[εκδόσεις ΟΛΚΟΣΐ
Ετοιμάζονται Β. ΣΟΥΜΠΑΡΤ «Θρησκεία και Έρως» μτφρ. Μιχ. Κοπιδάκης «Αλληλογραφία Γ. Σεφέρη - Τ. Μαλάνου» επιμ.: Δ. Δασκαλόπουλος ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ I μ αρατοςΙ !ϊ / «Η άλλη 1
μΒ [
ΖΑΝ ΛΙΜ ΠΙΣ «Ο μύθος του Ανδρογύνου) μτφρ. Αριστ. Παρίση
>
πλευρά»1
w_
Βουκουρεστίου 3 (105 64) Τηλ. 3254538 - 3253172
απο τα βιβηία της «γνώσης»
ΜΙΚΡΗ ΣΕΙΡΑ
Η γερ ο ντο κό ρ η Μ Π Α Ρ Μ Π Ε ΙΜΤ- ΩΡΕΒΙΓΥ
Οι δ ια β ο η ικ ές ΝΑΘ ΑΝ ΙΕΛ ΧΩΘΟΡΙΜ
τ ο άηικο γράμμα Σ Υ Ν Τ Ο Μ Α Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο ΡΟ Υ Ν Ρ Α Λ Φ ΕΛΙΣΟΝ
Ο α όρ ατος άνθρω πος ΤΟ Μ ΑΣ ΧΑΡΝΤΥ
κάτω από τα δ έν τρ α
εκδόσεις «γνώση Ιπ π οκράτους3 1 ,1 0 6 80 Α θ ή ν α ,Τ η Β .3620941 ■3621194
ΝΕΑ
ΒΙΒΛΙΑ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ
1989- 1990
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Σφυρίδης Περικλής Από πρώτο χέρι
Γκανάς Μιχάλης Μητριά πατρίδα (Πεζογράφημα)
Κάραλη Μαλβίνα Αθώος οαν αγαπημένος (Αφήγημα)
Κάτος Γιώργος Η βασιλεία των κατσαρίδων (Μυθιστόρημα)
Μιλλιέξ-Γκρίτση Τατιάνα Αλλάζουμε; (Μυθιστόρημα)
Αναδρομές (Διηγήματα)
(Διηγήματα)
Τομαζάνη Δέσποινα Φωτιά μέσα στο νερό (Διηγήματα)
Φακίνος Άρης Τα παιδιά του Οδυσσέα (Μυθιστόρημα)
Φακίνος Μιχάλης Εφημερεύων θίασος και άλλες ιστορίες Χαριτόπουλος Διονύσης Τη νύχτα που 'φύγε ο Μπούκοβι (Διηγήματα)
Χατζήπαπας Χρίστος Το χρώμα του γαλάζιου υάκινθου (Μυθιστόρημα)
Μπρουντζάκης Ξενοφών Μια κ ο ινή περιπέτεια του οώματος (Πεζογράφημα)
Μωρτϋτης Γιώργος Αναμνήσεις ενός αντάρτη ΞανΘούλης Γιάννης Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας (Μυθιστόρημα)
Πρωτοπαπάς Πάνος Η αθέατη πλευρά της σελήνης (Διηγήματα)
Ρούσσος Τάοος Μιχαήλ και άλλα διηγήματα Σκούρτης Γιώργος Ιστορίες με πολλά στρας Το χειρόγραφο της Ρωξάνης Σουρούνης Αντώνης Τα τύμπανα της κοιλιάς και του πολέμου (Διηγήματα)
Οι πρώτοι πεθαίνουν τελευταίοι (Μυθιστόρημα)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
Αγγελάκης Ανδρέας Ο μακρύς μονόλογος της Μαρίας Πολυδούρη Γκανάς Μιχάλης Γυάλινα Γιάννενα Δενέγρης Τάσος Η κατάσταση των πραγμάτων Κακουλίδης Γιώργος Το χρώμα της ορχήστρας Μοσκώφ Κωστής 25 θλιμμένα ποιήματα για τον Έρωτα και την Επανάσταση Νικόδημος (μοναχός) Ερωτικός Ασσύριος Παπαδάκη Αθηνά Ωχρότατη έως του λευκού Σκαρτσής Σωκράτης Το μάρμαρο της άπλας Χέλης Γιώργος Ό τι στείρα έτεκεν επτά
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα Ζ. Πηγής 3, 106 78 Αθήνα, τηλ. 360.32.34 - 360.13.31
ΝΕΑ
ΒΙΒΛΙΑ ΗΕΝΗ
ΑΠΝΤΑΪΚ ΤΖΩΝ Το παζάρι στο άσυλο
1989- 1990
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΜΟΡΑΝΤΕ ΕΛΙΑ Το νησί του Αρθούρου
(Μυθιστόρημα)
(Μυθιστόρημα)
ΒΓΓΟΡΙΝΙΕΛΙΟ Μικροαστοί
ΜΠΕΝΙ ΣΤΕΦΑΝΟ Το μπαρ κάτω από τη θάλασσα
(Διηγήματα)
ΒΛΑΝΤΥ ΜΑΡΙΝΑ Βλαδίριρος ή Η πτήση που σταμάτησε ΓΕ ΤΣΟΥΝ-ΤΣΑΝ Το χωριό στο βουνό
(Μυθιστόρημα)
ΝΑΝΤΟΛΝΥ ΣΤΕΝ Η ανακάλυψη της βραδύτητας (Μυθιστόρημα)
ΝΤΙΝΤΕΡΟ Ο ανημός του Ραμώ
(Μυθιστόρημα)
(Μυθιστόρημα)
ΓΚΟΛΝΉΝΓΚ ΓΟΥΙΛΙΑΜ Μύησις ταξιδευτού
ΟΥΠΤΟΥΕΡΘ ΓΙΟΥΤΖΙΝ Τα εννέα πρόσωπα του Χριστού
(Μυθιστόρημα)
Γειτονικά καταλύματα (Μυθιστόρημα)
ΓΟΥΝΤΧΑΟΥΖ ΠΕΛΑΜ Μην μπλέξεις με το Διάβολο
(Μυθιστόρημα)
ΣΑΚΣ ΟΛΙΒΕΡ Ο άνθρωπος που μπέρδευε τη γυναίκα του με ένα καπέλο (Μυθιστόρημα)
(Μυθιστόρημα)
ΖΕΛΟΥΝ ΤΑΧΑΡ ΜΠΕΝ Ο γραφιάς (Μυθιστόρημα)
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΟΥΒΙΑΝΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ (Επιλογή-μετάφραοη: Ρήγας Καπάτος)
ΘΕΛΑ ΚΑΜΙΛΟ ΧΟΙΕ Η οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΧΙΛΙΑΝΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
(Μυθιστόρημα)
(Επιλογή-μετάφραοη: Ρήγας Καπάτος)
ΚΑΛΒΙΝΟ ΓΓΑΛΟ Μαρκοβάλντο ή Οι εποχές στην πόλη
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ
(Μυθιστόρημα)
(Επιλογή-μετάφραοη: Γιάννης Πάτσης)
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
Η σύγχρονη εκδοτική παρουσία στα ελληνικά γράμματα Ζ. Πηγής 3, 106 78 Α8ήνα, τηλ. 360.32.34 - 360.13.31
«Οι λ έ ξε ις είναι πράγματι μία μάσκα. Σπάνια εκφ ράζουν το αληθινό νόημα. Στην πραγμα τικότη τα έχο υ ν την τάση να το κρύβουν.» Herman Hesse «....η σύγχρονη τέχνη σίγουρα προσπαθεί να κάνει ό,τι καλύ τερο μπορεί για να εξοικειω θ ε ί ο άνθρωπος με έναν κόσμο που είναι γ ε μάτος σκοτάδι. Είναι κρίμα όμως που οι ίδιοι οι κ α λλ ιτέχνες δ εν έχο υν συνείδηση του τι κάνουν». Carl G. Jung
η επιστήμη τη$ μυΰολογια$
Ένα έρ γο που αποκαλύπτει το άλλο πρόσω πο της παγκόσμιας μ υθολογίας. Μια πρότυ πη έρ ευν α στο πεδίο τη ς ψυχολογίας και της Θρησκειολογίας.
C.G.JUNG C. KERENYI ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ Μάρνη 5-7, 10433 ΑΘΗΝΑ Τπλ. 5221744, 5227678
ί
Του Αγίου Βαλεντίνου Βιβλία για την Αγάπη σας
Εκδόσεις Πλέθρον Σειρά: ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
Βιβλιοπωλείο - Εκδόσεις: Μ α σ σ α λ ία ς 20α, 106 80 Α θ ή να , Τηλ. 36.41.260,36.45.057
ΔΙΑΒΑΖΩ
ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Α. Μεταξά 26, Αθήνα - 106 81
Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Διαφημίσεις: 36.42.789 Συνδρομές: 36.42.765
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Αυτό τό δισέλιδο, από τούτο το τεύχος, το αφιερώ νουμε στα νέα βιβλία. Φιλοδοξούμε, με τις σύντομες πα ρουσιάσεις, να σας ενημερώνουμε για το τι κυκλοφο ρεί σήμερα στους πάγκους των βιβλιοπωλείων και να σας προτείνουμε εκείνα που, κατά τη γνώμη μας, θα άξιζε να διαβάσετε οπωσδήποτε. Για την άμεση ενημέρωση της συντακτικής επιτρο πής, η οποία υπογράφει τα κείμενα που ακολουθούν, παρακαλούμε τους εκδότες να αποστέλλουν το συντομό τερο δυνατόν τα βιβλία τους στα γραφεία του πε ριοδικού.
Φρόυντ: Το παιδί είναι ο πατέρας του ανθρώπου Ο Λουΐς Καλνταγκές στην εισαγωγή του καινούριου βιβλίου της Φ. Ντολτό αναφέρει: «Το παιδί είναι ο πατέρας του ανθρώπου, έ λεγε ο Φρόυντ. Η Φρ. Ντολτό ενστερνίστηκε από την αρχή αυτή την ανακάλυψη, αλλά και την προχώρησε ως προς τις συνέπειές της: η γνώση της πηγάζει από τα.παιδιά, και μέσω της Φ.Ν., αυτοί που θεραπεύουν τα παιδιά, είναι τα ίδια τα παιδιά» Η Φ. Ντολτό με το βιβλίο «Περίπτωση Ντουινίκ» θορύβησε το ψυ χαναλυτικό κατεστημένο και συζητήθηκε ιιυλύ ύιαν εκδόθηκε οιην Ελλάδα. Το όνομά της στη Γαλλία, συνδέθηκε, μετά τις διαδοχικές διασπάσεις του γαλλικού ψυχαναλυτικού κινήματος, μ' εκείνο του Ζακ Λακάν. Στο νοσοκομείο Τρουσσώ επί 40 χρόνια αναλάμβανε να θεραπεύει παιδιά μαζί με περιορισμένο κοινό ψυχαναλυτών. Δύο χρόνια πριν πεθάνει ανέλαβε επίσης θεραπείες βρεφών σε συνερ γασία πάλι με μερικούς ψυχαναλυτές. Καρπός της πολύχρονης πεί ρας της είναι και το «Σεμινάριο Ψυχανάλυσης Παιδιών». Πρόκειται για ζωντανές ηχογραφήσεις με τρεις πρωταγωνιστές: τον αναλυτή, το παιδί, που όμως απουσιάζει, και τη συγγραφέα - ψυχαναλύτρια. Ο ψυχαναλυτής, αδυνατώντας να κατανοήσει μια δύσκολη περί πτωση που συναντάει, γίνεται εκείνη τη στιγμή διαμεσολαβητής του παιδιού μεταφέροντας τα προβλήματά του στη Φ. Ντολτό κι εκείνη απαντάει. Άλλοτε βίαια, άλλοτε πολύ απλά, αναδύονται οι φυσι κές αλήθειες σχετικά με περιπτώσεις που οι ομιλητές παρουσιάζουν συνήθως με τρόπο ελλιπή. Τα λόγια της «αιχμηρά σαν νυστέρι, κό βουν τον ομφάλιο λώρο». Οι ερωτήσεις της σε πολλές περιπτώσεις γίνονται αφορμή να βγει στην επιφάνεια πληθώρα από απόκρυφες καταστάσεις. Το «Σεμινάριο Ψυχανάλυσης Παιδιών» θεωρείται μοναδικό στην ιστορία της ψυχανάλυσης. Ο μη ειδικός αναγνώστης του νιώθει ευ χάριστα διαβάζοντάς το σε αντίθεση, ίσως, με άλλα ψυχαναλυτικά συγγράμματα. Η Ε. Κούκη, κλινική ψυχολόγος και ψυχαναλύτρια, στενή συνεργάτρια της συγγραφέως, μετέφρασε με αμεσότητα και ζωντάνια τον προφορικό λόγο της Φ. Ντολτό. ΦΡΑΝΣΟΥΑΖ ΝΤΟΑΤΟ. Σεμινάριο Ψυχανάλυσης Παιδιών. A ' τό μος. Μετ. Ελισάβετ Κούκη. Αθήνα, Εστία, 1989. Σελ. 280. Δρχ. 1400.
χρονικά 19
Η μητέρα το κύτταρο της οικογένειας Η Μαριέλλα Χρηστέα-Δουμάνη, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, με την «Ελληνίδα Μητέρα Άλλοτε και Σήμερα» προσπαθεί να αναπαραστήσει το κοινωνικό κλίμα μέσα στο οποίο εξελίσσεται η σχέση μητέρας και παιδιού στα πλαίσια της ελληνικής οικογένειας. Η επιστημονική της έρευνα αφορά σε δύο διαφορετικά περιβάλ λοντα. Από τη μια τη-σύγχρονη μεγαλούπολη και από την άλλη ιον αγροτικό οικισμό. Η εξέλιξη της αγροτικής, εκτεταμένης, οικογένί ι<«. στη σημερινή της μορφή, την πυρηνική, είναι σαφώς απόρροια των μεταβολών στις παραγωγικές σχέσεις των ατόμων της κοινωνίας. Οι στενές σχέσεις των μελών της έρχεται σ' αντίθεση με τον σύγ χρονο τρόπο ζωής της οικογένειας, όπου το ζευγάρι ζώντας μόνο του ξεκόβεται από το ευρύ οικογενειακό περιβάλλον. Η μητέρα του παραδοσιακού χώρου, ζώντας σ' ένα προστατευτι κό οργανωμένο πλέγμα λειτουργιών, ενεργούσε αβίαστα δίχως νά κατατρώγεται από αμφιβολίες. 'Ετσι η σχέση μητέρας παιδιού είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός αβίαστου και πηγαίου τρόπου διαπαι δαγώγησης και επικοινωνίας. Ενώ η μητέρα της πόλης, μέσα στο απρόσωπο αστικό περιβάλλον, αγωνίζεται να προετοιμάσει το παιδί της για ένα τρόπο ζωής που καλά-καλά δεν πρόλαβε ούτε η ίδια να αφομοιώσει. Ένα βιβλίο για tic; Ελληνίδες μητέρες, για τις ελπίδες και τις φιλο δοξίες τους, για τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουν τη ζωή, για τις προσπάθειές τους, να αναθρέψουν παιδιά για να κοιτούν το πα ρελθόν με τρυφερότητα και το μέλλον με αισιοδοξία. Μια αξιόλογη κοινωνιολογική εργασία που πραγματεύεται το θέμα των ανθρω πίνων σχέσεων και της επικοινωνίας, συμβάλλοντας στη βαθύτερη μελέτη των ψυχοκοινωνικών διεργασιών στον τόπο μας. ΧΡΗΣΤΕΑ-ΔΟΥΜΑΝΗ ΜΑΡΙΕΑΑΑ. Η Ελληνίδα Μητέρα 'Αλλοτε και Σήμερα. Αθήνα, Κέδρος, 1989. Σελ. 230. Δρχ. 800.
Οι μορφές της υπερρεαλιστικής τεχνικής Το βιβλίο του Ζάχου Σιαφλέκη έχει άξονά του την εξέταση βασι κών κειμένων της ξένης και ελληνικής λογοτεχνίας, τα οποία αρθρώ νονται γύρω από τις τέσσερις μορφές της υπερρεαλιστικής τεχνι κής: Της αυτόματης γραφής, του μαύρου χιούμορ, του τρελού έρω τα και του αντικειμενικού τυχαίου. Η συγκριτική ανάγνωση ελληνικών και γαλλικών υπερρεαλιστι κών κειμένων θέτει μια σειρά προβλημάτων που έχουν άμεση σχέ ση με τη πρόσληψη όχι απλώς ενός λογοτεχνικού κινήματος, αλλά και μιας συγκεκριμένης στάσης απέναντι στη τέχνη και τη ζωή. Στη μελέτη του Ζ. Σιαφλέκη γίνεται ακόμα προσπάθεια επαλή θευσης της άποψης, ότι ο υπερρεαλισμός δεν αναπτύχθηκε στον τόπο μας όσο σ' άλλες χώρες επειδή το πνευματικό κλίμα του με σοπολέμου δεν ευνόησε μια τέτοια εξέλιξη. Το έργο συμπληρώνε ται με επιλεκτική βιβλιογραφία. ΣΙΑΦΛΕΚΗΣ Ζ.Ι. Από τη νύχτα των αστραπών στο ποίημα γεγο νός. Συγκριτική ανάγνωση Ελλήνων και Γάλλων υπερρεαλιστών. Α θήνα, Επικαιρότητα, 1989. Σελ. 176.
10/χρονικα
Τα Best Sellers Ο πίνακας εμφανίζει τα 10 (δέκα) εμπορικότερα βιβλία της χρονιάς που μας πέρασε. Τα στοιχεία προέκυψαν από τους 24 καταλόγους της ΑΓΟΡΑΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ κάθε τεύχους του ΔΙΑΒΑΖΩ (2 Ιανουαρίου - 31 Δεκεμ βρίου 1989)
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΕΚΔΟΤΗΣ
1. Το εκκρεμές του Φουκώ
Ουμπέρτο Έ κο
Γνώση
2. Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας
Γ. Ξανθούλη
Καστανιώτης
3. Εύα Λούνα
I. Αλιέντε
Ωκεανίδα
4. Διάλογος με την Ά ν να
Α. Μεγαπάνου
Libro
5. Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;
X. Μίσσιου
Γράμματα
6. Σατανικοί στίχοι
Σ. Ράσντι
Νέα Σύνορα
7. Στη σκιά ενός μεγάλου
Π. Λαμπρία
Μορφ. Εστία
8. Ο πλανόδιος σαλπιγκτής
Μ. Κουμανταρέα
Κέδρος
9. Η οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε
Κ.Χ. Θέλα
Καστανιώτης
Β. Κεραμά
Παπαζήσης
ΤΙΤΛΟΣ
10. Απόρρητο ημερολόγιο στο Καστρί
Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται ο αριθμός.των διαφορετικών βιβλίων που εμφανίστηκαν ως best sellers μέσα στο 1989 από κάθε εκδότη. Ας σημειωθεί ότι στον πίνακα περιλαμβάνονται οι εκδότες οι οποίοι εμφανί στηκαν στην αγορά του βιβλίου του ΔΙΑΒΑΖΩ με 2 τουλάχιστον διαφορετικά βιβλία.
ΕΚΔΟΤΕΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ
Κέδρος
4
Καστανιώτης
14
Πατάκης
4
Νέα Σύνορα
5
Δωδώνη
3
Ά γρ α
4
Ωκεανίδα
3
Γνώση
4
Παπαζήσης
2
Εστία
4
Σύγχρονη Εποχή
2
Θεμέλιο
4
Φιλιππότης
2
Κάκτος
4
Ψυχογιός
2
χρονικα/11
του 1989 Στον πίνακα που ακολουθεί αναφέρονται οι συγγραφείς οι οποίοι με δύο (2) τουλάχιστον βιβλία έχουν εμφανι στεί στους πίνακες των Best-sellers του 1989 καθώς και ο ο αριθμός των εμφανίσεων αυτών των βιβλίων σ’ όλη τη διάρκεια του προηγούμενου χρόνου. Οι συγγραφείς αναφέρονται με αλφαβητική σειρά.
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΤΙΤΛΟΣ
ΕΚΔΟΤΗΣ
Βαλταρι Μ. Βαλταρι Μ.
1. 0 Ά γγελο ς του βορρά 2. Ο περιπλανώμενος
Κάκτος Καλέντης
Γκούλικ Ρ.Β. Γκούλικ Ρ.Β.
1. Σκελετός στην Καμπάνα 2. Δολοφονία στο καράβι των λόυλουδιών
Θεμέλιο
1
Θεμέλιο
1
Έ κο Ου. 'Εκο Ου. Έ κο Ου.
1. Αποκάλυψη του Ιωάννη 2. Το εκκρεμές του Φουκώ 3. Υπεράνθρωπος των μαζών
Εκδοτική Θ εσ/κης Γνώση Γνώση
1 12 1
θ έλα Κ.Χ. Θέλα Κ.Χ.
1. Η κυψέλη 2. Η οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε
Ζαχαρόπουλος
3
Καστανιώτης
5
1. Τρίτος δρόμος ήταν και πέρασε 2. Ο τρίτος μελόδρομος
Καστανιώτης Καστανιώτης
2 1
Νέα Σύνορα
5
Νέα Σύνορα
1
Ιωάννου I. Ιωάννου I. Μάρκες Γκ. Μάρκες Γκ.
1. Η περιπέτεια του Μιγκέλ Λιττίν 2. Ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας
ΑΡΙΘΜΟΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΩΝ 2 5
1. Κοίταξέ με 2. Ω Δεισδαιμόνα, αν είχες μιλήσει
Ωκεανίδα
1
Καστανιώτης
2
Ξανθούλης Γ.
1. Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας 2. Οικογένεια μπες-βγες
Καστανιώτης Κάκτος
9 1
Σαρή Ζ. Σαρή Ζ. Σαρή Ζ.
1. Το γαϊτανάκι 2. Η κυρία κλο-κλο 3. Χέγια
Κέδρος Πατάκης Πατάκης
1 1 3
Τσαρούχας Κ. Τσαρουχάς Κ.
1. Η υπόθεση Παγκρατίδη 2. Η Διεθνής των ναρκωτικών
Δωδώνη Δωδώνη
3 1
Μπρύκνερ Α. Μπρΰκνερ Α.
Ξανθούλης Γ.
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ ΕΞ Α Ν Τ Α Σ
Emmanuel LEVINAS
ΟΛΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΕΙΡΟ Μετάφραση
ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΚΛΑΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΕΞΑΝΤΑΣ
Τξαβέλλα 1 και Ζωοόόχου Πηγής Τηλ.: 36.04.885 - 36.13.065
η ΑΓΟΡΑ
του Β ΙΒ Α ΙΟ Υ 28 Δεκεμβρίου έως 13 Ιανουάριου 1990
Τα είκοσι βιβλιοπωλεία που ρωτήθηκαν για τη σύνταξη της αγοράς του βιβλίου είναι κατά αλφαβητική σειρά: Αίολος-ΑΘ., Βαγιονάκης-Αθ., Βασιλόπουλος-Χαλάνδρι, Γρηγόρης-ΑΘ., Δωδώνη-ΑΘ., Ελευθερουδάκης-Αθ., Ενδοχώρα-ΑΘ., Εστία-ΑΘ., Ιανός-Θεσσ., Κατώι του Βιβλίου-Θεσσ., Κιβωτός-Πειραιάς, Κρομμύδας-Χίος, Λαμπρικίδης-Παγκράτι, Λέσχη του Βιβλίου-ΑΘ., Libro-Αθ., Μιχαλάς-ΑΘ., Μεθενίτης-Πάτρα, Παπαστεργίου-Γρεβενά, Ραγιάς-Θεσσ., Ρόμβος-Αθ.
□ Ο πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικότερα βιβλία ενός δεκαπενθημέρου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώ ρησαν 20 βιβλιοπώλες α π ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κατά το διάστημα αυτό. Ετσι κάθε βιβλιοπωλείο δίνει τέσσερις βαθμούς στο βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις, τρεις βαθμούς στο αμέσως επόμενο, δύο βαθμούς στο τρίτο κατά σειρά βι βλίο, ενώ ένα βαθμό παίρνει το τέταρτο.
| ΤΑΧΤΣΗ Κ.: Το φοβερό βήμα
ΕΞΑΝΤΑΣ
| ΓΑΛΑΝΑΚΗ Ρ.: Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά | ΕΚΟ ΟΥ.: Η Αποκάλυψη του Ιωάννη | ΘΕΛΑ Κ.Χ.: Η κυψέλη
ΑΓΡΑ
ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΘΕΣ/ΚΗΣ
ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΘΕΛΑ Κ.Χ.: Η οικογένεια του Πασκουάλ Ντουάρτε | ΕΚΟ ΟΥ.: Το εκκρεμές του Φουκώ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
ΓΝΩΣΗ
ΞΑΝΘΟΥΛΗ Γ.: Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας | ΚΑΡΑΒΙΑ Μ.: Ο στοχαστής του Μαρουσιού
ΛΟΥΣΙΑΝΟ Κ.: Η χαμένη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας ΡΑΣΝΤΙ Σ.: Σατανικοί Στίχοι
ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Ν. ΣΥΝΟΡΑ
| ΜΥΤΑΡΑ Δ.: Μη μιλάς πολύ για τέχνη
I ΚΥΡ.: Ναι σε όλα
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ
ΚΑΚΤΟΣ
|— ]ο
κατάλογος που ακολουθεί παρουσιάζει, με αλφαβητική σειρά, τα υπόλοιπα βιβλία που δεν προτάθηκαν από δύο τουλάχιστον βιβλιοπωλεία.
Το ημερολόγιο της Αγρας ( Ά γ ρ α ) · Ασίμωφ I.: Η βιβλιοθήκη του Σύμπαντος ( Κ έ δ ρ ο ς )· Γκαίτε Γ.Β.: Εκλε κτές συγγένειες (Ά γρω στις) · ΓκρέηβςΡ.: Ελληνικοί Μύθοι (Ρούγκα) · Δήμου Ν.: Τολμηρές Ιστορίες (Νεφέ λη) · Εκο Ου.: Οι Τρεις Αστροναύτες (Γνώση) · Η Παραφυάδα (Ιανός) · Ιωάννου Γ.: Τρίτος δρόμος ήταν και πέρασε (Καστανιώ της) · Καλαντζή Τ.: Το τελευταίο καταφύγιο (Νεφέλη) · Καπάνταη I.: Επτά φορές το δαχτυλίδι (Εστία) · Καρκαβίτσα Α.: Η γοργόνα (Εστία) · Κορόμηλά Μ : Πόντος — Ανατολία (Μ πρατσιώ τη) • Κρόνιν Τζ.: Το κάστρο (Ψυχογιός) · Λάντα Δ. Ντε.: Ο πολιτισμός των Μάγια (Σ τοχα στής) · Λόντον Τζ.: Ο ασπροδόντης (Κ αστανιώ της) · Μαν Τ.: Εξομολογήσεις του Φέλιξ Κρουλ (Οδυσσέας) · Μεγαπάνου Α.: Έκτωρ (Libro) · Μουράτ Κ.: Της νεκρής Πριγκίπισσας (Ωκεανίδα) · Μουρσελά Κ.: Βαμμένα κόκκινα μαλ λιά (Κ έ δ ρ ο ς )· Μπραντ Β.: Μια ζωή αγώνες (Ε κδο τικό ς Ο ργανισμός Λα μπ ρά κη ) · Μπέρντσλεϋ Μ.: Ιστορία των αισθητικών θεωριών (Νεφέλη) · Ντάκου Θ.: Αστρολογία (Δωδώνη) · Παπάνθιμου Α.: Ο αυριανισμός (Θεμέλιο) · Σαρή Ζ.: Τα χέγια (Π ατάκη) · Σαρή Ζ.: Παραράδιασμο. ίΠ α τά κη) · Σικελιανός Α.: Αλαφροΐσκιωτος (Μ .Ι.Ε Τ.Ε .) · Τάιλερ Α.: Αταίριαστος Έρωτας (Ζαχαρόπουλος) «Τελιάνης Δ.: Σκουριά και Αρμύ ρα (Α τομική Έ κ δοση ) · Τσαρούχη Γ.: Λίθον ον απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες (Καστανιώ της)
ΕΙΝΑΙ ( H D ΔΙΑΒΑΣΤΗΚΕΑΠΟ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣΣΌΛΟΤΟΝ ΚΟΣΜΟ.
(H D
BEST SELLERS
...και ζείτε συγκλονιστικές εμπειρίες.
Τκ\
Το όνομα τουΓκιγιώμ Απολλιναίρ δεν είναι από τα γνωστότερα στη χώρα μας, σ ’αντίθεση με τους επιγόνους του, τους θρεμμένους με το πνεύμα και τη δουλειά του, τους σουρρεαλιστές. Κι αυτό βέβαια εξηγείται από το γεγονός ότι ο Απολλιναίρ είναι από τους πιο δύσκολους να. μεταφραστούν ποιητές - αντίθετα οι κυβιστές Ζωγράφοι και κάποια πεζά και θεατρικά του έχουν μεταφραστεί προ πολ λοί». Κι ο Απολλιναίρ είναι κυρίως ποιητής. Πρωτεργάτης του Νέου Πνεύματος, με το περιοδικό του Les Soirees de Paris αλλά και με το πρωτότυπο έργο του, όπου εκφράζει τόσο την ιδιαιτερότητα του καινούριου κόσμου στις αρχές του 20ού αιώνα όσο και τις διαχρονικές διαστά σεις της ανθρώπινης ύπαρξης, ο Απολλιναίρ είναι ο πρώτος πού χρησιμοποίησε τον όρο «σουρρεαλισμός». Είν’ αυτός που άνοιξε το δρόμο για το σουρρεαλισμό, που μίλησε για τον κυβισμό, που στήριξε όλες τις νέες προσπάθειες. Την εποχή του,Ντιαγκίλεφ, του Σεντράρς και του Στραβίνσκι, ο Απολλιναίρ αποτε λεί, και παράλληλα ενθαρρύνει, την ποιητική πρωτοπορία. Η Ζώνη αλλά κι ολό κληρη η συλλογή Alcools, ως προς το γράψιμό της, τα Calligrammes, ποιήματα - σχέδια, αλλά και τα θεατρικά του, ορίζουν τα βήματα της νέας τέχνης. Πανταχού παρών στην εποχή του, προκάλεσε πολλές, ποικίλες και αντιφατι κές αντιδράσεις· αγαπήθηκε όμως και έγινε δάσκαλος για όλους τους νέους καλ λιτέχνες. Θα ήταν ευχής έργο η γνωριμία με τον Γκιγιώμ Απολλιναίρ να γινότανε, για το αναγνωστικό κοινό, μέσα από το έργο του και παράλληλα μέσ’ από δοκίμια επ’ αυτού. Τα άρθρα που ακολουθούν αποτελούν μια προσπάθεια προσέγγισης του έργου του, εν πολλοίς μάλιστα συγκριτική κι ίσως αυτό είναι το καινούριο. Ας ελπίσουμε ότι κι άλλες προσπάθειες θ’ ακολουθήσουν και ιδιαίτερα στον το μέα της μετάφρασης του έργου του. Επιμέλεια αφιερώματος: Τιτίκα Δημητρούλια
16/αφιερωμα
Γκιγιώμ Απολλιναίρ
Η ζωή του 1880 26 Αυγούστου: η Angelica de Kostrowitzky, είκοσι δύο χρόνων, κόρη Ρώσου πλοιάρ χου από αριστοκρατική οικογένεια και πο λωνικής καταγωγής, γεννάει, στη Ρώμη, ένα αγόρι που βαφτίζεται Guglielmus Apollinaris. 2 Νοέμβρη: η Angelica αναγνωρίζει το γιο της, όχι όμως ο πατέρας, Francesco Flugi d’ Aspermont, 44 χρόνων, πρώην αξιωμα τικός, από αριστοκρατική οικογένεια κι άνθρωπος που δοκίμαζε την τύχη του σ’ ό λα τα «τυχερά» παιγνίδια. 1882 Γεννιέται ο αδελφός του Alberto / η Angelica τον αναγνωρίζει το 1888. 1885 Πιεσμένος απ’ την οικογένειά του, ο Francesco εγκαταλείπει την Angelica που, στη συνέχεια, εγκαθίσταται στη Μπολώνια. 1887 Η Angelica εγκαθίσταται στο Μονακό, αλ λά ταξιδεύει συνέχεια. 1888 Ο Wilhelm, χάρη στην προστασία του Dom Romaric, αδελφού του Francesco, γράφεται στο Κολλέγιο Saint - Charles σαν εσω τερικός. 1892 Μαζί με την πρώτη κοινωνία και οι πρώ τοι στίχοι. 1896 Παρακολουθεί τα μαθήματα του Κολλεγίου Stanislas, στις Κάννες. 1897 Φλεβάρης: ημι-οικότροφος, στο Αύκειο της Νίκαιας (τάξη ρητορικής). Ιούλιος: αποτυχαίνει στις προφορικές εξε τάσεις του Baccalaureat και διακόπτει τις σπουδές του.
Το έργο του
Ο Γκιγιώμ και ο αδελφός του Αλμπέρτο. Μπαλόνια 1885
1897
Ιδρύει με το φίλο του Toussaint Luca, μια χειρόγραφη εφημερίδα αναρτητή, με κεί μενα και ποιήματα απ’ τους Συμβολιστές παρμένα.
αφιερωμα/17 1898 1899
1900
1901
1902
1903
1904
Μποέμικη ζωή στο Μονακό, ενώ συγχρό νως διαβάζει κι ενημερώνεται. Γενάρης: η Angelica, οι γιοι της κι ο ερα στής της, Jules Weil, εγκαταλείπουν το Μονακό για την Aix-les-Bains, κι έπειτα για τη Lyon. Απρίλης: εγκαθίστανται στο Παρίσι, στην οδό Mac-Mahon. Ιούλιος: ο Guillaume, «Ρώσος κόμης», κι ο αδελφός του είναι οικότροφοι σε μία πανσιόν στο StaveloP έτσι, ανακαλύπτουν την περιοχή της Wallonie κι ο πρώτος φλερτά ρει με κάποια Mareyc. Οκτώβρης: τα δύο αδέλφια φεύγουν απ’ την πανσιόν και μένουν γι’ αρκετό καιρό χωρίς στέγη. Ψάχνοντας για δουλειά πιο αξιοπρεπή και πιο μόνιμη, ο Guillaume γράφει κατά πα ραγγελία κείμενα για πολλούς συγγραφείς - εργάζεται επίσης σε διάφορες μικροδουλειές, μόνο και μόνο για να κερδίσει τα προς τα ζην. Ανοιξη: φλερτάρει χωρίς επιτυχία τη Lin da, αδελφή του φίλου του Molina, και ζει από μαθήματα που κάνει και από κατά παραγγελία και κατά περίπτωση άρθρα που γράφει για διάφορες εφημερίδες. 22 Αυγούστου: φεύγει για τη Γερμανία με .την οικογένεια Milhau, όπου έχει αναλ: βει τα καθήκοντα παιδαγωγού της κόρης. Φθινόπωρο: συνεχή ταξίδια στην περιοχή της Ρηνανίας· ερωτεύεται την παιδαγωγό και οικομόνο της οικογένειας Milhau, Annie Playden, η οποία και ανταποκρίνεται στο αίσθημά του. Φλεβάρης: Καρναβάλι της Κολωνίας. Τα ξίδια στο Αννόβερο, Βερολίνο, Δρέσδη. Μάρτης: Πράγα, Βιέννη, Μόναχο, όπου ξαναβρίσκει την Annie και τους Milhau. Απρίλης - Μάης: η Annie δεν τον θέλει πια. Σεπτέμβρης: ο «θείος» Weil τού βρίσκει μια θέση υπαλλήλου σε Τράπεζα. Συνδέεται με τους Andre Salmon, Jean Mollet, Andre Billy, Alfred Jarry. Απρίλης: Πηγαίνει στο Λονδίνο. Οι γονείς της Annie αντιτίθενται στο γάμο κι η Annie αρνείται να τον ακολουθήσει. Δεν δουλεύει πια στην Τράπεζα, λόγω πτώ χευσής της, και ο Apollinaire γίνεται κύ ριος συντάκτης του Guide du rentier. Μάης: καινούριο ταξίδι στο Λονδίνο. Η Annie, πάντοτε αναποφάσιστη, μετανα στεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ιούλιος: η Angelica και ο Jules Weil εγκα θίστανται στο Vesinet. Φθινόπωρο: Γνωρίζει τους Derain, Picasso, Max Jacob.
1900
1901
Mirely ou le petit Trou pas cher (χωρίς τό πο έκδοσης και χωρίς ημερομηνία). Απρίλης - Μάης: Que faire? ανώνυμη συ νεργασία σε ιστορία με συνέχειες, που υ πογράφεται Esnard, στο περιοδικό Matin, 16 Απρίλη με 24 Μάη. Σεπτέμβρης: Τρία ποιήματα αφιερωμένα στη Linda και δημοσιευμένα στο περιοδι κό La Grande France. 26 Οκτώβρη: Ρεπορτάζ με θέμα: «Οι κα κοφτιαγμένοι Δρόμοι στη Γερμανία», στη φυλλάδα Tabarin.
1902
Μάρτης: L ’ Heresiarque στο περιοδικό La Revue blanche. Φθινόπωρο: A la cloche de bois, θεατρικό έργο με τρεις πράξεις (κείμενο που χάθηκε).
1903
Αύγουστος: «Le Larron» στο περιοδικό La plume. Νοέμβρης: ιδρύει το περιοδικό Le Festin d ’ Esopc. Δεκέμβρης: «L’Ermite», ποίημα του 1900, στο περιοδικό La Revue blanche. Αύγουστος: τεύχος 9ο και τελευταίο του Le Festin d ’Esope στο οποίο δημοσιεύεται το «L’ Enchanteur pourrissant».
1904
18/αφιερωμα 1905
Βρίσκονται και πάλι στο Vesinet. Αύγουστος - Σεπτέμβρης: ταξιδεύει στο Βέλγιο και στην Ολλανδία.
1906
Χωρίς σημαντικά γεγονότα. Αύγουστος: παραμονή στη Ολλανδία. Πρόσκαιρη απασχόληση σε κάποια Τρά πεζα. 1907 15 Απρίλη: είκοσι έξι ετών, ο Apollinaire εγκαταλείπει το σπιτικό στο Vesinet κι ε πιπλώνει το δικό του σπίτι, στη Μονμάρτρ. Ο Louis de Gonzague Frick πείθει τον Apollinaire να συνεργαστεί με το περιοδι κό Phalange, που τα πήγαινε καλά με τους νεο-συμβολιστές. Συχνάζει στο le Bateau - Lavoir, στις καφετέριες της Μονμάρτρ και συνδέεται με την Marie - Laurencin. Εγκαλείπει οριστικά την Τράπεζα: θα ζήσει απ’ εδώ και πέρα, μόνο μ’ αυτά που κερδίζει απ’ το γράψιμο. 1908 Αύγουστος: Βέλγιο και Ολλανδία. Νοέμβρης: Δείπνο με συζήτηση στο σπίτι του Πικασσό προς τιμή του Douanier Rousseau. 1909 Εγκαθίσταται στο Auteuil, οδός Gros, αρ. 15. Αρχίζει να συνεργάζεται με τις συλλο γές έργων ερωτικοπορνογραφικών «Les Maitres de Γ amour» και «Le Coffret du Bi bliophile» της Βιβλιοθήκης των Περίεργων. Η συνεργασία θα κρατήσει μέχρι το 1914.
1910
1911
Μετακομίζει στην οδό Gros, αρ. 37.
Η φήμη του Apollinaire όσο πάει και με γαλώνει. 7-12 Σεπτέμβρη: ο Apollinaire κατηγορείται γι’ απόκρυψη κλεμμένων αντικειμένων και φυλακίζεται. Απογοητευμένος, φοβά ται μήπως τον διώξουν τελείως απ’ τη Γαλλία. 1912 Γενάρης: απαλλάσσεται απ’ την προηγού μενη κατηγορία. Φλεβάρης: οι φίλοι του δημιουργούν το πε ριοδικό Les Soirees de Paris για να τον βοη θήσουν ηθικά. Συχνάζει και πάλι στη Μον μάρτρ και συνδέεται με τους Serge Ferat, Delaunay, Brancusi, Archipenko και τους παλιούς φουτουριστές.
Απρίλης: μοναδική έκδοση του περιοδικού La Revue immoraliste. Μάης: μοναδική έκδοση του περιοδικού Les Lettres modernes. Δεκέμβρης: «L’ Emigrant de Landor Ro ad», «Salome», «Les Cloches», «Mai», στον IV τόμο του περιοδικού του Paul Fort, Vers et prose. 1906 Γράφει με τον Andre Salmon ένα θεατρικό κωμικό - σατιρικό έργο: Le Marchand d ’ anchois.
1905
1907
Les Exploits d ' un jeune don Juan (χωρίς τόπο και ημερομηνία έκδοσης): έργο ερω τικό, που υπογράφεται G.A. Les Onze Mille Verges (χωρίς τόπο και η μερομηνία έκδοσης): έργο ερωτικό που υ πογράφεται G.A. Οκτώβρης: άρθρα στο περιοδικό Je dis tout για το φθινοπωρινό Σαλόνι. Νοέμβρης: «La Tzigane», «Les Colchiques», «Lul de Faltenin», στο περιοδικό La pha lange.
Φλεβάρης: «Onirocritiques» στο περιοδικό La phalange. 25 Μάη: Διάλεξη με θέμα: La phalange nouvelle. 1909 Μάης: χάρη στον Paul Leautaud, δημοσιεύ ει «La Chanson du mal aim6> στο περιοδι κό Le Mercure de France. 28 Νοέμβρη: χάρη στον D.H. Kahnweiler, δημοσιεύει το πρώτο του βιβλίο, L ' Enchanteur pourissant (σ’ εκατό αντίτυπα), με δώδεκα ξηρογραφίες του Derain. 1910 Είναι υπεύθυνος της καλλιτεχνικής στήλης στο περιοδικό L ' Intransigeant. Παίρνει το μέρος των κυβιστών. Συνθέτει μια ανθολο γία Le Theatre italien (εικονογραφημένη λο γοτεχνική εγκυκλοπαίδεια). Οκτώβρης: L ' Hesesiarque et Cie, συλλο γή διηγημάτοιν, παίρνει τρεις ψήφους για το βραβείο Goncourt. 1911 15 Μάρτη: Le Bestiaire ou Cortege d ' Orphee, στις εκδόσεις Deplanche, ξηρογρα φίες του Raoul Dufy (120 αντίτυπα). 1η Απρίλη: εγκαινιάζει μια νέα στήλη, στο περιοδικό Mercure de France, με τίτλο: «La vie anecdotiques»· θα τη συνεχίσει μέχρι το τέλος της ζωής του. 1912 Φλεβάρης: «Le pont Mirabeau», στο περιο δικό Les Soirees de Paris. Νοέμβρης: «Cortege» στο Poeme et drame, τ. 1- «Vendemiaire» στο Les Soirees de Paris. 1908
αψιερωμα/19 Ιούνιος: οι απιστίες και η ζήλεια του Apol linaire αναγκάζουν την Marie - Laurencin να διακόψει τη σχέση τους. Μέσα - Οκτώβρη: παραμονή στο Jura με τους Picabia, Duchamp και Gabrielle Buffet. 1913 Εγκαθίσταται στη λεωφόρο Saint-Ger 1913 main, αρ. 202. Γενάρης: συνοδεύει τον Delaunay στα ε γκαίνια μιας έκθεσής του στο Βερολίνο. Αύγουστος: οι φίλοι τού Apollinaire και της Marie Laurencin προσπαθούν να τους συμ φιλιώσουν, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Σεπτέμβρης: ο Apollinaire αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Les Soirees de Paris και μα ζί με τον Serge Ferat, προσπαθούν να το α νανεώσουν. 24 Δεκέμβρη: ο Apollinaire γράφει τρία ποιήματα σε δίσκους. 1914 Μάρτης: το Intransigeant τον κατηγορεί ότι 1914 παραπλανά την Κοινή γνώμη με τις πρω τοποριακές του θέσεις, τον αποδοκιμάζει και τον απολύει. Ενθαρρύνει τον Giorgio De Chirico. Ιούνιος: γνωρίζει τους Gontcharova και Larionov, και προλογίζει τον κατάλογο της έκθεσής τους. Η Marie Laurencin παντρεύ εται τον Otto von Watgen. 31 Ιουλίου: ο πόλεμος αιφνιδιάζει τον Apollinaire που βρίσκεται στη Deauville για ρεπορτάζ και μπλοκάρει το σχέδιό του να δημοσιεύσει τά «Ideolgrammes lyriques». 5 Αυγούστου: ο Apollinaire, Ρώσος υπή κοος, υπογράφει μία αίτηση για να καταταγεί- όμως η υπόθεση δεν προωθείται. Σεπτέμβρης: φιλοξενείται στη Νίκαια απ’ τον φίλο του Siegler - Pascal κι εκεί γνω ρίζει την Louise de Coligny- Chatillon, την οποία ερωτεύεται σφοδρά. Δεκέμβρης: απογοητευμένος απ’ την άρ νηση της «Lou» πηγαίνει στο μέτωπο και συναντά το 38ο τάγμα πεζικού, στη Nunes. Τότε η κοκέτα Lou αλλάζει γνώμη και πάει να περάσει μια βδομάδα μαζί του. 1915 2 Γενάρη: ο Apollinaire κάνει μια αίτηση 1915 για πολιτογράφηση. 28 Μάρτη: στη Μασσαλία, η Lou βάζει τέ λος στη σχέση τους. Η εκτίμηση κι η ε μπιστοσύνη θα υπάρχει ωστόσο πάντα α νάμεσα τους. 16 Απρίλη: ο Apollinaire γράφει, απ’ το μέ τωπο, στην Madeleine Pages κι από τότε η αλληλογραφία γίνεται τακτική. 10 Μάη: ο Apollinaire ζητάει τη Madeleine σε γάμο. 20 Νοέμβρη: προάγεται σε υπολοχαγότου 96ου τάγματός πεζικού, ενώ συγχρόνως α νακαλύπτει τη φρίκη των χαρακωμάτων.
