ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ ΚΑΘΕ ΒΙΒΛΙΟ ΚΑΙ ΕΠΙΤΥΧΙΑ, ΚΑΘΕ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΓΕΓΟΝΟΣ Η ιστορία της Σ. αφορά τη Σάρα Γοοόρθ, μιαν Έστερ Πριν των ημερών μας, η οποία ε ρωτεύεται έναν Ινδουιστή θρησκευτικό Δάσκα λο που ονομάζεται 'Αρχατ. Γέννημα θρέμμα της Νέας Αγγλίας, φεύγει προς τα δυτικά, προς την Αριζόνα, όπου ο 'Αρχατ έχει το κοι νόβιό του κι εκεί ενώνεται με άλλους σαννυάσινς (προσκυνητές) στη δύσκολη προσπά θεια να υποτάξουν το εγώ και να φτάσουν στο μόκαα (λύτρωση, απελευθέρωση από την αυταπάτη).
'Ο λ η τη μ έρ α ε ίχε το Ινστιτούτο κα: τη νύ χτα το π ρ α κτορείο, α λ λά έβρισκε πω ς η δο υλ ειά ή ταν ίδια από .πολλές απόμ εις. Κι όταν οι ά νδρ ω π ο ι (μέρα ή νύχτα) τη ρ ώ τα γα ν τι έκα νε τον υ πόλοιπο χρόνο, της, α πα ντούσε « Έ ρ ε υ ν α » και σκεφτόταν: «Στην ουσία πού λησα την ιμιχή μου στο διάβολο».
ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ Α .Α. ΑΙΒΑΝΗ ΣΟΑ ΩΝΟΣ 94 ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ. 3600398
Κ
ϊ
Κ
Λ
0
Φ
0
Ρ
0
ϊ
Ν
ΧΡΗΣΙΜΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΤΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟϊΣ ΜΕΡΑΚΛΗΣ Μ. Γ. Τέσσερα δοκίμια για τον Κ. Π. Καβάφη Προσεγγίσεις στην ελληνική πεζογραφία ( 0 αστικός χώρος)
ΑΔΑΜΟΣ ΤΑΚΗΣ Η λογοτεχνική μας κληρονομιά Τόμος A : Πεζογράφοι Τόμος Β': Ποιητές Πνευματικές γνωριμίες ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ ΠΑΓΚΟΣ 0 γυρισμός του Οδυσσέα κι ο νόστος της ποίησης στην πολιτεία ΑΡΓΤΡΙΟΤ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Δεκαεπτά κείμενα για τον Γ. Σεφέρη
ΣΚΙΑΔΑΣ ΑΡΙΣΤΟΞΕΝΟΣ Μικρογραφίες
ΔΑΛΚΟΤ ΓΕΩΡΓΙΑ Κωνσταντίνος Γεωργίου Καρυωτάκης, δημόσιος υπάλληλος εξ Αθηνών, μετατεθείς εις Πρέβεζαν εσχάτως
ΤΡΙΑΝΤΑΦΤΛΛΟΠΟΤΛΟΣ Δ. Ν. Μινύρισμα πτηνού χειμαζομένου (Φιλολογικά στον Παπαδιαμάντη) ΤΣΑΚΝΙΑΣ ΣΠΤΡΟΣ Δακτυλικά αποτυπώματα (Κριτικά κείμενα)
ΚΑΡΒΕΛΗΣ ΤΑΚΗΣ Δεύτερη ανάγνωση ΚΟΤΣΟΤΛΑΣ ΛΟΤΚΑΣ Μετά τα φιλολογικά ΚΡΙΑΡΑΣ ΕΜΜΑΝΟΤΗΛ Πρόσωπα και θέματα από την ιστορία του δημοτικισμού
ΛΕΚΑΤΣΑΣ ΠΑΝΑΓΗΣ Η μητριαρχία και η σύγκρουσή της με την ελληνική πατριαρχία ΜΑΡΑΣ ΣΤΑΘΗΣ
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ: Ιδεολογία και ποίηση ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ: Τέχνη και μεταφυσική
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ
ΠΙΕΡΗΣ ΜΙΧΑΛΗΣ Χώρος, φως και λόγος στην ποίηση του Κ. Καβάφη ΡΑΤΤΟΠΟΤΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ Τέχνη και εξουσία Κρίσιμη λογοτεχνία
ΔΑΛΛΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Τα βήματα του Χρόνου
ΛΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ ΔΕΣΠΟΙΝΑ Στο καλειδοσκόπιο του Γιώργου Χειμωνά
ΜΗΛΙΩΝΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ Υποθέσεις (Κριτικά κείμενα)
ΜΠΑΡΤ Ρ„ ΣΤΑΪΝΕΡ ΤΖ„ ΠΪΤΟΡ Μ., ΛΟΤΖ ΝΤ„ ΟΤΙΛΣΟΝ Ρ. κ.ά. Δοκίμια για τη λογοτεχνία και την κριτική (Επιλογή-μετάφραση: Σπάρος Τσακνιάς) ΠΛΩΡΙΤΗΣ ΜΑΡΙΟΣ Τέχνη, γλώσσα και εξουσία (Εννιά επίκαιρα σχόλια γύρω σε τρία ατέρμονα δέματα) ΣΕΦΕΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - ΚΑΡΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΡΕΑΣ Αλληλογραφία (1931-1960) (Φιλολογπω επιμέλεια: Φώτης Αημητρακόποπλος) ΣΕΦΕΡΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Το βυσσινί τετράδιο. Ανεμολόγιο - λέξεις - βότανα και ορθογραφικά (Παρουσίαση - σχόλια σημειώσεις: Φώτης Δημητρακόπουλος)
Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η
Η σ ύ γ χ ρ ο ν η ε κ δ ο τ ικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γ ρ ά μ μ α τ α Ζ . Π η γ ή ς 3 , 1 0 6 7 8 Α θ ή ν α . Τ η λ . 3 6 0 .3 2 . 3 4 - 3 6 .0 1 .3 3 1
Κ Τ Κ Α Ο Φ Ο Ρ Ο Ύ Ν ΧΡΗΣΙΜΑ ΒΙΒΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΪΣΗ ΤΟΤ ΠΑΙΔΙΟΤ ΒΙΝΝΙΚΟΤ ΝΤΟΝ ΛΛNT Το παιδί, η οικογένεια και ο εξωιερικός του κόομος Το παιδί, το παιχνίδι και η πραγματικότητα ΕΡΙΚΣΟΝ ΚΙΊΚ Η παιδική ηλικία και η κοινωνία
ΚΑΛΟΤΡΗ-ΑΝΤΩΝΟΠΟΤΛΟΤ Ρ. - ΚΑΣΣΑΡΗΣ X. Το μουσείο μέσο Τέχνης και Αγωγής ΚΟΤΜΠΕ ΦΕΛΙΞ ΦΟΝ Επιστήμη της αγωγής ΜΠΑΑΚΕ ΝΤΙΤΕΡ Το παιδί από 6-12 ετών - Τόμος Α' Το παιδί από 13-18 ετών - Τόμος Β'
ΚΟΤΠΕΡ ΝΤΑΙΗΒΙΝΤ Η γραμματική της ζωής
ΜΠΡΕΓΚΙΕ ΖΑΝ ΚΛΩΝΤ Ελεύθερες συζητήσεις με τον Ζαν Πιαζέ
ΛΑΙΝΓΚ ΡΟΝΑΛΝΤ Η πολιτική της οικογένειας
ΝΗΛ Α. Σ. ΛΑΚΑΝ ΖΑΚ Η οικογένεια (Τα οικογενειακά συμπλέγματα στη διαμόρφωση του ατόμου)
ΣΑΜΕΡΧΙΛ: Το ελεύθερο σχολείο ΝΤΙΚΕΝΣ, ΧΕΝΡΤ, ΧΟΛΤ, ΛΑΓΚΙΓΙΟΜΙ κ.ά. Η ιδεολογία της εκπαίδευσης κι η μάθηση της ελευθερίας (Σύνταξη-εισαγωγή-σχόλια: Ν. Μηαλής)
ΜΑΔΙΑΝΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ Εισαγωγή στην Κοινωνική Ψυχιατρική Τόμος Α' Κοινοτική Ψυχιατρική και κοινοτική ψυχική υγιεινή Τόμος Β' - Τεύχος Α' ΠΙΑΖΕ ΖΑΝ Η ψυχολογία της νοημοσύνης ΤΣΙΑΝΤΗΣ ΠΑΝΝΗΣ - ΜΑΝΩΛΟΠΟΤΛΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ (Επιμέλεια)
ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΘΕΜΑΤΑ 11ΑΙΛΟΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ
ΠΙΛΑΒΙΟΣ ΝΙΚΟΣ Τώρα που τα παιδιά κοιμούνται ΠΟΛΤΧΡΟΝΟΠΟΤΛΟΣ ΠΑΝΟΣ Παιδεία και πολιτική στην Ελλάδα (Κριτική ανάλυση και αξιολόγηση των ιδεολογικών και γνωστικών λειτουργιών του σχολικού συστήματος,
1950-1975) Τόμος Α', Τόμος Β' ΦΕΝΤ ΧΕΛΜΟΤΤ Κοινωνική ένταξη και εκπαίδευση
Ανάπτυξη Τόμος Α1 Προσεγγίσεις στην ταξινόμηση και διάγνωση Τόμος Α2 Ψυχοκοινωνικά δέματα Τόμος A3 ΧΕΝΕΚΑ ΧΑΝΣ ΠΕΤΕΡ Ψυχοπαθολογία Τόμος Β1 Βασική κατεύθυνση της Κοινωνιολογίας της Παιδείας Ψυχοπαθολογία Τόμος Β2 ΧΟΛΤ ΤΖΩΝ Θεραπευτικές προσεγγίσεις Τόμος Γ' Πέρα από το Σάμερχιλ (Η εναλλαγή της ελευθερίας) Το σχολείο-φυλακή και η ελεύθερη μάθηση ΓΚΟΤΝΤΜΛΝ ΙΙΩΛ Υποχρεωτική δυοεκπαίδευοη Οι ανάγκες και τα δικαιώματα των παιδιών (Απόδραση από την παιδική ηλικία) (Κριτική της κατεστημένης παιδείας)
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ
Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η
Η σ ύ γ χ ρ ο ν η ε κ δ ο τ ικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γ ρ ά μ μ α τ α Ζ . Π η γ ή ς 3 , 1 0 6 7 8 Α θ ή ν α . Τ η λ . 3 6 0 .3 2 .3 4 - 3 6 .0 1 .3 3 1
Κ Τ Κ Α Ο Φ Ο Ρ Ο Τ Ν ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΪΤΙΚΩΝ ΒΡΕΤΤΟΣ Σ. - ΒΡΕΤΤΟΤ-ΚΟΨΙΔΑ Π. · θέματα Εκθέσεων σύγχρονου προβληματισμού
ΝΤΖΟΤΦΡΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ Τα τραγούδια μας Ανθολογία (Δημοιικού-Γυμνασίου)
.-pf’k ΓΕΩΡΓΟΤΔΗΣ ΣΤΡΑΤΟΣ - ΡΑΒΑΝΗΣ ΚΩΣΤΑΣ θέματα Φυσικής - Εργο-Ενέργιια - Ορμή-Κρούση για τους υποψήφιους 1ης και 2ης Δέσμης
ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ - ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΟΛΦΕΤΑΣ ΣΠΤΡΟΣ θέματα Βιολογίας για τους υποψήφιους 2ης Δέσμης
ΑΓΓΕΛΟΠΟΤΛΟΤ ΒΓΓΩ - ΒΑΛΑΣΗ ΖΩΗ Διαλέγουμε βιβλία για παιδιά
ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΤΛΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ θέματα παιδικής λογοτεχνίας (Ανιχνεύσεις)
ΠΕΤΡΟΒΙΤΣ-ΑΝΔΡΟΤΤΣΟΠΟΤΛΟΤ ΛΟΤΗ Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - ΜΠΟΤΟΝ ΜΑΡΚΟΣ ΣΤΡΙΩΤΗΣ ΘΩΜΑΣ - ΚΑΛΟΤΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Προβλήματα Ανύργανης Χημείας για την Α' και Β' Λυκείου
ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ - ΜΠΟΤΟΝ ΜΑΡΚΟΣ θέματα Οργανικής Χημείας για τους υποψήφιους 1ης και 2ης Δέσμης
ΛΟΓΓΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ Χημικές αναδράσεις. Για μαθητές Α'-Β' Λυκείου και τους υποψήφιους 1ης και 2ης Δέσμης
Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΠΑΙΔΙ Εισηγήσεις στο Β' Σεμινάριο του Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου, Καρδίτσα 15 και 16 Νοεμβρίου 1986
Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ ΧΑΡΗΣ - ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ ΘΑΝΑΣΗΣ Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου - 1986 Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου -1987
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ ΧΑΡΗΣ - ΜΠΑΡΤΖΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου -1988 Οδηγός παιδικού και νεανικού βιβλίου - 1989
ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΤ ΧΑΡΗΣ Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας Επιθεώρηση Παιδικής Λογοτεχνίας -
Τόμος Α' Τόμος Β' Τόμος Γ'
ΚΤΒΙΛΛΙΕ A. - ΚΑΖΝΕΒ Ζ. - ΜΠΑΛ ΦΡ. Βασικά θέματα της Κοινωνιολογίας και κοινωνιολογικό λεξικό
Κ Α Σ Τ Α Ν Ι Ω Τ Η
Η σ ύ γ χ ρ ο ν η ε κ δ ο τ ικ ή π α ρ ο υ σ ία στα ε λ λ η ν ικ ά γ ρ ά μ μ α τ α Ζ . Π η γ ή ς 3 , 1 0 6 7 8 Α θ ή ν α . Τ η λ . 3 6 0 . 3 2 . 3 4 - 3 6 .0 1 .3 3 1
Β. Γονλα
Ο. ντε Μπαλζάκ No 60* Δ. Γληνός No 61* Τ. Τζόυς No 62* Κ. Χατζηαργύρης No 63 Ζ. Ζενέ No 66 Νέοι λογοτέχνες No 69 Αριστοφάνης No 72 Ζ. Πρεβέρ No 73 Μ. ντε Σαντ No 77 Κ.Π. Καβάφης No 78 Χ.Λ. Μπόρχες No 79 Μ. Κοΰντερα No 80 Μ. Γιουρσενάρ No 81 Α. Κοραής No 82 Κ. Μαρξ No 83 Μ. Βιάν No 85 Νέοι Λογοτέχνες No 87 Κ. Βάρναλης No 88 Τ. Μαν No 90 Φ. Νίτσε No 91 Κ. Θεοτόκης No 92 Ρ. Μπαρτ No 93 Ν. Λαπαθιώτης No 95 Ε. Ροΐδης No 96 Ε. Ζολά No 97 Σταντάλ No 98 Μακρυγιάννης No 101 Λουκιανός No 102 Ντιντερό No 103 Τ. Άγρας No 104 I. Βερν No 105 Θ. Καίρης No 106 Παραμυθάδες No 108 Ε. Έσσε No 109
Α. Καμύ No 110 Β. Ουγκό No 111 Ε. Άλαν Πόε No 112 Φ. Κόντογλου No 113 Σ. Μπέκετ No 115 Κ. Πολίτης No 116 Α. Πάλλης No 118 Β. Μαγιακόφσκι No 121 Ε. Ιονέσκο No 122 Μ. Φουκώ No 125 Ζ. Λακάν No 126 Ζ. Πωλ Σαρτρ No 127 Φ. Ντοστογιέφσκι No 131 Ν.Χ. Λώρενς No 132 Γ.Σ. ΈλιοτΝο 133 Μ. Ντυράς No 134 Αριστοτέλης No 135 Σ. ντε Μπωβουάρ No 136 Γ. Θεοτοκάς No 137 Φ.Σ. Φιτζέραλντ No 138 Τ. Ουίλιαμς No 139 Α. Κάλβος No 140 Γ. Σεφέρης No 142 Γ. Φλωμπέρ No 143 Ο. Έκο No 145 Α. Δουμάς No 147 Α. Κρίστι No 149 Σ. Φρόυντ No 150 Α. Αρτώ No 151 Ο. ΟυάιλντΝο 152 Β. Γούλφ No 153 Γ.Β. Γκαίτε No 154 Κ. Καρυωτάκης No 157
Κ. Λεβί-Στρως No 158 Ε. Χεμινγουέη No 159 Ζ. Κοκτώ No 160 Μ. Χάιντεγκερ No 161 Β. Ναμπόκοφ No 162 Α. Παπαδιαμάντης No 165 Π. Λεκατσάς No 166 Αίσωπος No 167 Λ. Αραγκόν No 168 Α. Τσέχωφ No 169 Σ. Τσίρκας No 171 Τ. Στάινμπεκ No 173 Όμηρος No 174 Μ. ντε Θερβάντες No 176 Βολταίρος No 177 Ε. Πάουντ No 178 Μολιέρος No 179 Δ. Χατζής No 180 Ε. Ίψεν No 181 Ν. Χάμμετ No 182 Π. Βαλερί No 183 Ζ. Μπατάιγ No 187 Ν. Καζαντζάκης No 150 Θουκυδίδης No 191 Φ.Γ. Λόρκα No 192 Ρ. Τσάντλερ No 193 Β. Ράιχ No 197 Ρ. Μοΰζιλ No 199 Λ. Τολστόι No 200 Π. Ελυάρ No 201 Ζ. Σιμενόν No 202 Γ. ντε Μωπασάν No 204 Γ. Ρίτσος No 205
\ντίσταση και Λογοτεχνία No 58* \ατινοαμερικάνικη Λογοτεχνία No 59* -I Γενιά των Μπήτνικ No 64 3ι επίγονοι του Φρόυντ No 65* Επιθεώρηση Τέχνης No 67 Αγιον Όρος No 68 'ερμανόφωνο Θέατρο No 70 σημειωτική No 71* Μικρασιατικός Ελληνισμός No 74 λογοτεχνία και Κινηματογράφος No 75 ταλική Λογοτεχνία No 76 σύγχρονα Ολλανδικά Γράμματα No 84 Αστυνομική Λογοτεχνία No 86 Νεοελληνικό Θέατρο No 89 Ιαιδικό Βιβλίο No 94 ίιβλίο και Φυλακή No 99 Ααϊκό Αισθηματικό Μυθιστόρημα No 100 Αρχαία Λυρική Ποίηση No 107 >ινλανδικά Γράμματα No 114 ιοκίμιο No 117 ίοινωνιολογία No 119 ελληνικός Υπερρεαλισμός No 120 ίυπριακά Γράμμματα No 123 . ίιούμορ No 124 )εσσαλονίκη No 128
Βυζάντιο No 129 Ελληνικό Παραμύθι No 130 Φουτουρισμός No 141 Γλωσσολογία No 144 Βιβλίο και Στρατός No 146 . Βιβλία γιά το καλοκαίρι No 148 Αυτοβιογραφία No 155 Μετάφραση No 156 Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία No 163 Σύγχρονοι Αγγλόφωνοι Φιλέλληνες No 164 Αλληλογραφία No 170 Επιλογή Βιβλίων ’86-87 No 172 Οι επιστήμες στον κόσμο μας No 175 Παιδικό βιβλίο No 180 Κριτική No 184 Μουσική και Λογοτεχνία No 185 Διανοούμενοι και Εξουσία No 186 Βιβλίο και Νέες Τεχνολογίες No 188 Το νέο Μυθιστόρημα No 189 Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας No 194 Πολιτισμός και Κουλτούρα No 195 Διακοπές και Βιβλίο No 196 Το Ελληνικό Φεμινιστικό Έντυπο No 198 Βιολογία No 203
ΔΙΑΒΑΖΩ Σ ύγχρονοι Λ γγλΐ'/q ωνοι
Φιλέλληνες
—Ε κ δ ό σ εις Π λέθρο ν— Σειρά: ΜΕΛΕΤΕΣ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ Ιπ π ο κ ρ ά τ ο υ ς 8 - Α θήνα, τηλ. 362.73.18
Οι εκδόσεις ΔΗΜ. Ν. ΠΑΠΑΔΗΜΑ συμμετέχουν σης εκδηλώσεις π ου γίνονται στη χώρα μα ς για τα
ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΤΣΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΟΡΝΗΛΙΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΔΗ Στην ίδια σειρά:
200 χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης (1789-1989) με την έκδοση του βιβλίου του Γάλλου σ υγγραφ έα
■ J e a n Paul Bertaud
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ (.1789-1795)
ΣΤΑΘΗΣ ΔΑΜΙΑΝΑΚΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΑΝΤΑΡΣΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ (1789-1795) Μετάφραση Σταυρούλα Αλεξανδράτου - Δέσποινα Αγγελοπούλου
ΡΟΛΑΝ ΜΠΑΡΤ ΕΙΚΟΝΑ - ΜΟΥΣΙΚΗ - ΚΕΙΜΕΝΟ Βιβλιοπωλείο-Εχδόσεις: Μασσαλίας 20α , 106 80 Αθήνα τηλ.: 36.41.260 - 36.45.057
από τα βιβλία της «γνώσης» ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ • Η άσπρη αρκούδα • «Ζ» • Τρ ιλο γ ία : Το Φύλλο Το Πηγάδι - Τ ’ Αγγέλιασμα • Το Σφράτο
ΟΥΜΠΕΡΙΟ ΕΚΟ • Το όνομα του ρόδου • Επιμύθιο στο «Όνομα του ρόδου»
ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΖΑΝΗΣ
ΜΕΣΑ ΣΕΛΙΜΟΒΙΤΣ Ο Δερβίσης και ο Θάνατος ΑΝΑΤΟΛΙ ΡΙΜΠΑΚΟΦ Τα παιδιά από το Αρμπάτ
Διαδρομή
(Α'+Β'ΤΟΜΟΣ)
ΘΩΜΑΣ ΣΚΑΣΣΗΣ • Συλλέκτης αποκομμάτων • Ο βαλσαμωμένος γάτος
ΛΑΝΤΙΣΛΑΒ ΜΝΙΑΤΣΚΟ Η γεύση της εξουσίας ΡΕΪΝΤΑΡ ΓΙΟΝΣΟΝ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΑΒΒΑΘΑΣ 50 +1 γράμματα από έναν αυτόχειρα
ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΨΗΜΜΕΝΟΣ Η Ελληνική φιλοσοφία: 1453-1821 Τόμος Α': Η κυριαρχία του Αριστοτελισμού
ΖΑΝ ΠΙΑΖΕ Σοφία και ψευδαισθήσεις της φιλοσοφίας
ΛΕΒ ΒΥΓΚΟΤΣΚΙ Σκέψη και γλώσσα
ΜΙΣΕΛ ΦΟΥΚΩ Οι λ έξεις και τα πράγματα ΖΑΝ-ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΛΥΟΤΑΡ Η μεταμοντέρνα κατάσταση ΓΙΟΧΑΝ ΧΟΥΪΖΙΝΓΚΑ Ο άνθρωπος και το παιχνίδι
εκδόσει,ς «γνώση» Ζωοδόχου Πηγής 29, 106 81 Αθήνα,
τηλ.: 3620941 · 3621194
ΑλΚΥΟΝΗ ΠΛΠΑΔΑΚΗ
ΗΜΠΟΡΑ
Χάουαρντ Φάστ
Ο I Ιολΐπ|<; I Ιαίηγ β'Εκδοση
Εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗ Μαυρομιχάλη 5 (1ος όροφος) Τηλ.: 36.23.553 ΑΘΗΝΑ 106 79
ΔΙΑΒΑΖίΙ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΠΡΗΧΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765
Π Ε Ρ ΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α Τεύχος 212 29 Μαρτίου 1989 Τιμή: Δρχ. 350
Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Νένη Ράις, Βάσω Σπάθή, Καίτη Γοπάλη Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Γλωσσική επιμέλεια-Διορθώσεις: Βίκυ Κωτσοβέλου Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Φωτογραφίσεις-Μοντάζ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Ιδιάκτήτης-Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Πομώνης Διαν^αιβς Ζαλόγγου! · τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο «Κέντρο του βιβλίου» Λασσάνη 9 τηλ. 237.463 Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος Υμηττού 219 Μακέττα εξωφύλλου: Γιώργος Γαλάντης
________________________ ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ: Γράφει ο Μπάμπης Καβροχωριανός ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: Νέα διάσταση στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας - Ο Κων/νος Αθανασόπουλος μιλάει στο ΔΙΑΒΑΖΩ
10 11 14 15
ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αλέξ. Αργυρίου: Χρονολόγιο Άρη Αλεξάνδρου Αλέξ. Αργυρίου: Ξαναδιαβάζοντας τον Άρη Αλεξάνδρου Γιώργος Θαλάσσης: Το σημαίνον στο Κιβώτιο του Άρη Αλεξάν δρου και η έλλειψη νοήματος Γιάννης Μπασκόζος: Ο Άρης Αλεξάνδρου έξω από το Κιβώτιο Ρόμπερτ Κριστ: Το παιγνίδι των κύβων Έφη Ραϊκοπούλου: Το κενό του Κιβωτίου και η διάψευση των οραμάτων Χρήστος Αγγελάκος: Εργογραφία του Άρη Αλεξάνδρου και βι βλιογραφία για το Κιβώτιο Χρίστος Παπαγεωργίου: Μεταφράσεις Άρη Αλεξάνδρου
20 25 28 61 67 72 76 78
ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ: Γράφει ο Σωτήρης Ντάλης ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφουν οι Μάνος Κοντολέων και Κρίτων Χουρμουζιάδης ΙΣΤΟΡΙΑ: Γράφει ο Νικ. Λ. Φορόπουλος
81 82 86
ΔΕΛΤΙΟ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ
37
ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
48
στο επόμενο «Διαβάζω»
αφιέρωμα στον Διονύσιο Σολωμό
η ΑΓΟΡΑ του
ΒΙΒΑΙΟΥ από 1 έως 15 Μαρτίου 1989
Τα είκοσι βιβλιοπωλεία που ρωτήθηκαν για τη σύνταξη της αγοράς του βιβλίου είναι κατά αλφαβητική σειρά: Αιχμή-ΑΘ., Αριστοτέλης-ΑΘ., Γνώση-ΑΘ., Δοκιμάκης-Ηράκλειο, Δωδώνη-ΑΘ., Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-ΑΘ.( Εστία-ΑΘ., Ιανός-Θεσσ., Κατώι του Βιβλίου-Θεσσ., ΚιβωτόςΠειραιάς, Λαμπρινίδης-Παγκράτι, Λέσχη του Βιβλίου-ΑΘ., Όμηρος-Βόλος, Πολύεδρο-Πάτρα, Ραγιάς-Θεσσ., Ρόμβος-ΑΘ., Σαμπατάκος-Σπάρτη, Χαλκίδης-Μυτιλήνη, Χατζούλη-Λάρισα
□ Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώ ρησαν 20 βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Έτσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βι βλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.
ΛΑΜΠΡΙΑ Π . : Στη σκιά ενός μεγάλου ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΑΛΙΕΝΤΕ I.: Ε ύα Λούνα ΩΚΕΑΝΙΑ A ΜΙΣΣΙΟΥ X.: Χ αμογέλα, ρε... Τι σου ζητάνε; ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΧΟΟΥΚΙΝ Σ . : Το χρονικό του Χρόνου ΚΑΤΟΠΤΡΟ ΜΕΓΑΠΑΝΟΥ Α.: Δ ιάλογος με την Ά ν ν α LIBRO ΓΡΙΒΑ Κ.: Α ντιπολιτευτική Ψ υχιατρική ΙΑΝΟΣ ΜΠΑΚΟΛΑ Ν.: Η Μ εγάλη Π λατεία ΚΕΔΡΟΣ ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ Κ.: Α νέκδοτα - Α πόκρυφη Ιστορία ΑΓΡΑ ΤΣΑΡΟΥΧΑ Κ.: Η διεθνής των ναρκωτικών ΔΩΔΩΝΗ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑ Μ.: Ο πλανόδιος σαλπιγκτής ΚΕΔΡΟΣ □ Ο κατάλογος που ακολουθεί παρουσιάζει, με αλφαβητική σειρά, τα υπόλοιπα βιβλία που δεν προτάθηκαν από δυο τουλάχιστον βιβλιοπωλεία. Ανδριανόπουλος Α.: Ο θρίαμβος του δημοκρατικού καπιταλισμού (Libro) · Α ποστολίδης Τ.: Κάνω Κό μικς 1 (ΑΣΕ) · Βαμβουνάκη Μ. Ιστορίες με καλό τέλος (Φιλιππότης) · Βέλτσου Γ. Προς τον Κορνήλιο Καστοριάδη (Πλέθρον) · Βερνάν Σ.Π. Μύθος και τραγωδία στην Αρχαία Ελλάδα (Ζαγαρόπουλος) · Βρανόπουλος Ε. Οδοιπορικό στη Μεγάλη Ελλάδα (Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών) · Γερμανού Φ. Τρελα θήκαμε εντελώς; (Κάκτος) · Γεωργούλας Μπ. Σχέδιο δικτατορίας (Χριστάκης) · Γκούλικ Ρ.Β. Δολοφο νία στο καράβι των λουλουδιών (Θεμέλιο) · Δημάδη Μ. Ηρωίδα της Εθνικής Αντίστασης (Νέστωρ) · Διγκαβέ Κ. 1989 το Ελληνικό και Διεθνές Αλμανάκ (Μπαρμποννάκη) · Εξαρχόπουλου Μ. Θ. Τα ταξίδια του νερού (Αίολος) · Ερενμπουργκ Η. Η θυελλώδης ζωή του Λαγκ Ροϊτσβάνιετς (Θεμέλιο) · Ζώη Κ. Τα παιδία παίζει (Εστία) · Ζ ίσκιν Π. Άρωμα (Ψυχογιός) · θεοδω ρόπουλος Β. Οι Τούρκοι και μεις (Φυτράκης) · Π απαϊωάννου Κ. Ο «δράκος» του Σέιχ Σου (Ποντίκι) · Π απακώ στα Γ. Φιλολογικά Σαλόνια και καφενεία της Αθήνας 1880-1930 (Εστία) · Κ αβαθάς Β. Ο Νάνος και ο Γλάρος (Γνώση) · Καλαντζόπουλου Π. Μια κατεδάφιση. Ιστορίες με πρώτο πρόσωπο τον Πικιώνη (Πλέθρον) · Καραγάτση Μ. Ο θά νατος κι ο Θόδωρος (Εστία) · Κ αρατζά Δ. Ανάμεσα άσπρο και μαύρο αποφασίζω κόκκινο (Διάττων) · Καστοριάδη Κ. Πρώτες Δοκιμές (Ύψιλον) · Κλαούζενιτς Κ.Φ. Περί του πολέμου (Βάνιας) · Δ αζανά Β. Τα αρχαία ελληνικά επιγράμματα · Λ ίπμαν. Κοινή Γνώμη (Κάλβος) · Μουράτ Κ. Νεκρή Πριγκίπισσα (Ωκεανίδα) · Μπέερ Ε. Ο τελευταίος αυτοκράτωρ (Κάκτος) · Μπεκ Γκ.Χ. Ιστορία της Βυζαντινής Δη μώδους Λογοτεχνίας (ΜΙΕΤ) · Μπότσος Γ. Τα μουσικά όργανα (Μύθος) · Μ πουσάντι Ν. Εισβολή των αρκούδων στη Σικελία (Αστάρτη) · Νιάτσκο Λ. Η Γεύση της Εξουσίας (Γνώση) · Ντύρενματ Φ. Η Υπο ψία (Ροές) · Π ατρίκιος Τ. Αντικριστοί καθφτέτες (Στιγμή) · Π έτροβιτς - Ανδρουτσοπούλου Λ. Το τσιμε ντένιο δάσος (Πατάκης) · Σαρή Ζ. Το τρακ (Πατάκης) · Σαρή Ζ. Η αντιπαροχή (Πατάκης) · Σίνου Κ. Το συμβόλαιο του πύργου (Κέδρος) · Το βιβλίο των εφευρέσεων (Στρατίκης) · 17 συγγραφείς. 17 ιστο ρίες που ξεχωρίζουν (Γνώση) · Τζώρτζογλου Ν. Τρία Σίγμα (Καστανιώτη) · Τσάμπερλιν Ε .Ρ. Η καθημε ρινή ζωή στην Αναγέννηση (Παπαδήμας) · Χάιετ Γκ. Κλασική Παράδοση (ΜΙΕΤ) · Χ ατζιδάκι Μ. Ο κα θρέφτης και το Μαχαίρι (Ίκαρος) · Χορτάτζη Γ. Ερωφίλη (επιμ. Σ. Στυλιανού-Α λεξίου - Μ. Αποσκίτη)
(Στιγμή)
Μικρές ειδήσεις • Άλλη μια τιμή για τη Βυζαντινολόγο Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ. Ανέλαβε τη διεύθυνση του Γαλλικού Πολιτιστικού Κέντρου Πομπιντού. • Ένας σημαντικός, μα όχι πολύ γνωστός στη χώρα μας, συγγρα φέας, ο Αυστριακός Τόμας Μπέρνχαρντ έφυγε στα 58 του χρόνια. Πριν γνωρίσουμε το έργο του γνωρίσαμε τον άντρα. Στο έργο του «Χέλντεν Πλατς» έγραφε: «Σήμερα στη Βιέννη υπάρχουν περισσότεροι Ναζί απ’ ό,τιτο 1938». Με τη διαθήκη του απαγορεύει ρητά τά έρνα του να παίζονται, να τμπώνονται r να διαβάζονται στο εσωτερικό ιων συνόρων του Αυστριακού κράτους - «με το οποίο δεν θέλει να έχει καμιά σχέση και από το οποίο αρνείται κάθε μεταθανάτια τιμή». Αν κάποιος τον έπειθε ότι με αντίθετη στάση θά ήταν πολύ χρήσιμος... • Άλλη μια διάκριση στα Ελληνι κά Γράμματα. Στον Νικόλαο Γαβριήλ Πεντζίκη απονέμεται το Βραβείο Χέρντερ. Το βραβείο θεσπίστηκε το 1964 και απονέμεται σε ειδική εκδή λωση στην Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών στη Βιέννη. • Τη Διδώ Σωτηρίου, με αφορμή τη συμπλήρωση των 80 της χρό νων τίμησε η Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας και ο Εκδοτικός οί κος Κέδρος. • Παραιτήθηκε, αναφέρουν τα ειδησεογραφικά πρακτορεία, ο Γκέοργκ Μαρκόφ, πρόεδρος της Ένωσης Σοβιετικών Συγγρα φέων. Ο Μαρκόφ υπήρξε ο πρώ τος γραμματέας της από το 1971 και στη συνέχεια έγινε πρόε δρος.• • Πέθανε (19.1.88) ο Βρεταννός συγγραφέας Μπρους Τσάτουιν σε ηλικία 48 ετών. Γνωστός στην Ελλάδα από την ταινία τού Β. Χέρτζοκ «Κόμπρα Βέρντε», που βασίστηκε στο μυθιστόρημά του «Ο αντιβασιλέας της Ουίντα», ο Τσάτουιν έγραψε πέντε μυθι στορήματα. Το τελευταίο, το «Όυτζ», κυκλοφόρησε πριν λίγες βδομάδες.
Χ ΡΟΝΙΚΑ Εκδόσεις και προγραμματισμός Τέσσερις νέες μελέτες κυκλο φόρησαν μέσα στον Μάρτιο από το Ιστορικό Αρχείο της Γραμμα τείας Νέας Γενιάς. • Κώστα Σοφιανού: «Το Νομικό καθεστώς της παιδικής ηλικίας και της νεότητας (1833-1900)» τομ. A + Β. • Ελένης Καλαφάτης: «Τα σχο λικά κτίρια της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (1821-1929). Από τις προδιαγραφές στον προγραμμα τισμό». • Δαυίδ Αντωνίου: «Τα προ γράμματα της Μέσης Εκπαίδευ σης 1833-1929». Τόμος Β', Αθήνα 1988 - Τόμος Γ, Αθήνα 1989. • Χριστίνας Κουλούρη: «Ιστορία και Γεωγραφία στα ελληνικά σχο λεία (1834-1914). Γνωστικό αντι κείμενο και ιδεολογικές προε κτάσεις». Αθήνα 1988. Για το τρέχον έτος έχουν προ γραμματιστεί: - Τα πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου «Πανεπιστήμιο Ιδεο λογία και Παιδεία. Ιστορική διά σταση και προοπτικές». - Χαράλαμπου Χαρίτου: «Το Παρθεναγωγείο του Βόλου». - Αλόης Σιδέρη: «Έλληνες φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Πίζας (1806-1961)». Παναγιώτη Μουλλά: «Πανεπι στημιακοί Ποιητικοί διαγωνισμοί, 1851-1877». Θα κυκλοφορήσει στη γαλλική γλώσσα. Να σημειώσουμε ότι στην επι τροπή συμμετέχουν οι ιστορικοί Σπύρος Ασδραχάς, Γιάννης Γιαννουλόπουλος, Φίλιππος Ηλιού και Τριαντάφυλλος Σκλαβενίτης. Οι εκδόσεις της ΓΓΝΓ παρέχο νται δωρεάν σε βιβλιοθήκες, Ερευνητικές ομάδες και ερευνη τές και μέσω του Εθνικού Κέ ντρου Κοινωνικών Ερευνών στα Βιβλιοπωλεία.
11 χρόνιο πριν το 2.000 μ.Χ. Η Δικαιοσύνη της γείτονος χώ ρας Τουρκίας απεφάνθη ότι τα βιβλία του Χένρυ Μίλλερ «Τροπι κός του Καρκίνου» και του Αχμέτ Άλταν «Σουντάκι ιζ» είναι χυδαία
και άσεμνα. Ως εκ τούτου πρέπει να καταστραφούν. Δια της πυ ράς. Ο νόμος περί «χυδαίων και ασέμνων» στην Τουρκία είναι 63 ετών. Ενεργοποιήθηκε εκ νέου το 1986. Δεν γνωρίζουμε πότε μετα φράστηκε ο Μίλλερ στην Τουρ κία. Από το 2.000 μας χωρίζουν μό νο 11 χρόνια.
«Ελληνικές Ημέρες» στο Στρασβούργο Τη δική του θέση είχε το βιβλίο στις «Ελληνικές Ημέρες» του Στρασβούργου. Στα πλαίσια των «Ελληνικών Ημερών» έγιναν δύο κύκλοι διαλέξεων και συζητή σεων για την αρχαία και τη σύγ χρονη Ελλάδα με τη συμμετοχή Ελλήνων και Γάλλων Πανεπιστη μιακών και συγγραφέων. Ο καθη γητής του Ινστιτούτου Νεοελλη νικών Σπουδών στο Στρασβούρ γο, Αστέρης Αργυρίου, μίλησε για το έργο των Σπ. Πλασκοβίτη, Γιώργου Χειμωνά, Τίτου Πατρι κίου, Παύλου Ζάνα και Άλκης Ζέη. Ό πως έγινε γνωστό, από μέλη της Ελληνικής λογοτεχνικής αντιπροσωπείας, υπάρχει η σκέ ψη να διοργανωθεί στο τέλος του έτους μια σειρά εκδηλώσεων για την Ελληνική λογοτεχνία στο Παρίσι και σε άλλες γαλλικές πό λεις. Αν η εκδήλωση συνδυαστεί και με μία προσπάθεια να μεταφρα στούν πολλά έργα Ελλήνων συγ γραφέων στα γαλλικά, η γνωριμία θα είναι ουσιαστικότερη.
«Ταξείδι» 100 χρόνια μετά Εκδήλωση για τα 100 χρόνια από την έκδοση του βιβλίου του Γ. Ψυχάρη «Ταξείδι» διοργάνωσε (23 Ιανουαρίου) το Κέντρο Πολι τισμού «Δ. Γληνός». Μίλησαν ο Εμμ. Κριαράς για τις διαφωνίες και συγκρούσεις παλαιοτέρων δημοτικιστών και η Ρένα Σταυρίδη-Πατρικίου για τις πολιτικές ιδέες του Ψυχάρη καθώς επίσης και ο Ξενοφών Κοκκόλης.
12/χρονικα «Ημέρα Σύγχρονης Ελληνικής Ποίησης» Πραγματοποιήθηκε στις 20 Ια νουάριου στο Γαλλικό Ινστιτούτο η «Ημέρα Σύγχρονης Ελληνικής Ποίησης» που οργάνωσαν οι εκ δόσεις «Ρόπτρον» με τη συνερ γασία του Γαλλικού Ινστιτούτου. Παρουσιάστηκαν 20 ποιητές.
Οι της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Τάσος Κορφής, Ανδρέας Αγγελάκης, Κατερίνα ΑγγελάκηΡουκ, Τάσος Δενέγρης, Σπύρος Τσακνιάς και Τάσος Ρούσσος. Από τη γενιά του 70 οι Γιάννης Βαρβέρης, Γιώργος Μαρκόπουλος, Ερρίκος Μπελιές, Μανόλης Πρατικάκης, Αντώνης Φωστιέρης, Δήμητρα Χριστοδούλου και
Κ.Κ. Παπαγεωργίου. Τέλος από τη νεότερη γενιά οι Ν.Γ. Δαββέτας, Θανάσης Χατζόπουλος, Γιώργος Κακκουλίδης, Βασίλης Παπάς, Γιώργος Μπλάνας και Σάκης Σερέφας. Για τους ποιητές της γενιάς του 70 μίλησε ο Βαγγέλης Χατζηθασιλείου και για τους νεότε ρους ποιητές ο Αλέξης Ζήρας.
Διπλή Γιορτή «Στα Περιθώρια του Χρόνου» Μια άλλη διάσταση, την πλήρη θα λέγαμε, του Γιάννη Ρίτσου παρουσίασε στην έκθεση που οργάνωσε με έργα του ποιητή η Εταιρία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Παιδείας, (Σίνα 46). «Με το συνδυασμό της ζω γραφικής και της ποίησής του», σημειώνουν οι οργανωτές, «επι χειρήσαμε να δώσουμε μια σφαι ρική άποψη της καλλιτεχνικής του προσωπικότητας: Πώς κυ κλοφορεί ο ποιητής στην ευρύ τερη περιοχή της Τέχνης. Και ποια μπορεί να είναι η ανταπό κριση μεταξύ των διαφορετικών μορφών έκφρασης - έστω κι αν τα δύο μεγέθη είναι άνισα. Σχέδια με μολύβι επωνύμων και ανωνύμων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης καρφωμέ νων στα βράχια των νησιών της εξορίας, αλλά και στον Ιππόδρο
μο. Πέτρες ζωγραφισμένες, ακουαρέλλες ζωγραφισμένες στα στρατόπεδα της Λήμνου, Μακρονήσου, Άι-Στράτη, αλλά και τη Σάμο, το Διμινιό και τις Ανατολικές χώρες δίνουν μία άλ λη διάσταση του Γιάννη Ρίτσου, αλλά επίσης αποτελούν και ιστο ρικές μαρτυρίες μιας αιματηρής εποχής. ...η λέξη “μαρτυρία”», σημειώ νουν οι διοργανωτές, «θα μπο ρούσε τούτη τη φορά ν ’ ακου στεί με όλο της το βάρος. Και βέ βαια όχι για να δικαιολογήσει καλλιτεχνικές αδεξιότητες. Αλλά με την έννοια ότι βλέπουμε εδώ και ακούμε έναν τεχνίτη του κα λού που ποτέ δεν έπαψε να ’ναι υπεύθυνος πολίτης». Αφού σημειώσουμε ότι η έκθε ση διήρκεσε έως τα τέλη του Μαρτίου, να μνημονεύσουμε τα ονόματα όσων εργάστηκαν για την έκθεση: Μαίρη Καβαγιά, Αι κατερίνη Μακρυνικόλα, Ξανθίπ πη Μίχα-Μπανιά και Χρύσα Προκοπάκη.
Για πρώτη φορά, τον Απρίλιο του 1967, έγινε γνωστή και γιορ τάστηκε η Διεθνής Ημέρα του Παιδικού Βιβλίου (International Children’s Book Day). Εμπνευστής της παγκόσμιας γιορτής είναι η Γιέλα Λέπμαν. Έτσι κάθε χρόνο σ’ όλο τον κόσμο γιορτάζεται στις 2 Απριλίου η Διεθνής Ημέρα Παιδικού Βιβλίου με αφορμή την ημέρα των γενεθλίων του μεγά λου παραμυθά Χανς Κρίστιαν Αντερσεν. Οι εκδόσεις Gutenberg συμμε τέχοντας σ’ αυτή τη γιορτή θα πραγματοποιήσουν μια εκδήλω ση (29 Απριλίου, 11 το πρωί Ακαδημίας και Γενναδίου 8) πα ρουσιάζοντας το βιβλίο των Βίκυς Α γγελοπούλου - Ζωής Βαλάση: «Διαλέγουμε βιβλία για παι διά» ■βιβλίο οδηγό γύρω από την παιδική βιβλιογραφία. Αυτή η επιλογή παιδικών βιβλίων περι λαμβάνει 1000 περίπου τίτλους σχολιασμένους και κατανεμημέ νους α) κατά ηλικία και β) ανάλο γα με τα ενδιαφέροντα των παι διών. Αλλη μια εκδήλωση θα γίνει (15 Απριλίου) στην Αθήνα, η οποία αργότερα θα μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη με αφορμή τη φετινή χρονιά, αφιερωμένη στη Δημιουργία Νέων Αναγνωστών. Μ’ αυτή την ευκαιρία ο Gutenberg εξέδωσε ένα τόμο με τίτλο ΒΙΒΛΙΑΓΑΠΗ, όπου συγκεντρώνο νται κείμενα από το σύνολο της πρόσφατης βιβλιογραφίας σχετι κά με τη διαμόρφωση Νέων Ανα γνωστών. Οι τέσσερις ενότητες της Βιθλιαγάπης ανθολογούν π ε ρικοπές από μελετήματα γύρω από το παιδί και το βιβλίο. Ο τό μος αυτός διατίθεται δωρεάν σε δασκάλους, καθηγητές και γο νείς με στόχο να αγαπήσουν οι νεαρές ηλικίες το καλό παιδικό βιβλίο.
