ ν ά μ ε δ υ ο π ρ ά γ μ α τ α . Π ρ ώ τα -π ρ ώ Ημερολόγιο σ υ γ γ εν εύ ει, π ρ ά γ μ α τ ι, πυο π ο λ ύ με τ α , η τ ρ α γ ω δ ία του Ό σ κ α ρ Ο υ ά ιλ ντ (τ ο ν ο π ο ίο τα Δοκίμια του Μ ό ντ α ίνιο υ π α ρ ά με τα εκ μυσ τη είχ ε γν ω ρ ίσ ει π ρ ο σ ω π ικ ά κα ι θ α υ μ ά σ ε ι) δ εν είχε ρεύτηκα γ ρ α π τ ά εν ό ς Α μ ιέλ ή εν ό ς Μ πω ντλ αίρ --' ξεχ α σ τ εί κ α ι η δ ημοσ ίευσ η μια ς π ρ α γ μ α τ εία ς α λλά ο ύ τε κ α ι με το Α ν β σπόρος όεν πεθνκύνει ή π ο υ εξ υ μ νο ύ σ ε τ ο ν σ υ κ ο φ α ν τ ικ ό έρω τα α π α ιτ ο ύ τ ο E t nunc m anet in te (K m vvv εναπόκειται am ) σ ε έν α ο ρ ισ μ έ νο θ ά ρ ρ ο ς. Κ α ι ύ σ τερ α κά τι ά λλο: α -υτοβιογραφυκές α φ η γή σ εις της π α ιδ ικ ή ς του Τ ο θ έμα της π α ιδ ερ α σ τ ία ς , π ο υ α πλ ώ θ η κ ε στη η λ ικ ία ς κ α ι του γά μ ο υ του - εξο μ ο λ ο γ ή σ εις π ο υ γα λλ ικ ή και ευ ρ ω π α ϊκ ή λ ο γ ο τ εχ ν ία , ήτα ν κάτι ό σ ο τολμ η ρ ές ή σ υ γκ λον ισ τ ικ ές κι α ν είν α ι μας α π α ρ ά δ εκ τ ο π ρ ιν α π ό τ ο ν Κορνδω να, κ α ι είν α ι γο η τ εύ ο υ ν π ρ ιν α π ’ ό λ α με την α π α ρ ά μ ιλλη τ ε κάτι π ο υ τιμ ά τ ο ν Ζ ιν τ , ο ο π ο ίο ς έσ τρεψ ε την λειό τη τα της γλ ώ σ σ α ς. Ο Ζ ιν τ φ ρ ό ντ ισ ε ν ’ α π ο π ρ ο σ ο χ ή του κ ο ιν ο ύ σ ’ έν α π ρ ό β λ η μ α π ο υ εκ είνα κ ρ έψ ε ι με π ολλή τ έχ νη τη νεύρ ω ση τ ο υ (..,„) α κ ό μ α τ α χ ρ ό ν ια π ρ ο κ α λ ο ύ σ ε χ υ δ α ιο λ ο γ ίες κ α ι Ο ρ φ α ν ό ς α π ό π α τ έ ρ α στα έντεκ α του χ ρ ό ν ια , τη ν π ερ ιφ ρ ό ν η σ η ή ο δ η γο ύ σ ε στη φ υλ α κ ή . Β έ σ Ζ ιντ α να τ ρ ά φ η κ ε α π ό μια α υτα ρ χικ ή κ α ι π ο υ β α ια η α π ο λ ο γ ία της α π ό τ ο ν Ζ ιν τ , βα σισ μένη ριπανή μητέρα π ο υ επ έβ α λε σ το γ ιο της μια κ α στη φ υσ ική ισ τ ο ρ ία , τ η ν π α ρ α τήρ ησ η τω ν ζώ ω ν τα πιεσ τική α γω γή κ α ι τ ον α νά γ κ α σ ε, υ π ο τ ά σ σ ο κ α ι τ ο π α ρ ά δ ε ιγ μ α της κλα σ ικ ή ς Ε λ λ ά δ α ς , ίσω ς ν τ α ς τ ο ν σ του ς κ α ν ό ν ες κ α ι τις α π α γ ο ρ ε ύ σ εις ν α μη θ εω ρ είτα ι ικ α νο π ο ιη τ ικ ή α π ’ α υ τ ο ύ ς α κ ρ ι μ ια ς α σφ υ κ τικ ή ς ηθ ική ς, είτε ν α α π ω θ ή σ ει μέσα βώ ς π ο υ ά γ γ ιζ ε π ερ ισ σ ό τ ερ ο ( ...) Α ν ά μ εσ α στην το υ τ ις ο ρ μ ές της εκ κ ολα π τ ό μ ενη ς π ρ ο σ ω π ικ ό τ η α νώ νυμ η έκ δοσ η κα ι την α π ο δ εκ τή , ο Π ρ ο υ σ τ εί τ ά ς του είτε ν α χ ά σ ει την α γά π η κα ι τη μητρική χ ε δ η μ ο σ ιεύσ ει τα Σόόομα και Γόμορρα: τ ίπ ο τε
Ο
30/α φ ιερω μ α ά λλο δ εν μ π ο ρ ο ύ σ ε ν α ενοχλή σει τ ο ν Ζ ιν τ π ε ρ ισσ ό τερ ο ό σ ο εκείνη η α π εικ ό ν ισ η της δ ια σ τ ρ ο φ ής σ ’ έν α κ λίμα δ α ιμ ο ν ικ ό π ο υ π ρ ο κ α λεί τη φ ρίκη κ α ι την α π ε λ π ισ ία . Ο δ εύτ ερ ο ς Κορνόωνας στά θηκ ε μια α πά ντησ η σ τον Π ρ ο υ στ, ή π ρ ό κληση π ο υ επ ιχ ειρ ο ύσ ε μια φ ω τεινή π α ιδ ερ α σ τ ία στην ερεβώ δη δια στρ ο φ ή ( ...) Η π ν ε υ μ α τ ικ ή δ ε σ π ο τ ε ία
Ι
^ Λ Η Θ
^
Κνωσσού 20 Πλατεία Αμερικής Τηλ. 86.55.882
J1A ΝΥΜΦΩΝ 1 (PALAIS DES SPORTS) ΓΛΥΦΑΔΑ-
δρυ τής της Νέας Γαλλικής Επιθεώρησης το 1909, ο Ζ ιντ έπ α ιξ ε έν α ν α π α ρ ά μ ιλλο ρ όλο στη ν α να νέω σ η της γα λλ ικ ή ς κ ο υ λτο ύ ρα ς. Ό π ω ς , ό τ α ν ή τα ν ν έο ς , θ έλη σε, ν ’ α π ελευ θ ερ ώ σ ει τ ο ν ά νθ ρ ω π ο α π ό τ ο ν ο ικ ο γ εν εια κ ό κα ι θ ρ η σ κευτικ ό κ λ ο ιό , θέλη σε στην ω ρ ιμότητά τ ο υ , ν ’ α ν ο ίξ ε ι τ ο υ ς ο ρ ίζ ο ν τ ες της π α τρ ιω τικ ά α π ο μ ο ν ω μ ένη ς Γ α λλία ς σ τα ζω ο γ ό ν α ρεύ μ α τα τω ν ά λ λω ν χω ρ ώ ν ( ...) Ο ι δ ια λ έξ εις του γ ια τ ο ν Ν το σ το γ ιέφ σ κ ι, ο ι μ ετα φ ρ άσ εις το υ Κ ό ν ρ α ν τ , του Π ο ύ σ κ ιν , του Τ α γκ ό ρ , του Ο υ ΐτμ α ν ( ...) κα θώ ς κ α ι ο ι α να ρ ίθμ η τες κρ ίσ εις του εδώ κι εκ εί στο Ημερολόγιό τον κ α ι στην α λ λη λο γρ α φ ία του με τ ο υ ς φ ίλο υ ς του λ ο γ ο τ έχ νε ς, Β α λερ ύ , Κ λω ντέλ κ α ι κ υ ρ ίω ς Ρ ο ζ έ Μ αρ τέν ντυ Γ κα ρ, μα ρ τυρ ού ν μια κατα πληκ τικ ή δ ιά ν ο ια π ο υ π λ ο υ τ ίζε τα ι α π ό μια π ερ ιέρ γεια σε μόνιμη εγρή γορ σ η. Σ ’ α υτά ό λ α π ρ έπ ει ν α π ρ ο σ θ έσ ο υ μ ε τ ο υ ς κ ο ιν ω ν ικ ο ύ ς κ α ι π ο λ ιτ ικ ο ύ ς του α γώ νες: Κ α τέκρ ινε τις α τ έ λ ειες το υ δ ικ ασ τικού π ο λιτ εύ μ α το ς σ τις θ α υ μ ά σ ιες Αναμνήσεις από το κακουργοό^κείο (1912), τις υ π ε ρ β ά σ εις της α π ο ικ ιο κ ρ α τ ία ς ( ...) σε δ υο β ιβ λ ία , το Ταξίδι στο Κόγκο (1927) κ α ι Επιστρο φή από το Τσαντ (1928). Π ισ τεύ ο ν τ α ς π ω ς η Σ ο βιετική Έ νω σ η π ρ ο χ ω ρ ο ύ σ ε στην απελευ θέρω ση του α νθ ρ ώ π ο υ α π ό την α λλοτρ ίω σ η, κάτι π ο υ ό λ ο του το έρ γο είχε επ ιδ ιώ ξει, π ρ ο χώ ρ ησ ε στον κ ομ μου νισ μό: χ ω ρ ίς α υ τ ό ν α τ ο ν εμ π ο δ ίσ ει, κα ι ή τ α ν μια θ α ρ ρ α λέα π ρ ά ξ η , ν α ομο λ ο γή σει την α π ο γ ο ή τευ σ ή του σ το β ιβλίο το υ Επιστροφή από την ΕΣΣΔ (1936). Τ ί α π ο μ έν ει α π ό τ ο ν Ζ ιντ; Π ο λ ύ π ερ ισ σ ό τερ ο α π ό το έν α ή το ά λλο β ιβ λ ίο , σ κ ό ρ π ιες φ ρ ά σ εις π ο υ υ π ε ρ έ χ ο υ ν είτε με την α κ ρ ίβ εια του σ το χ α σμού είτε με τ ο ν κυμά τισμά της μου σικ ής τ ο υς ( . . . ) . Ο π ιο μ εγά λο ς κρ ιτικό ς της επ ο χ ή ς του μπ ό ρ εσ ε ν α δώ σ ει σ τις ιδέες του μια χα ριτω μένη μορφή π ο υ μιλά σ τις α ισ θ ή σ εις. Κ α ι θ α τ ο ν α ν α ζητή σουμε εδώ α κριβώ ς: στη ρυθμισμένη α νά σ α εν ό ς ύ φ ο υ ς ό χ ι μό νο τ έλειου α λλά κα ι γο η τευτι κ ο ύ , στις π ερ ιπ λ α ν ή σ εις μ ια ς α νή συ χη ς σκέψης: ξ εφ υ λ λ ίζ ο ντ α ς στην τύχη το Ημερολόγιό του , τις α να μ ν ή σ εις του κ α ι την α λ λη λο γρ α φ ία τ ο υ , α π ο λ α μ β ά ν ο ν τα ς χω ρ ίς βια σύ νη τα β ιβ λία τ ο υ , κ α ρ π ω νό μ α σ τε εκείνη την υπέρτα τη α νεμ ελιά π ο υ χ α ρ ίζ ε ι η κα θημ ερ ινή εξάσ κη ση του π νεύμ α τ ο ς. Μ ετάφ ρα ση : Π έτρ ο ς Π α π α δ ό π ο υ λ ο ς
αφ ιερ ω μ α/31
Νομίζαμε ότι ήταν ιερός και βαλσαμωμένος: πέθανε και τώρα ανακαλύ πτουμε πόσο μένει ζωντανός ακόμα · η αμηχανία και η μνησικακία που διαφαίνονται μέσα από τα επικήδεια εγκώμια που του πλέκουν απρόθυμα, δείχνουν ότι ακόμα δυσαρεστούσε και ότι θα συνεχίσει να δυσαρεστεί για αρκετό και ρό: κατάφερε να συνενώσει εναντίον του τους «καθωσπρέπει» σκεπτόμενους της δεξιάς και της αριστερός και αρκεί να φανταστείτε τη χαρά κάποιων σε βαστών «απολιθωμάτων» όταν αναφωνούν: «Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου ■ να λοιπόν που αυτός είχε άδικο, αφού εγώ επέζησα», αρκεί να διαβάσουμε στην Ο υ μ α ν ιτ έ ; «Είναι ένα πτώμα που μόλις πέθανε», για να μάθουμε πόση επίδραση ασκούσε στη λογοτεχνία σήμερα, αυτός ο άνθρωπος των 82 ετών που δεν έγραφε πια. π ά ρ χ ει μια γε ω γ ρ α φ ία της σκέψης: ό π ω ς έν α ς Γ ά λλος π ο υ ό π ο υ κ α ι ν α π ά ε ι, δ εν μ π ο ρ εί ν α κ ά ν ει ού τε έν α βή μα σ το εξω τερ ικό χ ω ρ ίς ν α π λ η σ ιά ζει ή ν α α π ο μ α κ ρ ύ ν ετ α ι και α π ό τη Γ α λλία , έτσι κ ά θ ε π νευμ α τικ ή α π ό π ε ιρ α μας έφ ερ ν ε κ ο ν τ ά ή μ α ς α π ο μ ά κ ρ υ ν ε και α π ό τ ο ν Ζ ιν τ . Η σ α φ ή νειά τ ο υ , η δ ια ύ γειά τ ο υ , ο ο ρ θ ο λο γ ισ μ ό ς τ ο υ , η ά ρνη σή του γ ια κ ά θ ε π ερ ιπ ά θ εια επ έτ ρ επ α ν σ ε ά λλο υ ς ν α δ ια κ ιν δ υ ν εύ σ ο υ ν τη σκέψη τ ο υ ς σε π ιο ύ π ο π τ ες , π ιο α β έβ α ιες π ρ ο σ π ά θ ειες: ξ έρ α μ ε ότι την ίδ ια α κ ρ ιβώ ς στιγμή έν α ς φ ω τ εινός ν ο υ ς δ ια τη ρ ο ύ σ ε τα δικ αιώ μ α τα της α νά λυ σ η ς, της γν η σ ιότ η τ α ς, μία ς ορ ισ μ ένη ς π α ρ ά δ οσ η ς· α κ όμ α κι α ν β υ θ ιζ ό μ α σ τ α ν σ ’ έν α εξερ ευ νη τ ικ ό τ α ξίδ ι, τ ο π ν εύ μ α δε θ α π α ρ α σ υ ρ ό τα ν α π ό τ ο ν α υ ά γ ιο . Ό λ η η γα λλικ ή σκέψ η τω ν
Υ
τ ρ ιά ν τ α τελευτα ίω ν ετώ ν, είτε τ ο ήθ ελ ε είτε ό χ ι, ό π ο ιε ς κι α ν ήτα ν ο ι σ υ ν τ ετ α γ μ έν ες της α π ό α λ λ ο ύ , Μ α ρ ξ , Χ έγκ ελ, Κ ίρ κεγκω ρ , έπ ρ επ ε ν α π ρ ο σ δ ιο ρ ισ τε ί και σ ε σχέση με τ ο ν Ζ ιντ. Α π ό την π λ ευ ρ ά μ ο υ , ο ι δ ια ν ο η τ ικ ές επ ιφ υ λ ά ξ ε ις, η υ π ο κ ρ ισ ία , με λίγ α λ ό γ ια η α χ ρ ε ία δ υσ ω δ ία τω ν ν εκ ρ ο λ ο γ ιώ ν π ο υ το υ α φ ιέ ρ ω σ α ν , με δ υ σ α ρ έσ τη σ α ν π ά ρ α π ο λ ύ , κι έτσ ι σ κέφ τηκ α ν α ση μ ειώ σω εδώ ό ,τ ι μ α ς χ ώ ρ ιζ ε α π ’ α υ τ ό ν . Κ α λύ τε ρ α θ α είν α ι ν α θυμ ηθώ ό ,τ ι α νεκτίμητο μα ς χ ά ρ ι σε. Δ ιά β α σ α α π ό σ υ ν α δ έλ φ ο υ ς - ο ι ο π ο ίο ι π ο τ έ δ εν με ε ξ έπ λ η ξα ν με την τόλμη τ ο υ ς - ό τ ι « ζο ύ σ ε ε π ικ ίν δ υ ν α κάτω α π ό τ ρ ία φ α νελ έν ια γιλ έκ α » . Α ν ό η τ η ειρ ω ν εία . Α υ τ ο ί ο ι θ εο φ ο β ο ύ μ εν ο ι επ ι ν ό η σ α ν μια π α ρ ά ξ εν η ά μ υ να μ π ρ ο ς στην τόλμη
3 2/αφ ιερω μ α χω γ ά λλω ν. Λ εν κ α τ α δ έχ ο ν τ α ι να. την π α ρ α δ ε χ τ ο ύ ν , π α ρ ά μ όνο α ν αυτή εκ δη λώ νετα ι τ α υ τ ό χ ρ ο ν α σ ’ ό λ ο υ ς τ ο υ ς τομείς. Θ α είχ α ν σ υγχω ρ ή σει τ ο ν Ζ-ιντ, ότ α ν δ ια κ ιν δ ύ ν ευ ε τη σκέψη του κ α ι τη φήμη τ ο υ , α ν είχε δ ια κ ιν δ υ ν εύ σ ει τη ζωή του κ α ι κ υ ρ ίω ς α ν είχε π ερ ιφ ρ ο ν ή σ εί μια π ερ ιπ ν ευ μ ο νία . Π ρ ο σ π ο ιο ύ ντ α ν ότι α γ ν ο ο ύ σ α ν π ώ ς μπ ορ εί ν α υ π ά ρ χ ει κάθε λογής θ ά ρ ρ ο ς κ α ι π ω ς δ ια φ έρ ει τρ κ α θ έν α α νά λ ο γ α με τ ο υ ς α νθ ρ ώ π ο υ ς . Λ ο ιπ ή ν ν α ι, ο Ζ ιντ ήτα ν γνω στικ ό ς, ζ ύ γ ιζε τ ις λ έξ εις, δ ίσ τ α ζε π ρ ιν βά λει τήν υ π ο γ ρ α φ ή του κ α ι α ν έδ ειχ νε εν δ ια φ έ ρ ο ν για κ ά π ο ιο κίνημα ιδεώ ν ή της κ οιν ή ς γνώ μ η ς, φ ρ ό ντ ιζ ε ώστε ν α μην π ρ οσ χω ρεί σ ’ α υτό π α ρ ά με ο ρ ισ μ ένες επ ι φ υ λ ά ξ εις , γιά ν α μένει στο π ερ ιθ ώ ρ ιο , π άντο τε έτοιμ ός για υποχώ ρ ησ η. Ό μ ω ς ά υ τ ό ς ο ίδιο ς ά ν θ ρ ω π ος τόλμ ησε ν α δ η μ ο σ ιεύσ ει το «πιστεύω » τού με τ ο ν Κορύόωνα, τ ο «κατηγορώ » τόύ Ταξι διού στο Κόγκο, είχε το θ ά ρ ρ ο ς ν α τα χτεί στο π λευ ρ ά της Σ οβιετικ ής Έ ν ω σ η ς, ό τ α ν α υ τ ό ήτα ν ε π ικ ίν δ υ ν ο , κα ι α κ όμ α π ερ ισσ ό τερ ο τόλμ ησε ν α α να ιρ έσ ει τις ιδέες τόυ δη μ ό σ ια ό τ α ν ν ό μ ισ ε, δ ί κ α ια η ά δςκα, ότι είχε γελα στεί. Ε ίν α ι ίσω ς α υ τ ός ο σ υν δ υ α σ μ ό ς δ υσ π ισ τ ία ς κα ι τόλμ ης π ου α π οτ ελεί π α ρ ά δ ε ιγ μ α γ ια μας· η γε νν α ιο δ ω ρ ία μετρά μόνο γ ι ’ α υτ ού ς π ο υ γ ν ω ρ ίζο υ ν την τιμή τω ν π ρ α γ μ ά τω ν κα ι έτσι τίπ οτα , οέ'ν είν α ι π ιο κ ά τ ρ λλη λο για ν α συγκ ινή ρ ει, α π ό μια σ τοχαστική τόλμη. Α ν είχε γρ ά ψ ει τ ο ν Ιζορνδφνα κ ά π ο ιο ς α π ερ ίσ κ επ τ ος, θ α είχα μ ε ν α κ ά ν ο υ μ ε με μια υ π ό θ εση η θ ώ ν α ν όμω ς δ σ υ γγ ρ α φ έα ς του ε,ίναι α υ τ ό ς ο π ρ νη ρ ός Κ ιν έζο ς π ο ύ ζυ γ ίζ ει τα π ά ν α , το β ιβ λίο γίν ετ α ι ένα μ α νιφ έσ το , μιμ μ α ρ τ υρ ία π ο υ η α κ τ ινο β ο λία του ξ επ ερ νά ει κα τά π ο λύ το σ κ ή ν , δ ά λο π ό υ π ρ οκ α λεί. Α υτή η π ερ ιερ κεμ μένη τ ό λ μη θ α έπ ρ επ ε ν α είν α ι ένα ς «κα τευ θυ ντήρ ιος κ α ν ό ν α ς του π νεύμ ατος»: ν α επ ιφ υλ ά σ σ εις την κ ρ ί ση σου π ρ ιν βεβα ιω θ είς για κάτι κ α ι, ό τ α ν σ ι γ ο υ ρ ευ τ ε ίς γ ι ’ ά υτρ π ο υ π ισ τ εύ εις, ν α είσ αι έτ ο ι μος ν α π λη ρώ σεις ώς τα τ έλος. ά ρ ρ ο ς κα ι σύνεση: α υτ ό ς ο κ α λο ζυ για σ μ έν ς ς σ υ ν δ υ α σ μ ός εξηγεί τηγ, εσωτερική έντ α ση τρυ έρ γου τ ο υ , f t ' τ έχ νη του Ζ ιντ θέλει ν α κ α θιερ ώ σ ει έν α σ υ μβ ιβα σ μό α νά μ εσ α σ τον κ ίν δ υ ν ο κμ ι σ τον κ α νόνα - μέσα το υ εξ ισ ο ρ ρ ο π ο ύ ν τ α ι ο ν ό μ ο ς του π ρ οχεσ τά ντη κ α ι ο α ντικομ φ ορ μισμ άς του ομ ο φ υ λ ό φ ιλ ο υ , ο υ π ε ρ ο π τ ικ ό ς α τομικισμ ός του μεγα λοα στού κα ι ή π ο υρ ιτ ά νικ ή δ ιά θ εση της κοινω νικ ή ς π ίεσης· μ ια 'ορ ισμ ένη τρ αχύ τητα , μια δ υσ κ ολία έα ικ ρ ινώ νία ς κά ι ένα ς ο υ μ α νισ μ ό ς ’με χ ρ ισ τ ια ν ικ ή ρ ίζες , ένα ς έν τ ο ν ο ς α ισ θ ησ ια σ μός π ό υ θ α ήθ ελε ν α ήτα ν κ α ι ύ< ώρς· η τήρηση του κ α ν ό ν α ενώ νετα ι έδώ με τη ■να ξή τη σ η 'του, α υ θορ μητισ μού. Α υ τ ό το π α ιχ ν ι ιρ ό ρ ρ ό π ία ς είν α ι η, α ιτία της α νεκτίμητης προ,' ,)θράς Χόυ Ζιντ, στη σ ύγχ ρ ονη λο γ ο τ εχ νία , α υτός ·ίναι π ο υ την έβ γ α λε α π ό τη ρ ουτίνα του συμίυ λισ μ ο ύ. Η δεύτερη
Θ
γ ε ν ιά τό υ σ υμβ ολισμ ού ή τα ν π εισμ ένη ότι ο σ υγ γρ α φ έα ς δ εν μ π ο ρ ο ύ σε ν α χειρ ιστεί, χω ρ ίς ν α ξ επ έσ ει, π α ρ ά λ ίγ α μό νο θέμ α τα , ό λ α π ο λύ υ ψ ιπ ε τή, α λλά κ α ι ότι μπ ο ρ ο ύ σ ε ν α εκ φ ρα στεί π ά ν ω σ ’ α υτά τ α επ α κρ ιβώ ς κ α θ ο ρ ισ μ έν α θ έμα τα, όπ ω ς ήθ ελε. Ο Ζ ιντ μας α πελευ θέρω σε α π ’ α υ τ ό ν τον αφ ελή π ρ αγμα τισ μό: μας έμ αθε ή μας ξα ν α έμ α θ ε ό τ ι τα πάντα μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν α ειπ ω θ ο ύ ν - αυτή εί ν α ι η τόλμη του - α λλά σ ύμφ ω να με ο ρ ισ μ ένο υ ς κ α ν ό ν ες της κ α λ λ ιέπ εια ς - αυτή είν α ι ή σύνεσή τ ο υ. Α π ό αυτή τη συνετή τόλμη τόυ π ρ ο έρ χ ο ντ α ι οι
Ταξίδι στο Κ,ογχό α ιφ ν ιε ς α να σ τρ ο φ ές τ ο υ , ο ι τ α λ α ν τ εύ σ εις τόυ α π ό τ ο έ ν α ά κ ρ ο στο ά λ λ ο , το π ά θ ο ς του γιά την α ντικειμ ενικό τη τα , θ α έπρεπε, ίσω ς ν α π ο ύ μ ε τ ο ν «αντίκείμ ενίσμό » το υ - α ρκ ετά α στικό , ομο λ ο γώ , - π ό υ τ ο ν κ ά ν ει ν α ψ ά χνει τη Λ ογική μέχρι και Οτρν α ντ ίπ α λό τ ο υ κα ι ν α γοη τεύετα ι ά π ό τη γνώ,μη το υ ά λλο υ . Δ ε ν ισ χ υ ρ ίζο μ α ι κ α θ ό λο υ ότι α υτή ή τ ό σ ρ χμρα κτήρισ τίκ ή στάρη μπ ορεί ν α μας ω φ ελήσει σ ήμερα , όμώ ς τόυ επ έτρ εψ ε ν ά κά ν ει τη ζω ή του μία αυστηρή εμ π ειρ ία , τήν ο π ο ία μπ ο ρ ο ύ μ ε ν ά α φ ο μ ο ιώ σ ο υ μ ε, χω ρ ίς κα μ ιά π ρ ρετριμ ασ ίά· με μια λ έ |η : εξήσς τις ίή ή ες του· κ υ ρίως, μία; τό θ ά ν α τ ο τό υ <3>εού, Ν ο μ ίζω ό τι κ α ν έ ν α ς α π ’ ό σ ο υ ς π ισ τ εύ ο υ ν σ ήμερα δ εν οδ ηγή θ ηκε σ τον χ ρ ισ τ ια νισ μ ό α π ό τα επ ιχειρ ήμα τα του ά γίρ υ Μ π ο ν α β εν τ ο ύ ρ α ή, του α γίο υ Α νσέλμου· α λλά ο ύ τε π ιστεύω ότι έστω κ ά ι ένα ς π ιστό ς μπ ό ρ εσ ε ν ά ξεστρ α τίσ ει α π ό την πίστη το υ με α ντίθ ετα επ ιχειρ ήμα τα . Τ ο π ρ ό βλη μ α του Θ εού είν α ι ένα α νθρώ π,ινο π ρ ό βλη μ α π ο υ α φ ο ρ ά τις ό χ έσ εις τω ν α νθ ρ ώ π ω ν μεταξύ τ ο υ ς, είν α ι ένα
ΕΥΡΕΤΗ ΡΙΟ Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Ω Ν Β ' ΕΞ ΑΜ Η Ν Ο Υ 1988 (ΤΕΥΧΗ 194-205) Επιμέλεια: Κατερίνα Γρυπονησιώτοο
Μ Ο Ν ΙΜ ΕΣ ΣΤΗΛΕΣ
Η αγορά του βιβλίου, 194/4, 195/4, 196/14, 197/6, 198/4,199/4, 200/4, 201/8, 202/8, 203/12, 204/18, 205/28 Βιβλιογραφικό δελτίο, 194/38, 195/38, 196/38, 197/38, 198/38, 199/ 38, 200/38, 201/38, 202/38, 203/38, 204/37, 205/77 Κριτικογραφία, 194/47, 195/47, 196/47, 197/46, 198/46, 199/47, 200/ 48, 201/47, 202/45, 203/45, 204/45, 205/83
ΧΡΟ Ν ΙΚΑ Ερευνα Ζορμπά Μυρσίνη: Και εγένετο βιβλίο, 202/13 Καράμβαλης Δημήτρης: Η πνευματική ιδιοκτησία στην Ελλάδα, 197/11 Λάζος Δ. X.: Από την Ανατολή στη Δύση (α' μέρος), 203/21 Λάζος Δ. X.: Από την Ανατολή στη Δύση (6' μέρος), 204/19 Μένικ Ούλριχ: 'Ενας «κρασοπατέρας από τη Γερμα νία», 199/7 Παπαθανασίου Στέλιος: Νίκος Καζαντζάκης καί Νόμπελ Λογοτεχνίας, 197/9 Προλεγόμενα, 202/9, 203/15, 205/29
Ρεπορτάζ Ηλιανός Ορέστης: 2η Διεθνής Έκθεση Ββλίου και Τύπου στη Γενεύη, 199/5 Καβροχωριανός Μπάμπης: Μια μουσική βιβλιοθήκη, 194/5
Καβροχωριανός Μπάμπης: Ενιαία τιμή Βιβλίου: Για να κρατηθεί η τιμή του βιβλίου, 195/5 Καβροχωριανός Μπάμπης: Εκδόσεις Υπουργείου Πολιτισμού, 200/8 Καβροχωριανός Μπάμπης: Φθινοπωρινή παλίρ ροια..., 201/9 Καβροχωριανός Μπάμπης: Έλλη Αλεξίου: η φωτο μάνα, 202/11 Καβροχωριανός Μπάμπης: Κρατικά Λογοτεχνικά Βραβεία, 203/16 Καβροχωριανός Μπάμπης: Δυο σημαντικές απώ λειες για τα Ελληνικά Γράμματα, 203/17 Καβροχωριανός Μπάμπης: Μια «Αυλαία» 44 ετών, 205/30 Καβροχωριανός Μπάμπης: Ναγκίμπ Μαφχούζ: Βίω μα - 'Οξυδέρκεια και συναίσθημα, 203/18 Σπανός Νίκος: ISBN! Διεθνές Σύστημα Αρίθμησης Βιβλίων, 205/31 Χατζοπούλου-Καραβία Λεία: 16η Διεθνής Μπιενάλε Ποίησης. Λιέγη, 1-5 Σεπτεμβρίου 1988, 203/20
33
ΙΙ/Β' ε ξ ά μ η ν ο
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Ιερομόναχος Αθανάσιος Γιέθτιτς, 200/74 Νταγκονιέ Φραγκίσκος, 203/55 Σιμενόν Ζώρζ, 202/18 Ταχτσής Κώστας, 198/66 Χατζιδάκις Μάνος, 196/65 Ρίτσος Γιάννης, 205/112
ΑΦ ΙΕΡΩΜΑΤΑ
Ζεράρ ντε Νερβάλ, 194/7 Βουγιουκλίδου Άννα: Ο Ζεράρ ντε Νερβάλ και το έργο του, 194/8 Καρατσινίδου Χρυσή: Βιβλιογραφία του Ζεράρ ντε Νερβάλ, 194/13 Χρονολόγιο Ζεράρ ντε Νερβάλ, 194/8 Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, 194/15 Μέρντοκ Γκράχαμ: Επικοινωνία και Κοινωνία, 194/ 30 ΜΜΕ: η διδασκαλία και η έρευνα στην Ελλάδα, 194/ 82 Μπασαντής Διαμαντής: Το σύστημα Επικοινωνίας στο «Παγκόσμιο Χωριό», 194/16 Σεραφετινίδου Μελίνα: Ελληνική βιβλιογραφία για τα ΜΜΕ, 194/80 Chritcher Chas: Σπορ και Επικοινωνία, 194/64 Galtung Johan - Ruge Mari: Κατασκευή και Επιλογή των Ειδήσεων, 194/58 Hall Stuart - Whannel Paddy: Οι δημοφιλείς τέχνες και τα ΜΜΕ, 194/76 Τζιόρτζιο ντε Κίρικο, 195/7 Ανδρουλιδάκης Κώστας: Αναφορές στο έργο του Τζόρτζιο ντε Κίρικο από τη σιδηροδρομική ζωή του Βόλου, 195/8 Χρονολόγιο Τζιόρτζιο ντε Κίρικο (1888-1978), 195/
10 Πολιτισμός και Κουλτούρα, 195/19 Ελληνική βιβλιογραφία για τον πολιτισμό και την κουλτούρα, 195/81 Κρασαδάκης Σταύρος: Μαζική Κουλτούρα: Έννοια - Ερμηνεία-Αντιμετώ πιση, 195/57 Μπασκόζος Γιάννης: Τι χρησιμεύει να μιλάμε για τον πολιτισμό, 195/20 Μπασκόζος Γιάννης: Ο Μαρξ και ο Έγκελς για τον πολιτισμό και την πολιτιστική εξέλιξη, 195/69 Ρούμπουλα Δήμητρα: Πρόοδος και Κουλτούρα, 195/63 Τρικούκης Μάκης: Η αντίληψη του Γκράμσι για την κουλτούρα, 195/72 Kramer Dieter: Η δομή της αγοράς και η εξέλιξη του πολιτισμού, 195/75 Schaade Angelika: Τρόπος ζωής, πολιτισμός, τέχνη, 195/26
34
Βιβλίο και Διακοπές, 196/15 Συνεντεύξεις με τους: Αγγελάκη-Ρουκ Κατερίνα, 196/16 Ασλάνογλου Νίκος-Αλέξης, 196/17 Βαλαβάνη Ελένη, 196/18 Βαλάση Ζωή, 196/19 Βαλτινός Θανάσης, 196/20 Βαμβουνάκη Μάρω, 196/20 Βογιατζόγλου Στέλλα, 196/21 Βουρνάς Τάσος, 196/22 Γερμανός Φρέντυ, 196/23 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα, 196/23 Δήμου Νίκος, 196/24 Δρακονταειδής Δ. Φ., 196/25 Ευθυμιάδη Νένη, 196/26 Ζαραμπούκα Σοφία, 196/27 Ζέη Άλκη, 196/28 Ζήρας Αλέξης, 196/29 Καλαμάρας Αντώνης, 196/29 Καμπανέλλης Ιάκωβος, 196/30 Κουμανταρέας Μένης, 196/31 Κυρ, 196/32 Λιάρος Διονύσης, 196/32 Μητρόπουλος Κώστας, 196/34 Μητροπούλου Κωστούλα, 196/34 Μανιώτης Γιώργος, 196/35 Νικόλαΐδης Αριστοτέλης, 196/52 Παπασπηλιόπουλος Σπήλιος, 196/53 Ραπτόπουλος Βαγγέλης, 196/55 Ραφαηλίδης Βασίλης, 196/55 Σαμαράκης Αντώνης, 196/57 Σωτηρίου Διδώ, 196/58 Φακίνου Ευγενία, 196/59 Φραγκουδάκη Άννα, 196/60 Φράιερ Κίμων, 196/61 Χάρης Πέτρος, 196/62 Χουλιαράς Νίκος, 196'63 Χριστιανόπουλος Ντίνος, 196.64 Βίλχελμ Ράιχ, 197/19 Δαμίγος Δημήτρης: Η επικαιρότητα της επιστημο λογικής σκέψης του Ράιχ, 197/54 Κρανιδιώτης Παντελής: Ο Ράιχ της «ειδικής» απόρριψης και της «κοινής» αποδοχής, 197/30
Β Νικολά Αντρέ: Ο Ράιχ και οι αντιλήψεις του για τη δημοκρατία της εργασίας, 197/64 Παπαγεωργίου Χρίστος: Εργογραφία Βίλχελμ Ράιχ, 197/72 Παυλάκου Δήμητρα: Χρονολόγιο Βίλχελμ Ράιχ (1897-1957), 197/20 Στυλιανίδης Στέλιος: Η πολυπλοκότητα της κλινι κής προσέγγισης στον Ράιχ, 197/59 Το ελληνικό φεμινιστικό έντυπο, 198/5 Βαρίκα Ελένη: Μια δημοσιογραφία στην υπηρεσία της «γυναικείας φυλής» - Γυναικεία περιοδικά στον 19ο αιώνα, 198/6 Κωτσοβέλου Βίκυ - Ρεπούση Μαρία: Φεμινιστικά έντυπα 1978-1985. Μια πρώτη προσέγγιση, 198/53 Μαρκουλιδάκη Άννα-Μιχοπούλου Άννα: Ελληνική Βιβλιογραφία για το γυναικείο ζήτημα, 198/61 Σαμίου Δήμητρα: Η διεκδίκηση της ισότητας: τα φεμινιστικά έντυπα το Μεσοπόλεμο (1920-1940), 198/23 Σκλαβενίτη Κωστούλα: Τα γυναικεία έντυπα 19081918,198/13 Ψαρρά Αγγέλικα: Χρονικό μιας μετάβασης (19341948), 198/29 Ρόμπερτ Μούζιλ, 199/11 Βιβλιογραφία Ρόμπερτ Μούζιλ, 199/75 Κεντρωτής Γιώργος: Το ξένο και το θαύμα, 199/36 Μπλανσό Μωρίς: Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες, 199/ 65 Ντάιγκερ Ανέτ: Χρονολόγιο Ρόμπερτ Μούζιλ (18821942), 199/12 Ροτ Μαρί-Λουίζ: Στο «καρναβάλι της Ιστορίας» 199/ 22 Σραμ Ουλφ: Τα μπερδέματα του οικοτρόφου Τέρλες, 199/27 Φριζέ Άντολφ: Ρόμπερτ Μούζιλ ή για το οριακό πε πρωμένο της τέχνης, 199/57 Λεβ Νικολάγιεβιτς Τολστόι, 200/10 Ανδριώτη Μίτση: Χρονολόγιο Λέοντα Νικολάγιεβιτς Τολστόι (1828-1910) 200/12 Ανδριώτη Μίτση: Ένας πολυδιάστατος συγγρα φέας, 200/20 Βιβλιογραφία Δέοντος Τολστόι, 200/70 Λομουνώφ Ν. Κ.: Οι αισθητικές απόψεις του Λεβ Τολστόι, 200/54 Λούξεμπουργκ Ρόζα: Ο Τολστόι ως κοινωνικός διανοητής, 200/32 Μπασκόζος Γιάννης: Ο Τολστόι και η κριτική του Λούκατς, 200/61 Τολστόι Λ.: Η θρησκεία μου, 200/68 Τρουαγιά Ανρί: «Πόλεμος και Ειρήνη», 200/25 Πωλ Ελυάρ, 201/13 Γκωντρίκ Μαριάν: Το Παρίσι του Ελυάρ, 201/61 Έ να γράμμα στον Π. Ελυάρ από τον Ζ. Μπουσκέ, 201/70 Μαρσενάκ Ζαν: Ο Ελυάρ κι ο Έρωτας, 201/53 Πετρόπουλος Θοδωρής: Ελληνική βιβλιογραφία Πωλ Ελυάρ, 201/69 Πουλέ Ζ.: Ο Πωλ Ελυάρ και η πολλαπλότητα του όντος, 201/31 Ρίτσος Γιάννης: Πωλ Ελυάρ, 201/21 Σελέρ Λυσιέν: Χρονολόγιο Πωλ Ελυάρ (1895-1952), 201/14 Ζωρζ Σιμενόν, 202/17 Λακασέν Φρανσίς: Συνέντευξη με τον Σιμενόν, 202/
εξαμ ηνο/ΙΙΙ
Λακασέν Φρανσίς: Μαιγκρέ ή το κλειδί της καρδιάς, 202/33 Η καλύβα του Φλίπκε, 202/57 Μενγκί Κλωντ: Το στοίχημα του Ζώρζ Σιμ, 202/29 Παπαγεωργίου Χρίστος: Βιβλιογραφία Ζωρζ Σιμενόν, 202/65 Σιγκώ Ζιλμπέρ: Ζωρζ Σιμενόν, ο τελευταίος ήρωας του Σιμενόν, 202/53 Βιολογία, 203/29 Βίος: (Βίο - Βιβλιογραφικό Λεξικό), 203/64 Γκερύ Φρανσουά: Ο Κοινωνικός Δαρβινισμός, 203/ 35 Έουαρντ Φραγκίσκος: Οι διακινδυνεύσεις της Βιο λογίας, 203/29 Πιθιντάλ Ραφαήλ: Η Βιολογία σε μυθιστορηματική μορφή, 203/60 Τουιγιέ Πιέρ: Ο Πειρασμός της Βιολογίας, 203/31 Γκυ ντε Μωπασάν, 204/27 Βουγιουκλίδου Άννα: Οι νουβέλες του Μωπασάν: Παραμύθια αγωνίας, παραμύθια μοναξιάς, 204/60 Ζουέν Υμπέρ: Το δεύτερο εγώ και τα φαντάσματα, 204/63 Λανού Αρμάν: Απ’ τον παφλασμό των κυμάτων στους θορύβους των σαλονιών, 204/34 Μανώλος Π. Δημήτρης: Συνοπτική βιβλιογραφία Γ κυ ντε Μωπασάν, 204/74 Μπανκάρ Μαρί-Κλαιρ: Ο Μωπασάν, ο πόλεμος, η πολιτική, 204/54 Σαντέλλι Κλωντ: Ησυχία! Σκηνοθετούμε Μωπασάν, 204/71 Φανιουδάκη Μαρίνα: Μωπασάν, ο χρονογράφος και δημοσιογράφος, 204/66 Φορεστιέ Λουί: Χρονολόγιο Γ κυ ντε Μωπασάν, 204/ 28 Γιάννης Ρίτσος: 205/33 Γιατρομανωλάκης Γιώργης: Ο ποιητής και η πολι τεία, 205/52 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα: Μια μαρτυρία από τον Μάνθο Κιέτση, 205/47 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα: Το μάτι του Ρίτσου. Οι πέτρες, 205/136 Ζώρας Γ. Γεράσιμος: Ο μύθος του Ιππόλυτου στους αρχαίους συγγραφείς και στον Ρίτσο, 205/99 Ιντσέ Οζντεμίρ: Συνάντηση με τον Γιάννη Ρίτσο, 205/112 Κακλαμανάκη Ρούλα: Παράθυρο στην ποίηση, 205/ 90 Κάσσος Βαγγέλης: Ανάμεσα στον τοίχο και στο τζά μι, 205/59 Κατρπουέν Ρομπέρ: Ο άνθρωπος, 205/54 Κεντρωτής Γιώργος: Το τρίτο ρόδο, 205/105 Κεφάλας Ηλίας: Γιάννης Ρίτσος, στη λύρα με τη μια χορδή, 205/86 Μακρυνικόλα Αικ.: Βιβλιογραφία Γιάννη Ρίτσου, 205/137 Μερακλής Γ.Μ.: «Εικονοστάσιο ανωνύμων αγίων» μια πρώτη προσέγγιση, 205/120 Ντόκος Δ. Θανάσης: Τρία σημεία επαφής στον Γιάννη Ρίτσο, 205/93 Πετρόπουλος Θοδωρής: Χρονολόγιο Γιάννη Ρί τσου, 205/34 Πλάκας Δημήτρης: Ο Παντελής Πρεβελάκης για τον Γιάννη Ρίτσο, 205/132
35
IV /B ' ε ξ ά μ η ν ο Πολενάκης Λέανδρος: Αγαμέμνων, Ορέστης, χωρίς Ευμενίδες, 205/128
Χωρεάνθης Κώστας: Τα τραγικά προσωπεία ενός ποιητή, 205/67
ΕΠΙΛΟΓΗ
Δοκίμιο Πάσχου Β.Π.: Αίμα και Πνεύμα, 194/85
ληνική πεζογραφία, 200/81 Σαΐτας Γιάννης: Μάνη, 205/154 Τζιόβας Δημήτρης: Μετά την αισθητική, 202/82
Εκπαίδευση-Παιδαγωγική
Οικονομία
Μακρυνιώτη Δήμητρα: Η παιδική ηλικία στα Ανα γνωστικά βιβλία 1834-1919, 197/79 Πρακτικά του διεθνούς συμποσίου: Ιστορικότητα της παιδικής ηλικίας και της νεότητας, 197/79
Μωυσίδης Αντώνης: Η Αγροτική Κοινωνία στη Σύγ χρονη Ελλάδα, 204/77
Ιστορία
Κοντολέων Μάνος: Οι δυο τους κι άλλοι δύο, 199/ 79 Ραβάνης-Ρεντής Δημήτρης: Η Ωραία Ελένη των γαϊδάρων, 204/85
Βαρίκα Ελένη: Η εξέγερση των Κυριών. Η γένεση μιας φεμινιστικής συνείδησης στην Ελλάδα, 18331907, 205/156 Βρανόπουλος Α. Επαμ.: Ιστορία της Αρχαίας Εύ βοιας, από τους προϊστορικούς χρόνους ώς και τη Ρωμαιοκρατία, 198/86 Κολιού Νίτσα: Οι ρίζες του εργατικού κινήματος και ο «εργάτης» του Βόλου, 201/87 Μιρώ Αιμίλιος: Η καθημερινή ζωή στην εποχή του Ομήρου, 194/86 Μπακαλάκη Αλεξάνδρα-Ελεγμίτου Ελένη: Η εκπαί δευση «εις τα του οίκου» και τα γυναικεία καθήκο ντα, 204/82 Σταυρίδη-Πατρικίου Ρένα: Ο Γ. Σκληρός στην Αίγυ πτο. Σοσιαλισμός, Δημοτικισμός και Μεταρρύθμιση, 203/85 Quinet Edgar: Η Ελλάδα του 1830 και οι σχέσεις της με την Αρχαιότητα, 203/87 Regel W.: Ανάλεκτα Βυζαντινο-Ρούσικα, 198/88 Romano Rugiero: Πού οδεύει η Ιστορία;, 202/86 Κοινωνιολογία Βέλτσος Γιώργος: Η Μη-Κοινωνιολογία, 202/67
Παιδικά
Πεζογραφία Αντύπας Κώστας: Βρυκόλακες-Βρυκόλακες, 199/83 Αραγκόν Λουί: Μπλανς ή η Λησμονιά, 202/79 Γαϊτάνης Γιάννης: Φλος Ρουαγιάλ, 205/146 Valery Paul: Ευπαλίνος ή ο Αρχιτέκτων, 205/151 Γλυκοφρίδη Κατερίνα: Το επόμενο θέρος, 198/83 Δελησάββας Μιχάλης: Τρία παραμύθια, 200/77 Ίνερνυ Τζέι Μακ: Φώτα ολόφωτα, πόλη μεγάλη, 195/85 Λογοθέτης Δ. Ηρακλής: Η γυναίκα της Πράγας, 199/ 84 Μούλιος Φάνης: Οι κληρονόμοι, 202/74 Μπακόλας Νίκος: Η Μεγάλη Πλατεία, 194/83 Νόλλας Δημήτρης: Το πέμπτο γένος, 202/76 Παηαδάτου Βικτωρία: Το μοναχικό τραγούδι της Άλμας, 205/149 Παπαπάνου Κώστας: Αγωνίες, 198/85 Πατίκη Εύα: Συνένοχοι, 205/150 Σουίφτ Γκράχαμ: Υδάτινη χώρα, 203/78 Φακίνος Μιχάλης: Βυζαντινή περίπολος, 201/85
Λεύκωμα
Ποίηση
Δυτικοευρωπαϊκή ζωγραφική από τις παλαιές συλ λογές του Πολυτεχνείου, 199/87
Δαβθέτας Γ.Ν.: Η μυστική ταφή της Ελεονώρας Τίλσεν, 205/143 Ζαχαρώδης Στρατής: Ποιήματα, 1955-1985, 201/81 Λύτρας Στέλιος: Σελίδες απ’ το μυστικό ημερολό γιο του Τοξότη, 197/86 Νατσούλης Α. Δημήτρης: Ψυχικό μητρώο, 203/73 Παγιάση-Κατσούρη Ντίνα: Αντί-θέσεις, 198/80 Τσακνιάς Σπύρος: Χαμηλό Βαρομετρικό, 199/82 Τσουτάκος Παναγιώτης: Κονσουέλο, 198/81
Μαρτυρίες Σταθάκης Νίκος: Το τέλος του ταξιδιού, 195/87 Μελέτες Αγγέλογλου Άλκης: Αναπολήσεις και Ρεμβασμοί. Παπαδιαμάντης, Τέλλος Άγρας, Κλέων Παράσχος, 203/81 Δήμου Νίκος: Έρως καλού, 200/78 Μαστροδημήτρης Δ.Π.: Πέντε δοκίμια για τη νεοελ
36
Πολιτική Αρσένης Γεράσιμος: Πολιτική κατάθεση, 196/83 Παπαϊωάννου Κώστας: Ο μαρξισμός σαν ιδεολογία,
Β ' ε ξ α μ η ν ο /V 197/76 Πολιτάκης Γ. Ανδρέας: Πρώτο θέμα: Η προσέγγιση με τον Τούρκικο λαό, 201/75
Μακρής Νίκος: Αμεσότητα και Εξωτερικότητα, 197/ 74 Ψυχολογία
Φιλοσοφία Αποστολόπουλος I. Θεόδωρος: Μπερξόν και Θρη σκεία, 199/77
Τσαλίκογλου Φωτεινή: Ο Μύθος του Επικίνδυνου Ψυχασθενή, 196/81
ΠΛΑΙΣΙΟ
Εκπαίδευση
Οικολογία
Λόππα Ε. - Μπολέτση Σπ.: Ειδική βιβλιογραφία για τα κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας του Λυκείου, 195/86
Αθανασάκης Α ρτέμης - Κόυσούρης Θόδωρος: Οικο λογική Παιδεία και Περιβαλλοντική Αγωγή, 203/80 Πεζογραφία
Θέατρο Αγγελάκης Ανδρέας: Σχολικό θέατρο για Γυμνάσια και Λύκεια, 199/81 Λαογραφία Λαϊκά παραμύθια της Χαλκιδικής, 202/69 Μαρτυρίες Βοβολίνης Νίκος: Ήθελε να ζήσω, Τούρκοι 19221975, Βάρβαροι όλων των εποχών, 199/85 «Έπειτα από 120 χρόνια ελεύθερης ζωής είμεθα πάλι σκλάβοι». Το Ημερολόγιο Κατοχής του Μίνου Δούκα, 202/80 Παξινός-Πάρος Γιώργος: Η θεά Δήμητρα στην Ιθά κη, 201/79
17 ιστορίες που ξεχωρίζουν, 198/84 Ευσταθιάδη Μαρία: Παραβάτες, 195/87 Ζουμπουλάκη Δημήτρια: Γιατί; 200/82 Καλαβρέζος Διονύσης: Έ να περιστατικό στα χρό νια της δυαρχίας, 204/83 Καλογιάννη Θεοφανώ: Ο θάνατος του ιππότη Τσελάνο και άλλες ιστορίες, 201/82 Κωσταντέλλος Γιάννης: Οι νύχτες ταιριάζουν στους μοναχικούς, 201/86 Μπόνιος Βασίλης: Λαμβάνω την τιμή..., 197/78 Παναγιωτόπουλος Ι.Μ.: Το δαχτυλίδι με τα παραμύ θια, 197/83 Πρίνια Δέσποινα: Εγχειρίδιο κακής συμπεριφοράς, 177/78 Τζέικομπσον Χάουαρντ: Η Αράχνη, 205/159 Τσιαμπούσης Βασίλης: Η θέσπα, 200/86 Φλωράκης Διαμαντής: Η έσχατη αναρχία, 197/84 Ποίηση
Μελέτες Αντωνίου Δαυίδ: Τα προγράμματα της Μ έσης Εκ παίδευσης, (1833-1929), 204/79 Δημαράς Θ.Κ.: Εν Αθήναις τη 3 Μαΐου 1837, 203/76 Ληξουριώτης Γιάννης: Κοινωνικές και νομικές αντι λήψεις για το παιδί τον πρώτο αιώνα του Νεοελλη νικού κράτους, 196/86 Στεφανάκης Γιώργος: Επαναγνώσεις, 197/80
Αναγνωστοπούλου-Πιτσαλίδου Μυρτώ: Το ζώο που κρύβω και άλλα πλάσματα, 202/84 Βρεττός Σπύρος: σε μαύρο πλου, 200/84 Ζαφειριού Σταύρος: Ζεστή πανσέληνος, 202/86 Κανδύλας Θάνος: Φέρον κώμα, 201/76 Κόκλα Γιάννα: Διαστολή στο σήμερα, 197/82 Κουβαράς Γιάννης: Δωρητής σώματος, 202/77 Μοναχός Νικόδημος: Χρώμα των αιώνων, 200/80 Μοσκώφ Κωστής: Ποιήματα, 202/71
ΟΝΟ Μ ΑΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ
Αγγελάκη-Ρουκ Κατερίνα, 196/16 Ανδριώτη Μίτση, 200/12, 200/20 Ανδρουλιδάκης Κώστας, 195/8 Απάκη Έφη, 194/38, 195/38, 196/38, 197/38, 198/46.