Γενάρης: «Les Fenentres», στον κατάλογο της έκθεσης Delaunay. Φλεβάρης: «La peinture moderne» στο Der. Sturm. 17 Μαρτίου: Les peintres cubistes, medita tions esthetiques, στον εκδοτικό οίκο Eu gene Figuiere. 20 Απρίλη: Alcools στο Mercure de France (567 αντιγρ.). 29 Ιουνίου: L ' antitradition futuriste, manifeste synthese. Δεκέμβριος: «Lundi rue Christine», στο Les Soirees de Paris. Μάης: o Apollinaire συνεργάζεται με την εφημερίδα Paris - journal κι έχει τη σ ήλη τη σχετική με τις τέχνες. 15 Ιουνίου: Πρώτο ιδεόγραμμα: «Lettre οcean», στο Les Soirees de Paris· La Fin de Babylone, στη Βιβλιοθήκη των Π α ράδοξων.
Ο Apollinaire βγάζει στον πολύγραφο και σε χαρτί σχολικό 25 αντίγραφα του Case d ' Armons. Οκτώβριος: Les Trois don Juan, στη Βι βλιοθήκη των Παράδοξων.
20/αφιερωμα 30 Δεκέμβρη - 9 Γενάρη 1916: με άδεια, πηγαίνει στο Oran γ:α να συναντήσει την αγαπημένη του. 1916 14 Μάρτη: μαθαίνει ότι έγινε δεκτή η αί τηση πολιτογράφησής του. 17 Μάρτη: πληγώνεται στο κεφάλι στην περιοχή Berry-au-Bac. 20-28 Μάρτη: νοσηλεύεται στο νοσοκομείο Hotel-Dieu το». Chateau - Thierry. 29 Μάρτη - 8 Απρίλη: στο νοσοκομείο Val-de-Grase, στο Παρίσι. 9 Απρίλη: στο ιταλικό νοσοκομείο, στο Παρίσι. 9 Μάη: κρανιακή ανάτρηση: λόγω ενδοκρανιακής φλεγμονής. Ανάρρωση στο ι ταλικό νοσοκοαείο. Ανώτατο παράσημο πολέμου. Η άληλογραφία με την Made leine όσο πάει και χαλαρώνει. Ο A p o llin a in * αι πια κατά γενική ομολο γία το υπ' αρ. 1 σημείο αναφοράς για τη νέα γενιά των δημιουργών: Reverdy, Soupault, Breton, Tzara, Bizot, Cocteau. 1917 Εργάζεται στην εφημερίδα Paris - Midi το πρωί και το απόγευμα στη λογοκρισία. Συγκεντρώνει τους προλόγους του σ’ ένα βιβλίο που ονομάζει Les Diables amoureux. Η έκδοση όμως του βιβλίου θα γίνει μόνο το 1965. Μάης: χρησιμοποιεί για πρώτη φορά τους όρους «surrealisme» και «esprit nouveau». Ιούλιος: γράφει ένα κινηματογραφικό σε νάριο (La Brehatine), σε συνεργασία με τον Andre Billy. Τέλος Αυγού στον: παραμονή στην πόλη Benodet, της Βρετάνης. 26 Νοέμβρη: δίνει διάλεξη με θέμα το «Esprit nouveau» στο θέατρο του Vieux Colombier. 1918 1η Γενάρη: πνευμονικό οίδημα: μένει για δύο μήνες στη villa Moliere, παράρτημα του νοσοκομείου Val-de-Grace. Η JacqueLine Kolb ή χαϊδευτικά «Ruby» είναι συ νέχεια στο προσκέφαλό του. Μ άρτης — Απρίλης: αναρρώνει με ε πιτυχία. 2 Μάη: ο Apollinaire παντρεύεται την Jaqueline. Παίρνει μετάθεση για το υπουρ γείο το αρμόδιο για τις αποικίες, χωρίς συγκεκριμένο έργο να διεκπεραιώσει, ενώ συγχρόνως η δημοσιογραφική του δραστηριότηταπολλαπλασιάζεται. 12 Ιουλίου: μάρτυρας στο γάμο του Picasso με την Olga Koklova. Αύγουστος: αναπαύεται στο Morbikan, ό που τελειώνει μια οπερέττα με τίτλο Casanova. Φθινόπωρο: υπερκόπωση. 9 Νοέμβρη: πεθαίνει από την ισπανική γρίππη.
1916
Σεπτέμβρης: Le poete assassine, στη Βιβλιο θήκη των Παράδοξω'. Οκτώβρης: «Voyap >, στον κατάλογο μιας έκθεσης του L :rain.
1917
«La Victoire» στο πρώτο τεύχος του περιο δικού N ord-Sud του Reverdy. Απρίλης: προλογίζει τον κατάλογο μιας έκθεσης νέγρων γλυπτών. 18 Μάη: πρεμιέρα του έργου Parade του Κοκτώ. Το κείμενο του προγράμματος εί ναι του Apollinaire. 24 Ιουνίου: παράσταση του έργου Les Mamelles de Tiresias.
Νοέμβρης: Vitam impendere amori στο Le Mercure de France (215 αντίτυπα). 12 Απρίλη: το Caligrammes δημοσιεύεται στο Mercure de France, μ’ ένα χρονο κα θυστέρηση (1040 αντίτυπα). Le Flaneur des deux rives, στις εκδόσεις Sirene. 24 Νοέμβρη: παράσταση του θεατρικού έρ γου σε τρεις πράξεις, Couleur du temps. 1920 La femme assise, στο περιοδικό N.R.F. 1925 II y a, Messein, σε 1630 αντίτυπα. 1926 Anecdotiques, στις εκδόσεις Stock. Πρόκει ται για μια συλλογή των χρονογραφημά των του Apollinaire στο Mercure de France. 1947 Ombre de mon amour, στη Γενεύη σε 3.220 αντίτυπα. T j 1955, ανατυπώθηκε με τον πιο σωστό τίτλο: Poemes a Lou. 1952 Le Guetteur melancolique, στις εκδόσεις . Gallimard. 1956 Oeuvres poetiques, στην «Pleiade». 1960 Chroniques d ' art (1902-1918), στις εκδό σεις Gallimard. Πρόκειται για συλλογή κει μένων πάνω στην τέχνη. 1965 Oeuvres completes, στις εκδόσεις Bal *nd et Lecat, 4 τόμοι. 1977 Oeuvres en prose, τ. I, στην «Ple'ade» 1918
αφιερωμα/21
Ελισάβετ Δεμίρογλου
Λ
π ο ^ ιν # ,
"Ρ
Γενική θεώρηση G
Guillaume Apollinaire, ψευδώνυμο του Wilhelm Apollinaris de Kostrowtzky (1880-1918), είναι ο σημαντικότερος ποι ητής των αρχών του αιώνα μας, γ ια τί ορίζει το τέλ ο ς της κληρονομιάς των συμβολιστών, ταρακουνάει την ηρεμία της ακαδημαϊκής τάξης, εξερευνά νέ ους τρόπους ποιητικού λόγου κι ανοί γει νέους δρόμους στους ντα ντα ϊσ τές και κυρίως στους σουρρεαλιστές. ρεις είναι συνοπτικά οι λόγοι που ρίχνουν φως στη γέννηση και πορεία της δημιουργικής και πρωτοπόρας γραφής του: 1. η απουσία γενετικής ταυτότητας ωθεί το παι δί χωρίς πατέρα να ψάχνει απεγνωσμένα για ν’ α ποκτήσει κάποιο όνομα, μες από μάσκες και μύ θους- αυτή όμως η αναζήτηση εκεί που φωτίζεται εκεί και χάνεται, κάτω απ’ το δέος μιας πιθανής Απολλιναίρ (Σκίτσο Πιι εσωτερικής διάλυσης που του δημιουργεί η επικοι 3. τέλος, η έλλειψη οικονομικής άνεσης τον ανωνία του με τον γύρω κόσμο, φυσικό και κοι πομακρύνει μόνιμα απ’ τον κόσμο των πλουσίων, νωνικό, 2. η ξένη καταγωγή αυτού του παιδιού, που μέτων κρατούντων κι αυτών που επιδοκιμάζουν μια λογοτεχνία στυλ Sainte Beuve. Έχουμε επομένως χρι την ηλικία των 7 χρόνων μιλούσε ιταλικά και έναν Apollinaire που συχνάζει σε λαϊκές γειτονιές, πολωνικά, από τη μια επιτείνει την ευάλωτη ψυ σε ύποπτους οίκους ανοχής, σε ατελιέ μποέμικων χοσύνθεσή του, από την άλλη όμως δυναμώνει το καλλιτεχνών, σε στρατώνες και σε οχυρώματα και ταλέντο και την κλίση του στην ποίηση. Υποδαυ που προτιμάει την παρέα απλών ανθρώπων. Το α λίζει επίσης την ευαισθησία του για κάποια ιδιαί ποτέλεσμα βέβαια είναι ότι συλλέγει πολύ υλικό τερα χαρακτηριστικά εθνικά ή πολιτιστικά (η Βαλκι ότι φτιάχνει πολλά και βιαστικά κάπως έργα. λονία, η Ρηνανία, ο μεσογειακός κόσμος, η Πρά Το σίγουρο όμως είναι ότι ανακαλύπτει, ανακα γα; τα Βαλκάνια, ο ιουδαϊσμός) και για την ανα λύπτει συνέχεια. νέωση των ιδεών γενικά, στην Ευρώπη, τον αφή νει ακόμη έκπληκτο μπροστά στον πλούτο της γαλλικής γλώσσας και τον παροτρύνει να προσέ Ο Απολλιναίρ συγγραφέας έργων ξει ιδιαίτερα τη δυνατότητα νέων λεκτικών συν εμπορικών κι ερωτικών δυασμών, προσδίδοντάς του έτσι μια σχεδόν ηδυ παθή λαιμαργία μπροστά στην ποικιλία των λέ ξεων και τους θησαυρούς των λεξικών, καθώς ε Apollinaire δεν είναι απ’ τους δημιουργούς ε πίσης και την τάση να αιφνιδιάζει και να αιφνικείνους που έχουν και χρόνο και χρήμα, ώ διάζεται, στε να μπορούν ν’ αφήνουν το έργο τους να ωρι
Τ
Ο
22/αφιερωμα μάσει μες στη σιωπή και την άνεση· δεν είναι επί σης από εκείνους τους συγγραφείς-δημόσιους υ πάλληλους που έχουν μια οικονομική υποδομή ε ξασφαλισμένη. Για να μπορέσει να «βγάλει το ψω μί του», αναγκάζεται, όπως ο Balzac, να γράψει διάφορα έργα μόνο και μόνο για να επιβιώσει. Ε κτός από μερικά κεφάλαια του Τι να κάνουμε;, μιας σειράς σε συνέχειες που έγραψε στα 1900 για λογαριασμό κάποιου μποέμη δικηγόρου που είχε συναντήσει στο Μονακό, του Esnard, θεωρούμε σαν τέτοια έργα: την Ανθολογία του ιταλικού θε άτρου (1910), το Χρονικό των μεγάλων αιώνων της Γαλλίας (1912), την τριλογία «μιας μυθιστορημα τικής ιστορίας», στις εκδόσεις Briffaut, τη Ρώμη των Βοργία (1913), που υπογράφεται απ’ τον ίδιο, αλλά που γράφεται απ’ τον φίλο του Rene Dalize, το Τέλος της Βαβυλώνος (1914), συλλογή από α στείες ιστορίες και σοφές ρήσεις απ’ τη Βίβλο, τον Ηρόδοτο και μια δεκάδα έργων της ιστορίας των θρησκειών, τους Τρεις Δον Ζουάν (1915), μια τολ μηρή μεταγραφή αποσπασμάτων που πήρε απ’ τους Felicien Mallefille, Tirso de Molina, Moliere, Merimee, Byron. Στο τελευταίο αυτό έργο,όλη η τέχνη στηρίζεται σ' έναν έξυπνο συνδυασμό κόλ λας και ψαλιδιού. Επίσης, για να βγει από οικονομικά αδιέξοδα, ο Apollinaire δημοσιεύει, το 1907, δύο άσεμνα μυ θιστορήματα που υπογράφει με τ’ αρχικά τού ο νόματος του: το Έντεκα χιλιάδες πέη και Τα Κα τορθώματα ενός νέου Αον Ζουάν. Στο πρώτο πα ρουσιάζει σκηνές οργίων στο Orient Express, με ταφέρει την ατμόσφαιρα των οίκων ανοχής του Port-Arthur και περιγράφει τις διαστροφικές σχέ σεις του ήρωα Mony Vibescu - κάποιου άρχοντα υποτελούς του Σουλτάνου - με τη μελαχρινή Culculine και την ξανθιά Alexine Mangetout. To δεύτερο έχει μικρότερη ανάπτυξη, αλλά είναι πιο προσεγμένο τεχνικά. Ο Andre Billy γράφει σχετι κά με το θέμα αυτό: «Μια παθιασμένη και συγχρόνως διασκεδάζουσα περιέργεια τον οδηγούσε στους πιο διαφορετι κούς τομείς της ανθρώπινης διανόησης. Έτσι, την ίδια εποχή που ασχολιόταν με την τύχη του έργου του Douanier Rousseau, ενδιαφερόταν επίσης και για τους διηγηματοποιούς του τέλους του 18ου αιώ να και, πιο συγκεκριμένα, για τον μαρκήσιο de Sade, για τον οποίο [...] δήλωνε ότι ήταν ένας απ’ τους μεγαλύτερους ηθικολόγους που θα μπορού σε να παράγει η Γαλλία Κι ένας πρόδρομος της σύγχρονης ανηθικότητας. Ο λογοτεχνικός ερωτι σμός βρήκε σ’ αυτόν έναν οπαδό πολυμαθή και λόγιο, άλλωστε η συνεργασία του με τη Βιβλιοθή κη των παραδόξων το αποδείχνει».1 Η ψυχαναλυτική άποψη δείχνει ότι, μέσ’ απ’ τον πρωκτικό σαδισμό, την αναζήτηση του μαστιγώματος, το σοδομισμό και το φόβο ενός ευνουχι σμένου σεξουαλικού οργάνου, φαίνονται καθαρά οι αγωνίες και φαντασιώσεις του Apollinaire. Ω
στόσο οι περισσότεροι κριτικοί συμφωνούν στο ότι όλα τα παραπάνω στοιχεία τα κρατάει σε ικανή απόσταση απ’ τον εαυτό του και μέσ’ απ’ την υ περβολή - που αποβλέπει βέβαια στην εμπορική επιτυχία - και μέσ’ απ’ την ειρωνεία, χαρακτη ριστικά που τον φέρνουν πιο κοντά στον Rabelais παρά στους συγγραφείς άσεμνων έργων. Αν αυτά τα έργα προδίδουν τον συγγραφέα τους είναι πε ρισσότερο απ’ την αγάπη για τις λέξεις, από τη ζωντάνια του διηγηματικού ύφους, παρά απ’ τη διαστροφή των ηρώων τους. Ο ίδιος πάντως δεν κρύβει την προτίμησή του για τις ωμές λέξεις-εκφράσεις και την ερωτική λο γοτεχνία και οι απαγορευμένοι ή λογοκριμένοι συγγραφείς τον ελκύουν ιδιαίτερα: γράφει τον πρό λογο σ’ εκδόσεις έργων των Aretin, Sade, Nerciat, Baffo, Clelayd και Mirabeau· δημοσιεύει, το 1913, με τους Fernand Fleuret και Louis Perceau το L ' Enter de la Bibliotheque nationale (Η Κόλαση της Εθνικής Βιβλιοθήκης)· συγκεντρώνει όλους τους προλόγους του, με την προοπτική να τους δημο σιεύσει συλλογικά. Αυτό όμως γίνεται πολύ αργό τερα, το 1964, στις εκδόσεις Gallimard, με τον τί τλο Οι Ερωτευμένοι Διάβολοι.
Ο Απολλιναίρ δημοσιογράφος και κριτικός Τέχνης a Grande France, Tabarin, Le Journal de Salonique, Le Guide du tender, La Plume, Messidor, La Culture physique, Le Financier, Pan, La Phalange, Le Beffroi, Le Voile de pourpre, L ' Intansigeant, Je dis tout, Paris-Journal, Le Mercure de France, Le Parthenon, Scheherezade, Le Petit Bleu, Le Petit Niqois, Les Marches de Provence, La Revue de Bourgogne, La Revue normande, Der Sturm, El Impartial, Portugal futuriste, La Baionnette, L 'Eventail, Sic, Nord-Sud: η λίστα δεν τελειώνει εδώ. Θα μπορούσαμε να φτιάξουμε ένα περίεργο όσο και πρωτότυπο ποίημα με τους τί τλους των καθημερινών εφημερίδων ή των εβδο μαδιαίων, μηνιαίων κι άλλων περιοδικών με τα ο ποία συνεργάζεται ο Apollinaire.
L
Για να εξ α σ φ α λίσ ει ο ικ ο ν ο μ ικ ά τη ζωή το ε, α λ
λα κυρίως για να επιβληθεί σ’ ένα κατεστημένο λο γοτεχνικό όπου δεσπόζουν πρόσωπα που δεν τ’ α ξίζουν, ο Apollinaire περνάει το κείμενό του όπου μπορεί. Η πληθωρική, πρωτότυπη και ποικίλη αυ τή δημιουργικότητα δεν είναι ωστόσο ομοιογενής, έστω κι αν αφήνει να διαφανούν και οι γνώσεις του πάνω σε πολλά πράγματα, και η περιέργειά του για όλα όσα συμβαίνουν γύρω του, και ο ευαίσθη τος και πνευματώδης χαρακτήρας του, και το τα λέντο του να περνάει γρήγορα απ’ το ένα θέμα στο άλλο. Ο ίδιος ο Apollinaire έχει συνείδηση της κατά στασης αυτής και παραδέχεται σ’ ένα γράμμα του
αφιερωμα/23 στην Madeleine Pages, ότι ξοδεύει πολλές φορές το ταλέντο του σε πολλά θέματα, όχι όμως πά ντα αξιόλογα και δύσκολα. Ο Τύπος τού είναι α πλά μια πρώτη πηγή πληροφόρησης κι ενημέρω σης, κι απ’ αυτόν αντλεί στη συνέχεια πολλά στοι χεία για να δημιουργήσει έργα πιο έντεχνα, πιο δουλεμένα και πιο αντιπροσωπευτικά. Δανείζεται, π.χ., απ’ το «Ανέκδοτες ζωές» που δημοσιεύει στο Mercure de France, για να συνθέσει τον Περιπλανώμενο στις δύο όχθες (1918). Το 1926, στο έργο Ανέκδοτα, συγκεντρώνει μερικά απ’ τα χρονικά που έγραψε στο Mercure de France.2 Έχει την τύχη όχι μόνο να γνωρίσει, αλλά και να συνάψει δεσμούς φιλίας με τις πρωτοπόρες φυ σιογνωμίες της ζωγραφικής και να γίνει ο υπεύθυ νος για τα εικαστικά δημοσιογράφος του Intransigeant, το 1910. Η απουσία προκαταλήψεων - γε γονός που τον καθιστά πάντα διαθέσιμο κι εύκαι ρο - κι η διαισθητική πίστη που έχει στις νέες α ναζητήσεις και θέσεις, τον κάνουν έναν απ’ τους πρώτους και καλύτερους υποστηρικτές των κυβιστών - σε μια εποχή που η κοινή γνώμη ήταν φα νατικά ενάντια - και κατά συνέπεια, έναν ικανό και πειστικό κριτικό. Τακτικός επισκέπτης του Bateau Lavoir και του Montparnasse, ο Apollinaire το 1905 πλέκει το ε γκώμιο της «μπλε περιόδου» του Picasso και το 1907 εκθειάζει την τέχνη των Matisse και Vlaminck, ενώ το 1908 γράφει τον πρόλογο στον κατάλογο μιας έκθεσης του Braque. Απ’ το 1910 και μετά, ενημερώνει τακτικά το αναγνωστικό κοινό, μέσ’ απ’ τη στήλη του Intransigeant για τα Σαλόνια και τις διάφορες εκθέσεις ζωγραφικής και προσπαθεί μ’ επιμονή να κάνει στους σύγχρονούς του κατα νοητό το πόσο σημαντική είναι η επανάσταση, στην οποία πρωταγωνιστούν οι Picasso, Braque, Derain, Leger, Metzinger, Gleizes, Delaunay, Picabia, Duchamp.3 Άλλοτε με σοβαρό κι άλλοτε με αστείο τόνο, επιδιώκει επίσης να τραβήξει την προσοχή του κό σμου στον λαϊκό ζωγράφο Douanier Rousseau, κα θώς και στον Giorgio De Chirico και γίνεται έτσι ένας απ’ τους κυριότερους παράγοντες της πο ρείας τους προς το θρίαμβο. Πολλά απ’ τα άρθρα του - κριτικές τέχνης - είναι αφιερωμένα στους Ιταλούς φουτουριστές και πιο ειδικά στον Boccioni. Το 1913, με αφετηρία τα άρθρα αυτά, γράφει το βιβλίο «Οι κυβιστές ζωγράφοι, σκέψεις πάνω στην αισθητική». Το 1914 παύει η συνεργα σία του με το Intransigeant - γιατί το θρασύ του ύφος δημιουργούσε προβλήματα. Στη συνέχεια, γράφει στο Paris-Journal, όπου υποστηρίζει τους Archipenko, Larionov, Gontcharova και Leger. Ο πόλεμος τον απομακρύνει για λίγο απ’ τη δημο σιογραφία, αλλά απ’ το 1916 επανασυνδέεται με την επικαιρότητα: προλογίζει την έκθεση Derain (1916), συντάσσει το πρόγραμμα του Parade( 1917), εγκωμιάζει το έργο των Matisse, Picasso και Van
Dongen (1918).4 To 1917, o Apollinaire ανακαλύπτει τον όρο «σουρρεαλισμός», για να προσδιορίσει τη σύγχρο νη τέχνη, της οποίας υπήρξε περισσότερο ο δικη γόρος και ο ποιητής, παρά ο φιλόσοφος ή ο θεω ρητικός.
Ο Απολλιναίρ ποιητής πορούμε με απόλυτη βεβαιότητα να υποστη ρίξουμε ότι ο Apollinaire είναι ένας δημιουρ γός που έχει μια σχεδόν «λαιμαργία» για τις λέ ξεις· απ’ τη στιγμή που τις συναντά, τις διαφυλάσσει στη μνήμη του σαν τον πιο πολύτιμο θησαυρό κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή τις χρησιμοποιεί μ’ έναν τρόπο που χαρακτηρίζει τη γραφή του: έ χουμε αρχαϊσμούς μεσαιωνικούς, όρους διαλεκτι κούς, λέξεις-νεολογισμούς, λεξιλόγιο από Βοτανολογία, θρησκευτική λειτουργία ή αστρολογία χωρίς υπερβολές και φανφαρονισμούς, ο Apolli naire ξέρει από ένστικτο πού και πώς να τις χρη σιμοποιήσει για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα που εκείνος επιθυμεί- ο αναγνώστης του είναι συ χνά υποχρεωμένος ν’ ανατρέξει στο λεξικό. Ένα άλλο στοιχείο που δυσκολεύει τη γρήγορη κατανόηση της ποίησής του, έχει τις ρίζες του στον
Μ
24/αφιερωμα τρόπο με τον οποίο μεγάλωσε, τις σπουδές και την κουλτούρα του γενικά: ο Apollinaire είναι ένας αυτοδίδακτος δημιουργός, ένας βιβλιόφιλος πρώτης κατηγορίας, ένας τακτικός επισκέπτης βιβλιοθη κών, ένας ποιητής μ’ έμφυτο ταλέντο που αναζη τάει το υλικό του πολύ περισσότερο στο χώρο των περιθωριακών και των «αιρετικών», παρά στο χώ ρο της κλασικής παγκόσμιας λογοτεχνίας. Δανεί ζεται πολλά στοιχεία απ’ την Οδύσσεια και τη Βί βλο αλλά επίσης κι απ’ την Καββαλιστική φιλο σοφία εσωτερισμού, την ελληνική μυθολογία, τον κύκλο του Αρθούρου και τη λαογραφική πα ράδοση. Βέβαια, όλ’ αυτά τα ευρήματα περνούν μέσ’ απ’ την προσωπική του φιλοσοφία και μυθολογία και ξαναφτιάχνονται με τέτοιον τρόπο ώστε το κείμε νό του να μη «διαβάζεται εύκολα». Δουλεύει με τρόπο που ν’ αναδεικνύεται η αθανασία της ποιη τικής τέχνης κι ανήκει στην κατηγορία των ποιητών-μάγων και προφητών. Ο ίδιος άλλωστε πολύ συχνά αφήνει να εννοηθεί ότι επιθυμεί τον τί τλο του οραματιστή και θαυματουργού. Ο Andre Billy γράφει για την τέχνη-τεχνική του Apollinaire: «Ούτε ορθολογιστής, ούτε μυστικιστής, η φιλο σοφία του στηριζόταν, με δυο λόγια, σε μια τάση πλήρους διαθεσιμότητας μπρος στο ανθρώπινο πε πρωμένο και το μυστικό του σύμπαντος [...] Ο συλλογισμός του ήταν πάντα μουσικός και πά ντα αυθόρμητος και ειλικρινής. Γι’ αυτόν, όπως και για τον Gerard de Nerval, συγγραφέα με τον οποίο - κατά τη γνώμη μου - έχει πολλές ομοιό τητες, αναπνοή κι έμπνευση ήταν το ίδιο πράγμα. Τα πάντα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν υλικό για ποίηση, αφορμή γι’ ανάπλαση και τραγούδι. Ένα αντικείμενο, μια συνάντηση, ένας λόγος, μπορού σαν να τον κατακυριέψουν, τα μετέφερε στον προ σωπικό του ρυθμό, τα έκανε να συμφωνήσουν με το χρώμα και την κίνηση της ονειροπόλησής του, μ’ ένα λόγο τ’ αναδημιουργούσε».5 Ο ίδιος ο δημιουργός, όσο περήφανος και σίγου ρος αισθάνεται για τον Apollinaire-ποιητή, άλλο τόσο αβέβαιος κι ανασφαλής νιώθει μπροστά σ’ ένα πεπρωμένο που τον έχει καταδικάσει σε αλ λεπάλληλες ερωτικές αποτυχίες κι απογοητεύσεις.
του παράπονου, του παιδικού αναστεναγμού και της ουσιαστικής αλήθειας. Τα γνωρίσματα αυτά φέρνουν την ποίησή του κοντά στα τραγούδια α γάπης του μεσαίωνα, στις ποιητικές εκμυστηρεύ σεις του Francois Villon και του Verlaine και στην απλοϊκότητα του λαϊκού τραγουδιού. Ο Apollinaire θα παραμείνει για πάντα αυτός που έδωσε στην κραυγή της πονεμένης καρδιάς έναν τόνο κι έναν παλμό που είναι και σύγχρονοι και αιώνιοι. Λίγο ενδιαφέρει αν αποπλάνησε την Annie Playden με την κτητικότητα και την παράλογη ζή λεια του· αν κούρασε την Marie Laurencin με την ψευδο-ανδρο-αυταρχική συμπεριφορά του και τις απιστίες του·6 αν εγκατέλειψε την αγαπημένη του Lou και, στη συνέχεια, την αρραβωνιαστικιά του Madeleine Pages. Στο χώρο της τέχνης, η ψυχα νάλυση κι η ψυχοκριτική δύσκολα φτάνουν μέχρι το βαθύτερο είναι του δημιουργού· στην περίπτω ση του Apollinaire, όλες οι γυναίκες προδίδουν τον έρωτα κι επιφέρουν καταστροφή. Η ποίηση όμως βγαίνει κερδισμένη απ’ την κατάσταση αυτή: «Προδομένος από την Lou και πριν ο ίδιος εγκαταλεΐψει τη Madeleine [ο Apollinaire] τις ανέ φερε και τις δύο ωστόσο με τον ίδιο τρόπο, σ’ έ ναν ίδιο κι απαράλλακτο φόντο. Δυστυχισμένος στον έρωτα, ευτυχισμένος όμως στο παιχνίδι των στίχων, όταν το αντικείμενο του έρωτα χανόταν, παρηγοριόταν γιατί του έμενε το ποιητικό αντικεί μενο: η Annie ή η Μαρία, τραγουδούσε τόσο κα λά τη θλίψη του που δε θα ’πρεπε και πολύ να τον βαραίνει. Καθόλου μαζοχιστής, αντίθετος με τις θέσεις του Baudelaire, ο Apollinaire δεν είναι ένας 'καταραμένος’ ποιητής».7 Όλες οι αποχρώσεις της έκφρασης της λύπης και του παράπονου, οι παράδεισοι που εκεί που εμφανίζονται εκεί και χάνονται, η τραγικότητα του «ποτέ πια», η ελπίδα μες στην απελπισία, η γλυκιά μελαγχολία, η δυναμική ανακύκλωση της μνή μης και το απότομο φτερούγισμά της και, τέλος, οι αργές αποκαταστάσεις υγείας και σωματικής και ψυχικής, βρίσκονται παντού μες στη μουσι κή της ποίησης αυτού «που δεν γεννήθηκε για ν’ αγαπηθεί».
Ο λυρικός Απολλιναίρ
Ο Απολλιναίρ θεατρικός συγγραφέας
πιο αντιπροσωπευτικός Apollinaire δεν βρί σκεται ούτε στη βαριά «περιουσία» που κλη ρονόμησε απ’ τους συμβολιστές, ούτε στην αντί θεσή του με τη μητέρα του και στα διάφορα κόμ πλεξ του - θέματα στα οποία πολύ συχνά αναφέρεται, είτε έμμεσα είτε άμεσα. Αυτά που εκα τομμύρια αναγνώστες-θαυμαστές και οπαδοί του εκτιμούν ιδιαίτερα στην ποίησή του, είναι η απλό τητα των συγκινήσεων, ο πεντακάθαρος ελεγεια κός λυρισμός, μια λόγια αίσθηση της έκφρασης
ο κωμικό ή συμβολικό θέατρο είναι μόνιμος πειρασμός για τον Apollinaire και μέσα στην πρόζα του, αλλ’ ακόμη και μές στα ποιήματά του, υπάρχουν μέρη με διαλόγους. Σε συνεργασία με τον Andre Salmon, συνθέτει, το 1906, δύο θεατρι κά έργα: το Η θερμοκρασία - κωμωδία σε μια πράξη - και το κείμενο της οπερέτας Ο Έμπο ρος αντζούγιας. Το 1911 γράφει το Jean-Jacques, θεατρική απόδοση διαφόρων επεισοδίων απ’ τη
Ο
Τ
αφιερωμα/25 ζωή του Rousseau - κατά παραγγελία - για τον εορτασμό των διακοσίων χρόνων απ’ τη γέννησή του. Ή δη όμως, το 1902, είχε γράψει το Χωρίς στέ γη, θεατρικό έργο που αργότερα χάθηκε· άρχισε επίσης να γράφει το La Colambelle που μετέφερε στη σκηνή τη δραματική ιστορία του Mayerling, αλλά δεν το τελείωσε· έγραψε επίσης το λιμπρέ το μιας όπερας-μπούφα, με τον τίτλο Καζανόβας. Στη συνέχεια έχουμε τα έργα Τα Στήθια του Τει ρεσία και το Χρώμα του Χρόνου. Και τα δύο γρά φτηκαν μόλις ο Apollinaire γύρισε απ’ το μέτωπο. Το πρώτο «σουρρεαλιστικό δράμα σε δυο πράξεις και μ’ έναν πρόλογο», παίχτηκε στις 24 Ιουνίου 1917 και το ανέβασμά του θύμιζε Αριστοφανική κωμωδία. Το έργο δεν είχε την επιτυχία που ανέ μενε ο δημιουργός του, γιατί υποβίβαζε τις πνευ ματικές ικανότητες μιας επιφανούς φυσιογνωμίας. Το Χρώμα του Χρόνου «δράμα σε τρεις πράξεις και σε στίχους», μέσ’ απ’ τα διάφορα επεισόδια και τους φανταστικούς ήρωές του, διαπραγματεύ εται αιώνια θέματα, τέτοια όπως ο πόλεμος και
το μέλλον, η ζωή, η αγάπη και ο θάνατος.
Η επικαιρότητα στο έργο του Απολλιναίρ Apollinaire έλεγε για τον εαυτό του ότι είναι ο κατεξοχήν ποιητής της σύγχρονης εποχής, γιατί ενσωματώνει το καθημερινό, πραγματικό γε γονός του 20ού αι. στον ποιητικό κώδικα και για τί θεωρεί τα σύγχρονα επιτεύγματα - τα αυτοκί νητα, τα τραμ, τα αεροπλάνα, τη διαφήμιση, τα μεταλλικά αρχιτεκτονήματα, τον ηλεκτρισμό, τις μηχανές και τα κανόνια - σαν αντικείμενα συ γκινησιακά και ποιητικά, όπως είναι ακριβώς το τριαντάφυλλο ή το περιστέρι. Περνάει έτσι και στην πρακτική εφαρμογή, την άρνηση να διαχω ρίζει τα αντικείμενα σε ποιητικά και μη ποιητικά - όπως έκανε και ο Hugo και στη συνέχεια οι Rimbaud και Baudelaire. Η φιλοδοξία του Apollinaire όμως στοχεύει α κόμα πιο ψηλά: θέλοντας να υμνήσει τον ηρωικό
Ο
26/αφιερωμα χαρακτήρα του αιώνα του, αναζητά μια κάποια επική παγκοσμιότητα, στραμμένη στο μέλλον. Ω στόσο, έστω κι αν δείχνει τον οριστικά ελαττω ματικό χαρακτήρα του αναγεννώμενου ανθρωπι σμού και το οριστικό τέλος της πίστης, δεν κα ταφέρνει να συνδέσει την τύχη του με την τύχη μιας μεγάλης κοινωνίας ανθρώπων (π.χ. τους ανά τον κόσμο ταπεινωμένους κι αδικημένους - το προ λεταριάτο - τον αποικιακό τριτοκοσμικό πληθυ σμό), ούτε να ξεχωρίσει τις αρχές του ολοκληρω τισμού που επρόκειτο σε λίγα χρόνια να πνίξουν στο αίμα τον πλανήτη μας. Ο Apollinaire προσπαθεί ωστόσο περισσότερο απ’ ό,τι μπορεί και, σίγουρα, περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλον στην εποχή του. Παραμένει α διαφιλονίκητα ο κατεξοχήν μάρτυρας συνταρακτι-*1
κών γεγονότων και στη Γαλλία και στην Ευρώπη, που επρόκειτο να ταλαιπωρήσουν και να κατακερ ματίσουν και τον ίδιο και τη γηραιό ήπειρο: «Nerval, Baudelaire, Mallarme, Verlaine, Apol linaire... Χωρίς αυτούς ο πόνος της αγάπης και η γλύκα της ζωής, όλοι γενικά οι συνδυασμοί στην ευαισθησία αυτού του αιώνα, θα ήσαν διαφορετι κοί κι ίσως δε θα υπήρχαν. Χωρίς αυτούς δε θ’ α γαπούσαμε όπως αγαπάμε, δεν θα υποφέραμε ό πως υποφέρουμε, δεν θα είμασταν ούτε λυπημέ νοι ούτε χαρούμενοι όπως τώρα είμαστε χαρούμε νοι ή λυπημένοι [...] Ζουν μέσα μας. Αλλά δε θα πεθάνουν μαζί με μας... Θα χρησιμεύουν σαν μάρ τυρες και παραδείγματα για όσο χρόνο η λέξη άν θρωπος και η λέξη ποίηση θα διατηρούν το νόη μα που τους δίνουμε σήμερα».8
Σημειώσεις 1. Andre Bills. Guillaume \ix>llinairc. Paris. Seghers, 1967. σ.19 (Συλλ. Poetes d ‘ aujourd'hui). 2. To έργο αυτό, το ξαναδημοσιεύει ο Marcel Ademe, το 1955, με τον ίδιο τίτλο, αλλά πιο επεξεργασμένο και το 1966 ο Michel Decaudin το συμπληρώνει, το ολοκληρώνει και το συμ περιλαμβάνει στα Άπαντα των έργων του Apollinaire. 3. Στη λίστα αυτή των σπουδαιότερων κι αξιολσγότερων καλ λιτεχνών των αρχών του 20ού αι., ο Apollinaire συμπεριλαμ βάνει και το όνομα της αγαπημένης του Marie Laurencin. 4. Το πρώτο του άρθρο, όσον αφορά την κριτική της τέχνης, δημοσιευμένο το 1902, εξυμνεί τη γιγαντομαχία, παράσταση ανάγλυφη σε ελληνιστικό διάζωμα του μεγάλου ιερού της Περγάμου, που αναπαριστά το θρίαμβο του ελληνικού ανθρω πισμού πάνω στο βαρβαρισμό. Το τελευταίο του άρθρο, με ανάλογο περιεχόμενο, εξυμνεί τους «κατώτερους χριστούς» της πλαστικής τέχνης στην Αφρική και την Ωκεανία. 5. Andre Billy, op.cit., ρ. 39. 6. Ο Michel Dicaudin γράφει σχετικά με το θέμα αυτό: «Συναν τάει την Marie Laurencin, με την οποία θα ζήσει για πέντε ο λόκληρη χρόνια μια σχέση πάρα πολύ εξιδανικευμένη - σύμ φωνα με ιή/Λικά του πρότυπα - ενώ στην πραγματικότητα η σχέση αυτή ήταν και θυελλώδης και διακεκομμένη. Όπως έκανε ήδη με την Annie και με την Mareye πιο πριν, ο Apollinaire ονειρεύεται την αγάπη παρά τη ζει και αποδίδει πάντα το φταίξιμο στη γυναίκα, ισχυριζόμενος ότι δε συμ φωνεί με την εικόνα που ε για κείνη» [Guillaume Apollinaire (πρόλογος του Philippe Soupault), Paris, εκδ. Garamont/Frederik Bizz., 1987, σ. 62]. 7. Georges Gabory, Apollinaire, Max Jacob, Oide, Malraux, Cie, Paris, Jean-Michel Place, 1988, σ. 17. 8. Andre Billy, op.cit., a. 40. Οι μεταφράσεις τίτλων και παραπομπών είναι δικές μοκ.(Ιν.Δ) 1. Mirely ου le Petit Trau pas cher: Μιρελύ ή Μικρή ευκαιριακή 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11. 12. 13. 14.
Que Zaire? Τι να κάνουμε; La Grande France: Η Μεγάλη Γαλλία L'Heresiarque: Ο Αιρεσιάρχης La Revue blanche: Το λευκό Περιοδικό A la cloche de bois: Χωρίς στέγη "Le Larron": Ο Ληστής Le Festin d'Esope: To συμπόσιο του Αισώπου "L'Ermite": Ο Ερημίτης Guide du rentier: Οδηγός για διαχείριση περιουσιακών στοιχείων ”L' Enchanteur pourrisayt": Ο Μάγος που φθίνει La Revue immoraliste: Ανήθικο περιοδικό Les lettres modernes: Σύγχρονα Γράμματα "L'Emigrant de Landor Road": Ο Μετανάστης της οδού
15. 16. 17. 18. 19. 20.
Landor "Salomi": Σαλώμη "Les Cloches": Οι καμπάνες "Mai": Μάης Vers et prose: Στίχοι και πρόζα Le Marchand d ' anchois: Ο Εμπορος Αντζούγιας Les Exploits d ’un jeune don Juan: Tα κατορθώματα ενός νέου Δον Ζουάν Les On/e Mille Verges: Τα Έντεκα Χιλιάδες Πέη Je dis tout: Τα λέω όλα "La Tzigane": Η Τσιγγάνα "Les Colehiques": Τα Κολχικά φυτά "La Chanson du mal aime": To τραγούδι αυτού που δεν γεν νήθηκε για ν’ αγαπιέται Mercure de France: Ο Ερμής της Γαλλίας "Les Maitres de l'amour": Οι Δάσκαλοι-Οδηγοί για την
"Le Coffret du Bibliophile": To μικρό κιβώτιο'του Βι βλιόφιλου 21. L'lntransigeant: Ο Αδιάλλακτος 22. Le Bestiaire ou Cortege d 'Orphee : Ζωο-μυθολογία ή Συνο δεία του Ορφέα 23. "La Vie anecdotque.": Η ανέκδοτη Ζωή 24. Les Soirees de Paris: Οι βραδιές του Παρισιού 25. "Le Pont Mirab-an” Η Γέφυρα Mirabeau 26. Poeme et drame: Ποίημα και δράμα 27. "Les Fenetres": Τα παράθυρα 28. "La Peinture modern": Η σύγχρονη Ζωγραφική 29. Les Peintres cubistes, meditations esthetiques: Οι κυβιστές ζω γράφοι, σκέψεις πάνω στην αισθητική 30. L 'antitradition futuriste, manifeste synthese: Η φουτουριστι κή αντι-παράδοση, μανιφέστο σύνθεση 31. "Ideogrammes lyriques": Λυρικά Ιδεογράμματα 32. "Lettre ocean": Γράμμα ωκεανός 33. La Fin de Babylone: To τέλος της Βαβυλώνος 34. Les Trois don Juan: Οι Τρεις δον Ζουάν 35. Le Poete assassine: Ο δολοφονημένος Ποιητής 36. "Voyage": Ταξίδι 37. Les Diables amoureux: Οι ερωτευμένοι Διάβολοι 38. "Surrealisme": Υπερεαλισμός "Esprit nouveau": Νέο Πνεύμα 39. "La Victoire": Η Νίκη Nord-Sud: Βορράς-Νότος 40. Les Mamelles de Tiresias: Τα Στήθια του Τειρεσία 41. Vitam impendere amori: Ν’ αφιερώνεις τη ζωή σου στην 42. 43. 44. 45. 46. 47.
Le Flanneur des deux rives: Ο περιπλανώμενος στις δύο όχθες Couleur du temps: To χρώμα του Χρόνου La Femme assise: Η Γυναίκα που κάθεται Ombre de mon amour: Σκιά της αγάπης μου Le Guetteur melancolique: Ο μελαγχολικός παρατηρητής La Temperature: Η Θερμοκρασία
αφιερωμα/27
Ζακ Γκοσερόν
Α στέρι
^ o H aV ^ P
Ονομάζουμε αστέρι, μέσα σ’ ένα δά σος, αυτό το είδος ξέφω του όπου συ γκλίνουν π ολλοί δρόμοι.1 Υπάρχουν μερικές φορές στύλοι που δείχνουν τα μονοπάτια που μπορεί να πάρει κανείς, μερ ικές φορές όχι, μονοπάτια που θα , χαθούν μέσα στους θάμνους. Ακούμε ■ ε κ ε ί καμιά φορά τα πουλιά να κελαη δούν. Μπορούμε εκ ε ί να έχουμε την αί σθηση ότι φτάσαμε κάπου. Αυτός ο κυ κλικός χώρος, αυτό το αστέρι έχει α χτίδες. Ξέρουμε από πού ερχόμαστε, αν έχουμε λίγη μνήμη, δεν ξέρουμε κα θόλου πού πάμε αφού μα ντεύουμε με δυσκολία αν οι π ροτεινόμενοι δρόμοι είναι αδιέξοδα ή π ραγματικές προο πτικές.2
Ο Απολλιναίρ ακα δημαϊκός (Σχέδιο Πικάσσο)
ίμαστε εκεί, στο Αστέρι Απολλιναίρ. Το δά σος δεν είναι λιγότερο θαμνώδες, απ’ ό,τι ή ταν στην εποχή του, όπου, μέσα στο συμβολισμό που έφτανε στο τέλος του δίνεται μια μάχη αντι λάλων των οποίων την ιστορία σχεδίασε ο Μισέλ Ντεκοντέν στο βιβλίο του Η κρίση των συμβολι κών αξιών. Είμαστε εκεί, σ’ αυτό το ξέφωτο της ποίησης, όπου ο ήλιος και η σκιά διασταυρώνονται μεταξύ τους, σχηματίζοντας και αποσχηματίζοντας ένα μεταβαλλόμενο τοπίο. Όπου το άσμα υψώνεται σ’ ένα σωρό από αβεβαιότητες και ίσως ψευδαι σθήσεις. Είμαστε εκεί, σ’ αυτό τον κυκλικό χώρο που δημιουργήθηκε ανάμεσα στο 1903 και το 1918 και το οποίο βάφτισαν Αστέρι Απολλιναίρ, οριστικά, μάλλον κατά τα χρόνια 1945-1946, αν κρίνουμε α πό τη βιβλιογραφική πυκνότητα των σπουδών και των αφιερωμάτων.