χρονικά/ υ
Υπογραφών διαμαρτυρίας συνέχεια Το κείμενο διαμαρτυρίας που συνέταξε το περιοδικό ΔΙΑΒΑΖΩ και οι εκδόσεις ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ (πρόκειται σύντομα να εκδώσουν το βιβλίο του Σαλμάν Ράσντι «Σατανικοί Στί χοι») υπογράφουν κι άλλοι πνευματικοί άνθρωποι του τό που μας. Αυτές οι υπογραφές, και όσες έχουν ήδη δημοσιευτεί στο προηγούμεο τεύχος (Μπρεχτ, No 211), εκφράζουν την αμέριστη συμπαράσταση των πνευματικών μας ανθρώπων στον επικηρυγμένο συγγραφέα, ενώ ταυτόχρονα καταδικά ζουν το μεσαιωνικό φανατισμό της ιρανικής κυβέρνησης και του Χομεϊνί. Το κείμενο διμαρτυρίας είναι: «Ως Έ λ λη ν ες π ολίτες μιας χώρας που αγάπησε και αγωνίστηκε τη ν ελ εύ θ ερ η διακίνηση των ιδ εών κατα δικάζο υμ ε κ ά θε μορφή φαν< δοξίας και ιδ ιαίτερ α τη ν παράλογη στάση τη ς ιρ ανικής κ υβέρνησ ης ι το σ υγγραφέα των “Σατανικώ ν Στίχω ν” Σαλμάν Ράσντι».
Τάκης Αδάμος Τάκης Βαρβιτσιώτης Γιώργος Βαφόπουλος Κατερίνα Δασκαλάκη Πάνος Θεοδωρίδης Τόλης Καζαντζής Ξ.Α. Κοκόλης Νίκος Καρατζάς Γιώργος Κορδομενίδης Γιάννης Λεκκός Νίκος Μπακόλας Κωστής Μοσκώφ Μπάμπης Μπαρμπουνάκης Πέτρος Παπασαραντόπουλος Ματούλα Σκαλτσά Δημήτρης Φατούρος
Συγγραφέας Ποιητής Ποιητής Δημοσιογράφος Ποιητής Συγγραφέας Συγγραφέας-καθηγητής Α.Π.Θ. Εκδότης (Ιανός) Δ/ντής περιοδικού «Εντευκτήριο» Ζωγράφος-σκηνογράφος Συγγραφέας Ιστορικός Εκδότης Εκδότης (Παρατηρητής) Ιστορικός τέχνης Καθηγητής Α.Π.Θ.
αναψ ορα
περιπτώσεων ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ ΣΕ ΕΠΑΥΞΗΜΕΝΗ ΕΚΔΟΣΗ
14/χρονικα
Διαμαρτυρία Ο συγγραφέας Βαγγέλης Ραπτόπουλος εξέδωσε τα δυο πρώτα του βιβλία στον εκδοτικό οίκο «Κάλβος», κατά την περίοδο 1979-82, στη σειρά «Έλληνες Συγγραφείς». Από το 1983 οι εκδόσεις «Κάλβος» σταμάτησαν να εκδίδουν βιβλία στην ανωτέρω σειρά και οι περισσότεροι συγγραφείς του μετακόμισαν σε άλλους εκδοτικούς οίκους, χωρίς να παρουσιασθεί ποτέ το παραμικρό πρόβλημα. Ορισμένοι, μάλιστα, συγγραφείς αγόρασαν τα εναπομείναντα αντίτυπα των βιβλίων τους από τον εκδοτικό οίκο, δίχως και πάλι ο «Κάλβος» να εγείρει την παρα μικρή αξίωση επί των δικαιωμάτων. Για τον Βαγγέλη Ραπτόπουλο, όμως, οι εκδόσεις «Κάλβος» επεφύλασσαν ιδιαίτερη μεταχείριση. Υποστήριξαν ότι κατέχουν ισοβίως τα δικαιώματα των δύο του βιβλίων (ισχυρισμός που δεν καλύπτεται ούτε από κανέναν όρο των συμβολαίων αλλά ούτε κι από το ίδιο το Σύνταγμα) κι ενέπλε ξαν τον συγγραφέα σε μια χρονοβόρα δικαστική περιπέτεια ανοιχτή ώς σή μερα, που είχε σαν αποτέλεσμα, μέ χρι στιγμής, το πρώτο βιβλίο του Ραπτόπουλου να βρίσκεται εκτός αγο ράς, παρά τη θέληση του συγγραφέα και του νέου του εκδότη, και το δεύ τερο βιβλίο του να έχει κατασχεθεί με δικαστική απόφαση. Αυτή τη στιγ μή, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος, συγ γραφέας τριών βιβλίων, κάτοχος από το νόμο - των πνευματικών τους δικαιωμάτων, σύρεται στα δικαστήρια για να διεκδικήσει τα δύο από τα τρία του έργα κι εύελπιστεί να τα ξαναδεί στην αγορά μόνο εφόσον κερδίσει οριστικά τη δικαστική μάχη. Ως πνευματικοί δημιουργοί, με ευ αισθησία σε μιαν υπόθεση που θα μπορούσε ν’ αφορά τον καθένα μας προσωπικά, θεωρούμε απαράδεκτο ένας εκδοτικός οίκος - αποδεδειγμέ να, μάλιστα, ανενεργός - να δεσμεύει επιλεκτικά και δια βίου την εργασία ενός συγγραφέα κι αντί να συμβάλλει στην επικοινωνία συγγραφέα-αναγνωστικού κοινού, να παρεμποδίζει ή και ν' αναστέλλει αυτή την επικοινωνία, να συντελεί, ουσιαστικά, στην πνευ ματική και οικονομική εξόντωση του δημιουργού.
λων εκδοτικών, η περίπτωση αυτή εί ναι προνομιακή για τους νέους αν θρώπους που ξεκινάνε ξυλόλυτοι στ' αγκάθια, και μάλλον επιβεβαιώνει, ως εξαίρεση, τον κανόνα» (βλ. περ. ΔΙΑ ΒΑΖΩ, No 50, σελ. 77). 2. Οι χοντρές ανακρίβειες και η κα τάφωρη περιφρόνηση του καθήκο ντος αλήθειας από τους «6» διάση μους, είναι ανάξια ακόμη και για απλή διάψευση. Ας μάθουν, εντούτοις, ότι: α) Τα δύο βιβλία του Ραπτόπουλου υπάρχουν τυπωμένα στον ΚΑΛΒΟ, αλ λά τα καταδικάζει να μένουν στο ράφι ο ίδιος ο συγγραφέας τους, αρνούμενος να υπογράψει τα αντίτυπα, όπως έχει ηθική και ρητή συμβατική υπο χρέωση, ώστε να κυκλοφορήσουν νό Ευχαριστούμε για τη φιλοξενία μιμα. β) Δύο δικαστικές αποφάσεις (οι Πέτρος Τατσόπουλος υπ' αριθ. 14386 και 15741 του 1988) (συγγραφέας) απαγόρεψαν την κυκλοφορία της κλεψίτυπης έκδοσης του συνενόχως Μάνος Χατζιδάκις κρυπτόμενου ΚΕΔΡΟΥ, γ) Πρώτος (συνθέτης) στα δικαστήρια προσέφυγε, για να νο μιμοποιήσει (φυσικά ανεπιτυχώς) την Μένης Κουμανταρέας κλεψιτυπία, ο Ραπτόπουλος στις Γιώργος Χειμώνας 3.8.88, και όχι ο ΚΑΛΒΟΣ, όπως θα ήταν λογικά αναμενόμενο. Παύλος Ζάννας 3. Το πνεύμα του διαβήματος-απόΠρόεδρος της «Εταιρείας πειρας των «6» πρέπει να επισημανΣυγγραφέων» θεί και να προσεχθεί σοβαρά από κά Δημήτρης Νόλλας θε πολίτη: υπονοούν ότι ορισμένοι εί τε λόγω «ονόματος», είτε λόγω «σχέ σεων», είτε λόγω «πόστου», είτε λόγω «έργου», μπορούν να μπαίνουν πάνω από τις γραπτές συμφωνίες, πάνω Η απάντηση από τους νόμους, πάνω από τις δικα στικές αποφάσεις, πάνω από τα χρη Σχετικά με την περίεργη, επιθετική και άδικη «δήλωση-διαμαρτυρία» των στά ήθη, πάνω από τους κοινά αποδε κτούς και πολιτειακά κατοχυρωμέ κυρίων Μάνου Χατζιδάκι, Π. Ζάννα, Γ. Χειμωνά, Μ. Κουμανταρέα, Δ. Νόλα νους κανόνες λειτουργίας της συλλο και Π. Τατσόπουλου, που δημοσιεύ γικής ζωής. Το κύμα αυτό του επιθετι σατε στις 17/3/1989, απαντούμε τα κού, πολυδιάστατου και διάχυτου κυ νισμού, πράγματι μας αφορά όλους εξής: και όχι μονάχα οι κοινά γνωστές αξιό 1. Η σχέση του ΚΑΛΒΟΥ με τους συγγραφείς είναι διαυγής και συγκε ποινες πράξεις. 4. Οι «6» που υπογράφουν την υπο κριμένη: αποτυπώνεται σε συμφω νίες, που σέβονται την ελευθερία του κριτική διαμαρτυρία, επικαλούμενοι κάθε συγγραφέα και κατοχυρώνουν την «ευαισθησία» τους, συσκοτίζουν την ισότητα στις σχέσεις των μερών. την αλήθεια και, μετατρέποντας - τό Για το λόγο αυτό, όπως - άθελά τους, σο αβασάνιστα - τον θύτη σε «θύμα», βέβαια - παραδέχονται και οι «6» δια- ευτελίζουν το λόγο και καταρρακώ μαρτυρόμενοι, όλα τα θέματα και με νουν κάθε έννοια διαλόγου. Όσο για όλους τοι·ς συγγραφείς αντιμετωπί την μικρόψυχη και συκοφαντική απο ζονται «χωρίς ποτέ να παρουσιαστεί στροφή της δήλωσής τους («αποδε το παραμικρό πρόβλημα», στην εικο δειγμένα, μάλιστα, ανενεργός» - εν σαετή και πάνω δραστηριότητά του. νοώντας τις εκδόσεις ΚΑΛΒΟΣ!) επι Όσον αφορά τη συγκεκριμένη περί καλούμαστε τη διαρκή και πασίδηλη πτωση, για δυσμενή τάχα μεταχείριση δραστηριότητά μας, την ανυστερό του συγγραφέα Β. Ραπτόπουλου, ας βουλη και αφατρίαστη κρίση του ανα τον αφήσουμε να μας τα πει ο ίδιος: γνωστικού κοινού και του Πνευματι «Η κατάσταση στον εκδοτικό χώρο κού Κόσμου και επιφυλασσόμαστε για εξακολουθεί να είναι φρικτή. Εγώ κάθε νόμιμο δικαίωμά μας ενώπιον στάθηκα σχετικά τυχερός, γιατί διά της Δικαιοσύνης. βασα μια ανακοίνωση του ΚΑΛΒΟΥ, Για τις Εκδόσεις Κάλβος και πήγα τα διηγήματα, χωρίς να ξέρω κα Για την Επιτροπή Επιλογής νέναν και χωρίς να με ξέρει κανείς, τα Συγγραφέων διάβασαν, τα ενέκρινε η επιτροπή που υπάρχει, κι όχι απλώς τα εξέδω Χατζόπουλος Γιώργος, υπεύθυνος σαν με δικά τους έξοδα, αλλά πήρα των Εκδόσεων, και ποσοστά από πάνω. Κι αν σκεφτεί Κούρτοβικ Δημοσθένης, κανείς την κατάσταση που επικρατεί συγγραφέας, στην συντριπτική πλειοψηφία των άλ Πόντικας Μάριος, συγγραφέας
χρονικα/15
έ ν ΐε ΐ '^ 5 > νε
f
Λ θ ο ·ν α
Νέα διάσταση στα μέσα μαζικής ενημέρωσης
Κύριε Αθανασόπουλε, γίνεται πολύς λόγος για την αναγκαιότητα και τη σημασία της Επικοινωνίας στην εποχή μας, αλλά σπάνια τονίζονται οι προϋποθέσεις για σωστή Επι κοινωνία. Ποιες είναι αυτές κατά τη γνώμη σας;
ασφαλώς εννοείτε τον Τύπο, τη Ραδιοφωνία, την Τηλεόραση, τον Κινηματογράφο, το Vi deo. Η Τηλεόραση, αυτή την εποχή, είναι στο προσκήνιο.
Νομίζω, ότι η Επικοινωνία ολοκληρώνεται, όταν υπάρχει μια σειρά βασικών προϋποθέσεων, όπως η ύπαρξη δύο ή περισσότερων ατόμων, η ενσυνείδη τη άσκηση από αυτά επικοινωνιακών διαδικασιών (πομπού-δέκτη), η ύπαρξη ενός μηνύματος κοινού ενδιαφέροντος για τους συμμετέχοντες, το αποτέ λεσμα. Φυσικά, πρέπει να υπάρχει ακόμη η δυνατό τητα των ατόμων να εκφράζουν ελεύθερα τις από ψεις τους, δυνατότητα απρόσκοπτης ροής των πληροφοριών κ.λπ. Εξάλλου, για την επικοινωνία ενός πομπού με πολλά άλλα άτομα ταυτόχρονα, εί ναι αναγκαία η ύπαρξη τεχνικών μέσων προσιτών, νόμων, ηθών και εθίμων (που θα διέπουν τη χρήση των μέσων) και τέλος, προσώπων κατάλληλων, που θα μπορούν να αναλάβουν επαγγελματικά την εξυ πηρέτηση και την ικανοποίηση των αναγκών επικοι νωνίας των άλλων...
Ό πως γνωρίζετε, η Τηλεόραση βασίζεται στα στοι χεία της μαζικότητας, της επαφής από απόσταση κ.λπ. και έχει την ευχέρεια επιβολής επί των τηλε θεατών «αποσπώντας τους από τους εαυτούς τους». Έ χει κατηγορηθεί, ότι οδηγεί στον «πολιτι σμό της εικόνας», στη «γλώσσα της ευκολίας», στην ισοπέδωση των ατόμων, στο «μωσαϊκό καλ λιέργειας των ανθρώπων» κ.λπ. Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζεται το γεγονός, ότι η τηλεόραση μετα δίνει πολιτιστικά και άλλα μηνύματα, σε ομάδες ατόμων, που ίσως χωρίς την τηλεόραση δε θα τα ελάμβαναν ποτέ, ότι οι εκπομπές της έχουν μερι κές φορές τη μορφή του «ανεπανάληπτου», ότι ο λόγος συμπληρώνεται από την εικόνα κ.λπ. Συμπερασματικά: η ωφέλεια ή βλάβη συναρτάται με τον τρόπο χρήσης, τις προθέσεις αυτού που την εξουσιάζει, το χρόνο και τον τρόπο λειτουργίας, τη μόρφωση αυτών που δέχονται τις υπηρεσίες της κ.λπ.
Μιλήσατε για τεχνικά_ μέσα προσιτά και
Υποθέτουμε, ότι αυτά που είπατε αναφέρο-
16/χρονικα νται όχι μόνο στην εθνική Τηλεόραση σήμε ρα, αλλά και στη δορυφορική Τηλεόραση. Μήπως έχουμε όμως κάποιες ιδιαιτερότητες στη δορυφορική;
Ο Λβ· Π.Ε. Κωνσταντίνος Γ.
Το θέμα της δορυφορικής Τηλεόρασης έχει πολ λές, ενδιαφέρουσες και σοβαρές πτυχές, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να αναφερθούν εδώ, ελλείψει χώρου, στην πραγματική τους διάσταση. Θα αναφέ ρω μερικές, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι η επιλογή είναι η καλύτερη δυνατή, αντίθετα μπορεί να χαρακτηρισθεί και αυθαίρετη: νομική, πολιτική, οικονο μική, πολιτιστική, κοινωνική, παιδαγωγική, χαρακτή ρας υπερεθνικός, αδυναμία φιλτραρίσματος των μεταδιδόμενων εκπομπών, χαρακτήρας ασεβούς ει σβολέα...
SK««V * η·Λ",“,ν ° μ,”ί ! · " I n ' .
■ *c
!£ S » 5.
t
? Γ , ί 5 ε ώ δ α ^ Δ ημόσια Δια-
^η, ^ ν
Ληαόσιες Εηιχειβηαεις,
χειριση ,
Λημ
s
Μιλήσατε για ασεβή εισβολέα, άρα για έλλει ψη σεβασμού σε κάποιους εθνικούς κανό νες, ήθη, έθιμα...
Π ολιτισμό
«J E « S t ,tS -5 5 r
- λ Ξλ ^ * 3 ?
S & ^ S £ Αποκέντρωση και τη s
r t a
*» ·i C Pans m l
—
·
S
1987. -
p - g r
* ,es«*’■
° % Z e7 des «.citations
E ^ Grece f e S T Ji S t nai en
w ^ S rS sc m 5 S r S « 5 δημοσιότητα )
ί'
Oe X
i 985.
0 . «όιχότερε?
J S n S -s s s t βεσία Περιφερειακής
2
H SS= = “ r # - « g e lg g-ο λλgές &επιστημονικές sf y V , νερνησει ατο εξωέρευνες στην ΚΜαοα * τερικό κ.λπ.
Διορθώνω: μερικές φορές για παντελή έλλειψη σε βασμού. Τα τηλεοπτικά προγράμματα, που μεταδί δονται από τους δορυφόρους άμεσης μετάδοσης μεταφέρουν στην καλύτερη περίπτωση τις πολιτι στικές αξίες της χώρας παραγωγής τους. Παράλλη λα όμως, είναι δυνατή και η μεταφορά διακριτικής πολιτικής προπαγάνδας, οικονομικών μηνυμάτων κ.λπ. Όλα αυτά συνιστούν, πέραν ενός ορίου, άμε ση απειλή για το κρατικό μονοπώλιο Τηλεόρασης, όπου υπάρχει, και «επικίνδυνο» ανατροπέα αξιών, ηθών, εθίμων, και εγκυμονούν κινδύνους όχι απλής πολιτικής επικάλυψης, αλλά πολιτιστικής επικυ ριαρχίας... Απόδειξη το γεγονός, ότι ειδικοί διεθνείς Οργανι σμοί ασχολούνται συστηματικά με το θέμα από το 1971, τόσο για τη διάθεση στα Κράτη τροχιακών ζω νών, όσο και για τη ρύθμιση άλλων πτυχών του προβλήματος. Πάντως, το περισσότερο διαθέσιμο υλικό για τον μέσο τηλεθεατή, δε σημαίνει πάντοτε και κάτι το καλύτερο, σε σχέση με το παραγόμενο στη χώρα του τηλεοπτικό αγαθό... Καταφέρεσθε κατά της ποιότητας των τη λεοπτικών προγραμμάτων που μεταδίδονται άμεσα από δορυφόρους;
Τα προγράμματα μέσω των δορυφόρων άμεσης με τάδοσης δεν είναι πάντοτε είτε αποδεκτά, είτε απορρίψιμα. Εξαρτάται από ποιους και με ποιους στόχους έχουν ετοιμασθεί, σε ποιους απευθύνο νται κ.λπ. Προσωπικά νομίζω, ότι εάν τα πράγματα λειτουργήσουν σχετικά ομαλά, θα οδηγήσουν σε μια (συγχωρήστε μου την έκφραση) πολιτιστική Αναγέννηση, θα υποβοηθήσουν την ανάπτυξη... Αναγέννηση; Ανάπτυξη;
Γιατί όχι; Ας οπλισθούμε με γενναιότητα να λέμε επιτέλους τα πράγματα με το σωστό τους όνομα. Ίσως, τηρουμένων των αναλογιών, περνάμε την τε>λευταία φάση ενός τηλεοπτικού, κατά τους ειδι* κούς, Μεσαίωνα, σε σχέση με αυτό που μας προσφέρεται και αυτού, που είναι «επί θύραις». Θυμη θείτε τις νέες τεχνολογίες, τις πολυεθνικές εται ρείες, την αναζήτηση νέων αγορών μέσω της δια φήμισης...
χρονικα/17 Γιατ( μην ξεχνάτε, ότι και οι βασικότερες βιολογι κές ανάγκες (π.χ. της τροφής) επηρεάζονται σε με γάλο βαθμό από εξωγενείς παράγοντες, π.χ. πολιτι στικούς, που μπορεί να «αξιοποιήσει» κατά τρόπο ήπιο ή βάναυσο η διαφήμιση...
«αγαθού» (π.χ. ο ιδιοκτήτης του Σταθμού που εκπέ μπει / ο ιδιοκτήτης του δορυφόρου που αναμεταδίδει / ο ιδιοκτήτης της επίγειας υπηρεσίας αναμετά δοσης) καταλαβαίνετε, ότι διευρύνεται σημαντικά ο κύκλος των πιθανών παραμορφωτών του τελικού μηνύματος και του ήθους, που αυτό εμπεριέχει...
Βάναυσο;
Γιατί όχι; Όπως και «βάναυση» παρέμβαση (πιθανή) για την παρεμπόδιση λήψης τηλεοπτικών προγραμ μάτων από δορυφόρους άμεσης μετάδοσης, δεδο μένης της επιθυμίας του ευρύτερου κοινού να απο δεχθεί τα προϊόντα των «μηχανών ονείρων» της δορυφορικής τηλεόρασης... Ωραίες και επιθυμητές οι «μηχανές ονεί ρων», αλλά τι γίνεται με το ήθος των μηνυ μάτων και πληροφοριών τους;
Το ήθος τους; Εύκολη η ερώτηση, δύσκολη, αν όχι αδύνατη, η απάντηση. Σκεφθείτε πόσοι «δημιουρ γοί» μεσολαβούν για την παραγωγή μιας πληροφο ρίας ή ενός προγράμματος. Ο καθένας από αυτούς έχει το δικό του ήθος και τη δική του έννοια της ευθύνης έναντι των άλλων, αυτών που θα διακινή σουν το προϊόν του και αυτών που θα το δεχθούν (θα το αποδεχθούν/θα το αγνοήσουν/θα το απορρίψουν). Εάν αναλογισθείτε και τη δυνατότητα πα ρέμβασης του διαμεσολαβητή της παραγωγής του
-----------------------------ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
Αυτό σημαίνει, δηλαδή, ότι δεν μπορεί να προστατευθεί ο δέκτης του μηνύματος ενός Μέσου Μαζικής Επικοινωνίας, ιδιαίτερα στη φάση ενός οξυμένου ανταγωνισμού των ΜΜΕ;
Φοβάμαι, πως η κατάσταση δεν είναι ρόδινη για το δέκτη μηνυμάτων των ΜΜΕ, γιατί σπάνια ζητείται η γνώμη του για τη διαμόρφωση του προϊόντος, που θα του προσφερθεί από τα Μέσα. Αν διαφωνεί π.χ. με το συγκεκριμένο δημοσίευμα ή πρόγραμμα, έχει την ευχέρεια να αλλάξει εφημερίδα ή κανάλι, πράγ μα όχι πάντοτε εφικτό, για διάφορους λόγους. Αν θίγεται και αποδείξει τη βλάβη που υφίσταται από το δημοσίευμα ή το πρόγραμμα μπορεί να προσφύγει στα Δικαστήρια. Σε κάθε τέτοια περίπτωση ο δ έ κτης του μηνύματος είναι, κατά τη γνώμη μου, η ασθενέστερη πλευρά στην ωραία, κατά τα άλλα, ερωτική αυτή σχέση Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας - μεμονωμένου Ατόμου. Και φοβάμαι πως στις δύ σκολες εποχές μας τα μεμονωμένα Άτομα όλο και πληθαίνουν...
Γ' έκδοση------------------------------------
ΓΙΑΝΝΗ Β. ΠΑΠΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Ποιο είναι το σωστό;
ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ
ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ
• Εξίσ ιμι ή εξήμισι; • Α π ο θαρ ρημένος ή απ οθαρρυμένος; • Ασπρόρουχα ή ασπρόρρουχα; • Μ ετσ ό θιο Π ο λυ τεχν είο ή Μ ετσ ό β ειο Π ολυ τε χ ν ε ίο ; • Π ερηφάνια ή περηφάνεια; • Σ ιντρ ιβ άνι ή συντριβάνι;
Για όσους θέλουν να ξέρουν
Γιατί γρ ά φ ετα ι έτσ ι; • Γιατί το αμείβω γράφεται με ε ι ενώ η αμοι βή με οι; • Γιατί θεραπ εία και φυσ ιοθεραπ εία με ει, ενώ λα τρ εία με ε ι και φυσιολατρία με ι; • Γ ιατί ανατέλλω με 2λλ, ενώ ανατολή με 1λ; • Γ ιατί το άρρω στος γράφεται με 2ρρ, ενώ το εύρω στος με 1ρ;
ΕΚΔΟΣΗ ΤΡΙΤΗ
• Πώς είναι η γενική πληθυντικού του ονό ματος η δασκάλα; • Γιατί το παίρνω γράφεται με αι, ενώ το περ νώ με ε;
ΔΗΜΟΤΙΚΟ Υ-ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΛΥΚΓ.Ι ΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ
Σ’ όλα αυτά και σε άλλα πολλά ερωτήματα δί νει απαντήσεις αυτό το βιβλίο. ΑΘΗΝΑ 1989
Κεντρική διάθεση: Δ. Σέρτης. Τηλ. 77.92.166. Πληροφορίες: Τηλ. 80.62.964
Ανίτα Μπρούκνερ Κ ο ίτ α ξ έ μ ε Η Φράνσις, μια μοναχική κοπέλα, απλή και διακριτική, λαχταράει την ανθρώπινη ζεστασιά κι όταν πιστεύει πως τη βρίσκει, η καρδιά της ανοίγει σε μια γλυκιά προ σμονή φιλίας και έρωτα. Οι φίλοι της ό μως αποδείχνονται πλάσματα αδιάφορα κι απίθανα εγωιστικά... Ένα βιβλίο με εξαί σια ευαισθησία, όπου υπάρχουν σκηνές συγκλονιστικές από τη ζωή των μοναχι κών ανθρώπων.
Αμίν Μααλούφ Σαμαρκάνδη Σαμαρκάνδη, είναι η Περσία του Ομάρ Καγιάμ, ποιητή του κρασιού, των τριαν τάφυλλων και του έρωτα. Είναι η φαντα στική ιστορία του Ομάρ Καγιάμ και του χειρόγραφου των ποιημάτων του, των πε ρίφημων ρουμπαγιάτ. Μυθιστόρημα με ιστορικό υπόβαθρο και με γνήσιο άρωμα της Ανατολής, είναι ένα βιβλίο γεμάτο ποίηση, αίσθημα και γοητεία.
ΩΚΕΑΝΙΔΑ Χαρ. Τρικούπη 49 Τηλ. 3627341 -3606137
Άρης Αλεξάνδρου
Μ ια ξεχω ριστή φυσιογνω μία στον ελληνικό χώρο είναι ο Ά ρ η ς Α λεξά νδ ρου, φυσιογνω μία π ο υ σμ ιλεύτηκε από την π ολυσήμα ντη προσφ ορά του στα γρά μμα τα, αλλά και από τη στάση πο υ κράτη σε στην, πολυκύμα ντη από γεγονότα , ζωή του. Το μοναδικό του μυθιστόρημα, το Κιβώτιο, κατέχει εξέχουσα θέση στη Λ ο γ ο τεχνία μα ς, γ ια τ ί εκτός από την π λα τιά του αναγνώ ριση - κ υ κλο φ ο ρεί σε 14η έκδοση - π ροκά λεσ ε έντονους προβλημα τισμ ούς για το περιεχόμενό του και έγι νε αφ ορμή για π ο λυ επ ίπ εδ ες μελέτες. Μ ιλώ ντας κά π οιος για τον Α λεξά νδ ρ ο υ δεν μ π ο ρ ε ί να αγνοήσει τη μ ε τα φ ρ α στική του προσφ ορά. Πάνω από 60 είναι οι μ ετα φ ρά σεις πο υ έκανε βιβλίω ν των Γκόγκολ, Τσέχωφ, Γκόρκι, Μ αγιακόφσκι, Σω, Ο ’Νηλ, αλλά κα ι πολλώ ν άλλω ν συγγρα φέω ν, μ έσ α από τις οποίες οι νεότερες γενιές γνώ ρισαν σημα ντικά έργα της πα γκόσμ ια ς λογοτεχνίας. Έ χο υ ν περάσει 10 χρόνια από το θάνατο του -Α λεξάνδρου κα ι μ π ο ρο ύ μ ε να πούμε π ια ότι το έργο κα ι το ήθος του σ τιγμά τισα ν και θα στιγμ α τίζο υ ν για αρ κετό καιρό τα ελληνικά πρ ά γμ α τα κα ι πέρα από τον στενό χώρο της λο γο τε χνία ς μας.
Επιμέλεια αφιερώματος: Γιώργος Γαλάντης
20/αφιερωμα
1922 Γεννιέται στο Λένινγκραντ από τον Βασίλη Βασιλειάδη του Ιωάννη, Έλληνα από την Τραπεζούντα, και την Πολίνα Άντοβνα Βίλγκελμσον, Ρωσίδα εσθονικής καταγωγής, το μο ναδικό τους παιδί, που ονόμασαν Αριστοτέλη και τον φώνα ζαν Άρη. Η γλώσσα που μιλούσαν στο σπίτι ήταν τα ρωσικά. 1928 Η τριμελής αυτή οικογένεια έρχεται στην Ελλάδα και εγκαθί σταται στη Θεσσαλονίκη. 1930 Εγκαθίστανται στην Αθήνα. Μένουν στο Δουργούτι, σ’ ένα διαμέρισμα σε πολυκατοικία προσφυγική. Στο ελληνικό δημο τικό σχολείο που πηγαίνει ο Άρης, αντιμετωπίζει πρόβλημα γλώσσας, οι συμμαθητές του τον πειράζουν, αλλά γρήγορα προσαρμόζεται στην ελληνική γλωσσική πραγματικότητα. Ο πατέρας του, ενώ είχε εργαστεί στην Credit Lyonais στη Ρωσία, στην Ελλάδα εργάζεται ως λογιστής και παραγγελιοδόχος. Η μητέρα του, που ποτέ δεν κατάφερε να μιλάει υποφερτά ελλη νικά, δουλεύει φτιάχνοντας κορσέδες, σε ένα δικό της μαγαζί, στην οδό Περικλέους.
αφιερωμα/21 1933 Εισάγεται, ύστερα από εξετάσεις στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο (Πρακτικό Λύκειο). Εκεί, από τη δεύτερη τάξη έχει συμμαθητή και φίλο τον Αντρέα Φραγκιά. Δάσκαλός τους υπήρξε ένας πολύ καλός ελληνιστής, ο Ευάγγ. Πανέτσος, ο οποίος πολύ τους ωφέλησε στο άνοιγμα του ορίζοντά τους. Ο Ά ρης, στις μεγάλες πια τάξεις, αρχίζει να μεταφράζει, για δική του ευχα ρίστηση και άσκηση, Πούσκιν, από τα ρωσικά στα οποία έχει άνεση και μεγάλο λεξιλόγιο. 1939 Τελειώνει το Βαρβάκειο. Αρχίζει να προετοιμάζεται για να δώσει Εισαγωγικές στο Πολυτεχνείο, κατά σύσταση του πατέ ρα του. 1940 Δίνει εξετάσεις χωρίς μεγάλη προετοιμασία στο Πολυτεχνείο, χρονιά που δίνονται ιδιαίτερα δύσκολα προβλήματα στην Ά λ γεβρα, και αποτυχαίνει. Δίνει αμέσως ύστερα επιτυχείς εξετά σεις στην Ανωτάτη Εμπορική. Με την κήρυξη όμως σε λίγο του ελληνοϊταλικού πολέμου, κλείνουν όλα τα σχολεία, Γυμνάσια και Πανεπιστήμια, και διακόπτονται τα μαθήματα που μόλις έχουν αρχίσει. Ή δη όμως, μέσα στη δικτατορία του ’36, και κατά το ’38 με ’39, μαζί με φίλους, έχουν δημιουργήσει μια μι κρή παρέα (Αντρέας Φραγκιάς, Γεράσ. Σταύρου, Χρίστος Θεοδωρόπουλος, Λεωνίδας Τζεφρώνης), και ασχολούνται με τα προβλήματα που δημιουργεί η ελληνική και ευρωπαϊκή πο λιτική επικαιρότητα, ενώ διαβάζουν ό,τι τους πέφτει στα χέρια από μαρξιστικά βιβλία, όσα φυσικά μπορούν να βρεθούν, κα θώς τα έχει απαγορεύσει η δικτατορία. 1941 Η μικρή αυτή υποτυπώδης ομάδα, όταν πια μπαίνουν οι Γερ μανοί, φτιάχνει ένατυπογραφειάκι στο υπόγειο του σπιτιού του Λεωνίδα Τζεφρώνη, τυπώνει και μοιράζει προκηρύξεις, με σαφή κομμουνιστικό προσανατολισμό. Σε λίγο προσχωρούν ατομικά (όρος που θέτουν οι εξόριστοι), στη νέα οργάνωση της κομμουνιστικής νεολαίας, την οποία ξαναστήνουν τα παλιά στελέχη της ΟΚΝΕ, όσα έχουν κατορθώ σει να δραπετεύσουν από τα νησιά, τις πρώτες μέρες της Κατο χής. Είναι η εποχή της συσπείρωσης των διαφόρων μικροομάδων που δρούσαν επί δικτατορίας ανεξάρτητα, όπως Η Α λή θεια που καθοδηγούσε ο Νίκος Καρβούνης, και μια Φ ο ιτ η τ ι κή) Κ.(ομμουνιστική) Ο.(ργάνωση), μέλος της οποίας είχε εμπιστευθεί ο κρατούμενος στην Ασφάλεια Αθηνών Νίκος Ζαχαριάδης, για να βγάλει έξω το «δεύτερο γράμμα του» για τον πόλεμο στην Αλβανία, με νέες θέσεις που τροποποιούσαν τις αρχικές του «πρώτου γράμματος». 1942 Η σχέση του με την παράνομη οργάνωση της νεολαίας διακό πτεται, με αφορμή ένα επεισόδιο, όπου σε ένα παράνομο έντυ πο χαρακτηρίζεται ως χαφιές ένας φίλος του, αλλά μάλλον γιατί ο Ά ρης από ιδιοσυγκρασία αρνείται να υποταχθεί σε αποφάσεις άλλων και ιδίως να συμβιώσει με άλλους ανθρώ πους που δεν τον συνδέουν μαζί τους φιλικοί δεσμοί. Με άλλα λόγια: απεχθάνεται τη στράτευση και τα εξ αυτής εξαγόμενα.
Υστερόχρονη ψυχοστασία σ ’ ένα χαμένο φίλο Στον Ά ρ η Αλεξάνδρου* Εσύ, που ήσουν για την ομάδα ύποπτος πάντα σαν την αλήθεια, αμέσως θ’ αναγνώριζες στο σβέρκο μου τη λαχανιασμένη ανάσα της υποψίας, θα μύριζες την οσμή του κυνηγιού και θα ’ξερες απ’ την αρ χή ποιος ο χαμένος και ποιος ο κερδισμένος. Είναι τόσο εύκολο, βλέπεις, σ’ αυτούς τους καιρούς να χάσει κανένας το παιχνίδι. Κι υπάρχουν τόσοι τρόποι για να το χάσει, που πάντα σχεδόν ο καθέ νας βρίσκει αυτόν που του ταιριά ζει. Οι ποιητές και οι ταξιδιώτες ύποπτοι μες στους υπόπτους έχουν διακριτική ευχέρεια εκλογής και χάνουν με τον ίδιο τρόπο στις φυλακές και στα ξενοδοχεία της Ευρώπης, όταν περιφέρουν την ικανότητά τους να παραμένουν πά ντα μέσα στο παιχνίδι, να πέφτουν στη δίνη του χωρίς να βουλιάζουν και να είναι έτοιμοι για μια νέα πτώση, σ’ ένα παιχνίδι χωρίς τέ λος.
* (Αποσπάσματα από την επιλογική επιστολή στον Α. Αλεξάνδρου που περιλαμβάνεται στο μυθιστό ρημα του Η. Δ. Λογοθέτη, Η γυναί κα της Πράγας)
22/αφιερωμα (Αν και στα χρόνια της εξορίας και των φυλακών ακολουθού σε αδιαμαρτύρητα τους κανόνες της συμβίωσης). Ό ταν ξαναλειτουργούν οι Σχολές, ο Άρης παρακολουθεί τα μαθήματα της Ανώτατης Εμπορικής για ένα χρονικό διάστημα, ώσπου να διαπιστώσει ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα μαθήματα. Εγκαταλεί πει τότε τη Σχολή και συνδέεται με τον εκδοτικό οίκο Γκοβόστη, ο οποίος του αναθέτει να κάνει μεταφράσεις. Τότε πρωτοχρησιμοποιεί το ψευδώνυμο Άρης Αλεξάνδρου. 1943 Στις 12 Ιουνίου του ’43 εκδίδεται το πρώτο φύλλο του εβδομα διαίου περιοδικού (σχήμα 25x35) Καλλιτεχνικά Νέα, στο οποίο δημοσιεύει τα άρθρα «Η έκφραση και το θέμα» (26.6.43) και «Όνειρο-Υπερρεαλισμός» (10.7.43). Ανήκε αρχικά στη συντακτική επιτροπή του περιοδικού. Μολονότι βρίσκεται εκτός αντιστασιακών οργανώσεων, μετέχει σε όλες τις αντιφασιστικές εκδηλώσεις/συλλαλητήρια, εναντίον της «επιστράτευσης», της «καθόδου των Βουλγάρων» στη Μα κεδονία κ.λπ. ως απλός μαχητής, πιστεύοντας στον αντιφασι στικό αγώνα. 1944 Αν και δεν έχει πάρει μέρος στην Εξέγερση του Δεκεμβρίου ’44, συλλαμβάνεται από τα αγγλικά στρατεύματα και στέλνεται στην [Ελ] Ντάμπα (Βόρεια Αφρική), απ’ όπου απολύεται και επιστρέφει τον Απρίλιο του ’45. 1946 Απρίλης. Εκδίδεται από τον οίκο Γκοβόστη η πρώτη συλλογή ποιημάτων του Ακόμα τούτη η Άνοιξη, με ποιήματα γραμμένα το 1941-’46. Τον ίδιο καιρό μεταφράζει από τα ρωσικά κείμενα για το περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα. Συνεχίζει να μεταφρά ζει για τον οίκο Γκοβόστη. Μεταφράζει, σε συνεργασία με το Γιάννη Ρίτσο, το ποίημα του Μαγιακόφσκι «Σύννεφο με πα ντελόνια». 1948 Ο εμφύλιος μαίνεται. Ο Ά ρης συλλαμβάνεται τον Ιούλιο του ’48, ενώ δεν έχει καμιά ανάμιξη, και στέλνεται εξορία τον Ιού λιο του ’48 στο Μούδρο, όπου μένει έως το Σεπτέμβρη του ’49. 1949 Το Σεπτέμβρη του ’49 στέλνεται στη Μακρόνησο ως πολιτικός εξόριστος, έως τον Ιούνιο του ’50. 1950 Τον Ιούνιο του 1950 μεταφέρεται και μένει εξόριστος στον Ά γιο Ευστράτιο, απ’ όπου απολύεται και επιστρέφει στην Αθήνα τον Οκτώβριο του ’51. 1952 Εκδίδεται από τον ίδιο το συγγραφέα η συλλογή ποιημάτων του Άγονη γραμμή, που περιέχει ποιήματα της περιόδου 19471952. Το Νοέμβριο του '52 δικάζεται και καταδικάζεται «επί ανυπο ταξία» (όταν δηλαδή ήταν εξόριστος) και μένει στις φυλακές (Αβέρωφ, Αίγινα, Γυάρος) έως τον Αύγουστο του 1958, οπότε απολύεται, έχοντας εκτίσει τα 2/3 της ποινής του. (Αρχική ποι-
Ο Ά ρη ς Αλεξάνδρου και η Καίτη Δρό σον στο Mont Valerien (αντίστοιχο τον δικού μας Σκοπευτηρίου Καισαριανής). Παρίσι, 14 Ιουλίου 1969
αφιερωμα/23 νή 10 χρόνια, που είχε μειωθεί στα 7 στην αναθεώρηση της δίκης). 1959 Απρίλης. Εκδίδει την τρίτη συλλογή ποιημάτων του Ευθύτης Οδών, με ποιήματα της περιόδου ’54-’58. Παντρεύεται την Καίτη Δρόσου (4 Ιουλίου) και μένουν στο σπίτι της, Σπετσών
1960 Δημοσιεύει στο περιοδικό Καινούρια Εποχή, το αφήγημα Αντιγόνη, που ήταν γραμμένο στον Ά γιο Ευστράτιο, το 1951. Στο ίδιο περιοδικό δημοσιεύει το δοκίμιο «Η σοβιετική σκέψη μπροστά στο αδιέξοδο του νέου σχολαστικισμού» (Ά νοιξη ’59). 1961 Δημοσιεύει στο περ. Επιθεώρηση Τέχνης (Ιαν.-Φεβρ.) το άρ θρο «Ένταξη και συζήτηση». Πουλάει το διαμέρισμά του στο Δουργούτι και εκδίδει με τα λεφτά αυτά, τους τρεις τόμους της μετάφρασής του τού Ηλία Έρενμπουργκ Άνθρωποι, χρόνια, ζωή και τα Θεατρικά του Μαγιακόφσκι. Ως εκδότρια εμφανί ζεται η Καίτη Δρόσου, επειδή ο Ά ρης έχει στερηθεί τα πο λιτικά του δικαιώματα. 1962 Δημοσιεύει στο περ. Καινούρια Εποχή (χειμώνας ’52) το σε μορφή σεναρίου Ο καθηγητής Βαρχάιτ. Σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη Κ. Μανουσάκη γράφει το σενάριο της ταινίας Προ δοσία, που θα παιχθεί στον κινηματογράφο το 1963 με πρωτα γωνιστές τους Πέτρο Φυσσούν και Έλλη Φωτίου. Στο Φεστι βάλ Μόσχας πήρε το Βραβείο Ειρήνης. 1963 Συνεργάζεται ως μεταφραστής με το περιοδικό Εποχές. 1964 Στις Εποχές (Οκτ.-Νοέμ.) δημοσιεύει το μελέτημα «Ποιος αυτοκτόνησε τον Μαγιακόφσκι». Τον Ιούνιο του ’64 κάνει μια. απόπειρα να εγκατασταθεί στο Παρίσι, μαζί με την Καίτη Δρόσου. Αλλά δε βρίσκεί δουλειά και επιστρέφουν στην Αθήνα. 1966 Αρχίζει να γράφει το μυθιστόρημα Κιβώτιο. 1967 Μάιος: Μη αντέχοντας να υποστεί νέες διώξεις, φεύγει με την Καίτη Δρόσου για το Παρίσι, πριν ακόμη ενημερωθούν τα τε λωνεία. Στο Παρίσι για να επιζήσει, δουλεύει ως καθαριστής πεζοδρο μίων, νυχτοφύλακας σε εργοστάσιο, χαρτοκόπτης κ.λπ., μέχρις ότου φτάνει να δουλέψει, με τη βοήθεια του Δημ. Ραυτόπουλου, σε λήμματα του λεξικού Robert, ύστερα αναγνώστης ρω σικών χειρογράφων σε άλλους εκδότες έως ότου, μετά την πτώ ση της δικτατορίας, αρχίσουν οι Έλληνες εκδότες να του ανα θέτουν νέες μεταφραστικές δουλειές.