199/47, 200/38, 201/38, 202/38, 203/38, 204/37, 205/77 Ασλάνογλου Νίκος-Αλέξης, 196/17 Βαλαβάνη Ελένη, 196/18 Βαλάση Ζωή, 196/19
53
Vl/ Β ' ε ξά μ η ν ο Βαλτινός Θανάσης, 196/20 Βαμβουνάκη Μάρω, 196/20 Βαρίκα Ελένη, 198/6 Βασιλού-Παπαγεωργίου Βάσω, 204/82 Βελέντζας Γ„ 205/151 Βέλτσος Γιώργος, 196/81 Βογιατζόγλου Στέλλα, 196/21 Βουγιουκλίδου Αννα, 194/8, 204/60 Βουρνάς Τάσος, 196/22 Γερμανός Φρέντυ, 196/23 Γιακουμάκης Δημήτρης, 195/87 Γιατρομανωλάκης Γιώργος, 205/52 Γκερύ Φρανσουά, 203/35 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα, 196/23, 205/47, 205/136 Δαμίγος Δημήτρης, 197/54 Δημητρούλια Τιτίκα, 199/22, 199/27, 199/65, 201/31, 201/53, 202/79, 202/56 Δήμου Νίκος, 196/24 Διαπουλής Αριστείδης, 203/80 Δρακονταειδής Δ.Φ., 196/25 Έουαρντ Φραγκίσκος, 203/29 Ευθυμιάδη Νένη, 196/26, 199/57 Ζαραμπούκα Σοφία, 196/27 Ζέη Άλκη, 196/28 Ζήρας Αλέξης, 196/29 Ζορμπά Μυρσίνη, 202/13 Ζουέν Υμπέρ, 204/63 Ζώρας Γ. Γεράσιμος, 194/85,198/85, 200/77, 205/99 Ηλιανός Ορέστης, 199/5 Ιντσέ Οζντεμίρ, 205/112 Καβροχωριανός Μπ., 194//5, 195/5, 200/8, 201/9, 202/ 9, 203/16, 205/30 Κακλαμανάκη Ρούλα, 205/90 Καλαμαράς Αντώνης, 196/29 Καλαμαράς Βασ., 200/74 Κάλφας Αντώνης, 195/86, 197/80, 202/71 Καμπανέλλης Ιάκωβος, 196/30 Καμπουρόπουλος Σ„ 194/64 Καράμβαλης Δημήτρης, 197/11 Καρατσινίδου Χρυσή, 194/13 Κάσσος Βαγγέλης, 205/59 Κατρπουέν Ρομπέρ, 205/54 Κεντρωτής Γιώργος, 199/12,199/36, 205/105 Κεφάλας Ηλίας, 195/87, 199/82, 200/82, 205/86 Κοντολέων Μάνος, 198/83, 201/85, 205/146 Κουμανταρέας Μένης, 196/31 Κουτσιαράς Νίκος, 196/83, 204/77 Κρανιδιώτης Παντελής, 197/30 Κρασαδάκης Στ., 195/26, 195/57, 200/32 Κυρ, 196/32 Κωτσοβέλου Βίκυ, 198/53 Λάζος Δ. Χρήστος, 199/83, 201/87, 203/21,204/19 Δανού Αρμάν, 204/34, 205/154 Λιάρος Διονύσης, 196/32 Λοΐζος Ι.Δ., 202/86, 203/87 Μακρής Νίκος, 199/77 Μακρύ νικόλα Αικ., 205/137 Μανιώτης Γιώργος, 196/35 Μανώλος Π. Δημήτρης, 204/74 Μαρκόπουλος Γιώργος, 205/143 Μαρκουλιδάκη Άννα, 198/61 Μεγαλομμάτης Κοσμάς, 200/7, 201/75 Μένικ Ούλριχ, 199/7 Μεντζελοπούλου Μαρία, 199/88
54
Μερακλής Γ.Μ., 205/120 Μέρντοκ Γκράχαμ, 194/30 Μ ητροπουλου Κωστούλα, 196/34 Μιχοπούλου Αννα. 198'61 Μπαλούρδος Γιώργος. 198 81, 199/81 Μπανκάρ Μαρί-Κλαιρ, 204/54 Μπασαντής Διαμαντής, 194/16 Μπασκόζος Γιάννης, 195/20,195/26,195/69, 200/61 Μπλάνας Γιώργος, 195/85 Μπλανσό Μωρίς, 199/65 Νικολά Αντρέ, 197/64 Νικολαΐδης Αριστοτέλης, 196/52 Νταγκονιέ Φραγκίσκος, 203/55 Ντάιγκερ Ανέτ, 199/12 Ντάλης Σωτήρης, 205/159 Ντόκος Δ. Θανάσης, 200/78, 205/93 Πανταζής Δ. Βαγγέλης, 197/76, 203/75 Πανώριος Μάκης, 197/84, 199/84, 201/82, 202/74, 204/83 Παπαγεωργίου Νώντας, 203/76, 204/79 Παπαγεωργίου Π. Στέφανος, 203/85 Παπαγεωργίου Χρίστος, 197/72, 197/82, 198/84, 199/ 78, 200/80, 200/86, 201/76, 202/65, 202/76, 202/84 Παπαθανασίου Στέλιος, 197/9 Παπακωνσταντίνου Βαγγέλης, 203/31, 203/35 Παπαλεοντίου Λευτέρης, 198/80 Παπασπηλιόπουλος Σπήλιος, 196/53 Πατσαλίδης Σάββας, 202/82 Πάτσιου Βίκυ, 205/156 Παυλάκου Δήμητρα, 197/20 Πετρόπουλος Θοδωρής, 201/69, 205/34 Πλάκας Δημήτρης, 205/132 Πλατής Ν.Ε., 197/74 Πολενάκης Λέανδρος, 205/34 Ραπτόπουλος Βαγγέλης, 196/55 Ραφαηλίδης Βασίλης, 196/55 Ρεμπάπης Νάκης, 195/75 Ρεπούση Μαρία, 198/53 Ρίτσος Γιάννης, 201/2 ' , 205/112 Ροτ Μαρί-Λουίζ, 199/22 Ρούμπουλα Δήμητρα, 195/63, 200/54 Σαμαράκης Αντώνης, 196/57 Σαμίου Δήμητρα, 198/23 Σαντέλλι Κλωντ, 204/71 Σεραφετινίδου Μελίνα, 194/80 Σκλαβενίτη Κωστούλα, 198/13 Σπανός Νίκος, 205/31 Σραμ Ούλφ, 199/27 Στυλιανίδης Στέλιος, 197/59 Σφαέλλου Κ., 205/110 Σωτηρίου Διδώ, 196/58 Τερλεξής Πανταζής, 202/67 Τουιγιέ Πιέρ, 203/31 Τράνακα Άντζελα, 201/61, 202/18 Τρικούκης Μάκης, 195/72 Τρουπάκη Μαρία, 194/47, 195/47, 196/47, 197/46, 198/38, 199/37, 200/48, 201/47, 202/45, 203/45, 204/ 45, 205/83 Φακίνου Ευγενία, 196/59 Φανιουδάκη Μαρίνα, 204/66 Φασουλάκης Σ„ 198/88 Φίλη Χριστίνα, 205/149 Φιλιππούσης Κριστιάν, 203/29, 203/55, 203/60 Φορεστιέ Λουί, 204/28
Β Φορόπουλος Λυκ. Νίκ., 194/86,198/86,199/85 Φραγκουδάκη Άννα, 196/60 Φράιερ Κίμων, 196/61 Φριζέ Άντολφ, 199/57 Φωσκαρίνης Θανάσης, 196/65 Χάρης Πέτρος, 196/62 Χατζιδάκις Μάνος, 196/65 Χατζοπούλου-Καραβία Λεία, 197/86, 203/20 Χουλιαράς Νίκος, 196/63 Χουρμουζιάδης Κριτών, 194/83, 203/78
ε ξα μ η ν ο /VII
Χριστιανόπουλος Ντίνος, 196/64 Χωρεάνθη Ελένη, 196/86, 199/79, 201/79, 202/69, 202/80, 202/86, 204/85 Χωρεάνθη Μαρία, 202/29, 202/33, 202/53 Χωρεάνθης Κώστας, 197/79, 200/81, 201/81, 203/81, 205/128 Ψαρρά Αγγέλικα, 198/29 Kramer Dieter, 195/75 Schaade Angelika, 195/26
ΟΝΟ Μ ΑΤΑ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΩΝ
Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα, 200/6 Καραλής Βρασίδας, 197/8 Κόκκινος Γιώργος, 197/7 Κοντίδης Θόδωρος, 200/7 Τζανακάρης Βασίλης, 200/6 Πανταζής Βαγγέλης, 203/14 Παπαληγούρας Αναστάσης, 200/5 Πειθής Μάκης, 203/13 Πλουμίδης Γεώργιος, 200/5 Χανιώτης Άγγελος, 200/5
ΙΙέπη ΡηγοποΟλοΐι
Αύτοματοποιητική Ένας λόγος γιά τήν τέχνη καί τήν τεχνολογία 2X0 σελίδες. 103 εικόνες Ό διάλογος τέχνης καί τεχνολο γίας παίρνει σήμερα μία νέα σημασία καί μία παγκόσμια διάσταση. Γιά μία ακόμη φορά, γίνεται λόγος'γιά τομή ή γιά συνέχεια, γιά παράδοση καί πρωτοπορεία. Ποιά όμως είναι ή κα ταγωγή, ή σημασία καί οί προοπτικές αύτοΰ τοΰ διαλόγου; άνιχνεύοντας τά στοιχεία τοΰ χρόνου, του χώρου καί τής μηχανής, ή συγγραφέας μίλα γιά πειράματα, συγκλίσεις, όραματισμούς. αλλά καί αδιέξοδα από τήν ’Αρχαιό τητα καί τήν ’Αναγέννηση, μέχρι τά πειράματα των αρχών τοΰ αιώνα καί τή σημερινή εποχή των πολλαπλών εικαστικών κωδίκων.
Εκδόσεις "Αποψη 55
£ α γ α π ω ΤΑ
Ω Ρ Α Ι Ο Τ Ε Ρ Α
Ν Ε Ο Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Α
Ε Ρ Ω Τ Ι Κ Α
ΠΟΙ ΗΜΑΤ Α
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Π. ΧΙΩΤΕΛΛΗ
α φ ιερ ω μ α /5 7 σ υ ν ο λ ικ ό π ρ ό β λη μ α σ το ο π ο ίο ο κ α θ έν α ς δ ίν ει λύση με ολόκ ληρ η τ η ζω ή τ ο ν κ α ι η λύση π ο υ δ ίν ο υ μ ε α ντ ικ α τ ο π τ ρ ίζε ι τη στάση π ο υ δ ια λ έ ξ α με α π έ ν α ν τ ι σ το υ ς ά λ λ ο υ ς α νθ ρ ώ π ο υ ς κ α ι α π έ ν α ν τ ι σ τον εα υτ ό μα ς. Τ ο π ιο π ο λ ύ τ ιμ ο π ρ ά γ μ α π ο υ μα ς π ρ ο σ φ έρ ει ο Ζ ιν τ , είν α ι η α π ό φ α σ η του ν α ζή σ ει ώ ς τ ο τ έλος την α γω νία κ α ι το θ ά ν α τ ο το ύ θ ε ο ύ . α μ π ο ρ ο ύ σ ε, ό π ω ς τό σ ο ι ά λ λ ο ι, ν α σ το ιχ η μα τίσει π ά ν ω σ ε αντιλήψ εις·, ν α α π ο φ α σ ί σ ει α π ό την ηλ ικ ία τω ν 20 ετώ ν γ ια τ ο α ν θ α εί ν α ι π ισ τ ό ς ή ά θ ε ο ς κ α ι έτσι ν α π α ρ α μ είν ει σε όλη του τη ζω ή. Α ν τίθ ετ α , θέλη σε η σ χέση του με τη θρ η σ κ εία ν α είν α ι μια δοκιμασία κ α ι η ζω ντα νή δ ια λ εκ τ ή ή π ο υ τ ο ν οδ ή γη σ ε τελικ ά σ το ν α θ ε ϊ σ μ ό, είν α ι μιά π ο ρ εία π ο υ μ π ο ρ εί ν α επ α να λ η φ θ εί μετά α π ’ α υ τ ό ν , ό χ ι ό μ ω ς κ α ι ν α π ρ ο σ δ ιο ρ ι στεί α π ό α ντ ιλή ψ εις ή έν ν ο ιε ς. Ο ι α τέλειω τες σ υ ζητή σεις του με τ ο υ ς κ α θ ο λ ικ ο ύ ς , ο ι δ ια χ ύ σ εις τ ο υ , ο ι ειρ ω νικ ές επ α ν α φ ο ρ έ ς τ ο υ , η φ ιλα ρ έσ κ ειά τ ο υ , ό ι δ ισ τ α γ μ οί τ ο υ , ο ι υ π ο τ ρ ο π ές τ ο υ , η α μ φ ιλεγ όμ εν η λέξη «Θ εός» σ το έ ρ γ ο τ ο υ , η ά ρ ν η σή του ν α την εγκα ταλείψ ει, α κ ό μ α κι ό τ α ν π ι σ τεύει μ ό ν ο σ τον ά νθ ρ ω π ο , όλη αυτή η αυστηρή εμ π ε ιρ ία , τ ελικ ά , μ α ς φ ώ τ ισ α ν π ερ ισ σ ό τ ερ ο α π ’ ό σ ο εκ α τ ό α να μ φ ίλεκ τ ες α π ο δ ε ίξ ε ις. Έ ζη σ ε για χάρη μα ς μ ια ζω ή π ο υ δ εν έχ ο υ μ ε π α ρ ά ν α ξ α ν α ζή σ ο υ μ ε δ ια β ά ζ ο ν τ ά ς τ ο ν μα ς β ο η θ ά ν α α π ο φ εύ γο υ μ ε τις π α γ ίδ ε ς σ τις ο π ρ ίε ς εκ είνο ς έπ εσ ε ή ν α β γ ο ύ μ ε α π ’ α υ τ ές ό π ω ς βγήκε κι α υτό ς· οι α ντ ίπ α λ ο ι π ο υ μείω σε στα μά τια μ α ς, δ η μ ο σ ιεύ ο ν τ α ς την α λλ η λ ο γρ α φ ία τ ο υ ς , δ εν μ π ο ρ ο ύ ν π ια ν α μα ς α π ο π λ α ν ή σ ο υ ν . Κ ά θ ε α λ ή θ εια έχει επ έλ-
Θ
θ ει, λ έει ο Χ έγκ ελ. Π ο λ ύ σ υ χ ν ά τ ο ξ εχ ν ά μ ε, β λ έ π ο υ μ ε την κ α τ ά λ η ξ η ό χ ι την π ο ρ ε ία , π α ίρ ν ο υ μ ε τ η ν ιδ έ α σ α ν έν α τ ελειω μ ένο π ρ ο ϊό ν χω ρ ίς κ α ν ν α α ντ ιλ η φ θ ο ύ μ ε ό τι δ εν είν α ι π α ρ ά το α ρ γ ό ω ρ ίμ α σ μ ά τ ο υ , μια δ ια δ ο χή α π α ρ α ίτ η τ ω ν λα θ ώ ν π ο υ δ ιο ρ θ ώ ν ο ν τ α ι, μ ερο λ η π τικ ώ ν α π ό ψ εω ν π ο υ α λλη λο σ υ μ π λη ρ ώ ν ο ν τ α ι κ α ι δ ιε υ ρ ύ ν ο ν τ α ι. Ο Ζ ιν τ είν α ι έν α α ν α ν τ ικ α τά σ τα τ ο π α ρ ά δ ε ιγ μ α για τ ί δ ιά λ εξ ε ν α γ ίν ε ι η αλήθεια τον. Α ν τ ο ν είχε επ ιλ έξ ει θ εω ρ η τικ ά στα 20 του χ ρ ό ν ια , ο α θ ε ϊ σ μ ό ς το υ θ α ή τ α ν ψ εύ τικ ος· έτσι ό π ω ς τ ο ν κ α τ ά κτη σε σ ιγ ά -σ ιγ ά , σ α ν επ ιβ ρ ά β ευ σ η μιας, α ν α ζ ή τησ ης μισ ού α ιώ ν α , α υ τ ό ς ο α θ ε ϊσ μ ό ς γίν ετ α ι η σ υγκ εκ ρ ιμ ένη του α λ ή θ εια κ α ι η δική μα ς. Α π ό δ ω κ α ι μ π ρ ο ς , ο ι σ η μ ερ ινο ί ά νθ ρ ω π ο ι μ π ο ρ ο ύ ν ν α γ ίν ο υ ν ν έες α λή θ ειες.
5 8/α φ ιερ ω μ α
Συναντήσεις με τον Αντρέ Ζιντ
*> (...) Ο Ζιντ κυριάρχησε στη νεότητά μου και πώς να μην αναγνωρίζουμε πά ντα σ ’ αυτούς, που το λιγότερο μια φορά θαυμάσαμε, ότι μας ανέβασαν στο πιο ψηλό σκαλοπάτι της ψυχής! Κι όμως, δεν υπήρξε για μένα ούτε δάσκαλος στη σκέψη ούτε δάσκαλος στο γράψιμο ■ αξιώθηκα άλλους. Ζ ιν τ ή τ α ν π ιο π ο λ ύ γ ια μ ένα , μετά α π ’ ό σ α ε ίπ α , το π ρ ό τ υ π ο το υ κ α λλ ιτ έχν η , ο φ ύ λ α κ α ς , ο Ε κ λεκ τ ός, π ο υ α γ ρ υ π ν ο ύ σ ε σ τις π ό ρ τ ες εν ό ς κ ή π ου μ έσα σ το ν ο π ο ίο ή θ ελ α ν α ζήσ ω . Γ ια π α ρ ά δ ε ιγ μ α , δ εν υ π ά ρ χ ε ι σ χ ε δ ό ν τ ίπ ο τ α α π ’ ό ,τ ι είπ ε γ ια την τέχνη π ο υ ν α μην το επ ιδ ο κ ιμ ά ζω π λή ρ ω ς, π α ρ ό λ ο π ο υ η επ ο χ ή του ή τ α ν μα κ ρ ιά α π ό τη σύλληψ η α υτή ς της έ ν ν ο ια ς . Κ α τ α λ ο γί ζ ο υ μ ε σ το ν Ζ ιν τ ό τ ι σ το έρ γο το υ κρ α τή θ η κ ε μ α κ ρ ιά α π ό την α γ ω νία α υτώ ν τω ν κ α ιρ ώ ν. Χ ω ρ ίς π ο λλή σκέψ η π ισ τ εύ ο υ μ ε ό τ ι έν α ς σ υ γ γ ρ α φ έα ς γ ια ν α είν α ι μ ε γά λο ς σ υ γ γ ρ α φ έα ς , π ρ έπ ει ν α εί ν α ι επ α να σ τά τ η ς. Α λ λ ά , α ν ε ίν α ι, η Ισ το ρία α π ο δ ε ικ ν ύ ε ι ό τ ι είν α ι τέτ ο ιο ς α π ο κ λ εισ τ ικ ά κ α ι μ ό ν ο μέχρ ι τη στιγμή της επ α νά σ τα σ η ς. Τ ε λικ ά , δ εν είν α ι σ ίγ ο υ ρ ο ότι ο Ζ ιν τ έμ εινε μ α κ ρ ιά α π ό την επ οχ ή τ ο υ . Μ ά λλ ο ν η επ ο χή το υ θέλη σε ν ’ α π ο μ α κ ρ υ ν θ εί α π ’ ό ,τ ι εκ είνο ς α ντ ιπ ρ ο σ ώ π ευ ε. Τ ο ερώ τη μα είν α ι α ν θ α τ ο κ α τ α φ έρ ει π ο τ έ κ α ι β έβ α ια ό χ ι μέσω της α υ τ ο κ τ ο ν ία ς. Ο Ζ ιν τ α δ ι κείτ α ι κι α π ’ α υ τ ή ν τη ν άλλη π ρ ο κ α τ ά λ η ψ η της επ ο χ ή ς , σ ύ μ φ ω ν α με την ο π ο ία π ρ έ π ε ι ν α δ είχν ει κ α ν είς α π ε λ π ισ μ έ νο ς , γ ια ν α θ εω ρ είτ α ι έξ υ π ν ο ς . Σ το ση μ είο α υ τ ό δ εν τίθ ε τα ι θέμα: π ρ ό κ ειτ α ι για μια ά θ λ ια π ρ οκ α τ ά λ η ψ η . Κ ι όμ ω ς, έπ ρ επ ε ν α ξ εχ ά σ ω τ ο π α ρ ά δ ε ιγ μ α του Ζ ιν τ κ α ι, π ιέ ζ ο ν τ α ς τ ο ν εα υ τ ό μ ο υ , ν ’ α φ ήσ ω α π ό π ο λ ύ ν ω ρ ίς α υ τ ό ν τ ο ν κ ό σ μ ο της α γ α θ ή ς δ η
Ο
μ ιο υ ρ γ ία ς , τ η ν ίδ ια στιγμή π ο υ ά φ η σ α τ ο ν τ ό π ο π ο υ γ ε νν ή θ η κ α . Η Ισ τ ο ρ ία είχε α π α ιτ ή σ εις α π ό τη γ ε ν ιά μ ο υ . Έ π ρ ε π ε ν α π ά ρ ω τη θέση μου α ν ά μ εσ α σ ’ α υ τ ο ύ ς π ο υ π ερ ίμ εν α ν στη σ ειρ ά , μπρο>σ τά στη ν π ύλ η τω ν μ α ύ ρω ν χ ρ ό ν ω ν . Στη σ υ ν έ χ ε ια ξ εκ ιν ή σ α μ ε την π ο ρ ε ία κ α ι δ ε φ τ ά σ α μ ε α κ ό μη σ το τέρ μ α . Π ώ ς θ α μ π ο ρ ο ύ σ α ν α μην έχω α λ λ ά ξ ει ύ σ τ ερ ’ α π ’ α υτά ; Τ ο υ λ ά χ ισ τ ο δ εν ξ έχ α σ α την π λη ρό τη τα κ α ι τ ο φ ω ς τω ν π ρ ώ τω ν χ ρ ό ν ω ν τη ς ζω ή ς μ ο υ , κ α ι δ εν έβ α λ α τ ίπ ο τ α στη θέση τ ο υ ς . Δ ε ν α π α ρ ν ή θ η κ α τ ο ν Ζ ιν τ . Γ ια τ η ν α κ ρ ίβ εια , τ ο ν ξ α ν α β ρ ή κ α σ το τ έλο ς τω ν π ιο σ κλη ρώ ν χ ρ ό ν ω ν α υτή ς της π ερ ιό δ ο υ . Κ ρ α τ ο ύ σ α τό τ ε σ το Π α ρ ίσ ι έν α χ ώ ρ ο σ το δ ια μ έ ρ ισ μ ά τ ο υ . Ή τ α ν έν α α τελιέ με εσ ω τερ ικό εξώ στη κ α ι τ ο π ιο π α ρ ά ξ ε ν ο θ έα μ α σ ’ α υ τ ό ν τ ο ν χ ώ ρ ο ή τ α ν μια μ π ά ρ α π ο υ κ ρ εμ ό τ α ν α π ό δ ύ ο σ χ ο ι ν ιά στη μέση του δ ω μ α τ ίο υ. Τ η ν έβ γ α λ α για τ ί κ ο υ ρ ά σ τ η κ α , ν ο μ ίζ ω , ν α βλέπ ω ν α κ ρ έμ ο ν τα ι εκ εί κ α ι ν α κ ο υ ν ιο ύ ν τ α ι ο ι δ ια ν ο ο ύ μ ε ν ο ι π ο υ με επ ισ κ έπ τ ο ντ α ν . Ή μ ο υ ν ήδη εγ κ α τεσ τη μ ένο ς γ ια π ο λ λ ο ύ ς μ ή νες σ ’ α υ τ ό τ ο α τ ελ ιέ, ό τ α ν ο Ζ ιν τ γ ύ ρ ισ ε, κι α υ τ ό ς με τη σ ειρ ά τ ο υ , α π ’ τη Β . Α φ ρ ι κή. Δ ε ν τ ο ν είχ α δ ει π ο τ έ μέχρ ι τότε· κι ό μω ς, ή τα ν σ α ν ν α είμ α σ τα ν π ά ν τ α γν ω σ τ ο ί. Ό χ ι π ω ς ο Ζ ιν τ με δέχτη κ ε π ο τ έ α νά μ ε σ α σ το υ ς ο ικ είο υ ς τ ο υ . Έ ν ιω θ ε φ ρ ίκ η , τ ο ξ έρ α μ ε α π ό π ρ ιν , γ ι ’ α υ τ ές τ ις θ ο ρ υ β ώ δ εις κ α ι ά κ ο σ μ ες σ υγκ εντ ρ ώ σ εις
αφ ιερ ω μ α/59
π ο υ θ εω ρ ού ντα ι φ ιλικ ές στο χ ώ ρ ο μα ς. Α λ λ ά το χ α μ ό γε λ ό του ό τ α ν με υ π ο δ έχ τ η κ ε ή τ α ν α π λ ο ϊκ ό κ α ι χ α ρ ο ύ μ εν ο κ α ι δ εν τ ο ν είδ α π ο τ έ ν α φ υ λ ά γ ε τ α ι μ α ζί μου. Ό σ ο γ ια τα υ π ό λ ο ιπ α , μα ς χ ώ ρ ιζ α ν σ α ρ ά ντ α χ ρ ό ν ια κα ι η κοινή μα ς α π έ χ θ ε ια ν α γιν ό μ α σ τ ε ενο χλη τικ ο ί. Έ τ σ ι, έζη σ α γ ι ’ α ρκ ετό κ α ιρ ό στο π ερ ιβ ά λ λ ο ν του Ζ ιν τ , χ ω ρ ίς ν α τ ο ν βλέπω σ χε δ ό ν. Χ τ υ π ο ύ σ ε κ α μ ιά φ ο ρ ά τη δ ίφ υ λλη π ό ρ τ α π ο υ χ ώ ρ ιζε τ ο α τελιέ α π ό τη βιβλιοθ ήκ η του. Ε ρ χ ό τ α ν, κ ρ α τώ ντα ς στην α γκ α λ ιά το υ τη Σ ά ρ α , τη γ ά τ α τ ο υ , π ο υ είχε φ τά σ ει σ το δω μ ά τιό του π η δ ώ ντ α ς α π ό σ κεπή σε σ κεπ ή. Π ό τ ε-π ό τ ε, κ α θ ό τ α ν σ το π ιά ν ο . Κ ά π ο ια ά λλη φ ο ρ ά , ά κ ο υ γε μ α ζί μου σ το ρ α δ ιό φ ω ν ο , την α να γ γ ελ ία της α να κ ω χή ς. Ή ξ ε ρ α κ α λά ό τι ο π ό λ εμ ο ς, π ο υ για τ ο υ ς π ερ ισ σ ό τ ερ ο υ ς α νθ ρ ώ π ο υ ς σ ημ α ίνει το τ έ λ ο ς της μ ο ν α ξιά ς τ ο υ ς , ή τ α ν γ ι ’ α υ τ ό ν , ό π ω ς κα ι γ ια μ ένα , η μόνη π ρ αγμα τικ ή μ ο ν α ξιά . Γ ια π ρ ώ τη φ ο ρ ά , κ α θ ισ μ ένοι μπ ρ ο σ τά σ ’ α υτή ν τη σ υ σ κευ ή, ν ιώ θ α μ ε α λλη λέγ γυ ο ι α π έ να ν τ ι στην επ ο χή μα ς. Τ ο ν υ π ό λ ο ιπ ο κ α ιρ ό δ ε γ ν ώ ρ ιζ α τ ίπ ο τα γ ι ’ α υ τ ό ν , π α ρ ά μ ό ν ο ό ,τ ι ά κ ο υ γα α π ’ την άλλη π λ ευ ρ ά της π ό ρ τ α ς , δ ηλα δή βή μα τα κ α ι ψ α χ ο υ λίσ μ α τα , τ ο υ ς μικ ρού ς θ ο ρ ύ β ο υ ς της π ερ ισ υ λ λ ο γή ς ή της ο ν ειρ οπ όλ η σ η ς. Τ ι π ε ίρ α ζε , εξάλλου ! Ή ξ ε ρ α ότι υ π ή ρ χ ε εκ εί, δ ίπ λ α μ ο υ , ό τι φ ύ λ α γ ε με την α π α ρ ά μ ιλλη α ξ ιο π ρ έπ ειά του α υ τ ό ν το μ υστικό χ ώ ρ ο, ό π ο υ είχ α ο ν ειρ ευ τ εί ν α μπω κ α ι π ρ ο ς τ ο ν ο π ο ίο δε στα μά τησ α ο ύ τε στιγμή ν α κ α τ ευ θ ύ ν ο μ α ι, μέσα α π ’ ό λ ο υ ς τ ο υ ς θ υ μ ο ύ ς κ α ι τις φ ιλο ν ικ ίες μας. Σ ή μερ α π ο υ δ εν είν α ι π ια μ α ζί μ α ς, π ο ιο ς θ α
μ π ο ρ ο ύ σ ε ν ’ α ντικ α τα στή σ ει τ ο ν π α λ ιό μου φ ίλο σ τη ν είσ ο δ ο του κή π ου; Π ο ιο ς θ α φ υ λ ά ει α υ τ ό ν τ ο ν τ ό π ο ώ ς τη μέρα π ο υ θ α μ π ο ρ έσ ο υ μ ε ν α ξα ν α γυ ρ ίσ ο υ μ ε; Ε κ είν ο ς, π ά ν τ ω ς, έμ εινε ά γ ρ υ π ν ο ς φ ύ λ α κ α ς ώ ς τ ο θ ά ν α τ ό του· είν α ι λ ο ιπ ό ν δ ίκ α ιο ν α σ υ ν εχ ίσ ο υ μ ε ν α το υ δ είχν ο υ μ ε α υτήν την ευ γ νω μ ο σ ύνη π ο υ χρ ω σ τάμ ε σ το υ ς α λ η θ ιν ο ύ ς μας δ α σ κ ά λ ο υ ς. Κι ο εν ο χ λη τικ ό ς θ ό ρ υ β ο ς π ο υ γ ίν ε τα ι, τώ ρ α π ο υ μα ς έφ υ γε, δ εν π ρ ό κ ειτ α ι ν ’ α λ λ ά ξει τ ίπ ο τα σ ’ α υ τ ό . Β έ β α ια , ό σ ο ι ξ έρ ο υ ν ν α μι σ ο ύ ν είν α ι α κ ό μ α π ειρ α γ μ έν ο ι α π ’ α υ τ ό ν το θ ά ν α τ ο . Α υ τ ό ν , π ο υ τα π ρ ο νό μ ιά το υ με τόση κ α κ ία φ θ ο ν ο ύ σ α ν ο ι ά λλο ι - λες κ α ι δ ικ α ιο σ ύνη δε σ ημ α ίνει α κ ρ ιβώ ς αυτό: ν α μ ο ιρ ά ζ ο ντ α ι α υ τ ά τα π ρ ο ν ό μ ια κι ό χ ι ν α αφήνν ντα ι στην τύχη , στο έλεο ς του κ α θ εν ό ς - , τ ο ν α μ φ ισβη το ύμ ε μέχρι την ύστα τή του ώ ρ α , α γα να κ το ύ μ ε μ π ρ ο ς σε τ ό ση γα λή νη . Δ ε ν π ερ ν ά ει μέρα π ο υ ν α μην τ ο ν τ ι μ ο ύ ν με μίσ ο ς, με χ ο λ ή , ή μ’ α υτή ν τη μ ικ ρ ο π ρ ε πή α ν α ίδ ε ια π ο υ ν ο μ ίζ ο υ ν ό τ ι έχει κ ά π ο ια σ ημα ντικ ή κ α τα γω γή , ενώ , στην π ρ α γ μ α τικ ό τη τα , εί ν α ι π ρ ο ϊό ν τω ν τ ιπ ο τένιω ν. Τ ι σ ύ μ π ν ο ια ό μω ς θ α ’π ρ επ ε ν α είχ α ν εκδηλώ σ ο ι ο ι ά νθ ρ ω π ο ι, γύ ρ ω α π ’ α υ τ ό τ ο μικ ρό σ ιδ ε ρ έν ιο κρεβάτι! Τ ο ν α π εθ ά ν εις είν α ι γ ια π ά ρ α π ο λ λ ο ύ ς έν α μα ρ τύρ ιο τ ό σ ο φ ρ ικ τ ό , π ο υ ν ο μ ίζ ω ό τι έν α ς θ ά ν α τ ο ς ευ τ υ χ ισ μ έν ο ς, εξ α γ ο ρ ά ζε ι κάτι α π ’ το θ α ύ μ α της Δ η μ ιο υ ρ γ ία ς . Α ν π ίσ τ ευ α , ο θ ά ν α τ ο ς το υ Ζ ιν τ θ α με α ν α κ ο ύ φ ιζ ε. Α λ λ ά α ν π ρ α γ μ α τ ικ ά π ισ τ εύ ο υ ν α υ τ ο ί ο ι π ισ τ ο ί π ο υ β λέ π ω , σε τ ί τ έλο ς π ά ν τ ω ν π ισ τ εύ ο υ ν ; Κ α ι τί σ ημα σ ία έχ ει, τελικά; Ό σ ο ι έχ ο υ ν σ τερη θεί τη Θ εία Χ ά ρ η , είν α ι υ π ο χ ρ εω μ έν ο ι ν α είν α ι μεταξύ τ ο υ ς γε ν ν α ιό δ ω ρ ο ι. Ο ι ά λ λ ο ι δ ε σ τερο ύ ντα ι τ ίπ ο τε, είν α ι ο ι π ρ ο ικ ισ μ ένο ι· ή εν ερ γο ύ ν σ α ν ν α ήτα ν. Ε μ ά ς , α ντ ίθ ετ α , τα π ά ν τ α μα ς εγ κ α τ α λ ε ίπ ο υ ν , εκ τό ς α π ό έν α φ ιλικ ό χ έρ ι. Α υ τ ό εξηγεί β έβ α ια για τ ί ο Σ α ρ τ ρ , π έρ α α π ό τις δ ια φ ο ρ ές τ ο υ ς, τί μησε π α ρ α δ ε ιγ μ α τ ικ ά τ ο ν Ζ ιντ. Μ ερ ικ ο ί ά νθ ρ ω π ο ι α να κ α λ ύ π τ ο υ ν έτσ ι, μέσα στο στο χα σ μ ό τ ο υ ς , τ ο μυστικό μια ς γα λή ν η ς π ο υ δ εν είν α ι ο ύ τε φ ειδω λή , α λλά ο ύ τε κι εύκολη . Τ ο μυστικό τ ο υ Ζ ιν τ είν α ι ό τι π ο τ έ δ εν έπ α ψ ε, κα τα μ εσ ή ς σ τις α μ φ ιβ ο λ ίες τ ο υ , ν α είν α ι π ερ ή φ α ν ο ς π ο υ εί ν α ι ά νθ ρ ω π ο ς . Τ ο ν α π εθ ά ν ει, ή τα ν μ έρο ς α υτής της μ ο ίρ α ς, την ο π ο ία θ έλη σε ν α επ ω μ ιστεί ώ ς το τέλο ς. Τ ί θ α έλεγα ν γ ι ’ α υ τ ό ν α ν , ενώ έζη σ ε με τ ό σ α π ρ ο ν ό μ ια , π έ θ α ιν ε κ λ ο νισ μ ένο ς; Τ ό τε θα ’δ είχ ν ε ό τι η ευ τ υχ ία το υ ήτα ν κλεμμ ένη. Κι ό μω ς, ό χ ι, α υ τ ό ς χ α μ ο γέ λα σ ε στο μ υστή ριο κα ι χ ά ρ ισ ε σ το χ ά ο ς το ίδ ιο π ρ ό σ ω π ο π ο υ είχε δ είξει κ α ι στη ζω ή. Χ ω ρ ίς π ά ν τ α ν α το κ α τ α λ α β α ίν ο υ με, π ερ ιμ έν α μ ε εκ είνη τη σ τιγμή, γ ια ν α δ ο ύμ ε γ ια μια τ ελευ τ α ία φ ο ρ ά α υ τ ό το π ρ ό σ ω π ο . Κ α ι γ ια μια τ ελευτα ία φ ο ρ ά ή τα ν π ισ τ ό ς σ το ρ α ν τ ε β ού.