Ε
Αν θέλετε να διαβάσετε στίχους... ν θέλετε να διαβάσετε στίχους διαβάστε, λοι πόν, Απολλιναίρ... Κανείς δεν έχει ανάγκη αυτή τη συμβουλή. Ο Απολλιναίρ μπήκε σε μια δό ξα ολόχρυση, αναμφισβήτητη. Η σπουδάζουσα νε ολαία μπορεί εύκολα να στραφεί προς αυτόν. Τα
Α
σχολικά εγχειρίδια δεν μπορούν να τον αποφύ γουν, οι συλλογές εκλεκτών αποσπασμάτων του 20ού αιώνα τού προσφέρουν τη μερίδα του λέοντος, έτσι ώστε οι άλλοι προ του Πρώτου Παγκο σμίου Πολέμου ποιητές να φαίνονται κατώτεροί του. Ό χι ο Κλωντέλ, βέβαια, αν και οφείλει την τύχη του στο γεγονός ότι έγραψε θέατρο, ούτε ο Πεγκύ του οποίου η λατρεία στηρίζεται πάνω σε βάσεις όχι ειδικά ποιητικές. Αλλά πολύ ήσσων, συγκριτικά, ο Βερχέρεν, για παράδειγμα! (πράγ μα που μπορεί να αμφισβητηθεί). Ο Απολλιναίρ περνά στα χείλη των τραγουδι στών - κιθαρωδών αλλά μοιράζεται εξίσου στη «Βιβλιοθήκη τηξ Πλειάδος» την ποίηση του 20ού αιώνα με τον Πεγκύ και τον Βαλερύ. Πρέπει άρα γε να προσθέσουμε τις διατριβές και τις παραδό σεις στη Σορβόννη και την τεράστια πάνω στον Απολλιναίρ βιβλιογραφία, την οποία πλουτίζουν κάθε χρόνο οι εμβριθείς έρευνες και οι ανακαλύ-
28/αφιερωμα ψεις ανεκδότων ψηγμάτων; Πρέπει άραγε να προ σθέσουμε την εμπνευσμένη από τον Απολλιναίρ τονικότητα που ακούμε στα ποιήματα που γρά φονται το 1966; Μια πραγματική δόξα, δεν είναι έτσι; Υπάρχουν στο έργο του μερικοί από τους πιο θαυμαστούς στίχους της γαλλικής ποίησης. «Κα ταπλήσσω» επαναλάμβανε ο Απολλιναίρ. Οι στί χοι του, εξαιτίας της ποιότητας της ηχητικής τους υφής, εξαιτίας της βαθιάς γνώσης της προσωδίας που αποκαλύπτουν, δεν παύουν να καταπλήσ σουν. Τί άλλο να ζητήσουμε; πρέπει να κατσουφιάσου με με την απόλαυση που μας προσφέρει; Οπωσ δήποτε όχι. Θα θέλαμε ακόμη να θεωρηθεί στην τέχνη των στίχων, στην ποιητική εργασία, ως πα ράδειγμα επαγγελματικής συνέπειας, θα λέγαμε. Διαβάστε, λοιπόν, Απολλιναίρ!
Στίχους, θέλετε να διαβάσετε στίχους, διαβάστε λοιπόν τα Άνθη τον Κακού... έλεγε ο Απολλιναίρ στη Λου, σκυμμένος στην πόρτα ενός βαγονιού σι δηροδρόμου, μια μέρα που ξανάφευγε για το μέτωπο. Μπορούμε να αγαπάμε τους στίχους του Μπωντλαίρ, μπορούμε να αγαπάμε τους στίχους του Απολλιναίρ, και παρ’ όλα αυτά να μην αποδεχόμα στε αποκλειστικά την άποψη μόνο της μαγεμένης απόλαυσης. Θα μπορώ να γράψω για παράδειγμα ότι ο Απολλιναίρ είναι ένας «λυρικός όπως ο Ζαν - Μπατίστ Ρουσσώ»; Τί θα έλεγε κανείς αν τολμούσα να ομολογήσω «ότι δεν θα ήταν κακό» αν η επιρροή του σταμα τούσε; Θα μπορούσα να γράψω ότι είναι «καιρός να ε γκαταλείψουμε τον Απολλιναίρ» και επιπλέον, να το γράψω σε μια εισαγωγή στα πλήρη έργα του για κάποια βιβλιοθήκη των περιέργων; Κι όμως δεν κάνω τίποτε άλλο παρά να αναπα ράγω, αλλάζοντας το όνομα, αυτά που έγραφε ο Απολλιναίρ, το 1917, για τον Μπωντλαίρ. Αυτό που μας μαθαίνει εκεί, είναι ότι πρέπει να ξέρει κανείς να είναι αχάριστος με ηρεμία, να ξέ ρει να αμφισβητεί τον ίδιο του το θαυμασμό, από τη στιγμή που θέτει στον εαυτό του ερωτήσεις πά νω στο μέλλον της ποίησης. Δεν είναι βέβαιο ότι τα λόγια του 1917 πάνω στον Μπωντλαίρ δεν έχουν ένα άλλο βάθος, όσον αφορά αυτό το μέλλον, διαφορετικό από αυτό που είχαν τα λόγια του 1909, όταν υπεράσπιζε «μια τέ χνη φαντασίας, συναισθήματος και σκέψης, όσο το δυνατόν απομακρυσμένη από τη φύση με την οποία δεν πρέπει να έχει τίποτα κοινό, και είναι, φαντάζομαι, πρόσθετε, η τέχνη του Ρασίν, του Μπωντλαίρ, του Ρεμπώ...». Έχουμε πολύ ακού
σει αυτόν τον Απολλιναίρ του 1909, στον οποίο α ντιστοιχεί για ολόκληρη άποψη της ποίησής του. Αυτό δεν είναι ίσως λόγος Ευαγγελίου. Εν πάση περιπτώσει η εισαγωγή στα Άνθη του Κακού, του 1917, είναι ένας άλλος Απολλιναίρ, πιθανόν πιο στοχαστικός και ο οποίος, αμφισβητώντας τον Μπωντλαίρ, έθετε τον ίδιο του τον εαυτό σε αμφι σβήτηση ή ακριβέστερα έθετε σε ασφισβήτηση τον προ του 1913 Απολλιναίρ, τον ποιητή των Οινο πνευμάτων, της πιο γνωστής συλλογής του. Να αγαπάς και να αμφισβητείς. Το Αστέρι Απολλιναίρ έχει πολλούς κλάδους και η δόξα του πολλές αχτίδες.
Αχτίδα - Βιογραφία ιάλεξε για τον εαυτό του ένα ωραίο όνομα. Υπάρχει ένα παραμύθι με νεράιδες που θα μπορούσε να ονομαστεί: Γκιγιώμ γιός του Α πόλλωνα. Μια βιογραφία ευνοϊκή για τη μικρή ιστορία, α ληθινά μυστήρια, θρύλοι που συντηρήθηκαν από αυτόν τον ίδιο πρώτα. Βιογραφικά αινίγματα που αδιάκοπα φωτίζο νται, αδιάκοπα μπερδεύονται ξανά. Έχουμε ορμήσει στα ίχνη των ερώτων του για να ξαναβρούν το εκτυφλωτικό πέρασμα ενός ποιητή. Χωρίς αμφιβολία ο Απολλιναίρ υπήρξε αυτό το εκτυφλωτικό πρόσωπο που ήθελε να είναι, πιστός, σ’ αυτό το σημείο, στην ποιητική του τού υπερφυ σικού που μεταφορφώνει την κοινοτοπία σε μα γεία. Η σιλουέτα του Απολλιναίρ αντιστοιχεί - αφού ο θρύλος αποδείχτηκε ο πιο δυνατός - στην ει κόνα που φτιάνει κανείς για ένα ποιητή. Όμως πολλοί συνάντησαν γύρω στα 1917 «ένα μικρό υπάλληλο Τράπεζας που έγραφε στί χους...». Ξαναβρήκαν την Άννυ Πλέυντεν που ή ξερε αόριστα ότι ο Γκιγιώμ έγραφε. Προφανώς δεν θυμόταν να συνάντησε τον ποιητή αλλά μάλλον έναν γόη του οποίου οι τρόποι την είχαν τρομάξει. Ξέρω καλά ότι είναι μερικές φορές πιο εύκολο να ερεθίσεις την περιέργεια του κοινού με ανέκ δοτα παρά να αφήσεις να ακουστούν ποιήματα. Δεν πρέπει όμως να υπερασπιστεί κανείς τον Απολλιναίρ εναντίον μιας κατασκευής εικόνων μά ταιης, εντελώς επιφανειακής, της οποίας η αφθο νία μυρίζει φλύαρη εικονογραφία. Αυτό που είναι αλήθεια, είναι ότι εδο') και πενή ντα χρόνια, ο ποιητής Γκιγιώμ Απολλιναίρ, όχι, ο στρατιώτης Γκιγιώμ, γινόταν Γάλλος με το διά ταγμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ημερο μηνία 9 Μαρτίου 1916. Και στις 17 του ίδιου μη νάς ο στρατιώτης - που δεν μπορεί να διαχωρι στεί από τον ποιητή - δεχόταν ένα θραύσμα οβί δας στο κεφάλι. Ή ταν τριανταέξι ετών. Δέκα χρόνια πριν, έβγαζε το ψωμί του με άρ θρα πάνω στη μόδα ή την οικονομία, γράφοντας
Δ
αφιερωμα/29 μερικές φορές τα μυθιστορήματα άλλων ή πορνο γραφήματα δημοσιευμένα κρυφά και που δεν άξι ζαν πιο ακριβά απ’όσο ήταν πληρωμένα. Το 1913 είχε δημοσιεύσει τα Οινοπνεύματα, έρ γο που είναι στο μεγαλύτερο μέρος του μια συλ λογή παλιών ποιημάτων, για τον απλό λόγο ότι δεν είχε μπορέσει να τα δημοσιεύσει νωρίτερα παρά τις αναγγελίες που είχαν γίνει γι’ αυτά. Αυτό επρόκειτο να αποκληθεί Ο Άνεμος του Ρήνου. Το 1913, δεν του μένουν πια παρά πέντε χρόνια να ζήσει, και θα είναι χρόνια στρατώνα, πολέμου, τραυματισμού, τρυπανισμού (-ών) και ισπανικής γρίππης. Πέντε χρόνια. Σ’ αυτά τα πέντε χρόνια, θα επι χειρήσει ένα άλλο πράγμα, βιαστικά, όπως το μαρτυρά η δημοσίευση της Ζώνης που ονομαζό ταν αρχικά Κραυγή, τοποθετημένη την τελευταία στιγμή μπροστά από τα Οινοπνεύματα· ψηλαφή σεις, διασκεδάσεις επίσης. Χωρίς να έχει τον και ρό να δει καθαρά, γιατί το πνεύμα του είναι φορ τωμένο από ένα πλήθος κονφορμιστικές σκέψεις, όπως αυτή του άνετου και αστικού γάμου από ι δέες σαν αυτές που μπορεί να βρει κανείς στο έρ γο του Ά σμ α της Τιμής, το Δεκέμβριο του 1915, ι, "'.ν αυτές που διαδίδονται παράξενα στους Μα στούς του Τειρεσία. Ιδέες που δεν θέλω να βάλω στο λογαριασμό του Απολλιναίρ αλλά να τις φορ τώσω στον απαίσιο «μοντερνισμό» που ο ποιητής έζησε και μια από τις κορυφές του οποίου είναι η δημοσιογραφιή λογοτεχνία του Μωρίς Μπαρρές, για παράδειγμα. Στη μέση όλων αυτών των πραγμάτων ο Γκιγιώμ Απολλιναίρ σχηματίζει με τρόπο σκοτεινό τα ποι ητικά του προαισθήματα, αυτοσχεδιάζει τον ποι ητή που θα μπορούσε να γίνει. Και που δεν έγινε. Δεν υπάρχει εδώ τίποτα το θρυλικό, ούτε το πα ραμυθένιο. Μόνο ένα αινιγματικό άνοιγμα σε κά ποιο άλλο πράγμα, μπροστά στο οποίο ο Απολλιναίρ, με το κεφάλι μπανταρισμένο, δίστασε. Δεν ρίχνω πέτρες στον κήπο του.
που δήλωνε ότι δεν είχε ποτέ διαβάσει· και είναι κατά κάποιο τρόπο αλήθεια, διάβασε τόσο πολύ ώστε ξέχασε κάποια από τα διαβάσματά του. Η γαλλική λύρα αποτελείται γι’ αυτόν από όλους τους τόνους που οι ποιητές - πάνω στους οποίους αλληθώρισε - μπόρεσαν να βγάλουν από αυτήν. Τους ανακατεύει αυτούς τους τόνους, με πολύ οί στρο και λεπτολογία, ρυθμίζει το μείγματα τους, ξαναψήνει τα χρώματά τους, με χαρά, συχνά με ευφορία. Δεν εφευρίσκει, απολαμβάνει απεριόρι στα τις πηγές του οργάνου που οι αιώνες έχουν σφυρηλατήσει γι’ αυτόν.
Η βιβλιοθήκη του Απολλιναίρ στη λεωφόρο Σαιν Ζερμαίν
Η επικίνδυνη μελωδία Ο μελωδικός Απολλιναίρ... Γεύεται αργά αυτό που του περνάει από το μυαλό, χωρίς υπερβολική διάκριση και μετά όλο αυτό οργανώνεται, ξετυλί γεται σε «μπαλλάντες για βασίλισσες και σε τρα γούδια για σειρήνες». Γιατί, αυτό που υπερισχύει είναι η μέθη του άσματος. Ο Απολλιναίρ θέλησε να είναι λυρικός και ποτέ ικανοποιημένος από την έμπνευσή του, συνθέτει μια μελωδία, όλο ξαναρχίνισμα, ένα ξαναρχίνισμα πολύ καλλιτεχνικό λό γω της τραχύτητας και της προχειρότητάς του. Με μια απόλαυση που ξέρει να τη μοιράζεται. Γνωρίζει καλά όλα τα εφφέ των ομοιοκαταλη ξιών, των ρυθμών· επεξεργάζεται το κείμενο μέ σω της τυπογραφικής διάταξης, τα έχει ακούσει υπομονετικά όλα αυτά σε άλλους ποιητές, αυτούς
Και να η Γέφυρα Μιραμπό, το ποίημα στο οποίο χρωστάει το 90% της δόξας του. Ή χοι θηλυκοί γεμάτοι τρυφερή μελαγχολία πάνω στο θέμα των ερώτων που έφυγαν. Έχουμε διατηρήσει τη φωνή του Απολλιναίρ ενώ διαβάζει αυτό το ποίημα. Με γεθύνει όλα τα εφφέ της γοητείας του. Αυτό το ποί ημα είνα μια δαντέλλα προσωδίας, με ακριβώς ό,τι χρειάζεται για την ισορροπία, δαντέλλα ρυθ μικής ρήξης ανάμεσα στους τρεις δεκασύλλαβους (διατεταγμένους τυπογραφικά έτσι ώστε να μη φαίνονται τέτοιας λογής) και στους δύο με περιτ τό αριθμό συλλαβών στίχους του ρεφραίν. Στα ο ποία θα έπρεπε να προσθέσουμε πολλές άλλες πα ρατηρήσεις και κυρίως την ψεύτικη αδεξιότητα της ποιητικής άδειας πάνω στη γραμματική, στο τέλος:
30/αφιερωμα ni les amours reviennent (ούτε οι έρωτες ξανάρχονται) που δημιουργεί ομορφιά αφελούς τραγουδιού, και, βέβαια, είναι ηχώ του Βερλαίν. Μένουμε έκπληκτοι. Τόση τέχνη, τόσα τεχνά σματα, τόση πονηριά, για να μην πει τίποτα, για να ξαναρχίσει την ίδια αισθηματική αυλακιά, τό σες φορές σκαμμένη. Είναι θαυμάσιο; Ναι. Και όχι λιγότερο καταθλιπτικό. Ο τραγουδιστής Απολλιναίρ έχει τη στροφή του, το quintil3, όπως λέγεται. Δημιούργησε άπειρες παραλλαγές της, την ξέρει καλά. Ούτε είναι ο ε φευρέτης της, αυτή εμφανίζεται στα ποιήματα με σταθερή μορφή της παλιάς γαλλικής ποίησης. Άλλοι ποιητές έπαιξαν μ’ αυτήν, της έδωσαν ένα τόνο, για παράδειγμα η Μαρσελίν Ντεμπόρντ Βαλμόρ στον καλυμμένο θρήνο, ο Λαφόργκ στο χιούμορ. Οι φίλοι του τη χρησιμοποιούσαν, ο Μαξ Ζακόμπ, ο Αντρέ Σαλμόν. Το τραγούδι του quintil έχει κάτι το μαγικό, με αυτόν τον πέμπτο στίχο που, όταν το τετράστιχο έχει τελειώσει,επιμηκύ νει τη φράση και μέσα από ένα γλίστρημα αποδί δει μια τριπλή ομοιοκαταληξία. / ρκεί οι ομοιο καταληξίες να είναι θηλυκές ώστε όλη η δεξιοτεχνία του τραγουδιστή της γοητείας να σας κυ ριεύσει. Moi qui sais des lais our les reines... (Εγώ που ξέρω μπαλλάντες για βασίλισσες...) Και πρόκειται ακριβώς για μπαλλάντες για βα σίλισσες, αν οι βασίλισσες είναι πρόσωπα για τα οποία πιθανόν ελάχιστα είναι σημαντικό αυτό που λέει το τραγούδι, αρκεί η μελωδία του να αναστα τώνει. Επικίνδυνη μελωδία, όχι τόσο γι’ αυτόν που ακούει, όσο γαι τον ίδιο τον τραγουδιστή, π,ου αν αφεθεί να πέσει στο δόκανό της, θα μεθύσει από τηνίδια του τη λεκτική ταχυδακτυλουργία και θα φτιάξει τραγούδια από όλες τις κοινοτοπίες. Έ τσι ο Απολλιναίρ, που δεν πίστευε στην αιώνιο ζωή, αρχίζει: Odeur du temps, brin de bruyere (Οσμή του χρόνου, κλαδάκι από ρείκι) και για τη συναισθηματική απόλαυση του quintil, μετά από πολλές αναζητήσεις και παραλλαγές, δι σταγμούς ίσως, ο ποιητής αφήνεται σε μια - ψεύ τικη γι’· αυτόν - συγκίνηση. Nous ne nous verrons plus sur terre Et souviens toi que je t ' attends. (Λεν θα ξαναϊδωθούμε πια πάνω στη γη και θυμήσου πως σε περιμένω.) Πράγμα που θα μπορούσε να αποκληθεί: πάνω σε σκέψεις παλιές να φτιάνεις στίχους παλιούς. Ο θρίαμβος του Απολλιναίρ στο άσμα θυμίζει
την επιτακτική απαίτηση του τραγουδιού στην ποί ηση, αλλά επίσης το ότι αυτό μπορεί να εξελιχθεί έτσι ώστε να μην είναι πια παρά μια επιδέξια πα ραλλαγή, όπως με τον τρόπο των τσιγγάνων. Ο ωραίος στίχος, η ομοιοκαταληξία και ο ρυθμός του δεν είναι το τέρμα της ποίησης. Ο Απολλιναίρ λίγο έλειψε να προσφέρει τον εαυτό του βορά σ’ αυτή τη σειρήνα που του ήπιε λίγο από το αίμα του, αν και, άλλες φορές, προσδέθηκε στο κατάρτι της πεζότητας και της κοινοτοπίας.
Νεοτερισμός I προτίμηση για ο καινούριο, είτε την επιδει κνύει κανείς είτε όχι, η συγκίνηση μπροστά στο μοντέρνο είναι μια από τις μόνιμες δονήσεις της ποίησης. Ο ποιητής, σε ένα κάποιο επίπεδο, βρίσκεται αντιμέτωπος με την υποχρέωση να μι λήσει για τον καιρό του. (Για να πάρουμε το πιο παράδοξο παράδειγμα, τα κλειδιά για την κατα νόηση του Λαφονταίν, έτσι νομίζω, πρέπει να βρε θούν στη νεοτεριστική του πλευρά, αλλά αυτό εί ναι άλλο θέμα). Η αγάπη για τη σύγχρονη ζωή εισέρχεται στη θεωρία της ποιητικής στάσης με τον Μπωντλαίρ - τα ποιήματα και τα κριτικά κείμενα αλληλοεπιβεβαιώνονται. Οι ποιητές δεν θα το ξεχάσουν πια και η κραυγή του Ρεμπώ «πρέπει να είμαστε από λυτα μοντέρνοι» δεν σταματά πια να αντηχεί. Α πό αυτή την άποψη ο Απολλιναίρ αποδίδει ευχα ριστίες στον Μπωντλαίρ, «τον πρώτο που εμφύσησε το μοντέρνο πνεύμα στην Ευρώπη». Είτε αυ τή η πιο παράξενη φράση: «Ο νεοτερισμός πήρε πριν απ’ όλα το πρόσωπο του Μπωντλαίρ», πα ράξενη διότι βάζει στον Μπωντλαίρ αυτό του ο ποίου αντανάκλαση ήθελε ο Μπωντλαίρ να είναι ο ποιητής. Η ποίηση του Απολλιναίρ έχει μια όψη μοντέρ να, ορατή, ακόμη και προκλητική. Το να ενσω ματώσει τους νεοτερισμούς της ζωής στον ποιη τικό λυρισμό θα αποτελέσει μια από τις πιο προ φανείς έγνοιες του. Ο πύργος του Άιφφελ, αντι κείμενο σύγχρονο και τότε ακόμη αμφισβητούμε νο, εισβάλλει στην αρχή της Ζώνης με την ποιητι κή όψη μιας βοσκοπούλας, είναι αλήθεια. Οι δακτυλογράφοι περνούν σ’ ένα δρόμ^ κοντά στην λεωφόρο Τερν. Τα «Tramways» γλιστρούν στο Τραγούδι του άσχημου Αγαπημένου και τα «σιφόνια» στο ίδιο ποίημα φτερνίζονται. Θα ήταν διασκεδαστικό να φτιάξουμε το μου σείο του νεοτερισμού του Απολλιναίρ, θα έπρεπε να συσσωρεύσουμε εκεί σωρούς αντικειμένων που αρχίζουν σήμερα να πλουτίζουν τους παλιατζήδες. Θα έπρεπε ακόμη να πάμε να ξεκρεμάσουμε από το Μουσείο Τεχνών και Επαγγελμάτων το αερο πλάνο του Αντέρ. *
Η
Franqais qu’ ave; vous fait d ’ Ader Γ aerien
αφιερωμα/31 II Iui restait un mot, il n ’ en reste plus rien (Γάλλοι τί κάνατε στον αέρινο Αντέρ; Του έμενε μια λέξη, δεν μένει πια τίποτε απ’ αυτόν) ποίημα το οποίο - ειρήσθω εν παρόδω - χρονο λογείται από την εποχή που ο Απολλιναίρ δεν εί χε ακόμη εξοβελίσει τη στίξη. Παραδόξως ο σύγχρονος κόσμος είναι γι’ αυ τόν μια υπόθεση λεξιλογίου. Τον φανταζόμαστε να γεύεται την απόλαυση του να εισάγει στους στί χους του λέξεις υποτίθεται α - ποιητικές, του α ρέσει να προετοιμάζει τον ερχομό τους με παρη χήσεις, με ομοιοκαταληξίες ή με ρυθμούς, τους παραχωρεί μια θέση στον κόσμο των ήχων με τέ τοιο τρόπο ώστε η λέξη να είναι εκεί ξαφνικά φυ σική και παρ’ όλ’ αυτά να εκπλήσσει. Στο ποίη μά του L ’ avion (:το αεροπλάνο) πραγματεύεται μια διαμάχη λεξιλογίου· επιπλήττει εκεί τους φι λολόγους που κατασκεύασαν τη λέξη aeroplane οι) le sourd hiatus, T ane qui T accompagne font en ensemble un mot long comme un mot d ’ Allemagne [όπου η κουφή χασμωδία, ο γάιδαρος Ca ne) που την ακολουθεί κάνουν μαζί μια μακριά λέξη, σα μια λέξη της Γερμανίας] και αρνήθηκαν τη λέξη avion που άλλωστε η χρή ση θα επιβάλει. Η εισαγωγή σύγχρονων αντικειμένων επιτυγχά νεται τις πιο πολλές φορές με τη βοήθεια μιας ει κόνας: Bergere Ο Tour Eiffel (Βοσκοπούλα ω Πύρ γε του Άιφφελ). Αυτό δεν έχει το βάρος των συ γκρίσεων του Βινύ όταν εισάγει, περιγράφοντας έ να γαλάζιο άγγελο κι ένα τέρας που ξεφυσά, μια ατμομηχανή στη γαλλική ποίηση, αλλά κατά βά θος είναι η ίδια τεχνική. Το παραδοσιακό ποιητι κό υλικό, άγγελος ή βοσκοπούλα, εισάγει το νέο, ατμομηχανή ή Πύργο του Άιφφελ. Στη Ζώνη α κόμη, η αεροπορία αναδύεται ανάμεσα από άλλα στοιχεία, την παράδοξη ευρυμάθεια, το καλαμπού ρι· και το θέμα της Αναλήψεως του Χριστού, κα τά τρόπο ασεβή, θα παίξει ρόλο μεσολαβητή α νάμεσα στο παλιό και το καινούριο. Όλα αυτά είναι αστεία, και, με λίγα λόγια, επι φανειακά. Αυτός ο νεοτερισμός συνδυάζεται με την ομολογημένη πρόθεση να κάνει παραμυθένια την καθημερινή ζωή (πράγμα το οποίο έκανε πο λύ πιο συστηματικά ακόμα κάποιος από τους συγ χρόνους του). Αυτό σημαίνει να στέκεσαι πολύ συ χνά στην επιφάνεια των πραγμάτων, στον προφα νή νεοτερισμό, και μάλιστα χωρίς διάκριση. Έ να πράγμα παλιό, με μια νέα όψη, θα είναι γι’ αυ τόν νέο. Αυτή τη συνταγή θα την εκμεταλλευτούν με παιδαριώδη τρόπο οι σουρρεαλιστές στην κα τασκευή εκπληκτικών αντικειμένων. Η ποιητική απόδοση του πραγματικού συνδέεται με μια αισθη-
τική της έκπληξης, ανοιχτά προωθημένη από τον Απολλιναίρ και την οποία οφείλει κανείς να προ σέξει καθώς κινδυνεύει να εξελιχθεί σε τεχνική κω μωδίας, σε αναζήτηση εφφέ που δεν ξεπερνούν έ να ατομικό, υποκειμενικό όραμα και που σε τελι κή ανάλυση, αφαιρούν από τον κόσμο την πραγ ματικότητά του προς όφελος των «μικρών τιναγμάτων» της ευαισθησίας. Αυτός ο «νεοτερισμός» είναι ουσιαστικά ένας κόσμος αντικειμένων, αποσπασμένων από τις αν θρώπινες περιστάσεις τους, δηλαδή από την πρα κτική. Δεν υπάρχουν στα ποιήματά του παρά αν θρώπινα φαντάσματα ανάμεσα στα οποία ανα πτύσσεται, παράξενα μόνος. Αυτό που συμβαίνει στον σύγχρονο κόσμο τον ενδιαφέρει λίγο, αν ε ξαιρέσουμε την πλευρά των τεχνών. Οι νεοτερισμοί της σύγχρονης συνείδησης, στο ιστορικόκοινωνικό επίπεδο του είναι σχεδόν ξένοι και το αναρχίζον ποίημα Το Μέλλον δεν θα μπορούσε να αποδείξει ότι ο Απολλιναίρ ενδιαφερόταν για τον αναβρασμό των ιδεών της εποχής του. Με άλλα
32/αφιερωμα λόγια, ο μοντερνισμός του περικλείεται σε όρια αρ κετά στενά, και ταυτόχρονα δεν έχει την παραμι κρή ιδέα για το μέλλον προς το οποίο απευθύνει μια κραυγή κλήσεως. Βλέπουμε καλά τι χρειαζόταν να απεκδυθεί, κι αυτό είναι το ότι θεώρησε, σύμφωνα με τη ρομα ντική του παιδεία, το θέμα του χρόνου σύμφωνα με τον τρόπο των ρομαντικών, σαν μια πραγμα τικότητα ατομική και αφηρημένη, στερημένη α πό κάθε ανθρώπινη υπόσταση. Ο Απολλιναίρ θέλει να φτιάξει από το παρόν μια ποιητική λιχουδιά. Γεύεται το παρόν σαν ένα πα ρελθόν εν δυνάμει, είναι ευαίσθητος στην παλαιότητα του επίκαιρου, ή αν θέλουμε τη φθινοπωρινή ατμόσφαιρα της εποχής του, λέει νοσταλγικά α ντίο. Ένα ολόκληρο μέρος του εαυτού του δεν εί ναι παρά η αγάπη του για τα παλιά πράγματα, και ακολουθεί το βηματισμό των ανθρώπων, συγγνώ μη το βηματισμό του ανθρώπου, όπως φεύγουν οι καραβίδες: A reculons, a reculons (προς τα πίσω, προς τα πίσω) Είναι συγκινητικό να διαπιστώνουμε το διφορού μενο της στάσης του. Υπήρξε με τρόπο τρομακτι κό ο ποιητής της λύπης και των οδυνηρών χωρι σμών ξεκινώντας από τον μεγάλο ρομαντικό θρή νο τον οποίο κληρονόμησε. Ξέρει ότι όλα περνούν, θα μουρμουρίσει: Passons, passons, puisque tout passe (ας περάσουμε, ας περάσουμε, αφού όλα περνούν) μέχρι αηδίας. Θα υπάρξει ακόμη μια κάποια νο σταλγία στον πρώτο στίχο της Ζώνης: A la fin tu es las de ce monde ancien (Στο τέλος έχεις βαρεθεί αυτόν τον παλιό κόσμο) του οποίου τις συνέπειες θα διστάσει να συνάγει: Δεν τις συνάγει, ίσως, στο επίπεδο της ίδιας του της ζωής, τουλάχιστον όμως θα έχει το θάρρος να στραφεί με μιας προς το μέλλον κι αυτό θα είναι η περίφημη ποιητική κραυγή του: Allons plus vite nom de dieu (Πάμε πιο γρήγορα για τ ’ όνομα του Θεού) της οποίας την αντήχηση κανείς δεν μπόρεσε α κόμη να εξερευνήσει.
Νεοτερισμός II νάμεσα στην αγάπη της ποιητικής παλαιότητας και στην κραυγή ανυπομονησίας που εξαπολύει μπροστά από μια νέα ζωή, υπάρχει ο Απολλιναίρ που περισσότερο ή λιγότερο συνειδη
Α
τά, βλέπει ή, το λιγότερο, αισθάνεται τον εαυτό του στο μεταίχμιο δύο εποχών. Νιώθει ότι ο κό σμος γέρνει, ότι η ιστορία του κόσμου πρόκειται ν’ αλλάξει, κι αυτό του είναι προφανές, την ημέ ρα της γενικής επιστράτευσης μέσα στο μικρό αυ τοκίνητο του Ρουβέρ, καθώς γυρίζει από τη Ντωβίλ. «Είπαμε αντίο σε μια ολόκληρη εποχή», κι η εποχή αυτή είναι του 1900, της νεότητάς του, μιας ευκολίας ζωής που, αν και απατηλή, δεν βιωνόταν λιγότερο εύκολα. Στο επίπεδο της διάφανης έκφρασης, ο Απολλιναίρ εφευρίσκει αρκετά μπερδεμένα το μέλλον. Αλλά είναι σημαντικό ότι για να το κάνει στηρί ζεται σε γεγονότα επιστημονικά και τεχνικά που μπορεί να γνωρίζει. Προαισθάνεται ότι διαμέσου της επιστήμης της φύσης ή αυτής του ανθρώπου θα ολοκληρωθεί η πρόοδος. Το ποίημα Αόφος α πό τη συλλογή Καλλίγραμμα είναι ένα ρεπερτό ριο, οπωσδήποτε περιληπτικό, των ονειροπολήσε ων του Απολλιναίρ που ξεκινά από τις προσπά θειες για γνώση που επιχειρούνται. Η στάση είναι εδώ πιο σημαντική από το ίδιο το περιεχόμενο των λόγων. Μαντεύει ότι διαμέσου της επιστημονικής και τεχνικής προόδου η συνείδηση του ανθρώπου, πρό σωπο με πρόσωπο με τον εαυτό του και με τον κό σμο, αρχίζει να αλλάζει. Χαιρέτησε το φωνόγρα φο, αυτή την εφεύρεση ενός άλλου ποιητή, χαιρέ τησε τη φωτογραφία, ενθουσιάστηκε με το «σινέ... σινεμά... κινηματογράφο...» και με ό,τι επιτρέπει το ταξίδι και τη γρήγορη επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους, σε μεγάλη απόσταση. Μπορού με να τον φανταστούμε να παραληρεί από χαρά μπροστά σε μια συσκευή τηλεόρασης γιατί αυτή προσφέρει αυτήν τη συνταρακτική πανταχού πα ρουσία στην οποία πάντοτε απέβλεψε. Οι προσπάθειές του όπως το Γράμμα - ωκεανός, ή ποιήμα τα όπως Υπάρχει προσπαθούσαν να κάνουν πρό δηλη τη συγχρονικότητα των παρουσών - επικαί ρων εντυπώσεων και των επικαίρων - όχι παρου σών - σημειώσεων. Το να ζει εδώ και αλλού ταυ τόχρονα, το να επεκτείνει, εν πάση περιπτώσει, τη συνείδηση πέρα από τον οπτικό ορίζοντα του ματιού είναι μια από τις όψεις, σταθερή, του μο ντερνισμού του. Ακόμη κι αν τον ερμήνευσε βια στικά με ένα εξωτισμό και μερικές φορές με ένα κοσμοπολιτισμό τον οποίο χρησιμοποιεί ταυτό χρονα με τον Σαντράρς ή τον Πωλ Μοράν, δεν εί ναι λιγότερο βέβαιο ότι αυτό αντιστοιχούσε σε μια ανάγκη, ακόμη σκοτεινή, που τείνει προς την κα τεύθυνση του ξεπεράσματος της ατομικής ευαι σθησίας, της οποίας τα όρια^νιωθε, από την πλευ ρά της ποιητικής δημιουργίας, σαν υπερβολικά στενά. Με την ίδια έννοια καταγοητεύεται από την καλ λιτεχνική παραγωγή των πρωτόγονων πολιτισμών, την εποχή που αυτοί πρόκειται να βγουν από τις συλλογές περίεργων αντικειμένων για να γίνουν
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Β ' ΕΞΑΜΗΝΟΥ 1989 (ΤΕΥΧΗ 218-229)
Επιμέλεια: Κατερίνα Γρυπονησιώτου
ΜΟΝΙΜΕΣ ΣΤΗΛΕΣ Βιβλιογραφικό δελτίο, 218/38, 219/38, 220/38, 221/38, 222/38, 223/38, 224/38, 225/38, 226/38, 227/38, 228/146, 229/57 Η αγορά του βιβλίου, 218/8, 219/8, 220/8, 221/6, 222/4, 223/6, 224/8, 225/8, 226/8, 227/16, 228/16, 229/18 Κριτικογραφία, 218/48, 219/50, 220/50, 221/46, 222/48, 223/46, 224/46, 225/47, 226/47, 227/46, 228/150, 229/65
ΧΡΟΝΙΚΑ Έρευνα
Ζορμπά Μυρσίνη: Συγγραφικά δικαιώματα: μια επέν δυση, 221/7 Ζώρας Γεράσιμος: Εκδόσεις για τη Νεοελληνική Λο γοτεχνία στην Ιταλία, 219/16 Καραμβάλης I. Δημήτρης Η νέα νομοθετική ρύθμι ση αγοράς και βράβευσης λογοτεχνικών έργων, 220/11
Albanese G. Paul: Η φύση των προτιμήσεων: μια διερεύνηση της σχέσης μεταξύ οικονομίας και ψυχολο γίας, 224/12 Hokwerda Hero: Ελληνοολλανδοελληνικά, 219/11 Προλεγόμενα
Προλεγόμενα, 226/9 Προλεγόμενα, 227/17 Ανεστίδης Στ. Αδαμάντιος: Το πρώτο συνέδριο ελ ληνικής βιβλιογραφίας, 228/17 Δύο φύλακες της ιταλικής κουλτούρας, 226/16 Η ειδική υπηρεσία για την οργάνωση εκθέσεων ΕΠΕ, 224/9 Παπαχατζιδάκης Περικλής: Γιάννης Τσαρούχης, 229/19
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ Γιεφτουσένκο Φΐββγένι, -225/70 !Κακοιϊρη I. ’Κατερίνα, -223/61 Κανταρέ'Ισμαήλ, 221/60 ΤΤετράνιο Τζουξέπε: Ματ-νέα Ιστορία της Ιταλικής Λο γοτεχνίας, 224/17 ΓΠοι/λικάκος Δημήτρης, 2Ϊ9Ζ65 ίΣχινάς >Αλέξα\Ζδρας, 318778
11/ Β' εξάμηνο
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ
Πετράρχης, 218/9
Γλυκοφρύδη Κατερίνα: Ο Φραντσέσκο Πετράρχης και το έργο του, 218/10 Γλυκοφρύδη Κατερίνα: Φραντσέσκο Πετράρχης (1304-1374), 218/13 Αρσέν Λουπέν, 218/57
Αποσπάσματα από το μυθιστόρημα Η κόμησα Καλιόστρο, 218/72 Βαλούκος Στάθης: Ο Αρσέν Λουπέν στον κινηματο γράφο, 218/76 Λακασέν Φρανσίς: Η τέχνη να ληστεύεις... την Ιστο ρία της Γαλλίας, 218/63 Ο «φίλος» του Αρσέν Λουπέν ανοίγει τα χαρτιά του, 218/74 Χρονολόγιο Μορίς Λεμπλάν, 218/58 Rossetto Paul: Αρσέν Λουπέν, ο ασύλληπτος, 218/60 Ροκ, 219/19
Βίκε Πέτερ: «Επανάσταση» - Η ιδεολογία του Rock, 219/27 Δρακονταειδής Δ. Φίλιππος: Περισσότερα περί Ροκ μουσικής και λιγότερα περί γραψίματος, 219/33 Ευθυμιάδη Νένη: Η όψη μιας εποχής, 219/53 Μακρής Στέλιος: Η κρυφή γοητεία του Rock’ Ν’ Roll, 219/25 Μικρό ιστορικό του ροκ εν ρολ, 219/24 Σιμωνετάτος Αντρέας: Χρονολόγιο του Rock’ Ν’ Roll, 219/20 Frith Simon: Ροκ και μαζική κουλτούρα, 219/56 July Serge: Εν άρχή ήν ή Ρόκ, 219/63 Επιστημονική Φαντασία, 220/13
Καλαβρέζος Διονύσης: Η επιστημονική φαντασία ως λογοτεχνία της αμφισβήτησης, 220/55 Λάζος Δ. Χρήστος: Η ελληνική λογοτεχνία της επι στημονικής φαντασίας: μια σύντομη επισκόπηση, 220/23 Λάζος Δ. Χρήστος: Η παιδική ελληνική λογοτεχνία της επιστημονικής φαντασίας, 220/62 Μαρζέλος Γιώργος: Οικολογική προβληματική και η αισιοδοξία του απρόβλεπτου, 220/59 Μωυσείδης Στυλιανός: «Τάλως, ο τρόμος που ήρθε απ’ το χτες», 220/54 Πανώριος Μάκης: Μικρό Ιστορικό Επιστημονικής Φαντασίας, 220/14 Παυλάκου Δήμητρα: Η επιστημονική φαντασία ως εί δος έντεχνου γραπτού λόγου, 220/20 Φλωράκης Διαμαντής: Οντολογική θεώρηση του φανταστικού, 220/53 Χρονολόγιο Ελληνικής Λογοτεχνίας της Επιστημο νικής Φαντασίας, 220/31 Χρονολόγιο παιδικής ελληνικής λογοτεχνίας της ε πιστημονικής φαντασίας, 220/63 Ομοιοπαθητική Ιατρική, 221/13
Βασική Βιβλιογραφία Ομοιοπαθητικής, 221/59 Γαρζώνης Πέτρος: Η ιστορία της Ομοιοπαθητικής σττ\ν Ελλάδα, 221/21 «Η Ομοιοπαθητική είναι η πιο επιστημονική θεραπευ τική μέθοδος», 221/24 Λέφας Μιχάλης: Ιστορία της Ομοιοπαθητικής Ιατρι κής, 221/14 34
Ντισπυράκη Αικατερίνη: Η Ομοιοπαθητική στην πρά ξη, 221/34 Παπαζήσης Ηλίας: Ομοιοπαθητική Ιατρική: Ερωτή ματα και απαντήσεις, 221/52 Φιλιάνος Μάρκος: Ομοιοπαθητικά Φάρμακα (Προέ λευση και παρασκευή), 221/56 Κοινωνικές Επιστήμες, 222/5
Γέμτος Α. Πέτρος: Αναλυτικές ή διαλεκτικοερμηνευτικές κοινωνικές επιστήμες;, 222/82 Δεμερτζής Νίκος: Από το θετικισμό στη σύγχρονη κοινωνική και πολιτική θεωρία, 222/76 Δημητρίου Θ.Σ.: Η θέση της Κοινωνικής Ανθρωπο λογίας στο πλαίσιο της Γενικής Ανθρωπολογίας, 222/13 Ζαχαρέας Αιμίλιος: Αναζητώντας την πολιτική οικο νομία..., 222/22 Κατσούλης Ηλίας: Η πολιτική επιστήμη (ξανα)ανακαλύπτει το κράτος, 222/69 Κουτσιαράς Νίκος: Εξω - οικονομικά στοιχεία πολυπαραδείγματος στη νεοκλασική πολιτική οικονομία, 222/54 Λάβδας Α. Κώστας: Κράτος και Συνολική Ασφάλεια: Η Αμερικανική Πολιτική Επιστήμη στη Δεκαετία του Ογδόντα, 222/63 Λαμπίρη - Δημάκη Ιωάννα: Κοινωνιολογία και Ιστο ρία: συμπληρωματικότητα αλλ’ όχι ταύτιση, 222/8 Μηλιός Γιάννης: Κλασικές και νεότερες προσεγγί σεις στο διεθνές εμπόριο. Μια κριτική ανάγνωση, 222/27 Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, 223/11
Αλεξοπούλου Αγγελική: Χρονολόγιο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, 223/12 Αλεξοπούλου Αγγελική: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες. Ο Μέγας Γκάμπο, ο Μάγος Γκάμπο, 223/17 Αλεξοπούλου Αγγελική: Μαγικός Ρεαλισμός - Θαυ μαστή Πραγματικότητα. Μια πρώτη προσέγγιση, 223/26 Ανδριώτη Μίτσι - Μπασκόζος Γιάννης: Εργογραφία στα ελληνικά του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, 223/60 Γκ. Γκ. Μάρκες: Να κρατήσω τον αναγνώστη πιασμέ νο απ’ το λαιμό, 223/32 Δρακονταειδής Δ. Φίλιππος: Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες: αποδεκτός και αμφισβητούμενος, 223/23 Τσατσούλης Δημήτρης: Είδωλα κι αντικατοπτρισμοί στην «Περιπέτεια του Μιγκέλ Λιττίν», 223/58 Benedetti Mario: Το Τέχνασμα του Υπέρτατου Πα τριάρχη, 223/53 Todorov Tzvetan: Το Μακόντο στο Παρίσι, 223/29 Βιβλίο. Η αγοραστική συμπεριφορά του αναγνωστι
κού κοινού, 224/21 Η αγορά του βιβλίου - Η εκδοτική δραστηριότητα, 224/22 Φορολογική πολιτική βιβλίου - Τα σωματεία των επαγγελματιών του βιβλίου, 224/24 Ο επαγγελματικός χώρος του βιβλίου, 224/25 Η εκδοτική δραστηριότητα του δημόσιου τομέα, 224/26 Εισαγωγές και εξαγωγές βιβλίου, 224/27 Δαπάνες για βιβλία, 224/29
Β'εξαμηνο/ΙΙΙ Μεθοδολογία έρευνας, 224/30 Παρουσίαση και σχολίαση αποτελεσμάτων της έρευ νας, 224/35 Συμπεράσματα ανά ερώτηση, 224/74 Προτάσεις, 224/77 Ρομαντισμός, 225/11 Δούλάς Πέτρα: Ένα γυναικείο πρόσωπο στο ρομανΛ/Ιισέλ Λε Μπρι: Μυστήριο και μαγεία στη διάρκεια του λαϊκού μυθιοστόρηματος, 225/30 Μισέλ Λε Μπρι: Η επιστροφή από το φανταστικό στοιχείο, 225/32 Μισέλ Λε Μπρι: Τι να θυμηθούμε από τις επαναστά σεις. Τι να διδαχτούμε από τον Ρομαντισμό, 225/36 Μισέλ Λε Μπρι: Όταν οι ρομαντικοί ανακάλυπταν την οικολογία, 225/56 Μπαρονιάν Ζαν - Μπαπτίστ: Η επιστροφή του διαβό λου, 225/62 Μπασκόζος Γιάννης: Ο Ρομαντισμός σήμερα: Η ανα ζήτηση της παρουσίας του ιδανικού μέσα στο πραγ ματικό, 225/66 Ντελβάιγ Μπερνάρ: Από τον Κον-Μπεντίτ στον Πλαστίκ - Μπερτράν, 225/63 Πλάκας Δημήτρης: Ο Ρομαντισμός τότε..., 225/12 Ρούσσου Βιργινία-Τερέζα: Ο Ρομαντισμός και η στροφή στη λαϊκή δημιουργία, 225/26 Guoimard Jacques: Πώς θα κάνουμε επιτυχημένες τις χαμένες επαναστάσεις, 225/23 Τζωρτζ Όργουελ, 226/17