Μια μαρτυρία για τον άνθρωπο* «Για όσους τον γνώρισαν, μαζί με το έργο, παραμένει η ανθρώπι νη παρουσία που είχε μια εντελώς ιδιαίτερη μοναδικότητα ως ατομι κός χαρακτήρας και ως ακραία αντιπροσωπευτική περίπτωση μιας ολόκληρης γενιάς και μιας κατά στασης που έμεινε εντελώς ξεχωρι στή. Η μοναδικότητα εκτός από τα άλλα συνίσταται και στην απόλυτη ταύτιση του ανθρώπου με το έργο του, γιατί όταν γίνεται λόγος για το χαρακτήρα του, γίνεται αναπό φευκτη σαν η καλύτερη δυνατή σκιαγράφηση η παραπομπή σε δι-
24/αφιερωμα 1971 Ο Φίλιππος Βλάχος, στις εκδόσεις του Κείμενα, βγάζει σε έναν τόμο τις τρεις συλλογές ποιημάτων του 'Αρη Αλεξάνδρου, με τίτλο Ποιήματα (1941-1971). Η συλλογή κατάσχεται από τη δι κτατορία. Οι λογοκριτές δέχονται να αφαιρεθούν δύο-τρία ποιήματα και το βιβλίο να κυκλοφορήσει ελεύθερα. Ο 'Αρης αρνείται να δεχθεί την επέμβαση της λογοκρισίας και το βιβλίο αποσύρεται από την κυκλοφορία. Θα κυκλοφορήσει πια μετά την πτώση της δικτατορίας, σε δύο εκδόσεις, από τον εκδότη Θαν. Καστανιώτη. 1973 Ένα κεφάλαιο από το Κιβώτιο δημοσιεύεται στο περιοδικό Η συνέχεια, (τ. 8, Οκτώβρ.), ένα χρόνο μετά την αποπεράτωση του μυθιστορήματος στο Παρίσι, το γράψιμο του οποίου είχε κρατήσει επτά χρόνια. Το Κιβώτιο βρίσκεται σήμερα στην δέ κατη τέταρτη έκδοση. 1975 Μετά μια απόπειρα να εκδοθεί το μυθιστόρημά του Το Κιβώ τιο, από τον Φιλ. Βλάχο, εκδίδεται από τον «Κέδρο», το Μάρ τιο. Εκδίδεται στη σειρά «Τα φοβερά ντοκουμέντα» από τον οίκο Φυτράκη Η εξέγερση της Κροστάνδης, Μάρτιος 1921. Στο περ. Ηριόανός (τ. 1, Αύγ.-Σεπτ.) ο Δημ. Ραυτόπουλος του παίρνει μια αποκαλυπτική συνέντευξη, που καταλήγει σε αυ τοσυνέντευξη του Α. Αλεξάνδρου. Δημοσιεύεται επίσης, στο ίδιο τεύχος «Ένα αδημοσίευτο κεφάλαιο του “Κιβωτίου”», μάλλον η αρχή του κεφαλαίου, καθώς και «έξι νέα ποιήματά» του, γραμμένα στο Παρίσι, τα χρόνια Ί2 -Ί4 , που θα εντα χθούν στην επανέκδοση Ποιήματα (1941-1974), του 1978, εξα ντλημένη από χρόνια. Η δεύτερη αυτή έκδοση είχε επαναλάβει μερικά μορφικά λάθη της πρώτης έκδοσης του Φίλιππου Βλά χου. Ο Άρης Αλεξάνδρου, μετά την έκδοση, είχε στείλει γράμ μα στον Φιλ. Βλάχο που του σημείωνε τις παρατηρήσεις. Μια σελίδα αυτού του γράμματος έχει διασωθεί και δόθηκε από την Καίτη Δρόσου στον Αλέξ. Αργυρίου, για να χρησιμοποιηθούν οι παρατηρήσεις σε τυχόν επανέκδοση των ποιημάτων. 1977 Από τον εκδ. οίκο Βέργος, εκδίδεται Ο λόφος με το σνντριβάνι (σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Γ. Ρίτσου), και το Έξω απ’ τα δόντια (1937-’75), με ό,τι άρθρα και μελετήματα είχε δημοσιεύσει κατά καιρούς. 1978 Μετά από πολλές αντιρρήσεις, για απόπειρες μεταφράσεων του Κιβωτίου από μεταφραστές του Gallimard, δέχεται τη με τάφρασή του από την Colette Lust, υφηγήτρια του Πανεπι στημίου της Λυών. Η έκδοση πραγματοποιείται τον Απρίλιο. Στις 2 Ιουλίου, ημέρα Κυριακή, παθαίνει αλλεπάλληλα εμ φράγματα, και παρ’ όλες τις προσπάθειες της ιατρικής υπηρε σίας από το κινητό συνεργείο που καταφθάνει έγκαιρα σπίτι του, πεθαίνει στα 56 του χρόνια. Σημείωση. Ο πρόωρος και απρόσμενος θάνατός του, δεν του επέτρεψε παρά να γράψει μόνο την αρχή ενός νέου μυθιστορήματος. Από τα κατάλοιπά του, η γυ ναίκα του, Καίτη Δρόσου, εξέδωσε μεταθανάτια τον τόμο Διάλεξα (1984). Το βιογραφικό-εργογραφικό αυτό σημείωμα, στηρίχθηκε και σε στοιχεία που έδωσε ο Αντρέας Φραγκιάς και η Καίτη Δρόσου.
κά του κείμενα. Και αντίστροφα, τα κείμενα αυτά είναι στοιχεία της βιογραφίας και ψυχογραφίας του. Η ταύτιση υπάρχει πλήρης, χωρίς ρωγμές. Η προσωπικότητα αυτή διαμορφώθηκε πολύ νωρίς κι έφτασε σε βαθμό απολυτότητας και συνέπειας. Η αυστηρότερη συ νέπεια εκδηλώνεται προς τον εαυ τό του. Εσωτερική ζωή, πνευματι κή λειτουργία, συμπεριφορά και ύφος γραφής γίνονται ένα, τόσο συμπαγές που είναι αδύνατο να ξεχωριστεί το ένα από το άλλο. Ένας ορθολογισμός μαθηματικού τύπου που συχνά μπορούσε να φτάσει στην αυστηρή διατύπωση θεωρή ματος, μια ευθύγραμμη και σχεδόν επίπεδη συμπεριφορά χωρίς οξύ τητες, μια καλή, συχνά αγαθή, προαίρεση και μια έμφυτη ουσια στική ευγένεια. Ο καθημερινός φανατισμός του ήταν ότι δε θύμω νε ποτέ. Του ήταν άγνωστος ο υψηλός τόνος, η ρητορία, το εντυ πωσιακό ή οποιαδήποτε επίδειξη. Κάτω από αυτή τη φαινομενική απάθεια, που έφτανε συχνά να φαίνεται αδιαφορία, λειτουργούσε αδιάκοπα με υψηλή ευαισθησία, ζωηρό ενδιαφέρον, πνευματική εγρήγορση, ένας παλλόμενος ψυχι σμός. Ο άνθρωπος αυτός που φαι νόταν μοναχικός και αποσυρμένος διψούσε για ανθρώπινη επαφή, για ειλικρινείς και χωρίς συμβατι κότητες εγκάρδιες σχέσεις, αναζη τούσε την πνευματική ακεραιότητα και το βαθύτερο ουσιαστικό αν θρωπισμό». Αντρέας Φραγκιάς * Ο πεξογράφος Αντρέας Φραγκιάς υπήρξε συμμαθητής του Αλεξάνδρου στη Βαρβάκειο και διατήρησαν έκτστε τη φιλία τους. Σταχυολογούμε μερικά σημεία από όσα είπε ο Φραγκιάς στη συζήτηση που έκανε με τους Δ.Ν. Μαρωνίτη και Αλέξ. Αργυρίου στην «Αυ γή», 10 και 12 Σεπτ. 1978.
αφιερωμα/25
τις 2 Ιουλίου 1988 συμπληρώθηκαν δέκα χρόνια από τον ξαφνικό θάνατο του Ά ρη Αλεξάνδρου, στο Παρίσι όπου είχε καταφύγει, τον Ιούλιο του 1967, για να αποφύγει νέες περι πέτειες. Εκεί, παρά τις αντίξοες συνθήκες που συνάντησε - δούλεψε χειρωνακτικά - μπόρεσε να αποπερατώσει το πρώτο και μοναδικό του μυθιστόρημα, «Το κιβώτιο» (Αθήνα 1966 - Πα ρίσι 1972), το οποίο εκδόθηκε από τον Κέδρο, μετά την πτώση της δικτατορίας, το 1975. Και δεν είχαν μεσολαβήσει παρά δύο μόνο μήνες αφότου κυκλοφορούσε από τον Γκαλιμάρ, μετα φρασμένο από την C. Lust, υφηγήτρια του Πανε πιστημίου της Λυών. Άλλη μια φορά στη ζωή του η τύχη τού είχε παίξει άσχημο παιχνίδι. Γεννημένος το 1922, στο Λένινγκραντ, από πατέρα Έλληνα της Τραπεξούντας και μάνα Ρωσίδα, εσθονικής καταγωγής, ήρθε οικογενειακώς στην Ελλάδα το 1928 έχοντας μητρική - κυριολε κτικά - γλώσσα τα ρωσικά. Πέρασε την πρώτη δοκιμασία του, της προσαρμογής στο νέο γλωσ σικό περιβάλλον, αλλά με την έφεση που επέδειξε στην εκμάθηση ξένων γλωσσών γρήγορα κα τάκτησε το χαμένο έδαφος. Γι’ αυτό και πρέπει
Σ
να θεωρηθεί αμφίγλωσσος. Έτσι οι μεταφράσεις του από τα ρωσικά (Ντοστογιέβσκι, Τολστόι, Γκόργκι, Έρεμπουργκ, Μαγιακόβσκι) είναι πι στές και άνετες. Ωστόσο πολύ καλές είναι και οι μεταφράσεις του από τα γαλλικά (Βολταίρος, Μοπασάν, Μαλρό, Αραγκόν, Σεμπρούν) όσο και από τα αγγλικά (Μπ. Σω, Λώρενς, Ο’ Νηλ, Φόκνερ, Λιούις, Κάλντγουελ, Στάινμπεκ). Εξάλ λου, χάρη στο μεταφραστικό του έργο επέζησε ένας λόγος - επαγγελματικά, δουλεύοντας κατ’ αποκοπήν, όπως ήταν τότε - και μόνο; - οι εκδο τικές μας συνθήκες. Φυσικά στο χρόνο που τον άφησαν απερίσπα στο - σχετικά - οι απανωτές εξορίες και φυλακές - συνολικά δέκα χρόνια - το τέταρτο της ζωής του στην Ελλάδα - για πολιτικούς λόγους. Ό χ ι περίεργο αν υπολογίσει κανείς τα κριτήρια των αστυνομικών αρχών, παράλογο όμως αν ληφθεί υπόψη ότι μόνο λίγους μήνες, στην αρχή της Κα τοχής, αναμίχθηκε σε παράνομες οργανώσεις, και έπειτα αποσύρθηκε επειδή ήρθε σε αντίθεση - από ιδιοσυγκρασία και νοοτροπία - με τις μο νοδιάστατες πολιτικές εκδοχές. Και την άτεγκτη λογική που τις συνόδευε. Ωστόσο αν δεν υπήρξε
26/αψιερωμα «συντεταγμένος» και «στρατευμένος», παρέμεινε ιδεολογικά στον ίδιο χώρο, όπως εκείνος πάντως - απαλλαγμένο από τις διαστρεβλώσεις - τον αντιλαμβανόταν. Εξαιτίας του αιρετικού πνεύματος που τον διέκρινε και της διάστασής του προς τις εγκυβωτισμένες αρχές στα πλαίσια μιας μετατοπιζόμε νης ορθοδοξίας, ζούσε απομονωμένος από την ομάδα συμβίωσης - παρ’ όλο που αναλάμβανε τις υποχρεώσεις απέναντι της - κατηγορούμενος για έλλειψη «πίστης» και για «ηττοπάθεια». Το τίμημα ήταν πράγματι βαρύ αλλά το υπέστη αγόγγυστα, επειδή δεν ήταν δυνατόν και να πα ραβιάσει τις αρχές του. Δεν θα αναφερθώ, για λόγους οικονομίας χώ ρου, στις τρεις συλλογές ποιημάτων του, που ο ίδιος χαρακτηρίζει ως «οδόσημα μιας πορείας», μολονότι στη δεύτερη («Άγονος γραμμή» 1952) που εκδίδεται ένα χρόνο πριν από το θάνατο του Στάλιν του οποίου η αποκαθήλωση θα γίνει αρ γότερα - φαίνεται καθαρά η αποστασιοποίησή του και η κριτική στάση του απέναντι στη σταλι νική νοοτροπία. Ας συμπληρώσω επίσης ότι εί ναι ο πρώτος Έλληνας ποιητής, ο οποίος, με σπαρακτικό - διόλου όμως μελοδραματικό τρόπο, τολμά πρώιμα να επισημάνει, με καλλιτε χνικά μέσα, τη διάσταση οράματος και πολιτικής του έκφρασης και να ειρωνευθεί, διακριτικά, εί δωλα και καταστάσεις «υπεράνω υποψίας». Καιρός να έλθουμε στο «Κιβώτιο». Πρόκειται για το μείζον έργο του Αλεξάνδρου και ένα από τα πιο σημαντικά μεταπολεμικά ελληνικά μυθι στορήματα, που βρίσκεται ήδη στη 13η του έκ δοση, ενδεικτικό της απήχησής του, παρόλο που δεν εγγράφεται σε καμιά πολιτική θέση. Αντίθε τα όλες τις υπονομεύει έμμεσα και χωρίς ρητο ρείες. Κατ’ εξοχήν νεωτερικό μυθιστόρημα, παραμένοντας βατό και εύληπτο, ρεαλιστικό στο επάνω στρώμα του, που διευκολύνει την κατά δυσή μας στις ανεξάντλητες εσωτερικές ζώνες του, με πολιτική διάσταση απολύτως αντλημένη από το πεδίο των ανθρωπίνων σχέσεων και συ μπεριφορών, και πλασμένο με αφοπλιστική ειλι κρίνεια, χαρτογραφεί καταστάσεις που υπερβαί νουν τα συγκεκριμένα σημεία αναφοράς του.
έργου να μη δημιουργεί προβλήματα στον ανα γνώστη και να μην συγκρούεται με τις εμπειρίες του. Έτσι η πειστικότητά του γίνεται αδιαφιλο νίκητη. Τι όμως υποτίθεται ότι συνέβη στο φανταστι κό αυτό μυθιστόρημα; Ο αφηγητής, ο μόνος που μας εκθέτει τα συμβάντα (και τα γράφει σε λευ κές κόλλες αναφοράς, που του προσκομίζονται από τον δεσμοφύλακά του) βρίσκεται έγκλειστος σε ένα κελί, χωρίς να ξέρει τους λόγους της κα τηγορίας. Είναι ο μόνος επιζών, και προφανώς ο μόνος μάρτυρας μιας πολεμικής επιχείρησης, της μεταφοράς ενός πολύτιμου «κιβωτίου», από την έκβαση της οποίας θα κρινόταν η τύχη του (εμφυλίου) πολέμου. Μια επιχείρηση που είχε αναλάβει μια 50μελής ομάδα επιλέκτων και εμπί στων του «κόμματος», άπαξ, δις και τρις παρασημοφορημένων για το αγωνιστικό τους παρελ θόν, που αποδεκατίζονταν από τον εχθρό, ή τραυματίζονταν και αυτοκτονούσαν με το υδρο κυάνιο που τους είχαν προμηθεύσει. Ο επιζών ωστόσο έχει φέρει εις πέρας την αποστολή, μετέ φερε το κιβώτιο στον προορισμό του, και δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί θεωρείται ένοχος, έστω και ύποπτος. Πρέπει λοιπόν να εξηγήσει ότι η πορεία διεξήχθη με άψογο τρόπο, δεν συνέβησαν σφάλματα και οι απώλειες υπήρξαν φυσιολογι κές σε έναν αγώνα ζωής και θανάτου. Η αφήγηση θα φαινόταν εύκολη υπόθεση, αν ο μάρτυρας δεν ήξερε ότι έπρεπε να λάβει υπόψη του τους άγνωστους παράγοντες που δεν μπο ρούσε να υπολογίσει τη σημασία τους. Άτομο με αγωνιστικό παρελθόν έχει ζήσει πολλές διακυ μάνσεις της Ηγεσίας και πολλές ενέργειές της που παρέμεναν σκοτεινές και ανεξήγητες. Ήδη, πριν αρχίσει η επιχείρηση, πέντε από τα επίλε κτα μέλη της ομάδας, εκτελέστηκαν ως προδότες και ο αφηγητής είχε λάβει μέρος, ύστερα από κλήρωση, στο εκτελεστικό απόσπασμα. Επίσης, κατά τη διάρκεια της επιχείρησης, η ομάδα πληροφορήθηκε επίσημα την αλλαγή της Ηγεσίας και προφανώς την επικράτηση μιας άλλης πολι τικής αντίληψης, γεγονός που δεν αποκλείεται να επαναληφθεί.
πομένως απέναντι ποιων και απέναντι ς το κοιτάξουμε όμως αναλυτικά. Το «Κι Ε ποιας νοοτροπίας μπορεί να αποδείξει την βώτιο» χωρίζεται σε κεφάλαια που έχουν αθωότητά του. Καλείται λοιπόν να λύσει ένα Α αντί τίτλους ημερομηνίες. Αρχίζει με το «Παρα άλυτο, πρακτικά, πρόβλημα. Ωστόσο εύλογα σκευή, ,27 Σεπτ. 1949» και τελειώνει με το «Τε τάρτη, 15 Νοέμβ. 1949». Πλασματικός συνεπώς χρόνος γραφής του: δύο μήνες. Χρόνος τέλεσης των γεγονότων που περιγράφονται: Τρεις μήνες, Ιούλιος, Αύγουστος, Σεπτέμβριος του 1949, τε λευταίοι του Εμφυλίου Πολέμου. Η ιστορία εί ναι φανταστική· ουδέποτε συνέβη. Δηλαδή βρι σκόμαστε μέσα στις δυνατότητες που παρέχει η πραγματικότητα, με συνέπεια η πρόσβαση του
υποθέτει ότι ο μη εμφανιζόμενος ανακριτής, δεν έχει παρά ελάχιστα στοιχεία για τις λεπτομέρειες της επιχείρησης. Αρχίζει την εξιστόρηση των γε γονότων με λεπτομέρειες που να τα κατασταίνουν αληθοφανή και με τρόπο που οι ενέργειές του να παρουσιάζονται σύμφωνες με την τελευ ταία αντίληψη της Ηγεσίας. Σιγά σιγά όμως αντιλαμβάνεται ότι δεν πρέπει να είναι τόσο αποκλειστικός. Έτσι συνεχίζει στην αφήγηση,
αφιερωμα/27 (διατηρώντας τον ίδιο σκελετό ως αποδεικτικό στοιχείο της αλήθειας του) επιδιώκοντας να κα λύψει ευρύτερα κομματικά πλαίσια και να απο δώσει στα γεγονότα νέες σημασίες. Το πράγμα φαίνεται να προχωρεί ικανοποιητικά μολονότι, με την ανασήμανση των γεγονότων, καταλαβαί νει ότι πέφτει σε αντιφάσεις - δεν είναι δυνατόν να συμβαίνει συγχρόνως και το ένα και το αντί θετό του - και διακινδυνεύει την αξιοπιστία του. Αλλά όπως ο ανακριτής εξακολουθεί να παραμέ νει αφανής και δεν αποκλείεται να έχει επέλθει νέα αλλαγή φρουράς, οι φόβοι του μεγαλώνουν μπροστά στο άγνωστο που αντιμετωπίζει. Συνε χίζει ωστόσο την αφήγηση, με ελαττωμένες αντι στάσεις οι οποίες μοιραία μετριάζουν τον τόνο της απολογίας. Και όταν και αυτή η φάση απο τυγχάνει, σταματά να απολογείται, ζητώντας να εκβιάσει μια παρέμβαση του ανακριτή. Και όταν ο εκβιασμός πέφτει στο κενό, συνεχίζει την απο λογία του, έχοντας φτάσει σε αδιέξοδο. Θεωρεί τώρα ότι οι λόγοι της υπεράσπισής του έχουν χάσει το νόημά τους. Στο δεύτερο αυτό στάδιο της αφήγησης, η απολογία ολισθαίνει πρ,ος την εξομολόγηση. Τα γεγονότα ανασήμασιοδοτούνται άλλη μια φορά, ωθούμενα σε φαύλους κύ κλους. Ωστόσο ο έγκλειστος, μέσα στην απομόνωση και την απόγνωσή του, συνεχίζει να γράφει, πι στεύοντας όμως ότι έχει χάσει το παιχνίδι. Μια αίσθηση που τον οδηγεί στο να εγκαταλείψει την ιστορία του κιβωτίου και να αφηγηθεί την ιστο ρία της ζωής του. Εδώ η θερμοκρασία του λόγου ανεβαίνει, και η κατάθεση αποβαίνει πράξη δω ρεάν, καθώς έχει μηδενιστεί κάθε έννοια σκοπι μότητας. Έπειτα όμως, μπροστά στον άμεσο κίνδυνο της ζωής του που φαίνεται να αντιμετω
πίζει, έρχεται μοιραία στην επιφάνεια το ένστι κτο της αυτοσυντήρησης, για να τον υποχρεώσει να βγει από το αδιέξοδό του. Τώρα ο φυλακι σμένος και παγιδευμένος στο κελί του, παίρνει την υπόθεση της σωτηρίας στα χέρια του, και εξετάζοντας με άψογη μαθηματική λογική τις πι θανότητες που ενδέχεται να προβληθούν για την ενοχή του, τις καταρρίπτει με συντριπτικά επι χειρήματα, ελπίζοντας να αφοπλίσει τους κατή γορους και να τους πείσει για την αθωότητά του. Ας μη νομιστεί όμως ότι «Το κιβώτιο» δεν λει τουργεί ως μυθιστορηματικός λόγος αλλά θεω ρητικολογεί ακατάσχετα και πληκτικά ή μπαίνει στους χώρους της φιλοσοφίας, ή των μαθηματι κών, ή, ακόμα λιγότερο, της μεταφυσικής. Όλο το έργο παίζεται σε συγκεκριμένες βάσεις, βρι σκόμαστε στο όριο καθημερινών καταστάσεων, η πραγματικότητα - ή ό,τι έτσι ονομάζεται - αντι μετωπίζεται σε όλη την αβεβαιότητα και τη σχετικότητά της, και οι βουλές των ανθρώπων και φυσικά της Εξουσίας είναι άγνωστες και παρα μένουν. Ωστόσο όλο το παιχνίδι και το δραματι κό του συμπέρασμα, διεξάγεται με τους κανόνες της λογικής, η οποία σχοινοβατεί επάνω στις δυ νατότητες του λόγου. Ενός οργάνου που ψεύδε ται άμα και αληθεύει. Πρόκειται για έργο που δεν αφήνει περιθώρια στην ελπίδα; Ό χ ι πιστεύω. Απλώς αρνείται να την εφεύρει. Κατά τα άλλα ο Ά ρης Αλεξάνδρου πρώην μο νομάχος και τώρα ποιητής, θα μείνει στην Ιστο ρία των Γραμμάτων μας και με τις δύο του αυτές ιδιότητες. * Το άρθρο του Αλεξ. Αργυρίου δημοσιεύτηκε στις 3 Ιουλίου 1988, στην εφημερίδα «Καθημερινή».
Καλοκαίρι τον 1976 σ’ ένα σπίτι στο Σούνιο. 'Οταν ο Κίμων Φράιερ, πον μετέφραζε τότε ποιήματα τον Ά ρη Αλεξάνδρου, ζήτησε να τον συναντήσει προχειμένον να πάρει τη γνώ μη του για διάφορα θέ ματα πον αφορούσαν στη μετάφραση (Φωτ. Αλ. Αργυρίου).
28/αφιερωμα
σ η μ α ίν ο ν σ το
Κιδώ τίο
του 'φ.ρη Αλεξάνδρου και η έλλειψη ψ νοήματος
1.
Η Μ ετα φ ορά του Κιβωτίου
Το θέμα του βιβλίου είναι απλό. Η μεταφορά ενός κιβωτίου. Και ίσως θα μπορούσαμε να το κάνουμε ακόμη πιο απλό και να πούμε μόνο: η μεταφορά. Το Κιβώτιο μεταφέρεται από την πόλη Ν στην πόλη Κ από μια ομάδα σαράντα ανδρών αρχικά, από τους οποίους ένας τελικά επιζεί και φέρνει το Κιβώτιο στον προορισμό του, μόνος του ο αφηγητής ή μάλλον ο απολογούμενος, αφού το βιβλίο όλο δεν είναι παρά τα κείμενα της απολογίας αυτού του μο ναδικού επιζήσαντος, που κλείστηκε στη φυλακή από τη στιγμή που οι αρχές της πόλης Κ άνοιξαν το οξυγονοκολλημένο Κιβώτιο και το βρήκαν άδειο. τόχος της ιστορίας που διηγείται ο αφηγη τής είναι το Κιβώτιο και η μεταφορά του, Σ ενώ στόχος της αφήγησης είναι η απόδειξη της αθωότητας του αφηγητή. Το Κιβώτιο όμως απο δείχτηκε άδειο, απέτυχε ως στόχος και μαζί απέτυχε και ο στόχος για το παράσημο, στο οποίο απέβλεπε ο αφηγητής. Για αυτό τώρα ο αφηγη τής μεταθέτει το στόχο του, που είναι η απόδει ξη της αθωότητάς του. Γενικά ο αφηγητής έχει συνηθίσει να μεταφέ ρει το στόχο του, όπως ακριβώς μεταφέρει και το Κιβώτιο από την πόλη Ν στην πόλη Κ, αρκεί να ξέρει ακριβώς ποια είναι η διαταγή που του δίνουν.
Του δίνουν διαταγή να ασκηθεί στη σκοποβο λή χρησιμοποιώντας δυο γύψινα αγάλματα, του Απόλλωνα και της Νύμφης Αβαρβαρέης. Με την πρώτη σφαίρα όμως θρυμματίστηκε το άγαλμα του Απόλλωνα, για αυτό προτείνει να συνεχιστεί η άσκηση σκοποβολής πάνω στη νύμφη Αβαρβαρέη στοχεύοντας όχι στην καρδιά, αλλά στην άκρη του αγάλματος. ...την σημάδεψα λοιπόν τη Νύμφη Αβαρβαρέη, που είτανε ολόγυμνη και έκρυβε με το δεξί της χέρι το εφήβαιό της και το αριστερό της χέρι ήταν σπασμένο λίγο πιο κάτω από τον ώμο και από την κλίση του κομματιού που απόμενε, θα μπορούσες να φανταστείς ότι η Νύμφη είχε δέ σει πιστάγκωνα το αριστερό της χέρι πίσω από
αφιερωμα/29 την πλάτη της και το κορμί της είταν αγορίστι κο μπορώ να πω, σαν ολόγυμνη Άρτεμις είτανε και μόνο το κεφάλι της δεν θύμιζε καθόλου κυ νηγό, έτσι που είτανε γερμένο προς τα κάτω και δεξιά, χαμηλοβλεπούσα η Αβαρβαρέη και ση μάδεψα το κομμένο της χέρι, στην άκρη-άκρη, πεντέξι δάχτυλα πιο κάτω απ’ την καμπύλη του ώμου και πέτυχα διάνα, έξυσα δηλαδή με τη σφαίρα μου ελαφρότατα τον γύψο, τόσο που δεν έσπασε κι αν ήταν ζωντανή η Αβαρβαρέη θα της γρατζούνιζα επιπόλαια το δέρμα κι αν φόραγε πουκάμισο, μπορεί να τρύπαγε η σφαί ρα μου το ύφασμα (σ. 120).
Για αυτόν το να στοχεύσει εκτός στόχου είναι πιο σπουδαίο από το να στοχεύσει στο στόχο κα τευθείαν, το αποτέλεσμα συμφωνεί περισσότερο με την ουσία της διαταγής, αρκεί να ξέρει ακρι βώς ποια είναι η διαταγή που του έχει δοθεί. Κι όταν επρόκειτο να παρουσιαστεί στην πόλη Ν με εντολή του Αρχηγείου έφτασε τριανταέξι ώρες νωρίτερα, γιατί όπως λέει ο ίδιος: Μου άρεσε που είμουνα λεύτερος να πάρω μια απόφαση, να αναπτύξω πρωτοβουλία, πάντα μου άρεσε να εκτελώ τις διαταγές καλύτερα απ’ όσο το περίμεναν οι ανώτεροι μου και σχεδόν πάντα το κατάφερνα - απόδειξη πως πήρα δυο παράσημα... πράγμα που δείχνει πως έχω αρκε τές ικανότητες, αρκεί να ξέρω τι ζητάνε από μέ να. (Ενώ τώρα, μπρος σε τούτο το άσπρο χαρτί, προς τα πού να συνεχίσω; Πού είναι τώρα η πόλη Ν;) (σ. 196).
Ο αφηγητής μεταφέρει το στόχο και εκτελεί τις διαταγές καλύτερα όταν ξέρει ποιες ακριβώς εί ναι οι διαταγές. Στην περίπτωση της εκτέλεσης όμως του Νικήτα, ναι μεν η διαταγή είναι να εκτελεστεί, αλλά αυτή είναι διαταγή των δογμα τικών κομμουνιστών που επικρατούσαν τότε και όχι των Λενινιστών στους οποίους έτασσε τον εαυτό του, και συγχρόνως έχει να υπακούσει σε μια δική του εσωτερική διαταγή να μη σκοτώσει το Νικήτα που είναι φίλος του. Για αυτό όταν βρίσκεται στο εκτελεστικό απόσπασμα ακριβώς απέναντι από τον Νικήτα, αποφασίζει να μην τον σημαδέψει στην καρδιά, αλλά λίγο πιο δεξιά από τον αριστερό ώμο, όπως ακριβώς τη Νύμφη Αβαρβαρέη: Ο ώμος του λοχαγού Νικήτα έκρυβε το ένα τρί το σχεδόν του λουκέτου και σημάδεψα λοιπόν άκρη-άκρη στο πουκάμισο του Νικήτα, πεντέξι δάχτυλα πιο κάτω απ’ την καμπύλη του ώμου, στην άκρη του αριστερού του μπράτσου και δεν ξέρω αν η σφαίρα άγγιξε το ύφασμα, είδα πά ντως καθαρά το λουκέτο να αναπηδάει, πράγμα που σημαίνει πως το πέτυχα. Ναι μα κάποιος άλλος θα πρέπει να πέτυχε τον λοχαγό Νικήτα στην καρδιά, γιατί σωριάστηκε, λες κ’ έσπασαν όλα τα νεύρα που τον κράταγαν όρθιο (σ. 61).
Ξέρει όμως πως στην ουσία είναι μάταιο να μεταφέρει το στόχο, αφού ο Νικήτας θα εκτελε στεί έτσι κι αλλιώς από αυτόν ή κάποιον άλλο, κι άν ο άλλος απλώς τον τραυματίσει θα πρέπει να υποστεί ο Νικήτας και το μαρτύριο του τραυ
ματισμού περιμένοντας τη χαριστική βολή και έτσι θα είναι σαν να εκτελείται δυο φορές. Για αυτό ανακαλεί ο αφηγητής την απολογία του λέ γοντας: ...σημάδεψα λοιπόν όσο μπορούσα καλύτερα, υπολογίζοντας δηλαδή όσο μπορούσα καλύτερα το ακριβές σημείο της καρδιάς και νομίζω πως πέτυχα κέντρο, γιατί ο Νικήτας έπεσε σύγκορ μος, απότομα θέλω να πω, λες και κόπηκαν ακαριαία όλα τα νεύρα που τον κράταγαν όρ θιο (σ. 290).
Στην ιεράρχηση, λοιπόν, που έχει κάνει ο αφηγητής: μεταφορά στόχου/στόχος, υπάρχει μια αυταπάτη. Δεν υπάρχει μεταφορά στόχου, αφού και με τη μεταφορά έχουμε πάλι έναν και νούριο στόχο, στον οποίο στοχεύει ο αφηγητής, το λουκέτο ή το πουκάμισο της Νύμφης Αβαρβαρέης. Η ιεράρχηση πρέπει να είναι: μη στόχος / στόχος. Το ξέρει άλλωστε και ο ίδιος πως οι στό χοι είναι μάταιοι: Όλη η Επιχείρηση Κιβώτιο στο σύνολό της, στάθηκε άχρηστη κι αυτή, άχρηστες οι εκτελέ σεις, άχρηστοι οι θάνατοι από χίλιες αιτίες, οι κυανισμοί, άχρηστα τα πάντα, παρ’ όλο που το ’φερα εις αρίστην κατάστασιν το κιβώτιο στην πόλη Κ...
Ακόμη και ο στόχος του να υποστηρίξει και να αποδείξει την αθωότητά του, και αυτός ακό μη είναι μάταιος και άχρηστος: «όλο το γραφτό μου τελικά είναι γελοίο κι άχρηστο», «ξέρω βέ βαια πολύ καλά πως όσα κι αν προσθέσω, θα πρόκειται πάντα για μια περίληψη του τελικού κειμένου» (σ. 282). Τελικό κείμενο όμως δεν υπάρχει. Αν ο στόχος είναι το τελικό κείμενο, τότε απλούστατα δεν υπάρχει στόχος. Το τελικό κείμενο δεν είναι μα κριά, ένας μακρινός στόχος. Το τελικό κείμενο δε θα γραφεί ποτέ. Ο μόνος εφικτός στόχος του αφηγητή είναι ο θάνατός του, που είναι συγχρόνως η άρνηση όλων των στόχων. Κι αυτό τον θάνατο έχει πια επιθυμήσει ο αφηγητής. Να εκτελεστεί εκεί που εκτελέστηκε κι ο Νικήτας, μπροστά στη σιδερέναι δίφυλλη πόρτα, ξέροντας πως το κείμενό του δεν είναι παρά σαν τα τελευταία λόγια του Νι κήτα που ξεχάστηκαν αφήνοντας πίσω τους μο νάχα ένα απλό σημαίνον: «Σύντροφοι». 2.
Τι Μ εταφέρει ο Α φ ηγη τής
ταν αρχίζει η αποστολή της μεταφοράς του Κιβωτίου τα μέλη της αποστολής καθώς και ο αναγνώστης αγνοούν το περιεχόμενο του Κιβωτίου. Ξέρουν μόνο πως αν το Κιβώτιο φτά σει στην πόλη Κ, τότε θα κριθεί από αυτό η έκ βαση του εμφυλίου πολέμου υπέρ του επαναστα τικού στρατού. Το κιβώτιο όμως αποδεικνύεται άδειο. Ο αφηγητής στην απολογία του προσπα θεί να δώσει στοιχεία που θα οδηγήσουν την
Ο
30/αφιερωμα ανάκριση στη διαλεύκανση του μυστηρίου, να δώσει δηλαδή ένα νόημα στο άδειο Κιβώτιο. Ό σο το μυστήριο παραμένει αξεδιάλυτο, το Κι βώτιο δεν έχει νόημα, είναι ένα απλό σημαίνον. Ο αφηγητής μεταφέρει το Κιβώτιο, μεταφέρει τους στόχους του και μεταφέρει τον εαυτό του με άξονα το θάνατο: Εθελοντής στο θάνατο ή εκτε λεστής. Όλη η αποστολή αποτελείται από εθε λοντές θανάτου που μετατρέπονται και σε εκτε λεστές όταν εκτελούν τους πέντε συντρόφους τους μπροστά στη δίφυλλη πόρτα, όταν εκτελούν τον Ταγματάρχη ή τον Έκτορα, όταν κυανίζουν τους πληγωμένους. Ο αφηγητής είναι αυτός που σκοτώνει ή που σκοτώνεται, εναλλάσσοντας τους ρόλους του συνεχώς: ... στάθηκα εκεί με την πλάτη στον τοίχο, φά τσα στα οπλοπολυβόλα, αναρωτήθηκα πού ακριβώς στεκότανε τότε ο Χάρης, απέναντι σε ποιο ακριβώς από τα τρία οπλοπολυβόλα, άλ λαζα θέση κάνοντας πλάγια βήματα, με την πλάτη πάντα προς τον τοίχο, λες και ο Χάρης μπορούσε να διαλέξει τη θέση όπου θα στεκό τανε, λες και είχε σημασία το συγκεκριμένο ση μείο μέσα στο πεδίο βολής, μέσα στα διασταυ ρούμενα πυρά των τριών οπλοπολυβόλων, με τατοπιζόμουνα πλάγια, προσπαθώντας να μα ντέψω κάθε φορά, ποιο οπλοπολυβόλο θα έστρεφε πρώτο κατά πάνω μου, ποια ριπή θα με γάζωνε - ποια ριπή τον γάζωσε τον Χάρη κι όταν έφευγα, την ώρα που περνούσα ανάμε σα απ’ τις τσιμεντένιες βάσεις, έστριψα απότο μα δεξιά, πήγα και γονάτισα στο ένα μου γόνα το πίσω από το μεσαίο οπλοπολυβόλο, το ’πιασα απ’ το ξύλινο κοντάκι του,...
Ο αφηγητής μετατοπίζεται συνεχώς από τον τοίχο των εκτελέσεων στο πολυβόλο ή από το εγώ, το είναι, στο νόημα, αφήνοντας πάντα χώ ρο ανάμεσα για το θάνατο. Το νόημα όμως συνε χώς αναβάλλεται και είναι αδύνατο να προσεγγισθεί. Εάν κάποιος θεωρήσει ότι έχει συλλάβει το νόημα, δηλαδή το σημαινόμενο, απλώς προκαλεί την αλλοτρίωση του υποκειμένου, που άρ θρωσε τα σημαίνοντα. Ο αφηγητής ως εκτελε στής είναι αυτός που δίνει νόημα στα σημαίνο ντα των άλλων, ενώ ως εκτελούμενος καλείται να ταυτίσει τα σημαίνοντά του με τα σημαινόμενα που οι άλλοι τους αποδίδουν. Ό ταν ο αφηγητής δίνει νόημα στα λόγια και στις πράξεις των άλ λων μεταβάλλεται σε εκτελεστή, ενώ όταν οι άλ λοι δίνουν νόημα στα λόγια και στις πράξεις του, μεταβάλλεται σε εκτελούμενο. Το πώς κατα λήγει εκτελεστής προσπαθώντας να δώσει νόημα στα σημαίνοντα των άλλων το βλέπουμε στην πε ρίπτωση του Χριστόφορου, που τον διέγραψε το Κόμμα ως γκεσταπίτη. Ο αφηγητής, αν και πολύ φίλος του Χριστόφορου, σπεύδει να συγκομίσει στη συνείδησή του τα στοιχεία της ενοχής του Χριστόφορου και να συμφωνήσει με την καταδικαστική απόφαση του Κόμματος, που ισοδυναμούσε με θανατική ποινή:
... τί σημασία είχε που τον ήξερα από παιδί, τί σημασία είχε που βγάλαμε μαζί το Γυμνάσιο, έξι χρόνια μαζί στο ίδιο θρανίο, τι σημασία είχε που παίζαμε βώλους στο προαύλιο και ο Χρι στόφορος, κάθε φορά που σήκωνε τη μπίλια του, για να καθαρίσει τα χώματα με το χέρι, ξανάβαζε τη μπίλια, επιδεικτικά μπορώ να πω, μια σπιθαμή πιο πίσω, για να μη μου περάσει καν η ιδέα πως μου κάνει ζαβολιές,., τι αποδεί χνει αυτό αν όχι ότι ο Χριστόφορος είτανε φο βερά εγωιστής κατά βάθος κ’ έκρυβε τον εγωι σμό του κάτω από μια επίφαση ντομπροσύνης και υπέρτατης τιμιότητας, κρύβοντας την αχα λίνωτη φιλοδοξία του, τον αρριβισμό του, που δεν αποκλείεται καθόλου να τον έσπρωξε ώς την προδοσία και λοιπόν, πολύ σωστά ενεργού σε η Οργάνωση καταγγέλλοντάς τον, έστω κι αν δεν έφτασε να γίνει πράγματι γκεσταπίτης, δε δομένου ότι η συμπεριφορά του, όντας διασπα στική, είτανε σε τελευταία ανάλυση γκεσταπίτικη... (σ. 174).
Αν πάλι ο ανακριτής προσπαθήσει να δώσει νόημα στο άδειο Κιβώτιο, τότε ο αφηγητής κιν δυνεύει να αντιμετωπίσει το θάνατο, ένα θάνατο μεταφορικό ή το πιθανότερο κυριολεκτικό, όπως είναι ο θάνατος του Χριστόφορου. Αλλά και τα νοήματα του αφηγητή και τα εν δεχόμενα νοήματα του ανακριτή δεν είναι κι αυ τά παρά νέα σημαίνοντα, τα οποία εμφανίζονται ως σημαινόμενα. Τα νοήματα του αφηγητή για τον Χριστόφορο είναι τα νέα σημαίνοντα που εκτοπίζουν τα σημαίνοντα του Χριστόφορου με αποτέλεσμα τον αφανισμό του Χριστόφορου. Ό πω ς λέει και ο Λακάν: ... το σημαίνον είναι αυτό που αντιπροσωπεύει το υποκείμενο για το ήλλο σημαίνον. Απ’ όπου συνεπάγεται ότι στο επίπεδο του άλλου σημαί νοντος, το υποκείμενο εξαφανίζεται.’
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να παρατηρήσουμε μια άλλη μεταφορά του Κιβωτίου, όχι από την πόλη Ν στην πόλη Κ αυτή τη φορά, αλλά από τον Άλλο προς τον αφηγητή και από τον αφηγη τή προς τον Άλλο, που τώρα πια δεν εκπροσω πείται παρά μονάχα από τον ανακριτή ή τον αναγνώστη. Το Κιβώτιο ως πλήρες περιεχομένου σημαίνον εκπορεύεται από τον Άλλο προς τον αφηγητή με την υπόσχεση της ικανοποίησης που εκφράζεται με την νίκη του πολέμου και το αντικείμενο (α)2, που είναι το παράσημο. Η ικανοποίηση όμως καθυστερεί, το αντικεί μενο (α) αναβάλλεται συνεχώς, το αρχηγείο δίνει εντολές που καθυστερούν τη μεταφορά του Κι βωτίου στην πόλη Κ, η πορεία του διαγράφει κύ κλους, οι σύντροφοι έχουν σκοτωθεί, ο αφηγη τής είναι μόνος του, δεν θέλει άλλες καθυστερή σεις, καταστρέφει τον ασύρματο που έδινε τις εντολές,αφήνει ελεύθερα τα ταχυδρομικά περι στέρια και μετά από τέσσερις ημέρες φθάνει στην πόλη Κ, έτοιμος για τη νίκη, για το παρά-
αφιερωμα/31 σημο, για το νόημα του Κιβωτίου. Προχωράει γρήγορα και βιαστικά κατευθείαν προς το στό χο, προς την Αλήθεια, προς το Νόημα. Αλλά το Νόημα σκοτώνει, η Αλήθεια πετρώνει. Δεν έχει διδαχθεί τίποτα από τον πρόδρομό του στον ίδιο άθλο, τον Περσέα, που σκότωσε τη Μέδουσα. Ο μύθος λέει ότι η Μέδουσα ήταν μια όμορφη κο πέλα που τη βίασε ο Ποσειδώνας μέσα στο ναό της Αθηνάς. Η Αθηνά θύμωσε για το μίασμα του ναού και τιμώρησε τη Μέδουσα μεταμορφώνοντάς την σε τέρας που είχε φίδια αντί για μαλ λιά. Όποιος προσπαθούσε να σκοτώσει τη Μέ δουσα πέτρωνε μόλις αντίκρυζε το βλέμμα της, γιατί η Μέδουσα δεν είναι άλλη από την Αλή θεια, και η Αλήθεια δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι επιθυμίες του Ποσειδώνα και της Αθηνάς. Ο Περσέας στην προσπάθειά του να σκοτώσει τη Μέδουσα έχει βοηθούς του τον Ερμή και την Αθηνά. Ο Ερμής του χαρίζει τα πέδιλά του, που πάνω τους έχουν τα φτερά της φαντασίας, και η
/
κΆ***”*».
Αθηνά μια αστραφτερή ασπίδα σαν καθρέφτη. Ο Περσέας κρατάει στο αριστερό του χέρι την ασπίδα και στο δεξί του το σπαθί. Μέσα στην ασπίδα βλέπει το πρόσωπο της Μέδουσας, δεν την αντικρύζει ποτέ στα μάτια, βλέπει μόνο το είδωλό της στον καθρέφτη, ένα απλό σημαίνον στο αριστερό του χέρι, ενώ με το δεξί σκοτώνει για πάντα το σημαινόμενο, τη Μέδουσα, χωρίς να της δώσει την ευκαιρία να πει: ’Εγώ είμί ή ’Αλήθεια, καί: Συ εΐ Πέτρος καί επί ταύτη, τή Πέτρα οικοδομήσω μον τήν ’Εκκλησίαν. Εκεί στο χέρι των σημαινόντων, στο αριστερό του χέρι, ο αφηγητής έχει κρυμμένο κάτω από έναν επίδεσμο το δικό του σημαίνον, το επισκε πτήριό του. Είναι το μυστικό σημείωμα που του έδωσε ο ταξίαρχος Οδυσσέας με εντολή να το δώσει σε όποιον του ζητήσει το επισκεπτήριό του. Ο αφηγητής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αφού δεν θα του ζητούσαν απλώς το επισκεπτή ριο, αλλά το επισκεπτήριό του, θα υπάρχει στο
'—
----------. Παρίσ,
\ jet
έ
υ
τ
α
ί
ο
σ ε ε ν ό ι αφέαουν x.