Μετάφραση: Καλλιόπη Στεφανάκη
6 0/α φ ιερ ω μ α
Μωρίς Μπλανσό
L/ϊ
3
V --- J
Ο) X ω Η
Ο
—> ω
g
ω
Ο X
$=“
Η
Όποιος προσπαθήσει να κρίνει δίκαια το έργο και την προσωπικότητα του Αντρέ Ζχντ, εντυπωσιάζεται αμέσως από το εξής: γι’ αυτό το έργο δεν μπορεί να γίνει λόγος χωρίς να το αδικήσουμε. Εάν το εξετάσουμε ως προς μία μό νον πλευρά του, ξεχνάμε το πιο σημαντικό της στοιχειό, ότι δηλαδή δεν είναι η μόνη και ότι αποδέχεται ταυτόχρονα την αλήθεια της ακριβώς αντίθετης. Εάν πάλι δώσουμε βάρος σ ’ αυτήν τη συνύπαρξη των αντιθέσεων, ξεχνάμε την τάση του για ισορροπία, για αρμονία και για τάξη που δεν έπαψε ποτέ να το ζωοδοτεί. ρ γο π λη θ ω ρ ικ ό, έρ γο με α π ίσ τ ευ τ ο μέτρο, ολοκ λη ρ ω τικ ά α φ ιε ρ ω μ έν ο στην τέχνη κ α ι π α ρ ’ ό λ ’ α υ τ ά με σ κ ο π ό ν α επ η ρ εά σ ει, ό χ ι α ισ θ η τ ικ ά α λλά η θ ικ ά , έρ γο π ο υ μετρ ά ει π ερ ισ σ ό τ ερ ο α π ό τ ον ά νθ ρ ω π ο κα ι τ ο ο π ο ίο για τ ο ν ά νθ ρ ω π ο π ο υ τ ο δ ια μ ό ρ φ ω σ ε δ εν ή τ α ν π α ρ ά το μέσον για ν α δ ια μ ο ρ φ ω θ εί ο ίδ ιο ς , ν α α υ τ ο β ρ ευ νη θ εί, έρ γο τ έλ ο ς τ ερ ά σ τ ιο , εκ πληκ τικ ά π ο ικ ίλ ο , α λλά κα ι δ ια σ κ ο ρ π ισ μ έν ο κ α ι π ερ ιο ρ ισ μ έν ο κ α ι μ ο ν ό τ ο ν ο α ν ο ιχ τ ό π ρ ο ς ό λ α τ α σ το ιχ εία του π ο λ ιτ ισ μ ο ύ , μ’ έν α ν α υ θ ορ μ η τισ μ ό, κ ά θ ε ά λλο π α ρ ά β ιβ λ ια κ ό , με μια α φ έλ εια π ο υ είν α ι π ρ ο ϊό ν μ ό χ θ ο υ , ελε ύ θ ε ρ ο γ ια τ ί π ή γ α ζε α π ό μια π ε ιθ α ρ χ ία , δ ια κ ρ ιτ ικ ό στη ν π α ρ ρ η σ ία τ ο υ , τ ό σ ο ειλ ικ ρ ιν ές ώ στε ν α φ α ίν ετ α ι α φ ύ σ ικ ο , έρ γο π ο υ η α νη σ υ χ ία μ ο ιά ζει ν α τ ο ο δ ή γη σ ε στην ηρ εμ ία κ α ι σε μια γ α λ ή ν ια μ ορ φ ή , ό π ο υ τίπ ο τε δ ε θ α μ π ο ρ ο ύ σ ε ν α είν α ι δ ια φ ο ρ ετ ικ ό , ( ...)
Ε
Ε ίν α ι εύ κ ο λο ν α δηλώ νουμε: η λ ο γ ο τ εχ νία εί ν α ι μια π ρ ά ξ ή με την ο π ο ία ό π ο ιο ς κ α τ α π ιά ν ετ α ι δ εν π ρ ο σ π α θ ε ί μ ό ν ο ν ν α δ η μ ιο υ ργ ή σ ει ό μ ο ρ φ α έρ γα , ενδια φ έρ οντα -, δ ιδ α κ τ ικ ά α λ λ ά ν α δ ο κ ιμ α σ τεί ολο κ λη ρ ω τικ ά κ α ι ο ίδ ιο ς , ό χ ι ν α φ τ ιά ξ ει το π ο ρ τ ρ α ίτ ο τ ο υ , ο ύ τε ν α εκ φ ρ α σ τεί, ο ύ τε κ α ν ν ’ α να κ α λ ύ ψ ει τ ο ν εα υ τ ό τ ο υ , α λλά ν α επ ιδ ιώ ξει μ ια ν εμ π ειρ ία ό π ο υ θ ’ α π ο κ α λ υ φ θ εί - σε σχέση με τ ο ν ίδ ιο κ α ι τ ο ν π ρ ο σ ω π ικ ό του κό σ μ ο - το ν ό η μ α τη ς α νθ ρ ώ π ιν η ς ύ π α ρ ξ η ς σ ’ ό λ ο της το π λ ά τ ο ς. Ε ίν α ι β ο λικ ό ν α επ α να λα μ β ά ν ο υ μ ε: η σ υ γγ ρ α φ ή , έχει γ ια ό π ο ιο ν γρ ά ψ ει, α ξ ία θ εμ ε λ ιώ δ ο υ ς εμ π ε ιρ ία ς. Τ ο λέμ ε, το ξ α ν α λ έμ ε, α λλά τελικ ά επ α να λ α μ β ά ν ο υ μ ε έν α ν κ α ν ό ν α χ ω ρ ίς π ε ρ ιεχ ό μ εν ο , α π α τ η λ ό , π ο υ δ εν α ντ έχ ε ι στην ε π α λή θευσ η π α ρ ά μ ό ν ο ν α π ο φ ε ύ γ ο ν τ α ς την κρ ιτική , την π λή ρη α ξ ία της ο π ο ία ς , ό μ ω ς, θεω ρ εί α να μ φ ισ βή τη τη . Έ ν α α π ό τα σ το ιχ εία του έρ γο υ
αφ ιερ ω μ α/61 το υ Ζ ιν τ είν α ι ότ ι μα ς β ο η θ ά ν α κ α τ α νο ή σ ο υ μ ε α υ τ ές τις δ υ σ κ ο λίες, α λλά κα ι ν α δ ια π ισ τώ σ ο υ μ ε ό τ ι κ α ι τ ο ίδ ιο α π ’ α υ τ ές τις δ υ σ κ ο λίες γ ε νν ή θ η κε· μέσα α π ό την εσω τερική δ ια μ ά χη π ο υ π ρ ο κ ά λεσ α ν σ τον σ υ γ γ ρ α φ έα του κ α ι μ ά λισ τα χ ω ρ ίς ν α τις υ π ε ρ β ε ί, έχ ο ν τ α ς όμ ω ς την ικ α νό τη τα ν α τις α γ κ α λ ιά σ ε ι, ν α τις χ α ρ ε ί έν τ ο ν α α λ λ ά κ α ι α νή σ υ χα · μέσα α π ό τ ον π ρ α γ μ α τ ικ ό του π ό ν ο επ ειδ ή δ εν μ π ο ρ ο ύ σ ε ν α τ ις ξ επ ερ ά σ ει, κ α ι α π ’ την ικ α ν ο π ο ίη σ ή το υ ό τ ι, α ν κ α ι τις βρ ήκ ε α ξεπ έ ρ α σ τ ε ς, μπ ό ρ εσ ε μέσα α π ’ α υ τ ές ν α δώ σ ει στην α τέλειω τη π ερ ιέρ γειά του κ α ι σ το δ ίχ ω ς ό ρ ια ερ ευ νη τικ ό τ ο υ π ν εύ μ α , την ευ κ α ιρ ία ν α γο η τ εύ σ ο υ ν . Α π ό τη στιγμή π ο υ ο σ υ γ γ ρ α φ έα ς γρ ά φ ει με την κρ υ φ ή π επ ο ίθ η σ η ότι α υ τ ό π ο υ γρ ά φ ει «τον ο ρ ίζ ε ι ολοκ λη ρ ω τικ ά », τ ο τρ ο μ ερ ό ερώ τημα τω ν ιδια ίτερ ω ν α π α ιτ ή σ εω ν της τ έχ ν η ς , α ρ χ ίζ ε ι ν α τί θ ετ α ι. Η θέση του Α ν τρ έ Ζ ιν τ δ ια φ ω τ ίζ ει α υ τ ό τ ο π ρ όβ λη μ α . Π α ιδ ί του σ υ μ β ο λισ μ ο ύ , δ εν α π α ρ ν ιέ τ α ι την π ίστη του α κόμη κ ι ό τ α ν ψ ά χ νε ι την τελειότη τα , τι£ α ρετές της ολο κ λη ρ ω μ ένη ς μ ο ρ φ ή ς κ α ι της κ α λή ς τ εχ ν ο τ ρ ο π ία ς. Η σ υ γ γ ρ α φ ική του ύ π α ρ ξη δ εσ π ό ζετ α ι α π ό τ ό ν π ό θ ο ν α σ υ μ π ο ρ ευ θ ε ί με τ ο ιδεώ δ ες μια ς τ έχ νη ς α ρ μ ο ν ι κή ς κ α ι α λη θ ινή ς. Τ ο ν α μ ένει π ισ τ ό ς σ το κ α λό γ ρ ά ψ ιμ ο σ η μ α ίνει γ ι ’ α υ τ ό ν ν α μένει π ισ τ ό ς σε ό λ α . ν α μην π ρ ο δ ίδ ε ι τ ίπ ο τε , ν α α κ ο λ ο υ θ εί το δι'ι’χ ιο π ο υ ο δ η γεί ό σ ο το δ υ ν α τ ό ν μ α κ ρ ύ τ ερ α , το >· ^ ι π ο υ επ ιτ ρ έπ ει τ ις π ιο ο υ σ ια σ τ ικ ές π ερ ιπ έ Τι η ;. τις π ιο τ ολμ ηρ ές. Γ ιατί; Π ρ ά ξη π ίσ τη ς, β α ι. σμένη στη λ α τ ρ εία τω ν δ ια χ ρ ο νικ ώ ν α ξιώ ν κα ι η> π α ρ ά δ ε ιγ μ α τω ν α ρισ το υρ γη μ ά τω ν. Ο ώ ρ ι μ ο ς Ζ ιν τ , έμ π ειρ ος π ι α , έχει τ ο δ ικ α ίω μ α ν α γ ρ ά φ ει: «Μ ου είν α ι δ ύ σ κ ο λο ν α μην π ισ τέψ ω ό τ ι η π ιο υ γιή ς , η π ιο σοφή' κ α ι σ υνετή σκέψ η δ εν θ α δ ώ σ ει, εκ φ ρα σμ ένη γ ρ α π τ ά , τ ις π ιο α ρ μ ο ν ικ ές κ α ι π ιο ω ρ α ίες γρα μ μ ές» ( Η μερολόγιο , 1928). Η χά ρ η κ α ι η α ρ μ ο ν ία , λ ο ιπ ό ν , μ ια ς α ίσ ια ς μ ορ φ ή ς δ εν είν α ι α π λ ές α ισ θ η τικ ές τ έρ ψ εις π ο υ ο σ υ γ γ ρ α φ έα ς τ ις δ έχ ετ α ι α π ό φ ιλα ρ έ σ κ εια γ ια τα χ α ρ ίσ μ α τά τ ο υ . Η ελ π ίδ α είν α ι βα θ ύτερ η . Ε ίν α ι η β εβ α ιότ η τ α ότι α φ ο ύ α μ φ ισ β η τ η θ ο ύν τα π ά ν τ α , επ ιβ ιώ ν ει τ ο υ λ ά χ ισ το ν η μορφ ή της φ ρ ά σ η ς σ α ν μέτρ ο κ α ι δ ια φ ύ λ α ξ η της α ξ ία ς της. « Θ έλησ α ν α κ ά νω τη φ ρ άσ η μου έν α τ ό σ ο ευ α ίσ θη τ ο ερ γα λ είο ώστε ν α α ρκ εί η α πλ ή μ ετα τόπ ιση εν ό ς κ ό μ μ α τ ος, γ ια ν α κ α τ α σ τ ρ α φ εί η α ρ μ ο ν ία της» (Ημε ρολόγιο, 1923). Θ έλ ο ντ α ς ν α είν α ι ειλικ ρινή ς, α ν α ζη τώ ν τα ς την έ ν ν ο ια της κ α λλ ιτεχνικ ή ς ειλι κ ρ ίν εια ς , ο ν ε α ρ ό ς Ζ ιν τ την ό ρ ιζ ε με τα εξής: « Β ρ ίσ κ ω ’ α υ τ ό , π ρ οσ ω ρ ινά : δ εν π ρ έ π ε ι π ο τ έ η λέξη ν α π ρ ο η γε ίτ α ι της ιδέα ς. Ή μά λλον: ό τ ι η ιδ έ α π ρ έπ ει ν α επ ιβ ά λλει τη λέξη σ α ν α ν α γ κ α ιό τη τα , η λ έξη , λ ο ιπ ό ν , π ρ έπ ει ν α είν α ι α κ α τ ά β λ η τη , ν α μην μ π ορ εί ν α δ ια γ ρ ά φ ει κ α ι τ ο ίδ ιο ισ χύ ει για τη φ ρ ά σ η , γ ια ο λ ό κ λ η ρ ο τ ο έρ γο » . Α ν ά μ εσ α στη δήλω ση της ν εό τ η τ ά ς το υ γ ια την ειλικ ρ ίν εια κ α ι στη δήλω ση της ω ρ ιμότη τας γ ια
την κ α λ λ ιέ π ε ια , δ εν υ π ά ρ χ ει α ν τ ίθ εο ,,, α λλά β α θ ιά σ υ μ φ ω ν ία . Τ ο 1892 ο Ζ ιν τ α π α ιτ εί ν α είν α ι απόλυτα ειλικρινής κ α ι ο ι ά λλο ι Ζ ιν τ α π α ν τ ο ύ ν με πίστη: τό τε, γ ρ ά ψ ε σ ύ μ φ ω να με την α ρ μ ο ν ία του λ ό γ ο υ κ α ι με τ έτ ο ιο ν τ ρ ό π ο ώστε ό τ α ν γ ρ α φ εί η φ ρ ά σ η , ό τ α ν ολο κ λη ρ ω θεί τ ο έρ γο , τα γ λ ω σ σ ικ ά μ έσα ν α μην είν α ι σε θέση ν α το α λ λ ά ξ ο υ ν σ το π α ρ α μ ικ ρ ό . ( ...) καλή· λ ο γ ο τ εχ νία π ρ ο βλη μ ά τισ ε π ο λ λ έ ς φ ο ρ ές τ ο ν Ζ ιν τ , δ εν μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α το ξ εχ ά σ ο υ με. Τ ο υ φ ά νη κ ε ύ π ο π τ η κι ο ίδ ιο ς ά νθ ρ ω π ο ς π ο υ την υ πη ρ έτη σ ε τ ό σ ο π ισ τ ά , τη ν κ ο ίτ α ξε κ α ι με δ υ σ π ισ τ ία . Η ειλικ ρ ίν εια γ ια την ο π ο ία α να ρ ω τιέται α π ό τη ν εό τ η τ ά τ ο υ , δ ε σ υ μ β α δ ίζ ει με τις α νά γ κ ες της γ ρ α φ ή ς. «Η επ ιθ υ μ ία μου ν α γρ ά ψ ω σ ω σ τά α υ τ ές τις σ ελίδες τ ο υ η μ ερ ο λ ο γ ίο υ , τ ο υ ς α φ α ιρ εί κ ά θ ε α ξ ία , α κ όμη κ α ι την ειλικ ρ ίνεια . Δ ε ν σ η μ α ίνο υ ν τ ίπ ο τε π ια , μια κ α ι π ο τ έ δε θ α εί ν α ι α ρ κ ετ ά κ α λ ά γρ α μ μ έν ες γ ια ν α έχ ο υ ν κ ά π ο ια λο γ ο τ εχ νικ ή α ξία · ε π ιπ λ έ ο ν , ό λ ες ε λ π ίζ ο υ ν στη δ ό ξ α , στη μελλοντική δια ση μ ό τη τα π ο υ θ α τις κ ά ν ει εν δ ια φ έρ ο υ σ ες . Α υ τ ό είν α ι π ο λ ύ π ο τ α π ό .» (Η μερολόγιο, 1893). Κ α ι είκ ο σ ι χ ρ ό ν ια α ρ γ ό τ ε ρα: « Ί σ ω ς , α υτή η π ίστη μου σ το έρ γο τ έχ νη ς κι η λ α τ ρ εία π ο υ του τρ έφ ω , ν α εμ π ο δ ίζ ο υ ν τελικ ά τη ν α π ό λ υτ η ειλικ ρ ίν εια π ο υ θ α ή θ ελ α ν α κ ερ δ ί σ ω α π ό εδώ κ α ι σ το εξή ς α π ό τ ο ν εα υ τ ό μου. Γ ιατί ν α μ’ α π α σ χ ο λ εί η σ α φ ή νεια , τη στιγμή π ο υ είν α ι μ ό ν ο ν μια π ο ιό τ η τ α του ύ φ ο υ ς;» Η ειλικ ρ ί ν ε ια είν α ι μια εξα ίρ ετη π ολεμ ικ ή μη χανή π ο υ α ντ ιμ ά χ ετ α ι ό λ α τα δ ικ α ιώ μ α τα το υ ω ρ α ίο υ λ ό γ ο υ κ α ι τελικ ά κ ά θ ε λ ό γ ο υ . Μ ερ ικ ές φ ο ρ ές θ εω ρ εί ό τι ο λ ό γ ο ς είν α ι υ π ε ρ β ο λ ικ ό ς , ότι λέει π ε ρ ισ σ ότ ερ α α π ’ ό σ α υ π ά ρ χ ο υ ν (« Α υ τή η δ ιε ύ ρ υ ν ση της σ υγκ ίνη σ η ς, της σ κέψ η ς π ο υ μερικ ές φ ο ρ ές στη γα λλ ικ ή λ ο γ ο τ εχ νία α π ο τ ε λ εί το κ ύ ρ ιο σ το ιχ είο του: την καλλιέπεια». (Ημερολόγιο, 1931). Ά λ λ ε ς φ ο ρ ές π ά λ ι, τ ο υ β ρ ίσ κ ει ελλείψ εις: λ έγ ω , σ η μ α ίνει ό τ ι λέω ελά χ ισ τ α . (« Α ν σ τα μά τη σ α γ ια μ εγά λο διά στη μ α τ ο γρ ά ψ ιμ ό το υ (του Η μ ερ ο λ ο γ ίο υ ) ή τα ν για τ ί ο ι σ υ γκ ινή σ εις μου γ ί ν ο ν τ α ν τρ ο μ ερ ά π ο λύ π λ ο κ ες· θ α μου έπ α ιρ ν ε π ο λύ χ ρ ό ν ο γ ια ν α τις γρ ά ψ ω , α ν π ά λ ι τ ις α π λ ο π ο ι ο ύ σ α ό σ ο ή τ α ν α π α ρ α ίτ η τ ο , τ ό τ ε, θ α γ ίν ο ν τ α ν λιγ ό τε ρ ο ειλικ ρινείς· α υ τ ό ή τ α ν ήδη μια λ ο γ ο τ ε χ ν ικ ή δ ιε υ κ ρ ίν η σ η ...» (Ημερολόγιο, 1931). Ή α κ ό μ η , ό π ω ς μ ό λ ις δ ια π ισ τ ώ σ α μ ε, η ειλικ ρ ίνεια κ α τ η γ ο ρ εί τ ο λ ό γ ο γ ια τη σαφήνειά τ ο υ , ο ρ γ ίζ ε τ α ι με την υ π ερ β ο λ ικ ή το υ κ α θ α ρ ό τ η τα , με την υ πέρμ ετρ η δ ια φ ά ν ε ιά τ ο υ - κ α τ η γ ο ρ ία π ο λ ύ σ ο β α ρ ή κ α ι ό σ ο ν α φ ο ρ ά σ τη ν κλασ ική τ έχ ν η , εντε λώ ς κα τα στρ ο φ ική μια κ α ι δ έχ ετ α ι ό τ ι τα σ υγκ ε χ υ μ έν α σ υν α ισ θ ή μ α τ α μ π ο ρ ο ύ ν ν α εκ φ ρ α σ τ ο ύ ν με α κ ρ ίβ εια μ ό ν ο ν με τ ις εκ φ ρ ά σ εις π ο υ τ α π ρ ο δ ίδ ο υ ν , π ο υ τα δ ια τ υ π ώ νο υ ν χ ω ρ ίς σ α φ ή νεια , χ ω ρ ίς ευ π ρ έ π ε ια , χ ω ρ ίς εκ είνη την ελά χιστη τ ά ξ η π ο υ υ π ά ρ χ ει σε κά τι α λ η θ ιν ό . Έ τ σ ι εμ φ ά ν ιζε-
Η
6 2/α φ ιερω μ α τ α ι ο π ειρ α σ μ ό ς ν α γρ ά ψ ει κ α ν είς εν ά ντ ια στο ύ φ ο ς ή ν α γρ ά ψ ει εν ά ντ ια σ το ν ίό ιο του τ ο ν εα υ τ ό , ν α ε ν α π ο θ έσ ει σ τον α υθ ο ρ μ η τισ μ ό την π ρ ο σ δ ο κ ία γ ια μια π ιο ειλικ ρινή έκ φ ρα ση , σ α ν ν α μ π ο ρ ο ύ σ α ν η τ α χύ τη τα , η α π ο υ σ ία σκέψ η ς κ α ι η φ υσ ικ ότη τα ν α π ρ ο σ φ έρ ο υ ν σ ’ αυτή την π ερ ί πτω ση μεγα λύτερ ες εγ γυ ή σ εις α π ό την υ π ο μ ο νή , τη μελέτη κα ι την α π λ ότη τα π ο υ είν α ι τ ο π ρ ο ϊό ν μ ό χ θ ο υ . ( ...) . τέχνη είν α ι εφ η σ υ χ α σ μ ό ς, το είπ ε ο Μ αλλαρμέ· γ ι ’ α υ τ ό η ειλικ ρ ίν εια είν α ι ο τ ό σ ο π ο λ ύ τ ιμ ο ς εχ θ ρ ό ς της, θ α μ π ο ρ ο ύ σ ε μ ά λισ τα ν α είν α ι κ α ι η ύψ ισ τη α ρχή της, α ν δ εν ή τ α ν κ α ι η ίδ ια μια π λ ά ν η . Α π ’ αυτή τη σκέψ η ξ ε κ ιν ά γ ια τ ο ν Ζ ιν τ η δ υ σ φ ο ρ ία π ο υ σ υ ν ο δ εύ ει ό λ ες τ ο υ τις κ ρ ίσ εις, α π ’ α υτή ν ξ εκ ιν ά επ ίσ η ς η α νά γκ η του ν α υ π ο κ ύ ψ ε ι στη ν κα τα δίκη π ο υ η ίδ ια η ειλικ ρ ί ν ε ια επ ιβ ά λ λ ει σ τον εα υ τ ό της. «Η λέξη ειλικρί νεια είν α ι μία α π ό εκ είνες π ο υ π ο λ ύ δ ύσ κ ο λα κ α τ α λ α β α ίν ω ... Ε ν γ έ ν ε ι, μ ό ν ο ν έν α ς ν έ ο ς με α υ τ ο π επ ο ίθ η σ η , α ν ίκ α ν ο ς ν α κ ρ ίν ει, μ π ο ρ εί ν α π ι στεύει π ω ς είν α ι ειλικ ρινής» ( Η μερολόγιο , 1909). Ο Ζ ιν τ , π ρ ιν α π ό τ ο ν Φ ρ ό υ ντ , σ υ ν ειδ η τ ο π ο ίη σ ε τις α δ υ να μ ίες κ α ι τις δ ια σ τ ρ ο φ ές - ό χ ι με την ηθική έ ν ν ο ια του όρ ου - της ειλικ ρ ίν εια ς κ α ι, π ρ ιν κ α τα λή ξει σ τον Μ α ρ ξ, θεώ ρ η σε α νε π α ρ κ ές τ ο επ ίβ ο υ λ ο κ ύ ρ ο ς τη ς, το π α ρ α μ ο ρ φ ω μ έν ο α π ό τη συσ κότιση μια ς εσώ τερης μα τιάς π ο υ α π α ιτ εί γν η σ ιότ η τ α , α δ ια φ ο ρ ώ ν τα ς κ α ι γ ια την ιστο ρ ία κ α ι γ ια τ ο ν κόσ μ ο. Ε ν τ ο ύ το ις , ο Ζ ιντ α π ο χ α ιρ ε τ ά με τ ο ν π ιο κα τη γορ η μ α τικό τ ρ ό π ο π α ρ ά π ο τ έ τ η ν τέχνη κ α ι μ ο ιά ζει ν ’ α π ο δ έχ ετ α ι την ε ξ α φ ά ν ισ ή της, τη στιγμή α κ ρ ιβώ ς π ο υ τα κ ο ιν ω ν ικ ά π ρ ο β λή μ α τα α ρ χ ίζ ο υ ν ν ’ α π α σ χ ο λ ο ύ ν τη σκέψη τ ο υ . « Ό τ ι η τέχνη κι η λο γ ο τ εχ νία μ π ο ρ ο ύ ν ν α υ π ά ρ ξ ο υ ν χ ω ρ ίς ν α τις α π α σ χ ο λ ο ύ ν τ α κ ο ιν ω ν ι κ ά θ έμ α τα κ α ι ότι δ εν μ π ο ρ ο ύ ν π α ρ ά ν α π α ρ ε κ τ ρ α π ο ύ ν , α ν εκ τεθού ν σ ’ α υ τ ό το π ε δ ίο , εξ α κ ο λο υ θ ώ λ ίγ ο -π ο λ ύ ν α τ ο π ιστεύ ω . Γ ι’ α υ τ ό ν το λ ό γ ο , α π ό τότε π ο υ α υ τ ά τ α θέμ α τα π ή ρ α ν το π ρ ο β ά δ ισ μ α στη σκέψ η μ ο υ , σ ιω π ώ ... Π ρ οτιμώ ν α μην γρ ά ψ ω τίπ ο τε π ια , π α ρ ά ν α υ π ο τ ά ξ ω την τ έ χ νη μου σ ε κ ο ιν ω φ ελείς σ κ ο π ο ύ ς. Α ν π εισ θ ώ ότι α υ τ ο ί ο φ είλ ο υ ν ν α έχ ο υ ν σ τις μέρες μα ς π ρ ο τ ε ρ α ιότ η τα , σ ημ α ίνει α υτ ό μ α τ α ό τι κ α τ α δ ικ ά ζω τ ο ν εα υ τ ό μου στη σιω π ή» ( Η μερολόγιο , 1932). Κ α ι τ ο ν Ιο ύ λιο του 1934: «Γ ια π ο λ ύ κ α ιρ ό δ εν θ α μ π ορ έσ ει ν α ξ α ν α γ ίν ε ι λ ό γ ο ς γ ια έρ γο τ έχ ν η ς.» Α υτή η αμφ ισβή τηση της τέχνη ς γ ια χ ά ρ η της α ντ ικ ειμ ενικ ή ς ελ ε υ θ ερ ία ς, είν α ι α π ό τις ση μ α ν τ ικ ό τ ερ ες π ο υ μ π ο ρ ο ύ ν ν α επ ιβ λ η θ ο ύ ν σ ’ ένα ν κ α λλ ιτέχνη . Η α ντιμέτρη ση το υ Α ν τ ρ έ Ζ ιν τ με τ ο ν κ ο μ μ ου νισ μ ό είν α ι η π ιο έντο νη στιγμή της ζω ή ς τ ο υ , η ύ ψ ιστη στιγμή τ ο υ , π ο υ ο φ είλο υ μ ε ν α την κ ο ιτ ά ξο υ μ ε με α πό λ υτη σ ο β α ρ ό τ η τ α . Μ ια τ έτ οια σ υνάντησ η τ ο ν έφ ερ ε α ντιμ έτω π ο μ’ έν α ν τ ο ίχ ο π ο υ δ εν μπ όρ εσ ε ο ύ τε ν α τ ο ν δ ια π ερ ά σ ει,
Η
ο ύ τε ν α π ά ψ ει ν α τ ο ν β λ έ π ε ι, α ρκ έσ τη κε, λ ο ιπ ό ν , ν α υ π ο χ ω ρ ή σ ει μπ ρ ο σ τά τ ο υ , ενώ δ ια ισ θ α νό τ α ν ό τ ι η υπ ο χώ ρ η σ ή του δ εν θ α τ ο ν ικ α ν ο π ο ιο ύ σ ε. Α ς μην το ξ εχ ν ά μ ε, τ υ χ α ίν ει σ το υ ς π ο λ ιτ ικ ο ύ ς ν α π ε ρ ά σ ο υ ν α π ό τ ο ν κ ο μ μ ο υ νισ μ ό κι έπ ειτ α ν ’ α λ λ ά ξ ο υ ν ιδ έες, α υ τ ό το σ τά δ ιο δ εν έχει π ά ν τ α γ ι ’ α υ τ ο ύ ς μεγάλη σ ημα σία . Γ ια τ ο ν σ υ γγ ρ α φ έα ό μ ω ς δ εν ισ χύ ει το ίδ ιο . Α π ό μια τ έτ ο ια α να μ έ τρ ησ η, εά ν εγ κ α τ α λείψ ει τ ο π ε δ ίο της μά χης, έστω κ α ι γ ια τ ο υ ς π ιο σ ο β α ρ ο ύ ς λ ό γ ο υ ς , δ εν θ α τ ο εγ κ α τ α λείψ ει α νέ π α φ ο ς· κά τι στην α π ο σ το λή το υ θ α έχει π λη γεί θ α νά σ ιμ α · ό ,τ ι α μφ ισβή τησ ε ά λλο τ ε, ακόμη κι α ν στη σ υ ν έχ εια τ ο θεώ ρη σε α π λ ώ ς α μφ ισβη τή σ ιμ ο , ε ξ α κ ο λ ο υ θ ε ί ν α εν ο χ ο π ο ιε ί στα μά τια το υ μία δρα σ τη ρ ιό τη τα π ο υ κ α τ α λ α β α ίν ει τί το υ κ ο σ τ ίζει α π ό τις χ α ρ έ ς π ο υ του π ρ ο σ φ έρ ει. την π ερ ίπτω ση του Ζ ιντ ό μω ς, δ εν μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α μην α ντ ιλη φ θ ο ύ μ ε με π ο ιες π ρ ο φ υ λ ά ξ εις, με π ο ιο υ ς ε ν δ ο ια σ μ ο ύ ς μ ά λλ ο ν, σ υ ν ο δ εύ ετ α ι, α μ έσ ω ς μό λ ις εκ φ ρ ά ζ ει α υ τ ό το « Δ ε ν θ α μ π ο ρ έ σ ει ν α ξ α ν α γ ίν ε ι λ ό γ ο ς γ ια έρ γο τ έχνης». Η τέχνη π α ρ α ιτ είτα ι για τ ί δ ε θ έλει « ν α υ π ο τ α χ θ εί σε κ ο ι νω φ ελ είς σ κ ο π ο ύς» · θ υ σ ιά ζ ετ α ι, α λ λ ά έτσι θ α μ π ο ρ έσ ει, επ ίσ η ς, ν α μείνει γ ν ή σ ια . Π ιθ α ν ό ν , για τ ο ν σ υ γ γ ρ α φ έα , ν α υ π ά ρ χ ει σ το ν κό σ μ ο μια υ π ο χ ρ έω σ η π ιο σημα ντικ ή α π ’ τη σ υγγ ρ α φ ικ ή π ρ ά ξη κα ι ο Ζ ιν τ είν α ι έτ ο ιμ ο ς ν α επ ω μ ισθ εί ό λ ες τις σ υ ν έπ ειες της σ ο β α ρ ό τ η τ α ς με την ο π ο ία τ ο α ν α γ ν ω ρ ίζ ε ι- α κ ο ύ ει π ο λ ύ π ιεσ τ ικ ο ύ ς « θ ρ ή νο υς» γ ια ν α έχει δ ιά θ εση ν ’ α κ ο υ σ τ εί η δική του φ ω νή . Έ τ σ ι θ α α υ τ ο -κ α τ α δ ικ α σ τ εί στη σ ιω π ή. Υ π έρ τα τη θ υ σ ία , θ υ σ ία εν τ ο ύ τ ο ις ό χ ι μ ό ν ο ν της λ ο γ ο τ ε χ ν ία ς σ τη ν α γω νία της ο ικ ο υ μ έν η ς, α λλά κ α ι της τ έχ ν η ς σ το ν ίδ ιο της τ ο ν εα υ τ ό , της τ έχ ν η ς π ο υ , α ν α γ ν ω ρ ίζ ο ν τ α ς μ ό ν ο τ ο υ ς δ ικ ο ύ ς της κ α ν ό ν ες, δ ε δ έχ ετ α ι σ τό χ ο υ ς π ο υ θ α την ε ξ ο υ σ ιά ζ ο υ ν , ο ύ τε ξ έ ν ο υ ς ν ό μ ο υ ς π ο υ θ α μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν α τη δ ια φ θ είρ ο υ ν . Η ήττα της τ έχ νη ς είν α ι σ υ γχ ρ ό ν ω ς κ α ι η νίκ η της τ έχ ν η ς π ο υ α π ο σ ύ ρ ε τα ι στη σιω πή κ α ι α ν α π α ύ ετ α ι γ ια τ ο μέλλον. Δ ε ν υ π ή ρ ξε λ ο ιπ ό ν π λή ρη ς αμφ ισβήτηση: ν α μην γ ρ ά φ εις , τ ίπ ο τε π ια , σ ύ μ φ ω ν ο ι, εά ν α υ τ ό το α π α ιτ εί τ ο κ α λό της α νθ ρ ω π ό τη τα ς· εφ ό σ ο ν ό μ ω ς γρ ά φ ο υ μ ε, ν α γ ρ ά φ ο υ μ ε σ ω σ τά , ν α γ ρ ά φ ο υ μ ε σ ύμ φ ω να με τις επ ιτ α γ ές της σ υγγ ρ α φ ικ ή ς τ έχ ν η ς, α φ ο ύ π ρ ώ τ α τις εξετά σ ο υ μ ε χ ω ρ ισ τά , μ ό ν ε ς τ ο υ ς , ό π ω ς α κ ρ ιβώ ς μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α τις α ν α γν ω ρ ίσ ο υ μ ε μ έσα στην κλειστή σ φ α ίρ α της λ ο γ ο τ εχ ν ία ς για τ ί είν α ι ο ι λιγ ό τε ρ ο α π α τ η λ ές, ο ι π ιο κα τά λλη λες ν α βο η θ ή σ ο υ ν α υ τ ό ν π ο υ εκ φ ρ ά ζ ε τ α ι ν α εκ φ ρ ά σ ει κά τι π ερ ισ σ ό τ ερ ο α π ’ τ ο ν εα υτό τ ο υ , κά τι π ερ ισ σ ό τ ερ ο α π ’ ό σ α ξέρ ει, με μια λέξη ν α δ η μ ιο υ ργή σ ει. Η βα σα νιστικ ή έ γ ν ο ια γ ια το ύ φ ο ς , δ ια τ ρ έχ ει το Ημερολόγιο α π ’ την πρώ τη σ ελ ίδ α ώ ς την τ ελευτα ία : « Δ ε μ’ α ρ έ σ ο υ ν π ια τα π ράγματα που γρά φ οντα ι αργά. Ο σκοπ ός α υ
Σ
αφ ιερ ω μ α /6 3 το ύ του σ η μ ειω μ α τ ά ρ ιου, ό π ω ς κι ό λω ν τω ν ά λ λω ν «η μ ερ ολογίω ν» π ο υ έχω κρ α τή σ ει, είν α ι ν α με μ ά θ ει ν α γρ ά φ ω γρ ή γο ρ α » . « Α υ τ ές ο ι σ ελίδες μου φ ά νη κ α ν υ π ε ρ β ο λ ικ ά δ ο υ λ ε μ έν ες κ α ι χ ω ρ ίς α υθ ορ μ η τισ μ ό». «Μ όλις ξ α ν α δ ιά β α σ α τ ο τελευ τ α ίο κ ε φ ά λ α ιο τω ν Α π ο μ ν η μ ο ν ευ μ ά τ ω ν μ ο υ , α υ τό δ ηλα δή π ο υ είχ α υ π ο σ χ εθ εί σ το ν εα υ τ ό μου ν α τ ο γρ ά ψ ω χ ω ρ ίς ν α σ τα μ α τά ει η π έ ν ν α μου κ α ι π ο υ ήδη το έχω δ ο υ λ έ ψ ει π ο λ ύ . Δ ε ν υ π ά ρ χ ει τίπ ο τε σ ’ α υ τ ό τ ο κ ε φ ά λ α ιο α π ’ ό σ α ή θ ελ α ν α β ά λ ω - ό λ α μου φ α ίν ο ν τ α ι π ρ ο σ χ εδ ια σ μ έν α , λ ε π τ ο λ ό γ ο , κ ο μ ψ ά , μ α ρ α μ ένα » . Ό π ω ς α κ ρ ιβ ώ ς η « δ ια σ τρ οφ ή » σ τά θ ηκ ε αρετή γ ια τ ο ν Ζ ιν τ , στο β α θ μ ό π ο υ η αρετή ή τ α ν τ ο φ υ σ ικ ό τ ο υ π ρ ο σ ό ν ενώ η π α ρ εκ τ ρ ο π ή το δ ύ σ κ ο λο επ ίτ ευ γ μ α του μό χ θ ο υ , έτσι α κ ρ ιβ ώ ς, γο η τ ευ μ έν ο ς - π ο λ ύ φ υ σ ιο λ ο γ ικ ά - α π ’ την κομ ψ ότη τα κ α ι τ ο ν φ ρ ο ντ ισ μ έ ν ο λ ό γ ο , υ π ο κ ύ π τ ο ν τ α ς μ’ όλη ν τ ο υ την κ α ρ δ ιά στη ν α να ζή τη σ η της ευ ρ υ θ μ ία ς, σ ε σ ημείο ν α ζ η τά σ το μέτρο τω ν φ ρ ά σ εω ν τη ν α λ ή θ εια κ α ι το ν ό η μ ά τ ο υ ς , θ α π ρ ο τ ιμ ο ύ σ ε ν α ξ εφ ύ γ ει α π ’ α υτή ν τη φ υσ ική του κλ ίση , ν α μην κ υ ρ ιο λ εκ τ ο ύ ν α π ό λυ τ α ο ι λ έξ εις ό τ α ν τις επ ιλ έγ ει, ν α υ π ά ρ χ ο υ ν σ φ ά λμ α τ α στη σ ύντ α ξη ( Η μερολόγιο, 1914) κα ι π ρ ο π ά ν τ ω ν ν α γ ρ ά φ ει γρ ή γ ο ρ α , ν α γ ρ ά φ ει π ρ ιν δ ο υ λ ε υ τ εί η σκέψ η τ ο υ , π ρ ο λ α β α ίν ο ν τ α ς τ ο ν ίδιο τ ο υ τ ο ν εα υ τ ό μ’ έν α α λ η θ ιν ό π ά θ ο ς γ ια ο ρ ά μ α τ α κ α ι α να κ α λ ύ ψ εις . Ε δ ώ , ο ι εν δ ο ια σ μ ο ί του δ εν είν α ι μ ό ν ο ν ο ι εν δ ο ια σ μ ο ί εν ό ς σ υ γ γ ρ α φ έα π ο υ ο ι π ρ οτ ιμ ή σ εις του θ α γ ίν ο ν τ α ν π ιο κ λ α σ ικ ές κ α ι γ ια τ ο ν ο π ο ίο η μουσικ ότη τα της φ ρ ά σ η ς, θ α του μ ά θ α ιν ε ν α π ρ ο τ ιμ ά τη σ α φ ή νεια , την α κ ρ ίβ εια , τη λιτότητα . Η α νη σ υ χ ία τ ο υ ό σ ο ν α φ ο ρ ά στη μ ο ρ φ ή , είν α ι μια α νη σ υ χ ία π ο υ α γ γ ίζ ε ι την α ξία της σ υ γγ ρ α φ ικ ή ς εμ π ε ιρ ία ς. Ε ά ν ο Ζ ιν τ υ π ε ν θ υ μ ίζει τ ό σ ο σ υ χ ν ά σ τον εα υ τ ό το υ τη φ ρ άσ η της Αρμάνς [του Σ τ α ν τά λ , (σ .τ .μ .)]: « Ά ρ χ ισ α ν α μι λά ω π ο λ ύ κ α λλ ίτ ε ρ α , α π ό την επ ο χή π ο υ ξ εκ ι ν ο ύ σ α τ ις φ ρ ά σ εις μου δ ίχ ω ς ν α ξέρ ω π ώ ς θ α τις τ ελειώ σω », είναι για τί αυτή η φ ρ ά σ η α ντ ιπ ρ ο σ ω π ε ύ ε ι σ τα μ ά τια του τη μυστηριώ δη κ α ι επ ικ ίν δ υνη α να τ α ρ α χ ή της σ υ γγ ρ α φ ικ ή ς π ρ ά ξ η ς , χά ρη στη ν ο π ο ία α υ τ ό ς π ο υ γ ρ ά φ ει, α ρ χ ίζ ο ν τ α ς μια φ ρ άσ η χω ρ ίς ν α ξέρ ει π ο ύ τ ο ν ο δ η γ ε ί, α ν α λ α μ β ά ν ο ν τ α ς έν α έρ γο τ ου ο π ο ίο υ α γ ν ο εί τ α ό ρ ια , ν ιώ θ ει δ εμ έν ο ς με το ά γν ω σ τ ο , ν ιώ θ ει υ π ο χ ρ ε ω μ έ νο ς ν α σ υμ μ ετά σ χει σ το μ υ στή ρ ιο μ ια ς δ ια δ ι κ α σ ία ς π ο υ τ ο ν ξ ε π ε ρ ν ά κ α ι μέσω της ο π ο ία ς ξ ε π ε ρ ν ά τ ο ν εα υ τ ό τ ο υ , μια ς δ ια δ ικ α σ ία ς ό π ο υ κ ιν δ υ ν εύ ε ι ν α χ α θ ε ί, ν α χά σ ει τ α π ά ν τ α , α λλά κ α ι ν α βρ ει π ερ ισ σ ό τ ερ α α π ’ ό σ α ψ ά χ ν ε ι. ( ...) Η λο γ ο τ εχ νία είν α ι μια εμ π ε ιρ ία κ α κό π ισ τη κ α ι σ κ οτ ειν ή , ό π ο υ μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α επ ιτ ύ χ ο υ μ ε μ ό ν ο ν α π ο τ υ γ χ ά ν ο ν τ α ς , ό π ο υ η α π ο τ υ χ ία δ ε σ ημα ί ν ε ι τ ίπ ο τε , ό π ο υ ο ι ισ χ υ ρ ό τε ρ ο ι εν δ ο ια σ μ ο ί είν α ι ύ π ο π τ ο ι, ό π ο υ η ειλικ ρ ίν εια κα τ α ντ ά κω μω δία: εμ π ε ιρ ία ου σ ια σ τ ικ ά α π α τ η λ ή , κι α υ τ ό α κ ρ ιβώ ς κ α θ ο ρ ίζε ι όλη της την α ξ ία , για τ ί α υ τ ό ς π ο υ
γ ρ ά φ ει μ π α ίνε ι μέσα σ τη ν α υ τ α π ά τ η , α λλά αυτή η α υ τ α π ά τ η , ξ εγελ ώ ν τ α ς τ ο ν , τ ο ν π α ρ α σ ύ ρ ει κ α ι, π α ρ α σ ύ ρ ο ν τ ά ς τ ο ν με την π ιο δ ιφ ο ρ ο ύ μ εν η α ν α τ α ρ α χ ή , του δ ίν ει τη δ υνα τ ό τ η τα ή ν α χ ά σ ει α υ τ ό π ο υ π ίσ τ εψ ε ότι είχε ήδη βρ ει ή ν ’ α να κ α λ ύ ψ ει α υ τ ό π ο υ δε θ α μ π ο ρ έσ ει π ο τ έ ν α χά σ ει. Ο Ζ ιν τ είν α ι ο χ ώ ρ ο ς ό π ο υ α ντ α μ ώ νο υ ν δ ύ ο λ ο γ ο τ ε χ ν ι κ ές α ντιλή ψ εις: της π α ρ α δ ο σ ια κ ή ς τ έχ ν η ς π ο υ β ά ζ ε ι π ά ν ω α π ’ ό λ α την ευ τ υ χ ία ν α π α ρ ά γ ε ι α ρ ι σ το υ ρ γή μ α τα κ α ι της λ ο γ ο τ εχ ν ία ς σ α ν εμ π ειρ ία ς, π ο υ α δ ια φ ο ρ ε ί γ ια τα έρ γα κ α ι είν α ι έτοιμη ν α α υ τ ο κ α τ α σ τ ρ α φ ε ί γ ια ν α π λη σ ιά σ ει το α π ρ ό σ ιτο . Α π ό εδώ α π ο ρ ρ έει κ α ι η δ ιπ λή τ ο υ μ ο ίρ α . Π ρ ό τ υ π ο λ ο γ ο τ εχ νικ ή ς τιμ ιό τη τα ς κ α ι γ ι ’ α υ τ ό θ εω ρ ήθ ηκ ε γ ια χ ρ ό ν ια ο π ρ ίγ κ η π α ς της α μ φ ιβ ο λ ία ς ή κ α ι ο ίδ ιο ς ο δ α ίμ ο ν α ς. Α ρ γ ό τ ερ α , τ ο ν α ν α κ α λύ π τ ει η κλασ ική α θ α ν α σ ία . Γ ίνετα ι ο π ιο μ ε γά λ ο ς εν ζω ή Γ ά λλο ς σ υ γ γ ρ α φ έα ς . Κ α ι η δ ό ξ α τ ο ν υ π ο β ιβ ά ζ ε ι, θ εω ρ ώ ντα ς τ ο ν α π λ ά κ α ι μ ό ν ο σ ο φό. Μ ετά φ ρ α σ η : Κ α τ ερ ίνα Σ ύ ρ ρ ο υ
Μ ες Εκδόσεις
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ Ιπποκράτους 8 τηλ. 36.27.318
6 4/α φ ιερω μ α