Γκλυξμάν Αντρέ: Ο μεγάλος αδελφός, ο σύντροφος, 226/30 Λουί Ρομπέρ: Τζωρτζ Όργουελ - ένας προφήτης;, 226/25 Λουί Ρομπέρ: Το «1984» στην Αμβέρσα, 226/27 Μπρυς Τζόαν - Φρανσέσκ: Για την Καταλωνία, 226/54 Όργουελ, ο μεγάλος μας αδελφός: Γράφουν οι Ε.Μ. Φόρστερ, Αρθουρ Κέστλερ, Άλντους Χάξλεϋ και Μπέρτραν Ράσελ, 226/33 Όργουελ Τζωρτζ: Η λογοτεχνία και ο ολοκληρωτι σμός, 226/56 Χρηστάκης Λεωνίδας: Απόσπασμα από το «Ψητό του Όργουελ», 226/59 Χρονολόγιο Τζωρτζ Όργουελ (1903-1950), 226/18 Στρουκτουραλισμός, 227/23
Δομισμός και Ψυχανάλυση, 227/65 Εξαδάκτυλος I. Γιώργος: Ο Στρουκτουραλισμός στη Γλωσσολογία, 227/28 Μπαρτ Ρολάν: Η Δομική Δραστηριότητα, 227/53 Μυλωνάκη Γιάννα: Franz Stanzel: Θεωρία της αφή γησης, 227/69 Σπυροπούλου Αγγελική: Τι είναι ο Δομισμός (Στρου κτουραλισμός), 227/24 Σπυροπούλου Αγγελική: Δομισμός και Λογοτεχνία, 227/61 Levi - Strauss Claude: Η δομική μελέτη του μύθου, 227/58 Miel Jan: Ο Jacques Lacan και η Δομή του Ασυνεί δητου, 227/66 Tynianov Jyrii - Jakobson Roman: Προβλήματα στη Σπουδή της Γλώσσας και της Λογοτεχνίας, 227/35 Λειβαδίτης Τόσος, 228/19
Αργυρίου Αλέξ.: Ο επικός, λυρικός και ελεγειακός χαρακτήρας του ποιητικού έργου του Τάσου Λειβαδίτη, 228/41 Βρεττάκος Νικηφόρος: Μνήμη Τάσου Λειβαδίτη, 228/25 Γκότοβος Ν. Αθανάσιος: Δοκιμή προσέγγισης στην ποιητική του Τάσου Λειβαδίτη, 228/45 Ζήρας Α.: 1960-1970: η Δεκαετία - μεταίχμιο στο Έρ
γο του Τάσου Λειβαδίτη, 228/52 Ηλιοπούλου Ιουλίτα: Στην εποχή της βιολέτας, 228/88 Καψωμένος Γ. Ερατοσθένης: «Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας». Ζωικές και κοινωνικές αξίες στον Τά σο Λειβαδίτη, 228/26 Κεντρωτής Γιώργος: Η σιωπή και η τρέλα των τυ φλών ποιητών, 228/63 Κουβαράς Γιάννης: Χρονολόγιο Τάσου Λειβαδίτη (1922-1988), 228/20 Κουβαράς Γιάννης: Το περιθώριο στο ποιητικό έρ γο του Τάσου Λειβαδίτη, 228/79 Κουβαράς Γιάννης: Εργογραφία - Βιβλιογραφία Τά σου Λειβαδίτη, 228/90 Μεντής Δ.: Η θεματική της «Άγονης γραμμής» στους μεταπολεμικούς ποιητές, 228/33 Μπενάτσης Απόστολος: Η εικονοποιία της τρίτης πε ριόδου του Τάσου Λειβαδίτη, 228/59 Μπουφέα Αλεξάνδρα: Η αναζήτηση του Θεού στο έρ γο του Τάσου Λειβαδίτη, 228/67 Παρουσιάσεις 200 βιβλίων 100 εκδοτών (Α ' μέρος), 228/102
Αρχιτεκτονική Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική. Βέροια, 228/107 Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική. Καστοριά, 228/107 Αστυνομικά Κρίστι Αγκάθα: Έγκλημα στο Orient Express, 228/115 Πίτερς Έλις: Οράματα και λείψανα, 228/115 Φιλίππου Φ.: Το χαμόγελο της Τζοκόντας, 228/115 Βιογραφίες Τζεφιρέλι: Η αυτοβιογραφία του Φράνκο Τζεφιρέλι, 228/121 Βιολογία Κουρίλσκι Φιλίπ: DNA. Το νήμα της ζωής και οι γε νετικές επεμβάσεις, 228/105 Δημογραφία Vallin Jacques: Ο πληθυσμός της γης. Εξελίξεις. Προβλήματα, Προοπτικές, 228/104 Δοκίμιο Καραποστόλης Βασίλης: Ήπιος λόγος, 228/119 Ντεβερέ Ζωρζ: Βαυβώ, το μυθικό αιδοίο, 228/119 Ντε Σαντ: Ο Δήμιος και το θύμα του, 228/121 Χατζιδάκης Μόνος: Ο καθρέπτης και το μαχαίρι, . 228/121 Ελληνική Πεζογραφία Κουμανταρέας Μένης: Πλανόδιος Σαλπιγκτής, 228/111 Πεντζίκης Νικ. Γαβριήλ: Σημειώσεις εκατό ημερών, 228/111 Ιατρική Mirko D. Grmek: Οι ασθένειες στην αυγή του δυτι κού πολιτισμού, 228/107 Ιστορία Κιτσίκης Δημήτρης: Ιστορία της Οθωμανικής Αυτο κρατορίας 1280-1924, 228/121 Ρόουλιν Μάρτζορι: Η καθημερινή ζωή στο Μεσαίω να, 228/123 Κινηματογράφος Γρηγορίου Γρηγόρης: Μνήμες σε Άσπρο και σε Μαύ ρο, 228/109 Παζολίνι Πιερ Πάολο: 6 κείμενα για τον κινηματογρά φο, 228/109 Παζολίνι Πιερ Πάολο: Ο κινηματογράφος της ποίη σης, 228/109 Orson Welles, 228/109 Κοινωνική Ψυχολογία Παπαστάμου Στάμος: Εγχειρίδιο κοινωνικής ψυχο35
IV/Β' εξάμηνο λόγιας, 228/103 Κοινωνιολογία Μουσούρου Λ.Μ.: Κοινωνιολογία της σύγχρονης οι κογένειας, 228/104 Φιλίας I. Βασίλης: Κοινωνικά συστήματα στον 20ό αιώνα, 228/104 Lippmann W.: Κοινή γνώμη, 228/104 Λαογραφία Μερακλής Μιχάλης: Τι είναι λαϊκή λογοτεχνία, 228/105 Λεξικό Ελληνικό λεξικό, 1989. Ερμηνευτικό, ετυμολογικό, συνωνύμων, αντιθέτων, κυρίων ονομάτων, 228/102 Λεύκωμα Ψαράκης Τάκης: Γονυκλισίες, 228/102 Μαρτυρίες Μερχ Ντέα Τριρ: Τα παιδιά του χειμώνα, 228/121 Μελέτες Βαμβαλής Γιώργος: Διογένης ο Κυνικός και συντρο φιά, 228/119 Ζήρας Αλέξης: Θεωρία μορφών, 228/117 Μουλλάς Παν.: Για τη μεταπολεμική μας πεζογρα φία. Κριτικές καταθέσεις, 228/119 Μπελίνσκι: Θεωρητικά Κείμενα Λογοτεχνίας, 228/117 Σαββίδης Γ.Π.: Στα χνάρια του Καρυωτάκη. Κείμε να 1966- '88, 228/117 Φρόυντ Σιγκμουντ: Για τον Γκαίτε, 228/117 Beardsley C. Monroe: Ιστορία των Αισθητικών Θεωρίων, 228/117 Kott Jan: Ένα θέατρο ουσίας, 228/119 Vitti Mario: Φθορά και Λόγος, 228/117 Μουσική Μότσαρτ Β.Α.: Η Ζωή, Το Έργο, Η Εποχή του, 228/109 Μότσαρτ Β.Α.: Ντον Τζιοβάννι. Μαγικός Αυλός, 228/109 -ένη Πεζογραφία Αβαντέν Κριστίν: Με την καρδιά στη τσέπη, 228/113 Άπνταϊκ Τζων: Σ., 228/114 Βάλταρι Μίκα: Ο Άγγελος του Βορρά, 228/114 Γιεβτουσένκο Γιεβγκένι: Αρνταμπιόλα, 228/114 Γιουρσενάρ Μαργαρίτα: Αρχεία του Βορρά, 228/113 Θερβάντες Μιγκέλ Ντε: Η Τσιγγανοπούλα, 228/115 Ίρβινγκ Τζων: Ξενοδοχείο Νέο Χάμσάίρ, 228/115 Καπάνταη Ισμήνη: Επτά φορές το δαχτυλίδι, 228/111 Κάφκα Φραντς: Η μεταμόρφωση, Ο Πύργος, Αμερι κή, 228/114 Μαν Τόμας: Τρεις νουβέλες. Αναστάτωση και πρώι μος πόνος - Το αίμα των Βέλζουγκεν. Η Απατημένη, 228/114 Μουράτ Κενιζέ: Της νεκρής πριγκίπισσας, 228/115 Μπέλοου Σάουλ: Οι αναμνήσεις του Μόσμπυ, 228/113 Ντάρελ Τζέραλντ: Η οικογένειά μου και άλλα ζώα, 228/ 113 Νχιντερό Ντενί: Ο ανεψιός του Ραμώ, 228/111 Ντος Πάσος Τζων: Τα Πολλά Λεφτά, 228/113 Τσέχωφ Αντον: Η στέπα, 228/114 Φοντάνε Τεοντόρ: Έφη Μπριστ, 228/111 Ώστιν Τζέιν: Έμμα, 228/113 Παιδικά Αγγελοπούλου Βίτω - Βαλάση Ζωή: Διαλέγουμε βι βλία για παιδιά. Για μια βασική βιβλιοθήκη, 228/113 Καρθαίου Ρένα - Μάνου-Πασσα Κατερίνα: Χαρού μενες Διακοπές. Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά, 228/124 Λαστρέγκο Κριστίνα - Τέστα Φραντσέσκο: Μ’ αρέ σει να ζωγραφίζω (5 τεύχη), 228/125 Μαντουβάλου Σοφία: Ο μαγικός καθρέπτης, 228/125 Μοσχοβίτης Τ. - Ασημακόπουλος I. - Παπαδοπούλου Υ.: Χριστούγεννα - Πρωτοχρονιά (Στολίδια 36
Κατασκευές), 228/125 Μπουλώτης Χρήστος: Η Σεμέλη διώχνει το νέφος, 228/125 Ντεκάστρο Μαρίζα: Αρχαιολογία (Ένα ταξίδι στο πα ρελθόν) 228/124 Οδηγός Παιδικού - Νεανικού Βιβλίου, 228/123 Ραβάνης - Ρεντής Δημήτρης: Το Παραμυθέατρο 1, Οι Μαρμαρωμένοι, 228/127 Ροντάρι Τζιάνι: Το βιβλίο με τα λάθη, 228/125 Ρόουλαντ Θιοντόρ: Τρισδιάστατος Παγκόσμιος Ά τλας, 228/127 Σακελλαρίου Χάρης - Μπάρτζης Γιάννης - Καραγιάννης Θανάσης: Οδηγός παιδικού - νεανικού βι βλίου, 1989, 228/123 Τζώρτζογλου Ν.: Τα τρία σίγμα, 228/125 Τσοτάκου - ΚαρβέληΑ.: Εικονογραφικό Λεξικό Ελ ληνικής Μυθολογίας για παιδιά, 228/124 Φράνσις Γουίλσον: Ο καιρός, 228/127 1990. Το Καλαντάρι της «Γνώσης», 228/129 Andre Beatrice: Η εφεύρεση της γραφής, 228/129 Averous Pierre: Η ανακάλυψη του βυθού και των θα λασσών, 228/129 Broomhead L. - Sassier D.: Η κατάκτηση του δια στήματος, 228/129 Cormick John: Όξινη βροχή, 228/124 Delpeux Η.: Κούκλες και Μαριονέτες (Δημιουργική Αισθητική Αγωγή), 228/127 Hawkes Nigel: Ηρωίνη, 228/124 Hawkes Nigel: Πυρηνική Ασφάλεια, 228/124 Hawkes Nigel: AIDS, 228/124 Lajus Pouts - Detedicq A.: To πρώτο μου βιβλίο για τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, 228/129 Murray David Christie: Η Βίβλος για τα παιδιά, 228/125 Rius Μ. & Parramon J.M.: Η ζωή στον αέρα, 228/127 Rius Μ. & Parramon J.M.: Η ζωή στη θάλασσα, 228/127 Rius Μ. &Parramon J.M.: Η ζωή πάνω στη γη, 228/127 Rius Μ. & Parramon J.M.: Η ζωή κάτω από τη γη, 228/127 Παραψυχολογία Ντάκου Θεοδώρα: Αστρολογία, 228/104 Ποίηση Μπωντλαίρ Σαρλ: 20 πεζά ποιήματα, 228/111 Πολιτική Μοντέλα Νέλσον: Το Απαρτχάιντ, 228/105 Μουζέλης Νίκος - Λίποβατς Θάνος - Σπουρδαλάκης Μ.: Λαϊκισμός και πολιτική, 228/105 Ταξιδιωτικά Κουκ Τζέιμς: Τα ταξίδια γύρω από τον κόσμο. A ' και Β ' ταξίδι. Γ ' ταξίδι, 228/123 Harrer Heinrich: Επτά χρόνια στο Θιβέτ, 228/123 Τέχνες Κουνενάκη Πέγκυ: Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές. 1971-1973, 228/107 Στεφανίδης Γιάννης: Ζωγραφική στην εξορία, 228/107 Sylvester David: Η ωμότητα των πραγμάτων, 228/107 Φιλοσοφία Γιανναράς Χρήστος: Το πραγματικό και το φαντασιώ δες στην πολιτική οικονομία, 228/102 Μπάρακλης Χαρ.: Γνωμικά και παροιμίες, 228/102 Παπαθανασίου Κων.: Απάνθισμα Σοφίας. Συλλογή γνωμικών από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, 228/102 Χομπς Τόμας: Λεβιάθαν ή Ύλη, Μορφή και εξουσία μιας εκκλησιαστικής και λαϊκής πολιτικής κοινότη τας, 228/102 Ψυχολογία Κανακάκης Γιώογος: Βλέπω τα δάκρυά σου, 228/103
Β εξάμηνο/V Ουσπένσκυ Πήτερ: Ο Τέταρτος Δρόμος, 228/103 Τσαλίκογλου Φωτεινή: Μυθολογίες βίας και καταστο λής, 228/103 Napier A. - Whitaker C.: Οικογένεια, Μαζί όμως αλ λιώτικοι, 228/103 Κ. Ντίκενς, 229/21 Βυζοβίτου Ντόρα: Το μουσείο Ντίκενς στο Λονδίνο, 229/33 Βυζοβίτου Ντόρα: Οι διασκευές λογοτεχνικών έργων σε κόμικς, 229/73 Μπαλής Νίκος: Η δολοφονία των αθώων - το «Σχο λείο» στα δύσκολα χρόνιο, 229/54 Πετρόπουλος Θοδωρής: / ρονολόγιο Κ. Ντίκενς, 229/22 Πετρόπουλος Θοδωρής: Ελληνική Βιβλιογραφία Κα ρόλου Ντίκενς, 229/74 Σαλταμπάσης Δημήτρης: Το έγκλημα και η τιμωρία στο έργο του Ντίκενς, 229/43 Σπυροπούλου Αγγελική: To Oliver Twist και η φιλαν θρωπία, 229/34 Χωρεάνθης Κώστας: Σημειώσεις πάνω στο μυθιστό ρημα του Κ. Ντίκενς «Δύσκολα χρόνια», 229/48 Ψυχογιού Π.: Παπαδιαμάντης - Ντίκενς: Παράλλη λη ανάγνωση των Χριστουγεννιάτικων ιστοριών τους, 229/27 Ψυχογιού Π.: Οι κοινωνικές ιδέες του Ντίκενς, 229/39 Παρουσιάσεις 200 βιβλίων 100 εκδοτών (Β ' μέρος), 229/77 Αστυνομικά James P.D.: Το νησί των νεκρών, 229/89 Βιογραφίες Κόρφης Τάσος: Βιογραφία Στρατή Δούκα. Από 1895 έως 1936, 229/91 Βιολογία Dawkins Richard: Το εγωιστικό γονίδιο, 229/80 Δοκίμιο Alexandrian S.: Οι απελευθερωτές του έρωτα, 229/91 Leopold Von Sacher - Masoch, 229/91 Λιγνάδης Τάσος: Καταρρέω, 229/91 =υδιάς Γ. Γιάννης: Στην εποχή των οικουμενικών με ταβολών, 229/92 Ελληνική Πεζογραφία Βαλτινός Θανάσης: Στοιχεία για τη δεκαετία του '60, 229/83 Γαλανάκη Ρέα: Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ Πασά, 229/83 Δρακονταειδής Δ. Φίλιππος: Χρόνια προϋπηρεσίας, 229/81 Ενασχολήσεις Η Μαγειρική. Μεταφρασθείσα εκ του Ιταλικού. Εν Σύρα 1828, 229/92 Ζωγραφική Καμπουρίδης Χάρης: Η ελληνική Ζωγραφική του 20ού αιώνα στη Δημοτική Πινακοθήκη της Ρόδου, 229/93 Θέατρο Σαίξπηρ Ουίλλιαμ: Αντώνιος και Κλεοπάτρα, 229/93 Σαίξπηρ Ουίλλιαμ: Δωδεκάτη Νύχτα, 229/92 Σαίξπηρ Ουίλλιαμ: Η τρικυμία, 229/93 Σακελλαρίου Χάρης: Το Θέατρο της Αντίστασης, 229/92 Θρησκεία Ramacharaka Yoghi: Ο μυστικός χριστιανισμός, 229/79 Ιατρική Χάνεμανν Σαμουήλ: Όργανον της θεραπευτικής τέ χνης, 229/80 Ιστορία Κεφαλληνιάδης Ν.Α.: Ταξίδια στο Αιγαίο, 18ος-20ός
αιώνας, 229/96 Κονδύλης Παναγιώτης: Ο Νεοελληνικός Διαφωτι σμός, 229/96 Κοντενώ Ζωρζ: Η καθημερινή ζωή στη Βαβυλώνα και την Ασσυρία, 229/96 =ηραδάκη Κούλα: Το φεμινιστικό κίνημα στην Ελλά δα. Πρωτοπόρες Ελληνίδες (1830-1936), 229/97 Ωμπουαγιέ Ζανίν: Η καθημερινή ζωή στην Αρχαία Ιν δία, 229/96 Montet Pierre: Η καθημερινή ζωή στην Αρχαία Αίγυ πτο, 229/96 Κινηματογράφος Κολοβός Νίκος: Η γυναίκα στον κινηματογράφο, 229/95 Κοινωνική Ανθρωπολογία Γεωργίου Ανδρέας: Οι μυθικοί κώδικες. Μια προσέγ γιση στο θέαμα της επιβίωσης του ανθρώπου, 229/80 Κοινωνιολογία Αντωνοπούλου Ν. Μαρία: Θεωρία και Ιδεολογία στη σκέψη των κλασσικών της κοινωνιολογίας, 229/79 Κασιμάτη Κούλα: Επιλογή Επαγγέλματος. Πραγμα τικότητα ή Μύθος, 229/79 Gutenschwager Gerald: Η πολιτική οικονομία της υ γείας στη νεότερη Ελλάδα, 229/79 Hamelink Cees J.: Η πολιτιστική αστυνομία στις πα γκόσμιες επικοινωνίες. 229/80 Λεξικό Βλάχου Παν. Βασιλική: Λεξικό Ρημάτων Αρχαίας Ελ ληνικής Γλώσσας, 229/101 Μαθηματικά Howard Eves: Μεγάλες στιγμές των Μαθηματικών, 229/95 Μαρτυρίες Χρονάς Γιώργος: Η γυναίκα της Πάτρας, 229/103 Μελέτες Βαρδινογιάννης Μανώλης: Ψυχανάλυση του Ομή ρου, 229/101 Κύρκος Βασ. Α.: Ευάγγελος Π. Παπανούτσος, ο φι λόσοφος, 229/101 Μάμουκας Ανδρέας: Αδαμάντιος Κοραής, 229/101 Παπαδίτσας Δ.Π.: Ως δΓ εσόπτρου, 229/101 Legrand G.: Η ζωή και η σκέψη των προσωκρατικών, 229/100 Murray Gilbert: Αισχύλος. Ο Δημιουργός της τραγω δίας, 229/100 -ένη Πεζογραφία Βίζελ Έλι: Μακρινό ηλιοβασίλεμα, 229/87 Ελιάντ Μιρσέα: Η νύχτα της Βεγγάλης, 229/87 Έντε Μιχαέλ: Ο καθρέπτης μες τον καθρέπτη, 229/89 Ζενέ Ζαν: Αποσπάσματα, 229/87 Καλβίνο Ίταλο: Η μέρα ενός εκλογικού αντιπροσώ που, 229/83 Κάλντγουελ'Έρσκιν: Βίαιος άντρας, 229/89 Κανταρέ Ισμαήλ: Το γιοφύρι με τις τρεις καμάρες, 229/87 Καρπεντιέρ Αλέξο: Κοντσέρτο Μπαρρόκο, 229/89 Μαρλώ Αντρέ: Καταχτητές Καντόκα 1924, 229/85 Μαρλώ Αντρέ: Η Ελπίδα, 229/88 Μπέλλαμυ Έντουαρντ: Κοιτώντας το παρελθόν, 229/89 Μπρεχτ Μπέρτολτ: Το ρομάντσο της πεντάρας, 229/88 Μπρούκνερ Ανίτα: Κοίταξέ με..., 229/83 Ντοστογιέφσκι Φ.: Ο Παίκτης, 229/88 Ντύρενματ Φρίντριχ: Δικαιοσύνη, 229/85 Ροτ Γιόζεφ: Το συναξάρι του αγίου πότη, 229/88 Στάιν Γερτρούδη: Μελάγχθα, 229/85 Στάμπλεντον Όλαφ: Σίριους, 229/87 Στσεπάνοβιτς Μπραντιμίρ: Ο θάνατος του κυρίου 53
VI/Β' εξάμηνο Γκόλουζα, 229/88 Τζάνοβιτς Τ.: Σκλάβοι της Νέας Υόρκης, 229/83 Φόρστερ Μ.: Μωρίς, 229/85 Χέμπραντ Φρεντερίκ: Το χαρέμι, 229/85 Baker James Robert: Όνειρα από χρώμιο και βινύλιο, 229/83 Barker Clive: Υφαντοκόσμος, 229/88 Conrand Joseph: Το όριο των δυνάμεων, 229/89 Rubens Β.: Μαντάμ Σουζάτσκα, 229/85 Rushdie Salman: Ντροπή, 229/87 Οικονομία Ασδραχάς I. Σπόρος: Οικονομία και νοοτροπίες, 229/81 Παιδαγωγική Schaffer Rudolph: Η μητέρα. Η συμβολή της στη δια μόρφωση του παιδιού, 229/81 Tucker Nicholas: Το παιδί αυτός ο μεγάλος άγνω στος, 229/81 Παιδικά Αγγελάκης Ανδρέας: Το τελευταίο φάντασμα, 229/97 Ασίμωφ Ισαάκ: Βιβλιοθήκη του Σύμπαντος, 229/99 Δημόπουλος Ντίνος: Τα δελφινάκια του Αμβρακικού, 229/97 Επαγγέλματα (Α + Β μέρος), 229/100 Μικρή Εγκυκλοπαίδεια, 229/100 Μπότσος Γιώργος: Το τραγούδια των αριθμών, 229/100 Μπότσος Γιώργος: Τα μυστικά όργανα, 229/100 Μπότσος Γιώργος: Το εξωτικό ταξίδι του Σπίθα, 229/100 Ρώτας Βασίλης: Αυγούλα, 229/99 Σαρή Ζωρζ: Η αντιπαροχή, 229/97 Χανς Πρες Γιούργκεν: Στα ίχνη της φύσης, 229/100
Burnie David: Το δένδρο, 229/100 Hawkes Nigel: Τοξικά Απόβλητα, 229/99 Rice Melanie and Chris: Ο κόσμος μου, 229/99 Rodari Gianni: Οι περιπέτειες του Αντωνάκη του α όρατου, 229/97 Ποίηση Yeats W.B.: Μυθολογίες και Οράματα, 229/81 Πολιτική Μακιαβέλι Ν.: Ο Ηγεμόνας, 229/80 Ταξιδιωτικά Λόνγκ Χάνιελ: Η θαυμαστή περιπέτεια του Καμπέθα ντε Βάκα. Μαλίντσε, 229/103 Φιλοσοφία Ιστορία και διαλεκτική, 229/77 Αριστοτέλη: Περί Ουρανού, 229/78 Λεφέβρ Ανρί: Η εποχή της περιφρόνησης, 229/77 Παναγιώτου Π.Π.: Οι Ίωνες προσωκρατικοί στοχα στές, 229/78 Mendelssohn, Kant, Hamann, Wieland, Riem, Herder, Lessing, Erchard, Schiller: Τί είναι διαφωτισμός, 229/78 Φυσική Κοϋρέ Αλέξανδρος: Από τον κλειστό κόσμο στο ά πειρο σύμπαν, 229/95 Hawking Stephen W.: Το χρονικό του χρόνου, 229/95 Χαρακτική Χρήστου Χρύσανθος: Νεοελληνική Χαρακτική, 229/95 Χρονογράφημα Μαράτος Τηλέμαχος: Η άλλη πλευρά, 229/92 Ψυχολογία Βατζλάβικ Πολ: Η Γλώσσα της Αλλαγής, 229/78 Φουκώ Μισέλ: Ψυχική αρρώστια και ψυχολογία, 229/78
ΕΠΙΛΟΓΗ Μελέτες Αλληλογραφία
Ερωτικές επιστολές Πορτογαλίδας μοναχής, με δύο επιστολές του ιππότη de Chamilly, 223/77 Ιστορία
Δραγούμης Στ. Φίλιππος: Ημερολόγιο: Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, 227/87. Παπαγεωργίου Στέφανος - Πεπελάση-Μίνογλου Ιω άννα: Τιμές και Αγαθά στήν Αθήνα (1834), 221/83. Παπαθανασόπουλος Κων/νος: Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοίας (1855- 1872), 226/84. Πιζάνιας Πέτρος: Οικονομική Ιστορία της Ελληνικής Σταφίδας 1851- 1912, 226/86. Ρήγος Αλκής: Η Β ' ελληνική δημοκρατία 1924-1935 - Κοινωνικές διαστάσεις της πολιτικής σκηνής, 220/81. Duby George: Μεσαιωνική Λύση: Κοινωνία και Ιδεο λογία, 220/85. Negroponte. Η Χαλκίδα και η Εύβοια μέσα από τους παλιούς χαρτογράφους και περιηγητές, 221/85.
Ανδρεάδης Γιάγκος: Χαμοζωή και Δόξα του Θεόφραστου Σκορδύλη, 220/79. Βέικος Θεόφιλος: Τα είδωλα του θεάτρου: Δοκίμιο φιλοσοφικής κριτικής, 218/84. Κοντολέων Μάνος: Απόψεις για την παιδική λογο τεχνία, 224/84 Ομάδα Επιστημονικής Έρευνας: Οι επιστήμες στην κοινωνία, 222/86. Παπαδημητρίου Γ.Ε.: Θεωρία της επιστήμης και ιστο ρία της φιλοσοφίας, 222/86. Πούχνερ Βάλτερ: Ελληνική θεατρολογία. Δώδεκα μελετήματα, 223/86. Bloom Harold; Η αγωνία της επίδρασης (Μια θεωρία για την ποίηση), 229/113. Παιδικά
Αβρααμίδου Μαρία: Γράμμα στον μοναχικό αδελφό μου, 224/79. Πρόισλερ Οτφρίντι Ο καπετάν - τρεμούλας, 220/86. Πεζογραφία
Αριστηνός Γιώργος: Το οδοιπορικό, 226/70 Βικέλας Δημήτριος: Τα Δύο Αδέλφια, 225/80 Γκράβαλης Θ. Αθανάσιος: Της Μαντζουράναινας το χάλασμα και άλλα αφηγήματα, 225/80 Γκρίτση-Μιλλιέξ Τατιάνα: Στη σκάλα του Ουρανού, 226/73 Λαογραφία Δαμβέργης Μ. Ιωάννης: Ομογάλακτος αδελφός της, Προπ Β.Γ.: Μορφολογία του παραμυθιού. Η διαμά 225/80 χη με τον Κλωντ Λεβί-Στρως και άλλα κείμενα - Καμπούρογλου Γρ. Δημήτριος: Ο τρελλός της Αθή 227/75. νας και άλλα διηγήματα, 225/80 Λεύκωμα Κονδυλάκης Ιωάννης: Ο Μαύρος γάτος και άλλα δι Καραβία Μαρία: Κηφισιά. Ομορφιά και μνήμη, 226/63. ηγήματα, 225/80 Κινηματογράφος
Μποτίνας Θωμάς: Η κρυφή γοητεία του κινηματογρά φου, 225/78. Malraux Andre: Σχεδίασμα μιας ψυχολογίας του κι νηματογράφου, 226/61.
54
Β'εξαμηνο/VII Παρασκευοπούλου Εντμέ: Το χρώμα της ψυχής, 222/88
Ροζάνης Στέφανος: Κτερίσματα, 228/138 Ρούσσου Μάγια-Μαρία: Λύκαινα του φεγγαριού, 226/68 Σκοπετέα Έλλη: Το «Πρότυπο Βασίλειο» και η Με γάλη Ιδέα. Όψεις του εθνικού προβλήματος στην Ελ λάδα (1830-1880), 228/140 Τζανετάκης Γιάννης: Τα ζώα της Κυριακής, 220/78 Φωκάς Νίκος: Γκρίζο χρώμα θερμό, 227/83 Χατζόπουλος Θανάσης: Η Κοίμηση, 221/74 Χουλιαράς Γιώργος: Ο θησαυρός των Βαλκανίων, 221/75 Πολιτική
Ανδριανόπουλος Ανδρέας: Ο θρίαμβος του Δημοκρα τικού Καπιταλισμού 218/82 Κοζάκος Πάνος: 1992. Η εξέλιξη της εσωτερικής α γοράς στην Ευρώπη και η Ελλάδα, 229/105 Παντελής Μ. Αντώνης (Με την τεχνική συνεργασία του Μιχ. Τριανταφύλλου) «Τα ελληνικά εκλογικά συ στήματα και οι εκλογές (1926-1985) στον ηλεκτρικό υπολογιστή», 225/73 Φιλοσοφία
Μακρής Νίκος: Μελέτη θανάτου, 228/137 Μπέγζος Π. Μάριος: Δοκίμια Φιλοσοφίας της Θρη σκείας. Μεταμοντερνισμός και εσχατολογία, 220/67 Nietzsche Friedrich: Μαθήματα για την παιδεία, 220/70 Ψυχολογία
Foucault Michel: Επιτήρηση και τιμωρία - Η γέννη ση της φυλακής, 221/65
Κοτζιάς Αλέξανδρος: Η μηχανή, 229/107 Λαγκαδιανός Σταύρος: Από το ένα ώς το 31, 221/78 Λαμπαδαρίδου-Πόθου Μαρία: Υπεροχή, 221/80 Λέσινγκ Ντόρις: Το πέμπτο παιδί, 222/87 Λυκούδης Στ. Εμμανουήλ: Η κωμόπολις Φθειρία, 225/80 Μητσάκης Μιχαήλ: Αυτόχειρ, 225/80 Μιχαήλοβιτς Ντράγκοσλαβ: Όταν άνθιζαν τα κολο κύθια, 221/82 Ντοστογιέφσκι Φιοντόρ: Έγκλημα και τιμωρία, 229/107 Παπαδοπούλου Αλεξάνδρα: Διηγήματα, 225/80 Σαράντη Γαλάτεια: Τα νερά τόυ Ευρίπου, 223/82 Σιμόν Κλωντ: Ο δρόμος της Φλάνδρας, 219/76 Χρηστοβασίλης Χρήστος: Ο Κουτσογιάννης στα Γιάννινα, 225/80 Ποίηση
Αγγελάκη-Ρουκ Κατερίνα: Όταν το σώμα, 221/68 Γεωργούση Ε.Γ.: Διπλοσκοπιά, 219/67 Γεωργούση Ε.Γ.: Τετράδια του Νότου, 219/67 Δημουλά Κική: Χαίρε ποτέ, 226/65 Καλοκύρης Δημήτρης: Ο Κακός Αέρας, 224/81 Κονιδάρης Δημήτρης: Ο ήλιος χαμηλώνει, 220/73 Κωσταβάρας Θανάσης: Ο φόβος του Ακροβάτη, 220/75 Μαραγκού Νίκη: Αρχή Ινδίκτου, 223/79 Νερούδα Πάμπλο: Εκατό ερωτικά σονέτα, 227/85 Νικολαΐδης Αριστοτέλης: Η Ερωφάντα - συλλαβι κά νερά, 219/72 Νικόπουλος Νάσος: Το Χρονικό της Γενέθλιας Πό λης, 221/71
ΠΛΑΙΣΙΟ Γλωσσολογία
Γλωσσολογία και ανθρωπισμός, 221/72 Μαρτυρίες
Παπαγιαννόπουλος Γιώργος: Η σκοτεινή πλευρά του ήλιου, 223/88 Σανουδάκης Αντώνης: Καπετάν Παπάς, 219/70 Μ ελέτες
Αδαμόπουλος Χρήστος: Λόγος κεκρυμμένος περί φωτός ή αξονική τομογραφία Οδυσσέα Ελύτη, 223/87 Μαυρίδης Κ. - Δημητρακόπουλος Γ. - Πασχαλίδης Γ. (ΕΠΙΕ) Τηλεόραση και Επι-κοινωνία, 229/116 Νικολινάκος Μ. - Βαρβαρούση Π.: Επιστήμη και Ει ρήνη, 221/79 Ραδιόφωνο και Τοπική Αυτοδιοίκηση, 229/116 Οικονομία
Αγγελόπουλος Άγγελος: Οικονομική ανάπτυξη Θεωρία και πολιτική, 223/80 Χουλιαράκης Μιχαήλ: Εξελίξεις του πληθυσμού των Αγροτικών Περιοχών της Ελλάδος, 1920-1981, 219/74 Παιδικά
Γκέρτσου-Σαρρή Άννα: Από το μύθο στην ιστορία,
Ορφέας - Ερμής - Απόλλων, 229/110 Ινκιόφ Δημήτρη: Εγώ κι η αδελφή μου η Κλάρα, 221/70 Ινκιόφ Δημήτρη: Εγώ κι η Κλάρα κι ο σκύλος μας, ο Μυρίζος, 221/70 Ινκιόφ Δημήτρη: Εγώ κι η Κλάρα κι ο γάτος μας, ο Μπιρμπίλης, 221/70 Ινκιόφ Δημήτρη: Εγώ κι η Κλάρα και τ’ αλογάκι ο Βε λούδινος, 221/70 . Ινκιόφ Δημήτρη: Εγώ κι η Κλάρα κι ο παπαγάλος, ο Πίπης, 221/70 Σμιθ Άννι: Ο κύριος Χοπ-λαλά, 220/84 Πεζογραφία
Έλιοτ Τζορτζ: Ο νερόμυλος στον Φλος, 219/82 Μηλιώρη Πόλυ: Οι Αντρούλες, 227/79 Μόζερ Κάτια: Ανεπίδοτο, 226/77 Μπρύκνερ Κριστίνε: Ω, Δεισδαίμόνα, αν είχες μιλή σει!, 220/82 Σελίμοβιτς Μέσα: Ο Δερβίσης και ο θάνατος, 221/86 Χέιλι Ελίζαμπεθ: Το ημερολόγιο ενός γάμου, 221/76
ΟΝΟΜΑΤΑ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ Αίλουρος Λέων, 219/27 Αλεξοπούλου Αγγελική, 223/12, 223/17, 223/26, 223/32 Ανεστίδης Στ. Αδαμάντιος, 228/17 Ανδριώτη Μίτσι, 223/60 Αντωνίου Καίτη, 221/24 Απάκη Έφη, 218/38, 219/38, 220/38, 221/38, 222/38, 223/38, 224/38, 225/38, 226/38, 227/38, 228/146, 229/57 Αργυρίου Αλέξ., 228/41 Βαλούκος Στάθης, 218/76
Βέης Γιώργος, 221/68, 221/75, 224/81, 226/65, 227/83 Βίκε Πέτερ, 219/27 Βουλγαρίδου Γκέρτα, 219/72 Βρετάκος Παναγιώτης, 228/137 Βυζοβίτου Ντόρα, 229/33, 229/74 Βυθούλκας Γιώργος, 221/24 Γαρζώνη Μήτσα, 221/24 Γαρζώνης Πέτρος, 221/21, 221/24 Γέμτος Α. Πέτρος, 222/82 55
Vlll/Β ' εξάμηνο Μπασκόζος Ν. Γιάννης, 221/82, 223/60, 225/66 Μπενάτσης Απόστολος, 228/59 Μπουφέα Αλεξάνδρα, 228/67 Μωυσείδης Στυλιανός, 220/54 Ντάλης Σωτήρης, 218/82, 219/74, 221/79, 222/86, 223/80, 229/105, 229/116 Νταντινάκης Κώστας, 221/60 Ντελόπουλος Κυρ., 226/63 Ντισπυράκη Αικατερίνη, 221/34 Παναγόπουλος Ανδρέας, 229/113 Πανώριος Μάκης, 220/14 Παπαζήσης Ηλίας, 221/52 Παπαθανασίου Στέλιος, 224/84 Παπαλεοντίου Λεύτερης,.224/79 Παπαχατζιδάκης Περικλής, 229/19 Παυλάκου Δήμητρα, 220/20, 221/65 Πεγκλή Γιολάντα, 221/71 Πετρόνιο Τζουζέπε, 224/17 Πετρόπουλος Θοδωρής, 229/22, 229/74 Πλάκας Δημήτρης, 219/70, 225/12 Πουλικάκος Δημήτρης, 219/65 Ρούσσου Βιργινία-Τερέζα, 225/26 Ρούσσου Μάγια - Μαρία, 221/86 Σαλταμπάσης Δημήτρης, 229/43 Σιμωνετάτος Αντρέας, 219/20 Σκαρπέλος Γιάννης, 220/79 Σπυροπούλου Αγγελική, 227/24, 227/35, 227/53, 227/58, 227/61, 229/34 Στάγκα Σοφία, 219/82, 220/82, 222/87, 227/79 Σφαέλλου Α.Κ., 223/82 Σχινάς Αλέξανδρος, 218/78 Τριανταφυλλόπουλος Δ. Δημήτρης, 221/85 Τρουπάκη Μαρία, 218/48, 219/50, 220/50, 221/46, 222/48, 223/46, 224/46, 225/47, 226/47, 227/46, 228/150, 229/65 Τσατσούλης Δημήτρης, 219/76, 223/58 Φιλιάνος Μάρκος, 221/56 Φλωράκης Διαμαντής, 220/53 Φωσκαρίνης Θάνος, 223/61, 224/17 Χατζοπούλου - Καραβία Λένα, 226/77 Χουρδάκης Νίκος, 221/60 Χουρμουζιάδης Κρίτων, 229/107 Χωρεάνθη Ελένη, 220/73, 220/84, 221/70, 221/80, 226/68 Χωρεάνθης Κώστας, 219/67, 223/79, 225/80, 227/20, 227/75, 229/48 Ψυχογιού Π, 229/27, 229/39 Albanese G. Paul, 224/12 Guoimard Jacques, 225/23 Frith fStttiOh, ^19/56 Rossetto Paul, 2Ί8/60 Todorov Tzvetan, 323/29 . 4ynfanOvJyrii,327/35 Jakobson Roman, 227/35 J(JlyBergfe,Z19/63
Γεροζήσης Τριαντάφυλλος. 225/73 Γιεφτουσένκο Γιεβγένι, 225/70 Γιαννόπουλος Ε. Άγγελος, 220/67 Γκότοβος Ν. Αθανάσιος, 228/45 Γλυκοφρύδη Κατερίνα, 218/10, 218/13 Δεληκάρη Όλγα, 221/24 Δεμερτζής Νίκος, 222/76 Δημητρίου Θ.Σ., 222/13 Δημητρούλια Τιτίκα, 223/77, 225/34 Δραγώνα - Μοναχού Μυρτώ, 218/84 Δρακονταειδής Δ. Φίλιππος, 219/33, 223/23 Δουλάμη Πέτρα, 225/34 Εξαδάκτυλος I. Γιώργος, 227/28 Ευθυμιάδη Νένη, 219/53 Ζαχαρέας Αιμίλιος, 222/22 Ζήρας Α., 228/52 Ζορμπά Μυρσίνη, 221/7 Ζώρας Γεράσιμος, 219/16, 221/72 Ηλιοπούλου Βιολέτα, 228/88 Θωμαδάκη Μ.Μ., 223/86 Καβροχωριανός Μπάμπης, 218/78 Κακούρη I. Κατερίνα, 223/61 Καλαβρέζος Διονύσης, 220/55 Καλαντζής Παναγιώτης, 224/22 Κάλφας Αντώνης, 220/78, 228/138 Κανταρέ Ισμαήλ, 221/60 Καραγιάννη Γιούλη, 225/23, 225/30, 225/36, 225/56 Καρακώστα Εύη, 223/88 Κατσούλης Ηλίας, 222/69 Καψωμένος Γ. Ερατοσθένης, 228/26 Κέη Κατερίνα, 219/56, 219/63 Κεντρωτής Γιώργος, 227/85, 228/63 Κεφάλας Ηλίας, 220/75, 221/74, 221/78, 222/88, 226/70 Κοκκινάκη I. Νένα, 226/18, 226/27, 226/54, 226/56 Κολοβός Νίκος, 225/78, 226/61 Κοντολέων Μάνος, 229/110 Κουβαράς Γιάννης, 228/20, 228/79, 228/90 Κουτσιαράς Νίκος, 222/54 Κρανιδιώτης Παντελής, 226/73 Λάβδας Α. Κώστας, 222/63 Λάζος Δ. Χρήστος, 220/23, 220/62 Λακασέν Φρανσίς, 218/63 Λαμπίρη - Δημάκη Ιωάννα, 222/8 Λέφας Μιχάλης, 221/14 Λουί Ρομπέρ, 226/25, 226/27 Λοίζος Ι.Δ., 220/85, 221/83, 226/84, 226/86, 227/87 Μακρής Νίκος, 220/70, 229/111 Μακρής Στέλιος, 219/25, 219/65 Μάλεσης Δημήτρης, 220/81, 228/140 Μαρζέλος Γιώργος, 220/59 Μεστής Δ., 228/33
Μηλιάς Γιάννης, 222/27 ΜπαλήςϊΥίκος, 229/70 Μπάλούρδος Γιώργος, 223/87 Μπασαντής Διαμαντής, 225/70
ΟΝΟΜΑΤΑ ΕΠΙΣΤΟΛΟΓΡΑΦΩΝ ΑλίσονΔράτος Γ. Γιώργος, 226/11 Άποστολίδης 'Τάσος, 223/8 Αρβανίτης Δημήτρης, 227/18 Ασδραχά Άικατ&ρίνη, 219/9 Γάλάντης Γιώργος, 220/10 ΔαλίπηςΔημ.-222/7 Εκδόσεις Gutenberg, 219/10 Ζαφειρίου!Βαγγέλης. <226/15 Κουροτζής Λάκης, 220/10 Κούρτόβ« Δημοσθένης, 220/9,225/10 ■56
'Κριστ Ρόμπέρτ, 220/10 Λάζος Δ. Χρήστος, 227/19 ΑιάροςΔιΟν., 225/9,326/13 Ματθαίου Ηλίας, 225/10 Μπάρτζης Γιάννης, 223/7 Παυλάκου Δήμητρα, 227/19 Σιμωνετάτος Αντρέας, 223/9 Σκαρπέλος Γιάννης, 223/8 Tonnet Henri, 227/20
αφιερωμα/57 εκθέματα μουσείων. Ο Απολλιναίρ ως κριτικός της τέχνης ακολουθεί αυτό το κίνημα που του ε πιτρέπει να αρχίσει την πολεμική με τις καλλιτε χνικές συμβατικότητες και τις νόρμες της δη μιουργίας. Αυτό αφορά το να αποδείξει τη σχετι κότητα των κρίσεων του γούστου - όπως ακρι βώς στην ποίηση, στηρίζεται στη γοητεία της «κα κογουστιάς» - για να ανοίξει το δρόμο σε νέες αναζητήσεις. Εκεί ακόμη είναι η συνείδηση του«αυτού που επεκτείνεται συγκρουόμενη με άλλες α ναδύσεις της ανθρωπότητας και αποκτά μια άνε ση που οι υπερβολικά στενές απόψεις και γνώσεις απαγορεύουν. Η αγάπη για τις πρωτόγονες τέχνες συνδέεται, εντελώς φυσικά για τον Απολλιναίρ, με αυτό που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το πιο σταθερό χα ρακτηριστικό της ποιητικής του συνείδησης, τον αθεϊσμό. Στο τέλος της Ζώνης, όπου ζωντάνευε την πίστη της παιδικής του ηλικίας, την εποχή που μαζί με τον Νταλίζ δεν αγαπούσε τίποτε άλλο τό σο πολύ όσο «τις πομπές της εκκλησίας», εξο μοιώνει τον Χριστό της χριστιανικής θρησκείας με τα φετίχ των πρωτόγονων πολιτισμών: Tu marches vers Auteuil tu veux aller chez toi a pied Dormir parmi tes fetiches d ' Oceanie et de Guinee Ils sont les Christs d ' une autre forme et d ' une autre croyance Ce sont les Christs inferieurs des obscures esperances... (Περπατάς προς το Ωτέιγ θέλεις να πας σπί τι σου με τα πόδια να κοιμηθείς ανάμεσα στα φετίχ της Ωκεα νίας και της Γουινέας Είναι οι Χριστοί μιας άλλης μορφής και μιας άλλης πίστης Είναι οι κατώτεροι Χριστοί σκοτεινών ελπίδων...) Θα έπρεπε εδώ, για να υπογραμμίσουμε αυτή την απολύτως α-θρησκευτική στάση του Απολλιναίρ, να αναδημιουργήσουμε το περιβάλλον του, δείχνοντας για παράδειγμα αυτό που κοινωνιολο γικά αντιπροσωπεύουν σ’ αυτό το επίπεδο οι άν θρωποι στους οποίους είναι αφιερωμένα ορισμέ να ποιήματα των Οινοπνευμάτων. Θα έπρεπε να περιγράφουμε την άκρα ισχύ του ρεύματος της πνευματικότητας στην κριτική και στη λογοτε χνία, αυτό που συμβαίνει στο κεφάλι του Κλωντέλ, του Πεγκύ ή αυτό που γράφεται στις διατρι βές του Αββά Μπρεμόν. Στη ζωή, ο Απολλιναίρ είναι εντελώς αδιάφορος για τις θρησκευτικές υ ποθέσεις, ενώ στην ποίηση δεν σταματά να θυμί ζει ότι οι θεοί είναι νεκροί, ότι είναι κάτι το απαρ χαιωμένο, ακριβώς όπως η πίστη στην επιβίωση των ψυχών:
Dis-moi le savais - tu que ton ame est mortelle (Πες μου το ήξερες ότι η ψυχή σου είναι θνητή) σαν ο νεοτερισμός της ποιητικής συνείδησης να ήταν γι’ αυτόν ουσιωδώς απαλλαγμένος από κά θε θρησκευτικότητα. Ίσως ψαχουλεύει στις αναζητήσεις του. Προ σανατολίζεται προς μια ποίηση των δεισιδαιμο νιών που, ας το ομολογήσουμε, δεν αξίζει πιο πο λύ, αλλά τις προτιμά αυτές τις δεισιδαιμονίες λέει - γιατί δεν έχουν τίποτε το μεταφυσικό και γιατί αποκαλύπτουν μια υπομονετική παρατήρη ση της φύσης: II n ' y a pas d ' esprit religieux dans tout cela II y a avant tout une faqon d ' observer la nature Et d ' interpreter la nature Qui est tres legitime. (Δεν υπάρχει θρησκευτικό πνεύμα σ ’ όλα αυτά Υπάρχει πριν απ’ όλα ένας τρόπος να πα ρατηρείς τη φύση Και να ερμηνεύεις τη φύση Που είναι πολύ εύλογη) ■ο» Ilfarc· ροΛ
ΛΙΛ
^
Wt* llcar·*
ΜΑΚΙΗ.