ZZ f
ψ α λα ιο L e
ul
'
ΧΛεμπνίχοβ ιδιαίτεοη ΙΊαθάΥωγες λ έξ εις α, γαλλ^ ά . Ημετάωη Χ<Χί νεό*οπες ***
«π2»Τ ” 0τ°?ο ^ ’r lZ e Z T
*****
tv α υ *ές τις
I P ^ S X T ^ ^ o r a ^ iia , .
I
_
σε ένα
32/αφιερωμα σημείωμα κάποιο μήνυμα που θα αφορά τον ίδιο, όπως ακριβώς το επισκεπτήριό του θα έγραφε το όνομά του, και θα τον εκπροσωπούσε στην απουσία του. Θα τον εκπροσωπούσε σε τέ τοιο βαθμό που το υποκείμενο του επισκεπτη ρίου θα κατέληγε τελικά να είναι ο κομιστής του επισκεπτηρίου, και θα ήταν δύσκολο να αποφανθεί κανείς αν το επισκεπτήριο δηλώνει την παρουσία ή την απουσία του υποκειμένου. Και πάντως η παρουσία του θα είναι ήδη αλλοτριω μένη από το όνομά του. Αυτή η αλλοτρίωση του υποκειμένου από το όνομά του αρχίζει από τη γέννησή του και αποτελεί κατά τον Λακάν την απαρχή της υποδούλωσης του ανθρώπου στη γλώσσα.3 ελικά ο αφηγητής ανοίγει το επισκεπτήριό τον, που αποκαλύπτεται ότι είναι ένα άγρα φο τσιγαρόχαρτο. Με τη βοήθεια της γυναίκας του της Ρένας και με τη χρησιμοποίηση κάποιων υγρών εμφανίζονται πάνω στο χαρτί οχτώ τετρά δες αριθμών, οι οποίες, κατά την άποψη του αφηγητή, αντιστοιχούν σε οχτώ γράμματα, που πιθανόν να συγκροτούν μια λέξη. Αν το επισκε πτήριό τον λέει κάτι θετικό για αυτόν, τότε μπο ρεί τα οχτώ γράμματα να σχηματίσουν τη λέξη έμπιστος. Αν πάλι το επισκεπτήριό τον στρέφε ται εναντίον του, τότε μπορεί να σχηματίσουν τη λέξη προδότης. Και πάλι η λέξη έμπιστος μπορεί να μην ήταν γραμμένη έτσι ακριβώς, αλλά: «σέμπιστο», δηλαδή «σ’ εμπιστώ» (αδόκιμο το ρήμα βέβαια, αλλά γίνεται ως εκ τούτου ακρι βώς συνθηματικότερο) ή «οσέμπιστ», δηλαδή «ως έμπιστος», διότι η κατάληξις εννοείται, ή «τοσέμπις», δηλαδή «το C bis», οπότε το «C bis» σημαίνει Centre bis, ήγουν Δεύτερο Γαλλι κό Γραφείο Πληροφοριών στο οποίο ανήκω και άρα δεν είμαι έμπιστος, ή «στοσέμπι», δηλαδή «στο C Β», όπου το C προφέρεται γαλλιστί «σε» και το Β προφέρεται αγγλιστί «μπι» και σημαί νει το μήνυμα ότι ανήκω στο Centre Britannique, δηλαδή στην Ιντέλλιντζενς Σέρβις και άρα δεν είναι έμπιστος, ή «ιστοσέμπ», δηλαδή «εις το CEB», ήγουν εις το Centre d' Enregistrement Bulgare και συνεπώς είμαι έμπιστος, ή «πιστοσέμ», δηλαδή «πιστός εμ:*·. οπότε ναι μεν είμαι έμπιστος, αλλά υπάρχουνε και κάποιες αμφιβο λίες, ή «μπιστοσέ», δηλαδή «μπει στο C» ήγουν «να μπει στο Centre Bulgare» και συνεπώς άξιος εμπιστοσύνης, αλλά και «έχει μπει στο Centre Britannique και συνεπώς προδότης... (σ. 274). Ανάλογες παραλλαγές γραφής και ερμηνείας υπάρχουν και για τη λέξη προδότης, οι μισές από τις οποίες σημαίνουν έμπιστος και οι άλλες μισές προδότης: ...και η λέξη «προδότης» μπορεί να ήτανε γραμ μένη «σπροδότη», δηλαδή «σπρώξατε τον δό τη», ήγουν σπρώξτε τον καταδότη στον δρόμο της προδοσίας του να αποκαλυφθεί ο προδοτι κός του ρόλος, ή «ησπροδότ», δηλαδή ανήκω
Τ
«εις προδότας», ή «τησπρόδο», δηλαδή «της . προδοσίας», ή «ότησπροδ», δηλαδή «ο της προ δοσίας» (υπέρμαχος ή αντίπαλος) ή «δότησπρο», δηλαδή «δότης προδοσίας», αλλά και «δότης προσοχής ή προφυλάξεως», άξιος δηλα δή επαγρυπνητής και άρα έμπιστος, ή «οδότησπρ», δηλαδή «ο δότης Πρ» ήγουν ο καταδό της που λέει «Πρ» στα άλογα και συνεπώς στα ματάει την επαναστατική πορεία, ή «ροδότησπ», δηλαδή «ρόδο της Π», ήγουν άνθος της Πολιτοφυλακής και άρα εμπιστότατος, ή ακόμα «οδόσπρης», δηλαδή «οδός Πρισάχου», ήγουν πρώην οδός Βασιλέως Γεωργίου στην πόλη Ν, που μετονομάστηκε σε οδό Πρισάχου με από φαση των Αρχών μας, προς τιμήν του αναπλη ρωματικού γραμματέως της Κ.Ε. Πρισάχου, ηρωικώς πεσόντος και στην οποία οδό βρισκό ντουσαν τα κεντρικά γραφεία της Πολιτοφυλα κής... και η έκφραση «θα σε στείλω στην οδό Πρισάχου», ή θα σε στείλω στον Πρίσαχο σήμαινε θα σε συλλάβω και άρα είμουνα άξιος συλλήψεως... (σ. 274-5). Είχαμε επισημάνει προηγουμένως ότι είναι ασα φές αν το επισκεπτήριο δηλώνει την παρουσία ή την απουσία του υποκειμένου. Στη συνέχεια, ακολουθώντας τη σκέψη του αφηγητή υποθέσα με ότι το επισκεπτήριο μπορεί να γράφει επάνω τη λέξη έμπιστος ή τη λέξη προδότης. Αν γράφει τη λέξη έμπιστος, τότε δεν μπορεί να αποφασιστεί αν αυτό θα σημαίνει έμπιστος ή προδότης. Η ίδια αμφιβολία θα υπάρχει και στην περίπτω ση που το επισκεπτήριο γράφει επάνω προδότης. Θα ήταν φρονιμότερο, λοιπόν, να μην πούμε ότι το επισκεπτήριο μπορεί να δεχθεί όλα τα νοή ματα, αλλά καλύτερα ότι όλα τα απωθεί και τα αρνείται. Το επισκεπτήριο όμως που στην τελευταία αφήγηση ήταν στο αριστερό χέρι, πριν βρισκό ταν στην ταμπακέρα του αφηγητή, σύμφωνα με την προηγούμενη ομολογία του, και η ταμπακέ ρα στη μέσα τσέπη του σακακιού του (σ. 47), δη λαδή στην αριστερή του πλευρά. Στην ακόμη προγενέστερη ομολογία του το επισκεπτήριο βρι σκόταν στην αριστερή του αρβύλα (σ. 90). Όλες οι απολογίες δηλαδή συμφωνούν ότι το επισκε πτήριό τον βρισκόταν στην αριστερή πλευρά του σώματός του, στην πλευρά των σημαινόντων. Με το δεξί του χέρι ο αφηγητής στοχεύει στο στόχο ή στη μεταφορά του στόχου του, χωρίς να σκοτώνει το σημαινόμενο, όπως ο Περσέας, για τί ο στόχος του αφηγητή είναι η γνώση του απο λυταρχικού σημαινομένου. Ο στόχος του αφηγη τή είναι πάντα το σημαινόμενο και σε αυτό στο χεύει ακόμη και όταν μαθαίνει σκοποβολή σε ένα απλό σημαίνον, στη Νύμφη Αβαρβαρέη. Το γύψινο άγαλμα της Νύμφης, αντίγραφο προφανώς του μαρμάρινου πρωτότυπου που συ νάντησε αργότερα η αποστολή στο ναό της Ή ρας, είναι ένα δημιούργημα του κειμένου, χω ρίς καμιά αναφορά στην πραγματικότητα. Τέ
αφιερωμα/33 τοιο άγαλμα δεν υπάρχει. Και η Αβαρβαρέη άλ λωστε, όπως λέει το κείμενο, αναφέρεται μόνο μια φορά στον Όμηρο.4 Και αυτή, δηλαδή, όπως κι Ο Βασιλιάς της Ασίνης του Σεφέρη δεν είναι παρά μόνο μια λέξη στην Ιλιάδα κι’ εκείνη αβέβαιη? Το άγαλμα της Αβαρβαρέης, όπως και το ποίημα του βασιλιά της Ασίνης προσπαθούν να γίνουν τα σημαινόμενα των δυο Ομηρικών σημαινόντων. Το γεγονός ότι και τα δυο σημαί νοντα αναφέρονται μόνο μια φορά στον Όμηρο και δεν υπάρχει καμιά άλλη αναφορά σ’αυτά, τα απογυμνώνει από κάθε δυνατό νόημα και γ ι’ αυ τό διατηρούνται στη μνήμη. Η μνήμη πετρώνει μόνο μπροστά στο νόημα.6 Στο ίδιο το κείμενο διαβάζουμε: Η γυμνή γυναίκα είναι η Νύμφη Αβαρβαρέη, θυμάμαι το όνομά της, γιατί αναφέρεται μια φορά όλη κι όλη στη Ιλιάδα, - μου είπε ο Σταμάτης... (σ.22). Συμπεραίνουμε, δηλαδή, ότι αν υπήρχαν πε ρισσότερες αναφορές στην Αβαρβαρέη, το όνομα θα είχε λησμονηθεί. Αντίστοιχα για το Βασιλιά της Ασίνης διαβά ζουμε μια υποσημείωση από το βιβλίο του Γιώργη Γιατρομανωλάκη «Ο Βασιλιάς της Ασίνης»:* Εδώ πρέπει να αναφέρουμε ότι ανάμεσα στα ευρήματα των ανασκαφών της Ασίνης συγκατα λέγεται μια μικρή κεφαλή από τερακότα, βαμ μένη με λευκό χρώμα, με μυτερό πηγούνι που μοιάζει με γενειάδα και με μαλλιά χτενισμένα σε τρεις πλοκάμους. Οι αρχαιολόγοι ονόμασαν το εύρημα «Άρχοντα της Ασίνης» (Lord of Asine) ή «Δία της Ασίνης», βλ. Frodin-Persson, 1983, σσ. 307-308 και Vermeule, 1983, σ. 307. Ο Σεφέρης είδε την τερακότα στο Μουσείο Ναυ πλίου αφότου πλέον είχε τελειώσει το ποίημα. Η κ. Μαρώ Σεφέρη θυμάται πόσο πολύ ο ποιη τής απογοητεύτηκε από τη μορφή του «Άρχο ντα της Ασίνης», ώστε να δηλώσει πως αν τον είχε δει νωρίτερα δεν θα έγραφε το ποίημα (η πλαγιογράφηση δική μου). Τόσο, λοιπόν, ο Βασιλιάς της Ασίνης όσο και το άγαλμα της Αβαρβαρέης είναι δυο συνεχώς αναβαλλόμενα σημαινόμενα των Ομηρικών ση μαινόντων. Στην ουσία τους όμως τελικά κι αυτά είναι απλά σημαίνοντα, που ως αποτέλεσμά τους έχουν τον αφανισμό του υποκειμένου, δηλαδή του Ομήρου. (Βλέπε και σημ. 1) Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του αγάλ ματος της Αβαρβαρέης είναι ότι έχει κομμένο το αριστερό χέρι, δηλαδή το χέρι ακριβώς των ση μαινόντων. Σε σχέση με τη διάκριση που υπάρχει ανάμεσα στις δυο πλευρές του ανθρώπινου σώ ματος, στο βιβλίο του Robert Ε. Drnstein, The Psychology o f Consciousness διαβάζουμε στο κε φάλαιο Two Sides o f the Brain: Ο Ψυχολόγος William Domhoff ζήτησε από ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων να αξιολογήσουν τις έννοιες αριστερό και δεξιό και να τους προσδώσουν διάφορα χαρακτηριστικά. Οι εξεταζό μενοι θεώρησαν το αριστερό «κακό», «σκοτει
νό», «ανόσιο» και «θηλυκό», ενώ στο δεξιό αποδόθηκαν αντίθετα χαρακτηριστικά.8 Επίσης στο ίδιο βιβλίο, στο κεφάλαιο Two Modes o f Consciousness επιχειρείται μια διάκρι ση ανάμεσα στις ιδιότητες που αποδίδονται στις δυο πλευρές του ανθρώπου. Η δεξιά πλευρά θεωρείται ανδρική, λογική, κυρίαρχη και φωτει νή, ενώ η αριστερή θεωρείται θηλυκή, σκοτεινή και διάχυτη. Συγχρόνως τα δεξιά ανδρικά χαρα κτηριστικά είναι αυτά που η φαλλογοκεντρική σκέψη αποδίδει στο σημαινόμενο, ενώ τα αρι στερά γυναικεία αποδίδονται στο σημαίνον. Η Αβαρβαρέη, λοιπόν, έχοντας κομμένο το αριστερό της χέρι έχει χάσει την πλευρά των ση μαινόντων, τη γυναικεία πλευρά, ενισχύοντας την ανδρική της φύση. Άλλωστε και το όνομα Αβαρβαρέη από το στερητικό α και βάρβαρος σημαίνει ότι έχει ελληνική γλώσσα. Οι Έλληνες καλούσαν βαρβάρους όσους δεν μιλούσαν Ελλη νικά, δηλαδή εκείνους που τη γλώσσα τους δεν καταλάβαιναν οι Έλληνες, και άρα η γλώσσα τους απετελείτο από σημαίνοντα χωρίς σημαινόμενα. Η Αβαρβαρέη όμως προφανώς γνωρίζει Ελληνικά, ο Λόγος της προϋποθέτει την ταύτιση σημαίνοντος και σημαινομένου. Το σώμα της έχει γίνει ανδρικό, εκτός από τα γεννητικά της όργανα, την αιτία ντροπής, που καλύπτει με το δεξί της χέρι το ανδρικό, το χέρι των σημαινομέΟ Ά ρ η ς Αλεξάνδρου και η Καίτη Δρόσον στο Παρισινό προάστιο Bourg La Heine (1971)
34/αφιερωμα ... σημάδεψα λοιπόν τη Νύμφη Αβαρβαρέη, που είχανε ολόγυμνη και έκρυβε με το δεξί της χέρι το εφήβαιό της- και το αριστερό της χέρι είτανε σπασμένο λίγο πιο κάτω απ’ τον ώμο και από την κλίση του κομματιού που απόμενε, θα μπορούσε να φανταστείς ότι η Νύμφη είχε δέσει πιστάγκωνα το αριστερό της χέρι πίσω απ’ την πλάτη της και το κορμί της είταν αγορίστικο μπορώ να πω, σαν ολόγυμνη Άρτεμις είτανε και μόνο το κεφάλι της δεν θύμιζε καθόλου κυ νηγό, έτσι που είτανε γερμένο προς τα κάτω και δεξιά, χαμηλοβλεπούσα η Αβαρβαρέη... (σ. 120, η πλαγιογράφηση δική μου) νας από τους σταθμούς της αποστολής ήταν και ο ναός της Δήμητρας, δίπλα στον οποίο βρισκόταν και ένα μουσείο. Στο μουσείο αυτό υπήρχαν δυο μαρμάρινα αγάλματα, το ένα από τα οποία ήταν της Νύμφης Αβαρβαρέης, που ο αφηγητής βλέπει για πρώτη φορά. Η άσκηση σκοποβολής γινόταν στο γύψινο αν άγραφο του αγάλματος. Τη νύχτα που έμειναν να κοιμηθούν στο ναό, ο αφηγητής αν και είχε πεντάωρη βάρ δια σκοπιάς, φεύγει κρυφά και πηγαίνει στο δι πλανό χωριό, όπου ζούσε η γυναίκα του η Ρένα, από την οποία είχε πολλούς μήνες να πάρει γράμμα. Μπαίνει από την μπαλκονόπορτα στην κρεβατοκάμαρα της Ρένας, η οποία προσπαθεί χωρίς να μιλάει να αποφύγει το αγκάλιασμα και τα φιλιά του. ... εκείνην ακριβώς τη στιγμή, που το στόμα της επέμενε να παραμένει κλειστό, εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως της έλειπε της Ρένας το αριστερό της χέρι, ήταν άδειο το μανίκι της νυχτικιάς της, κομμένο το χέρι της λίγο πιο κάτω απ’ τον ώμο και δεν ξέρω τι μου ’ρθε, δεν ξέρω πώς έγι νε ακριβώς, θα πρέπει ν’ άρπαξα και με τα δυο μου χέρια τη νυχτικιά της από το άνοιγμα του στήθους, άρχισα πάντως να σκίζω τη λεπτή, σχεδόν αραχνοΰφαντη νυχτικιά και δεν ξέρω αν ήθελα το γυμνό κορμί της τη στιγμή εκείνη, ή αν ήθελα να δω το κομμένο της χέρι, την γύμνωσα πάντως τη Ρένα, κομματιάζοντας τη νυχτικιά (δε φόραγε τίποτα από μέσα) πισωπάτησα τρία, μπορεί και τέσσερα βήματα και απόμεινα να την κοιτάζω, ολόγυμνη ως στεκότανε μπροστά μου, ολόλευκη στο φως του φεγγαριού, με το δεξί της χέρι κρύβοντας το εφήβαιό της, σαν γύψινη Αβαρβαρέη και σκέφτηκα τότε πως θα μπορούσα να βγάλω το περίστροφό μου απ’ το ταγάρι και να σημαδέψω το κομμένο χέρι της Ρένας (τόσο ψύχραιμος είμουνα) και να πετύχω διάνα, να γρατσουνίσω δηλαδή με τη σφαίρα μου το δέρμα της, πεντέξι δάχτυλα πιο κάτω απ’ τον ώμο και η Ρένα όε θα σάλευε, δε θα την τρόμαζε ο πυροβολισμός, δε θα ’νιώθε τη σφαί-, ρα που θα πέρναγε ξυστά, μόλις-μόλις αγγίζο ντας το δέρμα της. (σ. 264, η πλαγιογράφηοη δική μου) Η Ρένα σ’ αυτό το απόσπασμα έχει χάσει το αριστερό της χέρι, δεν ξέρουμε για ποιον λόγο, ούτε μαθαίνουμε ποτέ, αλλά χάνοντας το αριστε
Ε
ρό της χέρι από την πλευρά των σημαινόντων και αντικρύζοντας την αλήθεια με την πλευρά των σημαινομένων η Ρένα έχει γίνει πέτρα, έχει μεταμορφωθεί σε άγαλμα, δε σαλεύει και δεν τρομάζει με τον πυροβολισμό. Απωθεί τα αγκα λιάσματα του αφηγητή, αρνείται τα φιλιά του κι όταν αυτός τη γδύνει, σκεπάζει με το δεξί της χέ ρι των σημαινομένων τα γεννητικά της όργανα, σε μια προσπάθεια να επιβάλει την ανδρική της πλέον φύση. Ό ταν ο αφηγητής σταματάει να την αγκαλιάζει κι αφήνοντάς τη γυμνή γυρίζει από την άλλη λέγοντάς της να ντυθεί, η Ρένα ξέρει ότι έχει επιβάλει την ανδρική της φύση και δεν ντύνεται, παρά μόνο ανάβει τη λάμπα: ... γύρισα την πλάτη μου στη Ρένα και της είπα πως μπορούσε να ντυθεί κι απόμεινα εκεί... ακούγοντας να ανάβει τη μεγάλη, επιτραπέζια, χάλκινη λάμπα πετρελαίου, με το γυάλινο, λου λουδάτο αμπαζούρ και όταν ξαναστράφηκα, την είδα τη Ρένα καθισμένη ολόγυμνη σε μια ψάθινη πολυθρόνα, με την αριστερή της αμα σχάλη ακουμπισμένη στη ράχη της πολυθρόνας, με το αριστερό της (πρώην) χέρι κρεμασμένο πίσω απ’ τη ράχη... με τα μικρά της στήθη στητά, έτσι που τα ωθούσε η στάση του κορμιού της προς τα πάνω, προς τα εμπρός και ελαφρώς προς τα αριστερά, καθισμένη εκεί σα να βολεύ τηκε όσο πιο άνετα μπορούσε, με το ένα πόδι πάνω στ’ άλλο, σα να είτανε ντυμένη και να κουβέντιαζε μαζί μου... (σ. 267). Η Ρένα, λοιπόν, έχοντας χάσει τη γυναικεία της πλευρά παραμένει γυμνή, μεταξύ ανδρών επιτρέ πεται, και κάθεται στην πολυθρόνα με μια στάση «ανδρική», μια στάση που υποδηλώνει αυτοπε ποίθηση και σιγουριά. Η Ρένα με δυο λόγια έχει μεταμορφωθεί σε μια εύκαμπτη πέτρα, που χαίρεται στη σκέψη ότι ο άντρας της δεν πήγε να την επισκεφθεί για εκεί νη την ίδια, αλλά για κομματικό σκοπό. (Ο αφη γητής της ζητεί να τον βοηθήσει στην ανάγνωση του επισκεπτηρίου του, παρουσιάζοντάς το ως έγγραφο που βρέθηκε πάνω στον δογματικό Ταγματάρχη μετά την εκτέλεσή του). Τόσο η Ρέ να όσο και ο αφηγητής συνυπηρετούν τη Συμβο λική τάξη. Η ερωτική τους σχέση είναι μονόφυλη ή hommosexuel (από το homme = άνθρωπος) σύμφωνα με τον όρο του Λακάν: Η ακρωτηριασμένη Ρένα είναι το έπαθλο του αφηγητή για την εκτέλεση των εντολών της Συμ βολικής Τάξης. Τώρα είναι και οι δυο ακρωτη ριασμένοι. Ο αφηγητής / Αδάμ έχασε την αριστε ρή του πλευρά, για να δημιουργηθεί η γυναίκα, και η γυναίκα έχασε την αριστερή της πλευρά, για να γίνει το έπαθλο του άντρα και να ξαναεπιστρέψει στον άντρα, στο ένα φύλο. Ο μύθος όμως πρέπει να συνεχιστεί. Ό τα ν ο Περσέας σκότωσε τη Μέδουσα, το έπαθλό του ήταν η Ανδρομέδα, την οποία παντρεύτηκε. Η Ανδρομέδα παράγεται από δυο λέξεις: άνόρας (ανήρ) και το ρήμα μήόομαι ή μέδομαι που ση
αφιερωμα/35 μαίνει σκέφτομαι. Το ουσιαστικό του μέόος και στον πληθυντικό μέόεα σημαίνει σκέψη και συγ χρόνως τα ανδρικά γεννητικά όργανα, σε μια πλήρη επιβεβαίωση του φαλλογοκεντρισμού. Η Ανδρομέδα, λοιπόν, είναι αυτή που σκέφτεται αρσενικά και συγχρόνως αυτή που έχει ανδρικά γεννητικά όργανα. Ο Περσέας έχει γνωρίσει αυ τή την έλλειψη διαφοροποίησης των φύλων από πολύ νωρίς, από τη μητέρα του, τη Δανάη, που ήταν φυλακισμένη από τον πατέρα της σε ένα υπόγειο. Ο Δίας που την ερωτεύτηκε μεταμορ φώθηκε σε χρυσή βροχή που την πλημμύρισε με αποτέλεσμα τη γέννηση του Περσέα. Η Δανάη συνέλαβε τον Περσέα, χωρίς τη σύζευξη με τον άνδρα, αλλά ως αποτέλεσμα παρθενογένεσης. Το ιδεώδες της Παρθένου που συλλαμβάνει «αμώμως» προϋποθέτει τη συνύπαρξη του άνδρα και της γυναίκας στην παρθένο ως απόρροια του Φαλλού/Λόγου και συνέχεια την πτώση της από το τρίγωνο, που αποτελείται από τον πατέρα, τη μητέρα και το γιο. Τη θέση της καταλαμβάνει ο φαλλός, η αιτία δηλαδή της πτώσης της. Στην περίπτωση της Αγίας Τριάδας, τη θέση της έκ πτωτης Μητέρας καταλαμβάνει ένα φαλλικό σύμβολο, ένα πουλί, το περιστέρι.9 Η επιταγή, λοιπόν, της Συμβολικής Τάξης, το ιδεώδες τού «οι δυο να κάνουν ένα» δεν περιορί ζεται μόνο στη γέννηση του παιδιού από το αντρόγυνο, αλλά προχωράει και στην εξομοίωση των φύλων: «ένας άντρας από ένα αντρόγυνο
άτομο» και επεκτείνεται σε κάθε δυνατή εξο μοίωση επιβεβλημένη από την ιδεολογία, τον όρ κο και την υποταγή. Και όχι μόνο εξομοίωση, αλλά και απαλοιφή του ασθενέστερου όρου των ζευγαριών ιεραρχήσεων άντρας/γυναίκα, σημαινόμενο/σημαίνον, δεξιά πλευρά/αριστερή πλευ ρά, φως/σκοτάδι. Ό πω ς είδαμε και προηγουμένως η δεξιά πλευ ρά θεωρείται ανδρική, λογική, κυρίαρχη και φω τεινή, ενώ η αριστερή θεωρείται θηλυκή, σκοτει νή και διάχυτη. Ας δούμε όμως πώς εκφράζεται για αυτές τις ιδιότητες της γυναικείας αριστερής πλευράς το κείμενο. Ο απολογούμενος αφηγητής είναι φυλακισμέ νος σε ένα μακρόστενο κελί. Το μήκος του κε λιού είναι έξι βήματα. Το πλάτος του κελιού ορί ζεται από το πλάτος του κρεβατιού του και από ένα στενό διάδρομο μεταξύ του κρεβατιού και του απέναντι τοίχου. Η στενή πλευρά δηλαδή μπορεί να είναι περίπου δυο μέτρα. Στον τοίχο της μεγάλης πλευράς, ψηλά πάνω από το κρεβά τι, υπάρχει ένα πολύ μικρό σιδερόφρακτο παρά θυρο που στέλνει το φως του ήλιου σχηματίζο ντας στον απέναντι τοίχο ένα φωτεινό τετράγω νο στην απόσταση των δυο περίπου μέτρων, όσο δηλαδή απέχουν μεταξύ τους οι δυο μεγάλες πλευρές. Ο αφηγητής ισχυρίζεται ότι δεν έχει καταφέ ρει να διακρίνει το πρόσωπο του δεσμοφύλακα παρ’ όλο που προσπάθησε πολύ:
36/αφιερωμα Ό σο κι αν προσπάθησα, δεν τα κατάφερα να δω καθαρά το πρόσωπό του (σ. 150). Η αιτία, κατά τον αφηγητή, είναι ότι ο δεσμοφύλακας έρ χεται πολύ πρωί, την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος δημιουργώντας το τετράγωνο στον απέναντι τοί χο λίγο πιο κάτω από το ταβάνι, ανοίγει απότο μα την πόρτα και στέκεται στο κατώφλι του κε λιού του. Ο αφηγητής δεν μπορεί να διακρίνει το πρόσωπο του δεσμοφύλακα γιατί είναι πολύ το φως. Μόνο το σουλούπι του μισοδιακρίνω στο σκο τάδι (γιατί έρχεται την ώρα που ανατέλλει ο ήλιος και οι ακτίνες, μπαίνοντας οριζόντιες απ’ το παράθυρο, πέφτουν στον απέναντι τοίχο, λί γο πιο κάτω απ’ το ταβάνι κ’ εγώ - όταν έχει φύγει πια ο δεσμοφύλακας - παραμονεύω το φωτεινό τετράγωνο να κατέβει γλυστρώντας στον τοίχο και τότε πηγαίνω κι ακουμπάω την πλάτη μου στους μισοπεσμένους σοβάδες, σηκώνουμαι στα νύχια των ποδιών, κι ο ήλιος, τε τράγωνος, περνάει κατακόκκινος μέσα απ’ τα κλειστά μου βλέφαρα κ’ έχω την εντύπωση πως οι σκιές από τα δυο κάθετα κάγκελα του παρά θυρου πέφτουνε ακριβώς στα αυτιά μου - το ξέρω πως είναι απλώς μια εντύπωση, οι σκιές έχουν κιόλας όιαχυθεί ώσπου να φτάσουνε στον τοίχο κι ωστόσο στ’ αυτιά μου θα πέφτανε αν οι σκιές όεν υπακούανε στον νόμο της όιαχύσεως - και λοιπόν, όντας τόσο φωτεινό την ώρα εκεί νη το κελλί μου, τι φυσικότερο να είναι σκοτει.νός ο διάδρομος και να μην μπορώ να διακρίνω καθαρά το πρόσωπο του δεσμοφύλακα. (σ. 150-1, η πλαγιογράφηση δική μου) Η Φυσική θα ισχυριζόταν ότι καθώς ο δεσμο φύλακας στεκόταν μπροστά στο κατώφλι του κε λιού, θα φωτιζόταν το πρόσωπό του πολύ καθα ρά από το φως του κελιού και θα διακρινόταν με ακρίβεια που θα ενισχυόταν από το σκοτεινό φόντο πίσω του. Κατά τη Φυσική το βλέμμα θα εμποδιζόταν αν το δωμάτιο ήταν σκοτεινό και ο διάδρομος φωτεινός. Οι νόμοι όμως της Φυσικής ανατρέπονται. Η Φυσική μιλάει για διάχυση του φωτός, ενώ το κείμενο για διάχυση της σκιάς. Η σκιά από τα σίδερα του παραθύρου δεν φαίνεται στον απέναντι τοίχο, γιατί κατά το κείμενο η σκιά διαχέεται. Κατά τη Φυσική το φως διαχέεται και οπωσδήποτε στην προκειμένη περίπτωση και στην απόσταση των δυο περίπου μέτρων η σκιά θα πρέπει να ήταν σαφής στον απέναντι τοίχο. Κατά τη Φυσική βλέπουμε, γιατί το φως διαχέεται και φωτίζει το χώρο της σκιάς. Κατά το κείμενο η σκιά διαχέεται και βλέπουμε γιατί καταλαμβάνει το χώρο του φωτός. Μέσα στο πο λύ φωτεινό δωμάτιο δεν μπορεί να δει το πρό σωπο του δεσμοφύλακα, ενώ μπορεί να διακρί νει τις λεπτομέρειες στο πρόσωπο του Λυσίμα χου στο σκοτάδι: Τη στιγμή εκείνη τούριξα μια ματιά και είδα στο λίγο φως του φεγγαριού, πως τα μάγουλά του είχαν κοκκινήσει (σ. 248). Στο φως του φεγγαριού ο αφηγητής βλέπει,
δηλαδή βλέπει τη νύχτα, όταν οι σκιές έχουν διαχυθεί, για να διαλύσουν το φως. Τα χαρακτηριστικά της αριστερής γυναικείας πλευράς, της πλευράς του σημαίνοντος είναι διά χυτη και σκοτεινή. Ίσως θα ’πρεπε να προσθέ σουμε πως για το κείμενο αυτά τα χαρακτηριστι κά είναι τα κυρίαρχα, σε αντίθεση με τα χαρα κτηριστικά της δεξιάς πλευράς, δηλαδή του σημαινομένου.
3.
Πώς Μεταφέρει το Κείμενο
ο κείμενο διανύει συνεχώς με πολυποίκιλους τρόπους την απόσταση από την κυριολεξία στη μεταφορά και από τη μεταφορά στην κυριολε ξία. Συγχρόνως αναγκάζει τον αναγνώστη όχι μό νο να παλινδρομεί σε μια κάθετη διαδρομή ανάμε σα στην απολογία και τη μυθοπλασία, αλλά και σε μια οριζόντια μέσα στη γλώσσα του κειμένου. Ο αφηγητής νομίζει πως ελέγχει την απόσταση ανά μεσα στη μεταφορά και την κυριολεξία. Σε ένα απόσπασμα του βιβλίου διαβάζουμε: Η κυρία Καλλιρόη πήρε όρκο στα κόκκαλα του άντρα της... να καταστρέφει κάθε τι που της θύμιζε τον πρώην σύζυγό της, να γκρεμίσει δη λαδή το ξυλοβασίλειό του, όπως έλεγε η ίδια, κυριολεκτικά και μεταφορικά (σ.126). Σε ένα άλλο απόσπασμα όμως διαπιστώνει με έκπληξη πως: Η Ρένα τράβαγε κυριολεκτικά τα μαλλιά της, δε μούχε τύχει να το ξαναδώ, νόμιζα πως το λένε έτσι, μεταφορικώς (σ. 175). Ωστόσο είναι σημαντικό να δούμε, γιατί η Ρέ να τραβάει τα μαλλιά της. Έχουν συλλάβει τον αδελφό της τον Χάρη οι Γερμανοί και ένας διερ μηνέας των Γερμανών ζητάει από τον πατέρα της τρεις χιλιάδες λίρες, για να τον ελευθερώσει. Η Ρένα καταφεύγει στους φίλους και συναγωνιστές του Χάρη, τον Αλέκο και τον αφηγητή, για να βρουν χρήματα μέσω του Κόμματος. Ο Αλέκος συμφωνεί, αλλά ο αφηγητής αρνείται, πράγμα το οποίο προκαλεί την οργή του Αλέκου, με αποτέ λεσμα να τον διώξει από το σπίτι του. Το επιχεί ρημα με το οποίο ο αφηγητής αντικρούει την πρόταση της Ρένας διατυπώνεται με μια μεταφο ρά: γάμος χωρίς σφαχτά δε γίνεται (σ. 178). Ο γάμος προφανώς είναι η νίκη των Γερμανών και σφαχτά ο Χάρης. Ωστόσο μετά από καιρό ο αφηγητής παντρεύεται τη Ρένα και σ’ αυτό το γάμο είναι πάλι σφαχτό ο Χάρης, γιατί η Ρένα εκτίμησε την κομματική στάση του αφηγητή στο θέμα του αδελφού της και για αυτό συνδέθηκε μαζί του. Ο γάμος, λοιπόν, σε αυτή την περί πτωση δεν είναι παρά η κυριολεξία, που αποδεικνύει ότι από πολύ νωρίς έχει αρχίσει ο αφηγη τής να επιθυμεί τη Ρένα και βέβαια αυτή η επι θυμία θα ήταν πολύ έντονη, πράγμα που την ανάγκασε να δηλώσει την παρουσία της με αυτό το ιόεοί ογικό ένδυμα. Βέβαια η Ρένα δεν αποτε-
Τ
αφιερωμα/53 λεί παρά τη μετωνυμική μετατόπιση της επιθυ μίας του αφηγητή, ο οποίος ήταν ερωτευμένος με την Κλειώ. Η Κλείω όμως ήταν ερωτευμένη με τον Αλέκο και όχι με τον αφηγητή. Ο γάμος με τη Ρένα δεν είναι ούτε καν κυριολεξία, είναι μετωνυμία που διαβρώνει τα ιδεολογικά θέματα του μεταφορικού γάμου. Ό π ω ς λέει και ο Λακάν: ... Τ ι άλλο βρίσκει ο άνθρωπος στη μετωνυμία, αν όχι τη δυνατότητα να παρακάμψει τα εμπό δια της λογοκρισίας;10
Ο αφηγητής είχε δυο πολύ καλούς φίλους, τον Αλέκο και τον Χριστόφορο. Ή ταν μαζί από παιδιά στο σχολείο και μετά στο Πανεπιστήμιο και στο Κόμμα. Οι τρεις τους αποτελούσαν μια μικρή αντιστασιακή ομάδα που είχε οργανώσει παράνομο τυπογραφείο. Ό τα ν το Κόμμα κατη γόρησε τον Χριστόφορο για γκεσταπίτη και τον διέγραψε, ο Αλέκος υπέβαλε την παραίτησή του από το Κόμμα οπότε διαγράφτηκε και αυ τός. Ο αφηγητής αντίθετα έμεινε πιστός στην
κομματική γραμμή και αρνήθηκε να ξαναμιλήσει στον Χριστόφορο. Κάποτε η ελληνική αστυνομία συλλαμβάνει τον αφηγητή ως κομμουνιστή. Πριν τον παραδώσει στην Γκεστάπο εμφανίζεται στο αστυνομικό τμήμα ο Χριστόφορος μεταμφιεσμέ νος σε γκεσταπίτη που θα παρελάμβανε τον αφηγητή, με σκοπό όμως να τον ελευθερώσει στη διαδρομή. Η επιχείρηση πετυχαίνει και ο Χρι στόφορος μεταφέρει τον αφηγητή με τη γερμανι κή του μοτοσικλέτα. Τον κατεβάζει σε ασφαλές μέρος και ύστερα πέφτει με τη μοτοσικλέτα σε μια ομάδα Γερμανών πυροβολώντας τους, οπότε σκοτώνεται και ο ίδιος. Ο αφηγητής προτείνει πολλές εκδοχές, για να ερμηνεύσει τη Γερμανική στολή και τη μοτοσικλέτα. Ως πιθανότερη όμως προτείνει το ότι ο Χριστόφορος σκότωσε κά ποιον Γερμανό με στιλέτο, - στον αριστερό ώμο του αμπέχονου υπήρχε ένας σκονροκόκκινος λεκές - και στη συνέχεια του πήρε τη στολή και τη μοτοσικλέτα. Παρ’ όλα αυτά όμως ο αφηγητής ποτέ δεν αποκαλύπτει τον ρόλο που έπαιξε ο Χριστόφορος στην αποφυλάκισή του. Ο ίδιος ομολογεί:
Εδώ κι εκεί φυσικά W «πό την άλλη
6 Τμ μια νουν την χηιϊϊ, αμι° ι που φέρδιαταγή που ^ νραμμή Τη πρέπει να * ««Ρώως Π μ ίω ρ ο „ ι^ νετ Π Γ σΤΟελεύθεί>ο
1
φαίνεται 4 1 “ ' βΑ°™ν°ψουν - otic ε °ε θ« λει ριών αλλά και των,ολ°μεσυνέδρια που οην„,β' Υρα<ρεία’ ατα ΡοκάπηλοΓν ων°υν οι πόλεψευτοκομμουνιστέ ει?*Ιν ,1 και οι °™V T a ^ i ελε«τελειωτη σειρά πεα,ΪΖ S μιαν Τε?· Βλέπεις, α,,όντο ' 5 ^αριονέ^ ω σ τέ ςπ ο υ τίΓ ν*
βθκαν « - π ό ^ η Τ κ έ φ Ι Τ ^ ^ · ποτέ· κααιά 7^**’ δεν αργοΰν προσπάθεια "tfc μον«Ζα, στην «πορροφημένο, **?στήθισης
νονται παράξενα κσ, χ ” 1’ Τέρβαίνουν τι Tonr ι δεν *«ταλα«σοσιαλισμός» ότον*5' φιθυ!?ίξβυν στρατόπεδα^ή μιλ«? Υ*«
5 ί<ρυγε?> °*
τις κινούσαν 0ρθιε? σταματήσανε να σπάνρ^ '1"' δε ««ν άλλωστε «υ το Τ Ζ , Γ * ^ κάμπους, παο’ άΐ« ου §έρουν από νοντα, ^ ν« μετράνε θλθυθθ<ν ντια, όπως όηλαδά « „ Τ ς 0{μζβλουν κάνει από να σχετίζεται με μι«ν όλ(0ξ ^
ώκ
& ΞΞ
ζ λ
:
νοι και των μ «Ρυλακισμέ“ v δυο ημισφαιρίων
54/αφιερωμα ... φυσικά θα είχαν λάθος να αποκαλύψω την αλήθεια... γιατί λέγοντας την αλήθεια, θα ηρωποιούσα τον Χριστόφορο στα μάτια των νέων και θα είχαν σαν να τον πρότεινα παράδειγμα προς μίμησιν, πράγμα που για να είμαι ειλικρι νής, μου φαινότανε (τότε) απαράδεκτο. Έτσι κατάντησε να βλέπω την απροσδόκητη επέμβα ση του Χριστόρου σαν φυσικό φαινόμενο, σαν σεισμό λόγου χάρη, που γκρέμισε ξάφνου τους τοίχους της φυλακής μου... (σ. 189). Ας απομονώσουμε αυτήν την τελευταία παρο μοίωση του κειμένου και ας προσπαθήσουμε να την μελετήσουμε: κατάντησε να βλέπω την απροσδόκητη επέμβαση του Χριστόφορου σαν φυσικό q αινόμενο, σαν ένα σεισμό λόγου χάρη. Η βασική παρομοίωση είναι το σαν φυσικό φαι νόμενο, γιατί η δεύτερη, σαν ένα σεισμό λόγου χάρη, είναι ένα επεξηγηματικό σχόλιο της πρώ της. Εφόσον λοιπόν έβλεπε την εμφάνιση του Χριστόφορου σαν φυσικό φαινόμενο, τότε βάσει των κανόνων της παρομοίωσης η επέμβαση του Χριστόφορου δεν ήταν φυσικό φαινόμενο. Σύμ φωνα με τους φυσικούς νόμους εφόσον η επέμ βαση του Χριστόφορου αποτελούσε μια μετακί νηση της ύλης ήταν αναμφισβήτητα φυσικό φαι νόμενο. Ά ρ α στη διατύπωση: η επέμβαση του Χριστόφορου δεν ήταν φυσικό φαινόμενο ο όρος φυσικό φαινόμενο έχει μεταφορική σημασία, δη λαδή: συνηθισμένο γεγονός. Πράγματι η επέμβα ση του Χριστόφορου δεν ήταν συνηθισμένο γεγο νός. Στη φράση λοιπόν η επέμβαση του Χριστό φορου δεν ήταν φυσικό φαινόμενο το φυσικό φαινόμενο είναι μεταφορά, ενώ στη διατύπωση η επέμβαση του Χριστόφορου ήταν φυσικό φαινό μενο το φυσικό φαινόμενο είναι κυριολεξία βά σει των νόμων της Φυσικής. Οπότε στη διατύπω ση: κατάντησε να βλέπω την επέμβαση του Χρι στόφορου σαν, φυσικό φαινόμενο, το φυσικό φαινόμενο είναι μεταφορά. Δηλαδή: κατάντησε να βλέπω την απροσδόκητη εμφάνιση του Χρι στόφορου σαν συνηθισμένο γεγονός. Αυτό όμως αναιρείται από το επεξηγηματικό σχόλιο κάτι σαν σεισμό λόγου χάρη, που μας ανακαλεί πίσω στην κυριολεξία. Το φυσικό γεγονός λοιπόν συ νεχώς διανύει ακατάπαυστα τη διαδρομή ανάμε σα στην κυριολεξία και τη μεταφορά. Στη διά ζευξή μας κυριολεξία ή μεταφορά το ή αντιστοι χεί στο λακανικό vel που σημαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο, εφόσον δεν μπορεί να γίνει η επι λογή του ενός χωρίς την παρεμβολή του άλλου. Θα μπορούσαμε πάλι στην ανάγνωση της με ταφοράς η επέμβαση του Χριστόφορου δεν είναι φυσικό φαινόμενο, αντί για συνηθισμένο γεγονός να διαβάσουμε υπερφυσικό φαινόμενο. Ο αφη γητής αισθάνεται ντροπή για το ότι τον ελευθε ρώνει θυσιάζοντας τη ζωή του αυτός τον οποίο είχε απαρνηθεί και θεωρεί εξωανθρώπινο και υπερφυσικό φαινόμενο να ελευθερώνει και να θυσιάζεται ο απαρνημένος. Ο χαρακτηρισμός
υπερφυσικό φαινόμενο δεν χαρακτηρίζει παρά τις ενοχές που αισθάνεται ο αφηγητής και παρα μένει μια μεταφορά για την επέμβαση του Χρι στόφορου.11 Οπότε το υπερφυσικό φαινόμενο είναι μετα φορά, όπως μεταφορά είναι και το φυσικό φαι νόμενο, πράγμα που, όπως είδαμε, αναιρείται από το επεξηγηματικό σχόλιο. Πολύ αργότερα διαβάζουμε στο κείμενο: Ο Χριστόφορος... γύρισε το χαρτί του απ’ την άλλη μεριά και σχεδίασε στα γρήγορα, φουρκι σμένος θάλεγα, με σταθερές, κυκλικές κινήσεις του χεριού σχεδίασε τρεις αλληλοτεμνόμενους κύκλους... (σ. 266). Αν σχεδιάσουμε κι εμείς τους τρεις αλληλοτε μνόμενους κύκλους και ονομάσουμε τον πρώτο φυσικό φαινόμενο-κυριολεξία, τον δεύτερο φυσι κό φαινόμενο (υπερφυσικό)-μεταφορά και τον τρίτο φυσικό φαινόμενο (συνηθισμένο γεγονός)μεταφορά, θα έχουμε το εξής αποτέλεσμα:
Καταλήγουμε στο αγαπημένο σχήμα του Λακάν, το Borromean knot. Το ενδιάμεσο μαύρο τμήμα των κύκλων είναι ο χώρος του vel, δηλαδή ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Καμιά επιλογή δεν εί ναι δυνατή αυτοτελώς, χωρίς σύγκρουση με κά ποιαν άλλη. Το σημαινόμενο είναι καταδικασμέ νο να διαγράφει την πορεία του από τον ένα κύ κλο στον άλλο, να διαφέρει συνεχώς και να ανα βάλλεται. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να συνεχίσουμε το μύθο μας. Ό ταν ο Περσέας σκότωσε τη Μέδου σα, το Σημαινόμενο, από το αίμα της γεννήθηκε το φτερωτό άλογο, ο Πήγασος, το σύμβολο της ποίησης· ή πιο απλά το σύμβολο της μεταφοράς.