α τ ο ν κ ρ ίν ο υ ν α π ό α ισ θ ητική ά π ο ψ η : α υ τ ό ή θ ελ ε εκ είνο ς ο G id e π ο υ τ ο ν α π α σ χ ο λ ο ύ σ ε η «δ εύτερ η α νά γνω σ η » τω ν έρ γω ν τ ο υ , π ρ ο κ ειμ έν ο υ ν α κ α τ ορ θ ώ σ έι ν α κ ερ δ ίσ ει « κ α τ ’ έφ εσ η» την υ π ό θ εσ ή του· δ εν π ρ ό κ ειτ α ι εδώ γ ια ε κ είνο ν τ ο ν Ζ ιν τ π ο υ π α ίζ ο ν τ α ς σ α ν π α λ ιό ς π ο ν η ρ ό ς π α ίχ τ η ς σ ε π ερ ισ σ ό τ ερ α τ α μ π λώ , π ρ ό σ φ ερ ε σ το υ ς α φ ε λ είς , σ α ν εύ κολη λύ σ η , τη « δ ιέ ξο δ ο » τω ν Γήινων Τροφών, μ ό ν ο κ α ι μ ό ν ο επ ειδ ή επ έμ ενα ν ν α π ι σ τώ ν ο υ ν τ ο σ υ γ γ ρ α φ έα τ ο υ ς κυ ρ ίω ς με κ ά π ο ια « επ ιρ ρ οή » ή με κ ά π ο ιο ύ φ ο ς π ο υ τ ο α π έ δ ιδ α ν στη μ ε γα λ ο φ υ ία . Γ ιατί ο Ζ ιν τ γ ν ώ ρ ιζε - ή μά ν τ ευ ε - π ω ς τ ο ν α μιλά κ α ν είς γ ια « π ρ ο σ φ ο ρ ά » χ ω ρ ίς ν α εξ η γ εί σε τι σ υ ν ίσ τ α τ α ι α υ τ ή , είν α ι σ α ν ν α υ π α ιν ίσ σ ε τ α ι ό τ ι δ εν υ π ά ρ χ ει κ α μ ιά π ρ ο σ φ ο ρ ά π α ρ ά ίσω ς κά τι τ ο α κ α θ ό ρ ισ τ ο , κά τι π ο υ π ε ρ ιο ρ ίζετ α ι σ τη ν κα λή π ρ ό θ ε σ η . Ε νώ γ ια ν α κ ρ ί ν ε ι κ α ν είς ο λό κ λη ρ ο τ ο έρ γο κ ά π ο ιο υ α π ό α ισ θ η τική ά π ο ψ η , π ρ έπ ει ν α κ α θ ο ρ ίσ ει π ο ιο σ υ γκ εκ ρ ι μ έ νο έρ γ ο ε ίν α ι ω ρ α ίο κ α ι γ ια π ο ιο λ ό γ ο . Σ ίγ ο υ ρ α με τ ο «Αν ο σπόρος δεν πεθάνει...» ο Ζ ιν τ , μ π α ίνε ι σ το σ υ ν α γ ω ν ισ μ ό π ο υ π ρ ώ τ ο ς εγ κ α ιν ία σ ε ο Ρ ουσ σώ με τ ις Εξομολογήσεις του· έ ν α ς Ζ ιν τ π ο υ εν δ ε χ ο μ έν ω ς έχ ει β ά λ ει π ερ ισ σ ό τ ε ρ α σ το ιχ εία α π ό τ ο ν εα υ τ ό τ ο υ σ το Ημερολόγιό
Ν
το υ π α ρ ά σ το υ ς Βάλτους ή σ το ν Θησέα· κ α ι δ εν α π ο κ λ είετ α ι ν α είν α ι ο Κορνδω νας τ ο π ιο «σ η μ α ντικ ό » το υ έ ρ γ ο ... Α λ λ ά η τέχνη τ ο υ Ζ ιν τ δε β ρ ίσ κ ετ α ι σε ό λ α α υ τ ά τα « α π ο σ π ά σ μ α τ α α π ό μια μεγά λη εξο μ ο λό γ η σ η » (ό π ω ς είπ ε η κ υ ρ ία ντε Σ τ α λ γ ια τ ο ν Γ κα ίτε) κα ι δ εν είν α ι α υ τ ά τα σ το ι χ ε ία π ά ν ω σ τα ο π ο ία θ α κ ρ ιθ εί η έφ εσή τ ο υ . Γ ια τί ο ά ν θ ρ ω π ο ς α υ τ ό ς σ το π ρ ό σ ω π ο του ο π ο ίο υ ο ι σ ύ γ χ ρ ο ν ο ί του β λ έ π ο υ ν κ ιό λ α ς έν α ν δ ευ τ ερ εύ ο ν τ α δ η μ ιο υ ρ γ ό π ερ ισ σ ό τ ερ ω ν φ ιλ ο λ ο γ ικ ώ ν ει δ ώ ν , έχ ει έν α είδ ο ς π ο υ τ ο π ρ ο ίκ ισ ε με έ ν α εισ ι τ ή ρ ιο π ρ ώ τη ς θ έσ η ς, π λ η ρ ώ ν ο ντ α ς α π ό τ ο ν π λ ο ύ τ ο τη ς μ εγ α λ ο φ υ ία ς του: Οι Κ ιβδηλοποιοί κ α ι τ ο μυ θ ισ τό ρ η μ α . Ο Ζ ιν τ π ο υ α φ ο σ ιώ ν ετ α ι σ ’ α υ τ ό τ ο έρ γο α π ό τ ο 1919 μ έχρ ι τις 8 Ιο υ ν ίο υ 1925, δ εν είν α ι ο ύ τε ο ν ε α ρ ό ς σ υμ β ο λισ τ ή ς π ο υ σ υ ν δ ια λ έγ ετ α ι π ά ν ω στη ν κ α θ α ρ ή τέχνη με τ ο υ ς π α λ α ιο τ έρ ο υ ς τ ο υ , ο ύ τ ε έ ν α ς γ έ ρ ο ν τ α ς σ ο φ ό ς , π ο υ σ α ν τ ο ν Γ καίτε α να μ ε τρ ά π ίσ ω του τ ο ν εν τ υ π ω σ ια κ ό ό γ κ ο τω ν α π ά ν τ ω ν τ ο υ , ο ύ τ ε , α κ ό μ α λ ιγ ό τε ρ ο , ο α νή σ υ χ ο ς η θ ικ ο λ ό γ ο ς ή ο έν θ ερ μ ο ς ιδ ε ο λ ό γ ο ς - έστω κ α ι μ έσα στη μ ο ν α ξ ιά του: είν α ι έν α ς ώ ρ ιμ ο ς ά νθ ρ ω π ο ς , σ τα μισ ά της δ ια δ ρ ο μ ή ς τ ο υ , π ο υ π ρ έ π ε ι ν α π είσ ε ι τ ο ν εα υ τ ό το υ ό τι α υ τ ό θ α είν α ι «το μ ο ν ά -
αφ ιερ ω μ α/65 βώ ς το α ντίθ ετο: το ό τ ι μπ ό ρ εσ ε ν α α να νεώ σ ει αυτή τη μορ φ ή , α π ω θ ώ ντ α ς τ ο κέντρ ο του έρ γο υ σ ε τ έτ ο ιο β α θ μ ό ώστε τα ό ρ ια του μ υ θ ισ το ρ ήμα το ς ν α χ α θ ο ύ ν σ το ν ο ρ ίζ ο ν τ α ... Σ τη ν π ρ α γ μ α τικ ό τη τα , α υ τ ό π ο υ έγ ρ α ψ ε δ εν είν α ι κ α θ ό λ ο υ έ ν α - μ υ θ ισ τ ο ρ ιο π ο ιη μ έν ο - έρ γο π ά ν ω στην τεχνική το υ μυθ ισ το ρ ή μ α το ς, έν α τ ε ρ ά σ τ ιο π ρ ο σ ά ρ τη μ α στο Ημερολόγιο των Κιβδη λο π ο ιώ ν α ντ ίθ ετ α ο Ζ ιν τ , με α υτό το β ιβ λίο , α να ν έω σ ε την τέχνη του μυθ ισ το ρ ή μ α το ς κ α ι μά λισ τα σ ε τρ εις τομείς: τ ο ν τ ρ ό π ο π ο υ π α ρ α κ ο λο υ θ εί τα π ρ ό σ ω π α , το χ ρ ό ν ο της α φ ήγη ση ς κα ι τ ο ν ίδιο τ ο ν τ ρ ό π ο της δρά σ η ς. ο κ λ α σ ικ ό μ υ θ ισ τόρ ημα α π α ιτ ο ύ σ ε μια π λ ο κή κ α ι κά τι π ερ ισ σ ό τ ερ ο α π ό έν α επ ίκ εντ ρ ο , α π α ιτ ο ύ σ ε έν α δρά μα : στην α ρ χ ή , τ ίπ ο τα δ ε σ υμ β α ίν ε ι, τ α π ά ν τ α π ρ ο ετ ο ιμ ά ζ ο ντ α ι - μετά , τ ίπ ο τα επ ίσ η ς δ ε συμβαίνει, για τ ί τ α π ά ν τ α έχ ο υ ν ήδη δ ια δ ρ α μ α τ ισ τ εί. Ο ι κ λ α σ ικ ο ί μ υ θ ισ τ ο ρ ιο γ ρ ά φ ο ι δ εν α ντ ιλ α μ β ά ν ο ν τ α ν ότι αυτή η τεχνική ήτα ν κλ η ρ ο ν ο μ ιά α π ό τ ο θ έα τρ ο κ α ι α π ό τη ρ ητορική. Α κόμ η κα ι ο Π ρ ο υ σ τ α φ η γείτ α ι κ α ι το υ είν α ι .α να γκ α ίο τ ο τ έχ να σ μ α εν ό ς χ α μ έν ο υ κα ι επ α να κτη μένου χ ρ ό ν ο υ , γ ια ν α δ ικ α ιο λ ο γ ή σ ει την τ α υ τό χ ρ ο νη ύ π α ρ ξη π ερ ισ σ ό τερ ω ν υ π ο θ έσ εω ν . Σ τ ο υ ς Κιβδηλοποιούς π ο ια είν α ι η υ πό θ εσ η ; Ε ί ν α ι - σ το ν ίδ ιο β α θ μ ό με την π α ρ α χ ά ρ α ξ η τω ν ν ο μ ισ μ ά τ ω ν ή με την α υ τ ο κ τ ο ν ία το υ μικρού Μ π ο ρ ίς - ό λ α τα επ εισ ό δ ια τω ν δ ια φ ό ρ ω ν σ υ γκ ρ ο ύσ εω ν: Ο λ ιβ ιέ-Μ π ε ρ ν ά ρ , Ε ν τ ο υ ά ρ -Ο λ ιβ ιέ, Ο λ ιβ ιέ-Π α σ α β ά ν κ α ι Π α σ α β ά ν -Ε ντ ο υ ά ρ (δ εν υ π ο τ ά σ σ ω στην ψ υ χ ο λ ο γ ία τη σ ημα σία της π ερ ι π έτ εια ς). Ό σ ο γ ια τ ο μ υ θ ισ τό ρ ημα π ο υ γρ ά φ ει ο Ε ν τ ο υ ά ρ π ά ν ω σ το σ τ ιλιζά ρ ισ μ α της π ρ α γ μ α τ ι κό τη τας, σ ίγ ο υ ρ α ο ύ τε α υ τ ό α π ο τ ελεί το επ ίκ ε ν τ ρ ο τω ν Κιβδηλοποιών (Ο Ε ν τ ο υ ά ρ θ α τ ο γ ρ ά ψ ει εν δ ε χ ο μ έν ω ς - εν δ ε χ ο μ έν ω ς ... - κ α ι ο Ζ ιν τ , με αυτή την α φ ο ρ μ ή , έγ ρ α ψ ε έν α ά λλο μυ θ ισ τό ρ η μ α ), α λλά είν α ι μια π ερ ιπ έ τ εια σ το εσ ω τερ ικό του μυθ ισ το ρ ή μ α το ς, μια στιγμή μέσα σ τη ν υ π ό θ εση: με τ ο ν ίδιο τ ρ ό π ο ο Μ α ν έ ζω γ ρ ά φ ιζ ε στο β ά θ ο ς τ ο ν π ίν α κ ά του «Ηορτραίτο του Ζολά», έν α α ντ ίγ ρ α φ ο της «Ολυμπίας» κ α ι ό μ ω ς δ εν π ρ ό κ ειτ α ι γ ια έν α ν π ίν α κ α με α π ο κ λεισ τ ικ ό θέμα τ ο υ τη ζ ω γρ α φ ικ ή . Ο Ζ ιντ υ π ο ν ο μ ε ύ ει τη δρά σ η , τη δ ια σ κ ο ρ π ίζ ε ι σε π ερ ισ σ ό τ ερ ες π ερ ιπ έ τ ειε ς π ο υ δ εν επ ικ εν τ ρ ώ ν ο ν τ α ι γύ ρ ω α π ό έν α γ ε γ ο ν ό ς , α λ λ ά γύ ρ ω α π ό δ ύ ο ά λλα σ υ μ β ά ν τ α , π ρ ο σ θ έτ ο ν τ α ς δ ιά φ ο ρ ες λεπ τ ο μ έρ ειες γύ ρ ω α π ό α υ τ ά τα σ υμ β ά ν τα . Ό π ω ς θ α α να φ έρ ει α ρ γ ό τ ερ α σ το Ημε ρολόγιό τ ο υ , μ α θ α ίν ει ν α μην «επ ω φ ελείται» α π ό τ ο δημ ιο ύ ργη μ ά του: μυ θ ισ τόρ ημα σ ημ α ίνει έν α έρ γο μέσα σ το ο π ο ίο σ υμ β α ίν ει κά τι κ α ι μ ά λισ τα σ υ ν εχ ώ ς κά τι κ α ιν ο ύ ρ ιο . Η καλή γνώ ση μ ια ς τ έ χ ν η ς είν α ι ικα νή ν α α να π λη ρ ώ σ ει τη μ ο ν α δ ικ ό τητα της δ ρ ά σ η ς με τη μ ο να δικ ό τη τα το υ έρ γο υ . Σ τη ν π ρ α γ μ α τικ ό τη τα τ ο κ λ α σ ικ ό μυ θ ισ τό ρ η
Τ
δ ικ ό του μυθ ισ τόρ η μ α κ α ι τ ο τ ελευ τ α ίο β ιβ λίο το υ» κ α ι θ έλει « να ρ ίξει μέσα σ ’ α υτό τα π ά ν τ α , χ ω ρ ίς κα μ ιά επ ιφ ύ λ α ξη ». Η α φ ιέρω ση σ το ν Ρ ο ζ έ Μ αρ τέν ντυ Γ κ α ρ , δ ιά φ ο ρ ες π ρ ο σ ω π ικ ές σ υ ζ η τήσ εις κ α ι ο κ α τ ά λο γο ς τω ν έρ γω ν το υ π ο υ κλ εί ν ε ι γ ια την α ιω νιότ η τ α , α φ ή ν ο υ ν ν α κ α τ α λ ά β ο υ με ότι αυτή η διά ση μη φ ω νή , π ο υ χ ά νε τ α ι γ ια π ά ν τ α α π ό τ ο ν κ όσ μ ο, ζη το ύ σ ε ν α α να γν ω ρ ισ τ εί με τ ο υ ς Κιβδηλοποιούς. Κ α ι π ο ιο ς δ εν α μφ ισβή τησ ε α υ τ ό τ ο έρ γο; Η κριτική π ο υ ευ φ ρ α ίν ετ α ι, α π ο κ α λ ύ π τ ο ν τ α ς τα δ ικ ά της ελαττώ μ ατα α κ όμ α κ α ι σ το υ ς π ιο ά δ ο λ ο υ ς « δ η μ ιου ρ γ ού ς», ή τα ν π ο λ ύ σ ίγο υρ η γ ια τ ο ν εα υ τ ό της ό τ α ν , σχετικ ά με τ ο υ ς Κιβδηλοποιούς, έλεγε με υ π α ιν ιγ μ ο ύ ς ότι α υ τ ό τ ο μ υ θ ισ τόρ ημα π ά ν ω σ το μ υ θ ισ τόρ ημα δ εν μ π ο ρ ο ύ σ ε ν α είν α ι έ ν α «α λη θ ινό» μ υ θ ισ τόρ ημα . Ο Τ ιμ π ω ντέ θ α ήθ ελ ε ν α κ α τ α τά ξ ει α υ τ ό «το ευ φ υ ές σ ύ ν ο λ ο , το ο π ο ίο όμω ς δ εν είν α ι π α ρ ά κά τι α π ο κ λεισ τ ικ ά κ α ι μ ό ν ο ν ευ φ υές» σ τη ν κ ά τ η γ ο ρ ία τω ν μυ θ ισ το ρημ άτω ν κρ ιτική ς, μ α ζί με τ ο ν Τηλέμαχο [του Φ ενελόν] κ α ι την Ηδυπάθεια [του Σ α ιν τ-Μ π εβ ]. Ή δ η , ό τ α ν μ ιλού σε γ ια « σ ύνο λο » σ ή μ α ινε π ω ς α ρ ν ιό τ α ν ότ ι ο ι Κιβδηλοποιοί είχ α ν δ ο μ ή , ενό τ η τ α κ α ι σ υ ν ο χ ή . Ε ν ώ η τέχνη το υ Ζ ιν τ ή τ α ν α κ ρ ι
6 6/α φ ιερω μ α μα (κ α ι δε μ ιλά με μ ό ν ο γ ια την Πριγκίπισσα της Κλεβ) δ εν είναι τ ίπ ο τα ά λ λ ο α π ό μια μα κ ρ ο σ κ ε λή α φ ήγη ση . Β έ β α ια ο Τ ο λ σ τ ό ι τ ο είχε ήδη δ ιε υ ρ ύ ν ει δ ια ν ο ίγ ο ν τ ά ς τ ο με δ ιά φ ο ρ ες σκηνές : τ ερ ά σ τιοι π ίν α κ ε ς π ο υ δ ια δ έχ ο ντ α ι ο έν α ς τ ο ν ά λλο μ έσα στην π ινα κ οθ ή κ η το υ χ ρ ό ν ο υ , χ ω ρ ίς κ α μ ιά μετα βα τική φ ά ση . Γ ια ν α γ ίν ε ι η μ υ θ ο π λ α σ ία του π ειστική - ο λ ο ζώ ν τα ν η - τ ο π α ρ ελ θ ό ν επ ιβ α λ λ ό τ α ν σ το ν Τ ο λ σ τ ό ι ω ς ο μ ό ν ο ς τ ρ ό π ο ς π ο υ θ α έδ ι ν ε ζω ή σ ’ α υ τ ο ύ ς τ ο υ ς μ ε γά λο υ ς π ίνα κ ε ς. Ο Ζ ιντ κ α τ ά φ ερ ε ν α κ ερδ ίσ ει το στο ίχη μ α π ο υ α π α ιτ ο ύ σε ν α γ ρ ά ψ ει έν α μυ θ ισ τό ρ η μ α σε ενεσ τώ τα χ ρ ό νο: δ εν υ π ά ρ χ ει κ α μ ιά α φ ήγη ση π ο υ ν α π ρ ο ε τ ο ι μ ά ζει τ ο π ρ ώ το μ έρος τω ν Κιβδηλοποιών ο ύ τε κ α ι κ α μ ιά « α να δ ρ ομ ή σ το π α ρ ελ θ ό ν» π ο υ ν α α φ η γείτ α ι τη μ έχρι τότε κα τά στα ση (ο ύ τ ε κ α ν κ ά τ ι α ν ά λ ο γ ο με τ η ν περ ίφ η μ η φ ρ άσ η « ο ι ευ τ υ χ ι σ μ ένες ο ικ ο γ έν ειες μ ο ιά ζ ο υ ν ό λ ες μ ετα ξύ τ ο υ ς ...» ) . Ή δ η τα π ά ν τ α σ υ μ β α ίν ο υ ν , τ α π ά ν τ α β ρ ίσ κ ο ντ α ι π ά ν ω στη στιγμή της δ ιεξα γω γή ς τ ο υ ς . Π ώ ς μ π όρ εσ ε ο Τ ιμ π ω ντέ ν α π ει ό τ ι «το μυ θ ισ τόρ η μ α του Ζ ιν τ π α ίζ ε ι π ο λ ύ μετρ η μένα το ρ ό λ ο του μέσα στην ισ το ρ ία το υ γα λλ ικ ο ύ μ υ θ ι σ τορ ή μ α τος», ενώ ή τ α ν η π ρώ τη φ ο ρ ά π ο υ έν α ς σ υ γ γ ρ α φ έα ς παρακολουθούσε, χ ω ρ ίς δ ια κ ο π ή , τ ο υ ς ήρ ω ές τ ο υ , γ ια π ά ν ω α π ό δ ια κ ό σ ιες σ ελί δ ες; Σ τ ο δ εύτ ερ ο όμω ς μ έρο ς - σ το Σ α ά Φ ε - ο χ ρ ό ν ο ς επ ιτ α χ ύ ν ετ α ι ή μ ά λλ ο ν επ ιβ ρ α δ ύ ν ετ α ι: με τη ν π α ρ ά θ εσ η σ ελίδω ν α π ό τα η μ ερ ο λ ό για κα ι την α λ λ η λ ο γρ α φ ία τ ω ν ηρ ώ ω ν - π ά ν τ ο τ ε σ το ν ενεσ τώ τα χ ρ ό ν ο - ο Ζ ιν τ π ε ρ ν ά επ ιδ έ ξ ια σ τον π α ρ α τ α τ ικ ό: έν α χ ρ ό ν ο κ ε νό α π ό σ υ μ β ά ν τ α , τ ο ν ίδ ιο τ ο χ ρ ό ν ο τω ν δ ια κ ο π ώ ν. Σ τη ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τη τα , α υ τ ό ς ο π α ρ α τ α τ ικ ό ς δ ε ν είν α ι έν α ς π α ρ ελ θ ώ ν χ ρ ό ν ο ς . Τ ίπ ο τ α α π ’ ό ,τ ι σ υ μ β α ίν ει σ το ν εν ε στώ τα δ εν έχ ει σ υ μ β εί, ό λ α σ υ ν εχ ίζο ν τ α ι. Ο Ζ ιν τ θ α επ α να φ έρ ει π ρ ο ο δ ευ τ ικ ά τη δρά σ η σ το π α ρ ό ν , σ το τρ ίτο μέρος το υ έρ γο υ . Η α υ τ ο κ τ ο ν ία του Μ π ο ρ ίς δ εν έχει κ α ν έ ν α σ το ιχ είο κ α τ α σ τ ρ ο φ ή ς, ό π ω ς σε μια τ ρ α γ ω δ ία , π ρ ό κ ειτ α ι π ερ ισ σ ό τ ερ ο (θ έ λ ο ν τα ς ν α μ α ς ξ α φ ν ιά σ ει) γ ια έν α ν έο τ ρ ό π ο - ο Σ α ρ τρ θ α ’λεγ ε μ ά λισ τα α θέμ ιτο τ ρ ό π ο - ν α ικ α ν ο π ο ιή σ ει τ ο α ίσ θ η μ α α να μ ο νή ς: δ εν υ π ά ρ χ ει κα τά λη ξη . Τ ο έν α επ εισ ό δ ιο δ ια δ έχ ετ α ι τ ο ά λ λ ο , π ρ ο τ ο ύ τ ο π ρ ο η γ ο ύ μ ε νο ν α έχ ει ο λο κ λη ρ ω θ εί. Μ ε α υ τ ό τ ο π ρ ω τ ό τ υ π ο εύ ρ η μ α μπ ό ρ εσ ε ο Ζ ιν τ ν α δ έσ ει π ερ ισ σ ό τ ερ ο τη δράση: α υ τ ό α π ο τέλεσ ε κ α ι την ενότη τα τω ν Κιβδηλοποιών (ό σ ο γ ια τη σ υ ν ο χ ή , αυτή θ α π ρ έπ ει ν α την α να ζ η τή σ ου μ ε σ το θ έμ α τω ν κίβδ η λ ω ν νομισμ άτω ν: «το π α ιχ ν ίδ ι με τις λ έξ εις δ εν είν α ι κ α ι π ο λ ύ επ ιδ έ ξ ιο » ), Ο Ζ ιν τ σ ίγ ο υ ρ α δ εν έγ ρ α ψ ε έν α π ε ρ ιπ ε τειώ δ ες μυ θ ισ τόρ η μ α με ή ρ ω ες λη στές κ α ι π α ρ α ν ό μ ο υ ς: α π ελευ θ ερ ώ θ η κ ε α π ό τ ο ν χ ο ν τ ρ ο κ ο μ μ έ ν ο ρ εα λισ μ ό της π ρ ά ξ η ς , ώστε ν α σ υλλ ά β ει τη δρά σ η ω ς συσχετισμό. Η δ ιεξα γω γή της δ ρά σ η ς μέσα α π ό μια σ ειρ ά α π ό π ερ ιπ έ τ ειε ς σ ή μ α ινε την π ρ α γ μ α τ ο π ο ίη σ η α υτ ού του μυθιστορήματος π ε
ριπέτειας π ο υ είχ ε κ ά π ο τ ε ο νειρ ευ τ εί ο Ρ ιβιέρ: έν α μ υ θ ισ τό ρ ημα ό χ ι α π ο κ λεισ τ ικ ά με τ υ χ ο δ ιώ κτες. Σ τ ο ν Ζ ιν τ , π ρ ά γ μ α τ ι, έρ χετα ι «το π α ρ ό ν ν α εξη γή σ ει τ ο π α ρ ελ θ ό ν» κ α ι ό χ ι π ια τ ο π α ρ ελ θ ό ν ν α ερμ η νεύσ ει το π α ρ ό ν . Μ υθ ιστό ρ η μ α π ε ρ ιπ έ τ εια ς α λ λ ά τ α υ τ ό χ ρ ο να κ α ι π ερ ιπ έ τ εια το υ μ υ θ ι σ το ρ ή μ α το ς. Ο τ ρ ό π ο ς κ α ι ο χ ρ ό ν ο ς της δ ράσης: α υ τ ές είν α ι ο ι δ ύ ο δ ια σ τ ά σ εις το υ μυ θ ισ το ρ ή μ α τ ο ς . Η τρίτη δ ιά στα σ η βρ ίσ κ ετα ι μέσα σ το μ υ θ ι σ τό ρ η μ α κ α ι είν α ι ο τ ρ ό π ο ς με τ ο ν ο π ο ίο ο σ υ γ γρ α φ έ α ς π α ρ α κ ο λ ο υ θ εί τ ο υ ς ήρ ω ές τ ο υ . Ό , τ ι εί ν α ι η π ρ ο ο π τ ικ ή γ ια τη ζω γρ α φ ικ ή κ α ι τ ο β ά θ ο ς π εδ ίο υ σ το ν κ ιν η μ α τ ο γ ρ ά φ ο . Κ α ι εκ εί α κ ό μ α ο Ζ ιν τ φ έρ θ η κ ε τυχο δ ιω κ τικ ά: δ εν κ α θ ό ρ ισ ε μια ξ εκ ά θ α ρ η ιερ α ρ χ ία α νά μ ε σ α σ τα π ρ ό σ ω π ά τ ο ύ το υ ς έκ α ν ε ό λ ο υ ς κ ε ντ ρ ικ ο ύ ς ήρω ες. δη σ το ν Κ ά φ κ α το α σ φ υ κ τ ικ ό το υ έρ γο δ εν π ρ έπ ει ν α μα ς κ ά ν ει ν α ξ εχ ν ά μ ε τη μ ο ν α δ ι κ ότη τα τ ο υ ή ρ ω ά τ ο υ . Ε ά ν σ το ν Κ ά φ κ α ο κ ό σ μ ο ς π ο υ π ερ ιβ ά λ λ ει τ ο ν Κ. είν α ι φ ο ρ τ ω μ ένο ς με τις π ιο επ ώ δ υ νες μυ στη ρ ιώ δεις ιδιό τη τες, α υτό σ υ μ β α ίν ει γ ια τ ί τα π ά ν τ α γ ίν ο ν τ α ι α ισ θ η τά ω ς σ το ιχ εία το υ εξω τερ ικο ύ κ ό σ μ ο υ , μέχρ ι του σ η μ είο υ ν α εκ φ ρ ά ζ ει α κ ό μ α κ α ι τ ο ν εσ ω τερ ικό κ ό σ μ ο με τα σ το ιχ εία το υ εξω τερ ικού: μέσα α π ό το μά τι του μ ο ν α δ ικ ο ύ ήρ ω α. Α λ λ ά ο Κ. δε β ιώ νετ α ι μέσα α π ό το εσ ω τερ ικό το υ ίδ ιο υ το υ εα υτο ύ του: εκ είνο π ο υ κυ ρ ίω ς π α ρ α κ ο λ ο υ θ ο ύ μ ε με σ τα θ ερ ό τ ρ ό π ο είν α ι η σκιά τ ο υ . Μ ε α υ τ ό τ ο ν τ ρ ό π ο τ α π ά ν τ α είν α ι α ντ ικ ε ίμ εν α , ν α ι , α λ λ ά έτσι τα π ρ ά γ μ α τ α π α ν ικ ο β ά λ λ ο ν τ α ι κ α ι γ ίν ο ν τ α ι μ α γι κ ά . Η μ α γε ία , έλεγε ο Α λ α ίν , είν α ι τ ο π ν εύ μ α π ο υ εν υ π ά ρ χ ει μέσα σ τα π ρ ά γ μ α τ α . Σ τ ο ν Ζ ιν τ , δ ε ν υ π ά ρ χ ει μ α γε ία , το π ν εύ μ α δ ε βρ ίσκ εται π ο υ θ εν ά , κ α ι α υ τ ό π ο υ είν α ι μα γικ ό μέσα σ ’ αυτή τ η ν τέχνη είν α ι ό τ ι δ εν υ π ά ρ χ ει τ ίπ ο τ α το μ α γι κ ό . Π ρ ά γμ α τ ι, σ το υ ς Κιβδηλοποιούς, ο σ υ γ γ ρ α φ έα ς δ εν π α ρ α κ ο λ ο υ θ εί τ ό σ ο τα π ρ ό σ ω π α , ό σ ο τα μεταφέρει κ α ι μ ά λισ τα π ά ν τ α π ρ ο ς τα εμ π ρ ό ς. Κ α ν έν α α π ό α υ τ ά δ εν είν α ι π ρ ο ν ο μ ιο ύ χ ο , α ν τ ί θ ετα ό λ α είν α ι π ρ ο ν ο μ ιο ύ χ α . Κ α θ έν α , με τη σ ει ρ ά τ ο υ , π ερ ιγρ ά φ ε τα ι κ α ι α υ τ ο π ερ ιγ ρ ά φ ε τ α ι, μ ι λ ά , ερ μ η νεύετα ι κ α ι α υ τ ο α να λ ύ ετ α ι. Τ ο σ το ιχ είο π ο υ σ τά θ ηκ ε η α φ ο ρμ ή γ ια ν α χ α ρ α κ τ η ρ ισ τ ο ύν ο ι Κ ιβδηλοποιοί ω ς έν α α π ο τ υ χ η μ έν ο β ιβ λ ίο , εί ν α ι α υτή α κ ρ ιβ ώ ς η α πο π λ α ν η τ ικ ή α π ο υ σ ία εν ό ς ξ εχ ω ρ ισ τ ο ύ ή ρ ω α , εν ό ς φ ερ έφ ω νο υ : εν ό ς κ ο ρ υ φ α ίο υ . Ο Ζ ιν τ δ ε ν είν α ι ο Ε ν τ ο υ ά ρ , α ισ θ ά ν ετ α ι σ το ν ίδιο β α θ μ ό ν α είν α ι ο Ο λ ιβ ιέ ή ο Μ π ε ρ ν ά ρ , ή α κ ό μ η , γ ια την κω μική π λ ευ ρ ά , ο Π α σ α β ά ν . Α υ τ ό δ ε σ η μ α ίνει μ ό ν ο ό τι έχει β ά λει λ ιγ ό τερ α σ το ιχ εία α π ’ τ ο ν εα υ τ ό του σ το ν Ο λ ιβ ιέ α π ’ ότι σ το ν Ε ν τ ο υ ά ρ : τ ο θ έμ α μ ά λλ ο ν είν α ι ό τ ι κ α ν έν α π ρ ό σ ω π ο δ εν π α ίζ ε ι το ρ ό λ ο το υ α ρ χ η γο ύ του π α ιχ ν ιδ ιο ύ , κ α ν έ ν α δ εν α π ο τ ε λ εί τ ο κ έντ ρ ο της δ η μ ιο υ ρ γ ία ς. ( Έ τ σ ι , ό τ α ν ο Μ π ε ρ ν ά ρ κλ έβει τη β α λ ίτ σ α , μ α θ α ίν ει π ερ ισ σ ό τ ερ α σ το ιχ εία π ά ν ω
Η
α φ ιερ ω μ α /6 7
Με την κόρη τον, στη Λάκο Ματζόρε «if Κατρίν και γω, διασκεδάζαμε να ψάχνουμε σε ποιανού το σώμα θα θέλαμε να ζονμε. Και τελικά καταλήγαμε στο ότι δεν θα κερδίζαμε τίποτα αν μετακομίζαμε»
στην υ π ό θ εσ η Ν τ ο υ β ιέ π α ρ ά ο Ε ν τ ο υ ά ρ ...) . Β έ β α ια , υ π ά ρ χ ο υ ν κ α ι δ ευ τ ερ εΰ ο υ σ ες μ ο ρ φ ές μέσα σ του ς Κιβδηλοποιούς: ο ι γ ο ν ε ίς π ο υ μ ιλο ύ ν με «μ ια γλ οιώ δ η φ ω νή » είν α ι κ α τ ά λ ο ιπ α α π ό τις κ α ρ ικ α τ ο ύ ρ ες τω ν Υπόγειων του Βατικανού (δ ια ισ θ α ν ό μ α σ τε ότι β ρ έθ η κ α ν εκεί α π ό κ ά π ο ια α β λ εψ ία , σ α ν γ υ ν α ίκ ες π ο υ μ π α ίν ο υ ν σε κ έντρ α « α π ο κ λεισ τ ικ ά γ ια ά ντ ρ ες» κ α ι η ε υ π ρ έ π ε ια α ν α π α γ ο ρ ε ύ ε ι τη ν α π ο π ο μ π ή τ ο υ ς , επ ιτ ρ έπ ει ό μω ς σ το ν Ζ ιν τ ν α εκ φ ρ ά σ ει τ η ν α π ο δ ο κ ιμ α σ ία του γ ι ’ α υ τ ά ). Υ π ά ρ χ ο υ ν τ έτ ο ιες μ ο ρ φ ές π ο υ δ ια κ ρ ίν ο ν τ α ι σ το β ά θ ο ς της εικ ό ν α ς , α λ λ ά ό χ ι σ α ν δ ευ τ ε ρ α γ ω ν ισ τ ές, ό π ω ς σ τον Π ρ ο υ σ τ ή σ το ν Τ ο λ σ τ ό ι ( . . .) Ο Ζ ιν τ δ ο υ λ ε ύ ει σ τα θ ερ ά , με κ ο ν τ ιν ά π λ ά να. Α υ τ ή η ισ οτ ιμ ία , ή μ ά λλ ο ν η π ο λ υ μ έρ εια του ή ρ ω α , α να δ εικ ν ύ ετ α ι εξ ά λ λο υ κ α ι α π ό τ ο ν τό σ ο σ η μ α ντ ικ ό, γ ι ’ α υ τ ό ν , ρ ό λ ο της μετα βα τική ς φ ά σης: είν α ι κά τι π ερ ισ σ ό τ ερ ο α π ό σ ημ α ντικ ή , εί ν α ι α να γ κ α ία . Σ ’ έν α μυ θ ισ τόρ η μ α το υ Ν τ ο ς Π ά σ ο ς , ό π ο υ
Με τον Μαρκ Αλλεγκρέ
δ εν υ π ά ρ χ ο υ ν μετα βα τικ ές φ ά σ εις , δ εν υ π ά ρ χ ει π ο λ υ μ έρ εια π α ρ ά μ ό ν ο ν ισ ο τ ιμ ία τω ν ηρώ ων: για τ ί ο π ρ α γ μ α τ ικ ό ς ή ρ ω α ς του U.S.A. είν α ι α υ τή η ίδ ια η χ ρ ο ν ικ ή στιγμή ό π ο υ κ ά θ ε π ρ ό σ ω π ο κ α τ α λ α β α ίν ει ό τ ι δ εν είν α ι α ν τ ικ α τ ά σ τ α τ ο , μια στιγμή μέσα στη γ ενικ ό τη τ α ( . . . ) Ε κ είν ο π ο υ ή θ ε λ ε, ή τ α ν ν α δώ σει σ το μυ θ ισ τό ρ η μ ά του τ ο ύ φ ο ς π ο υ θ α είχ ε μια κ ιν η μ α τ ο γ ρ α φ ικ ή Πορεία τον χρόνον. Σ τ ο ν Ζ ιν τ η μετα βα τική φ ά ση κ α τ α σ τ ρ έ φ ει την τ α υ τ ό χ ρ ο νη δ ρ ά σ η , δ η μ ιο υ ρ γ ώ ν τ α ς μια σ υ ν ερ γ ία α νά μ ε σ α σ τα π ρ ό σ ω π α . Κ α ι π ά λ ι π ρ ό κειτ α ι γ ια τ ο π έρ α σ μ α π ο υ γ ίν ετ α ι α π ό μια κ ιν η μ α το γρ α φ ικ ή σκηνή σε ά λλη , δ ια ρ θ ρ ω μ έν ο σ α ν έ ν α μα κρύ φ ο ντ ύ α ν σ α ιν έ (Α ς τ ο υ ς α φ ή σ ο υ μ ε ... Ή ρ θ ε η ώ ρ α π ο υ ο Μ π ε ρ ν ά ρ π ρ έπ ει ν α π ά ε ι ν α ξ α ν α β ρ ε ί τ ο ν Ο λ ιβ ιέ ...) α υ τ ό το π έρ α σ μ α , στο εσ ω τερ ικό μ ια ς σ κη νή ς, α π ό τ ο ν έν α ή ρ ω α σ τον ά λλο: ο ι α να σ τρ α μ μ έν ες φ ρ ά σ εις , τις ο π ο ίε ς ο Ζ ιν τ φ α ίν ετ α ι ν α α π ο λ α μ β ά ν ε ι, δ εν είν α ι α π λ ά σ το λ ίδ ια . Φ ρ ά σ εις ό π ω ς αυτή: «το ό τι η α ν α χ ώ ρηση α υτή ή τ α ν έ ν α α ν α π ά ν τ ε χ ο γ ε γ ο ν ό ς , ο
6 8/αψ ιερω μ α Α ν τ ο υ ά ν τ ο α ισ θ α ν ό τ α ν άλλω στε», φ α νερ ώ ν ο υ ν τ ο δ ισ ταγμ ό του Ζ ιντ ό τ α ν π ερ ν ά α π ό το ένα π ρ ό σ ω π ο σ το ά λ λ ο , χω ρ ίς ν α σ τη ρ ίζεται σε μια μετα βα τική <( ά α η . Με τ ο ν ίδ ιο τ ρ ό π ο , οι σ ελίδες τω ν π ρ οσ ω π ικ ώ ν η μ ερ ο λο γίω ν, τα γρ ά μ μ α τα , π ο υ μ π ορ εί ν α δ ώ σ ου ν την εντύπω ση εν ό ς α ρ χ ετυ π ικ ο ύ τ εχ νά σ μ α τ ος, χ ρ η σ ιμ εύ ο υ ν ω σ τόσο εξ ί σ ου σ α ν β ά σ εις γ ια την π ερ ιπ έ τ εια , σ α ν α ντ ί σ τοιχες μικ ρές π έτρ ες ό π ο υ σ τη ρ ίζετα ι το π α ρ ό ν . Έ τ σ ι το μυ θ ισ τόρ ημα του Ζ ιν τ , δ εν είν α ι π α ρ ά μια α κ α τά π α υσ τη μετά βα ση α π ό επ εισ ό δ ιο σ ’ επ εισ ό δ ιο , α π ό η ρ ώ α σε ηρ ώ α. Κ α ι η π ερ ιπ έ τ εια γε νν ιέτ α ι α π ό αυτή τη μορφ ή ό π ο υ ενσ α ρ κ ώ νε τ α ι, με. την επ ίβλεψ η μ υ θ ισ τ ο ρ ιο γ ρ ά φ ο υ , α υτό π ο υ ο σ υντα γ μ α τά ρ χη ς Α ώ ρ ενς α π ο κ ά λεσ ε κ ά π ο τ ε «η γοη τ εία τω ν ενά ρ ξεω ν» . ολοκληρω τική π α ρ α χώ ρ η ση τω ν π ά ντ ω ν στη ν π ερ ιπ έ τ εια κ α ι σ το υ ς ήρ ω ές της, σήμα ινε γ ια το σ υ γγ ρ α φ έα την παρ α ίτησ ή του α π ό τ ο δικ α ίω μ α της π α ρ έμ β α σ η ς π ο υ , γ ια π ο λ λ ο ύ ς α ιώ ν ες , υ π ή ρ ξε τ ο μεγά λο εμ π ό δ ιο του γα λλ ικ ο ύ μ υ θ ισ τορ ήμα τος. Ο Ζ ιντ κ α ι ο ι Κ ιβδηλοποιοί α π ο τ ε λ ο ύ ν κά τι α νά λ ο γ ο π ρ ο ς τη νύ χ τ α της 4ης Α υ γ ο ύ σ τ ο υ [στη Γ αλλική Ε π α νάσ τασ η]: τα π ρ ό σ ω π α α π ο κ τ ο ύ ν την ελευθ ερ ία τ ο υ ς κ α ι ο σ υ γ γ ρ α φ έα ς χ ά ν ε ι τα φ ε ο υ δ α ρ χ ικ ά τΟυ δ ικ αιώ μα τα. Α λ λ ά η ελευθ ερ ία τω ν Κιβδηλοποιών δ εν είν α ι η ελευθ ερ ία τω ν α γ γ λ ο -σ α ξο ν ικ ώ ν μ υ θ ισ το ρ ημά των: ο σ υ γγ ρ α φ έα ς , στο έρ γο του Ζ ιν τ , επ εμ β α ί ν ει α λλά με την ιδιότητα εν ό ς π ρ ο σ ώ π ο υ , κ α ι κ α τ ά κ ά π ο ιο τ ρ ό π ο , σ α ν α ντισ τά θ μ ισ μ α στη β α ρ ύ τητα π ο υ μ π ορ ού σ ε ν α α πο κ τή σ ει ο Ε ν τ ο υ ά ρ . Σ τ ο α γγλ ικ ό - ή σ το ρω σ ικό - μ υ θ ισ τόρ ημα , τα π ρ ό σ ω π α εν ερ γο ύ ν σ α ν ν α α ρ ν ο ύ ντ α ι μ ά λλον τ ο ν
Η
δ η μ ιο υ ρ γ ό τ ο υ ς , π α ρ ά σ α ν ν α μην π ισ τ εύ ο υ ν σ ’ α υ τ ό ν . Α λ λ ά η ιερ α ρ χ ία π ο υ υ π ά ρ χ ει α νά μ εσ ά τ ο υ ς σ ημ α ίνει ήδη ότι εξ υ ψ ώ ν ο ντ α ι μέσα α π ό τη δ η μ ιο υ ρ γ ία . Α ν τίθ ετ α η ελευθ ερ ία τω ν Κιβδηλο ποιών είν α ι μια μ ετεπα νασ τατικ ή ελευθ ερ ία: η ελευθ ερ ία μ ια ς κ ο ιν ω ν ία ς χω ρ ίς τά ξεις , ό π ο υ μό ν ο μέσα στην εξέλιξη της π ερ ιπ έ τ εια ς ο ι ήρω ες σ υ ν ειδ η τ ο π ο ιο ύ ν τις δ ια φ ο ρ ές τους. Η δ η μ ιο υ ρ γ ία εν ό ς π λή θ ο υ ς α π ό φ υσ ιο γνω μ ίες π ο υ κ α τ α κ λ ύ ξο υ ν έν α έρ γ ο , φ υ σ ιο γν ω μ ίες π ο υ δ εν έχ ο υ ν τ ίπ ο τα ν α ζη λ έψ ο υ ν α π ό τ ο ν ένα κα ι μ ο ν α δ ικ ό ή ρ ω α , ο δ ια μ ελισ μ ό ς της δ ρά σ η ς σε π ερ ισ σ ό τ ερ ες π ερ ιπ έ τ ειε ς, η κα τα γρ α φ ή τω ν π ά ντ ω ν σε χ ρ ό ν ο ενεσ τώ τα, ό λα α υ τ ά σ υ ν ισ τ ο ύ ν την εκ β ά θ ρ ω ν α να νέω σ η μια ς μορ φ ή ς. Μ ετά α π ό τ ο ν Ζ ιντ είν α ι π ια α δ ύ να τ ο ν α θεω ρ ή σει κ α νε ίς τ ο μ υ θ ισ τόρ ημα μ ό ν ο σ α ν αφήγηση ή σ αν ιστορία, θ α π ρ έπ ει ν α το π ρ ο σ α ρ μ ό σ ε ι σ τις δικ ές του δ ια φ ο ρ ετ ικ ές τ εχ ν ικ ές ή ν α του α να κ α λύ ψ ει ά λλες κ α ιν ο ύ ρ ιες . Χ άρ η σ ’ α υτές τις τ εχ νικ ές, τό σ ο ο ι Κιβδηλοποιοί, όσο κ α ι ό λ ο α υ τ ό τ ο είδ ο ς τω ν έρ γω ν, α ντ α γ ω ν ίζ ο ν τ α ι τα σ αγη νευτικ ά μέ σ α το υ κ ιν η μ α τ ο γ ρ ά φ ο υ . Ό χ ι π ια ό π ω ς το Πόλε
μος και Ειρήνη π ο υ ο ι σ κηνές το υ π ρ ο λ ό γ ιζ α ν π ρ ο ο ιώ ν ιζ α ν - α υ τ ό π ο υ , είκ ο σ ι χ ρ ό ν ια μετά το θ ά ν α τ ο το υ Τ ο λ σ τ ό ι, θ α γ ιν ό τ α ν η τέχνη τω ν μα ζ ώ ν, ό χ ι μ ό ν ο , ό π ω ς τ ο π ίσ τ ευ ε ο Ζ ιν τ , χά ρη στο π ερ ιθ ώ ρ ιο π ο υ ά φ η ν ε στη φ α ντ α σ ία , σε σ ύ γκ ρ ι ση με την α χρη σ τία το υ « ρ εα λισ μ ο ύ» , α λλά κ υ ρ ίω ς χ ά ρ η στη βα θ ύτερ η έρ ευ να π ά ν ω στην τ ε χνική εν ό ς μυθ ισ το ρ ή μ α το ς π ο υ μπ ο ρ εί π ια , α π ό δω κ α ι ύ σ τ ερ α , ν α α να ζη τή σ ει τ ο υ ς δ ικ ο ύ ς του δ ρ ό μ ο υ ς , κα λλ ιερ γ ώ ντ α ς τις δ ια φ ο ρ ές τ ο υ , με τη β εβα ιό τη τα π ω ς θ α π ρ ο σ θ έσ ει κ α ιν ο ύ ρ ιες δ ά φ ν ε ς σ ε έν α είδ ο ς τ έχ νη ς π ο υ είχ ε π ά ψ ει π ια ν α ελ π ίζ ε ι. Σ ίγ ο υ ρ α ο Π ρ ο υ σ τ π ρ ο χώ ρ η σ ε π ιο μα κρ ιά σ τη ν « ψ υ χο λο γικ ή » α νά λυ σ η (π α ρ ’ ό λ ο π ο υ ο Ζ ιν τ κα ινο τό μ η σ ε α ρκ ετά με τ ο π α ιχ ν ίδ ι το υ με τ ο υ ς κ α θ ρ έφ τες κ α ι με τη μ έθο δ ό το υ τω ν ε π α ν ο ρ θ ώ σ ε ω ν ...). Α λ λ ά ο Π ρ ο υ σ τ σ υ ν έχ ισ ε την π α ρά δ ο σ η της α φ ήγη ση ς κ α ι ο ι κ α ιν ο το μ ίες π ο υ υ π ά ρ χ ο υ ν στην Αναζήτηση τον χαμένου χρόνου δ εν π ερ ιο ρ ίζ ο ν τ α ι σε μια μορφ ή τ έχνη ς. Τ ελικ ά , ο Ζ ιν τ είν α ι α υ τ ό ς π ο υ βρ ίσκ εται π ιο κο ν τ ά σ τον Τ ο λ σ τ ό ι - τ ο ν ο π ο ίο δ ε σ υμ π α θ ο ύ σ ε - α ν δ εχ τ ο ύ με ο τι ο Π ρ ο υ σ τ είν α ι π ιο κ ο ν τ ά σ το ν Ν το σ το γιέφ σ κ ι - τ ο ν ο π ο ίο ο σ υ γγ ρ α φ έα ς τω ν Κιβδηλο ποιών ο ν ειρ ευ ό τ α ν ν α α ντα γω νισ τεί. Κ α ι εν δ ε χο μ έν ω ς ο Ζ ιν τ δ εν τόλμ ησε π ο τ έ ν α σ κεφ τεί, ο ύ τε κ α ν σ τις μέρες της μ εγά λης του δ ό ξ α ς , ό τ ι εκ είνο π ο υ κ λ η ρ ο δο το ύ σ ε σ το ν κό σ μ ο τω ν ζ ω ν τ α ν ώ ν δ εν ή τα ν τό σ ο α υ τ ό τ ο ίδ ιο το υ τ ο α ρ ι σ το ύ ρ γη μ α π ο υ είχ ε τ ό σ ο π ο λ ύ π ρο μ ελετή σει, ό σ ο το α ρ χ έ τυ π ο το υ μ ο ντέρ νο υ μ υ θ ισ το ρ ήμα το ς. Μ ετάφ ρ α ση : Ε υ γ ε ν ία Τ σ ελέντη
αφ ιερ ω μ α/69
(...) Αν είναι αρκετά φυσικό το μικρό αυτό βιβλίο να αποτελεί το παράδειγ μα μιας τελειότητας, μιας συνθετικής και συγγραφικής τέχνης απαράμιλλης πια, είναι ακόμα πιο περίεργο που η ακτινοβολία του δεν έχει χάσει τίποτε από την παλιά της αίγλη.