58/αφιερωμα απαντά σε ένα ποίημα στον Αντρέ Μπιγύ ο οποίος τον πείραζε πάνω στο πρόβλημα των προφητειών. Ίσως επειδή διαπερνάται από τον τεχνικό πο λιτισμό, γι’ αυτό θεωρεί «τα εργοστάσια σαν πιο ψηλά από τις εκκλησίες» κι αυτό έχει μια αδιό ρατη χροιά θετικισμού σύμφωνα με τον οποίο το θέμα θα ήταν να ξεπεραστεί η μεταφυσική ηλικία της ανθρωπότητας. Θετικισμός οπωσδήποτε λίγο απλοϊκός, και που δεν μπορεί να τον ικανοποιή σει, εξ ου και η αγάπη του για τις μαγείες. Αλλά αποκαλύπτει, στο ίδιο ποίημα προς τον Αντρέ Μπιγύ, τον Κανόνα της ποιητικής του στάσης: Car je ne crois pas mais je regarde et quand c' est possible j ’ ecoute (Διότι δεν πιστεύω αλλά κοιτάζω και όταν είναι δυνατόν ακούω) που κάνει ηχώ στο τέλος του ποιήματος Η Νίκη. Η ποίηση είναι η συνάντηση των δύο δυνάμεων, του να βλέπεις και του να ονομάζεις De bien voir au loin De tout voir De pres Et que tout ait un nom nouveau. (Να βλέπεις καλά μακριά Να βλέπεις τα πάντα Από κοντά Και τα πάντα ας έχουν ένα καινούριο όνομα) Ο Απολλιναίρ είναι προφανώς σε αναζήτηση μιας ποιητικής ευαισθησίας που δεν θα όφειλε τί ποτε στις συγκινήσεις που πηγάζουν από τις συ νήθειες της σκέψης και από το θρησκευτικό συ ναίσθημα. Οι θρησκείες με τους θεούς τους είναι σαν ένα είδος ποίησης πριν την ποίηση, ένα πράγ μα πολύ παλαιό στο πνεύμα των ανθρώπων και «του οποίου ο ποιητικός ρόλος βρίσκεται κοντά στο τέλος του». Είναι σαν μια παιδική ηλικία της ποίησης με τρόπους σκέψης που εμποδίζουν την ποίηση - όπως εξίσου και τον έρωτα - να πετύχει την αυτονομία. Υπάρχει εκεί ένας βαθύς νεοτερισμός του Απολλιναίρ. Αφού δεν υπάρχει αιωνιότητα του ανθρώ που ως ατόμου, αφού δεν υπάρχει πριν ή μετά άλ λος κόσμος, ο Απολλιναίρ είναι πολύ μοντέρνος ως προς το ότι η ύπαρξή του συμπίπτει ολοκλη ρωτικά με το είναι του, έχει πεισθεί απόλυτα γι’ αυτό. Και από εκεί πηγάζει το πρόγραμμα μιας ποίησης της ενεργητικής παρουσίας στον κόσμο που σχεδίασε. Μια αγαλλίαση της πραγματικής παρουσίας και του ανθρώπου που καθώς γίνεται πιο σίγουρος για τις δυνάμεις του, αυξάνει τις ε λευθερίες του.
Ποιητής του έρωτα Ό λο το έργο του Απολλιναίρ αντηχεί από αγά πη. Σε όλους τους τόνους και για όλα τα γούστα. Τόσο το αισθηματικό τραγούδι: qui parle d ' une bague et d ' un coeur que 1' on brise (ποιος μιλάει για ένα δαχτυλίδι και μια καρ διά που σπάζουν) όσο η πιο καθαρή χυδαιότητα που αναγκάζει να αποκλείονται ορισμένα ποιήματα από τις εκδόσεις για όλο τον κόσμο. Στο αισθηματικό τραγούδι προσθέτει ένα ίχνος από υπολογισμένη αφέλεια για να είναι αδύνατον να το πάρουν εντελώς στα σοβαρά. Στο θρήνο της αγάπης ανακατεύει ένα άρωμα από χιούμορ, είτε κάνει μια πιρουέττα πάνω σ’ ένα καλαμπούρι, πά νω σε μια παραξενιά του ύφους. Στον ερωτισμό ο οίστρος του είναι ήρεμα αδιάφορος, αγνοεί ή υ ποκρίνεται ότι αγνοεί τα ταμπού της γλώσσας, εν πάση περιπτώσει χαμογελάει μ’ αυτά. Μέγας γνώ στης της αισθησιακής λογοτεχνίας της Αναγέννη σης και του γαλλικού 18ου αιώνα, ξέρει πού να εμμείνει. Αν είναι ένας μεγάλος ποιητής του έρωτα, είναι μάλλον της ψευτιάς του έρωτα. Ακολούθησε τα φαντάσματά του, κυνήγησε τη σκιά του. Ο Απολλιναίρ δεν πιστεύει στον έρωτα, θα έπρεπε να πι στεύει σ’ αυτόν, και ακριβώς δεν πιστεύει τίποτα, δεν πιστεύει σε τίποτα: Beaucoup de ces dieux ont peri C ' est sur eux que pleurent les saules Le grand Pan Γ amour Jesus Christ Sont bien morts et les chats miaulent Dans la corn je pleure a Paris (Πολλοί από αυτούς τους θεούς χάθηκαν Πάνω σ ’ αυτούς κλαίνε οι ιτιές Ο μέγας Παν η αγάπη ο Ιησούς Χριστός Είναι για τα καλά νεκροί και οι γάτες νια ουρίζουν Μέσα στην αυλή κλαίω στο Παρίσι) Αν ο έρωτας είναι ψεύτικος, δεν είναι δυνατόν παρά να παίξει κανείς μια αισθηματική κωμωδία και ο Γκιγιώμ μεταμφιέζεται σε ερωτευμένο, σε μνηστήρα, σε διαφθορέα, σε ουσσάρο σύμφωνα με τη διάθεση της στιγμής. Έχει τρομακτικά ανά γκη να αρέσει και γίνεται επίπλαστος για να θα μπώνει. Όμως ο έρωτας υπάρχει, ακόμα κι αν ξέρουμε μόνο τις απατηλές όψεις του. Γιατί αυτές τις α πατηλές όψεις; Διότι ...L ' amour y pleure d ' etre dieu encore et inconnu (...Ο έρωτας
αφιερωμα/59 κλαίει εκεί γιατί είναι ακόμη θεός και ά γνωστος) με άλλα λόγια διότι ο έρωτας βρίσκεται ακόμη στη μεταφυσική ηλικία. Η ιδεολογία του επίπλαστου από την οποία έφτιαξε για πολύ καιρό θεωρία συ γκρούεται εδώ με την ίδια της την απάτη. Πρέπει να πάει πιο μακριά. Βιωματικά αλλά και λογοτε χνικά, ο Απολλιναίρ ξέρει ότι ο έρωτας πρέπει να ξαναεφευρεθεί. Το ποιητικό πρόβλημα του έρωτα, αυτό της αυθεντικότητάς του, δεν παύει να τον αποσχολεί, και γι’ αυτό το σκοπό ίσως την εποχή των Καλλιγράμμων κάνει μια στροφή που τον ω θούσε, που θα τον είχε ωθήσει να ακολουθήσει στην ποίηση μια «πορεία πιο φυσική». Πέρα από τα εύκολα αισθηματικά τραγούδια για χορό μεταμφιεσμένων, αφού παραμεριστούν τα ειδικώς αισθησιακά κείμενα, ο Απολλιναίρ αποκα λύπτεται όχι ως ένας μεγάλος ποιητής του συναι σθήματος που λέγεται έρωτας, όχι μεγαλύτερος εν πάση περιπτώσει από πολλούς άλλους, αλλά ο πωσδήποτε ένας μεγάλος ποιητής του σώματος και της γυναικείας ομορφιάς. Είναι πράγματι ποιητής του κορμιού σαν να σχέ διαζε να ξαναρχίσει την ποιητική τού έρωτα ξεκι νώντας από σκοτεινές, άμεσες, προφανείς αλή θειες. Η αλληλογραφία με την Λου, Σκιά του Έ ρωτά μου, άφθονη σ’ αυτούς τους καιρούς όπου, όπως λέει, έσπρωξαν πολύ μακριά την τέχνη του αόρατου, μας τον δείχνει να επιμένει σε μια στα θερή προσπάθεια να πλησιάσει δια του λόγου αυ τό που περνά πάντοτε διαμέσου των κρίκων της γλώσσας, την αισθητή εμπειρία, το συγκεκριμέ νο, αυτό που ίσως είναι άφατο. ■Γι’ αυτό αγνοεί όλες τις προκαταλήψεις ηθικές ή αισθητικές, όσο μπορεί. Μπορούμε να σκεφτούμε ότι κατόρθωσε στα ίδια του τα μάτια μια επι τυχία· με μερικά από τα μυστικά ποιήματα, γιατί αυτή η έντονη δημιουργία θα εγκαταλειφθεί όταν η Λου, στο πνεύμα του, παραχωρήσει τη θέση της στη Μαντλέν. Το πρόβλημα που προσπάθησε να επιλύσει εί ναι να κάνει τον ερωτικό λυρισμό να ξεκινά όχι από αισθήματα λίγο πολύ συμβατικά, αλλά από τη σαρκική συγκίνηση. Εδώ δεν είναι πια ένας δη μιουργός μυστηρίου, είναι αυτός που προσπαθεί να επεκτείνει τα σύνορα τα οποία είχε αγγίξει η γλώσ σα πριν από αυτόν για να διεισδύσει σε παράξε νους τόπους «όπου το μυστήριο ως άνθος προσφέρεται σ’ αυτόν που θέλει να το δρέψει». Ομολογεί ότι η οδός δεν του είναι άνετη: J ' ecris seulement pour vous exalter O sens o sens cheris Ennemis du souvenir Ennemis du desir
ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ
otic Kpuipec Οιαστασειο του ορίζοντα
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
ΙΑΜΒΛΙΧΟΣ Μάρνη 5-7, 10433 ΑΘΗΝΑ Τη λ .5221744,5227678
60/αφιερωμα Ennemis du regret Ennemis des larmes Ennemis de tout ce que j ' aime encore (Γράφω μόνο για να σας εξυμνήσω Ω αισθήσεις ω αισθήσεις λατρευτές Εχθροί της ανάμνησης Εχθροί της επιθυμίας Εχθροί της λύπης Εχθροί των δακρύων Εχθροί όλων όσα αγαπώ) στην οποία προαισθάνεται ότι υπάρχουν καινού ρια πράγματα να ανακαλυφθούν και δεν στερεί ται κάποιου μεγαλείου αυτός ο τρόπος να τερμα τίζεις μια ποίηση που θα ήταν «εχθρός του ό,τι α γαπά ακόμη».
Αστέρι Απολλιναίρ Πάνω σε ό,τι συμβαίνει στους ποιητικούς του μηρυκασμούς από το 1913 και μετά, ο Απολλιναίρ δεν έδωσε παρά ενδείξεις φευγαλέες ή γεμάτες υ πεκφυγές. Δεν του μένουν πια να ζήσει, το επαναλαμβά νω, παρά μερικές ώρες αληθινής ποίησης, κι α κόμα ίσως δίστασε μπροστά στο μέγεθος της ποι-
ΚΟΙΝΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Γαβριηλίδης Ερατώ Κάλβος Οδυσσέας Στοχαστής
W Εκδόσεις Γλάρος
ητικής αναταραχής, της οποίας είχε το προαίσθη μα, και του ξεκαθαρίσματος που έπρεπε να γίνει. Και τώρα θέλω να πω ποιοι είναι τελικά οι στί χοι του Απολλιναίρ που με αγγίζουν περισσότερο. Είναι οι τελευταίοι που υπάρχουν για να διαβα στούν πριν κλείσει κανείς τα Καλλίγραμμα, οι τε λευταίοι δημοσιευμένοι από αυτόν στίχοι που κλεί νουν την Ομορφη κοκκινομάλλα: Mais riez de moi (Αλλά γελάστε με μένα) γιατί άραγε; Hommes de partout surtout gens d ' ici (Άνθρωποι από παντού κυρίως κόσμος α πό δω) μιλά σύμφωνα με την παγκοσμιότητα αλλά και με μια ιδιαίτερη στριμμάδα εναντίον αυτού του «κό σμου από ’δω», ποιανού; Car ilya tant de choses que je n ' ose vous dire (Γιατί υπάρχουν τόσα πράγματα που δεν τολμώ να σας πω) γιατί άραγε δεν τολμά; τί είναι αυτό που φοβάται ξαφνικά; Tant de choses que vous ne me laisseriez pas dire (Τόσα πράγματα που δεν θα με αφήνατε να πω) Γιατί άραγε; Λέξεις οι οποίες είναι αδύνατον στην πραγμα τικότητα να αποκρυπτογραφηθούν, και που έπρε πε να είναι της αρχής. Δεν υπάρχει πια εδώ πα ραμύθι, υπάρχει η σκληρή αλήθεια μιας μη ολο κλήρωσης, στην οποία προστίθεται η εντύπωση ε νός φιμωμένου στόματος. Ο Αντρέ Μπιγύ προτεί νει κάπου την εξήγηση ότι ο Απολλιναίρ είχε ίσως γίνει ακαδημαϊκός. Ίσως. Τι αλλάζει μ’ αυτό;
Αστέρι Απολλιναίρ, όπως λένε, σε ένα δάσος γύ ρω από αυτό το κυκλικό άνοιγμα όπου δρόμοι συ γκλίνουν κι απ’ όπου δρόμοι ξεκινούν. Δεν υπάρ χει λεωφόρος Απολλιναίρ, μόνο ένα αστέρι απ’ ό που ξεκινούν μερικά αδιέξοδα μονοπάτια αλλά ε πίσης και προτεινόμενες οδοί. Μετάφραση: Δημήτρης Πεταλάς
ΑΠΟ 1π ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ
-Χίλιοι τίτλοι βιβλίων
Σημειώσεις του μεταφραστή 1. Η έννοια αυτής της λέξης αστέρι δεν υπάρχει - προφανώς - στα ελληνικά. 2. Ο συγγραφέας έχει ίσιος δανειστεί την έννοια του ξέφωτου α πό τον Χάιντεγγερ (Lichtung) 3. Πρόκειται για στροφή με πέντε στίχους και δύο ομοιοκατα ληξίες.
αφιερωμα/61
Μισελ Ντεκοντέν
Σημειώσεις για ένα Αδύνατο Κεφάλαιο ]y *
f t * j £ x J U * u £ t t£ _ $ f ^ Χειρόγραφο
< ^ e λαοΑ Α ^ ***?/W / a Ik
r
»<
~
Ι Α λ ~ · Pu (M l
· .* -
<a / 3 j , Am m m Ci
Ένας θρύλος τον ακολουθεί: Μονμάρτρη, Μονπαρνάς, τα α τελ ιέ και η ζωή τού μποέμ, οι ερω τικές περιπέτειες... ο κόσμος των «Τρυφερών Καθαρμάτων» του φίλου του Σαλμόν ή του μυθιστορήματος «Χριστός - Ορτύκι» του φίλου του Καρκό. Α ς ρω τήσουμε μά λλον το έρ γο του κι ας ακούσουμε τις ομο λογίες που περιέχει. Ζώνη: Υπέφερες από τον έρωτα στα είκοσι και στα τριάντα σου χρόνια. Στην Ιταλία: Ο έρωτας ανακάτωσε τη ζωή μου όπως ανακατώνουν τη γη στη ζώνη των στρατευμάτων. Και τόσα άλλα κείμενα που θα ’πρεπε να επικαλεστούμε. Λ ε βέντης γυναικάς; όχι, αλλά οπωσδήποτε καρδιά πληγωμένη α πό τον έρωτα. πάρχει επίσης η φήμη του ως αισθησιακού συγγραφέα και εκδότη έργων υποτίθεται ελευθεριαζόντων. Από τα δυο του μυθιστορήματα που δημοσιεύ τηκαν κρυφά, το ένα, τα Απομνημονεύματα ενός νέου Δον Ζουάν είναι μια ευσυνείδητη συλλογή ό λων των πιπεράτων καταστάσεων στις οποίες μπορεί να βρεθεί ένας έφηβος κάπως περίεργος. Δεν θα μπορούσαμε να βγάλουμε, από το έργο αυ τό, κανένα συμπέρασμα πάνω στη συμπεριφορά του ίδιου. Το άλλο, μέσα στην υπερβολή της εφεύ ρεσής του, είναι εντελώς το αντίθετο ενός αισθη σιακού κειμένου: για να το γράψει στράφηκε προς τον Ραμπελαί και καθόλου προς τον Σαντ ούτε α κόμη προς τον Νερσιά. Ένας διάσημες συγγρα
Υ
Ο Α πολλινα ίρ και οι γυναίκες ή το αδύνατο κεφάλαιο
(Λουΐζ Φωρ - Φαβιέ)
φέας, που έκανε το 1930 ένα πρόλογο γι’ αυτή την αφήγηση δεν έπεσε καθόλου έξω: «Είναι, μας λέει, ένα βιβλίο όπου όλη η επιδεξιότητα του Απολλιναίρ καθώς και η γνώση του πάνω σε μια ορισμέ νη χυδαιότητα που αναστατώνει και της οποίας η καλύτερη έκφραση είναι η καρτ-ποστάλ, βλέ πουν το φως εις βάρος της ειλικρίνειας της ζωής. Αλλά είναι ίσως το βιβλίο του Απολλιναίρ όπου το χιούμορ εμφανίζεται πιο καθαρά». Και συμπε ραίνει: «Επιτρέψτε μου να παρατηρήσω ότι αυτό δεν είναι σοβαρό». Ό σο για τη συνεργασία του στις συλλογές των «Κυρίων του Έρωτα» και της «Κοσμηματοθήκης του Βιβλιόφιλου» (παρουσίασε εκεί μια τριαντα ριά τίτλους από το 1909 μέχρι το 1914), δεν είναι
62/αφιερωμα σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της παγκόσμιας περιέργειας του και του ονείρου του για μια ελευ θερία όπου θα ανθίζει όλος ο πλούτος του ατόμου; Μίλησε κάπου για την απόλαυση που πρέπει να αισθανόταν ο Αρετέν όταν παρατηρούσε τις πόρ νες που βάζει να μιλάνε στα Ragionamenti: ας μην αμφιβάλλουμε γι’ αυτό, αυτή η απόλαυση είναι και δική του, τόσο στο θέαμα της ζωής όσο και στην εικόνα που του δίνει η λογοτεχνία. Πρέπει να προ σεγγίσουμε το γεγονός ότι καταδίκαζε τον Μπωντλαίρ εξαιτίας «του αποκρουσ ακού πάθους που είχε σκοπό να μεταμορφώνει δέντρα, λουλούδια, γύναίκες, το σύμπαν ολόκληρο κι ακόμη και την τέχνη σε κάτι το άκρως επιβλαβές», με τον έπαι νο που κάνει, σε σχέση με τον Νερσιά, για τον 18ο αιώνα: «ο έρωτας, ο σαρκικός έρωτας εμφανιζό ταν παντού. Οι φιλόσοφοι, οι σοφοί, οι άνθρωποι των γραμμάτων, όλοι οι άνθρωποι ασχολούνταν μ’ αυτόν. Δεν ήταν όπως τώρα ένα άγαλμα ενός μικρού Θεού γυμνού και άρρωστου, με το τόξο χα λαρωμένο, ένα ντροπιασμένο αντικείμενο περιέρ γειας, ένα θέμα για ιατρικές και αναδρομικές πα ρατηρήσεις. Πετούσε ελεύθερα στα σκιερά πάρ κα όπου ο Θεός των κήπων αναπαυόταν». Διάβολος, αιρεσιάρχης του έρωτα; «Πυροβολη τής του Μετς» όπως το έλεγε ο Ρενέ-Γκυ Καντού; Πρέπει ακόμη να αναφερθούμε στο έργο του, στην τρυφερότητά του, στην ευαίσθητη μελαγχολία του για να διαπιστώσουμε ότι αγνοεί τη διαστροφή και πιστεύει απλώς στον έρωτα «μέσα σε μια ψυχή και μέσα σ’ ένα σώμα». ★
Το όνειρό του για την ευτυχία: Πώς να πράξεις για να ’σαι ευτυχισμένος Σαν ένα μικρό αθώο παιδί; Σχέδιο Μαβί Λωρανσέν
Υέτ, Μιά. Αναφέρονται στο Μαχαιρωμένο Πε ριστέρι μαζί με τις Μαρέγι, Άννυ, Μαρί και μια μυστηριώδη Λορί (που ίσως δεν βρίσκεται εκεί πα ρά μόνο χάριν αρμονίας). Εμφανίζονται σύντομα στον Δολοφονημένο Ποιητή και ίσως δεν πρόκει ται για καθαρές δημιουργίες του πνεύματος. Με την μικρή χωριάτισσα Μαριέτ θα γνωρίσει για πρώτη φορά ο Κρονιαμαντάλ τις συγκινήσεις του έρωτα. Αυτό το ειδυλλιακό επεισόδιο ανα πτυσσόταν περισσότερο στην αυτοβιογραφική α φήγηση που χρησίμεψε στην επεξεργασία του Δο λοφονημένου Ποιητή. Ταραγμένος από την χαρι τωμένη ομορφιά του κοριτσιού, ο Νύκτωρ (έτσι ο νομάζει τον εαυτό του ο Απολλιναίρ) επιχειρεί να την αγκαλιάσει. Πειραγμένος από την αντίστασή της, στην αρχή αποσύρεται, μετά μαγεύεται από την ενάρετη απλότητά της. «Ο οργασμός που μ’ είχε κάνει να ορμήξω πάνω της μεταμορφώθηκε σε παθιασμένο σεβασμό. Την ερωτεύτηκα ειλικρινά». Πορεία αποκαλυπτική όπου υπάρχει ήδη ό λος ο ερωτευμένος Απολλιναίρ: βία και τρυφερό τητα, σαρκική ορμή και δράση του πνεύματος. Η Μιά είναι μια κοπέλα εγωΐστρια με αθωότη τα της οποίας το ιδανικό είναι να παντρευτεί κρου πιέρη ή γκαρσόνι - ανθρώπους που παίρνουν κα λά φιλοδωρήματα. Κοροϊδεύει τον έρωτα του Φρανσουά Ντεζ Υγκρέ (του Νύκτωρα στο χειρό γραφο). Δεν έχει καλά - καλά προλάβει να πεθάνει, μπρος στα μάτια της, και θα νοικιάσει την κά μαρά του που ελευθερώθηκε. Ασυναίσθητη σκλη ρότητα που θα χαρακτηρίζει επίσης και την Τριστούζ («χτυπάει τα πόδια της όλο χαρά» ενώ το πλήθος ορμά με λύσσα πάνω στον Κρονιαμουντάλ· του βγάζει το μάτι με τη μύτη της ομπρέλας της· κι αυτός: «ομολογώ τον έρωτά μου για την Τριστούζ Μπαλλερινέτ, τη Θεία ποίηση που παρηγορεί την ψυχή μου»). Παρόμοια σκληρότητα δείχνει εξίσου και η Κοράιγ, στο τέλος της Καθι σμένης Γυναίκας, αδιάφορη για την αγάπη και το θάνατο του Ανατόλ Ντε Σαινταρίστ (άλλη ενσάρ κωση του Απολλιναίρ). Χωρίς να ξεχνάμε τη Βιβιάν του Μάγου που σαπίζει η οποία, όπως η μη ονομαζόμενη του Τραγουδιού τού άσχημα Αγαπη μένου, είναι «η ίδια η ψευτιά του έρωτα». ★
Πες μου, αγάπη μου, είναι αλήθεια ότι μ ’ αγαπάς; Ο νέος των δεκαεννιά χρόνων απευθύνει αυτή τη γεμάτη ανησυχία ερώτηση στη Μαρέγι: δεν πρό κειται για ένα παιχνίδι ερωτευμένων, για ένα εί δος παιχνιδιάρικου φλέρτ, αλλά για μια θεμελιώ δη αβεβαιότητα, για μια αγωνία που πηγάζει από την ιδέα ότι ο έρωτας μπορεί να μην είναι α μοιβαίος.
αφιερωμα/63 Η Μαρέγι, η μικρή από το Σταβελό1του έτους 1899, η Λίντα, η χαριτωμένη αδιάφορη του 1901, προεικονίζουν την οδυνηρή εμπειρία του δυστυχι σμένου έρωτα για την Άννυ. Πώς να μην πιστέ ψει ότι η μοίρα του είναι να είναι άσχημα αγα πημένος; ★ «Πίστευα τον εαυτό μου άσχημα αγαπημένο ε νώ ήμουν εγώ αυτός που αγαπούσε άσχημα» (γράμμα στη Μαντλέν της 30ης Ιουλίου 1915). Έ χουν πει τα πάντα πάνω στις παρεξηγήσεις που χώριζαν την Άννυ και τον Γκιγιώμ: έλλειψη κοι νής γλώσσας, παιδεία, τρόπος ζωής διαφορετικοί. Πρέπει να προσθέσουμε ότι είναι ίσως υπεύθυνη για μερικές από τις ψευδαισθήσεις του. Τον κρά τησε (με μια αδεξιότητα αθέλητη;) στην ελπίδα ό τι μια μέρα ίσως... Τον έσπρωξε να ξαναπάει να τη δει στο Λονδίνο - ή τουλάχιστον δεν τον απέ τρεψε. Ο οριστικός χωρισμός του Ιουνίου του 1904 δεν έγινε αισθητός παρά με ακόμη μεγαλύτερη οδύνη.
Θα μάθουμε άραγε μια μέρα με ακρίβεια την ι στορία της Μαρί Λωρανσέν; Τη συναντά το 1907. Τον εγκαταλείπει το 1912. Ελπίζει να τη δει να ξαναγυρίζει κοντά του, μέχρι τη μέρα του 1914 που αυτή παντρεύεται. Κατά τη διάρκεια του πολέμου τής γράφει στην Ισπανία, όπου ακολούθησε τον Γερμανό ζωγράφο που παντρεύτηκε, γράμματα γε μάτα τρυφερή στοργή. Τον Αύγουστο του 1915 ε νώ μόλις έχει ζητήσει και λάβει το χέρι της Μα ντλέν, στέλνει στη Μαρί μια σειρά μικρά ποιήμα τα με τον εύγλωττο τίτλο: Το πάντα κλειστό Μενταγιόν. Ίσω ς αυτή η μορφή ανάμνησης δεν του
★
Δεν πήραν αρκετά στα σοβαρά τις κρίσεις λύ πης του, τις εκρήξεις της γεμάτης ζήλεια οργής του, όλες τις σκοτεινές εκδηλώσεις του χαρακτή ρα του. Είναι τόσο πιο εύκολο να κολλήσουμε στη συμβατική εικόνα του καλού αγοριού-πλακατζή! ★
Μια κάποια αρέσκεια για τη μελαγχολία: Ναι θέλω να σας αγαπώ αλλά να σας αγαπώ με πόνο και η δυστυχία μου είναι υπέροχη Είτε: Ένας έρωτας που ψυχορραγεί είναι πιο γλυκός από κάθε άλλον
είναι σπάνια: η σιλουέτα της Μαρέγι του 1899 δεν περνά άραγε κλεφτά, δεκατρία χρόνια μετά, στη Μαρί; Αλλά όταν πρόκειται για τη Μαρί Λωραν σέν, την εικόνα της δεν την φέρνουν στην επιφά νεια της μνήμης θολές αναδύσεις· την αισθανόμα στε πάντοτε παρούσα στην καρδιά του ποιητή. ★ Ξέρω ένα συνταρακτικό γράμμα της Μαρί, γραμμένο την επομένη του χωρισμού του Ιουνίου 1912.0 Βίλχελμ (τον αποκαλούσε έτσι, όπως η μη τέρα του και το στενό του περιβάλλον) είναι ο μό νος άντρας που θα μπορούσε να αγαπήσει, αυτό εξομολογείται σ’ ένα φίλο που θέλει να τους συμ φιλιώσει- αλλά η ζωή μαζί του είναι αδύνατη και σώζει τον έρωτά της αποφεύγοντάς τον. ★
Η Λου, ή το παράξενο ιντερμέτζο. Μπροστά σ’ αυτήν την κοπέλα με αριστοκρατική καταγωγή - είναι μια Κολινύ-Σατιγιόν - ελεύθερη και καπριτσιόζα, ο Απολλιναίρ αφήνεται και ταυτόχρονα πιέζει τον εαυτό του. Μια πυρκαγιά αισθησιακή και συναισθηματική τον κατακαίει υπαγορεύοντάς του θαυμαστά ποιήματα. Αλλά πόσο δύσκο λα ανέχεται, ό,τι και να κάνει, τα καπρίτσια της αυταρχικής Λου, τον διφορούμενο ρόλο του μάρ τυρα που τον αναγκάζει να παίζει στη σχέση της μ’ αυτούς που ονομάζουν Τουτού.
64/αφιερωμα Η Μαντλέν, ή η αποτυχία του ρομαντικού αι σθήματος. Μια συζήτηση σ’ ένα τραίνο με μια ά γνωστη. Ανταλλάσσουν διευθύνσεις. Τρεις μήνες αργότερα της στέλνει μια κάρτα από το μέτωπο που μόλις τον έστειλαν. Αυτή είναι η αρχή μιας αλληλογραφίας που σε λίγες βδομάδες θα γίνει ε ρωτικός διάλογος. Στη Μαντλέν βρήκε μια κοπέ λα εκλεπτυσμένη και γεμάτη πάθος που τον ακο λουθεί με μια εκπληκτική διαίσθηση, και μερικές φορές προηγείται στη συνεχώς πιο βαθιά εξερεύ νηση της μύχιας ζωής τους. Διαβάζοντας τα γράμματα του Απολλιναίρ και μόνο, ακόμη και στην ανολοκλήρωτη εκδοχή που έχει δημοσιευθεί μέχρι σήμερα, απορεί κανείς πώς μια τέτοια διείσδυση - σαρκική και πνευματική μπόρεσε να λειτουργήσει ανάμεσα σε δύο πλάσμα τα που δεν είχαν ειδωθεί παρά κάποιες ώρες. Η δύναμη του έρωτά του για τη Μαντλέν, βρι σκόταν σ’ αυτό το ταίριασμα των επιστολών που δεν έπαυε να δυναμώνει. Εκεί όμως βρισκόταν και η αδυναμία του. Μετά μια άδεια που την πέρασε στην οικογένεια αυτής που έγινε η μνηστή του, τις τελευταίες μέρες του 1915 και τις πρώτες του 1916, τα γράμματά του αφήνουν να φανούν ελαφρές πα ραλλαγές τόνου που μαρτυρούν κάποιο δισταγμό. Μετά, τον Μάρτιο, θα έρθει ο τραυματισμός που θα τον ακολουθήσει σύντομα μια αληθινή φυγή. Α ναρωτήθηκαν πάνω στις αιτίες αυτής της γρήγο ρης άρνησης μετά την έκσταση των προηγουμέ νων μηνών. Είναι οπωσδήποτε πολύπλοκες και πολλά στοιχεία ακόμα μας διαφεύγουν. Αλλά η μοίρα ενός τέτοιου έρωτα δεν ήταν γραμμένη στις ίδιες τις συνθήκες της γέννησης και της ανάπτυ ξής του; Μια γοητεία λύθηκε κατά τη διάρκεια αυ τής της άδειας, όσο κι αν οι μέρες αυτές ήταν ευ τυχισμένες. Ας μη μιλήσουμε για απογοήτευση αλ λά για το ότι αυτό το απότομο πέρασμα από τον κόσμο της φαντασίας στον πραγματικό κόσμο τού ήταν μάλλον κάτι ξένο. Δεν το είχε νιώσει κι ο ί διος όταν στις αρχές Οκτωβρίου έγραφε στο Θρήνο: (...) παρηγοριέμαι για τη μοναξιά και για όλη τη φρίκη Σαν φαντάζομαι το γυμνό σου σώμα Θα ήθελα να γνωρίσω όλες τις λεπτομερειές του Για να το υψώσω πάνω από το εκστατικό σόμπαν Μετά σκέφτομαι ότι ούτε αυτόν καν γνωρίζω Δεν το γνωρίζω μέσω καμιάς αίσθησης Ούτε καν μέσω των λέξεων Και η αγάπη μου για την ομορφιά είναι λοιπόν τόσο μάταιη Υπάρχεις άραγε Μαντλέν μου Ή δεν είσαι παρά ένα ον που δημιούργησα χωρίς να το θέλω
Για να γεμίσω με κόσμο τη μοναξιά Είσαι άραγε μια από τις Θεές σαν αυτές που οι Έλληνες είχαν δημιουργήσει για να πλήττουν λιγότερο Σε λατρεύω ω υπέροχη θεά μου ακόμη κι αν δεν υπάρχεις παρά μέσα στη φαντασία μου Μπορεί να προσθέσει: Αλλά υπάρχεις Μαντλέν η ομορφιά σου είναι πραγματική Τη λατρεύω (...) Δεν μετριάζει την αξία και τη σπουδαιότητα της ομολογίας που μόλις έκανε. Είχε άραγε η Μαντλέν ανάγκη να υπάρχει για να είναι αυτή που ήταν; ★ Μια από τις εικόνες που του έχουν γίνει έμμο νες ιδέες: το συννεφένιο φάντασμα καθ’ ομοίωσιν της Ή ρας που αγκαλιάζει μάταια τον Ιξίονα. ★
«Ο έρωτας, η ποίηση», λέει ο Ελυάρ. Και ο Ρουβέρ, τιτλοφορώντας ένα από τα βιβλία του Έρω τας και Ποίηση του Απολλιναίρ υπογραμμίζει μια ουσιαστική σχέση. Η αγαπημένη γυναίκα είναι η ποίηση, το ποίημα είναι η φωνή του έρωτα. Ήδη σημείωσα την κραυγή του Κρονιαμαντάλ ενώ ξε ψυχά που ομολογεί τον έρωτά του για την «Τριστούζ Μπαλλερινέτ, τη Θεία ποίηση...» Ό χι για την Τριστούζ και την ποίηση, αλλά για την Τριστούζ που είναι η ίδια η ποίηση, ή για την ποίηση της οποίας η Τριστούζ είναι η ορατή μορφή. ★
Σαν συμπέρασμα: Να που έρχεται το καλοκαίρι η βίαιη εποχή Και η νεότητά μου πέθανε όπως η άνοιξη Ω Ήλιε, είναι ο καιρός του πύρινου Αόγου Και περιμένω Για να την ακολουθώ πάντα την ευγενική και γλυκιά μορφή που παίρνει για να την αγαπώ μονάχα Έρχεται και με έλκει όπως ένα σίδερο ο μα γνήτης Έχει τη γοητευτική όψη Μιας λατρευτής κοκκινομάλλας Τα μαλλιά της είναι από χρυσάφι θάλεγε κανείς Μια ωραία αστραπή που θα διαρκούσε Ή αυτές οι φλόγες που κορδώνονται Στα κίτρινα τριαντάφυλλα που μαραί νονται... (Η Όμορφη Κοκκινομάλλα) Μετάφραση: Δημήτρης Πεταλάς*1 Σημειώσεις 1. Πόλη του Βελγίου (σημ. του μεταφραστή).
αφιερωμα/65
Ζωή Σαμαρά
Μεταμορφώσεις του αφηγητή σε δυο ποιήματα του Απολλιναίρ
Ο α φ η γητής στη λυρική ποίηση έχ ει συχνά τόσο εξα το μικευμένη μορφή που ο αναγνώ στης τον τα υ τίζει μ ε τον άνθρωπο που έγραψ ε το ποίημα και υποθέ τει ό τι οι εμ π ειρ ίες που π εριγράφ ονται δεν μπ ορ εί παρά να είν α ι προσωπικές. Γ ι’ αυτό ά λλω στε δε διστάζουμε να αποκαλούμε τον αφ η γητή ποιητή σαν να ή τα ν η λυρική ποίηση μια μορφή βιογραφ ίας. κι αν φαίνεται παράδοξο, αυτή η ταύτιση Ο σοδύσκολα επιτυγχάνεται στην ποίηση του Α-
πολλιναίρ. Αν και η προσωπική ζωή του είναι το κύριο υλικό από το οποίο δημιουργούνται τα ποιήματά του, αν και το εγώ εμφανίζεται πολύ συχνά
στην ποίησή του, ο αφηγητής είναι ένα άτομο α προσδιόριστο, συμβολικό και σχεδόν μυθικό. Θα περιορίσω τα σχόλιά μου σε δυο ποιήματα: στο πρώτο δεσπόζει το εγώ- στο δεύτερο όμως ο αφηγητής δεν εμφανίζεται με τη μορφή του εγώ, ενώ η παρουσία τού εσύ είναι έντονη.