αψιερωμα/55 4.
Τι Μεταφέρει ο αναγνώστης
Κ’ έγινε ακόμα λόγος για τους χρησμούς και ο Φαντάρος παρατήρησε πως αν είτανε στη θέση του Οιδίποδα, όχι μόνο δε θα αυτοτυφλωνότανε, μα θα έλεγε στον Απόλλωνα πως δεν ευθύνεται για τίποτα, μια κι αυτός (ο Απόλλωνος) είχε προσχεδιάσει τα πάντα. Γιατί αυτός τον καταδίκασε τον Οιδίποδα να σκοτώσει τον πα τέρα του και να κοιμηθεί με τη μάνα του και η καταδίκη εκείνη δε βασιζότανε σε καμμιά απο λύτως κατηγορία. Ναι, τον καταδίκασε, γιατί ας μην παίζουμε με τις λέξεις, τι «Πράξε αυτό που σου λέω», τι «Θα πράξεις οπωσδήποτε αυ τό που σου λέω», η πρόβλεψη του Απόλλωνα ισοδυναμεί με διαταγή και ήτανε πολύ φυσικό να υπακούσει ο Οιδίποδας στη διαταγή Του, μια και είχε κάνει τη στρατιωτική του θητεία και είχε μάθει να υπακούει στις διαταγές των ανωτέρων του. (Εδώ κι ο Αβραάμ είχε δεχτεί να σφάξει το γιο του, γιατί να μη δεχότανε ο Οιδίποδας να σκοτώσει τον πατέρα του;). Το ότι είτανε διαταγή και απόφαση του Απόλλω να, αποδεικνύεται από το γεγονός ότι εγένετο τελικώς το θέλημά Του (σ. 254-5). λες οι προσωπικές αντωνυμίες που υπάρ χουν στο κείμενο και αναφέρονται στον Απόλλωνα γράφονται με κεφαλαίο, αναγνωρί ζοντας σε αυτόν μια υπέρτατη και διαχρονική παντοδυναμία. Ποιος είναι όμως αυτός ο παντο δύναμος θεός αν όχι ο Άλλος, η Συμβολική Τά ξη, ο υπέρτατος κριτής, το ίδιο το ασυνείδητο, που μεταφορικά δηλώνει τις διαταγές τους:
Ο
«σκότωσε τον πατέρα σου και κοιμήσου με τη μητέρα σου»; Μόνο στην περίπτωση του Οιδίπο δα ο χρησμός διατυπώθηκε κυριολεκτικά, αλλά έμελλε να αναγνωσθεί μεταφορικά, αφού ο Πόλυβος ήταν η μεταφορά του Λάιου, του αληθινού πατέρα του Οιδίποδα. Ο Περσέας ήταν πιο τυχερός. Είχε πάντοτε συμπαραστάτες του τους θεούς. Ο χρησμός του Απόλλωνα ήταν ότι θα σκότωνε τον παππού του, τον πατέρα της μητέρας του και γι’ αυτό ο παππούς του ο Ακρίσιος έδιωξε μακριά τη Δα νάη με το γιο της, για να αποφύγει το χρησμό. Ο Περσέας τελικά σκοτώνει τον Ακρίσιο, κατά λά θος και πάλι, αλλά ο Ακρίσιος είναι έξω από το δικό του τρίγωνο, είναι στο τρίγωνο της μάνας του, της Δανάης. Ο Περσέας και ο Ακρίσιος βρίσκονται στον άξονα της αιμομιξίας με τη Δα νάη ως κέντρο και κοινή κορυφή των δυο τριγώ νων, που παραμένουν τελικά αλώβητα. Ο Περ σέας δεν τιμωρείται ποτέ. Μόνο ο πόθος για την παρθένο Δανάη θριαμβεύει. Ο Ακρίσιος έριξε την κόρη του και τον Περσέα στη θάλασσα μέσα σε ένα πιθάρι, για να πνιγούν. Το κύμα τους βγάζει στη Σέριφο. Ο βασιλιάς Πολυδέκτης ερω τεύεται τη Δανάη. Εμπόδιο σε αυτό το δεσμό εί ναι ο Περσέας. Ο Πολυδέκτης για να απαλλαγεί από τον Περσέα τον στέλνει να σκοτώσει τη Μέ δουσα. Ο Περσέας κερδίζει τον αγώνα, για να πάρει πίσω τη μάνα από τον εραστή. Η Μέδουσα δεν είναι ο σκοπός, είναι το μέσο για την ικανο ποίηση που συνεχώς αναβάλλεται. Και όχι απλώς αναβάλλεται, αλλά και θυσιάζεται χάριν
56/αφιερωμα της ικανοποίησης που προσφέρει ο Άλλος. Επι θυμία άλλωστε είναι η επιθυμία του Άλλου. Ο Περσέας δεν θα κοιμηθεί με τη Δανάη. Απλώς θα διαφυλάξει την παρθενιά της. Η θυσία της επιθυμίας άλλωστε προκαλεί ικανοποίηση, και κατά τον Λακάν: Η αληθινή λειτουργία του πατέρα είναι ...βασι κά να συμφιλιώσει (και όχι να αντιπαραθέσει) την επιθυμία με τον νόμο.12 Και ο Περσέας που είναι ο γιος του Δία, ο γιος του Νόμου, ο Λόγος του Θεού ξέρει να συμ βιβάζει την επιθυμία με τον Νόμο και να είναι αγαπητός στους θεούς. Η επιθυμία της αιμομι ξίας επενδύεται με τη διαφύλαξη της παρθενίας της Δανάης, που είναι ο υπέρτατος Νόμος. Αν και αυτή η παρθενία δεν είναι παρά μια μακρινή υπόσχεση για τον ίδιο τον γιο. Η επιθυμία του αφηγητή είναι η δύναμη μέσα στο Κόμμα, η κοινωνική αναγνώριση, η επιθυμία του Άλλου. Για τον Λακάν υπάρχει μόνο ένα «νόημα, η επιθυμία για αναγνώριση».14 Το μέσο για αυτή την αναγνώριση είναι η νίκη του πολέ μου, η μεταφορά του Κιβωτίου από την πόλη Κ στην πόλη Ν και το παράσημο. Αυτό το παράση μο που διεγείρει την επιθυμία, είναι το αντικεί μενο (α), η επιβεβαίωση και αναγνώριση ότι το καθήκον εκτελέστηκε. Μήπως όμως το παράση μο αποκτά ξαφνικά κάποιο νόημα και δεν είναι ένα απλό σημαίνον; Στην κηδεία του Γρηγόρη πίσω απο το φέρετρο ακολουθούσε ο γραμμα τέας της Επιτροπής Πόλης, ... κρατώντας ένα κόκκινο μαξιλαράκι, όπου είχανε καρφιτσώσει τα έξη του παράσημα (σ. 132). Και ο Νικήτας πριν από την εκτέλεσή του ζή τησε να του καρφιτσώσουν στο πουκάμισο το παράσημό του: Είτανε ένα μεγάλο μετάλλιο, διπλάσιο από ει κοσάρικο και αρκετά χοντρό. Σκέφτηκα πως αν το σημαδέψω και πετύχω κέντρο, η σφαίρα δε θα το τρυπήσει, θα εξοστρακιστεί (σ. 61). Στον αλγοριθμικό τύπο του Λακάν για τη με ταφορά14
' τ - ^
)
βλέπουμε ξαφνικά να ανατέλλει κάποιο νόημα (+s). Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το μοναδικό νόημα είναι η επίδραση του σημαίνο ντος πάνω στο υποκείμενο. Ο χώρος, με άλλα λόγια, που έχει καταλάβει το σημαίνον στο ασυ νείδητό του. Η αντικατατάσταση του ενός ση μαίνοντος (S) από έναν άλλο σημαίνον (S'), που είναι η προϋπόθεση της μεταφοράς, μπορεί να έχει ως νόημα μόνο μια βαθιά ουλή στο υποκεί μενο:
Πριν από πέντε μέρες, μου φάνηκε πως αν είχα ένα τσιγάρο, θα μπορούσα να θυμηθώ τα τελευ ταία λόγια του λοχαγού Νικήτα, τώρα όμως έχοντας σκεφθεί και διερευνήσει το θέμα απ’ όλες τις μεριές, κατάλαβα ότι κανένα τσιγάρο δεν πρόκειται να με βοηθήσει, γιατί τα λόγια του δεν χαρακτήκανε απλούστατα στη μνήμη μου, ή μάλλον χαρακτήκανε πάνω σε άλλα, ήδη χαραγμένα λόγια, λες και έγινε στη μνήμη μου διπλή εγγραφή, δυο εγγραφές ταυτόχρονα θέλω να πω, η μια πάνω στην άλλη, χαλώντας η μια την άλλη, μπερδεύοντας η μια τα λόγια της άλ λης, γιατί την ώρα εκείνη... τι πρόφτασε να πει ο λοχαγός Νικήτας, κανονικά τα λόγια του εκείνα, τα τελευταία του, θάπρεπε να χαρακτούν, να εγγραφούνε πεντακάθαρα στη μνήμη μου, μα η εγγραφή εκείνη έγινε πάνω στα λόγια του φίλου μου του Χάρη, ίσως γιατί κ’ εκείνος μίλαγε με ένα ελάχιστο ψεύδισμα, πιο αργά απ’ ό,τι θα το περίμενες και τώρα πια έχω πειστεί ότι μου είναι αδύνατο να θυμηθώ τα λόγια του λοχαγού Νικήτα, όσα τσιγάρα κι αν καπνίσω, όσο κι αν στύψω το μυαλό μου και το μόνο που μένει και θα μένει για πάντα στη μνήμη μου, εί ναι η φωνή του λογαγού Νικήτα, ο τόνος της φωνής του, που ντουμπλάριζε θάλεγα τη φωνή του Χάρη, με αποτέλεσμα να μείνει μόνο ο τό νος της φωνής και τα λόγια να χαθούν... Και το μόνο που θυμάμαι πεντακάθαρα... είναι πως ένα δευτερόλεπτο πριν ακουστεί το «Πυρ» ο λο χαγός Νικήτας τέλειωσε τη φράση του και περ νώντας ίσως σε άλλο θέμα, είπε «Σύντροφοι», (σ. 101-2). Τα λόγια του Νικήτα καταστράφηκαν, για να καταστρέφουν μαζί και τα λόγια του Χάρη. Το μόνο που απομένει και αναδύεται από αυτή την αντικατάσταση του ενός σημαίνοντος από το άλ λο σημαίνον είναι ο τόνος της φωνής του Χάρη και η λέξη Σύντροφοι του Νικήτα, που δεν δί νουν παρά ένα ίχνος από τη συμπυκνωμένη ενο χή του αφηγητή για τη συμβολή του στην εκτέλε ση των δυο φίλων του. Κατά τα άλλα και ο τό νος της φωνής του Χάρη και η λέξη Σύντροφοι είναι μόνο δύο σημαίνοντα άδεια, όπως το άδειο βαρέλι πάνω στον τάφο του Νικήτα: ... οι τέσσερις του συνεργείου ταφής καθαρί σανε έναν χώρο δίπλα στον μαντρότοιχο, παρα μερίζοντας παλιοσίδερα, ντενεκέδες και ένα άδειο βαρέλι, σκάψανε εκεί ένα λάκκο, ρίξανε μέσα τους πέντε εκτελεσθέντες, απογέμισαν τον λάκκο με χώματα, ξαναπέταξαν από πάνω τα παλιοσίδερα, τους ντενεκέδες και το σκουρια σμένο βαρέλι... πήγα και έστησα όρθιο το σιδε ρένιο βαρέλι πάνω στα παλιοσίδερα, (σ. 103) Το βαρέλι είναι άδειο σαν το φέρετρο του Γρη γόρη το σκεπασμένο με τη σημαία, για να τιμηθεί ο νεκρός: ... αποφασίστηκε να βάλουν στον οκρίβαντα ένα σανιδένιο, άδειο φέρετρο, σκεπασμένο με μια κόκκινη σημαία, και τα κομματικά στελέχη να κουβαλήσουνε στα χέρια εκ περιτροπής το άλλο φέρετρο, το σκαλιστό, με το νεκρό του Γρηγόρη, βαδίζοντας πίσω απ’ τον οκρίβαντα
αφιερωμα/57 κι αποδίδοντας έτσι διπλές τιμές στον τόσο πρόωρα χαμένον σύντροφο, (σ. 131) Ο Γρηγόρης είναι ο τιμημένος νεκρός κι έχει μπροστά του ένα άδειο φέρετρο σκεπασμένο με τη σημαία, ενώ ο Νικήτας ο ατιμασμένος και εκτελεσμένος νεκρός έχει πάνω του ένα άδειο βαρέλι. Το φέρετρο του Γρηγόρη είναι άδειο σαν το ραδιόφωνο του Αλέκου, «ένα άδειο κουτί» (σ. 207) και σαν το παγούρι του αφηγητή: Έγυρα προς τα πίσω το κεφάλι μου, αναποδο γύρισα πάνω απ’ το στόμα μου το παγούρι, μα τλεικά αναγκάστηκα να το παραδεχτώ πως ήταν άδειο. Θύμωσα τόσο πολύ, που πέταξα το παγούρι στις πέτρες. Ξανάβαλα τις αρβύλες, πέρασα το ντουφέκι στον ώμο, μάζεψα το πα γούρι και ξανατράβηξα τον ανήφορο, (σ. 195) Το άδειο παγούρι του αφηγηγή είναι άδειο όπως το Κιβώτιο, που είχανε μπροστά τους οι τριανταεννέα νεκροί της αποστολής που κοντεύ ουν να γίνουν σαράντα. Τόσα κορμιά ριγμένα στα σαγόνια της θάλασας στα σαγόνια της γηςτόσες ψυχές δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι. Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου για ένα πουκάμισο αδειανό...15 Το βιβλίο είναι η απολογία ενός φυλακισμένου χωρίς κατηγορία. Πρέπει να δώσει μια πειστική ερμηνεία στο άδειο Κιβώτιο, τέτοια που να ικα νοποιεί τον ανακριτή, για να τον αφήσει ελεύθε ρο. Μια ερμηνεία που να ικανοποιεί τον Υπέρ τατο Κριτή, τη Συμβολική Τάξη, που είναι η πιο ασφυκτική φυλακή. Η ειρωνεία είναι πως όσο πε ρισσότερες ερμηνευτικές εκδοχές προτείνει ο αφηγητής, τόσο πιο βαθιά φυλακίζεται μέσα στη Συμβολική Τάξη. Το μόνο άνοιγμα διαφυγής βρίσκεται στη συμβολή του Συμβολικού με το Φαντασιακό, στο στρίψιμο του Moebius strip, στην πόρτα των εκτελέσεων. Το Φαντασιακό βρίσκεται μέσα στο σταθμό των αυτοκινήτων, εκεί όπου οι ναρκισσευόμενοι σύντροφοι της αποστολής φαντάζονται τον εαυτό τους ολοκλη ρωμένο. Απέξω βρίσκεται το Συμβολικό, το αρ χηγείο των αποφάσεων, ο Λόγος του Νόμου και του Θεού, που τα μηνύματά του έρχονται κωδικοποιημένα, αλλά αποκωδικοποιούνται με ένα Ευαγγέλιο καμουφλαρισμένο με το εξώφυλλο του Ελληνοαγγλικού Λεξικού. Στη συμβολή αυ τών των δύο βρίσκεται το Πραγματικό, η πόρτα των εκτελέσεων, η πύρινη πόρτα. Σε λίγο, κάποιος παρατήρησε πως δεν έπρεπε να αφήσουμε τα αίματα να φαίνονται εκεί στο χώμα, μπροστά στη σιδερένια πόρτα και ο υπο-
λοχαγός Τηλέμαχος είπε να ρίξουμε βενζίνη και να βάλουμε φωτιά, να καεί η βενζίνη καίγοντας το χώμα και τα αίματα και ρίξαμε μπόλικη βεν ζίνη, ξανανοίγοντας τη σιδερένια πόρτα κι αφήνοντάς την ανοιχτή, να μη μαυρίσουνε απ’ τις φλόγες κι από τους καπνούς οι λαμαρίνες της και όταν βάλαμε φωτιά στη βενζίνη, εγώ είΟ Ά ρη ς στην Ολ λανδία
58/αφιερωμα μουνα μέσα στο γκαράζ και οι φλόγες πεταχτήκανε ψηλά κι ανέβηκε ο καπνός και είτανε σα νάχε ξανακλείσει η πόρτα του γκαράζ, μονό φυλλη τούτη τη φορά, ατόφια, κάθετη (που ανοιγόκλεινε κάθετα, θέλω να πω) κοκκινόμαυρη και λίγο-λίγο άρχισε να ξανανοίγει η πόρτα εκείνη, σαν να τη ρούφαγε η γης, ώσπου σβή σανε κάποτε οι φλόγες και απόμεινε μια κατάμαυρη λουρίδα εκεί στο χώμα, μπροστά στη δί φυλλη, σιδερένια πόρτα, που ξανάκλεισε και μείναμε μέσα εμείς οι είκοσι εννέα, ενώ οι τέσ σερις του συνεργείου ταφής καθαρίσανε έναν χώρο δίπλα στο μαντρότοιχο, παραμερίζοντας παλιοσίδερα, ντενεκέδες και ένα άδειο σιδερέ νιο βαρέλι, (σ. 102-3) Ο απολογούμενος απολογείται σε έναν άγνω στο ανακριτή, που δεν τον βλέπει ποτέ, που δεν τον ακούει ποτέ, που δεν έχει ποτέ κανένα μήνυ μα, παρά μόνο τις τέσσερις καθημερινά κόλλες χαρτί και το μελάνι. Ο απολογούμενος γράφει την απολογία του και κάθε μέρα ο δεσμοφύλα κας παίρνει το γραμμένο χαρτί και αφήνει στη θέση του το άγραφο. Ό σο ο απολογούμενος αναβάλλει το νόημα παρατείνει τη ζωή του. Ο ανακριτής δεν επεμβαίνει, όπως δεν επεμβαίνει και ο αναγνώστης. Η σχέση απολογούμενουανακριτή αντιστοιχεί πλήρως προς τη σχέση αφηγητή-αναγνώστη. Ο αναγνώστης ως ανακρι τής απαιτεί το νόημα του Κιβωτίου. Οποιοδήποτε και αν είναι το νόημα που θα δώσει ο ανα γνώστης θα οδηγήσει στο θάνατο του υποκειμέ νου, του απολογούμενου-αφηγητή, «αφού το ση μαίνον εκπροσωπεί το υποκείμενο για ένα άλλο σημαίνον», με αποτέλεσμα πάντοτε τον αφανισμό του υποκειμένου. Το νόημα που θα δώσει ο αναγνώστης δεν θα είναι παρά το νέο σημαίνον, που θα επιφέρει τον αφανισμό του αφηγητή και κατ’ επέκταση και του συγγραφέα. Ο αφηγητής αναφερόμενος στο επισκεπτήριό του αναρωτιέ ται μήπως μεταφέρει σήματα λνγρά (σ. 93), δη λαδή μηνύματα ολέθρια. Το σήμα όμως εκτός από μήνυμα σημαίνει και τάφος. Τα σήματα λν γρά μπορεί να σημαίνουν και τάφους ολέθριους. Το σημείο επαφής ανάμεσα στον αναγνώστη και το συγγραφέα είναι το κείμενο, το σημαίνον. Αν θελήσουμε να δούμε σχηματικά τη σχέση συγ γραφέα και αναγνώστη, το χώρο τι,' τομής των δυο κύκλων θα καταλάβει το κείμενο. Αν ο ανα γνώστης μετατρέψει το κείμενο σε Νόημα, τότε θα μετατραπούν και οι σχέσεις αναγνώστη-συγγραφέα σε σχέση εκτελεστή-εκτελούμενου: Και ο αναγνώστης όμως σύντομα θα μετατρ,απεί σε εκτελούμενο από κάποιον άλλο εκτελεστή. Ό ταν ο αφηγητής προσπαθεί να θυμηθεί τα λό για του Νικήτα συνεχώς δοκιμάζει τον ρόλο του εκτελεστή και του εκτελούμενου. Αν θυμηθεί το νόημα των λόγων του Νικήτα, αφού θα είναι αδύνατο να θυμηθεί όλα ακριβώς τα σημαίνο ντα, τότε θα γίνει εκτελεστής. Αν αυτό το νόημα
το παραδώσει στον αναγνώστη-ανακριτή, αλλά ζει σε εκτελούμενο. Ό ταν ο αφηγητής προσπα θεί να θυμηθεί τα λόγια του Νικήτα βαδίζει μέ σα στο κελί του πάνω-κάτω: Τόβαλα πείσμα να θυμηθώ τα λόγια του, σηκώ θηκα, άρχισα να κόβω βόλτες στο κελλί, έξι βή ματα μπρος, έξι βήματα πίσω... (σ. 97) Τα έξι βήματα όμως είναι η απόσταση που τη ρούσαν στις εκτελέσεις μεταξύ εκτελουμένων και εκτελεστικού αποσπάσματος. Ο αφηγητής βαδί ζοντας αυτά τα έξι βήματα πάνω κάτω αλλάζει συνεχώς ρόλο, κινείται ανάμεσα στη θέση του εκτελεστή και του εκτελούμενου. α πρέπει εδώ να ολοκληρώσουμε πια το μύ θο. Ό ταν ο Περσέας σκότωσε τη Μέδουσα, έκοψε το κεφάλι της, το έβαλε σ’ ένα σακκί και το πήρε μαζί του. Μετά πήγε στη Σέριφο, για να πολεμήσει τον Πολυδέκτη και να πάρει πίσω τη μάνα του. Έβγαλε από το σακκί το κεφάλι της Μέδουσας και στη θέα του πέτρωσαν και ο Πολυδέκτης και οι πολεμιστές του. Ο Περσέας, ο Υιός του Θεού Δία, ο Υ.ός της Παρθένου Δα νάης, ο Λόγος του Θεού σκότωσε το Σημαινόμενο, για να το κάνει δικό του έστω και νεκρό. Το Σημαινόμενο έστω και νεκρό εξακολουθεί να πε τρώνει τους ανθρώπους στα χέρια του Λόγου. Ο αναγνώστης/ανακριτής αναζητώντας το σημαινόμενο καταδικάζει σε θάνατο. Ο αναγνώστης/αναλυτής αναζητεί τα σημαίνοντα και ψη λαφεί τις ουλές που άφησαν πίσω τους. Ο αναγνώστης/αναλυτής αντιμετωπίζει το κείμενο σαν ψυχή και την ψυχή του σαν κείμενο, οι ουλές του κειμένου συναντούν τις δικές του ουλές. Αρνείται τη θανατική εκτέλεση, αλλά παραχωρεί απλόχερα το δικαίωμα της αυτοκτονίας. Ο αφηγητής μπορεί μόνο μια επιθυμία του να ικανοποιήσει ειλικρινά, την επιθυμία του θανά του: ... Μου πέρασε η σκέψη ότι ο Απόλλωνος θα μπορούσε να πει στον Οιδίποδα του Φαντάρου, «όλα αυτά είναι προφάσεις, αν πράγματι δεν ήθελες να επαληθεύσει ο χρησμός, αν πράγματι δεν ήθελες να εκτελέσεις την έμμεση αλλά σαφή διαταγή μου, όπως προτιμάς να λες - με τις λέ ξεις θα παίζουμε τώρα; - αν πράγματι δεν ήθε λες να σκοτώσεις τον πατέρα σου, υπήρχε τρό πος, αρκεί να το αποφάσιζες, βγαίνοντας απ’ το Μαντείο, να σκοτωθείς επί τόπου», παρ’ όλα αυτά το ξέχασα, δεν έκρυψα το κυάνιο στον επίδεσμο κι αν νομίζετε λοιπόν πως θα γεμίσει το κιβώτιο με το πτώμα μου, τι περιμένετε και δε με στήνετε στα έξη βήματα, στον τοίχο, ή μάλλον στη σιδερένια, δίφυλλη πόρτα, (σ. 2923) Η μόνη δυνατή επιθυμία είναι ο θάνατος, αλ λά ο θάνατος ως πράξη και όχι ως λέξη, γιατί η λέξη θάνατος μπορεί να σημαίνει ζωή, όπως τότε που έπρεπε η αποστολή να περάσει το φυλάκιο και το σύνθημα ήταν Λευτεριά και το παρασύν θημα Θάνατος. Κι ο υπαρχηγός αποστολής είπε
Θ
αφιερωμα/59
στο σύνθημα Λευτεριά και στο παρασύνθημα Ή Θάνατος, ή μάλλον Ηθάνατος, έτσι το είπε ο Ίκαρος, σαν να ’τανε μια λέξη. (σ. 223) Και ο σκοπός τον πυροβόλησε αμέσως. Ευτυχώς που ο Σταμάτης... φώναξε, Παρασύν θημα θάνατος, αλλιώς μπορεί να ξαναπυροβολοΰσανε απ’ το φυλάκιο και νάχαμε κι άλλα θύ ματα. (σ. 224) Η λέξη θάνατος λοιπόν οδηγεί στη ζωή, ο πραγματικός θάνατος συναντιέται με τη λέξη Ηθάνατος. Κι αυτή η εκτέλεση όμως μπροστά στη δίφυλλη σιδερένια πόρτα για τον αναγνώστη δεν είναι παρά ένα απλό σημαίνον, μια φωτογραφία. Άλλωστε οι εκτελέσεις γίνονται μπροστά σε τοί χους, μπροστά στις πόρτες βγάζουν μόνο ανα μνηστικές φωτογραφίες. Μια φωτογραφία με τους πέντε συντρόφους μπροστά, στη μέση ο Νι κήτας και στο πουκάμισό του καρφιτσωμένο το αντικείμενο (α), το μεγάλο γυαλιστερό παράση μο.
Όταν λέω... παράσημο, είναι βέβαια σχήμα λό γου, δεν είχαμε τότε τη δυνατότητα να λυώνουμε το μέταλλο και ποιος θα έφτιαχνε το καλούπι, με δυο λόγια δεν διαθέταμε μεταλλιοκοπείο κι αν διαθέταμε, θα το μετατρέπαμε σε νομι σματοκοπείο, να κόβουμε λίρες, θα είτανε πολύ πρακτικότερο, (σ. 256) Αφού το παράσημο είναι ένα σχήμα λόγου, άρα και ο αφηγητής, όταν στόχευε με το όπλο του στο παράσημο του Νικήτα, σε ένα σχήμα λό γου στόχευε, μακριά από την καρδιά του Νική τα, μακριά από το νόημα, που είναι ο θάνατος. Ακόμη και το κόκκινο μαξιλαράκι με τα έξι πα ράσημα του Γρηγόρη, που κρατούσε ο γραμμα τέας της Επιτροπής Πόλης πίσω από το φέρετρο του Γρηγόρη, κι αυτό αποδεικνύεται ένα σχήμα λόγου. Το αντικείμενο (α) αποδεικνύεται μια απάτη. Δεν μπορεί να προσφέρει την ικανοποίη ση που υποσχέθηκε. Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου, αποτελούμενο από τριάνταέξι σελίδες, είναι το επιθα νάτιο παραλήρημα ενός μελλοθάνατου, χωρίς
60/αφιερωμα καμιά τελεία, παρά μόνο ένα ερωτηματικό στο τέλος. Ο αναγνώστης θα κλείσει το βιβλίο, για να το συνεχίσει κάποια άλλη στιγμή. Τα σημαί νοντα του βιβλίου θα συνεχίσουν τα παιχνίδια τους και τις ουλές τους και πέρα από το χώροτου βιβλίου. Το επισκεπτήριο θα συνεχίσει να εναλλάσσει τα οχτώ του γράμματα: Όχι μια λέξη λοιπόν, μα οχτώ γράμματα, που μπορεί να μεταδίνανε το οποιοδήποτε φραξιο νιστικό, αντιφραξιονιστικό, λενινιστικό, δογ ματικό, κομματικό, υπερκομματικό, αντικομμα τικό μήνυμα κι αν επρόκειτο για μια μόνο λέξη, να το μεταδίνανε με ένα ρήμα στην προστακτι κή λόχου χάρη,... ή με ένα αφηρημένο ουσια στικό... ή με ένα κύριο όνομα... ή μια λέξη ανύ παρκτη, συνθηματική («τραλαλάξ», «κερκιλία», «βωτικόνι» κ.ο.κ.). (σ. 274)
Το κείμενο δεν λέει το πολυώνυμο ή η συνάρ τηση ισούται με το μηδέν, πράγμα που θα οδη γούσε στη λύση του άγνωστου X. Ο όρος εξίσω ση περιλαμβάνει και τα δυο σκέλη, και το αρι στερό και το δεξί, και το πολυώνυμο και το μη δέν. Η διατύπωση η εξίσωση ισούται με το μηδέν σημαίνει πως ο σκοπός της εξίσωσης ισούται με το μηδέν, η εξίσωση δεν έχει νόημα, δεν μπορεί να δώσει τιμή στον άγνωστο X, δεν μπορεί να δώσει νόημα στο σημαίνον. Και αυτό είναι αναμφισβήτητο, το απόδειχνε ο μαθηματικός στον πίνακα, κάτω από τις νότες του ξυραφιού. Ίσως είναι το ίδιο ξυράφι που έκοψε το χέρι του αναγνώστη/ανακριτή, της Ρένας και της Αβαρβαρέης.
Τα σημαίνοντα συνεχίζουν να αναγραμματίζονται. Ο αναγνώστης δεν έχει βάλει ακόμη την τε λεία του. Το βωτικόνι μπορεί να γραφεί και κιβώτιον, το άδειο σημαίνον, η κερκιλία μπορεί να γραφεί και κρικέλια, οι κύκλοι δηλαδή του Χρι στόφορου, ο Borromeanknot της μεταφοράς και της κυριολεξίας, και το τραλαλάξ μπορεί να γραφεί και αρ. αλξ. αλτ, δηλαδή Ά ρη Αλεξάν δρου αλτ!, σταμάτα επιτέλους. Τα νοήματα όλα έχουν υποχωρήσει. Η Αβαρβαρέη, το επισκεπτήριο, το Κιβώτιο δεν είναι παρά μόνο σημαίνοντα, που αρνούνται κάθε νόημα. Αυτό ισχυρίζεται άλλωστε και το ίδιο το κείμενο: Δεν μαρτύρησα ποτέ τον ένοχο, ενώ τον είχα δει να μπήγει το σπασμένο ξυραφάκι σε μια χα ραμάδα του θρανίου, να λυγίζει τη λεπτή λάμα και να την αφήνει απότομα, παλλόμενη, πλημ μυρίζοντας την τάξη με νότες σχεδόν αρμονι κές, την ώρα που ο μαθηματικός, έχοντάς μας γυρισμένη την πλάτη, απόδειχνε, γράφοντας στον πίνακα, ότι η εξίσωση ισούται με το μηδέν (σ.158, ή πλαγιογράφηση δική μου)*1
-«Τ ’ αγάλματα είναι στο μουσείο». -« Όχι, σε κυνηγούν, πώς δεν το βλέπεις; θέλω να πω με τα σπασμένα μέλη τους, με την αλλοτινή μορφή τους που <3εν γνώρισες κι όμως την ξέρεις... ■.. Αλήθεια, τα συντρίμμια δεν είναι εκείνα: εσύ ’σαι το ρημάδι4 σε κυνηγούν με μια παράξενη παρθενιά στο σπίτι στο γραφείο στις δεξιώσεις των μεγιστάνων, στον ανομολόγητο φόβο του ύπνουμιλούν για περιστατικά που θα ήθελες να μην υπάρχουν ή να γινόντουσαν χρόνια μετά το θάνατό σου, κι’ αυτά είναι δύσκολα γιατί...» -«Τ ’ αγάλματα είναι στο μουσείο. Καληνύχτα». -«... γιατί τ ’ αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια, είμαστε εμείς. Τ’ αγάλματα λυγίζουν αλα φριά... καληνύχτα».16
Σημειώσεις 1. Ζακ Λακάν, Οι Τέσσερις θεμελιακές Έννοιες της Ψυχα νάλυσης, εκδ. Ράππα 1982, σ. 300. 2. Κατά την Anika Lemaire το Λακανικό αντικείμενο (α)... «... είναι ο εκπρόσωπος του αντικειμένου της στέρησης (του φαλλού) ή η μετωνυμία του αντικειμένου της επιθυ μίας, (το φετίχ για παράδειγμα). Εν ολίγοις, το αντικείμε νο (α) αποτελεί το σημαίνον της επιθυμίας, όποια κι αν εί ναι αυτή, και προκύπτει από τη συμβολική του συσχέτιση προς το ασυνείδητο σημαινόμενο. Anika Lemaire Jacques Lacan, English translation, Routledge & Kegan Paul, 1986, σ. 174. 3. Jacques Iacan, Ecrits, A Selection, Tavistok Publications, σ. 148. 4. Ιλιάδα Z, 22. 5. Γιώργος Σεφέρης, Ποιήματα, Ίκαρος, σ. 189. 6. Βλ. και Jacques Derrida, Dissemination, English transla tion, p. 105. Τη στάση της μνήμης απέναντι στο νόημα, δη λαδή την αλήθεια, ο Derrida περιγράφει με τον ρηματικό τύπο Μέάυεέε που μοιραία μας παραπέμπει στο μύθο της Μέδουσας. Κατά τον Derrida η μνήμη παραμένει άγρυπνη
μπροστά στα σημαίνοντα, ενώ το νόημα τη μετατρέπει σε λήθη. 7. Γιώργη Γιατρομανωλάκη, «Ο Βασιλιάς της Ασίνης», Στιγ μή. 1986, σ. 87. 8. Robert Ε. Ornstein, The Psycnology of Consciousness, se cond edition, Harcourt Brace Jovanovish, Inc. 1977. 9. Ζιλ Ντελέζ-Φελίξ Γκουατταρί, Καπιταλισμός και Σχιζο φρένεια, Ο Αντι-Οιδίπσυς, εκδ. Ράππα, σ. 89-90. 10. Jacques Lacan, Ecrits, A Selection, Tavistock Publications, σ. 158. 11. Πρβλ. και το σχόλιο του Derrida για τον Rousseau, ότι η λέξη γίγαντας δεν δηλώνει το μέγεθος του ανθρώπου, αλ λά το φόβο που αισθανόμαστε για αυτόν. Jacques Derrida, Of Grammatology, John Hopkins University Press, σ. 276. 12. Jacques Lacan, Ecrits, A Selection, Tavistock Publications, σ. 321. 13. To απόσπασμα παραθέτει η Juliet Flower Mac Cannel, Fi guring Lacan, Croom Helm, 1986, σ. 93. 14. Jacques Lacan, Ecrits, A Selection, Tavistok Publications, σ. 164. 15. Γιώργος Σεφέρης, Ελένη. 16: Γιώργος Σεφέρης, Κίχλη Β', ό ήδονικός Έλπήνωρ.
αψιερωμα/61
Γ ιά ν ν η ς Μ π α σ κ ό ζ ο ς
Ο Άρης Αλεξάνδρου έξω από το «Κιβώτιο» σημαίνει τρεις ποιητικές συλλο γές συν κάτι σκόρπια ποιήματα, ένα μικρό σύνολο δοκιμίων, ένα παιδικό πα ραμύθι, ένας διάλογος, τρία σενάρια και κάτι λίγα, ανέκδοτα ακόμα, κείμενα. μως όλα αυτά έχουν σχέση με το «Κιβώτιο» γιατί έχουν σχέση με την ίδια τη ζωή. Η πε ρίπτωση Ά ρη Αλεξάνδρου είναι κάτι περισσότε ρο από το έργο του καθεαυτό. Και αυτό φαίνε ται περισσότερο στο ποιητικό και δοκιμιακό του έργο, που θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει κα νείς σαν ένα σύνολο ντοκυμαντερίστικου υλικού για μια συγκεκριμένη περίπτωση. Αυτήν του πο λιτικού και ποιητή Ά ρη Αλεξάνδρου.
Ο
Δεν θα μπορούσε κανείς να δει τον Ά ρη Αλε ξάνδρου ανεξάρτητα από την εποχή του, την πο λιτική και τη γενιά του. Διατρέχοντας το ποιητι κό και δοκιμιακό του έργο ανακαλύπτεις μια πα ράλληλη σχεδόν πορεία μ’ αυτή της κίνησης των ιδεών και των τραυματικών εμπειριών της στη μεταπολεμική Ελλάδα. Όμως μέσα σ’ αυτή την εποχή, μέσα σ’ αυτή την πόλη των ιδεών της αριστερός, ο Αλεξάν
δρου μοιάζει μοναχική περίπτωση. Είχε το θάρ ρος να δει τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις που κυοφορούσε ένα πολλά υποσχόμενο ρεύμα και είχε ακόμα περισσότερο το θάρρος να παραμείνει μέσα σ’ αυτό το ρεύμα χωρίς να πάρει το μέ ρος κανενός, κριτικάροντας τους αντιμάχους. Γι’ αυτό και καταδικάστηκε από το ίδιο το ρεύμα στη λησμονιά. Οι μεν επικρατήσαντες τον «διέγραφαν» από ποιητή για πολιτικούς λόγους, οι δε ηττηθέντες τον επικαλέσθηκαν σαν επίκε ντρο στις υποσχέσεις τους για ανανεωμένο πολι τικό λόγο. Κανείς τους δεν τον είδε σαν ποιητή. Ενδεικτικό γι’ αυτό είναι οι με λίγες αλλά σημα ντικές εξαιρέσεις ανύπαρκτη κριτικογραφία για τό έργο του. Θα έλεγα ότι πρόκειται για πρόκλη ση αν αναλογιστεί κανείς τις τιμές που αποδόθη καν και αποδίδονται σε ποιητές της γενιάς του πάλι για πολιτικούς λόγους - απ’ όλους τους φευ! - προηγούμενους ιδεολογικά αντίθετους.
62/αφιερωμα Ο ποιητής Άρης Αλεξάνδρου και η εποχή του Ά ρης Αλεξάνδρου, όπως και πολλοί ποιη τές της γενιάς του, δεν απόλαυσε λοιπόν το στοιχειώδες δικαίωμα του ποιητή, να τον κρί νουν σαν ποιητή. Η πολιτική του στάση αποτέλεσε το κύριο κριτήριο για τη στάση της διανόησης της αριστερός απέναντι στο έργο του. Αυτό δε σημαίνει ότι η ποίηση δεν μπορεί να έχει σχέση με την πολιτική. Υποδηλώνει όμως ότι δεν μπο ρεί η δεύτερη να υποκαθιστά ή και να εξορίζει την πρώτη. Ά ρης Αλεξάνδρου λοιπόν, ένας πο λιτικός ποιητής. Ας δούμε όμως τι σημαίνει αυτό. Ποια είναι η εποχή που σαν αδήριτο back-ground σφράγισε τη δημιουργία του ποιητή, προσφέροντάς του ελά χιστες διαφυγές. Η μεταπολεμική εποχή που αναπτύσσεται το κύριο συγγραφικό έργο του Α. Αλεξάνδρου είναι εποχή έντονων ιδεολογικών συγκρούσεων, όπου η τέχνη δεν ξεφεύγει αλλά ακολουθεί την άμπωτη και την παλίρροια των ιδεολογιών που κτυπιούνται και συγχωνεύονται και πάλι χωρίζουν στην τεταμένη πολιτική σκη νή της μεταπολεμικής Ελλάδας. Οι ποιητές της αριστερός στρατεύονται και δημιουργούν, χωρίς καν να θέτουν στην αρχή οποιοδήποτε προβλη ματισμό πάνω στη σχέση ένταξης και δημιουρ γίας. Όμως η ποίηση των ιδεών απαιτεί κάτι πε ρισσότερο από το ιδεολογικό’υλικό που προσφέ ρει η καθημερινή πολιτική εμπειρία. Έ χει από πολλούς τονιστεί ότι μετά τη μεταξική δικτατο ρία η φιλοσοφική σκέψη είναι καχεκτική και οι μεγάλοι στοχαστές του ύψους του Δ. Γληνού ή του Γ. Θεοτοκά εκλείπουν. Έ τσι η ποίηση της αριστερός μεταπολεμικά αναπτύσσεται παρακο λουθώντας την πολιτική εμπειρική διάσταση της πραγματικότητας, απαγγέλλοντας τελικά μόνο τα ονόματα των πραγμάτων χωρίς να εκφράζει την αντιφατικότητα και το βάθος της ιστορικής εξέλιξης. Οι ποιητές που διαφοροποιήθηκαν ιδεολογικά δεν ξεφεύγουν απ’ αυτή την ποιητική πορεία παρ’ όλο που έθεσαν με μια νέα οπτική το θέμα του ανθρώπου απέναντι στην πορεία της επανάστασης και στιγματίστηκαν ως «ποιητές της ήττας». Κι οπωσδήποτε είναι άδικο να κρίνονται οι ποιητές με βάση τη μανιχαϊστική διά κριση αισιοδοξίας-απαισιοδοξίας που ελλοχεύει έως σήμερα. Ο Α. Αλεξάνδρου βρισκόταν πιο κοντά στη «γκραμσιανή ρήση» απαισιοδοξία του νου, αισιοδοξία της θέλησης».
Ο
Α. Αλεξάνδρου ακολουθεί τη μοίρα της γε νιάς του. Η πολιτική γι’ αυτόν ήταν κλήρος και όχι επιλογή. Η ποίηση βιώνεται όπως η πο λιτική. Η πολιτική του διαφοροποίηση δεν τον θέτει έξω από την αριστερή διανόηση. Παρά την
Ο
αιρετική εκδοχή του ο Α. Αλεξάνδρου δεν παύει να είναι μια πτυχή στο φάσμα της αριστερής δια νόησης της μεταπολεμικής εποχής. Κι όταν ακό μα με το «Κιβώτιο» θέτει την άρνηση του ιδεολο γικού φορτίου και την αδυναμία του ατόμου μπροστά στην όποιας μορφής εξουσία κι όταν τα δοκίμια και η ποίησή του αρνούνται τη λεγάμενη «στράτευση» δεν παύει να είναι ιδιότυπα «στρατευμένος». Δεν παύει να ’ναι διδακτική, να κρι τικάρει την αριστερά μέσα από την αριστερά, να οργανώνει τη μη επίσημη διδαχή του με κέντρο τον άνθρωπο και το μέλλον του. Έτσι η χρέωση του Α. Αλεξάνδρου σε «αναρχικές» εκδοχές εί ναι περισσότερο φιλολογική παρά ουσίας. Έ χει επισημανθεί ότι ο Ά ρης Αλεξάνδρου αποτελεί μαζί μ’ ορισμένους άλλους μεταπολεμι κούς ποιητές (Μ. Αναγνωστάκη, Τ. Πατρίκιο) την ποιητική έκφραση μιας ιδιαίτερης πολιτικής και ηθικής στάσης. Αλλά έχει κοινά σημεία και με πολλούς από τους άλλους που στην ποιητική τους πορεία ξεφεύγουν απ’ αυτή τη στάση. Ο Αλεξάνδρου ακολουθεί την πορεία από την ενα σχόληση με το συλλογικό υποκείμενο στην ατομι κή οπτική και από εκεί όχι σπάνια στις υπαρξια κές νύξεις. Στη θεματική αυτής της ποιητικής γενιάς εύ κολα διαπιστώνει κανείς την επέμβαση της κα θημερινής ζωής στην ποίηση, έτσι που ορισμένες φορές αυτή να γίνεται καταδυναστευτική. Σαν αποτέλεσμα λείπει από το έργο τους η αποστα σιοποίηση από τα γεγονότα, η γενίκευση και η αφαίρεση. Η ποιητική τους ομιλία είναι συγκε κριμένη άλλοτε νατουραλιστική, άλλοτε δυναμι κή, ρεαλιστική. Το πρόβλημα της μετουσίωσης της βιωματικής εμπειρίας σε άμεσο ποιητικό λόγο παραμένει για τη γενιά του Αλεξάνδρου το μεγάλο ζητούμενο, μιας και πολλές φορές αποβαίνει σε βάρος της έκφρασης. Αυτό όμως καθορίστηκε τελικά από τη συγκυρία που απέτρεπε, ίσως, τη διαφορετι κότητα της ποιητικής εκδοχής στον αριστερό λό γο. Έτσι, όσον αφορά τον ποιητή Α. Αλεξάν δρου, νομίζω ότι πρέπει να γίνει αποδεκτή η το ποθέτηση του Δ. Ν. Μαρωνίτη ότι τα ποιήματά του είναι μη-τελειωμένα σ’ αντίθεση με το «Κι βώτιο».