70/αφ ιερω μα α ή τ α ν α δ ια νό η τ ο ν α α ντ ιμ ετω π ίζο υμ ε το μικ ρό α υ τ ό β ιβ λίο με τ ο ν ίδ ιο α δ ιά φ ο ρ ο σε βα σ μ ό π ο υ επ ιφ υ λ ά σ σ ο υ μ ε στα α ρ χ α ία μνημεία κ α ι σ α ν συμπ λήρ ω μ α σ το υ ς τ ό μ ο υ ς τω ν Α π ά ν τ ον, π ο υ θ α μ α ς ά φ η ν α ν ν α βιβ λιο δ έσ ο υ μ ε κα ι vc εγ κ α τα λείψ ουμ ε σε κ ά π ο ιο ρ ά φ ι της β ιβ λιο θ ή /η ς μα ς. Ο Θησέας α π ε υ θ ύ ν ετ α ι τό σ ο στην τυπι>; ευ α ισ θη σ ία μας (π ο υ α ρ νείτ α ι ν α δώ σ ει το π ρ ο β ά δ ισ μ α σ τις α ξίες της επ ο χ ή ς μ α ς), ό σ ο κα ι στην ίδια μα ς τη ζω ή , σ τις α νη σ υ χ ίες μας. Τ ελευ ταίο δημιου ργική π ρ ά ξη εν ό ς θ α υ μ ά σ ιο υ έρ γο υ , ό ψ ιμ ο ς κα ι τ έλειος κ α ρ π ό ς π ο υ ω ρίμα σ ε υ π ο μ ο νετ ικ ά μέσα σε είκοσ ι χ ρ ό ν ια , ο Θησέας είν α ι σ υ ν ά μ α η πολιτική κ α ι ά γρ υ π ν η φ ω νή π ο υ βρ ί σκει τη θέση της σ ’ έν α σ ημερ ινό δ ιά λ ο γ ό . Τ ο χ ά ρ ισ μ α τω ν μεγά λω ν έρ γω ν είν α ι ό τι, ενώ π ερ ικ λ ε ίν ο υ ν π ρ οσ ω π ικ ές α ν η σ υ χ ίες, μ π ο ρ ο ύ ν ν ’ α ντ α π ο κ ρ ιθ ο ύ ν κ α ι σ τις δικ ές μας π ρ ο σ δ ο κ ίες. Κ α ι το α σ υ να γ ώ ν ισ τ ο μυστικό τ ο υ ς είν α ι, ότι ενώ είν α ι π ρ οση λω μ ένα σ το ν εα υτό τ ο υ ς , τα ερω τή ματά μας δ εν είν α ι π ο τ έ μ ά τα ια . ( ...) . Σ το Θησέα ξα ν α β ρ ίσ κ ο υ μ ε ό λα τα π ρ ο β λή μ α τ α π ο υ α να κ ύ π τ ο υ ν στο έρ γο το υ Ζ ιν τ , κ α ι έτσι δ ικ α ιο λο γ η μ έν α θεω ρ ού μ ε το β ιβ λίο α υ τ ό , α ν ό χ ι τ ο α ρ ισ τ ούρ γη μ α , τ ο υ λ ά χ ισ το ν ίσω ς την π λ έο ν ολοκ ληρ ω μένη έκ φ ρα ση του σ υ γγ ρ α φ έα του. Ό τ α ν ο Θ η σέα ς, α νυ π ο μ ο ν ώ ν τ α ς ν α ξ α ν α β ρ εί το β α σ ίλειό τ ο υ , ξ ε χ ν ά ν α υ ψ ώ σ ει τα ά σ π ρ α π α ν ιά , μ ο ιά ζει ν ’ α κ ού μ ε την π α λ ιά ρήση: « Ο ικ ο γ ένειες, σ α ς μ ισ ώ ...» . Να τραβάς μπροστά: είν α ι η π ρ ο σ τα γή π ο υ ο δ η γεί τ ο ν ήρω α σε π ερ ιπ έτ ειες, ά θ λ ο υ ς , κ ιν δ ύ ν ο υ ς κ α ι έρωτες: είν α ι ο ίδ ιο ς ν ό μος π ο υ δ ιέ π ε ι τ ο ν Ανηθικολόγο κα ι τη Στενή Πύλη. Α ν α γ ν ω ρ ίζο υ μ ε ό λ ο υ ς τ ο υ ς π ειρ α σ μ ο ύ ς του Ζ ιντ. Ό τ α ν ο Θ η σέα ς α π α τ ά ει την Α ρ ιά δ νη , ενώ εκείνη τ ο ν έχει σ ώ σ ει, είν α ι η σ ύγκ ρουσ η α νά μ εσ α στην α ποδ έσ μ ευ ση κ α ι την π ίσ τη , α ν ά μεσα στην π ερ ιπ έ τ εια κ α ι την υ π ο τ α γή . Ο ηττημ ένος Ί κ α ρ ο ς κ α ι ο θρ ια μ β ευτή ς Θ η σέα ς δ εν εί ν α ι ά λλο α π ό τη σ ύγκ ρ ουσ η α νά μ εσ α στην υ π ε ρ βολή κ α ι το μέτρο. Η γο η τεία το υ Λ α β ύ ρ ιν θ ο υ κτισ μ ένος, ό π ω ς λ έε ι'ο Δ α ίδ α λ ο ς , « ό χι γ ια ν α μη μ π ορ είς, α λλά γ ια ν α μη θ έλεις π ια ν α ξ α ν α β γ είς έξω », - είν α ι εφήμερη: κ α ι ο θ ά ν α τ ο ς του Μ ινώ τ α υ ρ ο υ , είν α ι ο θ ρ ία μ β ο ς π ά ν ω στη γο η τεία α υ τή. Τ έλος, ο Θ η σέα ς ό τα ν α ντ ιμ ά χ ετ α ι τ ο ν Π ειρ ίθ ο ο κ α ι τ ο ν Ο ιδ ίπ ο δ α , α ντιμ ά χετα ι την α π α ισ ιο δ ο ξ ία κ α ι την α νη σ υ χ ία , κι α υτό είν α ι η επ ιβ ε βαίω ση του ου μ α νισ μ ο ύ , ο ο π ο ίο ς π ισ τεύ ει ότι ο ά νθ ρ ω π ο ς μπ ορ εί ν α γ ίν ε ι α κ ό μ α τελειό τερ ο ς κα ι ότι η ύ π α ρ ξή μ α ς σ ’ α υ τ ό τ ο ν κ όσ μο έχει ένα επ α ρ κ ές ν όη μ α . Α ν α ρ ω τ ιέμ α ι ά λλω στε μήπω ς α ντ ί γ ια λο γ ο μ α χ ίες κ α ι κ ά θ ε λογ ή ς α β εβ α ιό τη τ α , δε θ α ήτα ν π ρ οτ ιμ ότ ερ ο ν α μιλή σουμε γ ια θέση. Η α ν α π ο φ α σιστικ ότη τα του Ζ ιντ α π ο τ ελεί έν α ν κ ο ιν ό τ ό π ο , ίσω ς όμω ς ό χ ι τ ό σ ο θεμ ελ ιω μ ένο , ό σ ο π ι σ τεύου μ ε. Μ ήπ ω ς τέλο ς π ά ντ ω ν δ εν υ π ά ρ χ ο υ ν
Θ
σ το ν Ζ ιν τ ά λλες σ τα θ ερ ές α ξίες εκ τός α π ό την α νη σ υ χ ία κ α ι την ψ υ χικ ή α να τ α ρ α χ ή κ α ι μερικές ά λλες α λή θ ειες π ο υ π ο τ έ δ εν α μ φ ισ βη το ύντα ι σ ο β α ρ ά , α λλά α ρ κ ο ύ ν γ ια ν α κ α λ ύ ψ ο υ ν τις α ν ά γ κ ες εν ό ς έρ γο υ , μια ς ζω ής; Π ά ν τα π ίσ τ ευ α π ω ς τ ο έρ γο του Ζ ιντ ήτα ν το π α ρ ά δ ε ιγ μ α εν ό ς έρ γο υ επικεντρωμένου, δ ομημ ένου εξ ολο κ λή ρ ο υ γύ ρ ω α π ό μια στάση ζω ής, α π ό λ υ τ α σταθερή κ α ι π ερ ιε κτικ ή, κ α ι ο Θησέας δ εν κ ά ν ει ά λλο π α ρ ά ν α επ ιβ εβ α ιώ ν ει την εντύπω ση α υτή. Τ ο γ ε γ ο ν ό ς ότι η σκέψ η του Ζ ιντ δ εν είν α ι ο ύ τε α π λ ή , ο ύ τε δ ί χ ω ς α π ο χ ρ ώ σ εις, δε σ ημα ίνει ότι είν α ι μια σκέψη δ ια τα κτική. Ό τ α ν σκέπ τετα ι κά τι α ντ ίσ τρ ο φ ο , ό τ α ν το κ α τ α νο ε ί, το σ έβετα ι κ α ι ακόμη το θ α υ μ ά ζει, δ ε σ ημα ίνει ό τι τα υ τ ίζετ α ι με α υ τ ό . Κ αι ό τ α ν β έβ α ια η σκέψη π ρ ο χ ω ρ εί δ ια λ ο γ ικ ά , δ εν π ν ίγ ε ι α σφ υ κτικά κ α ι α π ό τ ο μ α την α ντίπ α λη φωνή: π α ρ ’ ό λα α υ τ ά η δική του φ ω νή π α ρ α μ έ ν ε ι π ά ν τ α α π ό την ίδ ια π λ ευ ρ ά του δ ια λ ό γ ο υ . Μ ήπω ς όμω ς α υ τ ό π ο υ χ α ρ α κ τ η ρ ίζο υ μ ε α ν α π ο φ α σιστικ ό τη τα, δ εν είν α ι ά λλο α π ό σ εβασ μ ό ς κ α ι εκτίμηση γ ια τη σκέψη του ά λλο υ , μια π ο υ τ ό σ ο εύ κ ο λα σ υ γχ έ ο ντ α ι η βεβα ιό τη τα με την ά γ ν ο ια κ α ι την α δ υ να μ ία για κα τα νόη ση ; Ε κ είνο π ο υ π α ρ ο υ σ ιά ζ ετ α ι σ α ν α ντ ίφ α σ η , δ εν είνα ι μά λλ ο ν μια διά θ εση αντιμετώ π ιση ς, α π ό την ίδια σ κ ο π ιά , σ το ιχείω ν λ ίγ ο π ο λ ύ δ ιά σπ α ρ τω ν; Για τ ο λ ό γ ο α υ τ ό είν α ι σ φ ά λμ α ν α εμ φ α ν ίζο υ μ ε τ ο ν Ζ ιν τ δ ιχ α σ μ έν ο α νά μ εσ α σ το ν η δ ο νισ μ ό του Α ν η θικολόγον κα ι τω ν Γήινων Τροφών α π ό τη μια κ α ι τ ο ν α σκ ητισμ ό της Στενής Πύλης α π ό την ά λ λη, α νά μ ε σ α στην α μαρτω λή γο η τεία του Λ α β ύ ρ ινθ ο υ κ α ι την επ ιδίω ξη ν α κα τα νικ ή σει θ ρ ια μ β ικ ά τ ο ν Μ ινώ τα υ ρο . Μ ήπω ς ο ίδ ιο ς ο Ζ ιν τ δ εν έγ ρ α ψ ε γ ια τις Γήινες Τροφές ό τι ήτα ν έν α « εγ χ ειρ ίδ ιο της αποσ τέρ ησ ης»; Μ ήπω ς ο ίδιο ς δε σ υμ β ο ύλεψ ε τ ο ν α να γνώ στη του ν α π ετ ά ξει το βιβλίο ; Γ ια τ ο ν Ζ ιν τ , η σ τιγ μ ια ία α π ό λ α υ σ η δ εν ή τ α ν π ο τ έ κά τι το α π ό λ υ τ ο , ένα ς ό ρ ο ς σ τον ο π ο ίο δ εχό μ α στε ν α π α ρ α μ είνο υ μ ε: το « ν α τ ρ α β ά ς μπ ρ οσ τά » εξ α κ ο λ ο υ θ ε ί ν α είν α ι ο υ πέρ τ α τ ο ς ν ό μ ο ς π ο υ π ρ ο σ π ερ ν ά ε ι την α π ό λ α υ σ η , χω ρ ίς ίσω ς ν α την α γ γ ίξ ει. « Ν α ξ έρ εις ότι μετά την ολοκ λήρω ση της μ ο ίρ α ς σ ο υ , μ ό ν ο στο θ ά ν α τ ο θ α γυ ρ έψ εις τη γα λή νη » , σ υμ β ο υλεύει ο Δ α ίδ α λο ς του Θ η σέα . Τ ο σ υνα ίσ θ η μ α δ εν είν α ι π α ρ ά μια π α ρ ο δ ικ ή στιγμή στην α ένα η εξέλιξη του εα υτο ύ μα ς, κ α ι α ν σ τα μα τούσ α με σ ’ εκ είνο θ α π ρ ο δ ίδ α μ ε την α νά γκ η π ο υ το γ έννη σ ε. Σ α ν α π ο τέλεσμα μια ς π α ρ ό μ ο ια ς δ ια δ ικ α σ ία ς, ο α το μ ικ ι σ μ ό ς το υ Ζ ιν τ μ ετα τρ έπ εται σε μέσο π ρ ο ς τ ο ν ο υ μ α νισ μ ό , κ α ι ό χ ι σε μια έν ν ο ια α πόλυτη π ο υ του α ντ ιπ α ρ α β ά λλε τα ι. Θ α π ο υ ν ότι ο Ζ ιντ δ εν έχει επ ίγνω σ η το υ α σ υ μ βίβα στο υ κ α ι ότι είνα ι ά σ κ ο π ο ν α π ρ ο σ π α θ ε ίς ν α σ υμφ ιλιώ σεις τα α συ μ φ ιλίω τα . Τ ο π ρ ό βλη μ α όμω ς δ εν είν α ι α υτό . Ε π ειδ ή η θεώ ρηση του Ζ ιντ δ εν γίν ετ α ι α π ό τη σ κ ο π ιά το υ ασυ μφ ιλίω του κ α ι αυτή η δ ιά θεση
αφ ιερω μα/71 της σ κέψ η ς τ ο υ , του επ ιτ ρ έπ ει ν α επ ιλέγ ει δ ίχ ω ς ν α χ ρ ειά ζε τ α ι ν α α π ο ρ ρ ίπ τ ει κ α τηγορ ημα τικά . Δ ε ν εν ν ο ώ ότι ο Ζ ιν τ τ α υ τ ίζετ α ι π λή ρω ς ή σ υ νειδ η τ ά με το Θ η σ έα . Α λ λ ά ο ύ τε π ισ τεύ ω ότι ο Θ η σ έα ς α ντ α π ο κ ρ ίν ετ α ι μ ό νο σε μια α π ό τ ις ά π ε ιρ ες α υτ ές α ντ ιφ α τ ικ ές δ υνα τ ό τ η τες, ό π ω ς επ ιπ ό λ α ια λέν ε μ ερικ οί, κ α ι ότι ο Ζ ιν τ θ α μ π ο ρ ο ύ σ ε με την ίδ ια ά νεση ν α είχε υ π ο δ υ θ εί τ ο ν Ο ιδ ίπ ο δ α . Ε π ειδ ή σε τ ελευ τ α ία α νά λ υ σ η , α ν ο Ζ ιν τ δ ισ τ ά ζε ι κ ά π ο υ , είν α ι π ιο π ο λ ύ στην επ ιλ ο γή τω ν μέσω ν π α ρ ά α νά μ ε σ α σ τις α ξίες . Δ ιχ α σ μ έν ο ς α νά μ ε σ α στην τ ά ξη κ α ι την π ερ ιπ έ τ εια , στην π α ρ ά δ ο σ η κ α ι την π ρ ό ο δ ο , σ το ά τ ο μ ο κα ι τ ο ν ά ν θ ρ ω π ο , στην π ίστη κ α ι την εγκα τάλειψ η , σ τον κ ίν δ υ ν ο κ α ι τη σ ύνεση , στην α π ό λ α υ σ η κα ι την α π ο γ ύ μ ν ω σ η , ο Ζ ιντ δ ε ν θ έλει τ ίπ ο τε ά λλο π α ρ ά ν α π ρ ο σ φ έρ ει, ό π ω ς ο ίδ ιο ς λέει γ ια τ ο ν Γ κα ίτε, μια υ π οδ ειγμ α τικ ή εικ ό ν α « για ό ,τ ι μ π ο ρ εί ν α επ ιτ ύ χ ει ο ά νθ ρ ω π ο ς , α π ό μ ό ν ο ς τ ο υ , χ ω ρ ίς τη ν π α ρ έμ βα σ η της θ εία ς χ ά ρ ιτ ο ς» . « Ε ξεπ λή ρ ω σ α τη μ οίρ α μου» λέει ο Θ η σέα ς, « π ίσω μου α φ ή νω την π όλη της Α θ ή ν α ς » . « Α φ ή νω το έρ γο μου» σ κέπ τετα ι ο Ζ ιν τ . Ε ίν α ι μια α να μφ ισ βήτη τη π επ οίθη ση : με την π ρ ο ϋ π ό θ εσ η π ω ς δε θ ’ α φ ή σ ουμ ε ν α χ α θ ο ύ ν ο ι ευ κ α ιρ ίες π ο υ μ α ς π ρ ο σ φ έρ ει, με την π ρ ο ϋ π ό θ εσ η π ω ς θ α ενερ γή σ ου μ ε σ ύμ φ ω να με τ ο ν υ π έρ τ α τ ο ν ό μ ο (π ο υ είν α ι κ α ι ο π ιο ο δ υ ν η ρ ό ς ), η α νθ ρ ώ π ινη ζω ή , π ερ ιορ ισ μ ένη σ τον γ ή ινο ο ρ ίζ ο ν τ ά της, έχει έν α επ α ρ κ ές ν όη μ α . Η ευ α ισ θη σ ία το υ Ζ ιν τ α π έ ν α ν τ ι σ το χ ρ ισ τ ια ν ισ μ ό είν α ι μια ευ α ισ θη σ ία ηθ ική , ό χ ι θρησκευτική: δ εν υ π ά ρ χ ει ά θρ η σκ ο ς π ο υ ν α είν α ι τό σ ο κ ο ν τ ά σ τις χ ρ ισ τ ια ν ικ έ ς α ξίες , α λλά π ο λ ύ λ ίγ ο ι, α νά μ ε σ α σ ’ εκ είνο υ ς π ο υ α π ο ρ ρ ίπ τ ο υ ν κα τη γορ η μ α τικ ά α υ τ ές τ ις α ξ ίες , είν α ι τ ελείω ς α δ ιά φ ο ρ ο ι γ ια τη μετα φ υσική ( ...) . Ό τ α ν ο Ο ιδ ίπ ο δ α ς π α ρ ο υ σ ιά ζετ α ι μπ ρ ο σ τά στο Θ η σ έα , δ εν π ιστεύ ω π ω ς ο Ζ ιν τ , σε κ α μ ιά π ερ ί πτω σ η. π α ίρ νει το μέρος του Ο ιδ ίπ ο δ α : β έβ α ια τ ο ν κ α τ α λ α β α ίν ει κα λύ τ ερ α α π ’ ότι ο Θ η σέα ς, α υτή όμω ς η δ ιεισ δυ τική κα τα νό η ση του ά λλο υ δ εν ο δ η γεί στην ελά χιστη σ υ ν εν ο χ ή . « Π α ρ α μ ένω τ έκ ν ο τούτη ς της γη ς», λ έει ο Θ η σέα ς. Τ ο ίδ ιο κ α ι ο Ζ ιντ . Π ά ν τα π ίσ τ ευ ε ό τι η ζω ή μα ς είν α ι μ ό ν ο π ά ν ω σ ε τούτη τη γη , κ α ι ό τ ι η ζω ή αυτή δ εν έχει ν ’ α π ο ζη τ ή σ ει τ ίπ ο τ ’ ά λ λ ο . Ό τ ι το α λη θ ινό φ ω ς είν α ι το φ ω ς π ο υ φ έγ γει την η μ έρ α , κ α ι ό χ ι εκ είνο π ρ υ β γ α ίν ει α π ό τ α σ κ ο τ ά δ ια , κ α ι π ω ς μ ό ν ο με τα μά τια του τ υ φ λ ο ύ Ο ιδ ίπ ο δ α μ π ο ρ ο ύ με ν α β λέπ ου μ ε. Ό τ ι η βούλησ η το υ α νθ ρ ώ π ο υ , π ο υ α ξιώ νε ι την πλή ρη ολοκ λήρω ση του εα υτο ύ τ ο υ , τ ο ν α π α λλ ά σ σ ει ν ’ α να μ έ νει α π ό κ ά π ο ια « Θ εία Ε π ικ ο υ ρ ία » τ ο ν ό η μ α α υτή ς της ζω ής. Ό τ ι η μ οίρ α μα ς δε χ ρ ειά ζ ε τ α ι κ ά π ο ια εξω τερ ι κή δύναμ η γ ια ν α φ ω τισ τεί, ν α λυ τρ ω θ εί κ α ι ν α λ ά β ει ά φ εση α μα ρτιώ ν: η ίδ ια κ λ είνει μέσα της τη ν α πολ ύτρ ω σ η . Ο Ζ ιντ δ εν ερμ η νεύει με τη χρ ισ τια νικ ή έν ν ο ια την α μ α ρτία κ α ι τ ο π ρ ο π α τ ο
ρ ικ ό α μά ρτη μ α π ο υ σ τιγ μ α τίζει τη ζω ή μα ς. Για ό σ α β ρ ίσ κ ο ντ α ι έξω α π ό τ ο ν γ ή ινο ο ρ ίζ ο ν τ α α ιώ ν ια κ α ι α ό ρ α τ α - δ ε νιώ θ ει ο ύ τε α νη σ υ χ ία , ο ύ τε ν ο σ τ α λ γ ία . Κ α ν είς δ εν είν α ι π ερ ισ σ ό τ ερ ο δ εμ έν ο ς με το χ ρ ό ν ο κ α ι τη φ α ιν ο μ ενικ ό τη τ α α π ’ ό τ ι α υ τ ό ς ο α νή σ υ χ ο ς ά νθ ρ ω π ό ς . Π ό σ ες κ α ι π ό σ ες σ ελίδες του Ημερολογίου τ ο υ θ α σ ημειώ ναμ ε σ α ν σ χό λ ια σ το δ ιά λ ο γ ο α νά μ ε σ α σ το ν Ο ιδ ίπ ο δ α κα ι τ ο Θ η σέα ! Ό τ α ν ο Ζ ιντ γρ ά φ ει: «Τ ι ω ρ α ία θ α ή τα ν ν α β ρ ίσ κ εσ α ι π ά ν τ ο τ ε α ντ ιμ έτω π ο ς με το α να λ λ ο ίω τ ο !» , δε δ ια κ ρ ίν ω κ α ν έν α τ ό ν ο κ ρ υ φ ή ς α νη σ υ χ ία ς π ο υ σ υνή θ ω ς υ π ο ψ ιά ζετ α ι κ α ν είς σε π α ρ ό μ ο ιε ς εξ ο μ ο λο γ ή σ εις. Η α π ο δ ο χ ή το υ Ζ ιντ είν α ι α π ό τ ις π ιο γ α λ ή ν ιε ς, α π ό τ ις π ιο π λή ρεις π ο υ υ π ά ρ χ ο υ ν : είν α ι π ιο κ ο ν τ ά σ το ν Γ κα ίτε π α
ρ ά σ το Ν ίτσ ε. Κ α ι τ ο μ ε λα γ χ ο λικ ό ύ φ ο ς τω ν τ ε λευ τ α ίω ν σ ημειώ σεω ν του Ημερολογίου δ εν ο φ είλ ετ α ι στη ν έμ μονη ιδέα τ ο υ θ α ν ά τ ο υ , α λλά στη λύ π η γ ια τ α γε ρ ά μ α τ α - σ τις τ ύ ψ εις γ ια μια ε ξ α ίσ ια κι ω σ τό σο ανο λ ο κλή ρ ω τη ζω ή. ( . . . ) Σ ε μ εγά λο β α θ μ ό , η α ξ ία α υτ ο ύ το υ έρ γο υ σ υ ν υ π ά ρ χ ει με την α νεπ ικ α ιρ ό τ η τ ά τ ο υ . Γ ιατί ν α α π ο ρ ο ύ μ ε; Θ α ή τα ν π α ρ ά λ ο γ ο ν α π ισ τ εύ ο υ μ ε ότι μ α ς α ρ έ σ ει μ ό ν ο ό ,τ ι μα ς τ α ιρ ιά ζ ει. Δ ε ν π α ρ α δ ε χό μ α σ τ ε α ρκ ετά τ ο ν εα υτ ό μα ς, γ ι ’ α υ τ ό κα ι γρ ή γ ο ρ α μ α ς κ ο υ ρ ά ζ ε ι. Κ α ι η ύ π α ρ ξή μα ς είν α ι α π ο τ έλεσ μ α τό σ ο εξ α ν α γκ α σ μ ο ύ ό σ ο κ α ι ε π ιλ ο γή ς. Ό ,τ ι είν α ι α νε π ίκ α ιρ ο επ ω φ ελείτα ι α π ό τη γ ο η τ εία π ο υ δ ένετ α ι με ό ,τ ι α φ ή ν ο υ μ ε π ίσ ω μας: τ ο π λ εο νέκ τ η μ ά του είν α ι η έντο νη ν ο σ τ α λ γ ία για τ ο π α ρ ελ θ ό ν. Κ α ι α υ τ ό π ο υ μα ς σ υγκ ινεί κα ι μας σ υ ν α ρ π ά ζ ε ι σ το Ζ ιν τ είν α ι η α ίσθηση ότι έχο υ μ ε ν α κ ά ν ο υ μ ε με έν α έρ γο π ο υ ό μ ο ιο το υ δ ε θ α ξ α ν α γ ίν ε ι, με έν α έρ γο π ο υ είν α ι ο ό ψ ιμ ο ς κα ι ζ ο υ
72/αφ ιερω μα μερός κ α ρ π ό ς μια ς π νευμ α τικ ή ς επ ο χ ή ς π ο υ π α ίρ ν ε ι κ ιό λ α ς του χρ ώ μ α τα του χρ υσ ο ύ α ιώ να . Μ α ς α ρ έσ ει για τ ί μα ντεύο υ μ ε μέσα σ ’ α υ τ ό κ ά π ο ια χ α μ έν α μυ στικά , τα ίχνη μια ς χ α μ έν η ς ευ τυ χ ία ς. Μ ερ ικ ές φ ο ρ ές φ α ντ ά ζει σ α ν το ύ στα το π ρ ο ϊό ν μια ς ελ ε υ θ ερ ία ς, μια ς α ρ γ ό σ χ ο λ η ς ζω ής κ α ι μια ς π νευμ α τ ικ ή ς π ειθ α ρ χ ία ς , π ο υ δύσ κ ο λα θ α ξ α ν α σ υ να ν τ ή σ ο υ μ ε, α φ ο ύ ήτα ν τ ό σ ο π ο λ ύ π λ ο κ ες κ α ι εύ θρ α υσ τες ο ι σ υνθ ή κ ες π ο υ το σ υ ν τ η ρ ο ύ σ α ν. Ά λ λ ο τ ε π ά λ ι φ α ντ ά ζει σ α ν το τελευ τ α ίο δ είγμ α εν ό ς έρ γου π ρ α γ μ α τ ικ ά κλα σ ικ ο ύ , δ ηλα δή εν ό ς έρ γου π ο υ έδω σ ε κ ά π ο ιο ς τεχνίτης κ α ι π ο υ γε νν ιέτ α ι κα θ ώ ς γρ ά φ ετ α ι, α πο τέλεσ μ α μ ια ς π ολύ ω ρ η ς επ εξ ερ γα σ ία ς του ύ φ ο υ ς του α π ό τ ο ν ίδ ιο το σ υ γγ ρ α φ έα , έτσι ώστε ν α τ α υ τ ίζετ α ι με μια ορισμ ένη στιγμή της γα λλ ικ ή ς γλώ σ σα ς. Τ ο έρ γο του Ζ ιν τ δ εν εκ φ ρ ά ζει έν α σύσ τη μα σ κέ ψ η ς ή μια δεδομ ένη πρ οσω πικ ότητα : είν α ι κ υ ρίω ς η α να ζή τη ση κ α ι η επ εξ ερ γα σ ία εν ό ς ύ φ ο υ ς . Ο ύτε ο Π ρ ου σ τ , ο ύ τε ο Β α λερ ύ δ ίν ο υ ν την ίδ ια εντύπ ω ση . Τ ο έρ γο τ ο υ ς δ εν μα ς επ ιτ ρ έ π ει ν α π α ρ α κ ο λ ο υ θ ή σ ο υ μ ε αυτή την π ρ ο ο δ ευ τ ι κή γέννη ση μια ς μορφής: δ εν μα ς α φ ή ν ει ν α ει σ χω ρ ήσ ουμ ε μέσα σ το εργα σ τή ρι. Τ ο ύ φ ο ς τ ο υ ς είν α ι η έκ φ ρα ση μια ς τ ελειω μένη ς α π ό τα π ρ ιν φ ύσης: είν α ι, σ α ν κ α ι τη φ ύσ η , κάτι α π ό λ υ τ ο . Η σχέση α νά μ εσ α στην ευ α ισ θ η σ ία , τη β ιο γρ α φ ία κ α ι τ ο έρ γο σ τον Π ρ ου σ τ, α νά μ εσ α στη σκέψ η κ α ι το έρ γο σ τον Β α λερ ύ , είν α ι σχέση έκ φ ρα ση ς κ α ι εκ φ ρ α ζόμ ενου · σ το ν Ζ ιν τ όμω ς έχο υ μ ε ν α κ ά ν ου μ ε με μια σχέση σ τενή , α μ ο ιβ α ία κ α ι α σ τ α θή δ υ ο κόσ μω ν π ο υ μετα βά λλο ντα ι κ α θ ώ ς επ ε ν ερ γ ο ύ ν ο έν α ς σ τον ά λλο ν . Τ ο έρ γο δ εν είν α ι μ ό ν ο η έκ φ ρα ση εν ό ς ο ρ ισ μ ένο υ «εγώ », είν α ι και η δ η μ ιου ρ γ ία εν ό ς ύ φ ο υ ς - κ α ι το ύ φ ο ς είν α ι η ιστορ ία μια ς π ρ οσ ω π ικ ό τη τα ς π ο υ μ ετα μορ φ ώ ν ετ α ι π α ρ ά λλ η λα με α υ τ ό . Έ χ ο υ μ ε το ύ φ ο ς της π ρ ώ της η λ ικ ία ς, της ω ριμότη τας κ α ι τω ν γη ρ α τειώ ν του Ζ ιντ , το ίδ ιο ό π ω ς έχ ο υ μ ε κ α ι στο έρ γ ο του την πρώ τη η λ ικ ία , την ω ριμότητα κ α ι τα γη ρ α τειά . Τ α π ερ ισ σ ότ ερ α έρ γα της επ ο χ ή ς μας έχ ο υ ν κά τι το σ τα τικ ό , τ ο π ρ ο κ α θ ο ρ ισ μ έν ο . Ί σ ω ς τ ο έρ γο του Ζ ιντ ν α είν α ι α π ό τ α τελευτα ία π ο υ επ ιδ έ χο ν τ α ι κ ά π ο ια χρ ο ν ο λο γικ ή εξέτα ση, με τη διά κρ ισ η δ ια φ ορ ετ ικ ώ ν φ ά σεω ν σ το ύ φ ο ς κ α ι στη σκέψη. Κ α ι κ α τ α λα β α ίν ο υ μ ε π ω ς α υτό είν α ι τ ο σ ημά δι μια ς π νευμ α τικ ή ς επ ο χ ή ς π ο υ έλειψ ε π ια ορ ισ τικ ά . Π ρ ά γμ α τ ι, α ν τ ο κ α λ ο π ρ ο σ έξο υ μ ε, αυτή η στενή σχέση έρ γο υ κ α ι ζω ής κ ρ ύ βει μέσα της μια ν ανεκτίμητη α ξ ία π ο υ την π ρ ο σ δ ίδ ει σ το έρ γο , α φ ο ύ δ έχετα ι τις εκμυστη ρ εύ σ εις τω ν δ ισ ταγμ ώ ν κα ι τω ν π α ρ α λ λ α γ ώ ν μια ς ολόκ λη ρ η ς ζω ής, κ α ι α φ ο ύ η μ ετα φ ο ρ ά τ ο υ ς σ το έρ γο α ρ κ εί γ ια ν α α π ο κ τ ή σ ο υ ν κ ά π ο ια εγκυρ ότητα ό λ α α υτά . Μ π ορ ο ύ μ ε ν α π ο ύ μ ε π ω ς α π ό δω κα ι μ π ρ ο ς θ α υ π ά ρ χ ο υ ν ελά χιστα π α ρ α δ ε ίγ μα τα μια ς ζω ή ς, π ο υ ν α τ ο π ο θ ετ εί τ ό σ ο ψ η λ ά τ ο έρ γο τ έχ ν η ς, ώστε ν α μη θ έλει ν α ξεχ ω ρ ίζ ει α π ’
α υτό . ( ...) . Ό τ α ν θ α έχο υ μ ε π ια κο υ ρ α σ τεί ν α εξ ε ρ ευ νο ύ μ ε τη μεταφ υσική μας μ οίρ α κ α ι ν α θ εω ρ ούμ ε τ ο ν εα υτό μα ς σ α ν ά το μ ο σ το ν κ ό σ μ ο , ιδω μ ένο α π ’ έξω , τότε το έρ γο του Ζ ιντ θ α μας ξ α ν α φ έρ ει σ το ν ο υ την α στείρ ευτη γο νιμ ό τη τα του μ ο ρ α λισ μ ο ύ. Σ τη ν εξω τερική κα ι σ υνηθισμ ένη εικ ό ν α π ο υ τ είν ο υ μ ε ν α έχο υ μ ε γ ια τ ο ν ά νθ ρ ω π ο , θ α υ π ε νθ υ μ ίζ ει την α ξ ία του εσ ω τερικού κόσ μου κ α ι της δ ια φ ο ρ ά ς . Ό χ ι π ω ς το έρ γο του Ζ ιντ π α ρ ’ ό λ ο π ο υ συντηρ είται α π ό τ ο ν δια κ ρ ιτικ ό λυ ρ ισ μ ό μια ς π ρ ο σ ω π ικ ή ς ζω ής - δ εν είν α ι ού τε κ α τ ’ ιδ έ α ν α ντ ιπ ρ ο σ ω π ευ τ ικ ό μια ς λο γ ο τ εχ νία ς της ενδο σ κ ό π η σ η ς. Ό σ α π ρ ο σ ά π τ ει, γ ια π α ρ ά δ ειγμ α , ο Σ α ρ τρ σ το ν Π ρ ο υ σ τ , δε θ α μ π ο ρ ο ύ σ α ν π ο τ έ ν α σ τρ α φ ο ύ ν κ α τ ά το υ Ζ ιντ. Α υ τ ό ς ο κ λα σ ικ ό ς σ υ γγ ρ α φ έα ς , α φ ο σ ιω μ έν ο ς στη μελέτη του α νθ ρ ώ π ο υ , δε χ ρ η σ ιμ ο π ο ίη σ ε π ο τ έ την α νά λυ ση . Π ρ ώ τα α π ’ ό λα γ ια λ ό γ ο υ ς α ισ θητικούς: ο π α δ ό ς μ ια ς τ έχνη ς της υ π ο β ο λ ή ς κ α ι το υ α π ό ρ ρ η το υ , ο Ζ ιν τ τ ρ ο μ ά ζει π ά ν τ α με την υ π ερβο λ ικ ή σ α φ ή νε ια της α νά λυ σ η ς, την α νά π τ υ ξή της, επ ειδ ή α υ τή εκ μ η δ ενίζει την ενεργη τικ ότητα του α να γ ν ώ στη: λέει τ α π ά ν τ α , κ α ι π ερ ισ σ ό τερ ο α π ’ ότι χ ρ ειά ζ ε τ α ι. Α λ λ ά είν α ι κι επειδή το υ είν α ι π ιο εύ κ ο λο ν α π ερ ιγρ ά φ ε ι κ α ι ν α σ ημειώ νει έν α -έν α κ α θ ώ ς έρ χ ο ν τ α ι τα σ υνα ισ θ ή μ α τ α κα ι τις σ κέ ψ εις , π α ρ ά ν α σ υσ σω ρεύει κ α ι ν α δια τυπ ώ νει: η τέχνη α ρ χ ίζ ει π έρ α α π ό την α νά λυ σ η . Υ π ά ρ χ ο υ ν ό μω ς κ α ι β α θ ύ τ ερ ο ι λ ό γ ο ι. Ο Ζ ιν τ έχει τ έλεια επ ίγνω σ η το υ π α ρ α π λα νη τ ικ ο ύ χ α ρα κ τή ρ α της ενδο σ κό π η ση ς: ίσω ς ν α είν α ι κ α ι ο π ρ ώ το ς π ο υ το σ υ νειδη τ ο π ο ίη σ ε. Η φ ύσ η του εσω τερικού ό ν τ ο ς είν α ι δ ιφ ο ρ ο ύ μ εν η , α κα θό ρ ισ τη κ α ι κα τά β ά θ ο ς ασυ νά ρ τητη κα ι α νύ π α ρ κ τη , ό τα ν την α ντ ιμ ετω π ίζο υ μ ε σ α ν μια ουσιασ τική π ρ α γ μ α τ ι κότη τα π ο υ π ρ έπ ει ν α π ερ ιγ ρ ά φ ο υ μ ε, είν α ι α ν ε ξάρτητη α π ό τη σκέψ η π ο υ την π α ρ α κ ο λ ο υ θ εί, α κ ρ ιβ ώ ς ό π ω ς μια χημική α ντίδ ρα σ η είν α ι α ν ε ξάρτητη α π ό τ ο ν επ ισ τή μ ο να . Η φ ύση αυτή δε δ ιέ φ υ γ ε την π ρ ο σ ο χ ή εκ είνο υ π ο υ είπ ε, ό τ ι δ εν έβλ επ ε κ α μ ιά δ ια φ ο ρ ά α νά μ ε σ α σ ’ α υ τ ό π ο υ ν ιώ θο υμ ε κι εκ είνο π ο υ φ α ντ α ζό μ α σ τ ε ότι ν ιώ θ ο υ με, κα ι π ο υ έγ ρα ψ ε α κόμη πλη ρέστερα : « Δ ε ν εί μαι π ο τ έ τ ίπ ο τ ’ ά λλο α π ό εκ είνο π ο υ π ιστεύ ω ότι είμα ι». Τ ί π α ρ α π ά ν ω ν α π ο ύ μ ε, α π ό τ ο ό τι δ εν υ π ά ρ χ ει μια εσω τερική α λή θ εια π ο υ π ερ ιμ έν ει, π α ν έτ ο ιμ η ήδ η, ν α π ά μ ε ν α την α π ο κ α λ ύ ψ ο υ μ ε α π ό τ ο ότι δ εν είμα σ τε έν α α ντ ικ είμ εν ο , α λλά έν α π ρ ο σ χ έδ ιο - η εικ ό ν α π ο υ π ισ τ εύ ο υμ ε κα ι θ έλο υ με ν α είμαστε; Α ν τ ί γ ια α υτο σ υνείδη σ η , κ α λύ τ ερ α ν α μ ιλή σουμε γ ια σ υνείδη ση της εικ ό ν α ς τ ο υ εα υτο ύ μ α ς, της εικ ό ν α ς τω ν ο ν είρ ω ν , της επ ιθ υ μ ία ς, της βο ύ λη σ η ς, της ερ μη νείας. Έ τ σ ι εξη γ είτα ι για τ ί ο Ζ ιν τ δ εν έγ ρα ψ ε γνω μ ικ ά , ο ύ τε έρ ιξε τ ο κ ύ ρ ιο β ά ρ ο ς το υ έρ γου του στο Η μερολόγιό τ ο υ. Γ ια τ ο ν Ζ ιντ η γνώ ση του α ν θ ρ ώ π ο υ είν α ι α λλη λένδετη με την π α ιδ εία του:
α φ ιερ ω μ α/73 γ ι ’ α υ τ ό κ α ι την α να ζή τη σ ε στη μ υ θ ο π λ α σ ία τω ν Κιβδηλοποιών, τω ν Υπόγειων του Βατικανού, σ το μύ θ ο του Θησέα, κ α ι ό χ ι στην άμεσ η κ α ι γ υ μνή π αρ α τή ρ η σ η . Α π ο σ τ ο λ ή ίσω ς το υ Ζ ιν τ είν α ι ν α μ α ς θυμ ίσ ει σ υ ν ά μ α την α ξ ία της η θ ική ς γ ν ώ σης κ α ι τη σ ημα σία της π ερ ίφ ρ α σ η ς κ α ι της υ π ο θετικής μα τιάς - κά τι π ο υ α π ο ρ ρ ίπ τ ει σή μ ερ α , μ’ έν α ν ε π ικ ίν δ υ ν ο τ ρ ό π ο , μια λ ο γ ο τ εχ νία π ο υ δ εν α π ο δ έχ ετ α ι τη μ υ θ ο π λ α σ ία . ( ...) Τ ο έρ γο α υ τ ό , π ο υ ό μω ς είπ α μ ε είν α ι κ α τ ά κ ύ ρ ιο λ ό γ ο η επ εξ ερ γα σ ία εν ό ς λο γ ο τ εχ νικ ο ύ ύ φ ο υ ς , κ α ι π ο υ ο ίδ ιο ς ο Ζ ιν τ εν ν ο εί ν α τ ο κ ρ ί ν ο υ μ ε μ ό ν ο α π ό α ισθητική ά π ο ψ η , είν α ι κ α ι η π ρ ότα σ η γ ια έν α π ρ ό τ υ π ο σ υμ π ερ ιφ ο ρ ά ς: έν α δ είγμ α «ζωής. Δ ε ν μένει π α ρ ά ν α εξετ ά σ ο υ μ ε κ α τ ά π ό σ ο ο Α ν τ ρ έ Ζ ιν τ δ ια θ έτ ει τα π ρ ο σ ό ν τ α γ ια ν α ξ α ν α γ ίν ε ι α ύ ρ ιο , έν α ς α π ό τ ο υ ς « π ν ευ μ α τ ι κ ο ύ ς π α τέρες» μας. Θ α π ερ ιορ ισ τ ώ μ ό ν ο ν α π ω ό τι είν α ι τ έτ ο ια η σημερινή κα τά στα ση , «ίππε εκ είνο π ο υ χ τ ες α κ ό μα π ερ ν ο ύ σ ε γ ια ψ ευ δα ίσθ η σ η ή α νε π ά ρ κ εια , μπ ορ εί α ύ ρ ιο ν α π ά ρ ει τη μορφ ή μια ς λυτρ ω τι κής α λή θ εια ς. Ο α τομ ικ ισμ ό ς του Ζ ιν τ μ π όρ εσ ε ν α π α ρ εμ π ο δ ίσ ε ι μια γενικ ό τερ η κ α ι π ι ο δ η
μιο υ ργική α ντιμετώ π ιση τ ο υ α νθ ρ ώ π ο υ · η α δ υ ν α μ ία τ ο υ γ ια τις α π ο χ ρ ώ σ εις , η σ υ ν εχ ή ς δ ιά θ ε ση γ ια δ ιά λ ο γ ο , ίσω ς ν ’ α π ε ίλ η σ α ν την α νά γκ η γ ια τά ξη π ο υ επ ιθ υ μ ο ύ σ α μ ε τ ό σ ο π ο λ ύ . Μ ήπω ς ό μω ς δ εν ά λ λ α ξ ε η σκηνή; Η τ ά ξη , η α π λ ο π ο ίη σ η , η ο μ ο φ ω νία π ο υ επ ιζη τ ο ύ σ α μ ε έχ ο υ ν π λ η σ ιά σ ει τ ό σ ο κ ο ν τ ά μ α ς ώστε ν α μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α δ ια κ ρ ίν ο υ μ ε π ω ς το π ρ ό σ ω π ό τ ο υ ς δ εν είν α ι α κ ρ ι βώ ς εκ είνο π ο υ ο νειρ ευτ ή κ α μ ε. Γ ια ν α α ντισ τα θ ο ύμ ε σ ’ α υτή την α π λ ο π ο ίη σ η , στην κατά ργησ η το υ δ ια λ ό γ ο υ κα ι τω ν α π ο χ ρ ώ σ εω ν , δ ο κ ιμ ά ζ ο υ με τ ο ν π ειρ α σ μ ό ν α επ α να φ έρ ο υ μ ε σ ήμερ α α ξίες π ο υ π ρ ιν α π ό λ ίγ ο κ α ιρ ό α κ ό μ α φ α ίν ο ν τ α ν ξ ε π ε ρ α σ μ ένες. Κ α ι δ εν εν ν ο ώ ό τ ι α ρ κ εί ν α α ντ ιπ α ρ α τ ά ξο υ μ ε σ τη ν τ ά ξη τ ο ν α το μ ικ ισ μ ό , τη ν ά να ρ χη ελ ε υ θ ερ ία , τ ο ν α σ φ υ κ τ ικ ό π λ ο υ ρ α λ ισ μ ό π ερ α μ έν ω ν επ ο χ ώ ν : εν ν ο ώ ό τ ι η τά ξη α υτή δ εν θ α είν α ι π ο τ έ ο ύ τε γ ό ν ιμ η , ο ύ τε βιώ σ ιμη , α ν δ εν μ π ο ρ έ σ ο υ μ ε ν α α π ο κ α τα σ τή σ ο υ μ ε τ ο ν π λ ο ύ τ ο π ο υ κ ρ ύ β ει μέσα της κ α ι π ο υ α π ε ιλ είτ α ι ν α χ α θ ε ί. Κ α ι γ ια ό λ α α υ τ ά α κ ρ ιβ ώ ς μ π ο ρ εί ν α μα ς β ο η θή σ ει ο Ζ ιντ . Μ ετάφ ρ α ση : Ν ίκη Μ ο λφ έτα
Mario Vargas
LLOSA
ΜΙΧΑΛΗ ΣΠΟΥΡΔΑΛΑΚΗ.
0 ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΤΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΟΔΙΝΟΣ Μετάφμαση ΜΑΝ’ίίΛΗΣ ΠΑΙΗΛΟΛΑΜΙΙΑΚΗΣ
Εκδόσεις ,ΞΑΝΤΑΣ
7 4/αφ ιερω μ α
Στις 26 Ιανουάριου 1939, ο Ζιντ σημειώνει στο “Η μ ε ρ ο λ ό γ ιό ” τ ο υ : «Σίγουρα θα πάω να βρω τον Ρομπέρ Λεβέκ στην Ελλάδα, στις διακοπές του Πάσχα. Τίποτα δεν με κρατά στο Παρίσι πριν από το Μάιο. Ελεύθερος επιτέλους, όσο δεν ήμουνα ποτέ · τρομερά ελεύθερος, θα ξέρω άραγε ακόμα «να αποπειρα θώ να ζήσω»... Την Τετάρτη 12 Απριλίου 1939, ο Αντρέ Ζιντ συνάντησε στο σπίτι του κυ ρίου και τις κυρίας Κ. Δημαρά, τους Γιώργο Σεφέρη, Γιώργο Θεοτοκά και Θεμ. Αθανασιάδη. Τον συνόδευε ο Ρομπέρ Λεβέκ (καθηγητής τότε στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών). θ α υ μ α σ μ ός του Ζ ιν τ γ ια τ ο έρ γο της Μ αρ γκ ερ ίτ Γ ιο υ ρ σ ενά ρ ώ θησε τ ο ν κ. Κ . Δ η μ α ρ ά ν α μιλήσει σ τον Ζ ιν τ γ ια τ α π ο ιή μ α τ α του Κ α β ά φ η , π ο υ είχ ε μ ετα φ ρ άσ ει μ α ζ ί με την Μ . Γ ιο υ ρ σ ενά ρ . Τ ο π ο ίη μ α «Η π ό λις» είχε εν τ υ π ω σ ιά σ ει τ ο ν Γ ά λλο σ υ γγ ρ α φ έα . Τ ο ν Ια ν ο υ ά ρ ιο του 1940 δη μ οσ ιεύτη κα ν στο π ερ ιο δ ικ ό Mesures με τ α φ ρ α σ μ έν α π οιή μ α τ α το υ Κ α βά φ η κ α ι ο Ζ ιν τ γρ ά φ ει σ το Η μερολόγιό του σ τις 9 Σ επ τεμ βρ ίο υ 1940: «Γ ρ άφ ω α υ τ ά μ ετα ξύ δ υ ο κ α ι τρ εις το π ρ ω ί, μη μπ ορ ώ ντα ς ν α κ οιμ ηθώ . Σ ε μια π α ρ ό μ οια α ϋ π ν ία , δ ιά β α ζα χτες τ ο κα τα πλ η κ τικ ό ά ρ
Ο
θ ρ ο της Μ α ρ γκ ερ ίτ Γ ιο υ ρ σ ενά ρ γ ια τ ο ν κ α τ α π λη κτικό π οιητή Κ α βά φ η - κα ι τ α π ο ιή μ α τ ά του π ο υ έχει μετα φ ρ ά σ ει εκείνη κ α ι ο Κ ω νσ τ α ν τ ίν ο ς Δ η μ α ρ ά ς π ο υ θ υ μ ά μ α ι ό τι σ υ ν ά ν τ η σ α σ τη ν Α θ ή ν α το 1938 [sic]. Θ υ μ ά μ α ι π ω ς μου είχε α ρέσει. Μ α ς δ ιά β α σ ε (είχ α μ ε μ α ζευ τ εί μ α ζί με τ ο ν Ρ ο μ π έρ Λ εβ έκ κ α ι μερικ ο ύς ά λ λ ο υ ς) σ τίχ ο υ ς, ό χ ι δ ικ ο ύ ς τ ο υ , α λλά το υ Κ α β ά φ η , α π ’ ό τι ν ο μ ίζω » . Ο α π ό η χ ο ς α π ’ α υτή τη σ υνάντησ η κ α τ α γρ ά φ ετ α ι σ τις Μέρες Γ' του Γ ιώ ρ γου Σ εφ έρ η , στο Ημερολόγιο του Γ ιώ ρ γου Θ εο τ ο κ ά , κ α θ ώ ς κα ι σε δ υ ο ά λλα κ είμ ενα του ίδ ιο υ . Τ α π α ρ α θ έτ ο υ μ ε.
α φ ιερ ω μ α /7 5 «Κυριακή, 16 Α πριλίου. (...) την περασμένη Τετάρτη, στις 11 το βράδυ, ύστερα από μ ια τρι κυμιώδη υπόθεση στο Υπουργείο, γνώρισα τον Andre Gide. Συλλογίζομαι ακατάπαυστα αυτή τη φυσιογνωμία. Σήμερα πρωί, βγαίνοντας από έναν ύπνο εφιαλτικό, μου ήρθε πάλι στο νου μια φράση του. Μ ιλούσαμε για την πνευματική ζωή στις ενστρατωνισμένες χώρες των ημερών μας. Πόσο χαρακτηριστικά μαραίνονται όλα. Ρωτού σα για την ποίηση στη Ρωσία. Είπε μ ε φωνή βα ρύθυμη: «Ils ont un grand poete, Boris Rasternak mais il finira par se suicider, comme Matakovski...». [Έ χ ο υ ν έναν μεγάλο ποιητή, τον Μ πόρις Πάστερνακ, αλλά θ’ αυτοκτονήσει κι αυτός στο τέλος, όπως κι ο Μ αγιακόφσκι. (μετ. τ. ε π ιμ .)/. Ό τα ν μπήκα στο σαλόνι των Δημαρά, ήταν καθισμένος αριστερά μου, κρατώντας ένα τσιγαρέτο, μ ε το κεφάλι κάπως σκυμμένο. Πρόσωπο τετράγωνο, ζωντανό και κλειστό. Γυαλιά, κόκκι νη γραβάτα. Έ νας μικρόσωμος νέος, που διδά σκει εδώ, τον συνόδευε, παρατηρητικός και σιω πηλός. Ή ταν και ο Γιώργος Θεοτοκάς. Μια επιφάνεια ολωσδιόλου λεία αυτός ο άν θρωπος, μ ε αραιές κόπου-κάπου γραμμές που φανερώνουνταν καθώς προχωρούσε η γνωριμία. . Μια ζωή που είχε πάρει τη μορφή της, που είχε τελικά διαλέξει. Κ ανένα σημάδι της inquietude [ανησυχίας] της νιότης του, μήτε της ατμόσφαι ρας των Nourritures Terrestres [Γήινων Τροφών]. Ό μω ς μια εξαιρετική φρεσκάδα συναισθηματι κής αντίληψης και προσοχής. Α υτό φάνηκε όταν
ο Δ ημαράς του διάβασε την «Πόλη» του Καβάφη σε γαλλική μετάφραση και όταν του διάβασα λί γους στίχους από το Α της Ιλ ιά δ α ς , που γύρεψε να τους ακούσει με τη δική μας την προφορά. Η συνάντηση αυτή μου έδωσε την εντύπωση πως είχα κάνει ξαφνικά, μέσα στη φρίκη της τω ρινής ζωής μου, ένα μακρινό ταξίδι. Και όταν χωρίστηκα από αυτόν τον άνθρωπο, δεν μπόρε σα να μην τον παραβάλω με τους δικούς μας τους ημίθεους και με την ερημιά που μ ας αφήνει η προσωπική επαφή τους. Δ εν μπορούσα να μη συλλογιστώ ξανά και ξανά αυτή τη φωνή που εί χε τόση ασφάλεια, χωρίς να φωνάζει, χωρίς να συνοδεύεται από χτυπήματα της παλάμης πάνω στο στήθος· αυτή την οξύτητα της μα τιά ς· και τη βαθιά γνώση της τέχνης τον από τον τεχνίτη. Και τούτο το εκπληκτικό: την ευκολία της συνεννόη σης μ ε μια λέξη, με μια σιωπή, μ ’ αυτόν τον εβδομηντάρη ξένο, που παρουσιάστηκε τόσο ξαφνικά ανάμεσά μας. Θυμούμαι, όταν ο Δημα ράς μίλησε για τον Καβάφη', ρώτησε ποιο ήταν το είδος του. «Lyrique» είπε ο Δημαράς. Πρόσθεσα: «Didactique». Με κοίταξε παράξενα. Έπειτα, όταν ο Δημαράς διάβασε την «Πόλη», μου είπε: «Ie comprends maintenant ce que votes ----- ' J ·------------— . » [Τώρα ·-*- vouliej dire par ’-------le m ot- didactique.. κατα λαβαίνω τι θέλατε να πείτε με την λέξη διδακτι κ ό...]. Ό τα ν δεν συμφωνούσε, υποδήλωνε τη διαφω νία του με μια επιφατική αλλά και συνάμα υπο θετική κατάφαση: «Tres certairnement ςα doit etre comme ςα...». [Βεβαιότατα, έτσι πρέπει να ’να ι...], π ου βούλιαζε σ’ ένα άπειρο αποσιωπητι κών. Το είδος που χάνεται. (Γ. Σεφέρης, Μέρες Γ ’, σελ. 115-116)
ίσ<* ς κ α ΐι
v°v°xiin?Z‘“ α β ρ ά σ ε ι \ μου. Α^ ίλ Ζ ζ α'■ρQpia ·6,ά« έλαέ!,
« αη > ν
ν Χαρόια και ό2»
6λη^°υ τη σκέψη. ■ _^ VTt>c Ζ ι ν τ
7 6/α φ ιερω μ α 13 Α πριλίου 1939. Χτες, μες στη μεγάλη αυτή ταραχή, μια συνά ντηση απροσδόκητη, μια συνάντηση από κείνες που είχα το περισσότερο επιθυμήσει στη ζωή μου. Ο Andre Gide στην Αθήνα. Είναι εδώ τρεις εβδομάδες incognito. Φεύγει αύριο. Τις τελευταίές μέρες θέλησε να γνωρίσει μερικούς από μας, γνώρισε το Δημαρά που τον κάλεσε σπίτι του και που με ειδοποίησε χτες το απόγευμα. Ή ρθε και ο Σεφέρης. Ή ταν εκεί επίσης κι ο Θ. Αθανασιάδης και ένας φίλος του Gide ονόματι Robert Levesque, που τον συνόδευε στις εκδρο μές που έκανε στην Ελλάδα. Δείπνο στις 9 μ.μ. Οι δυο Γάλλοι έφυγαν στις 12.30’. Ομολόγησα στην Ελενίτσα Δημαρά τη συγκί νησή μου. Α υτός ο άνθρωπος έχει παίξει τόσο μεγάλο ρόλο στο σχηματισμό μας, επηρέασε τόσο πολύ τη νιότη μας και τόσες φορές είχα φαντα στεί πως πήγαινα να τον δω... Είναι 70 χρονώ, αλλά μ οιάζει 60 και κάτι. Ψη λός, ακμαίος, πολύ πιο γερός από ό,τι νόμιζα. Το ύφος του προτεστάντου ιέρωμένου που ση μειώθηκε τόσες φορές. Α λλά ο σατανισμός του μάλλον μυθώδης, τουλάχιστο όσον αφορά τον ιδιώτη. Αρκετή ειρωνεία στο βλέμμα του, αλλά όχι εχθρική. Τουναντίο πολύ camarade μ α ζί μας, καθόλου διδακτικός, καθόλου ύφος maitre. Απλότητα και μεγάλη πνευματική δύναμη κρυμ μένη, που τη νιώθει κανείς τριγύρω τον στην ατμόσφαιρα. Μας γοήτευσε, μας υπνώτισε λιγά κι, αλλά χωρίς κανένα τέχνασμα, χωρίς να το επιδιώκει. Νομίζω πως είναι η σπουδαιότερη πνευματική φυσιογνωμία από όσες έτυχε να ανταμώσω ώς σήμερα. Ό τα ν ήμασταν στο Παρίσι τόσο πολύ μας απασχολούσε κάθε γραφτό του, τόσο πολύ μ ι λούσαμε γ ι’ αυτόν κάθε μέρα, που στο τέλος δεν τον αναφέραμε πια μ ε το όνομά του, αλλά λέγα με «ο θείος». Γνώρισα λοιπόν επιτέλους το θείο μας.
Ενδιαφέρουσες κρίσεις του για το ελληνικό το πίο (Δελφοί, Ολυμπία, Σ ούνιο). Σχολιάζει το ρη τό που βρίσκεται χαραγμένο στον τάφο του 'Αγνωστου Στρατιώτη: ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος (Θουκυδίδης). Του κάνει εντύπωση και τον ευχαριστεί αυτή η πνευματική οικουμενικότητα που εκδηλώνεται σε μια τέτοια πατριωτι κή περίσταση. Ύστερα συζήτηση για το έργο του. Τον ευχαριστεί π ολύ η άποψη που υποστη ρίζω ότι το βιβλίο του που είχε τη βαθύτερη διε θνική επίδραση είναι οι F aux-M onnayeurs. Μιλά με κάποια πικρία για την υποδοχή που βρήκε αυτό το βιβλίο στον τόπο του. Οι Γάλλοι δια νοούμενοι δεν το αγάπησαν, λέει, αναγκάστηκαν να το παραδεχτούν όταν είδαν την απήχηση που είχε στο εξωτερικό. Οι άλλοι υποστηρίζουν ότι οι N ourritures Terrestres είχαν μια επίδραση ακόμα μεγαλύτερη. Λέω: - Οι Nourritures επηρέασαν τον τρόπο που ζουν οι άνθρωποι, όχι τον τρόπο που γράφουν. Ο Gide συμφωνεί μ α ζ ί μου, και προσθέτει: - Ευτυχώς. Πολιτική και κοινωνική συζήτηση. Ο Gide βρί σκεται στην ίδια αγωνία που βρισκόμαστε όλοι μας, δεν έχει τίποτα να μας μάθει σ ’ αυτό το ση μείο. Απογοήτευση και αμηχανία του. Αρνείται απόλυτα τη σοβιετική Ρωσία. Ξεπέρασε, λέει, αυτό το στάδιο. Μιλά πολύ αυστηρά για το μαρξικό δογματισμό, για την ολέθρια επίδρασή του στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή. Αλλά δεν πιστεύει σε κανένα από τα υπάρχοντα καθε στώτα. Πιστεύει μονάχα ότι το κοινωνικό πρό βλημα είναι το κέντρο της σύγχρονης ζωής, ότι το πρόβλημα αξιώνει επιταχτικά μια λύση, αλλά δεν ξέρει ποια θα είναι η λύση. Ο Δημαράς αναλαμβάνει να του γνωρίσει τον Καβάφη, του διαβάζει μερικά ποιήματα μετα φρασμένα γαλλικά. Ο Gide δείχνει πολύ ενδια φέρον, ζητά να του διαβάσει ο Δημαράς ένα
α φ ιερ ω μ α /7 7
•a s ^ s ^ p f β τ^ Κ 7Γ^ « ·
n 6 o S S ff^
ά4 ε ς Ι Τ μ ε*ά-
Ί ταν " * « το χ Ζ \ Κα^ ° ° ε ς η ί ^ ! Λ αίόιά
ποίημα στο πρω τότυπο για να ακούσει το ρυθμό της γλώσσας του ποιητή. Ζητά πολλές εξηγήσεις και π ληροφορίες ε ν δ ι α φ έ ρ ε ι αληθινά. Υστερα συνέβηκε κάτι που άλλοτε θα μ ο υ έκανε πολύ μ εγάλη εντύπωση, αλλα σήμερα μ ε αφήνει μά λλον αδιάφορο, γιατί τέτοια περιστατινεβηκαν σε πολλές ευκαιρίες και τα “ , , I ' , θυμ ούμ α ι καλα πως όταν ήμουν π ολύ νέος και ονειρευόμουν να παω να επισκεφθώ τον Andre Gvde διάφορά ονειροπολήματα σχετιΓ , είχα Α κάνει V ^ ^νειρυπυκηματα κα Ρ μ αυ^ αυτήνν Τ την ΤΙν επίσκεψη και φ ανταζόμουν ότι θα του ελεγα τούτο, θα μου έλεγε λεγε εκείνο κ.λπ. Ετσι είχανε γίνει στο νου μ ο υ μεγά λες φανταστικές συζητήσεις, που δεν είχανε καμιά σχέση μ ι τη χτεσινη πραγματική συνομιλία. Α νάμεσα όμως σ ολα αυτα τα ονειροπολήματα είχα προα ισθανθεί και το εξής επεισόδιο: ότι τάχα ο Gide θα με παρακαλούσε να του διαβάσω σ τίχους του Ομήρου για να δει τι εντύπωση θα τον έκανε ο Ό μ ηρος διαβαζόμ ενος μ ε τη νεοελληνι κή προφορά.
ΤχωΖνυΖεΓ^
Ά ξα φ να , χτες, ενώ ο Δημαράς και ο Σ ε9 είχανε πάει στη βιβλιοθήκη και γύρευα ν κ ΐ βιβλίο, ο Gide στρέφεται και μ ου λέει σ; κατά λέξη, ότι θα ήθελε πολύ ένας από uc του διαβάσει ορισμένους στίχους της Ιλιάόα ™ποιούς) ****»“ ** πε ποιους) για να δει την εντύπωση π ου κό νεοελληνική προφορά, Νομίζω πως, ενώ μ ου το έλεγε, χαμο} όπως όταν έρχεται κ άποιος και μας λλέει κάποιος έ τι ποο υι, περιμένουμε ν ’ ακούσουμε. Βάλαμε Β όλι π το Σ εφέρη και διάβασε το κομμάτι κι ο τησε να το ξανακούσει τρεις φορές, τησε να το ξανακούσει τρεις φορές. Το προαίσθημά προαίσθημά μ αυτό δεν δεν εείχε Το μ ου ου αυτό καμιά βάση, δεν μ π ορ εί να εξηγηθεί :ί μ ε λ τρόπο.
° ^ ένθν*
(Γ. θεοτοκάς, Ημερολόγιο,
78/αφ ιερω μα
Συνάντηση με τον Αντρέ Ζιντ Ελάχιστοι άνθρωποι πληροφορήθησαν εγκαί ρως ότι ο μεγαλύτερος Γάλλος συγγραφέας των ημερών μας έμεινε στην Ελλάδα τρεις εβδομάδες γύρω στις εορτές τον Πάσχα. Α υτό ήταν το δεύ τερο ταξίδι του στον τόπο μας, είχε ξανάρθει το Πάσχα 1914 λίγους μήνες πριν το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου, και νποσχέθηκε πως θα προσπαθήσει να έρθει και μια τρίτη φορά για να γνωρίσει την Ελλάδα του καλοκαιριού. Μίλησε πολύ αόριστα για κάποιο έργο που γυρνά στο νου του με κέντρο ορισμένες μορφές της ελληνι κής μυθολογίας. Α λλά κυρίως, υποθέτω, θέλησε να πλανηθεί λίγο καιρό και να ονειροπολήσει μες στην ελληνική ατμόσφαιρα χωρίς να τον σκοτίζει κανείς. Για τούτο απόφυγε σαν το διάβολο κάθε επαφή με ό,τι μπορούσε να δημιουργήσει, τριγύ ρω του διαδήλωση. Ο δημοσιογραφικός θόρυ βος, οι κοσμικές δεξιώσεις κι οι υστερικές εκδη λώσεις ενθουσιασμού έμειναν για άλλους. Τις εντελώς τελευταίες μέρες της διαμονής του στην Αθήνα, το αυστηρό ινκόνιτο του Αντρέ Ζιντ χαλαρώθηκε κάπως και μπόρεσαν να τον
δουν μερικοί Έλληνες άνθρωποι των γραμμά των. Είχα αυτή την τύχη χάρη στον Κ. Δημαρά που με κάλεσε σπίτι του ένα βράδι για να τον γνωρίσω, σ’ ένα πολύ μικρό και ιδιωτικό κύκλο. Πρέπει να ομολογήσω πως, όταν έλαβα το σχετι κό τηλεφώνημα, είμουν πεπεισμένος ότι πρόκει ται για κάποια λογοτεχνική φάρσα, για τί δεν εί ναι κάτι συνηθισμένο να σου πέφτει ξαφνικά στο κεφάλι η είδηση ότι πρόκειται να συναντήσεις το ίδιο βράδι εκείνον από τους συγχρόνους σου συγγραφείς που συνήθισες να θεωρείς ως τον πιο σημαντικό, τον πιο πολύτιμο και συνάμα ως τον πιο απρόσιτο στη ζωή. Κι ακόμα θα ομολογήσω πως, όταν κατάλαβα ότι δεν ήτανε φάρσα και εί δα αντίκρυ μου τον Αντρέ Ζιντ αυτοπροσώπως, αισθάνθηκα μια αρκετά σπάνια συγκίνηση. Οι άνθρωποι που έκαναν μια πορεία συγγενική με τη δική μου θα με καταλάβουν. Το όνομα αυτό δεν είναι ένα όνομα διάσημου συγγραφέα σαν τα άλλα. Είναι ένα μεγάλο μέρος της νιότης μας. Κι όταν λέω εδώ «μας» εννοώ ένα πλήθος ανθρώ πων του πνεύματος, από όλα τα έθνη της Ευρώ πης, που άρχισαν να σκέπτουνται από τα 1925 περίπου. Το έργο του δεν το μελετήσαμε, αλλά
Ο Αντρέ Ζιντ στην Ελλάδα Ε Ν Α Σ Δ ΙΑ Σ Η Μ Ο Σ Ξ Ε Ν Ο Σ « Α θ η ν α ϊκ ά Ν έα », 30 Α π ρ ιλ ίο υ 1939
Είναι γνωστό ότι ο Αντρέ Ζιντ επισκέφθηκε τελευταίως την Ελλά δα και έμεινε εδώ τρεις εβδομάδες. Έμεινε κυρίως στην Αθήνα αλλά περιηγήθηκε διάφορα μέρη της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοπόν νησου. Ο διάσημος Γάλλος συγ γραφέας, ο διασημότερος ίσως λο γοτέχνης των ημερών μας, ταξίδευε ινκόγνιτο και απέφυγε σχεδόν κάθε επαφή με τους κύκλους των Αθη νών. Τούτο δεν θα έπρεπε βέβαια να ερμητευθεί ως αδιαφορία εκ μέ ρους του, αλλά μάλλον ως ανάγκη μοναξιάς και περισυλλογής ενός ανθρώπου εξαιρετικά απορροφημένου από την πνευματική του ζωή και από το έργο του. Παραμένοντας άγνωστος ανάμεσά μας ο Αντρέ Ζιντ μπόρεσε να δει και να αισθανθεί την Ελλάδα πολύ καλύ τερα παρά αν τον παρέσυραν οι πολυποίκιλες κοσμικές και άλλες
υποχρεώσεις που καταδιώκουν συ νήθως με κουραστικό τρόπο τους διακεκριμένους επισκέπτες της πόλεώς μας. Ο Αντρέ Ζιντ γεννήθηκε στα 1869, είναι συνεπώς εβδομήντα χρονών, αλλά ακμαιότατος και σωματικώς και πνευματικώς, αφού εξακολουθεί να ταξιδεύει και να δημιουργεί όσο και όταν ήταν νέος. Ανήκει σε μια παλαιά προτεσταντική οικογένεια της Γαλλίας που όιακρίθηκε κυρίως στον πανεπιστη μιακό κλάδο. Ο πατέρας του ήταν καθηγητής του Ρωμαϊκού Δικαίου. Ο θείος του Κάρολος Ζιντ, καθη γητής των οικονομικών επιστημών, υπήρξε ένας από τους επιφανέστε ρους ρινομολόγους της περασμένης γενιάς, μεταφρασμένος σε όλες σχεδόν τις γλώσσες του κόσμου και στην ελληνική.