66/αφιερωμα Η γέφυρα Μιραμπώ Κάτω από τη γέφυρα Μιραμπώ κυλά ο Σηκουάνας κι οι έρωτές μας γιατί να τους θυμάμαι η χαρά ερχόταν πάντα μετά τον πόνο Ας έρθει η νύχτα ας σημάνει η ώρα οι μέρες φεύγουν παραμένω Τα χέρια στα χέρια ας μείνουμε πρόσωπο με πρόσωπο ενώ κάτω από ΐη γέφυρα των χεριών μας περνά το κύμα βαργεστημένο από τα αιώνια βλέμματα Ας έρθει η νύχτα ας σημάνει η ώρα οι μέρες φεύγουν παραμένω Ο έρωτας φεύγει σαν το τρεχούμενο νερό ο έρωτας φεύγει πόσο αργή είναι η ζωή και πόσο βίαιη είναι η ελπίδα Ας έρθει η νύχτα ας σημάνει η ώρα οι μέρες φεύγουν παραμένω Ας περάσουν οι μέρες ας περάσουν οι εβδομάδες ούτε ο χρόνος που πέρασε ούτε οι έρωτες ξαναγυρνούν κάτω από τη γέφυρα Μιραμπώ κυλά ο Σηκουάνας Ας έρθει η νύχτα ας σημάνει η ώρα οι μέρες φεύγουν παραμένω Τα κολχικά Το λειβάδι είναι φαρμακερό αλλά όμορφο το φθινόπωρο οι αγελάδες που βόσκουν εκεί αργά δηλητηριάζονται το κολχικό χρώμα μελανό και λιλά ανθίζει εκεί τα μάτια σου είναι σαν τούτο το λουλούδι ιώδη σαν τον κύκλο τους και σαν τούτο το φθινόπωρο κι η ζωή μου για τα μάτια σου αργά δηλητηριάζεται. Τα παιδιά του σχολείου έρχονται με πάταγο φορώντας ένδυμα χωρικό και παίζοντας φυσαρμόνικα δρέπουν τα κολχικά που είναι σαν μητέρες θυγατέρες των θυγατέρων τους και μοιάζουν . στο χρώμα με τα βλέφαρά σου που πάλλουν σαν λουλούδια πάλλουν στον τρελό άνεμο Ο φύλακας του κοπαδιού τραγουδά απαλά
ενώ αργές μουγκρίζοντας οι αγελάδες εγκαταλείπουν για πάντα τούτο το λειβάδι κακο-ανθισμένο το φθινόπωρο Για να μπορέσει κανείς να μεταφράσει την ποί ηση του Απολλιναίρ πρέπει να είναι ο ίδιος ποιη τής και πάλι το νέο ποίημα θα είναι μια «δεύτερη γραφή» κι όχι μια μετάφραση, δηλαδή μια μετα φορά του ίδιου ποιήματος σε άλλη γλώσσα. Η μα γεία της ποίησης του Απολλιναίρ προέρχεται κυ ρίως από το ρυθμό και τον ήχο. Δεν μπορούν να αποδοθούν σε άλλη γλώσσα τα φωνήματα που ε παναλαμβάνονται με τρόπο ώστε να αναιρούν τη συμβατικότητα του γλωσσικού σημείου. Κι αν α κόμη ένας ποιητής-μεταφραστής μπορέσει να α ποδώσει τις τριπλές ομοιοκαταληξίες της «Γέφυ ρας Μιραμπώ», πώς να αποδώσει τη στιχουργία της πρώτης στροφής των «Κολχικών» όταν οι θη λυκές ομοιοκαταληξίες αγκαλιάζουν σαν φίδια τις αρσενικές, όπως η γυναίκα-κολχικό δηλητηριάζει τον αφηγητή; Οι μεταφράσεις που παραθέτω έχουν αποκλει στικό στόχο να μεταφέρουν το νόημα ώστε να με λετηθούν οι μεταμορφώσεις του αφηγητή. Η αρχή του πρώτου ποιήματος περιέχει δυο σύμ βολα: τη γέφυρα και το νερό. Τα δυο αυτά σύμβο λα είναι η μήτρα που παράγει ολόκληρο το ποίη μα και βρίσκονται άλλοτε σε αντίθεση, άλλοτε σε διαλεκτική θέση. Κάθε φορά που ένα σύμβολο α ποκτά νέα διάσταση, επηρεάζει τη μορφή του α φηγητή. Από τον δεύτερο στίχο κιόλας έχουμε την αίσθη ση ότι οι έρωτες κυλούν με το Σηκουάνα εξαιτίας του συνδέσμου που βρίσκεται στην αρχή του στί χου.1 Αυτόματα οι έρωτες δένονται με το σύμβο λο «νερό». Καθώς ο στίχος κατέχει ξεχωριστή θέ ση μέσα στη στροφή, δεν είναι βέβαιο αν ο αφη γητής απευθύνεται στο αγαπημένο πρόσωπο ή σ’ όλους τους ερωτευμένους. Ο αφηγητής μετατρέ πετε» έτσι σε σύμβολο της ανθρωπότητας. Αν οι έρωτες δένονται με το νερό, το θέμα της ανάμνησης στον τρίτο στίχο παραπέμπει στη γέ φυρα κι αναγγέλλει το τέλος της επωδού: «πα ραμένω». το πρωτότυπο, το ποιητικό εγώ απουσιάζει από τον τρίτο στίχο. Ο ποιητής χρησιμοποιεί μια μορφή του ρήματος θυμάμαι που είναι ταυτό χρονα λογοτεχνική και απρόσωπη. Εκφράζεται έ τσι η αποστροφή του αφηγητή για μια ανάμνηση που του φέρνει πόνο. Γιατί όμως προκαλεί πόνο; Η απάντηση δίνεται στον τέταρτο στίχο: η χαρά είναι το νερό που κυλά, ενώ ο πόνος είναι η γέφυ ρα, η μόνιμη κατάσταση του ερωτευμένου. Ταυ τόχρονα η λέξη πάντα θέτει σε αμφισβήτηση μια τέτοια ερμηνεία, γιατί τονίζει τις στιγμές της χα ράς όσο περαστικές κι αν είναι. Και πράγματι,
Σ
αφιερωμα/67 σύμφωνα με τη Θεία Κωμωδία, δεν υπάρχει τίπο τε πιο δυσάρεστο από το να θυμάσαι παλιές χα ρές ενώ είσαι δυστυχισμένος. Μ’ αυτό το διακείμενο εξηγείται η απροθυμία του αφηγητή να θυ μηθεί τον έρωτά του. «Ας έρθει η νύχτα», φωνάζει αμέσως ο αφηγη τής, δημιουργώντας μια απόσταση, με τον απρό σωπο τρόπο έκφρασης, ανάμεσα στον εαυτό του και τη νύχτα. Έτσι, αντίθετα μ’ αυτό που συμβαί νει στη ρομαντική ποίηση, η νύχτα δεν ταυτίζεται με την ψυχή του αφηγητή. Εδώ ο αφηγητής, αποστασιοποιημένος από τα ίδια του τα αισθήματα, μένει έξω από το χρόνο. «Οι μέρες περνούν παραμένω» μας παραπέμπει ξανά στα δυο σύμβολα. Η ζωή και οι έρωτες περ νούν, ενώ ο αφηγητής μένει. Εισάγεται έτσι το θέ μα της μονιμότητας της ποιητικής συνείδησης. Ο αφηγητής εμφανίζεται ως παρατηρητής με κύριο μέλημά του να παλαίψει με τις αναμνήσεις του. Το παραμένωτου στίχου 6 επαναλαμβάνεται με το ας μείνουμε του επόμενου στίχου. Ο ενικός μετατρέπεται σε πληθυντικό, το ένα άτομο γίνεται δύο σε μια προσπάθεια του αφηγητή να προσδώσει στον έρωτά του τις αρετές της γέφυρας. ΓΤ αυ τό τα χέρια των ερωτευμένων (του αφηγητή και της αγαπημένης του) φτιάχνουν μια γέφυρα. Η μετα φορά όμως αυτή τονίζει περισσότερο το χωρισμό παρά την ένωση, γιατί αν τα χέρια των ερωτευμέ νων φτιάχνουν γέφυρα, τα σώματά τους κατ’ επέ κταση είναι οι δυο όχθες του ποταμού.2 Εξάλλου κάτω από αυτή τη γέφυρα περνά το νερό που ο α φηγητής αποκαλεί βαργεστημένο, λέξη που αναι ρεί την προσπάθειά του να ταυτίσει τον έρωτά του με τη γέφυρα. Το νερό νιώθει ανία όταν βλέπει τους ερωτευμένους να προσπαθούν να συλλάβουν την αιωνιότητα της γέφυρας, γιατί η μόνη αιωνιότητα προσιτή στον άνθρωπο και στα ανθρώπινα είναι αυτή που προέρχεται από την ανανέωση. Αναδρο μικά προστίθεται έτσι ένα τρίτο σύμβολο στον πρώτο στίχο: ο Σηκουάνας. Το επίθετο αιώνια συγ κρίνει τους ερωτευμένους με το νερό που κυλά και που μένει αιώνιο γιατί ανανεώνεται: το νερό αλ λάζει, ο Σηκουάνας μένει- οι έρωτες περνούν, ο έ ρωτας μένει (πάντα θα υπάρχουν ερωτευμένοι). Στη δεύτερη στροφή επομένως ο αφηγητής παύει να είναι ο παρατηρητής που θα προτιμούσε να μη θυμάται καν. Τώρα παίρνει μέρος στα δρώμενα και προσπαθεί ν’ αλλάξει την κατεύθυνση της ροής. Εις πείσμα όμως του «ας μείνουμε» και της γέφυρας των χεριών τους, η επωδός επανέρχεται αμείλικτη: «παραμένω». Ο αφηγητής αναγνωρί ζει την ήττα του. Μετά την ανώφελη προσπάθεια, η απαισιοδο ξία του αφηγητή εκφράζεται με το φεύγει, που ε παναλαμβάνει το φεύγουν της επωδού και μας θυ μίζει ότι ο χρόνος κι οι έρωτες χάνονται. Η σύγ κριση του έρωτα με το νερό - τρεχούμενο μάλι-. στα - υπογραμμίζει το θέμα της σύντομης διάρ
κειας του έρωτα και δίνει μια νέα διάσταση στον πρώτο στίχο: ποταμός - έρωτας, γέφυρα - ερω τευμένος. Ο χρόνος κυλά γοργά. Κι όμως η ζωή είναι οδυνηρά μακρά σε σύγκριση με τη διάρκεια του έρωτα. ΓΤ αυτό στην επωδό τώρα όταν ο α φηγητής λέει «παραμένω», καταλαβαίνουμε ότι δεν μιλά πια ούτε ο παρατηρητής, ούτε ο άνθρω πος που αντιστέκεται, έστω ανώφελα, αλλά αυ τός που υποφέρει. Στην τέταρτη στροφή ο αφηγητής έχει πια συ νειδητοποιήσει την αδυναμία του να σταματήσει το χρόνο ανθρώπινα, αλλά και τη δύναμή του να ξεπεράσει το χρόνο με την τέχνη. ΓΤ αυτό προκαλεί το χρόνο, κρατώντας την απόσταση του πα ρατηρητή: «Ας περάσουν οι μέρες ας περάσουν οι εβδομάδες». Το ποίημα κλείνει με τη λέξη παραμένω που δεί χνει ότι ο αφηγητής έχει αποδεχτεί τη ρευστότη τα της ζωής καθώς και τη μονιμότητα της συνεί δησής του, που συλλαμβάνει το πέρασμα του νε ρού, του χρόνου και των ανθρώπινων αισθημάτων. Ο αφηγητής γίνεται ποιητής, γίνεται η γέφυρα που παραμένει για να παρατηρεί το χρόνο που περνά και τους έρωτες που χάνονται. Το εγώ της τελευ ταίας επωδού δεν είναι πια, όπως τις τρεις πρώ τες φορές το εγώ του αφηγητή-ερωτευμένου, αλ λά το εγώ του αφηγητή-δημιουργού. Στις τρεις πρώτες στροφές το εγώ διαλύεται σε τρεις διαφορετικές λειτουργίες της ψυχής: παρα τηρεί, αντιστέκεται, υποφέρει. Στην τέταρτη στρο φή το εγώ επανασυντίθεται για να ξεπεράσει τις πρηγούμενες καταστάσεις του. Γίνεται αόριστο τό σο που δεν ξέρουμε αν ταυτίζεται με το ποίημα ή με κάποιον παρατηρητή που αποστασιοποιείται α πό τις περιστάσεις και ενώνεται με τον μα κρόκοσμο. Από την πρώτη κιόλας στιγμή το εγώ είχε με-
68/αφιερωμα γαλύτερη συγγένεια με τον μακρόκοσμο από ό,τι με τον άνθρωπο, γιατί ήταν πιο δυνατό και πιο ε πιβλητικό από τη φύση. Κυρίως όμως το εγώ δεν είναι στο τέλος ο άνθρωπος που υποφέρει ή ο Ση κουάνας που κυλά, αλλά η γέφυρα που παραμέ νει σαν μια θεότητα όπως ο εσταυρωμένος του Hu go που πρέπει να είναι το διακείμενο του Απολλιναίρ: Εσείς που είστε περαστικοί, ελάτε σ’ αυτόν, για τί αυτός παραμένει.3 Δεν είναι επομένως η ανάμνηση αυτό που μέ νει, όπως στους ρομαντικούς, αλλά η μετουσίω ση της ανάμνησης σε ποίημα. Το ποίημα είναι μια γέφυρα ανάμεσα στα διαφορετικά εγώ του ανθρώ που, ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα, τη στιγ μή και τη διάρκεια, τη ζωή και την τέχνη. Στην αλχημεία η γέφυρα συμβολίζει τη μετάβα ση, τη μύηση. Στο ποίημά μας έχουμε μετάβαση σε μια άλλη μορφή ζωής, καθώς και την έννοια της γραφής ως μύησης, ως τελετουργίας της μύη σης. Το ποίημα είναι μια τελετουργία μετάβασης από την ανθρώπινη ζωή του ερωτευμένου στη θεϊ κή ζωή του δημιουργού, μια μύηση στα μυστήρια της αιώνιας ζωής που είναι η ποίηση. Κι αυτή η μύηση έγινε χάρη στον πόνο και στη συνειδητοποίηση του βασικού χαρακτήρα της ζωής και του ανθρώπινου που είναι εφήμερα. Μόνο η τέχνη πα ραμένει. το δεύτερο ποίημα κινούμαστε συνεχώς ανά μεσα σε δυο θέματα: τον έρωτα και το φθινο πωρινό τοπίο που αναγγέλλει το χειμώνα, το θά νατο. Είναι αξιοπερίεργο ότι από ένα ερωτικό ποί ημα απουσιάζουν εντελώς ρήματα στο πρώτο ενι κό πρόσωπο. Μόνο στον έβδομο στίχο κάνει ο ρατή την παρουσία του ο αφηγητής: «η ζωή μου». Κι αυτό το εγώ που υπονοείται εμφανίζεται μόνο σε σχέση με το εσύ: «τα μάτια σου». Ο αφηγητής υπάρχει μόνο γιατί υπάρχει το αγαπημένο πρόσωπο. Η έκφραση «τα μάτια σου» χρησιμοποιήθηκε ή δη στο στίχο 5: «τα μάτια σου είναι σαν τούτο το λουλούδι», που ενεργοποίησε το επίθετο μελανό του στίχου 4: το λουλούδι είναι σαν τα μάτια σου.4 Αναδρομικά λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι αφού «τα μάτια σου» είναι τα κολχικά (και τα κολχικά σαν τα μάτια σου), «η ζωή μου» είναι οι αγε λάδες. Γιατί όμως ο αφηγητής να κρύψει μια με ταμόρφωσή του πίσω από ένα θηλυκό σύμβολο; Στην Ινδική μυθολογία οι αγελάδες είναι ψυχοπομποί5. Και πράγματι στο ποίημά μας οι α γελάδες δηλητηριάζονται αργά και κάποια στιγ μή εγκαταλείπουν το φθινοπωρινό τοπίο. Σύμφω να με ένα μελετητή του Απολλιναίρ «η αναχώρη ση των δηλητηριασμένων αγελάδων μπορεί να ερ μηνευτεί ως έκφραση του θανάτου του αφηγη τή».6 Στην τρίτη στροφή οι αγελάδες-ψυχοπομποί ε
Σ
γκαταλείπουν το φθινοπωρινό τοπίο μάλλον για να μπουν στο χειμώνα. Υπάρχει επομένως μετάβα ση μέσα στο χρόνο. Ο αφηγητής όμως εμφανίζε ται με μια άλλη μορφή. Δεν είναι μονάχα το κο πάδι: είναι και ο φύλακας του κοπαδιού. Είναι ο ερωτευμένος που υποφέρει και ο ποιητής που μέ νει χάρη στο ποίημα. Αυτό φαίνεται από το ρήμα τραγουδά π ου μου θυμίζει σχόλια του Απολλιναίρ για την ποιητική δημιουργία. Σε επιστολή του στον Henri Martineau (19 Ιουλίου 1913) γράφει ότι συν θέτει γενικά περπατώντας και τραγουδώντας. Το νίζει ότι στα ποιήματά του μιλά για γεγονότα της ζωής του που τα χαρακτηρίζει θλίψη, και συνεχί ζει λέγοντας ότι έχει όμως και χαρές που τραγου δά. Δεν είναι επομένως αυθαίρετη η εικασία μου ότι το ρήμα τραγουδά μετατρέπει το φύλακα σε ποιητή και τον αφηγητή- ερωτευμένο σε αφηγητήδημιουργό. Στη δεύτερη στροφή εμφανίζονται τα παιδιά που ορισμένοι μελετητές του Απολλιναίρ θεωρούν α πλώς γραφικό στοιχείο του φθινοπωρινού τοπίου: τα σχολεία ανοίγουν το φθινόπωρο. Είναι όμως α ξιοσημείωτο το γεγονός ότι τα παιδιά κόβουν τα κολχικά, όπως οι αγελάδες που τα τρώνε στην πρώτη στροφή και παίζουν φυσαρμόνικα, όπως ο φύλακας που τραγουδά στην τρίτη στροφή. Ο α φηγητής επομένως μεταμορφώνεται σε παιδί: εί ναι ο αθώος που τιμωρείται. Κυρίως όμως η λέξη παιδιά παράγει τη λέξη μρτέρες και κατ' επέκτα ση την πιο σημαντική μορφή του εσύ στο ποίημα: εσύ είσαι τα κολχικά που είναι «μητέρες/ θυγατέ ρες των θυγατέρων τους». Πολλοί μελετητές έχουν ασχοληθεί μ’ αυτή την έκφραση. Ορισμένοι, μεταξύ των οποίων και η Durry,7 πιστεύουν ότι ο Απολλιναίρ περιγράφει το πραγματικό λουλούδι που μοιάζει να γεννά τον ε αυτό του. Κατά τον Coquet,8 η έκφραση έχει κυ κλική δύναμη: οι μητέρες γεννούν τις κόρες που με τη σειρά τους γίνονται μητέρες και γεννούν κό ρες. Ο Renaud πιστεύει ότι η έκφραση έχει διακείμενο στίχο από τη Θεία Κωμωδία («Παράδεισος», άσμα 33): «Παρθένος μητέρα, κόρη του γιού σου».9 Ο Potts ισχυρίζεται ότι η φράση αυτή πε ρικλείει το κλειδί της ερμηνείας του ποιήματος και το συνδέει με διακείμενα από την Αγία Γραφή.10 Ένας από τους πιο διάσημους μελετητές του Απολλιναίρ έθεσε το θέμα στη σωστή προοπτική: «θυγατέρες των θυγατέρων τους» θα μπορούσε να σημαίνει και την κυκλική αναπαραγωγή και μαζί τον κύκλο γύρω από τα μάτια, δηλαδή την αέναο επιστροφή και το αναπόφευκτο της δηλητηριασμέ νης αγάπης. Πιθανόν όμως και να μη σημαίνει τίποτε.11 Κατά τη γνώμη μου, «Θυγατέρες των θυγατέρων τους» θυμίζει την έκφραση «βασιλεύς των βασι λέων», είναι επομένως μια μορφή υπερθετικού βαθ μού. Πρόκειται για δομή που άρεσε στον Απολλιναίρ: αποκαλεί π.χ. τη Βίβλο «το βιβλίο των βι
αφιερωμα/69 βλίων».*12345678902 Η φράση μ; εν να σημαίνει το αιώνιο θηλυκό ή όπως θα έλ ,ε ο Γιουνγκ: κάθε γυναίκα συνεχίζει τη μητέ > της και συνεχίζεται από την κόρη της.13 Εξάλλου ο πολλιναίρ είχε μια πληθώρα από διακείμενα α να παράγει την έκφρασή του. Πα ραθέτω μερικά που μου έρχονται στο νου: «πατέ ρες που είναι γιοι των γιών τους» (Οιδίποδους τύ ραννος, στ. 1403, «Η Τσίλα... κόρη των γιών της» (Hugo, Η παράδοση των αιώνων, «Η Συνείδηση»), «αηδιαστικός Φοίνικας, γιος και πατέρας του ε αυτού του» (Baudelaire, Τα άνθη του κακού, «Οι επτά γέροι»). Κι ένα μετα-κείμενο: «Είμαι η μητέ ρα μου και το παιδί μου σε κάθε σημείο της αιω νιότητας» (Eluard, Αδιάκοπη ποίηση). Είναι επίσης σημαντικό ότι στις μυητικές ιερο τελεστίες η έκφραση «πατέρας του πατέρα» ση μαίνει τη σύμπτωση του συμβολικού θανάτου του παιδιού και της ανάστασης του νεκρού προγό νου.1415 «Μητέρες/ θυγατέρες των θυγατέρων τους» μπορεί επομένως να σημαίνει το θάνατο της αγα πημένης και την ανάσταση της αρχετυπικής μη τέρας, της Μήδειας, που κατάγεται από την Κολχίδα όπως και τα κολχικά. Η γυναίκα έτσι θεο ποιείται ως πνεύμα του κακού. «Μεγάλα μάτια... κολχικά... τα μάτια της Ίσιδας». Θα γράψει ο Μπρετόν στον Τρελό Έρωτα.'5 Στα «Κολχικά» τα βλέφαρά της, όπως πριν τα μάτια της, ταυτί ζονται με το δηλητηριώδες λουλούδι, το «άνθος του κακού», και χτυπάνε σαν παράθυρα στον τρε λό άνεμο. Ο αφηγητής δεν μπορεί άλλο ν’ αντέξει. Αφήνει το ερωτευμένο εγώ του να φύγει μέσα στο χειμώνα, και, ως δημιουργός πια, το ακολου θεί από απόσταση. Στα δυο ποιήματα η εμπειρία του άτυχου έρω τα οδηγεί τον αφηγητή στην ανεύρεση του δημιουρ γικού εγώ του καθώς και στη διαπίστωση ότι μό νο ως ποιητής μπορεί να ξεφύγει από την ανθρώ πινη κατάσταση και να περάσει σε μια άλλη, α νώτερη μορφή ζωής. Ο αφηγητής, όσο κι αν εμπνέεται από πραγματικούς έρωτες, δεν είναι το άτομο, Ο Γκιγιώμ, που γνωρίζουμε από τις βιογρα φίες, αλλά ο ποιητής, ο Απολλιναίρ, που με την ιδιοφυία του μετατρέπει τον πόνο σε μύθο. Παραθέτω, χωρίς σχόλια, τρία μικρά αποσπά σματα από το ποίημα «Ακολουθία»: Μια μέρα μια μέρα περίμενα τον εαυτό μου μου έλεγα Γκιγιώμ καιρός είναι νάρθεις για να γνωρίσω επιτέλους αυτόν που είμαι εγώ που γνωρίζω τους άλλους (...) Μια μέρα μια μέρα περίμενα τον εαυτό μου μου έλεγα Γκιγιώμ καιρός είναι νάρθεις και με λυρικό βήμα προχωρούσαν αυτοί που αγαπώ
μα ανάμεσά τους δεν ήμουνα (...) Η ακουλουθία περνούσε κι έψαχνα εκεί το σώμα μου όλοι αυτοί που κατεύθαναν και δεν ήταν ο εαυτός μου έφερναν ένα ένα τα κομμάτια του εαυτού μου μ ’ έχτισαν λίγο λίγο όπως ανεγείρουν έναν πύργο οι λαοί μαζεύονταν κι εμφανίστηκα εγώ πού με είχαν φτιάξει όλα τα σώματα κι όλα τ ’ ανθρώπινα πράγματα.
Η Ζακλίν Απολλιναίρ (Σχέδιο Μαρκονσίν) Σημειώσεις 1. Βλ. Jean-Bertrand Barrere, Le regard d'Orphie ou I 'echange poetique, Παρίσι, Soci£t6 d Edition d'enseignement superieur, 1977, σ. 249. 2. Βλ. Hans Puls, "Le Pont Mirabeau de Guillaume Apollinaire", Die Neueren Sprachen 22 (1973), σ.370. 3. Victor Hugo, Les Contemplations, III, 4 4. Βλ. Michel Deguy, "Encore une lecture des 'Colchiques’ ou un poeme de 'apophonie», Poetique 20 (1974), σ. 455. 5. Jean Chevalier - Alain Gheerbrant, Dictionnaire des symboles, Παρίσι, Seghers, 1974, "Vache". 6. Peter Frohlicher, "Le Brasier" d'Apollinaire: lecture s6miotique,'Παρίσι, Lettres Modernes, 1983 σ.93 7. Marie-Jeanne Durry, Guillaume Apollinaire, Παρίσι, Sedes, 1979, τόμος 2 σ. 153 8. Jean-Claude Coquet, Semiotique litteraire, Παρίσι, Delarge, 1973, σ. 127. 9. Rhilippe Renaud, Les Trajets du Phenix, Παρίσι, Lettres Modernes, 1983, σ. 64. 10. D.C. Potts, "The Interpretation of Apollinaire's 'Les Col chiques’», French Studies 26 (1972), σσ. 430-433. 11. LeRoy C. Breunig, Guilaume Apollinaire, Νέα Υόρκη, Columbia University Rress, 1969, σ. 17. 12. Βλ. Anecdotiques 16 Νοεμβρίου 1917. 13. C.G. Jung - Ch. Kirinyi, Introduction a I' essence de la mythologie.net. H.E. Del Medico, Παρίσι, Payot, 1974,233. 14. Βλ. Andre Green, Un oeilen trop, Παρίσι, Minuit, 1969, σ.277. 15. Andre Breton, L 'Amour fo u ,Παρίσι, Gallimard, 1975, σ. 50.
70/αφιερωμα
Μαρίκα Θωμαδάκη
Σημειωτική ανάγνωση ενός σουρρεαλιστικού δράματος: Οι μ α σ το ί του Τειρεσία
του Απολλιναίρ Οι σουρρεα λιστές δ εν αγάπησαν γενικά το θέατρο, ούτε ως ιδ εολογική έκ φραση, ούτε ως αισ θητική απόλαυση, αλλά ούτε και ως αντανάκλαση των δο μώ ν της κοινωνίας. Είναι γνωστό ό τι ο κινη ματογράφος αντιπροσώπευε γι ’ αυ τούς όλα όσα αναζητούσαν μέσα από τη δύναμη της εικόνα ς και των κα λ λ ιτε χνικώ ν μεταμορφώ σεω ν.1 Το θέατρο υπήρξε γ ι’ αυτούς συνώνυμο μιας κα λ λ ιτεχ ν ικ ή ς παράδοσης, την οποία προτιμούσαν να α γνοούν ή και να απορρί πτουν. Για τους σουρρεαλιστές «το θέατρο είνα ι θεσμός που πρέπει να κα τα στραφεί».2 ντούτοις, το όνομά του, το κίνημα του σουρρεαλισμού, το οφείλει σε ένα μικρό δράμα, με δύο πράξεις, του Γκιγιώμ Απολλιναίρ, τους «Μα στούς του Τειρεσία». Ό ταν στις 24 Ιουνίου 1917, στο θέατρο Rene Maubel, ανέβηκε για πρώτη φο ρά αυτό το μικρό έργο του Απολλιναίρ, έκανε ε ντύπωση και αίσθηση η απόλυτη απομάκρυνσή του από το νατουραλισμό που κυριαρχούσε στο θέατρο μέχρι εκείνη τη στιγμή. Η δομή του έργου, η γλώσσα που χρησιμοποιείται, το θεματικό πλαί σιο, ακόμα και η διάχυτη αλλά έντονη ποίηση που αποπνέει το έργο, αποτελούν ανατρεπτικά στοι χεία, σύμφωνα με τις μετέπειτα διακηρύξεις των πρωτεργατών του κινήματος. Βάσει των αρχών του σουρρεαλισμού ο δημιουρ γός προβάλλει την καθαρή σκέψη, την απαλλαγ μένη από κάθε έννοια λογικής που συσκοτίζει την πεμπτουσία των πραγμάτων και οδηγεί σε εσφαλ μένες ηθικές και αισθητικές αναζητήσεις. Ο Απολλιναίρ στους «Μαστούς του Τειρεσία», εφαρμόζο ντας την ανατρεπτική ιδεολογία του σουρρεαλισμού, πριν ακόμα δρομολογηθεί και καταγραφεί ως θεωρία στο Μανιφέστο (1924) του κινήματος, μένει, μολαταύτα, προσκολλημένος στο ευαίσθητο ρομαντικό κλίμα, στον κόσμο της ποίησης του Ζεράρ ντε Νερβάλ. Ο θεατρικός του λόγος αναδίδει ένα βαθύ συναίσθημα αυθορμητισμού και ειλικρί νειας που στοιχειοθετούνται από λυρικά ποιητικά στοιχεία, τα οποία δημιουργούν μία, στην ουσία, μελαγχολική θεατρική ατμόσφαιρα.
Ε
Με τον σκοπό να διακωμωδήσει υπάρχουσες κοινωνικές καταστάσεις και φθίνουσες αλήθειες, ο Απολλιναίρ καταφεύγει στην παρωδία, στον α σύνδετο λόγο και στην υπερπραγματικότητα που αγγίζει τα όρια του υπερβατικού, ενώ προβλημα τίζει ως προς τη χρησιμοποίηση συμβόλων που α νήκουν στη σφαίρα του ονείρου και, συχνά, στον παράδοξο κόσμο του επίμονου εφιάλτη. Παραταύτα, ο Απολλιναίρ γράφει το έργο του για συγκε κριμένους λόγους, τους οποίους του υπαγόρευσαν γεγονότα ιστορικά και κοινωνικά. Αν και, όπως αναφέρεται στον πρόλογο, το έργο γράφτηκε το 1903, συμπληρώθηκε όμως και αναπαριστάθηκε μέσα στον αναβρασμό του Μεγάλου Πολέμου. Το γεγονός αυτό καθιστά τους Μαστούς του Τειρε σία έργο μαρτυρίας και, κατά κάποιο τρόπο, δια μαρτυρίας. Οι αναφορές στον πόλεμο, στα χαρα κώματα και στα κοινωνικά επακόλουθα όλων αυ τών των συνταρακτικών συγκρούσεων του μετώ που, προσδίδουν στο μικρό αυτό δράμα διαστά σεις σημαντικά μεγάλες που θα μπορούσαν να το χαρακτηρίσουν ως οριακό. Όμως ο Απολλιναίρ φαίνεται να διασκεδάζει με τις περιπέτειες του πο λέμου τον οποίο μάλιστα αντιμετωπίζει με ανάμι κτα συναισθήματα δέους και θαυμασμού. Στον πρόλογο του έργου, το δρων πρόσωπο, ο «Θιασάρχης», χρησιμοποιώντας καθαρά ποιητικό ύφος, μι λά με στόμφο για την περίοδο που πολεμούσε στα χαρακώματα:
αφιερωμα/71 I.
Απολλιναίρ (Σχέδιο Πικάσσο)
«Ύστερα ήρθε ο καιρός της αντρειοσύνης ο καιρός Κι έτσι πολέμησα κι εγώ όπως και όλοι οι άντρες»3 Είναι, εξάλλου, γνωστός ο ενθουσιασμός με τον οποίο ο Απολλιναίρ πήγε να πολεμήσει στο γαλ λικό μέτωπο· το πρόσωπο του «Θιασάρχη» μπο ρεί εύκολα να ταυτιστεί με τον ίδιο το συγγραφέα. Κύριο θέμα του έργου είναι το πρόβλημα της αραίωσης του γαλλικού πληθυσμού, ήδη αμέσως με τά τις πρώτες συγκρούσεις του πολέμου. Οι «Μα στοί του Τειρεσία» παρουσιάζουν βέβαια το δημογραφικό πρόβλημα με ιδιάζοντα τρόπο: Ο συγγρα φέας καταφεύγει στην παρουσίαση δρωμένων και δρώντων πέρα από κάθε κοινής λογικής αποδο χή καταστάσεων και προσώπων. Οι ήρωες του έρ γου ζουν μέσα σ’ ένα κόσμο τον οποίο ο δημιουρ γός του (ο συγγραφέας δηλαδή) βλέπει, ως ένα βαθμό, από την ανάποδη. Ο υπερρεαλισμός του Απολλιναίρ έγκειται στη στοιχείοθέτηση μιας σχεδόν εξωπραγματικής αττμόσφαιρας όπου το μετωνυμικά επεξεργασμένο και δοσμένο έτσι στοιχείο, αντικατοπτρίζει μιαν εξωλογική αληθοφάνεια που περιέχει στον εσώτα το πυρήνα της την αντιπαράθεση. Συγκρουόμενες δυνάμεις είναι η φύση και η αντιφύση, σε μια πρώ τη ανάγνωση.
Κοινωνιολογική σημειωτική4
Η κοινωνιοσημειωτική μελέτη του έργου μάς ο δηγεί, καταρχήν, στη διάγνωση της σφοδρής σύ γκρουσης ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι φεμινιστικές θέσεις του συγγραφέα εμφανίζονται υπερτονισμέ νες μέσα από τις καταστάσεις που πλάθουν τα δρώντα πρόσωπα καθώς διανύουν την τροχιά του διαχρονικού μύθου και προβάλλονται ως υπερ πραγματικές λειτουργίες μιας αμετακίνητης και συνάμα εξελίξιμης πραγματικότητας. Ο φεμινι σμός στους «Μαστούς του Τειρεσία» είναι απότοκο της λειψανδρίας που επέφερε ο πόλεμος, με αποτέλεσμα την ενδυνάμωση του γυναικείου πλη θυσμού και την αναπόφευκτη τάση αντιπαλότη τας ανάμεσα στα δύο φύλα. Ο Απολλιναίρ βλέπει την πάλη των φύλων με σατιρική διάθεση, όπως άλλωστε και το δημογραφικό πρόβλημα που προέκυψε από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στη γαλλική κοινωνία. Μέσα από το μικρό του έργο - διαμαρτυρία, ο συγγραφέας καυτηριάζει παράλ ληλα την επαγγελματική εκμετάλλευση και την ε πέμβαση της εξουσίας στο οικογενειακό πλέγμα. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στο έργο του Απολλιναίρ, η Τερέζα αποποιείται τη γυναι κεία της φύση, αποκτά ανδρικές εξουσίες (και ι διότητες ώς ένα σημείο), ενώ ο άνδρας της γεννά παιδιά, πάρα πολλά παιδιά που έχουν πατέρα τους το χωροφύλακα. Γύρω από το συγγραφέα, η με ταπολεμική κοινωνία, όπου ζει, αιμορροεί και τα πολλαπλά μέτωπα προβλημάτων, ζητούν επιτα κτικά την ανεύρεση λύσεων. Ο Απολλιναίρ, πιστεύει ότι, γράφοντας το έργο αυτό, συμβάλλει στην επίλυση του δημογραφικού προβλήματος.5 Όμως, μέσα από τους «Μαστούς του Τειρεσία», οι λύσεις που προτείνονται αγγίζουν μόνο τη συγκεκριμένη θεατρική αισθητική, όπως αυτή εμφανίζεται στον κωμικοτραγικό λόγο του έργου και στη σουρρεαλιστική παρουσίαση του μύθου. Η κοινωνιοσημειωτική μελέτη του έργου μας ο δηγεί στο γνωστό «σχέδιο δράσης» του Greimas, όπως το επεξεργάστηκε και το εφάρμοσε στο θε ατρικό κείμενο η Anne Ubersfeld:
72/αφιερωμα
Πηγή δράσης (ΔΙ) Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος λειψανδρία Φεμινισμός (Χειραφέτηση της Δράστης (S) ^ Τερέζα
Χειραφέτηση και ανεξαρτητοποίηση της γυναίκας Αντίδραση συζύγου Συμπαραστάτης (Ad.) Εξουσία Σουρρεαλισμός Θεατρική σύμβαση
Αντίπαλος (Ορ) Κοινή λογική Ορθολογισμός Νατουραλισμός
Στο ανωτέρω σχήμα, παρατηρούμε ότι το κοι νωνικό πλαίσιο είναι εκείνο που υπαγορεύει στον συγγραφέα την, εκ πρώτης όψεως, παράλογη κοι νωνία ίου σουρρεαλιστικού του δράματος. Πηγή δράσης έΐναι η διαμορφωθείσα στα 1917 γαλλική κοινωνία που επεκτείνεται και ανακλάται μέσα στον παραμορφωτικό καθρέφτη της φανταστικής κοινωνίας του έργου. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πό λεμος οδηγεί σ’ έναν πικρό απολογισμό της αν θρώπινης ύπαρξης και στην παράλογη θεώρηση των καταστάσεων και της καθολικής συμπεριφο ράς του ατόμου. Πηγή δράσης είναι επίσης η λει ψανδρία, αποτέλεσμα της αιματοχυσίας του πο λέμου, ως και η έννοια του φεμινισμού που προ έρχεται από τη χειραφέτηση της γυναίκας. Η γαλ λική κοινωνία, μετά τις πρώτες εκατόμβες, δια μορφώνεται βάσει του γυναικείου πληθυσμού, ο ο ποίος έχοντας στο εξής την αριθμητική υπεροχή, χειραφετείται και δρομολογεί την πλήρη, ας πού με, ανεξάρτητοι οίησή του από το ανδρικό φύλο. Οι γυναίκες καταλαμβάνουν θέσεις τις οποίες, πριν από τον πόλεμο, κατείχαν και μονοπωλού σαν οι άνδρες, ενώ, αντιλαμβάνονται, με την πά ροδο του χρόνου, ότι «τα καταφέρνουν» κάλύτερα από αυτούς. Η συνειδητοποίηση εκ μέρους των γυναικών των ανεξάντλητων δυνατοτήτων τους και, πολύ συχνά, της αισθητής υπεροχής τους έ ναντι των ανδρών, στο ποιοτικό επαγγελματικό επίπεδο, αποτελεί, στην ουσία, τον πυρήνα γέννη σης του φεμινιστικού κινήματος. Στους «Μαστούς του Τειρεσία», ο φεμινισμός του συγγραφέα, είναι το υπόβαθρο πάνω στο οποίο σχηματοποιείται η συνολική πλοκή του έργου. «Ευεργετούμενος», στην προκειμένη περίπτωση, είναι η κοινωνία, στη βελτίωση της οποίας απο
βλέπει η δράση των χειραφετημένων γυναικών. «Δράστης» του έργου είνα η Τερέζα, η κεντρική ηρωίδα που μεταμορφώνεται σε άνδρα και που φέ ρει την ευθύνη του «δρώμενου» στο οποίο πρωτα γωνιστεί ο «Σύζυγος». Επομένως, η δράση της Τερέζας έχει ως αντίποδα την αντίδραση του συζύ γου που «μεταμορφώνεται» σε γυναίκα για να γεν νήσει παιδιά, επωμιζόμενος το ρόλο της μητέρας. «Συμπαραστάτης» του «Δράστη» είναι, κατά έ ναν τρόπο, ο χωροφύλακας που εκπροσωπεί την εξουσία και την τάξη. Ο δρων αυτός επιβάλλει, ώς ένα βαθμό, τον ρυθμό εξέλιξης της δράσης, Η πα ρουσία του αμβλύνει και τελικώς καταλύει το φράγμα αλληλοεξάρτησης των δύο φύλων, στο πε δίο της γενετήσιας δραστηριότητας. Ο χαριστικός, αυθαίρετος χαρακτήρας της παρουσίας του χωρο φύλακα, εκφράζει την επιθυμία τού συγγραφέα να δείξει, με τη βοήθεια μιας παράδοξα ποιητικής υπερπραγματικότητας, την επέμβαση των δυνάμε ων της εξουσίας στο κοινωνικό περιβάλλον. Ο σουρρεαλισμός επιτρέπει στο συγγραφέα να κινηθεί ποιητική αδεία και, στηριζόμενος στη θε ατρική σύμβαση, να εμφανίσει τον κόσμο των δρώντων του με τρόπο ώστε έτσι να καύτηβιάζεται η υπερβολή και να διαπομπεύονται οι μηχανι σμοί εκείνοι (επί το πλείστον πολιτικοί) που πα ρασύρουν τα έθνη σε επικίνδυνες συρράξεις και αι ματοκυλίσματα. Ο χωροφύλακας, ως εκπρόσω πος της τάξης, γελοιοποιείται και «καταργείται» από τον συγγραφέα. «Αντίπαλος» δρων του «σχεδίου δράσης» του έργου είναι η «Κοινή λογική» και ο «Ορθολογι σμός» που αντιτίθενται στις παράλογες ενέργειες της Τερέζας. Άλλωστε, οι έννοιες αυτές αποτε λούν σταθερές που εμφανίζουν τη σουρρεαλιστική υπόσταση του έργου ως φιλοσοφική και αισθη τική απομάκρυνση από τη νόρμα. Κατά την ίδια έννοια, ο υπάρχων νατουραλισμός στη θεατρική έκφραση, αντιπαραθέτει τον σουρρεαλισμό του έρ γου προς ό,τι συνήθιζε να βλέπει, μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο θεατής. Ο νατουραλισμός δρα ως Αντί παλος δρων της Τερέζας, αλλά και της εν γένει αισθητικής και εννοιολογικής φόρτισης των δρω μένων. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ό τι Νατουραλισμός και Σουρρεαλισμός αλληλοσυγκρούονται και βάλλουν αμφότεροι κατά του συ στήματος αξιών που επιβάλλει η Πηγή δράσης. Άρα, στο επίπεδο του ρεαλιστικού - πρακτικού α ποτελέσματος, τα δύο, κατά βάση, αντίπαλα ρεύ ματα, συγκλίνουν. Το παράδοξο αυτό πόρισμα προβληματίζει και οδηγεί τον αναγνώστη / θεατή ενός έργου, όπως οι «Μαστοί του Τειρεσία», στην αναθεώρηση ιδεών και ιδεολογιών που σχετίζο νται με την τέχνη του θεάτρου ως παλμογράφου της ιστορικής και ανθρωπολογικής θεώρησης της κοινωνίας. Η αντίδραση του Συζύγου της Τερέζας θα μπο ρούσε να μελετηθεί κοινωνιοσημειωτικά μέσα α-
αφιερωμα/73 πό το παρακάτω σχέδιο δράσης στο οποίο μας πα ραπέμπει η σημειολογική ανάγνωση 7 του έργου: Πηγή δράσης (Δ1) Διαιώνιση του είδους
Ευεργετούμενος (Δ2) Κοινωνία
Ν /
Δράστης (S) Σύζυγος
1
Δρώμενο (Ο) Γέννηση παιδιών και επαγγελματική εκμετάλλευσή τους Συμπαραστάτης (Ad) Σουρρεαλισμός Θεατρική σύμβαση
^Αντίπαλος (Οπ) Κοινή λογική Ορθολογισμός Νατουραλισμός
Στο σχήμα αυτό ο Δράστης (Σύζυγος) είναι ε κείνος που υποκινείται από την επιτακτική ανάκη διαιώνισης του είδους. Παρατηρούμε ότι η διαιώνιση του είδους δεν υπαγορεύεται από το α μιγές ένστικτο, αλλά από τις τρέχουσες, επείγου σες ανάγκες της συγκεκριμένης κοινωνίας που α νακλάται στο έργο. Το ένστικτο λειτουργεί με γνώ μονα την αριθμητική αποκατάσταση του πληθυ σμού και έτσι, το ρεαλιστικό ζητούμενο μετατρέπεται σε υπερρεαλιστικό. Η πηγή δράσης του σχήματος, ως δύναμης υ ποκίνησης, επιδρά άμεσα επί του Δράστη (Σύζυ γος) που, με τη σειρά του, προσανατολίζει τη δρά ση προς το Δρώμενο, δηλαδή τη Γέννηση παιδιών, σκοπεύοντας στην ικανοποίηση του «Ευεργετού μενου», δηλαδή της κοινωνίας. Η γέννηση των παιδιών, εξάλλου, στοχεύει επίσης, σύμφωνα με τις μαρτυρίες που παρέχει το κείμενο του έργου, στην επαγγελματική εκμετάλλευση κάθε παιδιού που θεωρείται από τον Σύζυγο/μητέρα (->■ πατέ ρα) ως πηγή ενέργειας και εργατικού δυναμικού. Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος, σχετικά με αυ τό το ευαίσθητο θέμα του έργου, ανάμεσα στο Σύ ζυγο και τον Δημοσιογράφο που τον επισκέπτεται: Ο Δημοσιογράφος: Δίχως αμφιβολία είστε πλού σιος. Ο Σύζυγος: Κάθε άλλο. Ο Δημοσιογράφος: Και τότε πώς θα τ’ ανα θρέψετε; Ο Σύζυγος: Αφού τα μεγαλώσω με το μπιμπερό ελ πίζω πως εκείνα θα με τρέφουν. Πιο κάτω ο Σύζυγος γίνεται σαφέστερος: «Βλέπετε τούτο το μικρό που μες στην κούνια του κοιμά ται. Τον λεν Αρθούρο και ήδη μου ’χει αποφέρει
ένα εκατομμύριο σαν προαγοραστής γιαουρτιού». Επομένως, το δημογραφικό πρόβλημα στη Γαλ λία της εποχής του Απολλιναίρ, διακωμωδείται α πό τον συγγραφέα ο οποίος επιχειρεί μια παρωδία προπαγάνδας υπέρ των γεννήσεων.8 Δρώντες, που επιτρέπουν την ενέργεια του Δρά στη, είναι η υπερρεαλιστική κατάσταση των πραγ μάτων, κατάσταση που υπόκειται στον γενικό έ λεγχο της θεατρικής σύμβασης. Και για το σχή μα αυτό, ισχύει ό,τι και για το προηγούμενο σχετικώς με την υφή του Αντίπαλου - Δρώντος: Η κοι νή λογική, ο ορθολογισμός και η αισθητική του να τουραλισμού, αποκρούουν τις φιλοσοφικές και αι σθητικές θέσεις του συγγραφέα. Επομένως, ο σουρρεαλισμός συγκρούεται με τις εν λόγω έν νοιες, για να καταλήξουμε και πάλι στο, εκ πρώ της όψεως παράδοξο, συμπέρασμα του προβλη ματισμού του αναγνώστη/θεατή. Στο σχήμα της αντίδρασης του Συζύγου μπορούμε επίσης να α ναφέρουμε, ως πηγή δράσης, τον πρώτο παγκό σμιο πόλεμο και τη λειψανδρία που «κατασκευά ζουν» τη διαιώνιση του είδους. Το πανίσχυρο έν στικτο της γενετήσιας ορμής καταλήγει να εμφα νίζεται, στο έργο, ως επίκτητη ιδιότητα και μάλι στα, ως ευκαιριακή δραστηριότητα του συνειδη τοποιημένου πολίτη που συμβάλλει, κατ’ αυτό τον τρόπο, στη λύση του δημογραφικού προβλήματος της πατρίδας του. Προβλήματα, όπως εκείνα της σύγκρουσης α νάμεσα στα δύο φύλα, της μείωσης του γαλλικού πληθυσμού μετά τον πόλεμο, της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού και της επαγγελματικής εκ μετάλλευσης, σχηματοποιούνται, αναζητώντας λύσεις μέσα από δαιδαλώδεις υπόγειες διαβάσεις. Αυτές ξεκινούν από απλές διαπιστώσεις και κα ταγραφές φαινομένων, για να καταλήξουν στη σουρρεαλιστική μορφή απόδοσης μιας αιχμηρής κοινωνικής φιλοσοφίας που αναλύει τη βιολογική και μεταβιολογική υπόσταση του ανθρώπου, στα πλαίσια μιας ανθρωπολογικής/κοινωνιολογικής θεώρησης του πολιτισμικού είναι και φαίνεσθαι.
II.