Τα ποιήματα ίδιος ο Ά ρης Αλεξάνδρου στις σημειώσεις του δίνει χρονικά τις τρεις βασικές φάσεις της ποίησής του: την πρώτη 1941-46, τη δεύτερη 1947-1952 και την τρίτη 1954-1958. Τα υπόλοιπα σκόρπια ποιήματα γράφονται μετά το 1969.
Ο
Η πρώτη φάση του Ά ρη Αλεξάνδρου ξεκινάει με την πρώτη του ποιητική συλλογή που είχε τίτ λο «Ακόμα τούτη η Άνοιξη». Συλλογή που θα
αψιερωμα/63 μπορούσε να υπαχθεί στον κατά Βύρωνα Λεοντάρη λεγόμενο «αντιστασιακό ρεαλισμό». Η ποιητική ιδεοληψία του «αντιστασιακού ρεαλι σμού» έγκειται στα αισθήματα λυτρωτικής παρόρμησης και των γενικολόγων επαγγελιών. Σω στά ο Β. Λεοντάρης επισημαίνει ότι απουσιάζει απ’ αυτόν το ονειρικό στοιχείο και η λύτρωση αντιμετωπίζεται «ως μετασχηματισμός του κό σμου μάλλον παρά σαν επανάσταση. Γιατί ενώ θέλει να είναι ποίηση κοινωνική, ο ταξικός προ βληματισμός της είναι υποτυπώδης». Όλες οι αξίες προσδιορίζονται μονοσήμαντα αρνητικά ή θετικά. Το «Ακόμα τούτη η Άνοιξη» περιέχει ποιήμα τα πρωτόλεια, που λυγίζουν κάτω από μία συ ναισθηματική φόρτιση. Γίνεται κατάχρηση των μεταφορών και των παρομοιώσεων όπου η εικό να αποβαίνει πολλές φορές σε βάρος τόσο του περιεχομένου όσο και της φόρμας. Π.χ. Αρχίζουν να περνάν οι βραδινές παρέες αλαμπρατσέτα με τ’ αστέρια Ένα κλωνάρι φως στ’ αυτί τους.... Το υλικό που χρησιμοποιεί σ’ αυτή τη συλλογή ο Α. Αλεξάνδρου είναι κοινό στους ποιητές της αριστερός. Αποτελείται από ένα σύνολο εικό νων, λέξεων, συμβόλων που σηματοδοτούν κοι νές αντιλήψεις της ποιητικής της αριστερός εκεί νη την εποχή. Π.χ. Λέξεις-υλικά σύμβολα όπως ψωμί, αστέρι, χαμόγελο, πουλιά, φεγγάρι, θά λασσα· ή τίτλοι ποιημάτων «Συντροφικό», «Κόκκινος Ήλιος». Ακόμα νατουραλιστικές ει κόνες: η γειτονιά, το καφενεδάκι του λιμανιού, τάβλι με τον κουτσό μαγαζάτορα κ.λπ. Άλλο στοιχείο η αισιοδοξία, απαραίτητο στοιχείο της αριστερής ιδεολογίας τότε. Σε λίγο θα χαράξει ένα χαμόγελο Έτσι που το σκαλίζουμε στις μυστικές συνεδριάσεις ή οι σύντροφοι τις κέρδισαν (σ.Γ.Μ. τις εκλογές) το νιώθεις πέρα στην πολιτεία... Ακόμα η εμπιστοσύνη στο Βορρά π.χ. κοιμήσου και παράγγειλα στην ΕΣΣΔ ένα τραγούδι. Στην ποιητική αυτή συλλογή ο ποιητικός λό γος δεν αποφεύγει τη φιλολογία, τον εύκολο συ ναισθηματισμό, την πληθωριστική και νατουραλιστική περιγραφή της άμεσης βιωμένης πραγμα τικότητας. Οι ποιητικές του καταβολές βρίσκο νται στον Γ. Ρίτσο και στα δημοτικά τραγούδια που μεταλλάσσονται εύκολα και χρηστικά στ’ ανταροτράγου δα (Του ήλιου, Νανούρισμα, Της νύφης).
την «Άγονη Γραμμή» η ποίηση του Α. Αλε ξάνδρου γίνεται πιο γόνιμη. Παρ’ όλο που αποτελεί συνέχεια της προηγούμενης τόσο ποιη τικά όσο και από την άποψη της διαπραγμάτευ σης των ιδεών, πλουτίζεται με νέα στοιχεία. Θεματικά η συλλογή αυτή δεν παραλλάσσει των αντίστοιχων της ποιητικής αριστερός. Στην ενότητα αυτή κυριαρχεί η μυθολογία της αριστε ρός, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί στους χώρους των στρατοπέδων και των εξοριών. Κυριαρχού ντο στοιχεία αυτά που κρατάνε ζωντανή την αν θρώπινη ουσία σ’ έναν πολιτικό κρατούμενο, με προεξάρχουσα την εικόνα της αγαπημένης. Ά λ λα στοιχεία η ιδιαίτερη σχέση του κρατούμενου με τ’ αντικείμενα. Αυτοί που πάνε για εκτέλεση.
Σ
Ο Ά ρη ς στο Πάρκο τον Sceaux. Παρίσι, Καλοκαίρι 1977
64/οφιερωμα Η ατομική παλικαρίσια στάση μπροστά στο θά νατο, η οποία, σημειωτέον, δεν εξαρτάται από την κομματική ή μη στάση του κρατουμένου. Εν ολίγοις η θεματολογία της φυλακής είναι κοινή σ’ όλο τον κόσμο και ο Α. Αλεξάνδρου σ’ αυτή τη συλλογή μας θυμίζει έντονα τον κοντινό μας Χικμέτ. (Πβλ. «Γράμματα στην Αγαπημένη» και «’Ανεπίδοτα Γράμματα», και αρκετά του Γ. Ρίτσου). Το ενδιαφέρον αυτής της συλλογής έγκειται σε δυο-τρία ενδιαφέροντα ιδεολογικά ζητήματα που θέτει ο Αλεξάνδρου σαν καινούρια στην ποιητική της αριστερός. Είναι η εποχή της ήττας και πέρα από μια αισιόδοξη ή απαισιόδοξη στά ση - πράγμα για το οποίο μέμφεται τον Κ. Βάρναλη που θεωρούσε την απαισιόδοξη στάση σαν αντιδραστική - ο ποιητής αναζητά κάτι βαθύτε ρο. Ξαναψάχνει τις αρχές του. Ζητά να ξαναδεί τη θεωρία του. Ίσως να ’χονμε φτάσει σε μια ώρα που μας λείπει ξανά η πρώτη αρχή και πρέπει να γυρίσουμε σ’ ένα υλικό δίχως ονόματα σαν την ανώνυμη ζωή μας. ο ποιητής επισημαίνει ότι αυτά τα χρόνια - η ήττα - δεν θα ξεπληρωθούν εύκολα σ’ όσους λο γαριασμούς έχουν ανοίξει. Έτσι κι αλλιώς αυτό το αίμα δεν το πληρώνουν χρόνια λευτεριάς μήτε και οι άνοιξες που αν κάποτε ξανάρθουν θα μου σφαντάξουν σαν χρυσές οδοντοστοιχίες. Πόση αλήθεια κρύβουν αυτοί οι στίχοι του 1958 όταν ακόμα και μετά το 1974 μετράμε το χάσμα του εμφυλίου και ματαίως αναζητούμε τις επι στημονικές μελέτες για την εποχή, τα αίτια και τα αιτίατά της. Πέρα απο το ζήτημα των αρχών, ο Αλεξάν δρου αναζητεί εκ νέου το ρόλο του υποκειμένου, στην ιστορία. Αν ο μαρξισμός της εποχής απέδι δε τα πάντα στο περιβάλλον, Από διαλεχτική τα μάθαμε καλά όλα είναι περιβάλλον ο ποιητής αναζητά τον παράγοντα άνθρωπο. Στο ποίημά του «Αλεξανδροστόι» που αφιερώ νεται αλλά και εμπνέεται από τον Β. Μαγιακόφσκι, «διδάσκει» την ανθρωπολογία του επανα στάτη σε χαλεπούς καιρούς. Πυκνοκατοικημένη ερημιά κι αν κάνεις πως μιλάς βρίσκεσαι μπροστά σ’ ένα πεδίο ναρκοθετημένο
Ήταν πια «ύποπτος για την ομάδα, ύποπτος σαν την αλήθεια», με κατασχεμένο το όνομά του σε καιρούς που δεν επιτρέπονταν τέτοιοι προ βληματισμοί. Ο Αλεξάνδρου δέχεται το σοκ της ήττας, δεν νεκρώνεται κι αντιδρά δημιουργικά, κάτι που δεν του το συγχώρησαν γιατί ίσως ήταν αδια νόητο στην εποχή του. Να σημειώσουμε ακόμη ότι στην «άγονο γραμ μή» ο ποιητής για πρώτη φορά θέτει υπό αμφι σβήτηση, αναζητά τον καινούριο ρόλο της ποίη σης. τρίτη, και πιο ολοκληρωμένη, ποιητική συλλογή του είναι η «Ευθύτης Οδών». Ξε κινάει μ’ ένα αντιμανιφέστο (a la maniere de Jdanon) ενδεικτικό της νέας θεματολογίας που απα σχολεί τον ποιητή. Οι σχέσεις ποίησης και κοι νωνίας όπως και ποίησης και ιδεολογίας έρχο νται σε πρώτο πλάνο. Ο Αλεξάνδρου κριτικάρει την ταύτιση ποίη σης και ιδεολογίας, όπως και την ταύτιση τέχνης και προπαγάνδας. Νιώθει ότι όντας γυμνός σαν την αλήθεια καταδικάζεται ως «ξεκομμένος απ’ τους πόθους του λαού». Δεν είναι τυχαίο που ε ντάχθηκε κι αυτός από τους επίσημους καταλογραφούντες στη χορεία των «αντικοινωνικών» ποιητών. Στη συλλογή αυτή ενώ παραμένει η μυθολογία της φυλακής, κυριαρχεί πια η ηρεμία κι η απο δοχή της δύσκολης παρατεταμένης κατάστασης. Ο διδακτισμός του αλλάζει. Υπάρχει μια ενότη τα που γράφεται υπό την επήρεια του «πολιτι κού διδακτικού Καβάφη» καθώς και μια ενότητα ποιημάτων μ’ αναφορές στη Βίβλο που μ’ αλλη γορίες επεξηγούν τα προσωπικά - πολιτικά βιώ ματα του ποιητή. Η γλώσσα του είναι πιο σκληρή, πιο ρεαλιστι κή, πιο ώριμη. Οι προβληματισμοί του για την ποίηση φαίνονται σαν καταληγμένοι.
Η
«Φρόντισε οι στίχοι σου να σπονδυλωθούν με τις αρθρώσεις των σκληρών, των συγκεκριμένων λέξεων. Οι λέξεις που ακονίζονται όπως το ατσάλι να γίνουν μαχαίρι Η ιδεολογία καθοδηγεί εδώ τον ποιητή σε τέ τοιο σημείο που ζητά την πλήρη εξαφάνιση της ποίησης μέσα στην υλικότητα των λέξεων. Η ποίηση είναι το πρόσχημα εδώ της πολιτικής πράξης. Και δεν θα μπορούσε να ’ναι διαφορετικό κα θώς στο «Ευθύτης Οδών» υπεισέρχεται πλέον ολοκληρωμένη η αναίρεσή τού μέχρι τότε αρι στερού ιδεολογικού status. Το ποιητικό σώμα δέχεται το σοκ της εσωκομ
αφιερωμα/65 ματικής διαμάχης. Ζυμώνουμε τη λάσπη και συνεχώς διαλύεται απ’ τις προλήψεις, τις βροχές, τις προδοσίες. Κι εδώ ακριβώς δηλώνεται η τραγικότητα του ποιητή που αρνείται να ενταχθεί στους «νυν» ή στους «τέως» και οικτίρει πάνω απ’ όλα αυτούς που εύκολα «περνούν από τους μεν στους δε». Εσείς που άλλα λέγατε στους φίλους σας κι άλλα στην καθοδήγηση. Που «τιμούν» εξίσου αυτούς «που πέσαν πο λεμώντας τον προδότη Τίτο» και αυτούς που κείτονται «χτυπημένοι από τις συκοφαντίες του Ζαχαριάδη». Μετά την ολομέλεια σκοντάφτω συνεχώς σε πεσμένες μαριονέτες. Ποια ολομέλεια θα διαψεύσει άραγε και πότε αυτόν τον στίχο; Υπάρχουν καιροί των συλλογικών αποφάσεων αλλά και των ατομικών ευθυνών. Ο Αλεξάνδρου δεν αρνιέται το επίπεδο της αριστερός της επο χής τους: Σαν τα σκουλήκια συντελέσαμε κι εμείς να υφανθούν ολόγυρά μας τα συρματομπλέγματα. Δεν αρνείται την προσωπική ευθύνη. Δεν εξαιρεί τον εαυτό του όπως προτίμησαν ορισμέ νοι άλλοι πολύ αργότερα. Η μοίρα του «τρίτου» είναι η μοίρα του από βλητου.
ΙΩ ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΥ '—
r
βαλεντινη ποταμιανοτ
λ
Προχώρησες πολύ και δεν ανήκεις πουθενά και πώς θα ζήσεις, πώς θα ζήσω απόβλητη απ’ την πόλη απόβλητη των αποβλήτων; Ο ανεξάρτητος γίνεται και από τις δυο παρα τάξεις ύποπτος. Είμαι προδότης για τη Σπάρτη για τους είλωτες των Σπαρτιατών. Η μοίρα αυτού που κρατάει ίση απόσταση δεν πρέπει να διαβαστεί σαν ατομική περίπτωση, αλλά σαν κατάσταση που παράγεται και αναπαράγεται στην αριστερά ή ιδιαίτερα στη διανόη ση. Ο Αλεξάνδρου δεν έχει αυταπάτες. Αρνείται τις τιμές απ’ αυτούς που συνήθισαν ν’ αγορά ζουν τις θέσεις, τα παράσημα, «τη δόξα». Λίγες αράδες θέλει να σωθούν από τα ποιήματά του ώστε οι παλαιοντολόγοι θα μπορέσουν ν’ αποκαταστήσουν την ανθρώπινη μορφή μου. Όμως αυτή η στάση της ίσης απόστασης δεν είναι στάση ούτε παραίτησης ούτε αναρχική. Ο ποιητής πιστεύει στο ανθρώπινο μέλλον. Ξαναγυρνά στην αισιοδοξία της αριστερός από άλλο δρόμο γιατί ξέρει πια να κρίνει. Εκφράζει μια πίστη στη «μεγάλη υπόθεση» που είναι η ζωή στο μέλλον. Η μεγάλη κρίση, το βαθύ σκοτάδι μέσα στο οποίο συντελούνται αυτές οι ζυμώσεις είναι για τον ποιητή «φαινόμενο προοδευτικό», όπως όλες οι κρίσεις που κυοφορούν το καινούριο.
Η ΛIΛ Η Ζ Ω Γ Ρ Α Φ Ο Υ ΣΤΙΣ Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Γ Α Β Ρ ΙΗ Λ ΙΔ Η Σ
-
Ή Σνβαρίτισσα έκτη έκδοση
ψ
★
Άντιγνώση Τά δεκανίκια τοϋ Καπιταλισμού
ΚΟΣΜΑΣ ΠΟΛΙΤΗΣ
ΚΥΒΕΛΗ
ένατη έκδοση
ΙΑΠΟΡΤΡΑΙΤΟ
ΦΟΡΜΑ ΕΠΕ - Κλυμένης 3 - Άθήνο Τηλ. 821.8732 - 832.7008
’Επάγγελμα:
Πόρνη
εικοστή έκδοση
66/αφιερωμα θα γυμναστούμε να σκοπεύουμε σωστά ή θα επιμένεις πριονίζοντας τις πέτρες μονάχος σου θέλεις όεν θέλεις πρέπει ν' αποκτήσεις ένα δικό σου χώρο.
Τα δοκίμια κείμενα του Αρη Αλεξάνδρου έχουν προδρομικύ ή πρωτοποριακό χα Τ αδενδοκιμιακά ρακτήρα με την έννοια ότι ανακαλύπτει κάτι καινούριο στη μαρξιστική σκέψη. Για παράδειγ μα, βρίσκονται πίσω από τη σκέψη του Ν. Κό λας όπως πρωτοποριακά αρθρώνεται στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’30. Δεν παύουν να πε ριέχουν οξύτατες πολιτικές παρατηρήσεις, όμως πολύ λιγότερο δουλεμένες και τελειωμένες απ’ το επίπεδο του υπόλοιπου έργου του. Η γραμμική πορεία της αριστερής ιδεολογίας ενυπάρχει όπως και στα ποιήματά του. Π.χ. στα πρώτα του δοκίμια εμφανίζεται δέσμιος της μαρ ξιστικής άποψης της εποχής του, που αργότερα θα την επικρίνει σφοδρά, περί ακμής και παρακ μής, αισιοδοξίας και απαισιοδοξίας. Ό πω ς και σ’ όλα τα έργα του, το πρόβλημα της εργασίας και η στάση του ατόμου απέναντι της παραμένει το κυρίαρχο πρόβλημα για τον Αλεξάνδρου. Δεύτερο έρχεται το πρόβλημα της προσέγγισης της αλήθειας. Εδώ εντάσσεται και η κριτική στο σχολαστικισμό που κανοναρχούσε τότε η μερίδα της μαρξιστικής σκέψης. Για τον κομματικό χώρο ο Α. Αλεξάνδρου διαπιστώνει ένα φαινόμενο που ζει μέχρι τις μέ ρες μας. Είναι οι «αλλαγές» που κληροδοτούνται στους «οπαδούς» που ίσως δεν θέλησαν ή δεν έμαθαν ν’ αποβάλλουν την ιδιότητα του «οπα δού». Αρνείται τον «οπαδό» όπως αρνείται και την έτοιμη σκέψη. Πολύ πριν ο Γκορμπατσώφ κατατροπώσει την «εγχειριδιακή γνώση», ο Α. Αλεξάνδρου δηλώνει ότι «δεν θέλει πια ν’ ανα κατατάσσει έτοιμες ιδέες παρμένες από τα βιλία». Πολλές φορές έρχεται και επανέρχεται στο τι είναι ο ποιητής εκφράζοντας όπως και στα ποιή ματά του, την αγωνία για τη λειτουργία της ποίησης. Οι απόψεις του για τον ποιητή μοιά ζουν λίγο ουτοπικές, λίγο μεταφυσικές, ίσως απόλυτες. Απότοκος μιας σκοταδιστικής για το πνεύμα εποχής αισθάνεται μόνος σαν δημιουρ γός. Ο ορισμός του ποιητή δίνεται σ’ αντιδια στολή με το επικρατούν κλίμα της εποχής του. «Ο ποιητής είναι ενα μη φυσιολογικό άτομο αν δεχτούμε ότι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι οι μπακάληδες και οι χωροφύλακες». Του αρέσει να χρησιμοποιεί την άποψη του Α. Καμύ ότι «η ιστορία είναι μια συνεχή πάλη ανάμεσα στους ποιητές και τους χωροφύλακες». Κοντά στη Μαρκουζιανή άποψη μιλά για γνήσιους ποιητές
που έχουν όμως κάτι ρομαντικό, όπως τους ήθε λε ο Μαγιακόφσκι «να πληρώνουν πάντα τόκους και πρόστιμα για το ποιόν των ανθρώπων». Ο Μαγιακόφσκι τον εμπνέει σαν ποιητής και σαν στάση ζωής. Στον Αλεξάνδρου οφείλουμε μια απο-ηρωοποίηση του ποιητή της σοβιετικής επανάστασης, μια γήινη απόπειρα καταγραφής του, αλλά και ορισμένες ενδιαφέρουσες σκέψεις πάνω στη σχέση ποίησης και πολιτικής που ο Α. Αλεξάνδρου ανιχνεύει κυρίως μέσω του Β. Μαγιακόφσκι. Ο Αλεξάνδρου στο σχετικό δοκίμιο για τον Μαγιακόβσκι αντιπαραθέτει τον ποιητή στον πολιτικό. Ο ποιητής θεωρείται αντίθετος του πο λιτικού γιατί «αρνείται να υποταχτεί στη σκοπι μότητα του πολιτικού». Όμως όση αλήθεια μπο ρεί να κρύβει αυτή η άποψη για τους πολιτικούς, τόσο αντιφατική μπορεί να είναι η ίδια η περί πτωση του Α. Αλεξάνδρου καθώς το ίδιο το έρ γο του συνιστά μια έντονη πολιτική στάση που υποτάσσεται όχι λίγες φορές στη σκοπιμότητα των ιδεών του αριστερού ποιητή. Μήπως ένίας ποιητής δεν είναι τελικά εξ ορισμού αντίθετος στην πολιτική και στο πολιτικό άτομο με την ευ ρύτερη έννοια του όρου; Και η έννοια του πολι τικού πρέπει να καθαρθεί και να απεμπλακεί από την περίπτωση του πολιτικάντη ή του δια χειριστή της πολιτικής. πορεί κανείς ν’ αναρωτηθεί εάν στα δοκί μια και τα ποιήματα του Αλεξάνδρου ενυ πάρχει το «Κιβώτιο». Σε ορισμένα όπως στην «Αντιγόνη» και στον «Καθηγητή Βαρχάιτ» (σ.Γ.Μ. αλήθεια στα γερμανικά) διαβλέπει κα νείς κοινές σκέψεις που ολοκληρωμένα και πιο ριζοσπαστικά θα αποτελέσουν τον κορμό του «Κιβωτίου». Όμως τα περισσότερα δοκίμια και ποιητικά του, γραμμένα σε δύσκολους ελληνι κούς τόπους, απηχούν περισσότερο την προβλη ματική της γηγενούς αριστερός, ενώ το «Κιβώ τιο» είναι ζυμωμένο και με τις ευρωπαϊκές ανη συχίες και προβληματικές της αριστερός που εμ φανίζονται πιο ολοκληρωμένες απ’ ό,τι στη χώ ρα μας. Τόσο στο περιεχόμενο όσο και εκφρα στικά, η ευρωπαϊκή κουλτούρα απογειώνει τον Αλεξάνδρου σε αναζητήσεις και εμβαθύνσεις που ξεπερνούν τη γηγενή ποιητική σκέψη. Τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο Α. Αλεξάνδρου στο «Κιβώτιο» είναι πιο ολοκληρω μένα, πολύπτυχα και αντιφατικά, κινούνται στο χώρο των καθολικών ιδεών, ενώ στα ποιήματα και τα δοκίμια είναι προσγειωμένα, συγκεκριμέ να και κινούνται περισσότερο στο χώρο της πο λιτικής εμπειρίας. Και οι δυο περιπτώσεις σχετί ζονται μεταξύ τους. Ο ποιητής δεν προτείνει λύ σεις - δεν είναι δίκιά του δουλειά - προτείνει κρίσεις. Αυτές οφείλουμε να συζητήσουμε μαζί του, κάτι που η γενιά του το αρνήθηκε.
Μ
αφιερωμα/67
Robert Crist
t o
rc o v
κύβων ...και ξαφνικά, όλα στη ζωή μας παίρνουν ένα τέλος κι ό,τι πίσω αφήσαμε δεν είναι, παρά μερικές χαραγ ματιές πάνω σε μια πέτρα...
(Ουίλ. Φώκνερ «Αβεσαλώμ, Αβεσαλώμ»)
Σημασία έχει πως εσείς μου τη ζητήσατε, ή μάλλον μου δώσατε την απαραίτητη γραφική ύλη για να μπορέσω εγώ να κάτσω και να γρά φω, ως προς αυτό τουλάχιστον δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβο λία (άλλο τώρα αν η γραφική ύλη είναι ένα μέσο λειψό και κανονικά, αν θέλατε να έχετε μια πλήρη εικόνα των όσων συνέβησαν, θα έπρεπε να εφεύρετε ένα μηχάνημα πολλαπλής και παράλληλης καταγραφής των σκέψεών μου, γιατί τώρα λόγου χάρη, τούτη τη στιγμή που ετοι μάζομαι να συνεχίσω, συνωστίζονται στο μυαλό μου ένα σωρό λεπτο μέρειες και δεν ξέρω ποια να πρωτοαναφέρω, μα απ’ την άλλη μεριά, μέρα με τη μέρα, γράφοντας, ένιωθα όλο και περισσότερο, πώς να το πω, αισθανόμουνα ότι μου αρέσει να ξαναφέρνω στη μνήμη μου τα γεγονότα, να συναρμολογώ τα σκόρπια κομμάτια, σαν και κείνο το παιδικό παιχνίδι, που φύλαγε ο φίλος μου ο Χριστόφορος, μολονότι είταν κιόλας φοιτητής - στην Κατοχή - ένα παιχνίδι με κύβους, που έπρεπε να τους τοποθετήσεις κατάλληλα τον ένανε δίπλα στον όίλλον, οπότε κάθε απάνω έδρα των τοποθετημένων στη σωστή τους θέση κύ βων αποτελούσε τμήμα της ίδιας επιφάνειας, τμήμα μιας ζουγραφιάς και το σύνολο των εδρών μια αχάραχτη επιφάνεια, μια και μόνη, μη τεμαχισμένη ζουγραφιά - ένα αγροτικό τοπίο συνήθως, με έναν ανε μόμυλο και με παπάκια που τσαλαβουτάνε στα νερά - μα τώρα εγώ δεν έχω κύβους, έχω μόνο θρύψαλα, χαλάσματα του πολέμου, της κα τοχής, του εμφυλίου πολέμου και το κυριότερο, δεν έχω μπροστά μου την εικόνα που πρέπει να συναρμολογήσω...
(«Το Κιβώτιο», σελ. 157)
68/αψιερωμα νάμεσα στις 17-30 Μαρτίου του 1957, εποχή που τον Ουίλλιαμ Φώκνερ, κυριολεκτικά τον πολιορκούσαν, προκειμένου να του πάρουν συνεντεύξεις Αθηναίοι δημοσιογράφοι και διασημότητες, την εποχή που διανοούμενοι και δι πλωμάτες έδιναν προς τιμή του επίσημα και κλειστά γεύματα, τον ίδιο καιρό που ο συγγρα φέας λικνιζόταν απαλά στο γιοτ του Μποδοσάκη ταξιδεύοντας από το Ναύπλιο στα νησιά του Αι γαίου, όταν καθηγητές και φοιτητές τον καλούόα-ν στην Παν/κη Λέσχη του Πανεπιστημίου της Αθήνας κι ενώ δεχόταν επαίνους και μετάλλια απ’ την Ακαδημία (τελετή κατά την οποία ο τιμημένος με Νόμπελ Φώκνερ αναγνώρισε στον ελ ληνικό λαό την ιδιότητα του σκληροτράχηλου, το χάρισμα της γενναιότητας, της ανεξαρτησίας και της Περηφάνιας), ο Άρης Αλεξάνδρου υπέφερε ακόμη στην εξορία. Και δε θα εξέτιε τη δεκά χρονη ποινή του σαν πολιτικός κρατούμενος πα ρά μόλις τον επόμενο χρόνο, οπότε και θα μπο ρούσε πλέον ελεύθερα να συνεχίσει αποφασιστι κά το έργο του σαν ποιητής και μεταφραστής μεταφράζοντας (ανάμεσα σε εκατοντάδες πεζών και ποιητικών έργων) τον «Ακατάβλητο» του Φώκνερ. Στην πραγματικότητα, στη δοσμένη ιστορική στιγμή στην Αθήνα, υπήρχαν πολλά που χώρι ζαν τον Αμερικανό συγγραφέα από τον Έλληνα ποιητή - δυο δεκαετίες διαφορά ηλικίας- οι πο λιτικές πεποιθήσεις του Φώκνερ (συντηρητικός έναντι στον προοδευτικό Νότιο συγγραφέα) έρ χονταν σε αντίθεση με το μονόδρομο της πολιτι κής ακεραιότητας του Αλεξάνδρου- τα επιτεύγ ματα του Φώκνερ (στη δεκαετία του ’50) όσον αφορά τα οικονομικά του καθώς και τη φήμη που απέκτησε, βρίσκονται σε αντίθεση με τη μα κρόχρονη φτώχεια και τη σχετική αφάνεια του Αλεξάνδρου. Παρ’ όλ’ αυτά εξετάζοντας τα ίδια τους τα έρ γα, ανακαλύπτουμε ότι σαν λογοτέχνες τόσο ο Φώκνερ όσο κι ο Αλεξάνδρου είναι συγγενικές ψυχές με χτυπητές ομοιότητες, τόσο στην οπτική όσο και στην τεχνική. Σκοπός της μελέτης αυτής είναι να διερευνηθούν οι αναλογίες λογοτεχνικής τεχνικής και αισθητικού ερεθίσματος που υπάρ χουν στο κορυφαίο έργο του Αλεξάνδρου «Το κιβώριο» (1974), καθώς και σε ορισμένα έργα του Φώκνερ από «Τη Βουή και Αντάρα» (1929) ώς τον «Άμλετ» (1940). Καθώς ο συγγραφέας αρχίζει να δίνει σε κάθε λογοτεχνικό έργο ένα συγκεκριμένο σχήμα, έρχε ται αντιμέτωπος μ’ έναν κενό χώρο όπου γραμ μές και εικόνες παίρνουν μορφή και περιεχόμε νο, όπου χρώματα ξεχύνονται και χορεύουν. Το λευκό χαρτί τότε - όπως ακριβώς κι ο άσπιλος καμβάς για το ζωγράφο - γίνεται για το συγγρα φέα η μεγαλύτερη πηγή άγχους και χαράς. Στο «Κιβώτιο» αναμφισβήτητα, ο αφηγητής είναι μια
Α
ισχυρή περσόνα του δημιουργού - τεχνίτη. Είναι παγιδευμένος από τις ιστορικές και πολιτικές συγκυρίες, ταλαιπωπημένος από προσωπικές απογοητεύσεις κι ενοχές, κατακερματισμένος απ’ το θυμό, βασανισμένος απ’ την αυτο-αμφισβήτηση. Παρ’ όλ’ αυτά αν και παγιδευμένος απν την ιστορία και τον εαυτό του σαν ψυχοκοινωνικό προϊόν, ο αφηγητής ενθουσιάζεται με τον όγκο χαρτιού και γραφικής ύλης. Στην αρχή θεωρεί το γράψιμο σημαντικό σαν κατάθεση, αλ λά τελικά φτάνει να απελευθερώνεται απ’ αυτό το ίδιο ή πιο συγκεκριμένα να δημιουργεί για τον ίδιο του τον εαυτό, συνδέοντας (σύμφωνα με τον Κόνραντ) στην «ολοκληρωτική, ακλόνητη αφοσίωση την τέλεια ανάμιξη μορφής και ουσίας ... χωρίς ποτέ ν’ αποθαρρύνεται από τη φροντί δα για τη μορφή και τη μουσικότητα της πρότα σης... μια προσέγγιση... στην πλαστικότητα, το χρώμα... το φως της μαγικής υποβλητικότητας».1 Ό πω ς ακριβώς ο αφηγητής του Αλεξάνδρου μιλά για τη χαρά που του προξενούν η απόδρα ση απ’ το τετράγωνο κελί του κι η είσοδός του στον τρισδιάστατο κόσμο της αφηγηματικής σύν θεσης, το ίδιο παραστατικά μιλούσε κι ο Φώ κνερ γι’ αυτή την «έκσταση, την πίστη, τη συνοδευμένη από χαρά κι ανυπομονησία», έτσι όπως προσφέρεται από τη σύνθεση «πάνω σ’ αυτό το ακόμα ακηλίδωτο χαρτί που βαστώ στα χέρια μου».2 Αυτού του είδους η συνθετική πράξη απεικονίζεται με δύναμη στο έργο «Αβεσαλώμ, Αβεσαλώμ» (1936) του Φώκνερ. Σ’ αυτό το μυθιστόρημα ο ήρωας Τσαρλς Μπον βρίσκεται σε μια θέση ανάλογη μ’ αυτή του αφηγητή του Αλεξάνδρου. Μιγάς γιος ενός ιδιοκτήτη φυτείας, μην ανήκοντας ούτε στη λευ κή αλλά ούτε και στη μαύρη κοινότητα, ο Τσαρλς Μπον βιώνει τις εμπειρίες του ανθρώπου που δεν ανήκει πουθενά (βλέπε ανάλογο ποίημα του Αλεξάνδρου), κάτω απ’ τα πυρά και των δυο πλευρών του ρατσιστικού εξτρεμισμού. Χα μένος σ’ έναν κόσμο πολιτικού εξτρεμισμού και κομματικού φραξιονισμού, ο αφηγητής του Αλενάδρου βιώνει μια ανάλογη κρίση ταυτότητας, που μπορεί μόνο ν’ αντιμετωπιστεί με τον κατευ νασμό των εντάσεων, μέσα από τη δυνατότητα της τέχνης να αντιμετωπίζει τις εμπλοκές σ’ έναν κόσμο πολυδιάστατης δημιουργίας που έρχεται σε αντίθεση με το δογματισμό της μονοδιάστατης σκέψης. τσι, είναι φανερό ότι η πράξη της καταγρα φής και της σχηματοποίησης μέσα σ’ ένα συνεχώς επεκτεινόμενο χώρο, παίζει έναν εξίσου σημαντικό ρόλο τόσο για τον Φώκνερ όσο και για τον Αλεξάνδρου. Ό πω ς ακριβώς ο αφηγη τής του Αλεξάνδρου, συλλαμβάνει ποικίλους τρόπους καταγραφής πάνω στο λευκό φύλλο χαρτιού, έτσι κι ο Τσαρλς Μπον απευθύνεται
Ε
αφιερωμα/69 στην ετεροθαλή αδερφή του, γράφοντας της το πολυφωνικό του μήνυμα σε μουντζουρωμένο χαρτί, πράγμα που μας παραπέμπει στα νεανικά ασπρόμαυρα σκίτσα του Φώκνερ με την τεχνο τροπία του Μπέρντσλεϊ (βλ. π.χ. το ποίημα «Nocturne» (Νυχτερινό) γραμμένο, σχεδιασμένο ζωγραφισμένο και «φωτισμένο» από τον Φώ κνερ).3 Φαινομενικά, το γράμμα του Τσαρλς είναι μια πρόταση γάμου, ωστόσο μια προσεχτικότερη ανάγνωση θα δικαιολογούσε το αίσθημα που προξενείται στον αναγνώστη ότι κίνητρο του Τσαρλς δεν είναι η αιμομικτική διάθεση, αλλά αντίθετα, το όραμα ενός πλουραλιστικού πα ντρέματος τρόπου ζωής και σκέψης. Τα όσα ο Τσαρλς γράφει είτε στο χαρτί, είτε πάνω σε μια ταφόπλακα (υλικό χαραγμένο που ο χρόνος φθείρει) αντιπροσωπεύουν την αρχέτυπη πράξη του καλλιτέχνη για συνολική, ανοιχτή επικοινω νία. «Διάβασ’ το αν θέλεις», λέει η Τζούντιθ. Η ολοκληρωτική, άμεση επικοινωνία δεν μπορεί να γίνεται βιασμένα. Απαιτεί την καλλιτεχνική συμ μετοχή του αναγνώστη ή του θεατή, και γι’ αυτό
ακριβώς το λόγο ο αφηγητής του Αλεξάνδρου λέει στον ανακριτή του ότι ο δεύτερος είναι ελεύθερος να διαβάσει ή ν’ αδιαφορήσει, να παραβλέψει την κατάθεσή του. Αλήθεια, δε θα ήταν ευαίσθητος ο αναγνώ στης ή ο θεατής που θα μπορούσε να αντισταθεί στη μαγεία των γραμμών, της σύνθεσης, στην παλέτα και τη γλυπτική των λέξεων του Φώκνερ και του Αλεξάνδρου. Κατ’ αρχήν και οι δυο συγγραφείς επιδεικνύουν μια πραγματικά οξεία γεωμετρική οπτική. Ανάλογα κι ο Αλεξάνδρου παρουσιάζει τους τρεις νεαρούς (τον αφηγητή, το Χριστόφορο και τον Αλέκο), ενώ βρίσκονται στο αποκορύφωμα της ιδεολογικής τους στρά τευσης, να κωπηλατούν στα διάφανα νερά της Βουλιαγμένης πλησιάζοντας «το ιδεατό κέντρο του τόξου που σχηματίζει η παραλία» και να τραγουδούν στα Ρωσικά, Γαλλικά κι Ελληνικά «Στον αγώνα ενωμένοι, ας μη λείψει κανείς...». Εδώ, το οπτικό γεωμετρικό σύμβολο παρουσιά ζεται να συγκλίνει στον ύψιστο βαθμό με τις πα γκόσμιες αρμονίες του ήχου και της γλώσσας. Ενώ απ’ την άλλη μεριά, στον Φώκνερ η αίσθηση της γεωμετρικότητας γίνεται αισθητή με τον πιο
70/αφιερωμα εκθαμβωτικό τρόπο, με την εικόνα του πλημμυ ρισμένου Μισισιπή, όπου στην αρχή εμφανίζο νται αυλάκια χαραγμένα στην επιφάνεια του νε ρού, για να εξαφανιστούν λίγο αργότερα κάτω από την τώρα επίπεδη επιφάνεια των φουσκωμέ νων νερών. ...μια επίπεδη επιφάνεια καφετιών νερών... με αυλάκια... σαν τ ’ αυλάκια που σχηματίζουν τα σίδερα μιας τεράστιας κι αναποδογυρισμένης σχάρας... ώσπου εξαφανίζονται... και τώρα μοιάζουν σαν μια εντελώς ακίνητη, επίπεδη, στο χρώμα του ατσαλιού επιφάνεια, όπου τηλεφωνι κοί στύλοι και... φράχτες από θάμνους μοιάζαν να ’χουν σφηνωθεί και στερεωθεί έτσι ώστε να μένουν αμετακίνητοι. («Άγρια Φοινικόδεντρα», 1939). Τόσο στον Αλεξάνδρου όσο και στον Φώκνερ, η αίσθηση της οργάνωσης, της δομής που αναδεικνύει, φέρνει στην επιφάνεια την αυθεντική ανθρώπινη εμπειρία, ενισχύεται από τη συναί σθηση της μορφής, της κίνησης, της σύμπλεξης των στοιχείων, που έχει ο καλλιτέχνης από τα δυναμικά στοιχεία κατανόησης. Στον «Άμλετ» (1940), στο επεισόδιο, με τα άλογα δυο ζωγραφι σμένοι πίνακες αποκαλύπτουν τις δυνατότητες καθώς και τις δυνάμεις του Φώκνερ, σαν στυλίστα πεζογράφου. Απ’ τη μια μεριά τα άγρια μαύρα κι άσπρα άλογα ελίσσονται όπως τα ψά ρια στη γυάλα, κάτω από την πένα του συγγρα φέα, φέρνοντας στο νου μας τ’ ακροβατικά των κλόουν, ή τα στροβιλίσματα του Μπρόουν, όπως στην «Τοιχογραφία» (1950), του Τζάκσον Πόλλοκ. Ενώ απ’ την άλλη μεριά, η αχλαδιά, δίπλα στο σταύλο, στέκεται σαν χορεύτρια, συνδυάζο ντας τα ανάλαφρα άνθη της μ’ έναν ντελικάτο μίσχο. Παράλληλα στον Αλεξάνδρου, βρίσκει κανείς τον στοιχειωμένο πίνακα της αγαλματοποιημένης μορφής της Ρένας, χαραγμένης σε λευκή ακι νησία, στη μέση του μισοσκότεινου δωματίου της, στο σπίτι της στο χωριό. Κι αυτός ο πίνακας επίσης παρουσιάζει τη γυναίκα σαν την εικόνα του δημιουργού του θαύματος της ζωής. Κι αν το χέρι της Ρένας είναι κομμένο, αυτό δε γίνεται γι’ άλλο λόγο παρά για να υπογραμμιστεί η βίαι η καταπίεση της εποχής, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο που η αχλαδιά στον Φώκνερ περιτριγυρί ζεται από σκοτάδι. ι κινηματογραφικές εικόνες συνδέούν και στους δύο συγγραφείς, μέσω της ζωγραφι κής, την οπτική απεικόνιση, προκειμένου να ενισχυθεί η ίδια η αφηγηματική παρουσίαση. Έτσι έχουμε τη βίαιη κίνηση του αφηγητή του Αλε ξάνδρου να πυροβολεί μέσα στη νύχτα, όπως και το επαναλαμβανόμενο οπτικό πλαίσιο των εκτε λέσεων του Καπετάν-Νικήτα και του Χάρη, που παραλληλίζονται με τη βιασμένη Ρένα και το
Ο
άγαλμα-στόχο της νύμφης Αβαρβαρίας. Απ’ την άλλη μεριά τ’ αποτελέσματα της αργής κίνησης είναι προφανή, όπως για παράδειγμα, η εικόνα των ανθρώπων της αποστολής στον Αλεξάνδρου που φαίνονται να βαδίζουν στο σωστό δρόμο, ενώ ο τραυματισμένος Σοφοκλής τους οδηγεί αρ γά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Παράλληλα στο «Μαύρα Παντελόνια» (Πορεύου Μωυσή, 1942) βρίσκουμε τον πρωταγωνιστή να πλέει μέ σα στο φεγγαρόφωτο και τις σκιές της νύχτας. Όπω ς παρατηρούμε, ο εκλεκτικισμός των δυο συγγραφέων χαρακτηρίζεται από έντονες ανα φορές σε εικόνες κλασικής ομορφιάς. Έτσι, λοι πόν, βρίσκουμε στον Αλεξάνδρου το άγαλμαστόχο του Απόλλωνα, ενώ στον Φώκνερ την ει κόνα του Μπακ Χιππς να συγκρατεί για να εξε τάσει ένα απ’ τ’ άλογα (σε μια στάση ανάλογη μ’ αυτή του Απόλλωνα στο Ναό του Δία στην Ολυ μπία). Ο διαχρονικός εκλεκτικισμός τόσο του οπτι κού όσο και του λογοτεχνικού υλικού, αποτελεί ένα στυλιστικό χαρακτηριστικό για τους δυο συγγραφείς. Είναι κι οι δυο μοντερνιστές που δουλεύουν μ’ ένταση πάνω στο ρομαντικό και κλασικό παρελθόν. Ο Φώκνερ προετοιμάζει το αισθητικό του ιδανικό με βάση τις διαθέσεις και το οπτικό στυλιζάρισμα των γραφικών τεχνών και της ποίησης του «fin de siecle» (τέλος του αιώνα) βυθιζόμενος έτσι στην εμπειρία της εξπρεσιονιστικής και κυβιστικής ζωγραφικής και απολαμβάνοντας «τα χρώματα των λέξεων» συγ γραφέων όπως ο Κόνραντ, ο Στάιν κι ο Άντερσον. Όπω ς ακριβώς οι κυβιστές απεικονίζουν τον κατακερματισμό του ατόμου κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μετατρέπουν τους περιορισμούς της ανθρώπινης κατάστασης του εικοστού αιώ να, σ’ ένα όραμα ενότητας μέσα στην πολυπλοκότητα, έτσι κι ο Φώκνερ χρησιμοποιεί την κυβι στική τεχνική της αντιπαράθεσης ενός αριθμού κατακερματισμένων προσωπικοτήτων για μια σειρά αφηγητών, που αφενός απεικονίζουν το ατελές του ατόμου, κι αφετέρου τη δυνατότητα διαμόρφωσης μιας ολοκληρωμένης προσωπικό τητας. Συναφής έννοια είναι και η απεικόνιση μιας πολύπλοκης προσωπικότητας σ’ ένα και μό νο πρόσωπο. Έτσι, λοιπόν, έχουμε στον Φώκνερ τους πολλαπλούς αφηγητές έργων όπως η «Βουή κι Αντάρα» και «Αβεσαλώμ, Αβεσαλώμ» ενώ αργότερα βρίσκουμε τον Τσαρλς Μπον, τον οποίο πρόσφατα μια κριτική χαρακτήρισε σαν σύνθεση έξι διαφορετικών εαυτών.4 Στον Αλεξάνδρου, η αυτοπαρουσίαση του αφηγητή με μια σειρά από μάσκες (αυτή του Μαρξιστή - Λενινιστή, του Σταλινιστή, του Κομ ματικού υπεράνω φραξιών, του οργισμένου θύ ματος) συμβαδίζει παράλληλα με τη χρησιμο ποίηση από τον Φώκνερ πολλαπλών αφηγητών, ή προσώπων με πολλαπλές προσωπικότητες. Απ’
αφιερωμα/71 την άλλη, η μαζική κι εκτεταμένη χρησιμοποίη ση του ατσαλιού από τον Αλεξάνδρου (το ατσά λινο κουτί, η μεγάλη ατσαλένια διπλή πόρτα, τα βαρέλια, τ’ άχρηστα και πεταμένα τμήματα από μηχανές) μας παραπέμπουν στα γλυπτά των Κονστρουκτιβισμόν (κίνημα που ευθυγραμμίζε ται μ’ αυτό των Κυβιστών) όπου ο καλλιτέχνης έβαζε σαν στόχο του να μετατρέψει το συχνά βίαιο σίδερο της βιομηχανικής εποχής σε υπερ βατικές μορφές. Έτσι για παράδειγμα, ο κονστρουκτιβιστής Ντέιβιντ Σμιθ, στα έργα «Cubi XVII», «Cubi XVIII» και «Cubi IX» (1963-1964) τοποθετούσε τεράστιους ανοδείξωτους κύβους, τετράγωνες κολώνες και δίσκους στηριγμένους πάνω σε ατσάλινες κολώνες, κατά τέτοιο όμως τρόπο, ώστε να δημιουργείται μια ανάλαφρη αί σθηση. Αντίστοιχα, ο Ντόναλντ Τζουντ στο έργο του «Χωρίς Τίτλο» (1968) ευθυγράμμιζε «οχτώ μηχανικούς, όμοιους κύβους (4X4X4), έτσι ώστε να πολλαπλασιάζουν τις αντανακλάσεις των δι πλανών τους και του περιβάλλοντος καταδείχνοντας έτσι την έξω από τ’ ανθρώπινα όρια ακρί βεια... την απρόσωπη τεχνολογική τάξη που τα παράγει».5 Συμπεραίνοντας, αν και ο ατσάλινος κύβος του Αλεξάνδρου δεν είναι κατασκευασμένος από ατόφιο γυαλισμένο ατσάλι, ωστόσο οι διαστά σεις του είναι συγκεκριμένες και είναι προσεκτι κά συγκολλημένες. Κατ’ αυτό τον τρόπο αντι προσωπεύει μια ολοκληρωμένη αντίληψη όπου, τα διαφορετικά δόγματα ή και τ’ ανθρώπινα στε ρεότυπα μπορεί να διεκδικούνται, στην πραγμα τικότητα όμως είναι και παραμένουν εντελώς ανύπαρκτα. Απ’ την άλλη μεριά σαν σύμβολο ο κύβος ή ο συνδυασμός των κύβων απεικονίζουν το «όλον», το σύνολο που αποτελεί και τον επιζητούμενο στόχο της τέχνης και της προσωπικό τητας. Και στις δυο περιπτώσεις, το όραμα είναι αυτό της μετατροπής, έτσι ώστε οι περιορισμένες αναγκαστικά διαστάσεις του κουτιού να δίνουν διέξοδο στον κοσμικό συμβολισμό του κύβου, έτσι ώστε το κενό να δίνει διέξοδο στο χώρο.