Το έργο του Αντρέ Ζιντ επί πολ λά χρόνια ήταν άγνωστο στον πολύ κόσμο. Ήταν ο εκλεκτός συγγρα φέας ενός πολύ στενού κύκλου δια νοουμένων της Γαλλίας. Μετά τον ευρωπαϊκό πόλεμο και χάρις στη ραγδαία πνευματική εξέλιξη που ο πόλεμος είχε προκαλέσει. το έργο αυτό άρχισε να κατακτά πλήθη αναγνωστών στη Γαλλία και σε όλες τις πολιτισμένες χώρες, και επηρέασε βαθύτατα τους πνευματι κούς και ψυχικούς προσανατολι σμούς των μεταπολεμικών γενεών. Το έργο αυτό είναι εξαιρετικά πο λύπλευρο. Σε ορισμένα βιβλία του γραμμένα κυρίως υπό την επίδρα ση της συμβολικής σχολής, επικρα τούν στοιχεία καθαρόις ποιητικά και λυρικά. Σε άλλα βιβλία του επικρατεί η διάθεσις του ψυχολό γου και του μυθιστοριογράφου. Σε άλλα ο Αντρέ Ζιντ αναδεικνύεται
αφ ιερ ω μ α /79 το ζήσαμε. Είναι ο πρύτανης της ανησυχίας μας, ο άνθρωπος που μας βοήθησε να ελευθερώσουμε την καρδιά μας και το μυαλό.μας, που μας άνοι ξε δρόμους, που μας έθεσε καινούρια προβλήμα τα, που μας τάραξε, μας γοήτευσε ή μας εξόργι σε, αλλά ποτέ δε μα ς έκανε να τον βαρεθούμε όπως βαρεθήκαμε τόσους και τόσους. Ζήσαμε μ α ζί του με τη φαντασία, μας μίλησε και του αποκριθήκαμε, του είπαμε ένα σωρό μυστικά με τη γλώσσα της ψυχής. Και νά τον άξαφνα που μας δίνει το χέρι. Θα αφήσω ωστόσο αυτές τις πολύ ιδιωτικές απόψεις και θα προσπαθήσω να μιλήσω πιο αντικειμενικά. Ο Α ντρέ Ζιντ είναι ένας άνθρω πος ψηλός, δυνατός και υγιέστατος, που δείχνει εξήντα χρονώ και κάτι. Το προτεσταντικό του ύφος, που σημειώθηκε τόσες φορές, είναι έκδηλο. Είναι σαν κανένας επίσκοπος της αγγλικανικής εκκλησίας, με ρούχα περιπάτου, που έκανε αρκετό αθλητισμό στη ζωή του. Ο σατανισμός του όμως, που και γ ι’ αυτόν έγινε τόσος λόγος, μου φάνηκε μ άλλον μυθώδης, τουλάχιστο σχετι κά με τον Α ντρέ Ζιντ ιδιώτη. Το δαιμονικό πνεύ μα που λανθάνει στα γραφτά του είναι βέβαια
,ένας εξαίρετος δοκιμιογράφος, συ νεχιστής των μεγάλων γαλλικών παραδόσεων του Που και 18ου αιώνα, και συνάμα ένα πνεύμα εξαιρετικά ζωντανό και γόνιμο που συναρπάζει με την ειλικρίνειά του και την οξύτητά του. Ως κριτικός ο Αντρέ Ζιντ μπορεί ίσως να θεωρη θεί ο καλύτερος Γάλλος κριτικός της εποχής μας. , Ως μυθιστοριογράφος επιβλήθη κε παγκοσμίως με τους «Κιβδηλο ποιούς» (1925), έργο που άνοιξε νέους δρόμους στη μυθιστορηματι κή τέχνη και επηρέασε την εξέλιξη όχι μόνο της γαλλικής μυθιστοριο γραφίας αλλά και της αγγλικής. Μερικοί από τους πιο γνωστούς σημερινούς Άγγλους μυθιστοριογράφους, όπως λ.χ. ο Άλντους Χάξλεϋ, έχουν στο έργο τους φανε ρά ίχνη της επιρροής του συγγρα φέα των «Κιβδηλοποιών». Ο Ζιντ τέλος έγραφε και θεατρικά έργα που είναι όμως προορισμένα πε ρισσότερο για διάβασμα παρά για τη σκηνή. Ας σημειωθεί ακόμα ότι το έργο του Ζιντ, έργο κατ’ εξοχήν ανήσυχο και αντιφατικό, προκάλεσε πάντα μεγάλες αντιδράσεις στη
μ ια άλλη υπόθεση. Α λλά την ώρα του δείπνου, του καφέ και της κατοπινής συζήτησης, ο Αντρέ Ζ ιντ είναι ο πιο συμπαθητικός και καλόβολος με γά λος άνθρωπος που μπορεί κανείς να φαντα στεί, διόλου διδάσκαλος, διόλου εγωκεντρικός ή δεσποτικός, αλλά ίσια-ίσια πολύ φίλος, σύντρο φος, περίεργος να ακούσει οτιδήποτε και να κα ταλάβει οποιονδήποτε, πρόθυμος να συζητήσει το καθετί και να δώσει όλες τις εξηγήσεις που του ζητούν. Μ αζί μ ’ αυτά αρκετή ειρωνεία στο βλέμα και στα χείλη, αλλά χωρίς κακία, και μια μεγάλη πνευματική ένταση και δύναμη, που κρύ βεται, που δεν της αρέσει να δείχνει το πρόσωπό της, αλλά τη νιώθει κανείς συνεχώς να πάλλεται μες στον αέρα. Αυτή η ισχυρή πνευματικότητα σιγά-σιγά, χωρίς καμιά προσπάθεια από μέρος του και χωρίς ίσως να το καταλάβεις, σε σαγη νεύει και σε κατακτά. Κι η ειρωνεία εξάλλου εί ναι κάτι που μας αρέσει, στην Ελλάδα. Μιλά με πολλή θερμότητα για τον τόπο μας και για το σύγχρονο ελληνικό λαό, με πολλή αρ μοδιότητα για το ελληνικό πνεύμα. Δ εν είναι ξέ νος προς εμάς. Είναι ένας άνθρωπος που ανήκει βασικά στον ίδιο πνευματικό κόσμο που ανήκου-
Γαλλία και συναντά και σήμερα πολλή αντίσταση. Στην Ελλάδα ο Αντρέ Ζιντ έχει από χρόνια πολλούς θαυμαστές και δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι η επίδρασή του έπαιξε αρκετό ρόλο στη διαμόρφωση της νεότερης λο γοτεχνικής μας γενεάς. Η επίδραση αυτή άλλωστε δεν είναι κάτι το πε ρίεργο ή το εξεζητημένο γιατί το πνεύμα του Ζιντ είναι ένα πνεύμα κατά βάση ελληνικό, σχηματισμένο με τα διδάγματα του ελληνικού λό γου, και δεν έπαυσε ποτέ να αντλεί από την αρχαία μυθολογία και από τους αρχαίους Έλληνες τραγικούς και φιλοσόφους. Όσοι τον πλησία σαν, τις τελευταίες μέρες της δια μονής του στην Αθήνα, έμειναν με την εντύπωση ότι είδαν έναν αλη θινό και ισχυρό Έλληνα, με την πλατύτερη, ζωντανώτερη και αυθεντικώτερη έννοια του όρου. Η ελληνική φύσις τον γοητεύει και τον εμπνέει, αλλά έδειξε ότι εξίσου αγάπησε και τον σύγχρονο ελληνικό λαό, που του έκανε εντύ πωση η ευγένειά του και η ευφυΐα του. Ως ένα δείγμα της επικοινω νίας του με το λαό αξίζει να ση
μειωθεί χρονογραφικά το ακόλου θο επεισόδιο, που το διηγότανε ο ίδιος με πολλή συγκίνηση: Μια μέρα, τη μεγάλη εβδομάδα, πήγε στη Ραμούντα της Αττικής μ' ένα φίλο του Γάλλο που ξέρει ελλη νικά. Εκεί τους πλησίασαν μερικοί βοσκοί και τους ρώτησαν από πού είναι. Όταν οι ξένοι δήλωσαν την εθνικότητά τους, οι βοσκοί αμέσως έδειξαν μεγάλη χαρά και φανέρω σαν μεγάλη αγάπη και εμπιστοσύνη προς τη Γαλλία. Ύστερα έβγαλαν ένα χάρτη της Ευρώπης, τον άπλω σαν καταγής κι άρχισαν να-ζητούν πληροφορίες για τη διεθνή κατά σταση. Η συζήτηση βάσταξε αρκε τή ώρα και ο μεγάλος συγγραφέας έλεγε ύστερα ότι του έκανε κατά πληξη το πόσο οι άνθρωποι αυτοί ήταν καλά πληροφορημένοι για την κατάσταση της Ευρώπης, για τα μεγάλα ευρωπαϊκά ζητήματα και για τις δυνατότητες της σημερινής πολιτικής. Όταν ήρθε η ώρα να χωριστούν, οι βοσκοί της Αττικής, διαισθανόμενοι ότι είχαν αντίκρυ τους έναν άνθρωπο σημαντικό, έσκυψαν και του φίλησαν το χέρι.
8 0 /α φ ιερ ω μ α με κι εμείς, που πλανήθηκε πολύ σε ξένους κό σμους αλλά επιστρέφει περιοδικά στις ελληνικές αξίες με νοσταλγία, με πίστη και μ ε κάποιο α ί σθημα λύτρωσης, τρ ίδιο αίσθημα λύτρωσης που του έδωσε το ελληνικό τοπίο κάθε φορά που το αντίκρυσε ερχόμενος από την Α σ ία ή την Α φ ρ ι κή. Μ ιλά για το έργο τον με πολλή αντικειμενικό τητα και μ ε κριτικό πνεύμα. Είχα την εντύπωση ότι κουράστηκε να ακούει επαίνους για τις «Γήι νες τροφές» και ότι τον στενοχωρεί η ιδέα ότι πο λλο ί άνθρωποι ερμηνεύουν την προσωπικότη τά τον αποκλειστικά μέσα α π ’ αυτό το βιβλίο, σα να μην υπήρχε ο όγκος τον υπολοίπου έργου του και σα να μην ήταν η προσωπικότητά του η πιο πολύπλευρη της σημερινής ευρωπαϊκής λογοτε χνίας. Ό τ α ν κάποιος από μας παρατήρησε ότι οι «Γήινες τροφές» είναι ένα βιβλίο που επηρέασε κυρίως τον τρόπο που ζο νν οι σύγχρονοι άνθρω ποι και όχι τον τρόπο που γράφουν, ο Ζ ιντ αποκρίθηκε: «Ευτυχώς». Α ντίθετα, φαίνεται πως τον ευχαριστεί να διαπιστώνει την απήχηση των «Κιβδηλοποιών». Α ν η εντύπωσή μου είναι ορθή αυτό είναι το βιβλίο του που ο ίδιος εκτιμά π ε ρισσότερο. Τον ακούσαμε να παρατηρεί μ ε κά ποια πικρία ότι το βιβλίο αυτό δεν αγαπήθηκε
όσο θα ήθελε από τους Γάλλους διανοουμένους, αλλά ότι οι Γάλλοι αναγκάσθηκαν να το παραδε χτούν εξαιτίας της μεγάλης επίδρασής του στο εξωτερικό. Η συζήτηση περιστράφηκε σε μύρια θέματα, πετώντας στην τύχη πότε εδώ και πότε εκεί. Ό τα ν αγγίσαμε τα φλογισμένα ζητήματα του ση μ ερινού κόσμου είδαμε έναν άνθρωπο που αγωνιούσε ολόψυχα, που πονούσε για τί στο σημείο αυτό δεν είχε κατορθώσει να βρει τη λύτρωσή του. Νομίζω ότι ξέρει σήμερα πως δεν πρόκειται να τη βρει... Ύ στερα ο Δημαράς ανάλαβε να του κάνει μια σύντομη ανακοίνωση για την προσωπικότητα και το έργο του Καβάφη. Του διάβασε και μερικά ποιήματα σε γαλλική μετάφραση. Ο Α ντρέ Ζιντ τα άκουσε όλα μ ε μ εγά λο ενδιαφέρον και σε ορι σμένα σημεία μ ε έκπληξη και ζήτησε πολλές εξη γήσεις και πληροφορίες. Ύ στερα παρακάλεσε ένας από μας να του διαβάσει Ό μηρο όπως τον διαβάζουμε εμείς για να δει τί εντύπωση κάνει το ομηρικό έπος εκφραζόμενο με νεοελληνική προφορά. Α υτό το έκανε ο Γιώργος Σεφέρης με τη βαριά του φωνή. Έ τσι το μικρό αυτό «συμπό σιο» διαλύθηκε μες στην ποίηση. (Γ. θ τ ο το κ ά :. Λ Ί ο Μ η η κ ά Γράμματα», 29/4/1939)
(Ευχαριστούμε την κυρία Λ. Αλιβιζάτου που μας παραχώρησε αυτά τα κείμενα του Γ Θεοτοκά). Επίσης ο κ. Κ.Θ. Δημαράς δημοσίευσε στο περιοδικό Revue d' Athenes (τεύχος 7, 1951) ένα σχόλιο που συνοδεύει ένα γράμμα που του έστειλε ο Α. Ζιντ από τη Γαλλία στις 31 Δεκ εμ βρίου 1940.
ΓΙΩΡΓΗ Α. 0ΙΚ0Ν0Μ0Π0ΥΛ0Υ
0 Φ'Ο?
Γ ΙΑ Τ Ρ Ο Υ
ΝΑΡΚΩΣΗ ΚΑΙ
ΑΠΕΞΑΡΤΗΣΗ Κ εντρ ικ ή Δ ιά θ ε σ η : ΙΙο μ ώ ν η ς Δ ιο ν ύ σ ιο ς Ζ α λόγγου 1 - Α θήνα Ι η λ . 3620889
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΑΘΗΝΑ 1988
αφ ιερω μ α/81
Χρίστος Γΐαπαγεωργίου
Ελληνική βιβλιογραφία Αντρέ Ζιντ 1. Αντρέ Ζιντ: Η τυφλή Γερτρούόη (ποιμενική συμ φωνία). Μεταφραστής: Δ. Βεζύρογλου. Αθήνα 1925. Εκδόσεις «Γανιάρη». 2. Αντρέ Ζιντ: Ο Ανηθικολόγος. Μεταφραστής: Αι μίλιος Χουρμούζιος. Αθήνα ά.ε. Εκδόσεις «Ο γλάρος» Α.Ε. 3. Αντρέ Ζιντ: Όσκαρ Γουάιλντ: In memorian (ανα μνήσεις), To «De profudis». Απόδοση Ναπολέων Λαπαθιώτης. Αθήνα 1944. Εκδόσεις «Φλόγα». 4. Αντρέ Ζιντ: Η επιστροφή τον ασώτου κι ένα ακό μα διήγημα. Μετάφραση Ανδρέα Καραντώνη. Αθήνα 1945. Εκδόσεις «Ίκαρος». 5. Αντρέ Ζιντ: Ποιμενική συμφωνία. Η στενή πύλη. Μετάφραση Μίνας Ζωγράφου - Μεραναίου. Αθή να 1954. Εκδόσεις «Π.Γ.». 6. Αντρέ Ζιντ: Οι κιβδηλοποιοί. Μυθιστόρημα. Με τάφραση Άρη Δικταίου. Αθήνα 1955. Εκδόσεις «Κ.Μ.». 7. Αντρέ Ζιντ: Η στενή πύλη. Μετάφραση Θ.1. Αποστολοποΰλου. Αθήνα 1957. Εκδόσεις «Αριστ. Μαυρίδη». 8. Αντρέ Ζιντ: Κορνντόν. Μετάφραση Νίκου Σπά νια. Αθήνα 1965. Εκδ. «Δεσμός». 9. Αντρέ Ζιντ: Ο Ανηθικολόγος. Μυθιστόρημα. Με τάφραση Γιάννης Λο Σκόκκο. Αθήνα 1968. Εκδό σεις Κοράλι. Παγκόσμιο μυθιστόρημα. Σειρά Ιπ πόκαμπος No 5. 10. Αντρέ Ζιντ: Η στενή πύλη. Μετάφραση Βασίλη Χατζηδημητρίου. Αθήνα 1970. Εκδόσεις Γαλαξία. 11. Αντρέ Ζιντ: Γήινες τροφές - Νέες τροφές. Εισαγω γή - μετάφραση Μανώλη Γιαλουράκη. Αθήνα 1971. Εκδόσεις «Φσντάνα». 12. Αντρέ Ζιντ: Ποιμενική συμφωνία. Ισαβέλλα. Δυο νουβέλλες. Μετάφραση Γιάννη Λο Σκόκκο, Φουλας Ζησιμάτου. Αθήνα 1974. Εκδόσεις «Άγκυ ρα». Τσέπης Αγκυρας No 199. 13. Αντρέ Ζιντ: Ο ανηθικολόγος. Μετάφραση Ντ. Κορατζάκη. Αθήνα 1975. Εκδόσεις «Άγκυρα». Τσέ πης Αγκύρας No 221. Σελίδες 119. 14. Αντρέ Ζιντ: Οι κιβδηλοποιοί και το ημερολόγιο των κιβδηλοποιών. Μετάφραση Άρη Δικταίου. Β' αναθεωρημένη έκδοση. Αθήνα 1977. Εκδόσεις «Δωδώνη». Κλασσική Λογοτεχνία αριθμ. 2. Σελί δες 383. 15. Αντρέ Ζιντ: Στενή πύλη. Μετάφραση Βαγγέλη Χα
1 ^ ___ 16. 17. 18. 19. 20. 21. 22. 23. 24. 25. 26.
τζηδημητρίου. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Ηριδανός». Σελίδες 127. Αντρέ Ζιντ: Ποιμενική συμφωνία. Μετάφραση I. Βεζύρογλου. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Ηριδανός». Σελ. 144. Αντρέ Ζιντ: Η επιστροφή τον ασώτου. Μετάφραση Ανδρέα Καραντώνη. Αθήνα 1980. Εκδόσεις «Κά κτος». Σελ. 87. Αντρέ Ζιντ: Γήινες τροφές. Εισαγωγή - μετάφραση Μ. Γιαλουράκη. Αθήνα 1981. Εκδόσεις «Πανεπι στημιακός Τύπος». Σελ. 218. Αντρέ Ζιντ: Τα υπόγεια του Βατικανού. Μετά φραση Στέφανος Κουμανούδης. Αθήνα 1982. Εκ δόσεις «Οδυσσέας». Σελ. 214. Αντρέ Ζιντ: Θησέας. Μετάφραση Δάφνη Πετρίδου. Αθήνα 1983. Εκδόσεις «Παρατηρητής». Τα άγνωστα νόμπελ της λογοτεχνίας 7. Σελ. 84. Αντρέ Ζιντ: Τα υπόγεια του Βατικανού. Μετά φραση Ανδρέας Θ. Κατσαμακίδης. Αθήνα 1983. Εκδόσεις «Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος». Σελ. 320. Αντρέ Ζιντ: Κορνντόν. Μετάφραση Νίκος Σπά νιας. Αθήνα 1984. Εκδόσεις «Γνώση». Σελ. 147. Αντρέ Ζιντ: Ποιμενική συμφωνία. Μετάφραση Δημήτρης Ζορμπαλάς. Αθήνα 1984. Εκδόσεις «Ψυχογιός». Σελ. 110. Αντρέ Ζιντ: Η στενή πύλη. Μετάφραση Ανδρέας Κατσαμακίδης. Αθήνα 1984. Εκδόσεις «Σ.Ι. Ζα χαρόπουλος». Σελ. 175. Αντρέ Ζιντ: Σχολείο γυναικών. Μετάφραση Νίκου Αθανασιάδη. Αθήνα 1985. Εκδόσεις «Σ.Ι. Ζαχα ρόπουλος». Σελ. 218. Ζιντ-Λαπαθιώτης: Όσκαρ Ονάιλντ. Αθήνα. Εξά ντας («Συγγραφείς μεταφράζουν συγγραφείς», Δί γλωσση σχολιασμένη έκδοση).
Περιοδικό Λέξη (59-60) 1. Ημερολόγιο (1889-1949) επιλογή, εισαγωγή - μετά φραση, Θανάσης Χατζόπουλος. 2. Ζιλιέν Γκρην: «Η τρομερή μετριοφροσύνη» του Αντρέ Ζιντ 3. Ζιντ: Όσκαρ Ουάιλντ (περιοδικό «Διαβάζω» αρ. 152) μετάφραση Πέτρος Παπαδόπουλος. 4. Ζήσιμος Λορεντζάτος: Ο Θησέας του Αντρέ Ζιντ και άλλα κείμενα. Εκδ. Σείριος, 1952.
82/ε π ιλ ο γ ή
για μια λάμψη ΧΡΗΣΤΟΥ ΒΑΘΗ: Μάγια σκιά. Αθήνα, Δ ι ά τ τ ω ν , 1987. Σελ. υ π έρ β α σ η τω ν α ντ ιθ έτ ω ν σ υνθ έτει κ α ι α να ιρ εί το Έ ν α . Α υ τή η φ ιλο σ ο φ ικ ή α ρχή π ο υ βρήκ ε την π ιο π υκ νή δ ια τύπ ω σή της σ το η ρ α κ λ είτειο α π ό σ π α σ μ α οδός άνω κάτω μία κ α ί ώντή, εί ν α ι η α φ ετ η ρ ία , τ ο μ έσο ν κ α ι τ ο τ έλ ο ς τω ν π έν τ ε π ο ιη μ ά τ ω ν του Χ ρ ήσ του Β ά θ η π ο υ α π ο τ ε λ ο ύ ν τη « Μ ά γ ια Σ κ ιά» . Στη « Μ ετα φ υ σική Σ υ ν τε χ νία » ο ρ ίζ ετ α ι ω ς α να τ ρ επ τ ικ ό ς Λ ό γ ο ς: τ ο Μ εταφ υ σικό ο ρ ά τ α ι ω ς Μ υσ τικ ό (ά ρ α ω ς Λ ο γ ικ ό , Φ υ σικ ό κ α ι γ ι ’ α υ τ ό Κ α κ ό ), γ ια ν α υ π ο μ ο ν ε υ θ εί α π ό τη Γνώση το υ δολοφόνον νον (σ. 13)· η Π τώ ση το υ Α ν θ ρ ώ π ο υ α π ό τ ο ν κό σ μ ο το υ θ α ύ μ α τ ο ς σ το ν κ όσ μο της Φ ύση ς α π ο θ εώ ν ετ α ι α π ό τη λοξή ηθική (σ. 17) μ ια ς π α ρ ά δ ο ξ η ς γλ ώ σ σ α ς π ο υ φ θ έγγ ετ α ι τ α ρήμ ατα της Μ υ θ ο λ ο γ ία ς της 'Υ λης. Σ το «V ortex» η ά νω κάτω ο δ ό ς υ π ε ρ β α ίν ει το μ υ θ ο λο γικ ό /μ υ θικ ό σ το ιχ είο της Π τώ ση ς- μ ετα σ το ιχειώ νετα ι σε Ισ τ ο ρ ία , εν π ρ ο κ ειμ ένω Φ υσική Ισ τ ο ρ ία , της σ υντελεσ μ ένη ς α να τ ρ ο π ή ς κ α ι θ εμελιώ νει με τ ο ν ιλιγγιώ δ η Χ ο ρ ό - τη σ υνεκ δ ο χή τω ν π ά ν τ ω ν σ το Έ ν α - την επιστήμη της Ω ρ α ιό τη τα ς της Π τώ ση ς (σ. 2 6 ,3 3 ). Σ τ ο ν « Κ α ρ κίνο» το α ξίω μ α του σ κ οτ εινο ύ ν ο υ της Ε φ έσ σ ο υ τ ίθετα ι m otto γ ια ν α εκ θέσει την Π α θ ο λ ο γ ία της ιστορ ική ς α να τ ρ ο π ή ς . Π ρ ο το ύ π ρ ο λ ά β ει ν α λα λή σει η γλ ώ σ σ α το υ σ θ έν ο υ ς, α γο ρ εύ ει η γλ ώ σ σα της α σ θ ένεια ς: τ ο φ ω ς π ά σ χ ει, επ ειδ ή είν α ι σ κ ιά , τ ο π ν εύ μ α χ ώ μ α , ο ύ π ν ο ς θ ά να τ ο ς· το Έ ν α τρ ώ ει το σώ μα τ ο υ , κα ι ο π ο ιη τή ς το π ο ίη μ ά τ ο υ , κ α θ ώ ς α ρ χ ίζ ε ι σ υνειδη τ ά ν α διακονεύει το μηδέν (σ. 43 ). Σ το «Σ ά ρμα » η ιστορική Π τώ ση εμ πεδώ νετα ι Λ ο γ ικ ά : η ά νω κά τω ο δ ό ς ο δ η γεί σ το σάρμα κεχυμένων τα φαινόμενα (σ . 54 - την ου δέτερ η ηρ α κ λ είτεια π ρ ο σ δ ο χ ή του X . Β ), ό π ο υ το κ α θ ετ ί, ά ρα κ α ι τ ο Έ ν α , δ ύ ν α τ α ι ν α είν α ι κ α ι τ α υ τ ό χ ρ ο να ν α μην είν α ι. Σ το «N ada» η Λ ο γ ικ ή του η ρ α κ λ είτειο υ α ξιώ μ α το ς εμ π ν έει Δ η μ ιο υ ρ γ ία ( = το Έ ν α είν α ι Κ α ν έν α , Τ ίπ ο τ α ), το σ ύ μ π α ν της ο π ο ία ς είν α ι έν α τ έλειο Μ η δ έν, έν α άκτιστο φως (σ . 75) π ο υ λά μ π ει por ven tu re*. Η θ ετική-α ρ νη τικ ή e xisten tia γίν ετ α ι μηδενική esentia: μια τ υ χ α ία λά μ ψ η , επ ιφ α ιν ό μ εν ο δηλα δή τ ο υ φ ω τ ό ς/σ κ ό τ ο υ ς, π ο υ ιστο ρ εί την α π - ο υ σ ία τ ο υ εν ό ς. Ο Χ .Β . δ εν εφ ευ ρ ίσ κ ει μ η χ α ν ές, δ ε νεο τ ερ ίζει· τα ερ γα λε ία του είν α ι π α λ ιά κ α ι δ ο κ ιμ α σμ ένα : με παλιμψήστων συνταγές (σ . 25) π ο υ ηχοβόλησαν και χθες (σ. 67) επινοώ τα γερασμένα (σ. 18) γ ρ ά φ ει κ α ι ομ ο λ ο γεί: πέρασαν χρόνια πολλά/ συνοψίζω τα τόσα στοΓΕνα (σ. 27). Α υτ ή τη σ ύνο ψ η π ρ ο ε ξ α γ γ έ λ λ ε ι ήδη ο τίτλο ς της συλλογής: ο Χ .Β . σ υ ν δ έε ι δ υ ο γε ρ α σ μ έν ο υ ς , δ ηλα δή α ρ χ α ίο υ ς , κα ι α ντ ίθ ετ ο υ ς κ ό σ μ ο υ ς της Π τώ ση ς, γ ια ν α τ ο υ ς ενώ σει: τ ο ν κ όσ μο της α να τ ο λ ικ ή ς Μ ά γ ια ς κ α ι της π λα τω νικ ή ς Σ κ ιά ς. Η «Μ ά για Σ κ ιά» σ κ ο π εί ν α είν α ι το Έ ν α , ο παλίμψηστος ρυθμός (σ. 7 5 ), μέ σ α α π ό τ ο κ α μ ίν ι της Ισ τ ο ρ ία ς, κ α ι το Τ ίπ ο τ α , τ ο καπνός ο καρ πός (σ . 7 6 ), π ο υ ρ έει σ τις κ ο ίτες τω ν α ιώ νω ν.
ΙΑΒΑΖΩ
Η
Π
ο ίη ση
Η
« Μ ά γ ια Σ κ ιά» π ο ρ εύ ε τα ι την ο δ ό της α ρ μ ο ν ία ς . Η δόνη σή
της, Λ ύρα ή Τόξο (σ . 5 8 ), είν α ι αίλουρο φως - μ υστικό ή/ κα ι κ α κ ό - που τρέφει την ουσία (σ . 19). Κ α τά τ ο ν Χ .Β . ο άνω κάτω ρυθμός (σ . 75) τ ελ ε ιο ύ τ α ι σ τη ν α ρ μ ο ν ία κ α ι δ εν έχει κ α μ ιά σχέση με ψ ευ δ ο π ο ιη τ ικ ά σ το ιχ εία , χ ω λ ο ύ ς εκ γενετή ς λ υ ρ ισ μ ο ύ ς κ α ι ν εό (κ α κ ό ) τ ρ ο π ές μου σικ ές. Ο ρ υ θ μ ό ς είν α ι χ ο ρ ό ς π ο υ τ ο ν σ έρ νει μια
ε π ιλ ο γ η /8 3 ανίερη φρήν ( = ο π οιη τ ή ς) στον ντορό του θανάτου (σ. 58): στην τελείω ση του Ε ν ό ς σ το Μ η δέν. Η ιστορ ική Π τώ ση το υ Α ν θ ρ ώ π ο υ α π ό το 'Ε ν α σ το Τ ίπ ο τ α είν α ι η γνω στική π ο ρ ε ία α π ό το Φ ω ς σ το Σ κ ό τ ο ς, α π ό τη Μ ά γ ια στην Σ κ ιά - είν α ι η α να κ ά λυ ψ η τη ς Ν έ α ς Γης - η α π α ρ χ ή της Ισ τ ο ρ ία ς, π ο υ μελετά μ ό ν ο φ α ιν ό μ ε ν α , δ ηλα δή φ ά σ εις το υ Φ ω τός στη ν χ θ ό ν ια η μ έρ α του Α ν θ ρ ώ π ο υ . Ο Χ .Β . π ισ τ εύ ει σ τον Lucifer N u llu s, τ ο ν Μ η δενικ ό Ε ω σφ ό ρ ο · π ισ τ εύ ει σ το άναρχο φως που φέρνει το σκοτάδι και τυφλώνει (σ . 33)' π ισ τ εύ ει σ τη ν περιφερόμενη σκιά (σ. 2 7 ), για τ ί ο Μ άιστερ Γ ιά κ ομ π Μ π α ίμ ε π ο υ τ ο ν κέρασε τσιγάρο κ α ι τ ο ν ξενύχτησε στο φως (σ . 70), του δ ίδ α ξ ε π ω ς 6 ,τι εισβάλει στο φως/ αντικρύζει σκοτάδι (σ . 63) κ α ι π ω ς ό,τι φωτίζει η γέννηση πεθαίνει (σ . 17). Η Σ ο φ ί α -Έ ν ν ο ι α τω ν Μ υσ τικ ώ ν, τ η ν ο π ο ία θυμάται πά λι με έ ν α άλ μα στο χρόνο (σ. 7 2 ), τίκτει σ η μ εία , μ ο ρ φ ές, σ ύ μ β ο λ α , α λλη γο ρ ίες κ α ι ρ υ θ μ ο ύ ς σ το χοροστάσι της λάμψης (σ. 56). Γ ια ν α βρ ει κ α ι ν α π ε ι την Ο υ σ ία - την Beata και Sombra Luisa (σ . 74) - ο Χ .Β . γίν ετ α ι π α ρ α β ά τ η ς: δ ιχ ά ζ ε ι του Ενός/ την α ράγι στη φύση (σ . 6 3 ), σ π ά ζ ε ι ρ υ θ μ ο ύ ς , σ υ ν τ ο ν ίζ ει δ ο νή σ εις (σ. 26). Στου κάλπη χρόνου τον παράλογο ρυθμό (σ. 33) π ο ύ λ η σ ε για μια λάμψη τη φυλή του (σ . 67 ). Έ τ ρ ε ξ ε στις πηγές στις αρχές (σ . 6 8 ), έτ ρ εξ ε πάνω σ ’ άλογο τη λήθη να προλάβει (σ . 73 ). Φουμάροντας μπερδεμένος τα χρόνια τ ο υ (σ . 29) επ ιν ό η σ ε ξ α ν ά κ α ι ξ α ν ά τ α γερ α σ μ έ να , κ α ι εκ εί οπού θάλλει το μαύρο (σ . 7 3 ), είδ ε ότι: Λάμψη μόνη ο ρυθμός/Στο λειμώνα της τύχης (σ . 7 5 ). Α ν α χ ω ρ η τ ή ς σ τον λυ ρ ισ μ ό τω ν Μ υσ τικ ώ ν γίν ετ α ι ο ίδ ιο ς μες στο τίποτα αχνός (σ. 6 4 ), έν α ς φυγάς αλήτης μ ε τη γνώση φαγωμένη (σ . 53) π ο υ ο ρ κ ίζ ε τ α ι ότι πιστεύει σ ’ ό,τι δεν πιστεύει (σ . 47) Γ ΙΩ Ρ Γ Ο Σ Κ Ε Ν Τ Ρ Ω Τ Η Σ * βλ. σελ. 61: από έναν στίχο του San Juan De La Cruz: κατά τύχη.
ειρωνική προβολή του σήμερα στην οθόνη του αύριο t-'T '-i \HMHTPH ΠΕΡΕΤΖΗ: Τα ποδήλατα της λεωφόρον Σοφίας. Μυ\Χ Λ Ο ιυ τ ό ρ η μ α . Αθήνα, Χ α τ ξ η ν ι κ ο λ ή , 1987. Σελ. 308. ο τ α ξίδ ι σ το μ έλλον , π ρ ο σ φ ιλ ές σ ύ μ β ο λ ο της επ ιστη μ ο νικ ή ς φ α ντ α σ ία ς , δ εν σ η μ α ίνει σ χ ε δ ό ν π ο τ έ φ υγή α π ’ την π ρ α γ μ α τ ι κότη τα. Η σ κοτεινή ή φ ω τεινή οικο δ ό μ η ση το υ α ύ ρ ιο σ το ο π ο ίο μ α ς οδ η γ ε ί, π ρ ο έρ χ ετ α ι π ά ν τ α α π ό γνώ ση α υ τ ή ς α κ ρ ιβ ώ ς της κ ο ινω ν ικ ο π ο λ ιτ ικ ή ς π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α ς. Έ τ σ ι τ ο σ υ μ β ο λικ ό α υ τ ό τ α ξ ί δ ι είν α ι σ τη ν ο υ σ ία έν α ς π α ρ α μ ο ρ φ ω τικ ό ς κ α θ ρ έφ τ η ς π ο υ μα ς ε π ι σ τρ έφ ει μ εγεθ υ μ έν ο τ ο ήδη π ρ ο β λη μ α τικ ό είδ ω λο π ο υ το π ρ ο κ ά λ εσ ε. Ο ι δ ια σ τ ά σ εις του χ ρ εώ ν ο ν τ α ι π ά ν τ α σ το ό ρ α μ α π ο υ έχ ει ο σ υ γ γ ρ α φ έα ς γ ια τ ο ν κ όσ μ ο π ρ ο εκ τ είν ο ν τ ά ς τ ις σ ύ μ φ ω ν α μ’ α υ τ ό τ ο α ύ ρ ιο . Κ υ ρ ίω ς όμ ω ς σ τη ρ ίζο ν τ α ι σ το ν ό μ ο τω ν π ιθ α ν ο τ ή τ ω ν κ α ι σ τη ν α μείλικ τη σ υντ ρ ιπ τ ικ ό τ η τα τω ν α ριθ μ ώ ν. Η π ο λ υ επ ίπ εδ η γνώ ση τ ου ιστορ ικ ού γίγ ν ε σ θ α ι δ εν α φ ή ν ει π ερ ιθ ώ ρ ια π α ρ εξ η γ ή σ εω ν κ α ι ψ ευ δ α ισ θ ή σ εω ν. Τ ο χ τ εσ ιν ό α κ ό ν τ ιο με την π έτ ρ ινη α ιχ μή έχει α ντ ικ α τ α σ τ α θ ε ί με το α π ε ίρ ω ς « α π ο τ ελεσ μ α τικ ό τερ ο » μι κ ρ ό β ιο του β ιοχ η μ ικ ού π ο λ έ μ ο υ ... Τ ο α ύ ρ ιο δ εν μ π ο ρ εί π ο τ έ π λ έ ο ν ν α είν α ι το ίδιο με τ ο σ ή μ ερ α - κι α ν τ ο σή μ ερ α μ α ς π ρ ο κ α λ εί α νη σ υ χ ίες , το α ύ ρ ιο κ ο μ ίζ ει τ ο ν τ ρ ό μ ο κ α ι η εθ ελ ο τ υ φ λ ία είν α ι σ ί γ ο υ ρ α κα τα σ τρ οφ ικ ή .
Τ
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
8 4 /επ ιλ ο γ η Η επ ιστη μονική φ α ντ α σ ία εκ φ ύσ εώ ς έχει την ικ α νό τη τα ν α επ ι β εβ α ιώ ν ει το σ υ λλ ογισ μ ό . Η πραγμ α τικ ό τη τα δυσ τυ χώ ς π ρ ο σ υ π ο γ ρ ά φ ει. Α λ λ ά τότε είν α ι π λ έο ν α ρ γ ά . Τ ο «Ε μείς» το υ Γ ιεβγκ ένι Ζ α μ ιά τ ιν , τ ο «1984» του Τ ζό ρ τ ζ Ό ρ γ ο υ ε λ , «Ο θ α υ μ α σ τό ς κ α ιν ο ύ ρ ιο ς κόσ μος» του Ά λ ν τ ο υ ς Χ ά ξ λ ε ϊ κ α ι π ά ν ω α π ’ ό λα «Η μηχανή του χ ρ ό ν ο υ » του Χ έρ μ π ερ τ Τ ζ ό τ ζ Ο υ έλς είν α ι τα κα λύ τερ α π α ρ α δ είγμ α τα α π ’ τ ο χώ ρ ο της λο γ ο τ εχ νία ς . Η Χ ιρ ο σ ίμ α , το Τ σ ερ νο μ π ίλ κ α ι τ ο Έ ι τ ζ α π ’ το χ ώ ρ ο της π ρ α γμ α τικ ό τη τα ς. Ά λ λ ο τ ε με σ κλη ρότη τα, ά λλοτε με α π ό γ ν ω σ η , ά λλοτε με σ τυ γνό τη τα , ά λλοτε με π ικρ ή φ ιλοσ οφ ικ ή δ ιά θ εση ο ι ορα μ α τισ τές σ υ γγ ρ α φ είς μάς σ χε δ ιά ζ ο υ ν το α ύ ρ ιο γ ια τ ο ο π ο ίο υ π ε ύ θ υ ν ο ς είν α ι μ ό ν ο ν ο ά νθ ρ ω π ο ς.
Μ προΰνο ΣΟΤΛΤΣ
ΤΑ ΜΑΓΑΖΙΑ ΤΗΣ ΚΑΝΕΛΑΣ
Δ η μήτρης Π ερ ετζή ς επ ιλέγ ει εύ σ το χα κα ι π ετ υχ η μ ένα το σ αρ κ α σ μ ό κ α ι το κ α τα λυτικ ό χ ιο ύ μ ο ρ γ ια ν α τ α ξιδ έψ ει στο ελλ ηνικό μέλλον. Η Α θ ή ν α το υ 2092 στην ο π ο ία μα ς ξ εν α γ εί είνα ι τ ο ... θ α ύ μ α της Ε υ ρ ώ π η ς. « Α π έν α ν τ ι τ ο υ ς φ ά ν τ α ζα ν ο ι οικισ μ ο ί του Λ α υ ρ ίο υ , υ π έ ρ ο χ ο ι με τ ο υ ς κρ εμ α σ το ύς τ ο υ ς κ ή π ο υ ς κ α ι με τα π ά ρ κ α π ο υ τ ου ς π ερ ιτ ρ ιγ ύ ρ ιζ α ν ... Π ρ ο χώ ρ η σα ν σ το υ ς λ ό φ ο υ ς π ο υ ή τα ν γεμ ά το ι π εύ κ α ευ ω δ ια σ τ ά .. Σ το έδ α φ ο ς χα μ η λ ά , τ α π ά ν τ α ή τα ν π ν ιγ μ έν α σ το π ρ ά σ ιν ο ... Η χρ υσ ή σκεπή του Π α ρ θ ε νώ ν α α χ τιν ο β ό λ α γ ε.. στην Ε λ λ ά δ α είχ α νε α να σ τη λώ σει τα α ρ χ α ία μνη μεία τη ν εντέλεια . Α λλιώ ς θ α είχε κα τα στρ α φ εί γ ια π ά ν τ α ...» Η Ε υ ρ ώ π η είν α ι χω ρισμένη σ ε δ υ ο ο μ ο σ π ο νδ ίες . Τ η ν Α να τ ο λικ ή κα ι τη Δ υ τικ ή . Η Ε λ λ ά δ α ό μω ς α κ ο λο υ θ εί έν α ν δικ ό της δρό μ ο π ο υ την οδ η γε ί σ ’ έν α α σ ύ λλη π το μέλλον. Δ ιό τ ι Σ τρ α τός κ α ι Α σ τ υ ν ο μία έχ ο υ ν κ α τα ργη θ εί. Κ υ ρ ία ρ χ ο σ ύστημά της η Α κ α ρ ια ία Δ η μ ο κρ α τία .«Η ευ ημερία (λ ο ιπ ό ν ) του Ε λ λη νικ ο ύ Έ θ ν ο υ ς το 2095 ή τα ν δ α χ τ υ λοδειχτού μ ενη σ ’ ό λη την Ε υ ρ ώ π η». Π ο λ ύ φ υσ ικ ά α φ ο ύ «Σ ’ αυτή τη χώ ρ α δ ο υ λ ε ύ ο υ νε π ρ ά γ μ α τ ι μ ό νο ό σ ο ι θ έ λ ο υ ν ...» Κ άτι δηλα δή π ο υ σ υμ β α ίνει κα ι στις μέρες μα ς. Α ν τ ’ α π οτ ελέσ μ α τα δ εν είν α ι τ ό σ ο ευ χά ρ ισ τα ό σ ο στο ελλ ηνικό μα ς μέλ λ ο ν α υ τ ό είν α ι μια άλλη ιστο ρ ία.
Ο
α υρ ια νή Ε λ λά δ α π ο υ π ρ ο τ είνει ο Δη μήτρ ης Π ερ ετ ζή ς είν α ι δ ημιού ργημ α του Π λ η θ ο νό π ο υ λ ο υ - το ό ν ο μ α π α ρ α π έμ π ει σ τον β υ ζα ν τ ιν ό φ ιλ ό σ ο φ ο Π λ ή θ ω να Γ εμιστό π ο υ το μ α ιν ό μ εν ο ιε ρ α τ είο έκ α ψ ε τ α σ υγγ ρ ά μ α τ ά του - ο ο π ο ίο ς ίδρ υ σε το Π ο λ ίτευ μ α της Α κ α ρ ια ία ς Δ η μ ο κ ρ α τ ία ς χά ρη στην ο π ο ία η Ε λ λά δ α έγ ιν ε το κα ύ χη μ α τ ου κόσ μ ου . «Η νομ ο θ ετικ ή εξ ο υ σ ία α σκ είτα ι α κ α ρ ια ία α π ’ τ ο Λ α ό κ α ι κα τ α ρ γ ο ύ ν τ α ι ό λο ι ο ι μ εσ ά ζο ντ ες της εξ ο υ σ ία ς. Η εκτελεστική εξ ο υ σ ία μ ετα β ιβ ά ζετα ι σ το υ ς ηλ εκ τρ ο νικ ο ύς υ π ο λ ο γ ι στές. Η τρίτη εξ ο υ σ ία , η μορ φ ο π ο ιη τικ ή , α σ κ είτα ι α π ό τ α τρ ία σ υμβ ούλια : Τ ο εισ ηγη τικ ό, το σ υ μ β ο ύλιο χ ρ ο ν ο χρ ή μ α τ ο ς κα ι το σ υ μ β ού λιο τω ν δ ια δ ικ α σ ιώ ν , με ίσ ο υ ς ό ρ ο υ ς το κ α θ έν α » . Α λ λ ά σ ’ α υτήν την π α ρ α δ ε ισ έν ια μελλοντική Ε λ λά δ α δ εν είν α ι ό λ α ρ ό δ ιν α , για τ ί ενώ το υ π α ρ ξια κ ό της π ρ ό βλη μ α έχει λυ θ εί ξ α φ ν ικ ά στην Α θ ή ν α βρ έθ ηκ ε « ... έν α υ π ό γ ειο ψ υ χ ο ϊσ τ ο ρ ικ ό ερ γα σ τή ρ ιο π ο υ κ ρ υ φ ά εβδ ομ ή ντα χ ρ ό ν ια αστα μά τητα β ο μ β ά ρ δ ιζε ψ υ χ ο λ ο γικ ά τ ο ν π λη θυ σμ ό με π ιθ α ν ό σ κ ο π ό ν ’ α λλά ξ ει τ ο ν εθ νικ ό του χ α ρα κτή ρ α κ α ι ν α τ ο ν α λλοιώ σ ει.» Κ ι επειδή ένα ς τ έτ ο ιο ς κ ίν δ υ ν ο ς δ εν έχει π ρ οβ λεφ τ εί κ α ι ω ς εκ τούτου δ εν είχ α ν λη φ θεί κα ι τα κα τά λλη λα μέτρ α , κ α λείτα ι α π ό τη Σ ό φ ια ο Ψ υ χ ο ϊσ τ ο ρ ικ ό ς σ ύ ν τ ρ ο φ ο ς Α μ ίρω φ ν α βοη θή σει. Ο μελλοντικ ός κ όσ μ ο ς της Ε λ λ ά δ α ς π ο υ σ χε δ ιά ζ ει με γο ρ γ ές κ ι ν η μ α τ ο γρ α φ ικ ές εικ ό ν ες ο Δη μήτρ ης Π ερ ετζή ς, δ εν είν α ι π α ρ ά η ειρω νική π ρ ο β ο λή του σήμερα στην ο θ ό νη του α ύ ρ ιο . Τ ο σ χεδ ό ν π ο λιτ ικ ό του θ ρ ίλ ερ επ ιστη μονικής φ α ντ α σ ία ς , π ρ ώ το π ετυχη μ ένο
Η
Μ ’ αυτό τ ό β ιβλίο ή ΝΕΦΕ ΛΗ αισθάνεται περήφανη γ ια τ ί προσφ έρει στούς έλληνες α να γνώ στες έναν μεγά λο καί αδικαιολόγητα άγνω σ το σ υγ γρ α φ έα . Ό π ο υ κι άν έκδόθηκε — καθυστερημένα π ά ντα — δημιούργησε αίσθηση. Ό λ η ή χα μένη γο η τεία της λο γ ο τ εχ νία ς ά ναβλύζει μέσα ά πό τά γρ α π τ ά του μεγάλου αυτού πολω νου σ υγγραφ έα.
Μή χάσετε αύτό τό βι βλίο.