Ψυχαναλυτική σημειωτική
Η μέθοδος αυτή επιτρέπει να παρακολουθήσου με τις παραμέτρους εκείνες που οδηγούν από το έργο στον συγγραφέα και από τον συγγραφέα στο έργο. Ό πω ς επισημαίνει η Ζωή Σαμαρά, στο ίδιο το έργο του συγγραφέα, η ψυχαναλυτική μελέτη εντοπίζει «ψυχολογικά φαινόμενα, τις σχέσεις των προσώπων μεταξύ τους και με την κοινωνία ή το σύμπαν και κυρίως εξετάζει το θέατρο ως την άλ λη σκηνή, πάνω στην οποία το εγώ, το υπερεγώ και το εκείνο δίνουν μια συνεχή πάλη».9 Στην πε ρίπτωση του σουρρεαλιστικού θεάτρου, οι πληρο φορίες που μας δίνονται, μέσω τής ψυχαναλυτικής μεθοδολογικής προσέγγισης, είναι άφθονες, άκρως ενδιαφέρουσες και καθοριστικές, ώς ένα
74/αφιερωμα βαθμό, της εξελικτικής πορείας του εσωτερικού μύθου σε σχέση με τις εξωτερικές «μυθολογίες» που περιβάλλουν το συγγραφέα. Το σουρρεαλιστικό θέατρο γίνεται αυτή τη φορά, ο «παραμορφω τικός καθρέφτης» της ψυχολογικής υπόστασης του δημιουργού. Παρακολουθώντας την εξέλιξη του έργου, από την αρχή μέχρι το τέλος, έχουμε την εντύπωση ότι παρακολουθούμε δρώμενα που ανήκουν στον κό σμο του ονείρου και δη του εφιάλτη. Ο ποιητής Απολλιναίρ αποκαλύπτεται ως ένας πικρός, απο γοητευμένος φιλόσοφος, σύγχρονος ανθρώπων που έχουν πλέον χάσει την πίστη στον εαυτό τους. Ο κόσμος των δρώντων στους «Μαστούς του Τει ρεσία» βαδίζει προς τα αβυσσαλέα βάθη του υποσυνειδήτου10 αναζητώντας σχεδόν με μανία, μια κάποια λύση, την καθαρτική λύτρωση από συμπλέγματα. Στο ονειρικό περίγραμμα των δρω μένων, βρίσκουμε ορισμένα έντονα χαρακτηριστι κά του σουρρεαλισμού: «Ναρκισσισμός, ρομα ντισμός, αφαίρεση, στέρηση, νεύρωση». Εξάλλου, ο σουρρεαλιστής είναι «διονυσιακός, αντιμοραλιστής, σαδιστής, μανιακός, επαναστατημένος, υ λιστής».11 Η ψυχαναλυτική σημειωτική δημιουργεί για κά θε θεατρικό πρόσωπο, ένα σημειωτικό σύστημα που συγκλίνει ή αποκλίνει από το σύστημα των άλ λων δρώντων του έργου. Οι σχέσεις μεταξύ τους υπόκεινται στην επιρροή του ψυχισμού τού συγ γραφέα, αλλά και εκείνου που προσπαθεί να ερ μηνεύσει το έργο και να διατυπώσει τις κρίσεις του. Οι κεντρικοί ήρωες της φαρσοκωμωδίας του Απολλιναίρ, κινούνται στα πλαίσια που χαράσσει η ψυχολογία της εξουσίας και η ψυχολογία του κε φαλαίου. Η Τερέζα μεταμορφώνεται σε Τειρεσία. Η σχέση της με το νέο αυτό σημειακό πλέγμα, αν δρικής υφής, δημιουργεί ένα θεατρικό πρόσωπο αμφιλεγόμενο και εφιαλτικό. Το νέο πρόσωπο, ο Τειρεσίας είναι ένα ον μεταξύ άνδρα και γυναίκας, ένα ερμαφρόδιτο σύμπλεγμα, που θυμίζει αρκετά το πλατωνικό ανδρόγυνο. Αναρρωτιέται κανείς κατά πόσο θα ήταν εσφαλ μένο το συμπέρασμα, σύμφωνα με το οποίο σουρρεαλισμός και υπεριδεαλισμός συμπίπτουν ση μειωτικά, ενώ είναι γνωστό ότι τα δύο συστήμα τα είναι κατά βάση αντίθετα.12 Ωστόσο, το ση μειωτικό σύστημα της Τερέζας, εξεταζόμενο από τη χρονική εξελικτική του πλευρά, περιλαμβάνει σημεία ανδρικά που υπάρχουν δυνάμει στον ψυ χισμό της Τερέζας ή που δημιουργούνται κάτω α πό την επίδραση της ψυχολογίας της εξουσίας. Με άλλα λόγια, η Τερέζα αποκτά βαθμιαία δύναμη τέ τοια, που της επιτρέπει να σκέπτεται την εξουσία, η οποία ως σύστημα την γοητεύει. Έτσι, κάποια στιγμή, τα σημεία που συνθέτουν το σημειακό σύ νολο της Τερέζας θα συμπέσουν με τη σημειακή σύνθεση της εξουσίας. Άλλωστε, το νέο πρόσω πο, μετά τη μεταμόρφωση, δηλαδή ο Τειρεσίας,
εξακολουθεί να φέρει μέσα του, αλλοιωμένα βέ βαια, τα στοιχεία της πρώην γυναικείας του υπό στασης. 13 Από τη μεριά του, ο Άνδρας Σύζυγος υφίσταται την ψυχολογία του κεφαλαίου. Προοδευτικά επηρεάζεται και εκείνος από το κεφάλαιο, μετά τη «μεταμόρφωσή» του σε γυναίκα-μητέρα. Όταν η Τερέζα μεταμορφώνεται σε Τειρεσία, αποποιού μενη την κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά ευάλω τη γυναικεία της φύση και το κατ’ εξοχήν ιδιαίτε ρο χαρακτηριστικό της γνώρισμα, τη μητρότητα, ο άνδρας, υποχείριο πλέον της κοσμοθεωρίας της Τερέζας/Εξουσίας, υποχρεούται να υποκύψει στην αναγκαιότητα της απόκτησης παιδιών. αρ’ όλα αυτά, στο σημειωτικό σύστημα του άνδρα, τα παιδιά συμβολίζουν την οικονο μική άνθιση. Με βάση, λοιπόν, την ψυχολογία του κεφαλαίου ο άνδρας-μάνα προδιαγράφει ήδη, α πό τη στιγμή της γέννησής τους, το περίγραμμα και την τακτική της εκμετάλλευσής τους. Αν α νατρέξουμε στους μύθους, που είναι τα ίδια τα αρ χέτυπά μας, διαπιστώνουμε ίσως, ότι ο μύθος του Κρόνου που τρώει τα παιδιά του, βρίσκει εδώ μια πολύπλοκη, όσο και παράδοξη εφαρμογή: Ο Σύ ζυγος γονιμοποιείται σαν γυναίκα από τον Χωροφύλακα/Εξουσία-Τάξη, χωρίς όμως να μεταμορ φώνεται πραγματικά σε γυναίκα. Επομένως, ο άν δρας εφόσον δεν είναι γυναίκα δεν μπορεί να εί ναι μητέρα. Είναι πατέρας. Στο σημείο αυτό, ο φανταστικός θεατρικός ήρωας του Απολλιναίρ, πιεζόμενος από τις καταπιεστικές, ψυχαναγκαστι κές συνθήκες κοινωνικής μαζικής επιβίωσης (ο κόσμος πρέπει να προχωρήσει, ο άνθρωπος πρέ πει να πολλαπλασιάζεται για να υπάρχει η έννοια «κοινωνία»), αναπτύσσει έναν ιδιότυπο μηχανισμό άμυνας που τον αποτρέπει από τη φυσική κατά ληξη στο αδιέξοδο, δηλαδή την αυτοκτονία. Σημειωτέον ότι η αυτοκτονία, στην περίπτωση του «Άνδρα» στους Μαστούς του Τειρεσία, ταυτίζε ται με τη διακοπή των γεννήσεων. Επομένως, σε μια συλλογική θεώρηση της κοινωνικο-ψυχολογικής κατάστασης των ηρώων του έργου,θα μπο ρούσαμε να μιλήσουμε για ομαδική αυτοκτονία. Εντούτοις, ο Απολλιναίρ γράφει φαρσοκωμωδία, γι’ αυτό και ο φιλοσοφικός σουρρεαλισμός του δια σώζει τους ήρωες και την κοινωνία μέσα στην ο ποία τους τοποθετεί. Ο εφιαλτικός κόσμος των τραγικών μεταμορφώσεων και των αφύσικων γεν νήσεων, μετατρέπεται σε κωμικό θεώμενο. Ο θε ατής φεύγει ανακουφισμένος (ίσως και προβλημα τισμένος τελικά) από το θέατρο, εφόσον το κωμι κό υπερίσχυσε του τραγικού και η τελική έκβαση λειτούργησε ως επαναφορά στη νόρμα. Από την αρχική εφιαλτική ατμόσφαιρα περάσαμε σε ένα αμφιταλαντευόμενο στάδιο και καταλήξαμε στη «μετάλλαξη της αγωνίας σε θρίαμβο».14 Στους Μαστούς του Τειρεσία ο θρίαμβος εκφράζεται ως
Π
αφιερωμα/75 κωδικοποιημένη παράμετρος, σχετική με τα υπερ ρεαλιστικά δρώμενα. Εκείνα, αν και εμφανίζον ται κινούμενα από απαισιόδοξες δρώσες δυνάμεις, οδηγούν, μολαταύτα, σε αισιοδοξία, ανιχνεύσιμη, παρά τις δυσκολίες κατανόησης των επιμέρους συμβάντων. Η τάξη πραγμάτων στο ψυχαναλυτικό πλέγμα, ως σημειακού συστήματος του έργου, διαταράσσεται από διαταραγμένους ψυχισμούς και η φύση παρουσιάζεται ως αντι-φύση. Τα «imagos» κάνουν την εμφάνισή τους στο έργο του Απολλιναίρ, υπό το πρίσμα του συγκεχυμένου, του δυσδιάκριτου. Ο διαχωρισμός των φύλων είναι μάλλον ασαφής. Τα γυναικεία χαρακτηριστικά ενός προσώπου το οποίο σημειώνεται ως γυναικείο, έχουν εξαιρετι κά αμβλυνθεί το ίδιο συμβαίνει και με τα ανδρικά πρόσωπα: «Οι γυναίκες είναι πολύ λίγο θηλυκές και οι άνδρες πολύ λίγο αρρενωποί».15
III.
Γλωσσολογική σημειωτική ανάλυση
Στο επίπεδο της γλωσσολογικής ανάλυσης, θα ακολουθήσουμε τον επικοινωνιακό κώδικα, εφό σον το θέατρο, ως επικοινωνιακή τέχνη, επεξερ γάζεται γλωσσικά και παραγλωσσικά σημεία για να μεταδώσει συγκεκριμένο μήνυμα. Η γλωσσική εικόνα που παρουσιάζουν οι «Μα στοί του Τειρεσία» είναι εκείνη μιας «γλώσσας που καταρρέει», σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό της σουρρεαλιστικής γραφής. Παραταύτα, η καταρρέουσα αυτή γλιόσσα φέρει τη σφραγίδα της ποί ησης, της εμπνευσιακής περίστασης που γίνεται αφορμή για ποιητική έκφραση σε υψηλούς τόνους. Ο Απολλιναίρ είναι κυρίως ποιητής και αυτή του η αρετή, δημιουργεί μια γλωσσική κατάσταση που γοητεύει και συχνά ξαφνιάζει. Γιατί, ο Απολλιναίρ ανεβάζει τα αλλοπρόσαλλα γλωσσικά στοιχεία σε σημασιολογικά συντάγματα που αναδεικνύονται σε αυτοδύναμες μορφικές-λεκτικές ενότητες. Στους Μαστούς τον Τειρεσία συναντούμε, κατ’ αρχάς, σημειακό δίκτυο του προλόγου τον οποίο «απαγγέλλει» ο «Θιασάρχης». Σε αυτό, ενδιαφέ ρει να επισημάνουμε τα σημεία εκείνα που σκια γραφούν και χαρακτηρίζουν τη θεατρική τέχνη: «Μικρόπνοη τέχνη του θεάτρου», «Τέχνη δηλητη ριώδη και συκοφαντική», «Ο θίασός μου δεν πρό κειται να σας κουράσει», «Μην ανυπομονείτε θε ατές», «Επιχειρούμε νέο πνεύμα στο θέατρο να εμφυσήσουμε / Μιαν ηδονή μιαν αρετή μιαν ευτυ χία». Στη συνέχεια, ο Θιασάρχης αναφέρεται στο σκηνικό χώρο: «Θέατρο κυκλικό με δυο σκηνές/ Στο κέντρο η μια κι η άλλη να κυκλώνει σαν χαλ κάς». Έπειτα αναφέρεται στον χώρο του έργου: «Το έργο είναι το σύμπαν του / Κι εντός του είναι ο Πλάστης». Παρατηρούμε ότι το γλωσσικό σημειωτικό σύ στημα έχει πομπό τον «Θιασάρχη» και Δέκτη τους υποτιθέμενους θεατές. Μήνυμα είναι η έκθεση των
δρωμένων που θα παρακολουθήσουν οι θεατές. Το θεμελιακό αυτό σχήμα επικοινωνίας έχει και δεύτερο επίπεδο: Ο Θιασάρχης ταυτίζεται με τον Απολλιναίρ (Πομπός) που απευθύνεται στους αναγνώστες/θεατές (Δέκτες) του συγκεκριμένου έρ γου του (Μήνυμα). Προχωρώντας στις πράξεις του έργου, ανιχνεύουμε πολλαπλά γλωσσικά σημειωτικά συστήμα τα, τόσα όσοι είναι οι δρώντες και οι επιμέρους θεματικές. Στο πρόσωπο της Τερέζας έχει καταχωρηθεί ένα είδος λόγου κυρίως αποφατικού: «Ό χι Κύριε σύζυγέ μου Δεν θα μ ’ αναγκάσετε να κάνω αυτό που θέλετε Είμαι φεμινίστρια και δεν αναγνωρίζω των αντρών την εξουσία».'5 ιαπιστώνουμε ότι τα γλωσσικά σημεία «σύζυ Δ γε», «αναγκάσετε», «φεμινίστρια», «αντρών», «εξουσία», αποτελούν υπόβαθρο ενός σημειωτι κού συστήματος που αναφέρεται στη χειραφέτη ση της γυναίκας. Το σύστημα αυτό εμπλουτίζεται και με σημεία συμπληρωματικά, τα οποία εντεί νουν το κλίμα που προϋποθέτει η πορεία προς τη γυναικεία χειραφέτηση. Στο λόγο, λοιπόν, της Τε ρέζας, βρίσκουμε τις εξής ενδεικτικές της κατά στασής της φράσεις: «Θέλω να πολεμήσω, κι όχι να κάνω παιδιά». Το δυναμικό σημείο «πολεμή-
Ο Απολλιναίρ στα Ελληνικά Ζώνη: Μετάφραση: Κλείτος Κύρου. Έκδοση περιο δικού «Νέα Πορεία». Θεσ/νίκη 1962 Ποιήματα: Μετάφραση Ν. Σπάνια. Έκδοση Δε σμός. Χαλκίδα 1964. Ποιήματα: Εκλογή. Μετάφραση Σπ. Τζουβέλη. Εκ δόσεις Ιωλκός. Ένδεκα χιλιάδες βέργες ή οι έρωτες ενός Οσποντάρ: (Μυθιστόρημα) Μετ.: Περικλής Πετρακόπουλος. Έκδ.: Περικλής Πετρακόπουλος. Ποιήματα: Μετάφραση - Πρόλογος: Βερονίκη Δαλακούρα. Εκδόσεις Νεφέλη. Αθήνα 1982. Η καθιστή γυναίκα: Μετάφραση Λύντια Στεφάνου. Εκδόσεις Ερμείας. Οι μαστοί του Τειρεσία: Μετ.: 'Αρης Σφακιανάκης. Εκδόσεις Αιγόκερως 1981,85. Οι κυβιστές ζωγράφοι: Μετ.: Τόνια Μαρκετάκη. Εισαγωγή-σχόλια-σημειώσεις Leroy C. Breunig και Jean-Claude Chevalier. Εκδόσεις Νεφέλη 1983. «Γκιγιώμ Απολλιναίρ», περ. το Δέντρο, τεύχος 22, περίοδος Α' .
Ά ντα Τέγου
76/αφιερωμα σω», βρίσκεται σε σχέση αντίθεσης με τη φράση «κάνω παιδιά». Η Τερέζα, δια μέσου του λόγου, που της έχει καταχωρηθεί, εμφανίζεται να αρνείται τη ζωή, που συμβολίζουν τα παιδιά και προτι μά τον θάνατο που συμβολίζει ο πόλεμος. Με σχε τική ταχύτητα εξέλιξης, το έργο μάς αποκαλύπτει τα διάφορα σημειωτικά συστήματα και, κατά συ νέπεια,το βαθύτερο νόημά του.17 Η Τερέζα, σε ένα γλωσσικό παραλήρημα, απα ριθμεί τα αντρικά επαγγέλματα που θα ήθελε να ασκήσει:«Αφού στρατιώτης γίνω, θέλω να γίνω καλλιτέχνης», «Κι ύστερα δικηγόρος, βουλευτής, γερουσιαστής, Υπουργός, Πρόεδρος της Κυβέρνη σης». Στις φραστικές αυτές ενότητες δεσπόζουν τα σημεία που αναφέρονται στα αξιώματα και στην εξουσία. Ακολουθεί ένας μεγάλος κατάλο γος επαγγελμάτων και ενδεχομένων ενεργειών, μέ χρι τη στιγμή που το γλωσσικό σημειωτικό σύστη μα αλλάζει με τη μεταμόρφωση της Τερέζας σε Τειρεσία: «Αλλά μου φαίνεται πως βγάζω γένεια Το στήθος μου ότι ξεκολλά. « Οχι μόνο τα γένεια μου φυτρώνουν Α λλά και το μουστάκι μου». Τα ξεσπάσματα της Τερέζας, καθώς μεταμορ φώνεται, στηρίζονται σε σημεία διανοητικά/πληροφοριακά και σε συγκινησιακά. Η φράση «βγά ζω γένεια» δίνει μια απλή και συνάμα τρομερή πληροφορία στον αναγνώστη/θεατή. Τα σιμπήματα «γένεια» και «μουστάκι» αποκαλύπτουν το λέ ξημα «άντρας». Πιο κάτω η Τερέζα θα πει: «Νιώθω διαολεμένα σερνικιά Α π ’ την κορφή ως τα νύχια επιβήτορας Ταύρος σωστός». Στο απόσπασμα αυτό προστίθεται το ρήμα «νιώθω», που κατευθύνει όλα τα δυναμικά σημεία του λόγου της Τερέζας: «σερνικιά», «επιβήτορας», «Ταύρος», έντονα φορτισμένα από τη φαλλική υ πόσταση της ηρωίδας, η οποία, στη δεύτερη σκη νή, αλλάζει και το βαπτιστικό της όνομα: «Θά ’χω από δω κι εμπρός όνομα αρσενικό Τειρεσίας». Στο σημείο αυτό επισημαίνουμε τη γλωσσική συγγένεια στην αλλαγή του ονόματος από Τερέ ζα σε Τειρεσία. Η αλλαγή αυτή διατηρεί τα θεμε λιώδη γλωσσικά/φωνολογικά στοιχεία, σύμφωνα και φωνήεντα (επομένως τους ήχους), ενώ, στο συμβολικό επίπεδο, η αλλαγή της Τερέζας σε Τει ρεσία αποτελεί επιτυχημένη επιλογή: Ο μύθος του Τειρεσία, όπως είναι γνωστό, τον φέρει μισό άνδρα, μισό γυναίκα, ένα παράξενο, αμφίσημο ον με μαντικές, υπερφυσικές ιδιότητες.18 Όταν η Τερέζα άφηνε τα στήθη της να πετάξουν σαν μπαλόνια, έδειχνε όλη της την ανακούφιση,
καθώς έφευγε από πάνω της η γυναικεία φύση: «Πετάξτε της αδυναμίας μου πουλιά» «Ας ξεμπερδεύουμε λοιπόν με τα βυζιά μας». Το σημειωτικό σύστημα εδώ, αναφέρεται ακρι βώς στο ειδικό λέξημα «γυναίκα». Η προτρεπτι κή λειτουργία των ρημάτων «πετάξτε», «ας ξε μπερδεύουμε», με επίκεντρο τα δυναμικά σημεία «αδυναμίας πουλιά» ( = μαστοί) και «βυζιά», φα νερώνει τη βιασύνη της Τερέζας να αφήσει μια κα τάσταση αδυναμίας και να εισέλθει σε καινούρια πλαίσια εμπειριών. Η γλωσσική εικόνα, στη συνολικότητά της, πα ρουσιάζει μια τεράστια πολυσημία, η οποία εμπο δίζει την ανάλυση των επιμέρους σημειακών ενο τήτων. Ωστόσο, μια σε βάθος ανάγνωση, μας ε πιτρέπει την κατηγοριοποίηση ή τη διάκριση των σημειακών συστημάτων. Η διαδικασία αυτή μας οδηγεί στις βαθιές δομές του έργου και στην ανα γωγή του στα τελικά μαθήματα. Το σύστημα των σημείων που στοιχειοθετούν τον λόγο του «Συζύγου», οδηγεί σταδιακά στην προώθηση της δράσης του έργου και στην εξέλι ξη της δραματικής υπόστασης του εν λόγω δρώντος: «Α μ’ αυτή δεν είναι η Τερέζα η γυναίκα μου», «Ποιος ασουλούπωτος φοράει τα ρούχα της», «Καμιά αμφιβολία είναι κάποιος δολοφόνος που τη σκότωσε». Ο συγγραφέας αποκόπτει τον λόγο του «Συζύγου» και από διάλογο τον μετατρέ πει σε μονόλογο. Με αυτή την τεχνική, το θεατρι κό πρόσωπο «Σύζυγος» αποδεσμεύεται από το γλωσσικό περικείμενο, της συγκεκριμένης σκηνής του έργου και αποκτά καθαρά θεατρική υπόστα ση: «Δίνει την εντύπωση ότι είναι ζωντανό πρό σωπο, ενώ δεν είναι παρά η φωνή του συγ γραφέα».20 Στην έβδομη σκηνή ο Σύζυγος μονολογεί: «Αφού η γυναίκα μου είναι άνδρας Είναι πολύ σωστό εγώ νά ’μαι γυναίκα». Στο παράδειγμα αυτό, κυριαρχεί το παιχνίδι του συλλογισμού με επίκεντρο τα λεξήματα «άνδρας»«γυναίκα». Πρόκειται όμως για παράλογο συλλο γισμό που νοηματοδο-τεί την επέμβαση των κοι νωνικών συμβάσεων ( π.χ. γάμος) στην οντολογι κή υπόσταση των ηρώων. Ο «συλλογισμός» του Συζύγου, είναι δηλωτικός της υφής των κοινωνι κών κανόνων που καθορίζουν τη γλωσσική έκφρα ση και αποπροσανατολίζουν τελικά τη διανοητι κή διαδικασία από ουσιώδεις σημάνσεις στο επί πεδο του γλωσσολογικού σημειωτικού συστήμα τος του συνολικού έργου. Εξάλλου, ο Απολλιναίρ παραβιάζει πολύ συχνά τους κανόνες της Αρχής της Συνεργασιμότητας,21 επιδιώκοντας έτσι τη δημιουργία ενός ιδιάζοντος γλωσσικού ιστού που στηρίζεται περισσό τερο σ’ ένα ρευστό ποιητικό ύφος. Στους Μαστούς
αφιερωμα/77 του Τειρεσία καταστρατηγούνται και οι τέσσερις κανόνες της γενικής αυτής αρχής. Στον πρόλογο, για παράδειγμα, παραβιάζεται ο κανόνας της ποσότητας, εφόσον ο «Θιασάρχης» δίνει περισσότερες πληροφορίες από όσες πρέπει να δώσει: «Έργο σας φέρνω που την αλλαγή σκοπεύει των ηθών Μιλά για τα παιδιά μέσα στην οικογένεια Οι ηθοποιοί δεν πρόκειται να πάρουν ύφος βλοσυρό Θα επικαλεσθούν απλώς τη λογική σας
Μα πριν απ’ όλα τη διασκέδασή σας θα φροντίσουν Έτσι που καλοδιάθετοι να επωφεληθείτε Από τις διδαχές που βρίσκονται στο έργο Κι έτσι που η γη παντού να στολίζεται απ’ των βρεφών τα βλέμματα Ακούστε ω Γάλλοι το μάθημα του πολέμου Και κάνετε παιδιά σεις που δεν κάνετε διόλου». Ο «Θιασάρχης» δίνει το στίγμα του έργου χαρακτηρίζοντάς το έμμεσα ως διδακτικό. Αλλωστε, ο πρόλογος βρίθει πληροφοριών τις οποίες ο αναγνώστης/θεατής μπορούσε να πάρει συνυποδηλω-
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ - ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ 1. ΓΟΥΑΙΗΝ ΝΤΥΕΡ - Οι περιοχές των σφαλμάτων σας 2. ΓΟΥΑΙΗΝ ΝΤΥΕΡ - Να κινείς τα δικά σου νήματα 3. ΛΕΟ ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΑ - Να ζεις, ν' αγαπάς και να μαθαίνεις 4. ΛΕΟ ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΑ - Λεωφορείο 9 για τον παράδεισο 5. ΛΕΟ ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΑ-Η αγάπη 6. ΛΕΟ ΜΠΟΥΣΚΑΛΙΑ - 0 δρόμος του ταύρου 7. ΜΠΗΤΣΕΡ - Πέρα από την επιτυχία και την αποτυχία 8. ΕΡΙΧ ΦΡΟΜ - Πειθαρχία και ελευθερία · 9. ΜΑΛΤΖ - Ψυχοκυθερνητική και απελυθέρωση 10. ΜΑΛΤΖ - Ψυχοκυθερνητική και ολοκλήρωση 11. ΜΑΛΤΖ - Ψυχοκυθερνητική για νέους
ΓΟΥΑΙΗΝ ΝΤΥΕΡ
ΝΑ ΚΙΝΕΙΣ ΤΑ ΔΙΚΑ ΣΟΥ ΝΗΜΑΤΑ
ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ - ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑ 1. Μ. ΤΖΕΗΜΣ - Γεννήθηκες για να κερδίσεις 2. ANTONY ΣΤΟΡ - Ανθρώπινη επιθετικότητα 3. Μ. ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗ - Ψυχανάλυση του Ομήρου 4. Ζ. ΡΟΣΝΕΡ - Όλα όσα πρέπει να ξέρετε για την ψυχανάλυση 5. NT. ΚΛΑΡΚ - Τι είπε πραγματικά ο Φρόυντ 6. Φ. ΦΟΡΝΤΑΜ - Τι είπε πραγματικά ο Γιούνγκ 7. Μ. ΚΑΡΤΙΕ - Τι είπε πραγματικά ο Ράιχ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ 1. Α. ΓΕΩΡΓΙΟΥ - Το τέλειο κράτος - Η νύχτα των ερπετών 2. Α. ΓΕΩΡΓΙΟΥ - Οι μυθικοί κώδικες 3. ΦΙΛΙΠ ΑΡΙΕΣ - Δοκίμια για το θάνατο στη Δύση ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ:
ΚΟΙΝΟΠΡΑΚΤΙΚΗ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 68 - 106 80 ΑΘΗΝΑ - ΤΗΛ.: 350 9197
Ο
V 8 Εκδόσεις Γλάρος ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ 31 - 106 77 ΑΘΗΝΑ - ΤΗΛ.: 361 8457
78/αφιερωμα τικά από την ανάγνωση ή από την παρακολούθη ση των δρωμένων επί σκηνής. Στους Μαστούς του Τειρεσία διαπιστώνουμε συ χνή παραβίαση του κανόνα της Ποιότητας. Αυτό γίνεται με παράδοξο τρόπο. Η ακρίβεια της πλη ροφορίας και η αλήθεια της υπόκεινται στον έλεγ χο της εν γένει σουρρεαλιστικής φόρμουλας που δημιουργεί μια εξεζητημένη συνειρμική δομή του θεατρικού λόγου σε αντίπαλα επίπεδα: «Οι εφημερίδες του Παρισιού Πόλης Αμερικάνικης». (Ill, ii) Τα διάφορα λεξήματα υποβάλλουν, δια της συμπαραδήλωσης, ισοδύναμες λεκτικές μονάδες, χάρη στο αμφίσημο και στην ισοτοπία, εκφράζον ται πολλαπλά νοηματικά επίπεδα που αποκαλύ πτουν τη συμβολική φύση και λειτουργία της γλώσσας: Ο Σύζυγος: «Αν τα ποντίκια αγαπάν οι γάτες Κυρίες μου αγαπάμε τις δικές σας γάτες». Η χαρτορίχτρα «Θέλει να πει τα χαμόγελά σας». (II, uii) Διαπιστώνουμε ότι κάποιο εκφώνημα ενός ήρωα του έργου μπορεί να δίνει την εντύπωση του αλη θινού και, στην πραγματικότητα, να αποτελεί ψεύ τικη πληροφορία ή παραπληροφόρηση ή και πα ράφραση μιας λεκτικής πράξης. Ο κανόνας της Συνάφειας καταστρατηγείται ε πίσης καθώς τα εκφωνήματα των ομιλητών, που διαδέχονται ο ένας τον άλλον, δεν είναι συναφή τα μεν προς τα δε: Ο Χωροφύλακας «Ει! καπνίστε εσείς την πίπα του βοσκού Κι εγώ φλογέρα θα σας παίξω», Ο Σύζυγος
«Στο μεταξύ η φουρνάρισσα Εφτά χρονιές αλλάζει δέρμα». (I, uii) Ο κανόνας του Ύφους παραβιάζεται και αυτός στους Μαστούς του Τειρεσία, δεδομένου ότι οι ήρωες του έργου συνδιαλέγονται αμφισημικά. Αυ τό γίνεται συχνότατα· ο σουρρεαλιστικός λόγος βασίζεται κυρίως στην αμφισημία που αποδεσμεύ ει, σε τελευταία ανάλυση, τις σημασιολογικές δυ νάμεις των εκφωνημάτων από οτιδήποτε τείνει να τις εντάξει σε αυστηρά πληροφοριακά και υφολογικά πλαίσια. Ο θεατρικός λόγος του Απολλιναίρ, ευθυγραμ μίζεται, στα καθορισμένα πλαίσια της σουρρεαλιστικής ιδεολογίας, με τη λογοτεχνική στάση ε κείνων που είχαν υιοθετήσει την αυτόματη γραφή. Οι τελευταίοι στίχοι του έργου, λίγο πριν πέσει η αυλαία, είναι ενδεικτικοί: «Κι ύστερα τραγουδάτε πρωί βράδυ Ξυστείτε αν έχετε ανάγκη Το μαύρο αγαπάτε ή το λευκό Είναι πολύ πιο αστείο όταν αλλάζει Αρκεί να το καταλαβαίνετε». Σύμφωνα με την ψυχογενετική της αυτόματης γρα φής «ο σουρρεαλισμός παρουσιάστηκε από την αρχή ως μια μέθοδος αυθόρμητης και εξωλογικής γραφής, που φανερώνει ό,τι βρίσκεται βαθειά μέ σα στο ανθρώπινο πνεύμα και που είναι επιδεκτι κή ποικίλων εφαρμογών πάνω στην πράξη».22 Ποίηση, μαρτυρία και διαμαρτυρία, ασάφεια, α ληθοφάνεια και σοβαροφάνεια, σύμβαση, λογικό και παράλογο, συνταντώνται στους Μαστούς του Τειρεσία για να αποδώσουν με γοργό ρυθμό το διαρκώς μεταβαλλόμενο σκηνικό περιβάλλον που θυμίζει αυλή των θαυμάτων. Ο Απολλιναίρ «κα τασκευάζει» μια πλούσια όσο και παράδοξη δρα ματική γλώσσα η οποία δημιουργεί ενδο-δομικές εκρήξεις στο δαιδαλώδες «αρχιτεκτονικό» σύστη μα του σουρρεαλιστικού του δράματος.
Σημειώσεις . G. Abastado, Introduction au surrealisme, Παρίσι, Bordas, 1971, σ. 116. Γκιγιώμ Απολλιναίρ, Οι Μαστοί του Τειρεσία, μετ. Α. Σφακιανάκης, Αθήνα, εκδ. Αιγόκερως, 19 Πρόλογος. Η Ζωή Σαμαρά στη μελέτη της με τίτλο: «Αισθητική του Ατελούς: Συμβολή στη σημειωτική του θεατρικού κειμένου» ιΦίΛολογος. «μ. 56. Οι . ίκ11 19MH. κάνει σιιι,ιή διαχωρι σμό της σημειολογίας του θεατρικού κειμένου σε τρεις κα τηγορίες: Την κοινωνιοσημειολογία, την ψυχαναλυτική ση μειωτική και τη γλωσσολογική σημειωτική. Την κατηγοριοποίηση αυτή θα ακολουθήσουμε στην προσέγγιση του σουρρεαλιστικού δράματος του Απολλιναίρ. Αηάτέ Billy, Guillaume Apollinaire , Παρίσι, Seghers, 1967, 6. A. Ubersfeld, Lire le theatre, Παρίσι, ed. Sociales, 1982, σ. 61. 7. Ζωή Σαμαρά, Προοπτικές του κειμένου, Θεσ/νίκη, εκ. Κώ δικας, 1987, σ. 20. 8. Pascal Pia, Apollinaire, Παρίσι, Seuil, 1954, σ. 166.
10.
Ζ Σαμαρά, Η αισθητική του ατελούς, σ. 108 Ν.Ν. Dracoulides, Psychanalyse de Τ artiste et de son oeuvre, Γενεύη, ed. du Mont-Blanc, 1952, σ. 153.
12. 13. Michael Handler, "Adventures of Tiresias: France, Gourmont, Eliot", Modern Language Review, 73 (1978) 29-37. 14. Charles Mauron, Psychocritique du geure comique, a. 50. 15. Anne Clander, "Ebauche d ' une etude psychocritique de 1' ouvre de Guillame Apollinaire" RLM(327-330) 1972 11 σ. 25. 16. Απολλιναίρ, Οι Μαστοί του Τειρεσία, Πράξη I, σκηνή ί. 17. Ζ. Σαμαρά, «Η αισθητική του ατελούς» ,σ. 97. 18. Βλ. N.R. Co.nley, "From Narcissus to Tiresias: T.S. Eliot's use of Metamorphosis" Modern Language Review 74 (1979) 281-286. 19. "Fonction connative", κατά τον R. Jacobson. 20. Ζ. Σαμαρά, «Η αισθητική του ατελούς», σ. 102. 21. Βλ. H.R. Grice, Logic and conversation, New York and London, Academic Press, 1975. 22. Sarane Alexandrian, Le surrealisme et le rive, Παρίσι, Gallimard, 1974, σ.71.
αφιερωμα/79
Ζ.Ι. Σιαφλέκης
Ο V sjmp A και οι Έλληνες νεοτερικοί ποιητές του μεσοπολέμου Η ποίηση του Απολλιναίρ, στο μεταίχμιο ανάμ εσα ρ τη ν παράδοση και το μο ντέρνο πνεύμα, καθόρισε τη στροφή προς το μοντερνισμό που εκδηλώθηκε στην ευρωπαϊκή ποίηση σ τις πρώτες δεκα ετίες του αιώνα μας. Εντάσσοντας ένα πλατύ όραμα, ερω τικό κ α ί πανανθρώπινο, σε μορφικά πλαίσια που εξελίσ σονται συνεχώς από την αυστηρότητα στην απόλυτη ελευθερία, π ετυχαίνει να ενσωματώσει στη ποιητική γραφή του όλες τις πρώιμες μορφ ές πρωτοπο ρία ς που πολύ σύντομα θα γίνουν ο κυριότερος εκφ ραστικός τρόπος των επερχόμενων ποιητών. εποχή της πρώτης δεκαπενταετίας του αιώ να μας, πλούσια σε αδιέξοδα αλλά και ανα ζητήσεις, αποτελεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα σφυρηλατηθεί η ρήξη με την παράδοση στη λογο τεχνία και θα δοκιμαστούν οι νέοι εκφραστικοί τρόποι λογοτεχνικής επικοινωνίας. Σ’ αυτήν ακρι βώς την περίοδο η παρουσία του Απολλιναίρ, στην αρχή διατακτική και προσηλωμένη σε παραδοσια κά εκφραστικά σχήματα, θα γίνει στη συνέχεια, ώς το θάνατο του ποιητή στα 1918, ένας από τους
Η
κυρτότερους φορείς του μοντερνισμού. Μετέχο ντας ενεργά στην πνευματική ζωή άλλοτε ως συ νεργάτης άλλοτε ως υπεύθυνος πρωτοποριακών περιοδικών (Le festin d ' esope 1903, Les soirees de Paris 1912, Nord-Sud 1918) διαμορφώνει παράλλη λα με το ποιητικό έργο του το «Μοντέρνο πνεύ μα» που διακηρύσσει ένα χρόνο πριν το θάνατό του. Αντίστοιχα στην ποίησή του καταγράφονται οι διακυμάνσεις αυτής της εποχής: από τα Alcools (1913) ώς τα Calligrammes (1918) διαμορφώνεται
80/αφιερωμα ο νεοτερισμός της ποιητικής γραφής του, ενώ το προηγούμενο έργο του (L ' enchanteur pourissant - 1909, L ' heresiarque et de 1910) περιέχει κιόλας στοιχεία αμφισβήτησης μιας παράδοσης, όταν δεν αναγγέλλει τον επερχόμενο αυτοματισμό (Onirocritique 1908).1 Αλλά είναι βέβαια Τα στή θη του Τειρεσία (1917), αυτό το Drame surrealiste, που καθόρισε την είσοδο και την πρόσληψή του στο χώρο της πρωτοπορίας όταν αυτή είχε ήδη διαμορφωθεί μετά τις ακραίες αναζητήσεις του φουτουρισμού και του ντανταϊσμού. Για τους υπερρεαλιστές, λοιπόν, ο Guillaume Apollinaire είναι σαφέστατα ένας απο τους πιο ση μαντικούς προδρόμους, ο ποιητής που μαζί με τον Gerard de Nerval, παλιότερα, και τον Pierre Reverdy έθεσαν τα θεμέλια αυτής της τόσο σημαντι κής αλλαγής που παρατηρείται στη λογοτεχνική επικοινωνία: δεν είναι μόνο η ρήξη με την παρά δοση, κάτι που σε μικρότερο βαθμό είχε αποτολμήσει ο Mallarme καταργώντας τη στίξη, αλλά κυ ρίως η πρόταση νέων μορφών λογοτεχνικής έκ φρασης, όπως και η χρήση καινοφανών όρων, που ορίζουν την κυοφορούμενη πρωτοπορία. Είναι χα ρακτηριστικές οι απόψεις του Breton στο A ' Μα νιφέστο (1924), που θεωρείται ως η ληξιαρχική πράξη γέννησης του σουρεαλισμού: «Προς τιμή του Guillaume Apollinaire, που μόλις είχε πεθάνει και που, επανειλημμένα μας φαινόταν οτι είχε υ πακούσει σε μια γοητεία αυτού του είδους, χωρίς πάντως να έχει θυσιάσει σ’ αυτήν μέτρια μέσα λο γοτεχνικά, ο Soupault κι εγώ ορίσαμε με το όνο μα του σουρρεαλισμού το νέο τρόπο καθαρής έκ φρασης που είχαμε στη διάθεσή μας και απο τον οποίο ανυπομονούσαμε να επωφεληθούν οι φίλοι μας. Νομίζω οτι δεν χρειάζεται πια σήμερα να ε πανέλθουμε σ’ αυτή τη λέξη και οτι η έννοια στην οποία την πήραμε υπερίσχυσε αρκετά στην έννοιά της κατα τον Apollinaire. Ακόμη πιο σωστά, α ναμφίβολα, θα μπορούσαμε να καταπιαστούμε με τη λέξη υπερνατουραλισμός, που χρησιμοποιείται απο τον Gerard de Nerval στην αφιέρωση των Κοριτσιών της Φωτιάς (Les filles du feu). Μοιάζει, πράγματι, ότι ο Nerval κατείχε σε θαυμαστό ση μείο το πνεύμα το οποίο κηρύσσουμε, ενώ ο Apollinaire δεν είχε αντίθετα, παρά το γράμμα, α κόμη ατελές, του σουρεαλισμού έχοντας δειχθεί αδύναμος να δώσει ένα θεωρητικό διάγραμμα που να μας συνέχει.»2 Ωστόσο, όπως φάνηκε απο την κατοπινή εξέ λιξη του κινήματος, ο Apollinaire δεν διέθετε μό νο το γράμμα του σουρρεαλισμού, αφού είχε κιό λας φτάσει, μέσα απο τους αισθητικούς δρόμους του συμβολισμού, στο συνταίριασμα των δύο α πομακρυσμένων πραγματικοτήτων, που διατύπω σε ο Reverdy στα 1918 στο περιοδικό Nord - Sud, και που οι υπερρεαλιστές ανήγαγαν σε λυδία λίθο του ψυχικού αυτοματισμού.3 Κι είναι εδώ ακρι βώς που ο μοντερνισμός του ποιητή παίρνει την
πιο λειτουργική μορφή του. Η τολμηρότητα της εικόνας είναι μια ποιητική πραγματικότητα που δεν οδηγεί όμως στην υπερπραγματικότητα, αφού απορροφάται μέσα απο ένα συμβολιστικό contexte: «II y a dans le del six saucisses et la nuit venant on dirait des asticots dont naltraient les etoiles». (Υπάρχουν έξι λουκάνικα μ εσ ’ τον ουρανό κι όταν έρχεται η νύχτα θαρρείς και γίνονται σκουλήκια που θα γεννούσανε τ ’α στέρια).4 Τέτοιας τάξεως όμως εικόνες βρίσκουμε και στον Breton του 1932 όταν η πρώτη ορμή του αυ τοματισμού είχε κάπως καταλαγιάσει: «Στο Παρίσι ο πύργος του Αγίου Ιακώβου παραπατώντας Ομοιος με ηλιοτρόπιο Με το κούτελο έρχεται πότε-πότε να σκου ντουφλήσει το Σηκουάνα και η σκιά του γλιστρά .αδιόρα τα ανάμεσα στις μαούνες».5 την κρίση των Γάλλων υπερρεαλιστών ο Apollinaire δεν είναι απλώς ένας πρόδρομος αλλά κι ένας δάσκαλος. Αν ο ψυχικός αυτοματι σμός διατυπώθηκε ως θεωρία και ασκήθηκε ως ποιητική πράξη ατομικής απελευθέρωσης, οφεί λεται κατα μεγάλο μέρος στον ποιητή των Alcools, που μέσα απο προσωπικά βιώματα, έντονα φορ τισμένα, ξεπερνά την πραγματικότητα της μορ φής και ανοίγεται στο μέλλον της ποιητικής ε μπειρίας. Αυτή η εικόνα του πρόδρομου του υπερρεαλι σμού συνόδεψε τον Apollinaire και πέρα απο τα σύνορα της Γαλλίας. Στην Ισπανία, για παράδειγ μα, που υπήρξε μια απ’ τις λίγες χώρες του ευρω παϊκού νότου, όπου ο υπερρεαλισμός προσλήφθηκε γόνιμα και πλατιά, η απήχηση της ποίησης του Apollinaire ήταν σημαντική και η αξιολόγηση του ρόλου του στη διαμορφούμενη πρωτοπορία, σω στή.6 Εκείνο που πρέπει να σημειωθεί σ’ αυτή τη διαδικασία είναι οτι η αξία του ρόλου του Αρροΐlinaire επισημάνθηκε και έγινε ευρύτερα γνωστή α πο τους ίδιους τους υπερρεαλιστές· επομένως η πρόσληψη του κινήματος έξω απο τη Γαλλία είχε ως αποτέλεσμα την εκ των υστέρων ενσωμάτωση ποιητών όπως ο Reverdy ή ο Lautreamont (έκτος του Apollinaire βέβαια), που συνέβαλαν, όπως εί ναι γνωστό, στη διαμόρφωση της υπερρεαλιστικής ποιητικής γλώσσας. Αυτό είναι περίπου το πλαί σιο μέσα στο οποίο θα κινηθεί και η διαδικασία της πρόσληψης του Apollinaire απο τους Έλλη νες νεοτερικούς ποιητές της δεκαετίας του τριά ντα.