— Κ ΥΚΛΟ Φ Ο ΡΟ ΥΝ-
« 8 S c
jO w m Η γ ε ρο \
τοκο ρη
HOI
Σημειώσεις 1. Πρόλογος στο «The Nigger of the Narcissus» (1987). 2. Joseph Blotner, Faulkner: A Biography (New York: Random House, 1984) p. 212. 3. Βλ. Lothar Honnighausen, William Faulkner: The Art of Stalization in his Early Graphic and Liberary Work (Cambrid ge: Cambridge Univ. Press 1987) p. 35 σ.συγ. η ανάλυσή μου για την αισθητική του Φώκνερ, και το συμπέρασμα του Honnighausen στη μονογραφία «Language and Being in Faulkner» («Γλώσσα και Ον στον Φώκνερ», προς έκδοση από τον οίκο Γιαννίκος και Καλδής, Άνοιξη 1989). 4. Βλ. Olga Sherer «Α Polyphonic Insert: Chari’s Letter to Ju dith» (eds.) Michel Gresset and Noel Polh. Intertextuality in Faulkner (Jackson: Univ. Press of Mississippi, 1985) καθώς και την επιχειρηματολογία μου για το «Αβεσαλώμ» στο «Language and Being in Faulkner». 5. Helen Gardner, «Art throught the Ages» 7th ed. (N. York: Harcourt Brace Jovanovich, 1976) p. 868.
"■«SiiSr
Vl Ε54Ντ"Σβ,βΛ'0βΗϊΗ
- Ε κ δ ό σ εις Ε Ξ Α Ν Τ Α Σ
72/αφιερωμα
Όταν δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το Κ ιβώ τιο, το 1975, οι σημαντικυιε ροί Έλληνες κριτικοί της λογοτεχνίας, μαρξιστές οι περισσότεροι, κατέθεσαν την τεκμηριωμένη άποψή τους για το'έργο με φροντίδα, σεβασμό και, δεν θα έμοιαζε υπερβολικό αν λέγαμε, με αγάπη. Ήταν επειδή ο Άρης Αλεξάνδρου άνθρωπος της ίδιας γενιάς με τους πιο πολλούς, έγραψε ένα σπουδαίο μυθι στόρημα, δουλεύοντάς το με ιδιαίτερη προσοχή, έμπνευση και ειλικρίνεια. Αφού μάλιστα προσέγγισε και έθιξε, με τρόπο εύστοχο, ένα από τα πιο ευαί σθητα και δύσκολα θέματα της νεότερης ιστορίας μας. ο γεγονός ότι το Κιβώτιο διαβάστηκε, κρίθηκε ευμενώς, μα και αγαπήθηκε από ανθρώπους χωρίς ιστορική μνήμη - αναγνώστες που υπήρξαν έφηβοι την εποχή της δημοσίευσής του - παραπέμπει εν αρχή στην καλλιτεχνική αξία του βιβλίου και εν συνεχεία στην ικανότητα του συγγραφέα που ξεκινώντας από την πρόσω-
Τ
πική εμπειρία εστιάζει με επιτυχία σε ένα από τα πιο αγωνιώδη προβλήματα των υποστηριχτών ενός κόσμου κοινωνικής δικαιοσύνης και ελευθερίας - οπαδών της αριστερός στο σύνολό τους - εκείνου της απογοήτευσης που νιώθουν και του αδιεξόδου που βρίσκονται, Και δεν είναι που το βιβλίο γράφεται στο διά-*
* Η συγκριτική έρευνα με αυτό το θέμα και σε σχέση με το έργο των τριών συγγραφέων αποτελεί διδακτορική διατριβή που εκπο νείται στο γαλλικό πανεπιστήμιο Paris X (Nanterre).
αφιερωμα/73 στημα ’66-72, μία ιστορική περίοδο, δηλαδή, όπου τα γεγονότα και οι συγκυρίες υπαγορεύουν μια ανάλογη θεματολογία - μόνο το 1968 υπήρξε χρονιά επέμβασης στην Πράγα, διάσπασης του ελληνικού Κ.Κ. σε συνθήκες παρανομίας, φοιτη τικών εξεγέρσεων με κορύφωση τον γαλλικό Μάη. Ας αναλογιστούμε πως πέρασε ήδη μια ει κοσαετία ώστε τα πάντα να έχουν εγγραφεί όχι μόνο στο μυαλό και στην καρδιά, αλλά και σε πλήθος περιοδικών και βιβλίων, να έχουν αρ χειοθετηθεί, συζητηθεί και μετρηθεί με τρόπο ώστε να τεκμηριώνεται έτσι ή αλλιώς η κάθε άποψη, μα και να θεωρείται πανάκεια να υπερα σπίζεσαι το δικαίωμα της διαφορετικής κοσμοα ντίληψης ή απλώς άποψης. Ο Άρης Αλεξάνδρου όχι μόνο δηλώνει αλλά και ζει με τις απόψεις του και τις αρχές του τις οποίες υπερασπίζεται δια βίου. Πράγμα που μας επιτρέπει να πούμε ότι το Κιβώτιο θα μπορούσε να έχει γραφτεί πριν από τα όποια γεγονότα ση ματοδοτούν το χρονικό διάστημα κατά το οποίο γραφόταν. Συνέπεια του τρόπου ζωής του ή, μάλλον καλύτερα, απόσταγμά της τούτο το μο ναδικό (του) μυθιστόρημα! Έ να μέλος του επαναστατικού στρατού, μόνος επιζών της επιχείρησης Κιβώτιο, γράφει σε 18 ενότητες και πάνω σε αριθμημένες κόλλες ανα φοράς, τα σχετικά με την έκβαση της επιχείρη σης και την τύχη των συναγωνιστών του - όλων επιλέχτων στρατιωτών και αξιωματικών - επι χείρησης άκρως απόρρητης που ναι μεν έφερε «εις πέρας», οδηγήθηκε δε, χωρίς να του δοθούν εξηγήσεις, στην απομόνωση από όπου απευθύνε ται στον «σύντροφο-ανακριτή». Τα συμβάντα τοποθετούνται χρονολογικά στο διάστημα των δυόμισι μηνών, από 14 Ιουλίου έως 20 Σεπτεμ βρίου 1949. Οι σταθμοί της βασανιστικής πο ρείας των 40 στρατιωτών που κουβαλούν ένα, όπως αποδεικνύεται, άδειο κιβώτιο, επιτείνουν τη δραματικότητα της αφήγησης που βρίθει λε πτομερειών, (ψευδής) απόδειξη της ψύχραιμης διάθεσης του κρατουμένου. Κάποια στιγμή ο φυ λακισμένος αυτός ήρωας-συγγραφέας χάνει το ρυθμό του και λαχανιασμένος σχεδόν από τη «λογική» εξιστόρηση, οδηγείται σε συνεχείς ανα σκευές των ήδη λεχθέντων. Το γεγονός πως από κριση δεν υπάρχει τον καταβάλλει, κι έτσι αφή νεται να αποκαλύπτει κομμάτι-κομμάτι τον εαυ τό του. Άνθρωπος ελάσσων που έχει δράσει και αποχτήσει όποια μορφή «συνείδησης» μέσα από σκευωρίες και ίντριγκες, οι οποίες δεν οφείλο νται απαραίτητα στις συνθήκες παρανομίας, μα στην ύπαρξη μηχανισμών ικανών να συγκροτή σουν και στη συνέχεια να συγκρατήσουν το δο μημένο σύστημα του κόμματος και του στρατού όπου είναι μέλος. Ο αναγνώστης κατανοεί πώς επέζησε αυτός ειδικά ο μικρόψυχος κι έντονα υποψιασμένος άνθρωπος, ο τέλειος κομιστής της
κενότητας. Η ασφυκτική ατμόσφαιρα γίνεται καθεστώς από όπου δε μπορεί να βγει, και η σε πρώτο πρόσωπο εναλλαγή ερωτο-αποκρίσεων είναι δη λωτική του αδιεξόδου του. έρευνα, απεγνωσμένη και ασθμαίνουσα, στις πτυχές του μνημονικού του και της «ψυχής» του - για ένα «κλειδί», μιαν άκρη, έναν μίτο που θα τον βγάλει από το κελί του, τα ση μεία του κώδικα που χρησιμοποιεί για να εκ φραστεί και να υπερασπιστεί τον εαυτό του, μας φέρνουν πιο κοντά σε αυτόν τον άνθρωπο που δεν έχει όνομα, χαρακτηριστικά, μήτε και πρό σωπο. Πληροφορίες αντλούμε από το λεξιλόγιό του - εκείνη τη στρυφνή, αυστηρή και άκαμπτη ορολογία των μελών των επαναστατικών-κομμουνιστικών κομμάτων ή τη λιγότερο εγκεφαλι κή και ιδιωματική γλώσσα των στρατιωτών, ανε ξαρτήτως στρατοπέδου, κρατικού ή αντάρτικου. Τέλος, τις όποιες λέξεις ή εκφράσεις που χαρα κτηρίζουν τον πιο δικό του κύκλο, του οικογε νειακού ή φιλικού του περιβάλλοντος. Η μικρότητά του μοιάζει πιο ανθρώπινη από τη ματαιό τητα άρα και τον παραλογισμό της επιχείρησης στην οποία παίρνει μέρος. Φαίνεται πως πρόκει ται για τη «μοίρα» του ανθρώπου των μοντέρνων καιρών που έχει να κάνει με κολοσσιαία και απρόσωπα συστήματα, αρθρώσεις των σύγχρο νων κοινωνιών. Αλλά στην περίπτωση του Κιβω τίου έχουμε κάτι παραπάνω. Εδώ διαφαίνεται καθαρά η παγίδευση και η οπισθοδρόμηση των κομμάτων της αριστερός, υπαιτίων της κρίσης και του αδιεξόδου των οπαδών τους. Η επισή μανση και καταγραφή αυτού του προβλήματος από μεριάς του συγγραφέα αποτελεί πράξη κα τάδειξης και, φυσικά, καταδίκης μιας τέτοιας κα τάστασης. Αυτό άλλωστε αποτέλεσε θέμα αρχής για τον Ά ρη Αλεξάνδρου που το πλήρωσε ακέραιο στη διάρκεια της ζωής του. Από τα μαθητικά του κιόλας χρόνια κατά τη μεταξική δικτατορία όταν εντάχθηκε στη νεολαία του Κομμουνιστικού Κόμματος, αργότερα με τη συμμετοχή του στην εθνική αντίσταση, μα και όταν εξαιτίας αυτής του της δράσης σύρθηκε, όπως χιλιάδες αγωνι στές, στα ξερονήσια. Ενώ έχει διαγράφει από το κόμμα, βρίσκεται στην εξορία απομονωμένος από τους ίδιους τους συντρόφους του και η απο μόνωση αυτή - πιο συνειδητή και ηθελημένη ίσως - συνεχίζεται και στο Παρίσι όπου ζει με τη σύντροφο της ζωής του Καίτη Δρόσου, αυτοεξόριστος από το 1967 έως το 1975. Ωστόσο ο Άρης Αλεξάνδρου ποτέ δε θεώρησε τον εαυτό του αλλά ούτε έμεινε ανενεργός. Η βαθιά και στενή σχέση του με τη λογοτεχνική δη μιουργία και κάθε της μορφή συναινεί σε αυτό. Ανάμεσα στις τόσες αξιομνημόνευτες μεταφρά
Η
74/αφιερωμα σεις του προστίθεται μία ακόμα. Το ’69 μετα φράζει το «Δεύτερο θάνατο του Ραμόν Μερκαντέρ» του Ισπανού συγγραφέα Χόρχε Σεμπρούν. Η επιλογή του έργου δεν είναι τυχαία - πώς θα μπορούσε άλλωστε; Ο Αρης Αλεξάνδρου, και μαζί με αυτόν και ο αναγνώστης, βρίσκει στο βι βλίο αυτό μια επιπλέον κατάθεση της διάψευσης των οραμάτων του κόσμου της αριστερός. Ο μύθος, το ύφος και η δομή τούτου του μυθι στορήματος δεν έχει τίποτε το κοινό με το Κιβώ τιο. Ο ήρωας εδώ, είναι ένας σοβιετικός μυστι κός πράκτορας που παίρνει το όνομα μα και την ταυτότητα ενός Ισπανού που μετά την επικράτη ση του φρανκισμού στην Ισπανία καταφεύγει, παιδί ακόμη, στη Σοβιετική Ένωση. Όμως, το όνομά του, από μια διαβολική σύμπτωση θα λέ γαμε, είναι εκείνο του δολοφόνου του Τρότσκι. Ο Ισπανός συγγραφέας Χόρχε Σεμπρούν αυτοεξόριστος κι αυτός στο Παρίσι, αγωνιστής και αυτός και παλιός έγκλειστος σε γερμανικό στρα τόπεδο συγκέντρωσης για την αντιστασιακή του δράση στη Γαλλία, μέλος της Κ.Ε. του Κ.Κ. Ισπανίας από το 1950 και μέχρι το ’64 οπότε και διαγράφηκε, - «παίζει» με αυτό του το εύρημα στήνοντας ένα ολόκληρο δίκτυο πρακτόρων και κέντρων εξουσίας γύρω από τον ήρωά του μάλλον πρωταγωνιστή - αναδει-κνύοντάς τον αληθινό ήρωα, δυναμικό, ευφυή, αποτελεσματι κό και ευαίσθητο. Κυνηγημένος από Αμερικα νούς πράκτορες συλλαμβάνεται, εντέλει, και δο λοφονείται τη στιγμή ακριβώς που έχει καταλά βει πως η αιτία του «κακού» (του) βρίσκεται στο κέντρο λήψης αποφάσεων στη Μόσχα. Η κατα δίωξή του και η έκβασή της δεν είναι παρά μία από τις τόσες που αναίτια έχει εξαπολύσει το καθεστώς του «δικαίου και λογικού» στα μέλη του. Το ίδιο υπέστη ο πατέρας του, κομμουνι στής και θύμα της σταλινικής περιόδου, μα και ο συνονόματος του Ραμόν Μερκαντέρ, αφοσιωμένος στο κόμμα που παρ’ όλα αυτά τον ξεχνά και εμμέσως τον αποκηρύσσει μετά τη δολοφονία του Τρότσκι. ι εδώ υπάρχει μια σαφής ιστορική τοποθέ τηση της πλοκής του έργου που από κοινού με τη γεωγραφική του προβολή - σε όλο το πλά τος και το μήκος της Ευρώπης - δηλώνουν τη σφαιρικότητα του ζητήματος. Αυτή η διεύρυνση δεν μετατοπίζει το κέντρο βάρους. Μολονότι ο Μερκαντέρ σαν πρόσωπο-ήρωας αντιδιαστέλλεται εξ ολοκλήρου με τον αφηγητή του Κιβωτίου - γνωρίζουμε τελικά και το πραγματικό του όνο μα και την ταυτότητά του, τον «βλέπουμε» να ταξιδεύει από πρωτεύουσα σε πρωτεύουσα με περισσή άνεση, αλλά και να συνδιαλέγεται με ένα μεγάλο φάσμα διαφορετικών ανθρώπων, να εκφράζεται με σαφήνεια και να παίρνει ολοκλη ρωμένες αποφάσεις - ωστόσο βρίσκεται παγι-
Κ
δευμένος στο μέσον ενός αδιαπέραστου κλοιού. Ψάχνει και αυτός εναγώνια τη δίοδο απ’ όπου θα βγει, όχι για να δώσει λύση στο δικό του μόνο πρόβλημα αλλά στο γενικότερο. Η λύτρωση γι’ αυτόν δεν έρχεται, αλλά η δραματική κατάληξή του δεν κλείνει το βιβλίο, κάτι που παραπέμπει αμέσως στο Κιβώτιο. Το παράλογο του μύθου τούτη τη φορά έγκει ται στο είδος της «θυσίας» που δεν καθαίρει για να αποκαταστήσει τη γαλήνη στην ταραγμένη μας ψυχή σαν αναγνώστες και κοινωνούς της αγωνίας του ήρωα. Αντιθέτως, επιτείνει και εμβαθύνει τη ρήξη που πρώτα ένιωσε ο ήρωας και στη συνέχεια μεταβίβασε στον αναγνώστη. Εκεί νος πέφτει στο βωμό μιας ακατανόητης και αναίτιας, εκ πρώτης όψεως, ισορροπίας, μεταξύ δυο πόλων αντιθέτων κι όμως τόσο ομοίων. Πέ φτει μαζί του και κάθε ψευδαίσθηση για το πώς μπορούμε να παρέμβουμε, ανατρεπτικά πάντοτε, σε κάθε είδους και λογής απρόσωπο και εκτός ανθρωπίνων διαστάσεων μηχανισμό, με μόνο σύμβουλο την ορθότητα των πεποιθήσεών μας. Και να πού διαφαίνεται η αισιόδοξη ρήση πως «τίποτα δεν πάει χαμένο» σαν επίλογος, σε συ νάρτηση βέβαια της διάθεσης, ίσως, και ψυχο σύνθεσης του αναγνώστη. Η αυταρέσκεια της ισορροπίας που επιτελείται ερήμην, άρα και πέ ρα, από τα μέλη ενός συστήματος δεν μπορεί πα ρά να εξυπηρετεί μια αναγκαιότητα προκαθορι σμένη και βλαβερή. Η εξέγερση συνοδεύει αυ τούς που δεν πισωπατούν από την ιδεολογική τους τοποθέτηση, μια που αυτή αποτελεί συνει δητή επιλογή. Ένα τρίτο μυθιστόρημα, γραμμένο το ’67 από τον Τσέχο συγγραφέα Μίλαν Κούντερα, έρχεται να προστεθεί ώστε να αποτελέσει, μαζί με τα δυο προηγούμενα, ένα τρίπτυχο. Ο Κούντερα γράφει το Αστείο πριν την επέμβαση των σοβιετικών τανκς στην Πράγα κι ενώ είναι μέλος της γραμ ματείας της Κ.Ε. του Τσέχικου Κομμουνιστικού Κόμματος. Η τρίτη, λοιπόν, κατάθεση προέρχε ται από μία χώρα του λεγάμενου υπαρκτού σο σιαλισμού και φτάνει να συνθέσει, να ανοίξει το φάσμα και ίσως να ολοκληρώσει το θέμα. Έ νας νεαρός κομμουνιστής στην προσπάθειά του να προσελκύσει μία νεοφώτιστη και λιγότερο καταρτισμένη ιδεολογικά συμφοιτήτριά του κά νει ένα αστείο που καταλήγει να αλλάξει τη ζωή του. Αφού διαγράφεται από το Κόμμα στέλνεται εξορία και σε στρατόπεδο ανεπιθύμητων στρα τιωτών όπου και περνά πολύ δύσκολα. Ό ταν βγει για ν’ αρχίσει την καινούρια του ζωή, το μόνο που τον κρατεί σε ένταση και του ζεσταίνει την καρδιά είναι η εκδίκηση. Σε αυτό το μυθιστόρημα έχουμε την πιο πλήρη παρουσίαση της πορείας και της εξέλιξης ενός ανθρώπου μέσα από τους σταθμούς της ζωής του, αλλά και το πλέγμα των σχέσεών του, φιλί-
αφιερωμα/75 κών και ερωτικών. Κι εδώ, εκείνο που παρου σιάζεται σαν λυδία λίθος στην εξέλιξη της πλο κής αλλά και της ανάπτυξης των χαρακτήρων, είναι η έρευνα και αναζήτηση. Ό λα αρχίζουν και πάλι από τη φάση της απομόνωσης, και του εγκλεισμού. Είναι το οριακό σημείο από όπου ξεκινούν οι αναπολήσεις στο παρελθόν, μα και οι εμβαθύνσεις στο παρόν. Η ρήξη, οριστική και αμετάκλητη, μετά την απομόνωσή του, υποδαυ λίζει τη διάθεσή του για εκδίκηση, μόνη να φορ τίσει κι έτσι φωτίσει την προοπτική της ζωής του. Αν και η κάθαρση μοιάζει να είναι η εκδί κηση, μία ατομική λύση, στο τέλος όλα συνηγο ρούν για το ότι το «κλειδί» δε βρίσκεται εκεί. Το πρόβλημα δεν είναι ατομικό, ούτε καν εθνικό. Το πώς ένα τυχαίο γεγονός μπορεί να αντιστρέ φει τους όρους του παιχνιδιού οφείλεται στην (υπο)-λειτουργία ενός συστήματος βασισμένου και οικοδομημένου σε ανασκευασμένες, κι αλί μονο μήτε βελτιωμένες, απομιμήσεις παλαιότερων προτύπων. Η ανεύρεση του «ποιος φταίει;» και η απαγγελία ευθυνών και κατηγοριών είναι εκείνο που μάλλον δεν ενδιαφέρει το συγγρα φέα. Αφήνει ωστόσο την προοπτική για ερμη νείες, όχι και τόσο αυθαίρετες, καταγράφοντας τις καταστάσεις. Συνοψίζοντας, θα καταλήγαμε στα παρακάτω θέματα που συναντούμε στις σελίδες των μυθι στορημάτων που προαναφέραμε: η απομόνωση
Κυκλοφορεί από τις
Έλληνες Ζωγράφοι
Μί ::
και ο εγκλεισμός των ηρώων με σκοπό την τιμω ρία και τον κάθε είδους κολασμό τους. Η ρήξη τους, ως συνέπεια, με τον μηχανισμό, υπαίτιο της περιθωριοποίησής τους, κι ίσως κάποτε με αυτό που θα λέγαμε, συμβατικά, πραγματικότη τα. Το μεταίχμιο στο οποίο, αίφνης, βρίσκονται, ή η άρνησή τους να δεχτούν την κατάσταση, κάτι που συνεπάγεται την απογοήτευση και τη διά ψευση των ελπίδων τους. Το να επανέλθουμε στον 'Αρη Αλεξάνδρου δεν εξυπηρετεί απλώς την ανάγκη του άρθρου, ενταγμένου σε ένα αφιέρωμα στον συγγραφέα. Είναι ανάγκη που πηγάζει, από τη θέλησή μας για περιπλάνηση του μυαλού και της ψυχής μας. Τα όνειρα-οράματα που καταλήγουν φαντάσματα-έμμονες ιδέες, η έμπνευση που καταντά ασφυκτική επιβολή, η μαχητική διεκδίκηση που μεταστρέφεται σε παραχώρηση, είναι κοινοί καημοί. Η επιλογή τού «με ποιον θα πας και ποιον θα αφήσεις» εξακολουθεί να αποτελεί την ειδοποιό διαφορά. Η σύγκρουση με την κάθε τύ που εξουσία ή καθεστηκυία τάξη, μα και η μηαποδοχή του παραγκωνισμού μας, είναι ιδεολο γία, στάση ζωής. Δεν είναι ηθικολογία να κατα λήξεις σε παρόμοια συμπεράσματα, όμως είναι ηθική να διεκδικείς τη διαφορετικότητά σου μέ σα από την άρνηση της παθητικότητας για την οποία ο σύγχρονος κόσμος μας προορίζει. Πα ραμένει ωστόσο το πιο δύσκολο.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 - Τηλ. 36.02.007
Γ ΙΟ Λ Α Ν Τ Α Χ Α Τ Ζ Η Έ λ λ η ν ες ζω γ ρ ά φ ο ι 19ος α ιώ νας οδηγός για παιδιά
Το πρωτότυπο αυτό βιβλίο περιλαμβάνει αντιπρο σωπευτικούς Έλληνες ζωγράφους του 19ου αιώνα, περιγραφή των έργων τους πάνω στη σύνθεση και στις λεπτομέρειες του έργου και διάφορα παιχνί δια που ασκούν την παρατηρητικότητα.
76/αψιερωμα
Χ ρηστός Π . Α γγελά κ ος
Ο κατάλογος των πρωτότυπων έρ γων του Άρη Αλεξάνδρου και ο βι βλιογραφικός οδηγός για το μοναδι κό του μυθιστόρημα προέρχονται, και οι δυο, από τη μελέτη μου: « “Το κ ιβώ τιο” του Άρη Αλεξάνδρου.Δομή και αφήγηση» που κατέθεσα και υπο στήριξα στο Νεοελληνικό Ινιστιτούτο της Σορβόννης τον Οκτώβριο του 1988, στο πλαίσιο του διπλώματος εμπεριστατωμένων σπουδών (D.E.A.). Από τον παρακάτω κατάλογο απου σιάζει το μεταφραστικό έργο του Άρη Αλεξάνδρου που, όπως είχε επισημάνει παλαιότερα ο καθηγητής Δ.Ν. Μαρωνίτης, «...ανήκει ουσιαστι-1 κά στην όλη του πνευματική παραγω γή, καθορίζει τον τρόπο ζωής του και τη δημιουργική του δουλειά, κυρίως την πεζογραφική.»1 Η βιβλιογραφία που ακολουθεί πε-\ ριλαμβάνει όσα κείμενα παρουσιά ζουν, σχολιάζουν ή αναλύουν «Το κι βώτιο». Η σύνταξη ενός άλλου βι βλιογραφικού καταλόγου που θα πε ριέχει τα σχετικά με το ποιητικό έργο του Άρη Αλεξάνδρου δημοσιεύματα περιμένει κάποιον πιο αρμόδιο, σ’ αυ τόν τον τομέα, μελετητή. 1. «Άρης Αλεξάνδρου, ο άνθρωπος και ο πνευματικός δη μιουργός» εφημερίδα Η Αυγή, 10-9-1978. Συζήτηση των Δ.Ν. Μαρωνίτη, Αντρ. Φραγκιά και Αλ. Αργυρίου δημο σιευμένη με επιμέλεια του Γ. Ματζουράνη. Πρόσφατα κυ κλοφόρησε ο Β' Τόμος της Μεταπολεμικής Πεζογραφίας (Από τον πόλεμο του ’40 ως τη δικτατορία του ’67) από τις εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ. Περιλαμβάνει Παρουσίαση και Ανθο λόγηση του ΑΛΕΞ. ΑΡΓΥΡΙΟΥ για τον Άρη Αλεξάνδρου. Σελ. 136-185. Επίσης ο Δημήτρης Ραυτόπουλος έχει έτοιμη εργασία για την ζωή και το έργο του Άρη Αλεξάνδρου που πρόκειται να εκδοθεί σε βιβλίο σύντομα από τις εκδόσεις Θεμέλιο.
Εργογραφία του Άρη Αλεξάνδρου α) Ποίηση 1Ακόμα τούτη ή άνοιξη, εκδ. Γκοβόστης, Α θήνα 1946 ’Άγονος γραμμή, για λογαριασμό του συγγραφέα, 300 αντίτυπα, Α θήνα, 1952. Εύθντης όόών, για λογαριασμό του ανύπαρκτου εκδο τικού οίκου HO M O HUM AN U S, Α θήνα 1959. Ποιήματα 1941-1971, εκδ. Κείμενα, Α θήνα 1972. (Συ γκεντρωτικός τόμος που περιλαμβάνει τις τρεις προη γούμενες ποιητικές συλλογές καθώς και τις «Exercises de redaction», ποιήματα γραμμένα το 1969 στο Π αρί σι). Ποιήματα 1941-1974, εκδ. Καστανιώτης, Α θήνα 1978. (Π ρόκειται για επανέκδοση του προηγούμενου τόμου στην οπο ία προστέθηκαν τα «Π αρισινά ποιήματα 1971-1974»),
αφιερωμα/77
(δίγλωσση ελληνογαλλική έκδοση). Έξω απ’ τα δόντια (1937-1975), εκδ. Βέργος, Αθήνα 1977. (Συλλογή άρθρων, δοκιμίων και συνεντεύξεων του συγγραφέα).
Βιβλιογραφία για «Το κιβώτιο»"
β) Π εζογραφία Το Κιβώτιο (μυθιστόρημα), εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1974. [Το Κιβώτιο αριθμεί μέχρι στιγμής δεκατρείς εκδόσεις: 13η έκδοση το 1986*. Το ίδιο μυθιστόρημα μεταφρά στηκε στα γαλλικά με τον τίτλο La caisse - Recit traduit du Grec par Colette Lust, εκδ. Gallimar, σειρά Du Monde Entier, Paris 1978, (εξαντλημένη έκδοση)].
γ) Διάφορα Η εξέγερση της Κροστάνδης-Μάρτιος 1921 (χρονικό), εκδ. Φυτράκης, σειρά, Τα φοβερά ντοκουμέντα, Αθή να 1975. Τα Ksilopohara (παραμύθι), εκδ. Βέργος, Αθήνα 1976. Ο λόφος με το σνντριβάνι, (σενάριο βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Γιάννη Ρίτσου), εκδ. Βέρ γος, Αθήνα 1977. Δεύτερη έκδοση: Ύψιλον/βιβλία, Αθήνα, Φεβρουάριος 1983. ΟΗΙ, (σχέδια του 'Αγγέλου Καμπάνη σχολιασμένα από τον Άρη Αλεξάνδρου), εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1983
Αλ. Αργυρίου, «Το Κιβώτιο τον Άρη Αλεξάνδρου», περιοδικό Αντί, τχ. 32, Αθήνα 15/11/1975, σ. 49-50. (Βλ. και επανέκδοση στο περιοδικό Τομές, τχ. 68, Αθήνα, Ιανουάριος 1981, σ. 5-6). «Ξαναδιαβάζοντας τον Άρη Αλεξάνδρου», εφημερίδα Η Καθημερινή, Αθήνα, 3-7-1988. Ρέα Γαλανάκη, «Η σχέση Οιδίποδα-Απόλλωνα στο “Κιβώτιο” του Άρη Αλεξάνδρου», περιοδικό Ο Πολί της, τχ. 23, Αθήνα, Δεκέμβριος 1978, σ. 63-68. Νίκος Γρηγοριάδης, «Πεζογραφία» ’75, “Το Κιβώτιο” του Άρη Αλεξάνδρου», Χρονικό ’75, τόμος 6ος, Αθή να 1975, σ. 99. Μάρω Δούκα, «Το μυθιστόρημα της θλίψης», περιοδι κό Η Λέξη, τχ. 77, Αθήνα, Σεπτέμβρης ’88, σ. 622-623. Περ. Κοροβέσης, «Το τέλος της μικρής μας λογοτε χνίας;», περιοδικό Το Δέντρο, Αθήνα 1-3-1978, σ. 2631. Αλ. Κοτζιάς, «Ά ρης Αλεξάνδρου, Το Κιβώτιο», εφη μερίδα Η Καθημερινή, 18-5-1975 (και επανέκδοση στο βιβλίο του Μεταπολεμικοί Πεξογράφοι, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1982, σ. 15-19). Ρόμπερτ Κρίστ, «Το Κιβώτιο σαν υπαρξιακός μύθος: το επισκεπτήριο του Άρη Αλεξάνδρου», περιοδικό Α ντί, τχ. 123, Αθήνα 1979, σ. 44-48. Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Τα όρια της κριτικής: η άσκηση της ανάγνωσης», εφημερίδα Το Βήμα, 28-6-1975. Δ.Ν. Μαρωνίτης, Αντρ. Φραγκιάς, Αλ. Αργυρίου, «Ά ρης Αλεξάνδρου, ο άνθρωπος και ο πνευματικός δημιουργός», εφημερίδα Η Αυγή, 10 και 12 Σεπτεμ βρίου 1978. Γιώργος Α. Παναγιώτου, «Αποτελεσματική διήγηση, Ά ρη ς Αλεξάνδρου, Το Κιβώτιο», εφημερίδα Πρωινή της Δευτέρας, Βόλος, 8-12-1975. Δημήτρης Ραυτόπουλος, «Μια κεφαλαιώδης μεταφορά στην πεζογραφία μας, Το Κιβώτιο τον Ά ρη Αλεξάν δρου», περιοδικό Ηριδανός, τχ. 5-6 Αθήνα, ΑπρίλιοςΙούνιος 1976, σ. 89-94 (και επανέκδοση στο βιβλίο του Κρίσιμη Λογοτεχνία, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα 1986, σ. 123-133). Δημήτρης Ραυτόπουλος-Άρης Αλεξάνδρου, «Πα ράλληλος λόγος για Το Κιβώτιο», περιοδικό Ηριδανός, τχ. 1, Αθήνα, Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1975, σ. 68-70. (Τη «συνέντευξη» την ακολουθεί «'Ενα αδημοσίευτο κεφάλαιο του Κιβώτιου», ό.π., σ. 70-72. Την ίδια «συ νέντευξη», τέλος, με τον τίτλο «Τα ένδον ρήματα», την ξαναβρίσκουμε στο τελευταίο βιβλίο του Άρη Αλε ξάνδρου, Έξω απ’ τα δόντια, ό.π. σ. 181-183). Λίζυ Τσιριμώκου, Δρόμοι σημείων αδιέξοδοι, η καφκική ηχώ στο περιφερόμενο Κιβώτιο τον Άρη Αλεξάν δρου», περιοδικό Σπείρα, τχ. 6-7, Αθήνα, Φθινόπωρο 1986, σ. 107-116.
78/αφιερωμα
Παρουσιάσεις στον γαλλικό και γαλλόφωνο τύπο Claude Roy, «La Caisse par Aris Alexandrou», Le Monde, Paris, 11-5-1978. D.T. Analis, «Les derniers jours de la guerre civile grecque. La rage froide au-dela du temoignage», Le Monde, Paris, 7-6-1978. Pierre Mertens, «De l’autocritique comme un des Beaux-Arts, (...) Aris Alexandrou, “La Caisse” (Gallimard)», Le Soir, Bruxelles, 14-6-1978.
Μελέτες στα γαλλικά πανεπιστήμια Constantin Deliyannis, Organisation spatiotemporellc. strategie du narrateur et statut du narrataire dans le ro
man «La Caisse», D.R.E.A. sous la direction de Mr. Henri Tonnet, INALCO, Paris 1983. Anne Monique Xanthakis-Terset, L ’allegorie dans le ro man contemporain de politique fiction: «La Caisse» de Aris Alexandrou, These de 3eme cycle sous la direction de Mr. Cadot, Universite Sorbonne Nouvelle-Paris III, 1988. Christos Angelakos, «La Caisse» de Aris Alexandrou Structure et Narration, Memoire de D.E.A. sous la di rection de Mr. Guy Saunier, Universite de Paris-Sorbonne-Paris IV, Institut Νέο-Hellenique, 1988.* * Σημείωση του Επιμελητή. Έχει πραγματοποιηθεί ήδη και η 14η έκδοση του Κιβωτίου * Πρόσφατα κυκλοφόρησε ο Β' Τόμος της Μεταπολειιικής Πε ζογραφίας (Από τον πόλεμο τον 40 ο>ς τη δικτατορία του 67) από τις εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ. Περιλαμβάνει Παρουσίαση και Ανθολόγηση του ΑΛΕΞ. ΑΡΓΥΡΙΟΥ για τον Άρη Αλε ξάνδρου, σελ. 136-185. Επίσης ο Δημήτρης Ραυτόπουλος έχει έτοιμη εργασία για τη ζωή και το έργο του Άρη Αλε ξάνδρου που πρόκειται να εκδοθεί σε βιβλίο σύντομα από τις εκδόσεις «Θεμέλιο».
Χ ρ ίσ τ ο ς Π α π α γ ε ω ρ γ ίο υ
Μεταφράσεις του Ά ρη Αλεξάνδρου ------------------------------(Μ ια α π ό π ε ιρ α κ α τ α γ ρ α φ ή ς )--------------------------1. Ε. Ο’Νηλ: Ερημιά. Α' έκδοση, Αθήνα 1946. Εκδό σεις «Γκοβόστης». Σελίδες 148. 2. Ε. Ο’Νηλ: Ο Λάζαρος γέλασε. Α ' έκδοση. Αθήνα 1946. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 3. Ε. Ο’Νηλ: Ο αυτοκράτορας Τζόοννς. Α ' έκδοση, Αθήνα 1944. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 4. Ε. Ο’Νηλ: Το φεγγάρι των Καραϊβικών νησιών. Α ' έκδοση, Αθήνα 1945. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 5. Ε. Ο’Νηλ: Στις θάλασσες του Βορρά κι άλλα δύο μονόπρακτα. Α ' έκδοση, Αθήνα 1945. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 6. Ε. Ο’Νηλ: Ο μεγάλος θεός Μπράονν. Α ' έκδοση, Αθήνα 1945. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 7. Ε. Ο’Νηλ: Το χρυσάφι. Α ' έκδοση, Αθήνα 1946. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 8. Ε. Ο’Νηλ: Τα εκατομμύρια του Μάρκο Πόλο. Α' έκδοση, Αθήνα 1946. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 9. Ε. Ο’Νηλ: Ντυναμό. Α ' έκδοση, Αθήνα 1946. Εκ δόσεις «Γκοβόστης». 10. Ε. Ο’Νηλ: Το συντριβάνι. Α ' έκδοση, Αθήνα 1946. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 11. Ε. Ο’Νηλ: Μέρες δίχως τέλος. Α ' έκδοση, Αθήνα 1946. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 12. Ε. Ο’Νηλ: Ο πρώτος άνθρωπος. Α ' έκδοση. Αθή να 1946. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 13. Ε. Ο’Νηλ: Ο μαλλιαρός πίθηκος. Αθήνα χ.χ. Εκ δόσεις «Γκοβόστης».
14. Ντοστογιέφσκι: Αδελφοί Καραμαζώφ. Α ' έκδοση, Αθήνα 1954. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 4 τόμοι. Α' τόμος σελ. 189, Β' τόμος σελ. 231, Γ' τόμος σελ. 222, Δ ' τόμος σελ. 266. 15. Ντοστογιέφσκι: Οι φτωχοί. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 223. 16. Ντοστογιέφσκι: Λευκές νύχτες, Το όνειρο ενός γε λοίου, Μια γλυκειά γυναίκα. Αθήνα χ.χ. Εκδό σεις «Γκοβόστης». Σελίδες 221. 17. Ντοστογιέφσκι: Αναμνήσεις από το σπίτι των πε θαμένων. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σε λίδες 292. 18. Ντοστογιέφσκι: Έγκλημα και τιμωρία. Α ' έκδοση Αθήνα 1951. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 3 τόμοι, σε λίδες 528. 19. Ντοστογιέφσκι: Ο ηλίθιος. Μυθιστόρημα σε 4 μέ ρη. Α ' έκδοση, Αθήνα 1953. Εκδόσεις «Γκοβό στης». Σελίδες 666. 20. Ντοστογιέφσκι: Οι δαιμονισμένοι. Μυθιστόρημα σε τρία μέρη. Αθήνα 1952-1953. Εκδόσεις «Γκο βόστης». 21. Ντοστογιέφσκι: Ημερολόγιο συγγραφέα. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστη». 22. Περλ Μπακ: Περήφανη καρδιά. Αθήνα χ.χ. Εκδό σεις «Γκοβόστης». Σελίδες 316. . 23. Περλ Μπακ: Η Μάνα. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκο βόστης». Σελίδες 192.
αφιερωμα/79 24. Π ερλ Μ πακ: Δράκου γέννα. Α θήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 346. 25. Περλ Μ πακ: Ανατολιχός-Δυτικός άνεμος. Α θήνα χ.χ. Ε κδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 144. 26. Π ερλ Μ πακ: Οι γιοι του Βαν Λουγκ. Α θήνα χ.χ. Ε κδόσεις «Γκοβόστης». 27. Ό σ κ α ρ Γουάιλντ: Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέι. Α θήνα χ.χ. Ε κδόσεις «Γκοβόστης». Σελί δες 206. 28. Ό σ κ α ρ Γουάιλντ: De profundis. Α θήνα χ.χ. Ε κδό σεις «Γκοβόστης». Σελ. 144. 29. Κονσταντίν Σ ιμόνοφ: Ζωντανοί και νεκροί. Α θήνα 1980. Ε κδόσεις «Θεμέλιο». 2 τόμοι. Α ' τόμος σε λίδες 358, Β ' τόμος σελίδες 332. 30. Π ετρώνιος; Σατυρικόν. Α θήνα 1985. Ε κδόσεις «Νεφέλη». Σελίδες 214. 31. Η . Έ ρενμπουργκ: Άνθρωποι, Χρόνια, Ζωή. Α θή να 1980. Ε κδόσεις «Νεφέλη», 6 τόμοι. Α ' τόμος σελίδες 261, Β ' τόμος σελίδες 230, Γ ' τόμος σελί δες 276, Δ ' τόμος σελίδες 324, Ε ' τόμος σελίδες 245, ΣΤ' τόμος σελίδες 391. 32. Η Έ ρενμπουργκ: Το δέντρο. Σε συνεργασία με το Γιάννη Ρίτσο. Α θήνα. Ε κδόσεις «Κέδρος». 33. Τ ουργκένιεφ: Ο καπνός. Α ' έκδοση, Α θήνα 1953. Ε κδόσεις Γεωργίου Π απαδημητρίου. Β ' έκδοση, Α θήνα 1980. Ε κδόσεις «Γράμματα». Σελίδες 243. 34. Viktor Sklovskiy: Βιογραφία Λέων Τολστόι. Α θή να χ.χ. Ε κδόσεις «Μέλισσα». 35. Α ραγκόν: Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης 19171960. Α θήνα 1963. Ε κδόσεις Ο .Ε . Φυτράκης. 2 36. Ά ντζελ ο Μ αρία Ριπελλίνο: Ο Μαγιακόβσκη και το ρωσικό πρωτοποριακό θέατρο. Α θήνα 1977. Ε κδόσεις «Κέδρος». Σελίδες 373. 37. Αντ. Τσέχοβ: Βυασινόκηπος. Α ' έκδοση, Α θήνα 1945. Ε κδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 66. 38. Ά ν το ν Τσέχωφ: Ο θάλαμος No 6. Π εριέχεται στη Βασική Βιβλιοθήκη Π αγκόσμιας Λογοτεχνίας. Ε κδόσεις «Ντουντούμη». 39. Μ αξίμ Γκόρκη: Στα ξένα χέρια. Α θήνα χ.χ. Ε κδ ό σεις «Γκοβόστης». Σελίδες 346. 40. Μ αξίμ Γκόρκη: Η μάνα. Α ' έκδοση, Α θήνα 1945. Ε κδόσεις «Γκοβόστης». 2 τόμοι. Α ' τόμος σελίδες 240, Β ' τόμος σελίδες 284. 41. Μ αξίμ Γκόρκη: Οι Αρταμάνωφ. Π εριέχεται στη Βασική Βιβλιοθήκη Π αγκόσμιας Λογοτεχνίας. Ε κδόσεις «Ντουντούμη». 42. Ο νορέ ντε Μ παλζάκ: Οι Σουάνοι. Α θήνα χ.χ. Ε κ δόσεις «Ηριδανός». Σελίδες 391. 43. Έ ρσ κιν Κάλντγουελ: Καπνοτόπια. Α θήνα χ .χ. Ε κ δόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 173. 44. Έ ρσ κιν Κάλντγουελ: Το στρέμμα του θεού. Α θή να. «Ελεύθερα Γράμματα». 45. Γκυ ντε Μ ωπασάν: Ο φιλαράκος. Π εριέχεται στη Βασική Βιβλιοθήκη Π αγκόσμιας Λογοτεχνίας. Ε κδόσεις «Ντουντούμη». 46. Λ έων Τολστόη: Άννα Καρένινα. Α θήνα. Εκδότες «Συρόπουλοι-Κ ουμουνδουρέας». 47. Γουίλλιαμ Φώκνερ: Οι αδούλωτοι. Π εριέχεται στη Βασική Βιβλιοθήκη Π αγκόσμιας Λ ογοτεχνίας. Εκδόσεις «Ντουντούμη». 48. Σίνγκλερ Λ ιούις: Μπαμπά. Π εριέχεται στη Βασική Βιβλιοθήκη Π αγκόσμιας Λογοτεχνίας. Εκδόσεις «Ντουντούμη».