ΝΕΦΕΛΗ
ε π ιλ ο γ η /8 5 κ ιό λ α ς β ιβ λ ίο του σ υ γ γ ρ α φ έ α , ξ ε π ε ρ ν ά τ α ό ρ ια εν ό ς τ υ π ικ ο ύ μ υ θ ι σ τορ ή μ α τ ος τ ου είδ ο υ ς . Μ ε τ ο ν σ ο β α ρ ό τ ο υ π ρ ο β λη μ α τισ μ ό κ α ι τη στερεή φ ιλ ο σ ο φ ικ ή σκέψ η κ α ι το π ο θ έ τ η σ η , γ ίν ετ α ι μια π ρ ό τα σ η π ά ν ω σ τη ν π ο ρ ε ία της Ε λ λ ά δ α ς , τ η ν ο π ο ία π ρ έ π ε ι ν α λ ά β ει υ π ό ψ η το υ ο π ο ιο σ δ ή π ο τ ε ε ν δ ια φ έρ ετ α ι γ ι ’ α υ τ ό ν τ ο ν τ ό π ο . Μ Α Κ Η Σ Π Α Ν Ω Ρ ΙΟ Σ
τα ποικιλόμορφα γεωμετρήματα της μνήμης t - T - v ΙΊΤΣΑΣ ΦΡΑΓΚΟΥ - ΚΙΚ1ΛΙΑ: Αντιμάμαλο. Αθήνα, Φ ι λ ι π V -4-Λ ί ό τ η , 1987. Σειρά: Έλληνες πεζογράψοι, 51. Σελ. 88, 8ο εξομ ολογ η τ ικ ή τά ση με α ν α π ο λ ή σ εις σ το π ρ ό σ φ α τ ο κα ι στο μ α κ ρ ιν ό π α ρ ε λ θ ό ν , η κ α τ α φ υγή στη βιω μ ένη π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α σ η μ α ίνει π ω ς μέσα κ α ι γύ ρ ω α π ό τ ο ά τ ο μ ο υ π ά ρ χ ει μ ο ν α ξ ιά , π ρ ά γ μ α π ο υ σ υ ν α ν τ ά ει κ α ν είς σ υ χ ν ά σ τα κ ε ίμ εν α τ ω ν σ ύ γ χ ρ ο ν ω ν δ η μ ιο υ ρ γ ώ ν π ο ιη τ ικ ά κ α ι π εζ ά ! ό π ω ς σ υ μ β α ίν ει κ α ι στη ν π ε ρ ί πτω ση της κ. Ρ ίτ σ α ς Φ ρ ά γκ ο υ -Κ ικ ίλ ια , π ο υ μα ς έδω σ ε το « Α ν τιμ ά μα λο». Σ τ ο «Α ν τιμ ά μ α λ ο » δ ε ν υ π ά ρ χ ε ι σ υ γκ εκ ρ ιμ έ νο ς μ ύ θ ο ς, π ο υ ν α σ υ ν δ έε ι τις επ ιμ έρ ο υ ς ενό τ η τ ες κ α ι ν α σ π ο ν δ υ λ ώ ν ει τ ο έρ γ ο . Έ χ ο υ μ ε έ ν α ν π ρ ο σ ω π ικ ό μ ο ν ό λ ο γ ο , π ο υ κ ά π ο τ ε γ ίν ετ α ι κ α ι εσω τερ ικ ό ς δ ιά λ ο γ ο ς , ό τ α ν ο ίδ ιο ς ο π α ίκ τ η ς υ π ο δ ύ ε τ α ι τ α δ ιά φ ο ρ α π ρ ό σ ω π α , π ο υ α ν τ ιπ ρ ο σ ω π εύ ο υ ν στιγμ ές το υ κ α θ η μ ερ ιν ο ύ βίο υ τω ν α νθ ρ ώ π ω ν. Κ α ι δ εν είν α ι π α ρ ά η έκ φ ρα ση τω ν π ρ ο σ ω π ικ ώ ν βιω μ άτω ν της σ υ γγ ρ α φ έω ς , π ο υ α κ ο λ ο υ θ εί σ χ ε δ ό ν σ τα θ ερ ά χ ρ ο ν ι κή σ υ ν έ π ε ια , ό σ ο κι α ν η μνήμη σ τρ έφ ετα ι π ρ ο ς τ α π ίσ ω στη μ α γ ε ία τ ου τρ υ φ ερ ο ύ κ όσ μ ου της π α ιδ ικ ή ς η λ ικ ία ς , π ο υ α ν τ ιπ ρ ο σ ω π εύ ετ α ι α π ό τη γ ια γ ιά , τη ς μνή μης τη ν κ α τ α φ υ γή , τη ν ο σ τ α λ γ ία της μ α γ ε ία ς κ α ι της τ ρ υ φ ερ ό τ η τ α ς ε ν ό ς κ ό σ μ ο υ π ο υ έφ υ γε κ α ι δ εν ξ α ν α γ υ ρ ίζ ε ι, τη μνήμη με τις λ ο γ α ρ ια σ μ ένε ς μ εγά λες κ α ι μ ικ ρές α μ α ρ τ ίες μ ια ς γ ε ν ιά ς , π ο υ βγή κε α π ό τ ο ν π ό λ εμ ο γεμά τη π ό ν ο κα ι α θ λ ιότη τ α . Π ρ ό κ ε ιτ α ι γ ια μια γ ε ν ιά πο ιη τική κα ι κ α τ α φ ρ ο ν εμ έν η , α γεω μέτρητη α κ ό μ α κι α χ ρ ο ν ο λ ό γ η τ η , α νίδ εη κι α νυ π ερ ά σ π ισ τ η , α μα ρτω λή κι α νυ π ότα κ τη · α ν α μ φ ίβ ο λ α στερη μένη , π ικ ρ α μ έν η κι α δικ η μ ένη , μη α νή κ ο ν τ α ς π ο υ θ εν ά · π ο υ α κ ό μ α μετρ ά ει τ α Ψ υ χ ο σ ά β β α τ α τω ν ν εκ ρ ώ ν κ α ι κ α μ ιά Κ υ ρ ια κή α θ ω ό τ η τ α ς στη μνή μ η ... Α υ τ ή τη γ ε ν ιά τ η ν κ α τ α φ ρ ο ν εμ έν η , π ο υ έχ α σ ε το τ ρ έν ο του χτες κ α ι δ εν π ρ ο φ τ α ίν ε ι τ α τ α χ ύ π λ ο α ο χ ή μ α τ α τ ο υ σ ή μ ερ α , α λ λ ά π ο ρ εύ ετ α ι α κ ό μ α γ υ ρ εύ ο ν τ α ς τ ο ν π ο λ ικ ό μ έσα στη σ ύγχ υ σ η κ α ι τ ο χ ά ο ς τ ω ν σ ύ γ χ ρ ο ν ω ν κ οιν ω ν ικ ώ ν α ντ ικ α τ ο π τ ρ ισ μ ώ ν.
Η
τσι τ ο π α ρ ό ν α ντ ικ ρ ύ ζ ετ α ι μεσ ’ α π ό τη δ ιά θ λα σ η τ ο υ π α ρ ε λ θ ό ν τ ο ς με α ρ χ α ιο π ρ ε π ε ίς κ α ι α ρ χ α ίε ς εκ φ ρ ά σ ε ις, α λ λ ά κ α ι σ υ χ ν ά με σ κλη ρές κ α ι «α μα ρτω λές» της κ α θ η μ ερ ιν ή ς ο μ ιλ ία ς , μεσ ’ α π ό π ικ ρ ή ειρ ω ν εία γ ια τ η ν κ α τ ά ντ ια α κ ό μ α κ α ι τ ω ν λ έξ εω ν , π ο υ ξ ε π έ φ τ ο υ ν μ α ζί με τ ο ν ά νθ ρ ω π ο κ α ι τ ο ν π ο λ ιτ ισ μ ό ώ ς τ ο ν σ χη μ α τ ικ ό κ α ι κ α μ ιά φ ο ρ ά , κ α ι, ώ ς τ ο ν φ υ σ ικ ό θ ά ν α τ ο . Α π ο ψ η της σ υ γγ ρ α φ έω ς , π ο υ α γ ω ν ιά γ ια τη ν τύχη της γ λ ώ σ σ α ς. Κ α θ ώ ς τ ο «Α ν τιμ ά μ α λ ο » (: το επ ί της α κτής θ ρ α υ ό μ εν ο ν , ο γκ ο ύ μ εν ο ν κ α ι π α λ ιν δ ρ ο μ ο ύ ν κ ύ μ α ), η βιω μ ένη π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α , .μνή μη ο γ κ ο ύ μ εν η , π ρ ο σ κ ρ ο ύ ει στη ν ακτή το υ π α ρ ό ν τ ο ς κ α ι θ ρ α ύ ετ α ι κ α ι π α λ ινδ ρ ο μ εί· κ α ι ά λλο τ ε η ζ ω ντ α ν ή π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α του π α ρ ό ν τ ο ς π ρ ο σ κ ρ ο ύ ει, ο γ κ ο ύ μ εν η , σ τα κ ρ ά σ π εδ α της βιω μ ένη ς
Ε
ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
8 6 /επ ιλ ο γ η π α ρ ελ θ ο ύ σ η ς κ α ι π α λ ιν δ ρ ο μ εί... Έ τ σ ι δ ια γ ρ ά φ ο ν τα ι κ ύ κ λ ο ι είτε ο μ όκ εν τ ρ οι είτε εφ α π τό μ εν ο ι, π ό τ ε τ εμ νό μ ενο ι π ά ν ω σε π α ρ ά λ λ η λα ή επ ά λλη λα , π ο ικ ιλ ό μ ο ρ φ α κ α ι π ο ικ ιλό χ ρ ω μ α γεω μετρή μα τα, ό π ω ς άλλω στε α π ε ικ ο ν ίζ ο ν τ α ι έ ξ ο χ α , σ το ν π ίνα κ α του ζω γρ ά φ ο υ Ν . Κ ικίλια: V ista M editerranea, π ο υ κοσ μεί τ ο εξώ φ υ λλο το υ β ι βλίου . 4 γρ α φ ή της κ. Ρ ίτσα ς Φ ρ ά γκ ο υ-Κ ικ ίλια είν α ι π ρ ο σ ω π ικ ή , π ι ητική, α δρ ή , α τ α χ τ ο π ο ίη τ η , ίσω ς ηθελ η μ ένα , π ο υ υ π ο δ η λ ώ ν ει, οχ ό σ ο , β α θ ιέ ς κ α τ α β ο λές στη λ ό γ ια κα ι στη ζω ντα νή π α ρ ά δ ο σ η του τ ό π ο υ . Σ υ χ ν ά είν α ι χα ώ δ η ς κι ό χ ι σ π ά ν ια εμ πα ικτική , με κ υ ρ ία ρ χ ο σ τοιχ είο την ειρ ω νεία κα ι την α θ υ ρ ο σ τ ο μ ία . Κ ιν είτ α ι ελεύθερ τ, όμω ς κ ά π ο ιες στιγμές α μ ή χ α να κα ι με ελά χιστη ευ σ τ ά θ εια , μεταξύ σ ο β α ρ ο ύ κα ι α σ τ είο υ , φ θ ο ρ ά ς κα ι α φ θ α ρ σ ία ς, π α λ ιο ύ κα ι ν έ ο υ , έξ υ π ν η ς σ ά τ ιρ α ς κ α ι πρ ο χω ρ η μ ένη ς δ ια λεκ τής σ χέση ς π ρ α γ μάτω ν κ α ι κ α τα στά σεω ν, κα θ ώ ς η δ η μ ιο υ ρ γ ό ς είν α ι έτοιμη ν α γρ α π ώ σ ει το π εσ μ έν ο αστέρ ι κ α ι ν α το τ σεπώ σει, με τη «μουσική της δ ια λεκ τικ ή ς»... λ ό γ ο ς έχει την α μεσ ότητα κα ι τη ζω ντ ά ν ια , την α υ θ ο ρ μ η σ ία , τ ο π η γ α ίο της κ α θ ημ ερ ινή ς ομιλία ς· τα π ρ ό σ ω π α γίν ο ν τ α ι ο ι κ ε ία . Κ ά π οτε όμω ς η φ ω νή χα μηλώ νει επ ικ ίν δ υ ν α κ α ι κ α τα λήγει στη χ υ δ α ιο λ ο γ ία γ ια έκ φ ρα ση του κ α ίρ ιο υ , σε κ ε νά , π ο υ είν α ι κα ι π ρ γμ α τ ικ ά κ ε νά , σ κ όπ ιμ α , κ α ι σε α δ ιέξ ο δ α . Π ίσω α π ό ό λ α κ α ι μέ σ α σ ε ό λα υ π ά ρ χ ει μια τρ α γικ ό τη τα , δοσμ ένη με σαρκα σμό· μια τρ α γ ικ ότη τα π ο υ οδ η γεί στη μη π α ρ α δ ο χ ή το υ κ ο ιν ω ν ικ ο ύ , του ιδ εο λο γικ ο ύ κ α ι του π νευμ α τ ικ ο ύ κ α τεσ τημένο υ , κ α τα λή γ ο ντα ς μ ο ιρ α ία σ ’ έν α ν ερμη τισμό, π ο υ δ εν α φ ή ν ει κ α ι π ο λ λ ά π ερ ιθώ ρ ια επ α φ ή ς κα ι επ ικ ο ιν ω ν ία ς με τ ο ν α να γνώ στη κα ι π ισ τ ο π ο ιεί μιαν α π ό π ειρ α εξ ό δ ο υ α π ό τη μ ο ν α ξιά του σ ύ γχ ρ ο ν ο υ α νθ ρ ώ π ο υ κα ι κα τα φ υγή στη μ α γεία της μνήμης της τρ υφ ερ ή ς ηλ ικίας.
Ο
ΕΛΕΝΗ ΧΩ ΡΕΑΝΘΗ
ταπεινοφροσύνη εμπρός στη λέξη και στην ιδέα Γ-'Γ'Λ. JEAN HAMBURGER: Το λογικό και το πάθος. Στοχασμοί για τα V όρια της γνώσης. Αθήνα, Ρ ά π π α , 1987. Σελ. 180. Jean H am burger είν α ι κα θηγητής σ το Π α νεπ ισ τή μ ιο R en e D escartes. Τ ο επ ιστη μ ο νικό του έρ γο είν α ι π α γ κ ό σ μ ια α ν α γ ν ω ρ ισ μ έν ο. Π ρ όκ ειτα ι γ ια τ ο ν υ π ε ύ θ υ ν ο μια ς ο μ ά δ α ς επ ιστη μό ν ω ν π ο υ π ρ α γ μ α τ ο π ο ίη σ ε στο νο σ ο κ ο μ είο N eck er την πρώ τη επ ι τυχη μένη μετα μόσ χευση ν εφ ρ ο ύ α νά μ ε σ α σε μη -δ ίδυ μ α . Σ το β ι β λ ίο α υ τ ό , «Τ ο λο γ ικ ό κ α ι τ ο π ά θ ο ς » , ο J .H . π ρ ο σ π α θ ε ί ν α δ είξει ότι η γνώ ση είν α ι π ερ ιχ α ρ α κ ω μ έν η , ότι η ελπ ίδ α της γνώ ση ς της ο υ σ ία ς του κ ό σ μ ο υ , π α ρ ο υ σ ιά ζετ α ι μάταιη . Ό τ ι π ρ ό κ ειτ α ι για μια γνώ ση οριοθετη μ ένη α π ό τη γλώ σ σα . Α ν α ζη τ ώ ν τ α ς την ο υ σ ία του κ όσ μου ο ά νθ ρ ω π ο ς α ντ ιλα μ β ά νετ α ι (ό χ ι π ά ν τ α ), ό τ ι το γν ώ θ ι είν α ι κα τα σκ ευή του ν ο υ του. Ισ χ υ ρ ίζετ α ι δ ε ότι η φ υσ ική ικα νότη τα το υ α νθ ρ ώ π ο υ ν α σκέ φ τετα ι, τ ο ν π λη μ μ υ ρ ίζει με την ψ ευ δα ίσθ ησ η ότι μπ ο ρ εί σ κεπ τόμεν ο ς ν α βγει έξω α π ό τ ο ν εα υ τ ό το υ. Τ ο ν α σ υ ν ειδ η τ ο π ο ιεί τα ό ρ ια της ψ ευ δα ίσ θ η σ ή ς του α υτή ς, είν α ι α π ό τη μία μορφ ή επ ιστη μ ο νι κής τ α π ε ιν ο φ ρ ο σ ύ ν η ς κι α π ό την ά λλη μια οδ υνη ρ ή δοκιμα σία : γ ε ν ν ά το σ ύ ν δ ρ ο μ ο της στέρησης κα ι ίσω ς της α πό γνω σ η ς.
Ο
Μ
ελετες
επ ιλ ο γ η /8 7 Τ ο βιβ λ ίο α υ τ ό α π ο τ ε λείτ α ι α π ό δ υ ο μέρη: στο πρώτο επ ιχειρ εί ο σ υ γγ ρ α φ έα ς ν α ο ρ ίσ ει τ α λο γ ικ ά ό ρ ια της α λή θ εια ς. Σ το δεύτερο α π α ρ ιθ μ εί τ α ά λλα είδη τω ν α νθ ρ ώ π ιν ω ν α λη θ ειώ ν, τα χω ρ ίς ό ρ ια , τ α χ ω ρ ίς τ α π ε ιν ο φ ρ ο σ ύ ν η . Π ρ ό κ ειτ α ι γ ια έν α α ξ ιό λ ο γ ο ε π ι σ τη μ ολογικ ό π ό ν η μ α , εξ α ιρ ετ ικ ά π ρ ο σ ω π ο π α γ έ ς. Η μετά φ ρ ασ η ε ί ν α ι του Γ ιά ννη Κ ιου ρτσ άκ η κ α ι α π ο δ ίδ ε ι με ά νεση κα ι πιστότητα τ ο γ α λ λ ικ ό κείμ ενο. Ο π ω σ δ ή π οτ ε δ εν π ρ έπ ει ν α δ ια φ ύ γ ει α π ό την π α ρ α τήρ ησ ή μας ό τ ι, εδ ώ , εκ είνο ς π ο υ σ το χ ά ζετ α ι κ α ι α π ο -φ α ίν ετ α ι δ εν είν α ι φ ιλ ό σ ο φ ο ς . Έ χ ε ι ω ς ό π λ α γ ια την α νά λυ σ ή του την ιατρική κ α ι τη β ιο λ ο γ ία κ α ι μέσω α υτώ ν δ ο κ ιμ ά ζει ν α κ α τ α δ είξ ει τις μ ετα μορ φ ώ σεις του δ ια λ ο γ ισ μ ο ύ κ α ι της γνώ ση ς, μ ε τα μορ φ ώ σεις π ο υ επ έδ ρ α σ α ν σ το υ ς κ λ ά δ ο υ ς α υ τ ο ύ ς, α π ό την α ρ χ α ιό τ η τ α μ έχρι τ ις μέρες μας. Μ έσω της β ιο λ ο γ ία ς , της ιατρ ική ς κ α ι της φ υσ ικ ή ς, π ρ ο σ π α θ ε ί ν α δ είξει ότ ι ο ι μ έθ οδ οι μελέτης ο ύ τε ο φ είλ ο υ ν , ο ύ τε μ π ο ρ ο ύ ν ν α σ υ γκ λ ίν ο υ ν υ π οχ ρ εω τ ικ ά π ρ ο ς μια εν ια ία κι ο μ ο ιο γ εν ή π ερ ιγρ α φ ή του υ π ό π αρ α τήρ ησ η α ντ ικ ε ιμ έν ο υ . Κ α ι εξ α ιτ ίμ ς το υ τ ρ ό π ο υ π ρ ο σ έγγ ισ ή ς του κ α ι εξ α ιτ ία ς της ο π τ ικ ή ς γω ν ία ς π αρ α τή ρ η σ ή ς του κ α ι εξ α ιτ ία ς της μετα βλητότητά ς του σ το χ ρ ό ν ο . Έ τ σ ι ο ι λεγ ά μ ε ν ε ς «α ντικ ειμ ενικ ές δια π ιστώ σ εις» δ εν α π ο δ εικ ν ύ ο υ ν την υ π ο τ ι θέμενη ενότη τα σ τις επ ιστή μες. Μ ό νο ο α νθ ρ ώ π ιν ο ς εγ κ έφ α λο ς, α π ο τ ε λεί κ α τ ά τ ο ν σ υ γ γ ρ α φ έα , ενό τη τα ω ς «δ ρω ν π ρ ό σ ω π ο όλω ν τω ν κ λ ά δ ω ν». Μ ό νο ο M ichel Serres, σ υ μ β ο υ λεύ ει, γρ ά φ ει ο J .H .. ν α εξετά σ ου μ ε χω ρ ισ τά τ α « α ρ χ ιπ έλ α γ α » τω ν επ ιστη μ ο νικώ ν κ λ ά δ ω ν κ α ι κ α τ α δ ικ ά ζει τη γενίκ ευσ η το υ ο ρ θ ο λ ο γικ ο ύ σ το ιχ είο υ . Δ ε δ έχ ετ α ι, λ ο ιπ ό ν , ο σ υ γγ ρ α φ έα ς τ ο α ίτη μ α εν ό ς α ντικ ειμ ενικ ο ύ κ ό σ μ ο υ , π α ρ ά μ ό ν ο ε φ ό σ ο ν δ ε λη σμ ο νη θ εί π ω ς η νό η σ η κ α ι ο ι α δ υ ν α μ ίες της π α ρ εμ β ά λ λ ο ν τ α ι υ π ο χ ρ εω τ ικ ά α νά μ ε σ α σ το ν κ ό σ μ ο και σε μα ς, π ω ς ερ γα ζό μ α σ τ ε π ά ν ω σ τις α ντ α ν α κ λ ά σ εις του α ντ ικ ειμ έ ν ο υ κι ό χ ι π ά ν ω σ το ίδιο: εμ φ α ν ίζετ α ι λ ο ιπ ό ν τ ο φ α ιν ό μ ε νο της τομή ς. «Θ εω ρ ούμ ε το α ντ ικ ε ίμ εν ο π ο υ μελετούμ ε π ρ α γ μ α τ ικ ό και α υ τ ό ν ο μ ο κ ι-ω σ τόσο είν α ι φ α νερ ό ότι δ εν μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α σ υ λλ ά β ο υ με π α ρ ά την α σ υ νεχ ή α ντ α ν ά κ λα σ η της π ρ α γ μ α τικ ό τη τά ς του: δ ια π ίστω ση ενοχλη τικ ή για τ ί με τ ο ένστικ το δε φ α ντ α ζό μ α σ τ ε π ω ς α υ τ ό τ ο α ντ ικ ε ίμ εν ο μ π ο ρ εί ν α είν α ι α υ τ ό το ίδιο α σ υ νε χ ές, μετα β α λλόμ εν ο α ν ά λ ο γ α με τη μα τιά π ο υ ρ ίχ νο υ μ ε π ά ν ω τ ο υ» (σελ. 78). α ι δ εν είν α ι μ ό ν ο σε σχέση με τ ο α ντ ικ είμ ενο κα ι τη μεταβλητότητά του. Ο επ ισ τ ή μ ο να ς επ ίση ς επ η ρ εά ζετ α ι α π ό π ρ ο σ α ν α τ ο λ ισ μ ο ύ ς π ο υ π ρ ο ϋ π ά ρ χ ο υ ν σε σχέση με την έρ ευ να π ο υ έχει α να λ ά β ει. Δ ε ν υ π ά ρ χ ει α π ό λ υτ η π ρ α γ μ α τικ ό τη τα , λ ο ιπ ό ν . Α λ λ ά ο σ υ γγ ρ α φ έα ς π η γ α ίν ει ακόμη π ιο κάτω (μήπ ω ς δ εν υ π ά ρ χ ει ο ύ τε η σ χετικ ότητα ;). Κ ι α ν είμα σ τε α δ ύ να μ ο ι στην εξέτα ση κ α ι π ερ ιγ ρ α φή του α ντ ικ ε ιμ έν ο υ , μ π ο ρ ο ύ μ ε ν α μιλή σουμε γ ια το σ ύμ π α ν; Την ερώτησή μα ς αυτή ο σ υ γγ ρ α φ έα ς τη σ υγκ α τα λέγει σ τις ά τ ο π ες ερω τή σεις (σελ. 86). Κ α ι στη σελ. 87, γρ ά φ ει: «Η έ ν ν ο ια το υ α π ε ί ρ ου π ο υ είν α ι τ ό σ ο επ εκ τα τική σ ’ ολόκ ληρ η την επ ιστη μονική δ ρ α στη ριότη τα κ α ι σ ’ α υ τ ό ν α κ ό μ α τ ο ν κ α θ η μ ερ ινό μα ς λ ό γ ο , δ εν εί ν α ι ίσω ς π α ρ ά η α ντ α ν ά κ λα σ η μια ς ψ υ χικ ή ς δ ιά θ εσ η ς του εσωτερ ικ ο ύ -μ α ς κόσμου: Δ ε ν έχει το π α ρ α μ ικ ρ ό εμ π ειρ ικ ό α ντίκ ρ υ σμ α . Ε ίν α ι ο λ ό τ ελ α , τ έλ ε ια , κ α θ α ρ ά υ π ο κ ειμ εν ικ ό » (σελ . 87). Ό μ ω ς η α να ζή τη ση τω ν ο ρ ίω ν το υ σ ύ μ π α ν το ς κ α ι το υ τί υ π ά ρ χ ε ι π έ ρ α ν α υ τ ο ύ , είν α ι ζήτη μα της φ υσ ικ ή ς τά ση ς του α νθ ρ ώ π ο υ ν α ερ ευ νά τα έξω του εα υτο ύ τ ο υ . Α υτή η τάση τ ο ν ώ θη σε στην κ α τα σκ ευή επ α νδ ρ ω μ ένω ν (κ α ι μη) π υ ρ α ύ λ ω ν εξερ εύ νη ση ς του δια στή μ α τος. Σ ’ α υ τ ό τ ο τί υ π ά ρ χ ει έξω α π ό τη γη μα ς, π ρ ο σ φ έρ θ ηκ αν εκ ατόμ β ες επ ισ τ η μ ό ν ω ν -α σ τ ρ ο ν α υ τ ώ ν. Α υτή η τάση ίσω ς
Σάουλ Μ ΠΕΛΟΟΤ 01 ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ Τ0ΪΜ 0ΣΜ ΠΪ
Κ
Μέ εξαιρετικό στιλ, ό Σάουλ Μπέλοου σκιαγραφεί μέ λε πτές πινελιές, τήν καθημερι νή ζωή των απλών καί πολύ συνηθισμένων ηρώων του. 'Ιστορίες κοινές, πρόσωπα κοινότοπα, μικρά δράματα άνθρώπων πού θα μπορούσαν ν’ άνήκουν σέ όποιαδήποτε ήπειρο, χώρα ή... εποχή. Ά ριστουργηματικά γραμμένα, τά διηγήματα αύτά, κάνουν τήν άνάγνωστη μιά πραγμα-
ΝΕΦΕΛΗ
Χ έρμαν
88/εηιλογη δ ια ιω ν ίσ ε ι μ ά λισ τα την ύ π α ρ ξή του σε π ερ ίπτω ση π ο υ η γη π ά ψ ει ν α υ π ά ρ χ ει. Α ν ίσχυ ε α υτό π ο υ ποιητική τη δ ια θ έσ ε ι ισ χ υ ρ ίζε τ α ι ο J .H . κι α ν είχε σ τιγμ ια ία έστω α π α σ χ ο λή σ ει την έρ ευ να της α σ τ ρ ο ν α υ τ ικ ή ς κα ι του δ ια στή μ α το ς, η έρ ευ να αυτή δ εν θ α είχε π ρ ο χ ω ρήσ ει. Τ ο ν α είν α ι ο κ ά θ ε σ υ γγ ρ α φ έα ς «έγκλεισ τος» στη μ έθο δ ό τ ο υ , στην έρ ευ νά τ ο υ , σ το π ο λ λ έ ς π λ ευ ρ ές δ ια θ έτ ο ν α ντ ικ είμ ενό τ ο υ , δ εν του επ ιτ ρ έπ ει την ίδια στιγμή ν α α π ο φ α ίν ετ α ι κ α ι π ερ ί π α ν τ ό ς επ ιστη τού. Δ ε θ α κα τα ργή σ ο υμ ε κ α ι τις επ ισ τ ή μ ες... Κ α ι ο ι επ ισ τη μ ολογ ικ ές μα ς π α ρ α τ η ρ ή σ εις ω ς τ έτ ο ιες, ο φ είλ ο υ ν ν α εί ν α ι ν ύ ξ ε ις κι ό χ ι α π ο φ ά ν σ εις . Φ ρ ο νο ύμ ε δε ότι η ενα σχό λη ση με σ υγκ εκ ρ ιμ ένα α ντ ικ είμ εν α της β ιο λο γ ικ ή ς εξέλιξη ς κ α ι σ υ ν έχ εια ς μπ ορ εί ν α εμ π λ ο υ τ ίζει κ α ι τ ο ν φ ιλο σ ο φ ικ ό μα ς σ το χ α σ μ ό , α λλά σ υ ν ά μ α δ εν π ρ έπ ει ν α ξ εχ ν ά μ ε ότι κ ρ ίν ο ν τα ς (κ α ι επ ι-) τ ο υ ς α π ο φ α ιν ο μ έ νο υ ς επ ί α ντ ικ ειμ έν ω ν , μας β ά ζ ε ι επ ίση ς στη χ ο ρ εία τω ν α π ο φ α ιν ο μ έν ω ν . Η επ ισ τ η μ ο λο γ ία , ω ς λ ό γ ο ς επ ί της (ή τω ν) ε π ι στήμης (-μ ώ ν ), γ ε ν ν ά επ ίσ η ς, α φ ο ύ π ρ ό κ ειτ α ι γ ια λ ό γ ο , την ε π ι σ τη μ ολογ ία της επ ισ τη μ ο λο γ ία ς. Μ ’ αυτήν την έννοια υπάρχει συ νέχεια. Κ ι α υ τ ό , δ ηλ. η γνώ ση του ό ν τ ο ς κ α ι του είν α ι, του π ν ε ύ μ α τος κ α ι της λ ο γ ικ ή ς, δ εν είν α ι « δ ια δ ικ α σ ία π α ιγ νιώ δ η ς» . Δ ιό τ ι τ ο ίδιο «π α ιγ νιώ δη ς» μ π ο ρ εί ν α είν α ι κ α ι η α να ζή τη ση κ ά θ ε ο ρ ίο υ σ τις ά λλες κινή σ εις της σκέψ η ς το υ σ υ γγ ρ α φ έα . ίν α ι φ α νερ ό ότι ο J .H . επ η ρ εα σ μ έν ο ς α π ό τη ν εφ ρ ο λ ο γ ία , δηλ. την Ια τρικ ή, έχει έν α ν τ ρ ό π ο π ρ ο σ έγ γισ η ς τω ν ο ρ ίω ν της γνώ ση ς πλή ρη α π ό την π ερ α τό τη τα του α νθ ρ ώ π ιν ο υ σ ώ μα τος. Ο ίδ ιος επ ιβ εβ α ιώ ν ει τα π ιο π ά ν ω , ό τ α ν γρ ά φ ει γ ια το R oland Bartes, ότ ι βρ ίσκ ει σ ’ α υ τ ό ν τη φ ω τιά , την π α ρ α φ ο ρ ά κ α ι τη φ ινέτ σ α , χά ρη στην α να τομ ή εν ό ς π ο ιη τικ ο ύ ν υ σ τ ερ ιο ύ . Ο μ ο λο γεί την ύ π α ρ ξη της π οίη σ η ς κα ι της ψ υ χ α ν ά λυ σ η ς. Ά ρ α γ ε η «ψ υχή» είν α ι α ντ ικ ε ίμ εν ο έρ ευ να ς; Ο ρ θ ώ ς, λ ο ιπ ό ν , π ρ ο ς το τέλο ς το υ π ο ν ή μ α τ ο ς , γρ ά φ ει: «Η φ α ντ α σ ία μετα φ έρ ει τ ο ν κα λλ ιτέχνη , ελεύθ ερ α , π ρ ο ς τ ο φ α ντ α σ ια κ ό , ενώ , στην π ερ ίπτω ση του επ ιστη μονικού ερ ευ νη τή, επ α να φ έρ ετ α ι α μείλικ τα π ρ ο ς την π ρ α γμ α τικ ό τη τα κα ι σ τις α π α ιτ ή σ εις της κριτική ς επ α λή θ ευ ση ς (σελ. 154). Δ ε ν υ π ά ρ χ ο υ ν μ όν ο εμ π ό δ ια κ α ι τ ο μ ές ... Ο ύ τε β έβ α ια “ σ κ ο τά δ ι σ το ο π ο ίο η α νθ ρ ώ π ιν η μ οίρ α μ α ς κ α τ α δ ικ ά ζει” » (σελ . 174). Κ ι α κ ό μ α δ εν εί ν α ι η πλη θυ σμ ιακ ή π ύκ νω σ η σ το υ ς φ ιλ ο σ ο φ ικ ο ύ ς το τ ο υ ς π ο υ α π ε ιλ εί π α ρ α κ μ ια κ ά τ ο α νθ ρ ώ π ιν ο π ν εύ μ α . Ό σ ο κι α ν « ο ι φ ιλ ό σ ο φ ο ι... έχ ο υ ν χ ά σ ει την αρετή ν α μ ιλο ύ ν με σ α φ ή ν ε ια ...» . Π ο τέ ώ ς τ ώ ρ α εκ τός α π ό τις θετικές επ ιστή μες, η σ α φ ή νεια δ εν ήτα ν α π ό τις β α σ ικ ές α ρ ετές τ ου δ ια λ ο γ ίζεσ θ α ι. Α λ λ ά α π ο τ ε λεί κ ίν δ υ ν ο (κ α ι σ υ νη γ ορ ού μ ε χω ρ ίς επ ιφ ύ λ α ξ η ) η μη « τ α π ειν ο φ ρ ο σ ύ ν η εμ π ρ ό ς στη λέξη κ α ι σ τη ν ιδέα » . Κ α ν είς, κι α υ τ ό α π ο τ ε λ εί αρετή σ το χω νευ τή ρ ι της α νθ ρ ώ π ιν η ς δ ια ν ό η σ η ς, δ ε βρ ίσκ εται εμ π ο δ ι σ μ έν ο ς ν α σ το χ ά ζετ α ι κ α ι ν α υ πη ρ ετεί τ ο επ ισ τη μ ο νικ ό α ντικ είμ ε ν ό τ ο υ . Ό λ ο ι , κα ι ο J .H ., τ ο κ ά ν ο υ ν ε π ’ ο ν ό μ α τ ί τ ο υς. Κ α ν είς δε μ ο ν ο π ω λ εί (ή δ εν π ρ έπ ει) την « α λήθ εια » τω ν γρ α φ ό μ εν ω ν ή τω ν λ εγ ομ ένω ν τ ου. Κ ι α ν η γ ρ α φ ή , ό π ω ς σ υ χ ν ά α νιχ ν εύ ετ α ι σ τις π α ν τ ό ς είδ ο υ ς μ ε λέτες, χα ρ α κ τ η ρ ίζε τ α ι α π ό σ ιγ ο υ ρ ιά , είν α ι για τί ο ι σ υνθ ή κ ες «του π ειρ ά μ α τ ος» μπ ορ εί ν α τ ο επ ιτ ρ έπ ο υ ν . Ε ίν α ι για τ ί η κ ο ιν ω ν ικ ο π ο λιτική σ υ ν έχ εια μ π ορ εί ν α ω φ ελείται. Ε ίν α ι για τ ί ο επ ισ τή μ ο να ς είν α ι κ α ι φ ο ρ έα ς π ο λιτ ικ ή ς σ υνείδη ση ς. Δ ε ν μ π ο ρ εί, ό π ω ς δ ε θ α μ π ορ έσ ει, π ο τ έ ν α α π ο δ υ θ ε ΐ τ η ν π ο λιτική του ύ π α ρ ξη . « Τ ο ξ έμ π λεγμ α του κ ο υ β α ρ ιο ύ » είν α ι σ τα χέρ ια μα ς κ ι έχο υ μ ε α π ό α ιώ ν ε ς δ ο σ μ έ να τ α μέσα γ ια την επ ιτ υ χ ία . Η φ ιλ ο σ ο φ ία είν α ι τ ο σ ο βα ρ ό τε ρ ο α π ό α υτά .
Ο ΤΝΓΚΑΡ Η ΤΑΞΗ
Ε
Ή Τάξη είναι ένα συγκλονι στικά μυθιστόρημα, γεμάτο θανάσιμη μελαγχολία, έοωτίσμό καί θλίψη. Μέσα άπό τή μίζερη ζωή ενός δύσμορ φου δασκαλάκου, ξετυλίγε ται ολο τό δράμα ενός αν θρώπου - θύμα της προ σωπικής αγωνίας του καί των συμπτώσεων. Κόσμος εφιαλτικό, ,-πύ τόν όπ ο ιο άναδύετα.. ή α πελπισία τού συγγραφέα., γραφή καταλυτική πού το-' ποθετεΐ τόν Οΰνγκαρ —ά γνωστο ώς τώρα στή χώρα μας— στό πλευρό του μεγά λου Κάφκα. Ό Χέρμαν Οΰνγκαρ , έ γραψε ό Τόμας Μάν, είναι έ να μεγάλο ταλέντο.
ΔΗΜ ΗΤΡΑ ΠΑΥ ΛΑ Κ Ο Υ
ΝΕΦΕΛΗ
Α ντίσ τασ η κ α ι Λ ο γ ο τ εχ ν ία N o 58* Λ α τ ινοα μ ερ ικ α ν ικ ή Λ ο γ ο τ εχ ν ία N o 59* Η Γ ενιά τω ν Μ πή τνικ N o 64 Ο ι ε π ίγ ο ν ο ι του Φ ρ όυ ντ N o 65* Ε π ιθ εώ ρ η ση Τ έχνη ς N o 67 Ά γ ι ο ν Ό ρ ο ς N o 68 Γ ερ μ α νόφ ω νο Θ έα τρ ο N o 70 Σημειω τική N o 71* Μ ικ ρ α σ ια τικ ός Ε λ λη νισ μ ός N o 74 Λ ο γ ο τ εχ ν ία κα ι Κ ινη μ α τ ογ ρ ά φ ο ς N o 75 Ιταλική Λ ο γ ο τ εχ ν ία N o 76 Σ ύ γ χ ρ ο ν α Ο λ λα ν δ ικ ά Γ ρ άμ μα τα N o 84 Α στυ νομ ική Λ ο γ ο τ εχ ν ία N o 86 Ν εο ελλ η νικ ό Θ έα τ ρ ο N o 89 Π α ιδικό Β ιβ λ ίο N o 94 Β ιβ λ ίο κ α ι Φ υλακή N o 99 Λ α ϊκ ό Α ισ θ η μ α τικ ό Μ υθιστόρ ημ α N o 100 Α ρ χ α ία Λ υ ρ ικ ή Π οίησ η N o 107 Φ ιν λα ν δ ικ ά Γ ρ άμ μα τα N o 114 Δ ο κ ίμ ιο N o 117 Κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία N o 119 Ε λ λη νικ ός Υ π ερ ρ εα λ ισ μ ός N o 120 Κ υ π ρ ια κ ά Γ ράμ μμα τα N o 123 Χ ιο ύ μ ο ρ N o 124 Θ εσ σα λονίκη N o 128
ΔΙΑΒΑΖΩ
Β υ ζά ν τ ιο N o 129 Ε λ λη νικ ό Π α ρ α μ ύ θ ι N o 130 Φ ο υ τ ο υρ ισ μ ό ς N o 141 Γ λω σ σ ο λο γία N o 144 Β ιβ λ ίο κα ι Σ τρ α τό ς N o 146 Β ιβ λ ία γ ια το κ α λο κ α ίρ ι N o 148 Α υ τ ο β ιο γ ρ α φ ία N o 155 Μ ετάφ ρ α ση N o 156 Ψ υ χ α νά λ υ σ η κ α ι Λ ο γ ο τ εχ ν ία N o 163 Σ ύ γ χ ρ ο ν ο ι Α γγ λ ό φ ω ν ο ι Φ ιλέλλη νες N o 164 Α λ λ η λ ο γ ρ α φ ία N o 170 Ε π ιλο γ ή Β ιβ λ ίω ν ’86-87 N o 172 Ο ι επ ιστή μες σ τον κό σ μ ο μ α ς N o 175 Π α ιδ ικ ό β ιβ λίο N o 180 Κριτική N o 184 Μ ουσ ικ ή κα ι Λ ο γ ο τ εχ ν ία N o 185 Δ ια ν ο ο ύ μ ε ν ο ι κα ι Ε ξ ο υ σ ία N o 186 Β ιβ λ ίο κ α ι Ν έες Τ ε χν ο λ ο γίες N o 188 Τ ο ν έ ο Μ υθ ιστόρ ημ α N o 189 Μ έσα Μ α ζικ ή ς Ε π ικ ο ιν ω ν ία ς N o 194 Π ο λ ιτ ισ μ ό ς κ α ι Κ ο υ λτ ο ύρ α N o 195 Δ ια κ ο π έ ς κ α ι Β ιβ λ ίο N o 196 Τ ο Ε λ λη νικ ό Φ εμινισ τικ ό Έ ν τ υ π ο N o 198 Β ιο λ ο γ ία N o 203
ΔΙΑΒΑΖΩ Σ ύγχρονοι .Α γγλόφ ω νοι
Φιλέλληνες
φ εκδόσεις κέδρος
Γ. Γ εννα δ ίο υ 3 - τή λ . 36.02.007
Ά ν ν α Ξανθάκη
ΔΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ ΑΝΤΙΟ! Τον Ιούνιο του 1960, ένα αυτοκινητιστικό «ατύχημα» σε κάποιον δρόμο του Λονδίνου αποκαλύπτει στον αρχιφύλακα, που έχει αναλάβει την έρευνα για την ταυτότητα του θύματος, ένα μυστικό από τα απίστευτα. Ο αρχιφύλακας αντιστέκεται σε τέτοιου είδους «παραμύθια», αλλά τελικά, αφού πάρει και τις τελευταίες αδιάσειστες αποδείξεις για-του λόγου το αληθές, θα ακολουθήσει το μοναδικό δρόμο που του ανοίγεται.
Λ ία Μ εγάλονΣεφεριάόη
ΗΛΙΑΚΟ ΩΡΟΛΟΓΙΟ
Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ
Μέσα στο ηλιακό ωρολόγιο περνάει αλλιώς η ώρα. Δεν υπάρχει κανένα μυστήριο σε σχέση με το ηλιακό ωρολόγιο. Σ’ αυτόν εδώ τον λάκκο που ήταν το ηλιακό ωρολόγιο έριξαν τους νεκρούς της τελευταίας τους μάχης και τους σκέπασαν με λίγο χώμα και μετά τους ξέθαψαν οι αρχές και τους εξέθεσαν στην πλατεία και γι’ αυτό τώρα δεν πλησιάζει κανένας αυτό το μέρος. Άλλοτε υπήρχε εδώ ηλιακό ωρολόγιο, ένα μαρμάρινο βάθρο μ’ έναν ορειχάλκινο γνώμονα επάνω που η σκιά του έδειχνε διαβαθμίσεις του χρόνου, τώρα υπάρχει κρυψώνας. Είμαστε μέσα στο ηλιακό ωρολόγιο.
Ποια είναι η Γυναίκα της Άμμου; Από πού έρχεται και τι μπορεί να φέρει σ’ έναν κόσμο αρσενικό, παραδομένο στη βία και στην απληστία; Μήπως η εμφάνισή της αποτελεί την απαρχή μιας αντίστροφης μέτρησης, αργής αλλά μοιραίας; Μήπως η Γυναίκα της Άμμου - μυστηριακή, ερωτική κι αιώνια - δεν είναι παρά μια απροσδόκητη περιπέτεια ελπίδας; Η δίκιά μας περιπέτεια;