Σ
αφιερωμα/81 Για τον ποιητή των Calligrammes η μελέτη της πρόσληψής του στην Ελλάδα μένει να γίνει, κι ό χι μόνο για την παραπάνω περίοδο. Εδώ θα προ σπαθήσουμε να δώσουμε μερικά στοιχεία που συν θέτουν την παρουσία του στη νεοτερική ποίηση του μεσοπολέμου, και με βάση αυτά να προτείνουμε μια πρώτη κι οπωσδήποτε όχι οριστική αξιολόγη ση του ρόλου του σ’ αυτό που ονομάζεται ελληνι κή υπερρεαλιστική ποίηση. Θα πρέπει καταρχήν να διαπιστώσουμε πως οι κορυφαίοι νεοτερικοί ποιητές έρχονται σ’ επαφή με το έργο του Apol linaire κατευθείαν στα γαλλικά, αφού η γαλλική κουλτούρα γενικότερα βρίσκονταν στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων τους. Αυτό ισχύει κυρίως για τον Σεφέρη,7 τον Ελύτη8 και τον Εγγονόπουλο.9 Η μετάφραση ποιήματος του στα Νέα Γράμματα, το 1937"' επιβεβαιώνει το δέσιμό του με την πρω τοπορία του εικοστού αιώνα, ενώ ταυτόχρονα μαρ τυρεί τη σχεδόν παραγνώρισή του απο τους νεορομαντικούς και συμβολιστές της γενιάς του ’20 με τους οποίους άλλωστε είχε περισσότερα κοινά στοιχεία. Αλλά πέρα απο τις γραμματολογικές σχέσεις, εκείνο που μπορεί να παρατηρήσει κανείς, μ’ α φορμή την περίπτωση του Apollinaire, είναι το αρ γό ωρίμασμα της πρωτοπορίας, στη δεκαετία του τριάντα. Η πορεία προς την υπερρεαλιστική έκ φραση των νεοτερικών ποιητών του μεσοπολέμου καθορίζεται απο τη βαθμιαία χρήση ποιητικών ει κόνων όπου το στοιχείο που κυριαρχεί είναι η τολ μηρότητα της μεταφοράς και το συνταίριασμα δύο απομακρυσμένών πραγματικοτήτων, όπως είχε ή δη γράψει ο Reverdy. Έτσι, για παράδειγμα, στο Γιώργο Σαραντάρη, που η ποίησή του, αντίστοι χα με του Apollinaire, γεφυρώνει την παράδοση με την επερχόμενη πρωτοπορία: «Γρήγορα-γρήγορα η ζωή σου έγινε περιστέρι. Κόπασαν τα μελτέμια. Σαν άσπρη θάλασσα μας φάνηκε ο γάμος, που την διαβαίναμε, και δεν πατούσαμε τα κύματα.»" Στους ποιητές που αναφέρθηκαν πιο πάνω η ποί ηση του Apollinaire αφομοιώνεται δημιουργικά και αποτελεί μέρος της εκφραστικής τους γλώσσας. Έτσι στον Σεφέρη το Καλλιγράφημα Πανιά στο Νείλο, πουλιά χωρίς κελάηδισμα με μια φτερούγα γυρεύοντας σιωπηλά την άλλη· ψηλαφώντας στην απουσία τ ’ ουρανού το σώμα ενός μαρμαρωμένου εφήβουγράφοντας με συμπαθητικό μελάνι στο γαλάζιο μιαν απελπιστική κραυγή»12 δεν είναι απλώς μια μορφή μίμησης των αντίστοι χων ποιημάτων του Γάλλου ποιητή· είναι ταυτό χρονα η αποδοχή και υιοθέτηση ενός ύφους που περνά στην ποίησή του και που δεν απαντά μόνο στο παραπάνω ποίημα. Αλλά είναι κυρίως η απο σπασματικότητα του λόγου, ως στοιχείο ύφους,
που αναγγέλλει την προϊούσα στροφή στην αισθη τική αντίληψη και πρακτική. Έτσι στον Apol linaire: « Tour Au Nord au Sud Zenith Nadir Et les grands cris de I ' Est L ' Ocean se gonfle a Γ Ouest La Tour a la Roue S ' adresse». («Πύργος Στο Βορρά στο Νότο Ζενίθ Ναδίρ Και οι μεγάλες κραυγές της Ανατολής Φουσκώνει ο ωκεανός στη Δύση Ο Πύργος στη Ρόδα Απευθύνεται»)13 Είναι νομίζω σημαντικό να υπογραμμιστεί εδώ πως αυτή ακριβώς η αποσπασματικότητα της γρα φής δημιουργεί στον αναγνώστη την αίσθηση του αυτοματισμού, δηλ. ότι τα ποιήματα αυτά είναι προϊόντα του υποσυνειδήτου, όπου ο έλεγχος της λογικής απουσιάζει παντελώς. Κάτι βέβαια, που αν το εξετάζαμε απο γραμματολογική άποψη, δεν θα ευσταθούσε καθώς όλοι γνωρίζουμε οτι ούτε ο Σεφέρης ούτε ο Apollinaire, για διαφορετικούς λό γους ο καθένας, χρησιμοποίησαν ή έστω σκέφθηκαν να χρησιμοποιήσουν την τεχνική του ψυχικού αυτοματισμού! Ωστόσο η αίσθηση παραμένει κα θώς ερχόμαστε σ’ επαφή με ποιήματα όπως το «Γυψ και φρουρά» του Νίκου Εγγονόπουλου, που είναι επιπλέον αφιερωμένο στον Apollinaire Μύκονος Μυκήναι μύκητες τρεις λέξεις όμως δύο
82/αφιερωμα μόνο φτερά σαν ασβέστης σαν γυναικεία παλάμη που λάμπει μέσα στη νύχτα σα σαρκοβόρο βιολί κι ίσως -ακόμηωσαν τα γυάλινα τρυπάνια μέσα στους λεπτούς εγκεφάλους των ποιητών».
«Ces crepes etaient exquises La fontaine coule Robe noire comme ses ongles C ’ est com plement impossible Void monsieur La bague en malachite Le sol est seme de sciure Alors c ’ est vrai La serveuse rousse a ete enievee par un libraire». («Αυτές οι κρέπες ήταν υπέροχες Η πηγή κυλάει Φόρεμα μαύρο όπως τα νύχια του Είναι εντελώς αδύνατο Ιδού κύριε Το δαχτυλίδι απο μαλαχίτη Τ ο π ά τ ω μ α ε ίνα ι σ π α ρ μ έ ν ο π ρ ιο νίδ ι
Αοιπόν είναι αλήθεια Ενας βιβλιοπώλης απήγαγε την κοκινομάλλα σερβιτόρα».)'7
πως έδειξε πρόσφατα ο Ερατοσθένης Γ. Κα Κι εδώ η αποσπασματικότητα και το ασύνδετο ψωμένος,14 ο Εγγονόπουλος χρησιμοποιεί α φενός όλα σχεδόν τα στοιχεία που συνάπτονται με σχήμα δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια βα θιά αμφισβήτηση τής παραδοσιακής ποιητικής τη ζωή και την ιδεολογία του Γάλλου ποιητή, κι γλώσσας. Ο Οδυσσέας Ελύτης απηχώντας και αφετέρου ενσωματώνει στην ποιητική γραφή του, μέσα απο ένα παιχνίδι αντιθέσεων, αυστηρά ωστό προεκτείνοντας τις γνωστές απόψεις του Reverdy, σο προκαθορισμένων, την εικαστική αναπαραστα- υποστηρίζει σωστά πως «οι αναγκαστικές σχέσεις τικότητα του καλλιγραφήματος. Και το παραπά ανάμεσα σε δύο πράγματα, που φαινομενικά πα νω ποίημα δεν είναι καθόλου αυτοματικό, αλλά ρουσιάζονται ξένα μεταξύ τους’, δημιουργούν ένα αντίθετα αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη έκφρα καινούργιο στιγμιαίο καθεστώς - κι η αυθεντική ση του ατελούς ή αποσπασματικού λόγου που οι ποίηση δεν ζητάει τίποτε παραπάνω. Η συγγένεια, υπερρεαλιστές κληρονομούν μεν απο τους^ρομα- ' η πριν απο λίγα λεπτά εντελώς ανύπαρχτη, δηντικούς, αλλά που, μετασχηματίζουν αισθητά. Στα μιουργήθηκε απο την αυθαιρεσία του ποιητή όπως ποιήματα αυτού του είδους η λέξή, χωρίς να απο θα μπορούσε να δημιουργηθεί και μέσα στη ζωή κτά κάποιου είδους αυτονομία, μεταβάλλεται σε απο την αυθαιρεσία της τύχης. Και ο δρόμος αυ συνισταμένη σημασιών που προέρχονται είτε απο τός δεν έχει τέλος».18 Για τον Apollinaire η αυθαιρεσία ανοίγει το δρό διακειμενικές συνδέσεις, είτε απο βιόγραφικά ή εξωλογοτε^νικά στοιχεία. Οπωσδήποτε όμως δεν μο στον ελεύθερο συσχετισμό των συνειρμών: συμβολοποιείται με την έννοια που εννοούσαν οι «J ’ ai bid une maison au milieu de 1’ Ocean συμβολιστές και οι νεορομαντικοί. Ειδικά στον Ses fdnetres sont les fleuves qui s ’ ecoulent de Εγγονόπουλο, η σχέση του με τον Apollinaire δεν ■■ mes yeux είναι μόνο ευθέως ποιητική. Εμπλουτίζεται με τη Des poulpes grouillent partout oil se dennent μεσολάβηση του De Chirico, και με όλο το πλέγ les murailles μα των σχέσεων του ίδιου με τον ποιητή των Ententez battre leur triple coeur et leur bee Alcools, αλλά και την εικαστική αποτύπωση αυ cogner aux vitres.» τής της σχέσης (Το πορτραίτο του G. Apollinai re).'5 Για τον Εγγονόπουλο, όπως επισημάνθηκε («Έχτισα ένα σπίτι στη μέση του Ωκεανού πρόσφατα,16 τα στοιχεία της προϊούσας πρωτο Τα παράθυρά του είναι οι ποταμοί που χύ πορίας είναι πολύ πιο σημαντικά απο την ίδια την νονται α π’ τα μάτια μου πρωτοποριακή ποιητική γλώσσα, γιατί αυτό ακρι χταπόδια κινούνται παντού όπου στέκονται βώς του δίνει τη δυνατότητα να παρέμβει ουσια τα τείχη στικά στη όλη διαδικασία διαμορφώνοντας ένα Ακούστε που η τριπλή καρδιά τους χτυπά αυστηρά προσωπικό ύφος. κι η μούρη τους χτυπά στα τζάμια».»)19 Με τον Apollinaire βρισκόμαστε, λοιπόν, στις πόρτες της υπερπραγματικότητας, εκεί όπου οι συ Το στοιχείο του απροσδόκητου εδώ οργανώνε νειρμοί αρχίζουν να αποκτούν νόημα, χωρίς ωστό ται μέσα απο εικόνες ποιητικής αυθαιρεσίας, που σο να ξεπηδούν αυθόρμητα για να σχηματίσουν το ωστόσο κινούνται μέσα σ’ ένα εννοιολογικό πλαί αυτοματικό ποτάμι: σιο περιορισμένο. Ο απρόσμενος συνδυασμός
Ο
αφιερωμα/83 στοιχείων διαφορετικών τάξεων δημιουργεί σειρά αντιθέσεων, όπως π.χ. σπίτι/ωκεανός που παρα πέμπουν αντίστοιχα σε έννοιες όπως σταθερότητα/αταξία και που κλιμακούμενες δημιουργούν την αίσθηση της υπέρβασης της σύμβασης που μια παραδοσιακής μορφής ποίηση έχει, θα λέγαμε, εξ ορισμού. Στον Apollinaire η τεχνική αυτή είναι κυ ρίαρχη και θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως αποτελεί το όριο της ποιητικής γραφής του. Ο Ελύτης των Προσανατολισμών μετασχημα τίζει αυτήν την τεχνική δίνοντάς της μια λυρική διάσταση: «Ουράνια τόξα πλεύσετε μ έσ’ τους κρυ στάλλους και τους ουρανούς που έσ τειλα ν ως εδώ κεχριμπαρένια πλοιάρια Είναι μια μαγική φωτιά που ανοίγει τα ρι πίδια των βουνοπλαγιών μέσα στα εμβρόντητα ταξίδια μας Είναι μια χαίτη που κεντρίζεται α π’ την τυ χερή κατηφοριά των λαγκαδιών μιας νεότητας Γυαλίζοντας τις αιχμηρές ματιές μας όταν αναφλέγοναι οι χιτώνες
όλοι της εκστάσεως Οταν οι μνήμες εκπυρσοκροτούν και βγαί νουν απο τα μικρά παράθυρά τους υάκινθοι».20 Αν εξαιρέσουμε την Υψικάμινο του Εμπειρικού που αποτελεί μια συνειδητή απόπειρα εφαρμογής της αυτόματης γραφής, στους πιο αντιπροσωπευ τικούς απο τους νεοτερικούς ποιητές της γενιάς του τριάντα, η ποίηση του Apollinaire, όπως και άλλων άλλωστε συγχρόνων του, στάθηκε καθο ριστική για τη θητεία τους στην υπερρεαλιστική πρακτική κι αισθητική. Σε μια εποχή μάλιστα που οι συμβολιστικές και νεορομαντικές επιβιώσεις κυριαρχούν, ο Apollinaire χρησιμεύει ενίοτε και ως άλλοθι για τη γραμματολογική κι αισθητική ταξι νόμηση «δύσκολων» ποιητών.21 Όπω ς κι αν έχει το πράγμα, η παρουσία του στην ελληνική ποίηση του μεσοπολέμου και η πρόσληψή του απο τους νεοτερικούς ποιητές της ίδιας περιόδου, εμπλουτίζει την ποιητική πρωτο πορία με μια αυθεντική φωνή, αυτή που λίγο αρ γότερα θα γίνει υπερρεαλιστική και θα εξακολου θήσει «να κηρύττει την παραμονή του θανάτου και πάνω απο τις καταιγίδες.»
Σημειώσεις 1. Για τα σχετικά με τη ζωή και το έργο του Guillaume Apollinaire βλ. την έκδοση του Μ. Decaudin των Oeuvres poetiques, Gallimard (Bibliotheque de la Pleiade) 1956. Για την εποχή βλ. του ιδίου: La crise des valeurs symbolistes, Toulouse, Privat, 1960 2. Αντρέ Μπρετόν, Μανιφέστα του σουρεαλισμού, εισαγωγή - μετάφραση - σχόλια Ελένης Μοσχονά. Αθήνα, Δωδώνη, 1972, σελ. 28 3. Έγραφε μεταξύ άλλων: «Η εικόνα είναι μια καθαρή δημιουρ γία του πνεύματος. Δεν μπορεί να προκύψει απο μια σύ γκριση αλλά απο την προσέγγιση δύο περισσότερο ή λιγό τερο μακρινών πραγματικοτήτων. Όσο περισσότερο οι σχέ σεις των δύο «πλησιασμένων» πραγματικοτήτων θα είναι μακρινές κι ακριβείς, τόσο περισσότερο η εικόνα θα είναι έντονη - τόσο περισσότερο θα έχει δύναμη συγκινησιακή και πραγματικότητα ποιητική». Στο Αντρέ Μπρετόν, ό.π. σ.σ. 23-24 4. II y a στο Apollinair, Calligrammes preface de Michel Butor Gallimard/Poedie: 1966, σελ. 148. Η μετάφραση δική μου, όπως και σ’ όλα τ’ αποσπάσματα που ακολουθούν. 5. Αγρυπνία, στο Μπρετόν, εκδ. 11/χθρον (I Ιρόσωπα και Ιδέες) μετ. Γ. Σπανός, σελ 98 6. Πρβ. C.B. Morris, Surrealism and Spain 1920-1936, Cam bridge, C.U.P. 1972 σ.σ. 13-14, 25 7. Αρκετά νωρίς, όπως προκύπτει απο τον κατάλογο της βι βλιοθήκης του, ο Γιώργος Σεφέρης είχε έλθει σ’ επαφή με το έργο του Apollinaire και ειδικότερα: Alcools (εκδ. N.R.F.) 1920 (β' εκδ.), Calligrammes (εκδ. N.R.F.) 1925 (δ' εκδ.) Tendre comme le souvenir 1952 (14η εκδ.) στο Νίκος X. Γιανναδάκης, Κατάλογος Βιβλιοθήκης Γιώργου και Μαρώς Σεφέρη, Ηράκλειο 1989 Βικελαία βιβλιοθήκη «Φιλολογικές και Ιστορικές σπουδές», τεύχος 9, Δήμος Ηρακλείου, σελ. 115 8. Αλλά και οι σχέσεις του Οδυσσέα Ελύτη με τον Apollinaire είναι πρώιμες και γόνιμες, όπως προκύπτει απο τις αναφο ρές του Γάλλου ποιητή στα Ανοιχτά Χαρτιά, Ίκαρος, 1987 (3η εκδ.) σ.σ. 179, 386,436, 501,647 και όπως θα διαπιστώ σουμε στη συνέχεια του άρθρου. 9. Στις σχέσεις Εγγονόπουλου - Eluard που είναι κατα βάση
10.
11. 12. 13. 14.
15.
16. 17. 18. 19. 20. 21.
ποιητικές μεσολαβεί και ο De Chirico διευρύνοντας με την εικαστική διάσταση την ποιητική γραφή. Ήδη στην πρώτη του συλλογή Μην ομιλείτε εις τον οδηγόν (1938) υπάρχει ως προμετωπίδα ένας στίχος του Α. απο το ποίημα Le larron της συλλογής Alcools, ενώ στη δεύτερη Τα κλειδοκύμβαλα της σιωπής (1939) το ποίημα Γυψ και φρουρά για το οποίο θα γίνει λόγος παρακάτω είναι αφιερωμένο στον Α. Εξάλ λου στην πρόσφατη έκδοση των Πεζών κειμένων του Ύψι λον 1987, ο Α. αναφέρεται αρκετές φορές (σ.σ. 16,17,19, 24,64) Πρόκειται για τη Zone, απο τα Alcools, μεταφρασμένο από τον Α. Καραντώνη: Τα Νέα Γράμματα, Χρόνος Γ ', τεύχος 5, Μάης 1937, σελ. 390. Μια συστηματικότερη μελέτη της πρόσληψης του Α. θα όφειλε να εξετάσει το θέμα των μεταφράσεών του. «Γρήγορα - γρήγορα η ζωή σου» στον τόμο Ποιήματα, επιμ. Γιώργου Μαρινάκη, Αθήνα, Εστία, 1961, σελ. 251 «Ημερολόγιο Καταστρώματος Β '» στον τόμο Ποιήματα, έ νατη έκδοση, Ίκαρος, σελ. 207 Στο Calligrammes, ό.π. σελ. 61 Στην πειστικότατη ανάλυσή του: «Για μια μεθοδολογία α νάλυσης των υπερρεαλιστικών κειμένων Νίκου Εγγονόπου λου Τύψ και φρουρά’». Δωδώνη (Φιλολογία) Ε.Ε.Φ.Σ.Π.Ι. 1986, 15, σ.σ. 83-129. Πρβ. σε ό,τι αφορά την εικαστική σχέση Εγγονόπουλου De Chirico, Νίκης Λοϊζίδη, Ο υπερρεαλισμός στη νεοελλη νική τέχνη. Η περίπτωση του Νίκου Εγγονόπουλου, Νεφέ λη, 1984. Πρβ. το βιβλίο του γράφοντος, Απο τη νύχτα των αστρα πών στο ποίημα γεγονός. Συγκριτική ανάγνωση ελλήνων και γάλλων υπερρεαλιστών. Επικαιρότητα, 1989. Calligrammes, ό.π. σελ. 41 Ανοιχτά Χαρτιά, ό.π., σελ. 177 Calligrammes, ό.π., σελ. 134 Ενάτη έκδοση, 1982, σελ, 50 Αναφέρομαι στη μάλλον βιαστική κρίση του Νικολάου Κάλα σχετικά με τη συλλογή του Θ. Ντόρου, Στουγλυτωμού το χάζι (1930), για την οποία θεωρεί οτι είναι επηρεασμένη και απο τον Απολλιναίρ. Στο Νικόλας Κάλας. Κείμενα ποι ητικής και αισθητικής, επιμ. Α. Αργυρίου, 1982, Πλέθρον σελ.303
μαστοριά τεχνίτη και αυθεντικότητα παθόντα VTA
ΣΩΤΗΡΗ Φ. ΔΗΜ ΗΤΡΙΟΥ: Ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη. Αθή-
να, Κέδρος, 1989. ο 1987, μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο «Ντιαλιθ’ιμ Χριστάκη» φέρνει στο λογοτεχνικό προσκήνιο ένα νέο πεζογράφο, τον Σωτήρη Φ. Δημητρίου. Τα πεζογραφήματα της συλλογής ξάφνιαζαν με τη δύναμη της γραφής τους και τη ρεαλιστική από δοση των θεμάτων τους. Ο Σ.Δ. έδινε - στην κυριολεξία - μια γροθιά στο στομάχι των αναγνωστών του καθώς έστηνε μπροστά τους έναν κόσμο ζόφου και εξαθλίωσης. 1989 και μια νέα συλλογή διηγημάτων του ίδιου συγγραφέα έρχε ται να επιβεβαιώσει το ταλέντο του νέου πεζογράφου, αλλά και την εμμονή του σ’ αυτόν τον κόσμο του κοινωνικού περιθωρίου. «Ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη» ο τίτλος της νέας συλλογής, η οποία περιλαμβάνει 16 κείμενα που όλα τους έχουν να κάνουν με τη ζωή ατόμων ειδικών κατηγοριών - πνευματικά ανάπηροι, ναρκομα νείς, ψυχασθενείς, σεξουαλικά άρρωστοι, φαντάροι. Άτομα, δη λαδή, το οποία δεν μπορούν να προσαρμοστούν μέσα στα συγκε κριμένα όρια της ανθρώπινης συμμετοχής στα κοινά. Τέτοιου εί δους χαρακτήρες μπορεί κανείς να συναντήσει και σε κείμενα άλ λων συγγραφέων (εντελώς πρόχειρα αναφέρω τα ονόματα των Κάλου και Σουρούνη). Όμω ς στην περίπτωση του Δημητρίου εκείνο που καθορίζει το είδος της παρουσίας/πορείας αυτών των ατόμων είναι η πλήρης ανυπαρξία διεξόδου. Ο νέος συγγραφέας δεν βλέπει την παραμικρή ελπίδα να σχίσει τους όγκους του αδιεξόδου. Κι αυτός ο βαθύς πεσιμισμός γίνεται ακόμα τραγικότερος καθώς, πολύ γρήγορα, ο αναγνώστης διαπι στώνει ότι τα πρόσωπα των διηγημάτων πέρα από τη ρεαλιστική απεικόνισή τους, επιζητούν να θεωρηθούν ως εκπρόσωποι όχι πια μόνο συγκεκριμένων περιθωριακών ομάδων, αλλά του όποιου μέ σου ανθρώπου, αυτού του μικρού, χαμένου μέσα στο σύμπαν όντος, που υψώνει το πρόσωπό του προς το δημιουργό και του μιλά «Κάι, κάι, κάι, κάι θεούλη μου. Κάι, κάι σου προσπέφτουμε. Δεν κάναμε τίποτε, δεν ξέρουμε τίποτε. Πατούμε τούτα τα λίγα μέτρα χώμα, με γυμνά πόδια μες στο κρύο, τον τρόμο και την τρέλα. Δες τα μάτια μας, θεούλη μας. Τίποτε δε θέλαμε, μόνο λίγη ξενοιασιά. Κάι, κάι πατερούλη μας. Άγνωστα, σκοτάδια, χάος. Φώτισε λίγο τα ματάκια μας, θεούλη μου, και μη μας βασανίζεις άλλο. Κάι, κάι, κάι θεούλη μου, μη άλλη τιμωρία...»
Τ
πεζό Μ
ια
επιλογη/85 υτή την απόλυτη εγκατάλειψη του ανθρώπου από τον Πλάστη του, αυτήν την απόλυτη εξαθλίωση, αυτό το τέλειο αδιέξοδο, αυτό το τεράστιο κενό, κανείς δεν μπορεί ν’ απαιτήσει να μην υ πάρχουν μέσα στο βιβλίο. Αποτελούν θέσεις/στάσεις του συγγρα φέα και γι’ αυτό σεβαστές. Εκείνο για το οποίο μπορεί κανείς να μιλήσει κριτικά είναι το κατά πόσον αυτή η στάση υλοποιείται με λογοτεχνικές προϋποθέσεις. Συνήθως τα βιβλία πάθους (και τα βιβλία του Σ.Δ. τέτοια είναι) ξεφεύγουν από μια άρτια λογοτεχνική δόμηση. Ό μω ς εδώ δε συμ βαίνει αυτό. Ο Δημητρίου συνδυάζει τη μαστοριά του τεχνίτη με την αυθεντικότητα του παθόντα. Οι φράσεις του δείχνουν να έχουν ρι χτεί στο χαρτί με μια γνήσια αφροντισιά - κι όμως κατέχουν τις θέσεις που οι λογοτεχνικοί στόχοι του δημιουργού έχουν σχεδιάσει. Οι λέξεις του είναι ένα μάζωμα βωμολοχιών και ποιητικότητας. Η σύνταξη δε ξέρει πού σταματά τη λεκτική της ασυναρτησία και πού αρχίζει την υποταγή της στους κανόνες. Πίσω απ’ όλα αυτά υπάρ χει ο συγγραφέας. Πίσω απ’ όλα αυτά υπάρχει το πάθος. Ομολογώ πως τέτοια συνύπαρξη δρόμου και εργαστηρίου δεν μου έχει τύχει να ξανασυναντήσω στο χώρο της νεότερης πεζογραφίας μας. Αν θελήσω να προχωρήσω προς τα πίσω, θα τολμήσω να «δώ» τον Στρατή Δούκα και πιο πίσω τον Μακρυγιάννη. Ό μ ω ς ... υπάρχει μια τεράστια διαφορά. Εκείνοι πέρα από το προσωπικό τους πά θος, κατέθεταν και το προσωπικό τους όραμα. Ο Σ.Δ. δε διαθέτει το δεύτερο. Αλλά η λογοτεχνία του αδιεξόδου πού οδηγεί;
Α
ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΑΠ’ ΤΗ
Για ν’ απαντήσει κανείς στο ερώτημα αυτό, πρέπει πριν να βρεί την απάντηση σε μια άλλη ερώτηση. Η σημερινή κοινωνία μας δια θέτει πρόταση οράματος; Πολύ φοβάμαι πως η απάντηση σε μια τέτοια ερώτηση είναι ι διαίτερη δύσκολη. Μα και επιταχτικά αγχωτική. Ό σο ακριβώς επιταχτικά βλάσφημη είναι και η σύλληψη των διηγημάτων του Δη μητρίου. «Κάι, κάι, κάι θεούλη μας, μη άλλη τιμωρία.» ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΑΕΩΝ
η κλίμακα της ποίησης r-r-Λ
ΚΩΣΤΑ ΤΣΙΡΟ Π Ο ΥΛΟ Υ-.Μυστήριο. Αθήνα Α σ τ ρ ο λ ά ί ο ς / Ε υ θ ύ ν η (3 4 ), 1988. Σε λ. 90+ 1 + 5 λευκές. 8ο μικρό.
η ευαισθησία μας συναντιέται με την αληθινή ποίηση, προκαλείται το γεγονός της λειτουργίας μιας από τις απωθημένες Ο ταν περιοχές του ψυχισμού μας μέσα στην καθημερινή αλλοτρίωση. Εί ναι η λειτουργία των συμπαθητικών μας κινήτρων, που, παραμερί ζοντας τον ορθολογισμένο κόσμο της εξωτερικής γεωμετρίας, κά νει ν’ αναδυθεί ο συγκινησιακός κόσμος της απροσδιόριστης επα φής με τα πράγματα. Και ίσως το γεγονός να μην είχε τόσο μεγάλη σημασία, αν πραγματικά η αληθινή ποίηση ήταν, αν όχι υπόθεση καθημερινή, σταθερό παρακολούθημα του πνευματικού μας πολι τισμού. Όμως, δεν είναι παρά η στριμωγμένη στο περιθώριο των
JTOI Μ
ση
86/επιλογη βιοτικών μεριμνών και των καθημερινών συναλλαγών ενόχληση, που, εντούτοις, επιμένει («σ’ όσους προσδέχονται τη λύπη») να δη λώνει την παρουσία της. Και επειδή στους καιρούς μας η ποίηση - παρά την αφθονία των ποιητικών συλλογών που κυκλοφορούν - είναι σπάνιο πράγμα, γι’ αυτό και η παρουσία της είναι πολύτι μη. Αυτή η ιδιότητα ίσως να μη γίνεται κατανοητή, ωστόσο είναι γεγονός, και ο καθένας παίρνει επάνω του την ευθύνη να πορευθεί μέσα σ’ έναν κόσμο απ’ όπου η συγκίνηση και η ευαισθησία απου σιάζουν, δίνοντας τη θέση τους στα λελογισμένα περιγράμματα των αποδείξεων. Και είναι ευτύχημα, που η ποίηση δεν έχει ικανότητες αποδεικτικές: καταγράφει και, κάποια στιγμή, εφόσον η καταγρα φή ολοκληρώνεται, ξαναπλάθει τον κόσμο απ’ την αρχή, για να μπο ρέσει μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο να λειτουργήσει και να τον φέρει στα μάτια του αναγνώστη παρθενικόν και ανέγγιχτο, όπως στην πρώτη μέρα της δημιουργίας αυγή ’ταν κι άστραφτε γλυκά σα στην αρχή της πλάσης. Με την αφή της ανανεώνει τα πράγματα, όπου οι λέξεις ακουμπούν επάνω τους και τα ντύνουν με τη συμφυή τους υπόσταση, έ τσι που να παρουσιάζουν εκείνη την αδιαίρετην ενότητα, που μόνο η ποίηση μπορεί να δώσει στον κόσμο. Και, μπορεί η ποίηση να θε ωρείται ουτοπία. Τόσο το καλύτερο: είναι η πιο υλική, η πιο απτή ουτοπία που ο άνθρωπος εφεύρε για να εκφράσει μ’ αυτήν εκείνα που η πραγματικότητα του αρνείται. Μέγιστη η στιγμή της συμφω νίας ποίησης και πραγματικότητας, αλλά και εξαιρετικά σπάνια στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Οι μεγάλες δημιουργικές στιγμές της ανθρωπότητας λάμπουν μοναχικοί ήλιοι στο σκοτεινό στερέωμα της ιστορίας της. Το μεγάλο διάστημα των αιώνων («το άπειρον βάθος πελάγου») είναι γεμάτο από τις χαμηλές αναλαμπές των άπειρων φώτων, που χωρίς αυτά, ωστόσο, θα βαδίζαμε ολωσ διόλου στα σκοτεινά. Η ποίηση οδηγεί την ανθρωπότητα στην έξο δο της εκφραστικής της πληρότητας. Η ποίηση του Κώστα Τσιρόπουλου, στην τελευταία του συλλο γή, «Μυστήριο», ξαναπλάθει αυτόν τον κόσμο απ’ την αρχή μ’ έ ναν τρόπο όπου ο λυρισμός βρίσκει ξανά τον αληθινό του προορι σμό. Είναι η βαθιά έγνοια και η άγρυπνη μέριμνα για το πολυτιμό τερο ίσως κληρονόμημα που ο ελληνισμός έχει διασώσει μέσα στα αλλεπάλληλα ναυάγια των ανθρώπινων αξιών: τη γλώσσα. Το μό νο στην προμετωπίδα της συλλογής: «Έζησαν το χρόνο τους οι Έλ ληνες με λέξεις κι έρωτα», δίνει και το στίγμα προσανατολισμού αυτής της ποίησης και την αναγνώριση του βαθύτερου προβλημα τισμού της. Ο ποιητής, μέσ’ απ’ τον έρωτα των λέξεων φτάνει στο βάθος των πραγμάτων κι αυτή η γραφή, ακόμα κι αν έλειπε η ση μείωση στο τέλος της συλλογής (σελ. 89-90), γίνεται άμεσα κατα νοητό πως είναι ένα όριο προς τα πάνω, μια σημαντική εισφορά στην υπόθεση του ποιητικά αναγκαίου. Και σήμερα αυτή την εισφορά την έχουμε ανάγκη, απ’ αυτή την αναγκαιότητα, τελικά, εκπηγάζει η ποίηση, που «ως νεότης αετού» ανακαινίζει τα πράγματα και τον κόσμο. ο μυστήριο που τελείται μ’ αυτή την ποιητική λειτουργία, επι μερίζει σ’ όσους γνοιάζονται για το πολύτιμο αυτό στοιχείο του Τ πολιτισμού μας και το βλέπουν σαν «αγάπη κι έρωτα καλού», τη δικαίωσή του και πείθει για την αναγκαιότητά του. Είναι η ανα γκαιότητα της ποίησης, που συρριζώνεται στη βαθύτερή μας υπό σταση, και είναι η ποίηση που «μελίζεται και διαμερίζεται, μελιζομένη και μη διαιρουμένη, η πάντοτε εσθιομένη και μηδέποτε δαπανωμένη, τους δε εσθίοντας αγιάζουσα». Αν ο κόσμος μας αποφα σίσει να πορευτεί κάποτε χωρίς τον έρωτά της, θα ’ναι ένας κόσμος
Κ Υ Κ Λ Ο Φ Ο ΡΗ Σ Ε
Frangois Jacob Nobel Ιατρικής
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ
το π α ιχ ν ίδ ι
I τη ς
ε ξ έ λ ιξ η ς
mm Περί της ποικιλίας του ζώντος Πώς εμφανίστηκε η σεξουαλικό τητα; Πώς εξηγείται το γήρας; Πώς αναπτύσσεται το θαυμαστό έμβρυο; Ποιοι είναι οι κίνδυνοι τιον χειρι σμών του γενετικού υλικού; Μέχρι πού φτάνει η δύναμη της επιστήμης; Ποιες είναι οι πιθανές πολεμικές ε φαρμογές των επιστημονικών πορι σμάτων; Ο ανθρωπιστής Francois Jacob σχεδιάζει υπαινικτικά τον αυριανό άνθρωπο. 134 σελ., 950 δρχ., Εκδόσεις Τροχαλία , ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ τροχαλία ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Γριβαίων 5 (πάροδος Σκουφά 64) 106 80 Αθήνα τηλ. 3646426
επιλογη/87 ανέμφατος και αμήχανος, απορημένος και αδικαίωτος. Ο άνθρω πος που έχει οργανώσει στη συνείδησή του αυτόν τον κόσμο (αντί θετο του «ακοσμία») πορεύεται μέσ’ από τις ατραπούς της λογικής, για ν’ αναπνεύσει στις ανοιχτωσιές της ποίησης. Και του ποιητή χρέ ος είναι να πλαταίνει όσο μπορεί αυτές τις ανοιχτωσιές. Ωστόσο, δεν είναι εύκολη η προσέγγιση της ποίησης, ιδιαίτερα σήμερα, όπου η μύηση γίνεται σ’ ένα επίπεδο συντεχνιακό. Λίγοι είναι αυτοί που αισθάνονται ν’ ανήκουν ουσιαστικά στο συνάφι και ακόμα λιγότεροι εκείνοι που το συντηρούν. Το «Μυστήριο» του Κώ στα Τσιρόπουλου δεν απευθύνεται, φυσικά, μόνο στους μυημένους, αλλά και σ’ όσους τα συμπαθητικά τους κίνητρα τους δίνουν την παρόρμηση να μυηθούν. Αν, λοιπόν, σε μιαν υποθετική συμφωνία, οι μύστες και οι μυούμενοι νιώσουν την αλληλεπίδραση της ποιητι κής χάρης, το γεγονός που προκαλείται είναι πολύ σημαντικό. Γιατί εδώ, ο ποιητής επιφέρει τις ρωγμές στο γνόφο των ημερών και μέσ’ απ’ αυτές δημιουργεί τη σάρκα των λέξεων, ώστε τα καινά σώμα τά τους ν’ αναπνεύσουν στο χώρο της πνευματικής μας προετοι μασίας. Το όριο της ανόδου στην ποιητική έκφραση αναγνωρίζεται, κάθε φορά, σ’ εκείνες τις κορυφώσεις που η τρισχιλιόχρονη ζωή και λει τουργία της λαλιάς μας έχει αποτυπώσει, είτε με τη σφραγίδα των επώνυμων δημιουργών είτε με τον ανώνυμο λαό· αυτόν, που η πλη ρότητα της παράδοσής του, μέσ’ από τα στοιχεία που τη συνιστούν, οδηγεί στην εντελέχεια του πολιτισμού του. Σ’ αυτές τις κορυφώ σεις συντελείται το ποιητικό μυστήριο και μ’ αυτές εκφράζονται ό λες εκείνες οι αξίες που το όργανο αυτό κατακύρωσε στη συνείδη σή μας. Έξω απ’ αυτές τις πραγματοποιήσεις, τα πράγματα απο μένουν ανολοκλήρωτα, η οργάνωσή τους αποβαίνει μια μάταιη α ναζήτηση. Και, ίσως, να θεωρηθεί ότι η άποψη αυτή ενέχει την α πόλυτη παραδοχή και την απόλυτη άρνηση, όμως, η ποίηση είναι πράγμα πολύ απλό: πίσω από τις συνθέσεις και τις περιπλοκές, πί σω απ’ όλους τους ψυχολογικούς, νοητικούς ή σωματικούς μηχα νισμούς, πίσω, τέλος, απ’ την άπειρη μεγαλοσύνη του δέους και του τέλους, βλέπει τη μία και μοναδική αιτία που κινεί όλον αυτόν τον θαυμάσιο και οικείο συνάμα συγκλονισμό. Η ανώτερη χάρη, που το σύμπαν δώρισε στον άνθρωπο, ο στίχος, είναι το κλειδί που εκ φράζεται αυτή η εξοικείωση. συλλογή διαιρείται σε τρία μέρη, που είναι οι βαθμίδες μιας Η κλίμακας καθόδου για την πραγματικότητα και συνάμα μιας κλίμακας ανόδου για την ποίηση, όπως η σκάλα του Ιακώβ, απ’ όπου ανεβοκατέβαιναν οι άγγελοι του Θεού. Η κάθοδος στην πραγ ματικότητα — «εις "Αιδου», παρά λίγο να πω - εκφράζεται σχη ματικά με τρεις λέξεις, που είναι από μόνες τους ολόκληροι κόσμοι: φως, ημίφως, γνόφος. Αυτή η γεωμετρική πρόοδος, που σχηματο ποιεί τον κόσμο με μια τρισδιάστατη σημαντική, αποβαίνει και ο μοναδικός εντοπισμός της ευαισθησίας, μέσα στην απρόμοιαστη πραγματικότητα: εν αρχή ήν ο λόγος, και η παρουσία του λόγου μέσα στο φως, το φως του κόσμου, σηματοδοτεί το θησαύρισμα του μύθου (με την ομηρική έννοια του λόγου) από την αυγή της ποίη σης. Όλη αυτή η περιουσία αναδεικνύεται μ’ έναν τρόπο μοναδικό και αδαπάνητο στις πρωταρχικές ελληνικές εποχές του λόγου και στις φωτεινές της κλασικής και μετακλασικής εποχής, που, όπως λέει ο «πρώτος ύμνος»: των Ελλήνων τα σώματα την αρετή εφανέρωσαν της αγάπης [...] εφωτοβόλησαν αρθρώνοντας λέξεις [...]
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
mm
mm· Alison Richards
ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΥΡΜΗΓΚΙΑ ΚΑΙ Τ’ ΑΣΤΕΡΙΑ Επιφανείς επιστήμονες και νομπελί στες παρουσιάζουν την αγνοημένη πλευρά της επιστήμης. Με ευχάριστες μη τεχνικές περιγραφές, δίνουν στον καθένα τη δυνατότητα να γνωρίσει το αθέατο αλλά γοητευτικό τοπίο των θε τικών επιστημών, που θα διασκεδάσει και θα καταπλήξει.
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΐ β Ο χ Ο λ ί Ο ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ
88/επιλογη οι λέξεις τους θεϊκά ρημάδια Όμηρος, Ηράκλειτος, Πλάτων, Σοφοκλής. Κι ακόμα στο φως α ναδύονται «κόκκοι σίτου», οι λέξεις που μέσα στη χριστιανική κο σμοαντίληψη περιβλήθηκαν το φωτοστέφανο της αγιοσύνης και εξέφράσαν, με την εσωτερική τους πληρότητα, την αποκαθήλωση της ψυχής από το σταυρό του σώματος, που, όπως λέει ο «δεύτε ρος ύμνος»: ανασταίνει Αδη λακτίζοντας!...] / ενώ οι λέξεις τη μόνωσή τους / σημαίνουν / και το χρυσάφι των εικόνων τους Ιωάννης ο Ευαγγελιστής, Ρωμανός ο Μελωδός, Ά γιος Γρηγόριος ο Νύσσης, Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος. Και ο κόσμος του φω τός ζει την αδιάσπαστη συνέχειά του στη μεταβυζαντινή εποχή,.ώς τους καιρούς μας, όπου και πάλι οι κορυφώσεις προσλαμβάνουν τη σημασία των συμβόλων και τα σύμβολα συλλαβίζονται με τη σαρ κική ύπαρξη των λέξεων ως καλλιδρόμια περιπατημένα από τους αιώνες της δουλείας και ως ανοιξαντάρια σε νοτισμένους γάμους αστροθεσιών: Δημοτικό τραγούδι, Κάλβος, Σολωμός, Μακρυγιάννης, Παπαδιαμάντης και όλη η χορεία των αγίων του πνευματικού μας στερεώματος:
ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ
_Θ. Π. Τάσιος
ΑΞΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΞΗ
Ιδού πάνω από το ερείπιο σπίτι / άγγελος επιτήδειος / νέο απλώνει ουρανό... κατά τον «τρίτο ύμνο» της μυσταγωγίας. όμως οι λέξεις ώς τώρα «παρήγαγαν ημάς εις φως», η πα Α νρουσία του ημίφωτος έρχεται να προσδιορίσει αμετάκλητα το
χαμένο σημείο του προσανατολισμού μας και να μας προειδοποιή σει για τις επερχόμενες σκιές των σπαραγμών και των δραμάτων μας, την οιμωγή των οστών μας. Ώσπου ο γνόφος των ημερών πε ριβάλλει τα θραυσμένα κελύφη των λέξεων και περιορά, ως «βίγλα σιγής», την έκφραση των πεπρωμένων μας. Η κάθοδος στην κλί μακα συντελείται με τους στεναγμούς της λαλιάς μας και με τους σπονδύλους των μαρμάρινων αρθρώσεων που λάμπουν μέσα στο σκοτάδι, μέλη ενός ολοκληρωμένου και συντελεσμένου μυστικού σώματος. Η ποίηση, ωστόσο, που μέσ’ από την ίδια της τη δίνη ξα ναβρίσκει την αρχική της ηρεμία, όσο κι αν η η πραγματικότητα συστρέφεται μέσα στους δαιδάλους των φωτοσκιάσεών της, ανε βαίνει προοδευτικά προς το φως. Στην αρχή οι λέξεις έρχονται α πευθείας από το στεφάνι του ήλιου και ύστερα, στο ημίφως, η σω ματική τους υπόσταση μετουσιώνεται σε διαρκές γεγονός, ώσπου τέλος, μέσα στο γνόφο, απογυμνώνονται από κάθε περιττό βάρος και λάμπουν μονάχες, σαγ αστερισμοί κάποιων προαιώνιων εκρή ξεων στο στερέωμα της αγρύπνιας: Αυγή μελών / γύμνωση νύχτας / μυστήριο λέξεις Αυτή η ποιητική αναγκαιότητα είναι κάτι πολύ σημαντικό στους καιρούς μας, που η ποίηση έχει εκτραπεί σε παντοειδείς φλυαρίες και αλαζονικές εξατομικεύσεις. Το «Μυστήριο» του Κώστα Τσιρόπουλου είναι ένα αναβάπτισμα στα «καθάρια νερά της». Η εισφο ρά του είναι υπολογίσιμη: το άτομο έχει αναλωθεί μέσα στο «κοινό και το κύριο» και έχει βρει τον βαθύτερο εαυτό του, τη λυρική του συνείδηση, την ψυχή του κόσμου μας και του καιρού μας. Του το χρωστάμε. ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ
Κείμενα προβληματισμού του κα θηγητή του Πολυτεχείου Θ. Π. Τα σιού που αγκαλιάζουν ποικίλα και επίκαιρα θέματα, όπως: — η ελευθερία στην τέχνη, στην παιδεία, στην διοίκηση — η οικονομική ανάπτυξη και η σχέ ση της με την εκπαίδευση — η τεχνολογία ως ενδεχόμενη ευ λογία ή κατάρα Η διπλή προβληματική του θετι κού επιστήμονα και ανθρωπιστή διανοούμενου δίνει μια νέα διάστα ση στα εξεταζόμενα προβλήματα. 303 σελ., 1500 δρχ., Εκδόσεις Τροχαλία
ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΚΔΟΣΕΙΣ τροχαλία ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ Γριβαίων 5 (πάροδος Ικουφά 64) 106 80 Αθήνα τηλ. 3646426
Λ Ο ΓΟ ΤΕ Χ Ν ΙΑ
ΓΙΑ
ΝΕΟΥΣ
ι. Ο Άν&ρωπος που αγαπούσε τα Νησιά D .H . L A W R E N C E Απόδοση Σπόρος Ηλιόπουλος 2.
Η Γρεναδιέρο ( Το Σ π ίτι μ ε τις Ροδιές) HONOR E D Ε BALZAC Μετάφραση Έφη Κορόμηλά
3. Οι Τέσσεροι Διάβολοι H E R M A N B ANG Μετάφραση Κώστας Χατζόπουλος 4.
Η Πανσιόν και Αλλα Διηγήματα J AMES J OYCE Μετάφραση Κοσμάς Πολίτης
5. Περιπλάνηση GIOVANNIVERGA Μετάφραση Ελένη Ροντογιάννη
G U T E N B E R G σειρά «Λογοτεχνία για Νέους» απευθύ νεται κυρίως σε ηλικίες από την εφηβική και πάνω, στοχεύοντας σε μιαν ουσια στικότερη εισαγωγή του νέου αναγνώστη στο σο βαρότερο διάβασμα, στο είδος του βιβλίου δηλαδή που θα τον συνοδεύει σ’ όλη του τη ζωή.
Η
Ε κΙΐίΣ Ε ΙΣ ΚΕΔΡΟΣ Γ. Γενναδίου 3, Κ)λ. 36.02.007
.
Ομήρου Ιλιάοα
ν # ·-
Ομήρου Οούσσειχ