49. Βολταίρου: Αγαθούλης. Περιέχεται στη Βασική Βιβλιοθήκη Παγκόσμιας Λογοτεχνίας. Εκδόσεις «Ντουντούμη». 50. Τζων Στάινμπεκ: Τορτίλα Φλατ. Αθήνα χ.χ. Εκδό σεις «Γκοβόστης». Σελίδες 174. 51. Λώρενς: Η γυναίκα που έφυγε με τ’ άλογο. Α ' έκ δοση, Αθήνα 1944. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σελί δες 156. 52. Έλεν Καρλάυλ: Η μάνα. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 175. 53. Τζακ Λόντον: Το σιδερένιο τακούνι. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 54. Μπέρναρντ Σω: Καίσαρ και Κλεοπάτρα. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 55. Κίπλινγκ: Ο Μόγλης. (Ιστορίες απ’ το περίφημο βιβλίο της ζούγκλας). Α ' έκδοση. Αθήνα 1949. Εκ δόσεις «Γκοβόστης». 56. Γκόγκολ: Παντρολογήματα. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 57. Γκόγκολ: Το χωριό Στεπαντσίκοβο. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 320. 58. Γκόγκολ: Ο επιθεωρητής. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». 59. Χόρχε Σεμπρούν: Το μεγάλο ταξίδι. Αθήνα 1974. Εκδόσεις «Εξάντας». Σελίδες 241. 60. Χόρχε Σεμπρούν: Ο δεύτερος θάνατος τον Ραμόν Μερκαντέρ. Αθήνα 1983. Εκδόσεις «Θεμέλιο». Σελίδες 447. 61. Σ. Γιεσένιν: Χαιρετισμός στην πατρίδα. Δημοσιευ μένο στο περιοδικό «Δοκιμασία». 62. Α. Αχμάτοβα: Ρέκβιεμ. Δημοσιευμένο στο περιο δικό «Δοκιμασία». 63. Γ. Ντυράν: Παγκόσμια Ιστορία Πολιτισμού. Το έρ γο είναι ολοκληρωμένο σε 12 τόμους. Εξ αυτών ο 'Αρης Αλεξάνδρου μετέφρασε τον Ε ' και τον Θ' τόμο. Αθήνα. Εκδόσεις «Συρόπουλοι-Κουμουνδουρέας». 64. Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη: Θεατρικά. Αθήνα χ.χ. Εκδόσεις «Γκοβόστης». Σελίδες 247. 65. Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη: Ποιήματα. Πρόλογος και απόδοση Γιάννη Ρίτσου. Εκδόσεις «Κέδρος». Αθήνα 1987,15η έκδοση. Σελίδες 131. Τα ποιήμα τα: Σύγνεφο με παντελόνια, Παρίσι, Ιωβηλαίοι, Ξελασπώστε το μέλλον, Καλά πάμε, που περιέχονται στον τόμο, είναι σε μετάφραση Άρη Αλεξάν δρου. 66. Βλαντιμίρ Μαγιακόβσκη: Σύγνεφο με παντελόνια. Αθήνα. «Ελεύθερα Γράμματα». 67. ΠΕΝΤΑΤΟΜΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙ ΔΕΙΑ. Εκδόσεις «Τεγόπουλος».
Ε Π ΙΘ ΕΩ ΡΗ ΣΗ
ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ Π εριοδική έκδοοη οικονομικού και κοινωνικού προβληματισμού σε θέματα του αγροτικού χώρου.
Συντακτική επιτροπή
Π. ΓΡΕΒΕΝΙΤΗΣ NT. ΖΙΩΓΑ Ν. ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Α. ΜΩΥΣΙΔΗΣ Μ. ΦΡΑΓΚΑΚΗ Σύμβουλοι Σύνταξης
Δ. ΔΑΜΙΑΝΟΣ Σ. ΘΕΟΦΑΝΙΔΗΣ Η. ΘΕΡΜΟΣ 0 . ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ Β. ΚΑΡΑΠΟΣΤΟΛΗΣ Κ. ΛΑΜΠΟΣ Θ. ΛΙΑΝΟΣ Ν. ΜΑΡΤΙΝΟΣ Γ. ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΣ Ν. ΜΠΑΛΤΑΣ Σ. ΜΠΑΜΠΑΝΑΣΗΣ Δ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ Σ. ΠΑΠΑΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Π. ΡΕΠΠΑΣ Μ. ΣΑΚΕΛΛΗΣ Γ. ΣΑΜΑΡΑΣ Α. ΣΑΡΡΗΣ Κ. ΣΟΥΛΑΣ Π. ΣΠΑΘΗΣ Γ. ΧΡΗΣΤΟΥ Δ. ΨΥΧΟΓΙΟΣ
ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ το 6ο ΤΕΥΧΟΣ ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΑΤΕ ΤΗΛ. 322 3586 ΕΔΟΥΑΡΔΟΥ ΛΩ 19, ΑΘΗΝΑ 10564
Η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος συνεχίζοντας τη συμβολή της στην επιστημονική έρευνα, εκδίδει νέο επιστημονικό περιοδικό, αφιερωμένο στη μελέτη θεμάτων του αγροτικού χώρου από τη σκοπιά των κοινωνικών επιστημών. Στο περιοδικό, που διευθύνεται από πενταμελή Συντακτική Επιτροπή επιστημόνων της Διεύθυνσης Μελετών και Προγραμματισμού της ΑΤΕ, δημοσιεύονται πρωτότυπες (αδημοσίευτες) επιστημονικές εργασίες Ελλήνων και ξένων συγγραφέων με τη μορφή άρθρων, σημειωμάτων κλπ., καθώς και βιβλιοκριτικές και θιβλιοπαρουσιάσεις. Η συχνότητα έκδοσης του περιοδικού είναι τριμηνιαία. Κάθε χρόνο κυκλοφορούν τρία τεύχη σε ελληνική γλώσσα, καθώς και ένα ξενόγλωσσο τεύχος με επιλεγμένα άρθρα σε μετάφραση, μαζί με περιλήψεις όλων των άρθρων της χρονιάς.
Περιεχόμενα 6ου τεύχους
Β. HERVIEU........................ Από την Εξαφάνιση των Χωρικών στην Ανανέωση του Γαλλικού Αγροτικού Κοινωνικού Χώρου: Η Γαλλική Αγροτική Κοινωνιολογία υπό Αμφισβήτηση I. ΓΙΔΑΡΑΚΟΥ......................Συμμετοχή των Γυναικών στη Γεωργική Δύναμη της Χώρας: Μια Στατιστική Διερεύνηση Οικονομικό κοινω νικών Παραγόντων που την Επηρεάζουν Κ. ΡΗΓΑΣ............................ Η Κατανάλωση Τροφίμων στην Ελλάδα: Μια Εφαρμογή του Σχεδόν Ιδανικού Συστήματος Ζήτησης (AIDS) Λ. ΛΟΥΛΟΥΔΗΣ Ν'ΜΑΡΤΙΝΟΣ Ο «Τρόποι Παραγωγής» στη Γεωργία: Μεθοδολογικά Α. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ................. Προβλήματα στην Επιτόπια Έρευνα Σ. ΚΑΤΡΑΝΙΔΗΣ.................. Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία: Περιφερειακές Επιδράσεις της ΚΑΠ
ΔΕΛΤΙΟ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΗ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ _ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ_______ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ_______ ΠΟΛΗ _ | ΤΑΧΥΔΡΟΜ. ΤΟΜΕΑΣ _ I ΕΤΗΣΙΑ ΣΥΝΔΡΟΜΗ: _ | υπουργεία, νομικά πρόσωπα, τράπεζες _ I φοιτητές, σπουδαστές______________
j
ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΤΟ 6ο ΤΕΥΧΟΣ ■ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΑΤΕ [Τ Η Λ . 322 3586, ΕΔΟΥΑΡΔΟΥ ΛΩ 19, ΑΘΗΝΑ 105 64.
■ > &
η
_ 1200 Δρχ. _ 3200 Δρχ. _ 800 Δρχ.
J
η προβληματική για το Εξωτερικό Χρέος U x
ΣΓΊΥΡΟΥ ΣΗΚΟΥ: Το εξωτερικό χρέος των αναπτυσσόμενων χω ρών. Αθήνα, Π α ρ α τ η ρ η τ ή ς , 1988. Θεσσαλονίκη. Σελ. 74
ο εξωτερικό χρέος είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα για τις αναπτυσσόμενες χώρες, με σημαντικές διαστάσεις, που απα σχόλησε ιδιαιτέρως τους οικονομολόγους στην τελευταία πενταε τία με αποτέλεσμα να έχουμε μια αρκετά πλούσια βιβλιογραφία στον αγγλοσαξωνικό και γαλλικό χώρο. Ο συγγραφέας Σπύρος Ζήκος με το μικρό αυτό βιβλίο των εβδο μήντα περίπου σελίδων προσπάθησε να καλύψει ένα μεγάλο κενό της ελληνικής βιβλιογραφίας ή να παρουσιάσει τουλάχιστον μια εισαγωγή στο πρόβλημα του εξωτερικού χρέους για όσους θα ήθε λαν να έχουν μια πρώτη επαφή με τη γενικότερη προβληματική. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου ο συγγραφέας δίνει συνοπτικώς τον ορισμό και τα αίτια της υπερχρέωσης των υποανάπτυκτων χω ρών αναφερόμενος στις απρόβλεπτες μεταβολές της παγκόσμιας οικονομίας και προσπαθεί να αναλύσει την οικονομική πολιτική των κρατών-οφειλετών παραθέτοντας την περίπτωση της Ελλάδας και συνοψίζοντας τα λάθη των φορέων της ελληνικής οικονομικής πολιτικής σε τρεις τομείς: - Στην πολιτική κρατικού προϋπολογισμού. - Στη συναλλαγματική πολιτική - Στη στρατηγική οικονομικής ανάπτυξης.
Τ
ελετώντας κανείς το μικρό αυτό εγχειρίδιο μένει με την εντύ πωση μιας προσεγμένης εισαγωγής στο συγκεκριμένο πρό βλημα που αφήνει όμως αναπάντητα σημαντικά ερωτήματα όπως για παράδειγμα, γιατί στην πενταετία 1978-82 στις υπερχρεωμένες χώρες έγιναν επενδύσεις που επέτρεψαν να εξυπηρετηθούν τα χρέη, ενώ στην επόμενη πενταετία (1982-87) δεν έγιναν καθόλου επενδύσεις και ο ρυθμός ανάπτυξής του ήταν μηδενικός. Μια κα κή εξέλιξη που επιδεινώθηκε από τη φυγή ιδιωτικών κεφαλαίων στο εξωτερικό. Τι έκανε να ωριμάσει σιγά-σιγά η άποψη ότι το εξωτερικό χρέος χωρών όπως η Βραζιλία, το Μεξικό, η Αργεντινή, η Βενεζουέλα δεν είναι δυνατόν να εξοφληθεί στο ακέραιο και πώς θα έπρεπε να ρυθμιστεί κατά κάποιο τρόπο; Τι οδήγησε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις του δημοσίου τομέα μιας χώρας να εξοφλούν μέρος του χρέους τους διαθέτοντας μετο
Μ
ΟΙΚΟ
νο
82/επιλογη χές τους σε ένα κοινό ταμείο επενδύσεων και ποιος ήταν εδώ ο ρό λος του ΟΟΣΑ; Τι έγινε με την περίπτωση του Μεξικού όπου εφαρμόστηκε ευ ρύτερα το σχέδιο μετατροπής χρεών σε επένδυση; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που δεν θίγονται από το συγγραφέα. ο δεύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται σε παράγοντες αβε βαιότητας του εξωτερικού χρέους. Εδώ αναλύονται συνοπτι κά οι μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές πρώτων υλών, η αυξανόμε νη «ευθιξία-τρωτότητα» των εθνικών οικονομιών, η διαρθρωτική ανισορροπία στην παγκόσμια οικονομία και η αυξανόμενη διε θνής κινητικότητα των συγκριτικών πλεονεκτημάτων, με πιο εν διαφέρουσα την αναφορά στη διαρθρωτική ανισορροπία της πα γκόσμιας οικονομίας. Γενικώς για μια προσεγμένη εισαγωγή στο πρόβλημα του εξωτε ρικού χρέους των αναπτυσσόμενων χωρών που θα βοηθήσει αρκε τά φοιτητές, κυρίως, που παρακολουθούν μαθήματα Διεθνών Οι κονομικών σχέσεων (εκεί γίνεται συνήθως εκτενής αναφορά στο συγκεκριμένο πρόβλημα των οικονομιών αυτών των χωρών), αλλά και για οποιονδήποτε άλλον που θα ήθελε να προσεγγίσει τη γενι κότερη προβληματική του εξωτερικού χρέους.
Τ
ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΤΑΛΗΣ
με στόχο τη δημιουργία «καθαρόαιμου» αστυνομικού μυθιστορήματος ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΡΑΜΠΑΒΙΛΑ: Στους καιρούς των θαυμάτων. Μυθιστόρημα. Αθήνα, 1988. Σελ. 203
ο έγκλημα είναι μια από τις εκφράσεις της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων. Αν ένα έργο Τέχνης (μυθιστόρημα, ταινία κ.λπ.) παρουσιάσει ένα έγκλημα δίνοντας βάρος στους λόγους που το δημιούργησαν, τότε το έργο χαρακτηρίζεται κοινωνικό ή ψυχο γραφικό. Αν όμως το ίδιο αυτό έγκλημα περιγράφει (μέσα στα όρια πάντα ενός έργου Τέχνης) σαν διαδοχή γεγονότων, τότε το έργο χαρακτηρίζεται αστυνομικό. Μένοντας, λοιπόν, στα πλαίσια της πεζογραφίας και μόνο, αυτό νομίζω πως είναι εκείνο που διακρίνει το αστυνομικό μυθιστόρη μα από τις άλλες εκφράσεις αυτού του λογοτεχνικού είδους. Σε πρώτη άποψη, ο τρόπος με τον οποίο το αστυνομικό μυθι στόρημα προσεγγίζει τα γεγονότα, μπορεί να θεωρηθεί πως είναι επιφανειακός. Κι αυτό, γιατί στην προσπάθεια δημιουργίας μιας μυστηριακής καταγραφής των συμβάντων, θυσιάζεται η σε βάθος ανάλυσή τους. Αλλά είναι δυνατόν αυτή ακριβώς η μυστηριακή καταγραφή, να βοηθήσει στην εκμαίευση κοινωνικών και ψυχολο γικών αιτιών δημιουργίας μιας εγκληματικής ενέργειας. Ά ρα, λοιπόν, οι όποιοι διαχωρισμοί είναι τελικά συμβατικοί κι έτσι μια εγκληματική πράξη μπορεί να σταθεί αφορμή να δημιουργηθούν
Τ
πεζό ΥΡ, *<Ρ>ΙΑ
επιλογή/83 μυθιστορήματα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, όσο διαφέρουν το «Έγκλημα στο Κολωνάκι» του Γιάννη Μαρή και οι «Αθόρυβε; μέρες» της Νένης Ευθυμιάδη. Κάπου στο μέσο αυτής της απόστα σης, θα βρούμε τα μυθιστορήματα του Κων/νου Ραμπαβίλα. συγγραφέας αυτός, που έχει μέχρι σήμερα εκδώσει πέντε βι βλία, χρησιμοποιεί το έγκλημα σε άμεση σχέση με διάφορα πολιτικο-κοινωνικά δρώμενα. Έτσι, σ’ ένα βαθμό, καταφέρνει να φωτίσει με μιας διαφορετικής χροιάς φακό, γεγονότα που τα έχουμε δει με την επισημότητα μιας επιστημονικής πληροφόρησης ή με την υποκειμενικότητα μιας βιωματικής εμπειρίας. Συγχρό νως, διασκεδάζοντας και ο ίδιος με τη συγγραφική παντοδυναμία, κινεί τους βασικούς του ήρωες μέσα στις σελίδες των διαφόρων έργων του. Ακόμα χρησιμοποιεί μια εντελώς ιδιότυπη αργκό, την οποία εύκολα ο αναγνώστης την κατατάσσει στο χώρο της προ σπάθειας δημιουργίας ενός κλίματος αντίστοιχου μ’ αυτό του Ντ. Χάμμετ. Η ειρωνεία, ο σαρκασμός, η καλυμμένη τρυφερότητα, ο λεκτικός ερωτισμός, τα υπόγεια πάθη, η καθημερινή ρουτίνα είναι τα στοιχεία που περιτριγυρίζουν το κυρίως θέμα - το έγκλημα. Αν, όμως, στα προηγούμενα βιβλία του Κ.Ρ. το πολιτικο-οικονομικό στοιχείο ήταν ο κύριος πρωταγωνιστής, ή πιο σωστά, ο «ηθικός αυτουργός», στο τελευταίο τούτο μυθιστόρημα, ο ρόλος του έχει περιοριστεί στο ελάχιστο. Αν υπάρχει, είναι στην αναφο ρά κάποιων προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών που υποτίθεται - καθορίζουν τον τρόπο εκτέλεσης του εγκλήματος. (Μια ισχνή αναφορά στην ηλεκτρονική περίοδο που ζούμε). Και στο σημείο αυτό - που έτσι κι αλλιώς, συγγραφικά δεν υποστηρί ζεται με ιδιαίτερη θέρμη - λήγει η όποια καίρια παραπομπή σε γε γονότα που έχουν τη δυνατότητα ν’ απλωθούν στα όρια των γενι κότερων φαινομένων. Τα υπόλοιπα συμβάντα ακολουθούν μια κλασική πορεία αστυνομικού μυθιστορήματος.
Ο
L ΣΕΙΡΑ:
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ
έσα σ’ αυτήν την πορεία, ο Κ.Ρ. αποδεικνύει πως ξέρει να χειρίζεται και να διαχειρίζεται το ενδιαφέρον του αναγνιόστη του. Βέβαια, για να το επιτύχει αυτό, συχνά «σπρώχνει» τους ήρωές του σε ακραίες εκδηλώσεις. Αλλά ίσως μια τέτοια ενέργεια να δικαιολογείται και να δικαιώνεται από την προσπάθεια να επι τευχθεί ο τελικός στόχος. Και στην περίπτωση του πέμπτου μυθι στορήματος του, ο Κ.Ρ. φαίνεται πως έθεσε σαν στόχο του τη δη μιουργία ενός καθαρόαιμου αστυνομικού μυθιστορήματος. Η απόφαση κάθε συγγραφέα σχετικά με το τι θέλει να είναι το έργο του, είναι απόλυτα σεβαστή. Η κριτική ανάγνωση, το μόνο που έχει δικαίωμα να εκφράσει, με τη μορφή της απορίας, είναι το γιατί επιλέχθηκε μια συρρίκνωση των στόχων. Κι ακόμα να επισημάνει ένα μικρό συγγραφικό λάθος. Τα πρόσωπα υποτίθεται πως μιλάνε στα γαλλικά, ζούνε στη Γαλλία, γαλλική καταγωγή έχουν. Κάποιες, τότε, εκφράσεις, όπως για παράδειγμα «Αρσα κειάδες», ξενίζουν με την ελληνικότητά τους. ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ
Μ
ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ
G utenberg —
r
84/επιλογή
φανταστικό ταξίδι ΕΡΣΗΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ: Μεξικό. Αθήνα, Σελ. 96.
Κ έ δ ρ ο ς , 1988.
εριπετειώδες ταξίδι σ’ ένα φανταστικό Μεξικό του υποσυνεί δητου κάνει η ηρωίδα στη νουβέλα της Έρσης Σωτηροπούλου, ταξίδι όπου οι αφηγηματικοί ρυθμοί μιμούνται συχνά τις τα χύτητες μηχανικών μέσων μεταφοράς, που, με τη σειρά τους, ση μαίνουν την εναγώνια αναζήτηση, αλλά και φυγή, στα βάθη ενός ταραγμένου ψυχικού κόσμου. Οι εφιαλτικές, κατά το πλείστον σκοτεινές καταστάσεις, που βιώνει, παραμένουν απροσδιόριστες όπως τα όνειρα. Η ηρωίδα τις αντιμετωπίζει με το σταθερό πεί σμα και την επιμονή μιας γυναίκας που πασχίζει να προσδιορίσει τη γυναικεία της ταυτότητα. Ύστερα από «τριανταπέντε χρόνια σημαδεμένα από βαρεμάρα και τρόμο», η γυναίκα αυτή, χωρίς όνομα και χωρίς ταυτότητα, φαίνεται να ορμά αποφασιστικά μέσα στα αρχετυπικά, μυστηριώ δη σύμβολα του υποσυνείδητου για να βρει τον εαυτό της. Η εξε ρεύνηση παίρνει αρχικά τη μορφή αναζήτησης του χαμένου γιου της μέσα στη νύχτα. Σύντομα το αυτοκίνητο μετατρέπεται σε βαγονάκι του λούνα παρκ που διασχίζει ένα τούνελ τρόμου, ώσπου να βγει στο φως, σε μια πόλη, όπου στον σιδηροδρομικό σταθμό περιμένει το τραίνο για το Μεξικό. Ώ ς εδώ μαθαίνουμε ν’ αμφι βάλλουμε για όλα, ακόμα και για την ύπαρξη του χαμένου γιου της αποπροσανατολισμένης αφηγήτριας, χωρίς η απούσα μορφή του να χάνει τη σημασία της μέσα στην πάλη της «μητέρας» με το παρελθόν, τις τρομακτικές ενοχές της, τη ζωηρή αίθηση της απώ λειας και της απομόνωσης, την επιθυμία για θάνατο. Η ονειρική μορφή του αφηγήματος περιπλέκεται και από όνειρα μέσα στο όνειρο σε σχήματα πρωθύστερα ή συγχρονικά, ώστε να διασπάται διαρκώς κάθε εντύπωση πορείας μέσα σε κάποιον ρεαλιστικό χώ ρο και χρόνο. Η εξερεύνηση γίνεται μέσα στη συχρονικότητα της ψυχής.
Π
Σ
το τρένο που διασχίζει την Καλιφόρνια, η γυναίκα γνωρίζε ται με το μόνο συνεπιβάτη Πωλ, που της προτείνει να συνεχίσουν το ταξίδι για το Μεξικό με το αυτοκίνητό του. Το Μεξικό εμφανίζεται στη φαντασία της γυναίκας σαν μια όαση, ο χαμένος παράδεισος, μετά τις σκοτεινές σήραγγες και την άγονη έρημο της περιπλάνησής της. Εκεί, κατά τον Πωλ, βρίσκονται όλα τα χαμέ να παιδιά. (Ας σημειωθεί ότι κατά τον Jung το παιδί στον κόσμο του ονείρου είναι η ψυχή). Ο άντρας που της εμπνέει εμπιστοσύ νη, που της υπόσχεται ότι «το Μεξικό είναι το κατάλληλο μέρος για τα απολωλότα πρόβατα» γίνεται ο εραστής που μοιάζει να τη γεμίζει, να την κάνει να ξεχνά τη φρίκη της ύπαρξής της. Της προ σφέρει μια διαμονή σε μοτέλ κοντά στα σύνορα του Μεξικού, όπου οι δύο δίνονται ολοκληρωτικά σε έναν άγριο ερωτισμό σαν προκαταρκτικό στάδιο για την ευτυχία στο ιδεώδες Μεξικό της φαντασίας. Αλλά από δω και μπρος οι εξελίξεις επηρεάζονται αποφασιστι κά από αυτό που η συγγραφέας φαίνεται να θεωρεί τη διαφορά ανάμεσα στις προσδοκίες της γυναίκας και τη φύση του άντρα. Η εμφάνιση του κωφάλαλου και καθυστερημένου έφηβου, γιου της ξενοδόχου, αποβαίνει αποκαλυπτική και μοιραία. Ό πω ς οι κου φοί γέροι, υποκατάστατα γονιών της αφηγήτριας, που επιβάλλουν
πεζό
ΕΡΣΙΙ SflTHPOilOVAOr
ΚΕ4Ρ0Ϊ
επιλογη/85 την ισχυρή τους παρουσία στις αναδύσεις ενοχών από την παιδική της ηλικία, έτσι και ο κωφάλαλος αποτελεί μέρος του κόσμου των ενστίκτων που επηρεάζουν τη συμπεριφορά χωρίς να επιτρέπουν τη μεσολάβηση της νοητικής ή βουλητικής ιδιότητας.
ΏΙΝΩΝΙΟΛΟΠΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
έλξη που ασκεί πάνω στα ένστικτα της γυναίκας ο κωφάλα λος σαν είδωλο γιου και εραστή την ταράζει. Συνάμα ενεργεί σαν καταλύτης για τη διάσπαση της ερωτικής σχέσης της με τον Πωλ, όπως την έχει προεξοφλήσει σαν υπαρξιακά αναγκαία και πολύτιμη μέσα της η γυναίκα. Η κρίσιμη σκηνή του νυκτερινού ντους του ωραίου κωφάλαλου τον παρουσιάζει σαν είδωλο του αντρικού ναρκισσισμού του Πωλ που, κατά έναν αναπάντεχα πα ράδοξο τρόπο, του ξαναδίνει την ανεξαρτησία, αποσπώντας τον από την ερωτική εξάρτηση. Η γυναίκα, άναυδη ανάμεσα στον άντρα και το ναρκισσιστικό του είδωλο, μένει πάλι αποκλεισμένη και μόνη. Υπάρχει εδώ ο υπαινιγμός ότι ο άντρας αγαπά τελικά πάνω απ’ όλα τον αδέσμευτο εαυτό του και αρνείται τη μόνιμη εξάρτηση από την ερωτική του σύντροφο. Αλλά έτσι μένει κι αυ τός απ’ έξω, μόνος και ανικανοποίητος.
Η
ο τέλος της απόλυτης σχέσης με τον Πωλ είναι η αρχή της συνειδητοποίησης της γυναίκας σαν άτομο. Είναι η επιστροφή Τ στην αφετηρία, η αναθεώρηση, δηλαδή, της όλης φύσης και θέσης της ως γυναίκας. Το ταξίδι για το Μεξικό συνεχίζεται υπό άλλους όρους. Ο Πωλ οδηγεί τώρα σε ένα Μεξικό που παίρνει τη μορφή της Καβαφικής πόλης του γνωστού ποιήματος. Βίαια φέρνει τη γυναίκα πίσω στην πόλη τη δική της, στο σπίτι των γονιών - γερό ντων από όπου ξεκίνησε. Στη διαδρομή η γυναίκα συνειδητοποιεί οδυνηρά όλα όσα απωθούσε ή εξιδανίκευε, καθώς και τις υπερβο λικές της «απαιτήσεις, σε μια προσπάθεια να παραδεχθεί τον εαυτό της όπως είναι. Ο Πωλ της ζητά να μην τα θέλει όλα δικά της. Σε αντίθεση με την τρελή Αμερικάνα που ταυτίζεται διαδοχικά με τις μεγάλες ηρωίδες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, η γυναίκα φαίνεται να δίνει την τελευταία μάχη της με τους ρόλους της κόρης, ερωμέ νης και μητέρας για να βρει τη δική της ταυτότητα στη γέννα, όπου το παιδί που γεννιέται είναι ίσως η αναγεννήμένη δική της ψυχή. Όμως και αυτό μένει απροσδιόριστο. Η αφήγηση αφήνει την εντύπωση μιας ψυχοθεραπευτικής εμπειρίας που δεν οδηγεί σε κάποια συγκεκριμένη ψυχική υγεία, αλλά στην πιθανότητα αντιμετώπισης και αποδοχής της υπαρξιακής έντασης στο ανικα νοποίητο άτομο. Είναι κι αυτό, βέβαια, ένα είδος ψυχικής θερα πείας. ο σύντομο σφιχτοδεμένο κείμενο της Ε.Σ. είναι υπαινικτικό, αφήνοντας πολλά ερωτηματικά για θέματα που είναι ίσως Τ αναπάντητα στην ποικιλομορφία της αλληλοεξάρτησής τους. Εί ναι αξιόλογη η απόπειρα να διερευνηθούν πτυχές από τις πιο σκοτεινές κι αμφισβητήσιμες της γυναικείας και αντρικής ψυχολο γίας. Η προσέγγιση στο θέμα χωρίς δεδομένες ηθικές ή κοινωνικές αξίες και προϋποθέσεις τοποθετεί το «Μεξικό» κοντά στην ανάλο γη προσπάθεια του Γιώργου Συμπάρδη στο «Μέντιουμ» και γενι κότερα στην ομάδα των νεότερων πεζογράφων που επιχειρούν την παρουσίαση μιας, φαινομενικής τουλάχιστον, νοσηρότητας του ατόμου καθώς αυτό αναζητά την ταυτότητά του μέσα σε ένα ηθικό κενό που δεν παρέχει αναγνωρισμένες ή αναγνωρίσιμες αξίες στηρίγματα για τη δημιουργία αληθινής επικοινωνίας και σταθε ρών ανθρώπινων σχέσεων. ΚΡΙΤΩΝ ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ
.GUTENBERG,
86/επιλογή
μια ολόκληρη ζωή από την πρόσφατη ιστορία μας ΕΥΔΟΚΙΑΣ ΕΠΕΟΓΛΟΥ-ΜΠΑΚΑΛΑΚΗ: Η Αμάσεια. Αθήνα, Α φ ο ί Κ ν ρ ι α χ ί δ η , 1988. Σελ. 176 (μαζί με τους χάρτες και τις εικόνες).
ο ανασκάλεμα της μνήμης και των αναμνήσεων στάθηκε για τη συγγραφέα η αφορμή να μας χαρίσει το έργο της, που με τα βιώματά της ζωντανεύει μια ολόκληρη ζωή από την πρόσφατη ιστορία μας. Μπορεί η ίδια να θεωρεί ότι η εργασία της δεν απο τελεί ιστορική πραγματεία, όπως και πράγματι συμβαίνει, τα γε γονότα όμως που περιγράφονται ανάγονται στο ιστορικό παρελ θόν σε μια από τις τόσες πόλεις που χάθηκαν στις δύσκολες εκεί νες ώρες του «’22». Η Αμάσεια, όπως ξετυλίγεται η εικόνα της στις σελίδες του βιβλίου με τις ζωντανές περιγραφές και τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν και πάτησαν τα χώματά της, γίνεται ακόμα πιο πειστική, πιο ανθρώπινη. Η λειτουργικότητα του χώ ρου σε συνδυασμό με τη ζωτικότητα των κατοίκων και ιδιαίτερα του ελληνικού στοιχείου, παρ’ όλο που ήταν λίγο, χάριζε μια ξε χωριστή αίγλη στην πανάρχαιη πόλη, όπως αυτή περιγράφεται από τον Στράβωνα με την αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα (σσ. 13-14). Οι παιδικές αναμνήσεις συνταιριασμένες με τη γνώση και την κοινωνική εμπειρία μετουσιώνουν τον πυρήνα δημιουργίας ενός οδοιπορικού που διαγράφεται στις 17 επιμέρους ενότητες που απαρτίζουν τη δομή του βιβλίου, χαρίζοντας παράλληλα μια ολο κληρωμένη μορφή γνώσεως των αγώνων του Μικρασιατικού Ελ ληνισμού. Βέβαια δεν μπορούμε να διακρίνουμε εδώ τις πρωτά κουστες δραστηριότητες των Ελλήνων της Σμύρνης, της Άγκυρας, της Καισάρειας, της Τραπεζούντας και των άλλων μεγάλων πό λεων που η δυναμική παρουσία της Εκκλησίας και της εκπαίδευ σης αναζωγονούσε τις ελληνικές ψυχές και χαλύβδωνε τη θέληση. Η Αμάσεια μια από τις πιο όμορφες πόλεις του Πόντου, όπως γράφει η συγγραφέας, διεκδικούσε πάντοτε την πρωτοπορία στην επιβλητικότητα των Μνημείων της που τη στόλιζαν από την αρ χαιότητα. Ξένοι περιηγητές που πέρασαν από κει επιγραμματικά σημειώνουν, ότι «καμιά από τις αρχαίες πόλεις του Πόντου δεν μπορεί να παραβληθεί με την Αμάσεια στο πλήθος και τη σπουδαιότητα των αρχαίων μνημείων» (σ. 30).
Τ
ρωτεύουσα του βασιλείου των Μιθριδατών, έδρα ρωμαϊκής επαρχίας, πρωτεύουσα χριστιανικής μητροπόλεως, τόπος διαμονής το μεσαίωνα των πρώτων Οθωμανών Σουλτάνων, ήταν φυσικό να διατηρήσει τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν και δημιούργησαν την ιστορία του τόπου και άφησαν ανεξίτηλη την παρουσία τους (σσ. 30-38). Η παρουσία όμως η δική μας πα ραμένει μέχρι και σήμερα με τα περήφανα απομεινάρια των κά στρων που υψώνονται στις βουνοκορφές της αρχαίας πόλης και τα υπολείμματα κάποιων μνημείων, για τα οποία μιλά και ο Στράβων, και που θυμίζουν το πέρασμά μας επιτακτικά. Οι κά τοικοι Έλληνες και Αρμένιοι, αποτελούσαν το μισό πληθυσμό
Π
ιστ
επιλογη/87 περίπου της πόλης, αλλά και το δημιουργικότερο στοιχείο της προόδου (σ. 49) που προκαλούσε πάντοτε, παρά τις καλές σχέσεις του, το φθόνο των Τούρκων. Οι διαφορές και οι αντιζηλίες του χριστιανικού πληθυσμού ποτέ δε στάθηκε αφορμή να το διασπάσουν μπροστά στον κίνδυνο του κοινού εχθρού. Ό πω ς οι Αρμέ νιοι έτσι και οι Έλληνες φρόντιζαν να αποτελούν μια δυναμική κοινοτική οργάνωση με σκοπό να αντιπροσωπεύουν τους ίδιους στην τουρκική εξουσία και με σθένος να υπερασπίζονται τα συμφέροντά τους. Οι Έλληνες δημογέροντες συνέβαλλαν πάρα πολύ στην ομαλή λειτουργία των σχέσεων Ελλήνων και Τούρκων, τα δε καθήκοντά τους δεν περιορίζονταν στα αστυνομικά και φορολογι κά, αλλά και ως αιρετά πρόσωπα έπαιζαν αποφασιστικό ρόλο στον πολιτιστικό τομέα και ιδιαίτερα στα χρέη τους στις σχολικές εφορίες και τη λειτουργία των σχολείων (σσ. 51-54). Στις ενότητες: Σχολεία και εκκλησία (σσ. 53-58), Γλώσσα και Θρησκεία (σσ. 59-70) και λίγα για την Εκκλησία της Αμάσειας (σσ. 71-80) παρακολουθεί κανείς τις αγωνίες και τις κοινές προ σπάθειες που γίνονταν για τη διατήρηση και τόνωση του Ελληνι κού πληθυσμού της πόλης. Τα υποτυπώδη ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν, όταν λειτουργούσαν στην πόλη, δεν ήταν δυνατό να καλύψουν τις ανάγκες των ελληνοπαίδων. Οι προσπάθειες της Εκκλησίας και στον τομέα αυτό ήταν σημαντικές. Η καραμανλίδικη ήταν η γλώσσα της γραφής των Ελλήνων της Αμάσειας, όπως και πολλών άλλων τουρκόφωνων μερών, μια και η ανάγκη για επικοινωνία το επέβαλε, αφού άλλωστε εχρησιμοποιείτο και στις εκκλησιαστικές ακολουθίες.1'1 23 ια από τις σπουδαίες μητροπόλεις του Οικουμενικού Πα τριαρχείου ήταν της Αμάσειας, με τελευταίο μητροπολίτη τον εθνομάρτυρα Γερμανό Καραβαγγέλη (1909-1921), που η δρά ση του για την αυτονομία του Πόντου ήταν «έντονη και τολμηρή». Στην ενότητα 10 μπορεί ο αναγνώστης να παρακολουθήσει σε συ ντομία τις προσπάθειες και την αγωνία της Εκκλησίας για τη στή ριξη των πιστών, ιδιαίτερα όταν τα χρόνια ήταν δύσκολα. Οι θρη σκευτικές παραδόσεις θέρμαιναν τις ψυχές των χριστιανών. Όταν ο φανατισμός των αντιπάλων τους στερούσε τις εκκλησιές τους, το εικονοστάσι του σπιτιού ήταν το κέντρο της προσευχής και της λα τρείας, τις δε χρονιάρες μέρες Χριστούγεννα και Πάσχα μαζεμένοι 10-20 άνθρωποι, σε κάποιο απόμερο σπίτι, έκαναν τη δική τους «εκκλησία». Με κάθε λεπτομέρεια η συγγραφέας στις υπόλοιπες ενότητες που ακολουθούν μας εκθέτει τις σημαντικές αλλά και τις ασήμα ντες κοινωνικές εκδηλώσεις της ελληνικής κοινότητας. Το ρόλο του άνδρα και της γυναίκας, τα προξενέματα, τον αρραβώνα, το γάμο, τη διατροφή και τις συνήθειες των φαγητών, το ετλίκ, δηλα δή η διαδικασία για να ετοιμασθούν ο παστουρμάς και τα σου τζούκια ως και ο καβουρμάς, το λίπος κ.ά. Τις συναναστροφές των γυναικών, το χαμάμι και τέλος τους αξέχαστους τύπους της Αμάσειας. Η τελευταία ενότητα: Το τέλος (σσ. 130-139) αφιερωμέ νη στις «εκφράσεις» της ζωής των κατοίκων Ελλήνων και Τούρ κων. Ή συγγραφέας με κάθε ειλικρίνεια ανασύρει γεγονότα και καταστάσεις που αποδεικνύουν τη φιλική αλλά και την εχθρική μέχρι εξσντώσεως στάση των Τούρκων απέναντι των Ελλήνων.
L ,
ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΒΙΤΩΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ-ΖΩΗΒΑΛΑΣΗ
Διαλέγουμε βιβλία για παιδιά
Μ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΜΕΛΟΣ
το e i K o c i e m ΚΛΙΤΟ
ΔΗΜΟΤΙΚΟ mac ΤΡΔΓΟΫΔΙ
GuTeNBeRG
ΕΚ ΔΟ ΣΕΙΣ 1. Evangelia Bulla, Karamanlidika, Bibliographic Analytique, Athenes 1987. 2. Τάσον Αθ. Γριτσόπονλον, Αμάσεια στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιί» ι< 2 (1963). στ. 263-266. 3. Τον ίδιον. Γερμανός. Ο Καραβαγγέλης, ό.π. 4 (1964), στ. 400-402.
G utenberg
F
88/επιλογή Ζωηρές είναι οι παιδικές αναμνήσεις γεμάτες τρόμο, σκηνές που ο χρόνος δεν είναι δυνατό να απαλύνει με όποια μηνύματα αγάπης και αν ακουσθούν. Το βιβλίο κοσμείται με 32 εικόνες που ζωντανεύουν την πόλη της Αμάσειας από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, οι δε δύο χάρτες, απεικονίζουν τις χαμένες πατρίδες, τους τόπους που άλλοτε ο Ελ ληνισμός μεγαλουργούσε. ΝΙΚ. Λ. ΦΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
ψ>
1 Τα μαλλιά του Τ φαλακροί) δολοφόνου
μελέτες Κυκλοφόρησαν ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ Γ. ΖΩΡΑ: Θεόφιλος και Ερωτόκριτος. Ομπρέλα, Αθήνα 1989. Η εργασία του Γεράσιμου Γ. Ζώρα αποτελεί σημαντικότατη συμβολή στη μελέτη της λογοτε χνίας σε συνάρτηση με την εικα στική τέχνη. Στην περίπτωση εξάλλου της μελέτης «Θεόφιλος και Ερωτόκριτος» το πεδίον δράσεως του συγγραφέα διευκολύνε ται από το θέμα αυτό καθ' εαυτό δεδομένου ότι η συνάντηση του λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου με τον λογοτεχνικό ήρωα του Κορνάρου παρουσιάζει και μια ιδιαι τερότητα τόσο στο επίπεδο του ποσού παραγω γής όσο και στο επίπεδο της ποιότητάς της. (Η θεματική σχέση Κορνάρου και Θεόφιλου είναι ενδεικτική για το πώ ς λειτουργούν τα δάνεια και τ α αντιδάνεια ανάμεσα στη λογο τεχνία και τη ζωγραφική. Γιατί, ποιος θα μπορούσε να προσεγγί σει αμεσότερα τον απέριττο στί χο του Ερωτόκριτου και, εξεικονίζοντάς τον πάλι απέριττα, να δώσει τη δική του ερμηνεία π ι στότερα και γλαφυρότερα από
ένα ζωγράφο σαν τον Θεόφιλο; σελ. 3). Ο Γεράσιμος Γ. Ζώρας έχοντας ευθύβολα συστηματοποιήσει και κατά κάποιον τρόπο κατηγοριο ποιήσει το εικαστικό υλικό του Θεόφιλου σχετικά με τον Ερωτόκριτο, προσεγγίζει τη σημασιολογική φόρτιση της εικόνας και του κειμένου κατά τρόπο που αποδεικνύει τη μεθοδολογική χρησι μότητα μιας τέτοιας προσέγγισης η οποία, σε τελευταία ανάλυση, προσδίδει διαστάσεις πρωτόγνω ρες στο αντικείμενο της λογοτε χνικής θεώρησης ενός κειμένου. Η λογοτεχνία εκφράζεται δηλαδή με εικαστικούς κώδικες, ενώ η ζωγραφική αποκτά μια γλωσσι κή υπόσταση (άκρως ποιητική στην προκειμένη περίπτωση). Η πρω τοτυπία της εργασίας του Γεράσιμου Γ. Ζώρα οφείλεται τόσο στον εντοπισμό και τη συλ λογή του λογοτεχνικού και εικα στικού υλικού όσο και στον τρό π ο ταξινόμησής του. Εξάλλου, οι επιμέρους παρατηρήσεις μαρτυ ρούν έντονα ότι η αντιμετώπιση του όλου θέματος έγινε με σταθε ρά αισθητικά κριτήρια.
ΜΑΡΙΚΑ ΘΩΜΑΔΑΚΗ
Γρηγόρης Γρηγορίου ΜΝΗΜΕΣ ΣΕ ΑΣΠΡΟ ΚΑΙ ΣΕ ΜΑΥΡΟ Βασίλης Ραφαηλίδης 1. ΤΑ ΜΑΛΛΙΑ ΤΟΥ ΦΑΛΑΚΡΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ 2. ΚΙΝ/ΦΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ε' Πιέρ Πάολο Παζολίνι 1. 6 ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΙΝ/ΦΟ 2. Ο ΚΙΝ/ΦΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ Τάκης Δαυλόπουλος ΧΡΟΝΟΣ - ΚΙΝ/ΦΟΣ - ΜΟΝΤΑΖ Σωτήρης Κακίσης ΕΠΙΘΕΣΗ Αιγόκερως Ζωοδόχου Πηγής 17 Τηλ. 36.13.137
J
1989 ΕΤΟΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΝΕΩΝ ΑΝΑΓΝΩΣΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
GUTENBEQG
26 ΧΡΟΝΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΝΕΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ
Β ΙΒ Λ ΙΑ Γ Α Π Η Ε Ν Α Β ΙΒ Λ ΙΟ Α Φ ΙΕ Ρ Ω Μ Α Π Ο Υ Θ Α Π Ρ Ο Σ Φ Ε Ρ Θ Ε Ι Δ Ω Ρ Ε Α Ν Σ Ε 10.000 Α Ν Τ ΙΤ Υ Π Α Σ Τ Ο Υ Σ Ε Κ Π Α ΙΔ Ε Υ Τ ΙΚ Ο Υ Σ , Σ Υ Λ Λ Ο Γ Ο Υ Σ Γ Ο Ν Ε Ω Ν ΚΑ Ι Κ Η Δ Ε Μ Ο Ν Ω Ν , Β ΙΒ Λ ΙΟ Θ Η Κ Ε Σ ΚΑΙ Σ Ε Κ Α Θ Ε Α Ρ Μ Ο Δ ΙΟ Φ Ο Ρ Ε Α Α Π Ο Τ Α Β ΙΒ Λ ΙΟ Π Ω Λ Ε ΙΑ Ο Λ Η Σ Τ Η Σ Ε Λ Λ Α Δ Α Σ .
Α ρης Α λεξάνδρου Τ ο κ ιβ ώ τ ιο
4 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3 - τηλ. 36.02.007
Έ ν α από τα πιο σημαντικά βιβλία της τελευταίας 20ετίας. Το μυθιστόρημα που άνοιξε νέους δρόμους στη σύγχρονη ελληνική πεζογρ αφ ία
ΚΕΔΡΟΣ